ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

59ο έτος
19 Αυγούστου 2016


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/1392 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και την προσωρινή εφαρμογή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου

1

 

 

Τροποποιητικό πρωτόκολλο της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό η οποία προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που θεσπίζονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου

3

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/1393 της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 της Επιτροπής για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου και τους όρους απόρριψης ή ανάκτησης πληρωμών καθώς και τις διοικητικές κυρώσεις που εφαρμόζονται στις άμεσες ενισχύσεις, τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση

41

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1394 της Επιτροπής, της 16ης Αυγούστου 2016, σχετικά με την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση

50

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1395 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2016, για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το πάνω μέρος από δέρμα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας που παράγονται από τις επιχειρήσεις Buckinghan Shoe Mfg Co., Ltd., Buildyet Shoes Mfg., DongGuan Elegant Top Shoes Co. Ltd, Dongguan Stella Footwear Co Ltd, Dongguan Taiway Sports Goods Limited, Foshan City Nanhai Qun Rui Footwear Co., Jianle Footwear Industrial, Sihui Kingo Rubber Shoes Factory, Synfort Shoes Co. Ltd., Taicang Kotoni Shoes Co. Ltd., Wei Hao Shoe Co. Ltd., Wei Hua Shoe Co. Ltd., Win Profile Industries Ltd, και την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14

52

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1396 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2016, σχετικά με την τροποποίηση ορισμένων παραρτημάτων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών ( 1 )

76

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1397 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2016, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

100

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/1


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/1392 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2016

σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και την προσωρινή εφαρμογή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 115, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5 και το άρθρο 218 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 14 Μαΐου 2013, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Πριγκιπάτο του Μονακό για την τροποποίηση της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου (1) (εφεξής η «συμφωνία»), προκειμένου να ευθυγραμμιστεί η εν λόγω συμφωνία με τις πρόσφατες εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο, όπου συμφωνήθηκε να προωθηθεί η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών ως διεθνές πρότυπο.

(2)

Το κείμενο του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας (εφεξής το «τροποποιητικό πρωτόκολλο») που είναι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων αντικατοπτρίζει δεόντως τις οδηγίες διαπραγμάτευσης που εξέδωσε το Συμβούλιο, δεδομένου ότι εναρμονίζει τη συμφωνία με τις τελευταίες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, και συγκεκριμένα με το παγκόσμιο πρότυπο για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών σε φορολογικά θέματα, που εκπονήθηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Η Ένωση, τα κράτη μέλη και το Πριγκιπάτο του Μονακό έχουν συμμετάσχει ενεργά στις εργασίες του παγκόσμιου φόρουμ του ΟΟΣΑ για τη στήριξη της ανάπτυξης και της εφαρμογής του εν λόγω προτύπου. Το κείμενο της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το τροποποιητικό πρωτόκολλο, αποτελεί τη νομική βάση για την εφαρμογή του παγκόσμιου προτύπου στις σχέσεις μεταξύ της Ένωσης και του Πριγκιπάτου του Μονακό.

(3)

Το τροποποιητικό πρωτόκολλο θα πρέπει να υπογραφεί.

(4)

Λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθύνσεις που διατυπώθηκαν από το Πριγκιπάτο του Μονακό στο πλαίσιο του παγκόσμιου φόρουμ του ΟΟΣΑ, το τροποποιητικό πρωτόκολλο θα πρέπει να εφαρμοστεί σε προσωρινή βάση από την 1η Ιανουαρίου 2017, εν αναμονή της ολοκλήρωσης των διαδικασιών που απαιτούνται για τη σύναψή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται η εξ ονόματος της Ένωσης η υπογραφή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, με την επιφύλαξη της σύναψης του εν λόγω τροποποιητικού πρωτοκόλλου.

Το κείμενο του τροποποιητικού πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος τουΣυμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που θα υπογράψουν το τροποποιητικό πρωτόκολλο εξ ονόματος της Ένωσης.

Άρθρο 3

Υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, το τροποποιητικό πρωτόκολλο εφαρμόζεται σε προσωρινή βάση από την 1η Ιανουαρίου 2017, εν αναμονή της ολοκλήρωσης των διαδικασιών που απαιτούνται για τη σύναψή του.

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου κοινοποιεί, εξ ονόματος της Ένωσης, στο Πριγκιπάτο του Μονακό την πρόθεσή του να εφαρμόσει προσωρινά το τροποποιητικό πρωτόκολλο, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, από την 1η Ιανουαρίου 2017.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. KAŽIMÍR


(1)  ΕΕ L 19 της 21.1.2005, σ. 55.


19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/3


ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΌ ΠΡΩΤΌΚΟΛΛΟ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΊΑΣ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό η οποία προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που θεσπίζονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ,

και

ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΚΟ,

εφεξής αποκαλούμενοι αμφότεροι «συμβαλλόμενο μέρος» ή, από κοινού, «συμβαλλόμενα μέρη», ανάλογα με την περίπτωση,

ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ να τεθεί σε εφαρμογή το πρότυπο για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών που θεσπίστηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), σε ένα πλαίσιο συνεργασίας που λαμβάνει υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των συμβαλλόμενων μερών,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν μακροχρόνια και στενή σχέση όσον αφορά τη συνεργασία σε φορολογικά θέματα, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή μέτρων ισοδύναμων με εκείνα που προβλέπονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις υπό μορφή τόκων (1), και την επιθυμία να βελτιώσουν τη διεθνή φορολογική συμμόρφωση με περαιτέρω αξιοποίηση της εν λόγω σχέσης,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη επιθυμούν να καταλήξουν σε συμφωνία για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης με βάση αμοιβαία αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, με την επιφύλαξη της εμπιστευτικότητας και άλλων εγγυήσεων που προβλέπονται στο παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που περιορίζουν τη χρήση των ανταλλασσόμενων πληροφοριών,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι η συμφωνία βάσει του παρόντος τροποποιητικού πρωτοκόλλου πρέπει να είναι σύμφωνη με το πρότυπο που θεσπίστηκε από τον ΟΟΣΑ για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών (εφεξής «παγκόσμιο πρότυπο»),

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το άρθρο 12 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό, που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που προβλέπονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου (εφεξής «η συμφωνία»), η οποία, στη σημερινή μορφή της (2), ήτοι πριν από την τροποποίησή της με το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, περιορίζει την ανταλλαγή πληροφοριών σε αιτήματα που αφορούν πράξεις οι οποίες συνιστούν φορολογική απάτη, θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με το πρότυπο του ΟΟΣΑ για τη διαφάνεια και την ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, προς επίτευξη των σκοπών του εν λόγω προτύπου με τον λεπτομερή τρόπο που περιγράφεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της συμφωνίας, όπως αυτό προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, και τηρουμένων των εγγυήσεων εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπονται στο άρθρο 6 της συμφωνίας, όπως αυτό προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο και το οικείο παράρτημα III,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, όσον αφορά τα κράτη μέλη, η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (3) ορίζει ειδικές διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες ισχύουν επίσης και για τις ανταλλαγές πληροφοριών που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη και καλύπτονται από τη συμφωνία, όπως αυτή προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ο νόμος 1.165, της 23ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο αριθ. 1.240, της 2ας Ιουλίου 2001, και τον νόμο αριθ. 1.353, της 4ης Δεκεμβρίου 2008, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2009, συμπεριλαμβανομένων των όρων εφαρμογής, όπως καθορίζονται στο διάταγμα αριθ. 2.230, της 19ης Ιουνίου 2009 (4) διέπει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο Πριγκιπάτο του Μονακό,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εξέδωσε, μέχρι την ημερομηνία υπογραφής του παρόντος τροποποιητικού πρωτοκόλλου, την απόφαση κατ'εφαρμογή του άρθρου 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ στην οποία να αναγνωρίζεται ότι το Πριγκιπάτο του Μονακό διασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να εφαρμόσουν και να τηρήσουν τις ειδικές διασφαλίσεις προστασίας των δεδομένων τις οποίες περιέχει η συμφωνία, όπως προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, περιλαμβανομένου του οικείου παραρτήματος III, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη να μην μπορεί να αιτιολογήσει τη μη ανταλλαγή πληροφοριών με το άλλο συμβαλλόμενο μέρος,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, οι αποστέλλουσες αρμόδιες αρχές και οι λαμβάνουσες αρμόδιες αρχές, ως υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων, πρέπει να διατηρούν τις πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την συμφωνία, όπως προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκπλήρωση των στόχων της συμφωνίας. Δεδομένων των διαφορών στη νομοθεσία μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών και του Πριγκιπάτου του Μονακό, η μέγιστη περίοδος διατήρησης για καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να ορισθεί σε συνάρτηση με τους κανόνες παραγραφής που προβλέπονται στην εθνική φορολογική νομοθεσία κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι κατηγορίες των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων και των Δηλωτέων Λογαριασμών που καλύπτονται από τη συμφωνία, όπως προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο είναι διαμορφωμένες ώστε να περιορίζονται οι δυνατότητες των φορολογουμένων να αποφεύγουν να δηλωθούν μεταφέροντας περιουσιακά στοιχεία σε Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα ή επενδύοντας σε χρηματοοικονομικά προϊόντα που δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας, όπως προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο. Εντούτοις, ορισμένα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και λογαριασμοί που παρουσιάζουν χαμηλό κίνδυνο χρησιμοποίησης για φοροδιαφυγή θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής. Σε γενικές γραμμές, δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται κατώτατα όρια, καθώς αυτά θα μπορούσαν να τηρηθούν εύκολα μέσω της διάσπασης λογαριασμών σε διαφορετικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα. Οι χρηματοοικονομικές πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται και να ανταλλάσσονται δεν θα πρέπει να αφορούν μόνο κάθε σχετικό εισόδημα (τόκοι, μερίσματα και παρόμοια είδη εισοδήματος), αλλά και τα υπόλοιπα λογαριασμών και τα έσοδα από πωλήσεις χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, για την αντιμετώπιση καταστάσεων στις οποίες οι φορολογούμενοι επιδιώκουν την απόκρυψη κεφαλαίου που αποτελεί καθαυτό εισόδημα ή περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων έχει υπάρξει φοροδιαφυγή. Ως εκ τούτου, η επεξεργασία πληροφοριών στο πλαίσιο της συμφωνίας, όπως προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, είναι αναγκαία και αναλογική προκειμένου οι φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών και του Πριγκιπάτου του Μονακό να είναι σε θέση να ταυτοποιούν ορθά και κατηγορηματικά τους σχετικούς φορολογούμενους, να εφαρμόζουν και να επιβάλλουν τη φορολογική τους νομοθεσία σε διασυνοριακές υποθέσεις, να αξιολογούν την πιθανότητα διάπραξης φοροδιαφυγής και να αποφεύγουν κάθε περιττή περαιτέρω έρευνα,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό η οποία προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που θεσπίζονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου» (εφεξής η «συμφωνία») τροποποιείται ως ακολούθως:

1)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου του Μονακό για την ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης, σύμφωνα με το πρότυπο που θεσπίστηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών»

2)

Τα άρθρα 1 έως 21 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι όροι και εκφράσεις έχουν τις κάτωθι έννοιες:

α)

«Ευρωπαϊκή Ένωση»: η Ένωση, όπως ορίζεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η οποία περιλαμβάνει τα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπό τους όρους που καθορίζονται στην εν λόγω τελευταία Συνθήκη·

β)

«Κράτος μέλος»: κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

γ)

«Μονακό», το Πριγκιπάτο του Μονακό, τα εσωτερικά του ύδατα, τα χωρικά του ύδατα, το έδαφος και το υπέδαφός του, ο υπερκείμενος εναέριος χώρος του, η αποκλειστική οικονομική του ζώνη και η υφαλοκρηπίδα του, επί των οποίων, σύμφωνα με τις διατάξεις του διεθνούς δικαίου και με τις εθνικές νομοθεσίες, το Πριγκιπάτο του Μονακό ασκεί δικαιώματα κυριαρχίας και δικαιοδοσίας·

δ)

«Αρμόδιες Αρχές του Μονακό» και «Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών»: οι αρχές που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, στο στοιχείο α) και στα στοιχεία β) έως αγ), αντιστοίχως. Το παράρτημα IV αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της παρούσας συμφωνίας. Ο κατάλογος των αρμόδιων αρχών στο παράρτημα IV μπορεί να τροποποιηθεί με απλή κοινοποίηση στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος από το Μονακό όσον αφορά την αρχή που αναφέρεται στο στοιχείο α) του εν λόγω παραρτήματος και από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις άλλες αρχές που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως αγ) του εν λόγω παραρτήματος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει, αντιστοίχως, τα κράτη μέλη και το Μονακό για κάθε κοινοποίηση που λαμβάνεται για τον σκοπό αυτό·

ε)

«Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους»: i) κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που έχει έδρα σε κράτος μέλος, εξαιρουμένου κάθε υποκαταστήματος αυτού του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος που βρίσκεται εκτός του εν λόγω κράτους μέλους, και ii) κάθε υποκατάστημα Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος το οποίο δεν έχει έδρα στο κράτος μέλος αυτό, εφόσον το εν λόγω υποκατάστημα βρίσκεται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος·

στ)

«Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα του Μονακό»: i) κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που έχει έδρα στο Μονακό, εξαιρουμένου κάθε υποκαταστήματος αυτού του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος που βρίσκεται εκτός του Μονακό, και ii) κάθε υποκατάστημα Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος το οποίο δεν έχει έδρα στο Μονακό, εφόσον το εν λόγω υποκατάστημα βρίσκεται στο Μονακό·

ζ)

«Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα»: κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους ή του Μονακό, ανάλογα με το εδαφικό πλαίσιο εφαρμογής της εκάστοτε δικαιοδοσίας, το οποίο δεν είναι μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα·

η)

«Δηλωτέος Λογαριασμός»: Δηλωτέος Λογαριασμός κράτους μέλους ή του Μονακό, ανάλογα με την περίπτωση, υπό την προϋπόθεση ότι έχει χαρακτηριστεί ως τέτοιος βάσει των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με τα παραρτήματα I και II, του εν λόγω κράτους μέλους ή του Μονακό·

θ)

«Δηλωτέος Λογαριασμός κράτους μέλους»: Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που τηρείται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα του Μονακό και κατέχεται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα κράτους μέλους που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή από Παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέο Πρόσωπο κράτους μέλους·

ι)

«Δηλωτέος Λογαριασμός Μονακό»: Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που τηρείται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους και κατέχεται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα κατοίκους Μονακό που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή από Παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα Μονακό.

ια)

«Πρόσωπο κράτους μέλους»: φυσικό πρόσωπο ή Οντότητα που χαρακτηρίζεται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα του Μονακό κάτοικος κράτους μέλους σύμφωνα με διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που συνάδουν με τα παραρτήματα I και II, ή κληρονομία θανόντος, ο οποίος ήταν κάτοικος κράτους μέλους·

ιβ)

«Πρόσωπο του Μονακό»: φυσικό πρόσωπο ή Οντότητα που χαρακτηρίζεται από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους κάτοικος Μονακό σύμφωνα με διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που συνάδουν με τα παραρτήματα I και II, ή κληρονομία θανόντος, ο οποίος ήταν κάτοικος Μονακό.

2.   Κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία γράμματα που δεν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο κατά τον χρόνο εκείνο, i) για τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας (5) ή, κατά περίπτωση, το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που εφαρμόζει την παρούσα συμφωνία, και ii) για το Μονακό, δυνάμει της εθνικής του νομοθεσίας· η εν λόγω έννοια είναι συνεπής με την έννοια που καθορίζεται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ.

Οιοσδήποτε όρος ο οποίος δεν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία, εκτός εάν απαιτείται διαφορετικά από τα συμφραζόμενα ή η Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους και η Αρμόδια Αρχή του Μονακό συμφωνούν σε μια κοινή έννοια όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 (εφόσον επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία), έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο κατά τον χρόνο εκείνο σύμφωνα με το δίκαιο της οικείας δικαιοδοσίας που εφαρμόζει την παρούσα συμφωνία, i) για τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας ή, κατά περίπτωση, από το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, και ii) για το Μονακό, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, κάθε έννοια σύμφωνα με την εφαρμοστέα φορολογική νομοθεσία της οικείας δικαιοδοσίας (είτε είναι κράτος μέλος είτε το Μονακό) που υπερισχύει της έννοιας που δίδεται στον όρο σύμφωνα με τους νόμους της εν λόγω δικαιοδοσίας.

Άρθρο 2

Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους δηλωτέους λογαριασμούς

1.   Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων κανόνων δήλωσης στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με τα παραρτήματα Ι και ΙΙ, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας, η Αρμόδια Αρχή του Μονακό θα ανταλλάσσει ετησίως με καθεμία από τις Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών, και καθεμία από τις Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών θα ανταλλάσσει ετησίως με την Αρμόδια Αρχή του Μονακό σε αυτόματη βάση τις πληροφορίες που αποκτώνται σύμφωνα με τους εν λόγω κανόνες και που διευκρινίζονται στην παράγραφο 2.

2.   Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται είναι, στην περίπτωση κράτους μέλους για κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό Μονακό, και στην περίπτωση του Μονακό για κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό κράτους μέλους:

α)

το όνομα, η διεύθυνση, ο ΑΦΜ και η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης (στην περίπτωση φυσικού προσώπου) κάθε Δηλωτέου Προσώπου που είναι Δικαιούχος του Λογαριασμού και, στην περίπτωση Οντότητας η οποία είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και για την οποία, κατόπιν εφαρμογής διαδικασιών δέουσας επιμέλειας σύμφωνων προς τα παραρτήματα Ι και ΙΙ, διαπιστώνεται ότι διαθέτει ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, η επωνυμία, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ της Οντότητας, καθώς και το όνομα, η διεύθυνση, ο ΑΦΜ και η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης κάθε Δηλωτέου Προσώπου. Το Μονακό δεν διαθέτει ΑΦΜ για τα Πρόσωπα του Μονακό κατά την ημερομηνία υπογραφής του τροποποιητικού πρωτοκόλλου, ήτοι στις 12 Ιουλίου 2016·

β)

ο αριθμός λογαριασμού (ή λειτουργικό ισοδύναμο ελλείψει αριθμού λογαριασμού)·

γ)

η ονομασία και ο αριθμός ταυτοποίησης (εάν υπάρχει) του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος·

δ)

το υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού (συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, της Αξίας Εξαγοράς κατά τη λήξη ή της τιμής εξαγοράς σε περίπτωση πρόωρης λύσης του συμβολαίου) στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων, ή το κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια αυτού του έτους ή αυτής της περιόδου·

ε)

σε περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής:

i)

το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των μερισμάτων και το συνολικό ακαθάριστο ποσό λοιπών εισοδημάτων που προέκυψαν σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται στον λογαριασμό, σε κάθε περίπτωση που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό (ή σε σχέση με τον λογαριασμό) κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

ii)

τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά Χρηματοοικονομικών Περιουσιακών Στοιχείων, τα οποία καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων και για τα οποία το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ενήργησε ως θεματοφύλακας, μεσάζων, εντολοδόχος ή άλλως ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Κατόχου του Λογαριασμού·

στ)

σε περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

ζ)

σε περίπτωση λογαριασμού που δεν περιγράφεται στο εδάφιο 2 στοιχείο ε) ή στ), το συνολικό ακαθάριστο ποσό που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον Δικαιούχο Λογαριασμού σε σχέση με τον λογαριασμό, κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων, ως προς το οποίο το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα είναι οφειλέτης ή χρεώστης, συμπεριλαμβανομένου του συνολικού ποσού τυχόν πληρωμών εξόφλησης προς τον Δικαιούχο Λογαριασμού κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.

Άρθρο 3

Χρόνος και τρόπος αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 2, το ποσό και ο χαρακτηρισμός των πληρωμών που πραγματοποιούνται σε σχέση με Δηλωτέο Λογαριασμό μπορούν να καθορίζονται σύμφωνα με τις αρχές της φορολογικής νομοθεσίας της δικαιοδοσίας (είτε είναι κράτος μέλος είτε το Μονακό) που ανταλλάσσει τις πληροφορίες.

2.   Για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 2, στις πληροφορίες που ανταλλάσσονται υποδεικνύεται το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται κάθε σχετικό ποσό.

3.   Όσον αφορά το άρθρο 2 παράγραφος 2, οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται για το 2017 και όλα τα επόμενα έτη ανταλλάσσονται εντός εννέα μηνών από το τέλος του ημερολογιακού έτους στο οποίο αναφέρονται οι πληροφορίες.

4.   Οι αρμόδιες αρχές ανταλλάσσουν αυτόματα τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 σε ένα σύστημα κοινού προτύπου αναφοράς σε Επεκτάσιμη Γλώσσα Σήμανσης (Extensible Markup Language — XML).

5.   Οι αρμόδιες αρχές συμφωνούν σχετικά με μία ή περισσότερες μεθόδους διαβίβασης στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων κρυπτογράφησης.

Άρθρο 4

Συνεργασία για τη συμμόρφωση και επιβολή

Η Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους πρέπει να ειδοποιεί την Αρμόδια Αρχή του Μονακό και η Αρμόδια Αρχή του Μονακό πρέπει να ειδοποιεί την Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους όταν η πρωτοαναφερόμενη (ειδοποιούσα) Αρμόδια Αρχή έχει λόγο να πιστεύει ότι κάποιο σφάλμα μπορεί να έχει οδηγήσει σε ανακριβή ή ατελή διαβίβαση πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 2 ή υπάρχει μη συμμόρφωση από Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αναφοράς και τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τα παραρτήματα Ι και ΙΙ. Η ειδοποιούμενη Αρμόδια Αρχή λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που είναι διαθέσιμα βάσει του εσωτερικού της δικαίου προκειμένου να διορθώσει τα σφάλματα ή τη μη συμμόρφωση που περιγράφονται στην ειδοποίηση.

Άρθρο 5

Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος

1.   Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 2 και οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας που προβλέπει την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος μεταξύ του Μονακό και οιουδήποτε κράτους μέλους, οι Αρμόδιες Αρχές του Μονακό και οι Αρμόδιες Αρχές οιουδήποτε κράτους μέλους ανταλλάσσουν, κατόπιν αιτήματος, τις πληροφορίες που, κατά πάσα πιθανότητα, είναι συναφείς για την εκτέλεση της παρούσας συμφωνίας ή τη διοίκηση ή την εφαρμογή των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας σχετικά με τους φόρους κάθε είδους ή ονομασίας οι οποίοι εισπράττονται για λογαριασμό του Μονακό και των κρατών μελών, ή των πολιτικών υποδιαιρέσεων ή τοπικών αρχών τους, στο βαθμό που η φορολογία βάσει της εν λόγω εθνικής νομοθεσίας του αιτούντος κράτους δεν είναι αντίθετη προς διάταξη για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης που περιέχεται σε συμφωνία μεταξύ του Μονακό και του σχετικού κράτους μέλους.

2.   Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 6, δεν θεωρείται ότι επιβάλλουν στο Μονακό ή σε κράτος μέλος την υποχρέωση:

α)

να λαμβάνει διοικητικά μέτρα που διαφέρουν από τη νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική του Μονακό ή του εν λόγω κράτους μέλους, αντίστοιχα·

β)

να παρέχει πληροφορίες οι οποίες δεν θα μπορούσαν να ληφθούν βάσει της νομοθεσίας του ή στα πλαίσια της κανονικής διοικητικής πρακτικής του Μονακό ή του εν λόγω κράτους μέλους, αντίστοιχα·

γ)

να παρέχει πληροφορίες που θα κοινοποιούσαν εμπορικά, επιχειρηματικά, βιομηχανικά ή επαγγελματικά απόρρητα, εμπορική διαδικασία ή πληροφορίες των οποίων η γνωστοποίηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.

3.   Εάν ζητούνται πληροφορίες από ένα κράτος μέλος ή από το Μονακό, που ενεργεί ως αιτούσα δικαιοδοσία σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το Μονακό ή το κράτος μέλος που ενεργεί ως η δικαιοδοσία στην οποία υποβάλλεται το αίτημα χρησιμοποιεί τα μέσα που διαθέτει για τη συγκέντρωση πληροφοριών, προκειμένου να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ακόμη και αν δεν χρειάζεται τις πληροφορίες αυτές για δικούς της φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση που περιλαμβάνεται στην προηγούμενη πρόταση υπόκειται στους περιορισμούς της παραγράφου 2, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι οι εν λόγω περιορισμοί επιτρέπουν στη δικαιοδοσία στην οποία υποβάλλεται το αίτημα να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή η εν λόγω δικαιοδοσία δεν έχει εγχώριο συμφέρον για τις πληροφορίες αυτές.

4.   Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν θεωρείται ότι επιτρέπουν στο Μονακό ή σε κράτος μέλος να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή κάτοχος των πληροφοριών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του θεματοφύλακα ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

5.   Οι αρμόδιες αρχές συμφωνούν σχετικά με μία ή περισσότερες μεθόδους διαβίβασης στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων κρυπτογράφησης, καθώς και, κατά περίπτωση, τυποποιημένων εντύπων.

Άρθρο 6

Εμπιστευτικότητα και προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Εκτός από τους κανόνες περί εμπιστευτικότητας και άλλες εγγυήσεις που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, συμπεριλαμβανομένου του παραρτήματος ΙΙΙ, η συλλογή και η ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας συμφωνίας υπόκεινται, i) για τα κράτη μέλη, στις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις των κρατών μελών για την εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και, ii) για το Μονακό, στις διατάξεις του νόμου αριθ. 1.165, της 23ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 1.240, της 2ας Ιουλίου 2001, και τον νόμο αριθ. 1.353, της 4ης Δεκεμβρίου 2008, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2009, συμπεριλαμβανομένων των όρων εφαρμογής, όπως καθορίζονται στο διάταγμα αριθ. 2.230, της 19ης Ιουνίου 2009.

Για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής του άρθρου 5, τα κράτη μέλη περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 10, στο άρθρο 11 παράγραφος 1 και στα άρθρα 12 και 21 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, στο βαθμό που αυτό κρίνεται αναγκαίο προκειμένου να διασφαλίζονται τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας. Το Μονακό λαμβάνει ισοδύναμα μέτρα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.

Κατά παρέκκλιση από το προηγούμενο εδάφιο, κάθε κράτος μέλος και το Μονακό διασφαλίζουν ότι κάθε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα υπό τη δικαιοδοσία τους ενημερώνει κάθε ενδιαφερόμενο Δηλωτέο Πρόσωπο (Πρόσωπο του Μονακό ή Πρόσωπο κράτους μέλους) ότι οι πληροφορίες που το αφορούν και που αναφέρονται στο άρθρο 2 θα συλλέγονται και θα διαβιβάζονται σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία και διασφαλίζουν ότι το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κοινοποιεί στο πρόσωπο αυτό όλες τις πληροφορίες που δικαιούται βάσει της οικείας εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων, καθώς και τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον σκοπό της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν·

β)

τη νομική βάση της επεξεργασίας των δεδομένων·

γ)

τους παραλήπτες των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

τα στοιχεία ταυτότητας των υπεύθυνων επεξεργασίας των δεδομένων·

ε)

τις προθεσμίες διατήρησης των δεδομένων·

στ)

την ύπαρξη του δικαιώματος για το εν λόγω πρόσωπο να ζητήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων την πρόσβαση, τη διόρθωση και τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν·

ζ)

το δικαίωμα διοικητικής και/ή δικαστικής προσφυγής·

η)

τη διαδικασία άσκησης του δικαιώματος διοικητικής και/ή δικαστικής προσφυγής·

θ)

το δικαίωμα προσφυγής στην αρμόδια αρχή ή τις αρμόδιες αρχές ελέγχου της προστασίας των δεδομένων και τα στοιχεία επικοινωνίας τους.

Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται εγκαίρως ώστε το πρόσωπο να μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματά του ως προς την προστασία δεδομένων και, σε κάθε περίπτωση, πριν το σχετικό Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δηλώσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 στην αρμόδια αρχή της δικαιοδοσίας της κατοικίας του (είτε είναι κράτος μέλος είτε το Μονακό).

Τα κράτη μέλη και το Μονακό διασφαλίζουν ότι κάθε Δηλωτέο Πρόσωπο (Πρόσωπο του Μονακό ή Πρόσωπο του κράτους μέλους) ειδοποιείται σε περίπτωση παραβίασης ασφάλειας που αφορά τα δεδομένα του, όταν η παραβίαση αυτή ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην προστασία των προσωπικών του δεδομένων ή του ιδιωτικού του βίου.

2.   Οι πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία διατηρούνται για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το απαιτούμενο για την επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας και, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες κάθε υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων περί παραγραφής.

Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους και του Μονακό θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζονται αντιστοίχως στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας. Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων οφείλουν να μεριμνούν για την τήρηση των διασφαλίσεων περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την περιγραφή των εν λόγω διασφαλίσεων που περιλαμβάνεται στην παρούσα συμφωνία, και για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των ενδιαφερόμενων προσώπων.

3.   Κάθε πληροφορία που λαμβάνεται από δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε το Μονακό) βάσει της παρούσας συμφωνίας αντιμετωπίζεται ως εμπιστευτική και προστατεύεται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι πληροφορίες που λαμβάνονται βάσει του εσωτερικού δικαίου της εν λόγω δικαιοδοσίας και, στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με το ισχύον εσωτερικό δίκαιο, και τις διασφαλίσεις που προσδιορίζονται από τη δικαιοδοσία που παρέχει τις πληροφορίες όπως απαιτείται δυνάμει του εσωτερικού της δικαίου.

4.   Σε κάθε περίπτωση, οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται μόνο στα πρόσωπα ή στις αρχές (συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων και των διοικητικών ή εποπτικών οργάνων) που ασχολούνται με την αξιολόγηση, την είσπραξη ή την ανάκτηση των φόρων, την εκτέλεση των αποφάσεων, την άσκηση δίωξης, ή τον καθορισμό των μέσων προσφυγής σε σχέση με τους φόρους της εν λόγω δικαιοδοσίας (είτε κράτους μέλους είτε του Μονακό), ή την επίβλεψη των ανωτέρω. Μόνο τα πρόσωπα ή οι αρχές που αναφέρονται ανωτέρω επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες και μόνο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην προηγούμενη πρόταση. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, μπορούν να τις κοινοποιούν σε δημόσιες διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίου ή σε δικαστικές αποφάσεις σχετικά με τους εν λόγω φόρους, υπό τον όρο, όσον αφορά ειδικότερα την είσπραξη των φόρων, της προηγούμενης έγκρισης από την Αρμόδια Αρχή που παρέχει τις πληροφορίες (είτε είναι, αντιστοίχως, του Μονακό είτε κράτους μέλους).

5.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων, οι πληροφορίες που λαμβάνονται από μια δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε το Μονακό) μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς, όταν οι εν λόγω πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους εν λόγω άλλους σκοπούς σύμφωνα με τη νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης εκείνης για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της δικαιοδοσίας που παρέχει τις πληροφορίες (αντιστοίχως, το Μονακό ή κράτος μέλος) και όταν η Αρμόδια Αρχή της εν λόγω δικαιοδοσίας επιτρέπει ήδη τη χρήση αυτή. Πληροφορίες που παρέχονται από μια δικαιοδοσία (είτε είναι κράτος μέλος είτε το Μονακό) σε άλλη δικαιοδοσία (αντιστοίχως, στο Μονακό ή ένα κράτος μέλος) μπορούν να διαβιβάζονται από την τελευταία σε τρίτη δικαιοδοσία (άλλο κράτος μέλος), υπό τον όρο της εφαρμογής των διασφαλίσεων του παρόντος άρθρου και της προηγούμενης έγκρισης από την Αρμόδια Αρχή της πρώτης αναφερόμενης δικαιοδοσίας, από την οποία προήλθαν οι πληροφορίες και η οποία πρέπει να έχει λάβει τα απαραίτητα στοιχεία για την εκτίμηση όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω διασφαλίσεων. Πληροφορίες που παρέχονται από ένα κράτος μέλος σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του για την εφαρμογή της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, μπορούν να διαβιβάζονται στο Μονακό, υπό τον όρο της προηγούμενης έγκρισης από την Αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες.

6.   Κάθε Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους ή του Μονακό ενημερώνει αμέσως την άλλη Αρμόδια Αρχή, δηλαδή εκείνη του Μονακό ή του εν λόγω κράτους μέλους, σχετικά με τυχόν παραβίαση της εμπιστευτικότητας, μη τήρηση των διασφαλίσεων ή τυχόν άλλη παραβίαση των κανόνων περί προστασίας δεδομένων και τυχόν επακόλουθη επιβολή κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων.

Άρθρο 7

Διαβουλεύσεις και αναστολή της παρούσας συμφωνίας

1.   Εάν προκύψουν δυσκολίες κατά την εφαρμογή ή την ερμηνεία της παρούσας συμφωνίας, οποιαδήποτε από τις Αρμόδιες Αρχές του Μονακό ή κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει διαβουλεύσεις μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής του Μονακό και μίας ή περισσοτέρων από τις Αρμόδιες Αρχές των κρατών μελών προκειμένου να εκπονηθούν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλιστεί η τήρηση της παρούσας συμφωνίας. Οι εν λόγω Αρμόδιες Αρχές κοινοποιούν αμέσως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στις Αρμόδιες Αρχές των άλλων κρατών μελών τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεών τους. Σχετικά με προβλήματα ερμηνείας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να λάβει μέρος στις διαβουλεύσεις εφόσον το ζητήσει οιαδήποτε από τις Αρμόδιες Αρχές.

2.   Αν η διαβούλευση αφορά σημαντικές περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, και η διαδικασία που περιγράφεται στο σημείο 1 δεν προβλέπει κατάλληλη διευθέτηση, η Αρμόδια Αρχή κράτους μέλους ή του Μονακό μπορεί να αναστείλει την ανταλλαγή πληροφοριών που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία προς, αντιστοίχως, το Μονακό ή ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος, με γραπτή προειδοποίηση προς την άλλη Αρμόδια Αρχή. Η εν λόγω αναστολή έχει άμεση ισχύ. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η σημαντική μη συμμόρφωση περιλαμβάνει, χωρίς να περιορίζεται, i) τη μη συμμόρφωση προς τις περί εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, περιλαμβανομένου του παραρτήματος ΙΙΙ, της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του νόμου αριθ. 1.165, της 23ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 1.240, της 2ας Ιουλίου 2001, και τον νόμο αριθ. 1.353, της 4ης Δεκεμβρίου 2008, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2009, συμπεριλαμβανομένων των όρων εφαρμογής, όπως καθορίζονται στο διάταγμα αριθ. 2.230, της 19ης Ιουνίου 2009, ανάλογα με την περίπτωση, ii) την παράλειψη της Αρμόδιας Αρχής κράτους μέλους ή του Μονακό να παράσχει έγκαιρη και επαρκή πληροφόρηση, όπως απαιτείται βάσει της παρούσας συμφωνίας, και iii) τον καθορισμό του καθεστώτος των οντοτήτων ή των λογαριασμών ως Μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και Εξαιρούμενοι Λογαριασμοί κατά τρόπο που ανατρέπει τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 8

Τροποποιήσεις

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται μεταξύ τους κάθε φορά που θεσπίζεται μια σημαντική αλλαγή σε επίπεδο ΟΟΣΑ σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία του προτύπου που θεσπίστηκε από τον ΟΟΣΑ για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών (εφεξής «παγκόσμιο πρότυπο»), ή —εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη το κρίνουν απαραίτητο— προκειμένου να βελτιώσουν την τεχνική λειτουργία της παρούσας συμφωνίας ή να εκτιμήσουν και να αντικατοπτρίσουν άλλες διεθνείς εξελίξεις. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός ενός μηνός από την υποβολή του αιτήματος από οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος ή το ταχύτερο δυνατόν σε επείγουσες περιπτώσεις.

2.   Με βάση την εν λόγω επαφή, τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να προβούν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσον είναι απαραίτητες τροποποιήσεις της παρούσας συμφωνίας.

3.   Για τους σκοπούς των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενημερώνει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος για τις πιθανές εξελίξεις που είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ομαλή λειτουργία της παρούσας συμφωνίας. Περιλαμβάνεται επίσης κάθε σχετική συμφωνία μεταξύ ενός εκ των συμβαλλομένων μερών και τρίτου κράτους.

4.   Μετά το πέρας των διαβουλεύσεων, η παρούσα συμφωνία μπορεί να τροποποιηθεί με πρωτόκολλο ή νέα συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών.

5.   Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος που έχει εφαρμόσει μια αλλαγή, που εγκρίθηκε από τον ΟΟΣΑ, στο παγκόσμιο πρότυπο, και επιθυμεί να προβεί σε αντίστοιχη τροποποίηση των παραρτημάτων Ι και/ή ΙΙ της παρούσας συμφωνίας, ενημερώνει σχετικά το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση λαμβάνει χώρα διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4, όταν τα συμβαλλόμενα μέρη καταλήξουν σε συναίνεση στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαβούλευσης σχετικά με τις αλλαγές που πρέπει να επέλθουν στα παραρτήματα Ι ή/και ΙΙ της παρούσας συμφωνίας, και για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την υλοποίηση της αλλαγής με τυπική τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας, το συμβαλλόμενο μέρος το οποίο ζήτησε την αλλαγή μπορεί να εφαρμόσει προσωρινά την αναθεωρημένη έκδοση των παραρτημάτων Ι ή/και ΙΙ της παρούσας συμφωνίας, όπως εγκρίθηκε από τη διαδικασία διαβούλευσης, από την πρώτη ημέρα του Ιανουαρίου του έτους που έπεται του έτους της ολοκλήρωσης της προαναφερθείσας διαδικασίας.

Ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρείται ότι έχει πραγματοποιήσει την τροποποίηση, που εγκρίθηκε από τον ΟΟΣΑ, στο παγκόσμιο πρότυπο:

α)

για κράτη μέλη: όταν η τροποποίηση έχει ενσωματωθεί στην οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας·

β)

για το Μονακό: όταν η τροποποίηση έχει ενσωματωθεί σε συμφωνία με τρίτο κράτος ή στην εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 9

Καταγγελία

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία με σχετική κοινοποίηση καταγγελίας την οποία απευθύνει εγγράφως στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η καταγγελία αυτή ενεργοποιείται την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της λήξης περιόδου 12 μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης καταγγελίας. Σε περίπτωση καταγγελίας, όλες οι πληροφορίες που έχουν ήδη ληφθεί δυνάμει της παρούσας συμφωνίας θα παραμείνουν εμπιστευτικές και υπόκεινται, i) για τα κράτη μέλη, στις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις των κρατών μελών που εφαρμόζουν την οδηγία 95/46/ΕΚ και ii) για το Μονακό, στις διατάξεις του νόμου αριθ. 1.165, της 23ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 1.240, της 2ας Ιουλίου 2001, και τον νόμο αριθ. 1.353, της 4ης Δεκεμβρίου 2008, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2009, συμπεριλαμβανομένων των όρων εφαρμογής, όπως καθορίζονται στο διάταγμα αριθ. 2.230, της 19ης Ιουνίου 2009) και, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, στις ειδικές διασφαλίσεις προστασίας των δεδομένων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, συμπεριλαμβανομένου του παραρτήματος III.

Άρθρο 10

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στα εδάφη των κρατών μελών στα οποία εφαρμόζονται η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπό τους όρους που προβλέπονται στις Συνθήκες αυτές και, αφετέρου, στο Μονακό, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ).»·

3)

τα παραρτήματα αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΟΙΝΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ («ΚΟΙΝΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ»)

ΤΜΗΜΑ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Α.

Με την επιφύλαξη των ενοτήτων Γ έως Ε, κάθε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να παρέχει στην Αρμόδια Αρχή της δικαιοδοσίας του (κράτος μέλος ή Μονακό) τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό του:

1.

το όνομα, τη διεύθυνση, τη (τις) δικαιοδοσία(-ες) κατοικίας (κράτος μέλος ή Μονακό), τον/τους ΑΦΜ και την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης (στην περίπτωση φυσικού προσώπου) κάθε Δηλωτέου Προσώπου που είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και, στην περίπτωση Οντότητας η οποία είναι Δικαιούχος Λογαριασμού και για την οποία, κατόπιν εφαρμογής των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας κατά τα τμήματα V, VI και VII, διαπιστώνεται ότι διαθέτει ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, την ονομασία, τη διεύθυνση, τη (τις) δικαιοδοσία(-ες) κατοικίας και τον/τους ΑΦΜ της οντότητας, καθώς και το όνομα, τη διεύθυνση, τη (τις) δικαιοδοσία(-ες) κατοικίας (κράτος μέλος ή Μονακό), τον/τους ΑΦΜ και την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης κάθε Δηλωτέου Προσώπου·

2.

τον αριθμό λογαριασμού (ή λειτουργικό ισοδύναμο ελλείψει αριθμού λογαριασμού)·

3.

την ονομασία και τον αριθμό ταυτοποίησης (εάν υπάρχει) του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος·

4.

το υπόλοιπο ή την αξία του λογαριασμού (συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, της Αξίας Εξαγοράς κατά τη λήξη ή της τιμής εξαγοράς σε περίπτωση πρόωρης λύσης του συμβολαίου) στο τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων, ή στο κλείσιμο του λογαριασμού, εάν ο λογαριασμός έκλεισε κατά τη διάρκεια αυτού του έτους ή αυτής της περιόδου·

5.

σε περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής:

α)

το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των μερισμάτων και το συνολικό ακαθάριστο ποσό λοιπών εισοδημάτων που προέκυψαν σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται στον λογαριασμό, σε κάθε περίπτωση που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό (ή σε σχέση με τον λογαριασμό) κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

β)

τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά Χρηματοοικονομικών Περιουσιακών Στοιχείων, τα οποία καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης κατάλληλης περιόδου υποβολής στοιχείων και για τα οποία το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ενήργησε ως θεματοφύλακας, μεσάζων, εντολοδόχος ή άλλως ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του Κατόχου του Λογαριασμού·

6.

σε περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, το συνολικό ακαθάριστο ποσό των τόκων που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον λογαριασμό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων· και

7.

σε περίπτωση λογαριασμού που δεν περιγράφεται στην ενότητα Α παράγραφος 5 ή στην ενότητα Α παράγραφος 6, το συνολικό ακαθάριστο ποσό που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε στον Δικαιούχο Λογαριασμού σε σχέση με τον λογαριασμό, κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων, ως προς το οποίο το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα είναι οφειλέτης ή χρεώστης, συμπεριλαμβανομένου του συνολικού ποσού τυχόν πληρωμών εξόφλησης προς τον Δικαιούχο Λογαριασμού κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.

Β.

Στις υποβληθείσες πληροφορίες πρέπει να διευκρινίζεται το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται κάθε ποσό.

Γ.

Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην ενότητα A παράγραφος 1, όσον αφορά κάθε Δηλωτέο Λογαριασμό που συνιστά Προϋπάρχοντα Λογαριασμό, ο/οι ΑΦΜ ή η ημερομηνία γέννησης δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθούν εάν δεν υπάρχουν στα αρχεία του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος και εάν δεν απαιτείται άλλως η απόκτησή τους από το εν λόγω Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας ή οιασδήποτε νομικής πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κατά περίπτωση). Εντούτοις, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια προκειμένου να αποκτήσει τον/τους ΑΦΜ και την ημερομηνία γέννησης όσον αφορά Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς έως το τέλος του δεύτερου ημερολογιακού έτους που έπεται του έτους κατά το οποίο οι προϋπάρχοντες λογαριασμοί χαρακτηρίστηκαν ως Δηλωτέοι Λογαριασμοί.

Δ.

Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην ενότητα A παράγραφος 1, ο ΑΦΜ δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθεί εάν δεν έχει εκδοθεί από το οικείο κράτος μέλος, το Μονακό ή από άλλη δικαιοδοσία κατοικίας.

E.

Κατά παρέκκλιση από την ενότητα Α παράγραφος 1, ο τόπος γέννησης δεν είναι υποχρεωτικό να δηλωθεί, εκτός εάν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα υποχρεούται άλλως να πληροφορηθεί και να δηλώσει την εν λόγω πληροφορία βάσει της οικείας εγχώριας νομοθεσίας και η πληροφορία αυτή διατίθεται στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα δεδομένα που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

ΤΜΗΜΑ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ

Α.

Ένας λογαριασμός λογίζεται ως Δηλωτέος Λογαριασμός από την ημερομηνία κατά την οποία ταυτοποιείται ως τέτοιος, σύμφωνα με τις διατάξεις περί δέουσας επιμέλειας στα τμήματα II ως VII και, εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά, οι πληροφορίες σχετικά με Δηλωτέο Λογαριασμό πρέπει να υποβάλλονται ετησίως κατά το ημερολογιακό έτος που έπεται του έτους το οποίο αφορούν οι πληροφορίες.

Β.

Το υπόλοιπο ή η αξία ενός λογαριασμού αντιστοιχεί στο υπόλοιπο ή στην αξία του την τελευταία ημέρα του ημερολογιακού έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου υποβολής στοιχείων.

Γ.

Όταν το κατώτατο όριο υπολοίπου ή αξίας πρέπει να προσδιοριστεί την τελευταία ημέρα ημερολογιακού έτους, το σχετικό υπόλοιπο ή αξία πρέπει να προσδιοριστεί την τελευταία ημέρα της περιόδου υποβολής στοιχείων που λήγει το συγκεκριμένο ημερολογιακό έτος ή εντός αυτού.

Δ.

Κάθε κράτος μέλος ή το Μονακό μπορεί να επιτρέπει στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να χρησιμοποιούν παρόχους υπηρεσιών για να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την υποβολή στοιχείων και τη δέουσα επιμέλεια οι οποίες ισχύουν για τα εν λόγω Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, όπως προβλέπεται στην εσωτερική νομοθεσία, αλλά οι υποχρεώσεις αυτές παραμένουν ευθύνη των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων.

Ε.

Κάθε κράτος μέλος ή το Μονακό μπορεί να επιτρέπει στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να εφαρμόζουν τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας για Νέους Λογαριασμούς σε Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς και τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας για Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας σε Λογαριασμούς Χαμηλότερης Αξίας. Όταν ένα κράτος μέλος ή το Μονακό επιτρέπει τη χρήση διαδικασιών δέουσας επιμέλειας για Νέους Λογαριασμούς σε Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς, παραμένουν σε ισχύ οι κανόνες που εφαρμόζονται κατά τα λοιπά στους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς.

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΝΤΕΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ

Α.

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Προϋπαρχόντων Ατομικών Λογαριασμών.

Β.

Λογαριασμοί Χαμηλότερης Αξίας. Σε ό,τι αφορά τους Λογαριασμούς Χαμηλότερης Αξίας ισχύουν οι ακόλουθες διαδικασίες.

1.

Διεύθυνση κατοικίας. Αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει στα αρχεία του τρέχουσα διεύθυνση κατοικίας του Δικαιούχου Ατομικού Λογαριασμού που βασίζεται σε αποδεικτικό έγγραφο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να θεωρήσει ότι ο Δικαιούχος Ατομικού Λογαριασμού έχει τη φορολογική κατοικία του στο κράτος μέλος ή στο Μονακό ή σε άλλη δικαιοδοσία όπου βρίσκεται η διεύθυνση, προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον ο συγκεκριμένος Δικαιούχος Ατομικού Λογαριασμού είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

2.

Έρευνα σε ηλεκτρονικό αρχείο. Αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν στηρίζεται σε τρέχουσα διεύθυνση κατοικίας του Δικαιούχου Ατομικού Λογαριασμού που βασίζεται σε αποδεικτικό έγγραφο όπως αναφέρεται στην ενότητα Β παράγραφος 1, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να ερευνήσει στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα στοιχεία που διατηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα για οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενδείξεις και να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφοι 3 έως 6:

α)

ταυτοποίηση του Δικαιούχου Λογαριασμού ως κατοίκου Δηλωτέας Δικαιοδοσίας·

β)

τρέχουσα ταχυδρομική διεύθυνση ή διεύθυνση κατοικίας (συμπεριλαμβανομένης ταχυδρομικής θυρίδας) σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία·

γ)

ένας ή περισσότεροι τηλεφωνικοί αριθμοί σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία και απουσία τηλεφωνικού αριθμού στο Μονακό ή στο κράτος μέλος του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, ανάλογα με την περίπτωση·

δ)

πάγιες εντολές (εκτός όσων σχετίζονται με Καταθετικό Λογαριασμό) για μεταφορά κεφαλαίων σε λογαριασμό που τηρείται σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία·

ε)

ισχύον πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής που χορηγείται σε πρόσωπο με διεύθυνση σε δηλωτέα δικαιοδοσία· ή

στ)

οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») ή διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» («in-care-of») σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν έχει στα αρχεία του άλλη διεύθυνση για τον Δικαιούχο Λογαριασμού.

3.

Αν κατά την ηλεκτρονική έρευνα δεν βρεθεί καμία από τις ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2, τότε δεν απαιτείται καμία περαιτέρω ενέργεια μέχρις ότου υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό ή ο λογαριασμός να καταστεί Λογαριασμός Υψηλής Αξίας.

4.

Αν κατά την ηλεκτρονική έρευνα βρεθεί οποιαδήποτε από τις ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε), ή αν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό, τότε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να θεωρήσει ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού έχει τη φορολογική κατοικία του σε κάθε δηλωτέα δικαιοδοσία για την οποία ταυτοποιείται ένδειξη, εκτός αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6 και ισχύει μία από τις εξαιρέσεις της παραγράφου αυτής σε ό,τι αφορά τον εν λόγω λογαριασμό.

5.

Αν κατά την ηλεκτρονική έρευνα βρεθεί οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») ή διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» και δεν βρεθεί άλλη διεύθυνση και καμία από τις άλλες ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) για τον Δικαιούχο Λογαριασμού, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει, με τη σειρά που αρμόζει καλύτερα στις περιστάσεις, να εφαρμόσει την έρευνα σε αρχείο εγγράφων που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 2 ή να επιδιώξει να εξασφαλίσει από τον Δικαιούχο Λογαριασμού αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο ώστε να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες αυτού του Δικαιούχου Λογαριασμού. Αν δεν βρεθεί ένδειξη κατά την έρευνα σε αρχείο εγγράφων και δεν σταθεί δυνατό να εξασφαλιστεί η αυτοπιστοποίηση ή το αποδεικτικό έγγραφο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να δηλώσει τον λογαριασμό στην Αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους του ή του Μονακό, ανάλογα με την περίπτωση, ως μη τεκμηριωμένο λογαριασμό.

6.

Παρά την εξεύρεση ενδείξεων σύμφωνα με την ενότητα Β παράγραφος 2, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν είναι υποχρεωμένα να θεωρήσουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας αν:

α)

στις πληροφορίες που αφορούν τον Δικαιούχο Λογαριασμού περιλαμβάνεται τρέχουσα ταχυδρομική διεύθυνση ή διεύθυνση κατοικίας στη Δηλωτέα Δικαιοδοσία, ένας ή παραπάνω τηλεφωνικοί αριθμοί στην εν λόγω Δηλωτέα Δικαιοδοσία (και δεν υπάρχει τηλεφωνικός αριθμός στο Μονακό ή στο κράτος μέλος του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, ανάλογα με την περίπτωση) ή πάγιες εντολές (σε ό,τι αφορά Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς εκτός των Καταθετικών Λογαριασμών) για μεταφορά κεφαλαίων σε λογαριασμό που τηρείται σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία, και το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εξασφαλίζει ή έχει προηγουμένως εξετάσει και τηρεί αρχείο:

i)

αυτοπιστοποίησης από τον Δικαιούχο Λογαριασμού της (των) δικαιοδοσίας(-ιών) κατοικίας (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλες δικαιοδοσίες) του εν λόγω Δικαιούχου Λογαριασμού που δεν περιλαμβάνει τέτοια Δηλωτέα Δικαιοδοσία· και

ii)

αποδεικτικών εγγράφων που βεβαιώνουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι μη δηλωτέος.

β)

στις πληροφορίες που αφορούν τον Δικαιούχο Λογαριασμού περιλαμβάνεται ισχύον πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής που χορηγείται σε πρόσωπο με διεύθυνση στη Δηλωτέα Δικαιοδοσία, και το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εξασφαλίζει ή έχει προηγουμένως εξετάσει και τηρεί αρχείο:

i)

αυτοπιστοποίησης από τον Δικαιούχο Λογαριασμού της (των) δικαιοδοσίας(-ιών) κατοικίας (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλες δικαιοδοσίες) του εν λόγω Δικαιούχου Λογαριασμού που δεν περιλαμβάνει τέτοια Δηλωτέα Δικαιοδοσία· ή

ii)

αποδεικτικών εγγράφων που βεβαιώνουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι μη δηλωτέος.

Γ.

Διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης για Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας. Σε ό,τι αφορά τους Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας ισχύουν οι ακόλουθες διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης.

1.

Έρευνα σε ηλεκτρονικό αρχείο. Σε ό,τι αφορά τους Λογαριασμούς Υψηλής Αξίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να αναζητήσει στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα στοιχεία που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οποιαδήποτε από τις ενδείξεις οι οποίες αναφέρονται στην ενότητα Β παράγραφος 2.

2.

Έρευνα σε αρχείο εγγράφων. Αν οι βάσεις δεδομένων με δυνατότητα ηλεκτρονικής αναζήτησης του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος περιλαμβάνουν πεδία για τις πληροφορίες της ενότητας Γ παράγραφος 3 και περιέχουν όλα αυτά τα στοιχεία, τότε δεν απαιτείται περαιτέρω έρευνα σε αρχείο εγγράφων. Αν οι ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων δεν περιέχουν όλες αυτές τις πληροφορίες, τότε σε ό,τι αφορά Λογαριασμό Υψηλής Αξίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει επίσης να εξετάσει τον τρέχοντα κύριο φάκελο του πελάτη και, αν δεν περιλαμβάνονται στον τρέχοντα κύριο φάκελο του πελάτη, τα ακόλουθα έγγραφα που σχετίζονται με τον λογαριασμό και έχουν ληφθεί από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εντός των τελευταίων πέντε ετών οποιαδήποτε από τις ενδείξεις που αναφέρονται στην ενότητα Β παράγραφος 2:

α)

το πιο πρόσφατο αποδεικτικό έγγραφο που παρελήφθη σε σχέση με τον λογαριασμό·

β)

την πιο πρόσφατη σύμβαση ανοίγματος λογαριασμού ή τεκμηρίωση·

γ)

την πιο πρόσφατη τεκμηρίωση που εξασφαλίστηκε από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC ή για άλλους ρυθμιστικούς σκοπούς·

δ)

τυχόν ισχύον πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής· και

ε)

τυχόν ισχύουσες πάγιες εντολές (εκτός όσων σχετίζονται με Καταθετικό Λογαριασμό) για μεταφορά κεφαλαίων.

