ISSN 1977-0669 |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 210 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
60ό έτος |
|
|
Διορθωτικά |
|
|
* |
||
|
* |
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
II Μη νομοθετικές πράξεις
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
15.8.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 210/1 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1472 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 11ης Αυγούστου 2017
σχετικά με τη δασμολογική κατάταξη ορισμένων εμπορευμάτων στη συνδυασμένη ονοματολογία
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (1), και ιδίως το άρθρο 57 παράγραφος 4 και το άρθρο 58 παράγραφος 2,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Για να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της συνδυασμένης ονοματολογίας που προσαρτάται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 (2) του Συμβουλίου, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν μέτρα όσον αφορά την κατάταξη των εμπορευμάτων που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. |
(2) |
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 προβλέπει τους γενικούς κανόνες για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας (ΣΟ). Οι εν λόγω κανόνες ισχύουν επίσης και για κάθε άλλη ονοματολογία η οποία βασίζεται εν όλω ή εν μέρει στη ΣΟ ή προσθέτει σε αυτήν οποιαδήποτε νέα υποδιαίρεση και θεσπίζεται με ειδικές διατάξεις της Ένωσης με σκοπό την εφαρμογή δασμολογικών και άλλων μέτρων σχετικά με τις εμπορευματικές συναλλαγές. |
(3) |
Κατ' εφαρμογή αυτών των γενικών κανόνων, τα εμπορεύματα που περιγράφονται στη στήλη 1 του πίνακα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα θα πρέπει να καταταγούν στον κωδικό ΣΟ που εμφαίνεται στη στήλη 2, για τους λόγους που αναφέρονται στη στήλη 3 του εν λόγω πίνακα. |
(4) |
Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι ο δικαιούχος δεσμευτικών δασμολογικών πληροφοριών, οι οποίες έχουν εκδοθεί σχετικά με τα εμπορεύματα που αφορά ο παρών κανονισμός και δεν είναι σύμφωνες με τον παρόντα κανονισμό, μπορεί να συνεχίσει να τις επικαλείται επί μια ορισμένη χρονική περίοδο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013. Η περίοδος αυτή θα πρέπει να είναι τρίμηνη. |
(5) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής τελωνειακού κώδικα, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Τα εμπορεύματα που περιγράφονται στη στήλη 1 του πίνακα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα κατατάσσονται στη συνδυασμένη ονοματολογία στον κωδικό ΣΟ που αναφέρεται στη στήλη 2 του εν λόγω πίνακα.
Άρθρο 2
Μπορεί να εξακολουθήσει να γίνεται επίκληση δεσμευτικών δασμολογικών πληροφοριών που δεν είναι σύμφωνες με τον παρόντα κανονισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013, επί τρίμηνο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 11 Αυγούστου 2017.
Για την Επιτροπή,
εξ ονόματος του Προέδρου,
Stephen QUEST
Γενικός Διευθυντής
Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης
(1) ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Περιγραφή των εμπορευμάτων |
Κατάταξη (Κωδικός ΣΟ) |
Αιτιολογία |
(1) |
(2) |
(3) |
Ράβδος από αργίλιο (καλούμενη «ράβδος κουρτίνας ντουσιέρας») που χρησιμοποιείται για το κρέμασμα κουρτίνας. Αποτελείται από δυο κοίλους σωλήνες από αργίλιο. Ο μικρότερος σωλήνας προσαρμόζεται εντός του ευρύτερου σωλήνα. Η ράβδος είναι πτυσσόμενη και περιέχει μηχανισμό ελατηρίου από χάλυβα ο οποίος βρίσκεται εντός του ευρύτερου σωλήνα και είναι σχεδιασμένος ώστε να πιέζει τους δυο σωλήνες προς τον τοίχο. Το είδος παρουσιάζεται χωρίς κουρτίνα και χωρίς κρίκους κουρτίνας. Βλ. εικόνα (*1). |
8302 41 90 |
Η κατάταξη καθορίζεται από τους γενικούς κανόνες 1 και 6 για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας και από το κείμενο των κωδικών ΣΟ 8302 , 8302 41 και 8302 41 90 . Η κατάταξη στη διάκριση 7615 20 ως «είδος υγιεινής ή ευπρεπισμού» αποκλείεται, διότι το είδος δεν διαθέτει τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά είδους που προορίζεται για χρήση σε μπάνιο. Είναι κατάλληλο προς χρήση οπουδήποτε στο εσωτερικό κτιρίου, για παράδειγμα, για το κρέμασμα κουρτίνας μπροστά από παράθυρο ή πόρτα. Λόγω των αντικειμενικών χαρακτηριστικών του (τους μηχανισμούς ελατηρίου σε συνδυασμό με τη δυνατότητα επιμήκυνσης, την κατασκευή που μπορεί να συγκρατήσει μόνο ελαφρά βάρη, π.χ. μια κουρτίνα), το είδος προορίζεται ως ράβδος κουρτίνας και όχι ως κοινή ράβδος από αργίλιο της κλάσης 7604 . Οι ράβδοι κουρτίνας κατατάσσονται στην κλάση 8302 [βλέπε επίσης τις επεξηγηματικές σημειώσεις του εναρμονισμένου συστήματος για την κλάση 8302 , δεύτερη παράγραφος, Δ, 5)]. Αποκλείεται επίσης η κατάταξη στον κωδικό ΣΟ 8302 41 10 ως «σιδερικό από κοινά μέταλλα για πόρτες» ή στον κωδικό ΣΟ 8302 41 50 ως «σιδερικό από κοινά μέταλλα για παράθυρα και πορτοπαράθυρα», διότι το είδος δεν διαθέτει τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά που υποδεικνύουν ότι προορίζεται είτε για την πρώτη είτε για τη δεύτερη χρήση. Συνεπώς, το είδος πρέπει να καταταγεί στον κωδικό ΣΟ 8302 41 90 ως «άλλο προσάρτημα, σιδερικό και παρόμοιο είδος από κοινά μέταλλα για κτίρια». |
(*1) Οι εικόνες έχουν αποκλειστικά ενημερωτικό σκοπό.
15.8.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 210/4 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1473 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 14ης Αυγούστου 2017
σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1235/2008 για τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους εισαγωγής βιολογικών προϊόντων από τρίτες χώρες
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 3 και το άρθρο 38 στοιχείο δ),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1235/2008 (2) της Επιτροπής παραθέτει τον κατάλογο των αρχών και των φορέων ελέγχου που είναι αρμόδιοι για τη διενέργεια ελέγχων και την έκδοση πιστοποιητικών στις τρίτες χώρες για τους σκοπούς της ισοδυναμίας. |
(2) |
Ο IOAS, φορέας διαπίστευσης στον τομέα της βιολογικής γεωργίας, πληροφόρησε την Επιτροπή ότι αποφάσισε να αναστείλει τη διαπίστευση του Bolicert Ltd. |
(3) |
Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1235/2008, η Επιτροπή δύναται ανά πάσα στιγμή να αναστείλει την εγγραφή ενός φορέα ελέγχου από τον κατάλογο του παραρτήματος IV του εν λόγω κανονισμού, είτε βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει, είτε όταν ο φορέας ελέγχου δεν έχει υποβάλει τα απαιτούμενα στοιχεία. |
(4) |
Ο φορέας Bolicert Ltd κλήθηκε από την Επιτροπή να παράσχει έγκυρο πιστοποιητικό διαπίστευσης και να λάβει εγκαίρως τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, αλλά δεν απήντησε εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Θα πρέπει επομένως να ανασταλεί η εγγραφή του Bolicert Ltd στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1235/2008 έως ότου παρασχεθούν επαρκή στοιχεία. |
(5) |
Το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1235/2008 θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(6) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής βιολογικής παραγωγής, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1235/2008, απαλείφεται η καταχώριση που αφορά τον φορέα «Bolicert Ltd.».
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2017.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1235/2008 της Επιτροπής, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, για τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους εισαγωγής βιολογικών προϊόντων από τρίτες χώρες (ΕΕ L 334 της 12.12.2008, σ. 25).
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
15.8.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 210/5 |
ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2017/1474 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 8ης Ιουνίου 2017
προς συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους ειδικούς στόχους για την κατάρτιση, έκδοση και αναθεώρηση των τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 3800]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ενώ το άρθρο 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 καθορίζει το περιεχόμενο και ορισμένους γενικούς στόχους των τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας («ΤΠΔ»), η εν λόγω οδηγία δεν καθορίζει ειδικούς στόχους για κάθε ΤΠΔ αλλά εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις προς τον σκοπό αυτό. |
(2) |
Η παρούσα απόφαση καθορίζει αναλυτική δέσμη ειδικών στόχων οι οποίοι θα πρέπει να ενσωματωθούν στις ΤΠΔ για να βελτιωθεί η διαλειτουργικότητα και να καταστεί επίσης εφικτή η διευκόλυνση, η βελτίωση και η ανάπτυξη υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τρίτες χώρες και να υποστηριχθεί η ολοκλήρωση του ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου και η σταδιακή επίτευξη της εσωτερικής αγοράς. |
(3) |
Οι εν λόγω ειδικοί στόχοι στις ΤΠΔ θα πρέπει να υλοποιηθούν μέσω αιτημάτων προς τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Οργανισμός») σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797. Τα εν λόγω αιτήματα θα πρέπει να βασίζονται στις προτεραιότητες της Επιτροπής και στη διαθεσιμότητα πόρων του Οργανισμού. Για κάθε ειδικό στόχο, οι συστάσεις του Οργανισμού θα πρέπει να περιλαμβάνουν αναλύσεις κόστους-οφέλους και εκτιμήσεις επιπτώσεων των εξεταζόμενων τεχνικών λύσεων, ώστε να μπορεί η Επιτροπή να επιλέγει τις περισσότερο βιώσιμες λύσεις και να αποφασίζει τις ΤΠΔ με εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 51 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797. |
(4) |
Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, οι υφιστάμενες ΤΠΔ καλύπτουν ικανοποιητικά όλα τα υποσυστήματα που καθορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797. Ωστόσο, σύμφωνα με τις αρχές της «βελτίωσης της νομοθεσίας», προκειμένου να μειωθεί ο αριθμός των νομοθετικών πράξεων και να ενισχυθεί περαιτέρω η συνεκτικότητα μεταξύ των ΤΠΔ, το πεδίο εφαρμογής συγκεκριμένων ΤΠΔ πρέπει να αναθεωρηθεί και ενδεχομένως ορισμένες από αυτές να αναδιαρθρωθούν ή να συγχωνευθούν, ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη και να διασφαλισθεί αμεσότερη αντιστοιχία μεταξύ υποσυστημάτων, βασικών απαιτήσεων και ΤΠΔ. Εν προκειμένω πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι είναι αναγκαία η σταθερότητα της νομοθεσίας για τους σιδηροδρόμους. |
(5) |
Για να διασφαλισθεί η συνεκτικότητα της νομοθεσίας, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι πιθανοί αντίκτυποι και διεπαφές μεταξύ ΤΠΔ και μεταξύ ΤΠΔ και υφιστάμενων στρατηγικών, πολιτικών και νομοθεσίας. Θα πρέπει επίσης να εξετάζεται εάν οι προτεινόμενες λύσεις, ή ειδικά στοιχεία, πρέπει να περιλαμβάνονται στην ίδια την ΤΠΔ ή σε σχετικά έγγραφα και νομοθετήματα. Επιπλέον, στις ΤΠΔ θα πρέπει, εφόσον είναι εφικτό, να διατηρηθούν οι διατάξεις για τις ΤΠΔ που αίρουν τεχνικά εμπόδια για τη διαλειτουργικότητα, ιδίως διατάξεις που διευκολύνουν την ελεύθερη κυκλοφορία των οχημάτων σε ολόκληρη την Ένωση. |
(6) |
Στις αναθεωρήσεις των ΤΠΔ θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πείρα του σιδηροδρομικού κλάδου όσον αφορά ασαφείς απαιτήσεις ή άλλες μη σκόπιμες συνέπειες και κόστη που προκύπτουν από τις ΤΠΔ, περιλαμβανομένης ιδίως της πείρας από τους διαδρόμους σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών ή η πείρα από την εφαρμογή των ΤΠΔ σε γραμμές χαμηλής πυκνότητας. |
(7) |
Στις αναθεωρήσεις των ΤΠΔ θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη επίτευξης σωστής ισορροπίας μεταξύ μιας προσέγγισης βάσει κανόνων, η οποία διευκολύνει την τεχνική συμβατότητα ιδίως στις διεπαφές μεταξύ υποσυστημάτων αλλά και μεταξύ στοιχείων και υποσυστημάτων διαλειτουργικότητας, και μιας προσέγγισης βάσει κινδύνων, η οποία διευκολύνει την τεχνική πρόοδο και τις καινοτόμες λύσεις, ιδίως στον προσδιορισμό λειτουργιών και επιδόσεων. |
(8) |
Στις αναθεωρήσεις των ΤΠΔ θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις του σιδηροδρομικού συστήματος και οι σχετικές δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας, ιδίως όσον αφορά το Shift2Rail και όχι μόνον, ώστε να διατηρείται το περιθώριο ελιγμού για καινοτομία και να ενσωματώνονται καινοτομίες όταν ο Οργανισμός κρίνει ότι έχουν φτάσει σε κατάλληλο επίπεδο ωριμότητας. |
(9) |
Όσον αφορά την τεχνική συνεκτικότητα των σιδηροδρομικών δικτύων στην Ένωση με εύρος τροχιάς 1 520 mm και των οχημάτων που χρησιμοποιούνται σε αυτά τα δίκτυα, στις σχετικές ΤΠΔ θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη των τεχνικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στα δίκτυα τρίτων χωρών με εύρος τροχιάς 1 520 mm. |
(10) |
Για να διευκολυνθεί η προώθηση και η πιθανή υιοθέτησή τους εκτός της Ένωσης, καθώς και η διασύνδεση μεταξύ των δικτύων τρίτων χωρών και της Ένωσης, οι ΤΠΔ μπορούν να περιλαμβάνουν οικειοθελείς διατάξεις στις οποίες λαμβάνονται υπόψη κοινές απαιτήσεις σε άλλες γεωγραφικές περιοχές, παραδείγματος χάριν υψηλότερα φορτία ανά άξονα για βαρέα σιδηροδρομικά οχήματα. |
(11) |
Για να συμβαδίζουν οι ΤΠΔ με τις εξελίξεις των προτύπων και άλλων τεχνικών εγγράφων, θα πρέπει να περιέχουν παραπομπές στα εν λόγω έγγραφα, ώστε να καθίσταται εφικτή η έγκαιρη επικαιροποίησή τους και, ταυτόχρονα, να προβλέπεται η απαραίτητη μετάβαση μεταξύ προτύπων ή μεταξύ διαφορετικών εκδόσεων των προτύπων. |
(12) |
Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο στ) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, οι περισσότερες ΤΠΔ περιλαμβάνουν ρήτρες που καθορίζουν τη στρατηγική εφαρμογής τους, ώστε να επιτυγχάνεται προοδευτική μετάβαση από την υπάρχουσα κατάσταση στη συμμόρφωση με την ΤΠΔ. Επικρατεί, ωστόσο, στον σιδηροδρομικό τομέα σύγχυση σχετικά με τη συγκεκριμένη εφαρμογή των εν λόγω ρητρών. Οι στρατηγικές εφαρμογής θα πρέπει, επομένως, να επανεξετάζονται και, εφόσον είναι εφικτό και αναλόγως της φύσης της κάθε ΤΠΔ, να απλοποιούνται και να έχουν συνοχή με τις διάφορες ΤΠΔ, ιδίως όσες αφορούν το τροχαίο υλικό. Θ α πρέπει επίσης να εξετασθεί η δυνατότητα να επιτρέπεται η μεικτή εφαρμογή μιας ΤΠΔ και της προηγούμενης έκδοσής της κατά τη μεταβατική περίοδο. Επιπλέον, η περίοδος ισχύος των πιστοποιητικών για τα στοιχεία διαλειτουργικότητας και το υποσύστημα θα πρέπει καθορίζεται στην ίδια την ΤΠΔ και να είναι συνεκτική μεταξύ των ΤΠΔ. |
