ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

59ο έτος
1 Οκτωβρίου 2016


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/1749 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, εξαιρουμένων των διατάξεών του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1

 

*

Απόφαση (EE) 2016/1750 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων

6

 

 

Πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού

10

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/1751 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

38

 

 

Τροποποιητικό πρωτόκολλο της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

40

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1752 του Συμβουλίου, της 30ής Σεπτεμβρίου 2016, για την εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/44 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

77

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1753 της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 2016, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

80

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/1754 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601 για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας

82

 

*

Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2016/1755 του Συμβουλίου, της 30ής Σεπτεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2015/1333 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

85

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/1756 της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2016, που καθορίζει τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για απόφαση των διαχειριστικών φορέων δυνάμει της συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τον συντονισμό προγραμμάτων επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου, όσον αφορά την αναθεώρηση των προδιαγραφών για τις συσκευές απεικόνισης που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Γ της συμφωνίας ( 1 )

90

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/1757 της Επιτροπής, της 29ης Σεπτεμβρίου 2016, για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Πολυεπιστημονικού Παρατηρητηρίου Θαλάσσιου Πυθμένα και Στήλης Ύδατος — Κοινοπραξία Ευρωπαϊκής Ερευνητικής Υποδομής (ΚΕΕΥ του EMSO) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 5542]  ( 1 )

113

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/1


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/1749 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Ιουνίου 2016

για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, εξαιρουμένων των διατάξεών του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 33, 113, 114 και 207, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α) και το άρθρο 218 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η σύναψη της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) για τον έλεγχο του καπνού (ΣΠΕΚ) εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 2004/513/ΕΚ του Συμβουλίου (1).

(2)

Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου 2013/744/ΕΕ (2) και 2013/745/ΕΕ (3), το πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της ΣΠΕΚ της ΠΟΥ («πρωτόκολλο») υπογράφτηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2013, υπό την επιφύλαξη της σύναψής του σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

(3)

Το πρωτόκολλο αποτελεί σημαντική συμβολή στις διεθνείς προσπάθειες για την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και, με τον τρόπο αυτό, την καταπολέμηση της καταστρατήγησης των υποχρεώσεων καταβολής φορολογικών και τελωνειακών δασμών και τον περιορισμό της προσφοράς προϊόντων καπνού, σύμφωνα με το άρθρο 15 της ΣΠΕΚ της ΠΟΥ. Το πρωτόκολλο συμβάλλει επίσης στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των προϊόντων καπνού, διασφαλίζοντας παράλληλα ένα υψηλό επίπεδο δημόσιας υγείας.

(4)

Η Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα επί ορισμένων διατάξεων του πρωτοκόλλου οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της κοινής εμπορικής πολιτικής της Ένωσης ή σε τομείς όπου η Ένωση έχει θεσπίσει κοινούς κανόνες (4). Το πρωτόκολλο ενδέχεται να επηρεάζει τέτοιους κοινούς κανόνες ή να τροποποιεί το πεδίο εφαρμογής τους. Επομένως, το πρωτόκολλο θα πρέπει να εγκριθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης μόνο στο μέτρο που το πρωτόκολλο μπορεί να επηρεάζει αυτούς τους κοινούς κανόνες ή να τροποποιεί το πεδίο εφαρμογής τους.

(5)

Η σύναψη του πρωτοκόλλου δεν συνεπάγεται την άσκηση συντρέχουσας αρμοδιότητας από πλευράς της Ένωσης, οπότε τα κράτη μέλη διατηρούν την αρμοδιότητά τους στους τομείς που καλύπτονται από το πρωτόκολλο και δεν επηρεάζουν κοινούς κανόνες ούτε τροποποιούν το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω κοινών κανόνων.

(6)

Τα άρθρα 14, 16, 26, 29 και 30 του πρωτοκόλλου αφορούν τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και τον ορισμό των αξιόποινων πράξεων και, επομένως, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση (ΕΕ) 2016/1750 του Συμβουλίου (5), η οποία εκδόθηκε παράλληλα με την παρούσα απόφαση, αφορά τις εν λόγω διατάξεις.

(7)

Το πρωτόκολλο θα πρέπει να εγκριθεί όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται, εξ ονόματος της Ένωσης, το πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, εξαιρουμένων των διατάξεών του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως των άρθρων 14, 16, 26, 29 και 30.

Το κείμενο του πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου ορίζει το (τα) πρόσωπο(-α) που είναι αρμόδιο(-α) να καταθέσει(-ουν), εξ ονόματος της Ένωσης:

α)

την πράξη που προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου·

β)

τη δήλωση αρμοδιοτήτων που παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 3 του πρωτοκόλλου.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λουξεμβούργο, 17 Ιουνίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.R.V.A. DIJSSELBLOEM


(1)  Απόφαση 2004/513/ΕΚ του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 2004, σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης-πλαισίου της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για την καταπολέμηση του καπνίσματος (ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 8).

(2)  Απόφαση 2013/744/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2013, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που διέπουν τις υποχρεώσεις δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, τον ορισμό ποινικών αδικημάτων και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 333 της 12.12.2013, σ. 73).

(3)  Απόφαση 2013/745/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2013, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, εξαιρουμένων των διατάξεων του πρωτοκόλλου που διέπουν τις υποχρεώσεις δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, τον ορισμό ποινικών αδικημάτων και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 333 της 12.12.2013, σ. 75).

(4)  Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ΕΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 1),

οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15),

κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1),

οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12),

οδηγία 2011/64/ΕΕ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2011, για τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα βιομηχανοποιημένα καπνά (ΕΕ L 176 της 5.7.2011, σ. 24).

(5)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1750 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων (βλέπε σελίδα 6 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΜΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΠΝΟΥ

(ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 44 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) υποβάλλει, σύμφωνα με το άρθρο 44 του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού («πρωτοκόλλου ΣΠΕΚ»), την ακόλουθη δήλωση αρμοδιοτήτων που προσδιορίζει τις κατηγορίες και τους τομείς πολιτικής ως προς τους οποίους τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν εκχωρήσει αρμοδιότητες στην ΕΕ στους τομείς που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ.

1.   Γενικές αρχές

Οι κατηγορίες και τομείς αρμοδιοτήτων της Ένωσης καθορίζονται στα άρθρα 2 έως 6 της ΣΛΕΕ. Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην ΕΕ αποκλειστική αρμοδιότητα σε συγκεκριμένο τομέα, μόνο η ΕΕ δύναται να νομοθετεί και να εκδίδει νομικά δεσμευτικές πράξεις, ενώ τα κράτη μέλη έχουν την εν λόγω δυνατότητα μόνο εάν εξουσιοδοτούνται προς τούτο από την ΕΕ ή μόνο για να εφαρμόσουν πράξεις της ΕΕ. Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην ΕΕ συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη σε συγκεκριμένο τομέα, η ΕΕ και τα κράτη μέλη δύνανται να νομοθετούν και να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές πράξεις στον εν λόγω τομέα. Τα κράτη μέλη ασκούν τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η ΕΕ δεν έχει ασκήσει τη δική της. Τα κράτη μέλη ασκούν εκ νέου τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η ΕΕ αποφάσισε να παύσει να ασκεί τη δική της.

Όσον αφορά τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, για τους τομείς πολιτικής που απαριθμούνται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα. Για τους τομείς πολιτικής που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν συντρέχουσες αρμοδιότητες, αλλά η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα όταν η προβλεπόμενη δράση είναι απαραίτητη για να μπορέσει η Ένωση να ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα ή κατά το μέτρο που οι διατάξεις της συμφωνίας ενδέχεται να επηρεάσουν τους κοινούς κανόνες ή να μεταβάλουν την εμβέλειά τους σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. Κατά το μέτρο που τούτο δεν ισχύει (δηλαδή δεν πληρούνται οι όροι του άρθρου 3 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ), τα κράτη μέλη μπορούν να ασκήσουν την αρμοδιότητά τους για ανάληψη δράσης στους εν λόγω τομείς πολιτικής.

Κάθε αρμοδιότητα η οποία δεν ανατίθεται στην ΕΕ από τις Συνθήκες εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών της ΕΕ.

Η ΕΕ θα γνωστοποιεί δεόντως κάθε ουσιαστική τροποποίηση όσον αφορά τις αρμοδιότητές της, σύμφωνα με το άρθρο 44 του πρωτοκόλλου, χωρίς αυτό να συνιστά προϋπόθεση για την άσκηση της αρμοδιότητάς της σε θέματα που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ.

2.   Αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ

2.1.   Η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράση στα θέματα που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της κοινής εμπορικής πολιτικής της ΕΕ (άρθρο 207 της ΣΛΕΕ).

2.2.   Επιπλέον, η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράση σε θέματα που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της τελωνειακής συνεργασίας (άρθρο 33 της ΣΛΕΕ), της προσέγγισης των νομοθεσιών στην εσωτερική αγορά (άρθρα 113 και 114 της ΣΛΕΕ), της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (άρθρο 82 της ΣΛΕΕ) και του ορισμού των ποινικών αδικημάτων (άρθρο 83 της ΣΛΕΕ) μόνο στο μέτρο που οι διατάξεις μιας πράξης της Ένωσης θεσπίζουν κοινούς κανόνες που μπορεί να επηρεαστούν ή να τροποποιηθούν ως προς το πεδίο εφαρμογής από διατάξεις του πρωτοκόλλου ΣΠΕΚ.

Ο κατάλογος των ενωσιακών πράξεων που ακολουθεί απεικονίζει τον βαθμό στον οποίο η Ένωση έχει ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα σε αυτούς τους τομείς σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μέτρο της αποκλειστικής αρμοδιότητας της ΕΕ που συνεπάγεται από αυτές τις πράξεις πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τις ακριβείς διατάξεις κάθε μέτρου και ιδίως τον βαθμό στον οποίο οι διατάξεις αυτές θεσπίζουν κοινούς κανόνες που ενδέχεται να επηρεαστούν ή να τροποποιηθούν ως προς το πεδίο εφαρμογής από τις διατάξεις του πρωτοκόλλου ΣΠΕΚ ή από πράξη που έχει εκδοθεί σε εφαρμογή του.

Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ΕΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 1),

οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15),

κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1),

οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12),

οδηγία 2011/64/ΕΕ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2011, για τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα βιομηχανοποιημένα καπνά (ΕΕ L 176 της 5.7.2011, σ. 24),

απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2001, για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος (ΕΕ L 182 της 5.7.2001, σ. 1),

πράξη του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1995 για την κατάρτιση της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 48).

3.   Αρμοδιότητα των κρατών μελών

Σε άλλους τομείς που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ και δεν αναφέρονται στα σημεία 2.1 και 2.2, για τους οποίους η ΕΕ δεν έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να ενεργεί, τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια για την ανάληψη δράσης.


1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/6


ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2016/1750 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Ιουνίου 2016

για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 1 και το άρθρο 83, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η σύναψη της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) για τον έλεγχο του καπνού (ΣΠΕΚ) εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 2004/513/ΕΚ του Συμβουλίου (1).

(2)

Σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου 2013/744/ΕΕ (2) και 2013/745/ΕΕ (3), το πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της ΣΠΕΚ της ΠΟΥ («πρωτόκολλο») υπογράφτηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2013, υπό την επιφύλαξη της σύναψής του σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

(3)

Το πρωτόκολλο αποτελεί σημαντική συμβολή στις διεθνείς προσπάθειες για την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και, με τον τρόπο αυτό, την καταπολέμηση της καταστρατήγησης των υποχρεώσεων καταβολής φορολογικών και τελωνειακών δασμών και τον περιορισμό της προσφοράς προϊόντων καπνού, σύμφωνα με το άρθρο 15 της ΣΠΕΚ της ΠΟΥ. Το πρωτόκολλο συμβάλλει επίσης στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των προϊόντων καπνού, διασφαλίζοντας παράλληλα ένα υψηλό επίπεδο δημόσιας υγείας.

(4)

Το πρωτόκολλο καλύπτει τομείς που αφορούν τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και την αστυνομική συνεργασία. Δεδομένου ότι τα άρθρα 14, 16, 19, 23, 26, 27, 29 και 30 του πρωτοκόλλου μπορούν να υλοποιηθούν με μέτρα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω τομέων, οι εν λόγω διατάξεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(5)

Μέσω νομικών πράξεων η Ένωση έχει θεσπίσει κοινούς κανόνες στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και του ορισμού των ποινικών αδικημάτων (4). Τα άρθρα 14, 16, 26, 29 και 30 του πρωτοκόλλου ενδέχεται να επηρεάσουν τους κοινούς κανόνες ή να μεταβάλουν το πεδίο εφαρμογής τους. Το πρωτόκολλο θα πρέπει να εγκριθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης, στο μέτρο που το πρωτόκολλο μπορεί να επηρεάζει αυτούς τους κοινούς κανόνες ή να τροποποιεί το πεδίο εφαρμογής τους.

(6)

Η σύναψη του πρωτοκόλλου δεν συνεπάγεται την άσκηση συντρέχουσας αρμοδιότητας από πλευράς της Ένωσης, οπότε τα κράτη μέλη διατηρούν την αρμοδιότητά τους στους τομείς που καλύπτονται από το πρωτόκολλο και δεν επηρεάζουν κοινούς κανόνες ούτε τροποποιούν το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω κοινών κανόνων.

(7)

Η Ιρλανδία δεσμεύεται από την πράξη του Συμβουλίου της 26 Ιουλίου 1995 και από την απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ και, ως εκ τούτου, συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης.

(8)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(9)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(10)

Η απόφαση (ΕΕ) 2016/1749 του Συμβουλίου (5), η οποία εκδόθηκε παράλληλα με την παρούσα απόφαση, αφορά τη σύναψη, εξ ονόματος της Ένωσης, του πρωτοκόλλου, εξαιρουμένων των διατάξεών του για τις υποχρεώσεις σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων.

(11)

Το πρωτόκολλο θα πρέπει να εγκριθεί όσον αφορά θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται, εξ ονόματος της Ένωσης, το πρωτόκολλο για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού όσον αφορά τα άρθρα 14, 16, 26, 29 και 30, σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων.

Το κείμενο του πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου ορίζει το (τα) πρόσωπο(-α) που είναι αρμόδιο(-α) να καταθέσει(-ουν), εξ ονόματος της Ένωσης:

α)

την πράξη που προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου·

β)

τη δήλωση αρμοδιοτήτων που παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 3 του πρωτοκόλλου.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λουξεμβούργο, 17 Ιουνίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.R.V.A. DIJSSELBLOEM


(1)  Απόφαση 2004/513/ΕΚ του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 2004, σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης-πλαισίου της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για την καταπολέμηση του καπνίσματος (ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 8).

(2)  Απόφαση 2013/744/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2013, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, όσον αφορά τις διατάξεις του πρωτοκόλλου που διέπουν τις υποχρεώσεις δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, τον ορισμό ποινικών αδικημάτων και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 333 της 12.12.2013, σ. 73).

(3)  Απόφαση 2013/745/ΕΕ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2013, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαισίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, εξαιρουμένων των διατάξεων του πρωτοκόλλου που διέπουν τις υποχρεώσεις δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, τον ορισμό ποινικών αδικημάτων και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 333 της 12.12.2013, σ. 75).

Απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2001, για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος (ΕΕ L 182 της 5.7.2001, σ. 1),

(4)  πράξη του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1995 για την κατάρτιση της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 48).

(5)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1749 του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού, εξαιρουμένων των διατάξεών του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τίτλου V του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΜΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΠΝΟΥ

(ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 44 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) υποβάλλει, σύμφωνα με το άρθρο 44 του πρωτοκόλλου για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού της σύμβασης-πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για τον έλεγχο του καπνού («πρωτοκόλλου ΣΠΕΚ»), την ακόλουθη δήλωση αρμοδιοτήτων που προσδιορίζει τις κατηγορίες και τους τομείς πολιτικής ως προς τους οποίους τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν εκχωρήσει αρμοδιότητες στην ΕΕ στους τομείς που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ.

1.   Γενικές αρχές

Οι κατηγορίες και τομείς αρμοδιοτήτων της Ένωσης καθορίζονται στα άρθρα 2 έως 6 της ΣΛΕΕ. Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην ΕΕ αποκλειστική αρμοδιότητα σε συγκεκριμένο τομέα, μόνο η ΕΕ δύναται να νομοθετεί και να εκδίδει νομικά δεσμευτικές πράξεις, ενώ τα κράτη μέλη έχουν την εν λόγω δυνατότητα μόνο εάν εξουσιοδοτούνται προς τούτο από την ΕΕ ή μόνο για να εφαρμόσουν πράξεις της ΕΕ. Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην ΕΕ συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη σε συγκεκριμένο τομέα, η ΕΕ και τα κράτη μέλη δύνανται να νομοθετούν και να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές πράξεις στον εν λόγω τομέα. Τα κράτη μέλη ασκούν τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η ΕΕ δεν έχει ασκήσει τη δική της. Τα κράτη μέλη ασκούν εκ νέου τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η ΕΕ αποφάσισε να παύσει να ασκεί τη δική της.

Όσον αφορά τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, για τους τομείς πολιτικής που απαριθμούνται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα. Για τους τομείς πολιτικής που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν συντρέχουσες αρμοδιότητες, αλλά η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα όταν η προβλεπόμενη δράση είναι απαραίτητη για να μπορέσει η Ένωση να ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα ή κατά το μέτρο που οι διατάξεις της συμφωνίας ενδέχεται να επηρεάσουν τους κοινούς κανόνες ή να μεταβάλουν την εμβέλειά τους σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. Κατά το μέτρο που τούτο δεν ισχύει (δηλαδή δεν πληρούνται οι όροι του άρθρου 3 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ), τα κράτη μέλη μπορούν να ασκήσουν την αρμοδιότητά τους για ανάληψη δράσης στους εν λόγω τομείς πολιτικής.

Κάθε αρμοδιότητα η οποία δεν ανατίθεται στην ΕΕ από τις Συνθήκες εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών της ΕΕ.

Η ΕΕ θα γνωστοποιεί δεόντως κάθε ουσιαστική τροποποίηση όσον αφορά τις αρμοδιότητές της, σύμφωνα με το άρθρο 44 του πρωτοκόλλου, χωρίς αυτό να συνιστά προϋπόθεση για την άσκηση της αρμοδιότητάς της σε θέματα που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ.

2.   Αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ

2.1.

Η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράση στα θέματα που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της κοινής εμπορικής πολιτικής της ΕΕ (άρθρο 207 της ΣΛΕΕ).

2.2.

Επιπλέον, η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράση σε θέματα που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της τελωνειακής συνεργασίας (άρθρο 33 της ΣΛΕΕ), της προσέγγισης των νομοθεσιών στην εσωτερική αγορά (άρθρα 113 και 114 της ΣΛΕΕ), της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (άρθρο 82 της ΣΛΕΕ) και του ορισμού των ποινικών αδικημάτων (άρθρο 83 της ΣΛΕΕ) μόνο στο μέτρο που οι διατάξεις μιας πράξης της Ένωσης θεσπίζουν κοινούς κανόνες που μπορεί να επηρεαστούν ή να τροποποιηθούν ως προς το πεδίο εφαρμογής από διατάξεις του πρωτοκόλλου ΣΠΕΚ.

Ο κατάλογος των ενωσιακών πράξεων που ακολουθεί απεικονίζει τον βαθμό στον οποίο η Ένωση έχει ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα σε αυτούς τους τομείς σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μέτρο της αποκλειστικής αρμοδιότητας της ΕΕ που συνεπάγεται από αυτές τις πράξεις πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τις ακριβείς διατάξεις κάθε μέτρου και ιδίως τον βαθμό στον οποίο οι διατάξεις αυτές θεσπίζουν κοινούς κανόνες που ενδέχεται να επηρεαστούν ή να τροποποιηθούν ως προς το πεδίο εφαρμογής από τις διατάξεις του πρωτοκόλλου ΣΠΕΚ ή από πράξη που έχει εκδοθεί σε εφαρμογή του.

Οδηγία 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ΕΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 1),

οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15),

κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1),

οδηγία 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12),

οδηγία 2011/64/ΕΕ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2011, για τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα βιομηχανοποιημένα καπνά (ΕΕ L 176 της 5.7.2011, σ. 24),

απόφαση-πλαίσιο 2001/500/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2001, για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δέσμευση, την κατάσχεση και τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος (ΕΕ L 182 της 5.7.2001, σ. 1),

πράξη του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1995 για την κατάρτιση της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 48).

3.   Αρμοδιότητα των κρατών μελών

Σε άλλους τομείς που καλύπτονται από το πρωτόκολλο ΣΠΕΚ και δεν αναφέρονται στα σημεία 2.1 και 2.2, για τους οποίους η ΕΕ δεν έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να ενεργεί, τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια για την ανάληψη δράσης.


1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/10


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΠΡΩΤΌΚΟΛΛΟ

για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού

ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, στις 21 Μαΐου 2003, η Πεντηκοστή Έκτη Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας εξέδωσε ομόφωνα τη σύμβαση-πλαίσιο της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, η οποία άρχισε να ισχύει στις 27 Φεβρουαρίου 2005,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η σύμβαση-πλαίσιο της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού συγκαταλέγεται στις συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών που επικυρώθηκαν με τη μεγαλύτερη ταχύτητα και αποτελεί βασικό μέσο για την επίτευξη των στόχων της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ ότι το προοίμιο του Καταστατικού της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας αναφέρει ότι η απόλαυση των υψηλότερων δυνατών προτύπων υγείας αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του κάθε ανθρώπου χωρίς διάκριση λόγω φυλής, θρησκείας, πολιτικών πεποιθήσεων, οικονομικής ή κοινωνικής κατάστασης,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΑ να δώσουν προτεραιότητα στο δικαίωμά τους για την προστασία της δημόσιας υγείας,

ΑΝΗΣΥΧΩΝΤΑΣ ΕΝΤΟΝΑ διότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού συμβάλλει στην εξάπλωση της επιδημίας του καπνού, που αποτελεί παγκόσμιο πρόβλημα με σοβαρές συνέπειες για τη δημόσια υγεία και το οποίο απαιτεί την αποτελεσματική, σωστή και συνολική εσωτερική και διεθνή αντιμετώπιση,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΗΣ ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού υπονομεύει τα τιμολογιακά και φορολογικά μέτρα που αποσκοπούν στην ενίσχυση του ελέγχου του καπνού και, ως εκ τούτου, αυξάνει τη δυνατότητα πρόσβασης στα προϊόντα καπνού και την οικονομική προσιτότητά τους,

ΑΝΗΣΥΧΩΝΤΑΣ ΣΟΒΑΡΑ για τις δυσμενείς επιπτώσεις από την αύξηση της προσβασιμότητας και οικονομικής προσιτότητας των παρανόμως διακινούμενων προϊόντων καπνού στη δημόσια υγεία και την ευεξία, ιδίως των νέων, των πτωχών και άλλων ευάλωτων ομάδων,

ΑΝΗΣΥΧΩΝΤΑΣ ΣΟΒΑΡΑ για τις δυσανάλογα μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού στις αναπτυσσόμενες χώρες και τις χώρες με οικονομία σε μεταβατικό στάδιο,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΕΠΙΓΝΩΣΗ ότι είναι αναγκαίο να αναπτυχθεί η επιστημονική, τεχνική και θεσμική ικανότητα για τον προγραμματισμό και την εφαρμογή των κατάλληλων εθνικών, περιφερειακών και διεθνών μέτρων για την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η πρόσβαση σε πόρους και συναφείς τεχνολογίες έχει μεγάλη σημασία για την αναβάθμιση της ικανότητας των μερών, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες και σε χώρες με οικονομία σε μεταβατικό στάδιο, να εξαλείψουν όλες τις μορφές παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΗΣ ότι, μολονότι έχουν αναπτυχθεί ελεύθερες ζώνες για τη διευκόλυνση του νόμιμου εμπορίου, αυτές χρησιμοποιούνται για να διευκολυνθεί η παγκοσμιοποίηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, όσον αφορά τόσο την παράνομη διαμετακόμιση προϊόντων λαθρεμπορίου, όσο και την κατασκευή παράνομων προϊόντων καπνού,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΗΣ ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού υπονομεύει τις οικονομίες των μερών και επηρεάζει δυσμενώς τη σταθερότητα και ασφάλειά τους,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΗΣ ΕΠΙΓΝΩΣΗ ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού αποφέρει οικονομικά κέρδη που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση διεθνικών εγκληματικών δραστηριοτήτων, πράγμα που παρεμποδίζει κυβερνητικούς στόχους,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι το παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού υπονομεύει τους στόχους για την υγεία, επιβάλλει πρόσθετα βάρη στα συστήματα υγείας και προκαλεί απώλεια εσόδων για τις οικονομίες των μερών,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το άρθρο 5 παράγραφος 3 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, με το οποίο τα μέρη συμφωνούν ότι, κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών τους για τη δημόσια υγεία σε σχέση με τον έλεγχο του καπνού, τα μέρη λαμβάνουν μέτρα για την προστασία αυτών των πολιτικών από εμπορικά και άλλα συμφέροντα της καπνοβιομηχανίας, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο,

ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΕΜΦΑΣΗ στην ανάγκη ότι πρέπει να υπάρχει εγρήγορση όσον αφορά κάθε προσπάθεια της καπνοβιομηχανίας να υπονομεύσει ή να καταστρατηγήσει τις στρατηγικές για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και την ανάγκη να ενημερώνονται για τις δραστηριότητες της καπνοβιομηχανίας που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις στρατηγικές για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το άρθρο 6 παράγραφος 2 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, που ενθαρρύνει τα μέρη να απαγορεύουν ή να περιορίζουν, κατά περίπτωση, τις πωλήσεις και/ή την εισαγωγή από διεθνείς ταξιδιώτες αφορολόγητων και αδασμολόγητων προϊόντων καπνού,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ επιπλέον ότι ο καπνός και τα προϊόντα καπνού κατά τη διεθνή διαμετακόμιση και μεταφόρτωση αποκτούν δίοδο παράνομου εμπορίου,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ότι η αποτελεσματική δράση για την πρόληψη και καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων καπνού απαιτεί μια συνολική διεθνή προσέγγιση και στενή συνεργασία για όλες τις πτυχές του παράνομου εμπορίου, που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΕΜΦΑΣΗ στη σημασία άλλων συναφών διεθνών συμφωνιών, όπως της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της διαφθοράς και της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών, και την υποχρέωση των μερών αυτών των συμβάσεων να εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τις διατάξεις αυτών των συμβάσεων σχετικά με το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής και ΕΝΘΑΡΡΥΝΟΝΤΑΣ τα μέρη που δεν έχουν καταστεί ακόμη μέρη σε αυτές τις συμφωνίες να εξετάσουν το ενδεχόμενο να το πράξουν,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την ανάγκη οικοδόμησης αυξημένης συνεργασίας μεταξύ της Γραμματείας της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού και του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τον έλεγχο των ναρκωτικών και την πρόληψη του εγκλήματος, του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων και άλλων φορέων, κατά περίπτωση,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ το άρθρο 15 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, με το οποίο τα μέρη αναγνωρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι η εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, συμπεριλαμβανομένων του λαθρεμπορίου και της παράνομης κατασκευής, αποτελεί βασικό συστατικό του ελέγχου του καπνού,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι σκοπός του παρόντος πρωτοκόλλου δεν είναι να διευθετήσει θέματα σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και

ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΑ ότι η συμπλήρωση της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού με ένα περιεκτικό πρωτόκολλο θα αποτελέσει ισχυρό και αποτελεσματικό μέσο για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και των σοβαρών συνεπειών του,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΜΕΡΟΣ I

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Άρθρο 1

Χρήση όρων

1.   «Μεσιτεία»: η δραστηριότητα διαμεσολάβησης για λογαριασμό άλλων, όπως η διαπραγμάτευση συμβάσεων, οι αγορές ή οι πωλήσεις έναντι αμοιβής ή προμήθειας.

2.   «Τσιγάρο»: κύλινδρος κομμένου καπνού για κάπνισμα, τυλιγμένου σε τσιγαρόχαρτο. Εξαιρούνται ειδικά περιφερειακά προϊόντα όπως τα bidis και hoon ή άλλα ομοειδή προϊόντα που μπορούν να τυλιχτούν σε χαρτί ή σε φύλλα. Για τους σκοπούς του άρθρου 8, ο όρος «τσιγάρο» περιλαμβάνει επίσης λεπτοκομμένο καπνό για την κατασκευή στριφτών τσιγάρων για ατομική χρήση.

3.   «Κατάσχεση», η οποία περιλαμβάνει την έκπτωση δικαιώματος: κατά περίπτωση, η μόνιμη αποστέρηση περιουσιακών στοιχείων μέσω διαταγής δικαστηρίου ή άλλης αρμόδιας αρχής.

4.   «Ελεγχόμενη παράδοση»: η τεχνική που επιτρέπει την έξοδο ή τη διέλευση παράνομων ή ύποπτων αποστολών από το έδαφος ενός ή περισσότερων κρατών ή την είσοδο σε αυτό, σε γνώση και υπό την επίβλεψη των αρμόδιων αρχών τους, με σκοπό τη διερεύνηση μιας αξιόποινης πράξης και τον εντοπισμό των προσώπων που εμπλέκονται στη διάπραξή της.

5.   «Ελεύθερη ζώνη»: τμήμα του εδάφους ενός μέρους στο οποίο κάθε εισερχόμενο εμπόρευμα θεωρείται γενικά, ως προς τους εισαγωγικούς δασμούς και τους φόρους, ότι βρίσκεται εκτός του τελωνειακού εδάφους.

6.   «Παράνομο εμπόριο»: κάθε πρακτική ή συμπεριφορά που απαγορεύεται από τον νόμο και συνδέεται με την παραγωγή, αποστολή, παραλαβή, κατοχή, διανομή, πώληση ή αγορά, συμπεριλαμβανομένης κάθε πρακτικής ή συμπεριφοράς που αποσκοπεί στη διευκόλυνση μιας τέτοιας δραστηριότητας.

7.   «Άδεια»: άδεια από αρμόδια αρχή μετά την υποβολή της απαιτούμενης αίτησης ή άλλων εγγράφων στην αρμόδια αρχή.

α)   «Εξοπλισμός κατασκευής»: μηχανές που είναι σχεδιασμένες ή προσαρμοσμένες ώστε να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την κατασκευή προϊόντων καπνού και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας κατασκευής (1).

β)   «Κάθε μέρος του εξοπλισμού»: όσον αφορά τον εξοπλισμό κατασκευής, σημαίνει κάθε προσδιορίσιμο μέρος που ανήκει αποκλειστικά σε εξοπλισμό κατασκευής προϊόντων καπνού.

9.   «Μέρος»: συμβαλλόμενο μέρος του παρόντος πρωτοκόλλου, εάν δεν εννοείται κάτι διαφορετικό από τα συμφραζόμενα.

10.   «Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί.

11.   «Περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης»: οργανισμός που απαρτίζεται από κυρίαρχα κράτη, στον οποίο τα κράτη μέλη του έχουν μεταβιβάσει αρμοδιότητες για ένα φάσμα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να λαμβάνει αποφάσεις που δεσμεύουν τα κράτη μέλη του όσον αφορά τα εν λόγω θέματα (2).

12.   Η «αλυσίδα εφοδιασμού» καλύπτει την κατασκευή προϊόντων καπνού και τον μηχανισμό κατασκευής και την εισαγωγή ή εξαγωγή προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής και μπορεί να επεκταθεί, κατά περίπτωση, σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δραστηριότητες, εάν το αποφασίσει ένα μέρος:

α)

τη λιανική πώληση προϊόντων καπνού,

β)

την καλλιέργεια καπνού, εξαιρουμένων των παραδοσιακών καλλιεργητών, γεωργών και παραγωγών μικρής κλίμακας,

γ)

τη μεταφορά εμπορικών ποσοτήτων προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής και

δ)

τη χονδρική πώληση, τη μεσιτεία, την αποθήκευση ή τη διανομή καπνού και προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

13.   «Προϊόντα καπνού»: προϊόντα εξ ολοκλήρου ή εν μέρει κατασκευασμένα από φύλλα καπνού ως πρώτη ύλη, που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα, αναρρόφηση, μάσηση ή εισπνοή.

14.   «Εντοπισμός και παρακολούθηση»: συστηματική παρακολούθηση και ανασύσταση εκ μέρους των αρμόδιων αρχών ή κάθε άλλου προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό τους της διαδρομής ή της διακίνησης των εμπορευμάτων μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού, όπως περιγράφεται στο άρθρο 8.

Άρθρο 2

Σχέση μεταξύ του παρόντος πρωτοκόλλου και άλλων συμφωνιών και νομικών πράξεων

1.   Οι διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού οι οποίες εφαρμόζονται στα πρωτόκολλά του εφαρμόζονται και στο παρόν πρωτόκολλο.

2.   Τα μέρη που έχουν συνάψει συμφωνίες των τύπων που αναφέρονται στο άρθρο 2 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού κοινοποιούν τις εν λόγω συμφωνίες στη σύνοδο των μερών μέσω της Γραμματείας της σύμβασης.

3.   Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κανενός μέρους κατ' εφαρμογή οποιασδήποτε άλλης διεθνούς σύμβασης, συνθήκης ή συμφωνίας που είναι σε ισχύ για το εν λόγω μέρος, η οποία θεωρείται ότι συμβάλλει περισσότερο στην επίτευξη του στόχου της εξάλειψης του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού.

4.   Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν επηρεάζει άλλα δικαιώματα, υποχρεώσεις και ευθύνες των μερών βάσει του διεθνούς δικαίου, περιλαμβανομένης της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος.

Άρθρο 3

Στόχος

Στόχος του παρόντος πρωτοκόλλου είναι η εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 15 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

ΜΕΡΟΣ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 4

Γενικές υποχρεώσεις

1.   Παράλληλα με τις διατάξεις του άρθρου 5 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, τα μέρη:

α)

εγκρίνουν και εφαρμόζουν αποτελεσματικά μέτρα για τον έλεγχο ή τη ρύθμιση της αλυσίδας εφοδιασμού εμπορευμάτων καλυπτόμενων από το παρόν πρωτόκολλο, με στόχο την πρόληψη, την αποτροπή, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση και τη δίωξη του παράνομου εμπορίου τέτοιων εμπορευμάτων και συνεργάζονται γι' αυτόν τον σκοπό,

β)

λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο για να καταστούν οι αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες τους περισσότερο αποτελεσματικές, συμπεριλαμβανομένων των τελωνειακών και των αστυνομικών αρχών που είναι υπεύθυνες για την πρόληψη, την αποτροπή, την ανίχνευση, τη διερεύνηση, τη δίωξη και την εξάλειψη όλων των μορφών παράνομου εμπορίου εμπορευμάτων που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο,

γ)

λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για τη διευκόλυνση ή την εξασφάλιση τεχνικής βοήθειας και οικονομικής στήριξης, ανάπτυξης ικανοτήτων και διεθνούς συνεργασίας για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου και διασφαλίζουν τη διάθεση στις αρμόδιες αρχές και την ασφαλή ανταλλαγή με αυτές των πληροφοριών που θα ανταλλάσσονται βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου,

δ)

συνεργάζονται στενά μεταξύ τους, σύμφωνα με τα αντίστοιχα εθνικά νομικά και διοικητικά συστήματά τους, με σκοπό την αποτελεσματικότερη επιβολή του νόμου για την καταπολέμηση της παράνομης συμπεριφοράς, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου,

ε)

συνεργάζονται και επικοινωνούν, κατά περίπτωση, με τους σχετικούς περιφερειακούς και διεθνείς διακυβερνητικούς οργανισμούς για την ασφαλή (3) ανταλλαγή πληροφοριών που καλύπτεται από το παρόν πρωτόκολλο, με στόχο την προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος πρωτοκόλλου, και

στ)

με τα μέσα και τους πόρους που διαθέτουν, συνεργάζονται για να αυξηθούν οι χρηματοδοτικοί πόροι για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου μέσω διμερών και πολυμερών μηχανισμών χρηματοδότησης.

2.   Κατά την τήρηση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από το παρόν πρωτόκολλο, τα μέρη διασφαλίζουν τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια όσον αφορά κάθε ενδεχόμενη αλληλεπίδραση με την καπνοβιομηχανία.

Άρθρο 5

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Κατά την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη προστατεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα φυσικών προσώπων ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή τον τόπο κατοικίας, κατά το εθνικό δίκαιο, λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνή πρότυπα όσον αφορά την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΕΛΕΓΟΣ ΤΗΣ ΑΛΥΣΙΔΑΣ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ

Άρθρο 6

Άδεια, ισοδύναμη έγκριση ή σύστημα ελέγχου

1.   Για την επίτευξη των στόχων της συμφωνίας-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού και για την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, κάθε μέρος απαγορεύει την άσκηση οποιασδήποτε από τις ακόλουθες δραστηριότητες από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εκτός εάν έχει χορηγηθεί άδεια ή ισοδύναμη έγκριση (στο εξής «άδεια») ή εάν έχει εφαρμοστεί σύστημα ελέγχου από αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο:

α)

κατασκευής προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής και

β)

εισαγωγής ή εξαγωγής προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής.

