ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

59ό έτος
11 Μαρτίου 2016


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2016/343 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας

1

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/344 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί δημιουργίας ευρωπαϊκής πλατφόρμας με σκοπό την ενίσχυση της συνεργασίας προς την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας ( 1 )

12

 

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

 

 

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

21

 

*

Ρύθμιση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

22

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/345 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2016, για τον καθορισμό της συχνότητας υποβολής μηνυμάτων κατάστασης εμπορευματοκιβωτίων, του μορφότυπου των δεδομένων και της μεθόδου διαβίβασης

38

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/346 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2016, για τον καθορισμό των στοιχείων που πρέπει να περιλαμβάνονται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών

40

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/347 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2016, για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τον ακριβή μορφότυπο των καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και την επικαιροποίηση των εν λόγω καταλόγων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 )

49

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/348 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2016, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2012 της Επιτροπής όσον αφορά την ελάχιστη περιεκτικότητα του παρασκευάσματος 6-φυτάσης (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Κοmagataella pastoris (DSM 23036) ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών για χοίρους προς πάχυνση (κάτοχος της άδειας Huvepharma EOOD) ( 1 )

56

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/349 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2016, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

59

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/350 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 2016, για τη σύναψη της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

61

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2016/351 του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 2016, για τον καθορισμό της θέσης που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του γενικού συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ως προς το αίτημα παρέκκλισης της Ιορδανίας από τους κανόνες του ΠΟΕ σχετικά με τη μεταβατική περίοδο για την κατάργηση του προγράμματος επιδοτήσεων εξαγωγών

63

 

*

Απόφαση (EE) 2016/352 του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 2016, για τον καθορισμό της θέσης που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο των σχετικών επιτροπών της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη όσον αφορά τις προτάσεις τροποποίησης των κανονισμών αριθ. 10, 34, 41, 46, 48, 50, 51, 53, 55, 60, 73, 83, 94, 107, 110, 113, 118, 125, 128, 130 και 131 των ΗΕ, και την πρόταση για νέο κανονισμό των ΗΕ για την έγκριση των αθόρυβων οχημάτων οδικών μεταφορών (QRTV)

64

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/1


ΟΔΗΓΊΑ (ΕΕ) 2016/343 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 9ης Μαρτίου 2016

για την ενίσχυση ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 2 στοιχείο β),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

H αρχή του τεκμηρίου αθωότητας και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη κατοχυρώνονται στα άρθρα 47 και 48 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο Χάρτης), στο άρθρο 6 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), στο άρθρο 14 του διεθνούς συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ) και στο άρθρο 11 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

(2)

Η Ένωση έχει θέσει ως στόχο τη διατήρηση και την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της προεδρίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999, ιδίως σύμφωνα με το σημείο 33, η ενισχυμένη αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων και διαταγών και η αναγκαία προσέγγιση των νομοθεσιών θα διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών και τη δικαστική προστασία των δικαιωμάτων των προσώπων. Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης θα πρέπει συνεπώς να αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις εντός της Ένωσης.

(3)

Σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις στην Ένωση θεμελιώνεται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων και διαταγών.

(4)

Η εφαρμογή της εν λόγω αρχής βασίζεται στην αποδοχή ότι τα κράτη μέλη έχουν αμοιβαία εμπιστοσύνη στα συστήματα απονομής ποινικής δικαιοσύνης καθενός από αυτά. Η έκταση της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης εξαρτάται από διάφορες παραμέτρους και περιλαμβάνει μηχανισμούς προστασίας των δικαιωμάτων των υπόπτων και των κατηγορούμενων προσώπων και τον καθορισμό ελάχιστων κοινών κανόνων, αναγκαίων για τη διευκόλυνση της εφαρμογής της εν λόγω αρχής.

(5)

Μολονότι τα κράτη μέλη είναι συμβαλλόμενο μέρος της ΕΣΔΑ και του ΔΣΑΠΔ, η εμπειρία έχει δείξει ότι το γεγονός αυτό από μόνο του δεν εξασφαλίζει πάντοτε επαρκή βαθμό εμπιστοσύνης στα συστήματα απονομής ποινικής δικαιοσύνης των άλλων κρατών μελών.

(6)

Στις 30 Νοεμβρίου 2009 το Συμβούλιο εξέδωσε ψήφισμα για έναν οδικό χάρτη για την ενίσχυση των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων ή κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες (3) («οδικός χάρτης»). Με τον οδικό χάρτη ζητείται, βάσει σταδιακής προσέγγισης, η έγκριση μέτρων όσον αφορά το δικαίωμα μετάφρασης και διερμηνείας (μέτρο Α), το δικαίωμα ενημέρωσης για τα δικαιώματα και τις κατηγορίες (μέτρο Β), το δικαίωμα σε νομικές συμβουλές και σε δικαστική αρωγή (μέτρο Γ), το δικαίωμα επικοινωνίας με συγγενείς, εργοδότες και προξενικές αρχές (μέτρο Δ) και τις ειδικές διασφαλίσεις για ευάλωτους υπόπτους ή κατηγορουμένους (μέτρο Ε).

(7)

Στις 11 Δεκεμβρίου 2009 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέφρασε την ικανοποίησή του για τον οδικό χάρτη και τον κατέστησε μέρος του «Προγράμματος της Στοκχόλμης — Μια ανοικτή και ασφαλής Ευρώπη που εξυπηρετεί και προστατεύει τους πολίτες» (4) (σημείο 2.4). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογράμμισε τον μη εξαντλητικό χαρακτήρα του οδικού χάρτη, καλώντας την Επιτροπή να εξετάσει περαιτέρω στοιχεία των ελάχιστων δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων και κατηγορουμένων και να εκτιμήσει κατά πόσον πρέπει να εξεταστούν άλλα ζητήματα, όπως το τεκμήριο της αθωότητας, για την προώθηση της βελτίωσης της συνεργασίας στον τομέα αυτό.

(8)

Σχετικά με τα δικονομικά δικαιώματα κατά τις ποινικές διαδικασίες έχουν εκδοθεί τρία μέτρα σύμφωνα με τον οδικό χάρτη, δηλαδή οι οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2010/64/ΕΕ (5), 2012/13/ΕΕ (6) και 2013/48/ΕΕ (7).

(9)

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να ενισχυθεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, με τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων για ορισμένες πτυχές του τεκμηρίου αθωότητας και του δικαιώματος παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη.

(10)

Με τη θέσπιση κοινών ελάχιστων κανόνων για την προστασία των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων και κατηγορουμένων η παρούσα οδηγία έχει σκοπό να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των κρατών μελών στα συστήματα απονομής ποινικής δικαιοσύνης των άλλων κρατών μελών και, ως εκ τούτου, να συμβάλει στη διευκόλυνση της αμοιβαίας αναγνώρισης των αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις. Οι κοινοί αυτοί ελάχιστοι κανόνες δύνανται να άρουν επίσης τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών στην επικράτεια όλων των κρατών μελών.

(11)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ισχύει μόνο για τις ποινικές διαδικασίες σύμφωνα με την ερμηνεία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δικαστήριο), με την επιφύλαξη της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να ισχύει για διοικητικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μπορούν να επισύρουν κυρώσεις, όπως είναι οι διαδικασίες που αφορούν τον ανταγωνισμό, εμπορικά ζητήματα, χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, οδική κυκλοφορία, φορολογικά ζητήματα ή πρόσθετους φόρους, ούτε για έρευνες που διεξάγονται από διοικητικές αρχές σε σχέση με τέτοιου είδους διαδικασίες.

(12)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται στα φυσικά πρόσωπα που είναι ύποπτα ή κατηγορούμενα σε ποινικές διαδικασίες. Θα πρέπει να εφαρμόζεται από τη στιγμή που ένα πρόσωπο είναι ύποπτο ή κατηγορείται για τέλεση αξιόποινης πράξης ή εικαζόμενης αξιόποινης πράξης και, κατά συνέπεια, ακόμα και πριν το εν λόγω πρόσωπο ενημερωθεί από τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους, μέσω επίσημης ειδοποίησης ή με άλλο τρόπο, ότι θεωρείται ύποπτο ή ότι κατηγορείται. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας μέχρι να εκδοθεί η τελική απόφαση ως προς το αν ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος διέπραξε τη σχετική αξιόποινη πράξη και να καταστεί η εν λόγω απόφαση οριστική. Οι νομικές ενέργειες και τα ένδικα μέσα που διατίθενται αφού η εν λόγω απόφαση έχει καταστεί οριστική, συμπεριλαμβανομένης της προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(13)

Η παρούσα οδηγία αναγνωρίζει τις διαφορετικές ανάγκες και τα διαφορετικά επίπεδα προστασίας ορισμένων πτυχών του τεκμηρίου αθωότητας όσον αφορά φυσικά πρόσωπα και νομικά πρόσωπα. Όσον αφορά φυσικά πρόσωπα, η εν λόγω προστασία αντικατοπτρίζεται στην πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το Δικαστήριο ωστόσο έχει αναγνωρίσει ότι τα νομικά πρόσωπα δεν καθίστανται υποκείμενα των δικαιωμάτων που απορρέουν από το τεκμήριο αθωότητας με τον ίδιο τρόπο όπως τα φυσικά πρόσωπα.

(14)

Επειδή στο παρόν στάδιο είναι πρόωρη η θέσπιση νομοθεσίας σε επίπεδο Ένωσης για το δικαίωμα του τεκμηρίου αθωότητας των νομικών προσώπων. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε νομικά πρόσωπα. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής στα νομικά πρόσωπα του δικαιώματος στο τεκμήριο αθωότητας, όπως ορίζεται ειδικότερα στην ΕΣΔΑ και σύμφωνα με την ερμηνεία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Δικαστηρίου.

(15)

Το τεκμήριο αθωότητας όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα θα πρέπει να διασφαλίζεται από τις υφιστάμενες νομοθετικές εγγυήσεις και τη νομολογία, η μελλοντική εξέλιξη των οποίων θα καθορίσει εάν υφίσταται ανάγκη για ανάληψη δράσης εκ μέρους της Ένωσης.

(16)

Το τεκμήριο αθωότητας παραβιάζεται σε περίπτωση που δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών ή δικαστικές αποφάσεις, με εξαίρεση τις αποφάσεις περί ενοχής, αναφέρονται στον ύποπτο ή στον κατηγορούμενο ως να είναι ένοχος κατά το χρονικό διάστημα που το πρόσωπο αυτό δεν έχει αποδειχτεί ένοχο κατά τον νόμο. Οι εν λόγω δηλώσεις και δικαστικές αποφάσεις δεν θα πρέπει να δημιουργούν την αίσθηση ότι το πρόσωπο αυτό είναι ένοχο. Η διάταξη αυτή δεν θα πρέπει να θίγει τις πράξεις της εισαγγελικής αρχής που αποσκοπούν να αποδείξουν την ενοχή του υπόπτου ή του κατηγορουμένου, όπως η απαγγελία κατηγορίας, ούτε να θίγει τις δικαστικές αποφάσεις ως αποτέλεσμα των οποίων μια καταδικαστική απόφαση που είχε ανασταλεί τίθεται σε εφαρμογή, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης. Δεν θα πρέπει να θίγει επίσης τις προκαταρκτικές αποφάσεις δικονομικής φύσης, που λαμβάνονται από δικαστικές ή άλλες αρμόδιες αρχές και βασίζονται σε υπόνοιες ή ενοχοποιητικά στοιχεία, όπως αποφάσεις προφυλάκισης, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω αποφάσεις δεν αναφέρονται στον ύποπτο ή στον κατηγορούμενο ως να είναι ένοχος. Προτού λάβει προκαταρκτική απόφαση, η αρμόδια αρχή ενδεχομένως να οφείλει να διαπιστώσει πρώτα ότι υφίστανται επαρκή ενοχοποιητικά στοιχεία σε σχέση με τον ύποπτο ή τον κατηγορούμενο τα οποία να δικαιολογούν τη σχετική απόφαση, η οποία μπορεί και να περιέχει αναφορά στα εν λόγω στοιχεία.

(17)

Με τον όρο «δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών» θα πρέπει να νοείται κάθε δήλωση που αναφέρεται σε αξιόποινη πράξη η οποία προέρχεται είτε από αρχή που συμμετέχει σε ποινική διαδικασία σχετική με την εν λόγω αξιόποινη πράξη, π.χ. δικαστικές αρχές, αστυνομία και άλλες αρχές επιβολής του νόμου, είτε από άλλη δημόσια αρχή, π.χ. υπουργούς και άλλους δημόσιους λειτουργούς ή αξιωματούχους, υπό τον όρο ότι δεν θίγεται τυχόν ασυλία που ισχύει σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

(18)

Η υποχρέωση να μην αναφέρονται ως ένοχοι οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις δημόσιες αρχές να προβαίνουν σε δημόσια μετάδοση πληροφοριών σχετικά με την ποινική διαδικασία, όταν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για λόγους σχετικούς με την ποινική έρευνα, π.χ. δημοσιοποίηση βιντεοσκοπημένου υλικού συνοδευόμενη από έκκληση προς τους πολίτες να βοηθήσουν στην ταυτοποίηση του φερόμενου ως δράστη της αξιόποινης πράξης, ή για λόγους δημοσίου συμφέροντος, π.χ. όταν οι κάτοικοι συγκεκριμένης περιοχής ενημερώνονται για λόγους ασφάλειας σχετικά με εικαζόμενο περιβαλλοντικό έγκλημα, ή όταν η εισαγγελική ή άλλη αρμόδια αρχή παρέχει αντικειμενικές πληροφορίες σχετικά με την πορεία της ποινικής διαδικασίας ώστε να αποφευχθεί η διατάραξη της δημόσιας τάξης. Η επίκληση των προαναφερόμενων λόγων θα πρέπει να περιορίζεται σε καταστάσεις όπου αυτό κρίνεται εύλογο και αναλογικό, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών συμφερόντων. Σε κάθε περίπτωση, ο τρόπος και το πλαίσιο διάδοσης των σχετικών πληροφοριών δεν θα πρέπει να δημιουργεί την εντύπωση ότι το πρόσωπο είναι ένοχο όσο η ενοχή του δεν έχει αποδειχτεί σύμφωνα με τον νόμο.

(19)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι κατά την παροχή πληροφοριών στα μέσα ενημέρωσης οι δημόσιες αρχές δεν αναφέρονται στους υπόπτους ή στους κατηγορουμένους ως να είναι ένοχοι όσο δεν έχει αποδειχτεί η ενοχή των προσώπων αυτών κατά τον νόμο. Προς τούτο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν τις δημόσιες αρχές πόσο σημαντικό είναι να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την αρχή του τεκμηρίου αθωότητας όταν παρέχουν ή διαδίδουν πληροφορίες στα μέσα ενημέρωσης. Η απαίτηση αυτή δεν θα πρέπει να θίγει το εθνικό δίκαιο που προστατεύει την ελευθερία του Τύπου και των λοιπών μέσων ενημέρωσης.

(20)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αποφεύγουν να εμφανίζουν τους υπόπτους ή τους κατηγορουμένους ως ενόχους, είτε στο δικαστήριο είτε δημόσια, μέσω της εφαρμογής μέτρων σωματικού περιορισμού, όπως χειροπέδων, γυάλινων κουβούκλιων, κλωβών και πέδων ποδιών, εκτός εάν η εφαρμογή των μέτρων αυτών επιβάλλεται για συγκεκριμένους λόγους που αφορούν είτε την ασφάλεια, μεταξύ άλλων προκειμένου να εμποδιστούν οι ύποπτοι ή οι κατηγορούμενοι να βλάψουν τους εαυτούς τους ή άλλους ή να καταστρέψουν κάποιο αντικείμενο, είτε την παρεμπόδιση των υπόπτων ή των κατηγορουμένων να φυγοδικήσουν ή να έλθουν σε επαφή με τρίτα πρόσωπα, όπως μάρτυρες ή θύματα. Η δυνατότητα εφαρμογής μέτρων σωματικού περιορισμού δεν συνεπάγεται ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λαμβάνουν επίσημη απόφαση σχετικά με τη χρήση των μέτρων αυτών.

(21)

Όπου είναι εφικτό, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει επίσης να αποφεύγουν να εμφανίζουν τους υπόπτους ή τους κατηγορουμένους, σε δικαστήριο ή δημόσια, με στολή φυλακισμένου, ώστε να αποφεύγεται να δημιουργείται η εντύπωση ότι τα πρόσωπα αυτά είναι ένοχα.

(22)

Η εισαγγελική αρχή φέρει το βάρος της απόδειξης της ενοχής των υπόπτων και κατηγορουμένων και οποιαδήποτε αμφιβολία θα πρέπει να είναι προς όφελος του υπόπτου ή του κατηγορουμένου. Το τεκμήριο αθωότητας παραβιάζεται όταν το βάρος της αποδείξεως μετατίθεται από την εισαγγελική αρχή στην υπεράσπιση, υπό την επιφύλαξη ενδεχόμενων αυτεπάγγελτων εξουσιών έρευνας του δικαστηρίου, της ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος κατά την εκτίμηση της ενοχής του υπόπτου ή κατηγορουμένου και της χρήσης πραγματικών ή νομικών τεκμηρίων σχετικά με την ποινική ευθύνη προσώπου που είναι ύποπτο ή κατηγορείται για τη τέλεση αξιόποινης πράξης. Τα τεκμήρια αυτά θα πρέπει να περιορίζονται σε λογικά όρια, με συνεκτίμηση της σοβαρότητας του διακυβεύματος και διαφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, ενώ τα χρησιμοποιούμενα μέσα θα πρέπει να είναι ευλόγως αναλογικά με τον επιδιωκόμενο θεμιτό στόχο. Τέτοια τεκμήρια θα πρέπει να είναι μαχητά και εν πάση περιπτώσει θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο υπό τον όρο ότι τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης.

(23)

Σε διάφορα κράτη μέλη αρμόδιοι για την εξεύρεση τόσο ενοχοποιητικών όσο και απαλλακτικών στοιχείων είναι όχι μόνον οι εισαγγελείς, αλλά και οι δικαστές και τα αρμόδια δικαστήρια. Τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν κατηγορητικό σύστημα θα πρέπει να μπορούν να διατηρήσουν το ισχύον σύστημά τους εφόσον συνάδει με την παρούσα οδηγία και με άλλες συναφείς διατάξεις του ενωσιακού και διεθνούς δικαίου.

(24)

Το δικαίωμα σιωπής είναι μια σημαντική πτυχή του τεκμηρίου αθωότητας και θα πρέπει να χρησιμεύει ως προστασία από την αυτοενοχοποίηση.

(25)

Το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης είναι επίσης μια σημαντική πτυχή του τεκμηρίου αθωότητας. Οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι, όταν καλούνται να προβούν σε δήλωση ή να απαντήσουν σε ερωτήσεις, δεν θα πρέπει να εξαναγκάζονται να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ή έγγραφα ή να παράσχουν πληροφορίες που μπορεί να οδηγήσουν σε αυτοενοχοποίησή τους.

(26)

Το δικαίωμα σιωπής και το δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησης θα πρέπει να εφαρμόζονται σε θέματα που αφορούν την αξιόποινη πράξη για την οποία ένα πρόσωπο θεωρείται ύποπτο ή την οποία κατηγορείται ότι έχει διαπράξει και όχι, για παράδειγμα, σε θέματα που σχετίζονται με την ταυτοποίηση ενός υπόπτου ή κατηγορουμένου.

(27)

Το δικαίωμα σιωπής και το δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησης συνεπάγονται ότι οι αρμόδιες αρχές δεν θα πρέπει να εξαναγκάζουν τους υπόπτους ή τους κατηγορουμένους να παράσχουν πληροφορίες εάν τα εν λόγω πρόσωπα δεν επιθυμούν να το πράξουν. Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έχει παραβιαστεί το δικαίωμα σιωπής ή το δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ερμηνεία του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δυνάμει της ΕΣΔΑ.

(28)

Η άσκηση του δικαιώματος σιωπής ή του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται εναντίον του υπόπτου ή κατηγορουμένου και δεν θα πρέπει να θεωρείται από μόνη της απόδειξη ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει διαπράξει τη συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη. Η απαίτηση αυτή δεν θα πρέπει να θίγει τους εθνικούς κανόνες που αφορούν την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων από τα δικαστήρια ή τους δικαστές, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης.

(29)

Η άσκηση του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει τις αρμόδιες αρχές από τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων τα οποία μπορούν να ληφθούν νόμιμα από τον ύποπτο ή κατηγορούμενο μέσω άσκησης εξουσιών νόμιμου καταναγκασμού και έχουν ύπαρξη ανεξάρτητη από τη βούληση του υπόπτου ή του κατηγορουμένου, π.χ. το υλικό που αποκτάται δυνάμει εντάλματος, το υλικό για το οποίο υπάρχει νομική υποχρέωση διατήρησης και προσκόμισης εφόσον ζητηθεί, τα δείγματα αναπνοής, αίματος και ούρων και οι ιστοί ανθρώπινου σώματος για την ανάλυση DNA.

(30)

Σε περιπτώσεις αξιόποινων πράξεων ήσσονος σημασίας, όπως οι ήσσονος σημασίας παραβάσεις του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, το δικαίωμα σιωπής και το δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησης δεν θα πρέπει να εμποδίζουν τα κράτη μέλη να αποφασίζουν ότι η σχετική διαδικασία ή ορισμένα στάδια αυτής μπορούν να διεξάγονται γραπτώς ή χωρίς ανάκριση του υπόπτου ή κατηγορουμένου από τις αρμόδιες αρχές σε σχέση με την εν λόγω αξιόποινη πράξη, εφόσον δεν θίγεται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

(31)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να διασφαλίζεται ότι, στις περιπτώσεις που παρέχονται στους υπόπτους ή στους κατηγορουμένους πληροφορίες σχετικά με δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2012/13/ΕΕ, τους παρέχονται επίσης πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης, όπως ισχύει στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(32)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να διασφαλίζεται ότι, στις περιπτώσεις που παρέχεται στους υπόπτους ή στους κατηγορουμένους έγγραφο/έντυπο δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2012/13/ΕΕ, το εν λόγω έγγραφο περιέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησης, όπως ισχύει στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(33)

Το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη αποτελεί μια από τις βασικές αρχές σε μια δημοκρατική κοινωνία. Το δικαίωμα των υπόπτων και των κατηγορουμένων να παρίστανται στη δίκη τους βασίζεται σε αυτό το δικαίωμα και θα πρέπει να κατοχυρώνεται σε όλη την Ένωση.

(34)

Εάν, για λόγους πέραν του ελέγχου τους, οι ύποπτοι ή οι κατηγορούμενοι δεν δύνανται να παραστούν στη δίκη τους, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν εντός των χρονικών ορίων που προβλέπει η εθνική νομοθεσία νέα ημερομηνία διεξαγωγής της δίκης.

(35)

Το δικαίωμα παράστασης των υπόπτων και των κατηγορουμένων στη δίκη τους δεν είναι απόλυτο. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να μπορούν, ρητώς ή σιωπηρώς αλλά κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση, να παραιτηθούν από το δικαίωμα αυτό.

