ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

60ό έτος
8 Αυγούστου 2017


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1430 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2017, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το σήμα της ΕΕ και για την κατάργηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και (ΕΚ) αριθ. 216/96

1

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1431 της Επιτροπής, της 18 Μαΐου 2017, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το σήμα της ΕΕ

39

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1432 της Επιτροπής, της 7ης Αυγούστου 2017, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά όσον αφορά τα κριτήρια για την έγκριση δραστικών ουσιών χαμηλού κινδύνου ( 1 )

59

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1433 της Επιτροπής, της 7ης Αυγούστου 2017, για την καταχώριση ονομασίας στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Štajerski hmelj (ΠΓΕ)]

63

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1434 της Επιτροπής, της 7ης Αυγούστου 2017, για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών στον τομέα των σιτηρών οι οποίοι εφαρμόζονται από την 8η Αυγούστου 2017

65

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2017/1435 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2017, σχετικά με τη θέση που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου Σύνδεσης που συστάθηκε με τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση της ατζέντας σύνδεσης ΕΕ — Δημοκρατίας της Μολδαβίας

68

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2017/1436 της Επιτροπής, της 1ης Δεκεμβρίου 2015, για την κρατική ενίσχυση για τη μετατροπή του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Lynemouth, ώστε να λειτουργεί με βιομάζα SA.38762 (2015/C) που προτίθεται να χορηγήσει το Ηνωμένο Βασίλειο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2015) 8441]  ( 1 )

70

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1437 της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2017, για ορισμένα μέτρα προστασίας σχετικά με την αφρικανική πανώλη των χοίρων στην Τσεχική Δημοκρατία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 5418]  ( 1 )

87

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1438 της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2017, για την τροποποίηση της απόφασης 2007/131/ΕΚ σχετικά με την έγκριση εναρμονισμένης χρήσης του ραδιοφάσματος για εξοπλισμό τεχνολογίας υπερευρείας ζώνης στην Κοινότητα [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 5456]  ( 1 )

89

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/1


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1430 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Μαΐου 2017

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το σήμα της ΕΕ και για την κατάργηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και (ΕΚ) αριθ. 216/96

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της ΕΕ (1), και ιδίως το άρθρο 42α, το άρθρο 43 παράγραφος 3, το άρθρο 57α, το άρθρο 65α, το άρθρο 77 παράγραφος 4, το άρθρο 78 παράγραφος 6, το άρθρο 79 παράγραφος 5, το άρθρο 79β παράγραφος 2, το άρθρο 79γ παράγραφος 5, το άρθρο 80 παράγραφος 3, το άρθρο 82α παράγραφος 3, το άρθρο 93α, το άρθρο 136β, το άρθρο 154α παράγραφος 3 και το άρθρο 156 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου (2), ο οποίος κωδικοποιήθηκε ως κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009, δημιούργησε ένα ειδικό για την Ένωση σύστημα για την προστασία των σημάτων που αποκτώνται σε επίπεδο Ένωσης κατόπιν αίτησης στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Γραφείο»).

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 εναρμονίζει τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή βάσει του εν λόγω κανονισμού με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συμμόρφωση με το νέο νομικό πλαίσιο που προκύπτει από την εν λόγω εναρμόνιση προϋποθέτει τη θέσπιση συγκεκριμένων κανόνων μέσω κατ' εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων. Οι νέοι κανόνες θα πρέπει να εφαρμόζονται αντί των υφιστάμενων κανόνων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής (4) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/96 της Επιτροπής (5) και αποβλέπουν στην εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Συνεπώς, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και (ΕΚ) αριθ. 216/96 θα πρέπει να καταργηθούν.

(3)

Οι σχετικοί με τις ανακοπές διαδικαστικοί κανόνες θα πρέπει να διασφαλίζουν την αποτελεσματική, αποδοτική και ταχεία εξέταση και καταχώριση των αιτήσεων σημάτων της ΕΕ από το Γραφείο, μέσω διαδικασίας που είναι διαφανής, εμπεριστατωμένη, δίκαιη και ισότιμη. Για λόγους μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και σαφήνειας, οι εν λόγω σχετικοί με τις ανακοπές κανόνες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους διευρυμένους σχετικούς λόγους απαραδέκτου που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις παραδεκτού και τεκμηρίωσης της ανακοπής, και να προσαρμοστούν καταλλήλως ώστε να αντικατοπτρίζουν καλύτερα τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να κωδικοποιούν την πρακτική του Γραφείου.

(4)

Για να καταστεί δυνατό ένα πιο ευέλικτο, συνεπές και σύγχρονο σύστημα σημάτων στην Ένωση, ενώ παράλληλα θα διασφαλίζεται ασφάλεια δικαίου, είναι σκόπιμο να περιοριστεί ο διοικητικός φόρτος των διαδίκων στις κατ' αντιμωλία διαδικασίες μέσω της χαλάρωσης των απαιτήσεων για την τεκμηρίωση προγενέστερων δικαιωμάτων στις περιπτώσεις όπου το περιεχόμενο των συναφών αποδεικτικών στοιχείων είναι προσβάσιμο μέσω απευθείας ηλεκτρονικής σύνδεσης με πηγή αναγνωρισμένη από το Γραφείο, όπως και της απαίτησης για την υποβολή αποδεικτικών στοιχείων στη γλώσσα της διαδικασίας.

(5)

Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, είναι σημαντικό να καθοριστούν οι απαιτήσεις για την τροποποίηση αίτησης σήματος της ΕΕ κατά τρόπο σαφή και εξαντλητικό.

(6)

Οι διαδικαστικοί κανόνες που διέπουν την έκπτωση και την ακυρότητα σήματος της ΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ θα μπορεί να κηρύσσεται έκπτωτος ή σήμα της ΕΕ θα μπορεί να κηρύσσεται άκυρο με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο, μέσω διαφανών, εμπεριστατωμένων, δίκαιων και ισότιμων διαδικασιών. Για λόγους μεγαλύτερης σαφήνειας, συνέπειας, αλλά και αποδοτικότητας και ασφάλειας δικαίου, οι διαδικαστικοί κανόνες που διέπουν την έκπτωση και την ακυρότητα σήματος της ΕΕ θα πρέπει να είναι εναρμονισμένοι με εκείνους που εφαρμόζονται στις διαδικασίες ανακοπής, διατηρώντας μόνο τις διαφορές που επιβάλλουν οι ιδιαιτερότητες των διαδικασιών έκπτωσης και ακυρότητας. Επίσης, οι αιτήσεις μεταβίβασης σήματος της ΕΕ το οποίο έχει καταχωρισθεί στο όνομα πληρεξουσίου που δεν έχει λάβει σχετική άδεια θα πρέπει να ακολουθούν την ίδια διαδικαστική οδό με τις διαδικασίες ακυρότητας, αποτελώντας στην πράξη μια εναλλακτική επιλογή στην ακύρωση του σήματος.

(7)

Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου (6), πλην όπου προβλέπεται άλλως, το Γραφείο διαθέτει διακριτική ευχέρεια ως προς την εξέταση αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίζονται εκπρόθεσμα για τον σκοπό είτε της τεκμηρίωσης μιας ασκηθείσας ανακοπής είτε της απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας ανακοπής ή ακυρότητας. Για την εξασφάλιση ασφάλειας δικαίου, τα σχετικά όρια της εν λόγω διακριτικής ευχέρειας θα πρέπει να αποτυπώνονται με ακρίβεια στους κανόνες που διέπουν τη διαδικασία ανακοπής ή τη διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας σημάτων της ΕΕ.

(8)

Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική, αποδοτική και, εντός του πεδίου της προσφυγής που ορίζεται από τους διαδίκους, ενδελεχής επανεξέταση των πρωτοβάθμιων αποφάσεων που λαμβάνει το Γραφείο, μέσω μιας διαφανούς, εμπεριστατωμένης, δίκαιης και αμερόληπτης διαδικασίας προσφυγής που να ανταποκρίνεται στις ιδιαιτερότητες της νομοθεσίας περί διανοητικής ιδιοκτησίας και λαμβανομένων υπόψη των αρχών που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, είναι σκόπιμο να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα μέσω της αποσαφήνισης και της εξειδίκευσης των διαδικαστικών κανόνων και των διαδικαστικών εγγυήσεων για τους διαδίκους, ιδίως δε στις περιπτώσεις που ο καθ' ου η προσφυγή ασκεί το δικαίωμα άσκησης αντίθετης προσφυγής.

(9)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, ο πρόεδρος, οι πρόεδροι των επιμέρους τμημάτων και τα μέλη των τμημάτων προσφυγών θα πρέπει, κατά την άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων που τους ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και τον παρόντα κανονισμό, να μεριμνούν για την υψηλή ποιότητα και συνέπεια των αποφάσεων που λαμβάνονται ανεξάρτητα από τα τμήματα προσφυγών, καθώς και για την αποδοτικότητα της διαδικασίας προσφυγής.

(10)

Για να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία του προέδρου, των προέδρων των επιμέρους τμημάτων και των μελών των τμημάτων προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 136 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου κατά τη θέσπιση κατάλληλων εκτελεστικών κανόνων για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

(11)

Για να αυξηθεί η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα της διαδικασίας προσφυγής, ο κανονισμός διαδικασίας των τμημάτων προσφυγών, που επί του παρόντος ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/96, θα πρέπει να παρατίθεται ως ενιαίο κείμενο και να είναι καλά συνυφασμένος με τους διαδικαστικούς κανόνες που εφαρμόζονται για τα τμήματα του Γραφείου των οποίων οι αποφάσεις υπόκεινται σε προσφυγή.

(12)

Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, είναι ανάγκη να κωδικοποιηθούν και να αποσαφηνιστούν ορισμένοι διαδικαστικοί κανόνες που διέπουν την προφορική διαδικασία, ιδίως σε σχέση με τη γλώσσα της εν λόγω διαδικασίας. Είναι επίσης σκόπιμο να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη αποδοτικότητα και ευελιξία μέσω της καθιέρωσης της δυνατότητας συμμετοχής στην προφορική διαδικασία με τεχνικά μέσα και της υποκατάστασης των πρακτικών της προφορικής διαδικασίας από τη μαγνητοσκόπησή της.

(13)

Για να εξορθολογιστεί περαιτέρω η διαδικασία και να καταστεί πιο συνεκτική, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η βασική δομή και μορφή των αποδεικτικών στοιχείων προς υποβολή στο Γραφείο σε όλες τις διαδικασίες, καθώς και οι συνέπειες της μη υποβολής αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με αυτή τη δομή και μορφή.

(14)

Προκειμένου να εκσυγχρονιστεί το σύστημα σημάτων στην Ένωση μέσω της προσαρμογής του στην εποχή του διαδικτύου, είναι επίσης σκόπιμο να προβλεφθεί ορισμός των «ηλεκτρονικών μέσων» σε σχέση με τις κοινοποιήσεις, καθώς και για μορφές κοινοποίησης που δεν είναι παρωχημένες.

(15)

Για λόγους αποδοτικότητας, διαφάνειας και φιλικότητας προς τον χρήστη, το Γραφείο θα πρέπει να διαθέτει τυποποιημένα έντυπα σε όλες τις επίσημες γλώσσες του Γραφείου για τους σκοπούς της επικοινωνίας κατά τις διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου, η συμπλήρωση των οποίων θα μπορεί να γίνεται σε απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση.

(16)

Για να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια, συνέπεια και αποδοτικότητα, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις σχετικά με την αναστολή των διαδικασιών ανακοπής, έκπτωσης, ακυρότητας και προσφυγής, οι οποίες να ορίζουν επίσης τη μέγιστη διάρκεια της αναστολής όταν την αιτούνται αμφότεροι οι διάδικοι.

(17)

Οι κανόνες που διέπουν τον υπολογισμό και τη διάρκεια των προθεσμιών, τις διαδικασίες για την ανάκληση απόφασης ή για την ακύρωση εγγραφής στο μητρώο, τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την επανάληψη της διαδικασίας και τις λεπτομέρειες σχετικά με την εκπροσώπηση ενώπιον του Γραφείου είναι ανάγκη να διασφαλίζουν την εύρυθμη, αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία του συστήματος σημάτων της ΕΕ.

(18)

Είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική καταχώριση των διεθνών σημάτων κατά τρόπο που συνάδει πλήρως με τους κανόνες του πρωτοκόλλου που αφορά τη συμφωνία της Μαδρίτης σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων.

(19)

Οι κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό συμπληρώνουν διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 που τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 με εφαρμογή από την 1η Οκτωβρίου 2017. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να αναβληθεί η εφαρμογή των κανόνων αυτών μέχρι την ίδια ημερομηνία.

(20)

Παρά την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και (ΕΚ) αριθ. 216/96, είναι αναγκαίο να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται ορισμένες διατάξεις των εν λόγω κανονισμών σε ορισμένες διαδικασίες που είχαν κινηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία και μέχρι την ολοκλήρωση των εν λόγω διαδικασιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες που ορίζουν:

α)

τη λεπτομερή διαδικασία άσκησης και εξέτασης ανακοπής κατά της καταχώρισης σήματος της ΕΕ στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το «Γραφείο»)·

β)

τη λεπτομερή διαδικασία τροποποίησης αίτησης σήματος της ΕΕ·

γ)

τις λεπτομερείς διαδικασίες έκπτωσης και ακυρότητας σήματος της ΕΕ, καθώς και της μεταβίβασης σήματος της ΕΕ το οποίο έχει καταχωρισθεί στο όνομα πληρεξουσίου που δεν έχει λάβει σχετική άδεια·

δ)

το τυπικό περιεχόμενο του δικογράφου προσφυγής και της διαδικασίας για την άσκηση και την εξέταση της προσφυγής, το τυπικό περιεχόμενο και τη μορφή των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών και την επιστροφή του τέλους προσφυγής, τις λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες λαμβάνονται οι αποφάσεις από μονομελή τμήματα·

ε)

τις λεπτομερείς ρυθμίσεις της προφορικής διαδικασίας και της αποδεικτικής διαδικασίας·

στ)

τις λεπτομερείς ρυθμίσεις των διαδικασιών κοινοποίησης από το Γραφείο και των κανόνων που αφορούν τα μέσα επικοινωνίας με το Γραφείο·

ζ)

τις λεπτομέρειες σχετικά με τον υπολογισμό και τη διάρκεια των προθεσμιών·

η)

τη διαδικασία για την ανάκληση απόφασης ή την ακύρωση εγγραφής στο μητρώο σημάτων της ΕΕ·

θ)

τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την επανάληψη της διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου·

ι)

τους όρους και τη διαδικασία διορισμού κοινού αντιπροσώπου, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες υπάλληλοι και εγκεκριμένοι αντιπρόσωποι καταθέτουν στο Γραφείο πληρεξούσιο και το περιεχόμενο του εν λόγω πληρεξουσίου, καθώς και τις προϋποθέσεις διαγραφής προσώπου από τον κατάλογο των εγκεκριμένων αντιπροσώπων·

ια)

τη λεπτομερή διαδικασία για τις διεθνείς καταχωρίσεις που βασίζονται σε βασική αίτηση ή βασική καταχώριση που αφορά συλλογικό σήμα, σήμα πιστοποίησης ή σήμα εγγύησης και τη διαδικασία για την άσκηση και εξέταση ανακοπής κατά διεθνούς καταχώρισης.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΧΡΗΣΗΣ

Άρθρο 2

Ανακοπή

1.   Ανακοπή ασκείται βάσει ενός ή περισσοτέρων προγενέστερων σημάτων ή άλλων δικαιωμάτων κατά την έννοια του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, υπό την προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι ή τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα που ασκούν την ανακοπή σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 έχουν δικαίωμα να το πράξουν για όλα τα προγενέστερα σήματα ή δικαιώματα. Εάν ένα προγενέστερο σήμα έχει περισσότερους από έναν δικαιούχους (συνιδιοκτησία) ή εάν ένα προγενέστερο δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί από περισσότερα από ένα πρόσωπα, η ανακοπή του άρθρου 41 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε/οποιουσδήποτε εξ αυτών ή όλους μαζί.

2.   Το δικόγραφο της ανακοπής περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης κατά της οποίας ασκήθηκε ανακοπή και το όνομα του καταθέτη της αίτησης σήματος της ΕΕ·

β)

σαφή μνεία του προγενέστερου σήματος ή δικαιώματος επί του οποίου βασίζεται η ανακοπή, δηλαδή:

i)

στις περιπτώσεις που η ανακοπή αφορά προγενέστερο σήμα κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία του αριθμού πρωτοκόλλου της αίτησης ή του αριθμού καταχώρισης του προγενέστερου σήματος, μνεία του εάν το προγενέστερο σήμα έχει καταχωριστεί ή αίτηση καταχώρισης του εν λόγω σήματος, καθώς επίσης και μνεία των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, των κρατών της Μπενελούξ, στα οποία ή για τα οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα ή, αναλόγως την περίπτωση, μνεία ότι πρόκειται για σήμα της ΕΕ·

ii)

όταν η ανακοπή αφορά παγκοίνως γνωστό σήμα κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία το σήμα είναι παγκοίνως γνωστό και αναπαράσταση του σήματος·

iii)

όταν η ανακοπή βασίζεται στην απουσία συγκατάθεσης του δικαιούχου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα, αναπαράσταση του σήματος και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, διευκρίνιση εάν το προγενέστερο σήμα είναι αίτηση ή καταχώριση, στην οποία περίπτωση μνημονεύεται ο αριθμός πρωτοκόλλου της αίτησης ή της καταχώρισης·

iv)

όταν η ανακοπή αφορά προγενέστερο σήμα ή άλλο σημείο κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία του είδους ή της φύσης του δικαιώματος αυτού, αναπαράσταση του προγενέστερου σήματος ή σημείου και μνεία του εάν το εν λόγω προγενέστερο σήμα ή σημείο ισχύει στο σύνολο της Ένωσης ή σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη και, στην περίπτωση αυτή, μνεία των εν λόγω κρατών μελών·

v)

όταν η ανακοπή αφορά προγενέστερη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία του είδους ή της φύσης του δικαιώματος αυτού, αναπαράσταση της προγενέστερης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης και μνεία του εάν απολαύει προστασίας στο σύνολο της Ένωσης ή σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη και, στην περίπτωση αυτή, μνεία των εν λόγω κρατών μελών·

γ)

τους λόγους για τους οποίους ασκείται η ανακοπή μέσω δήλωσης ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 8 παράγραφοι 1, 3, 4, 4α ή 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 σε σχέση με το καθένα από τα προγενέστερα σήματα ή δικαιώματα που επικαλείται ο ανακόπτων·

δ)

σε περίπτωση αίτησης ή καταχώρισης προγενέστερου σήματος, την ημερομηνία κατάθεσης και, όπου συντρέχει τέτοια περίπτωση, την ημερομηνία καταχώρισης και την ημερομηνία προτεραιότητας του προγενέστερου σήματος·

ε)

σε περίπτωση προγενέστερων δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, την ημερομηνία της αίτησης καταχώρισης ή, εάν δεν είναι διαθέσιμη η ημερομηνία αυτή, την ημερομηνία από την οποία παρέχεται προστασία·

στ)

σε περίπτωση αίτησης ή καταχώρισης προγενέστερου σήματος, αναπαράσταση του προγενέστερου σήματος, όπως αυτό έχει καταχωριστεί ή υποβληθεί προς καταχώριση με τη σχετική αίτηση· εάν το προγενέστερο σήμα είναι έγχρωμο, η αναπαράσταση είναι έγχρωμη·

ζ)

μνεία των προϊόντων ή υπηρεσιών που αφορά ο κάθε λόγος για τον οποίο ασκείται η ανακοπή·

η)

όσον αφορά τον ανακόπτοντα:

i)

τα στοιχεία ταυτότητας του ανακόπτοντα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431 της Επιτροπής (7)·

ii)

εάν ο ανακόπτων έχει ορίσει αντιπρόσωπο ή εάν ο ορισμός αντιπροσώπου είναι υποχρεωτικός σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

iii)

όταν η ανακοπή ασκείται από πρόσωπο προς το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια χρήσης του σήματος ή από πρόσωπο που κατά το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο δικαιούται να ασκεί προγενέστερο δικαίωμα, σχετική δήλωση και μνεία όσον αφορά τη χορήγηση άδειας ή το δικαίωμα άσκησης ανακοπής·

θ)

μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών κατά των οποίων στρέφεται η ανακοπή· απουσία τέτοιας μνείας, η ανακοπή θεωρείται ότι στρέφεται κατά όλων των προϊόντων ή υπηρεσιών της αίτησης σήματος της ΕΕ κατά της οποίας ασκείται η ανακοπή.

3.   Όταν η ανακοπή αφορά περισσότερα του ενός προγενέστερα σήματα ή προγενέστερα δικαιώματα, η παράγραφος 2 εφαρμόζεται για καθένα από αυτά τα σήματα, σημεία, ονομασίες προέλευσης ή γεωγραφικές ενδείξεις.

4.   Το δικόγραφο της ανακοπής μπορεί να περιλαμβάνει επίσης αιτιολογημένη δήλωση στην οποία παρουσιάζονται οι λόγοι, τα πραγματικά περιστατικά και τα επιχειρήματα βάσει των οποίων ασκείται η ανακοπή, καθώς και αποδεικτικά στοιχεία που υποστηρίζουν την άσκηση της ανακοπής.

Άρθρο 3

Χρήση γλωσσών στη διαδικασία ανακοπής

Ο ανακόπτων ή ο καταθέτης μπορούν, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία λογίζεται ότι αρχίζει το κατ' αντιπαράθεση στάδιο της διαδικασίας ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1, να ενημερώσουν το Γραφείο ότι ο καταθέτης και ο ανακόπτων συμφώνησαν να χρησιμοποιηθεί διαφορετική γλώσσα για τη διαδικασία ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Αν το δικόγραφο της ανακοπής δεν υποβλήθηκε στη γλώσσα αυτή, ο καταθέτης μπορεί να ζητήσει την υποβολή εκ μέρους του ανακόπτοντος μετάφρασης του δικογράφου της ανακοπής στην εν λόγω γλώσσα. Η αίτηση αυτή πρέπει να παραληφθεί από το Γραφείο το αργότερο την ημερομηνία κατά την οποία λογίζεται ότι αρχίζει το κατ' αντιπαράθεση στάδιο της διαδικασίας ανακοπής. Το Γραφείο τάσσει στον ανακόπτοντα προθεσμία για την υποβολή της μετάφρασης. Εάν η μετάφραση αυτή δεν υποβληθεί ή υποβληθεί εκπρόθεσμα, η γλώσσα της διαδικασίας, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 119 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 («γλώσσα της διαδικασίας»), δεν μεταβάλλεται.

Άρθρο 4

Ενημέρωση των διαδίκων της διαδικασίας ανακοπής

Το δικόγραφο της ανακοπής και κάθε έγγραφο που υποβλήθηκε από τον ανακόπτοντα, καθώς επίσης και κάθε επικοινωνία που αποστέλλεται από το Γραφείο σε κάποιον από τους διαδίκους πριν από την κρίση επί του παραδεκτού, αποστέλλεται από το Γραφείο στον έτερο διάδικο για σκοπούς ενημέρωσης σχετικά με την άσκηση ανακοπής.

Άρθρο 5

Παραδεκτό της ανακοπής

1.   Εάν το τέλος ανακοπής δεν καταβληθεί εντός της προθεσμίας ανακοπής που τάσσεται με το άρθρο 41 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η ανακοπή λογίζεται ως μη ασκηθείσα. Εάν το τέλος ανακοπής καταβληθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής, επιστρέφεται στον ανακόπτοντα.

2.   Εάν η ανακοπή ασκηθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη.

3.   Εάν το δικόγραφο της ανακοπής δεν κατατεθεί σε μία από τις γλώσσες του Γραφείου, όπως επιβάλλει το άρθρο 119 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ή εάν δεν πληροί τους όρους του άρθρου 2 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) ή γ) του παρόντος κανονισμού, και εφόσον οι ελλείψεις αυτές δεν θεραπευτούν πριν από τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη.

4.   Εάν ο ανακόπτων δεν υποβάλει μετάφραση σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η ανακοπή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εάν ο ανακόπτων υποβάλει μετάφραση που δεν είναι πλήρης, το μέρος του δικογράφου της ανακοπής που δεν έχει μεταφρασθεί δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση του παραδεκτού.

5.   Εάν το δικόγραφο της ανακοπής δεν συνάδει προς τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 2 στοιχεία δ) έως η), το Γραφείο ενημερώνει τον ανακόπτοντα σχετικά και τον καλεί να διορθώσει τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν εντός προθεσμίας δύο μηνών. Εάν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη.

6.   Το Γραφείο κοινοποιεί στον καταθέτη κάθε διαπίστωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 ότι το δικόγραφο της ανακοπής θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί και κάθε απόφαση απόρριψης της ανακοπής ως απαράδεκτης βάσει των λόγων απαραδέκτου των παραγράφων 2, 3, 4 ή 5. Όταν ανακοπή απορρίπτεται στο σύνολό της ως απαράδεκτη σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3, 4 ή 5, πριν από την κοινοποίηση του άρθρου 6 παράγραφος 1, δεν λαμβάνεται απόφαση σχετικά με τα έξοδα.

Άρθρο 6

Έναρξη του κατ' αντιπαράθεση σταδίου της διαδικασίας ανακοπής και προγενέστερος τερματισμός της διαδικασίας

1.   Εάν η ανακοπή κριθεί παραδεκτή σύμφωνα με το άρθρο 5, το Γραφείο αποστέλλει κοινοποίηση στους διαδίκους ενημερώνοντάς τους ότι το κατ' αντιπαράθεση στάδιο της διαδικασίας ανακοπής θεωρείται ότι αρχίζει δύο μήνες μετά την παραλαβή της κοινοποίησης. Η προθεσμία αυτή είναι δυνατό να παραταθεί σε 24 συνολικά μήνες εάν και οι δύο διάδικοι αιτηθούν παράταση πριν από τη λήξη της δίμηνης προθεσμίας.

2.   Εάν, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, αποσυρθεί η αίτηση ή περιορισθεί σε προϊόντα ή υπηρεσίες τα οποία δεν αφορά η ανακοπή, ή εάν το Γραφείο λάβει πληροφόρηση σχετικά με διακανονισμό μεταξύ των διαδίκων ή η αίτηση απορριφθεί σε παράλληλη διαδικασία, η διαδικασία ανακοπής τερματίζεται.

3.   Εάν, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο καταθέτης περιορίσει την αίτηση διαγράφοντας ορισμένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αφορά η ανακοπή, το Γραφείο καλεί τον ανακόπτοντα να δηλώσει, εντός προθεσμίας που του τάσσει, εάν εμμένει στην ανακοπή του και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, σε σχέση με ποια υπολειπόμενα προϊόντα ή υπηρεσίες. Εάν ο ανακόπτων αποσύρει την ανακοπή λόγω του περιορισμού, η διαδικασία ανακοπής τερματίζεται.

4.   Εάν η διαδικασία ανακοπής τερματισθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3 πριν από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεν λαμβάνεται απόφαση σχετικά με τα έξοδα.

5.   Εάν η διαδικασία ανακοπής τερματισθεί πριν από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατόπιν απόσυρσης ή περιορισμού της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή κατόπιν απόσυρσης της ανακοπής σύμφωνα με την παράγραφο 3, επιστρέφονται τα τέλη ανακοπής.

Άρθρο 7

Τεκμηρίωση της ανακοπής

1.   Το Γραφείο δίνει τη δυνατότητα στον ανακόπτοντα να επικαλεστεί πραγματικά περιστατικά, να προσκομίσει αποδείξεις και να διατυπώσει επιχειρήματα προς υποστήριξη της ανακοπής ή να συμπληρώσει οποιαδήποτε πραγματικά περιστατικά, αποδείξεις ή επιχειρήματα που έχουν ήδη κατατεθεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4. Προς τον σκοπό αυτόν, το Γραφείο τάσσει προθεσμία διάρκειας τουλάχιστον δύο μηνών, η οποία αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι αρχίζει το κατ' αντιπαράθεση στάδιο της διαδικασίας ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1.

2.   Εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο ανακόπτων υποβάλλει επίσης αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη, την εγκυρότητα και την έκταση της προστασίας του προγενέστερου σήματος ή δικαιώματός του, καθώς επίσης και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το δικαίωμά του να ασκήσει την ανακοπή. Ειδικότερα, ο ανακόπτων υποβάλλει τα ακόλουθα αποδεικτικά στοιχεία:

α)

εάν η ανακοπή αφορά προγενέστερο σήμα κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 το οποίο δεν είναι σήμα της ΕΕ, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την κατάθεση αίτησης ή την καταχώρισή του:

i)

αντίγραφο του σχετικού πιστοποιητικού κατάθεσης ή ισοδύναμο έγγραφο της διοικητικής αρχής στην οποία κατατέθηκε η αίτηση σήματος, στην περίπτωση που το σήμα δεν έχει ακόμα καταχωριστεί, ή

ii)

στην περίπτωση που το προγενέστερο σήμα έχει καταχωριστεί, αντίγραφο του σχετικού πιστοποιητικού καταχώρισης και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, του πιο πρόσφατου πιστοποιητικού ανανέωσης που αποδεικνύει ότι η περίοδος προστασίας του σήματος υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή οποιαδήποτε παράτασή του, ή ισοδύναμα έγγραφα της διοικητικής αρχής στην οποία έγινε η καταχώριση του σήματος·

β)

εάν η ανακοπή αφορά σήμα που είναι παγκοίνως γνωστό κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το γεγονός ότι το εν λόγω σήμα είναι παγκοίνως γνωστό στη σχετική εδαφική περιοχή για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που μνημονεύονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) του παρόντος κανονισμού·

γ)

εάν η ανακοπή βασίζεται στην απουσία συγκατάθεσης του δικαιούχου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την κυριότητα του ανακόπτοντος επί του προγενέστερου σήματος και τη σχέση του με τον πληρεξούσιο ή αντιπρόσωπο·

δ)

εάν η ανακοπή αφορά προγενέστερο δικαίωμα κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αποδεικτικά στοιχεία ότι πρόκειται για χρησιμοποιούμενο στις συναλλαγές δικαίωμα το οποίο δεν έχει τοπική μόνον ισχύ, καθώς και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την απόκτησή του, τη συνεχιζόμενη ύπαρξή του και την έκταση της προστασίας του, συμπεριλαμβανομένης, όταν η επίκληση του προγενέστερου δικαιώματος γίνεται βάσει του δικαίου κράτους μέλους, σαφούς μνείας του περιεχομένου της σχετικής εθνικής νομοθεσίας, μέσω της προσκόμισης δημοσιεύσεων των σχετικών διατάξεων ή νομολογίας·

ε)

εάν η ανακοπή αφορά προγενέστερη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την απόκτησή της, τη συνεχιζόμενη ύπαρξή της και την έκταση της προστασίας της, συμπεριλαμβανομένης, όταν η επίκληση της προγενέστερης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης γίνεται βάσει του δικαίου κράτους μέλους, σαφούς μνείας του περιεχομένου της σχετικής εθνικής νομοθεσίας, μέσω της προσκόμισης δημοσιεύσεων των σχετικών διατάξεων ή νομολογίας·

στ)

εάν η ανακοπή αφορά σήμα που χαίρει φήμης κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εκτός από τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν ότι το σήμα χαίρει φήμης στην Ένωση ή στο σχετικό κράτος μέλος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που μνημονεύονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) του παρόντος κανονισμού, καθώς επίσης και αποδεικτικά στοιχεία ή επιχειρήματα που δείχνουν ότι η χρήση χωρίς εύλογη αιτία του αιτούμενου σήματος θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από το διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος, ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

3.   Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την κατάθεση αίτησης ή την καταχώριση των προγενέστερων δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) ή, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, την παράγραφο 2 στοιχείο δ) ή ε), ή τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το περιεχόμενο της σχετικής εθνικής νομοθεσίας είναι προσβάσιμα σε απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση με πηγή αναγνωρισμένη από το Γραφείο, ο ανακόπτων δύναται να υποβάλει τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία μέσω αναφοράς στην εν λόγω πηγή.

4.   Τα πιστοποιητικά κατάθεσης αίτησης, καταχώρισης ή ανανέωσης ή τα ισοδύναμα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), δ) ή ε), καθώς και οι διατάξεις της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας που διέπουν την απόκτηση και την έκταση της προστασίας δικαιωμάτων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 στοιχεία δ) και ε), συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών στοιχείων που είναι προσβάσιμα σε απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3, υποβάλλονται στη γλώσσα της διαδικασίας ή συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα αυτή. Η μετάφραση υποβάλλεται από τον ανακόπτοντα με δική του πρωτοβουλία εντός της προθεσμίας που τάσσεται για την υποβολή του πρωτότυπου εγγράφου. Κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που υποβάλλεται από τον ανακόπτοντα για την τεκμηρίωση της ανακοπής υπόκειται στους όρους του άρθρου 24 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431. Μεταφράσεις που υποβάλλονται μετά τη λήξη των σχετικών προθεσμιών δεν λαμβάνονται υπόψη.

5.   Το Γραφείο δεν λαμβάνει υπόψη υποβληθέντα έγγραφα ή μέρη αυτών που δεν έχουν υποβληθεί ή δεν έχουν μεταφρασθεί στη γλώσσα της διαδικασίας εντός της προθεσμίας που έχει τάξει το Γραφείο σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 8

Εξέταση της ανακοπής

1.   Εάν μέχρι τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 ο ανακόπτων δεν υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία ή εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε είναι προδήλως αλυσιτελή ή προδήλως ανεπαρκή για την εκπλήρωση των απαιτήσεων του άρθρου 7 παράγραφος 2 ως προς οποιοδήποτε από τα προγενέστερα δικαιώματα, η ανακοπή απορρίπτεται ως αβάσιμη.

2.   Εάν η ανακοπή δεν απορριφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, το Γραφείο κοινοποιεί την υποβολή του ανακόπτοντα στον καταθέτη και τον καλεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας που του τάσσει.

3.   Εάν ο καταθέτης δεν υποβάλει παρατηρήσεις, το Γραφείο βασίζει την απόφασή του σχετικά με την ανακοπή στα αποδεικτικά στοιχεία που του έχουν παρατεθεί.

4.   Το Γραφείο κοινοποιεί τις παρατηρήσεις του καταθέτη στον ανακόπτοντα και τον καλεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να υποβάλει παρατηρήσεις εντός προθεσμίας που του τάσσει.

5.   Εάν μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 ο ανακόπτων επικαλεστεί πραγματικά περιστατικά ή υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία που συμπληρώνουν συναφή πραγματικά περιστατικά που επικαλέστηκε ή αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε εντός της εν λόγω προθεσμίας και τα οποία αφορούν την ίδια απαίτηση του άρθρου 7 παράγραφος 2, το Γραφείο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια σύμφωνα με το άρθρο 76 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 προκειμένου να αποφασίσει εάν θα δεχθεί ή όχι τα εν λόγω συμπληρωματικά πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία. Προς τον σκοπό αυτόν, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη, ιδίως, το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία, καθώς και το κατά πόσον τα εν λόγω πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία έχουν, εκ πρώτης όψεως, πιθανόν σημασία για την έκβαση της υπόθεσης και το κατά πόσον συντρέχουν εύλογοι λόγοι για την εκπρόθεσμη παράθεσή τους.

6.   Το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να υποβάλει περαιτέρω παρατηρήσεις ως απάντηση, εάν το κρίνει σκόπιμο υπό τις περιστάσεις.

7.   Εάν η ανακοπή δεν απορριφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο ανακόπτων είναι ανεπαρκή για την τεκμηρίωση της ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 7 ως προς οποιοδήποτε από τα προγενέστερα δικαιώματα, η ανακοπή απορρίπτεται ως αβάσιμη.

8.   Το άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3 εφαρμόζεται κατ' αναλογία μετά την ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι αρχίζει το κατ' αντιπαράθεση στάδιο της διαδικασίας ανακοπής. Εάν ο καταθέτης επιθυμεί να αποσύρει ή να περιορίσει την επίδικη αίτηση, το πράττει με χωριστό δικόγραφο.

9.   Όπου ενδείκνυται, το Γραφείο δύναται να καλέσει τους διαδίκους να περιορίσουν τις παρατηρήσεις τους σε συγκεκριμένα ζητήματα. Στην περίπτωση αυτή, επιτρέπει στους διαδίκους να εγείρουν τα λοιπά ζητήματα σε επόμενο στάδιο της διαδικασίας. Το Γραφείο δεν υποχρεούται να ενημερώνει τους διαδίκους σχετικά με τη δυνατότητά τους να προβάλουν ορισμένα συναφή πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία που τυχόν έχουν παραλείψει να προβάλουν.

Άρθρο 9

Πολλαπλές ανακοπές

1.   Εάν έχουν ασκηθεί περισσότερες της μίας ανακοπές κατά της ίδιας αίτησης καταχώρισης σήματος της ΕΕ, το Γραφείο μπορεί να τις συνεκδικάσει. Το Γραφείο μπορεί αργότερα να αποφασίσει να εξετάσει τις ανακοπές αυτές χωριστά.

2.   Εάν από την προκαταρκτική εξέταση μιας ή περισσοτέρων ανακοπών προκύψει ότι το σήμα της ΕΕ για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση καταχώρισης ενδέχεται να μην μπορεί να καταχωριστεί ως προς το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει ζητηθεί η καταχώριση, το Γραφείο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία επί των λοιπών ανακοπών κατά της ίδιας αίτησης. Το Γραφείο ενημερώνει τους ανακόπτοντες που αφορά η αναστολή για οποιαδήποτε σχετική απόφαση που έχει ληφθεί στο πλαίσιο των διαδικασιών που συνεχίζονται.

3.   Όταν καταστεί οριστική η απόφαση για απόρριψη της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λογίζονται ως εκδικασθείσες οι ανακοπές η εκδίκαση των οποίων έχει ανασταλεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 και ενημερώνονται σχετικά οι ανακόπτοντες. Αυτή η μορφή εκδίκασης αποτελεί περίπτωση κατάργησης της δίκης κατά την έννοια του άρθρου 85 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

4.   Το Γραφείο επιστρέφει το 50 % του τέλους ανακοπής που κατέβαλε κάθε ανακόπτων του οποίου η ανακοπή λογίζεται ως εκδικασθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3, υπό την προϋπόθεση ότι η αναστολή της διαδικασίας ως προς την εν λόγω ανακοπή πραγματοποιήθηκε πριν από την έναρξη του κατ' αντιπαράθεση σταδίου της διαδικασίας.

Άρθρο 10

Απόδειξη της χρήσης

1.   Αίτηση για απόδειξη της χρήσης προγενέστερου σήματος σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 είναι παραδεκτή μόνον εάν κατατεθεί ως άνευ όρων αίτηση με χωριστό έγγραφο εντός της προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

2.   Εάν ο καταθέτης έχει υποβάλει αίτηση για απόδειξη της χρήσης προγενέστερου σήματος η οποία πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 42 παράγραφος 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο καλεί τον ανακόπτοντα να προσκομίσει τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία εντός προθεσμίας που του τάσσει. Εάν ο ανακόπτων δεν παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ή αιτίες για τη μη χρήση εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή εάν τα αποδεικτικά στοιχεία ή οι αιτίες που παρείχε είναι προδήλως ανεπαρκή ή αλυσιτελή, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή στο μέτρο που αυτή στηρίζεται στο εν λόγω προγενέστερο σήμα.

3.   Οι μνείες και τα αποδεικτικά στοιχεία της χρήσης τεκμηριώνουν τον τόπο, τον χρόνο, την έκταση και τη φύσης της χρήσης του αντιτάξιμου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίστηκε και ως προς τα οποία ασκήθηκε η ανακοπή.

4.   Τα αποδεικτικά στοιχεία της παραγράφου 3 υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 2 και τα άρθρα 63 και 64 και περιορίζονται στην υποβολή δικαιολογητικών και απτών πειστηρίων, όπως π.χ. συσκευασιών, ετικετών, τιμοκαταλόγων, καταλόγων, τιμολογίων, φωτογραφιών, διαφημιστικών καταχωρίσεων σε εφημερίδες, καθώς και γραπτών βεβαιώσεων και δηλώσεων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

5.   Αίτηση για απόδειξη της χρήσης μπορεί να κατατεθεί ταυτόχρονα με παρατηρήσεις σχετικά με τους λόγους στους οποίους βασίζεται η ανακοπή. Οι παρατηρήσεις αυτές είναι επίσης δυνατόν να υποβληθούν μαζί με τις παρατηρήσεις σε απάντηση της απόδειξης της χρήσης.

6.   Στις περιπτώσεις που τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται από τον ανακόπτοντα δεν παρατίθενται στη γλώσσα της διαδικασίας ανακοπής, το Γραφείο μπορεί να ζητήσει από τον ανακόπτοντα να υποβάλει μετάφραση των στοιχείων αυτών στην εν λόγω γλώσσα σύμφωνα με το άρθρο 24 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431.

7.   Εάν μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ο ανακόπτων προβάλει μνείες ή υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία που συμπληρώνουν συναφείς μνείες που προέβαλε ή αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε εντός της εν λόγω προθεσμίας και τα οποία αφορούν την ίδια απαίτηση της παραγράφου 3, το Γραφείο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια σύμφωνα με το άρθρο 76 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 προκειμένου να αποφασίσει εάν θα δεχθεί ή όχι τις εν λόγω συμπληρωματικές μνείες ή αποδεικτικά στοιχεία. Προς τον σκοπό αυτόν, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη, ιδίως, το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία, καθώς και το κατά πόσον οι εν λόγω μνείες ή αποδεικτικά στοιχεία έχουν, εκ πρώτης όψεως, πιθανόν σημασία για την έκβαση της υπόθεσης και το κατά πόσον συντρέχουν εύλογοι λόγοι για την εκπρόθεσμη παράθεσή τους.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

Άρθρο 11

Τροποποίηση της αίτησης

1.   Η αίτηση τροποποίησης της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του καταθέτη σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

γ)

μνεία του στοιχείου της αίτησης που χρήζει τροποποίησης και το εν λόγω στοιχείο στην τροποποιημένη του μορφή·

δ)

εάν η τροποποίηση αφορά την αναπαράσταση του σήματος, αναπαράσταση του σήματος όπως έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431.

2.   Εάν οι απαιτήσεις για την τροποποίηση της αίτησης δεν πληρούνται, το Γραφείο κοινοποιεί την έλλειψη στον καταθέτη και τάσσει προθεσμία για τη θεραπεία της. Εάν ο καταθέτης δεν θεραπεύσει την έλλειψη εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση τροποποίησης.

3.   Όταν η τροποποιηθείσα αίτηση σήματος δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα άρθρα 2 έως 10 του παρόντος κανονισμού.

4.   Μπορεί να υποβληθεί μία μόνον αίτηση για την τροποποίηση του ίδιου στοιχείου σε δύο ή περισσότερες αιτήσεις του ίδιου καταθέτη.

5.   Οι παράγραφοι 1, 2 και 4 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις αιτήσεις για διόρθωση του ονόματος ή της επαγγελματικής διεύθυνσης αντιπροσώπου που έχει ορίσει ο καταθέτης.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΚΠΤΩΣΗ ΚΑΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ Ή ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ

Άρθρο 12

Αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας

1.   Η αίτηση προς το Γραφείο για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας σύμφωνα με το άρθρο 56 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ ως προς το οποίο ζητείται η κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας και το όνομα του δικαιούχου του·

β)

τους λόγους στους οποίους βασίζεται η αίτηση μέσω δήλωσης ότι πληρούνται οι αντίστοιχοι όροι των άρθρων 51, 52, 53, 73, 74, 74θ ή 74ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

όσον αφορά τον αιτούντα:

i)

τα στοιχεία ταυτότητας του αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

ii)

εάν ο αιτών έχει ορίσει αντιπρόσωπο ή εάν ο ορισμός αντιπροσώπου είναι υποχρεωτικός σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

δ)

μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών ως προς τα οποία ζητείται η κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας· απουσία τέτοιας μνείας, η αίτηση θεωρείται ότι απευθύνεται κατά όλων των προϊόντων ή υπηρεσιών που καλύπτει το προσβαλλόμενο σήμα της ΕΕ.