(13) |
Το άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο η) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 προβλέπει τη δυνατότητα να περιλαμβάνουν οι ΤΠΔ διατάξεις εφαρμοστέες στα υφιστάμενα υποσυστήματα και οχήματα, ιδίως σε περίπτωση αναβάθμισης και ανακαίνισης. Οι εν λόγω διατάξεις ενδέχεται να οδηγούν σε ανασφάλεια δικαίου σε περίπτωση εγκρίσεων που έχουν ήδη εκδοθεί, οπότε θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην προκαταρκτική ανάλυση του σχετικού κόστους και οφέλους και στον καθορισμό των εργασιών τροποποίησης για τις οποίες απαιτείται αίτηση νέας έγκρισης. |
(14) |
Για να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών διάθεσης στην αγορά και θέσης σε λειτουργία των οχημάτων, οι ΤΠΔ θα πρέπει να παρέχουν βεβαιότητα ως προς τις παραμέτρους ενός οχήματος που πρέπει να ελέγχονται στο πλαίσιο των διαδικασιών έγκρισης σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 24 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 και τις παραμέτρους που πρέπει να ελέγχονται από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις μετά την έκδοση της έγκρισης οχήματος για διάθεση στην αγορά και πριν από την πρώτη χρήση του οχήματος για να διασφαλίζεται η συμβατότητα μεταξύ οχημάτων και των διαδρομών στις οποίες πρόκειται να χρησιμοποιούνται. Στις ΤΠΔ θα πρέπει επίσης να αποσαφηνίζονται οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις για να διασφαλίζεται η συμβατότητα μεταξύ πλήρων αμαξοστοιχιών, συμπεριλαμβανομένων των μονάδων διατροπικών μεταφορών, και των διαδρομών στις οποίες πρόκειται να χρησιμοποιούνται, καθώς και, εφόσον είναι εφικτό, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τους διαχειριστές υποδομών και οι όροι υπό τους οποίους πρέπει να δίνεται στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις πρόσβαση στο δίκτυο για να διενεργούν τις σχετικές δοκιμές. |
(15) |
Πέραν των απαιτήσεων του άρθρου 5 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 σχετικά με τον προσδιορισμό των βασικών παραμέτρων και των διεπαφών μεταξύ υποσυστημάτων, οι πίνακες των ΤΠΔ με τους συνδέσμους μεταξύ των βασικών παραμέτρων και των βασικών απαιτήσεων που καθορίζονται στο παράρτημα III της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 θα πρέπει επίσης να επικαιροποιούνται, ώστε να διασφαλίζεται συνεκτική προσέγγιση σε όλες τις ΤΠΔ. |
(16) |
Για να καταστεί δυνατή η εύκολη αντικατάσταση κατά τη συντήρηση, να επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας και να περιορίζεται το κόστος συντήρησης και η παλαιότητα, θα πρέπει να βελτιωθεί ο σπονδυλωτός χαρακτήρας του σιδηροδρομικού συστήματος. Προς τον σκοπό αυτό, ο αριθμός των στοιχείων διαλειτουργικότητας θα πρέπει να επανεξετάζεται και να αυξάνεται, όταν κρίνεται αναγκαίο, ώστε να ενθαρρύνεται με τον τρόπο αυτό η χρήση εμπορικά διαθέσιμων προϊόντων και ανταλλακτικών και να αποκομίζονται τα οφέλη της τυποποίησης. |
(17) |
Η κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνεπάγεται σημαντικό διοικητικό φόρτο για τα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και τον περιορισμό των καθυστερήσεων, θα πρέπει να προταθεί απλουστευμένη διαδικασία για τις πρόσθετες κοινοποιήσεις εάν απαιτείται μόνον περιορισμένη ή και καθόλου συμπληρωματική τεχνική επάρκεια για έναν οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχει ήδη κοινοποιηθεί για προηγουμένη έκδοση μιας ΤΠΔ. Για να αποφεύγεται τυχόν αβεβαιότητα, κάθε ΤΠΔ θα πρέπει να προσδιορίζει εάν πρέπει να ακολουθείται η πλήρης διαδικασία κοινοποίησης ή εάν η κοινοποίηση μπορεί να παρατείνεται αυτομάτως για την αναθεωρημένη ΤΠΔ ή εάν μπορεί να εφαρμόζεται απλουστευμένη διαδικασία και υπό ποίους όρους. |
(18) |
Καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις η περιγραφή των ρόλων και των αρμοδιοτήτων μεταξύ αιτούντων και κοινοποιηθέντων οργανισμών δεν είναι αρκετά ακριβής με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σύγχυση και διαφορετικές ερμηνείες και εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας και των υποσυστημάτων, οι εν λόγω διαδικασίες θα πρέπει να επανεξετάζονται και η Επιτροπή πρέπει εκ παραλλήλου να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την κατά περίπτωση αναθεώρηση των ενοτήτων που αφορούν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797. Επιπλέον, το εύρος των ενοτήτων που επιτρέπονται για κάθε στοιχείο διαλειτουργικότητας και υποσύστημα θα πρέπει να αναθεωρείται και, εφόσον είναι εφικτό, να εξορθολογίζεται προκειμένου να βελτιώνεται η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας και να αποφεύγονται τα περιττά κόστη. |
(19) |
Κατά την εξέταση πιθανών λύσεων προβλημάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια, θα πρέπει να εξετάζονται όλες οι πιθανές αιτίες αυτών των προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον είναι εφικτό, όσων συνδέονται με περιστατικά ασφάλειας, παραδείγματος χάριν ασφάλεια των επιβατών αμέσως μετά από έκρηξη. |
(20) |
Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Διαχείρισης της Σιδηροδρομικής Κυκλοφορίας («ERTMS»), οι τηλεματικές εφαρμογές για επιβάτες («TAP») και οι τηλεματικές εφαρμογές για εμπορευματικές μεταφορές («TAF») αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ψηφιοποίησης των σιδηροδρόμων. Ως εκ τούτου, οι σχετικές ΤΠΔ θα πρέπει να τροποποιούνται κατά περίπτωση ώστε να υποστηρίζεται η ψηφιοποίηση του σιδηροδρομικού κλάδου. |
(21) |
Διάφορες ΤΠΔ εξακολουθούν να έχουν ανοικτά σημεία. Τα εν λόγω ανοικτά σημεία είναι στοιχεία που αντιστοιχούν σε βασικές απαιτήσεις και απαιτούν επομένως εναρμόνιση αλλά δεν καλύπτονται ακόμη από τις εν λόγω ΤΠΔ. Ως εκ τούτου, τα εν λόγω ανοικτά σημεία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν, ώστε να περιοριστεί ο αριθμός των εθνικών κανόνων με στόχο να επιτευχθεί πλήρης διαλειτουργικότητα και να ενισχυθεί η λειτουργία της ενιαίας αγοράς. |
(22) |
Σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, οι ΤΠΔ πρέπει να τροποποιούνται εφόσον διαπιστώνεται ότι παρουσιάζουν ελλείψεις. |
(23) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1302/2014 της Επιτροπής (2) («ΤΠΔ LOC&PAS») και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 321/2013 της Επιτροπής (3) («ΤΠΔ WAG»)θα πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω για να διασφαλισθεί συνεχής διαλειτουργικότητα και, ταυτόχρονα, να ενισχυθεί η ελκυστικότητα και η αποτελεσματικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος. Τα κύρια σημεία που πρέπει να αναπτυχθούν είναι η εισαγωγή των διατάξεων που αφορούν ειδικά τα σιδηροδρομικά δίκτυα με εύρος τροχιάς 1 520 mm, οι προαιρετικές διατάξεις για τη διευκόλυνση της σύνθεσης των επιβατικών αμαξοστοιχιών, συμπεριλαμβανομένης της οπισθόδρομης συμβατότητας με τους διεθνείς κανονισμούς για τις επιβατάμαξες («RIC» — Regolamento Internazionale delle Carrozze), τα αυτόματα συστήματα μεταβλητού εύρους, η εύκολη πρόσβαση των επιβατών στις επιβατάμαξες, τα μέτρα για την ενίσχυση της παραγωγικότητας των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών, όπως τα αυτόματα συστήματα ζεύξης και η εναρμονισμένη ταυτοποίηση των φορταμαξών. Πρέπει επίσης να εξετάζονται μέτρα για την προστασία των μηχανοδηγών αμαξοστοιχιών, συμπεριλαμβανομένων του ελέγχου των χρόνων οδήγησης και ανάπαυσης των μηχανοδηγών των αμαξοστοιχιών, του σχεδιασμού του θαλάμου οδήγησης και των αντίστοιχων απαιτήσεων με ιδιαίτερη επικέντρωση στην υγεία και την ασφάλεια στην εργασία και στην ασφάλεια λειτουργίας, καθώς και το θέμα του θορύβου εντός του θαλάμου οδήγησης. |
(24) |
Οι κανονισμοί για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων («RID») (4) έχουν θεσπισθεί στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της οδηγίας 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων RID εισήγαγε μια διάταξη στον κανονισμό RID του 2013, η οποία επιτρέπει την εγκατάσταση διατάξεων ανίχνευσης εκτροχιασμού σε εμπορευματικές φορτάμαξες σε εθελοντική βάση. Βάσει πολυάριθμων μελετών σχετικά με τα κόστη και τα οφέλη αυτών των διατάξεων, η ομάδα εργασίας που συσταθεί από την επιτροπή RID συνέστησε στην Επιτροπή να αναθεωρήσει όλες τις σχετικές ΤΠΔ, ώστε να περιληφθεί η λειτουργία της ανίχνευσης εκτροχιασμού ως προς τις τεχνικές απαιτήσεις, τις λειτουργικές πτυχές και τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης (6). Θα πρέπει επίσης να μελετηθούν διατάξεις που αφορούν τόσο το τροχαίο υλικό όσο και τις υποδομές, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειες ως προς την ασφάλεια των προσώπων και του περιβάλλοντος σε περίπτωση εκτροχιασμού, λαμβανομένων υπόψη των ρόλων και των αρμοδιοτήτων των σχετικών εμπλεκομένων. Ειδικότερα, εξέχοντα αντικείμενα στην άκρη των σιδηροτροχιών, όπως διατάξεις σιδηροδρομικής σήμανσης, οι οποίες μπορούν να διατρυπήσουν δεξαμενές που μεταφέρουν επικίνδυνα εμπορεύματα σε περίπτωση ατυχήματος, πρέπει να αποφεύγονται ή να λαμβάνονται άλλα μέτρα άμβλυνσης. |
(25) |
Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1304/2014 της Επιτροπής (7) («ΤΠΔ ΝΟΙ»), οι εμπειρογνώμονες συμφωνούν γενικά ότι ένας από τους αποτελεσματικότερους τρόπους μετριασμού του σιδηροδρομικού θορύβου είναι ο εκ των υστέρων εξοπλισμός των εμπορευματικών φορταμαξών με τροχοπέδιλα από σύνθετο υλικό. Η εν λόγω τεχνική λύση μειώνει τον σιδηροδρομικό θόρυβο έως και κατά 10 dB που ισοδυναμεί με μείωση έως 50 % του θορύβου που ακούει ο άνθρωπος. Ως εκ τούτου, για την αντιμετώπιση του θορύβου από τις σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές, οι υφιστάμενες εμπορευματικές φορτάμαξες θα πρέπει να εξοπλιστούν εκ των υστέρων με τροχοπέδιλα από σύνθετο υλικό ή να επιλεγούν άλλες κατάλληλες λύσεις. Η σταδιακή εφαρμογή των λύσεων αυτών μπορεί να εξετασθεί, λαμβανομένης υπόψη της εκτίμησης του κόστους και των οφελών τους. |
(26) |
Για να αντιμετωπιστεί η διαφορά που προκύπτει από την αναθεώρηση της ΤΠΔ WAG, η ΤΠΔ NOI πρέπει να περιλαμβάνει δοκιμή θορύβου των τροχοπέδιλων από σύνθετο υλικό για την αντιμετώπιση του θορύβου από τις σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές, μεταξύ άλλων, όπου είναι απαραίτητο, μέσω παρατρόχιας παρακολούθησης ή, εάν είναι εφικτό, μέσω ακουστικών δοκιμών των τροχοπέδιλων από σύνθετο υλικό σε τράπεζα δοκιμής. |
(27) |
Το ευρωπαϊκό σχέδιο ανάπτυξης του ERTMS (8) εγκρίθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2017 σύμφωνα με το άρθρο 47 των κατευθυντήριων γραμμών για το ΔΕΔ-Μ και εφαρμόζεται στου διαδρόμους του κεντρικού δικτύου. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/919 της Επιτροπής (9) («ΤΠΔ CCS») θα πρέπει να προσαρμοστεί, ώστε να προβλέπει συνεκτική ανάπτυξη του ERTMS σε ολόκληρο το σιδηροδρομικό δίκτυο εντός της Ένωσης, λαμβανομένου υπόψη του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάπτυξη του ERTMS. |
(28) |
Η έκθεση σχετικά με τη μακροπρόθεσμη προοπτική του ERTMS που εξέδωσε ο Οργανισμός στις 18 Δεκεμβρίου 2015 (10) από κοινού με τον κλάδο προσδιορίζει τα τεχνολογικά στοιχεία που απαιτούνται προς υποστήριξη της επιχειρηματικής περίπτωσης του ERTMS. Τα εν λόγω στοιχεία περιλαμβάνουν την αυτόματη λειτουργία των αμαξοστοιχιών, επιπέδου 3, τη βελτιστοποίηση της καμπύλης πέδησης, τη νέα γενεά συστημάτων τηλεπικοινωνιών και τον δορυφορικό εντοπισμό στίγματος. Στις προδιαγραφές των συστημάτων ETCS και GSMR πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα εν λόγω στοιχεία και να τροποποιούνται αναλόγως και παράλληλα να συνεκτιμάται η ανάγκη σταθερότητας του ERTMS. Ο αντίκτυπος άλλες ΤΠΔ πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη. |
(29) |
Ενόψει της αυξανόμενης χρήσης των συζευγμένων μηχανών και των πολυμερών συνθέσεων, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1301/2014 της Επιτροπής (11) («ΤΠΔ ENE») πρέπει να επανεξεταστεί όσον αφορά τις απαιτήσεις σε περίπτωση ταυτόχρονης λειτουργίας πολλών παντογράφων σε επαφή με εναέριες γραμμές επαφής συνεπεία της χρήσης τέτοιων οχημάτων. Πρέπει επίσης να εξεταστούν σχετικά θέματα λειτουργίας. Η ΤΠΔ ENE και άλλες ΤΠΔ πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν κατά περίπτωση διατάξεις για τη διασφάλιση της συνεχούς διαλειτουργικότητας με ταυτόχρονη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των σχετικών υποσυστημάτων. |
(30) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1299/2014 της Επιτροπής (12) («ΤΠΔ INF») πρέπει να περιλαμβάνει διατάξεις για τη διασφάλιση συνεχούς διαλειτουργικότητας με δυνατότητα ταυτόχρονης μείωσης των δαπανών συντήρησης της υποδομής με τη χρήση, μεταξύ άλλων, μεθόδων συντήρησης βάσει χρόνου, αισθητήρων και τεχνολογιών παρακολούθησης της κατάστασης. |
(31) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1300/2014 της Επιτροπής (13) («ΤΠΔ PRM») πρέπει να επικαιροποιηθεί ώστε να περιλαμβάνει τις τελευταίες εξελίξεις όσον αφορά τον προσδιορισμό και την εξάλειψη των εμποδίων προσβασιμότητας, καθώς και όσον αφορά την παρακολούθηση της προόδου στην προσβασιμότητα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 σχετικά με την απογραφή περιουσιακών στοιχείων και το άρθρο 8 παράγραφοι 5 και 7 σχετικά με τα εθνικά σχέδια εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1300/2014. Κοινές ευρωπαϊκές προτεραιότητες για την περαιτέρω εφαρμογή της ΤΠΔ PRM μπορούν επίσης να προσδιοριστούν βάσει των εθνικών σχεδίων εφαρμογής. Εν προκειμένω πρέπει να περιλαμβάνεται επανεξέταση των μόνιμων δομικών λύσεων που ενδέχεται να απαιτούνται για τις επιβατάμαξες προκειμένου να διασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβαση σε επιπλέον υπηρεσίες για άτομα με μειωμένη κινητικότητα, συμπεριλαμβανομένης ιδίως της πρόσβασης σε άμαξες-εστιατόρια. |
(32) |
