ISSN 1977-0669 |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
57ό έτος |
|
|
Διορθωτικά |
|
|
* |
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
II Μη νομοθετικές πράξεις
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/1 |
Ανακοίνωση σχετικά με την προσωρινή εφαρμογή της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Ουκρανίας, αφετέρου
Τα ακόλουθα μέρη της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Ουκρανίας, αφετέρου, που υπεγράφησαν στις Βρυξέλλες, στις 21 Μαρτίου 2014 και στις 27 Ιουνίου 2014, θα εφαρμοστούν προσωρινά δυνάμει του άρθρου 4 των αποφάσεων του Συμβουλίου για την υπογραφή και την προσωρινή εφαρμογή της Συμφωνίας (1), η δε δεύτερη όπως τροποποιήθηκε (2), αρχής γενομένης από την 1η Νοεμβρίου 2014, στο βαθμό που καλύπτουν θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ένωσης:
|
Τίτλος Ι, |
|
Τίτλος ΙΙ: άρθρα 4, 5 και 6, |
|
Τίτλος III: άρθρα 14 και 19, |
|
Τίτλος V: κεφάλαιο 1 (με εξαίρεση το άρθρο 338 στοιχείο ια) και τα άρθρα 339 και 342), κεφάλαιο 6 (με εξαίρεση το άρθρο 361, το άρθρο 362 παράγραφος 1 στοιχείο γ), το άρθρο 364 και το άρθρο 365 στοιχεία α) και γ)), κεφάλαιο 7 (με εξαίρεση το άρθρο 368 παράγραφος 3 και το άρθρο 369 στοιχεία α) και δ) (3)), κεφάλαια 12 και 17 (με εξαίρεση το άρθρο 404 στοιχείο η)), κεφάλαιο 18 (με εξαίρεση το άρθρο 410 στοιχείο β) και το άρθρο 411), κεφάλαια 20, 26 και 28, καθώς και τα άρθρα 353 και 428, |
|
Τίτλος VI, |
|
Τίτλος VII (με εξαίρεση το άρθρο 479 παράγραφος 1), στο βαθμό που οι διατάξεις του εν λόγω τίτλου περιορίζονται στο σκοπό της διασφάλισης της προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας, |
|
Παράρτημα XXVI, Παράρτημα XXVII (με εξαίρεση τα πυρηνικά ζητήματα), Παραρτήματα XXVIII έως XXXVI (με εξαίρεση το σημείο 3 του Παραρτήματος ΧΧΧΙΙ), |
|
Παραρτήματα XXXVIII έως XLI, Παραρτήματα XLIII και XLIV καθώς και το Πρωτόκολλο III. |
(1) ΕΕ L 161, 29.5.2014, σ. 1.
(2) ΕΕ L 289, 3.10.2014, σ. 1.
(3) Στο άρθρο 396 στοιχείο γ), η αναφορά στην «ανάπτυξη χρηματοδοτικών στρατηγικών με έμφαση στη συντήρηση, στους περιορισμούς χωρητικότητας και στην υποδομή ελλείπουσας σύνδεσης» δεν δημιουργεί χρηματοδοτικές υποχρεώσεις για τα κράτη μέλη.
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/2 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1159/2014 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για την εφαρμογή του άρθρου 8α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006 για την επιβολή περιοριστικών μέτρων σχετικά με τη Λευκορωσία
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2006 του Συμβουλίου, της 18ης Μαΐου 2006, για την επιβολή περιοριστικών μέτρων σχετικά με τη Λευκορωσία (1), και ιδίως το άρθρο 8α παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα εξής:
(1) |
Στις 18 Μαΐου 2006 το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2006. |
(2) |
Το Συμβούλιο κρίνει ότι δεν δικαιολογείται πλέον η διατήρηση ορισμένων προσώπων και οντοτήτων στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα, ο οποίος περιέχεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006. |
(3) |
Επιπλέον, οι πληροφορίες σχετικά με ορισμένα πρόσωπα και οντότητες στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα, ο οποίος περιέχεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006, θα πρέπει να επικαιροποιηθούν. |
(4) |
Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
S. GOZI
(1) ΕΕ L 134 της 20.5.2006, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
I. |
Τα πρόσωπα και οι οντότητες που απαριθμούνται κατωτέρω διαγράφονται από τον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006. A. Πρόσωπα
B. Οντότητες
|
II. |
Οι καταχωρίσεις για τα κάτωθι πρόσωπα και οντότητες που περιέχονται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2006 αντικαθίστανται ως εξής: A. Πρόσωπα
B. Οντότητες
|
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/17 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1160/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για την τροποποίηση του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον πίνακα χωρών και εδαφών
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως τα άρθρα 10 και 19,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 998/2003 καθορίζει τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και θεσπίζει τους κανόνες που διέπουν τους ελέγχους αυτών των μετακινήσεων. |
(2) |
Στο μέρος Γ του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003 απαριθμούνται οι τρίτες χώρες και τα εδάφη που είναι απαλλαγμένα από τη λύσσα, καθώς και οι τρίτες χώρες και τα εδάφη για τα οποία έχει αποδειχθεί ότι ο κίνδυνος μετάδοσης λύσσας στην Ένωση, λόγω μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεων ζώων συντροφιάς από τις εν λόγω τρίτες χώρες και εδάφη, δεν είναι υψηλότερος από τον κίνδυνο που εγκυμονούν οι μετακινήσεις αυτές μεταξύ κρατών μελών. |
(3) |
Μια τρίτη χώρα, για να περιληφθεί στον πίνακα αυτό, πρέπει να αποδείξει την κατάστασή της ως προς τη λύσσα, καθώς και ότι συμμορφώνεται με ορισμένες απαιτήσεις που αφορούν την κοινοποίηση υπονοιών περί λύσσας, το σύστημα επιτήρησης, τη δομή και την οργάνωση των κτηνιατρικών της υπηρεσιών, την εφαρμογή όλων των κανονιστικών μέτρων για την πρόληψη και την έλεγχο της λύσσας και τους κανονισμούς που διέπουν την εμπορία αντιλυσσικών εμβολίων. |
(4) |
Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας υπέβαλε στοιχεία για την κατάστασή της ως προς τη λύσσα, καθώς και στοιχεία σχετικά με την τήρηση των απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003. Από την αξιολόγηση των στοιχείων αυτών προκύπτει ότι η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας συμμορφώνεται με τις σχετικές απαιτήσεις που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να περιληφθεί στον πίνακα του μέρους Γ του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003. |
(5) |
Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 998/2003 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(6) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο μέρος Γ του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003, παρεμβάλλεται η ακόλουθη καταχώριση μεταξύ των καταχωρίσεων για την Αγία Λουκία και το Μοντσεράτ:
«MK … πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας»
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 146 της 13.6.2003, σ. 1.
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/19 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1161/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (1), και ιδίως το άρθρο 17,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στο παράρτημα I Β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 καθορίζονται οι τεχνικές προδιαγραφές κατασκευής, δοκιμής, τοποθέτησης και ελέγχου των ψηφιακών ταχογράφων. |
(2) |
Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 68/2009 της Επιτροπής (2) καθιερώθηκε η χρήση προσαρμογέα ως προσωρινή λύση, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, για να καταστεί δυνατή η τοποθέτηση ταχογράφων που πληρούν τις προδιαγραφές του παραρτήματος I Β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 σε οχήματα των κατηγοριών Ml και N1. |
(3) |
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 έχει αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών, αντικατάσταση για την οποία η νομοθετική διαδικασία ολοκληρώθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2014. |
(4) |
Η αιτιολογική σκέψη 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 προβλέπει ότι η Επιτροπή θα εξετάσει το ενδεχόμενο παράτασης της περιόδου ισχύος του προσαρμογέα για τα οχήματα των κατηγοριών Μ1 και Ν1 έως το 2015 και θα αναζητήσει μακροπρόθεσμη λύση για τα συγκεκριμένα οχήματα πριν από το 2015. |
(5) |
Στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τον τίτλο «Ψηφιακός ταχογράφος: Οδικός χάρτης για μελλοντικές δραστηριότητες» (4), που συνόδευε την πρόταση για τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014, προβλέπεται χρονικό διάστημα 2 ετών για τη σύνταξη και την έκδοση παραρτημάτων και προσαρτημάτων μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014. |
(6) |
Μια μόνιμη λύση σχετικά με τον προσαρμογέα πρέπει να καθορίζεται στις τεχνικές προδιαγραφές του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014. Κατ' εφαρμογή της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η δυνατότητα χρήσης προσαρμογέων σε οχήματα των κατηγοριών Μ1 και N1 θα πρέπει συνεπώς να παραταθεί τουλάχιστον έως την έκδοση των εν λόγω τεχνικών παραρτημάτων και προσαρτημάτων. |
(7) |
Λαμβανομένου υπόψη ότι η ισχύς της απαίτησης 172 έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2013, η παράταση της λύσης που συνίσταται στη χρήση προσαρμογέα θα πρέπει να έχει αναδρομική ισχύ από την ίδια ημερομηνία. |
(8) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα I Β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 τροποποιείται ως εξής:
|
Στο μέρος I, «Ορισμοί», στοιχείο μγ) πρώτη περίπτωση, η ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2013» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Δεκεμβρίου 2015». |
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 370 της 31.12.1985, σ. 8.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 68/2009 της Επιτροπής, της 23ης Ιανουαρίου 2009, για την ένατη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 21 της 24.1.2009, σ. 3).
(3) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1).
(4) COM(2011) 454 τελικό.
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/21 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1162/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),
Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού. |
(2) |
Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή,
εξ ονόματος του Προέδρου,
Jerzy PLEWA
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης
(1) ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.
(2) ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
(ευρώ/100 kg) |
||
Κωδικός ΣΟ |
Κωδικός τρίτων χωρών (1) |
Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής |
0702 00 00 |
AL |
59,9 |
MA |
95,7 |
|
MK |
50,7 |
|
ZZ |
68,8 |
|
0707 00 05 |
AL |
65,0 |
MK |
80,7 |
|
TR |
116,3 |
|
ZZ |
87,3 |
|
0709 93 10 |
MA |
82,8 |
TR |
132,9 |
|
ZZ |
107,9 |
|
0805 50 10 |
AR |
72,8 |
TR |
90,5 |
|
UY |
29,5 |
|
ZZ |
64,3 |
|
0806 10 10 |
BR |
272,2 |
MD |
36,9 |
|
PE |
362,4 |
|
TR |
139,8 |
|
US |
406,3 |
|
ZZ |
243,5 |
|
0808 10 80 |
BR |
53,2 |
CL |
87,3 |
|
NZ |
141,0 |
|
ZA |
214,7 |
|
ZZ |
124,1 |
|
0808 30 90 |
CN |
68,8 |
TR |
99,6 |
|
ZZ |
84,2 |
(1) Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/23 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ
της 22ας Οκτωβρίου 2014
σχετικά με τα εποπτικά τέλη
(ΕΚΤ/2014/41)
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 30 και το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,
Έχοντας υπόψη τη δημόσια διαβούλευση και την ανάλυση που διενεργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 θεσπίζει ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (ΕΕΜ) ο οποίος αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ). |
(2) |
Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ είναι υπεύθυνη για την αποτελεσματική και συνεπή λειτουργία του ΕΕΜ όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και τις μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών στο σύνολο των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, αλλά και σε κράτη μέλη εκτός ζώνης ευρώ τα οποία καθιερώνουν στενή συνεργασία με την ΕΚΤ. Οι κανόνες και διαδικασίες που διέπουν τη συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ, των ΕΑΑ και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ΕΕΜ καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT/2014/17) (2). |
(3) |
Το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 προβλέπει την επιβολή από την ΕΚΤ ετήσιου εποπτικού τέλους στα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και στα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη. Τα τέλη που επιβάλλει η ΕΚΤ σκοπό έχουν να καλύπτουν, χωρίς να υπερβαίνουν, τις δαπάνες που τη βαρύνουν σε σχέση με τα καθήκοντα τα οποία της ανατίθενται δυνάμει των άρθρων 4 έως 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. |
(4) |
Το ετήσιο εποπτικό τέλος θα πρέπει να αντιστοιχεί σε ποσό καταβλητέο σε ετήσια βάση από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη και από τα υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη, που υπόκεινται σε εποπτεία εντός του ΕΕΜ. |
(5) |
Η κατανομή των εποπτικών αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΚΤ και των ΕΑΑ εντός του ΕΕΜ πραγματοποιείται με βάση τη σημασία των εποπτευόμενων οντοτήτων. |
(6) |
Η ΕΚΤ διαθέτει άμεση εποπτική αρμοδιότητα σε σχέση, αφενός, με εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών και, αφετέρου, με εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. |
(7) |
Εξάλλου, η ΕΚΤ επιβλέπει τη λειτουργία του ΕΕΜ όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, σημαντικά ή λιγότερο σημαντικά. Η ΕΚΤ είναι ως προς όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη αποκλειστικά αρμόδια για τη χορήγηση και ανάκληση αδειών σχετικά με την ανάληψη δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος και για την αξιολόγηση της απόκτησης και διάθεσης ειδικής συμμετοχής σε πιστωτικό ίδρυμα. |
(8) |
Οι ΕΑΑ είναι αρμόδιες για την άμεση εποπτεία των λιγότερο σημαντικών οντοτήτων, υπό την επιφύλαξη της εξουσίας της ΕΚΤ να ασκεί η ίδια την άμεση εποπτεία τους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για τη συνεπή εφαρμογή υψηλών εποπτικών κανόνων. Στον επιμερισμό του ποσού που ανακτάται μέσω της επιβολής εποπτικών τελών μεταξύ των κατηγοριών σημαντικών και λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων λαμβάνονται υπόψη η ως άνω κατανομή των εποπτικών αρμοδιοτήτων εντός του ΕΕΜ και οι συναφείς δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ. |
(9) |
Το άρθρο 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 υποχρεώνει την ΕΚΤ να δημοσιεύει, με τη μορφή κανονισμών και αποφάσεων, τις αναλυτικές επιχειρησιακές ρυθμίσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον εν λόγω κανονισμό. |
(10) |
Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, τα τέλη πρόκειται να βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που αφορούν τη σπουδαιότητα και το προφίλ κινδύνου των πιστωτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των σταθμισμένων βάσει κινδύνου στοιχείων του ενεργητικού. |
(11) |
Τα τέλη πρόκειται να υπολογίζονται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων που ανήκουν σε εποπτευόμενο όμιλο εγκατεστημένο σε συμμετέχοντα κράτη μέλη θα υπολογίζεται ενιαίο τέλος, το οποίο θα καταβάλλεται σε επίπεδο ομίλου. |
(12) |
Στον υπολογισμό του ετήσιου εποπτικού τέλους δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη θυγατρικές εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. Εν προκειμένω, για τον καθορισμό των συναφών συντελεστών υπολογισμού τέλους ορισμένου εποπτευόμενου ομίλου θα πρέπει να παρέχονται υποενοποιημένα δεδομένα για όλες τις θυγατρικές και τις εργασίες που ελέγχονται από τη μητρική επιχείρηση στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Ωστόσο, επειδή το κόστος παραγωγής των υποενοποιημένων αυτών δεδομένων ενδέχεται να είναι υψηλό, οι εποπτευόμενες οντότητες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προκρίνουν τον υπολογισμό τέλους με βάση δεδομένα παρεχόμενα στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, περιλαμβανομένων των θυγατρικών που είναι εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, έστω κι αν αυτό ενδέχεται να συνεπάγεται υψηλότερο τέλος. |
(13) |
Τα ιδρύματα του άρθρου 2 παράγραφος 5 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) εξαιρούνται από τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και, ως εκ τούτου, δεν υπόκεινται στην επιβολή τελών από την τελευταία. |
(14) |
Ο κανονισμός έχει γενική ισχύ, είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ. Είναι συνεπώς το ενδεδειγμένο νομικό εργαλείο για τον καθορισμό των επιχειρησιακών ρυθμίσεων προς εφαρμογή του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. |
(15) |
Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα των ΕΑΑ να εισπράττουν τέλη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και, στον βαθμό που τα καθήκοντα εποπτείας δεν έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ, ή σε ό,τι αφορά το κόστος συνεργασίας με την ΕΚΤ, το κόστος συνδρομής της ΕΚΤ και το κόστος ενεργειών σύμφωνα με τις οδηγίες της, σύμφωνα με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία και με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 6 και 12 αυτού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΜΕΡΟΣ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Ο παρών κανονισμός καθορίζει:
α) |
τις ρυθμίσεις για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβάλλονται σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες και εποπτευόμενους ομίλους· |
β) |
τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού του ετήσιου εποπτικού τέλους που πρόκειται να βαρύνει κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο· |
γ) |
τη διαδικασία είσπραξης των ετήσιων εποπτικών τελών από την ΕΚΤ. |
2. Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών περιλαμβάνει το ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε σημαντική και λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή κάθε σημαντικό και λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο και υπολογίζεται από την ΕΚΤ στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Εκτός αν άλλως ορίζεται, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17), σε συνδυασμό με τους ακόλουθους ορισμούς:
1. «ετήσιο εποπτικό τέλος»: τέλος καταβλητέο σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο και υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 10 παράγραφος 6·
2. «ετήσιο κόστος»: ποσό το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 και είναι ανακτητέο από την ΕΚΤ μέσω των ετήσιων εποπτικών τελών για δεδομένη περίοδο επιβολής τέλους·
3. «οφειλέτης εποπτικού τέλους»: υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα ή υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4, προς το οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση καταβολής τέλους·
4. «συντελεστές υπολογισμού τέλους»: δεδομένα τα οποία ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) και χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ετήσιου εποπτικού τέλους σε σχέση με εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενο όμιλο·
5. «ειδοποίηση καταβολής τέλους»: ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον οφειλέτη εποπτικού τέλους, η οποία καθορίζει το καταβλητέο από αυτόν ετήσιο εποπτικό τέλος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·
6. «υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος·
7. «υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα»: υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος εγκατεστημένου σε μη συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο είναι εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος·
8. «περίοδος επιβολής τέλους»: ημερολογιακό έτος·
9. «πρώτη περίοδος επιβολής τέλους»: το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας ανάληψης από την ΕΚΤ των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και του τέλους του ημερολογιακού έτους εντός του οποίου αυτή αναλαμβάνει τα ως άνω καθήκοντα·
10. «όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων»: i) εποπτευόμενος όμιλος και ii) περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα που λογίζονται ως ένα υποκατάστημα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3·
11. «κράτος μέλος»: κράτος μέλος της Ένωσης·
12. «σύνολο στοιχείων ενεργητικού»: η συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (ΕΚΤ/2014/17). Το σύνολο στοιχείων ενεργητικού στην περίπτωση ομίλου υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων δεν καταλαμβάνει θυγατρικές εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες·
13. «συνολική έκθεση σε κίνδυνο»: προκειμένου για όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων και για υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα που δεν ανήκει σε τέτοιο όμιλο, το ποσό που καθορίζεται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και υπολογίζεται βάσει του άρθρου 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).
Άρθρο 3
Γενική υποχρέωση καταβολής του ετήσιου εποπτικού τέλους
1. Για κάθε περίοδο επιβολής τέλους η ΕΚΤ επιβάλλει ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο.
2. Το ετήσιο εποπτικό τέλος κάθε εποπτευόμενης οντότητας και εποπτευόμενου ομίλου θα προσδιορίζεται σε ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς τον οφειλέτη εποπτικού τέλους και πληρωτέα από εκείνον. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους θα είναι ο αποδέκτης της εν λόγω ειδοποίησης και κάθε ειδοποίησης ή κοινοποίησης προερχόμενης από την ΕΚΤ αναφορικά με εποπτικά τέλη. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους θα είναι υπεύθυνος για την καταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους.
