ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 255

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
28 Αυγούστου 2014


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 906/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις δαπάνες για τη δημόσια παρέμβαση

1

 

*

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τις εγγυήσεις και τη χρήση του ευρώ

18

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 908/2014 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τους κανόνες σχετικά με τους ελέγχους, τις εγγυήσεις και τη διαφάνεια

59

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

28.8.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 255/1


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 906/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις δαπάνες για τη δημόσια παρέμβαση

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 20 παράγραφοι 2 και 3.

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η χρηματοδότηση των μέτρων παρέμβασης που αποσκοπούν στη ρύθμιση των γεωργικών αγορών, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 εξασφαλίζεται από την Ένωση υπό τους όρους που καθορίζονται από τη γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα. Όσον αφορά τα μέτρα δημόσιας παρέμβασης, το χρηματοδοτούμενο ποσό από την Ένωση καθορίζεται από τους ετήσιους λογαριασμούς που τηρούν οι οργανισμοί πληρωμών.

(2)

Οι δαπάνες για τη δημόσια παρέμβαση είναι δυνατόν να διαφέρουν σημαντικά. Είναι συνεπώς αναγκαίο να διευκρινιστεί, για κάθε κατηγορία πράξεων, ποιες δαπάνες είναι επιλέξιμες για ενωσιακή χρηματοδότηση, και ιδίως υπό ποίους όρους μπορούν να καλύπτονται οι δαπάνες αυτές. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να καθοριστούν οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και οι μέθοδοι υπολογισμού των επιλέξιμων δαπανών. Είναι ιδίως σκόπιμο να διευκρινιστεί περαιτέρω σε ποιες περιπτώσεις οι δαπάνες αυτές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη με βάση τα στοιχεία που όντως διαπιστώνονται από τους οργανισμούς πληρωμών ή σε κατ’ αποκοπή βάσεις, προσδιοριζόμενες από την Επιτροπή.

(3)

Για να μπορούν τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ να πραγματοποιούν ενοποίηση των δαπανών και των εξόδων τους σε εθνικό νόμισμα και σε ευρώ, με εναρμονισμένο τρόπο, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν οι όροι υπό τους οποίους καταχωρίζονται στους λογαριασμούς τους οι πράξεις δημόσιας αποθεματοποίησης, όπως και η εφαρμοστέα τιμή συναλλάγματος.

(4)

H αποτίμηση των ενεργειών που αφορούν τη δημόσια αποθεματοποίηση εξαρτάται επίσης από τη φύση των εν λόγω ενεργειών και από την εφαρμοστέα γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα. Είναι συνεπώς σκόπιμο να θεσπιστεί ένας γενικός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο η αξία των αγορών και των πωλήσεων ισούται με το άθροισμα των πληρωμών και των εισπράξεων που έχουν πραγματοποιηθεί ή πρόκειται να πραγματοποιηθούν για τις υλικές ενέργειες, όπως και να προβλεφθούν ειδικοί κανόνες και ιδιαίτερες περιπτώσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

(5)

Τα μέτρα του παρόντος κανονισμού αντικαθιστούν τις σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 884/2006 της Επιτροπής (2), ο οποίος καταργήθηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους όρους και κανόνες που εφαρμόζονται στη χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) των δαπανών σχετικά με τα μέτρα παρέμβασης που αφορούν τη δημόσια αποθεματοποίηση.

Άρθρο 2

Μέτρα παρέμβασης υπό τη μορφή δημόσιας αποθεματοποίησης

Τα μέτρα παρέμβασης υπό μορφή δημόσιας αποθεματοποίησης μπορούν να περιλαμβάνουν τις πράξεις αγοράς, αποθεματοποίησης, μεταφοράς και μεταβίβασης των αποθεμάτων, καθώς και τις πωλήσεις και τους άλλους τρόπους διάθεσης γεωργικών προϊόντων υπό τους όρους που προβλέπονται στην ισχύουσα γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα και στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3

Χρηματοδότηση των δαπανών παρέμβασης που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης

1.   Στο πλαίσιο των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 2, το ΕΓΤΕ χρηματοδοτεί δυνάμει της παρέμβασης, και εφόσον οι αντίστοιχες δαπάνες δεν έχουν καθοριστεί διαφορετικά στο πλαίσιο της γεωργικής νομοθεσίας του οικείου τομέα, τις ακόλουθες δαπάνες:

α)

τα χρηματοοικονομικά έξοδα για τα κεφάλαια που διέθεσαν τα κράτη μέλη για την αγορά των προϊόντων, σύμφωνα με τους καθοριζόμενους στο παράρτημα I τρόπους υπολογισμού·

β)

τις δαπάνες για τις υλικές ενέργειες που αποτελούν απόρροια της αγοράς, της πώλησης ή κάθε άλλης διάθεσης των προϊόντων (είσοδος, παραμονή και έξοδος των προϊόντων από τη δημόσια αποθεματοποίηση), που αναφέρονται στο παράρτημα II, με βάση τα ενιαία για την Ένωση κατ’ αποκοπή ποσά, υπολογιζόμενα σύμφωνα με τους καθοριζόμενους στο παράρτημα III τρόπους·

γ)

τις δαπάνες για τις υλικές ενέργειες που δεν συνδέονται κατ’ ανάγκη με την αγορά, την πώληση και κάθε άλλη διάθεση των προϊόντων, με βάση κατ’ αποκοπή ποσά ή μη κατ’ αποκοπή ποσά σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται από την Επιτροπή στο πλαίσιο της γεωργικής νομοθεσίας του οικείου τομέα που αφορά τα εν λόγω προϊόντα και το παράρτημα IV·

δ)

τις δαπάνες που προκύπτουν από τη μεταφορά εντός ή εκτός του εδάφους του κράτους μέλους ή από την εξαγωγή, με βάση κατ’ αποκοπή ποσά ή μη κατ’ αποκοπή ποσά, εφόσον εγκριθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 229 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4)·

ε)

την απαξίωση των αποθεματοποιημένων προϊόντων, σύμφωνα με τους καθοριζόμενους στο παράρτημα V τρόπους υπολογισμού·

στ)

τις διαφορές (κέρδη και ζημίες) μεταξύ της λογιστικής αξίας και της τιμής διάθεσης των προϊόντων ή τις διαφορές που προκύπτουν από άλλους παράγοντες.

2.   Για τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, τηρουμένων των ειδικών κανόνων και γενεσιουργών αιτίων που προβλέπονται στα παραρτήματα του παρόντος κανονισμού ή στη γεωργική νομοθεσία, οι δαπάνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου και οι οποίες υπολογίζονται με βάση τα καθοριζόμενα σε ευρώ ποσά, καθώς και οι δαπάνες ή τα έσοδα που πραγματοποιούνται σε εθνικό νόμισμα στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, μετατρέπονται, κατά περίπτωση, σε εθνικό νόμισμα ή σε ευρώ με βάση την τελευταία συναλλαγματική ισοτιμία που έχει καθορίσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πριν από τη λογιστική χρήση, στη διάρκεια της οποίας εγγράφηκαν στους λογαριασμούς του οργανισμού πληρωμών οι σχετικές ενέργειες.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως λογιστική χρήση νοείται η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014.

Άρθρο 4

Αποτίμηση των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης

1.   Η αξία των αγορών και των πωλήσεων ισούται με το άθροισμα των πληρωμών ή των εισπράξεων που διενεργήθηκαν ή πρόκειται να διενεργηθούν για τις υλικές ενέργειες, εκτός από την περίπτωση των ειδικών διατάξεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και με την επιφύλαξη εκείνων που προβλέπονται:

α)

στο παράρτημα VI, για τις ελλείπουσες ποσότητες·

β)

στο παράρτημα VII, για τα υποβαθμισθέντα ή καταστραφέντα προϊόντα·

γ)

στο παράρτημα VIII, για τα προϊόντα που εισήλθαν στο απόθεμα, των οποίων όμως απορρίφθηκε η ανάληψη.

2.   Ο προσδιορισμός της αξίας των αγορών γίνεται, για τις ποσότητες προϊόντων που εισέρχονται στο απόθεμα, με βάση την τιμή δημόσιας παρέμβασης, λαμβανομένων υπόψη των προσαυξήσεων, αυξήσεων και μειώσεων τιμών, ποσοστών επί τοις εκατό και συντελεστών που εφαρμόζονται στις τιμές δημόσιας παρέμβασης κατά την αγορά του προϊόντος, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στη γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα.

Ωστόσο, στις περιπτώσεις και καταστάσεις που αναφέρονται στο παράρτημα VI και στο παράρτημα VII σημείo 2 στοιχεία α) και γ), οι προσαυξήσεις, αυξήσεις και μειώσεις τιμών, τα ποσοστά επί τοις εκατό και οι συντελεστές δεν λαμβάνονται υπόψη.

Η αξία των προϊόντων που έχουν υποβαθμιστεί ή έχουν καταστραφεί, είτε λόγω φυσικών καταστροφών είτε λόγω υπερβολικά μακράς περιόδου αποθήκευσης, όπως αναφέρεται στο παράρτημα VII σημείο 2 του παρόντος κανονισμού, προσδιορίζεται με εκτελεστική πράξη της Επιτροπής. Η πράξη αυτή θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 229 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013.

3.   Με την επιφύλαξη του παραρτήματος V, η αξία των προϊόντων που διατίθενται και χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Ταμείου Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους είναι η τιμή δημόσιας παρέμβασης που ισχύει την 1η Οκτωβρίου κάθε έτους. Για τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, η λογιστική αξία των προϊόντων παρέμβασης μετατρέπεται στο εθνικό τους νόμισμα με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την 1η Οκτωβρίου του εν λόγω έτους.

Στην περίπτωση μεταφοράς προϊόντων παρέμβασης από ένα κράτος μέλος σε άλλο, το κράτος μέλος χορήγησης καταχωρίζει λογιστικά το προϊόν που παραδίδεται με μηδενική αξία και το κράτος μέλος παραλαβής καταχωρίζει αυτό στις εισπράξεις για τον μήνα εξόδου, στην τιμή που υπολογίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

4.   Τα έξοδα που καταβάλλονται ή εισπράττονται για τις υλικές ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ), σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, κατά την αγορά των προϊόντων, εγγράφονται σε λογαριασμό ως δαπάνες ή έσοδα σχετικά με τα τεχνικά έξοδα, χωριστά από την τιμή αγοράς.

5.   Στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014, οι ποσότητες προϊόντων που παραμένουν στο απόθεμα στο τέλος της λογιστικής χρήσης και οι οποίες είναι προς μεταφορά στην επόμενη λογιστική χρήση, αποτιμώνται στη μέση λογιστική αξία τους (τιμή εκ μεταφοράς) που προσδιορίζεται βάσει του μηνιαίου λογαριασμού του τελευταίου μηνός της λογιστικής χρήσης.

6.   Οι εισερχόμενες στο απόθεμα ποσότητες που αποδεικνύεται ότι δεν πληρούν τους όρους της αποθεματοποίησης καταχωρίζονται λογιστικά ως πώληση κατά την έξοδό τους από το απόθεμα, στην τιμή στην οποία αγοράστηκαν.

Ωστόσο, εάν κατά την υλική έξοδο ενός προϊόντος πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του παραρτήματος VI στοιχείο β), η έξοδος του εμπορεύματος αποτελεί αντικείμενο προηγούμενης διαβούλευσης με την Επιτροπή.

7.   Όταν ένας λογαριασμός εμφανίζει πιστωτικό υπόλοιπο, αυτό αφαιρείται από τις δαπάνες της τρέχουσας λογιστικής χρήσης.

8.   Σε περίπτωση μεταβολής των κατ’ αποκοπή ποσών, των προθεσμιών πληρωμής, των τόκων ή των λοιπών στοιχείων υπολογισμού μετά την πρώτη ημέρα ενός μηνός, τα νέα στοιχεία αρχίζουν να εφαρμόζονται στις υλικές ενέργειες του επομένου μηνός.

Άρθρο 5

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 884/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, όσον αφορά τη χρηματοδότηση των παρεμβάσεων του ΕΓΤΕ και τη λογιστική καταχώριση των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης από τους οργανισμούς πληρωμών των κρατών μελών (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 35).

(3)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τις εγγυήσεις και τη χρήση του ευρώ (βλέπε σελ. 18 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΟΔΩΝ

[Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)]

I.   ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ

1.

Για τον υπολογισμό των χρηματοοικονομικών εξόδων, με τα οποία επιβαρύνεται το ΕΓΤΕ για τα κεφάλαια που διέθεσαν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της αγοράς προϊόντων στην παρέμβαση, καθορίζεται από την Επιτροπή ενιαίο επιτόκιο για την Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 στην αρχή κάθε λογιστικής χρήσης. Αυτό το ενιαίο επιτόκιο αντιστοιχεί στον μέσο όρο των προθεσμιακών επιτοκίων Euribor, 3 και 12 μηνών, που καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια περιόδου αναφοράς 6 μηνών η οποία πρόκειται καθοριστεί από την Επιτροπή, με αντίστοιχη στάθμισή τους κατά ένα τρίτο και κατά δύο τρίτα.

2.

Για τον προσδιορισμό των εφαρμοστέων επιτοκίων για δεδομένη λογιστική χρήση, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, μετά από αίτησή της, το μέσο επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνθηκαν πραγματικά στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς που αναφέρεται στο σημείο 1, το αργότερο εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην εν λόγω αίτηση. Η κοινοποίηση πραγματοποιείται με χρήση του εντύπου που διατίθεται στα κράτη μέλη από την Επιτροπή.

Ελλείψει κοινοποίησης από ένα κράτος μέλος υπό τη μορφή και εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνεται το εν λόγω κράτος μέλος θεωρείται ότι είναι 0 %.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος δηλώσει ότι δεν είχε επιβαρυνθεί με δαπάνες για τόκους, διότι δεν είχε γεωργικά προϊόντα σε δημόσια αποθεματοποίηση κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, η Επιτροπή καθορίζει το εν λόγω επιτόκιο με βάση τον μέσο όρο των επιτοκίων αναφοράς στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος σημείου, προσαυξημένο κατά μία εκατοστιαία μονάδα. Τα εν λόγω επιτόκια αναφοράς είναι:

α)

για τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα είναι το ευρώ, το προσφερόμενο διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού σε ευρώ τριμήνου (Euribor)·

β)

για τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, το προσφερόμενο διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού τριμήνου που ισχύει σε κάθε κράτος μέλος (IBOR).

Εάν τα επιτόκια αναφοράς ή τα επιτόκια Euribor που αναφέρονται στο στοιχείο α) δεν είναι όλα διαθέσιμα για όλη την περίοδο αναφοράς, χρησιμοποιούνται τα διαθέσιμα στη διάρκεια της περιόδου αυτής επιτόκια.

3.

Για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, το επιτόκιο που προσδιορίζεται με βάση τις διατάξεις του στοιχείου β) συγκρίνεται με το ενιαίο επιτόκιο που καθορίζεται με βάση τις διατάξεις του στοιχείου α). Το επιτόκιο που εφαρμόζεται για κάθε κράτος μέλος είναι το χαμηλότερο από τα δύο αυτά επιτόκια.

Τα επιτόκια τα οποία καθορίζονται με τον εκτελεστικό κανονισμό της Επιτροπής που εκδίδεται βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για κάθε λογιστική χρήση στρογγυλοποιούνται στο πρώτο δεκαδικό ψηφίο.

II.   ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞΟΔΩΝ

1.

Ο υπολογισμός των χρηματοοικονομικών εξόδων υποδιαιρείται σύμφωνα με τις περιόδους ισχύος των επιτοκίων που καθορίστηκαν από την Επιτροπή σύμφωνα με το μέρος I.

2.

Τα χρηματοοικονομικά έξοδα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) υπολογίζονται με εφαρμογή του επιτοκίου του κράτους μέλους στη μέση αξία ανά τόνο προϊόντος που αποτέλεσε το αντικείμενο παρέμβασης, πολλαπλασιάζοντας στη συνέχεια το λαμβανόμενο αποτέλεσμα επί το μέσο απόθεμα της λογιστικής χρήσης.

H μέση αξία ανά τόνο προϊόντος υπολογίζεται διαιρώντας το άθροισμα των αξιών των αποθεματοποιημένων προϊόντων κατά την πρώτη ημέρα της λογιστικής χρήσης και των προϊόντων που αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια της χρήσης αυτής, με το άθροισμα των ποσοτήτων αποθεματοποιημένων προϊόντων την πρώτη ημέρα της λογιστικής χρήσης και των προϊόντων που αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια της χρήσης αυτής.

Το μέσο απόθεμα της χρήσης υπολογίζεται διαιρώντας το άθροισμα των αποθεμάτων στην αρχή κάθε μηνός και των αποθεμάτων στο τέλος κάθε μηνός, με το διπλάσιο του αριθμού των μηνών της λογιστικής χρήσης.

3.

Στην περίπτωση προϊόντος για το οποίο έχει καθοριστεί συντελεστής απαξίωσης σύμφωνα με το παράρτημα V σημείο 1, η αξία των προϊόντων που αγοράστηκαν στη διάρκεια της λογιστικής χρήσης υπολογίζεται αφαιρώντας από την τιμή αγοράς το ποσό της απαξίωσης που προκύπτει από την εφαρμογή του εν λόγω συντελεστή.

4.

Στην περίπτωση προϊόντος για το οποίο έχει προσδιοριστεί δεύτερη απαξίωση σύμφωνα με το παράρτημα V σημείο 3 δεύτερο εδάφιο, ο υπολογισμός του μέσου αποθέματος αποφασίζεται πριν από την ημερομηνία εφαρμογής κάθε απαξίωσης που λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση της μέσης αξίας.

5.

Στην περίπτωση που, στους κανόνες που διέπουν τις κοινές οργανώσεις αγοράς, προβλέπεται ότι η πληρωμή του προϊόντος που αγόρασε ο οργανισμός πληρωμών είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μόνο μετά τη λήξη ελάχιστης προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία ανάληψής του στην παρέμβαση, το υπολογιζόμενο μέσο απόθεμα μειώνεται στους λογαριασμούς κατά την ποσότητα που προκύπτει από τον εξής υπολογισμό:

Formula

όπου

Q

=

ποσότητες που αγοράστηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης,

N

=

αριθμός μηνών της ελάχιστης προθεσμίας για την πληρωμή.

Για τον υπολογισμό αυτό, η αναφερόμενη στους κανόνες ελάχιστη προθεσμία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ως προθεσμία πληρωμής. Ένας μήνας θεωρείται ότι αποτελείται από 30 ημέρες. Κάθε τμήμα του μήνα ανώτερο των 15 ημερών θεωρείται ως ολόκληρος μήνας. Κάθε άλλο τμήμα ίσο ή κατώτερο των 15 ημερών δεν προσμετράται στον υπολογισμό αυτόν.

Στην περίπτωση που, αφού έχει πραγματοποιηθεί η μείωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, από τον υπολογισμό του μέσου αποθέματος προκύπτει, στο τέλος της λογιστικής χρήσης, αρνητικό αποτέλεσμα, το αρνητικό υπόλοιπο αφαιρείται από το υπολογιζόμενο για την επόμενη λογιστική χρήση μέσο απόθεμα.

III.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΖΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

1.

Στην περίπτωση που, για την πώληση προϊόντος από τον οργανισμό πληρωμών, προβλέπεται, στους κανόνες που διέπουν τις κοινές οργανώσεις αγοράς ή στις διακηρύξεις δημοπρασιών βάσει προσφορών, ότι μπορεί να χορηγηθεί προθεσμία στον αγοραστή για την παραλαβή του προϊόντος μετά την πληρωμή του και, στην περίπτωση που η προθεσμία αυτή είναι ανώτερη των 30 ημερών, τα υπολογισθέντα σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους II χρηματοοικονομικά έξοδα μειώνονται στους λογαριασμούς των οργανισμών πληρωμών κατά το ποσό που προκύπτει από τον εξής υπολογισμό:

Formula

όπου

V

=

ποσό που κατέβαλε ο αγοραστής,

J

=

αριθμός ημερών που μεσολαβούν μεταξύ της καταβολής του ποσού και της παραλαβής του προϊόντος, μείον 30,

i

=

το ισχύον για τη λογιστική χρήση επιτόκιο.

2.

Στην περίπτωση των πωλήσεων γεωργικών προϊόντων από τους οργανισμούς πληρωμών εάν, κατ’ εφαρμογή ειδικών ενωσιακών κανονισμών, η πραγματική προθεσμία πληρωμής μετά την παραλαβή αυτών των προϊόντων υπερβαίνει τις 30 ημέρες, τα υπολογιζόμενα σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους II χρηματοοικονομικά έξοδα προσαυξάνονται στους λογαριασμούς των οργανισμών πληρωμών κατά το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του εξής τύπου:

Formula

όπου

M

=

ποσό που οφείλει ο αγοραστής,

D

=

αριθμός των ημερών που διέρρευσαν μεταξύ της παραλαβής του προϊόντος και της καταβολής του ποσού, μείον 30,

i

=

το ισχύον για τη λογιστική χρήση επιτόκιο.

3.

Στο τέλος κάθε λογιστικής χρήσης, τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 χρηματοοικονομικά έξοδα καταχωρίζονται στους λογαριασμούς του εν λόγω γεωργικού οικονομικού έτους για τον αριθμό των ημερών που προσμετρούνται μέχρι την ημερομηνία αυτή και, το εναπομένον μέρος τους καταχωρίζεται στους λογαριασμούς της επόμενης χρήσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΥΛΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΛΥΠΤΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΤ’ ΑΠΟΚΟΠΗ ΠΟΣΑ

[Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)]

Τομέας των σιτηρών και του ρυζιού

I.   ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑ

α)

Διακίνηση των σιτηρών από το μέσο μεταφοράς μέχρι την κυψέλη αποθήκευσης (σιλό ή αποθηκευτικός θάλαμος) — πρώτη μεταφόρτωση·

β)

ζύγιση·

γ)

δειγματοληψία / αναλύσεις / διαπίστωση της ποιότητας.

II.   ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ

α)

Προβλεπόμενο στη σύμβαση μίσθωμα των κτιριακών εγκαταστάσεων·

β)

έξοδα ασφάλισης [εκτός αν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α)]·

γ)

έξοδα καταπολέμησης των παρασίτων που διασφαλίζουν την αρχική ποιότητα του προϊόντος στην αποθήκη [εκτός αν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α)]·

δ)

ετήσια απογραφή [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)]·

ε)

ενδεχόμενος εξαερισμός [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)].

III.   ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

α)

Ζύγιση των σιτηρών·

β)

δειγματοληψία/αναλύσεις (εφόσον βαρύνουν την παρέμβαση)·

γ)

φυσική έξοδος από τα αποθέματα και φόρτωση των σιτηρών στο πρώτο μέσο μεταφοράς.

Τομέας του βοείου κρέατος

I.   ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ, ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΟΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑ (ΚΡΕΑΣ ΧΩΡΙΣ ΟΣΤΑ)

α)

Έλεγχος της ποιότητας του κρέατος με οστά·

β)

ζύγιση του κρέατος με οστά·

γ)

εργασίες διακίνησης του προϊόντος·

δ)

κόστος του συμβολαίου για την αφαίρεση των οστών, που συμπεριλαμβάνει:

i)

την αρχική ψύξη,

ii)

τη μεταφορά από την αποθήκη παρέμβασης προς το εργαστήριο τεμαχισμού (εκτός αν ο πωλητής παραδίδει το εμπόρευμα στο εργαστήριο τεμαχισμού),

iii)

την αφαίρεση των οστών, ξάκρισμα, ζύγιση, συσκευασία και ταχεία κατάψυξη,

iv)

την προσωρινή αποθεματοποίηση των τεμαχίων· φόρτωση, μεταφορά και εκ νέου ανάληψη του προϊόντος στην ψυκτική αποθήκη παρέμβασης,

v)

τα έξοδα υλικού συσκευασίας: σάκοι πολυαιθυλενίου, χαρτοκιβώτια, βαμβακερά περικαλύμματα (stockinettes),

vi)

την αξία των οστών, των τεμαχίων λίπους και άλλων καταλοίπων ξακρίσματος που έχουν αφεθεί στο εργαστήριο τεμαχισμού (έσοδα αφαιρούμενα από τις δαπάνες).

II.   ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ

α)

Προβλεπόμενο στη σύμβαση μίσθωμα των κτιριακών εγκαταστάσεων·

β)

έξοδα ασφάλισης [εκτός αν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α)]·

γ)

έλεγχος της θερμοκρασίας [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)]·

δ)

ετήσια απογραφή [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)].

III.   ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

α)

Ζύγιση·

β)

έλεγχος της ποιότητας (εφόσον βαρύνει την παρέμβαση)·

γ)

διακίνηση του βοείου κρέατος από την ψυκτική αποθήκη μέχρι την αποβάθρα της αποθήκης αποθεματοποίησης.

Βούτυρο

I.   ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑ

α)

Διακίνηση του βουτύρου από το μέσο μεταφοράς μέχρι την είσοδο της κυψέλης αποθήκευσης·

β)

ζύγιση και ταυτοποίηση των δεμάτων·

γ)

δειγματοληψία/έλεγχος της ποιότητας·

δ)

εναπόθεση στην ψυκτική αποθήκη και κατάψυξη·

ε)

δεύτερη δειγματοληψία/έλεγχος της ποιότητας στη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου.

II.   ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ

α)

Προβλεπόμενο στη σύμβαση μίσθωμα των κτιριακών εγκαταστάσεων·

β)

έξοδα ασφάλισης [εκτός αν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α)]·

γ)

έλεγχος της θερμοκρασίας [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)]·

δ)

ετήσια απογραφή [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)].

III.   ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

α)

Ζύγιση και ταυτοποίηση των δεμάτων·

β)

διακίνηση του βουτύρου από το ψυγείο μέχρι την αποβάθρα της αποθήκης εάν το μέσο μεταφοράς είναι εμπορευματοκιβώτιο, ή φορτωμένο στην αποβάθρα της αποθήκης εάν το μέσο μεταφοράς είναι φορτηγό αυτοκίνητο ή σιδηροδρομικό βαγόνι.

IV.   ΕΠΙΘΕΣΗ ΕΤΙΚΕΤΑΣ Ή ΕΙΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ

Εφόσον η σήμανση αυτή είναι υποχρεωτική βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διάθεση των προϊόντων.

Αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη

I.   ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑ

α)

Διακίνηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη από το μέσο μεταφοράς μέχρι τον θάλαμο αποθήκευσης·

β)

ζύγιση·

γ)

δειγματοληψία/έλεγχος της ποιότητας·

δ)

έλεγχος της σήμανσης και της συσκευασίας.

II.   ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ

α)

Προβλεπόμενο στη σύμβαση μίσθωμα των κτιριακών εγκαταστάσεων·

β)

έξοδα ασφάλισης [εκτός αν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α)]·

γ)

έλεγχος της θερμοκρασίας [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)]·

δ)

ετήσια απογραφή [εκτός αν περιλαμβάνεται στο στοιχείο α)].

III.   ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ

α)

Ζύγιση·

β)

δειγματοληψία/έλεγχος του εμπορεύματος (εάν βαρύνει την παρέμβαση)·

γ)

διακίνηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη μέχρι την αποβάθρα της αποθήκης και φόρτωσή του, εξαιρουμένης της τακτοποίησης του φορτίου (στοιβασία), στο μεταφορικό μέσο, εφόσον πρόκειται για φορτηγό αυτοκίνητο ή για σιδηροδρομικό βαγόνι· διακίνηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη μέχρι την αποβάθρα της αποθήκης, εφόσον πρόκειται για άλλο μέσο μεταφοράς, ιδίως εμπορευματοκιβώτιο.

IV.   ΕΠΙΘΕΣΗ ΕΤΙΚΕΤΑΣ Ή ΕΙΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ

Εφόσον η σήμανση αυτή είναι υποχρεωτική βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διάθεση των προϊόντων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤ’ ΑΠΟΚΟΠΗ ΠΟΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ

[Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)]

I.   ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑ ΚΑΤ’ ΑΠΟΚΟΠΗ ΠΟΣΑ

1.

Τα ενιαία για την Ένωση κατ’ αποκοπή ποσά καθορίζονται ανά προϊόν με βάση τις χαμηλότερες δαπάνες που διαπιστώθηκαν στη διάρκεια μιας περιόδου αναφοράς η οποία αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους N και λήγει στις 30 Απριλίου του επόμενου έτους.

2.

Ως «διαπιστωθείσες δαπάνες» νοούνται τα έξοδα διενέργειας των υλικών ενεργειών που αναφέρονται στο παράρτημα II, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς με βάση είτε την έκδοση χωριστών τιμολογίων για τις ενέργειες αυτές είτε την κατάρτιση σχετικής συμβάσεως που τις καλύπτει. Εάν, για δεδομένο προϊόν, υφίσταται απόθεμα κατά την περίοδο αναφοράς, αλλά δεν έχουν υπάρξει είτε είσοδοι είτε έξοδοι από αυτό, μπορούν εξίσου να χρησιμοποιηθούν οι δαπάνες αναφοράς που αναγράφονται στις συμβάσεις αποθεματοποίησης του προϊόντος αυτού.

Οι δαπάνες για ανάληψη του προϊόντος και εναποθήκευση (Ι) και για την έξοδο από τα αποθέματα (ΙΙΙ) δηλώνονται ανά τόνο προϊόντος για κάθε μεμονωμένη ενέργεια (α, β, γ, …), όπως ορίζεται στο παράρτημα II. Οι δαπάνες αποθεματοποίησης (ΙΙ) δηλώνονται ανά μήνα για κάθε τόνο που αποθεματοποιείται και για κάθε μεμονωμένη ενέργεια (α, β, γ), όπως ορίζεται στο παράρτημα II.

3.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο στις 10 Μαΐου, τις δαπάνες που αναφέρονται στο σημείο 2 σχετικά με τις αναφερόμενες στο παράρτημα II ενέργειες, οι οποίες διενεργήθηκαν στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς. Τα αναφερόμενα στο σημείο 1 κατ’ αποκοπή ποσά προσδιορίζονται σε ευρώ, με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο των εν λόγω δαπανών που έχουν διαπιστωθεί κατά την περίοδο αναφοράς σε τέσσερα τουλάχιστον κράτη μέλη με τις χαμηλότερες δαπάνες για δεδομένη υλική ενέργεια, εφόσον τα κράτη αυτά αντιπροσωπεύουν το 33 % τουλάχιστον του συνολικού μέσου αποθέματος του εν λόγω προϊόντος κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς. Σε διαφορετική περίπτωση, συμπεριλαμβάνονται στη στάθμιση οι δαπάνες άλλων κρατών μελών, μέχρις ότου επιτευχθεί το ποσοστό του 33 % των αποθεματοποιημένων ποσοτήτων.

4.

Εάν για δεδομένο προϊόν ο αριθμός των κρατών μελών που προβαίνουν σε δημόσια αποθεματοποίηση είναι κατώτερος των τεσσάρων, τα κατ’ αποκοπή ποσά για το προϊόν αυτό προσδιορίζονται με βάση τις διαπιστωθείσες στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη δαπάνες. Ωστόσο, το τελικό κατ’ αποκοπή ποσό για το εν λόγω προϊόν δεν μπορεί να διαφέρει από το ποσό που καθορίστηκε για το προηγούμενο έτος κατά περισσότερο από 2 %.

5.

Εάν, για δεδομένο προϊόν ευρισκόμενο σε απόθεμα, οι δηλωθείσες από ορισμένο κράτος μέλος δαπάνες, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό που αναφέρεται στα σημεία 3 και 4, υπερβαίνουν το διπλάσιο του αριθμητικού μέσου των δαπανών που δηλώθηκαν για τον εν λόγω υπολογισμό από τα άλλα κράτη μέλη, οι δαπάνες αυτές ανάγονται στο επίπεδο του αριθμητικού μέσου.

6.

Οι δαπάνες που χρησιμοποιούνται για τον προαναφερόμενο στα σημεία 3 και 4 υπολογισμό, σταθμίζονται σε συνάρτηση με τις αποθεματοποιημένες ποσότητες στα κράτη μέλη οι οποίες έχουν ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό.

7.

Για τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, οι δηλωθείσες δαπάνες τους μετατρέπονται σε ευρώ, με βάση τη μέση ισοτιμία του νομίσματός τους κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο σημείο 1.

II.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1.

Οι κατ’ αποκοπή δαπάνες εξόδου από τα αποθέματα είναι δυνατόν να προσαυξηθούν κατά ένα ποσό που υπολογίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος δηλώνει, για τη συνολική διάρκεια της λογιστικής χρήσης και για όλο το απόθεμα ενός προϊόντος, ότι παραιτείται από την εφαρμογή του ορίου ανοχής που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 και ότι εγγυάται την ποιότητα.

Η δήλωση αυτή απευθύνεται στην Επιτροπή και πρέπει να της περιέλθει πριν από την παραλαβή της πρώτης μηνιαίας δήλωσης των δαπανών της οικείας λογιστικής χρήσης, ή, στην περίπτωση που το προϊόν δεν ευρίσκεται στο απόθεμα παρέμβασης στην αρχή της χρήσης, το αργότερο εντός του μηνός που ακολουθεί την πρώτη είσοδο του προϊόντος αυτού στο απόθεμα.

Η προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο προσαύξηση υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό του ορίου αναφοράς του σχετικού προϊόντος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, επί το όριο ανοχής που καθορίζεται για το προϊόν αυτό στο παράρτημα IV του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014.

2.

Για όλα τα προϊόντα σε απόθεμα, με εξαίρεση το βόειο κρέας, τα κατ’ αποκοπή ποσά που έχουν καθοριστεί για τις δαπάνες εισόδου και εξόδου από τις αποθήκες μειώνονται κατά τους ακόλουθους συντελεστές στην περίπτωση που δεν υπήρξε καμία διακίνηση των σχετικών ποσοτήτων.

Προϊόν

Είσοδος στο απόθεμα

Έξοδος από το απόθεμα

Σιτηρά

36,50 %

22,80 %

Ρύζι

17,50 %

0,30 %

Βούτυρο

25,90 %

22,20 %

Αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη

21,00 %

35,10 %

3.

Η Επιτροπή δύναται να διατηρήσει τα ήδη καθορισθέντα για ορισμένο προϊόν κατ’ αποκοπή ποσά, εάν δεν υπήρξε ή δεν πρόκειται να υπάρξει δημόσια αποθεματοποίηση εντός της τρέχουσας λογιστικής χρήσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΑ ΥΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΣΟΔΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΒΟΕΙΟ ΚΡΕΑΣ

[Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ)]

Για την εφαρμογή των διατάξεων του παραρτήματος VI και του παραρτήματος VII σημείο 2 στοιχεία α) και γ), η τιμή βάσης που λαμβάνεται υπόψη για το βόειο κρέας χωρίς οστά είναι το όριο αναφοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, επί τον συντελεστή 1,47.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΣΕ ΑΠΟΘΕΜΑ

[Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε)]

1.

Εάν, για δεδομένο προϊόν, οι προβλέψεις σχετικά με την τιμή πώλησης των αποθεματοποιημένων στο πλαίσιο της δημόσιας παρέμβασης προϊόντων είναι κατώτερες από την τιμή αγοράς τους, εφαρμόζεται, κατά την αγορά τους, ένα ποσοστό απαξίωσης, ονομαζόμενο «συντελεστής k». Το εκατοστιαίο αυτό ποσοστό καθορίζεται, για κάθε προϊόν, στην αρχή κάθε λογιστικής χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

2.

Το ποσοστό απαξίωσης αντιστοιχεί, κατ’ ανώτατο όριο, προς τη διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και της δυνάμενης να προβλεφθεί τιμής διάθεσης του συγκεκριμένου προϊόντος.

3.

Η Επιτροπή δύναται κατά τον χρόνο αγοράς να περιορίσει την απαξίωση σε ένα κλάσμα του εκατοστιαίου ποσοστού που υπολογίζεται σύμφωνα με το σημείο 2. Το κλάσμα αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το 70 % της απαξίωσης που αποφασίστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου 1.

Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή προβαίνει στον προσδιορισμό δεύτερης απαξίωσης στο τέλος κάθε λογιστικής χρήσης, σύμφωνα με την εκτιθέμενη στο σημείο 5 μέθοδο.

4.

Στην περίπτωση των απαξιώσεων που αναφέρονται στο σημείο 3 δεύτερο εδάφιο, η Επιτροπή καθορίζει τα συνολικά ποσά απαξίωσης ανά προϊόν και ανά κράτος μέλος, πριν από την έναρξη της επόμενης λογιστικής χρήσης.

Προς τον σκοπό αυτό, η εκτιμώμενη τιμή πώλησης των προϊόντων σε απόθεμα συγκρίνεται με την εκτιμώμενη ανά προϊόν και ανά κράτος μέλος αξία εκ μεταφοράς. Οι διαφορές μεταξύ των εκτιμώμενων αξιών εκ μεταφοράς και των προβλεπόμενων τιμών πώλησης επί τις εκτιμώμενες στο τέλος της λογιστικής χρήσης ποσότητες σε απόθεμα, παράγουν τα συνολικά ποσά απαξίωσης ανά προϊόν και ανά ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

5.

Η εκτίμηση των ποσοτήτων σε δημόσια αποθεματοποίηση και οι αξίες εκ μεταφοράς ανά προϊόν και ανά κράτος μέλος βασίζονται σε κοινοποίηση των κρατών μελών, αποστελλόμενη στην Επιτροπή το αργότερο στις 7 Σεπτεμβρίου του έτους N + 1 σχετικά με τα τηρούμενα σε απόθεμα προϊόντα στις 30 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, με μνεία των ακόλουθων στοιχείων:

ποσότητες που αγοράστηκαν στη διάρκεια της περιόδου από 1ης Οκτωβρίου του έτους n έως την 31η Αυγούστου του έτους N + 1·

υπάρχουσες στο απόθεμα ποσότητες στις 31 Αυγούστου του έτους N + 1·

αξία, σε ευρώ, των προϊόντων σε απόθεμα στις 31 Αυγούστου του έτους N + 1·

προβλέψεις για τις ποσότητες που θα υπάρχουν σε απόθεμα στις 30 Σεπτεμβρίου του έτους N + 1·

εκτιμήσεις για τις ποσότητες που θα αγοραστούν μεταξύ 1ης και 30ής Σεπτεμβρίου του έτους N + 1·

εκτιμώμενη αξία, σε ευρώ, των αγορών μεταξύ 1ης και 30ής Σεπτεμβρίου του έτους N + 1.

6.

Οι αξίες σε εθνικά νομίσματα, κοινοποιούμενες από τα κράτη μέλη των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, προκειμένου να υπολογιστεί η απαξίωση στο τέλος μιας λογιστικής χρήσης, μετατρέπονται σε ευρώ, εφαρμόζοντας τις ισοτιμίες που ισχύουν κατά τον χρόνο υπολογισμού των συνολικών ποσών της απαξίωσης στο τέλος της εν λόγω λογιστικής χρήσης.

7.

Η Επιτροπή κοινοποιεί τα συνολικά ποσά της ανά προϊόν απαξίωσης σε κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, ώστε να τους παράσχει τη δυνατότητα να συμπεριλάβουν τα ποσά αυτά στην τελευταία μηνιαία δήλωση των δαπανών τους προς το ΕΓΤΕ για την οικεία λογιστική χρήση.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΕΙΠΟΥΣΩΝ ΠΟΣΟΤΗΤΩΝ

[Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α)]

Τηρουμένων των ειδικών διατάξεων που αναφέρονται στο παράρτημα IV, η αξία των ελλειπουσών ποσοτήτων υπολογίζεται ως εξής:

α)

Στις περιπτώσεις υπέρβασης των ορίων ανοχής, που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014, όσον αφορά την αποθεματοποίηση ή τη μεταποίηση των προϊόντων, ή όταν μετά από κλοπές ή άλλες αναγνωρίσιμες αιτίες διαπιστώνεται ότι λείπουν ορισμένες ποσότητες, η αξία των ελλειπουσών ποσοτήτων υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας τις ποσότητες αυτές επί το όριο αναφοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, το οποίο ισχύει για κάθε προϊόν, ανάλογα με τον ποιοτικό τύπο, την πρώτη ημέρα της λογιστικής χρήσης κατά την οποία σημειώνεται υπέρβαση των ορίων ανοχής ή διαπιστώνεται ότι λείπουν ορισμένες ποσότητες, προσαυξημένο κατά 5 %.

β)

Στην περίπτωση που, την ημέρα που διαπιστώθηκαν οι ελλείπουσες ποσότητες, η μέση αγοραία τιμή για τον ποιοτικό τύπο στο κράτος μέλος όπου πραγματοποιείται η αποθεματοποίηση είναι υψηλότερη του 105 % του βασικού ορίου αναφοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, οι αντισυμβαλλόμενοι επιστρέφουν στους οργανισμούς παρέμβασης την αγοραία τιμή που διαπιστώθηκε από το κράτος μέλος, προσαυξημένη κατά 5 %.

Τη μέση αγοραία τιμή προσδιορίζει το κράτος μέλος βασιζόμενο στα πληροφοριακά στοιχεία που κοινοποιεί τακτικά στην Επιτροπή.

Οι διαφορές μεταξύ των ποσών που εισπράχθηκαν βάσει της εφαρμογής της αγοραίας τιμής και των ποσών που καταχωρίστηκαν στη λογιστική του ΕΓΤΕ με την εφαρμογή του ορίου αναφοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, πιστώνονται στο ΕΓΤΕ στο τέλος της λογιστικής χρήσης, μαζί με τα λοιπά πιστωτικά στοιχεία.

γ)

Στην περίπτωση που οι ελλείπουσες ποσότητες διαπιστώνονται μετά τη μετακίνηση ή μεταφορά των προϊόντων από μια αποθήκη παρέμβασης ή ένα σημείο αποθεματοποίησης που έχει ορίσει ο οργανισμός πληρωμών προς ένα άλλο σημείο, και εφόσον δεν έχει καθοριστεί συγκεκριμένη αξία από την ενωσιακή νομοθεσία του οικείου τομέα, η αξία αυτών των ελλειπουσών ποσοτήτων προσδιορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΤΕΙ Ή ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΕΙ

[Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β)]

1.

Τηρουμένων των ειδικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας, ένα προϊόν θεωρείται ότι έχει υποβαθμιστεί όταν παύει να πληροί τους ποιοτικούς όρους που ίσχυαν κατά την αγορά του.

2.

Η αξία των ποσοτήτων προϊόντων που έχουν υποβαθμιστεί ή καταστραφεί υπολογίζεται, ανάλογα με τη φύση των αιτιών, ως εξής:

α)

σε περίπτωση τυχαίων ζημιογόνων γεγονότων και εφόσον ειδικές διατάξεις του παραρτήματος IV δεν ορίζουν άλλως, η αξία των προϊόντων υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό των σχετικών ποσοτήτων επί το βασικό όριο αναφοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, το οποίο ισχύει για τον ποιοτικό τύπο την πρώτη ημέρα της τρέχουσας λογιστικής χρήσης, μειωμένο κατά 5 %·

β)

σε περίπτωση φυσικών καταστροφών, η αξία των σχετικών ποσοτήτων καθορίζεται με εκτελεστική πράξη της Επιτροπής, εκδιδόμενη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο·

γ)

στην περίπτωση κακών συνθηκών διατήρησης των προϊόντων, ιδίως λόγω ακατάλληλων μεθόδων αποθεματοποίησής τους, η αξία του προϊόντος καταχωρίζεται λογιστικά σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β) του παραρτήματος VI·

δ)

στην περίπτωση υπερβολικά μακροχρόνιας αποθεματοποίησης, η λογιστική αξία του προϊόντος προσδιορίζεται κατά την προσφορά του προς πώληση με βάση την τιμή πώλησης, με εκτελεστική πράξη της Επιτροπής, εκδιδόμενη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο.

Η απόφαση για την πώληση του προϊόντος λαμβάνεται σύμφωνα με τη γεωργική νομοθεσία που εφαρμόζεται για το σχετικό προϊόν. Τα έσοδα από την πώληση εγγράφονται σε λογαριασμό και καταλογίζονται στο μήνα εξόδου του προϊόντος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΠΟΥ ΕΙΣΗΛΘΑΝ ΣΤΟ ΑΠΟΘΕΜΑ, ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΟΜΩΣ Η ΑΝΑΛΗΨΗ ΑΠΟΡΡΙΦΘΗΚΕ

[Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ)]

1.

Τηρουμένων των ειδικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας, τα έξοδα εισόδου, παραμονής, αποθεματοποίησης και χρηματοδότησης, που έχουν ήδη καταχωριστεί λογιστικά για καθεμιά από τις απορριφθείσες ποσότητες, αφαιρούνται και εγγράφονται σε χωριστό λογαριασμό, σύμφωνα με τα παρακάτω:

α)

οι προς αφαίρεση δαπάνες εισόδου και εξόδου υπολογίζονται πολλαπλασιάζοντας τις απορριφθείσες ποσότητες επί το άθροισμα των αντίστοιχων κατ’ αποκοπή ποσών που ισχύουν το μήνα της εξόδου·

β)

οι προς αφαίρεση δαπάνες αποθεματοποίησης υπολογίζονται πολλαπλασιάζοντας τις απορριφθείσες ποσότητες επί τον αριθμό των μηνών που διέρρευσαν μεταξύ της εισόδου και της εξόδου και επί το κατ’ αποκοπή ποσό που ισχύει τον μήνα της εξόδου·

γ)

τα προς αφαίρεση χρηματοοικονομικά έξοδα υπολογίζονται πολλαπλασιάζοντας τις απορριφθείσες ποσότητες επί τον αριθμό μηνών που διέρρευσαν μεταξύ της εισόδου και της εξόδου, αφαιρουμένου του αριθμού μηνών της προθεσμίας πληρωμής που ίσχυε κατά την είσοδο, επί το επιτόκιο χρηματοδότησης που ίσχυε τον μήνα της εξόδου, διαιρούμενο διά του δώδεκα, και επί τη μέση λογιστική αξία εκ μεταφοράς που ίσχυε στην αρχή της λογιστικής χρήσης ή επί τη μέση λογιστική αξία που ίσχυε τον πρώτο μήνα της δήλωσης, στην περίπτωση που δεν υπάρχει μέση λογιστική αξία εκ μεταφοράς.

2.

Τα προβλεπόμενα στο σημείο 1 έξοδα καταχωρίζονται ως υλικές ενέργειες του μήνα εξόδου των προϊόντων.


28.8.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 255/18


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 907/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τις εγγυήσεις και τη χρήση του ευρώ

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 1, το άρθρο 40, το άρθρο 46 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4, το άρθρο 53 παράγραφος 3, το άρθρο 57 παράγραφος 1, το άρθρο 66 παράγραφος 3, το άρθρο 79 παράγραφος 2, το άρθρο 106 παράγραφοι 5 και 6, και το άρθρο 120,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 θέσπισε τις βασικές διατάξεις που αφορούν, μεταξύ άλλων, τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και των οργανισμών συντονισμού, τις υποχρεώσεις των οργανισμών πληρωμών όσον αφορά τη δημόσια παρέμβαση, τη δημοσιονομική διαχείριση και τις διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών, τις εγγυήσεις και τη χρήση του ευρώ. Για να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία του νέου νομικού πλαισίου πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες που θα συμπληρώνουν τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 στους οικείους τομείς. Οι νέοι κανόνες θα πρέπει να αντικαταστήσουν τους υφιστάμενους κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 883/2006 (2), (ΕΚ) αριθ. 884/2006 (3), (ΕΚ) αριθ. 885/2006 (4), (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 (5), (ΕΕ) αριθ. 1106/2010 (6), τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 282/2012 (7), οι οποίοι βασίζονταν σε κανονισμούς του Συμβουλίου που έχουν ήδη αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013. Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 883/2006, (ΕΚ) αριθ. 884/2006, (ΕΚ) αριθ. 885/2006, (ΕΚ) αριθ. 1913/2006, (ΕΕ) αριθ. 1106/2010 και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2012 θα πρέπει να καταργηθούν.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαπιστεύουν τους οργανισμούς πληρωμών μόνον εφόσον ανταποκρίνονται σ’ ένα ελάχιστο σύνολο κριτηρίων τα οποία καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης. Τα εν λόγω κριτήρια θα πρέπει να καλύπτουν τέσσερις βασικούς τομείς: το εσωτερικό περιβάλλον, τις δραστηριότητες ελέγχου, την ενημέρωση και επικοινωνία και την παρακολούθηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να θεσπίσουν πρόσθετα κριτήρια διαπίστευσης, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη τυχόν ειδικά χαρακτηριστικά ενός οργανισμού πληρωμών. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες όσον αφορά τα κριτήρια διαπίστευσης των οργανισμών συντονισμού που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

(3)

Τα μέτρα δημόσιας παρέμβασης μπορούν να χρηματοδοτούνται μόνον εάν οι σχετικές δαπάνες πραγματοποιήθηκαν από τους οργανισμούς πληρωμών που έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη ως υπεύθυνοι για ορισμένες υποχρεώσεις σχετικές με τη δημόσια παρέμβαση. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η εκτέλεση των καθηκόντων που αφορούν ιδίως τη διαχείριση και τον έλεγχο των μέτρων παρέμβασης, με εξαίρεση την καταβολή των ενισχύσεων, μπορεί να γίνεται κατ’ εξουσιοδότηση. Θα πρέπει επίσης να υπάρχει δυνατότητα διεκπεραίωσης των καθηκόντων αυτών από περισσότερους του ενός οργανισμούς πληρωμών. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι η διαχείριση ορισμένων μέτρων δημόσιας αποθεματοποίησης μπορεί να ανατίθεται σε τρίτους, ήτοι σε δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς, υπό την ευθύνη του οργανισμού πληρωμών. Είναι συνεπώς σκόπιμο να διευκρινιστεί η έκταση της ευθύνης που υπέχουν, στο πλαίσιο αυτό, οι οργανισμοί πληρωμών, να διευκρινιστούν οι υποχρεώσεις τους και να καθοριστεί υπό ποιες προϋποθέσεις και σύμφωνα με ποιους κανόνες μπορεί να ανατίθεται σε τρίτους, ήτοι σε δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς, η διαχείριση ορισμένων μέτρων δημόσιας αποθεματοποίησης. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εν λόγω οργανισμοί υποχρεούνται να ενεργούν εντός του πλαισίου συμβάσεων ανάθεσης, με βάση γενικές υποχρεώσεις και αρχές που θα πρέπει να καθοριστούν.