3.

Εξαίρεση στην περίπτωση που οι βάσεις δεδομένων περιέχουν επαρκείς πληροφορίες. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν είναι υποχρεωμένα να προβούν στην έρευνα σε αρχείο εγγράφων που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 2 στην περίπτωση που οι ηλεκτρονικώς αναζητήσιμες πληροφορίες των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

το καθεστώς κατοικίας του Δικαιούχου Λογαριασμού·

β)

τη διεύθυνση κατοικίας και την ταχυδρομική διεύθυνση του Δικαιούχου Λογαριασμού που περιέχονται επί του παρόντος στον φάκελο που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα·

γ)

τον ή τους τηλεφωνικούς αριθμούς του Δικαιούχου Λογαριασμού οι οποίοι περιέχονται επί του παρόντος στον φάκελο που τηρεί το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, εάν υπάρχουν·

δ)

στην περίπτωση Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών εκτός των Καταθετικών Λογαριασμών, εάν υπάρχουν ισχύουσες πάγιες εντολές για μεταφορά κεφαλαίων από τον λογαριασμό σε άλλο λογαριασμό (συμπεριλαμβανομένου λογαριασμού σε άλλο υποκατάστημα του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος ή σε άλλο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα)·

ε)

εάν υπάρχει τρέχουσα διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» («in-care-of») ή οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») για τον Δικαιούχο Λογαριασμού· και

στ)

εάν υπάρχει πληρεξούσιο ή δικαίωμα υπογραφής για τον λογαριασμό.

4.

Έρευνα του συμβούλου πελατείας για πραγματική γνώση του λογαριασμού. Πέρα από την έρευνα σε ηλεκτρονικά αρχεία και σε αρχεία εγγράφων που περιγράφονται στην ενότητα Γ παράγραφοι 1 και 2, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να χειρίζεται ως Δηλωτέο Λογαριασμό οποιονδήποτε Λογαριασμό Υψηλής Αξίας έχει ανατεθεί σε σύμβουλο πελατείας (συμπεριλαμβανομένων Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που αθροίζονται με αυτόν τον Λογαριασμό Υψηλής Αξίας), αν ο σύμβουλος πελατείας γνωρίζει πραγματικά ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

5.

Αποτελέσματα της ανεύρεσης ενδείξεων.

α)

Αν κατά την ενισχυμένη εξέταση των Λογαριασμών Υψηλής Αξίας, που περιγράφεται στην ενότητα Γ, δεν βρεθεί καμία από τις ενδείξεις που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 2 και δεν έχει διαπιστωθεί ότι ο λογαριασμός τηρείται από Δηλωτέο Πρόσωπο σύμφωνα με την ενότητα Γ παράγραφος 4, τότε δεν απαιτείται καμία περαιτέρω ενέργεια μέχρις ότου υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό.

β)

Αν κατά την ενισχυμένη εξέταση των Λογαριασμών Υψηλής Αξίας, που περιγράφεται στην ενότητα Γ, βρεθεί οποιαδήποτε από τις ενδείξεις που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) ή αν υπάρξει μεταγενέστερη αλλαγή στις περιστάσεις, η οποία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων με τον λογαριασμό, τότε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να χειρίζεται τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό σε σχέση με κάθε Δηλωτέα Δικαιοδοσία για την οποία εντοπίζεται ένδειξη, εκτός αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6 και ισχύει μία από τις εξαιρέσεις της ενότητας αυτής όσον αφορά τον εν λόγω λογαριασμό.

γ)

Αν κατά την ενισχυμένη εξέταση των Λογαριασμών Υψηλής Αξίας που περιγράφεται στην ενότητα Γ βρεθεί οδηγία φύλαξης αλληλογραφίας («hold mail») ή διεύθυνση με την ένδειξη «φροντίδι του» και δεν βρεθεί άλλη διεύθυνση και καμία από τις άλλες ενδείξεις που απαριθμούνται στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) για τον Δικαιούχο Λογαριασμού, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να εξασφαλίσει από αυτόν τον Δικαιούχο Λογαριασμού αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο ώστε να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού. Αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει τέτοια αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο, οφείλει να δηλώσει τον λογαριασμό στην Αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους του ή του Μονακό, ανάλογα με την περίπτωση, ως μη τεκμηριωμένο λογαριασμό.

6.

Αν Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός δεν είναι Λογαριασμός Υψηλής Αξίας κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, αλλά καταστεί Λογαριασμός Υψηλής Αξίας κατά την τελευταία ημέρα επόμενου ημερολογιακού έτους, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει να ολοκληρώσει τις διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης που περιγράφονται στην ενότητα Γ όσον αφορά αυτόν τον λογαριασμό εντός του ημερολογιακού έτους που έπεται του έτους κατά το οποίο ο λογαριασμός καθίσταται Λογαριασμός Υψηλής Αξίας. Αν βάσει αυτής της εξέτασης αυτός ο λογαριασμός ταυτοποιηθεί ως Δηλωτέος Λογαριασμός, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα υποβάλλει τις απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με τον λογαριασμό αυτό σε σχέση με το έτος κατά το οποίο ταυτοποιείται ως Δηλωτέος Λογαριασμός και τα επόμενα έτη σε ετήσια βάση, εκτός αν ο Δικαιούχος Λογαριασμού πάψει να αποτελεί Δηλωτέο Πρόσωπο.

7.

Όταν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα εφαρμόσουν τις διαδικασίες ενισχυμένης εξέτασης που περιγράφονται στην ενότητα Γ σε Λογαριασμό Υψηλής Αξίας, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν είναι υποχρεωμένα να εφαρμόσουν εκ νέου τις διαδικασίες αυτές τα επόμενα έτη, εκτός από την έρευνα του συμβούλου πελατείας που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 4, στον ίδιο Λογαριασμό Υψηλής Αξίας, εκτός αν ο λογαριασμός δεν είναι τεκμηριωμένος, οπότε τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα οφείλουν να τις εφαρμόσουν εκ νέου ετησίως μέχρις ότου αυτός ο λογαριασμός πάψει να είναι μη τεκμηριωμένος.

8.

Εάν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις σε σχέση με Λογαριασμό Υψηλής Αξίας η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη σύνδεση μιας ή περισσότερων ενδείξεων που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 2 με τον λογαριασμό, τότε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να χειριστεί τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό σε ό,τι αφορά κάθε Δηλωτέα Δικαιοδοσία για την οποία ταυτοποιείται ένδειξη, εκτός αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6 και ισχύει μία από τις εξαιρέσεις της παραγράφου αυτής όσον αφορά αυτόν τον λογαριασμό.

9.

Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα οφείλουν να θέτουν σε εφαρμογή διαδικασίες ώστε να διασφαλίσουν ότι ο σύμβουλος πελατείας ταυτοποιεί οποιαδήποτε αλλαγή στις περιστάσεις ενός λογαριασμού. Για παράδειγμα, αν ένας προσωπικός σύμβουλος ενημερωθεί ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού έχει νέα ταχυδρομική διεύθυνση σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να θεωρεί τη νέα διεύθυνση αλλαγή στις περιστάσεις και, αν επιλέξει να εφαρμόσει την ενότητα Β παράγραφος 6, υποχρεούται να εξασφαλίζει την κατάλληλη τεκμηρίωση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού.

Δ.

Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Ατομικών Λογαριασμών Υψηλής Αξίας πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2017. Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Ατομικών Λογαριασμών Χαμηλότερης Αξίας πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018.

Ε.

Τυχόν Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός που έχει ταυτοποιηθεί ως Δηλωτέος Λογαριασμός βάσει του παρόντος τμήματος πρέπει να λογιστεί Δηλωτέος Λογαριασμός όλα τα επόμενα έτη, εκτός αν ο Δικαιούχος Λογαριασμού πάψει να αποτελεί Δηλωτέο Πρόσωπο.

ΤΜΗΜΑ IV

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Νέων Ατομικών Λογαριασμών.

A.

Όσον αφορά τους Νέους Ατομικούς Λογαριασμούς, με το άνοιγμα του λογαριασμού το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να εξασφαλίζει την αυτοπιστοποίηση, που μπορεί να είναι μέρος της τεκμηρίωσης για το άνοιγμα του λογαριασμού, η οποία επιτρέπει στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού και να επιβεβαιώσει την ευλογοφάνεια της αυτοπιστοποίησης αυτής με βάση τις πληροφορίες που συνέλεξε το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σε σχέση με το άνοιγμα του λογαριασμού, συμπεριλαμβανομένης τυχόν τεκμηρίωσης που συγκέντρωσε σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC.

Β.

Αν από την αυτοπιστοποίηση διαπιστώνεται ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού έχει τη φορολογική κατοικία του σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λογίζει τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό και η αυτοπιστοποίηση πρέπει να περιλαμβάνει επίσης τον ΑΦΜ του Δικαιούχου Λογαριασμού στη Δηλωτέα Δικαιοδοσία (με την επιφύλαξη του τμήματος I ενότητα Δ) και την ημερομηνία γέννησης.

Γ.

Εάν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις που σχετίζονται με Νέο Ατομικό Λογαριασμό η οποία έχει ως αποτέλεσμα το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να γνωρίζει, ή να θεωρεί ευλόγως, ότι η αρχική αυτοπιστοποίηση είναι λανθασμένη ή αναξιόπιστη, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν μπορεί να βασιστεί στην αρχική αυτοπιστοποίηση και πρέπει να εξασφαλίζει ισχύουσα αυτοπιστοποίηση που βεβαιώνει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού.

ΤΜΗΜΑ V

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΝΤΕΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Προϋπαρχόντων Λογαριασμών Οντοτήτων.

Α.

Λογαριασμοί Οντοτήτων που δεν είναι απαραίτητο να εξεταστούν, να ταυτοποιηθούν ή να δηλωθούν. Εκτός αν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα αποφασίσει διαφορετικά, είτε σε ό,τι αφορά όλους τους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων είτε, ξεχωριστά, σε ό,τι αφορά μια σαφώς προσδιορισμένη ομάδα τέτοιων λογαριασμών, Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που δεν υπερβαίνει, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, τα 250 000 δολάρια ΗΠΑ (USD) ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό δεν είναι απαραίτητο να εξεταστεί, να ταυτοποιηθεί ή να δηλωθεί ως Δηλωτέος Λογαριασμός έως ότου το αθροιστικό υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού υπερβεί αυτό το ποσό κατά την τελευταία ημέρα οποιουδήποτε επόμενου ημερολογιακού έτους.

Β.

Λογαριασμοί Οντοτήτων που υπόκεινται σε εξέταση. Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που υπερβαίνει, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, τα 250 000 δολάρια ΗΠΑ (USD) ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, και Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων που δεν υπερβαίνει το ποσό αυτό, αλλά το αθροιστικό υπόλοιπο του λογαριασμού ή η αξία του υπερβαίνει το εν λόγω ποσό κατά την τελευταία ημέρα οποιουδήποτε επόμενου ημερολογιακού έτους, πρέπει να εξετάζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην ενότητα Δ.

Γ.

Λογαριασμοί Οντοτήτων για τους οποίους απαιτείται δήλωση. Σε ό,τι αφορά τους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων που περιγράφονται στην ενότητα Β, μόνο οι λογαριασμοί που τηρούνται από μία ή περισσότερες οντότητες που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, ή από παθητικές ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα λογίζονται ως Δηλωτέοι Λογαριασμοί.

Δ.

Διαδικασίες εξέτασης για την ταυτοποίηση Λογαριασμών Οντοτήτων που πρέπει να δηλωθούν. Για τους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων που περιγράφονται στην ενότητα Β, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα πρέπει να εφαρμόζουν τις ακόλουθες διαδικασίες εξέτασης ώστε να προσδιορίσουν εάν ο λογαριασμός τηρείται από ένα ή περισσότερα Δηλωτέα Πρόσωπα ή από παθητικές ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα:

1.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

α)

Εξέταση των πληροφοριών που τηρούνται για ρυθμιστικούς σκοπούς ή σκοπούς διαχείρισης σχέσεων με πελάτες (συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που συλλέγονται σύμφωνα με τις διαδικασίες (AML/KYC)) ώστε να προσδιοριστεί αν οι πληροφορίες υποδεικνύουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας. Για τον σκοπό αυτό, οι πληροφορίες που υποδεικνύουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας περιλαμβάνουν τόπο ίδρυσης ή σύστασης ή διεύθυνση σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία.

β)

Αν οι πληροφορίες υποδεικνύουν ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι κάτοικος δηλωτέας δικαιοδοσίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λογίζει τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό εκτός αν εξασφαλίσει αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή προσδιορίσει ευλόγως, βάσει πληροφοριών που έχει στην κατοχή του ή που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού δεν είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

2.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Όσον αφορά Δικαιούχο Λογαριασμού Προϋπάρχοντος Λογαριασμού Οντοτήτων (συμπεριλαμβανομένης Οντότητας που είναι Δηλωτέο Πρόσωπο), το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να προσδιορίζει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Αν οποιοδήποτε από τα Ελέγχοντα Πρόσωπα μιας παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τότε ο λογαριασμός λογίζεται ως Δηλωτέος Λογαριασμός. Προβαίνοντας στις ενέργειες αυτές, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ακολουθεί τις οδηγίες της ενότητας Δ παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) με τη σειρά που αρμόζει περισσότερο στις περιστάσεις.

α)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ. Προκειμένου να προσδιορίσει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εξασφαλίζει αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ώστε να εξακριβώσει το καθεστώς του, εκτός αν έχει στην κατοχή του πληροφορίες ή υπάρχουν πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό βάσει των οποίων μπορεί να προσδιορίσει ευλόγως ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι ενεργή ΜΧΟ ή Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εκτός Επενδυτικής Οντότητας που περιγράφεται στην ενότητα A παράγραφος 6 στοιχείο β) του τμήματος VIII το οποίο δεν αποτελεί Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας.

β)

Προσδιορισμός των Ελεγχόντων Προσώπων Δικαιούχου Λογαριασμού. Προκειμένου να προσδιορίσουν τα Ελέγχοντα Πρόσωπα Δικαιούχου Λογαριασμού, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται σε πληροφορίες που συλλέγονται και τηρούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC.

γ)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ένα Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο. Προκειμένου να προσδιορίσουν κατά πόσον ένα Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται:

i)

σε πληροφορίες που συλλέγονται και τηρούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC στην περίπτωση Προϋπάρχοντος Λογαριασμού Οντοτήτων που τηρούν μία ή περισσότερες ΜΧΟ με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που δεν υπερβαίνει 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό· ή

ii)

σε αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή σχετικό Ελέγχον Πρόσωπο της(των) δικαιοδοσίας(δικαιοδοσιών) (είτε πρόκειται για κράτος μέλος είτε για το Μονακό ή άλλες δικαιοδοσίες) όπου το Ελέγχον Πρόσωπο έχει τη φορολογική του κατοικία.

Ε.

Χρονοδιάγραμμα της εξέτασης και πρόσθετες διαδικασίες που εφαρμόζονται στους Προϋπάρχοντες Λογαριασμούς Οντοτήτων.

1.

Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Λογαριασμών Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που υπερβαίνει, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, τα 250 000 δολάρια ΗΠΑ (USD) ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018.

2.

Η εξέταση των Προϋπαρχόντων Λογαριασμών Οντοτήτων με αθροιστικό υπόλοιπο ή αξία λογαριασμού που δεν υπερβαίνει τα 250 000 δολάρια ΗΠΑ (USD) ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, αλλά υπερβαίνει αυτό το ποσό κατά την 31η Δεκεμβρίου επόμενου έτους, πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο ημερολογιακό έτος που έπεται του έτους κατά το οποίο το αθροιστικό υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού υπερβαίνει αυτό το ποσό.

3.

Εάν υπάρξει αλλαγή στις περιστάσεις σε σχέση με Προϋπάρχοντα Λογαριασμό Οντοτήτων που έχει ως αποτέλεσμα το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να γνωρίζει, ή να θεωρεί ευλόγως, ότι η αυτοπιστοποίηση ή άλλη τεκμηρίωση που σχετίζεται με έναν λογαριασμό είναι λανθασμένη ή αναξιόπιστη, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα προσδιορίζει εκ νέου το καθεστώς του λογαριασμού σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην ενότητα Δ.

ΤΜΗΜΑ VI

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Λογαριασμών μεταξύ των Νέων Λογαριασμών Οντοτήτων.

Α.

Διαδικασίες εξέτασης για την ταυτοποίηση Λογαριασμών Οντοτήτων που πρέπει να δηλωθούν. Για τους Νέους Λογαριασμούς Οντοτήτων, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα πρέπει να εφαρμόζουν τις ακόλουθες διαδικασίες εξέτασης ώστε να προσδιορίσουν εάν ο λογαριασμός τηρείται από ένα ή περισσότερα Δηλωτέα Πρόσωπα ή από παθητικές ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα:

1.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι Δηλωτέο Πρόσωπο.

α)

Εξασφάλιση αυτοπιστοποίησης, που μπορεί να είναι μέρος της τεκμηρίωσης για το άνοιγμα του λογαριασμού, η οποία επιτρέπει στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα να προσδιορίσει την ή τις φορολογικές κατοικίες του Δικαιούχου Λογαριασμού και να επιβεβαιώσει την ευλογοφάνεια της αυτοπιστοποίησης αυτής με βάση τις πληροφορίες που συλλέγει το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σε σχέση με το άνοιγμα του λογαριασμού, συμπεριλαμβανομένης τεκμηρίωσης που συγκεντρώνεται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC. Αν η Οντότητα πιστοποιήσει ότι δεν έχει φορολογική κατοικία, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να βασίζεται στη διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας προκειμένου να προσδιορίσει την κατοικία του Δικαιούχου Λογαριασμού.

β)

Αν η αυτοπιστοποίηση υποδεικνύει ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι Δηλωτέας Δικαιοδοσίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να χειριστεί τον λογαριασμό ως Δηλωτέο Λογαριασμό εκτός αν προσδιορίσει ευλόγως, βάσει πληροφοριών που έχει στην κατοχή του ή που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού δεν είναι Δηλωτέο Πρόσωπο σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη Δηλωτέα Δικαιοδοσία.

2.

Προσδιορισμός του κατά πόσον η Οντότητα είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Όσον αφορά Δικαιούχο Λογαριασμού Νέου Λογαριασμού Οντοτήτων (συμπεριλαμβανομένης Οντότητας που είναι Δηλωτέο Πρόσωπο), το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να προσδιορίζει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα. Αν οποιοδήποτε από τα Ελέγχοντα Πρόσωπα μιας παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τότε ο λογαριασμός λογίζεται ως Δηλωτέος Λογαριασμός. Προβαίνοντας στις ενέργειες αυτές, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να ακολουθεί τις οδηγίες της ενότητας Α παράγραφος 2 στοιχεία α) ως γ) με τη σειρά που αρμόζει περισσότερο στις περιστάσεις.

α)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ. Προκειμένου να προσδιορίσει κατά πόσον ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι παθητική ΜΧΟ, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πρέπει να βασιστεί σε αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ώστε να εξακριβώσει το καθεστώς του, εκτός αν έχει στην κατοχή του πληροφορίες ή υπάρχουν πληροφορίες διαθέσιμες στο κοινό βάσει των οποίων μπορεί να προσδιορίσει ευλόγως ότι ο Δικαιούχος Λογαριασμού είναι ενεργή ΜΧΟ ή Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα εκτός Επενδυτικής Οντότητας που περιγράφεται στην ενότητα A παράγραφος 6 στοιχείο β) του τμήματος VIII το οποίο δεν αποτελεί Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας.

β)

Προσδιορισμός των Ελεγχόντων Προσώπων Δικαιούχου Λογαριασμού. Προκειμένου να προσδιορίσουν τα Ελέγχοντα Πρόσωπα Δικαιούχου Λογαριασμού, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται σε πληροφορίες που συλλέγονται και τηρούνται σύμφωνα με τις διαδικασίες AML/KYC.

γ)

Προσδιορισμός του κατά πόσον ένα Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο. Προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον Ελέγχον Πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να βασίζονται σε αυτοπιστοποίηση από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή το σχετικό Ελέγχον Πρόσωπο.

ΤΜΗΜΑ VII

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ

Κατά την εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας που περιγράφονται ανωτέρω ισχύουν οι ακόλουθοι πρόσθετοι κανόνες:

Α.

Αξιοπιστία αυτοπιστοποιήσεων και αποδεικτικών εγγράφων. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα δεν μπορούν να βασίζονται σε αυτοπιστοποίηση ή αποδεικτικό έγγραφο αν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν ή θεωρούν ευλόγως ότι η αυτοπιστοποίηση ή το αποδεικτικό έγγραφο είναι λανθασμένα ή αναξιόπιστα.

Β.

Εναλλακτικές διαδικασίες για Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που τηρούν μεμονωμένοι Δικαιούχοι Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Προσόδων και για ομαδικά Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με Αξία Εξαγοράς ή ομαδικά Συμβόλαια Προσόδων. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα μπορούν να θεωρήσουν ότι μεμονωμένος δικαιούχος (εκτός του ιδιοκτήτη) Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων στον οποίο καταβάλλεται παροχή θανάτου δεν είναι Δηλωτέο Πρόσωπο και μπορούν να θεωρήσουν έναν τέτοιο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό μη Δηλωτέο Λογαριασμό, εκτός αν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν πραγματικά, ή θεωρούν ευλόγως, ότι ο δικαιούχος είναι Δηλωτέο Πρόσωπο. Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν ευλόγως ότι ο δικαιούχος Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων είναι Δηλωτέο Πρόσωπο αν οι πληροφορίες που συλλέγονται από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και σχετίζονται με τον δικαιούχο περιλαμβάνουν ενδείξεις κατά τα περιγραφόμενα στην ενότητα Β του τμήματος III. Αν τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα γνωρίζουν πραγματικά, ή θεωρούν ευλόγως, ότι ο δικαιούχος είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα οφείλουν να ακολουθήσουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στην ενότητα Β του τμήματος III.

Ένα κράτος μέλος ή το Μονακό έχουν την επιλογή να επιτρέπουν στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να χειρίζονται Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που αποτελεί συμμετοχικό δικαίωμα σε ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Προσόδων ως Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που δεν είναι Δηλωτέος Λογαριασμός μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία ένα ποσό είναι πληρωτέο στον εργαζόμενο/κάτοχο πιστοποιητικού ή τον δικαιούχο, αν ο Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που αποτελεί συμμετοχικό δικαίωμα σε ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων εκδίδεται σε εργοδότη και καλύπτει 25 ή περισσότερους εργαζόμενους/κατόχους πιστοποιητικού·

β)

οι εργαζόμενοι/κάτοχοι πιστοποιητικού έχουν το δικαίωμα να λάβουν οποιαδήποτε συμβατική αξία σχετίζεται με τα συμφέροντά τους και να κατονομάσουν δικαιούχους για την παροχή που καταβάλλεται με τον θάνατο του εργαζομένου· και

γ)

το αθροιστικό ποσό που είναι πληρωτέο σε οποιονδήποτε εργαζόμενο/κάτοχο πιστοποιητικού ή δικαιούχο δεν υπερβαίνει το 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό.

Ο όρος «ομαδικό Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς» σημαίνει Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς το οποίο i) παρέχει κάλυψη σε φυσικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται μέσω εργοδότη, εμπορικής ένωσης, συνδικαλιστικής οργάνωσης ή άλλης ένωσης ή ομάδας και ii) χρεώνει ασφάλιστρο για κάθε μέλος της ομάδας (ή μέλος κατηγορίας εντός της ομάδας) το οποίο καθορίζεται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ατομικά χαρακτηριστικά υγείας εκτός της ηλικίας, του φύλου, και των καπνιστικών συνηθειών του μέλους (ή της κατηγορίας μελών) της ομάδας.

Ο όρος «ομαδικό Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων» σημαίνει σύμβαση προσόδων σύμφωνα με την οποία οι δανειστές είναι άτομα που συνδέονται μέσω εργοδότη, εμπορικής ένωσης, συνδικαλιστικής οργάνωσης ή άλλης ένωσης ή ομάδας.

Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2017, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στο Μονακό και το Μονακό κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στην παρούσα ενότητα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς το Μονακό και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από το Μονακό σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή το Μονακό κοινοποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο.

Γ.

Άθροιση υπολοίπων λογαριασμών και νομισματικοί κανόνες.

1.

Άθροιση Ατομικών Λογαριασμών. Για τον προσδιορισμό του αθροιστικού υπολοίπου ή της αθροιστικής αξίας Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που τηρούνται από φυσικό πρόσωπο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα αθροίζει όλους τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που τηρούνται στο ίδιο ή σε Συνδεόμενη Οντότητα, αλλά μόνο στον βαθμό που τα μηχανογραφημένα συστήματα του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος συνδέουν τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς μέσω στοιχείου όπως ο αριθμός πελάτη ή ο ΑΦΜ και επιτρέπουν την άθροιση των υπολοίπων ή των αξιών των λογαριασμών. Για την εφαρμογή των απαιτήσεων άθροισης που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο, σε καθέναν από τους δικαιούχους κοινού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού καταλογίζεται ολόκληρο το υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού αυτού.

2.

Άθροιση Λογαριασμών Οντοτήτων. Για τον προσδιορισμό του αθροιστικού υπολοίπου ή της αθροιστικής αξίας Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που τηρούνται από Οντότητα, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λαμβάνει υπόψη όλους τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που τηρούνται στο ίδιο ή σε Συνδεόμενη Οντότητα, αλλά μόνο στον βαθμό που τα μηχανογραφημένα συστήματα του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος συνδέουν τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς μέσω στοιχείου όπως ο αριθμός πελάτη ή ο ΑΦΜ και επιτρέπουν την άθροιση των υπολοίπων ή των αξιών των λογαριασμών. Για την εφαρμογή των απαιτήσεων άθροισης που περιγράφονται στην παρούσα παράγραφο, σε καθέναν από τους δικαιούχους κοινού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού καταλογίζεται ολόκληρο το υπόλοιπο ή η αξία του λογαριασμού αυτού.

3.

Ειδικός κανόνας άθροισης για τους συμβούλους πελατείας. Για τον προσδιορισμό του αθροιστικού υπολοίπου ή της αθροιστικής αξίας Χρηματοοικονομικών Λογαριασμών που τηρούνται από πρόσωπο, με σκοπό να προσδιοριστεί αν ένας Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός είναι Υψηλής Αξίας, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει επίσης να αθροίζει όλους τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς που ο σύμβουλος πελατείας γνωρίζει ή ευλόγως θεωρεί ότι άμεσα ή έμμεσα ανήκουν στο ίδιο πρόσωπο ή ότι ελέγχονται ή έχουν ανοιχθεί (αλλά όχι με την ιδιότητα του θεματοφύλακα) από το ίδιο πρόσωπο.

4.

Ποσά που λογίζεται ότι περιλαμβάνουν το ισοδύναμό τους σε άλλα νομίσματα. Όλα τα ποσά που εκφράζονται στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό λογίζεται ότι περιλαμβάνουν το ισοδύναμό τους σε άλλα νομίσματα, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία.

ΤΜΗΜΑ VIII

ΟΡΙΣΜΟΙ

Οι ακόλουθοι όροι έχουν τις κάτωθι έννοιες:

A.

Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα

1.

Ως «Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα» νοείται κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα κράτους μέλους ή του Μονακό, ανάλογα με την περίπτωση, το οποίο δεν είναι μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

2.

Ως «Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας» νοείται i) κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που είναι κάτοικος σε Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία, εξαιρουμένου κάθε υποκαταστήματος αυτού του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος που ευρίσκεται εκτός της Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας αυτής, και ii) κάθε ευρισκόμενο σε Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία υποκατάστημα Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος το οποίο δεν είναι κάτοικος στην εν λόγω Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία.

3.

Ως «Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα» νοείται κάθε Ίδρυμα Θεματοφυλακής, Ίδρυμα Καταθέσεων, Επενδυτική Οντότητα ή Καθορισμένη Ασφαλιστική Εταιρεία.

4.

Ως «Ίδρυμα Θεματοφυλακής» νοείται κάθε Οντότητα που αναπτύσσει δραστηριότητα της οποίας ουσιώδης πτυχή είναι η φύλαξη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για λογαριασμό τρίτων. Η φύλαξη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για λογαριασμό τρίτων συνιστά ουσιώδη πτυχή της δραστηριότητας οντότητας εάν το ακαθάριστο εισόδημα της Οντότητας από τη φύλαξη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και συναφείς χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ανέρχεται τουλάχιστον στο 20 % του ακαθάριστου εισοδήματός της κατά το βραχύτερο από τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα: i) την τριετία που λήγει την 31η Δεκεμβρίου (ή την τελευταία ημέρα μη ημερολογιακής ετήσιας λογιστικής περιόδου) πριν από το έτος του προσδιορισμού· ή ii) το διάστημα κατά το οποίο υφίσταται η Οντότητα.

5.

Ως «Ίδρυμα Καταθέσεων» νοείται κάθε Οντότητα που δέχεται καταθέσεις στο σύνηθες πλαίσιο τραπεζικών ή παρεμφερών δραστηριοτήτων.

6.

Ως «Επενδυτική Οντότητα» νοείται κάθε Οντότητα:

α)

η οποία ασκεί κατά κύριο λόγο ως δραστηριότητα μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες εργασίες ή πράξεις για λογαριασμό ή εξ ονόματος πελάτη:

i)

διαπραγμάτευση σε μέσα της χρηματαγοράς (επιταγές, γραμμάτια, πιστοποιητικά καταθέσεων, παράγωγα κ.λπ.)· αγορές συναλλάγματος· μέσα σε συνάλλαγμα, επιτόκια και δείκτες· κινητές αξίες· ή συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί βασικών εμπορευμάτων·

ii)

ατομική και συλλογική διαχείριση χαρτοφυλακίου· ή

iii)

άλλες δραστηριότητες επένδυσης, ή διαχείρισης χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ή χρημάτων εξ ονόματος τρίτων·

ή

β)

το ακαθάριστο εισόδημα της οποίας προκύπτει κατά κύριο λόγο από επενδύσεις, επανεπενδύσεις ή αγοραπωλησίες χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, εάν την Οντότητα διαχειρίζεται άλλη Οντότητα που είναι Ίδρυμα Καταθέσεων, Ίδρυμα Θεματοφυλακής, Καθορισμένη Ασφαλιστική Εταιρεία ή Επενδυτική Οντότητα περιγραφόμενη στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο α).

Μια Οντότητα θεωρείται ότι ασκεί κατά κύριο λόγο ως δραστηριότητα μία ή περισσότερες από τις εργασίες που περιγράφονται στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο α) ή το ακαθάριστο εισόδημά της προκύπτει κατά κύριο λόγο από επενδύσεις, επανεπενδύσεις ή αγοραπωλησίες χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για τους σκοπούς της ενότητας A παράγραφος 6 στοιχείο β), εάν το ακαθάριστο εισόδημά της από τις σχετικές εργασίες ισούται ή υπερβαίνει το 50 % του ακαθάριστου εισοδήματός της κατά το βραχύτερο από τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα: i) την τριετία που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται του έτους του προσδιορισμού· ή ii) το διάστημα κατά το οποίο υφίσταται η Οντότητα, αν αυτό είναι μικρότερο των τριών ετών. Στον όρο «Επενδυτική Οντότητα» δεν περιλαμβάνονται Οντότητες που αποτελούν ενεργές ΜΧΟ σύμφωνα με τα κριτήρια της ενότητας Δ παράγραφος 9 στοιχεία δ) έως ζ).

Η παρούσα παράγραφος ερμηνεύεται κατά τρόπο σύμφωνο με την παρεμφερή διατύπωση που χρησιμοποιείται για τον ορισμό του «Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος» στις συστάσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης.

7.

Στον όρο «Χρηματοοικονομικό Περιουσιακό Στοιχείο» περιλαμβάνονται οι τίτλοι (όπως μερίδιο στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών· εταιρικά δικαιώματα ή δικαιώματα επικαρπίας σε ευρείας συμμετοχής ή εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά προσωπικές εταιρείες ή καταπιστεύματα· γραμμάτια, ομολογίες, μη εγγυημένα ομόλογα ή άλλα αποδεικτικά οφειλής), εταιρικά δικαιώματα, εμπορεύματα, συμβάσεις ανταλλαγής (όπως συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων, συμβάσεις ανταλλαγής νομισμάτων, συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων διαφορετικής βάσης, συμβάσεις ανώτατου ορίου επιτοκίου, συμβάσεις κατώτατου ορίου επιτοκίου, συμβάσεις ανταλλαγής εμπορευμάτων, συμβάσεις ανταλλαγής μετοχών, συμβάσεις ανταλλαγής συνδεόμενες με δείκτες μετοχών και παρεμφερείς συμφωνίες), ασφαλιστικές συμβάσεις ή συμβάσεις περιοδικών προσόδων, ή κάθε δικαίωμα (συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων μελλοντικής εκπλήρωσης, των προθεσμιακών συμβάσεων ή συναφών δικαιωμάτων προαίρεσης) επί τίτλου, εταιρικού δικαιώματος, εμπορεύματος, σύμβασης ανταλλαγής, ασφαλιστικής σύμβασης ή σύμβασης περιοδικών προσόδων. Στον όρο «Χρηματοοικονομικό Περιουσιακό Στοιχείο» δεν περιλαμβάνονται μη συνδεόμενα με οφειλή άμεσα δικαιώματα επί ακίνητης περιουσίας.

8.

Ως «Καθορισμένη Ασφαλιστική Εταιρεία» νοείται κάθε Οντότητα η οποία είναι ασφαλιστική εταιρεία (ή η εταιρεία συμμετοχών που ελέγχει ασφαλιστική εταιρεία) που προσφέρει Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Προσόδων ή υποχρεούται να καταβάλλει πληρωμές δυνάμει τέτοιου είδους συμβολαίων.

Β.

Μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα

1.

Ως «Μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα» νοείται κάθε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που είναι:

α)

κρατική οντότητα, διεθνής οργανισμός ή κεντρική τράπεζα, όχι όμως όσον αφορά πληρωμή προκύπτουσα από υποχρέωση που έχει αναληφθεί σε σχέση με εμπορική χρηματοπιστωτική δραστηριότητα ανήκουσα σε είδος δραστηριότητας που ασκείται από καθορισμένη ασφαλιστική εταιρεία, ίδρυμα θεματοφυλακής ή ίδρυμα καταθέσεων·

β)

συνταξιοδοτικό ταμείο ευρείας συμμετοχής· συνταξιοδοτικό ταμείο περιορισμένης συμμετοχής· συνταξιοδοτικό ταμείο κρατικής οντότητας, διεθνούς οργανισμού ή κεντρικής τράπεζας· ή εγκεκριμένος εκδότης πιστωτικών καρτών·

γ)

κάθε άλλη οντότητα που παρουσιάζει χαμηλό κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί για φοροδιαφυγή, έχει ουσιωδώς παρεμφερή χαρακτηριστικά με οποιαδήποτε από τις οντότητες που περιγράφονται στην ενότητα Β παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), και που ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο ως μη Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, και, για τα κράτη μέλη, προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 7α της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και έχει κοινοποιηθεί στο Μονακό και για το Μονακό έχει κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφόσον το καθεστώς της οντότητας αυτής ως μη Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος δεν θέτει σε κίνδυνο τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας·

δ)

απαλλασσόμενος οργανισμός συλλογικών επενδύσεων· ή

ε)

καταπίστευμα στον βαθμό που ο καταπιστευματοδόχος είναι Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και δηλώνει όλες τις πληροφορίες που πρέπει να δηλώνονται σύμφωνα με το τμήμα I για όλους τους Δηλωτέους Λογαριασμούς του καταπιστεύματος.

2.

Ως «Κρατική Οντότητα» νοείται η κυβέρνηση κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας, κάθε πολιτική υποδιαίρεση κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας (που, για την αποφυγή αμφιβολιών, καλύπτει ως όρος τα κράτη, τις επαρχίες, τις περιφέρειες ή τους δήμους) ή κάθε υπηρεσία ή όργανο που τελεί υπό την πλήρη κυριότητα κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας ή ενός ή περισσοτέρων εκ των προαναφερόμενων (καθένα από τα οποία αποτελεί «Κρατική Οντότητα»). Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται τα συνιστώντα μέρη, οι ελεγχόμενες οντότητες και οι πολιτικές υποδιαιρέσεις κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας.

α)

Ως «συνιστών μέρος» κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας νοείται κάθε πρόσωπο, οργανισμός, υπηρεσία, γραφείο, ταμείο, όργανο ή άλλος φορέας, ανεξαρτήτως ονομασίας, που αποτελεί διοικούσα αρχή κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας. Τα καθαρά έσοδα της διοικούσας αρχής πρέπει να πιστώνονται στον λογαριασμό της ή στους λογαριασμούς του κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας και κανένα μερίδιό τους δεν πρέπει να καταλήγει προς όφελος ιδιώτη. Στον όρο «συνιστών μέρος» δεν περιλαμβάνονται φυσικά πρόσωπα ασκούντα εξουσία ή κατέχοντα επίσημες ή διοικητικές θέσεις τα οποία ενεργούν ως ιδιώτες ή υπό την προσωπική τους ιδιότητα.

β)

Ως ελεγχόμενη οντότητα νοείται κάθε Οντότητα που είναι διακριτή ως προς τη μορφή της από το κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία ή συνιστά άλλως διακριτή νομική οντότητα, υπό την προϋπόθεση ότι:

i)

η οντότητα τελεί υπό την πλήρη κυριότητα και τον πλήρη έλεγχο μιας ή περισσοτέρων κρατικών οντοτήτων είτε άμεσα είτε μέσω μιας ή περισσοτέρων ελεγχόμενων οντοτήτων·

ii)

τα καθαρά έσοδα της Οντότητας πιστώνονται στον λογαριασμό της ή στους λογαριασμούς ενός ή περισσοτέρων Κρατικών Οντοτήτων και κανένα μερίδιό του εισοδήματός της δεν καταλήγει προς όφελος ιδιώτη· και

iii)

με τη διάλυσή της, τα περιουσιακά στοιχεία της Οντότητας περιέρχονται σε μια ή περισσότερες Κρατικές Οντότητες.

γ)

Το εισόδημα δεν θεωρείται ότι καταλήγει προς όφελος ιδιωτών εάν τα πρόσωπα αυτά είναι οι προβλεπόμενοι δικαιούχοι κρατικού προγράμματος και οι δραστηριότητες του προγράμματος εκτελούνται υπέρ της κοινής ωφέλειας του γενικού πληθυσμού ή αφορούν τη διαχείριση ορισμένης πτυχής της διακυβέρνησης. Ωστόσο, κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, το εισόδημα θεωρείται ότι καταλήγει προς όφελος ιδιωτών εάν προκύπτει από τη χρήση Κρατικής Οντότητας για την άσκηση εμπορικών δραστηριοτήτων, όπως, παραδείγματος χάρη, εμπορικών τραπεζικών δραστηριοτήτων, μέσω των οποίων παρέχονται χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σε ιδιώτες.

3.

Ως «Διεθνής Οργανισμός» νοείται κάθε διεθνής οργανισμός ή υπηρεσία ή όργανο που τελεί υπό την πλήρη κυριότητα αυτού. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται κάθε διακυβερνητικός οργανισμός (συμπεριλαμβανομένων των υπερεθνικών) i) που απαρτίζεται κατά κύριο λόγο από κυβερνήσεις· ii) έχει συνάψει ισχύουσα συμφωνία έδρας ή παρεμφερή επί της ουσίας συμφωνία με το κράτος μέλος, το Μονακό ή την άλλη δικαιοδοσία· και iii) του οποίου το εισόδημα δεν καταλήγει προς όφελος ιδιωτών.

4.

Ως «Κεντρική Τράπεζα» νοείται κάθε ίδρυμα το οποίο, είτε δια νόμου είτε με την έγκριση της κυβέρνησης, αποτελεί, εκτός από την κυβέρνηση του κράτους μέλους, του Μονακό ή της άλλης δικαιοδοσίας, την κύρια αρχή έκδοσης μέσων προοριζόμενων να κυκλοφορήσουν ως νόμισμα. Στα ιδρύματα αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται όργανα διακριτά από την κυβέρνηση του κράτους μέλους, του Μονακό ή της άλλης δικαιοδοσίας, είτε βρίσκονται υπό την πλήρη ή μερική κυριότητα του κράτους μέλους, του Μονακό ή της άλλης δικαιοδοσίας είτε όχι.

5.

Ως «Συνταξιοδοτικό Ταμείο Ευρείας Συμμετοχής» νοείται κάθε ταμείο που συνιστάται για να χορηγεί παροχές σύνταξης, αναπηρίας ή θανάτου ή συνδυασμό αυτών, ως αντάλλαγμα για παρασχεθείσες υπηρεσίες, σε δικαιούχους που είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι (ή πρόσωπα οριζόμενα από τους εργαζομένους αυτούς) σε έναν ή περισσότερους εργοδότες, υπό την προϋπόθεση ότι το ταμείο:

α)

δεν έχει έναν μοναδικό δικαιούχο με δικαίωμα που να υπερβαίνει το 5 % των περιουσιακών στοιχείων του ταμείου·

β)

υπόκειται σε κρατική κανονιστική ρύθμιση και υποβάλλει δηλώσεις πληροφοριών στις φορολογικές αρχές· και

γ)

πληροί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

το ταμείο απαλλάσσεται γενικά από φόρους επί του εισοδήματός του που προέρχεται από επενδύσεις ή στο εισόδημα αυτό επιβάλλεται αναβαλλόμενος φόρος ή φόρος με μειωμένο συντελεστή, επειδή πρόκειται για συνταξιοδοτικό πρόγραμμα·

ii)

το ταμείο λαμβάνει από τους εργοδότες που το χρηματοδοτούν τουλάχιστον το 50 % των συνολικών εισφορών του [πλην μεταφορών περιουσιακών στοιχείων από άλλα προγράμματα περιγραφόμενα στην ενότητα Β παράγραφοι 5 έως 7 ή από συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς περιγραφόμενους στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α)]·

iii)

διανομή ή ανάληψη ποσών από το ταμείο επιτρέπεται μόνο όταν επέρχονται συγκεκριμένα περιστατικά σχετιζόμενα με συνταξιοδότηση, αναπηρία ή θάνατο [πλην διανεμόμενων ποσών που επανατοποθετούνται σε άλλα συνταξιοδοτικά ταμεία περιγραφόμενα στην ενότητα B παράγραφοι 5 έως 7 ή σε συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς περιγραφόμενους στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α)],· διαφορετικά, εάν η διανομή ή η ανάληψη πραγματοποιηθεί πριν από τα συγκεκριμένα αυτά περιστατικά, επιβαρύνεται με ποινή· ή

iv)

οι εισφορές (πλην ορισμένων επιτρεπόμενων συμπληρωματικών εισφορών) των εργαζομένων στο ταμείο περιορίζονται σε συνάρτηση με το δεδουλευμένο εισόδημα του εργαζομένου ή δεν επιτρέπεται να υπερβούν ετησίως ποσό 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, εφαρμοζομένων των κανόνων που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση των λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων.

6.

Ως «Συνταξιοδοτικό Ταμείο Περιορισμένης Συμμετοχής» νοείται κάθε ταμείο που συνιστάται για να χορηγεί παροχές σύνταξης, αναπηρίας ή θανάτου, ως αντάλλαγμα για παρασχεθείσες υπηρεσίες, σε δικαιούχους που είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι (ή πρόσωπα οριζόμενα από τους εργαζομένους αυτούς) σε έναν ή περισσότερους εργοδότες, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

το ταμείο έχει λιγότερους από 50 συμμετέχοντες·

β)

το ταμείο χρηματοδοτείται από έναν ή περισσότερους εργοδότες που δεν είναι επενδυτικές οντότητες ή παθητικές ΜΧΟ·

γ)

οι εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών στο ταμείο [πλην μεταφορών περιουσιακών στοιχείων από συνταξιοδοτικούς λογαριασμούς περιγραφόμενους στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α)] περιορίζονται σε συνάρτηση με το δεδουλευμένο εισόδημα και την αμοιβή του εργαζομένου, αντιστοίχως·

δ)

οι συμμετέχοντες που δεν είναι κάτοικοι της δικαιοδοσίας (είτε του κράτους μέλους είτε του Μονακό) όπου έχει την έδρα του το ταμείο δεν έχουν δικαίωμα επί των περιουσιακών στοιχείων του ταμείου που να υπερβαίνει το 20 %· και

ε)

το ταμείο υπόκειται σε κρατική κανονιστική ρύθμιση και υποβάλλει πληροφορίες στις φορολογικές αρχές.

7.

Ως «Συνταξιοδοτικό Ταμείο Κρατικής Οντότητας, Διεθνούς Οργανισμού ή Κεντρικής Τράπεζας» νοείται κάθε ταμείο που συνιστάται από κρατική οντότητα, διεθνή οργανισμό ή κεντρική τράπεζα για να χορηγεί παροχές σύνταξης, αναπηρίας ή θανάτου σε δικαιούχους ή συμμετέχοντες που είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι (ή πρόσωπα οριζόμενα από τους εργαζομένους αυτούς) ή που δεν είναι εν ενεργεία ή πρώην εργαζόμενοι, εάν οι παροχές προς τους δικαιούχους ή τους συμμετέχοντες αυτούς χορηγούνται ως αντάλλαγμα για προσωπικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν για την κρατική οντότητα, τον διεθνή οργανισμό ή την κεντρική τράπεζα.

8.

Ως «Εγκεκριμένος Εκδότης Πιστωτικών Καρτών» νοείται κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

αποτελεί χρηματοπιστωτικό ίδρυμα απλώς και μόνον επειδή είναι εκδότης πιστωτικών καρτών ο οποίος δέχεται καταθέσεις μόνον όταν ο πελάτης καταβάλλει ποσό που υπερβαίνει το χρεωστικό υπόλοιπο της κάρτας και το καταβληθέν πλεονάζον ποσό δεν επιστρέφεται αμέσως στον πελάτη· και

β)

από ή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2017, εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες ώστε είτε να μη δύναται ο πελάτης να καταβάλει πλεονάζον ποσό που να υπερβαίνει ποσό 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα του κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, είτε να επιστρέφεται στον πελάτη εντός 60 ημερών κάθε καταβληθέν πλεονάζον ποσό που υπερβαίνει το εν λόγω ποσό, εφαρμοζομένων σε αμφότερες τις περιπτώσεις των κανόνων που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, το καταβληθέν από τον πελάτη πλεονάζον ποσό δεν αναφέρεται σε πιστωτικά υπόλοιπα στον βαθμό που αυτά σχετίζονται με αμφισβητηθείσες χρεώσεις, αλλά περιλαμβάνει πιστωτικά υπόλοιπα που προκύπτουν από επιστροφές εμπορευμάτων.

9.

Ως «Απαλλασσόμενος Οργανισμός Συλλογικών Επενδύσεων» νοείται κάθε επενδυτική οντότητα που υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση ως οργανισμός συλλογικών επενδύσεων, υπό την προϋπόθεση ότι όλα τα δικαιώματα επί του οργανισμού συλλογικών επενδύσεων τηρούνται από φυσικά πρόσωπα ή οντότητες που δεν είναι Δηλωτέα Πρόσωπα ή μέσω τέτοιων φυσικών προσώπων ή οντοτήτων, εκτός από παθητικές ΜΧΟ με Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα.

Επενδυτική οντότητα που υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση ως οργανισμός συλλογικών επενδύσεων δεν παύει να θεωρείται δυνάμει της ενότητας Β παράγραφος 9 απαλλασσόμενος οργανισμός συλλογικών επενδύσεων απλώς και μόνον επειδή ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων έχει εκδώσει υλικές μετοχές στον κομιστή, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων δεν έχει εκδώσει και δεν εκδίδει υλικές μετοχές στον κομιστή μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016·

β)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων αποσύρει όλες τις μετοχές αυτές όταν του παραδίδονται·

γ)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων εκτελεί όλες τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στα τμήματα II έως VII και δηλώνει όλες τις πληροφορίες που πρέπει να δηλώνονται για τις μετοχές αυτές όταν προσκομίζονται για εξαγορά ή άλλη πληρωμή· και

δ)

ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες που διασφαλίζουν την εξαγορά ή την ακινητοποίηση των μετοχών αυτών το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.

Γ.

Χρηματοοικονομικός λογαριασμός

1.

Ως «Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός» νοείται λογαριασμός που τηρείται σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Στον όρο περιλαμβάνονται οι καταθετικοί λογαριασμοί, οι λογαριασμοί θεματοφυλακής και:

α)

σε περίπτωση επενδυτικής οντότητας, κάθε συμμετοχικό ή συνδεόμενο με οφειλή δικαίωμα επί του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Παρά τα οριζόμενα ανωτέρω, ο όρος «Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός» δεν περιλαμβάνει συμμετοχικά ή συνδεόμενα με οφειλή δικαιώματα επί οντότητας που αποτελεί επενδυτική οντότητα απλώς και μόνον επειδή i) παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε πελάτη και ενεργεί εξ ονόματός του ή ii) διαχειρίζεται χαρτοφυλάκια και ενεργεί εξ ονόματος πελάτη για την επένδυση ή τη διαχείριση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων κατατεθειμένων στο όνομα του πελάτη σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα διαφορετικό από την εν λόγω οντότητα·

β)

σε περίπτωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που δεν περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 1 στοιχείο α), κάθε συμμετοχικό ή συνδεόμενο με οφειλή δικαίωμα επί του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, εάν η κατηγορία των εν λόγω δικαιωμάτων δημιουργήθηκε με σκοπό την αποφυγή της υποβολής δηλώσεων σύμφωνα με το τμήμα I· και

γ)

κάθε Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς ή Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων που προσφέρεται από Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ή τηρείται σε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, πλην των μη συνδεόμενων με επενδύσεις και μη μεταβιβάσιμων συμβολαίων προσόδων άμεσης καταβολής που προσφέρονται σε φυσικά πρόσωπα και καλύπτουν παροχές σύνταξης ή αναπηρίας καταβαλλόμενες στο πλαίσιο λογαριασμών που είναι εξαιρούμενοι.

Στον όρο «Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός» δεν περιλαμβάνονται οι λογαριασμοί που είναι εξαιρούμενοι.

2.

Ως «Καταθετικός Λογαριασμός» νοείται κάθε εμπορικός, τρεχούμενος, αποταμιευτικός ή προθεσμιακός λογαριασμός ή λογαριασμός βεβαιούμενος από πιστοποιητικό καταθέσεων, πιστοποιητικό αποταμίευσης, πιστοποιητικό επενδύσεων, πιστοποιητικό οφειλής ή άλλο παρόμοιο μέσο που τηρείται σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στο σύνηθες πλαίσιο τραπεζικών ή παρόμοιων δραστηριοτήτων. Στον όρο «Καταθετικός Λογαριασμός» περιλαμβάνεται επίσης κάθε ποσό που τηρείται σε ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει συμβολαίου εγγυημένης απόδοσης ή παρόμοιας συμφωνίας για την καταβολή ή την πίστωση τόκου επί του ποσού αυτού.

3.

Ως «Λογαριασμός Θεματοφυλακής» νοείται κάθε λογαριασμός (πλην των Ασφαλιστηρίων Συμβολαίων ή Συμβολαίων Περιοδικών Προσόδων) στον οποίο φυλάσσεται ένα ή περισσότερα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία προς όφελος τρίτου.

4.

Ως «Συμμετοχικό Δικαίωμα» νοείται, στην περίπτωση προσωπικής εταιρείας που είναι χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, δικαίωμα είτε επί του κεφαλαίου είτε επί των κερδών της εταιρείας. Στην περίπτωση καταπιστεύματος που είναι χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, συμμετοχικό δικαίωμα θεωρείται ότι κατέχει οποιοδήποτε πρόσωπο λογίζεται καταπιστευματοπάροχος ή δικαιούχος του συνόλου ή μέρους του καταπιστεύματος ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο έχει τον τελικό πραγματικό έλεγχο του καταπιστεύματος. Τα Δηλωτέα Πρόσωπα λογίζονται δικαιούχοι καταπιστεύματος εάν έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν άμεσα ή έμμεσα (επί παραδείγματι, μέσω εντολοδόχου) υποχρεωτική διανομή ή μπορούν να λαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα, προαιρετική διανομή από το καταπίστευμα.

5.

Ως «Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο» νοείται κάθε συμβόλαιο (πλην των Συμβολαίων Προσόδων) βάσει του οποίου ο ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλει ποσό όταν επέλθει καθορισμένο περιστατικό που αφορά θάνατο, ασθένεια, ατύχημα, ζημιά ή κίνδυνο σχετιζόμενο με ακίνητη περιουσία.

6.

Ως «Συμβόλαιο Περιοδικών Προσόδων» νοείται κάθε συμβόλαιο βάσει του οποίου ο ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλλει πληρωμές για χρονική περίοδο που καθορίζεται εν όλω ή εν μέρει σε σχέση με το προσδόκιμο ζωής ενός ή περισσότερων φυσικών προσώπων. Στον όρο περιλαμβάνονται επίσης συμβόλαια που θεωρούνται Συμβόλαια Περιοδικών Προσόδων σύμφωνα με τους νόμους, τους κανονισμούς ή τις πρακτικές της δικαιοδοσίας (του κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης δικαιοδοσίας) όπου εκδόθηκε το συμβόλαιο και βάσει της οποίας ο ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλλει πληρωμές για μια σειρά ετών.

7.

Ως «Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο με Αξία Εξαγοράς» νοείται κάθε Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο (πλην συμβολαίου αντασφάλισης ζημιών μεταξύ δύο ασφαλιστικών εταιρειών) που έχει αξία εξαγοράς.

8.