3. Δύο ή περισσότερα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένα στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος λογίζονται ως ένα υποκατάστημα. Δεν λογίζονται ως ένα υποκατάστημα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένα σε διαφορετικά συμμετέχοντα κράτη μέλη.
4. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού τα υπόχρεα καταβολής τέλους υποκαταστήματα λογίζονται ως οντότητες διακριτές από τις θυγατρικές του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος που είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος.
Άρθρο 4
Οφειλέτης εποπτικού τέλους
1. Οφειλέτης εποπτικού τέλους ως προς το ετήσιο εποπτικό τέλος είναι:
α) |
προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα που δεν ανήκει σε εποπτευόμενο όμιλο, το υπόχρεο καταβολής τέλους πιστωτικό ίδρυμα· |
β) |
προκειμένου για υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα που δεν ομαδοποιείται με άλλο τέτοιο υποκατάστημα, το υπόχρεο καταβολής τέλους υποκατάστημα· |
γ) |
προκειμένου για εποπτευόμενο όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, ο οφειλέτης εποπτικού τέλους που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2. |
2. Με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων που ισχύουν εντός του εκάστοτε ομίλου υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων όσον αφορά τον επιμερισμό του κόστους, ένας όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων λογίζεται ως μία μονάδα. Κάθε τέτοιος όμιλος ορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους για λογαριασμό ολόκληρου του ομίλου και γνωστοποιεί την ταυτότητά του στην ΕΚΤ. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους πρέπει να είναι εγκατεστημένος σε συμμετέχον κράτος μέλος. Η ως άνω γνωστοποίηση θεωρείται έγκυρη μόνο εφόσον:
α) |
αναφέρει τις επωνυμίες όλων των εποπτευόμενων οντοτήτων του ομίλου τις οποίες αφορά η ίδια η γνωστοποίηση· |
β) |
υπογράφεται εκ μέρους όλων των εποπτευόμενων οντοτήτων του ομίλου· |
γ) |
περιέρχεται στην ΕΚΤ το αργότερο την 1η Ιουλίου κάθε έτους, προκειμένου να ληφθεί υπόψη για την έκδοση της ειδοποίησης καταβολής τέλους σε σχέση με την επόμενη περίοδο επιβολής τέλους. |
Εάν η ΕΚΤ λάβει εμπρόθεσμα περισσότερες γνωστοποιήσεις ανά όμιλο υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων, υπερισχύει η γνωστοποίηση την οποία λαμβάνει τελευταία πριν από την εκπνοή της προθεσμίας.
3. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2 η ΕΚΤ επιφυλάσσεται του δικαιώματος να καθορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους.
ΜΕΡΟΣ II
ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΚΟΣΤΟΣ
Άρθρο 5
Ετήσιο κόστος
1. Το ετήσιο κόστος αποτελεί τη βάση καθορισμού των ετήσιων εποπτικών τελών και ανακτάται μέσω της καταβολής των ετήσιων αυτών εποπτικών τελών.
2. Το ύψος του ετήσιου κόστους καθορίζεται με βάση το ύψος των ετήσιων δαπανών που περιλαμβάνουν τυχόν δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ κατά την οικεία περίοδο επιβολής τέλους και σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα εποπτικά της καθήκοντα.
Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών καλύπτει, χωρίς να υπερβαίνει, τις δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ σε σχέση με τα εποπτικά της καθήκοντα κατά την οικεία περίοδο επιβολής τέλους.
3. Κατά τον καθορισμό του ετήσιου κόστους η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη:
α) |
τυχόν τέλη αναγόμενα σε προηγούμενες περιόδους επιβολής τέλους, η είσπραξη των οποίων δεν είναι βέβαιη· |
β) |
τυχόν ποσά τόκων εισπραττόμενα σύμφωνα με το άρθρο 14· |
γ) |
τυχόν ποσά εισπραττόμενα ή επιστρεφόμενα σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3. |
Άρθρο 6
Εκτίμηση και καθορισμός του ετήσιου κόστους
1. Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, έως το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους η ΕΚΤ υπολογίζει το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος σε σχέση με την περίοδο επιβολής τέλους για το επόμενο ημερολογιακό έτος.
2. Η ΕΚΤ καθορίζει το πραγματικό ετήσιο κόστος για δεδομένη περίοδο επιβολής τέλους εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη της.
3. Το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος και το πραγματικό ετήσιο κόστος λαμβάνονται ως βάση για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.
ΜΕΡΟΣ III
ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΤΗΣΙΟΥ ΕΠΟΠΤΙΚΟΥ ΤΕΛΟΥΣ
Άρθρο 7
Νέες εποπτευόμενες οντότητες ή μεταβολή ιδιότητας
1. Όταν μια εποπτευόμενη οντότητα ή ένας εποπτευόμενος όμιλος εποπτεύεται μόνο για τμήμα της περιόδου επιβολής τέλους, το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών της εν λόγω περιόδου, καθ' όλη τη διάρκεια των οποίων εποπτεύεται η οντότητα ή ο όμιλος.
2. Όταν, κατόπιν σχετικής απόφασης της ΕΚΤ, η ιδιότητα μιας εποπτευόμενης οντότητας ή ενός εποπτευόμενου ομίλου μεταβάλλεται από σημαντική(-ό) σε λιγότερο σημαντική(-ό) ή αντίστροφα, το ετήσιο εποπτικό τέλος υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των μηνών, την τελευταία ημέρα των οποίων η εποπτευόμενη οντότητα ή ο εποπτευόμενος όμιλος διατηρούσε, κατά περίπτωση, την αντίστοιχη ιδιότητα.
3. Όταν το ποσό του επιβαλλόμενου ετήσιου εποπτικού τέλους διαφέρει από το υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2, η ΕΚΤ, κατά περίπτωση, επιστρέφει τη διαφορά στον οφειλέτη εποπτικού τέλους ή τιμολογεί το επιπλέον ποσό που προκύπτει ως καταβλητέο από αυτόν.
Άρθρο 8
Επιμερισμός του ετήσιου κόστους μεταξύ σημαντικών και λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων
1. Για τον υπολογισμό του καταβλητέου ετήσιου εποπτικού τέλους σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα και εποπτευόμενο όμιλο, το ετήσιο κόστος διαχωρίζεται σε δύο μέρη που αντιστοιχούν στην κατηγορία των εποπτευόμενων οντοτήτων και των εποπτευόμενων ομίλων, ως εξής:
α) |
ετήσιο κόστος η ανάκτηση του οποίου θα προέλθει από σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες· |
β) |
ετήσιο κόστος η ανάκτηση του οποίου θα προέλθει από λιγότερο σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες. |
2. Ο διαχωρισμός του ετήσιου κόστους κατά την παράγραφο 1 βασίζεται στον επιμερισμό του κόστους μεταξύ των οικείων λειτουργικών μονάδων που ασκούν την άμεση εποπτεία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και την έμμεση εποπτεία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων.
Άρθρο 9
Επιβλητέο ποσό
1. Το συνολικό ποσό των ετήσιων εποπτικών τελών που επιβάλλει η ΕΚΤ ισούται με το άθροισμα:
α) |
του εκτιμώμενου ετήσιου κόστους που αντιστοιχεί στην τρέχουσα περίοδο επιβολής τέλους, υπολογιζόμενου βάσει του εγκεκριμένου προϋπολογισμού για τη συγκεκριμένη περίοδο επιβολής τέλους· |
β) |
τυχόν πλεονάσματος ή ελλείμματος αναγόμενου στην προηγούμενη περίοδο επιβολής τέλους, το οποίο προκύπτει διά της αφαίρεσης του πραγματικού ετήσιου κόστους της προηγούμενης αυτής περιόδου από το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος που επιβλήθηκε κατά την ίδια περίοδο. |
2. Για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων η ΕΚΤ αποφασίζει για το συνολικό ποσό που καθίσταται επιβλητέο με τη μορφή ετήσιων εποπτικών τελών, το οποίο δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο έως την 30ή Απριλίου της αντίστοιχης περιόδου επιβολής τέλους.
Άρθρο 10
Ετήσιο εποπτικό τέλος καταβλητέο σε σχέση με εποπτευόμενες οντότητες ή εποπτευόμενους ομίλους
1. Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με μια σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή έναν σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο καθορίζεται με επιμερισμό του ποσού που πρόκειται να επιβληθεί στην οικεία κατηγορία σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων μεταξύ των συγκεκριμένων σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων βάσει των αντίστοιχων συντελεστών υπολογισμού τέλους.
2. Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με μια λιγότερο σημαντική εποπτευόμενη οντότητα ή έναν λιγότερο σημαντικό εποπτευόμενο όμιλο καθορίζεται με επιμερισμό του ποσού που πρόκειται να επιβληθεί στην οικεία κατηγορία λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων μεταξύ των συγκεκριμένων λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων βάσει των αντίστοιχων συντελεστών υπολογισμού τέλους.
3. Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη υπολογίζονται ως ακολούθως.
α) |
Οι συντελεστές υπολογισμού τέλους βάσει των οποίων καθορίζεται το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος σε σχέση με κάθε εποπτευόμενη οντότητα ή όμιλο αντιστοιχούν στο ποσό των ακόλουθων στοιχείων, ως έχει την ημερομηνία αναφοράς,:
|
β) |
Τα δεδομένα σχετικά με τους συντελεστές υπολογισμού τέλους καθορίζονται και συλλέγονται σύμφωνα με απόφαση της ΕΚΤ η οποία καθορίζει την εφαρμοστέα μεθοδολογία και τις διαδικασίες. Η απόφαση δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ. |
γ) |
Για τους σκοπούς υπολογισμού των συντελεστών υπολογισμού τέλους, οι εποπτευόμενοι όμιλοι θα πρέπει κατά κανόνα να εξαιρούν τα στοιχεία ενεργητικού θυγατρικών εγκατεστημένων σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες. Εναπόκειται στους εποπτευόμενους ομίλους να μην εξαιρούν τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού για τον υπολογισμό των συντελεστών υπολογισμού τέλους. |
δ) |
Προκειμένου για εποπτευόμενες οντότητες ή εποπευόμενους ομίλους που ταξινομούνται ως λιγότερο σημαντικές(-οί) βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ο συντελεστής υπολογισμού τέλους του συνόλου στοιχείων ενεργητικού δεν υπερβαίνει τα 30 δισεκατ. ευρώ. |
ε) |
Αναφορικά με τους συντελεστές υπολογισμού τέλους χρησιμοποιείται η ακόλουθη σχετική στάθμιση:
|
4. Οι οφειλέτες εποπτικού τέλους υποβάλλουν τους συντελεστές υπολογισμού τέλους με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της υποβολής έτους και παρέχουν στην οικεία ΕΑΑ τα δεδομένα που απαιτούνται για τον υπολογισμό των ετήσιων εποπτικών τελών από την ΕΚΤ έως το κλείσιμο των εργασιών της 1ης Ιουλίου του έτους που έπεται εκείνου της ως άνω ημερομηνίας αναφοράς ή της επόμενης εργάσιμης ημέρας, εάν η 1η Ιουλίου δεν είναι εργάσιμη. Σε περιπτώσεις που οι εποπτευόμενες οντότητες καταρτίζουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους με βάση το τέλος της χρήσης για λογιστικούς σκοπούς, η οποία διαφέρει από το ημερολογιακό έτος, οι οφειλέτες εποπτικού τέλους μπορούν να υποβάλλουν τους ως άνω συντελεστές με ημερομηνία αναφοράς του τέλους ης εφαρμοζόμενης από αυτούς χρήσης για λογιστικούς σκοπούς. Οι ΕΑΑ παρέχουν στην ΕΚΤ τα εν λόγω δεδομένα σύμφωνα με τις διαδικασίες που αυτή καθορίζει. Το άθροισμα του συνόλου στοιχείων ενεργητικού και το άθροισμα της συνολικής έκθεσης σε κίνδυνο όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.
5. Σε περίπτωση που ορισμένος οφειλέτης εποπτικού τέλους δεν υποβάλλει τους συντελεστές υπολογισμού τέλους, η ΕΚΤ προβαίνει στον καθορισμό τους σύμφωνα με τη μεθοδολογία που προβλέπεται στη σχετική απόφασή της. Η παράλειψη υποβολής των συντελεστών υπολογισμού τέλους κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 θεωρείται παράβαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.
6. Το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους υπολογίζεται ως ακολούθως.
α) |
Το ετήσιο εποπτικό τέλος αντιστοιχεί στο άθροισμα της ελάχιστης συνιστώσας του τέλους και της μεταβλητής συνιστώσας του τέλους. |
β) |
Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους υπολογίζεται ως σταθερό ποσοστό επί του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων, όπως αυτά καθορίζονται κατά τα άρθρα 8 και 9. Το σταθερό ποσοστό για την κατηγορία των σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Για σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες και ομίλους με σύνολο στοιχείων ενεργητικού έως και 10 δισεκατ. ευρώ η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους διαιρείται διά του δύο. Για την κατηγορία των λιγότερο σημαντικών εποπτευόμενων οντοτήτων και ομίλων το σταθερό ποσοστό είναι 10 %. Το εν λόγω ποσό επιμερίζεται εξίσου μεταξύ όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους. Η ελάχιστη συνιστώσα του τέλους αντιστοιχεί στο κατώτερο όριο του ετήσιου εποπτικού τέλους ανά οφειλέτη εποπτικού τέλους. |
γ) |
Η μεταβλητή συνιστώσα του τέλους αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού των ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε κατηγορία εποπτευόμενων οντοτήτων, όπως αυτά καθορίζονται κατά τα άρθρα 8 και 9, και της ελάχιστης συνιστώσας του τέλους για την ίδια κατηγορία οντοτήτων. Η μεταβλητή συνιστώσα του τέλους επιμερίζεται μεταξύ των συγκεκριμένων οφειλετών εποπτικού τέλους κάθε κατηγορίας ανάλογα με το μερίδιο του κάθε οφειλέτη στο άθροισμα των σταθμισμένων συντελεστών υπολογισμού τέλους όλων των οφειλετών εποπτικού τέλους, όπως αυτοί καθορίζονται κατά την παράγραφο 3. |
Με βάση τον υπολογισμό που διενεργείται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους και τους συντελεστές υπολογισμού τέλους που υποβάλλονται σύμφωνα με την ως άνω παράγραφο 4, η ΕΚΤ αποφασίζει για το ετήσιο εποπτικό τέλος που είναι καταβλητέο από κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους. Το καταβλητέο ετήσιο εποπτικό τέλος θα γνωστοποιείται στον εκάστοτε οφειλέτη μέσω της ειδοποίησης καταβολής τέλους.
ΜΕΡΟΣ IV
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΑΑ
Άρθρο 11
Συνεργασία με τις ΕΑΑ
1. Πριν από τη λήψη απόφασης για το οριστικό ύψος των εποπτικών τελών η ΕΚΤ επικοινωνεί με τις ΕΑΑ, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η άσκηση εποπτείας παραμένει αποδοτική από άποψη κόστους και εύλογη για όλα τα επηρεαζόμενα πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα. Η ΕΚΤ, σε συνεργασία με τις ΕΑΑ, σχεδιάζει και υλοποιεί προς τούτο κατάλληλο δίαυλο επικοινωνίας.
2. Οι ΕΑΑ συνδράμουν την ΕΚΤ στην επιβολή τελών, εφόσον η ίδια το ζητήσει.
3. Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων σε συμμετέχον κράτος μέλος εκτός ζώνης ευρώ, του οποίου η στενή συνεργασία με την ΕΚΤ δεν έχει ανασταλεί ή λυθεί, η ΕΚΤ απευθύνει προς την ΕΑΑ του εν λόγω κράτους μέλους οδηγίες για τη συλλογή των συντελεστών υπολογισμού τέλους και την τιμολόγηση του ετήσιου εποπτικού τέλους.
ΜΕΡΟΣ V
ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ
Άρθρο 12
Ειδοποίηση καταβολής τέλους
1. Η ΕΚΤ εκδίδει ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους σε ετήσια βάση.
2. Η ειδοποίηση καταβολής τέλους καθορίζει τα μέσα καταβολής του ετήσιου εποπτικού τέλους. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης όσον αφορά την καταβολή του ετήσιου εποπτικού τέλους.
3. Το ποσό που οφείλεται βάσει της ειδοποίησης καταβολής τέλους καταβάλλεται από τον οφειλέτη εποπτικού τέλους εντός 35 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της.
Άρθρο 13
Γνωστοποίηση της ειδοποίησης καταβολής τέλους
1. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους ευθύνεται για την ενημέρωση των στοιχείων επικοινωνίας που απαιτούνται για τους σκοπούς υποβολής της ειδοποίησης καταβολής τέλους και γνωστοποιεί στην ΕΚΤ κάθε μεταβολή στα στοιχεία επικοινωνίας (δηλαδή όνομα, λειτουργία, οργανωτική μονάδα, διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμό τηλεφώνου, αριθμό φαξ). Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους γνωστοποιεί στην ΕΚΤ κάθε μεταβολή στα στοιχεία επικοινωνίας έως την 1η Ιουλίου κάθε περιόδου επιβολής τέλους. Τα εν λόγω στοιχεία επικοινωνίας παραπέμπουν σε φυσικό πρόσωπο ή, κατά προτίμηση, σε λειτουργική μονάδα εντός της οργανωτικής δομής του οφειλέτη εποπτικού τέλους.
2. Η ΕΚΤ γνωστοποιεί την ειδοποίηση καταβολής τέλους με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους: α) με ηλεκτρονικά ή αντίστοιχα μέσα επικοινωνίας· β) με τηλεομοιοτυπία· γ) με υπηρεσία ταχυμεταφοράς· δ) με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής· ε) με επίδοση ή εγχείριση της ειδοποίησης. Ανυπόγραφη ειδοποίηση καταβολής τέλους είναι έγκυρη.
Άρθρο 14
Τοκισμός σε περίπτωση μη πληρωμής
Με την επιφύλαξη κάθε άλλου επανορθωτικού μέτρου που διαθέτει η ΕΚΤ, το ανεξόφλητο ποσό του ετήσιου εποπτικού τέλους σε περίπτωση μερικής πληρωμής, μη πληρωμής ή μη συμμόρφωσης με τους όρους πληρωμής που καθορίζονται στην ειδοποίηση καταβολής τέλους τοκίζεται σε ημερήσια βάση με επιτόκιο που ισούται με το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης που εφαρμόζει η ΕΚΤ, προσαυξημένο κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες, από την ημερομηνία κατά την οποία το καταβλητέο ποσό καθίσταται ληξιπρόθεσμο.
ΜΕΡΟΣ VI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 15
Κυρώσεις
Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού η ΕΚΤ δύναται να επιβάλλει κυρώσεις σε εποπτευόμενες οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου (5) και, συμπληρωματικά, με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 468/2014 (EKT/2014/17).
Άρθρο 16
Μεταβατικές διατάξεις
1. Η ειδοποίηση καταβολής τέλους για την πρώτη περίοδο επιβολής τέλους εκδίδεται μαζί με την ειδοποίηση καταβολής τέλους για την περίοδο επιβολής τέλους του 2015.
2. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η έναρξη της είσπραξης του ετήσιου εποπτικού τέλους από την ΕΚΤ, κάθε όμιλος υπόχρεων καταβολής τέλους οντοτήτων ορίζει τον οφειλέτη εποπτικού τέλους για λογαριασμό του ομίλου και γνωστοποιεί την ταυτότητά του στην ΕΚΤ έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.