2.   Επιπλέον των απαιτήσεων της παραγράφου 1, η αίτηση κήρυξης ακυρότητας που βασίζεται σε σχετικούς λόγους ακυρότητας περιλαμβάνει τα εξής:

α)

σε περίπτωση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία του προγενέστερου δικαιώματος επί του οποίου βασίζεται η αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, το οποίο εφαρμόζεται κατ' αναλογία στην εν λόγω αίτηση·

β)

σε περίπτωση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μνεία της φύσης του προγενέστερου δικαιώματος επί του οποίου βασίζεται η αίτηση, αναπαράστασή του και μνεία του εάν το εν λόγω προγενέστερο δικαίωμα ισχύει στο σύνολο της Ένωσης ή σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη και, στην περίπτωση αυτή, μνεία των εν λόγω κρατών μελών·

γ)

στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχεία δ) έως ζ), τα οποία εφαρμόζονται κατ' αναλογία στην εν λόγω αίτηση·

δ)

όταν η αίτηση κατατίθεται από πρόσωπο προς το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια χρήσης του σήματος ή από πρόσωπο που κατά το εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο δικαιούται να ασκεί προγενέστερο δικαίωμα, μνεία σχετικά με τη χορήγηση άδειας ή το δικαίωμα κατάθεσης της αίτησης.

3.   Όταν η αίτηση κήρυξης ακυρότητας σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 αφορά περισσότερα του ενός προγενέστερα σήματα ή προγενέστερα δικαιώματα, η παράγραφος 1 στοιχείο β) και η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για καθένα από αυτά τα σήματα ή δικαιώματα.

4.   Η αίτηση μπορεί να περιλαμβάνει επίσης αιτιολογημένη δήλωση στην οποία παρουσιάζονται οι λόγοι, τα πραγματικά περιστατικά και επιχειρήματα στα οποία βασίζεται η αίτηση, καθώς και αποδεικτικά στοιχεία που υποστηρίζουν την αίτηση.

Άρθρο 13

Γλώσσες της διαδικασίας έκπτωσης ή ακυρότητας

Ο αιτών την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας ή ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ μπορεί να ενημερώσει το Γραφείο, πριν από την πάροδο δύο μηνών από την παραλαβή εκ μέρους του δικαιούχου του σήματος της EE της κοινοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1, ότι συμφωνήθηκε η διεξαγωγή της διαδικασίας σε διαφορετική γλώσσα σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Αν το δικόγραφο της αίτησης δεν υποβλήθηκε στη γλώσσα αυτή, ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ζητήσει την υποβολή εκ μέρους του αιτούντος μετάφρασης του δικογράφου της αίτησης στην εν λόγω γλώσσα. Η αίτηση αυτή πρέπει να παραληφθεί από το Γραφείο πριν από την πάροδο της προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή από τον δικαιούχο του σήματος ΕΕ της κοινοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1. Το Γραφείο τάσσει στον αιτούντα προθεσμία για την υποβολή της μετάφρασης. Εάν δεν υποβληθεί η εν λόγω μετάφραση ή αυτή υποβληθεί εκπρόθεσμα, η γλώσσα της διαδικασίας δεν μεταβάλλεται.

Άρθρο 14

Ενημέρωση των διαδίκων σχετικά με την αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας

Η αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας και κάθε έγγραφο που υποβλήθηκε από τον αιτούντα, καθώς επίσης και κάθε επικοινωνία που αποστέλλεται από το Γραφείο σε κάποιον από τους διαδίκους πριν από την κρίση επί του παραδεκτού, αποστέλλεται από το Γραφείο στον έτερο διάδικο για σκοπούς ενημέρωσης σχετικά με την κατάθεση αίτησης για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας.

Άρθρο 15

Παραδεκτό αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας

1.   Σε περίπτωση μη καταβολής του τέλους που προβλέπεται βάσει του άρθρου 56 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο καλεί τον αιτούντα να καταβάλει το σχετικό τέλος εντός προθεσμίας που του τάσσει. Εάν το καταβλητέο τέλος δεν καταβληθεί εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα ότι η αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί. Εάν το τέλος καταβληθεί εκπρόθεσμα, επιστρέφεται στον αιτούντα.

2.   Εάν η αίτηση δεν κατατεθεί σε μία από τις γλώσσες του Γραφείου, όπως επιβάλλει το άρθρο 119 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ή εάν δεν πληροί τους όρους του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β), ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του άρθρου 12 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του παρόντος κανονισμού, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη.

3.   Εάν η μετάφραση που απαιτείται βάσει του άρθρου 119 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 δεν υποβληθεί εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας ως απαράδεκτη.

4.   Εάν η αίτηση δεν πληροί τους όρους του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο γ), του άρθρου 12 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή δ), το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά και τον καλεί να διορθώσει τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν εντός προθεσμίας δύο μηνών. Εάν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη.

5.   Το Γραφείο κοινοποιεί στον αιτούντα και στον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ κάθε διαπίστωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 ότι η αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί και κάθε απόφαση απόρριψης της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας ως απαράδεκτης βάσει των λόγων απαραδέκτου των παραγράφων 2, 3, ή 4. Όταν αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας απορρίπτεται στο σύνολό της ως απαράδεκτη σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 ή 4, πριν από την κοινοποίηση του άρθρου 17 παράγραφος 1, δεν λαμβάνεται απόφαση σχετικά με τα έξοδα.

Άρθρο 16

Τεκμηρίωση αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας

1.   Ο αιτών επικαλείται πραγματικά περιστατικά, προσκομίζει αποδείξεις και διατυπώνει επιχειρήματα προς υποστήριξη της αίτησης μέχρι την περάτωση του κατ' αντιπαράθεση σταδίου της διαδικασίας για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας. Ειδικότερα, ο αιτών παρέχει τα ακόλουθα:

α)

σε περίπτωση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή γ) ή το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, πραγματικά περιστατικά, επιχειρήματα και αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη των λόγων έκπτωσης ή ακυρότητας στους οποίους στηρίζεται η αίτηση·

β)

σε περίπτωση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, τα αποδεικτικά στοιχεία του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, και οι διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 3 εφαρμόζονται κατ' αναλογία·

γ)

σε περίπτωση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την απόκτηση, τη συνεχιζόμενη ύπαρξη και την έκταση της προστασίας του σχετικού προγενέστερου δικαιώματος, καθώς και αποδεικτικά στοιχεία ότι ο αιτών έχει δικαίωμα να καταθέσει την αίτηση, συμπεριλαμβανομένης, όταν η επίκληση του προγενέστερου δικαιώματος γίνεται βάσει εθνικής νομοθεσίας, σαφούς μνείας του περιεχομένου της εν λόγω εθνικής νομοθεσίας, μέσω της προσκόμισης δημοσιεύσεων των σχετικών διατάξεων ή νομολογίας. Εάν τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την κατάθεση αίτησης ή την καταχώριση προγενέστερου δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το περιεχόμενο της σχετικής εθνικής νομοθεσίας είναι προσβάσιμα σε απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση με πηγή αναγνωρισμένη από το Γραφείο, ο αιτών δύναται να υποβάλει τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία μέσω αναφοράς στην εν λόγω πηγή.

2.   Αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την κατάθεση αίτησης, την καταχώριση ή την ανανέωση προγενέστερων δικαιωμάτων, ή, όπου συντρέχει τέτοια περίπτωση, το περιεχόμενο της σχετικής εθνικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών στοιχείων που είναι προσβάσιμα σε απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ), υποβάλλονται στη γλώσσα της διαδικασίας, άλλως υποβάλλεται μετάφρασή τους στην εν λόγω γλώσσα. Η μετάφραση υποβάλλεται από τον αιτούντα με δική του πρωτοβουλία εντός ενός μηνός από την υποβολή των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων. Κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που υποβάλλεται από τον αιτούντα για την τεκμηρίωση της αίτησης ή, στην περίπτωση αίτησης για κήρυξη έκπτωσης σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, από τον δικαιούχο του προσβαλλόμενου σήματος της ΕΕ, υπόκειται στους όρους του άρθρου 24 του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/1431. Μεταφράσεις που υποβάλλονται μετά τη λήξη των σχετικών προθεσμιών δεν λαμβάνονται υπόψη.

Άρθρο 17

Επί της ουσίας εξέταση αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας

1.   Εάν η αίτηση κριθεί παραδεκτή σύμφωνα με το άρθρο 15, το Γραφείο αποστέλλει κοινοποίηση στους διαδίκους ενημερώνοντάς τους για την έναρξη του κατ' αντιπαράθεση σταδίου της διαδικασίας για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας και καλώντας τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ να υποβάλει παρατηρήσεις εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο.

2.   Όταν το Γραφείο καλεί διάδικο σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 να υποβάλει παρατηρήσεις εντός τασσόμενης προθεσμίας και ο εν λόγω διάδικος δεν υποβάλει εμπρόθεσμα παρατηρήσεις, το Γραφείο περατώνει το κατ' αντιπαράθεση στάδιο της διαδικασίας και βασίζει την απόφαση του σχετικά με την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας στα αποδεικτικά στοιχεία που του έχουν παρατεθεί.

3.   Εάν ο αιτών δεν έχει υποβάλει τα πραγματικά περιστατικά, επιχειρήματα ή αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησής του, η αίτηση απορρίπτεται ως αβάσιμη.

4.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 62, όλες οι παρατηρήσεις που υποβάλλουν οι διάδικοι αποστέλλονται στους αντιδίκους τους.

5.   Εάν ο δικαιούχος παραιτηθεί από το σήμα της ΕΕ ως προς το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 ώστε αυτό να καλύπτει μόνο προϊόντα ή υπηρεσίες τα οποία δεν αφορά η αίτηση, ή εάν το σήμα ακυρωθεί σε παράλληλη διαδικασία ή λήξει η ισχύς του, η διαδικασία τερματίζεται, με την εξαίρεση των περιπτώσεων που εφαρμόζεται το άρθρο 50 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή που ο αιτών αποδείξει έννομο συμφέρον στην έκδοση απόφασης επί της ουσίας.

6.   Εάν ο δικαιούχος παραιτηθεί μερικώς από το σήμα της ΕΕ διαγράφοντας ορισμένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αφορά η ανακοπή, το Γραφείο καλεί τον αιτούντα να δηλώσει, εντός προθεσμίας που του τάσσει, εάν εμμένει στην αίτησή του και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, σε σχέση με ποια υπολειπόμενα προϊόντα ή υπηρεσίες. Εάν ο αιτών αποσύρει την αίτησή του κατόπιν της παραίτησης ή εάν το Γραφείο λάβει πληροφόρηση σχετικά με διακανονισμό μεταξύ των διαδίκων, η διαδικασία τερματίζεται.

7.   Εάν ο δικαιούχος επιθυμεί να παραιτηθεί από το επίδικο σήμα της ΕΕ, το πράττει με χωριστό δικόγραφο.

8.   Το άρθρο 8 παράγραφος 9 εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

Άρθρο 18

Πολλαπλές αιτήσεις έκπτωσης ή ακυρότητας

1.   Εάν έχουν κατατεθεί περισσότερες της μίας αιτήσεις για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας σχετικά με το ίδιο σήμα της ΕΕ, το Γραφείο μπορεί να τις συνεκδικάσει. Το Γραφείο μπορεί αργότερα να αποφασίσει να εξετάσει τις αιτήσεις αυτές χωριστά.

2.   Το άρθρο 9 παράγραφοι 2, 3 και 4 εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

Άρθρο 19

Απόδειξη της χρήσης σε σχέση με αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας

1.   Σε περίπτωση αίτησης για κήρυξη έκπτωσης βάσει του άρθρου 51 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο καλεί τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ να υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ουσιαστική χρήση του σήματος ή την εύλογη αιτία για τη μη χρήση του εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο. Εάν ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ δεν παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ή αιτίες για τη μη χρήση εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή εάν τα αποδεικτικά στοιχεία ή οι αιτίες που παρείχε είναι προδήλως ανεπαρκή ή αλυσιτελή, κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του επί του σήματος της ΕΕ. Το άρθρο 10 παράγραφοι 3, 4, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

2.   Αίτηση για απόδειξη της χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 είναι παραδεκτή μόνον εάν ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ την καταθέσει ως άνευ όρων αίτηση με χωριστό έγγραφο εντός της προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Εάν ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ έχει υποβάλει αίτηση για απόδειξη της χρήσης ή της ύπαρξης εύλογης αιτίας για τη μη χρήση προγενέστερου σήματος η οποία πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 57 παράγραφος 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη της αίτησης για κήρυξη ακυρότητας να υποβάλει τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο. Εάν ο καταθέτης της αίτησης για κήρυξη ακυρότητας δεν παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ή αιτίες για τη μη χρήση εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή εάν τα αποδεικτικά στοιχεία ή οι αιτίες που παρείχε είναι προδήλως ανεπαρκή ή αλυσιτελή, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση στο μέτρο που αυτή στηρίζεται στο εν λόγω προγενέστερο σήμα. Το άρθρο 10 παράγραφοι 3 έως 7 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

Άρθρο 20

Αίτηση μεταβίβασης

1.   Εάν ο δικαιούχος σήματος υποβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 και το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αίτηση μεταβίβασης αντί αίτησης ακυρότητας, εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 12 έως 19 του παρόντος κανονισμού.

2.   Εάν αίτηση μεταβίβασης σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 γίνει δεκτή μερικώς ή ολικώς από το Γραφείο ή από δικαστήριο σημάτων της ΕΕ και η απόφαση έχει καταστεί τελεσίδικη, το Γραφείο μεριμνά για την καταχώριση στο μητρώο και τη δημοσίευση της προκύψασας μερικής ή συνολικής μεταβίβασης του σήματος της ΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Άρθρο 21

Δικόγραφο προσφυγής

1.   Το δικόγραφο προσφυγής που ασκείται σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει τα εξής:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του προσφεύγοντος σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

β)

εάν ο προσφεύγων έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

γ)

εάν ο ορισμός αντιπροσώπου του προσφεύγοντος είναι υποχρεωτικός σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431·

δ)

σαφή και συγκεκριμένο προσδιορισμό της προσβαλλόμενης απόφασης, με μνεία της ημερομηνίας έκδοσής της και του αριθμού πρωτοκόλλου της διαδικασίας την οποία αφορά η προσβαλλόμενη απόφαση·

ε)

εάν η απόφαση προσβάλλεται μόνο εν μέρει, σαφή και συγκεκριμένο προσδιορισμό των προϊόντων ή υπηρεσιών σε σχέση με τα οποία προσβάλλεται η απόφαση.

2.   Όταν το δικόγραφο της προσφυγής κατατίθεται σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι στη γλώσσα της διαδικασίας, ο προσφεύγων υποβάλλει μετάφραση του δικογράφου εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης.

3.   Όταν στο πλαίσιο διαδικασίας ex parte η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί σε άλλη επίσημη γλώσσα κι όχι στη γλώσσα της διαδικασίας, ο προσφεύγων μπορεί να καταθέσει το δικόγραφο της προσφυγής είτε στη γλώσσα της διαδικασίας είτε στη γλώσσα στην οποία ελήφθη η προσβαλλόμενη απόφαση· σε κάθε περίπτωση, η γλώσσα που χρησιμοποιείται για το δικόγραφο της προσφυγής καθίσταται η γλώσσα της διαδικασίας προσφυγής και η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται.

4.   Το δικόγραφο προσφυγής που έχει κατατεθεί στο πλαίσιο κατ' αντιμωλία διαδικασίας κοινοποιείται αμέσως στον καθ' ου η προσφυγή.

Άρθρο 22

Υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής

1.   Το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής, το οποίο κατατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 1 τέταρτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, περιλαμβάνει σαφή και συγκεκριμένο προσδιορισμό των ακόλουθων στοιχείων:

α)

της διαδικασίας προσφυγής την οποία αφορά, με μνεία είτε του σχετικού αριθμού πρωτοκόλλου της προσφυγής είτε της προσβαλλόμενης απόφασης σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού·

β)

των λόγων προσφυγής βάσει των οποίων ζητείται η ακύρωση της επίμαχης απόφασης εντός των ορίων που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού·

γ)

των πραγματικών περιστατικών, των αποδεικτικών στοιχείων και των επιχειρημάτων που προβάλλονται προς υποστήριξη των επικαλούμενων λόγων προσφυγής σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 55 παράγραφος 2.

2.   Το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής κατατίθεται στη γλώσσα της διαδικασίας προσφυγής, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφοι 2 και 3. Εάν το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής κατατεθεί σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ένωσης, ο προσφεύγων οφείλει να υποβάλει μετάφρασή του εντός ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής του πρωτότυπου υπομνήματος.

Άρθρο 23

Παραδεκτό προσφυγής

1.   Το τμήμα προσφυγών απορρίπτει προσφυγή ως απαράδεκτη σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν το δικόγραφο της προσφυγής δεν κατατεθεί εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης·

β)

εάν η προσφυγή δεν πληροί τους όρους των άρθρων 58 και 59 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή τους όρους του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και του άρθρου 21 παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν οι εν λόγω ελλείψεις αποκατασταθούν εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης·

γ)

εάν το δικόγραφο της προσφυγής δεν πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) γ) και ε) και ο προσφεύγων, παρότι έχει ενημερωθεί σχετικά από το τμήμα προσφυγών, δεν αποκαταστήσει τις εν λόγω ελλείψεις εντός της προθεσμίας που του έταξε συναφώς το τμήμα προσφυγών·

δ)

εάν το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής δεν κατατεθεί εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης·

ε)

εάν το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής δεν πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) και ο προσφεύγων, παρότι έχει ενημερωθεί σχετικά από το τμήμα προσφυγών, δεν αποκαταστήσει τις εν λόγω ελλείψεις εντός της προθεσμίας που του έταξε συναφώς το τμήμα προσφυγών ή δεν υποβάλει τη μετάφραση του υπομνήματος που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής εντός ενός μηνός από την ημερομηνία κατάθεσης του αρχικού υπομνήματος σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 2.

2.   Όταν φαίνεται ότι η προσφυγή μπορεί να είναι απαράδεκτη, ο πρόεδρος του τμήματος προσφυγών στο οποίο έχει ανατεθεί η υπόθεση σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 μπορεί να ζητά από το τμήμα προσφυγών να αποφασίσει χωρίς καθυστέρηση επί του παραδεκτού της προσφυγής, πριν από την κοινοποίηση στον καθ' ου η προσφυγή του δικογράφου της προσφυγής ή του υπομνήματος που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής, αναλόγως την περίπτωση.

3.   Το τμήμα προσφυγών κηρύσσει την προσφυγή θεωρούμενη ως μη υποβληθείσα εάν το τέλος προσφυγής καταβληθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας που τάσσεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 πρώτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 24

Αντίκρουση

1.   Σε κατ' αντιμωλία διαδικασίες ο καθ' ου η προσφυγή μπορεί να καταθέσει δικόγραφο αντίκρουσης εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης του υπομνήματος του προσφεύγοντος που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του καθ' ου η προσφυγή.

2.   Το δικόγραφο αντίκρουσης περιλαμβάνει το όνομα και τη διεύθυνση του καθ' ου η προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431 και πληροί, κατ' αναλογία, τους όρους του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ), του άρθρου 22 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ) και του άρθρου 22 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 25

Αντίθετη προσφυγή

1.   Όταν ο καθ' ου η προσφυγή ζητά την έκδοση απόφασης για την ακύρωση ή την τροποποίηση της επίμαχης απόφασης επί σημείου που δεν εθίγη στην προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η σχετική αντίθετη προσφυγή κατατίθεται εντός της προθεσμίας για την κατάθεση αντίκρουσης σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

2.   Η αντίθετη προσφυγή ασκείται με χωριστό δικόγραφο, διαφορετικό από αυτό του υπομνήματος αντίκρουσης.

3.   Το δικόγραφο της αντίθετης προσφυγής περιλαμβάνει το όνομα και τη διεύθυνση του καθ' ου η προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431 και πληροί, κατ' αναλογία, τους όρους του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ε) και του άρθρου 22 του παρόντος κανονισμού.

4.   Αντίθετη προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν δεν κατατεθεί εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1·

β)

εάν δεν κατατεθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται είτε στην παράγραφο 2 είτε στο άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

γ)

εάν δεν πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και ο καθ' ου η προσφυγή, παρότι έχει ενημερωθεί σχετικά από το τμήμα προσφυγών, δεν αποκαταστήσει τις εν λόγω ελλείψεις εντός της προθεσμίας που του έταξε συναφώς το τμήμα προσφυγών ή δεν υποβάλει τη μετάφραση της αντίθετης προσφυγής και του αντίστοιχου υπομνήματος εντός ενός μηνός από την ημερομηνία κατάθεσης του αρχικού δικογράφου.

5.   Ο προσφεύγων καλείται να υποβάλει παρατηρήσεις επί της αντίθετης προσφυγής του καθ' ου η προσφυγή εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της στον προσφεύγοντα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί από το τμήμα προσφυγών κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του προσφεύγοντος. Το άρθρο 26 εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

Άρθρο 26

Υπομνήματα απάντησης και ανταπάντησης σε κατ' αντιμωλία διαδικασίες

1.   Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του προσφεύγοντος που κατατίθεται εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση του δικογράφου αντίκρουσης, το τμήμα προσφυγών μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 63 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, να επιτρέψει στον προσφεύγοντα να συμπληρώσει το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής μέσω υπομνήματος απάντησης εντός προθεσμίας που του τάσσει το τμήμα προσφυγών.

2.   Στην περίπτωση αυτή, το τμήμα προσφυγών επιτρέπει και στον καθ' ου η προσφυγή να συμπληρώσει το υπόμνημα αντίκρουσης μέσω υπομνήματος ανταπάντησης εντός προθεσμίας που του τάσσει το τμήμα προσφυγών.

Άρθρο 27

Εξέταση της προσφυγής

1.   Σε διαδικασίες ex parte και σε σχέση με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που εμπίπτουν στο αντικείμενο της προσφυγής, το τμήμα προσφυγών, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ακολουθεί τη διαδικασία του άρθρου 37 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 όταν εγείρει λόγο απόρριψης της αίτησης σήματος του οποίου δεν έχει ήδη γίνει επίκληση στην προσβαλλόμενη απόφαση κατ' εφαρμογή της εν λόγω διάταξης.

2.   Σε κατ' αντιμωλία διαδικασίες η εξέταση της προσφυγής και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, της αντίθετης προσφυγής, περιορίζεται στους λόγους των οποίων γίνεται επίκληση στο υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στο δικόγραφο της αντίθετης προσφυγής. Νομικά ζητήματα που δεν εγείρονται από τους διαδίκους εξετάζονται από το τμήμα προσφυγών μόνον εφόσον αφορούν την παράβαση ουσιώδους τύπου ή είναι αναγκαία η λήψη απόφασης επί αυτών προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ενόψει των πραγματικών περιστατικών, των αποδεικτικών στοιχείων και των επιχειρημάτων που παραθέτουν οι διάδικοι.

3.   Η εξέταση της προσφυγής καλύπτει επίσης τους ακόλουθους ισχυρισμούς ή αιτήματα εφόσον εκτίθενται στο υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής ή την αντίθετη προσφυγή, αναλόγως την περίπτωση, και έχουν εγερθεί εγκαίρως στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του οργάνου του Γραφείου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση:

α)

απόκτηση διακριτικού χαρακτήρα λόγω χρήσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 και το άρθρο 52 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

β)

αναγνωρισιμότητα του προγενέστερου σήματος στην αγορά που αποκτήθηκε λόγω χρήσης για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

απόδειξη της χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή το άρθρο 57 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

4.   Σύμφωνα με το άρθρο 76 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το τμήμα προσφυγών μπορεί να λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά των οποίων γίνεται επίκληση ή αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιόν του μόνον εφόσον τα εν λόγω πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

έχουν, εκ πρώτης όψεως, πιθανόν σημασία για την έκβαση της υπόθεσης· και

β)

δεν παρατέθηκαν εμπρόθεσμα για βάσιμους λόγους, ιδίως σε περίπτωση που απλώς συμπληρώνουν σχετικά πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που έχουν ήδη υποβληθεί εμπρόθεσμα, ή κατατίθενται προς αντίκρουση διαπιστώσεων που διατυπώθηκαν ή πραγματικών περιστατικών και αποδεικτικών στοιχείων που εξετάστηκαν αυτεπαγγέλτως από το πρωτοβάθμιο όργανο λήψης αποφάσεων στην προσβαλλόμενη απόφαση.

5.   Το τμήμα προσφυγών, το αργότερο με την απόφασή του επί της προσφυγής και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, της αντίθετης προσφυγής, αποφαίνεται επί των αιτημάτων περιορισμού, διαίρεσης ή μερικής παραίτησης από το επίδικο σήμα που έχουν διατυπωθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας προσφυγής από τον καταθέτη ή τον δικαιούχο σύμφωνα με τα άρθρα 43, 44 ή 50 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Εάν το τμήμα προσφυγών κάνει δεκτό τον περιορισμό, τη διαίρεση ή τη μερική παραίτηση, ενημερώνει αμελλητί το τμήμα στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει το μητρώο και τα τμήματα που επιλαμβάνονται παράλληλων διαδικασιών που αφορούν το ίδιο σήμα.

Άρθρο 28

Ανακοινώσεις από το τμήμα προσφυγών

1.   Οι ανακοινώσεις στις οποίες προβαίνει το τμήμα προσφυγών στο πλαίσιο της εξέτασης της προσφυγής ή με στόχο να διευκολύνει τον φιλικό διακανονισμό της διαφοράς συντάσσονται από τον εισηγητή και υπογράφονται από τον εισηγητή εξ ονόματος του τμήματος προσφυγών, σε συνεννόηση με τον πρόεδρο του τμήματος προσφυγών.

2.   Όταν το τμήμα προσφυγών ανακοινώνει στους διαδίκους την προσωρινή θέση του επί πραγματικών ή νομικών ζητημάτων, δηλώνει ότι δεν δεσμεύεται από την εν λόγω ανακοίνωση.

Άρθρο 29

Παρατηρήσεις επί ζητημάτων γενικού ενδιαφέροντος

Το τμήμα προσφυγών μπορεί, με δική του πρωτοβουλία ή ύστερα από έγγραφη και αιτιολογημένη αίτηση του εκτελεστικού διευθυντή του Γραφείου, να καλεί τον εκτελεστικό διευθυντή να διατυπώσει παρατηρήσεις επί ζητημάτων γενικού ενδιαφέροντος τα οποία προκύπτουν στο πλαίσιο διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιόν του. Οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να υποβάλουν δικές τους παρατηρήσεις επί των παρατηρήσεων του εκτελεστικού διευθυντή.

Άρθρο 30

Εκ νέου εξέταση απόλυτων λόγων

1.   Εάν, στο πλαίσιο διαδικασίας ex parte, το τμήμα προσφυγών κρίνει ότι μπορεί να συντρέχει απόλυτος λόγος απαραδέκτου για προϊόντα ή υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στην αίτηση σήματος αλλά που δεν εντάσσονται στο αντικείμενο της προσφυγής, ενημερώνει τον εξεταστή που είναι αρμόδιος για την εξέταση της εν λόγω αίτησης, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει την εκ νέου εξέτασή της σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 σε σχέση με τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.

2.   Σε περίπτωση που έχει ασκηθεί προσφυγή κατά απόφασης του τμήματος ανακοπών, το τμήμα προσφυγών μπορεί, μέσω αιτιολογημένης μη οριστικής απόφασης και με την επιφύλαξη του άρθρου 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, να αναστείλει τη διαδικασία προσφυγής και να αναπέμψει την επίμαχη αίτηση στον εξεταστή που είναι αρμόδιος για την εξέταση της εν λόγω αίτησης, εισηγούμενο την εκ νέου εξέταση της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εάν κρίνει ότι συντρέχει απόλυτος λόγος απαραδέκτου ως προς το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στην αίτηση σήματος.

3.   Σε περίπτωση αναπομπής της επίδικης αίτησης κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2, ο εξεταστής γνωστοποιεί αμελλητί στο τμήμα προσφυγών εάν προβαίνει σε εκ νέου εξέταση της επίδικης αίτησης. Σε περίπτωση εκ νέου εξέτασης, η διαδικασία προσφυγής παραμένει σε αναστολή έως ότου ληφθεί απόφαση από τον εξεταστή και, σε περίπτωση απόρριψης της επίδικης αίτησης εν όλω ή εν μέρει, έως ότου η σχετική απόφαση του εξεταστή καταστεί τελεσίδικη.

Άρθρο 31

Εξέταση προσφυγής κατά προτεραιότητα

1.   Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του προσφεύγοντος ή του καθ' ου η προσφυγή και κατόπιν ακρόασης του έτερου διαδίκου, το τμήμα προσφυγών μπορεί να αποφασίσει, λαμβάνοντας υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης, να εξετάσει την προσφυγή κατά προτεραιότητα, τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 23 και 26, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων σχετικά με τις προθεσμίες.

2.   Το αίτημα για εξέταση της προσφυγής κατά προτεραιότητα υποβάλλεται ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προσφυγής. Υποβάλλεται με χωριστό έγγραφο και τεκμηριώνεται με αποδεικτικά στοιχεία ως προς τον επείγοντα χαρακτήρα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης.

Άρθρο 32

Τυπικό περιεχόμενο της απόφασης του τμήματος προσφυγών

Η απόφαση του τμήματος προσφυγών περιλαμβάνει:

α)

μνεία ότι εκδόθηκε από το τμήμα προσφυγών·

β)

την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης·

γ)

τα στοιχεία των διαδίκων και των αντιπροσώπων τους·

δ)

τον αριθμό της προσφυγής την οποία αφορά και προσδιορισμό της προσβαλλόμενης απόφασης σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

ε)

μνεία ως προς τη σύνθεση του τμήματος προσφυγών·

στ)

το όνομα και, με την επιφύλαξη του άρθρου 39 παράγραφος 5, την υπογραφή του προέδρου και των μελών που μετείχαν στη λήψη της απόφασης, συμπεριλαμβανομένης μνείας του προσώπου που ενήργησε ως εισηγητής στην υπόθεση ή, εάν η απόφαση εκδόθηκε από μονομελές τμήμα, το όνομα και την υπογραφή του μέλους που την έλαβε·

ζ)

το όνομα και την υπογραφή του γραμματέα ή, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, του μέλους της γραμματείας που υπογράφει για λογαριασμό του γραμματέα·

η)

συνοπτική έκθεση των πραγματικών περιστατικών που επικαλέστηκαν οι διάδικοι και των επιχειρημάτων που διατύπωσαν·

θ)

παράθεση του σκεπτικού της απόφασης·

ι)

το διατακτικό του τμήματος προσφυγών, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον συντρέχει περίπτωση, της απόφασης σχετικά με τα δικαστικά έξοδα.

Άρθρο 33

Επιστροφή του τέλους προσφυγής

Το τέλος προσφυγής επιστρέφεται κατόπιν εντολής του τμήματος προσφυγών σε οποιαδήποτε από τις παρακάτω περιπτώσεις:

α)

όταν η προσφυγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 1 δεύτερη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

β)

όταν το όργανο λήψης αποφάσεων του Γραφείου που έλαβε την επίμαχη απόφαση αποφασίζει να προβεί σε αναθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή ανακαλεί την επίμαχη απόφαση κατ' εφαρμογή του άρθρου 80 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

όταν, κατόπιν διαδικασίας εκ νέου εξέτασης κατά την έννοια του άρθρου 40 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ύστερα από εισήγηση του τμήματος προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, η επίδικη αίτηση απορριφθεί με τελεσίδικη απόφαση του εξεταστή και η προσφυγή καταστεί, για τον λόγο αυτόν, άνευ αντικειμένου·

δ)

όταν το τμήμα προσφυγών θεωρεί την επιστροφή του τέλους προσφυγής δίκαιη λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας.

Άρθρο 34

Αναθεώρηση και ανάκληση της προσβαλλόμενης απόφασης

1.   Εάν, στο πλαίσιο διαδικασίας ex parte, η προσφυγή δεν απορριφθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1, το τμήμα προσφυγών παραπέμπει το δικόγραφο της προσφυγής και το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής στο όργανο λήψης αποφάσεων του Γραφείου που εξέδωσε την επίμαχη απόφαση για τους σκοπούς του άρθρου 61 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

2.   Εάν το όργανο λήψης αποφάσεων του Γραφείου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση αποφασίσει να προβεί σε αναθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ενημερώνει αμελλητί το τμήμα προσφυγών.

3.   Εάν το όργανο λήψης αποφάσεων του Γραφείου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση κινήσει τη διαδικασία για ανάκληση της προσβαλλόμενης απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 80 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ενημερώνει αμελλητί σχετικά το τμήμα προσφυγών για τους σκοπούς του άρθρου 71 του παρόντος κανονισμού. Ενημερώνει επίσης αμελλητί το τμήμα προσφυγών σχετικά με την τελική έκβαση της διαδικασίας.

Άρθρο 35

Κατανομή της προσφυγής σε τμήμα και ορισμός εισηγητή

1.   Αφ' ης στιγμής κατατεθεί το δικόγραφο της προσφυγής, ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών κατανέμει την υπόθεση σε τμήμα προσφυγής βάσει των αντικειμενικών κριτηρίων που καθορίζονται από το προεδρείο των τμημάτων προσφυγών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 136 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

2.   Για κάθε υπόθεση που κατανέμεται σε τμήμα προσφυγών σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο πρόεδρος του εν λόγω τμήματος προσφυγών ορίζει ένα μέλος του τμήματος, ή τον πρόεδρό του, ως εισηγητή.

3.   Όταν μια υπόθεση υπάγεται στην αρμοδιότητα μονομελούς τμήματος σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1, το επιληφθέν τμήμα προσφυγών ορίζει ως μονομελές τμήμα τον εισηγητή σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

4.   Όταν απόφαση τμήματος προσφυγών ακυρωθεί ή τροποποιηθεί με τελεσίδικη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ή, κατά περίπτωση, του Δικαστηρίου, ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών, προς τον σκοπό της συμμόρφωσης με την απόφαση αυτή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 65 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, κατανέμει εκ νέου την υπόθεση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε τμήμα προσφυγών, στη σύνθεση του οποίου δεν περιλαμβάνονται τα μέλη που έλαβαν την ακυρωθείσα απόφαση, εκτός εάν η υπόθεση παραπέμπεται στο διευρυμένο τμήμα προσφυγών (το «τμήμα μείζονος συνθέσεως») ή εάν η ακυρωθείσα απόφαση ελήφθη από το τμήμα μείζονος συνθέσεως.

5.   Εάν κατά της ίδιας απόφασης έχουν ασκηθεί περισσότερες της μίας προσφυγές, αυτές εξετάζονται στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας. Εάν έχουν ασκηθεί προσφυγές με τους ίδιους διαδίκους κατά διαφορετικών αποφάσεων που αφορούν το ίδιο σήμα ή που έχουν κοινά άλλα σχετικά πραγματικά ή νομικά στοιχεία, οι προσφυγές αυτές μπορεί, εφόσον συμφωνούν οι διάδικοι, να εξεταστούν στο πλαίσιο κοινής διαδικασίας.

Άρθρο 36

Υποθέσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα μονομελούς τμήματος

1.   Το επιληφθέν τμήμα προσφυγών μπορεί να ορίζει μονομελές τμήμα κατά την έννοια του άρθρου 135 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 για τους σκοπούς των ακόλουθων αποφάσεων:

α)

αποφάσεων βάσει του άρθρου 23·

β)

αποφάσεων που περατώνουν τη διαδικασία προσφυγής κατόπιν απόσυρσης, απόρριψης, παραίτησης ή ακύρωσης του επίδικου ή του προγενέστερου σήματος·

γ)

αποφάσεων που περατώνουν τη διαδικασία προσφυγής κατόπιν απόσυρσης της ανακοπής, της αίτησης έκπτωσης ή ακυρότητας, ή της προσφυγής·

δ)

αποφάσεων επί μέτρων βάσει του άρθρου 79δ παράγραφος 1 και του άρθρου 80 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εφόσον η διόρθωση ή, κατά περίπτωση, η ανάκληση της απόφασης επί της προσφυγής αφορά απόφαση που ελήφθη από μονομελές τμήμα·

ε)

αποφάσεων βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

στ)

αποφάσεων βάσει του άρθρου 85 παράγραφοι 3, 4 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

ζ)

αποφάσεων επί προσφυγών κατά αποφάσεων στο πλαίσιο διαδικασιών ex parte που έχουν ληφθεί βάσει των λόγων του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 οι οποίες είναι είτε προδήλως αβάσιμες είτε προδήλως βάσιμες.

2.   Όταν το μονομελές τμήμα κρίνει ότι οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 ή στο άρθρο 135 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 δεν συντρέχουν ή έπαυσαν να συντρέχουν, το μονομελές τμήμα αναπέμπει την υπόθεση στο τμήμα προσφυγών υπό την τριμελή σύνθεσή του υποβάλλοντας σχέδιο απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 41 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 37

Παραπομπή στο τμήμα μείζονος συνθέσεως

1.   Με την επιφύλαξη της δυνατότητας παραπομπής υπόθεσης στο τμήμα μείζονος συνθέσεως βάσει του άρθρου 135 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, τμήμα προσφυγών παραπέμπει υπόθεση της οποίας έχει επιληφθεί στο τμήμα μείζονος συνθέσεως εάν εκτιμά ότι οφείλει να αποκλίνει από ερμηνεία της ισχύουσας νομοθεσίας την οποία έχει ακολουθήσει σε προηγούμενη απόφασή του το τμήμα μείζονος συνθέσεως ή εάν διαπιστώσει ότι τα τμήματα προσφυγών έχουν εκδώσει αποκλίνουσες αποφάσεις επί νομικού ζητήματος που είναι πιθανόν να επηρεάζει την έκβαση της υπόθεσης.

2.   Όλες οι αποφάσεις παραπομπής υπόθεσης προσφυγής στο τμήμα μείζονος συνθέσεως αναφέρουν τους λόγους βάσει των οποίων η παραπομπή κρίνεται ενδεδειγμένη από το τμήμα προσφυγών που προβαίνει στην παραπομπή ή, κατά περίπτωση, το προεδρείο των τμημάτων προσφυγών, κοινοποιούνται στους διαδίκους της υπόθεσης και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.

3.   Το τμήμα μείζονος συνθέσεως αναπέμπει αμελλητί την υπόθεση στο τμήμα προσφυγών που είχε αρχικά επιληφθεί της υπόθεσης εάν εκτιμά ότι οι προϋποθέσεις που οδήγησαν στην παραπομπή δεν συντρέχουν ή έπαυσαν να συντρέχουν.

4.   Τα αιτήματα για την έκδοση αιτιολογημένης γνώμης επί νομικού ζητήματος σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 παραπέμπονται εγγράφως στο τμήμα μείζονος συνθέσεως, μνημονεύουν τα νομικά ζητήματα επί των οποίων ζητείται ερμηνεία, ενώ μπορεί επίσης να μνημονεύουν την άποψη του εκτελεστικού διευθυντή επί των διαφόρων πιθανών ερμηνειών, καθώς και τις νομικές και πρακτικές συνέπειες της κάθε ερμηνείας. Τα αιτήματα δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.

5.   Εάν τμήμα προσφυγών καλείται να λάβει απόφαση στο πλαίσιο υπόθεσης της οποίας έχει επιληφθεί επί νομικού ζητήματος που έχει ήδη παραπεμφθεί στο τμήμα μείζονος συνθέσεως σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 3 ή το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αναστέλλει τη διαδικασία έως ότου το τμήμα μείζονος συνθέσεως λάβει την απόφασή του ή διατυπώσει την αιτιολογημένη γνώμη του.

6.   Ομάδες ή φορείς που εκπροσωπούν συμφέροντα κατασκευαστών, παραγωγών, παρόχων υπηρεσιών, εμπόρων ή καταναλωτών και που μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν έννομο συμφέρον σε σχέση με το αποτέλεσμα προσφυγής ή αιτήματος για την έκδοση αιτιολογημένης γνώμης που έχει παραπεμφθεί στο τμήμα μείζονος συνθέσεως μπορούν να υποβάλουν έγγραφες παρατηρήσεις εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου της απόφασης παραπομπής ή, κατά περίπτωση, του αιτήματος για την έκδοση αιτιολογημένης γνώμης. Δεν έχουν την ιδιότητα του διαδίκου στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως και βαρύνονται με τα δικαστικά τους έξοδα.

Άρθρο 38

Μεταβολή της σύνθεσης τμήματος προσφυγών

1.   Εάν, μετά την προφορική διαδικασία, η σύνθεση τμήματος προσφυγών μεταβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφοι 2 και 3, όλοι οι διάδικοι ενημερώνονται ότι, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε διαδίκου, θα διεξαχθεί νέα προφορική διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών υπό τη νέα του σύνθεση. Νέα προφορική διαδικασία διεξάγεται, επίσης, κατόπιν αίτησης του νέου μέλους του τμήματος και εφόσον συμφωνούν τα λοιπά μέλη του τμήματος προσφυγών.

2.   Οι μη οριστικές αποφάσεις που τυχόν έχουν ήδη ληφθεί δεσμεύουν το νέο μέλος του τμήματος προσφυγών στον ίδιο βαθμό που δεσμεύουν και τα λοιπά μέλη.

Άρθρο 39

Διάσκεψη, ψηφοφορία και υπογραφή αποφάσεων

1.   Ο εισηγητής υποβάλει σχέδιο της απόφασης προς έκδοση στα υπόλοιπα μέλη του τμήματος προσφυγών και ορίζει εύλογη προθεσμία για την προβολή αντιρρήσεων ή την αίτηση αλλαγών.

2.   Το τμήμα προσφυγών διασκέπτεται επί της απόφασης προς έκδοση εάν διαφαίνεται ότι δεν επικρατεί ομοφωνία μεταξύ των μελών του. Στις διασκέψεις μετέχουν μόνο μέλη του τμήματος προσφυγών· ο πρόεδρος του τμήματος προσφυγών μπορεί, ωστόσο, να επιτρέπει την παρουσία άλλων υπαλλήλων, όπως του γραμματέα ή διερμηνέων. Οι διασκέψεις είναι και παραμένουν μυστικές.

3.   Κατά τις διασκέψεις των μελών τμήματος προσφυγών ακούγεται πρώτα η γνώμη του εισηγητή και, εάν εισηγητής δεν είναι ο πρόεδρος του τμήματος, ακούγεται τελευταία η γνώμη του προέδρου.

4.   Εάν είναι αναγκαία ψηφοφορία, ακολουθείται η ίδια σειρά, εκτός εάν ο πρόεδρος είναι και εισηγητής· στην περίπτωση αυτή, ψηφίζει τελευταίος. Δεν επιτρέπεται αποχή από την ψηφοφορία.

5.   Η απόφαση υπογράφεται από όλα τα μέλη του τμήματος προσφυγών που τη λαμβάνει. Ωστόσο, όταν το τμήμα προσφυγών έχει ήδη λάβει οριστική απόφαση και συντρέχει κώλυμα μέλους, το μέλος αυτό δεν αντικαθίσταται και ο πρόεδρος του τμήματος υπογράφει την απόφαση για λογαριασμό του. Σε περίπτωση κωλύματος του προέδρου του τμήματος, την απόφαση για λογαριασμό του προέδρου υπογράφει το αρχαιότερο μέλος του τμήματος προσφυγών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 43 παράγραφος 1.

6.   Οι παράγραφοι 1 έως 5 δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αποφάσεων προς έκδοση από μονομελές τμήμα σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και το άρθρο 36 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αποφάσεις υπογράφονται από το μοναδικό μέλος του τμήματος.

Άρθρο 40

Πρόεδρος τμήματος προσφυγών

Σε κάθε τμήμα προσφυγών προεδρεύει πρόεδρος, ο οποίος επιφορτίζεται με τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

ορίζει ένα μέλος του τμήματος προσφυγών ή τον εαυτό του ως εισηγητή σε κάθε υπόθεση της οποίας επιλαμβάνεται το εν λόγω τμήμα προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2·

β)

ορίζει, για λογαριασμό του τμήματος προσφυγών, τον εισηγητή ως μονομελές τμήμα σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

ζητά από το τμήμα προσφυγών να αποφανθεί επί του παραδεκτού της προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

δ)

διευθύνει την προπαρασκευαστική εξέταση της υπόθεσης που διενεργείται από τον εισηγητή σύμφωνα με το άρθρο 41 του παρόντος κανονισμού·

ε)

προεδρεύει και υπογράφει τα πρακτικά της προφορικής διαδικασίας και της αποδεικτικής διαδικασίας.