(4)

Η γεωργική νομοθεσία της Ένωσης προβλέπει, για το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), προθεσμίες για την καταβολή των ενισχύσεων στους δικαιούχους, τις οποίες τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν. Οι πληρωμές που διενεργούνται εκτός των προθεσμιών αυτών πρέπει να θεωρούνται μη επιλέξιμες για ενωσιακές ενισχύσεις και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να επιστραφούν από την Επιτροπή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013. Η ανάλυση των εκπρόθεσμων πληρωμών ενισχύσεων από τα κράτη μέλη έχει καταδείξει ότι ορισμένες από αυτές οφείλονται σε συμπληρωματικούς ελέγχους των κρατών μελών με αντικείμενο αμφισβητήσιμες απαιτήσεις, προσφυγές και άλλες εθνικές δικαστικές διενέξεις. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, θα πρέπει να καθοριστεί ένα σταθερό περιθώριο ανοχής όσον αφορά τις δαπάνες, εντός του οποίου δεν θα επιβάλλονται μειώσεις των μηνιαίων πληρωμών για τις περιπτώσεις αυτές. Επιπλέον, όταν σημειώνεται υπέρβαση του εν λόγω περιθωρίου, για να κλιμακώνεται η δημοσιονομική επίπτωση ανάλογα με την καθυστέρηση της πληρωμής, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η Επιτροπή μειώνει αναλογικά τις ενωσιακές πληρωμές ανάλογα με τη διάρκεια της καθυστέρησης της πληρωμής. Οι πληρωμές ενισχύσεων πριν από την έναρξη της προθεσμίας πληρωμής που προβλέπεται στην ενωσιακή γεωργική νομοθεσία δεν μπορούν να δικαιολογηθούν για τους ίδιους λόγους με τις πληρωμές μετά τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να προβλεφθεί αναλογική μείωση για αυτές τις πρόωρες πληρωμές. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί μια εξαίρεση για τις περιπτώσεις στις οποίες η ενωσιακή γεωργική νομοθεσία προβλέπει την πληρωμή προκαταβολής μέχρις ορισμένου ανώτατου ποσού.

(5)

Η Επιτροπή πραγματοποιεί μηνιαίες ή άλλες περιοδικές πληρωμές προς τα κράτη μέλη βάσει δηλώσεων δαπανών που αυτά της διαβιβάζουν. Ωστόσο, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα έσοδα που εισπράττουν οι οργανισμοί πληρωμών για λογαριασμό του προϋπολογισμού της Ένωσης. Είναι, συνεπώς, σκόπιμο να καθοριστεί υπό ποίους όρους μπορούν να γίνονται συμψηφισμοί μεταξύ ορισμένων ειδών δαπανών και εσόδων στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ.

(6)

Σε περίπτωση που ο προϋπολογισμός της Ένωσης δεν έχει εγκριθεί κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, το άρθρο 16 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) προβλέπει ότι οι πράξεις πληρωμής μπορούν να διενεργούνται μηνιαίως ανά κεφάλαιο, εντός του ορίου του ενός δωδεκάτου των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί στο συγκεκριμένο κεφάλαιο για το προηγούμενο οικονομικό έτος. Για τη δίκαιη κατανομή των διαθέσιμων πιστώσεων μεταξύ των κρατών μελών, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι, σε τέτοια περίπτωση, οι μηνιαίες πληρωμές στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και οι ενδιάμεσες πληρωμές στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ πραγματοποιούνται μέχρι ενός ποσοστού των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλει κάθε κράτος μέλος και το μη χρησιμοποιηθέν υπόλοιπο ενός μήνα διατίθεται εκ νέου βάσει αποφάσεων της Επιτροπής σχετικών με μεταγενέστερες πληρωμές, μηνιαίες ή ενδιάμεσες.

(7)

Οι εφαρμοστέες συναλλαγματικές ισοτιμίες θα πρέπει να καθορίζονται συναρτήσει της ύπαρξης ή μη γενεσιουργού αιτίου στην τομεακή γεωργική νομοθεσία. Για να μη χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ διαφορετικές συναλλαγματικές ισοτιμίες κατά τη λογιστική εγγραφή σε νόμισμα άλλο πλην του ευρώ των εσόδων που εισπράττουν ή των ενισχύσεων που καταβάλλουν στους δικαιούχους, αφενός, και κατά την κατάρτιση των δηλώσεων δαπανών των οργανισμών πληρωμών, αφετέρου, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν στις δηλώσεις δαπανών που αφορούν το ΕΓΤΕ την ίδια συναλλαγματική ισοτιμία με εκείνη που χρησιμοποιούν για τα ως άνω έσοδα ή τις ενισχύσεις που καταβάλλονται στους δικαιούχους. Εξάλλου, για να απλοποιηθούν οι διοικητικές διατυπώσεις για εισπράξεις που αφορούν περισσότερες της μιας πράξεις, θα πρέπει να εφαρμόζεται μία και μόνη συναλλαγματική ισοτιμία κατά τη λογιστική εγγραφή των εν λόγω εισπράξεων.

(8)

Για να μπορεί η Επιτροπή να επαληθεύει ότι τα κράτη μέλη τηρούν την υποχρέωσή τους να προστατεύουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ 1306/2013, θα πρέπει να προβλεφθούν διατάξεις σχετικά με τα κριτήρια και τη μεθοδολογία επιβολής διορθώσεων. Θα πρέπει να καθοριστούν τα διάφορα είδη διορθώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και θα πρέπει να θεσπιστούν αρχές για τον τρόπο με τον οποίο θα λαμβάνονται υπόψη οι περιστάσεις κάθε υπόθεσης για τον προσδιορισμό του ύψους των διορθώσεων. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για τον τρόπο με τον οποίο θα πιστώνονται στα ταμεία οι ανακτήσεις που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη από τους δικαιούχους.

(9)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 προβλέπει έλεγχο των εμπορικών εγγράφων των δικαιούχων ή οφειλετριών οντοτήτων που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το σύστημα χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ, προκειμένου να διαπιστώνεται κατά πόσον οι πράξεις που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ έχουν όντως πραγματοποιηθεί και κατά πόσον έχουν εκτελεσθεί ορθώς. Είναι σκόπιμο να εξαιρεθούν από την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού τα μέτρα που από τη φύση τους δεν επιδέχονται εκ των υστέρων έλεγχο μέσω της εξέτασης των εμπορικών εγγράφων, ελέγχους, καθώς και τα μέτρα τα οποία αφορούν πληρωμές που είτε συνδέονται με την έκταση είτε δεν συνδέονται με εμπορικά έγγραφα τα οποία είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχων.

(10)

Πολλές διατάξεις των γεωργικών κανονισμών της Ένωσης απαιτούν τη σύσταση εγγύησης για να εξασφαλισθεί η καταβολή του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση που δεν τηρείται κάποια υποχρέωση. Ωστόσο, εκ πείρας αποδεικνύεται ότι η απαίτηση αυτή ερμηνεύεται στην πράξη με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Ως εκ τούτου, για να αποφευχθούν άνισες συνθήκες ανταγωνισμού, θα πρέπει να καθοριστούν οι προϋποθέσεις που θα ισχύουν για την εν λόγω απαίτηση.

(11)

Οι δαπάνες για τη σύσταση εγγύησης, οι οποίες βαρύνουν, τόσο το μέρος που συστήνει την εγγύηση όσο και την αρμόδια αρχή, μπορεί να είναι δυσανάλογες σε σχέση με το ποσό, την καταβολή του οποίου διασφαλίζει η εγγύηση, αν το εν λόγω ποσό είναι κατώτερο από ένα ορισμένο όριο. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να μην απαιτούν εγγύηση για την καταβολή ποσού κατώτερου από το όριο αυτό. Εξάλλου, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να μην απαιτεί εγγύηση, όταν η φύση του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την τήρηση των υποχρεώσεων καθιστά άσκοπη την απαίτηση αυτή.

(12)

Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αρνείται την προσφερόμενη εγγύηση όταν δεν τη θεωρεί ικανοποιητική.

(13)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 έχει ενισχύσει τους κανόνες που απαιτούν τη σύσταση εγγύησης για να εξασφαλισθεί η καταβολή του οφειλόμενου ποσού σε περίπτωση που δεν τηρείται κάποια υποχρέωση. Το εν λόγω ενιαίο οριζόντιο νομικό πλαίσιο θα πρέπει να συμπληρωθεί με ενιαίους κανόνες σχετικά με την ανωτέρα βία και με την κατάπτωση ή αποδέσμευση της εγγύησης. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 376/2008 της Επιτροπής (9) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 612/2009 της Επιτροπής (10) περιλαμβάνουν κανόνες σχετικά με την αποδέσμευση και την κατάπτωση εγγυήσεων στον τομέα των πιστοποιητικών εισαγωγής και εξαγωγής και του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή. Οι νέοι κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης στους εν λόγω τομείς. Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να καταργηθούν οι σχετικές διατάξεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 376/2008 και (ΕΚ) αριθ. 612/2009.

(14)

Βάσει του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 282/2012 γινόταν διάκριση μεταξύ πρωτογενών, δευτερογενών και τριτογενών απαιτήσεων, ενώ μικρός αριθμός κανονισμών της Επιτροπής αναφέρεται μόνο στις πρωτογενείς απαιτήσεις. Η μη τήρηση της απαίτησης επέφερε την καθ’ ολοκληρία ή κατ’ αναλογία κατάπτωση της εγγύησης που καλύπτει την εν λόγω απαίτηση σύμφωνα με πολύπλοκες μεθόδους υπολογισμού, οι οποίες προκαλούσαν σύγχυση. Τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, μια απλουστευμένη προσέγγιση της κατάπτωσης θα πρέπει να ακολουθεί την πραγματική κατάσταση, ήτοι ότι μια υποχρέωση είτε δεν εκπληρώθηκε είτε δεν εκπληρώθηκε εγκαίρως ή η απόδειξη εκπλήρωσης της υποχρέωσης δεν υποβλήθηκε εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών.

(15)

Πολλές διατάξεις της γεωργικής νομοθεσίας της Ένωσης προβλέπουν ότι η εγγύηση που έχει συσταθεί καταπίπτει, εάν δεν τηρείται η υποχρέωση για την οποία έχει συσταθεί, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ τύπων παράβασης. Για λόγους ίσης μεταχείρισης, θα πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των συνεπειών της μη τήρησης διαφόρων υποχρεώσεων. Ειδικότερα, θα πρέπει να προβλεφθεί η κατάπτωση μέρους μόνον της εγγύησης σε ειδικές περιπτώσεις.

(16)

Δεν θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των συνεπειών της μη τήρησης υποχρέωσης, με βάση τη χορήγηση ή μη προκαταβολής. Κατά συνέπεια, οι εγγυήσεις που συστήνονται για προκαταβολές θα πρέπει να διέπονται από ιδιαίτερους κανόνες.

(17)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι γενεσιουργοί αιτίες των συναλλαγματικών ισοτιμιών οι οποίες ισχύουν στις διάφορες περιπτώσεις που παρουσιάζονται στο πλαίσιο της τομεακής γεωργικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών ορισμών ή παρεκκλίσεων που προβλέπονται στους κανόνες των σχετικών τομέων, βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

(18)

Για όλες τις τιμές ή τα ποσά που καθορίζονται στο πλαίσιο των συναλλαγών με τρίτες χώρες, η αποδοχή της τελωνειακής διασάφησης αποτελεί την πλέον κατάλληλη γενεσιουργό αιτία για την επίτευξη του σχετικού εμπορικού στόχου. Το ίδιο ισχύει για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή και τον καθορισμό της τιμής εισόδου των οπωροκηπευτικών στην Ένωση, βάσει της οποίας τα προϊόντα ταξινομούνται στο κοινό δασμολόγιο. Αυτή, συνεπώς, θα πρέπει να είναι η γενεσιουργός αιτία που θα καθοριστεί.

(19)

Για τις επιστροφές κατά την παραγωγή, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας συνδέεται κατά κανόνα με τη διεκπεραίωση ορισμένων ειδικών διατυπώσεων. Για λόγους εναρμόνισης των κανόνων, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η γενεσιουργός αιτία είναι η ημερομηνία κατά την οποία τα προϊόντα δηλώνεται ότι έχουν φθάσει στον απαιτούμενο προορισμό, στις περιπτώσεις που απαιτείται προορισμός, και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις η αποδοχή της αίτησης πληρωμής της επιστροφής από τον οργανισμό πληρωμών.

(20)

Για τις ενισχύσεις που χορηγούνται για ποσότητες προϊόντων που διατίθενται στην αγορά ή που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά συγκεκριμένο τρόπο, η υποχρέωση που πρέπει να τηρείται όσον αφορά τη χορήγηση της ενίσχυσης συνίσταται σε πράξη η οποία εγγυάται την κατάλληλη χρήση των εν λόγω προϊόντων. Η παραλαβή των προϊόντων από τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να πραγματοποιούν τους απαιτούμενους ελέγχους πάσης φύσεως στους λογαριασμούς του και εγγυάται την ομοιογενή αντιμετώπιση των φακέλων. Επομένως, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα πρέπει να καθορίζεται σε σχέση με την παραλαβή των προϊόντων.

(21)

Για τις άλλες ενισχύσεις που χορηγούνται στον γεωργικό τομέα, οι καταστάσεις μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές. Εντούτοις, οι ενισχύσεις αυτές χορηγούνται πάντοτε κατόπιν αίτησης και εντός των προθεσμιών που προβλέπει η νομοθεσία. Συνεπώς, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα πρέπει σε αυτή την περίπτωση να είναι η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων.

(22)

Για τα μέτρα στήριξης, τις ενισχύσεις και τις πριμοδοτήσεις στον αμπελοοινικό τομέα, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα πρέπει να συνδέεται, ανάλογα με την περίπτωση, με την ημερομηνία έναρξης της περιόδου εμπορίας του οίνου, τη συμπλήρωση ορισμένων εργασιών ή μια συγκεκριμένη ημερομηνία. Επομένως, η γενεσιουργός αιτία που θα λαμβάνεται υπόψη θα πρέπει να προσδιοριστεί για κάθε περίπτωση.

(23)

Οι καταστάσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της γενεσιουργού αιτίας διαφέρουν πολύ από τομέα σε τομέα. Η γενεσιουργός αιτία θα πρέπει, ως εκ τούτου, να καθορίζεται σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες κάθε κατάστασης και κάθε μέτρου που καλύπτεται από τους εν λόγω γεωργικούς τομείς, ιδίως όσον αφορά τις ενισχύσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, το σχέδιο προώθησης της κατανάλωσης φρούτων στα σχολεία, τον τομέα της ζάχαρης, τα μέτρα προώθησης, ορισμένα μέτρα που υπάγονται στον τομέα των οπωροκηπευτικών.

(24)

Τα ποσά διαρθρωτικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) και τα ποσά που εγκρίνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (12), η καταβολή των οποίων εξασφαλίζεται με τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης που εγκρίνονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, καθορίζονται για την περίοδο εμπορίας ή το ημερολογιακό έτος. Συνεπώς, ο εμπορικός στόχος επιτυγχάνεται εάν η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας καθορίζεται για το σχετικό έτος. Με βάση αυτά τα στοιχεία, ως γενεσιουργός αιτία θα πρέπει να καθορίζεται η 1η Ιανουαρίου του έτους κατά τη διάρκεια του οποίου λαμβάνεται η απόφαση χορήγησης της ενίσχυσης.

(25)

Για τις προκαταβολές και τις εγγυήσεις, τα ποσά που πρέπει να πληρώνονται ή τα εγγυημένα ποσά καθορίζονται σε ευρώ σύμφωνα με τη γεωργική νομοθεσία. Η συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει για τα εν λόγω ποσά πρέπει συνεπώς να είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερη στην ημερομηνία πληρωμής της προκαταβολής ή στην ημερομηνία σύστασης των εγγυήσεων. Σε περίπτωση χρησιμοποίησης των εγγυήσεων, το ποσό τους πρέπει επίσης να καλύπτει το σύνολο των κινδύνων τους οποίους αφορούν. Η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα πρέπει σε αυτές τις περιπτώσεις να καθορίζεται είτε με βάση την ημερομηνία καθορισμού του ποσού της προκαταβολής ή την ημερομηνία σύστασης της εγγύησης είτε με βάση την ημερομηνία καταβολής τους.

(26)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου (13), η αυτόματη αποδέσμευση δημοσιονομικής δέσμευσης για ένα πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης της περιόδου 2007-2013, η οποία δεν χρησιμοποιήθηκε, γίνεται από την Επιτροπή στο τέλος του μεθεπόμενου έτους από εκείνο της δημοσιονομικής δέσμευσης. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 έχει τροποποιήσει τον κανόνα προβλέποντας την αυτόματη αποδέσμευση στο τέλος του τρίτου έτους που έπεται του έτους της δημοσιονομικής δέσμευσης. Για λόγους συνέπειας, για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης της περιόδου 2007-2013 θα πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται ο κανόνας του Ν + 2 και θα πρέπει να θεσπιστεί αντίστοιχος μεταβατικός κανόνας. Παρομοίως, οι ενδιάμεσες πληρωμές για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης της περιόδου 2007-2013 θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εξαρτώνται από την τήρηση του συνολικού ποσού της συμμετοχής του ΕΓΤΑΑ σε καθέναν από τους άξονες προτεραιότητας για ολόκληρη την περίοδο που καλύπτεται από το οικείο πρόγραμμα. Επιπλέον, για να εξασφαλιστεί η συνέχεια στη διαχείριση των εν λόγω προγραμμάτων, αυτοί οι μεταβατικοί κανόνες θα πρέπει να εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2014,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Προϋποθέσεις διαπίστευσης των οργανισμών πληρωμών

1.   Οι οργανισμοί πληρωμών που ασκούν τη διαχείριση και τον έλεγχο των δαπανών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, παρέχουν, για τις πληρωμές στις οποίες προβαίνουν καθώς και για την κοινοποίηση και τήρηση των στοιχείων, επαρκή εχέγγυα όσον αφορά:

α)

τον έλεγχο της επιλεξιμότητας των αιτήσεων και, στο πλαίσιο της αγροτικής ανάπτυξης, της διαδικασίας χορήγησης των ενισχύσεων, καθώς και της συμφωνίας τους προς τους ενωσιακούς κανόνες, πριν από την έγκριση της πληρωμής·

β)

την ακριβή και πλήρη καταχώριση των διενεργούμενων πληρωμών στα λογιστικά βιβλία·

γ)

τη διενέργεια των ελέγχων που προβλέπονται από τη νομοθεσία της Ένωσης·

δ)

την υποβολή των απαιτούμενων εγγράφων εντός των προθεσμιών και με τη μορφή που προβλέπονται από τους κανόνες της Ένωσης·

ε)

τη δυνατότητα πρόσβασης στα έγγραφα και την τήρησή τους κατά τρόπο που να διασφαλίζει την πληρότητα, την εγκυρότητα και την αναγνωσιμότητά τους διαχρονικώς, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών εγγράφων υπό την έννοια των κανόνων της Ένωσης.

2.   Τα κράτη μέλη διαπιστεύουν ως οργανισμούς πληρωμών υπηρεσίες ή φορείς που πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1. Επιπλέον, για τη διαπίστευσή του, ένας οργανισμός πληρωμών πρέπει να διαθέτει διοικητική οργάνωση και σύστημα εσωτερικού ελέγχου που να ανταποκρίνονται στα κριτήρια τα οποία καθορίζονται στο παράρτημα I («κριτήρια διαπίστευσης») όσον αφορά:

α)

το εσωτερικό περιβάλλον·

β)

τις δραστηριότητες ελέγχου·

γ)

την ενημέρωση και επικοινωνία·

δ)

την παρακολούθηση.

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν επιπλέον κριτήρια διαπίστευσης ώστε να λαμβάνονται υπόψη το μέγεθος, οι αρμοδιότητες και άλλα ειδικά χαρακτηριστικά του οργανισμού πληρωμών.

Άρθρο 2

Προϋποθέσεις διαπίστευσης των οργανισμών συντονισμού

1.   Σε περίπτωση διαπίστευσης περισσότερων του ενός οργανισμών πληρωμών, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, το οικείο κράτος μέλος εκδίδει, με επίσημη πράξη σε υπουργικό επίπεδο, την απόφαση διαπίστευσης του οργανισμού συντονισμού, αφού βεβαιωθεί ότι οι διοικητικές διατάξεις του εν λόγω οργανισμού παρέχουν επαρκή εχέγγυα ότι ο οργανισμός είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.

2.   Για τη διαπίστευσή του, ο οργανισμός συντονισμού εφαρμόζει διαδικασίες οι οποίες διασφαλίζουν ότι:

α)

δηλώσεις προς την Επιτροπή βασίζονται σε στοιχεία από δεόντως εξουσιοδοτημένες πηγές·

β)

οι δηλώσεις στην Επιτροπή εγκρίνονται πλήρως πριν διαβιβαστούν·

γ)

υφίσταται η προσήκουσα διαδρομή ελέγχου για την υποστήριξη των στοιχείων που διαβιβάζονται στην Επιτροπή·

δ)

τα στοιχεία που λαμβάνονται και διαβιβάζονται αποθηκεύονται σε ασφαλές σημείο, είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή.

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις του οργανισμού πληρωμών όσον αφορά τη δημόσια παρέμβαση

1.   Οι οργανισμοί πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 διασφαλίζουν τη διαχείριση και τον έλεγχο των συναφών με τα μέτρα παρέμβασης πράξεων σχετικά με τη δημόσια αποθεματοποίηση για την οποία είναι υπεύθυνοι, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, στη γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα, ιδίως με βάση τα καθοριζόμενα στο εν λόγω παράρτημα ελάχιστα ποσοστά ελέγχων.

Οι οργανισμοί πληρωμών μπορούν να μεταβιβάζουν τις αρμοδιότητές τους στους οργανισμούς παρέμβασης οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις έγκρισης που καθορίζονται στο σημείο 1.Γ του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού ή να παρεμβαίνουν μέσω άλλων οργανισμών πληρωμών.

2.   Οι οργανισμοί πληρωμών ή οι οργανισμοί παρέμβασης μπορούν, τηρουμένης της συνολικής ευθύνης τους όσον αφορά τη δημόσια αποθεματοποίηση:

α)

να αναθέτουν τη διαχείριση ορισμένων μέτρων δημόσιας αποθεματοποίησης σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αναλαμβάνουν την αποθεματοποίηση των γεωργικών προϊόντων παρέμβασης («αποθεματοποιητές»)·

β)

να αναθέτουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα την εκτέλεση ορισμένων συγκεκριμένων καθηκόντων που προβλέπονται από τη γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα.

Εάν οι οργανισμοί πληρωμών αναθέτουν τη διαχείριση σε αποθεματοποιητές, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου, η εν λόγω διαχείριση γίνεται υποχρεωτικά στο πλαίσιο συμβάσεων αποθεματοποίησης, με βάση τις υποχρεώσεις και τις γενικές αρχές που παρατίθενται στο παράρτημα III.

3.   Οι υποχρεώσεις τις οποίες αναλαμβάνουν οι οργανισμοί πληρωμών, όσον αφορά τη δημόσια αποθεματοποίηση, είναι ιδίως οι εξής:

α)

τήρηση λογιστικής αποθήκης και χρηματοοικονομικής λογιστικής για καθένα από τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο μέτρου παρέμβασης δημόσιας αποθεματοποίησης, με βάση τις πράξεις που διενεργούν στο διάστημα από την 1η Οκτωβρίου ενός έτους μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου του επόμενου έτους, καλούμενο «λογιστική χρήση»·

β)

τήρηση ενημερωμένου καταλόγου των αποθεματοποιητών με τους οποίους έχουν συνάψει συμβάσεις δημόσιας αποθεματοποίησης. Ο κατάλογος αυτός περιέχει τα στοιχεία αναφοράς τα οποία επιτρέπουν την ακριβή ταυτοποίηση όλων των σημείων αποθεματοποίησης, τις χωρητικότητές τους, τους αριθμούς αναγνώρισης των αποθηκών, των ψυκτικών θαλάμων ή σιλό, των σχεδίων και κατόψεών τους·

γ)

τήρηση στη διάθεση της Επιτροπής των υποδειγμάτων σύμβασης που χρησιμοποιούνται για τη δημόσια αποθεματοποίηση, των κανόνων που έχουν οριστεί για την παραλαβή των προϊόντων, την αποθεματοποίηση και την έξοδό τους από τις αποθήκες των αποθεματοποιητών, και των κανόνων που ισχύουν για την ευθύνη των αποθεματοποιητών·

δ)

συγκεντρωτική τήρηση ηλεκτρονικής λογιστικής αποθήκης για τα αποθέματα, αναφερόμενης σε όλους τους τόπους αποθεματοποίησης, σε όλα τα προϊόντα, σε όλες τις ποσότητες και ποιότητες των διαφόρων προϊόντων, με μνεία, για καθένα από αυτά, του βάρους (ενδεχομένως του καθαρού και μεικτού βάρους) ή του όγκου·

ε)

εκτέλεση όλων των πράξεων που είναι συναφείς με την αποθεματοποίηση, τη διατήρηση, τις μεταφορές ή τις μεταβιβάσεις των προϊόντων παρέμβασης, σύμφωνα με τις ενωσιακές και εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις, με την επιφύλαξη της ιδίας ευθύνης των αγοραστών, των λοιπών οργανισμών πληρωμών που παρεμβαίνουν στο πλαίσιο μιας πράξης ή των ειδικών εντολοδόχων τους·

στ)

διενέργεια ελέγχων στους τόπους αποθεματοποίησης των προϊόντων παρέμβασης, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, σε μη τακτά διαστήματα και αιφνιδιαστικά. Εντούτοις, είναι δυνατόν να υπάρξει προειδοποίηση, περιορισμένη στο απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα, υπό τον όρο ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο ο σκοπός του ελέγχου. Η προειδοποίηση αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 24 ώρες, με εξαίρεση δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις·

ζ)

διενέργεια ετήσιας απογραφής υπό τους καθοριζόμενους στο άρθρο 4 όρους.

Όταν σε ένα κράτος μέλος η διαχείριση των λογαριασμών δημόσιας αποθεματοποίησης για ένα ή περισσότερα προϊόντα πραγματοποιείται από περισσότερους του ενός οργανισμούς πληρωμών, η λογιστική αποθήκης και η χρηματοοικονομική λογιστική, που αναφέρονται στα στοιχεία α) και δ), ενοποιούνται στο επίπεδο του κράτους μέλους πριν από την κοινοποίηση των αντίστοιχων πληροφοριών στην Επιτροπή.

4.   Οι οργανισμοί πληρωμών λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διασφαλίσουν:

α)

την κατάλληλη διατήρηση των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο μέτρων παρέμβασης της Ένωσης μέσω του ελέγχου της ποιότητας των αποθεματοποιημένων προϊόντων τουλάχιστον μία φορά κάθε έτος·

β)

την ακεραιότητα των αποθεμάτων παρέμβασης.

5.   Οι οργανισμοί πληρωμών ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά με:

α)

τις περιπτώσεις στις οποίες η παράταση της περιόδου αποθεματοποίησης ενός προϊόντος είναι ικανή να προκαλέσει υποβάθμιση του προϊόντος αυτού·

β)

τις ποσοτικές απώλειες ή την υποβάθμιση του προϊόντος εξαιτίας φυσικών καταστροφών.

Όταν έχουν εφαρμογή οι περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β), η Επιτροπή εκδίδει τις κατάλληλες αποφάσεις:

α)

όσον αφορά τις καταστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β), σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 229 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14)·

β)

όσον αφορά τις καταστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β), σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 116 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

6.   Οι οργανισμοί πληρωμών αναλαμβάνουν τις χρηματοοικονομικές συνέπειες της κακής διατήρησης των προϊόντων που έχουν αποτελέσει αντικείμενο μέτρων παρέμβασης της Ένωσης, ιδίως λόγω ακαταλληλότητας των χρησιμοποιούμενων μεθόδων αποθεματοποίησης. Στις περιπτώσεις που δεν τηρούν τις δεσμεύσεις ή υποχρεώσεις τους, κινείται εις βάρος των οργανισμών πληρωμών η διαδικασία για τη χρηματοοικονομική ευθύνη που υπέχουν, με την επιφύλαξη τυχόν προσφυγών κατά των αποθεματοποιητών.

7.   Οι οργανισμοί πληρωμών τηρούν διαρκώς στη διάθεση των υπαλλήλων της Επιτροπής και των εξουσιοδοτημένων από αυτήν προσώπων, διά της ηλεκτρονικής οδού ή στην έδρα του οργανισμού πληρωμών, τους λογαριασμούς δημόσιας αποθεματοποίησης και όλα τα έγγραφα, συμβάσεις και δελτία που έχουν συντάξει ή έχουν παραλάβει στο πλαίσιο της παρέμβασης.

Άρθρο 4

Απογραφή

1.   Οι οργανισμοί πληρωμών προβαίνουν, κατά τη διάρκεια κάθε λογιστικής χρήσης, σε απογραφή κάθε προϊόντος που έχει αποτελέσει αντικείμενο παρέμβασης της Ένωσης.

Προβαίνουν στη σύγκριση των αποτελεσμάτων της εν λόγω απογραφής με τα λογιστικά δεδομένα. Οι διαφορές που διαπιστώνονται όσον αφορά τις ποσότητες και τα ποσά που προκύπτουν από τις ποιοτικές διαφορές που διαπιστώνονται κατά τους ελέγχους, καταχωρίζονται λογιστικά σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 46 παράγραφος 6 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

2.   Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, οι ελλείπουσες ποσότητες, οι οποίες προκύπτουν από τις συνήθεις ενέργειες αποθεματοποίησης, αντιστοιχούν προς τη διαφορά μεταξύ των θεωρητικών αποθεμάτων που απορρέουν από τη λογιστική απογραφή, αφενός, και του πραγματικού αποθέματος που καταγράφηκε βάσει της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 απογραφής ή του εναπομένοντος λογιστικού αποθέματος μετά την εξάντληση του πραγματικού αποθέματος μιας αποθήκης, αφετέρου, και υπόκεινται στα όρια ανοχής που παρατίθενται στο παράρτημα IV.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 5

Μη τήρηση της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας πληρωμής

1.   Όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), δυνάμει των εξαιρέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 40 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, οι δαπάνες που πραγματοποιούνται μετά τη λήξη των προθεσμιών πληρωμής είναι επιλέξιμες για πληρωμή από την Ένωση υπό τους όρους που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.

2.   Όταν οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν εκπρόθεσμα δεν υπερβαίνουν το 5 % των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν εμπρόθεσμα, δεν επιβάλλεται καμία μείωση των μηνιαίων πληρωμών.

Όταν οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν εκπρόθεσμα υπερβαίνουν το όριο του 5 %, κάθε επιπλέον δαπάνη που πραγματοποιήθηκε εκπρόθεσμα μειώνεται ως εξής:

α)

δαπάνη που πραγματοποιήθηκε κατά τον πρώτο μήνα που έπεται του μήνα λήξης της προθεσμίας πληρωμής μειώνεται κατά 10 %·

β)

δαπάνη που πραγματοποιήθηκε κατά τον δεύτερο μήνα που έπεται του μήνα λήξης της προθεσμίας πληρωμής μειώνεται κατά 25 %·

γ)

δαπάνη που πραγματοποιήθηκε κατά τον τρίτο μήνα που έπεται του μήνα λήξης της προθεσμίας πληρωμής μειώνεται κατά 45 %·

δ)

δαπάνη που πραγματοποιήθηκε κατά τον τέταρτο μήνα που έπεται του μήνα λήξης της προθεσμίας πληρωμής μειώνεται κατά 70 %·

ε)

δαπάνη που πραγματοποιήθηκε μετά τον τέταρτο μήνα που έπεται του μήνα λήξης της προθεσμίας πληρωμής μειώνεται κατά 100 %.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, για τις άμεσες ενισχύσεις που υπόκεινται στο ανώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:

α)

εάν το όριο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 δεν έχει χρησιμοποιηθεί εξ ολοκλήρου για πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν για το ημερολογιακό έτος Ν το αργότερο στις 15 Οκτωβρίου του έτους N + 1 και το εναπομένον ποσοστό υπερβαίνει το 2 %, το ποσοστό αυτό μειώνεται σε 2 %·

β)

κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους N + 1, οι άμεσες ενισχύσεις, εκτός από τις ενισχύσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 229/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17), για τα ημερολογιακά έτη N – 1 ή παλαιότερα, οι οποίες καταβλήθηκαν μετά τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής, θα είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ, μόνον εάν το συνολικό ποσό των άμεσων ενισχύσεων που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους N + 1, ενδεχομένως διορθωμένο κατά τα ποσά πριν από την αναπροσαρμογή που προβλέπεται στο άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που καθορίζεται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 για το ημερολογιακό έτος N, σύμφωνα με το άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού·

γ)

οι δαπάνες οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια που αναφέρονται στο στοιχείο α) ή β) μειώνονται κατά 100 %.

Τα ποσά των επιστροφών που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 δεν λαμβάνονται υπόψη για την επαλήθευση της τήρησης του όρου που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου.

4.   Η Επιτροπή εφαρμόζει κλιμάκωση διαφορετική εκείνων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 και/ή ποσοστά μείωσης χαμηλότερα ή μηδενικά εάν συντρέχουν ιδιαίτεροι όροι διαχείρισης για ορισμένα μέτρα ή εάν τα κράτη μέλη προβάλλουν βάσιμες αιτιολογίες.

Εντούτοις, το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για τις δαπάνες οι οποίες υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β).

5.   Δύο φορές ανά οικονομικό έτος διενεργούνται επαληθεύσεις όσον αφορά την τήρηση των προθεσμιών πληρωμής, στο πλαίσιο των μηνιαίων πληρωμών:

α)

επί των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τις 31 Ιουλίου·

β)

επί των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τις 15 Οκτωβρίου.

Ενδεχόμενες υπερβάσεις κατά τους μήνες Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο συνεκτιμώνται στην απόφαση εκκαθάρισης λογαριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

6.   Οι μειώσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της μεταγενέστερης απόφασης εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 6

Μη τήρηση της ημερομηνίας έναρξης της προθεσμίας πληρωμής

Όσον αφορά το ΕΓΤΕ, εάν επιτρέπεται στα κράτη μέλη να χορηγούν προκαταβολές μέχρι ορισμένο ανώτατο ποσό πριν από την έναρξη της προθεσμίας πληρωμής που καθορίζεται στη γεωργική τομεακή νομοθεσία, οι δαπάνες που καταβάλλονται πέραν του ανώτατου αυτού ποσού θεωρούνται δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την έναρξη της προθεσμίας πληρωμής. Ωστόσο, σύμφωνα με τις εξαιρέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 40 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, οι εν λόγω δαπάνες είναι επιλέξιμες για πληρωμή από την Ένωση αφού εφαρμοστεί μείωση 10 %.

Άρθρο 7

Συμψηφισμός από τους οργανισμούς πληρωμών

1.   Στην απόφασή της σχετικά με τις μηνιαίες πληρωμές, η οποία εκδίδεται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η Επιτροπή καταβάλλει το υπόλοιπο των δαπανών που έχουν δηλωθεί από κάθε κράτος μέλος, μειωμένο κατά το ποσό των εσόδων ειδικού προορισμού που το εκάστοτε κράτος μέλος έχει συμπεριλάβει στην ίδια δήλωση δαπανών. Ο συμψηφισμός αυτός ισοδυναμεί με είσπραξη των αντίστοιχων εσόδων.

Οι πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων και οι πιστώσεις πληρωμών που προκύπτουν από τα έσοδα ειδικού προορισμού ανοίγουν από τη στιγμή κατά την οποία τα έσοδα αυτά διατίθενται στα κονδύλια του προϋπολογισμού, πράγμα που συμβαίνει κατά τη στιγμή της λογιστικής εγγραφής των εσόδων ειδικού προορισμού, στη διάρκεια των δύο μηνών μετά την παραλαβή των καταστάσεων που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

2.   Εάν τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 παρακρατήθηκαν πριν από την πληρωμή της ενίσχυσης την οποία αφορά η παρατυπία ή η αμέλεια, αφαιρούνται από την αντίστοιχη δαπάνη.

3.   Τα ποσά συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), τα οποία ανακτώνται από τους δικαιούχους στο πλαίσιο του εκάστοτε προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης σε κάθε περίοδο αναφοράς, αφαιρούνται από το ποσό που θα καταβάλει το ΕΓΤΑΑ για τη δήλωση δαπανών της ίδιας περιόδου.

4.   Τα μεγαλύτερα ή μικρότερα ποσά τα οποία προκύπτουν, κατά περίπτωση, από την εκκαθάριση λογαριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και τα οποία ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν εκ νέου για το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, προστίθενται ή αφαιρούνται από το ποσό της συμμετοχής του ΕΓΤΑΑ κατά την κατάρτιση της πρώτης δήλωσης μετά την απόφαση εκκαθάρισης.

5.   Η χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ είναι ίση με τις δαπάνες, οι οποίες υπολογίζονται με βάση τα στοιχεία που κοινοποιεί ο οργανισμός πληρωμών, αφαιρουμένων των τυχόν εσόδων που προκύπτουν από τα μέτρα παρέμβασης, και οι οποίες έχουν επικυρωθεί από το σύστημα πληροφορικής που έχει εγκαταστήσει η Επιτροπή και συμπεριληφθεί από τον οργανισμό πληρωμών στη δήλωση δαπανών.

Άρθρο 8

Καθυστερημένη έγκριση του προϋπολογισμού της Ένωσης

1.   Όσον αφορά το ΕΓΤΕ, εάν ο προϋπολογισμός της Ένωσης δεν έχει εγκριθεί κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, οι μηνιαίες πληρωμές που αναφέρονται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 καταβάλλονται μέχρι ενός ποσοστού των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, καθοριζόμενου ανά κεφάλαιο δαπανών και εντός των ορίων που προβλέπει το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012. Σε αποφάσεις που αφορούν μεταγενέστερες επιστροφές, η Επιτροπή συνεκτιμά το υπόλοιπο που δεν επιστράφηκε στα κράτη μέλη.

2.   Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, εάν ο προϋπολογισμός της Ένωσης δεν έχει εγκριθεί κατά την έναρξη του οικονομικού έτους:

α)

οι ενδιάμεσες πληρωμές που αναφέρονται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 καταβάλλονται ανάλογα με τα διαθέσιμα κονδύλια μέχρι ενός ποσοστού των δηλώσεων δαπανών που έχουν υποβληθεί για κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης. Η Επιτροπή συνεκτιμά το υπόλοιπο που δεν επιστράφηκε στα κράτη μέλη στις επόμενες ενδιάμεσες πληρωμές·

β)

όσον αφορά τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η εκταμίευση των πρώτων ετήσιων δόσεων μετά την έγκριση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης γίνεται βάσει της σειράς με την οποία εγκρίθηκαν τα εν λόγω προγράμματα. Οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις για τις επόμενες ετήσιες δόσεις αναλαμβάνονται με τη σειρά των προγραμμάτων που έχουν εξαντλήσει τις αντίστοιχες πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων. Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε μερικές ετήσιες δημοσιονομικές δεσμεύσεις για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, εάν οι διαθέσιμες πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων είναι περιορισμένες. Το εναπομένον υπόλοιπο για τα προγράμματα αυτά δεσμεύεται πρώτο μόλις διατεθούν πρόσθετες πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων.

Άρθρο 9

Καθυστέρηση των μηνιαίων πληρωμών

Η Επιτροπή, αφού ενημερώσει τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, μπορεί να καθυστερήσει τις μηνιαίες πληρωμές προς τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, εάν οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 102 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημεία i) και ii) του εν λόγω κανονισμού φθάσουν καθυστερημένα ή περιέχουν ανακολουθίες για τις οποίες απαιτούνται περαιτέρω εξακριβώσεις.

Άρθρο 10

Αναστολή της πληρωμής σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής

1.   Η αναστολή πληρωμών που αναφέρεται στο άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 εφαρμόζεται στα μέτρα που απαριθμούνται στο παράρτημα V του παρόντος κανονισμού.

2.   Όσον αφορά τις δαπάνες στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ, εφαρμόζονται τα ακόλουθα ποσοστά αναστολής των πληρωμών:

α)

εάν τα αποτελέσματα των ελέγχων δεν έχουν αποσταλεί έως τις 15 Οκτωβρίου, το 1 % των δαπανών για τις οποίες οι σχετικές πληροφορίες δεν έχουν αποσταλεί εγκαίρως·

β)

εάν τα αποτελέσματα των ελέγχων δεν έχουν αποσταλεί έως την 1η Δεκεμβρίου, το 1,5 % των δαπανών για τις οποίες οι σχετικές πληροφορίες δεν έχουν αποσταλεί εγκαίρως.

3.   Όσον αφορά τις δαπάνες στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ, εφαρμόζονται τα ακόλουθα ποσοστά αναστολής των πληρωμών:

α)

εάν τα αποτελέσματα των ελέγχων δεν έχουν αποσταλεί έως τις 15 Οκτωβρίου, το 1 % των δαπανών για τις οποίες οι σχετικές πληροφορίες δεν έχουν αποσταλεί εγκαίρως·

β)

εάν τα αποτελέσματα των ελέγχων δεν έχουν αποσταλεί έως τις 15 Ιανουαρίου, το 1,5 % των δαπανών για τις οποίες οι σχετικές πληροφορίες δεν έχουν αποσταλεί εγκαίρως.

Άρθρο 11

Εφαρμοζόμενη ισοτιμία για την κατάρτιση των δηλώσεων δαπανών

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, όσον αφορά το ΕΓΤΕ, για την κατάρτιση των δηλώσεων δαπανών, τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ εφαρμόζουν την ίδια συναλλαγματική ισοτιμία με τη χρησιμοποιηθείσα κατά τη διενέργεια των πληρωμών προς τους δικαιούχους ή κατά την είσπραξη των εσόδων, σύμφωνα με το κεφάλαιο V και την τομεακή γεωργική νομοθεσία. Για τις αποφάσεις εκκαθάρισης που αναφέρονται στα άρθρα 51 και 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν την πρώτη συναλλαγματική ισοτιμία που καθορίστηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά την ημερομηνία έκδοσης των εν λόγω αποφάσεων.

Στις λοιπές περιπτώσεις εκτός εκείνων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, ιδίως για τα προγράμματα προώθησης που εγκρίθηκαν βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου (18) και για τα μέτρα προώθησης στον αμπελοοινικό τομέα, καθώς και για τις πράξεις για τις οποίες η τομεακή γεωργική νομοθεσία δεν έχει καθορίσει γενεσιουργό αιτία, η ισοτιμία που εφαρμόζεται είναι η προτελευταία ισοτιμία που καθόρισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πριν από τον μήνα για τον οποίο δηλώθηκε η δαπάνη ή το έσοδο ειδικού προορισμού.

2.   Όσον αφορά τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, για την κατάρτιση των δηλώσεων δαπανών, τα εκτός ζώνης του ευρώ κράτη μέλη εφαρμόζουν, για κάθε πράξη πληρωμής ή ανάκτησης, την προτελευταία ισοτιμία που καθόρισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πριν από τον μήνα στη διάρκεια του οποίου καταγράφονται οι πράξεις στους λογαριασμούς του οργανισμού πληρωμών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 12

Κριτήρια και μεθοδολογία για την επιβολή διορθώσεων στο πλαίσιο της εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση

1.   Για την έκδοση της απόφασης, δυνάμει του άρθρου 52 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, σχετικά με τα ποσά που πρέπει να αποκλειστούν από τη χρηματοδότηση της Ένωσης, η Επιτροπή διακρίνει μεταξύ αυτών των ποσών ή τμημάτων των ποσών που χαρακτηρίζονται αδικαιολογήτως δαπανηθέντα και εκείνων που προσδιορίζονται με την εφαρμογή κατά παρεκβολή ή κατ’ αποκοπή διορθώσεων.

Η Επιτροπή, για να προσδιορίσει τα ποσά που ενδέχεται να αποκλειστούν από τη χρηματοδότηση της Ένωσης, όταν διαπιστώσει ότι οι δαπάνες δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία και, όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, σύμφωνα με την εφαρμοστέα ενωσιακή και εθνική νομοθεσία, βασίζεται στις δικές της διαπιστώσεις και λαμβάνει υπόψη της τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν από τα κράτη μέλη στη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, η οποία διεξήχθη σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

2.   Η Επιτροπή βασίζει τον αποκλεισμό στον προσδιορισμό των αδικαιολογήτως δαπανηθέντων ποσών, μόνον εάν τα ποσά αυτά μπορούν να προσδιορισθούν με λογική προσπάθεια. Όταν η Επιτροπή δεν μπορεί να προσδιορίσει τα αδικαιολογήτως δαπανηθέντα ποσά με λογική προσπάθεια, τα κράτη μέλη μπορούν, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται από την Επιτροπή στη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, να υποβάλουν στοιχεία σχετικά με την επαλήθευση των ποσών αυτών βάσει εξέτασης όλων των μεμονωμένων περιπτώσεων που ενδεχομένως επηρεάζονται από τη μη συμμόρφωση. Η επαλήθευση καλύπτει όλες τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά παράβαση του εφαρμοστέου δικαίου και καταλογίστηκαν στον προϋπολογισμό της Ένωσης. Τα δεδομένα που υποβάλλονται περιλαμβάνουν όλα τα επιμέρους ποσά τα οποία δεν είναι επιλέξιμα λόγω της σχετικής μη συμμόρφωσης.

3.   Όταν τα αδικαιολογήτως δαπανηθέντα ποσά δεν μπορούν να προσδιορισθούν σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει τα ποσά που πρέπει να αποκλειστούν εφαρμόζοντας κατά παρεκβολή διορθώσεις. Για να δοθεί η δυνατότητα στην Επιτροπή να προσδιορίσει τα σχετικά ποσά, τα κράτη μέλη μπορούν, εντός των προθεσμιών που καθορίζονται από την Επιτροπή στη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, να υποβάλουν υπολογισμό του ποσού που πρέπει να αποκλειστεί από τη χρηματοδότηση της Ένωσης, με παρεκβολή, βάσει στατιστικών μέσων, των αποτελεσμάτων των ελέγχων που διενεργήθηκαν σε αντιπροσωπευτικό δείγμα των εν λόγω περιπτώσεων. Το δείγμα λαμβάνεται από πληθυσμό για τον οποίο εύλογα αναμένεται να διαπιστωθεί η προσδιορισθείσα μη συμμόρφωση.