Η απόφαση 2012/757/ΕΕ της Επιτροπής (14) («ΤΠΔ OPE») πρέπει να παρακολουθείται τακτικά και, εφόσον δικαιολογείται, να αναθεωρείται, ώστε να διασφαλίζεται ότι είναι πάντα επικαιροποιημένη και παρέχει τη βέλτιστη εναρμόνιση, ασφάλεια και διαλειτουργικότητα των απαιτήσεων λειτουργίας σε επίπεδο διεπαφής μεταξύ της σιδηροδρομικής επιχείρησης και των διαχειριστών υποδομής, ιδίως σε περίπτωση διασυνοριακών μεταφορών. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις που αφορούν i) τα τεχνολογικά στοιχεία του ERTMS που είναι απαραίτητα για την υποστήριξη της επιχειρηματικής περίπτωσης του ERTMS, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 28· ii) η νοοτροπία ως προς την ασφάλεια και τους ανθρώπινους παράγοντες· και iii) η συμβατότητα αμαξοστοιχίας/διαδρομής. |
(33) |
Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), η Επιτροπή δύναται να ζητεί από τον Οργανισμό να εκδίδει συστάσεις σχετικά με τον καθορισμό των δεξιοτήτων και των προσόντων για όλο το προσωπικό που εκτελεί κρίσιμα για την ασφάλεια καθήκοντα και με την αναφορά των καθηκόντων αυτών στην ΤΠΔ OPE ή σε άλλη σχετική νομοθεσία. Οι εν λόγω συστάσεις θα πρέπει να καλύπτουν όχι μόνο τους μηχανοδηγούς αλλά και άλλο επιβαίνον προσωπικό επιφορτισμένο με κρίσιμα για την ασφάλεια καθήκοντα για τα οποία ενδέχεται να απαιτείται ειδική εκπαίδευση, καθώς και προσωπικό που εμπλέκεται στη λειτουργία και τη συντήρηση του σιδηροδρομικού συστήματος. |
(34) |
Μετά την εισαγωγή απαιτήσεων περί πυροσβεστικών σημείων για τη διαχείριση των «θερμών» περιστατικών στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2014 («ΤΠΔ SRT») της Επιτροπής (16) και βάσει των σχετικών παρατηρήσεων του κλάδου, οι απαιτήσεις λειτουργίας της ΤΠΔ SRT θα πρέπει να αναθεωρηθούν ενόψει της εναρμόνισης της αξιολόγησης της ικανότητας εκκένωσης, παραδείγματος χάριν σε ό,τι αφορά την απόσταση μεταξύ δύο πλευρικών ή κατακόρυφων εξόδων. Η ανάγκη να περιληφθούν διατάξεις για να διασφαλίζεται η επικοινωνία μεταξύ του επιβαίνοντος προσωπικού, αφενός, και, αφετέρου, του διαχειριστή υποδομής και των υπηρεσιών εκτάκτου ανάγκης θα πρέπει επίσης να αξιολογηθεί και να περιληφθούν σχετικές διατάξεις κατά περίπτωση. |
(35) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2014 της Επιτροπής (17) («ΤΠΔ TAF») πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες που διευκολύνουν την ανταλλαγή φορταμαξών, τις συνδυασμένες ή πολυτροπικές μεταφορές, την ανάπτυξη των διαδρόμων σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών και την αναφορά περιστατικών, λαμβανομένων υπόψη των συνδέσμων με άλλα σχετικά εργαλεία. Εν προκειμένω πρέπει να περιλαμβάνεται απλουστευμένη διαδικασία για την επικαιροποίηση του τεχνικού υπόβαθρου της ΤΠΔ TAF σύμφωνα με τη διαδικασία διαχείρισης μεταβολών της ΤΠΔ TAF που μνημονεύεται στην ενότητα 7.2 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2014. Θα πρέπει επιπλέον να διενεργηθεί μελέτη σχετικά με τη δυνατότητα ανταλλαγής δεδομένων στο πλαίσιο της ΤΠΔ TAF με εφαρμογές σχετικές με την ασφάλεια, παραδείγματος χάριν σε περίπτωση επικίνδυνων εμπορευμάτων ή εξαιρετικών αποστολών. Η ΤΠΔ θα πρέπει επίσης να τροποποιηθεί ώστε να δίνεται η δυνατότητα στον Οργανισμό να αξιολογεί τη συμμόρφωση των εργαλείων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται από τον ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό κλάδο για τις απαιτήσεις των ΤΠΔ. Περαιτέρω, η ενότητα 2.3.2 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2014, η οποία προβλέπει συμβατικές συμφωνίες για επικεφαλής σιδηροδρομικές επιχειρήσεις προκειμένου να παρέχονται πληροφορίες σε ενδιαφερόμενους, θα μπορούσε να συνιστά εμπόδιο στην ψηφιοποίηση των σιδηροδρόμων και θα πρέπει, ως εκ τούτου, να επανεξεταστεί. |
(36) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 454/2011 της Επιτροπής (18) («ΤΠΔ TAP») θα πρέπει να επανεξεταστεί ώστε να διευκολυνθεί περαιτέρω η ψηφιακή έκδοση εισιτηρίων, καθώς και ο έλεγχος και η ρύθμιση της πληρωμής μεταξύ των συμμετεχόντων, ιδίως στο πλαίσιο της ανάπτυξης της πρωτοβουλίας του κλάδου «Full Service Model» (μοντέλο πλήρους εξυπηρέτησης). Στην ΤΠΔ θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι αναθεωρήσεις της ΤΠΔ PRM και κατάλληλα αιτήματα μεταβολών μέσω της καθιερωμένης διαδικασίας διαχείρισης μεταβολών της ΤΠΔ TAP. Θα πρέπει να επανεξεταστεί το μερίδιο των καθηκόντων διαχείρισης των κεντρικών δομών δεδομένων για να λαμβάνονται υπόψη τα νέα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες του Οργανισμού ως αρχής του συστήματος, καθώς και του οργάνου διακυβέρνησης που καθορίζεται στο έγγραφο διακυβέρνησης TAP (19) και έχει συσταθεί από τον κλάδο με σκοπό την επιτάχυνση της εφαρμογής της ΤΠΔ TAP. Θα πρέπει επίσης να επέλθουν βελτιώσεις για να διευκολυνθεί η δημιουργία συστημάτων ενιαίου εισιτηρίου και παροχής πληροφοριών για πολυτροπικές μετακινήσεις, ιδίως μέσω της πρόσβασης σε συναφή δεδομένα σχετικά με τις σιδηροδρομικές μετακινήσεις και την ανταλλαγή των εν λόγω δεδομένων με ενδιαφερόμενους κατά μήκος της πολυτροπικής αλυσίδας αξίας. Επιπλέον, η ΤΠΔ TAP θα πρέπει να αποσκοπεί στη διευκόλυνση της δημιουργίας ολοκληρωμένων υπηρεσιών κινητικότητας. Η ΤΠΔ θα πρέπει επίσης να τροποποιηθεί ώστε να δίνεται η δυνατότητα στον Οργανισμό να αξιολογεί τη συμμόρφωση των εργαλείων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται από τον ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό κλάδο με τις απαιτήσεις των ΤΠΔ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
Η παρούσα απόφαση καθορίζει τους ειδικούς στόχους σύμφωνα με τους οποίους καταρτίζονται οι νέες τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας («ΤΠΔ») ή τροποποιούνται οι υφιστάμενες ΤΠΔ.
Άρθρο 2
Καθήκοντα του Οργανισμού
Κατά τη διατύπωση και τροποποίηση των ΤΠΔ κατόπιν αιτημάτων της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, ο Οργανισμός ακολουθεί τους ειδικούς στόχους που καθορίζονται στα άρθρα 3 έως 14 της παρούσας απόφασης.
Ο Οργανισμός διατυπώνει συστάσεις προς την Επιτροπή αφού λάβει υπόψη τα εκτιμώμενα κόστη και οφέλη των ειδικών στόχων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 3
Κοινοί ειδικοί στόχοι
1. Οι ΤΠΔ καλύπτουν ολόκληρο το σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης με τρόπο ώστε να αποφεύγεται η επανάληψη έργου, να διασφαλίζεται αμεσότερη αντιστοιχία μεταξύ υποσυστημάτων, βασικών απαιτήσεων και ΤΠΔ και να επιτρέπεται ο συνεκτικός καθορισμός των στρατηγικών εφαρμογής των ΤΠΔ.
Προς τον σκοπό αυτό καταρτίζονται διάφορα πιθανά σενάρια και οι αντίστοιχες εκτιμήσεις επιπτώσεων.
2. Το γεωγραφικό και το τεχνικό πεδίο εφαρμογής κάθε ΤΠΔ επανεξετάζεται προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 3 έως 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797.
3. Οι ΤΠΔ επανεξετάζονται κατά περίπτωση για να διασφαλίζεται σωστή ισορροπία μεταξύ των προσεγγίσεων βάσει κανόνων και βάσει κινδύνων.
4. Η αντιστοιχία μεταξύ των βασικών παραμέτρων και των εφαρμοστέων βασικών απαιτήσεων επανεξετάζεται για κάθε ΤΠΔ, όπως και οι διεπαφές με τα υπόλοιπα υποσυστήματα.
5. Οι ΤΠΔ περιλαμβάνουν κατά περίπτωση διατάξεις με τις οποίες:
α) |
λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενες επιπτώσεις και διασυνδέσεις με άλλες ΤΠΔ και των υφιστάμενων σχετικών στρατηγικών, πολιτικών και της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και εξασφαλίζεται η συνοχή μεταξύ τους. Οι ΤΠΔ, εφόσον είναι δυνατόν, διατηρούν τις ισχύουσες διατάξεις που αποσκοπούν στην άρση των τεχνικών εμποδίων στη διαλειτουργικότητα· |
β) |
λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης και οι σχετικές δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας και ενσωματώνονται όταν έχουν φτάσει στο κατάλληλο επίπεδο ωριμότητας· |
γ) |
κλείνουν τα εναπομένοντα ανοικτά σημεία· |
δ) |
λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη των εφαρμοστέων τεχνικών απαιτήσεων στα δίκτυα τρίτων χωρών με εύρος τροχιάς 1 520 mm· |
ε) |
εναρμονίζονται ορισμοί στις ΤΠΔ, πέραν εκείνων που παρατίθενται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/797· |
στ) |
ενσωματώνονται παραπομπές σε πρότυπα και σε άλλα τεχνικά έγγραφα ανά τακτά διαστήματα και με τρόπο που επιτρέπει την έγκαιρη επικαιροποίησή τους· |
ζ) |
επανεξετάζεται ο αριθμός των στοιχείων διαλειτουργικότητας και, κατά περίπτωση, αυξάνεται· |
η) |
επισημαίνεται εάν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν ήδη κοινοποιηθεί βάσει προηγούμενης έκδοσης ΤΠΔ πρέπει να κοινοποιηθούν εκ νέου και εάν θα εφαρμοστεί απλουστευμένη διαδικασία κοινοποίησης. Σε κάθε περίπτωση προσδιορίζονται οι σχετικοί εφαρμοστέοι όροι· |
θ) |
λαμβάνονται υπόψη οι βέλτιστες πρακτικές του κλάδου και επανεξετάζεται η επιλογή των ενοτήτων που προβλέπονται στις διαδικασίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας και των υποσυστημάτων· |
ι) |
περιορίζεται ο κίνδυνος εκτροχιασμού, καθώς και ο αντίκτυπος στην ασφάλεια των ανθρώπων και του περιβάλλοντος σε περίπτωση εκτροχιασμού· |
ια) |
κατά την εξέταση πιθανών λύσεων σε θέματα ασφάλειας, λαμβάνονται υπόψη όλες οι πιθανές αιτίες των εν λόγω θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον είναι εφικτό, όσων συνδέονται με περιστατικά ασφάλειας, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια ή η διαλειτουργικότητα. |
ιβ) |
βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των σχετικών υποσυστημάτων. |
6. Στις ΤΠΔ που σχετίζονται με συστήματα πληροφοριών και επικοινωνιών λαμβάνονται υπόψη τυχόν απαιτήσεις ανοιχτής πηγής και ανοιχτής αρχιτεκτονικής δεδομένων.
7. Αποσαφηνίζεται η εφαρμογή των ενοτήτων για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των στοιχείων διαλειτουργικότητας και των υποσυστημάτων, συμπεριλαμβανομένων πιθανών αναθεωρήσεων του περιεχομένου των σχετικών κεφαλαίων των ΤΠΔ, καθώς και της ανάγκης για νέες ή αναθεωρημένες κατά περίπτωση ενότητες ή της μετάβασης στις τυποποιημένες ενότητες που καθορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20). Προς τούτο διενεργείται μελέτη στην οποία καθορίζονται:
i) |
οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες των ενδιαφερομένων που εμπλέκονται στις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης· |
ii) |
εκτεταμένο πεδίο εφαρμογής το οποίο περιλαμβάνει τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που σχετίζονται με τους κοινοποιούμενους εθνικούς τεχνικούς κανόνες· |
iii) |
τα στοιχεία των διαδικασιών που αναφέρονται στο σημείο ii), συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου του τεχνικού φακέλου, και η ακολουθία των σταδίων της αξιολόγησης· |
iv) |
τα υποδείγματα των πιστοποιητικών επαλήθευσης και η διάρκεια ισχύος τους σε περίπτωση επαλήθευσης σύμφωνα με τη σχετική ΤΠΔ ή τους εθνικούς κανόνες· |
v) |
οι όροι υπό τους οποίους μπορούν να πιστοποιούνται στοιχεία διαλειτουργικότητας σύμφωνα με ανακληθείσες ΤΠΔ· |
vi) |
τα στοιχεία της επιτήρησης και των ελέγχων ανανέωσης όταν εφαρμόζεται αξιολόγηση βάσει συστήματος (συστημάτων) διαχείρισης της ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των όρων υπό τους οποίους διενεργούνται απροειδοποίητες επισκέψεις στις εγκαταστάσεις του αιτούντος. |
Άρθρο 4
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ LOC&PAS
1. Επανεξετάζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1302/2014 («ΤΠΔ LOC&PAS») σχετικά με τα αυτόματα συστήματα μεταβλητού εύρους, μεταξύ άλλων ως προς τις τεχνικές προδιαγραφές και τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
2. Διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των επιβατών στις επιβατάμαξες περιλαμβάνονται κατά περίπτωση στην ΤΠΔ LOC&PAS, λαμβανομένων υπόψη των διεπαφών με την υποδομή.
3. Η ΤΠΔ LOC&PAS περιλαμβάνει προαιρετικούς τρόπους εφαρμογής που διευκολύνουν:
α) |
την έγκριση οχημάτων σε ευρέα πεδία χρήσης· και |
β) |
τη σύνθεση των επιβατικών αμαξοστοιχιών, συμπεριλαμβανομένης της οπισθόδρομης συμβατότητας με τους διεθνείς κανονισμούς για τις επιβατάμαξες («RIC» — Regolamento Internazionale delle Carrozze). |
4. Απαιτήσεις για τη βελτίωση της προστασίας των μηχανοδηγών περιλαμβάνονται ενδεχομένως στην LOC&PAS ΤΠΔ όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία και την ασφάλεια λειτουργίας. Καθορίζονται προδιαγραφές για τα εργαλεία ελέγχου του χρόνου οδήγησης και ανάπαυσης των μηχανοδηγών.
5. Στην ΤΠΔ LOC&PAS λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές στη διαδικασία που αφορά τη διάθεση κινητών υποσυστημάτων στην αγορά, όπως προβλέπεται στα άρθρα 20 έως 26 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, συμπεριλαμβανομένων των ελέγχων πριν από την πρώτη χρήση εγκεκριμένων οχημάτων που μνημονεύονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 σημείο i) και στο άρθρο 23 της εν λόγω οδηγίας.
Άρθρο 5
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ WAG
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 21 παράγραφος 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 321/2013 («ΤΠΔ WAG») περιλαμβάνει τα οχήματα που πρέπει να εγκρίνονται και να χρησιμοποιούνται σε σιδηροδρομικά δίκτυα εντός της Ένωσης με εύρος τροχιάς 1 520 mm.
2. Οι διατάξεις της ΤΠΔ WAG σχετικά με τα αυτόματα συστήματα μεταβλητού εύρους, μεταξύ άλλων όσες αφορούν τις τεχνικές προδιαγραφές και τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, επανεξετάζονται.
3. Η ΤΠΔ WAG περιλαμβάνει διατάξεις για την ενίσχυση της ευελιξίας και της αποτελεσματικότητας όσον αφορά τη σύνθεση των αμαξοστοιχιών και την ανάπτυξη των διατροπικών μεταφορών. Διατάξεις σχετικά με την αυτόματη ζεύξη περιλαμβάνονται κατά περίπτωση.
4. Η ΤΠΔ WAG διασφαλίζει συνοχή και αποτρέπει τυχόν αλληλεπικάλυψη με τους κανονισμούς για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων («RID») όσον αφορά τις εφαρμοστέες τεχνικές απαιτήσεις για τα οχήματα. Η προσθήκη της λειτουργίας ανίχνευσης του εκτροχιασμού εξετάζεται από πλευράς τεχνικών απαιτήσεων, λειτουργικών πτυχών και διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
5. Η ΤΠΔ WAG περιλαμβάνει απαιτήσεις για τη βελτίωση της ταυτοποίησης των εμπορευματικών φορταμαξών. Η χρήση τεχνολογιών χωρίς επαφή και των σχετικών προτύπων περιλαμβάνεται κατά περίπτωση.