2.   Κάθε μέρος καταβάλλει προσπάθεια να χορηγεί άδεια, όταν κρίνεται σκόπιμο, και εφόσον οι ακόλουθες δραστηριότητες δεν απαγορεύονται από το εθνικό δίκαιο, σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασχολείται με:

α)

τη λιανική πώληση προϊόντων καπνού,

β)

την καλλιέργεια καπνού, εξαιρουμένων των παραδοσιακών καλλιεργητών, γεωργών και παραγωγών μικρής κλίμακας,

γ)

τη μεταφορά εμπορικών ποσοτήτων προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής και

δ)

τη χονδρική πώληση, τη μεσιτεία, την αποθήκευση ή τη διανομή καπνού και προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

3.   Για να διασφαλίσει αποτελεσματικό σύστημα αδειοδότησης, κάθε μέρος:

α)

συγκροτεί ή ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές για την έκδοση, την ανανέωση, την αναστολή, την ανάκληση και/ή την ακύρωση αδειών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου και σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία του, για την άσκηση των δραστηριοτήτων που ορίζονται στην παράγραφο 1,

β)

απαιτεί κάθε αίτηση αδειοδότησης να περιέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τον αιτούντα, οι οποίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση:

i)

όταν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του, που περιλαμβάνουν πλήρες όνομα, εμπορική επωνυμία, αριθμό μητρώου (εάν υπάρχει), ισχύοντες αριθμούς φορολογικού μητρώου (εάν υπάρχουν) και κάθε άλλη πληροφορία που επιτρέπει την ταυτοποίησή του,

ii)

όταν ο αιτών είναι νομικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του, συμπεριλαμβανομένων της πλήρους νομικής ονομασίας, της εμπορικής επωνυμίας, του αριθμού μητρώου της επιχείρησης, της ημερομηνίας και του τόπου σύστασης, του τόπου εγκατάστασης της έδρας και του κύριου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας, ισχύοντες αριθμούς φορολογικού μητρώου, αντίγραφα καταστατικού του ή ισοδύναμα έγγραφα, τις θυγατρικές εταιρείες του, τα ονόματα των διευθυντών του και όλων των εξουσιοδοτημένων νομικών εκπροσώπων του, συμπεριλαμβανομένης κάθε άλλης πληροφορίας που επιτρέπει την ταυτοποίησή του,

iii)

την ακριβή γεωγραφική θέση της μεταποιητικής μονάδας ή των μεταποιητικών μονάδων, τη θέση της αποθήκης και την παραγωγική ικανότητα της επιχείρησης του αιτούντος,

iv)

τα καλυπτόμενα από την αίτηση λεπτομερή στοιχεία των προϊόντων καπνού και του εξοπλισμού κατασκευής, όπως η περιγραφή του προϊόντος, η ονομασία, το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα, εάν υπάρχει, το σχέδιο, το εμπορικό σήμα, το υπόδειγμα ή ο τύπος και ο αριθμός σειράς του εξοπλισμού κατασκευής,

v)

την περιγραφή του τόπου όπου θα εγκατασταθεί και θα χρησιμοποιείται ο εξοπλισμός κατασκευής,

vi)

έγγραφο ή δήλωση σχετικά με ποινικό μητρώο,

vii)

πλήρη ταυτοποίηση των τραπεζικών λογαριασμών που προορίζονται να χρησιμοποιούνται στις σχετικές συναλλαγές και άλλα στοιχεία πληρωμών και

viii)

περιγραφή της προβλεπόμενης χρήσης και αγοράς για την πώληση των προϊόντων καπνού, με ιδιαίτερη έμφαση στη διασφάλιση ότι η παραγωγή ή προμήθεια των προϊόντων καπνού είναι ανάλογη με την ευλόγως αναμενόμενη ζήτηση,

γ)

παρακολουθεί και εισπράττει, κατά περίπτωση, τα τέλη αδειών που μπορεί να εισπράττονται και εξετάζει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν για την αποτελεσματική διαχείριση και την εφαρμογή του συστήματος αδειοδότησης ή στον τομέα της δημόσιας υγείας ή για κάθε άλλη συναφή δραστηριότητα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο,

δ)

λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη, την ανίχνευση και τη διερεύνηση τυχόν παράνομων ή δόλιων πρακτικών στη λειτουργία του συστήματος αδειοδότησης,

ε)

λαμβάνει μέτρα όπως η περιοδική επανεξέταση, η ανανέωση, η επιθεώρηση ή ο έλεγχος των αδειών, κατά περίπτωση,

στ)

θεσπίζει, εάν είναι αναγκαίο, χρονικό πλαίσιο για τη λήξη των αδειών και τη συνακόλουθη αναγκαία νέα αίτηση ή την ενημέρωση των στοιχείων της αίτησης,

ζ)

υποχρεώνει κάθε εξουσιοδοτημένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο να ενημερώνει εκ των προτέρων την αρμόδια αρχή για τυχόν αλλαγή του τόπου δραστηριότητάς του ή για κάθε σημαντική μεταβολή των στοιχείων σχετικά με τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια,

η)

υποχρεώνει κάθε εξουσιοδοτημένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο να ενημερώνει εκ των προτέρων την αρμόδια αρχή, ώστε να προβεί στην κατάλληλη ενέργεια, για τυχόν απόκτηση ή απομάκρυνση εξοπλισμού κατασκευής, και

θ)

διασφαλίζει ότι η καταστροφή κάθε εξοπλισμού κατασκευής ή μέρους του πραγματοποιείται υπό την επίβλεψη της αρμόδιας αρχής.

4.   Κάθε μέρος διασφαλίζει ότι δεν χορηγείται ούτε μεταβιβάζεται καμία άδεια χωρίς να λάβει ο προτεινόμενος δικαιοδόχος τις αναγκαίες πληροφορίες που περιέχονται στην παράγραφο 3 και χωρίς την προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής.

5.   Πέντε έτη μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, η σύνοδος των μερών διασφαλίζει τη διενέργεια τεκμηριωμένης έρευνας κατά την επόμενη σύνοδό της για να εξακριβωθεί αν υπάρχουν βασικές εισροές που έχουν καθοριστική σημασία για την κατασκευή των προϊόντων καπνού και που μπορούν να ταυτοποιηθούν και να υποβληθούν σε αποτελεσματικό μηχανισμό ελέγχου. Βάσει αυτής της έρευνας, η σύνοδος των μερών εξετάζει τη λήψη των αναγκαίων μέτρων.

Άρθρο 7

Δέουσα επιμέλεια

1.   Κάθε μέρος απαιτεί, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής:

α)

να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια πριν από την έναρξη και κατά τη διάρκεια μιας επιχειρηματικής σχέσης,

β)

να παρακολουθούν τις πωλήσεις στους πελάτες τους, ώστε να διασφαλίζουν ότι οι ποσότητες είναι ανάλογες με τη ζήτηση για τέτοια προϊόντα στην προβλεπόμενη αγορά πώλησης ή χρήσης, και

γ)

να αναφέρουν στις αρμόδιες αρχές κάθε αποδεικτικό στοιχείο ότι ο πελάτης εμπλέκεται σε δραστηριότητες κατά παράβαση των υποχρεώσεών του που απορρέουν από το παρόν πρωτόκολλο.

2.   Η δέουσα επιμέλεια, κατά περίπτωση, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 και σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, απαιτήσεις για την ταυτοποίηση πελατών, όπως η λήψη και επικαιροποίηση στοιχείων σε σχέση με τα ακόλουθα:

α)

τη διαπίστωση ότι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6,

β)

όταν ο πελάτης είναι φυσικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του, περιλαμβανομένων του πλήρους ονόματος, της εμπορικής επωνυμίας, του αριθμού μητρώου (εάν υπάρχει) και των ισχυόντων αριθμών φορολογικού μητρώου (εάν υπάρχουν), και την επαλήθευση της επίσημης ταυτοποίησής του,

γ)

όταν ο πελάτης είναι νομικό πρόσωπο, στοιχεία σχετικά με την ταυτότητά του, περιλαμβανομένων της πλήρους νομικής ονομασίας, της εμπορικής επωνυμίας, του αριθμού μητρώου της επιχείρησης, της ημερομηνίας και του τόπου σύστασης, του τόπου εγκατάστασης της έδρας και του κύριου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας και των ισχυόντων αριθμών φορολογικού μητρώου, αντίγραφα καταστατικού ή ισοδύναμα έγγραφα, τις θυγατρικές εταιρείες του, τα ονόματα των διευθυντών του και τυχόν εξουσιοδοτημένων νομικών εκπροσώπων του, περιλαμβανομένων των ονομάτων των εκρποσώπων και της επαλήθευσης της επίσημης ταυτοποίησής τους,

δ)

την περιγραφή της προβλεπόμενης χρήσης εσωτερικής αγοράς για την πώληση καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής και

ε)

την περιγραφή του τόπου όπου θα εγκατασταθεί και θα χρησιμοποιείται ο εξοπλισμός κατασκευής.

3.   Η δέουσα επιμέλεια κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 μπορεί να περιλαμβάνει απαιτήσεις για την ταυτοποίηση του πελάτη, όπως η απόκτηση και επικαιροποίηση στοιχείων που αφορούν τα ακόλουθα:

α)

έγγραφα ή δήλωση σε σχέση με ποινικό μητρώο και

β)

ταυτοποίηση των τραπεζικών λογαριασμών που θα χρησιμοποιούνται σε συναλλαγές.

4.   Κάθε μέρος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, βάσει των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), για να διασφαλίσει την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το παρόν πρωτόκολλο, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν τον ορισμό ενός πελάτη εντός της δικαιοδοσίας του μέρους να καταστεί δεσμευμένος πελάτης, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 8

Εντοπισμός και παρακολούθηση

1.   Για την πρόσθετη διασφάλιση της αλυσίδας εφοδιασμού και για να διευκολυνθεί η διερεύνηση παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού, τα μέρη συμφωνούν να θεσπίσουν, σε διάστημα πέντε ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, ένα παγκόσμιο σύστημα εντοπισμού και παρακολούθησης που περιλαμβάνει τα εθνικά και/ή περιφερειακά συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης και ένα κεντρικό σημείο ανταλλαγής συνολικών πληροφοριών που βρίσκεται στη Γραμματεία της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, στο οποίο έχουν πρόσβαση όλα τα μέρη, παρέχοντας στα μέρη τη δυνατότητα να υποβάλλουν ερωτήσεις και να λαμβάνουν τις κατάλληλες πληροφορίες.

2.   Κάθε μέρος θεσπίζει, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, σύστημα εντοπισμού και παρακολούθησης υποκείμενο στον έλεγχο του μέρους για όλα τα προϊόντα καπνού που κατασκευάζονται ή εισάγονται στο έδαφός του, λαμβάνοντας υπόψη τις δικές του εθνικές ή περιφερειακές ειδικές ανάγκες και τη διαθέσιμη βέλτιστη πρακτική.

3.   Για να καταστεί δυνατή η δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος εντοπισμού και παρακολούθησης, κάθε μέρος απαιτεί να τοποθετείται επάνω ή να ενσωματώνεται σε όλες τις μονάδες συσκευασίας και εξωτερικές συσκευασίες τσιγάρων αποκλειστική, ασφαλής αναγνωριστική σήμανση που δεν είναι δυνατό να αφαιρεθεί (εφεξής «αποκλειστική αναγνωριστική σήμανση»), όπως κωδικοί ή σφραγίδες, εντός διαστήματος πέντε ετών και, σε άλλα προϊόντα καπνού, εντός περιόδου δέκα ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου για το εν λόγω μέρος.

4.1

Κάθε μέρος, για τους σκοπούς της παραγράφου 3, στο πλαίσιο του γενικού καθεστώτος παρακολούθησης και εντοπισμού, απαιτεί να είναι διαθέσιμες οι ακόλουθες πληροφορίες, είτε απευθείας είτε μέσω ενός συνδέσμου, για την παροχή συνδρομής στα μέρη προκειμένου να εντοπίζουν την προέλευση των προϊόντων καπνού και το σημείο εκτροπής, κατά περίπτωση, και για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της διακίνησης των προϊόντων καπνού και το νομικό τους καθεστώς:

α)

η ημερομηνία και ο τόπος κατασκευής,

β)

η μονάδα κατασκευής,

γ)

η μηχανή που χρησιμοποιείται για την κατασκευή προϊόντων καπνού,

δ)

η βάρδια παραγωγής ή ο χρόνος κατασκευής,

ε)

η ονομασία, το τιμολόγιο, ο αριθμός παραγγελίας και τα αρχεία πληρωμών του πρώτου πελάτη που δεν είναι συνδεδεμένος με τον κατασκευαστή,

στ)

η προβλεπόμενη αγορά λιανικής πώλησης,

ζ)

η περιγραφή του προϊόντος,

η)

κάθε αποθήκευση και αποστολή,

θ)

η ταυτότητα κάθε γνωστού επόμενου αγοραστή και

ι)

η προβλεπόμενη διαδρομή της αποστολής, η ημερομηνία αποστολής, ο προορισμός του φορτίου, το σημείο εκκίνησης και ο παραλήπτης.

4.2.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), ζ) και, εφόσον είναι διαθέσιμες, στο στοιχείο στ) αποτελούν μέρος της αποκλειστικής αναγνωριστικής σήμανσης.

4.3.

Όταν οι πληροφορίες του στοιχείου στ) δεν είναι διαθέσιμες τη στιγμή της σήμανσης, τα μέρη απαιτούν να εισάγονται αυτές οι πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

5.   Κάθε μέρος απαιτεί, εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο παρόν άρθρο, την καταγραφή των πληροφοριών που καθορίζονται στην παράγραφο 4, κατά τον χρόνο της παραγωγής ή τον χρόνο της πρώτης αποστολής από κάθε κατασκευαστή ή κατά τον χρόνο εισαγωγής στο έδαφός του.

6.   Κάθε μέρος διασφαλίζει ότι έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που καταγράφονται βάσει της παραγράφου 5 μέσω συνδέσμου με τις αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις που απαιτούνται βάσει των παραγράφων 3 και 4.

7.   Κάθε μέρος διασφαλίζει ότι τα στοιχεία που καταγράφονται σύμφωνα με την παράγραφο 5, καθώς και οι αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις που καθιστούν αυτά τα στοιχεία προσβάσιμα σύμφωνα με την παράγραφο 6, περιλαμβάνονται σε μορφότυπο που καθορίζεται ή επιτρέπεται από το μέρος και τις αρμόδιες αρχές του.

8.   Κάθε μέρος εγγυάται ότι τα στοιχεία που καταγράφονται βάσει της παραγράφου 5 είναι προσβάσιμα στο εστιακό σημείο παγκόσμιας ανταλλαγής πληροφοριών μετά από αίτηση, με την επιφύλαξη της παραγράφου 9, μέσω ηλεκτρονικά ασφαλούς τυποποιημένης διεπαφής με το εθνικό και/ή περιφερειακό κεντρικό σημείο του. Το εστιακό σημείο παγκόσμιας ανταλλαγής πληροφοριών καταρτίζει κατάλογο των αρμόδιων αρχών των μερών και θέτει τον κατάλογο στη διάθεση όλων των μερών.

9.   Κάθε μέρος ή αρμόδια αρχή:

α)

έχει έγκαιρη πρόσβαση στις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 4, υποβάλλοντας αίτημα στο εστιακό σημείο παγκόσμιας ανταλλαγής πληροφοριών,

β)

ζητεί αυτές τις πληροφορίες μόνο όταν αυτό είναι απαραίτητο για τον σκοπό της εξακρίβωσης ή διερεύνησης παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού,

γ)

δεν αποκρύπτει σκόπιμα πληροφορίες,

δ)

απαντά στις αιτήσεις πληροφοριών σε σχέση με την παράγραφο 4, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του, και

ε)

προστατεύει και χειρίζεται ως εμπιστευτικές, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας, τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται.

10.   Κάθε μέρος απαιτεί την περαιτέρω ανάπτυξη και επέκταση του πεδίου εφαρμογής του συστήματος εντοπισμού και παρακολούθησης που βρίσκεται σε ισχύ μέχρι να καταβληθούν όλοι οι δασμοί και οι σχετικοί φόροι και, κατά περίπτωση, μέχρι να εκπληρωθούν οι άλλες υποχρεώσεις στο σημείο κατασκευής, εισαγωγής ή παραλαβής από το τελωνείο ή την άσκηση ελέγχου ειδικού φόρου κατανάλωσης.

11.   Τα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας, για την ανταλλαγή και ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών για τα συστήματα εντοπισμού και παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων:

α)

της διευκόλυνσης της ανάπτυξης, της μεταβίβασης και της απόκτησης βελτιωμένων τεχνολογιών παρακολούθησης και εντοπισμού, περιλαμβανομένων των γνώσεων, δεξιοτήτων, ικανοτήτων και πείρας,

β)

της στήριξης προγραμμάτων κατάρτισης και δημιουργίας ικανοτήτων για τα μέρη που δηλώνουν παρόμοια ανάγκη και

γ)

της περαιτέρω ανάπτυξης της τεχνολογίας για τη σήμανση και σάρωση μονάδων συσκευασίας και συσκευασιών προϊόντων καπνού, για να παρέχεται πρόσβαση στις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4.

12.   Οι υποχρεώσεις που ανατίθενται σε ένα μέρος δεν υλοποιούνται από την καπνοβιομηχανία ούτε ανατίθενται σε αυτήν.

13.   Κάθε μέρος διασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές του, κατά τη συμμετοχή στο καθεστώς εντοπισμού και παρακολούθησης, έχουν επαφές με την καπνοβιομηχανία και με εκπροσώπους των συμφερόντων της καπνοβιομηχανίας μόνο όταν αυτό είναι απολύτως αναγκαίο για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

14.   Κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει από την καπνοβιομηχανία να επιβαρυνθεί με έξοδα που σχετίζονται με τις υποχρεώσεις του εν λόγω μέρους βάσει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 9

Τήρηση αρχείων

1.   Κάθε μέρος απαιτεί, κατά περίπτωση, από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής να τηρούν πλήρη και ακριβή αρχεία όλων των σχετικών συναλλαγών. Τα εν λόγω αρχεία πρέπει να επιτρέπουν την πλήρη λογοδοσία για τα υλικά που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή των οικείων προϊόντων καπνού.

2.   Κάθε μέρος απαιτεί, κατά περίπτωση, από τα πρόσωπα που κατέχουν άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6 να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές, μετά από αίτηση, τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

γενικές πληροφορίες σχετικά με τις ποσότητες της αγοράς, τις τάσεις και τις προβλέψεις και άλλες σχετικές πληροφορίες και

β)

τις ποσότητες των προϊόντων καπνού και τον εξοπλισμό κατασκευής που έχει ο δικαιοδόχος στην κατοχή του, υπό την επίβλεψη ή τον έλεγχό του, ως απόθεμα, σε φορολογικές και τελωνειακές αποθήκες υπό καθεστώς διαμετακόμισης ή μεταφόρτωσης ή αναστολής δασμού από την ημερομηνία της αίτησης.

3.   Όσον αφορά τα προϊόντα καπνού και τον εξοπλισμό κατασκευής που πωλούνται ή κατασκευάζονται προς εξαγωγή στο έδαφος του μέρους ή υπόκεινται σε διακίνηση με αναστολή δασμού υπό καθεστώς διαμετακόμισης ή μεταφόρτωσης στο έδαφος του μέρους, κάθε μέρος απαιτεί, κατά περίπτωση, από τα πρόσωπα που κατέχουν άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6, να παρέχουν, κατόπιν αιτήματος, στις αρμόδιες αρχές της χώρας αναχώρησης, (με ηλεκτρονικά μέσα, όταν υπάρχει η υποδομή) κατά τον χρόνο εξόδου από τον έλεγχό τους τις ακόλουθα πληροφορίες:

α)

την ημερομηνία αποστολής από το τελευταίο σημείο φυσικού ελέγχου των προϊόντων,

β)

τα λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά (μεταξύ άλλων σήματα, ποσό, αποθήκη),

γ)

τις προγραμματιζόμενες διαδρομές αποστολής και τον προορισμό,

δ)

την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου ή προσώπων στα οποία αποστέλλονται τα προϊόντα,

ε)

τον τρόπο μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του μεταφορέα,

στ)

την αναμενόμενη ημερομηνία άφιξης της αποστολής στον προγραμματισμένο προορισμό και

ζ)

την προβλεπόμενη αγορά λιανικής πώλησης ή χρήσης.

4.   Εφόσον είναι εφικτό, κάθε μέρος απαιτεί οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης και οι καλλιεργητές καπνού, με εξαίρεση τους παραδοσιακούς καλλιεργητές που εργάζονται σε μη εμπορική βάση, να τηρούν πλήρη και ακριβή αρχεία με όλες τις σχετικές συναλλαγές στις οποίες εμπλέκονται, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

5.   Για τους σκοπούς εφαρμογής της παραγράφου 1, κάθε μέρος λαμβάνει αποτελεσματικά νομοθετικά, εκτελεστικά, διοικητικά ή άλλα μέτρα ώστε να απαιτείται ότι όλα τα αρχεία:

α)

διατηρούνται για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων ετών,

β)

τίθενται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών και

γ)

διατηρούνται σε μορφότυπο που απαιτούν οι αρμόδιες αρχές.

6.   Κάθε μέρος θεσπίζει, κατά περίπτωση και με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου, σύστημα ανταλλαγής με τα άλλα μέρη πληροφοριών που περιέχονται σε όλα τα τηρούμενα αρχεία σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

7.   Τα μέρη προσπαθούν να συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς μέσω σταδιακής ανταλλαγής και ανάπτυξης βελτιωμένων συστημάτων τήρησης αρχείων.

Άρθρο 10

Μέτρα ασφάλειας και πρόληψης

1.   Κάθε μέρος, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, απαιτεί από όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που υπόκεινται στο άρθρο 6 να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη της εκτροπής προϊόντων καπνού σε δίκτυα παράνομου εμπορίου, τα οποία περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:

α)

την αναφορά στις αρμόδιες αρχές:

i)

της διασυνοριακής μεταφοράς μετρητών σε ποσά που ορίζει το εθνικό δίκαιο ή των διασυνοριακών πληρωμών σε είδος και

ii)

όλων των «ύποπτων συναλλαγών» και

β)

την προμήθεια προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής μόνο για ποσά ανάλογα με τη ζήτηση για τα εν λόγω προϊόντα στην προβλεπόμενη αγορά λιανικής πώλησης ή χρήσης.

2.   Κάθε μέρος, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και τους στόχους της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, απαιτεί οι πληρωμές για συναλλαγές που πραγματοποιούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα υποκείμενα στο άρθρο 6 να επιτρέπονται μόνο στο νόμισμα και στο ίδιο ποσό με αυτό που αναγράφεται στο τιμολόγιο και μόνο με νόμιμους τρόπους πληρωμής από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που βρίσκονται στο έδαφος της αγοράς προορισμού και δεν πραγματοποιούνται με κανένα άλλο εναλλακτικό σύστημα εμβασμάτων.

3.   Μέρος μπορεί να ζητήσει οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα υποκείμενα στο άρθρο 6, όσον αφορά υλικά τα οποία χρησιμοποιούνται για την κατασκευή προϊόντων καπνού που υπάγονται στη δικαιοδοσία του, να επιτρέπονται μόνο στο νόμισμα και στο ίδιο ποσό με αυτό του τιμολογίου και μόνο με νόμιμους τρόπους πληρωμής από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που βρίσκονται στο έδαφος της αγοράς προορισμού και δεν πραγματοποιούνται με κανένα άλλο εναλλακτικό σύστημα εμβασμάτων.

4.   Κάθε μέρος διασφαλίζει ότι κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου υπόκειται στις αναγκαίες ποινικές, αστικές ή διοικητικές διαδικασίες και σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, την αναστολή ή την ακύρωση άδειας.

Άρθρο 11

Πώληση μέσω Διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλης εξελισσόμενης τεχνολογίας

1.   Κάθε μέρος απαιτεί όλα τα νομικά και φυσικά πρόσωπα που εμπλέκονται σε οποιαδήποτε συναλλαγή σχετιζόμενη με προϊόντα καπνού μέσω Διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή άλλης εξελισσόμενης τεχνολογίας να τηρούν όλες τις σχετικές υποχρεώσεις που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο.

2.   Κάθε μέρος εξετάζει το ενδεχόμενο απαγόρευσης λιανικών πωλήσεων προϊόντων καπνού μέσω Διαδικτύου, τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλου τρόπου πώλησης βασιζόμενου σε εξελισσόμενη τεχνολογία.

Άρθρο 12

Ελεύθερες ζώνες και διεθνής διαμετακόμιση

1.   Κάθε μέρος εφαρμόζει, εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου για το εν λόγω μέρος, αποτελεσματικούς ελέγχους σε όλες τις δραστηριότητες κατασκευής και τις συναλλαγές σε καπνό και προϊόντα καπνού σε ελεύθερες ζώνες, κάνοντας χρήση όλων των συναφών μέτρων που προβλέπονται στο παρόν πρωτόκολλο.

2.   Επιπλέον, απαγορεύεται η ανάμειξη προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα στο ίδιο εμπορευματοκιβώτιο ή σε κάθε άλλη παρόμοια μονάδα μεταφοράς κατά την απομάκρυνση από ελεύθερες ζώνες.

3.   Κάθε μέρος, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του, θεσπίζει και εφαρμόζει μέτρα ελέγχου και επαλήθευσης στη διεθνή διαμετακόμιση ή μεταφόρτωση, εντός του εδάφους του, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, με σκοπό την αποτροπή του παράνομου εμπορίου αυτών των προϊόντων.

Άρθρο 13

Πωλήσεις χωρίς δασμούς

1.   Κάθε μέρος εφαρμόζει αποτελεσματικά μέτρα για την υπαγωγή των πωλήσεων αδασμολόγητων προϊόντων σε όλες τις σχετικές διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 6 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

2.   Το αργότερο πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, η σύνοδος των μερών διασφαλίζει στην επόμενη συνεδρίασή της τη διενέργεια τεκμηριωμένης έρευνας για να διαπιστωθεί η έκταση του παράνομου εμπορίου προϊόντων καπνού που συνδέεται με τις πωλήσεις παρόμοιων προϊόντων χωρίς δασμούς. Βάσει αυτής της έρευνας, η σύνοδος των μερών εξετάζει την ανάληψη της αναγκαίας περαιτέρω δράσης.

ΜΕΡΟΣ IV

ΑΞΙΟΠΟΙΝΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Παράνομη συμπεριφορά συμπεριλαμβανομένων ποινικών αδικημάτων

1.   Κάθε μέρος θεσπίζει, με την επιφύλαξη των βασικών αρχών του εθνικού δικαίου του, νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για να χαρακτηριστούν όλες οι ακόλουθες συμπεριφορές παράνομες βάσει του εθνικού δικαίου του:

α)

η παραγωγή, η χονδρική πώληση, η μεσιτεία, η πώληση, η μεταφορά, η διανομή, η αποθήκευση, η αποστολή, η εισαγωγή ή η εξαγωγή καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου,

β)

i)

η παραγωγή, η χονδρική πώληση, η μεσιτεία, η πώληση, η μεταφορά, η διανομή, η αποθήκευση, η αποστολή, η εισαγωγή ή η εξαγωγή καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής χωρίς την καταβολή των οφειλόμενων δασμών, φόρων και άλλων τελών ή εάν δεν υπάρχουν τα παράβολα ή οι αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις που ισχύουν ή κάθε άλλη απαιτούμενη επισήμανση ή ετικέτα,

ii)

οποιεσδήποτε άλλες πράξεις λαθρεμπορίου ή απόπειρας λαθρεμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής που δεν καλύπτονται από το στοιχείο β) σημείο i),

γ)

i)

κάθε άλλη μορφή παράνομης κατασκευής καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής ή συσκευασίας καπνού που φέρει πλαστά παράβολα ή αποκλειστικές αναγνωριστικές σημάνσεις ή κάθε άλλη πλαστή απαιτούμενη επισήμανση ή ετικέτα,

ii)

η χονδρική πώληση, η μεσιτεία, η πώληση, η μεταφορά, η διανομή, η αποθήκευση, η αποστολή, η εισαγωγή ή η εξαγωγή παράνομα κατασκευασμένου καπνού, παράνομων προϊόντων καπνού, προϊόντων που φέρουν πλαστά παράβολα και/ή άλλες απαιτούμενες σημάνσεις ή ετικέτες ή παράνομου εξοπλισμού κατασκευής,

δ)

η ανάμειξη προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα κατά τη διάθεση μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού, με σκοπό την απόκρυψη ή συγκάλυψη προϊόντων καπνού,

ε)

η ανάμειξη προϊόντων καπνού με μη καπνικά προϊόντα κατά παράβαση του άρθρου 12 παράγραφος 2 του παρόντος πρωτοκόλλου,

στ)

η χρησιμοποίηση του Διαδικτύου, των τηλεπικοινωνιών ή κάθε άλλου μέσου πώλησης προϊόντων καπνού βάσει εξελισσόμενης τεχνολογίας, κατά παράβαση του παρόντος πρωτοκόλλου,

ζ)

η απόκτηση, από πρόσωπο που έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6, καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής εκ προσώπου που θα έπρεπε να διαθέτει αλλά δεν διαθέτει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6,

η)

η παρεμπόδιση οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργού ή εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του που σχετίζονται με την πρόληψη, την αποτροπή, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση ή την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής,

θ)

i)

κάθε εσφαλμένη, παραπλανητική ή ατελής δήλωση επί της ουσίας ή η μη παροχή οποιωνδήποτε ζητούμενων πληροφοριών σε οποιονδήποτε δημόσιο λειτουργό ή εξουσιοδοτημένο υπάλληλο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του που σχετίζονται με την πρόληψη, την αποτροπή, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής και εφόσον δεν παραβιάζεται το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης,

ii)

η παραπλανητική δήλωση σε επίσημα έντυπα της περιγραφής, της ποσότητας ή της αξίας του καπνού, των προϊόντων καπνού ή του εξοπλισμού κατασκευής ή κάθε άλλης πληροφορίας που ορίζεται στο πρωτόκολλο με σκοπό:

α)

την αποφυγή της πληρωμής των οφειλόμενων δασμών, φόρων και άλλων εισφορών ή

β)

την παρεμπόδιση της λήψης οποιωνδήποτε μέτρων ελέγχου για την πρόληψη, την αποτροπή, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή την εξάλειψη του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής,

iii)

η μη δημιουργία ή η μη τήρηση αρχείων που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο ή η τήρηση ψευδών αρχείων και

ι)

η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα που χαρακτηρίζεται ως ποινικό αδίκημα βάσει της παραγράφου 2.

2.   Κάθε μέρος, με την επιφύλαξη των βασικών αρχών του εθνικού δικαίου του, καθορίζει ποιες από τις παράνομες συμπεριφορές που ορίζονται στην παράγραφο 1 ή κάθε άλλη συμπεριφορά που συνδέεται με το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου, συνιστούν ποινικά αδικήματα και θεσπίζει νομοθετικά και άλλα μέτρα τα οποία κρίνει αναγκαία ώστε ο χαρακτηρισμός αυτός να παράγει αποτελέσματα.

3.   Κάθε μέρος κοινοποιεί στη Γραμματεία του παρόντος πρωτοκόλλου την παράνομη συμπεριφορά που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2 την οποία το μέρος έχει χαρακτηρίσει ποινικό αδίκημα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, και υποβάλλει στη Γραμματεία αντίγραφα των νόμων του ή την περιγραφή τους που εφαρμόζουν την παράγραφο 2 και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση αυτών των νόμων.

4.   Για την ενθάρρυνση της διεθνούς συνεργασίας κατά την καταπολέμηση των ποινικών αδικημάτων που συνδέονται με το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, τα μέρη ενθαρρύνονται να επανεξετάζουν τους εθνικούς νόμους τους που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων, την αμοιβαία νομική συνδρομή και την έκδοση προσώπων, έχοντας υπόψη τις συναφείς διεθνείς συμβάσεις των οποίων είναι μέρη, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματική επιβολή των διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 15

Ευθύνη νομικών προσώπων

1.   Κάθε μέρος θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με τις αρχές δικαίου του, για να στοιχειοθετήσει την ευθύνη νομικών προσώπων για παράνομη συμπεριφορά και ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο14 του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Με την επιφύλαξη των αρχών δικαίου του κάθε μέρους, η ευθύνη νομικών προσώπων μπορεί να είναι ποινική, αστική ή διοικητική.

3.   Η εν λόγω ευθύνη υπόκειται στην επιφύλαξη της ευθύνης των φυσικών προσώπων που εμπλέκονται σε παράνομη συμπεριφορά ή διαπράττουν ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους και κανονισμούς και με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 16

Άσκηση διώξεων και επιβολή κυρώσεων

1.   Κάθε μέρος θεσπίζει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, για να διασφαλίσει ότι τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που κρίνονται υπεύθυνα για την παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, υπόκεινται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές ή μη ποινικές κυρώσεις, περιλαμβανομένων των χρηματικών ποινών.

2.   Κάθε μέρος προσπαθεί να διασφαλίσει ότι όλες οι διακριτικές νομικές εξουσίες βάσει του εθνικού δικαίου του σε σχέση με τη δίωξη προσώπων για παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, ασκούνται με σκοπό να αυξηθεί κατά το μέγιστο η αποτελεσματικότητα των μέτρων επιβολής του νόμου σε σχέση με παρόμοια παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ανάγκη να αποτραπεί η διάπραξη παρόμοιων αξιόποινων πράξεων, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων.

3.   Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν θίγει την αρχή ότι η περιγραφή της παράνομης συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο και των εφαρμοστέων νομικών μέσων ή άλλων αρχών δικαίου για τον έλεγχο της νομιμότητας της συμπεριφοράς, ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο των μερών και ότι η άσκηση δίωξης και η επιβολή ποινών για μια τέτοια παράνομη συμπεριφορά, περιλαμβανομένων των ποινικών αδικημάτων, είναι σύμφωνη με το εν λόγω δίκαιο.

Άρθρο 17

Κατάσχεση πληρωμών

Τα μέρη οφείλουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης εκείνων των νομοθετικών και άλλων μέτρων που ενδεχομένως κρίνουν αναγκαία για να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές να εισπράττουν ποσό ανάλογο με διαφυγόντες φόρους και δασμούς από τον παραγωγό, τον κατασκευαστή, τον διανομέα, τον εισαγωγέα ή τον εξαγωγέα κατασχεμένου καπνού, προϊόντων καπνού και/ή εξοπλισμού κατασκευής.

Άρθρο 18

Διάθεση ή καταστροφή

Όλα τα κατασχεμένα καπνά, τα προϊόντα καπνού και ο εξοπλισμός κατασκευής καταστρέφονται με τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μεθόδων, κατά τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ή διατίθενται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 19

Ειδικές τεχνικές έρευνας

1.   Εάν το επιτρέπουν οι βασικές αρχές του εθνικού νομικού συστήματός του, κάθε μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, εντός των δυνατοτήτων του και σύμφωνα με τους όρους που ορίζει το εθνικό του δίκαιο, για να επιτρέψει την κατάλληλη χρήση ελεγχόμενης παράδοσης και, όταν το κρίνει αναγκαίο, τη χρήση άλλων ειδικών τεχνικών έρευνας, όπως η ηλεκτρονική ή άλλες μορφές εποπτείας και μυστικών ενεργειών, από τις αρμόδιες αρχές του στο έδαφός του με σκοπό την αποτελεσματική καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

2.   Για τον σκοπό της διερεύνησης των ποινικών αδικημάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, τα μέρη ενθαρρύνονται να συνάπτουν, όταν είναι αναγκαίο, τις κατάλληλες διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς για τη χρησιμοποίηση των τεχνικών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στο πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας.

3.   Εάν δεν υπάρχουν συμφωνίες ή διακανονισμοί, όπως ορίζει η παράγραφος 2, οι αποφάσεις για τη χρήση παρόμοιων ειδικών τεχνικών έρευνας σε διεθνές επίπεδο λαμβάνονται κατά περίπτωση και μπορούν, όταν είναι απαραίτητο, να λαμβάνουν υπόψη χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις και μνημόνια κατανόησης σε σχέση με την άσκηση δικαιοδοσίας από τα εμπλεκόμενα μέρη.

4.   Τα μέρη αναγνωρίζουν τη σημασία και την αναγκαιότητα της διεθνούς συνεργασίας και συνδρομής σε αυτόν τον τομέα και συνεργάζονται μεταξύ τους και με διεθνείς οργανισμούς για την ανάπτυξη ικανοτήτων για την επίτευξη των στόχων του παρόντος άρθρου.

ΜΕΡΟΣ V

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 20

Γενική ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη αναφέρουν, βάσει του μέσου υποβολής εκθέσεων της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού, σχετικές πληροφορίες, με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου και κατά περίπτωση, μεταξύ άλλων για θέματα όπως:

α)

σε συγκεντρωτική μορφή, στοιχεία σχετικά με τις κατασχέσεις καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής, την ποσότητα, την αξία των κατασχεμένων προϊόντων, περιγραφές προϊόντων, ημερομηνίες και τόπους κατασκευής και διαφυγόντες φόρους,

β)

η εισαγωγή, η εξαγωγή, η διαμετακόμιση, οι πωλήσεις με καταβολή φόρου και χωρίς φόρο και η ποσότητα ή η αξία της παραγωγής καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής,

γ)

οι τάσεις, οι μέθοδοι απόκρυψης και οι τρόποι δράσης κατά το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής και

δ)

κάθε άλλη σχετική πληροφορία, όπως συμφωνείται από τα μέρη.

2.   Τα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς με στόχο τη δημιουργία ικανοτήτων για τη συλλογή και ανταλλαγή πληροφοριών.

3.   Τα μέρη θεωρούν ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι εμπιστευτικές και προορίζονται αποκλειστικά για χρήση από τα μέρη, εκτός εάν το μέρος που τις διαβιβάζει ορίζει διαφορετικά.

Άρθρο 21

Ανταλλαγή πληροφοριών για την επιβολή του νόμου

1.   Τα μέρη ανταλλάσσουν, με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου ή των εφαρμοστέων διεθνών συνθηκών, κατά περίπτωση, με δική τους πρωτοβουλία ή μετά από αίτημα μέρους το οποίο παρέχει τη δέουσα αιτιολόγηση ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι αναγκαίες για την ανίχνευση ή τη διερεύνηση παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τα αρχεία των αδειών για τα εμπλεκόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα,

β)

πληροφορίες για τον εντοπισμό, την παρακολούθηση και τη δίωξη φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται σε παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής,

γ)

μητρώα ερευνών και διώξεων,

δ)

αρχεία πληρωμών για εισαγωγή, εξαγωγή ή αφορολόγητες πωλήσεις καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού παρασκευής και

ε)

αναλυτικά στοιχεία για τις κατασχέσεις καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής (συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων αναφοράς της υπόθεσης κατά περίπτωση, της ποσότητας, της αξίας των κατασχεμένων, της περιγραφής του προϊόντος, των εμπλεκόμενων οντοτήτων, της ημερομηνίας και του τόπου κατασκευής) και τις μεθόδους δράσης (συμπεριλαμβανομένων των μέσων μεταφοράς, της απόκρυψης, των δρομολογίων και του εντοπισμού).

2.   Οι πληροφορίες που λαμβάνουν τα μέρη βάσει του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου. Τα μέρη μπορούν να προσδιορίσουν ότι οι πληροφορίες αυτές δεν είναι δυνατό να κοινοποιηθούν χωρίς τη συμφωνία του μέρους που παρέσχε την πληροφορία.