4.   Για να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, η Επιτροπή είναι σε θέση:

α)

να αξιολογεί τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό ή την παρεκβολή, οι οποίες περιγράφονται με σαφήνεια από τα κράτη μέλη·

β)

να ελέγχει την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος που αναφέρεται στην παράγραφο 3·

γ)

να ελέγχει το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα του προσδιορισμού ή της παρεκβολής που υποβλήθηκαν·

δ)

να αποκτά επαρκή και κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία λογιστικού ελέγχου σχετικά με τα υποκείμενα δεδομένα.

5.   Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 3, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τις στατιστικές ελέγχου των οργανισμών πληρωμών που επιβεβαιώθηκαν από τον οργανισμό πιστοποίησης ή την αξιολόγηση του εν λόγω οργανισμού σχετικά με το επίπεδο σφάλματος στο πλαίσιο του δικού του λογιστικού ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, υπό τον όρο ότι:

α)

η Επιτροπή κρίνει ικανοποιητικές τις εργασίες που διεξήγαγαν οι οργανισμοί πιστοποίησης, τόσο όσον αφορά τη στρατηγική ελέγχου, όσο και σχετικά με το περιεχόμενο, την έκταση και την ποιότητα του πραγματικού ελεγκτικού έργου·

β)

το πεδίο των εργασιών των οργανισμών πιστοποίησης συμφωνεί με το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω έρευνας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, ιδίως όσον αφορά τα μέτρα ή τα καθεστώτα·

γ)

το ποσό των κυρώσεων που θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί ελήφθη υπόψη στις αξιολογήσεις.

6.   Όταν δεν πληρούνται οι όροι προσδιορισμού των ποσών που πρέπει να αποκλειστούν από τη χρηματοδότηση της Ένωσης, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, ή όταν η φύση της υπόθεσης δεν επιτρέπει τον προσδιορισμό των ποσών που πρέπει να αποκλειστούν βάσει των εν λόγω παραγράφων, η Επιτροπή επιβάλλει τις κατάλληλες κατ’ αποκοπή διορθώσεις λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης, καθώς και τη δική της εκτίμηση για τον κίνδυνο πρόκλησης οικονομικής ζημίας στην Ένωση.

Το επίπεδο της κατ’ αποκοπή διόρθωσης καθορίζεται λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το είδος της μη συμμόρφωσης που διαπιστώθηκε. Προς τούτο, οι ελλείψεις ως προς τους ελέγχους υποδιαιρούνται σε ελλείψεις που αφορούν βασικούς και επικουρικούς ελέγχους, ως εξής:

α)

βασικοί έλεγχοι είναι οι διοικητικοί και επιτόπιοι έλεγχοι που απαιτούνται για να κριθεί η επιλεξιμότητα της ενίσχυσης και η σχετική επιβολή μειώσεων και ποινών·

β)

επικουρικοί έλεγχοι είναι όλες οι άλλες διοικητικές πράξεις που απαιτούνται για την ορθή διεκπεραίωση των αιτήσεων.

Εάν, στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, διαπιστωθούν διαφορετικές περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που μεμονωμένα θα οδηγούσαν σε χωριστές κατ’ αποκοπή διορθώσεις, τότε επιβάλλεται μόνο η υψηλότερη κατ’ αποκοπή διόρθωση.

7.   Κατά τον καθορισμό του ύψους των κατ’ αποκοπή διορθώσεων, η Επιτροπή λαμβάνει ειδικά υπόψη τις ακόλουθες περιστάσεις, οι οποίες αποδεικνύουν αυξημένη σοβαρότητα των ελλείψεων που συνιστά μεγαλύτερο κίνδυνο απώλειας για τον προϋπολογισμό της Ένωσης:

α)

ένας ή περισσότεροι από τους βασικούς ελέγχους δεν διενεργούνται ή διενεργούνται ελλιπώς ή με περιορισμένη συχνότητα ώστε να κρίνονται αναποτελεσματικοί όσον αφορά τον καθορισμό της επιλεξιμότητας της αίτησης ή την πρόληψη παρατυπιών· ή

β)

διαπιστώνονται τρεις ή περισσότερες ελλείψεις όσον αφορά το ίδιο σύστημα ελέγχου· ή

γ)

διαπιστώνεται ότι το κράτος μέλος δεν εφαρμόζει σύστημα ελέγχου ή το σύστημα εμφανίζει σοβαρές ελλείψεις και υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για εκτεταμένες παρατυπίες και αμέλειες στην αντιμετώπιση παράτυπων ή δόλιων πρακτικών· ή

δ)

έχει ήδη επιβληθεί διόρθωση στο εν λόγω κράτος μέλος για παρόμοιες ελλείψεις στον ίδιο τομέα, λαμβανομένων πάντως υπόψη των διορθωτικών ή αντισταθμιστικών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί από το κράτος μέλος.

8.   Όταν το κράτος μέλος υποβάλλει ορισμένα αντικειμενικά στοιχεία, τα οποία δεν ικανοποιούν μεν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, αλλά αποδεικνύουν ότι η μέγιστη απώλεια για τα Ταμεία περιορίζεται σε ποσό μικρότερο από εκείνο που θα προέκυπτε από την εφαρμογή του προτεινόμενου κατ’ αποκοπή ποσοστού, τότε η Επιτροπή χρησιμοποιεί το χαμηλότερο κατ’ αποκοπή ποσοστό για τη λήψη απόφασης σχετικά με τα ποσά που πρέπει να αποκλειστούν από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δυνάμει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

9.   Ποσά που ανακτώνται πραγματικά από τους δικαιούχους και πιστώνονται στα Ταμεία πριν από τη σχετική ημερομηνία, η οποία καθορίζεται από την Επιτροπή στη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, αφαιρούνται από το ποσό που η Επιτροπή αποφασίζει να αποκλείσει από τη χρηματοδότηση της Ένωσης δυνάμει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 13

Υποχρέωση μετά τις διαδικασίες ανάκτησης

Μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών ανάκτησης που αναφέρονται στο άρθρο 54 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη:

α)

πιστώνουν στο ΕΓΤΕ ποσοστό 50 % των ανακτηθέντων ποσών, αφού αφαιρέσουν τα έξοδα ανάκτησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 55 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού·

β)

πιστώνουν στο ΕΓΤΑΑ ποσοστό 50 % των ποσών που είτε ανακτώνται μετά την περάτωση του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης είτε ανακτώνται πριν την περάτωση του προγράμματος, αλλά δεν μπορούν να επαναδιατεθούν σύμφωνα με το άρθρο 56 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 14

Έλεγχος των συναλλαγών

Το σύστημα ελέγχου που θεσπίζεται με το κεφάλαιο III του τίτλου V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 δεν εφαρμόζεται στα μέτρα που απαριθμούνται στο παράρτημα VI του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Πεδίο εφαρμογής και χρήση των όρων

Άρθρο 15

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις για τις οποίες η τομεακή γεωργική νομοθεσία προβλέπει τη σύσταση εγγύησης, ανεξαρτήτως του αν χρησιμοποιείται ο συγκεκριμένος όρος «εγγύηση».

Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στις εγγυήσεις που παρέχονται για την εξασφάλιση της καταβολής των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου (19).

Άρθρο 16

Όροι που χρησιμοποιούνται στο παρόν κεφάλαιο

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου:

α)

ως «αρμόδια αρχή» νοείται είτε η αρχή που είναι αρμόδια να αποδέχεται εγγύηση είτε η αρχή που είναι αρμόδια να αποφασίζει εάν θα αποδεσμευθεί ή θα καταπέσει η εγγύηση σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία·

β)

ως «συνολική εγγύηση» νοείται η εγγύηση που συστήνεται με την αρμόδια αρχή με σκοπό την εξασφάλιση της τήρησης περισσοτέρων της μιας υποχρεώσεων·

γ)

ως «αντίστοιχο τμήμα του εγγυημένου ποσού» νοείται το τμήμα του εγγυημένου ποσού που αντιστοιχεί στην ποσότητα για την οποία δεν τηρήθηκε μια απαίτηση.

ΤΜΗΜΑ 2

Απαίτηση σύστασης εγγύησης

Άρθρο 17

Υπεύθυνος για τη σύσταση εγγύησης

Η εγγύηση συστήνεται από ή για λογαριασμό προσώπου που είναι υπεύθυνο για την καταβολή του οφειλόμενου χρηματικού ποσού εάν δεν εκπληρωθεί μια υποχρέωση.

Άρθρο 18

Άρση της απαίτησης για τη σύσταση εγγύησης

1.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να μην απαιτεί εγγύηση αν ο υπεύθυνος για την τήρηση των υποχρεώσεων είναι:

α)

δημόσιος φορέας υπεύθυνος για την εκτέλεση των καθηκόντων δημόσιας αρχής, ή

β)

ιδιωτικός φορέας που ασκεί, υπό κρατική εποπτεία, τα καθήκοντα που αναφέρονται στο στοιχείο α).

2.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να μην απαιτεί τη σύσταση εγγύησης όταν το υπό εγγύηση ποσό είναι κατώτερο από 500 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος αναλαμβάνει γραπτώς την υποχρέωση καταβολής ποσού ίσου με τη μη συσταθείσα εγγύηση εάν δεν εκπληρωθεί η αντίστοιχη υποχρέωση.

Για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου, η αξία της εγγύησης υπολογίζεται ως σύνολο που περιλαμβάνει όλες τις συναφείς υποχρεώσεις που συνδέονται με την ίδια πράξη.

Άρθρο 19

Όροι που ισχύουν για τις εγγυήσεις

1.   Η αρμόδια αρχή αρνείται την αποδοχή ή απαιτεί την αντικατάσταση κάθε προσφερόμενης εγγύησης, όταν κρίνει ότι η εγγύηση αυτή είναι ανεπαρκής ή μη ικανοποιητική ή ότι δεν παρέχει κάλυψη για επαρκή χρονική περίοδο.

2.   Όταν η κατάθεση μετρητών διενεργείται με έμβασμα, δεν θεωρείται ότι έχει συσταθεί εγγύηση παρά μόνον όταν η αρμόδια αρχή εξασφαλίσει ότι τα χρήματα μπορούν να πιστωθούν στον λογαριασμό της.

3.   Επιταγή που αφορά ποσό, την πληρωμή του οποίου εγγυάται χρηματοπιστωτικός οργανισμός αναγνωρισμένος για τον σκοπό αυτό από το κράτος μέλος της αρμόδιας αρχής, θεωρείται κατάθεση μετρητών. Η αρμόδια αρχή δεν υποχρεούται να προσκομίσει την επιταγή αυτή προς πληρωμή παρά μόνον όταν η περίοδος που καλύπτεται από την εγγύηση πρόκειται να λήξει.

Επιταγή, άλλη από αυτή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, συνιστά εγγύηση μόνον όταν η αρμόδια αρχή εξασφαλίσει ότι τα χρήματα μπορούν να πιστωθούν στον λογαριασμό της.

4.   Τα έξοδα που επιβάλλονται από τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς βαρύνουν το μέρος που συστήνει την εγγύηση.

5.   Εγγύηση που συστήνεται με τη μορφή μετρητών δεν είναι τοκοφόρος γι’ αυτόν που τη συστήνει.

Άρθρο 20

Χρήση του ευρώ

1.   Οι εγγυήσεις συστήνονται σε ευρώ.

2.   Εάν η εγγύηση γίνεται αποδεκτή σε κράτος μέλος που δεν έχει υιοθετήσει το ευρώ, το ποσό της εγγύησης σε ευρώ μετατρέπεται στο οικείο εθνικό νόμισμα σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου V. Η υποχρέωση που αντιστοιχεί στην εγγύηση και κάθε ποσό που παρακρατείται σε περίπτωση παρατυπίας ή παράβασης εξακολουθούν να εκφράζονται σε ευρώ.

Άρθρο 21

Εγγυητής

1.   Ο εγγυητής έχει την επίσημα καταχωρισμένη κατοικία του ή είναι εγκατεστημένος στην Ένωση και, με την επιφύλαξη των διατάξεων της Συνθήκης για την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, έχει γίνει αποδεκτός από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο συστήνεται η εγγύηση. Ο εγγυητής δεσμεύεται με γραπτή εγγύηση.

2.   Η γραπτή εγγύηση αναφέρει τουλάχιστον:

α)

την υποχρέωση, ή εφόσον πρόκειται για συνολική εγγύηση, τον τύπο ή τους τύπους της υποχρέωσης, την τήρηση των οποίων εγγυάται η καταβολή χρηματικού ποσού·

β)

το μέγιστο ποσό που αποδέχεται να καταβάλει ο εγγυητής·

γ)

ότι ο εγγυητής δεσμεύεται, από κοινού και εις ολόκληρον με τον υπεύθυνο για την τήρηση της υποχρέωσης, να καταβάλει, εντός 30 ημερών σε πρώτη ζήτηση της αρμόδιας αρχής και εντός των ορίων της εγγύησης, το οφειλόμενο ποσό κατά την κατάπτωση της εγγύησης.

3.   Η αρμόδια αρχή καθορίζει, όταν έχει ήδη συσταθεί συνολική γραπτή εγγύηση, την ακολουθητέα διαδικασία σύμφωνα με την οποία ολόκληρη ή μέρος της συνολικής εγγύησης διατίθεται για συγκεκριμένη υποχρέωση.

Άρθρο 22

Συνδρομή ανωτέρας βίας

Κάθε πρόσωπο υπεύθυνο για υποχρέωση που καλύπτεται από εγγύηση, το οποίο ισχυρίζεται ότι η μη τήρηση της υποχρέωσης οφείλεται σε ανωτέρα βία, αποδεικνύει, με τρόπο ικανοποιητικό για τις αρμόδιες αρχές, ότι συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας. Εάν η αρμόδια αρχή αναγνωρίσει ότι πρόκειται για περίπτωση ανωτέρας βίας, η υποχρέωση ακυρώνεται για τον σκοπό και μόνο της αποδέσμευσης της εγγύησης.

ΤΜΗΜΑ 3

Αποδέσμευση και κατάπτωση εγγυήσεων πλην εκείνων που αναφέρονται στο τμήμα 4

Άρθρο 23

Κατάπτωση εγγυήσεων

1.   Η υποχρέωση που αναφέρεται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 είναι η απαίτηση να πραγματοποιηθεί ενέργεια ή να μην πραγματοποιηθεί ενέργεια, η οποία αποτελεί βασικό στόχο του κανονισμού που την επιβάλλει.

2.   Σε περίπτωση αθέτησης μιας υποχρέωσης για την οποία δεν έχει ταχθεί προθεσμία εκπλήρωσης, η εγγύηση καταπίπτει όταν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει την αθέτησή της.

3.   Εάν έχει ταχθεί προθεσμία για την εκπλήρωση της υποχρέωσης και η υποχρέωση εκπληρώθηκε μετά τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, η εγγύηση καταπίπτει.

Στην περίπτωση αυτή, καταπίπτει αμέσως το 10 % του ποσού της εγγύησης και στη συνέχεια πρόσθετο ποσοστό του υπολοίπου:

α)

2 % ανά ημερολογιακή ημέρα υπέρβασης της προθεσμίας, εάν η υποχρέωση αφορά την εισαγωγή προϊόντων σε τρίτη χώρα·

β)

5 % ανά ημερολογιακή ημέρα υπέρβασης της προθεσμίας, εάν η υποχρέωση αφορά την έξοδο προϊόντων από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης.

4.   Σε περίπτωση έγκαιρης εκπλήρωσης της υποχρέωσης, όταν η προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων για την εκπλήρωσή της υπόκειται σε συγκεκριμένη προθεσμία, η εγγύηση που έχει συσταθεί για την υποχρέωση αυτή καταπίπτει για κάθε ημερολογιακή ημέρα μετά την καταληκτική ημερομηνία σύμφωνα με τον μαθηματικό τύπο 0,2 / προθεσμία σε ημέρες και λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 25.

Εάν η απόδειξη που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνίσταται στην υποβολή πιστοποιητικού εισαγωγής ή εξαγωγής που έχει χρησιμοποιηθεί ή έχει λήξει ή στην υποβολή της απόδειξης ότι τα προϊόντα έχουν εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, καταπίπτει το 15 % του ποσού της εγγύησης, εφόσον η εν λόγω απόδειξη υποβληθεί μετά τη λήξη της συγκεκριμένης προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, αλλά το αργότερο την 730ή ημερολογιακή ημέρα μετά την ημερομηνία λήξης ισχύος του πιστοποιητικού. Μετά την παρέλευση των 730 ημερολογιακών ημερών, καταπίπτει και το υπόλοιπο ποσό της εγγύησης.

Εάν η απόδειξη που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνίσταται στην υποβολή πιστοποιητικού εξαγωγής με προκαθορισμό της επιστροφής, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί ή έχει λήξει, η εγγύηση που καταπίπτει είναι:

α)

10 %, εάν το πιστοποιητικό υποβληθεί μεταξύ της 61ης και της 90ής ημερολογιακής ημέρας μετά την ημερομηνία λήξης ισχύος του πιστοποιητικού·

β)

50 %, εάν το πιστοποιητικό υποβληθεί μεταξύ της 91ης και της 120ής ημερολογιακής ημέρας μετά την ημερομηνία λήξης ισχύος του πιστοποιητικού·

γ)

70 %, εάν το πιστοποιητικό υποβληθεί μεταξύ της 121ης και της 150ής ημερολογιακής ημέρας μετά την ημερομηνία λήξης ισχύος του πιστοποιητικού·

δ)

80 %, εάν το πιστοποιητικό υποβληθεί μεταξύ της 151ης και της 180ής ημερολογιακής ημέρας μετά την ημερομηνία λήξης ισχύος του πιστοποιητικού·

ε)

100 %, εάν το πιστοποιητικό υποβληθεί μετά την 180ή ημερολογιακή ημέρα μετά την ημερομηνία λήξης ισχύος του πιστοποιητικού.

5.   Το ποσό της προς κατάπτωση εγγύησης στρογγυλοποιείται στο αμέσως μικρότερο ακέραιο ποσό σε ευρώ ή στο οικείο εθνικό νόμισμα.

Άρθρο 24

Αποδέσμευση εγγυήσεων

1.   Μόλις παρασχεθεί η απόδειξη που προβλέπεται από την ειδική νομοθεσία της Ένωσης ότι η υποχρέωση έχει εκπληρωθεί ή ότι η εγγύηση έχει καταπέσει εν μέρει σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού, η εγγύηση ή, κατά περίπτωση, το υπόλοιπο ποσό της εγγύησης, αποδεσμεύεται χωρίς καθυστέρηση.

2.   Η εγγύηση αποδεσμεύεται εν μέρει κατόπιν αιτήσεως, όταν προσκομιστεί η απόδειξη που προβλέπεται για τον σκοπό αυτό για ένα τμήμα της ποσότητας του προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι το τμήμα αυτό αντιστοιχεί σε ποσότητα τουλάχιστον ίση με την ελάχιστη ποσότητα που καθορίζεται στον κανονισμό ο οποίος επιβάλλει την εγγύηση ή, άλλως, με την ποσότητα που καθορίζει το κράτος μέλος.

3.   Όταν δεν έχει οριστεί συγκεκριμένη προθεσμία για την προσκόμιση των απαραίτητων αποδείξεων για την αποδέσμευση της εγγύησης, η προθεσμία είναι 365 ημερολογιακές ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας για την εκπλήρωση της υποχρέωσης για την οποία έχει συσταθεί η εγγύηση. Σε περίπτωση που δεν έχει οριστεί συγκεκριμένη προθεσμία, η προθεσμία είναι 365 ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία εκπλήρωσης του συνόλου των υποχρεώσεων.

Η χρονική περίοδος που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν υπερβαίνει τις 1 095 ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία σύνδεσης της εγγύησης με συγκεκριμένη υποχρέωση.

Άρθρο 25

Κατώτατα όρια

1.   Το σύνολο του ποσού που καταπίπτει δεν υπερβαίνει το 100 % του αντίστοιχου τμήματος του εγγυημένου ποσού.

2.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να παραιτείται από το δικαίωμα για κατάπτωση ποσού κάτω των 100 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι παρόμοιες εθνικές διατάξεις για ανάλογες περιπτώσεις προβλέπονται με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις.

ΤΜΗΜΑ 4

Εγγυήσεις όσον αφορά τις προκαταβολές

Άρθρο 26

Πεδίο εφαρμογής

Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις για τις οποίες ειδικές διατάξεις της Ένωσης προβλέπουν τη δυνατότητα προκαταβολής πριν από την εκπλήρωση υποχρέωσης που έχει τεθεί ως προϋπόθεση για τη χορήγηση ενίσχυσης ή πλεονεκτήματος.

Άρθρο 27

Αποδέσμευση των εγγυήσεων

1.   Η εγγύηση αποδεσμεύεται:

α)

είτε όταν έχει αποδειχθεί το οριστικό δικαίωμα προς απόληψη του ποσού που έχει προκαταβληθεί·

β)

είτε όταν έχει επιστραφεί το ποσό που χορηγήθηκε, επαυξημένο κατά το ποσοστό που προβλέπεται από τις ειδικές διατάξεις της Ένωσης.

2.   Εφόσον έχει παρέλθει η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για να αποδειχθεί το οριστικό δικαίωμα χορήγησης του ποσού που έχει προκαταβληθεί χωρίς να έχει προσκομισθεί η απόδειξη για το δικαίωμα, η αρμόδια αρχή κινεί αμέσως τη διαδικασία για την κατάπτωση της εγγύησης.

Ωστόσο, στις περιπτώσεις που υπάρχει σχετική πρόβλεψη από ειδικές διατάξεις της Ένωσης, η απόδειξη μπορεί να προσκομισθεί και μετά την ημερομηνία αυτή, έναντι μερικής επιστροφής της εγγύησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Άρθρο 28

Επιστροφές κατά την εξαγωγή και συναλλαγές με τρίτες χώρες

1.   Όσον αφορά τα ποσά σχετικά με τις εισαγωγές και τους φόρους κατά την εξαγωγή, που καθορίζονται σε ευρώ από την ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με την κοινή γεωργική πολιτική και εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη σε εθνικό νόμισμα, η ισοτιμία μετατροπής είναι ειδικά ίση με την ισοτιμία που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.

2.   Για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή που καθορίζονται σε ευρώ και τις τιμές και τα ποσά σε ευρώ που προβλέπει η γεωργική νομοθεσία της Ένωσης όσον αφορά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες, γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η αποδοχή της τελωνειακής διασάφησης.

3.   Για τον υπολογισμό της κατ’ αποκοπή τιμής των οπωροκηπευτικών κατά την εισαγωγή, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής (20), προκειμένου να καθοριστεί η τιμή εισόδου που αναφέρεται στο άρθρο 137 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας για τις αντιπροσωπευτικές τιμές, οι οποίες χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της εν λόγω κατ’ αποκοπή τιμής και του ποσού της μείωσης που αναφέρεται στο άρθρο 134 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, είναι η ημέρα την οποία αφορούν οι αντιπροσωπευτικές τιμές.

Άρθρο 29

Επιστροφές κατά την παραγωγή και ειδικές ενισχύσεις

1.   Για τις επιστροφές κατά την παραγωγή που καθορίζονται σε ευρώ από τη νομοθεσία της Ένωσης, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημερομηνία κατά την οποία δηλώνεται ότι τα προϊόντα έφθασαν στον προορισμό τους που ενδέχεται να απαιτείται από την εν λόγω νομοθεσία. Στις περιπτώσεις που δεν απαιτείται προορισμός, η γενεσιουργός αιτία είναι η αποδοχή της αίτησης πληρωμής της επιστροφής από τον οργανισμό πληρωμών.

2.   Για τις ενισχύσεις που χορηγούνται για συγκεκριμένες ποσότητες προϊόντων που διατίθενται στο εμπόριο ή προϊόντων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά συγκεκριμένο τρόπο, με την επιφύλαξη των άρθρων 30 έως 33, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η πρώτη πράξη η οποία εξασφαλίζει, μετά την παραλαβή των προϊόντων από τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα, την κατάλληλη χρήση των εν λόγω προϊόντων και δημιουργεί την υποχρέωση χορήγησης της ενίσχυσης.

3.   Για τις ενισχύσεις ιδιωτικής αποθεματοποίησης, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η πρώτη ημέρα της περιόδου για την οποία χορηγείται η ενίσχυση που προβλέπεται βάσει μιας και της ιδίας σύμβασης.

4.   Για τις λοιπές ενισχύσεις πλην εκείνων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου και στα άρθρα 30 και 31, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων.

Άρθρο 30

Αμπελοοινικός τομέας

1.   Η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η πρώτη ημέρα της αμπελουργικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας παρέχεται στήριξη για:

α)

την αναδιάρθρωση και μετατροπή αμπελώνων που αναφέρεται στο άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013·

β)

τη σύσταση των ταμείων αλληλοβοήθειας που αναφέρονται στο άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013·

γ)

την ασφάλιση συγκομιδής που αναφέρεται στο άρθρο 49 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013.

2.   Για τις ενισχύσεις που καταβάλλονται με σκοπό την προαιρετική ή υποχρεωτική απόσταξη υποπροϊόντων οινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η πρώτη ημέρα της αμπελουργικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας παραδίδεται το υποπροϊόν.

3.   Για τις επενδύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 και την καινοτομία στον αμπελοοινικό τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η 1η Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο ελήφθη η απόφαση χορήγησης της ενίσχυσης.

4.   Για τις εργασίες πρώιμης συγκομιδής που αναφέρονται στο άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημέρα πραγματοποίησης των εργασιών πρώιμης συγκομιδής.

Άρθρο 31

Ποσά και πληρωμές στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

1.   Για την ενίσχυση που χορηγείται για τη διάθεση ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων σε μαθητές σχολείων, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 657/2008 της Επιτροπής (21), γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η πρώτη ημέρα της περιόδου την οποία αφορά η αίτηση πληρωμής που αναφέρεται στο άρθρο 11 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Για την πληρωμή της εισφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 595/2004 της Επιτροπής (22), για μια συγκεκριμένη δωδεκάμηνη περίοδο κατά την έννοια του κεφαλαίου ΙΙΙ του τίτλου I του μέρους II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (23), η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η 1η Απριλίου που έπεται της σχετικής περιόδου.

3.   Για το κόστος μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής (24), η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημέρα παραλαβής της έγκυρης προσφοράς από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 32

Ποσά και πληρωμές της ενίσχυσης που συνδέεται με την εφαρμογή του σχεδίου προώθησης της κατανάλωσης φρούτων στα σχολεία

Για την ενίσχυση που χορηγείται για την προμήθεια οπωροκηπευτικών, μεταποιημένων οπωροκηπευτικών και προϊόντων μπανάνας στα παιδιά, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 288/2009 της Επιτροπής (25), η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η 1η Ιανουαρίου που προηγείται της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 33

Ελάχιστη τιμή για τα τεύτλα, εισφορά επί του πλεονάσματος και τέλος παραγωγής στον τομέα της ζάχαρης

Για το τέλος παραγωγής στον τομέα της ζάχαρης, την ελάχιστη τιμή για τα τεύτλα και την εισφορά επί του πλεονάσματος που αναφέρονται αντίστοιχα στα άρθρα 128, 135 και 142 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η 1η Οκτωβρίου της περιόδου εμπορίας την οποία αφορούν οι τιμές ή κατά την οποία καταβάλλονται τα σχετικά ποσά.

Άρθρο 34

Ποσά διαρθρωτικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα και γενικά έξοδα των επιχειρησιακών προγραμμάτων

1.   Για τα ποσά που αναφέρονται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, καθώς και για τα ποσά που έχουν σχέση με τα μέτρα που εγκρίνονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005, τα οποία πληρώνονται στους δικαιούχους από τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης που εγκρίνονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η 1η Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο λαμβάνεται η απόφαση χορήγησης της ενίσχυσης.

Εντούτοις, στις περιπτώσεις που, βάσει των ενωσιακών κανόνων, τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καταβάλλονται σταδιακά σε διάστημα περισσοτέρων του ενός ετών, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας για κάθε ετήσια δόση είναι η 1η Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο πληρώνεται η εν λόγω ετήσια δόση.

2.   Για τα ποσά που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο α) του παραρτήματος IX του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, τα οποία έχουν ως στόχο να καλύψουν τα γενικά έξοδα που αφορούν ειδικά τα επιχειρησιακά ταμεία ή τα επιχειρησιακά προγράμματα που αναφέρονται στα άρθρα 32 και 33 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η 1η Ιανουαρίου του έτους το οποίο αφορούν αυτά τα έξοδα.

Άρθρο 35

Ποσά που συνδέονται με την έγκριση χορήγησης εθνικής χρηματοδοτικής συνδρομής στις οργανώσεις παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών και τη μερική επιστροφή της εν λόγω εθνικής χρηματοδοτικής συνδρομής

1.   Για την αίτηση έγκρισης χορήγησης της εθνικής χρηματοδοτικής συνδρομής που αναφέρεται στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, η γενεσιουργός αιτία είναι η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής της αίτησης στην Επιτροπή, όπως ορίζεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011.

2.   Για την επιστροφή από την Ένωση της εθνικής χρηματοδοτικής συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 95 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων ενίσχυσης από τις οργανώσεις παραγωγών στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 69 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011.

Άρθρο 36

Άλλα ποσά και τιμές

Για τις άλλες τιμές ή ποσά πλην αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 28 έως 35 ή για τα ποσά που έχουν σχέση με αυτές τις τιμές και εκφράζονται σε ευρώ στην ενωσιακή νομοθεσία ή εκφράζονται σε ευρώ στο πλαίσιο διαδικασίας υποβολής προσφορών, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημέρα κατά την οποία λαμβάνει χώρα μία από τις ακόλουθες έννομες πράξεις:

α)

για τις αγορές, η παραλαβή της έγκυρης προσφοράς·

β)

για τις πωλήσεις, η παραλαβή της έγκυρης προσφοράς·

γ)

για τις αποσύρσεις οπωροκηπευτικών προϊόντων, η ημέρα που γίνεται η απόσυρση·

δ)

για τη μη συγκομιδή και τις εργασίες πρώιμης συγκομιδής στον τομέα των οπωροκηπευτικών, η ημέρα της μη συγκομιδής και της πραγματοποίησης των εργασιών πρώιμης συγκομιδής·

ε)

για το κόστος μεταφοράς, μεταποίησης ή δημόσιας αποθεματοποίησης, καθώς και για τα ποσά που διατίθενται για μελέτες στο πλαίσιο διαδικασίας υποβολής προσφορών, η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των προσφορών·

στ)

για την καταγραφή των τιμών, των ποσών ή των προσφορών στην αγορά, η ημέρα καταγραφής των τιμών, των ποσών ή των προσφορών·

ζ)

για τις κυρώσεις λόγω μη τήρησης της γεωργικής νομοθεσίας, η ημερομηνία της πράξης διαπίστωσης των γεγονότων από την αρμόδια αρχή·

η)

για τον κύκλο εργασιών ή τα ποσά σχετικά με τον όγκο της παραγωγής, η έναρξη της περιόδου αναφοράς που προβλέπει η γεωργική νομοθεσία.

Άρθρο 37

Πληρωμή προκαταβολών

Για τις προκαταβολές, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η γενεσιουργός αιτία που ισχύει για την τιμή ή το ποσό με το οποίο έχει σχέση η προκαταβολή, όταν αυτή η γενεσιουργός αιτία έχει επέλθει κατά τον χρόνο πληρωμής της προκαταβολής ή, σε άλλες περιπτώσεις, η ημερομηνία καθορισμού της προκαταβολής σε ευρώ ή, άλλως, η ημερομηνία πληρωμής της προκαταβολής. Η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας ισχύει για τις προκαταβολές, με την επιφύλαξη της ισχύος για ολόκληρη την τιμή ή ολόκληρο το ποσό της γενεσιουργού αιτίας που καθορίζεται γι’ αυτή την τιμή ή γι’ αυτό το ποσό.

Άρθρο 38

Εγγυήσεις

Για τις εγγυήσεις, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημερομηνία σύστασης της εγγύησης.

Ισχύουν ωστόσο οι ακόλουθες εξαιρέσεις:

α)

για τις εγγυήσεις που έχουν σχέση με προκαταβολές, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η γενεσιουργός αιτία που καθορίζεται για το ποσό της προκαταβολής, όταν αυτή έχει επέλθει κατά τον χρόνο καταβολής της εγγύησης·

β)

για τις εγγυήσεις που έχουν σχέση με την υποβολή προσφορών, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημέρα υποβολής της προσφοράς·

γ)

για τις εγγυήσεις που έχουν σχέση με την υλοποίηση των προσφορών, η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής προσφορών.

Άρθρο 39

Έλεγχος των συναλλαγών

Τα ποσά σε ευρώ που αναφέρονται στο κεφάλαιο III του τίτλου V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 μετατρέπονται, ενδεχομένως, σε εθνικά νομίσματα με εφαρμογή των ισοτιμιών που ισχύουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα του έτους κατά το οποίο αρχίζει η περίοδος ελέγχου και δημοσιεύονται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 40

Καθορισμός της συναλλαγματικής ισοτιμίας

Όταν μια γενεσιουργός αιτία καθορίζεται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται είναι η πλέον πρόσφατη ισοτιμία που έχει καθορισθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) πριν από την πρώτη ημέρα του μηνός κατά τον οποίο επέρχεται η γενεσιουργός αιτία.

Εντούτοις, στις ακόλουθες περιπτώσεις, η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται είναι η εξής:

α)

για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και στις οποίες η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η αποδοχή της τελωνειακής διασάφησης, η ισοτιμία που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92·

β)

για τις δαπάνες παρέμβασης που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης, η ισοτιμία που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014 της Επιτροπής (26)·

γ)

για την ελάχιστη τιμή για τα τεύτλα που αναφέρεται στο άρθρο 33 του παρόντος κανονισμού, η μέση ισοτιμία που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για τον τελευταίο μήνα πριν από τη γενεσιουργό αιτία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 41

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Εάν ένας οργανισμός πληρωμών που έχει διαπιστευθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 αναλαμβάνει την ευθύνη δαπανών για τις οποίες δεν ήταν προηγουμένως υπεύθυνος, λαμβάνει διαπίστευση για τις νέες αρμοδιότητες έως την 1η Ιανουαρίου 2015.

2.   Τα μέτρα που απαριθμούνται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1106/2010 δεν υπόκεινται στο σύστημα ελέγχου που θεσπίστηκε με το κεφάλαιο III του τίτλου V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για τους σκοπούς του ελέγχου δαπανών προγενέστερων του οικονομικού έτους 2014.

3.   Όταν σε ειδική νομοθεσία γίνεται αναφορά στις πρωτογενείς, δευτερογενείς ή τριτογενείς απαιτήσεις που αναφέρονται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 282/2012, εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφοι 2, 3 και 4 του παρόντος κανονισμού.

4.   Για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης που αναφέρονται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου:

α)

εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 38 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του μεθεπόμενου έτους από εκείνο της δημοσιονομικής δέσμευσης. Στο άρθρο 38 του ίδιου κανονισμού οι αναφορές στο έτος Ν + 3 θεωρούνται αναφορές στο έτος Ν + 2·

β)

οι ενδιάμεσες πληρωμές που διενεργούνται από την Επιτροπή εξαρτώνται, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, από την απουσία υπέρβασης της συνολικής συμμετοχής του ΕΓΤΑΑ σε καθέναν από τους άξονες προτεραιότητας για ολόκληρη την περίοδο που καλύπτεται από το οικείο πρόγραμμα·

γ)

για την εφαρμογή των άρθρων 37 και 38 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η καταληκτική ημερομηνία επιλεξιμότητας των δαπανών είναι η προβλεπόμενη στο άρθρο 71 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005.

5.   Για την εφαρμογή του άρθρου 54 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, για τις περιπτώσεις που αναφέρθηκαν ή πρόκειται να αναφερθούν στην Επιτροπή σε σχέση με τα οικονομικά έτη 2013 και 2014, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006, εξακολουθεί να λαμβάνεται υπόψη το οικονομικό έτος της πρώτης διαπίστωσης της παρατυπίας κατά την έννοια του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005. Για τις περιπτώσεις για τις οποίες δεν υπάρχει πρώτη διοικητική ή δικαστική διαπίστωση της παρατυπίας πριν από την 16η Οκτωβρίου 2014, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 54 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, για τους σκοπούς της εκκαθάρισης των λογαριασμών σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 54 παράγραφος 2 του ίδιου κανονισμού, αρχής γενομένης με την εκκαθάριση των λογαριασμών για το οικονομικό έτος 2014.

Άρθρο 42

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 376/2008

Οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 376/2008 απαλείφονται.

Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές εξακολουθούν να εφαρμόζονται για τις εγγυήσεις που έχουν συσταθεί εγκύρως βάσει του εν λόγω κανονισμού πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 43

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 612/2009

Το άρθρο 47 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 612/2009 της Επιτροπής απαλείφεται.

Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές εξακολουθούν να εφαρμόζονται για τις εγγυήσεις που έχουν συσταθεί εγκύρως βάσει του εν λόγω κανονισμού πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 44

Κατάργηση

Καταργούνται οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 883/2006, (ΕΚ) αριθ. 884/2006, (ΕΚ) αριθ. 885/2006, (ΕΚ) αριθ. 1913/2006, (ΕΕ) αριθ. 1106/2010 και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2012.

Ισχύουν ωστόσο τα εξής:

α)

ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2012 εξακολουθεί να εφαρμόζεται για τις εγγυήσεις που έχουν συσταθεί εγκύρως βάσει του εν λόγω κανονισμού πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού·

β)

το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2006 εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις δαπάνες που πραγματοποιούνται έως τις 15 Οκτωβρίου 2014·

γ)

το άρθρο 11 και το κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006 εξακολουθούν να εφαρμόζονται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014.

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 41 παράγραφος 4 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2014.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου σε ό,τι αφορά την τήρηση των λογαριασμών των οργανισμών πληρωμών, τις δηλώσεις δαπανών και εσόδων και τους όρους επιστροφής των δαπανών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 884/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, όσον αφορά τη χρηματοδότηση των παρεμβάσεων του ΕΓΤΕ και τη λογιστική καταχώριση των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης από τους οργανισμούς πληρωμών των κρατών μελών (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 35).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 885/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου σχετικά με τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και άλλων οργανισμών και την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 90).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, που προβλέπει τους κανόνες εφαρμογής του γεωργονομισματικού καθεστώτος του ευρώ στον γεωργικό τομέα και τροποποιεί ορισμένους κανονισμούς (ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1106/2010 της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2010, για τη θέσπιση του καταλόγου των μέτρων στα οποία δεν εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΕ L 315 της 1.12.2010, σ. 16).

(7)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2012 της Επιτροπής, της 28ης Μαρτίου 2012, για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 92 της 30.3.2012, σ. 4).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 376/2008 της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 2008, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εισαγωγής, εξαγωγής και προκαθορισμού για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 114 της 26.4.2008, σ. 3).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 612/2009 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2009, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 186 της 17.7.2009, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 487).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2013, για τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 247/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 78 της 20.3.2013, σ. 23).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 229/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2013, σχετικά με τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 78 της 20.3.2013, σ. 41).

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης υπέρ των γεωργικών προϊόντων στην εσωτερική αγορά και στις τρίτες χώρες (ΕΕ L 3 της 5.1.2008, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1).

(20)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1).

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 657/2008 της Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2008, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 όσον αφορά τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης για τη διάθεση γάλακτος και ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων στους μαθητές των σχολικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 183 της 11.7.2008, σ. 17).

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 595/2004 της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 2004, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (ΕΕ L 94 της 31.3.2004, σ. 22).

(23)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1).

(24)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την αγορά και την πώληση γεωργικών προϊόντων από τη δημόσια παρέμβαση (ΕΕ L 349 της 29.12.2009, σ. 1).

(25)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 288/2009 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2009, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης για την προμήθεια οπωροκηπευτικών, μεταποιημένων οπωροκηπευτικών και προϊόντων μπανάνας στα παιδιά σε εκπαιδευτικά ιδρύματα στο πλαίσιο σχεδίου προώθησης της κατανάλωσης φρούτων στα σχολεία (ΕΕ L 94 της 8.4.2009, σ. 38).

(26)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 906/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις δαπάνες για τη δημόσια παρέμβαση (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

(Άρθρο 1)

1.   ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Α.   Οργανωτική δομή

Η οργανωτική δομή του οργανισμού πληρωμών του επιτρέπει να εκτελεί τα ακόλουθα κύρια καθήκοντα σχετικά με τις δαπάνες του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ:

i)

Έγκριση και έλεγχο των πληρωμών με σκοπό να διαπιστώνεται εάν το ποσό που πρέπει να καταβληθεί σε κάθε δικαιούχο είναι σύμφωνο με τους ενωσιακούς κανόνες. Συμπεριλαμβάνονται ιδίως οι διοικητικοί και επιτόπιοι έλεγχοι·

ii)

Εκτέλεση των πληρωμών με καταβολή του εγκεκριμένου ποσού στους δικαιούχους (ή στους εντολοδόχους τους) ή, στην περίπτωση της αγροτικής ανάπτυξης, καταβολή του μεριδίου της ενωσιακής συγχρηματοδότησης·

iii)

Λογιστική καταχώριση όλων των πληρωμών στους χωριστούς λογαριασμούς του οργανισμού πληρωμών για τις δαπάνες του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ, σε ηλεκτρονική μορφή, και κατάρτιση των περιοδικών συνοπτικών δελτίων δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των μηνιαίων (για το ΕΓΤΕ), των τριμηνιαίων (για το ΕΓΤΑΑ) και των ετησίων δηλώσεων στην Επιτροπή. Στους λογαριασμούς του οργανισμού πληρωμών καταχωρίζονται επίσης τα στοιχεία ενεργητικού που χρηματοδοτούνται από τα Ταμεία, ιδίως όσον αφορά τα αποθέματα παρέμβασης, τις ανεκκαθάριστες προκαταβολές, τις εγγυήσεις και τους οφειλέτες.

Η οργανωτική δομή του οργανισμού πληρωμών προβλέπει ρητή ανάθεση εξουσίας και αρμοδιοτήτων σε όλα τα επιχειρησιακά επίπεδα, καθώς και διαχωρισμό των τριών λειτουργιών που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, οι αρμοδιότητες των οποίων καθορίζονται σε οργανόγραμμα. Περιλαμβάνει τις τεχνικές υπηρεσίες και την υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου που αναφέρονται στο σημείο 4.

Β.   Πρότυπο για τους ανθρώπινους πόρους

Ο οργανισμός διασφαλίζει τα ακόλουθα:

i)

Διάθεση κατάλληλων ανθρώπινων πόρων για την εκτέλεση των εργασιών και εξασφάλιση των κατάλληλων τεχνικών δεξιοτήτων που απαιτούνται στα διάφορα επιχειρησιακά επίπεδα.

ii)

Η κατανομή καθηκόντων γίνεται κατά τρόπο ώστε κανένας υπάλληλος δεν έχει περισσότερες από μία αρμοδιότητες ως προς την έγκριση, πληρωμή ή λογιστική καταχώριση των ποσών που καταλογίζονται στο ΕΓΤΕ ή στο ΕΓΤΑΑ και κανένας υπάλληλος δεν ασκεί ένα από τα εν λόγω καθήκοντα χωρίς την επίβλεψη δεύτερου υπαλλήλου.

iii)

Οι αρμοδιότητες κάθε υπαλλήλου καθορίζονται με γραπτή περιγραφή καθηκόντων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται ο καθορισμός των χρηματοδοτικών ορίων της δικαιοδοσίας του.

iv)

Η επιμόρφωση του προσωπικού είναι η αρμόζουσα σε όλα τα επιχειρησιακά επίπεδα, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης σε θέματα απάτης, και εφαρμόζεται πολιτική εκ περιτροπής τοποθέτησης προσωπικού σε ευαίσθητες θέσεις ή, εναλλακτικά, ενισχυμένης επίβλεψης.

v)

Λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποφεύγεται η σύγκρουση συμφερόντων, όταν ένα πρόσωπο που κατέχει υπεύθυνη ή ευαίσθητη θέση όσον αφορά την εξακρίβωση, έγκριση, πληρωμή και λογιστική καταχώριση αιτήσεων ή αίτησης πληρωμής εκτελεί και άλλα καθήκοντα εκτός του οργανισμού πληρωμών.

Γ.   Ανάθεση καθηκόντων

Γ.1.

Εάν ο οργανισμός πληρωμών αναθέτει οποιαδήποτε από τα καθήκοντά του σε άλλον φορέα δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

Μεταξύ του οργανισμού πληρωμών και του εν λόγω φορέα συνάπτεται γραπτή συμφωνία, στην οποία διευκρινίζονται, εκτός από τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί, η φύση των πληροφοριακών στοιχείων και των παραστατικών που πρέπει να υποβάλλονται στον οργανισμό πληρωμών, καθώς και η προθεσμία υποβολής τους. Η συμφωνία πρέπει να επιτρέπει στον οργανισμό πληρωμών να συμμορφώνεται με τα κριτήρια διαπίστευσης.

ii)

Ο οργανισμός πληρωμών παραμένει σε κάθε περίπτωση υπεύθυνος για την αποτελεσματική διαχείριση των σχετικών Ταμείων. Εξακολουθεί να έχει την πλήρη ευθύνη για τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, καθώς και για τη δήλωση των αντίστοιχων δαπανών στην Επιτροπή και την κατάρτιση των λογαριασμών.

iii)

Οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις του άλλου φορέα ορίζονται σαφώς, κυρίως όσον αφορά τον έλεγχο και την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τους ενωσιακούς κανόνες.

iv)

Ο οργανισμός πληρωμών εξασφαλίζει ότι ο άλλος φορέας διαθέτει αποτελεσματικά συστήματα που επιτρέπουν να διασφαλιστεί ότι εκτελεί τα καθήκοντά του ικανοποιητικά.

v)

Ο άλλος φορέας επιβεβαιώνει ρητώς στον οργανισμό πληρωμών ότι όντως ασκεί τα καθήκοντά του και περιγράφει τα χρησιμοποιούμενα μέσα.

vi)

Ο οργανισμός πληρωμών επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα τα ανατεθέντα καθήκοντα, προκειμένου να επιβεβαιώσει ότι οι εργασίες εκτελέστηκαν με ικανοποιητικό τρόπο και σε συμμόρφωση με τους ενωσιακούς κανόνες.

Γ.2.

Οι προϋποθέσεις που παρατίθενται στα σημεία Γ.1. i), ii), iii) και v) ανωτέρω εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στις περιπτώσεις στις οποίες αρμοδιότητες του οργανισμού πληρωμών ασκούνται από άλλον φορέα στο πλαίσιο των συνήθων καθηκόντων του βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

2.   ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Α.   Διαδικασίες έγκρισης των αιτήσεων

Ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζει τις ακόλουθες διαδικασίες:

i)

Ο οργανισμός πληρωμών καθορίζει λεπτομερείς διαδικασίες για την παραλαβή, καταχώριση και διεκπεραίωση των αιτήσεων, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής όλων των χρησιμοποιούμενων εγγράφων.

ii)

Κάθε υπάλληλος που είναι αρμόδιος για την έγκριση έχει στη διάθεσή του λεπτομερή κατάσταση ελέγχου για τις επαληθεύσεις που πρέπει να πραγματοποιηθούν και βεβαιώνει στα δικαιολογητικά της αίτησης ότι οι εν λόγω έλεγχοι διενεργήθηκαν. Η εν λόγω βεβαίωση μπορεί να συντάσσεται ηλεκτρονικά. Πρέπει να υπάρχουν αποδείξεις για τη διενέργεια συστηματικής, όπως βάσει δείγματος, συστήματος ή σχεδίου, επανεξέτασης της εργασίας του από ιεραρχικά ανώτερο υπάλληλο.

iii)

Η αίτηση εγκρίνεται για πληρωμή μόνο μετά τη διενέργεια επαρκών ελέγχων για διασφάλιση της συμμόρφωσής της με τους ενωσιακούς κανόνες.