Άρθρο 41

Εισηγητής τμήματος προσφυγών

1.   Ο εισηγητής εξετάζει προκαταρκτικά την προσφυγή που του έχει ανατεθεί, προετοιμάζει την υπόθεση για εξέταση και διαβούλευση από το τμήμα προσφυγών και συντάσσει το σχέδιο απόφασης προς λήψη από το τμήμα προσφυγών.

2.   Προς τούτο, ο εισηγητής, όπου είναι αναγκαίο και υπό την καθοδήγηση του προέδρου του τμήματος προσφυγών, επιφορτίζεται με τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

καλεί τους διαδίκους να υποβάλουν παρατηρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 63 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

β)

αποφαίνεται επί αιτημάτων παράτασης προθεσμιών και, όπου συντρέχει περίπτωση, τάσσει προθεσμίες κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 1, του άρθρου 25 παράγραφος 5 και του άρθρου 26 του παρόντος κανονισμού, και αποφαίνεται επί αναστολών σύμφωνα με το άρθρο 71·

γ)

συντάσσει ανακοινώσεις σύμφωνα με το άρθρο 28 και προετοιμάζει την προφορική διαδικασία·

δ)

υπογράφει τα πρακτικά της προφορικής και της αποδεικτικής διαδικασίας.

Άρθρο 42

Γραμματεία

1.   Στα τμήματα προσφυγών συγκροτούνται γραμματείες. Η γραμματεία επιφορτίζεται με την παραλαβή, τη διαβίβαση, τη φύλαξη και την κοινοποίηση όλων των εγγράφων της διαδικασίας ενώπιον των τμημάτων προσφυγών, καθώς και με την κατάρτιση των σχετικών φακέλων.

2.   Προϊστάμενος της γραμματείας είναι ο γραμματέας. Ο γραμματέας ασκεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο υπό την εποπτεία του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3.

3.   Ο γραμματέας μεριμνά για την τήρηση όλων των τυπικών προϋποθέσεων και των προθεσμιών που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, στον παρόντα κανονισμό ή σε αποφάσεις του προεδρείου των τμημάτων προσφυγών που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 4 στοιχεία γ) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Προς τούτο, ο γραμματέας επιφορτίζεται με τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

υπογράφει τις αποφάσεις επί προσφυγών που λαμβάνονται από τα τμήματα προσφυγών·

β)

τηρεί και υπογράφει τα πρακτικά των προφορικών και των αποδεικτικών διαδικασιών·

γ)

υποβάλλει, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος του τμήματος προσφυγών, αιτιολογημένες γνώμες στο τμήμα προσφυγών σχετικά με ζητήματα ουσιώδους τύπου και τυπικών απαιτήσεων, όπως, μεταξύ άλλων, σχετικά με παρατυπίες βάσει του άρθρου 23 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

δ)

παραπέμπει την προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού στο όργανο του Γραφείου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση·

ε)

διατάσσει, για λογαριασμό του τμήματος προσφυγών, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 33 στοιχεία α) και β) του παρόντος κανονισμού, την επιστροφή του τέλους προσφυγής.

4.   Ο γραμματέας, κατόπιν ανάθεσης από τον πρόεδρο των τμημάτων προσφυγών, επιφορτίζεται με τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

κατανέμει υποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφοι 1 και 4·

β)

εφαρμόζει, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αποφάσεις του προεδρείου των τμημάτων προσφυγών που αφορούν τη διεξαγωγή των διαδικασιών ενώπιον των τμημάτων προσφυγών.

5.   Ο γραμματέας μπορεί, κατόπιν ανάθεσης από το προεδρείο των τμημάτων προσφυγών που πραγματοποιείται έπειτα από πρόταση του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, να ασκεί και άλλα καθήκοντα σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδικασιών προσφυγής ενώπιον των τμημάτων προσφυγών και την οργάνωση των εργασιών τους.

6.   Ο γραμματέας μπορεί να αναθέτει τα καθήκοντα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο σε μέλος της γραμματείας.

7.   Σε περίπτωση κωλύματος του γραμματέα κατά την έννοια του άρθρου 43 παράγραφος 4 ή χηρείας της θέσης του γραμματέα, ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών ορίζει μέλος της γραμματείας για να ασκεί τα καθήκοντα του γραμματέα κατά την απουσία του γραμματέα.

8.   Τα μέλη της γραμματείας εργάζονται υπό τη διεύθυνση του γραμματέα.

Άρθρο 43

Σειρά αρχαιότητας και αντικατάσταση μελών και προέδρων

1.   Η αρχαιότητα των προέδρων και των μελών τμημάτων προσφυγών καθορίζεται από τον χρόνο ανάληψης των καθηκόντων τους όπως αυτός ορίζεται στην πράξη διορισμού τους ή, άλλως, όπως έχει καθοριστεί από το διοικητικό συμβούλιο του Γραφείου. Σε περίπτωση ίδιας αρχαιότητας βάσει του παραπάνω κριτηρίου, η σειρά αρχαιότητας καθορίζεται από την ηλικία. Οι πρόεδροι και τα μέλη τμημάτων προσφυγών των οποίων η θητεία ανανεώνεται διατηρούν την προηγούμενη αρχαιότητά τους.

2.   Σε περίπτωση κωλύματος του προέδρου τμήματος προσφυγών, ο εν λόγω πρόεδρος αντικαθίσταται, βάσει της σειράς αρχαιότητας που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, από το αρχαιότερο μέλος αυτού του τμήματος προσφυγών ή, όταν δεν είναι διαθέσιμο κανένα μέλος αυτού του τμήματος προσφυγών, από το αρχαιότερο των υπολοίπων μελών των τμημάτων προσφυγών.

3.   Σε περίπτωση κωλύματος μέλους τμήματος προσφυγών, το εν λόγω μέλος αντικαθίσταται, βάσει της σειράς αρχαιότητας που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, από το αρχαιότερο μέλος αυτού του τμήματος προσφυγών ή, όταν δεν είναι διαθέσιμο κανένα μέλος αυτού του τμήματος προσφυγών, από το αρχαιότερο των υπολοίπων μελών των τμημάτων προσφυγών.

4.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 2 και 3, για τους προέδρους και τα μέλη των τμημάτων προσφυγών θεωρείται ότι συντρέχει κώλυμα σε περίπτωση άδειας, ασθένειας, ανειλημμένων υποχρεώσεων και αποκλεισμού σύμφωνα με το άρθρο 137 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και το άρθρο 35 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού. Επίσης, θεωρείται ότι συντρέχει κώλυμα για πρόεδρο τμήματος προσφυγών σε περίπτωση που ο εν λόγω πρόεδρος εκτελεί προσωρινώς χρέη προέδρου των τμημάτων προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση χηρείας της θέσης προέδρου ή μέλους τμήματος προσφυγών, τα αντίστοιχα καθήκοντά τους ασκούνται προσωρινώς σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου που αφορούν την αντικατάσταση.

5.   Κάθε μέλος τμήματος προσφυγών που θεωρεί ότι αντιμετωπίζει κώλυμα ενημερώνει αμελλητί τον πρόεδρο του οικείου τμήματος προσφυγών. Κάθε πρόεδρος τμήματος προσφυγών που θεωρεί ότι αντιμετωπίζει κώλυμα ενημερώνει αμελλητί ταυτόχρονα τόσο τον αναπληρωτή του που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 όσο και τον πρόεδρο των τμημάτων προσφυγών.

Άρθρο 44

Αποκλεισμός και εξαίρεση

1.   Πριν από τη λήψη απόφασης από τμήμα προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 137 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ο ενδιαφερόμενος πρόεδρος ή το μέλος καλείται να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σχετικά με το εάν υπάρχει λόγος αποκλεισμού ή εξαίρεσης.

2.   Εάν το τμήμα προσφυγών λάβει γνώση, από πηγή άλλη πλην του ίδιου του ενδιαφερόμενου μέλους ή διαδίκου, της ενδεχόμενης ύπαρξης λόγου αποκλεισμού ή εξαίρεσης βάσει του άρθρου 137 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 137 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.   Η σχετική διαδικασία αναστέλλεται έως ότου ληφθεί απόφαση ως προς τη συνέχεια που θα δοθεί σύμφωνα με το άρθρο 137 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 45

Τμήμα μείζονος συνθέσεως

1.   Ο κατάλογος που περιλαμβάνει τα ονόματα όλων των μελών των τμημάτων προσφυγών εκτός του προέδρου των τμημάτων προσφυγών και των προέδρων των επιμέρους τμήματος προσφυγών για τους σκοπούς της εκ περιτροπής επιλογής των μελών του τμήματος μείζονος συνθέσεως όπως αναφέρεται στο άρθρο 136α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 καταρτίζεται βάσει της σειράς αρχαιότητας που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση παραπομπής προσφυγής στο τμήμα μείζονος συνθέσεως σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το τμήμα μείζονος συνθέσεως περιλαμβάνει τον εισηγητή που έχει οριστεί πριν από την παραπομπή.

2.   Για τον πρόεδρο των τμημάτων προσφυγών που ασκεί καθήκοντα προέδρου του τμήματος μείζονος συνθέσεως εφαρμόζεται το άρθρο 40. Για τον εισηγητή του τμήματος μείζονος συνθέσεως εφαρμόζεται το άρθρο 41.

3.   Σε περίπτωση κωλύματος του προέδρου των τμημάτων προσφυγών ως προς την άσκηση των καθηκόντων του προέδρου του τμήματος μείζονος συνθέσεως, ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών αντικαθίσταται στον ρόλο του αυτόν και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στον ρόλο του εισηγητή του τμήματος μείζονος συνθέσεως, βάσει της σειράς αρχαιότητας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1, από τον αρχαιότερο πρόεδρο τμήματος προσφυγών. Σε περίπτωση κωλύματος μέλους του τμήματος μείζονος συνθέσεως, το μέλος αυτό αντικαθίσταται από άλλο μέλος των τμημάτων προσφυγών που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 136α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Εφαρμόζεται κατ' αναλογία το άρθρο 43 παράγραφοι 4 και 5 του παρόντος κανονισμού.

4.   Το τμήμα μείζονος συνθέσεως δεν διασκέπτεται ούτε διεξάγει ψηφοφορίες επί υποθέσεων, ούτε διεξάγονται προφορικές διαδικασίες ενώπιον του τμήματος μείζονος συνθέσεως, εάν δεν είναι παρόντα τουλάχιστον επτά από τα μέλη του, συμπεριλαμβανομένων του προέδρου του και του εισηγητή.

5.   Για τις διασκέψεις και τις ψηφοφορίες του τμήματος μείζονος συνθέσεως εφαρμόζεται το άρθρο 39 παράγραφοι 1 έως 5. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.

6.   Για τις αποφάσεις του τμήματος μείζονος συνθέσεως και κατ' αναλογία για τις αιτιολογημένες γνώμες του κατά την έννοια του άρθρου 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 εφαρμόζεται το άρθρο 32.

Άρθρο 46

Προεδρείο των τμημάτων προσφυγών

1.   Το προεδρείο των τμημάτων προσφυγών επιφορτίζεται με τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

αποφαίνεται επί της συγκρότησης των τμημάτων προσφυγών·

β)

καθορίζει τα αντικειμενικά κριτήρια για την κατανομή των προσφυγών στα τμήματα προσφυγών και αποφαίνεται επί τυχόν συγκρούσεων ως προς την εφαρμογή τους·

γ)

έπειτα από πρόταση του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, καθορίζει τις απαιτήσεις δαπανών των τμημάτων προσφυγών προκειμένου να συνταχθεί η κατάσταση προβλέψεων δαπανών·

δ)

θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό·

ε)

θεσπίζει κανόνες για τον χειρισμό των περιπτώσεων αποκλεισμού και εξαίρεσης μελών σύμφωνα με το άρθρο 137 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

στ)

καταρτίζει οδηγίες εργασίας για τη γραμματεία·

ζ)

λαμβάνει κάθε άλλο μέτρο προς τον σκοπό της άσκησης των καθηκόντων του σχετικά με τη θέσπιση των κανόνων και την οργάνωση των εργασιών των τμημάτων προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το άρθρο 136 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

2.   Το προεδρείο διασκέπτεται έγκυρα μόνον εφόσον είναι παρόντα τα δύο τρίτα τουλάχιστον των μελών του, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ο πρόεδρος του προεδρείου και ο μισός αριθμός των προέδρων τμήματος προσφυγών, στρογγυλοποιημένος, εάν χρειάζεται, στην αμέσως μεγαλύτερη μονάδα. Οι αποφάσεις του προεδρείου λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.

3.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το προεδρείο σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1, το άρθρο 45 παράγραφος 1 και την παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.

Άρθρο 47

Πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών

1.   Σε περίπτωση κωλύματος του προέδρου των τμημάτων προσφυγών κατά την έννοια του άρθρου 43 παράγραφος 4, οι διοικητικές και οργανωτικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στον πρόεδρο των τμημάτων προσφυγών με το άρθρο 136 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ασκούνται, κατά τη σειρά αρχαιότητας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, από τον αρχαιότερο πρόεδρο τμήματος προσφυγών.

2.   Σε περίπτωση χηρείας της θέσης του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, τα καθήκοντα του προέδρου αυτού ασκούνται προσωρινώς, κατά τη σειρά αρχαιότητας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, από τον αρχαιότερο πρόεδρο τμήματος προσφυγών.

Άρθρο 48

Εφαρμογή στη διαδικασία προσφυγής διατάξεων που αφορούν άλλες διαδικασίες

Πλην εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο, οι διατάξεις που αφορούν τη διαδικασία ενώπιον του οργάνου του Γραφείου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση εφαρμόζονται κατ' αναλογία και στη διαδικασία προσφυγής.

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Άρθρο 49

Κλήτευση σε προφορική διαδικασία

1.   Οι διάδικοι κλητεύονται στην προφορική διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 77 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και εφιστάται η προσοχή τους επί της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Όπου χρειάζεται, το Γραφείο καλεί με την κλήτευση τους διαδίκους να προσκομίσουν όλα τα σχετικά στοιχεία και έγγραφα πριν από την ακροαματική διαδικασία. Το Γραφείο μπορεί να καλεί τους διαδίκους να επικεντρωθούν σε ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα ζητήματα κατά την προφορική διαδικασία. Μπορεί επίσης να παρέχει στους διαδίκους τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στην προφορική διαδικασία μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλων τεχνικών μέσων.

3.   Εάν διάδικος δεν παραστεί στην προφορική διαδικασία ενώπιον του Γραφείου παρά τη δέουσα κλήτευσή του, η διαδικασία μπορεί να συνεχιστεί χωρίς τον εν λόγω διάδικο.

4.   Το Γραφείο μεριμνά ώστε με την ολοκλήρωση της προφορικής διαδικασίας η υπόθεση να είναι ώριμη για την έκδοση απόφασης, εκτός εάν συντρέχουν ειδικοί λόγοι περί του αντιθέτου.

Άρθρο 50

Γλώσσες της προφορικής διαδικασίας

1.   Η προφορική διαδικασία διεξάγεται στη γλώσσα της διαδικασίας, εκτός εάν οι διάδικοι συμφωνήσουν στη χρήση άλλης επίσημης γλώσσας της Ένωσης.

2.   Το Γραφείο μπορεί να επικοινωνεί στο πλαίσιο προφορικής διαδικασίας σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ένωσης και μπορεί να επιτρέπει σε διάδικο, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, να πράξει το ίδιο, εφόσον μπορεί να εξασφαλισθεί η ταυτόχρονη διερμηνεία στη γλώσσα της διαδικασίας. Τα έξοδα της ταυτόχρονης διερμηνείας βαρύνουν τον διάδικο που υπέβαλε το αίτημα ή το Γραφείο, αναλόγως την περίπτωση.

Άρθρο 51

Εξέταση διαδίκων, μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων και διενέργεια αυτοψίας

1.   Εάν το Γραφείο κρίνει αναγκαίο να εξετάσει διαδίκους, μάρτυρες ή πραγματογνώμονες ή να προβεί σε αυτοψία, εκδίδει σχετική μη οριστική απόφαση στην οποία προσδιορίζει τον τρόπο διεξαγωγής των αποδείξεων, τα προς απόδειξη πραγματικά περιστατικά, καθώς και την ημέρα, την ώρα και τον τόπο διεξαγωγής. Εάν η εξέταση μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων ζητήθηκε από έναν από τους διαδίκους, το Γραφείο τάσσει στην απόφασή του προθεσμία εντός της οποίας ο εν λόγω διάδικος οφείλει να του κοινοποιήσει τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μαρτύρων ή των πραγματογνωμόνων.

2.   Η κλήτευση διαδίκων, μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων περιλαμβάνει:

α)

απόσπασμα της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στο οποίο αναφέρονται η ημέρα, η ώρα και ο τόπος διεξαγωγής της διαταχθείσας εξέτασης, καθώς και τα σημεία στα οποία θα εξεταστούν οι διάδικοι, μάρτυρες ή πραγματογνώμονες·

β)

τα ονόματα των διαδίκων και λεπτομέρειες ως προς τα δικαιώματα που δικαιούνται να επικαλεστούν οι μάρτυρες και οι πραγματογνώμονες σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφοι 2 έως 5.

Η κλήτευση παρέχει επίσης στους κλητευθέντες μάρτυρες ή πραγματογνώμονες τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στην προφορική διαδικασία μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλων τεχνικών μέσων.

3.   Το άρθρο 50 παράγραφος 2 εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

Άρθρο 52

Διορισμός πραγματογνωμόνων και υποβολή πραγματογνωμοσύνης

1.   Το Γραφείο αποφασίζει για τη μορφή της πραγματογνωμοσύνης που θα υποβάλουν οι πραγματογνώμονες.

2.   Η απόφαση περί διορισμού πραγματογνωμόνων περιλαμβάνει:

α)

ακριβή περιγραφή των καθηκόντων του πραγματογνώμονα·

β)

την προθεσμία υποβολής της πραγματογνωμοσύνης·

γ)

τα ονόματα των διαδίκων·

δ)

υπόμνηση των δικαιωμάτων που ο πραγματογνώμονας δύναται να επικαλεστεί σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφοι 2, 3 και 4.

3.   Σε περίπτωση διορισμού πραγματογνώμονα, η πραγματογνωμοσύνη υποβάλλεται στη γλώσσα της διαδικασίας ή συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα αυτή. Οι διάδικοι λαμβάνουν αντίγραφο της πραγματογνωμοσύνης, καθώς και της μετάφρασής της, εάν χρειάζεται.

4.   Οι διάδικοι μπορούν να προτείνουν την εξαίρεση πραγματογνώμονα είτε για λόγους ανικανότητας είτε για λόγο που δικαιολογεί την εξαίρεση εξεταστή ή μέλους τμήματος του Γραφείου ή τμήματος προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 137 παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Η πρόταση εξαίρεσης πραγματογνώμονα υποβάλλεται στη γλώσσα της διαδικασίας ή συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα αυτή. Το οικείο τμήμα του Γραφείου αποφαίνεται σχετικά με την εξαίρεση.

Άρθρο 53

Πρακτικά της προφορικής διαδικασίας

1.   Για τις προφορικές ή τις αποδεικτικές διαδικασίες συντάσσονται πρακτικά που περιέχουν:

α)

τον αριθμό της υπόθεσης την οποία αφορά η προφορική διαδικασία και την ημερομηνία της προφορικής διαδικασίας·

β)

τα ονόματα των υπαλλήλων του Γραφείου, των διαδίκων, των αντιπροσώπων τους, καθώς και των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων που είναι παρόντες·

γ)

τις παρατηρήσεις και τα αιτήματα που υπέβαλαν οι διάδικοι·

δ)

τα μέσα διεξαγωγής αποδείξεων·

ε)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, τις εντολές ή την απόφαση που εξέδωσε το Γραφείο.

2.   Τα πρακτικά καθίστανται έγγραφα του φακέλου της σχετικής αίτησης ή καταχώρισης σήματος της ΕΕ και κοινοποιούνται στους διαδίκους.

3.   Σε περίπτωση μαγνητοσκόπησης της προφορικής ή της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου, η μαγνητοσκόπηση υποκαθιστά τα πρακτικά και εφαρμόζεται κατ' αναλογία η παράγραφος 2.

Άρθρο 54

Δαπάνες της αποδεικτικής διαδικασίας στο πλαίσιο προφορικής διαδικασίας

1.   Το Γραφείο μπορεί να εξαρτά τη διεξαγωγή της αποδεικτικής διαδικασίας από την καταβολή εκ μέρους του αιτούντος διαδίκου προκαταβολής προσδιοριζόμενης με βάση έναν κατά προσέγγιση υπολογισμό των σχετικών εξόδων.

2.   Οι κλητευθέντες από το Γραφείο μάρτυρες και πραγματογνώμονες που εμφανίζονται ενώπιόν του δικαιούνται απόδοση εύλογων εξόδων ταξιδίου και διαμονής, εφόσον υποβάλλονται σε τέτοια έξοδα. Το Γραφείο δύναται να καταβάλλει προκαταβολή επί των εξόδων αυτών.

3.   Οι μάρτυρες οι οποίοι δικαιούνται απόδοση των εξόδων σύμφωνα με την παράγραφο 2 δικαιούνται επίσης εύλογη αποζημίωση για ημεραργίες, οι δε πραγματογνώμονες δικαιούνται αμοιβή για την εργασία τους. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται στους μάρτυρες ή πραγματογνώμονες μετά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, όταν αυτοί οι μάρτυρες ή πραγματογνώμονες έχουν κλητευθεί με πρωτοβουλία του Γραφείου.

4.   Τα ποσά και οι προκαταβολές εξόδων που οφείλονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 καθορίζονται από τον εκτελεστικό διευθυντή και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου. Τα ποσά υπολογίζονται με βάση όσα προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ένωσης και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (8) και το σχετικό παράρτημα VII.

5.   Την ευθύνη για τα οφειλόμενα ή καταβληθέντα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 ποσά φέρει:

α)

το Γραφείο, όταν έχει κλητεύσει με δική του πρωτοβουλία τους μάρτυρες ή πραγματογνώμονες·

β)

ο ενδιαφερόμενος διάδικος που έχει ζητήσει την προφορική εξέταση μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων, με την επιφύλαξη της απόφασης ως προς την κατανομή και τον καθορισμό των εξόδων σύμφωνα με τα άρθρα 85 και 86 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και το άρθρο 18 του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/1431. Κάθε διάδικος επιστρέφει στο Γραφείο κάθε αχρεωστήτως καταβληθείσα προκαταβολή.

Άρθρο 55

Εξέταση έγγραφων αποδεικτικών στοιχείων

1.   Το Γραφείο εξετάζει τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο κάθε ενώπιόν του διαδικασίας στον βαθμό που είναι αναγκαίο για τη λήψη απόφασης στην οικεία διαδικασία.

2.   Τα έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία επισυνάπτονται σε υπόμνημα και είναι αριθμημένα κατά αύξοντα αριθμό. Το υπόμνημα περιλαμβάνει ευρετήριο στο οποίο επισημαίνονται για κάθε συνημμένο έγγραφο ή αποδεικτικό στοιχείο:

α)

ο αριθμός του συνημμένου·

β)

σύντομη περιγραφή του εγγράφου ή στοιχείου και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο αριθμός των σελίδων του·

γ)

ο αριθμός σελίδας του υπομνήματος στην οποία μνημονεύεται το έγγραφο ή στοιχείο.

Ο υποβάλλων μπορεί επίσης να επισημάνει στο ευρετήριο των συνημμένων τα συγκεκριμένα εδάφια εγγράφου επί των οποίων στηρίζεται για τη θεμελίωση των επιχειρημάτων του.

3.   Εάν το υπόμνημα ή τα παραρτήματα δεν πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2, το Γραφείο μπορεί να καλέσει τον υποβάλλοντα να αποκαταστήσει τις ελλείψεις εντός προθεσμίας που του τάσσει.

4.   Εάν οι ελλείψεις δεν αποκατασταθούν εντός της προθεσμίας που έταξε το Γραφείο και εάν το Γραφείο εξακολουθεί να μην μπορεί να προσδιορίσει με σαφήνεια ποιον λόγο ή επιχείρημα αφορά ορισμένο έγγραφο ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο, το εν λόγω έγγραφο ή στοιχείο δεν λαμβάνεται υπόψη.

ΤΙΤΛΟΣ VII

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ

Άρθρο 56

Γενικές διατάξεις που ισχύουν για τις κοινοποιήσεις

1.   Στις διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου, οι κοινοποιήσεις προς πραγματοποίηση από το Γραφείο πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και συνίστανται στη διαβίβαση του εγγράφου προς κοινοποίηση στους ενδιαφερόμενους διαδίκους. Η διαβίβαση μπορεί να πραγματοποιείται μέσω της παροχής ηλεκτρονικής πρόσβασης στο σχετικό έγγραφο.

2.   Οι κοινοποιήσεις πραγματοποιούνται με ένα από τα ακόλουθα μέσα:

α)

ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 57·

β)

ταχυδρομείο ή υπηρεσία ταχυμεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 58·

γ)

κοινοποίηση με δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 59.

3.   Στην περίπτωση που ο παραλήπτης έχει δηλώσει στοιχεία επαφής για επικοινωνία μαζί του με ηλεκτρονικά μέσα, το Γραφείο μπορεί να επιλέξει μεταξύ των εν λόγω μέσων και της κοινοποίησης μέσω ταχυδρομείου ή υπηρεσίας ταχυμεταφοράς.

Άρθρο 57

Κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα

1.   Η κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα καλύπτει τη διαβίβαση με ενσύρματη μετάδοση, με ραδιοκύματα, με οπτικά μέσα ή με άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τις λεπτομέρειες σχετικά με τα ειδικότερα ηλεκτρονικά μέσα προς χρήση, τον τρόπο χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων και την προθεσμία για την κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα.

Άρθρο 58

Κοινοποίηση μέσω ταχυδρομείου ή υπηρεσίας ταχυμεταφοράς

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 56 παράγραφος 3, οι αποφάσεις των οποίων η προσβολή με προσφυγή υπόκειται σε προθεσμία, οι κλητεύσεις και όσα άλλα έγγραφα καθορίζει συναφώς ο εκτελεστικός διευθυντής κοινοποιούνται μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή με συστημένη επιστολή, σε αμφότερες τις περιπτώσεις με απόδειξη παραλαβής. Όλες οι άλλες κοινοποιήσεις πραγματοποιούνται είτε μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή με συστημένη επιστολή, με ή χωρίς απόδειξη παραλαβής, είτε με απλή ταχυδρομική επιστολή.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 56 παράγραφος 3, οι κοινοποιήσεις σε παραλήπτες που δεν έχουν κατοικία ή έδρα ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο («ΕΟΧ») και οι οποίοι δεν έχουν ορίσει αντιπρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, πραγματοποιούνται με την ταχυδρόμηση του προς κοινοποίηση εγγράφου ως απλής επιστολής.

3.   Σε περίπτωση κοινοποίησης μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή με συστημένη επιστολή, με ή χωρίς απόδειξη παραλαβής, το έγγραφο θεωρείται ότι κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη τη δέκατη ημέρα μετά την ημερομηνία αποστολής του, εκτός εάν η σχετική επιστολή δεν φθάσει ποτέ στον προορισμό της ή φθάσει στον προορισμό της σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Σε περίπτωση αμφισβήτησης, εναπόκειται στο Γραφείο να αποδείξει ότι το έγγραφο έφθασε στον προορισμό του και, κατά περίπτωση, την ημερομηνία παράδοσής του στον παραλήπτη.

4.   Η κοινοποίηση μέσω υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή με συστημένη επιστολή θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί ακόμη και αν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει την επιστολή.

5.   Η κοινοποίηση με απλή επιστολή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε τη δέκατη ημέρα μετά την ημερομηνία αποστολής της.

Άρθρο 59

Κοινοποίηση με δημοσίευση

Εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί η διεύθυνση του παραλήπτη ή εάν τουλάχιστον μία προσπάθεια κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) αποδείχθηκε αδύνατη, η κοινοποίηση πραγματοποιείται μέσω δημοσίευσης.

Άρθρο 60

Κοινοποίηση στους αντιπροσώπους

1.   Εάν έχει οριστεί αντιπρόσωπος ή εάν ο πρώτος αιτών σε κοινή αίτηση λογίζεται ως κοινός αντιπρόσωπος σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 1, οι κοινοποιήσεις πραγματοποιούνται προς τον εν λόγω ορισθέντα ή τον κοινό αντιπρόσωπο.

2.   Εάν έχουν ορισθεί περισσότεροι του ενός αντιπρόσωποι για έναν ενδιαφερόμενο, η κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/1431. Εάν περισσότεροι του ενός ενδιαφερόμενοι έχουν ορίσει κοινό αντιπρόσωπο, αρκεί η κοινοποίηση ενός μόνο εγγράφου στον κοινό αντιπρόσωπο.

3.   Κάθε κοινοποίηση ή άλλη ανακοίνωση που απευθύνεται από το Γραφείο προς τον νομίμως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο παράγει τα ίδια αποτελέσματα όπως εάν απευθυνόταν προς τον αντιπροσωπευόμενο.

Άρθρο 61

Πλημμελής κοινοποίηση

Εφόσον ένα έγγραφο έχει παραληφθεί από τον παραλήπτη, ακόμη και εάν το Γραφείο αδυνατεί να αποδείξει τη νομότυπη κοινοποίηση του εγγράφου και ακόμη και εάν δεν τηρήθηκαν διατάξεις σχετικά με την περί κοινοποίησή του, λογίζεται ότι το εν λόγω έγγραφο κοινοποιήθηκε κατά την ημερομηνία η οποία θεωρείται ως ημερομηνία παραλαβής του.

Άρθρο 62

Κοινοποίηση εγγράφων σε περίπτωση πλειόνων διαδίκων

Τα έγγραφα που υποβάλλουν οι διάδικοι κοινοποιούνται αυτεπαγγέλτως στους λοιπούς διαδίκους. Η κοινοποίηση μπορεί να παραλείπεται εάν το έγγραφο δεν περιέχει νέους ισχυρισμούς και η υπόθεση είναι ώριμη για την έκδοση απόφασης.

ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΤΥΠΑ

Άρθρο 63

Κοινοποιήσεις προς το Γραφείο εγγράφως ή με άλλα μέσα

1.   Οι αιτήσεις καταχώρισης σήματος της ΕΕ και κάθε άλλη αίτηση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καθώς και όλες οι άλλες κοινοποιήσεις που απευθύνονται στο Γραφείο υποβάλλονται με τον ακόλουθο τρόπο:

α)

με διαβίβαση της κοινοποίησης με ηλεκτρονικά μέσα, περίπτωση κατά την οποία η μνεία του ονόματος του αποστολέα ισοδυναμεί με υπογραφή·

β)

με υποβολή υπογεγραμμένου πρωτοτύπου του σχετικού εγγράφου στο Γραφείο μέσω ταχυδρομείου ή υπηρεσίας ταχυμεταφοράς.

2.   Στις διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου, η ημερομηνία παραλαβής μιας κοινοποίησης από το Γραφείο θεωρείται ως η ημερομηνία κατάθεσης ή υποβολής της.

3.   Όταν κοινοποίηση που παραλαμβάνεται με ηλεκτρονικά μέσα είναι ελλιπής ή δυσανάγνωστη ή όταν το Γραφείο έχει εύλογες αμφιβολίες ως προς την ακρίβεια της διαβίβασης, το Γραφείο ενημερώνει σχετικώς τον αποστολέα και τον καλεί, εντός προθεσμίας που του τάσσει, να επαναδιαβιβάσει το πρωτότυπο ή να το υποβάλει σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β). Εφόσον υπάρξει συμμόρφωση του αποστολέα προς την κλήση αυτήν εντός της ταχθείσας προθεσμίας, ως ημερομηνία παραλαβής της αρχικής κοινοποίησης λογίζεται η ημερομηνία παραλαβής της εκ νέου διαβίβασης ή του πρωτοτύπου. Ωστόσο, εάν οι ελλείψεις αφορούν τη χορήγηση ημερομηνίας καταχώρισης αίτησης σήματος, εφαρμόζονται οι διατάξεις σχετικά με την ημερομηνία καταχώρισης. Εφόσον δεν υπάρξει συμμόρφωση του αποστολέα προς την κλήση εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η κοινοποίηση θεωρείται ως μη παραληφθείσα.

Άρθρο 64

Υποβολή συνημμένων σε κοινοποιήσεις μέσω ταχυδρομείου ή υπηρεσίας ταχυμεταφοράς

1.   Συνημμένα σε κοινοποιήσεις μπορούν να υποβάλλονται με τη χρήση μέσων δεδομένων σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

2.   Όταν κοινοποίηση με συνημμένα υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 63 παράγραφος 1 στοιχείο β) από διάδικο που συμμετέχει σε διαδικασία στην οποία εμπλέκονται περισσότεροι του ενός διάδικοι, ο εν λόγω διάδικος υποβάλλει τόσα αντίγραφα των συνημμένων όσα αντιστοιχούν στον αριθμό των διαδίκων που συμμετέχουν στη διαδικασία. Τα συνημμένα ευρετηριάζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 55 παράγραφος 2.

Άρθρο 65

Έντυπα

1.   Το Γραφείο διαθέτει στο κοινό δωρεάν έντυπα, η συμπλήρωση των οποίων μπορεί να γίνεται σε απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση, για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

υποβολή αίτησης σήματος της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον συντρέχει περίπτωση, αίτησης για έκθεση έρευνας·

β)

άσκηση ανακοπής·

γ)

υποβολή αίτησης έκπτωσης·

δ)

υποβολή αίτησης για κήρυξη ακυρότητας ή μεταβίβαση σήματος της ΕΕ·

ε)

υποβολή αίτησης για καταχώριση μεταβίβασης και το έντυπο μεταβίβασης ή το έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/1431·

στ)

υποβολή αίτησης για καταχώριση άδειας·

ζ)

υποβολή αίτησης ανανέωσης σήματος της ΕΕ·

η)

άσκηση προσφυγής·

θ)

διορισμό αντιπροσώπου, με τη μορφή ειδικού ή γενικού πληρεξουσίου·

ι)

υποβολή στο Γραφείο διεθνούς αίτησης ή μεταγενέστερης επέκτασης της προστασίας σύμφωνα με το πρωτόκολλο που αφορά τη συμφωνία της Μαδρίτης σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων, που εγκρίθηκε στη Μαδρίτη στις 27 Ιουνίου 1989 (9).

2.   Τα μέρη που συμμετέχουν σε διαδικασία ενώπιον του Γραφείου μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν:

α)

έντυπα που έχουν συνταχθεί στο πλαίσιο της συνθήκης για το δίκαιο των σημάτων ή δυνάμει συστάσεων της συνέλευσης της ένωσης του Παρισιού για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας·

β)

έντυπα με παρόμοιο περιεχόμενο και μορφότυπο με αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με εξαίρεση το έντυπο που αναφέρεται στο στοιχείο θ) της παραγράφου 1.

3.   Το Γραφείο διαθέτει τα έντυπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.

Άρθρο 66

Κοινοποιήσεις από αντιπροσώπους

Κάθε κοινοποίηση που απευθύνεται στο Γραφείο από τον νομίμως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο παράγει τα ίδια αποτελέσματα όπως εάν προερχόταν από τον αντιπροσωπευόμενο.

ΤΙΤΛΟΣ IX

ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ

Άρθρο 67

Υπολογισμός και διάρκεια των προθεσμιών

1.   Οι προθεσμίες θεωρείται ότι αρχίζουν την επομένη της ημέρας κατά την οποία συνέβη το γεγονός που αποτελεί την αφετηρία τους. Το γεγονός αυτό μπορεί να είναι μια διαδικαστική ενέργεια ή η λήξη άλλης προθεσμίας. Εάν η διαδικαστική ενέργεια συνίσταται σε κοινοποίηση, το κρίσιμο γεγονός είναι η παραλαβή του κοινοποιηθέντος εγγράφου, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

2.   Όταν η προθεσμία είναι ενός ή περισσότερων ετών, λήγει το αντίστοιχο μεταγενέστερο έτος, κατά τον μήνα που αντιστοιχεί κατ' όνομα και την ημέρα που αντιστοιχεί κατ' αριθμό στον μήνα και την ημέρα που συνέβη το κρίσιμο γεγονός. Εάν ο αντίστοιχος μήνας δεν έχει αντίστοιχη ημέρα, η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα του εν λόγω μήνα.

3.   Όταν η προθεσμία είναι ενός ή περισσότερων μηνών, λήγει τον αντίστοιχο μεταγενέστερο μήνα, κατά την ημέρα που αντιστοιχεί κατ' αριθμό στην ημέρα που συνέβη το κρίσιμο γεγονός. Εάν ο αντίστοιχος μεταγενέστερος μήνας που δεν έχει αντίστοιχη ημέρα, η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα του εν λόγω μήνα.

4.   Όταν η προθεσμία είναι μίας ή περισσότερων εβδομάδων, λήγει την αντίστοιχη μεταγενέστερη εβδομάδα, κατά την ημέρα που αντιστοιχεί κατ' όνομα στην ημέρα που συνέβη το κρίσιμο γεγονός.

Άρθρο 68

Παράταση των προθεσμιών

Υπό την επιφύλαξη τυχόν ειδικών ή μέγιστων προθεσμιών που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, τον εκτελεστικό κανονισμό (EE) 2017/1431 ή τον παρόντα κανονισμό, το Γραφείο μπορεί να χορηγεί παράταση προθεσμίας κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος. Το σχετικό αίτημα υποβάλλεται από το ενδιαφερόμενο μέρος πριν από τη λήξη της οικείας προθεσμίας. Εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι δύο ή περισσότερα, το Γραφείο δύναται να εξαρτά την παράταση της προθεσμίας από τη σύμφωνη γνώμη των λοιπών μερών.

Άρθρο 69

Λήξη της προθεσμίας σε ειδικές περιπτώσεις

1.   Εάν μια προθεσμία εκπνέει ημέρα κατά την οποία το Γραφείο δεν είναι ανοικτό για να παραλάβει τα προς κατάθεση έγγραφα ή κατά την οποία, για διαφορετικούς λόγους από αυτούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το κανονικό ταχυδρομείο δεν διανέμεται στον τόπο όπου βρίσκεται το Γραφείο, η προθεσμία παρατείνεται έως την πρώτη μεταγενέστερη ημέρα κατά την οποία το Γραφείο είναι ανοιχτό για την παραλαβή εγγράφων και κατά την οποία παραλαμβάνεται η τακτική αλληλογραφία.

2.   Εάν μια προθεσμία εκπνέει ημέρα κατά την οποία είτε υπάρχει γενική διακοπή της διανομής του ταχυδρομείου στο κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει το Γραφείο είτε, στην περίπτωση και στον βαθμό που ο εκτελεστικός διευθυντής του Γραφείου έχει επιτρέψει την αποστολή κοινοποιήσεων με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 79β παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, υπάρχει ουσιαστική διακοπή της σύνδεσης του Γραφείου με τα εν λόγω ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, η προθεσμία παρατείνεται μέχρι την πρώτη μετά τη διακοπή ημέρα κατά την οποία το Γραφείο είναι ανοιχτό για την παραλαβή εγγράφων και κατά την οποία παραλαμβάνεται η τακτική αλληλογραφία ή κατά την οποία αποκαθίσταται η σύνδεση του Γραφείου με τα εν λόγω ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας.

ΤΙΤΛΟΣ X

ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Άρθρο 70

Ανάκληση απόφασης ή εγγραφής στο μητρώο

1.   Στην περίπτωση που το Γραφείο διαπιστώσει αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αντίστοιχης πληροφόρησης από τα μέρη που συμμετέχουν στη διαδικασία ότι ορισμένη απόφαση ή εγγραφή στο μητρώο υπόκειται σε ανάκληση σύμφωνα με το άρθρο 80 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ενημερώνει το ενδιαφερόμενο μέρος σχετικά με τη σχεδιαζόμενη ανάκληση.

2.   Το ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλει παρατηρήσεις επί της σχεδιαζόμενης ανάκλησης εντός προθεσμίας που του τάσσει το Γραφείο.

3.   Εάν το ενδιαφερόμενο μέρος συμφωνήσει με την επικείμενη ανάκληση ή εάν δεν υποβάλει παρατηρήσεις εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γραφείο ανακαλεί την απόφαση ή την εγγραφή. Εάν το ενδιαφερόμενο μέρος δεν συμφωνήσει με την επικείμενη ανάκληση, το Γραφείο αποφασίζει σχετικά με την ανάκληση.

4.   Εάν η ανάκληση είναι πιθανόν να αφορά περισσότερα του ενός μέρη, εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι παράγραφοι 1, 2 και 3. Στις περιπτώσεις αυτές, οι παρατηρήσεις που έχει υποβάλει μέρος σύμφωνα με την παράγραφο 3 κοινοποιούνται πάντοτε στα λοιπά μέρη, συνοδευόμενες από πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων.

5.   Στην περίπτωση που η ανάκληση απόφασης ή εγγραφής στο μητρώο αφορά απόφαση ή εγγραφή που έχει δημοσιευθεί, δημοσιεύεται και η ανάκληση.

6.   Η αρμοδιότητα για την ανάκληση σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 ανήκει στο τμήμα ή την υπηρεσία που έλαβε την απόφαση.

ΤΙΤΛΟΣ XI

ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Άρθρο 71

Αναστολή της διαδικασίας

1.   Σε διαδικασίες ανακοπής, έκπτωσης και ακυρότητας και προσφυγής το αρμόδιο τμήμα ή τμήμα προσφυγών μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία:

α)

με δική του πρωτοβουλία όταν η αναστολή είναι σκόπιμη λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης·

β)

κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης ενός εκ των διαδίκων σε κατ' αντιμωλία διαδικασία όταν η αναστολή είναι σκόπιμη λαμβανομένων υπόψη των συμφερόντων των διαδίκων και του σταδίου στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία.

2.   Κατόπιν αίτησης αμφότερων των διαδίκων σε κατ' αντιμωλία διαδικασία, το αρμόδιο τμήμα ή τμήμα προσφυγών αναστέλλει τη διαδικασία για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες. Κατόπιν αίτησης αμφότερων των διαδίκων, η εν λόγω αναστολή μπορεί να παραταθεί έως τα δύο κατ' ανώτατο όριο συνολικά έτη.

3.   Όλες οι προθεσμίες που σχετίζονται με ανασταλείσα διαδικασία, εκτός της προθεσμίας για την καταβολή των σχετικών τελών, διακόπτονται από την ημερομηνία αναστολής. Με την επιφύλαξη του άρθρου 137α παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, οι προθεσμίες αρχίζουν εκ νέου από την ημέρα επανάληψης της διαδικασίας.

4.   Όταν, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υπόθεσης, κρίνεται σκόπιμο, οι διάδικοι μπορεί να καλούνται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την αναστολή ή την επανάληψη της διαδικασίας.

ΤΙΤΛΟΣ XII

ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Άρθρο 72

Επανάληψη της διαδικασίας

1.   Σε περίπτωση διακοπής διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 82α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο ενημερώνεται για την ταυτότητα του προσώπου που νομιμοποιείται να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιόν του σύμφωνα με το άρθρο 82α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Το Γραφείο ενημερώνει το πρόσωπο αυτό και κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο ότι η διαδικασία θα επαναληφθεί την ημερομηνία που θα οριστεί από το Γραφείο.

2.   Εάν, εντός τριών μηνών από την έναρξη της διακοπής της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 82α παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο δεν ενημερωθεί για τον διορισμό νέου αντιπροσώπου, κοινοποιεί στον καταθέτη ή στον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ:

α)

σε περίπτωση που τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ότι η αίτηση σήματος της ΕΕ θα θεωρηθεί αποσυρθείσα εάν η πληροφορία δεν παρασχεθεί εντός δύο μηνών από την εν λόγω κοινοποίηση·

β)

σε περίπτωση που δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ότι η διαδικασία επαναλαμβάνεται με τον καταθέτη ή τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ από την ημερομηνία επίδοσης της εν λόγω κοινοποίησης.