3. Ο οφειλέτης εποπτικού τέλους υποβάλλει τα στοιχεία του άρθρου 13 παράγραφος 1 για πρώτη φορά έως την 1η Μαρτίου 2015.
Άρθρο 17
Υποβολή εκθέσεων και επανεξέταση
1. Σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, η ΕΚΤ υποβάλλει σε ετήσια βάση έκθεση σχετικά με την προβλεπόμενη εξέλιξη της δομής και του ύψους των ετήσιων εποπτικών τελών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωομάδα.
2. Έως το 2017 η ΕΚΤ επανεξετάζει τον παρόντα κανονισμό, ιδίως όσον αφορά τη μεθοδολογία και τα κριτήρια υπολογισμού των επιβλητέων ετήσιων εποπτικών τελών για κάθε εποπτευόμενη οντότητα και όμιλο.
Άρθρο 18
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.
Φρανκφούρτη, 22 Οκτωβρίου 2014.
Για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ
Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ
Mario DRAGHI
(1) ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 468/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 16ης Απριλίου 2014, που θεσπίζει το πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών εντεταλμένων αρχών εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (κανονισμός για το πλαίσιο ΕΕΜ) (ΕΚΤ/2014/17) (ΕΕ L 141 της 14.5.2014, σ. 1).
(3) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.).
ΟΔΗΓΙΕΣ
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/32 |
ΟΔΗΓΊΑ 2014/101/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (1), και ιδίως το άρθρο 20 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ποιότητα και η συγκρισιμότητα των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση των τυπικών παραμέτρων που παράγονται υπό την αρμοδιότητα των κρατών μελών για την παρακολούθηση της οικολογικής κατάστασης των υδάτων σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. |
(2) |
Σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα 1.3.6 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση των τυπικών παραμέτρων είναι σύμφωνες με τα αναφερόμενα διεθνή πρότυπα ή όποια τέτοια εθνικά ή διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν τη συγκέντρωση δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας και συγκρισιμότητας. Τα διεθνή πρότυπα που αναφέρονται στο παράρτημα V είναι τα διαθέσιμα στοιχεία τη στιγμή της έκδοσης της εν λόγω οδηγίας. |
(3) |
Μετά τη δημοσίευση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, μια σειρά νέων προτύπων έχουν δημοσιευθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN), εκ των οποίων ορισμένα από κοινού με τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης, για τις βιολογικές δειγματοληψίες φυτοπλαγκτού, μακροφύτων και φυτοβένθους, για τα βενθικά ασπόνδυλα, τα ψάρια και τα υδρομορφολογικά χαρακτηριστικά. Τα εν λόγω πρότυπα θα πρέπει να προστεθούν στο τμήμα 1.3.6 του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ. |
(4) |
Ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης διαδικασίας ανάπτυξης νέων προτύπων και της επικαιροποίησης των υφιστάμενων, ορισμένα από τα πρότυπα που απαριθμούνται στο τμήμα 1.3.6 του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ δεν εκδίδονται πλέον από φορείς-μέλη της CEN και θα πρέπει, συνεπώς, να αρθούν. |
(5) |
Δύο πρότυπα (EN ISO 8689-1:1999 και EN ISO 8689-2:1999 9) που αναφέρονται στο τμήμα 1.3.6 του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ αφορούν την ταξινόμηση και όχι την παρακολούθηση της βιολογικής κατάστασης· έχουν ληφθεί υπόψη, επομένως, κατά την ανάπτυξη των πρωτοκόλλων για τον καθορισμό των ορίων της τάξης στο πλαίσιο της κοινής στρατηγικής για την εφαρμογή της οδηγίας, και μπορούν τώρα να αρθούν. |
(6) |
Κατά συνέπεια, πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως η οδηγία 2000/60/ΕΚ. |
(7) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα V της οδηγίας 2000/60/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 2
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 20 Μαΐου 2016. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 3
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Στο παράρτημα V της οδηγίας 200/60/ΕΚ, το σημείο 1.3.6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«1.3.6. Πρότυπα για την παρακολούθηση ποιοτικών στοιχείων
Οι μέθοδοι για την παρακολούθηση των τυπικών παραμέτρων είναι σύμφωνες με τα κατωτέρω διεθνή πρότυπα στον βαθμό που καλύπτουν την παρακολούθηση ή όποια τέτοια εθνικά ή διεθνή πρότυπα εξασφαλίζουν τη συγκέντρωση δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας και συγκρισιμότητας.
Πρότυπα για τη δειγματοληψία βιολογικών ποιοτικών στοιχείων
Γενικές μέθοδοι για χρήση με τις ειδικές μεθόδους που δίνονται στα πρότυπα που αφορούν τα ακόλουθα βιολογικά ποιοτικά στοιχεία:
EN ISO 5667-3:2012 |
Ποιότητα νερού — Δειγματοληψία — Μέρος 3: Συντήρηση και χειρισμός των δειγμάτων νερού |
Πρότυπα για το φυτοπλαγκτόν
EN 15204:2006 |
Ποιότητα νερού — Πρότυπο οδηγιών για την καταμέτρηση του φυτοπλαγκτόν με τη χρήση ανάστροφου μικροσκόπιου (μέθοδος Utermöh) [Water quality — Guidance standard on the enumeration of phytoplankton using inverted microscopy (Utermöhl technique)] |
EN 15972:2011 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για ποσοτικές και ποιοτικές έρευνες για το θαλάσσιο φυτοπλαγκτόν (Water quality — Guidance on quantitative and qualitative investigations of marine phytoplankton) |
ISO 10260: 1992 |
Ποιότητα νερού — Μέτρηση βιοχημικών παραμέτρων — Προσδιορισμός με φασματομετρία της συγκέντρωσης χλωροφύλλης α (Water quality — Measurement of biochemical parameters —Spectrometric determination of the chlorophyll-a concentration) |
Πρότυπα για τα μακρόφυτα και το φυτοβένθος
EN 15460:2007 |
Ποιότητα νερού — Πρότυπο οδηγιών για την έρευνα για τα μακρόφυτα σε λίμνες (Water quality — Guidance standard for the surveying of macrophytes in lakes) |
EN 14184:2014 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για την έρευνα των υδρόβιων μακρόφυτων σε τρεχούμενα νερά (Water quality — Guidance for the surveying of aquatic macrophytes in running waters) |
EN 15708:2009 |
Ποιότητα νερού — Πρότυπο οδηγιών για την έρευνα, τη δειγματοληψία και την εργαστηριακή ανάλυση του φυτοβένθους σε ρηχά τρεχούμενα νερά (Water quality — Guidance standard for the surveying, sampling and laboratory analysis of phytobenthos in shallow running water) |
EN 13946:2014 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για τη δειγματοληψία ρουτίνας και την προεπεξεργασία βενθικών διατόμων από ποτάμια και λίμνες (Water quality — Guidance for the routine sampling and preparation of benthic diatoms from rivers and lakes) |
EN 14407:2014 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για την ταυτοποίηση και την καταμέτρηση δειγμάτων βεθνικών διατόμων από ποτάμια και λίμνες (Water quality — Guidance for the identification and enumeration of benthic diatom samples from rivers and lakes) |
Πρότυπα για τα βενθικά ασπόνδυλα
EN ISO 10870:2012 |
Ποιότητα νερού — Κατευθυντήριες γραμμές για την επιλογή των μεθόδων και των διατάξεων δειγματοληψίας των βενθικών ασπόνδυλων σε γλυκά νερά (Water quality — Guidelines for the selection of sampling methods and devices for benthic macroinvertebrates in fresh waters) |
EN 15196:2006 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για τη δειγματοληψία και την επεξεργασία εκδυμάτων νύμφης από χειρονομίδες (οικογένεια των διπτέρων) για οικολογική αξιολόγηση [Water quality — Guidance on sampling and processing of the pupal exuviae of Chironomidae (Order Diptera) for ecological assessment] |
EN 16150:2012 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για τη δειγματοληψία βεθνικών μακροασπόνδυλων από ρηχά νερά ποταμιών αναλογικά με την επιφάνεια κάλυψης πολλαπλών οικοτόπων (Water quality — Guidance on pro-rata Multi-Habitat sampling of benthic macro-invertebrates from wadeable rivers) |
EN ISO 19493:2007 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για τις θαλάσσιες βιολογικές έρευνες των κοινοτήτων σκληρού υποστρώματος (Water quality — Guidance on marine biological surveys of hard-substrate communities) |
EN ISO 16665:2013 |
Ποιότητα νερού — Οδηγίες για την ποσοτική δειγματοληψία και την επεξεργασία δείγματος θαλάσσιας μακροπανίδας μαλακού βυθού (Water quality — Guidelines for quantitative sampling and sample processing of marine soft-bottom macro-fauna) |
Πρότυπα για τα ψάρια
EN 14962:2006 |
Ποιότητα νερού — Καθοδήγηση όσον αφορά το πεδίο και την επιλογή των μεθόδων δειγματοληψίας για τα ψάρια (Water quality — Guidance on the scope and selection of fish sampling methods) |
EN 14011:2003 |
Ποιότητα νερού — Δειγματοληψία ψαριών με ηλεκτρισμό |
EN 15910:2014 |
Ποιότητα νερού — Καθοδήγηση για την εκτίμηση της αφθονίας ψαριών με κινητές υδροακουστικές μεθόδους (Water quality — Guidance on the estimation of fish abundance with mobile hydroacoustic methods) |
EN 14757:2005 |
Ποιότητα νερού — Δειγματοληψία ψαριών με απλάδια (Water quality — Sampling of fish with multi-mesh gillnets) |
Πρότυπα για τις υδρομορφολογικές παραμέτρους
EN 14614:2004 |
Ποιότητα νερού — Πρότυπο καθοδήγησης για την εκτίμηση των υδρομορφολογικών χαρακτηριστικών των ποταμών (Water quality — Guidance standard for assessing the hydromorphological features of rivers) |
EN 16039:2011 |
Ποιότητα νερού — Πρότυπο καθοδήγησης για την εκτίμηση των υδρομορφολογικών χαρακτηριστικών των λιμνών (Water quality — Guidance standard on assessing the hydromorphological features of lakes) |
Πρότυπα για τις φυσικοχημικές παραμέτρους
Οποιοδήποτε σχετικό πρότυπο CEN/ISO.»
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/36 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 23ης Οκτωβρίου 2014
για τον διορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
(2014/749/ΕΕ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως την παράγραφο 3 του άρθρου 17 και το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 17,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η θητεία της Επιτροπής που διορίστηκε με την απόφαση 2010/80/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (1) λήγει στις 31 Οκτωβρίου 2014. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2013/272/ΕΕ (2) σχετικά με τον αριθμό των μελών της Επιτροπής. |
(3) |
Θα πρέπει να διορισθεί νέα Επιτροπή, απαρτιζόμενη από έναν υπήκοο εκάστου κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου της και του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, ο οποίος θα πρέπει να είναι ένας εκ των αντιπροέδρων της, για το διάστημα από το τέλος της τρέχουσας θητείας της Επιτροπής έως την 31η Οκτωβρίου 2019. |
(4) |
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επέλεξε τον κ. Jean-Claude JUNCKER ως την προσωπικότητα που προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως πρόεδρο της Επιτροπής, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον εξέλεξε Πρόεδρο της Επιτροπής κατά την ολομέλεια της 15ης Ιουλίου 2014. |
(5) |
Με την απόφαση 2014/648/ΕΕ, Ευρατόμ (3) το Συμβούλιο ενέκρινε, σε συμφωνία με τον εκλεγέντα πρόεδρο της Επιτροπής, τον κατάλογο των άλλων προσωπικοτήτων που προτείνει να διορισθούν μέλη της Επιτροπής. Με την απόφαση 2014/716/ΕΕ,Ευρατόμ (4) για την κατάργηση και αντικατάσταση της απόφασης 2014/648/ΕΕ, Ευρατόμ, το Συμβούλιο εξέδωσε, διά κοινής συμφωνίας με τον εκλεγέντα πρόεδρο της Επιτροπής, έναν νέο πίνακα των άλλων προσωπικοτήτων τις οποίες το Συμβούλιο προτείνει να διορισθούν ως μέλη της Επιτροπής. |
(6) |
Με ψηφοφορία που διενεργήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε το διορισμό του προέδρου, της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας καθώς και των άλλων μελών της Επιτροπής ως συλλογικού οργάνου. |
(7) |
Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διορισθεί η Επιτροπή, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Διορίζονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την περίοδο από την 1η Νοεμβρίου 2014 μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2019:
— |
ως Πρόεδρος: ο κ. Jean-Claude JUNCKER |
— |
ως μέλη:
|
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Νοεμβρίου 2014.
Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 23 Οκτωβρίου 2014.
Για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
H. VAN ROMPUY
(1) Απόφαση 2010/80/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 2010, για τον διορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ L 38 της 11.2.2010, σ. 7).
(2) Απόφαση 2013/272/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2013, σχετικά με τον αριθμό των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 98).
(3) Απόφαση 2014/648/ΕΕ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, διά κοινής συμφωνίας με τον εκλεγέντα πρόεδρο της Επιτροπής, της 5ης Σεπτεμβρίου 2014, για την κατάρτιση του πίνακα των άλλων προσωπικοτήτων τις οποίες το Συμβούλιο προτείνει να διορισθούν ως μέλη της Επιτροπής (ΕΕ L 268 της 9.9.2014, σ. 5).
(4) Απόφαση 2014/716/ΕΕ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, διά κοινής συμφωνίας με τον εκλεγέντα πρόεδρο της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2014, για την κατάρτιση του πίνακα των άλλων προσωπικοτήτων τις οποίες το Συμβούλιο προτείνει να διορισθούν ως μέλη της Επιτροπής και για την κατάργηση και αντικατάσταση της απόφασης 2014/648/ΕΕ, Ευρατόμ (ΕΕ L 299 της 17.10.2014, σ. 29).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/39 |
ΑΠΌΦΑΣΗ 2014/750/KEΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για την τροποποίηση της απόφασης 2012/642/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Λευκορωσίας
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως το άρθρο 29,
Εκτιμώντας τα εξής:
(1) |
Στις 15 Οκτωβρίου 2012, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2012/642/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Λευκορωσίας (1). |
(2) |
Βάσει επανεξέτασης της απόφασης 2012/642/ΚΕΠΠΑ, τα περιοριστικά μέτρα κατά της Λευκορωσίας θα πρέπει να παραταθούν έως τις 31 Οκτωβρίου 2015. |
(3) |
Το Συμβούλιο κρίνει ότι δεν δικαιολογείται πλέον η διατήρηση ορισμένων προσώπων και οντοτήτων στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα, ο οποίος περιέχεται στο παράρτημα της απόφασης 2012/642/ΚΕΠΠΑ. |
(4) |
Επιπλέον, οι πληροφορίες σχετικά με ορισμένα πρόσωπα και οντότητες στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα, ο οποίος περιέχεται στο παράρτημα της απόφασης 2012/642/ΚΕΠΠΑ, θα πρέπει να επικαιροποιηθούν. |
(5) |
Η απόφαση 2012/642/ΚΕΠΠΑ θα πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η απόφαση 2012/642/ΚΕΠΠΑ τροποποιείται ως εξής:
(1) |
Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται έως τις 31 Οκτωβρίου 2015. Τελεί υπό διαρκή επανεξέταση. Ανανεώνεται ή τροποποιείται, κατά περίπτωση, εάν το Συμβούλιο κρίνει ότι οι στόχοι της δεν έχουν επιτευχθεί.» |
(2) |
Το παράρτημα τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης. |
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
S. GOZI
(1) Απόφαση 2012/642/ΚΕΠΠΑ της 15ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Λευκορωσίας (ΕΕ L 285, της 17.10.2012, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
I. |
Τα πρόσωπα και οι οντότητες που απαριθμούνται κατωτέρω διαγράφονται από τον κατάλογο που περιέχεται στο παράρτημα της απόφασης 2012/642/ΚΕΠΠΑ. Α. Πρόσωπα
Β. Οντότητες
|
II. |
Οι καταχωρίσεις για τα κάτωθι πρόσωπα και οντότητες που περιέχονται στο παράρτημα της απόφασης 2012/642/ΚΕΠΠΑ αντικαθίστανται ως εξής: A. Πρόσωπα
B. Οντότητες
|
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/54 |
ΑΠΌΦΑΣΗ 2014/751/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
για την τροποποίηση της απόφασης 2010/573/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της ηγεσίας της Υπερδνειστερίας περιοχής της Δημοκρατίας της Μολδαβίας
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως το άρθρο 29,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στις 27 Σεπτεμβρίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2010/573/ΚΕΠΠΑ (1). |
(2) |
Βάσει επανεξέτασης της απόφασης 2010/573/ΚΕΠΠΑ, τα περιοριστικά μέτρα κατά της ηγεσίας της Υπερδνειστερίας περιοχής της Δημοκρατίας της Μολδαβίας θα πρέπει να παραταθούν μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2015. |
(3) |
Η απόφαση 2010/573/ΚΕΠΠΑ θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το άρθρο 4 παράγραφος 2 της απόφασης 2010/573/ΚΕΠΠΑ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«2. Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται έως τις 31 Οκτωβρίου 2015. Τελεί υπό διαρκή επανεξέταση. Ανανεώνεται ή τροποποιείται, κατά περίπτωση, εάν το Συμβούλιο κρίνει ότι οι στόχοι της δεν έχουν επιτευχθεί.»