6. Στην ΤΠΔ WAG λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές στη διαδικασία που αφορά τη διάθεση κινητών υποσυστημάτων στην αγορά, όπως προβλέπεται στα άρθρα 20 έως 26 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, συμπεριλαμβανομένων των ελέγχων πριν από την πρώτη χρήση εγκεκριμένων οχημάτων που μνημονεύονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 σημείο i) και στο άρθρο 23 της εν λόγω οδηγίας.
Άρθρο 6
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ NOI
1. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1304/2014 («ΤΠΔ NOI») περιλαμβάνει διατάξεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του θορύβου από τις σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές με εκ των υστέρων εξοπλισμό των εμπορευματικών φορταμαξών με τροχοπέδιλα από σύνθετο υλικό ή με άλλες κατάλληλες λύσεις.
2. Διαδικασία για τη διενέργεια δοκιμών της ακουστικής απόδοσης των τροχοπέδιλων από σύνθετο υλικό περιλαμβάνεται στην ΤΠΔ NOI. Επιτρέπεται η χρήση τροχοπέδιλων από σύνθετο υλικό που αναφέρεται στο προσάρτημα Ζ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 321/2013. Όπου είναι απαραίτητο, ενδέχεται να απαιτούνται συμπληρωματικές δοκιμές είτε με παρατρόχια παρακολούθηση είτε με ακουστικές δοκιμές των τροχοπέδιλων από σύνθετο υλικό σε τράπεζα δοκιμής.
Άρθρο 7
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ CCS
1. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/919 («CCS TSI») επανεξετάζεται με σκοπό την απλούστευση της διαδικασίας επικαιροποίησης του τεχνικού υποβάθρου του σύμφωνα με τα αιτήματα μεταβολών μέσω της διαδικασίας διαχείρισης του ελέγχου μεταβολών της ΤΠΔ CCS.
2. Η ΤΠΔ CCS αναθεωρείται με σκοπό τη συνεκτική ανάπτυξη του ERTMS σε ολόκληρο το σιδηροδρομικό δίκτυο εντός της Ένωσης. Για την οικονομική ανάπτυξη του συστήματος εφαρμόζονται απλές αρχιτεκτονικές εντός των οχημάτων και περιορισμένος αριθμός εκδόσεων λογισμικού.
3. Η ΤΠΔ CCS τροποποιεί τις προδιαγραφές ETCS και GSM-R με βάση ανάλυση κόστους-οφέλους σχετικά με νέα έργα και παλαιότερες επενδύσεις. Περιλαμβάνει τόσο το τεχνικό ρυθμιστικό πλαίσιο όσο και εκείνο που αφορά τη μετάβαση για την αντιμετώπιση των τεχνολογικών στοιχείων που προσδιορίζονται στην έκθεση σχετικά με τη μακροπρόθεσμη προοπτική του ERTMS.
4. Η ΤΠΔ CCS προβλέπει μηχανισμό για την ταχεία διόρθωση σφαλμάτων λαμβανομένης υπόψη της συμβατότητας μεταξύ παρατρόχιων και εποχούμενων υποσυστημάτων. Ο εν λόγω μηχανισμός περιλαμβάνει διορθωτικά μέτρα για να διασφαλίζεται η συμβατότητα της εφαρμογής του ERTMS χωρίς να διακυβεύεται η σταθερότητα του ERTMS. Συμπληρωματικά μέτρα για τη διασφάλιση της τεχνικής συμβατότητας μεταξύ παρατρόχιων και εποχούμενων υποσυστημάτων περιλαμβάνονται κατά περίπτωση.
5. Η ΤΠΔ CCS επιτρέπει τη μετάβαση σε τεχνολογίες που μπορούν να χρησιμοποιούνται τόσο από το παρατρόχιο όσο και από το εποχούμενο υποσύστημα, από το GSM-R σε σύστημα επικοινωνίας επόμενης γενιάς, λαμβανομένης υπόψη της ισορροπίας μεταξύ προτύπων ειδικών για τους σιδηροδρόμους και γενικών προτύπων τηλεπικοινωνίας.
Άρθρο 8
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ ENE
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1301/2014 («ΤΠΔ ENE») επανεξετάζεται όσον αφορά τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση ταυτόχρονης λειτουργίας πολλών παντογράφων σε επαφή με εναέριες γραμμές επαφής, συνεπεία της χρήσης συζευγμένων μηχανών έλξης και πολλαπλών μονάδων. Σχετικά θέματα λειτουργίας περιλαμβάνονται επίσης κατά περίπτωση.
Άρθρο 9
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ INF
1. Διατάξεις για τη διασφάλιση συνεχούς διαλειτουργικότητας εντός του υποσυστήματος και, κατά περίπτωση, με άλλα υποσυστήματα, με ταυτόχρονη δυνατότητα μείωσης των δαπανών συντήρησης της υποδομής ιδίως με τη χρήση μεθόδων συντήρησης βάσει χρόνου, αισθητήρων και τεχνολογιών παρακολούθησης της κατάστασης, περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1299/2014 («ΤΠΔ INF»).
2. Η ΤΠΔ INF περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τα αυτόματα συστήματα μεταβλητού εύρους, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις τεχνικές προδιαγραφές και τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
Άρθρο 10
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ PRM
1. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1300/2014 («ΤΠΔ PRM») αναθεωρείται για να καθοριστούν απαιτήσεις σχετικά με την απογραφή περιουσιακών στοιχείων που αναφέρεται στο άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού.
Περιλαμβάνει διατάξεις που αφορούν τον καθορισμό των φορέων που είναι υπεύθυνοι για την παροχή των σχετικών δεδομένων και διατάξεις που καθορίζουν χρονοδιάγραμμα απογραφής περιουσιακών στοιχείων από τα κράτη μέλη.
Οι εν λόγω διατάξεις βασίζονται στη σύσταση του Οργανισμού που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού και στις βέλτιστες πρακτικές που προκύπτουν από τις απογραφές περιουσιακών στοιχείων που έχει καθιερώσει κάθε κράτος μέλος.
2. Η ΤΠΔ PRM καθορίζει κοινές προτεραιότητες και κριτήρια για την περαιτέρω βελτίωση της προσβασιμότητας των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα βάσει συγκριτικής επισκόπησης των στρατηγικών που περιέχουν τα εθνικά σχέδια εφαρμογής κατά το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1300/2014.
Στις εν λόγω προτεραιότητες και κριτήρια λαμβάνονται υπόψη οι βέλτιστες πρακτικές που προκύπτουν από την εκπόνηση και εφαρμογή αυτών των σχεδίων.
3. Η ΤΠΔ PRM περιλαμβάνει σαφή ορισμό των χειροκίνητων και των ηλεκτρικών αναπηρικών αμαξιδίων και τις εφαρμοστέες απαιτήσεις για τα καινοτόμα ηλεκτρικά αναπηρικά αμαξίδια με σκοπό την ασφαλή πρόσβαση στις επιβατικές αμαξοστοιχίες.
Άρθρο 11
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ OPE
1. Η απόφαση αριθ. 2012/757/ΕΕ («ΤΠΔ OPE») καθορίζει τις θεμελιώδεις αρχές λειτουργίας και τους κοινούς κανόνες λειτουργίας προκειμένου να καταστεί δυνατός ο περιορισμός του αριθμού εθνικών κανόνων.
2. Η ΤΠΔ OPE περιλαμβάνει διατάξεις για τη διασφάλιση της συμβατότητας μεταξύ πλήρων αμαξοστοιχιών και των διαδρομών στους οποίους πρόκειται να χρησιμοποιούνται.
3. Στην ΤΠΔ OPE λαμβάνεται υπόψη η ανάπτυξη τυποποιημένων μεθόδων και πρωτοκόλλων επικοινωνίας, καθώς και των τυποποιημένων συστημάτων ανταλλαγής δεδομένων.
4. Στην ΤΠΔ OPE λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις των μητρώων που αναφέρονται στα άρθρα 47, 48 και 49 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797.
5. Η ΤΠΔ OPE καθορίζει το πεδίο εφαρμογής των ανοικτών σημείων για τις λειτουργίες και διαχωρίζει τους εφαρμοστέους εθνικούς κανόνες από τους κανόνες που πρέπει να εναρμονιστούν μέσω του δικαίου της Ένωσης, ώστε να καταστεί δυνατή η μετάβαση σε ένα διαλειτουργικό σύστημα που θα καθορίζει το βέλτιστο επίπεδο τεχνικής εναρμόνισης.
6. Η ΤΠΔ OPE προβλέπει την ανάπτυξη συνεκτικών συνδέσμων με τις απαιτήσεις λειτουργίας των συστημάτων διαχείρισης της ασφάλειας των διαχειριστών υποδομής και των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων. Εν προκειμένω περιλαμβάνεται η διασφάλιση ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη η νοοτροπία ως προς την ασφάλεια και τους ανθρώπινους παράγοντες.
7. Κατά περίπτωση, η ΤΠΔ OPE καθορίζει τις δεξιότητες και τα προσόντα για όλο το προσωπικό που είναι επιφορτισμένο με κρίσιμα για την ασφάλεια καθήκοντα τα οποία δεν καλύπτονται από άλλη σχετική νομοθεσία.
Άρθρο 12
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ SRT
1. Οι απαιτήσεις λειτουργίας του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2014 («ΤΠΔ SRT») αναθεωρούνται ενόψει της εναρμόνισης της ικανότητας εκκένωσης, παραδείγματος χάριν σε ό,τι αφορά την απόσταση μεταξύ δύο πλευρικών ή κατακόρυφων εξόδων.
2. Διατάξεις σχετικά με την επικοινωνία μεταξύ του επιβαίνοντος προσωπικού, αφενός και αφετέρου, του διαχειριστή της υποδομής και των υπηρεσιών εκτάκτου ανάγκης περιλαμβάνονται κατά περίπτωση.
Άρθρο 13
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ TAF
1. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2014 («TAF TSI») αναθεωρείται προκειμένου να απλοποιηθεί η διαδικασία επικαιροποίησης του τεχνικού υποβάθρου του σύμφωνα με τη διαδικασία διαχείρισης μεταβολών της ΤΠΔ TAF που μνημονεύεται στην ενότητα 7.2 του παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού.
2. Το περιεχόμενο και η δομή των μηνυμάτων που καθορίζονται στην ΤΠΔ TAF όσον αφορά την ανταλλαγή φορταμαξών και τη σύνθεση των αμαξοστοιχιών αναθεωρούνται και κατά περίπτωση απλουστεύονται.
3. Το περιεχόμενο και η δομή των μηνυμάτων που ορίζονται στην ΤΠΔ TAF όσον αφορά τις συνδυασμένες ή τις πολυτροπικές μεταφορές αναθεωρούνται και, εφόσον δεν διατίθενται, εκπονούνται προκειμένου να διευκολύνονται η υλικοτεχνική υποστήριξη και οι λειτουργίες.
4. Κατά περίπτωση, η ΤΠΔ TAF περιλαμβάνει δεδομένα τα οποία ανταλλάσσονται με εφαρμογές σχετικές με την ασφάλεια.
5. Οι σύνδεσμοι μεταξύ των βάσεων δεδομένων της ΤΠΔ TAF και των εργαλείων που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της απόδοσης των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών επανεξετάζονται.
6. Η ΤΠΔ TAF δίνει τη δυνατότητα στον Οργανισμό να αξιολογεί τη συμμόρφωση των εργαλείων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται από τον ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό κλάδο με τις προδιαγραφές των ΤΠΔ.
7. Η ΤΠΔ TAF δεν επιβάλλει απαιτήσεις στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν φραγμό στην ψηφιοποίηση των σιδηροδρόμων.
Άρθρο 14
Εφαρμοστέοι ειδικοί στόχοι για την ΤΠΔ TAP
1. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 454/2011 («TAP TSI») αναθεωρείται προκειμένου να απλοποιηθεί η διαδικασία επικαιροποίησης του τεχνικού υποβάθρου του σύμφωνα με τη διαδικασία διαχείρισης μεταβολών της ΤΠΔ TAP που μνημονεύεται στην ενότητα 7.5.2 του παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού.
2. Το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής της ΤΠΔ TAP είναι το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής της ΤΠΔ TAF.
3. Κατά περίπτωση, στην ΤΠΔ TAP λαμβάνεται υπόψη η βασική απαίτηση «προσβασιμότητα» όπως ορίζεται στο παράρτημα III σημείο 1.6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797.
4. Στην ΤΠΔ TAP λαμβάνεται υπόψη η αναθεώρηση της ΤΠΔ PRM, ιδίως όσον αφορά τις απογραφές περιουσιακών στοιχείων και, κατά περίπτωση, την πρωτοβουλία του κλάδου «Full Service Model» (μοντέλο πλήρους εξυπηρέτησης).
5. Η ΤΠΔ TAP καθορίζει το μερίδιο των καθηκόντων που σχετίζονται με τη διαχείριση των κεντρικών δομών δεδομένων για να λαμβάνονται υπόψη τα νέα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες του Οργανισμού και του οργάνου διακυβέρνησης που έχει συστήσει ο κλάδος με σκοπό την επιτάχυνση της εφαρμογής της ΤΠΔ TAP.
6. Σκοπός της ΤΠΔ TAP είναι να διευκολυνθεί η δημιουργία ολοκληρωμένων συστημάτων έκδοσης εισιτηρίων και συστημάτων παροχής πληροφοριών και κρατήσεων για πολυτροπικές μετακινήσεις.
7. Η ΤΠΔ TAF δίνει τη δυνατότητα στον Οργανισμό να αξιολογεί τη συμμόρφωση των εργαλείων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται από τον ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό κλάδο με τις προδιαγραφές των ΤΠΔ.
Άρθρο 15
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 8 Ιουνίου 2017.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Jean-Claude JUNCKER
(1) ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 44.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1302/2014 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Τροχαίο υλικό — Μηχανές και επιβατικό τροχαίο υλικό» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 228).
(3) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 321/2013 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2013, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Τροχαίο υλικό — εμπορευματικές φορτάμαξες» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την κατάργηση της απόφασης 2006/861/ΕΚ (ΕΕ L 104 της 12.4.2013, σ. 1).
(4) Προσάρτημα Γ της σύμβασης για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF). η οποία συνήφθη στο Βίλνιους στις 3 Ιουνίου 1999, όπως έχει τροποποιηθεί.
(5) Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).
(6) Παράρτημα II της έκθεσης της 5ης συνεδρίασης της ομάδας εργασίας της επιτροπής εμπειρογνωμόνων RID για την ανίχνευση εκτροχιασμού (OTIF/RID/CE/GTDD/2016-A, Βέρνη, 19 και 20 Απριλίου 2016).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1304/2014 της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Τροχαίο υλικό — Θόρυβος» και με την τροποποίηση της απόφασης 2008/232/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2011/229/ΕΕ (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 421).
(8) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/6 της Επιτροπής, της 5ης Ιανουαρίου 2017, για το ευρωπαϊκό σχέδιο ανάπτυξης του ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας (ΕΕ L 3 της 6.1.2017, σ. 6).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/919 της Επιτροπής, της 27ης Μαΐου 2016, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για τα υποσυστήματα «έλεγχος-χειρισμός και σηματοδότηση» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 158 της 15.6.2016, σ. 1).
(10) Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων, ERA-REP-150 της 18ης Δεκεμβρίου 2015.
(11) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1301/2014 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας που αφορά το υποσύστημα «ενέργεια» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 179).
(12) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1299/2014 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «υποδομή» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 1).
(13) Κανονισμός (EE) αριθ. 1300/2014 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας για την προσβασιμότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ένωσης για τα άτομα με αναπηρία και άτομα με μειωμένη κινητικότητα (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 110).
(14) Απόφαση της Επιτροπής 2012/757/ΕΕ, της 14ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την τροποποίηση της απόφασης 2007/756/ΕΚ (ΕΕ L 345 της 15.12.2012, σ. 1).
(15) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/796 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2004 (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 1).
(16) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2014 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας που αφορά την «ασφάλεια στις σιδηροδρομικές σήραγγες» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 394).
(17) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2014 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Τηλεματικές εφαρμογές για εμπορευματικές μεταφορές» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 62/2006 (ΕΕ L 356 της 12.12.2014, σ. 438).
(18) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 454/2011 της Επιτροπής, της 5ης Μαΐου 2011, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «Τηλεπληροφορικές εφαρμογές για επιβατικές υπηρεσίες» του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 123 της 12.5.2011, σ. 11).
(19) Έγγραφο B.61 το οποίο μνημονεύεται στο παράρτημα V της ΤΠΔ TAP.
(20) Απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82).