Ως «Αξία Εξαγοράς» νοείται το μεγαλύτερο από τα δύο ακόλουθα ποσά: i) το ποσό που δικαιούται να λάβει ο αντισυμβαλλόμενος σε περίπτωση εξαγοράς ή λύσης της σύμβασης (το οποίο προσδιορίζεται χωρίς αφαίρεση τυχόν ποινής εξαγοράς ή δανείου ληφθέντος δυνάμει της ασφαλιστικής σύμβασης) και ii) το ποσό που μπορεί να δανείζεται ο αντισυμβαλλόμενος δυνάμει της σύμβασης ή σε σχέση με τη σύμβαση αυτή. Παρά τα οριζόμενα ανωτέρω, ο όρος «Αξία Εξαγοράς» δεν περιλαμβάνει τα ποσά που είναι καταβλητέα δυνάμει Ασφαλιστηρίου Συμβολαίου:

α)

αποκλειστικά λόγω θανάτου φυσικού προσώπου που ήταν ασφαλισμένο με συμβόλαιο ασφάλισης ζωής·

β)

ως παροχή λόγω προσωπικής βλάβης ή ασθένειας ή άλλη παροχή που χορηγείται ως αποζημίωση για οικονομική απώλεια προκαλούμενη με την επέλευση του περιστατικού που καλύπτεται από την ασφάλιση·

γ)

ως επιστροφή προηγουμένως καταβληθέντων ασφαλίστρων (μείον το κόστος των ασφαλιστικών επιβαρύνσεων, είτε έχουν όντως επιβληθεί είτε όχι) δυνάμει ασφαλιστηρίου συμβολαίου (πλην συνδεδεμένου με επενδύσεις συμβολαίου ασφάλισης ζωής ή περιοδικών προσόδων), λόγω ακύρωσης ή λύσης του συμβολαίου, μείωσης της έκθεσης σε κινδύνους κατά την περίοδο ισχύος του συμβολαίου, ή διόρθωσης καταχώρισης ή παρόμοιου σφάλματος σε σχέση με τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται για το συμβόλαιο·

δ)

ως μέρισμα υπέρ του αντισυμβαλλόμενου (πλην του μερίσματος λύσης) εφόσον το μέρισμα σχετίζεται με ασφαλιστήριο συμβόλαιο δυνάμει του οποίου καταβλητέες είναι μόνον οι παροχές που περιγράφονται στην ενότητα Γ παράγραφος 8 στοιχείο β)· ή

ε)

ως επιστροφή προκαταβληθέντος ασφαλίστρου ή ασφαλίστρου κατατεθειμένου έναντι ασφαλιστηρίου συμβολαίου για το οποίο το ασφάλιστρο καταβάλλεται τουλάχιστον ετησίως, εάν το ποσό του προκαταβληθέντος ασφαλίστρου ή του κατατεθειμένου για την κάλυψη μελλοντικών ασφαλίστρων ποσού δεν υπερβαίνει το επόμενο ετήσιο ασφάλιστρο που θα πρέπει να καταβληθεί δυνάμει του συμβολαίου.

9.

Ως «Προϋπάρχων Λογαριασμός» νοείται:

α)

χρηματοοικονομικός λογαριασμός που τηρείται σε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016·

β)

ένα κράτος μέλος ή το Μονακό έχει την ευχέρεια να επεκτείνει την έννοια του όρου «Προϋπάρχων Λογαριασμός» ώστε να νοείται επίσης κάθε Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός Δικαιούχου, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας κατά την οποία ανοίχθηκε ο εν λόγω λογαριασμός, εάν:

i)

ο δικαιούχος τηρεί επίσης στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ή σε συνδεόμενη οντότητα εντός της ίδιας δικαιοδοσίας (κράτος μέλος ή το Μονακό) με το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που είναι Προϋπάρχων Λογαριασμός κατά την ενότητα Γ παράγραφος 9 στοιχείο α)·

ii)

το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και, κατά περίπτωση, η συνδεόμενη οντότητα εντός της ιδίας δικαιοδοσίας (κράτος μέλος ή το Μονακό) με το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, θεωρεί τους δύο προαναφερόμενους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς και κάθε άλλο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό του Δικαιούχου του Λογαριασμού που θεωρείται Προϋπάρχων Λογαριασμός κατά την παρούσα ενότητα Γ παράγραφος 9 στοιχείο β), ως ενιαίο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό για τους σκοπούς της τήρησης των απαιτήσεων γνώσης που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Α και για τους σκοπούς του προσδιορισμού του υπολοίπου ή της αξίας οποιουδήποτε από τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς αυτούς, όταν εφαρμόζει οποιοδήποτε από τα όρια για τους λογαριασμούς·

iii)

για Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό που υπόκειται σε διαδικασίες ΑΜL/KYC, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα επιτρέπεται να εκπληρώσει για τον συγκεκριμένο Χρηματοοικονομικό Λογαριασμό τα προβλεπόμενα στις διαδικασίες αυτές, στηριζόμενο στις διαδικασίες ΑΜL/KYC που έχουν εκτελεστεί για τον Προϋπάρχοντα Λογαριασμό που περιγράφεται στην ενότητα Γ παράγραφος 9 στοιχείο α)· και

iv)

το άνοιγμα του Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού δεν απαιτεί την παροχή νέων, πρόσθετων ή τροποποιημένων πληροφοριών πελάτη από τον δικαιούχο του λογαριασμού, εκτός εάν απαιτείται για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2017, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στο Μονακό και το Μονακό κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στην παρούσα ενότητα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς το Μονακό και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από το Μονακό σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή το Μονακό κοινοποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο.

10.

Ως «Νέος Λογαριασμός» νοείται Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός που τηρείται σε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα και έχει ανοιχθεί την 1η Ιανουαρίου 2017 ή μετά την ημερομηνία αυτή, εκτός αν θεωρείται Προϋπάρχων Λογαριασμός κατά την επέκταση του ορισμού του όρου «Προϋπάρχων Λογαριασμός» στην ενότητα Γ παράγραφος 9.

11.

Ως «Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός» νοείται Προϋπάρχων Λογαριασμός που τηρείται από ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα.

12.

Ως «Νέος Ατομικός Λογαριασμός» νοείται νέος λογαριασμός που τηρείται από ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα.

13.

Ως «Προϋπάρχων Λογαριασμός Οντοτήτων» νοείται Προϋπάρχων Λογαριασμός που τηρείται από μία ή περισσότερες Οντότητες.

14.

Ως «Λογαριασμός Χαμηλότερης Αξίας» νοείται Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός με συνολικό υπόλοιπο ή αξία, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016, που δεν υπερβαίνει το 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό.

15.

Ως «Λογαριασμός Υψηλής Αξίας» νοείται Προϋπάρχων Ατομικός Λογαριασμός με συνολικό υπόλοιπο ή αξία, κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 ή την 31η Δεκεμβρίου οποιουδήποτε επόμενου έτους, που υπερβαίνει το 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό.

16.

Ως «Νέος Λογαριασμός Οντοτήτων» νοείται Νέος Λογαριασμός που τηρείται από μία ή περισσότερες οντότητες.

17.

Ως «Εξαιρούμενος Λογαριασμός» νοείται οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους λογαριασμούς:

α)

συνταξιοδοτικός λογαριασμός που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ρύθμιση ως προσωπικός συνταξιοδοτικός λογαριασμός ή αποτελεί μέρος καταχωρισμένου ή ρυθμιζόμενου συνταξιοδοτικού προγράμματος για παροχές σύνταξης (περιλαμβανομένων των παροχών αναπηρίας ή θανάτου)·

ii)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς (δηλαδή, οι εισφορές στον λογαριασμό, οι οποίες άλλως θα φορολογούνταν, εκπίπτουν ή εξαιρούνται από το ακαθάριστο εισόδημα του Δικαιούχου του Λογαριασμού ή φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή, ή το εισόδημα από επενδύσεις που προέρχεται από τον λογαριασμό υπόκειται σε αναβαλλόμενο φόρο ή σε μειωμένο φορολογικό συντελεστή)·

iii)

απαιτείται η διαβίβαση πληροφοριών προς τις φορολογικές αρχές, σε ό,τι αφορά τον λογαριασμό·

iv)

επιτρέπονται οι αναλήψεις μόνον εφόσον έχει συμπληρωθεί συγκεκριμένο όριο ηλικίας, έχει επέλθει αναπηρία ή θάνατος· ή επιβάλλονται ποινές για τις αναλήψεις που πραγματοποιούνται πριν από την επέλευση τέτοιων καθορισμένων γεγονότων· και

v)

είτε i) οι ετήσιες εισφορές είναι ίσες ή κατώτερες των 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, ή ii) προβλέπεται μέγιστο όριο εισφορών εφ' όρου ζωής ίσου ή κατώτερου του 1 000 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, ενώ εφαρμόζονται και στις δύο περιπτώσεις οι κανόνες που προβλέπονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων.

Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός, ο οποίος πληροί κατά τα λοιπά την απαίτηση που προβλέπεται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α) σημείο v), δεν παραβιάζει την απαίτηση αυτή για τον λόγο και μόνον ότι ο εν λόγω χρηματοοικονομικός λογαριασμός μπορεί να δεχθεί περιουσιακά στοιχεία ή κεφάλαια που μεταφέρονται από έναν ή περισσότερους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α) ή β) ή από ένα ή περισσότερα συνταξιοδοτικά ταμεία που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Β παράγραφοι 5 έως 7.

β)

λογαριασμός που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ρύθμιση ως οργανισμός επενδύσεων με σκοπούς άλλους από αυτούς της συνταξιοδότησης και αποτελεί αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών ή ο λογαριασμός υπόκειται σε ρύθμιση ως οργανισμός αποταμίευσης με σκοπούς άλλους από αυτούς της συνταξιοδότησης·

ii)

ο λογαριασμός υπόκειται σε ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς (δηλαδή, οι εισφορές στον λογαριασμό, οι οποίες άλλως θα φορολογούνταν, εκπίπτουν ή εξαιρούνται από το ακαθάριστο εισόδημα του Δικαιούχου του Λογαριασμού ή φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή, ή το εισόδημα από επενδύσεις που προέρχεται από τον λογαριασμό υπόκειται σε αναβαλλόμενο φόρο ή σε μειωμένο φορολογικό συντελεστή)·

iii)

επιτρέπονται οι αναλήψεις μόνον εφόσον έχουν εκπληρωθεί συγκεκριμένα κριτήρια που αφορούν τον σκοπό του λογαριασμού επένδυσης ή αποταμίευσης (για παράδειγμα την παροχή εκπαιδευτικών ή ιατρικών ωφελειών)· ή επιβάλλονται ποινές για τις αναλήψεις που πραγματοποιούνται πριν από την εκπλήρωση των εν λόγω κριτηρίων· και

iv)

οι ετήσιες εισφορές είναι ίσες ή κατώτερες των 50 000 USD ή ισοδύναμου ποσού εκφρασμένου στο εθνικό νόμισμα κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, τηρουμένων των κανόνων που προβλέπονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για την άθροιση λογαριασμών και τη μετατροπή νομισμάτων.

Χρηματοοικονομικός Λογαριασμός, ο οποίος πληροί κατά τα λοιπά την απαίτηση που προβλέπεται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο β) σημείο iv), δεν παραβιάζει την απαίτηση αυτή για τον λόγο και μόνον ότι ο εν λόγω χρηματοοικονομικός λογαριασμός μπορεί να δεχθεί περιουσιακά στοιχεία ή κεφάλαια που μεταφέρονται από έναν ή περισσότερους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο α) ή β) ή από ένα ή περισσότερα συνταξιοδοτικά ταμεία που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην ενότητα Β παράγραφοι 5 έως 7·

γ)

συμβόλαιο ασφάλισης ζωής με περίοδο κάλυψης που λήγει πριν συμπληρώσει ο ασφαλισμένος το ενενηκοστό έτος της ηλικίας του, υπό την προϋπόθεση ότι το συμβόλαιο πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

καταβάλλονται περιοδικά ασφάλιστρα, τα οποία δεν μειώνονται με την πάροδο του χρόνου, τουλάχιστον σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του συμβολαίου ή μέχρι να συμπληρώσει ο ασφαλισμένος το ενενηκοστό έτος της ηλικίας του, αναλόγως ποιο χρονικό διάστημα είναι βραχύτερο·

ii)

δεν είναι δυνατόν για οποιοδήποτε πρόσωπο να λάβει παροχές του συμβολαίου (μέσω ανάληψης, δανείου ή με άλλον τρόπο), χωρίς τερματισμό του συμβολαίου·

iii)

το ποσό (εκτός της παροχών θανάτου) που είναι πληρωτέο σε περίπτωση ακύρωσης ή λύσης του συμβολαίου δεν μπορεί να υπερβεί το άθροισμα των ασφαλίστρων που έχουν καταβληθεί για το συμβόλαιο, μείον το ποσό που αντιστοιχεί στις επιβαρύνσεις λόγω θανάτου, ασθένειας και δαπανών (είτε έχουν πράγματι επιβληθεί είτε όχι) για την περίοδο ή τις περιόδους ισχύος του συμβολαίου και τυχόν ποσών που έχουν καταβληθεί πριν από την ακύρωση ή τη λύση του συμβολαίου· και

iv)

το συμβόλαιο δεν διακρατείται από εκδοχέα έναντι αξίας·

δ)

λογαριασμός που ανήκει αποκλειστικά σε κληρονομία, εφόσον στα έγγραφα του λογαριασμού περιλαμβάνεται αντίγραφο της διαθήκης του θανόντος ή πιστοποιητικό θανάτου·

ε)

λογαριασμός που έχει ανοιχθεί σε σχέση με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i)

διαταγή ή απόφαση δικαστηρίου·

ii)

πώληση, ανταλλαγή ή μίσθωση εμπράγματης ή προσωπικής περιουσίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο λογαριασμός πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

ο λογαριασμός τροφοδοτείται αποκλειστικά με ποσά που προέρχονται από προκαταβολή, αρραβώνα, κατάθεση ποσού κατάλληλου για την εξασφάλιση ενοχής που συνδέεται άμεσα με τη συναλλαγή ή παρόμοια πληρωμή, ή τροφοδοτείται με χρηματοοικονομικό περιουσιακό στοιχείο που κατατίθεται στον λογαριασμό σε σύνδεση με την πώληση, την ανταλλαγή ή τη μίσθωση περιουσιακού στοιχείου·

ο λογαριασμός ανοίγεται και χρησιμοποιείται με αποκλειστικό σκοπό την εξασφάλιση της υποχρέωσης του αγοραστή να καταβάλει το τίμημα της πώλησης του περιουσιακού στοιχείου, του πωλητή να καταβάλει οποιαδήποτε αποζημίωση για ενδεχόμενη υποχρέωση, ή του εκμισθωτή ή του μισθωτή να καταβάλει αποζημίωση σχετικά με το μισθωμένο περιουσιακό στοιχείο, όπως έχει συμφωνηθεί στα πλαίσια της μίσθωσης·

τα περιουσιακά στοιχεία που περιέχονται στον λογαριασμό, περιλαμβανομένου του εισοδήματος που προέρχεται από τον λογαριασμό, θα καταβληθούν ή θα διατεθούν με άλλον τρόπο προς όφελος του αγοραστή, του πωλητή, του εκμισθωτή ή του μισθωτή (μεταξύ άλλων για να εκπληρωθεί υποχρέωση του εν λόγω προσώπου), όταν το περιουσιακό στοιχείο πωληθεί, ανταλλαγεί ή παραδοθεί, ή όταν τερματιστεί η μίσθωση·

ο λογαριασμός δεν είναι λογαριασμός περιθωρίου ή παρόμοιος λογαριασμός που έχει ανοιχθεί στα πλαίσια πώλησης ή ανταλλαγής Χρηματοοικονομικού Περιουσιακού Στοιχείου· και

ο λογαριασμός δεν συνδέεται με λογαριασμό περιγραφόμενο στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχείο στ)·

iii)

υποχρέωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που διαχειρίζεται δάνειο εξασφαλιζόμενο με εμπράγματο περιουσιακό στοιχείο να κρατά μέρος του καταβαλλόμενου ποσού με αποκλειστικό σκοπό τη διευκόλυνση της πληρωμής φόρων ή ασφάλισης σχετικά με το εμπράγματο περιουσιακό στοιχείο σε μεταγενέστερο χρόνο·

iv)

υποχρέωση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που έχει αποκλειστικό σκοπό την πληρωμή φόρων σε μεταγενέστερο χρόνο·

στ)

Καταθετικός Λογαριασμός που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

ο λογαριασμός υπάρχει μόνον διότι ο πελάτης καταβάλλει ποσό που υπερβαίνει το χρεωστικό υπόλοιπο πιστωτικής κάρτας ή άλλης ανακυκλούμενης πιστωτικής διευκόλυνσης και το πλεονάζον ποσό δεν επιστρέφεται αμέσως στον πελάτη· και

ii)

από ή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2017, εφαρμόζει πολιτικές και διαδικασίες ώστε είτε να μη δύναται ο πελάτης να καταβάλει πλεονάζον ποσό που να υπερβαίνει ποσό 50 000 USD ή ισοδύναμο ποσό εκφρασμένο στο εθνικό νόμισμα του κάθε κράτους μέλους ή του Μονακό, είτε να επιστρέφεται στον πελάτη εντός 60 ημερών κάθε καταβληθέν πλεονάζον ποσό που υπερβαίνει το εν λόγω ποσό, εφαρμοζομένων σε αμφότερες τις περιπτώσεις των κανόνων που ορίζονται στο τμήμα VII ενότητα Γ για τη μετατροπή νομισμάτων. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, το καταβληθέν από τον πελάτη πλεονάζον ποσό δεν αναφέρεται σε πιστωτικά υπόλοιπα στον βαθμό που αυτά σχετίζονται με αμφισβητηθείσες χρεώσεις, αλλά περιλαμβάνει πιστωτικά υπόλοιπα που προκύπτουν από επιστροφές εμπορευμάτων·

ζ)

κάθε άλλος λογαριασμός που παρουσιάζει χαμηλό κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί για φοροδιαφυγή, έχει ουσιωδώς παρεμφερή χαρακτηριστικά με οποιονδήποτε από τους λογαριασμούς που περιγράφονται στην ενότητα Γ παράγραφος 17 στοιχεία α) έως στ), και που ορίζεται στο εσωτερικό δίκαιο ως Εξαιρούμενος Λογαριασμός και, για τα κράτη μέλη, προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 7α της οδηγίας 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και έχει κοινοποιηθεί στο Μονακό και για το Μονακό έχει κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφόσον το καθεστώς του λογαριασμού αυτού ως Εξαιρούμενου Λογαριασμού δεν θέτει σε κίνδυνο τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Δ.

Δηλωτέος λογαριασμός

1.

Ως «Δηλωτέος Λογαριασμός» νοείται λογαριασμός που τηρείται από ένα ή περισσότερα Δηλωτέα Πρόσωπα ή Παθητική ΜΧΟ με ένα ή περισσότερα Ελέγχοντα Πρόσωπα που είναι Δηλωτέα Πρόσωπα, εφόσον έχει χαρακτηριστεί ως τέτοιος σύμφωνα με τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που περιγράφονται στα τμήματα II έως VII.

2.

Ως «Δηλωτέο Πρόσωπο» νοείται πρόσωπο Δηλωτέας Δικαιοδοσίας εκτός από: i) εταιρεία, η μετοχή της οποίας αποτελεί αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε μία ή περισσότερες αναγνωρισμένες αγορές κινητών αξιών· ii) εταιρεία που είναι συνδεόμενη οντότητα εταιρείας που περιγράφεται στο σημείο i)· iii) Κρατική Οντότητα· iv) Διεθνής Οργανισμός· v) Κεντρική Τράπεζα· ή vi) Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

3.

Ως «Πρόσωπο Δηλωτέας Δικαιοδοσίας» νοείται άτομο ή Οντότητα με κατοικία σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία της εν λόγω δικαιοδοσίας ή κληρονομία θανόντος, ο οποίος ήταν κάτοικος Δηλωτέας Δικαιοδοσίας. Για τον σκοπό αυτόν, οντότητες όπως προσωπικές εταιρείες, ετερόρρυθμες εταιρείες ή παρόμοια νομικά μορφώματα, τα οποία δεν έχουν κατοικία για φορολογικούς σκοπούς λογίζονται ως κάτοικοι στη δικαιοδοσία όπου βρίσκεται ο τόπος άσκησης της πραγματικής διοίκησής τους.

4.

Ως «Δηλωτέα Δικαιοδοσία» νοείται το Μονακό σε σχέση με ένα κράτος μέλος ή ένα κράτος μέλος σε σχέση με το Μονακό, στο πλαίσιο της υποχρέωσης να παρέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο τμήμα I.

5.

Ως «Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία» έναντι κράτους μέλους ή του Μονακό νοείται:

α)

κράτος μέλος σε σχέση με την αναφορά στο Μονακό, ή

β)

το Μονακό σε σχέση με την αναφορά σε κράτος μέλος, ή

γ)

οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία: i) με την οποία το σχετικό κράτος μέλος ή το Μονακό, ανάλογα με την περίπτωση, έχει συνάψει συμφωνία με την οποία η εν λόγω άλλη δικαιοδοσία θα παρέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο τμήμα I, και ii) η οποία περιλαμβάνεται σε κατάλογο που δημοσιεύεται από το εν λόγω κράτος μέλος ή το Μονακό, ανάλογα με την περίπτωση, και κοινοποιείται αντίστοιχα στο Μονακό ή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή·

δ)

σε σχέση με κράτη μέλη, οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία: i) με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνάψει συμφωνία με την οποία η εν λόγω άλλη δικαιοδοσία θα παρέχει τις πληροφορίες που ορίζονται στο τμήμα I, και ii) η οποία περιλαμβάνεται σε κατάλογο που δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

6.

Ως «Ελέγχοντα Πρόσωπα» νοούνται τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν έλεγχο επί Οντότητας. Στην περίπτωση του καταπιστεύματος, ως ελέγχοντα πρόσωπα νοούνται ο ή οι καταπιστευματοπάροχοι, ο ή οι καταπιστευματοδόχοι, ο ή οι προστάτες (εφόσον υπάρχουν), ο ή οι δικαιούχοι ή κατηγορίες των δικαιούχων και οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπα ασκούν τον τελικό πραγματικό έλεγχο επί του καταπιστεύματος· σε περίπτωση νομικού μορφώματος που δεν είναι καταπίστευμα, ως ελέγχοντα πρόσωπα νοούνται τα πρόσωπα που βρίσκονται σε ισοδύναμες ή παρόμοιες θέσεις. Ο όρος «Ελέγχοντα Πρόσωπα» δέον όπως ερμηνεύεται κατά τρόπο συμβατό με τις συστάσεις της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης.

7.

Ως «ΜΧΟ» νοείται οποιαδήποτε οντότητα δεν είναι Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

8.

Ως «παθητική ΜΧΟ» νοείται: i) ΜΧΟ που δεν είναι ενεργή ΜΧΟ· ή ii) επενδυτική οντότητα περιγραφόμενη στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο β), η οποία δεν αποτελεί Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας.

9.

Ως «ενεργή ΜΧΟ» νοείται οποιαδήποτε ΜΧΟ πληροί οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το ποσοστό του παθητικού εισοδήματος για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ή άλλη κατάλληλη περίοδο δήλωσης στοιχείων είναι μικρότερο του 50 % του ακαθάριστου εισοδήματος της ΜΧΟ και το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων που παράγουν παθητικό εισόδημα ή διακρατούνται για την παραγωγή παθητικού εισοδήματος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος ή άλλη αντίστοιχη περίοδο υποβολής στοιχείων είναι μικρότερο του 50 % των περιουσιακών στοιχείων της ΜΧΟ·

β)

οι μετοχές της ΜΧΟ αποτελούν αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών ή η ΜΧΟ είναι Συνδεόμενη Οντότητα οντότητας οι μετοχές της οποίας αποτελούν αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών·

γ)

η ΜΧΟ είναι κρατική οντότητα, διεθνής οργανισμός, κεντρική τράπεζα ή οντότητα που ανήκει εξολοκλήρου σε μία ή περισσότερες από τις εν λόγω οντότητες·

δ)

κατ' ουσίαν, όλες οι δραστηριότητες της ΜΧΟ συνίστανται στην κατοχή (εν όλω ή εν μέρει) των εν κυκλοφορία τίτλων κεφαλαίου μιας ή περισσότερων θυγατρικών με δραστηριότητες σε επιχειρηματικούς κλάδους ή τομείς διάφορους από αυτούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή στην παροχή χρηματοδότησης και υπηρεσιών προς αυτήν ή αυτές· στην κατηγορία αυτή δεν δύναται να υπαχθεί οντότητα η οποία λειτουργεί (ή εμφανίζεται) ως επενδυτικό κεφάλαιο, όπως για παράδειγμα ιδιωτικό επενδυτικό κεφάλαιο («private equity fund»), εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου («venture capital fund») ή κεφάλαιο εξαγορών μέσω μόχλευσης («leveraged buyout fund»), ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός επενδύσεων σκοπός του οποίου είναι να αποκτήσει ή να χρηματοδοτήσει εταιρείες και να διατηρεί στη συνέχεια δικαιώματα στις εταιρείες αυτές ως τίτλους κεφαλαίου για επενδυτικούς σκοπούς·

ε)

η ΜΧΟ δεν έχει ακόμη επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν έχει προηγούμενο ιστορικό λειτουργίας, αλλά επενδύει κεφάλαιο σε περιουσιακά στοιχεία με σκοπό την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας διάφορης από αυτήν των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον η εν λόγω εξαίρεση δεν εφαρμόζεται στην ΜΧΟ μετά την πάροδο 24 μηνών από την ημερομηνία αρχικής σύστασης της ΜΧΟ·

στ)

η ΜΧΟ δεν υπήρξε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κατά τα τελευταία πέντε έτη και βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία ρευστοποίησης των περιουσιακών της στοιχείων ή η ΜΧΟ αναδιοργανώνεται με σκοπό να εξακολουθήσει να δραστηριοποιείται ή να δραστηριοποιηθεί εκ νέου σε επιχειρηματικό τομέα άλλον από αυτόν του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος·

ζ)

η ΜΧΟ ασκεί κυρίως δραστηριότητες χρηματοδότησης και αντιστάθμισης κινδύνου με ή για συνδεόμενες οντότητες που δεν είναι χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και δεν παρέχει υπηρεσίες χρηματοδότησης ή αντιστάθμισης κινδύνου σε οντότητα που δεν είναι συνδεόμενη οντότητα, εφόσον ο όμιλος οποιασδήποτε τέτοιας συνδεόμενης οντότητας δραστηριοποιείται κυρίως σε χώρο άλλον από αυτόν των Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων· ή

η)

η ΜΧΟ πληροί όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί εντός της δικαιοδοσίας της κατοικίας της (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία) αποκλειστικά για θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς, επιστημονικούς, καλλιτεχνικούς, πολιτιστικούς, αθλητικούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς· ή είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί εντός της δικαιοδοσίας της κατοικίας της (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία) και αποτελεί επαγγελματική οργάνωση, σύνδεσμο επιχειρήσεων, εμπορικό επιμελητήριο, οργάνωση εργαζομένων, οργάνωση αγροτικών ή οπωροκηπευτικών εκμεταλλεύσεων, ένωση πολιτών ή οργάνωση που λειτουργεί αποκλειστικά για την προαγωγή της κοινωνικής ευημερίας·

ii)

απαλλάσσεται από φόρο εισοδήματος στη δικαιοδοσία της κατοικίας της (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία)·

iii)

δεν διαθέτει μετόχους ή μέλη που έχουν δικαιώματα κυριότητας ή επικαρπίας επί των εσόδων ή των περιουσιακών της στοιχείων·

iv)

η ισχύουσα νομοθεσία της δικαιοδοσίας όπου έχει την κατοικία της ΜΧΟ (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία) ή τα συστατικά έγγραφα της ΜΧΟ δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε διανομή εσόδων ή περιουσιακών στοιχείων της ΜΧΟ σε φυσικό πρόσωπο ή μη φιλανθρωπική οντότητα ή τη χρήση των εσόδων ή περιουσιακών στοιχείων προς όφελος τους, εκτός αν η διανομή ή χρήση αυτή γίνεται στα πλαίσια της άσκησης των φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων της ΜΧΟ ή ως πληρωμή εύλογης αμοιβής για την παροχή υπηρεσιών ή ως πληρωμή τιμήματος για την πραγματική εμπορική αξία ιδιοκτησίας που αγόρασε η ΜΧΟ· και

v)

η ισχύουσα νομοθεσία της δικαιοδοσίας όπου έχει την κατοικία της η ΜΧΟ (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία) ή τα συστατικά έγγραφα της ΜΧΟ απαιτούν, σε περίπτωση εκκαθάρισης ή διάλυσης της ΜΧΟ, να διανέμονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία της σε κρατική οντότητα ή σε άλλη μη κερδοσκοπική οργάνωση ή να περιέρχονται στην κυβέρνηση όπου έχει την κατοικία της η ΜΧΟ (είτε πρόκειται για κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία) ή σε άλλη διοικητική υποδιαίρεση.

Ε.

Διάφορα

1.

Ως «Δικαιούχος Λογαριασμού» νοείται πρόσωπο που καταχωρίζεται ή ταυτοποιείται ως δικαιούχος Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού από το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός. Πρόσωπο, άλλο από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, που τηρεί χρηματοοικονομικό λογαριασμό προς όφελος ή για λογαριασμό άλλου προσώπου ως αντιπρόσωπος, θεματοφύλακας, εντολοδόχος, υπογράφων, σύμβουλος επενδύσεων ή ενδιάμεσος δεν λογίζεται δικαιούχος του λογαριασμού για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, δικαιούχος του λογαριασμού λογίζεται το εν λόγω άλλο πρόσωπο. Σε περίπτωση Ασφαλιστηρίου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, δικαιούχος του λογαριασμού είναι οποιοδήποτε πρόσωπο έχει δικαίωμα να λάβει την αξία εξαγοράς ή να αλλάξει τον δικαιούχο της σύμβασης. Αν κανείς δεν δύναται να λάβει την αξία εξαγοράς ή να αλλάξει τον δικαιούχο, δικαιούχος του λογαριασμού είναι οποιοδήποτε πρόσωπο ορίζεται στο συμβόλαιο ως κύριος και οποιοδήποτε πρόσωπο έχει κατοχυρωμένη απαίτηση για την πληρωμή σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου. Κατά τη λήξη Ασφαλιστηρίου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, κάθε πρόσωπο που δικαιούται να λάβει πληρωμή σύμφωνα με το συμβόλαιο είναι δικαιούχος του λογαριασμού.

2.

Ως «Διαδικασίες καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/Γνώρισε τον πελάτη σου» (AML/KYC) νοούνται οι σχετικές με τον πελάτη διαδικασίες δέουσας επιμέλειας του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που αφορούν την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή παρόμοιες απαιτήσεις, στις οποίες υπόκειται το εν λόγω Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα.

3.

Ως «Οντότητα» νοείται νομικό πρόσωπο ή νομικό μόρφωμα, όπως κεφαλαιουχική εταιρεία, προσωπική εταιρεία, καταπίστευμα ή ίδρυμα.

4.

Μία οντότητα είναι «Συνδεόμενη Οντότητα» άλλης Οντότητας αν α) κάποια εκ των δύο Οντοτήτων ελέγχει την άλλη οντότητα· ii) οι δύο Οντότητες τελούν υπό κοινό έλεγχο· ή iii) οι δύο Οντότητες είναι επενδυτικές Οντότητες που περιγράφονται στην ενότητα Α παράγραφος 6 στοιχείο β), τελούν υπό κοινή διαχείριση και η εν λόγω διαχείριση εκπληρώνει τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας των εν λόγω επενδυτικών Οντοτήτων. Για τον σκοπό αυτόν, ο έλεγχος περιλαμβάνει την άμεση ή έμμεση κυριότητα ποσοστού μεγαλύτερου του 50 % των δικαιωμάτων ψήφου και αξίας της Οντότητας.

5.

Ως «ΑΦΜ» νοείται ο αριθμός φορολογικού μητρώου (ή λειτουργικό ισοδύναμο αν δεν υπάρχει αριθμός φορολογικού μητρώου).

6.

Ως «Αποδεικτικό Έγγραφο» νοείται οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

πιστοποιητικό κατοικίας που εκδίδεται από αρμόδιο κρατικό φορέα (για παράδειγμα, από την κυβέρνηση ή οργανισμό της ή από δημοτική αρχή) της δικαιοδοσίας (του κράτους μέλους, του Μονακό, ή άλλης δικαιοδοσίας) όπου ισχυρίζεται ότι έχει την κατοικία του ο δικαιούχος·

β)

σε ό,τι αφορά τα φυσικά πρόσωπα, οποιοδήποτε έγκυρο έγγραφο ταυτότητας έχει εκδοθεί από αρμόδιο κρατικό φορέα (για παράδειγμα, από την κυβέρνηση ή οργανισμό της ή από δημοτική αρχή), στο οποίο περιέχεται το όνομα του προσώπου και το οποίο χρησιμοποιείται κατά κανόνα για ταυτοποίηση·

γ)

σε ό,τι αφορά τις οντότητες, οποιοδήποτε επίσημο έγγραφο έχει εκδοθεί από αρμόδιο κρατικό φορέα (για παράδειγμα, από την κυβέρνηση ή οργανισμό της ή από δημοτική αρχή), στο οποίο περιέχεται η ονομασία της οντότητας και είτε η διεύθυνση του κεντρικού της γραφείου στη δικαιοδοσία (στο κράτος μέλος, το Μονακό ή σε άλλη δικαιοδοσία) όπου ισχυρίζεται ότι έχει την κατοικία της είτε η δικαιοδοσία (το κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία) στην οποία συστάθηκε ή λειτουργεί·

δ)

οποιαδήποτε ελεγμένη οικονομική κατάσταση, έκθεση τρίτου για τη φερεγγυότητα, αίτηση πτώχευσης ή έκθεση από ρυθμιστική αρχή αγοράς κινητών αξιών.

Σε ό,τι αφορά Προϋπάρχοντα Λογαριασμό Οντότητας, κάθε κράτος μέλος, ή το Μονακό έχει την ευχέρεια να επιτρέπει στα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να χρησιμοποιήσουν ως αποδεικτικό έγγραφο οποιαδήποτε κατάταξη έχει γίνει στα αρχεία του Δηλούντος Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος σχετικά με τον δικαιούχο του λογαριασμού βάσει τυποποιημένου συστήματος κωδικοποίησης ανά κλάδο, η οποία καταχωρίστηκε από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα σύμφωνα με τη συνήθη επιχειρηματική πρακτική του, για σκοπούς που αφορούν τις διαδικασίες AML/KYC ή για άλλους ρυθμιστικούς σκοπούς (εκτός των φορολογικών) και η οποία εφαρμοζόταν από το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα πριν από την ημερομηνία κατά την οποία έγινε η κατάταξη του χρηματοοικονομικού λογαριασμού ως Προϋπάρχοντος Λογαριασμού, εφόσον το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δεν γνωρίζει ή δεν έχει λόγο να πιστεύει ότι η εν λόγω κατάταξη είναι εσφαλμένη ή αναξιόπιστη. Ως «τυποποιημένο σύστημα κωδικοποίησης ανά κλάδο» νοείται σύστημα που χρησιμοποιείται για την κατάταξη των μορφωμάτων ανά είδος επιχείρησης για σκοπούς άλλους από τους φορολογικούς.

Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2017, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στο Μονακό και το Μονακό κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν έχουν ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στην παρούσα ενότητα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να συντονίσει τη διαβίβαση της κοινοποίησης από τα κράτη μέλη προς το Μονακό και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβιβάζει την κοινοποίηση από το Μονακό σε όλα τα κράτη μέλη. Όλες οι περαιτέρω αλλαγές για την άσκηση της ευχέρειας αυτής από ένα κράτος μέλος ή το Μονακό κοινοποιούνται κατά τον ίδιο τρόπο.

ΤΜΗΜΑ IX

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Κάθε κράτος μέλος και το Μονακό πρέπει να διαθέτουν κανόνες και διοικητικές διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή και συμμόρφωση σχετικά με τις διαδικασίες υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας που προβλέπονται ανωτέρω, περιλαμβανομένων των κάτωθι:

α)

κανόνων ώστε να αποτρέπονται οι πρακτικές Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων, προσώπων ή ενδιαμέσων οι οποίες αποσκοπούν στην καταστρατήγηση των διαδικασιών υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας·

β)

κανόνων που απαιτούν από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα να τηρούν αρχεία σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν και τα τυχόν αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίζονται για την τήρηση των διαδικασιών υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας, καθώς και να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόσβαση στα αρχεία αυτά·

γ)

διοικητικών διαδικασιών ώστε να εξακριβώνεται η συμμόρφωση των Δηλούντων Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων προς τις διαδικασίες δήλωσης στοιχείων και δέουσας επιμέλειας· διοικητικών διαδικασιών για τις επακόλουθες ενέργειες στο Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα, όταν δηλώνονται λογαριασμοί χωρίς τεκμηρίωση·

δ)

διοικητικών διαδικασιών ώστε να διασφαλίζεται ότι εξακολουθεί να είναι μικρός ο κίνδυνος χρήσης των οντοτήτων και των λογαριασμών που ορίζονται στο εσωτερικό δίκαιο ως μη Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και εξαιρούμενοι λογαριασμοί για σκοπούς φοροδιαφυγής· και

ε)

αποτελεσματικών διατάξεων επιβολής των κανόνων για την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

1.   Μεταβολή των περιστάσεων

Ως «μεταβολή των περιστάσεων» νοείται οποιαδήποτε μεταβολή η οποία έχει ως αποτέλεσμα την προσθήκη πληροφοριών σχετικών με το καθεστώς ενός προσώπου ή έρχεται σε αντίθεση με το καθεστώς αυτό με άλλον τρόπο. Επιπροσθέτως, ως μεταβολή των περιστάσεων νοείται οποιαδήποτε μεταβολή ή προσθήκη πληροφοριών στον Λογαριασμό του Δικαιούχου (περιλαμβανομένης της προσθήκης, της υποκατάστασης ή άλλης μεταβολής σχετικά με τον Δικαιούχο του Λογαριασμού) ή οποιαδήποτε άλλη μεταβολή ή προσθήκη πληροφοριών σε οποιοδήποτε λογαριασμό συνδέεται με τον εν λόγω λογαριασμό (εφαρμοζομένων των κανόνων περί άθροισης λογαριασμών που περιγράφονται στο παράρτημα I τμήμα VII ενότητα Γ παράγραφοι 1 έως 3), εάν η εν λόγω μεταβολή ή προσθήκη πληροφοριών επηρεάζει το καθεστώς του Δικαιούχου του Λογαριασμού.

Εάν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει βασιστεί στην εξέταση αναφορικά με τη διεύθυνση κατοικίας, η οποία περιγράφεται στο παράρτημα I τμήμα III ενότητα Β παράγραφος 1 και επέλθει μεταβολή των περιστάσεων λόγω της οποίας το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα λαμβάνει γνώση ή έχει λόγο να πιστεύει ότι το αρχικό αποδεικτικό έγγραφο (ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο) είναι ανακριβές ή αναξιόπιστο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα οφείλει, το αργότερο την τελευταία ημέρα του σχετικού ημερολογιακού έτους ή κάθε άλλης ενδεδειγμένης περιόδου υποβολής στοιχείων ή εντός προθεσμίας 90 ημερολογιακών ημερών μετά τη γνωστοποίηση ή την ανακάλυψη της εν λόγω μεταβολής των περιστάσεων, να έχει στην κατοχή του αυτοπιστοποίηση και νέο έγγραφο αποδεικτικό στοιχείο για τη βεβαίωση της ή των φορολογικών κατοικιών του Δικαιούχου του Λογαριασμού. Εάν το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα αδυνατεί να λάβει την αυτοπιστοποίηση και το νέο αποδεικτικό έγγραφο μέχρι την εν λόγω ημερομηνία, πρέπει να εφαρμόσει τη διαδικασία έρευνας σε ηλεκτρονικό αρχείο που περιγράφεται στο παράρτημα I τμήμα III ενότητα Β παράγραφοι 2 έως 6.

2.   Αυτοπιστοποίηση για Νέους Λογαριασμούς Οντοτήτων

Σε ό,τι αφορά τους Νέους Λογαριασμούς Οντοτήτων, προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον το ελέγχον πρόσωπο παθητικής ΜΧΟ είναι Δηλωτέο Πρόσωπο, το Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα δύναται να βασίζεται σε αυτοπιστοποίηση μόνον από τον Δικαιούχο Λογαριασμού ή το Ελέγχον Πρόσωπο.

3.   Κατοικία Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος

Το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει την «κατοικία» του σε κράτος μέλος, στο Μονακό ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία εάν υπόκειται στη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας (δηλαδή η Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία δύναται να επιβάλει την υποβολή στοιχείων από το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα). Γενικώς, όταν το Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα έχει τη φορολογική του κατοικία σε κράτος μέλος, στο Μονακό ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία, υπόκειται στη δικαιοδοσία του εν λόγω κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας και αποτελεί, ως εκ τούτου, Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους, Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα του Μονακό ή Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας. Στην περίπτωση καταπιστεύματος που είναι Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα (ανεξαρτήτως του αν έχει τη φορολογική του κατοικία σε κράτος μέλος, στο Μονακό ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία), το καταπίστευμα θεωρείται ότι υπόκειται στη δικαιοδοσία κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας εάν ένας ή περισσότεροι από τους καταπιστευματοδόχους έχουν την κατοικία τους στο εν λόγω κράτος μέλος, στο Μονακό ή σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία, εκτός εάν το καταπίστευμα δηλώνει σε άλλο κράτος μέλος όλες τις πληροφορίες που απαιτείται να δηλωθούν βάσει της παρούσας συμφωνίας ή άλλης συμφωνίας περί εφαρμογής του Παγκόσμιου Προτύπου σχετικά με τους Δηλωτέους Λογαριασμούς που τηρούνται από το καταπίστευμα σε άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία (κράτος μέλος, Μονακό ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία), επειδή έχει τη φορολογική του κατοικία στην εν λόγω άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία. Εντούτοις, όταν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα (εκτός από καταπίστευμα) δεν έχει φορολογική κατοικία (για παράδειγμα επειδή λογίζεται φορολογικώς διαφανές ή ευρίσκεται σε δικαιοδοσία που δεν επιβάλλει φόρο εισοδήματος), θεωρείται ότι υπόκειται στη δικαιοδοσία κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας και αποτελεί, ως εκ τούτου, Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα κράτους μέλους, του Μονακό ή Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας εάν:

α)

έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους, του Μονακό ή άλλης Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας·

β)

έχει τον τόπο άσκησης της διοίκησής του (περιλαμβανομένης της πραγματικής διοίκησης) στο κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία· ή

γ)

υπόκειται σε χρηματοοικονομική εποπτεία στο κράτος μέλος, στο Μονακό ή άλλη Συμμετέχουσα Δικαιοδοσία.

Όταν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα (εκτός από καταπίστευμα) έχει κατοικία σε δύο ή περισσότερες Συμμετέχουσες Δικαιοδοσίες (κράτος μέλος, Μονακό ή άλλες Συμμετέχουσες Δικαιοδοσίες), το εν λόγω Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα θα υπόκειται στις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων και δέουσας επιμέλειας της Συμμετέχουσας Δικαιοδοσίας στην οποία τηρεί τον ή τους Χρηματοοικονομικούς Λογαριασμούς.

4.   Λογαριασμοί τηρούμενοι σε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα

Γενικώς, ένας λογαριασμός θα πρέπει να θεωρείται ως λογαριασμός που τηρείται σε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα:

α)

σε περίπτωση Λογαριασμού Θεματοφυλακής, ο λογαριασμός σε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που είναι ο θεματοφύλακας των περιουσιακών στοιχείων του λογαριασμού (συμπεριλαμβανομένου του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος που τηρεί στο όνομά του στο εν λόγω Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα περιουσιακά στοιχεία για Δικαιούχο του Λογαριασμού)·

β)

σε περίπτωση Καταθετικού Λογαριασμού, ο λογαριασμός σε Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που υποχρεούται να πραγματοποιεί πληρωμές σχετικά με τον λογαριασμό αυτό (με την εξαίρεση του αντιπροσώπου του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος ανεξαρτήτως του αν ο εν λόγω αντιπρόσωπος είναι Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα)·

γ)

σε περίπτωση δικαιώματος επί του μετοχικού κεφαλαίου ή του χρέους Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, το οποίο τηρείται υπό τη μορφή χρηματοοικονομικού λογαριασμού, ο λογαριασμός στο εν λόγω Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα·

δ)

σε περίπτωση Ασφαλιστήριου Συμβολαίου με Αξία Εξαγοράς ή Συμβολαίου Περιοδικών Προσόδων, ο λογαριασμός στο Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα που υποχρεούται να πραγματοποιεί πληρωμές σχετικά με το συμβόλαιο.

5.   Καταπιστεύματα που είναι Παθητικές ΜΧΟ

Οντότητες όπως προσωπικές εταιρείες, ετερόρρυθμες εταιρείες ή παρόμοια νομικά μορφώματα τα οποία δεν έχουν φορολογική κατοικία λογίζονται ως έχοντα την κατοικία τους στη δικαιοδοσία όπου βρίσκεται ο τόπος άσκησης της πραγματικής διοίκησής τους, σύμφωνα με το παράρτημα I τμήμα VIII ενότητα Δ παράγραφος 3. Για τους σκοπούς αυτούς, νομικό πρόσωπο ή νομικό μόρφωμα λογίζεται «παρόμοιο» με προσωπική και με ετερόρρυθμη εταιρεία όταν δεν αντιμετωπίζεται ως φορολογητέα μονάδα σε Δηλωτέα Δικαιοδοσία σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία της εν λόγω Δηλωτέας Δικαιοδοσίας. Εντούτοις, προκειμένου να αποτραπεί διπλή υποβολή στοιχείων (δεδομένης της ευρύτητας του πεδίου που καλύπτει ο όρος «Ελέγχοντα Πρόσωπα» στην περίπτωση των καταπιστευμάτων), καταπίστευμα που δεν είναι παθητική ΜΧΟ δεν θεωρείται παρόμοιο νομικό μόρφωμα.

6.   Διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας

Μία από τις απαιτήσεις που περιγράφεται στο παράρτημα I τμήμα VIII ενότητα Ε παράγραφος 6 στοιχείο γ) είναι, σε σχέση με Οντότητα, να περιλαμβάνεται στα επίσημα έγγραφα είτε η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας στο κράτος μέλος, το Μονακό ή σε άλλη δικαιοδοσία όπου ισχυρίζεται ότι έχει την κατοικία της, είτε το κράτος μέλος, το Μονακό ή άλλη δικαιοδοσία όπου η Οντότητα συστάθηκε ή οργανώθηκε. Η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας είναι συνήθως ο τόπος όπου ασκείται η πραγματική διοίκησή της. Η διεύθυνση του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος στο οποίο η Οντότητα διατηρεί λογαριασμό, η ταχυδρομική θυρίδα ή η διεύθυνση που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αλληλογραφία δεν είναι η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας, εκτός αν η εν λόγω διεύθυνση είναι η μόνη διεύθυνση που χρησιμοποιεί η Οντότητα και εμφανίζεται ως η καταχωρισμένη διεύθυνση της Οντότητας στα συστατικά της έγγραφα. Περαιτέρω, διεύθυνση, η οποία παρέχεται με οδηγίες να κρατηθεί όλη η αλληλογραφία που απευθύνεται σε αυτήν τη διεύθυνση, δεν είναι η διεύθυνση του κεντρικού γραφείου της Οντότητας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΣΥΛΛΕΓΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

1.   Ορισμοί

Οι ακόλουθοι όροι και εκφράσεις έχουν την έννοια που καθορίζεται κατωτέρω όταν χρησιμοποιούνται στην παρούσα συμφωνία:

α)

ως «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοείται κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο η ταυτότητα του οποίου είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί («ενδιαφερόμενο πρόσωπο»)· ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί λογίζεται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από φυσική, βιολογική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη·

β)

ως «επεξεργασία» νοείται κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μέσων, όπως συλλογή, καταχώριση, οργάνωση, αποθήκευση, προσαρμογή ή μεταβολή, ανάκτηση, αναζήτηση πληροφοριών, χρήση, κοινολόγηση με διαβίβαση ή μεταφορά, διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, εναρμόνιση ή συνδυασμός, κλείδωμα, διαγραφή ή καταστροφή.

2.   Απαγόρευση διακρίσεων

Τα συμβαλλόμενα μέρη μεριμνούν ώστε οι εγγυήσεις που ισχύουν για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει της παρούσας συμφωνίας και των αντίστοιχων εθνικών νομοθεσιών να εφαρμόζονται σε όλα τα φυσικά πρόσωπα χωρίς διακρίσεις, ειδικότερα με βάση την εθνικότητα ή τη χώρα διαμονής ή τη φυσική εμφάνιση.

3.   Δεδομένα

Τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία από τα συμβαλλόμενα μέρη στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας πρέπει να είναι κατάλληλα, αναγκαία και αναλογικά σε σχέση με τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας.

Τα συμβαλλόμενα μέρη δεν ανταλλάσσουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποκαλύπτουν φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, πολιτικές απόψεις, θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, ιδιότητα μέλους συνδικαλιστικής οργάνωσης ή δεδομένα που αφορούν την υγεία ή τον σεξουαλικό βίο ενός φυσικού προσώπου.

4.   Δικαίωμα ενημέρωσης και πρόσβασης στα δεδομένα και δικαίωμα διόρθωσης και διαγραφής δεδομένων

Όταν οι πληροφορίες χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς, εντός της δικαιοδοσίας που τις λαμβάνει, ή εάν διαβιβάζονται από τη δικαιοδοσία που τις λαμβάνει σε τρίτη δικαιοδοσία (κράτος μέλος ή το Μονακό) σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 της παρούσας συμφωνίας, η αρμόδια αρχή της δικαιοδοσίας που λαμβάνει τις πληροφορίες και τις χρησιμοποιεί για άλλους σκοπούς ή τις διαβιβάζει σε τρίτη δικαιοδοσία ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται εγκαίρως στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ώστε να του επιτραπεί να ασκήσει τα δικαιώματά του όσον αφορά την προστασία δεδομένων, σε κάθε περίπτωση, πριν η δικαιοδοσία που λαμβάνει τις πληροφορίες τις χρησιμοποιήσει για άλλους σκοπούς ή τις διαβιβάσει σε τρίτη δικαιοδοσία.

Όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, κάθε φυσικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα να ζητήσει πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και υποβάλλονται σε επεξεργασία από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και/ή τις αρμόδιες αρχές και διόρθωση σε περίπτωση που τα δεδομένα αυτά είναι ανακριβή. Όταν τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπο παράνομο, το άτομο μπορεί να ζητήσει τη διαγραφή τους.

Για να διευκολύνεται η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, κάθε φυσικό πρόσωπο πρέπει να έχει τη δυνατότητα υποβολής αιτήσεων για πρόσβαση, διόρθωση και/ή διαγραφή των δεδομένων του. Οι αιτήσεις αυτές απευθύνονται στην άλλη Αρμόδια Αρχή μέσω της Αρχής που είναι αρμόδια για το εν λόγω φυσικό πρόσωπο.

Η αρμόδια αρχή στην οποία απευθύνονται οι αιτήσεις παρέχει πρόσβαση στα σχετικά δεδομένα και, ανάλογα με την περίπτωση, επικαιροποιεί και/ή διορθώνει όλα τα ανακριβή ή ελλιπή δεδομένα.

5.   Δικαίωμα προσφυγής

Όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, σε κάθε φυσικό πρόσωπο πρέπει να αναγνωρίζεται το δικαίωμα πραγματικής διοικητικής και δικαστικής προσφυγής, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά του και από το γεγονός ότι η δικαιοδοσία της κατοικίας είναι οποιαδήποτε ή όλες οι εμπλεκόμενες δικαιοδοσίες.

6.   Αυτοματοποιημένη επεξεργασία

Οι Αρμόδιες Αρχές δεν λαμβάνουν καμία απόφαση που έχει δυσμενείς νομικές συνέπειες για ένα φυσικό πρόσωπο ή το θίγει σημαντικά και η οποία λαμβάνεται αποκλειστικά βάσει αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων με σκοπό την αξιολόγηση συγκεκριμένων πτυχών της προσωπικότητάς του.

7.   Διαβιβάσεις σε αρχές τρίτων χωρών

Μια Αρμόδια Αρχή μπορεί, περιστασιακά, να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έλαβε σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία σε δημόσιες αρχές τρίτων δικαιοδοσιών εκτός των κρατών μελών και του Μονακό, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για τους σκοπούς που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 στην παραλήπτρια τρίτη δικαιοδοσία και τα εν λόγω δεδομένα θα χρησιμοποιηθούν από την παραλήπτρια τρίτη δικαιοδοσία μόνο για τους σκοπούς αυτούς·

β)

τα δεδομένα είναι κατάλληλα και αναλογικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους διαβιβάστηκαν·

γ)

οι αρμοδιότητες της αρχής της τρίτης δικαιοδοσίας συνδέονται άμεσα με τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4·

δ)

η παραλήπτρια τρίτη δικαιοδοσία διασφαλίζει επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ισοδύναμο με εκείνο που ορίζεται από την παρούσα συμφωνία, και αναλαμβάνει την υποχρέωση να μην μεταβιβάσει τα δεδομένα που έλαβε σε τρίτους·

ε)

η Αρμόδια Αρχή από την οποία προέρχεται η πληροφορία έχει παράσχει προηγούμενη έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5· και

στ)

το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει ενημερωθεί για αυτή τη διαβίβαση.

Οποιαδήποτε άλλη διαβίβαση πληροφοριών που ελήφθησαν σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία σε τρίτους απαγορεύεται.

8.   Ακεραιότητα και ασφάλεια των δεδομένων

Όσον αφορά τις πληροφορίες που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη και τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα πρέπει να διαθέτουν:

α)

κατάλληλες εγγυήσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω πληροφορίες παραμένουν εμπιστευτικές και χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς και από τα πρόσωπα ή τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 6·

β)

την αναγκαία υποδομή για αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών (καθώς και σχετικά με τις καθιερωμένες διαδικασίες για τη διασφάλιση έγκαιρων, ακριβών, ασφαλών και εμπιστευτικών ανταλλαγών πληροφοριών, αποτελεσματικών και αξιόπιστων κοινοποιήσεων, και της δυνατότητας για ταχεία επίλυση των ερωτημάτων και ζητημάτων σχετικά με τις ανταλλαγές ή αιτήσεις για ανταλλαγές και την εφαρμογή του άρθρου 4 της συμφωνίας)· και

γ)

τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να αποτρέπεται οποιαδήποτε μη επιτρεπόμενη διαβίβαση ή πρόσβαση, τυχαία ή παράνομη καταστροφή ή τυχαία απώλεια ή αλλοίωση, ή οιαδήποτε άλλη παράνομη μορφή επεξεργασίας, και

δ)

τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διόρθωση τυχόν λανθασμένων πληροφοριών και τη διαγραφή πληροφοριών για τις οποίες δεν υφίστανται νομικοί λόγοι διατήρησής τους.

Τα συμβαλλόμενα μέρη διασφαλίζουν ότι τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση την οικεία Αρμόδια Αρχή, όταν έχουν λόγους να πιστεύουν ότι έχουν αναφερθεί τυχόν ανακριβείς ή ελλιπείς πληροφορίες στην εν λόγω Αρμόδια Αρχή. Η ειδοποιούμενη Αρμόδια Αρχή λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που είναι στη διάθεσή της βάσει του εσωτερικού της δικαίου προκειμένου να επεξεργαστεί τα σφάλματα που περιγράφονται στην ειδοποίηση.

9.   Κυρώσεις

Τα συμβαλλόμενα μέρη εξασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε παραβίαση των διατάξεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία υπόκειται σε αποτελεσματικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.