3.   Οι προθεσμίες που ισχύουν έναντι του καταθέτη ή του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ κατά την ημερομηνία διακοπής της διαδικασίας, εκτός από την προθεσμία καταβολής των τελών ανανέωσης, αρχίζουν εκ νέου από την ημερομηνία επανάληψης της διαδικασίας.

ΤΙΤΛΟΣ XIII

ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ

Άρθρο 73

Διορισμός κοινού αντιπροσώπου

1.   Εάν αίτηση σήματος της ΕΕ κατατέθηκε από περισσότερα πρόσωπα και εάν στην αίτηση δεν ορίζεται κοινός αντιπρόσωπος, ο αιτών που αναφέρεται πρώτος στην αίτηση και έχει την κατοικία ή την έδρα του ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στον ΕΟΧ ή ο αντιπρόσωπός του, εάν έχει οριστεί τέτοιος, θεωρείται ότι είναι κοινός αντιπρόσωπος. Εάν όλοι οι αιτούντες υπέχουν υποχρέωση διορισμού εγκεκριμένου αντιπροσώπου, ο εγκεκριμένος αντιπρόσωπος που αναφέρεται πρώτος στην αίτηση θεωρείται ότι είναι κοινός αντιπρόσωπος. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται κατ' αναλογία και σε τρίτους που ενεργούν από κοινού όσον αφορά την κατάθεση δικογράφου ανακοπής ή αίτησης για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας, καθώς και στους συνδικαιούχους σήματος της ΕΕ.

2.   Εάν, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, μεσολαβήσει μεταβίβαση σε περισσότερα του ενός πρόσωπα και τα πρόσωπα αυτά δεν έχουν διορίσει κοινό αντιπρόσωπο, εφαρμόζεται η παράγραφος 1. Εάν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της παραγράφου 1, το Γραφείο καλεί τα πρόσωπα αυτά να διορίσουν κοινό αντιπρόσωπο εντός δύο μηνών. Εάν δεν ανταποκριθούν σε αυτή την κλήση, το Γραφείο ορίζει τον κοινό αντιπρόσωπο.

Άρθρο 74

Πληρεξουσιότητα

1.   Υπάλληλοι που εκπροσωπούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καθώς και δικηγόροι και εγκεκριμένοι αντιπρόσωποι που είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο που τηρεί το Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καταθέτουν στο Γραφείο ενυπόγραφο πληρεξούσιο που προστίθεται στον φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 και το άρθρο 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 μόνον κατόπιν ρητού σχετικού αιτήματος του Γραφείου ή, σε περίπτωση που συμμετέχουν περισσότερα μέρη στη διαδικασία κατά την οποία ο αντιπρόσωπος ενεργεί ενώπιον του Γραφείου, κατόπιν ρητού σχετικού αιτήματος άλλου μέρους.

2.   Εφόσον απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 και το άρθρο 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η κατάθεση ενυπόγραφου πληρεξουσίου, το εν λόγω πληρεξούσιο μπορεί να κατατεθεί σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Ένωσης. Μπορεί να καλύπτει μία ή περισσότερες αιτήσεις ή ένα ή περισσότερα καταχωρισμένα σήματα ή μπορεί να έχει τη μορφή γενικού πληρεξουσίου που εξουσιοδοτεί τον αντιπρόσωπο να διεκπεραιώνει πράξεις στο πλαίσιο όλων των διαδικασιών ενώπιον του Γραφείου στις οποίες το πρόσωπο που χορηγεί το πληρεξούσιο συμμετέχει ως μέρος.

3.   Το Γραφείο τάσσει προθεσμία εντός της οποίας κατατίθεται το εν λόγω πληρεξούσιο. Εάν το πληρεξούσιο δεν κατατεθεί εμπρόθεσμα, η διαδικασία συνεχίζεται με τον αντιπροσωπευόμενο. Οι διαδικαστικές ενέργειες του αντιπροσώπου, εξαιρουμένης της υποβολής της αίτησης, θεωρούνται μη τελεσθείσες εάν ο αντιπροσωπευόμενος δεν τις εγκρίνει εντός προθεσμίας που του τάσσει το Γραφείο.

4.   Οι παράγραφοι 1 έως 2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στο έγγραφο ανάκλησης του πληρεξουσίου.

5.   Αντιπρόσωπος του οποίου έχει παύσει η πληρεξουσιότητα εξακολουθεί να θεωρείται ως αντιπρόσωπος έως ότου η παύση της πληρεξουσιότητας κοινοποιηθεί στο Γραφείο.

6.   Με την επιφύλαξη τυχόν διατάξεων του πληρεξουσίου περί του αντιθέτου, το πληρεξούσιο δεν παύει αυτομάτως να ισχύει έναντι του Γραφείου σε περίπτωση θανάτου του εξουσιοδοτούντος.

7.   Όταν γνωστοποιείται στο Γραφείο ο διορισμός αντιπροσώπου, δηλώνονται το όνομα και η επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/1431. Όταν αντιπρόσωπος που έχει ήδη διορισθεί εμφανίζεται ενώπιον του Γραφείου, δηλώνει το όνομά του και τον αριθμό αναγνώρισης που του έχει δώσει το Γραφείο. Όταν ο ίδιος ενδιαφερόμενος έχει ορίσει περισσότερους του ενός αντιπροσώπους, αυτοί μπορούν να ενεργούν είτε από κοινού είτε μεμονωμένα, ανεξαρτήτως τυχόν διατάξεων περί του αντιθέτου στο πληρεξούσιο.

8.   Ο διορισμός ή η πληρεξουσιότητα ομάδας αντιπροσώπων θεωρείται διορισμός ή πληρεξουσιότητα κάθε αντιπροσώπου που διεκπεραιώνει πράξεις στο πλαίσιο της εν λόγω ομάδας.

Άρθρο 75

Μεταβολή στον κατάλογο των εγκεκριμένων αντιπροσώπων

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η εγγραφή εγκεκριμένου αντιπροσώπου στον οικείο κατάλογο διαγράφεται αυτεπάγγελτα σε περίπτωση που ο εγκεκριμένος αντιπρόσωπος:

α)

αποβιώσει ή κηρυχθεί ανίκανος για δικαιοπραξία·

β)

απολέσει την ιθαγένεια κράτους μέλους του ΕΟΧ, εκτός εάν ο εκτελεστικός διευθυντής του Γραφείου έχει χορηγήσει απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

παύσει να έχει την επαγγελματική του κατοικία ή τον τόπο εργασίας του στον ΕΟΧ·

δ)

δεν διαθέτει πλέον το δικαίωμα εκπροσώπησης που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 στοιχείο γ) πρώτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

2.   Η εγγραφή εγκεκριμένου αντιπροσώπου στον κατάλογο αναστέλλεται αυτεπαγγέλτως από το Γραφείο σε περίπτωση που έχει ανασταλεί το δικαίωμα του αντιπροσώπου να εκπροσωπεί φυσικά ή νομικά πρόσωπα ενώπιον του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ ή της κεντρικής υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους όπως αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 στοιχείο γ) πρώτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.   Όταν εκλείψουν οι λόγοι διαγραφής, οι διαγραφέντες αντιπρόσωποι επανεγγράφονται στον κατάλογο των εγκεκριμένων αντιπροσώπων κατόπιν αίτησης συνοδευόμενης από βεβαίωση σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

4.   Το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ και η κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας των οικείων κρατών μελών ειδοποιούν το Γραφείο αμέσως μόλις λάβουν γνώση περιστατικού από τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2.

ΤΙΤΛΟΣ XIV

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΣΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο 76

Συλλογικά σήματα και σήματα πιστοποίησης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 154 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, όταν διεθνής καταχώριση με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση αντιμετωπίζεται ως συλλογικό σήμα της ΕΕ ή ως σήμα πιστοποίησης της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 154α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εκδίδεται επίσης αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης σύμφωνα με το άρθρο 33 του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/1431 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν συντρέχει κάποιος από τους λόγους απόρριψης που ορίζονται στο άρθρο 68 παράγραφος 1 ή 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, σε συνδυασμό με την παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου, ή στο άρθρο 74γ παράγραφος 1 ή 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, σε συνδυασμό με την παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου·

β)

όταν ο κανονισμός χρήσης του σήματος δεν έχει υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 154α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

2.   Ανακοίνωση των τροποποιήσεων κανονισμού χρήσης σήματος σύμφωνα με τα άρθρα 71 και 74στ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 δημοσιεύεται στο Δελτίο Σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 77

Διαδικασία ανακοπής

1.   Όταν ασκείται ανακοπή κατά διεθνούς καταχώρισης με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 156 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το δικόγραφο της ανακοπής περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης κατά της οποίας ασκείται η ανακοπή·

β)

μνεία των προϊόντων ή υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη διεθνή καταχώριση κατά της οποίας ασκείται ανακοπή·

γ)

το όνομα του δικαιούχου της διεθνούς καταχώρισης·

δ)

τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 2 στοιχεία β) έως η) του παρόντος κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς των διαδικασιών ανακοπής που αφορούν διεθνείς καταχωρίσεις με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση, εφαρμόζονται το άρθρο 2 παράγραφοι 1, 3 και 4 και τα άρθρα 3 έως 10 του παρόντος κανονισμού, με την επιφύλαξη των ακόλουθων όρων:

α)

κάθε αναφορά σε αίτηση καταχώρισης σήματος της ΕΕ νοείται ως αναφορά σε διεθνή καταχώριση·

β)

κάθε αναφορά σε απόσυρση της αίτησης καταχώρισης σήματος της ΕΕ νοείται ως αναφορά σε αποποίηση της διεθνούς καταχώρισης σε σχέση με την Ένωση·

γ)

κάθε αναφορά στον καταθέτη νοείται ως αναφορά στον δικαιούχο της διεθνούς καταχώρισης.

3.   Όταν η ανακοπή ασκείται πριν από την πάροδο του διαστήματος του ενός μηνός που αναφέρεται στο άρθρο 156 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η ανακοπή θεωρείται ότι ασκήθηκε την πρώτη ημέρα που έπεται της παρόδου του διαστήματος του ενός μηνός.

4.   Εάν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποχρεούται να εκπροσωπείται σε διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και εάν δεν έχει ήδη ορίσει αντιπρόσωπο κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η κοινοποίηση της ανακοπής προς τον δικαιούχο της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού περιλαμβάνει πρόσκληση ορισμού αντιπροσώπου κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία επίδοσης της κοινοποίησης.|

Εάν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης δεν ορίσει αντιπρόσωπο εντός της προθεσμίας αυτής, το Γραφείο αποφασίζει την απόρριψη της προστασίας της διεθνούς καταχώρισης.

5.   Η διαδικασία ανακοπής διακόπτεται εάν εκδοθεί αυτεπάγγελτη προσωρινή απόρριψη της προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 154 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Εάν η αυτεπάγγελτη προσωρινή απόρριψη έχει οδηγήσει σε απόφαση απόρριψης της προστασίας του σήματος η οποία έχει καταστεί τελεσίδικη, το Γραφείο καταργεί τη δίκη, επιστρέφει το τέλος ανακοπής και δεν εκδίδει απόφαση σχετικά με την κατανομή των εξόδων.

Άρθρο 78

Κοινοποίηση προσωρινών απορρίψεων λόγω ανακοπής

1.   Όταν ασκείται ενώπιον του Γραφείου ανακοπή κατά διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 156 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή όταν θεωρείται ότι έχει ασκηθεί ανακοπή σύμφωνα με το άρθρο 77 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, το Γραφείο εκδίδει κοινοποίηση προς το Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (το «Διεθνές Γραφείο») σχετικά με την προσωρινή απόρριψη της προστασίας λόγω ανακοπής.

2.   Η κοινοποίηση της προσωρινής απόρριψης προστασίας λόγω ανακοπής περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης·

β)

μνεία ότι η απόρριψη βασίζεται στο γεγονός ότι έχει υποβληθεί ανακοπή, με παραπομπή στις διατάξεις του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 στις οποίες βασίζεται η ανακοπή·

γ)

το όνομα και τη διεύθυνση του ανακόπτοντος.

3.   Όταν η ανακοπή βασίζεται σε αίτηση ή καταχώριση σήματος, η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνει τις ακόλουθες μνείες:

α)

την ημερομηνία κατάθεσης, την ημερομηνία καταχώρισης και, εάν υπάρχει, την ημερομηνία προτεραιότητας·

β)

τον αριθμό πρωτοκόλλου και, εάν είναι διαφορετικός, τον αριθμό καταχώρισης·

γ)

το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου·

δ)

αναπαραγωγή του σήματος·

ε)

τον κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά η ανακοπή.

4.   Εάν η προσωρινή απόρριψη αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών, η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνει μνεία των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών.

5.   Το Γραφείο γνωστοποιεί στο Διεθνές Γραφείο τα εξής:

α)

εάν ως αποτέλεσμα της διαδικασίας ανακοπής ανακληθεί η προσωρινή απόρριψη, το γεγονός ότι το σήμα προστατεύεται στην Ένωση·

β)

εάν η απόφαση απόρριψης της προστασίας του σήματος έχει καταστεί τελεσίδικη κατόπιν προσφυγής βάσει του άρθρου 58 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή προσφυγής βάσει του άρθρου 65 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το γεγονός ότι η προστασία του σήματος στην Ένωση απορρίπτεται·

γ)

εάν η απόρριψη που αναφέρεται στο στοιχείο β) αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών, τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία το σήμα προστατεύεται στην Ένωση.

6.   Εάν για μία διεθνή καταχώριση έχουν εκδοθεί περισσότερες από μία προσωρινές απορρίψεις σύμφωνα με το άρθρο 154 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου αφορά τη συνολική ή μερική απόρριψη της προστασίας του σήματος σύμφωνα με τα άρθρα 154 και 156 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 79

Δήλωση χορήγησης προστασίας

1.   Εάν το Γραφείο δεν έχει εκδώσει αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης σύμφωνα με το άρθρο 154 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και δεν έχει παραλάβει ανακοπή εντός της προθεσμίας άσκησης ανακοπής που αναφέρεται στο άρθρο 156 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, και το Γραφείο δεν έχει εκδώσει αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης ως αποτέλεσμα υποβληθεισών παρατηρήσεων τρίτου, το Γραφείο αποστέλλει στο Διεθνές Γραφείο δήλωση χορήγησης προστασίας, με την ένδειξη ότι το σήμα προστατεύεται στην Ένωση

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 151 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η δήλωση χορήγησης προστασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου έχει την ίδια ισχύ με δήλωση του Γραφείου για την ανάκληση κοινοποίησης απόρριψης.

ΤΙΤΛΟΣ XV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 80

Κατάργηση

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και (ΕΚ) αριθ. 216/96 καταργούνται. Ωστόσο, εξακολουθούν να εφαρμόζονται στις εν εξελίξει διαδικασίες στις οποίες δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός σύμφωνα με το άρθρο 81, μέχρι την ολοκλήρωση των εν λόγω διαδικασιών.

Άρθρο 81

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Εφαρμόζεται από την 1η Οκτωβρίου 2017, με τις ακόλουθες παρεκκλίσεις:

α)

τα άρθρα 2 έως 6 δεν εφαρμόζονται σε ανακοπές που έχουν ασκηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

β)

τα άρθρα 7 και 8 δεν εφαρμόζονται σε διαδικασίες ανακοπής των οποίων το κατ' αντιπαράθεση στάδιο άρχισε πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

γ)

το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται σε αναστολές που έχουν επέλθει πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

δ)

το άρθρο 10 δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις για απόδειξη της χρήσης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ε)

ο τίτλος III δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις τροποποίησης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

στ)

τα άρθρα 12 έως 15 δεν εφαρμόζονται σε αιτήσεις έκπτωσης ή ακυρότητας ή σε αιτήσεις μεταβίβασης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ζ)

τα άρθρα 16 και 17 δεν εφαρμόζονται σε διαδικασίες των οποίων το κατ' αντιπαράθεση στάδιο άρχισε πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

η)

το άρθρο 18 δεν εφαρμόζεται σε αναστολές που έχουν επέλθει πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

θ)

το άρθρο 19 δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις για απόδειξη της χρήσης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ι)

ο τίτλος V δεν εφαρμόζεται σε προσφυγές που έχουν ασκηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ια)

ο τίτλος VI δεν εφαρμόζεται σε προφορικές διαδικασίες που έχουν κινηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία ή σε έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία των οποίων η προθεσμία υποβολής έχει αρχίσει πριν από την εν λόγω ημερομηνία·

ιβ)

ο τίτλος VII δεν εφαρμόζεται σε κοινοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιγ)

ο τίτλος VIII δεν εφαρμόζεται σε κοινοποιήσεις που έχουν παραληφθεί και σε έντυπα που έχουν διατεθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιδ)

ο τίτλος IX δεν εφαρμόζεται σε προθεσμίες που έχουν ταχθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιε)

ο τίτλος X δεν εφαρμόζεται σε ανακλήσεις αποφάσεων που έχουν εκδοθεί ή εγγραφών στο μητρώο που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιστ)

ο τίτλος XI δεν εφαρμόζεται σε αναστολές που έχουν ζητηθεί από τους διαδίκους ή επιβληθεί από το Γραφείο πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιζ)

ο τίτλος XII δεν εφαρμόζεται σε διαδικασίες που έχουν διακοπεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιη)

το άρθρο 73 δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις σήματος της ΕΕ που έχουν παραληφθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιθ)

το άρθρο 74 δεν εφαρμόζεται σε αντιπροσώπους που έχουν διοριστεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

κ)

το άρθρο 75 δεν εφαρμόζεται σε εγγραφές στον κατάλογο εγκεκριμένων αντιπροσώπων που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

κα)

ο τίτλος XIV δεν εφαρμόζεται σε διεθνείς καταχωρίσεις με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 78 της 24.3.2009, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11 της 14.1.1994, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής σχετικά με τα πληρωτέα προς το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς τέλη (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ L 341 της 24.12.2015, σ. 21).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 216/96 της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 1996, σχετικά με τον κανονισμό διαδικασίας των τμημάτων προσφυγών του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ L 28 της 6.2.1996, σ. 11).

(6)  Απόφαση της 13ης Μαρτίου 2007 στην υπόθεση C-29/05 P, ΓΕΕΑ κατά Kaul GmbH, (ARCOL κατά CAPOL), Συλλογή σ. I-2213, ECLI:EU:C:2007:162, σκέψεις 42-44· απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013 στην υπόθεση C-621/11 P, New Yorker SHK Jeans GmbH & Co. KG κατά ΓΕΕΑ, (FISHBONE κατά FISHBONE BEACHWEAR), ECLI:EU:C:2013:484, σκέψεις 28-30· απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2013 στην υπόθεση C-610/11 P, Centrotherm Systemtechnik GmbH κατά ΓΕΕΑ, (CENTROTHERM), ECLI:EU:C:2013:593, σκέψεις 85-90 και 110-113· απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2013 στην υπόθεση C-120/12 P, Bernhard Rintisch κατά ΓΕΕΑ, (PROTI SNACK κατά PROTI), ECLI:EU:C:2013:638, σκέψεις 32 και 38-39· απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2013 στην υπόθεση C-121/12 P, Bernhard Rintisch κατά ΓΕΕΑ, (PROTIVITAL κατά PROTI), ECLI:EU:C:2013:639, σκέψεις 33 και 39-40· απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2013 στην υπόθεση C-122/12 P, Bernhard Rintisch κατά ΓΕΕΑ, (PROTIACTIVE κατά PROTI), ECLI:EU:C:2013:628, σκέψεις 33 και 39-40· απόφαση της 21ης Ιουλίου 2016 στην υπόθεση C-597/14 P, EUIPO κατά Xavier Grau Ferrer, σκέψεις 26-27.

(7)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1431 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2017, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (EΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το σήμα της ΕΕ (βλέπε σελίδα 39 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(8)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου της 29ης Φεβρουαρίου 1968 περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων) (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 296 της 14.11.2003, σ. 22.


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/39


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1431 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18 Μαΐου 2017

για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το σήμα της ΕΕ

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της ΕΕ (1), και ιδίως το άρθρο 17 παράγραφος 5β, το άρθρο 26 παράγραφος 4, το άρθρο 30 παράγραφος 2, το άρθρο 33 παράγραφος 4, το άρθρο 34 παράγραφος 5, το άρθρο 39 παράγραφος 5, το άρθρο 44 παράγραφος 9, το άρθρο 45 παράγραφος 3, το άρθρο 48 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 48α παράγραφος 1, το άρθρο 49 παράγραφος 8, το άρθρο 50 παράγραφος 5, το άρθρο 67 παράγραφος 3, το άρθρο 74β παράγραφος 3, το άρθρο 85 παράγραφος 1α πρώτο εδάφιο, το άρθρο 89 παράγραφος 4, το άρθρο 90 παράγραφος 3, το άρθρο 113 παράγραφος 6, το άρθρο 119 παράγραφος 10, το άρθρο 132 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 147 παράγραφος 9, το άρθρο 148α παράγραφος 2, το άρθρο 149 παράγραφος 2, το άρθρο 153α παράγραφος 6, το άρθρο 154 παράγραφος 8, το άρθρο 158 παράγραφος 4, το άρθρο 159 παράγραφος 10 και το άρθρο 161 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου (2), ο οποίος κωδικοποιήθηκε ως κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009, δημιούργησε ένα ειδικό για την Ένωση σύστημα για την προστασία των σημάτων που αποκτώνται σε επίπεδο Ένωσης κατόπιν αίτησης στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το «Γραφείο»).

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) εναρμονίζει τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συμμόρφωση με το νέο νομικό πλαίσιο που προκύπτει από την εν λόγω εναρμόνιση προϋποθέτει τη θέσπιση συγκεκριμένων κανόνων μέσω κατ' εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων. Οι νέοι κανόνες θα πρέπει να αντικαταστήσουν τους υφιστάμενους κανόνες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής (4) και αποβλέπουν στην εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

(3)

Για λόγους σαφήνειας, ασφάλειας δικαίου και αποδοτικότητας, και προκειμένου να διευκολυνθεί η κατάθεση αιτήσεων για σήματα της ΕΕ, έχει θεμελιώδη σημασία να καθοριστεί το υποχρεωτικό και το προαιρετικό λεπτομερές περιεχόμενο των αιτήσεων σημάτων της ΕΕ κατά τρόπο σαφή και εξαντλητικό, αποφεύγοντας παράλληλα τον περιττό διοικητικό φόρτο.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 δεν απαιτεί πλέον η αναπαράσταση σήματος να είναι γραφική, εφόσον αυτή επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο της προστασίας. Είναι συνεπώς αναγκαίο, για λόγους ασφάλειας δικαίου, να οριστεί σαφώς ότι το ακριβές αντικείμενο του αποκλειστικού δικαιώματος που παρέχεται με την καταχώριση καθορίζεται από την αναπαράσταση του σήματος. Η αναπαράσταση θα πρέπει, όπου ενδείκνυται, να συμπληρώνεται από ένδειξη του είδους του οικείου σήματος. Συναφώς, όπου ενδείκνυται, μπορεί να συμπληρώνεται από περιγραφή του σήματος. Κάθε τέτοια ένδειξη ή περιγραφή θα πρέπει να συνάδει με την αναπαράσταση.

(5)

Περαιτέρω, για τη διασφάλιση της συνεκτικότητας της διαδικασίας υποβολής αίτησης για σήμα της ΕΕ και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ερευνών σήματος, είναι σκόπιμο να καθοριστούν γενικές αρχές στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνεται η αναπαράσταση κάθε σήματος, καθώς και να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες και απαιτήσεις για την αναπαράσταση ορισμένων ειδών σημάτων, σύμφωνα με την ειδικότερη φύση και τις ιδιότητες του σήματος.

(6)

Την καθιέρωση εναλλακτικών τεχνικών επιλογών πέραν της γραφικής αναπαράστασης που βασίζονται στις νέες τεχνολογίες επιβάλλει η αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού, ώστε η διαδικασία καταχώρισης να συμβαδίζει με τις τεχνικές εξελίξεις. Ταυτόχρονα, οι τεχνικές προδιαγραφές για την υποβολή αναπαράστασης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των αναπαραστάσεων που υποβάλλονται ηλεκτρονικά, θα πρέπει να καθοριστούν με γνώμονα τη διατήρηση της διαλειτουργικότητας του συστήματος του σήματος της ΕΕ με το σύστημα που δημιουργήθηκε βάσει του πρωτοκόλλου που αφορά τη συμφωνία της Μαδρίτης σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων, που εγκρίθηκε στη Μαδρίτη στις 27 Ιουνίου 1989 (5) (πρωτόκολλο της Μαδρίτης). Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και προκειμένου να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη ευελιξία και ταχύτερη προσαρμογή στις τεχνολογικές εξελίξεις, ο καθορισμός των τεχνικών προδιαγραφών για τα σήματα που υποβάλλονται ηλεκτρονικά θα πρέπει να επαφίεται στον εκτελεστικό διευθυντή του Γραφείου.

(7)

Είναι σκόπιμο να εξορθολογιστούν οι διαδικασίες ώστε να περιοριστεί ο διοικητικός φόρτος κατά την κατάθεση και διεκπεραίωση διεκδικήσεων προτεραιότητας και αρχαιότητας. Επομένως, θα πρέπει να καταργηθεί η υποχρέωση υποβολής επικυρωμένων αντιγράφων της προγενέστερης αίτησης ή καταχώρισης. Επίσης, το Γραφείο δεν θα πρέπει πλέον να καλείται να επισυνάπτει στον φάκελο αντίγραφο της προγενέστερης αίτησης σήματος σε περίπτωση διεκδίκησης προτεραιότητας.

(8)

Μετά την κατάργηση της απαίτησης για επιδεκτικότητα γραφικής αναπαράστασης του σήματος, ορισμένα είδη σημάτων μπορούν να αναπαρίστανται σε ηλεκτρονική μορφή και, κατά συνέπεια, η δημοσίευσή τους με χρήση συμβατικών μέσων δεν είναι πλέον πρόσφορη. Προκειμένου να παρέχονται εχέγγυα ως προς τη δημοσίευση όλων των πληροφοριών που αφορούν μια αίτηση, όπως επιβάλλεται για λόγους διαφάνειας και ασφάλειας δικαίου, η πρόσβαση στην αναπαράσταση του σήματος μέσω συνδέσμου προς το ηλεκτρονικό μητρώο του Γραφείου θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως έγκυρη μορφή αναπαράστασης του σήματος για σκοπούς δημοσίευσης.

(9)

Για τους ίδιους λόγους, θα πρέπει επίσης να επιτρέπεται στο Γραφείο να εκδίδει πιστοποιητικά καταχώρισης στα οποία η αναπαράσταση του σήματος υποκαθίσταται από ηλεκτρονικό σύνδεσμο. Επίσης, όσον αφορά τα πιστοποιητικά που εκδίδονται μετά την καταχώριση και για να καλύπτονται και οι περιπτώσεις αιτήσεων που υποβάλλονται σε χρόνο κατά τον οποίο ενδέχεται να έχουν αλλάξει τα στοιχεία της καταχώρισης, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η δυνατότητα έκδοσης επικαιροποιημένων εκδόσεων του πιστοποιητικού, στις οποίες θα αναγράφονται οι σχετικές μεταγενέστερες εγγραφές στο μητρώο.

(10)

Η εμπειρία από την εφαρμογή στην πράξη του προηγούμενου καθεστώτος κατέδειξε την ανάγκη αποσαφήνισης ορισμένων διατάξεων, ιδίως όσον αφορά τις μερικές μεταβιβάσεις και τις μερικές παραιτήσεις, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου.

(11)

Για τη διασφάλιση ασφάλειας δικαίου, με παράλληλη διατήρηση ορισμένου βαθμού ευελιξίας, είναι αναγκαίο να καθοριστεί το ελάχιστο περιεχόμενο των κανονισμών χρήσης του συλλογικού σήματος της ΕΕ και του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ που υποβάλλονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, με σκοπό να δοθεί στους φορείς της αγοράς η δυνατότητα να κάνουν χρήση αυτού του νέου είδους προστασίας σημάτων.

(12)

Τα ανώτατα όρια επιβάρυνσης για τα έξοδα εκπροσώπησης στα οποία υποβάλλεται ο νικήσας διάδικος στο πλαίσιο διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου θα πρέπει να καθορίζονται λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διασφαλίζεται ότι η υποχρέωση ανάληψης των εξόδων δεν θα μπορεί να γίνεται αντικείμενο κατάχρησης, μεταξύ άλλων, από τον αντίδικο για λόγους τακτικής.

(13)

Για λόγους αποδοτικότητας, θα πρέπει να επιτρέπονται οι ηλεκτρονικές δημοσιεύσεις από το Γραφείο.

(14)

Είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Γραφείου και των αρχών των κρατών μελών στο πλαίσιο της διοικητικής συνεργασίας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των περιορισμών στους οποίους υπόκειται η επιθεώρηση φακέλων.

(15)

Οι απαιτήσεις ως προς τις αιτήσεις μετατροπής θα πρέπει να διασφαλίζουν την ομαλή και αποτελεσματική διεπαφή μεταξύ του συστήματος σημάτων της ΕΕ και των εθνικών συστημάτων σημάτων.

(16)

Προς τον σκοπό του εξορθολογισμού των διαδικασιών ενώπιον του Γραφείου, θα πρέπει να είναι δυνατόν να περιορίζεται η υποβολή μεταφράσεων στα χωρία εκείνα εγγράφων που είναι συναφή προς τις διαδικασίες. Προς τον ίδιο σκοπό, το Γραφείο θα πρέπει να διαθέτει το δικαίωμα να ζητά αποδείξεις περί του ότι η μετάφραση αντιστοιχεί στο πρωτότυπο μόνον σε περίπτωση αμφιβολίας.

(17)

Για λόγους αποδοτικότητας, ορισμένες αποφάσεις του Γραφείου που αφορούν ανακοπές ή αιτήσεις για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας σήματος της ΕΕ θα πρέπει να λαμβάνονται από μονομελή τμήματα.

(18)

Λόγω της προσχώρησης της Ένωσης στο πρωτόκολλο της Μαδρίτης, είναι αναγκαίο οι λεπτομερείς απαιτήσεις που διέπουν τις διαδικασίες που αφορούν τη διεθνή καταχώριση σημάτων να συνάδουν πλήρως με τους κανόνες του εν λόγω πρωτοκόλλου.

(19)

Οι λεπτομερείς κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό αφορούν διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 που τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 με ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2017. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να αναβληθεί η εφαρμογή των κανόνων αυτών μέχρι την ίδια ημερομηνία. Ταυτόχρονα, ορισμένες διαδικασίες που έχουν κινηθεί πριν από την ημερομηνία αυτή θα πρέπει να εξακολουθήσουν να διέπονται, μέχρι την ολοκλήρωσή τους, από ειδικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95.

(20)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τους εκτελεστικούς κανονισμούς,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες που καθορίζουν:

α)

το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης σήματος της ΕΕ προς κατάθεση στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το «Γραφείο»)·

β)

τα έγγραφα που απαιτούνται για τη διεκδίκηση προτεραιότητας προγενέστερης αίτησης και για τη διεκδίκηση αρχαιότητας, και τα αποδεικτικά στοιχεία που πρέπει να υποβάλλονται για τη διεκδίκηση προτεραιότητας σε έκθεση·

γ)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δημοσίευσης της αίτησης σήματος της ΕΕ·

δ)

το περιεχόμενο της δήλωσης διαίρεσης της αίτησης, τη διαδικασία διεκπεραίωσης της εν λόγω δήλωσης από το Γραφείο και το λεπτομερές περιεχόμενο της δημοσίευσης της τμηματικής αίτησης·

ε)

το περιεχόμενο και τη μορφή του πιστοποιητικού καταχώρισης·

στ)

το περιεχόμενο της δήλωσης διαίρεσης της καταχώρισης και τη διαδικασία διεκπεραίωσης της εν λόγω δήλωσης από το Γραφείο·

ζ)

το λεπτομερές περιεχόμενο των αιτήσεων τροποποίησης και αλλαγής ονόματος ή διεύθυνσης·

η)

το περιεχόμενο της αίτησης καταχώρισης μεταβίβασης, τα έγγραφα που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της μεταβίβασης και τη διαδικασία διεκπεραίωσης των αιτήσεων για μερική μεταβίβαση·

θ)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δήλωσης παραίτησης και τα έγγραφα που απαιτούνται για την απόδειξη της συμφωνίας του τρίτου·

ι)

το λεπτομερές περιεχόμενο του κανονισμού χρήσης του συλλογικού σήματος της ΕΕ και του κανονισμού χρήσης του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ·

ια)

το ανώτατο όριο επιβάρυνσης για τα απαραίτητα δικαστικά έξοδα τα οποία πράγματι καταβάλλονται·

ιβ)

ορισμένες λεπτομέρειες σχετικά με τις δημοσιεύσεις στο Δελτίο Σημάτων της ΕΕ και στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου·

ιγ)

λεπτομέρειες ως προς τον τρόπο με τον οποίο το Γραφείο και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους και ανοίγουν φακέλους προς επιθεώρηση·

ιδ)

το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης μετατροπής και της δημοσίευσης της αίτησης μετατροπής·

ιε)

αν τα δικαιολογητικά έγγραφα που θα χρησιμοποιηθούν σε γραπτή διαδικασία ενώπιον του Γραφείου μπορούν να υποβληθούν σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Ένωσης και αν απαιτείται μετάφραση, καθώς και τα πρότυπα που πρέπει να πληρούν οι μεταφράσεις·

ιστ)

τις αποφάσεις που λαμβάνονται από μονομελή τμήματα των τμημάτων ανακοπών και ακύρωσης·

ιζ)

όσον αφορά τη διεθνή καταχώριση σημάτων:

i)

το έντυπο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την κατάθεση διεθνούς αίτησης·

ii)

τα πραγματικά περιστατικά και τις αποφάσεις ακυρότητας που πρέπει να κοινοποιούνται στο Διεθνές Γραφείο και τη χρονική στιγμή της κοινοποίησης·

iii)

τις λεπτομερείς απαιτήσεις όσον αφορά τις αιτήσεις για εδαφική επέκταση που είναι μεταγενέστερες της διεθνούς καταχώρισης·

iv)

το λεπτομερές περιεχόμενο της διεκδίκησης αρχαιότητας ως προς μια διεθνή καταχώριση και τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που πρέπει να κοινοποιούνται στο Διεθνές Γραφείο·

v)

το λεπτομερές περιεχόμενο της κοινοποίησης αυτεπάγγελτης προσωρινής απόρριψης της προστασίας που πρέπει να αποστέλλεται στο Διεθνές Γραφείο·

vi)

το λεπτομερές περιεχόμενο της τελικής έγκρισης ή απόρριψης της προστασίας·

vii)

το λεπτομερές περιεχόμενο της κοινοποίησης της ακύρωσης·

viii)

το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης μετατροπής μιας διεθνούς καταχώρισης σε αίτηση εθνικού σήματος και της δημοσίευσης της εν λόγω αίτησης·

ix)

το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης μετατροπής μιας διεθνούς καταχώρισης με επέκταση της προστασίας στην Ένωση σε αίτηση σήματος της ΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

Άρθρο 2

Περιεχόμενο της αίτησης

1.   Η αίτηση σήματος της ΕΕ περιλαμβάνει:

α)

αίτημα καταχώρισης του σήματος ως σήματος της ΕΕ·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του καταθέτη και το κράτος όπου έχει την κατοικία ή την έδρα ή την εγκατάστασή του. Αν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, αναφέρονται το επώνυμο και το όνομα. Επί νομικών προσώπων, καθώς και άλλων νομικών οντοτήτων που εμπίπτουν στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 αναγράφεται η επίσημη επωνυμία, περιλαμβανομένης της νομικής μορφής του προσώπου, η οποία μπορεί να μνημονεύεται με τη συνηθισμένη σύντμηση. Μπορεί επίσης να αναγράφεται ο εθνικός αριθμός μητρώου της εταιρείας, αν υπάρχει. Το Γραφείο μπορεί να ζητήσει από τον καταθέτη να υποδείξει τηλεφωνικούς αριθμούς ή άλλα στοιχεία για επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα που καθορίζονται από τον εκτελεστικό διευθυντή. Κατά προτίμηση, κάθε καταθέτης δίνει μία μόνο διεύθυνση. Εάν αναφέρονται περισσότερες διευθύνσεις, λαμβάνεται υπόψη μόνον η πρώτη, εκτός εάν ο καταθέτης ορίσει μία από τις διευθύνσεις ως διεύθυνση αντικλήτου. Εάν έχει αποδοθεί ήδη από το Γραφείο αριθμός αναγνώρισης, αρκεί ο καταθέτης να δηλώσει τον αριθμό αυτό και το όνομα του καταθέτη·

γ)

κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ζητείται η καταχώριση του σήματος, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Ο εν λόγω κατάλογος μπορεί να επιλέγεται, εν όλω ή εν μέρει, από βάση δεδομένων εγκεκριμένων όρων που διατίθεται από το Γραφείο·

δ)

αναπαράσταση του σήματος σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού·

ε)

αν ο καταθέτης έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου ή τον αριθμό μητρώου του σύμφωνα με το στοιχείο β)· αν ο αντιπρόσωπος έχει περισσότερες από μία επαγγελματικές διευθύνσεις ή αν υπάρχουν δύο ή περισσότεροι αντιπρόσωποι με διαφορετικές επαγγελματικές διευθύνσεις, λαμβάνεται υπόψη ως διεύθυνση αντικλήτου μόνον η πρώτη από τις αναφερόμενες διευθύνσεις, εκτός εάν η αίτηση προσδιορίζει ποια διεύθυνση πρέπει να χρησιμοποιείται ως διεύθυνση αντικλήτου·

στ)

εάν διεκδικείται προτεραιότητα προγενέστερης αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, επισυνάπτεται σχετική δήλωση, που αναφέρει την ημερομηνία και τη χώρα στην οποία ή ως προς την οποία έγινε η προγενέστερη κατάθεση·

ζ)

εάν διεκδικείται προτεραιότητα λόγω παρουσίασης σε έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, επισυνάπτεται σχετική δήλωση, που αναφέρει την ονομασία της έκθεσης καθώς και την ημερομηνία της πρώτης παρουσίασης των προϊόντων ή υπηρεσιών στην έκθεση·

η)

εάν διεκδικείται, σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, αρχαιότητα ενός ή περισσοτέρων προγενεστέρων σημάτων, που έχουν καταχωριστεί σε κάποιο κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων που έχουν καταχωριστεί στις χώρες Μπενελούξ ή έχουν καταχωριστεί βάσει διεθνών συμφωνιών οι οποίες έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχώρισης με ισχύ σε κράτος μέλος, επισυνάπτεται σχετική δήλωση, στην οποία αναφέρεται το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία ή ως προς τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα, η ημερομηνία από την οποία παράγει αποτελέσματα η σχετική καταχώριση, ο αριθμός της σχετικής καταχώρισης και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες ως προς τα οποία έγινε η καταχώριση. Η εν λόγω δήλωση μπορεί επίσης να υποβληθεί εντός της προθεσμίας του άρθρου 34 παράγραφος 1α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

θ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, μνεία ότι πρόκειται για αίτηση καταχώρισης συλλογικού σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 66 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή καταχώρισης σήματος πιστοποίησης της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 74α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

ι)

μνεία της γλώσσας στην οποία κατατέθηκε η αίτηση και της δεύτερης γλώσσας σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

ια)

την υπογραφή του καταθέτη ή του αντιπροσώπου του καταθέτη σύμφωνα με το άρθρο 63 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430 της Επιτροπής (6)·

ιβ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, την αίτηση για έκθεση έρευνας που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 ή 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

2.   Στην αίτηση μπορεί να περιλαμβάνεται ισχυρισμός ότι το σήμα έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσης που του έχει γίνει κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καθώς και αναφορά περί του αν ο εν λόγω ισχυρισμός έχει κύριο ή επικουρικό χαρακτήρα. Η επίκληση του εν λόγω ισχυρισμού μπορεί επίσης να γίνει εντός της προθεσμίας του άρθρου 37 παράγραφος 3 δεύτερη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.   Η αίτηση για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ μπορεί να συμπεριλαμβάνει τον κανονισμό χρήσης του. Στην περίπτωση που ο εν λόγω κανονισμός δεν συμπεριλαμβάνεται στην αίτηση, υποβάλλεται εντός της προθεσμίας του άρθρου 67 παράγραφος 1 και του άρθρου 74β παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

4.   Αν περισσότερα του ενός πρόσωπα καταθέσουν αίτηση, με την αίτηση μπορεί να ορίζεται ένας καταθέτης ή ένας αντιπρόσωπος ως κοινός αντιπρόσωπος.

Άρθρο 3

Αναπαράσταση του σήματος

1.   Το σήμα αναπαρίσταται σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή με τη χρήση ευρέως διαθέσιμης τεχνολογίας, εφόσον είναι δυνατή η αναπαράστασή του στο μητρώο κατά τρόπο σαφή, ακριβή, αυτοτελή, ευπρόσιτο, κατανοητό, διαρκή και αντικειμενικό, που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του.

2.   Η αναπαράσταση του σήματος καθορίζει το αντικείμενο της καταχώρισης. Στις περιπτώσεις που η αναπαράσταση συνοδεύεται από περιγραφή σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχεία δ), ε), στ) σημείο ii), η) ή την παράγραφο 4, η εν λόγω περιγραφή συνάδει με την αναπαράσταση και δεν διευρύνει το πεδίο της.