(36)

Υπό ορισμένες συνθήκες η απόφαση για την ενοχή ή την αθωότητα του υπόπτου ή του κατηγορουμένου θα πρέπει να μπορεί να εκδοθεί παρά την απουσία του. Αυτό ενδέχεται να ισχύει όταν ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος έχει ενημερωθεί εγκαίρως σχετικά με τη δίκη και τις συνέπειες της μη παράστασης, αλλά εντούτοις δεν εμφανίζεται. Η ενημέρωση του υπόπτου ή του κατηγορουμένου σχετικά με τη δίκη θα πρέπει να σημαίνει ότι το εν λόγω πρόσωπο κλητεύθηκε αυτοπροσώπως ή ότι με άλλα μέσα του παρασχέθηκαν επισήμως πληροφορίες για την προγραμματισμένη ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης κατά τρόπο ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζει για την δίκη. Η πληροφόρηση του υπόπτου ή του κατηγορουμένου σχετικά με τις συνέπειες της μη παράστασης θα πρέπει ιδίως να σημαίνει πως το πρόσωπο έχει ενημερωθεί ότι η απόφαση μπορεί να εκδοθεί ακόμη και αν δεν εμφανιστεί στη δίκη.

(37)

Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατό να διεξαχθεί μια δίκη που μπορεί να οδηγήσει σε καταδικαστική ή αθωωτική απόφαση ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου εφόσον έχει ενημερωθεί για τη δίκη του και έχει δώσει εντολή σε δικηγόρο, ο οποίος διορίστηκε είτε από το εν λόγω πρόσωπο είτε από το κράτος, να το εκπροσωπήσει στη δίκη και ο δικηγόρος πράγματι εκπροσώπησε τον ύποπτο ή κατηγορούμενο.

(38)

Όταν εξετάζεται κατά πόσον ο τρόπος με τον οποίο παρέχονται οι πληροφορίες επαρκεί ώστε να εξασφαλίζεται η επίγνωση του προσώπου όσον αφορά τη δίκη, ιδιαίτερη προσοχή, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, θα πρέπει να αποδίδεται και στη δέουσα προσπάθεια που καταβάλλουν οι δημόσιες αρχές για να ενημερώσουν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και στη δέουσα προσπάθεια που καταβάλλει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προκειμένου να λάβει πληροφορίες που απευθύνονται σε αυτό.

(39)

Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα διεξαγωγής δίκης ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου, αλλά δεν μπορούν να εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις για τη λήψη απόφασης ερήμην του, επειδή ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί παρ' όλο που καταβλήθηκαν οι δέουσες προσπάθειες, για παράδειγμα, επειδή το εν λόγω πρόσωπο διέφυγε ή φυγοδίκησε, θα πρέπει να είναι εντούτοις δυνατό να ληφθεί απόφαση ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου και να εκτελεστεί η απόφαση αυτή. Σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, όταν οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι λαμβάνουν γνώση της απόφασης, ειδικότερα όταν συλλαμβάνονται, θα πρέπει να λαμβάνουν επίσης γνώση της δυνατότητας να προσβάλουν την απόφαση και του δικαιώματος να ζητήσουν νέα δίκη ή να ασκήσουν άλλο ένδικο μέσο προστασίας. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται γραπτώς. Οι πληροφορίες μπορούν ωστόσο να παρέχονται προφορικώς, υπό τον όρο ότι σημειώνεται το γεγονός ότι παρασχέθηκαν οι πληροφορίες σύμφωνα με τη διαδικασία καταχώρισης που προβλέπει η εθνική νομοθεσία.

(40)

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απομακρύνουν προσωρινά έναν ύποπτο ή κατηγορούμενο από το ακροατήριο όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της ομαλής εξέλιξης της ποινικής διαδικασίας. Αυτό μπορεί, για παράδειγμα, να συμβεί όταν ο ύποπτος ή κατηγορούμενος διαταράσσει την ακροαματική διαδικασία, και πρέπει να οδηγηθεί εκτός της δικαστικής αίθουσας με εντολή του δικαστή, ή όταν φαίνεται ότι η παρουσία του υπόπτου ή κατηγορουμένου εμποδίζει την ορθή εξέταση μάρτυρα.

(41)

Το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του μπορεί να ασκηθεί μόνον εάν διεξάγεται ακροαματική διαδικασία και αυτό σημαίνει ότι το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του δεν μπορεί να ισχύει αν δεν προβλέπεται ακροαματική διαδικασία σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να είναι σύμφωνοι με τα πρότυπα του Χάρτη και της ΕΣΔΑ, όπως αυτά έχουν ερμηνευτεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ιδίως με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, όταν η διαδικασία διεξάγεται με απλουστευμένο τρόπο σύμφωνα με μία, αποκλειστικά ή εν μέρει, γραπτή διαδικασία ή διαδικασία κατά την οποία δεν προβλέπεται ακρόαση.

(42)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα του κατηγορουμένου να παρίσταται στη δίκη του και το δικαίωμα σε νέα δίκη, λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες των ευάλωτων προσώπων. Σύμφωνα με τη σύσταση της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2013, σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις για ευάλωτα πρόσωπα που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (8), ως ευάλωτοι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι θα πρέπει να θεωρούνται όλοι οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι που δεν είναι σε θέση να κατανοούν ή να συμμετέχουν ουσιαστικά στη ποινική διαδικασία λόγω της ηλικίας, της διανοητικής ή σωματικής τους κατάστασης ή λόγω αναπηριών.

(43)

Τα παιδιά είναι ευάλωτα και θα πρέπει να απολαύουν συγκεκριμένου βαθμού προστασίας. Συνεπώς, σε σχέση με ορισμένα από τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να θεσπίζονται ειδικές δικονομικές εγγυήσεις.

(44)

Σύμφωνα με την αρχή της αποτελεσματικότητας του ενωσιακού δικαίου, τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίζουν επαρκή και αποτελεσματικά μέσα ένδικης προστασίας σε περίπτωση παραβίασης δικαιώματος που παρέχεται στους πολίτες βάσει του δικαίου της Ένωσης. Ένα αποτελεσματικό μέσο ένδικης προστασίας, που είναι διαθέσιμο σε περίπτωση παραβίασης οποιουδήποτε από τα δικαιώματα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει στο μέτρο του δυνατού να έχει ως αποτέλεσμα την επαναφορά του υπόπτου ή κατηγορουμένου στη θέση που θα είχε εάν δεν είχαν παραβιαστεί τα δικαιώματά του, προκειμένου να διαφυλαχτεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και τα δικαιώματα της υπεράσπισης.

(45)

Κατά την αξιολόγηση των καταθέσεων των υπόπτων ή κατηγορουμένων ή των αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώνονται κατά παραβίαση του δικαιώματος σιωπής ή του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης, τα δικαστήρια και οι δικαστές θα πρέπει να σέβονται τα δικαιώματα της υπεράσπισης και να μην θίγουν την αμεροληψία της διαδικασίας. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία η χρησιμοποίηση καταθέσεων που έχουν ληφθεί κατόπιν βασανιστηρίων ή άλλης μορφής κακομεταχείρισης κατά παράβαση του άρθρου 3 ΕΣΔΑ ως αποδεικτικών στοιχείων για τη στοιχειοθέτηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας καθιστά τη διαδικασία εξολοκλήρου άδικη. Σύμφωνα με τη σύμβαση του ΟΗΕ κατά των βασανιστηρίων και άλλης σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δεν θα πρέπει να γίνεται αποδεκτή ως αποδεικτικό στοιχείο σε οποιαδήποτε διαδικασία κατάθεση η οποία αποδεδειγμένα έχει ληφθεί κατόπιν βασανιστηρίων, παρά μόνον στο πλαίσιο δίκης εναντίον προσώπου που κατηγορείται ότι διέπραξε βασανιστήρια ως αποδεικτικό στοιχείο για τον τρόπο που αποσπάστηκε η κατάθεση.

(46)

Στο πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποστέλλουν στην Επιτροπή τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή των δικαιωμάτων που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία. Στα εν λόγω στοιχεία μπορούν να περιλαμβάνονται στοιχεία που καταγράφονται από τις αρχές επιβολής του νόμου και από τις δικαστικές αρχές όσον αφορά το μέσο ένδικης προστασίας το οποίο εφαρμόζεται κάθε φορά που παραβιάζεται οποιαδήποτε πτυχή του τεκμηρίου αθωότητας που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία ή κάθε φορά που παραβιάζεται το δικαίωμα του κατηγορουμένου να παρίσταται στη δίκη του.

(47)

Η παρούσα οδηγία συνάδει με τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη και την ΕΣΔΑ, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης, του δικαιώματος στην ελευθερία και την ασφάλεια, του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, του δικαιώματος στην ακεραιότητα του προσώπου, των δικαιωμάτων του παιδιού, της κοινωνικής ένταξης των ατόμων με αναπηρίες, του δικαιώματος αποτελεσματικού μέσου ένδικης προστασίας και του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων της υπεράσπισης. Ειδικότερα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), σύμφωνα με το οποίο η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη και σύμφωνα με το οποίο τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται από την ΕΣΔΑ και όπως απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης.

(48)

Δεδομένου ότι η οδηγία ορίζει ελάχιστους κανόνες, τα κράτη μέλη μπορούν να διευρύνουν τα δικαιώματα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία με σκοπό την παροχή μεγαλύτερης προστασίας. Το επίπεδο προστασίας που παρέχουν τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει ποτέ να υπολείπεται των προτύπων του Χάρτη ή της ΕΣΔΑ, όπως αυτά έχουν ερμηνευτεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

(49)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή ο καθορισμός κοινών ελάχιστων κανόνων για ορισμένες πτυχές του δικαιώματος του τεκμηρίου αθωότητας και για το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στην ποινική δίκη του, ενδεχομένως να μην είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως λόγω της κλίμακας του μέτρου και των αποτελεσμάτων να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία προς επίτευξη των στόχων αυτών.

(50)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα συγκεκριμένα κράτη μέλη δεν συμμετέχουν στην έκδοση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύονται από αυτήν ούτε υπόκεινται στην εφαρμογή της.

(51)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κοινούς ελάχιστους κανόνες σχετικά με:

α)

ορισμένες πτυχές του δικαιώματος στο τεκμήριο αθωότητας κατά την ποινική διαδικασία·

β)

το δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του κατά την ποινική διαδικασία.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα φυσικά πρόσωπα που είναι ύποπτα ή κατηγορούμενα σε ποινική διαδικασία. Εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας από τη στιγμή που ένα πρόσωπο θεωρείται ύποπτο ή κατηγορείται για τέλεση αξιόποινης πράξης ή εικαζόμενης αξιόποινης πράξης μέχρι την απόφαση για την τελική εκτίμηση του κατά πόσον το εν λόγω πρόσωπο διέπραξε τη σχετική αξιόποινη πράξη και μέχρι η εν λόγω απόφαση να καταστεί οριστική.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 3

Τεκμήριο αθωότητας

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι τεκμαίρονται αθώοι μέχρις ότου αποδειχτεί η ενοχή τους σύμφωνα με τον νόμο.

Άρθρο 4

Δημόσιες αναφορές στην ενοχή προσώπου

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι, όσο δεν έχει αποδειχτεί η ενοχή υπόπτου ή κατηγορουμένου σύμφωνα με τον νόμο, στις δημόσιες δηλώσεις δημόσιων αρχών καθώς και στις δικαστικές αποφάσεις, με εξαίρεση τις αποφάσεις περί της ενοχής, το εν λόγω πρόσωπο δεν αναφέρεται ως ένοχο. Η ανωτέρω διάταξη δεν θίγει τις πράξεις της εισαγγελικής αρχής που αποσκοπούν να αποδείξουν την ενοχή του υπόπτου ή του κατηγορουμένου και δεν θίγει επίσης τις προκαταρκτικές αποφάσεις δικονομικής φύσης που λαμβάνονται από δικαστικές ή άλλες αρμόδιες αρχές και βασίζονται σε υπόνοιες ή ενοχοποιητικά στοιχεία.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι υπάρχουν διαθέσιμα κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, βάσει της οποίας δεν πρέπει να γίνεται αναφορά στον ύποπτο ή κατηγορούμενο ως να είναι ένοχος, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και ειδικότερα με το άρθρο 10.

3.   Η υποχρέωση που ορίζεται στην παράγραφο 1 να μη γίνεται αναφορά στον ύποπτο ή κατηγορούμενο ως να είναι ένοχος δεν εμποδίζει τις δημόσιες αρχές να προβαίνουν σε δημόσια μετάδοση πληροφοριών σχετικά με την ποινική διαδικασία όταν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο για λόγους σχετικούς με την ποινική έρευνα ή με το δημόσιο συμφέρον.

Άρθρο 5

Εμφάνιση των υπόπτων και των κατηγορουμένων

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι δεν εμφανίζονται ως ένοχοι, σε δικαστήριο ή δημόσια, μέσω της χρήσης μέτρων σωματικού περιορισμού.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μέτρα σωματικού περιορισμού τα οποία απαιτούνται για συγκεκριμένους λόγους που αφορούν είτε την ασφάλεια είτε την παρεμπόδιση των υπόπτων ή των κατηγορουμένων να φυγοδικήσουν ή να έλθουν σε επαφή με τρίτα πρόσωπα.

Άρθρο 6

Βάρος της απόδειξης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εισαγγελική αρχή φέρει το βάρος της απόδειξης της ενοχής των υπόπτων και των κατηγορουμένων. Τούτο ισχύει με την επιφύλαξη οποιασδήποτε υποχρέωσης του δικαστή ή του αρμόδιου δικαστηρίου να αναζητούν τόσο ενοχοποιητικά όσο και απαλλακτικά στοιχεία και του δικαιώματος της υπεράσπισης να προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε αμφιβολία περί της ενοχής είναι προς όφελος του υπόπτου ή του κατηγορουμένου, μεταξύ άλλων και όταν το δικάζον δικαστήριο διατυπώνει εκτίμηση σχετικά με το εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο θα πρέπει να αθωωθεί.

Άρθρο 7

Δικαίωμα σιωπής και δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν σιωπηλοί σε ό,τι αφορά την αξιόποινη πράξη για την οποία είναι ύποπτοι ή κατηγορούνται.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα μη αυτοενοχοποίησης.

3.   Η άσκηση του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές από τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων τα οποία μπορεί να προκύψουν νόμιμα μέσω άσκησης εξουσιών νόμιμου καταναγκασμού και τα οποία έχουν ύπαρξη ανεξάρτητη από τη βούληση των υπόπτων ή κατηγορουμένων.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στις δικαστικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη κατά την έκδοση καταδικαστικής απόφασης την επίδειξη συνεργάσιμης συμπεριφοράς εκ μέρους των υπόπτων και των κατηγορουμένων.

5.   Η άσκηση από υπόπτους και κατηγορουμένους του δικαιώματος σιωπής ή του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης δεν χρησιμοποιείται εναντίον τους ούτε θεωρείται απόδειξη ότι έχουν διαπράξει την αξιόποινη πράξη.

6.   Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να αποφασίζουν ότι, σε περιπτώσεις αδικημάτων ήσσονος σημασίας, η σχετική διαδικασία ή ορισμένα στάδιά της μπορούν να διεξάγονται γραπτώς ή χωρίς ανάκριση του υπόπτου ή κατηγορουμένου από τις αρμόδιες αρχές σε σχέση με την εν λόγω αξιόποινη πράξη, εφόσον δεν θίγεται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ ΣΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ

Άρθρο 8

Δικαίωμα παράστασης του κατηγορουμένου στη δίκη του

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα παράστασης στη δίκη τους.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι μια δίκη που μπορεί να οδηγήσει σε απόφαση για την ενοχή ή την αθωότητα του υπόπτου ή κατηγορουμένου μπορεί να διεξαχθεί ερήμην αυτού, υπό τον όρο ότι:

α)

ο ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει ενημερωθεί εγκαίρως σχετικά με τη δίκη και τις συνέπειες της μη παράστασης· ή

β)

ο ύποπτος ή κατηγορούμενος, αφού ενημερώθηκε για τη δίκη, εκπροσωπείται από εξουσιοδοτημένο δικηγόρο ο οποίος διορίστηκε είτε από τον ύποπτο ή κατηγορούμενο είτε από το κράτος.

3.   Απόφαση που έχει ληφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορεί να εκτελεστεί κατά του συγκεκριμένου προσώπου.

4.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη έχουν ένα σύστημα που προβλέπει τη δυνατότητα διεξαγωγής δικών ερήμην του υπόπτου ή κατηγορουμένου, αλλά δεν είναι δυνατό να τηρηθούν οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου επειδή ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να εντοπιστεί παρ' όλο που καταβλήθηκαν οι δέουσες προσπάθειες, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι είναι εντούτοις δυνατό να ληφθεί απόφαση και να εκτελεστεί. Σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι ύποπτοι ή οι κατηγορούμενοι λαμβάνουν γνώση της απόφασης, ειδικότερα όταν συλλαμβάνονται, λαμβάνουν επίσης γνώση της δυνατότητας να προσβάλουν την απόφαση και του δικαιώματος να ζητήσουν νέα δίκη ή να ασκήσουν άλλο μέσο ένδικης προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 9.

5.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους εθνικούς κανόνες που προβλέπουν ότι ο δικαστής ή το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να απομακρύνει προσωρινά ύποπτο ή κατηγορούμενο από το ακροατήριο όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της ομαλής διεξαγωγής της ποινικής διαδικασίας, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης.

6.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει τους εθνικούς κανόνες σύμφωνα με τους οποίους η διαδικασία ή ορισμένα στάδιά της διεξάγονται γραπτώς, εφόσον αυτό συνάδει με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.

Άρθρο 9

Δικαίωμα σε νέα δίκη

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος, στις περιπτώσεις που δεν παρίστατο στη δίκη του και δεν έχουν τηρηθεί οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, έχει δικαίωμα σε νέα δίκη ή άλλο ένδικο μέσο προστασίας που επιτρέπει επαναπροσδιορισμό της ουσίας της υπόθεσης, περιλαμβανομένης της εξέτασης νέων αποδεικτικών στοιχείων, και που ενδέχεται να οδηγήσει σε ανατροπή της αρχικής απόφασης. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω ύποπτοι και κατηγορούμενοι έχουν το δικαίωμα να παρίστανται, να συμμετέχουν ουσιαστικά, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο, και να ασκούν τα δικαιώματα υπεράσπισής τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 10

Μέσα ένδικης προστασίας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι διαθέτουν αποτελεσματικό ένδικο μέσο προστασίας εάν παραβιάζονται τα δικαιώματά τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

2.   Με την επιφύλαξη των εθνικών κανόνων και συστημάτων για το παραδεκτό των αποδείξεων, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, κατά την εκτίμηση των καταθέσεων του υπόπτου ή κατηγορουμένου ή των αποδεικτικών στοιχείων που λαμβάνονται κατά παράβαση του δικαιώματος σιωπής ή του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης, να τηρούνται τα δικαιώματα της υπεράσπισης και να διασφαλίζεται η δίκαιη διεξαγωγή της δίκης.

Άρθρο 11

Συλλογή στοιχείων

Τα κράτη μέλη έως την 1η Απριλίου 2020 και εφεξής ανά τριετία αποστέλλουν στην Επιτροπή διαθέσιμα στοιχεία που δείχνουν τον τρόπο εφαρμογής των δικαιωμάτων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 12

Έκθεση

Η Επιτροπή έως την 1η Απριλίου 2021 θα υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 13

Κατοχύρωση του επιπέδου προστασίας

Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν επιτρέπεται να εκληφθεί υπό την έννοια ότι περιορίζει ή αποκλίνει από τα δικαιώματα και τις δικονομικές εγγυήσεις που κατοχυρώνονται από τον Χάρτη, την ΕΣΔΑ ή από άλλες σχετικές διατάξεις διεθνούς δικαίου ή από το δίκαιο οποιουδήποτε κράτους μέλους που παρέχει υψηλότερο βαθμό προστασίας.

Άρθρο 14

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως την 1η Απριλίου 2018. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά με τα εν λόγω μέτρα.

Τα εν λόγω μέτρα, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιλαμβάνουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την εν λόγω παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την παραπομπή αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών μέτρων εσωτερικού δικαίου τα οποία θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 15

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 16

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Στρασβούργο, 9 Μαρτίου 2016.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J.A. HENNIS-PLASSCHAERT


(1)  ΕΕ C 226 της 16.7.2014, σ. 63.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2016 (δεν έχει δημοσιευτεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2016.

(3)  ΕΕ C 295 της 4.12.2009, σ. 1.

(4)  ΕΕ C 115 της 4.5.2010, σ. 1.

(5)  Οδηγία 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με το δικαίωμα σε διερμηνεία και μετάφραση κατά την ποινική διαδικασία (ΕΕ L 280 της 26.10.2010, σ. 1).

(6)  Οδηγία 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (ΕΕ L 142 της 1.6.2012, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2013/48/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας και διαδικασίας εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, καθώς και σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης τρίτου προσώπου σε περίπτωση στέρησης της ελευθερίας και με το δικαίωμα επικοινωνίας με τρίτα πρόσωπα και με προξενικές αρχές κατά τη διάρκεια της στέρησης της ελευθερίας (ΕΕ L 294 της 6.11.2013, σ. 1).

(8)  ΕΕ C 378 της 24.12.2013, σ. 8.


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/12


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/344 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 9ης Μαρτίου 2016

περί δημιουργίας ευρωπαϊκής πλατφόρμας με σκοπό την ενίσχυση της συνεργασίας προς την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 153 παράγραφος 2 στοιχείο α),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή, στην ανακοίνωση που εξέδωσε στις 18 Απριλίου 2012 με τίτλο «Στοχεύοντας σε μια ανάπτυξη με άφθονες θέσεις απασχόλησης», επισήμανε την ανάγκη να βελτιωθεί η συνεργασία των κρατών μελών και ανήγγειλε την έναρξη διαβουλεύσεων για τη δημιουργία πλατφόρμας σε ενωσιακό επίπεδο μεταξύ των επιθεωρήσεων εργασίας και άλλων φορέων επιβολής του νόμου με σκοπό την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, τη βελτίωση της συνεργασίας, την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τον καθορισμό κοινών αρχών για τις επιθεωρήσεις.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 148 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το Συμβούλιο, με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1848 (4), εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις πολιτικές των κρατών μελών για την απασχόληση. Αυτές οι γραμμές παρέχουν κατευθύνσεις στα κράτη μέλη για την κατάρτιση και υλοποίηση των εθνικών τους μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων. Οι κατευθυντήριες γραμμές αποτελούν τη βάση για τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις τις οποίες απευθύνει το Συμβούλιο στα κράτη μέλη, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο. Τα τελευταία έτη, αυτές οι ειδικές συστάσεις έχουν συμπεριλάβει και συστάσεις για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας.

(3)

Το άρθρο 151 ΣΛΕΕ θέτει ως στόχους στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής την προώθηση της απασχόλησης και τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας. Για την επίτευξη των στόχων, η Ένωση μπορεί να υποστηρίζει και να συμπληρώνει τις δραστηριότητες των κρατών μελών στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, τους όρους εργασίας, την αφομοίωση των αποκλειομένων από την αγορά εργασίας προσώπων και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφος 2 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα για την ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, αποκλειομένης οποιασδήποτε εναρμόνισης των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 14ης Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τις αποτελεσματικές επιθεωρήσεις εργασίας ως στρατηγική βελτίωσης των συνθηκών εργασίας στην Ευρώπη, εκφράζει ικανοποίηση για την πρωτοβουλία της Επιτροπής να δημιουργήσει μια ευρωπαϊκή πλατφόρμα και ζήτησε μεγαλύτερη συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, η οποία, σύμφωνα με το ψήφισμα αυτό, βλάπτει την οικονομία της Ένωσης και προκαλεί αθέμιτο ανταγωνισμό, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η χρηματοοικονομική βιωσιμότητα του ενωσιακού κοινωνικού προτύπου και οι εργαζόμενοι να τυγχάνουν διαρκώς μικρότερης προστασίας στον τομέα των κοινωνικών δικαιωμάτων και της απασχόλησης.