Άρθρο 22

Ανταλλαγή πληροφοριών: εμπιστευτικότητα και προστασία των πληροφοριών

1.   Κάθε μέρος ορίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές στις οποίες παρέχονται τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 20, 21 και 24 και κοινοποιεί στα μέρη τις εν λόγω αρχές μέσω της Γραμματείας της σύμβασης.

2.   Η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου διέπεται από το εθνικό δίκαιο σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική ζωή. Τα μέρη προστατεύουν, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας, τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται.

Άρθρο 23

Συνδρομή και συνεργασία: κατάρτιση, τεχνική βοήθεια και συνεργασία σε επιστημονικά, τεχνικά και τεχνολογικά θέματα

1.   Τα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους και/ή μέσω αρμόδιων διεθνών και περιφερειακών οργανισμών για την παροχή κατάρτισης και τεχνικής βοήθειας και τη συνεργασία σε επιστημονικά, τεχνικά και τεχνολογικά θέματα, για να επιτύχουν τους στόχους του παρόντος πρωτοκόλλου, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας. Η συνδρομή αυτή μπορεί να περιλαμβάνει τη μεταφορά εμπειρογνωμοσύνης ή της κατάλληλης τεχνολογίας στους τομείς της συλλογής πληροφοριών, της επιβολής του νόμου, του εντοπισμού και της παρακολούθησης, της διαχείρισης πληροφοριών, της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της απαγόρευσης, της ηλεκτρονικής επιτήρησης, της εγκληματολογικής ανάλυσης, της αμοιβαίας νομικής συνδρομής και της έκδοσης.

2.   Τα μέρη δύνανται, κατά περίπτωση, να συνάπτουν διμερείς, πολυμερείς ή κάθε είδους άλλες συμφωνίες ή διακανονισμούς με στόχο την προώθηση της κατάρτισης, της τεχνικής βοήθειας και της συνεργασίας σε επιστημονικά, τεχνικά και τεχνολογικά θέματα, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες μερών που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και μερών με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο.

3.   Τα μέρη συνεργάζονται, κατά περίπτωση, για την ανάπτυξη και αναζήτηση δυνατοτήτων προσδιορισμού της ακριβούς γεωγραφικής προέλευσης κατασχεμένων καπνών και προϊόντων καπνού.

Άρθρο 24

Συνδρομή και συνεργασία: έρευνα και δίωξη αξιόποινων πράξεων

1.   Τα μέρη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, κατά περίπτωση, για να ενισχύσουν τη συνεργασία μέσω πολυμερών, περιφερειακών ή διμερών ρυθμίσεων για την πρόληψη, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση, τη δίωξη και την τιμωρία φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται στο παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής.

2.   Κάθε μέρος εγγυάται ότι οι διοικητικές, ρυθμιστικές, διωκτικές και άλλες αρχές που έχουν οριστεί για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής (περιλαμβανομένων των δικαστικών αρχών, εφόσον το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο) συνεργάζονται και ανταλλάσσουν συναφείς πληροφορίες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο με τους όρους που ορίζει το εθνικό τους δίκαιο.

Άρθρο 25

Προστασία της κυριαρχίας

1.   Τα μέρη εκτελούν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου κατά τρόπο συνεπή με τις αρχές της ίσης κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών.

2.   Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν παρέχει σε ένα μέρος το δικαίωμα να ασκήσει στο έδαφος άλλου κράτους δικαιοδοσία ούτε καθήκοντα που ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των αρχών του εν λόγω άλλου κράτους βάσει του εθνικού δικαίου του.

Άρθρο 26

Δικαιοδοσία

1.   Κάθε μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όταν:

α)

το αδίκημα διαπράττεται στο έδαφος του εν λόγω μέρους ή

β)

το αδίκημα διαπράττεται επάνω σε σκάφος το οποίο φέρει σημαία του εν λόγω μέρους ή σε αεροσκάφος που είναι ταξινομημένο, κατά τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος, κατά το δίκαιο του εν λόγω μέρους.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 25, ένα μέρος μπορεί επίσης να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του για κάθε τέτοιο ποινικό αδίκημα όταν:

α)

το αδίκημα διαπράττεται σε βάρος του εν λόγω μέρους,

β)

το αδίκημα διαπράττεται από υπήκοο του εν λόγω μέρους ή από άπατρι ο οποίος έχει τη συνήθη διαμονή του στο έδαφός του ή

γ)

το αδίκημα περιλαμβάνεται σε εκείνα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 και διαπράττεται εκτός του εδάφους του, με σκοπό την τέλεση αδικήματος που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 εντός της επικράτειάς του.

3.   Για τους σκοπούς του άρθρου 30, κάθε μέρος θεσπίζει τα μέτρα τα οποία κρίνονται αναγκαία για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όταν ο εικαζόμενος αυτουργός είναι παρών στο έδαφός του και δεν εκδίδει το εν λόγω πρόσωπο για τον αποκλειστικό λόγο ότι είναι υπήκοός του.

4.   Κάθε μέρος μπορεί επίσης να θεσπίζει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία για να θεμελιώσει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όταν ο εικαζόμενος αυτουργός βρίσκεται στο έδαφός του και δεν τον εκδίδει.

5.   Σε περίπτωση κοινοποίησης σε μέρος το οποίο ασκεί τη δικαιοδοσία του βάσει της παραγράφου 1 ή 2 ή ενημέρωσης του με άλλον τρόπο, ότι ένα ή περισσότερα άλλα μέρη διενεργούν έρευνα, ασκούν δίωξη ή διεξάγουν δικαστική διαδικασία για το ίδιο αδίκημα, οι αρμόδιες αρχές των εν λόγω μερών πραγματοποιούν μεταξύ τους διαβουλεύσεις, κατά περίπτωση, για να συντονίσουν τις ενέργειές τους.

6.   Με την επιφύλαξη των κανόνων του γενικού διεθνούς δικαίου, το παρόν πρωτόκολλο δεν αποκλείει την άσκηση τυχόν ποινικής δικαιοδοσίας την οποία θεμελιώνει ένα μέρος σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

Άρθρο 27

Συνεργασία για την επιβολή του νόμου

1.   Κάθε μέρος θεσπίζει, σύμφωνα με τα αντίστοιχα εσωτερικά νομικά και διοικητικά του συστήματα, αποτελεσματικά μέτρα για:

α)

την ενίσχυση και, όποτε είναι αναγκαίο, τη θέσπιση διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών, οργανισμών και υπηρεσιών για να διευκολυνθεί η ασφαλής και ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με όλες τις πτυχές των ποινικών αδικημάτων τα οποία καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14,

β)

τη διασφάλιση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών, των οργανισμών, των τελωνείων, της αστυνομίας και άλλων υπηρεσιών επιβολής του νόμου,

γ)

τη συνεργασία με άλλα μέρη στη διεξαγωγή ερευνών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που αφορούν ποινικά αδικήματα τα οποία καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14, όσον αφορά:

i)

την ταυτότητα, τις κινήσεις και τις δραστηριότητες προσώπων ύποπτων για συμμετοχή στην τέλεση παρόμοιων αξιόποινων πράξεων ή το σημείο όπου βρίσκονται άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα,

ii)

τη διακίνηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα ή περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν με τη διάπραξη τέτοιων αξιόποινων πράξεων και

iii)

τη διακίνηση περιουσιακών στοιχείων, εξοπλισμού ή άλλων εργαλείων που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για διάπραξη τέτοιων αδικημάτων,

δ)

την παροχή, κατά περίπτωση, των αναγκαίων στοιχείων ή ποσοτήτων των ουσιών για τη διενέργεια αναλύσεων ή ερευνών,

ε)

τη διευκόλυνση του αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων αρχών, οργανισμών και υπηρεσιών και την προώθηση της ανταλλαγής προσωπικού και εμπειρογνωμόνων, συμπεριλαμβανομένης, με την επιφύλαξη διμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, και της απόσπασης αξιωματικών-συνδέσμων,

στ)

την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών με άλλα μέρη για ειδικά μέσα και μεθόδους που χρησιμοποιούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατά τη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των διαδρομών και των μεταφορικών οχημάτων και της χρήσης πλαστών ταυτοτήτων, παραποιημένων ή πλαστών εγγράφων ή άλλων μέσων απόκρυψης των δραστηριοτήτων τους, και

ζ)

την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών και τον συντονισμό των διοικητικών και άλλων μέτρων που κρίνονται κατάλληλα για τον έγκαιρο εντοπισμό των ποινικών αδικημάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14.

2.   Ενόψει της εφαρμογής του παρόντος πρωτοκόλλου, τα μέρη εξετάζουν τη δυνατότητα σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων άμεσης συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών τους επιβολής του νόμου ή της ανάλογης τροποποίησή τους, όταν υφίστανται ήδη παρόμοιες συμφωνίες ή ρυθμίσεις. Εάν δεν υπάρχουν παρόμοιες συμφωνίες ή ρυθμίσεις μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών, τα μέρη μπορούν να θεωρήσουν το παρόν πρωτόκολλο ως βάση της συνεργασίας για την αμοιβαία επιβολή του νόμου σε σχέση με τις αξιόποινες πράξεις που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο. Όποτε κρίνεται σκόπιμο, τα μέρη κάνουν πλήρη χρήση συμφωνιών ή ρυθμίσεων, περιλαμβανομένων διεθνών ή περιφερειακών οργανισμών, για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών επιβολής του νόμου.

3.   Τα μέρη καταβάλλουν προσπάθεια να συνεργάζονται, με τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, για να αντιμετωπίσουν το διεθνικό παράνομο εμπόριο προϊόντων καπνού που διαπράττεται με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας.

Άρθρο 28

Αμοιβαία διοικητική συνδρομή

Συνεπώς προς τα αντίστοιχα εθνικά νομικά και διοικητικά τους συστήματα, τα μέρη παρέχουν μεταξύ τους, είτε κατόπιν αιτήματος είτε με δική τους πρωτοβουλία, πληροφορίες για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της τελωνειακής και άλλης συναφούς νομοθεσίας, με σκοπό την πρόληψη, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση, τη δίωξη και την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού ή εξοπλισμού κατασκευής. Τα μέρη θεωρούν τις πληροφορίες αυτές εμπιστευτικές και ότι προορίζονται για περιορισμένη χρήση, εκτός εάν το μέρος που τις κοινοποιεί ορίζει διαφορετικά. Οι εν λόγω πληροφορίες μπορεί να περιλαμβάνουν:

α)

νέες τεχνικές επιβολής της τελωνειακής νομοθεσίας και άλλων νομοθεσιών αποδεδειγμένης αποτελεσματικότητας,

β)

νέες τάσεις, μέσα και μεθόδους εμπλοκής σε παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής,

γ)

εμπορεύματα που είναι γνωστό ότι αποτελούν αντικείμενο παράνομου εμπορίου καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής, καθώς και λεπτομερή στοιχεία για την περιγραφή, τη συσκευασία, τη μεταφορά και την αποθήκευση και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται σε σχέση με τα εν λόγω εμπορεύματα,

δ)

φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία είναι γνωστό ότι έχουν διαπράξει ή εμπλέκονται σε αξιόποινη πράξη που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 και

ε)

κάθε άλλο δεδομένο που θα μπορούσε να βοηθήσει τους ορισμένους οργανισμούς στην εκτίμηση κινδύνου για τη διενέργεια ελέγχου και άλλους σκοπούς επιβολής της εφαρμογής.

Άρθρο 29

Αμοιβαία νομική συνδρομή

1.   Τα μέρη παρέχουν μεταξύ τους τη μεγαλύτερη δυνατή αμοιβαία νομική συνδρομή κατά τη διερεύνηση, την άσκηση διώξεων και τη διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών σε σχέση με ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Η αμοιβαία νομική συνδρομή παρέχεται στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό σύμφωνα με τους σχετικούς νόμους, τις συνθήκες, τις συμφωνίες και τις ρυθμίσεις από το μέρος που είναι ο αποδέκτης αίτησης σε σχέση με τη διερεύνηση, την άσκηση διώξεων και διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών όσον αφορά τα αδικήματα για τα οποία μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα νομικά πρόσωπα στο μέρος που υποβάλλει την αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος πρωτοκόλλου.

3.   Η αμοιβαία νομική συνδρομή που παρέχεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο μπορεί να ζητείται για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

τη διεξαγωγή αποδείξεων ή τη λήψη μαρτυρικών καταθέσεων,

β)

την επίδοση δικογράφων,

γ)

την εκτέλεση ενταλμάτων έρευνας και κατάσχεσης και τη δέσμευση,

δ)

την εξέταση αντικειμένων και χώρων,

ε)

την παροχή πληροφοριών, αποδεικτικών στοιχείων και εμπειρογνωμοσύνης,

στ)

την παροχή πρωτότυπων ή επικυρωμένων αντιγράφων σχετικών εγγράφων και αρχείων, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων, τραπεζικών, χρηματοοικονομικών, εταιρικών ή επαγγελματικών αρχείων,

ζ)

τον εντοπισμό ή την παρακολούθηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, περιουσιακών στοιχείων, εργαλείων ή άλλων μέσων για τη διεξαγωγή αποδείξεων,

η)

τη διευκόλυνση της εκούσιας εμφάνισης προσώπων στο μέρος που υποβάλλει την αίτηση και

θ)

την παροχή κάθε άλλης συνδρομής που δεν αντίκειται στο εθνικό δίκαιο του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση.

4.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις υποχρεώσεις βάσει καμίας άλλης διμερούς ή πολυμερούς συνθήκης, η οποία διέπει ή θα διέπει, συνολικά ή εν μέρει, την αμοιβαία νομική συνδρομή.

5.   Οι παράγραφοι 6 έως 24 εφαρμόζονται, βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας, σε αιτήσεις που υποβάλλονται κατ' εφαρμογή του παρόντος άρθρου, εάν τα εν λόγω μέρη δεν δεσμεύονται από συνθήκη ή διακυβερνητική συμφωνία αμοιβαίας νομικής συνδρομής. Εάν τα μέρη δεσμεύονται από παρόμοια συνθήκη ή διακυβερνητική συμφωνία, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της εν λόγω συνθήκης ή διακυβερνητικής συμφωνίας, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν να εφαρμόσουν αντ' αυτών τις παραγράφους 6 έως 24. Ενθαρρύνονται έντονα τα μέρη να εφαρμόσουν αυτές τις παραγράφους, εάν διευκολύνουν τη συνεργασία.

6.   Τα μέρη ορίζουν μια κεντρική αρχή που έχει την αρμοδιότητα και την εξουσία να λαμβάνει αιτήσεις αμοιβαίας νομικής συνδρομής και είτε να τις εκτελεί η ίδια είτε να τις διαβιβάζει για εκτέλεση στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Όταν ένα μέρος έχει ειδική περιοχή ή έδαφος με χωριστό σύστημα αμοιβαίας νομικής συνδρομής, μπορεί να ορίσει μια χωριστή κεντρική αρχή που θα ασκεί την ίδια λειτουργία για την εν λόγω περιοχή ή το έδαφος. Οι κεντρικές αρχές διασφαλίζουν την ταχεία και ορθή εκτέλεση ή τη διαβίβαση των αιτήσεων που λαμβάνουν. Όταν η κεντρική αρχή διαβιβάζει την αίτηση προς εκτέλεση σε αρμόδια αρχή, ενθαρρύνει την ταχεία και ορθή εκτέλεση της αίτησης από την αρμόδια αρχή. Κάθε μέρος γνωστοποιεί την κεντρική αρχή που ορίζεται γι' αυτόν τον σκοπό στον Προϊστάμενο της Γραμματείας της σύμβασης κατά την προσχώρηση, την αποδοχή, την έγκριση, την τυπική επιβεβαίωση ή επικύρωση του παρόντος πρωτοκόλλου. Η διαβίβαση αιτήσεων αμοιβαίας νομικής συνδρομής και κάθε σχετικής ανακοίνωσης πραγματοποιείται μεταξύ των κεντρικών αρχών που ορίζονται από τα μέρη. Η απαίτηση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος ενός μέρους να ζητεί να απευθύνονται σε αυτό οι εν λόγω αιτήσεις και ανακοινώσεις διά της διπλωματικής οδού και, σε επείγουσες περιστάσεις, εάν συμφωνούν τα μέρη, μέσω των κατάλληλων διεθνών οργανισμών, όταν αυτό είναι εφικτό.

7.   Οι αιτήσεις υποβάλλονται εγγράφως ή, όταν είναι δυνατόν, με κάθε μέσο που παράγει γραπτό αποτύπωμα, σε γλώσσα αποδεκτή από το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, με τους όρους που επιτρέπουν στο μέρος να διαπιστώσει την αυθεντικότητα του εγγράφου. Η γλώσσα ή οι γλώσσες που είναι αποδεκτές από το κάθε μέρος κοινοποιούνται στον Προϊστάμενο της Γραμματείας της σύμβασης κατά την προσχώρηση, αποδοχή, έγκριση, τυπική επιβεβαίωση ή επικύρωση του παρόντος πρωτοκόλλου. Σε επείγουσες περιστάσεις και όταν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των μερών, οι αιτήσεις μπορεί να υποβάλλονται προφορικά, αλλά στη συνέχεια πρέπει να επιβεβαιώνονται εγγράφως.

8.   Μια αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής περιέχει:

α)

τα στοιχεία της αιτούσας αρχής,

β)

το αντικείμενο και τη φύση της έρευνας, δίωξης ή δικαστικής διαδικασίας την οποία αφορά η αίτηση, καθώς και το όνομα και τα καθήκοντα της αρχής η οποία διεξάγει την εν λόγω έρευνα, δίωξη ή δικαστική διαδικασία,

γ)

περίληψη των σχετικών πραγματικών περιστατικών, εκτός από τις αιτήσεις με σκοπό την επίδοση δικογράφων,

δ)

περιγραφή της αιτούμενης συνδρομής και στοιχεία τυχόν ειδικής διαδικασίας που επιθυμεί να ακολουθηθεί το αιτούν μέρος,

ε)

αν είναι δυνατό, την ταυτότητα, τον τόπο και την εθνικότητα κάθε εμπλεκόμενου,

στ)

τον σκοπό για τον οποίο ζητούνται τα αποδεικτικά στοιχεία, οι πληροφορίες ή η δράση και

ζ)

τις διατάξεις του εθνικού δικαίου σχετικά με το ποινικό αδίκημα και την ποινή που αυτό επισύρει.

9.   Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες, όταν αυτό φαίνεται αναγκαίο για την εκτέλεση της αίτησης, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, ή όταν μπορεί να διευκολύνει την εκτέλεση.

10.   Η αίτηση εκτελείται σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του μέρους στο οποίο απευθύνεται, εφόσον δεν αντιβαίνει το εθνικό δίκαιο του μέρους στο οποίο απευθύνεται και, εάν είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στην αίτηση.

11.   Το αιτούν μέρος δεν κοινοποιεί ούτε χρησιμοποιεί πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία που του παρέχει το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση για τη διενέργεια ερευνών, την άσκηση διώξεων ή τη διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών, εκτός από εκείνες που αναφέρονται στην αίτηση, χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν εμποδίζει το αιτούν μέρος να αποκαλύψει στο πλαίσιο των διαδικασιών του πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία απαλλακτικά για έναν κατηγορούμενο. Σε αυτή την περίπτωση, το αιτούν μέρος γνωστοποιεί στο μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση πριν τη δημοσιοποίηση και, εάν ζητηθεί, συμβουλεύεται το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση. Εάν, σε έκτακτες περιστάσεις, δεν είναι δυνατή η εκ των προτέρων ειδοποίηση, το αιτούν μέρος ενημερώνει άμεσα το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση σχετικά με τη δημοσιοποίηση.

12.   Το αιτούν μέρος μπορεί να ζητήσει από το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση να μη γνωστοποιήσει το γεγονός και το αντικείμενο της αίτησης, παρά μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση της αίτησης. Εάν το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν μπορεί να τηρήσει την απαίτηση της εμπιστευτικότητας, ενημερώνει άμεσα το αιτούν μέρος.

13.   Εφόσον είναι δυνατό και σύμφωνο με τις θεμελιώδεις αρχές του εθνικού δικαίου, όταν ένα φυσικό πρόσωπο βρίσκεται στο έδαφος ενός μέρους και πρέπει να καταθέσει ως μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας στις δικαστικές αρχές άλλου μέρους, το πρώτο μέρος μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του άλλου, να επιτρέψει τη διεξαγωγή της κατάθεσης με βιντεοδιάσκεψη, όταν δεν είναι εφικτό ή εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο δεν επιθυμεί να εμφανιστεί αυτοπροσώπως στο έδαφος του αιτούντος μέρους. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να ληφθεί η κατάθεση από δικαστική αρχή του αιτούντος μέρους με την παρουσία δικαστικού λειτουργού του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση.

14.   Η αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής μπορεί να απορριφθεί:

α)

εάν η αίτηση δεν υποβληθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο,

β)

εάν το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση θεωρεί ότι η εκτέλεση της αίτησης μπορεί να θίξει την κυριαρχία, την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή άλλα ζωτικά του συμφέροντα,

γ)

εάν το εθνικό δίκαιό του απαγορεύει στις αρχές του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση να εκτελέσουν τη ζητούμενη ενέργεια για τυχόν παρόμοια αξιόποινη πράξη, σε περίπτωση που αυτή υποβαλλόταν σε έρευνα, δίωξη ή δικαστική διαδικασία υπό τη δική τους δικαιοδοσία,

δ)

όταν η αίτηση αφορά αξιόποινη πράξη για την οποία η ανώτατη ποινή στο μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση είναι κατώτερη από δύο έτη φυλάκισης ή άλλες ποινές στερητικές της ελευθερίας ή όταν, κατά την κρίση του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, η παροχή της συνδρομής θα συνεπαγόταν δυσανάλογα μεγάλη επιβάρυνση για τους πόρους του σε σχέση με τη σοβαρότητα της αξιόποινης πράξης ή

ε)

εάν θα ήταν αντίθετη με το νομικό σύστημα του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση η εκτέλεση της αίτησης για παροχή αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.

15.   Κάθε άρνηση παροχής αμοιβαίας νομικής συνδρομής αιτιολογείται.

16.   Κανένα μέρος δεν μπορεί να αρνηθεί την παροχή αμοιβαίας νομικής συνδρομής βάσει του παρόντος άρθρου με τη δικαιολογία του τραπεζικού απορρήτου.

17.   Τα μέρη δεν μπορούν να αρνηθούν αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής για τον αποκλειστικό λόγο ότι η αξιόποινη πράξη θεωρείται ότι αφορά και φορολογικά θέματα.

18.   Τα μέρη μπορούν να αρνηθούν την παροχή αμοιβαίας νομικής συνδρομής βάσει του παρόντος άρθρου λόγω απουσίας διττού αξιοποίνου. Εντούτοις, το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί, εάν το κρίνει σκόπιμο, να παρέχει συνδρομή, στην έκταση που αποφασίζει και κατά τη διακριτική ευχέρειά του, ανεξάρτητα αν η πράξη θα συνιστούσε αδίκημα βάσει του εθνικού δικαίου του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση.

19.   Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση εκτελεί το συντομότερο δυνατό την αίτηση αμοιβαίας νομικής συνδρομής και λαμβάνει υπόψη όσο το δυνατόν περισσότερο ενδεχόμενες προθεσμίες που προτείνει το αιτούν μέρος και για τις οποίες παρέχονται εξηγήσεις, κατά προτίμηση στην αίτηση. Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση απαντά σε εύλογα αιτήματα του αιτούντος μέρους σχετικά με την πρόοδο του χειρισμού της αίτησής του. Το αιτούν μέρος ενημερώνει άμεσα το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση όταν δεν απαιτείται πλέον η ζητηθείσα συνδρομή.

20.   Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει την παροχή αμοιβαίας νομικής συνδρομής για τον λόγο ότι αυτή παρεμβάλλεται σε έρευνα, δίωξη ή δικαστική διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη.

21.   Πριν απορρίψει μια αίτηση κατ' εφαρμογή της παραγράφου 14 ή αναβάλει την εκτέλεσή της κατ' εφαρμογή της παραγράφου 20, το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβουλεύεται με το αιτούν μέρος για να εξετάσουν αν η συνδρομή μπορεί να παρασχεθεί με την επιφύλαξη όρων και προϋποθέσεων που κρίνονται αναγκαία. Εάν το αιτούν μέρος αποδεχθεί τη συνδρομή βάσει αυτών των όρων, συμμορφώνεται με τους όρους.

22.   Το σύνηθες κόστος εκτέλεσης μιας αίτησης βαρύνει το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, εκτός εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Σε περίπτωση που, για την εκτέλεση της αίτησης, απαιτούνται ή πρόκειται να απαιτηθούν σημαντικές ή έκτακτες δαπάνες, τα μέρη διενεργούν διαβουλεύσεις για να καθορίσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων θα εκτελεστεί η αίτηση, καθώς και τον τρόπο κάλυψης των εξόδων.

23.   Σε περίπτωση αιτήσεως, το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση:

α)

χορηγεί στο αιτούν μέρος αντίγραφα δημόσιων αρχείων, εγγράφων ή δεδομένων που έχει στην κατοχή του τα οποία, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό και

β)

μπορεί, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, να χορηγήσει στο αιτούν μέρος το σύνολο ή μέρος των αντιγράφων δημόσιων αρχείων, εγγράφων ή δεδομένων που έχει στην κατοχή του τα οποία, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, δεν είναι διαθέσιμα στο ευρύ κοινό ή να τα χορηγήσει υπό τους όρους που θεωρεί αναγκαίους.

24.   Τα μέρη εξετάζουν, εφόσον είναι αναγκαίο, τη δυνατότητα σύναψης διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων που θα εξυπηρετούσαν τους σκοπούς ή θα έθεταν σε εφαρμογή ή θα ενίσχυαν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 30

Έκδοση

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στα ποινικά αδικήματα που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος πρωτοκόλλου, όταν:

α)

το πρόσωπο για το οποίο υποβάλλεται αίτηση έκδοσης βρίσκεται στο έδαφος του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση,

β)

το ποινικό αδίκημα για το οποίο ζητείται έκδοση τιμωρείται βάσει του εθνικού δικαίου τόσο του αιτούντος μέρους όσο και του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση και

γ)

η αξιόποινη πράξη επισύρει ανώτατη ποινή φυλάκισης ή άλλες στερητικές της ελευθερίας ποινές τουλάχιστον τεσσάρων ετών ή σοβαρότερη ποινή ή μικρότερη ποινή που αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών κατ' εφαρμογή διμερών και πολυμερών συνθηκών ή άλλων διεθνών συμφωνιών.

2.   Κάθε ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο θεωρείται ότι περιλαμβάνεται ως αδίκημα υποκείμενο σε έκδοση σε κάθε συμφωνία έκδοσης μεταξύ των μερών. Τα μέρη δεσμεύονται να περιλαμβάνουν αυτά τα αδικήματα ως αδικήματα υποκείμενα σε έκδοση σε κάθε συμφωνία έκδοσης που πρόκειται να συνάψουν μεταξύ τους.

3.   Εάν ένα μέρος το οποίο θέτει ως προϋπόθεση για την έκδοση προσώπου την ύπαρξη συμφωνίας λάβει αίτηση έκδοσης από άλλο μέρος με το οποίο δεν έχει συνάψει συμφωνία έκδοσης, μπορεί να θεωρήσει το παρόν πρωτόκολλο ως τη νομική βάση για την έκδοση όσον αφορά κάθε ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο.

4.   Τα μέρη τα οποία δεν θέτουν ως προϋπόθεση για έκδοση την ύπαρξη συμφωνίας αναγνωρίζουν τα ποινικά αδικήματα στα οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο ως αδικήματα υποκείμενα σε έκδοση μεταξύ τους.

5.   Η έκδοση υπόκειται στους όρους που ορίζει το εθνικό δίκαιο του αποδέκτη της αίτησης ή στις εφαρμοστέες συμφωνίες έκδοσης που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, όρους σχετικά με την απαίτηση ελάχιστης ποινής για την έκδοση και τους λόγους για τους οποίους ο αποδέκτης της αίτησης μπορεί να αρνηθεί την έκδοση.

6.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εθνικού τους δικαίου, τα μέρη καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να επισπεύδουν τις διαδικασίες έκδοσης και να απλουστεύουν τις απαιτήσεις ως προς τα αποδεικτικά στοιχεία για ποινικά αδικήματα στα οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο.

7.   Ένα μέρος στο έδαφος του οποίου είναι παρών εικαζόμενος αυτουργός, εάν δεν εκδώσει το εν λόγω πρόσωπο για ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο για τον αποκλειστικό λόγο ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι υπήκοός του, έχει υποχρέωση, εάν το ζητήσει το μέρος που επιδιώκει την έκδοση, να παραπέμψει την υπόθεση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές του για την άσκηση δίωξης. Οι εν λόγω αρχές εκδίδουν την απόφασή τους και διεξάγουν τις διαδικασίες τους κατά τον ίδιο τρόπο όπως και για κάθε άλλο αδίκημα παρόμοιας φύσης βάσει του εθνικού δικαίου του εν λόγω μέρους. Τα εμπλεκόμενα μέρη συνεργάζονται μεταξύ τους, ιδίως για διαδικαστικά θέματα και για τη διεξαγωγή των αποδείξεων, για να διασφαλίσουν την αποτελεσματικότητα αυτής της δίωξης.

8.   Όταν επιτρέπεται σε ένα μέρος βάσει του εθνικού δικαίου του να εκδώσει ή να παραδώσει με άλλον τρόπο έναν υπήκοό του μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο θα επιστραφεί στο εν λόγω μέρος για να εκτίσει την ποινή που του επιβάλλεται ως αποτέλεσμα της δίκης ή των διαδικασιών για τα οποία ζητήθηκε η έκδοση ή η παράδοση του προσώπου και το εν λόγω μέρος και το μέρος που ζητεί την έκδοση του προσώπου συμφωνούν με αυτήν την επιλογή και με άλλους όρους που κρίνουν ενδεχομένως απαραίτητους, η εν λόγω υπό όρους έκδοση ή παράδοση είναι επαρκής για την τήρηση της υποχρέωσης που ορίζεται στην παράγραφο 7.

9.   Εάν η έκδοση, που ζητείται για τους σκοπούς της επιβολής ποινής, απορριφθεί για τον λόγο ότι το καταζητούμενο πρόσωπο είναι υπήκοος του μέρους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, εάν το επιτρέπει το εθνικό του δίκαιο και σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω δικαίου, κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος μέρους, εξετάζει τη δυνατότητα έκτισης της ποινής που επιβλήθηκε βάσει του εθνικού δικαίου του αιτούντος μέρους ή την εκτέλεση της υπόλοιπης ποινής.

10.   Κάθε πρόσωπο σε βάρος του οποίου διεξάγονται διαδικασίες σε σχέση με ποινικό αδίκημα στο οποίο εφαρμόζεται το παρόν άρθρο απολαμβάνει εγγυημένη δίκαιη μεταχείριση σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, με όλα τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις που παρέχει το εθνικό δίκαιο του μέρους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται το εν λόγω πρόσωπο.

11.   Καμία διάταξη του παρόντος πρωτοκόλλου δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να επιβάλλει υποχρέωση έκδοσης, εάν το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η αίτηση υποβάλλεται με σκοπό τη δίωξη ή την τιμωρία ενός προσώπου λόγω φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, εθνοτικής προέλευσης ή πολιτικών πεποιθήσεων ή ότι η ικανοποίηση της αίτησης θα μπορούσε να προκαλέσει ζημία στο εν λόγω πρόσωπο για οποιονδήποτε από τους λόγους αυτούς.

12.   Τα μέρη δεν μπορούν να αρνηθούν αίτηση έκδοσης για τον αποκλειστικό λόγο ότι το αδίκημα θεωρείται ότι ενέχει και φορολογικές πτυχές.

13.   Πριν αρνηθεί την έκδοση, το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβουλεύεται, κατά περίπτωση, με το αιτούν μέρος για να του παράσχει ευρεία δυνατότητα να καταθέσει τη γνώμη του και πληροφορίες σχετικά με τον ισχυρισμό του.

14.   Τα μέρη επιδιώκουν να συνάπτουν διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις για την εκτέλεση ή τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της έκδοσης. Όταν τα μέρη δεσμεύονται με υφιστάμενη συμφωνία ή διακυβερνητικό διακανονισμό, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας ή διακυβερνητικού διακανονισμού, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν να εφαρμόσουν αντ' αυτών τις παραγράφους 1 έως 13.

Άρθρο 31

Μέτρα για την εξασφάλιση της έκδοσης

1.   Με την επιφύλαξη του εθνικού του δικαίου και τις συμφωνίες έκδοσης που έχει συνάψει, το μέρος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί, εάν θεωρεί ότι το δικαιολογούν οι περιστάσεις και υπάρχει επείγουσα ανάγκη και σχετικό αίτημα του αιτούντος μέρους, να θέσει υπό προσωρινή κράτηση πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση και το οποίο βρίσκεται στο έδαφός του ή να λάβει άλλα αναγκαία μέτρα που θα διασφαλίσουν την παρουσία του στις διαδικασίες έκδοσης.

2.   Τα μέτρα που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 κοινοποιούνται, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, κατά περίπτωση και χωρίς καθυστέρηση, στο αιτούν μέρος.

3.   Κάθε πρόσωπο για το οποίο λαμβάνονται μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 έχει δικαίωμα:

α)

να επικοινωνήσει άμεσα με τον πλησιέστερο κατάλληλο εκπρόσωπο του κράτους του οποίου είναι υπήκοος ή, εάν είναι άπατρις, του κράτους στο έδαφος του οποίου διαμένει συνήθως το εν λόγω πρόσωπο και

β)

να τον επισκεφθεί εκπρόσωπος του εν λόγω κράτους.

ΜΕΡΟΣ VI

ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

Άρθρο 32

Υποβολή εκθέσεων και ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Κάθε μέρος υποβάλλει στη διάσκεψη των μερών, μέσω της Γραμματείας της σύμβασης, περιοδικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Το μορφότυπο και το περιεχόμενο αυτών των εκθέσεων καθορίζεται από τη διάσκεψη των μερών. Οι εν λόγω εκθέσεις αποτελούν μέρος του μέσου τακτικής υποβολής εκθέσεων της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

3.   Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 περιεχόμενο των περιοδικών εκθέσεων καθορίζεται αφού ληφθούν υπόψη, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

α)

οι πληροφορίες σχετικά με νομοθετικά, εκτελεστικά, διοικητικά ή άλλα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου,

β)

οι πληροφορίες, κατά περίπτωση, για ενδεχόμενους περιορισμούς ή εμπόδια που αντιμετωπίστηκαν κατά την εφαρμογή του εν λόγω πρωτοκόλλου, καθώς και για τα μέτρα που λαμβάνονται για την άρση αυτών των εμποδίων,

γ)

οι πληροφορίες, κατά περίπτωση, για τη χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια που έχει χορηγηθεί, εισπραχθεί ή ζητηθεί για δραστηριότητες που σχετίζονται με την εξάλειψη του αθέμιτου εμπορίου των προϊόντων καπνού και

δ)

οι πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 20.

Εάν έχουν ήδη συγκεντρωθεί δεδομένα στο πλαίσιο του μηχανισμού αναφοράς της διάσκεψης των μερών, η σύνοδος των μερών δεν επαναλαμβάνει αυτές τις προσπάθειες.

4.   Η σύνοδος των μερών, κατ' εφαρμογή των άρθρων 33 και 36, εξετάζει τη δυνατότητα ρυθμίσεων που βοηθούν μέρη που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και μέρη με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο, εάν το ζητήσουν, να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος άρθρου.

5.   Η υποβολή των πληροφοριών βάσει των εν λόγω άρθρων υπόκειται στο εθνικό δίκαιο σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική ζωή. Τα μέρη προστατεύουν, βάσει αμοιβαίας συμφωνίας, τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες που υποβάλλονται ή ανταλλάσσονται.

ΜΕΡΟΣ VII

ΘΕΣΜΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ

Άρθρο 33

Σύνοδος των μερών

1.   Θεσπίζεται σύνοδος των μερών. Η πρώτη συνεδρίαση της συνόδου των μερών συγκαλείται από τη Γραμματεία της σύμβασης αμέσως πριν ή αμέσως μετά την επόμενη τακτική συνεδρίαση της διάσκεψης των μερών μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Μετέπειτα, η Γραμματεία τη σύμβασης συγκαλεί τακτικές συνεδριάσεις της συνόδου των μερών, αμέσως πριν ή αμέσως μετά τις τακτικές συνεδριάσεις της διάσκεψης των μερών.

3.   Συγκαλούνται έκτακτες συνεδριάσεις της συνόδου των μερών όποτε η σύνοδος το κρίνει απαραίτητο ή μετά από γραπτό αίτημα οποιουδήποτε μέρους, υπό την προϋπόθεση ότι, εντός έξι μηνών από την κοινοποίηση του αιτήματος στα μέρη από τη Γραμματεία της Σύμβασης, το αίτημα υποστηρίζεται τουλάχιστον από το ένα τρίτο των μερών.

4.   Ο εσωτερικός κανονισμός και οι δημοσιονομικές διατάξεις της διάσκεψης των μερών της σύμβασης — πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού εφαρμόζονται, κατ' αναλογία, στη σύνοδο των μερών, εκτός εάν η σύνοδος των μερών αποφασίσει διαφορετικά.

5.   Η σύνοδος των μερών επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα την εφαρμογή του πρωτοκόλλου και λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις για την προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του.

6.   Η σύνοδος των μερών αποφασίζει σχετικά με την κλίμακα και τον μηχανισμό των προαιρετικών συνεισφορών των μερών του πρωτοκόλλου για τη λειτουργία του παρόντος πρωτοκόλλου, καθώς και άλλους πιθανούς πόρους για την εφαρμογή του.