Στους εν λόγω ελέγχους περιλαμβάνονται και οι έλεγχοι που απαιτούνται από τον σχετικό κανονισμό που διέπει το ειδικό μέτρο βάσει του οποίου ζητείται ενίσχυση, καθώς και οι έλεγχοι που απαιτούνται βάσει του άρθρου 58 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για την πρόληψη και τον εντοπισμό περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών, λαμβανομένων ιδιαίτερα υπόψη των κινδύνων που υφίστανται. Για το ΕΓΤΑΑ προβλέπονται επιπλέον διαδικασίες προκειμένου να εξακριβώνεται ότι τηρήθηκαν οι όροι χορήγησης της ενίσχυσης, συμπεριλαμβανομένης της σύναψης συμβάσεων, και ότι τηρήθηκαν όλοι οι εφαρμοστέοι ενωσιακοί και εθνικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που καθορίστηκαν στο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης.

iv)

Η διοίκηση του οργανισμού πληρωμών ενημερώνεται στο κατάλληλο επίπεδο, τακτικά και εγκαίρως, για τα αποτελέσματα των διοικητικών και των επιτόπιων ελέγχων που διενεργήθηκαν, ώστε να λαμβάνεται πάντα υπόψη η επάρκεια των εν λόγω ελέγχων πριν από την εκκαθάριση μιας αίτησης.

v)

Οι εκτελεσθείσες εργασίες περιγράφονται λεπτομερώς στην έκθεση που συνοδεύει κάθε αίτηση ή ομάδα αιτήσεων ή, κατά περίπτωση, σε έκθεση που καλύπτει μία περίοδο εμπορίας. Η έκθεση συνοδεύεται από βεβαίωση για την επιλεξιμότητα των εγκεκριμένων αιτήσεων και τη φύση, το εύρος και τα όρια της εκτελεσθείσας εργασίας. Επιπλέον, για το ΕΓΤΑΑ πρέπει να υπάρχει βεβαιότητα ότι τηρήθηκαν τα κριτήρια χορήγησης των ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένης της σύναψης συμβάσεων, και ότι τηρήθηκαν όλοι οι εφαρμοστέοι ενωσιακοί και εθνικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που καθορίστηκαν στο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης. Εάν οι φυσικοί ή διοικητικοί έλεγχοι δεν είναι εξαντλητικοί, αλλά διενεργούνται σε δείγμα αιτήσεων, οι επιλεγείσες αιτήσεις προσδιορίζονται, περιγράφεται η μέθοδος δειγματοληψίας, αναφέρονται τα αποτελέσματα όλων των επιθεωρήσεων και τα μέτρα που έχουν ληφθεί σχετικά με τις ανακολουθίες και τις παρατυπίες. Τα δικαιολογητικά έγγραφα πρέπει να είναι επαρκή ώστε να παρέχουν τη βεβαιότητα ότι έχουν διενεργηθεί όλοι οι απαιτούμενοι έλεγχοι όσον αφορά την επιλεξιμότητα των αιτήσεων που εγκρίθηκαν.

vi)

Εάν άλλοι φορείς φυλάσσουν έγγραφα (σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή) σχετικά με τις αιτήσεις που εγκρίθηκαν και τους ελέγχους που διενεργήθηκαν, τόσο οι εν λόγω φορείς, όσο και ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζουν διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσουν ότι έχει καταγραφεί το σημείο φύλαξης όλων αυτών των εγγράφων που αφορούν τις συγκεκριμένες πληρωμές.

Β.   Διαδικασίες πληρωμής

Ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζει τις απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι πληρωμές διενεργούνται αποκλειστικά σε τραπεζικό λογαριασμό είτε των δικαιούχων είτε των εντολοδόχων τους. Η πληρωμή εκτελείται από την τράπεζα του οργανισμού πληρωμών ή, ενδεχομένως, από δημόσιο ταμείο, εντός πέντε εργασίμων ημερών από την ημερομηνία χρέωσης του ποσού στο ΕΓΤΕ ή στο ΕΓΤΑΑ. Θεσπίζονται διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι όλες οι πληρωμές για τις οποίες δεν εκτελείται η μεταφορά πιστώσεων δεν δηλώνονται στα Ταμεία για απόδοση δαπανών. Εάν οι εν λόγω πληρωμές έχουν ήδη δηλωθεί στα Ταμεία, θα πρέπει να επαναπιστώνονται στα Ταμεία μέσω των επόμενων μηνιαίων/τριμηνιαίων δηλώσεων ή, το αργότερο, στους ετήσιους λογαριασμούς Δεν πραγματοποιούνται πληρωμές τοις μετρητοίς. Η έγκριση του διατάκτη και/ή του επόπτη αυτού μπορεί να παρέχεται με ηλεκτρονικά μέσα, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται το ενδεδειγμένο επίπεδο ασφάλειας των εν λόγω μέσων και η ταυτότητα του υπογράφοντος αναγράφεται στα ηλεκτρονικά αρχεία.

Γ.   Διαδικασίες λογιστικής καταχώρισης

Ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζει τις ακόλουθες διαδικασίες:

i)

Οι λογιστικές διαδικασίες διασφαλίζουν ότι οι μηνιαίες (για το ΕΓΤΕ), οι τριμηνιαίες (για το ΕΓΤΑΑ) και οι ετήσιες δηλώσεις είναι πλήρεις, ακριβείς και έγκαιρες, και ότι τυχόν λάθη ή παραλείψεις εντοπίζονται και διορθώνονται, ιδίως μέσω ελέγχων και συμφωνίας λογαριασμών που διενεργούνται σε τακτά διαστήματα.

ii)

Η λογιστική καταχώριση όσον αφορά τα αποθέματα παρέμβασης διασφαλίζει ότι οι ποσότητες και το συναφές κόστος αποτελούν αντικείμενο ορθής και ταχείας επεξεργασίας και καταχωρίζονται ανά αναγνωρίσιμη παρτίδα στον σωστό λογαριασμό σε κάθε φάση, από την αποδοχή της προσφοράς έως την υλική διάθεση του προϊόντος, σύμφωνα με τις ισχύουσες κανονιστικές διατάξεις, και διασφαλίζει ότι η ποσότητα και η φύση των αποθεμάτων μπορούν να προσδιοριστούν ανά πάσα στιγμή σε κάθε τόπο αποθεματοποίησης.

Δ.   Διαδικασίες προκαταβολών και εγγυήσεων

Θεσπίζονται διαδικασίες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι:

i)

Οι πληρωμές προκαταβολών προσδιορίζονται χωριστά στις λογιστικές ή επικουρικές καταχωρίσεις.

ii)

Λαμβάνονται εγγυήσεις μόνο από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που πληρούν τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου IV του παρόντος κανονισμού και είναι εγκεκριμένοι από τις αρμόδιες αρχές· οι εγγυήσεις ισχύουν μέχρι την αποδέσμευση ή την κατάπτωσή τους, με απλή αίτηση του οργανισμού πληρωμών.

iii)

Οι προκαταβολές εκκαθαρίζονται εντός των καθορισμένων προθεσμιών και, εκείνες των οποίων καθυστερεί η εκκαθάριση, εντοπίζονται πάραυτα και ζητείται αμέσως η κατάπτωση των εγγυήσεων.

Ε.   Διαδικασίες οφειλών

Όλα τα κριτήρια που προβλέπονται στα σημεία Α έως Δ εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στις εισφορές, στις καταπεσούσες εγγυήσεις, στις επιστραφείσες πληρωμές, στα έσοδα για ειδικό προορισμό κ.λπ., που ο οργανισμός πληρωμών οφείλει να εισπράττει για λογαριασμό του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ.

Ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζει σύστημα για την αναγνώριση όλων των οφειλόμενων ποσών και την καταγραφή όλων αυτών των οφειλών σε ενιαίο βιβλίο οφειλετών πριν από την είσπραξή τους. Το βιβλίο οφειλετών επιθεωρείται σε τακτά διαστήματα και λαμβάνονται μέτρα για την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

ΣΤ.   Διαδρομή ελέγχου

Τα πληροφοριακά στοιχεία όσον αφορά τα αποδεικτικά έγγραφα της έγκρισης, της λογιστικής καταχώρισης και της πληρωμής των αιτήσεων, καθώς και της διεκπεραίωσης των προκαταβολών, των εγγυήσεων και των οφειλών είναι διαθέσιμα στον οργανισμό πληρωμών προκειμένου να διασφαλίζεται ανά πάσα στιγμή μια επαρκώς διεξοδική διαδρομή ελέγχου.

3.   ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Α.   Επικοινωνία

Ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζει τις αναγκαίες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίσει ότι καταγράφεται κάθε τροποποίηση των ενωσιακών κανονισμών και, ιδίως, του ισχύοντος ύψους των ενισχύσεων, και ότι οι οδηγίες, οι βάσεις δεδομένων και οι καταστάσεις ελέγχου ενημερώνονται εγκαίρως.

Β.   Ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων

i)

Με την επιφύλαξη του κάτωθι σημείου ii), η ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων βασίζεται στα κριτήρια που προβλέπονται στην ισχύουσα κατά το σχετικό οικονομικό έτος έκδοση ενός εκ των ακόλουθων προτύπων:

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης 27002: Κώδικας ορθής πρακτικής για τους ελέγχους ασφάλειας πληροφοριών (ISO),

Bundesamt für Sicherheit in der Informationstechnik: IT-Grundschutzhandbuch/Εγχειρίδιο βασικής προστασίας στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών (BSI),

Information Systems Audit and Control Association (Ένωση Ελέγχων Πληροφοριακών Συστημάτων): Control objectives for Information and related Technology (COBIT) (Στόχοι ελέγχου για την τεχνολογία πληροφοριών και τις συναφείς τεχνολογίες).

ii)

Αρχής γενομένης από τις 16 Οκτωβρίου 2016, η ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων θα πρέπει να πιστοποιείται σύμφωνα με το πρότυπο του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης 27001: Συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας των πληροφοριών — απαιτήσεις (ISO).

Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέπει στα κράτη μέλη να πιστοποιούν την ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων τους σύμφωνα με άλλα αποδεκτά πρότυπα, εφόσον τα πρότυπα αυτά εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας τουλάχιστον ισοδύναμο με αυτό που παρέχει το ISO 27001.

Για τους οργανισμούς πληρωμών που είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση και τον έλεγχο ετήσιων δαπανών οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα 400 εκατ. ευρώ, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου. Τα εν λόγω κράτη μέλη εξακολουθούν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του σημείου i). Ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή τους.

4.   ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ

Α.   Τρέχουσα παρακολούθηση μέσω των δραστηριοτήτων εσωτερικού ελέγχου

Οι δραστηριότητες εσωτερικού ελέγχου καλύπτουν τουλάχιστον τους ακόλουθους τομείς:

i)

Παρακολούθηση των τεχνικών υπηρεσιών και των εξουσιοδοτημένων φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διενέργεια των ελέγχων και την εκτέλεση άλλων καθηκόντων με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των κανονιστικών διατάξεων, των κατευθυντήριων γραμμών και των διαδικασιών.

ii)

Δρομολόγηση της τροποποίησης συστημάτων προκειμένου να βελτιωθούν τα συστήματα ελέγχου εν γένει.

iii)

Επανεξέταση των αιτήσεων και των αιτημάτων που υποβλήθηκαν στον οργανισμό πληρωμών, καθώς και άλλων πληροφοριακών στοιχείων που εγείρουν υπόνοιες για παρατυπίες.

iv)

Παρακολούθηση των διαδικασιών για την πρόληψη και τον εντοπισμό περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών, ιδιαίτερα όσον αφορά τους τομείς των δαπανών της ΚΓΠ αρμοδιότητας του οργανισμού πληρωμών που είναι εκτεθειμένοι σε σημαντικό κίνδυνο απάτης ή άλλων σοβαρών παρατυπιών.

Η τρέχουσα παρακολούθηση εντάσσεται στις κανονικές, συνήθεις δραστηριότητες λειτουργίας του οργανισμού πληρωμών. Σε όλα τα επίπεδα οι καθημερινές λειτουργίες και οι δραστηριότητες ελέγχου του οργανισμού πληρωμών παρακολουθούνται σε συνεχή βάση, προκειμένου να διασφαλιστεί μια επαρκώς διεξοδική διαδρομή ελέγχου.

Β.   Χωριστές αξιολογήσεις μέσω της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου

Ο οργανισμός πληρωμών θεσπίζει εν προκειμένω τις ακόλουθες διαδικασίες:

i)

Η υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου είναι ανεξάρτητη από τα άλλα τμήματα του οργανισμού πληρωμών και υπάγεται απευθείας στον διευθυντή του οργανισμού πληρωμών.

ii)

Η υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου εξακριβώνει κατά πόσον οι διαδικασίες που θεσπίζονται από τον οργανισμό πληρωμών είναι κατάλληλες προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι ελέγχεται η συμμόρφωση με τους ενωσιακούς κανόνες και ότι οι λογαριασμοί είναι ακριβείς, πλήρεις και έχουν καταρτιστεί έγκαιρα. Οι εξακριβώσεις μπορούν να περιορίζονται σε επιλεγμένα μέτρα και σε δείγματα συναλλαγών, υπό τον όρο ότι ένα πρόγραμμα ελέγχου διασφαλίζει ότι όλοι οι σημαντικοί τομείς, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων που είναι αρμόδια για την έγκριση, καλύπτονται σε διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.

iii)

Το έργο της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου εκτελείται σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά πρότυπα, καταγράφεται σε έγγραφα εργασίας και οδηγεί σε εκπόνηση εκθέσεων και συστάσεων που απευθύνονται στα ανώτατα διοικητικά στελέχη του οργανισμού πληρωμών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

(Άρθρο 3)

Α.   ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

I.   Έλεγχοι

1.   Συχνότητα και αντιπροσωπευτικότητα

Τουλάχιστον μία φορά κάθε χρόνο γίνεται έλεγχος σε κάθε σημείο αποθεματοποίησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου Β. Οι εν λόγω έλεγχοι αφορούν ειδικότερα:

τη διαδικασία συλλογής στοιχείων σχετικά με τη δημόσια αποθεματοποίηση,

τη συμφωνία των λογιστικών στοιχείων που διαθέτει επιτόπου ο αποθεματοποιητής, με τα στοιχεία που έχουν διαβιβασθεί στον οργανισμό πληρωμών,

τη φυσική παρουσία, στα αποθέματα, των ποσοτήτων που αναφέρονται στις λογιστικές καταστάσεις του αποθεματοποιητή και έχουν αποτελέσει τη βάση για την τελευταία μηνιαία κατάσταση που διαβίβασε ο τελευταίος, η οποία αξιολογείται οπτικά ή, σε περίπτωση αμφιβολίας ή αμφισβήτησης, με ζύγιση ή με μέτρηση,

την υγιή, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητα των αποθεματοποιημένων προϊόντων.

Η εν λόγω φυσική παρουσία εξακριβώνεται με φυσική επιθεώρηση επαρκώς αντιπροσωπευτική, που αφορά τουλάχιστον τα ποσοστά που αναφέρονται στο σημείο Β και επιτρέπει να διαπιστωθεί η πραγματική παρουσία στα αποθέματα του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν καταχωριστεί στη λογιστική αποθήκης.

Οι έλεγχοι ποιότητας διενεργούνται κατά τρόπο οπτικό, οσφρητικό και/ή οργανοληπτικό και, σε περίπτωση αμφιβολιών, με εις βάθος αναλύσεις.

2.   Συμπληρωματικοί έλεγχοι

Σε περίπτωση ανωμαλίας που διαπιστώνεται κατά τον φυσικό έλεγχο θα πρέπει να γίνεται έλεγχος σε ένα επιπλέον ποσοστό των αποθεματοποιημένων ποσοτήτων με βάση την ίδια μέθοδο. Η επιθεώρηση θα περιλαμβάνει, εφόσον παρίσταται ανάγκη, ακόμη και τη ζύγιση του συνόλου των αποθεματοποιημένων προϊόντων στην παρτίδα ή την αποθήκη που αποτελεί αντικείμενο του ελέγχου.

II.   Πρωτόκολλα ελέγχου

1.

Ο οργανισμός εσωτερικού ελέγχου του οργανισμού πληρωμών ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν οργανισμός, συντάσσει πρωτόκολλο για καθέναν από τους διενεργούμενους ελέγχους ή φυσικές επιθεωρήσεις.

2.

Τα πρωτόκολλα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

α)

τα στοιχεία του αποθεματοποιητή, τη διεύθυνση της αποθήκης στην οποία έγινε επιθεώρηση και τον προσδιορισμό των παρτίδων που ελέγχθηκαν·

β)

την ημερομηνία και ώρα έναρξης και λήξης της διαδικασίας ελέγχου·

γ)

τον τόπο διενέργειας του ελέγχου, καθώς και περιγραφή των συνθηκών αποθήκευσης, συσκευασίας και προσπελασιμότητας·

δ)

την πλήρη ταυτότητα των προσώπων που διενεργούν τον έλεγχο, την επαγγελματική τους ιδιότητα και την εντολή που έχουν·

ε)

τις ενέργειες ελέγχου που πραγματοποιήθηκαν και τους τρόπους ογκομετρικής μέτρησης που χρησιμοποιήθηκαν όπως τις μεθόδους μέτρησης, τους υπολογισμούς που πραγματοποιήθηκαν και τα ενδιάμεσα και τελικά αποτελέσματα που προέκυψαν, καθώς και τα συμπεράσματα που εξήχθησαν·

στ)

για κάθε αποθεματοποιημένη στην αποθήκη παρτίδα ή ποιότητα, την ποσότητα που αναφέρεται στα βιβλία του οργανισμού πληρωμών, την ποσότητα που αναφέρεται στα βιβλία της αποθήκης και τις ενδεχόμενες διαφορές που διαπιστώθηκαν μεταξύ των δύο αυτών βιβλίων·

ζ)

για κάθε παρτίδα ή ποιότητα στην οποία γίνεται φυσικός έλεγχος, τα πρωτόκολλα περιλαμβάνουν τα δεδομένα που αναφέρονται στο στοιχείο στ) καθώς και την ποσότητα που διαπιστώθηκε επιτόπου και τις ενδεχόμενες αποκλίσεις, τον αριθμό της παρτίδας ή της ποιότητας, τις παλέτες, τα χαρτοκιβώτια, τα σιλό, τους κάδους ή άλλα δοχεία και το βάρος (κατά περίπτωση, το καθαρό και το μεικτό βάρος) ή τον όγκο·

η)

τις υποβληθείσες από τον αποθεματοποιητή δηλώσεις σε περίπτωση διαφορών ή αποκλίσεων·

θ)

τον τόπο, την ημερομηνία και την υπογραφή του συντάκτη των πρωτοκόλλων, καθώς και του αποθεματοποιητή ή του εκπροσώπου του·

ι)

τη διενέργεια διευρυμένου ελέγχου σε περίπτωση ανωμαλίας, με διευκρίνιση του ποσοστού των αποθεματοποιημένων ποσοτήτων οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο διευρυμένου ελέγχου, τις ενδεχόμενες αποκλίσεις που διαπιστώθηκαν και τις εξηγήσεις που δόθηκαν.

3.

Τα πρωτόκολλα αποστέλλονται αμέσως στον προϊστάμενο της αρμόδιας για την τήρηση των λογαριασμών του οργανισμού πληρωμών.

Αμέσως μετά την παραλαβή του πρωτοκόλλου, η λογιστική του οργανισμού πληρωμών διορθώνεται, σε συνάρτηση με τις διαπιστωθείσες διαφορές ή αποκλίσεις.

4.

Τα πρωτόκολλα φυλάσσονται στην έδρα του οργανισμού πληρωμών και τίθενται στη διάθεση των υπαλλήλων της Επιτροπής και των εξουσιοδοτημένων από αυτήν προσώπων.

5.

Ο οργανισμός πληρωμών συντάσσει ανακεφαλαιωτικό έγγραφο, στο οποίο αναφέρονται:

οι διενεργηθέντες έλεγχοι, με ειδική μνεία, των φυσικών ελέγχων (έλεγχοι απογραφών),

οι ελεγχθείσες ποσότητες,

οι διαπιστωθείσες ανωμαλίες και οι λόγοι των ανωμαλιών αυτών σε σχέση με τις μηνιαίες και ετήσιες καταστάσεις.

Οι ελεγχθείσες ποσότητες και οι διαπιστωθείσες ανωμαλίες αναγράφονται, για κάθε προϊόν χωριστά, σε βάρος ή σε όγκο και σε εκατοστιαίο ποσοστό των κατεχομένων συνολικών ποσοτήτων.

Το εν λόγω ανακεφαλαιωτικό έγγραφο περιλαμβάνει, κατά τρόπο διακριτό, τους διενεργηθέντες ελέγχους για την επαλήθευση της ποιότητας των αποθεματοποιημένων προϊόντων. Διαβιβάζεται στην Επιτροπή ταυτόχρονα με τους ετήσιους λογαριασμούς που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

B.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΝΑ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ Α ΕΛΕΓΧΩΝ

I.   Βούτυρο

1.

Το δείγμα των προς έλεγχο παρτίδων αντιστοιχεί σε 5 % τουλάχιστον της συνολικής ποσότητας στη δημόσια αποθεματοποίηση. Η επιλογή των προς έλεγχο παρτίδων πραγματοποιείται πριν από την επιθεώρηση στην αποθήκη με βάση τα λογιστικά στοιχεία του οργανισμού πληρωμών, αλλά δεν ανακοινώνεται στον αποθεματοποιητή.

2.

Η παρουσία των παρτίδων που επιλέγονται και η σύνθεσή τους επαληθεύονται επιτόπου μέσω:

αναγνώρισης των αριθμών ελέγχου των παρτίδων και των χαρτοκιβωτίων σύμφωνα με τα δελτία αγορών ή εισόδου,

ζύγισης των παλετών (1 στις 10) και των χαρτοκιβωτίων (1 ανά παλέτα),

οπτικού ελέγχου του περιεχομένου ενός χαρτοκιβωτίου (1 χαρτοκιβώτιο ανά 5 παλέτες),

ελέγχου της κατάστασης της συσκευασίας.

3.

Στο πρωτόκολλο ελέγχου σημειώνονται η περιγραφή των παρτίδων, στις οποίες διενεργήθηκε φυσικός έλεγχος, και οι διαπιστωθείσες ελλείψεις.

II.   Αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη

1.

Το δείγμα των προς έλεγχο παρτίδων αντιστοιχεί σε 5 % τουλάχιστον της ποσότητας στη δημόσια αποθεματοποίηση. Η επιλογή των προς έλεγχο παρτίδων πραγματοποιείται πριν από την επιθεώρηση στην αποθήκη με βάση τα λογιστικά στοιχεία του οργανισμού πληρωμών, αλλά δεν ανακοινώνεται στον αποθεματοποιητή.

2.

Η παρουσία των παρτίδων που επιλέγονται και η σύνθεσή τους επαληθεύονται επιτόπου μέσω:

αναγνώρισης των αριθμών ελέγχου των παρτίδων και των σάκων σύμφωνα με τα δελτία αγορών ή εισόδου,

ζύγισης των παλετών (1 στις 10) και των σάκων (1 στους 10),

οπτικού ελέγχου του περιεχομένου ενός σάκου (1 σάκο ανά 5 παλέτες),

ελέγχου της κατάστασης της συσκευασίας.

3.

Στο πρωτόκολλο ελέγχου σημειώνονται η περιγραφή των παρτίδων, στις οποίες διενεργήθηκε φυσικός έλεγχος, και οι διαπιστωθείσες ελλείψεις.

III.   Σιτηρά και ρύζι

1.   Διαδικασία φυσικού ελέγχου

α)

Επιλογή των θαλάμων ή χώρων αποθήκευσης που πρόκειται να ελεγχθούν και που αντιστοιχούν στο 5 % τουλάχιστον της ολικής ποσότητας των σιτηρών και του ρυζιού στη δημόσια αποθεματοποίηση.

Η επιλογή πραγματοποιείται με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία στη λογιστική αποθήκης του οργανισμού πληρωμών, αλλά δεν ανακοινώνεται στον αποθεματοποιητή.

β)

Φυσικός έλεγχος:

εξακρίβωση της παρουσίας των σιτηρών ή του ρυζιού στους θαλάμους ή στους χώρους αποθήκευσης που έχουν επιλεγεί,

ταυτοποίηση των σιτηρών ή του ρυζιού,

έλεγχος των συνθηκών αποθήκευσης και επαλήθευση της ποιότητας των αποθεματοποιημένων προϊόντων υπό τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής (1),

σύγκριση του χώρου αποθεματοποίησης και των στοιχείων των σιτηρών ή του ρυζιού με τα στοιχεία της λογιστικής αποθήκης,

εκτίμηση των αποθεματοποιημένων ποσοτήτων, σύμφωνα με προηγουμένως εγκριθείσα από τον οργανισμό πληρωμών μέθοδο, περιγραφή της οποίας πρέπει να έχει κατατεθεί στην έδρα του οργανισμού πληρωμών.

γ)

Σε κάθε σημείο αποθεματοποίησης πρέπει να υπάρχει διαθέσιμο το σχέδιο των αποθηκών, καθώς και το έγγραφο καταμέτρησης για κάθε σιλό ή θάλαμο αποθήκευσης.

Σε κάθε αποθήκη, τα σιτηρά και το ρύζι πρέπει να αποθηκεύονται κατά τρόπο που να μπορεί να πραγματοποιηθεί ογκομετρικός έλεγχος.

2.   Διαδικασία σε περίπτωση διαπίστωσης διαφορών

Επιτρέπεται απόκλιση κατά τον ογκομετρικό έλεγχο των προϊόντων.

Συνεπώς, οι κανόνες που ορίζονται στο παράρτημα III σημείο ΙΙ εφαρμόζονται, εφόσον το βάρος του προϊόντος που έχει αποθεματοποιηθεί και διαπιστωθεί κατά τον φυσικό έλεγχο διαφέρει από το λογιστικό του βάρος κατά 5 % ή περισσότερο όσον αφορά τα σιτηρά και το ρύζι στην περίπτωση αποθεματοποίησης σε σιλό ή σε επίπεδη αποθήκη.

Στην περίπτωση αποθεματοποίησης των σιτηρών ή του ρυζιού σε αποθήκη, μπορούν να ληφθούν υπόψη οι ποσότητες που υπολογίστηκαν κατά τη ζύγιση στην είσοδο στην αποθεματοποίηση και όχι εκείνες που προκύπτουν από ογκομετρική εκτίμησή τους, όταν η εκτίμηση αυτή δεν παρουσιάζει τον επιθυμητό βαθμό ακρίβειας και η παρατηρούμενη απόκλιση μεταξύ των δύο αυτών τιμών δεν είναι υπερβολική.

Ο οργανισμός πληρωμών χρησιμοποιεί τη μέθοδο αυτή εφόσον το δικαιολογούν οι περιστάσεις, οι οποίες αξιολογούνται για κάθε περίπτωση χωριστά, και υπό την ευθύνη του. Αναγράφει τη σχετική μνεία στο πρωτόκολλο ελέγχου, σύμφωνα με το παρακάτω υπόδειγμα:

(Ενδεικτικό υπόδειγμα)

ΣΙΤΗΡΑ — ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΣ

Προϊόν:

Αποθεματοποιητής: Αποθήκη, σιλό:

Αριθ. θαλάμου συντήρησης:

Ημερομηνία:

Παρτίδα

Ποσότητα σύμφωνα με τη λογιστική


Α.   Αποθέματα σε σιλό

Αριθμός του θαλάμου

Όγκος σύμφωνα με το βιβλίο m3 (Α)

Ελεύθερος όγκος που διαπιστώθηκε m3 (Β)

Όγκος των αποθηκευμένων σιτηρών m3 (A – Β)

Σχετική πυκνότητα που διαπιστώθηκε kg/hl = 100

Βάρος των σιτηρών ή του ρυζιού

 

 

 

 

 

 

Σύνολο (Α): …

B.   Αποθέματα σε επίπεδη αποθήκη

 

Θάλαμος αριθ.

Θάλαμος αριθ.

Θάλαμος αριθ.

Καλυπτόμενη επιφάνει …

Ύψος: …

… m2

… m

… m3

… m2

… m

… m3

… m2

… m

… m3

Διορθώσεις: …

… m3

… m3

… m3

Όγκος: …

… m3

… m3

… m3

Σχετική πυκνότητα: …

… kg/hl

… kg/hl

… kg/hl

Συνολικό βάρος

… τόνοι

… τόνοι

… τόνοι

Σύνολο (Β): …

Συνολικό βάρος στην αποθήκη: …

Διαφορά σε σχέση με το λογιστικό βάρος: …

Σε ποσοστό %: …

…, [ημερομηνία]

… (Υπογραφή και σφραγίδα)

Ελεγκτής του οργανισμού πληρωμών:

IV.   Βόειο κρέας

1.

Το δείγμα των προς έλεγχο παρτίδων αντιστοιχεί σε 5 % τουλάχιστον της συνολικής ποσότητας στη δημόσια αποθεματοποίηση. Η επιλογή των προς έλεγχο παρτίδων πραγματοποιείται πριν από την επιθεώρηση στην αποθήκη με βάση τα λογιστικά στοιχεία του οργανισμού πληρωμών, αλλά δεν ανακοινώνεται στον αποθεματοποιητή.

2.

Για το κρέας χωρίς κόκαλα, η παρουσία των παρτίδων που επιλέγονται και η σύνθεσή τους επαληθεύονται επιτόπου μέσω:

της αναγνώρισης των παρτίδων και των παλετών και της επαλήθευσης του αριθμού των χαρτοκιβωτίων,

της εξακρίβωσης του βάρους σε ποσοστό 10 % των παλετών ή εμπορευματοκιβωτίων,

της εξακρίβωσης του βάρους σε ποσοστό 10 % των χαρτοκιβωτίων κάθε παλέτας που ζυγίστηκε,

της οπτικής επαλήθευσης του περιεχομένου των χαρτοκιβωτίων, καθώς και της κατάστασης της συσκευασίας μέσα στο χαρτοκιβώτιο.

Για την επιλογή των παλετών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα διάφορα είδη αποθεματοποιημένων τεμαχίων.

3.

Στο πρωτόκολλο ελέγχου σημειώνονται η περιγραφή των παρτίδων, στις οποίες διενεργήθηκε φυσικός έλεγχος, και οι διαπιστωθείσες ελλείψεις.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την αγορά και την πώληση γεωργικών προϊόντων από τη δημόσια παρέμβαση (ΕΕ L 349 της 29.12.2009, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΤΩΝ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΟΥΣ, ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

(Άρθρο 3)

Ο αποθεματοποιητής είναι υπεύθυνος για την καλή διατήρηση των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο των μέτρων ενωσιακής παρέμβασης. Φέρει το βάρος των οικονομικών συνεπειών από την πλημμελή διατήρηση των προϊόντων.

I.   ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Σε περίπτωση υποβάθμισης της ποιότητας των αποθεματοποιημένων προϊόντων παρέμβασης, οφειλόμενης σε κακές ή ακατάλληλες συνθήκες αποθήκευσης, οι ζημίες χρεώνονται στον αποθεματοποιητή και εγγράφονται στους λογαριασμούς της δημόσιας αποθεματοποίησης, ως απώλεια προκύπτουσα από την υποβάθμιση του προϊόντος, οφειλόμενη στις συνθήκες αποθεματοποίησής του.

II.   ΕΛΛΕΙΠΟΥΣΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ

1.

Ο αποθεματοποιητής είναι υπεύθυνος για όλες τις διαφορές που διαπιστώνονται μεταξύ των αποθεματοποιημένων ποσοτήτων και των ενδείξεων που αναγράφονται στις καταστάσεις αποθεμάτων που διαβιβάζονται στον οργανισμό πληρωμών.

2.

Όταν οι ελλείπουσες ποσότητες υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες βάσει του εφαρμοστέου ή των εφαρμοστέων ορίων ανοχής, σύμφωνα με το άρθρο 4, το παράρτημα II σημείο Β.ΙΙΙ.2 και το παράρτημα IV, ή βάσει της τομεακής γεωργικής νομοθεσίας, ολόκληρο το ποσό χρεώνεται στον αποθεματοποιητή ως αδιευκρίνιστη ζημία. Εάν ο αποθεματοποιητής αμφισβητεί τις ελλείπουσες ποσότητες, μπορεί να απαιτήσει τη ζύγιση ή τη μέτρηση του προϊόντος. Στην περίπτωση αυτή, επιβαρύνεται με τα έξοδα που συνεπάγεται η εν λόγω ενέργεια, εκτός εάν αποδειχθεί ότι υπάρχουν πράγματι οι δηλωθείσες ποσότητες, ή ότι η διαφορά δεν υπερβαίνει το εφαρμοστέο ή τα εφαρμοστέα όρια ανοχής, οπότε τα έξοδα της ζύγισης ή της μέτρησης χρεώνονται στον οργανισμό πληρωμών.

Τα προβλεπόμενα στο παράρτημα II σημείο Β.ΙΙΙ.2 όρια ανοχής εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των λοιπών ορίων ανοχής που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

III.   ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΗΝΙΑΙΕΣ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ

1.   Δικαιολογητικά και μηνιαίες δηλώσεις

α)

Τα έγγραφα σχετικά με την είσοδο, την παραμονή και την έξοδο των προϊόντων, που χρησιμεύουν ως βάση για την κατάρτιση των ετήσιων λογαριασμών, πρέπει να βρίσκονται στην κατοχή του αποθεματοποιητή και να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα, τουλάχιστον, στοιχεία:

τον τόπο αποθεματοποίησης (με ταυτοποίηση, κατά περίπτωση, του κιβωτίου ή της δεξαμενής),

την ποσότητα που μεταφέρθηκε από τον προηγούμενο μήνα,

τις εισόδους και εξόδους ανά παρτίδα,

τα υπάρχοντα στο τέλος της περιόδου αποθέματα.

Τα έγγραφα αυτά πρέπει να επιτρέπουν την ακριβή ταυτοποίηση των ποσοτήτων που βρίσκονται στα αποθέματα ανά πάσα στιγμή, λαμβανομένων υπόψη των πράξεων αγοραπωλησίας που έχουν συναφθεί, αλλά όσον αφορά τις οποίες η είσοδος ή έξοδος από τα αντίστοιχα αποθέματα δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί.

β)

Τα έγγραφα που αφορούν την είσοδο, την παραμονή και την έξοδο των προϊόντων, κοινοποιούνται από τον αποθεματοποιητή στον οργανισμό πληρωμών μία τουλάχιστον φορά κάθε μήνα, ως δικαιολογητικά μιας συγκεντρωτικής μηνιαίας κατάστασης των αποθεμάτων. Πρέπει να βρίσκονται στην κατοχή του οργανισμού πληρωμών πριν από τη δέκατη ημέρα του μηνός που έπεται αυτού στον οποίο αναφέρεται η κατάσταση αποθεμάτων.

γ)

Υπόδειγμα συγκεντρωτικής μηνιαίας κατάστασης αποθεμάτων (ενδεικτικό υπόδειγμα) παρατίθεται κατωτέρω. Οι οργανισμοί πληρωμών τηρούν στη διάθεση των αποθεματοποιητών το υπόδειγμα αυτό, σε ηλεκτρονική μορφή.

Μηνιαία κατάσταση αποθεμάτων

Προϊόντα:

Αποθεματοποιητής:

Αποθήκη: Αριθ.:

Διεύθυνση:

Μήνας:

Παρτίδα

Περιγραφή

Ποσότητα (χιλιόγραμμα, τόνοι, εκατόλιτρα, κιβώτια, τεμάχια κ.λπ.)

Ημερομηνία

Παρατηρήσεις

Είσοδος

Έξοδος

 

Ποσότητα εκ μεταφοράς

 

 

 

 

 

Ποσότητα προς μεταφορά

 

 

 

(Υπογραφή και σφραγίδα)

Τόπος και ημερομηνία:

Όνομα:

2.   Ετήσια δήλωση

α)

Ο αποθεματοποιητής συντάσσει, με βάση τις περιγραφόμενες στο σημείο 1 μηνιαίες καταστάσεις, ετήσια κατάσταση των αποθεμάτων. Η κατάσταση αυτή κοινοποιείται στον οργανισμό πληρωμών το αργότερο στις 15 του Οκτωβρίου που έπεται της λήξης της λογιστικής χρήσης.

β)

Η ετήσια κατάσταση αποθεμάτων περιλαμβάνει ανακεφαλαιωτικό κατάλογο των ποσοτήτων του αποθέματος, ανά προϊόν και ανά τόπο αποθήκευσης, ενώ για κάθε προϊόν παρατίθενται οι ποσότητες που βρίσκονται στο απόθεμα, οι αριθμοί των παρτίδων (εκτός για τα σιτηρά), το έτος εισόδου τους στο απόθεμα και η αιτιολόγηση των ανωμαλιών που ενδεχομένως διαπιστώθηκαν.

γ)

Υπόδειγμα ετήσιας δήλωσης αποθεμάτων (ενδεικτικό υπόδειγμα) παρατίθεται κατωτέρω.

Οι οργανισμοί πληρωμών τηρούν στη διάθεση των αποθεματοποιητών το υπόδειγμα αυτό, σε ηλεκτρονική μορφή.

Ετήσια κατάσταση αποθεμάτων

Προϊόντα:

Αποθεματοποιητής:

Αποθήκη: Αριθ.:

Διεύθυνση:

Έτος:

Παρτίδα

Περιγραφή

Καταχωρισθείσα ποσότητα και/ή βάρος

Παρατηρήσεις

 

 

 

 

(Υπογραφή και σφραγίδα)

Τόπος και ημερομηνία:

Όνομα:

IV.   ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΘΗΚΗΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΙΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η συναπτόμενη μεταξύ του οργανισμού πληρωμών και του αποθεματοποιητή σύμβαση δημόσιας αποθεματοποίησης περιλαμβάνει διατάξεις ικανές να διασφαλίσουν την τήρηση της ενωσιακής νομοθεσίας.

Περιλαμβάνει τις ακόλουθες απαιτήσεις:

την τήρηση ηλεκτρονικής λογιστικής αποθήκης για τα αποθέματα της παρέμβασης,

την απευθείας και άμεση δυνατότητα πρόσβασης σε βιβλία διαρκούς απογραφής,

την ανά πάσα στιγμή δυνατότητα πρόσβασης σε όλα τα έγγραφα που αφορούν την είσοδο, την παραμονή και την έξοδο των προϊόντων του αποθέματος, καθώς και στα λογιστικά έγγραφα και τα πρωτόκολλα που έχουν συνταχθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και βρίσκονται στην κατοχή του αποθεματοποιητή,

τη διαρκή δυνατότητα πρόσβασης στα έγγραφα αυτά των υπαλλήλων του οργανισμού πληρωμών και της Επιτροπής, καθώς και κάθε δεόντως εξουσιοδοτημένου από τον οργανισμό πληρωμών ή την Επιτροπή προσώπου.

V.   ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ

Η μορφή και το περιεχόμενο των εγγράφων που αναφέρονται στα σημεία 1 και 2 της παραγράφου ΙΙΙ καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 104 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

VI.   ΦΥΛΑΞΗ ΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ

Τα δικαιολογητικά έγγραφα σχετικά με όλες τις πράξεις δημόσιας αποθεματοποίησης φυλάσσονται από τον αποθεματοποιητή καθ’ όλη τη διάρκεια του διαστήματος που απαιτείται σύμφωνα με τους κανόνες που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 104 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για τις διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών, τηρουμένων των κείμενων εθνικών διατάξεων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΟΡΙΑ ΑΝΟΧΗΣ

(Άρθρο 4)

1.

Για κάθε γεωργικό προϊόν που αποτελεί αντικείμενο μέτρου δημόσιας αποθεματοποίησης καθορίζονται τα παρακάτω όρια ανοχής, τα οποία καλύπτουν τις ποσοτικές απώλειες που προκύπτουν από τις συνήθεις ενέργειες αποθεματοποίησης, οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με τους κανόνες:

σιτηρά 0,2 %

αναποφλοίωτο ρύζι, καλαμπόκι 0,4 %

αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη 0,0 %

βούτυρο 0,0 %

βόειο κρέας 0,6 %

2.

Το όριο αποδεκτών απωλειών κατά την αφαίρεση των οστών του βοείου κρέατος καθορίζεται στο 32 %. Το ποσοστό αυτό εφαρμόζεται στο σύνολο των ποσοτήτων που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης.

3.

Τα όρια ανοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως ποσοστό επί τοις εκατό του πραγματικού βάρους, χωρίς συσκευασία, των ποσοτήτων που έχουν εισέλθει στο απόθεμα και έχουν παραληφθεί κατά τη διάρκεια της εν λόγω λογιστικής χρήσης, στις οποίες προστίθενται οι υπάρχουσες στο απόθεμα ποσότητες στην αρχή της εν λόγω χρήσης.

Τα εν λόγω όρια ανοχής εφαρμόζονται κατά τους φυσικούς ελέγχους των αποθεμάτων. Υπολογίζονται, για κάθε προϊόν, με βάση τις συνολικές αποθεματοποιημένες ποσότητες από τον οργανισμό πληρωμών.

Το πραγματικό βάρος κατά την είσοδο και κατά την έξοδο υπολογίζεται αφαιρώντας, από το βάρος που διαπιστώθηκε, το κατ’ αποκοπή βάρος της συσκευασίας που προβλέπεται στους όρους της εισόδου, ή ελλείψει αυτών, το μέσο βάρος των συσκευασιών που χρησιμοποιεί ο οργανισμός πληρωμών.

4.

Απώλεια εκφραζόμενη σε αριθμό συσκευασιών ή σε αριθμό τεμαχίων που έχουν καταγραφεί δεν καλύπτεται από το όριο ανοχής.

5.

Οι ελλείπουσες ποσότητες λόγω κλοπών ή άλλων απωλειών οφειλομένων σε αναγνωρίσιμες αιτίες, δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των ορίων ανοχής που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 10

1.

Καθεστώτα που απαριθμούνται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 και, από το 2016, καθεστώτα που απαριθμούνται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013.

2.

Μέτρα αγροτικής ανάπτυξης βάσει των τίτλων Ι και ΙΙ του μέρους II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 65/2011 της Επιτροπής (1) και μέτρα αγροτικής ανάπτυξης που αναφέρονται στο κεφάλαιο 1 του τίτλου III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 65/2011 της Επιτροπής, της 27ης Ιανουαρίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου καθώς και την πολλαπλή συμμόρφωση σε σχέση με μέτρα στήριξης της αγροτικής ανάπτυξης (ΕΕ L 25 της 28.1.2011, σ. 8).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 14

1.

Αναδιάρθρωση και μετατροπή αμπελώνων σύμφωνα με το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013.

2.

Πρώιμη συγκομιδή σύμφωνα με το άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013.


28.8.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 255/59


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 908/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 6ης Αυγούστου 2014

για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τους κανόνες σχετικά με τους ελέγχους, τις εγγυήσεις και τη διαφάνεια

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2, το άρθρο 9 παράγραφος 2, το άρθρο 23, το άρθρο 36 παράγραφος 6, το άρθρο 46 παράγραφοι 5 και 6, το άρθρο 50 παράγραφος 2, το άρθρο 53 παράγραφος 1, το άρθρο 57 παράγραφος 2, το άρθρο 62 παράγραφος 2, το άρθρο 66 παράγραφος 4, τα άρθρα 88, 104 και 114,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 θεσπίζει τους βασικούς κανόνες για τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής, περιλαμβανομένης της διαπίστευσης των οργανισμών πληρωμών και των οργανισμών συντονισμού, τη δημοσιονομική διαχείριση και τις διαδικασίες εκκαθάρισης, τα συστήματα ελέγχου και τις κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου των συναλλαγών, τις εγγυήσεις και τη διαφάνεια. Για να διασφαλιστούν η ομαλή λειτουργία και η ομοιόμορφη εφαρμογή του νέου νομικού πλαισίου που θεσπίστηκε με τον εν λόγω κανονισμό, η Επιτροπή εξουσιοδοτήθηκε να θεσπίσει ορισμένους κανόνες σε αυτούς τους τομείς. Οι νέοι κανόνες θα πρέπει να αντικαταστήσουν τις συναφείς διατάξεις των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 601/94 (2), (ΕΚ) αριθ. 4/2004 (3), (ΕΚ) αριθ. 883/2006 (4), (ΕΚ) αριθ. 884/2006 (5), (ΕΚ) αριθ. 885/2006 (6) και (ΕΚ) αριθ. 259/2008 (7) και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 282/2012 της Επιτροπής (8). Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 883/2006, (ΕΚ) αριθ. 884/2006 και (ΕΚ) αριθ. 885/2006 και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2012 καταργήθηκαν με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής (9). Για λόγους σαφήνειας και ασφάλειας δικαίου, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 601/94, (ΕΚ) αριθ. 4/2004 και (ΕΚ) αριθ. 259/2008 θα πρέπει να καταργηθούν από τον παρόντα κανονισμό.

(2)

Οι οργανισμοί πληρωμών θα πρέπει να διαπιστεύονται από τα κράτη μέλη μόνο εφόσον πληρούν ορισμένα ελάχιστα κριτήρια τα οποία καθορίζονται σε επίπεδο Ένωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014. Τα εν λόγω «κριτήρια διαπίστευσης» ορίζονται στο παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014. Θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με τις διαδικασίες έκδοσης, επανεξέτασης και ανάκλησης της διαπίστευσης των οργανισμών πληρωμών και των οργανισμών συντονισμού.

(3)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ασκούν διαρκή εποπτεία στους οικείους οργανισμούς πληρωμών. Θα πρέπει να θεσπίσουν ένα σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για την υποβολή αναφορών και την ενημέρωση των αρμόδιων αρχών σχετικά με τις εικαζόμενες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης. Θα πρέπει να καθιερωθεί διαδικασία με την οποία τα κράτη μέλη θα αντιμετωπίζουν τέτοιες περιπτώσεις, που θα πρέπει να περιλαμβάνει την υποχρέωση εκπόνησης ενός σχεδίου για την εξάλειψη των αδυναμιών που εντοπίζονται, εντός καθορισμένης προθεσμίας. Όσον αφορά τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τους οργανισμούς πληρωμών τη διαπίστευση των οποίων διατηρεί το οικείο κράτος μέλος, παρότι αυτοί δεν έθεσαν σε εφαρμογή το σχετικό σχέδιο εντός της καθορισθείσας προθεσμίας, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει να παρακολουθεί τις ελλείψεις μέσω της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

(4)

Βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα πρόσωπα που διοικούν τους διαπιστευμένους οργανισμούς πληρωμών οφείλουν να συντάσσουν διαχειριστικές δηλώσεις όσον αφορά την πληρότητα, την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των λογαριασμών και την ορθή λειτουργία των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, καθώς και τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκειμένων πράξεων. Πρέπει να θεσπιστούν κανόνες όσον αφορά το περιεχόμενο και τη μορφή των εν λόγω διαχειριστικών δηλώσεων.

(5)

Θα πρέπει να θεσπιστούν οι κανόνες λειτουργίας των οργανισμών συντονισμού που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, καθώς και τα καθήκοντα των οργανισμών πιστοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 9 του ίδιου κανονισμού. Επιπλέον, θα πρέπει να καθοριστεί το περιεχόμενο των πιστοποιητικών και εκθέσεων που θα συντάσσουν οι οργανισμοί πιστοποίησης, ώστε να διασφαλίζεται ότι αυτές θα διευκολύνουν την Επιτροπή κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης λογαριασμών.

(6)

Για να διασφαλιστεί η ορθή διαχείριση των πιστώσεων που εγγράφονται στον ενωσιακό προϋπολογισμό για το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων («ΕΓΤΕ») και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) («τα ταμεία»), οι οργανισμοί πληρωμών θα πρέπει να τηρούν χωριστά λογιστικά αποκλειστικά για τις πληρωμές που εκτελούνται και τα έσοδα που διατίθενται από και σε κάθε ταμείο. Για τον σκοπό αυτό, οι λογαριασμοί που θα τηρούν οι οργανισμοί πληρωμών για το καθένα από τα δύο ταμεία θα πρέπει να εμφανίζουν τις πραγματικές δαπάνες και τα έσοδα που διατίθενται βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1, του άρθρου 5 και του άρθρου 43 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, κατά τρόπο ώστε να υπάρχει δυνατότητα συσχέτισης των εν λόγω δαπανών και εσόδων με τους πόρους που διατίθενται σε αυτά από τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

(7)

Η χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής γίνεται σε ευρώ, ενώ παράλληλα δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ να καταβάλλουν πληρωμές προς δικαιούχους στο εθνικό τους νόμισμα. Για τις ανάγκες ενοποίησης του συνόλου των δαπανών και εσόδων είναι επομένως αναγκαίο να προβλεφθεί ότι οι οικείοι οργανισμοί πληρωμών πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν δεδομένα σχετικά με τις δαπάνες και τα έσοδα τόσο σε ευρώ όσο και στο νόμισμα στο οποίο καταβλήθηκαν και εισπράχθηκαν.