(5)

H αδήλωτη εργασία έχει οριστεί στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 24ης Οκτωβρίου 2007 με τίτλο «Ενίσχυση της καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας» ως «όλες οι αμειβόμενες δραστηριότητες που είναι νόμιμες ως προς τη φύση τους αλλά δεν δηλώνονται στις δημόσιες αρχές, λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών κανονιστικών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται στα διάφορα κράτη μέλη». Ο εν λόγω ορισμός αποκλείει όλες τις παράνομες δραστηριότητες.

(6)

Η αδήλωτη εργασία έχει συχνά διασυνοριακή διάσταση, ενώ η φύση της μπορεί να ποικίλλει από χώρα σε χώρα, ανάλογα με το οικονομικό, διοικητικό και κοινωνικό πλαίσιο. Οι εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις όσον αφορά την αδήλωτη εργασία και οι ορισμοί που χρησιμοποιούνται σε εθνικό επίπεδο διαφέρουν. Τα μέτρα για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας θα πρέπει συνεπώς να είναι εξατομικευμένα προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές αυτές.

(7)

Εκτιμάται ότι η αδήλωτη εργασία αποτελεί σημαντικό τμήμα της οικονομίας της Ένωσης. Το γεγονός ότι η αδήλωτη εργασία ορίζεται με διαφορετικό τρόπο στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών δυσκολεύει τη συλλογή αξιόπιστων στοιχείων σχετικά με την έκτασή της.

(8)

Η κατάχρηση του καθεστώτος του αυτοαπασχολουμένου, όπως αυτό ορίζεται στο εθνικό δίκαιο, είτε σε εθνικό είτε σε διασυνοριακό επίπεδο, αποτελεί μορφή ψευδώς δηλωμένης εργασίας που συνδέεται συχνά με την αδήλωτη εργασία. Το καθεστώς της αυτοαπασχόλησης είναι ψευδές όταν ένα πρόσωπο έχει δηλωθεί ως αυτοαπασχολούμενος ενώ πληροί τις προϋποθέσεις που χαρακτηρίζουν μια σχέση μισθωτής απασχόλησης, προκειμένου να αποφευχθούν ορισμένες νομικές ή φορολογικές υποχρεώσεις. Η πλατφόρμα που ιδρύει η παρούσα απόφαση (η «πλατφόρμα») θα πρέπει να αντιμετωπίσει την αδήλωτη εργασία στις διάφορες μορφές της και την ψευδώς δηλωμένη εργασία που συνδέεται με την αδήλωτη εργασία, συμπεριλαμβανομένης της ψευδούς αυτοαπασχόλησης.

(9)

Η αδήλωτη εργασία έχει σοβαρές επιπτώσεις στους εργαζομένους, οι οποίοι αναγκάζονται να δεχτούν επισφαλείς και συχνά επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, πολύ χαμηλότερες αποδοχές, σοβαρές παραβιάσεις των εργασιακών δικαιωμάτων και προστασία σημαντικά υποδεέστερη εκείνης που ορίζει η νομοθεσία περί εργασίας και κοινωνικής προστασίας, χάνοντας τις δέουσες κοινωνικές παροχές, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, καθώς και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και τις ευκαιρίες διά βίου μάθησης.

(10)

Ενώ οι αρνητικές συνέπειες της αδήλωτης εργασίας για την οικονομία και την κοινωνία έχουν διάφορες μορφές, η πλατφόρμα αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και στην προώθηση της ένταξης στην αγορά εργασίας και την κοινωνία. Η αδήλωτη εργασία έχει σοβαρές δημοσιονομικές επιπτώσεις, επειδή μειώνει τα έσοδα από τη φορολογία και την κοινωνική ασφάλιση, υπονομεύοντας την οικονομική βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Επηρεάζει αρνητικά την απασχόληση και την παραγωγικότητα και στρεβλώνει τον ισότιμο ανταγωνισμό.

(11)

Η αδήλωτη εργασία επηρεάζει ποικιλοτρόπως τις διάφορες κοινωνικές ομάδες, μεταξύ άλλων τις γυναίκες, τους μετανάστες και τους εγχώριους εργαζομένους, δεδομένου ότι ορισμένοι αδήλωτοι εργαζόμενοι βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευάλωτη κατάσταση.

(12)

Σε όλα τα κράτη μέλη υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις και μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση του προβλήματος της αδήλωτης εργασίας. Τα κράτη μέλη έχουν επίσης συνάψει διμερείς συμφωνίες και έχουν εκτελέσει πολυμερή σχέδια σχετικά με ορισμένες πτυχές της αδήλωτης εργασίας. Για την αντιμετώπιση του σύνθετου προβλήματος της αδήλωτης εργασίας, απαιτείται λήψη περαιτέρω μέτρων και μια ολιστική προσέγγιση. Η πλατφόρμα δεν θα πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή διμερών και πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών διοικητικής συνεργασίας.

(13)

Η συμμετοχή στις δραστηριότητες της πλατφόρμας δεν θα πρέπει να θίγει τις αρμοδιότητες και/ή τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών ή διεθνών τους υποχρεώσεων βάσει, μεταξύ άλλων, των σχετικών και εφαρμοστέων συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), όπως η σύμβαση αριθ. 81 σχετικά με την επιθεώρηση εργασίας στις επιχειρήσεις και το εμπόριο.

(14)

Η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών σε επίπεδο Ένωσης παραμένει αποσπασματική, τόσο ως προς τα συμμετέχοντα κράτη μέλη όσο και ως προς τα καλυπτόμενα θέματα. Δεν υπάρχει επίσημος μηχανισμός διασυνοριακής συνεργασίας των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών για την ολοκληρωμένη εξέταση θεμάτων αδήλωτης εργασίας.

(15)

Η ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε επίπεδο Ένωσης είναι απαραίτητη για να μπορέσουν τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν αποδοτικότερα και αποτελεσματικότερα την αδήλωτη εργασία. Σε αυτό το πλαίσιο, η πλατφόρμα θα πρέπει να στοχεύει στη διευκόλυνση και υποστήριξη της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και πληροφοριών και στην παροχή ενός πλαισίου σε επίπεδο Ένωσης με στόχο την ανάπτυξη της αμοιβαίας κατανόησης, της τεχνογνωσίας και της ανάλυσης για την αδήλωτη εργασία. Οι κοινοί ορισμοί και οι κοινές αντιλήψεις για την αδήλωτη εργασία θα πρέπει να αποτυπώνουν τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Η πλατφόρμα θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει τη συνεργασία των διαφόρων αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών που συμμετέχουν στις διασυνοριακές δράσεις εθελοντικώς.

(16)

Η παρούσα απόφαση αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε ενωσιακό επίπεδο. Η κατάσταση περί την αδήλωτη εργασία διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών και, ως εκ τούτου, οι ανάγκες των αρμόδιων αρχών τους και των υπόλοιπων φορέων όσον αφορά τους τομείς συνεργασίας είναι διαφορετικές. Τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια να αποφασίζουν το επίπεδο συμμετοχής τους στις δραστηριότητες που εγκρίνονται από την ολομέλεια της πλατφόρμας.

(17)

Θα πρέπει να ενθαρρυνθεί σε επίπεδο Ένωσης η στενή και αποτελεσματική συνεργασία των κρατών μελών προκειμένου να υποστηριχθούν και να συμπληρωθούν οι δραστηριότητές τους προς αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας. Η λήψη εθνικών μέτρων εξαρτάται από τις συνθήκες στα επιμέρους κράτη μέλη και οι δραστηριότητες της πλατφόρμας δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μια εκτίμηση σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τα ληπτέα μέτρα.

(18)

Τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές τους διατηρούν την αρμοδιότητα όσον αφορά τον εντοπισμό, την ανάλυση και την επίλυση των πρακτικών προβλημάτων που συνδέονται με την επιβολή της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και την κοινωνική προστασία των εργαζομένων καθώς και για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα εθνικά μέτρα προκειμένου να υλοποιηθούν τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων της πλατφόρμας.

(19)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να χρησιμοποιεί όλες τις κατάλληλες πηγές πληροφοριών —ιδίως μελέτες, διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και πολυμερή έργα συνεργασίας— και να δημιουργεί συνέργειες μεταξύ των υφιστάμενων μέσων και δομών σε επίπεδο Ένωσης, ώστε να μεγιστοποιείται η επίδραση των μέτρων στην αποτροπή ή πρόληψη της αδήλωτης εργασίας. Οι δράσεις της πλατφόρμας μπορεί να έχουν τη μορφή πλαισίου κοινών κύκλων κατάρτισης, αξιολογήσεων από ομοτίμους, δημιουργία μέσων, όπως μια διαδραστική τράπεζα γνώσης, λαμβανομένων υπόψη των υφισταμένων μελετών εφικτότητας, μεταξύ άλλων των εργασιών του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (Eurofound) και λύσεων για την ανταλλαγή πληροφοριών, χωρίς να παραγνωρίζεται η σπουδαιότητα της προστασίας δεδομένων. Οι ευρωπαϊκές εκστρατείες ή οι κοινές στρατηγικές θα μπορούσαν να αυξήσουν την ευαισθητοποίηση σχετικά με την αδήλωτη εργασία, με βάση τις πολιτικές και στρατηγικές για τη συνειδητοποίηση του προβλήματος της αδήλωτης εργασίας που ήδη υφίστανται σε διαφορετική έκταση στα κράτη μέλη. Στην πλατφόρμα θα πρέπει να συμμετέχουν και μη κυβερνητικοί φορείς ως σημαντική πηγή πληροφοριών.

(20)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να συμβάλλει στην ενίσχυση της συνεργασίας των κρατών μελών, μεταξύ άλλων με την προώθηση καινοτόμων προσεγγίσεων διασυνοριακής συνεργασίας και επιβολής του νόμου, καθώς και με την αξιολόγηση των εμπειριών τους από τη συνεργασία. Η έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας.

(21)

Όταν ένα μέλος της πλατφόρμας θεωρεί ότι πρέπει, χάριν της ανταλλαγής πληροφοριών και της βέλτιστης πρακτικής στο πλαίσιο της πλατφόρμας, να αναφέρει συγκεκριμένα περιστατικά, θα πρέπει να έχει τη βεβαιότητα ότι τα περιστατικά αυτά έχουν, εφόσον απαιτείται, ανώνυμο χαρακτήρα. Η πλατφόρμα μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά μόνο μέσα σε ένα περιβάλλον στο οποίο οι αναφέροντες κρούσματα αδήλωτης εργασίας προστατεύονται έναντι δυσμενούς μεταχείρισης. Η πλατφόρμα θα πρέπει συνεπώς να αποτελεί ένα βήμα για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών προς αυτή την κατεύθυνση.

(22)

Η ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών θα πρέπει να δίνει στην πλατφόρμα τη δυνατότητα να παρέχει χρήσιμα στοιχεία για τυχόν λήψη μέτρων σε επίπεδο Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Επιτροπής, για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας. Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, οι δραστηριότητες της πλατφόρμας μπορούν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο περιβάλλον εντός του οποίου θα εξετάζονται μέτρα σχετικά με την αδήλωτη εργασία.

(23)

Με την αδήλωτη εργασία ασχολούνται διάφοροι εθνικοί φορείς επιβολής του νόμου, όπως, για παράδειγμα, οι επιθεωρήσεις εργασίας, άλλες αρχές επιφορτισμένες με ζητήματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, οι επιθεωρήσεις κοινωνικής ασφάλισης και οι φορολογικές αρχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις ασχολούνται με το θέμα οι μεταναστευτικές αρχές, οι υπηρεσίες απασχόλησης, καθώς επίσης οι τελωνειακές αρχές και οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή της κοινής πολιτικής μεταφορών, η αστυνομία, η εισαγγελία και οι κοινωνικοί εταίροι.

(24)

Για τη συνολική και επιτυχή αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας επιβάλλεται να εφαρμοστεί ένα μείγμα πολιτικής στα κράτη μέλη. Τούτο θα πρέπει να διευκολυνθεί με την ενθάρρυνση της οργανωμένης συνεργασίας μεταξύ αρμόδιων αρχών και άλλων φορέων. Η πλατφόρμα θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις αρμόδιες εθνικές αρχές, ιδίως τις αρχές επιβολής του νόμου, που έχουν ηγετικό ρόλο και/ή δραστηριοποιούνται στην αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας. Τα κράτη μέλη διατηρούν την αρμοδιότητα να αποφασίζουν τις αρχές που θα τα εκπροσωπούν στις διάφορες δραστηριότητες της πλατφόρμας. Κατά τη συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών των κρατών μελών θα πρέπει να τηρείται η εφαρμοστέα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.

(25)

Η πλατφόρμα, για να επιτύχει τους στόχους της, θα πρέπει να υποστηρίζεται από έναν ανώτερο εκπρόσωπο ανά κράτος μέλος, ο οποίος θα συντονίζει και θα λειτουργεί ως σύνδεσμος με τις αρχές των κρατών μελών, και ενδεχομένως με άλλους φορείς, όπως είναι οι κοινωνικοί εταίροι, που ασχολούνται με τις πολύπλευρες πτυχές της αδήλωτης εργασίας.

(26)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τους κοινωνικούς εταίρους σε ενωσιακό επίπεδο, τόσο σε διατομεακό επίπεδο όσο και στους τομείς που είτε πλήττονται σοβαρά από την αδήλωτη εργασία είτε διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην αντιμετώπισή της, και θα πρέπει να συνεργάζεται με τους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς, όπως η ΔΟΕ, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και οι αποκεντρωμένοι οργανισμοί της Ένωσης, ιδιαίτερα το Eurofound και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA). Η συμμετοχή του Eurofound και του EU-OSHA ως παρατηρητών στις εργασίες της πλατφόρμας δεν θα πρέπει να συνεπάγεται διεύρυνση της εντολής τους.

(27)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της, τα προγράμματα εργασίας και τις περιοδικές εκθέσεις.

(28)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να μπορεί να συγκροτήσει ομάδες εργασίας για την εξέταση ειδικών θεμάτων και να αξιοποιήσει την εμπειρογνωμοσύνη των επαγγελματιών ειδικών προσόντων.

(29)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να συνεργάζεται με τις αρμόδιες ομάδες εμπειρογνωμόνων και επιτροπές σε επίπεδο Ένωσης οι δραστηριότητες των οποίων συνδέονται με την αδήλωτη εργασία.

(30)

Η πλατφόρμα και οι δραστηριότητές της θα πρέπει να χρηματοδοτούνται μέσω του άξονα PROGRESS του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την απασχόληση και την κοινωνική καινοτομία (EaSI) στο πλαίσιο των πιστώσεων που καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι σχετικοί χρηματοδοτικοί πόροι χρησιμοποιούνται με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα για το έργο της πλατφόρμας.

(31)

Λόγω της σημασίας που έχει η διαφάνεια και η πρόσβαση σε έγγραφα, η οποία αποτυπώνεται στις αρχές που θεσπίζονται στο άρθρο 15 ΣΛΕΕ, η πλατφόρμα θα πρέπει να εργάζεται με διαφάνεια και σύμφωνα με τις εν λόγω αρχές.

(32)

Η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει τα απαραίτητα διοικητικά μέτρα για τη δημιουργία της πλατφόρμας.

(33)

Η πλατφόρμα θα πρέπει να σέβεται πλήρως τα θεμελιώδη δικαιώματα και να τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(34)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) καθώς και τα συναφή εθνικά μέτρα ισχύουν για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης.

(35)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Δημιουργία της πλατφόρμας

Δημιουργείται ενωσιακή πλατφόρμα για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών προς αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας (στο εξής «πλατφόρμα»).

Για τον σκοπό της παρούσας απόφασης, ως «αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας» νοούνται η πρόληψη, η αποτροπή και η καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας καθώς και η προώθηση της δήλωσης της αδήλωτης εργασίας.

Άρθρο 2

Σύνθεση της πλατφόρμας

1.   Η πλατφόρμα αποτελείται από:

α)

έναν ανώτερο εκπρόσωπο που ορίζεται από κάθε κράτος μέλος για να το εκπροσωπεί·

β)

εκπρόσωπο της Επιτροπής·

γ)

μέχρι τέσσερις εκπροσώπους διακλαδικών κοινωνικών εταίρων σε επίπεδο Ένωσης, οριζομένους από τους εταίρους, οι οποίοι εκπροσωπούν ισότιμα εργοδότες και εργαζομένους.

2.   Οι ακόλουθοι μπορούν να συμμετάσχουν ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της πλατφόρμας και η συμβολή τους λαμβάνεται δεόντως υπόψη, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό:

α)

δεκατέσσερις εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων κατ' ανώτατο όριο σε τομείς με υψηλή συχνότητα αδήλωτης εργασίας, διοριζόμενοι από τους ίδιους τους κοινωνικούς εταίρους, οι οποίοι εκπροσωπούν ισότιμα εργοδότες και εργαζομένους·

β)

εκπρόσωπος του Eurofound·

γ)

εκπρόσωπος του EU-OSΗΑ·

δ)

εκπρόσωπος της ΔΟΕ·

ε)

εκπρόσωπος από κάθε τρίτη χώρα που συμμετέχει στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.

Παρατηρητές πέραν αυτών του πρώτου εδαφίου μπορεί να προσκληθούν να συμμετάσχουν στις συναντήσεις της πλατφόρμας και οι συνεισφορές τους θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη σύμφωνα με τον εσωτερικό της κανονισμό, ανάλογα με θέμα προς συζήτηση.

Άρθρο 3

Εθνικά μέτρα

Η παρούσα απόφαση δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να αποφασίζουν εθνικά μέτρα προς αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας.

Άρθρο 4

Στόχοι

Η πλατφόρμα αποσκοπεί να αναπτύξει εποικοδομητική δραστηριότητα σε ενωσιακό επίπεδο προκειμένου να συμβάλει στην αντιμετώπιση του σύνθετου προβλήματος της αδήλωτης εργασίας, σεβόμενη πλήρως τις αρμοδιότητες και τις διαδικασίες των κρατών μελών.

Η πλατφόρμα συμβάλλει σε αποτελεσματικότερες ενωσιακές και εθνικές δράσεις, με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την προαγωγή της ένταξης στη αγορά εργασίας και την κοινωνική ενσωμάτωση, περιλαμβανομένης της καλύτερης εφαρμογής του δικαίου σε αυτούς τους τομείς, καθώς και στη μείωση της αδήλωτης εργασίας και στην εμφάνιση επίσημων θέσεων απασχόλησης και, με αυτόν τον τρόπο, στην αποφυγή της υποβάθμισης της ποιότητας της εργασίας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, με:

α)

την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και άλλων εμπλεκόμενων φορέων με σκοπό την αποδοτικότερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των ποικίλλων μορφών αδήλωτης εργασίας και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας που συνδέεται με την αδήλωτη εργασία, συμπεριλαμβανομένης της ψευδούς αυτοαπασχόλησης·

β)

τη βελτίωση της επάρκειας των διαφόρων αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών όσον αφορά την αντιμετώπιση και την επίλυση διασυνοριακών πτυχών της αδήλωτης εργασίας συμβάλλοντας στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού·

γ)

την αύξηση της ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με ζητήματα αδήλωτης εργασίας και την επείγουσα ανάγκη κατάλληλης δράσης καθώς και την ενθάρρυνση των κρατών μελών να εντείνουν τις προσπάθειές τους κατά της αδήλωτης εργασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 5

Αποστολή

Προς επίτευξη των στόχων του άρθρου 4, η πλατφόρμα ενθαρρύνει σε ενωσιακό επίπεδο τη συνεργασία κρατών μελών, μέσω:

α)

ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και πληροφοριών·

β)

ανάπτυξης εμπειρογνωμοσύνης και ανάλυσης·

γ)

ενθάρρυνσης και προώθησης καινοτόμων προσεγγίσεων για την αποτελεσματική και αποδοτική διασυνοριακή συνεργασία και αξιολόγηση εμπειριών·

δ)

συμβολής σε μία οριζόντια κατανόηση των ζητημάτων που αφορούν την αδήλωτη εργασία.

Άρθρο 6

Δραστηριότητες

1.   Στο πλαίσιο της αποστολής της, η πλατφόρμα αναπτύσσει, ειδικότερα, τις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

βελτίωση της συνειδητοποίησης της αδήλωτης εργασίας, λαμβανομένων υπόψη των αιτιών και των περιφερειακών διαφορών, με την κατάρτιση κοινών ορισμών και εννοιών, τεκμηριωμένων εργαλείων μέτρησης και την προώθηση συγκριτικών αναλύσεων και συναφών μεθοδολογικών μέσων, βάσει των εργασιών άλλων φορέων, μεταξύ άλλων της Επιτροπής για την Απασχόληση (EMCO) και της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας (SPC)·

β)

βελτίωση της γνώσης και της αμοιβαίας κατανόησης των επιμέρους συστημάτων και των πρακτικών για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών της πτυχών·

γ)

ανάλυση της αποτελεσματικότητας των διαφόρων μέτρων πολιτικής για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων πρόληψης και καταστολής·

δ)

δημιουργία εργαλείων για την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών, π.χ. τράπεζα γνώσεων σχετικά με τις διάφορες πρακτικές, και μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που χρησιμοποιήθηκαν στα κράτη μέλη για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας·

ε)

ανάπτυξη εργαλείων, όπως κατευθυντήριων γραμμών για την επιβολή του νόμου, εγχειριδίων ορθής πρακτικής και κοινών αρχών για τις επιθεωρήσεις, με σκοπό την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας και την αξιολόγηση της εμπειρίας που αποκομίζεται από τα εργαλεία αυτά·

στ)

διευκόλυνση και υποστήριξη μορφών συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών αυξάνοντας την ικανότητά τους να αντιμετωπίσουν τις διασυνοριακές πτυχές της αδήλωτης εργασίας, μέσω της ανάπτυξης και της διευκόλυνσης καινοτόμων προσεγγίσεων, όπως ανταλλαγές προσωπικού, χρησιμοποίηση βάσεων δεδομένων, σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές νομοθετικές διατάξεις περί προστασίας δεδομένων και κοινών δραστηριοτήτων, καθώς και μέσω της αξιολόγησης των εμπειριών αυτής της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών που συμμετέχουν σε αυτή·

ζ)

διερεύνηση του κατά πόσον είναι εφικτό ένα σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών και βελτίωση της ανταλλαγής δεδομένων, τηρουμένων των ενωσιακών κανόνων για την προστασία των δεδομένων, και εξέταση της δυνατότητας χρήσης του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI) που καθιερώθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) και της ηλεκτρονικής ανταλλαγής πληροφοριών για την κοινωνική ασφάλιση (EESSI)·

η)

ανταλλαγή εμπειριών των εθνικών αρχών στο πλαίσιο της εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας·

θ)

ανάπτυξη και ενδεχομένως βελτίωση της ικανότητας για την κατάρτιση των αρμόδιων αρχών και ανάπτυξη πλαισίου για την πραγματοποίηση κοινών κύκλων κατάρτισης·

ι)

οργάνωση αξιολογήσεων από ομοτίμους προκειμένου να παρακολουθείται η πρόοδος στην αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας στα κράτη μέλη που έχουν επιλέξει να συμμετάσχουν στις αξιολογήσεις αυτές·

ια)

ανταλλαγή εμπειριών και ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και, κατά περίπτωση, τρίτων χωρών, προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της συνεργασίας αυτής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με την αδήλωτη εργασία που αφορά τις εν λόγω χώρες·

ιβ)

αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με το πρόβλημα της αδήλωτης εργασίας, με την πραγματοποίηση κοινών δραστηριοτήτων, όπως ευρωπαϊκών εκστρατειών, και συντονισμού περιφερειακών ή ενωσιακών στρατηγικών, συμπεριλαμβανομένων τομεακών προσεγγίσεων·

ιγ)

ανταλλαγή εμπειριών όσον αφορά την παροχή συμβουλών και πληροφοριών σε εργαζομένους που πλήττονται από την αδήλωτη εργασία.