7.   Σε κάθε τακτική συνεδρίαση, η σύνοδος των μερών εγκρίνει με ομοφωνία προϋπολογισμό και σχέδιο εργασίας για την οικονομική περίοδο μέχρι την επόμενη τακτική συνεδρίαση, τα οποία είναι διαφορετικά από τον προϋπολογισμό και το πρόγραμμα εργασίας της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

Άρθρο 34

Γραμματεία

1.   Η Γραμματεία της σύμβασης είναι η Γραμματεία του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Η Γραμματεία της σύμβασης ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα με την ιδιότητα της Γραμματείας του παρόντος πρωτοκόλλου:

α)

ρυθμίζει τις συνεδριάσεις της συνόδου των μερών και, ενδεχομένως, επικουρικών οργάνων, καθώς και ομάδων εργασίας και άλλων οργάνων που συγκροτούνται από τη σύνοδο των μερών, και τους παρέχει τις αναγκαίες υπηρεσίες,

β)

λαμβάνει, αναλύει, διαβιβάζει και παρέχει υλικό ανάδρασης στα ενδιαφερόμενα μέρη, κατά τα απαιτούμενα, και προς τη σύνοδο των μερών σχετικά με τις εκθέσεις που λαμβάνει σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο και διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μερών,

γ)

παρέχει βοήθεια στα μέρη, ιδιαίτερα τα μέρη που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και τα μέρη με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο, κατόπιν αιτήσεως, με τη συλλογή, κοινοποίηση και ανταλλαγή των αναγκαίων πληροφοριών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, και συνδρομή για τον εντοπισμό διαθέσιμων πόρων, προκειμένου να διευκολύνει την τήρηση των υποχρεώσεων δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου,

δ)

συντάσσει εκθέσεις των δραστηριοτήτων της βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου υπό την καθοδήγηση της συνόδου και τις υποβάλλει στη σύνοδο των μερών,

ε)

διασφαλίζει, υπό την καθοδήγηση της συνόδου των μερών, τον αναγκαίο συντονισμό με τους αρμόδιους διεθνείς και περιφερειακούς διακυβερνητικούς οργανισμούς και άλλους φορείς,

στ)

συνάπτει, υπό την καθοδήγηση της συνόδου των μερών, τις διοικητικές ή συμβατικές ρυθμίσεις που ενδέχεται να απαιτούνται για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της ως Γραμματείας του παρόντος πρωτοκόλλου,

ζ)

λαμβάνει και εξετάζει τις αιτήσεις διακυβερνητικών και μη κυβερνητικών οργανισμών που επιθυμούν να διαπιστευθούν ως παρατηρητές της συνόδου των μερών, αφού βεβαιωθεί παράλληλα ότι δεν συνδέονται με την καπνοβιομηχανία, και υποβάλλει τις αναθεωρημένες αιτήσεις στη σύνοδο των μερών προς εξέταση και

η)

εκτελεί άλλα γραμματειακά καθήκοντα που ορίζονται στο παρόν πρωτόκολλο και άλλα καθήκοντα που ενδέχεται να ορίσει η σύνοδος των μερών.

Άρθρο 35

Σχέσεις μεταξύ της συνόδου των μερών και διακυβερνητικών οργανισμών

Για την παροχή τεχνικής και χρηματοδοτικής συνεργασίας για την επίτευξη του στόχου του παρόντος πρωτοκόλλου, οι σύνοδοι των μερών μπορούν να ζητήσουν τη συνεργασία αρμόδιων διεθνών και περιφερειακών διακυβερνητικών οργανισμών, περιλαμβανομένων χρηματοοικονομικών και αναπτυξιακών οργανισμών.

Άρθρο 36

Χρηματοδοτικοί πόροι

1.   Τα μέρη αναγνωρίζουν τον σημαντικό ρόλο των χρηματοδοτικών πόρων στην επίτευξη του στόχου του παρόντος πρωτοκόλλου και αναγνωρίζουν τη σημασία του άρθρου 26 της σύμβασης πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού για την επίτευξη των στόχων της σύμβασης.

2.   Κάθε μέρος χορηγεί χρηματοδοτική στήριξη για τις εθνικές δραστηριότητές του για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου, σύμφωνα με τα εθνικά σχέδια, τις προτεραιότητες και τα προγράμματά του.

3.   Τα μέρη προωθούν, κατά περίπτωση, τη χρήση διμερών, περιφερειακών, υποπεριφερειακών και άλλων πολυμερών διαύλων για τη χορήγηση χρηματοδότησης για την ενίσχυση της ικανότητας των μερών που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και των μερών με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 18, ενθαρρύνονται τα μέρη, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και τις πολιτικές τους και όταν είναι απαραίτητο, να χρησιμοποιούν κατασχεμένα έσοδα που προέρχονται από το παράνομο εμπόριο καπνού, προϊόντων καπνού και εξοπλισμού κατασκευής για την επίτευξη των στόχων του παρόντος πρωτοκόλλου.

5.   Τα μέρη που εκπροσωπούνται σε συναφείς περιφερειακούς και διεθνείς διακυβερνητικούς οργανισμούς και χρηματοπιστωτικούς και αναπτυξιακούς οργανισμούς ενθαρρύνουν αυτές τις οντότητες να χορηγούν χρηματοδοτική συνδρομή για να βοηθήσουν τα μέρη που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και τα μέρη με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου, χωρίς να περιορίζουν τα δικαιώματα συμμετοχής σε αυτούς τους οργανισμούς.

6.   Τα μέρη συμφωνούν ότι:

α)

για να βοηθηθούν τα μέρη να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, θα πρέπει να συγκεντρώνονται και να χρησιμοποιούνται όλοι οι πιθανοί και υφιστάμενοι πόροι που διατίθενται για δραστηριότητες που συνδέονται με τον στόχο του παρόντος πρωτοκόλλου, προς όφελος όλων των μερών, ιδίως των μερών που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και των μερών με οικονομίες μετάβασης, και

β)

η Γραμματεία της σύμβασης παρέχει σε μέρη που αποτελούν αναπτυσσόμενες χώρες και σε μέρη με οικονομίες σε μεταβατικό στάδιο, εάν το ζητήσουν, συμβουλές σχετικά με τις διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης, για να τους διευκολύνει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου.

7.   Τα μέρη μπορούν να ζητήσουν από την καπνοβιομηχανία να επιβαρυνθεί με τα έξοδα που συνδέονται με τις υποχρεώσεις ενός μέρους να επιτύχει τους στόχους του παρόντος πρωτοκόλλου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

8.   Τα μέρη καταβάλλουν προσπάθεια, με την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου τους, να επιτύχουν την αυτοχρηματοδότηση της εφαρμογής του πρωτοκόλλου, μεταξύ άλλων μέσω της είσπραξης φόρων και άλλων επιβαρύνσεων σε προϊόντα καπνού.

ΜΕΡΟΣ VIII

ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 37

Επίλυση διαφορών

Η επίλυση διαφορών μεταξύ των μερών σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου διέπεται από το άρθρο 27 της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

ΜΕΡΟΣ IX

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

Άρθρο 38

Τροποποιήσεις του πρωτοκόλλου

1.   Κάθε μέρος μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Οι τροποποιήσεις του παρόντος πρωτοκόλλου εξετάζονται και εγκρίνονται από τη σύνοδο των μερών. Το κείμενο κάθε προτεινόμενης τροποποίησης του παρόντος πρωτοκόλλου κοινοποιείται στα μέρη από τη Γραμματεία της σύμβασης τουλάχιστον έξι μήνες πριν τη συνεδρίαση στην οποία υποβάλλεται για έγκριση. Η Γραμματεία της σύμβασης κοινοποιεί επίσης τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στα μέρη που έχουν υπογράψει το παρόν πρωτόκολλο και, για ενημέρωση, στον θεματοφύλακα.

3.   Τα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να καταλήξουν σε ομόφωνη απόφαση για κάθε προτεινόμενη τροποποίηση του παρόντος πρωτοκόλλου. Εάν εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για την επίτευξη ομοφωνίας και δεν επιτευχθεί, η τροποποίηση εγκρίνεται, ως έσχατη λύση, από την πλειοψηφία των τριών τετάρτων των μερών που είναι παρόντα και ψηφίζουν στη συνεδρίαση. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, με τον όρο «παρόντα και ψηφίζοντα μέρη» νοούνται τα μέρη που είναι παρόντα και αποθέτουν θετική ή αρνητική ψήφο. Η Γραμματεία της σύμβασης διαβιβάζει κάθε εγκριθείσα τροπολογία στον θεματοφύλακα, ο οποίος την κοινοποιεί σε όλα τα μέρη προς αποδοχή.

4.   Τα μέσα αποδοχής μιας τροποποίησης κατατίθενται στον θεματοφύλακα. Τροποποίηση που εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 τίθεται σε ισχύ για τα μέρη που την έχουν αποδεχτεί την 90ή ημέρα από την ημερομηνία παραλαβής από τον θεματοφύλακα της πράξης αποδοχής τουλάχιστον από τα δύο τρίτα των μερών.

5.   Η τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για όλα τα άλλα μέρη την 90ή ημέρα από την ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω μέρος καταθέτει στον θεματοφύλακα την πράξη του αποδοχής της εν λόγω τροποποίησης.

Άρθρο 39

Έκδοση και τροποποίηση παραρτημάτων του παρόντος πρωτοκόλλου

1.   Κάθε μέρος μπορεί να υποβάλει προτάσεις για παράρτημα του παρόντος πρωτοκόλλου και να προτείνει τροποποιήσεις των παραρτημάτων του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Τα παραρτήματα περιορίζονται σε καταλόγους, έντυπα και κάθε άλλο περιγραφικό υλικό που αφορά διαδικαστικά, επιστημονικά, τεχνικά ή διοικητικά θέματα.

3.   Τα παραρτήματα του παρόντος πρωτοκόλλου και οι τροποποιήσεις τους προτείνονται, εγκρίνονται και τίθενται σε ισχύ σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 38.

ΜΕΡΟΣ X

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 40

Επιφυλάξεις

Το παρόν πρωτόκολλο δεν επιδέχεται επιφυλάξεων.

Άρθρο 41

Αποχώρηση

1.   Ανά πάσα στιγμή μετά την παρέλευση δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία έχει τεθεί σε ισχύ το παρόν πρωτόκολλο για ένα μέρος, το εν λόγω μέρος δύναται να αποχωρήσει από το πρωτόκολλο παραδίδοντας έγγραφη κοινοποίηση στον θεματοφύλακα.

2.   Κάθε τέτοια αποχώρηση αρχίζει να ισχύει κατά τη λήξη ενός έτους από την ημερομηνία παραλαβής από τον θεματοφύλακα της κοινοποίησης της αποχώρησης ή από μεταγενέστερη ημερομηνία η οποία ορίζεται στην κοινοποίησης της αποχώρησης.

3.   Κάθε μέρος που αποχωρεί από τη σύμβαση-πλαίσιο της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού θεωρείται ότι αποχωρεί και από το παρόν πρωτόκολλο, με ισχύ από την ημερομηνία αποχώρησής του από τη σύμβαση-πλαίσιο της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού.

Άρθρο 42

Δικαίωμα ψήφου

1.   Κάθε μέρος του παρόντος πρωτοκόλλου έχει μία ψήφο, εκτός από την πρόβλεψη της παραγράφου 2.

2.   Οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης, για θέματα της αρμοδιότητάς τους, ασκούν το δικαίωμα ψήφου με αριθμό ψήφων ίσο προς τον αριθμό των κρατών μελών τους που είναι μέρη του παρόντος πρωτοκόλλου. Οι οργανισμοί αυτοί δεν μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου, εάν κάποιο από τα κράτη μέλη τους ασκήσει το δικαίωμα ψήφου του, και αντιστρόφως.

Άρθρο 43

Υπογραφή

Το πρωτόκολλο είναι ανοικτό για υπογραφή από όλα τα μέρη της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού στην έδρα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στη Γενεύη από τις 10 έως τις 11 Ιανουαρίου 2013 και μετέπειτα στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη έως τις 9 Ιανουαρίου 2014.

Άρθρο 44

Κύρωση, αποδοχή, έγκριση, τυπική επιβεβαίωση ή προσχώρηση

1.   Το παρόν πρωτόκολλο υπόκειται στην κύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση των κρατών και την τυπική επιβεβαίωση ή την προσχώρηση των οργανισμών περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που είναι μέρη της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού. Είναι ανοικτό για προσχώρηση από την επομένη της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας υπογραφής του πρωτοκόλλου. Οι πράξεις κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, τυπικής επιβεβαίωσης ή προσχώρησης κατατίθενται στον θεματοφύλακα.

2.   Κάθε οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που γίνεται μέρος, χωρίς να είναι μέρος κανένα από τα κράτη μέλη του, δεσμεύεται από όλες τις υποχρεώσεις βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου. Όσον αφορά τους οργανισμούς ένα ή περισσότερα κράτη μέλη των οποίων είναι μέρη, ο οργανισμός και τα κράτη μέλη του αποφασίζουν σχετικά με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους για την τήρηση των υποχρεώσεών τους βάσει του παρόντος πρωτοκόλλου. Στις περιπτώσεις αυτές, ο οργανισμός και τα κράτη μέλη δεν δικαιούνται να ασκούν ταυτοχρόνως δικαιώματα δυνάμει του παρόντος πρωτοκόλλου.

3.   Οι οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δηλώνουν, στις πράξεις τους για την τυπική επιβεβαίωση ή στις πράξεις προσχώρησής τους, την έκταση της αρμοδιότητάς τους όσον αφορά τα θέματα που διέπονται από το παρόν πρωτόκολλο. Οι οργανισμοί αυτοί ενημερώνουν επίσης τον θεματοφύλακα, ο οποίος με τη σειρά του ενημερώνει τα μέρη για κάθε ουσιαστική τροποποίηση όσον αφορά την αρμοδιότητά τους.

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος

1.   Το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την 90ή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης στον θεματοφύλακα της 40ής πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, τυπικής επιβεβαίωσης ή προσχώρησης.

2.   Για κάθε μέρος της σύμβασης-πλαισίου της ΠΟΥ για τον έλεγχο του καπνού που επικυρώνει, αποδέχεται, εγκρίνει ή επιβεβαιώνει τυπικά το παρόν πρωτόκολλο ή προσχωρεί σε αυτό, αφού εκπληρωθούν οι όροι που ορίζονται στην παράγραφο 1 για την έναρξη της ισχύος, το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την ενενηκοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης της πράξης επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, προσχώρησης ή τυπικής επιβεβαίωσής του.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, καμία νομική πράξη που κατατίθεται από έναν οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης δεν προστίθεται στα μέσα που έχουν ήδη καταθέσει τα κράτη μέλη του εν λόγω οργανισμού.

Άρθρο 46

Θεματοφύλακας

Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών εκτελεί χρέη θεματοφύλακα του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 47

Αυθεντικά κείμενα

Το πρωτότυπο του παρόντος πρωτοκόλλου, του οποίου τα κείμενα στην αγγλική, αραβική, γαλλική, ισπανική, κινεζική και ρωσική γλώσσα είναι εξίσου αυθεντικά, κατατίθεται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.


(1)  Τα μέρη μπορούν να παραπέμπουν στο εναρμονισμένο σύστημα περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων του Παγκόσμιου Οργανισμού Τελωνείων για τον σκοπό αυτό, κατά περίπτωση.

(2)  Κατά περίπτωση, με τον όρο εθνικός ή εσωτερικός νοούνται επίσης και οι περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης.

(3)  Η ασφαλής ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ δύο μερών είναι ανθεκτική στην υποκλοπή και στην επέμβαση (παραποίηση). Με άλλους όρους, τα στοιχεία που ανταλλάσσονται μεταξύ των δύο μερών δεν μπορούν να αναγνωσθούν ούτε να τροποποιηθούν από έναν τρίτο.


1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/38


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/1751 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 20ής Σεπτεμβρίου 2016

σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 115, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο β) και το άρθρο 218 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2016/242 του Συμβουλίου (2), το τροποποιητικό πρωτόκολλο της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις υπογράφηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2016, με την επιφύλαξη της σύναψής του σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

(2)

Το κείμενο του τροποποιητικού πρωτοκόλλου, που είναι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων, αντικατοπτρίζει δεόντως τις οδηγίες διαπραγμάτευσης που εξέδωσε το Συμβούλιο δεδομένου ότι εναρμονίζει τη συμφωνία με τις τελευταίες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, και συγκεκριμένα με το παγκόσμιο πρότυπο για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών σε φορολογικά θέματα που εκπονήθηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Η Ένωση, τα κράτη μέλη της και το Πριγκιπάτο της Ανδόρας έχουν συμμετάσχει ενεργά στις εργασίες του παγκόσμιου φόρουμ του ΟΟΣΑ για τη στήριξη της ανάπτυξης και της εφαρμογής του εν λόγω παγκόσμιου προτύπου. Το κείμενο της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το τροποποιητικό πρωτόκολλο, αποτελεί τη νομική βάση για την εφαρμογή του παγκόσμιου προτύπου στις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

(4)

Το τροποποιητικό πρωτόκολλο θα πρέπει να εγκριθεί εξ ονόματος της Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το τροποποιητικό πρωτόκολλο της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις.

Το κείμενο του τροποποιητικού πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

1.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει, εξ ονόματος της Ένωσης, στην κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του τροποποιητικού πρωτοκόλλου (4).

2.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Πριγκιπάτο της Ανδόρας και τα κράτη μέλη για τις κοινοποιήσεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης, όπως προκύπτει από το τροποποιητικό πρωτόκολλο.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 20 Σεπτεμβρίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

I. KORČOK


(1)  Γνώμη της 9ης Μαρτίου 2016 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/242 του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2016, σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (ΕΕ L 45 της 20.2.2016, σ. 10).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(4)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος του τροποποιητικού πρωτοκόλλου θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.


1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/40


ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΌ ΠΡΩΤΌΚΟΛΛΟ

της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ,

και

ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΗΣ ΑΝΔΟΡΑΣ εφεξής «Ανδόρα»,

εφεξής αποκαλούμενοι αμφότεροι «συμβαλλόμενο μέρος» ή, από κοινού, «συμβαλλόμενα μέρη»,

Προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή το πρότυπο του ΟΟΣΑ για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών, εφεξής «παγκόσμιο πρότυπο», σε ένα πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλομένων μερών,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν μακροχρόνια και στενή σχέση όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή σε φορολογικά θέματα, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή μέτρων ισοδύναμων με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις υπό μορφή τόκων (1), και την επιθυμία να βελτιώσουν τη διεθνή φορολογική συμμόρφωση με περαιτέρω αξιοποίηση της εν λόγω σχέσης,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη επιθυμούν να καταλήξουν σε συμφωνία για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης με βάση αμοιβαία αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, με την επιφύλαξη ορισμένων διατάξεων περί εμπιστευτικότητας και άλλων μέτρων προστασίας, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που περιορίζουν τη χρήση των ανταλλασσόμενων πληροφοριών,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το άρθρο 12 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (2), στο εξής αναφερόμενη ως «συμφωνία», με τη μορφή πριν από την τροποποίησή της από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο, η οποία προβλέπει επί του παρόντος ότι η ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος περιορίζεται σε συμπεριφορά που συνιστά φορολογική απάτη ή παρόμοια, θα πρέπει να εναρμονιστεί με το πρότυπο του ΟΟΣΑ για τη διαφάνεια και την ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη θα εφαρμόζουν τις αντίστοιχες νομοθεσίες και πρακτικές τους για την προστασία των δεδομένων στην επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων που ανταλλάσσονται βάσει της συμφωνίας όπως αυτή τροποποιείται δυνάμει του παρόντος Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου και αναλαμβάνουν την υποχρέωση να ενημερώνονται αμοιβαία, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σε περίπτωση αλλαγής επί της ουσίας των εν λόγω νόμων και πρακτικών,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η απόφαση 2010/625/ΕΕ της Επιτροπής, της 19 Οκτωβρίου 2010, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ανδόρα (3) ανέφερε ότι για όλες τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας, η Ανδόρα θεωρείται ότι παρέχει κατάλληλο επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα κράτη μέλη και η Ανδόρα θα διαθέτουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου i) κατάλληλες εγγυήσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που λαμβάνουν βάσει της συμφωνίας όπως αυτή τροποποιείται δυνάμει του παρόντος Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου παραμένουν εμπιστευτικές και χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς και από τα πρόσωπα ή τις αρχές που ασχολούνται με την αξιολόγηση ή τη συλλογή ή την ανάκτηση, την επιβολή της εφαρμογής ή την άσκηση δίωξης, ή τον καθορισμό των μέσων προσφυγής σε σχέση με τους φόρους, ή την εποπτεία αυτών, καθώς και για άλλους εγκεκριμένους σκοπούς, και ii) την υποδομή για μια αποτελεσματική σχέση ανταλλαγής (συμπεριλαμβανομένων καθιερωμένων διαδικασιών για τη διασφάλιση της έγκαιρης, ακριβούς, ασφαλούς και εμπιστευτικής ανταλλαγής πληροφοριών, αποτελεσματικών και αξιόπιστων κοινοποιήσεων, και δυνατοτήτων για την ταχεία επίλυση ερωτημάτων και ζητημάτων σχετικά με τις ανταλλαγές ή τις αιτήσεις για ανταλλαγές και την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο),

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, οι αποστέλλουσες αρμόδιες αρχές και οι λαμβάνουσες αρμόδιες αρχές, ως υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων, θα πρέπει να διατηρούν τις πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την συμφωνία, όπως τροποποιείται από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο, μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκπλήρωση των σκοπών της συμφωνίας. Δεδομένων των διαφορών στη νομοθεσία των κρατών μελών και της Ανδόρας, η μέγιστη περίοδος διατήρησης θα πρέπει να ορισθεί για κάθε συμβαλλόμενο μέρος σε συνάρτηση με τους κανόνες παραγραφής που προβλέπονται στην εθνική φορολογική νομοθεσία κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι κατηγορίες των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων και των Δηλωτέων Λογαριασμών που καλύπτονται από τη συμφωνία, όπως τροποποιείται με το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο, είναι διαμορφωμένες ώστε να περιορίζονται οι δυνατότητες των φορολογουμένων να αποφεύγουν να δηλωθούν μεταφέροντας περιουσιακά στοιχεία σε Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα ή επενδύοντας σε χρηματοοικονομικά προϊόντα που δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο. Εντούτοις, ορισμένα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και ορισμένοι λογαριασμοί που παρουσιάζουν χαμηλό κίνδυνο χρησιμοποίησης για φοροδιαφυγή θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής. Σε γενικές γραμμές, δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται κατώτατα όρια, καθώς αυτά θα μπορούσαν να παρακαμφθούν εύκολα μέσω της διάσπασης λογαριασμών σε διαφορετικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα. Οι χρηματοοικονομικές πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται και να ανταλλάσσονται δεν θα πρέπει να αφορούν μόνο κάθε σχετικό εισόδημα (τόκοι, μερίσματα και παρόμοια είδη εισοδήματος), αλλά και τα υπόλοιπα λογαριασμών και τα έσοδα από πωλήσεις χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, για την αντιμετώπιση καταστάσεων στις οποίες οι φορολογούμενοι επιδιώκουν την απόκρυψη κεφαλαίου που αποτελεί καθαυτό εισόδημα ή περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων έχει υπάρξει φοροδιαφυγή. Ως εκ τούτου, η επεξεργασία πληροφοριών στο πλαίσιο της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο, είναι αναγκαία και αναλογική προκειμένου οι φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών και της Ανδόρας να είναι σε θέση να ταυτοποιούν ορθά και κατηγορηματικά τους σχετικούς φορολογούμενους, να εφαρμόζουν και να επιβάλλουν τη φορολογική τους νομοθεσία σε διασυνοριακές υποθέσεις, να αξιολογούν την πιθανότητα διάπραξης φοροδιαφυγής και να αποφεύγουν κάθε περιττή περαιτέρω έρευνα,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις» (εφεξής η «συμφωνία») τροποποιείται ως ακολούθως:

1)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης»·

2)

Τα άρθρα 1 έως 19 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

α)   «Ευρωπαϊκή Ένωση»: η Ένωση, όπως ορίζεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η οποία περιλαμβάνει τα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπό τους όρους που καθορίζονται στην εν λόγω τελευταία Συνθήκη.

β)   «κράτος μέλος»: κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

γ)   «Ανδόρα»: το Πριγκιπάτο της Ανδόρας.

δ)   «Αρμόδιες Αρχές της Ανδόρας» και «Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών»: οι αρχές που απαριθμούνται στο παράρτημα III, στο στοιχείο α) και στα στοιχεία β) έως αγ), αντιστοίχως. Το παράρτημα ΙΙΙ αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας συμφωνίας. Ο κατάλογος των αρμόδιων αρχών στο παράρτημα ΙΙΙ μπορεί να τροποποιηθεί με απλή κοινοποίηση στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος από την Ανδόρα, όσον αφορά την αρχή που αναφέρεται στο στοιχείο α) του εν λόγω παραρτήματος, και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τις αρχές που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως αγ) του εν λόγω παραρτήματος.

ε)   «χρηματοπιστωτικό ίδρυμα κράτους μέλους»: i) κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που έχει έδρα σε κράτος μέλος, εξαιρουμένου κάθε υποκαταστήματος αυτού του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που ευρίσκεται εκτός του εν λόγω κράτους μέλους, και ii) κάθε υποκατάστημα χρηματοπιστωτικού ιδρύματος το οποίο δεν έχει έδρα στο κράτος μέλος αυτό, εφόσον το εν λόγω υποκατάστημα βρίσκεται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

στ)   «χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Ανδόρας»: i) κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που έχει έδρα στην Ανδόρα, εξαιρουμένου όμως κάθε υποκαταστήματος αυτού του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που ευρίσκεται εκτός Ανδόρας, και ii) κάθε υποκατάστημα χρηματοπιστωτικού ιδρύματος το οποίο δεν έχει έδρα στην Ανδόρα, εφόσον το εν λόγω υποκατάστημα βρίσκεται στην Ανδόρα.

ζ)   «Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα»: κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα κράτους μέλους ή της Ανδόρας, ανάλογα με την περίπτωση, το οποίο δεν είναι μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

η)   «Δηλωτέος Λογαριασμός»: δηλωτέος λογαριασμός κράτους μέλους ή της Ανδόρας, ανάλογα με την περίπτωση, υπό την προϋπόθεση ότι έχει χαρακτηριστεί ως τέτοιος βάσει των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με τα παραρτήματα I και II, του εν λόγω κράτους μέλους ή στην Ανδόρα.

θ)   «Δηλωτέος Λογαριασμός κράτους μέλους»: Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που τηρείται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα στην Ανδόρα και κατέχεται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα κράτους μέλους που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή από Παθητική MXO με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα κράτους μέλους.

ι)   «Δηλωτέος Λογαριασμός Ανδόρας»: Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που τηρείται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους και κατέχεται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα κατοίκους Ανδόρας που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή από Παθητική MXO με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα Ανδόρας.

ια)   «πρόσωπο κράτους μέλους»: φυσικό πρόσωπο ή Οντότητα που χαρακτηρίζεται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα της Ανδόρας ως κάτοικος κράτους μέλους σύμφωνα με διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που συνάδουν με τα παραρτήματα I και II, ή κληρονομία θανόντος που ήταν κάτοικος κράτους μέλους.

ιβ)   «πρόσωπο Ανδόρας»: το φυσικό πρόσωπο ή η Οντότητα που χαρακτηρίζεται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους ως κάτοικος Ανδόρας σύμφωνα με διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που συνάδουν με τα παραρτήματα I και II, ή κληρονομία θανόντος ήταν κάτοικος Ανδόρας.

2.   Κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία γράμματα που δεν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία θα έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο κατά τον χρόνο εκείνο, i) για τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (4) ή, κατά περίπτωση, το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που εφαρμόζει την παρούσα συμφωνία, και ii) για την Ανδόρα, δυνάμει της εθνικής της νομοθεσίας, η εν λόγω έννοια είναι συνεπής με την έννοια που καθορίζεται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ.

Οιοσδήποτε όρος που δεν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία ή στα παραρτήματα Ι ή ΙΙ, εκτός εάν απαιτείται διαφορετικά από τα συμφραζόμενα ή η Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους και η Αρμόδια Αρχή της Ανδόρας συμφωνούν σε μια κοινή έννοια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 (όπως επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία), θα έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο κατά τον χρόνο εκείνο σύμφωνα με το δίκαιο της οικείας δικαιοδοσίας που εφαρμόζει την παρούσα συμφωνία, i) για τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας ή, κατά περίπτωση, από το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, και ii) για την Ανδόρα, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, κάθε έννοια σύμφωνα με την εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία της οικείας δικαιοδοσίας (είτε είναι κράτος μέλος είτε η Ανδόρα) που υπερισχύει της έννοιας που δίδεται στον όρο σύμφωνα με τους νόμους της εν λόγω δικαιοδοσίας.

Άρθρο 2

Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους Δηλωτέους Λογαριασμούς

1.   Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων κανόνων δήλωσης στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με τα παραρτήματα Ι και ΙΙ, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας, η Αρμόδια Αρχή της Ανδόρας θα ανταλλάσσει ετησίως με καθεμία από τις Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών και καθεμία από τις Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών θα ανταλλάσσει ετησίως με την Αρμόδια Αρχή της Ανδόρας σε αυτόματη βάση τις πληροφορίες που αποκτώνται σύμφωνα με τους εν λόγω κανόνες και που διευκρινίζονται στην παράγραφο 2.

2.   Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται είναι, στην περίπτωση κράτους μέλους για κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό Ανδόρας, και στην περίπτωση της Ανδόρας για κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό κράτους μέλους:

α)

το όνομα, η διεύθυνση, ο ΑΦΜ και η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης (στην περίπτωση φυσικού προσώπου) κάθε Δηλωτέου Προσώπου που είναι Δικαιούχος του Λογαριασμού και, στην περίπτωση Οντότητας η οποία είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και για την οποία, κατόπιν εφαρμογής διαδικασιών δέουσας επιμέλειας σύμφωνων προς τα παραρτήματα Ι και ΙΙ, διαπιστώνεται ότι διαθέτει ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, η επωνυμία, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ της Οντότητας, καθώς και το όνομα, η διεύθυνση, ο ΑΦΜ και η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης κάθε Δηλωτέου Προσώπου·

β)

ο αριθμός λογαριασμού (ή λειτουργικό ισοδύναμο ελλείψει αριθμού λογαριασμού)·

γ)

η ονομασία και ο αριθμός ταυτοποίησης (εάν υπάρχει) του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος·

δ)

το υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού (συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, της Αξίας Εξαγοράς κατά τη λήξη ή της τιμής εξαγοράς σε περίπτωση πρόωρης λύσης του συμβολαίου) στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων, ή το κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια αυτού του έτους ή αυτής της περιόδου·

ε)

σε περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής:

i)

το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των μερισμάτων και το συνολικό ακαθάριστο ποσό λοιπών εισοδημάτων που προέκυψαν σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται στον λογαριασμό, σε κάθε περίπτωση που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό (ή σε σχέση με τον λογαριασμό) κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

ii)

τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά Χρηματοοικονομικών Περιουσιακών Στοιχείων, τα οποία καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων και για τα οποία το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ενήργησε ως θεματοφύλακας, μεσάζων, εντολοδόχος ή άλλως ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Κατόχου του Λογαριασμού·

στ)

σε περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

ζ)

σε περίπτωση λογαριασμού που δεν περιγράφεται στην παράγραφο 2 στοιχείο ε) ή στ), το συνολικό ακαθάριστο ποσό που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον Δικαιούχο Λογαριασμού σε σχέση με τον λογαριασμό, κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων, ως προς το οποίο το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα είναι οφειλέτης ή χρεώστης, συμπεριλαμβανομένου του συνολικού ποσού τυχόν πληρωμών εξόφλησης προς τον Δικαιούχο Λογαριασμού κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.

Άρθρο 3

Χρόνος και τρόπος αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών στο άρθρο 2, το ποσό και ο χαρακτηρισμός των πληρωμών που πραγματοποιούνται σε σχέση με Δηλωτέο Λογαριασμό καθορίζονται σύμφωνα με τις αρχές της φορολογικής νομοθεσίας της δικαιοδοσίας (είτε είναι κράτος μέλος είτε η Ανδόρα) που ανταλλάσσει τις πληροφορίες.

2.   Για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών στο άρθρο 2, στις πληροφορίες που ανταλλάσσονται διευκρινίζεται το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται κάθε σχετικό ποσό.

3.   Όσον αφορά το άρθρο 2 παράγραφος 2, η ανταλλαγή των πληροφοριών πρέπει να αφορά το πρώτο έτος από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016 και όλα τα επόμενα έτη και οι πληροφορίες θα ανταλλάσσονται εντός εννέα μηνών από το τέλος του ημερολογιακού έτους στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες.

4.   Οι αρμόδιες αρχές θα ανταλλάσσουν αυτόματα τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 σε ένα σύστημα κοινού προτύπου αναφοράς σε Επεκτάσιμη Γλώσσα Σήμανσης (Extensible Markup Language).

5.   Οι αρμόδιες αρχές θα συμφωνήσουν σχετικά με μία ή περισσότερες μεθόδους διαβίβασης στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων κρυπτογράφησης.

Άρθρο 4

Συνεργασία για τη συμμόρφωση και την επιβολή

Η Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους θα ειδοποιεί την Αρμόδια Αρχή της Ανδόρας και η Αρμόδια Αρχή της Ανδόρας θα ειδοποιεί την Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους όταν η πρωτοαναφερόμενη (ειδοποιούσα) Αρμόδια Αρχή έχει λόγο να πιστεύει ότι κάποιο σφάλμα μπορεί να έχει οδηγήσει σε εσφαλμένη ή ατελή διαβίβαση πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 2 ή υπάρχει μη συμμόρφωση από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αναφοράς και τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τα παραρτήματα Ι και ΙΙ. Η ειδοποιούμενη Αρμόδια Αρχή θα λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που είναι διαθέσιμα βάσει του εσωτερικού της δικαίου προκειμένου να διορθώσει τα σφάλματα ή τη μη συμμόρφωση που περιγράφονται στην ειδοποίηση.

Άρθρο 5

Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος

1.   Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου 2 και οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας που προβλέπει την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος μεταξύ της Ανδόρας και οιουδήποτε κράτους μέλους, η Αρμόδια Αρχή της Ανδόρας και η Αρμόδια Αρχή οιουδήποτε κράτους μέλους ανταλλάσσουν, κατόπιν αιτήματος, τοιαύτες πληροφορίες που, κατά πάσα πιθανότητα, είναι συναφείς για την εκτέλεση των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας ή τη διοίκηση ή την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας σχετικά με τους φόρους κάθε είδους και την περιγραφή που επιβάλλεται για λογαριασμό της Ανδόρας και των κρατών μελών, ή των πολιτικών υποδιαιρέσεων ή τοπικών αρχών τους, στο βαθμό που η φορολογία σύμφωνα με την εν λόγω εθνική νομοθεσία δεν είναι αντίθετη προς ισχύουσα συμφωνία περί διπλής φορολόγησης μεταξύ της Ανδόρας και του σχετικού κράτους μέλους.

2.   Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και του άρθρο 6, δεν θεωρείται ότι επιβάλλουν στην Ανδόρα ή σε κράτος μέλος την υποχρέωση:

α)

να λαμβάνει διοικητικά μέτρα που διαφέρουν από τη νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική της Ανδόρας ή του εν λόγω κράτους μέλους, αντίστοιχα·

β)

να παρέχει πληροφορίες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ληφθούν βάσει της νομοθεσίας του ή στα πλαίσια της κανονικής διοικητικής πρακτικής της Ανδόρας ή του εν λόγω κράτους μέλους, αντίστοιχα·

γ)

να παρέχουν πληροφορίες που θα κοινοποιούσαν συναλλακτικά, επιχειρηματικά, βιομηχανικά, εμπορικά ή επαγγελματικά απόρρητα, ή εμπορική διαδικασία, ή πληροφορίες των οποίων η γνωστοποίηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη (ordre public).

3.   Εάν ζητούνται πληροφορίες από ένα κράτος μέλος ή από την Ανδόρα, που ενεργεί ως αιτούσα δικαιοδοσία σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η Ανδόρα ή το κράτος μέλος που ενεργεί ως η δικαιοδοσία στην οποία υποβάλλεται το αίτημα χρησιμοποιεί τα μέτρα συγκέντρωσης πληροφοριών, προκειμένου να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ακόμη και αν η δικαιοδοσία στην οποία υποβάλλεται το αίτημα μπορεί να μην χρειάζεται τις πληροφορίες αυτές για δικούς της φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση που περιλαμβάνεται στην προηγούμενη πρόταση υπόκειται στους περιορισμούς της παραγράφου 2, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι οι εν λόγω περιορισμοί επιτρέπουν στη δικαιοδοσία στην οποία υποβάλλεται το αίτημα να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή η εν λόγω δικαιοδοσία δεν έχει εγχώριο συμφέρον για τις πληροφορίες αυτές.

4.   Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν θεωρείται ότι επιτρέπουν στην Ανδόρα ή σε κράτος μέλος να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή κάτοχος των πληροφοριών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του θεματοφύλακα ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

5.   Οι Αρμόδιες Αρχές θα συμφωνήσουν σχετικά με τα τυποποιημένα έντυπα καθώς και για μία ή περισσότερες μεθόδους διαβίβασης στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων κρυπτογράφησης.

Άρθρο 6

Εμπιστευτικότητα και διασφαλίσεις για την προστασία των δεδομένων

1.   Κάθε πληροφορία που λαμβάνεται από δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε η Ανδόρα) βάσει της παρούσας συμφωνίας αντιμετωπίζεται ως εμπιστευτική και προστατεύεται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι πληροφορίες που λαμβάνονται βάσει του εσωτερικού δικαίου της εν λόγω δικαιοδοσίας και, στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, και τις διασφαλίσεις που προσδιορίζονται από τη δικαιοδοσία που παρέχει τις πληροφορίες όπως απαιτείται δυνάμει του εσωτερικού της δικαίου.

2.   Οι πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επιδίωξη των σκοπών της παρούσας συμφωνίας και, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους εγχώριους κανόνες περί παραγραφής κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας.