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
S. GOZI
(1) Απόφαση του Συμβουλίου 2010/573/ΚΕΠΠΑ, της 27ης Σεπτεμβρίου 2010, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της ηγεσίας της Υπερδνειστερίας περιοχής της Δημοκρατίας της Μολδαβίας (ΕΕ L 253, 28.9.2010, σ. 54).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/55 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Ιαπωνίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών
(2014/752/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα. |
(2) |
Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας διασφαλίζουν ότι οι CCP, που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί, δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση. |
(3) |
Την 1η Σεπτεμβρίου 2013, η Επιτροπή έλαβε τις τεχνικές συμβουλές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») σχετικά με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην Ιαπωνία. Στις 27 Ιανουαρίου 2014, ελήφθη συμπλήρωμα στις συμβουλές αυτές. Στις τεχνικές συμβουλές προσδιορίστηκαν ορισμένες διαφορές μεταξύ των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, στους CCP στην Ιαπωνία και των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ωστόσο, η παρούσα απόφαση δεν βασίζεται μόνον σε συγκριτική ανάλυση των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP στην Ιαπωνία, αλλά επίσης και σε αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των εν λόγω απαιτήσεων ως προς το επίπεδο μετριασμού του κινδύνου που έχουν επιτύχει. |
(4) |
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό. |
(5) |
Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(6) |
Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Ιαπωνίας για οργανισμούς εκκαθάρισης (clearing organisations — «CO»), που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, αποτελείται από τον νόμο του 2006 περί των χρηματοπιστωτικών μέσων και της κεφαλαιαγοράς (Financial Instruments and Exchange Act — «FIEA»), ο οποίος καθορίζει το πλαίσιο εποπτείας των οργανισμών εκκαθάρισης τίτλων και χρηματοπιστωτικών παραγώγων, και από τον νόμο του 2009 για τα παράγωγα επί βασικών εμπορευμάτων (Commodity Derivatives Act — «CDA»), ο οποίος καθορίζει το εποπτικό πλαίσιο για τους οργανισμούς εκκαθάρισης βασικών εμπορευμάτων. Η παρούσα απόφαση καλύπτει μόνον το καθεστώς που καθορίζεται στον FIEA. |
(7) |
Ο FIEA προβλέπει ότι, πριν από τη χορήγηση άδειας για την άσκηση των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας πρέπει να διαβεβαιώνεται ότι ο CO διαθέτει επιχειρηματικούς κανόνες —τους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες του οργανισμού εκκαθάρισης— οι οποίοι να είναι σύμφωνοι με τις ισχύουσες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις· ότι η οικονομική επιφάνεια του CO είναι επαρκής για να αναλάβει την εκκαθάριση των χρηματοπιστωτικών μέσων· ότι τα αναμενόμενα έσοδα και οι δαπάνες που σχετίζονται με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του CO είναι ευνοϊκά· ότι το προσωπικό του CO έχει επαρκείς γνώσεις και πείρα για τη διενέργεια της εκκαθάρισης χρηματοπιστωτικών μέσων καταλλήλως και με ασφάλεια· και ότι η δομή και το σύστημα του CO είναι επαρκώς αναπτυγμένα, ώστε ο διακανονισμός να μπορεί να λειτουργεί με ικανοποιητικό τρόπο. Σύμφωνα με το άρθρο 194-7(1) του FIEA, ο πρωθυπουργός αναθέτει στον επίτροπο της Αρχής Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας της Ιαπωνίας (Financial Services Agency of Japan — «JFSA») τις εξουσίες που του παρέχει ο FIEA. Ως εκ τούτου, ο επίτροπος της JFSA διαθέτει την αρμοδιότητα για τη χορήγηση άδειας εκκαθάρισης. |
(8) |
Επιπλέον, τον Δεκέμβριο του 2013, η JFSA δημοσίευσε τις εκτενείς κατευθυντήριες γραμμές για την εποπτεία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών («οι κατευθυντήριες γραμμές»), όπου αναπτύσσεται λεπτομερώς το εποπτικό πλαίσιο για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των CO, και ιδίως ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να τηρείται ο FIEA από τους CO. Οι κατευθυντήριες γραμμές εφαρμόζονται στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των CO. |
(9) |
Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Ιαπωνίας περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Οι βασικές αρχές για τους CO, που προβλέπονται στον FIEA («οι πρωταρχικοί κανόνες»), συνιστούν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι CΟ, προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στην Ιαπωνία. Οι εν λόγω πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στην Ιαπωνία. Για να τεκμηριώνεται η συμμόρφωση προς τους πρωταρχικούς κανόνες, ένας CO πρέπει να υποβάλλει τους εσωτερικούς του κανόνες και διαδικασίες στον επίτροπο της JFSA, προς έγκριση. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στην Ιαπωνία, όπου πρέπει να προβλέπονται περιοριστικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο αιτών CΟ θα πληροί τα εν λόγω πρότυπα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές. Επιπλέον, οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των CΟ περιέχουν πρόσθετες διατάξεις, που συμπληρώνουν τους πρωταρχικούς κανόνες. Αφού εγκριθούν από τον επίτροπο της JFSA, οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες καθίστανται νομικά δεσμευτικοί για τον CO. Κατά συνέπεια, οι κανόνες αυτοί αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ιαπωνία. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους πρωταρχικούς κανόνες ή τους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες του CO, ο επίτροπος της JFSA διαθέτει την εξουσία να προβαίνει σε ενέργειες διοικητικού χαρακτήρα κατά του CO, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εντολών για τη βελτίωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή την ανάκληση ολόκληρης ή μέρους της άδειας του CO. |
(10) |
Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για τους CO, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, αποφέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα ισοδύναμα με τα αποτελέσματα των κανόνων που περιέχονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ειδικότερα, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CO, όσον αφορά τον αριθμό των αθετήσεων υποχρεώσεων που πρέπει να καλύπτονται από τους συνολικούς οικονομικούς πόρους, προβλέπουν ότι οι CO που εκκαθαρίζουν περισσότερο από το 95 % των όγκων που εκκαθαρίζονται στην Ιαπωνία πρέπει να καλύπτουν την αθέτηση υποχρεώσεων τουλάχιστον των δύο εκκαθαριστικών μελών έναντι των οποίων έχουν το μεγαλύτερο άνοιγμα, υπό ακραίες αλλά εύλογες συνθήκες αγοράς (η «αρχή κάλυψης 2»). Η απαίτηση αυτή εξασφαλίζει ισοδύναμο βαθμό μετριασμού του κινδύνου με τον επιδιωκόμενο με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρηθεί ισοδύναμη. |
(11) |
Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CO, όσον αφορά τον κίνδυνο ρευστότητας, προβλέπουν ότι οι CO που εκκαθαρίζουν περισσότερο από το 95 % των όγκων που εκκαθαρίζονται στην Ιαπωνία πρέπει να εφαρμόζουν την «αρχή κάλυψης 2». Η απαίτηση αυτή εξασφαλίζει ισοδύναμο βαθμό μετριασμού του κινδύνου με τον επιδιωκόμενο με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρηθεί ισοδύναμη. Τέλος, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για όλους τους CO, όσον αφορά τη συνέχεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τις απαιτήσεις παροχής εξασφαλίσεων, την επενδυτική πολιτική, τον κίνδυνο διακανονισμού, τον διαχωρισμό και τη φορητότητα, τον υπολογισμό των αρχικών περιθωρίων και τη διακυβέρνηση —που περιλαμβάνει τις οργανωτικές απαιτήσεις, τις απαιτήσεις σχετικά με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη, την επιτροπή κινδύνου, την τήρηση αρχείων, τις ειδικές συμμετοχές, τις πληροφορίες που διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή, τη σύγκρουση συμφερόντων, την εξωτερική ανάθεση και την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας— παράγουν ουσιαστικά αποτελέσματα ισοδύναμα με εκείνα των απαιτήσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες. |
(12) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας διασφαλίζουν ότι οι CO που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(13) |
Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας, όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(14) |
Η JFSA είναι αρμόδια για την εποπτεία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η JFSA διενεργεί συνεχή παρακολούθηση της συμμόρφωσης των CO με τις απαιτήσεις διαχείρισης κινδύνων, μέσω της επιτήρησης και των διαδικασιών εξέτασης βάσει κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας. Ειδικότερα, η JFSA μπορεί να ζητά από τους CO να υποβάλουν πληροφορίες, εκθέσεις και άλλο υλικό σχετικά με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και μπορεί να επιθεωρεί τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, τα αρχεία και τα βιβλία των CO. Αξιολογεί επίσης τη συμμόρφωση των CO με τις υποχρεώσεις τους. Οι εν λόγω διαδικασίες εξέτασης καταλήγουν σε έκθεση, στην οποία επισημαίνονται τυχόν ελλείψεις που έχουν εντοπιστεί. Η JFSA έχει στη διάθεσή της διάφορα μέτρα, προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι CO αντιμετωπίζουν κατάλληλα τυχόν ζητήματα που έχουν επισημανθεί, μεταξύ άλλων να απαιτεί από τους CO να αποδείξουν, γραπτώς, την έγκαιρη διόρθωση των εν λόγω ζητημάτων. Η JFSA διαθέτει πρόσθετα μέσα για την επιβολή της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας να εκδίδει εντολές για τη βελτίωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και την επιβολή των εν λόγω εντολών. Η JFSA μπορεί επίσης να ανακαλεί ολόκληρη ή μέρος της άδειας του CO. |
(15) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των CCP και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(16) |
Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»). |
(17) |
Οι CCP τρίτων χωρών μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για άδεια «CCP της αλλοδαπής», βάσει της οποίας τους επιτρέπεται να παρέχουν στην Ιαπωνία τις ίδιες υπηρεσίες με εκείνες που έχουν την άδεια να παρέχουν στην εν λόγω τρίτη χώρα. Τα κριτήρια που εφαρμόζονται σε CCP τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση για άδεια είναι παρόμοια με τα κριτήρια που ισχύουν για την αδειοδότηση των ιαπωνικών οργανισμών εκκαθάρισης. Συγκεκριμένα, ο αιτών CCP τρίτης χώρας, βάσει των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στην τρίτη χώρα, θα πρέπει να διαθέτει επαρκή οικονομική βάση, επαρκείς γνώσεις και έμπειρο προσωπικό, καθώς και επαρκές σύστημα και δομή για την άσκηση δραστηριοτήτων εκκαθάρισης, καταλλήλως και με ασφάλεια. Επιπλέον, οι CCP τρίτων χωρών απαλλάσσονται από ορισμένες απαιτήσεις που ισχύουν για τους εγχώριους CCP, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ιαπωνία, σε περίπτωση που τους έχει χορηγηθεί αντίστοιχη άδεια από αλλοδαπές αρχές με τις οποίες η JFSA έχει συνάψει συμφωνίες συνεργασίας. |
(18) |
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας προβλέπουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών. |
(19) |
Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας σχετικά με τους CΟ, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή, κατόπιν ενημέρωσης από την ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου της Ιαπωνίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση. |
(20) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της ευρωπαϊκής επιτροπής κινητών αξιών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ιαπωνίας, που αποτελούνται από τον νόμο του 2006 περί των χρηματοπιστωτικών μέσων και της κεφαλαιαγοράς (Financial Instruments and Exchange Act — «FIEA»), όπως συμπληρώθηκε από τις εκτενείς κατευθυντήριες γραμμές για την εποπτεία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών, και ισχύει για οργανισμούς εκκαθάρισης (clearing organisations — «CO»), που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/58 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Σιγκαπούρης για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών
(2014/753/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα. |
(2) |
Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης διασφαλίζουν ότι οι CCP που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση. |
(3) |
Την 1η Σεπτεμβρίου 2013 η Επιτροπή έλαβε τις τεχνικές συμβουλές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») σχετικά με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Σιγκαπούρη. Στις τεχνικές συμβουλές προσδιορίστηκαν ορισμένες διαφορές μεταξύ των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, στους CCP στη Σιγκαπούρη και των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ωστόσο, η παρούσα απόφαση δεν βασίζεται μόνον σε συγκριτική ανάλυση των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP στη Σιγκαπούρη, αλλά επίσης και σε αξιολόγηση του αποτελέσματος αυτών των απαιτήσεων, και της καταλληλότητάς τους για μείωση των κινδύνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, κατά τρόπο που να θεωρείται ισοδύναμος με το αποτέλεσμα των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης. |
(4) |
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό. |
(5) |
Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(6) |
Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Σιγκαπούρης για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, αποτελούνται από το κεφάλαιο 289 του νόμου για τις κινητές αξίες και τις προθεσμιακές πράξεις (Securities and Futures Act — «SFA») και τους κανονισμούς του 2013 για τις κινητές αξίες και τις προθεσμιακές πράξεις (υποδομές εκκαθάρισης) («κανονισμοί SFA»). Ο SFA αποσκοπεί στην προώθηση ασφαλών και αποτελεσματικών υποδομών εκκαθάρισης και στη μείωση του συστημικού κινδύνου. Με τους κανονισμούς SFA αναπτύσσονται και εφαρμόζονται οι απαιτήσεις του SFA. Ο SFA καθιερώνει καθεστώς αδειοδότησης για όλες τις συστημικά σημαντικές υποδομές εκκαθάρισης που αναλαμβάνουν τον ρόλο κεντρικών αντισυμβαλλομένων, οι οποίοι πρέπει να λάβουν άδεια λειτουργίας από τη Νομισματική Αρχή της Σιγκαπούρης (Monetary Authority of Singapore — «MAS»), ως Εγκεκριμένα Γραφεία Εκκαθάρισης (Approved Clearing Houses — «ACH»). Άλλες υποδομές εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένων των υπερπόντιων CCP, λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από τη MAS ως Αναγνωρισμένα Γραφεία Εκκαθάρισης (Recognised Clearing Houses — «RCH»). |
(7) |
Τον Ιανουάριο του 2013 η MAS εξέδωσε επίσης τη μονογραφία σχετικά με την εποπτεία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών («η μονογραφία»), η οποία καθορίζει πρότυπα που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, κατ' εφαρμογή των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) («CPSS») και την Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς («IOSCO»), τον Απρίλιο του 2012. Ειδικότερα, η μονογραφία εξηγεί πώς αναμένει η MAS από τα ACH να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους βάσει του SFA, και αυτό λαμβάνεται υπόψη από τη MAS, κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των ACH με τις υποχρεώσεις τους βάσει του SFA. |
(8) |
Προκειμένου να λάβουν άδεια ως ACH, τα γραφεία εκκαθάρισης πρέπει να πληρούν ειδικές απαιτήσεις, που προβλέπονται στον SFA και στους κανονισμούς SFA. Η MAS μπορεί να επιβάλλει όρους ή περιορισμούς για την αδειοδότηση των ACH και μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να προσθέσει ή να διαφοροποιήσει ή να ανακαλέσει οποιονδήποτε όρο ή περιορισμό που τους έχει επιβληθεί. Τα ACH πρέπει να μεριμνούν για την ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία των υποδομών εκκαθάρισης, και πρέπει να διαχειρίζονται με σύνεση τους κινδύνους που σχετίζονται με την επιχειρηματική τους δραστηριότητα και τις πράξεις που εκτελούν. Πρέπει, εξάλλου, να διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους και επαρκή συστήματα. |
(9) |
Επιπλέον, βάσει του SFA, τα ACH πρέπει να καθιερώνουν σε ατομική βάση, εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες που να διασφαλίζουν την ορθή και αποτελεσματική λειτουργία της υποδομής εκκαθάρισης και την κατάλληλη ρύθμιση και εποπτεία των μελών του. Οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των ACH πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικά θέματα που υποδεικνύονται από τη MAS, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που αφορούν τους κινδύνους στη λειτουργία των υποδομών εκκαθάρισης, τον χειρισμό των περιπτώσεων αθέτησης υποχρεώσεων και των κριτηρίων και των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται από τα μέλη τους. Εν προκειμένω, εφαρμόζεται η μονογραφία στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των ACH. Οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των ACH, καθώς και οποιαδήποτε τροποποίησή τους, πρέπει να υποβάλλονται στη MAS, πριν από την εφαρμογή τους. Η MAS μπορεί να απορρίψει, να μεταβάλει ή να συμπληρώσει τους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες ή οποιοδήποτε τμήμα της προτεινόμενης τροποποίησης. Συν τοις άλλοις, βάσει των κανονισμών SFA, απαιτείται ρητώς προηγούμενη έγκριση της MAS για κάθε αλλαγή των πλαισίων διαχείρισης κινδύνου των ACH, που περιλαμβάνει το είδος των αποδεκτών εξασφαλίσεων, τις μεθοδολογίες για την αποτίμηση των εξασφαλίσεων και τον προσδιορισμό των περιθωρίων για τη διαχείριση της έκθεσης των ACH σε κίνδυνο των συμμετεχόντων σε αυτό, καθώς και το μέγεθος των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων για την κάλυψη αθέτησης υποχρέωσης των μελών τους (εκτός από τα περιθώρια που κατέχει το ACH). Ο SFA προβλέπει κυρώσεις, όταν οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των ACH τροποποιούνται κατά τρόπο ώστε να μην είναι πλέον σύμφωνοι με τις απαιτήσεις που καθορίζονται από τη MAS. Βάσει του SFA, οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των ACH είναι, άρα, δεσμευτικοί για τα ACH. |
(10) |
Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Σιγκαπούρης περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Οι βασικές απαιτήσεις για τα ACH, που προβλέπονται στον SFA και στους κανονισμούς SFA («οι πρωταρχικοί κανόνες»), συνιστούν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται τα ACH, προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στη Σιγκαπούρη. Οι εν λόγω πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στη Σιγκαπούρη. Για να αποδειχθεί η συμμόρφωση προς τους πρωταρχικούς κανόνες, τα ACH πρέπει να υποβάλλουν τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες στη MAS πριν από την εφαρμογή τους, η δε MAS μπορεί να απορρίπτει, να μεταβάλλει ή να τους συμπληρώνει. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων της Σιγκαπούρης, όπου πρέπει να προβλέπονται περιοριστικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το αιτούν ACH πληροί τα εν λόγω πρότυπα υψηλού επιπέδου, σύμφωνα με τη μονογραφία. Επιπλέον, οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των ACH περιέχουν πρόσθετες διατάξεις, που συμπληρώνουν τους πρωταρχικούς κανόνες. |
(11) |
Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τα ACH θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους στα ACH. Το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο. |
(12) |
Το μέγεθος των χρηματοπιστωτικών αγορών στις οποίες ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης τα ACH είναι σημαντικά μικρότερο από εκείνο στο οποίο ασκούν τις δικές τους οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Ειδικότερα, κατά την τελευταία τριετία, η συνολική αξία των συναλλαγών που εκκαθαρίστηκαν στη Σιγκαπούρη αντιπροσώπευε λιγότερο από το 1 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών που εκκαθαρίστηκαν στα κράτη μέλη της Ένωσης που ανήκουν στη G10. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε ACH εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση. |
(13) |
Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τα ACH μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες, όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για τα ACH, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, που θέτουν σε εφαρμογή τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στη Σιγκαπούρη και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(14) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης διασφαλίζουν ότι τα ACH που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(15) |
Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(16) |
Η MAS μπορεί να απευθύνει οδηγίες, γενικού ή ειδικού χαρακτήρα, για να εξασφαλιστεί η ασφαλής και αποτελεσματική λειτουργία των ACH και, ιδίως, για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις ή τις απαιτήσεις βάσει του SFA ή με τις απαιτήσεις που προβλέπονται από τη MAS, οι οποίες πρέπει να ενταχθούν στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των ACH. Ο SFA προβλέπει κυρώσεις, όταν το συγκεκριμένο ACH δεν συμμορφώνεται με τις οδηγίες που εκδόθηκαν από τη MAS. Όσον αφορά την επιβολή των εσωτερικών κανόνων και διαδικασιών του ACH, η MAS μπορεί να προσφύγει στο Δικαστήριο για την έκδοση διαταγής, με την οποία ζητείται από το ACH να συμμορφωθεί με τους εσωτερικούς του κανόνες και διαδικασίες, να τους τηρήσει, να τους επιβάλει ή να τους θέσει σε εφαρμογή. Τέλος, η MAS δύναται να ανακαλέσει την άδεια του ACH, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που επιβάλλει, τους όποιους όρους ή περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στην άδεια, κάθε οδηγία που έχει εκδοθεί από τη MAS βάσει του SFA ή οποιαδήποτε διάταξη του SFA, μεταξύ άλλων. |
(17) |
Επιπλέον, τα ACH υποχρεούνται, βάσει των κανονισμών SFA, να υποβάλλουν στη MAS ετήσια έκθεση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, βάσει του SFA, κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Υποχρεούνται επίσης να υποβάλλουν στη MAS τη μακροσκελή έκθεση των ελεγκτών για το ACH, που πρέπει να περιλαμβάνει τα πορίσματα και, ενδεχομένως, τις συστάσεις των ελεγκτών, που αφορούν τους εσωτερικούς ελέγχους του ACH και την τυχόν μη συμμόρφωση του ACH προς οποιαδήποτε διάταξη του SFA και κάθε οδηγία που εκδίδεται από τη MAS βάσει του SFA. |
(18) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(19) |
Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»). |
(20) |
Οι CCP τρίτων χωρών μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για άδεια RCH, βάσει της οποίας τους επιτρέπεται να παρέχουν στη Σιγκαπούρη τις ίδιες υπηρεσίες με εκείνες που έχουν την άδεια να παρέχουν στη χώρα καταγωγής τους. |
(21) |
Πριν από τη χορήγηση άδειας RCH, η MAS αξιολογεί κατά πόσον το ρυθμιστικό καθεστώς της τρίτης χώρας, στην οποία ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει λάβει άδεια λειτουργίας, είναι συγκρίσιμο με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τους CCP που είναι εγκατεστημένοι στη Σιγκαπούρη, καθώς και κατά πόσον εφαρμόζονται οι PFMI. Απαιτείται επίσης η καθιέρωση ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ της MAS και της σχετικής εποπτικής αρχής της αλλοδαπής, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια RCH. |
(22) |
Παρότι σημειώνεται ότι η δομή της διαδικασίας αναγνώρισης που προβλέπεται στο νομοθετικό καθεστώς της Σιγκαπούρης για CCP τρίτων χωρών διαφέρει από τη διαδικασία που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, θα πρέπει, ωστόσο, να θεωρηθεί ότι προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών. |
(23) |
Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης σχετικά με ACH που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή, κατόπιν ενημέρωσης από την ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου της Σιγκαπούρης για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση. |
(24) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Σιγκαπούρης που αποτελούνται από το κεφάλαιο 289 του νόμου για τις κινητές αξίες και τις προθεσμιακές πράξεις (Securities and Futures Act) και τους κανονισμούς του 2013 για τις κινητές αξίες και τις προθεσμιακές πράξεις (υποδομές εκκαθάρισης), όπως συμπληρώθηκαν από τη μονογραφία σχετικά με την εποπτεία των υποδομών των χρηματοπιστωτικών αγορών, και ισχύουν για Εγκεκριμένα Γραφεία Εκκαθάρισης (Approved Clearing Houses — «ACH») που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.