2.   Κατά την εφαρμογή των δραστηριοτήτων της παραγράφου 1, η πλατφόρμα χρησιμοποιεί όλες τις κατάλληλες πηγές πληροφοριών, όπως μελέτες και πολυμερή έργα συνεργασίας και λαμβάνει υπόψη τα σχετικά μέσα και δομές της Ένωσης, καθώς και την εμπειρία από σχετικές διμερείς συμφωνίες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ

Άρθρο 7

Ανώτεροι εκπρόσωποι

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει έναν ανώτερο εκπρόσωπο ως μέλος της πλατφόρμας με δικαίωμα ψήφου.

Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε ο ανώτερος εκπρόσωπος να διαθέτει κατάλληλη εντολή για να ασκεί τις δραστηριότητες της πλατφόρμας. Κάθε κράτος μέλος ορίζει επίσης ένα αναπληρωματικό μέλος που αντικαθιστά τον ανώτερο εκπρόσωπό του, οσάκις αυτό κρίνεται απαραίτητο, διαθέτοντας δικαίωμα ψήφου στις περιπτώσεις αυτές.

2.   Τα κράτη μέλη, κατά τον ορισμό ενός ανώτερου εκπροσώπου και του αναπληρωτή του, θα πρέπει λαμβάνουν υπόψη όλες τις αρμόδιες δημόσιες αρχές, και ιδίως τις αρχές επιβολής του νόμου, καθώς και τους λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική. Σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική, μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν τους κοινωνικούς εταίρους ή τους λοιπούς συναφείς φορείς.

3.   Κάθε ανώτερος εκπρόσωπος που ορίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο συμμετέχει στις ολομέλειες της πλατφόρμας και, κατά περίπτωση, σε άλλες δραστηριότητες και ομάδες εργασίας της.

Κάθε ανώτερος εκπρόσωπος παρέχει στην Επιτροπή τον κατάλογο και τα στοιχεία επικοινωνίας των αρμόδιων αρχών και, κατά περίπτωση, των κοινωνικών εταίρων και λοιπών σχετικών φορέων που συμμετέχουν στην αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας.

Κάθε ανώτερος εκπρόσωπος συνεργάζεται με όλες τις αρμόδιες αρχές και, κατά περίπτωση, με τους κοινωνικούς εταίρους και λοιπούς σχετικούς φορείς όσον αφορά τις δραστηριότητες της πλατφόρμας και/ή συντονίζουν τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις της πλατφόρμας και/ή τη συμβολή τους στις δραστηριότητές της ή στις δραστηριότητες των ομάδων εργασίας της.

Άρθρο 8

Λειτουργία

1.   Στην πλατφόρμα προεδρεύει ο εκπρόσωπος της Επιτροπής επικουρούμενος από δύο συμπροέδρους που επιλέγονται μεταξύ των ανώτερων εκπροσώπων.

Ο πρόεδρος και οι δύο αντιπρόεδροι αποτελούν το προεδρείο.

Το προεδρείο προετοιμάζει και οργανώνει τις εργασίες της πλατφόρμας σε συνεργασία με μία γραμματεία η οποία εκτελεί χρέη γραμματείας της πλατφόρμας, καθώς και του προεδρείου και των ομάδων εργασίας. Η γραμματεία παρέχεται από την Επιτροπή.

2.   Η πλατφόρμα συνεδριάζει τουλάχιστον δύο φορές ετησίως.

3.   Η πλατφόρμα, για την εκτέλεση της αποστολής της, λαμβάνει αποφάσεις με αντικείμενο:

α)

τον εσωτερικό κανονισμό της·

β)

τα διετή προγράμματα εργασίας της, που ορίζουν, μεταξύ άλλων, τις προτεραιότητές της και συγκεκριμένη περιγραφή των δραστηριοτήτων της κατά το άρθρο 6·

γ)

τις ανά διετία εκθέσεις της·

δ)

τη σύσταση ομάδων εργασίας για την εξέταση θεμάτων που καθορίζονται στα προγράμματα εργασίας της, συμπεριλαμβανομένων οργανωτικών ρυθμίσεων για τις εν λόγω ομάδες εργασίας, οι οποίες διαλύονται αμέσως μετά την εκπλήρωση της εντολής τους.

Η πλατφόρμα λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο με απλή πλειοψηφία. Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής και κάθε ανώτερος εκπρόσωπος διαθέτουν ο καθένας από μία ψήφο.

4.   Το προεδρείο μπορεί, κατά περίπτωση, να καλεί εμπειρογνώμονες με ειδικές γνώσεις σε κάποιο εξεταζόμενο θέμα να συμμετάσχουν στις συζητήσεις της πλατφόρμας ή των ομάδων εργασίας της, εάν κριθεί χρήσιμο.

5.   Η πλατφόρμα επικουρείται από γραμματεία κατά την παράγραφο 1. Η γραμματεία προετοιμάζει τις συνεδριάσεις, τα σχέδια προγράμματος εργασίας της πλατφόρμας και τα σχέδια εκθέσεών της και ενεργεί σε συνέχεια των συνεδριάσεων της πλατφόρμας και των συμπερασμάτων τους.

6.   Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις δραστηριότητες της πλατφόρμας, συμπεριλαμβανομένων των κοινών συνεδριάσεων με ομάδες εμπειρογνωμόνων και επιτροπές. Διαβιβάζει τα προγράμματα εργασίας και τις εκθέσεις της πλατφόρμας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, καθώς και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών.

Άρθρο 9

Συνεργασία

1.   Η πλατφόρμα συνεργάζεται αποτελεσματικά και αποφεύγει επικάλυψη εργασιών με άλλες αρμόδιες ομάδες εμπειρογνωμόνων και επιτροπές σε επίπεδο Ένωσης, οι εργασίες των οποίων αφορούν την αδήλωτη εργασία, ιδίως με την επιτροπή ανώτερων επιθεωρητών εργασίας (SLIC), την επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την απόσπαση εργαζομένων, τη διοικητική επιτροπή για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, το δίκτυο των δημόσιων οργανισμών απασχόλησης (PES), την επιτροπή απασχόλησης (EMCO), την επιτροπή κοινωνικής προστασίας (ΕΚΠ) και την ομάδα εργασίας για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της άμεσης φορολογίας. Η πλατφόρμα προσκαλεί τους αντιπροσώπους αυτών των ομάδων και επιτροπών να παρακολουθήσουν τις συνεδριάσεις της ως παρατηρητές όπου χρειάζεται. Χάριν μιας αποτελεσματικότερης και αποδοτικότερης συνεργασίας μπορούν επίσης να οργανώνονται κοινές συνεδριάσεις.

2.   Η πλατφόρμα καθιερώνει κατάλληλη συνεργασία με το Eurofound και τον EU-OSHA.

Άρθρο 10

Επιστροφή δαπανών

Η Επιτροπή επιστρέφει τα έξοδα ταξιδιού και, κατά περίπτωση, τα έξοδα διαμονής των μελών, των αναπληρωματικών μελών, των παρατηρητών και των προσκεκλημένων εμπειρογνωμόνων που σχετίζονται με τις δραστηριότητες της πλατφόρμας.

Τα μέλη, τα αναπληρωματικά μέλη, οι παρατηρητές και οι προσκεκλημένοι εμπειρογνώμονες δεν αμείβονται για τις υπηρεσίες που παρέχουν.

Άρθρο 11

Χρηματοδοτική στήριξη

Το συνολικό ποσό για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης καθορίζεται στο πλαίσιο του προγράμματος EaSI. Η Επιτροπή διαχειρίζεται με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα τους χρηματοδοτικούς πόρους του προγράμματος EaSI που διατίθενται στην πλατφόρμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 12

Επανεξέταση

Μέχρι τις 13 Μαρτίου 2020 η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την πλατφόρμα, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και την προστιθεμένη αξία της απόφασης αυτής και προτείνει, κατά περίπτωση, τις απαραίτητες αλλαγές και τροποποιήσεις. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο η πλατφόρμα έχει συμβάλει στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 5, έχει εκπληρώσει την αποστολή της κατά το άρθρο 6, έχει ασκήσει τις δραστηριότητες που ορίζονται στο άρθρο 4 και έχει υλοποιήσει τις προτεραιότητες που ορίζονται στα προγράμματα εργασιών της. Η Επιτροπή υποβάλλει ενδεχομένως προτάσεις για την εύρυθμη λειτουργία της πλατφόρμας.

Άρθρο 13

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Άρθρο 14

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 9 Μαρτίου 2016.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J.A. HENNIS-PLASSCHAERT


(1)  ΕΕ C 458 της 19.12.2014, σ. 43.

(2)  ΕΕ C 415 της 20.11.2014, σ. 37.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Φεβρουαρίου 2016 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 24ης Φεβρουαρίου 2016.

(4)  Απόφαση (EE) 2015/1848 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών για το 2015 (ΕΕ L 268 της 15.10.2015, σ. 28).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(6)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(7)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1).


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/21


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

Η ρύθμιση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο άρχισε να ισχύει την 1η Μαρτίου 2016, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 της ρύθμισης ολοκληρώθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2016.


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/22


ΡΫΘΜΙΣΗ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, εφεξής η «ΕΕ»,

αφενός, και

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, εφεξής η «Ελβετία»,

αφετέρου,

Έχοντας υπόψη το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (1), εφεξής καλούμενος ο «κανονισμός»,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1)

Ο κανονισμός ορίζει ότι, για να εκπληρώσει την αποστολή της, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, εφεξής η «Υπηρεσία Υποστήριξης», θα πρέπει να επιτρέπει τη συμμετοχή των χωρών που έχουν συνάψει με την ΕΕ συμφωνίες βάσει των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το ενωσιακό δίκαιο στον τομέα τον οποίο διέπει ο παρών κανονισμός, ιδίως η Ελβετία, η Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και η Νορβηγία, που στο εξής αναφέρονται ως «συνδεδεμένες χώρες»,

2)

Η Ελβετία έχει συνάψει συμφωνίες με την ΕΕ, βάσει των οποίων υιοθέτησε και εφαρμόζει το δίκαιο της ΕΕ στον τομέα που καλύπτει ο κανονισμός, ιδίως τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (2),

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Βαθμός συμμετοχής

Η Ελβετία συμμετέχει πλήρως στο έργο της Υπηρεσίας Υποστήριξης και δικαιούται να λαμβάνει δράσεις στήριξης από αυτήν, όπως περιγράφονται στον κανονισμό και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από την παρούσα ρύθμιση.

Άρθρο 2

Διοικητικό συμβούλιο

Η Ελβετία εκπροσωπείται στο διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας Υποστήριξης ως παρατηρητής χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 3

Οικονομική συνεισφορά

1.   Η Ελβετία συνεισφέρει στα έσοδα της Υπηρεσίας Υποστήριξης ετήσιο ποσό υπολογιζόμενο βάσει του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της ως ποσοστό του ΑΕΠ όλων των κρατών που συμμετέχουν σύμφωνα με τη μέθοδο που ορίζεται στο παράρτημα I.

2.   Η οικονομική συνεισφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οφείλεται από την ημέρα που έπεται της έναρξης ισχύος της παρούσας ρύθμισης. Η πρώτη οικονομική συνεισφορά μειώνεται κατ' αναλογία προς το χρονικό διάστημα που απομένει στο έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας ρύθμισης.

Άρθρο 4

Προστασία δεδομένων

1.   Η Ελβετία εφαρμόζει τους εθνικούς της κανόνες σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (3).

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας ρύθμισης, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (4) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εκτελείται από την Υπηρεσία Υποστήριξης.

3.   Η Ελβετία τηρεί τους κανόνες σχετικά με τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των εγγράφων που ευρίσκονται στην κατοχή της Υπηρεσίας Υποστήριξης, όπως ορίζεται στον εσωτερικό κανονισμό του διοικητικού συμβουλίου.

Άρθρο 5

Νομικό καθεστώς

Η Υπηρεσία Υποστήριξης διαθέτει νομική προσωπικότητα σύμφωνα με το δίκαιο της Ελβετίας και απολαύει στην Ελβετία της ευρύτερης δυνατής νομικής προστασίας που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα από το δίκαιο της Ελβετίας. Δύναται, ιδίως, να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

Άρθρο 6

Ευθύνη

Η ευθύνη της Υπηρεσίας Υποστήριξης διέπεται από το άρθρο 45 παράγραφοι 1, 3 και 5 του κανονισμού.

Άρθρο 7

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η Ελβετία αναγνωρίζει την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την Υπηρεσία Υποστήριξης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 45 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού.

Άρθρο 8

Προσωπικό της Υπηρεσίας Υποστήριξης

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 1 και το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού, ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ρυθμίσεις που θεσπίσθηκαν με κοινή συμφωνία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ για τον σκοπό της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του εν λόγω καθεστώτος, καθώς και τα εκτελεστικά μέτρα που θεσπίσθηκαν από την Υπηρεσία Υποστήριξης σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού, εφαρμόζονται στους υπηκόους της Ελβετίας που προσλαμβάνονται ως μέλη του προσωπικού από την Υπηρεσία Υποστήριξης.

2.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 12 παράγραφος 2 στοιχείο α) και του άρθρου 82 παράγραφος 3 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι υπήκοοι των της Ελβετίας που απολαύουν πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων δύνανται να προσλαμβάνονται βάσει σύμβασης από τον εκτελεστικό διευθυντή της Υπηρεσίας Υποστήριξης σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες που έχει θεσπίσει η Υπηρεσία Υποστήριξης σχετικά με την επιλογή και πρόσληψη προσωπικού.

3.   Το άρθρο 38 παράγραφος 4 του κανονισμού εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών στους υπηκόους της Ελβετίας.

4.   Οι υπήκοοι της Ελβετίας δεν μπορούν εντούτοις να διορίζονται στη θέση του εκτελεστικού διευθυντή της Υπηρεσίας Υποστήριξης.

Άρθρο 9

Προνόμια και ασυλίες

1.   Η Ελβετία εφαρμόζει στην Υπηρεσία Υποστήριξης και στο προσωπικό της το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο περιλαμβάνεται στο παράρτημα II της παρούσας ρύθμισης, καθώς και οιουσδήποτε άλλους κανόνες θεσπίζονται δυνάμει του εν λόγω πρωτοκόλλου σχετικά με θέματα προσωπικού της Υπηρεσίας Υποστήριξης.

2.   Η διαδικασία για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρεται στο προσάρτημα του παραρτήματος II.

Άρθρο 10

Καταπολέμηση της απάτης

Οι διατάξεις όσον αφορά το άρθρο 44 του κανονισμού σχετικά με τον δημοσιονομικό έλεγχο που ασκεί η ΕΕ στην Ελβετία, οι οποίοι αφορούν όσους συμμετέχουν στις δραστηριότητες της Υπηρεσίας Υποστήριξης, καθορίζονται στο παράρτημα III.

Άρθρο 11

Επιτροπή

1.   Μια επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από αντιπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ελβετίας, παρακολουθεί την ορθή εφαρμογή της ρύθμισης και εξασφαλίζει συνεχή διαδικασία ενημέρωσης και ανταλλαγής απόψεων σχετικά. Για πρακτικούς λόγους, η εν λόγω επιτροπή συνέρχεται από κοινού με τις αντίστοιχες επιτροπές οι οποίες έχουν συσταθεί με τις άλλες συνδεδεμένες χώρες που συμμετέχουν βάσει του άρθρου 49 παράγραφος 1 του κανονισμού. Συνέρχεται κατόπιν αιτήματος είτε της Ελβετίας είτε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το διοικητικό συμβούλιο της Υπηρεσίας Υποστήριξης τηρείται ενήμερο για τις εργασίες της επιτροπής.

2.   Πληροφορίες σχετικά με προβλεπόμενη νομοθεσία της ΕΕ, η οποία επηρεάζει άμεσα ή τροποποιεί τον κανονισμό ή αναμένεται να έχει επιπτώσεις όσον αφορά την οικονομική συνεισφορά που προβλέπεται στο άρθρο 3 της παρούσας ρύθμισης, κοινοποιούνται και πραγματοποιείται ανταλλαγή απόψεων επ' αυτών στο πλαίσιο της επιτροπής.

Άρθρο 12

Παραρτήματα

Τα παραρτήματα της παρούσας ρύθμισης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη εγκρίνουν την παρούσα ρύθμιση σύμφωνα με τις κατ' ιδίαν εσωτερικές διαδικασίες τους. Κοινοποιούν αμοιβαίως την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών.

2.   Η παρούσα ρύθμιση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης της τελευταίας κοινοποίησης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 14

Λήξη ισχύος

1.   Η παρούσα ρύθμιση είναι απεριόριστης διάρκειας.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, κατόπιν διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της επιτροπής, να καταγγείλει την παρούσα ρύθμιση με κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει έξι μήνες μετά την ημερομηνία της κοινοποίησης αυτής.

3.   Η παρούσα ρύθμιση παύει να ισχύει σε περίπτωση καταγγελίας της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (5).

4.   Η παρούσα ρύθμιση συντάσσεται δύο αντίτυπα στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, κροατική, λετονική, λιθουανική, μαλτεζική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

Съставено в Брюксел на десети юни две хиляди и четиринадесета година.

Hecho en Bruselas, el diez de junio de dos mil catorce.

V Bruselu dne desátého června dva tisíce čtrnáct.

Udfærdiget i Bruxelles den tiende juni to tusind og fjorten.

Geschehen zu Brüssel am zehnten Juni zweitausendvierzehn.

Kahe tuhande neljateistkümnenda aasta juunikuu kümnendal päeval Brüsselis.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα Ιουνίου δύο χιλιάδες δεκατέσσερα.

Done at Brussels on the tenth day of June in the year two thousand and fourteen.

Fait à Bruxelles, le dix juin deux mille quatorze.

Sastavljeno u Bruxellesu desetog lipnja dvije tisuće četrnaeste.

Fatto a Bruxelles, addì dieci giugno duemilaquattordici.

Briselē, divi tūkstoši četrpadsmitā gada desmitajā jūnijā.

Priimta du tūkstančiai keturioliktų metų birželio dešimtą dieną Briuselyje.

Kelt Brüsszelben, a kétezer-tizennegyedik év június havának tizedik napján.

Magħmul fi Brussell, fl-għaxar jum ta’ Ġunju tas-sena elfejn u erbatax.

Gedaan te Brussel, de tiende juni tweeduizend veertien.

Sporządzono w Brukseli dnia dziesiątego czerwca roku dwa tysiące czternastego.

Feito em Bruxelas, em dez de junho de dois mil e catorze.

Întocmit la Bruxelles la zece iunie două mii paisprezece.

V Bruseli desiateho júna dvetisícštrnásť.

V Bruslju, dne desetega junija leta dva tisoč štirinajst.

Tehty Brysselissä kymmenentenä päivänä kesäkuuta vuonna kaksituhattaneljätoista.

Som skedde i Bryssel den tionde juni tjugohundrafjorton.

За Европейския съюз

Рог la Unión Europea

Za Evropskou unii

For Den Europæiske Union

Für die Europäische Union

Euroopa Liidu nimel

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

For the European Union

Pour l'Union européenne

Za Europsku uniju

Per l'Unione europea

Eiropas Savienības vārdā –

Europos Sąjungos vardu

Az Európai Unió részéről

Għall-Unjoni Ewropea

Voor de Europese Unie

W imieniu Unii Europejskiej

Pela União Europeia

Pentru Uniunea Europeană

Za Európsku úniu

Za Evropsko unijo

Euroopan unionin puolesta

För Europeiska unionen

Image

За Конфедерация Швейцария

Por la Confederación Suiza

Za Švýcarskou konfederaci

For Det Schweiziske Forbund

Für die Schweizerische Eidgenossenschaft

Šveitsi Konföderatsiooni nimel

Για την Ελβετική Συνομοσπονδία

For the Swiss Confederation

Pour la Confédération suisse

Za Švicarsku Konfederaciju

Per la Confederazione Svizzera

Šveices Konfederācijas vārdā –

Šveicarijos Konfederacijos vardu

A Svájci Államszövetség részéről

Għall-Konfederazzjoni Svizzera

Voor de Zwitserse Bondsstaat

W imieniu Konfederacji Szwajcarskiej

Pela Confederação Suíça

Pentru Confederația Elvețiană

Za Švajčiarsku konfederáciu

Za Švicarsko konfederacijo

Sveitsin valaliiton puolesta

För Schweiziska edsförbundet

Image


(1)  EE ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 11.

(2)  EE ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5.

(3)  Απόφαση της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επάρκεια της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχεται στην Ελβετία ( ΕΕ ΕΚ L 215 της 25.8.2000, σ. 1).

(4)  ΕΕ ΕΚ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΤΥΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑΣ

1.

Η οικονομική συνεισφορά της Ελβετίας στα έσοδα της Υπηρεσίας Υποστήριξης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33, παράγραφος 3, στοιχείο δ) του κανονισμού, υπολογίζεται με τον ακόλουθο τρόπο:

Τα πλέον επικαιροποιημένα οριστικά αριθμητικά στοιχεία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελβετίας που είναι διαθέσιμα στις 31 Μαρτίου κάθε έτους διαιρούνται διά του αθροίσματος των αριθμητικών στοιχείων για το ΑΕΠ του συνόλου των κρατών που συμμετέχουν στην Υπηρεσία Υποστήριξης που είναι διαθέσιμα για το ίδιο έτος. Το ποσοστό που προκύπτει ως πηλίκο εφαρμόζεται στο μέρος των εγκεκριμένων εσόδων της Υπηρεσίας Υποστήριξης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού κατά το υπό εξέταση έτος για να υπολογισθεί το ποσό της οικονομικής συνεισφοράς της Ελβετίας.

2.

Η οικονομική συνεισφορά καταβάλλεται σε ευρώ.

3.

Η Ελβετία καταβάλλει την οικονομική συνεισφορά της το αργότερο εντός 45 ημερών από την παραλαβή του χρεωστικού σημειώματος. Τυχόν καθυστέρηση στην πληρωμή συνεπάγεται την καταβολή τόκων υπερημερίας από την Ελβετία για το οφειλόμενο ποσό από την ημερομηνία έναρξης της οφειλής. Ως επιτόκιο χρησιμοποιείται το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, που ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός της λήξης της προθεσμίας, προσαυξημένο κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες.