3.   Σε κάθε περίπτωση, οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται μόνο στα πρόσωπα ή στις αρχές (συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών ή εποπτικών οργάνων) που ασχολούνται με την αξιολόγηση, τη συλλογή ή την ανάκτηση, την επιβολή ή την άσκηση δίωξης, ή τον καθορισμό των μέσων προσφυγής σε σχέση με τους φόρους της εν λόγω δικαιοδοσίας (είτε κράτους μέλους είτε της Ανδόρας), ή την επίβλεψη αυτών. Μόνο τα πρόσωπα ή οι αρχές που αναφέρονται ανωτέρω επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες και μόνο για σκοπούς που αναφέρονται στην προηγούμενη πρόταση. Μπορούν, παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1, να τις κοινοποιούν σε δημόσιες διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίου ή σε δικαστικές αποφάσεις σχετικά με το εν λόγω είδος φόρων.

4.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, οι πληροφορίες που λαμβάνονται από μια δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε η Ανδόρα) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς, όταν οι εν λόγω πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιούνται κατ' αυτόν τον τρόπο σύμφωνα με τη νομοθεσία της δικαιοδοσίας που παρέχει τις πληροφορίες (αντιστοίχως, η Ανδόρα ή ένα κράτος μέλος) και η Αρμόδια Αρχή της εν λόγω δικαιοδοσίας επιτρέπει τη χρήση αυτή. Πληροφορίες που παρέχονται από μια δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε η Ανδόρα) σε άλλη δικαιοδοσία (αντιστοίχως, την Ανδόρα ή ένα κράτος μέλος) μπορούν να διαβιβάζονται από την τελευταία σε τρίτη δικαιοδοσία (άλλο κράτος μέλος), υπό τον όρο της προηγούμενης έγκρισης από την Αρμόδια Αρχή της πρώτης αναφερόμενης δικαιοδοσίας, από την οποία προέρχονταν οι πληροφορίες.

Πληροφορίες που παρέχονται από ένα κράτος μέλος σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το εφαρμοστέο του δίκαιο για την εφαρμογή της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, μπορούν να διαβιβάζονται στην Ανδόρα, υπό τον όρο της προηγούμενης έγκρισης από την Αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες.

5.   Κάθε Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους ή της Ανδόρας θα ενημερώνει αμέσως την άλλη Αρμόδια Αρχή, δηλαδή εκείνη της Ανδόρας ή του εν λόγω κράτους μέλους, αντιστοίχως, σχετικά με τυχόν παραβίαση της εμπιστευτικότητας, μη τήρηση των διασφαλίσεων και τυχόν επακόλουθη επιβολή κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων.

Άρθρο 7

Διαβουλεύσεις και αναστολή της παρούσας συμφωνίας

1.   Εάν προκύψουν δυσκολίες κατά την εφαρμογή ή την ερμηνεία της παρούσας συμφωνίας, οποιαδήποτε από τις Αρμόδιες Αρχές της Ανδόρας ή κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει διαβουλεύσεις μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής της Ανδόρας και μίας ή περισσοτέρων από τις Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών προκειμένου να εκπονηθούν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλιστεί η τήρηση της παρούσας συμφωνίας. Οι εν λόγω Αρμόδιες Αρχές κοινοποιούν αμέσως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στις Αρμόδιες Αρχές των άλλων κρατών μελών τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεών τους. Σχετικά με προβλήματα ερμηνείας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να λάβει, ενδεχομένως, μέρος στις διαβουλεύσεις εφόσον το ζητήσει οιαδήποτε από τις Αρμόδιες Αρχές.

2.   Αν η διαβούλευση αφορά σημαντικές περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, και η διαδικασία που περιγράφεται στην παράγραφο 1 δεν προβλέπει κατάλληλη διευθέτηση, η Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους ή της Ανδόρας μπορεί να αναστείλει την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας προς, αντιστοίχως, την Ανδόρα ή ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος, με γραπτή προειδοποίηση προς την άλλη Αρμόδια Αρχή. Η εν λόγω αναστολή θα έχει άμεση ισχύ. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, σημαντική μη συμμόρφωση περιλαμβάνει, χωρίς να περιορίζεται, μη συμμόρφωση προς τις περί εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, παράλειψη της Αρμόδιας Αρχής κράτους μέλους ή της Ανδόρας να παράσχει έγκαιρη και επαρκή πληροφόρηση, όπως απαιτείται βάσει της παρούσας συμφωνίας, ή καθορισμός του καθεστώτος των οντοτήτων ή των λογαριασμών ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί κατά τρόπο που ανατρέπει τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 8

Τροποποιήσεις

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται μεταξύ τους κάθε φορά που θεσπίζεται μια σημαντική αλλαγή σε επίπεδο ΟΟΣΑ σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία του παγκόσμιου προτύπου ή — εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη το κρίνουν απαραίτητο — προκειμένου να βελτιώσουν την τεχνική λειτουργία της παρούσας συμφωνίας ή να εκτιμήσουν και να αντικατοπτρίσουν άλλες διεθνείς εξελίξεις. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός ενός μηνός από την υποβολή του αιτήματος από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος ή το ταχύτερο δυνατόν σε επείγουσες περιπτώσεις.

2.   Με βάση την εν λόγω επαφή, τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να προβούν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσον είναι απαραίτητες τροποποιήσεις της παρούσας συμφωνίας.

3.   Για τους σκοπούς των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενημερώνει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος για τις πιθανές εξελίξεις που είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ομαλή λειτουργία της παρούσας συμφωνίας. Περιλαμβάνεται επίσης κάθε σχετική συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών και τρίτου κράτους.

4.   Μετά το πέρας των διαβουλεύσεων, η παρούσα συμφωνία μπορεί να τροποποιηθεί με πρωτόκολλο ή νέα συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.

Άρθρο 9

Περάτωση

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να περατώσει την παρούσα συμφωνία με σχετική κοινοποίηση την οποία απευθύνει εγγράφως στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η περάτωση αυτή ενεργοποιείται την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της λήξης περιόδου 12 μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της περάτωσης. Σε περίπτωση περάτωσης, όλες οι πληροφορίες που λήφθηκαν προηγουμένως δυνάμει της παρούσας συμφωνίας θα παραμείνουν εμπιστευτικές και θα διέπονται από το άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 10

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στα εδάφη των κρατών μελών στα οποία εφαρμόζονται η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπό τους όρους που προβλέπονται στις Συνθήκες αυτές και, αφετέρου, στο έδαφος της Ανδόρας.».

3)

τα παραρτήματα αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΟΙΝΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ («ΚΟΙΝΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ»)

ΤΜΗΜΑ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Α.

Με την επιφύλαξη των ενοτήτων Γ έως Ε, κάθε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να παρέχει στην Αρμόδια Αρχή της δικαιοδοσίας του (κράτος μέλος ή Ανδόρα) τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό του:

1.

το όνομα, τη διεύθυνση, τη(τις) δικαιοδοσία(ες) κατοικίας (κράτος μέλος ή Ανδόρα), τον/τους ΑΦΜ και την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης (στην περίπτωση φυσικού προσώπου) κάθε Δηλωτέου Προσώπου που είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και, στην περίπτωση οντότητας η οποία είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και για την οποία, κατόπιν εφαρμογής των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας κατά τα τμήματα V, VI και VII, διαπιστώνεται ότι διαθέτει ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, την ονομασία, τη διεύθυνση, τη(τις) δικαιοδοσία(ες) κατοικίας (κράτος μέλος ή Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) και τον/τους ΑΦΜ της οντότητας, καθώς και το όνομα, τη διεύθυνση, τη(τις) δικαιοδοσία(ες) κατοικίας (κράτος μέλος ή Ανδόρα), τον/τους ΑΦΜ και την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης κάθε Δηλωτέου Προσώπου·

2.

τον αριθμό λογαριασμού (ή λειτουργικό ισοδύναμο ελλείψει αριθμού λογαριασμού)·

3.

την ονομασία και τον αριθμό ταυτοποίησης (εάν υπάρχει) του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος·

4.

το υπόλοιπο ή την αξία του λογαριασμού (συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, της Αξίας Εξαγοράς κατά τη λήξη ή της τιμής εξαγοράς σε περίπτωση πρόωρης λύσης του συμβολαίου) στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων, ή το κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια αυτού του έτους ή αυτής της περιόδου·

5.

σε περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής:

α)

το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των μερισμάτων και το συνολικό ακαθάριστο ποσό λοιπών εισοδημάτων που προέκυψαν σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται στον λογαριασμό, σε κάθε περίπτωση που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό (ή σε σχέση με τον λογαριασμό) κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

β)

τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά Χρηματοοικονομικών Περιουσιακών Στοιχείων, τα οποία καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων και για τα οποία το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ενήργησε ως θεματοφύλακας, μεσάζων, εντολοδόχος ή άλλως ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Δικαιούχου του Λογαριασμού·

6.

σε περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

7.

σε περίπτωση λογαριασμού που δεν περιγράφεται στην ενότητα Α παράγραφοι 5 ή 6, το συνολικό ακαθάριστο ποσό που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον Δικαιούχο Λογαριασμού σε σχέση με τον λογαριασμό, κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων, ως προς το οποίο το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα είναι οφειλέτης ή χρεώστης, συμπεριλαμβανομένου του συνολικού ποσού τυχόν πληρωμών εξόφλησης προς τον Δικαιούχο Λογαριασμού κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.

Β.

Στις υποβληθείσες πληροφορίες πρέπει να διευκρινίζεται το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται κάθε ποσό.

Γ.

Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην ενότητα A παράγραφος 1, όσον αφορά κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό που συνιστά Προϋπάρχοντα Λογαριασμό, ο/οι ΑΦΜ ή η ημερομηνία γέννησης δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθούν εάν δεν υπάρχουν στα αρχεία του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος και εάν δεν απαιτείται άλλως η απόκτησή τους από το εν λόγω Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας ή οιασδήποτε νομικής πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κατά περίπτωση). Εντούτοις, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια προκειμένου να αποκτήσει τον/τους ΑΦΜ και την ημερομηνία γέννησης όσον αφορά Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς έως το τέλος του δεύτερου ημερολογιακού έτους που έπεται του έτους κατά το οποίο οι προϋπάρχοντες λογαριασμοί χαρακτηρίστηκαν ως Δηλωτέοι Λογαριασμοί.

Δ.

Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην ενότητα A παράγραφος 1, ο ΑΦΜ δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθεί εάν δεν έχει εκδοθεί από το οικείο κράτος μέλος, την Ανδόρα ή από άλλη δικαιοδοσία κατοικίας.

E.

Κατά παρέκκλιση από την ενότητα Α παράγραφος 1, ο τόπος γέννησης δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθεί, εκτός εάν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα υποχρεούται άλλως να τον πληροφορηθεί και να τον δηλώσει βάσει της εγχώριας νομοθεσίας και διατίθεται στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα δεδομένα που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

ΤΜΗΜΑ ΙΙ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ

Α.

Ένας λογαριασμός λογίζεται ως Δηλωτέος Λογαριασμός από την ημερομηνία κατά την οποία ταυτοποιείται ως τέτοιος, σύμφωνα με τις διατάξεις περί δέουσας επιμέλειας στα τμήματα II ως VII και, εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά, οι πληροφορίες σχετικά με Δηλωτέο Λογαριασμό πρέπει να υποβάλλονται ετησίως κατά το ημερολογιακό έτος που έπεται του έτους το οποίο αφορούν οι πληροφορίες.

Β.

Το υπόλοιπο ή η αξία ενός λογαριασμού προσδιορίζεται την τελευταία ημέρα του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.

Γ.

Όταν το κατώτατο όριο υπολοίπου ή αξίας πρέπει να προσδιοριστεί την τελευταία ημέρα ημερολογιακού έτους, το σχετικό υπόλοιπο ή αξία πρέπει να προσδιοριστεί την τελευταία ημέρα της περιόδου υποβολής στοιχείων που λήγει το συγκεκριμένο ημερολογιακό έτος ή εντός αυτού.

Δ.

Κάθε κράτος μέλος ή η Ανδόρα μπορεί να επιτρέπει στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να χρησιμοποιούν παρόχους υπηρεσιών για να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την υποβολή στοιχείων και τη δέουσα επιμέλεια οι οποίες ισχύουν για τα εν λόγω Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, όπως προβλέπεται στην εσωτερική νομοθεσία, αλλά οι υποχρεώσεις αυτές παραμένουν ευθύνη των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων.

Ε.

Κάθε κράτος μέλος ή η Ανδόρα μπορεί να επιτρέπει στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να εφαρμόζουν τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας για Νέους Λογαριασμούς σε Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς και τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας για Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας σε Λογαριασμούς Χαμηλότερης Αξίας. Όταν ένα κράτος μέλος ή η Ανδόρα επιτρέπει τη χρήση διαδικασιών δέουσας επιμέλειας για Νέους Λογαριασμούς σε Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς, παραμένουν σε ισχύ οι κανόνες που εφαρμόζονται κατά τα λοιπά στους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς.

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΝΤΕΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Προϋπαρχόντων Ατομικών Λογαριασμών.

Α.

Λογαριασμοί που δεν είναι απαραίτητο να εξεταστούν, να ταυτοποιηθούν ή να δηλωθούν. Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός που είναι Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων δεν είναι απαραίτητο να εξεταστεί, να ταυτοποιηθεί ή να δηλωθεί, εφόσον το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εμποδίζεται ουσιαστικά από τη νομοθεσία να πωλεί τέτοιο Συμβόλαιο σε κατοίκους δηλωτέας δικαιοδοσίας.

Β.

Λογαριασμοί χαμηλότερης αξίας. Σε ό,τι αφορά τους λογαριασμούς χαμηλότερης αξίας ισχύουν οι ακόλουθες διαδικασίες.

1.

Διεύθυνση κατοικίας. Αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει στα αρχεία του τρέχουσα διεύθυνση κατοικίας του Δικαιούχου Ατομικού Λογαριασμού που βασίζεται σε αποδεικτικό έγγραφο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να θεωρήσει ότι ο Δικαιούχος Ατομικού Λογαριασμού έχει τη φορολογική κατοικία του στο κράτος μέλος ή στην Ανδόρα ή σε άλλη δικαιοδοσία όπου βρίσκεται η διεύθυνση, προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον ο συγκεκριμένος Δικαιούχος Ατομικού Λογαριασμού είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

2.

Έρευνα σε ηλεκτρονικό αρχείο. Αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν στηρίζεται σε τρέχουσα διεύθυνση κατοικίας του Δικαιούχου Ατομικού Λογαριασμού που βασίζεται σε αποδεικτικό έγγραφο όπως αναφέρεται στην ενότητα Β παράγραφος 1, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να ερευνήσει στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα στοιχεία που διατηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα για οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενδείξεις και να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφοι 3 έως 6:

α)

ταυτοποίηση του Δικαιούχου Λογαριασμού ως κατοίκου Δηλωτέας Δικαιοδοσίας·

β)

τρέχουσα ταχυδρομική διεύθυνση ή διεύθυνση κατοικίας (συμπεριλαμβανομένης ταχυδρομικής θυρίδας) σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία·

γ)

ένας ή περισσότεροι τηλεφωνικοί αριθμοί σε δηλωτέα δικαιοδοσία και απουσία τηλεφωνικού αριθμού στην Ανδόρα ή στο κράτος μέλος του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, ανάλογα με την περίπτωση·

δ)

πάγιες εντολές (εκτός όσων σχετίζονται με Καταθετικό Λογαριασμό) για μεταφορά κεφαλαίων σε λογαριασμό που τηρείται σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία·

ε)

ισχύον πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής που χορηγείται σε πρόσωπο με διεύθυνση σε δηλωτέα δικαιοδοσία· ή

στ)

οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») ή διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» («in-care-of») σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν έχει στα αρχεία του άλλη διεύθυνση για τον Δικαιούχο Λογαριασμού.

3.

Αν κατά την ηλεκτρονική έρευνα δεν βρεθεί καμία από τις ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2, τότε δεν απαιτείται καμία περαιτέρω ενέργεια μέχρις ότου υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό ή ο λογαριασμός να καταστεί Λογαριασμός Υψηλής Αξίας.

4.

Αν κατά την ηλεκτρονική έρευνα βρεθεί οποιαδήποτε από τις ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε), ή αν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό, τότε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να θεωρήσει ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού έχει τη φορολογική κατοικία του σε κάθε δηλωτέα δικαιοδοσία για την οποία ταυτοποιείται ένδειξη, εκτός αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6 και ισχύει μία από τις εξαιρέσεις της παραγράφου αυτής σε ό,τι αφορά τον εν λόγω λογαριασμό.

5.

Αν κατά την ηλεκτρονική έρευνα βρεθεί οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») ή διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» και δεν βρεθεί άλλη διεύθυνση και καμία από τις ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) για τον Δικαιούχο Λογαριασμού, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει, με τη σειρά που αρμόζει καλύτερα στις περιστάσεις, να εφαρμόσει την έρευνα σε αρχείο εγγράφων που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 2 ή να επιδιώξει να εξασφαλίσει από τον Δικαιούχο Λογαριασμού αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο ώστε να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες αυτού του Δικαιούχου Λογαριασμού. Αν δεν βρεθεί ένδειξη κατά την έρευνα σε αρχείο εγγράφων και δεν σταθεί δυνατό να εξασφαλιστεί η αυτοπιστοποίηση ή το αποδεικτικό έγγραφο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να δηλώσει τον λογαριασμό στην Αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους του, ή της Ανδόρας, ανάλογα με την περίπτωση, ως μη τεκμηριωμένο λογαριασμό.

6.

Παρά την εξεύρεση ενδείξεων σύμφωνα με την ενότητα Β παράγραφος 2, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν είναι υποχρεωμένα να θεωρήσουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας αν:

α)

στις πληροφορίες που αφορούν τον Δικαιούχο Λογαριασμού περιλαμβάνεται τρέχουσα ταχυδρομική διεύθυνση ή διεύθυνση κατοικίας στη Δηλωτέα Δικαιοδοσία, ένας ή παραπάνω τηλεφωνικοί αριθμοί στην εν λόγω Δηλωτέα Δικαιοδοσία (και δεν υπάρχει τηλεφωνικός αριθμός στην Ανδόρα ή στο κράτος μέλος του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος) ή πάγιες εντολές (σε ό,τι αφορά Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς εκτός των Καταθετικών Λογαριασμών) για μεταφορά κεφαλαίων σε λογαριασμό που τηρείται σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία, και το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εξασφαλίζει ή έχει προηγουμένως εξετάσει και τηρεί αρχείο:

i)

αυτοπιστοποίησης από τον Δικαιούχο Λογαριασμού της(των) δικαιοδοσίας(ιών) κατοικίας (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλες δικαιοδοσίες) του εν λόγω Δικαιούχου Λογαριασμού που δεν περιλαμβάνει τέτοια Δηλωτέα Δικαιοδοσία· και

ii)

αποδεικτικών εγγράφων που βεβαιώνουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι μη δηλωτέος.

β)

στις πληροφορίες που αφορούν τον Δικαιούχο Λογαριασμού περιλαμβάνεται ισχύον πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής που χορηγείται σε πρόσωπο με διεύθυνση στη Δηλωτέα Δικαιοδοσία, και το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εξασφαλίζει ή έχει προηγουμένως εξετάσει και τηρεί αρχείο:

i)

αυτοπιστοποίησης από τον Δικαιούχο Λογαριασμού της(των) δικαιοδοσίας(ιών) κατοικίας (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλες δικαιοδοσίες) του εν λόγω Δικαιούχου Λογαριασμού που δεν περιλαμβάνει τέτοια Δηλωτέα Δικαιοδοσία· ή

ii)

αποδεικτικών εγγράφων που βεβαιώνουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι μη δηλωτέος.

Γ.

Διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης για Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας. Σε ό,τι αφορά τους Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας ισχύουν οι ακόλουθες διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης.

1.

Έρευνα σε ηλεκτρονικό αρχείο. Σε ό,τι αφορά τους Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να αναζητήσει στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα στοιχεία που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οποιαδήποτε από τις ενδείξεις οι οποίες αναφέρονται στην ενότητα Β παράγραφος 2.

2.

Έρευνα σε αρχείο εγγράφων. Αν οι βάσεις δεδομένων με δυνατότητα ηλεκτρονικής αναζήτησης του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος περιλαμβάνουν πεδία για τις πληροφορίες της ενότητας Γ παράγραφος 3 και περιέχουν όλα αυτά τα στοιχεία, τότε δεν απαιτείται περαιτέρω έρευνα σε αρχείο εγγράφων. Αν οι ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων δεν περιέχουν όλα αυτά τα στοιχεία, τότε, σε ό,τι αφορά Λογαριασμό Υψηλής Αξίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει επίσης να εξετάσει τον τρέχοντα κύριο φάκελο του πελάτη και, αν δεν περιλαμβάνονται στον τρέχοντα κύριο φάκελο του πελάτη, τα ακόλουθα έγγραφα που σχετίζονται με τον λογαριασμό και έχουν ληφθεί από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εντός των τελευταίων πέντε ετών για οποιαδήποτε από τις ενδείξεις που αναφέρονται στην ενότητα Β παράγραφος 2:

α)

το πιο πρόσφατο αποδεικτικό έγγραφο που παρελήφθη σε σχέση με τον λογαριασμό·

β)

την πιο πρόσφατη σύμβαση ανοίγματος λογαριασμού ή τεκμηρίωση·

γ)

την πιο πρόσφατη τεκμηρίωση που εξασφαλίστηκε από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC ή για άλλους ρυθμιστικούς σκοπούς·

δ)

τυχόν ισχύον πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής· και

ε)

τυχόν ισχύουσες πάγιες εντολές (εκτός όσων σχετίζονται με Καταθετικό Λογαριασμό) για μεταφορά κεφαλαίων.

3.

Εξαίρεση στην περίπτωση που οι βάσεις δεδομένων περιέχουν επαρκείς πληροφορίες. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν είναι υποχρεωμένα να προβούν στην έρευνα σε αρχείο εγγράφων που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 2, στην περίπτωση που οι ηλεκτρονικώς αναζητήσιμες πληροφορίες των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

το καθεστώς κατοικίας του Δικαιούχου Λογαριασμού·

β)

τη διεύθυνση κατοικίας και την ταχυδρομική διεύθυνση του Δικαιούχου Λογαριασμού που περιέχονται επί του παρόντος στον φάκελο που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα·

γ)

τον ή τους τηλεφωνικούς αριθμούς του Δικαιούχου Λογαριασμού οι οποίοι περιέχονται επί του παρόντος στον φάκελο που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, εάν υπάρχουν·

δ)

στην περίπτωση Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών εκτός των Καταθετικών Λογαριασμών, εάν υπάρχουν ισχύουσες πάγιες εντολές για μεταφορά κεφαλαίων του λογαριασμού σε άλλο λογαριασμό (συμπεριλαμβανομένου λογαριασμού σε άλλο υποκατάστημα του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος ή σε άλλο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα)·

ε)

εάν υπάρχει τρέχουσα διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» («in-care-of») ή οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») για τον Δικαιούχο Λογαριασμού· και

στ)

εάν υπάρχει πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής για τον λογαριασμό.

4.

Έρευνα του συμβούλου πελατείας για πραγματική γνώση. Πέρα από την έρευνα σε ηλεκτρονικά αρχεία και σε αρχεία εγγράφων που περιγράφονται στην ενότητα Γ παράγραφοι 1 και 2, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να χειρίζεται ως Δηλωτέο Λογαριασμό οποιονδήποτε Λογαριασμό Υψηλής Αξίας έχει ανατεθεί σε σύμβουλο πελατείας (συμπεριλαμβανομένων Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που αθροίζονται με αυτόν τον Λογαριασμό Υψηλής Αξίας), αν ο σύμβουλος πελατείας γνωρίζει πραγματικά ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

5.

Αποτελέσματα της ανεύρεσης ενδείξεων.

α)

Αν κατά την ενισχυμένη εξέταση των Λογαριασμών Υψηλής Αξίας, που περιγράφεται στην ενότητα Γ, δεν βρεθεί καμία από τις ενδείξεις που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 2 και δεν έχει διαπιστωθεί ότι ο λογαριασμός τηρείται από Δηλωτέο Πρόσωπο σύμφωνα με την ενότητα Γ παράγραφος 4, τότε δεν απαιτείται καμία περαιτέρω ενέργεια μέχρις ότου υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό.

β)

Αν κατά την ενισχυμένη εξέταση των Λογαριασμών Υψηλής Αξίας, που περιγράφεται στην ενότητα Γ, βρεθεί οποιαδήποτε από τις ενδείξεις που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) ή αν υπάρξει μεταγενέστερη αλλαγή στις περιστάσεις, η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό, τότε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να χειρίζεται τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό σε σχέση με κάθε Δηλωτέα Δικαιοδοσία για την οποία εντοπίζεται ένδειξη, εκτός αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6 και ισχύει μία από τις εξαιρέσεις της ενότητας αυτής όσον αφορά τον εν λόγω λογαριασμό.

γ)

Αν κατά την ενισχυμένη εξέταση των Λογαριασμών Υψηλής Αξίας, που περιγράφεται στην ενότητα Γ, βρεθεί οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») ή διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» και δεν βρεθεί άλλη διεύθυνση και καμία από τις άλλες ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) για τον Δικαιούχο Λογαριασμού, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να εξασφαλίσει από αυτόν τον Δικαιούχο Λογαριασμού αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο ώστε να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού. Αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει τέτοια αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο, οφείλει να δηλώσει τον λογαριασμό στην Αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους του ή της Ανδόρας, ανάλογα με την περίπτωση, ως μη τεκμηριωμένο λογαριασμό.

6.

Αν Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός δεν είναι Λογαριασμός Υψηλής Αξίας κατά την 31η Δεκεμβρίου που προηγείται της έναρξης ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, αλλά καταστεί Λογαριασμός Υψηλής Αξίας κατά την τελευταία ημέρα επόμενου ημερολογιακού έτους, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να ολοκληρώσει τις διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης που περιγράφονται στην ενότητα Γ όσον αφορά αυτόν τον λογαριασμό εντός του ημερολογιακού έτους που έπεται του έτους κατά το οποίο ο λογαριασμός καθίσταται Λογαριασμός Υψηλής Αξίας. Αν, βάσει της εν λόγω εξέτασης, αυτός ο λογαριασμός ταυτοποιηθεί ως Δηλωτέος Λογαριασμός, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να υποβάλλει τις απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με τον λογαριασμό αυτό, όσον αφορά το έτος κατά το οποίο ταυτοποιείται ως Δηλωτέος Λογαριασμός και τα επόμενα έτη, σε ετήσια βάση, εκτός αν ο Δικαιούχος Λογαριασμού πάψει να αποτελεί Δηλωτέο Πρόσωπο.

7.

Όταν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα εφαρμόσουν τις διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης που περιγράφονται στην ενότητα Γ σε Λογαριασμό Υψηλής Αξίας, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν είναι υποχρεωμένα να εφαρμόσουν εκ νέου τις διαδικασίες αυτές, εκτός από την έρευνα του συμβούλου πελατείας που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 4, στον ίδιο Λογαριασμό Υψηλής Αξίας οποιοδήποτε επόμενο έτος, εκτός αν ο λογαριασμός είναι μη τεκμηριωμένος, οπότε τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα οφείλουν να τις εφαρμόσουν εκ νέου ετησίως μέχρις ότου αυτός ο λογαριασμός πάψει να είναι μη τεκμηριωμένος.

8.

Εάν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις σε σχέση με Λογαριασμό Υψηλής Αξίας η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 2 με τον λογαριασμό, τότε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να χειριστεί τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό σε ό,τι αφορά κάθε Δηλωτέα Δικαιοδοσία για την οποία ταυτοποιείται ένδειξη, εκτός αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6 και ισχύει μία από τις εξαιρέσεις της παραγράφου αυτής όσον αφορά αυτόν τον λογαριασμό.

9.

Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα θέτουν σε εφαρμογή διαδικασίες ώστε να διασφαλίσουν ότι ο σύμβουλος πελατείας ταυτοποιεί οποιαδήποτε αλλαγή στις περιστάσεις ενός λογαριασμού. Για παράδειγμα, αν ένας σύμβουλος πελατείας ενημερωθεί ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού έχει νέα ταχυδρομική διεύθυνση σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα θεωρεί τη νέα διεύθυνση αλλαγή στις περιστάσεις και, αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6, εξασφαλίζει την κατάλληλη τεκμηρίωση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού.

Δ.

Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Ατομικών Λογαριασμών Υψηλής Αξίας πρέπει να ολοκληρωθεί εντός ενός έτους από τη θέση σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016. Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Ατομικών Λογαριασμών Χαμηλότερης Αξίας πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δύο ετών από τη θέση σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016.

Ε.

Τυχόν Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός που έχει ταυτοποιηθεί ως Δηλωτέος Λογαριασμός βάσει του παρόντος τμήματος πρέπει να λογιστεί Δηλωτέος Λογαριασμός όλα τα επόμενα έτη, εκτός αν ο Δικαιούχος Λογαριασμού πάψει να αποτελεί Δηλωτέο Πρόσωπο.

ΤΜΗΜΑ IV

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Νέων Ατομικών Λογαριασμών.

A.

Όσον αφορά τους Νέους Ατομικούς Λογαριασμούς, με το άνοιγμα του λογαριασμού το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εξασφαλίζει την αυτοπιστοποίηση, που μπορεί να είναι μέρος της τεκμηρίωσης για το άνοιγμα του λογαριασμού, η οποία επιτρέπει στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού και να επιβεβαιώσει την ευλογοφάνεια της αυτοπιστοποίησης αυτής με βάση τις πληροφορίες που συνέλεξε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σε σχέση με το άνοιγμα του λογαριασμού, συμπεριλαμβανομένης τυχόν τεκμηρίωσης που συγκέντρωσε σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC.

Β.

Αν από την αυτοπιστοποίηση διαπιστώνεται ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού έχει τη φορολογική κατοικία του σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λογίζει τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό και η αυτοπιστοποίηση περιλαμβάνει επίσης τον ΑΦΜ του Δικαιούχου Λογαριασμού σε αυτή τη Δηλωτέα Δικαιοδοσία (με την επιφύλαξη της ενότητας Δ του τμήματος I) και την ημερομηνία γέννησης.

Γ.

Εάν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις που σχετίζονται με Νέο Ατομικό Λογαριασμό η οποία έχει ως αποτέλεσμα το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να γνωρίζει, ή να θεωρεί ευλόγως, ότι η αρχική αυτοπιστοποίηση είναι λανθασμένη ή αναξιόπιστη, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν μπορεί να βασιστεί στην αρχική αυτοπιστοποίηση και εξασφαλίζει ισχύουσα αυτοπιστοποίηση που βεβαιώνει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού.

ΤΜΗΜΑ V

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΝΤΕΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Προϋπαρχόντων Λογαριασμών Οντοτήτων.

Α.

Λογαριασμοί Οντοτήτων που δεν είναι απαραίτητο να εξεταστούν, να ταυτοποιηθούν ή να δηλωθούν. Εκτός αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα αποφασίσει διαφορετικά, είτε σε ό,τι αφορά όλους τους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων είτε, ξεχωριστά, σε ό,τι αφορά μια σαφώς προσδιορισμένη ομάδα τέτοιων λογαριασμών, Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που δεν υπερβαίνει ποσό 250 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας στις 31 Δεκεμβρίου που προηγείται της έναρξης ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, δεν είναι απαραίτητο να εξεταστεί, να ταυτοποιηθεί ή να δηλωθεί ως Δηλωτέος Λογαριασμός έως ότου το αθροιστικό υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού υπερβεί αυτό το ποσό κατά την τελευταία ημέρα οποιουδήποτε επόμενου ημερολογιακού έτους.

Β.

Λογαριασμοί Οντοτήτων που υπόκεινται σε εξέταση. Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που υπερβαίνει ποσό 250 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας στις 31 Δεκεμβρίου που προηγείται της έναρξης ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, και Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων που δεν υπερβαίνει στις 31 Δεκεμβρίου που προηγείται της έναρξης ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, το ποσό αυτό, αλλά το αθροιστικό υπόλοιπο του λογαριασμού ή η αξία του υπερβαίνει το εν λόγω ποσό κατά την τελευταία ημέρα οποιουδήποτε επόμενου ημερολογιακού έτους, πρέπει να εξετάζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην ενότητα Δ.

Γ.

Λογαριασμοί Οντοτήτων για τους οποίους απαιτείται δήλωση. Σε ό,τι αφορά τους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων που περιγράφονται στην ενότητα Β, μόνο οι λογαριασμοί που τηρούνται από μία ή περισσότερες οντότητες που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή από παθητικές ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα λογίζονται ως Δηλωτέοι Λογαριασμοί.

Δ.

Διαδικασίες εξέτασης για την ταυτοποίηση Λογαριασμών Οντοτήτων που πρέπει να δηλωθούν. Για τους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων που περιγράφονται στην ενότητα Β, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα εφαρμόζουν τις ακόλουθες διαδικασίες εξέτασης ώστε να προσδιορίσουν εάν ο λογαριασμός τηρείται από ένα ή περισσότερα Δηλωτέα Πρόσωπα ή από παθητικές ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα:

1.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

α)

Εξέταση των πληροφοριών που τηρούνται για ρυθμιστικούς σκοπούς ή σκοπούς διαχείρισης σχέσεων με πελάτες (συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που συλλέγονται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC) ώστε να προσδιοριστεί αν οι πληροφορίες υποδεικνύουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας. Για τον σκοπό αυτό, οι πληροφορίες που υποδεικνύουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας περιλαμβάνουν τόπο ίδρυσης ή σύστασης, ή διεύθυνση σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία.

β)

Αν οι πληροφορίες υποδεικνύουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος δηλωτέας δικαιοδοσίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λογίζει τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό εκτός αν εξασφαλίσει αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή προσδιορίσει ευλόγως, βάσει πληροφοριών που έχει στην κατοχή του ή που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού δεν είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

2.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Όσον αφορά Δικαιούχο Λογαριασμού Προϋπάρχοντος Λογαριασμού Οντοτήτων (συμπεριλαμβανομένης Οντότητας που είναι Δηλωτέο Πρόσωπο), το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα προσδιορίζει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Αν οποιοδήποτε από τα Ελέγχοντα Πρόσωπα μιας παθητικής MXO είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τότε ο λογαριασμός λογίζεται ως Δηλωτέος Λογαριασμός. Προβαίνοντας στις ενέργειες αυτές, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ακολουθεί τις οδηγίες της ενότητας Δ παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) με τη σειρά που αρμόζει περισσότερο στις περιστάσεις.

α)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ. Προκειμένου να προσδιορίσει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να εξασφαλίσει αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ώστε να εξακριβώσει το καθεστώς του, εκτός αν έχει στην κατοχή του πληροφορίες ή υπάρχουν πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό βάσει των οποίων μπορεί να προσδιορίσει ευλόγως ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι ενεργή ΜΧΟ ή Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εκτός Επενδυτικής Οντότητας που περιγράφεται στην ενότητα A παράγραφος 6 στοιχείο β) του τμήματος VIII, το οποίο δεν αποτελεί Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας.

β)

Προσδιορισμός των Ελεγχόντων Προσώπων Δικαιούχου Λογαριασμού. Προκειμένου να προσδιορίσουν τα Ελέγχοντα Πρόσωπα Δικαιούχου Λογαριασμού, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται σε πληροφορίες που συλλέγονται και τηρούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC.

γ)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ένα Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο. Προκειμένου να προσδιορίσουν κατά πόσον ένα Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται:

i)

σε πληροφορίες που συλλέγονται και τηρούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC στην περίπτωση Προϋπάρχοντος Λογαριασμού Οντοτήτων που τηρούν μία ή περισσότερες ΜΧΟ με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που δεν υπερβαίνει 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας· ή

ii)

σε αυτοπιστοποίηση από τον δικαιούχο λογαριασμού ή σχετικό Ελέγχον Πρόσωπο της (των) δικαιοδοσίας (-ιών) (κράτος μέλος, Ανδόρα ή άλλες δικαιοδοσίες) στις οποίες το ελέγχον πρόσωπο είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς.

Ε.

Χρονοδιάγραμμα της εξέτασης και πρόσθετες διαδικασίες που εφαρμόζονται στους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων.

1.

Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Λογαριασμών Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που υπερβαίνει τα 250 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, στις 31 Δεκεμβρίου που προηγείται της θέσης σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της.

2.

Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Λογαριασμών Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που δεν υπερβαίνει τα 250 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, στις 31 Δεκεμβρίου που προηγείται της θέσης σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, αλλά υπερβαίνει αυτό το ποσό κατά την 31η Δεκεμβρίου επόμενου έτους, πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο ημερολογιακό έτος που έπεται του έτους κατά το οποίο το αθροιστικό υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού υπερβαίνει αυτό το ποσό.

3.

Εάν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις σε σχέση με Προϋπάρχοντα Λογαριασμό Οντοτήτων που έχει ως αποτέλεσμα το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να γνωρίζει, ή να θεωρεί ευλόγως, ότι η αυτοπιστοποίηση ή άλλη τεκμηρίωση που σχετίζεται με έναν λογαριασμό είναι λανθασμένη ή αναξιόπιστη, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα προσδιορίζει εκ νέου το καθεστώς του λογαριασμού σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην ενότητα Δ.

ΤΜΗΜΑ VI

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Νέων Λογαριασμών Οντοτήτων.

Α.

Διαδικασίες εξέτασης για την ταυτοποίηση Λογαριασμών Οντοτήτων που πρέπει να δηλωθούν. Για τους Νέους Λογαριασμούς Οντοτήτων, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα εφαρμόζουν τις ακόλουθες διαδικασίες εξέτασης ώστε να προσδιορίσουν εάν ο λογαριασμός τηρείται από ένα ή περισσότερα Δηλωτέα Πρόσωπα ή από παθητικές ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα:

1.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

α)

Εξασφάλιση αυτοπιστοποίησης, που μπορεί να είναι μέρος της τεκμηρίωσης για το άνοιγμα του λογαριασμού, η οποία επιτρέπει στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού και να επιβεβαιώσει την ευλογοφάνεια της αυτοπιστοποίησης αυτής με βάση τις πληροφορίες που συλλέγει το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σε σχέση με το άνοιγμα του λογαριασμού, συμπεριλαμβανομένης τεκμηρίωσης που συγκεντρώνεται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC. Αν η Οντότητα πιστοποιεί ότι δεν έχει φορολογική κατοικία, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να βασίζεται στη διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας προκειμένου να προσδιορίσει την κατοικία του Δικαιούχου Λογαριασμού.