(2) Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε επιτροπή για τις υποδομές πληρωμών και αγορών («CPMI»).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/62 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου του Χονγκ Κονγκ για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών
(2014/754/EΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα. |
(2) |
Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ διασφαλίζουν ότι οι CCP που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση, και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση. |
(3) |
Την 1η Σεπτεμβρίου 2013 η Επιτροπή έλαβε τις τεχνικές συμβουλές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») σχετικά με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Χονγκ Κονγκ. Στις τεχνικές συμβουλές προσδιορίστηκαν ορισμένες διαφορές μεταξύ των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, στους CCP στο Χονγκ Κονγκ και των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ωστόσο, η παρούσα απόφαση δεν βασίζεται μόνον σε συγκριτική ανάλυση των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP στο Χονγκ Κονγκ, αλλά επίσης και σε αξιολόγηση του αποτελέσματος αυτών των απαιτήσεων, και της καταλληλότητάς τους για μείωση των κινδύνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, κατά τρόπο που να θεωρείται ισοδύναμος με το αποτέλεσμα των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης. |
(4) |
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό. |
(5) |
Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(6) |
Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις του Χονγκ Κονγκ για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί αποτελούνται από το διάταγμα για τα συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού (Clearing and Settlement Systems Ordinance — «CSSO») και το διάταγμα για τις κινητές αξίες και τις προθεσμιακές πράξεις (Securities and Futures Ordinance — «SFO»). Οι οντότητες που έχουν λάβει άδεια βάσει του CSSO ρυθμίζονται από τη Νομισματική Αρχή του Χονγκ Κονγκ (Hong Kong Monetary Authority — «HKMA») και οι οντότητες που έχουν λάβει άδεια βάσει του SFO ρυθμίζονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγορών του Χονγκ Κονγκ (Securities and Futures Commission — «SFC»). Οι CCP στο Χονγκ Κονγκ έχουν λάβει άδεια λειτουργίας μόνον βάσει του SFO. Η παρούσα απόφαση θα πρέπει, επομένως, να περιοριστεί στο καθεστώς που καθορίζεται βάσει του SFO. |
(7) |
Στο μέρος III του SFO, η SFC διαθέτει την εξουσία να χορηγήσει άδεια CCP ως Αναγνωρισμένου Γραφείου Εκκαθάρισης (Recognised Clearing House — «RCH»). Κατά την εξέταση της αδειοδότησης κεντρικού αντισυμβαλλομένου ως RCH, η SFC πρέπει να λαμβάνει υπόψη το «συμφέρον του επενδυτικού κοινού» και την «ορθή ρύθμιση των αγορών». Η SFC μπορεί επίσης να καθορίζει «τους όρους που θεωρεί ενδεδειγμένους», προτού χορηγήσει άδεια σε συγκεκριμένο CCP ως RCH, και μπορεί να τροποποιεί τους όρους αυτούς με ειδοποίηση, αν «έχει την πεποίθηση ότι είναι σκόπιμο». Κατά τον προσδιορισμό του τι είναι σκόπιμο, η SFC έχει την υποχρέωση να αναφέρεται στις καταστατικές εντολές της, ήτοι τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και τη μείωση του συστημικού κινδύνου. |
(8) |
Στο SFO καθορίζονται τα καθήκοντα και οι απαιτήσεις που πρέπει να εκτελεί και να τηρεί ένα RCH. Η SFC έχει εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το τμήμα 399(1) του SFO («οι κατευθυντήριες γραμμές»), με τις οποίες εφαρμόζονται τα διεθνή πρότυπα που καθορίζονται βάσει των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν, τον Απρίλιο του 2012, από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) («CPSS») και την Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς («IOSCO»). Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον τα RCH τηρούν τις υποχρεώσεις τους βάσει του SFO, η SFC λαμβάνει υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές. Όταν ένα RCH δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του SFO, όπως συμπληρώθηκε με τις κατευθυντήριες γραμμές, η SFC μπορεί να λαμβάνει μέτρα για την επανόρθωση αυτής της κατάστασης. |
(9) |
Η SFO απαιτεί επίσης από τα RCH να καθιερώνουν εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, που απαιτούνται για την ορθή ρύθμιση των υποδομών τους εκκαθάρισης και διακανονισμού, καθώς και για την ορθή ρύθμιση των εκκαθαριστικών μελών τους. Συνεπώς, οι απαιτήσεις του SFO και των κατευθυντηρίων γραμμών τίθενται σε εφαρμογή στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των RCH. Βάσει του SFO, όποιοι εσωτερικοί κανόνες και όποιες διαδικασίες καθιερώνονται από ένα RCH, καθώς και οι τροποποιήσεις τους, πρέπει να εγκρίνονται από τη SFC. |
(10) |
Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις του Χονγκ Κονγκ περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Οι βασικές αρχές για τα RCH, που προβλέπονται στο SFO («οι πρωταρχικοί κανόνες»), συνιστούν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι RCH, προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στο Χονγκ Κονγκ. Οι εν λόγω πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στο Χονγκ Κονγκ. Για να τεκμηριώνεται η συμμόρφωση προς τους πρωταρχικούς κανόνες, ένα RCH πρέπει να υποβάλλει τους εσωτερικούς του κανόνες και διαδικασίες στην SFC, προς έγκριση. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στο Χονγκ Κονγκ, όπου πρέπει να προβλέπονται περιοριστικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το RCH θα πληροί τα εν λόγω πρότυπα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές. Αφού εγκριθούν από την SFC, οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες καθίστανται νομικά δεσμευτικοί για το RCH. |
(11) |
Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τα RCH θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους στα RCH. Το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο. |
(12) |
Το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης τα RCH είναι σημαντικά μικρότερο από εκείνο στο οποίο ασκούν τις δικές τους οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Συγκεκριμένα, κατά την τελευταία τριετία, η ετήσια ονομαστική αξία των καταγεγραμμένων συμβάσεων παραγώγων, που αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο Χονγκ Κονγκ, αντιπροσώπευαν λιγότερο από το ένα τοις εκατό της ετήσιας ονομαστικής αξίας των καταγεγραμμένων συμβάσεων παραγώγων, που αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην Ένωση. Κατά την ίδια περίοδο, η χρηματιστηριακή αξία των τίτλων που αποτέλεσαν αντικείμενο χρηματιστηριακής διαπραγμάτευσης στο Χονγκ Κονγκ αντιπροσώπευε, κατά μέσο όρο, λιγότερο από το είκοσι πέντε τοις εκατό της χρηματιστηριακής αξίας στην Ένωση. Εξάλλου, η εκκαθάριση από τα RCH πιο πολύπλοκων προϊόντων, όπως τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο, αφού οι υπηρεσίες εκκαθάρισης για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μόλις ξεκίνησαν, στις 25 Νοεμβρίου 2013. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε RCH εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση. |
(13) |
Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τα RCH μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες, όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για τα RCH, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, που θέτουν σε εφαρμογή τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στο Χονγκ Κονγκ και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(14) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ διασφαλίζουν ότι τα RCH που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(15) |
Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(16) |
Η SFC διενεργεί συνεχή παρακολούθηση της συμμόρφωσης των RCH με τις απαιτήσεις διαχείρισης κινδύνων, μέσω της επιτήρησης και των διαδικασιών εξέτασης βάσει κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας. Η SFC έχει στη διάθεσή της πρόσθετα μέσα για την επιβολή της συμμόρφωσης. Ειδικότερα, η SFC διαθέτει την εξουσία να κατευθύνει τα RCH στην παύση παροχής υπηρεσιών ή λειτουργίας των υποδομών εκκαθάρισης ή διακανονισμού ή να ανακαλέσει την άδειά τους.. Επιπλέον, η SFC μπορεί επίσης να ζητεί από τα RCH να επιφέρουν ορισμένες τροποποιήσεις στους κανόνες τους, όπως κρίνεται αναγκαίο, και είναι εξουσιοδοτημένη να προβαίνει σε τροποποιήσεις των κανόνων αυτών μονομερώς, εάν το σχετικό RCH δεν συμμορφωθεί με το αίτημα. Η SFC διαθέτει την εξουσία να ζητεί από τα RCH να προσκομίζουν τα βιβλία και τα αρχεία που τηρούνται από αυτά, σε σχέση με ή για τους σκοπούς των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους ή σε σχέση με οποιεσδήποτε ρυθμίσεις εκκαθάρισης και διακανονισμού, για οποιεσδήποτε συναλλαγές κινητών αξιών ή προθεσμιακών συμβολαίων, καθώς και να παρέχουν και άλλες πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρηματικές δραστηριότητές τους ή με οποιεσδήποτε ρυθμίσεις εκκαθάρισης και διακανονισμού, για οποιεσδήποτε συναλλαγές κινητών αξιών ή προθεσμιακών συμβολαίων, που η SFC μπορεί ευλόγως να απαιτήσει για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Η παράλειψη παροχής των εν λόγω πληροφοριών ή εγγράφων, χωρίς εύλογη αιτιολόγηση, μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή προστίμων. |
(17) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ, όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(18) |
Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»). |
(19) |
Για να λειτουργεί μια οντότητα ως CCP στο Χονγκ Κονγκ, απαιτείται είτε να έχει χαρακτηριστεί ως RCH είτε να έχει αναγνωριστεί ως πάροχος «Υπηρεσιών Αυτοματοποιημένης Διαπραγμάτευσης» (Automated Trading Services — «ATS»), βάσει του SFO. Οι ATS ορίζονται ως οντότητες που παρέχουν, με ηλεκτρονικά μέσα, υπηρεσίες για διαπραγμάτευση ή εκκαθάριση κινητών αξιών ή προθεσμιακών συμβάσεων. Τον Μάρτιο του 2014 το Νομοθετικό Συμβούλιο του Χονγκ Κονγκ ψήφισε τροποποιητικό διάταγμα για την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ορισμού των ATS, προκειμένου να συμπεριληφθούν και εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. |
(20) |
Το καθεστώς ATS αρμόζει σε CCP τρίτων χωρών που επιθυμούν να παρέχουν υπηρεσίες σε συμμετέχοντες στο Χονγκ Κονγκ. Οι CCP τρίτων χωρών μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για αναγνώριση στο Χονγκ Κονγκ ως ATS, βάσει της οποίας τους επιτρέπεται να παρέχουν στο Χονγκ Κονγκ τις ίδιες υπηρεσίες με εκείνες που έχουν την άδεια να παρέχουν στην τρίτη χώρα. |
(21) |
Κατά την εξέταση της αίτησης ATS από CCP τρίτης χώρας, η SFC αξιολογεί τη συμμόρφωση του CCP τρίτης χώρας, λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς τις PFMI. Απαιτείται επίσης η σύναψη Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της SFC και της αρμόδιας εποπτικής αρχής της τρίτης χώρας, του αιτούντος κεντρικού αντισυμβαλλομένου, πριν από την έγκριση της αίτησης ATS, καθώς η SFC εξαρτάται από τη ρυθμιστική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής για την καθημερινή εποπτεία του CCP τρίτης χώρας. |
(22) |
Παρότι σημειώνεται ότι η δομή της διαδικασίας αναγνώρισης που προβλέπεται στο νομοθετικό καθεστώς του Χονγκ Κονγκ για CCP τρίτων χωρών διαφέρει από τη διαδικασία που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, θα πρέπει, ωστόσο, να θεωρηθεί ότι προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών. |
(23) |
Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ σχετικά με τα RCH, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή, κατόπιν ενημέρωσης από την ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου του Χονγκ Κονγκ για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση. |
(24) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Χονγκ Κονγκ, που αποτελούνται από το διάταγμα για τις κινητές αξίες και τις προθεσμιακές πράξεις (Securities and Futures Ordinance — «SFO»), όπως συμπληρώθηκε από τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδόθηκαν σύμφωνα με το τμήμα 399(1) του SFO, και ισχύει για Αναγνωρισμένα Γραφεία Εκκαθάρισης (Recognised Clearing Houses — «RCH»), που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.
(2) Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014 η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών («CPMI»).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/66 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Οκτωβρίου 2014
σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Αυστραλίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών
(2014/755/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα. |
(2) |
Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας διασφαλίζουν ότι οι CCP που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση. |
(3) |
Την 1η Σεπτεμβρίου 2013 η Επιτροπή έλαβε τις τεχνικές συμβουλές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») σχετικά με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αυστραλία. Οι τεχνικές συμβουλές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όλες οι διατάξεις του τίτλου IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αναπαράγονται από αντίστοιχες νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις οι οποίες ισχύουν, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αυστραλία. |
(4) |
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό. |
(5) |
Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(6) |
Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Αυστραλίας για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί είναι ο νόμος περί εταιρειών του 2001 («Corporations Act»), ο οποίος, από κοινού με τους κανονισμούς περί εταιρειών του 2001 («Corporations Regulations»), θεσπίζει το νομικό πλαίσιο για τις υποδομές εκκαθάρισης και διακανονισμού («υποδομές CS»). Το μέρος 7.3 του νόμου περί εταιρειών προβλέπει ότι, πριν από τη χορήγηση άδειας για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της εκκαθάρισης ή του διακανονισμού, ο υπουργός πρέπει να διαβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, ότι ο εν λόγω CCP διαθέτει κατάλληλους κανόνες και διαδικασίες λειτουργίας που είναι σύμφωνοι με τις ισχύουσες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις, ώστε να εξασφαλίζεται, όσο είναι λογικά εφικτό, ότι ο συστημικός κίνδυνος είναι μειωμένος και ότι ο CCP λειτουργεί με ορθό και αποτελεσματικό τρόπο. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πρέπει επίσης να διαθέτει κατάλληλες ρυθμίσεις για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων και για την επιβολή των εσωτερικών του κανόνων και διαδικασιών. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Αυστραλίας (εφεξής «ASIC») και η Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας («RBA») συμβουλεύουν τον υπουργό για τη χορήγηση αδειών στις υποδομές CS και για την έγκριση αλλαγών των εσωτερικών τους κανόνων και διαδικασιών, και έχουν την ευθύνη αξιολόγησης, και στην περίπτωση της ASIC επιβολής, της συμμόρφωσης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων προς τις υποχρεώσεις τους, στο πλαίσιο του νόμου περί εταιρειών. |
(7) |
Η ASIC παρέχει ρυθμιστική καθοδήγηση στις ρυθμιζόμενες οντότητες, για να εξηγήσει ειδικά θέματα που καλύπτονται ήδη από τη νομοθεσία. Συγκεκριμένα, η ASIC αναθεώρησε τις ρυθμιστικές οδηγίες της για την αδειοδότηση και την εποπτεία των αδειών των υποδομών CS, τον Δεκέμβριο του 2012, στο πλαίσιο του επικαιροποιημένου ρυθμιστικού οδηγού 211 «Clearing and settlement facilities: Australian and overseas operators» («RG 211»). Ο RG 211 της ASIC εφαρμόζει τις αρχές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν τον Απρίλιο του 2012 από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) («CPSS») και τη Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς («IOSCO»), οι οποίες είναι σχετικές με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον νόμο περί εταιρειών, και παρέχει οδηγίες στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σχετικά με το πώς να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του νόμου περί εταιρειών. Ως εκ τούτου, η παράλειψη συμμόρφωσης με τον νόμο περί εταιρειών, όπως εξηγείται στον RG 211, θα μπορούσε να συνεπάγεται ενέργειες επιβολής μέτρων και κυρώσεων. |
(8) |
Η RBA έχει την εξουσία, δυνάμει του νόμου περί εταιρειών, να καθορίζει πρότυπα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι CCP λειτουργούν με τρόπο που να επιφέρει ή να προωθεί τη συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Αυστραλίας. Συγκεκριμένα, τον Νοέμβριο του 2012, το Συμβούλιο του Συστήματος Πληρωμών της RBA ενέκρινε τον προσδιορισμό νέων προτύπων χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, τα πρότυπα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους («FSS»), τα οποία περιλαμβάνουν 21 πρότυπα για CCP, με συνοδευτικά υπο-πρότυπα και καθοδήγηση. Εκτός από ορισμένα υπο-πρότυπα, που τέθηκαν σε ισχύ στις 31 Μαρτίου 2014, τα FSS τέθηκαν σε ισχύ τον Μάρτιο του 2013. Τα FSS πρέπει να τηρούνται από όλους τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με άδεια λειτουργίας. |
(9) |
Οι βασικές αρχές για υποδομές CS, όπως αναφέρονται στο μέρος 7.3 του νόμου περί εταιρειών και των κανονισμών περί εταιρειών, όπως εξηγείται στο πλαίσιο του RG 211 της ASIC, και τα FSS που έχουν προσδιοριστεί από την RBA (από κοινού «οι πρωταρχικοί κανόνες»), συνιστούν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στην Αυστραλία. Οι εν λόγω πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στην Αυστραλία. Προκειμένου να συμμορφωθούν με τους πρωταρχικούς κανόνες, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι καθιερώνουν, επιπλέον, τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, που πρέπει να συμφωνούν με τις ειδικές απαιτήσεις που ορίζει ο νόμος περί εταιρειών και οι κανονισμοί περί εταιρειών, όπως εξηγείται στον RG 211, και τα FSS, και υποβάλλονται στον υπουργό πριν από τη χορήγηση άδειας ως υποδομής CS. Οι αλλαγές στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των CCP πρέπει να κοινοποιούνται στον υπουργό. Ο υπουργός μπορεί να απορρίψει τις αλλαγές στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των CCP. Οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των CCP έχουν το αποτέλεσμα σύμβασης και είναι νομικά δεσμευτικοί(-ές) για τους CCP και τους αντίστοιχους συμμετέχοντες σε αυτούς. |
(10) |
Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που καθορίζονται στους πρωταρχικούς κανόνες, που εφαρμόζονται στους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αυστραλία παράγουν ουσιαστικά αποτελέσματα ισοδύναμα με εκείνα των απαιτήσεων που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(11) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. |
(12) |
Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(13) |
Οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αυστραλία υπόκεινται σε συνεχή έλεγχο και εποπτεία από την ASIC και την RBA. Η ASIC είναι αρμόδια για την επιβολή της συμμόρφωσης των CCP με τις υποχρεώσεις τους βάσει του νόμου περί εταιρειών και, εν προκειμένω, διενεργεί περιοδικές αξιολογήσεις της συμμόρφωσης από τους CCP με τις υποχρεώσεις της άδειάς τους, πέραν των υποχρεώσεών τους σχετικά με τα FSS και τη μείωση του συστημικού κινδύνου, και ιδίως με το καθήκον τους να ενεργούν με ορθό και αποτελεσματικό τρόπο, στον βαθμό που είναι εύλογο, και υποβάλλει έκθεση στον υπουργό, η οποία δημοσιεύεται. Η RBA παρακολουθεί τη συμμόρφωση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων προς τις υποχρεώσεις τους, που απορρέουν από τις αντίστοιχες άδειές τους, και σχετικά με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τη μείωση του συστημικού κινδύνου, διενεργεί περιοδικές αξιολογήσεις συμμόρφωσης κάθε κεντρικού αντισυμβαλλομένου προς τα FSS και υποβάλλει έκθεση στον υπουργό, η οποία επίσης δημοσιεύεται. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αυστραλία μπορεί να δέχονται γραπτές οδηγίες από τον υπουργό και από την ASIC. Εάν ο CCP δεν συμμορφωθεί με τις γραπτές οδηγίες, η ASIC μπορεί να προσφύγει στη δικαιοσύνη, η οποία μπορεί να διατάξει τον CCP να συμμορφωθεί με τη γραπτή οδηγία. |
(14) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση. |
(15) |
Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»). |
(16) |
Οι CCP τρίτων χωρών μπορούν να υποβάλουν αίτηση για «άδεια υπερπόντιας υποδομής εκκαθάρισης και διακανονισμού» («άδεια υπερπόντιου CCP»), βάσει της οποίας τους επιτρέπεται να παρέχουν στην Αυστραλία ορισμένες ή όλες τις υπηρεσίες εκκαθάρισης που έχουν την άδεια να παρέχουν στη χώρα καταγωγής τους. |
(17) |
Τα κριτήρια που εφαρμόζονται σε CCP τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση για άδεια υπερπόντιου CCP στην Αυστραλία είναι συγκρίσιμα με εκείνα που προβλέπονται για τους CCP τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση για αναγνώριση, δυνάμει του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ως προϋπόθεση για την αναγνώριση, το ρυθμιστικό καθεστώς της τρίτης χώρας, στην οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας ο CCP πρέπει να θεωρείται ως «επαρκώς ισοδύναμο», σε σχέση με τον βαθμό προστασίας από τους συστημικούς κινδύνους και το επίπεδο της αποτελεσματικότητας και της αρτιότητας των υπηρεσιών το οποίο επιτυγχάνει, με το ρυθμιστικό καθεστώς της Αυστραλίας για συγκρίσιμους εγχώριους CCP. Η αξιολόγηση της «επαρκούς ισοδυναμίας» περιλαμβάνει παρόμοιες εκτιμήσεις με εκείνες που αξιολογούνται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Απαιτείται επίσης η καθιέρωση ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ των αυστραλιανών αρχών και των σχετικών εποπτικών αρχών της αλλοδαπής, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια υπερπόντιου CCP. |
(18) |
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας προβλέπουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών. |
(19) |
Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας σχετικά με CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή, κατόπιν ενημέρωσης από την ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου της Αυστραλίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση. |
(20) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Αυστραλίας οι οποίες εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, οι οποίες αποτελούνται από το μέρος 7.3 του νόμου περί εταιρειών (Corporations Act) του 2001 και τους κανονισμούς περί εταιρειών (Corporations Regulations) του 2001, όπως εξηγείται στο πλαίσιο ρυθμιστικών κατευθύνσεων (Regulatory Guidance) 211 «Clearing and settlement facilities: Australian and overseas operators», καθώς και τα πρότυπα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.