4.

Η οικονομική συνεισφορά της Ελβετίας προσαρμόζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος όταν η χρηματοδοτική συμμετοχή της ΕΕ, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33, παράγραφος 3, στοιχείο α) του κανονισμού αυξάνεται σύμφωνα με τα άρθρα 26, 27 ή 41 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (1). Στην περίπτωση αυτή, η διαφορά είναι καταβλητέα εντός 45 ημερών από την παραλαβή του χρεωστικού σημειώματος.

5.

Σε περίπτωση που οι πιστώσεις πληρωμών της Υπηρεσίας Υποστήριξης που ελήφθησαν από την ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 3, στοιχείο α) του κανονισμού που αφορά το έτος Ν δεν δαπανηθούν έως τις 31 Δεκεμβρίου του έτους Ν ή που ο προϋπολογισμός της Υπηρεσίας Υποστήριξης του έτους Ν έχει μειωθεί σύμφωνα με τα άρθρα 26, 27 ή 41 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, το μέρος αυτών των πιστώσεων πληρωμών που δεν δαπανήθηκαν ή μειώθηκαν και αντιστοιχούν στο ποσοστό της συνεισφοράς της Ελβετίας μεταφέρεται στον προϋπολογισμό του έτους Ν+1 της Υπηρεσίας Υποστήριξης. Η συνεισφορά της Ελβετίας στον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποστήριξης για το έτος N+1 θα μειωθεί αναλόγως.


(1)  ΕΕ ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (αριθ. 7)

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΥΛΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ,

ΕΠΕΙΔΗ σύμφωνα με τα άρθρα 343 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 191 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (ΕΚΑΕ), η Ευρωπαϊκή Ένωση και η ΕΚΑΕ απολαύουν στην επικράτεια των κρατών μελών των αναγκαίων προνομίων και ασυλιών για την εκπλήρωση της αποστολής τους,

ΣΥΝΕΦΩΝΗΣΑΝ επί των ακολούθων διατάξεων, οι οποίες προσαρτώνται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Περιουσιακά στοιχεία, κεφάλαια, στοιχεία ενεργητικού και πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 1

Οι χώροι και τα κτίρια της Ένωσης είναι απαραβίαστα. Δεν υπόκεινται σε έρευνα, κατάσχεση, επίταξη ή απαλλοτρίωση. Τα περιουσιακά στοιχεία και τα στοιχεία ενεργητικού της Ένωσης δεν δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο οποιουδήποτε αναγκαστικού μέτρου διοικητικής ή δικαστικής αρχής, άνευ αδείας του Δικαστηρίου.

Άρθρο 2

Τα αρχεία της Ένωσης είναι απαραβίαστα.

Άρθρο 3

Η Ένωση, τα στοιχεία ενεργητικού της, τα έσοδα και λοιπά περιουσιακά της στοιχεία απαλλάσσονται όλων των αμέσων φόρων.

Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, όταν τους είναι δυνατό, για την έκπτωση ή επιστροφή του ποσού των εμμέσων φόρων και των τελών επί των πωλήσεων που περιλαμβάνονται στην τιμή των κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, όταν η Ένωση πραγματοποιεί για υπηρεσιακή χρήση σημαντικές αγορές των οποίων η τιμή περιλαμβάνει φόρους και τέλη αυτής της φύσεως. Εντούτοις, η εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη νόθευση του ανταγωνισμού εντός της Ένωσης.

Δεν παρέχονται απαλλαγές όσον αφορά τους φόρους, τέλη και δικαιώματα που επιβάλλονται ως ανταπόδοση για παροχές υπηρεσιών κοινής ωφελείας.

Άρθρο 4

Η Ένωση απαλλάσσεται όλων των δασμών, απαγορεύσεων και περιορισμών επί των εισαγωγών και εξαγωγών ως προς τα είδη που προορίζονται για υπηρεσιακή χρήση. Τα εισαγόμενα κατ' αυτόν τον τρόπο είδη δεν διατίθενται, επαχθώς ή χαριστικώς, στο έδαφος της χώρας στην οποία έχουν εισαχθεί, εκτός αν αυτό γίνεται υπό όρους που εγκρίνει η κυβέρνηση της χώρας αυτής.

Η Ένωση απαλλάσσεται επίσης από κάθε δασμό και κάθε απαγόρευση και περιορισμό επί των εισαγωγών και εξαγωγών, όσον αφορά τις δημοσιεύσεις της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Ανακοινώσεις και ταυτότητες (laissez passer)

Άρθρο 5

(πρώην άρθρο 6)

Τα θεσμικά όργανα Ένωσης απολαύουν για την υπηρεσιακή τους επικοινωνία και τη διακίνηση των εγγράφων τους, εντός της επικρατείας κάθε κράτους μέλους, της μεταχειρίσεως που επιφυλάσσεται από το κράτος μέλος αυτό στις διπλωματικές αποστολές.

Η υπηρεσιακή αλληλογραφία και οι λοιπές υπηρεσιακές επικοινωνίες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης δεν υπόκεινται σε λογοκρισία.

Άρθρο 6

(πρώην άρθρο 7)

Οι πρόεδροι των θεσμικών οργάνων της Ένωσης δύνανται να εκδίδουν για τα μέλη και το λοιπό προσωπικό των θεσμικών οργάνων της Ένωσης ταυτότητες, των οποίων ο τύπος ορίζεται από το Συμβούλιο που αποφασίζει με απλή πλειοψηφία και οι οποίες αναγνωρίζονται ως έγκυρα πιστοποιητικά κυκλοφορίας από τις αρχές των κρατών μελών. Οι ταυτότητες αυτές εκδίδονται για τους υπαλλήλους της Ένωσης και το λοιπό προσωπικό υπό προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον κανονισμό περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και από το καθεστώς που διέπει το λοιπό προσωπικό της Ένωσης.

Η Επιτροπή μπορεί να συνάπτει συμφωνίες για την αναγνώριση των εγγράφων αυτών ως έγκυρων ταξιδιωτικών εγγράφων στην επικράτεια τρίτων χωρών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 7

(πρώην άρθρο 8)

Κανένας διοικητικός ή άλλου είδους περιορισμός δεν επιβάλλεται στην ελεύθερη διακίνηση μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ταξιδεύουν από και προς τον τόπο συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Σε ό,τι αφορά τελωνειακούς ελέγχους και ελέγχους συναλλάγματος, στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχονται:

α)

από την κυβέρνηση της χώρας τους οι ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που παρέχονται σε ανώτερους υπαλλήλους που ταξιδεύουν στο εξωτερικό σε προσωρινή επίσημη αποστολή·

β)

από τις κυβερνήσεις των άλλων κρατών μελών οι ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που παρέχονται στους αντιπροσώπους ξένων κυβερνήσεων που ευρίσκονται σε προσωρινή επίσημη αποστολή.

Άρθρο 8

(πρώην άρθρο 9)

Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε κανενός είδους ανάκριση, κράτηση ή άλλη νομική ενέργεια για γνώμη ή ψήφο που δόθηκε κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 9

(πρώην άρθρο 10)

Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα μέλη του απολαύουν:

α)

εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους,

β)

στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, ασυλίας από κάθε μέτρο κράτησης ή από άλλη νομική ενέργεια.

Ομοίως, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν ασυλία όταν ταξιδεύουν από και προς τον τόπο συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αντιμέτωπο με τη διάπραξη παραπτώματος δεν μπορεί να επικαλεσθεί την ασυλία ούτε και να παρεμποδίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από την άσκηση του δικαιώματός του για άρση της ασυλίας ενός από τα μέλη του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Αντιπρόσωποι των κρατών μελών συμμετέχοντες στις εργασίες των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 10

(πρώην άρθρο 11)

Οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών που συμμετέχουν στις εργασίες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, καθώς και οι σύμβουλοί τους και τεχνικοί εμπειρογνώμονες, απολαύουν, κατά τη διάρκεια της ασκήσεως των καθηκόντων τους και κατά τη διάρκεια ταξιδίων τους προς ή από τον τόπο συνεδριάσεως, των καθιερωμένων προνομίων, ασυλιών ή διευκολύνσεων.

Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης στα μέλη και τα συμβουλευτικά όργανα της Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Υπάλληλοι και λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 11

(πρώην άρθρο 12)

Στην επικράτεια κάθε κράτους μέλους και ανεξαρτήτως ιθαγενείας, οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης:

α)

απολαύουν ετεροδικίας για πράξεις στις οποίες προέβησαν, συμπεριλαμβανομένου του προφορικού ή γραπτού λόγου, ενεργώντας υπό την επίσημη ιδιότητά τους, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων των που αφορούν, αφενός μεν, τους κανόνες περί ευθύνης των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού έναντι της Ένωσης, αφετέρου δε, περί της αρμοδιότητος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί των διαφορών μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού της. Η ασυλία αυτή εξακολουθεί να ισχύει και μετά τη λήξη της θητείας τους·

β)

δεν υπόκεινται, όπως και οι σύζυγοί τους και τα συντηρούμενα από αυτούς μέλη της οικογενείας τους, στους περιορισμούς διακινήσεως και στις διατυπώσεις εγγραφής στα μητρώα αλλοδαπών,

γ)

όσον αφορά τις νομισματικές ρυθμίσεις ή τις ρυθμίσεις περί συναλλάγματος, έχουν τις ίδιες διευκολύνσεις με αυτές που συνήθως παρέχονται στους υπαλλήλους των διεθνών οργανισμών·

δ)

απολαύουν του δικαιώματος να εισάγουν ατελώς την οικοσκευή και τα προσωπικά τους είδη κατά την πρώτη ανάληψη των καθηκόντων τους στην ενδιαφερόμενη χώρα και του δικαιώματος να τα επανεξάγουν ατελώς, κατά τη λήξη της θητείας τους, με την επιφύλαξη και στις δύο περιπτώσεις των όρων που κρίνονται αναγκαίοι από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία ασκείται το δικαίωμα·

ε)

απολαύουν του δικαιώματος να εισάγουν ατελώς αυτοκίνητο που προορίζεται για προσωπική τους χρήση, το οποίο έχει αποκτηθεί στη χώρα της τελευταίας τους διαμονής ή στη χώρα της οποίας είναι υπήκοοι σύμφωνα με τους όρους του εσωτερικού εμπορίου αυτής και να το επανεξάγουν ατελώς, με την επιφύλαξη και στις δύο περιπτώσεις των όρων που κρίνονται αναγκαίοι από την κυβέρνηση της ενδιαφερόμενης χώρας.

Άρθρο 12

(πρώην άρθρο 13)

Επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών που καταβάλλει η 'Ενωση στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό τους, επιβάλλεται φόρος υπέρ της 'Ενωσης σύμφωνα με τους όρους και τη διαδικασία που καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα.

Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό απαλλάσσονται από την επιβολή εσωτερικών φόρων επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών, που καταβάλλονται από την Ένωση.

Άρθρο 13

(πρώην άρθρο 14)

Για την εφαρμογή του φόρου επί του εισοδήματος και της περιουσίας, του φόρου κληρονομιών, καθώς και για την εφαρμογή των συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας που έχουν συναφθεί μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό, οι οποίοι έχουν εγκατασταθεί, απλώς και μόνο λόγω της ασκήσεως των καθηκόντων τους στην υπηρεσία της Ένωσης, στην επικράτεια ενός κράτους μέλους, άλλου από το κράτος της φορολογικής κατοικίας στην οποία έχουν κατά το χρόνο της εισόδου τους στην υπηρεσία της Ένωσης, θεωρούνται και στις δύο αυτές χώρες ότι διατηρούν την προηγούμενη κατοικία τους εφόσον αυτή ευρίσκεται σε κράτος μέλος της Ένωσης. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ομοίως και για τον ή τη σύζυγο στο μέτρο που αυτός ή αυτή δεν ασκεί ιδίαν επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και για τα τέκνα των οποίων έχουν την επιμέλεια και τα οποία συντηρούνται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Τα κινητά αγαθά τα οποία ανήκουν στα πρόσωπα που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο και που ευρίσκονται στην επικράτεια του κράτους διαμονής απαλλάσσονται του φόρου κληρονομίας στο κράτος αυτό. Για την επιβολή του φόρου αυτού, θεωρούνται ευρισκόμενα εντός του κράτους της φορολογικής κατοικίας, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων τρίτων κρατών και της ενδεχομένης εφαρμογής διατάξεων διεθνών συμβάσεων περί διπλής φορολογίας.

Κατοικία που αποκτήθηκε αποκλειστικά και μόνο για λόγους εκτέλεσης καθηκόντων στην υπηρεσία άλλων διεθνών οργανισμών δεν λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 14

(πρώην άρθρο 15)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα, καθορίζουν το καθεστώς των κοινωνιών παροχών που εφαρμόζεται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης.

Άρθρο 15

(πρώην άρθρο 16)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα, προσδιορίζουν τις κατηγορίες υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού της Ένωσης, για τους οποίους εφαρμόζονται, εν όλω ή εν μέρει, οι διατάξεις των άρθρων 11, 12, δεύτερο εδάφιο, και 13.

Τα ονόματα, η υπηρεσιακή θέση και οι διευθύνσεις των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού που περιλαμβάνεται στις κατηγορίες αυτές ανακοινώνονται περιοδικώς στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Προνομία και ασυλίες των αποστόλων τρίτων κρατών διαπιστευμένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Άρθρο 16

(πρώην άρθρο 17)

Το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η έδρα της Ένωσης παραχωρεί στις αποστολές τρίτων κρατών, που είναι διαπιστευμένες στην Ένωση, τις καθιερωμένες ασυλίες και διπλωματικά προνόμια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 17

(πρώην άρθρο 18)

Τα προνόμια, οι ασυλίες και οι διευκολύνσεις παρέχονται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης αποκλειστικώς προς το συμφέρον της Ένωσης.

Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης υποχρεούνται να άρουν την ασυλία που χορηγήθηκε σε έναν υπάλληλο ή σε οποιονδήποτε από το λοιπό προσωπικό, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κρίνουν ότι η άρση της ασυλίας δεν είναι αντίθετη προς τα συμφέροντα της Ένωσης.

Άρθρο 18

(πρώην άρθρο 19)

Για την εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης ενεργούν σε συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

Άρθρο 19

(πρώην άρθρο 20)

Τα άρθρα 11 έως και 14 και 17 εφαρμόζονται για τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Εφαρμόζονται επίσης για τα μέλη της Επιτροπής.

Άρθρο 20

(πρώην άρθρο 21)

Τα άρθρα 11 έως 14 και 17 εφαρμόζονται επί των δικαστών, των γενικών εισαγγελέων, των γραμματέων και των βοηθών εισηγητών του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν την ετεροδικία των δικαστών και των γενικών εισαγγελέων.

Άρθρο 21

(πρώην άρθρο 22)

Το παρόν πρωτόκολλο εφαρμόζεται επίσης επί της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, επί των μελών των οργάνων της, επί του προσωπικού της και επί των αντιπροσώπων των κρατών μελών οι οποίοι συμμετέχουν στις εργασίες της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του πρωτοκόλλου περί του καταστατικού της.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων απαλλάσσεται επιπλέον παντός φόρου και τέλους λόγω αυξήσεως του κεφαλαίου της καθώς και διαφόρων διατυπώσεων που συνεπάγονται οι ενέργειες αυτές στο κράτος στο οποίο έχει την έδρα της. Επίσης καμία επιβάρυνση δεν επιβάλλεται κατά τη διάλυση και εκκαθάρισή της. Τέλος, η δραστηριότητα της Τράπεζας και των οργάνων της, που ασκείται σύμφωνα με τους καταστατικούς όρους, δεν υπόκειται στους φόρους κύκλου εργασιών.

Άρθρο 22

(πρώην άρθρο 23)

Το παρόν Πρωτόκολλο εφαρμόζεται επίσης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στα μέλη των οργάνων της και στο προσωπικό της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Πρωτοκόλλου περί του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απαλλάσσεται επιπλέον παντός φόρου και τέλους λόγω αυξήσεως του κεφαλαίου της καθώς και διαφόρων διατυπώσεων που συνεπάγονται οι ενέργειες αυτές στο κράτος στο οποίο έχει την έδρα της. Οι δραστηριότητες της Τράπεζας και των οργάνων της, που ασκούνται σύμφωνα με το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν υπόκεινται σε φόρο κύκλου εργασιών.

Προσάρτημα του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΩΝ ΚΑΙ ΑΣΥΛΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

1.   Επέκταση της εφαρμογής στην Ελβετία

Κάθε αναφορά σε κράτη μέλη που υπάρχει στο Πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: «Πρωτόκολλο»), πρέπει να νοείται ως καλύπτουσα και την Ελβετία, εκτός εάν οι διατάξεις που ακολουθούν προβλέπουν άλλως.

2.   Απαλλαγή της Υπηρεσίας Υποστήριξης από έμμεσους φόρους (συμπεριλαμβάνεται και ο ΦΠΑ)

Αγαθά και υπηρεσίες που εξάγονται από την Ελβετία δεν επιβαρύνονται με τον ελβετικό φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Προκειμένου για αγαθά και υπηρεσίες που παρέχονται στην Υπηρεσίας Υποστήριξης στην Ελβετία για επίσημη χρήση, η απαλλαγή από τον ΦΠΑ γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 3 δεύτερη παράγραφος του πρωτοκόλλου, διά της επιστροφής. Η απαλλαγή από τον ΦΠΑ χορηγείται εάν η πραγματική τιμή αγοράς των αγαθών και των παρεχόμενων υπηρεσιών, η οποία αναφέρεται στο τιμολόγιο ή σε ισοδύναμο έγγραφο ανέρχεται σε τουλάχιστον 100 ελβετικά φράγκα (με τους φόρους).

Για την επιστροφή του ΦΠΑ πρέπει να προσκομίζονται τα προς τούτο προβλεπόμενα ελβετικά έντυπα στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία της Ελβετίας (Administration fédérale des contributions, Division principale de la TVA). Για τη διεκπεραίωση μιας αίτησης, απαιτείται, κατά κανόνα, προθεσμία τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία κατατίθεται η αίτηση μαζί με τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

3.   Λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν το προσωπικό της Υπηρεσίας Υποστήριξης

Αναφορικά με το άρθρο 12 δεύτερη παράγραφος του πρωτοκόλλου, η Ελβετία, βάσει των αρχών της εσωτερικής νομοθεσίας, απαλλάσσει τους μόνιμους και λοιπούς υπαλλήλους της Υπηρεσίας Υποστήριξης κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 549/69 του Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 1969 περί καθορισμού των κατηγοριών των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12, 13 δεύτερη παράγραφος και 14 του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και των ασυλιών των Κοινοτήτων (1), από όλους τους φόρους σε επίπεδο ομοσπονδίας, καντονίων και δήμων επί των μισθών και αποδοχών που καταβάλλονται από την ΕΕ και φορολογούνται υπέρ αυτής.

Η Ελβετία δεν θεωρείται κράτος μέλος κατά την έννοια του ως άνω σημείου 1 για την εφαρμογή του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου.

Υπάλληλοι και μέλη του λοιπού προσωπικού της Υπηρεσίας Υποστήριξης, καθώς και μέλη των οικογενειών τους που υπάγονται στο ασφαλιστικό σύστημα των υπαλλήλων και μελών του λοιπού προσωπικού της ΕΕ, δεν υπάγονται κατ' ανάγκη στο ελβετικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αποκλειστικά αρμόδιο για όλα τα ζητήματα που ανακύπτουν και αφορούν τις σχέσεις μεταξύ της Υπηρεσίας Υποστήριξης ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του προσωπικού της όσον αφορά την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των λοιπών διατάξεων του δικαίου της ΕΕ που προσδιορίζουν τους εργασιακούς όρους.


(1)  ΕΕ ΕΚ L 74, 27.3.1969, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 371/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

Άρθρο 1

Απευθείας επικοινωνία

Η Υπηρεσία Υποστήριξης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικοινωνούν απευθείας με κάθε πρόσωπο ή φορέα εγκατεστημένο στην Ελβετία που συμμετέχει στις δραστηριότητες της Υπηρεσίας Υποστήριξης, ως συμβαλλόμενο μέρος, ως συμμετέχων σε κάποιο πρόγραμμα της Υπηρεσίας Υποστήριξης, ως πρόσωπο αμειβόμενο από τον προϋπολογισμό της Υπηρεσίας Υποστήριξης ή της ΕΕ ή ως υπεργολάβος. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν να διαβιβάζουν απευθείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Υπηρεσία Υποστήριξης κάθε πληροφορία και τεκμηρίωση που οφείλουν να κοινοποιούν όπως προβλέπουν οι νομικές πράξεις που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση και οι συναπτόμενες συμβάσεις ή συμφωνίες, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο αυτών.

Άρθρο 2

Έλεγχοι

1.   Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (1) του Συμβουλίου, με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), καθώς και με τις άλλες νομικές πράξεις που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση, οι συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτονται, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται με δικαιούχους εγκατεστημένους στην Ελβετία, μπορούν να προβλέπουν την ανά πάσα στιγμή διενέργεια επιστημονικών, δημοσιονομικών, τεχνολογικών ή άλλων ελέγχων στις εγκαταστάσεις των δικαιούχων και των υπεργολάβων τους από υπαλλήλους της Υπηρεσίας Υποστήριξης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή από άλλα εντεταλμένα από την Υπηρεσία Υποστήριξης και την Επιτροπή πρόσωπα.

2.   Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Υποστήριξης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και άλλα εντεταλμένα από την Υπηρεσία Υποστήριξης και την Επιτροπή πρόσωπα, έχουν κατάλληλη πρόσβαση σε τόπους, εργασίες και έγγραφα, όπως και σε όλες τις πληροφορίες, ακόμη και σε ηλεκτρονική μορφή, που κρίνονται απαραίτητες για τη διενέργεια των ελέγχων. Το δικαίωμα πρόσβασης ορίζεται ρητά στις συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτονται βάσει των νομικών πράξεων που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση.

3.   Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τα ίδια δικαιώματα με την Επιτροπή.

4.   Έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται έως πέντε έτη μετά τη λήξη της ισχύος της παρούσας ρύθμισης ή σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στις συμβάσεις ή τις συμφωνίες και στις σχετικές αποφάσεις.

5.   Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημοσιονομικού Ελέγχου ενημερώνεται εκ των προτέρων για τους ελέγχους που διενεργούνται στην ελβετική επικράτεια. Η ενημέρωση αυτή δεν αποτελεί νομική προϋπόθεση για τη διενέργεια των ελέγχων.

Άρθρο 3

Επιτόπιοι έλεγχοι

1.   Στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (OLAF) εξουσιοδοτείται να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους και εξακριβώσεις στην επικράτεια της Ελβετίας, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (3).

2.   Την προετοιμασία και τη διενέργεια των επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε στενή συνεργασία με την Ελβετική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου ή με άλλες αρμόδιες ελβετικές αρχές που έχει ορίσει η εν λόγω υπηρεσία, οι οποίες ειδοποιούνται εγκαίρως σχετικά με το αντικείμενο, τον σκοπό και τη νομική βάση των ελέγχων και επιθεωρήσεων, ώστε να μπορούν να προσφέρουν την αναγκαία συνδρομή. Προς τούτο, οι υπάλληλοι των αρμόδιων ελβετικών αρχών μπορούν να συμμετέχουν σε επιτόπιους ελέγχους και επιθεωρήσεις.