β)

Αν η αυτοπιστοποίηση υποδεικνύει ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να χειριστεί τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό, εκτός αν διαπιστώσει ευλόγως, βάσει πληροφοριών που έχει στην κατοχή του ή που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού δεν είναι Δηλωτέο Πρόσωπο σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη Δηλωτέα Δικαιοδοσία.

2.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Όσον αφορά Δικαιούχο Λογαριασμού Νέου Λογαριασμού Οντοτήτων (συμπεριλαμβανομένης Οντότητας που είναι Δηλωτέο Πρόσωπο), το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να προσδιορίσει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική MXO με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Αν οποιοδήποτε από τα Ελέγχοντα Πρόσωπα μιας παθητικής MXO είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τότε ο λογαριασμός λογίζεται ως Δηλωτέος Λογαριασμός. Προβαίνοντας στις ενέργειες αυτές, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ακολουθεί τις οδηγίες της ενότητας Α παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) με τη σειρά που αρμόζει περισσότερο στις περιστάσεις.

α)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ. Προκειμένου να προσδιορίσει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να βασιστεί σε αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ώστε να εξακριβώσει το καθεστώς του, εκτός αν έχει στην κατοχή του πληροφορίες ή υπάρχουν πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό βάσει των οποίων μπορεί να προσδιορίσει ευλόγως ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι ενεργή ΜΧΟ ή Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εκτός Επενδυτικής Οντότητας που περιγράφεται στην ενότητα A παράγραφος 6 στοιχείο β) του τμήματος VIII, το οποίο δεν αποτελεί Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας.

β)

Προσδιορισμός των Ελεγχόντων Προσώπων Δικαιούχου Λογαριασμού. Προκειμένου να προσδιοριστούν τα Ελέγχοντα Πρόσωπα Δικαιούχου Λογαριασμού, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται σε πληροφορίες που συλλέγονται και τηρούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC.

γ)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ένα Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο. Προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται σε αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή το σχετικό Ελέγχον Πρόσωπο.

ΤΜΗΜΑ VII

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ

Κατά την εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας που περιγράφονται ανωτέρω ισχύουν οι ακόλουθοι πρόσθετοι κανόνες:

Α.

Αξιοπιστία αυτοπιστοποιήσεων και αποδεικτικών εγγράφων. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν μπορούν να βασίζονται σε αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο αν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν ή θεωρούν ευλόγως ότι η αυτοπιστοποίηση ή το αποδεικτικό έγγραφο είναι λανθασμένα ή αναξιόπιστα.

Β.

Εναλλακτικές διαδικασίες για Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που τηρούν μεμονωμένοι Δικαιούχοι Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Προσόδων και για ομαδικά Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με Αξία Εξαγοράς ή ομαδικά Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να θεωρήσουν ότι μεμονωμένος δικαιούχος (εκτός του ιδιοκτήτη) Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων στον οποίο καταβάλλεται παροχή θανάτου δεν είναι Δηλωτέο Πρόσωπο και μπορούν να θεωρήσουν έναν τέτοιο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό μη Δηλωτέο Λογαριασμό, εκτός αν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν πραγματικά, ή θεωρούν ευλόγως, ότι ο δικαιούχος είναι Δηλωτέο Πρόσωπο. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν ευλόγως ότι ο δικαιούχος Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων είναι Δηλωτέο Πρόσωπο αν οι πληροφορίες που συλλέγονται από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και σχετίζονται με τον δικαιούχο περιλαμβάνουν ενδείξεις κατά τα περιγραφόμενα στο τμήμα ΙΙΙ ενότητα Β. Αν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν πραγματικά, ή θεωρούν ευλόγως, ότι ο δικαιούχος είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα οφείλουν να ακολουθήσουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στο τμήμα ΙΙΙ ενότητα Β.

Ένα κράτος μέλος ή η Ανδόρα έχουν την επιλογή να επιτρέπουν στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να χειρίζονται Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που αποτελεί συμμετοχικό δικαίωμα σε ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή ομαδικό Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων ως Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που δεν είναι Δηλωτέος Λογαριασμός μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία ένα ποσό είναι πληρωτέο στον εργαζόμενο/κάτοχο πιστοποιητικού ή τον δικαιούχο, αν ο Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που αποτελεί συμμετοχικό δικαίωμα σε ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή ομαδικό Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή ομαδικό Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων εκδίδεται σε εργοδότη και καλύπτει 25 ή περισσότερους εργαζόμενους/κατόχους πιστοποιητικού·

β)

οι εργαζόμενοι/κάτοχοι πιστοποιητικού έχουν το δικαίωμα να λάβουν οποιαδήποτε συμβατική αξία σχετίζεται με τα συμφέροντά τους και να κατονομάσουν δικαιούχους για την παροχή που καταβάλλεται με τον θάνατο του εργαζομένου· και

γ)

το αθροιστικό ποσό που είναι πληρωτέο σε οποιονδήποτε εργαζόμενο/κάτοχο πιστοποιητικού ή δικαιούχο δεν υπερβαίνει 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας.

Ο όρος «ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς» σημαίνει Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς το οποίο i) παρέχει κάλυψη σε φυσικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται μέσω εργοδότη, εμπορικής ένωσης, συνδικαλιστικής οργάνωσης ή άλλης ένωσης ή ομάδας· και ii) χρεώνει ασφάλιστρο για κάθε μέλος της ομάδας (ή μέλος κατηγορίας εντός της ομάδας) το οποίο καθορίζεται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ατομικά χαρακτηριστικά υγείας εκτός της ηλικίας, του φύλου και των καπνιστικών συνηθειών του μέλους (ή της κατηγορίας μελών) της ομάδας.

Ο όρος «ομαδικό Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων» σημαίνει σύμβαση περιοδικών προσόδων σύμφωνα με την οποία οι δανειστές είναι άτομα που συνδέονται μέσω εργοδότη, εμπορικής ένωσης, συνδικαλιστικής οργάνωσης ή άλλης ένωσης ή ομάδας.

Πριν από τη θέση σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Ανδόρα και η Ανδόρα κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς την Ανδόρα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από την Ανδόρα σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή την Ανδόρα κοινοποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο.

Γ.

Άθροιση υπολοίπων λογαριασμών και νομισματικοί κανόνες.

1.

Άθροιση Ατομικών Λογαριασμών. Για τον προσδιορισμό του αθροιστικού υπολοίπου ή της αθροιστικής αξίας Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που τηρούνται από φυσικό πρόσωπο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα αθροίζει όλους τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που τηρούνται στο ίδιο ή σε Συνδεόμενη Οντότητα, αλλά μόνο στον βαθμό που τα μηχανογραφημένα συστήματα του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος συνδέουν τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς μέσω στοιχείου όπως ο αριθμός πελάτη ή ο ΑΦΜ και επιτρέπουν την άθροιση των υπολοίπων ή των αξιών των λογαριασμών. Για την εφαρμογή των απαιτήσεων άθροισης που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο, σε καθέναν από τους δικαιούχους κοινού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού καταλογίζεται ολόκληρο το υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού αυτού.

2.

Άθροιση Λογαριασμών Οντοτήτων. Για τον προσδιορισμό του αθροιστικού υπολοίπου ή της αθροιστικής αξίας Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που τηρούνται από Οντότητα, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λαμβάνει υπόψη όλους τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που τηρούνται στο ίδιο ή σε Συνδεόμενη Οντότητα, αλλά μόνο στον βαθμό που τα μηχανογραφημένα συστήματα του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος συνδέουν τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς μέσω στοιχείου όπως ο αριθμός πελάτη ή ο ΑΦΜ και επιτρέπουν την άθροιση των υπολοίπων ή των αξιών των λογαριασμών. Για την εφαρμογή των απαιτήσεων άθροισης που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο, σε καθέναν από τους δικαιούχους κοινού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού καταλογίζεται ολόκληρο το υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού αυτού.

3.

Ειδικός κανόνας άθροισης για τους συμβούλους πελατείας. Για τον προσδιορισμό του αθροιστικού υπολοίπου ή της αθροιστικής αξίας Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που τηρούνται από πρόσωπο, με σκοπό να προσδιοριστεί αν ένας Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός είναι Υψηλής Αξίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει επίσης να αθροίζει όλους τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που ο σύμβουλος πελατείας γνωρίζει ή ευλόγως θεωρεί ότι άμεσα ή έμμεσα ανήκουν, ελέγχονται ή έχουν ανοιχθεί (αλλά όχι με την ιδιότητα του θεματοφύλακα) από το ίδιο πρόσωπο.

4.

Ποσά που λογίζεται ότι περιλαμβάνουν το ισοδύναμό τους σε άλλα νομίσματα. Όλα τα ποσά που εκφράζονται σε δολάρια ή τα ποσά που εκφράζονται στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας λογίζεται ότι περιλαμβάνουν το ισοδύναμό τους σε άλλα νομίσματα, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία.

ΤΜΗΜΑ VIII

ΟΡΙΣΜΟΙ

Οι ακόλουθοι όροι έχουν τις κάτωθι έννοιες:

Α.

Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα

1.

Ως «Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα» νοείται κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα κράτους μέλους ή της Ανδόρας, ανάλογα με την περίπτωση, το οποίο δεν είναι μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

2.

Ως «Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας» νοείται i) κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που είναι κάτοικος σε Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία, εξαιρουμένου κάθε υποκαταστήματος αυτού του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος που ευρίσκεται εκτός της Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας αυτής, και ii) κάθε ευρισκόμενο σε Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία υποκατάστημα Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος το οποίο δεν είναι κάτοικος στην εν λόγω Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία.

3.

Ως «Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα» νοείται Ίδρυμα Θεματοφυλακής, Ίδρυμα Καταθέσεων, Επενδυτική Οντότητα ή Καθορισμένη Ασφαλιστική Εταιρεία.

4.

Ως «Ίδρυμα Θεματοφυλακής» νοείται κάθε Οντότητα που αναπτύσσει δραστηριότητα της οποίας ουσιώδης πτυχή είναι η φύλαξη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για λογαριασμό τρίτων. Η φύλαξη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για λογαριασμό τρίτων συνιστά ουσιώδη πτυχή της δραστηριότητας οντότητας εάν το ακαθάριστο εισόδημα της Οντότητας από τη φύλαξη χρηματοοικονομικών στοιχείων και συναφείς χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ανέρχεται τουλάχιστον στο 20 % του ακαθάριστου εισοδήματός της κατά το βραχύτερο από τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα: i) την τριετία που λήγει την 31η Δεκεμβρίου (ή την τελευταία ημέρα μη ημερολογιακής ετήσιας λογιστικής περιόδου) πριν από το έτος του προσδιορισμού· ή ii) το διάστημα κατά το οποίο υφίσταται η Οντότητα.

5.

Ως «Ίδρυμα Καταθέσεων» νοείται κάθε Οντότητα που δέχεται καταθέσεις στο σύνηθες πλαίσιο τραπεζικών ή παρεμφερών δραστηριοτήτων.

6.

Ως «Επενδυτική Οντότητα» νοείται κάθε Οντότητα:

α)

η οποία ασκεί κατά κύριο λόγο ως δραστηριότητα μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες εργασίες ή πράξεις για λογαριασμό ή εξ ονόματος πελάτη:

i)

διαπραγμάτευση σε μέσα της χρηματαγοράς (επιταγές, γραμμάτια, πιστοποιητικά καταθέσεων, παράγωγα κ.λπ.)· αγορές συναλλάγματος· μέσα σε συνάλλαγμα, επιτόκια και δείκτες· κινητές αξίες· ή συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί βασικών εμπορευμάτων·

ii)

ατομική και συλλογική διαχείριση χαρτοφυλακίου· ή

iii)

άλλες δραστηριότητες επένδυσης ή διαχείρισης χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ή χρημάτων εξ ονόματος τρίτων·ή

β)

το ακαθάριστο εισόδημα της οποίας προκύπτει κατά κύριο λόγο από επενδύσεις, επανεπενδύσεις ή αγοραπωλησίες χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, εάν την Οντότητα διαχειρίζεται άλλη Οντότητα που είναι Ίδρυμα Καταθέσεων, Ίδρυμα Θεματοφυλακής, Καθορισμένη Ασφαλιστική Εταιρεία ή Επενδυτική Οντότητα περιγραφόμενη στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο α).

Μια Οντότητα θεωρείται ότι ασκεί κατά κύριο λόγο ως δραστηριότητα μία ή περισσότερες από τις εργασίες που περιγράφονται στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο α) ή το ακαθάριστο εισόδημά της προκύπτει κατά κύριο λόγο από επενδύσεις, επανεπενδύσεις ή αγοραπωλησίες χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για τους σκοπούς της ενότητας A παράγραφος 6 στοιχείο β), εάν το ακαθάριστο εισόδημά της από τις σχετικές εργασίες ισούται ή υπερβαίνει το 50 % του ακαθάριστου εισοδήματός της κατά το βραχύτερο από τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα: i) την τριετία που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται του έτους του προσδιορισμού· ή ii) το διάστημα κατά το οποίο υφίσταται η Οντότητα. Στον όρο «Επενδυτική Οντότητα» δεν περιλαμβάνονται Οντότητες που αποτελούν ενεργές ΜΧΟ σύμφωνα με τα κριτήρια της ενότητας Δ παράγραφος 9 στοιχεία δ) έως ζ).

Η παρούσα παράγραφος ερμηνεύεται κατά τρόπο σύμφωνο με την παρεμφερή διατύπωση που χρησιμοποιείται για τον ορισμό του «Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος» στις συστάσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης.

7.

Στον όρο «Χρηματοοικονομικό Περιουσιακό Στοιχείο» περιλαμβάνονται οι τίτλοι (όπως μερίδιο στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών· εταιρικά δικαιώματα ή δικαιώματα επικαρπίας σε ευρείας συμμετοχής ή εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά προσωπικές εταιρείες ή καταπιστεύματα· γραμμάτια, ομολογίες, μη εγγυημένα ομόλογα ή άλλα αποδεικτικά οφειλής), εταιρικά δικαιώματα, εμπορεύματα, συμβάσεις ανταλλαγής (όπως συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων, συμβάσεις ανταλλαγής νομισμάτων, συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων διαφορετικής βάσης, συμβάσεις ανώτατου ορίου επιτοκίου, συμβάσεις κατώτατου ορίου επιτοκίου, συμβάσεις ανταλλαγής εμπορευμάτων, συμβάσεις ανταλλαγής μετοχών, συμβάσεις ανταλλαγής συνδεόμενες με δείκτες μετοχών και παρεμφερείς συμφωνίες), ασφαλιστικές συμβάσεις ή συμβάσεις περιοδικών προσόδων, ή κάθε δικαίωμα (συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων μελλοντικής εκπλήρωσης, των προθεσμιακών συμβάσεων ή συναφών δικαιωμάτων προαίρεσης) επί τίτλου, εταιρικού δικαιώματος, εμπορεύματος, σύμβασης ανταλλαγής, ασφαλιστικής σύμβασης ή σύμβασης περιοδικών προσόδων. Στον όρο «Χρηματοοικονομικό Περιουσιακό Στοιχείο» δεν περιλαμβάνονται μη συνδεόμενα με οφειλή άμεσα δικαιώματα επί ακίνητης περιουσίας.

8.

Ως «Καθορισμένη Ασφαλιστική Εταιρεία» νοείται κάθε Οντότητα η οποία είναι ασφαλιστική εταιρεία (ή η εταιρεία συμμετοχών που ελέγχει ασφαλιστική εταιρεία) που προσφέρει Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων ή υποχρεούται να καταβάλλει πληρωμές δυνάμει τέτοιου είδους συμβολαίων.

Β.

Μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα

1.

Ως «Μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα» νοείται κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που είναι:

α)

κρατική οντότητα, διεθνής οργανισμός ή κεντρική τράπεζα, όχι όμως όσον αφορά πληρωμή προκύπτουσα από υποχρέωση που έχει αναληφθεί σε σχέση με εμπορική χρηματοπιστωτική δραστηριότητα ανήκουσα σε είδος δραστηριότητας που ασκείται από καθορισμένη ασφαλιστική εταιρεία, ίδρυμα θεματοφυλακής ή ίδρυμα καταθέσεων·

β)

συνταξιοδοτικό ταμείο ευρείας συμμετοχής· συνταξιοδοτικό ταμείο περιορισμένης συμμετοχής· συνταξιοδοτικό ταμείο κρατικής οντότητας, διεθνούς οργανισμού ή κεντρικής τράπεζας· ή εγκεκριμένος εκδότης πιστωτικών καρτών·

γ)

κάθε άλλη οντότητα που παρουσιάζει χαμηλό κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί για φοροδιαφυγή, έχει ουσιωδώς παρεμφερή χαρακτηριστικά με οποιαδήποτε από τις οντότητες που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) και που ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο ως μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, και, για τα κράτη μέλη, προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 7α της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και έχει κοινοποιηθεί στην Ανδόρα και για την Ανδόρα έχει κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφόσον το καθεστώς της οντότητας αυτής ως μη Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος δεν θέτει σε κίνδυνο τους σκοπούς της συμφωνίας·

δ)

απαλλασσόμενος οργανισμός συλλογικών επενδύσεων· ή

ε)

καταπίστευμα στον βαθμό που ο καταπιστευματοδόχος είναι Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και δηλώνει όλες τις πληροφορίες που πρέπει να δηλώνονται σύμφωνα με το τμήμα I για όλους τους Δηλωτέους Λογαριασμούς του καταπιστεύματος.

2.

Ως «Κρατική Οντότητα» νοείται η κυβέρνηση κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας, κάθε πολιτική υποδιαίρεση κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας (που, για την αποφυγή αμφιβολιών, καλύπτει ως όρος τα κράτη, τις επαρχίες, τις περιφέρειες ή τους δήμους) ή κάθε υπηρεσία ή όργανο που τελεί υπό την πλήρη κυριότητα κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας ή ενός ή περισσοτέρων εκ των προαναφερόμενων (καθένα από τα οποία αποτελεί «κρατική οντότητα»). Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται τα συνιστώντα μέρη, οι ελεγχόμενες οντότητες και οι πολιτικές υποδιαιρέσεις κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας.

α)

Ως «Συνιστών Μέρος» κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας νοείται κάθε πρόσωπο, οργανισμός, υπηρεσία, γραφείο, ταμείο, όργανο ή άλλος φορέας, ανεξαρτήτως ονομασίας, που αποτελεί διοικούσα αρχή κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας. Τα καθαρά έσοδα της διοικούσας αρχής πρέπει να πιστώνονται στον λογαριασμό της ή στους λογαριασμούς του κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας και κανένα μερίδιό τους δεν πρέπει να καταλήγει προς όφελος ιδιώτη. Στον όρο «Συνιστών Μέρος» δεν περιλαμβάνονται φυσικά πρόσωπα ασκούντα εξουσία ή κατέχοντα επίσημες ή διοικητικές θέσεις τα οποία ενεργούν ως ιδιώτες ή υπό την προσωπική τους ιδιότητα.

β)

Ως ελεγχόμενη οντότητα νοείται κάθε Οντότητα που είναι διακριτή ως προς τη μορφή της από το κράτος μέλος, η Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία ή συνιστά άλλως διακριτή νομική οντότητα, υπό την προϋπόθεση ότι:

i)

η Οντότητα τελεί υπό την πλήρη κυριότητα και τον πλήρη έλεγχο μιας ή περισσοτέρων κρατικών οντοτήτων είτε άμεσα είτε μέσω μιας ή περισσοτέρων ελεγχόμενων οντοτήτων·

ii)

τα καθαρά έσοδα της Οντότητας πιστώνονται στον λογαριασμό της ή στους λογαριασμούς ενός ή περισσοτέρων Κρατικών Οντοτήτων και κανένα μερίδιό του εισοδήματός της δεν καταλήγει προς όφελος ιδιώτη· και

iii)

με τη διάλυσή της, τα περιουσιακά στοιχεία της Οντότητας περιέρχονται σε μια ή περισσότερες Κρατικές Οντότητες.

γ)

Το εισόδημα δεν θεωρείται ότι καταλήγει προς όφελος ιδιωτών εάν τα πρόσωπα αυτά είναι οι προβλεπόμενοι δικαιούχοι κρατικού προγράμματος και οι δραστηριότητες του προγράμματος εκτελούνται υπέρ της κοινής ωφέλειας του γενικού πληθυσμού ή αφορούν τη διαχείριση ορισμένης πτυχής της διακυβέρνησης. Ωστόσο, κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, το εισόδημα θεωρείται ότι καταλήγει προς όφελος ιδιωτών εάν προκύπτει από τη χρήση Κρατικής Οντότητας για την άσκηση εμπορικών δραστηριοτήτων, όπως, παραδείγματος χάρη, εμπορικών τραπεζικών δραστηριοτήτων, μέσω των οποίων παρέχονται χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σε ιδιώτες.

3.

Ως «Διεθνής Οργανισμός» νοείται κάθε διεθνής οργανισμός ή υπηρεσία ή όργανο που τελεί υπό την πλήρη κυριότητα αυτού. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται κάθε διακυβερνητικός οργανισμός (συμπεριλαμβανομένων των υπερεθνικών) i) που απαρτίζεται κατά κύριο λόγο από κυβερνήσεις· ii) έχει συνάψει ισχύουσα συμφωνία έδρας ή παρεμφερή επί της ουσίας συμφωνία με το κράτος μέλος, την Ανδόρα ή την άλλη δικαιοδοσία· και iii) του οποίου το εισόδημα δεν καταλήγει προς όφελος ιδιωτών.

4.

Ως «Κεντρική Τράπεζα» νοείται κάθε ίδρυμα το οποίο, είτε δια νόμου είτε με την έγκριση της κυβέρνησης, αποτελεί, εκτός από την κυβέρνηση του κράτους μέλους, της Ανδόρας ή της άλλης δικαιοδοσίας αυτής καθεαυτήν, την κύρια αρχή έκδοσης μέσων προοριζόμενων να κυκλοφορήσουν ως νόμισμα. Στα ιδρύματα αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται όργανα διακριτά από την κυβέρνηση του κράτους μέλους, της Ανδόρας ή της άλλης δικαιοδοσίας, είτε βρίσκονται υπό την πλήρη ή μερική κυριότητα του κράτους μέλους, της Ανδόρας ή της άλλης δικαιοδοσίας είτε όχι.

5.

Ως «Συνταξιοδοτικό Ταμείο Ευρείας Συμμετοχής» νοείται κάθε ταμείο που συνιστάται για να χορηγεί παροχές σύνταξης, αναπηρίας ή θανάτου ή συνδυασμό αυτών, ως αντάλλαγμα για παρασχεθείσες υπηρεσίες, σε δικαιούχους που είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι (ή πρόσωπα οριζόμενα από τους εργαζομένους αυτούς) σε έναν ή περισσότερους εργοδότες, υπό την προϋπόθεση ότι το ταμείο:

α)

δεν έχει έναν μοναδικό δικαιούχο με δικαίωμα που να υπερβαίνει το 5 % των περιουσιακών στοιχείων του ταμείου·

β)

υπόκειται σε κρατική κανονιστική ρύθμιση και υποβάλλει δηλώσεις πληροφοριών στις φορολογικές αρχές· και

γ)

πληροί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

το ταμείο απαλλάσσεται γενικά από φόρους επί του εισοδήματός του που προέρχεται από επενδύσεις ή στο εισόδημα αυτό επιβάλλεται αναβαλλόμενος φόρος ή φόρος με μειωμένο συντελεστή, επειδή πρόκειται για συνταξιοδοτικό πρόγραμμα·

ii)

το ταμείο λαμβάνει από τους εργοδότες που το χρηματοδοτούν τουλάχιστον το 50 % των συνολικών εισφορών του [πλην μεταφορών περιουσιακών στοιχείων από άλλα προγράμματα περιγραφόμενα στην ενότητα Β παράγραφοι 5 έως 7 ή από συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς περιγραφόμενους στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α)]·

iii)

διανομή ή ανάληψη ποσών από το ταμείο επιτρέπεται μόνο όταν επέρχονται συγκεκριμένα περιστατικά σχετιζόμενα με συνταξιοδότηση, αναπηρία ή θάνατο [πλην διανεμόμενων ποσών που επανατοποθετούνται σε άλλα συνταξιοδοτικά ταμεία περιγραφόμενα στην ενότητα B παράγραφοι 5 έως 7 ή σε συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς περιγραφόμενους στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α)],· διαφορετικά, εάν η διανομή ή η ανάληψη πραγματοποιηθεί πριν από τα συγκεκριμένα αυτά περιστατικά, επιβαρύνεται με ποινή· ή

iv)

οι εισφορές (πλην ορισμένων επιτρεπόμενων συμπληρωματικών εισφορών) των εργαζομένων στο ταμείο περιορίζονται σε συνάρτηση με το δεδουλευμένο εισόδημα του εργαζομένου ή δεν επιτρέπεται να υπερβούν ετησίως ποσό 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, εφαρμοζομένων των κανόνων που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση των λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων.

6.

Ως «Συνταξιοδοτικό Ταμείο Περιορισμένης Συμμετοχής» νοείται κάθε ταμείο που συνιστάται για να χορηγεί παροχές σύνταξης, αναπηρίας ή θανάτου, ως αντάλλαγμα για παρασχεθείσες υπηρεσίες, σε δικαιούχους που είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι (ή πρόσωπα οριζόμενα από τους εργαζομένους αυτούς) σε έναν ή περισσότερους εργοδότες, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

το ταμείο έχει λιγότερους από 50 συμμετέχοντες·

β)

το ταμείο χρηματοδοτείται από έναν ή περισσότερους εργοδότες που δεν είναι επενδυτικές οντότητες ή παθητικές ΜΧΟ·

γ)

οι εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών στο ταμείο [πλην μεταφορών περιουσιακών στοιχείων από συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς περιγραφόμενους στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α)] περιορίζονται σε συνάρτηση με το δεδουλευμένο εισόδημα και την αμοιβή του εργαζομένου, αντιστοίχως·

δ)

οι συμμετέχοντες που δεν είναι κάτοικοι της δικαιοδοσίας (του κράτους μέλους ή της Ανδόρας) όπου έχει την έδρα του το ταμείο δεν έχουν δικαίωμα επί των περιουσιακών στοιχείων του ταμείου που να υπερβαίνει το 20 %· και

ε)

το ταμείο υπόκειται σε κρατική κανονιστική ρύθμιση και υποβάλλει πληροφορίες στις φορολογικές αρχές.

7.

Ως «Συνταξιοδοτικό Ταμείο Κρατικής Οντότητας, Διεθνούς Οργανισμού ή Κεντρικής Τράπεζας» νοείται κάθε ταμείο που συνίσταται από κρατική οντότητα, διεθνή οργανισμό ή κεντρική τράπεζα για να χορηγεί παροχές σύνταξης, αναπηρίας ή θανάτου σε δικαιούχους ή συμμετέχοντες που είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι (ή πρόσωπα οριζόμενα από τους εργαζομένους αυτούς) ή που δεν είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι, εάν οι παροχές προς τους δικαιούχους ή τους συμμετέχοντες αυτούς χορηγούνται ως αντάλλαγμα για προσωπικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν για την κρατική οντότητα, τον διεθνή οργανισμό ή την κεντρική τράπεζα.

8.

Ως «Εγκεκριμένος Εκδότης Πιστωτικών Καρτών» νοείται Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

αποτελεί χρηματοπιστωτικό ίδρυμα απλώς και μόνον επειδή είναι εκδότης πιστωτικών καρτών ο οποίος δέχεται καταθέσεις μόνον όταν ο πελάτης καταβάλλει ποσό που υπερβαίνει το χρεωστικό υπόλοιπο της κάρτας και το καταβληθέν πλεονάζον ποσό δεν επιστρέφεται αμέσως στον πελάτη· και

β)

από ή πριν από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου το οποίο υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες ώστε είτε να μη δύναται ο πελάτης να καταβάλλει ποσό που να υπερβαίνει τα 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα του κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, είτε να εξασφαλίζει ότι επιστρέφεται στον πελάτη εντός 60 ημερών κάθε πληρωμή που υπερβαίνει το εν λόγω ποσό, εφαρμοζομένων σε αμφότερες τις περιπτώσεις των κανόνων που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων. Για τους σκοπούς αυτούς, το καταβληθέν από τον πελάτη πλεονάζον ποσό δεν αναφέρεται σε πιστωτικά υπόλοιπα στον βαθμό που αυτά σχετίζονται με αμφισβητηθείσες χρεώσεις, αλλά περιλαμβάνει πιστωτικά υπόλοιπα που προκύπτουν από επιστροφές εμπορευμάτων.

9.

Ως «Απαλλασσόμενος Οργανισμός Συλλογικών Επενδύσεων» νοείται κάθε επενδυτική οντότητα που υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση ως οργανισμός συλλογικών επενδύσεων, υπό την προϋπόθεση ότι όλα τα δικαιώματα επί του οργανισμού συλλογικών επενδύσεων τηρούνται από φυσικά πρόσωπα ή οντότητες που δεν είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή μέσω τέτοιων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων, εκτός από παθητικές ΜΧΟ με Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα.

Επενδυτική οντότητα που υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση ως οργανισμός συλλογικών επενδύσεων δεν παύει να θεωρείται δυνάμει της ενότητας Β παράγραφος 9 απαλλασσόμενος οργανισμός συλλογικών επενδύσεων απλώς και μόνον επειδή ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων έχει εκδώσει υλικές μετοχές στον κομιστή, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων δεν έχει εκδώσει και δεν εκδίδει υλικές μετοχές στον κομιστή μετά την 31η Δεκεμβρίου που προηγείται της θέσης σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016 ·

β)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων αποσύρει όλες τις μετοχές αυτές όταν του παραδίδονται·

γ)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων εκτελεί όλες τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στα τμήματα II έως VII και δηλώνει όλες τις πληροφορίες που πρέπει να δηλώνονται για τις μετοχές αυτές όταν προσκομίζονται για εξαγορά ή άλλη πληρωμή· και

δ)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες που διασφαλίζουν την εξαγορά ή την ακινητοποίηση των μετοχών αυτών το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016.

Γ.

Χρηματοοικονομικός λογαριασμός

1.

Ως «Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός» νοείται λογαριασμός που τηρείται σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Στον όρο περιλαμβάνονται οι Καταθετικοί Λογαριασμοί, οι Λογαριασμοί Θεματοφυλακής και:

α)

σε περίπτωση επενδυτικής οντότητας, κάθε συμμετοχικό ή συνδεόμενο με οφειλή δικαίωμα επί του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Παρά τα οριζόμενα ανωτέρω, ο όρος «Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός» δεν περιλαμβάνει συμμετοχικά ή συνδεόμενα με οφειλή δικαιώματα επί οντότητας που αποτελεί επενδυτική οντότητα απλώς και μόνον επειδή i) παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε πελάτη και ενεργεί εξ ονόματός του ή ii) διαχειρίζεται χαρτοφυλάκια και ενεργεί εξ ονόματος πελάτη για την επένδυση ή τη διαχείριση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων κατατεθειμένων στο όνομα του πελάτη σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα διαφορετικό από την εν λόγω οντότητα·

β)

σε περίπτωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που δεν περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 1 στοιχείο α), κάθε συμμετοχικό ή συνδεόμενο με οφειλή δικαίωμα επί του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, εάν η κατηγορία των εν λόγω δικαιωμάτων δημιουργήθηκε με σκοπό την αποφυγή της υποβολής δηλώσεων σύμφωνα με το τμήμα I· και

γ)

κάθε Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων που προσφέρεται από Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ή τηρείται σε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, πλην των μη συνδεόμενων με επενδύσεις και μη μεταβιβάσιμων συμβολαίων προσόδων άμεσης καταβολής που προσφέρονται σε φυσικά πρόσωπα και καλύπτουν παροχές σύνταξης ή αναπηρίας καταβαλλόμενες στο πλαίσιο λογαριασμών που είναι εξαιρούμενοι.

Στον όρο «Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός» δεν περιλαμβάνονται οι λογαριασμοί που είναι εξαιρούμενοι.

2.

Ως «Καταθετικός Λογαριασμός» νοείται κάθε εμπορικός, τρεχούμενος, αποταμιευτικός ή προθεσμιακός λογαριασμός ή λογαριασμός βεβαιούμενος από πιστοποιητικό καταθέσεων, πιστοποιητικό αποταμίευσης, πιστοποιητικό επενδύσεων, πιστοποιητικό οφειλής ή άλλο παρόμοιο μέσο που τηρείται σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στο σύνηθες πλαίσιο τραπεζικών ή παρόμοιων δραστηριοτήτων. Στον όρο «Καταθετικός Λογαριασμός» περιλαμβάνεται επίσης κάθε ποσό που τηρείται σε ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει συμβολαίου εγγυημένης απόδοσης ή παρόμοιας συμφωνίας για την καταβολή ή την πίστωση τόκου επί του ποσού αυτού.

3.

Ως «Λογαριασμός Θεματοφυλακής» νοείται κάθε λογαριασμός (πλην των Ασφαλιστηρίων Συμβολαίων ή Συμβολαίων Περιοδικών Προσόδων) στον οποίο φυλάσσεται ένα ή περισσότερα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία προς όφελος τρίτου.

4.

Ως «Συμμετοχικό Δικαίωμα» νοείται, στην περίπτωση προσωπικής εταιρείας που είναι χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, δικαίωμα είτε επί του κεφαλαίου είτε επί των κερδών της εταιρείας. Στην περίπτωση καταπιστεύματος που είναι χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, συμμετοχικό δικαίωμα θεωρείται ότι κατέχει οποιοδήποτε πρόσωπο λογίζεται καταπιστευματοπάροχος ή δικαιούχος του συνόλου ή μέρους του καταπιστεύματος ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο έχει τον τελικό πραγματικό έλεγχο του καταπιστεύματος. Τα Δηλωτέα Πρόσωπα θα λογίζονται δικαιούχοι καταπιστεύματος εάν έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα (επί παραδείγματι, μέσω εντολοδόχου), υποχρεωτική διανομή ή μπορούν να λαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα, προαιρετική διανομή από το καταπίστευμα.

5.

Ως «Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο» νοείται κάθε συμβόλαιο (πλην των Συμβολαίων Περιοδικών Προσόδων) βάσει του οποίου ο ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλει ποσό όταν επέλθει καθορισμένο περιστατικό που αφορά θάνατο, ασθένεια, ατύχημα, ζημιά ή κίνδυνο σχετιζόμενο με ακίνητη περιουσία.

6.

Ως «Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων» νοείται κάθε συμβόλαιο βάσει του οποίου ο ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλλει πληρωμές για χρονική περίοδο που καθορίζεται εν όλω ή εν μέρει σε σχέση με το προσδόκιμο ζωής ενός ή περισσότερων φυσικών προσώπων. Στον όρο περιλαμβάνονται επίσης συμβόλαια που θεωρούνται Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων σύμφωνα με τους νόμους, τους κανονισμούς ή τις πρακτικές της δικαιοδοσίας (του κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης δικαιοδοσίας) όπου εκδόθηκε το συμβόλαιο και βάσει της οποίας ο ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλλει πληρωμές για μια σειρά ετών.

7.

Ως «Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς» νοείται κάθε Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο (πλην συμβολαίου αντασφάλισης ζημιών μεταξύ δύο ασφαλιστικών εταιρειών) που έχει αξία εξαγοράς.

8.

Ως «Αξία Εξαγοράς» νοείται το μεγαλύτερο από τα δύο ακόλουθα ποσά: i) το ποσό που δικαιούται να λάβει ο αντισυμβαλλόμενος σε περίπτωση εξαγοράς ή λύσης της σύμβασης (το οποίο προσδιορίζεται χωρίς αφαίρεση τυχόν ποινής εξαγοράς ή δανείου ληφθέντος δυνάμει της ασφαλιστικής σύμβασης) και ii) το ποσό που μπορεί να δανείζεται ο αντισυμβαλλόμενος δυνάμει της σύμβασης ή σε σχέση με τη σύμβαση αυτή. Παρά τα οριζόμενα ανωτέρω, ο όρος «Αξία Εξαγοράς» δεν περιλαμβάνει τα ποσά που είναι καταβλητέα δυνάμει Ασφαλιστηρίου Συμβολαίου:

α)

αποκλειστικά λόγω θανάτου φυσικού προσώπου που ήταν ασφαλισμένο με συμβόλαιο ασφάλισης ζωής·

β)

ως παροχή λόγω προσωπικής βλάβης ή ασθένειας ή άλλη παροχή που χορηγείται ως αποζημίωση για οικονομική απώλεια προκαλούμενη με την επέλευση του περιστατικού που καλύπτεται από την ασφάλιση·

γ)

ως επιστροφή προηγουμένως καταβληθέντων ασφαλίστρων (μείον το κόστος των ασφαλιστικών επιβαρύνσεων, είτε έχουν όντως επιβληθεί είτε όχι) δυνάμει ασφαλιστηρίου συμβολαίου (πλην συνδεδεμένου με επενδύσεις συμβολαίου ασφάλισης ζωής ή περιοδικών προσόδων), λόγω ακύρωσης ή λύσης του συμβολαίου, μείωσης της έκθεσης σε κινδύνους κατά την περίοδο ισχύος του συμβολαίου, ή διόρθωσης καταχώρισης ή παρόμοιου σφάλματος σε σχέση με τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται για το συμβόλαιο·

δ)

ως μέρισμα υπέρ του αντισυμβαλλόμενου (πλην του μερίσματος λύσης) εφόσον το μέρισμα σχετίζεται με ασφαλιστήριο συμβόλαιο δυνάμει του οποίου καταβλητέες είναι μόνον οι παροχές που περιγράφονται στην ενότητα Γ παράγραφος 8 στοιχείο β)· ή

ε)

ως επιστροφή προκαταβληθέντος ασφαλίστρου ή ασφαλίστρου κατατεθειμένου έναντι ασφαλιστηρίου συμβολαίου για το οποίο το ασφάλιστρο καταβάλλεται τουλάχιστον ετησίως, εάν το ποσό του προκαταβληθέντος ασφαλίστρου ή του κατατεθειμένου για την κάλυψη μελλοντικών ασφαλίστρων ποσού δεν υπερβαίνει το επόμενο ετήσιο ασφάλιστρο που θα πρέπει να καταβληθεί δυνάμει του συμβολαίου.