(8)

Οι δαπάνες που συγχρηματοδοτούνται από τον ενωσιακό προϋπολογισμό και τους εθνικούς προϋπολογισμούς για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ βασίζονται σε προγράμματα που αναλύονται σε μέτρα, ποσοστό ειδικής συνεισφοράς και περιοχές εστίασης. Σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, οι εν λόγω δαπάνες θα πρέπει να παρακολουθούνται και να εγγράφονται στους λογαριασμούς ως τέτοιες, ώστε να είναι δυνατή η ταυτοποίηση όλων των πράξεων ανά πρόγραμμα και μέτρο, ποσοστά ειδικής συνεισφοράς και περιοχές εστίασης. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης της αντιστοιχίας μεταξύ των πραγματικών δαπανών και των διατεθέντων χρηματοδοτικών πόρων. Στο εν λόγω πλαίσιο, θα πρέπει να προσδιορίζονται τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη από τους οργανισμούς πληρωμών. Ειδικότερα, οι οργανισμοί πληρωμών θα πρέπει να διευκρινίζουν στους λογαριασμούς την προέλευση των δημόσιων πιστώσεων και των πόρων των ταμείων της Ένωσης σε σχέση με τις πραγματοποιούμενες χρηματοδοτήσεις. Επιπλέον, τα ποσά που πρέπει να ανακτώνται από τους δικαιούχους και τα ποσά που έχουν ανακτηθεί πρέπει να εντοπίζονται και να παρουσιάζονται σε σχέση με τις αρχικές πράξεις.

(9)

Τα κράτη μέλη συγκεντρώνουν τους αναγκαίους πόρους για τη χρηματοδότηση των δαπανών του ΕΓΤΕ που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 πριν η Επιτροπή χρηματοδοτήσει την εν λόγω δαπάνη υπό μορφή μηνιαίων επιστροφών των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη λαμβάνουν προκαταβολή για τις δαπάνες του ΕΓΤΑΑ που πρόκειται να εκκαθαριστούν αργότερα με την ετήσια δημοσιονομική εκκαθάριση, σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013. Για να διασφαλιστεί η χρηστή διαχείριση των χρηματοδοτικών ροών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συγκεντρώνουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να αποδεικνύουν την πληρότητα, την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των δαπανών που πραγματοποιούνται γι’ αυτές τις μηνιαίες επιστροφές και να τις θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής, εφόσον και όταν εκτελούνται οι δαπάνες και διατίθενται τα έσοδα, ή να τις διαβιβάζουν στην Επιτροπή σε τακτά διαστήματα. Οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή με συχνότητα προσαρμοσμένη στον τρόπο διαχείρισης του κάθε ταμείου. Η παροχή πληροφοριών σε τακτά διαστήματα δεν θα πρέπει να επηρεάζει την υποχρέωση των κρατών μελών να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής για έλεγχο τα πλήρη στοιχεία που συλλέγουν για την ορθή παρακολούθηση των δαπανών.

(10)

Οι γενικές υποχρεώσεις των οργανισμών πληρωμών όσον αφορά την τήρηση λογαριασμών καλύπτουν τα αναγκαία δεδομένα για τη διαχείριση και τον έλεγχο των πόρων της Ένωσης. Ωστόσο, οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν καλύπτουν τις απαιτήσεις σε σχέση με την επιστροφή των δαπανών και τα στοιχεία που πρέπει να υποβάλλονται στην Επιτροπή για την πραγματοποίηση αυτών των επιστροφών. Είναι, συνεπώς, σκόπιμο να διευκρινίζεται ποιες πληροφορίες και δεδομένα σχετικά με τις δαπάνες που θα χρηματοδοτηθούν από τα ταμεία πρέπει να διαβιβάζονται κατά διαστήματα στην Επιτροπή. Οι πληροφορίες που κοινοποιούν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή πρέπει να της παρέχουν τη δυνατότητα να τις χρησιμοποιεί απευθείας και με τον αποτελεσματικότερο δυνατό τρόπο για τη διαχείριση των λογαριασμών των ταμείων καθώς και για τις σχετικές πληρωμές. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, όλες οι πληροφορίες που πρέπει να είναι διαθέσιμες ή να κοινοποιούνται μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής πρέπει να αποστέλλονται με ηλεκτρονικά μέσα.

(11)

Βάσει του άρθρου 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, οι δηλώσεις δαπανών που υπέχουν επίσης χαρακτήρα αιτήσεων πληρωμών για μέτρα που αφορούν πράξεις χρηματοδοτούμενες από τα ταμεία πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή συνοδευόμενες από τα απαιτούμενα στοιχεία. Για να είναι τα κράτη μέλη και οι οργανισμοί πληρωμής σε θέση να συντάσσουν τις εν λόγω δηλώσεις δαπανών σύμφωνα με τους εναρμονισμένους κανόνες και για να μπορεί η Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη τις αιτήσεις πληρωμών, θα πρέπει να καθοριστούν οι όροι υπό τους οποίους οι εν λόγω δαπάνες μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο των αντίστοιχων προϋπολογισμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ. Οι όροι αυτοί θα πρέπει να διευκρινίζουν τους κανόνες που εφαρμόζονται για την εγγραφή δαπανών και εσόδων, ιδίως των εσόδων ειδικού προορισμού και ενδεχόμενων διορθώσεων, καθώς και στην πραγματική τους δήλωση.

(12)

Όταν, με βάση τις δηλώσεις δαπανών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ, το συνολικό ύψος των προκαταβολικών δεσμεύσεων που θα μπορούσαν να εγκριθούν σύμφωνα με το άρθρο 170 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) υπερβαίνει το 75 % των πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους, η Επιτροπή οφείλει να μειώσει αυτά τα ποσά. Σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η μείωση αυτή πρέπει να κατανέμεται μεταξύ όλων των κρατών μελών αναλογικά, βάσει των δηλώσεων δαπανών που έχουν υποβάλει τα κράτη μέλη. Για τη δίκαιη κατανομή των διαθέσιμων πιστώσεων μεταξύ των κρατών μελών, θα πρέπει να υπάρξει διάταξη ότι οι μηνιαίες πληρωμές στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ μειώνονται κατά ένα ποσοστό, καθοριζόμενο ανά κεφάλαιο, των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλει κάθε κράτος μέλος και το μη χρησιμοποιηθέν υπόλοιπο ενός δεδομένου μήνα διατίθεται εκ νέου βάσει αποφάσεων της Επιτροπής σε μεταγενέστερες μηνιαίες πληρωμές.

(13)

Η Επιτροπή, αφού εγκρίνει τις μηνιαίες πληρωμές, θα πρέπει να θέτει στη διάθεση των κρατών μελών τους αναγκαίους πόρους για την κάλυψη των δαπανών που θα χρηματοδοτηθούν από τα ταμεία, σύμφωνα με πρακτικές ρυθμίσεις και όρους που καθορίζονται βάσει των πληροφοριών που κοινοποιούν στην Επιτροπή τα κράτη μέλη και των μηχανογραφικών συστημάτων που εγκαθιστά η Επιτροπή.

(14)

Προϋπόθεση για την επιστροφή δαπανών της δημόσιας παρέμβασης που πραγματοποιούν οι οργανισμοί πληρωμών είναι να περιλαμβάνονται στις δηλώσεις δαπανών τους οι αξίες και τα ποσά τα οποία καταλογίζονται κατά τη διάρκεια του επόμενου μήνα από τον μήνα στον οποίο αναφέρονται οι πράξεις δημόσιας αποθεματοποίησης. Για να εξασφαλιστεί η ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας επιστροφής δαπανών, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ο τρόπος με τον οποίο θα κοινοποιούνται στην Επιτροπή οι πληροφορίες αυτές, οι οποίες είναι αναγκαίες για τον υπολογισμό των εξόδων και των δαπανών.

(15)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014, η λογιστική των δημόσιων αποθεμάτων που διατηρούνται στο πλαίσιο της παρέμβασης πρέπει να καθιστά εφικτό τον προσδιορισμό του ποσού τόσο της ενωσιακής χρηματοδότησης όσο και της κατάστασης των αποθεμάτων της παρέμβασης. Για τον σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να απαιτείται από τους οργανισμούς πληρωμών να τηρούν χωριστά λογιστική αποθήκης και χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς που θα περιλαμβάνουν τα στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία για την παρακολούθηση των αποθεμάτων και τη δημοσιονομική διαχείριση των εσόδων και των εξόδων που προκύπτουν από τα μέτρα της δημόσιας παρέμβασης.

(16)

Όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης δημόσιας αποθεματοποίησης, οι οργανισμοί πληρωμών οφείλουν να εγγράφουν στους λογαριασμούς τους τα στοιχεία που αφορούν τις ποσότητες, τις αξίες και ορισμένους μέσους όρους. Εντούτοις, ορισμένες πράξεις ή δαπάνες δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη εξαιτίας ορισμένων περιστάσεων ή πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα με ειδικούς κανόνες. Για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης και της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, πρέπει να προσδιοριστούν οι εν λόγω περιστάσεις και, κατά περίπτωση, και οι ρυθμίσεις για την καταχώριση των πράξεων και των δαπανών στους λογαριασμούς.

(17)

Η ημερομηνία της καταχώρισης των διαφόρων στοιχείων δαπανών και εσόδων που είναι εγγενή στα μέτρα παρέμβασης δημόσιας αποθεματοποίησης εξαρτάται από τη φύση των σχετικών πράξεων και μπορεί να προσδιοριστεί στο πλαίσιο της ισχύουσας γεωργικής νομοθεσίας του οικείου τομέα. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένας γενικός κανόνας που θα ορίζει ότι η καταχώριση των στοιχείων αυτών γίνεται την ημερομηνία της υλικής πράξης που απορρέει από το μέτρο παρέμβασης και των ιδιαίτερων περιστάσεων που πρέπει να ληφθούν υπόψη.

(18)

Για λόγους χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής προβλέψεις των ποσών που πρέπει να χρηματοδοτηθούν από το ΕΓΤΑΑ για ένα γεωργικό οικονομικό έτος και εκτιμήσεις των αιτήσεων χρηματοδότησης για το επόμενο οικονομικό έτος. Για να μπορεί η Επιτροπή να αντεπεξέρχεται στις υποχρεώσεις της, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να της κοινοποιούνται εμπρόθεσμα και οπωσδήποτε δύο φορές ετησίως, το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου και στις 31 Αυγούστου κάθε έτους.

(19)

Σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, πρέπει να καθοριστούν οι προθεσμίες για την κατάρτιση των δηλώσεων δαπανών για πράξεις στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων των λογιστικών κανόνων που εφαρμόζονται για το ΕΓΤΑΑ, της προσφυγής σε προχρηματοδότηση και της χρηματοδότησης των μέτρων ανά ημερολογιακό έτος, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι δαπάνες δηλώνονται με συχνότητα που συναρτάται με τις ιδιαιτερότητες αυτές.

(20)

Οι ανταλλαγές πληροφοριών και εγγράφων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών και η παροχή και η κοινοποίηση πληροφοριών από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή γενικά πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα. Για την καλύτερη αντιμετώπιση αυτών των ανταλλαγών πληροφοριών σχετικά με τα ταμεία και για να επεκταθεί η χρήση τους, δημιουργήθηκαν μηχανογραφικά συστήματα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2006. Η χρησιμοποίηση και εφαρμογή των εν λόγω συστημάτων θα πρέπει να συνεχιστούν και μετά την ενημέρωση των κρατών μελών μέσω της επιτροπής γεωργικών ταμείων.

(21)

Οι όροι επεξεργασίας των πληροφοριών από τα εν λόγω μηχανογραφικά συστήματα και η μορφή και το περιεχόμενο των κοινοποιούμενων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 εγγράφων πρέπει να προσαρμόζονται συχνά, σύμφωνα με τις τροποποιήσεις των εφαρμοστέων κανόνων ή των απαιτήσεων διαχείρισης. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν ομοιόμορφοι κανόνες για την παρουσίαση των σχετικών εγγράφων που αποστέλλονται από τα κράτη μέλη. Για την επίτευξη αυτών των στόχων και την απλούστευση των διαδικασιών και για να τεθούν ταχέως σε λειτουργία τα εν λόγω μηχανογραφικά συστήματα, θα πρέπει να καθοριστούν η μορφή και το περιεχόμενο των εγγράφων βάσει τυποποιημένων υποδειγμάτων και πρωτοκόλλων, τα οποία θα πρέπει να αναπροσαρμόζονται και να επικαιροποιούνται από την Επιτροπή, αφού ενημερώσει την επιτροπή γεωργικών ταμείων.

(22)

Σύμφωνα με το άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη, μέσω των οργανισμών πληρωμών τους, είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση και τον έλεγχο των δαπανών των ταμείων. Τα δεδομένα σχετικά με τις οικονομικές πράξεις θα πρέπει συνεπώς να κοινοποιούνται ή να εισάγονται στα μηχανογραφικά συστήματα και να ενημερώνονται με ευθύνη των οργανισμών πληρωμών, από τους ίδιους τους οργανισμούς πληρωμών ή τους οργανισμούς στους οποίους έχει ανατεθεί αυτό το καθήκον, κατά περίπτωση μέσω του διαπιστευμένου οργανισμού συντονισμού.

(23)

Για ορισμένα έγγραφα ή δηλώσεις, που προβλέπονται στο άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 ή στις πράξεις της Επιτροπής που εκδίδονται για τους σκοπούς του εν λόγω άρθρου, απαιτείται η υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου ή η έγκριση ενός προσώπου σε ένα ή περισσότερα στάδια της σχετικής διαδικασίας. Στις περιπτώσεις αυτές, τα μηχανογραφικά συστήματα που χρησιμοποιούνται για την κοινοποίηση των εν λόγω εγγράφων θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα αδιαμφισβήτητης ταυτοποίησης κάθε προσώπου και εύλογες εγγυήσεις, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, ότι δεν είναι δυνατό να αλλοιωθεί το περιεχόμενο των εγγράφων. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει κυρίως όσον αφορά τις δηλώσεις δαπανών και τη διαχειριστική δήλωση που επισυνάπτονται στους ετήσιους λογαριασμούς κατά την έννοια του άρθρου 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, καθώς και τα έγγραφα που διαβιβάζονται ηλεκτρονικώς στο πλαίσιο των εν λόγω διαδικασιών.

(24)

Σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη, μέσω των οργανισμών πληρωμών τους, είναι υπεύθυνα για την είσπραξη των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών με την προσθήκη των τόκων. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και ορθή εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν εναρμονισμένοι κανόνες όσον αφορά τους τόκους που εφαρμόζονται στην ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών πληρωμών. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 54 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η υποχρέωση των κρατών μελών να ανακτούν τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά μπορεί να εκτελείται με διάφορους τρόπους. Με την επιφύλαξη άλλων εκτελεστικών μέτρων που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, ένα αποτελεσματικό και οικονομικό μέσο ανάκτησης οφειλών είναι να αφαιρούνται τα τυχόν οφειλόμενα ποσά από μελλοντικές πληρωμές προς τον οφειλέτη, αφού η οφειλή βεβαιωθεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Συνεπώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι υποχρεωμένα να εφαρμόζουν την εν λόγω μέθοδο είσπραξης οφειλών και να θεσπιστούν κοινοί όροι για την εφαρμογή τους.

(25)

Πρέπει να θεσπιστούν λεπτομερείς διατάξεις τόσο για τη διαδικασία εκκαθάρισης λογαριασμών που προβλέπεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 όσο και για τη διαδικασία εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 52 του εν λόγω κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου ενός μηχανισμού μέσω του οποίου τα προκύπτοντα ποσά αφαιρούνται ή, κατά περίπτωση, προστίθενται σε μία από τις μεταγενέστερες πληρωμές που καταβάλλει η Επιτροπή στα κράτη μέλη.

(26)

Όσον αφορά την προβλεπόμενη στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 διαδικασία εκκαθάρισης λογαριασμών, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί το περιεχόμενο των ετήσιων λογαριασμών των οργανισμών πληρωμών και να καθοριστεί η ημερομηνία διαβίβασης των εν λόγω λογαριασμών και άλλων σχετικών εγγράφων στην Επιτροπή. Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι οργανισμοί πληρωμών υποχρεούνται να τηρούν στη διάθεση της Επιτροπής τα παραστατικά όλων των δαπανών και των εσόδων για ειδικό προορισμό. Επιπλέον, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Επιτροπή καθορίζει τη μορφή και το περιεχόμενο των κοινοποιούμενων από τους οργανισμούς πληρωμών λογιστικών στοιχείων.

(27)

Για να διασφαλιστεί ότι, υπό κανονικές συνθήκες, η διαδικασία εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση ολοκληρώνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα, είναι σκόπιμο να καθοριστούν ειδικές προθεσμίες για τα διάφορα στάδια της διαδικασίας, οι οποίες πρέπει να τηρούνται από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να παρατείνει τις εν λόγω προθεσμίες, όταν είναι αναγκαίο, λαμβανομένης υπόψη της πολυπλοκότητας της υπό εξέταση υπόθεσης. Η διαδικασία εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση θα πρέπει να παρέχει στα κράτη μέλη το δικαίωμα για διαδικασίες εκατέρωθεν ακροάσεως και να αξιολογούν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση του κινδύνου των ταμείων.

(28)

Σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο επίπεδο επιτόπιων ελέγχων που απαιτούνται για την αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου. Ωστόσο, επιτρέπεται στα κράτη μέλη να μειώνουν, με ευθύνη τους, το ελάχιστο ποσοστό των επιτόπιων ελέγχων όταν διαπιστώνεται ότι τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου λειτουργούν ορθά και τα ποσοστά σφαλμάτων παραμένουν σε αποδεκτό επίπεδο. Ενώ τα αναγκαία ελάχιστα επίπεδα επιτόπιων ελέγχων θα προβλεφθούν στην τομεακή γεωργική νομοθεσία, θα πρέπει να θεσπιστούν οριζόντιοι κανόνες όσον αφορά τη δυνατότητα μείωσης του ελάχιστου επιπέδου επιτόπιων ελέγχων, που ισχύει για όλα τα μέτρα που χρηματοδοτούνται από τα Ταμεία, καθώς και οι ισχύουσες προϋποθέσεις. Εκτός από αυτούς τους οριζόντιους κανόνες, η τομεακή γεωργική νομοθεσία μπορεί να προβλέπει πρόσθετους κανόνες.

(29)

Είναι επίσης σκόπιμο να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με την εκτέλεση, από τα κράτη μέλη, των ελέγχων των πράξεων που προβλέπονται στο άρθρο 80 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, ιδίως όσον αφορά την επιλογή επιχειρήσεων, το ποσοστό και το χρονοδιάγραμμα των ελέγχων.

(30)

Σύμφωνα με τον τίτλο V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 σχετικά με τους ελέγχους των συναλλαγών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή ορισμένα στοιχεία. Καθώς η τυποποίηση της μορφής και του περιεχόμενου των στοιχείων αυτών διευκολύνει τη χρήση τους και εξασφαλίζει ενιαία προσέγγιση, ενδείκνυται η θέσπιση λεπτομερών κανόνων όσον αφορά τη μορφή και το περιεχόμενό τους. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με τη διατήρηση εμπορικών εγγράφων, τις κοινές δράσεις που συνεπάγονται αμοιβαία συνδρομή οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 83 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, καθώς και τις ειδικές υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 85 του εν λόγω κανονισμού.

(31)

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 907/2014 θεσπίζει κανόνες για τη συμπλήρωση του νομικού πλαισίου για τις εγγυήσεις, ιδίως όσον αφορά την υποχρέωση κατάθεσης εγγύησης, τους όρους που εφαρμόζονται στις εγγυήσεις, καθώς και κανόνες για τη σύσταση, αποδέσμευση και κατάπτωση των εγγυήσεων. Για να εξασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή των εν λόγω κανόνων, πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις σχετικά με τη μορφή και τις διαδικασίες για την κατάθεση και αποδέσμευση της εγγύησης, καθώς και την ανταλλαγή πληροφοριών και τις κοινοποιήσεις που απαιτούνται για τον σκοπό αυτό.

(32)

Σύμφωνα με τον τίτλο VII κεφάλαιο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 περί διαφάνειας, τα κράτη μέλη οφείλουν να δημοσιοποιούν ετησίως τους δικαιούχους των ταμείων και, μεταξύ άλλων, τα αντίστοιχα ποσά που έλαβε κάθε δικαιούχος από το καθένα από αυτά τα ταμεία. Για τον σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 111 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, πρέπει να καθοριστεί η μορφή της εν λόγω δημοσίευσης. Η εν λόγω δημοσίευση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα απολύτως αναγκαία για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων διαφάνειας.

(33)

Η δημοσίευση θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τις πληροφορίες που κατέχουν οι οργανισμοί πληρωμών στα οικεία βιβλία και αρχεία και θα πρέπει να αφορά ενισχύσεις που εισπράχθηκαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στο κοινό έως την 31η Μαΐου, με σαφή και εναρμονισμένο τρόπο και με δυνατότητα αναζήτησης.

(34)

Σύμφωνα με το άρθρο 111 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, πρέπει να δημοσιοποιούνται τα ποσά των ενισχύσεων που εισπράττει ο κάθε δικαιούχος, τα οποία αντιστοιχούν σε κάθε χρηματοδοτούμενο από τα ταμεία μέτρο. Ωστόσο, για να εξασφαλιστεί η τήρηση της υποχρέωσης που ορίζεται στο άρθρο 112 του εν λόγω κανονισμού, είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν τα κατώτατα όρια κάτω από τα οποία δεν θα δημοσιεύεται το όνομα των δικαιούχων.

(35)

Σύμφωνα με το άρθρο 111 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η δημοσιοποίηση των ονομάτων των δικαιούχων των ταμείων είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του δήμου στον οποίο κατοικεί ή είναι εγγεγραμμένος ο δικαιούχος. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να είναι επίσης διαθέσιμες όσον αφορά δικαιούχους που είναι φυσικά πρόσωπα και τα ονόματα των οποίων δεν δημοσιοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 112 του εν λόγω κανονισμού. Ωστόσο, εάν, λόγω του περιορισμένου αριθμού των δικαιούχων που κατοικούν ή έχουν την έδρα τους σε έναν συγκεκριμένο δήμο, η δημοσιοποίηση του δήμου θα είχε ως αποτέλεσμα την ταυτοποίηση ενός δικαιούχου που είναι φυσικό πρόσωπο, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις προκειμένου να αποφεύγονται δυσανάλογες και περιττές παραβιάσεις της ιδιωτικότητας.

(36)

Η δημοσιοποίηση των στοιχείων θα πρέπει να γίνεται μέσω του διαδικτύου με τη μορφή εργαλείου αναζήτησης το οποίο εξασφαλίζει ότι το ευρύ κοινό είναι σε θέση να τα συμβουλευθεί. Το εργαλείο αναζήτησης πρέπει να επιτρέπει την αναζήτηση βάσει ορισμένων κριτηρίων και τα αποτελέσματα της αναζήτησης πρέπει να παρουσιάζονται σε εύκολα προσβάσιμη μορφή.

(37)

Για την τήρηση των απαιτήσεων περί προστασίας των δεδομένων, οι δικαιούχοι των ταμείων πρέπει να ενημερώνονται εκ των προτέρων για τη δημοσιοποίηση των δεδομένων που τους αφορούν. Οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στους δικαιούχους μέσω των εντύπων των αιτήσεων ενίσχυσης ή κατά τη συλλογή των δεδομένων. Όσον αφορά τις δαπάνες που πραγματοποιούνται τα οικονομικά έτη 2014 και 2015, όταν δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία κατά τον χρόνο συλλογής των προσωπικών δεδομένων, οι δικαιούχοι θα πρέπει επίσης να ενημερώνονται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος πριν από τη δημοσιοποίηση.

(38)

Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση του κοινού στα δεδομένα που δημοσιοποιούνται, τα κράτη μέλη πρέπει να δημιουργήσουν δικτυακούς τόπους που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τους δικαιούχους των ταμείων και τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 112 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013. Λόγω των διαφορών των οργανωτικών δομών εντός των κρατών μελών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν τον αρμόδιο φορέα για τη δημιουργία και τη λειτουργία του ενιαίου δικτυακού τους τόπου και για τη δημοσιοποίηση των δεδομένων. Η Επιτροπή θα πρέπει να δημιουργήσει δικτυακό τόπο που να περιέχει συνδέσμους προς τους δικτυακούς τόπους των κρατών μελών.

(39)

Το άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού πρέπει να ισχύει για τις δαπάνες και τα έσοδα για ειδικό προορισμό των κρατών μελών από τις 16 Οκτωβρίου 2014, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια των εκθέσεων κατά το ίδιο οικονομικό έτος.

(40)

Για να εξασφαλιστεί η συνέπεια στη μεταχείριση των εν εξελίξει διαδικασιών εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, οι προβλεπόμενες στο άρθρο 34 παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος κανονισμού προθεσμίες δεν πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στις διαδικασίες για τις οποίες η ανακοίνωση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006 έχει αποσταλεί πριν την 1η Ιανουαρίου 2015.

(41)

Εφόσον ο τίτλος VII κεφάλαιο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για τη διαφάνεια εφαρμόζεται στις πληρωμές που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2014 και μετά, οι σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να εφαρμόζονται στις εν λόγω πληρωμές.

(42)

Προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος στα κράτη μέλη για την εφαρμογή, οι πληροφορίες που διαβιβάζονται σύμφωνα με το παράρτημα II, στήλες V1 και V2, πρέπει να αρχίσουν να διατίθενται από το οικονομικό έτος 2016.

(43)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής γεωργικών ταμείων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Διαδικασία διαπίστευσης των οργανισμών πληρωμών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία αρχή σε υπουργικό επίπεδο που είναι υπεύθυνη για:

α)

την έκδοση, την αναθεώρηση και την ανάκληση της διαπίστευσης των οργανισμών πληρωμών·

β)

την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην αρμόδια αρχή κατ’ εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου.

2.   Η αρμόδια αρχή εκδίδει, με επίσημη πράξη, απόφαση σχετικά με την έκδοση ή, μετά από επανεξέταση, την ανάκληση της διαπίστευσης του οργανισμού πληρωμών, με βάση την εξέταση των κριτηρίων διαπίστευσης που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 («τα κριτήρια διαπίστευσης»). Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή για τις διαπιστεύσεις και τις ανακλήσεις των διαπιστεύσεων.

3.   Η αρμόδια αρχή διορίζει έναν ελεγκτικό φορέα για τη διενέργεια εξέτασης πριν από τη χορήγηση της διαπίστευσης (έλεγχος πριν τη διαπίστευση). Ο οργανισμός ελέγχου είναι ελεγκτική αρχή, ή άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός οργανισμός ή οργανωτική μονάδα μιας αρχής με την απαιτούμενη επάρκεια, τις δεξιότητες και την ικανότητα να διενεργεί ελέγχους. Ο οργανισμός ελέγχου είναι ανεξάρτητος από τον προς διαπίστευση οργανισμό πληρωμών.

Η εξέταση (έλεγχος πριν τη διαπίστευση) που διενεργείται από τον οργανισμό ελέγχου καλύπτει, ιδίως:

α)

τις διαδικασίες και τα συστήματα που εφαρμόζονται για την έγκριση και την εκτέλεση των πληρωμών·

β)

τον καταμερισμό καθηκόντων και την επάρκεια του εσωτερικού και εξωτερικού ελέγχου σχετικά με τις πράξεις που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), που στο εξής αποκαλούνται «τα ταμεία»·

γ)

τον βαθμό καταλληλότητας των διαδικασιών και των συστημάτων που έχουν θεσπιστεί για την προστασία του προϋπολογισμού της Ένωσης, περιλαμβανομένων των μέτρων καταπολέμησης της απάτης βάσει εκτίμησης κινδύνου·

δ)

την ασφάλεια των συστημάτων πληροφοριών·

ε)

την τήρηση λογιστικών βιβλίων.

Ο οργανισμός ελέγχου συντάσσει έκθεση στην οποία περιγράφονται λεπτομερώς οι ελεγκτικές εργασίες που εκτελέστηκαν, τα αποτελέσματά τους και η αξιολόγησή του για το κατά πόσον ο οργανισμός πληρωμών ικανοποιεί τα κριτήρια διαπίστευσης. Η έκθεση υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή, η οποία στη συνέχεια εκδίδει την πράξη διαπίστευσης που βεβαιώνει ότι ο οργανισμός πληρωμών πληροί τα κριτήρια διαπίστευσης.

4.   Εάν η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι ο οργανισμός πληρωμών δεν πληροί τα κριτήρια διαπίστευσης, ενημερώνει τον οργανισμό πληρωμών για τους συγκεκριμένους όρους τους οποίους αυτός υποχρεούται να εκπληρώσει πριν του χορηγηθεί η διαπίστευση.

Σε αναμονή της υλοποίησης των αναγκαίων αλλαγών με σκοπό την επίτευξη αυτών των ειδικών όρων, η διαπίστευση μπορεί να χορηγηθεί προσωρινά για περίοδο που καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα των προβλημάτων που διαπιστώθηκαν, η οποία δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, να παρατείνει το εν λόγω χρονικό διάστημα.

5.   Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 κοινοποιούνται αμέσως μετά την πρώτη διαπίστευση του οργανισμού συντονισμού και, σε κάθε περίπτωση, πριν καταλογιστεί στα ταμεία οποιαδήποτε δαπάνη που πραγματοποιεί. Οι εν λόγω πληροφορίες συνοδεύονται από δηλώσεις και έγγραφα σχετικά με:

α)

τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στον οργανισμό πληρωμών·

β)

την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπηρεσιών του οργανισμού πληρωμών·

γ)

τη σχέση του οργανισμού πληρωμών με άλλους οργανισμούς, δημόσιους ή ιδιωτικούς, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την εφαρμογή τυχόν μέτρων βάσει των οποίων ο οργανισμός πληρωμών καταλογίζει δαπάνες στα ταμεία·

δ)

τις διαδικασίες παραλαβής, επαλήθευσης και έγκρισης των αιτήσεων των δικαιούχων και τις διαδικασίες έγκρισης, πληρωμής και λογιστικής εγγραφής των δαπανών·

ε)

τις διατάξεις σχετικά με την ασφάλεια των μηχανογραφικών συστημάτων·

στ)

την αναφερόμενη στην παράγραφο 3 έκθεση του ελέγχου που διενεργεί ο οργανισμός ελέγχου πριν από τη διαπίστευση.

6.   Η Επιτροπή ανακοινώνει στην επιτροπή γεωργικών ταμείων τους διαπιστευμένους οργανισμούς πληρωμών σε κάθε κράτος μέλος.

Άρθρο 2

Επανεξέταση της διαπίστευσης

1.   Η αρμόδια αρχή ασκεί διαρκή εποπτεία στους οργανισμούς πληρωμών για τους οποίους είναι αρμόδια, βασιζόμενη ιδίως στα πιστοποιητικά και τις εκθέσεις που συντάσσονται από τον αναφερόμενο στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 οργανισμό πιστοποίησης και παρακολουθεί κάθε διαπιστωθείσα ανεπάρκεια.

Ανά τριετία, η αρμόδια αρχή ενημερώνει γραπτώς την Επιτροπή σχετικά με την εποπτεία των οργανισμών πληρωμών και την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων τους. Η έκθεση περιλαμβάνει επισκόπηση της συνεχούς συμμόρφωσης των οργανισμών πληρωμών με τα κριτήρια διαπίστευσης καθώς και περίληψη των μέτρων που έχουν ληφθεί για την αποκατάσταση των ελλείψεων. Η αρμόδια αρχή επιβεβαιώνει κατά πόσον ο οργανισμός πληρωμών για τον οποίο είναι υπεύθυνη εξακολουθεί να πληροί τα κριτήρια διαπίστευσης.

2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα που διασφαλίζει την άμεση κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή κάθε πληροφορίας που υποδηλώνει ότι ένας οργανισμός πληρωμών δεν πληροί τα κριτήρια διαπίστευσης.

3.   Εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι ένας διαπιστευμένος οργανισμός πληρωμών δεν πληροί πλέον ένα ή περισσότερα κριτήρια διαπίστευσης, γεγονός που να μπορεί να παρεμποδίσει την εκπλήρωση των καθηκόντων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. αριθ. 907/2014, η αρμόδια αρχή αναστέλλει αμελλητί τη διαπίστευση του οργανισμού πληρωμών. Καταρτίζει πρόγραμμα δράσεων με προθεσμίες για την αποκατάσταση των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν εντός χρονικού διαστήματος που καθορίζεται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα του προβλήματος, το οποίο δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες από την ημερομηνία αναστολής της διαπίστευσης. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, να παρατείνει το εν λόγω χρονικό διάστημα.

4.   Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή της να αναστείλει τη διαπίστευση του οργανισμού πληρωμών, το σχέδιο που έχει καταρτίσει κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 και, στη συνέχεια, σχετικά με την πρόοδο εφαρμογής του εν λόγω σχεδίου.

5.   Σε περίπτωση ανάκλησης της διαπίστευσης, η αρμόδια αρχή διαπιστεύει αμελλητί άλλον οργανισμό πληρωμών που πληροί τα κριτήρια του άρθρου 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2005, ώστε να διασφαλιστεί η μη διακοπή των πληρωμών στους δικαιούχους.

6.   Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η αρμόδια αρχή δεν συμμορφώθηκε με την υποχρέωσή της να καταρτίσει πρόγραμμα διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή ότι ο οργανισμός πληρωμών εξακολουθεί να παραμένει διαπιστευμένος χωρίς να έχει εφαρμόσει πλήρως το σχετικό πρόγραμμα εντός του καθορισμένου χρονικού διαστήματος, ζητά από την αρμόδια αρχή να ανακαλέσει τη διαπίστευση του εν λόγω οργανισμού πληρωμών, εκτός εάν πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες αλλαγές εντός περιόδου που καθορίζεται από την Επιτροπή σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα του προβλήματος. Σε αυτή την περίπτωση, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παρακολουθήσει τις ελλείψεις, μέσω της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 3

Διαχειριστική δήλωση

1.   Η διαχειριστική δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 συντάσσεται σε εύθετο χρόνο, ώστε να μπορεί ο οργανισμός πιστοποίησης να εκδώσει τη γνωμοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

Η μορφή της διαχειριστικής δήλωσης ορίζεται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού και μπορεί να περιέχει επιφυλάξεις που προσδιορίζουν ποσοτικά τις δυνητικές δημοσιονομικές επιπτώσεις. Σε περίπτωση διατύπωσης επιφυλάξεων, η δήλωση πρέπει να περιλαμβάνει σχέδιο διορθωτικών μέτρων και ακριβές χρονοδιάγραμμα για την υλοποίησή του.

2.   Η διαχειριστική δήλωση βασίζεται σε αποτελεσματική εποπτεία του καθεστώτος διαχείρισης και ελέγχου που λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Άρθρο 4

Οργανισμός συντονισμού

1.   Ο οργανισμός συντονισμού που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 ενεργεί ως ο μοναδικός συνομιλητής της Επιτροπής για λογαριασμό του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους για όλα τα θέματα που αφορούν τα ταμεία σχετικά με:

α)

τη διάδοση των πληροφοριών και κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις λειτουργίες και τις ενέργειες των οργανισμών πληρωμών και των οργανισμών πληρωμών που είναι αρμόδιοι για την εφαρμογή αυτών των κατευθυντήριων γραμμών καθώς και την προώθηση της εναρμονισμένης εφαρμογής τους·

β)

την κοινοποίηση στην Επιτροπή των στοιχείων που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 102 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013·

γ)

τη θέση στη διάθεση της Επιτροπής όλων των λογιστικών στοιχείων που απαιτούνται για στατιστικούς σκοπούς ή για τη διενέργεια ελέγχων.

2.   Ο οργανισμός πληρωμών δύναται να ενεργεί ως οργανισμός συντονισμού, υπό τον όρο ότι διασφαλίζεται η διάκριση των λειτουργιών.

3.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες, ο οργανισμός συντονισμού στηρίζεται σε άλλους διοικητικούς οργανισμούς ή υπηρεσίες, ιδίως σε όσους διαθέτουν λογιστική ή τεχνική εμπειρογνωσία.

4.   Το απόρρητο, η ακεραιότητα και η διαθεσιμότητα όλων των ηλεκτρονικών δεδομένων που τηρούνται από τον οργανισμό συντονισμού διασφαλίζονται από μέτρα που προσαρμόζονται στη διοικητική δομή, το στελεχικό δυναμικό και το τεχνολογικό περιβάλλον κάθε οργανισμού συντονισμού. Η οικονομική και τεχνολογική προσπάθεια είναι ανάλογη με τους υφιστάμενους πραγματικούς κινδύνους.

5.   Οι κοινοποιήσεις πληροφοριών που προβλέπονται στο άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 πραγματοποιούνται αμέσως μετά την πρώτη διαπίστευση του οργανισμού συντονισμού και, οπωσδήποτε, πριν καταλογιστεί στα ταμεία οποιαδήποτε δαπάνη που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του. Η εν λόγω γνωστοποίηση συνοδεύεται από την πράξη διαπίστευσης του οργανισμού, καθώς και από τα στοιχεία σχετικά με τις διοικητικές και λογιστικές συνθήκες και τις συνθήκες εσωτερικού ελέγχου που αφορούν τη λειτουργία του.

Άρθρο 5

Πιστοποίηση

1.   Η αρμόδια αρχή ορίζει τον οργανισμό πιστοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

2.   Ο οργανισμός πιστοποίησης οργανώνει τις εργασίες του με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο και διενεργεί τους ελέγχους εντός του κατάλληλου χρονικού πλαισίου, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και το χρονοδιάγραμμα των πράξεων για το σχετικό οικονομικό έτος.

3.   Η παρεχόμενη από τον οργανισμό πιστοποίησης γνωμοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 συντάσσεται σε ετήσια βάση.

Η εν λόγω γνωμοδότηση βασίζεται στο ελεγκτικό έργο που υλοποιείται σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 του παρόντος κανονισμού.

4.   Ο οργανισμός πιστοποίησης συντάσσει έκθεση πορισμάτων του. Η έκθεση καλύπτει τα καθήκοντα που του ανατίθενται. Η έκθεση αυτή αναφέρει, για την περίοδο που καλύπτεται από την έκθεση, κατά πόσο:

α)

ο οργανισμός πληρωμών συμμορφώθηκε με τα κριτήρια διαπίστευσης·

β)

οι διαδικασίες του οργανισμού πληρωμών παρείχαν εύλογη διαβεβαίωση ότι οι δαπάνες που καταλογίζονται στα ταμεία πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες, εξασφαλίζοντας τη νομιμότητα και κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων, και ότι εφαρμόστηκαν οι τυχόν συστάσεις για βελτιώσεις·

γ)

οι ετήσιοι λογαριασμοί που αναφέρονται στο άρθρο 29 του παρόντος κανονισμού ήταν σύμφωνοι με τα βιβλία και τα στοιχεία του οργανισμού πληρωμών·

δ)

οι δηλώσεις δαπανών και παρεμβάσεων συνιστούν στην πραγματικότητα αληθή, πλήρη και ακριβή καταγραφή των ενεργειών που καταλογίζονται στα ταμεία·

ε)

τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης όσον αφορά τις καταβληθείσες προκαταβολές, τις κατατεθείσες εγγυήσεις, τα αποθέματα παρέμβασης και τα προς είσπραξη ποσά προστατεύονταν καταλλήλως.

Η έκθεση περιέχει πληροφορίες για τον αριθμό και τα επαγγελματικά προσόντα των ελεγκτών, το έργο που έχει επιτελεστεί, τον αριθμό των συναλλαγών που ελέγχθηκαν, τον βαθμό σημαντικότητας και εμπιστοσύνης που επιτεύχθηκε, τις τυχόν διαπιστωθείσες αδυναμίες και τις διατυπωθείσες συστάσεις για βελτίωση, καθώς και τις ενέργειες τόσο του οργανισμού πιστοποίησης όσο και των άλλων οργανισμών ελέγχου, που ανήκουν στον ή είναι εκτός του οργανισμού πληρωμών, από τους οποίους λαμβάνονται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει οι διαβεβαιώσεις του οργανισμού πιστοποίησης όσον αφορά τα εν λόγω θέματα.

Άρθρο 6

Αρχές ελέγχου

1.   Ο έλεγχος πιστοποίησης διενεργείται σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά ελεγκτικά πρότυπα.

2.   Ο οργανισμός πιστοποίησης χαράζει στρατηγική λογιστικού ελέγχου που καθορίζει το πεδίο εφαρμογής, το χρονοδιάγραμμα και την κατεύθυνση του ελέγχου πιστοποίησης, τις μεθόδους ελέγχου και τη μεθοδολογία δειγματοληψίας. Καταρτίζεται σχέδιο ελέγχου για κάθε οικονομικό έτος που ελέγχεται με βάση τον εκτιμώμενο κίνδυνο ελέγχου. Κατόπιν αιτήσεως, ο οργανισμός πιστοποίησης κοινοποιεί στην Επιτροπή τη στρατηγική ελέγχου και το πρόγραμμα ελέγχου.

3.   Το εύλογο επίπεδο διασφάλισης του ελέγχου που πρέπει να επιτυγχάνεται από τη δοκιμή ελέγχου προκύπτει από την αξιολόγηση του συστήματος ελέγχου, περιλαμβανομένων δοκιμών συμμόρφωσης και ουσιαστικών ελέγχων των δαπανών, που αποτελούνται από δοκιμή λεπτομερειών και διαδικασίες ανάλυσης.

4.   Η Επιτροπή θεσπίζει κατευθυντήριες γραμμές που περιλαμβάνουν, ιδίως:

α)

πρόσθετες διευκρινίσεις και οδηγίες σχετικά με τον έλεγχο πιστοποίησης που πρόκειται να διενεργηθεί·

β)

τον καθορισμό του εύλογου επιπέδου διασφάλισης του ελέγχου που πρέπει να επιτευχθεί από τη δοκιμή ελέγχου.

Άρθρο 7

Μέθοδοι ελέγχου

1.   Οι μέθοδοι ελέγχου που αφορούν την πιστοποίηση ελέγχου καθορίζονται στη στρατηγική λογιστικού ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2.

2.   Για την επίτευξη των στόχων του ελέγχου και την παροχή της γνωμοδότησης που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα στάδια ελέγχου περιλαμβάνουν ελέγχους συστημάτων, ουσιαστικό έλεγχο και ελέγχους συμφωνίας με τις οικονομικές και διαχειριστικές δηλώσεις.

3.   Οι έλεγχοι των δαπανών αφορούν τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκειμένων πράξεων στο επίπεδο των τελικών δικαιούχων. Για τους σκοπούς αυτούς, ο οργανισμός πιστοποίησης μπορεί να συνοδεύει κατά τους δευτεροβάθμιους επιτόπιους ελέγχους τον οργανισμό πληρωμών. Ο οργανισμός πιστοποίησης δεν μπορεί να συνοδεύει κατά τους αρχικούς επιτόπιους ελέγχους τον οργανισμό πληρωμών, με εξαίρεση τις καταστάσεις όπου θα ήταν αδύνατη η επανάληψη του αρχικού ελέγχου που διενήργησε ο οργανισμός πληρωμών. Όσον αφορά τους ελέγχους επαλήθευσης, οι οργανισμοί πιστοποίησης μπορούν να χρησιμοποιούν μια ολοκληρωμένη μέθοδο δειγματοληψίας.

4.   Η Επιτροπή παρέχει πρόσθετους όρους και οδηγίες σχετικά με τον σχεδιασμό των ελεγκτικών διαδικασιών, τη δειγματοληψία, τον προγραμματισμό και τη διεξαγωγή της επιτόπιας εκ νέου επαλήθευσης των πράξεων μέσω των κατευθυντήριων γραμμών που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 8

Λογαριασμοί των οργανισμών πληρωμών

1.   Κάθε οργανισμός πληρωμών τηρεί ένα σύνολο λογαριασμών που καλύπτουν μόνο τις δαπάνες και τα έσοδα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στα άρθρα 5 και 43 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, και τη χρησιμοποίηση των κονδυλίων που τίθενται στη διάθεσή του για την πληρωμή των αντίστοιχων δαπανών. Οι εν λόγω λογαριασμοί επιτρέπουν τη διάκριση και χωριστή παρουσίαση των οικονομικών στοιχείων του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ.

2.   Οι οργανισμοί πληρωμών των κρατών μελών που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ τηρούν λογαριασμούς που καλύπτουν τα ποσά εκφρασμένα στο νόμισμα στο οποίο πραγματοποιήθηκαν οι δαπάνες και εισπράχθηκαν τα έσοδα. Για να υπάρχει όμως δυνατότητα ενοποίησης του συνόλου των δαπανών και εσόδων, πρέπει να είναι σε θέση να προσκομίζουν τα αντίστοιχα στοιχεία σε εθνικό νόμισμα και σε ευρώ.

3.   Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, κάθε οργανισμός πληρωμών που υποδεικνύεται για ένα πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης τηρεί λογαριασμούς που επιτρέπουν την ταυτοποίηση όλων των πράξεων για κάθε πρόγραμμα και μέτρο. Τα λογιστικά αυτά περιλαμβάνουν κυρίως:

α)

το ποσό της δημόσιας δαπάνης και το ποσό της ενωσιακής συμμετοχής για κάθε πράξη·

β)

τα προς ανάκτηση ποσά από δικαιούχους για διαπιστωμένες παρατυπίες ή αβλεψίες·

γ)

τα ανακτηθέντα ποσά, με αναφορά της αρχικής πράξης.

ΤΜΗΜΑ 2

Λογαριασμοί του ΕΓΤΕ

Άρθρο 9

Παροχή πληροφοριών από τα κράτη μέλη

Τα κράτη μέλη συγκεντρώνουν και θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής σε εβδομαδιαία βάση τις πληροφορίες οι οποίες αφορούν το συνολικό ύψος των δαπανών που καταβλήθηκαν και των εισπραχθέντων εσόδων ειδικού προορισμού, ως εξής:

α)

το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα κάθε εβδομάδας, τις πληροφορίες που αφορούν το συνολικό ύψος των δαπανών που καταβλήθηκαν και των εσόδων ειδικού προορισμού που εισπράχθηκαν από την αρχή του μήνα μέχρι το τέλος της προηγούμενης εβδομάδας·

β)

το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα του μήνα όταν η εβδομάδα εκτείνεται σε δύο μήνες, τις πληροφορίες που αφορούν το συνολικό ύψος των δαπανών που καταβλήθηκαν και των εσόδων ειδικού προορισμού που εισπράχθηκαν στη διάρκεια του προηγούμενου μήνα.

Άρθρο 10

Κοινοποιήσεις πληροφοριών από τα κράτη μέλη

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημεία i) και ii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν ηλεκτρονικώς στην Επιτροπή τις κάτωθι πληροφορίες και τα έγγραφα, με την επιφύλαξη των άρθρων 11 και 12 του παρόντος κανονισμού:

α)

το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα, τις πληροφορίες που αφορούν το συνολικό ύψος των δαπανών που καταβλήθηκαν και εσόδων ειδικού προορισμού που εισπράχθηκαν στη διάρκεια του προηγούμενου μήνα, με βάση το υπόδειγμα που παρέχει η Επιτροπή στα κράτη μέλη μέσω των μηχανογραφικών συστημάτων, και όλες τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να εξηγήσουν τις αισθητές αποκλίσεις μεταξύ των προβλέψεων που καταρτίστηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α) σημείο iii) του παρόντος άρθρου και των πραγματικών δαπανών ή των εισπραχθέντων εσόδων ειδικού προορισμού·

β)

το αργότερο έως τη δωδέκατη ημέρα κάθε μήνα, τη δήλωση δαπανών που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013. Εντούτοις, η κοινοποίηση για τις δαπάνες που καταβλήθηκαν και τα έσοδα ειδικού προορισμού που εισπράχθηκαν μεταξύ 1ης και 15ης Οκτωβρίου διαβιβάζεται το αργότερο έως τις 27 Οκτωβρίου.