3.   Στις περιπτώσεις που η αίτηση αφορά οποιοδήποτε είδος σήματος από τα αναφερόμενα στα στοιχεία α) έως ι), περιέχει σχετική ένδειξη. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, το είδος του σήματος και η αναπαράστασή του συνάδουν μεταξύ τους ως εξής:

α)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται αποκλειστικά από λέξεις ή γράμματα, αριθμούς, άλλους κανονικούς τυπογραφικούς χαρακτήρες ή συνδυασμό των παραπάνω (λεκτικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης του σήματος με τυποποιημένη γραμματοσειρά και διάταξη, χωρίς κάποιο γραφιστικό χαρακτηριστικό ή χρώμα·

β)

σε περίπτωση σήματος όπου χρησιμοποιούνται μη τυποποιημένοι χαρακτήρες, τρόπος απεικόνισης ή διάταξη, ή κάποιο γραφιστικό χαρακτηριστικό ή χρώμα (εικονιστικό σήμα), συμπεριλαμβανομένων των σημάτων που συνίστανται αποκλειστικά από εικονιστικά στοιχεία ή από συνδυασμό λεκτικών και εικονιστικών στοιχείων, το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης του σήματος στην οποία παρουσιάζονται όλα τα στοιχεία του και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα χρώματά του·

γ)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από, ή εκτείνεται σε, τρισδιάστατο σχήμα, περιλαμβανομένων των περιεκτών, της συσκευασίας και του προϊόντος αυτού καθαυτού ή της όψης τους (σήμα τρισδιάστατου σχήματος), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής είτε γραφικής απεικόνισης του σχήματος, μεταξύ άλλων μέσω εικόνων που έχουν παραχθεί από υπολογιστή, είτε φωτογραφικής απεικόνισης. Η γραφική ή φωτογραφική απεικόνιση μπορεί να περιέχει διάφορες προοπτικές· Όταν η αναπαράσταση δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μπορεί να περιέχει έως έξι διαφορετικές προοπτικές·

δ)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από τον συγκεκριμένο τρόπο τοποθέτησης ή επίθεσης του σήματος στο προϊόν (σήμα θέσης), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης με την οποία προσδιορίζονται καταλλήλως η θέση του σήματος και το μέγεθος ή η αναλογία του προς τα σχετικά προϊόντα. Τα στοιχεία που δεν αποτελούν μέρος του αντικειμένου της καταχώρισης διαφοροποιούνται οπτικά, κατά προτίμηση με διακεκομμένες ή διάστικτες γραμμές. Η αναπαράσταση μπορεί να συνοδεύεται από αναλυτική περιγραφή του τρόπου επίθεσης του σήματος στα προϊόντα·

ε)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται αποκλειστικά από ένα σύνολο στοιχείων τα οποία επαναλαμβάνονται κατά τακτό τρόπο (σήμα μοτίβου), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης στην οποία παρουσιάζεται το επαναλαμβανόμενο μοτίβο. Η αναπαράσταση μπορεί να συνοδεύεται από αναλυτική περιγραφή του τακτού τρόπου με τον οποίο επαναλαμβάνονται τα στοιχεία του·

στ)

σε περίπτωση σήματος συνιστάμενου σε χρώμα,

i)

όταν το σήμα συνίσταται αποκλειστικά σε μεμονωμένο χρώμα χωρίς περιγράμματα, το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης του χρώματος και μνείας του εν λόγω χρώματος μέσω παραπομπής σε γενικά αναγνωρισμένο χρωματικό κωδικό·

ii)

όταν το σήμα συνίσταται αποκλειστικά από συνδυασμό χρωμάτων χωρίς περιγράμματα, το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής απεικόνισης που παρουσιάζει τη συστηματική διάταξη του συνδυασμού χρωμάτων κατά ομοιόμορφο και προκαθορισμένο τρόπο, και μνείας των εν λόγω χρωμάτων μέσω παραπομπής σε γενικά αναγνωρισμένο χρωματικό κωδικό. Μπορεί επίσης να παρέχεται αναλυτική περιγραφή της συστηματικής διάταξης των χρωμάτων·

ζ)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται αποκλειστικά σε έναν ήχο ή συνδυασμό ήχων (ηχητικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής αρχείου ήχου στο οποίο αναπαράγεται ο ήχος ή μέσω της ακριβούς αναπαράστασης του ήχου με μουσική σημειογραφία·

η)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από, ή εκτείνεται σε, μια κίνηση ή μεταβολή της θέσης των στοιχείων του σήματος (σήμα κίνησης), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής αρχείου βίντεο ή μέσω σειράς διαδοχικών σταθερών εικόνων που αναπαριστούν την κίνηση ή τη μεταβολή της θέσης. Σε περίπτωση χρήσης σταθερών εικόνων, αυτές μπορεί να είναι αριθμημένες ή να συνοδεύονται από επεξηγηματική περιγραφή της σεκάνς·

θ)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από, ή εκτείνεται σε, συνδυασμό εικόνας και ήχου (πολυμεσικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής οπτικοακουστικού αρχείου το οποίο περιέχει τον συνδυασμό εικόνας και ήχου·

ι)

σε περίπτωση σήματος που συνίσταται από στοιχεία με ολογραφικά χαρακτηριστικά (ολογραφικό σήμα), το σήμα αναπαρίσταται μέσω της υποβολής αρχείου βίντεο ή γραφικής ή φωτογραφικής απεικόνισης που περιέχει τις προοπτικές που απαιτούνται για τον επαρκή προσδιορισμό του ολογραφικού εφέ στην ολότητά του.

4.   Όταν το σήμα δεν ανήκει στα είδη που παρατίθενται στην παράγραφο 3, η αναπαράστασή του συμμορφώνονται προς τα πρότυπα που ορίζονται στην παράγραφο 1 και μπορεί να συνοδεύεται από περιγραφή.

5.   Όταν η αναπαράσταση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, ο εκτελεστικός διευθυντής του Γραφείου καθορίζει τον μορφότυπο και το μέγεθος του ηλεκτρονικού αρχείου, καθώς και κάθε άλλη σχετική τεχνική προδιαγραφή.

6.   Όταν η παράσταση δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά, το σήμα αναπαρίσταται σε ένα φύλλο χαρτιού, χωριστό από εκείνο του κειμένου της αίτησης. Το φύλλο επί του οποίου αναπαρίσταται το σήμα περιλαμβάνει όλες τις συναφείς προοπτικές ή εικόνες και δεν υπερβαίνει τις διαστάσεις DIN A4 (29,7 cm ύψος Χ 21 cm πλάτος). Τηρείται περιθώριο τουλάχιστον 2,5 cm περιμετρικά της σελίδας.

7.   Ο ορθός προσανατολισμός του σήματος υποδεικνύεται με τη λέξη «άνω» σε κάθε αναπαράσταση, εφόσον βεβαίως δεν είναι προφανής.

8.   Η ποιότητα της απεικόνισης είναι τέτοια που επιτρέπει:

α)

τη σμίκρυνση σε διαστάσεις που δεν υπολείπονται των 8 cm σε πλάτος και των 8 cm σε ύψος· ή

β)

τη μεγέθυνση σε διαστάσεις που δεν υπερβαίνουν τα 8 cm πλάτος και τα 8 cm ύψος.

9.   Η προσκόμιση δείγματος δεν συνιστά δέουσα αναπαράσταση σήματος.

Άρθρο 4

Διεκδίκηση προτεραιότητας

1.   Όταν με την αίτηση διεκδικείται προτεραιότητα μίας ή περισσοτέρων προγενεστέρων αιτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ο καταθέτης γνωστοποιεί τον αριθμό πρωτοκόλλου της προγενέστερης αίτησης και υποβάλλει αντίγραφο αυτής μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης. Στο εν λόγω αντίγραφο μνημονεύεται η ημερομηνία κατάθεσης της προγενέστερης αίτησης.

2.   Όταν η γλώσσα της προγενέστερης αίτησης για την οποία διεκδικείται προτεραιότητα δεν είναι μία από τις γλώσσες του Γραφείου, ο καταθέτης υποβάλλει, αν του ζητηθεί από το Γραφείο, μετάφραση της προγενέστερης αίτησης στη γλώσσα του Γραφείου που χρησιμοποιείται ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα της αίτησης, εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία όταν η διεκδίκηση προτεραιότητας αφορά μία ή περισσότερες προγενέστερες καταχωρίσεις.

Άρθρο 5

Προτεραιότητα έκθεσης

Όταν με την αίτηση γίνεται επίκληση της προτεραιότητας έκθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ο καταθέτης καταθέτει, μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, βεβαίωση που έχει εκδοθεί κατά τη διάρκεια της έκθεσης από την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας στο πλαίσιο της έκθεσης αυτής. Με τη βεβαίωση αυτή πιστοποιείται ότι το σήμα χρησιμοποιήθηκε για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται στην αίτηση. Στη βεβαίωση δηλώνεται επίσης η ημερομηνία έναρξης της έκθεσης και η ημερομηνία πρώτης παρουσίασης στο κοινό, όταν οι δύο ημερομηνίες δεν συμπίπτουν. Η βεβαίωση συνοδεύεται από πιστοποίηση σχετικά με την πραγματική χρήση του σήματος νομίμως θεωρημένη από την υπηρεσία.

Άρθρο 6

Διεκδίκηση της αρχαιότητας εθνικού σήματος πριν από την καταχώριση σήματος της ΕΕ

Όταν η αρχαιότητα προγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, διεκδικείται σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ο καταθέτης υποβάλλει αντίγραφο της σχετικής καταχώρισης εντός τριών μηνών από την παραλαβή από το Γραφείο της διεκδίκησης αρχαιότητας.

Άρθρο 7

Περιεχόμενο της δημοσίευσης της αίτησης

Η δημοσίευση της αίτησης περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του καταθέτη·

β)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου που έχει ορίσει ο καταθέτης, εφόσον δεν πρόκειται για αντιπρόσωπο κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Αν υπάρχουν περισσότεροι του ενός αντιπρόσωποι με την ίδια επαγγελματική διεύθυνση, δημοσιεύεται μόνον το όνομα και η επαγγελματική διεύθυνση του πρώτου κατονομαζόμενου αντιπροσώπου, με τις λέξεις «και λοιποί». Σε περίπτωση δύο ή περισσοτέρων αντιπροσώπων με διαφορετική επαγγελματική διεύθυνση, δημοσιεύεται μόνον η επαγγελματική διεύθυνση του αντικλήτου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση ορισμού ένωσης αντιπροσώπων σύμφωνα με το άρθρο 74 παράγραφος 8 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430, δημοσιεύεται μόνον η επωνυμία και η επαγγελματική διεύθυνση της ένωσης·

γ)

την αναπαράσταση του σήματος μαζί με τα στοιχεία και τις περιγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 3, κατά περίπτωση. Όταν η αναπαράσταση έχει παρασχεθεί με τη μορφή ηλεκτρονικού φακέλου, καθίσταται διαθέσιμη μέσω ηλεκτρονικού συνδέσμου προς τον εν λόγω φάκελο·

δ)

τον κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών, ανά ομάδες σύμφωνα με την ταξινόμηση της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης της εν λόγω ταξινόμησης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών και παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων αυτής της ταξινόμησης·

ε)

την ημερομηνία κατάθεσης και τον αριθμό πρωτοκόλλου·

στ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση προτεραιότητας από τον καταθέτη σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

ζ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση προτεραιότητας έκθεσης από τον καταθέτη σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

η)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση αρχαιότητας από τον καταθέτη σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

θ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ότι, λόγω της χρήσης που του έχει γίνει, το σήμα έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η καταχώριση·

ι)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, δήλωση ότι η αίτηση αφορά συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ·

ια)

αναφορά της γλώσσας στην οποία κατατέθηκε η αίτηση και της δεύτερης γλώσσας την οποία δήλωσε ο καταθέτης στην αίτησή του σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

ιβ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, δήλωση ότι η αίτηση προκύπτει από τη μετατροπή διεθνούς καταχώρισης με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 161 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μαζί με την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης ή την ημερομηνία καταγραφής της εδαφικής επέκτασης στην Ένωση η οποία έγινε κατόπιν της διεθνούς καταχώρισης στο διεθνές μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, την ημερομηνία προτεραιότητας της διεθνούς καταχώρισης.

Άρθρο 8

Διαίρεση της αίτησης

1.   Η δήλωση διαίρεσης της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 44 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του καταθέτη σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών που απαρτίζουν την τμηματική αίτηση ή, στην περίπτωση που ζητείται η διαίρεση σε περισσότερες από μία τμηματικές αιτήσεις, κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών για κάθε τμηματική αίτηση·

δ)

κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών που παραμένουν στην αρχική αίτηση.

2.   Το Γραφείο καταρτίζει χωριστό φάκελο για κάθε τμηματική αίτηση, ο οποίος περιέχει πλήρες αντίγραφο του φακέλου της αρχικής αίτησης, συμπεριλαμβανομένης της δήλωσης διαίρεσης και της σχετικής αλληλογραφίας. Το Γραφείο χορηγεί νέο αριθμό αίτησης σε κάθε τμηματική αίτηση.

3.   Η δημοσίευση κάθε τμηματικής αίτησης περιέχει τις μνείες και τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 7.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ

Άρθρο 9

Πιστοποιητικό καταχώρισης

Το πιστοποιητικό καταχώρισης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιέχει τις εγγραφές στο μητρώο που απαριθμούνται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και δήλωση ότι οι εν λόγω εγγραφές έχουν καταχωριστεί στο μητρώο. Όταν η αναπαράσταση του σήματος παρέχεται με τη μορφή ηλεκτρονικού φακέλου, η σχετική εγγραφή καθίσταται διαθέσιμη μέσω ηλεκτρονικού συνδέσμου προς τον εν λόγω φάκελο. Το πιστοποιητικό συμπληρώνεται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από απόσπασμα στο οποίο αναγράφονται όλες οι εγγραφές προς καταχώριση στο μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και δήλωση ότι οι εν λόγω εγγραφές έχουν καταχωριστεί στο μητρώο.

Άρθρο 10

Περιεχόμενο της αίτησης τροποποίησης καταχώρισης

Η αίτηση τροποποίησης της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

μνεία του στοιχείου της αναπαράστασης του σήματος της ΕΕ που χρήζει τροποποίησης και το εν λόγω στοιχείο στην τροποποιημένη του μορφή σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

δ)

αναπαράσταση του σήματος της ΕΕ όπως τροποποιήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11

Δήλωση διαίρεσης καταχώρισης

1.   Η δήλωση διαίρεσης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών που απαρτίζουν την τμηματική καταχώριση ή, στην περίπτωση που ζητείται η διαίρεση σε περισσότερες από μία τμηματικές καταχωρίσεις, κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών για κάθε τμηματική καταχώριση·

δ)

κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών που παραμένουν στην αρχική καταχώριση.

2.   Το Γραφείο καταρτίζει χωριστό φάκελο για την τμηματική καταχώριση, ο οποίος περιέχει πλήρες αντίγραφο του φακέλου της αρχικής καταχώρισης, συμπεριλαμβανομένης της δήλωσης διαίρεσης και της σχετικής αλληλογραφίας. Το Γραφείο χορηγεί νέο αριθμό καταχώρισης στην τμηματική καταχώριση.

Άρθρο 12

Περιεχόμενο της αίτησης για αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του δικαιούχου σήματος της ΕΕ ή του καταθέτη σήματος της ΕΕ

Η αίτηση για αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του δικαιούχου καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 48α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ όπως έχει καταχωριστεί στο μητρώο, εκτός εάν το Γραφείο έχει ήδη αποδώσει αριθμό αναγνώρισης στον δικαιούχο, περίπτωση κατά την οποία αρκεί ο καταθέτης να δηλώσει τον αριθμό αυτό και το όνομα του δικαιούχου·

γ)

μνεία του νέου ονόματος ή διεύθυνσης του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.

Τα στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τους σκοπούς αίτησης για αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του καταθέτη σήματος της ΕΕ. Τέτοια αίτηση περιλαμβάνει επίσης τον αριθμό της αίτησης καταχώρισης του σήματος.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ

Άρθρο 13

Αίτηση καταχώρισης μεταβίβασης

1.   Η αίτηση καταχώρισης της μεταβίβασης σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 5α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ·

β)

τα στοιχεία του νέου δικαιούχου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

όταν η μεταβίβαση δεν αφορά όλα τα καταχωρισμένα προϊόντα ή υπηρεσίες, στοιχεία ως προς τα καταχωρισμένα προϊόντα ή υπηρεσίες που καλύπτονται από τη μεταβίβαση·

δ)

αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία συνάγεται δεόντως η μεταβίβαση σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

ε)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου του νέου δικαιούχου αναφερόμενα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού.

2.   Τα στοιχεία β) έως ε) της παραγράφου 1 εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τους σκοπούς αίτησης καταχώρισης της μεταβίβασης αίτησης για σήμα της ΕΕ.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο δ), οποιοδήποτε από τα ακόλουθα συνιστά επαρκή απόδειξη της μεταβίβασης:

α)

υπογραφή της αίτησης για καταχώριση της μεταβίβασης από τον καταχωρισμένο ως δικαιούχο ή αντιπρόσωπο του εν λόγω δικαιούχου και τον δικαιοδόχο ή αντιπρόσωπο του εν λόγω δικαιοδόχου·

β)

εάν την αίτηση υποβάλλει ο καταχωρισμένος ως δικαιούχος ή αντιπρόσωπος του εν λόγω δικαιούχου, δήλωση που υπογράφει ο δικαιοδόχος ή αντιπρόσωπος του εν λόγω δικαιοδόχου ότι συμφωνεί στην καταχώριση της μεταβίβασης·

γ)

εάν την αίτηση καταχώρισης υποβάλλει ο δικαιοδόχος, δήλωση που υπογράφει ο καταχωρισμένος ως δικαιούχος ή αντιπρόσωπος του εν λόγω δικαιούχου ότι ο καταχωρισμένος ως δικαιούχος συμφωνεί στην καταχώριση του δικαιοδόχου·

δ)

υπογραφή συμπληρωμένης αίτησης ή εγγράφου μεταβίβασης, όπως ορίζεται στο άρθρο 65 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430, από τον καταχωρισμένο ως δικαιούχο ή αντιπρόσωπο του εν λόγω δικαιούχου και τον δικαιοδόχο ή αντιπρόσωπο του εν λόγω δικαιοδόχου.

Άρθρο 14

Διεκπεραίωση αιτήσεων για καταχωρίσεις μερικής μεταβίβασης

1.   Όταν η αίτηση για καταχώριση μεταβίβασης αφορά ορισμένα μόνο από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει γίνει η καταχώριση του σήματος, ο καταθέτης διαχωρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που περιέχονται στην αρχική καταχώριση μεταξύ της εναπομένουσας καταχώρισης και της αίτησης μερικής μεταβίβασης, ώστε τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες στην εναπομένουσα καταχώριση να μη συμπίπτουν με όσα περιέχονται στη νέα καταχώριση.

2.   Το Γραφείο καταρτίζει χωριστό φάκελο για τη νέα καταχώριση, ο οποίος περιέχει πλήρες αντίγραφο του φακέλου της αρχικής καταχώρισης, συμπεριλαμβανομένης της αίτησης για καταχώριση της μερικής μεταβίβασης και της σχετικής αλληλογραφίας. Το Γραφείο χορηγεί νέο αριθμό καταχώρισης στη νέα καταχώριση.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία για τους σκοπούς αίτησης καταχώρισης της μεταβίβασης αίτησης για σήμα της ΕΕ. Το Γραφείο χορηγεί νέο αριθμό αίτησης στη νέα αίτηση για σήμα της ΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ

Άρθρο 15

Παραίτηση

1.   Η δήλωση παραίτησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

όταν η παραίτηση αφορά ορισμένα μόνον από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα, μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών ως προς τα οποία εξακολουθεί να ισχύει η καταχώριση του σήματος.

2.   Όταν έχει καταχωριστεί στο μητρώο δικαίωμα τρίτου επί του σήματος της ΕΕ, η υπογραφή δήλωσης συναίνεσης ως προς την παραίτηση από τον δικαιούχο του δικαιώματος αυτού ή αντιπρόσωπό του συνιστά επαρκή απόδειξη της συναίνεσής του ως προς την παραίτηση.

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΑ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΣΗΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΕ

Άρθρο 16

Περιεχόμενο του κανονισμού χρήσης συλλογικού σήματος της ΕΕ

Ο κανονισμός χρήσης συλλογικού σήματος της ΕΕ που μνημονεύεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 αναφέρει:

α)

το ονοματεπώνυμο του καταθέτη·

β)

τον σκοπό της οργάνωσης ή τον σκοπό για τον οποίο έχει συσταθεί το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου·

γ)

τα όργανα που έχουν εξουσία εκπροσώπησης της οργάνωσης ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου·

δ)

σε περίπτωση οργάνωσης, τους όρους συμμετοχής στην οργάνωση·

ε)

την αναπαράσταση του συλλογικού σήματος της ΕΕ·

στ)

τα πρόσωπα που δικαιούνται να χρησιμοποιούν το συλλογικό σήμα της ΕΕ·

ζ)

τις προϋποθέσεις χρήσης του συλλογικού σήματος της ΕΕ, εφόσον υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων·

η)

τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτει το συλλογικό σήμα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, των περιορισμών που τυχόν ισχύουν συνεπεία της εφαρμογής του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχεία ι), ια) ή ιβ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

θ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, τη δυνατότητα συμμετοχής που προβλέπεται στο άρθρο 67 παράγραφος 2 δεύτερη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

Άρθρο 17

Περιεχόμενο του κανονισμού χρήσης σήματος πιστοποίησης της ΕΕ

Ο κανονισμός χρήσης σήματος πιστοποίησης της ΕΕ που μνημονεύεται στο άρθρο 74β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 αναφέρει:

α)

το ονοματεπώνυμο του καταθέτη·

β)

δήλωση ότι ο καταθέτης συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 74α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

την αναπαράσταση του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ·

δ)

τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτει το σήμα πιστοποίησης της ΕΕ·

ε)

τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών προς πιστοποίηση μέσω του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ, όπως το υλικό, ο τρόπος παραγωγής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, η ποιότητα ή η ακρίβεια·

στ)

τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων·

ζ)

τα πρόσωπα που δικαιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα πιστοποίησης της ΕΕ·

η)

τον τρόπο με τον οποίο ο φορέας πιστοποίησης ελέγχει τα χαρακτηριστικά αυτά και εποπτεύει τη χρήση του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ VII

EΞΟΔΑ

Άρθρο 18

Ανώτατο όριο επιβάρυνσης για τα έξοδα

1.   Τα έξοδα που αναφέρονται στο άρθρο 85 παράγραφος 1α πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 βαρύνουν τον ηττηθέντα διάδικο με βάση το ακόλουθο ανώτατο όριο επιβάρυνσης:

α)

εάν ο νικήσας διάδικος δεν εκπροσωπείται από αντιπρόσωπο, τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής του εν λόγω διαδίκου για ένα άτομο για μετάβαση και επιστροφή από τον τόπο κατοικίας ή την επαγγελματική έδρα του στον τόπο διεξαγωγής της προφορικής διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 49 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430, ως εξής:

i)

ίσα προς το αντίτιμο σιδηροδρομικού εισιτηρίου πρώτης θέσης συμπεριλαμβανομένων των συνήθων προσαυξήσεων, εφόσον η συνολική απόσταση σιδηροδρομικώς δεν υπερβαίνει 800 χιλιόμετρα ή ίσα προς το αντίτιμο αεροπορικού εισιτηρίου τουριστικής θέσης, εφόσον η συνολική απόσταση υπερβαίνει τα 800 χιλιόμετρα με σιδηρόδρομο ή η μετακίνηση πρέπει να γίνει διά θαλάσσης·

ii)

τα έξοδα διαμονής όπως καθορίζονται στο άρθρο 13 του παραρτήματος VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ένωσης και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (7)·

β)

τα έξοδα ταξιδίου των αντιπροσώπων κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 στο ύψος που προβλέπεται από το στοιχείο α) σημείο i) της παρούσας παραγράφου·

γ)

τα έξοδα για την αντιπροσώπευση, κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, στα οποία υποβάλλεται ο νικήσας διάδικος, ως εξής:

i)

σε διαδικασίες ανακοπής: 300 ευρώ·

ii)

σε διαδικασίες κήρυξης έκπτωσης ή ακύρωσης σήματος της ΕΕ: 450 ευρώ·

iii)

σε διαδικασίες προσφυγής: 550 ευρώ·

iv)

σε περίπτωση διεξαγωγής προφορικής διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας κλητεύθηκαν οι διάδικοι σύμφωνα με το άρθρο 49 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430, το ποσό που ορίζεται στα σημεία i), ii) ή iii) προσαυξημένο κατά 400 ευρώ.

2.   Εάν υπάρχουν περισσότεροι καταθέτες ή δικαιούχοι αίτησης ή καταχώρισης σήματος της ΕΕ ή εάν υπάρχουν περισσότεροι ανακόπτοντες ή καταθέτες αίτησης για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας που άσκησαν την ανακοπή ή κατέθεσαν την αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας από κοινού, ο ηττηθείς διάδικος φέρει τα έξοδα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) για ένα μόνον από τα πρόσωπα αυτά.

3.   Εάν ο νικήσας διάδικος αντιπροσωπεύεται από περισσότερους αντιπροσώπους κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, ο ηττηθείς διάδικος βαρύνεται με τα προβλεπόμενα έξοδα της παραγράφου 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου μόνο για έναν αντιπρόσωπο.

4.   Ο ηττηθείς διάδικος δεν υποχρεούται να καταβάλει στον νικήσαντα διάδικο άλλα έξοδα, δαπάνες ή τέλη σε σχέση με τη διαδικασία ενώπιον του Γραφείου εκτός από όσα προβλέπονται από τις παραγράφους 1, 2 και 3.

ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΠΕΡΙΟΔΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Άρθρο 19

Περιοδικές δημοσιεύσεις

1.   Σε περίπτωση δημοσίευσης στοιχείων στο Δελτίο Σημάτων της ΕΕ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/1430 ή τον παρόντα κανονισμό, ως ημερομηνία δημοσίευσης των στοιχείων εκλαμβάνεται η ημερομηνία έκδοσης που αναγράφεται στο Δελτίο Σημάτων της ΕΕ.

2.   Στον βαθμό που στα στοιχεία που αφορούν την καταχώριση σήματος δεν περιέχονται μεταβολές σε σύγκριση με τη δημοσίευση της αίτησης, η δημοσίευση τέτοιων στοιχείων γίνεται με μνεία των λεπτομερειών που περιέχονται στη δημοσίευση της αίτησης.

3.   Το Γραφείο μπορεί να θέτει στη διάθεση του κοινού εκδόσεις της Επίσημης Εφημερίδας του Γραφείου μέσω ηλεκτρονικών μέσων.

ΤΙΤΛΟΣ IX

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 20

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ Γραφείου και αρχών των κρατών μελών

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 123γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο και οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, ανταλλάσσουν, κατόπιν σχετικής αίτησης, πληροφορίες επί των αιτήσεων καταχώρισης σημάτων της ΕΕ ή εθνικών σημάτων και επί των διαδικασιών που έχουν σχέση με αυτές τις αιτήσεις και με τα σήματα που έχουν καταχωριστεί βάσει των εν λόγω αιτήσεων.

2.   Το Γραφείο και τα δικαστήρια ή οι αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 απευθείας ή μέσω των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών.

3.   Η δαπάνη για τις κοινοποιήσεις δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 βαρύνει την αρχή που προβαίνει στην κοινοποίηση. Οι εν λόγω κοινοποιήσεις απαλλάσσονται των τελών.

Άρθρο 21

Άνοιγμα φακέλων προς επιθεώρηση

1.   Η επιθεώρηση φακέλων σχετικά με αιτήσεις για σήματα της ΕΕ ή καταχωρισμένα σήματα της ΕΕ από τα δικαστήρια ή τις αρχές των κρατών μελών διενεργείται είτε στο πρωτότυπο είτε σε αντίγραφα ή σε τεχνικά μέσα αρχειοθέτησης, αν οι φάκελοι φυλάσσονται με τον τρόπο αυτό.

2.   Κατά τη διαβίβαση φακέλων που αφορούν αιτήσεις καταχώρισης ή καταχωρισμένα σήματα της ΕΕ, ή αντιγράφων τους, στα δικαστήρια και στις εισαγγελικές αρχές των κρατών μελών, το Γραφείο επισημαίνει τους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται η επιθεώρηση των φακέλων αυτών σύμφωνα με το άρθρο 88 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.   Τα δικαστήρια και οι εισαγγελικές αρχές των κρατών μελών μπορούν, σε υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιόν τους, να επιτρέψουν σε τρίτους την επιθεώρηση του πρωτοτύπου ή αντιγράφου φακέλου που τους έχει διαβιβάσει το Γραφείο. Σε αυτή την περίπτωση, η επιθεώρηση υπόκειται στο άρθρο 88 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

ΤΙΤΛΟΣ X

ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ

Άρθρο 22

Περιεχόμενο της αίτησης μετατροπής

Η αίτηση για μετατροπή αίτησης σήματος της ΕΕ ή καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ σε αίτηση εθνικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 112 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του αιτούντος τη μετατροπή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

β)

τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης σήματος της ΕΕ ή τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ·

γ)

μνεία του λόγου για τον οποίο κατατίθεται η αίτηση μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

δ)

το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη ως προς τα οποία ζητείται η μετατροπή·

ε)

όταν η αίτηση μετατροπής δεν αφορά όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προς τις οποίες είχε υποβληθεί αίτηση ή ως προς τα οποία καταχωρίστηκε το σήμα, μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ζητείται μετατροπή, και, όπου η μετατροπή ζητείται σε σχέση με περισσότερα από ένα κράτη μέλη και ο κατάλογος των προϊόντων ή υπηρεσιών δεν είναι ο ίδιος για όλα τα κράτη μέλη, μνεία των αντίστοιχων προϊόντων ή υπηρεσιών για κάθε κράτος μέλος·

στ)

όταν η μετατροπή ζητείται, σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, λόγω του ότι σήμα της ΕΕ έχει παύσει να παράγει αποτελέσματα συνεπεία απόφασης δικαστηρίου σημάτων της ΕΕ, μνεία της ημερομηνίας κατά την οποία η απόφαση αυτή κατέστη τελεσίδικη και αντίγραφο αυτής της απόφασης, το οποίο μπορεί να υποβάλλεται στη γλώσσα στην οποία έχει εκδοθεί η απόφαση.

Άρθρο 23

Περιεχόμενο της δημοσίευσης αίτησης μετατροπής

Η δημοσίευση αίτησης μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 113 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό πρωτοκόλλου ή τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ ως προς το οποίο ζητείται η μετατροπή·

β)

παραπομπή στην προηγούμενη δημοσίευση της αίτησης ή της καταχώρισης στο Δελτίο Σημάτων της ΕΕ·

γ)

μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών ως προς τα οποία έχει ζητηθεί μετατροπή·

δ)

όταν η αίτηση μετατροπής δεν αφορά όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει υποβληθεί η αίτηση ή ως προς τα οποία καταχωρίστηκε το σήμα της ΕΕ, μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία ζητείται μετατροπή·

ε)

όταν η μετατροπή ζητείται σε σχέση με περισσότερα από ένα κράτη μέλη και ο κατάλογος των προϊόντων ή υπηρεσιών δεν είναι ο ίδιος για όλα τα κράτη μέλη, μνεία των αντίστοιχων προϊόντων ή υπηρεσιών για κάθε κράτος μέλος·

στ)

την ημερομηνία της αίτησης μετατροπής.

ΤΙΤΛΟΣ XI

ΓΛΩΣΣΕΣ

Άρθρο 24

Υποβολή εγγράφων στο πλαίσιο γραπτών διαδικασιών

Πλην αν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό ή στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/1430, έγγραφα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε γραπτή διαδικασία ενώπιον του Γραφείου μπορούν να υποβάλλονται σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Ένωσης. Αν η γλώσσα των εν λόγω εγγράφων δεν είναι η γλώσσα της διαδικασίας, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 119 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το Γραφείο μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του άλλου διαδίκου, να απαιτήσει την προσκόμιση μετάφρασης, εντός προθεσμίας που τάσσει, στη γλώσσα αυτή.

Άρθρο 25

Πρότυπα που πρέπει να πληρούν οι μεταφράσεις

1.   Αν απαιτείται να προσκομιστεί μετάφραση εγγράφου στο Γραφείο, στη μετάφραση προσδιορίζεται το έγγραφο στο οποίο αυτή αναφέρεται και αναπαράγεται η δομή καθώς και το περιεχόμενο του πρωτότυπου εγγράφου. Εάν το ενδιαφερόμενο μέρος υποδείξει ότι ορισμένα μόνο χωρία του εγγράφου είναι σχετικά, η μετάφραση μπορεί να περιορίζεται μόνο στα χωρία αυτά.

2.   Πλην αν ορίζεται άλλως στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/1430 ή στον παρόντα κανονισμό, έγγραφο για το οποίο πρέπει να προσκομιστεί μετάφραση θα θεωρείται ότι δεν έχει παραληφθεί από το Γραφείο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν το Γραφείο παραλάβει τη μετάφραση μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής του πρωτότυπου εγγράφου ή της μετάφρασης·

β)

εάν το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο 26 του παρόντος κανονισμού δεν υποβληθεί εντός της προθεσμίας που έταξε το Γραφείο.

Άρθρο 26

Νομική ισχύς της μετάφρασης

Ελλείψει αποδείξεων ή ενδείξεων περί του αντιθέτου, το Γραφείο θεωρεί ότι η μετάφραση αποδίδει το σχετικό πρωτότυπο κείμενο. Σε περίπτωση αμφιβολίας, το Γραφείο μπορεί να απαιτήσει την υποβολή, εντός τασσόμενης προθεσμίας, βεβαίωσης ότι η μετάφραση αντιστοιχεί στο πρωτότυπο κείμενο.

ΤΙΤΛΟΣ XII

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ

Άρθρο 27

Αποφάσεις τμημάτων ανακοπών ή τμημάτων ακύρωσης που λαμβάνονται από μονομελή τμήματα

Σύμφωνα με το άρθρο 132 παράγραφος 2 και το άρθρο 134 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, μονομελή τμήματα των τμημάτων ανακοπών και των τμημάτων ακύρωσης, αντίστοιχα, λαμβάνουν τα ακόλουθα είδη αποφάσεων:

α)

αποφάσεις σχετικά με την κατανομή των εξόδων·

β)

αποφάσεις που ορίζουν το ποσό των εξόδων που επιστρέφονται σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 6 πρώτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

αποφάσεις για τη διακοπή της διαδικασίας ή αποφάσεις που διαπιστώνουν ότι δεν συντρέχει ανάγκη να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας·

δ)

αποφάσεις απόρριψης ανακοπής ως απαράδεκτης πριν από τη λήξη της προθεσμίας του άρθρου 6 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430·

ε)

αποφάσεις αναστολής της διαδικασίας·

στ)

αποφάσεις συνεκδίκασης ή χωρισμού πολλαπλών ανακοπών σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430.

ΤΙΤΛΟΣ XIII

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΣΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο 28

Έντυπο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την κατάθεση διεθνούς αίτησης

Το έντυπο που παρέχει το Γραφείο για την κατάθεση διεθνούς αίτησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 147 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία του επίσημου εντύπου που παρέχει το Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (το «Διεθνές Γραφείο»). Οι καταθέτες μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν το επίσημο έντυπο που παρέχει το Διεθνές Γραφείο.

Άρθρο 29

Πραγματικά περιστατικά και αποφάσεις περί ακυρότητας που πρέπει να κοινοποιούνται στο Διεθνές Γραφείο

1.   Το Γραφείο αποστέλλει κοινοποίηση στο Διεθνές Γραφείο εντός πέντε ετών από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν η αίτηση σήματος της ΕΕ στην οποία βασίστηκε η διεθνής καταχώριση έχει ανακληθεί, θεωρείται ότι έχει ανακληθεί ή έχει απορριφθεί με τελεσίδικη απόφαση ως προς το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που περιέχονται στη διεθνή καταχώριση·

β)

όταν το σήμα της ΕΕ στο οποίο βασίστηκε η διεθνής καταχώριση έχει παύσει να παράγει αποτελέσματα λόγω παραίτησης, μη ανανέωσης, έκπτωσης ή κήρυξής του ως άκυρου με τελεσίδικη απόφαση του Γραφείου ή, κατόπιν ανταγωγής στο πλαίσιο αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, από δικαστήριο σημάτων της ΕΕ ως προς το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών που περιέχονται στη διεθνή καταχώριση·

γ)

όταν η αίτηση σήματος της ΕΕ ή το σήμα της ΕΕ στο οποίο βασίστηκε η διεθνής καταχώριση έχει διαιρεθεί σε δύο αιτήσεις ή καταχωρίσεις.

2.   Η κοινοποίηση της παραγράφου 1 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης·

β)

το όνομα του δικαιούχου της διεθνούς καταχώρισης·

γ)

τα πραγματικά περιστατικά και τις αποφάσεις που επηρεάζουν τη βασική αίτηση ή την καταχώριση, καθώς και την ημερομηνία από την οποία αρχίζουν να παράγουν τα αποτελέσματά τους τα εν λόγω πραγματικά περιστατικά και οι αποφάσεις·

δ)

στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), το αίτημα ακύρωσης της διεθνούς καταχώρισης·

ε)

όταν η πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β) επηρεάζει τη βασική αίτηση ή τη βασική καταχώριση μόνον σε σχέση με μερικά από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, εκείνα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που δεν επηρεάζονται·

στ)

στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), τον αριθμό κάθε σχετικής αίτησης ή καταχώρισης σήματος της ΕΕ.

3.   Το Γραφείο αποστέλλει κοινοποίηση στο Διεθνές Γραφείο με την παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν εκκρεμεί προσφυγή κατά της απόφασης εξεταστή να απορρίψει την αίτηση σήματος της ΕΕ στην οποία βασίστηκε η διεθνής καταχώριση σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

β)

όταν εκκρεμεί ανακοπή κατά της αίτησης σήματος της ΕΕ στην οποία βασίστηκε η διεθνής καταχώριση·

γ)

όταν κατά του σήματος της ΕΕ στο οποίο βασίστηκε η διεθνής καταχώριση εκκρεμεί αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας·

δ)

όταν στο Μητρώο Σημάτων της ΕΕ έχει γίνει μνεία ότι έχει υποβληθεί ενώπιον δικαστηρίου σημάτων της ΕΕ ανταγωγή για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας κατά σήματος της ΕΕ στο οποίο βασίστηκε η διεθνής καταχώριση, αλλά δεν έχει γίνει ακόμη μνεία στο μητρώο της απόφασης του δικαστηρίου σημάτων της ΕΕ επί της ανταγωγής.

4.   Μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 μέσω τελεσίδικης απόφασης ή εγγραφής στο μητρώο, το Γραφείο αποστέλλει κοινοποίηση στο Διεθνές Γραφείο κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2.

5.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 3, η έννοια του σήματος της ΕΕ στο οποίο βασίστηκε η διεθνής καταχώριση περιλαμβάνει την περίπτωση καταχώρισης σήματος της ΕΕ βάσει αίτησης σήματος της ΕΕ στην οποία βασιζόταν η διεθνής αίτηση.

Άρθρο 30

Αίτηση εδαφικής επέκτασης μεταγενέστερη της διεθνούς καταχώρισης

1.   Αίτηση εδαφικής επέκτασης που κατατίθεται στο Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 149 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 πληροί τις εξής απαιτήσεις:

α)

κατατίθεται με τη χρήση ενός από τα έντυπα που αναφέρονται στο άρθρο 31 του παρόντος κανονισμού και περιέχει όλες τις μνείες και τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη συμπλήρωση του εντύπου που χρησιμοποιείται·

β)

μνημονεύει τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης με την οποία σχετίζεται·

γ)

ο κατάλογος προϊόντων ή υπηρεσιών καλύπτεται από τον κατάλογο προϊόντων ή υπηρεσιών που περιέχει η διεθνής καταχώριση·

δ)

ο καταθέτης έχει το δικαίωμα, βάσει των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο διεθνές έντυπο, να ζητήσει επέκταση της προστασίας μεταγενέστερη της διεθνούς καταχώρισης μέσω του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ii) και το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

2.   Σε περίπτωση που η αίτηση εδαφικής επέκτασης δεν πληροί όλες τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να θεραπεύσει τις ελλείψεις εντός προθεσμίας που του τάσσει.

Άρθρο 31

Έντυπο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την αίτηση εδαφικής επέκτασης

Το έντυπο που παρέχει το Γραφείο για την κατάθεση αίτησης εδαφικής επέκτασης μετά τη διεθνή καταχώριση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 149 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία του επίσημου εντύπου που παρέχει το Διεθνές Γραφείο. Οι καταθέτες μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν το επίσημο έντυπο που παρέχει το Διεθνές Γραφείο.

Άρθρο 32

Διεκδίκηση αρχαιότητας ενώπιον του Γραφείου

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με το άρθρο 153α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία ή ως προς τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα·

δ)

τον αριθμό και την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής καταχώρισης·

ε)

μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα και εκείνων ως προς τα οποία διεκδικείται η αρχαιότητα·

στ)

αντίγραφο του σχετικού πιστοποιητικού καταχώρισης.

2.   Εάν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποχρεούται να εκπροσωπηθεί στο πλαίσιο διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, η διεκδίκηση αρχαιότητας περιλαμβάνει τον ορισμό αντιπροσώπου κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009.

3.   Εάν το Γραφείο κάνει δεκτή τη διεκδίκηση αρχαιότητας, ενημερώνει σχετικά το Διεθνές Γραφείο κοινοποιώντας τα ακόλουθα:

α)

τον αριθμό της σχετικής διεθνούς καταχώρισης·

β)

το όνομα του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία ή ως προς τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα·

γ)

τον αριθμό της σχετικής καταχώρισης·

δ)

την ημερομηνία από την οποία παράγει αποτελέσματα η σχετική καταχώριση.

Άρθρο 33

Κοινοποίηση αυτεπάγγελτης προσωρινής απόρριψης προς το Διεθνές Γραφείο

1.   Η κοινοποίηση αυτεπάγγελτης προσωρινής απόρριψης της προστασίας της διεθνούς καταχώρισης ολικώς ή μερικώς που πρέπει να απευθύνεται στο Διεθνές Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 154 παράγραφοι 2 και 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιλαμβάνει, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του άρθρου 154 παράγραφοι 3 και 4 του εν λόγω κανονισμού, τα εξής:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης·

β)

παραπομπή στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 που είναι συναφείς με την προσωρινή απόρριψη·

γ)

μνεία ότι η προσωρινή απόρριψη της προστασίας θα επιβεβαιωθεί με απόφαση του Γραφείου εάν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης δεν θεραπεύσει τους λόγους στους οποίους βασίζεται η απόρριψη υποβάλλοντας παρατηρήσεις στο Γραφείο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της προσωρινής απόρριψης από το Γραφείο·

δ)

εάν η προσωρινή απόρριψη αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή υπηρεσιών, μνεία των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών.

2.   Στο πλαίσιο κάθε κοινοποίησης αυτεπάγγελτης προσωρινής απόρριψης που απευθύνει στο Διεθνές Γραφείο, και εφόσον παρέλθει η προθεσμία άσκησης ανακοπής και δεν εκδοθεί κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης βάσει ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430, το Γραφείο γνωστοποιεί στο Διεθνές Γραφείο τα εξής:

α)

εάν ως αποτέλεσμα της διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου ανακληθεί η προσωρινή απόρριψη, το γεγονός ότι το σήμα προστατεύεται στην Ένωση·

β)

εάν η απόφαση απόρριψης της προστασίας του σήματος τελεσιδικήσει, κατά περίπτωση, κατόπιν άσκησης προσφυγής βάσει του άρθρου 58 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ή προσφυγής βάσει του άρθρου 65 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, το γεγονός ότι η προστασία του σήματος στην Ένωση απορρίπτεται·

γ)

εάν η απόρριψη βάσει του στοιχείου β) αφορά μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών, τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία το σήμα προστατεύεται στην Ένωση.

Άρθρο 34

Κοινοποίηση της ακύρωσης των αποτελεσμάτων διεθνούς καταχώρισης προς το Διεθνές Γραφείο

Η κοινοποίηση του άρθρου 158 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 φέρει ημερομηνία και περιλαμβάνει:

α)

μνεία της κήρυξης της ακυρότητας από το Γραφείο ή μνεία του δικαστηρίου σημάτων της ΕΕ που κήρυξε την ακυρότητα·

β)

μνεία εάν η ακυρότητα κηρύχθηκε με τη μορφή έκπτωσης του δικαιούχου της διεθνούς καταχώρισης, ακυρότητας του σήματος βάσει απόλυτων λόγων απαράδεκτου ή ακυρότητας του σήματος βάσει σχετικών λόγων απαράδεκτου·

γ)

δήλωση ότι η ακυρότητα δεν υπόκειται πλέον σε προσφυγή·

δ)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης·

ε)

το όνομα του δικαιούχου της διεθνούς καταχώρισης·

στ)

όταν η ακυρότητα δεν αφορά όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, μνεία των προϊόντων ή των υπηρεσιών ως προς τα οποία έχει κηρυχθεί ακυρότητα ή εκείνων ως προς τα οποία δεν έχει κηρυχθεί ακυρότητα·

ζ)

την ημερομηνία κατά την οποία κηρύχθηκε η ακυρότητα, καθώς και μνεία της ημερομηνίας από την οποία η ακυρότητα παράγει αποτελέσματα.

Άρθρο 35

Αίτηση μετατροπής διεθνούς καταχώρισης σε αίτηση εθνικού σήματος ή σε επέκταση της προστασίας στα κράτη μέλη

1.   Η αίτηση μετατροπής διεθνούς καταχώρισης με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση σε αίτηση εθνικού σήματος ή σε επέκταση της προστασίας στα κράτη μέλη σύμφωνα με τα άρθρα 112 και 159 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του άρθρου 159 παράγραφοι 4 έως 7 του εν λόγω κανονισμού, περιλαμβάνει:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης·

β)

την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης ή την ημερομηνία επέκτασης της προστασίας στην Ένωση σε συνέχεια διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, τα στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση προτεραιότητας ως προς τη διεθνή καταχώριση σύμφωνα με το άρθρο 159 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και τα στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με τα άρθρα 34, 35 ή 153 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·

γ)

τις μνείες και τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 113 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και στο άρθρο 22 στοιχεία α), γ) και δ) του παρόντος κανονισμού.

2.   Η δημοσίευση της αίτησης μετατροπής της παραγράφου 1 περιέχει τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 23.