(2) Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών («CPMI»).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/69 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 29ης Οκτωβρίου 2014
για τους περιορισμούς στις εγκρίσεις για βιοκτόνα που περιέχουν IPBC και propiconazole, οι οποίοι γνωστοποιήθηκαν από τη Γερμανία σύμφωνα με την οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 7909]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2014/756/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 36 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το παράρτημα I της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) περιέχει τον κατάλογο των δραστικών ουσιών που έχουν εγκριθεί σε ενωσιακό επίπεδο ως συστατικά βιοκτόνων. Με τις οδηγίες της Επιτροπής 2008/78/ΕΚ (3) και 2008/79/ΕΚ (4) προστέθηκαν οι δραστικές ουσίες propiconazole και IPBC, αντίστοιχα, για χρήση στον τύπο προϊόντων 8, συντηρητικά ξύλου, που ορίζεται στο παράρτημα V της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Κατά συνέπεια, δυνάμει του άρθρου 86 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, οι εν λόγω ουσίες είναι εγκεκριμένες δραστικές ουσίες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 98/8/ΕΚ, η εταιρεία Janssen PMP υπέβαλε αιτήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο για την έγκριση τριών βιοκτόνων προϊόντων, συντηρητικών ξύλου, που περιέχουν IPBC και propiconazole («τα επίμαχα προϊόντα»). Οι εγκρίσεις προϊόντων που έχουν χορηγηθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο κάλυπταν διάφορες μεθόδους εφαρμογής, περιλαμβανομένης της αυτοματοποιημένης εμβάπτισης για βιομηχανική χρήση και του ψεκασμού (σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους) για επαγγελματική και μη επαγγελματική χρήση. Στη συνέχεια, ορισμένα κράτη μέλη ενέκριναν τα επίμαχα προϊόντα μέσω της διαδικασίας αμοιβαίας αναγνώρισης. |
(3) |
Η Janssen PMP («ο αιτών») υπέβαλε πλήρεις αιτήσεις στη Γερμανία για την αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων των επίμαχων προϊόντων που χορηγήθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο. |
(4) |
Στις 28 Αυγούστου 2013 η Γερμανία γνωστοποίησε στην Επιτροπή, στα λοιπά κράτη μέλη και στον αιτούντα την πρόθεσή της να επιβάλει περιορισμούς στις εγκρίσεις, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Η Γερμανία θεωρεί ότι τα επίμαχα προϊόντα δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ όσον αφορά την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. |
(5) |
Σύμφωνα με τη Γερμανία, η έγκριση της μεθόδου εφαρμογής με ψεκασμό σε εξωτερικούς χώρους δεν είχε αξιολογηθεί καταλλήλως από το Ηνωμένο Βασίλειο όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς κινδύνους. Η αξιολόγηση την οποία πραγματοποίησε η Γερμανία για τα τρία προϊόντα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι κίνδυνοι είναι μη αποδεκτοί για το απώτερο έδαφος. |
(6) |
Επίσης, η Γερμανία θεωρεί ότι, για ένα από τα προϊόντα, η εφαρμογή με αυτοματοποιημένη εμβάπτιση θα πρέπει να περιορίζεται σε συστήματα με επαρκώς υψηλό βαθμό αυτοματισμού, λόγω μη αποδεκτών κινδύνων για την υγεία των επαγγελματιών χρηστών. |
(7) |
Η Επιτροπή κάλεσε τα λοιπά κράτη μέλη και τον αιτούντα να υποβάλουν γραπτώς παρατηρήσεις σχετικά με τις γνωστοποιήσεις εντός 90 ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Παρατηρήσεις υποβλήθηκαν εντός της προθεσμίας αυτής από τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τον αιτούντα. Η γνωστοποίηση συζητήθηκε επίσης στις 24 Σεπτεμβρίου 2013 μεταξύ της Επιτροπής και των αρμόδιων για τα βιοκτόνα προϊόντα αρχών των κρατών μελών, κατά τη συνεδρίαση της ομάδας συντονισμού, που συστάθηκε βάσει του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. |
(8) |
Σε ό,τι αφορά τους κινδύνους για το περιβάλλον, από τις εν λόγω συζητήσεις και παρατηρήσεις προκύπτει ότι τα συμπεράσματα της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που διενεργήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο διαμορφώθηκαν με βάση το σχετικό σενάριο της Series on Emission Scenario Documents of the Organisation for Economic Co-operation and Development (OECD) (Σειρά εγγράφων του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης — ΟΟΣΑ) για τα σενάρια εκπομπών (5) που ήταν διαθέσιμο κατά τη στιγμή της αξιολόγησης. |
(9) |
Από τα ανωτέρω προκύπτει επίσης ότι τα συμπεράσματα της Γερμανίας βασίζονται σε αναθεωρημένο σενάριο της σειράς OECD Series on Emission Scenario Documents (6), το οποίο έγινε διαθέσιμο μετά τη χορήγηση των εγκρίσεων από το Ηνωμένο Βασίλειο και τη γνωστοποίηση που υπέβαλε η Γερμανία. |
(10) |
Επιπλέον, σύμφωνα με κατευθυντήριες γραμμές που έχουν συμφωνηθεί από την 47η συνεδρίαση των αντιπροσώπων των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών για την εφαρμογή της οδηγίας 98/8/ΕΚ για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (7), νέες κατευθυντήριες γραμμές είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον ήταν διαθέσιμες πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για την έγκριση προϊόντος, εκτός αν η επιστημονική πρόοδος δείξει ότι η εξάρτηση από τις παλιές κατευθυντήριες γραμμές προκαλεί σοβαρές ανησυχίες. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές προβλέπουν περαιτέρω ότι μια σοβαρή ανησυχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναθεώρηση των υφιστάμενων εγκρίσεων. Ωστόσο, ούτε το Ηνωμένο Βασίλειο ούτε τα άλλα κράτη μέλη που έχουν εγκρίνει τα προϊόντα μέσω της διαδικασίας αμοιβαίας αναγνώρισης έκριναν ότι η ανησυχία αυτή δικαιολογεί την αναθεώρηση των υφιστάμενων εγκρίσεων. |
(11) |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή υποστηρίζει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης που διενεργήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο και τα άλλα κράτη μέλη που έχουν εγκρίνει τα προϊόντα μέσω της αμοιβαίας αναγνώρισης, θεωρώντας ότι τα επίμαχα προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις που έχουν τεθεί με το άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ όσον αφορά το περιβάλλον. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι το αίτημα της Γερμανίας για περιορισμό των εγκρίσεων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν. |
(12) |
Όσον αφορά την εφαρμογή με αυτοματοποιημένη εμβάπτιση, η Επιτροπή θεωρεί ότι το επίμαχο προϊόν θα πρέπει να υπόκειται στις διατάξεις που θεσπίζονται με προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής (8) σχετικά με την προστασία της υγείας των επαγγελματιών χρηστών κατά την εφαρμογή προϊόντων που περιέχουν IPBC με την εν λόγω μέθοδο εφαρμογής. Κατά συνέπεια, το επίμαχο προϊόν θα πρέπει να εγκρίνεται με την επιφύλαξη των οδηγιών που αναγράφονται στην επισήμανση και περιορίζουν τη χρήση σε μεθόδους πλήρως αυτοματοποιημένης εμβάπτισης και η έγκριση του προϊόντος θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(13) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 εφαρμόζεται για τα επίμαχα προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Αφού η νομική βάση της παρούσας απόφασης είναι το άρθρο 36 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, η παρούσα απόφαση θα πρέπει να απευθύνεται σε όλα τα κράτη μέλη, δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού. |
(14) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα βιοκτόνα προϊόντα, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στα προϊόντα που προσδιορίζονται από τους ακόλουθους αριθμούς αναφοράς της αίτησης στο κράτος μέλος αναφοράς, όπως προβλέπεται από το Μητρώο Βιοκτόνων:
2010/2709/7626/UK/AA/8666
2010/2709/8086/UK/AA/9499
2010/2709/7307/UK/AA/8801
Άρθρο 2
Η πρόθεση της Γερμανίας να μην εγκρίνει τα βιοκτόνα που αναφέρονται στο άρθρο 1, για ψεκασμό σε εξωτερικούς χώρους, απορρίπτεται.
Άρθρο 3
Όπου χρησιμοποιούνται για αυτοματοποιημένη εμβάπτιση, οι εγκρίσεις βιοκτόνων που προσδιορίζονται από την αίτηση με τον αριθμό αναφοράς 2010/2709/7626/UK/AA/8666 περιλαμβάνουν τον όρο ότι η επισήμανση των προϊόντων περιέχει την ακόλουθη οδηγία:
«Το προϊόν (όνομα του προϊόντος) πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε πλήρως αυτοματοποιημένες διεργασίες εμβάπτισης, όπου όλα τα στάδια της επεξεργασίας και της διαδικασίας στεγνώματος είναι μηχανοποιημένα και δεν εκτελείται καμία χειρωνακτική διακίνηση, ακόμη και όταν τα είδη που υπέστησαν επεξεργασία μεταφέρονται μέσω της δεξαμενής εμβάπτισης στον χώρο αποστράγγισης/στεγνώματος και αποθήκευσης (αν η επιφάνειά τους δεν είναι ήδη στεγνή πριν από τη μεταφορά στον χώρο αποθήκευσης). Όπου ενδείκνυται, τα ξύλινα είδη προς επεξεργασία πρέπει να είναι πλήρως ασφαλισμένα (π.χ. μέσω ιμάντων τάνυσης ή διατάξεων στερέωσης) πριν από την επεξεργασία και κατά τη διεργασία εμβάπτισης, ενώ δεν πρέπει να διακινούνται χειρωνακτικά μέχρις ότου να στεγνώσει η επιφάνεια των ειδών που υπέστησαν επεξεργασία.»
Άρθρο 4
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Janez POTOČNIK
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.
(2) Οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1).
(3) Οδηγία 2008/78/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την καταχώριση της προπικοναζόλης (propiconazole) ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας (ΕΕ L 198 της 26.7.2008, σ. 44).
(4) Οδηγία 2008/79/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την καταχώριση του βουτυλοκαρβαμιδικού 3-ιωδοπροπιν-2-υλίου (IPBC) ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα I (ΕΕ L 200 της 29.7.2008, σ. 12).
(5) Βλ. Emission scenarios for outdoor treatments από το μέρος II του OECD Emission Scenario Document (ESD) for Wood Preservatives (2003), διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο http://echa.europa.eu/documents/10162/16908203/pt8_wood_preservatives_2_en.pdf
(6) Βλ. Outdoor spraying emission scenario από το OECD Revised Emission Scenario Document for Wood Preservatives [ENV/JM/MONO(2013)21], διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο http://search.oecd.org/officialdocuments/displaydocumentpdf/?cote=env/jm/mono(2013)21&doclanguage=en
(7) Βλ. έγγραφο CA-July12-Doc.6.2d — Final για τη συνάφεια των νέων κατευθυντήριων γραμμών που γίνονται διαθέσιμες στη διάρκεια της διαδικασίας έγκρισης και αμοιβαίας αναγνώρισης εγκρίσεων βιοκτόνων, διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο https://circabc.europa.eu/w/browse/03bce60b-cf04-49aa-8172-e9c6a75205a7
(8) Εκτελεστική απόφαση 2014/402/ΕΕ της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2014, για τους περιορισμούς στις εγκρίσεις βιοκτόνων που περιέχουν IPBC, που γνωστοποιήθηκε από τη Γερμανία σύμφωνα με την οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 188 της 27.6.2014, σ. 85).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/72 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 29ης Οκτωβρίου 2014
για τους περιορισμούς στις εγκρίσεις βιοκτόνων που περιέχουν IPBC, που γνωστοποιήθηκαν από τη Γερμανία σύμφωνα με την οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 7914]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2014/757/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 36 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το παράρτημα I της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) περιέχει τον κατάλογο των δραστικών ουσιών που έχουν εγκριθεί σε ενωσιακό επίπεδο ως συστατικά βιοκτόνων Με την οδηγία 2008/79/ΕΚ (3). της Επιτροπής προστέθηκε η δραστική ουσία IPBC για χρήση σε προϊόντα που ανήκουν στον τύπο προϊόντων 8, συντηρητικά ξύλου, όπως αυτός ορίζεται στο παράρτημα V της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Δυνάμει του άρθρου 86 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, η ουσία αυτή είναι, επομένως, μια εγκεκριμένη δραστική ουσία που περιλαμβάνεται στον κατάλογο ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 98/8/ΕΚ, η εταιρεία ISP Cologne Holding GmbH υπέβαλε στις 22 Δεκεμβρίου 2010 αίτηση στη Δανία για την έγκριση ενός βιοκτόνου συντηρητικού ξύλου που περιέχει IPBC (βουτυλοκαρβαμιδικό ιωδοπροπινύλιο) («το επίμαχο προϊόν»). Η Δανία ενέκρινε το επίμαχο προϊόν στις 19 Δεκεμβρίου 2011 τις κλάσεις χρήσης 2 και 3 του κατεργασμένου ξύλου, όπως περιγράφεται στις Τεχνικές Σημειώσεις για Κατευθυντήριες Οδηγίες Αξιολόγησης Προϊόντων (4). Η άδεια προϊόντος καλύπτει διάφορες μεθόδους εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της αυτοματοποιημένης εμβάπτισης για επαγγελματική χρήση. Στη συνέχεια, δύο κράτη μέλη ενέκριναν το επίμαχο προϊόν μέσω της διαδικασίας αμοιβαίας αναγνώρισης. |
(3) |
Η ISP Cologne Holding GmbH («ο αιτών») υπέβαλε στις 20 Φεβρουαρίου 2012 μια πλήρη αίτηση στη Γερμανία για την αμοιβαία αναγνώριση της έγκρισης του επίμαχου προϊόντος που χορηγήθηκε από τη Δανία. |
(4) |
Στις 30 Αυγούστου 2013 η Γερμανία γνωστοποίησε στην Επιτροπή, στα λοιπά κράτη μέλη και στον αιτούντα την πρότασή της για περιορισμό της έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Η Γερμανία θεωρεί ότι το επίμαχο προϊόν δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ όσον αφορά την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. |
(5) |
Κατά την άποψη της Γερμανίας, η αξιολόγηση που πραγματοποίησε η Δανία δεν αντιμετώπιζε κατάλληλα τις περιβαλλοντικές ανησυχίες που εκφράστηκαν σχετικά με το επίμαχο προϊόν. Η εκτίμηση περιβαλλοντικού κινδύνου που διενεργήθηκε από τη Γερμανία για την ωφέλιμη διάρκεια ζωής του κατεργασμένου ξύλου σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της κατηγορίας χρήσης 3 κατέληξε σε μη αποδεκτό κίνδυνο για το έδαφος κατά την ημέρα 30 («χρονική περίοδος 1»), ανεξάρτητα από τη μέθοδο εφαρμογής. Ως εκ τούτου, η Γερμανία προτείνει να μην επιτραπεί η χρήση ξύλου που έχει υποστεί κατεργασία με το επίμαχο προϊόν σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της κατηγορίας χρήσης 3. |
(6) |
Επίσης, η Γερμανία θεωρεί ότι η εφαρμογή με εμβάπτιση πρέπει να περιορίζεται σε αυτοματοποιημένα συστήματα με ένα επαρκώς υψηλό βαθμό αυτοματισμού λόγω απαράδεκτων κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία σε επαγγελματίες χρήστες. |
(7) |
Η Επιτροπή κάλεσε τα λοιπά κράτη μέλη και τον αιτούντα να υποβάλουν γραπτώς παρατηρήσεις σχετικά με τη γνωστοποίηση εντός 90 ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Σχόλια εντός της προθεσμίας υπέβαλαν η Γερμανία, η Δανία και ο αιτών. Η γνωστοποίηση συζητήθηκε επίσης μεταξύ της Επιτροπής και των αρμόδιων για τα βιοκτόνα προϊόντα αρχών των κρατών μελών στις 24 Σεπτεμβρίου 2013, κατά τη συνεδρίαση της ομάδας συντονισμού που συστάθηκε βάσει του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. |
(8) |
Σε ό, τι αφορά τους κινδύνους για το περιβάλλον, από τις εν λόγω συζητήσεις και παρατηρήσεις προκύπτει ότι η αξιολόγηση που διενεργείται από τη Δανία είναι συμβατή με τις ισχύουσες οδηγίες (5). Όπου εντοπίζεται κίνδυνος κατά την περίοδο 1 ως αποτέλεσμα της πλέον απαισιόδοξης υπόθεσης, η ασφαλής χρήση του ξύλου που έχει υποστεί επεξεργασία σύμφωνα με τις προϋποθέσεις των κατηγοριών χρήσης 2 και 3 μπορεί να τεκμαίρεται, όταν η επικινδυνότητα για το περιβάλλον στο τέλος της ωφέλιμης ζωής θεωρείται αποδεκτή. |
(9) |
Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι οι περιπτώσεις όπου εντοπίζεται μη αποδεκτός κίνδυνος σε χρόνο 1 βρίσκονται επί του παρόντος υπό συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να καθοριστεί μια εναρμονισμένη προσέγγιση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή θεωρεί ότι έως ότου μια τέτοια προσέγγιση εγκριθεί επισήμως, τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του επίμαχου προϊόντος από τη Δανία θα πρέπει να θεωρούνται έγκυρα μέχρι την ανανέωση της άδειας κυκλοφορίας του προϊόντος. |
(10) |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή υποστηρίζει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης που διενεργήθηκε από τη Δανία και τα άλλα κράτη μέλη που έχουν εγκρίνει το προϊόν μέσω της αμοιβαίας αναγνώρισης, θεωρώντας ότι το επίμαχο προϊόν πληροί τις απαιτήσεις που έχουν τεθεί με το άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ όσον αφορά το περιβάλλον. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι το αίτημα της Γερμανίας για περιορισμό της έγκρισης δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν. |
(11) |
Όσον αφορά την εφαρμογή με αυτοματοποιημένη εμβάπτιση, η Επιτροπή φρονεί ότι το επίμαχο προϊόν θα πρέπει να υπόκειται στις διατάξεις που θεσπίζονται με προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής (6) σχετικά με την προστασία της υγείας των επαγγελματιών χρηστών κατά την εφαρμογή των προϊόντων που περιέχουν IPBC με την εν λόγω μέθοδο εφαρμογής. Κατά συνέπεια, το επίμαχο προϊόν πρέπει να εγκρίνεται με την επιφύλαξη των οδηγιών που αναγράφονται στην επισήμανση και περιορίζουν τη χρήση σε μεθόδους πλήρως αυτοματοποιημένης εμβάπτισης και η έγκριση του προϊόντος θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(12) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 εφαρμόζεται για τα επίμαχα προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Αφού η νομική βάση της παρούσας απόφασης είναι το άρθρο 36 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, η παρούσα απόφαση απευθύνεται σε όλα τα κράτη μέλη, δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού. |
(13) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα βιοκτόνα προϊόντα, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στα προϊόντα που προσδιορίζονται από τον ακόλουθο αριθμό αναφοράς της αίτησης στο κράτος μέλος αναφοράς, όπως προβλέπεται από το Μητρώο Βιοκτόνων:
2010/5411/6906/DK/AA/8325
Άρθρο 2
Η πρόταση της Γερμανίας για περιορισμό της έγκρισης που χορηγήθηκε από τη Δανία στις 19 Δεκεμβρίου 2011, για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1, απορρίπτεται.