10.   Έλεγχος

Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και τις Αρμόδιες Αρχές στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας υπόκειται σε έλεγχο: i) για τα κράτη μέλη, από τις εθνικές εποπτικές αρχές προστασία των δεδομένων που έχουν θεσπιστεί δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας για την εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ, και ii) για το Μονακό, από την Commission de contrôle des informations nominatives (Επιτροπή ελέγχου ονομαστικών πληροφοριών).

Οι εν λόγω ελεγκτικές αρχές των κρατών μελών και του Μονακό πρέπει να διαθέτουν ουσιαστικές εξουσίες εποπτείας, έρευνας, παρέμβασης και εξέτασης, και πρέπει να διαθέτουν την εξουσία να καταγγείλουν τις παραβιάσεις της νομοθεσίας δια της δικαστικής οδού, κατά περίπτωση. Εξασφαλίζουν ιδίως ότι οι καταγγελίες που αφορούν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης παραλαμβάνονται, διερευνώνται και οδηγούν σε απαντήσεις και επανορθώσεις με τον κατάλληλο τρόπο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας οι ακόλουθες αρχές είναι οι «Αρμόδιες Αρχές» των συμβαλλόμενων μερών:

α)

στο Πριγκιπάτο του Μονακό: le Conseiller de gouvernement-Ministre des finances et de l'économie ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

β)

στο Βασίλειο του Βελγίου: De Minister van Financiën/Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

γ)

στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας: Изпълнителният директор на Националната агенция за приходите ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

δ)

στην Τσεχική Δημοκρατία: Ministr financí ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ε)

στο Βασίλειο της Δανίας: Skatteministeren ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

στ)

στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: Der Bundesminister der Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ζ)

στη Δημοκρατία της Εσθονίας: Rahandusminister ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

η)

στην Ελληνική Δημοκρατία: Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

θ)

στο Βασίλειο της Ισπανίας: El Ministro de Economia y Hacienda ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ι)

στη Γαλλική Δημοκρατία: Le Ministre chargé du budget ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ια)

στη Δημοκρατία της Κροατίας: Ministar financija ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιβ)

στην Ιρλανδία: The Revenue Commissioners ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός τους,

ιγ)

στην Ιταλική Δημοκρατία: Il Direttore Generale delle Finanze ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιδ)

στην Κυπριακή Δημοκρατία: Ο Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιε)

στη Δημοκρατία της Λετονίας: Finanšu ministrs ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιστ)

στη Δημοκρατία της Λιθουανίας: Finansų ministras ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιζ)

στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιη)

στην Ουγγαρία: A pénzügyminiszter ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

ιθ)

στη Δημοκρατία της Μάλτας: Il-Ministru responsabbli għall-Finanzi ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κ)

στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών: De Minister van Financiën ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κα)

στη Δημοκρατία της Αυστρίας: Der Bundesminister für Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κβ)

στη Δημοκρατία της Πολωνίας: Minister Finansów ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κγ)

στη Δημοκρατία της Πορτογαλίας: O Ministro das Finanças ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κδ)

στη Ρουμανία: Președintele Agenției Naționale de Administrare Fiscală ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κε)

στη Δημοκρατία της Σλοβενίας: Minister za financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κστ)

στη Σλοβακική Δημοκρατία: Minister financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κζ)

στη Δημοκρατία της Φινλανδίας: Valtiovarainministeriö/Finansministeriet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κη)

στο Βασίλειο της Σουηδίας: Chefen för Finansdepartementet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος,

κθ)

στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και στα ευρωπαϊκά εδάφη για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το Ηνωμένο Βασίλειο: the Commissioners of Inland Revenue ή ο εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός τους και η αρμόδια αρχή του Γιβραλτάρ, την οποία θα ορίσει το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με τις συμφωνηθείσες ρυθμίσεις σχετικά με τις αρχές του Γιβραλτάρ στο πλαίσιο των μέσων της ΕΕ και των σχετικών συνθηκών που κοινοποιήθηκαν στα κράτη μέλη και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 19 Απριλίου 2000, αντίγραφο των οποίων κοινοποιείται στο Πριγκιπάτο του Μονακό από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και που ισχύουν για την παρούσα συμφωνία.

»

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο συνάπτεται με την επιφύλαξη της κύρωσήςτου ή της έγκρισής του από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις εσωτερικές διαδικασίες τους. Τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών. Το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που έπεται της τελικής κοινοποίησης.

2.   Με την επιφύλαξη της ολοκλήρωσης των θεσμικών διαδικασιών του Πριγκιπάτου του Μονακό και των διαδικασιών που απαιτούνται από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, το Πριγκιπάτο του Μονακό και, ανάλογα με την περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα υλοποιήσουν και θα εφαρμόσουν αποτελεσματικά τη συμφωνία, όπως αυτή προκύπτει από το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο από την 1η Ιανουαρίου 2017, και θα προβούν σε αμοιβαία κοινοποίηση της σχετικής υλοποίησης και εφαρμογής.

3.   Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2, τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν προσωρινά το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, εν αναμονή της έναρξης ισχύος του. Η εν λόγω προσωρινή εφαρμογή αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2017 με την επιφύλαξη της κοινοποίησης από κάθε συμβαλλόμενο μέρος προς το άλλο, το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2016, της ολοκλήρωσης των αντίστοιχων εσωτερικών διαδικασιών του που είναι απαραίτητες για την εν λόγω προσωρινή εφαρμογή.

4.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, οι ακόλουθες υποχρεώσεις που προβλέπονται από τη συμφωνία υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της με το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο εξακολουθούν να ισχύουν, ως εξής:

α)

οι υποχρεώσεις του Πριγκιπάτου του Μονακό και οι υποκείμενες υποχρεώσεις των φορέων πληρωμής που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά του βάσει των άρθρων 8 και 9 της συμφωνίας υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της με το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο εξακολουθούν να ισχύουν έως τις 30 Ιουνίου 2017 ή έως ότου οι εν λόγω υποχρεώσεις έχουν εκπληρωθεί πλήρως·

β)

οι υποχρεώσεις των κρατών μελών βάσει του άρθρου 10 της συμφωνίας υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της με το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο, όσον αφορά την παρακράτηση φόρου στην πηγή που επιβάλλεται κατά τη διάρκεια του 2016 και τα προηγούμενα οικονομικά έτη, εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου έχουν εκπληρωθεί πλήρως.

Άρθρο 3

Η συμφωνία συμπληρώνεται από πρωτόκολλο με το ακόλουθο περιεχόμενο:

«Πρωτόκολλο της «Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου του Μονακό για την ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών για τη βελτίωση της διεθνούς φορολογικής συμμόρφωσης, σύμφωνα με το πρότυπο που θεσπίστηκε από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών περί χρηματοοικονομικών λογαριασμών.

Με την ευκαιρία της υπογραφής του τροποποιητικού πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πριγκιπάτου του Μονακό, οι δεόντως εξουσιοδοτημένοι υπογράφοντες συμφώνησαν τις ακόλουθες διατάξεις που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας συμφωνίας όπως τροποποιήθηκε με το τροποποιητικό πρωτόκολλο:

1.

Εξυπακούεται ότι η ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας θα ζητηθεί μόνον εφόσον το αιτούν κράτος (το κράτος μέλος ή το Πριγκιπάτο του Μονακό) έχει εξαντλήσει όλες τις συνήθεις πηγές πληροφοριών που είναι διαθέσιμες στο πλαίσιο της εσωτερικής φορολογικής διαδικασίας.

2.

Εξυπακούεται ότι η Αρμόδια Αρχή του αιτούντος κράτους μέλους (κράτος μέλος ή το Πριγκιπάτο του Μονακό) παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες στην Αρμόδια Αρχή του κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση (που είναι, αντιστοίχως, το Πριγκιπάτο του Μονακό ή ένα κράτος μέλος) κατά την υποβολή αιτήματος παροχής πληροφοριών βάσει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας:

α)

τα στοιχεία ταυτότητος του προσώπου που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ή έρευνας·

β)

τη χρονική περίοδο για την οποία ζητούνται οι πληροφορίες·

γ)

διευκρινίσεις σχετικά με τις επιθυμητές πληροφορίες καθώς και το είδος και τη μορφή υπό την οποία το αιτούν κράτος επιθυμεί να λάβει τις πληροφορίες από το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση·

δ)

τον φορολογικό σκοπό για τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες·

ε)

εφόσον είναι γνωστά, το όνομα και τη διεύθυνση κάθε προσώπου που εικάζεται ότι έχει στην κατοχή του τις αιτούμενες πληροφορίες.

3.

Εξυπακούεται ότι η αναφορά στο πρότυπο της «προβλέψιμης συνάφειας» αποβλέπει σε πρόβλεψη ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και, ταυτόχρονα, σε διευκρίνιση ότι τα κράτη μέλη και το Πριγκιπάτο του Μονακό δεν είναι ελεύθερα να πραγματοποιούν «αλίευση πληροφοριών» ή να ζητούν πληροφορίες που είναι απίθανο να αφορούν φορολογικές υποθέσεις ενός συγκεκριμένου φορολογούμενου. Ενώ η παράγραφος 2 περιέχει σημαντικές διαδικαστικές υποχρεώσεις με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι δεν πραγματοποιούνται επιδρομές αλίευσης, τα σημεία i) έως v) της παραγράφου 2, ωστόσο, δεν πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπον ώστε να παρεμποδίζεται η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών. Το πρότυπο της «προβλέψιμης συνάφειας» μπορεί να επιτευχθεί τόσο σε υποθέσεις που σχετίζονται με έναν φορολογούμενο (αν η ταυτότητα προσδιορίζεται ονομαστικώς ή με άλλο τρόπο) ή περισσότερους (αν οι φορολογούμενοι προσδιορίζονται ονομαστικώς ή με άλλο τρόπο).

4.

Εξυπακούεται ότι η παρούσα συμφωνία δεν περιλαμβάνει την ανταλλαγή πληροφοριών αυθόρμητα.

5.

Εξυπακούεται ότι στην περίπτωση ανταλλαγής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας συμφωνίας, οι διοικητικοί διαδικαστικοί κανόνες όσον αφορά τα δικαιώματα των φορολογούμενων που προβλέπονται στο κράτος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση (κράτος μέλος ή το Πριγκιπάτο του Μονακό) εξακολουθούν να ισχύουν. Εξυπακούεται περαιτέρω ότι με τις διατάξεις αυτές επιδιώκεται η εγγύηση δίκαιης διαδικασίας έναντι του φορολογουμένου και όχι ότι παρεμποδίζεται ή καθυστερεί αδικαιολόγητα η διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών.»

Άρθρο 4

Γλώσσες

Το παρόν τροποποιητικό πρωτόκολλο συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, κροατική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα. Όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι κάτωθι πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους.

Съставено в Брюксел на дванадесети юли през две хиляди и шестнадесета година.

Hecho en Bruselas, el doce de julio de dos mil dieciséis.

V Bruselu dne dvanáctého července dva tisíce šestnáct.

Udfærdiget i Bruxelles den tolvte juli to tusind og seksten.

Geschehen zu Brüssel am zwölften Juli zweitausendsechzehn.

Kahe tuhande kuueteistkümnenda aasta juulikuu kaheteistkümnendal päeval Brüsselis.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δώδεκα Ιουλίου δύο χιλιάδες δεκαέξι.

Done at Brussels on the twelfth day of July in the year two thousand and sixteen.

Fait à Bruxelles, le douze juillet deux mille seize.

Sastavljeno u Bruxellesu dvanaestog srpnja godine dvije tisuće šesnaeste.

Fatto a Bruxelles, addì dodici luglio duemilasedici.

Briselē, divi tūkstoši sešpadsmitā gada divpadsmitajā jūlijā.

Priimta du tūkstančiai šešioliktų metų liepos dvyliktą dieną Briuselyje.

Kelt Brüsszelben, a kétezer-tizenhatodik év július havának tizenkettedik napján.

Magħmul fi Brussell, fit-tnax-il jum ta’ Lulju fis-sena elfejn u sittax.

Gedaan te Brussel, twaalf juli tweeduizend zestien.

Sporządzono w Brukseli dnia dwunastego lipca roku dwa tysiące szesnastego.

Feito em Bruxelas, em doze de julho de dois mil e dezasseis.

Întocmit la Bruxelles la doisprezece iulie două mii șaisprezece.

V Bruseli dvanásteho júla dvetisícšestnásť.

V Bruslju, dne dvanajstega julija leta dva tisoč šestnajst.

Tehty Brysselissä kahdentenatoista päivänä heinäkuuta vuonna kaksituhattakuusitoista.

Som skedde i Bryssel den tolfte juli år tjugohundrasexton.

За Европейския съюз

Рог la Unión Europea

Za Evropskou unii

For Den Europæiske Union

Für die Europäische Union

Euroopa Liidu nimel

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

For the European Union

Pour l'Union européenne

Za Europsku uniju

Per l'Unione europea

Eiropas Savienības vārdā –

Europos Sąjungos vardu

Az Európai Unió részéről

Għall-Unjoni Ewropea

Voor de Europese Unie

W imieniu Unii Europejskiej

Pela União Europeia

Pentru Uniunea Europeană

Za Európsku úniu

Za Evropsko unijo

Euroopan unionin puolesta

För Europeiska unionen

Image

За Княжество Монако

Por el Principado de Mónaco

Za Monacké knížectví

For Fyrstendømmet Monaco

Für das Fürstentum Monaco

Monaco Vürstiriigi nimel

Για το Πριγκιπάτο του Μονακό

For the Principality of Monaco

Pour la Principauté de Monaco

Za Kneževinu Monako

Per il Principato di Monaco

Monako Firstistes vārdā –

Monako Kunigaikštystės vardu

A Monacói Hercegség részéről

Għall-Prinċipat ta' Monaco

Voor het Vorstendom Monaco

W imieniu Księstwa Monako

Pelo Principado do Mónaco

Pentru Principatul Monaco

Za Monacké kniežatstvo

Za Kneževino Monako

Monacon ruhtinaskunnan puolesta

För Furstendömet Monaco

Image


(1)  ΕΕ ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38.

(2)  ΕΕ ΕΕ L 19 της 21.1.2005, σ. 55.

(3)  ΕΕ ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(4)  Εφημερίδα του Μονακό — Επίσημη Εφημερίδα του Πριγκιπάτου — αριθ. 7918 της 26.6.2009.

(5)  ΕΕ ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1.


ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ:

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΡΟΤΥΠΟ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ως προς τη συμμόρφωση με το παγκόσμιο πρότυπο των διατάξεων για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών που περιέχονται

i)

στην οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συμβουλίου,

ii)

στη συμφωνία και τα παραρτήματά της και

iii)

σε άλλες συμφωνίες που διαπραγματεύτηκε παράλληλα η ΕΕ για το ίδιο θέμα με την Ελβετική Συνομοσπονδία, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας, το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν και τη Δημοκρατία του Αγίου Μαρίνου, αν και ορισμένες από αυτές τις συμφωνίες περιέχουν περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την προστασία των δεδομένων, λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών θέσεων του Πριγκιπάτου του Μονακό και των τεσσάρων αυτών άλλων χωρών επί του θέματος, στον βαθμό που αυτό είναι απολύτως απαραίτητο ώστε να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις που τους επιβάλλει το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις σχέσεις τους με τις δικαιοδοσίες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, όσον αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας και των παραρτημάτων της Ι και ΙΙ, ότι θα χρησιμοποιούν τα σχόλια στο Υπόδειγμα Συμφωνίας μεταξύ αρμόδιων αρχών και το Κοινό Πρότυπο Αναφοράς του ΟΟΣΑ ως πηγή παραδειγμάτων ή ερμηνειών και προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέπεια της εφαρμογής.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 5 ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 5 της συμφωνίας σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος, ότι θα χρησιμοποιούν τα σχόλια για το άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο ως πηγή ερμηνειών.

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 2 ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του τροποποιητικού πρωτοκόλλου, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι η προσωρινή εφαρμογή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου συνεπάγεται:

ότι το Πριγκιπάτο του Μονακό και τα κράτη μέλη, καθώς και τα Χρηματοπιστωτικά τους Ιδρύματα, εφαρμόζουν τους κανόνες περί δήλωσης στοιχείων και δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τα παραρτήματα I και II από την 1η Ιανουαρίου 2017 το αργότερο, ενόψει της εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 3 της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το τροποποιητικό πρωτόκολλο. Οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το τροποποιητικό πρωτόκολλο, εφαρμόζονται για τα συμβαλλόμενα μέρη μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις έναρξης ισχύος που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του τροποποιητικού πρωτοκόλλου.

ότι τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούνται, από την 1η Ιανουαρίου 2017, να διαβιβάζουν τις αιτήσεις πληροφοριών στο Πριγκιπάτο του Μονακό δυνάμει του άρθρου 5 της συμφωνίας, όπως τροποποιείται με το τροποποιητικό πρωτόκολλο, αλλά το Πριγκιπάτο του Μονακό δύναται να επιλέξει να απαντήσει στις αιτήσεις αυτές μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις έναρξης ισχύος που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του τροποποιητικού πρωτοκόλλου.

ότι το Πριγκιπάτο του Μονακό και τα Χρηματοπιστωτικά του Ιδρύματα, λαμβάνοντας υπόψη την προσωρινή εφαρμογή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου, δύνανται να επιλέξουν να αναστείλουν την εφαρμογή των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου του Μονακό, η οποία προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με εκείνα που προβλέπονται στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, υπό τη μορφή πριν από την τροποποίησή της με το τροποποιητικό πρωτόκολλο, από την 1η Ιανουαρίου 2017, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 2 παράγραφος 4 του τροποποιητικού πρωτοκόλλου.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/41


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1393 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Μαΐου 2016

για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 της Επιτροπής για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου και τους όρους απόρριψης ή ανάκτησης πληρωμών καθώς και τις διοικητικές κυρώσεις που εφαρμόζονται στις άμεσες ενισχύσεις, τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚH ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (1),, και ιδίως το άρθρο 63 παράγραφος 4, το άρθρο 64 παράγραφος 6, το άρθρο 72 παράγραφος 5, το άρθρο 76, το άρθρο 77 παράγραφος 7, το άρθρο 93 παράγραφος 4, το άρθρο 101 παράγραφος 1 και το άρθρο 120,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 της Επιτροπής (2), στόχος του συστήματος προσδιορισμού και καταγραφής των δικαιωμάτων ενίσχυσης είναι η διασφάλιση της ουσιαστικής ιχνηλασιμότητας των δικαιωμάτων ενίσχυσης όσον αφορά ορισμένα στοιχεία, μεταξύ άλλων, την ημερομηνία τελευταίας ενεργοποίησης. Σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) σχετικά με την αναπλήρωση του εθνικού αποθέματος ή των περιφερειακών αποθεμάτων στο πλαίσιο του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης, δεν απαιτείται πλέον αυτή η ειδική πληροφορία, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να διαπιστωθεί ο συνολικός αριθμός δικαιωμάτων ενίσχυσης ανά γεωργό.

(2)

Στο άρθρο 9 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ορίζονται κανόνες για τον προσδιορισμό των εκτάσεων στις οποίες το αγροτεμάχιο περιλαμβάνει χαρακτηριστικά τοπίου και δέντρα. Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί η διατύπωση της εν λόγω διάταξης ώστε να γίνεται μνεία στα επιλέξιμα εκτάρια.

(3)

Το άρθρο 11 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής (4) προβλέπει ότι τα αποτελέσματα των προκαταρκτικών ελέγχων κοινοποιούνται από την αρμόδια αρχή στον δικαιούχο εντός 26 ημερολογιακών ημερών από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της ενιαίας αίτησης, της αίτησης ενίσχυσης ή της αίτησης πληρωμής που αναφέρεται στο άρθρο 13 του εν λόγω κανονισμού. Στο άρθρο 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 προβλέπονται παρεκκλίσεις από το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου (5) όσον αφορά τις καταληκτικές ημερομηνίες υποβολής. Για λόγους συνοχής, κρίνεται σκόπιμο να προστεθεί η ίδια παρέκκλιση για την τελευταία πιθανή ημερομηνία κοινοποίησης των αποτελεσμάτων των εν λόγω προκαταρκτικών ελέγχων και την τελευταία πιθανή ημερομηνία έως την οποία ο δικαιούχος δύναται να κοινοποιήσει στην αρμόδια αρχή τις τροποποιήσεις που έπονται των εν λόγω προκαταρκτικών ελέγχων. Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι σε κάθε περίπτωση η προθεσμία των 26 ημερολογιακών ημερών για τη κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των εν λόγω προκαταρκτικών ελέγχων εκπνέει μία ημέρα μετά την τελευταία πιθανή ημερομηνία εκπρόθεσμης υποβολής αίτησης ενίσχυσης ή αίτησης πληρωμής ή αίτησης που αφορά δικαιώματα ενίσχυσης.

(4)

Σε ό,τι αφορά την αναδιανεμητική ενίσχυση, την ενίσχυση σε γεωργούς νεαρής ηλικίας και την ενίσχυση σε περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα, στο άρθρο 18 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ορίζεται η αρχή σύμφωνα με την οποία ένας γεωργός δεν υπόκειται σε κυρώσεις λόγω δήλωσης έκτασης μεγαλύτερης από την πραγματική σε περιπτώσεις στις οποίες δεν υφίσταται η δυνατότητα απολαβής οφέλους λόγω εφαρμογής ανώτατου ορίου όσον αφορά τα εκτάρια βάσει των οποίων μπορεί να χορηγηθεί η ενίσχυση. Παρόμοια διάταξη περιλαμβανόταν για τις πριμοδοτήσεις ζώων στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1122/2009 της Επιτροπής (6) και για τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης βάσει της έκτασης στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 65/2011 της Επιτροπής (7). Για τη διασφάλιση της συνέχειας και της δίκαιης μεταχείρισης των γεωργών καθώς και για λόγους απλούστευσης, κρίνεται σκόπιμη η εισαγωγή ανάλογου κανόνα στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 640/2014 για τον υπολογισμό της βάσης πληρωμής για όλα τα καθεστώτα στρεμματικών ενισχύσεων και ενισχύσεων που αφορούν ζώα, καθώς και για τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης βάσει της έκτασης και τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης που αφορούν ζώα, κατά περίπτωση.

(5)

Στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου, ο υπολογισμός της ενίσχυσης την οποία δικαιούται ο δικαιούχος βασίζεται στην έννοια της καλλιεργητικής ομάδας. Στο πλαίσιο της αναδιανεμητικής ενίσχυσης η οποία προβλέπεται στο άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν διαφορετική διαβάθμιση στον αριθμό των εκταρίων για τα οποία πρόκειται να καταβληθούν ενισχύσεις. Η προσθήκη συγκεκριμένης καλλιεργητικής ομάδας για την αναδιανεμητική ενίσχυση θα μπορούσε να συμβάλει στην απλούστευση της αίτησης που υποβάλλει ο δικαιούχος σε περίπτωση διαβάθμισης της αναδιανεμητικής ενίσχυσης, δεδομένου ότι ο δικαιούχος δεν θα ήταν υποχρεωμένος να αναφέρει ποιο αγροτεμάχιο αντιστοιχεί στο εκάστοτε τμήμα του διαβαθμισμένου αριθμού εκταρίων. Για λόγους συνοχής, κρίνεται σκόπιμη η εισαγωγή της ίδιας διάταξης όσον αφορά τα καθεστώτα για γεωργούς νεαρής ηλικίας και τα μέτρα προαιρετικής συνδεδεμένης στήριξης.

(6)

Για καθεστώτα στρεμματικών ενισχύσεων ή μέτρα στήριξης βάσει της έκτασης εκτός του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης ή του καθεστώτος ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης, στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 γίνεται διάκριση των καλλιεργητικών ομάδων σε μία ομάδα για καθεμία από τις δηλωθείσες εκτάσεις για τις οποίες ισχύει διαφορετικό ποσοστό ενίσχυσης ή στήριξης. Όσον αφορά τις ενισχύσεις σε περιοχές με φυσικά ή άλλα ειδικά μειονεκτήματα, το άρθρο 31 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) απαιτεί από τα κράτη μέλη, πλην ορισμένων ειδικών περιπτώσεων, να προβλέπουν την προοδευτική μείωση των ενισχύσεων πέραν ενός ορίου για την έκταση ανά εκμετάλλευση, που πρέπει να καθοριστεί στο πρόγραμμα. Όσον αφορά την εν λόγω ενίσχυση, κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι σε περιπτώσεις στις οποίες χορηγούνται προοδευτικά μειούμενα ποσά ενίσχυσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των εν λόγω ποσών σε σχέση με τις αντίστοιχες εκτάσεις που δηλώνονται, όπως προβλεπόταν προηγουμένως στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 65/2011.

(7)

Έχοντας υπόψη την εξέλιξη του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου αλλά και για λόγους απλούστευσης, κρίνεται σκόπιμη η προσαρμογή των διοικητικών κυρώσεων σχετικά με τα καθεστώτα ενίσχυσης ή τα μέτρα στήριξης για τα οποία μπορούν να διενεργούνται αποτελεσματικοί διοικητικοί διασταυρωτικοί έλεγχοι με το σύστημα αναγνώρισης αγροτεμαχίων και να είναι εφικτή η αναδρομική ανάκτηση της ενίσχυσης, ιδίως στις περιπτώσεις των καθεστώτων στρεμματικής ενίσχυσης που προβλέπονται στον τίτλο III και στον τίτλο V κεφάλαια 1, 2, 4 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 και των μέτρων στήριξης βάσει της έκτασης που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013. Στα ανωτέρω πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι αρχές της αποτρεπτικότητας και της αναλογικότητας, ώστε να τηρείται η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση της κοινής γεωργικής πολιτικής.

(8)

Για τα εν λόγω καθεστώτα ενίσχυσης ή μέτρα στήριξης κρίνεται σκόπιμη η καθιέρωση συστήματος μειωμένων κυρώσεων για τους γεωργούς που διαπράττουν παράβαση για πρώτη φορά όσον αφορά δηλώσεις εκτάσεων ελάχιστα μεγαλύτερων από τις πραγματικές. Σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και με σκοπό την αποφυγή κατάχρησης του συστήματος και την ενθάρρυνση της υποβολής ορθών δηλώσεων στο μέλλον, το ποσό κατά το οποίο έχει μειωθεί η διοικητική κύρωση θα πρέπει να καταβάλλεται στις περιπτώσεις που επιβάλλεται στον δικαιούχο εντός του επόμενου έτους υποβολής αιτήσεων νέα διοικητική κύρωση για το συγκεκριμένο καθεστώς στρεμματικής ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης βάσει της έκτασης.

(9)

Στο άρθρο 24 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 προβλέπονται μειώσεις της ενίσχυσης οικολογικοποίησης σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς την απαίτηση διαφοροποίησης των καλλιεργειών. Για σκοπούς σαφήνειας, θα πρέπει να συμπεριληφθεί ειδική διάταξη η οποία θα καλύπτει τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης προς το άρθρο 44 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014, ο δικαιούχος υποχρεούται, κατά περίπτωση, να διατηρεί τα ζώα στην εκμετάλλευσή του για περίοδο που ορίζεται από το κράτος μέλος και να υποδεικνύει τον τόπο ή τους τόπους κατοχής των ζώων κατά την εν λόγω περίοδο στην αίτηση ενίσχυσης για ζώα ή στις αιτήσεις ενίσχυσης στο πλαίσιο μέτρων στήριξης που αφορούν ζώα. Κρίνεται σκόπιμη η θέσπιση διατάξεων βάσει των οποίων τα ζώα που κατά την εν λόγω περίοδο έχουν μετακινηθεί σε τόπο διαφορετικό από εκείνον που κοινοποιήθηκε να μπορούν να θεωρούνται ως προσδιορισθέντα, υπό την προϋπόθεση ότι μπορούν να εντοπίζονται άμεσα εντός της εκμετάλλευσης κατά τους επιτόπιους ελέγχους.

(11)

Στο άρθρο 53 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 639/2014 της Επιτροπής (9) προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να ορίσουν ως όρο επιλεξιμότητας την απαίτηση αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Στόχος της παραπομπής στον εν λόγω κανονισμό ως συστηματικός όρος επιλεξιμότητας είναι η διασφάλιση της αναμφισβήτητης αναγνώρισης των ζώων τα οποία είναι επιλέξιμα για ενίσχυση ή στήριξη. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να διευκρινιστεί στο άρθρο 30 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ότι οι εσφαλμένες καταχωρίσεις στο μητρώο, στα διαβατήρια των ζώων και/ή στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων για βοοειδή οι οποίες αφορούν στοιχεία όπως, παραδείγματος χάριν, το φύλο, τη φυλή, το χρώμα ή την ημερομηνία θα πρέπει να θεωρούνται περιπτώσεις μη συμμόρφωσης μετά την πρώτη διαπίστωση μόνον εάν η πληροφορία είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας των ζώων στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης. Ειδάλλως, το συγκεκριμένο ζώο θα πρέπει να θεωρείται ως μη προσδιορισθέν εφόσον οι σχετικές εσφαλμένες καταχωρίσεις διαπιστωθούν τουλάχιστον σε δύο ελέγχους σε διάστημα 24 μηνών.

(12)

Οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται για μέτρα στήριξης που αφορούν ζώα ορίζονται στο άρθρο 31 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 και έχουν σχεδιαστεί ώστε να ισχύουν σε επίπεδο μέτρου. Το εν λόγω άρθρο δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι οι ενέργειες στο πλαίσιο ενός μέτρου μπορεί να αφορούν διαφορετικές φυλές και είδη ζώων, τα οποία ενδέχεται να υπόκεινται σε διαφορετικά ποσοστά στήριξης και όρους επιλεξιμότητας στο πλαίσιο των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο στο εν λόγω άρθρο να γίνεται μνεία στον τύπο της ενέργειας.

(13)

Επιπροσθέτως, το άρθρο 31 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 αναφέρει το ανώτατο όριο των τριών ζώων για τα οποία διαπιστώθηκε μη συμμόρφωση. Στην περίπτωση ειδών με βραχύ κύκλο αναπαραγωγής, με μεγάλη συχνότητα ανανέωσης των ζώων, το εν λόγω όριο ενδέχεται να μην συνεπάγεται ισοδύναμο επίπεδο κυρώσεων με εκείνο που ισχύει για είδη όπως τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα. Στην περίπτωση ειδών με βραχύ κύκλο αναπαραγωγής, τα κράτη μέλη θα πρέπει, ως εκ τούτου, να έχουν το δικαίωμα να προσαρμόζουν τον αριθμό των ζώων, ο οποίος θα είναι κατ' ουσίαν ισοδύναμος με το ανώτατο όριο των τριών ζώων.

(14)

Για να διασφαλιστεί ότι τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του συστήματος χωρίς υποβολή αιτήσεων είναι αξιόπιστα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014, τα δυνητικά επιλέξιμα ζώα θα πρέπει να υποβάλλονται σε επιτόπιους ελέγχους. Οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 31 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 εφαρμόζονται εάν διαπιστωθούν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης. Με την επιφύλαξη άλλων όρων επιλεξιμότητας, τα εν λόγω δυνητικά επιλέξιμα ζώα θεωρούνται παρά ταύτα επιλέξιμα για ενίσχυση υπό την προϋπόθεση ότι οι περιπτώσεις μη συμμόρφωσης όσον αφορά τις απαιτήσεις αναγνώρισης και καταγραφής αποκαθίστανται το αργότερο την πρώτη ημέρα της περιόδου υποχρεωτικής κατοχής ή το αργότερο έως την ημερομηνία που ορίζεται από το κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 639/2014. Ως εκ τούτου, πρέπει να διευκρινιστεί στο άρθρο 31 παράγραφος 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ότι τα δυνητικά επιλέξιμα ζώα για τα οποία διαπιστώνεται εσφαλμένη αναγνώριση ή καταγραφή θεωρούνται ζώα για τα οποία έχει διαπιστωθεί μη συμμόρφωση, ανεξαρτήτως της κατάστασής τους όσον αφορά την τήρηση των απαιτήσεων επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 53 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 639/2014.

(15)

Επιπροσθέτως, στο άρθρο 31 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ορίζεται η μεθοδολογία υπολογισμού των διοικητικών κυρώσεων όσον αφορά τα δηλωθέντα ζώα στο πλαίσιο καθεστώτων ενίσχυσης για ζώα ή μέτρων στήριξης. Η εν λόγω μεθοδολογία βασίζεται στον αριθμό των μεμονωμένων ζώων για τα οποία έχει διαπιστωθεί μη συμμόρφωση, ανεξαρτήτως του αριθμού των ημερών τις οποίες τα συγκεκριμένα ζώα παρέμειναν στην εκμετάλλευση. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν καθιερώσει σύστημα στο οποίο ο υπολογισμός της ενίσχυσης ή της στήριξης δεν βασίζεται μόνο στον αριθμό των μεμονωμένων ζώων τα οποία πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας, αλλά και στον αριθμό των ημερών παραμονής τους στην εκμετάλλευση κατά τις οποίες τα ζώα πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας. Για σκοπούς αναλογικότητας, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη θα πρέπει να προσαρμόσουν αντιστοίχως τη μεθοδολογία τους για τον υπολογισμό των διοικητικών κυρώσεων.

(16)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 21/2004 του Συμβουλίου (11), τα κράτη μέλη υποχρεούνται να δημιουργήσουν σύστημα για την αναγνώριση και καταγραφή των αιγοπροβάτων, το οποίο να εμπεριέχει κεντρικό μητρώο ή ηλεκτρονική βάση δεδομένων. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμη η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 34 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 στα εν λόγω είδη ζώων.

(17)

Για σκοπούς σαφήνειας, κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί στα άρθρα 43 και 44 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ότι η συνέχιση της εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1122/2009 και (ΕΕ) αριθ. 65/2011 και η ετεροχρονισμένη εφαρμογή του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 αφορά επίσης τις αιτήσεις στήριξης. Κρίνεται επίσης σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η συνέχιση της εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1122/2009 και (ΕΕ) αριθ. 65/2011 αφορά αιτήσεις πληρωμής για το 2014 και προηγούμενα έτη.

(18)

Επιπροσθέτως, κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί στο άρθρο 43 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 ότι όσον αφορά τις αιτήσεις πληρωμής για δαπάνες σχετικά με τεχνική βοήθεια, όπως αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (12), οι οποίες πραγματοποιήθηκαν για το έτος 2015, συνεχίζουν να ισχύουν οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1122/2009 και (ΕΕ) αριθ. 65/2011.

(19)

Τέλος, για λόγους σαφήνειας κρίνεται σκόπιμο να αντικατασταθούν οι παραπομπές νομικής βάσης στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 με παραπομπή στο άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014 της Επιτροπής (13).

(20)

Συνεπώς, ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 640/2014 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(21)

Οι τροποποιήσεις οι οποίες αποσαφηνίζουν τα άρθρα 43 και 44 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 θα πρέπει, για λόγους συνέχειας, να ισχύουν για τα έτη υποβολής αιτήσεων και τις περιόδους πριμοδότησης που αρχίζουν από την ημερομηνία η οποία ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 640/2014,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 640/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 7 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο δ) απαλείφεται·

β)

προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Το εν λόγω ηλεκτρονικό μητρώο περιέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αναπλήρωση του εθνικού αποθέματος ή των περιφερειακών αποθεμάτων κατ' εφαρμογή του άρθρου 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013.».

2)

Στο άρθρο 9 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

ο αριθμός των δένδρων ανά επιλέξιμο εκτάριο δεν υπερβαίνει τη μέγιστη πυκνότητα.».

3)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Παρέκκλιση από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής και κοινοποίησης

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου (*), εάν μία από τις ακόλουθες ημερομηνίες συμπίπτει με αργία, Σάββατο ή Κυριακή, τότε θεωρείται ότι η προθεσμία λήγει την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα:

α)

η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή αίτησης ενίσχυσης, αίτησης στήριξης, αίτησης πληρωμής ή άλλων δηλώσεων ή οποιωνδήποτε δικαιολογητικών εγγράφων ή συμβάσεων ή η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή τροποποιήσεων στην ενιαία αίτηση ή στην αίτηση πληρωμής·

β)

η τελευταία πιθανή ημερομηνία εκπρόθεσμης υποβολής που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο και η τελευταία δυνατή ημερομηνία εκπρόθεσμης υποβολής που αναφέρεται στο άρθρο 14 δεύτερο εδάφιο για την υποβολή αιτήσεων από τους δικαιούχους για την κατανομή ή την αύξηση των δικαιωμάτων ενίσχυσης·

γ)

η τελευταία πιθανή ημερομηνία κοινοποίησης των αποτελεσμάτων των προκαταρκτικών ελέγχων στον δικαιούχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής (**)·

δ)

η τελευταία πιθανή ημερομηνία κατά την οποία ο δικαιούχος κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή τις τροποποιήσεις που έπονται των προκαταρκτικών ελέγχων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2α του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014.

Ωστόσο, εάν οι τελευταίες πιθανές ημερομηνίες εκπρόθεσμης υποβολής που αναφέρονται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου θεωρείται ήδη ότι λήγουν την πρώτη επόμενη εργάσιμη ημέρα, τότε η τελευταία πιθανή ημερομηνία κοινοποίησης που αναφέρεται στο στοιχείο γ) του εν λόγω εδαφίου θεωρείται ότι λήγει τη δεύτερη επόμενη εργάσιμη ημέρα.

(*)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 τού Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1971, περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1)."

(**)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ L 227 της 31.7.2014, σ. 69).»."

4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 15α:

«Άρθρο 15α

Ατομικό όριο ή ανώτατο όριο

Εάν ισχύει ατομικό όριο ή ατομικό ανώτατο όριο στο πλαίσιο ενός καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης και η έκταση ή ο αριθμός των ζώων που δηλώνει ο δικαιούχος υπερβαίνει το ατομικό όριο ή το ατομικό ανώτατο όριο, η αντίστοιχη δηλωθείσα έκταση ή ο δηλωθείς αριθμός ζώων προσαρμόζεται στο όριο ή στο ανώτατο όριο που έχει οριστεί για τον συγκεκριμένο δικαιούχο.».

5)

Στο άρθρο 17, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, διακρίνονται οι ακόλουθες καλλιεργητικές ομάδες, κατά περίπτωση:

α)

εκτάσεις που δηλώνονται για σκοπούς ενεργοποίησης των δικαιωμάτων ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης ή με σκοπό την υπαγωγή στο καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης·

β)

εκτάσεις που συνεπάγονται αναδιανεμητικές ενισχύσεις·

γ)

εκτάσεις που συνεπάγονται ενισχύσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος για γεωργούς νεαρής ηλικίας·

δ)

εκτάσεις που δηλώνονται στο πλαίσιο μέτρων προαιρετικής συνδεδεμένης στήριξης·

ε)

μία ομάδα για καθεμία από τις εκτάσεις που δηλώνονται στο πλαίσιο κάθε άλλου καθεστώτος στρεμματικής ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης βάσει της έκτασης, για το οποίο ισχύει διαφορετικό ποσοστό ενίσχυσης ή στήριξης·

στ)

εκτάσεις που δηλώνονται στη στήλη “λοιπές χρήσεις”.

Για τους σκοπούς του στοιχείου ε) του πρώτου εδαφίου, όσον αφορά ενισχύσεις σε περιοχές με φυσικά ή άλλα ειδικά μειονεκτήματα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, εάν χορηγούνται ποσά σταδιακά μειούμενης ενίσχυσης, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των εν λόγω ποσών για τις αντίστοιχες δηλωθείσες εκτάσεις.».

6)

Στο άρθρο 19, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εάν το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 δεν μπορεί να αποτελέσει εξολοκλήρου αντικείμενο συμψηφισμού κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014 της Επιτροπής (***), το υπόλοιπο διαγράφεται.

(***)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 908/2014 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τους κανόνες σχετικά με τους ελέγχους, τις εγγυήσεις και τη διαφάνεια (ΕΕ L 255 της 28.8.2014, σ. 59).»."

7)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 19α:

«Άρθρο 19a

Διοικητικές κυρώσεις σε περιπτώσεις δήλωσης έκτασης μεγαλύτερης από την πραγματική για εκτάσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος βασικής ενίσχυσης, του καθεστώτος ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης, της αναδιανεμητικής ενίσχυσης, του καθεστώτος για γεωργούς νεαρής ηλικίας, της ενίσχυσης για περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα, του καθεστώτος για μικροκαλλιεργητές, των ενισχύσεων στο πλαίσιο του Natura 2000 και της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, καθώς και των ενισχύσεων σε περιοχές με φυσικά ή άλλα ειδικά μειονεκτήματα

1.   Εάν, όσον αφορά μια καλλιεργητική ομάδα όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1, η έκταση που δηλώνεται για τα καθεστώτα ενισχύσεων τα οποία προβλέπονται στον τίτλο III και στον τίτλο V κεφάλαια 1, 2, 4 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 και για τα μέτρα στήριξης που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 υπερβαίνει την προσδιορισθείσα έκταση σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος κανονισμού, η ενίσχυση ή η στήριξη υπολογίζεται βάσει της προσδιορισθείσας έκτασης με μείωση κατά 1,5 φορά μεγαλύτερη από τη διαφορά που διαπιστώθηκε εάν η εν λόγω διαφορά υπερβαίνει είτε το 3 % της προσδιορισθείσας έκτασης είτε τα 2 εκτάρια.

Η διοικητική κύρωση δεν υπερβαίνει το 100 % των ποσών βάσει της δηλωθείσας έκτασης.

2.   Εάν δεν έχει επιβληθεί διοικητική κύρωση στον δικαιούχο κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 για δήλωση έκτασης μεγαλύτερης από την πραγματική για το συγκεκριμένο καθεστώς ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης, η διοικητική κύρωση που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο μειώνεται κατά 50 % εάν η διαφορά μεταξύ της δηλωθείσας και της προσδιορισθείσας έκτασης δεν υπερβαίνει το 10 % της προσδιορισθείσας έκτασης.

3.   Εάν η διοικητική κύρωση που επιβλήθηκε στον δικαιούχο μειώθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 και πρόκειται να του επιβληθεί νέα διοικητική κύρωση όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 21 για το συγκεκριμένο καθεστώς ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης για το επόμενο έτος υποβολής αιτήσεων, ο δικαιούχος καταβάλλει το σύνολο της διοικητικής κύρωσης για το εν λόγω επόμενο έτος υποβολής αιτήσεων και καταβάλλει το ποσό κατά το οποίο η διοικητική κύρωση που υπολογίστηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1 είχε μειωθεί κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2.

4.   Εάν το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν μπορεί να αποτελέσει εξολοκλήρου αντικείμενο συμψηφισμού κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014, το υπόλοιπο διαγράφεται.».

8)

Στο άρθρο 21, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εάν το ποσό των αχρεώστητων πληρωμών και των διοικητικών κυρώσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν μπορεί να αποτελέσει εξολοκλήρου αντικείμενο συμψηφισμού κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014, το υπόλοιπο διαγράφεται.».

9)

Το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

«3α.   Εάν το άρθρο 44 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 απαιτεί να μην καλύπτει η κύρια καλλιέργεια στην υπόλοιπη αρόσιμη γη περισσότερο από το 75 % της υπόλοιπης αυτής αρόσιμης γης, αλλά η έκταση που έχει προσδιοριστεί για την κύρια καλλιεργητική ομάδα στην υπόλοιπη αρόσιμη γη καλύπτει περισσότερο από το 75 %, η έκταση που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της ενίσχυσης οικολογικοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού μειώνεται κατά το 50 % της προσδιορισθείσας υπόλοιπης έκτασης αρόσιμης γης πολλαπλασιαζόμενο επί τον λόγο της διαφοράς.

Ο λόγος της διαφοράς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο είναι το ποσοστό της έκτασης της κύριας καλλιεργητικής ομάδας στην υπόλοιπη αρόσιμη γη που υπερβαίνει το 75 % της προσδιορισθείσας υπόλοιπης αρόσιμης γης επί της συνολικής έκτασης που απαιτείται για τις άλλες καλλιεργητικές ομάδες στην εν λόγω υπόλοιπη αρόσιμη γη.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν έχει διαπιστωθεί μη συμμόρφωση δικαιούχου όσον αφορά τη διαφοροποίηση των καλλιεργειών, όπως αυτή περιγράφεται στο παρόν άρθρο, επί τρία έτη, η έκταση κατά την οποία πρέπει να μειωθεί η έκταση που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της ενίσχυσης οικολογικοποίησης, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2, 3 και 3α, για τα επακόλουθα έτη προκύπτει από το γινόμενο της προσδιορισθείσας συνολικής έκτασης αρόσιμης γης επί τον ισχύοντα λόγο της διαφοράς.».

10)

Στο άρθρο 28, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Εάν το ποσό των διοικητικών κυρώσεων που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν μπορεί να αποτελέσει εξολοκλήρου αντικείμενο συμψηφισμού κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014, το υπόλοιπο διαγράφεται.».

11)

Το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

«3α.   Εάν τα ζώα έχουν μετακινηθεί σε τόπους εκτός των τόπων που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 κατά την περίοδο που το οικείο κράτος μέλος έχει ορίσει στο εν λόγω στοιχείο, τα εν λόγω ζώα θεωρούνται ως προσδιορισθέντα μόνον εάν ήταν εφικτός ο άμεσος εντοπισμός τους εντός της εκμετάλλευσης κατά τη διενέργεια του επιτόπιου ελέγχου.»·

β)

στην παράγραφο 4 πρώτο εδάφιο, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

εάν διαπιστωθούν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που αφορούν εσφαλμένες καταχωρίσεις στο μητρώο, στα διαβατήρια ζώων ή στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων για ζώα, όμως δεν είναι σημαντικές για την επαλήθευση της τήρησης των όρων επιλεξιμότητας, πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 53 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 639/2014 στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης, το συγκεκριμένο ζώο θεωρείται ως μη προσδιορισθέν μόνον εάν οι εν λόγω εσφαλμένες καταχωρίσεις διαπιστωθούν κατά τη διενέργεια τουλάχιστον δύο ελέγχων σε διάστημα 24 μηνών. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, τα συγκεκριμένα ζώα θεωρούνται ως μη προσδιορισθέντα μετά την πρώτη διαπίστωση.».

12)

Το άρθρο 31 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 31

Διοικητικές κυρώσεις σχετικά με ζώα τα οποία έχουν δηλωθεί στο πλαίσιο των καθεστώτων ενισχύσεων για ζώα ή των μέτρων στήριξης που αφορούν ζώα

1.   Εάν, σε σχέση με αίτηση ενίσχυσης στο πλαίσιο καθεστώτος ενισχύσεων για ζώα ή σε σχέση με αίτηση πληρωμής στο πλαίσιο μέτρου ενίσχυσης που αφορά ζώα ή σε σχέση με άλλον τύπο ενέργειας στο πλαίσιο του εν λόγω μέτρου στήριξης, διαπιστωθεί διαφορά μεταξύ του δηλωθέντος αριθμού ζώων και του προσδιορισθέντος, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης ή της στήριξης το οποίο δικαιούται ο δικαιούχος στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης ή τύπου ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης για το συγκεκριμένο έτος υποβολής αίτησης μειώνεται κατά το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον η μη συμμόρφωση δεν αφορά περισσότερα από τρία ζώα.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση αφορά περισσότερα από τρία ζώα, το συνολικό ποσό της ενίσχυσης ή της στήριξης το οποίο δικαιούται ο δικαιούχος στο πλαίσιο του καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης ή τύπου ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 για το συγκεκριμένο έτος υποβολής αίτησης μειώνεται κατά:

α)

το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, εάν αυτό δεν υπερβαίνει το 10 %·

β)

το διπλάσιο του ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, εάν αυτό κυμαίνεται μεταξύ 10 % και 20 %.

Εάν το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 υπερβαίνει το 20 %, δεν χορηγείται η ενίσχυση ή στήριξη την οποία θα δικαιούτο ο δικαιούχος σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 στο πλαίσιο του καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης ή τύπου ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης για το συγκεκριμένο έτος υποβολής αίτησης.

Εάν το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 υπερβαίνει το 50 %, δεν χορηγείται η ενίσχυση ή στήριξη την οποία θα δικαιούτο ο δικαιούχος σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 στο πλαίσιο του καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης ή τύπου ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης για το συγκεκριμένο έτος υποβολής αίτησης. Επιπροσθέτως, ο δικαιούχος υπόκειται σε πρόσθετη κύρωση ισόποση με την ενίσχυση που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του αριθμού ζώων που δηλώθηκε και του αριθμού ζώων που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3. Εάν το εν λόγω ποσό δεν μπορεί να αποτελέσει εξολοκλήρου αντικείμενο συμψηφισμού κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014, το υπόλοιπο διαγράφεται.

Για είδη ζώων πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφοι 4 και 5 του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν αριθμό ζώων διαφορετικό από το ανώτατο όριο των τριών ζώων που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Κατά τον προσδιορισμό του εν λόγω αριθμού τα οικεία κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο αριθμός είναι κατ' ουσίαν ισοδύναμος με το εν λόγω ανώτατο όριο λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις μονάδες ζωικού κεφαλαίου και/ή το ποσό της χορηγούμενης ενίσχυσης ή στήριξης.

3.   Για να καθοριστούν τα ποσοστά που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, ο αριθμός των ζώων που δηλώνονται στο πλαίσιο καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης για ζώα ή τύπου ενέργειας και για τα οποία διαπιστώνεται μη συμμόρφωση διαιρείται διά του αριθμού ζώων που προσδιορίζεται για το εν λόγω καθεστώς ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης για ζώα ή τύπο ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης όσον αφορά την αίτηση ενίσχυσης ή την αίτηση πληρωμής ή τον τύπο ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης για το σχετικό έτος υποβολής αίτησης.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, εάν ένα κράτος μέλος κάνει χρήση της δυνατότητας καθιέρωσης συστήματος χωρίς υποβολή αιτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014, τα δυνητικά επιλέξιμα ζώα για τα οποία διαπιστώνεται ότι δεν έχουν αναγνωριστεί ή καταγραφεί ορθά στο σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής για ζώα θεωρούνται ζώα για τα οποία διαπιστώθηκε μη συμμόρφωση, ανεξαρτήτως της κατάστασής τους όσον αφορά την τήρηση των απαιτήσεων επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 53 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 639/2014.

4.   Εάν ο υπολογισμός του συνολικού ποσού ενίσχυσης ή στήριξης που δικαιούται ο δικαιούχος στο πλαίσιο καθεστώτος ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης ή τύπου ενέργειας δυνάμει αυτού του μέτρου στήριξης για το συγκεκριμένο έτος υποβολής αιτήσεων βασίζεται στον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες τα ζώα που πληρούν τους όρους επιλεξιμότητας είναι παρόντα στην εκμετάλλευση, τότε ο υπολογισμός του αριθμού των ζώων για τα οποία διαπιστώνεται μη συμμόρφωση, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, βασίζεται επίσης στον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες τα εν λόγω ζώα είναι παρόντα στην εκμετάλλευση.

Για δυνητικά επιλέξιμα ζώα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο, ο υπολογισμός του αριθμού των ζώων για τα οποία διαπιστώνεται μη συμμόρφωση βασίζεται στον αριθμό των ημερών κατά τις οποίες τα ζώα πληρούν τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση της ενίσχυσης ή της στήριξης.».

13)

Το άρθρο 34 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 34

Τροποποιήσεις και προσαρμογές των καταχωρίσεων στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων για τα βοοειδή

Όσον αφορά τα δηλωθέντα ζώα, το άρθρο 15 ισχύει όσον αφορά τα σφάλματα και τις παραλείψεις σε σχέση με τις καταχωρίσεις στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων για τα ζώα που πραγματοποιούνται μετά την υποβολή της αίτησης ενίσχυσης ή της αίτησης πληρωμής.».

14)

Στο άρθρο 35, η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Εάν οι ανακτήσεις και οι διοικητικές κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2, 4, 5 και 6 δεν μπορούν να αποτελέσουν εξολοκλήρου αντικείμενο συμψηφισμού κατά τη διάρκεια των τριών ημερολογιακών ετών που έπονται του ημερολογιακού έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 28 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 908/2014, το υπόλοιπο διαγράφεται.».

15)

Στο άρθρο 43 δεύτερο εδάφιο, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

τις αιτήσεις πληρωμής που υποβλήθηκαν και τις αιτήσεις στήριξης οι οποίες αφορούν το έτος 2014 και προηγούμενα έτη, καθώς και τις αιτήσεις πληρωμής οι οποίες αφορούν το έτος 2015 σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005· και».

16)

Στο άρθρο 44, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ισχύει για τις αιτήσεις ενίσχυσης, τις αιτήσεις στήριξης και τις αιτήσεις πληρωμής οι οποίες αφορούν έτη υποβολής αιτήσεων ή περιόδους πριμοδότησης που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2015.».

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και επιβολή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ισχύει για τις αιτήσεις ενίσχυσης, τις αιτήσεις στήριξης και τις αιτήσεις πληρωμής οι οποίες αφορούν έτη υποβολής αιτήσεων ή περιόδους πριμοδότησης που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2016.

Ωστόσο, τα σημεία 15) και 16) του άρθρου 1 ισχύουν για τις αιτήσεις ενίσχυσης, τις αιτήσεις στήριξης και τις αιτήσεις πληρωμής οι οποίες αφορούν έτη υποβολής αιτήσεων ή περιόδους πριμοδότησης που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 4 Μαΐου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 640/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου και τους όρους απόρριψης ή ανάκτησης πληρωμών καθώς και τις διοικητικές κυρώσεις που εφαρμόζονται στις άμεσες ενισχύσεις, τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ L 181 της 20.6.2014, σ. 48).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ L 227 της 31.7.2014, σ. 69).

(5)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1971, περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1122/2009 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου όσον αφορά την πολλαπλή συμμόρφωση, τη διαφοροποίηση και το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, στο πλαίσιο των καθεστώτων άμεσης στήριξης για τους γεωργούς που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό, καθώς και λεπτομερών διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την πολλαπλή συμμόρφωση στο πλαίσιο του καθεστώτος στήριξης που προβλέπεται για τον αμπελοοινικό τομέα (ΕΕ L 316 της 2.12.2009, σ. 65).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 65/2011 της Επιτροπής, της 27ης Ιανουαρίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου καθώς και την πολλαπλή συμμόρφωση σε σχέση με μέτρα στήριξης της αγροτικής ανάπτυξης (ΕΕ L 25 της 28.1.2011, σ. 8).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 487).

(9)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 639/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την τροποποίηση του παραρτήματος X του εν λόγω κανονισμού (ΕΕ L 181 της 20.6.2014, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 21/2004 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2003, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των αιγοπροβάτων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 και των οδηγιών 92/102/ΕΟΚ και 64/432/ΕΟΚ (ΕΕ L 5 της 9.1.2004, σ. 8).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1).