9.

Ως «Προϋπάρχων Λογαριασμός» νοείται:

α)

χρηματοοικονομικός λογαριασμός που τηρείται σε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κατά την 31η Δεκεμβρίου πριν από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016.

β)

Ένα κράτος μέλος ή η Ανδόρα έχει την ευχέρεια να επεκτείνει την έννοια του όρου «Προϋπάρχων Λογαριασμός» ώστε να νοείται επίσης κάθε Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός Δικαιούχου, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας κατά την οποία ανοίχθηκε ο εν λόγω λογαριασμός, εάν:

i)

ο Δικαιούχος του Λογαριασμού τηρεί επίσης στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ή σε συνδεόμενη οντότητα εντός της ίδιας δικαιοδοσίας (κράτος μέλος ή η Ανδόρα) με το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που είναι Προϋπάρχων Λογαριασμός κατά την ενότητα Γ παράγραφος 9 στοιχείο α)·

ii)

το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και, κατά περίπτωση, η συνδεόμενη οντότητα εντός της ιδίας δικαιοδοσίας (κράτος μέλος ή η Ανδόρα) με το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, θεωρεί τους δύο προαναφερόμενους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς και κάθε άλλο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό του Δικαιούχου του Λογαριασμού που θεωρείται Προϋπάρχων Λογαριασμός κατά το στοιχείο β), ως ενιαίο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό για τους σκοπούς της τήρησης των απαιτήσεων γνώσης που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Α και για τους σκοπούς του προσδιορισμού του υπολοίπου ή της αξίας οποιουδήποτε από τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς, όταν εφαρμόζει οποιοδήποτε από τα όρια για τους λογαριασμούς·

iii)

για Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που υπόκειται σε διαδικασίες ΑΜL/KYC, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα επιτρέπεται να εκπληρώσει για τον συγκεκριμένο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό τα προβλεπόμενα στις διαδικασίες αυτές, στηριζόμενο στις διαδικασίες ΑΜL/KYC που έχουν εκτελεστεί για τον Προϋπάρχοντα Λογαριασμό που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 9 στοιχείο α)· και

iv)

το άνοιγμα του Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού δεν απαιτεί την παροχή νέων, πρόσθετων ή τροποποιημένων πληροφοριών πελάτη από τον δικαιούχο του λογαριασμού, εκτός εάν απαιτείται για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Πριν από τη θέση σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Ανδόρα και η Ανδόρα κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο παρόν σημείο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς την Ανδόρα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από την Ανδόρα σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή την Ανδόρα κοινοποιείται κατά τον ίδιο τρόπο.

10.

Ως «Νέος Λογαριασμός» νοείται Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που τηρείται σε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και έχει ανοιχθεί την ή μετά την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, εκτός αν θεωρείται Προϋπάρχων Λογαριασμός κατά την επέκταση του ορισμού του όρου «Προϋπάρχων Λογαριασμός» στην ενότητα Γ παράγραφος 9.

11.

Ως «Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός» νοείται Προϋπάρχων Λογαριασμός που τηρείται από ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα.

12.

Ως «Νέος Ατομικός Λογαριασμός» νοείται νέος λογαριασμός που τηρείται από ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα.

13.

Ως «Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων» νοείται Προϋπάρχων Λογαριασμός που τηρείται από μία ή περισσότερες Οντότητες.

14.

Ως «Λογαριασμός Χαμηλότερης Αξίας» νοείται Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός με συνολικό υπόλοιπο ή αξία κατά την 31η Δεκεμβρίου πριν από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, που δεν υπερβαίνει τα 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας.

15.

Ως «Λογαριασμός Υψηλής Αξίας» νοείται Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός με συνολικό υπόλοιπο ή αξία που υπερβαίνει τα 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, στις 31 Δεκεμβρίου που προηγείται της θέσης σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016 ή στις 31 Δεκεμβρίου οιουδήποτε επόμενου έτους.

16.

Ως «Νέος Λογαριασμός Οντοτήτων» νοείται Νέος Λογαριασμός που τηρείται από μία ή περισσότερες οντότητες.

17.

Ως «Εξαιρούμενος Λογαριασμός» νοείται οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους λογαριασμούς:

α)

συνταξιοδοτικός λογαριασμός που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ρύθμιση ως προσωπικός συνταξιοδοτικός λογαριασμός ή αποτελεί μέρος καταχωρισμένου ή ρυθμιζόμενου συνταξιοδοτικού προγράμματος για παροχές σύνταξης (περιλαμβανομένων των παροχών αναπηρίας ή θανάτου)·

ii)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς (δηλαδή, οι εισφορές στον λογαριασμό, οι οποίες άλλως θα φορολογούνταν, εκπίπτουν ή εξαιρούνται από το ακαθάριστο εισόδημα του Δικαιούχου του Λογαριασμού ή φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή, ή το εισόδημα από επενδύσεις που προέρχεται από τον λογαριασμό υπόκειται σε αναβαλλόμενο φόρο ή σε μειωμένο φορολογικό συντελεστή)·

iii)

απαιτείται η διαβίβαση πληροφοριών προς τις φορολογικές αρχές, σε ό,τι αφορά τον λογαριασμό·

iv)

επιτρέπονται οι αναλήψεις μόνον εφόσον έχει συμπληρωθεί συγκεκριμένο όριο ηλικίας, έχει επέλθει αναπηρία ή θάνατος· ή επιβάλλονται ποινές για τις αναλήψεις που πραγματοποιούνται πριν από την επέλευση τέτοιων καθορισμένων γεγονότων· και

v)

είτε i) οι ετήσιες εισφορές είναι ίσες ή κατώτερες των 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, ή ii) προβλέπεται μέγιστο όριο εισφορών εφ' όρου ζωής ίσου ή κατώτερου του 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, ενώ εφαρμόζονται και στις δύο περιπτώσεις οι κανόνες που προβλέπονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων.

Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός, ο οποίος πληροί κατά τα λοιπά την απαίτηση που προβλέπεται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α) σημείο v), δεν παραβιάζει την απαίτηση αυτή για τον λόγο και μόνον ότι ο εν λόγω χρηματοοικονομικός λογαριασμός μπορεί να δεχθεί περιουσιακά στοιχεία ή κεφάλαια που μεταφέρονται από έναν ή περισσότερους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α) ή β) ή από ένα ή περισσότερα συνταξιοδοτικά ταμεία που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Β παράγραφοι 5 έως 7.

β)

λογαριασμός που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ρύθμιση ως οργανισμός επενδύσεων με σκοπούς άλλους από αυτούς της συνταξιοδότησης και αποτελεί αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών ή ο λογαριασμός υπόκειται σε ρύθμιση ως οργανισμός αποταμίευσης με σκοπούς άλλους από αυτούς της συνταξιοδότησης·

ii)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς (δηλαδή, οι εισφορές στον λογαριασμό, οι οποίες άλλως θα φορολογούνταν, εκπίπτουν ή εξαιρούνται από το ακαθάριστο εισόδημα του Δικαιούχου του Λογαριασμού ή φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή, ή το εισόδημα από επενδύσεις που προέρχεται από τον λογαριασμό υπόκειται σε αναβαλλόμενο φόρο ή σε μειωμένο φορολογικό συντελεστή)·

iii)

επιτρέπονται οι αναλήψεις μόνον εφόσον έχουν εκπληρωθεί συγκεκριμένα κριτήρια που αφορούν τον σκοπό του λογαριασμού επένδυσης ή αποταμίευσης (για παράδειγμα την παροχή εκπαιδευτικών ή ιατρικών ωφελειών)· ή επιβάλλονται ποινές για τις αναλήψεις που πραγματοποιούνται πριν από την εκπλήρωση των εν λόγω κριτηρίων· και

iv)

οι ετήσιες εισφορές είναι ίσες ή κατώτερες των 50 000 USD ή ισοδύναμου ποσού εκφρασμένου στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, τηρουμένων των κανόνων που προβλέπονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων.

Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός, ο οποίος πληροί κατά τα λοιπά την απαίτηση που προβλέπεται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο β) σημείο iv), δεν παραβιάζει την απαίτηση αυτή για τον λόγο και μόνον ότι ο εν λόγω χρηματοοικονομικός λογαριασμός μπορεί να δεχθεί περιουσιακά στοιχεία ή κεφάλαια που μεταφέρονται από έναν ή περισσότερους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α) ή β) ή από ένα ή περισσότερα συνταξιοδοτικά ταμεία που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Β παράγραφοι 5 έως 7.

γ)

συμβόλαιο ασφάλισης ζωής με περίοδο κάλυψης που λήγει πριν συμπληρώσει ο ασφαλισμένος το ενενηκοστό έτος της ηλικίας του, υπό την προϋπόθεση ότι το συμβόλαιο πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

καταβάλλονται περιοδικά ασφάλιστρα, τα οποία δεν μειώνονται με την πάροδο του χρόνου, τουλάχιστον σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του συμβολαίου ή μέχρι να συμπληρώσει ο ασφαλισμένος το ενενηκοστό έτος της ηλικίας του, αναλόγως ποιο χρονικό διάστημα είναι βραχύτερο·

ii)

δεν είναι δυνατόν για οποιοδήποτε πρόσωπο να λάβει παροχές του συμβολαίου (μέσω ανάληψης, δανείου ή με άλλον τρόπο), χωρίς τερματισμό του συμβολαίου·

iii)

το ποσό (εκτός της παροχών θανάτου) που είναι πληρωτέο σε περίπτωση ακύρωσης ή λύσης του συμβολαίου δεν μπορεί να υπερβεί το άθροισμα των ασφαλίστρων που έχουν καταβληθεί για το συμβόλαιο, μείον το ποσό που αντιστοιχεί στις επιβαρύνσεις λόγω θανάτου, ασθένειας και δαπανών (είτε έχουν πράγματι επιβληθεί είτε όχι) για την περίοδο ή τις περιόδους ισχύος του συμβολαίου και τυχόν ποσών που έχουν καταβληθεί πριν από την ακύρωση ή τη λύση του συμβολαίου· και

iv)

το συμβόλαιο δεν διακρατείται από εκδοχέα έναντι αξίας.

δ)

λογαριασμός που ανήκει αποκλειστικά σε κληρονομία, εφόσον στα έγγραφα του λογαριασμού περιλαμβάνεται αντίγραφο της διαθήκης του θανόντος ή πιστοποιητικό θανάτου.

ε)

λογαριασμός που έχει ανοιχθεί σε σχέση με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i)

διαταγή ή απόφαση δικαστηρίου·

ii)

πώληση, ανταλλαγή ή μίσθωση εμπράγματης ή προσωπικής περιουσίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο λογαριασμός πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

ο λογαριασμός τροφοδοτείται αποκλειστικά με ποσά που προέρχονται από προκαταβολή, αρραβώνα, κατάθεση ποσού κατάλληλου για την εξασφάλιση ενοχής που συνδέεται άμεσα με τη συναλλαγή ή παρόμοια πληρωμή, ή τροφοδοτείται με χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο που κατατίθεται στον λογαριασμό σε σύνδεση με την πώληση, την ανταλλαγή ή τη μίσθωση περιουσιακού στοιχείου·

ο λογαριασμός ανοίγεται και χρησιμοποιείται με αποκλειστικό σκοπό την εξασφάλιση της υποχρέωσης του αγοραστή να καταβάλει το τίμημα της πώλησης του περιουσιακού στοιχείου, του πωλητή να καταβάλει οποιαδήποτε αποζημίωση για ενδεχόμενη υποχρέωση, ή του εκμισθωτή ή του μισθωτή να καταβάλει αποζημίωση σχετικά με το μισθωμένο περιουσιακό στοιχείο, όπως έχει συμφωνηθεί στα πλαίσια της μίσθωσης·

τα περιουσιακά στοιχεία που περιέχονται στον λογαριασμό, περιλαμβανομένου του εισοδήματος που προέρχεται από τον λογαριασμό, θα καταβληθούν ή θα διατεθούν με άλλον τρόπο προς όφελος του αγοραστή, του πωλητή, του εκμισθωτή ή του μισθωτή (μεταξύ άλλων για να εκπληρωθεί υποχρέωση του εν λόγω προσώπου), όταν το περιουσιακό στοιχείο πωληθεί, ανταλλαγεί ή παραδοθεί, ή όταν τερματιστεί η μίσθωση·

ο λογαριασμός δεν είναι λογαριασμός περιθωρίου ή παρόμοιος λογαριασμός που έχει ανοιχθεί στα πλαίσια πώλησης ή ανταλλαγής Χρηματοοικονομικού Περιουσιακού Στοιχείου· και

ο λογαριασμός δεν συνδέεται με λογαριασμό περιγραφόμενο στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο στ).

iii)

υποχρέωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που διαχειρίζεται δάνειο εξασφαλιζόμενο με εμπράγματο περιουσιακό στοιχείο να κρατά μέρος του καταβαλλόμενου ποσού με αποκλειστικό σκοπό τη διευκόλυνση της πληρωμής φόρων ή ασφάλισης σχετικά με το εμπράγματο περιουσιακό στοιχείο σε μεταγενέστερο χρόνο·

iv)

υποχρέωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που έχει αποκλειστικό σκοπό την πληρωμή φόρων σε μεταγενέστερο χρόνο.

στ)

Καταθετικός Λογαριασμός που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

ο λογαριασμός υπάρχει μόνον διότι ο πελάτης καταβάλλει ποσό που υπερβαίνει το χρεωστικό υπόλοιπο πιστωτικής κάρτας ή άλλης ανακυκλούμενης πιστωτικής διευκόλυνσης και το πλεονάζον ποσό δεν επιστρέφεται αμέσως στον πελάτη· και

ii)

από ή πριν από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου το οποίο υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες ώστε είτε να μη δύναται ο πελάτης να καταβάλλει ποσό που να υπερβαίνει τα 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα του κάθε κράτους μέλους ή της Ανδόρας, είτε να εξασφαλίζει ότι επιστρέφεται στον πελάτη εντός 60 ημερών κάθε πληρωμή που υπερβαίνει το εν λόγω ποσό, εφαρμοζομένων σε αμφότερες τις περιπτώσεις των κανόνων που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για τη μετατροπή νομισμάτων. Για τους σκοπούς αυτούς, το καταβληθέν από τον πελάτη πλεονάζον ποσό δεν αναφέρεται σε πιστωτικά υπόλοιπα στον βαθμό που αυτά σχετίζονται με αμφισβητηθείσες χρεώσεις, αλλά περιλαμβάνει πιστωτικά υπόλοιπα που προκύπτουν από επιστροφές εμπορευμάτων.

ζ)

κάθε άλλος λογαριασμός που παρουσιάζει χαμηλό κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί για φοροδιαφυγή, έχει ουσιωδώς παρεμφερή χαρακτηριστικά με οποιονδήποτε από τους λογαριασμούς που περιγράφονται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχεία α) έως στ), και που ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο ως Εξαιρούμενος Λογαριασμός και, για τα κράτη μέλη, προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 7α της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και έχει κοινοποιηθεί στην Ανδόρα και για την Ανδόρα έχει κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφόσον το καθεστώς του λογαριασμού αυτού ως Εξαιρούμενου Λογαριασμού δεν θέτει σε κίνδυνο τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Δ.

Δηλωτέος λογαριασμός

1.

Ως «Δηλωτέος Λογαριασμός» νοείται λογαριασμός που τηρείται από ένα ή περισσότερα Δηλωτέα Πρόσωπα ή Παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, εφόσον έχει χαρακτηριστεί ως τέτοιος σύμφωνα με τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που περιγράφονται στα τμήματα II έως VII.

2.

Ως «Δηλωτέο Πρόσωπο» νοείται πρόσωπο Δηλωτέας Δικαιοδοσίας εκτός από: i) εταιρεία, η μετοχή της οποίας αποτελεί αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε μία ή περισσότερες αναγνωρισμένες αγορές κινητών αξιών· ii) εταιρεία που είναι συνδεόμενη οντότητα εταιρείας που περιγράφεται στο σημείο i)· iii) Κρατική Οντότητα· iv) Διεθνής Οργανισμός· v) Κεντρική Τράπεζα· ή vi) Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

3.

Ως «Πρόσωπο Δηλωτέας Δικαιοδοσίας» νοείται άτομο ή Οντότητα με κατοικία σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία της εν λόγω δικαιοδοσίας ή κληρονομία θανόντος, ο οποίος ήταν κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας. Για τον σκοπό αυτόν, οντότητες όπως προσωπικές εταιρείες, ετερόρρυθμες εταιρείες ή παρόμοια νομικά μορφώματα, τα οποία δεν έχουν κατοικία για φορολογικούς σκοπούς, λογίζονται ως κάτοικοι στη δικαιοδοσία όπου βρίσκεται ο τόπος άσκησης της πραγματικής διοίκησής τους.

4.

Ως «Δηλωτέα Δικαιοδοσία» νοείται η Ανδόρα σε σχέση με ένα κράτος μέλος ή ένα κράτος μέλος σε σχέση με την Ανδόρα, στο πλαίσιο της υποχρέωσης να παρέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο τμήμα I.

5.

Ως «Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία» έναντι κράτους μέλους ή της Ανδόρας νοείται:

α)

κράτος μέλος σε σχέση με την αναφορά στην Ανδόρα, ή

β)

η Ανδόρα σε σχέση με την αναφορά σε κράτος μέλος, ή

γ)

οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία i) με την οποία το σχετικό κράτος μέλος ή η Ανδόρα, ανάλογα με την περίπτωση, έχει συνάψει συμφωνία με την οποία η εν λόγω άλλη δικαιοδοσία θα παρέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο τμήμα I, και ii) η οποία περιλαμβάνεται σε κατάλογο που δημοσιεύεται από το εν λόγω κράτος μέλος ή την Ανδόρα και κοινοποιείται στην Ανδόρα ή αντίστοιχα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή·

δ)

σε σχέση με κράτη μέλη, οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία i) με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει συμφωνία με την οποία η εν λόγω άλλη δικαιοδοσία θα παρέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο τμήμα I, και ii) η οποία περιλαμβάνεται σε κατάλογο που δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

6.

Ως «Ελέγχοντα Πρόσωπα» νοούνται τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν έλεγχο επί οντότητας. Στην περίπτωση του καταπιστεύματος, ως ελέγχοντα πρόσωπα νοούνται ο ή οι καταπιστευματοπάροχοι, ο ή οι καταπιστευματοδόχοι, ο ή οι προστάτες (εφόσον υπάρχουν), ο ή οι δικαιούχοι ή κατηγορίες των δικαιούχων και οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα ασκούν τον τελικό πραγματικό έλεγχο επί του καταπιστεύματος· σε περίπτωση νομικού μορφώματος που δεν είναι καταπίστευμα, ως ελέγχοντα πρόσωπα νοούνται τα πρόσωπα που βρίσκονται σε ισοδύναμες ή παρόμοιες θέσεις. Ο όρος «Ελέγχοντα Πρόσωπα» δέον όπως ερμηνεύεται κατά τρόπο συμβατό με τις συστάσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης.

7.

Ως «ΜΧΟ» νοείται οποιαδήποτε οντότητα δεν είναι Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

8.

Ως «παθητική ΜΧΟ» νοείται: i) ΜΧΟ που δεν είναι ενεργή ΜΧΟ· ή ii) επενδυτική οντότητα περιγραφόμενη στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο β), η οποία δεν αποτελεί Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας.

9.

Ως «ενεργή ΜΧΟ» νοείται οποιαδήποτε ΜΧΟ πληροί οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το ποσοστό του παθητικού εισοδήματος για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ή άλλη κατάλληλη περίοδο δήλωσης στοιχείων είναι μικρότερο του 50 % του ακαθάριστου εισοδήματος της ΜΧΟ και το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων που παράγουν παθητικό εισόδημα ή διακρατούνται για την παραγωγή παθητικού εισοδήματος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ή άλλη αντίστοιχη περίοδο υποβολής στοιχείων είναι μικρότερο του 50 % των περιουσιακών στοιχείων της ΜΧΟ·

β)

οι μετοχές της ΜΧΟ αποτελούν αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών ή η ΜΧΟ είναι Συνδεόμενη Οντότητα οντότητας οι μετοχές της οποίας αποτελούν αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών·

γ)

η ΜΧΟ είναι κρατική οντότητα, διεθνής οργανισμός, κεντρική τράπεζα ή οντότητα που ανήκει εξολοκλήρου σε μία ή περισσότερες από τις εν λόγω οντότητες·

δ)

κατ' ουσίαν, όλες οι δραστηριότητες της ΜΧΟ συνίστανται στην κατοχή (εν όλω ή εν μέρει) των εν κυκλοφορία τίτλων κεφαλαίου μιας ή περισσότερων θυγατρικών με δραστηριότητες σε επιχειρηματικούς κλάδους ή τομείς διάφορους από αυτούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή στην παροχή χρηματοδότησης και υπηρεσιών προς αυτήν ή αυτές· στην κατηγορία αυτή δεν δύναται να υπαχθεί οντότητα η οποία λειτουργεί (ή εμφανίζεται) ως επενδυτικό κεφάλαιο, όπως για παράδειγμα ιδιωτικό επενδυτικό κεφάλαιο («private equity fund»), εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου («venture capital fund») ή κεφάλαιο εξαγορών μέσω μόχλευσης («leveraged buyout fund»), ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός επενδύσεων σκοπός του οποίου είναι να αποκτήσει ή να χρηματοδοτήσει εταιρείες και να διατηρεί στη συνέχεια δικαιώματα στις εταιρείες αυτές ως τίτλους κεφαλαίου για επενδυτικούς σκοπούς·

ε)

η ΜΧΟ δεν έχει ακόμη επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν έχει προηγούμενο ιστορικό λειτουργίας, αλλά επενδύει κεφάλαιο σε περιουσιακά στοιχεία με σκοπό την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας διάφορης από αυτήν των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον η εν λόγω εξαίρεση δεν εφαρμόζεται στην ΜΧΟ μετά την πάροδο 24 μηνών από την ημερομηνία αρχικής σύστασης της ΜΧΟ·

στ)

η ΜΧΟ δεν υπήρξε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κατά τα τελευταία πέντε έτη και βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία ρευστοποίησης των περιουσιακών της στοιχείων ή η ΜΧΟ αναδιοργανώνεται με σκοπό να εξακολουθήσει να δραστηριοποιείται ή να δραστηριοποιηθεί εκ νέου σε επιχειρηματικό τομέα άλλον από αυτόν του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος·

ζ)

η ΜΧΟ ασκεί κυρίως δραστηριότητες χρηματοδότησης και αντιστάθμισης κινδύνου με ή για συνδεόμενες οντότητες που δεν είναι χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και δεν παρέχει υπηρεσίες χρηματοδότησης ή αντιστάθμισης κινδύνου σε οντότητα που δεν είναι συνδεόμενη οντότητα, εφόσον ο όμιλος οποιασδήποτε τέτοιας συνδεόμενης οντότητας δραστηριοποιείται κυρίως σε χώρο άλλον από αυτόν των Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων· ή

η)

η ΜΧΟ πληροί όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί εντός της δικαιοδοσίας της κατοικίας της (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) αποκλειστικά για θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς, επιστημονικούς, καλλιτεχνικούς, πολιτιστικούς, αθλητικούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς· ή είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί εντός της δικαιοδοσίας της κατοικίας της (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) και αποτελεί επαγγελματική οργάνωση, σύνδεσμο επιχειρήσεων, εμπορικό επιμελητήριο, οργάνωση εργαζομένων, οργάνωση αγροτικών ή οπωροκηπευτικών εκμεταλλεύσεων, ένωση πολιτών ή οργάνωση που λειτουργεί αποκλειστικά για την προαγωγή της κοινωνικής ευημερίας·

ii)

απαλλάσσεται από φόρο εισοδήματος στη δικαιοδοσία της κατοικίας της (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία)·

iii)

δεν διαθέτει μετόχους ή μέλη που έχουν δικαιώματα κυριότητας ή επικαρπίας επί των εσόδων ή των περιουσιακών της στοιχείων·

iv)

η ισχύουσα νομοθεσία της δικαιοδοσίας όπου έχει την κατοικία της ΜΧΟ (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) ή τα συστατικά έγγραφα της ΜΧΟ δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε διανομή εσόδων ή περιουσιακών στοιχείων της ΜΧΟ σε φυσικό πρόσωπο ή μη φιλανθρωπική οντότητα ή τη χρήση των εσόδων ή περιουσιακών στοιχείων προς όφελος τους, εκτός αν η διανομή ή χρήση αυτή γίνεται στα πλαίσια της άσκησης των φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων της ΜΧΟ ή ως πληρωμή εύλογης αμοιβής για την παροχή υπηρεσιών ή ως πληρωμή τιμήματος για την πραγματική εμπορική αξία ιδιοκτησίας που αγόρασε η ΜΧΟ· και

v)

η ισχύουσα νομοθεσία της δικαιοδοσίας όπου έχει την κατοικία της η ΜΧΟ (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) ή τα συστατικά έγγραφα της ΜΧΟ απαιτούν, σε περίπτωση εκκαθάρισης ή διάλυσης της ΜΧΟ, να διανέμονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία της σε κρατική οντότητα ή σε άλλη μη κερδοσκοπική οργάνωση ή να περιέρχονται στην κυβέρνηση όπου έχει την κατοικία της η ΜΧΟ (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) ή σε άλλη διοικητική υποδιαίρεση.

Ε.

Διάφορα

1.

Ως «Δικαιούχος Λογαριασμού» νοείται πρόσωπο που καταχωρίζεται ή ταυτοποιείται ως δικαιούχος χρηματοοικονομικού λογαριασμού από το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που τηρεί τον λογαριασμό. Πρόσωπο, άλλο από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, που τηρεί χρηματοοικονομικό λογαριασμό προς όφελος ή για λογαριασμό άλλου προσώπου ως αντιπρόσωπος, θεματοφύλακας, εντολοδόχος, υπογράφων, σύμβουλος επενδύσεων ή ενδιάμεσος δεν λογίζεται δικαιούχος του λογαριασμού για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, δικαιούχος του λογαριασμού λογίζεται το εν λόγω άλλο πρόσωπο. Σε περίπτωση Ασφαλιστηρίου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, δικαιούχος του λογαριασμού είναι οποιοδήποτε πρόσωπο έχει δικαίωμα να λάβει την αξία εξαγοράς ή να αλλάξει τον δικαιούχο της σύμβασης. Αν κανείς δεν δύναται να λάβει την αξία εξαγοράς ή να αλλάξει τον δικαιούχο, δικαιούχος του λογαριασμού είναι οποιοδήποτε πρόσωπο ορίζεται στο συμβόλαιο ως κύριος και οποιοδήποτε πρόσωπο έχει κατοχυρωμένη απαίτηση για την πληρωμή σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου. Κατά τη λήξη Ασφαλιστηρίου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, κάθε πρόσωπο που δικαιούται να λάβει πληρωμή σύμφωνα με το συμβόλαιο είναι δικαιούχος του λογαριασμού.

2.

Ως «Διαδικασίες καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/Γνώρισε τον πελάτη σου (AML/KYC)» νοούνται οι σχετικές με τον πελάτη διαδικασίες δέουσας επιμέλειας του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που αφορούν την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή παρόμοιες απαιτήσεις, στις οποίες υπόκειται το εν λόγω Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

3.

Ως «Οντότητα» νοείται νομικό πρόσωπο ή νομικό μόρφωμα, όπως κεφαλαιουχική εταιρεία, προσωπική εταιρεία, καταπίστευμα ή ίδρυμα.

4.

Μία Οντότητα είναι «Συνδεόμενη Οντότητα» άλλης Οντότητας αν κάποια εκ των δύο οντοτήτων ελέγχει την άλλη οντότητα, ή οι δύο οντότητες τελούν υπό κοινό έλεγχο. Για τον σκοπό αυτόν, ο έλεγχος περιλαμβάνει την άμεση ή έμμεση κυριότητα ποσοστού μεγαλύτερου του 50 % των δικαιωμάτων ψήφου και αξίας της οντότητας. Κράτος μέλος ή η Ανδόρα έχει την ευχέρεια να ορίζει Οντότητα ως «Συνδεόμενη Οντότητα» άλλης Οντότητας εάν α) οιαδήποτε από τις Οντότητες ελέγχει την άλλη εξ αυτών· β) οι δύο οντότητες τελούν υπό κοινό έλεγχο· ή γ) οι δύο οντότητες είναι επενδυτικές οντότητες περιγραφόμενες στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο β), τελούν υπό κοινή διαχείριση και η εν λόγω διαχείριση εκπληρώνει τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας των εν λόγω επενδυτικών οντοτήτων. Για τον σκοπό αυτόν, ο έλεγχος περιλαμβάνει την άμεση ή έμμεση κυριότητα ποσοστού μεγαλύτερου του 50 % των δικαιωμάτων ψήφου και αξίας της οντότητας.

Πριν από τη θέση σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Ανδόρα και η Ανδόρα κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο παρόν εδάφιο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς την Ανδόρα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από την Ανδόρα σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή την Ανδόρα κοινοποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο.

5.

Ως «ΑΦΜ» νοείται ο αριθμός φορολογικού μητρώου (ή λειτουργικό ισοδύναμο, αν δεν υπάρχει αριθμός φορολογικού μητρώου).

6.

Ως «Αποδεικτικό Έγγραφο» νοείται οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

πιστοποιητικό κατοικίας που εκδίδεται από αρμόδιο κρατικό φορέα (για παράδειγμα, από την κυβέρνηση ή οργανισμό της ή από δημοτική αρχή) της δικαιοδοσίας (του κράτους μέλους, της Ανδόρας, ή άλλης δικαιοδοσίας) όπου ισχυρίζεται ότι έχει την κατοικία του ο δικαιούχος.

β)

σε ό,τι αφορά τα φυσικά πρόσωπα, οποιοδήποτε έγκυρο έγγραφο ταυτότητας έχει εκδοθεί από αρμόδιο κρατικό φορέα (για παράδειγμα, από την κυβέρνηση ή οργανισμό της ή από δημοτική αρχή), στο οποίο περιέχεται το όνομα του προσώπου και το οποίο χρησιμοποιείται κατά κανόνα για ταυτοποίηση.

γ)

σε ό,τι αφορά τις οντότητες, οποιοδήποτε επίσημο έγγραφο έχει εκδοθεί από αρμόδιο κρατικό φορέα (για παράδειγμα, από την κυβέρνηση ή οργανισμό της ή από δημοτική αρχή), στο οποίο περιέχεται η ονομασία της οντότητας και είτε η διεύθυνση του κεντρικού της γραφείου στη δικαιοδοσία (στο κράτος μέλος, την Ανδόρα ή σε άλλη δικαιοδοσία) όπου ισχυρίζεται ότι έχει την κατοικία της είτε δικαιοδοσία (το κράτος μέλος, η Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία) στην οποία συστάθηκε ή λειτουργεί.

δ)

οποιαδήποτε ελεγμένη οικονομική κατάσταση, έκθεση τρίτου για τη φερεγγυότητα, αίτηση πτώχευσης ή έκθεση από ρυθμιστική αρχή αγοράς κινητών αξιών.

Σε ό,τι αφορά Προϋπάρχοντα Λογαριασμό Οντότητας, κάθε κράτος μέλος, ή η Ανδόρα έχει την ευχέρεια να επιτρέπει στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να χρησιμοποιήσουν ως αποδεικτικό έγγραφο οποιαδήποτε κατάταξη έχει γίνει στα αρχεία του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος σχετικά με τον δικαιούχο του λογαριασμού βάσει τυποποιημένου συστήματος κωδικοποίησης ανά κλάδο, η οποία καταχωρίστηκε από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σύμφωνα με τη συνήθη επιχειρηματική πρακτική του, για σκοπούς που αφορούν τις διαδικασίες AML/KYC ή για άλλους ρυθμιστικούς σκοπούς (εκτός των φορολογικών) και η οποία εφαρμοζόταν από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πριν από την ημερομηνία κατά την οποία έγινε η κατάταξη του χρηματοοικονομικού λογαριασμού ως Προϋπάρχοντος Λογαριασμού, εφόσον το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν γνωρίζει ή δεν έχει λόγο να πιστεύει ότι η εν λόγω κατάταξη είναι εσφαλμένη ή αναξιόπιστη. Ως «τυποποιημένο σύστημα κωδικοποίησης ανά κλάδο» νοείται σύστημα κωδικοποίησης που χρησιμοποιείται για την κατάταξη των μορφωμάτων ανά είδος επιχείρησης για σκοπούς άλλους από τους φορολογικούς.

Πριν από τη θέση σε ισχύ του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 12 Φεβρουαρίου 2016, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Ανδόρα και η Ανδόρα κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο παρόν εδάφιο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς την Ανδόρα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από την Ανδόρα σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή την Ανδόρα κοινοποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο.

ΤΜΗΜΑ IX

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Κάθε κράτος μέλος και η Ανδόρα πρέπει να διαθέτουν κανόνες και διοικητικές διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή και συμμόρφωση σχετικά με τις διαδικασίες υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας που προβλέπονται ανωτέρω, περιλαμβανομένων των κάτωθι:

1.

κανόνων ώστε να αποτρέπονται οι πρακτικές Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων, προσώπων ή ενδιαμέσων οι οποίες αποσκοπούν στην καταστρατήγηση των διαδικασιών υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας·

2.

κανόνων που απαιτούν από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να τηρούν αρχεία σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν και τα τυχόν αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίζονται για την εκτέλεση των διαδικασιών υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, καθώς και να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόσβαση στα αρχεία αυτά·

3.

διοικητικών διαδικασιών ώστε να εξακριβώνεται η συμμόρφωση των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων προς τις διαδικασίες δήλωσης στοιχείων και δέουσας επιμέλειας· διοικητικών διαδικασιών για τις επακόλουθες ενέργειες στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, όταν δηλώνονται λογαριασμοί χωρίς τεκμηρίωση·

4.

διοικητικών διαδικασιών ώστε να διασφαλίζεται ότι εξακολουθεί να είναι μικρός ο κίνδυνος χρήσης των οντοτήτων και των λογαριασμών που ορίζονται στο εσωτερικό δίκαιο ως μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και εξαιρούμενοι λογαριασμοί για σκοπούς φοροδιαφυγής· και

5.

αποτελεσματικών διατάξεων επιβολής των κανόνων για την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

1.   Μεταβολή των περιστάσεων

Ως «μεταβολή των περιστάσεων» νοείται οποιαδήποτε μεταβολή η οποία έχει ως αποτέλεσμα την προσθήκη πληροφοριών σχετικών με το καθεστώς ενός προσώπου ή έρχεται σε αντίθεση με το καθεστώς αυτό με άλλον τρόπο. Επιπροσθέτως, ως μεταβολή των περιστάσεων νοείται οποιαδήποτε μεταβολή ή προσθήκη πληροφοριών στον Λογαριασμό του Δικαιούχου (περιλαμβανομένης της προσθήκης, της υποκατάστασης ή άλλης μεταβολής σχετικά με τον Δικαιούχο του Λογαριασμού) ή οποιαδήποτε άλλη μεταβολή ή προσθήκη πληροφοριών σε οποιοδήποτε λογαριασμό συνδέεται με τον εν λόγω λογαριασμό (εφαρμοζομένων των κανόνων περί άθροισης λογαριασμών που περιγράφονται στο παράρτημα I τμήμα VII ενότητα Γ παράγραφοι 1 έως 3, εάν η εν λόγω μεταβολή ή προσθήκη πληροφοριών επηρεάζει το καθεστώς του Δικαιούχου του Λογαριασμού.

Εάν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει βασιστεί στην εξέταση αναφορικά με τη διεύθυνση κατοικίας, η οποία περιγράφεται στο παράρτημα I τμήμα III ενότητα Β παράγραφος 1 και επέλθει μεταβολή των περιστάσεων λόγω της οποίας το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λαμβάνει γνώση ή έχει λόγο να πιστεύει ότι το αρχικό αποδεικτικό έγγραφο (ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο) είναι ανακριβές ή αναξιόπιστο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει, μέχρι τη μεταγενέστερη μεταξύ της τελευταίας ημέρας του σχετικού ημερολογιακού έτους ή άλλης ενδεδειγμένης περιόδου υποβολής στοιχείων ή των 90 ημερολογιακών ημερών μετά τη γνωστοποίηση ή την ανακάλυψη της εν λόγω μεταβολής των περιστάσεων να έχει στην κατοχή του αυτοπιστοποίηση και νέο έγγραφο αποδεικτικό στοιχείο για τη βεβαίωση της ή των φορολογικών κατοικιών του Δικαιούχου του Λογαριασμού. Εάν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα αδυνατεί να λάβει την αυτοπιστοποίηση και το νέο αποδεικτικό έγγραφο μέχρι την εν λόγω ημερομηνία, πρέπει να εφαρμόσει τη διαδικασία έρευνας σε ηλεκτρονικό αρχείο που περιγράφεται στο παράρτημα I τμήμα III ενότητα Β παράγραφοι 2 έως 6.

2.   Αυτοπιστοποίηση για Νέους Λογαριασμούς Οντοτήτων

Όσον αφορά τους Νέους Λογαριασμούς Οντοτήτων, προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον το ελέγχον πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δύναται να βασίζεται σε αυτοπιστοποίηση μόνον από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή το Ελέγχον Πρόσωπο.