Διορθωτικά
15.8.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 210/16 |
Διορθωτικό στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/653 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2017, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών που αφορούν συσκευασμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση (PRIIP) με τη θέσπιση ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά την παρουσίαση, το περιεχόμενο, την επανεξέταση και την αναθεώρηση των εγγράφων βασικών πληροφοριών και τις προϋποθέσεις για την εκπλήρωση της απαίτησης για την παροχή των εν λόγω εγγράφων
( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 100 της 12ης Απριλίου 2017 )
Στη σελίδα 51, παράρτημα VII, πίνακας 1:
αντί:
« »
διάβαζε:
« ».
15.8.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 210/17 |
Διορθωτικό στην κατ' εξουσιοδότηση οδηγία (EE) 2017/593 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη διατήρηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και κεφαλαίων που ανήκουν στους πελάτες, τις υποχρεώσεις παρακολούθησης των προϊόντων και τους κανόνες που ισχύουν για την παροχή ή λήψη αμοιβών, προμηθειών ή άλλων χρηματικών ή μη χρηματικών οφελών
( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 87 της 31ης Μαρτίου 2017 )
Στη σελίδα 505, στο άρθρο 1 παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο:
αντί:
«Για τους σκοπούς του στοιχείου β) ένα μέσο χρηματαγοράς θεωρείται υψηλής ποιότητας εάν η εταιρεία διαχείρισης/επενδύσεων εκτελέσει τη δική της τεκμηριωμένη αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας των μέσων χρηματαγοράς που της επιτρέπει να θεωρήσει υψηλής ποιότητας ένα μέσο χρηματαγοράς. Εάν ένας ή περισσότεροι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που είναι εγγεγραμμένοι και εποπτεύονται από την ΕΑΚΑΑ έχουν δώσει βαθμολογία του μέσου, η εσωτερική αξιολόγηση της εταιρείας διαχείρισης/επενδύσεων πρέπει να λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, τις εν λόγω αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.»
διάβαζε:
«Για τους σκοπούς του στοιχείου β) ένα μέσο χρηματαγοράς θεωρείται υψηλής ποιότητας εάν η εταιρεία διαχείρισης/επενδύσεων εκτελέσει τη δική της τεκμηριωμένη αξιολόγηση της πιστοληπτικής ποιότητας των μέσων χρηματαγοράς που της επιτρέπει να θεωρήσει υψηλής ποιότητας ένα μέσο χρηματαγοράς. Εάν ένας ή περισσότεροι οργανισμοί αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που είναι εγγεγραμμένοι και εποπτεύονται από την ΕΑΚΑΑ έχουν δώσει αξιολόγηση του μέσου, η εσωτερική αξιολόγηση της εταιρείας διαχείρισης/επενδύσεων πρέπει να λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, τις εν λόγω αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.».
Στη σελίδα 506, στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ):
αντί:
«στ) |
πρέπει να θεσπίζουν κατάλληλες οργανωτικές ρυθμίσεις για να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο απώλειας ή μείωσης των περιουσιακών στοιχείων πελατών ή των δικαιωμάτων σε σχέση με τα περιουσιακά αυτά στοιχεία, λόγω κατάχρησης των περιουσιακών στοιχείων, απάτης, κακής διαχείρισης, ελλιπούς τήρησης αρχείου ή αμέλειας.» |
διάβαζε:
«στ) |
πρέπει να θεσπίζουν επαρκείς οργανωτικές ρυθμίσεις για να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο απώλειας ή μείωσης των περιουσιακών στοιχείων πελατών ή των δικαιωμάτων σε σχέση με τα περιουσιακά αυτά στοιχεία, λόγω κατάχρησης των περιουσιακών στοιχείων, απάτης, κακής διαχείρισης, ελλιπούς τήρησης αρχείου ή αμέλειας.». |
Στη σελίδα 506, στο άρθρο 2 παράγραφοι 2, 3 και 4:
αντί:
«2. Εάν για λόγους που σχετίζονται με το εφαρμοστέο δίκαιο, περιλαμβανομένης ιδίως της νομοθεσίας σχετικά με την περιουσία ή την αφερεγγυότητα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν μπορούν να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για τη διασφάλιση των συμφερόντων των πελατών όσον αφορά την τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 16 παράγραφοι 8 και 9 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να θεσπίζουν ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν τη διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων των πελατών τους με σκοπό την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
3. Εάν το εφαρμοστέο δίκαιο της χώρας στην οποία κατέχονται τα κεφάλαια ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα των πελατών εμποδίζει τις επιχειρήσεις επενδύσεων να συμμορφωθούν με τα στοιχεία δ) ή ε) της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη επιβάλλουν απαιτήσεις με ισοδύναμο αποτέλεσμα όσον αφορά τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των πελατών.
Όταν βασίζονται σε τέτοιου είδους ισοδύναμες απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία δ) ή ε), τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τους πελάτες ότι σε τέτοιες περιπτώσεις δεν επωφελούνται από τις διατάξεις που προβλέπονται από την οδηγία 2014/65/ΕΕ και την παρούσα οδηγία.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι συμφέροντα ασφαλείας, εμπράγματα βάρη ή δικαιώματα συμψηφισμού επί χρηματοπιστωτικών μέσων του πελάτη που επιτρέπουν σε τρίτους να διαθέτουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια του πελάτη, για την είσπραξη οφειλών που δεν έχουν σχέση με τον πελάτη ή την παροχή υπηρεσιών προς τον πελάτη δεν επιτρέπονται, εκτός εάν αυτό απαιτείται από την ισχύουσα νομοθεσία σε δικαιοδοσία τρίτης χώρας στην οποία κατέχονται τα κεφάλαια ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα του πελάτη.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, εφόσον η επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να συνάπτει συμφωνίες που δημιουργούν τα εν λόγω συμφέροντα ασφαλείας, εμπράγματα βάρη ή δικαιώματα συμψηφισμού, να αποκαλύψει τις εν λόγω πληροφορίες στους πελάτες, ενημερώνοντάς τους για τους κινδύνους που συνδέονται με τις εν λόγω ρυθμίσεις.
Όταν συμφέροντα ασφαλείας, εμπράγματα βάρη ή δικαιώματα συμψηφισμού παρέχονται από την επιχείρηση επί των χρηματοπιστωτικών μέσων ή κεφαλαίων του πελάτη, ή όταν η επιχείρηση ενημερωθεί ότι έχουν παρασχεθεί, πρέπει να καταγράφονται σε συμβάσεις του πελάτη και στους λογαριασμούς της ίδιας της επιχείρησης για να αποσαφηνιστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη, όπως σε περίπτωση αφερεγγυότητας.»
διάβαζε:
«2. Εάν για λόγους που σχετίζονται με το εφαρμοστέο δίκαιο, περιλαμβανομένης ιδίως της νομοθεσίας σχετικά με την κυριότητα ή την αφερεγγυότητα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν μπορούν να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για την προστασία των δικαιωμάτων των πελατών όσον αφορά την τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 16 παράγραφοι 8 και 9 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να θεσπίζουν ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν την προστασία των περιουσιακών στοιχείων των πελατών τους με σκοπό την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
3. Εάν το εφαρμοστέο δίκαιο της χώρας στην οποία κατέχονται τα κεφάλαια ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα των πελατών εμποδίζει τις επιχειρήσεις επενδύσεων να συμμορφωθούν με τα στοιχεία δ) ή ε) της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη επιβάλλουν απαιτήσεις με ισοδύναμο αποτέλεσμα όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων των πελατών.
Όταν βασίζονται σε τέτοιου είδους ισοδύναμες απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία δ) ή ε), τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τους πελάτες ότι σε τέτοιες περιπτώσεις δεν επωφελούνται από τις διατάξεις που προβλέπονται από την οδηγία 2014/65/ΕΕ και την παρούσα οδηγία.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τυχόν ασφάλειες, δικαιώματα παρακράτησης ή δικαιώματα συμψηφισμού επί χρηματοπιστωτικών μέσων ή κεφαλαίων του πελάτη που επιτρέπουν σε τρίτους να διαθέτουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια του πελάτη, για την είσπραξη οφειλών που δεν έχουν σχέση με τον πελάτη ή την παροχή υπηρεσιών προς τον πελάτη δεν επιτρέπονται, εκτός εάν αυτό απαιτείται από την ισχύουσα νομοθεσία σε δικαιοδοσία τρίτης χώρας στην οποία κατέχονται τα κεφάλαια ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα του πελάτη.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, εφόσον η επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να συνάπτει συμφωνίες που δημιουργούν τις εν λόγω ασφάλειες, δικαιώματα παρακράτησης ή δικαιώματα συμψηφισμού, να αποκαλύψει τις εν λόγω πληροφορίες στους πελάτες, ενημερώνοντάς τους για τους κινδύνους που συνδέονται με τις εν λόγω ρυθμίσεις.
Όταν ασφάλειες, δικαιώματα παρακράτησης ή δικαιώματα συμψηφισμού παρέχονται από την επιχείρηση επί των χρηματοπιστωτικών μέσων ή κεφαλαίων του πελάτη, ή όταν η επιχείρηση ενημερωθεί ότι έχουν παρασχεθεί, πρέπει να καταγράφονται σε συμβάσεις του πελάτη και στους λογαριασμούς της ίδιας της επιχείρησης για να αποσαφηνιστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη, όπως σε περίπτωση αφερεγγυότητας.».
Στη σελίδα 507, στο άρθρο 3 παράγραφος 2:
αντί:
«2. Όταν μια επιχείρηση επενδύσεων προτείνει να κατατεθούν χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών της σε τρίτο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων καταθέτει χρηματοπιστωτικά μέσα σε τρίτο μόνο σε χώρα όπου η φύλαξη χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό άλλου προσώπου υπόκειται σε ειδικές ρυθμίσεις και εποπτεία και ο εν λόγω τρίτος υπόκειται σε συγκεκριμένη ρύθμιση και εποπτεία.»
διάβαζε:
«2. Όταν μια επιχείρηση επενδύσεων προτείνει να κατατεθούν χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών της σε τρίτο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων καταθέτει χρηματοπιστωτικά μέσα σε τρίτο μόνο σε δικαιοδοσία όπου η φύλαξη χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό άλλου προσώπου υπόκειται σε ειδικές ρυθμίσεις και εποπτεία και ο εν λόγω τρίτος υπόκειται σε συγκεκριμένη ρύθμιση και εποπτεία.».
Στη σελίδα 507, στο άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3:
αντί:
«2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που δεν καταθέτουν κεφάλαια πελατών σε κεντρική τράπεζα να επιδεικνύουν την απαιτούμενη επιδεξιότητα, φροντίδα και επιμέλεια κατά την επιλογή, το διορισμό και τον περιοδικό έλεγχο του πιστωτικού ιδρύματος, της τράπεζας ή του αμοιβαίου κεφαλαίου διαχείρισης διαθεσίμων όπου τοποθετούνται τα κεφάλαια και των ρυθμίσεων για την κατοχή των εν λόγω κεφαλαίων και λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη για διαφοροποίηση των εν λόγω κεφαλαίων, ως μέρος της απαιτούμενης επιμέλειάς τους.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ιδίως ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη την εμπειρογνωμοσύνη και τη φήμη στην αγορά των εν λόγω ιδρυμάτων και αμοιβαίων κεφαλαίων διαχείρισης διαθεσίμων προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία των δικαιωμάτων των πελατών τους, καθώς και τυχόν νομικές και κανονιστικές απαιτήσεις ή πρακτικές της αγοράς που συνδέονται με την κατοχή κεφαλαίων πελατών και θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τα δικαιώματα των πελατών.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες δίνουν τη ρητή συγκατάθεσή τους για την τοποθέτηση των κεφαλαίων τους σε αναγνωρισμένο αμοιβαίο κεφάλαιο διαχείρισης διαθεσίμων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι αυτό το δικαίωμα συγκατάθεσης θα είναι αποτελεσματικό, οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τους πελάτες ότι τα κεφάλαια που τοποθετούνται σε αναγνωρισμένο αμοιβαίο κεφάλαιο διαχείρισης διαθεσίμων δεν θα κατέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις για τη διασφάλιση των κεφαλαίων των πελατών οι οποίες ορίζονται στην παρούσα οδηγία.
3. Τα κράτη μέλη απαιτούν, όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταθέτουν κεφάλαια πελατών σε πιστωτικό ίδρυμα, τράπεζα ή αμοιβαίο κεφάλαιο διαχείρισης διαθεσίμων του ίδιου ομίλου με την επιχείρηση επενδύσεων, να περιορίζουν τα κεφάλαια που καταθέτουν σε οποιαδήποτε τέτοια οντότητα του ομίλου ή συνδυασμό οποιωνδήποτε τέτοιων οντοτήτων του ομίλου, ούτως ώστε τα κεφάλαια να μην υπερβαίνουν το 20 % του συνόλου των εν λόγω κεφαλαίων.
Μια επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να μην συμμορφώνεται με αυτό το όριο, όταν είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λόγω της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της, καθώς και λόγω της ασφάλειας που προσφέρουν οι τρίτοι που εξετάζονται στο προηγούμενο εδάφιο, και περιλαμβανομένου, σε κάθε περίπτωση, του μικρού υπολοίπου των κεφαλαίων του πελάτη που κατέχει η επιχείρηση επενδύσεων, η απαίτηση σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο δεν είναι αναλογική. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων επανεξετάζουν περιοδικά την εκτίμηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν εδάφιο και κοινοποιούν στους ΕΑΑ την αρχική και την αναθεωρημένη εκτίμησή τους.»
διάβαζε:
«2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που δεν καταθέτουν κεφάλαια πελατών σε κεντρική τράπεζα να επιδεικνύουν την απαιτούμενη επιδεξιότητα, φροντίδα και επιμέλεια κατά την επιλογή, τον διορισμό και τον περιοδικό έλεγχο του πιστωτικού ιδρύματος, της τράπεζας ή του αμοιβαίου κεφαλαίου διαχείρισης διαθεσίμων όπου τοποθετούνται τα κεφάλαια και των ρυθμίσεων για την κατοχή των εν λόγω κεφαλαίων και λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη για διαφοροποίηση των εν λόγω κεφαλαίων, ως μέρος της δέουσας επιμέλειάς τους.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ιδίως ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη την εμπειρογνωμοσύνη και τη φήμη στην αγορά των εν λόγω ιδρυμάτων και αμοιβαίων κεφαλαίων διαχείρισης διαθεσίμων προκειμένου να διασφαλίσουν την προστασία των δικαιωμάτων των πελατών τους, καθώς και τυχόν νομικές ή κανονιστικές απαιτήσεις ή πρακτικές της αγοράς που συνδέονται με την κατοχή κεφαλαίων πελατών και θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τα δικαιώματα των πελατών.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες δίνουν τη ρητή συγκατάθεσή τους για την τοποθέτηση των κεφαλαίων τους σε αναγνωρισμένο αμοιβαίο κεφάλαιο διαχείρισης διαθεσίμων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι αυτό το δικαίωμα συγκατάθεσης θα είναι αποτελεσματικό, οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τους πελάτες ότι τα κεφάλαια που τοποθετούνται σε αναγνωρισμένο αμοιβαίο κεφάλαιο διαχείρισης διαθεσίμων δεν θα κατέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις για τη διασφάλιση των κεφαλαίων των πελατών οι οποίες ορίζονται στην παρούσα οδηγία.
3. Τα κράτη μέλη απαιτούν, όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταθέτουν κεφάλαια πελατών σε πιστωτικό ίδρυμα, τράπεζα ή αμοιβαίο κεφάλαιο διαχείρισης διαθεσίμων του ίδιου ομίλου με την επιχείρηση επενδύσεων, να περιορίζουν τα κεφάλαια που καταθέτουν σε οποιαδήποτε τέτοια οντότητα του ομίλου ή συνδυασμό οποιωνδήποτε τέτοιων οντοτήτων του ομίλου, ούτως ώστε τα κεφάλαια να μην υπερβαίνουν το 20 % του συνόλου των εν λόγω κεφαλαίων.
Μια επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να μη συμμορφώνεται με αυτό το όριο, όταν είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λόγω της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της, καθώς και λόγω της ασφάλειας που προσφέρουν οι τρίτοι που εξετάζονται στο προηγούμενο εδάφιο, και περιλαμβανομένου, σε κάθε περίπτωση, του μικρού υπολοίπου των κεφαλαίων του πελάτη που κατέχει η επιχείρηση επενδύσεων, η απαίτηση σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο δεν είναι αναλογική. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων επανεξετάζουν περιοδικά την εκτίμηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν εδάφιο και κοινοποιούν στις ΕΕΑ (Εθνικές Εποπτικές Αρχές) την αρχική και την αναθεωρημένη αξιολόγησή τους.».