Άρθρο 36

Μετατροπή διεθνούς καταχώρισης με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση σε αίτηση σήματος της ΕΕ

Η αίτηση μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 161 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 περιέχει, πέραν των μνειών και των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού, τα εξής:

α)

τον αριθμό της διεθνούς καταχώρισης που έχει ακυρωθεί·

β)

την ημερομηνία κατά την οποία η διεθνής καταχώριση ακυρώθηκε από το Διεθνές Γραφείο·

γ)

αναλόγως την περίπτωση, την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης ή την ημερομηνία καταγραφής της εδαφικής επέκτασης στην Ένωση σε συνέχεια της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης·

δ)

εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, την ημερομηνία προτεραιότητας που διεκδικείται με τη διεθνή καταχώριση όπως καταχωρίστηκε στο διεθνές μητρώο που τηρεί το Διεθνές Γραφείο.

ΤΙΤΛΟΣ XIV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 37

Μεταβατικά μέτρα

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 80 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95 εξακολουθούν να εφαρμόζονται στις εν εξελίξει διαδικασίες στις οποίες δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός σύμφωνα με το άρθρο 38, μέχρι την ολοκλήρωσή τους.

Άρθρο 38

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Εφαρμόζεται από την 1η Οκτωβρίου 2017, με τις ακόλουθες παρεκκλίσεις:

α)

ο τίτλος II δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις σήματος της ΕΕ που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία, καθώς και σε διεθνείς καταχωρίσεις για τις οποίες η επέκταση της προστασίας στην Ένωση πραγματοποιήθηκε πριν από την ημερομηνία αυτή·

β)

το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται σε σήματα της ΕΕ που έχουν καταχωριστεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

γ)

το άρθρο 10 δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις τροποποίησης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

δ)

το άρθρο 11 δεν εφαρμόζεται σε δηλώσεις διαίρεσης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ε)

το άρθρο 12 δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις αλλαγής ονόματος ή διεύθυνσης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

στ)

ο τίτλος IV δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις καταχώρισης μεταβίβασης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ζ)

ο τίτλος V δεν εφαρμόζεται σε δηλώσεις παραίτησης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

η)

ο τίτλος VI δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία, καθώς και σε διεθνείς καταχωρίσεις για τις οποίες η επέκταση της προστασίας στην Ένωση πραγματοποιήθηκε πριν από την ημερομηνία αυτή·

θ)

ο τίτλος VII δεν εφαρμόζεται ως προς έξοδα που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο διαδικασιών που έχουν κινηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ι)

ο τίτλος VIII δεν εφαρμόζεται σε δημοσιεύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ια)

ο τίτλος IX δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις πληροφοριών ή επιθεώρησης που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιβ)

ο τίτλος X δεν εφαρμόζεται σε αιτήσεις μετατροπής που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιγ)

ο τίτλος XI δεν εφαρμόζεται ως προς δικαιολογητικά έγγραφα ή μεταφράσεις που έχουν υποβληθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιδ)

ο τίτλος XII δεν εφαρμόζεται σε αποφάσεις που έχουν εκδοθεί πριν από την ανωτέρω ημερομηνία·

ιε)

ο τίτλος XIII δεν εφαρμόζεται σε διεθνείς αιτήσεις, κοινοποιήσεις πραγματικών περιστατικών και αποφάσεων ακυρότητας αίτησης ή καταχώρισης σήματος της ΕΕ επί της οποίας βασίστηκε διεθνής καταχώριση, αιτήσεις εδαφικής επέκτασης, διεκδικήσεις αρχαιότητας, κοινοποιήσεις αυτεπάγγελτης προσωρινής απόρριψης, κοινοποιήσεις της ακύρωσης των αποτελεσμάτων διεθνούς καταχώρισης, αιτήσεις μετατροπής διεθνούς καταχώρισης σε αίτηση εθνικού σήματος και αιτήσεις μετατροπής διεθνούς καταχώρισης με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση σε αίτηση σήματος της ΕΕ που έχουν υποβληθεί ή πραγματοποιηθεί, ανάλογα με την περίπτωση, πριν από την ανωτέρω ημερομηνία.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 78 της 24.3.2009, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11 της 14.1.1994, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής σχετικά με τα πληρωτέα προς το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς τέλη (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ L 341 της 24.12.2015, σ. 21).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 296 της 14.11.2003, σ. 22.

(6)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1430 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2017, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το σήμα της ΕΕ και για την κατάργηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 2868/95 και (ΕΚ) αριθ. 216/96 (βλέπε σ. 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(7)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/59


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1432 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Αυγούστου 2017

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά όσον αφορά τα κριτήρια για την έγκριση δραστικών ουσιών χαμηλού κινδύνου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφος 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 έχει σκοπό να διευκολύνει τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων τα οποία περιέχουν δραστικές ουσίες χαμηλού κινδύνου, ορίζοντας κριτήρια για τον προσδιορισμό των δραστικών ουσιών χαμηλού κινδύνου και επιταχύνοντας τη διαδικασία έγκρισης για τα προϊόντα χαμηλού κινδύνου.

(2)

Η οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) προωθεί την ολοκληρωμένη διαχείριση επιβλαβών οργανισμών δίνοντας προτεραιότητα στη χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και άλλων μη χημικών μεθόδων που έχουν τις λιγότερες παρενέργειες για την υγεία του ανθρώπου, τους μη στοχευόμενους οργανισμούς και το περιβάλλον. Συγκεκριμένα, το άρθρο 12 της οδηγίας προβλέπει την κατά προτεραιότητα χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων χαμηλού κινδύνου σε σειρά συγκεκριμένων περιοχών, όπως είναι οι περιοχές που χρησιμοποιούνται από το ευρύ κοινό.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 το σημείο 5 του παραρτήματος II του εν λόγω κανονισμού εφαρμόζεται στον προσδιορισμό των δραστικών ουσιών χαμηλού κινδύνου που συμμορφώνονται με τα κριτήρια του άρθρου 4 του ιδίου κανονισμού.

(4)

Το σημείο 5 του παραρτήματος II παραπέμπει σε διάφορες κατηγορίες κινδύνου που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3). Για λόγους σαφήνειας και για να ληφθεί υπόψη η σημερινή εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού, κρίνεται πρόσφορο να δοθούν περισσότερες λεπτομέρειες όσον αφορά τις κατηγορίες κινδύνου.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), οι ουσίες που αποτελούν σημαντικό κίνδυνο για το υδατικό περιβάλλον ή μέσω αυτού ορίζονται ως ουσίες προτεραιότητας στο επίπεδο της Ένωσης και απαριθμούνται στο παράρτημα X της εν λόγω οδηγίας. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω ουσίες προτεραιότητας δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως δραστικές ουσίες χαμηλού κινδύνου.

(6)

Τα κριτήρια σχετικά με την εμμονή και τη βιοσυγκέντρωση, υπό το πρίσμα των υφιστάμενων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, μπορούν να αποτρέψουν την έγκριση ορισμένων ουσιών που απαντούν στο φυσικό περιβάλλον ως δραστικών ουσιών χαμηλού κινδύνου, οι οποίες ενέχουν σημαντικά μικρότερο κίνδυνο από άλλες δραστικές ουσίες, όπως είναι ορισμένες φυτικές ή οργανικές ουσίες. Κρίνεται, συνεπώς, πρόσφορο να επιτραπεί η έγκριση των εν λόγω ουσιών ως χαμηλού κινδύνου, στις περιπτώσεις που συμμορφώνονται με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009.

(7)

Οι σημειοχημικές ουσίες, δηλαδή οι ουσίες που παράγουν τα φυτά, τα ζώα και άλλοι οργανισμοί για την επικοινωνία εντός τους είδους τους ή και με άλλα είδη έχουν συγκεκριμένο σκοπό, χαρακτηρίζονται από μη τοξικό τρόπο δράσης και απαντούν στο φυσικό περιβάλλον. Είναι σε γενικές γραμμές ιδιαίτερα αποτελεσματικές σε πολύ χαμηλές τιμές, συχνά συγκρίσιμες με τα επίπεδα στα οποία απαντούν στο φυσικό περιβάλλον (5). Υπό το πρίσμα των υφιστάμενων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων είναι, επίσης, πρόσφορο να προβλεφθεί ότι οι σημειοχημικές ουσίες θα πρέπει να θεωρούνται ως ουσίες χαμηλού κινδύνου.

(8)

Οι δραστικές ουσίες κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 περιλαμβάνουν μικροοργανισμούς των οποίων οι ιδιότητες διαφέρουν από τις ιδιότητες των χημικών ουσιών. Κρίνεται σκόπιμο να καθοριστούν τα κριτήρια χαμηλού κινδύνου που διέπουν τους μικροοργανισμούς με βάση τις τρέχουσες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις.

(9)

Οι μικροοργανισμοί που πρέπει να περιέχονται σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα αξιολογούνται σε επίπεδο στελέχους σύμφωνα με ειδικές απαιτήσεις παροχής στοιχείων που ορίζονται στο μέρος Β του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 283/2013 της Επιτροπής (6). Κατά συνέπεια, οι μικροοργανισμοί θα πρέπει επίσης να προσδιορίζονται και να χαρακτηρίζονται σε επίπεδο στελέχους, όταν αξιολογείται η συμμόρφωσή τους με τα κριτήρια για τις ουσίες χαμηλού κινδύνου, καθώς μπορεί να διαφέρουν σημαντικά οι τοξικολογικές ιδιότητες των διαφόρων στελεχών που ανήκουν στο ίδιο είδος μικροοργανισμού. Ένας μικροοργανισμός μπορεί να θεωρείται ως χαμηλού κινδύνου, εκτός εάν σε επίπεδο στελέχους έχει αποδείξει πολλαπλή ανθεκτικότητα σε αντιμικροβιακούς παράγοντες που χρησιμοποιούνται στην ιατρική ή στην κτηνιατρική.

(10)

Θα πρέπει να αναφέρεται σαφώς ότι οι βακουλοϊοί, οι οποίοι αποτελούν ειδική οικογένεια ιού-ξενιστή που προσβάλλουν αποκλειστικά τα αρθρόποδα και, στα έντομα, απαντούν κυρίως στην τάξη των λεπιδόπτερων, πρέπει να θεωρούνται ως ουσίες χαμηλού κινδύνου, καθώς δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι οι βακουλοϊοί έχουν δυσμενείς επιδράσεις στα ζώα ή τον άνθρωπο (7). Ο βακουλοϊός θα πρέπει να θεωρείται χαμηλού κινδύνου, εκτός εάν έχει επιδείξει σε επίπεδο στελέχους δυσμενείς επιδράσεις σε μη στοχευόμενα έντομα.

(11)

Ως εκ τούτου, το σημείο 5 του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(12)

Τα τροποποιημένα κριτήρια αντικατοπτρίζουν την παρούσα κατάσταση των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων και διασαφηνίζουν τα υπάρχοντα κριτήρια στο σημείο 5. Κατά συνέπεια, τα νέα κριτήρια θα πρέπει να εφαρμοστούν το ταχύτερο δυνατόν, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες η αρμόδια επιτροπή ψήφισε το σχέδιο κανονισμού που της υποβλήθηκε χωρίς όμως ο εν λόγω κανονισμός να έχει εγκριθεί από την Επιτροπή έως τις 28 Αυγούστου 2017.

(13)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Το σημείο 5 του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, όπως τροποποιείται με τον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζεται από τις 28 Αυγούστου 2017, με εξαίρεση τις διαδικασίες για τις οποίες η επιτροπή ψήφισε το σχέδιο κανονισμού που της υποβλήθηκε χωρίς όμως το εν λόγω σχέδιο κανονισμού να έχει εγκριθεί έως τις 28 Αυγούστου 2017.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Αυγούστου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1.

(2)  Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 71).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/EΟΚ και 1999/45/EΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1907/2006 (ΕΕ L 353 της 31.12.2008, σ. 1).

(4)  Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

(5)  OECD Report of the 5TH Biopesticides Steering Group Seminar on application techniques for microbial pest control products and semiochemicals: use scenarios and associated risks [Έκθεση της 5ης διευθύνουσας επιτροπής του ΟΟΣΑ σχετικά με τα βιολογικά φυτοφάρμακα. Σεμινάριο σχετικά με τις τεχνικές εφαρμογής όσον αφορά τα προϊόντα και τις σημειοχημικές ουσίες μικροβιακού ελέγχου των επιβλαβών οργανισμών] ENV/JM/MONO(2015)38.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 283/2013 της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 2013, για τον καθορισμό των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων για τις δραστικές ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ L 93 της 3.4.2013, σ. 1).

(7)  EFSA ομάδα BIOHAZ (ομάδα της EFSA για τις βιολογικές πηγές κινδύνου), 2013. Scientific Opinion on the maintenance of the list of QPS biological agents intentionally added to food and feed [Επιστημονική γνώμη για τη διατήρηση του καταλόγου των βιολογικών παραγόντων QPS που προστίθενται σκοπίμως σε τρόφιμα και ζωοτροφές] (επικαιροποίηση 2013). EFSA Journal 2013· 11(11):3449, σ. 107. doi:10.2903/j.efsa.2013.3449.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το σημείο 5 του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Δραστικές ουσίες χαμηλού κινδύνου

5.1.   Δραστικές ουσίες εκτός των μικροοργανισμών

5.1.1.   Μια δραστική ουσία, εκτός από τους μικροοργανισμούς, δεν θεωρείται χαμηλού κινδύνου, όταν εμπίπτει σε ένα από τα ακόλουθα:

α)

έχει ή πρέπει να ταξινομηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 σε μια από τις εξής κατηγορίες:

καρκινογόνος, κατηγορίας 1Α, 1Β ή 2·

μεταλλαξιογόνος, κατηγορίας 1Α, 1Β ή 2·

τοξική για την αναπαραγωγή, κατηγορίας 1A, 1B ή 2·

ευαισθητοποιητική του δέρματος, κατηγορίας 1·

προκαλούσα σοβαρή οφθαλμική βλάβη, κατηγορίας 1·

ευαισθητοποιητική του αναπνευστικού, κατηγορίας 1·

με οξεία τοξικότητα, κατηγορίας 1, 2 ή 3,

με ειδική τοξική δράση στα στοχευόμενα όργανα, κατηγορίας 1 ή 2·

τοξική για την υδάτινη ζωή, οξείας και χρόνιας κατηγορίας 1 με βάση τις κατάλληλες συνήθεις δοκιμές·

εκρηκτική·

διαβρωτική του δέρματος, κατηγορίας 1A, 1B ή 1Γ,

β)

έχει προσδιοριστεί ως ουσία προτεραιότητας βάσει της οδηγίας 2000/60/ΕΚ·

γ)

θεωρείται ενδοκρινικός διαταράκτης·

δ)

έχει νευροτοξικές ή ανοσοτοξικές επιδράσεις.

5.1.2.   Μια δραστική ουσία, εκτός από τους μικροοργανισμούς, δεν θεωρείται χαμηλού κινδύνου εάν είναι έμμονη (ο χρόνος ημιζωής στο έδαφος υπερβαίνει τις 60 ημέρες) ή ο συντελεστής βιοσυγκέντρωσής της είναι υψηλότερος από 100.

Ωστόσο, μια ουσία που απαντά στο φυσικό περιβάλλον και δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις α) έως δ) του σημείου 5.1.1. μπορεί να θεωρείται χαμηλού κινδύνου, έστω και αν δεν είναι έμμονη (χρόνος ημιζωής στο έδαφος πάνω από 60 ημέρες) ή ο συντελεστής βιοσυγκέντρωσής της είναι υψηλότερος από 100.

5.1.3.   Μια δραστική ουσία, εκτός από έναν μικροοργανισμό, την οποία παράγουν και χρησιμοποιούν τα φυτά, τα ζώα και άλλοι οργανισμοί για επικοινωνία, θεωρείται χαμηλού κινδύνου, όταν δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις α) έως δ) του σημείου 5.1.1.

5.2.   Μικροοργανισμοί

5.2.1.   Μια δραστική ουσία που είναι μικροοργανισμός μπορεί να θεωρείται χαμηλού κινδύνου, εκτός εάν σε επίπεδο στελέχους έχει επιδείξει πολλαπλή ανθεκτικότητα σε αντιμικροβιακούς παράγοντες που χρησιμοποιούνται στην ιατρική ή στην κτηνιατρική.

5.2.2.   Οι βακουλοϊοί θεωρούνται χαμηλού κινδύνου, εκτός εάν σε επίπεδο στελέχους έχουν επιδείξει δυσμενείς επιδράσεις σε μη στοχευόμενα έντομα.»


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/63


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1433 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Αυγούστου 2017

για την καταχώριση ονομασίας στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Štajerski hmelj (ΠΓΕ)]

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η αίτηση της Σλοβενίας για καταχώριση της ονομασίας «Štajerski hmelj» ως προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης (ΠΓΕ) δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2).

(2)

Το προϊόν «Štajerski hmelj» είναι φυτό λυκίσκου. Η ονομασία του σημαίνει «Λυκίσκος Στυρίας». Η Στυρία είναι ιστορική περιοχή που συνδέεται με τα εδάφη της Αυστρίας και τη Σλοβενίας.

(3)

Στις 26 Αυγούστου 2016, η Επιτροπή έλαβε την κοινοποίηση ένστασης και την αιτιολογημένη δήλωση ένστασης από την Αυστρία. Η Επιτροπή διαβίβασε την κοινοποίηση ένστασης και την αιτιολογημένη δήλωση ένστασης που απέστειλε η Αυστρία στη Σλοβενία στις 12 Σεπτεμβρίου 2016. Πρόσθετα έγγραφα που συμπληρώνουν την αιτιολογημένη δήλωση ένστασης ελήφθησαν από την Επιτροπή στις 20 Οκτωβρίου 2016.

(4)

Η Αυστρία εξέφρασε την αντίθεσή της όσον αφορά την καταχώριση της ονομασίας «Štajerski hmelj», διότι τούτο θα έβλαπτε την ύπαρξη του αυστρο-στυριακού λυκίσκου. Το προϊόν «Steirischer Hopfen» χρησιμοποιείται στη ζυθοποιία και η ονομασία «Steirisches Bier steirischem Hopfen aus» αποτελεί επίσης σήμα που χρησιμοποιεί η Brau Union Österreich AG εδώ και δεκαετίες, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η καταχώριση της ονομασίας «Štajerski hmelj», επομένως, θα μπορούσε να βλάψει τα οικονομικά συμφέροντα τόσο των μελών της ένωσης παραγωγών λυκίσκου όσο και της αυστριακής ζυθοποιίας.

(5)

Θεωρώντας την ένσταση αυτή παραδεκτή, με επιστολή της 13ης Δεκεμβρίου 2016, η οποία περιλαμβάνει τα πρόσθετα έγγραφα που εστάλησαν από την Αυστρία για τη συμπλήρωση της αιτιολογημένης δήλωσης ένστασης, η Επιτροπή κάλεσε τη Σλοβενία και την Αυστρία να προβούν στις προβλεπόμενες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια περιόδου τριών μηνών ώστε να επιδιώξουν την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ τους σύμφωνα με τις εσωτερικές τους διαδικασίες.

(6)

Επιτεύχθηκε συμφωνία μεταξύ των μερών. Η Σλοβενία ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της συμφωνίας στην Επιτροπή στις 6 Μαρτίου 2017.

(7)

Η Σλοβενία και η Αυστρία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση των όρων «Hopfen aus der Steiermark» (Λυκίσκος από τη Στυρία) και «Hopfen aus der Südsteiermark» (Λυκίσκος από τη Νότια Στυρία), οι οποίοι αφορούν προϊόντα που παράγονται σε αυτές τις δύο περιφέρειες της Αυστρίας, θα πρέπει να συνεχίσει να επιτρέπεται στην αγορά, ακόμη και μετά την καταχώριση του όρου «Štajerski hmelj» ως ΠΓΕ. Αναγνώρισαν δε ότι οι ενδείξεις «Hopfen aus der Steiermark» και «Hopfen aus der Südsteiermark» συνδέονται σαφώς με την Αυστρία, δεν αποτελούν αυτές καθαυτές κατάχρηση, απομίμηση ή υπαινιγμό της ένδειξης «Štajerski hmelj» και δεν είναι πιθανόν να παραπλανήσουν τους καταναλωτές όσον αφορά την πραγματική καταγωγή του προϊόντος.

(8)

Εν πάση περιπτώσει, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε σύγχυση για τους καταναλωτές, η Σλοβενία και η Αυστρία συμφώνησαν ότι, όταν χρησιμοποιούνται οι όροι «Hopfen aus der Steiermark» ή «Hopfen aus der Südsteiermark» στην αγορά, θα πρέπει στην επισήμανση ή την παρουσίαση να γίνεται σαφής αναφορά στην Αυστρία, με τη μορφή κειμένου, συμβόλων ή ένδειξης, στο ίδιο οπτικό πεδίο με την ονομασία. Οι Αυστριακοί παραγωγοί δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν στη συσκευασία στοιχεία που παραπέμπουν στη Σλοβενία. Όταν τα προϊόντα που φέρουν τις ονομασίες «Hopfen aus der Steiermark» ή «Hopfen aus der Südsteiermark» εξάγονται, μπορούν να μεταφράζονται μόνο ως «αυστριακός λυκίσκος». Όταν η ονομασία «Štajerski hmelj» πρέπει να μεταφραστεί στη γερμανική γλώσσα, ο όρος «Štajerski» θα πρέπει να διατηρείται ως έχει και χωρίς να αναφέρονται πουθενά οι όροι «Steiermark» ή «Südsteiermark».

(9)

Η Επιτροπή σημειώνει ότι η συμφωνία αναγνωρίζει ότι το προϊόν «Štajerski hmelj» πληροί τις προϋποθέσεις καταχώρισης ως ΠΓΕ και καθορίζει ορισμένες νόμιμες προϋποθέσεις με σκοπό να διασφαλιστεί η θεμιτή χρήση των σχετικών δικαιωμάτων.

(10)

Με βάση τα ανωτέρω, η ονομασία «Štajerski hmelj» θα πρέπει να καταχωριστεί στο Μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Καταχωρίζεται η ονομασία «Štajerski hmelj» (ΠΓΕ).

Η ονομασία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αφορά προϊόν της κλάσης 1.8. Λοιπά προϊόντα του παραρτήματος I της Συνθήκης (μπαχαρικά κ.λπ.) του παραρτήματος XI του εκτελεστικού κανονισμού της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 668/2014 (3).

Άρθρο 2

Οι όροι «Hopfen aus der Steiermark» ή «Hopfen aus der Südsteiermark» που αναφέρονται στον λυκίσκο που παράγεται στις αυστριακές περιφέρειες «Στυρία» και «Νότια Στυρία» μπορούν να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται στην αγορά υπό την προϋπόθεση ότι στην επισήμανση ή την παρουσίαση γίνεται σαφής αναφορά στην Αυστρία, με τη μορφή κειμένου, συμβόλων ή ένδειξης, στο ίδιο οπτικό πεδίο με την ονομασία. Οι αυστριακοί παραγωγοί δεν χρησιμοποιούν στη συσκευασία στοιχεία που παραπέμπουν στη Σλοβενία.

Άρθρο 3

Οι όροι «Hopfen aus der Steiermark» ή «Hopfen aus der Südsteiermark» που χρησιμοποιούνται για την εμπορία του λυκίσκου που παράγεται στις αυστριακές περιφέρειες «Στυρία» και «Νότια Στυρία» μπορούν να μεταφράζονται μόνο ως «αυστριακός λυκίσκος». Όταν η ονομασία «Štajerski hmelj» μεταφράζεται στη γερμανική γλώσσα, ο όρος «Štajerski» διατηρείται ως έχει και δεν αναφέρονται πουθενά οι όροι «Steiermark» ή «Südsteiermark».

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Αυγούστου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 194 της 1.6.2016, σ. 6.

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 179 της 19.6.2014, σ. 36).


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/65


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1434 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Αυγούστου 2017

για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών στον τομέα των σιτηρών οι οποίοι εφαρμόζονται από την 8η Αυγούστου 2017

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 183,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010 της Επιτροπής (2) προβλέπει ότι, για τα προϊόντα των κωδικών ΣΟ 1001 11 00, 1001 19 00, ex 1001 91 20 (σιτάρι μαλακό, που προορίζεται για σπορά), ex 1001 99 00 (σιτάρι μαλακό, εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά), 1002 10 00, 1002 90 00, 1005 10 90, 1005 90 00, 1007 10 90 και 1007 90 00, ο εισαγωγικός δασμός ισούται με την τιμή παρέμβασης που ισχύει για τα προϊόντα αυτά κατά την εισαγωγή, προσαυξημένη κατά 55 % και μειωμένη κατά την τιμή caf κατά την εισαγωγή η οποία εφαρμόζεται στην εν λόγω αποστολή. Ωστόσο, ο δασμός αυτός δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τον δασμολογικό συντελεστή του κοινού δασμολογίου.

(2)

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010 προβλέπει ότι, για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, καθορίζονται σε τακτικά διαστήματα αντιπροσωπευτικές τιμές εισαγωγής caf για τα προϊόντα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010, η τιμή εισαγωγής που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού είναι η ημερήσια αντιπροσωπευτική τιμή εισαγωγής caf που ορίζεται βάσει της μεθόδου που προβλέπεται στο άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(4)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι εισαγωγικοί δασμοί για την περίοδο από την 8η Αυγούστου 2017, οι οποίοι θα ισχύουν έως τον εκ νέου καθορισμό τους.

(5)

Σύμφωνα με άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010, κρίνεται σκόπιμο ο παρών κανονισμός να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Από την 8η Αυγούστου 2017 οι εισαγωγικοί δασμοί στον τομέα των σιτηρών οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010 καθορίζονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού βάσει των στοιχείων του παραρτήματος II.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Αυγούστου 2017.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής

Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 642/2010 της Επιτροπής, της 20ής Ιουλίου 2010, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους εισαγωγικούς δασμούς στον τομέα των σιτηρών (ΕΕ L 187 της 21.7.2010, σ. 5).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Εισαγωγικοί δασμοί για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010, οι οποίοι εφαρμόζονται από την 8η Αυγούστου 2017

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή των εμπορευμάτων

Εισαγωγικός δασμός (1)

(ευρώ/τόνο)

1001 11 00

ΣΙΤΑΡΙ σκληρό, για σπορά

0,00

1001 19 00

ΣΙΤΑΡΙ σκληρό εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

0,00

μέσης ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

0,00

χαμηλής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

0,00

ex 1001 91 20

ΣΙΤΑΡΙ μαλακό, για σπορά

0,00

ex 1001 99 00

ΣΙΤΑΡΙ μαλακό εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

0,00

1002 10 00

ΣΙΚΑΛΗ, για σπορά

5,16

1002 90 00

ΣΙΚΑΛΗ, εκτός από αυτή που προορίζεται για σπορά

5,16

1005 10 90

ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ για σπορά, εκτός από το υβρίδιο

5,16

1005 90 00

ΣΙΤΑΡΙ σκληρό, για σπορά (2)

5,16

1007 10 90

ΣΙΤΑΡΙ σκληρό εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

5,16

1007 90 00

μέσης ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

5,16


(1)  Κατ' εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010, ο εισαγωγέας μπορεί να επωφεληθεί μείωσης των δασμών κατά:

3 ευρώ/τόνο εάν το λιμάνι εκφόρτωσης βρίσκεται στη Μεσόγειο θάλασσα (πέραν του στενού του Γιβραλτάρ) ή στον Εύξεινο Πόντο, εάν τα εμπορεύματα φθάνουν στην Ένωση μέσω του Ατλαντικού ωκεανού ή μέσω της διώρυγας του Σουέζ,

2 ευρώ/τόνο εάν το λιμάνι εκφόρτωσης βρίσκεται στη Δανία, στην Εσθονία, στην Ιρλανδία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία, στη Φινλανδία, στη Σουηδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο ή στην ακτή της Ιβηρικής Χερσονήσου που βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό εάν τα εμπορεύματα φθάνουν στην Ένωση από τον Ατλαντικό.

(2)  Ο εισαγωγέας μπορεί να επωφεληθεί κατ' αποκοπή μείωσης 24 ευρώ/τόνο όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (EE) αριθ. 642/2010.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Στοιχεία υπολογισμού των δασμών που καθορίζονται στο παράρτημα I

1.

Μέσοι όροι κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010:

(ευρώ/τόνο)

 

Μαλακό σιτάρι (1)

Καλαμπόκι

Χρηματιστήριο

Minneapolis

Σικάγο

Τιμή

241,54

123,83

Πριμοδότηση για τον Κόλπο

11,46

Πριμοδότηση για τις Μεγάλες Λίμνες

31,54

2.

Μέσοι όροι κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010:

Ναύλος/κόστος: Κόλπος του Μεξικού — Ρότερνταμ

16,58 ευρώ/τόνο

Ναύλος/κόστος: Μεγάλες Λίμνες — Ρότερνταμ

39,83 ευρώ/τόνο


(1)  Θετική πριμοδότηση 14 ευρώ/τόνο ενσωματωμένη [άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010].


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/68


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/1435 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Ιουλίου 2017

σχετικά με τη θέση που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου Σύνδεσης που συστάθηκε με τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση της ατζέντας σύνδεσης ΕΕ — Δημοκρατίας της Μολδαβίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 217, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, αφετέρου (1), (η «συμφωνία») υπεγράφη στις 27 Ιουνίου 2014 και άρχισε να ισχύει την 1η Ιουλίου 2016.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 436 παράγραφος 1 της συμφωνίας, το Συμβούλιο Σύνδεσης έχει την εξουσία να εκδίδει συστάσεις, προς τον σκοπό της επίτευξης των στόχων της συμφωνίας.

(3)

Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή της συμφωνίας σύνδεσης, τα μέρη συμφώνησαν να δημιουργήσουν μια ατζέντα σύνδεσης με σκοπό την κατάρτιση καταλόγου προτεραιοτήτων για την κοινή δράση τους σε τομεακή βάση.

(4)

Τα μέρη συμφώνησαν σχετικά με μια ατζέντα σύνδεσης προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή της συμφωνίας σύνδεσης. Η ατζέντα σύνδεσης θα εγκριθεί από το Συμβούλιο Σύνδεσης που συγκροτήθηκε με τη συμφωνία.

(5)

Η θέση της Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου Σύνδεσης όσον αφορά την έγκριση της ατζέντας σύνδεσης ΕΕ — Δημοκρατίας της Μολδαβίας για την περίοδο 2017-2019 εγκρίνεται από το Συμβούλιο,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που λαμβάνεται εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου Σύνδεσης που συστάθηκε με τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση της ατζέντας σύνδεσης ΕΕ — Δημοκρατίας της Μολδαβίας για την περίοδο 2017-2019, βασίζεται στο σχέδιο σύστασης του Συμβουλίου Σύνδεσης που επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 17 Ιουλίου 2017.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

F. MOGHERINI


(1)  ΕΕ L 260, 30.8.2014, σ. 4.


ΣΧΕΔΙΟ

ΣΥΣΤΑΣΗ αριθ. 01/2017 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΕΕ — ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΛΔΑΒΙΑΣ

της …

για την ατζέντα σύνδεσης ΕΕ — Δημοκρατίας της Μολδαβίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΕΕ — ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΛΔΑΒΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, αφετέρου

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, αφετέρου (1) (η «συμφωνία») υπεγράφη στις 27 Ιουνίου 2014 και ετέθη σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2016.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 436 παράγραφος 1 της συμφωνίας το Συμβούλιο Σύνδεσης έχει την εξουσία να εκδίδει συστάσεις που ενδείκνυνται για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 453 παράγραφος 1 της συμφωνίας, τα μέρη λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο που απαιτείται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της συμφωνίας και μεριμνούν για την επίτευξη των στόχων που περιέχονται σε αυτήν.

(4)

Στην αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας προτάθηκε η έναρξη μιας νέας φάσης συνεργασίας με τους εταίρους, η οποία θα δώσει τη δυνατότητα για μεγαλύτερη οικειοποίηση και από τις δύο πλευρές.

(5)

Η Ένωση και η Δημοκρατία της Μολδαβίας έχουν συμφωνήσει να εδραιώσουν την εταιρική σχέση τους μέσω συμφωνίας σχετικά με ένα σύνολο προτεραιοτήτων για την περίοδο 2017-2019, με σκοπό τη στήριξη και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της σταθερότητας της Δημοκρατίας της Μολδαβίας, ενώ παράλληλα επιδιώκουν στενότερη πολιτική σύνδεση και βαθύτερη οικονομική ολοκλήρωση.

(6)

Τα μέρη της συμφωνίας κατέληξαν σε συμφωνία επί του κειμένου της ατζέντας σύνδεσης ΕΕ-Δημοκρατίας της Μολδαβίας, μέσω της οποίας θα υποστηριχθεί η εφαρμογή της συμφωνίας, θέτοντας στο επίκεντρο της συνεργασίας τα κοινά συμφέροντα που έχουν καθοριστεί και από τις δύο πλευρές,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΣΥΣΤΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το Συμβούλιο Σύνδεσης συνιστά στα μέρη να υλοποιήσουν την ατζέντα σύνδεσης ΕΕ — Δημοκρατίας της Μολδαβίας, ως έχει στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Η ατζέντα σύνδεσης ΕΕ-Δημοκρατίας της Μολδαβίας, ως έχει στο παράρτημα, αντικαθιστά την ατζέντα σύνδεσης ΕΕ-Δημοκρατίας της Μολδαβίας που εγκρίθηκε στις 26 Ιουνίου 2014.

Άρθρο 3

Η παρούσα σύσταση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία της έκδοσής της.

…, … 2017.

Για το Συμβούλιο Σύνδεσης

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ ΕΕ L 260, 30.8.2014, σ. 4.


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/70


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/1436 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 1ης Δεκεμβρίου 2015

για την κρατική ενίσχυση για τη μετατροπή του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Lynemouth, ώστε να λειτουργεί με βιομάζα SA.38762 (2015/C) που προτίθεται να χορηγήσει το Ηνωμένο Βασίλειο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2015) 8441]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (1) σύμφωνα με την/τις εν λόγω διάταξη/διατάξεις και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 17 Δεκεμβρίου 2014, έπειτα από επαφές που πραγματοποιήθηκαν πριν από την κοινοποίηση, το Ηνωμένο Βασίλειο κοινοποίησε, σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τη χρηματοδοτική στήριξη του έργου μετατροπής του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Lynemouth, ώστε να λειτουργεί με βιομάζα. Κοινοποίησε συμπληρωματικά στοιχεία στην Επιτροπή στις 5 Φεβρουαρίου 2015.

(2)

Με επιστολή της 19ης Φεβρουαρίου 2015, η Επιτροπή γνωστοποίησε στο Ηνωμένο Βασίλειο την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης σχετικά με την εν λόγω ενίσχυση (η «απόφαση κίνησης της διαδικασίας»).

(3)

Το Ηνωμένο Βασίλειο κοινοποίησε τις παρατηρήσεις του στις 23 Μαρτίου 2015.

(4)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 10 Απριλίου 2015 (βλέπε υποσημείωση 1). Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(5)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από 30 ενδιαφερόμενα μέρη. Στις 20 Μαΐου 2015, διαβίβασε τις παρατηρήσεις αυτές στο Ηνωμένο Βασίλειο, παρέχοντάς του τη δυνατότητα να τις σχολιάσει. Το Ηνωμένο Βασίλειο απάντησε σε αυτές τις παρατηρήσεις στις 12 Ιουνίου 2015.

(6)

Η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες στις 23 Ιουλίου 2015, τις οποίες το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε στις 29 Ιουλίου 2015. Στις 7 Οκτωβρίου 2015, το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε συμπληρωματικές πληροφορίες.

2.   ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

2.1.   Το έργο μετατροπής του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Lynemouth, ώστε να λειτουργεί με βιομάζα, και ο δικαιούχος

(7)

Το Ηνωμένο Βασίλειο επέλεξε οκτώ έργα για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βάσει της διαδικασίας που επιτρέπει τη λήψη τελικών επενδυτικών αποφάσεων για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Final Investment Decision Enabling for Renewables — FIDeR) (2). Η χρηματοδοτική στήριξη σε αυτά τα επιλεγέντα έργα θα χορηγηθεί βάσει επενδυτικών συμβάσεων. Το κοινοποιηθέν έργο περιλαμβάνεται στα οκτώ έργα που επιλέχθηκαν βάσει της διαδικασίας FIDeR.

(8)

Το κοινοποιηθέν μέτρο ενίσχυσης αφορά την ενίσχυση για τη μετατροπή του σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα στο Lynemouth, ώστε να λειτουργεί εξολοκλήρου με βιομάζα. Η ηλεκτροπαραγωγική μονάδα βρίσκεται στο Northumberland στη βορειοανατολική ακτή της Αγγλίας. Η μονάδα παραγωγής ενέργειας ανήκει στην Lynemouth Power Limited, θυγατρική υπό την πλήρη κυριότητα της RWE Supply & Trading GmbH, η οποία έχει επίσης την ευθύνη της εκμετάλλευσής της.

(9)

Το Lynemouth είναι σταθμός ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα ισχύος 420 MW, του οποίου εμπορική εκμετάλλευση άρχισε το 1972. Σύμφωνα με την τρέχουσα πρόταση, η μονάδα ηλεκτροπαραγωγής θα επανεξοπλιστεί, ώστε να λειτουργεί αποκλειστικά με βιομάζα. Λόγω των χαρακτηριστικών της διαδικασίας καύσης, η μονάδα θα έχει δυνατότητα καύσης μόνο βιομηχανικών συσσωματωμάτων ξύλου. Η μονάδα θα παρέχει ηλεκτρική ενέργεια στο βόρειο ηλεκτρικό δίκτυο το οποίο ηλεκτροδοτεί τη βορειοανατολική Αγγλία. Το Ηνωμένο Βασίλειο εκτιμά ότι το έργο θα παράγει το 0,7 % της μελλοντικής τελικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου.

(10)

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, το έργο θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών CO2 κατά περίπου 17,7 εκατ. τόνους κατά την 12ετή διάρκεια ζωής του και θα παρέχει περίπου 2,3 TWh ηλεκτρικής ενέργειας ετησίως. Η μονάδα θα λειτουργεί με φορτίο βάσης, παρέχοντας έτσι ηλεκτρική ενέργεια χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών η οποία μπορεί να προγραμματιστεί χρονικά.

(11)

Σύμφωνα με τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, η μονάδα έχει σχεδιαστεί ώστε να λειτουργεί με ονομαστική ηλεκτρική ισχύ 420 MW, με μέσο συντελεστή φορτίου 77 %. (3). Η μονάδα θα χρησιμοποιεί περίπου 1,44 — 1,56 εκατομμύρια ξηρούς τόνους συσσωματωμάτων ξύλου ετησίως, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα εισάγεται από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ ([60 % — 80 %] του συνολικού απαιτούμενου καυσίμου). Περίπου [5 % — 20 %] του καυσίμου θα προέρχεται από την Ευρώπη και το υπόλοιπο από τον Καναδά. Η μετατροπή της μονάδας δεν θα σχεδιαστεί ώστε να συμμορφώνεται με τους κανονισμούς σχετικά με την αποτέφρωση αποβλήτων και, ως εκ τούτου, δεν θα έχει δυνατότητα καύσης υπολειμμάτων κατεργασίας ξύλου.

(12)

Στον πίνακα παρουσιάζονται οι προσδοκώμενες παράμετροι λειτουργίας της μονάδας του Lynemouth. Σύμφωνα με τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, ο συντελεστής φορτίου είναι ο λόγος του χρόνου κατά τον οποίο η μονάδα είναι τεχνικά διαθέσιμη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (αφαιρούμενου, για παράδειγμα, του χρόνου που απαιτείται για συντήρηση ή επισκευές) διά του χρόνου για τον οποίο η μονάδα έχει πράγματι προγραμματιστεί να παράγει ηλεκτρική ενέργεια (αφαιρούμενου, για παράδειγμα, του χρόνου κατά τον οποίο η μονάδα έχει περιορισμούς από τον διαχειριστή του δικτύου διανομής λόγω συμφόρησης του δικτύου, κάτι το οποίο αναφέρεται ορισμένες φορές ως μεικτός συντελεστής φορτίου). Ο καθαρός συντελεστής φορτίου που παρουσιάζεται στον πίνακα προκύπτει με πολλαπλασιασμό μιας μέσης τεχνικής διαθεσιμότητας 80,77 % επί μεικτό συντελεστή φορτίου 95,51 %.

Παράμετροι λειτουργίας του σταθμού του Lynemouth

Κόστος καυσίμου (GBP/GJ)

Θερμική απόδοση (%)

Μέσος καθαρός συντελεστής φορτίου (%)

7,17

36,9

77

2.2.   Εθνική νομική βάση, χρηματοδότηση και προϋπολογισμός

(13)

Η εθνική νομική βάση είναι ο νόμος για την ενέργεια του 2013.

(14)

Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου υπολογίζεται σε 0,8 δισεκατομμύρια GBP. Το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι δεν θα καταβληθεί καμία ενίσχυση στον δικαιούχο πριν την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας.

(15)

Η ενίσχυση θα εκταμιευθεί από αντισυμβαλλόμενο ο οποίος αποτελεί κρατική επιχείρηση και χρηματοδοτείται με την επιβολή νόμιμης εισφοράς σε όλους τους αδειοδοτημένους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, βάσει του μεριδίου αγοράς των προμηθευτών, όπως ορίζεται από την καταμετρημένη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας. Οι προμηθευτές πρέπει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους με δικούς τους πόρους, αλλά είναι ελεύθεροι να μεταφέρουν το κόστος στους καταναλωτές στο πλαίσιο των γενικότερων τιμολογιακών στρατηγικών τους.

2.3.   Μορφή της ενίσχυσης, διάρκεια και κόστος παραγωγής

(16)

Η ενίσχυση του έργου θα χορηγηθεί με τη μορφή μεταβλητής πριμοδότησης [επονομαζόμενη σύμβαση επί διαφοράς (CfD)], η οποία υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ μιας προκαθορισμένης τιμής (της τιμής άσκησης) και μιας μέτρησης της αγοραίας τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας (της τιμής αναφοράς). Η τιμή αναφοράς είναι τιμή που βασίζεται στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στις προθεσμιακές αγορές χονδρικής σε δεδομένη περίοδο. Ο δικαιούχος αποκομίζει κέρδος από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειάς του στην αγορά, αλλά όταν η μέση χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας είναι χαμηλότερη από την τιμή άσκησης, ο δικαιούχος θα λάβει συμπληρωματική ενίσχυση από αντισυμβαλλόμενο ο οποίος αποτελεί κρατική επιχείρηση του Ηνωμένου Βασιλείου (την Low Carbon Contracts Company Ltd — τον «αντισυμβαλλόμενο της σύμβασης επί διαφοράς») για τη διαφορά. Ο δικαιούχος θα αναλάβει, παρ' όλα αυτά, τον κίνδυνο μη επίτευξης της τιμής αναφοράς και τον κίνδυνο μη επίτευξης των προβλεπόμενων όγκων πωλήσεων (4).

(17)

Η χρηματοδοτική στήριξη του έργου βιομάζας καθορίζεται αναλόγως βάσει μιας τιμής άσκησης που ορίζει η διοίκηση. Οι τιμές άσκησης ορίστηκαν σε τέτοια επίπεδα που η στήριξη βάσει της διαδικασίας FIDeR είναι, σε γενικές γραμμές, ισοδύναμη με αυτή που παρέχεται βάσει του καθεστώτος των υποχρεώσεων σχετικά με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας (5), προκειμένου να εξομαλυνθεί η μετάβαση από το ένα καθεστώς στήριξης στο άλλο.

(18)

Για τον υπολογισμό της τιμής άσκησης για ειδικές μονάδες που έχουν μετατραπεί ώστε να λειτουργούν με βιομάζα (που ισχύει για τη μονάδα του Lynemouth), το Ηνωμένο Βασίλειο εκτίμησε συγκεκριμένα το εύρος του σταθμισμένου κόστους ηλεκτρικής ενέργειας από 105 GBP/MWh έως 115 GBP/MWh. Το Ηνωμένο Βασίλειο εξήγησε ότι το επίπεδο της τιμής άσκησης για τα έργα μετατροπής μονάδων, ώστε να λειτουργούν με βιομάζα, υπολογίστηκε με βάση ένα φάσμα ελάχιστων ποσοστιαίων αποδόσεων (6) 8,8 % — 12,7 %.