3.   Κατοικία Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος

Το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει την «κατοικία» του σε κράτος μέλος, στην Ανδόρα ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία εάν υπόκειται στη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας (δηλαδή η Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία δύναται να επιβάλει την υποβολή στοιχείων από το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα). Γενικώς, όταν το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει τη φορολογική του κατοικία σε κράτος μέλος, στην Ανδόρα ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία, υπόκειται στη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας και αποτελεί, ως εκ τούτου, Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους, Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα της Ανδόρας ή Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας. Στην περίπτωση καταπιστεύματος που είναι Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα (ανεξαρτήτως του αν έχει τη φορολογική του κατοικία σε κράτος μέλος, στην Ανδόρα ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία), το καταπίστευμα θεωρείται ότι υπόκειται στη δικαιοδοσία κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας εάν ένας ή περισσότεροι από τους καταπιστευματοδόχους έχουν την κατοικία τους στο εν λόγω κράτος μέλος, στην Ανδόρα ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία, εκτός εάν το καταπίστευμα δηλώνει σε άλλο κράτος μέλος όλες τις πληροφορίες που απαιτείται να δηλωθούν βάσει της παρούσας συμφωνίας ή άλλης συμφωνίας περί εφαρμογής του Παγκόσμιου Προτύπου σχετικά με τους Δηλωτέους Λογαριασμούς που τηρούνται από το καταπίστευμα σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία (κράτος μέλος, Ανδόρα ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία), επειδή έχει τη φορολογική του κατοικία στην εν λόγω άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία. Εντούτοις, όταν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα (εκτός από καταπίστευμα) δεν έχει φορολογική κατοικία (για παράδειγμα επειδή λογίζεται φορολογικώς διαφανές ή ευρίσκεται σε δικαιοδοσία που δεν επιβάλλει φόρο εισοδήματος), θεωρείται ότι υπόκειται στη δικαιοδοσία κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας και αποτελεί, ως εκ τούτου, Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας εάν:

α)

έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους, της Ανδόρας ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας·

β)

έχει τον τόπο άσκησης της διοίκησής του (περιλαμβανομένης της πραγματικής διοίκησης) στο κράτος μέλος, την Ανδόρα ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία· ή

γ)

υπόκειται σε χρηματοοικονομική εποπτεία στο κράτος μέλος, στην Ανδόρα ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία.

Όταν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα (εκτός από καταπίστευμα) έχει κατοικία σε δύο ή περισσότερες Συμμετέχουσες Δικαιοδοσίες (κράτος μέλος, Ανδόρα ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία), το εν λόγω Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα θα υπόκειται στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας της Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας στην οποία τηρεί τον ή τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς.

4.   Τηρούμενος λογαριασμός

Γενικώς, θεωρείται ότι το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που τηρεί τον λογαριασμό είναι το εξής:

α)

στην περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής, το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που είναι ο θεματοφύλακας των περιουσιακών στοιχείων του λογαριασμού (συμπεριλαμβανομένου του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος που τηρεί στο όνομά του στο εν λόγω Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα περιουσιακά στοιχεία για Δικαιούχο του Λογαριασμού).

β)

στην περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που υποχρεούται να πραγματοποιεί πληρωμές σχετικά με τον λογαριασμό (με την εξαίρεση του αντιπροσώπου του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, ανεξαρτήτως του κατά πόσον ο εν λόγω αντιπρόσωπος είναι Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα).

γ)

στην περίπτωση δικαιώματος επί του μετοχικού κεφαλαίου ή του χρέους Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, το οποίο τηρείται υπό τη μορφή χρηματοοικονομικού λογαριασμού, το εν λόγω Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

δ)

στην περίπτωση Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που υποχρεούται να πραγματοποιεί πληρωμές σχετικά με το συμβόλαιο.

5.   Καταπιστεύματα που είναι παθητικές ΜΧΟ

Οντότητες όπως προσωπικές εταιρείες, ετερόρρυθμες εταιρείες ή παρόμοια νομικά μορφώματα τα οποία δεν έχουν φορολογική κατοικία λογίζονται ως έχοντα την κατοικία τους στη δικαιοδοσία όπου βρίσκεται ο τόπος άσκησης της πραγματικής διοίκησής τους, σύμφωνα με το παράρτημα I τμήμα VIII ενότητα Δ παράγραφος 3. Για τους σκοπούς αυτούς, νομικό πρόσωπο ή νομικό μόρφωμα λογίζεται «παρόμοιο» με προσωπική και με ετερόρρυθμη εταιρεία όταν δεν αντιμετωπίζεται ως φορολογητέα μονάδα σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία της εν λόγω Δηλωτέας Δικαιοδοσίας. Εντούτοις, προκειμένου να αποτραπεί διπλή υποβολή στοιχείων (δεδομένης της ευρύτητας του πεδίου που καλύπτει ο όρος «Ελέγχοντα Πρόσωπα» στην περίπτωση των καταπιστευμάτων), καταπίστευμα που δεν είναι παθητική ΜΧΟ δεν θεωρείται παρόμοιο νομικό μόρφωμα.

6.   Διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας

Μία από τις απαιτήσεις που περιγράφεται στο παράρτημα I τμήμα VIII ενότητα Ε παράγραφος 6 στοιχείο γ) είναι, σε σχέση με Οντότητα, να περιλαμβάνεται στα επίσημα έγγραφα είτε η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας στο κράτος μέλος, την Ανδόρα ή σε άλλη δικαιοδοσία όπου ισχυρίζεται ότι έχει την κατοικία της, είτε το κράτος μέλος, η Ανδόρα ή άλλη δικαιοδοσία όπου η οντότητα συστάθηκε ή οργανώθηκε. Η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας είναι συνήθως ο τόπος όπου ασκείται η πραγματική διοίκησή της. Η διεύθυνση του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος στο οποίο η Οντότητα διατηρεί λογαριασμό, η ταχυδρομική θυρίδα ή η διεύθυνση που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αλληλογραφία δεν είναι η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας, εκτός αν η εν λόγω διεύθυνση είναι η μόνη διεύθυνση που χρησιμοποιεί η Οντότητα και εμφανίζεται ως η καταχωρισμένη διεύθυνση της Οντότητας στα συστατικά της έγγραφα. Περαιτέρω, διεύθυνση, η οποία παρέχεται με οδηγίες να κρατηθεί όλη η αλληλογραφία που απευθύνεται σε αυτήν τη διεύθυνση, δεν είναι η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

Οι Αρμόδιες Αρχές για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας είναι:

α)

στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας: El Ministre encarregat de les Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

β)

στο Βασίλειο του Βελγίου: De Minister van Financiën/Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

γ)

στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας: Изпълнителният директор на Националната агенция за приходите ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

δ)

στην Τσεχική Δημοκρατία: Ministr financí ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ε)

στο Βασίλειο της Δανίας: Skatteministeren ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

στ)

στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: Der Bundesminister der Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ζ)

στη Δημοκρατία της Εσθονίας: Rahandusminister ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

η)

στην Ελληνική Δημοκρατία: Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

θ)

στο Βασίλειο της Ισπανίας: El Ministro de Economía y Hacienda ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ι)

στη Γαλλική Δημοκρατία: Le Ministre chargé du budget ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ια)

στη Δημοκρατία της Κροατίας: Ministar financija ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος

ιβ)

στην Ιρλανδία: The Revenue Commissioners ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποί τους,

ιγ)

στην Ιταλική Δημοκρατία: Il Direttore Generale delle Finanze ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιδ)

στην Κυπριακή Δημοκρατία: Ο Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιε)

στη Δημοκρατία της Λετονίας: Finanšu ministrs ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιστ)

στη Δημοκρατία της Λιθουανίας: Finansų ministras ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιζ)

στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιη)

στην Ουγγαρία: A pénzügyminiszter ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιθ)

στη Δημοκρατία της Μάλτας: Il-Ministru responsabbli għall-Finanzi ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κ)

στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών: De Minister van Financiën ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κα)

στη Δημοκρατία της Αυστρίας: Der Bundesminister für Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κβ)

στη Δημοκρατία της Πολωνίας: Minister Finansów ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κγ)

στη Δημοκρατία της Πορτογαλίας: O Ministro das Finanças ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κδ)

στη Ρουμανία: Președintele Agenției Naționale de Administrare Fiscală ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κε)

στη Δημοκρατία της Σλοβενίας: Minister za financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κστ)

στη Σλοβακική Δημοκρατία: Minister financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

αα)

στη Δημοκρατία της Φινλανδίας: Valtiovarainministeriö/Finansministeriet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

αβ)

στο Βασίλειο της Σουηδίας: Chefen för Finansdepartementet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

αγ)

στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και στα ευρωπαϊκά εδάφη για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το Ηνωμένο Βασίλειο: the Commissioners of Inland Revenue ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποί τους και η αρμόδια αρχή του Γιβραλτάρ, την οποία θα ορίσει το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με τις συμφωνηθείσες ρυθμίσεις σχετικά με τις αρχές του Γιβραλτάρ στο πλαίσιο των μέσων της ΕΕ και της ΕΚ και των σχετικών συνθηκών που κοινοποιήθηκαν στα κράτη μέλη και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 19 Απριλίου 2000, αντίγραφο των οποίων κοινοποιείται στην Ανδόρα από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και που ισχύουν για την παρούσα συμφωνία.

».

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο απαιτεί κύρωση ή έγκριση από τα Συμβαλλόμενα Μέρη σύμφωνα με τις οικείες διαδικασίες. Τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών. Το Τροποποιητικό Πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου που ακολουθεί την τελευταία κοινοποίηση.

2.   Όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, η ανταλλαγή πληροφοριών που προβλέπεται στο παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο εφαρμόζεται σε αιτήσεις που υποβάλλονται κατά ή μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του για πληροφορίες που έχουν σχέση με τα οικονομικά έτη που αρχίζουν την ή μετά από την πρώτη μέρα του Ιανουαρίου του έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου. Το άρθρο 12 της συμφωνίας με τη μορφή πριν από την τροποποίησή της από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο συνεχίζει να εφαρμόζεται, εκτός εάν εφαρμόζεται το άρθρο 5 της συμφωνίας όπως τροποποιήθηκε με το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο.

3.   Οι απαιτήσεις φυσικών προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 10 της συμφωνίας, υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο δεν θίγονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου.

4.   Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας καταρτίζει λογαριασμό κλεισίματος στο τέλος της περιόδου εφαρμογής της συμφωνίας υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο, πραγματοποιεί τελική πληρωμή στα κράτη μέλη και γνωστοποιεί τις πληροφορίες, που έλαβε από οργανισμούς πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, σύμφωνα με το άρθρο 9 της συμφωνίας, υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο για το τελευταίο έτος εφαρμογής της συμφωνίας, υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο, ή οποιοδήποτε προηγούμενο έτος, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 3

Η Συμφωνία συμπληρώνεται από πρωτόκολλο με το ακόλουθο περιεχόμενο:

«Πρωτόκολλο στη Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης·

Με την ευκαιρία της υπογραφής του παρόντος Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, οι δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπογράφοντες συμφώνησαν τις ακόλουθες διατάξεις που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας όπως τροποποιήθηκε από το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο:

1.

Εξυπακούεται ότι η ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας θα ζητηθεί μόνον εφόσον το αιτούν κράτος (το κράτος μέλος ή η Ανδόρα) έχει εξαντλήσει όλες τις τακτικές πηγές πληροφοριών που είναι διαθέσιμες στο πλαίσιο της εσωτερικής φορολογικής διαδικασίας.

2.

Εξυπακούεται ότι η Αρμόδια Αρχή του αιτούντος κράτους μέλους (κράτος μέλος ή η Ανδόρα) παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες στην Αρμόδια Αρχή του κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση (που είναι, αντιστοίχως, η Ανδόρα ή ένα κράτος μέλος) κατά την υποβολή αιτήματος παροχής πληροφοριών βάσει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας:

i)

τα στοιχεία ταυτότητος του προσώπου που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ή έρευνας·

ii)

τη χρονική περίοδο για την οποία ζητούνται οι πληροφορίες·

iii)

διευκρινίσεις σχετικά με τις ευκταίες πληροφορίες καθώς και το είδος και τη μορφή υπό την οποία το αιτούν κράτος επιθυμεί να λάβει τις πληροφορίες από το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση·

iv)

το φορολογικό στόχο, για τον οποίο απαιτούνται οι πληροφορίες·

v)

εφόσον είναι γνωστά, το όνομα και η διεύθυνση κάθε προσώπου που εικάζεται ότι έχει στην κατοχή του τις αιτούμενες πληροφορίες.

3.

Εξυπακούεται ότι η αναφορά στο πρότυπο της «προβλέψιμης συνάφειας» αποβλέπει σε πρόβλεψη ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και, ταυτόχρονα, σε διευκρίνιση ότι τα κράτη μέλη και η Ανδόρα δεν είναι ελεύθερα να πραγματοποιούν «επιδρομές αλίευσης» ή να ζητούν πληροφορίες που είναι απίθανο να αφορούν φορολογικές υποθέσεις ενός συγκεκριμένου φορολογούμενου. Ενώ η παράγραφος 2 περιέχει σημαντικές διαδικαστικές υποχρεώσεις με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι δεν πραγματοποιούνται επιδρομές αλίευσης, οι ρήτρες i) έως v) της παραγράφου 2, ωστόσο, δεν πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπον ώστε να παρεμποδίζεται η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών. Το πρότυπο της «προβλέψιμης συνάφειας» μπορεί να επιτευχθεί τόσο σε υποθέσεις που σχετίζονται με έναν φορολογούμενο (αν η ταυτότητα προσδιορίζεται ονομαστικώς ή με άλλο τρόπο) ή περισσότερους (αν οι φορολογούμενοι προσδιορίζονται ονομαστικώς ή με άλλο τρόπο).

4.

Εξυπακούεται ότι η παρούσα συμφωνία δεν περιλαμβάνει την ανταλλαγή πληροφοριών αυθόρμητα.

5.

Εξυπακούεται ότι στην περίπτωση ανταλλαγής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας συμφωνίας, οι διοικητικοί διαδικαστικοί κανόνες όσον αφορά τα δικαιώματα των φορολογούμενων που προβλέπονται στο κράτος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση (κράτος μέλος ή η Ανδόρα) εξακολουθούν να ισχύουν. Εξυπακούεται περαιτέρω ότι με τις διατάξεις αυτές επιδιώκεται η εγγύηση δίκαιης διαδικασίας έναντι του φορολογουμένου και όχι ότι παρεμποδίζεται ή καθυστερεί αδικαιολόγητα η διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών.»

Άρθρο 4

Γλώσσες

Το παρόν Τροποποιητικό Πρωτόκολλο συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, κροατική, λετονική, λιθουανική, μαλτεζική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική, φινλανδική και καταλανική γλώσσα. Τα κείμενα σε όλες τις γλώσσες είναι εξίσου αυθεντικά.

ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι κάτωθι πληρεξούσιοι έθεσαν τις υπογραφές τους.

Съставено в Брюксел на дванадесети февруари през две хиляди и шестнадесета година.

Hecho en Bruselas, el doce de febrero de dos mil dieciséis.

V Bruselu dne dvanáctého února dva tisíce šestnáct.

Udfærdiget i Bruxelles den tolvte februar to tusind og seksten.

Geschehen zu Brüssel am zwölften Februar zweitausendsechzehn.

Kahe tuhande kuueteistkümnenda aasta veebruarikuu kaheteistkümnendal päeval Brüsselis.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δώδεκα Φεβρουαρίου δύο χιλιάδες δεκαέξι.

Done at Brussels on the twelfth day of February in the year two thousand and sixteen.

Fait à Bruxelles, le douze février deux mille seize.

Sastavljeno u Bruxellesu dvanaestog veljače godine dvije tisuće šesnaeste.

Fatto a Bruxelles, addì dodici febbraio duemilasedici.

Briselē, divi tūkstoši sešpadsmitā gada divpadsmitajā februārī.

Priimta du tūkstančiai šešioliktų metų vasario dvyliktą dieną Briuselyje.

Kelt Brüsszelben, a kétezer-tizenhatodik év február havának tizenkettedik napján.

Magħmul fi Brussell, fit-tnax-il jum ta’ Frar fis-sena elfejn u sittax.

Gedaan te Brussel, twaalf februari tweeduizend zestien.

Sporządzono w Brukseli dnia dwunastego lutego roku dwa tysiące szesnastego.

Feito em Bruxelas, em doze de fevereiro de dois mil e dezasseis.

Întocmit la Bruxelles la doisprezece februarie două mii șaisprezece.

V Bruseli dvanásteho februára dvetisícšestnásť.

V Bruslju, dne dvanajstega februarja leta dva tisoč šestnajst.

Tehty Brysselissä kahdentenatoista päivänä helmikuuta vuonna kaksituhattakuusitoista.

Som skedde i Bryssel den tolfte februari år tjugohundrasexton.

Fet a Brussel·les el dia dotze de febrer de l'any dos mil setze.

За Европейския съюз

Por la Unión Europea

Za Evropskou unii

For Den Europæiske Union

Für die Europäische Union

Euroopa Liidu nimel

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

For the European Union

Pour l'Union européenne

Za Evropsku uniju

Per l'Unione europea

Eiropas Savienības vārdā –

Europos Sąjungos vardu

Az Európai Unió részéről

Għall-Unjoni Ewropea

Voor de Europese Unie

W imieniu Unii Europejskiej

Pela União Europeia

Pentru Uniunea Europeană

Za Európsku úniu

Za Evropsko unijo

Euroopan unionin puolesta

För Europeiska unionen

Per la Unió Europea

Image

За Княжество Андора

Por el Principado de Andorra

Za Andorrské knížectví

For Fyrstendømmet Andorra

Für das Fürstentum Andorra

Andorra Vürstiriigi nimel

Για το Πριγκιπάτο της Ανδόρας

For the Principality of Andorra

Pour la Principauté d'Andorre

Za Kneževinu Andoru

Per il Principato di Andorra

Andoras Firstistes vārdā –

Andoros Kunigaikštystės vardu

Az Andorrai Hercegség részéről

Għall-Prinċipat ta' Andorra

Voor het Vorstendom Andorra

W imieniu Księstwa Andory

Pelo Principado de Andorra

Pentru Principatul Andorra

Za Andorské kniežatstvo

Za Kneževino Andoro

Andorran ruhtinaskunnan puolesta

För Furstendömet Andorra

Pel Principat d'Andorra

Image


(1)  ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38.

(2)  ΕΕ L 359 της 4.12.2004, σ. 33.

(3)  ΕΕ L 277 της 21.10.2010, σ. 27.

(4)  ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1.


ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

Τα συμβαλλόμενα μέρη δηλώνουν ότι αναμένουν ότι οι συνταγματικές απαιτήσεις της Ανδόρας και οι απαιτήσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη σύναψη διεθνών συμφωνιών θα εκπληρωθούν εγκαίρως ώστε να καταστεί δυνατή η έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου 2017. Θα λάβουν όλα τα διαθέσιμα μέτρα για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, σχετικά με την εφαρμογή της συμφωνίας και των παραρτημάτων, ότι τα σχόλια στο Υπόδειγμα Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών και το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς του ΟΟΣΑ θα πρέπει να αποτελούν πηγή παραδειγμάτων ή ερμηνειών προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέπεια της εφαρμογής.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 5 ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 5 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, ότι το σχόλιο για το άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο θα πρέπει να αποτελεί πηγή ερμηνείας.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ ΕΝΟΤΗΤΑ Α ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι θα εξετάσουν την πρακτική συνάφεια του παραρτήματος Ι τμήμα ΙΙΙ ενότητα Α που προβλέπει ότι προϋπάρχοντα Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων δεν είναι απαραίτητο να επανεξεταστούν, να ταυτοποιηθούν ή να δηλωθούν, εφόσον το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εμποδίζεται ουσιαστικά από τη νομοθεσία να πωλεί τέτοιου είδους συμβάσεις σε κατοίκους Δηλωτέας Δικαιοδοσίας.

Τα συμβαλλόμενα μέρη ερμηνεύουν από κοινού ότι στο παράρτημα Ι τμήμα ΙΙΙ ενότητα Α το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εμποδίζεται ουσιαστικά από τη νομοθεσία να πωλεί Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων σε κατοίκους Δηλωτέας Δικαιοδοσίας μόνον εφόσον το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών ή το δίκαιο της Ανδόρας που διέπει το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα με έδρα σε Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε η Ανδόρα) όχι μόνο αποτρέπει ουσιαστικά το εν λόγω Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εκ του νόμου να πωλεί Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία (αντιστοίχως, η Ανδόρα ή ένα κράτος μέλος), αλλά τα εν λόγω δίκαια αποτρέπουν επίσης ουσιαστικά δια νόμου το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να πωλεί Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων σε κατοίκους της εν λόγω Δηλωτέας Δικαιοδοσίας σε οποιεσδήποτε άλλες περιστάσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, κάθε κράτος μέλος θα ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της θα ενημερώσει την Ανδόρα, σε περίπτωση που Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα στην Ανδόρα αποτρέπονται εκ του νόμου να πωλούν τα εν λόγω συμβόλαια στους κατοίκους της ημεδαπής, ανεξάρτητα από το εάν είναι οριστικοποιημένα, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εθνική νομοθεσία του αντίστοιχου κράτους μέλους. Αναλόγως, η Ανδόρα θα ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της θα ενημερώσει τα κράτη μέλη, στην περίπτωση που Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη αποτρέπονται εκ του νόμου να πωλούν τα εν λόγω συμβόλαια σε κατοίκους της Ανδόρας με βάση το δίκαιο της Ανδόρας. Οι εν λόγω κοινοποιήσεις θα πραγματοποιούνται πριν από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου σχετικά με την προβλεπόμενη νομική κατάσταση από την έναρξη ισχύος. Ελλείψει τοιαύτης κοινοποίησης θα θεωρείται ότι τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν αποτρέπονται ουσιαστικά από το δίκαιο της Δηλωτέας Δικαιοδοσίας σε μία ή περισσότερες περιπτώσεις από την πώληση Ασφαλιστηρίων Συμβολαίων με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίων Περιοδικών Προσόδων σε κατοίκους της συγκεκριμένης Δηλωτέας Δικαιοδοσίας.

Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος θα ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της θα ενημερώσει την Ανδόρα, σε περίπτωση που Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα στο εν λόγω κράτος μέλος αποτρέπονται εκ του νόμου να πωλούν τα εν λόγω συμβόλαια στους κατοίκους της Ανδόρας, ανεξάρτητα από το εάν είναι οριστικοποιημένα, με βάση το ισχύον δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εθνική νομοθεσία του αντίστοιχου κράτους μέλους. Αναλόγως, η Ανδόρα θα ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της θα ενημερώσει τα κράτη μέλη, στην περίπτωση που Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα στην Ανδόρα αποτρέπονται εκ του νόμου να πωλούν τα εν λόγω συμβόλαια, ανεξάρτητα από το εάν είναι οριστικοποιημένα, σε κατοίκους ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών με βάση το δίκαιο της Ανδόρας. Οι εν λόγω κοινοποιήσεις θα πραγματοποιούνται πριν από την έναρξη ισχύος του Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου σχετικά με την προβλεπόμενη νομική κατάσταση από την έναρξη ισχύος. Ελλείψει τοιαύτης κοινοποίησης θα θεωρείται ότι τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν αποτρέπονται ουσιαστικά από το δίκαιο της δικαιοδοσίας του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος σε μία ή περισσότερες περιπτώσεις από την πώληση Ασφαλιστηρίων Συμβολαίων με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίων Περιοδικών Προσόδων σε κατοίκους της Δηλωτέας Δικαιοδοσίας.

Ελλείψει κοινοποίησης από τη δικαιοδοσία του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος και της Δηλωτέας Δικαιοδοσίας όσον αφορά το οικείο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και το Συμβόλαιο, το παράρτημα Ι τμήμα ΙΙΙ ενότητα Α δεν εφαρμόζεται στο εν λόγω Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και το Συμβόλαιο.


ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΔΟΡΑΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Η αντιπροσωπεία της Ανδόρας ενημέρωσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι η Ανδόρα δεν θα ανταλλάσσει πληροφορίες σε σχέση με αίτημα που βασίζεται σε στοιχεία τα οποία αποκτήθηκαν παράνομα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε υπόψη τη θέση της Ανδόρας.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/77


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1752 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Σεπτεμβρίου 2016

για την εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/44 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/44 του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2016, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 (1), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 18 Ιανουαρίου 2016 το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/44.

(2)

Στις 31 Μαρτίου 2016 το Συμβούλιο προσέθεσε τρία πρόσωπα στον κατάλογο των προσώπων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα όπως ορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) 2016/44. Οι πληροφορίες που αφορούν τρία από τα εν λόγω πρόσωπα και η σχετική αιτιολογία θα πρέπει να τροποποιηθούν.

(3)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/44 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) 2016/44 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 30 Σεπτεμβρίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. LAJČÁK


(1)  ΕΕ L 12 της 19.1.2016, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι καταχωρήσεις για τα κατωτέρω πρόσωπα, σύμφωνα με το παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) 2016/44, αντικαθίστανται από τις ακόλουθες καταχωρήσεις:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ, ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΠΟΥ ΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

A.   Προσωπα

 

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία

Αιτιολογία

Ημερομηνία καταχώρισης

21.

SALEH ISSA GWAIDER, Agila

Ημερομηνία γέννησης: 1 Ιουνίου 1942

Τόπος γέννησης: Elgubba, Λιβύη.

Αριθ. διαβατηρίου: D001001 (Λιβύη), το οποίο εκδόθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2015.

Ο Agila Saleh διατελεί πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων της Λιβύης από τις 5 Αυγούστου 2014.

Στις 17 Δεκεμβρίου 2015 ο Saleh δήλωσε την αντίθεσή του στην πολιτική συμφωνία για τη Λιβύη που υπεγράφη στις 17 Δεκεμβρίου 2015.

Ως πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο Saleh παρεμπόδισε και υπονόμευσε την πολιτική μετάβαση στη Λιβύη, μεταξύ άλλων αρνούμενος επανειλημμένως να διοργανώσει ψηφοφορία για την εκλογή κυβέρνησης εθνικής ενότητας (“ΚΕΕ”).

Στις 23 Αυγούστου 2016 ο Saleh απέστειλε επιστολή στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, όπου επέκρινε τη στήριξη των Ηνωμένων Εθνών προς την κυβέρνηση εθνικής ενότητας την οποία περιέγραψε ως επιβολή “ομάδας προσώπων στον λαό της Λιβύης […] κατά παράβαση του Συντάγματος και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ”. Επέκρινε δε την έκδοση της απόφασης 2259(2015) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών που επικροτεί τη συμφωνία του Skhirat, και απείλησε με παραπομπή των Ηνωμένων Εθνών —τα οποία θεωρεί υπεύθυνα για “άνευ όρων και αδικαιολόγητη” υποστήριξη σε ένα ελλιπές Προεδρικό Συμβούλιο— καθώς και του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για παραβίαση του Χάρτη του ΟΗΕ, του Συντάγματος και της κυριαρχίας της Λιβύης. Οι εν λόγω δηλώσεις υπονομεύουν την υποστήριξη της μεσολαβητικής προσπάθειας των Ηνωμένων Εθνών και της αποστολής Στήριξης των Ηνωμένων Εθνών στη Λιβύη (UNSMIL), όπως εκφράστηκε από όλες τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, και ιδίως την απόφαση 2259(2015).

Στις 6 Σεπτεμβρίου 2016 ο Saleh πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στο Νίγηρα με τον Abdullah al-Thani, “πρωθυπουργό” της μη αναγνωρισμένης κυβέρνησης του Τομπρούκ, μολονότι η απόφαση 2259(2015) ζητεί να διακοπεί η στήριξη και οι επίσημες επαφές με παράλληλους θεσμούς που ισχυρίζονται ότι αποτελούν τη νόμιμη αρχή, αλλά δεν συμμετέχουν στη συμφωνία.

1.4.2016

22.

GHWELL, Khalifa

γνωστός και ως AL GHWEIL, Khalifa

AL-GHAWAIL, Khalifa

Ημερομηνία γέννησης: 1 Ιανουαρίου 1956

Τόπος γέννησης: Misurata, Λιβύη

Υπηκοότης: Λιβυκή

Αριθ. διαβατηρίου: A005465 (Λιβύη), εκδόθηκε στις 12 Απριλίου 2015, λήγει στις 11 Απριλίου 2017

Ο Khalifa Ghwell ήταν ο λεγόμενος “πρωθυπουργός και υπουργός Άμυνας” του μη αναγνωρισμένου διεθνώς Γενικού Εθνικού Κογκρέσου (“ΓΕΚ”) (γνωστού και ως “κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας”) και, ως εκ τούτου, υπεύθυνος για τις δραστηριότητές του.

Στις 7 Ιουλίου 2015 ο Khalifa Ghwell εξέφρασε την υποστήριξή του προς το “Μέτωπο Σταθερότητας” (Alsomood), μια νέα στρατιωτική δύναμη 7 ταξιαρχιών που προσπαθεί να εμποδίσει τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας στην Τρίπολη, συμμετέχοντας στην τελετή υπογραφής για τη σύσταση της δύναμης με τον “πρόεδρο” του ΓΕΚ Nuri Abu Sahmain.

Ως “πρωθυπουργός” του ΓΕΚ, ο Ghwell συνέβαλε καταλυτικά στην παρεμπόδιση της σύστασης ΚΕΕ η οποία συγκροτήθηκε δυνάμει της πολιτικής συμφωνίας για τη Λιβύη.

Στις 15 Ιανουαρίου 2016, υπό την ιδιότητά του ως “πρωθυπουργού και υπουργού Άμυνας” του ΓΕΚ, ο Ghwell διέταξε να κρατούνται τα μέλη της νέας ομάδας ασφαλείας, η οποία διορίστηκε από τον πρωθυπουργό της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, που εισέρχονται στην Τρίπολη.

Στις 31 Αυγούστου 2016 διέταξε τον “πρωθυπουργό” και τον “υπουργό Άμυνας” της “κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας” να επιστρέψουν στην εργασία τους μετά από την απόρριψη της κυβέρνησης εθνικής ενότητας.

1.4.2016

23.

ABU SAHMAIN, Nuri

γνωστός και ως BOSAMIN, Nori

BO SAMIN, Nuri

Ημερομηνία γέννησης: 16.5.1956

Zouara/Zuwara Λιβύη

Ο Nuri Abu Sahmain ήταν προηγουμένως ο λεγόμενος “πρόεδρος” του μη αναγνωρισμένου διεθνώς Γενικού Εθνικού Κογκρέσου (“ΓΕΚ”) (γνωστού και ως “κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας”) και, ως εκ τούτου, είναι υπεύθυνος για τις δραστηριότητές του.

Ως “πρόεδρος” του ΓΕΚ, ο Nuri Abu Sahmain παρεμπόδισε και αντιτάχθηκε τα μέγιστα στην πολιτική συμφωνία για τη Λιβύη και στη σύσταση κυβέρνησης εθνικής ενότητας (“ΚΕΕ”).

Στις 15 Δεκεμβρίου 2015 ο Sahmain ζήτησε την αναβολή της πολιτικής συμφωνίας για τη Λιβύη που είχε προγραμματιστεί να συμφωνηθεί σε σύνοδο στις 17 Δεκεμβρίου.

Στις 16 Δεκεμβρίου 2015 ο Sahmain εξέδωσε δήλωση σύμφωνα με την οποία το ΓΕΚ δεν επέτρεπε στα μέλη του να συμμετάσχουν στη σύνοδο ή να υπογράψουν την πολιτική συμφωνία για τη Λιβύη.

Την 1η Ιανουαρίου 2016 ο Sahmain απέρριψε την πολιτική συμφωνία για τη Λιβύη κατά τις συνομιλίες με τον ειδικό εκπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών.

1.4.2016».


1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/80


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1753 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Σεπτεμβρίου 2016

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 30 Σεπτεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

MA

173,3

ZZ

173,3

0707 00 05

TR

128,9

ZZ

128,9

0709 93 10

TR

135,5

ZZ

135,5

0805 50 10

AR

94,1

CL

118,2

TR

85,3

UY

93,3

ZA

103,0

ZZ

98,8

0806 10 10

EG

264,7

TR

124,2

US

194,0

ZZ

194,3

0808 10 80

AR

110,6

BR

97,9

CL

122,7

NZ

133,6

ZA

115,9

ZZ

116,1

0808 30 90

CL

126,9

TR

132,1

ZA

155,4

ZZ

138,1


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

1.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 268/82


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/1754 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 29ης Σεπτεμβρίου 2016

για την τροποποίηση της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601 για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 78 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει του άρθρου 78 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το Συμβούλιο εξέδωσε δύο αποφάσεις για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας. Δυνάμει της απόφασης (ΕΕ) 2015/1523 του Συμβουλίου (2), 40 000 αιτούντες διεθνή προστασία προβλέπεται να μετεγκατασταθούν από την Ιταλία και την Ελλάδα στα άλλα κράτη μέλη. Δυνάμει της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601 του Συμβουλίου (3), 120 000 αιτούντες διεθνή προστασία προβλέπεται να μετεγκατασταθούν από την Ιταλία και την Ελλάδα σε άλλα κράτη μέλη.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601, από τις 26 Σεπτεμβρίου 2016, 54 000 αιτούντες προβλέπεται να μετεγκατασταθούν από την Ιταλία και την Ελλάδα στο έδαφος άλλων κρατών μελών εκτός εάν, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 της εν λόγω απόφασης, η Επιτροπή υποβάλει πρόταση μέχρι την εν λόγω ημερομηνία να κατανεμηθούν σε συγκεκριμένο δικαιούχο κράτος μέλος που αντιμετωπίζει κατάσταση έκτακτης ανάγκης που χαρακτηρίζεται από αιφνίδια εισροή προσώπων.

(3)

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601 προβλέπει ότι η Επιτροπή πρέπει να διατηρεί υπό συνεχή εξέταση την κατάσταση όσον αφορά τη μαζική εισροή υπηκόων τρίτων χωρών στα κράτη μέλη. Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει, κατά περίπτωση, προτάσεις για την τροποποίηση της εν λόγω απόφασης ώστε να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη της κατάστασης που επικρατεί επιτόπου και ο αντίκτυπός της στον μηχανισμό μετεγκατάστασης, καθώς και η εξέλιξη της πίεσης στα κράτη μέλη, ιδίως στα κράτη μέλη πρώτης γραμμής.

(4)

Επιδιώκοντας τον τερματισμό της παράνομης μετανάστευσης από την Τουρκία προς την ΕΕ, στις 18 Μαρτίου 2016 (4) η ΕΕ και η Τουρκία συμφώνησαν επί ορισμένων σημείων δράσης, μεταξύ των οποίων και ότι, για κάθε Σύρο που θα γίνεται εκ νέου δεκτός στην Τουρκία από τα ελληνικά νησιά, ένας άλλος Σύρος θα επανεγκαθίσταται από την Τουρκία στα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των υφιστάμενων δεσμεύσεων. Η επανεγκατάσταση στο πλαίσιο του εν λόγω μηχανισμού θα υλοποιηθεί, καταρχάς, με τήρηση των δεσμεύσεων που έχουν λάβει τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των συμπερασμάτων των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου στις 20 Ιουλίου 2015. Οι τυχόν περαιτέρω ανάγκες επανεγκατάστασης πρόκειται να υλοποιούνται μέσω παρόμοιου εθελοντικού διακανονισμού έως ανώτατου ορίου 54 000 πρόσθετων ατόμων, ώστε τυχόν δεσμεύσεις μετεγκατάστασης που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του εν λόγω διακανονισμού να συμψηφίζονται με μη διατεθείσες κατά την απόφαση (ΕΕ) 2015/1601 θέσεις.

(5)

Η επανεγκατάσταση, η εισδοχή για ανθρωπιστικούς λόγους ή άλλες μορφές νόμιμης εισδοχής από την Τουρκία στο πλαίσιο εθνικών και πολυμερών προγραμμάτων αναμένεται να αμβλύνουν τη μεταναστευτική πίεση στα κράτη μέλη που είναι δικαιούχοι μετεγκατάστασης δυνάμει της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601, παρέχοντας νόμιμη και ασφαλή διαδρομή για την είσοδο στην Ένωση και αποτρέποντας παράνομες εισόδους. Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες αλληλεγγύης των κρατών μελών, που συνίστανται στην οικειοθελή εισδοχή στο έδαφός τους Σύρων υπηκόων που βρίσκονται στην Τουρκία και οι οποίοι χρήζουν σαφώς διεθνούς προστασίας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όσον αφορά τους 54 000 αιτούντες διεθνή προστασία που προαναφέρονται. Ο αριθμός των προσώπων που ένα κράτος μέλος δέχεται με τον τρόπο αυτό από την Τουρκία θα πρέπει να αφαιρείται από τον αριθμό των ατόμων που προβλέπεται να μετεγκατασταθούν στο εν λόγω κράτος μέλος δυνάμει της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601 όσον αφορά τους εν λόγω 54 000 αιτούντες.

(6)

Οι μηχανισμοί εισδοχής μπορεί να περιλαμβάνουν την επανεγκατάσταση, την εισδοχή για ανθρωπιστικούς λόγους ή άλλες νόμιμες οδούς για την εισδοχή Σύρων υπηκόων ευρισκόμενων στην Τουρκία που χρήζουν σαφώς διεθνούς προστασίας, όπως τα προγράμματα θεώρησης για ανθρωπιστικούς λόγους, η μεταφορά για ανθρωπιστικούς λόγους, τα προγράμματα επανένωσης οικογενειών, τα συστήματα ιδιωτικής χορηγίας, τα προγράμματα υποτροφιών, τα συστήματα κινητικότητας του εργατικού δυναμικού και άλλα.

(7)

Οι δεσμεύσεις που ανέλαβαν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του προγράμματος επανεγκατάστασης που συμφωνήθηκε στα συμπεράσματα των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 2015, δεν θα πρέπει να επηρεάζονται από την παρούσα απόφαση και δεν θα πρέπει να συνυπολογίζονται όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δυνάμει της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601. Ως εκ τούτου, κράτος μέλος που αποφασίζει να τηρήσει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601, δεχόμενο Σύρους ευρισκόμενους στην Τουρκία μέσω επανεγκατάστασης, δεν θα πρέπει να θεωρήσει ότι η εν λόγω προσπάθεια αποτελεί μέρος της δέσμευσης που ανέλαβε δυνάμει του προγράμματος επανεγκατάστασης της 20ής Ιουλίου 2015.

(8)

Για να διασφαλιστεί η σωστή παρακολούθηση της κατάστασης, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει, εφόσον επιλέξει αυτήν τη δυνατότητα, να υποβάλλει μηνιαίες εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με τους ευρισκόμενους στην Τουρκία Σύρους που έγιναν δεκτοί στην επικράτειά του κάνοντας χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στην παρούσα τροποποίηση, προσδιορίζοντας το εθνικό ή πολυμερές πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου έγιναν δεκτοί, καθώς και τη μορφή της νόμιμης εισδοχής.

(9)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας απόφασης δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, εξαιτίας της κλίμακας και των επιπτώσεων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(10)

Η παρούσα απόφαση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(11)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(12)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη των άρθρων 4 και 4α του εν λόγω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(13)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(14)

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης, η παρούσα απόφαση θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 4 της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Σε σχέση με τη μετεγκατάσταση αιτούντων που