(13)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 908/2014 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τους κανόνες σχετικά με τους ελέγχους, τις εγγυήσεις και τη διαφάνεια (ΕΕ L 255 της 28.8.2014, σ. 59).


19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/50


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1394 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Αυγούστου 2016

σχετικά με την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 58 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ), το άρθρο 59 παράγραφοι 1, 2 και 5 και το άρθρο 62 παράγραφος 2 στοιχείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 19α παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 της Επιτροπής (2) ορίζει κανόνες για την επιβολή μειωμένων διοικητικών κυρώσεων σε περιπτώσεις δήλωσης έκτασης μεγαλύτερης από την πραγματική στο πλαίσιο καθεστώτος στρεμματικής ενίσχυσης ή μέτρου στήριξης βάσει της έκτασης όταν δεν έχει επιβληθεί στον δικαιούχο τέτοια κύρωση στο παρελθόν για το συγκεκριμένο καθεστώς στρεμματικής ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης βάσει της έκτασης. Σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, καθώς και για να αποτρέπεται η κατάχρηση του συστήματος και να ενθαρρύνεται η υποβολή ορθών δηλώσεων στο μέλλον, το υπόλοιπο ποσό θα πρέπει να επιστρέφεται σε περίπτωση που καταλογιστεί εκ νέου στον δικαιούχο η διοικητική κύρωση που αναφέρεται στα άρθρα 19α και 21 του εν λόγω κανονισμού για το συγκεκριμένο καθεστώς στρεμματικής ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης βάσει της έκτασης κατά το επόμενο έτος υποβολής αιτήσεων. Δικαιολογείται επομένως ο καθορισμός ποσοστού ειδικών ελέγχων για την παρακολούθηση της εν λόγω διάταξης.

(2)

Είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι, για τους σκοπούς των επιτόπιων ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής (3), τα ποσά των προκαταβολικών και των ενδιάμεσων πληρωμών θα πρέπει να προσμετρώνται στο 5 % του ελάχιστου ποσοστού ελέγχων για τους επιτόπιους ελέγχους. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί το άρθρο 50 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού.

(3)

Συνεπώς, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 809/2014 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

H επιτροπή άμεσων ενισχύσεων και η επιτροπή αγροτικής ανάπτυξης δεν εξέδωσαν γνώμη εντός της προθεσμίας που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 809/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 33α:

«Άρθρο 33α

Ποσοστό πρόσθετων ελέγχων για τους επιτόπιους ελέγχους παρακολούθησης των δικαιούχων που αναφέρονται στο άρθρο 19α παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014

1.   Οι δικαιούχοι στους οποίους επιβλήθηκε μειωμένη διοικητική κύρωση σύμφωνα με το άρθρο 19α παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014 για καθεστώς στρεμματικής ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης βάσει έκτασης λόγω δήλωσης έκτασης μεγαλύτερης από την πραγματική που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια επιτόπιου ελέγχου υπόκεινται σε επιτόπιο έλεγχο παρακολούθησης για το συγκεκριμένο καθεστώς ενίσχυσης ή μέτρο στήριξης κατά το επόμενο έτος υποβολής αιτήσεων.

2.   Ο επιτόπιος έλεγχος παρακολούθησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν είναι απαραίτητος όταν η διαπιστωθείσα δήλωση έκτασης μεγαλύτερης από την πραγματική οδηγεί σε επικαιροποίηση των σχετικών αγροτεμαχίων αναφοράς στο σύστημα αναγνώρισης αγροτεμαχίων κατά τη διάρκεια του έτους της διαπίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 640/2014.».

2)

Το άρθρο 50 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν έχει χορηγηθεί προκαταβολική ή ενδιάμεση πληρωμή για ενέργεια που υποβάλλεται σε επιτόπιο έλεγχο, οι εν λόγω πληρωμές προσμετρώνται στις δαπάνες που καλύπτονται από τους επιτόπιους ελέγχους, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.».

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται σε αιτήσεις ενίσχυσης, αιτήσεις στήριξης και αιτήσεις πληρωμής οι οποίες αφορούν έτη υποβολής αιτήσεων ή περιόδους πριμοδότησης που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Αυγούστου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 640/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου και τους όρους απόρριψης ή ανάκτησης πληρωμών καθώς και τις διοικητικές κυρώσεις που εφαρμόζονται στις άμεσες ενισχύσεις, τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ L 181 της 20.6.2014, σ. 48).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ L 227 της 31.7.2014, σ. 69).


19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/52


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1395 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2016

για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το πάνω μέρος από δέρμα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας που παράγονται από τις επιχειρήσεις Buckinghan Shoe Mfg Co., Ltd., Buildyet Shoes Mfg., DongGuan Elegant Top Shoes Co. Ltd, Dongguan Stella Footwear Co Ltd, Dongguan Taiway Sports Goods Limited, Foshan City Nanhai Qun Rui Footwear Co., Jianle Footwear Industrial, Sihui Kingo Rubber Shoes Factory, Synfort Shoes Co. Ltd., Taicang Kotoni Shoes Co. Ltd., Wei Hao Shoe Co. Ltd., Wei Hua Shoe Co. Ltd., Win Profile Industries Ltd, και την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»), και ιδίως το άρθρο 266,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο βασικός κανονισμός») (1), και ιδίως τα άρθρα 9 και 14,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 23 Μαρτίου 2006 η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 553/2006 για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα («υποδήματα»), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ») και Βιετνάμ («ο προσωρινός κανονισμός») (2).

(2)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 (3), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ που κυμαίνονταν από 9,7 % έως 16,5 % στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Βιετνάμ και ΛΔΚ, για δύο έτη [«κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1472/2006» ή «ο επίδικος κανονισμός»].

(3)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 388/2008 (4), το Συμβούλιο επέκτεινε τα οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ που είχαν επιβληθεί στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής ΛΔΚ, στις εισαγωγές των ίδιων προϊόντων που αποστέλλονται από την Ειδική Διοικητική Περιοχή (ΕΔΠ) του Μακάο, ανεξάρτητα από το εάν δηλώνονται ως καταγωγής ΕΔΠ Μακάο ή όχι.

(4)

Μετά από διαδικασία επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων η οποία ξεκίνησε στις 3 Οκτωβρίου 2008 (5), το Συμβούλιο επέκτεινε περαιτέρω για 15 μήνες τα μέτρα αντιντάμπινγκ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 (6), δηλαδή έως τις 31 Μαρτίου 2011, οπότε και έληξε η ισχύς των μέτρων [«κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1294/2009»].

(5)

Οι επιχειρήσεις Brosmann Footwear (HK) Ltd, Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd και Risen Footwear (HK) Co Ltd καθώς και η επιχείρηση Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd («οι αιτούντες») προσέβαλαν τον επίδικο κανονισμό στο Πρωτοδικείο (σημερινό Γενικό Δικαστήριο). Με τις αποφάσεις της 4ης Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-401/06 Brosmann Footwear (HK) κ.λπ. κατά Συμβουλίου Συλλογή 2010, σ. II- 671, και της 4ης Μαρτίου 2010 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-407/06 και T-408/06 Zhejiang Aokang Shoes και Wenzhou Taima Shoes κατά Συμβουλίου Συλλογή 2010, σ. II-747, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις εν λόγω ενστάσεις.

(6)

Οι αιτούντες άσκησαν αναίρεση κατά των εν λόγω αποφάσεων. Στις αποφάσεις του της 2ας Φεβρουαρίου 2012 στην υπόθεση C-249/10 P Brosmann et al και της 15ης Νοεμβρίου 2012 στην υπόθεση C-247/10 P Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd («αποφάσεις Brosmann και Aokang»), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναίρεσε τις εν λόγω αποφάσεις. Έκρινε ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη στο μέτρο που έκρινε ότι η Επιτροπή δεν όφειλε να εξετάζει τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε καθεστώς οικονομίας αγοράς (ΚΟΑ) οι οποίες στηρίζονταν στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχεία β) και γ) του βασικού κανονισμού από επιχειρήσεις που δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα (σκέψη 36 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψεις 29 και 32 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P).

(7)

Στη συνέχεια, το Δικαστήριο εξέδωσε το ίδιο απόφαση επί του ζητήματος. Στην απόφαση αυτή αναφέρονταν τα εξής: «[…] η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει τις τεκμηριωμένες αιτήσεις που της υπέβαλαν οι αναιρεσείουσες βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 7, του βασικού κανονισμού με σκοπό να τύχουν του ΚΟΑ στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ που προβλέπει ο επίδικος κανονισμός. Πρέπει, ακολούθως, να σημειωθεί ότι δεν αποκλείεται μια τέτοια εξέταση να είχε ως επακόλουθο την επιβολή σε βάρος τους οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ διαφορετικού από τον δασμό 16,5 % που τους επιβλήθηκε βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 3, του επίδικου κανονισμού. Πράγματι, από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι επιβλήθηκε οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ 9,7 % στη μοναδική κινεζική επιχείρηση η οποία περιλαμβανόταν στο δείγμα και υπήχθη σε ΚΟΑ. Όπως προκύπτει από τη σκέψη 38 της παρούσας αποφάσεως, αν η Επιτροπή είχε αποφανθεί ότι συνέτρεχαν και στην περίπτωση των αναιρεσειουσών οι συνθήκες της οικονομίας της αγοράς, θα έπρεπε να εφαρμοστεί και προς όφελός τους ο εν λόγω συντελεστής, καθόσον δεν ήταν δυνατός ο υπολογισμός ατομικού περιθωρίου ντάμπινγκ» (σκέψη 42 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψη 36 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P).

(8)

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό, στον βαθμό που αφορά τους οικείους αιτούντες.

(9)

Τον Οκτώβριο του 2013 η Επιτροπή, με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (7), ανακοίνωσε ότι είχε αποφασίσει να συνεχίσει τη διαδικασία αντιντάμπινγκ από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία και να εξετάσει κατά πόσον συνέτρεχαν οι συνθήκες της οικονομίας της αγοράς για τους αιτούντες για την περίοδο από την 1η Απριλίου 2004 έως την 31η Μαρτίου 2005, κάλεσε δε τα ενδιαφερόμενα μέρη να εμφανιστούν και να αναγγελθούν.

(10)

Τον Μάρτιο του 2014 το Συμβούλιο, με την εκτελεστική απόφαση 2014/149/ΕΕ του Συμβουλίου (8), απέρριψε πρόταση της Επιτροπής για έκδοση εκτελεστικού κανονισμού του Συμβουλίου για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, τα οποία έχουν παραχθεί από τις επιχειρήσεις Brosmann Footwear (HK) Ltd, Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd, Risen Footwear (HK) Co Ltd και Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd και περάτωσε τη διαδικασία όσον αφορά τους συγκεκριμένους παραγωγούς. Το Συμβούλιο έκρινε ότι οι εισαγωγείς οι οποίοι αγόρασαν υποδήματα από εκείνους τους παραγωγούς-εξαγωγείς, για τους οποίους οι δασμοί είχαν επιστραφεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές βάσει του άρθρου 236 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/1992, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (9) («ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας»), είχαν αποκτήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 4 του επίδικου κανονισμού, καθιστώντας εν προκειμένω τις διατάξεις του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, και ιδίως του άρθρου 221, εφαρμοστέες όσον αφορά την είσπραξη των δασμών.

(11)

Τρεις εισαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος, οι επιχειρήσεις C&J Clark International Ltd. («Clark»), Puma SE («Puma») και Timberland Europe BV («Timberland») («οι οικείοι εισαγωγείς») προσέβαλαν τα μέτρα αντιντάμπινγκ για τις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων από την Κίνα και το Βιετνάμ, επικαλούμενοι τη νομολογία που αναφέρεται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 5 έως 7, ενώπιον των εθνικών τους δικαστηρίων, με αποτέλεσμα να παραπεμφθούν οι υποθέσεις στο Δικαστήριο για την έκδοση προδικαστικής απόφασης.

(12)

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 και (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 του Συμβουλίου είναι άκυροι στον βαθμό που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εξέτασε τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ατομικής μεταχείρισης («ΑΜ») που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ και στο Βιετνάμ οι οποίοι δεν συμπεριελήφθησαν στο δείγμα («οι αποφάσεις»), σε αντίθεση με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) και στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (10).

(13)

Όσον αφορά την τρίτη υπόθεση C-571/14, Timberland Europe BV κατά Inspecteur van de Belastingdienst, kantoor Rotterdam Rijnmond, το Δικαστήριο αποφάσισε στις 11 Απριλίου 2016 να διαγράψει την υπόθεση κατόπιν αιτήματος του αιτούντος εθνικού δικαστηρίου.

(14)

Το άρθρο 266 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να συμμορφώνονται προς τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Σε περίπτωση ακύρωσης μιας πράξης που εκδόθηκε από τα θεσμικά όργανα στο πλαίσιο μιας διοικητικής διαδικασίας, όπως η διαδικασία αντιντάμπινγκ, η συμμόρφωση με την απόφαση του Δικαστηρίου συνίσταται στην αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης από νέα πράξη, στην οποία έχει εξαλειφθεί η παρανομία που επισήμανε το Δικαστήριο (11).

(15)

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η διαδικασία αντικατάστασης της ακυρωθείσας πράξης μπορεί να συνεχίζεται από το συγκεκριμένο σημείο στο οποίο συνέβη η παρανομία (12). Αυτό συνεπάγεται ειδικότερα ότι σε περίπτωση ακύρωσης μιας πράξης με την οποία περατώνεται μια διοικητική διαδικασία, η εν λόγω ακύρωση δεν επηρεάζει αναγκαστικά τις προπαρασκευαστικές πράξεις, όπως η έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. Σε περίπτωση ακύρωσης κανονισμού για την επιβολή οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ, αυτό σημαίνει ότι, μετά την ακύρωση, η διαδικασία αντιντάμπινγκ εξακολουθεί να εκκρεμεί, καθώς η πράξη με την οποία περατώθηκε η διαδικασία αντιντάμπινγκ έχει εξαφανιστεί από την έννομη τάξη της Ένωσης (13), εκτός αν η παρανομία συνέβη κατά το στάδιο της έναρξης.

(16)

Εκτός από το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα δεν εξέτασαν τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ΑΜ που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ και στο Βιετνάμ οι οποίοι δεν συμπεριελήφθησαν στο δείγμα, όλα τα άλλα πορίσματα που αναφέρονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 και (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 του Συμβουλίου εξακολουθούν να ισχύουν.

(17)

Στην παρούσα υπόθεση, η παρανομία συνέβη μετά την έναρξη της διαδικασίας. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε να επαναλάβει την παρούσα διαδικασία αντιντάμπινγκ που εξακολουθούσε να εκκρεμεί από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία και να εξετάσει κατά πόσον συνέτρεχαν οι συνθήκες της οικονομίας της αγοράς για τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2004 έως την 31η Μαρτίου 2005, η οποία ήταν η περίοδος έρευνας στην έρευνα που οδήγησε στην επιβολή των οριστικών δασμών που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 2 («η αρχική έρευνα»). Η Επιτροπή εξέτασε επίσης, κατά περίπτωση, εάν οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς πληρούσαν τα κριτήρια για ΑΜ σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού στην έκδοση που ίσχυε πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 765/2012 (14) (ο «βασικός κανονισμός πριν από την τροποποίησή του») (15).

(18)

Σε πρώτο στάδιο, για τις εισαγωγές των Clark και Puma από τη ΛΔΚ, η Επιτροπή αξιολόγησε όλες τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ΑΜ που υποβλήθηκαν από τους μη συμπεριληφθέντες στο δείγμα παραγωγούς-εξαγωγείς, οι οποίοι υπέβαλαν τις εν λόγω αιτήσεις στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας.

(19)

Όσον αφορά τις εισαγωγές της Timberland από τη ΛΔΚ, στην υπόθεση C-571/14 προσδιορίστηκαν δύο προμηθευτές στη ΛΔΚ. Ο ένας εκ των προμηθευτών αυτών, η επιχείρηση Zhongshan Pou Yuen, συμπεριλήφθηκε στο δείγμα της αρχικής έρευνας και, επομένως, δεν τελέστηκε κατά την αρχική έρευνα παρανομία σε σχέση με τον συγκεκριμένο προμηθευτή. Ο δεύτερος προμηθευτής, η επιχείρηση General Shoes Limited, είχε εσφαλμένα χαρακτηριστεί ως κινέζος προμηθευτής, διότι η επιχείρηση έδρευε στο Βιετνάμ. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 150 κατωτέρω, αυτό αργότερο αμφισβητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Αθλητικών Ειδών («FESI»), η οποία ισχυρίστηκε ότι η General Shoes Limited ήταν στην πραγματικότητα κινέζος προμηθευτής.

(20)

Για τις εισαγωγές των Puma, Clark και Timberland από το Βιετνάμ, η Επιτροπή επί του παρόντος επίσης διενεργεί αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ΑΜ που υποβλήθηκαν από τους οικείους μη συμπεριληφθέντες στο δείγμα παραγωγούς-εξαγωγείς, οι οποίοι υπέβαλαν τις εν λόγω αιτήσεις στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας. Η έρευνα βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη.

Β.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΙΣ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ C-659/13 ΚΑΙ C-34/14 ΓΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΔΚ

(21)

Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να διορθώσει τις πτυχές του επίδικου κανονισμού που οδήγησαν στην ακύρωσή του, αφήνοντας αμετάβλητα τα μέρη της αξιολόγησης που δεν επηρεάζονται από την απόφαση (16).

(22)

Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στη διόρθωση των πτυχών του επίδικου κανονισμού που κρίθηκε ότι δεν συνάδουν με τον βασικό κανονισμό και οι οποίες οδήγησαν στην κήρυξη της ακυρότητας όσον αφορά ορισμένους παραγωγούς-εξαγωγείς από τη ΛΔΚ.

(23)

Όλα τα άλλα πορίσματα που αναφέρονται στον επίδικο κανονισμό και τα οποία δεν κηρύχθηκαν άκυρα από το Δικαστήριο εξακολουθούν να ισχύουν και ενσωματώνονται στον παρόντα κανονισμό.

(24)

Κατά συνέπεια, οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις περιορίζονται στη νέα εκτίμηση που είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις.

(25)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον συνέτρεχαν οι συνθήκες για υπαγωγή σε ΚΟΑ και/ή ΑΜ για τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς Clark και Puma, που υπέβαλαν αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και/ή περί ΑΜ στο πλαίσιο της εν λόγω έρευνας, κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2004 έως την 31η Μαρτίου 2005. Σκοπός της εν λόγω εξέτασης είναι να εξακριβωθεί ο βαθμός στον οποίο οι δύο οικείοι εισαγωγείς δικαιούνται επιστροφή του δασμού αντιντάμπινγκ που κατέβαλαν σε σχέση με τους δασμούς αντιντάμπινγκ που καταβλήθηκαν για τις εξαγωγές των κινέζων προμηθευτών τους, οι οποίοι ζήτησαν να υπαχθούν σε ΚΟΑ και/ή ΑΜ.

(26)

Σε περίπτωση που από την ανάλυση προκύψει ότι έπρεπε να αναγνωριστεί ΚΟΑ στον κινέζο παραγωγό-εξαγωγέα του οποίου οι εξαγωγές υπάγονταν στον δασμό αντιντάμπινγκ που καταβλήθηκε από οποιονδήποτε εκ των δύο οικείων εισαγωγέων, η επιστροφή του δασμού θα περιοριζόταν σε ένα ποσό που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ των καταβληθέντων δασμών, δηλαδή 16,5 %, και του δασμού που επιβλήθηκε στη μοναδική εξάγουσα επιχείρηση στο δείγμα που είχε υπαχθεί σε ΚΟΑ, την Golden Step, δηλαδή 9,7 %.

(27)

Σε περίπτωση που από την ανάλυση προκύψει ότι έπρεπε να αναγνωριστεί ΑΜ στον κινέζο παραγωγό του οποίου η αίτηση υπαγωγής σε ΚΟΑ απορρίφθηκε, αλλά του οποίου οι εξαγωγές υπόκειντο στον δασμό αντιντάμπινγκ που καταβλήθηκε από οποιονδήποτε από τους δύο οικείους εισαγωγείς, θα έπρεπε να αποδοθεί στον οικείο παραγωγό-εξαγωγέα ένας ατομικός δασμολογικός συντελεστής και η επιστροφή του δασμού θα περιοριζόταν στο ποσό που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του καταβληθέντος δασμού και του ατομικού δασμού που υπολογίζεται για τον οικείο παραγωγό-εξαγωγέα, ανάλογα με την περίπτωση.

(28)

Αντίθετα, εάν από την ανάλυση των εν λόγω αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ΑΜ προκύψει ότι όλες όφειλαν να απορριφθούν, δεν δύναται να χορηγηθεί καμία επιστροφή δασμών αντιντάμπινγκ.

(29)

Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 12, το Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 μεταξύ άλλων όσον αφορά τις εξαγωγές ορισμένων υποδημάτων από δεκατρείς κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς, και συγκεκριμένα τις επιχειρήσεις Buckinghan Shoe Mfg Co., Ltd., Buildyet Shoes Mfg., DongGuan Elegant Top Shoes Co. Ltd, Dongguan Stella Footwear Co Ltd, Dongguan Taiway Sports Goods Limited, Foshan City Nanhai Qun Rui Footwear Co., Jianle Footwear Industrial, Sihui Kingo Rubber Shoes Factory, Synfort Shoes Co. Ltd., Taicang Kotoni Shoes Co. Ltd., Wei Hao Shoe Co. Ltd., Wei Hua Shoe Co. Ltd., Win Profile Industries Ltd («οι οικείοι παραγωγοί — εξαγωγείς») στην Ένωση, τα οποία εισάγονται από τις Clark και Puma, στον βαθμό που η Επιτροπή δεν εξέτασε τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ΑΜ που υποβλήθηκαν μεταξύ άλλων από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ.

(30)

Συνεπώς, σε πρώτη φάση η Επιτροπή εξέτασε τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ΑΜ αυτών των δεκατριών παραγωγών-εξαγωγέων, προκειμένου να καθορίσει τον εφαρμοστέο δασμολογικό συντελεστή για τις εξαγωγές τους. Η αξιολόγηση έδειξε ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες δεν επαρκούσαν για να αποδείξουν ότι οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δραστηριοποιούνταν υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς ή ότι πληρούσαν τις προϋποθέσεις για ατομική μεταχείριση (για λεπτομερή επεξήγηση, βλέπε παρακάτω αιτιολογικές σκέψεις 32 και επόμενες).

1.   Αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ

(31)

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΚΟΑ βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Συναφώς, το εν λόγω άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι η αίτηση που υποβάλλει ένας τέτοιος παραγωγός πρέπει να περιέχει επαρκείς αποδείξεις, όπως ορίζει η τελευταία αυτή διάταξη, ότι δραστηριοποιείται υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς. Επομένως, δεν εναπόκειται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης να αποδείξουν ότι ο παραγωγός δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο εν λόγω καθεστώς. Αντιθέτως, στα εν λόγω όργανα εναπόκειται να εκτιμήσουν αν τα προσκομισθέντα από τον οικείο παραγωγό στοιχεία επαρκούν προς απόδειξη του ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, προκειμένου να του αναγνωριστεί η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ, ενώ στα δικαστήρια της Ένωσης εναπόκειται να εξετάσουν μήπως τα εν λόγω όργανα υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη κατά την εκτίμηση αυτή (σκέψη 32 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψη 24 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P).

(32)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, θα πρέπει να ικανοποιούνται και τα πέντε κριτήρια που ορίζονται στο εν λόγω άρθρο, ώστε να μπορεί να αναγνωριστεί ΚΟΑ σε έναν παραγωγό-εξαγωγέα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι η μη συμμόρφωση με ένα τουλάχιστον κριτήριο συνιστούσε επαρκή λόγο για την απόρριψη της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ.

(33)

Κανένας από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε τα κριτήρια 1 (επιχειρηματικές αποφάσεις) και 3 (ενεργητικό και μεταφορά στρεβλώσεων από το παλαιό σύστημα που δεν ακολουθούσε την οικονομία της αγοράς). Ειδικότερα, όσον αφορά το κριτήριο 1, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν προσκόμισαν ουσιώδη και πλήρη στοιχεία (π.χ. στοιχεία σχετικά με τη δομή και το κεφάλαιο της επιχείρησης, στοιχεία σχετικά με τις εγχώριες πωλήσεις, στοιχεία σχετικά με την αμοιβή των εργαζομένων κ.λπ.) ώστε να αποδείξουν ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις τους λαμβάνονται βάσει στοιχείων από την αγορά, χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση. Όσον αφορά το κριτήριο 3, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς επίσης δεν προσκόμισαν ουσιώδη και πλήρη στοιχεία (π.χ. στοιχεία που αφορούν το ενεργητικό της επιχείρησης και το δικαίωμα χρήσης γης), ώστε να αποδείξουν ότι δεν υπήρχαν μείζονες στρεβλώσεις, προερχόμενες από το παλαιό σύστημα που δεν ακολουθούσε την οικονομία της αγοράς.

(34)

Επιπλέον, όσον αφορά το δεύτερο κριτήριο (λογιστική), τέσσερις εταιρείες (οι εταιρείες Α, Θ, ΙΑ, ΙΓ) δεν πληρούσαν το κριτήριο αυτό, διότι δεν υπέβαλαν σαφές σύνολο βασικών αρχείων λογιστικής καταγραφής.

(35)

Για τις υπόλοιπες εννέα εταιρείες (εταιρείες Β, Γ, Δ, Ε, ΣΤ, Ζ, Η, Ι, ΙΒ) το δεύτερο κριτήριο (λογιστική) δεν αξιολογήθηκε, για τον λόγο που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 32.

(36)

Για τον ίδιο λόγο που παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 22, για κανέναν από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν αξιολογήθηκαν τα κριτήρια 4 (νομοθεσία περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος) και 5 (καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών με τιμές αγοράς).

(37)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σε κανέναν από τους δεκατρείς οικείους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν θα πρέπει να χορηγηθεί ΚΟΑ και ενημέρωσε σχετικώς τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς, καλώντας τους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Δεν ελήφθησαν παρατηρήσεις από κανέναν εκ των δεκατριών οικείων παραγωγών-εξαγωγέων.

(38)

Συνεπώς, κανένας από τους δεκατρείς οικείους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού και, κατά συνέπεια, δεν γίνεται δεκτή η υπαγωγή σε ΚΟΑ για κανέναν από αυτούς.

(39)

Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο έκρινε ότι, αν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης είχαν αποφανθεί ότι συνέτρεχαν στην περίπτωση των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων οι συνθήκες της οικονομίας της αγοράς, θα έπρεπε να εφαρμοστεί και προς όφελός τους ο ίδιος συντελεστής με την επιχείρηση που περιλαμβανόταν στο δείγμα και στην οποία αναγνωρίστηκε η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ (17).

(40)

Ωστόσο, δεδομένου ότι τα πορίσματα της ολοκληρωθείσας έρευνας οδήγησαν στην απόρριψη της υπαγωγής σε ΚΟΑ για όλους τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς, κανένας από αυτούς δεν θα πρέπει να επωφεληθεί από τον ατομικό δασμολογικό συντελεστή της επιχείρησης του δείγματος στην οποία αναγνωρίστηκε η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ.

2.   Αξιολόγηση των αιτήσεων περί ΑΜ

(41)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του, στις περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του ίδιου κανονισμού, ορίζεται ατομικός δασμός για τους εξαγωγείς που μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του.

(42)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 31, είναι αναγκαίο να υπογραμμιστεί ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΑΜ βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του. Για τον σκοπό αυτό, το πρώτο εδάφιο του άρθρου 9 παράγραφος 5 προβλέπει ότι η αίτηση που υποβάλλεται πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επομένως, δεν εναπόκειται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης να αποδείξουν ότι ο παραγωγός δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο εν λόγω καθεστώς. Αντιθέτως, στα εν λόγω όργανα εναπόκειται να εκτιμήσουν αν τα προσκομισθέντα από τον οικείο εξαγωγέα στοιχεία επαρκούν προς απόδειξη του ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του, προκειμένου να του αναγνωριστεί η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΑΜ.

(43)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του, οι εξαγωγείς θα πρέπει να αποδείξουν, με βάση δεόντως αιτιολογημένη αίτηση, ότι συμμορφώνονται και με τα πέντε κριτήρια που παρατίθενται στο εν λόγω άρθρο, ώστε να δύναται να τους αναγνωρισθεί η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΑΜ.

(44)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι η μη συμμόρφωση με ένα τουλάχιστον κριτήριο συνιστούσε επαρκή λόγο για την απόρριψη της αίτησης περί ΑΜ.

(45)

Τα πέντε αυτά κριτήρια έχουν ως εξής:

α)

σε περίπτωση επιχειρήσεων που ανήκουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει σε αλλοδαπούς επιχειρηματίες ή σε περίπτωση κοινοπραξιών, οι εξαγωγείς είναι ελεύθεροι να επαναπατρίσουν το κεφάλαιο και τα κέρδη·

β)

οι τιμές εξαγωγής και οι ποσότητες των εξαγόμενων προϊόντων και οι όροι και προϋποθέσεις πώλησης καθορίζονται ελεύθερα·

γ)

η πλειοψηφία των μετοχών ανήκει σε ιδιώτες· οι δημόσιοι υπάλληλοι που συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο ή κατέχουν διευθυντικές θέσεις πρέπει είτε να αποτελούν μειονότητα είτε να καταδειχθεί ότι η επιχείρηση είναι επαρκώς ανεξάρτητη από κρατική παρέμβαση·

δ)

ο καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών γίνεται με τιμές αγοράς· και

ε)

η κρατική παρέμβαση δεν είναι τέτοια ώστε να επιτρέπει την καταστρατήγηση των μέτρων σε περίπτωση που καθοριστούν διαφορετικοί δασμολογικοί συντελεστές για τους μεμονωμένους εξαγωγείς.

(46)

Και οι δεκατρείς παραγωγοί-εξαγωγείς που υπέβαλαν αίτηση αναγνώρισης ΚΟΑ ζήτησαν επίσης αναγνώριση ΑΜ στην περίπτωση που δεν θα τους χορηγούνταν ΚΟΑ.

(47)

Η πλειονότητα των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων (επιχειρήσεις Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, ΙΑ, ΙΒ, ΙΓ) δεν ήταν σε θέση να αποδείξουν ότι πληρούσαν το κριτήριο 2 (ελεύθερος καθορισμός τιμών εξαγωγής και ποσοτήτων εξαγόμενων προϊόντων). Πιο συγκεκριμένα, για ορισμένους παραγωγούς-εξαγωγείς (εταιρείες Ε, Ζ, Η, Ι, ΙΑ, ΙΒ), το καταστατικό προβλέπει περιορισμό της παραγωγής και ως εκ τούτου, δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις, όπως οι ποσότητες των εξαγόμενων προϊόντων, λαμβάνονται σε συνάρτηση με τα στοιχεία της αγοράς, αντικατοπτρίζοντας την προσφορά και ζήτηση. Άλλοι (εταιρείες A, B, ΙΓ) δεν πραγματοποίησαν πωλήσεις στην εγχώρια αγορά και απέτυχαν να παράσχουν περαιτέρω εξηγήσεις, ώστε να αποδείξουν ότι αυτό δεν οφειλόταν σε κρατική παρέμβαση. Οι υπόλοιποι παραγωγοί-εξαγωγείς (εταιρείες Γ, Δ, Θ) δεν κατάφεραν να παράσχουν ουσιώδη και πλήρη τεκμηρίωση και, κατά συνέπεια, δεν απέδειξαν τη συμμόρφωση προς το κριτήριο 2.

(48)

Όσον αφορά το κριτήριο 3 (επαρκής ανεξαρτησία της εταιρείας —βασική διοίκηση και μετοχές— από κρατική παρέμβαση), δέκα κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς (εταιρείες Β, Ε, ΣΤ, Ζ, Η, Θ, Ι, ΙΑ, ΙΒ, ΙΓ) δεν υπέβαλαν ουσιαστική και πλήρη τεκμηρίωση (ιδίως σχετικά με το πόθεν έσχες των στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας, τους κατόχους των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού και των δικαιωμάτων χρήσης γης κ.λπ.) και επομένως δεν απέδειξαν ότι δεν υπήρξε κρατική παρέμβαση. Ως εκ τούτου, δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι πληρούσαν το κριτήριο αυτό.

(49)

Επιπλέον, ένας παραγωγός-εξαγωγέας (εταιρεία Γ) δεν πληρούσε το κριτήριο 1 (επαναπατρισμός κεφαλαίου), καθώς η έρευνα κατέδειξε περιορισμούς ως προς τον επαναπατρισμό του κεφαλαίου, οφειλόμενους σε κρατική παρέμβαση. Επιπλέον, ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας (εταιρεία Γ) δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πληρούσε το κριτήριο 5 (καμία κρατική παρέμβαση που να επιτρέπει καταστρατήγηση των μέτρων), δεδομένου ότι δεν έδωσε πληροφορίες σχετικά με δύο συνδεδεμένες εταιρείες εγκατεστημένες στην Κίνα και, επομένως, δεν υπήρχε η απαραίτητη τεκμηρίωση για την απόδειξη της συμμόρφωσης προς το εν λόγω κριτήριο.

(50)

Συνεπώς, κανένας από τους δεκατρείς οικείους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που ορίζονταν στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του, και, κατά συνέπεια, δεν έγινε δεκτή η υπαγωγή σε ΑΜ για κανέναν από αυτούς.

(51)

Επομένως, όσον αφορά τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς και για την περίοδο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου, θα πρέπει να επιβληθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ των υπόλοιπων επιχειρήσεων που ισχύει για τη ΛΔΚ. Η περίοδος εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού ήταν αρχικά από τις 7 Οκτωβρίου 2006 έως τις 7 Οκτωβρίου 2008. Μετά την έναρξη της διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, η περίοδος αυτή παρατάθηκε από τις 30 Δεκεμβρίου 2009 έως τις 31 Μαρτίου 2011. Η παρανομία που διαπιστώθηκε στις αποφάσεις είναι ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν προσδιόρισαν κατά πόσον τα προϊόντα που παράγονται από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς θα πρέπει να υπόκεινται στον δασμό των υπόλοιπων επιχειρήσεων ή σε ατομικό δασμό ή στον δασμό της επιχείρησης του δείγματος στην οποία αναγνωρίστηκε η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ.

(52)

Με βάση την παρανομία που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο, δεν υπάρχει νομική βάση για την πλήρη εξαίρεση των προϊόντων που παράγονται από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς από την καταβολή δασμών αντιντάμπινγκ. Επομένως, μια νέα πράξη με την οποία θα αποκαθίσταται η παρανομία που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο χρειάζεται απλώς να επανεξετάσει τον ισχύοντα δασμό αντιντάμπινγκ και όχι τα ίδια τα μέτρα.

(53)

Καθώς συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο δασμός των υπόλοιπων επιχειρήσεων θα πρέπει να επιβληθεί εκ νέου όσον αφορά τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς με τον ίδιο συντελεστή με αυτόν που καθορίστηκε αρχικά με τον επίδικο κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009, δεν απαιτούνται τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 388/2008 του Συμβουλίου. Ο εν λόγω κανονισμός εξακολουθεί να ισχύει.

Γ.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(54)

Τα ανωτέρω πορίσματα και συμπεράσματα κοινοποιήθηκαν στα ενδιαφερόμενα μέρη, στα οποία δόθηκε προθεσμία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Η FESI εκπροσωπώντας εισαγωγείς μεταξύ των οποίων η Puma και Timberland, η Clark, ένας άλλος εισαγωγέας και ένας παραγωγός-εξαγωγέας του οποίου η αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ δεν υπόκειτο στην τρέχουσα εφαρμογή, παρουσιάστηκε και υπέβαλε τις παρατηρήσεις της.

Εικαζόμενες παρατυπίες στη διαδικασία

(55)

Η FESI και ένας εισαγωγέας ισχυρίστηκαν ότι υπήρχαν ορισμένα διαδικαστικά λάθη κατά την τρέχουσα εφαρμογή των σχετικών μέτρων. Επεσήμαναν το γεγονός ότι οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ που υπέβαλαν οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς είχαν ήδη εξεταστεί και κοινοποιηθεί πριν από την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE, την 3η Δεκεμβρίου 2015, καθώς και πριν από την πρόθεση της Επιτροπής για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων με συντελεστή 16,5 %. Οι αξιολογήσεις αυτές θα είχαν, επομένως, υλοποιηθεί χωρίς νομική βάση και προεξοφλούσαν την επικείμενη απόφαση του Δικαστηρίου.

(56)

Η Επιτροπή δεν συμφωνεί με την παραπάνω δήλωση, καθώς απλώς προετοίμασε την εφαρμογή μιας πιθανής μελλοντικής δικαστικής απόφασης. Η προετοιμασία αυτή αποσκοπούσε στη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης, για τους ακόλουθους λόγους: Πρώτον, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Επιτροπή έπρεπε να έχει εξετάσει τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Το μόνο ζήτημα που διακυβευόταν στις διαδικασίες του Δικαστηρίου που εξακολουθούσαν να εκκρεμούν κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν το κατά πόσον ένας μη συνδεδεμένος εισαγωγέας όπως οι Clark, Puma και Timberland, μπορεί να βασιστεί στην εν λόγω παρανομία. Ως συνέπεια αυτής της δυαδικής επιλογής του τύπου «ναι/όχι», η Επιτροπή μπορούσε, κατ' εξαίρεση, να προετοιμαστεί πλήρως για την περίπτωση αρνητικής απάντησης επί του ερωτήματος αυτού. Δεύτερον, η ταχεία εφαρμογή ήταν απαραίτητη, προκειμένου να μπορούν οι εθνικές τελωνειακές αρχές να εξετάζουν γρήγορα τις εκκρεμείς αιτήσεις για επιστροφή δασμών, καθώς και για λόγους ασφάλειας δικαίου για όλους τους φορείς. Αποκλειόταν οποιαδήποτε άσκηση επιρροής στην απόφαση του Δικαστηρίου, καθώς η εν λόγω απόφαση αφορούσε διαφορετικό αντικείμενο (και συγκεκριμένα, το κατά πόσον οι εισαγωγείς μπορούν να βασίζονται στο δικαίωμα αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ που διαθέτουν οι παραγωγοί-εξαγωγείς).

(57)

Τα μέρη αυτά υποστήριξαν επίσης ότι η ανακοίνωση για την εφαρμογή της απόφασης στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14 C & J Clark International Limited και Puma SE που δημοσιεύθηκε αργότερα, στις 17 Μαρτίου 2016 (18), δεν μπόρεσε να διορθώσει τα ανωτέρω διαδικαστικά σφάλματα, διότι δεν παρείχε στα ενδιαφερόμενα μέρη την ουσιαστική δυνατότητα να ασκήσουν τα δικαιώματα υπεράσπισής τους.

(58)

Επιπλέον, ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι θα έπρεπε να τους έχει χορηγηθεί πρόσβαση στον πλήρη φάκελο έρευνας της αρχικής έρευνας και ότι οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν έπρεπε να παρουσιάζονται ανώνυμα στα έγγραφα κοινοποίησης.

(59)

Στα συμπεράσματά τους, τα εν λόγω μέρη υποστήριξαν ότι, βάσει των ανωτέρω διαδικαστικών σφαλμάτων, η Επιτροπή παρέβη το βασικό νομικό πλαίσιο της ΕΕ και επομένως διέπραξε κατάχρηση των εξουσιών της.

(60)

Ένα άλλο μέρος αμφισβήτησε τη σχέση μεταξύ της κοινοποίησης που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 55 και της τελευταίας κοινοποίησης που απεστάλη στις 20 Μαΐου 2016 και ζήτησε διευκρινίσεις ως προς το ζήτημα αυτό.

(61)

Η ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης δημοσιεύτηκε με σκοπό την αύξηση της διαφάνειας, στο πλαίσιο της πολιτικής της Επιτροπής σχετικά με τη διαφάνεια των ερευνών εμπορικής άμυνας και κατόπιν αίτησης του συμβούλου ακροάσεων, κατόπιν ακρόασης ενός από τα μέρη που προέβαλαν το ζήτημα αυτό. Η Επιτροπή συνεχίζει να είναι της άποψης ότι η εν λόγω δημοσίευση δεν ήταν, υπό τη στενή έννοια του όρου, νομικώς υποχρεωτική. Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν ήταν απαραίτητη, κάτι που δεν ισχύει, προκειμένου να διασφαλίζεται η δίκαιη δίκη και το δικαίωμα ακρόασης, οι απαιτήσεις αυτές ικανοποιήθηκαν με τη δημοσίευση, καθώς και με το γεγονός ότι παρασχέθηκε σε όλα τα μέρη η δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(62)

Επιπροσθέτως, δόθηκε πρόσβαση στον πλήρη φάκελο της έρευνας, αν και η Επιτροπή δεν αντιλαμβάνεται με ποιον τρόπο θα μπορούσε ενδεχομένως να φανεί χρήσιμη για την παρούσα διαδικασία οποιαδήποτε άλλη πληροφορία εκτός από τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων. Η ανωνυμοποίηση των παραγωγών-εξαγωγέων ήταν αναγκαία, προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία των επιχειρηματικών-εμπιστευτικών τους στοιχείων. Ωστόσο, κατόπιν αιτήματός τους, τα ενδιαφερόμενα μέρη που πραγματοποιούσαν εισαγωγές πληροφορήθηκαν ποιοι από τους εισαγωγείς ήταν δικοί τους εισαγωγείς.

(63)

Η δεύτερη κοινοποίηση κατέστη αναγκαία διότι ο κανονισμός πλέον καλύπτει και τις αιτήσεις περί ΑΜ, οι οποίες αρχικά δεν αξιολογούνταν.

(64)

Για τους λόγους αυτούς, οιοσδήποτε ισχυρισμός περί διαδικαστικών παρατυπιών θα πρέπει να απορριφθεί.

Νομική βάση για την επανάληψη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ

(65)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι δεν υπήρχε νομική βάση για την τρέχουσα εφαρμογή των σχετικών μέτρων. Ειδικότερα, ισχυρίστηκαν ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται, για τον λόγο ότι τα οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ στα υποδήματα έληξαν στις 31 Μαρτίου 2011 και ότι, συνεπώς, δεν υπάρχουν συνεχιζόμενες επιπτώσεις ως επακόλουθο του παράνομου χαρακτήρα των μέτρων αυτών. Τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν προορίζεται για την αναδρομική διόρθωση παρανομιών σε μέτρα η ισχύς των οποίων έχει λήξει. Η άποψη αυτή ενισχύεται, κατ' αυτούς, από τα άρθρα 263 και 265 ΣΛΕΕ, που καθορίζουν προθεσμίες για την προσφυγή των θεσμικών οργάνων της ΕΕ κατά παράνομων πράξεων, καθώς και για την προσφυγή κατά παράλειψης ενέργειας εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Η παρούσα προσέγγιση δεν έχει προηγούμενο και η Επιτροπή επίσης δεν πρόσφερε καμία αιτιολόγηση ή προγενέστερη νομολογία προς στήριξη της δικής της ερμηνείας του άρθρου 266 ΣΛΕΕ.

(66)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν επίσης ότι, στην περίπτωση αυτή, η έρευνα δεν μπορεί να αναληφθεί εκ νέου από το σημείο όπου τελέστηκε η παρανομία σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ, διότι το Δικαστήριο δεν διαπίστωσε απλώς έλλειψη αιτιολόγησης, αλλά η παρανομία αφορούσε θεμελιώδη νομική διάταξη του βασικού κανονισμού που επηρεάζει τη συνολική αξιολόγηση του ντάμπινγκ σε σχέση με τους οικείους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(67)

Τα μέρη ισχυρίστηκαν περαιτέρω ότι η αναδρομική διόρθωση μέτρων των οποίων η ισχύς έχει λήξει παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Υποστήριξαν ότι, πρώτον, τα μέρη θα είχαν λάβει διαβεβαίωση ότι τα μέτρα έληξαν στις 31 Μαρτίου 2011 και ότι, δεδομένου του χρόνου που μεσολάβησε από την αρχική έρευνα, τα μέρη είχαν το δικαίωμα να σχηματίσουν βάσιμες προσδοκίες ότι η αρχική έρευνα δεν θα επαναληφθεί ούτε θα ανοίξει εκ νέου. Δεύτερον, το ίδιο το γεγονός ότι κατά την αρχική έρευνα οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ δεν είχαν εξεταστεί εντός της προθεσμίας 3 μηνών δημιούργησε στους κινέζους παραγωγούς- εξαγωγείς την ασφάλεια δικαίου ως προς τη μη εξέταση των αιτήσεών τους περί υπαγωγής σε ΚΟΑ. Εν κατακλείδι, τα μέρη ισχυρίστηκαν ότι, δεδομένων των μεγάλων χρονικών περιόδων που μεσολάβησαν, η επανάληψη της έρευνας παραβίασε την καθολική αρχή της παραγραφής ή λήξης αποσβεστικής προθεσμίας που εφαρμόζεται σε όλα τα νομικά πλαίσια.

(68)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι ούτε το άρθρο 266 ΣΛΕΕ ούτε ο βασικός κανονισμός επιτρέπουν την αναδρομική εκ νέου επιβολή του οριστικού δασμού της τάξεως του 16,5 % στις εισαγωγές των οικείων κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων.

(69)

Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η ισχύς των σχετικών μέτρων έληξε στις 31 Μαρτίου 2011, η Επιτροπή αδυνατεί να αντιληφθεί γιατί η λήξη της ισχύος των μέτρων έχει σημασία όσον αφορά τη δυνατότητα της Επιτροπής να εκδώσει νέα πράξη προς αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης. Η απόφαση για ακύρωση της αρχικής πράξης ανοίγει εκ νέου, σύμφωνα με τη νομολογία, τη διοικητική διαδικασία, η οποία μπορεί να επαναληφθεί από το χρονικό σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία.

(70)

Ως αποτέλεσμα της κατάργησης της πράξης με την οποία περατώθηκαν οι διαδικασίες, οι διαδικασίες αντιντάμπινγκ εξακολουθούν να εκκρεμούν. Η Επιτροπή έχει την υποχρέωση να περατώσει τις διαδικασίες αυτές, καθώς ο βασικός κανονισμός προβλέπει ότι η έρευνα πρέπει να περατώνεται με πράξη της Επιτροπής.

(71)

Όσον αφορά το επιχείρημα περί αναδρομικότητας βάσει του άρθρου 13 του βασικού κανονισμού και του άρθρου 10 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ («ΣΑ»), το άρθρο 13 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, που υπερισχύει της διάταξης του άρθρου 10 παράγραφος 1 της ΣΑ, ορίζει ότι προσωρινά μέτρα και οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται μόνο ως προς προϊόντα που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά τον χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 ή του άρθρου 9 παράγραφος 4, αντιστοίχως, του βασικού κανονισμού. Στην παρούσα περίπτωση, οι εν λόγω δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται μόνον ως προς προϊόντα τα οποία έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την έναρξη ισχύος του προσωρινού και του επίδικου (οριστικού) κανονισμού βάσει, αντίστοιχα, του άρθρου 7 παράγραφος 1 και του άρθρου 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Η αναδρομική ισχύς υπό την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ωστόσο, αναφέρεται μόνο σε μια κατάσταση όπου τα προϊόντα είχαν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία πριν από τη θέσπιση των μέτρων, όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο της διάταξης αυτής, καθώς και από την εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού (19).

(72)

Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι δεν υπάρχει αναδρομικότητα και παραβίαση της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης στην παρούσα υπόθεση.

(73)

Ως προς την αναδρομική ισχύ, η νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την αξιολόγηση του αναδρομικού ή μη χαρακτήρα ενός μέτρου, κάνει διάκριση ανάμεσα στην εφαρμογή ενός νέου κανόνα σε μια κατάσταση που έχει καταστεί οριστική (η οποία αναφέρεται επίσης ως υφιστάμενη ή οριστικά διαμορφωμένη έννομη κατάσταση) (20) και σε μια κατάσταση που ξεκίνησε πριν από την έναρξη ισχύος του νέου κανόνα, αλλά δεν είναι ακόμη οριστική (η οποία αναφέρεται επίσης ως προσωρινή κατάσταση) (21).

(74)

Στην παρούσα υπόθεση, η κατάσταση των εισαγωγών των σχετικών προϊόντων η οποία προέκυψε κατά την περίοδο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου δεν έχει ακόμη καταστεί οριστική, καθώς, ως αποτέλεσμα της ακύρωσης του επίδικου κανονισμού, ο δασμός αντιντάμπινγκ που ισχύει για αυτά δεν έχει ακόμη καθοριστεί οριστικά. Ταυτόχρονα, οι εισαγωγείς υποδημάτων ειδοποιήθηκαν ότι η επιβολή αυτού του δασμού μπορεί να γίνει μέσα από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας και του προσωρινού κανονισμού. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης, δεν είναι δυνατή η δημιουργία δικαιολογημένης εμπιστοσύνης σε σχέση με τις επιχειρήσεις πριν από την έγκριση από τα θεσμικά όργανα μιας πράξης για την περάτωση της διοικητικής διαδικασίας η οποία έχει καταστεί οριστική (22).

(75)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί άμεση εφαρμογή στα μελλοντικά αποτελέσματα μιας κατάστασης η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη: Οι δασμοί για τα υποδήματα έχουν εισπραχθεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές. Ως αποτέλεσμα των αιτήσεων επιστροφής δαπανών, για τις οποίες δεν έχει ληφθεί οριστική απόφαση, αποτελούν κατάσταση εν εξελίξει. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τον εφαρμοστέο δασμολογικό συντελεστή για τις εισαγωγές αυτές και, συνεπώς, ρυθμίζει τα μελλοντικά αποτελέσματα μιας εν εξελίξει κατάστασης.

(76)

Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν υπήρχε αναδρομικότητα κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης, κάτι που δεν ισχύει, η αναδρομικότητα αυτή θα ήταν σε κάθε περίπτωση δικαιολογημένη, για τον ακόλουθο λόγο:

(77)

Οι ουσιαστικοί κανόνες του δικαίου της Ένωσης μπορούν να έχουν εφαρμογή επί καταστάσεων που έχουν ήδη διαμορφωθεί πριν από την έναρξη ισχύος τους, μόνον εφόσον προκύπτει σαφώς από τη διατύπωσή τους, τους σκοπούς ή την οικονομία τους ότι πρέπει να τους αναγνωριστεί αναδρομική ισχύς (23). Συγκεκριμένα, στην υπόθεση C-337/88 Società agricola fattoria alimentare (SAFA), κρίθηκε ότι: Μολονότι, κατά γενικό κανόνα, η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν επιτρέπει μια κοινοτική πράξη να τίθεται σε ισχύ σε χρονικό σημείο προγενέστερο της δημοσίευσής της, μπορεί, κατ' εξαίρεση, να συμβεί το αντίθετο, οσάκις το απαιτεί ο προς επίτευξη σκοπός και προστατεύεται δεόντως η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ενδιαφερομένων  (24).

(78)

Στην παρούσα υπόθεση, σκοπός είναι η συμμόρφωση με την υποχρέωση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ. Δεδομένου ότι το Δικαστήριο διαπίστωσε παρανομία μόνον όσον αφορά τον καθορισμό του εφαρμοστέου δασμολογικού συντελεστή και όχι όσον αφορά την επιβολή των ίδιων των μέτρων (δηλαδή όσον αφορά το πόρισμα σχετικά με την ύπαρξη ντάμπινγκ, τη ζημία που προέκυψε και το συμφέρον της Ένωσης), οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν μπορούσαν να προσδοκούν δικαιολογημένα ότι δεν θα επιβάλλονταν οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ. Επομένως, ακόμη και αν είχε αναδρομική ισχύ, κάτι που δεν συμβαίνει, η επιβολή αυτή δεν είναι δυνατόν να εκληφθεί ως παραβίαση της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(79)

Επιπροσθέτως, όσον αφορά την προστασία της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, σημειώνεται καταρχάς ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, οι εισαγωγείς δεν μπορούν να επικαλεστούν την προστασία της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, εφόσον τους έχει γίνει γνωστό ότι επίκειται αναπροσανατολισμός της εμπορικής πολιτικής της Ένωσης (25). Στην παρούσα υπόθεση, ο κίνδυνος επιβολής δασμού αντιντάμπινγκ στα προϊόντα που παράγονται από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς έγινε γνωστός στους εισαγωγείς μέσα από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας και του προσωρινού κανονισμού, τα οποία εξακολουθούν να αποτελούν αμφότερα τμήμα της έννομης τάξης της Ένωσης. Οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν μπορούσαν, επομένως, να βασιστούν στις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης οι οποίες αφορούν την προστασία της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(80)

Αντίθετα, οι οικονομικοί φορείς είχαν πλήρη επίγνωση, κατά τη διενέργεια εισαγωγών υποδημάτων, ότι οι εν λόγω εισαγωγές υπόκειντο σε δασμό. Έλαβαν αυτόν τον δασμό υπόψη κατά τον καθορισμό των τιμών πώλησης και την αξιολόγηση των οικονομικών κινδύνων. Ως εκ τούτου, δεν απέκτησαν καμία ασφάλεια δικαίου ή δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς την απαλλαγή των εισαγωγών από δασμούς και συνήθως μετακύλιαν το κόστος των δασμών αυτών στους πελάτες τους. Συνεπώς, είναι προς το συμφέρον της Ένωσης να ορίσει τώρα τον εφαρμοστέο δασμολογικό συντελεστή, αντί να παράσχει στους οικείους εισαγωγείς ένα απροσδόκητο κέρδος, οι οποίοι θα πλούτιζαν αδικαιολόγητα.

(81)

Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει παραβίαση των αρχών περί παραγραφής, ασφάλειας δικαίου και δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ούτε και των διατάξεων του βασικού κανονισμού και της ΣΑ.

(82)

Όσον αφορά το επιχείρημα, ότι η αναγνώριση ΚΟΑ έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εντός τριών μηνών από την έναρξη της έρευνας, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) δεύτερο εδάφιο του βασικού κανονισμού δεν περιέχει καμία ένδειξη όσον αφορά τις συνέπειες της μη τήρησης της τρίμηνης προθεσμίας εκ μέρους της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι τυχόν μεταγενέστερη απόφαση για υπαγωγή σε ΚΟΑ δεν επηρεάζει την ισχύ του κανονισμού για την επιβολή οριστικών μέτρων, εφόσον οι αιτούντες δεν αποδείξουν ότι, εάν η Επιτροπή είχε τηρήσει την τρίμηνη προθεσμία, το Συμβούλιο μπορεί να είχε εκδώσει διαφορετικό κανονισμό ευνοϊκότερο για τα συμφέροντά τους απ' ό,τι ο επίδικος κανονισμός (26). Το Δικαστήριο έχει επίσης αναγνωρίσει ότι τα θεσμικά όργανα μπορούν να τροποποιήσουν την αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ έως τη θέσπιση οριστικών μέτρων (27).