Άρθρο 3
Στην περίπτωση που τα βιοκτόνα χρησιμοποιούνται για αυτοματοποιημένη εμβάπτιση οι εγκρίσεις των προϊόντων που προσδιορίζονται από την αίτηση με τον αριθμό αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 1 περιλαμβάνουν τον όρο ότι η επισήμανση των προϊόντων περιέχει την ακόλουθη οδηγία:
«Το προϊόν (όνομα του προϊόντος) πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε πλήρως αυτοματοποιημένες διεργασίες εμβάπτισης, όπου όλα τα στάδια της επεξεργασίας και της διαδικασίας στεγνώματος είναι μηχανοποιημένα και δεν εκτελείται καμία χειρωνακτική διακίνηση, ακόμη και όταν τα είδη που υπέστησαν επεξεργασία μεταφέρονται μέσω της δεξαμενής εμβάπτισης στον χώρο αποστράγγισης/στεγνώματος και αποθήκευσης (αν η επιφάνειά τους δεν είναι ήδη στεγνή πριν από τη μεταφορά στον χώρο αποθήκευσης). Όπου είναι δυνατόν, τα ξύλινα είδη προς επεξεργασία πρέπει να είναι πλήρως ασφαλισμένα (π.χ. μέσω ιμάντων τάνυσης ή διατάξεων στερέωσης) πριν από την επεξεργασία και κατά τη διεργασία εμβάπτισης, ενώ δεν πρέπει να διακινούνται χειρωνακτικά μέχρις ότου η επιφάνεια των ειδών που υπέστησαν επεξεργασία είναι στεγνή.»
Άρθρο 4
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Janez POTOČNIK
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.
(2) Οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1).
(3) Οδηγία 2008/79/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την καταχώριση της ουσίας IPBC ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα I (ΕΕ L 200 της 29.7.2008, σ. 12).
(4) Διατίθενται στη δικτυακή θέση http://echa.europa.eu/documents/10162/16960215/bpd_guid_tnsg-product-evaluation_en.pdf
(5) Εργαστηριακή έκθεση απόπλυσης (Arona, Ιταλία, 13-14 Ιουνίου 2005), που διατίθεται στον ιστότοπο http://ihcp.jrc.ec.europa.eu/our_activities/public-health/risk_assessment_of_Biocides/doc/ESD/ESD_PT/PT_08/PT_8_Leaching_Workshop_2005.pdf/at_download/file
(6) Εκτελεστική απόφαση 2014/402/ΕΕ της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2014, για τους περιορισμούς στις εγκρίσεις βιοκτόνων που περιέχουν IPBC, που γνωστοποιήθηκε από τη Γερμανία σύμφωνα με την οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 188 της 27.6.2014, σ. 85).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/75 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 29ης Οκτωβρίου 2014
για την απόρριψη της άρνησης έγκρισης βιοκτόνου, που κοινοποιήθηκε από τη Γερμανία σύμφωνα με την οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 7915]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2014/758/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 36 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το παράρτημα I της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) περιέχει τον κατάλογο των δραστικών ουσιών που έχουν εγκριθεί σε ενωσιακό επίπεδο ως συστατικά βιοκτόνων. Με τις οδηγίες της Επιτροπής 2008/78/ΕΚ (3), 2008/79/ΕΚ (4) και 2008/86/ΕΚ (5) προστίθενται οι δραστικές ουσίες προπικοναζόλη (propiconazole), βουτυλοκαρβαμιδικό 3-ιωδο-2-προπινύλιο (IPBC) και τεβουκοναζόλη (tebuconazole), αντιστοίχως, για χρήση στον τύπο προϊόντων 8, συντηρητικά ξύλου, που ορίζεται στο παράρτημα V της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Δυνάμει του άρθρου 86 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, οι εν λόγω ουσίες εγκρίνονται, επομένως, ως δραστικές ουσίες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 98/8/ΕΚ, η εταιρεία Arch Timber Protection Ltd. υπέβαλε στις 2 Απριλίου 2010 αίτηση στο Ηνωμένο Βασίλειο για την έγκριση βιοκτόνου συντηρητικού προϊόντος ξύλου που περιέχει προπικοναζόλη, IPBC και τεβουκοναζόλη, («το επίμαχο προϊόν»). Το Ηνωμένο Βασίλειο χορήγησε έγκριση για το επίμαχο προϊόν, στις 7 Ιουνίου 2012, για βιομηχανική χρήση και προσωρινή προστασία πρόσφατα πριονισμένου/υλοτομημένου ξύλου και νωπής ξυλείας, αναφέροντας επίσης ότι μόνο η ξυλεία που έχει υποστεί κατεργασία με το προϊόν αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις κατηγορίες χρήσης 2 και 3, όπως περιγράφονται στις Τεχνικές Σημειώσεις για Κατευθυντήριες Οδηγίες Αξιολόγησης Προϊόντων (6). Το προϊόν αποτελείται από δύο συσκευασίες που πρέπει να αναμειγνύονται και να αραιώνονται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις ανάλογα με την τοποθεσία και τις συνθήκες εφαρμογής, με εμβάπτιση ή κλειστά συστήματα κατάκλυσης. Στη συνέχεια, δέκα κράτη μέλη ενέκριναν τα επίμαχα προϊόντα μέσω της διαδικασίας αμοιβαίας αναγνώρισης. |
(3) |
Η Arch Timber Protection Ltd. (εφεξής «ο αιτών») υπέβαλε στις 16 Ιουλίου 2012 μια πλήρη αίτηση στη Γερμανία για την αμοιβαία αναγνώριση της έγκρισης του επίμαχου προϊόντος που χορηγήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο. |
(4) |
Στις 19 Αυγούστου 2013 η Γερμανία γνωστοποίησε στην Επιτροπή, στα λοιπά κράτη μέλη και στον αιτούντα την πρότασή της να αρνηθεί την έγκριση, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Η Γερμανία θεώρησε ότι το επίμαχο προϊόν δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ όσον αφορά το περιβάλλον. |
(5) |
Σύμφωνα με τη Γερμανία, η άδεια δεν αντικατοπτρίζει σαφώς ότι το προϊόν προοριζόταν για προσωρινή προστασία του ξύλου και το προϊόν δεν είχε αξιολογηθεί καταλλήλως από το Ηνωμένο Βασίλειο, όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς κινδύνους. Η αξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε από τη Γερμανία κατέληξε σε μη αποδεκτό κίνδυνο για το περιβάλλον κατά την 30ή ημέρα μετά την εφαρμογή του προϊόντος («χρόνος 1»), πράγμα το οποίο δημιούργησε επίσης ανησυχίες σχετικά με τη δυνητική χρήση του ξύλου που έχει υποστεί κατεργασία με το επίμαχο προϊόν που χρησιμοποιείται υπό τις προϋποθέσεις των κατηγοριών χρήσης 2 και 3. |
(6) |
Η Γερμανία θεώρησε επίσης ότι, δεδομένου ότι η αναλογία των δραστικών ουσιών και μη δραστικών ουσιών στα διαλύματα εργασίας του προϊόντος είναι μεταβλητή, το προϊόν δεν πληροί τον ορισμό των βιοκτόνων του άρθρου 2 στοιχείο α) της οδηγίας 98/8/ΕΚ και θα έπρεπε να έχει εγκριθεί ως σκεύασμα-πλαίσιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο ι) της οδηγίας 98/8/ΕΚ. |
(7) |
Η Επιτροπή κάλεσε τα λοιπά κράτη μέλη και τον αιτούντα να υποβάλουν γραπτώς παρατηρήσεις σχετικά με τη γνωστοποίηση εντός 90 ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/8/ΕΚ. Παρατηρήσεις υποβλήθηκαν εντός της προθεσμίας αυτής από την Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τον αιτούντα. Η γνωστοποίηση συζητήθηκε επίσης στις 24 Σεπτεμβρίου 2013, στη συνεδρίαση της ομάδας συντονισμού που συστάθηκε βάσει του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. |
(8) |
Σε ό, τι αφορά τους κινδύνους για το περιβάλλον, από τις εν λόγω συζητήσεις και παρατηρήσεις προκύπτει ότι η αξιολόγηση που διενεργήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο, ελλείψει συμφωνημένου υποδείγματος για την προσωρινή προστασία του ξύλου, ακολούθησε την καλύτερη καθοδήγηση που ήταν διαθέσιμη εκείνη την εποχή (7), η οποία βασίζεται σε υποδείγματα για κατεργασμένο ξύλο που πρόκειται να διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με τις προϋποθέσεις των κατηγοριών χρήσης 2 και 3. Η αξιολόγηση βασίστηκε επίσης στην πλέον απαισιόδοξη υπόθεση της πλήρους ελευθέρωσης των δραστικών ουσιών σε χρόνο 1. |
(9) |
Προκύπτει επίσης ότι η αξιολόγηση που εκτελέσθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με τα υποδείγματα αυτά είναι συμβατή με τις ισχύουσες οδηγίες (8). Όπου εντοπίζεται κίνδυνος σε χρόνο 1 ως αποτέλεσμα της πλέον απαισιόδοξης υπόθεσης, μπορεί να τεκμαίρεται ασφαλής χρήση του ξύλου που έχει υποστεί επεξεργασία σύμφωνα με τους όρους των κατηγοριών χρήσης 2 και 3, όταν η επικινδυνότητα για το περιβάλλον στο τέλος της ωφέλιμης ζωής θεωρείται αποδεκτή. |
(10) |
Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι οι περιπτώσεις όπου εντοπίζεται μη αποδεκτός κίνδυνος σε χρόνο 1 βρίσκονται επί του παρόντος υπό συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να καθοριστεί μια εναρμονισμένη προσέγγιση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή θεωρεί ότι, έως ότου εγκριθεί επισήμως μια τέτοια προσέγγιση, τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του επίμαχου προϊόντος από το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να θεωρούνται έγκυρα μέχρι την ανανέωση της άδειας κυκλοφορίας του προϊόντος. |
(11) |
Όσον αφορά την ταυτότητα του προϊόντος, από τις εν λόγω συζητήσεις και παρατηρήσεις προκύπτει ότι το επίμαχο προϊόν, με τη μορφή με την οποία παρέχεται στους βιομηχανικούς χρήστες, έχει συγκεκριμένες σταθερές συγκεντρώσεις των δραστικών και μη δραστικών ουσιών. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το γεγονός ότι οι βιομηχανικοί χρήστες μπορούν να παρασκευάσουν διάφορα διαλύματα του προϊόντος στον τόπο εργασίας, ανάλογα με την ακολουθούμενη μέθοδο, δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περίπτωση κατά την οποία ο κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας διαθέτει στην αγορά μια ομάδα διαφορετικών βιοκτόνων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 στοιχείο ι) της οδηγίας 98/8/ΕΚ. |
(12) |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω επιχειρημάτων, η Επιτροπή υποστηρίζει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης που διενήργησε το Ηνωμένο Βασίλειο και τα άλλα κράτη μέλη που έχουν εγκρίνει το προϊόν μέσω της αμοιβαίας αναγνώρισης, θεωρώντας ότι το επίμαχο προϊόν ανταποκρίνεται στον ορισμό του άρθρου 2 στοιχείο α) της οδηγίας 98/8/ΕΚ και πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας, όσον αφορά το περιβάλλον. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι το αίτημα της Γερμανίας για άρνηση των εγκρίσεων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν. |
(13) |
Τέλος, με βάση τις συζητήσεις που πραγματοποιήθηκαν, φαίνεται αναγκαίο να αναφέρεται ρητά στην έγκριση των προϊόντων ότι η χρήση του προϊόντος προορίζεται για την προσωρινή προστασία του ξύλου και να εξασφαλίζεται, ως προϋπόθεση για την έγκριση, ότι οι ειδικές οδηγίες χρήσης του προϊόντος παρέχονται στους βιομηχανικούς χρήστες, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά των βιομηχανικών χώρων όπου το προϊόν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί. |
(14) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 εφαρμόζεται για τα επίμαχα προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Αφού η νομική βάση της παρούσας απόφασης είναι το άρθρο 36 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, η παρούσα απόφαση απευθύνεται σε όλα τα κράτη μέλη, δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού. |
(15) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα βιοκτόνα προϊόντα, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στα προϊόντα που προσδιορίζονται από τον ακόλουθο αριθμό αναφοράς της αίτησης στο κράτος μέλος αναφοράς, όπως προβλέπεται από το Μητρώο Βιοκτόνων:
2010/2509/5687/UK/AA/6745
Άρθρο 2
Η πρόταση της Γερμανίας για άρνηση της έγκρισης που χορηγήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο στις 7 Ιουνίου 2012 σχετικά με τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1, απορρίπτεται.
Άρθρο 3
Η προβλεπόμενη χρήση που περιγράφεται στην έγκριση των προϊόντων τροποποιείται ως εξής:
«Για την προσωρινή προστασία του ξύλου κατά των μυκήτων χρώσης ξύλου και της επιφανειακής μούχλας πρόσφατα πριονισμένης/υλοτομημένης ξυλείας και μόνο νωπής ξυλείας. Ξυλεία που έχει υποστεί κατεργασία με το προϊόν αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις κατηγορίες χρήσης 2 και 3 (δηλαδή ξυλεία που δεν έρχεται σε επαφή με το έδαφος ή μονίμως εκτεθειμένη στα στοιχεία της φύσεως ή προστατευμένη έναντι αυτών αλλά συχνά εκτιθέμενη στην υγρασία).»
Άρθρο 4
Η ακόλουθη προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας επιβάλλεται στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1:
«Προϋπόθεση χορήγησης της άδειας είναι η από μέρους του κατόχου της άδειας διασφάλιση ότι παρέχονται στους χρήστες στο σημείο εφαρμογής, λεπτομερείς οδηγίες για τη χρήση του προϊόντος, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών του βιομηχανικού χώρου όπου θα χρησιμοποιηθεί το προϊόν.»
Άρθρο 5
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Janez POTOČNIK
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.
(2) Οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1).
(3) Οδηγία 2008/78/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την καταχώριση της προπικοναζόλης (propiconazole) ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας (ΕΕ L 198 της 26.7.2008, σ. 44).
(4) Οδηγία 2008/79/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την καταχώριση του βουτυλοκαρβαμιδικού 3-ιωδοπροπιν-2-υλίου (IPBC) ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα I (ΕΕ L 200 της 29.7.2008, σ. 12).
(5) Οδηγία 2008/86/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Σεπτεμβρίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με σκοπό την καταχώριση της τεβουκοναζόλης (tebuconazole) ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα I (ΕΕ L 239 της 6.9.2008, σ. 9).