2.   Η δήλωση δαπανών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) αποτελείται από:

α)

κατάσταση, που καταρτίζεται από κάθε οργανισμό πληρωμής με βάση τα υποδείγματα που διατίθενται από την Επιτροπή στα κράτη μέλη μέσω μηχανογραφικών συστημάτων, βάσει της ονοματολογίας του προϋπολογισμού της Ένωσης και ανά τύπο δαπανών και εσόδων και σύμφωνα με μια αναλυτική ονοματολογία που τίθεται στη διάθεση των κρατών μελών, η οποία καλύπτει:

i)

τις δαπάνες που καταβλήθηκαν και τα έσοδα ειδικού προορισμού που εισπράχθηκαν στη διάρκεια του προηγούμενου μήνα,

ii)

το σύνολο των δαπανών και εσόδων ειδικού προορισμού που πληρώθηκαν από την αρχή του οικονομικού έτους έως το τέλος του προηγούμενου μήνα,

iii)

προβλέψεις δαπανών και εσόδων ειδικού προορισμού, που καλύπτουν κατά περίπτωση:

μόνο τον τρέχοντα μήνα και τους δύο επόμενους μήνες,

τον τρέχοντα μήνα, τους δύο επόμενους μήνες και μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους·

iv)

συμπληρωματικά δεδομένα, εάν είναι αναγκαίο·

β)

περίληψη, που συντάσσεται από το οικείο κράτος μέλος με βάση το υπόδειγμα που παρέχει η Επιτροπή στα κράτη μέλη μέσω των μηχανογραφικών συστημάτων, των δεδομένων που αναφέρονται στο στοιχείο α), για όλους τους οργανισμούς πληρωμών αυτού του κράτους μέλους·

γ)

τους λογαριασμούς δαπανών και εσόδων σχετικά με τη δημόσια παρέμβαση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2.

3.   Όλα τα χρηματοοικονομικά δεδομένα που απαιτούνται βάσει του παρόντος άρθρου κοινοποιούνται σε ευρώ.

Άρθρο 11

Γενικοί κανόνες για τη δήλωση δαπανών και εσόδων ειδικού προορισμού

1.   Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του άρθρου 12 που εφαρμόζονται κατά τη δήλωση δαπανών και εσόδων σχετικά με τη δημόσια αποθεματοποίηση, οι δαπάνες και τα έσοδα που δηλώνονται από τους οργανισμούς πληρωμών και αφορούν συγκεκριμένο μήνα αντιστοιχούν στις πληρωμές και τις εισπράξεις που έγιναν στη διάρκεια του ίδιου αυτού μήνα.

Οι εν λόγω δαπάνες και τα έσοδα εγγράφονται στον προϋπολογισμό του ΕΓΤΕ για το οικονομικό έτος ν.

Εντούτοις:

α)

οι δαπάνες που μπορούν να καταβληθούν πριν να τεθεί σε εφαρμογή η διάταξη η οποία προβλέπει τον ολικό ή μερικό καταλογισμό τους στο ΕΓΤΕ μπορούν μόνο να δηλώνονται:

για τον μήνα στη διάρκεια του οποίου τέθηκε σε εφαρμογή η εν λόγω διάταξη,

ή

για τον μήνα ο οποίος έπεται της έναρξης εφαρμογής της εν λόγω διάταξης·

β)

τα έσοδα ειδικού προορισμού τα οποία το κράτος μέλος οφείλει στην Επιτροπή δηλώνονται για τον μήνα στη διάρκεια του οποίου λήγει η προθεσμία καταβολής των αντίστοιχων ποσών που προβλέπεται από την ενωσιακή νομοθεσία·

γ)

οι διορθώσεις τις οποίες αποφασίζει η Επιτροπή, στο πλαίσιο της εκκαθάρισης λογαριασμών και της εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, αφαιρούνται ή προστίθενται απευθείας από την Επιτροπή στις μηνιαίες πληρωμές που προβλέπονται, κατά περίπτωση, στο άρθρο 33 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 34 παράγραφος 8. Ωστόσο, τα κράτη μέλη συμπεριλαμβάνουν τα ποσά που αντιστοιχούν στις εν λόγω διορθώσεις στη δήλωση που συντάσσουν για τον μήνα για τον οποίο πραγματοποιούνται οι εν λόγω διορθώσεις.

2.   Οι δαπάνες και τα έσοδα ειδικού προορισμού λαμβάνονται υπόψη την ημερομηνία κατά την οποία χρεώθηκε ή πιστώθηκε ο λογαριασμός του οργανισμού πληρωμών. Εντούτοις, για τις πληρωμές μπορεί να λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος οργανισμός εξέδωσε και απέστειλε τον τίτλο πληρωμής σε πιστωτικό ίδρυμα ή στον δικαιούχο. Κάθε οργανισμός πληρωμών χρησιμοποιεί την ίδια μέθοδο καθ’ όλη τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

3.   Οι δαπάνες και τα έσοδα ειδικού προορισμού που δηλώνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να περιλαμβάνουν διορθώσεις των στοιχείων τα οποία δηλώθηκαν για προηγούμενους μήνες του ίδιου οικονομικού έτους.

Σε περίπτωση που οι διορθώσεις των εσόδων ειδικού προορισμού έχουν ως αποτέλεσμα, σε επίπεδο οργανισμού πληρωμών, αρνητικές μηνιαίες δηλώσεις ως προς ένα κονδύλιο του προϋπολογισμού, το πλεόνασμα της διόρθωσης μεταφέρεται στον επόμενο μήνα. Η εκκαθάρισή τους πραγματοποιείται, κατά περίπτωση, κατά τη λογιστική εκκαθάριση του εκάστοτε έτους.

4.   Οι μη εκτελεσθείσες εντολές πληρωμής καθώς και οι πληρωμές που χρεώθηκαν στον λογαριασμό και εν συνεχεία πιστώθηκαν εκ νέου εμφανίζονται στους λογαριασμούς ως υπόλοιπα των δαπανών του μήνα στη διάρκεια του οποίου η μη εκτέλεση ή η ακύρωση γνωστοποιείται στον οργανισμό πληρωμών.

5.   Εάν οι οφειλόμενες πληρωμές από το ΕΓΤΕ επιβαρύνονται με απαιτήσεις, θεωρείται ότι έχουν πραγματοποιηθεί στο σύνολό τους για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1:

α)

κατά την ημερομηνία πληρωμής του ποσού που οφείλεται στον δικαιούχο, εάν η απαίτηση είναι μικρότερη από την εκκαθαρισθείσα δαπάνη·

β)

κατά την ημερομηνία της αντιστάθμισης, εφόσον η δαπάνη είναι μικρότερη ή ίση προς την απαίτηση.

6.   Τα συνολικά στοιχεία που αφορούν τις δαπάνες και τα έσοδα ειδικού προορισμού που καταλογίζονται σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό έτος και τα οποία πρέπει να έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή το αργότερο στις 27 Οκτωβρίου μπορούν να διορθωθούν μόνο στο πλαίσιο των ετήσιων λογαριασμών που διαβιβάζονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 12

Ειδικοί κανόνες για τις δηλώσεις δαπανών σχετικά με τη δημόσια αποθεματοποίηση

1.   Οι πράξεις που συνεκτιμώνται για την κατάρτιση της δήλωσης δαπανών σχετικά με τη δημόσια αποθεματοποίηση είναι εκείνες οι οποίες καταχωρίστηκαν στο τέλος ενός μήνα στους λογαριασμούς του οργανισμού πληρωμών και πραγματοποιήθηκαν από την αρχή της λογιστικής χρήσης κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 μέχρι το τέλος του ίδιου μήνα.

2.   Οι εν λόγω δηλώσεις δαπανών περιέχουν τις αξίες και τα ποσά τα οποία, προσδιοριζόμενα σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014 (11) της Επιτροπής, εγγράφονται στους λογαριασμούς από τους οργανισμούς πληρωμών στον μήνα που έπεται εκείνου στον οποίο αναφέρονται οι πράξεις.

Εντούτοις:

α)

για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν μήνα Σεπτέμβριο, οι αξίες και τα ποσά εγγράφονται στους λογαριασμούς από τους οργανισμούς πληρωμών το αργότερο στις 15 Οκτωβρίου·

β)

για τα συνολικά ποσά της απαξίωσης που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014, τα ποσά εγγράφονται στους λογαριασμούς την ημερομηνία που ορίζεται στην απόφαση η οποία τα προβλέπει.

Άρθρο 13

Απόφαση πληρωμής από την Επιτροπή

1.   Με βάση τα δεδομένα που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή αποφασίζει να καταβάλλει τις μηνιαίες πληρωμές σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, με την επιφύλαξη των διορθώσεων που μπορεί να γίνουν με μεταγενέστερες αποφάσεις σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, και λαμβάνοντας υπόψη τις μειώσεις και τις αναστολές που αποφασίζονται σύμφωνα με το άρθρο 41 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Εάν οι συνολικές δαπάνες που δηλώνουν τα κράτη μέλη για το επόμενο οικονομικό έτος υπερβαίνουν τα τρία τέταρτα του συνόλου των πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους, οι προκαταβολικές δεσμεύσεις κατά την έννοια του άρθρου 170 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και οι αντίστοιχες μηνιαίες πληρωμές εγκρίνονται κατ’ αναλογία προς τις δηλώσεις δαπανών, με ανώτατο όριο το 75 % των πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους. Η Επιτροπή καθορίζει το υπόλοιπο που δεν επιστράφηκε στα κράτη μέλη με αποφάσεις που αφορούν μεταγενέστερες επιστροφές.

Άρθρο 14

Διάθεση πόρων στα κράτη μέλη

1.   Αποφασίζοντας να καταβάλει τις μηνιαίες πληρωμές, και στο πλαίσιο των δημοσιονομικών πιστώσεων, η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των κρατών μελών τους αναγκαίους πόρους για την κάλυψη των δαπανών που θα χρηματοδοτηθούν από το ΕΓΤΕ, αφού αφαιρεθεί από τον λογαριασμό που ανοίγει κάθε κράτος μέλος το αντίστοιχο ποσό των εσόδων ειδικού προορισμού.

Όταν οι πληρωμές που θα γίνουν από την Επιτροπή αφού αφαιρεθούν τα έσοδα ειδικού προορισμού οδηγούν σε αρνητικό ποσό, για δεδομένο κράτος μέλος, το πλεόνασμα που προκύπτει από τις μειώσεις μεταφέρεται στους επόμενους μήνες.

2.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τον τίτλο και τον αριθμό του λογαριασμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 με βάση το μορφότυπο που θέτει στη διάθεσή του η Επιτροπή.

Άρθρο 15

Κοινοποιήσεις στο πλαίσιο της δημόσιας παρέμβασης

1.   Οι οργανισμοί πληρωμών κοινοποιούν στην Επιτροπή:

α)

μετά από αίτηση της Επιτροπής, τα έγγραφα και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 7 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 και στις συμπληρωματικές εθνικές διοικητικές διατάξεις που εκδίδονται για την εφαρμογή και τη διαχείριση των μέτρων παρέμβασης·

β)

έως την ημερομηνία που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, τα στοιχεία σχετικά με τη δημόσια αποθεματοποίηση, με βάση τα υποδείγματα που η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των κρατών μελών μέσω μηχανογραφικών συστημάτων.

2.   Τα αναφερόμενα στο άρθρο 24 σχετικά συστήματα πληροφοριών χρησιμοποιούνται για τις κοινοποιήσεις και ανταλλαγές πληροφοριών και την κατάρτιση των εγγράφων που αφορούν τις δαπάνες για τη δημόσια παρέμβαση.

Άρθρο 16

Περιεχόμενο των λογαριασμών δημόσιας αποθεματοποίησης που τηρούνται από τους οργανισμούς πληρωμών

1.   Η λογιστική αποθήκης, που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014, περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες στοιχείων, που εμφανίζονται χωριστά:

α)

τις διαπιστωθείσες ποσότητες προϊόντων κατά την είσοδο και κατά την έξοδο από τα αποθέματα, με ή χωρίς φυσική μετακίνηση·

β)

τις ποσότητες που χρησιμοποιήθηκαν για δωρεάν διανομή σε απόρους από το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους και οι οποίες καταχωρίστηκαν λογιστικά σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014, με διαχωρισμό των ποσοτήτων που μεταφέρονται σε άλλο κράτος μέλος·

γ)

τις ποσότητες των δειγματοληψιών, με διαχωρισμό των δειγμάτων που λαμβάνονται από αγοραστές·

δ)

τις ποσότητες οι οποίες, μετά από διαπίστωση με οπτική εξέταση στο πλαίσιο της ετήσιας απογραφής ή κατά τον έλεγχο που διενεργείται μετά την εισαγωγή στην παρέμβαση, δεν είναι δυνατόν να επανασυσκευασθούν και αποτελούν αντικείμενο απευθείας πωλήσεων·

ε)

τις ελλείπουσες ποσότητες, για αναγνωρίσιμες ή αδιευκρίνιστες αιτίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αντιστοιχούν στα νόμιμα όρια ανοχής·

στ)

τις ποσότητες που έχουν υποστεί υποβάθμιση·

ζ)

τις πλεονάζουσες ποσότητες·

η)

τις ελλείπουσες ποσότητες που υπερβαίνουν τα όρια ανοχής·

θ)

τις ποσότητες που έχουν εισέλθει στα αποθέματα και διαπιστώθηκε ότι δεν πληρούν τους απαιτούμενους όρους και των οποίων, εξαιτίας αυτού, απορρίφθηκε η ανάληψη·

ι)

τις καθαρές ποσότητες που βρίσκονται στα αποθέματα στο τέλος κάθε μήνα ή λογιστικής χρήσης και οι οποίες μεταφέρονται στον επόμενο μήνα ή στην επόμενη λογιστική χρήση.

2.   Οι χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 περιλαμβάνουν:

α)

την αξία των ποσοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, διαχωρίζοντας την αξία των ποσοτήτων που αγοράστηκαν και των ποσοτήτων που πωλήθηκαν·

β)

τη λογιστική αξία των ποσοτήτων που χρησιμοποιούνται ή λαμβάνονται υπόψη δυνάμει του καθεστώτος της δωρεάν διανομής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου·

γ)

τη χρηματοδότηση δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014·

δ)

τις δαπάνες που αφορούν στις φυσικές πράξεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014·

ε)

τα ποσά που προκύπτουν από τις απαξιώσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014·

στ)

τα ποσά που έχουν εισπραχθεί ή επιστραφεί από τους πωλητές, τους αγοραστές και τους αποθεματοποιητές, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

ζ)

το ποσό από τις απευθείας πωλήσεις που διενεργούνται μετά την ετήσια απογραφή ή μετά τους ελέγχους που ακολουθούν την ανάληψη των προϊόντων στα αποθέματα παρέμβασης·

η)

τις ζημίες και τα κέρδη από τα εξερχόμενα προϊόντα, λαμβανομένων υπόψη των απαξιώσεων που αναφέρονται στο στοιχείο ε) της παρούσας παραγράφου·

θ)

τα λοιπά στοιχεία πιστοχρεώσεων, ιδίως αυτά που αντιστοιχούν στις ποσότητες που αφορά η παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως ζ) του παρόντος άρθρου·

ι)

τη μέση λογιστική αξία, εκφραζόμενη, κατά περίπτωση, ανά τόνο ή ανά εκατόλιτρο.

Άρθρο 17

Λογιστικοί κανόνες σχετικά με τη δημόσια παρέμβαση

1.   Τα αναφερόμενα στο άρθρο 16 στοιχεία καταχωρίζονται για τις ποσότητες, τις αξίες, τα ποσά και τους μέσους όρους που έχουν πράγματι διαπιστωθεί από τους οργανισμούς πληρωμών, ή για τις αξίες και τα ποσά που υπολογίστηκαν βάσει των ορισθέντων από την Επιτροπή κατ’ αποκοπή ποσών.

2.   Οι διαπιστώσεις και οι υπολογισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γίνονται με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κατωτέρω κανόνων:

α)

τα έξοδα εξόδου από το απόθεμα που αφορούν τις ποσότητες για τις οποίες έχουν διαπιστωθεί ελλείψεις ή υποβαθμίσεις, σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στα παραρτήματα VI και VII του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014, εγγράφονται στους λογαριασμούς μόνο για τις ποσότητες που έχουν πράγματι πωληθεί και εξέλθει από τα αποθέματα·

β)

οι διαπιστωθείσες ως ελλείπουσες ποσότητες κατά τη μεταφορά μεταξύ κρατών μελών δεν θεωρούνται εισελθούσες στο απόθεμα στο κράτος μέλος προορισμού και δεν καλύπτονται από τα πάγια έξοδα εισόδου·

γ)

τα έξοδα εισόδου και εξόδου από το απόθεμα που καθορίζονται κατ’ αποκοπή για τη μεταφορά εγγράφονται σε λογαριασμό, εφόσον τα έξοδα αυτά δεν θεωρείται, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των εξόδων μεταφοράς·

δ)

πλην αντίθετων ενωσιακών κανονιστικών διατάξεων, τα ποσά που προκύπτουν από την πώληση υποβαθμισμένων προϊόντων καθώς και όσα ποσά έχουν ενδεχομένως εισπραχθεί στο πλαίσιο αυτό δεν εγγράφονται στους λογαριασμούς του ΕΓΤΕ·

ε)

τυχόν διαπιστωθείσες πλεονάζουσες ποσότητες καταχωρίζονται λογιστικά με αρνητικό πρόσημο στις ελλείπουσες ποσότητες στην κατάσταση και στις κινήσεις των αποθεμάτων. Οι εν λόγω ποσότητες λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό των ποσοτήτων που υπερβαίνουν το όριο ανοχής·

στ)

τα δείγματα, πλην αυτών που λαμβάνουν οι αγοραστές, καταχωρίζονται λογιστικά σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 2 στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014.

3.   Οι διορθώσεις που πραγματοποιεί η Επιτροπή, σε σχέση με τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 16, κατά την τρέχουσα λογιστική χρήση, κοινοποιούνται στην επιτροπή γεωργικών ταμείων. Μπορούν να κοινοποιούνται στα κράτη μέλη στο πλαίσιο απόφασης μηνιαίας πληρωμής ή, σε διαφορετική περίπτωση, στο πλαίσιο της απόφασης εκκαθάρισης λογαριασμών. Καταχωρίζονται λογιστικά από τους οργανισμούς πληρωμών σύμφωνα με τους προβλεπόμενους από την εν λόγω απόφαση όρους.

Άρθρο 18

Ημερομηνίες καταχώρισης των εξόδων και εσόδων και των πράξεων διακίνησης των προϊόντων σε λογαριασμούς για τη δημόσια παρέμβαση

1.   Τα διάφορα στοιχεία εξόδων και εσόδων εγγράφονται σε λογαριασμό την ημερομηνία που διενεργείται η φυσική πράξη βάσει του μέτρου δημόσιας παρέμβασης και με τη χρήση της συναλλαγματικής ισοτιμίας που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014.

Ωστόσο, στις κατωτέρω περιπτώσεις εφαρμόζονται οι ακόλουθες ημερομηνίες:

α)

η ημερομηνία της είσπραξης για τα εισπραττόμενα ή ανακτώμενα ποσά, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία στ) και ζ) του παρόντος κανονισμού·

β)

η ημερομηνία πραγματικής πληρωμής των εξόδων που αφορούν φυσικές πράξεις, όταν τα έξοδα αυτά δεν καλύπτονται από κατ’ αποκοπή ποσά.

2.   Τα διάφορα στοιχεία που αφορούν τη φυσική διακίνηση των προϊόντων και τη διαχείριση των αποθεμάτων καταχωρίζονται λογιστικά την ημερομηνία που λαμβάνει χώρα η φυσική πράξη βάσει του μέτρου παρέμβασης.

Ωστόσο, στις κατωτέρω περιπτώσεις εφαρμόζονται οι ακόλουθες ημερομηνίες:

α)

η ημερομηνία ανάληψης των προϊόντων από τον οργανισμό πληρωμών, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 2 και το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής (12), για τις ποσότητες που εισέρχονται στη δημόσια αποθεματοποίηση χωρίς μεταβολή του τόπου αποθεματοποίησής τους·

β)

όσον αφορά τις ελλείπουσες ή υποβαθμισμένες ποσότητες και τις πλεονάζουσες ποσότητες, η ημερομηνία διαπίστωσης των γεγονότων για τις ελλείπουσες ή υποβαθμισμένες ποσότητες και για τις πλεονάζουσες ποσότητες·

γ)

η ημερομηνία της πραγματικής εξόδου των προϊόντων από το απόθεμα, για τις απευθείας πωλήσεις προϊόντων που παραμένουν σε αποθεματοποίηση, τα οποία δεν είναι δυνατόν να επανασυσκευαστούν μετά από οπτική εξέτασή τους στο πλαίσιο της ετήσιας απογραφής ή κατά τον έλεγχο που διενεργείται μετά την ανάληψη στην παρέμβαση·

δ)

την τελευταία ημέρα της λογιστικής χρήσης, για τις ενδεχόμενες απώλειες που υπερβαίνουν το όριο ανοχής που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014.

Άρθρο 19

Ποσό που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της δημόσιας παρέμβασης

1.   Το προς χρηματοδότηση ποσό δυνάμει των μέτρων παρέμβασης που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 906/2014 προσδιορίζεται με βάση τους λογαριασμούς που έχουν καταρτιστεί και τηρούνται από τους οργανισμούς πληρωμών σύμφωνα με άρθρο 3 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014, και στους οποίους εγγράφονται αντίστοιχα, σε χρέωση ή σε πίστωση, τα διάφορα στοιχεία των δαπανών και εσόδων που αναφέρονται στο άρθρο 16 του παρόντος κανονισμού, λαμβανομένων κατά περίπτωση υπόψη των ποσών δαπανών που έχουν καθοριστεί βάσει της γεωργικής νομοθεσίας του οικείου τομέα.

2.   Οι οργανισμοί πληρωμών ή οργανισμοί συντονισμού, κατά περίπτωση, διαβιβάζουν με ηλεκτρονικά μέσα, στην Επιτροπή, κάθε μήνα και κάθε έτος, με βάση τα υποδείγματα που παρέχει η Επιτροπή στα κράτη μέλη μέσω των μηχανογραφικών συστημάτων, τις απαιτούμενες για τη χρηματοδότηση των δαπανών δημόσιας αποθεματοποίησης πληροφορίες και τα δικαιολογητικά των σχετικών με τη δημόσια αποθεματοποίηση δαπανών και εσόδων, υπό τη μορφή πινάκων (πίνακες P-STO), έως την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) και την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2.

Άρθρο 20

Δηλώσεις δαπανών και εσόδων της δημόσιας παρέμβασης

1.   Η χρηματοδότηση από το ΕΓΤΕ στο πλαίσιο των μέτρων παρέμβασης που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 906/2014 είναι ίση με τις δαπάνες, οι οποίες υπολογίζονται με βάση τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν από τον οργανισμό πληρωμών, αφαιρουμένων των τυχόν εσόδων που προκύπτουν από τα μέτρα παρέμβασης, οι οποίες έχουν επικυρωθεί από το σύστημα πληροφορικής που έχει εγκαταστήσει η Επιτροπή, και οι οποίες έχουν καταχωριστεί από τον οργανισμό πληρωμών στη δήλωση δαπανών που έχει συνταχθεί σύμφωνα με το άρθρο 12 του παρόντος κανονισμού.

2.   Ποσά που ανακτώνται σύμφωνα με το άρθρο 54 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και τα ποσά που έχουν εισπραχθεί ή επιστραφεί από πωλητές, αγοραστές και αποθεματοποιητές, που πληρούν τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 43 του εν λόγω κανονισμού, δηλώνονται στον προϋπολογισμό του ΕΓΤΕ με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού.

ΤΜΗΜΑ 3

Λογαριασμοί του ΕΓΤΑΑ

Άρθρο 21

Πρόβλεψη των χρηματοδοτικών αναγκών

Για κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης που αναφέρεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), και σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή, δύο φορές κατ’ έτος, πριν από τις 31 Ιανουαρίου και το αργότερο στις 31 Αυγούστου, τις προβλέψεις τους για τα ποσά που πρέπει να χρηματοδοτηθούν από το ΕΓΤΑΑ για το οικονομικό έτος. Επιπλέον, τα κράτη μέλη υποβάλλουν επικαιροποιημένη εκτίμηση των αιτήσεων χρηματοδότησής τους για το επόμενο οικονομικό έτος.

Οι εν λόγω προβλέψεις και η επικαιροποιημένη εκτίμηση διαβιβάζονται μέσω ενός δομημένου συστήματος πληροφοριών με χρήση του μηχανογραφικού συστήματος SFC2014 που προβλέπεται στο κεφάλαιο I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 184/2014 της Επιτροπής (14).

Άρθρο 22

Δηλώσεις δαπανών

1.   Οι οργανισμοί πληρωμών δηλώνουν δαπάνες για κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013.

Για κάθε μέτρο αγροτικής ανάπτυξης, οι οργανισμοί πληρωμών προσδιορίζουν με δήλωση δαπανών:

α)

το ποσό της επιλέξιμης δημόσιας δαπάνης για την οποία ο οργανισμός πληρωμών έχει πράγματι καταβάλει την αντίστοιχη συμμετοχή του ΕΓΤΑΑ στη διάρκεια καθεμίας από τις περιόδους αναφοράς που καθορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου·

β)

τις πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής που αναφέρονται στο μέρος II τίτλος IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15)·

γ)

τις πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις προκαταβολές που καταβάλλονται σε δικαιούχους που αναφέρονται στο άρθρο 75 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013·

δ)

το ανακτηθέν ποσό κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Όταν η Επιτροπή εγκρίνει ένα πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο i) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τις δηλώσεις δαπανών τους εντός των ακόλουθων προθεσμιών:

α)

το αργότερο στις 30 Απριλίου, για τις δαπάνες της περιόδου από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Μαρτίου·

β)

το αργότερο στις 31 Ιουλίου, για τις δαπάνες της περιόδου από 1ης Απριλίου έως 30 Ιουνίου·

γ)

το αργότερο στις 10 Νοεμβρίου, για τις δαπάνες της περιόδου από 1ης Ιουλίου έως 15 Οκτωβρίου·

δ)

το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου, για τις δαπάνες της περιόδου από τις 16 Οκτωβρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου.

Ωστόσο, όλες οι δαπάνες που καταβάλλονται από τους οργανισμούς πληρωμών στους δικαιούχους σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, πριν από την έγκριση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, όπως ορίζει το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, πραγματοποιούνται υπό την ευθύνη των κρατών μελών και κοινοποιούνται στην Επιτροπή με την πρώτη δήλωση δαπανών μετά την έγκριση του σχετικού προγράμματος. Ο ίδιος κανόνας ισχύει, κατ’ αναλογία, σε περίπτωση τροποποίησης ενός προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης, σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013.

3.   Οι δηλώσεις δαπανών καταχωρίζονται με τη μορφή δομημένων δεδομένων από τους οργανισμούς πληρωμών για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης στο μηχανογραφικό σύστημα SFC2014 που προβλέπεται στο κεφάλαιο I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 184/2014.

4.   Όταν η Επιτροπή απαιτεί τη διενέργεια πρόσθετων ελέγχων λόγω παροχής ελλιπών ή ασαφών πληροφοριών ή ασυμφωνίας, ή διαφορετικής ερμηνείας ή άλλης ανακολουθίας σε σχέση με τις δηλώσεις δαπανών μιας περιόδου αναφοράς, ως αποτέλεσμα κυρίως μη κοινοποίησης των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 και πράξεων που εκδίδει η Επιτροπή βάσει του εν λόγω κανονισμού, ή λόγω σοβαρών ενδείξεων ότι στις δαπάνες που περιλαμβάνονταν στη δήλωση δαπανών ενδέχεται να επηρεάζονται από παρατυπία, ότι μπορεί να υπάρχουν ανεπάρκειες στη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για την αγροτική ανάπτυξη, το οικείο κράτος μέλος υποβάλλει, μετά από αίτημα της Επιτροπής, πρόσθετες πληροφορίες εντός προθεσμίας που ορίζεται στο εν λόγω αίτημα ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος.

Η προθεσμία για τις ενδιάμεσες πληρωμές που προβλέπονται στο άρθρο 36 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 μπορεί να διακοπεί για ολόκληρο ή μέρος του ποσού που αναγράφεται στην αίτηση πληρωμής, αρχής γενομένης από την ημερομηνία αποστολής της αίτησης παροχής πρόσθετων πληροφοριών μέχρι την παραλαβή των πληροφοριών αυτών, αλλά όχι για διάστημα μεγαλύτερο από την ανώτατη περίοδο που ορίζεται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013.

Εάν το οικείο κράτος μέλος δεν ανταποκριθεί στο αίτημα παροχής συμπληρωματικών στοιχείων εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην εν λόγω αίτηση ή εάν η απάντησή του δεν κριθεί ικανοποιητική ή αναφέρει ότι δεν έχουν τηρηθεί οι ισχύοντες κανόνες ή ότι έχει γίνει αντικανονική χρήση των ενωσιακών κονδυλίων, η Επιτροπή δύναται να αναστείλει ή να μειώσει τις πληρωμές σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

5.   Οι δαπάνες που δηλώθηκαν για μια περίοδο ενδέχεται να περιέχουν διορθώσεις των στοιχείων που δηλώθηκαν για τις προηγούμενες περιόδους δηλώσεων του ίδιου οικονομικού έτους.

Διορθώσεις των στοιχείων οι οποίες αφορούν τις δαπάνες και τα έσοδα ειδικού προορισμού που καταλογίζονται στο οικονομικό έτος και δεν έχουν γίνει ακόμη στις δηλώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), β) και γ) επιτρέπονται μόνο στο πλαίσιο των ετήσιων λογαριασμών που διαβιβάζονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 23

Υπολογισμός του πληρωτέου ποσού

1.   Η ενωσιακή συνεισφορά που πρόκειται να καταβληθεί για την επιλέξιμη δημόσια δαπάνη υπολογίζεται για κάθε μέτρο και για κάθε περίοδο αναφοράς με βάση το σχέδιο χρηματοδότησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013, που ισχύει την πρώτη ημέρα της εν λόγω περιόδου. Ο υπολογισμός λαμβάνει υπόψη τις διορθώσεις της συνεισφοράς της Ένωσης που περιλαμβάνονται στη δήλωση δαπανών για την εν λόγω περίοδο.

2.   Με την επιφύλαξη του ανώτατου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, όταν το συνολικό ύψος της συνεισφοράς της Ένωσης που έχει καταβληθεί στο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης υπερβαίνει το συνολικό ποσό που έχει προγραμματιστεί για ένα μέτρο αγροτικής ανάπτυξης, το πληρωτέο ποσό μειώνεται στο ύψος του προγραμματισμένου ποσού για το εν λόγω μέτρο. Κάθε συνεισφορά της Ένωσης που εξαιρείται για τον λόγο αυτό μπορεί να καταβληθεί αργότερα, με την επιφύλαξη ότι το κράτος μέλος θα έχει υποβάλει στην Επιτροπή τροποποιημένο χρηματοδοτικό σχέδιο και η Επιτροπή θα το έχει εγκρίνει.

3.   Η συνεισφορά της Ένωσης καταβάλλεται από την Επιτροπή, με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι, στον (στους) λογαριασμό(-ούς) που ανοίγει κάθε κράτος μέλος.

Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τον τίτλο ή τους αριθμούς των λογαριασμών, με βάση το μορφότυπο που θέτει στη διάθεσή του η Επιτροπή.

ΤΜΗΜΑ 4

Κοινές διατάξεις του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ

Άρθρο 24

Ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών και εγγράφων

1.   Η Επιτροπή καθορίζει τα μηχανογραφικά συστήματα που εξυπηρετούν την ηλεκτρονική ανταλλαγή εγγράφων και πληροφοριών μεταξύ αυτής και των κρατών μελών για τις κοινοποιήσεις και τη χρήση των στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 102 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και στις αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής του. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τους γενικούς όρους λειτουργίας των εν λόγω συστημάτων μέσω της επιτροπής των γεωργικών ταμείων.

2.   Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 μηχανογραφικά συστήματα μπορούν να επεξεργάζονται ιδίως:

α)

τα δεδομένα που είναι αναγκαία για τις χρηματοοικονομικές πράξεις, ιδίως εκείνες που αφορούν τους μηνιαίους και ετήσιους λογαριασμούς των οργανισμών πληρωμών, τις δηλώσεις δαπανών και εσόδων και τη διαβίβαση πληροφοριών και εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 και στα άρθρα 10, 11, 14, 15, 19, 20, 23 και 29 του παρόντος κανονισμού·

β)

τα έγγραφα κοινού ενδιαφέροντος που επιτρέπουν την παρακολούθηση των μηνιαίων και ετήσιων λογαριασμών και των πληροφοριών και εγγράφων που οι οργανισμοί πληρωμών οφείλουν να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής·

γ)

τα ενωσιακά κείμενα και τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής από τις αρχές που διαπιστεύονται και ορίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, καθώς και τις οδηγίες για την εναρμονισμένη εφαρμογή της συναφούς νομοθεσίας.

3.   Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των κρατών μελών τη μορφή και το περιεχόμενο των εγγράφων που αναφέρονται στα άρθρα 10, 19, 20, 23 και στο άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) με υποδείγματα μέσω των μηχανογραφικών συστημάτων.

Τα εν λόγω μοντέλα τροποποιούνται και ενημερώνονται από την Επιτροπή μετά από συνεννόηση με την επιτροπή των γεωργικών ταμείων.

4.   Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 μηχανογραφικά συστήματα μπορεί να περιέχουν τα εργαλεία που είναι απαραίτητα για την αποθήκευση των δεδομένων και για τη διαχείριση των λογαριασμών των ταμείων από την Επιτροπή, καθώς και τα εργαλεία που είναι απαραίτητα για τον υπολογισμό των κατ’ αποκοπή δαπανών ή των δαπανών που χρειάζονται για τη χρήση ομοιόμορφων μεθόδων, ιδίως όσον αφορά τις χρηματοοικονομικές δαπάνες και τις απαξιώσεις.

5.   Τα δεδομένα σχετικά με τις χρηματοοικονομικές πράξεις κοινοποιούνται, εισάγονται και ενημερώνονται στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 μηχανογραφικά συστήματα υπό την ευθύνη των οργανισμών πληρωμών, από τους ίδιους τους οργανισμούς πληρωμών ή από τους οργανισμούς στους οποίους έχει ανατεθεί αυτό το καθήκον, κατά περίπτωση μέσω των διαπιστευμένων οργανισμών συντονισμού σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

6.   Όταν για έγγραφο ή διαδικασία που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 ή στις πράξεις που εκδίδει η Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού απαιτείται η υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου ή η έγκριση ενός προσώπου σε ένα ή περισσότερα στάδια της διαδικασίας, τα μηχανογραφικά συστήματα που δημιουργούνται για την κοινοποίηση αυτών των εγγράφων πρέπει να επιτρέπουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση κάθε προσώπου και να παρέχουν εύλογες διασφαλίσεις ότι είναι αδύνατη η αλλοίωση του περιεχομένου των εγγράφων, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία. Όσον αφορά τις δηλώσεις δαπανών και τη διαχειριστική δήλωση που επισυνάπτονται στους ετήσιους λογαριασμούς, σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημεία i) και iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα έγγραφα που διαβιβάζονται ηλεκτρονικώς τηρούνται επίσης στην αρχική τους μορφή από τους οργανισμούς πληρωμών ή, κατά περίπτωση, από τους διαπιστευμένους οργανισμούς συντονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 4 του ίδιου κανονισμού.

7.   Τα ηλεκτρονικά και σε ψηφιακή μορφή έγγραφα τηρούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 32 του παρόντος κανονισμού.

8.   Σε περίπτωση δυσλειτουργίας ενός μηχανογραφικού συστήματος ή όταν η σύνδεση δεν είναι συνεχής, το κράτος μέλος μπορεί, με την προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής, να διαβιβάσει τα έγγραφα σε άλλη μορφή και υπό όρους που καθορίζει η Επιτροπή.

Άρθρο 25

Αναστολή της πληρωμής σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής

Οι εκτελεστικές πράξεις που καθορίζουν τις μηνιαίες πληρωμές οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, ή τις ενδιάμεσες πληρωμές που αναφέρονται στο άρθρο 36 του εν λόγω κανονισμού, λαμβάνουν υπόψη την αναστολή πληρωμών που αποφασίζεται σύμφωνα με το άρθρο 42 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 26

Απόκτηση δορυφορικών εικόνων

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, κάθε κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή, το αργότερο έως την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους:

α)

αν επιθυμεί να αποκτήσει η Επιτροπή τις δορυφορικές εικόνες που είναι αναγκαίες για το πρόγραμμα ελέγχων του και/ή για την αξιολόγηση της ποιότητας του συστήματος αναγνώρισης αγροτεμαχίων·

β)

την έκταση που πρόκειται να ελεγχθεί και τον αριθμό των προγραμματισμένων ζωνών ελέγχου.

2.   Τα κράτη μέλη που ζητούν από την Επιτροπή να λάβει τις δορυφορικές εικόνες καθορίζουν, σε συνεργασία με την Επιτροπή και πριν από τις 15 Ιανουαρίου μετά την κοινοποίηση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τις ζώνες που πρέπει να καλυφθούν και το χρονοδιάγραμμα για την απόκτηση αυτών των εικόνων.

3.   Η Επιτροπή παρέχει δωρεάν στους εντεταλμένους υπαλλήλους των κρατών μελών τις δορυφορικές εικόνες που έχει αποκτήσει. Οι υπάλληλοι πρέπει να τηρούν τις διατάξεις σχετικά με τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας που ορίζονται στις συμβάσεις με τους προμηθευτές και να επιστρέψουν τις εικόνες μετά την ολοκλήρωση των εργασιών.

4.   Εάν οι συνολικές αιτήσεις που παραλαμβάνονται από τα κράτη μέλη υπερβαίνουν τον διαθέσιμο προϋπολογισμό για την εφαρμογή του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, η Επιτροπή αποφασίζει σχετικά με τον περιορισμό των δορυφορικών εικόνων που θα παρασχεθούν, με στόχο την αποτελεσματικότερη δυνατή χρήση των διαθέσιμων πόρων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1

Είσπραξη οφειλών

Άρθρο 27

Τόκοι που εφαρμόζονται στην ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών

1.   Πλην διαφορετικών διατάξεων της τομεακής γεωργικής νομοθεσίας, οι τόκοι για αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν λόγω παρατυπίας ή αμέλειας υπολογίζονται για την περίοδο που μεσολαβεί μεταξύ της λήξης της προθεσμίας πληρωμής για τον δικαιούχο που αναφέρεται στην εντολή ανάκτησης έως την ημερομηνία της επιστροφής ή της αφαίρεσης. Η προθεσμία πληρωμής δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 60 ημέρες από την ημερομηνία της εντολής ανάκτησης.

2.   Το επιτόκιο δεν είναι σε καμία περίπτωση κατώτερο από το επιτόκιο που προβλέπει η εθνική νομοθεσία για την ανάκτηση συγκρίσιμων δαπανών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως ή για την είσπραξη οφειλόμενων απαιτήσεων.

Άρθρο 28

Πλήρης ανάκτηση με συμψηφισμό

Με την επιφύλαξη άλλων εκτελεστικών μέτρων που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη συμψηφίζουν τις τυχόν εκκρεμείς οφειλές ενός δικαιούχου, οι οποίες έχουν βεβαιωθεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, με μελλοντικές πληρωμές που πρόκειται να καταβάλει στον εν λόγω δικαιούχο ο αρμόδιος για την ανάκτηση της οφειλής οργανισμός πληρωμών.

ΤΜΗΜΑ 2

Εκκαθάριση

Άρθρο 29

Περιεχόμενο των ετήσιων λογαριασμών

Οι ετήσιοι λογαριασμοί που αναφέρονται στο άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 περιλαμβάνουν:

α)

τα έσοδα ειδικού προορισμού που προβλέπονται στο άρθρο 43 του εν λόγω κανονισμού·

β)

τις δαπάνες του ΕΓΤΕ, μετά την αφαίρεση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών που δεν έχουν ανακτηθεί στο τέλος του οικονομικού έτους, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο στ) του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών τόκων, οι οποίες συνοψίζονται ανά θέση και υποδιαίρεση του ενωσιακού προϋπολογισμού·

γ)

τις δαπάνες του ΕΓΤΑΑ ανά πρόγραμμα, μέτρο και ειδική εισφορά εστίασης. Η ετήσια δήλωση δαπανών περιλαμβάνει επίσης πληροφορίες σχετικά με τα ανακτηθέντα ποσά. Μετά το κλείσιμο του προγράμματος, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά που δεν έχουν ανακτηθεί, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο στ) του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων των σχετικών τόκων, αφαιρούνται από τις δαπάνες του σχετικού οικονομικού έτους·

δ)

πίνακα διαφορών ανά θέση και υποδιαίρεση του προϋπολογισμού ή, στην περίπτωση του ΕΓΤΑΑ, ανά πρόγραμμα, μέτρο, ειδικό ποσοστό συνεισφοράς και τομέα εστίασης, μεταξύ των δαπανών και εσόδων ειδικού προορισμού που δηλώνονται στους ετήσιους λογαριασμούς και εκείνων που δηλώνονται για την ίδια περίοδο στα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το ΕΓΤΕ, και στο άρθρο 22 παράγραφος 2 όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, παρέχοντας εξήγηση για την κάθε διαφορά·

ε)

χωριστά, τα ποσά που βαρύνουν αντίστοιχα το οικείο κράτος μέλος και την Ένωση, σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013·

στ)

τον πίνακα των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών που πρέπει να ανακτηθούν στο τέλος του οικονομικού έτους συνεπεία των παρατυπιών κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου (16), περιλαμβανομένων των πιθανών κυρώσεων που προβλέπονται από τις ισχύουσες τομεακές κανονιστικές διατάξεις της Ένωσης και των τόκων τους, σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού·

ζ)

απόσπασμα από το βιβλίο οφειλετών των ποσών που πρέπει να ανακτηθούν και να πιστωθούν είτε στο ΕΓΤΕ είτε στο ΕΓΤΑΑ, εκτός από τα ποσά που αναφέρονται στα σημεία β), γ) και στ) του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χρηματικών ποινών και τόκων, σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού·

η)

περίληψη των ενεργειών παρέμβασης και κατάσταση των ποσοτήτων και της θέσης των αποθεμάτων στο τέλος του οικονομικού έτους·

θ)

επιβεβαίωση ότι οι λεπτομέρειες κάθε κίνησης των αποθεμάτων παρέμβασης καταγράφονται στα αρχεία του οργανισμού πληρωμών·

ι)

τον ισολογισμό κλεισίματος στο τέλος του οικονομικού έτους του συνόλου των προκαταβολών που δεν χρησιμοποιήθηκαν / δεν εκκαθαρίστηκαν, οι οποίες καταβλήθηκαν από τα κράτη μέλη στους δικαιούχους, αναλυτικά ανά μέτρο για το ΕΓΤΕ και ανά πρόγραμμα για το ΕΓΤΑΑ, συμπεριλαμβανομένων των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής για το ΕΓΤΑΑ. Για τα μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής, ο ισολογισμός κλεισίματος αφορά ποσά που καταβλήθηκαν από την Επιτροπή τα οποία δεν έχουν χρησιμοποιηθεί από τα κράτη μέλη για πληρωμές στους τελικούς δικαιούχους ούτε έχουν αναληφθεί για συμβάσεις εγγυήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013.

Άρθρο 30

Διαβίβαση πληροφοριών

1.   Για τους σκοπούς της εκκαθάρισης των λογαριασμών σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στην Επιτροπή:

α)

τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στους ετήσιους λογαριασμούς, σύμφωνα με το άρθρο 29 του παρόντος κανονισμού·

β)

τις γνωμοδοτήσεις και τις εκθέσεις που συντάσσονται από τον οργανισμό ή τους οργανισμούς πιστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος κανονισμού·

γ)

την πλήρη καταχώριση όλων των λογιστικών στοιχείων που απαιτούνται για στατιστικούς και ελεγκτικούς σκοπούς·

δ)

τη διαχειριστική δήλωση που προβλέπεται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 έγγραφα και λογιστικά στοιχεία αποστέλλονται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 15 Φεβρουαρίου του έτους μετά το τέλος του οικονομικού έτους στο οποίο αναφέρονται. Τα έγγραφα που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και δ) της εν λόγω παραγράφου αποστέλλονται σε ένα αντίγραφο συνοδευόμενα από ηλεκτρονικό αντίγραφο, σύμφωνα με το μορφότυπο και υπό τους όρους που θεσπίζει η Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του άρθρου 24.

3.   Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής ή με πρωτοβουλία ενός κράτους μέλους, είναι δυνατόν να αποσταλούν στην Επιτροπή πρόσθετα στοιχεία σχετικά με την εκκαθάριση των λογαριασμών, εντός προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο του έργου που απαιτείται για την παροχή των εν λόγω στοιχείων. Ελλείψει των εν λόγω στοιχείων, η Επιτροπή δύναται να προβεί σε εκκαθάριση των λογαριασμών βάσει των στοιχείων που έχει στη διάθεσή της.

4.   Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή δύναται να αποδεχθεί αίτημα για καθυστέρηση της υποβολής των στοιχείων εάν το συγκεκριμένο αίτημα της υποβληθεί εντός της σχετικής προθεσμίας υποβολής.

Άρθρο 31

Μορφή και περιεχόμενο των λογιστικών στοιχείων

1.   Η μορφή και το περιεχόμενο των λογιστικών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και ο τρόπος διαβίβασής τους στην Επιτροπή παρέχονται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 991/2013 της Επιτροπής (17).

2.   Τα λογιστικά στοιχεία χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή με μοναδικό σκοπό:

α)

την εκτέλεση των καθηκόντων της στο πλαίσιο της εκκαθάρισης λογαριασμών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013·

β)

την παρακολούθηση των εξελίξεων και την πραγματοποίηση προβλέψεων στον τομέα της γεωργίας.

Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) έχουν πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.   Όποια προσωπικά δεδομένα περιλαμβάνονται στα συγκεντρωθέντα λογιστικά στοιχεία υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο για τους σκοπούς που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2. Ειδικότερα, εάν η Επιτροπή χρησιμοποιεί τα λογιστικά στοιχεία για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), οφείλει να καταστήσει τα εν λόγω στοιχεία ανώνυμα και να τα επεξεργάζεται μόνο σε συγκεντρωτική μορφή.

4.   Οι ερωτήσεις σχετικά με την επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους στην Επιτροπή όπως ορίζεται στο παράρτημα IV.

5.   Η Επιτροπή διασφαλίζει το απόρρητο και την ασφαλή τήρηση των λογιστικών στοιχείων.

Άρθρο 32

Φύλαξη λογιστικών στοιχείων

1.   Τα παραστατικά που αφορούν τις χρηματοδοτούμενες δαπάνες και τα έσοδα για ειδικό προορισμό τα οποία εισπράττονται από το ΕΓΤΕ τηρούνται και είναι στη διάθεση της Επιτροπής τουλάχιστον επί τρία έτη μετά το έτος κατά το οποίο η Επιτροπή εκκαθαρίζει τους λογαριασμούς του σχετικού οικονομικού έτους, βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

2.   Τα παραστατικά που αφορούν τις χρηματοδοτούμενες δαπάνες και τα έσοδα για ειδικό προορισμό τα οποία εισπράττονται από το ΕΓΤΑΑ τηρούνται και είναι στη διάθεση της Επιτροπής τουλάχιστον επί τρία έτη μετά το έτος κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η τελική πληρωμή από τον οργανισμό πληρωμών.

3.   Σε περίπτωση παρατυπιών ή παραλείψεων, τα παραστατικά που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 πρέπει να τηρούνται και να είναι στη διάθεση της Επιτροπής τουλάχιστον επί τρία έτη μετά το έτος κατά το οποίο τα ποσά ανακτώνται πλήρως από τον δικαιούχο και πιστώνονται στα ταμεία, ή κατά το οποίο καθορίζονται οι οικονομικές συνέπειες της μη ανάκτησης βάσει του άρθρου 54 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

4.   Σε περίπτωση διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα παραστατικά που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου φυλάσσονται στη διάθεση της Επιτροπής τουλάχιστον επί ένα έτος μετά από αυτό κατά το οποίο έχει ολοκληρωθεί η εν λόγω διαδικασία ή, εάν η απόφαση για τη συμμόρφωση εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τουλάχιστον επί ένα έτος μετά το έτος περαίωσης της εν λόγω διαδικασίας.

5.   Τα παραστατικά που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4 φυλάσσονται στη διάθεση της Επιτροπής σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή και/ή στις δύο μορφές.

Τα εν λόγω έγγραφα μπορούν να φυλάσσονται αποκλειστικά σε ηλεκτρονική μορφή μόνο αν το εθνικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους επιτρέπει τη χρήση ηλεκτρονικών εγγράφων ως αποδεικτικών στοιχείων για τις υποκείμενες πράξεις ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

Εάν τα έγγραφα φυλάσσονται μόνο σε ηλεκτρονική μορφή, το χρησιμοποιούμενο για τον σκοπό αυτό σύστημα πρέπει να είναι σύμφωνο με το τμήμα 3(B) του παραρτήματος I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014.