(83)

Η ανωτέρω νομολογία δεν έχει ανατραπεί από τις αποφάσεις Brosmann και Aokang. Στις αποφάσεις Brosmann και Aokang, το Δικαστήριο στηρίζεται στην υποχρέωση της Επιτροπής για διενέργεια της αξιολόγησης εντός τριών μηνών προκειμένου να δείξει ότι η υποχρέωση της εν λόγω αξιολόγησης υφίσταται ανεξάρτητα από το κατά πόσον η Επιτροπή εφαρμόζει ή όχι τη δειγματοληψία. Το Δικαστήριο δεν λαμβάνει θέση σχετικά με το ερώτημα ποιες είναι οι νομικές συνέπειες σε περίπτωση που η Επιτροπή ολοκληρώσει την αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ σε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας. Το δικαστήριο κρίνει απλώς ότι τα θεσμικά όργανα δεν μπορούσαν να αγνοήσουν παντελώς τα αιτήματα περί υπαγωγής σε ΚΟΑ, αλλά έπρεπε να τα αξιολογήσουν το αργότερο κατά την επιβολή των οριστικών μέτρων. Οι αποφάσεις αυτές επιβεβαιώνουν τη νομολογία που αναφέρεται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη.

(84)

Στην παρούσα υπόθεση, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν απέδειξαν ότι, εάν η Επιτροπή είχε προβεί στην αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ εντός τριών μηνών μετά την έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ το 2005, το Συμβούλιο μπορεί να είχε εκδώσει διαφορετικό κανονισμό ευνοϊκότερο για τα συμφέροντά τους από τον επίδικο κανονισμό. Ως εκ τούτου, η αξίωση περί παραγραφής ως προς την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ απορρίπτεται.

(85)

Προβλήθηκε επίσης η αξίωση ότι, εφόσον η παρανομία συνέβη στο στάδιο της αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ, η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει επαναλάβει τη διαδικασία από το σημείο πριν από την επιβολή των προσωρινών μέτρων.

(86)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η επιβολή προσωρινών μέτρων δεν είναι αναγκαίο βήμα της διαδικασίας, αλλά μια αυτόνομη πράξη, η οποία παύει να ισχύει με τη θέσπιση οριστικών μέτρων (28). Το μόνο απαραίτητο διαδικαστικό βήμα πριν από τη θέσπιση οριστικών μέτρων είναι η έναρξη της διαδικασίας. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα αυτό είναι αβάσιμο.

(87)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη, παραπέμποντας στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-2/95, IPS κατά Συμβουλίου, επισήμαναν τη διαφορά μεταξύ «έρευνας» και «διαδικασίας» και ισχυρίστηκαν ότι, όταν μια διαδικασία τερματιστεί, όπως στην προκειμένη υπόθεση, δεν είναι πλέον δυνατό να επαναληφθεί.

(88)

Η Επιτροπή αδυνατεί να εντοπίσει οποιαδήποτε ουσιαστική διαφορά μεταξύ των όρων «έρευνα» και «διαδικασία». Οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται κατά τρόπο εναλλασσόμενο στον βασικό κανονισμό και τη νομολογία. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση στην υπόθεση T-2/95 πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα της απόφασης επί της προσφυγής για την υπόθεση εκείνη.

(89)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν επίσης ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν προβλέπει τη μερική εφαρμογή μιας απόφασης του Δικαστηρίου και, στην προκειμένη υπόθεση, την αντιστροφή του βάρους αποδείξεως. Ως εκ τούτου, ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή εσφαλμένα αξιολόγησε μόνον τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των παραγωγών-εξαγωγέων που αποτελούσαν προμηθευτές εισαγωγέων οι οποίοι υπέβαλαν αιτήσεις επιστροφής δασμών. Τα μέρη αυτά βάσισαν την αξίωσή τους στην παραδοχή ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE ισχύει έναντι πάντων και ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι τα αποτελέσματα της τρέχουσας αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ θα έχουν επίσης αντίκτυπο στον δασμό υπολοίπων εταιρειών που ισχύει για όλους τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Ως εκ τούτου, τα εν λόγω μέρη υποστήριξαν ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει αξιολογήσει όλες τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ που είχαν υποβληθεί στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας.

(90)

Επιπλέον, τα εν λόγω μέρη αμφισβήτησαν ότι το βάρος της απόδειξης το φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να ζητήσει υπαγωγή σε ΚΟΑ/ΑΜ, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι παραγωγοί είχαν απαλλαγεί από το εν λόγω βάρος της απόδειξης το 2005, με την κατάθεση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ κατά την αρχική έρευνα. Επιπλέον, αμφισβήτησαν ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE μπορεί να εφαρμοστεί με απλή αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς οι οποίοι δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, καθώς το Δικαστήριο δεν διαπίστωσε συγκεκριμένα ότι η εντοπισθείσα ακυρότητα πράγματι περιορίζεται σε αυτή την πτυχή.

(91)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εφαρμογή της απόφασης είναι απαραίτητη μόνο για τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους δεν έχουν καταστεί οριστικές όλες οι συναλλαγές εισαγωγής. Πράγματι, μετά τη λήξη της τριετούς περιόδου παραγραφής που προβλέπεται στον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα, ο δασμός καθίσταται οριστικός, όπως επιβεβαιώνεται στις αποφάσεις. Αποκλείεται κάθε αντίκτυπος στον δασμό των υπολοίπων εταιρειών, διότι αξιολογήθηκε η αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ για τις εταιρείες του δείγματος και το γεγονός της αναγνώρισης ΚΟΑ/ΑΜ σε μία από τις εταιρείες εκτός του δείγματος δεν επηρεάζει τον δασμολογικό συντελεστή των υπολοίπων εταιρειών.

(92)

Το βάρος της απόδειξης δεν περιορίζεται στην υποβολή μιας αίτησης. Αφορά το περιεχόμενο της αίτησης, όπου θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή σε ΚΟΑ/ΑΜ.

(93)

Η μόνη παρανομία που διαπιστώθηκε στις αποφάσεις είναι η έλλειψη αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ.

Νομική βάση για την εκ νέου επιβολή των δασμών

(94)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν έπρεπε να έχει εφαρμόσει δύο διαφορετικά νομικά καθεστώτα, δηλαδή, αφενός, τον βασικό κανονισμό, πριν από την τροποποίησή του, για την αξιολόγηση των αιτήσεων περί ΑΜ των παραγωγών και, αφετέρου, τον υφιστάμενο βασικό κανονισμό ο οποίος ενσωμάτωσε τις τροποποιήσεις που εισήγαγε ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29) που θεσπίζει διαδικασίες επιτροπολογίας, μεταξύ άλλων, στον τομέα της εμπορικής άμυνας και, συνεπώς, αναθέτει την αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων στην Επιτροπή.

(95)

Τα μέρη αυτά επίσης επανέλαβαν ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν επιτρέπει την αναδρομική επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ, όπως, κατ' αυτούς, επιβεβαιώνεται και από την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-459/98P, IPS κατά Συμβουλίου και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Κοινότητα μετά από έκθεση που εγκρίνει το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων (30). Ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν έχει παράσχει καμία έγκυρη αιτιολόγηση για την παρέκκλισή της από την αρχή της μη αναδρομικότητας και έχει, συνεπώς, παραβιάσει την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(96)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οποιαδήποτε επιβολή μέτρων θα ήταν άνευ αντικειμένου σε κάθε περίπτωση, εφόσον οι διατάξεις περί παραγραφής που προβλέπονται στο άρθρο 103 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα έληξαν. Επομένως, η είσπραξη δασμών αντιντάμπινγκ θα παραβίαζε την αρχή της χρηστής διοίκησης, καθώς και το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού και θα συνιστούσε κατάχρηση εξουσίας.

(97)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν επίσης ότι η εκ νέου επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές των οικείων κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων από την τρέχουσα εφαρμογή των μέτρων συνιστά i) διακριτική μεταχείριση των εισαγωγέων που αφορά η τρέχουσα εφαρμογή σε σχέση με τους εισαγωγείς που επηρεάζονταν από την εφαρμογή των αποφάσεων Brosmann και Aokang, στους οποίους επιστράφηκαν οι δασμοί που είχαν καταβληθεί για εισαγωγές υποδημάτων από τους πέντε παραγωγούς-εξαγωγείς που εμπλέκονται στις αποφάσεις αυτές, καθώς και ii) διακριτική μεταχείριση των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων που αφορά η παρούσα εφαρμογή σε σχέση με τους πέντε παραγωγούς-εξαγωγείς που επηρεάζονται από τις αποφάσεις Brosmann και Aokang, στους οποίους δεν είχε επιβληθεί κανένας δασμός μετά την εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 2014, με την οποία απορρίπτεται η πρόταση εκτελεστικού κανονισμού για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας που παράγονται από τις επιχειρήσεις Brosmann Footwear (HK) Ltd, Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd, Risen Footwear (HK) Co. Ltd και Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd (31).

(98)

Η διακριτική αυτή μεταχείριση, κατά τους ισχυρισμούς τους, αντικατοπτρίζει την έλλειψη ομοιόμορφης ερμηνείας και εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ, η οποία παραβιάζει το θεμελιώδες δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία.

(99)

Όσον αφορά την εικαζόμενη χρήση διαφορετικών νομικών καθεστώτων, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή απορρέει από τις διαφορές των μεταβατικών κανόνων που περιλαμβάνονται στις τρεις κανονισμούς για την τροποποίηση του βασικού κανονισμού.

(100)

Πρώτον, ο κανονισμός 765/2012 (επίσης αναφερόμενος ως «τροποποίηση για τους συνδετήρες», σχετικά με τη δυνατότητα αναγνώρισης ΑΜ) προέβλεπε στο άρθρο 2 ότι «εφαρμόζεται σε όλες τις έρευνες που κινούνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού». Δεδομένου ότι η παρούσα έρευνα ξεκίνησε πριν από την ημερομηνία αυτή, οι τροποποιήσεις του εν λόγω κανονισμού στον βασικό κανονισμό δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση.

(101)

Δεύτερον, ο κανονισμός 1168/2012 (επίσης αναφερόμενος ως «τροπολογία Brosmann», σχετικά με τη δυνατότητα αναγνώρισης ΚΟΑ), προέβλεπε στο άρθρο 2 ότι «ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλες τις νέες και εκκρεμούσες έρευνες από τις 15 Δεκεμβρίου 2012». Ως εκ τούτου, εάν η Επιτροπή είχε υιοθετήσει αυστηρή προσέγγιση, δεν θα ήταν καν αναγκαίο να αξιολογήσει τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ των εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεδομένου ότι είχαν απολέσει το δικαίωμα αξιολόγησης για υπαγωγή σε ΚΟΑ στις 15 Δεκεμβρίου 2012. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι μια τέτοια μεταχείριση θα ήταν δύσκολο να συμβιβαστεί με την υποχρέωσή της για την εφαρμογή των αποφάσεων. Ο κανονισμός 1168/2012 επίσης δεν φαίνεται να εισάγει πλήρη απαγόρευση ως προς την ανάλυση αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ εκτός του δείγματος, δεδομένου ότι επιτρέπει την εξέταση αυτή σε περίπτωση ατομικής μεταχείρισης. Κατ' αναλογία, η εν λόγω παρέκκλιση μπορεί να θεωρηθεί ότι τυγχάνει εφαρμογής και στην προκειμένη περίπτωση. Επικουρικά, η Επιτροπή θεωρεί ότι το αποτέλεσμα της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 στην προκειμένη περίπτωση θα οδηγούσε στο ίδιο αποτέλεσμα, καθώς όλες οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ θα απορρίπτονταν αυτομάτως, χωρίς να υποβληθούν σε αξιολόγηση.

(102)

Τρίτον, όσον αφορά την επιτροπολογία, το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014 προβλέπει ότι το Συμβούλιο παραμένει αρμόδιο για τις διαδικασίες που έχουν αρχίσει, όταν η Επιτροπή έχει εκδώσει πράξη ή έχει αρχίσει διαβούλευση ή η Επιτροπή έχει θεσπίσει πρόταση. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν είχε αναληφθεί δράση σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης πριν από την έναρξη ισχύος του εν λόγω κανονισμού.

(103)

Όσον αφορά την αναδρομική επιβολή των οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ, γίνεται μνεία στις εκτιμήσεις που περιγράφονται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 73 έως 81, όπου οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάστηκαν ήδη διεξοδικά.

(104)

Όσον αφορά τη διακριτική μεταχείριση, η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς και ορισμένοι εισαγωγείς που επηρεάζονται από τον παρόντα κανονισμό απολαύουν δικαστικής προστασίας στα δικαστήρια της Ένωσης κατά του παρόντος κανονισμού. Άλλοι εισαγωγείς απολαύουν προστασίας μέσω των εθνικών δικαστηρίων, τα οποία ενεργούν ως δικαστές του κοινού δικαίου της Ένωσης.

(105)

Ο ισχυρισμός περί διακριτικής μεταχείρισης είναι εξίσου αβάσιμος. Οι εισαγωγείς που έχουν εισαγάγει από την Brosmann και τους άλλους τέσσερις παραγωγούς-εξαγωγείς βρίσκονται σε διαφορετική πραγματική και νομική κατάσταση, διότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς τους αποφάσισαν να αμφισβητήσουν τον επίδικο κανονισμό και επειδή οι δασμοί τους επιστράφηκαν, έτσι ώστε να προστατεύονται από το άρθρο 221 παράγραφος 3 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα. Καμία τέτοια πρόκληση και καμία τέτοια επιστροφή δεν σημειώθηκε στις άλλες περιπτώσεις. Η Επιτροπή θα αρχίσει να προετοιμάζει την εφαρμογή των σχετικών μέτρων για τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς της Clark, της Puma και της Timberland· όλοι οι άλλοι παραγωγοί-εξαγωγείς από τη ΛΔΚ και το Βιετνάμ, που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, και οι εισαγωγείς τους θα αντιμετωπίζονται σε μεταγενέστερο στάδιο με τον ίδιο τρόπο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

(106)

Τα ίδια ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν επίσης ότι το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως νομική βάση για την παρεμπόδιση της εφαρμογής του άρθρου 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, καθώς και ότι η λειτουργία του άρθρου 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα είναι ανεξάρτητη από κάθε απόφαση που λαμβάνεται στο πλαίσιο του βασικού κανονισμού ή των υποχρεώσεων της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ.

(107)

Στο πλαίσιο αυτό, υποστηρίχθηκε ότι η εφαρμογή του άρθρου 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών τελωνειακών αρχών, σύμφωνα με την οποία οι τελευταίες είναι υποχρεωμένες να επιστρέψουν τους καταβληθέντες δασμούς που δεν ήταν νομίμως οφειλόμενοι. Τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν επίσης ότι το άρθρο 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα δεν μπορεί να εξαρτηθεί από το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού ή να αποτελεί δευτερεύουσα διάταξη ως προς το άρθρο αυτό, διότι αμφότερα τα άρθρα αποτελούν παράγωγο δίκαιο και, ως εκ τούτου, κανένα δεν αντικαθιστά το άλλο. Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 14 του βασικού κανονισμού αφορά ειδικές διατάξεις που καλύπτουν τις έρευνες και τις διαδικασίες στο πλαίσιο του βασικού κανονισμού και δεν ισχύει για οποιαδήποτε άλλη νομική πράξη, όπως ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας.

(108)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας δεν εφαρμόζεται αυτόματα στην επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ, αλλά μόνο με αναφορά στον κανονισμό που επιβάλλει τους δασμούς αντιντάμπινγκ. Σύμφωνα με το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να μην εφαρμόσει ορισμένες διατάξεις του εν λόγω κώδικα, και αντ' αυτών να δημιουργήσει ειδικούς κανόνες. Επειδή ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας εφαρμόζεται μόνον επί τη βάσει παραπομπής στους εκτελεστικούς κανονισμούς του Συμβουλίου και της Επιτροπής, δεν έχει, σε σχέση με το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού, την ίδια θέση στην ιεραρχία των κανόνων, αλλά είναι δευτερεύων και είναι δυνατό να καταστεί ανεφάρμοστος ή να εφαρμοστεί με διαφορετικό τρόπο.

Επαρκής αιτιολόγηση

(109)

Τα προαναφερόμενα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ότι, κατά παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή παρέλειψε να παράσχει επαρκή αιτιολόγηση και αναφορά της νομικής βάσης επί της οποίας επιβλήθηκαν εκ νέου δασμοί με αναδρομική ισχύ και, συνεπώς, απορρίφθηκε η επιστροφή των δασμών στους εισαγωγείς που εμπλέκονται από την τρέχουσα εφαρμογή.

(110)

Η έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης αφορούσε ιδίως i) την έλλειψη νομικής βάσης για την επανέναρξη της έρευνας και την έλλειψη δημοσίευσης σχετικής ανακοίνωσης αναφορικά με την επανέναρξη αυτή· ii) τη μερική μόνον εφαρμογή της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, με την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των παραγωγών-εξαγωγέων μόνο στις περιπτώσεις όπου είχαν υποβληθεί αιτήσεις επιστροφής δασμών από τους εισαγωγείς· iii) την παρέκκλιση από την αρχή της μη αναδρομικότητας των δασμών αντιντάμπινγκ· iv) την εφαρμογή του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του στις 6 Σεπτεμβρίου 2012, για την αξιολόγηση των αιτήσεων περί ΑΜ των παραγωγών-εξαγωγέων, αφενός, και του υφιστάμενου βασικού κανονισμού, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 όσον αφορά τις ισχύουσες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, αφετέρου, και v) την απουσία απάντησης προς τα νομικά επιχειρήματα που υπέβαλαν τα μέρη αυτά μετά την κοινοποίηση της Επιτροπής σχετικά με την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ που υπέβαλαν οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς την 15η Δεκεμβρίου 2015.

(111)

Σχετικά με την έλλειψη νομικής βάσης για την επανέναρξη της έρευνας, η Επιτροπή υπενθυμίζει τη νομολογία που αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 15, δυνάμει της οποίας μπορεί να επαναλάβει την έρευνα από το σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία. Και αυτό ήταν μετά την έναρξη της διαδικασίας. Δεν υπάρχει νομική υποχρέωση για την Επιτροπή να δημοσιεύσει ανακοίνωση για την επανεκκίνηση, τη συνέχιση ή την επανέναρξη της διαδικασίας ή της έρευνας. Αντιθέτως, αυτό είναι το αυτόματο αποτέλεσμα της απόφασης, την οποία τα θεσμικά όργανα οφείλουν στη συνέχεια να εφαρμόσουν.

(112)

Σύμφωνα με τη νομολογία, η νομιμότητα του κανονισμού περί αντιντάμπινγκ θα πρέπει να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των ουσιαστικών κανόνων δικαίου της Ένωσης, και όχι από τη σκοπιά της πρακτικής όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων, ακόμη και όταν υπάρχει η εν λόγω πρακτική (κάτι που δεν συμβαίνει εν προκειμένω) (32). Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι η Επιτροπή ενδέχεται να ακολούθησε στο παρελθόν, σε ορισμένες περιπτώσεις, διαφορετική πρακτική δεν δύναται να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο στην προκείμενη περίπτωση, διότι η πρότερη πρακτική, στην οποία γίνεται αναφορά, δεν αντιστοιχεί ούτε στην πραγματική ούτε στη νομική κατάσταση της συγκεκριμένης υπόθεσης, και οι διαφορές μπορούν να εξηγηθούν με την παρουσίαση των πραγματικών και νομικών διαφορών των εν λόγω προγενέστερων υποθέσεων με την παρούσα.

(113)

Οι διαφορές αυτές έχουν ως εξής: Η παρανομία που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο δεν αφορά τα πορίσματα σχετικά με την ύπαρξη ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Ένωσης, και, επομένως, την αρχή της επιβολής του δασμού, αλλά μόνον τον ακριβή δασμολογικό συντελεστή. Αντιθέτως, οι προηγούμενες ακυρώσεις που επικαλούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη αφορούσαν τα πορίσματα για την ύπαρξη ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Ένωσης. Ως εκ τούτου, τα θεσμικά όργανα έκριναν σκοπιμότερο να θεσπίσουν νέα μέτρα για το μέλλον.

(114)

Ειδικότερα, στην προκειμένη υπόθεση, δεν χρειαζόταν η αναζήτηση συμπληρωματικών πληροφοριών υπό οποιαδήποτε μορφή από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αντιθέτως, η Επιτροπή όφειλε να αξιολογήσει τις πληροφορίες που είχαν κατατεθεί σε αυτήν, αλλά δεν είχαν αξιολογηθεί πριν από την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006. Σε κάθε περίπτωση, η προηγούμενη πρακτική σε άλλες υποθέσεις, δεν συνιστά ακριβή και άνευ όρων εγγύηση για την παρούσα περίπτωση.

(115)

Τέλος, όλα τα μέρη κατά των οποίων απευθύνεται η διαδικασία, δηλαδή οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς, καθώς και οι διάδικοι στις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις και η Ένωση που εκπροσωπεί ένα από αυτά τα μέρη, ενημερώθηκαν, με την κοινοποίηση των σχετικών γεγονότων, για τη βάση επί της οποίας η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει την παρούσα αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ. Ως εκ τούτου, τα δικαιώματα υπεράσπισής τους είναι διασφαλισμένα. Εν προκειμένω, θα πρέπει να σημειωθεί ειδικότερα ότι οι μη συνδεόμενοι εισαγωγείς δεν απολαύουν, σε μια διαδικασία αντιντάμπινγκ, δικαιωμάτων υπεράσπισης, καθώς οι σχετικές διαδικασίες δεν κινούνται εναντίον τους (33).

(116)

Όσον αφορά τη μερική εφαρμογή των αποφάσεων, το κατά πόσον και σε ποιο βαθμό τα θεσμικά όργανα οφείλουν να εφαρμόσουν μια δικαστική απόφαση εξαρτάται από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της εκάστοτε απόφασης. Ειδικότερα, το κατά πόσον είναι δυνατόν να επαληθευτεί η επιβολή δασμών στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν πριν από την απόφαση εξαρτάται από το εάν από την παρανομία που εντοπίστηκε στη δικαστική απόφαση επηρεάζεται ο εντοπισμός της ζημιογόνου πρακτικής ντάμπινγκ ή μόνον ο υπολογισμός του ακριβούς δασμολογικού συντελεστή. Στην τελευταία περίπτωση, η οποία ισχύει εν προκειμένω, δεν υπάρχει καμία αιτιολογία για την επιστροφή όλων των δασμών. Αντίθετα, αρκεί ο καθορισμός του ορθού δασμολογικού συντελεστή και η επιστροφή της τυχόν διαφοράς (δεδομένου ότι δεν θα ήταν δυνατή η αύξηση του δασμολογικού συντελεστή, καθώς το τμήμα της αύξησης θα συνιστούσε αναδρομική επιβολή).

(117)

Οι παρελθούσες ακυρώσεις στις οποίες παραπέμπουν τα ενδιαφερόμενα μέρη αφορούσαν τον εντοπισμό πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας και συμφέροντος της Ένωσης (είτε σε σχέση με την απόδειξη των πραγματικών περιστατικών, είτε σε σχέση με την αξιολόγηση των πραγματικών περιστατικών είτε σε σχέση με τα δικαιώματα υπεράσπισης).

(118)

Οι εν λόγω ακυρώσεις ήταν σε άλλες περιπτώσεις μερικές και σε άλλες πλήρεις.

(119)

Τα δικαστήρια της Ένωσης χρησιμοποιούν τη μέθοδο της μερικής ακύρωσης, όταν μπορούν να συναγάγουν, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που περιέχονται στον φάκελο, ότι τα θεσμικά όργανα θα έπρεπε να έχουν χορηγήσει μια συγκεκριμένη προσαρμογή ή να έχουν χρησιμοποιήσει διαφορετική μέθοδο για κάποιον συγκεκριμένο υπολογισμό, που θα είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή χαμηλότερου δασμού (αλλά δεν έθεσαν υπό αμφισβήτηση τα πορίσματα περί πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας και συμφέροντος της Ένωσης). Ο (χαμηλότερος) δασμός παραμένει σε ισχύ τόσο για το χρονικό διάστημα πριν από την ακύρωση όσο και για το χρονικό διάστημα μετά την ακύρωση (34). Προκειμένου να συμμορφωθούν με την απόφαση, τα θεσμικά όργανα υπολογίζουν εκ νέου τον δασμό και τροποποιούν αναλόγως τον κανονισμό που επιβάλλει τον δασμό, τόσο για το παρελθόν όσο και για το μέλλον. Τέλος, καλούν τις εθνικές τελωνειακές αρχές να επιστρέψουν τη διαφορά, όπου έχουν εγερθεί εμπρόθεσμα σχετικές αξιώσεις (35).

(120)

Τα δικαστήρια της Ένωσης προχωρούν σε πλήρη ακύρωση στις περιπτώσεις όπου δεν μπορούν να αποφανθούν, με βάση τα πραγματικά περιστατικά του φακέλου, εάν τα θεσμικά όργανα έπραξαν ορθώς αναγνωρίζοντας ότι υπήρχε πρακτική ντάμπινγκ, ζημία και συμφέρον της Ένωσης, διότι τα θεσμικά όργανα όφειλαν να επαναλάβουν ένα μέρος της έρευνάς τους. Δεδομένου ότι τα δικαστήρια της Ένωσης δεν είναι αρμόδια για τη διεξαγωγή της έρευνας στη θέση της Επιτροπής, ακύρωσαν πλήρως τους κανονισμούς για την επιβολή οριστικών δασμών. Κατά συνέπεια, τα θεσμικά όργανα απέδειξαν εγκύρως την ύπαρξη των τριών προϋποθέσεων που απαιτούνται για την επιβολή των μέτρων, μόνο μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης που ακύρωσε τους δασμούς. Για τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έγκυρη απόδειξη της πρακτικής ντάμπινγκ, της ζημίας και του συμφέροντος της Ένωσης, η επιβολή οριστικών δασμών απαγορεύεται τόσο από τον βασικό κανονισμό όσο και από τη ΣΑ. Ως εκ τούτου, οι πράξεις που εκδόθηκαν από τα θεσμικά όργανα για την περάτωση των ερευνών αυτών επέβαλλαν οριστικούς δασμούς μόνο για το μέλλον (36).

(121)

Η παρούσα περίπτωση είναι διαφορετική από τις παρελθούσες (μερικές ή ολικές) ακυρώσεις, στο μέτρο που, δεδομένου ότι δεν αφορά την ίδια την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας και συμφέροντος της Ένωσης, αλλά μόνον την επιλογή του κατάλληλου δασμολογικού συντελεστή (δηλαδή, τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ του δασμολογικού συντελεστή που ισχύει για τη μοναδική εταιρεία του δείγματος στην οποία αναγνωρίστηκε ΚΟΑ και του δασμολογικού συντελεστή των υπολοίπων εταιρειών). Επομένως, η διαφωνία εδώ δεν αφορά την ίδια την αρχή της επιβολής ενός δασμού, αλλά μόνον το ακριβές ύψος (με άλλα λόγια: μια μορφή) του δασμού. Και η προσαρμογή, εάν είναι δυνατή, μπορεί να γίνει μόνο προς τα κάτω.

(122)

Σε αντίθεση με τις παρελθούσες περιπτώσεις μερικής ακύρωσης που αναφέρθηκαν ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 119, το Δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να αποφασίσει κατά πόσον έπρεπε να χορηγηθεί ένας νέος (μειωμένος) δασμολογικός συντελεστής, καθώς η απόφαση αυτή απαιτεί πρώτα μια αξιολόγηση της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ. Αυτό το καθήκον της αξιολόγησης της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ συγκαταλέγεται στα προνόμια της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν δύναται να πραγματοποιήσει αυτό το τμήμα της έρευνας στη θέση της Επιτροπής, χωρίς να υπερβεί τις αρμοδιότητές του.

(123)

Σε αντίθεση με τις παρελθούσες περιπτώσεις πλήρους ακύρωσης, εδώ τα συμπεράσματα περί πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας, αιτιώδους συνάφειας και συμφέροντος της Ένωσης δεν ακυρώθηκαν. Ως εκ τούτου, η πρακτική ντάμπινγκ, η ζημία, η αιτιώδης συνάφεια και το συμφέρον της Ένωσης έχουν αποδειχθεί εγκύρως κατά τον χρόνο έκδοσης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος περιορισμού της εκ νέου επιβολής οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στο μέλλον.

(124)

Ο παρών κανονισμός, συνεπώς, δεν αποκλίνει σε καμία περίπτωση από την πρακτική λήψης αποφάσεων των θεσμικών οργάνων, ακόμη και αν επρόκειτο για σχετικές υποθέσεις.

(125)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν επίσης ότι η ακύρωση των δασμών αντιντάμπινγκ δεν θα συνεπάγετο αδικαιολόγητο πλουτισμό των εισαγωγέων, όπως υποστηρίχθηκε από την Επιτροπή, δεδομένου ότι οι εν λόγω εισαγωγείς ενδέχεται να έχουν υποστεί μείωση των πωλήσεών τους λόγω του δασμού που είχε ενσωματωθεί στην τιμή πώλησης.

(126)

Στη νομολογία του Δικαστηρίου αναγνωρίζεται ότι η απόδοση των αχρεωστήτως καταβληθεισών επιβαρύνσεων μπορεί να απορρίπτεται όταν η απόδοση αυτή συνεπάγεται τον αδικαιολόγητο πλουτισμό των δικαιούχων (37). Η Επιτροπή παρατηρεί ότι τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη δεν αμφισβητούν ότι ο δασμός έχει μετακυλιστεί στους πελάτες τους και δεν παρέχουν καμία απόδειξη για τη μείωση των πωλήσεων, καθώς και ότι, σε κάθε περίπτωση, η νομολογία σχετικά με τον αδικαιολόγητο πλουτισμό λαμβάνει υπόψη μόνο τη μετακύλιση και όχι τα δυνητικά δευτερεύοντα αποτελέσματα της μετακύλισης.

(127)

Όσον αφορά τη φερόμενη παρέκκλιση από την αρχή της μη αναδρομικότητας, γίνεται παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 76 έως 81, όπου το ζήτημα αυτό εξετάστηκε διεξοδικά.

(128)

Όσον αφορά την υποτιθέμενη εφαρμογή δύο διαφορετικών νομικών πλαισίων για την τρέχουσα εφαρμογή, γίνεται παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 99 έως 102, όπου το ζήτημα αυτό εξετάστηκε διεξοδικά.

(129)

Τέλος, όσον αφορά τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα μέρη αυτά μετά την κοινοποίηση της αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ των οικείων κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων, θεωρείται ότι αυτές επιλύονται πλήρως στον ισχύοντα κανονισμό.

Άλλα δικονομικά ζητήματα

(130)

Τα ανωτέρω ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι θα έπρεπε να έχουν χορηγηθεί στους παραγωγούς-εξαγωγείς που επηρεάζονται από την τρέχουσα εφαρμογή μέτρων τα ίδια δικονομικά δικαιώματα που είχαν χορηγηθεί στους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα κατά τη διάρκεια της αρχικής έρευνας. Υποστήριξαν, ειδικότερα, ότι στους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν παρασχέθηκε καμία δυνατότητα συμπλήρωσης των εντύπων των αιτήσεών τους περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ με επιστολές περί ανεπαρκών στοιχείων και ότι είχε πραγματοποιηθεί ανάλυση μόνο βάσει των υποβληθέντων εγγράφων και όχι με επιτόπιες επισκέψεις επαλήθευσης. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν εξασφάλισε τη δέουσα επίδοση της κοινοποίησης της αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ στους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς, καθώς αυτή είχε σταλεί μόνο στους νομικούς εκπροσώπους των εν λόγω εταιρειών στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας.

(131)

Υποστηρίχθηκε επίσης ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς που επηρεάζονται από την παρούσα εφαρμογή δεν έλαβαν τις ίδιες διαδικαστικές εγγυήσεις με εκείνες που ίσχυαν για τις τυπικές έρευνες αντιντάμπινγκ, αλλά εφαρμόστηκαν αυστηρότερα πρότυπα. Η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της κατάθεσης της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας και της αξιολόγησης των αιτήσεων αυτών. Επιπλέον, στους παραγωγούς-εξαγωγείς, κατά την αρχική έρευνα, δόθηκαν μόνο 15 ημέρες για τη συμπλήρωση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ, αντί της συνήθους προθεσμίας των 21 ημερών.

(132)

Επιπλέον, ένας από τους εισαγωγείς ισχυρίστηκε ότι τα δικονομικά δικαιώματα των παραγωγών-εξαγωγέων παραβιάστηκαν, δεδομένου ότι δεν ήταν πλέον σε θέση να υποβάλουν ουσιαστικές παρατηρήσεις ή να παράσχουν συμπληρωματικές πληροφορίες προς στήριξη των αιτήσεων που είχαν υποβληθεί προ 11 ετών, καθώς ενδέχεται οι συγκεκριμένες εταιρείες να μην υφίστανται πλέον ή τα σχετικά έγγραφα να μην είναι πλέον διαθέσιμα.

(133)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι, σε αντίθεση με την αρχική έρευνα, η τρέχουσα εκ νέου επιβολή των μέτρων θα επηρεάσει μόνο τους εισαγωγείς της Ένωσης, χωρίς, ωστόσο, να τους παρέχεται οποιοδήποτε δικαίωμα παροχής ουσιαστικής συμβολής.

(134)

Επίσης, υποστηρίχθηκε ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε de facto τα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά κατά την έννοια του άρθρου 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ενώ η Επιτροπή δεν συμμορφώθηκε με τους διαδικαστικούς κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(135)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι καμία διάταξη του βασικού κανονισμού δεν προβλέπει ότι η Επιτροπή οφείλει να παρέχει στις εξαγωγικές εταιρείες που έχουν υποβάλει αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ τη δυνατότητα συμπλήρωσης ελλιπών στοιχείων. Υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, το βάρος της απόδειξης φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΚΟΑ/ΑΜ βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Συναφώς, το εν λόγω άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι η αίτηση που υποβάλλει ένας τέτοιος παραγωγός πρέπει να περιέχει επαρκείς αποδείξεις, όπως ορίζει η τελευταία αυτή διάταξη, ότι δραστηριοποιείται υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς. Επομένως, όπως έκρινε το Δικαστήριο στις αποφάσεις Brosmann και Aokang, δεν εναπόκειται στα θεσμικά όργανα να αποδείξουν ότι ο παραγωγός δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο εν λόγω καθεστώς. Αντιθέτως, στην Επιτροπή εναπόκειται να εκτιμήσει αν τα προσκομισθέντα από τον οικείο παραγωγό στοιχεία επαρκούν προς απόδειξη του ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, προκειμένου να του αναγνωριστεί η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ/ΑΜ (βλέπε αιτιολογική σκέψη 31 ανωτέρω). Το δικαίωμα ακρόασης αφορά την αξιολόγηση των εν λόγω πραγματικών περιστατικών, αλλά δεν περιλαμβάνει το δικαίωμα διόρθωσης ελλιπών πληροφοριών. Σε αντίθετη περίπτωση, ο παραγωγός-εξαγωγέας θα μπορούσε να παρατείνει επ' αόριστον την αξιολόγηση, με την τμηματική παροχή πληροφοριών.

(136)

Ως προς αυτό το σημείο, υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή δεν έχει καμία υποχρέωση να ζητήσει από τον παραγωγό-εξαγωγέα να συμπληρώσει με περαιτέρω έγγραφα την αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Όπως αναφέρεται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη, η Επιτροπή μπορεί να βασίζει την αξιολόγησή της στα στοιχεία που έχει υποβάλει ο παραγωγός-εξαγωγέας. Σε κάθε περίπτωση, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν αμφισβήτησαν την αξιολόγηση των αιτήσεών τους περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ από την Επιτροπή, ούτε και προσδιόρισαν τα έγγραφα ή τα άτομα στα οποία δεν μπορούν πλέον να βασιστούν. Ο ισχυρισμός αυτός είναι, επομένως, τόσο αφηρημένος ώστε τα θεσμικά όργανα να μην μπορούν να λάβουν υπόψη αυτές τις δυσχέρειες κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Καθώς το επιχείρημα αυτό βασίζεται σε εικασίες και δεν στηρίζεται σε σαφή στοιχεία σχετικά με το ποια έγγραφα ή ποια άτομα δεν είναι πλέον διαθέσιμα, καθώς και ποια είναι η σημασία των εν λόγω εγγράφων και ατόμων για την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ, το εν λόγω επιχείρημα πρέπει να καταρριφθεί.

(137)

Όσον αφορά την de facto εφαρμογή του άρθρου 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, αυτή δεν συνεπάγεται αυτομάτως και την υποχρεωτική εφαρμογή του άρθρου 18 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Αυτή είναι υποχρεωτική μόνο στις περιπτώσεις που η Επιτροπή απορρίπτει στοιχεία που παρασχέθηκαν από το ενδιαφερόμενο μέρος. Στην προκειμένη υπόθεση, η Επιτροπή αποδέχθηκε τα στοιχεία που υπέβαλαν οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς και βάσισε την αξιολόγησή της στις πληροφορίες αυτές. Αυτό δεν αποτελεί χρήση των διαθέσιμων στοιχείων. Αντιθέτως, η Επιτροπή δεν έχει απορρίψει κανένα υποβληθέν στοιχείο.

Συμφέρον της Ένωσης

(138)

Ένας εισαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε κατά πόσον η επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ θα ήταν προς το συμφέρον της Ένωσης και υποστήριξε ότι τα μέτρα θα ήταν αντίθετα προς το συμφέρον της Ένωσης, διότι i) τα μέτρα είχαν ήδη πετύχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα όταν επιβλήθηκαν για πρώτη φορά, ii) τα μέτρα δεν επέφεραν πρόσθετο όφελος για την ενωσιακή βιομηχανία, iii) τα μέτρα δεν θα επηρέαζαν τους παραγωγούς-εξαγωγείς και iv) τα μέτρα θα συνεπάγονταν σημαντικό κόστος για τους εισαγωγείς της Ένωσης.

(139)

Η παρούσα υπόθεση αφορά μόνο τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ, διότι αυτό είναι το μοναδικό σημείο στο οποίο εντοπίστηκε νομικό σφάλμα από τα δικαστήρια της Ένωσης. Η αξιολόγηση του αρχικού κανονισμού ως προς το συμφέρον της Ένωσης παραμένει σε πλήρη ισχύ. Επιπλέον, το υπό εξέταση μέτρο είναι δικαιολογημένο, προκειμένου να προστατεύονται τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

Πρόδηλα σφάλματα κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ

i)   Εκτίμηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ

(140)

Η FESI και η Puma αμφισβήτησαν την εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τις αιτήσεις των κινέζων προμηθευτών περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και ισχυρίστηκαν ότι οι αιτήσεις αυτές απορρίφθηκαν κυρίως με βάση την απουσία πλήρων πληροφοριών. Όσον αφορά το κριτήριο 1, τα εν λόγω μέρη ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή, εκτός του ότι δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια να αποκτήσει τις ελλείπουσες πληροφορίες, δεν διευκρίνισε επίσης ποιες πληροφορίες ήταν αναγκαίες προκειμένου να αποδειχθεί ότι δεν υπήρχε σημαντική κρατική παρέμβαση στις επιχειρηματικές αποφάσεις των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων. Όσον αφορά το κριτήριο 3, παραπέμποντας στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση T-586/14 Xinyi OV κατά Επιτροπής, τα εν λόγω μέρη ισχυρίστηκαν ότι τα φορολογικά κίνητρα ή τα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα δεν ήταν ενδεικτικά οποιασδήποτε στρέβλωσης της αγοράς ή συμπεριφοράς που υποδηλώνει παρέκκλιση από τις συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

(141)

Σε αυτή τη βάση, τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή προέβη σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ως προς την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού και ότι, επίσης, δεν έχει επαρκείς λόγους για την απόρριψη των αιτήσεων των παραγωγών-εξαγωγέων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ.

(142)

Όσον αφορά τις ελλείπουσες πληροφορίες σε σχέση με το κριτήριο 1, γίνεται αναφορά στην αιτιολογική σκέψη 135, η οποία αναφέρει ότι δεν υπάρχει καμία διάταξη του βασικού κανονισμού που να υποχρεώνει την Επιτροπή να παρέχει στις εξαγωγικές εταιρείες που αιτούνται αναγνώρισης ΚΟΑ τη δυνατότητα να συμπληρώνουν ελλιπή πραγματικά στοιχεία και ότι στην πραγματικότητα το βάρος της απόδειξης φέρει ο παραγωγός-εξαγωγέας ο οποίος επιθυμεί να αιτηθεί υπαγωγή σε ΚΟΑ.

(143)

Όσον αφορά το κριτήριο 3, διευκρινίζεται ότι ούτε τα φορολογικά κίνητρα ούτε τα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα (όπου υπήρχαν) θεωρήθηκαν λόγος για την απόρριψη αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ.

ii)   Εκτίμηση περί ΑΜ

(144)

Τα ίδια ως άνω ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν, όσον αφορά το κριτήριο 2, ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις δεν καθορίζονταν ελεύθερα και ότι εναπόκειτο στην Επιτροπή να καθορίσει εάν και πώς οι τιμές εξαγωγής επηρεάστηκαν λόγω της κρατικής παρέμβασης.

(145)

Επιπλέον, υποστηρίχθηκε πως η διαπίστωση ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις δεν καθορίζονταν ελεύθερα έρχεται σε αντίθεση με τα πορίσματα της αρχικής έρευνας σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες πωλήσεις ΚΑΕ, όπου διαπιστώθηκε ότι εισαγωγείς όπως η Puma πραγματοποιούσαν δική τους έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και επιλογή των πρώτων υλών, όταν αγόραζαν από τους κινέζους προμηθευτές (38). Σε αυτή τη βάση, υποστηρίχθηκε ότι η Puma και η Timberland είχαν σημαντικό έλεγχο της διαδικασίας και των προδιαγραφών παραγωγής και ότι δεν υπήρχε καμία δυνατότητα κρατικής παρέμβασης.

(146)

Όπως ήδη αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 42 ανωτέρω, το βάρος της απόδειξης φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΑΜ. Όπως διευκρινίστηκε επίσης στην αιτιολογική σκέψη 47 ανωτέρω, οι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις τους ελήφθησαν χωρίς κρατική παρέμβαση. Σημειώνεται επίσης ότι το κριτήριο 2 δεν αφορά μόνο τις τιμές εξαγωγής, αλλά τις εξαγωγικές πωλήσεις εν γένει, συμπεριλαμβανομένων των τιμών και των ποσοτήτων εξαγωγής, καθώς και άλλων συνθηκών και όρων πωλήσεων που θα πρέπει να καθορίζονται ελεύθερα, χωρίς κρατική παρέμβαση.

(147)

Προς επίρρωση του επιχειρήματός τους ότι οι τιμές εξαγωγής καθορίζονταν ελεύθερα, τα ενδιαφερόμενα μέρη παρέπεμψαν στην αιτιολογική σκέψη 269 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 553/2006 της Επιτροπής («προσωρινός κανονισμός»). Ωστόσο, η εν λόγω αιτιολογική σκέψη αφορούσε τις τιμές μεταπώλησης των εισαγωγέων στην Ένωση και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της αξιοπιστίας των τιμών εξαγωγής από τους παραγωγούς-εξαγωγείς. Ομοίως, η παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 132 του προσωρινού κανονισμού και 135 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 (39) («επίδικος κανονισμός») αναφέρεται σε προσαρμογές της κανονικής αξίας κατά τη σύγκρισή της με την τιμή εξαγωγής και δεν επιτρέπει να συναχθεί κανένα συμπέρασμα ως προς το κατά πόσον οι εξαγωγικές πωλήσεις των κινεζικών εταιρειών καθορίζονταν ελεύθερα.

(148)

Επιπλέον, τα εν λόγω μέρη ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν διευκρίνισε επίσης πώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα υπήρχε κίνδυνος καταστρατήγησης του μέτρου αντιντάμπινγκ, εάν χορηγείτο στους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς ατομικός δασμολογικός συντελεστής, που θα μπορούσε, ωστόσο, να είναι ο σκοπός που επιδιώκεται με τα κριτήρια περί υπαγωγής σε ΑΜ.

(149)

Όσον αφορά τον κίνδυνο καταστρατήγησης των μέτρων, αυτός αποτελεί ένα μόνο από τα πέντε κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ο παραγωγός-εξαγωγέας θα πρέπει να αποδείξει ότι πληροί και τα 5 κριτήρια. Ως εκ τούτου, η μη ικανοποίηση ενός ή περισσοτέρων εκ των κριτηρίων συνιστά επαρκή λόγο για την απόρριψη της αίτησης περί ΑΜ, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί κατά πόσον πληρούνται τα υπόλοιπα κριτήρια.

Προμηθευτής της Timberland

(150)

Η FESI αμφισβήτησε τη δήλωση στην αιτιολογική σκέψη 19 ανωτέρω, σύμφωνα με την οποία ένας από τους προμηθευτές της Timberland, η General Shoes Limited, είχε εσφαλμένα χαρακτηριστεί ως κινέζος προμηθευτής στην αίτηση ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, ενώ η επιχείρηση αυτή ήταν εγκατεστημένη στο Βιετνάμ. Η FESI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει ζητήσει περαιτέρω διευκρινίσεις και ισχυρίστηκε ότι η εν λόγω επιχείρηση ήταν εύκολα αναγνωρίσιμη ως κινεζική επιχείρηση. Υποστήριξε ότι, μολονότι αληθεύει ότι η επιχείρηση εμφανιζόταν με διαφορετική επωνυμία στο έντυπο δειγματοληψίας και στην αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ που υποβλήθηκαν κατά την αρχική έρευνα (δηλαδή ως «General Footwear Ltd»), η διαφορετική επωνυμία της επιχείρησης στην αίτηση της Timberland ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου (δηλαδή «General Shoes Ltd») πιθανότατα αποτελούσε απλώς ένα μεταφραστικό σφάλμα. Ως εκ τούτου, η αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ της κινεζικής επιχείρησης General Footwear Ltd θα έπρεπε επίσης να έχει αξιολογηθεί.

(151)

Η General Footwear Ltd είναι μέρος ενός ομίλου εταιρειών με συνδεδεμένες εταιρείες στην Κίνα και το Βιετνάμ. Τόσο ένας παραγωγός με έδρα το Βιετνάμ όσο και ένας άλλος με έδρα την Κίνα υπέβαλαν αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας. Στην αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ της κινεζικής εταιρείας, η επωνυμία της αναφερόταν σταθερά ως «General Footwear Ltd», με διεύθυνση στην Κίνα. Ο παραγωγός στο Βιετνάμ αναφέρεται ως «General Shoes Ltd». Ωστόσο, το σχετικό έντυπο αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ γεννά αμφιβολίες ως προς το αν η υπό κρίση επιχείρηση είναι στην πραγματικότητα κινεζική ή βιετναμέζικη. Επομένως, δεν ήταν παράλογο να υποτεθεί ότι η επιχείρηση που αναφερόταν στον φάκελο ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου ήταν στην πραγματικότητα βιετναμέζικη.

(152)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή προτίθεται ακόμη να αξιολογήσει την αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ της «General Footwear Ltd» (Κίνα). Ωστόσο, σύμφωνα με το πνεύμα της χρηστής διαχείρισης και για να μην καθυστερήσει αδικαιολόγητα η εν εξελίξει εφαρμογή, η αξιολόγηση αυτή θα υπόκειται σε χωριστή νομική πράξη.

Ισχυρισμός περί αξιώσεων επιστροφής δασμών

(153)

Ένας εισαγωγέας αναγνώρισε ότι κανένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αφορά η τρέχουσα εφαρμογή δεν ήταν προμηθευτής του και, επομένως, έκρινε ότι τα συμπεράσματα δεν σχετίζονται με την κατάστασή του. Το εν λόγω μέρος υποστήριξε ότι τα συμπεράσματα της τρέχουσας εφαρμογής δεν μπορούν συνεπώς να αποτελέσουν τη βάση για την απόρριψη των αιτημάτων επιστροφής δασμών, που έχει υποβάλει στις εθνικές τελωνειακές αρχές. Ο εισαγωγέας υποστήριξε περαιτέρω ότι οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των προμηθευτών του θα πρέπει να εξεταστούν με βάση τα έγγραφα που παρασχέθηκαν στην Επιτροπή από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές του Βελγίου.

(154)

Όσον αφορά την ανωτέρω αίτηση, η Επιτροπή παραπέμπει στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/223 της Επιτροπής, για τη θέσπιση διαδικασίας για την αξιολόγηση ορισμένων αιτήσεων περί υπαγωγής σε καθεστώς οικονομίας της αγοράς και περί ατομικής μεταχείρισης που υπέβαλαν παραγωγοί-εξαγωγείς από την Κίνα και το Βιετνάμ και για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14 (40), ο οποίος ορίζει τη διαδικασία που ακολουθείται στο ζήτημα αυτό. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του εν λόγω κανονισμού, η Επιτροπή θα εξετάσει τις σχετικές αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ μόλις λάβει τη σχετική τεκμηρίωση από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές.

Δ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(155)

Λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν και της σχετικής ανάλυσης, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ των υπόλοιπων επιχειρήσεων, που ισχύει για τη ΛΔΚ όσον αφορά τους δεκατρείς οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς για την περίοδο εφαρμογής του επίδικου κανονισμού, θα πρέπει να επιβληθεί εκ νέου.

Ε.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(156)

Οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς και όλα τα μέρη που παρουσιάστηκαν ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η εκ νέου επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές των δεκατριών οικείων παραγωγών-εξαγωγέων. Μετά την ενημέρωση αυτή, τους χορηγήθηκε προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(157)

Η επιτροπή που συγκροτήθηκε δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 δεν διατύπωσε γνώμη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων με το πάνω μέρος από δέρμα ή από ανασχηματισμένο δέρμα, με εξαίρεση τα αθλητικά υποδήματα, τα υποδήματα ειδικής τεχνολογίας, τις παντόφλες και τα άλλα υποδήματα δωματίου και τα υποδήματα με προστατευτικό κάλυμμα των δακτύλων, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, τα οποία παράγονται από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που απαριθμούνται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμούς και εμπίπτουν στους κωδικούς ΣΟ: 6403 20 00, ex 6403 30 00 (41), ex 6403 51 11, ex 6403 51 15, ex 6403 51 19, ex 6403 51 91, ex 6403 51 95, ex 6403 51 99, ex 6403 59 11, ex 6403 59 31, ex 6403 59 35, ex 6403 59 39, ex 6403 59 91, ex 6403 59 95, ex 6403 59 99, ex 6403 91 11, ex 6403 91 13, ex 6403 91 16, ex 6403 91 18, ex 6403 91 91, ex 6403 91 93, ex 6403 91 96, ex 6403 91 98, ex 6403 99 11, ex 6403 99 31, ex 6403 99 33, ex 6403 99 36, ex 6403 99 38, ex 6403 99 91, ex 6403 99 93, ex 6403 99 96, ex 6403 99 98 και ex 6405 10 00 (42), εισαγωγές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1294/2009. Οι κωδικοί TARIC περιλαμβάνονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

—   «αθλητικά υποδήματα»: τα υποδήματα κατά την έννοια της σημείωσης διακρίσεων 1 του Κεφαλαίου 64 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1719/2005 (43)·

—   «υποδήματα ειδικής τεχνολογίας»: τα υποδήματα με τιμή CIF ανά ζεύγος όχι κατώτερη των 7,5 ευρώ που χρησιμοποιούνται για αθλητικές δραστηριότητες, με μονοκόμματο ή αποτελούμενο από πολλά στρώματα πέλμα, όχι μορφοποιημένο με έγχυση, από συνθετική ύλη ειδικά σχεδιασμένη για να απορροφά τους κραδασμούς κατακόρυφων ή πλευρικών κινήσεων και με τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως πάτους που περικλείουν ερμητικώς αέριο ή υγρό, μηχανικά μέσα τα οποία απορροφούν ή εξουδετερώνουν τους κραδασμούς, ή υλικά όπως πολυμερή χαμηλής πυκνότητας, και υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 6403 91 11, ex 6403 91 13, ex 6403 91 16, ex 6403 91 18, ex 6403 91 91, ex 6403 91 93, ex 6403 91 96, ex 6403 91 98, ex 6403 99 91, ex 6403 99 93, ex 6403 99 96, ex 6403 99 98·

—   «υποδήματα με προστατευτικό κάλυμμα των δακτύλων»: τα υποδήματα που φέρουν προστατευτικό κάλυμμα των δακτύλων με αντοχή σε κραδασμούς τουλάχιστον 100 joules (44) και υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ: ex 6403 30 00 (45), ex 6403 51 11, ex 6403 51 15, ex 6403 51 19, ex 6403 51 91, ex 6403 51 95, ex 6403 51 99, ex 6403 59 11, ex 6403 59 31, ex 6403 59 35, ex 6403 59 39, ex 6403 59 91, ex 6403 59 95, ex 6403 59 99, ex 6403 91 11, ex 6403 91 13, ex 6403 91 16, ex 6403 91 18, ex 6403 91 91, ex 6403 91 93, ex 6403 91 96, ex 6403 91 98, ex 6403 99 11, ex 6403 99 31, ex 6403 99 33, ex 6403 99 36, ex 6403 99 38, ex 6403 99 91, ex 6403 99 93, ex 6403 99 96, ex 6403 99 98 και ex 6405 10 00.

—   «παντόφλες και άλλα υποδήματα δωματίου»: τα υποδήματα που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 6405 10 00.

3.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης», πριν από την καταβολή δασμού, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και κατασκευάζονται από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που παρατίθενται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού θα ανέρχεται σε 16,5 %.

Άρθρο 2

Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό τη μορφή του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 553/2006 της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2006, εισπράττονται οριστικά με τον παρόντα κανονισμό. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση και υπερβαίνουν τον οριστικό συντελεστή των δασμών αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21.

(2)  ΕΕ L 98 της 6.4.2006, σ. 3.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2006, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ (ΕΕ L 275 της 6.10.2006, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 388/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2008, για την επέκταση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις εισαγωγές των ίδιων προϊόντων που αποστέλλονται από την ΕΔΠ Μακάο, ανεξάρτητα από το εάν δηλώνονται ως καταγωγής ΕΔΠ Μακάο ή όχι (ΕΕ L 117 της 1.5.2008, σ. 1).

(5)  ΕΕ C 251 της 3.10.2008, σ. 21.

(6)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το άνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Βιετνάμ και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, όπως επεκτάθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το άνω μέρος από δέρμα που αποστέλλονται από την ΕΔΠ Μακάο, ανεξάρτητα από το αν δηλώνονται ως καταγωγής ΕΔΠ Μακάο ή όχι, μετά τη διαδικασία επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου (ΕΕ L 352 της 30.12.2009, σ. 1).

(7)  ΕΕ C 295 της 11.10.2013, σ. 6.