(6) Διατίθενται στον ιστότοπο http://echa.europa.eu/documents/10162/16960215/bpd_guid_tnsg-product-evaluation_en.pdf
(7) Βλέπε το έγγραφο: OECD Emission Scenario Documents (EDS) for Wood Preservatives Μέρος 1-4 (2003), που διατίθεται στον ιστότοπο http://echa.europa.eu/guidance-documents/guidance-on-biocides-legislation/emission-scenario-documents
(8) Report of leaching workshop (Εργαστηριακή έκθεση απόπλυσης) (Arona, Ιταλία, 13-14 Ιουνίου 2005), που διατίθεται στον ιστότοπο: http://ihcp.jrc.ec.europa.eu/our_activities/public-health/risk_assessment_of_Biocides/doc/ESD/ESD_PT/PT_08/PT_8_Leaching_Workshop_2005.pdf/at_download/file
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/78 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 29ης Οκτωβρίου 2014
για την τροποποίηση του παραρτήματος III της απόφασης 2007/777/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις υγείας των ζώων για την ανίχνευση Trichinella στο υπόδειγμα κτηνιατρικού πιστοποιητικού για τις εισαγωγές στην Ένωση ορισμένων προϊόντων με βάση το κρέας που προέρχονται από κατοικίδιους χοίρους
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 7921)]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2014/759/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου που διέπουν την παραγωγή, μεταποίηση, διανομή και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η απόφαση 2007/777/ΕΚ της Επιτροπής (2) καθορίζει, μεταξύ άλλων, τα υποδείγματα πιστοποιητικών για εισαγωγές ορισμένων προϊόντων με βάση το κρέας στην Ένωση. Προβλέπει ότι εισάγονται στην Ένωση μόνο τα φορτία προϊόντων με βάση το κρέας που πληρούν τις απαιτήσεις του υποδείγματος πιστοποιητικού υγείας των ζώων και δημόσιας υγείας που παρατίθεται στο παράρτημα III της εν λόγω απόφασης. Το εν λόγω υπόδειγμα περιλαμβάνει εγγυήσεις για την ανίχνευση Trichinella. |
(2) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2075/2005 της Επιτροπής (3) ορίζει κανόνες για τη δειγματοληψία σφαγίων των ειδών που είναι ευπρόσβλητα στη λοίμωξη από Trichinella και για τον προσδιορισμό του καθεστώτος των εκμεταλλεύσεων εκτροφής κατοικίδιων χοιροειδών. |
(3) |
Με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 216/2014 της Επιτροπής (4) για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2075/2005 χορηγείται παρέκκλιση από τις διατάξεις για τη διενέργεια δοκιμών κατά τη στιγμή της σφαγής σε εκμεταλλεύσεις που είναι επίσημα αναγνωρισμένες ως εκμεταλλεύσεις που εφαρμόζουν ελεγχόμενες συνθήκες σταβλισμού. Επιπλέον, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 216/2014 προβλέπει ότι μια εκμετάλλευση όπου εκτρέφονται κατοικίδιοι χοίροι μπορεί να αναγνωριστεί ως εκμετάλλευση που εφαρμόζει ελεγχόμενες συνθήκες σταβλισμού εάν, μεταξύ άλλων, ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων εισάγει νέους κατοικίδιους χοίρους στην εν λόγω εκμετάλλευση μόνον όταν προέρχονται από άλλες εκμεταλλεύσεις που είναι επίσημα αναγνωρισμένες ως εκμεταλλεύσεις που εφαρμόζουν ελεγχόμενες συνθήκες σταβλισμού. |
(4) |
Το υπόδειγμα πιστοποιητικού υγείας των ζώων και δημόσιας υγείας που παρατίθεται στο παράρτημα III της απόφασης 2007/777/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να αντικατοπτρίζει τις απαιτήσεις που αφορούν τις εισαγωγές προϊόντων με βάση το κρέας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2075/2005, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 216/2014. |
(5) |
Πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως η απόφαση 2007/777/ΕΚ. |
(6) |
Για να αποφευχθεί τυχόν διαταραχή στις εισαγωγές φορτίων προϊόντων με βάση το κρέας που προέρχονται από κατοικίδιους χοίρους, θα πρέπει να επιτραπεί κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου υπό ορισμένες προϋποθέσεις η χρήση των πιστοποιητικών που εκδόθηκαν σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) αριθ. 777/2010 στην έκδοσή τους πριν από τις τροποποιήσεις που εισάγονται με την παρούσα απόφαση. |
(7) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το υπόδειγμα πιστοποιητικού υγείας των ζώων και δημόσιας υγείας του παραρτήματος III της απόφασης 2007/777/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το σημείο II.2.3.1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
2) |
στο μέρος II των σημειώσεων προστίθεται η ακόλουθη σημείωση μετά τη σημείωση (5):
. |
Άρθρο 2
Για μεταβατική περίοδο έως τις 31 Μαρτίου 2015, τα φορτία προϊόντων με βάση το κρέας τα οποία συνοδεύονται από το σχετικό πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί το αργότερο την 1η Μαρτίου 2015 σύμφωνα με το υπόδειγμα πιστοποιητικού υγείας των ζώων και δημόσιας υγείας που παρατίθεται στο παράρτημα III της απόφασης 2007/777/ΕΚ, στην έκδοσή του πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, μπορούν να εξακολουθήσουν να εισάγονται στην Ένωση.
Άρθρο 3
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Tonio BORG
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 18 της 23.1.2003, σ. 11.
(2) Απόφαση 2007/777/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2007, για τον καθορισμό όρων υγείας των ζώων, όρων δημόσιας υγείας και υποδειγμάτων πιστοποιητικών όσον αφορά ορισμένα προϊόντα με βάση το κρέας και επεξεργασμένα στομάχια, ουροδόχους κύστεις και έντερα για κατανάλωση από τον άνθρωπο, που εισάγονται από τρίτες χώρες, και για την κατάργηση της απόφασης 2005/432/ΕΚ (ΕΕ L 312 της 30.11.2007, σ. 49).
(3) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2075/2005 της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2005, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση Trichinella στο κρέας (ΕΕ L 338 της 22.12.2005, σ. 60).
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 216/2014 της Επιτροπής, της 7ης Μαρτίου 2014, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2075/2005 για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση Trichinella στο κρέας (ΕΕ L 69 της 8.3.2014, σ. 85).
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/80 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 29ης Οκτωβρίου 2014
σχετικά με μέτρο που έλαβε η Γερμανία σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 89/686/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την απόσυρση από την αγορά και την απαγόρευση της διάθεσης στην αγορά των στολών θερμοπροστασίας «Hitzeschutzanzug FW Typ 3»
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 7977]
(2014/760/EE)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη την οδηγία 89/686/EOK του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα μέσα ατομικής προστασίας (1), και ιδίως το άρθρο 7,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Τον Ιανουάριο του 2014 οι γερμανικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή ένα μέτρο απόσυρσης από την αγορά και απαγόρευσης της διάθεσης στην αγορά του μοντέλου στολής θερμοπροστασίας «Hitzeschutzanzug FW Typ 3» το οποίο κατασκευάζεται από την εταιρεία KONTEX Textile Hitze- und Isolierprodukte GmbH, Olgastrasse 46-48, 73614 Schorndorf (Γερμανία). Τα προϊόντα που φέρουν τη σήμανση «CE», σύμφωνα με την οδηγία 89/686/ΕΟΚ σχετικά με τα μέσα ατομικής προστασίας, έχουν υποβληθεί σε δοκιμασία και εξέταση τύπου με βάση το εναρμονισμένο πρότυπο EN 1486:2007 Προστατευτική ενδυμασία για πυροσβέστες — Μέθοδοι δοκιμής και απαιτήσεις για ανακλαστικές ενδυμασίες για ειδικές περιπτώσεις πυρόσβεσης. |
(2) |
Η προστατευτική ενδυμασία για πυροσβέστες αποτελεί μέσο ατομικής προστασίας (ΜΑΠ) που ταξινομείται στην κατηγορία πιστοποίησης ΙΙΙ. Τα ΜΑΠ αυτού του είδους, τα οποία έχουν σχεδιαστεί για την προστασία από θανάσιμους κινδύνους ή σοβαρούς και μη αναστρέψιμους κινδύνους για την υγεία, την άμεση επίδραση των οποίων ο κατασκευαστής θεωρεί ότι οι χρήστες δεν θα είναι σε θέση να αναγνωρίσουν έγκαιρα, υπόκεινται σε εξέταση έγκρισης τύπου EC και έλεγχο διασφάλισης της ποιότητας EC από κοινοποιημένο οργανισμό κατόπιν ανάθεσης από τον κατασκευαστή. |
(3) |
Ο έλεγχος που πραγματοποιήθηκε από το Institut für Arbeitsschutz der Deutschen Gesetzlichen Unfallversicherung (IFA — Ινστιτούτο για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία του γερμανικού κρατικού ταμείου ασφάλισης ατυχημάτων) στο St Augustin (αναφ. δοκιμής 2013 22805, 7 Αυγούστου 2013) έδειξε ότι οι τιμές μεταφοράς θερμότητας (ακτινοβολούμενη θερμότητα) σύμφωνα με το τμήμα 6.2 και μεταφοράς θερμότητας (μεταφερόμενη θερμότητα) σύμφωνα με το τμήμα 6.3 του προαναφερθέντος εναρμονισμένου προτύπου δεν πληρούνται. Επομένως, δεν τηρούνται οι ακόλουθες βασικές απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που καθορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 89/686/ΕΟΚ:
|
(4) |
Κατά συνέπεια, η στολή θερμοπροστασίας παρουσιάζει κίνδυνο μεταφοράς θερμότητας κατά τη διάρκεια της πυρόσβεσης, με αποτέλεσμα οι πυροσβέστες να εκτίθενται σε κίνδυνο εγκαυμάτων τα οποία μπορούν να απειλήσουν την υγεία ή ακόμη και τη ζωή τους. |
(5) |
Κατά την άποψη των γερμανικών αρχών, εφόσον δεν πληρούνται οι σχετικές βασικές απαιτήσεις για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και δεν έχει υποβληθεί έγκυρο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου EC, η στολή θερμοπροστασίας δεν επιτρέπεται να διατίθεται στην αγορά. Μάλιστα, η στολή θερμοπροστασίας δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του γερμανικού νόμου σχετικά με τη διάθεση στην αγορά μέσων ατομικής προστασίας (8 ProdSV) και η χρήση της μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια, την υγεία και τη ζωή των πυροσβεστών και άλλων. |
6) |
Η Επιτροπή διαβίβασε επιστολή στον κατασκευαστή και τον κάλεσε να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν οι γερμανικές αρχές. Μέχρι σήμερα δεν έχει ληφθεί καμία απάντηση. |
(7) |
Με βάση τη διαθέσιμη τεκμηρίωση, η Επιτροπή θεωρεί ότι η στολή θερμοπροστασίας Hitzeschutzanzug FW Typ 3 δεν πληροί τους όρους του τμήματος 6.2 και του τμήματος 6.3 του εναρμονισμένου προτύπου EN 1486:2007 που αναφέρονται στις βασικές απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας 3.6.1 Συστατικά υλικά και λοιπά συστατικά μέρη των ΜΑΠ και 3.6.2 ΜΑΠ πλήρη, έτοιμα για χρήση που ορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 89/686/ΕΟΚ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το μέτρο που έλαβαν οι γερμανικές αρχές για την απόσυρση από την αγορά και την απαγόρευση της διάθεσης στην αγορά του μοντέλου στολής θερμοπροστασίας «Hitzeschutzanzug FW Typ 3», το οποίο κατασκευάζεται από την εταιρεία KONTEX Textile Hitze- und Isolierprodukte GmbH, είναι αιτιολογημένο.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Ferdinando NELLI FEROCI
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 399 της 30.12.1989, σ. 18.
ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/82 |
ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 29ης Οκτωβρίου 2014
για την εφαρμογή των κανόνων της εσωτερικής αγοράς ενέργειας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και των συμβαλλόμενων μερών της Ενεργειακής Κοινότητας
(2014/761/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 292,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Ενεργειακής Κοινότητας, η οποία έχει σκοπό τη δημιουργία ενός ενιαίου ρυθμιστικού χώρου για ενεργειακές αγορές στην Ευρώπη. |
(2) |
Τα συμβαλλόμενα μέρη (1) της Ενεργειακής Κοινότητας επιδιώκουν την ενσωμάτωση των ενεργειακών αγορών τους στην εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ, προσαρμόζοντας τη νομοθεσία της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και ενσωματώνοντάς τη στην εθνική τους νομοθεσία. |
(3) |
Οι βασικές αρχές της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας διατυπώνονται στην οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (2), στην οδηγία 2009/73/ΕΚ, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (3), στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας (4) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (5) που ισχύουν στα κράτη μέλη από την 3η Μαρτίου 2011. Σημαντικοί κανόνες της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας παρατίθενται επίσης σε νομικώς δεσμευτικούς κώδικες και κατευθυντήριες γραμμές για το δίκτυο, που εκδόθηκαν βάσει της ανωτέρω νομοθεσίας και βρίσκονται εν μέρει στο στάδιο της εκπόνησης. |
(4) |
Τα συμβαλλόμενα μέρη της Ενεργειακής Κοινότητας υποχρεούνται να εφαρμόζουν τις προαναφερθείσες οδηγίες και κανονισμούς από την 1η Ιανουαρίου 2015 (6), και να εφαρμόζουν τα εκτελεστικά μέτρα από την ίδια ημερομηνία, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Οι κώδικες και οι κατευθυντήριες γραμμές για το δίκτυο έχουν επίσης σταδιακά ενσωματωθεί στην έννομη τάξη της Ενεργειακής Κοινότητας. |
(5) |
Περαιτέρω νομοθεσία της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται να τεθεί σε εφαρμογή από τα συμβαλλόμενα μέρη, ιδίως με την οδηγία 2005/89/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, περί μέτρων διασφάλισης του εφοδιασμού με ηλεκτρισμό και περί επενδύσεων υποδομής (7), τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 994/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με τα μέτρα κατοχύρωσης της ασφάλειας εφοδιασμού με αέριο και την κατάργηση της οδηγίας 2004/67/ΕΚ του Συμβουλίου (8) και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 347/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2013, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές, την κατάργηση της απόφασης 1364/2006/ΕΚ και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 713/2009, (ΕΚ) αριθ. 714/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 (9). |
(6) |
Η γεωγραφική εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας περιλαμβάνει το σύνολο της επικράτειας της ΕΕ. |
(7) |
Η Ενεργειακή Κοινότητα ενέκρινε, στις 23 Σεπτεμβρίου 2014, ερμηνεία του Υπουργικού Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 94 της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα ώστε να διαχειρίζεται, με τις νομικές πράξεις της Ενεργειακής Κοινότητας που ενσωματώνουν τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις ενεργειακές ροές, τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, καθώς και τις εμπορικές συναλλαγές και τις συναλλαγές εξισορρόπησης, τις δυναμικότητες του δικτύου και των γραμμών διασύνδεσης μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και των κρατών μελών της ΕΕ με τον ίδιο τρόπο όπως οι αντίστοιχες ροές, οι εισαγωγές, οι εξαγωγές, οι συναλλαγές, οι δυναμικότητες και οι υποδομές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, σύμφωνα με το δίκαιο για την Ενεργειακή Κοινότητα. |
(8) |
Η ομοιόμορφη διαχείριση των διασυνοριακών ροών, των διασυνοριακών συναλλαγών και των διασυνοριακών υποδομών (διασυνδέσεις) μεταξύ όλων των μερών της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα αποτελεί σημαντικό στοιχείο του ενιαίου ρυθμιστικού χώρου για την εμπορία φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για την επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Κοινότητας. Επιπλέον, η συνεργασία μεταξύ του Ρυθμιστικού Συμβουλίου της Ενεργειακής Κοινότητας και του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, όσον αφορά τις αποφάσεις του, είναι αναγκαία για να διευκολυνθεί η ένταξη των συμβαλλόμενων μερών στην εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΣΤΑΣΗ:
1. |
Τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών αρχών τις οποίες οφείλουν να ορίσουν στο πλαίσιο της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας και οι οικονομικοί φορείς καλούνται να συνεργαστούν με τις εθνικές αρχές και τους οικονομικούς φορείς των συμβαλλόμενων μερών της Ενεργειακής Κοινότητας κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και των κρατών μελών της ΕΕ. |
2. |
Τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών αρχών τις οποίες οφείλουν να ορίσουν στο πλαίσιο της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας και οι οικονομικοί φορείς καλούνται, κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, να εφαρμόζουν κάθε αναφορά:
κατά τη διέλευση συνόρων, ζωνών, περιοχών ελέγχου εισόδου-εξόδου μεταξύ κρατών μελών στις ροές, τις εισαγωγές, τις εξαγωγές, τις συναλλαγές, τις δυναμικότητες και την υποδομή κατά τη διέλευση συνόρων μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και των κρατών μελών της ΕΕ. |
3. |
Οι αναφορές, εντός της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, στη συνεργασία και στις κοινές δραστηριότητες μεταξύ εθνικών οργάνων, αρχών και οικονομικών φορέων θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνουν τη συνεργασία και τις κοινές δραστηριότητες μεταξύ εθνικών οργάνων, αρχών και οικονομικών φορέων των κρατών μελών και των συμβαλλόμενων μερών. |
4. |
Στις περιπτώσεις στις οποίες η νομοθεσία της ΕΕ για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας αναφέρεται στις «επιπτώσεις» σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, η εν λόγω αναφορά πρέπει να νοείται επίσης ως επίπτωση στα συμβαλλόμενα μέρη ή σε συμβαλλόμενο μέρος και σε κράτος μέλος. |
5. |
Ο Οργανισμός για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, σε περίπτωση που έχει αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων δυνάμει της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική ενεργειακή αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, καλείται να συνεργάζεται με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο της Ενεργειακής Κοινότητας, στις περιπτώσεις που το Συμβούλιο είναι αρμόδιο δυνάμει του κεκτημένου της Ενεργειακής Κοινότητας, με σκοπό να καθίσταται δυνατή η θέσπιση συνεκτικών πράξεων από αμφότερους τους οργανισμούς. |
6. |
Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη, στον Οργανισμό για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας και στους οικονομικούς φορείς, καθώς και στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο της Ενεργειακής Κοινότητας. |
Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2014.
Για την Επιτροπή
Günther OETTINGER
Αντιπρόεδρος
(1) Η Δημοκρατία της Αλβανίας, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, η Δημοκρατία της Μολδαβίας, η Δημοκρατία του Μαυροβουνίου, η Δημοκρατία της Σερβίας, η Ουκρανία και η Αποστολή των Ηνωμένων Εθνών για Προσωρινή Διοίκηση στο Κοσσυφοπέδιο σύμφωνα με το ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
(2) ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55.
(3) ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94.
(4) ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 15.
(5) ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 36.
(6) Με ορισμένες εξαιρέσεις, όπως καθορίζεται στο κεκτημένο της Ενεργειακής Κοινότητας. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε http://www.energy-community.org/portal/page/portal/ENC_HOME/ENERGY_COMMUNITY/Legal/EU_Legislation/Consolidated_acts#GAS
(7) ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 22.
(8) ΕΕ L 295 της 12.11.2010, σ. 1.
(9) ΕΕ L 115 της 25.4.2013, σ. 39.
Διορθωτικά
31.10.2014 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 311/85 |
Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 517/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006
( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 150 της 20ής Μαΐου 2014 )
Στη σελίδα 202, άρθρο 4 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο:
αντί:
«Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός μεταγωγής δεν υπόκειται σε ελέγχους εντοπισμού διαρροών σύμφωνα με το παρόν άρθρο, υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν ένα από τα ακόλουθα:
α) |
με διαπιστωμένη ποσότητα διαρροής μικρότερη από 0,1 % ετησίως όπως ορίζεται στις τεχνικές προδιαγραφές του κατασκευαστή και φέρει σχετική επισήμανση, |
β) |
ο εξοπλισμός μεταγωγής με διαπιστωμένο ποσοστό διαρροής 0,1 % ή περισσότερο ετησίως· |
γ) |
διαθέτει διάταξη παρακολούθησης της πίεσης ή της πυκνότητας ή περιέχει λιγότερα από 6 kg φθοριούχων αερίων του θερμοκηπίου.» |
διάβαζε:
«Ο ηλεκτρικός εξοπλισμός μεταγωγής δεν υπόκειται σε ελέγχους εντοπισμού διαρροών σύμφωνα με το παρόν άρθρο, υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχει ένα από τα ακόλουθα:
α) |
διαθέτει διαπιστωμένη ποσότητα διαρροής μικρότερη από 0,1 % ετησίως όπως ορίζεται στις τεχνικές προδιαγραφές του κατασκευαστή και φέρει σχετική επισήμανση· |
β) |
διαθέτει διάταξη παρακολούθησης της πίεσης ή της πυκνότητας ή |
γ) |
περιέχει λιγότερα από 6 kg φθοριούχων αερίων του θερμοκηπίου.» |