3.   Εάν οι ενδιαφερόμενες ελβετικές αρχές το επιθυμούν, οι επιτόπου έλεγχοι και εξακριβώσεις πραγματοποιούνται από κοινού από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από τις αρχές αυτές.

4.   Εφόσον οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα αντιτίθενται σε επιτόπιο έλεγχο ή επιθεώρηση, οι ελβετικές αρχές παρέχουν στους ελεγκτές της Επιτροπής, σύμφωνα με τις εθνικές κανονιστικές διατάξεις, τη συνδρομή που χρειάζονται για να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους που συνίσταται σε επιτόπιο έλεγχο ή επιθεώρηση.

5.   Η Επιτροπή αναφέρει, το συντομότερο δυνατόν, στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Οικονομικού Ελέγχου της Ελβετίας κάθε περιστατικό ή υπόνοια παρατυπίας που περιήλθε εις γνώση της κατά τη διενέργεια του επιτόπιου ελέγχου ή εξακρίβωσης. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή οφείλει να ενημερώσει την ως άνω αρχή της Ελβετίας για το αποτέλεσμα των ελέγχων και εξακριβώσεων.

Άρθρο 4

Ενημέρωση και διαβούλευση

1.   Για την ορθή εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος, οι αρμόδιες ελβετικές και ενωσιακές αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες σε τακτική βάση και, κατόπιν αιτήσεως μιας εκ των δύο πλευρών, προχωρούν σε διαβουλεύσεις.

2.   Οι αρμόδιες αρχές της Ελβετίας πληροφορούν αμελλητί την Υπηρεσία Υποστήριξης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για κάθε γεγονός ή υπόνοια που υποπίπτει στην αντίληψή τους και αφορά παρατυπίες σχετικές με τη σύναψη και την εφαρμογή των συμβάσεων ή συμφωνιών που συνάπτονται κατ' εφαρμογή των νομικών πράξεων που αναφέρονται στην παρούσα ρύθμιση.

Άρθρο 5

Εμπιστευτικότητα

Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος παραρτήματος, υπό οιανδήποτε μορφή, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και προστατεύονται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι ανάλογες πληροφορίες βάσει του δικαίου της Ελβετίας και των αντίστοιχων διατάξεων που εφαρμόζονται για τα όργανα της ΕΕ. Οι πληροφορίες αυτές δεν κοινοποιούνται σε πρόσωπα άλλα από εκείνα τα οποία, λόγω των καθηκόντων τους στα όργανα της ΕΕ, στα κράτη μέλη ή στην Ελβετία, οφείλουν να τις γνωρίζουν, ούτε χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από τη διασφάλιση της αποτελεσματικής προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των συμβαλλόμενων μερών.

Άρθρο 6

Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις

Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του ποινικού δικαίου της Ελβετίας, μπορούν να επιβληθούν διοικητικά μέτρα και κυρώσεις από την Υπηρεσία Υποστήριξης ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (4) του Συμβουλίου και με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 1268/2012, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (5), καθώς και με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (6).

Άρθρο 7

Ανάκτηση και εκτέλεση

Αποφάσεις της Υπηρεσίας Υποστήριξης ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που λαμβάνονται στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της παρούσας ρύθμισης και προβλέπουν χρηματική υποχρέωση η οποία βαρύνει πρόσωπα άλλα πλην των κρατών, αποτελούν εκτελεστό τίτλο στην Ελβετία. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται, χωρίς άλλον έλεγχο πλην της εξακρίβωσης της γνησιότητας του τίτλου, από την αρχή που ορίζει η κυβέρνηση της Ελβετίας, η οποία ενημερώνει σχετικά την Υπηρεσία Υποστήριξης ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η αναγκαστική εκτέλεση πραγματοποιείται σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες της Ελβετίας. Η νομιμότητα της απόφασης που αποτελεί εκτελεστό τίτλο υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι αποφάσεις που εκδίδει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει ρήτρας διαιτησίας είναι εκτελεστές υπό τους ίδιους όρους.


(1)  ΕΕ ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.

(2)  ΕΕ ΕΚ L 357 της 31.12.2002, σ. 72, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 652/2008 της Επιτροπής (ΕΕ ΕΕ L 181 της 10.7.2008, σ. 23).

(3)  ΕΕ ΕΚ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.

(4)  ΕΕ ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.

(5)  EE ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1.

(6)  ΕΕ ΕΚ L 312 της 23.12.1995, σ. 1.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/38


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/345 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2016

για τον καθορισμό της συχνότητας υποβολής μηνυμάτων κατάστασης εμπορευματοκιβωτίων, του μορφότυπου των δεδομένων και της μεθόδου διαβίβασης

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1997, περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος γ,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97 προβλέπει ότι οι μεταφορείς πρέπει να υποβάλλουν δεδομένα σχετικά με τη διακίνηση των εμπορευματοκιβωτίων για τα περιστατικά που αναφέρονται στο άρθρο 18α παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού στο ευρετήριο CSM που διαχειρίζεται η Επιτροπή, αλλά μόνον εφόσον αυτά είναι γνωστά στον υποβάλλοντα μεταφορέα και εφόσον τα δεδομένα που αφορούν τα περιστατικά αυτά έχουν παραχθεί, συγκεντρωθεί ή διατηρηθεί στα ηλεκτρονικά αρχεία των μεταφορέων.

(2)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η έγκαιρη ανάλυση των δεδομένων σχετικά με τη διακίνηση των εμπορευματοκιβωτίων, να επιτευχθεί η απρόσκοπτη διαβίβαση των δεδομένων αυτών από τους θαλάσσιους μεταφορείς στο ευρετήριο CSM και να εξασφαλιστεί διαχειρίσιμο επίπεδο ποικιλομορφίας όσον αφορά τους πιθανούς τρόπους κωδικοποίησης των δεδομένων, πρέπει να καθοριστούν η συχνότητα υποβολής των μηνυμάτων κατάστασης εμπορευματοκιβωτίων, το μορφότυπό τους και η μέθοδος διαβίβασης.

(3)

Λόγω του όγκου και των τακτικών αλλαγών στη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων, ο αποτελεσματικός εντοπισμός των κρουσμάτων απάτης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον έγκαιρο εντοπισμό των ύποπτων κινήσεων των εμπορευματοκιβωτίων. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική χρήση των δεδομένων που λαμβάνονται και να περιοριστεί ο κίνδυνος τα ύποπτα φορτία να μεταφερθούν σε απροσδιόριστη τοποθεσία προτού καταστεί δυνατός ο επιτυχής εντοπισμός των ύποπτων αποστολών, οι μεταφορείς πρέπει να υποχρεούνται να διαβιβάζουν τα CSM στο ευρετήριο CSM το αργότερο 24 ώρες μετά την παραγωγή, συγκέντρωση ή διατήρηση των CSM στα ηλεκτρονικά αρχεία του μεταφορέα.

(4)

Για να μειωθεί η οικονομική επιβάρυνση του κλάδου και να διευκολυνθεί η διαβίβαση των CSM, οι μεταφορείς πρέπει να υποχρεούνται να χρησιμοποιούν ένα από τα κύρια πρότυπα ANSI ASC X 12 ή UN/EDIFACT. Το ANSI ASC X12 είναι πρωτόκολλο για την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI) του αμερικανικού εθνικού ινστιτούτου προτύπων (ANSI), ενώ το UN/EDIFACT είναι το πρότυπο EDI που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών (UN). Η χρήση ενός τέτοιου προτύπου αναμένεται να μειώσει το κόστος εφαρμογής για τους μεταφορείς διότι τα πρότυπα αυτά θεωρούνται οικουμενικής χρήσης από τον ναυτιλιακό κλάδο για τους σκοπούς της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων.

(5)

Για να εξασφαλιστεί η ασφαλής διαβίβαση των δεδομένων και να διασφαλιστεί το κατάλληλο επίπεδο εμπιστευτικότητας και ακεραιότητας των δεδομένων που διαβιβάζονται, τα CSM πρέπει να διαβιβάζονται με χρήση του πρωτοκόλλου μεταφοράς αρχείων ασφαλούς κελύφους («Secure Shell File Transfer Protocol» — SFTP) που έχει σχεδιαστεί από τη μονάδα μελέτης του διαδικτύου (IETF). Η εν λόγω μέθοδος διαβίβασης εγγυάται το επίπεδο απαιτούμενης ασφάλειας και γίνεται δεκτή από τον κλάδο ως προς τη σκοπιμότητα εφαρμογής. Προκειμένου να μειωθεί το κόστος εφαρμογής, πρέπει να επιτρέπεται στους μεταφορείς να χρησιμοποιούν και άλλες μεθόδους διαβίβασης υπό τον όρο ότι εγγυώνται το ίδιο επίπεδο προστασίας των δεδομένων σε σύγκριση με το SFTP.

(6)

Για να μειωθεί η χρηματοοικονομική επιβάρυνση που συνδέεται με τη διαβίβαση CSM, οι μεταφορείς πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διαβιβάζουν όλα τα CSM που παράγονται, συγκεντρώνονται ή διατηρούνται στα ηλεκτρονικά τους αρχεία χωρίς να επιλέγουν μεμονωμένα CSM. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πρέπει να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης και χρήσης των δεδομένων αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Συχνότητα υποβολής των CSM

Οι μεταφορείς διαβιβάζουν τα πλήρη CSM που παράγονται, συγκεντρώνονται ή διατηρούνται στα ηλεκτρονικά αρχεία του μεταφορέα στο ευρετήριο CSM το αργότερο 24 ώρες μετά την καταχώριση του CSM στα ηλεκτρονικά αρχεία του μεταφορέα.

Η διαβίβαση των ιστορικών στοιχείων CSM σύμφωνα με το άρθρο 18α παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 πρέπει να εκτελείται εντός 24 ωρών από την παραγωγή ή τη συγκέντρωση του πρώτου CSM στα ηλεκτρονικά αρχεία του μεταφορέα με το οποίο διαπιστώνεται ότι το εμπορευματοκιβώτιο πρόκειται να εισέλθει στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.

Άρθρο 2

Μορφότυπο των δεδομένων στα CSM

Οι μεταφορείς υποβάλλουν τα CSM σύμφωνα με τα πρότυπα ANSI ASC X12 ή UN/EDIFACT.

Άρθρο 3

Μέθοδος διαβίβασης των CSM

1.   Οι μεταφορείς διαβιβάζουν τα CSM χρησιμοποιώντας το πρωτόκολλο μεταφοράς αρχείων ασφαλούς κελύφους («Secure Shell File Transfer Protocol» — SFTP).

Οι μεταφορείς επιτρέπεται να διαβιβάζουν τα CSM με άλλες μεθόδους, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές αυτές εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο με το SFTP.

2.   Τα CSM μπορούν να διαβιβάζονται είτε με:

α)

επιλεκτική υποβολή μεμονωμένων CSM, όπως ορίζεται στο άρθρο 18α παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97· είτε με

β)

διαβίβαση όλων των CSM που παράγονται, συγκεντρώνονται ή διατηρούνται στα ηλεκτρονικά αρχεία του μεταφορέα χωρίς να επιλέγονται μεμονωμένα CSM.

Όταν ένας μεταφορέας διαβιβάζει τα CSM σύμφωνα με το σημείο β, αποδέχεται ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη έχουν πρόσβαση και χρησιμοποιούν αυτά τα δεδομένα σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 82 της 22.3.1997, σ. 1.


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/40


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/346 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2016

για τον καθορισμό των στοιχείων που πρέπει να περιλαμβάνονται στο τελωνειακό σύστημα πληροφοριών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1997, περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σκοπός του τελωνειακού συστήματος πληροφοριών (ΤΣΠ) είναι να επικουρεί τις αρμόδιες αρχές κατά την πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη πράξεων που αντιβαίνουν στην τελωνειακή και γεωργική νομοθεσία. Για τον σκοπό αυτό, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταχωρίζουν στοιχεία σχετικά με συναφή περιστατικά, όπως η κατάσχεση ή δέσμευση των εμπορευμάτων στο ΤΣΠ. Προκειμένου το ΤΣΠ να εξακολουθήσει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των αρμόδιων αρχών, είναι απαραίτητο να επικαιροποιηθεί ο κατάλογος των στοιχείων που πρέπει να περιλαμβάνονται στο ΤΣΠ.

(2)

Κάθε περιστατικό που υποβάλλεται στο ΤΣΠ περιλαμβάνει ορισμένα βασικά στοιχεία που απαιτούνται για την ουσιαστική ερμηνεία της υπόθεσης. Προκειμένου να δοθεί στις αρμόδιες αρχές η δυνατότητα να εντοπίζουν εύκολα συγκεκριμένες υποθέσεις ή περιστατικά στο ΤΣΠ, πρέπει να είναι δυνατή η αναζήτηση των στοιχείων αναφοράς των υποθέσεων στο ΤΣΠ και πρέπει συνεπώς να συμπεριλαμβάνονται τα στοιχεία αναφοράς της υπόθεσης ως στοιχείο στο ΤΣΠ.

(3)

Η δόλια δραστηριότητα συνεπάγεται κατά κανόνα την ενεργό συμμετοχή ενός ή περισσότερων ατόμων. Η ορθή και αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση των προσώπων που συμμετέχουν σε δυνητικά δόλιες δραστηριότητες είναι ύψιστης σημασίας για την επιτυχή διερεύνηση των περιστατικών. Τα δεδομένα που αφορούν τις επιχειρήσεις και τα πρόσωπα που ενέχονται σε δόλια ή δυνητικά δόλια δραστηριότητα πρέπει, επομένως, να υποβάλλονται στο ΤΣΠ.

(4)

Λόγω του γεγονότος ότι ο τρόπος λειτουργίας της εμπορικής απάτης, καθώς και η μέθοδος απόκρυψης, εξαρτώνται από τα μέσα μεταφοράς, πρέπει να περιλαμβάνονται συγκεκριμένες πληροφορίες για τα μέσα μεταφοράς ως ένα από τα απαιτούμενα στοιχεία στο ΤΣΠ.

(5)

Οι μορφές μεταφοράς που δεν δικαιολογούνται από οικονομική άποψη θεωρούνται κατάλληλοι δείκτες για ορισμένα είδη απάτης, όπως, για παράδειγμα, την ψευδή δήλωση καταγωγής. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να καθίστανται γνωστές οι λεπτομέρειες σχετικά με τα δρομολόγια που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων, διότι αυτές μπορεί να είναι σημαντικές για τον εντοπισμό δόλιων δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες σχετικά με τα στάδια του δρομολογίου θεωρούνται απαραίτητες για την ορθή διερεύνηση της τελωνειακής απάτης και πρέπει να συμπεριλαμβάνονται ως ένα από τα στοιχεία του ΤΣΠ.

(6)

Οι δασμοί και άλλες επιβαρύνσεις ποικίλλουν ανάλογα με τα ειδικά χαρακτηριστικά του εμπορεύματος. Για να εξασφαλιστεί η ορθή παρακολούθηση των υποθέσεων ή περιστατικών που υποβάλλονται στο ΤΣΠ πρέπει, επομένως, να καταχωρίζονται στο ΤΣΠ προδιαγραφές που αφορούν τα εμπορεύματα τα οποία αφορά η υπόθεση.

(7)

Η ανάλυση της συγκεκριμένης κατάσχεσης, της δήμευσης ή της δέσμευσης των εμπορευμάτων συμβάλλει στην ανάπτυξη προληπτικών μέτρων κατά της μελλοντικής εμφάνισης του ίδιου τύπου τελωνειακής απάτης. Ως εκ τούτου, κρίνεται σημαντικό να συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με την κατάσχεση, τη δέσμευση ή τη δήμευση στο ΤΣΠ.

(8)

Κάθε μέτρο που λαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές πρέπει να δικαιολογείται και, ως εκ τούτου, να βασίζεται σε κατάλληλους δείκτες κινδύνου. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να συμπεριληφθούν πληροφορίες για την αξιολόγηση κινδύνου ως ένα από τα στοιχεία του ΤΣΠ.

(9)

Ανάλογα με την υπόθεση, τα σχετικά έγγραφα που πρέπει να επισυναφθούν στην καταχώριση της υπόθεσης στο ΤΣΠ μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Μπορεί να περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται σε, εμπορικά έγγραφα που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στοιχεία

Τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στη βάση δεδομένων του ΤΣΠ σύμφωνα με τις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97 είναι τα εξής:

α)

Τα στοιχεία που είναι κοινά για όλες τις κατηγορίες του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Στοιχεία αναφοράς της υπόθεσης

Βασικές πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση

Επισύναψη σχετικών εγγράφων

β)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Λεπτομέρειες σχετικά με τα εμπορεύματα

Έγγραφα

Πληροφορίες σχετικά με την κατάσχεση, τη δέσμευση ή τη δήμευση

Ενέργειες

Δείκτες κινδύνου

Παρατηρήσεις

γ)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Λεπτομέρειες σχετικά με τα μέσα μεταφοράς

Έγγραφα

Στάδια του δρομολογίου

Ενέργειες

Δείκτες κινδύνου

Παρατηρήσεις

δ)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Δεδομένα σχετικά με τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις

Έγγραφα

Ενέργειες

Δείκτες κινδύνου

Παρατηρήσεις

ε)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Δεδομένα σχετικά με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα

Έγγραφα

Ενέργειες

Δείκτες κινδύνου

Παρατηρήσεις

στ)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Λεπτομέρειες σχετικά με τις τάσεις απάτης

Δείκτες κινδύνου

ζ)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Λεπτομέρειες σχετικά με τη διαθεσιμότητα εμπειρογνωμοσύνης

η)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Πληροφορίες σχετικά με την κατάσχεση, τη δέσμευση ή τη δήμευση

Ενέργειες

Δείκτες κινδύνου

θ)

Πρόσθετα στοιχεία για την κατηγορία του άρθρου 24 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 515/97:

Πληροφορίες σχετικά με την κατάσχεση, τη δέσμευση ή τη δήμευση

Ενέργειες

Δείκτες κινδύνου

Περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τα προαναφερθέντα στοιχεία παρέχονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Κατάργηση

Το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 696/98 της Επιτροπής (2) καταργείται.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 82 της 22.3.1997, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 696/98 της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 1998, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.515/97 του Συμβουλίου περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών και γεωργικών ρυθμίσεων (ΕΕ L 96 της 28.3.1998, σ. 22).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

α)

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ

Αριθμός αναγνώρισης της υπόθεσης

Στοιχεία αναφοράς εγγράφου

Εθνικός αριθμός αναφοράς

Περίληψη

Υπηρεσία

Υπεύθυνος επικοινωνίας

Ημερομηνία

β)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ

Είδος απάτης

Είδος έκθεσης

Μέσα μεταφοράς

Ποιότητα των πληροφοριών

γ)

ΕΓΓΡΑΦΑ

Τύπος

Αριθμός

Καταβολή ναύλου

Ημερομηνία έκδοσης

Τόπος έκδοσης

δ)

ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Εμπλοκή

Όνομα

Επώνυμο

Πατρικό επώνυμο

Ψευδώνυμο

Φύλο

Τυχόν ιδιαίτερα και μόνιμα φυσικά χαρακτηριστικά

Τόπος γέννησης

Ημερομηνία γέννησης

Εθνικότητα

Διεύθυνση

Οδός

Αριθμός

Ταχυδρομική θυρίδα

Ταχυδρομικός κωδικός

Πόλη

Χώρα

Τηλέφωνο/Κινητό τηλέφωνο

Φαξ/Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο

Έγγραφα ταυτότητας

Είδος εγγράφου

Αριθμός εγγράφου

Ημερομηνία έκδοσης

Τόπος έκδοσης

Χώρα

Αποσκευές

Κατηγορία

Τύπος

Μάρκα

Αριθμός ετικέτας

Υπηρεσία αποσκευών

Εισιτήρια

Ημερομηνία αγοράς

Τρόπος πληρωμής

Εκδόθηκε στ… (χώρα)

Εκδόθηκε από

Ημερομηνία έναρξης ταξιδίου

Διάρκεια διαμονής (ημέρες)

Μετρητά

Που δηλώθηκαν

Προβλεπόμενη χρήση

Προέλευση

Νόμισμα

Είδος μετρητών

Ποσό

Μετατροπή ποσού (σε ευρώ)

Προειδοποίηση

ε)

ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Εμπλοκή

Όνομα

Εμπορική επωνυμία

Είδος καταχώρισης

Αριθμός νηολογίου (1)

Διεύθυνση*

Οδός

Αριθμός

Ταχυδρομική θυρίδα

Ταχυδρομικός κωδικός

Πόλη

Χώρα

Τηλέφωνο/Κινητό τηλέφωνο

Φαξ/Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο

στ)

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΜΕΣΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

6.1

ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΚΙΒΩΤΙΟ

Τύπος

Αριθμός

Κατάσταση

Αριθμός τελωνειακών σφραγίδων

Μέγεθος

ζ)

6.2

ΟΔΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Τύπος

Είδος καταχώρισης

Εθνικότητα

Μάρκα

Πινακίδα κυκλοφορίας

Χρώμα

Τυπωμένα ονόματα ή λογότυπα

Αριθμός τελωνειακών σφραγίδων

η)

6.3

ΜΙΚΡΟ ΣΚΑΦΟΣ

Τύπος

Όνομα

Σημαία

Λιμένας νηολόγησης

Μήκος

Μονάδα μήκους

Χωρητικότητα ICT Ολική χωρητικότητα (GT)

Χρώμα

Είδος νηολόγησης

Αριθμός νηολογίου σκάφους

θ)

6.4

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΣΚΑΦΟΣ

Τύπος

Όνομα

Σημαία

Είδος νηολόγησης

Αριθμός νηολογίου σκάφους

ι)

6.5

ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Τύπος

Αριθμός αμαξοστοιχίας

Εταιρεία

Εθνικότητα

Αριθμός βαγονιού

Αριθμός τελωνειακών σφραγίδων

ια)

6.6

ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Τύπος

Αριθμός πτήσης

Είδος μεταφοράς

Αεροπορική εταιρεία

Αριθμός νηολογίου

Αερομεταφορέας

Πινακίδα κυκλοφορίας

MRN

Υπηρεσία αποσκευών

Αριθμός τελωνειακών σφραγίδων

6.7

ΤΑΧΥΜΕΤΑΦΟΡΑ — ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ

Τύπος

Αριθμός πτήσης

Αερομεταφορέας

Πινακίδα κυκλοφορίας

MRN

ιβ)

ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΟ

Στάδιο

Ημερομηνία

Χώρα

Τόπος

Είδος τοποθεσίας

Γεωγραφικό πλάτος

Γεωγραφικό μήκος

Μέσα μεταφοράς

ιγ)

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ

Κατάσταση εμπορεύματος

Είδος εμπορεύματος

Περιγραφή

Κατηγορία

Κωδικός ΕΣ/ΣΟ/Taric (10, 6, 8 ψηφία)

Τελωνειακό καθεστώς

Συνολικό ποσό τιμολογίου

Νόμισμα

Μετατροπή ποσού (σε ευρώ)

Μάρκα

Κατασκευαστής

Ποσότητα

Μονάδα

Μεικτό βάρος

Όγκος

Καθαρό βάρος

Ετικέτες/προειδοποιήσεις (που έχουν τεθεί)

Προειδοποίηση

8.1

ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΠΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΙΔΗ ΚΑΠΝΟΥ

Τύπος προϊόντος

8.2

ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΠΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΔΡΟΜΕΣ ΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ

Είδος φαρμακευτικής ουσίας

Ποσότητα

Μονάδα

Λογότυπα

8.3

ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΠΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΡΗΤΑ

Προβλεπόμενη χρήση

Προέλευση

Ποσό

Είδη μετρητών

Ποσότητα

ιδ)

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ, ΤΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ Ή ΤΗ ΔΗΜΕΥΣΗ

Κατάσταση

Ημερομηνία

Χώρα

Είδος τοποθεσίας

Τόπος κατάσχεσης

Γεωγραφικό πλάτος

Γεωγραφικό μήκος

Τρόπος δράσης

Είδος απόκρυψης

Στοιχεία απόκρυψης

Υπηρεσία

ιε)

ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Απαιτούμενη ενέργεια

Αιτία της ενέργειας

Εικαζόμενος τρόπος δράσης

Εικαζόμενο είδος απόκρυψης

Ενέργεια που εκτελέστηκε

Ημερομηνία

ιστ)

ΔΕΙΚΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ιζ)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Παρατήρηση

ιη)

ΕΠΙΣΥΝΑΨΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ

Στοιχεία αναφοράς

ιθ)

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΤΑΣΕΙΣ ΑΠΑΤΗΣ

κ)

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ


(1)  Αυτό το στοιχείο δεν μπορεί να συμπληρωθεί αν κατ' αυτόν τον τρόπο είναι πιθανό να αναγνωριστεί φυσικό πρόσωπο.