(19)

Η ισχύουσα τιμή άσκησης για το εν λόγω έργο είναι 105 GBP/MWh (τιμές 2012 — με ετήσια τιμαριθμική αναπροσαρμογή βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή). Το ίδιο ποσό ανά MWh θα είναι η μέγιστη τιμή άσκησης που θα προσφέρεται σε μονάδες που έχουν μετατραπεί ώστε να λειτουργούν με βιομάζα βάσει του καθεστώτος CfD. Το σταθμισμένο κόστος περιλαμβάνει το κόστος χρηματοδότησης νέων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βάσει μιας έκπτωσης 10 % για όλες τις τεχνολογίες. Το Ηνωμένο Βασίλειο παρουσίασε λεπτομερώς τον τρόπο υπολογισμού αυτού του κόστους, τις πηγές δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν και τις ελάχιστες ποσοστιαίες αποδόσεις που εκτιμήθηκαν (7).

(20)

Οι βασικές παραδοχές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τιμών άσκησης, μεταξύ άλλων για το σταθμισμένο κόστος, τις τιμές των ορυκτών καυσίμων, τους πραγματικούς φορολογικούς συντελεστές και τις παραδοχές μέγιστης αξιοποίησης της συμφωνίας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, παρατίθενται στην έκθεση της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου για το σταθμισμένο κόστος (8) και στις εκθέσεις του βρετανικού υπουργείου Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (DECC) (9). Για τον σκοπό αυτό, η χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να είναι περίπου 55 GBP/MWh και σε πραγματικούς όρους να ανέλθει σε 65 GBP/MWh το 2020.

(21)

Βάσει αυτής της τιμής άσκησης, ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης (IRR) του έργου υπολογίστηκε σε 9,7 % σε πραγματική βάση προ φόρου. Η προτεινόμενη επενδυτική σύμβαση θα λήξει στις 31 Μαρτίου 2027, ανεξάρτητα από την ημερομηνία έναρξης.

2.4.   Σώρευση

(22)

Το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε ότι τα έργα που έχουν λάβει στήριξη με επενδυτικές συμβάσεις δεν θα μπορούν να λάβουν CfD για την ίδια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας βάσει του νέου καθεστώτος χρηματοδοτικής στήριξης. Επιπλέον, κανένα έργο που λαμβάνει πληρωμές βάσει επενδυτικών συμβάσεων δεν θα μπορεί να λάβει πιστοποιητικά βάσει του καθεστώτος των υποχρεώσεων σχετικά με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας για την ίδια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, η παραγωγή με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας που λαμβάνει στήριξη μέσω επενδυτικής σύμβασης δεν θα μπορεί να συμμετάσχει στην αγορά ισχύος ούτε να λάβει επενδυτική ενίσχυση κατά τη διάρκεια ισχύος της επενδυτικής σύμβασης.

(23)

Βάσει των αρχών που περιγράφονται στην αιτιολογική σκέψη 22, το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι ούτε ο παραγωγός ούτε οποιοδήποτε από τα άμεσα ή έμμεσα ενδιαφερόμενα μέρη του έχουν λάβει ή ζητήσει οποιαδήποτε άλλη στήριξη από το Ηνωμένο Βασίλειο ή από οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

2.5.   Χρήση και διαθεσιμότητα της βιομάζας

(24)

Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 9 ανωτέρω, το έργο του Lynemouth θα έχει μόνο δυνατότητα καύσης συσσωματωμάτων ξύλου. Τα συσσωματώματα ξύλου που χρησιμοποιούνται στη μονάδα του Lynemouth πρέπει να πληρούν τα κριτήρια βιωσιμότητας του Ηνωμένου Βασιλείου, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 60 % σε σχέση με τη μέση ένταση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα στην Ένωση (δηλαδή ως προς τον μέσο όρο εκπομπών από καύση άνθρακα και φυσικού αερίου στην Ένωση, ο οποίος υπολογίζεται σύμφωνα με τη μεθοδολογία που προβλέπεται στην οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας). Οι εν λόγω στόχοι θα ενισχυθούν, ώστε η μείωση των αερίων του θερμοκηπίου να φθάσει τουλάχιστον το 72 % από τον Απρίλιο του 2020 και στη συνέχεια τουλάχιστον το 75 % από τον Απρίλιο του 2025. Τα κριτήρια βιωσιμότητας του Ηνωμένου Βασιλείου περιέχουν επίσης διατάξεις για την προστασία της βιοποικιλότητας και την αποφυγή μη βιώσιμων πρακτικών (10).

(25)

Το παγκόσμιο εμπόριο τεμαχιδίων ξύλου υπολογίστηκε σε 22 εκατ. τόνους ετησίως το 2011. Δεδομένου ότι η ζήτηση στην Ένωση είναι μεγαλύτερη από την παραγωγή, η Ένωση εισάγει συσσωματώματα ξύλου. Το ίδιο έτος οι καθαρές εισαγωγές συσσωματωμάτων ξύλου στην Ένωση υπολογίστηκαν σε 3,2 εκατομμύρια τόνους ετησίως και το 2012 αυξήθηκαν φθάνοντας περίπου τους 4 εκατ. τόνους ετησίως.

(26)

Η παγκόσμια κατανάλωση συσσωματωμάτων ξύλου υπολογίστηκε σε 22,4 έως 24,5 εκατ. τόνους (11) το 2012, εκ των οποίων περίπου 15,1 εκατ. τόνοι καταναλώθηκαν στην Ένωση. Τα κράτη μέλη με τη μεγαλύτερη κατανάλωση συσσωματωμάτων ξύλου σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είναι το Ηνωμένο Βασίλειο (1,3 εκατ. τόνους το 2013) (12), το Βέλγιο (1,3 εκατ. τόνους), οι Κάτω Χώρες (1,2 εκατ. τόνους), η Δανία (1 εκατ. τόνους) και η Σουηδία (1 εκατ. τόνους).

2.6.   Διαφάνεια

(27)

Όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων και τη διαφάνεια, το Ηνωμένο Βασίλειο ανέφερε ότι όλες οι επενδυτικές συμβάσεις που χορηγήθηκαν μέσω της διαδικασίας FIDeR έχουν δημοσιευθεί στο διαδίκτυο στη μορφή στην οποία υπογράφηκαν (13).

2.7.   Η απόφαση για κίνηση επίσημης έρευνας

(28)

Στις 19 Φεβρουαρίου 2015 η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας σχετικά με τη συμβατότητα της ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, συγκεκριμένα λαμβάνοντας υπόψη την αναλογικότητα της ενίσχυσης και τον κίνδυνο στρέβλωσης της αγοράς.

(29)

Ειδικότερα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούσε να αποκλειστεί ο κίνδυνος υπεραντιστάθμισης. Η Επιτροπή σημείωσε ότι ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης επηρεάστηκε σημαντικά από τις αρχικές παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν στους οικονομικούς υπολογισμούς και ότι οι τιμές των παραμέτρων λειτουργίας που είχε υπολογίσει αρχικά το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ήταν πλήρως σύμφωνες με τις διαθέσιμες πληροφορίες της αγοράς.

(30)

Η Επιτροπή πραγματοποίησε υπολογισμό ευαισθησίας για να εκτιμήσει τον αντίκτυπο που θα είχαν στον συντελεστή εσωτερικής απόδοσης αλλαγές στη μέση θερμική απόδοση, τον συντελεστή φορτίου και το κόστος καυσίμου της μονάδας. Σύμφωνα με αυτούς τους υπολογισμούς, αν η θερμική απόδοση και o συντελεστής φορτίου αυξάνονταν κατά 5 % και το κόστος καυσίμου μειωνόταν κατά 5 %, ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης (σε πραγματική βάση προ φόρων) θα αυξανόταν από 9,7 % σε 23,1 %. Παρόμοια απόκλιση 10 % στις τρεις παραμέτρους θα αύξανε τον συντελεστή εσωτερικής απόδοσης σε 31,7 %. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεώρησε ότι οι αβεβαιότητες στις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον υπολογισμό του κόστους ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα ενδεχόμενη υπεραντιστάθμιση.

(31)

Επιπλέον, η Επιτροπή εξέφρασε την ανησυχία ότι η ποσότητα πρώτης ύλης που απαιτείται για να λειτουργεί ο σταθμός του Lynemouth εξολοκλήρου με βιομάζα είναι σημαντική σε σύγκριση τόσο με την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και την παγκόσμια αγορά. Βάσει δεδομένων του 2012, ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Lynemouth θα αντιπροσώπευε περίπου το 7,4 % της παγκόσμιας κατανάλωσης συσσωματωμάτων ξύλου, το 11,2 % της ευρωπαϊκής κατανάλωσης και το 88,2 % της κατανάλωσης του Ηνωμένου Βασιλείου με αυξανόμενες εισαγωγές.

(32)

Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες για το εάν μια τέτοια αύξηση ζήτησης σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να καλυφθεί από την αγορά συσσωματωμάτων ξύλου χωρίς σημαντικές στρεβλώσεις της αγοράς. Η Επιτροπή σημείωσε επιπλέον ότι η βιομάζα από ξύλο χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη σε διάφορες βιομηχανίες (όπως για παράδειγμα στη βιομηχανία χαρτοπολτού, χαρτιού και χαρτονιού) και ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν στρεβλώσεις της αγοράς.

3.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

(33)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από 30 συνολικά ενδιαφερόμενα μέρη. Οι παρατηρήσεις από εμπορικές οργανώσεις (14) και μέλη του Κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου υπογράμμισαν την οικονομική και κοινωνική σημασία του έργου. H Lynemouth Power LTD και ο Όμιλος Spencer υπέβαλαν επίσης επιστολές υποστήριξης από διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη.

(34)

Τέσσερις μη κυβερνητικές οργανώσεις τόνισαν τους περιβαλλοντικούς κινδύνους του έργου (15). Συγκεκριμένα, στις παρεμβάσεις αμφισβητήθηκε η εξοικονόμηση εκπομπών CO2 από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από εισαγωγή βιομάζας και εξέφρασαν ανησυχίες για πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα και τη βιοποικιλότητα.

(35)

Έξι οργανώσεις επιχειρηματολόγησαν υπέρ της άποψης ότι το έργο του Lynemouth ενδέχεται να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό στην αγορά πρώτων υλών για τις ίνες ξύλου. Οι παρεμβάσεις που λήφθηκαν κάλυπταν: την επίδραση της αύξησης της χρήσης βιομάζας για παραγωγή ενέργειας στην παγκόσμια αγορά ινών ξύλου (UK Wood Panel Industries Federation, WPF) και στην ευρωπαϊκή τιμή των πρώτων υλών (European Panel Federation, EPF), τις επιπτώσεις στην αγορά ξυλοπολτού στις νοτιοανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ) (American Forest & Paper Association, Steptoe and Johnson για λογαριασμό ενός ενδιαφερόμενου μέρους από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ και ενός χρήστη ξυλοπολτού με έδρα στις ΗΠΑ) και τις επιπτώσεις στην αγορά υπολειμμάτων ξύλου στη Βόρεια Αμερική (Mulch & Soil Council).

(36)

Ο χρήστης ξυλοπολτού με έδρα στις ΗΠΑ και η Steptoe and Johnson ισχυρίζονται ότι, παρόλο που οι σχετικές εγκαταστάσεις παραγωγής έχουν έδρα στις ΗΠΑ, ημικατεργασμένα υλικά εξάγονται στην Ένωση. Ως εκ τούτου, ενδεχόμενη στρέβλωση της αγοράς ενδέχεται να επηρεάσει δραστηριότητες στην Ένωση. Στις παρεμβάσεις που υπέβαλαν οι WPF και EPF υποστηρίζεται ότι το έργο μετατροπής του Lynemouth ενδέχεται να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό στην αγορά ινών ξύλου στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της, η WPF παρέσχε στοιχεία που δείχνουν αύξηση των τιμών στο πριονίδι, τα τεμαχίδια ξύλου και τη στρογγυλή ξυλεία στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, βάσει έρευνας. Τα στοιχεία (γράφημα) δείχνουν αύξηση τιμής περίπου 80 % (στοιχεία μη διορθωμένα κατά το ποσοστό πληθωρισμού). Η EPF υπέβαλε γράφημα για τις τιμές που έχουν η στρογγυλή ξυλεία, το πριονίδι και τα τεμαχίδια ξύλου στην Ευρώπη, βάσει μελέτης της συμβουλευτικής εταιρείας Ecofys (16). Τα στοιχεία δείχνουν αύξηση περίπου 40 % από το 2009. Παρ' όλα αυτά, τα στοιχεία δείχνουν ότι η αύξηση τιμής περιορίζεται σε ορισμένες χώρες (Αυστρία, Γαλλία, Ιταλία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο), ενώ οι τιμές ήταν σχετικά σταθερές σε άλλες χώρες (Βέλγιο, Λιθουανία, Σλοβακία, Ισπανία).

(37)

Στις παρεμβάσεις του χρήστη ξυλοπολτού με έδρα στις ΗΠΑ, της American Forest & Paper Association («AFPA») και της Steptoe and Johnson υποστηρίζεται ότι, εφόσον τα περισσότερα συσσωματώματα ξύλου θα εισάγονται από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ, το προτεινόμενο μέτρο ενδέχεται να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό στην αγορά των ΗΠΑ.

(38)

Ο χρήστης ξυλοπολτού με έδρα στις ΗΠΑ και η AFPA ανέφεραν ότι η συνολική παραγωγή ξυλείας στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ το 2011 ανήλθε σε 230 εκατ. υγρούς τόνους («GT», που ισοδυναμεί με 107 ξηρούς τόνους, διότι λόγω της περιεχόμενης υγρασίας απαιτούνται 2,15 GT για να παραχθεί 1 ξηρός τόνος (17)). Περίπου 115 εκατ. GT από το σύνολο αυτό ήταν ξυλοπολτός (κυρίως ξυλοπολτός από μαλακή ξυλεία). Το σχήμα 1 δείχνει τη συνολική συγκομιδή στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ ανά είδος προϊόντος (18).

Σχήμα 1

Ποσότητες της παραγωγής προϊόντων ξυλείας (TPO) που αφαιρέθηκαν για τις νότιες ΗΠΑ για το διάστημα 1995–2011 (Abt et al., 2014)

Image

(39)

Τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στην έκθεση δείχνουν αύξηση της παραγωγής συσσωματωμάτων στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια και κατά την ίδια περίοδο αύξηση των εξαγωγών συσσωματωμάτων από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Βάσει της ίδιας έκθεσης, η ικανότητα παραγωγής συσσωματωμάτων ξύλου στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ αυξήθηκε από 2 εκατ. GT το 2010 σε 6 εκατ. GT το 2011. Σχεδόν όλη αυτή η νέα ικανότητα αναπτύχθηκε για την παραγωγή συσσωματωμάτων προς εξαγωγή στα κράτη μέλη της ΕΕ.

(40)

Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλε η Steptoe and Johnson, η τιμή του ξυλοπολτού πεύκου στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 25 % από το 2011 έως το 2014 και η τιμή του ξυλοπολτού από σκληρή ξυλεία κατά 60 %. Σύμφωνα με την AFPA, οι τιμές ξυλοπολτού πεύκου πριν τη συγκομιδή στις νότιες ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 11 % το 2013 και κατά 10 % το 2014. Τα μέρη αυτά ισχυρίζονται ότι η αύξηση προκαλείται από την αυξημένη παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου. Ο χρήστης ξυλοπολτού που αναφέρεται στο σημείο 36 ανωτέρω δεν παρέχει δεδομένα κόστους, αλλά προβάλλει παρόμοιους ισχυρισμούς σχετικά με τον κίνδυνο αύξησης της τιμής πρώτων υλών λόγω της επιδοτούμενης χρήσης συσσωματωμάτων ξύλου.

(41)

Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλε η Steptoe and Johnson, η τιμή του ξυλοπολτού πεύκου στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 25 % από το 2011 έως το 2014 και η τιμή του ξυλοπολτού από σκληρή ξυλεία κατά 60 %. Τα εν λόγω μέρη ισχυρίστηκαν ότι η αύξηση προκαλείται από την αυξημένη παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου.

(42)

Για να στηρίξουν αυτόν τον ισχυρισμό, ο χρήστης ξυλοπολτού με έδρα στις ΗΠΑ και η AFPA υπέβαλαν μια θεωρητική μελέτη όπου αναλύεται ο οικονομικός αντίκτυπος της μεγάλης αύξησης παραγωγής συσσωματωμάτων στην αγορά ινών ξύλου των νοτιοανατολικών ΗΠΑ (19). Η μελέτη αυτή δημιουργεί μοντέλα για σενάρια υψηλής διείσδυσης της βιομάζας. Οι συντάκτες υπολόγισαν τη μελλοντική ζήτηση συσσωματωμάτων ξύλου λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή διείσδυση της βιοενέργειας (συμπεριλαμβανομένων των εσωτερικών και διεθνών τάσεων πολιτικής και των προβλέψεων στα εθνικά σχέδια δράσης για την ανανεώσιμη ενέργεια στην ΕΕ). Το μοντέλο θεωρεί ότι έως το 2020, θα παράγεται στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ ποσότητα ίση με 44 εκατ. GT συσσωματωμάτων και τεμαχιδίων ξύλου τον χρόνο για ενεργειακή χρήση. Σύμφωνα με το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε, αυτή η υψηλή πρόσθετη ζήτηση θα προκαλέσει σημαντική αύξηση της τιμής των πρώτων υλών βραχυπρόθεσμα (κατά μέσο όρο περίπου 70 % σε ολόκληρη την αγορά). Μακροπρόθεσμα, παρ' όλα αυτά, αναμένεται ότι οι δασικοί πόροι θα αυξάνονται για να καλύτεται η ζήτηση και οι τιμές θα μειώνονται.

(43)

Η Steptoe and Johnson σημείωσε ότι η φύτευση εμπορικών δέντρων στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ μειώνεται εδώ και τρεις δεκαετίες. Σε συνδυασμό με την αυξημένη παραγωγή συσσωματωμάτων, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην περιοχή με αποτέλεσμα μη αειφόρους περιβαλλοντικές πρακτικές και απώλεια βιοποικιλότητας.

(44)

Ο χρήστης ξυλοπολτού με έδρα στις ΗΠΑ, η EPF και η Steptoe and Johnson εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με τις σωρευτικές επιπτώσεις άλλων μεγάλων έργων (συγκεκριμένα, σχετικά με τις επιπτώσεις της μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Drax στο Ηνωμένο Βασίλειο) και της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη βιομάζα γενικά.

(45)

Το Mulch & Soil Council εξέφρασε ανησυχίες για πιθανή στρέβλωση στην αγορά υπολειμμάτων ξύλου στη Βόρεια Αμερική.

(46)

Η WPF, η Steptoe and Johnson και το Mulch & Soil Council αμφισβήτησαν την εξοικονόμηση εκπομπών CO2 από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα εισαγόμενη από τη Βόρεια Αμερική. Η Steptoe and Johnson εξέφρασε επίσης ανησυχίες σχετικά με την αναλογικότητα της ενίσχυσης και παρέσχε περαιτέρω στοιχεία σχετικά με την πηγή του ξύλου που χρησιμοποιείται για την κατασκευή συσσωματωμάτων και τις ανάγκες πρώτων υλών της βιομηχανίας συσκευασίας.

(47)

Δώδεκα (20) εταιρείες και ενώσεις του κλάδου υπέβαλαν επιχειρήματα τεχνικής φύσεως τονίζοντας την αξιοπιστία και τον θετικό αντίκτυπο του έργου. Οι παρεμβάσεις καλύπτουν θέματα συμπεριλαμβανομένων (μεταξύ άλλων): του συντελεστή εσωτερικής απόδοσης του έργου, της διαθεσιμότητας και βιωσιμότητας της βιομάζας, του ρόλου της ενέργειας από βιομάζα στην επίτευξη των στόχων του Ηνωμένου Βασιλείου για ανανεώσιμη ενέργεια, των προσδοκώμενων παραμέτρων λειτουργίας της μονάδας και της υλικοτεχνικής υποστήριξης της παροχής καυσίμου.

(48)

Συγκεκριμένα, η Ένωση Βιομηχανικών Συσσωματωμάτων (Industrial Pellet Association) των ΗΠΑ υπογράμμισε τη μείωση εκπομπών που σχετίζεται με τη βιοενέργεια και τη βιωσιμότητα των συσσωματωμάτων που παράγονται στις ΗΠΑ. Παρέσχε επίσης στοιχεία για την τιμή των πρώτων υλών στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ (βλέπε σχήμα 2 κατωτέρω).

(49)

Η Ένωση Συσσωματωμάτων Ξύλου του Καναδά (Wood Pellet Association of Canada) ανέφερε στοιχεία για τη διαθεσιμότητα συσσωματωμάτων ξύλου. Συγκεκριμένα, η παρέμβαση παραθέτει μια μελέτη από τη συμβουλευτική εταιρεία Pöyry (21), σύμφωνα με την οποία οι προμηθεύουσες περιοχές νοτιοανατολικές ΗΠΑ, δυτικός Καναδάς και Ρωσία διαθέτουν συνολικά 50 εκατ. τόνους πλεόνασμα σε αποξηραμένη σε φούρνο πρώτη ύλη βιομάζας.

Σχήμα 2

Τιμές πριν τη συγκομιδή στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ

Image

(50)

Η Enviva υπέβαλε δεδομένα προβλέψεων για τη ζήτηση και την προσφορά συσσωματωμάτων ξύλου. Σύμφωνα με την Enviva, υπήρχαν έργα συσσωματωμάτων ξύλου εν εξελίξει το πρώτο τρίμηνο του 2015, τα οποία, μόλις ολοκληρωθούν, θα προσθέσουν συνολικά 18,1 εκατ. ξηρούς τόνους στην παγκόσμια παραγωγική ικανότητα. Η παρέμβαση παρέσχε επίσης στοιχεία για την παραγωγή πριστής ξυλείας στις ΗΠΑ (βλέπε σχήμα 3).

Σχήμα 3

Δόμηση νέων κατοικιών και κατανάλωση πριστής ξυλείας στις ΗΠΑ, 2004-2014

Image

(51)

Το European Pellet Council (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συσσωματωμάτων) παρέσχε στοιχεία σχετικά με την τιμή και τη διαθεσιμότητα των συσσωματωμάτων ξύλου και σχετικά με τις τιμές των πρώτων υλών στην Ένωση και στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με το European Pellet Council, η έντονη αύξηση της ζήτησης συσσωματωμάτων από το 2012 έως το 2014 δεν οδήγησε σε σημαντική αύξηση των τιμών των συσσωματωμάτων. Για να τεκμηριώσει αυτό το επιχείρημα, το European Pellet Council υπέβαλε στοιχεία σχετικά με την τιμή των συσσωματωμάτων ξύλου στις ΗΠΑ από τον Δεκέμβριο του 2013 έως τον Απρίλιο του 2015 και στην Ένωση από τον Ιανουάριο του 2011 έως τον Μάρτιο του 2015. Και στις δύο περιπτώσεις δεν παρατηρήθηκε αύξηση των τιμών.

(52)

Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, η έντονη αύξηση της ζήτησης συσσωματωμάτων από το 2012 έως το 2014 δεν οδήγησε σε σημαντική αύξηση των τιμών των συσσωματωμάτων.

(53)

Τέλος, ένα μέρος (η Société Générale) υπέβαλε στοιχεία σχετικά με την οικονομική αποδοτικότητα του έργου.

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

(54)

Το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις παραμέτρους λειτουργίας της μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Lynemouth. Κατόπιν ελέγχου άλλων μονάδων βιομάζας, ο συντελεστής φορτίου της μονάδας αυξήθηκε από 75,3 % σε 77 % (όπως αναφέρεται στον πίνακα 1, βλέπε επίσης υποσημείωση 3). Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο απέδειξε ότι η θερμική απόδοση των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με κονιορτοποιημένο άνθρακα αποτελούν περίπου το 36 % των μονάδων άνθρακα του Ηνωμένου Βασιλείου για την περίοδο 2009-2013. Τέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε ανάλυση του κόστους του καυσίμου και εξήγησε ότι όλες οι παράμετροι λειτουργίας είναι ισχυρές καθότι έχουν συγκριθεί με άλλες μονάδες και έχουν ελεγχθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες (22).

(55)

Το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίζεται ότι τα οικονομικά στοιχεία του έργου του Lynemouth άλλαξαν σημαντικά από την κοινοποίηση και μετά. Συγκεκριμένα, το έργο είχε προβλεφθεί να τεθεί σε λειτουργία το τρίτο τρίμηνο του 2016, αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο εκτιμά ότι, με τα νέα δεδομένα, το έργο θα τεθεί σε λειτουργία έως το δεύτερο εξάμηνο του 2017. Επειδή η στήριξη της μετατροπής του σταθμού ώστε να λειτουργεί με βιομάζα θα ολοκληρωθεί τον Μάρτιο του 2027, ανεξάρτητα από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας, το έργο έχασε περίπου έναν χρόνο επιδότησης. Το έργο είχε επίσης αυξημένο κόστος κεφαλαίου. Επιπλέον, λόγω μιας αλλαγής πολιτικής, από τον Αύγουστο του 2015, οι ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας δεν θα απαλλάσσονται από την εισφορά κλιματικών αλλαγών (φόρος άνθρακα). Τέλος, η υποτίμηση της λίρας στερλίνας έναντι του δολαρίου των ΗΠΑ μείωσε περαιτέρω την οικονομική αποδοτικότητα του έργου.

(56)

Σύμφωνα με τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, οι εξελίξεις αυτές μείωσαν σημαντικά την οικονομική αποδοτικότητα του έργου. Ο εκτιμώμενος συντελεστής εσωτερικής απόδοσης είναι πλέον περίπου [3 % — 8 %] σε πραγματική βάση προ φόρου.

(57)

Το 2014 η παγκόσμια αγορά συσσωματωμάτων ξύλου αυξήθηκε στους 27 εκατ. ξηρούς τόνους. Το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε επίσης στοιχεία για το εμπόριο στην παγκόσμια αγορά συσσωματωμάτων ξύλου (βλέπε σχήμα 4). Η κατανάλωση συσσωματωμάτων ξύλου στην Ένωση σχεδόν διπλασιάστηκε, από περίπου 8 εκατ. ξηρούς τόνους το 2009 σε περίπου 16 εκατ. ξηρούς τόνους το 2013 (23).

Σχήμα 4

Συναλλαγές εισαγωγών συσσωματωμάτων ξύλου στην ΕΕ σε ξηρούς τόνους

Image

(58)

Το σχήμα 5 δείχνει ότι οι εισαγωγές συσσωματωμάτων στην Ένωση αυξήθηκαν από 1,8 εκατ. ξηρούς τόνους το 2009 σε 3,2 εκατ. ξηρούς τόνους το 2011. Το 2012 οι εισαγωγές στην Ένωση έφτασαν περίπου τους 4 εκατ. ξηρούς τόνους, ενώ οι εισαγωγές αναμένεται να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια. Το 2014 οι εισαγωγές συσσωματωμάτων ξύλου από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ στην Ένωση έφτασαν περίπου τους 7,3 εκατ. ξηρούς τόνους (24).

Σχήμα 5

Εισαγωγές συσσωματωμάτων ξύλου στην ΕΕ σε ξηρούς τόνους

Image

Πηγή: στοιχεία Ηνωμένου Βασιλείου

(59)

Το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε επίσης ότι η συντριπτική πλειονότητα της διαθέσιμης προσφοράς συσσωματωμάτων αγοράζεται αυτή τη στιγμή με συμβάσεις που έχουν αποτελέσει αντικείμενο μεμονωμένης διαπραγμάτευσης (συνήθους διάρκειας 5 έως 10 ετών). Η αγορά συσσωματωμάτων ξύλου τοις μετρητοίς αντιπροσωπεύει πολύ περιορισμένο ποσοστό της συνολικής προσφοράς συσσωματωμάτων ξύλου. Οι μονάδες παραγωγής συσσωματωμάτων μπορούν να κατασκευαστούν σε 18 με 30 μήνες και, ενδεχομένως, με μακροπρόθεσμη σύμβαση προμηθειών. Λόγω των χαμηλών φραγμών για τις νεοεισερχόμενες στην αγορά επιχειρήσεις, οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου ισχυρίζονται ότι η αγορά συσσωματωμάτων ξύλου μπορεί να καλύψει την αύξηση της ζήτησης που απαιτείται για την προμήθεια του Lynemouth.

(60)

Για να στηρίξει αυτή την άποψη, το Ηνωμένο Βασίλειο συνέκρινε την κατανάλωση συσσωματωμάτων στην Ένωση με την τιμή τοις μετρητοίς στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Όπως φαίνεται στο σχήμα 5, οι εισαγωγές στην Ένωση από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ διπλασιάστηκαν από το 2009 έως το 2011. Κατά την περίοδο αυτή, οι τιμές τοις μετρητοίς στην αγορά δεν άλλαξαν σημαντικά παρά τις αυξημένες εισαγωγές στην Ένωση όπως φαίνεται στο σχήμα 6.

Σχήμα 6

Κατανάλωση συσσωματωμάτων ξύλου και τιμές συσσωματωμάτων ξύλου τοις μετρητοίς FOB στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ (2009-2013)

[…] (*1)

(61)

Το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε επίσης στοιχεία για την προτεινόμενη αλυσίδα εφοδιασμού. Το Lynemouth προτίθεται να προμηθεύεται περίπου [60 % — 80 %] των απαιτούμενων συσσωματωμάτων από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Θα προμηθευτεί περίπου [5 % — 20 %] από άλλα κράτη μέλη και το υπόλοιπο από τον δυτικό Καναδά. Το Lynemouth έχει βρει […] πιθανούς προμηθευτές, εκ των οποίων […] σε […] διαφορετικές πολιτείες στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ και σε διάφορα κράτη […] στην Ευρώπη. Το Lynemouth δεν προτίθεται να προμηθεύεται βιομάζα από το Ηνωμένο Βασίλειο.

(62)

Σύμφωνα με το Ηνωμένο Βασίλειο, η αύξηση των τιμών πρώτων υλών μπορεί να εξηγηθεί από την έλλειψη υπολειμμάτων πριονίσματος. Το Ηνωμένο Βασίλειο εξήγησε ότι τα υπολείμματα πριονίσματος παράγονται σε μεγάλες ποσότητες κατά τη μεταποίηση πριστής ξυλείας και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου, καθώς και για άλλες χρήσεις. Παρ' όλα αυτά, η διαθεσιμότητα υπολειμμάτων πριονίσματος περιορίζεται στην παραγωγή πριστής ξυλείας και εξαρτάται από αυτή. Σύμφωνα με το Ηνωμένο Βασίλειο, ο κατασκευαστικός τομέας των ΗΠΑ δεν επανήλθε πλήρως από τη χρηματοπιστωτική κρίση και μετά. Η μειωμένη δόμηση νέων κατοικιών και η μειωμένη παραγωγή πριστής ξυλείας μειώνουν τη διαθέσιμη προσφορά υπολειμμάτων πριονίσματος που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για παραγωγή ξυλοπολτού και συσσωματωμάτων ξύλου. Σύμφωνα με το Ηνωμένο Βασίλειο, η ανεπάρκεια υπολειμμάτων πριονίσματος συμβάλλει σημαντικά στην αύξηση των τιμών πρώτων υλών.

(63)

Για να στηρίξουν αυτό το επιχείρημα, οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου ισχυρίζονται ότι η αύξηση των τιμών πρώτων υλών στις τοπικές αγορές δεν σχετίζεται με την αυξημένη παραγωγή συσσωματωμάτων. Το σχήμα 7 δείχνει την αύξηση τιμής στις τοπικές αγορές των ΗΠΑ από το δεύτερο τρίμηνο του 2013 έως το πρώτο τρίμηνο του 2015, όπου υποδεικνύονται οι αγορές στις οποίες σημειώθηκε σημαντική αύξηση της παραγωγής συσσωματωμάτων.

Σχήμα 7

Αύξηση της τιμής του πεύκου πριν τη συγκομιδή στις τοπικές αγορές των ΗΠΑ, Β' τρίμηνο 2013 — Α' τρίμηνο 2015

[…] (*1)

(64)

Τέλος, το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι, με τροποποίηση των διατάξεων των συμβάσεων, η μονάδα του Lynemouth μπορεί να χρειαστεί να τροποποιήσει τα κριτήρια βιωσιμότητας που περιγράφονται στην αιτιολογική σκέψη 24, για παράδειγμα σε περίπτωση τυχόν μελλοντικών ευρωπαϊκών υποχρεωτικών κριτηρίων βιωσιμότητας σχετικά με τη στερεή βιομάζα.

5.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

(65)

Ένα μέτρο αποτελεί κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, αν «χορηγείται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής […], κατά το μέτρο που επηρεάζει τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές».

(66)

Όπως ορίζεται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας της 19ης Φεβρουαρίου 2015, ο δικαιούχος θα λαμβάνει ενίσχυση λειτουργίας με τη μορφή μεταβλητής πριμοδότησης (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 16 έως 19 ανωτέρω) από τον αντισυμβαλλόμενο Low Carbon Contracts Company Ltd, ο οποίος αποτελεί κρατική επιχείρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, για σκοπούς ηλεκτροπαραγωγής. Το μέτρο ευνοεί την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (από βιομάζα σε αυτή την περίπτωση) από τον επιλεγέντα δικαιούχο. Η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί αντικείμενο εκτενών εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, το κοινοποιηθέν μέτρο ενδέχεται να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Επιπλέον, η μονάδα θα ανταγωνίζεται άλλες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής για καύσιμη βιομάζα στην αγορά πρώτων υλών. Πιο συγκεκριμένα, λόγω έλλειψης επαρκών τοπικών δασικών πόρων, το μεγαλύτερο μέρος της στερεής βιομάζας που χρειάζεται για την τροφοδότηση της μονάδας θα εισάγεται από το εξωτερικό (βλέπε αιτιολογική σκέψη 61).

(67)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κοινοποιηθέν μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 της Συνθήκης (25).

5.1.   Νομιμότητα της ενίσχυσης

(68)

Βάσει των πληροφοριών που παρέσχε το Ηνωμένο Βασίλειο, η Επιτροπή σημειώνει ότι δεν έχει ληφθεί τελική επενδυτική απόφαση. Δεν θα γίνουν πληρωμές αν δεν εγκριθεί προηγουμένως η κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή κρίνει, ως εκ τούτου, ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

5.2.   Συμβατότητα της ενίσχυσης

(69)

Η Επιτροπή σημειώνει ότι το κοινοποιηθέν μέτρο έχει ως στόχο την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συγκεκριμένα από στερεή βιομάζα. Το κοινοποιηθέν μέτρο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος και την ενέργεια για την περίοδο 2014-2020 (ΚΓΕΠΕ) (26). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έχει αξιολογήσει το κοινοποιηθέν μέτρο βάσει των γενικών διατάξεων συμβατότητας των ΚΓΕΠΕ (όπως ορίζονται στην ενότητα 3.2 των ΚΓΕΠΕ) και βάσει των ειδικών κριτηρίων συμβατότητας για ενίσχυση λειτουργίας που χορηγείται για ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ενότητα 3.3.2.1 των ΚΓΕΠΕ).

5.2.1.   Στόχος κοινού ενδιαφέροντος

(70)

Όπως καταλήγει στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο στόχος του κοινοποιηθέντος μέτρου ενίσχυσης είναι να βοηθήσει το Ηνωμένο Βασίλειο να επιτύχει τους στόχους του σχετικά με την ανανεώσιμη ενέργεια και τους στόχους μείωσης των εκπομπών CO2 που θέτει η ΕΕ στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (27). Όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 10 ανωτέρω, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, η μονάδα αναμένεται να παράγει περίπου 2,3 TWh ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας εξοικονομώντας 17,7 εκατ. τόνους εκπομπών CO2. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις παραγράφους 30 και 31 και την παράγραφο 33 στοιχείο α) των ΚΓΕΠΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε ρητώς τα στοιχεία για την αναμενόμενη εξοικονόμηση εκπομπών CO2 και την αναμενόμενη ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια από το έργο. Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κοινοποιηθέν μέτρο στοχεύει στην επίτευξη ενός στόχου κοινού ενδιαφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της Συνθήκης.

(71)

Περιβαλλοντικές οργανώσεις και η Steptoe and Johnson διατύπωσαν ανησυχίες σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του έργου. Το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι θα χορηγηθεί ενίσχυση μόνο για βιομάζα που πληροί τους ορισμούς των ΚΓΕΠΕ (βλέπε αιτιολογική σκέψη 6 των ΚΓΕΠΕ). Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η ενίσχυση θα ανταποκρίνεται στους περιβαλλοντικούς στόχους που ορίζονται στην αιτιολογική σκέψη 69 και, ως εκ τούτου, πληροί το περιβαλλοντικό κριτήριο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς ελέγχου της κρατικής ενίσχυσης. Επιπλέον της εκπλήρωσης αυτού του κριτηρίου σχετικά με την κρατική ενίσχυση, η μονάδα πρέπει να τηρεί όλη την ισχύουσα περιβαλλοντική νομοθεσία, ιδίως σχετικά με τις επιπτώσεις στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Η μονάδα υπόκειται στην οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28) και πρέπει να συμμορφώνεται με αυτή την οδηγία, η οποία θέτει όρια για τις εκπομπές NOx, SO2 και αιωρούμενων σωματιδίων από μεγάλες μονάδες καύσης. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι τα συσσωματώματα ξύλου που χρησιμοποιεί το Lynemouth πρέπει να πληρούν τα κριτήρια βιωσιμότητας του Ηνωμένου Βασιλείου. Σύμφωνα με τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, τα κριτήρια αυτά, συμπεριλαμβανομένης της εξοικονόμησης εκπομπών CO2, υπολογίζονται επί τη βάσει του κύκλου ζωής. Τα κριτήρια βιωσιμότητας του Ηνωμένου Βασιλείου περιέχουν επίσης διατάξεις για την αποφυγή άλλων αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων (όπως για παράδειγμα της απώλειας βιοποικιλότητας).

5.2.2.   Ανάγκη για κρατική παρέμβαση, δημιουργία κινήτρων και καταλληλότητα της ενίσχυσης.

(72)

Στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση είναι απαραίτητη, έχει χαρακτήρα κινήτρου και είναι κατάλληλη. Συγκεκριμένα, αναφέροντας τις παραγράφους 38, 107 και 115 των ΚΓΕΠΕ, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι αποτυχίες της αγοράς (δηλαδή, η αποτυχία να συμπεριληφθούν στην τιμή της ενέργειας εξωτερικά επακόλουθα που δημιουργεί η χρήση ορυκτών καυσίμων) δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς από το υφιστάμενο πλαίσιο πολιτικής και χωρίς την υπό αξιολόγηση ενίσχυση λειτουργίας το έργο δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμο.

(73)

Αναφέροντας τις παραγράφους 49 και 58 των ΚΓΕΠΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο απέδειξε ότι το σταθμισμένο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας είναι αρκετά υψηλότερο της αναμενόμενης αγοραίας τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου διαβίβασαν οικονομική ανάλυση η οποία καταδεικνύει ότι, χωρίς την ενίσχυση υπό αξιολόγηση, ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης του έργου θα ήταν αρνητικός. Σε μια τέτοια κατάσταση, οι παράγοντες της αγοράς δεν θα επιθυμούσαν να επενδύσουν στο έργο της βιομάζας. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση αλλάζει τη συμπεριφορά του δικαιούχου. Το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι ο δικαιούχος έπρεπε να υποβάλει σχετικές αιτήσεις και ότι αυτές υποβλήθηκαν πριν ξεκινήσουν οι εργασίες για το έργο (παράγραφος 51 των ΚΓΕΠΕ).

(74)

Αναφέροντας συγκεκριμένα τις παραγράφους 40 και 116 των ΚΓΕΠΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο απέδειξε ότι η ενίσχυση ήταν κατάλληλο μέσο. Όπως εξηγείται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, το σταθμισμένο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας είναι υψηλότερο της αναμενόμενης αγοραίας τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας και ο αναμενόμενος συντελεστής εσωτερικής απόδοσης θα ήταν αρνητικός. Προκειμένου να αντιμετωπίσει την έλλειψη επαρκών εσόδων για το συγκεκριμένο έργο, το Ηνωμένο Βασίλειο χορηγεί κρατική ενίσχυση η οποία αφορά ειδικά το συγκεκριμένο έργο και αντιμετωπίζει τις ανάγκες του έργου που πρόκειται να αναληφθεί χωρίς υπέρβαση του αναμενόμενου συντελεστή εσωτερικής απόδοσης (π.χ. εντός των ελάχιστων ποσοστιαίων αποδόσεων που περιγράφονται στην αιτιολογική σκέψη 18 ανωτέρω). Συγκεκριμένα, το έργο του Lynemouth επελέγη μεταξύ αρκετών άλλων με σκοπό την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια (βλέπε αιτιολογική σκέψη 7 ανωτέρω) και έλαβε ενίσχυση λειτουργίας με τη μορφή CfD. Η Επιτροπή, στην απόφασή της στην υπόθεση SA.36196 (29) (Electricity Market Reform — Contract for Difference for Renewables) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η CfD είναι κατάλληλο μέσο για την επίτευξη του στόχου κοινού ενδιαφέροντος.

(75)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση για το κοινοποιηθέν έργο είναι απαραίτητη, έχει χαρακτήρα κινήτρου και χορηγείται με κατάλληλο μέσο.

5.2.3.   Αναλογικότητα

(76)

Στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες για το αν η ενίσχυση είναι αναλογική (βλέπε αιτιολογική σκέψη 28 ανωτέρω). Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το σταθμισμένο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας (LCOE) για ένα τέτοιο έργο βιομάζας, βάσει ενός συντελεστή εσωτερικής απόδοσης 10 %, υπολογίστηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο τουλάχιστον στα 105 GBP/MWh (βλέπε αιτιολογική σκέψη 19). Η Επιτροπή θεωρεί το LCOE κατάλληλο όπως επιβεβαιώθηκε ήδη σε προηγούμενες αποφάσεις (30). Το Ηνωμένο Βασίλειο κατέδειξε ότι η ενίσχυση ανά μονάδα ενέργειας δεν υπερβαίνει τη διαφορά ανάμεσα στο LCOE και στην αναμενόμενη αγοραία τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς η τιμή άσκησης (που αντανακλά την τιμή της αγοράς συν την πριμοδότηση) δεν υπερβαίνει το LCOE (31). Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι η ενίσχυση θα χορηγηθεί έως την απόσβεση της επένδυσης, σύμφωνα με τους ισχύοντες λογιστικούς κανόνες.

(77)

Η ελάχιστη ποσοστιαία απόδοση του έργου είναι μεταξύ 8,8 % και 12,7 % σε πραγματική βάση προ φόρου, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 18 ανωτέρω και έχει γίνει δεκτή από την Επιτροπή στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας. Συνάδει με τις αποδόσεις που έχει εγκρίνει στο παρελθόν η Επιτροπή για έργα σχετικά με τη βιομάζα στο Ηνωμένο Βασίλειο (32). Η Επιτροπή θα αξιολογήσει αν ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης του έργου τηρεί την ελάχιστη ποσοστιαία απόδοση.

(78)

Μετά την απόφαση κίνησης της διαδικασίας, το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το έργο αποδεικνύοντας ότι ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης του έργου του Lynemouth είναι σημαντικά χαμηλότερος σε σύγκριση με την κοινοποίηση κυρίως λόγω της απώλειας περίπου ενός έτους επιδότησης, του υψηλότερου κόστους κεφαλαίου, της κατάργησης της απαλλαγής από την εισφορά κλιματικών αλλαγών και τις δυσμενείς εξελίξεις στις τιμές ξένου συναλλάγματος. Επιπλέον, οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου επικαιροποίησαν ευνοϊκά τον συντελεστή φορτίου, μία από τις παραμέτρους λειτουργίας.

(79)

Σύμφωνα με τον οικονομικό υπολογισμό που υποβλήθηκε, ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης του έργου είναι πλέον περίπου [3 % — 8 %] σε πραγματική βάση προ φόρου, είναι δηλαδή αρκετά κάτω από την ελάχιστη ποσοστιαία απόδοση και, ως εκ τούτου, αυτό είναι ήδη μια ένδειξη της απουσίας υπεραντιστάθμισης. Ωστόσο, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι παράμετροι λειτουργίας, για παράδειγμα η μέση θερμική απόδοση, ο συντελεστής φορτίου και το κόστος καυσίμου, μπορεί ακόμα να ποικίλλουν.