Στη σελίδα 508, στο άρθρο 5 παράγραφος 1:
αντί:
«1. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να συνάπτουν συμφωνίες για συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα που κατέχουν για λογαριασμό πελάτη, ή να χρησιμοποιήσουν με άλλο τρόπο τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό άλλου πελάτη της επιχείρησης, εκτός εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
ο πελάτης να έχει δώσει προηγουμένως τη ρητή του συγκατάθεση για τη χρησιμοποίηση των μέσων με συγκεκριμένους όρους, όπως αποδεικνύεται ρητώς και γραπτώς και εκτελείται συναινετικά μέσω υπογραφής ή με ισοδύναμο τρόπο· |
β) |
η χρησιμοποίηση των χρηματοπιστωτικών μέσων του εν λόγω πελάτη περιορίζεται στους δεδομένους όρους στους οποίους συγκατατίθεται ο πελάτης.» |
διάβαζε:
«1. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να συνάπτουν συμφωνίες για συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα που κατέχουν για λογαριασμό πελάτη ή να χρησιμοποιήσουν με άλλο τρόπο τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή πελάτη της επιχείρησης, εκτός εάν πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
ο πελάτης να έχει δώσει προηγουμένως τη ρητή του συγκατάθεση για τη χρησιμοποίηση των μέσων με συγκεκριμένους όρους, όπως αποδεικνύεται γραπτώς και εκτελείται κατηγορηματικά μέσω υπογραφής ή με ισοδύναμο τρόπο· και |
β) |
η χρησιμοποίηση των χρηματοπιστωτικών μέσων του εν λόγω πελάτη περιορίζεται στους δεδομένους όρους στους οποίους συγκατατίθεται ο πελάτης.». |
Στη σελίδα 509, στα άρθρα 7 και 8:
αντί:
«Άρθρο 7
Ρυθμίσεις παρακολούθησης για τη διασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ορίζουν έναν μόνο υπάλληλο της με επαρκείς δεξιότητες και αρμοδιότητα, με ειδική ευθύνη για τα θέματα που αφορούν τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων προς τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τη διασφάλιση των χρηματοπιστωτικών μέσων και κεφαλαίων των πελατών.
Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να αποφασίζουν, διασφαλίζοντας την πλήρη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία, κατά πόσον ο διορισμένος υπάλληλος πρόκειται να ασχολείται αποκλειστικά με αυτό το καθήκον ή ο υπάλληλος μπορεί να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις ευθύνες του, ενώ έχει πρόσθετες ευθύνες.
Άρθρο 8
Εκθέσεις εξωτερικών ελεγκτών
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι οι εξωτερικοί ελεγκτές τους υποβάλλουν τουλάχιστον μία φορά το χρόνο στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης έκθεση σχετικά με την καταλληλότητα των ρυθμίσεων της επιχείρησης βάσει του άρθρου 16 παράγραφοι 8, 9 και 10 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και του παρόντος κεφαλαίου.»
διάβαζε:
«Άρθρο 7
Ρυθμίσεις παρακολούθησης για την προστασία των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ορίζουν έναν μόνο υπάλληλό τους με επαρκείς δεξιότητες και αρμοδιότητα, με ειδική ευθύνη για τα θέματα που αφορούν τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων προς τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την προστασία των χρηματοπιστωτικών μέσων και κεφαλαίων των πελατών.
Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων να αποφασίζουν, διασφαλίζοντας την πλήρη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία, κατά πόσον ο ορισμένος υπάλληλος πρόκειται να ασχολείται αποκλειστικά με αυτό το καθήκον ή ο υπάλληλος μπορεί να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις ευθύνες του ενώ έχει πρόσθετες ευθύνες.
Άρθρο 8
Εκθέσεις εξωτερικών ελεγκτών
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι οι εξωτερικοί ελεγκτές τους υποβάλλουν τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης έκθεση σχετικά με την επάρκεια των ρυθμίσεων της επιχείρησης βάσει του άρθρου 16 παράγραφοι 8, 9 και 10 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και του παρόντος κεφαλαίου.».
Στη σελίδα 509, στο άρθρο 9 παράγραφοι 1 έως 13:
αντί:
«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο, όταν κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία περιλαμβάνουν τη δημιουργία, την ανάπτυξη, την έκδοση ή/και τον σχεδιασμό χρηματοπιστωτικών μέσων.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα να πληρούν, κατά τρόπο που να είναι κατάλληλος και αναλογικός, τις σχετικές απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 15, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του χρηματοπιστωτικού μέσου, την επενδυτική υπηρεσία και την αγορά-στόχο για το προϊόν.
2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να θεσπίζουν, να εφαρμόζουν και να διατηρούν διαδικασίες και μέτρα για να διασφαλίζεται ότι η κατασκευή χρηματοπιστωτικών μέσων συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για ορθή διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων που κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα διασφαλίζουν ότι ο σχεδιασμός του χρηματοπιστωτικού μέσου, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών του, δεν επηρεάζει αρνητικά τους τελικούς πελάτες και δεν οδηγεί σε προβλήματα με την ακεραιότητα της αγοράς, επιτρέποντας στην επιχείρηση να μετριάζει ή/και να διαθέτει τους ίδιους κινδύνους ή άνοιγμα στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία του προϊόντος, όπου η επιχείρηση επενδύσεων ήδη κατέχει τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία σε ίδιο λογαριασμό.
3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να αναλύουν τις πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων κάθε φορά που κατασκευάζεται ένα χρηματοπιστωτικό μέσο. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις εκτιμούν κατά πόσον το χρηματοπιστωτικό μέσο δημιουργεί μια κατάσταση όπου οι τελικοί πελάτες μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά αν λάβουν:
α) |
ένα άνοιγμα αντίθετο προς εκείνο που κατείχε προηγουμένως η ίδια η επιχείρηση· ή |
β) |
ένα άνοιγμα αντίθετο προς εκείνο που η επιχείρηση επιθυμεί να κατέχει μετά την πώληση του προϊόντος. |
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξετάζουν κατά πόσον το χρηματοπιστωτικό μέσο μπορεί να αποτελεί απειλή για την εύρυθμη λειτουργία ή τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, πριν αποφασίσουν να προχωρήσουν στην έναρξη του προϊόντος.
5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι το σχετικό προσωπικό που συμμετέχει στην κατασκευή των χρηματοπιστωτικών μέσων διαθέτει την απαραίτητη εμπειρία για να κατανοεί τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους των χρηματοπιστωτικών μέσων που σκοπεύουν να κατασκευάσουν.
6. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι το διοικητικό όργανο έχει πραγματικό έλεγχο επί της διαδικασίας παρακολούθησης του προϊόντος της επιχείρησης. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων διασφαλίζουν ότι οι εκθέσεις συμμόρφωσης προς το διοικητικό όργανο περιλαμβάνουν συστηματικά πληροφορίες σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που κατασκευάζονται από την επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τη στρατηγική της διανομής. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θέτουν τις εκθέσεις στη διάθεση της αρμόδιας αρχής τους, κατόπιν αιτήματος.
7. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι η λειτουργία συμμόρφωσης παρακολουθεί την ανάπτυξη και τον περιοδικό έλεγχο των ρυθμίσεων παρακολούθησης των προϊόντων, προκειμένου να ανιχνεύουν κάθε κίνδυνο μη συμμόρφωσης της επιχείρησης με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
8. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν συνεργάζονται, μεταξύ άλλων με οντότητες που δεν έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύονται σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ ή εταιρείες τρίτων χωρών με σκοπό να δημιουργούν, να αναπτύσσουν, να εκδίδουν ή/και να σχεδιάζουν ένα προϊόν, να σκιαγραφούν τις αμοιβαίες ευθύνες τους σε γραπτή συμφωνία.
9. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να προσδιορίζουν σε αρκετά λεπτομερές επίπεδο τη δυνητική αγορά-στόχο για κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο και να καθορίζουν το είδος (τα είδη) πελατών με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων είναι συμβατό το χρηματοπιστωτικό μέσο. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η επιχείρηση προσδιορίζει οποιαδήποτε ομάδα ή ομάδες πελατών με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων δεν είναι συμβατό το χρηματοπιστωτικό μέσο. Όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων συνεργάζονται για την κατασκευή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, πρέπει να προσδιορίζεται μόνο μία αγορά-στόχος.
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα που διανέμονται μέσω άλλων εταιρειών επενδύσεων καθορίζουν τις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά των πελατών με τους οποίους το προϊόν είναι συμβατό, με βάση τις θεωρητικές τους γνώσεις και την εμπειρία του παρελθόντος με το χρηματοπιστωτικό μέσο ή παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα, τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των δυνητικών τελικών πελατών.
10. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διενεργούν ανάλυση σεναρίου των χρηματοπιστωτικών μέσων τους, με την οποία αξιολογούνται οι κίνδυνοι των μη αποδοτικών αποτελεσμάτων για τους τελικούς πελάτες τους οποίους θέτει το προϊόν καθώς και σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστούν αυτά τα αποτελέσματα. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων αξιολογούν το χρηματοπιστωτικό μέσο υπό αρνητικές συνθήκες που καλύπτουν το τι θα συνέβαινε αν, για παράδειγμα:
α) |
επιδεινωνόταν το περιβάλλον της αγοράς· |
β) |
ο κατασκευαστής ή ο τρίτος που συμμετέχει στην κατασκευή ή/και τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού μέσου αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες ή επέλθει άλλος κίνδυνος αντισυμβαλλομένου· |
γ) |
το χρηματοπιστωτικό μέσο δεν καταστεί εμπορικά βιώσιμο· ή |
δ) |
η ζήτηση για το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι πολύ υψηλότερη από ό,τι αναμενόταν, επιβαρύνοντας τους πόρους της επιχείρησης ή/και την αγορά του υποκείμενου μέσου. |
11. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καθορίζουν κατά πόσον ένα χρηματοπιστωτικό μέσο πληροί τις προσδιοριζόμενες ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της αγοράς-στόχου, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των ακόλουθων στοιχείων:
α) |
το προφίλ κινδύνου/ανταμοιβής του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι σύμφωνο με την αγορά-στόχο· και |
β) |
ο σχεδιασμός του χρηματοπιστωτικού μέσου βασίζεται σε χαρακτηριστικά που ωφελούν τον πελάτη και όχι σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο που βασίζεται στα μη αποδοτικά αποτελέσματα του πελάτη για να είναι κερδοφόρο. |
12. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη τη δομή χρέωσης που προτείνεται για το χρηματοπιστωτικό μέσο, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των ακόλουθων στοιχείων:
α) |
τα κόστη και οι επιβαρύνσεις του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι συμβατά με τις ανάγκες, τους στόχους και τα χαρακτηριστικά της αγοράς-στόχου· |
β) |
οι επιβαρύνσεις δεν υπονομεύουν τις προσδοκίες απόδοσης του χρηματοπιστωτικού μέσου, όπως όταν τα έξοδα ή οι επιβαρύνσεις ισούνται, υπερβαίνουν ή εξαλείφουν σχεδόν όλα τα αναμενόμενα φορολογικά πλεονεκτήματα που συνδέονται με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο· και |
γ) |
η δομή χρέωσης του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι κατάλληλα διαφανής για την αγορά-στόχο, εφόσον δεν συγκαλύπτει χρεώσεις και δεν είναι υπερβολικά περίπλοκη για να γίνει κατανοητή. |
13. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι η παροχή πληροφοριών σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο στους διανομείς περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα κατάλληλα κανάλια για τη διανομή του χρηματοπιστωτικού μέσου, τη διαδικασία έγκρισης του προϊόντος και την εκτίμηση της αγοράς-στόχου και έχει ικανοποιητικό επίπεδο για να επιτρέπει στους διανομείς να κατανοούν και να προτείνουν ή να πωλούν σωστά το χρηματοπιστωτικό μέσο.»
διάβαζε:
«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο, όταν κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανόμενης της δημιουργίας, ανάπτυξης, έκδοσης ή/και του σχεδιασμού χρηματοπιστωτικών μέσων.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα να πληρούν, κατά τρόπο που να είναι κατάλληλος και αναλογικός, τις σχετικές απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 15, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του χρηματοπιστωτικού μέσου, την επενδυτική υπηρεσία και την αγορά-στόχο για το προϊόν.
2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να θεσπίζουν, να εφαρμόζουν και να διατηρούν διαδικασίες και μέτρα για να διασφαλίζεται ότι η κατασκευή χρηματοπιστωτικών μέσων συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για ορθή διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων που κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα διασφαλίζουν ότι ο σχεδιασμός του χρηματοπιστωτικού μέσου, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών του, δεν επηρεάζει αρνητικά τους τελικούς πελάτες ή δεν οδηγεί σε προβλήματα για την ακεραιότητα της αγοράς, επιτρέποντας στην επιχείρηση να μετριάζει ή/και να μεταθέτει τους ίδιους κινδύνους ή άνοιγμα στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία του προϊόντος, όπου η επιχείρηση επενδύσεων ήδη κατέχει τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία για ίδιο λογαριασμό.
3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να αναλύουν τις πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων κάθε φορά που κατασκευάζεται ένα χρηματοπιστωτικό μέσο. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις αξιολογούν κατά πόσον το χρηματοπιστωτικό μέσο δημιουργεί μια κατάσταση όπου οι τελικοί πελάτες μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά αν λάβουν:
α) |
ένα άνοιγμα αντίθετο προς εκείνο που κατείχε προηγουμένως η ίδια η επιχείρηση· ή |
β) |
ένα άνοιγμα αντίθετο προς εκείνο που η επιχείρηση επιθυμεί να κατέχει μετά την πώληση του προϊόντος. |
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξετάζουν κατά πόσον το χρηματοπιστωτικό μέσο μπορεί να αποτελεί απειλή για την εύρυθμη λειτουργία ή τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, πριν αποφασίσουν να προχωρήσουν στη διάθεση του προϊόντος.
5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι το σχετικό προσωπικό που συμμετέχει στην κατασκευή των χρηματοπιστωτικών μέσων διαθέτει την απαραίτητη εμπειρία για να κατανοεί τα χαρακτηριστικά και τους κινδύνους των χρηματοπιστωτικών μέσων που σκοπεύουν να κατασκευάσουν.
6. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι το διοικητικό όργανο έχει πραγματικό έλεγχο επί της διαδικασίας παρακολούθησης προϊόντων της επιχείρησης. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων διασφαλίζουν ότι οι εκθέσεις συμμόρφωσης προς το διοικητικό όργανο περιλαμβάνουν συστηματικά πληροφορίες σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που κατασκευάζονται από την επιχείρηση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τη στρατηγική της διανομής. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θέτουν τις εκθέσεις στη διάθεση της αρμόδιας αρχής τους, κατόπιν αιτήματος.
7. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι η λειτουργία συμμόρφωσης παρακολουθεί την ανάπτυξη και τον περιοδικό έλεγχο των ρυθμίσεων παρακολούθησης των προϊόντων, προκειμένου να ανιχνεύουν κάθε κίνδυνο μη συμμόρφωσης της επιχείρησης με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
8. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν συνεργάζονται, μεταξύ άλλων με οντότητες που δεν έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και δεν εποπτεύονται σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ ή εταιρείες τρίτων χωρών με σκοπό να δημιουργούν, να αναπτύσσουν, να εκδίδουν ή/και να σχεδιάζουν ένα προϊόν, να προσδιορίζουν τις αμοιβαίες ευθύνες τους σε γραπτή συμφωνία.
9. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να προσδιορίζουν σε αρκετά λεπτομερές επίπεδο τη δυνητική αγορά-στόχο για κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο και να καθορίζουν την κατηγορία (τις κατηγορίες) πελατών με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων είναι συμβατό το χρηματοπιστωτικό μέσο. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η επιχείρηση προσδιορίζει οποιαδήποτε ομάδα ή ομάδες πελατών με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων δεν είναι συμβατό το χρηματοπιστωτικό μέσο. Όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων συνεργάζονται για την κατασκευή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, πρέπει να προσδιορίζεται μόνο μία αγορά-στόχος.
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που κατασκευάζουν χρηματοπιστωτικά μέσα που διανέμονται μέσω άλλων επιχειρήσεων επενδύσεων καθορίζουν τις ανάγκες και τα χαρακτηριστικά των πελατών για τους οποίους το προϊόν είναι συμβατό, με βάση τις θεωρητικές τους γνώσεις και την εμπειρία τους σε σχέση με το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο ή με παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα, τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των δυνητικών τελικών πελατών.
10. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διενεργούν ανάλυση σεναρίου των χρηματοπιστωτικών μέσων τους, με την οποία αξιολογούνται οι κίνδυνοι των μη αποδοτικών αποτελεσμάτων για τους τελικούς πελάτες τους οποίους δημιουργεί το προϊόν καθώς και σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστούν αυτά τα αποτελέσματα. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων αξιολογούν το χρηματοπιστωτικό μέσο υπό αρνητικές συνθήκες που καλύπτουν το τι θα συνέβαινε αν, για παράδειγμα:
α) |
επιδεινωνόταν το περιβάλλον της αγοράς· |
β) |
ο κατασκευαστής ή ο τρίτος που συμμετέχει στην κατασκευή ή/και τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού μέσου αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες ή αν επέλθει άλλος κίνδυνος αντισυμβαλλομένου· |
γ) |
το χρηματοπιστωτικό μέσο δεν καταστεί εμπορικά βιώσιμο· ή |
δ) |
η ζήτηση για το χρηματοπιστωτικό μέσο είναι πολύ υψηλότερη από ό,τι αναμενόταν, επιβαρύνοντας τους πόρους της επιχείρησης ή/και την αγορά του υποκείμενου μέσου. |
11. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να καθορίζουν κατά πόσον ένα χρηματοπιστωτικό μέσο πληροί τις προσδιοριζόμενες ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της αγοράς-στόχου, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των ακόλουθων στοιχείων:
α) |
το προφίλ κινδύνου/ανταμοιβής του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι σύμφωνο με την αγορά-στόχο· και |
β) |
ο σχεδιασμός του χρηματοπιστωτικού μέσου βασίζεται σε χαρακτηριστικά που ωφελούν τον πελάτη και όχι σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο που βασίζεται στα μη αποδοτικά αποτελέσματα για τον πελάτη προκειμένου να είναι κερδοφόρο. |
12. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη τη δομή χρέωσης που προτείνεται για το χρηματοπιστωτικό μέσο, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των ακόλουθων στοιχείων:
α) |
τα κόστη και οι χρεώσεις του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι συμβατά με τις ανάγκες, τους στόχους και τα χαρακτηριστικά της αγοράς-στόχου· |
β) |
οι χρεώσεις δεν υπονομεύουν τις προσδοκίες απόδοσης του χρηματοπιστωτικού μέσου, όπως όταν τα κόστη ή οι χρεώσεις ισούνται, υπερβαίνουν ή εξαλείφουν σχεδόν όλα τα αναμενόμενα φορολογικά πλεονεκτήματα που συνδέονται με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο· και |
γ) |
η δομή χρέωσης του χρηματοπιστωτικού μέσου είναι κατάλληλα διαφανής για την αγορά-στόχο, ούτως ώστε να μη συγκαλύπτει χρεώσεις ή δεν είναι υπερβολικά περίπλοκη για να γίνει κατανοητή. |
13. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι η παροχή πληροφοριών σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο στους διανομείς περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα κατάλληλα κανάλια για τη διανομή του χρηματοπιστωτικού μέσου, τη διαδικασία έγκρισης του προϊόντος και την αξιολόγηση της αγοράς-στόχου και είναι επαρκής για να επιτρέπει στους διανομείς να κατανοούν και να προτείνουν ή να πωλούν σωστά το χρηματοπιστωτικό μέσο.».
Στη σελίδα 511, στο άρθρο 9 παράγραφος 15 πρώτο εδάφιο:
αντί:
«15. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να επανεξετάζουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα πριν από οποιαδήποτε περαιτέρω έκδοση ή επανέναρξη, εάν αντιληφθούν οποιοδήποτε γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιωδώς τον δυνητικό κίνδυνο για τους επενδυτές, και να εκτιμούν ανά τακτά διαστήματα κατά πόσον τα χρηματοπιστωτικά μέσα λειτουργούν σύμφωνα με τον προορισμό τους. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων καθορίζουν την περιοδικότητα επανεξέτασης των χρηματοπιστωτικών μέσων τους βάσει σχετικών παραγόντων που περιλαμβάνουν παράγοντες που συνδέονται με την πολυπλοκότητα ή τον καινοτόμο χαρακτήρα των επενδυτικών στρατηγικών που επιδιώκονται. Οι επιχειρήσεις προσδιορίζουν επίσης τα κρίσιμα γεγονότα που θα επηρέαζαν τον πιθανό κίνδυνο ή τις προσδοκίες απόδοσης του χρηματοπιστωτικού μέσου, όπως:»
διάβαζε:
«15. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να επανεξετάζουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα πριν από οποιαδήποτε περαιτέρω έκδοση ή διάθεση, εάν αντιληφθούν οποιοδήποτε γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιωδώς τον δυνητικό κίνδυνο για τους επενδυτές, και να εκτιμούν ανά τακτά διαστήματα κατά πόσον τα χρηματοπιστωτικά μέσα λειτουργούν σύμφωνα με τον προορισμό τους. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων καθορίζουν την περιοδικότητα επανεξέτασης των χρηματοπιστωτικών μέσων τους βάσει σχετικών παραγόντων που περιλαμβάνουν παράγοντες που συνδέονται με την πολυπλοκότητα ή τον καινοτόμο χαρακτήρα των επενδυτικών στρατηγικών που επιδιώκονται. Οι επιχειρήσεις προσδιορίζουν επίσης τα κρίσιμα γεγονότα που θα επηρέαζαν τον πιθανό κίνδυνο ή τις προσδοκίες απόδοσης του χρηματοπιστωτικού μέσου, όπως:».
Στη σελίδα 512, στο άρθρο 9 παράγραφος 15 δεύτερο εδάφιο, στοιχείο η):
αντί:
«η) |
ενημέρωση της οικείας αρμόδιας αρχής.» |
διάβαζε:
«η) |
ενημέρωση της σχετικής αρμόδιας αρχής.». |
Στη σελίδα 512, στο άρθρο 10 παράγραφος 2 πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο:
αντί:
«2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διαθέτουν επαρκείς ρυθμίσεις παρακολούθησης των προϊόντων για να διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που σκοπεύουν να προσφέρουν ή να προτείνουν είναι συμβατά με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους μιας προσδιορισμένης αγοράς στόχου και ότι η σχεδιαζόμενη στρατηγική διανομής είναι συμβατή με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων προσδιορίζουν και αξιολογούν κατάλληλα τις περιστάσεις και τις ανάγκες των πελατών στις οποίες προτίθενται να επικεντρωθούν, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύονται τα συμφέροντα των πελατών, ως αποτέλεσμα εμπορικών πιέσεων ή πιέσεων χρηματοδότησης. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, οι επιχειρήσεις προσδιορίζουν οποιεσδήποτε ομάδες πελατών με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων δεν είναι συμβατό το προϊόν ή η υπηρεσία.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν από κατασκευαστές που υπόκεινται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ πληροφορίες για να αποκτήσουν την απαραίτητη κατανόηση και γνώση για τα προϊόντα που προτίθενται να προτείνουν ή να πουλήσουν, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα εν λόγω προϊόντα θα διανέμονται σύμφωνα με οι ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου,
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα για να διασφαλίζεται ότι θα αποκτούν επίσης επαρκείς και αξιόπιστες πληροφορίες από τους κατασκευαστές που δεν υπόκεινται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, για να διασφαλιστεί ότι τα προϊόντα θα διανέμονται σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά, τους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς- στόχου. Όταν οι σχετικές πληροφορίες δεν είναι δημόσια διαθέσιμες, ο διανομέας λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα για να αποκτήσει τις εν λόγω σχετικές πληροφορίες από τον κατασκευαστή ή τον αντιπρόσωπό του. Αποδεκτές δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες είναι οι πληροφορίες που είναι σαφείς και αξιόπιστες και παράγονται σε συμμόρφωση με τις κανονιστικές απαιτήσεις, όπως οι απαιτήσεις γνωστοποίησης σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ (1) ή 2004/109/ΕΚ (2) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Αυτή η υποχρέωση αφορά τα προϊόντα που πωλούνται στην πρωτογενή και δευτερογενή αγορά και εφαρμόζεται με αναλογικό τρόπο, ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο μπορούν να αποκτηθούν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες και με την πολυπλοκότητα του προϊόντος.»
διάβαζε:
«2. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διαθέτουν επαρκείς ρυθμίσεις παρακολούθησης των προϊόντων για να διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που σκοπεύουν να προσφέρουν ή να προτείνουν είναι συμβατά με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους μιας προσδιορισμένης αγοράς στόχου και ότι η σχεδιαζόμενη στρατηγική διανομής είναι συμβατή με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων προσδιορίζουν και αξιολογούν κατάλληλα τις περιστάσεις και τις ανάγκες των πελατών στις οποίες προτίθενται να επικεντρωθούν, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύονται τα συμφέροντα των πελατών, ως αποτέλεσμα εμπορικών πιέσεων ή πιέσεων χρηματοδότησης. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, οι επιχειρήσεις προσδιορίζουν τις ομάδες πελατών για τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους των οποίων δεν είναι συμβατό το προϊόν ή η υπηρεσία.
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν από κατασκευαστές που υπόκεινται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ πληροφορίες για να αποκτήσουν την απαραίτητη κατανόηση και γνώση για τα προϊόντα που προτίθενται να προτείνουν ή να πουλήσουν, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα εν λόγω προϊόντα θα διανέμονται σύμφωνα με τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου.
Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα για να διασφαλίζεται ότι θα αποκτούν επίσης επαρκείς και αξιόπιστες πληροφορίες από τους κατασκευαστές που δεν υπόκεινται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, για να διασφαλιστεί ότι τα προϊόντα θα διανέμονται σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά, τους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς- στόχου. Όταν οι σχετικές πληροφορίες δεν είναι δημόσια διαθέσιμες, ο διανομέας λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα για να αποκτήσει τις εν λόγω σχετικές πληροφορίες από τον κατασκευαστή ή τον αντιπρόσωπό του. Αποδεκτές δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες είναι οι πληροφορίες που είναι σαφείς, αξιόπιστες και παράγονται σε συμμόρφωση με τις κανονιστικές απαιτήσεις, όπως οι απαιτήσεις γνωστοποίησης σύμφωνα με τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2003/71/ΕΚ (1) ή 2004/109/ΕΚ (2). Αυτή η υποχρέωση αφορά τα προϊόντα που πωλούνται στην πρωτογενή και δευτερογενή αγορά και εφαρμόζεται με αναλογικό τρόπο, ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο μπορούν να αποκτηθούν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες και με την πολυπλοκότητα του προϊόντος.».
Στη σελίδα 513, στο άρθρο 10 παράγραφος 3:
αντί:
«3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν αποφασίζουν το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων και των υπηρεσιών που προσφέρουν ή προτείνουν και τις αντίστοιχες αγορές-στόχους, να διατηρούν διαδικασίες και μέτρα για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με όλες τις ισχύουσες απαιτήσεις σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τη γνωστοποίηση, την αξιολόγηση της καταλληλότητας, τις αντιπαροχές και την ορθή διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή όταν οι διανομείς σκοπεύουν να προσφέρουν ή να προτείνουν νέα προϊόντα ή υπάρχουν διαφοροποιήσεις στις υπηρεσίες που παρέχουν.»
διάβαζε:
«3. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν αποφασίζουν το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων και των υπηρεσιών που προσφέρουν ή προτείνουν και τις αντίστοιχες αγορές-στόχους, να εφαρμόζουν διαδικασίες και μέτρα για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με όλες τις ισχύουσες απαιτήσεις σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τη γνωστοποίηση, την αξιολόγηση της καταλληλότητας ή της συμβατότητας, τις αντιπαροχές και την ορθή διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή όταν οι διανομείς σκοπεύουν να προσφέρουν ή να προτείνουν νέα προϊόντα ή υπάρχουν διαφοροποιήσεις στις υπηρεσίες που παρέχουν.».
Στη σελίδα 513, στο άρθρο 10 παράγραφοι 5 και 6:
αντί:
«5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να επανεξετάζουν τα επενδυτικά προϊόντα που προσφέρουν ή προτείνουν και τις υπηρεσίες που παρέχουν σε τακτική βάση, λαμβάνοντας υπόψη κάθε γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιωδώς τον δυνητικό κίνδυνο για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο. Οι επιχειρήσεις αξιολογούν τουλάχιστον κατά πόσον το προϊόν ή η υπηρεσία συνεχίζει να εξυπηρετεί τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσον η σχεδιαζόμενη στρατηγική διανομής εξακολουθεί να είναι κατάλληλη. Οι επιχειρήσεις επανεξετάζουν την αγορά-στόχο ή/και επικαιροποιούν τις ρυθμίσεις παρακολούθησης του προϊόντος, εάν αντιληφθούν ότι έχουν προσδιορίσει εσφαλμένα την αγορά-στόχο για ένα συγκεκριμένο προϊόν ή υπηρεσία ή ότι το προϊόν ή η υπηρεσία δεν πληροί πλέον τις συνθήκες της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου, όπως όταν το προϊόν καθίσταται μη ρευστοποιήσιμο ή πολύ ασταθές, λόγω των αλλαγών της αγοράς.
6. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι η λειτουργία συμμόρφωσης επιβλέπει την ανάπτυξη και τον περιοδικό έλεγχο των ρυθμίσεων παρακολούθησης των προϊόντων, προκειμένου να ανιχνεύουν κάθε κίνδυνο μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.»
διάβαζε:
«5. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να επανεξετάζουν τα επενδυτικά προϊόντα που προσφέρουν ή προτείνουν και τις υπηρεσίες που παρέχουν σε τακτική βάση, λαμβάνοντας υπόψη κάθε γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιωδώς τον δυνητικό κίνδυνο για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο. Οι επιχειρήσεις αξιολογούν τουλάχιστον κατά πόσον το προϊόν ή η υπηρεσία συνεχίζει να εξυπηρετεί τις ανάγκες, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσον η σχεδιαζόμενη στρατηγική διανομής εξακολουθεί να είναι κατάλληλη. Οι επιχειρήσεις επανεξετάζουν την αγορά-στόχο ή/και επικαιροποιούν τις ρυθμίσεις παρακολούθησης του προϊόντος, εάν αντιληφθούν ότι έχουν προσδιορίσει εσφαλμένα την αγορά-στόχο για ένα συγκεκριμένο προϊόν ή υπηρεσία ή ότι το προϊόν ή η υπηρεσία δεν πληροί πλέον τις συνθήκες της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου, όπως όταν το προϊόν καθίσταται μη ρευστό ή πολύ ασταθές, λόγω των αλλαγών της αγοράς.
6. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν ότι η λειτουργία συμμόρφωσης επιβλέπει την ανάπτυξη και τον περιοδικό έλεγχο των ρυθμίσεων παρακολούθησης των προϊόντων, προκειμένου να ανιχνεύουν κάθε κίνδυνο αποτυχίας συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.».
Στη σελίδα 513, στο άρθρο 10 παράγραφοι 9 και 10:
αντί:
«9. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διανομείς παρέχουν στους κατασκευαστές πληροφορίες σχετικά με τις πωλήσεις και, όταν ενδείκνυται, πληροφορίες σχετικά με τους παραπάνω ελέγχους για την υποστήριξη των επανεξετάσεων προϊόντων που πραγματοποιούνται από τους κατασκευαστές.
10. Όταν διαφορετικές επιχειρήσεις συνεργάζονται στη διανομή ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η επιχείρηση επενδύσεων με την άμεση σχέση με τον πελάτη θα έχει την τελική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παρακολούθησης των προϊόντων οι οποίες ορίζονται στο παρόν άρθρο. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις διαμεσολάβησης επενδύσεων:
α) |
διασφαλίζουν ότι οι σχετικές πληροφορίες για τα προϊόντα μεταφέρονται από τον κατασκευαστή στον τελικό διανομέα της αλυσίδας· |
β) |
αν ο κατασκευαστής απαιτεί πληροφορίες σχετικά με τις πωλήσεις των προϊόντων, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις δικές του υποχρεώσεις παρακολούθησης των προϊόντων, του επιτρέπουν να τις αποκτήσει· και |
γ) |
εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις παρακολούθησης των προϊόντων για τους κατασκευαστές, στο βαθμό που είναι απαραίτητο, σε σχέση με την υπηρεσία που παρέχουν.» |
διάβαζε:
«9. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διανομείς παρέχουν στους κατασκευαστές πληροφορίες σχετικά με τις πωλήσεις και, όταν ενδείκνυται, πληροφορίες σχετικά με τις παραπάνω αξιολογήσεις για την υποστήριξη της επανεξέτασης προϊόντων που πραγματοποιείται από τους κατασκευαστές.