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/49


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/347 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2016

για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τον ακριβή μορφότυπο των καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και την επικαιροποίηση των εν λόγω καταλόγων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 9,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, οι εκδότες, οι συμμετέχοντες σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, οι χώροι πλειστηριασμών, οι εκπλειστηριαστές και ο επιτηρητής πλειστηριασμών ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ενεργεί εξ ονόματός τους ή για λογαριασμό τους οφείλουν να καταρτίζουν καταλόγους προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και να τους επικαιροποιούν σύμφωνα με συγκεκριμένο μορφότυπο.

(2)

Ο καθορισμός συγκεκριμένου μορφότυπου, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τυποποιημένων υποδειγμάτων, αναμένεται να διευκολύνει την ενιαία εφαρμογή της απαίτησης κατάρτισης και επικαιροποίησης των καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, η οποία προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014. Αναμένεται επίσης να διασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπλήρωση της αποστολής τους, που συνίσταται στην προστασία της ακεραιότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών και στη διερεύνηση ενδεχόμενης κατάχρησης της αγοράς.

(3)

Δεδομένου ότι είναι δυνατόν να υπάρχουν ταυτόχρονα πολλές προνομιακές πληροφορίες στους κόλπους μιας οντότητας, οι κατάλογοι προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες θα πρέπει να προσδιορίζουν επακριβώς τις συγκεκριμένες προνομιακές πληροφορίες στις οποίες είχαν πρόσβαση πρόσωπα που εργάζονται για εκδότες, συμμετέχοντες στην αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, χώρους πλειστηριασμών, εκπλειστηριαστές και επιτηρητή πλειστηριασμών (είτε πρόκειται για, μεταξύ άλλων, συμφωνία, σχέδιο, εταιρικό ή οικονομικό γεγονός, δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων ή προαγγελίες μειωμένων εταιρικών κερδών). Προς τον σκοπό αυτόν, ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες πρέπει να διαιρεθεί σε τμήματα με ένα διακριτό τμήμα για κάθε δεδομένη προνομιακή πληροφορία. Σε κάθε τμήμα θα πρέπει να απαριθμούνται όλα τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στην ίδια συγκεκριμένη προνομιακή πληροφορία.

(4)

Για να αποφευχθούν οι πολλαπλές καταχωρίσεις με τα ίδια πρόσωπα σε διαφορετικά τμήματα των καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, οι εκδότες, οι συμμετέχοντες στην αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, οι χώροι πλειστηριασμών, οι εκπλειστηριαστές και ο επιτηρητής πλειστηριασμών, ή τα πρόσωπα που ενεργούν εξ ονόματός τους ή για λογαριασμό τους, μπορούν να αποφασίσουν να καταρτίζουν και να τηρούν επικαιροποιημένο ένα συμπληρωματικό τμήμα του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, το οποίο αποκαλείται τμήμα των μόνιμων κατόχων προνομιακών πληροφοριών και είναι διαφορετικής φύσης από τα υπόλοιπα τμήματα του καταλόγου, δεδομένου ότι δεν δημιουργείται σε σχέση με την ύπαρξη συγκεκριμένης προνομιακής πληροφορίας. Στην περίπτωση αυτή, το τμήμα των μόνιμων κατόχων προνομιακών πληροφοριών θα πρέπει να περιλαμβάνει μόνο τα πρόσωπα τα οποία, λόγω της φύσης των καθηκόντων τους ή της θέσης τους, έχουν ανά πάσα στιγμή πρόσβαση σε όλες τις προνομιακές πληροφορίες που κατέχει ο εκδότης, ο συμμετέχων σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, ο χώρος πλειστηριασμών, ο εκπλειστηριαστής ή ο επιτηρητής πλειστηριασμών.

(5)

Ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες θα πρέπει, καταρχήν, να περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διευκολύνουν την ταυτοποίηση των κατόχων προνομιακών πληροφοριών. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν την ημερομηνία γέννησης, την προσωπική διεύθυνση και, κατά περίπτωση, τον εθνικό αριθμό ταυτοποίησης των εν λόγω προσώπων.

(6)

Ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει στοιχεία ικανά να βοηθήσουν τις αρμόδιες αρχές στη διεξαγωγή των ερευνών, την ταχεία ανάλυση της συμπεριφοράς διαπραγμάτευσης των κατόχων προνομιακών πληροφοριών, τη διαπίστωση συνδέσεων μεταξύ κατόχων προνομιακών πληροφοριών και προσώπων που εμπλέκονται σε ύποπτες συναλλαγές, και στον εντοπισμό επαφών μεταξύ τους σε κρίσιμες στιγμές. Εν προκειμένω, οι αριθμοί τηλεφώνου είναι κρίσιμης σημασίας, καθώς επιτρέπουν στην αρμόδια αρχή να ενεργήσει γρήγορα και να ζητήσει τα υπάρχοντα αρχεία κίνησης δεδομένων, εφόσον απαιτείται. Επιπλέον, τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να παρέχονται ευθύς εξαρχής, ούτως ώστε να μην υπονομεύεται η ακεραιότητα της έρευνας από το γεγονός ότι η αρμόδια αρχή αναγκάζεται να απευθύνει κατά τη διάρκεια έρευνας περαιτέρω αιτήματα παροχής πληροφοριών στον εκδότη, τον συμμετέχοντα σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, τον χώρο πλειστηριασμών, τον εκπλειστηριαστή, τον επιτηρητή πλειστηριασμών ή τον κάτοχο προνομιακών πληροφοριών.

(7)

Για να εξασφαλιστεί ότι ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες μπορεί να τεθεί στη διάθεση των αρμόδιων αρχών το συντομότερο δυνατόν κατόπιν αιτήματος και προκειμένου να μην υπονομευτεί η έρευνα από την ανάγκη ανάκρισης ατόμων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, ο εν λόγω κατάλογος θα πρέπει να καταρτίζεται σε ηλεκτρονικό μορφότυπο και να επικαιροποιείται ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση, όποτε συντρέχει κάποια από τις περιστάσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 για την επικαιροποίηση του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες.

(8)

Η χρήση συγκεκριμένων ηλεκτρονικών μορφότυπων για την υποβολή των καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, όπως καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές, αναμένεται επίσης να μειώσει τον διοικητικό φόρτο για τις αρμόδιες αρχές, τους εκδότες, τους συμμετέχοντες στην αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, τους χώρους πλειστηριασμών, τους εκπλειστηριαστές και τον επιτηρητή πλειστηριασμών, καθώς και για τα πρόσωπα που ενεργούν εξ ονόματός τους ή για λογαριασμό τους. Αναμένεται ότι η χρήση ηλεκτρονικών μορφότυπων θα επιτρέψει να παραμείνουν εμπιστευτικές οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και να τηρηθούν οι κανόνες που ορίζονται στη νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών.

(9)

Δεδομένου ότι οι εκδότες σε αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ απαλλάσσονται από την κατάρτιση και την επικαιροποίηση καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και, επομένως, μπορούν να παράγουν και να τηρούν τις εν λόγω πληροφορίες σε μορφότυπο διαφορετικό από τον ηλεκτρονικό μορφότυπο, όπως απαιτείται από τον κανονισμό για τους λοιπούς εκδότες, είναι απαραίτητο να μην επιβάλλεται στους εκδότες σε αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ η απαίτηση να χρησιμοποιείται ηλεκτρονικός μορφότυπος για την υποβολή των καταλόγων προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές. Ομοίως, είναι επίσης σκόπιμο να μην απαιτείται η υποβολή ορισμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όταν οι εκδότες δεν έχουν στη διάθεσή τους τα εν λόγω δεδομένα τη στιγμή που ζητείται ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακή πληροφορία. Οι κατάλογοι προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υποβάλλονται κατά τρόπο που να διασφαλίζει την πληρότητα, την εμπιστευτικότητα και την ακεραιότητα των πληροφοριών.

(10)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που υποβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών στην Επιτροπή.

(11)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

(12)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, είναι αναγκαίο ο παρών κανονισμός να τεθεί σε ισχύ επειγόντως και οι διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό να εφαρμόζονται από την ίδια ημερομηνία με εκείνη που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύει ο ακόλουθος ορισμός:

«ηλεκτρονικά μέσα»: ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης), αποθήκευση και μετάδοση δεδομένων με καλωδιακή, ραδιοκυματική, οπτική τεχνολογία ή με οποιοδήποτε άλλο ηλεκτρομαγνητικό μέσο.

Άρθρο 2

Μορφότυπος για την κατάρτιση και την επικαιροποίηση του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες

1.   Οι εκδότες, οι συμμετέχοντες σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, οι χώροι πλειστηριασμών, οι εκπλειστηριαστές και ο επιτηρητής πλειστηριασμών ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ενεργεί εξ ονόματός τους ή για λογαριασμό τους διασφαλίζουν ότι ο οικείος κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες διαιρείται σε χωριστά τμήματα που αφορούν διαφορετικές προνομιακές πληροφορίες. Όποτε εντοπίζονται νέες προνομιακές πληροφορίες, κατά τον ορισμό του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, προστίθενται νέα τμήματα στον κατάλογο των προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες.

Κάθε τμήμα του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες περιλαμβάνει μόνο τα στοιχεία των ατόμων που έχουν πρόσβαση σε προνομιακές πληροφορίες τις οποίες αφορά το εν λόγω τμήμα.

2.   Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να προσθέσουν ένα συμπληρωματικό τμήμα στον κατάλογό τους με τα στοιχεία των προσώπων που έχουν ανά πάσα στιγμή πρόσβαση σε όλες τις προνομιακές πληροφορίες («μόνιμοι κάτοχοι προνομιακών πληροφοριών»).

Τα στοιχεία των μόνιμων κατόχων προνομιακών πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο συμπληρωματικό τμήμα το οποίο αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν περιλαμβάνονται στα άλλα τμήματα του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, ο οποίος αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καταρτίζουν και επικαιροποιούν τον κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες σε ηλεκτρονικό μορφότυπο, σύμφωνα με το υπόδειγμα 1 του παραρτήματος I.

Όταν ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες περιλαμβάνει το συμπληρωματικό τμήμα που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καταρτίζουν και διατηρούν επικαιροποιημένο το εν λόγω τμήμα σε ηλεκτρονικό μορφότυπο, σύμφωνα με το υπόδειγμα 2 του παραρτήματος I.

4.   Με τους ηλεκτρονικούς μορφότυπους που αναφέρονται στην παράγραφο 3 διασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή:

α)

η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, με τη διασφάλιση ότι η πρόσβαση στον εν λόγω κατάλογο περιορίζεται σε σαφώς προσδιορισμένα πρόσωπα που εργάζονται για τον εκδότη, τον συμμετέχοντα σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής, τον χώρο πλειστηριασμών, τον εκπλειστηριαστή και τον επιτηρητή πλειστηριασμών ή οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί εξ ονόματός τους ή για λογαριασμό τους, τα οποία χρειάζονται την πρόσβαση αυτή λόγω της φύσης των καθηκόντων ή της θέση τους·

β)

η ακρίβεια των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες·

γ)

η πρόσβαση στις προηγούμενες εκδόσεις του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες και η δυνατότητα ανάκτησής τους.

5.   Ο κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες που αναφέρεται στην παράγραφο 3 υποβάλλεται με χρήση των ηλεκτρονικών μέσων τα οποία ορίζει η αρμόδια αρχή. Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν στον δικτυακό τους τόπο τα ηλεκτρονικά μέσα που πρέπει να χρησιμοποιούνται. Τα εν λόγω ηλεκτρονικά μέσα διασφαλίζουν την πληρότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών καθ' όλη τη διάρκεια της διαβίβασής τους.

Άρθρο 3

Εκδότες σε αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ

Για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 6 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, ο εκδότης του οποίου τα χρηματοπιστωτικά μέσα έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ, παρέχει στην αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος, κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος II και σε μορφότυπο που διασφαλίζει την πληρότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών καθ' όλη τη διάρκεια της διαβίβασής τους.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 3 Ιουλίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 1

Κατάλογος προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες: τμήμα σχετικό με [ονομασία της προνομιακής πληροφορίας που αφορά συγκεκριμένη συναλλαγή ή βασίζεται σε συγκεκριμένο γεγονός]

Ημερομηνία και ώρα (δημιουργίας του παρόντος τμήματος του καταλόγου προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες, δηλαδή κατά τον εντοπισμό της συγκεκριμένης εμπιστευτικής πληροφορίας): [ εεεε-μμ-ηη· ωω:λλ UTC (Συντονισμένη παγκόσμια ώρα) ]

Ημερομηνία και ώρα (τελευταία επικαιροποίηση): [ εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC (Συντονισμένη παγκόσμια ώρα) ]

Ημερομηνία διαβίβασης στην αρμόδια αρχή: [ εεεε-μμ-ηη ]

Όνομα(-τα) του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Επώνυμo(-α) του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Επώνυμο(-α) κατά τη γέννηση του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες (εάν διαφέρει)

Αριθμός(-οί) επαγγελματικού τηλεφώνου (αριθμοί επαγγελματικής απευθείας τηλεφωνικής γραμμής και επαγγελματικού κινητού τηλεφώνου)

Επωνυμία και διεύθυνση εταιρείας

Καθήκοντα και λόγος για τον οποίο το πρόσωπο κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Απόκτηση (ημερομηνία και ώρα κατά την οποία το πρόσωπο απόκτησε πρόσβαση σε προνομιακές πληροφορίες)

Παύση (ημερομηνία και ώρα κατά την οποία το πρόσωπο έπαυσε να έχει πρόσβαση σε προνομιακές πληροφορίες)

Ημερομηνία γέννησης

Εθνικός αριθμός ταυτοποίησης (κατά περίπτωση)

Προσωπικοί αριθμοί τηλεφώνου (αριθμοί τηλεφώνου οικίας και προσωπικού κινητού τηλεφώνου)

Πλήρης διεύθυνση κατοικίας (οδός· αριθμός· πόλη· ταχυδρομικός κώδικας· χώρα)

[Κείμενο]

[Κείμενο]

[Κείμενο]

[Αριθμοί (χωρίς κενά)]

[Διεύθυνση του εκδότη/συμμετέχοντος σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής/χώρου πλειστηριασμών/εκπλειστηριαστή/επιτηρητή πλειστηριασμών ή τρίτου σε σχέση με τον κάτοχο προνομιακών πληροφοριών]

[Κείμενο που περιγράφει τον ρόλο, τα καθήκοντα και τον λόγο της συμπερίληψης στον παρόντα κατάλογο]

[εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC]

[εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC]

[εεεε-μμ-ηη]

[Αριθμός και/ή κείμενο]

[Αριθμοί (χωρίς κενά)]

[Κείμενο: πλήρης προσωπική διεύθυνση του κατόχου προνομιακών πληροφοριών

Οδός και αριθμός

Πόλη

Ταχυδρομικός κώδικας

Χώρα]

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ 2

Τμήμα του καταλόγου που αφορά τους μόνιμους κατόχους προνομιακών πληροφοριών

Ημερομηνία και ώρα (δημιουργίας του τμήματος μόνιμων κατόχων προνομιακών πληροφοριών) [ εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC (Συντονισμένη παγκόσμια ώρα) ]

Ημερομηνία και ώρα (τελευταία επικαιροποίηση): [ εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC (Συντονισμένη παγκόσμια ώρα) ]

Ημερομηνία διαβίβασης στην αρμόδια αρχή: [ εεεε-μμ-ηη ]

Όνομα(-τα) του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Επώνυμo(-α) του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Επώνυμο(-α) κατά τη γέννηση του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες (εάν διαφέρει)

Αριθμός(-οί) επαγγελματικού τηλεφώνου (αριθμοί επαγγελματικής απευθείας τηλεφωνικής γραμμής και επαγγελματικού κινητού τηλεφώνου)

Επωνυμία και διεύθυνση εταιρείας

Καθήκοντα και λόγος για τον οποίο το πρόσωπο κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Καταχώριση

(ημερομηνία και ώρα κατά την οποία ένα πρόσωπο συμπεριλήφθηκε στο τμήμα μόνιμων κατόχων προνομιακών πληροφοριών)

Ημερομηνία γέννησης

Εθνικός αριθμός ταυτοποίησης (κατά περίπτωση)

Προσωπικοί αριθμοί τηλεφώνου (αριθμοί τηλεφώνου οικίας και προσωπικού κινητού τηλεφώνου)

Πλήρης διεύθυνση κατοικίας

(οδός· αριθμός· πόλη· ταχυδρομικός κώδικας· χώρα)

[Κείμενο]

[Κείμενο]

[Κείμενο]

[Αριθμοί (χωρίς κενά)]

[Διεύθυνση του εκδότη/συμμετέχοντος σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής/χώρου πλειστηριασμών/εκπλειστηριαστή/επιτηρητή πλειστηριασμών ή τρίτου σε σχέση με τον κάτοχο προνομιακών πληροφοριών]

[Κείμενο που περιγράφει τον ρόλο, τα καθήκοντα και τον λόγο της συμπερίληψης στον παρόντα κατάλογο]

[εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC]

[εεεε-μμ-ηη]

[Αριθμός και/ή κείμενο]

[Αριθμοί (χωρίς κενά)]

[Κείμενο: πλήρης προσωπική διεύθυνση του κατόχου προνομιακών πληροφοριών

Οδός και αριθμός

Πόλη

Ταχυδρομικός κώδικας

Χώρα]


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Υπόδειγμα για τον κατάλογο προσώπων που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλουν οι εκδότες των οποίων τα χρηματοπιστωτικά μέσα έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε αγορές ανάπτυξης ΜΜΕ

Ημερομηνία και ώρα (δημιουργίας): [ εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC (Συντονισμένη παγκόσμια ώρα) ]

Ημερομηνία διαβίβασης στην αρμόδια αρχή: [ εεεε-μμ-ηη ]

Όνομα(-τα) του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Επώνυμo(-α) του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Επώνυμο(-α) κατά τη γέννηση του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες (εάν διαφέρει)

Αριθμός(-οί) επαγγελματικού τηλεφώνου (αριθμοί επαγγελματικής απευθείας τηλεφωνικής γραμμής και επαγγελματικού κινητού τηλεφώνου)

Επωνυμία και διεύθυνση εταιρείας

Καθήκοντα και λόγος για τον οποίο το πρόσωπο κατέχει προνομιακές πληροφορίες

Απόκτηση (ημερομηνία και ώρα κατά την οποία το πρόσωπο απόκτησε πρόσβαση σε προνομιακές πληροφορίες)

Παύση (ημερομηνία και ώρα κατά την οποία το πρόσωπο έπαυσε να έχει πρόσβαση σε προνομιακές πληροφορίες)

Εθνικός αριθμός ταυτοποίησης (κατά περίπτωση)

Ειδάλλως, ημερομηνία γέννησης

Πλήρης διεύθυνση κατοικίας (οδός· αριθμός· πόλη· ταχυδρομικός κώδικας· χώρα)

(Εάν είναι διαθέσιμη κατά τη χρονική στιγμή του αιτήματος από την αρμόδια αρχή)

Προσωπικοί αριθμοί τηλεφώνου (αριθμοί τηλεφώνου οικίας και προσωπικού κινητού τηλεφώνου)

(Εάν είναι διαθέσιμοι κατά τη χρονική στιγμή του αιτήματος από την αρμόδια αρχή)

[Κείμενο]

[Κείμενο]

[Κείμενο]

[Αριθμοί (χωρίς κενά)]

[Διεύθυνση του εκδότη ή τρίτου μέρους κατόχου προνομιακών πληροφοριών]

[Κείμενο που περιγράφει τον ρόλο, τα καθήκοντα και τον λόγο της συμπερίληψης στον παρόντα κατάλογο]

[εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC]

[εεεε-μμ-ηη, ωω:λλ UTC]

[Αριθμός και/ή κείμενο ή εεεε-μμ-ηη για την ημερομηνία γέννησης]

[Κείμενο: πλήρης προσωπική διεύθυνση του κατόχου προνομιακών πληροφοριών

Οδός και αριθμός

Πόλη

Ταχυδρομικός κώδικας

Χώρα]

[Αριθμοί (χωρίς κενά)]


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/56


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/348 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2016

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2012 της Επιτροπής όσον αφορά την ελάχιστη περιεκτικότητα του παρασκευάσματος 6-φυτάσης (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Κοmagataella pastoris (DSM 23036) ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών για χοίρους προς πάχυνση (κάτοχος της άδειας Huvepharma EOOD)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 προβλέπει τη χορήγηση άδειας για πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων, καθώς και τους όρους και τις διαδικασίες για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας.

(2)

Η χρήση του παρασκευάσματος 6-φυτάσης (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Komagataella pastoris (DSM 23036), παλαιότερα γνωστού ως Pichia pastoris, έχει εγκριθεί με άδεια, η οποία ισχύει έως τις 28 Φεβρουαρίου 2022, για τα κοτόπουλα και τις γαλοπούλες προς πάχυνση, τα κοτόπουλα που εκτρέφονται για ωοπαραγωγή, τις γαλοπούλες που εκτρέφονται για αναπαραγωγή, τις ωοτόκες όρνιθες, άλλα είδη πτηνών προς πάχυνση και ωοπαραγωγή, τα απογαλακτισμένα χοιρίδια, τους χοίρους προς πάχυνση και τις χοιρομητέρες δυνάμει του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2012 της Επιτροπής (2), έπειτα από σχετικό αίτημα σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, ο κάτοχος της άδειας πρότεινε την αλλαγή των όρων της άδειας για το εν λόγω παρασκεύασμα ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών για τους χοίρους προς πάχυνση με μείωση της συνιστώμενης ελάχιστης περιεκτικότητας από 250 OTU/kg σε 125 OTU/kg. Η αίτηση συνοδευόταν από τα σχετικά στοιχεία που τεκμηριώνουν το αίτημά του. Η Επιτροπή διαβίβασε την εν λόγω αίτηση στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (στο εξής «η Αρχή»).