(80)

Υπό αυτό το πρίσμα, το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε στοιχεία που αποδείκνυαν ότι η θερμική απόδοση των μονάδων που λειτουργούν με κονιορτοποιημένο άνθρακα είναι περίπου 36 %, ενώ οι πληροφορίες της αγοράς υποδεικνύουν ότι αυτό το είδος έργου μετατροπής σταθμού ώστε να λειτουργεί με βιομάζα θα μπορούσε να φτάσει θερμική απόδοση περίπου 38 % με 39 %. Ως εκ τούτου, η αύξηση 10 % στη θερμική απόδοση, όπως διατυπώθηκε στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, δεν φαίνεται ρεαλιστική.

(81)

Όπως αναφέρεται ανωτέρω, ο συντελεστής φορτίου του έργου (βλέπε αιτιολογική σκέψη 12) αυξήθηκε σε 77 % βάσει ανάλυσης δεδομένων από άλλες μονάδες που λειτουργούν με βιομάζα που εξέτασε το Ηνωμένο Βασίλειο μετά την απόφαση κίνησης της διαδικασίας. Επιπλέον, οι πληροφορίες που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο υποδεικνύουν ότι ο καθαρός συντελεστής φορτίου γι' αυτό το είδος μονάδας δεν θα υπερέβαινε περίπου το 80 % (33).

(82)

Όσον αφορά το κόστος καυσίμου, το Ηνωμένο Βασίλειο εξήγησε αναλυτικά το κόστος εξασφάλισης επαρκών προμηθειών συσσωματωμάτων ξύλου. Η τεκμηρίωση που παρασχέθηκε είχε επαληθευθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες και περιλαμβάνει λεπτομερή ανάλυση των κύριων στοιχείων κόστους στην αλυσίδα εφοδιασμού του Lynemouth, συμπεριλαμβανομένου του κόστους παραγωγής, μεταφοράς και υλικοτεχνικής υποστήριξης (συμπεριλαμβανομένου του κόστους που σχετίζεται με την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων του λιμανιού που χρειάζεται το Lynemouth). Βάσει της εξήγησης που παρασχέθηκε, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κόστος καυσίμου 7,17 GBP/GJ είναι εύλογη εκτίμηση του αναμενόμενου κόστους καυσίμου.

(83)

Υπολογίστηκε ο συντελεστής εσωτερικής απόδοσης σε περίπτωση αύξησης της θερμικής απόδοσης και του συντελεστή φορτίου κατά 5 % και μείωσης του κόστους καυσίμου κατά 5 %. Αλλαγές τέτοιου μεγέθους θεωρούνται σύμφωνες με το ρεαλιστικό εύρος των παραμέτρων λειτουργίας όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 79 έως 81. Τέτοιες σωρευτικές αλλαγές θα αύξαναν τον συντελεστή εσωτερικής απόδοσης (πραγματική βάση προ φόρου) από περίπου [3 % — 8 %] σε […]. Η τιμή αυτή παραμένει εντός του εύρους των ελάχιστων ποσοστιαίων αποδόσεων που έχει προβλέψει το Ηνωμένο Βασίλειο.

(84)

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δεν οδηγεί σε υπεραντιστάθμιση. Ως εκ τούτου, το κοινοποιηθέν μέτρο είναι αναλογικό ως προς την επίτευξη του στόχου κοινού ενδιαφέροντος.

5.2.4.   Αποφυγή αδικαιολόγητων αρνητικών επιπτώσεων στον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές

(85)

Κατά την αξιολόγηση της συμβατότητας ενός μέτρου κρατικής ενίσχυσης, η Επιτροπή πρέπει να διαπιστώσει, «αφενός, ότι περιορίζονται οι αρνητικές συνέπειες του μέτρου ενίσχυσης όσον αφορά τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και τον αντίκτυπο στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και, αφετέρου, ότι αντισταθμίζονται από τα θετικά αποτελέσματα όσον αφορά τη συμβολή στην επίτευξη του στόχου κοινού ενδιαφέροντος» (βλέπε παράγραφο 88 των ΚΓΕΠΕ).

(86)

Αναφέροντας τις παραγράφους 94-96 των ΚΓΕΠΕ, η Επιτροπή θεωρεί ότι το μέτρο δεν οδηγεί σε προφανείς αρνητικές επιπτώσεις, καθώς η ενίσχυση είναι αναλογική και δεν οδηγεί απλώς σε μετεγκατάσταση της δραστηριότητας χωρίς περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Η ενίσχυση θα βοηθήσει το έργο του Lynemouth να μετατρέψει τη λειτουργία του με άνθρακα σε λειτουργία με βιομάζα οδηγώντας σε εξοικονόμηση εκπομπών CO2 (βλέπε αιτιολογική σκέψη 10 ανωτέρω).

(87)

Κατά την αξιολόγηση των αρνητικών συνεπειών του μέτρου ενίσχυσης, η Επιτροπή επικεντρώνεται στις στρεβλώσεις που προκύπτουν από τον αντίκτυπο που αναμένεται να έχει η ενίσχυση στον ανταγωνισμό στις επηρεαζόμενες αγορές προϊόντος και στον τόπο εγκατάστασης της οικονομικής δραστηριότητας (βλέπε παράγραφο 97 των ΚΓΕΠΕ). Καθώς η ενίσχυση χορηγείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η αγορά προϊόντων που επηρεάζεται είναι η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

(88)

Πρώτον, η Επιτροπή υπενθυμίζει το περιορισμένο μερίδιο αγοράς του δικαιούχου (0,7 % της αγοράς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου). Δεύτερον, αναφέροντας την παράγραφο 101 των ΚΓΕΠΕ, η Επιτροπή σημειώνει περαιτέρω ότι το έργο αποτελεί επανεξοπλισμό υφιστάμενης μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα και, ως εκ τούτου, δεν θα οδηγήσει σε αρνητικές συνέπειες, όπως, για παράδειγμα, στη ενίσχυση της ισχύος του δικαιούχου στην αγορά. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο δεν θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στον ανταγωνισμό στην αγορά παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

(89)

Στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες για το αν το έργο στρεβλώνει τον ανταγωνισμό στην αγορά συσσωματωμάτων ξύλου και περαιτέρω στις αγορές προηγούμενου σταδίου (πρώτων υλών) σε βαθμό αντίθετο προς το κοινό συμφέρον. Λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά αυτού του μεμονωμένα κοινοποιηθέντος έργου, η Επιτροπή επεξέτεινε την ανάλυση στις έμμεσες επιπτώσεις στις δευτερεύουσες αγορές.

5.2.5.   Στρέβλωση στην αγορά συσσωματωμάτων ξύλου

(90)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει πρώτα ότι η μονάδα του Lynemouth θα μπορεί να χρησιμοποιεί μόνο βιομηχανικά συσσωματώματα ξύλου. Ενώ κάποιες μονάδες ενδέχεται να μπορούν να υποκαταστήσουν μερικώς τα συσσωματώματα ξύλου με άλλα καύσιμα, η μονάδα του Lynemouth δεν αναμένεται να μπορεί να υποκαταστήσει τα συσσωματώματα ξύλου με άλλο προϊόν, λόγω του σχεδιασμού της. Για σκοπούς ανάλυσης του βαθμού στρέβλωσης του ανταγωνισμού από το έργο, η κατάλληλη αγορά του προϊόντος είναι η αγορά βιομηχανικών συσσωματωμάτων ξύλου.

(91)

Τα δεδομένα που παρέσχε το Ηνωμένο Βασίλειο (βλέπε σχήμα 4) δείχνουν ότι το εμπόριο συσσωματωμάτων ξύλου γίνεται μεταξύ των κύριων περιοχών παραγωγής και κατανάλωσης. Επιπλέον, οι εμπορικές ροές έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια (περισσότερο από 40 % σε ένα έτος). Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο παρέσχε δεδομένα ότι οι εισαγωγές συσσωματωμάτων ξύλου στην ΕΕ από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ διπλασιάστηκαν από το 2009 έως το 2011 (όπως φαίνεται στο σχήμα 5).

(92)

Ως εκ τούτου, βάσει των εμπορικών ροών και του όγκου των εισαγωγών στην Ένωση, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αγορά συσσωματωμάτων ξύλου δεν περιορίζεται σε ένα κράτος μέλος ή στην Ένωση, αλλά πρέπει να θεωρείται παγκόσμια αγορά για την αξιολόγηση των στρεβλώσεων της αγοράς στην αγορά συσσωματωμάτων ξύλου.

(93)

Το 2014 η παγκόσμια αγορά συσσωματωμάτων ξύλου αυξήθηκε στους 27 εκατ. ξηρούς τόνους. Η ευρωπαϊκή κατανάλωση συσσωματωμάτων ξύλου διπλασιάστηκε από το 2009 έως το 2012 (όπως φαίνεται στο σχήμα 5). Παρά την αύξηση αυτή, τα στοιχεία στο σχήμα 6 δείχνουν ότι οι τιμές στην αγορά τοις μετρητοίς δεν άλλαξαν σημαντικά.

(94)

Επιπλέον, από τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν σε απάντηση της απόφασης κίνησης της διαδικασίας, η Επιτροπή σημειώνει ότι το μεγαλύτερο μέρος της προσφοράς συσσωματωμάτων ξύλου αγοράζεται αυτή τη στιγμή με μακροπρόθεσμες συμβάσεις που έχουν αποτελέσει αντικείμενο μεμονωμένης διαπραγμάτευσης. Οι μονάδες παραγωγής συσσωματωμάτων μπορούν να κατασκευαστούν εντός 2 ετών αφού (ή πριν) υπογραφούν νέες συμβάσεις και εξασφαλιστούν πωλήσεις. Ως εκ τούτου, οι φραγμοί της αγοράς σε νέες μονάδες παραγωγής φαίνεται να είναι χαμηλοί. Η πρόσφατη αύξηση στην ικανότητα παραγωγής συσσωματωμάτων τόσο στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ όσο και στην Ένωση (34) στηρίζει αυτή την παρατήρηση.

(95)

Η ποσότητα συσσωματωμάτων ξύλου που απαιτείται από το Lynemouth αντιπροσωπεύει περίπου το 5,5 % της παγκόσμιας αγοράς συσσωματωμάτων ξύλου το 2014. Το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά χαμηλότερο από το 7,4 % που υπολογίστηκε στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας βάσει δεδομένων του 2012. Αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι νέες μονάδες συσσωματωμάτων μπορούν να κατασκευαστούν σχεδόν παράλληλα με το έργο μετατροπής ως προς τη διάρκεια (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 59 και 60), μπορεί να αναμένεται ότι η πρόσθετη ζήτηση θα επιφέρει πρόσθετη παραγωγική ικανότητα, όπως επιβεβαιώνεται από την προβλεπόμενη αλυσίδα εφοδιασμού του έργου.

(96)

Επίσης, στο παρελθόν, οι εισαγωγές και τα επίπεδα κατανάλωσης αυξήθηκαν με ταχύ ρυθμό στην Ένωση, κάτι που αποτελεί έναν ακόμα δείκτη ότι η αγορά συσσωματωμάτων ξύλου μπορεί να απορροφήσει μεγάλες αυξήσεις στη ζήτηση συσσωματωμάτων ξύλου. Σημειώνεται επίσης ότι η τιμή τοις μετρητοίς στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ, την κύρια περιοχή από την οποία αναμένεται να προμηθεύεται συσσωματώματα ξύλου το έργο, δεν άλλαξε σημαντικά (σχήμα 6), ενώ αυξήθηκαν οι εισαγωγές από αυτή την περιοχή στην Ένωση (σχήμα 5).

(97)

Η ανάλυση δείχνει ότι η αγορά των συσσωματωμάτων ξύλου είναι παγκόσμια και μπορεί να καλύψει την αύξηση της ζήτησης συσσωματωμάτων ξύλου που αναμένεται να προκύψει από το έργο. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δεν επηρεάζει δυσμενώς τις εμπορικές συνθήκες στην αγορά συσσωματωμάτων ξύλου σε βαθμό αντίθετο προς το κοινό συμφέρον (εξοικονόμηση εκπομπών CO2 και αυξημένη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας).

5.2.6.   Στρέβλωση στην αγορά πρώτων υλών

(98)

Η Επιτροπή σημείωσε στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας (βλέπε αιτιολογική σκέψη 75 της απόφασης κίνησης διαδικασίας) ότι η αυξημένη ζήτηση συσσωματωμάτων ξύλου μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω στρεβλώσεις στην αγορά πρώτων υλών (δηλαδή στην αγορά ινών ξύλου). Σχετικά με αυτό, υπενθυμίζεται ότι η ενίσχυση χορηγείται για τα MWh ηλεκτρικής ενέργειας που θα παράγει η μονάδα του Lynemouth. Οι πιθανές στρεβλώσεις στην αγορά συσσωματωμάτων ξύλου και στην αγορά πρώτων υλών δεν προκύπτουν από απευθείας επιδοτήσεις για συσσωματώματα ξύλου ή πρώτες ύλες, αλλά από την αυξημένη ζήτηση καυσίμου για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, οι συνέπειες στην αγορά πρώτων υλών είναι έμμεσες σε σύγκριση με τις στρεβλώσεις στην αγορά συσσωματωμάτων ξύλου.

(99)

Ενώ τα συσσωματώματα μπορούν να μεταφερθούν στο εξωτερικό, για οικονομικούς λόγους, οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται από τη βιομηχανία συσσωματωμάτων ξύλου μπορούν κανονικά να μεταφέρονται μόνο σε περιορισμένες αποστάσεις. Οι μονάδες παραγωγής ημικατεργασμένων προϊόντων ξυλοπολτού προμηθεύονται ξύλο από περιοχές που απέχουν κατά μέσο όρο περίπου 100 με 150 km (που ονομάζεται εμπορική ακτίνα της μονάδας). Για να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος αυτών των μονάδων στον ανταγωνισμό, είναι επομένως απαραίτητο να καθοριστεί από ποια τοπική αγορά θα προμηθεύονται ή είναι πιθανό να προμηθεύονται τα συσσωματώματα.

(100)

Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 11 ανωτέρω, η μονάδα του Lynemouth πρόκειται να προμηθεύεται [60 % — 80 %] του συνολικού απαιτούμενου καυσίμου συσσωματωμάτων ξύλου από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Περίπου [5 % — 20 %] με 15 % θα προέρχεται από άλλα κράτη μέλη. Αυτό σημαίνει ότι περίπου […] εκατ. ξηροί τόνοι τον χρόνο θα προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, από περίπου 16 διαφορετικούς προμηθευτές. Αυτό αντιπροσωπεύει περίπου το […] της κατανάλωσης συσσωματωμάτων ξύλου στην ΕΕ (βλέπε σχήμα 6). Επιπλέον, το έργο του Lynemouth δεν προτίθεται να έχει ως προμηθευτή το Ηνωμένο Βασίλειο. Ως εκ τούτου, δεν είναι πιθανό το έργο να αυξήσει τις τιμές των πρώτων υλών στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ισχυρίζονται η EPF και η WPF αντίστοιχα. Επομένως, το μέτρο δεν αναμένεται να οδηγήσει σε αδικαιολόγητες στρεβλώσεις ανταγωνισμού εντός της Ένωσης. Καθώς το μεγαλύτερο μέρος των συσσωματωμάτων ξύλου προέρχεται από περιοχές εκτός της Ένωσης και η αγορά πρώτων υλών είναι τοπική, οι επιπτώσεις λαμβάνουν χώρα εκτός της Ένωσης.

(101)

Περίπου [10 % — 30 %] των απαιτούμενων συσσωματωμάτων ξύλου θα προέρχεται από τον Καναδά. Οι πιθανές προμήθειες από τον Καναδά θεωρείται ότι θα είναι σημαντικά υψηλότερες αυτών από την Ευρώπη. Τα στοιχεία που υπέβαλε η Ένωση Συσσωματωμάτων Ξύλου του Καναδά (Wood Pellet Association of Canada) υπολόγισαν πλεόνασμα 14 εκατ. ξηρών τόνων βιομάζας στον δυτικό Καναδά. Οι προμήθειες από τον Καναδά αναμένεται ότι θα αντιπροσωπεύουν […] του εκτιμώμενου πλεονάσματος. Ως εκ τούτου, το έργο δεν αναμένεται να προκαλέσει αδικαιολόγητο αντίκτυπο στην καναδική αγορά σχετικά με τις πρώτες ύλες των συσσωματωμάτων ξύλου.

(102)

Το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών για το έργο θα εισάγεται από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Ως εκ τούτου, η έρευνα για πιθανές στρεβλώσεις στην αγορά των πρώτων υλών (ινών ξύλου) επικεντρώνεται σε αυτή την περιοχή.

(103)

Το Lynemouth θα εισάγει περίπου 2 εκατ. GT (που ισοδυναμούν με περίπου 0,9 εκατ. ξηρούς τόνους) από τις νοτιοανατολικές ΗΠΑ, ποσοστό που αντιπροσωπεύει το 1,7 % της συνολικής προσφοράς ξυλοπολτού το 2011 στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ και το 0,9 % των συνολικών ποσοτήτων που αφαιρέθηκαν την ίδια χρονιά σε αυτή την περιοχή. Τέτοια χαμηλά ποσοστά από μόνα τους δεν αποτελούν ισχυρές ενδείξεις αδικαιολόγητων στρεβλώσεων στην αγορά πρώτων υλών. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη τις συνολικές ποσότητες που αφαιρέθηκαν, ο αντίκτυπος δεν θα οδηγήσει σε αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στην αγορά. Επιπλέον, αυτοί οι αριθμοί συνυπολογίζουν μόνο τον ξυλοπολτό και δεν λαμβάνουν υπόψη άλλα υλικά εισόδου, όπως υπολείμματα ξυλείας και πριονίσματος που μπορούν επίσης, σε κάποιο βαθμό, να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου.

(104)

Παρ' όλα αυτά, ορισμένα τρίτη μέρη ανέφεραν ότι η αύξηση στην παραγωγή συσσωματωμάτων προκάλεσε αύξηση στις τιμές των πρώτων υλών (του ξυλοπολτού) στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, η Steptoe and Johnson και η AFPA υπέβαλαν στοιχεία που δείχνουν αύξηση τιμής την περίοδο 2011-2014. Τα ίδια στοιχεία, αλλά για μεγαλύτερη περίοδο, υπέβαλε η Ένωση Βιομηχανικών Συσσωματωμάτων των ΗΠΑ (US Industrial Pellet Association) (σχήμα 3).

(105)

Η Επιτροπή σημειώνει ότι, όπως φαίνεται στο σχήμα 2, η μέση τιμή πρώτων υλών (πριν τη συγκομιδή) στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ δεν είναι εκτός του ιστορικού της εύρους. Ως εκ τούτου, η αύξηση στις τιμές από το 2011 δεν φαίνεται ασυνήθιστη. Το 2010 οι τιμές ήταν ακόμη υψηλότερες, υποτίθεται λόγω καιρικών φαινομένων.

(106)

Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο ανέφερε ότι η αγορά των ΗΠΑ εξακολουθεί να επηρεάζεται από τη μείωση της ζήτησης μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση. Συγκεκριμένα, η παραγωγή πριστής ξυλείας μειώθηκε κατά περίπου 57 εκατ. GT σε σύγκριση με το 2005. Αν αυτή η ποσότητα ήταν διαθέσιμη, θα παράγονταν περίπου 28-19 εκατ. GT υπολειμμάτων που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πηγή συσσωματωμάτων ξύλου ή ανταγωνιστικών προϊόντων. Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στις περιοχές με ισχυρή παραγωγή συσσωματωμάτων και στην αύξηση στις τιμές ξυλοπολτού στις τοπικές αγορές (σχήμα 7).

(107)

Πράγματι, τα στοιχεία στο σχήμα 1 δείχνουν ότι πριν το 2008 υπήρχαν μεγαλύτερες ποσότητες πριστής ξυλείας και, επομένως, υπολειμμάτων. Ακόμα μικρότερη διαθεσιμότητα υπολειμμάτων θα μπορούσε, επομένως, να έχει επιδράσει αρνητικά στην τιμή του ξυλοπολτού. Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αποδείξει ότι η εντατική παραγωγή συσσωματωμάτων δεν σχετίζεται απαραίτητα με αυξήσεις της τιμής των πρώτων υλών (βλέπε αιτιολογική σκέψη 63 ανωτέρω).

(108)

Όπως αναφέρεται ανωτέρω (βλέπε αιτιολογική σκέψη 62 ανωτέρω), η τιμή του ξυλοπολτού επηρεάζεται από στοιχεία όπως οι καιρικές συνθήκες, η διαθεσιμότητα υπολειμμάτων (που συνδέεται με την αγορά της πριστής ξυλείας), ενώ διακυμάνσεις των τιμών έχουν επίσης παρατηρηθεί και στο παρελθόν. Επιπλέον, αυξήσεις τιμών και μειώσεις τιμών σημειώνονται πράγματι και σε περιοχές με υψηλή παραγωγή συσσωματωμάτων και σε περιοχές με χαμηλή παραγωγή συσσωματωμάτων. Ως εκ τούτου, η έμμεση ζήτηση πρώτων υλών που θα προκύψει από το έργο του Lynemouth δεν αναμένεται να οδηγήσει σε αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στην αγορά.

(109)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν επίσης μια θεωρητική μελέτη δημιουργίας μοντέλων για τις πιθανές επιπτώσεις μελλοντικών σεναρίων υψηλής διείσδυσης της βιοενέργειας. Η μελέτη δεν αξιολογεί τον αντίκτυπο του έργου του Lynemouth στην αγορά, αλλά αξιολογεί την επίδραση της αναμενόμενης παγκόσμιας ζήτησης βιομάζας με βάση υφιστάμενες και μελλοντικές πολιτικές. Παρ' όλα αυτά, είναι αβέβαιο σε ποιο βαθμό θα υλοποιηθούν τα μελλοντικά σχέδια για τη βιομάζα και, αν όντως υλοποιηθούν, υπό ποιες συνθήκες και από ποιες περιοχές θα προέρχεται στην πραγματικότητα η βιομάζα. Η μελέτη δεν αλλάζει επομένως τα συμπεράσματα για τον πιθανό αντίκτυπο του έργου του Lynemouth, καθώς πραγματεύεται ιδίως τις πιθανές επιπτώσεις μελλοντικών εξελίξεων.

(110)

Τέλος, σύμφωνα με δεδομένα που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο, το Lynemouth προτίθεται να προμηθευθεί βιομάζα από περίπου […] μονάδες παραγωγής σε […] πολιτείες στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ. Η διαφοροποίηση της αλυσίδας εφοδιασμού θα μειώσει περαιτέρω τυχόν κίνδυνο στρεβλώσεων στις τοπικές αγορές.

(111)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μέτρο δεν αναμένεται να οδηγήσει σε αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στην αγορά πρώτων υλών. Σχετικά με αυτό, υπενθυμίζεται ότι η ενίσχυση χορηγείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από στερεή βιομάζα και τυχόν επιπτώσεις της ενίσχυσης θα είναι έμμεσες ως προς την προμήθεια των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί η βιομηχανία συσσωματωμάτων ξύλου.

5.2.7.   Κριτήριο εξισορρόπησης

(112)

Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 97 των ΚΓΕΠΕ, εάν τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων είναι ορθώς στοχευμένα στην ανεπάρκεια της αγοράς που αποσκοπούν να αντιμετωπίσουν, ο κίνδυνος αδικαιολόγητης στρέβλωσης του ανταγωνισμού είναι πιο περιορισμένος. Η Επιτροπή σημειώνει ότι η ενίσχυση στοχεύει απευθείας στην επίτευξη των στόχων για την ανανεώσιμη ενέργεια και στη μείωση των εκπομπών CO2 με αναλογικό και κατάλληλο τρόπο. Επομένως, ο κίνδυνος αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού είναι επίσης πιο περιορισμένος. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 110 ανωτέρω, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στην επηρεαζόμενη αγορά προϊόντων (συσσωματωμάτων ξύλου). Επίσης, δεν διαπιστώθηκαν αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στις αγορές προηγούμενου σταδίου (πρώτων υλών).

(113)

Επιπλέον, η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει αν τα μέτρα νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό σε βαθμό που να θίγουν τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Οι επιπτώσεις στην αγορά πρώτων υλών είναι τοπικές και σημειώνονται κυρίως εκτός Ευρώπης, διότι τα συσσωματώματα ξύλου εισάγονται. Οι επιπτώσεις στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών θα είναι, επομένως, σε κάθε περίπτωση, περιορισμένες.

(114)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της ενίσχυσης στο έργο του Lynemouth ως προς τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και τον αντίκτυπο στις μεταξύ κρατών μελών εμπορικές συναλλαγές είναι περιορισμένες και αντισταθμίζονται από τις θετικές επιπτώσεις ως προς τη συνεισφορά στον στόχο κοινού ενδιαφέροντος (την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών CO2 στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας), ώστε το συνολικό ισοζύγιο να είναι θετικό.

5.2.8.   Άλλες πτυχές — Συμμόρφωση με τα άρθρα 30 και 110 της ΣΛΕΕ

(115)

Στο πλαίσιο της απόφασης σχετικά με τις CfD για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (SA.36196) και της απόφασης σχετικά με την ενίσχυση FIDeR σε πέντε έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας (SA.38758, SA.38759, SA.38761, SA.38763 και SA.38812) και σε μια μονάδα ΣΠΗΘ με βιομάζα (SA.38796), το Ηνωμένο Βασίλειο ανέλαβε τη δέσμευση ότι θα προσαρμόσει τον τρόπο υπολογισμού των υποχρεώσεων των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας για τις πληρωμές CfD, ώστε η επιλέξιμη ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στα κράτη μέλη της ΕΕ εκτός Ηνωμένου Βασιλείου και παρέχεται σε πελάτες στο Ηνωμένο Βασίλειο να μη καταλογίζεται στα μερίδια αγοράς των προμηθευτών.

(116)

Το Ηνωμένο Βασίλειο θα διασφαλίσει ότι δεν θα γίνουν πληρωμές CfD πριν εφαρμοστεί αυτή η απαλλαγή ή, αν αυτό δεν είναι δυνατό, το Ηνωμένο Βασίλειο θα εφαρμόσει μηχανισμό επιστροφής εξόδων στους προμηθευτές για τυχόν επιλέξιμη ηλεκτρική ενέργεια που έχει παραχθεί από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και έχει εισαχθεί πριν τεθεί σε ισχύ η απαλλαγή, αλλά αφού έχουν αρχίσει οι πληρωμές CfD.

(117)

Η δέσμευση η οποία αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 114 θα ισχύει και για το κοινοποιηθέν μέτρο.

(118)

Υπό το πρίσμα της δέσμευσης που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 114, η Επιτροπή κρίνει ότι ο μηχανισμός χρηματοδότησης των κοινοποιηθέντων μέτρων ενίσχυσης δεν αναμένεται να εισάγει περιορισμούς αντίθετους προς το άρθρο 30 ή το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ.

6.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(119)

Για τους προαναφερόμενους λόγους, η Επιτροπή κρίνει ότι το κοινοποιηθέν μέτρο ενίσχυσης εξυπηρετεί στόχο κοινού ενδιαφέροντος κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας, και ότι κατά συνέπεια η ενίσχυση είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το μέτρο ενίσχυσης που κοινοποιήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο είναι συμβατό με την εσωτερική αγορά σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 1η Δεκεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Margrethe VESTAGER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 116 της 10.4.2015, σ. 52.

(2)  Η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση για έξι από τα οκτώ αυτά έργα. Στις 23 Ιουλίου 2014 εκδόθηκε απόφαση για μη προβολή αντιρρήσεων για πέντε έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας [υποθέσεις SA.38758, SA.38759, SA.38761, SA.38763 και SA.38812 (ΕΕ C 393, της 7.11.2014, σ. 7) και στις 22 Ιανουαρίου 2015 εκδόθηκε απόφαση για μη προβολή αντιρρήσεων για το έργο ΣΠΗΘ με βιομάζα στο Teesside (SA. 38796)· η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί].

(3)  Ο συντελεστής φορτίου υπολογίστηκε σε 75,3 % στην αρχική κοινοποίηση και στη συνέχεια επικαιροποιήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο.

(4)  Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον μηχανισμό αμοιβής CfD, βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 17 έως 31 της απόφασης της Επιτροπής για την υπόθεση SA.36196 Electricity Market Reform — Contract for Difference for Renewables (Μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας — Σύμβαση επί διαφοράς για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) [C(2014) 5079 final].

(5)  Το καθεστώς εγκρίθηκε αρχικά από την απόφαση της Επιτροπής της 28ης Φεβρουαρίου 2001 στην υπόθεση N504/2000 και στη συνέχεια τροποποιήθηκε αρκετές φορές. Στην τρέχουσα μορφή του, το καθεστώς εγκρίθηκε από την Επιτροπή στην απόφασή της της 2ας Απριλίου 2013 στην υπόθεση SA.35565 (ΕΕ C 167 της 13.6.2013, σ. 5). Ορισμένα ειδικά στοιχεία εγκρίθηκαν στη συνέχεια για τη Βόρεια Ιρλανδία (υπόθεση SA.36084) και τη Σκωτία (υπόθεση SA.37453).

(6)  Η ελάχιστη ποσοστιαία απόδοση ορίζεται ως η ελάχιστη απαιτούμενη απόδοση για την υλοποίηση ενός τέτοιου είδους έργου.

(7)  Όλα αυτά τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί από τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στο έγγραφο «Electricity Generation Costs» («Κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας»), το οποίο διατίθεται στη διεύθυνση https://www.gov.uk/government/publications/electricity-generation-costs

(8)  «Electricity Generation Costs December 2013» («Κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας Δεκέμβριος 2013») DECC (2013), διατίθεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.gov.uk/government/publications/electricity-generation-costs

(9)  Διατίθενται στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.gov.uk/government/publications/electricity-market-reform-delivery-plan

(10)  Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλέπε: www.gov.uk/government/consultations/ensuring-biomass-affordability-and-value-for-money-under-the-renewables-obligation

(11)  AEBIOM European Bioenergy Outlook 2013 (Έκθεση της AEBIOM για τη βιοενέργεια στην Ευρώπη).

(12)  AEBIOM European Bioenergy Outlook 2013 (Έκθεση της AEBIOM για τη βιοενέργεια στην Ευρώπη).

(13)  Διατίθεται στον ιστότοπο https://www.gov.uk/government/publications/final-investment-decision-fid-enabling-for-renewables-investment-contracts

(14)  North East Local Enterprise Partnership (Τοπική Επιχειρηματική Σύμπραξη του Βορειοανατολικού Ηνωμένου Βασιλείου), Εμπορικό Επιμελητήριο του Βορειοανατολικού Ηνωμένου Βασιλείου, υπουργείο Εμπορίου και Επενδύσεων του ΗΒ.

(15)  Friends of the Earth, Natural Resources Defense Council, Fern και Biofuelwatch.

(16)  ECOFYS (2014), Carbon Leakage assessment for the European Panel Federation — Wood panel industry and the carbon leakage list 2015-2019 criteria (Αξιολόγηση της διαρροής άνθρακα για την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ξύλινων Πετασμάτων — Βιομηχανία ξύλινων πετασμάτων και κριτήρια της λίστας 2015-2019 για τη διαρροή άνθρακα).

(17)  Για λόγους ομοιογένειας όλα τα στοιχεία σχετικά με την αγορά ξυλοπολτού και την αγορά στις νοτιοανατολικές ΗΠΑ παρουσιάζονται σε υγρούς τόνους. Ο συντελεστής μετατροπής 2,15 GT ανά 1 ξηρό τόνο χρησιμοποιείται συστηματικά.

(18)  Karen Lee Abt, Robert C. S., Christopher S. Galik και Kenneth E. Skogn. 2014. «Effect of Policies on Pellet Production and Forests in the U.S. South» («Επίδραση των πολιτικών για την παραγωγή συσσωματωμάτων ξύλου και τα δάση στις νότιες ΗΠΑ»). Διαθέσιμη στη διεύθυνση: http://www.srs.fs.usda.gov/pubs/47281. Η έκθεση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της εναρκτήριας φάσης της έρευνας από αρκετά μέρη.

(19)  Abt et al., 2014.

(20)  RWE Group, EDF, Lynemouth Power LTD, Renewable Energy Association, Port of Tyne, Dong Energy, Energy UK, US Industrial Pellet Association (Ένωση Βιομηχανικών Συσσωματωμάτων των ΗΠΑ), Wood Pellet Association of Canada (Ένωση Συσσωματωμάτων Ξύλου του Καναδά), Enviva, Doosan, European Pellet Council (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συσσωματωμάτων).

(21)  Pöyry. The Risk of Indirect Wood Use Change, Final Report Prepared for Energie Nederland (Ο κίνδυνος έμμεσης αλλαγής στη χρήση συσσωματωμάτων, Τελική Έκθεση που συντάχθηκε για την Energie Nederland). Ιούλιος 2014.

(22)  Oxera, Parsons Brinckerhoff και Ramboll.

(23)  AEBIOM, 2013.

(24)  Στοιχεία Ηνωμένου Βασιλείου.

(*1)  Επιχειρηματικό απόρρητο.

(25)  Βλέπε επίσης τις αποφάσεις για τις υποθέσεις SA.38758, SA.38759, SA.38761, SA.38763 και SA.38812 και την υπόθεση SA.38796 (η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί) που επωφελούνται από παρόμοια ενίσχυση CfD.

(26)  ΕΕ C 200 της 28.6.2014, σ. 1.

(27)  Βλέπε την οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών 2001/77/ΕΚ και 2003/30/ΕΚ (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 16), την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου και 2003/87/ΕΚ (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32) και την ανακοίνωση COM/2011/0885 τελικό.

(28)  Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 17).

(29)  ΕΕ C 393 της 7.11.2014, σ. 2.

(30)  Βλέπε για παράδειγμα την απόφαση για τις υποθέσεις SA.38758, SA.38759, SA.38761, SA.38763 και SA.38812 και τις αποφάσεις για την υπόθεση SA.38796 (η απόφαση δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί).

(31)  Βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 20 έως 33 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το LCOE του έργου.

(32)  Βλέπε για παράδειγμα το καθεστώς των υποχρεώσεων σχετικά με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας — SA.35565 (ΕΕ C 167 της 13.6.2013, σ. 5).

(33)  Οι παραδοχές αυτές είναι σύμφωνες με τα δεδομένα που παρέσχε η Société Générale στην παρέμβασή της (βλέπε αιτιολογική σκέψη 53 ανωτέρω).

(34)  Βλέπε, για παράδειγμα, σχήμα 2 στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας (ΕΕ C 116 της 10.4.2015, σ. 52).


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/87


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/1437 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Αυγούστου 2017

για ορισμένα μέτρα προστασίας σχετικά με την αφρικανική πανώλη των χοίρων στην Τσεχική Δημοκρατία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 5418]

(Το κείμενο στην τσεχική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (2), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η αφρικανική πανώλη των χοίρων είναι λοιμώδης ιογενής νόσος των πληθυσμών οικόσιτων χοίρων και αγριόχοιρων η οποία μπορεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στην κερδοφορία της χοιροτροφίας και να διαταράξει το εμπόριο μέσα στην Ένωση και τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες.

(2)

Σε περίπτωση εκδήλωσης εστίας της αφρικανικής πανώλης των χοίρων, υπάρχει κίνδυνος διασποράς του παράγοντα της νόσου σε άλλες χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις και σε αγριόχοιρους. Ως εκ τούτου, η νόσος μπορεί να εξαπλωθεί από ένα κράτος μέλος σε άλλο, καθώς και σε τρίτες χώρες, μέσω του εμπορίου ζώντων χοίρων ή των προϊόντων τους.

(3)

Η οδηγία 2002/60/ΕΚ του Συμβουλίου (3) θεσπίζει τα ελάχιστα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται στην Ένωση για την καταπολέμηση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων. Το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/60/ΕΚ προβλέπει την οριοθέτηση της μολυσμένης περιοχής, μετά την επιβεβαίωση ενός ή περισσότερων κρουσμάτων αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε αγριόχοιρους.

(4)

Η Τσεχική Δημοκρατία ενημέρωσε την Επιτροπή για την επικαιροποιημένη κατάσταση όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων στην επικράτειά της και, σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/60/ΕΚ, οριοθέτησε τη μολυσμένη περιοχή στην οποία εφαρμόζονται τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας.

(5)

Για να προληφθεί τυχόν περιττή διαταραχή στο εμπόριο εντός της Ένωσης και να αποφευχθεί η επιβολή αδικαιολόγητων φραγμών στο εμπόριο από τρίτες χώρες, είναι αναγκαίο να καθοριστεί σε ενωσιακό επίπεδο η μολυσμένη από την αφρικανική πανώλη των χοίρων περιοχή στην Τσεχική Δημοκρατία, σε συνεργασία με το εν λόγω κράτος μέλος.

(6)

Συνεπώς, θα πρέπει να καταχωριστεί στο παράρτημα της παρούσας απόφασης η μολυσμένη περιοχή της Τσεχικής Δημοκρατίας και να καθοριστεί η διάρκεια της εν λόγω περιφερειοποίησης.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η Τσεχική Δημοκρατία διασφαλίζει ότι η μολυσμένη περιοχή που οριοθετείται σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/60/ΕΚ περιλαμβάνει τουλάχιστον τις περιοχές που αναφέρονται ως μολυσμένες περιοχές στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2017.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Τσεχική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 4 Αυγούστου 2017.

Για την Επιτροπή

Vytenis ANDRIUKAITIS

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13.

(2)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29.

(3)  Οδηγία 2002/60/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων για την καταπολέμηση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων και την τροποποίηση της οδηγίας 92/119/ΕΟΚ όσον αφορά την πολιοεγκεφαλίτιδα του χοίρου και την αφρικανική πανώλη των χοίρων (ΕΕ L 192 της 20.7.2002, σ. 27).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Περιοχές που ορίστηκαν ως μολυσμένες στην Τσεχική Δημοκρατία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1

Ημερομηνία έως την οποία εφαρμόζονται τα μέτρα

Περιφέρεια Zlin

30 Σεπτεμβρίου 2017


8.8.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/89


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/1438 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Αυγούστου 2017

για την τροποποίηση της απόφασης 2007/131/ΕΚ σχετικά με την έγκριση εναρμονισμένης χρήσης του ραδιοφάσματος για εξοπλισμό τεχνολογίας υπερευρείας ζώνης στην Κοινότητα

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 5456]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος) (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση 2007/131/ΕΚ της Επιτροπής (2), εναρμονίζει τους τεχνικούς όρους για ραδιοεξοπλισμό που βασίζεται σε τεχνολογία υπερευρείας ζώνης («UWB») στην Ένωση. Η απόφαση αυτή εξασφαλίζει ότι το ραδιοφάσμα είναι διαθέσιμο σε ολόκληρη την Ένωση υπό εναρμονισμένους όρους, εξαλείφει τα εμπόδια για την υιοθέτηση της τεχνολογίας UWB και δημιουργεί μια πραγματική ενιαία αγορά για τα συστήματα UWB με σημαντικές οικονομίες κλίμακας και οφέλη για τους καταναλωτές.

(2)

Σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ, η Επιτροπή απηύθυνε προς την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Ταχυδρομικών και Τηλεπικοινωνιακών Οργανισμών («CEPT») μόνιμη εντολή για τις συσκευές μικρής εμβέλειας με σκοπό την επικαιροποίηση του παραρτήματος της απόφασης 2006/771/ΕΚ της Επιτροπής (3) σε συνάρτηση με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις της αγοράς στον τομέα των συσκευών μικρής εμβέλειας. Στις 2 Ιουλίου 2014, στην έκτη επιστολή καθοδήγησης (4) στο πλαίσιο της εν λόγω εντολής, η Επιτροπή κάλεσε την CEPT να επανεξετάσει και άλλες ισχύουσες αποφάσεις σχετικά με τις συσκευές μικρής εμβέλειας, όπως την απόφαση 2007/131/EΚ για συσκευές μικρής εμβέλειας που βασίζονται σε τεχνολογία υπερευρείας ζώνης (UWB).

(3)

Η CEPT κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά τις συσκευές μικρής εμβέλειας που βασίζονται σε τεχνολογία υπερευρείας ζώνης (UWB), πρέπει να επικαιροποιηθούν ορισμένες παραπομπές σε εναρμονισμένα πρότυπα στην απόφαση 2007/131/ΕΚ.

(4)

Συνεπώς, η απόφαση 2007/131/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ραδιοφάσματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 2 της απόφαση 2007/131/ΕΚ το σημείο 11) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11)

“συνολική φασματική πυκνότητα ισχύος”, ο μέσος όρος των τιμών μέσης φασματικής πυκνότητας ισχύος μετρούμενων σε σφαίρα που περικλείει το σενάριο μέτρησης με ανάλυση τουλάχιστον 15 μοιρών. Η λεπτομερής διάταξη μέτρησης περιέχεται στο πρότυπο ETSI EN 302 065-4·».

Το παράρτημα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 4 Αυγούστου 2017.

Για την Επιτροπή

Mariya GABRIEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.

(2)  Απόφαση 2007/131/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Φεβρουαρίου 2007, σχετικά με την έγκριση εναρμονισμένης χρήσης του ραδιοφάσματος για εξοπλισμό τεχνολογίας υπερευρείας ζώνης στην Κοινότητα (ΕΕ L 55 της 23.2.2007, σ. 33).

(3)  Απόφαση 2006/771/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με την εναρμόνιση της χρήσης ραδιοφάσματος από συσκευές μικρής εμβέλειας (ΕΕ L 312 της 11.11.2006, σ. 66).

(4)  RSCOM 13-78rev2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της απόφασης 2007/131/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

το σημείο 5.1 τροποποιείται ως εξής:

α)

στο πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση, η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

Ο πομπός διαθέτει TPC με δυναμικό φάσμα 10 dB, όπως περιγράφεται στο εναρμονισμένο πρότυπο ETSI EN 302 065-4 για συσκευές ανίχνευσης υλικών.»·

β)

το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι εκπομπές που προέρχονται από συσκευές ανίχνευσης υλικού, οι οποίες επιτρέπονται δυνάμει της παρούσας απόφασης, διατηρούνται εντός ελάχιστων ορίων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνουν τα όρια πυκνότητας e.i.r.p. που αναφέρονται στον παρακάτω πίνακα. Διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τα όρια του παρακάτω πίνακα για τις μη σταθερές εγκαταστάσεις (εφαρμογή B), η δε συσκευή είναι τοποθετημένη σε αντιπροσωπευτική διάταξη του προς διερεύνηση υλικού (π.χ. αντιπροσωπευτικό τοίχωμα, όπως ορίζεται στα πρότυπα ETSI EN 302 065-4).»·

γ)

η υποσημείωση (1) του πίνακα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(1)

Οι συσκευές που χρησιμοποιούν μηχανισμό Listen Before Talk (LBT), όπως αυτός περιγράφεται στο εναρμονισμένο πρότυπο ETSI EN 302 065-4, επιτρέπεται να λειτουργούν σε φάσμα συχνοτήτων 2,5 έως 2,69 και 2,9 έως 3,4 GHz, με ανώτατη μέση φασματική πυκνότητα ισχύος – 50 dBm/MHz.»·

2)

το σημείο 5.2 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Οι εκπομπές που προέρχονται από συσκευές BMA διατηρούνται εντός ελάχιστων ορίων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια ισχύος σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα, η δε συσκευή είναι τοποθετημένη σε αντιπροσωπευτικό τοίχωμα, όπως ορίζεται στα πρότυπα ETSI EN 302 065-4.»·

β)

η υποσημείωση (1) του πίνακα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(1)

Οι συσκευές με μηχανισμό Listen Before Talk (LBT), όπως αυτός περιγράφεται στο εναρμονισμένο πρότυπο ETSI EN 302 065-4, επιτρέπεται να λειτουργούν σε φάσμα συχνοτήτων 1,215 έως 1,73 GHz με ανώτατη μέση φασματική πυκνότητα ισχύος – 70 dBm/MHz, καθώς και σε 2,5 έως 2,69 και 2,7 έως 3,4 GHz με ανώτατη μέση φασματική πυκνότητα ισχύος – 50 dBm/MHz.».