Άρθρο 33

Δημοσιονομική εκκαθάριση

1.   Η απόφαση της Επιτροπής για την εκκαθάριση των λογαριασμών που προβλέπεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 καθορίζει τα ποσά των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν σε κάθε κράτος μέλος κατά τη διάρκεια του σχετικού οικονομικού έτους, τα οποία αναγνωρίζεται ότι καταλογίζονται στα ταμεία βάσει των λογαριασμών που αναφέρονται στο άρθρο 29 του παρόντος κανονισμού και όποιων μειώσεων και αναστολών βάσει του άρθρου 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Η απόφαση καθορίζει επίσης τα ποσά που χρεώνονται στην Ένωση και στο οικείο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, το ποσό που καθορίζεται από την απόφαση εκκαθάρισης των λογαριασμών περιλαμβάνει τα κονδύλια που μπορεί να επαναχρησιμοποιήσει το οικείο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 56 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1306/2013.

2.   Όσον αφορά το ΕΓΤΕ, το ποσό το οποίο, ως αποτέλεσμα της απόφασης εκκαθάρισης λογαριασμών, είναι ανακτήσιμο από κάθε κράτος μέλος ή πληρωτέο σε αυτό προκύπτει από την αφαίρεση των μηνιαίων πληρωμών του σχετικού οικονομικού έτους από τις δαπάνες που αναγνωρίζονται για το ίδιο έτος σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η Επιτροπή αφαιρεί ή προσθέτει το εν λόγω ποσό στη μηνιαία πληρωμή που αφορά τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν εντός του δεύτερου μήνα από την απόφαση εκκαθάρισης λογαριασμών.

Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, το ποσό το οποίο, ως αποτέλεσμα της απόφασης εκκαθάρισης λογαριασμών, είναι ανακτήσιμο από κάθε κράτος μέλος ή πληρωτέο σε αυτό προκύπτει από την αφαίρεση των ενδιάμεσων πληρωμών του σχετικού οικονομικού έτους από τις δαπάνες που αναγνωρίζονται για το ίδιο έτος σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Η Επιτροπή αφαιρεί ή προσθέτει το εν λόγω ποσό στην πρώτη πληρωμή για την οποία υποβάλλεται δήλωση δαπανών από το κράτος μέλος, μετά τη λήψη της απόφασης δυνάμει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

3.   Η Επιτροπή κοινοποιεί στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τα αποτελέσματα της εξακρίβωσης των στοιχείων που της διαβιβάστηκαν, καθώς και τις τροποποιήσεις που προτείνει, το αργότερο έως τις 30 Απριλίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους.

4.   Εάν, για λόγους οφειλόμενους στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να εκκαθαρίσει τους λογαριασμούς του κράτους μέλους πριν από τις 31 Μαΐου του επόμενου έτους, κοινοποιεί στο εν λόγω κράτος μέλος τις συμπληρωματικές έρευνες που προτίθεται να διενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στα έσοδα για ειδικό προορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 43 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 34

Εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση

1.   Για να καθοριστούν τα ποσά που πρέπει να αποκλειστούν από την ενωσιακή χρηματοδότηση όταν διαπιστώνεται ότι οι δαπάνες δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες, η Επιτροπή χρησιμοποιεί τα δικά της πορίσματα και λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες που παρέχονται από τα κράτη μέλη, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται έγκαιρα, εντός των προθεσμιών που καθορίζει η Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Εάν, ως αποτέλεσμα έρευνας, η Επιτροπή θεωρήσει ότι οι δαπάνες δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες, κοινοποιεί τα πορίσματά της στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, προσδιορίζοντας τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να διασφαλιστεί η μελλοντική συμμόρφωση με τους εν λόγω κανόνες και αναφέροντας το προσωρινό ύψος της δημοσιονομικής διόρθωσης που θεωρεί ότι αντιστοιχεί στα εν λόγω πορίσματα σε εκείνο το στάδιο της διαδικασίας. Η εν λόγω κοινοποίηση περιέχει επίσης χρονοδιάγραμμα διμερούς σύσκεψης εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη της προθεσμίας για την απάντηση του κράτους μέλους. Η κοινοποίηση περιέχει παραπομπή στο παρόν άρθρο.

Το κράτος μέλος απαντά εντός δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης. Στην απάντησή του, το κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα, ιδίως, να:

α)

αποδείξει στην Επιτροπή ότι η πραγματική έκταση της μη συμμόρφωσης ή του κινδύνου για τα ταμεία είναι μικρότερη από αυτήν που ανέφερε η Επιτροπή·

β)

ενημερώσει την Επιτροπή σχετικά με τα διορθωτικά μέτρα που έχει λάβει για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τους ενωσιακούς κανόνες και την πραγματική ημερομηνία εφαρμογής τους.

Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του κράτους μέλους, να επιτρέψει παράταση της δίμηνης περιόδου κατά δύο μήνες κατ’ ανώτατο όριο. Το αίτημα απευθύνεται στην Επιτροπή πριν από την εκπνοή του εν λόγω διαστήματος.

Εάν το κράτος μέλος θεωρεί ότι μια διμερής σύσκεψη δεν είναι αναγκαία, ενημερώνει την Επιτροπή στην απάντησή του στην προαναφερθείσα κοινοποίηση.

3.   Κατά τη διμερή σύσκεψη, και τα δύο μέρη καταβάλλουν προσπάθειες να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν καθώς και με την εκτίμηση της σοβαρότητας της παράβασης και της οικονομικής ζημίας που προκλήθηκε στον ενωσιακό προϋπολογισμό.

Η Επιτροπή συντάσσει, εντός 30 εργάσιμων ημερών από τη διμερή συνάντηση, τα πρακτικά και τα διαβιβάζει στο κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους στην Επιτροπή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή των πρακτικών.

Εντός έξι μηνών από την αποστολή των πρακτικών της διμερούς σύσκεψης, η Επιτροπή κοινοποιεί επισήμως τα συμπεράσματά της στο κράτος μέλος, βάσει των πληροφοριών που έλαβε στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση. Η ανακοίνωση αυτή αξιολογεί τις δαπάνες που πρέπει να αποκλειστούν από την ενωσιακή χρηματοδότηση δυνάμει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και του άρθρο 12 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014. Η ανακοίνωση περιέχει παραπομπή στο άρθρο 40 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

4.   Εάν το κράτος μέλος έχει κάνει χρήση της διαδικασίας συμβιβασμού που προβλέπεται στο άρθρο 40, η Επιτροπή ανακοινώνει τα συμπεράσματά της στο κράτος μέλος το αργότερο έξι μήνες μετά από:

α)

την παραλαβή της έκθεσης του οργάνου συμβιβασμού· ή

β)

την παραλαβή των πρόσθετων πληροφοριών από το κράτος μέλος εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 40 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.

5.   Για να εφαρμόσει τις παραγράφους 3 και 4 εντός των αντίστοιχων χρονικών περιόδων, η Επιτροπή θα έχει στη διάθεσή της όλες τις πληροφορίες σχετικά με το συγκεκριμένο στάδιο της διαδικασίας. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν έχει στη διάθεσή της όλες τις πληροφορίες, μπορεί ανά πάσα στιγμή και εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 4:

α)

να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες από το κράτος μέλος, αίτημα στο οποίο το κράτος μέλος απαντά εντός δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης· και/ή

β)

να ενημερώσει το κράτος μέλος για την πρόθεσή της να πραγματοποιήσει πρόσθετη αποστολή ελέγχου για τη διενέργεια των αναγκαίων επαληθεύσεων.

Σε αυτή την περίπτωση, τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 αρχίζουν να υπολογίζονται εκ νέου, είτε με την παραλαβή από την Επιτροπή των πρόσθετων πληροφοριών που ζήτησε είτε από την τελευταία ημέρα της αποστολής συμπληρωματικού ελέγχου.

6.   Κατά την αξιολόγηση των δαπανών που θα εξαιρεθούν από την ενωσιακή χρηματοδότηση, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται από το κράτος μέλος μετά την επίσημη κοινοποίηση της Επιτροπής που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο μπορεί να λαμβάνονται υπόψη μόνο:

α)

εάν είναι αναγκαίο προκειμένου να αποφευχθεί η σοβαρή υπερεκτίμηση της οικονομικής ζημίας που προκλήθηκε στον προϋπολογισμό της Ένωσης· και

β)

εάν η καθυστερημένη διαβίβαση των πληροφοριών δικαιολογείται από εξωτερικούς παράγοντες και δεν θέτει σε κίνδυνο την έγκαιρη έγκριση εκ μέρους της Επιτροπής της απόφασης δυνάμει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

7.   Η Επιτροπή, αφού κοινοποιήσει τα συμπεράσματά της στα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 3 ή 4 του παρόντος κανονισμού, εκδίδει, κατά περίπτωση, μία ή περισσότερες αποφάσεις βάσει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, με σκοπό να αποκλείσει από την ενωσιακή χρηματοδότηση δαπάνες που δεν είναι σύμφωνες με τους ενωσιακούς κανόνες. Η Επιτροπή μπορεί να εφαρμόζει συνεχείς διαδικασίες εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, μέχρις ότου το κράτος μέλος εφαρμόσει πράγματι τα διορθωτικά μέτρα.

8.   Όσον αφορά το ΕΓΤΕ, η Επιτροπή επιβάλλει μειώσεις από την ενωσιακή χρηματοδότηση στις μηνιαίες πληρωμές που αφορούν τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τον δεύτερο μήνα που έπεται της απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, η Επιτροπή μειώνει την ενωσιακή χρηματοδότηση όσον αφορά την πληρωμή για την οποία υποβάλλεται δήλωση δαπανών από το κράτος μέλος μετά τη λήψη της απόφασης δυνάμει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Ωστόσο, μετά από αίτημα του κράτους μέλους και κατόπιν διαβούλευσης με την επιτροπή γεωργικών ταμείων, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει απόφαση που καθορίζει διαφορετική ημερομηνία για τις μειώσεις ή επιτρέπει την επιστροφή δαπανών σε δόσεις, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τη σπουδαιότητα των μειώσεων που περιλαμβάνονται σε εκτελεστική πράξη η οποία εκδίδεται βάσει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

9.   Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που κοινοποιούνται στο οικείο κράτος μέλος, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει τις προθεσμίες που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4.

10.   Οι παράγραφοι 1 έως 9 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στα έσοδα για ειδικό προορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 43 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 35

Απόφαση για τη μη έναρξη ή τη συνέχιση έρευνας για εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση

1.   Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να μην αρχίσει ή να μη συνεχίσει μια έρευνα για εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση, σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, όταν εκτιμά ότι η ενδεχόμενη δημοσιονομική διόρθωση για τη μη συμμόρφωση, που εντοπίζεται ως αποτέλεσμα μιας έρευνας που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2, δεν υπερβαίνει τις 50 000 ευρώ και το 2 % των σχετικών δαπανών ή των προς ανάκτηση ποσών.

2.   Όταν η Επιτροπή μειώνει τις μηνιαίες πληρωμές σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, μπορεί να αποφασίσει να μην κινήσει ή να μη συνεχίσει μια έρευνα σχετικά με εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 52 του εν λόγω κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι το οικείο κράτος μέλος δεν έχει εκφράσει την αντίρρησή του για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 36

Όργανο συμβιβασμού

Για τους σκοπούς της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση που προβλέπεται στο άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, συγκροτείται ένα όργανο συμβιβασμού, το οποίο ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

εξετάζει κάθε θέμα που του παραπέμπει το κράτος μέλος που έλαβε επίσημη κοινοποίηση από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης των δαπανών τις οποίες η Επιτροπή προτίθεται να αποκλείσει από την ενωσιακή χρηματοδότηση·

β)

αναλαμβάνει να συμβιβάσει τις αποκλίνουσες θέσεις της Επιτροπής και του οικείου κράτους μέλους·

γ)

μετά το πέρας της εξέτασης, συντάσσει έκθεση με τα αποτελέσματα της προσπάθειας συμβιβασμού, διατυπώνοντας τις παρατηρήσεις που θεωρεί χρήσιμες σε περίπτωση που εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές ως προς όλα ή ορισμένα ζητήματα.

Άρθρο 37

Σύνθεση του οργάνου συμβιβασμού

1.   Το όργανο συμβιβασμού απαρτίζεται τουλάχιστον από πέντε μέλη, τα οποία επιλέγονται μεταξύ εξεχουσών προσωπικοτήτων που παρέχουν όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας και διαθέτουν ειδίκευση υψηλού επίπεδου σε θέματα που αφορούν τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της αγροτικής ανάπτυξης, ή στις πρακτικές δημοσιονομικού ελέγχου.

Τα μέλη πρέπει να είναι υπήκοοι διαφορετικών κρατών μελών.

2.   Ο πρόεδρος, τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη διορίζονται από την Επιτροπή για αρχική θητεία τριών ετών, κατόπιν διαβούλευσης με την επιτροπή των γεωργικών ταμείων.

Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί κάθε φορά για ένα μόνο έτος, αφού ενημερωθεί η επιτροπή γεωργικών ταμείων. Ωστόσο, εάν ο προς διορισμό πρόεδρος είναι ήδη μέλος του οργάνου συμβιβασμού, η αρχική του θητεία ως προέδρου είναι τρία έτη.

Τα ονόματα του προέδρου, των μελών και των αναπληρωματικών μελών δημοσιοποιούνται στη σειρά «C» της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Τα μέλη του οργάνου συμβιβασμού αμείβονται με βάση τον χρόνο που απαιτείται για να ασκήσουν στα καθήκοντά τους. Οι αμοιβές καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για το προσωπικό της Επιτροπής.

4.   Μετά τη λήξη της θητείας τους, ο πρόεδρος και τα μέλη παραμένουν εν ενεργεία έως ότου αντικατασταθούν ή έως ότου ανανεωθεί η θητεία τους.

5.   Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με την επιτροπή γεωργικών ταμείων, μπορεί να θέσει τέρμα στη θητεία μελών που δεν πληρούν πλέον τους όρους που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους εντός του οργάνου συμβιβασμού ή τα οποία για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι διαθέσιμα επί ακαθόριστο χρονικό διάστημα.

Σε αυτή την περίπτωση, το σχετικό μέλος αντικαθίσταται για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της θητείας του από ένα αναπληρωματικό μέλος, ενώ ενημερώνεται η επιτροπή γεωργικών ταμείων.

Εάν λήξει η θητεία του προέδρου, το μέλος το οποίο πρόκειται να αναλάβει καθήκοντα προέδρου για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα για το οποίο είχε διοριστεί ο πρόεδρος διορίζεται από την Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσής της με την επιτροπή γεωργικών ταμείων.

Άρθρο 38

Ανεξαρτησία του οργάνου συμβιβασμού

1.   Τα μέλη του οργάνου συμβιβασμού εκτελούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία και δεν επιζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από την Επιτροπή, οποιαδήποτε κυβέρνηση ή οργανισμό.

Τα μέλη δεν συμμετέχουν στις εργασίες του οργάνου συμβιβασμού ούτε υπογράφουν έκθεση εάν σε προηγούμενη θητεία είχαν εμπλακεί προσωπικά στο υπό κρίση θέμα.

2.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 287 της Συνθήκης, τα μέλη δεν αποκαλύπτουν καμία πληροφορία της οποίας έλαβαν γνώση στο πλαίσιο της εργασίας τους εντός του οργάνου συμβιβασμού. Οι εν λόγω πληροφορίες είναι εμπιστευτικές και καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 39

Ρυθμίσεις λειτουργίας

1.   Οι συνεδριάσεις του οργάνου συμβιβασμού πραγματοποιούνται στην έδρα της Επιτροπής. Ο πρόεδρος προετοιμάζει και οργανώνει τις εργασίες. Σε περίπτωση απουσίας του προέδρου και με την επιφύλαξη του άρθρου 37 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο, τα καθήκοντα προέδρου ασκεί το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος.

Η γραμματεία του οργάνου συμβιβασμού παρέχεται από την Επιτροπή.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 38 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, οι εκθέσεις εγκρίνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, ενώ ο απαιτούμενος αριθμός μελών για την έκδοση αποφάσεων είναι τρία.

Οι εκθέσεις υπογράφονται από τον πρόεδρο και τα μέλη που έλαβαν μέρος στις συσκέψεις. Συνυπογράφονται από τη γραμματεία.

Άρθρο 40

Διαδικασία συμβιβασμού

1.   Ένα κράτος μέλος δύναται να προσφύγει ενώπιον του οργάνου συμβιβασμού εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της επίσημης κοινοποίησης της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, αποστέλλοντας αιτιολογημένη αίτηση συμβιβασμού στη γραμματεία του οργάνου συμβιβασμού.

Η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται και η διεύθυνση της γραμματείας κοινοποιούνται στα κράτη μέλη μέσω της επιτροπής γεωργικών ταμείων.

2.   Η αίτηση συμβιβασμού γίνεται δεκτή μόνον εφόσον, σύμφωνα με την κοινοποίηση της Επιτροπής, το ποσό που προβλέπεται να αποκλειστεί από την κοινοτική χρηματοδότηση:

α)

υπερβαίνει το 1 εκατ. ευρώ·

ή

β)

αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 25 % των ετήσιων συνολικών δαπανών του κράτους μέλους για τα σχετικά κονδύλια του προϋπολογισμού.

Επιπροσθέτως, εάν κατά τις προγενέστερες διαβουλεύσεις το κράτος μέλος επικαλέστηκε και απέδειξε ότι πρόκειται για θέμα αρχής σχετικό με την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων, ο πρόεδρος του οργάνου συμβιβασμού μπορεί να κάνει δεκτή την αίτηση συμβιβασμού. Ωστόσο, η εν λόγω αίτηση δεν γίνεται δεκτή εάν αφορά αποκλειστικά και μόνο θέμα νομικής ερμηνείας.

3.   Το όργανο συμβιβασμού διεξάγει τις έρευνές του κατά τρόπο όσο το δυνατόν άτυπο και ταχύ, βασιζόμενο αποκλειστικά στα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή κατά τον χρόνο της κοινοποίησης των επίσημων συμπερασμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 3 και παρέχοντας ακρόαση στην Επιτροπή και στις ενδιαφερόμενες εθνικές αρχές.

Ωστόσο, εάν το κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο να περιλάβει στην αίτηση συμβιβασμού πληροφορίες που δεν έχουν κοινοποιηθεί ακόμη στην Επιτροπή, το όργανο συμβιβασμού μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να αξιολογήσει αυτές τις νέες πληροφορίες μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 34 παράγραφος 6. Οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται στην Επιτροπή το αργότερο δύο μήνες μετά την αποστολή της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 36 στοιχείο γ).

4.   Εάν, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία που του υποβάλλεται μια υπόθεση, το όργανο συμβιβασμού δεν είναι σε θέση να συμβιβάσει τις θέσεις της Επιτροπής και του κράτους μέλους, η διαδικασία συμβιβασμού θεωρείται ότι έχει αποτύχει.

Η έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 36 στοιχείο γ) αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν ήταν δυνατό να υπάρξει συμβιβασμός. Αναφέρεται εάν έχει επιτευχθεί κάποια μερική συμφωνία κατά τη διαδικασία και αν το όργανο συμβιβασμού καλεί την Επιτροπή να εξετάσει νέες πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο.

Η έκθεση αποστέλλεται:

α)

στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος·

β)

στην Επιτροπή, η οποία την εξετάζει πριν διαβιβάσει τα συμπεράσματά της στο κράτος μέλος·

γ)

στα άλλα κράτη μέλη στο πλαίσιο της επιτροπής γεωργικών ταμείων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Γενικοί κανόνεσ

Άρθρο 41

Μείωση των επιτόπιων ελέγχων

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μειώσουν τον ελάχιστο αριθμό των επιτόπιων ελέγχων, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο οργανισμός πιστοποίησης έχει εκδώσει, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, γνωμοδότηση που επιβεβαιώνει τόσο ότι το σύστημα εσωτερικού ελέγχου λειτουργεί σωστά όσο και ότι το ποσοστό σφάλματος για τον συγκεκριμένο πληθυσμό ήταν κατώτερο από το όριο σημαντικότητας του 2,0 % επί δύο τουλάχιστον συνεχή οικονομικά έτη που προηγούνται του έτους στο οποίο προβλέπεται να εφαρμοστεί το μειωμένο ποσοστό ελέγχων·

β)

η Επιτροπή δεν έχει ενημερώσει το οικείο κράτος μέλος ότι δεν μπορεί να δεχτεί την αναφερόμενη στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου γνωμοδότηση που εξέδωσε ο οργανισμός πιστοποίησης στο πλαίσιο του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013· και

γ)

η Επιτροπή:

i)

δεν έχει ενημερώσει το εν λόγω κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, ότι υπάρχουν αδυναμίες στο σύστημα ελέγχου του επιμέρους καθεστώτος στήριξης ή του μέτρου, ή

ii)

ικανοποιείται, εφαρμόζοντας το άρθρο 34 του παρόντος κανονισμού, από τα διορθωτικά μέτρα που έλαβε το οικείο κράτος μέλος όταν αυτό ενημερώθηκε σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 για τις αδυναμίες στο σύστημα ελέγχου του επιμέρους καθεστώτος στήριξης ή του μέτρου και ενημέρωσε σχετικά το κράτος μέλος.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μειώσουν τον ελάχιστο αριθμό επιτόπιων ελέγχων σύμφωνα με τα επίπεδα και, κατά περίπτωση, τις πρόσθετες προϋποθέσεις που ορίζονται στην τομεακή νομοθεσία.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για την απόφασή τους να μειώνουν το ελάχιστο ποσοστό επιτόπιων ελέγχων αμέσως μετά την έγκρισή του. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν:

α)

το καθεστώς στήριξης ή το σχετικό μέτρο·

β)

την περίοδο εφαρμογής μειωμένου αριθμού επιτόπιων ελέγχων·

γ)

το μειωμένο ελάχιστο επίπεδο επιτόπιων ελέγχων που πρέπει να εφαρμόζεται.

3.   Εάν πάψει να τηρείται κάποιος από τους σωρευτικούς όρους που ορίζονται στην παράγραφο 1 ή οποιαδήποτε επιπρόσθετη προϋπόθεση που προβλέπεται στην ειδική κατά τομέα νομοθεσία, τα κράτη μέλη ανακαλούν πάραυτα την απόφασή τους να μειώσουν το ελάχιστο επίπεδο επιτόπιων ελέγχων και εφαρμόζουν από το επόμενο έτος υποβολής αιτήσεων το ελάχιστο επίπεδο επιτόπιων ελέγχων που καθορίζεται από τη γεωργική νομοθεσία του οικείου τομέα.

ΤΜΗΜΑ 2

Έλεγχος των συναλλαγών

Άρθρο 42

Εξέταση από τα κράτη μέλη

1.   Ο συστηματικός έλεγχος των εμπορικών εγγράφων των επιχειρήσεων που προβλέπεται στο άρθρο 80 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 εφαρμόζεται, για κάθε περίοδο ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, σε ορισμένες επιχειρήσεις που δεν μπορεί να είναι λιγότερες από το ήμισυ του αριθμού των επιχειρήσεων των οποίων οι εισπράξεις ή οι πληρωμές ή το άθροισμα αυτών των δύο, στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ, υπερέβησαν τις 150 000 ευρώ για το οικονομικό έτος ΕΓΤΕ που προηγείται της αρχής της περιόδου των εν λόγω ελέγχων.

2.   Για κάθε περίοδο ελέγχου, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 80 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, τα κράτη μέλη επιλέγουν τις προς έλεγχο επιχειρήσεις με βάση τα αποτελέσματα ανάλυσης κινδύνου για όλα τα μέτρα για τα οποία αυτό είναι εφικτό. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τις προτάσεις τους για τη χρήση της ανάλυσης κινδύνου τουλάχιστον 6 μήνες πριν από την έναρξη της περιόδου ελέγχου. Οι προτάσεις περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την προσέγγιση, τις τεχνικές και τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση, τα κριτήρια και την αναμενόμενη μέθοδο υλοποίησης των ελέγχων που πρόκειται να διενεργηθούν. Η πρόταση συντάσσεται σύμφωνα με το παράρτημα V του παρόντος κανονισμού. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις της Επιτροπής σχετικά με την πρόταση ανάλυσης κινδύνου, οι οποίες δίνονται εντός οκτώ εβδομάδων μετά την παραλαβή της.

3.   Όσον αφορά τα μέτρα για τα οποία το κράτος μέλος εκτιμά ότι η ανάλυση κινδύνου δεν είναι εφαρμόσιμη, είναι υποχρεωτικός ο έλεγχος των επιχειρήσεων των οποίων το σύνολο των εισπράξεων ή το σύνολο των πληρωμών ή το άθροισμα των δύο αυτών ποσών στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ υπερέβη το ποσό των 350 000 ευρώ και οι οποίες δεν υποβλήθηκαν σε έλεγχο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με τον τίτλο V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 κατά τη διάρκεια της μίας από τις δύο προηγούμενες περιόδους ελέγχου.

4.   Η περίοδος ελέγχου εκτείνεται από την 1η Ιουλίου έως τις 30 Ιουνίου του επόμενου έτους. Ο έλεγχος αφορά περίοδο τουλάχιστον 12 μηνών, η οποία λήγει κατά την προηγούμενη περίοδο ελέγχου· μπορεί να παραταθεί για περιόδους που καθορίζονται από το κράτος μέλος, πριν ή μετά την εν λόγω δωδεκάμηνη περίοδο.

Άρθρο 43

Πρόσβαση σε εμπορικά έγγραφα

Οι επιχειρήσεις διατηρούν τα εμπορικά έγγραφα για τρία τουλάχιστον έτη, που υπολογίζονται από τη λήξη του έτους της σύνταξής τους. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν μακρύτερη περίοδο διατήρησης των εγγράφων αυτών.

Άρθρο 44

Κοινές δράσεις

Η Επιτροπή, ενεργώντας αυτεπάγγελτα ή μετά από πρόταση ενός κράτους μέλους, και με τη συμφωνία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, μπορεί να αποφασίσει τον συντονισμό κοινών δράσεων που περιλαμβάνουν αμοιβαία συνδρομή μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών μελών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 45

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου που ακολουθεί το οικονομικό έτος πληρωμής από το ΕΓΤΕ, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν κατάλογο των επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένες οι εν λόγω επιχειρήσεις. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία που βοηθούν το κράτος μέλος αποδέκτη να διαπιστώσει την ταυτότητα των επιχειρήσεων και να αναλάβει τις σχετικές υποχρεώσεις ελέγχου. Το κράτος μέλος αποδέκτης είναι υπεύθυνο για τον έλεγχο των εν λόγω επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 80 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013. Αντίγραφο κάθε καταλόγου αποστέλλεται στην Επιτροπή.

Το κράτος μέλος που εισπράττει ή καταβάλλει την πληρωμή μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση να ελέγξει ορισμένες από τις επιχειρήσεις του καταλόγου αυτού σύμφωνα με το άρθρο 80 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, εξηγώντας γιατί είναι αναγκαία η εν λόγω αίτηση και ειδικότερα τους σχετικούς κινδύνους.

Το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση λαμβάνει δεόντως υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με την επιχείρηση, οι οποίοι κοινοποιούνται από το κράτος μέλος που υποβάλλει την αίτηση.

Το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει το κράτος μέλος που υποβάλλει την αίτηση σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτησή του. Σε περίπτωση διενέργειας ελέγχου σε επιχείρηση αυτού του καταλόγου, το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, το οποίο διενήργησε τον έλεγχο, πληροφορεί το κράτος μέλος που υποβάλλει την αίτηση σχετικά με τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού το αργότερο τρεις μήνες μετά το τέλος της περιόδου ελέγχου.

Στην Επιτροπή αποστέλλεται γενική επισκόπηση των εν λόγω αιτήσεων, ανά τρίμηνο, εντός προθεσμίας ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει να της διαβιβαστεί αντίγραφο συγκεκριμένων αιτήσεων.

Ο κατάλογος των επιχειρήσεων που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου καταρτίζεται σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχεται στο παράρτημα VI.

2.   Ο κατάλογος των εταιρειών που αναφέρεται στο άρθρο 83 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 συντάσσεται σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχεται στο παράρτημα VII του παρόντος κανονισμού.

3.   Το αίτημα κράτους μέλους για τη διενέργεια ελέγχου επιχείρησης σε άλλο κράτος μέλος, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 83 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, συντάσσεται σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που παρουσιάζεται στο παράρτημα VIII του παρόντος κανονισμού.

4.   Οι πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 83 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 συντάσσονται σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου του παραρτήματος IX του παρόντος κανονισμού.

5.   Η επισκόπηση των αιτήσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πέμπτο εδάφιο και στο άρθρο 83 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, καθώς και τα αποτελέσματα των ελέγχων, συντάσσονται σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχεται στο παράρτημα X του παρόντος κανονισμού.

6.   Οι πληροφορίες που πρέπει να διατεθούν βάσει της παραγράφου 1 κοινοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή στο μορφότυπο που προβλέπεται στο παράρτημα II σημείο 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 991/2013 της Επιτροπής.

Άρθρο 46

Ετήσια προγράμματα και εκθέσεις

1.   Το ετήσιο πρόγραμμα ελέγχων που αναφέρεται στο άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 συντάσσεται σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχεται στο παράρτημα XI του παρόντος κανονισμού.

2.   Η έκθεση βάσει του άρθρου 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 αναφέρει τις δυσκολίες και τα μέτρα τα οποία έχουν ληφθεί για την υπέρβασή τους και υποβάλλει, κατά περίπτωση, προτάσεις βελτίωσης.

Περιλαμβάνει αναλυτικές πληροφορίες για κάθε στοιχείο της εφαρμογής του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 που παρατίθενται στο παράρτημα XII του παρόντος κανονισμού, σε τμήματα που προσδιορίζονται σαφώς στα σχετικά κεφάλαια που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα.

3.   Οι πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται βάσει του παρόντος άρθρου και του άρθρου 45 μπορούν να κοινοποιούνται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, με μορφότυπο που συμφωνείται μεταξύ του αποστολέα και του παραλήπτη.

4.   Η Επιτροπή αξιολογεί κατ’ έτος την επιτευχθείσα πρόοδο στην αναφερόμενη στο άρθρο 109 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 ετήσια έκθεσή της σχετικά με τη διαχείριση των ταμείων.

Άρθρο 47

Ειδικές υπηρεσίες

1.   Οι ειδικές υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 85 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 είναι υπεύθυνες, εκτός από τα καθήκοντα τα οποία αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, για:

α)

την επιμόρφωση των εθνικών υπαλλήλων που είναι υπεύθυνοι για τη διενέργεια των ελέγχων που αναφέρονται στον παρόν τμήμα, ώστε να αποκτήσουν επαρκείς γνώσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων τους·

β)

τη διαχείριση των εκθέσεων ελέγχου και κάθε εγγράφου που αφορά τους διενεργούμενους ελέγχους που προβλέπονται στον τίτλο V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013·

γ)

τη σύνταξη και την κοινοποίηση των προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και των εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 86 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Στις ειδικές υπηρεσίες ανατίθενται από τα κράτη μέλη όλες οι εξουσίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Στελεχώνονται από ικανό αριθμό υπαλλήλων που λαμβάνουν την κατάλληλη κατάρτιση για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.

3.   Όταν ο ελάχιστος αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων είναι μικρότερος από 10, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να συγκροτήσουν ειδική υπηρεσία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Πεδίο εφαρμογής, τεχνολογία της πληροφορίας, ανωτέρα βία

Άρθρο 48

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις για τις οποίες η τομεακή γεωργική νομοθεσία προβλέπει τη σύσταση εγγύησης, ανεξαρτήτως του αν χρησιμοποιείται ο συγκεκριμένος όρος «εγγύηση».

Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στις εγγυήσεις που παρέχονται για την εξασφάλιση της καταβολής των εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου (18).

Άρθρο 49

Ηλεκτρονική διακυβέρνηση

Η παραγωγή, η επεξεργασία και η διαχείριση των κοινοποιήσεων, των εγγράφων και των εγγυήσεων μπορεί να πραγματοποιείται με τη χρήση τεχνολογίας των πληροφοριών (ΤΠ), με την προϋπόθεση ότι η διαχείριση των εφαρμοζόμενων συστημάτων ασκείται βάσει επίσημα εγκεκριμένων πρωτοκόλλων ποιότητας και ασφάλειας, κατάλληλων για τα εν λόγω συστήματα.

Εάν οι αρμόδιες αρχές δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στα έγγραφα που είναι αναγκαία για την επαλήθευση λόγω διαφορών στα συστήματα ΤΠ, τα εν λόγω έγγραφα εκτυπώνονται και πιστοποιούνται ως γνήσια από την αρχή που είναι αρμόδια για τη διαχείριση αυτών των συστημάτων ΤΠ («η αρχή έκδοσης») ή από αρχή που είναι αρμόδια να πιστοποιεί τη γνησιότητα αντιγράφων.

Οι εν λόγω εκτυπώσεις μπορεί να αντικαθίστανται από ηλεκτρονικό μήνυμα μεταξύ της αρχής έκδοσης και του δικαιούχου ή της αρμόδιας αρχής, υπό τον όρο ότι η αρχή έκδοσης παρέχει ένα επίσημα εγκεκριμένο πρωτόκολλο πιστοποίησης που διασφαλίζει την αυθεντικότητα του μηνύματος.

Άρθρο 50

Προθεσμίες ανωτέρας βίας

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται όταν αναφέρεται σε αυτό ένας συγκεκριμένος κανονισμός.

2.   Αίτημα για αναγνώριση μιας περίπτωσης ανωτέρας βίας δεν γίνεται δεκτό εάν ληφθεί από την αρμόδια αρχή μετά την παρέλευση περισσότερων από 30 ημερολογιακών ημερών:

α)

από την ημερομηνία κατά την οποία η επιχείρηση ενημερώθηκε από την αρμόδια αρχή για τη διαπίστωση μη τήρησης της σχετικής υποχρέωσης, κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014, τη λήξη της προθεσμίας για την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 23 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, ή τη λήξη της προθεσμίας για την προσκόμιση της απόδειξης ότι έχει ικανοποιηθεί η σχετική υποχρέωση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 4 του ίδιου κανονισμού·

β)

από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή προσφορών σε τρίτη χώρα όπου η προσφορά συνδέεται με πιστοποιητικό προκαθορισμού των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

3.   Για την ικανοποίηση της αρμόδιας αρχής, οι επιχειρήσεις παρέχουν απόδειξη των περιστάσεων τις οποίες θεωρούν περιπτώσεις ανωτέρας βίας εντός προθεσμίας 181 ημερολογιακών ημερών από τη λήξη της περιόδου κατά την οποία η υποχρέωση έπρεπε να είχε εκπληρωθεί. Μπορεί να χορηγηθεί στις επιχειρήσεις παράταση της προθεσμίας όταν δεν είναι δυνατό να προσκομίσουν οι επιχειρήσεις την απόδειξη εντός της εν λόγω προθεσμίας, μολονότι έχουν επιδείξει όλη τη δέουσα επιμέλεια να την αποκτήσουν και να τη διαβιβάσουν.

4.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας που έχουν αναγνωρίσει, παρέχοντας τις σχετικές πληροφορίες για κάθε περίπτωση.

ΤΜΗΜΑ 2

Μορφές εγγυησεων

Άρθρο 51

Μορφή

1.   Η εγγύηση είναι δυνατόν να συσταθεί:

α)

υπό μορφή κατάθεσης μετρητών, όπως ορίζεται στο άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014· και/ή

β)

παρέχοντας εγγυητή σύμφωνα με το άρθρο 21 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014.

2.   Η αρμόδια αρχή έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιτρέψει τη σύσταση εγγύησης:

α)

υπό μορφή δεσμευμένου λογαριασμού σε τράπεζα·

β)

υπό μορφή αναγνωρισμένων απαιτήσεων έναντι δημόσιου φορέα ή δημόσιου ταμείου, που είναι απαιτητές και πληρωτές, και έναντι των οποίων δεν προηγείται άλλη απαίτηση· και/ή

γ)

υπό μορφή εγγυήσεων διαπραγματεύσιμων στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, υπό τον όρο ότι έχουν εκδοθεί ή είναι εγγυημένες από το εν λόγω κράτος μέλος.

3.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλει συμπληρωματικούς όρους για την αποδοχή των εγγυήσεων του είδους που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 52

Διαπραγματεύσιμες εγγυήσεις

1.   Εξασφαλίσεις που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 2 στοιχείο γ) πρέπει, κατά τη σύσταση της εγγύησης, να έχουν εφικτή αξία τουλάχιστον 115 % της αξίας της απαιτούμενης εγγύησης.

2.   Μια αρμόδια αρχή μπορεί να αποδεχθεί μια εγγύηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 στοιχείο γ), μόνον εάν αυτός που την παρέχει αναλάβει εγγράφως την υποχρέωση παροχής συμπληρωματικής εγγύησης ή αντικατάστασης της αρχικής εγγύησης σε περίπτωση που η εν λόγω εφικτή αξία είναι για περίοδο τουλάχιστον τριών μηνών κατώτερη από το 105 % της αξίας της απαιτούμενης εγγύησης. Αυτή η γραπτή υποχρέωση δεν είναι αναγκαία εάν προβλέπεται ήδη από την εθνική νομοθεσία. Η αρμόδια αρχή επανεξετάζει τακτικά την αξία αυτών των εγγυήσεων.

3.   Η εφικτή αξία μιας εγγύησης του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 στοιχείο γ) εκτιμάται από την αρμόδια αρχή, που λαμβάνει υπόψη τα προβλεπόμενα έξοδα εκχώρησης.

4.   Η εφικτή αξία της εγγύησης εκτιμάται βάσει της τελευταίας διαθέσιμης δήλωσης τιμών.

5.   Εάν το ζητήσει η αρμόδια αρχή, ο παρέχων την εγγύηση πρέπει να αποδείξει την εφικτή αξία της.

Άρθρο 53

Αντικατάσταση και μεταβίβαση

1.   Κάθε εγγύηση μπορεί να αντικατασταθεί από άλλη.

Εντούτοις, η αντικατάσταση εξαρτάται από τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής:

α)

όταν η εγγύηση έχει καταπέσει αλλά δεν έχει ακόμη εισπραχθεί· ή

β)

όταν η εγγύηση αντικατάστασης ανήκει σε έναν από τους τύπους εγγυήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 2.

2.   Μια συνολική εγγύηση είναι δυνατόν να αντικατασταθεί από άλλη συνολική εγγύηση υπό τον όρο ότι η νέα συνολική εγγύηση καλύπτει τουλάχιστον το μέρος της αρχικής συνολικής εγγύησης που προορίζεται κατά τη στιγμή της αντικατάστασης να διασφαλίσει την εκπλήρωση μιας ή περισσότερων υποχρεώσεων που εξακολουθούν να εκκρεμούν.

3.   Μόλις ένα μέρος της συνολικής εγγύησης προοριστεί για συγκεκριμένη υποχρέωση, πρέπει να αναθεωρηθεί το διαθέσιμο υπόλοιπο.

ΤΜΗΜΑ 3

Αποδέσμευση και καταπτωση

Άρθρο 54

Μερική αποδέσμευση

Όταν η ειδική νομοθεσία της Ένωσης δεν προβλέπει ελάχιστη ποσότητα, η αρμόδια αρχή δύναται να περιορίζει η ίδια τον αριθμό των μερικών αποδεσμεύσεων οποιασδήποτε εγγύησης και μπορεί να προσδιορίζει ένα ελάχιστο ποσό για κάθε αποδέσμευση του τύπου αυτού.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτεί την υποβολή γραπτής αίτησης για αποδέσμευση προτού προβεί στην αποδέσμευση ολόκληρης ή μέρους της εγγύησης.

Σε περίπτωση που η εγγύηση καλύπτει περισσότερο από το 100 % του ποσού που απαιτείται να κατατεθεί ως εγγύηση, το μέρος της εγγύησης που υπερβαίνει το 100 % αποδεσμεύεται όταν το υπόλοιπο του υπό εγγύηση ποσού εντέλει αποδεσμευτεί ή καταπέσει.

Άρθρο 55

Κατάπτωση

1.   Όταν η αρμόδια αρχή λάβει γνώση των συνθηκών που συνεπάγονται την κατάπτωση της εγγύησης, στο σύνολό της ή εν μέρει, ζητεί άμεσα από το πρόσωπο που οφείλει να τηρήσει την υποχρέωση να καταβάλει το ποσό της εγγύησης που έχει καταπέσει· η δε πληρωμή αυτή πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός προθεσμίας 30 ημερών από την ημέρα παραλαβής της αίτησης.

Εάν η πληρωμή δεν πραγματοποιηθεί εντός της εν λόγω προθεσμίας, η αρμόδια αρχή:

α)

εγγράφει αμέσως σε πίστωσή της την εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

β)

απαιτεί αμέσως από τον εγγυητή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο β) να εκτελέσει την πληρωμή, η δε πληρωμή αυτή πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός προθεσμίας 30 ημερών από την ημέρα παραλαβής της αίτησης·

γ)

λαμβάνει αμέσως τα απαραίτητα μέτρα ώστε:

i)

να μετατραπούν σε χρήματα οι εγγυήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) για την ανάκτηση του οφειλόμενου ποσού,

ii)

να τεθούν στη διάθεσή της τα δεσμευμένα χρήματα όπως αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 στοιχείο α).

Η αρμόδια αρχή μπορεί άμεσα να εγγράψει οριστικά σε πίστωσή της την εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο α), χωρίς να ζητήσει προηγουμένως την πληρωμή από τον ενδιαφερόμενο.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1,

α)

όταν λαμβάνεται η απόφαση για την κατάπτωση εγγύησης αλλά στη συνέχεια αναστέλλεται με την άσκηση ένδικων μέσων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ο ενδιαφερόμενος καταβάλλει τόκους επί του ποσού που πράγματι κατέπεσε για την περίοδο η οποία αρχίζει 30 ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης πληρωμής, που ορίζεται στην παράγραφο 1, και λήγει την ημέρα πριν από την πληρωμή του ποσού που πράγματι κατέπεσε·

β)

όταν, μετά το αποτέλεσμα της προσφυγής, ζητείται από τον ενδιαφερόμενο να πληρώσει εντός 30 ημερών το ποσό που έχει καταπέσει, το κράτος μέλος μπορεί να θεωρήσει, για τον υπολογισμό των τόκων, ότι η πληρωμή εκτελείται την 20ή ημέρα που έπεται της ημερομηνίας της εν λόγω αίτησης·

γ)

το σχετικό επιτόκιο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας και, πάντως, δεν είναι χαμηλότερο από το επιτόκιο που εφαρμόζεται σε περιπτώσεις ανάκτησης εθνικών ποσών·

δ)

οι οργανισμοί πληρωμής αφαιρούν τους καταβληθέντες τόκους από τις δαπάνες του ΕΓΤΕ ή του ΕΓΤΑΑ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013·

ε)

τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν περιοδικά αύξηση της εγγύησης σε σχέση με το αντίστοιχο επιτόκιο.

3.   Όταν η εγγύηση έχει καταπέσει και το ποσό έχει πιστωθεί στα ταμεία και, μετά από έκβαση προσφυγής, το ποσό που έχει καταπέσει, συμπεριλαμβανομένου του επιτοκίου που προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, πρέπει να επιστραφεί στο σύνολό του ή εν μέρει, το προς επιστροφή ποσό επιβαρύνει τα ταμεία, εκτός εάν η επιστροφή της εγγύησης βαρύνει διοικητικές αρχές ή άλλους φορείς των κρατών μελών λόγω αμέλειας ή σοβαρού λάθους.

ΤΜΗΜΑ 4

Πληροφορηση

Άρθρο 56

Πληροφορίες για την κατάπτωση εγγυήσεων, τα είδη εγγυήσεων και τους εγγυητές

1.   Τα κράτη μέλη τηρούν και θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής, για κάθε οικονομικό έτος, στοιχεία σχετικά με τον συνολικό αριθμό και το συνολικό ποσό των εγγυήσεων που έχουν καταπέσει, ανεξάρτητα από το στάδιο της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 55, διαχωρίζοντας τα ποσά που πιστώνονται στους εθνικούς προϋπολογισμούς από εκείνα που πιστώνονται στον προϋπολογισμό της Ένωσης. Τα εν λόγω στοιχεία παρέχονται για όλες τις εγγυήσεις που καταπίπτουν για ποσό μεγαλύτερο από 1 000 ευρώ και για κάθε διάταξη της Ένωσης που απαιτεί τη σύσταση εγγύησης. Οι πληροφορίες καλύπτουν τόσο τα ποσά που καταβάλλει άμεσα ο ενδιαφερόμενος όσο και τα ποσά που προκύπτουν από την κατάπτωση των εγγυήσεων.

2.   Τα κράτη μέλη τηρούν και θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής κατάλογο:

α)

με τους τύπους των οργανισμών που είναι εξουσιοδοτημένοι να ενεργούν ως εγγυητές καθώς και τις απαιτήσεις που ορίζονται γι’ αυτόν τον σκοπό·

β)

με τους τύπους των εγγυήσεων που είναι αποδεκτές δυνάμει του άρθρου 51 παράγραφος 2 καθώς και τις απαιτήσεις που ορίζονται γι’ αυτόν τον σκοπό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

Άρθρο 57

Περιεχόμενο της δημοσιοποίησης

1.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 111 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 περιλαμβάνουν:

α)

την κατανομή των ποσών των πληρωμών που αναφέρεται στο στοιχείο γ) του εν λόγω άρθρου, για κάθε επιμέρους μέτρο που απαριθμείται στο παράρτημα XIII του παρόντος κανονισμού, καθώς και το άθροισμα των ποσών που εισπράττει ο κάθε δικαιούχος κατά το υπό εξέταση οικονομικό έτος·

β)

περιγραφή των μέτρων που χρηματοδοτούνται από τα ταμεία, όπως ορίζεται στο στοιχείο δ) του εν λόγω άρθρου και απαριθμούνται στο παράρτημα XIII του παρόντος κανονισμού, καθώς και τη φύση και τον στόχο του κάθε μέτρου.

2.   Τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εκφράζονται σε ευρώ στα κράτη μέλη που έχουν υιοθετήσει το ευρώ και σε εθνικό νόμισμα στα άλλα κράτη μέλη.

3.   Τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να δημοσιοποιούν αναλυτικότερα στοιχεία από εκείνα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, με την επιφύλαξη της αναγκαίας προστασίας της ιδιωτικής ζωής.

Άρθρο 58

Δημοσιοποίηση δήμου

Εάν οι πληροφορίες που θα δημοσιοποιηθούν για τους σκοπούς του τρίτου εδαφίου του άρθρου 112 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 θα επέτρεπαν, λόγω του περιορισμένου αριθμού των δικαιούχων που κατοικούν ή έχουν την έδρα τους σε έναν συγκεκριμένο δήμο, την ταυτοποίηση ενός ιδιώτη δικαιούχου, το οικείο κράτος μέλος δημοσιοποιεί ως πληροφορίες για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 111 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού την αμέσως μεγαλύτερη διοικητική οντότητα στην οποία ανήκει ο εν λόγω δήμος.

Άρθρο 59

Μορφή και ημερομηνία δημοσιοποίησης

1.   Τα στοιχεία που θα διατεθούν σε έναν ενιαίο διαδικτυακό τόπο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 111 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, είναι προσβάσιμα μέσω εργαλείου αναζήτησης που επιτρέπει στους χρήστες να αναζητούν δικαιούχους με βάση την επωνυμία ή τον δήμο, όπως ορίζεται στο άρθρο 58 του παρόντος κανονισμού, ή τα εισπραχθέντα ποσά ή ανά μέτρο ή με συνδυασμό των στοιχείων αυτών, και να ανακτούν όλες τις σχετικές πληροφορίες ως ένα ενιαίο σύνολο δεδομένων. Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να παρέχονται στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους και/ή σε μία από τις τρεις γλώσσες εργασίας της Επιτροπής.

2.   Τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 1 δημοσιοποιούνται έως τις 31 Μαΐου κάθε έτους για το προηγούμενο οικονομικό έτος.

3.   Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, τα στοιχεία παραμένουν διαθέσιμα στον δικτυακό τόπο επί δύο έτη από την ημερομηνία της αρχικής τους δημοσιοποίησης.