(8)  Εκτελεστική απόφαση 2014/149/ΕΕ του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 2014, που απορρίπτει την πρόταση εκτελεστικού κανονισμού για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που κατασκευάζονται από την Brosmann Footwear (HK) Ltd, τη Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, την Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd, τη Risen Footwear (HK) Co Ltd και τη Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd (ΕΕ L 82 της 20.3.2014, σ. 27).

(9)  ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1.

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1).

(11)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 97, 193, 99 και 215/86 Αστερίς AE και λοιποί και Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής Συλλογή 1988 σ. 2181, σκέψεις 27 και 28.

(12)  Υπόθεση C-415/96, Ισπανία κατά Επιτροπής Συλλογή 1998, σ. I-6993, σκέψη 31· Υπόθεση C-458/98 P Industrie des Poudres Sphériques κατά Συμβουλίου Συλλογή 2000, σ. I-8147, σκέψεις 80 έως 85· Υπόθεση T-301/01 Alitalia κατά Επιτροπής Συλλογή 2008, σ. II-1753, σκέψεις 99 και 142· Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-267/08 και T-279/08 Région Nord-Pas de Calais κατά Επιτροπής Συλλογή 2011, σ. II-0000, σκέψη 83.

(13)  Υπόθεση C-415/96, Ισπανία κατά Επιτροπής Συλλογή 1998, σ. I-6993, σκέψη 31· Υπόθεση C-458/98 P Industrie des Poudres Sphériques κατά Συμβουλίου Συλλογή 2000, σ. I-8147, σκέψεις 80 έως 85.

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 765/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 237 της 3.9.2012, σ. 1).

(15)  Σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 765/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, οι τροποποιήσεις που εισάγει ο κανονισμός αυτός εφαρμόζονται μόνο στις έρευνες που κινήθηκαν μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του εν λόγω τροποποιητικού κανονισμού. Η παρούσα έρευνα, ωστόσο, κινήθηκε στις 7 Ιουλίου 2005 (ΕΕ C 166 της 7.7.2005, σ. 14).

(16)  Υπόθεση C-458/98 P Industrie des Poudres Sphériques κατά Συμβουλίου Συλλογή 2000, σ. Ι-8147

(17)  Σκέψη 42 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψη 36 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P

(18)  Ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14 C&J Clark International Limited και Puma SE όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ (ΕΕ C 101 της 17.3.2016, σ. 13).

(19)  Παράβαλε επίσης και τις λοιπές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται αναδρομική εφαρμογή στο άρθρο 8 (παραβίαση της ανάληψης υποχρέωσης) και το άρθρο 14 παράγραφος 5 (καταστρατήγηση των μέτρων) του βασικού κανονισμού, τα οποία επίσης αφορούν περιπτώσεις στις οποίες τα προϊόντα τέθηκαν σε ελεύθερη κυκλοφορία πριν από την επιβολή των δασμών.

(20)  Υπόθεση 270/84 Licata κατά ESC Συλλογή 1986, σ. 2305, σκέψη 31· Υπόθεση C-60/98 Butterfly Music κατά CEDEM Συλλογή 1999, σ. 1-3939, σκέψη 24· Υπόθεση 68/69, Bundesknappschaft κατά Brock Συλλογή 1970, σ. 171, σκέψη 6· Υπόθεση 1/73 Westzucker GmbH κατά Einführ und Vorratsstelle für Zucker Συλλογή 1973, σ. 723, σκέψη 5· Υπόθεση 143/73 SOPAD κατά FORMA a.o. Συλλογή 1973, σ. 1433, σκέψη 8· Υπόθεση 96/77 Bauche Συλλογή 1978, σ. 383, σκέψη 48· Υπόθεση 125/77 KoninklijkeScholten-Honig NV κατά Floofdproduktschaap voor Akkerbouwprodukten Συλλογή 1978, σ. 1991, σκέψη 37· Υπόθεση 40/79 Ρ κατά Επιτροπής Συλλογή 1981, σ. 361, σκέψη 12· Υπόθεση T-404/05 Ελλάδα κατά Επιτροπής Συλλογή 2008, σ. II-272, σκέψη 77· C-334/07 Ρ Επιτροπή κατά Freistaat Sachsen Συλλογή 2008, σ. 1-9465, σκέψη 53.

(21)  Υπόθεση T-176/01 Ferrière Nord κατά Επιτροπής Συλλογή 2004, σ. 11-3931, σκέψη 139· C-334/07 Ρ Επιτροπή κατά Freistaat Sachsen Συλλογή 2008, σ. 1-9465, σκέψη 53.

(22)  Υπόθεση C-169/95 Ισπανία κατά Επιτροπής Συλλογή 1997, σ. I-135, σκέψεις 51 έως 54· Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-116/01 και T-118/01, P&O European Ferries (Vizcaya) SA κατά Επιτροπής Συλλογή 2003, σ. II-2957, σκέψη 205.

(23)  Υπόθεση C-34/92 GruSa Fleisch κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas Συλλογή 1993, σ. 1-4147, σκέψη 22. Η ίδια ή παρόμοια διατύπωση μπορεί, για παράδειγμα, να βρεθεί στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 212 έως 217/80 Meridionale Industria Salumi α. δ. Συλλογή 1981, σ. 2735, σκέψεις 9 και 10· Υπόθεση 21/81 Bout Συλλογή 1982, σ. 381, σκέψη 13· Υπόθεση T-42/96 Eyckeler & Malt κατά Επιτροπής Συλλογή 1998, σ. 11-401, σκέψεις 53 και 55 έως 56· T-180/01 Euroagri κατά Επιτροπής Συλλογή 2004, σ. II-369, σκέψη 36.

(24)  Υπόθεση C-337/88 Società agricola fattoria alimentare (SAFA) Συλλογή 1990, σ. I-1, σκέψη 13.

(25)  Υπόθεση 245/81 Edeka κατά Γερμανίας Συλλογή 1982, σ. 2746, σκέψη 27.

(26)  Υπόθεση T-299/05 Shanghai Excell M&E Enterprise και Shanghai Adeptech Precision κατά Συμβουλίου Συλλογή 2009, σ. II- 565, σκέψεις 116 έως 146.

(27)  Υπόθεση C-141/08 P, Foshan Shunde Yongjian Housewares & Hardware Co. Ltd. κατά Συμβουλίου Συλλογή 2009, σ. I-9147, σκέψη 94 και επόμενες.

(28)  Υπόθεση T-320/13 Delsolar κατά Επιτροπής Συλλογή 2014, σ. II-0000, σκέψεις 40 έως 67.

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 344 της 14.12.2012, σ. 1).

(30)  ΕΕ L 201 της 26.7.2001, σ. 10, αιτιολογική σκέψη 6.

(31)  ΕΕ L 82 της 20.3.2014, σ. 27.

(32)  Υπόθεση C-138/09, Todaro Συλλογή 2010, σ. I-4561.

(33)  Υπόθεση T-167/94 Nölle κατά Συμβουλίου και Επιτροπής Συλλογή 1995, σ. II-2589, σκέψεις 62 και 63.

(34)  Βλέπε για παράδειγμα Υπόθεση T-221/05 Huvis κατά Συμβουλίου Συλλογή 2008, σ. II-124 και Υπόθεση T-249/06 Interpipe Nikopolsky κατά Συμβουλίου Συλλογή 2009, σ. II-303. Για λόγους πληρότητας, κρίνονται σκόπιμες οι ακόλουθες επεξηγήσεις: Στην υπόθεση T-107/08 ENRC κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπήρξε πρακτική ντάμπινγκ ή, τουλάχιστον, ότι το περιθώριο ντάμπινγκ θα ήταν χαμηλότερο από αυτό που υπολογίζεται με τον επίδικο κανονισμό και συνεπώς ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό στο σύνολό του (Υπόθεση T-107/08 ENRC κατά Συμβουλίου Συλλογή 2011, σ. II-8051, σκέψεις 67 έως 70). Όταν η Επιτροπή εφάρμοσε τη μέθοδο που υπέδειξε το Γενικό Δικαστήριο, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε ούτε πρακτική ντάμπινγκ ούτε ζημία. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν προχώρησε σε επίσημη συνέχιση της έρευνας. Στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-351/04 Ikea (Υπόθεση C-351/04 Ikea Συλλογή 2007, σ. I-7723), το Δικαστήριο είχε εν μέρει κηρύξει άκυρο τον κανονισμό του Συμβουλίου, και συγκεκριμένα στον βαθμό που ο δασμός είχε υπολογιστεί με τη χρήση της μεθόδου «μηδενισμού». Τα θεσμικά όργανα είχαν υπολογίσει εκ νέου τον δασμό χωρίς τη χρήση της μεθόδου μηδενισμού ήδη σε πρώιμο στάδιο, κατόπιν απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου του ΠΟΕ, και διαπίστωσαν ότι δεν σημειώθηκε καμία πρακτική ντάμπινγκ και, επομένως, περάτωσαν την έρευνα χωρίς την επιβολή μέτρων (ουσιαστικά, δηλαδή, μηδενίζοντας τον νέο δασμό) [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 160/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2398/97 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βαμβακερών πανιών κρεβατιού, καταγωγής Αιγύπτου, Ινδίας και Πακιστάν, και για την περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής Πακιστάν (ΕΕ L 26 της 30.1.2002, σ. 2)]. Στην υπόθεση T-498/04 Zheijiang Xinan Chemical Group κατά Συμβουλίου (Υπόθεση T-498/04 Zheijiang Xinan Chemical Group κατά Συμβουλίου Συλλογή 2009, σ. I-1969), το Συμβούλιο άσκησε αίτηση αναίρεσης. Ως εκ τούτου, η ακύρωση τέθηκε σε ισχύ μόνο την ημερομηνία κατά την οποία το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση επί της αίτησης αναιρέσεως (Υπόθεση C-337/09 P Συμβούλιο κατά Zheijiang Xinan Chemical Group Συλλογή 2012, σ. I-0000), στις 19 Ιουλίου 2012. Στην απόφαση αυτή, το Γενικό Δικαστήριο, όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο, διαπίστωσε ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο υποχρεούνταν να αναγνωρίσουν καθεστώς οικονομίας της αγοράς στην αιτούσα, η οποία ήταν η μόνη κινεζική επιχείρηση που είχε εξαγάγει το οικείο προϊόν κατά την περίοδο της έρευνας. Στην περίπτωση αυτή, σε αντίθεση με την παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή και το Συμβούλιο είχαν όντως προβεί σε ανάλυση της αίτησης περί υπαγωγής σε καθεστώς οικονομίας της αγοράς και είχαν απορρίψει την αίτηση εκείνη ως αβάσιμη. Τα δικαστήρια της Ένωσης έκριναν ότι —σε αντίθεση με την άποψη που εξέφρασαν η Επιτροπή και το Συμβούλιο— η αξίωση ήταν στην πραγματικότητα βάσιμη και ως εκ τούτου έπρεπε να υπολογιστεί η κανονική αξία με βάση τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από την Zheijiang Xinan Chemical Group. Η Επιτροπή κανονικά θα είχε επαναλάβει τη διαδικασία, προκειμένου να προτείνει στο Συμβούλιο την επιβολή δασμού για το μέλλον. Ωστόσο, στην προκειμένη υπόθεση, η Επιτροπή [απόφαση 2009/383/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2009, για την αναστολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/2004 του Συμβουλίου στις εισαγωγές glyphosate καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 120 της 15.5.2009, σ. 20)] και το Συμβούλιο [εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 126/2010 του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2010, για την επέκταση της αναστολής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/2004 σε εισαγωγές glyphosate καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 40 της 13.2.2010, σ. 1)] είχαν αποφασίσει το 2009 και το 2010 να άρουν τον δασμό αντιντάμπινγκ για την περίοδο έως το τέλος της περιόδου εφαρμογής του στις 30 Σεπτεμβρίου 2010, λαμβάνοντας υπόψη ότι ήταν απίθανο να επαναληφθεί ζημία λόγω των υψηλών επιπέδων κέρδους της ενωσιακής βιομηχανίας. Ως εκ τούτου, δεν χρειαζόταν να επαναλάβει τη διαδικασία με σκοπό την επιβολή δασμού για το μέλλον. Επίσης, δεν υπήρχε περιθώριο για την επανάληψη της διαδικασίας με σκοπό την εκ νέου επιβολή δασμού για το παρελθόν: Σε αντίθεση με την παρούσα υπόθεση, δεν έγινε καμία δειγματοληψία. Πράγματι, η Zheijiang Xinan Chemical Group ήταν ο μοναδικός παραγωγός-εξαγωγέας που πραγματοποίησε πωλήσεις στην αγορά της Ένωσης κατά την περίοδο της έρευνας. Δεδομένου ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα υποχρεούνταν να αναγνωρίσουν στην Zheijiang Xinan Chemical Group καθεστώς οικονομίας της αγοράς, τα δικαστήρια της Ένωσης ακύρωσαν τη διαπίστωση πρακτικής ντάμπινγκ. Η υπόθεση T-348/05 JSC Kirovo-Chepetsky κατά Συμβουλίου (Υπόθεση T-348/05 JSC Kirovo-Chepetsky κατά Συμβουλίου Συλλογή 2008, σ. II-159) αποτελεί μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Η Επιτροπή είχε κινήσει μερική ενδιάμεση επανεξέταση κατόπιν αιτήματος της ενωσιακής βιομηχανίας και, με την ευκαιρία αυτή, είχε διευρύνει το πεδίο εφαρμογής των εμπλεκόμενων προϊόντων, συμπεριλαμβάνοντας ένα διαφορετικό προϊόν. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν δυνατόν να προχωρήσει κατ' αυτόν τον τρόπο, αλλά ότι ήταν απαραίτητο να κινήσει χωριστή έρευνα για το προϊόν που προστέθηκε. Με βάση τη γενική αρχή του δεδικασμένου στο ενωσιακό δίκαιο, τα θεσμικά όργανα δεν είχαν περιθώριο να επαναλάβουν τη μερική ενδιάμεση επανεξέταση μετά την ακύρωση.

(35)  Βλέπε για παράδειγμα κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 412/2009 του Συμβουλίου, της 18ης Μαΐου 2009, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 428/2005 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μη συνεχών ινών από πολυεστέρες, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σαουδικής Αραβίας, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2852/2000 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μη συνεχών ινών από πολυεστέρες, καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας, και για την περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά αυτές τις εισαγωγές, καταγωγής Ταϊβάν (ΕΕ L 125 της 25.1.2009, σ. 1) (συμμόρφωση με Huvis)· εκτελεστικό κανονισμό (EE) αριθ. 540/2012 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 954/2006 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Κροατίας, Ρουμανίας, Ρωσίας και Ουκρανίας (ΕΕ L 165 της 26.6.2012, σ. 1) (συμμόρφωση με Interpipe Nikopolsky).

(36)  Βλέπε για παράδειγμα Υπόθεση C-338/10 Gruenwald Logistik Services Συλλογή 2012, σ. I-0000 και την εκ νέου επιβολή δασμών με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 158/2013 του Συμβουλίου για την εκ νέου επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 49 της 22.2.2013, σ. 29). Βλέπε επίσης τα ακόλουθα παραδείγματα: Στην υπόθεση T-158/10 Dow κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπήρχε πιθανότητα συνέχισης του ντάμπινγκ (Υπόθεση T-158/10 Dow κατά Συμβουλίου Συλλογή 2012, σ. II-0000, σκέψεις 47 και 59). Στην υπόθεση T-107/04 Aluminium Silicon Mill Products κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπήρχε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ντάμπινγκ και ζημίας (Υπόθεση T-107/04 Aluminium Silicon Mill Products κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2007, σ. II-672, σκέψη 116). Σύμφωνα με τη γενική αρχή του δεδικασμένου στο ενωσιακό δίκαιο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεσμεύονται από τα πορίσματα των δικαστηρίων της Ένωσης, όπου αυτά δύνανται, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που έχουν ενώπιόν τους, να καταλήξουν σε οριστικό συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη ή μη πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας, αιτιώδους συνάφειας και συμφέροντος της Ένωσης. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεν δύνανται, συνεπώς, να παρεκκλίνουν από τα πορίσματα των δικαστηρίων της Ένωσης. Στην περίπτωση αυτή, η έρευνα περατώνεται με την απόφαση των δικαστηρίων της Ένωσης, τα οποία καταλήγουν στο οριστικό συμπέρασμα ότι η καταγγελία της ενωσιακής βιομηχανίας είναι νόμω αβάσιμη. Με βάση αυτές τις δύο αποφάσεις, δεν υπήρχε συνεπώς περιθώριο για την Επιτροπή και το Συμβούλιο να επαναλάβουν την έρευνα, γι' αυτό και δεν προέβησαν σε περαιτέρω ενέργειες μετά την έκδοση των εν λόγω αποφάσεων.

(37)  Υπόθεση 199/82 San Giorgio Συλλογή 1983, σ. 3595, σκέψη 13.

(38)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 553/2006 της Επιτροπής για επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ (ΕΕ L 98 της 6.4.2006, σ. 3).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2006, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ (ΕΕ L 275 της 6.10.2006, σ. 1).

(40)  ΕΕ L 41 της 18.2.2016, σ. 3.

(41)  Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1549/2006 της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2006, για την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 301 της 31.10.2006, σ. 1), ο εν λόγω κωδικός ΣΟ αντικαθίσταται την 1η Ιανουαρίου 2007 από τους κωδικούς ΣΟ ex 6403 51 05, ex 6403 59 05, ex 6403 91 05 και ex 6403 99 05.

(42)  Όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1719/2005 της Επιτροπής, της 27ης Οκτωβρίου 2005, που τροποποιεί το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 286 της 28.10.2005, σ. 1). Η κάλυψη προϊόντων καθορίζεται με συνδυασμό της περιγραφής του προϊόντος στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και της περιγραφής του προϊόντος στους αντίστοιχους κωδικούς ΣΟ από κοινού.

(43)  ΕΕ L 286 της 28.10.2005, σ. 1.

(44)  Η αντοχή σε κραδασμούς μετράται σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα EN345 ή EN346.

(45)  Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1549/2006 της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2006, για την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 301 της 31.10.2006, σ. 1), ο εν λόγω κωδικός ΣΟ αντικαθίσταται την 1η Ιανουαρίου 2007 από τους κωδικούς ΣΟ ex 6403 51 05, ex 6403 59 05, ex 6403 91 05 και ex 6403 99 05.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κωδικοί TARIC για τα υποδήματα που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα ή από ανασχηματισμένο δέρμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 1

α)

Από τις 7 Οκτωβρίου 2006:

6403300039, 6403300089, 6403511190, 6403511590, 6403511990, 6403519190, 6403519590, 6403519990, 6403591190, 6403593190, 6403593590, 6403593990, 6403599190, 6403599590, 6403599990, 6403911199, 6403911399, 6403911699, 6403911899, 6403919199, 6403919399, 6403919699, 6403919899, 6403991190, 6403993190, 6403993390, 6403993690, 6403993890, 6403999199, 6403999329, 6403999399, 6403999629, 6403999699, 6403999829, 6403999899 και 6405100080

β)

Από την 1η Ιανουαρίου 2007:

6403510519, 6403510599, 6403511190, 6403511590, 6403511990, 6403519190, 6403519590, 6403519990, 6403590519, 6403590599, 6403591190, 6403593190, 6403593590, 6403593990, 6403599190, 6403599590, 6403599990, 6403910519, 6403910599, 6403911199, 6403911399, 6403911699, 6403911899, 6403919199, 6403919399, 6403919699, 6403919899, 6403990519, 6403990599, 6403991190, 6403993190, 6403993390, 6403993690, 6403993890, 6403999199, 6403999329, 6403999399, 6403999629, 6403999699, 6403999829, 6403999899 και 6405100080

γ)

Από τις 7 Σεπτεμβρίου 2007:

6403510515, 6403510518, 6403510595, 6403510598, 6403511191, 6403511199, 6403511591, 6403511599, 6403511991, 6403511999, 6403519191, 6403519199, 6403519591, 6403519599, 6403519991, 6403519999, 6403590515, 6403590518, 6403590595, 6403590598, 6403591191, 6403591199, 6403593191, 6403593199, 6403593591, 6403593599, 6403593991, 6403593999, 6403599191, 6403599199, 6403599591, 6403599599, 6403599991, 6403599999, 6403910515, 6403910518, 6403910595, 6403910598, 6403911195, 6403911198, 6403911395, 6403911398, 6403911695, 6403911698, 6403911895, 6403911898, 6403919195, 6403919198, 6403919395, 6403919398, 6403919695, 6403919698, 6403919895, 6403919898, 6403990515, 6403990518, 6403990595, 6403990598, 6403991191, 6403991199, 6403993191, 6403993199, 6403993391, 6403993399, 6403993691, 6403993699, 6403993891, 6403993899, 6403999195, 6403999198, 6403999325, 6403999328, 6403999395, 6403999398, 6403999625, 6403999628, 6403999695, 6403999698, 6403999825, 6403999828, 6403999895, 6403999898, 6405100081 και 6405100089


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος παραγωγών-εξαγωγέων

Επωνυμία παραγωγού-εξαγωγέα

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Buckinghan Shoe Mfg Co., Ltd.

A999

Buildyet Shoes Mfg.

A999

DongGuan Elegant Top Shoes Co. Ltd

A999

Dongguan Stella Footwear Co Ltd

A999

Dongguan Taiway Sports Goods Limited

A999

Foshan City Nanhai Qun Rui Footwear Co.

A999

Jianle Footwear Industrial

A999

Sihui Kingo Rubber Shoes Factory

A999

Synfort Shoes Co. Ltd.

A999

Taicang Kotoni Shoes Co. Ltd.

A999

Wei Hao Shoe Co. Ltd.

A999

Wei Hua Shoe Co. Ltd.

A999

Win Profile Industries Ltd

A999


19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/76


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1396 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2016

σχετικά με την τροποποίηση ορισμένων παραρτημάτων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (1), και ιδίως το άρθρο 23 πρώτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θεσπίζει κανόνες πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης των μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) σε βοοειδή και αιγοπρόβατα. Εφαρμόζεται στην παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης και, σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις, στις εξαγωγές τους.

(2)

Το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 καθορίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων προσδιορίζεται η κατάσταση μιας χώρας ή μιας περιοχής ως προς τη ΣΕΒ, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Τα κριτήρια αυτά βασίζονται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο σχετικά με τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (ΣΕΒ) του κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (OIE).

(3)

Τον Μάιο του 2015 η συνέλευση των αντιπροσώπων του ΟΙΕ τροποποίησε το κεφάλαιο περί ΣΕΒ του κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του ΟΙΕ, προσθέτοντας την εξής πρόταση στο άρθρο 11.4.1 του κώδικα: «Για τους σκοπούς της αναγνώρισης του επίσημου καθεστώτος κινδύνου ΣΕΒ, στον ορισμό της ΣΕΒ δεν περιλαμβάνεται η “άτυπη ΣΕΒ” ως πάθηση που πιστεύεται ότι απαντά αυθόρμητα, σε πολύ μικρά ποσοστά, σε όλους τους πληθυσμούς βοοειδών» (2). Ως εκ τούτου, η άτυπη ΣΕΒ θα πρέπει να εξαιρεθεί από τον ορισμό της «ΣΕΒ» για τους σκοπούς του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(4)

Τα παραρτήματα III, V και VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 περιλαμβάνουν αρκετές παραπομπές στην οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3), στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1974/2006 της Επιτροπής (5). Δεδομένου ότι οι τρεις αυτές πράξεις έχουν καταργηθεί, οι παραπομπές των παραρτημάτων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει να επικαιροποιηθούν.

(5)

Οι ειδικές απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 σχετικά με την αφαίρεση ειδικών υλικών κινδύνου για βοοειδή που προέρχονται από κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1162 της Επιτροπής (6). Ως συνέπεια της τροποποίησης αυτής, ορισμένες διατάξεις που αφορούν την αφαίρεση ειδικών υλικών κινδύνου και καθορίζονται στο παράρτημα V και στο παράρτημα IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει επίσης να τροποποιηθούν, όπως περιγράφεται κατωτέρω.

(6)

Πρώτον, σύμφωνα με την τροποποίηση των ειδικών απαιτήσεων για κράτη μέλη με καθεστώς αμελητέου κινδύνου ΣΕΒ, που παρατίθενται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1162, οι αμυγδαλές δεν περιλαμβάνονται πλέον στον ορισμό των ειδικών υλικών κινδύνου για τα βοοειδή που προέρχονται από κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ. Συνεπώς, η εγκάρσια τομή προσθίως της γλωσσικής απόφυσης του σώματος του υοειδούς οστού των βοοειδών, που απαιτείται σύμφωνα με το σημείο 7 του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στα βοοειδή που προέρχονται από κράτη μέλη με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ. Το σημείο 7 του εν λόγω παραρτήματος V θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως.

(7)

Δεύτερον, σύμφωνα με την τροποποίηση του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1162, η σπονδυλική στήλη ορίζεται ως ειδικό υλικό κινδύνου μόνο για μικρό ποσοστό βοοειδών στην Ένωση. Λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της επιδημιολογικής κατάστασης στην Ένωση και την ανάγκη να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τις επιχειρήσεις, η απαίτηση που καθορίζεται στο σημείο 11.3 στοιχείο α) του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, σύμφωνα με την οποία η ετικέτα των σφαγίων πρέπει να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, θα πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής: ενώ επί του παρόντος πρέπει να εμφαίνεται μια γαλάζια λωρίδα στην ετικέτα των σφαγίων ή των τεμαχίων σφαγίων βοοειδών που περιέχουν τμήματα της σπονδυλικής στήλης όταν δεν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, αφού παρέλθει μια μεταβατική περίοδος θα πρέπει να εμφαίνεται μια κόκκινη λωρίδα στην ετικέτα των σφαγίων ή των τεμαχίων σφαγίων βοοειδών που περιέχουν τμήματα της σπονδυλικής στήλης όταν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης.

(8)

Η ίδια αλλαγή, από την υποχρέωση εμφάνισης γαλάζιας λωρίδας όταν δεν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης στην υποχρέωση εμφάνισης κόκκινης λωρίδας όταν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, θα πρέπει να εφαρμοστεί σε προϊόντα βοείου προελεύσεως που εισάγονται στην Ένωση. Το σημείο 3 του τμήματος Γ και το σημείο 3 του τμήματος Δ του κεφαλαίου Γ του παραρτήματος IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθούν αναλόγως.

(9)

Προκειμένου να δοθεί στους οικονομικούς φορείς και τις αρμόδιες αρχές εντός και εκτός της Ένωσης ο απαραίτητος χρόνος να προσαρμοστούν στο νέο καθεστώς της εμφάνισης κόκκινης λωρίδας στις περιπτώσεις όπου απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, η συγκεκριμένη διάταξη θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ μετά από μεταβατική περίοδο έως τις 30 Ιουνίου 2017.

(10)

Το άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 απαγορεύει στα κράτη μέλη ή σε περιοχές αυτών με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ την πρακτική κατά την οποία, μετά την αναισθητοποίηση του ζώου, ιστοί του κεντρικού νευρικού συστήματος τεμαχίζονται μέσω εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα ή μέσω έγχυσης αερίου στην κρανιακή κοιλότητα βοοειδών και αιγοπροβάτων των οποίων το κρέας προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα. Το σημείο 6 του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 επεκτείνει την απαγόρευση αυτή στα κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, έως ότου όλα τα κράτη μέλη χαρακτηριστούν χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ. Δεδομένου ότι η άτυπη ΣΕΒ θεωρείται νόσος που εμφανίζεται αυθόρμητα, με χαμηλό επιπολασμό, ακόμα και σε χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, η εν λόγω απαγόρευση θα πρέπει να παραμείνει σε ισχύ ακόμα και αφού όλα τα κράτη μέλη χαρακτηριστούν χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ. Το σημείο 6 του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί ώστε να αρθεί ο εν λόγω χρονικός περιορισμός.

(11)

Το σημείο 2 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 καθορίζει τους κανόνες που αφορούν την έγκριση του χαρακτηρισμού αμελητέου κινδύνου για την κλασική τρομώδη νόσο των αιγοπροβάτων για ένα κράτος μέλος ή μια ζώνη ενός κράτους μέλους. Στις 25 Ιουνίου 2014 και στις 24 Αυγούστου 2014 αντιστοίχως, η Φινλανδία και η Σουηδία υπέβαλαν αίτηση στην Επιτροπή προκειμένου να χαρακτηριστούν χώρες με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου.

(12)

Στις 13 Ιανουαρίου 2015, η Επιτροπή ζήτησε την επιστημονική και τεχνική βοήθεια της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον η Φινλανδία και η Σουηδία, στις αντίστοιχες αιτήσεις τους, συμμορφώνονται με το σημείο 2.1 στοιχείο γ) και το σημείο 2.2 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(13)

Στις 19 Νοεμβρίου 2015, η EFSA δημοσίευσε δύο επιστημονικές εκθέσεις ως απάντηση στο αίτημα της Επιτροπής (7) («εκθέσεις της EFSA»). Οι εκθέσεις της EFSA καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, με βάση την ευαισθησία δοκιμής που παρέχουν παλαιότερες αξιολογήσεις των διαγνωστικών δοκιμών προσυμπτωματικού ελέγχου από την EFSA και το Κοινό Κέντρο Ερευνών του Ινστιτούτου Υλικών και Μετρήσεων Αναφοράς (IRMM), η Σουηδία είχε συμμορφωθεί με το σημείο 2.1 στοιχείο γ) του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τα επτά προηγούμενα έτη και η Φινλανδία είχε επίσης συμμορφωθεί τα επτά προηγούμενα έτη εκτός από το έτος 2010, κατά το οποίο το επίπεδο εμπιστοσύνης στην ανίχνευση της κλασικής τρομώδους νόσου με επιπολασμό υψηλότερο του 0,1 % ήταν 94,73 %. Καθώς η διαφορά μεταξύ του επιπέδου εμπιστοσύνης 94,73 % και του επιπέδου 95 % είναι αμελητέα ως προς τον κίνδυνο να μην ανιχνευτεί περιστατικό κλασικής τρομώδους νόσου, και δεδομένου ότι το κριτήριο του σημείου 2.1 στοιχείο γ) του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 εκπληρωνόταν τα άλλα 6 έτη, μπορεί να θεωρηθεί ότι το κριτήριο εκπληρωνόταν τα προηγούμενα 7 έτη.

(14)

Οι εκθέσεις της EFSA κατέληγαν επίσης στο συμπέρασμα ότι, με βάση την ευαισθησία δοκιμής που παρέχουν παλαιότερες αξιολογήσεις των διαγνωστικών δοκιμών προσυμπτωματικού ελέγχου από την EFSA και το IRMM, οι προθέσεις της Σουηδίας και της Φινλανδίας σχετικά με την επιτήρηση της κλασικής τρομώδους νόσου στο μέλλον θα συμμορφώνονται με το σημείο 2.2 του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(15)

Λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις της EFSA και το θετικό αποτέλεσμα της αξιολόγησης των αιτήσεων αυτών από την Επιτροπή με τα υπόλοιπα κριτήρια που καθορίζονται στο σημείο 2.1 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, η Φινλανδία και η Σουηδία θα πρέπει να συμπεριληφθούν στα κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου.

(16)

Το σημείο 3.2 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 παραθέτει τα κράτη μέλη με εγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου για την κλασική τρομώδη νόσο. Δεδομένου ότι η Φινλανδία και η Σουηδία θα πρέπει πλέον να παρατίθενται στο σημείο 2.3 του εν λόγω τμήματος ως κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, θα πρέπει να διαγραφούν από τον κατάλογο των κρατών μελών με εγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου για την κλασική τρομώδη νόσο, στο σημείο 3.2 του εν λόγω τμήματος, καθώς ο χαρακτηρισμός αυτός παρέχει εγγυήσεις που υπερβαίνουν εκείνες που παρέχονται από τα εγκεκριμένα εθνικά προγράμματα ελέγχου.

(17)

Τα σημεία 1.2 και 1.3 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 καθορίζουν τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να αναγνωριστεί ότι μια εκμετάλλευση παρουσιάζει αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου. Το σημείο 4 του ίδιου τμήματος ορίζει τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται όσον αφορά την τρομώδη νόσο για το ενδοενωσιακό εμπόριο των αιγοπροβάτων, του σπέρματός τους και των εμβρύων τους.

(18)

Επιπλέον, το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 ορίζει ως εκμετάλλευση κάθε εγκατάσταση στην οποία σταβλίζονται, κατέχονται, εκτρέφονται, διακινούνται ή εκτίθενται στο κοινό ζώα τα οποία υπάγονται στον εν λόγω κανονισμό. Ως εκ τούτου, τα κέντρα συλλογής σπέρματος και οι ζωολογικοί κήποι πρέπει να θεωρούνται εκμεταλλεύσεις και να υπόκεινται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο τμήμα Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(19)

Δεδομένου ότι ο κίνδυνος εξάπλωσης της τρομώδους νόσου μέσω αρσενικών αιγοπροβάτων που διατηρούνται σε κέντρα συλλογής σπέρματος εγκεκριμένα και εποπτευόμενα σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο παράρτημα Δ της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου (8) είναι περιορισμένος, είναι σκόπιμο να καθοριστούν ειδικοί όροι για τα κέντρα συλλογής σπέρματος στο τμήμα Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(20)

Οι εν λόγω ειδικοί όροι θα πρέπει να προβλέπουν ότι μια εκμετάλλευση με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου μπορεί να εισάγει αιγοπρόβατα από κέντρο συλλογής σπέρματος υπό την προϋπόθεση ότι i) το κέντρο συλλογής σπέρματος έχει εγκριθεί και εποπτεύεται σύμφωνα με το παράρτημα Δ της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ· ii) το κέντρο συλλογής σπέρματος δεν έχει παρουσιάσει κανένα κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου κατά τα τελευταία επτά έτη ή τρία έτη αντίστοιχα· iii) κατά τα τελευταία επτά έτη ή τρία έτη αντίστοιχα έχουν εισαχθεί στο κέντρο συλλογής σπέρματος μόνον αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις όπου τα αιγοπρόβατα σημαδεύονται ανεξίτηλα και όπου κρατούνται αρχεία της εισόδου και της εξόδου αιγοπροβάτων από την εκμετάλλευση, όπου δεν έχουν διαπιστωθεί κρούσματα κλασικής τρομώδους νόσου κατά τα τελευταία επτά έτη ή τρία έτη αντίστοιχα, και οι οποίες υφίστανται τακτικούς ελέγχους από επίσημο κτηνίατρο ή από κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή· iv) το κέντρο συλλογής σπέρματος εφαρμόζει μέτρα βιοπροφύλαξης για να εξασφαλίσει ότι τα αιγοπρόβατα που προέρχονται από εκμεταλλεύσεις με διαφορετικούς χαρακτηρισμούς ως προς την τρομώδη νόσο δεν έρχονται σε επαφή μεταξύ τους μέσα στο κέντρο συλλογής σπέρματος. Το σημείο 1.2 στοιχείο γ) και το σημείο 1.3 στοιχείο γ) του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(21)

Επιπλέον, οι σχετιζόμενοι με την τρομώδη νόσο όροι για το ενδοενωσιακό εμπόριο σπέρματος και εμβρύων, που ορίζονται στο σημείο 4.2 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να ληφθούν υπόψη οι ειδικοί όροι για τα κέντρα συλλογής σπέρματος που αναφέρονται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη. Επιπλέον, παραπομπές στους εν λόγω ειδικούς όρους θα πρέπει επίσης να προστεθούν στους όρους για την εισαγωγή σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων που καθορίζονται στο κεφάλαιο Η του παραρτήματος IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(22)

Οι όροι για το ενδοενωσιακό εμπόριο αιγοπροβάτων, που καθορίζονται στο σημείο 4.1 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, αποσκοπούν στην πρόληψη της εξάπλωσης της κλασικής τρομώδους νόσου στα εκτρεφόμενα ζώα που διατηρούνται σε εκμεταλλεύσεις. Δεδομένου ότι η μετακίνηση αιγοπροβάτων αποκλειστικά μεταξύ ζωολογικών κήπων δεν επηρεάζει τον χαρακτηρισμό των εκτρεφόμενων αιγοπροβάτων της Ένωσης ως προς την τρομώδη νόσο, οι εν λόγω ειδικοί όροι δεν θα πρέπει να ισχύουν για τα αιγοπρόβατα που διατηρούνται και διακινούνται αποκλειστικά μεταξύ ζωολογικών κήπων, όπως περιγράφεται στον ορισμό των επίσημα εγκεκριμένων οργανισμών, ινστιτούτων ή κέντρων του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου. Ως εκ τούτου, τα ζώα αυτά θα πρέπει να εξαιρούνται από τους όρους που καθορίζονται στο σημείο 4.1 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(23)

Η συμμόρφωση με τις σχετικές με την τρομώδη νόσο απαιτήσεις για το ενδοενωσιακό εμπόριο ζώντων αιγοπροβάτων, που καθορίζονται στο σημείο 4.1 του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, είναι δύσκολη στην περίπτωση του ενδοενωσιακού εμπορίου ορισμένων σπάνιων φυλών (ποικιλιών). Για να αποφεύγονται οι ομομικτικές διασταυρώσεις και να διαφυλάσσεται η γενετική ποικιλομορφία πληθυσμών σπάνιων φυλών, απαιτείται τακτική ανταλλαγή τέτοιων ζώων μεταξύ των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοριστούν ειδικοί όροι για το ενδοενωσιακό εμπόριο αιγοπροβάτων σπάνιων φυλών. Οι εν λόγω ειδικοί όροι θα πρέπει να επιτρέπουν το ενδοενωσιακό εμπόριο αιγοπροβάτων σπάνιων φυλών, τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του σημείου 4.1 του τμήματος Α του κεφαλαίου A του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001.

(24)

Ο όρος «σπάνια φυλή» δεν ορίζεται επακριβώς στη νομοθεσία της Ένωσης. Ωστόσο, το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 807/2014 της Επιτροπής (9) καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται, στο πλαίσιο του μέτρου για τη γεωργία, το περιβάλλον και το κλίμα, να αναλαμβάνονται δεσμεύσεις για την εκτροφή τοπικών φυλών ζώων που απειλούνται με εξαφάνιση από την κτηνοτροφία. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προϋποθέσεις αυτές απαιτούν να υπάρχει δεόντως αναγνωρισμένος σχετικός τεχνικός οργανισμός που να τηρεί και να ενημερώνει το γενεαλογικό ή ζωοτεχνικό μητρώο της φυλής. Σύμφωνα με την οδηγία 89/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου (10), ένας τέτοιος τεχνικός οργανισμός πρέπει να είναι οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων αναγνωρισμένη επίσημα από το κράτος μέλος στο οποίο έχει συσταθεί αυτή η οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων, ή επίσημη υπηρεσία του εν λόγω κράτους μέλους.

(25)

Ως εκ τούτου, για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως τοπικές φυλές που απειλούνται με εξαφάνιση από την κτηνοτροφία θα πρέπει να ορίζονται εκείνες οι φυλές αιγοπροβάτων που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 παράγραφοι 2 και 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 807/2014 και οι οποίες περιλαμβάνονται σε πρόγραμμα διατήρησης που υλοποιείται από μια οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων εγκεκριμένη σύμφωνα με την οδηγία 89/361/ΕΟΚ ή από επίσημη υπηρεσία του εν λόγω κράτους μέλους.

(26)

Το τμήμα Β του κεφαλαίου Γ του παραρτήματος IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να επιτρέπει την εισαγωγή στην Ένωση προϊόντων από βοοειδή ή αιγοπρόβατα από τρίτες χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, ακόμη και στην περίπτωση που τα εν λόγω προϊόντα έχουν παραχθεί από πρώτες ύλες που προέρχονται, εν μέρει ή στο σύνολό τους, από χώρες με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, υπό την προϋπόθεση ότι τα ειδικά υλικά κινδύνου έχουν αφαιρεθεί από εκείνες τις πρώτες ύλες που προέρχονται από χώρες με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ.

(27)

Τα παραρτήματα II, III, V, VΙΙ, VIII και IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθούν αναλόγως.

(28)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα II, III, V, VII, VIII και IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι τροποποιήσεις που πραγματοποιούνται στο παράρτημα IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 με το σημείο 6 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού τίθενται σε εφαρμογή από την 1η Ιουλίου 2017.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1.

(2)  http://www.oie.int/index.php?id=169&L=0&htmfile=chapitre_bse.htm

(3)  Οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, για τον καθορισμό των υγειονομικών όρων παραγωγής και διάθεσης στην αγορά νωπού κρέατος (ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 2012).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1974/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 368 της 23.12.2006, σ. 15).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1162 της Επιτροπής, της 15ης Ιουλίου 2015, για την τροποποίηση του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΕΕ L 188 της 16.7.2015, σ. 3).

(7)  Αξιολόγηση της αίτησης της Σουηδίας να χαρακτηριστεί χώρα με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου (EFSA Journal 2015· 13(11): 4292) και αξιολόγηση της αίτησης της Φινλανδίας να χαρακτηριστεί χώρα με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου (EFSA Journal 2015· 13(11): 4293).

(8)  Οδηγία 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 1992, που καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο τμήμα I του παραρτήματος Α της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 54).

(9)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 807/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και για τη θέσπιση μεταβατικών διατάξεων (ΕΕ L 227 της 31.7.2014, σ. 1).

(10)  Οδηγία 89/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1989, που αφορά τα αιγοειδή και προβατοειδή αναπαραγωγής καθαράς φυλής (ΕΕ L 153 της 6.6.1989, σ. 30).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα II, III, V, VII, VIII και IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιούνται ως ακολούθως:

1.

Στο παράρτημα II, η πρώτη παράγραφος του κεφαλαίου Α αντικαθίσταται από το παρακάτω κείμενο:

«Ο χαρακτηρισμός κρατών μελών ή τρίτων χωρών ή περιοχών τους (εφεξής αποκαλούμενες “χώρες ή περιοχές”) ως προς τη ΣΕΒ πραγματοποιείται με βάση τα κριτήρια που ορίζονται στα στοιχεία α) έως ε). Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, στον ορισμό της ΣΕΒ δεν περιλαμβάνεται η “άτυπη ΣΕΒ” ως πάθηση που πιστεύεται ότι απαντά αυθόρμητα, σε πολύ χαμηλά ποσοστά, σε όλους τους πληθυσμούς βοοειδών.».

2.

Στο παράρτημα III, το κεφάλαιο Α τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο μέρος I, το σημείο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Μέτρα μετά τη δοκιμή

6.1.

Όταν ένα ζώο που σφάζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο επιλέγεται για δοκιμή για ΣΕΒ, στο σφάγιο του εν λόγω ζώου δεν δίδεται η σήμανση υγειονομικού ελέγχου που προβλέπεται στο κεφάλαιο III του τμήματος I του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 έως ότου ληφθεί αρνητικό αποτέλεσμα στην ταχεία δοκιμή.

6.2.

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από το σημείο 6.1 εφόσον υπάρχει επίσημο σύστημα στο σφαγείο, με το οποίο εξασφαλίζεται ότι κανένα τεμάχιο των εξεταζόμενων ζώων που φέρουν σήμανση υγειονομικού ελέγχου δεν εγκαταλείπει το σφαγείο έως ότου ληφθεί αρνητικό αποτέλεσμα στην ταχεία δοκιμή.

6.3.

Όλα τα τεμάχια του σώματος ζώου που υποβάλλεται σε δοκιμή για ΣΕΒ, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, παραμένουν υπό επίσημο έλεγχο έως ότου ληφθεί αρνητικό αποτέλεσμα στην ταχεία δοκιμή, εκτός εάν απορριφθούν σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, ή εκτός εάν τα λίπη μεταποιηθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 και χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 ή χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή των παράγωγων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 36 του εν λόγω κανονισμού.

6.4.

Όλα τα τεμάχια του σώματος ζώου που δίνει θετικό ή ασαφές αποτέλεσμα στην ταχεία δοκιμή, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, απορρίπτονται σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, εκτός από το υλικό που διατηρείται για τα μητρώα που προβλέπει το κεφάλαιο Β μέρος III του παρόντος παραρτήματος, και εκτός από τα λίπη που λαμβάνονται από το εν λόγω σώμα, υπό την προϋπόθεση ότι τα λίπη αυτά μεταποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 και χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 ή χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των παράγωγων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 36 του εν λόγω κανονισμού.

6.5.

Όταν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής ζώου που σφάζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο είναι θετικό ή ασαφές, τουλάχιστον το αμέσως προηγούμενο σφάγιο και τα δύο αμέσως επόμενα σφάγια από το σφάγιο που βρέθηκε θετικό ή ασαφές, στην ίδια αλυσίδα παραγωγής του σφαγείου, καταστρέφονται σύμφωνα με το σημείο 6.4.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο του παρόντος σημείου, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την καταστροφή των προαναφερθέντων σφαγίων μόνον εάν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής επιβεβαιώνεται ως θετικό ή ασαφές με τις δοκιμές επιβεβαίωσης που αναφέρονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.1 στοιχείο β).

6.6.

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του σημείου 6.5 όταν στο σφαγείο υπάρχει σύστημα πρόληψης της μόλυνσης μεταξύ των σφαγίων.».

β)

Στο μέρος II, τα σημεία 7.3 και 7.4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.3.

Όλα τα τεμάχια του σώματος ζώου που υποβάλλεται σε δοκιμή, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, παραμένουν υπό επίσημο έλεγχο έως ότου ληφθεί αρνητικό αποτέλεσμα στην ταχεία δοκιμή, εκτός εάν απορριφθούν σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, ή εκτός εάν τα λίπη μεταποιηθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 και χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 ή χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή των παράγωγων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 36 του εν λόγω κανονισμού.

7.4.

Όλα τα τεμάχια του σώματος ζώου που δίνει θετικό αποτέλεσμα στην ταχεία δοκιμή, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, απορρίπτονται απευθείας σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, εκτός από το υλικό που διατηρείται για τους σκοπούς των μητρώων που προβλέπει το κεφάλαιο Β μέρος III του παρόντος παραρτήματος, και εκτός από τα τετηγμένα λίπη που προέρχονται από το εν λόγω σώμα, υπό την προϋπόθεση ότι τα λίπη αυτά μεταποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 και χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 12 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 ή χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των παράγωγων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 36 του εν λόγω κανονισμού.».

3.

Το παράρτημα V τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα σημεία 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Σήμανση και απόρριψη

Τα ειδικά υλικά κινδύνου βάφονται με χρωστική ουσία ή, κατά περίπτωση, καθίστανται αναγνωρίσιμα με άλλον τρόπο, αμέσως μετά την αφαίρεσή τους, και απορρίπτονται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 και ιδίως το άρθρο 12.

4.   Αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου

4.1.

Τα ειδικά υλικά κινδύνου αφαιρούνται:

α)

στα σφαγεία, ή, κατά περίπτωση, σε άλλους χώρους σφαγής·

β)

στα εργαστήρια τεμαχισμού, στην περίπτωση της σπονδυλικής στήλης των βοοειδών·

γ)

όπου ενδείκνυται, σε εγκεκριμένες εγκαταστάσεις ή μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009.

4.2.

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 4.1, η χρήση εναλλακτικής δοκιμής αντί της αφαίρεσης των ειδικών υλικών κινδύνου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, μπορεί να επιτρέπεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, υπό τον όρο ότι η εν λόγω εναλλακτική δοκιμή περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος X, σύμφωνα με τους ακόλουθους όρους:

α)

οι εναλλακτικές δοκιμές πρέπει να διενεργούνται στα σφαγεία σε όλα τα ζώα που επιλέγονται για την αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου·

β)

κανένα προϊόν βοοειδών ή αιγοπροβάτων που προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή για ζωοτροφή δεν επιτρέπεται να εξέλθει από το σφαγείο πριν η αρμόδια αρχή λάβει και αποδεχθεί τα αποτελέσματα των εναλλακτικών δοκιμών για όλα τα σφαγέντα ζώα που είναι δυνητικώς μολυσμένα εάν έχει επιβεβαιωθεί παρουσία ΣΕΒ σε ένα από αυτά·

γ)

όταν το αποτέλεσμα μιας εναλλακτικής δοκιμής είναι θετικό, όλα τα υλικά βοοειδών και αιγοπροβάτων που έχουν δυνητικώς μολυνθεί στο σφαγείο πρέπει να καταστρέφονται σύμφωνα με το σημείο 3, εκτός εάν όλα τα μέρη του σώματος του μολυσμένου ζώου, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, μπορούν να αναγνωρίζονται και να διατηρούνται χωριστά.

4.3.

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 4.1, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να επιτρέψουν:

α)

την αφαίρεση του νωτιαίου μυελού των αιγοπροβάτων σε εργαστήρια τεμαχισμού που έχουν εγκριθεί ειδικά για τον σκοπό αυτόν·

β)

την αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης βοοειδών από σφάγια ή μέρη σφαγίων σε κρεοπωλεία που έχουν ειδική άδεια, ελέγχονται και καταχωρίζονται για τον σκοπό αυτόν·

γ)

τη συγκομιδή του κρέατος από την κεφαλή των βοοειδών σε εργαστήρια τεμαχισμού που έχουν εγκριθεί ειδικά για τον σκοπό αυτόν, σύμφωνα με το σημείο 9.

4.4.

Οι κανόνες για την αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο δεν ισχύουν για το υλικό της κατηγορίας 1 που χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 για τη σίτιση ζώων ζωολογικών κήπων, ούτε για το υλικό της κατηγορίας 1 που χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού για τη σίτιση νεκροφάγων πτηνών που κινδυνεύουν να εκλείψουν ή είναι προστατευμένο είδος και άλλων ειδών που ζουν στο φυσικό τους περιβάλλον, με σκοπό την προαγωγή της βιοποικιλότητας.».

β)

Τα σημεία 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Μέτρα σχετικά με τον τεμαχισμό των ιστών

Επιπλέον των κρατών μελών ή των περιοχών αυτών με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, η απαγόρευση που επιβάλλει το άρθρο 8 παράγραφος 3 στη χρήση της πρακτικής κατά την οποία, μετά την αναισθητοποίηση του ζώου, ιστοί του κεντρικού νευρικού συστήματος τεμαχίζονται μέσω εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα ή μέσω έγχυσης αερίου στην κρανιακή κοιλότητα βοοειδών και αιγοπροβάτων των οποίων το κρέας προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα, ισχύει και για τα κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ.

7.   Συγκομιδή γλωσσών από βοοειδή

Η συγκομιδή των γλωσσών βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα πραγματοποιείται στο σφαγείο μέσω εγκάρσιας τομής προσθίως της γλωσσικής απόφυσης του σώματος του υοειδούς οστού, με εξαίρεση τις γλώσσες βοοειδών προερχόμενων από κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ.».

γ)

Το σημείο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11.   Έλεγχοι

11.1.

Τα κράτη μέλη διενεργούν συχνά επίσημους ελέγχους για να διαπιστώνουν την ορθή εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος, μεριμνούν δε για τη θέσπιση μέτρων ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε μόλυνση, ιδίως στα σφαγεία, στα εργαστήρια τεμαχισμού ή σε άλλους χώρους απομάκρυνσης ειδικών υλικών κινδύνου όπως τα κρεοπωλεία ή οι εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 4.1 στοιχείο γ).

11.2.

Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα με το οποίο εξασφαλίζεται και ελέγχεται ότι ο χειρισμός και η απόρριψη των ειδικών υλικών κινδύνου πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009.

11.3.

Τίθεται σε εφαρμογή ένα σύστημα ελέγχου για την αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, όπως ορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α). Το εν λόγω σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα μέτρα:

α)

Μέχρι τις 30 Ιουνίου 2017, όταν δεν απαιτείται η αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα τεμάχια σφαγίων βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης επισημαίνονται με μια ευδιάκριτη γαλάζια λωρίδα στην ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

Από την 1η Ιουλίου 2017, όποτε απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα τεμάχια σφαγίων βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης επισημαίνονται με μια ευδιάκριτη κόκκινη λωρίδα στην ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

β)

Κατά περίπτωση, στο εμπορικό έγγραφο που συνοδεύει τις παρτίδες κρέατος παρατίθενται ειδικές πληροφορίες για τον αριθμό των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης. Κατά περίπτωση, οι ειδικές πληροφορίες προστίθενται στο κοινό κτηνιατρικό έγγραφο εισόδου (ΚΚΕΕ) που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 της Επιτροπής (*) στην περίπτωση εισαγωγών.

γ)

Τα κρεοπωλεία διατηρούν, για τουλάχιστον ένα έτος, τα εμπορικά παραστατικά που αναφέρονται στο στοιχείο β).

(*)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 136/2004 της Επιτροπής, της 22ας Ιανουαρίου 2004, για τη θέσπιση διαδικασιών κτηνιατρικών ελέγχων στους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης της Κοινότητας κατά την εισαγωγή προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες (ΕΕ L 21 της 28.1.2004, σ. 11).»."

4.

Στο παράρτημα VII, τα σημεία 4.2, 4.3 και 4.4 του κεφαλαίου Β αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.2.

Μόνο τα ακόλουθα προβατοειδή εισάγονται στην εκμετάλλευση:

α)

αρσενικά προβατοειδή με γονότυπο ARR/ARR·

β)

θηλυκά προβατοειδή που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ.

Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από τα σημεία α) και β), ένα κράτος μέλος μπορεί να επιτρέψει την εισαγωγή των ζώων που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ) στην εκμετάλλευση, εφόσον τηρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η φυλή που εκτρέφεται στην εκμετάλλευση είναι τοπική φυλή με κίνδυνο εξαφάνισης από την κτηνοτροφία σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 807/2014 της Επιτροπής (**)·

ii)

η φυλή που εκτρέφεται στην εκμετάλλευση περιλαμβάνεται σε πρόγραμμα διατήρησης που υλοποιείται από οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων επίσημα εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 89/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου (***), ή από επίσημο οργανισμό· και

iii)

η συχνότητα του αλληλομόρφου ARR στη φυλή που εκτρέφεται στην εκμετάλλευση είναι χαμηλή·

γ)

αρσενικά προβατοειδή που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ·

δ)

θηλυκά προβατοειδή που δεν φέρουν κανένα αλληλόμορφο VRQ.

4.3.

Μόνον τα ακόλουθα κριάρια αναπαραγωγής και αναπαραγωγικό υλικό προβάτων μπορούν να χρησιμοποιούνται στην εκμετάλλευση:

α)

αρσενικά προβατοειδή με γονότυπο ARR/ARR·

β)

σπέρμα κριαριών με γονότυπο ARR/ARR·

γ)

έμβρυα με τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ.

Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από τα στοιχεία α), β) και γ), ένα κράτος μέλος μπορεί να επιτρέψει τη χρήση των κριαριών αναπαραγωγής και του αναπαραγωγικού υλικού προβάτων που αναφέρονται στα στοιχεία δ), ε) και στ) στην εκμετάλλευση, εφόσον τηρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η φυλή που εκτρέφεται στην εκμετάλλευση είναι τοπική φυλή με κίνδυνο εξαφάνισης από την κτηνοτροφία σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 807/2014·

ii)

η φυλή που εκτρέφεται στην εκμετάλλευση περιλαμβάνεται σε πρόγραμμα διατήρησης που υλοποιείται από οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων επίσημα εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 89/361/ΕΟΚ, ή από επίσημο οργανισμό· και

iii)

η συχνότητα του αλληλομόρφου ARR στη φυλή που εκτρέφεται στην εκμετάλλευση είναι χαμηλή·

δ)

αρσενικά προβατοειδή που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ·

ε)

σπέρμα από αρσενικά προβατοειδή που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ·

στ)

έμβρυα που δεν φέρουν κανένα αλληλόμορφο VRQ.

4.4.

Οι μετακινήσεις των ζώων από την εκμετάλλευση επιτρέπονται για σκοπούς καταστροφής ή για την απευθείας μεταφορά προς σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο, αλλιώς υπόκεινται στις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα κριάρια και οι προβατίνες με γονότυπο ARR/ARR μπορούν να μετακινηθούν από την εκμετάλλευση για κάθε σκοπό, συμπεριλαμβανομένης της αναπαραγωγής, υπό τον όρο ότι μετακινούνται σε άλλη εκμετάλλευση η οποία υπόκειται στην εφαρμογή των μέτρων σύμφωνα με το σημείο 2.2.2 στοιχείο γ) ή το σημείο 2.2.2 στοιχείο δ)·

β)

εάν το κράτος μέλος αποφασίσει σχετικά, τα αμνοερίφια μπορούν να μετακινηθούν σε άλλη εκμετάλλευση που βρίσκεται εντός της επικράτειάς του με μοναδικό σκοπό την πάχυνση πριν από τη σφαγή εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η εκμετάλλευση προορισμού δεν περιέχει άλλα αιγοπρόβατα από εκείνα που παχύνονται πριν από τη σφαγή,

ii)

στο τέλος της περιόδου πάχυνσης, τα αμνοερίφια που προέρχονται από εκμεταλλεύσεις που υπόκεινται στα μέτρα εξάλειψης που αναφέρονται στο σημείο 2.2.2 στοιχείο γ) σημείο iii) ή στο σημείο 2.2.2 στοιχείο δ) μεταφέρονται απευθείας σε σφαγείο που βρίσκεται εντός της επικράτειας του ίδιου κράτους μέλους για σφαγή όχι αργότερα από την ηλικία των δώδεκα μηνών.

(**)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 807/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και για τη θέσπιση μεταβατικών διατάξεων (ΕΕ L 227 της 31.7.2014, σ. 1)."

(***)  Οδηγία 89/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1989, που αφορά τα αιγοειδή και προβατοειδή αναπαραγωγής καθαράς φυλής (ΕΕ L 153 της 6.6.1989, σ. 30).»."

5.

Στο παράρτημα VIII, το τμήμα Α του κεφαλαίου Α τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Εκμεταλλεύσεις με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου και ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου:

1.1.

Για σκοπούς ενδοενωσιακού εμπορίου και κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη καταρτίζουν και επιβλέπουν επίσημο σύστημα μέτρων για την αναγνώριση των εκμεταλλεύσεων με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου και εκμεταλλεύσεων με ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου. Βάσει αυτού του επίσημου συστήματος μέτρων και κατά περίπτωση, καταρτίζουν και διατηρούν καταλόγους με τις εκμεταλλεύσεις αιγοπροβάτων με αμελητέο κίνδυνο και τις εκμεταλλεύσεις με ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου.

1.2.

Εκμετάλλευση προβατοειδών με καθεστώς ανθεκτικότητας στις ΜΣΕ επιπέδου Ι, σύμφωνα με το παράρτημα VII κεφάλαιο Γ μέρος 4 σημείο 1 στοιχείο α), και όπου δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον, μπορεί να αναγνωριστεί ως εκμετάλλευση με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου.

Εκμετάλλευση προβατοειδών, αιγοειδών ή αιγοπροβάτων μπορεί επίσης να αναγνωριστεί ως εκμετάλλευση με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου υπό τον όρο ότι συμμορφώνεται με τις ακόλουθες προϋποθέσεις για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον:

α)

τα αιγοπρόβατα είναι μονίμως αναγνωρίσιμα και τηρούνται αρχεία προκειμένου να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης στην οποία γεννήθηκαν·

β)

τηρούνται αρχεία των μετακινήσεων αιγοπροβάτων εντός και εκτός της εκμετάλλευσης·

γ)

μόνον τα ακόλουθα αιγοπρόβατα εισάγονται στην εκμετάλλευση:

i)

αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου·

ii)

αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία α) έως θ) για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον ή για τουλάχιστον την ίδια χρονική περίοδο επί την οποία η εκμετάλλευση στην οποία πρόκειται να εισαχθούν πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα εν λόγω σημεία·

iii)

προβατοειδή με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR·

iv)

προβατοειδή ή αιγοειδή που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο σημείο i) ή ii) με εξαίρεση τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία αυτά παρέμειναν σε κέντρο συλλογής σπέρματος, υπό την προϋπόθεση ότι το κέντρο συλλογής σπέρματος πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

το κέντρο συλλογής σπέρματος έχει εγκριθεί σύμφωνα με το κεφάλαιο I(Ι) του παραρτήματος Δ της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου (****) και επιβλέπεται σύμφωνα με τους όρους του κεφαλαίου Ι(ΙΙ) του εν λόγω παραρτήματος,

για την περίοδο των επτά προηγουμένων ετών εισήχθησαν στο κέντρο συλλογής σπέρματος μόνον αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις οι οποίες πληρούσαν κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία α), β) και ε) και υφίσταντο τακτικούς ελέγχους από επίσημο κτηνίατρο ή από κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή,

δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου στο κέντρο συλλογής σπέρματος για την περίοδο των επτά προηγουμένων ετών,

το κέντρο συλλογής σπέρματος εφαρμόζει μέτρα βιοπροφύλαξης για να εξασφαλίσει ότι τα αιγοπρόβατα που διατηρούνται στο κέντρο και τα οποία προέρχονται από εκμεταλλεύσεις με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου δεν έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή με αιγοπρόβατα προερχόμενα από εκμεταλλεύσεις με χαμηλότερο χαρακτηρισμό κινδύνου κλασικής τρομώδους νόσου·

δ)

η εκμετάλλευση υφίσταται τακτικούς ελέγχους από επίσημο κτηνίατρο ή από κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτόν από την αρμόδια αρχή προκειμένου να επαληθεύεται η συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα στοιχεία α) έως θ). Οι έλεγχοι πρέπει να λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον ετησίως από την 1η Ιανουαρίου 2014·

ε)

δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου·

στ)

έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, όλα τα αιγοπρόβατα που αναφέρονται στο παράρτημα III κεφάλαιο Α μέρος II σημείο 3, ηλικίας άνω των 18 μηνών και τα οποία έχουν πεθάνει ή θανατωθεί για λόγους άλλους από τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλονται σε δοκιμές για την κλασική τρομώδη νόσο σε εργαστήριο σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους και πρωτόκολλα που ορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2.

Από την 1η Ιανουαρίου 2014, όλα τα αιγοπρόβατα ηλικίας άνω των 18 μηνών τα οποία έχουν πεθάνει ή θανατωθεί για λόγους άλλους από τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλονται σε δοκιμές για την κλασική τρομώδη νόσο σε εργαστήριο σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους και πρωτόκολλα που ορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2.

Κατά παρέκκλιση από τους όρους της πρώτης και της δεύτερης παραγράφου του στοιχείου στ), τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι όλα τα αιγοπρόβατα ηλικίας άνω των 18 μηνών χωρίς εμπορική αξία, που θανατώνονται στο τέλος της παραγωγικής τους ζωής αντί να σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, εξετάζονται από επίσημο κτηνίατρο και όλα τα ζώα που παρουσιάζουν σημεία εξασθενητικής ή νευρολογικής νόσου υποβάλλονται σε δοκιμές για την κλασική τρομώδη νόσο σε εργαστήριο σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους και τα πρωτόκολλα που καθορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2.

Επιπλέον των όρων που καθορίζονται στα στοιχεία α) έως στ), πρέπει να υπάρχει συμμόρφωση με τους ακόλουθους όρους από την 1η Ιανουαρίου 2014:

ζ)

επιτρέπεται η εισαγωγή μόνο των ακόλουθων ωαρίων και εμβρύων αιγοπροβάτων στην εκμετάλλευση:

i)

ωάρια και έμβρυα από ζώα-δότες τα οποία έχουν παραμείνει από τη γέννησή τους σε κράτος μέλος με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή σε εκμετάλλευση με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, ή τα οποία πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

είναι μονίμως αναγνωρίσιμα προκειμένου να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης στην οποία γεννήθηκαν,

παραμένουν από τη γέννησή τους σε εκμεταλλεύσεις όπου δεν έχουν επιβεβαιωθεί κρούσματα κλασικής τρομώδους νόσου κατά την παραμονή τους,

δεν εμφανίζουν κανένα κλινικό σημείο κλασικής τρομώδους νόσου κατά τον χρόνο συλλογής των ωαρίων ή των εμβρύων·

ii)

ωάρια και έμβρυα προβατοειδών που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR·

η)

επιτρέπεται η εισαγωγή σπέρματος μόνο των ακόλουθων αιγοπροβάτων στην εκμετάλλευση:

i)

σπέρμα από ζώα-δότες τα οποία έχουν παραμείνει από τη γέννησή τους σε κράτος μέλος με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, ή σε εκμετάλλευση με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, ή τα οποία πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

είναι μονίμως αναγνωρίσιμα προκειμένου να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης στην οποία γεννήθηκαν,

δεν εμφανίζουν κανένα κλινικό σημείο κλασικής τρομώδους νόσου κατά τον χρόνο συλλογής σπέρματος·

ii)

σπέρμα κριαριών με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR·

θ)

τα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση δεν έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή, συμπεριλαμβανομένης της βόσκησης από κοινού, με αιγοπρόβατα εκμετάλλευσης χαμηλότερου χαρακτηρισμού ως προς την κλασική τρομώδη νόσο.

1.3.

Εκμετάλλευση προβατοειδών, αιγοειδών ή αιγοπροβάτων μπορεί να αναγνωριστεί ως εκμετάλλευση με ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου υπό τον όρο ότι συμμορφώνεται με τις ακόλουθες προϋποθέσεις για την περίοδο των τριών προηγούμενων ετών τουλάχιστον:

α)

τα αιγοπρόβατα είναι μονίμως αναγνωρίσιμα και τηρούνται αρχεία προκειμένου να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης στην οποία γεννήθηκαν·

β)

τηρούνται αρχεία των μετακινήσεων αιγοπροβάτων εντός και εκτός της εκμετάλλευσης·

γ)

μόνον τα ακόλουθα αιγοπρόβατα εισάγονται στην εκμετάλλευση:

i)

αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου·

ii)

αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία α) έως θ) για την περίοδο των τριών προηγούμενων ετών τουλάχιστον ή για τουλάχιστον την ίδια χρονική περίοδο επί την οποία η εκμετάλλευση στην οποία πρόκειται να εισαχθούν πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα εν λόγω σημεία·

iii)

προβατοειδή με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR·

iv)

προβατοειδή ή αιγοειδή που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο σημείο i) ή ii) με εξαίρεση τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία αυτά παρέμειναν σε κέντρο συλλογής σπέρματος, υπό την προϋπόθεση ότι το κέντρο συλλογής σπέρματος πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

το κέντρο συλλογής σπέρματος έχει εγκριθεί σύμφωνα με το κεφάλαιο I(Ι) του παραρτήματος Δ της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ και επιβλέπεται σύμφωνα με τους όρους του κεφαλαίου Ι(ΙΙ) του εν λόγω παραρτήματος,

για την περίοδο των τριών προηγουμένων ετών εισήχθησαν στο κέντρο συλλογής σπέρματος μόνον αιγοπρόβατα από εκμεταλλεύσεις οι οποίες πληρούσαν κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία α), β) και ε) και υφίσταντο τακτικούς ελέγχους από επίσημο κτηνίατρο ή κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή,

δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου στο κέντρο συλλογής σπέρματος για την περίοδο των τριών προηγουμένων ετών,

το κέντρο συλλογής σπέρματος εφαρμόζει μέτρα βιοπροφύλαξης για να εξασφαλίσει ότι τα αιγοπρόβατα που διατηρούνται στο κέντρο και τα οποία προέρχονται από εκμεταλλεύσεις με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου δεν έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή με αιγοπρόβατα προερχόμενα από εκμεταλλεύσεις με χαμηλότερο χαρακτηρισμό κινδύνου κλασικής τρομώδους νόσου·

δ)

η εκμετάλλευση υφίσταται τακτικούς ελέγχους από επίσημο κτηνίατρο ή κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτόν από την αρμόδια αρχή προκειμένου να επαληθεύεται η συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα στοιχεία α) έως θ). Οι έλεγχοι πρέπει να λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον ετησίως από την 1η Ιανουαρίου 2014·

ε)

δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου·

στ)

έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, όλα τα αιγοπρόβατα που αναφέρονται στο παράρτημα III κεφάλαιο Α μέρος II σημείο 3, ηλικίας άνω των 18 μηνών και τα οποία έχουν πεθάνει ή θανατωθεί για λόγους άλλους από τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλονται σε δοκιμές για την κλασική τρομώδη νόσο σε εργαστήριο σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους και πρωτόκολλα που ορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2.

Από την 1η Ιανουαρίου 2014, όλα τα αιγοπρόβατα ηλικίας άνω των 18 μηνών τα οποία έχουν πεθάνει ή θανατωθεί για λόγους άλλους από τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλονται σε δοκιμές για την κλασική τρομώδη νόσο σε εργαστήριο σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους και πρωτόκολλα που ορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2.

Κατά παρέκκλιση από τους όρους της πρώτης και της δεύτερης παραγράφου του στοιχείου στ), τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι όλα τα αιγοπρόβατα ηλικίας άνω των 18 μηνών χωρίς εμπορική αξία, που θανατώνονται στο τέλος της παραγωγικής τους ζωής αντί να σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, εξετάζονται από επίσημο κτηνίατρο και όλα τα ζώα που παρουσιάζουν σημεία εξασθενητικής ή νευρολογικής νόσου υποβάλλονται σε δοκιμές για την κλασική τρομώδη νόσο σε εργαστήριο σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους και τα πρωτόκολλα που καθορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2.

Επιπλέον των όρων που καθορίζονται στα στοιχεία α) έως στ), πρέπει να υπάρχει συμμόρφωση με τους ακόλουθους όρους από την 1η Ιανουαρίου 2014:

ζ)

επιτρέπεται η εισαγωγή μόνο των ακόλουθων ωαρίων και εμβρύων αιγοπροβάτων στην εκμετάλλευση:

i)

ωάρια και έμβρυα από ζώα-δότες τα οποία έχουν παραμείνει από τη γέννησή τους σε κράτος μέλος με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή σε εκμετάλλευση με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, ή τα οποία πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

είναι μονίμως αναγνωρίσιμα προκειμένου να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης στην οποία γεννήθηκαν,

παραμένουν από τη γέννησή τους σε εκμεταλλεύσεις όπου δεν έχουν επιβεβαιωθεί κρούσματα κλασικής τρομώδους νόσου κατά την παραμονή τους,

δεν εμφανίζουν κανένα κλινικό σημείο κλασικής τρομώδους νόσου κατά τον χρόνο συλλογής των ωαρίων ή των εμβρύων·

ii)

ωάρια και έμβρυα προβατοειδών που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR·

η)

επιτρέπεται η εισαγωγή σπέρματος μόνο των ακόλουθων αιγοπροβάτων στην εκμετάλλευση:

i)

σπέρμα από ζώα-δότες τα οποία έχουν παραμείνει από τη γέννησή τους σε κράτος μέλος με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, ή σε εκμετάλλευση με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, ή τα οποία πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

είναι μονίμως αναγνωρίσιμα προκειμένου να επιτρέπεται ο προσδιορισμός της εκμετάλλευσης στην οποία γεννήθηκαν,

δεν εμφανίζουν κανένα κλινικό σημείο κλασικής τρομώδους νόσου κατά τον χρόνο συλλογής σπέρματος·

ii)

σπέρμα κριαριών με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR·

θ)

τα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση δεν έρχονται σε άμεση ή έμμεση επαφή, συμπεριλαμβανομένης της βόσκησης από κοινού, με αιγοπρόβατα εκμετάλλευσης χαμηλότερου χαρακτηρισμού ως προς την κλασική τρομώδη νόσο.

1.4.

Εάν επιβεβαιωθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου σε εκμετάλλευση αμελητέου ή ελεγχόμενου κινδύνου κλασικής τρομώδους νόσου, ή σε εκμετάλλευση για την οποία έχει τεκμηριωθεί επιδημιολογική σύνδεση με εκμετάλλευση αμελητέου ή ελεγχόμενου κινδύνου κλασικής τρομώδους νόσου ως αποτέλεσμα έρευνας που αναφέρεται στο μέρος 1 του κεφαλαίου Β του παραρτήματος VII, η εκμετάλλευση αμελητέου ή ελεγχόμενου κινδύνου κλασικής τρομώδους νόσου διαγράφεται αμέσως από τον κατάλογο που αναφέρεται στο σημείο 1.1 του παρόντος τμήματος.

Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως τα λοιπά κράτη μέλη τα οποία έχουν εισαγάγει αιγοπρόβατα, ή σπέρμα ή έμβρυα που συνελέγησαν από αιγοπρόβατα τα οποία είχαν διατηρηθεί στη μολυσμένη εκμετάλλευση εντός της περιόδου των επτά προηγούμενων ετών σε περίπτωση εκμετάλλευσης αμελητέου κινδύνου για κλασική τρομώδη νόσο ή της περιόδου των τριών προηγούμενων ετών σε περίπτωση εκμετάλλευσης ελεγχόμενου κινδύνου για κλασική τρομώδη νόσο.

(****)  Οδηγία 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 1992, που καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο τμήμα Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 54)»."

β)

Το σημείο 2.1 στοιχεία β) και γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον, έχουν ελεγχθεί τα αιγοπρόβατα που εμφανίζουν κλινικά σημεία αντίστοιχα της κλασικής τρομώδους νόσου·

γ)

για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον, ικανός αριθμός αιγοπροβάτων ηλικίας άνω των 18 μηνών, αντιπροσωπευτικός των αιγοπροβάτων που εσφάγησαν, που πέθαναν ή θανατώθηκαν για λόγους άλλους από τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο, υποβάλλονται σε δοκιμή ετησίως προκειμένου να επιτευχθεί ποσοστό εμπιστοσύνης 95 τοις εκατό όσον αφορά τον εντοπισμό της κλασικής τρομώδους νόσου εάν αυτή απαντά στον εν λόγω πληθυσμό σε επιπολασμό που υπερβαίνει το 0,1 τοις εκατό, και δεν έχει αναφερθεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου κατά την εν λόγω περίοδο·».

γ)

Το σημείο 2.3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.3.

Τα κράτη μέλη ή ζώνες κρατών μελών με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου είναι τα εξής:

Αυστρία

Φινλανδία

Σουηδία.».

δ)

Το σημείο 3.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.2.

Εγκρίνονται τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της κλασικής τρομώδους νόσου των ακόλουθων κρατών μελών:

Δανία.».

ε)

Το σημείο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

Ενδοενωσιακό εμπόριο αιγοπροβάτων, του σπέρματός τους και των εμβρύων τους

Ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:

4.1.

Αιγοπρόβατα:

α)

τα αιγοπρόβατα αναπαραγωγής που προορίζονται για κράτη μέλη άλλα εκτός αυτών με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή με εγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της κλασικής τρομώδους νόσου πρέπει:

i)

να προέρχονται από εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου· ή

ii)

να προέρχονται από κράτος μέλος ή ζώνη κράτους μέλους με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου· ή

iii)

στην περίπτωση προβατοειδών, να διαθέτουν τον γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR, υπό τον όρο ότι δεν προέρχονται από εκμετάλλευση που υπόκειται στους περιορισμούς που ορίζονται στο παράρτημα VII κεφάλαιο Β σημεία 3 και 4·

β)

τα αιγοπρόβατα για κάθε χρήση εκτός από άμεση σφαγή που προορίζονται για τα κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή με εγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της κλασικής τρομώδους νόσου πρέπει:

i)

να προέρχονται από εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου· ή

ii)

να προέρχονται από κράτος μέλος ή ζώνη κράτους μέλους με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου· ή

iii)

στην περίπτωση προβατοειδών, να διαθέτουν τον γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR, υπό τον όρο ότι δεν προέρχονται από εκμετάλλευση που υπόκειται στους περιορισμούς που ορίζονται στο παράρτημα VII κεφάλαιο Β σημεία 3 και 4·

γ)

κατά παρέκκλιση από τα στοιχεία α) και β), οι απαιτήσεις που καθορίζονται στα εν λόγω στοιχεία δεν εφαρμόζονται για τα αιγοπρόβατα που διατηρούνται και μετακινούνται αποκλειστικά μεταξύ εγκεκριμένων οργανισμών, ινστιτούτων ή κέντρων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ·

δ)

κατά παρέκκλιση από τα στοιχεία α) και β), η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μπορεί να επιτρέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο ζώων που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στα εν λόγω σημεία, υπό τον όρο ότι έχει λάβει προηγούμενη έγκριση από την αρμόδια αρχή των κρατών μελών προορισμού των εν λόγω ζώων, και υπό την προϋπόθεση ότι τα ζώα πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

τα ζώα ανήκουν σε τοπική φυλή με κίνδυνο εξαφάνισης από την κτηνοτροφία, όπως ορίζει το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 807/2014·

ii)

τα ζώα έχουν εγγραφεί σε γενεαλογικό βιβλίο που τηρείται από οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων επίσημα εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 89/361/ΕΟΚ στο κράτος μέλος αποστολής ή από επίσημο οργανισμό του εν λόγω κράτους μέλους, και τα ζώα θα εγγραφούν σε γενεαλογικό βιβλίο για τη συγκεκριμένη φυλή, που τηρείται από οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων επίσημα εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 89/361/ΕΟΚ στο κράτος μέλος προορισμού ή από επίσημο οργανισμό του εν λόγω κράτους μέλους·

iii)

στο κράτος μέλος αποστολής και στο κράτος μέλος προορισμού, οι οργανώσεις ή ενώσεις κτηνοτρόφων ή οι επίσημοι οργανισμοί που αναφέρονται στο σημείο ii) διεξάγουν πρόγραμμα διατήρησης για τη συγκεκριμένη φυλή·

iv)

τα ζώα δεν προέρχονται από εκμετάλλευση που υπόκειται στους περιορισμούς που ορίζονται στο παράρτημα VII κεφάλαιο Β σημεία 3 και 4·

v)

μετά την είσοδο των ζώων που δεν πληρούν τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο στοιχείο α) ή β) στην εκμετάλλευση αποδέκτη στο κράτος μέλος προορισμού, οι μετακινήσεις όλων των αιγοπροβάτων στη συγκεκριμένη εκμετάλλευση περιορίζονται σύμφωνα με το σημείο 3.4 του κεφαλαίου Β του παραρτήματος VII, για περίοδο τριών ετών, ή για περίοδο επτά ετών όταν το κράτος μέλος προορισμού είναι κράτος μέλος με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή με εγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της κλασικής τρομώδους νόσου.

Κατά παρέκκλιση από την πρώτη παράγραφο αυτού του στοιχείου, τέτοιος περιορισμός της μετακίνησης δεν ισχύει για το ενδοενωσιακό εμπόριο ζώων που διεξάγεται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο σημείο 4.1 στοιχείο δ) του παρόντος τμήματος, ούτε για τις εσωτερικές μετακινήσεις ζώων που προορίζονται για εκμετάλλευση στην οποία εκτρέφεται μια τοπική φυλή που κινδυνεύει να εξαφανιστεί από την κτηνοτροφία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 807/2014, υπό τον όρο ότι η φυλή περιλαμβάνεται σε πρόγραμμα διατήρησης που υλοποιείται από οργάνωση ή ένωση κτηνοτρόφων επίσημα εγκεκριμένη ή αναγνωρισμένη σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 89/361/ΕΟΚ ή από επίσημο οργανισμό.

Μετά το ενδοενωσιακό εμπόριο ή την εγχώρια μετακίνηση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του σημείου v), οι μετακινήσεις όλων των αιγοπροβάτων των εκμεταλλεύσεων που παραλαμβάνουν ζώα που μετακινούνται στο πλαίσιο τέτοιας παρέκκλισης περιορίζονται και πάλι σύμφωνα με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο του σημείου v).

4.2.

Το σπέρμα και τα έμβρυα αιγοπροβάτων:

α)

συλλέγονται από ζώα τα οποία έχουν διατηρηθεί συνεχώς από τη γέννησή τους σε εκμετάλλευση (ή εκμεταλλεύσεις) με αμελητέο ή ελεγχόμενο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου, εκτός εάν η εκμετάλλευση αποτελεί κέντρο συλλογής σπέρματος και εφόσον το κέντρο συλλογής σπέρματος πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο σημείο 1.3 στοιχείο γ) σημείο iv)· ή

β)

συλλέγονται από ζώα τα οποία έχουν διατηρηθεί συνεχώς για τα τρία τελευταία έτη πριν τη συλλογή σε εκμετάλλευση (ή εκμεταλλεύσεις) που συμμορφώνονταν με όλες τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο σημείο 1.3 στοιχεία α) έως στ) για τρία έτη, εκτός εάν η εκμετάλλευση αποτελεί κέντρο συλλογής σπέρματος και εφόσον το κέντρο συλλογής σπέρματος πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο σημείο 1.3 στοιχείο γ) σημείο iv)· ή

γ)

συλλέγονται από ζώα τα οποία έχουν διατηρηθεί συνεχώς από τη γέννησή τους σε χώρα ή ζώνη χώρας με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου· ή

δ)

στην περίπτωση σπέρματος προβατοειδών, συλλέγεται από αρσενικά ζώα με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR· ή

ε)

στην περίπτωση εμβρύων προβατοειδών, αυτά φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR.».

6.

Το παράρτημα IX αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΖΩΝΤΩΝ ΖΩΩΝ, ΕΜΒΡΥΩΝ, ΩΑΡΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Εισαγωγές βοοειδών

ΤΜΗΜΑ Α

Εισαγωγές από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

τα ζώα γεννήθηκαν και εκτράφηκαν αποκλειστικά σε χώρες ή περιοχές που έχουν ταξινομηθεί, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ της Επιτροπής (*****), ως χώρες ή περιοχές/περιφέρειες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ·

β)

τα ζώα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον προσδιορισμό της μητέρας τους και της αγέλης καταγωγής τους και δεν έχουν εκτεθεί στα παρακάτω βοοειδή:

i)

όλα τα κρούσματα ΣΕΒ,

ii)

όλα τα βοοειδή τα οποία, κατά το πρώτο έτος ζωής τους, εκτράφηκαν μαζί με τα βοοειδή που προσβλήθηκαν από ΣΕΒ κατά το πρώτο έτος ζωής και για τα οποία η έρευνα έδειξε ότι κατανάλωσαν την ίδια, ενδεχομένως μολυσμένη, ζωοτροφή κατά την ίδια περίοδο, ή

iii)

αν τα αποτελέσματα της έρευνας που αναφέρεται στο σημείο ii) είναι ασαφή, όλα τα βοοειδή που γεννήθηκαν στην ίδια αγέλη με ζώα στα οποία εκδηλώθηκε κρούσμα ΣΕΒ και με διαφορά μέχρι δώδεκα μηνών από το κρούσμα·

και

γ)

εάν έχουν σημειωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ στη συγκεκριμένη χώρα, τα ζώα γεννήθηκαν:

i)

μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, όπως αυτά ορίζονται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του ΟΙΕ, ή

ii)

μετά την ημερομηνία γέννησης του τελευταίου ζώου με αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ, εάν γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία της εφαρμογής της απαγόρευσης χορήγησης που αναφέρεται στο σημείο i).

ΤΜΗΜΑ B

Εισαγωγές από χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ·

β)

τα ζώα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον προσδιορισμό της μητέρας τους και της αγέλης καταγωγής τους και δεν έχουν εκτεθεί στα παρακάτω βοοειδή:

i)

όλα τα κρούσματα ΣΕΒ,

ii)

όλα τα βοοειδή τα οποία, κατά το πρώτο έτος ζωής τους, εκτράφηκαν μαζί με τα βοοειδή που προσβλήθηκαν από ΣΕΒ κατά το πρώτο έτος ζωής και για τα οποία η έρευνα έδειξε ότι κατανάλωσαν την ίδια, ενδεχομένως μολυσμένη, ζωοτροφή κατά την ίδια περίοδο, ή

iii)

αν τα αποτελέσματα της έρευνας που αναφέρεται στο σημείο ii) είναι ασαφή, όλα τα βοοειδή που γεννήθηκαν στην ίδια αγέλη με ζώα στα οποία εκδηλώθηκε κρούσμα ΣΕΒ και με διαφορά μέχρι 12 μηνών από το κρούσμα·

γ)

τα ζώα γεννήθηκαν:

i)

μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, όπως αυτά ορίζονται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του ΟΙΕ, ή

ii)

μετά την ημερομηνία γέννησης του τελευταίου ζώου με αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ, εάν γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία της εφαρμογής της απαγόρευσης χορήγησης που αναφέρεται στο σημείο i).

ΤΜΗΜΑ Γ

Εισαγωγές από χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ·

β)

η σίτιση των μηρυκαστικών με κρεατάλευρα, οστεάλευρα και ινώδη κατάλοιπα ξιγγιού από μηρυκαστικά, όπως ορίζονται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του OIE, έχει απαγορευτεί και η απαγόρευση έχει εφαρμοστεί αποτελεσματικά στη συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή·

γ)

τα ζώα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον προσδιορισμό της μητέρας τους και της αγέλης καταγωγής τους και δεν έχουν εκτεθεί στα παρακάτω βοοειδή:

i)

όλα τα κρούσματα ΣΕΒ,

ii)

όλα τα βοοειδή τα οποία, κατά το πρώτο έτος ζωής τους, εκτράφηκαν μαζί με τα βοοειδή που προσβλήθηκαν από ΣΕΒ κατά το πρώτο έτος ζωής και για τα οποία η έρευνα έδειξε ότι κατανάλωσαν την ίδια, ενδεχομένως μολυσμένη, ζωοτροφή κατά την ίδια περίοδο, ή

iii)

αν τα αποτελέσματα της έρευνας που αναφέρεται στο σημείο ii) είναι ασαφή, όλα τα βοοειδή που γεννήθηκαν στην ίδια αγέλη με ζώα στα οποία εκδηλώθηκε κρούσμα ΣΕΒ και με διαφορά μέχρι 12 μηνών από το κρούσμα·

δ)

τα ζώα γεννήθηκαν:

i)

τουλάχιστον δύο έτη μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, όπως αυτά ορίζονται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του ΟΙΕ· ή

ii)

μετά την ημερομηνία γέννησης του τελευταίου ζώου με αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ, εάν γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία της εφαρμογής της απαγόρευσης χορήγησης που αναφέρεται στο σημείο i).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή ή αιγοπρόβατα

ΤΜΗΜΑ Α

Προϊόντα

Τα ακόλουθα προϊόντα προέλευσης βοοειδών και αιγοπροβάτων, όπως ορίζονται στα υποδεικνυόμενα σημεία του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, υπόκεινται στους όρους των τμημάτων Β, Γ ή Δ του παρόντος κεφαλαίου ανάλογα με την κατηγορία κινδύνου για ΣΕΒ της χώρας καταγωγής:

νωπό κρέας, όπως ορίζεται στο σημείο 1.10,

κιμάς, όπως ορίζεται στο σημείο 1.13,

μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας, όπως ορίζεται στο σημείο 1.14,

παρασκευάσματα κρέατος, όπως ορίζονται στο σημείο 1.15,

προϊόντα με βάση το κρέας, όπως ορίζονται στο σημείο 7.1,

τετηγμένο ζωικό λίπος, όπως ορίζεται στο σημείο 7.5,

ινώδη κατάλοιπα ξιγγιού, όπως ορίζονται στο σημείο 7.6,

ζελατίνη, όπως ορίζεται στο σημείο 7.7, εκτός της προερχόμενης από δορές και δέρματα,

κολλαγόνο, όπως ορίζεται στο σημείο 7.8, εκτός του προερχόμενου από δορές και δέρματα,

επεξεργασμένα στομάχια, ουροδόχες κύστεις και έντερα, όπως ορίζονται στο σημείο 7.9.

ΤΜΗΜΑ B

Εισαγωγές από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές προϊόντων προερχόμενων από βοοειδή και αιγοπρόβατα, που αναφέρονται στο τμήμα Α, από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ·

β)

τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ)

τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V σημείο 1 του παρόντος κανονισμού·

δ)

αν τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών προέρχονται από χώρα ή περιοχή που έχει χαρακτηριστεί, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, τότε κατά παρέκκλιση από το στοιχείο γ) του παρόντος τμήματος επιτρέπεται η εισαγωγή σφαγίων, ημιμορίων σφαγίων ή ημιμορίων σφαγίων τεμαχισμένων σε όχι περισσότερα από τρία τεμάχια, και τεταρτημορίων που δεν περιέχουν άλλα ειδικά υλικά κινδύνου εκτός από τη σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων και των νωτιαίων γαγγλίων. Στην περίπτωση τέτοιων εισαγωγών, τα σφάγια ή τα τεμάχια σφαγίων βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης που ορίζεται ως ειδικό υλικό κινδύνου σύμφωνα με το σημείο 1 του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού πρέπει να υποδεικνύονται με μια ευδιάκριτη κόκκινη λωρίδα στην ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 13 ή 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000. Επιπλέον, στο κοινό κτηνιατρικό έγγραφο εισόδου (ΚΚΕΕ) που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 προστίθενται ειδικές πληροφορίες για τον αριθμό των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης·

ε)

τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που παράγεται από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων, εκτός εάν τα ζώα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν σε χώρα ή περιοχή που έχει χαρακτηριστεί, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και στην οποία δεν έχουν εκδηλωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ·

στ)

τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων δεν εσφάγησαν, έπειτα από αναισθητοποίηση, με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε θανατώθηκαν με την ίδια μέθοδο ούτε εσφάγησαν με τεμαχισμό ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος, έπειτα από αναισθητοποίηση, διά της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, εκτός εάν τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν σε χώρα ή περιοχή που χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ·

ζ)

αν τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων προέρχονται από χώρα ή περιοχή που χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, τα ζώα δεν έχουν καταναλώσει κρεατάλευρα, οστεάλευρα ή ινώδη κατάλοιπα ξιγγιού, όπως ορίζονται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του OIE·

η)

αν τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων προέρχονται από χώρα ή περιοχή που χαρακτηρίζεται, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, η παραγωγή και ο χειρισμός των προϊόντων έγινε κατά τρόπο που διασφαλίζει ότι αυτά δεν περιέχουν και δεν έχουν μολυνθεί από νευρικούς και λεμφικούς ιστούς που αποκαλύπτονται κατά τη διαδικασία αποστέωσης.

ΤΜΗΜΑ Γ

Εισαγωγές από χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ

1.

Οι εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα, που αναφέρονται στο τμήμα Α, από χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ·

β)

τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ)

τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων που προορίζονται για εξαγωγή δεν θανατώθηκαν, έπειτα από αναισθητοποίηση, με τεμαχισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος μέσω εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, ή μέσω έγχυσης αερίου στην κρανιακή κοιλότητα·

δ)

τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V σημείο 1 του παρόντος κανονισμού (ΕΚ), ούτε από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας προερχόμενο από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων.

2.

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 1 στοιχείο δ), προκειμένου για προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή, επιτρέπεται η εισαγωγή σφαγίων, ημιμορίων σφαγίων ή ημιμορίων σφαγίων τεμαχισμένων σε όχι περισσότερα από τρία τεμάχια, και τεταρτημορίων που δεν περιέχουν άλλα ειδικά υλικά κινδύνου εκτός από τη σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων και των νωτιαίων γαγγλίων.

3.

Όποτε απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα τεμάχια σφαγίων βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης επισημαίνονται με μια ευδιάκριτη κόκκινη λωρίδα στην ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 13 ή 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

4.

Στην περίπτωση των εισαγωγών, στο κοινό κτηνιατρικό έγγραφο εισόδου (ΚΚΕΕ) που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 αναγράφεται ο αριθμός των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης.

5.

Στην περίπτωση εντέρων που προέρχονται αρχικά από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, οι εισαγωγές επεξεργασμένων εντέρων εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ·

β)

τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν στη χώρα ή την περιοχή με αμελητέο κίνδυνο εμφάνισης ΣΕΒ και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ)

εάν τα έντερα προέρχονται από χώρα ή περιοχή όπου έχουν σημειωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ:

i)

τα ζώα γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, ή

ii)

τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V σημείο 1 του παρόντος κανονισμού.

ΤΜΗΜΑ Δ

Εισαγωγές από χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ

1.

Οι εισαγωγές ζωικών προϊόντων από βοοειδή και αιγοπρόβατα, που αναφέρονται στο τμήμα Α, από χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης δεν έχουν καταναλώσει κρεατάλευρα ή οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών προερχόμενων από μηρυκαστικά, όπως ορίζονται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του OIE, και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

β)

τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων δεν θανατώθηκαν, έπειτα από αναισθητοποίηση, με τεμαχισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος μέσω εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, ή μέσω έγχυσης αερίου στην κρανιακή κοιλότητα·

γ)

τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από:

i)

ειδικά υλικά κινδύνου, όπως ορίζονται στο παράρτημα V σημείο 1 του παρόντος κανονισμού,

ii)

νευρικούς και λεμφικούς ιστούς που αποκαλύπτονται κατά τη διαδικασία αποστέωσης,

iii)

μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που έχει παραχθεί από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων.

2.

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 1 στοιχείο γ), προκειμένου για προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή, επιτρέπεται η εισαγωγή σφαγίων, ημιμορίων σφαγίων ή ημιμορίων σφαγίων τεμαχισμένων σε όχι περισσότερα από τρία τεμάχια, και τεταρτημορίων που δεν περιέχουν άλλα ειδικά υλικά κινδύνου εκτός από τη σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων και των νωτιαίων γαγγλίων.

3.

Όποτε απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα τεμάχια σφαγίων βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης επισημαίνονται με μια ευδιάκριτη κόκκινη λωρίδα στην ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 13 ή 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

4.

Στην περίπτωση των εισαγωγών, στο κοινό κτηνιατρικό έγγραφο εισόδου (ΚΚΕΕ) που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 προστίθενται ειδικές πληροφορίες για τον αριθμό των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης.

5.

Στην περίπτωση εντέρων που προέρχονται αρχικά από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, οι εισαγωγές επεξεργασμένων εντέρων εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α)

η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ·

β)

τα ζώα από τα οποία παράγονται τα προϊόντα βοοειδών και αιγοπροβάτων γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν στη χώρα ή την περιοχή με αμελητέο κίνδυνο εμφάνισης ΣΕΒ και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ)

εάν τα έντερα προέρχονται από χώρα ή περιοχή όπου έχουν σημειωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ:

i)

τα ζώα έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, ή

ii)

τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V σημείο 1 του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

Εισαγωγές ζωικών υποπροϊόντων και παράγωγων προϊόντων από βοοειδή και αιγοπρόβατα

ΤΜΗΜΑ Α

Ζωικά υποπροϊόντα

Το παρόν κεφάλαιο ισχύει για τα ακόλουθα ζωικά υποπροϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 1) του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, και για τα ακόλουθα παράγωγα προϊόντα, όπως ορίζονται στο σημείο 2) του ίδιου άρθρου, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα προέρχονται από βοοειδή και αιγοπρόβατα:

α)

τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2, τα οποία προορίζονται για χρήση ως οργανικά λιπάσματα ή βελτιωτικά εδάφους, όπως ορίζεται στο σημείο 22) του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009·

β)

οστά και προϊόντα οστών που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 2·

γ)

τετηγμένα λίπη που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 3, τα οποία προορίζονται για χρήση ως οργανικά λιπάσματα ή βελτιωτικά εδάφους ή ως ζωοτροφές, όπως ορίζεται στα σημεία 22) και 25) αντίστοιχα του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, ή τα υλικά εκκίνησής τους·

δ)

τροφές για ζώα συντροφιάς, συμπεριλαμβανομένων των δερμάτινων τεχνητών κοκάλων για σκύλους·

ε)

προϊόντα αίματος·

στ)

μεταποιημένη ζωική πρωτεΐνη·

ζ)

οστά και προϊόντα οστών που προέρχονται από υλικά της κατηγορίας 3·

η)

ζελατίνη και κολλαγόνο που προέρχονται από υλικά εκτός των δερμάτων και των δορών·

θ)

υλικά της κατηγορίας 3 και παράγωγα προϊόντα πλην εκείνων που αναφέρονται στα στοιχεία γ) έως η), με εξαίρεση τα ακόλουθα:

i)

νωπές δορές και δέρματα και κατεργασμένες δορές και δέρματα,

ii)

ζελατίνη και κολλαγόνο από δορές και δέρματα,

iii)

παράγωγα λίπους.

ΤΜΗΜΑ B

Απαιτήσεις πιστοποιητικού υγείας

Οι εισαγωγές των ζωικών υποπροϊόντων και των παράγωγων προϊόντων που προέρχονται από βοοειδή και αιγοπρόβατα και αναφέρονται στο τμήμα Α εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας το οποίο συμπληρώνεται με την ακόλουθη βεβαίωση:

α)

το ζωικό υποπροϊόν ή παράγωγο προϊόν·

i)

δεν περιέχει ούτε προέρχεται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V σημείο 1 του παρόντος κανονισμού, και

ii)

δεν περιέχει ούτε προέρχεται από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που παράγεται από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων, εκτός εάν τα ζώα από τα οποία προέρχεται το ζωικό υποπροϊόν ή παράγωγο προϊόν γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν σε χώρα ή περιοχή που έχει χαρακτηριστεί, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και στην οποία δεν έχουν εκδηλωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ, και

iii)

προέρχεται από ζώα που δεν θανατώθηκαν, έπειτα από αναισθητοποίηση, με τεμαχισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος μέσω εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, ή μέσω έγχυσης αερίου στην κρανιακή κοιλότητα, εξαιρουμένων των ζώων που γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν σε χώρα ή περιοχή που έχει χαρακτηριστεί, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ· ή

β)

το ζωικό υποπροϊόν ή το παράγωγο προϊόν δεν περιέχει και δεν προέρχεται από υλικά βοοειδών και αιγοπροβάτων πλην υλικών προερχόμενων από ζώα τα οποία γεννήθηκαν, εκτράφηκαν συνεχώς και εσφάγησαν σε χώρα ή περιοχή που έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με την απόφαση 2007/453/ΕΚ, ως χώρα ή περιοχή/περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ.

Πέραν των διατάξεων των στοιχείων α) και β) του παρόντος τμήματος, οι εισαγωγές των ζωικών υποπροϊόντων και των παράγωγων προϊόντων που αναφέρονται στο τμήμα Α και τα οποία περιέχουν γάλα ή γαλακτοκομικά προϊόντα προέλευσης αιγοπροβάτων και προορίζονται για ζωοτροφές εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας το οποίο συμπληρώνεται με την ακόλουθη βεβαίωση:

γ)

τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα εν λόγω ζωικά υποπροϊόντα ή παράγωγα προϊόντα διατηρήθηκαν συνεχώς από τη γέννησή τους σε χώρα η οποία πληρούσε τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η κλασική τρομώδης νόσος υπόκειται σε υποχρεωτική κοινοποίηση,

ii)

υφίσταται σύστημα προειδοποίησης, επιτήρησης και παρακολούθησης,

iii)

ισχύουν επίσημοι περιορισμοί για εκμεταλλεύσεις αιγών ή προβάτων σε περίπτωση υπόνοιας παρουσίας ΜΣΕ ή επιβεβαίωσης κρούσματος κλασικής τρομώδους νόσου,

iv)

τα προσβεβλημένα από την κλασική τρομώδη νόσο αιγοπρόβατα θανατώνονται και καταστρέφονται ολοσχερώς,

v)

έχει απαγορευτεί η σίτιση αιγοπροβάτων με κρεατάλευρα, οστεάλευρα και ινώδη κατάλοιπα ξιγγιού από μηρυκαστικά, όπως ορίζεται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του OIE, και η απαγόρευση έχει επιβληθεί αποτελεσματικά σε ολόκληρη τη χώρα για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον·

δ)

το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα αιγοπροβάτων προέρχονται από εκμεταλλεύσεις όπου δεν έχει επιβληθεί επίσημος περιορισμός λόγω υπόνοιας παρουσίας ΜΣΕ·

ε)

το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα αιγών ή προβάτων προέρχονται από εκμεταλλεύσεις όπου δεν έχει διαγνωστεί κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου κατά τα επτά προηγούμενα έτη ή, έπειτα από επιβεβαίωση κρούσματος κλασικής τρομώδους νόσου:

i)

όλα τα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση έχουν θανατωθεί και καταστραφεί ή σφαγεί, εκτός από τα κριάρια αναπαραγωγής γονοτύπου ARR/ARR, τις προβατίνες αναπαραγωγής που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ και άλλα προβατοειδή που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR, ή

ii)

όλα τα ζώα στα οποία έχει επιβεβαιωθεί η παρουσία κλασικής τρομώδους νόσου έχουν θανατωθεί και καταστραφεί, και η εκμετάλλευση έχει αποτελέσει αντικείμενο εντατικής παρακολούθησης για ΜΣΕ για τουλάχιστον δύο έτη από την επιβεβαίωση του τελευταίου κρούσματος κλασικής τρομώδους νόσου, η οποία παρακολούθηση περιλάμβανε και δοκιμές για την παρουσία ΜΣΕ με αρνητικά αποτελέσματα σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που καθορίζονται στο παράρτημα X κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 για όλα τα ακόλουθα ζώα άνω των 18 μηνών, εκτός από προβατοειδή με γονότυπο ARR/ARR:

ζώα που έχουν σφαγεί για κατανάλωση από τον άνθρωπο, και

ζώα που πέθαναν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση, τα οποία όμως δεν θανατώθηκαν στο πλαίσιο εκστρατείας εκρίζωσης νόσου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε

Εισαγωγές αιγοπροβάτων

Αιγοπρόβατα που εισάγονται στην Ένωση εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας με το οποίο βεβαιώνεται ότι διατηρούνται συνεχώς από τη γέννησή τους σε χώρα η οποία πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

1.

η κλασική τρομώδης νόσος υπόκειται σε υποχρεωτική κοινοποίηση·

2.

υφίσταται σύστημα προειδοποίησης, επιτήρησης και παρακολούθησης·

3.

τα προσβεβλημένα από την κλασική τρομώδη νόσο αιγοπρόβατα θανατώνονται και καταστρέφονται ολοσχερώς·

4.

έχει απαγορευτεί η σίτιση αιγοπροβάτων με κρεατάλευρα, οστεάλευρα και ινώδη κατάλοιπα ξιγγιού από μηρυκαστικά, όπως ορίζεται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του OIE, και η απαγόρευση έχει επιβληθεί αποτελεσματικά σε ολόκληρη τη χώρα για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον·

Επιπλέον των προϋποθέσεων που ορίζονται στα σημεία 1 έως 4, το πιστοποιητικό υγείας βεβαιώνει ότι:

5.

Για τα αιγοπρόβατα αναπαραγωγής που εισάγονται στην Ένωση και προορίζονται για κράτη μέλη εκτός εκείνων που παρουσιάζουν αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή εκείνων που εφαρμόζουν εγκεκριμένο πρόγραμμα ελέγχου της κλασικής τρομώδους νόσου που αναφέρεται στο σημείο 3.2 του τμήματος Α του παραρτήματος VIII, πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα εισαγόμενα αιγοπρόβατα προέρχονται από εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις που συμμορφώνονται με τους όρους του σημείου 1.3 του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII· ή

β)

πρόκειται για προβατοειδή με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR που προέρχονται από εκμετάλλευση όπου δεν έχει επιβληθεί επίσημος περιορισμός μετακινήσεων λόγω ΣΕΒ ή κλασικής τρομώδους νόσου κατά τα δύο τελευταία έτη.

6.

Για τα αιγοπρόβατα για κάθε χρήση εκτός από άμεση σφαγή που εισάγονται στην Ένωση και προορίζονται για κράτος μέλος με αμελητέο κίνδυνο κλασικής τρομώδους νόσου ή με εγκεκριμένο εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της κλασικής τρομώδους νόσου που αναφέρεται στο σημείο 3.2 του τμήματος Α του παραρτήματος VIII, πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

προέρχονται από εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις που συμμορφώνονται με τους όρους του σημείου 1.2 του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII· ή

β)

πρόκειται για προβατοειδή με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR που προέρχονται από εκμετάλλευση όπου δεν έχει επιβληθεί επίσημος περιορισμός μετακινήσεων λόγω ΣΕΒ ή κλασικής τρομώδους νόσου κατά τα δύο τελευταία έτη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ

Εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης από εκτρεφόμενους και άγριους ελαφίδες

1.

Κατά την εισαγωγή στην Ένωση από τον Καναδά ή τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής νωπού κρέατος, κιμά, παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας, όπως αυτά ορίζονται στα σημεία 1.10, 1.13, 1.15 και 7.1 αντίστοιχα του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, που προέρχονται από εκτρεφόμενους ελαφίδες, τα πιστοποιητικά υγείας συνοδεύονται από την ακόλουθη δήλωση που υπογράφεται από την αρμόδια αρχή της χώρας παραγωγής:

“Αυτό το προϊόν περιέχει ή προέρχεται αποκλειστικά από κρέας, εξαιρουμένων των εντοσθίων και του νωτιαίου μυελού, εκτρεφόμενων ελαφιδών που έχουν εξεταστεί για χρόνια εξασθενητική νόσο με ιστοπαθολογική, ανοσοϊστοχημική ή άλλη διαγνωστική μέθοδο αναγνωρισμένη από την αρμόδια αρχή, με αρνητικά αποτελέσματα, και δεν προέρχεται από ζώα αγέλης όπου έχει εκδηλωθεί επιβεβαιωμένα ή όπου υπάρχουν επίσημες υπόνοιες εκδήλωσης χρόνιας εξασθενητικής νόσου κατά τα τελευταία τρία έτη.”.

2.

Κατά την εισαγωγή στην Ένωση από τον Καναδά ή τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής νωπού κρέατος, κιμά, παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας, όπως αυτά ορίζονται στα σημεία 1.10, 1.13, 1.15 και 7.1 αντίστοιχα του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, που προέρχεται από άγριους ελαφίδες, τα πιστοποιητικά υγείας συνοδεύονται από την ακόλουθη δήλωση που υπογράφεται από την αρμόδια αρχή της χώρας παραγωγής:

“Αυτό το προϊόν περιέχει ή προέρχεται αποκλειστικά από κρέας, εξαιρουμένων των εντοσθίων και του νωτιαίου μυελού, άγριων ελαφιδών που έχουν εξεταστεί για χρόνια εξασθενητική νόσο με ιστοπαθολογική, ανοσοϊστοχημική ή άλλη διαγνωστική μέθοδο αναγνωρισμένη από την αρμόδια αρχή, με αρνητικά αποτελέσματα, και δεν προέρχεται από ζώα από περιοχή όπου έχει εκδηλωθεί επιβεβαιωμένα ή όπου υπάρχουν επίσημες υπόνοιες εκδήλωσης χρόνιας εξασθενητικής νόσου κατά τα τελευταία τρία έτη.”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η

Εισαγωγές σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων

Η εισαγωγή στην Ένωση σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων εξαρτάται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

1.

τα ζώα-δότες διατηρούνται συνεχώς από τη γέννησή τους σε χώρα η οποία πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η κλασική τρομώδης νόσος υπόκειται σε υποχρεωτική κοινοποίηση·

β)

υφίσταται σύστημα προειδοποίησης, επιτήρησης και παρακολούθησης·

γ)

τα προσβεβλημένα από την κλασική τρομώδη νόσο αιγοπρόβατα θανατώνονται και καταστρέφονται ολοσχερώς·

δ)

έχει απαγορευτεί η σίτιση αιγοπροβάτων με κρεατάλευρα, οστεάλευρα και ινώδη κατάλοιπα ξιγγιού από μηρυκαστικά, όπως ορίζεται στον κώδικα υγείας χερσαίων ζώων του OIE, και η απαγόρευση έχει επιβληθεί αποτελεσματικά σε ολόκληρη τη χώρα για την περίοδο των επτά προηγούμενων ετών τουλάχιστον· και

2.

τα ζώα-δότες έχουν διατηρηθεί συνεχώς για περίοδο τριών ετών πριν την ημερομηνία συλλογής του εξαγόμενου σπέρματος ή των εξαγόμενων εμβρύων σε εκμεταλλεύσεις που συμμορφώνονταν, καθ' όλη την περίοδο αυτή, με όλες τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο σημείο 1.3 στοιχεία α) έως στ) του τμήματος Α του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VIII, εκτός εάν η εκμετάλλευση αποτελεί κέντρο συλλογής σπέρματος και εφόσον το κέντρο συλλογής σπέρματος πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο σημείο 1.3 στοιχείο γ) σημείο iv) του εν λόγω τμήματος· ή

α)

στην περίπτωση σπέρματος προβατοειδών, το σπέρμα έχει συλλεχθεί από αρσενικά ζώα με γονότυπο μολυσματικής πρωτεΐνης πρίον ARR/ARR· ή

β)

στην περίπτωση εμβρύων προβατοειδών, αυτά φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR.

(*****)  Απόφαση της Επιτροπής 2007/453/ΕΚ, της 29ης Ιουνίου 2007, για τον καθορισμό της κατάστασης που επικρατεί στα κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες ή στις περιφέρειές τους ως προς τη ΣΕΒ με βάση τον κίνδυνο εκδήλωσης ΣΕΒ (ΕΕ L 172 της 30.6.2007, σ. 84).»."



19.8.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 225/100


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1397 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2016

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2016.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

MA

148,1

ZZ

148,1

0707 00 05

TR

158,2

ZZ

158,2

0709 93 10

TR

135,1

ZZ

135,1

0805 50 10

AR

181,3

CL

137,8

MA

99,8

TR

154,0

UY

201,1

ZA

162,7

ZZ

156,1

0806 10 10

EG

219,6

TR

148,9

ZZ

184,3

0808 10 80

AR

121,0

BR

102,1

CL

104,6

CN

125,7

NZ

130,5

US

141,5

UY

93,8

ZA

91,0

ZZ

113,8

0808 30 90

AR

93,2

CL

121,2

TR

141,3

ZA

110,9

ZZ

116,7

0809 30 10 , 0809 30 90

TR

130,5

ZZ

130,5


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».