(4)

Η Αρχή στη γνωμοδότησή της στις 9 Ιουλίου 2015 (3) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, με τους προτεινόμενους νέους όρους χρήσης, το παρασκεύασμα 6-φυτάσης (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Komagataella pastoris (DSM 23036) μπορεί να είναι αποτελεσματικό στο αιτούμενο επίπεδο συνιστώμενης ελάχιστης δόσης των 125 OTU/kg πλήρους ζωοτροφής όσον αφορά τους χοίρους προς πάχυνση. Η Αρχή κρίνει ότι δεν υπάρχει ανάγκη για ειδικές απαιτήσεις παρακολούθησης μετά τη διάθεση στην αγορά. Η Αρχή επαλήθευσε, επίσης, την έκθεση όσον αφορά τη μέθοδο ανάλυσης της πρόσθετης ύλης ζωοτροφών στις ζωοτροφές, η οποία υποβλήθηκε από το εργαστήριο αναφοράς το οποίο έχει συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

(5)

Από την αξιολόγηση του παρασκευάσματος 6-φυτάσης (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Komagataella pastoris (DSM 23036) διαπιστώνεται ότι πληρούνται οι όροι για τη χορήγηση άδειας που προβλέπονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

(6)

Συνεπώς, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 98/2012 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 98/2012 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 98/2012 της Επιτροπής, της 7ης Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας για τη χρήση της 6-φυτάσης (ΕΚ 3.1.3.26) που παράγεται από Pichia pastoris (DSM 23036) ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών για τα κοτόπουλα και τις γαλοπούλες προς πάχυνση, τα κοτόπουλα που εκτρέφονται για ωοπαραγωγή, τις γαλοπούλες που εκτρέφονται για αναπαραγωγή, τις ωοτόκες όρνιθες, άλλα είδη πτηνών προς πάχυνση και ωοπαραγωγή, τα απογαλακτισμένα χοιρίδια, τους χοίρους προς πάχυνση και τις χοιρομητέρες (κάτοχος έγκρισης Huvepharma AD) (ΕΕ L 35 της 8.2.2012, σ. 6).

(3)  EFSA Journal 2015· 13(7):4200.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθμός αναγνώρισης της πρόσθετης ύλης

Επωνυμία του κατόχου της άδειας

Πρόσθετη ύλη

Σύνθεση, χημικός τύπος, περιγραφή, αναλυτική μέθοδος

Είδος ή κατηγορία ζώου

Μέγιστη ηλικία

Ελάχιστη περιεκτικότητα

Μέγιστη περιεκτικότητα

Άλλες διατάξεις

Λήξη της περιόδου ισχύος της άδειας

Μονάδες δραστικότητας/kg πλήρους ζωοτροφής με περιεκτικότητα σε υγρασία 12 %

Κατηγορία ζωοτεχνικών πρόσθετων υλών. Λειτουργική ομάδα: βελτιωτικά της πεπτικότητας

4a16

Huvepharma EOOD

6-φυτάση

(EC 3.1.3.26)

Σύνθεση πρόσθετης ύλης

Παρασκεύασμα 6-φυτάσης (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Komagataella pastoris (DSM 23036) με ελάχιστη δραστικότητα:

 

4 000 OUT (1)/g σε στερεά μορφή

 

8 000 OTU/g σε υγρή μορφή

Χαρακτηρισμός της δραστικής ουσίας

6-φυτάση (EC 3.1.3.26) που παράγεται από τον μύκητα Κοmagataella pastoris (DSM 23036)

Αναλυτική μέθοδος  (2)

Χρωματομετρική μέθοδος που βασίζεται στον ποσοτικό προσδιορισμό των ανόργανων φωσφορικών ιόντων που ελευθερώνει το ένζυμο από φυτικό νάτριο

Κοτόπουλα προς πάχυνση, κοτόπουλα που εκτρέφονται για ωοπαραγωγή, ωοτόκες όρνιθες, άλλα είδη πτηνών εκτός από τις γαλοπούλες προς πάχυνση και τις γαλοπούλες που εκτρέφονται για αναπαραγωγή, χοίροι προς πάχυνση, χοιρομητέρες.

125 OTU

1.

Στις οδηγίες χρήσης της πρόσθετης ύλης και του προμείγματος πρέπει να αναφέρεται η θερμοκρασία αποθήκευσης, η διάρκεια αποθήκευσης και η σταθερότητα έναντι σχηματισμού συσσωματωμάτων.

2.

Μέγιστη συνιστώμενη δόση για όλα τα εγκεκριμένα είδη: 500 OTU/kg πλήρους ζωοτροφής.

3.

Για χρήση σε ζωοτροφές που περιέχουν δεσμευμένο με φυτίνη φωσφόρο σε αναλογία πάνω από 0,23 %.

4.

Για ασφάλεια: να χρησιμοποιείται μάσκα προστασίας της αναπνοής, γυαλιά και γάντια ασφάλειας κατά τον χειρισμό.

28 Φεβρουαρίου 2022

Γαλοπούλες για πάχυνση, γαλοπούλες που εκτρέφονται για αναπαραγωγή, χοιρίδια (απογαλακτισμένα)

250 OTU


(1)  1 OTU είναι η ποσότητα ενζύμου που καταλύει την ελευθέρωση 1 μικρογραμμομορίου ανόργανων φωσφορικών ιόντων ανά λεπτό από διάλυμα φυτικού νατρίου 5,1 mΜ σε ρυθμιστικό διάλυμα κιτρικών ιόντων pH 5,5 σε θερμοκρασία 37 °C, μετρούμενων ως το κυανόχρωμο φωσφομολυβδαινικό σύμπλοκο σε μήκος κύματος 820 nm.

(2)  Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις αναλυτικές μεθόδους διατίθενται στην ακόλουθη διεύθυνση του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς: http://irmm.jrc.ec.europa.eu/EURLs/EURL_feed_additives/Pages/index.aspx


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/59


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/349 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2016

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2016.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

IL

236,2

MA

99,3

SN

176,8

TN

112,1

TR

100,4

ZZ

145,0

0707 00 05

MA

84,5

TR

153,1

ZZ

118,8

0709 93 10

MA

66,0

TR

158,8

ZZ

112,4

0805 10 20

EG

45,8

IL

68,5

MA

56,0

TN

64,1

TR

64,4

ZZ

59,8

0805 50 10

MA

119,5

TR

90,9

ZZ

105,2

0808 10 80

CL

93,0

CN

66,5

US

185,1

ZZ

114,9

0808 30 90

AR

110,9

CL

129,6

CN

103,0

TR

153,6

ZA

110,7

ZZ

121,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/61


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/350 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Φεβρουαρίου 2016

για τη σύναψη της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 74 και το άρθρο 78 παράγραφοι 1 και 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 2014/185/ΕΕ του Συμβουλίου (1), η ρύθμιση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο («ρύθμιση») υπεγράφη στις 11 Φεβρουαρίου 2014, με την επιφύλαξη της σύναψής της.

(2)

Η ρύθμιση θα πρέπει να εγκριθεί.

(3)

Όπως προσδιορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν και δεσμεύονται από τον εν λόγω κανονισμό. Επομένως, θα πρέπει να θέσουν σε ισχύ το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010 συμμετέχοντας στην παρούσα απόφαση. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν συνεπώς στην παρούσα απόφαση.

(4)

Όπως προσδιορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010, η Δανία δεν συμμετέχει και δεν δεσμεύεται από τον εν λόγω κανονισμό. Η Δανία δεν συμμετέχει, συνεπώς, στην παρούσα απόφαση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η ρύθμιση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο εγκρίνεται εξ ονόματος της Ένωσης.

Το κείμενο της ρύθμισης επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου, εξ ονόματος της Ένωσης, προβαίνει στην κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 της ρύθμισης (3).

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 25 Φεβρουαρίου 2016.

Για το Συμβούλιο

O Πρόεδρος

K.H.D.M. DIJKHOFF


(1)  Απόφαση 2014/185/ΕΕ του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2014, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της ρύθμισης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις λεπτομέρειες της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΕ L 102 της 5.4.2014, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 11).

(3)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος της ρύθμισης θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/63


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/351 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 4ης Μαρτίου 2016

για τον καθορισμό της θέσης που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του γενικού συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ως προς το αίτημα παρέκκλισης της Ιορδανίας από τους κανόνες του ΠΟΕ σχετικά με τη μεταβατική περίοδο για την κατάργηση του προγράμματος επιδοτήσεων εξαγωγών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου IX της συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου («συμφωνία ΠΟΕ») θεσπίζουν διαδικασίες για την παραχώρηση απαλλαγών σχετικά με τις πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1Α ή 1B ή 1Γ της συμφωνίας ΠΟΕ και τα παραρτήματά τους.

(2)

Στις 27 Ιουλίου 2007 η Ιορδανία έλαβε παράταση της προθεσμίας της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στη συμφωνία για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα («συμφωνία ΕΑΜ»), με σκοπό την εξάλειψη του προγράμματος επιδοτήσεων εξαγωγών της που λαμβάνει τη μορφή μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος για τα κέρδη που προέρχονται από ορισμένες εξαγωγές. Η εν λόγω παράταση συνεχίστηκε έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013 με περίοδο σταδιακής κατάργησης που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2015, σύμφωνα με τις διαδικασίες για τη συνέχιση των παρατάσεων, βάσει του άρθρου 27.4 της συμφωνίας ΕΑΜ (συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα), της μεταβατικής περιόδου σύμφωνα με το άρθρο 27.2(β) της συμφωνίας ΕΑΜ για ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες.

(3)

Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου ΙΧ της συμφωνίας του ΠΟΕ, η Ιορδανία υπέβαλε αίτηση για παρέκκλιση από την υποχρέωση σταδιακής εξάλειψης σύμφωνα με το άρθρο 27.4 της συμφωνίας ΕΑΜ έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018 όσον αφορά το πρόγραμμα επιδοτήσεων εξαγωγών.

(4)

Η χορήγηση της παρέκκλισης δεν θα επηρέαζε αρνητικά την οικονομία ή τα εμπορικά συμφέροντα της Ένωσης, και θα υποστήριζε την Ιορδανία στις προσπάθειές της να αντιμετωπίσει τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ως αποτέλεσμα της δύσκολης και ασταθούς πολιτικής κατάστασης στην περιοχή.

(5)

Είναι σκόπιμο, επομένως, να καθοριστεί η θέση που θα εκφραστεί εξ ονόματος της Ένωσης στο γενικό συμβούλιο του ΠΟΕ για την υποστήριξη της αίτησης παρέκκλισης της Ιορδανίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που θα πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Γενικό Συμβούλιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου είναι να υποστηρίξει το αίτημα παρέκκλισης της Ιορδανίας όσον αφορά την παράταση της μεταβατικής περιόδου για την κατάργηση του προγράμματός της επιδοτήσεων εξαγωγών έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018 σύμφωνα με τους όρους του αιτήματος παρέκκλισης.

Η θέση αυτή εκφράζεται από την Επιτροπή.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 4 Μαρτίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

S.A.M. DIJKSMA


11.3.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 65/64


ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2016/352 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 4ης Μαρτίου 2016

για τον καθορισμό της θέσης που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο των σχετικών επιτροπών της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη όσον αφορά τις προτάσεις τροποποίησης των κανονισμών αριθ. 10, 34, 41, 46, 48, 50, 51, 53, 55, 60, 73, 83, 94, 107, 110, 113, 118, 125, 128, 130 και 131 των ΗΕ, και την πρόταση για νέο κανονισμό των ΗΕ για την έγκριση των αθόρυβων οχημάτων οδικών μεταφορών (QRTV)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την απόφαση 97/836/ΕΚ του Συμβουλίου (1), η Ένωση προσχώρησε στη συμφωνία της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ) σχετικά με την υιοθέτηση ομοιόμορφων τεχνικών προδιαγραφών για τροχοφόρα οχήματα, εξοπλισμό και εξαρτήματα, τα οποία δύνανται να τοποθετηθούν ή/και να χρησιμοποιηθούν σε τροχοφόρα οχήματα και τις συνθήκες για την αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων που χορηγούνται με βάση τις προδιαγραφές αυτές («αναθεωρημένη συμφωνία του 1958»).

(2)

Σύμφωνα με την απόφαση 2000/125/ΕΚ του Συμβουλίου (2), η Ένωση προσχώρησε στη συμφωνία για την κατάρτιση παγκόσμιων τεχνικών κανονισμών για τα τροχοφόρα οχήματα, τον εξοπλισμό και τα εξαρτήματα που μπορούν να τοποθετούνται ή/και να χρησιμοποιούνται σε τροχοφόρα οχήματα («παράλληλη συμφωνία»).

(3)

Η οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) αντικατέστησε τα συστήματα έγκρισης των κρατών μελών με ενωσιακή διαδικασία έγκρισης, θεσπίζοντας εναρμονισμένο πλαίσιο που περιέχει τις διοικητικές διατάξεις και τις γενικές τεχνικές απαιτήσεις για όλα τα νέα οχήματα, τα συστήματα, τα κατασκευαστικά στοιχεία και τις χωριστές τεχνικές μονάδες. Η εν λόγω οδηγία ενσωμάτωσε τους κανονισμούς του ΟΗΕ στο σύστημα έγκρισης τύπου της ΕΕ, είτε ως απαιτήσεις για την έγκριση τύπου είτε ως εναλλακτικές προς την ενωσιακή νομοθεσία απαιτήσεις. Μετά την έκδοση της εν λόγω οδηγίας, οι κανονισμοί των ΗΕ ενσωματώνονται όλο και περισσότερο στην ενωσιακή νομοθεσία στο πλαίσιο της έγκρισης τύπου ΕΕ.

(4)

Υπό το φως της εμπειρίας και των τεχνικών εξελίξεων, οι απαιτήσεις σχετικά με ορισμένα στοιχεία ή χαρακτηριστικά που καλύπτονται από τους κανονισμούς αριθ. 10, 34, 41, 46, 48, 50, 51, 53, 55, 60, 73, 83, 94, 107, 110, 113, 118, 125, 128, 130 και 131 της ΟΕΕ/ΗΕ πρέπει να προσαρμοστούν στην τεχνική πρόοδο.

(5)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες διατάξεις σχετικά με την έγκριση οχημάτων (αθόρυβα οχήματα οδικών μεταφορών) όσον αφορά τη μειωμένη ακουστότητά τους, θα πρέπει να εκδοθεί νέος κανονισμός των ΗΕ για αθόρυβα οχήματα οδικών μεταφορών.

(6)

Επομένως, είναι αναγκαίο να καθοριστεί η θέση που θα υιοθετηθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της διοικητικής επιτροπής της αναθεωρημένης συμφωνίας του 1958 και της εκτελεστικής επιτροπής της παράλληλης συμφωνίας, όσον αφορά την έγκριση των εν λόγω πράξεων των ΗΕ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που πρέπει να υιοθετηθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της διοικητικής επιτροπής της αναθεωρημένης συμφωνίας του 1958 και της εκτελεστικής επιτροπής της παράλληλης συμφωνίας την περίοδο από τις 7 έως τις 11 Μαρτίου 2016 είναι να υπερψηφιστούν οι προτάσεις που παρατίθενται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 4 Μαρτίου 2016.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

S.A.M. DIJKSMA


(1)  Απόφαση 97/836/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1997, με σκοπό την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη συμφωνία της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη σχετικά με την υιοθέτηση ομοιόμορφων τεχνικών προδιαγραφών για τροχοφόρα οχήματα, εξοπλισμό και εξαρτήματα τα οποία δύνανται να τοποθετηθούν ή/και να χρησιμοποιηθούν σε τροχοφόρα οχήματα και τις συνθήκες για την αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων που χορηγούνται με βάση τις προδιαγραφές αυτές («αναθεωρημένη συμφωνία 1958») (ΕΕ L 346 της 17.12.1997, σ. 78).

(2)  Απόφαση 2000/125/ΕΚ του Συμβουλίου, της 31ης Ιανουαρίου 2000, για τη σύναψη συμφωνίας που αφορά την κατάρτιση παγκόσμιων τεχνικών κανονισμών για τα τροχοφόρα οχήματα, τον εξοπλισμό και τα εξαρτήματα που μπορούν να τοποθετούνται ή/και να χρησιμοποιούνται σε τροχοφόρα οχήματα («παράλληλη συμφωνία») (ΕΕ L 35 της 10.2.2000, σ. 12).

(3)  Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 263 της 9.10.2007, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κανονισμός

Θέμα της ημερήσιας διάταξης

Τίτλος του θέματος της ημερήσιας διάταξης

Έγγραφο αναφοράς

10

4.9.1.

Πρόταση προσθήκης 1 στη σειρά τροποποιήσεων 05 του κανονισμού αριθ. 10 (Ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα)

ECE/TRANS/WP.29/2016/16

10

4.9.2.

Πρόταση προσθήκης 3 στη σειρά τροποποιήσεων 04 του κανονισμού αριθ. 10 (Ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα)

ECE/TRANS/WP.29/2016/17

34

4.8.1.

Πρόταση προσθήκης 1 στη σειρά τροποποιήσεων 03 του κανονισμού αριθ. 34 (Πρόληψη κινδύνου πυρκαγιάς)

ECE/TRANS/WP.29/2016/8

41

4.6.1.

Πρόταση προσθήκης 4 στη σειρά τροποποιήσεων 04 του κανονισμού αριθ. 41 (Εκπομπές θορύβου από μοτοσικλέτες)

ECE/TRANS/WP.29/2016/3

46

4.8.2.

Πρόταση προσθήκης 3 στη σειρά τροποποιήσεων 04 του κανονισμού αριθ. 46 (Συσκευές έμμεσης όρασης)

ECE/TRANS/WP.29/2016/9

48

4.9.3.

Πρόταση προσθήκης 7 στη σειρά τροποποιήσεων 06 του κανονισμού αριθ. 48 (Εγκατάσταση διατάξεων φωτισμού και φωτεινών ενδείξεων)

ECE/TRANS/WP.29/2016/18

48

4.9.4.

Πρόταση προσθήκης 9 στη σειρά τροποποιήσεων 05 του κανονισμού αριθ. 48 (Εγκατάσταση διατάξεων φωτισμού και φωτεινών ενδείξεων)

ECE/TRANS/WP.29/2016/19

48

4.9.5.

Πρόταση προσθήκης 16 στη σειρά τροποποιήσεων 04 του κανονισμού αριθ. 48 (Εγκατάσταση διατάξεων φωτισμού και φωτεινών ενδείξεων)

ECE/TRANS/WP.29/2016/20

50

4.9.6.

Πρόταση προσθήκης 18 στην αρχική σειρά τροποποιήσεων στον κανονισμό αριθ. 50 (Φανοί θέσης, πέδησης, δείκτες κατεύθυνσης για μοτοποδήλατα και μοτοσικλέτες)

ECE/TRANS/WP.29/2016/21

51

4.6.2.

Πρόταση προσθήκης 1 στη σειρά τροποποιήσεων 03 του κανονισμού αριθ. 51 (Ηχητικές εκπομπές οχημάτων κατηγορίας M και N)

ECE/TRANS/WP.29/2016/4

53

4.9.7.

Πρόταση προσθήκης 18 στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 53 (Εγκατάσταση διατάξεων φωτισμού και φωτεινών ενδείξεων για οχήματα κατηγορίας L3)

ECE/TRANS/WP.29/2016/22

53

4.9.8.

Πρόταση νέας σειράς τροποποιήσεων 02 του κανονισμού αριθ. 53 (Εγκατάσταση διατάξεων φωτισμού και φωτεινών ενδείξεων για οχήματα κατηγορίας L3)

ECE/TRANS/WP.29/2016/23

55

4.7.1.

Πρόταση προσθήκης 5 στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 55 (Μηχανικές ζεύξεις)

ECE/TRANS/WP.29/2016/5

60

4.15.1.

Πρόταση προσθήκης 5 στον κανονισμό αριθ. 60 [Χειριστήρια ελεγχόμενα από τον οδηγό (μοτοποδήλατα/μοτοσικλέτες)]

ECE/TRANS/WP.29/2016/27

73

4.12.1.

Πρόταση για διορθωτικό 1 (μόνο για τη γαλλική γλώσσα) στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 73 (Πλευρικές προστατευτικές διατάξεις)

ECE/TRANS/WP.29/2016/31

83

4.15.2.

Πρόταση προσθήκης 2 στη σειρά τροποποιήσεων 07 του κανονισμού αριθ. 83 (Εκπομπές οχημάτων κατηγορίας M1 και N1)

ECE/TRANS/WP.29/2016/28

94

4.11.1

Πρόταση για διορθωτικό 3 (μόνο για τη ρωσική γλώσσα) στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 94 (Προστασία σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης)

ECE/TRANS/WP.29/2016/32

107

4.8.3.

Πρόταση προσθήκης 5 στη σειρά τροποποιήσεων 05 του κανονισμού αριθ. 107 (Γενική κατασκευή λεωφορείων και πούλμαν)

ECE/TRANS/WP.29/2016/10

107

4.8.4.

Πρόταση προσθήκης 5 στη σειρά τροποποιήσεων 06 του κανονισμού αριθ. 107 (Γενική κατασκευή λεωφορείων και πούλμαν)

ECE/TRANS/WP.29/2016/11

107

4.8.5.

Πρόταση για τη σειρά τροποποιήσεων 07 του κανονισμού αριθ. 107 (Γενική κατασκευή λεωφορείων και πούλμαν)

ECE/TRANS/WP.29/2016/12

110

4.8.6.

Πρόταση για τη σειρά τροποποιήσεων 02 του κανονισμού αριθ. 110 [Οχήματα πεπιεσμένου φυσικού αερίου (CNG) και οχήματα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG)]

ECE/TRANS/WP.29/2016/13

113

4.9.9.

Πρόταση προσθήκης 6 στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 113 (Προβολείς που εκπέμπουν συμμετρική δέσμη φώτων διασταύρωσης)

ECE/TRANS/WP.29/2016/24

118

4.8.7.

Πρόταση προσθήκης 2 στη σειρά τροποποιήσεων 02 του κανονισμού αριθ. 118 (Συμπεριφορά κατά την καύση των υλικών)

ECE/TRANS/WP.29/2016/14

125

4.8.8.

Πρόταση προσθήκης 1 στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 125 (Πρόσω οπτικό πεδίο των οδηγών)

ECE/TRANS/WP.29/2016/15

128

4.9.10.

Πρόταση προσθήκης 5 στη αρχική σειρά τροποποιήσεων του κανονισμού αριθ. 128 [Φωτεινές πηγές διόδων φωτοεκπομπής (LED)]

ECE/TRANS/WP.29/2016/25

130

4.7.2.

Πρόταση προσθήκης 1 στον κανονισμό αριθ. 130 [Σύστημα προειδοποίησης απόκλισης από τη λωρίδα κυκλοφορίας (σύστημα LDWS)]

ECE/TRANS/WP.29/2016/6

131

4.7.3.

Πρόταση προσθήκης 2 στη σειρά τροποποιήσεων 01 του κανονισμού αριθ. 131 [Προηγμένα συστήματα πέδησης έκτακτης ανάγκης (AEBS)]

ECE/TRANS/WP.29/2016/7

 

4.13.1.

Πρόταση νέου κανονισμού σχετικά με την έγκριση αθόρυβων οχήματα οδικών μεταφορών (QRTV)

ECE/TRANS/WP.29/2016/26