Άρθρο 60

Ενημέρωση των δικαιούχων

Η ενημέρωση των δικαιούχων που αναφέρεται στο άρθρο 113 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 γίνεται μέσω των εντύπων για την υποβολή αίτησης χρηματοδότησης από τα ταμεία ή κατά τη στιγμή της συλλογής των δεδομένων.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, όσον αφορά τα δεδομένα σχετικά με πληρωμές που διενεργήθηκαν κατά τα οικονομικά έτη 2014 και 2015, η ενημέρωση των δικαιούχων γίνεται τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την ημερομηνία της δημοσιοποίησής τους.

Άρθρο 61

Δημοσίευση κατώτατων ορίων σχετικά με το καθεστώς μικροκαλλιεργητών

Τα ποσά που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 62 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 62

Συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών

1.   Η Επιτροπή δημιουργεί και διατηρεί, υπό την κεντρική της διαδικτυακή διεύθυνση, ενωσιακό δικτυακό τόπο ο οποίος περιλαμβάνει συνδέσμους προς τους διαδικτυακούς τόπους των κρατών μελών. Η Επιτροπή παρέχει επικαιροποιημένους διαδικτυακούς συνδέσμους βάσει των στοιχείων που αποστέλλουν τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διευθύνσεις των δικτυακών τους τόπων μόλις δημιουργηθούν και την ενημερώνουν επίσης για κάθε μεταβολή που επηρεάζει τη δυνατότητα πρόσβασης στον δικό τους δικτυακό τόπο από τον δικτυακό τόπο της Ένωσης.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν έναν οργανισμό στον οποίο αναθέτουν τη δημιουργία και τη διατήρηση του ενιαίου διαδικτυακού τόπου που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1. Ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με την επωνυμία και τη διεύθυνση του εν λόγω φορέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 63

Κατάργηση

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 601/94, (ΕΚ) αριθ. 4/2004 και (ΕΚ) αριθ. 259/2008 καταργούνται.

Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 259/2008 εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν για το οικονομικό έτος 2013. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, τα στοιχεία που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο παραμένουν διαθέσιμα στον διαδικτυακό τόπο επί ένα έτος από την ημερομηνία της αρχικής τους δημοσιοποίησης.

Άρθρο 64

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εντούτοις:

α)

το άρθρο 10 εφαρμόζεται για τις δαπάνες και τα έσοδα για ειδικό προορισμό των κρατών μελών από τις 16 Οκτωβρίου 2014·

β)

τα άρθρα 34 μέχρι 40 ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2015. Ωστόσο, οι προθεσμίες οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 34 παράγραφοι 3 και 4 δεν ισχύουν για τις έρευνες σχετικά με την εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση για τις οποίες η κοινοποίηση βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006 είχε αποσταλεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2015·

γ)

το κεφάλαιο VI εφαρμόζεται στις πληρωμές που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2014 και μετά·

δ)

οι πληροφορίες που διαβιβάζονται σύμφωνα με το παράρτημα II, στήλες V1 και V2, πρέπει να αρχίσουν να διατίθενται από το οικονομικό έτος 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 6 Αυγούστου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 601/94 της Επιτροπής, της 17ης Μαρτίου 1994, περί θεσπίσεως των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 165/94 του Συμβουλίου όσον αφορά τη συγχρηματοδότηση από την Κοινότητα των ελέγχων με τηλεανίχνευση των γεωργικών προϊόντων (ΕΕ L 76 της 18.3.1994, σ. 20).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 4/2004 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2003, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89 του Συμβουλίου περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Εγγυήσεων (ΕΕ L 2 της 6.1.2004, σ. 3).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου σε ό,τι αφορά την τήρηση των λογαριασμών των οργανισμών πληρωμών, τις δηλώσεις δαπανών και εσόδων και τους όρους επιστροφής των δαπανών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 884/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, όσον αφορά τη χρηματοδότηση των παρεμβάσεων του ΕΓΤΕ και τη λογιστική καταχώριση των ενεργειών δημόσιας αποθεματοποίησης από τους οργανισμούς πληρωμών των κρατών μελών (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 35).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 885/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου σχετικά με τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και άλλων οργανισμών και την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 90).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 259/2008 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 2008, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου σχετικά με τη δημοσιοποίηση πληροφοριών για τους δικαιούχους κονδυλίων προερχόμενων από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 76 της 19.3.2008, σ. 28).

(8)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 282/2012 της Επιτροπής, της 28ης Μαρτίου 2012, για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 92 της 30.3.2012, σ. 4).

(9)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τις εγγυήσεις και τη χρησιμοποίηση του ευρώ (βλέπε σελίδα 18 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(11)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 906/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις δαπάνες για τη δημόσια παρέμβαση (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την αγορά και την πώληση γεωργικών προϊόντων από τη δημόσια παρέμβαση (ΕΕ L 349 της 29.12.2009, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 487).

(14)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 184/2014 της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2014, για τον καθορισμό, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, των όρων και των προϋποθέσεων που θα εφαρμόζονται στο σύστημα ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής και για τη θέσπιση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1299/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, της ονοματολογίας των κατηγοριών παρέμβασης για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΕ L 57 της 27.2.2014, σ. 7).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).

(16)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 312 της 23.12.1995, σ. 1).

(17)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 991/2013 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για τη μορφή και το περιεχόμενο των λογιστικών στοιχείων που υποβάλλονται στην Επιτροπή στο πλαίσιο της εκκαθάρισης των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ, καθώς και για την παρακολούθηση και τις προβλέψεις (ΕΕ L 275 της 16.10.2013, σ. 7).

(18)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ

(Άρθρο 3)

Ο/Η κάτωθι υπογεγραμμένος/η …, διευθυντής/διευθύντρια του Οργανισμού Πληρωμών …, αποδίδω τους λογαριασμούς του παρόντος Οργανισμού Πληρωμών για το οικονομικό έτος 16/10/xx έως 15/10/xx+1.

Δηλώνω, κατά την κρίση μου και με βάση τα στοιχεία που έχω στη διάθεσή μου, στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα αποτελέσματα των εργασιών της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου, ότι:

οι λογαριασμοί που αποδόθηκαν, εξ όσων είμαι σε θέση να γνωρίζω, παρέχουν αληθή, πλήρη και ακριβή εικόνα των δαπανών και των εσόδων για το προαναφερθέν οικονομικό έτος. Ειδικότερα, όλες οι οφειλές, οι προκαταβολές, οι εγγυήσεις και τα αποθέματα που περιήλθαν εις γνώσιν μου έχουν καταγραφεί στους λογαριασμούς, και όλα τα έσοδα που εισπράχθηκαν για το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ έχουν δεόντως πιστωθεί στα σχετικά Ταμεία.

Έχω θεσπίσει ένα σύστημα το οποίο παρέχει την εύλογη διασφάλιση της νομιμότητας και της κανονικότητας των υποκείμενων συναλλαγών και παράλληλα διασφαλίζει ότι η επιλεξιμότητα των αιτήσεων και, όσον αφορά την αγροτική ανάπτυξη, η διαδικασία χορήγησης ενίσχυσης αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης, ελέγχου και τεκμηρίωσης σύμφωνα με τους κανόνες της Ένωσης.

Οι δαπάνες που εγγράφονται στους λογαριασμούς χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονταν, όπως ορίζει κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Επιπλέον, βεβαιώνω ότι εφαρμόζονται αποτελεσματικά και αναλογικά μέτρα καταπολέμησης της απάτης σύμφωνα με το άρθρο 58 του κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 που λαμβάνουν υπόψη τους εντοπισθέντες κινδύνους.

Η εν λόγω δήλωση αξιοπιστίας υπόκειται, ωστόσο, στις ακόλουθες επιφυλάξεις:

Τέλος, βεβαιώνω ότι δεν έχουν περιέλθει εις γνώσιν μου οιεσδήποτε απόρρητες πληροφορίες οι οποίες θα μπορούσαν να βλάψουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

Υπογραφή


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΝΑΚΑ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 29 ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤ)

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 29, στοιχείο στ) παρέχονται ανά οργανισμό πληρωμών με τη χρήση του κατωτέρω πίνακα:

 

A

B

AA

V1 (4)

V2 (5)

C

D

E

F

G

H

I

W

J

X

K

L

L1

L2

Y1

Y2

M

N

O

O1

O2

P

Q

R

R1

R2

Z

S

S1

S2

T

T1

T2

BB

U

 

Οργανισμός πληρωμών

Ταμείο

Υπόθεση (παλαιά/νέα)

Οικονομικό έτος δήλωσης της αρχικής δαπάνης

Κωδικοί της αρχικής δαπάνης στον προϋπολογισμό

Οικονομικό έτος ν

Νομισματική μονάδα

Αριθμός αναγνώρισης της υπόθεσης

Κωδικός αναγνώρισης OLAF, κατά περίπτωση (1)

Είναι η υπόθεση στο βιβλίο οφειλετών;

Ταυτοποίηση δικαιούχου

Περατωθέν πρόγραμμα; (μόνο για το ΕΓΤΑΑ)

Ημερομηνία έγκρισης προγράμματος ελέγχου ή παρόμοιου εγγράφου, όπως ορίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013

Οικονομικό έτος πρώτης διαπίστωσης της παρατυπίας

Ημερομηνία αίτησης ανάκτησης

Αποτελεί αντικείμενο δικαστικής διαδικασίας;

Αρχικό ποσό προς ανάκτηση

Αρχικό ποσό προς ανάκτηση (κεφάλαιο)

Αρχικό ποσό προς ανάκτηση (τόκοι)

Ποσό κεφαλαίου η ανάκτηση του οποίου ήταν σε εξέλιξη στο τέλος του οικονομικού έτους ν-1

Τόκοι η ανάκτηση των οποίων ήταν σε εξέλιξη στο τέλος του οικονομικού έτους ν-1

Συνολικό διορθωμένο ποσό (πλήρης περίοδος ανάκτησης)

Συνολικό ανακτηθέν ποσό (πλήρης περίοδος ανάκτησης)

Ποσό που δηλώθηκε ως μη ανακτήσιμο

Ποσό (κεφάλαιο) που δηλώθηκε ως μη ανακτήσιμο

Ποσό (τόκοι) που δηλώθηκε ως μη ανακτήσιμο

Οικονομικό έτος διαπίστωσης της αδυναμίας ανάκτησης

Λόγος αδυναμίας ανάκτησης

Διορθωμένο ποσό (κατά το οικονομικό έτος ν)

Διορθωμένο ποσό (κεφάλαιο) (κατά το οικονομικό έτος ν)

Διορθωμένο ποσό (τόκοι) (κατά το οικονομικό έτος ν)

Τόκοι (κατά το οικονομικό έτος ν)

Ανακτηθέντα ποσά (κατά το οικονομικό έτος ν)

Ανακτηθέντα ποσά (κεφάλαιο) (κατά το οικονομικό έτος ν)

Ανακτηθέντα ποσά (τόκοι) (κατά το οικονομικό έτος ν)

Ποσό του οποίου η ανάκτηση είναι σε εξέλιξη

Ποσό (κεφάλαιο) του οποίου η ανάκτηση είναι σε εξέλιξη

Τόκοι των οποίων η ανάκτηση είναι σε εξέλιξη

Ποσό που υπόκειται στον κανόνα 50/50 % που ορίζεται στο άρθρο 54 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 στο τέλος του οικονομικού έτους ν

Ποσό προς πίστωση στον προϋπολογισμό της ΕΕ

Παλαιές υποθέσεις (2)

x

x

O

 

 

x

x

x

x

x

x

x

 

x

 

x

x

 

 

 

 

x

x

x

 

 

x

x

x

 

 

 

x

 

 

x

(L+M+N+O)

 

 

 

x

Νέες υποθέσεις (3)

x

x

N

x

x

x

x

x

x

(x)

x

 

x

 

x

x

 

x

x

x

x

 

 

 

x

x

x

x

x

x

x

x

 

x

x

x

(L1+L2+M+N+O1+O2)

x

x

x

x


(1)  Αυτό αφορά τον (τους) αριθμό (-ούς) αναφοράς της OLAF (αριθμοί κοινοποίησης IMS)

(2)  Αυτό αφορά τις περιπτώσεις που κοινοποιούνται με τη χρήση του υποδείγματος που παρατίθεται στο παρόν παράρτημα έως το οικονομικό έτος 2014 περιλαμβανομένου.

(3)  Αυτό αφορά τις περιπτώσεις που κοινοποιούνται με τη χρήση του υποδείγματος που παρατίθεται στο παρόν παράρτημα, αρχής γενομένης από το οικονομικό έτος 2015.

(4)  Να αρχίσουν να διατίθενται πληροφορίες από το έτος 2016.

(5)  Να αρχίσουν να διατίθενται πληροφορίες από το έτος 2016.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΝΑΚΑ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 29 ΣΤΟΙΧΕΟ Ζ)

Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 29 στοιχείο ζ) παρέχονται ανά οργανισμό πληρωμών με τη χρήση του κατωτέρω πίνακα:

α

β

γ

θ

δ

ε

στ’

ζ

η

Οργανισμός πληρωμών

Ταμείο

Νομισματική μονάδα

Κατηγορία εκκρεμούς οφειλής (κυρώσεις για θέματα πολλαπλής συμμόρφωσης, πολυετής κύρωση ή άλλα)

Υπόλοιπο στις 15 Οκτωβρίου του έτους ν-1

Νέες υποθέσεις (έτος ν)

Σύνολο ανακτήσεων (έτος ν)

Σύνολο των διορθώσεων, συμπεριλαμβανομένων των μη ανακτήσιμων ποσών (έτος ν)

Ποσά προς ανάκτηση στις 15 Οκτωβρίου του έτους ν)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΤΩΝ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΑΡΘΡΟ 31 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Οι ερωτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφος 4 αποστέλλονται στη διεύθυνση:

European Commission, DG AGRI-J1, B-1049 Brussels.

ή

AGRI-J1@ec.europa.eu.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΕΧΕΙ Η ΕΤΗΣΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΑΡΘΡΟ 42 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

1.   Αξιολόγηση της ανάλυσης κινδύνου του προηγούμενου οικονομικού έτους.

Παρέχονται πληροφορίες όσον αφορά την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της ανάλυσης κινδύνου του προηγούμενου έτους, καθώς και αξιολόγηση των δυνατών και αδύνατων σημείων. Προσδιορίζεται με σαφήνεια κάθε δυνατότητα βελτίωσης και εξετάζεται η εφαρμογή της.

2.   Βιβλιοθήκη πληροφοριών

Παρέχονται πληροφορίες σχετικά με όλες τις πηγές πληροφοριών που χρησιμοποιούνται για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση ανάλυσης κινδύνου. Γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 612/2009 (1) της Επιτροπής.

3.   Διαδικασία επιλογής

Παρέχεται περιγραφή της διαδικασίας που πρέπει να εφαρμοστεί για την επιλογή των προς έλεγχο επιχειρήσεων. Πρέπει να αναφέρεται με σαφήνεια ο αριθμός/το ποσοστό των επιχειρήσεων και των τομέων/μέτρων στους οποίους θα εφαρμοστούν η ανάλυση κινδύνου και η τυχαία επιλογή, αυτόματη ή/και κατά την κρίση της υπηρεσίας. Οι τομείς/τα μέτρα που πρέπει να εξαιρεθούν πρέπει να προσδιορίζονται με σαφήνεια και να διευκρινίζονται οι λόγοι εξαίρεσης.

4.   Παράγοντες κινδύνου και τιμές κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται

Κατά την εφαρμογή της ανάλυσης κινδύνου, πρέπει να παρέχονται πληροφορίες για όλους τους εξεταζόμενους παράγοντες κινδύνου, καθώς και για τις πιθανές τιμές που θα αποδοθούν σε μεταγενέστερο στάδιο στους εν λόγω παράγοντες κινδύνου. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με τα ακόλουθα υποδείγματα πινάκων.

Παράγοντες κινδύνου και τιμές κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα μέτρα που υπόκεινται στην ανάλυση κινδύνου

Παράγοντες κινδύνου

Τιμές κινδύνου

Περιγραφή

Τιμές

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Ειδικοί παράγοντες κινδύνου και τιμές κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται στις επιστροφές κατά την εξαγωγή

Παράγοντες κινδύνου

Τιμές κινδύνου

Περιγραφή

Τιμές

 

 

 

 

 

 


Ειδικοί παράγοντες κινδύνου και τιμές κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται σε … (τομέας/μέτρο)

Παράγοντες κινδύνου

Τιμές κινδύνου

Περιγραφή

Τιμές

 

 

 

 

 

 

5.   Στάθμιση των παραγόντων κινδύνου

Ενδεχομένως, παρέχεται περιγραφή της εφαρμοστέας για τη στάθμιση των παραγόντων κινδύνου διαδικασίας.

6.   Αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου

Παρέχονται πληροφορίες όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνου και η δημιουργία “καταλόγου βαθμολογίας” (για κάθε συγκεκριμένο τομέα/μέτρο, κατά περίπτωση) θα αποτυπωθούν στην επιλογή των επιχειρήσεων στο τελικό σχέδιο ελέγχων.

Δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη δυνατότητα διεξαγωγής κοινών δράσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 44.

7.   Δυσκολίες και προτάσεις βελτίωσης

Παρέχονται πληροφορίες για κάθε δυσχέρεια που ενδέχεται να ανακύψει και για τα μέτρα που λαμβάνονται ή προτείνονται για την αντιμετώπισή της. Κατά περίπτωση, υποβάλλονται προτάσεις βελτίωσης.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 612/2009 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2009, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 186 της 17.7.2009, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΑΠΟ ΕΚΕΙΝΟ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΚΕ Η ΠΛΗΡΩΜΗ Ή ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙ Ή ΝΑ ΕΙΣΠΡΑΧΘΕΙ ΤΟ ΕΝ ΛΟΓΩ ΠΟΣΟ

(Άρθρο 45 παράγραφος 1)

Κράτος μέλος στο οποίο καταβλήθηκε ή εισπράχθηκε η πληρωμή

Ημερομηνία αποστολής του καταλόγου

 

Κράτος μέλος εγκατάστασης της επιχείρησης

 

 


(1)

Όνομα και διεύθυνση

(2)

Φύση της δαπάνης (αναγράψτε κάθε πληρωμή χωριστά ανά γραμμή προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ και είδος πληρωμής)

(3)

Ποσό (σε εθνικό νόμισμα)

(4)

Αναφέρατε αν η αίτηση ελέγχου της επιχείρησης ήταν σύμφωνη με το

άρθρο 45

(βλέπε σημείωση Α)

(i)

της επιχείρησης στο κράτος μέλος εγκατάστασής της

(ii)

στην οποία καταβλήθηκε η πληρωμή ή από την οποία εισπράχθηκε η πληρωμή

(i)

καταβλήθηκε σε επιχείρηση

(ii)

καταβλήθηκε από επιχείρηση

 

 

 

 

 

 

Σημειώσεις:

Α.

Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να αποστέλλεται ειδική αίτηση με τη χρήση του υποδείγματος που ορίζεται στο παράρτημα VIII, η οποία πρέπει να περιέχει όλα τα στοιχεία που θα επιτρέψουν στον αποδέκτη να εντοπίσει σωστά τη σχετική επιχείρηση.

Β.

Αντίγραφο αυτού του καταλόγου πρέπει να αποστέλλεται στην Επιτροπή.

Γ.

Εάν δεν υπάρχουν επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά τη χώρα σας, αυτό πρέπει να κοινοποιείται σε όλα τα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

Δ.

Εάν η αίτηση ελέγχου μιας επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 45 υποβληθεί μετά την αποστολή αυτού του καταλόγου, θα πρέπει να αποστέλλεται στην Επιτροπή αντίγραφο της αίτησης, σύμφωνα με το παράρτημα VIII.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ ΣΕ ΤΡΙΤΗ ΧΩΡΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Η ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΟΥ ΕΝ ΛΟΓΩ ΠΟΣΟΥ ΕΚΤΕΛΕΣΤΗΚΕ Ή ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙ Ή ΝΑ ΕΙΣΠΡΑΧΘΕΙ ΣΕ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

(Άρθρο 45 παράγραφος 2)

Κράτος μέλος στο οποίο καταβλήθηκε ή εισπράχθηκε η πληρωμή

Ημερομηνία αποστολής του καταλόγου

 

Κράτος μέλος εγκατάστασης της επιχείρησης

 

 


(1)

Όνομα και διεύθυνση

(2)

Φύση της δαπάνης (αναγράψτε κάθε πληρωμή χωριστά ανά γραμμή προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ και είδος πληρωμής)

(3)

Ποσό (σε εθνικό νόμισμα)

(4)

Συμπληρωματικές παρατηρήσεις (π.χ. προσδιορίστε τυχόν δυσκολίες κατά τον έλεγχο, υπόνοια παρατυπίας, ανάλυση κινδύνου κ.λπ.)

(i)

της επιχείρησης στην τρίτη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη

(ii)

στην οποία καταβλήθηκε η πληρωμή ή από την οποία εισπράχθηκε η πληρωμή

(i)

καταβλήθηκε σε επιχείρηση

(ii)

καταβλήθηκε από επιχείρηση

 

 

 

 

 

 

Σημείωση:

Εάν δεν υπάρχουν επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες σε ό,τι αφορά τη χώρα σας, αντίγραφο του παρόντος παραρτήματος πρέπει να αποστέλλεται στην Επιτροπή με σαφή αναφορά αυτού του γεγονότος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΑΙΤΗΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 45 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα στοιχεία που σημειώνονται με αστερίσκο πρέπει να συμπληρώνονται σε κάθε περίπτωση, ενώ τα άλλα στοιχεία πρέπει να συμπληρώνονται κατά περίπτωση

Η παρούσα αίτηση βασίζεται σε:

Άρθρο 83 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013

 


A

(*) 1.

κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα

(*) 2.

Όνομα ειδικής υπηρεσίας

(*) 3.

Διεύθυνση

(*) 4.

Αριθμός τηλεφώνου

5.

Αριθμός φαξ

6.

Ηλεκτρονική διεύθυνση

7.

Αρμόδιος υπάλληλος

8.

Επωνυμία του αρμόδιου φορέα ελέγχου:

9.

Διεύθυνση

10.

Αριθμός τηλεφώνου

11.

Αριθμός φαξ

12.

Ηλεκτρονική διεύθυνση

13.

Αρμόδιος υπάλληλος

B

(*) 1.

κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση

(*) 2.

Φορέας

Γ

(*) 1.

Ημερομηνία του αιτήματος

(*) 2.

Πρόγραμμα ελέγχων

Δ.

Στοιχεία δικαιούχου

 

(*) 1.

Επωνυμία

 

α)

στο αιτούν κράτος μέλος

β)

στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση

(*) 2.

Αριθμός αναφοράς

(*) 3.

Διεύθυνση:

 

α)

στο αιτούν κράτος μέλος

β)

στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση

Ε

Για αιτήσεις βάσει του άρθρου 45 παράγραφος 3 μόνο

 

Στοιχεία πληρωμής

 

(*) 1.

Οργανισμός Πληρωμών

(*) 2.

Αριθμός αναφοράς εγγράφου

(*) 3.

Είδος πληρωμής

(*) 4.

Ποσό (αναφέρατε το νόμισμα)

(*) 5.

Ημερομηνία λογιστικής εγγραφής

(*) 6.

Ημερομηνία πληρωμής

(*) 7.

Κωδικός προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ (κεφάλαιο - άρθρο - θέση - γραμμή)

(*) 8.

Έτος εμπορίας ή περίοδος που αφορά η πληρωμή

(*) 9.

κανονισμός που αποτελεί τη νομική βάση της πληρωμής

ΣΤ

Στοιχεία συναλλαγής

 

1.

Αριθμός διασάφησης (εξαγωγής) ή αίτησης

2.

Σύμβαση:

 

αριθμός

ημερομηνία

ποσότητα

αξία

3.

Τιμολόγιο:

 

αριθμός

ημερομηνία

ποσότητα

αξία

4.

Ημερομηνία αποδοχής της δήλωσης

5.

Διατάκτης

6.

Αριθμός πιστοποιητικού ή αδείας

7.

Ημερομηνία πιστοποιητικού ή αδείας

Για καθεστώτα αποθεματοποίησης

 

8.

Αριθμός προσφοράς

9.

Ημερομηνία προσφοράς

10.

Τιμή ανά μονάδα

11.

Ημερομηνία εισόδου

12.

Ημερομηνία εξόδου

13.

Βελτίωση ή υποβάθμιση της ποιότητας

Για επιστροφές κατά την εξαγωγή

 

14.

Αριθμός αίτησης (εάν είναι διαφορετικός από τον αριθμό της διασάφησης εξαγωγής)

15.

Τελωνείο που αναλαμβάνει τον τελωνειακό έλεγχο

16.

Ημερομηνία τελωνειακού ελέγχου

17.

Προχρηματοδότηση (κωδικός)

18.

Κωδικός επιστροφής κατά την εξαγωγή (11ψήφιος)

19.

Κωδικός προορισμού

20.

Προκαθορισμένος συντελεστής

 

σε ευρώ

σε εθνικό νόμισμα

21.

Ημερομηνία προκαθορισμού

Ζ

Ανάλυση κινδύνου

 

(*) 1.

Αξιολόγηση

 

υψηλός

ενδιάμεσος

χαμηλός

(*) 2.

Αιτιολογία της αξιολόγησης:

 

(συνεχίστε σε διαφορετικό φύλλο, εάν χρειάζεται)

 

 

 

 

 

 

 

Η

Πεδίο και αντικείμενο του ελέγχου:

 

1.

Προτεινόμενο πεδίο

2.

Στόχοι και τεχνικά στοιχεία που τους στηρίζουν

 

(συνεχίστε σε διαφορετικό φύλλο, εάν χρειάζεται)

 

Θ

(*)

Κατάλογος υποβαλλόμενων δικαιολογητικών

 

(συνεχίστε σε διαφορετικό φύλλο, εάν χρειάζεται)

 

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 45 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

Έκθεση ελέγχου μετά από αίτηση αμοιβαίας συνδρομής βάσει του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013

Σημείωση

Τα στοιχεία με έντονους χαρακτήρες είναι ταυτόσημα με εκείνα του παραρτήματος VIII.

Στοιχεία αναγνώρισης

B.1.   Κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση

2.

Οργανισμός

3.

Περιφερειακό Γραφείο

4.

Όνομα του ελεγκτή

A.1.   Κράτος μέλος που υποβάλλει το αίτημα:

2.

Όνομα ειδικής υπηρεσίας:

8.

Όνομα του αρμόδιου φορέα ελέγχου:

14.

Αριθμός έρευνας/στοιχεία αναφοράς της έκθεσης

Γ.1.   Ημερομηνία αίτησης και αριθμός αναφοράς:

2.

Πρόγραμμα ελέγχου:

3.

Ημερομηνία απάντησης και αριθμός αναφοράς:

Δ.   Στοιχεία δικαιούχου

1.   Επωνυμία

α)

στο αιτούν κράτος μέλος

β)

στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση

2.   Αριθμός αναφοράς

α)

στο αιτούν κράτος μέλος

β)

στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση

4.   Άλλες επιχειρήσεις που ελέγχθηκαν:

Η.   Πεδίο και αντικείμενο του ελέγχου:

Θ.   Κατάλογος υποβαλλόμενων δικαιολογητικών:

Ι.   Αποτέλεσμα

Έκθεση ελέγχου

1.

Προετοιμασία/ιστορικό/πεδίο

2.

Περιγραφή της επιχείρησης/του συστήματος ελέγχου

3.

Έργο που επιτελέστηκε/Ελεγχθέντα έγγραφα/Πορίσματα

4.

Συμπεράσματα

5.

Λοιπές παρατηρήσεις/συστάσεις


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 45 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5

Επισκόπηση που προβλέπεται στο άρθρο 83 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του… (Κράτος μέλος) σχετικά με τις αιτήσεις ελέγχου και τα αποτελέσματα του ελέγχου για το 1ο [ ], 2ο [ ], 3ο [ ], 4ο [ ] τρίμηνο του 20…

ΑΙΤΗΣΕΙΣ που αποστέλλονται σε:

Κράτος μέλος

Συνολικός αριθμός ανά ΚΜ

ΑΙΤΗΣΗ

Ημερομηνία αποστολής

Αριθμός αναφοράς

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΥΝΟΛΟ

 

 

 

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ που αποστέλλονται σε:

Κράτος μέλος

Συνολικός αριθμός ανά ΚΜ

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Ημερομηνία αποστολής

Αριθμός αναφοράς

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΥΝΟΛΟ

 

 

 

Σημειώσεις στα πλαίσια:

Κάθε αίτηση/απάντηση που αποστέλλεται εντός του τριμήνου πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα.

Ενδεχομένως, προστίθενται επιπλέον γραμμές.

Ο αριθμός αναφοράς για τις απαντήσεις που αποστέλλονται πρέπει να είναι ο ίδιος με τον αριθμό αναφοράς που αναγράφεται στην αντίστοιχη αίτηση ελέγχου


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΕΓΓΡΑΦΑ ΕΤΗΣΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗΣ (ΑΡΘΡΟ 46 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1)

ΦΥΛΛΟ Α

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

1.   Υπολογισμός του ελάχιστου αριθμού επιχειρήσεων

 

Α (1)

Αριθμός επιχειρήσεων των οποίων τα έσοδα ή οι πληρωμές, ή το άθροισμα των ποσών αυτών, υπερέβαιναν τις 150 000 ευρώ για το οικονομικό έτος … του ΕΓΤΕ

 

Α (2)

Ελάχιστος αριθμός

δηλαδή

 

x 1/2 =

 


2.   Πληθυσμός βάσει του οποίου έγινε η επιλογή

Ο συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων που έλαβαν ή πραγματοποίησαν πληρωμές που υπόκεινται σε ελέγχους βάσει του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 κατά το οικονομικό έτος … ήταν ο ακόλουθος:

Α (3)

Συνολικός αριθμός

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Συνολικός αριθμός επιχειρήσεων των οποίων τα έσοδα ή οι πληρωμές, ή το άθροισμα αυτών, υπάγονταν στις ακόλουθες κατηγορίες:

Α (4)

Άνω των 350 000 ευρώ

 

A (5)

350 000 ευρώ ή λιγότερο, αλλά όχι κατώτερο των 40 000 ευρώ

 

Α (6)

Κάτω των 40 000 ευρώ

 

 

 

 

 

 

 


3.   Προτεινόμενες για έλεγχο επιχειρήσεις:

Α (7)

Συνολικός αριθμός

 

Α (8)

Σύνολο με βάση την ανάλυση κινδύνου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Συνολικός αριθμός επιχειρήσεων των οποίων τα έσοδα ή οι πληρωμές, ή το άθροισμα αυτών, υπάγονταν στις ακόλουθες κατηγορίες:

Α (9)

Άνω των 350 000 ευρώ

 

A (10)

350 000 ευρώ ή λιγότερο, αλλά όχι κατώτερο των 40 000 ευρώ

 

Α (11)

Κάτω των 40 000 ευρώ

 

 

 

 

 

 

 

Σημειώσεις στα πλαίσια:

A (4)

Ο έλεγχος είναι υποχρεωτικός για τις επιχειρήσεις της κατηγορίας αυτής που δεν υποβλήθηκαν σε έλεγχο με βάση το άρθρο 42 παράγραφος 3 κατά τις δύο ελεγκτικές περιόδους που προηγούνται της τρέχουσας ελεγκτικής περιόδου, εκτός εάν οι πληρωμές που έλαβαν υπόκειντο σε μέτρα για τα οποία έχουν υιοθετηθεί τεχνικές επιλογής βασιζόμενες στην ανάλυση κινδύνου.

A (9)

Οι επιχειρήσεις της κατηγορίας αυτής ελέγχονται μόνο για ειδικούς λόγους οι οποίοι πρέπει να προσδιορίζονται στο φύλλο Δ του παρόντος παραρτήματος.

ΦΥΛΛΟ Β

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

Καθεστώς ελέγχου σε σχέση με τα κονδύλια του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ

Οικονομικό έτος … του ΕΓΤΕ

B(1)

Αριθμός άρθρου ή κονδυλίου του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ

B(2)

Σύνολο δαπανών ανά κονδύλιο του προϋπολογισμού ΕΓΤΕ …

(σε ευρώ)

 

B(3)

Σύνολο δαπανών ανά κονδύλιο του προϋπολογισμού ΕΓΤΕ για τις επιχειρήσεις των οποίων τα έσοδα ή οι πληρωμές, ή το άθροισμα των ποσών αυτών, υπερέβαιναν τις 40 000 ευρώ …

(σε ευρώ)

 

B(4)

Σύνολο των δαπανών ανά κονδύλιο του προϋπολογισμού ΕΓΤΕ σχετικά με τις επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα ελέγχου …

B(5)

Αριθμός επιχειρήσεων ανά κονδύλιο του προϋπολογισμού ΕΓΤΕ που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα ελέγχου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σύνολα:

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΦΥΛΛΟ Γ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

Κριτήρια που επελέγησαν για την κατάρτιση του προγράμματος στον τομέα των επιστροφών κατά την εξαγωγή και σε άλλους τομείς για τους οποίους έχουν θεσπισθεί τεχνικές επιλογής βασιζόμενες στην ανάλυση κινδύνου, στην περίπτωση που τα κριτήρια αυτά διαφέρουν από εκείνα που περιλαμβάνονται στις προτάσεις για ανάλυση κινδύνου που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Τομέας για τον οποίο προτείνεται έλεγχος

(αναγράψτε το κονδύλιο προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ, όπως ορίζεται στη στήλη Β (1) του φύλλου Β του παρόντος παραρτήματος)

Σχόλια σχετικά με τα κριτήρια κινδύνου και επιλογής που θεσπίστηκαν

(να δώσετε σύντομες διευκρινίσεις, π.χ. παρατυπίες που διαπιστώθηκαν ή υπερβολική αύξηση των δαπανών)

 

 

ΦΥΛΛΟ Δ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

Προτεινόμενοι έλεγχοι, ενδεχομένως, για επιχειρήσεις των οποίων τα έσοδα ή οι πληρωμές ή το άθροισμα των ποσών αυτών ήταν λιγότερο από 40 000 ευρώ κατά το οικονομικό έτος … του ΕΓΤΕ

Κονδύλιο του προϋπολογισμού ΕΓΤΕ

(όπως ορίζεται στη στήλη Β (1) του φύλλου Β)

Αριθμός των σχετικών επιχειρήσεων προτείνεται να ελεγχθούν

Ιδιαίτερος λόγος ελέγχου

 

 

 

ΦΥΛΛΟ Ε

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

ΣΥΝΟΛΟ:

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

Ε (1)

Συνολικός αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

Ε (2)

Αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

 

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

Ε (3)

Αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

Ε (4)

Αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

 

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

Ε (5)

Αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

Ε (6)

Αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

 

 

Σημειώσεις στα πλαίσια:

Κατά περίπτωση, προστίθενται επιπλέον πλαίσια, π.χ. Ε (7), Ε (8) κ.λπ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

ΕΓΓΡΑΦΑ ΕΤΗΣΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗΣ (ΑΡΘΡΟ 46 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2)

ΜΕΡΟΣ I

Πληροφορίες που πρέπει να περιέχει η ετήσια έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013

1.   Διαχείριση του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013

Παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση της εφαρμογής του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται αλλαγές στους οργανισμούς που είναι αρμόδιοι για τους ελέγχους και στην ειδική υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 85 του εν λόγω κανονισμού, καθώς και αλλαγές των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των οργανισμών αυτών.

2.   Νομοθετικές αλλαγές

Παρέχονται πληροφορίες σχετικά με κάθε τροποποίηση της εθνικής νομοθεσίας όσον αφορά την εφαρμογή του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 που επήλθε από την προηγούμενη ετήσια έκθεση.

3.   Τροποποιήσεις του προγράμματος ελέγχων

Περιγράφεται κάθε τροποποίηση στο πρόγραμμα ελέγχων που υποβλήθηκε στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 84 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1306/2013 μετά την ημερομηνία υποβολής του εν λόγω προγράμματος.

4.   Εκτέλεση του προγράμματος που καλύπτεται από την παρούσα έκθεση

Παρέχονται πληροφορίες σχετικά με την εκτέλεση του προγράμματος ελέγχων για την περίοδο που λήγει στις 30 Ιουνίου πριν από την προθεσμία υποβολής της έκθεσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, που περιλαμβάνουν τα ακόλουθα σημεία, τόσο συνολικά όσο και αναλυτικά ανά φορέα ελέγχου (όταν διενεργούν ελέγχους στα πλαίσια του κανονισμού αυτού περισσότεροι από ένας φορείς ελέγχου):

α)

τον αριθμό των επιχειρήσεων που ελέγχθηκαν κατά την περίοδο ελέγχου, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Α του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

β)

τον αριθμό των επιχειρήσεων των οποίων ο έλεγχος συνεχίζεται, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Α του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

γ)

τον αριθμό των επιχειρήσεων που δεν υποβλήθηκαν σε έλεγχο κατά την περίοδο ελέγχου, ως αποτέλεσμα της μη εκτέλεσης ορισμένων ελέγχων, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Α του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

δ)

τους λόγους της μη διενέργειας των ελέγχων που αναφέρονται στο στοιχείο γ)·

ε)

την ανάλυση κατά τα ποσά που εισπράχθηκαν ή καταβλήθηκαν, και κατά μέτρο, για τους ελέγχους που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ), σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Β του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

στ)

τα αποτελέσματα των ελέγχων που αναφέρονται στο στοιχείο α), σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Γ του μέρους II του παρόντος παραρτήματος, καθώς και τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

τον αριθμό των ελέγχων κατά τους οποίους διαπιστώθηκαν παρατυπίες και τον αριθμό των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων,

ii)

τη φύση των παρατυπιών αυτών,

iii)

το σχετικό μέτρο για το οποίο εντοπίστηκε παρατυπία,

iv)

τις εκτιμώμενες οικονομικές επιπτώσεις κάθε παρατυπίας·

ζ)

την ένδειξη της μέσης διάρκειας των ελέγχων σε ανθρωποημέρες, με αναφορά, εφόσον αυτό είναι εφικτό, του χρόνου που διατέθηκε για τον σχεδιασμό, την προετοιμασία, την εκτέλεση των ελέγχων και τη σύνταξη των εκθέσεων.

5.   Εκτέλεση προγραμμάτων ελέγχων που προηγούνται του ελέγχου που καλύπτεται από το παρόν πρόγραμμα

Η έκθεση περιέχει τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σε προηγούμενες ελεγκτικές περιόδους και τα οποία δεν ήταν διαθέσιμα τη στιγμή της υποβολής των εκθέσεων για τις εν λόγω ελεγκτικές περιόδους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία για κάθε προηγούμενη ελεγκτική περίοδο:

α)

η κατάσταση των ελέγχων που αναφέρεται στο σημείο 4 στοιχεία β) και γ) στις προηγούμενες εκθέσεις ελέγχου, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Δ του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

β)

ο αριθμός των ελέγχων κατά τη διάρκεια των οποίων διαπιστώθηκαν παρατυπίες και ο αριθμός των εμπλεκομένων επιχειρήσεων, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Γ του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

γ)

η φύση των παρατυπιών αυτών, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Γ του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

δ)

το σχετικό μέτρο για το οποίο διαπιστώθηκε παρατυπία, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Γ του μέρους II του παρόντος παραρτήματος·

ε)

οι εκτιμώμενες οικονομικές επιπτώσεις κάθε παρατυπίας, σύμφωνα με το υπόδειγμα εντύπου που περιέχει το φύλλο Γ του μέρους II του παρόντος παραρτήματος.

6.   Αμοιβαία συνδρομή

Σύνοψη των αιτήσεων αμοιβαίας συνδρομής που υποβλήθηκαν και παραλήφθηκαν βάσει του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

7.   Πόροι

Διαβιβάζονται στοιχεία σχετικά με τους πόρους που είναι διαθέσιμοι για την εκτέλεση των ελέγχων βάσει του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, που περιλαμβάνουν και τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τον αριθμό των υπαλλήλων, εκφραζόμενου σε ανθρωποέτη, που διατίθενται για τους εν λόγω ελέγχους, ανά φορέα ελέγχου και, κατά περίπτωση, ανά περιφέρεια·

β)

την εκπαίδευση που έλαβε το προσωπικό το οποίο απασχολείται στη διενέργεια των εν λόγω ελέγχων, με ένδειξη σχετικά με το ποσοστό προσωπικού που αναφέρεται στο στοιχείο α) το οποίο έχει λάβει τέτοιου είδους εκπαίδευση, και τη φύση της ίδιας της εκπαίδευσης, και

γ)

τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τα εργαλεία που διαθέτει το προσωπικό που απασχολείται στους εν λόγω ελέγχους.

8.   Δυσκολίες εφαρμογής του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013

Παρέχονται πληροφορίες για κάθε δυσκολία που ανακύπτει κατά την εφαρμογή του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 καθώς και για τα μέτρα που λαμβάνονται ή προτείνονται για την υπέρβασή τους.

9.   Υποδείξεις για βελτιώσεις

Όπου κρίνεται αναγκαίο, υποβάλλονται προτάσεις για τη βελτίωση της εφαρμογής του τίτλου V κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 ή και του ίδιου του κεφαλαίου.

ΜΕΡΟΣ II

ΦΥΛΛΟ Α

ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

ΣΥΝΟΛΟ:

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

 

1 (Α)

Συνολικός αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

(Β)

Συνολικός αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων: [check lay-out!]

 

 

 

 

2. (Α)

Συνολικός αριθμός των ελεγμένων επιχειρήσεων:

(Β)

Συνολικός αριθμός των ελεγμένων επιχειρήσεων:

 

 

 

 

3. (Α)

Συνολικός αριθμός των υπό έλεγχο επιχειρήσεων:

(Β)

Συνολικός αριθμός των υπό έλεγχο επιχειρήσεων:

 

 

 

 

4. (Α)

Συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί:

(Β)

Συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί:

 

 

 

 


ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

 

ΦΟΡΕΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: …

 

1. (Γ)

Συνολικός αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

(Δ)

Συνολικός αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων:

 

 

 

 

2. (Γ)

Συνολικός αριθμός των ελεγμένων επιχειρήσεων:

(Δ)

Συνολικός αριθμός των ελεγμένων επιχειρήσεων:

 

 

 

 

3. (Γ)

Συνολικός αριθμός των υπό έλεγχο επιχειρήσεων:

(Δ)

Συνολικός αριθμός των υπό έλεγχο επιχειρήσεων:

 

 

 

 

4. (Γ)

Συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί:

(Δ)

Συνολικός αριθμός των επιχειρήσεων που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί:

 

 

 

 

Παρατηρήσεις:

Κατά περίπτωση, προστίθενται επιπλέον πλαίσια, π.χ. (Ε), (ΣΤ) κ.λπ.

ΦΥΛΛΟ Β

ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ….

(Άρθρο 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

Έκθεση ελέγχου σχετικά με τα κονδύλια του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ όσον αφορά το οικονομικό έτος … του ΕΓΤΕ

Πρόγραμμα ελέγχων …

B(1)

Αριθμός άρθρου ή κονδυλίου του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ

 

B(2)

Συνολική αξία των δαπανών σχετικά με τις επιχειρήσεις που έχουν επιλεγεί για έλεγχο …

(σε ευρώ)

B(3)

Ελεγχθείσες επιχειρήσεις

B(4)

Υπό έλεγχο επιχειρήσεις

B(5)

Μη ελεγχθείσες επιχειρήσεις

 

 

 

 

(i)

δαπάνες που ελέγχονται τη στιγμή αυτή

(σε ευρώ)

 

(ii)

σύνολο δαπανών όσον αφορά τις επιχειρήσεις αυτές

(σε ευρώ)

(i)

σύνολο δαπανών όσον αφορά τις επιχειρήσεις αυτές

(σε ευρώ)

(i)

σύνολο δαπανών όσον αφορά τις επιχειρήσεις αυτές

(σε ευρώ)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σύνολα:

 

 

 

 

 

 

 

 

ΦΥΛΛΟ Γ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ….

(Άρθρο 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

Ενδεχόμενες παρατυπίες που έχουν διαπιστωθεί σε σχέση με τα κονδύλια του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ όσον αφορά το οικονομικό έτος … του ΕΓΤΕ

Πρόγραμμα ελέγχων …

Γ(1)

Αριθμός άρθρου ή κονδυλίου του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ

Γ(2)

Αριθμός ενδεχόμενων παρατυπιών που έχουν ανακαλυφθεί

Γ(3)

Αριθμός των σχετικών πληρωμών

Γ(4)

Αριθμός των σχετικών επιχειρήσεων

Γ(5)

Εκτιμώμενη αξία των ενδεχόμενων παρατυπιών

Γ(6)

Περιγραφή και φύση κάθε ενδεχόμενης παρατυπίας που έχει διαπιστωθεί, αριθμός (-οί) αναφοράς της ή των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων και αριθμός (οι) αναφοράς της OLAF (αριθμοί κοινοποίησης IMS)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σύνολα:

 

 

 

 

 

ΦΥΛΛΟ Δ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ

(Άρθρο 86 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013)

Εκτέλεση ελέγχων που αφορούν προγενέστερα προγράμματα ελέγχων· πρόγραμμα ελέγχου …

Δ(1) Αριθμός επιχειρήσεων που δηλώθηκε ότι τελούν υπό έλεγχο στην προηγούμενη έκθεση:

 

Δ(2) Αριθμός επιχειρήσεων που αναφέρονται στο Δ(1) για τις οποίες έχουν ολοκληρωθεί οι έλεγχοι:

 

Δ(3) Αριθμός επιχειρήσεων που αναφέρονται στο Δ(1) για τις οποίες εξακολουθούν να διενεργούνται έλεγχοι:

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δ(4) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(1):

 

Δ(5) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(2):

 

Δ(6) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(3):

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δ(7) Αριθμός επιχειρήσεων για τις οποίες δηλώθηκε στην προηγούμενη έκθεση ότι δεν άρχισαν οι έλεγχοι:

 

Δ(8) Αριθμός επιχειρήσεων που αναφέρονται στο Δ(7) για τις οποίες έχουν ολοκληρωθεί οι έλεγχοι:

 

Δ(9) Αριθμός επιχειρήσεων που αναφέρονται στο Δ(7) για τις οποίες εξακολουθούν να διενεργούνται έλεγχοι:

 

Δ(10) Αριθμός επιχειρήσεων που αναφέρονται στο Δ(7) για τις οποίες δεν έχουν αρχίσει οι έλεγχοι:

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δ(11) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(7):

 

Δ(12) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(8):

 

Δ(13) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(9):

 

Δ(14) Αξία των συναλλαγών που αφορούν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Δ(10):

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII

ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 57

1.

Τα καθεστώτα στήριξης που παρατίθενται στο παράρτημα I του κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1).

2.

Τα κατωτέρω καθεστώτα και μέτρα που παρατίθενται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

δημόσια παρέμβαση

ενισχύσεις για ιδιωτική αποθεματοποίηση

καθεστώς προώθησης της κατανάλωσης οπωροκηπευτικών στα σχολεία

καθεστώς προώθησης της κατανάλωσης γάλακτος στα σχολεία

ενισχύσεις στον τομέα των οπωροκηπευτικών

μέτρα στήριξης του αμπελοοινικού τομέα

ενίσχυση του τομέα της μελισσοκομίας

ενίσχυση στον τομέα του λυκίσκου

επιστροφές κατά την εξαγωγή.

3.

Οι ενισχύσεις στον τομέα της εκτροφής μεταξοσκωλήκων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (3).

4.

Τα μέτρα ενημέρωσης και προώθησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 3/2008 (4).

5.

Τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), εξαιρουμένων των μέτρων που καλύπτονται από το παράρτημα I του κανονισμού αριθ. 1307/2013.

6.

Τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 229/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), εξαιρουμένων των μέτρων που καλύπτονται από το παράρτημα I του κανονισμού αριθ. 1307/2013.

7.

Τα μέτρα που προβλέπονται στον τίτλο III κεφάλαιο I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 και περιλαμβάνονται στο οικείο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης.

8.

Τα μέτρα που προβλέπονται στο κεφάλαιο I του τίτλου I IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 (7) και περιλαμβάνονται στο οικείο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης υπέρ των γεωργικών προϊόντων στην εσωτερική αγορά και στις τρίτες χώρες (ΕΕ L 3 της 5.1.2008, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2013, για τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 247/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 78 της 20.3.2013, σ. 23).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 229/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2013, σχετικά με τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 78 της 20.3.2013, σ. 41).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1).