10. Όταν διαφορετικές επιχειρήσεις συνεργάζονται στη διανομή ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η επιχείρηση επενδύσεων με την άμεση σχέση με τον πελάτη θα έχει την τελική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παρακολούθησης των προϊόντων οι οποίες ορίζονται στο παρόν άρθρο. Ωστόσο, οι διαμεσολαβούσες επιχειρήσεις επενδύσεων:
α) |
διασφαλίζουν ότι οι σχετικές πληροφορίες για τα προϊόντα καταλήγουν από τον κατασκευαστή στον τελικό διανομέα της αλυσίδας· |
β) |
αν ο κατασκευαστής απαιτεί πληροφορίες σχετικά με τις πωλήσεις των προϊόντων, προκειμένου να συμμορφωθεί με τις δικές του υποχρεώσεις παρακολούθησης των προϊόντων, του δίνουν τη δυνατότητα να τις αποκτήσει· και |
γ) |
εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις παρακολούθησης των προϊόντων για τους κατασκευαστές, στον βαθμό που είναι απαραίτητο, σε σχέση με την υπηρεσία που παρέχουν.». |
Στη σελίδα 513, στο άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2:
αντί:
«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που καταβάλλουν ή εισπράττουν αμοιβή ή προμήθεια ή παρέχουν ή τους παρέχεται μη χρηματικό όφελος σε σχέση με την παροχή μιας επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας στον πελάτη να διασφαλίζουν ότι πληρούνται ανά πάσα στιγμή όλοι οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 24 παράγραφος 9 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 5.
2. Μια αμοιβή, προμήθεια ή μη χρηματικό όφελος θεωρείται ότι έχουν σχεδιασθεί για τη βελτίωση της ποιότητας της εν λόγω υπηρεσίας προς τον πελάτη, εάν ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
δικαιολογείται από την παροχή πρόσθετης υπηρεσίας ή υπηρεσίας υψηλότερου επιπέδου στον σχετικό πελάτη, ανάλογης με το επίπεδο των αντιπαροχών που λαμβάνονται, όπως:
|
β) |
δεν ωφελεί άμεσα την επιχείρηση αποδέκτη, τις μετοχές της ή τους υπαλλήλων της, χωρίς απτό όφελος για τον σχετικό πελάτη· |
γ) |
δικαιολογείται από την παροχή ενός εν εξελίξει οφέλους στον σχετικό πελάτη σε σχέση με μια εν εξελίξει αντιπαροχή. |
Μια αμοιβή, μια προμήθεια ή ένα μη χρηματικό όφελος δεν θεωρούνται αποδεκτά, εάν η παροχή των σχετικών υπηρεσιών προς τον πελάτη είναι μεροληπτική ή στρεβλωμένη, ως αποτέλεσμα της αμοιβής, της προμήθειας ή του μη χρηματικού οφέλους.»
διάβαζε:
«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που καταβάλλουν ή εισπράττουν οποιαδήποτε αμοιβή ή προμήθεια ή παρέχουν ή τους παρέχεται μη χρηματικό όφελος σε σχέση με την παροχή μιας επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας στον πελάτη να διασφαλίζουν ότι πληρούνται ανά πάσα στιγμή όλοι οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 24 παράγραφος 9 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 5.
2. Μια αμοιβή, προμήθεια ή μη χρηματικό όφελος θεωρείται ότι έχουν σχεδιασθεί για τη βελτίωση της ποιότητας της εν λόγω υπηρεσίας προς τον πελάτη, εάν ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) |
δικαιολογείται από την παροχή πρόσθετης υπηρεσίας ή υπηρεσίας υψηλότερου επιπέδου στον σχετικό πελάτη, ανάλογης με το επίπεδο των αντιπαροχών που λαμβάνονται, όπως:
|
β) |
δεν ωφελεί άμεσα την επιχείρηση αποδέκτη, τους μετόχους της ή τους υπαλλήλους της, χωρίς απτό όφελος για τον σχετικό πελάτη· |
γ) |
δικαιολογείται από την παροχή ενός εν εξελίξει οφέλους στον σχετικό πελάτη σε σχέση με μια εν εξελίξει αντιπαροχή. |
Μια αμοιβή, μια προμήθεια ή ένα μη χρηματικό όφελος δεν θεωρούνται αποδεκτά, εάν η παροχή των σχετικών υπηρεσιών προς τον πελάτη είναι μεροληπτική ή στρεβλωμένη, ως αποτέλεσμα της αμοιβής, της προμήθειας ή του μη χρηματικού οφέλους.».
Στη σελίδα 515, στο άρθρο 11 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο:
αντί:
«Κατά την εφαρμογή αυτών των απαιτήσεων, οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη τους κανόνες για το κόστος και τις επιβαρύνσεις που ορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφος 4 στοιχείο γ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στο άρθρο 50 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/565 της Επιτροπής (1).»
διάβαζε:
«Κατά την εφαρμογή αυτών των απαιτήσεων, οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη τους κανόνες για το κόστος και τις χρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφος 4 στοιχείο γ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στο άρθρο 50 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/565 της Επιτροπής (1).».
Στη σελίδα 515, στο άρθρο 12 παράγραφοι 1, 2 και 3 πρώτο εδάφιο:
αντί:
«1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ή υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου επιστρέφουν στους πελάτες οποιεσδήποτε αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχονται στον εν λόγω πελάτη το συντομότερο δυνατό μετά την παραλαβή. Όλες οι αμοιβές, προμήθειες ή χρηματικά οφέλη που λαμβάνονται από τρίτους σε σχέση με την παροχή ανεξάρτητων επενδυτικών συμβουλών και διαχείρισης χαρτοφυλακίου μεταβιβάζονται εξολοκλήρου στον πελάτη.
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταρτίζουν και εφαρμόζουν μια πολιτική για να διασφαλίζουν ότι οποιεσδήποτε αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή ανεξάρτητων επενδυτικών συμβουλών και διαχείρισης χαρτοφυλακίου διατίθενται και μεταφέρονται σε κάθε μεμονωμένο πελάτη.
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τους πελάτες σχετικά με τις αμοιβές, τις προμήθειες ή οποιαδήποτε χρηματικά οφέλη που μεταφέρονται σε αυτές, όπως μέσω των περιοδικών εκθέσεων που παρέχονται στον πελάτη.
2. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ή διαχείριση χαρτοφυλακίου δεν δέχονται μη χρηματικά οφέλη που δεν αναγνωρίζονται ως αποδεκτά ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη, σύμφωνα με την παράγραφο 3.
3. Τα ακόλουθα οφέλη αναγνωρίζονται ως αποδεκτά ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη μόνο αν είναι:
α) |
πληροφορίες ή τεκμηρίωση σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή μια επενδυτική υπηρεσία, είναι γενικής φύσεως ή εξατομικευμένα ώστε να αντικατοπτρίζουν τις συνθήκες ενός μεμονωμένου πελάτη· |
β) |
γραπτό υλικό από τρίτο που ανατίθεται και πληρώνεται από εταιρικό εκδότη ή δυνητικό εκδότη για να προωθήσει μια νέα έκδοση από την εταιρεία, ή όταν η τρίτη επιχείρηση έχει διοριστεί συμβατικά και πληρωθεί από τον εκδότη για την παραγωγή του εν λόγω υλικού σε συνεχή βάση, υπό την προϋπόθεση η σχέση να γνωστοποιείται σαφώς στο υλικό και το υλικό να είναι διαθέσιμο ταυτόχρονα σε οποιαδήποτε επιχείρηση επενδύσεων επιθυμεί να το λάβει ή στο ευρύ κοινό· |
γ) |
συμμετοχή σε συνέδρια, σεμινάρια και άλλες εκδηλώσεις κατάρτισης σχετικά με τα οφέλη και τα χαρακτηριστικά ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου ή μιας επενδυτικής υπηρεσίας· |
δ) |
φιλοξενία εύλογης αξίας de minimis, όπως τρόφιμα και ποτά κατά τη διάρκεια μιας επιχειρηματικής συνάντησης ή ενός συνεδρίου, σεμιναρίου ή άλλων εκδηλώσεων κατάρτισης που αναφέρονται στο σημείο γ)· και |
ε) |
άλλα ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη τα οποία ένα κράτος μέλος κρίνει ικανά να ενισχύσουν την ποιότητα της υπηρεσίας που παρέχεται σε πελάτη και, λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό ύψος των οφελών που παρέχονται από μια οντότητα ή ομάδα οντοτήτων, είναι τέτοιας κλίμακας και φύσης ώστε είναι απίθανο να εμποδίζουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση μιας επιχείρησης επενδύσεων να υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα του πελάτη.» |
διάβαζε:
«1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ή υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου επιστρέφουν στους πελάτες οποιεσδήποτε αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από κάθε τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχονται στον εν λόγω πελάτη το συντομότερο δυνατό μετά την παραλαβή. Όλες οι αμοιβές, προμήθειες ή χρηματικά οφέλη που λαμβάνονται από τρίτους σε σχέση με την παροχή ανεξάρτητων επενδυτικών συμβουλών και διαχείρισης χαρτοφυλακίου μεταβιβάζονται εξολοκλήρου στον πελάτη.
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταρτίζουν και εφαρμόζουν μια πολιτική για να διασφαλίζουν ότι οποιεσδήποτε αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από κάθε τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή ανεξάρτητων επενδυτικών συμβουλών και διαχείρισης χαρτοφυλακίου διατίθενται και μεταφέρονται σε κάθε μεμονωμένο πελάτη.
Οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τους πελάτες σχετικά με τις αμοιβές, τις προμήθειες ή οποιαδήποτε χρηματικά οφέλη που μεταφέρονται σε αυτές, όπως μέσω των περιοδικών ενημερώσεων που παρέχονται στον πελάτη.
2. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ή διαχείριση χαρτοφυλακίου δεν δέχονται μη χρηματικά οφέλη που δεν αναγνωρίζονται ως αποδεκτά ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη, σύμφωνα με την παράγραφο 3.
3. Τα ακόλουθα οφέλη αναγνωρίζονται ως αποδεκτά ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη μόνο αν είναι:
α) |
πληροφορίες ή τεκμηρίωση σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή μια επενδυτική υπηρεσία, είναι γενικής φύσεως ή εξατομικευμένα ώστε να αντικατοπτρίζουν τις συνθήκες ενός μεμονωμένου πελάτη· |
β) |
γραπτό υλικό από τρίτο που ανατίθεται και πληρώνεται από εταιρικό εκδότη ή δυνητικό εκδότη για να προωθήσει μια νέα έκδοση από την εταιρεία ή όταν η τρίτη επιχείρηση έχει οριστεί συμβατικά και πληρωθεί από τον εκδότη για την παραγωγή του εν λόγω υλικού σε συνεχή βάση, υπό την προϋπόθεση η σχέση να γνωστοποιείται σαφώς στο υλικό και το υλικό να είναι διαθέσιμο ταυτόχρονα σε οποιαδήποτε επιχείρηση επενδύσεων επιθυμεί να το λάβει ή στο ευρύ κοινό· |
γ) |
συμμετοχή σε συνέδρια, σεμινάρια και άλλες εκδηλώσεις κατάρτισης σχετικά με τα οφέλη και τα χαρακτηριστικά ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου ή μιας επενδυτικής υπηρεσίας· |
δ) |
φιλοξενία εύλογης αξίας de minimis, όπως τρόφιμα και ποτά κατά τη διάρκεια μιας επιχειρηματικής συνάντησης ή ενός συνεδρίου, σεμιναρίου ή άλλων εκδηλώσεων κατάρτισης που αναφέρονται στο στοιχείο γ)· και |
ε) |
άλλα ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη τα οποία ένα κράτος μέλος κρίνει ικανά να ενισχύσουν την ποιότητα της υπηρεσίας που παρέχεται σε πελάτη και, λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό ύψος των οφελών που παρέχονται από μια οντότητα ή ομάδα οντοτήτων, είναι τέτοιας κλίμακας και φύσης ώστε είναι απίθανο να εμποδίζουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση μιας επιχείρησης επενδύσεων να ενεργεί με τον καλύτερο τρόπο για τα συμφέροντα του πελάτη.». |
Στη σελίδα 516, στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii):
αντί:
«ii) |
στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός λογαριασμού πληρωμών έρευνας και της συμφωνίας της επιβάρυνσης έρευνας με τους πελάτες τους, οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταρτίζουν και αξιολογούν τακτικά έναν προϋπολογισμό έρευνας ως εσωτερικό διοικητικό μέτρο·» |
διάβαζε:
«ii) |
στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός λογαριασμού πληρωμών έρευνας και της συμφωνίας με τους πελάτες τους για τη χρέωση έρευνας, οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταρτίζουν και αξιολογούν τακτικά έναν προϋπολογισμό έρευνας ως εσωτερικό διοικητικό μέτρο·». |
Στη σελίδα 516, στο άρθρο 13 παράγραφος 6:
αντί:
«6. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο ii), η διαχείριση του προϋπολογισμού για την έρευνα γίνεται αποκλειστικά από την επιχείρηση επενδύσεων και βασίζεται σε μια εύλογη αξιολόγηση της ανάγκης για έρευνα από τρίτους. Η διάθεση του προϋπολογισμού για την έρευνα για την αγορά έρευνας από τρίτους υπόκειται σε κατάλληλους ελέγχους και εποπτεία από την ανώτερη διοίκηση, για να διασφαλιστεί ότι η διαχείριση και η χρήση του γίνονται με τον καλύτερο τρόπο προς το συμφέρον των πελατών της επιχείρησης. Οι εν λόγω έλεγχοι περιλαμβάνουν μια σαφή διαδρομή ελέγχου των πληρωμών προς τους παρόχους της έρευνας και τον τρόπο προσδιορισμού των καταβαλλόμενων ποσών σε σχέση με τα κριτήρια ποιότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) σημείο iv). Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν χρησιμοποιούν τον προϋπολογισμό για την έρευνα και τον λογαριασμό πληρωμών έρευνας για τη χρηματοδότηση της εσωτερικής έρευνας.»
διάβαζε:
«6. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο ii), η διαχείριση του προϋπολογισμού για την έρευνα γίνεται αποκλειστικά από την επιχείρηση επενδύσεων και βασίζεται σε μια εύλογη αξιολόγηση της ανάγκης για έρευνα από τρίτους. Η διάθεση του προϋπολογισμού για την έρευνα για την αγορά έρευνας από τρίτους υπόκειται σε κατάλληλους ελέγχους και εποπτεία από τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη, για να διασφαλιστεί ότι η διαχείριση και η χρήση του γίνονται με τον καλύτερο τρόπο προς το συμφέρον των πελατών της επιχείρησης. Οι εν λόγω έλεγχοι περιλαμβάνουν μια σαφή διαδρομή ελέγχου των πληρωμών προς τους παρόχους της έρευνας και τον τρόπο προσδιορισμού των καταβαλλόμενων ποσών σε σχέση με τα κριτήρια ποιότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) σημείο iv). Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν χρησιμοποιούν τον προϋπολογισμό για την έρευνα και τον λογαριασμό πληρωμών έρευνας για τη χρηματοδότηση της εσωτερικής έρευνας.».
Στη σελίδα 517, στο άρθρο 13 παράγραφος 8:
αντί:
«8. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο β) σημείο iv), οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταρτίζουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία σε μια γραπτή πολιτική και την παρέχουν στους πελάτες τους. Εξετάζει επίσης το βαθμό στον οποίο η έρευνα που αγοράζεται μέσω του λογαριασμού πληρωμών έρευνας μπορεί να ωφελήσει τα χαρτοφυλάκια των πελατών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη, κατά περίπτωση, τις επενδυτικές στρατηγικές που εφαρμόζονται σε διάφορους τύπους χαρτοφυλακίων, καθώς και την προσέγγιση που θα κάνει η επιχείρηση για να κατανέμει δίκαια το εν λόγω κόστος στα χαρτοφυλάκια των διαφόρων πελατών.»
διάβαζε:
«8. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο β) σημείο iv), οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταρτίζουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία σε μια γραπτή πολιτική και την παρέχουν στους πελάτες τους. Εξετάζει επίσης τον βαθμό στον οποίο η έρευνα που αγοράζεται μέσω του λογαριασμού πληρωμών έρευνας μπορεί να ωφελήσει τα χαρτοφυλάκια των πελατών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη, κατά περίπτωση, τις επενδυτικές στρατηγικές που εφαρμόζονται σε διάφορους τύπους χαρτοφυλακίων, καθώς και την προσέγγιση που θα υιοθετεί η επιχείρηση για να κατανέμει δίκαια το εν λόγω κόστος στα χαρτοφυλάκια των διαφόρων πελατών.».
Στη σελίδα 517, στο άρθρο 14 παράγραφος 2:
αντί:
«2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.»
διάβαζε:
«2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.».