ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2011.064.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

54ό έτος
11 Μαρτίου 2011


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ

1

 

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (EE) αριθ. 233/2011 του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2011, για την εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 του Συμβουλίου σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

13

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 234/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2011, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τις αρωματικές ύλες τροφίμων ( 1 )

15

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 235/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2011, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

25

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 236/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2011, σχετικά με την τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης, που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 867/2010 για την περίοδο 2010/11

27

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Εκτελεστική απόφαση 2011/156/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2011, για την τροποποίηση της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

29

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

11.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/1


ΟΔΗΓΊΑ 2011/16/EE ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Φεβρουαρίου 2011

σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 113 και 115,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η ανάγκη των κρατών μελών για αμοιβαία συνδρομή στον τομέα της φορολογίας αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς. Παρατηρείται μια τεραστίων διαστάσεων εξέλιξη της κινητικότητας των φορολογουμένων, του αριθμού των διασυνοριακών συναλλαγών και της διεθνοποίησης των χρηματοοικονομικών μέσων, γεγονός το οποίο καθιστά δύσκολο για τα κράτη μέλη τον ορθό προσδιορισμό των οφειλόμενων φόρων. Η αυξανόμενη αυτή δυσκολία επηρεάζει τη λειτουργία των φορολογικών συστημάτων και συνεπάγεται διπλή φορολόγηση, γεγονός το οποίο αυτό καθαυτό εξωθεί σε φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή, ενώ οι εξουσίες διενέργειας ελέγχων παραμένουν σε εθνικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, υπονομεύεται η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(2)

Επομένως, ένα κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να διαχειρίζεται το δικό του σύστημα εσωτερικής φορολογίας, ειδικότερα όσον αφορά στην άμεση φορολογία, χωρίς πληροφορίες από άλλα κράτη μέλη. Προκειμένου να ξεπεραστούν οι αρνητικές επιπτώσεις αυτού του φαινομένου, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί μια νέα διοικητική συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων των κρατών μελών. Είναι απαραίτητη η εκπόνηση μέσων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών, θεσπίζοντας τους ίδιους κανόνες, τις ίδιες υποχρεώσεις και τα ίδια δικαιώματα για όλα τα κράτη μέλη.

(3)

Επομένως, θα πρέπει να ακολουθηθεί μια νέα προσέγγιση, συντάσσοντας ένα εξ ολοκλήρου νέο κείμενο που θα δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να συνεργάζονται αποτελεσματικά σε διεθνές επίπεδο, προκειμένου να ξεπεράσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της ολοένα αυξανόμενης παγκοσμιοποίησης στην εσωτερική αγορά.

(4)

Στο πλαίσιο αυτό, η ισχύουσα οδηγία 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977, περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων και των φόρων επί των ασφαλίστρων (3) δεν προβλέπει πλέον τα κατάλληλα μέτρα. Οι βαθιές της αδυναμίες αποτέλεσαν αντικείμενο διερεύνησης της ειδικής ομάδας εργασίας του Συμβουλίου για τη φορολογική απάτη με την έκθεση της 22ας Μαΐου 2000, και πιο πρόσφατα, στο πλαίσιο δύο ανακοινώσεων της Επιτροπής για την πρόληψη και καταπολέμηση της εταιρικής και χρηματοπιστωτικής απάτης, της 27ης Σεπτεμβρίου 2004, και για την ανάγκη να αναπτυχθεί μια συντονισμένη στρατηγική για να βελτιωθεί η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της 31ης Μαΐου 2006.

(5)

Η οδηγία 77/799/ΕΟΚ, ακόμη και με τις τελευταίες της τροποποιήσεις, εκπονήθηκε σε πλαίσιο που διαφέρει από τις τρέχουσες απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς και δεν μπορεί πλέον να καλύψει τις νέες απαιτήσεις διοικητικής συνεργασίας.

(6)

Λόγω του αριθμού και της σπουδαιότητας των αναγκαίων προσαρμογών της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ, μια απλή τροποποίηση δεν θα αρκούσε για την εκπλήρωση των ανωτέρω στόχων. Επομένως, η οδηγία 77/799/ΕΟΚ θα πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από μια νέα νομική πράξη. Η πράξη αυτή θα πρέπει να ισχύει για άμεσους και έμμεσους φόρους οι οποίοι δεν καλύπτονται ακόμη από άλλη ενωσιακή νομοθεσία. Για τον σκοπό αυτόν, κρίνεται ότι μια νέα οδηγία αποτελεί το κατάλληλο μέσο για αποτελεσματική διοικητική συνεργασία.

(7)

Η παρούσα οδηγία αξιοποιεί τα επιτεύγματα της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ, προβλέπει όμως σαφέστερους και ακριβέστερους κανόνες που θα διέπουν τη διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών οσάκις παρίσταται ανάγκη προκειμένου να επιτευχθεί, ιδίως στην ανταλλαγή πληροφοριών, ευρύτερο πεδίο διοικητικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών. Οι σαφέστεροι κανόνες θα πρέπει επίσης να καθιστούν δυνατή την κάλυψη όλων των φυσικών και νομικών προσώπων της Ένωσης, λαμβανομένου υπόψη του συνεχώς διευρυνόμενου φάσματος νομικών μορφωμάτων στα οποία δεν συγκαταλέγονται μόνο τα παραδοσιακά μορφώματα όπως τα καταπιστεύματα, τα ιδρύματα και τα αμοιβαία κεφάλαια, αλλά και κάθε νέο μέσο που ενδέχεται να συστήσουν οι φορολογούμενοι στα κράτη μέλη.

(8)

Οι άμεσες επαφές μεταξύ των τοπικών ή εθνικών υπηρεσιών των κρατών μελών, αρμοδίων για τη διοικητική συνεργασία, θα πρέπει να είναι περισσότερες και η επικοινωνία μεταξύ των κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης να αποτελεί τον κανόνα. Η έλλειψη άμεσων επαφών οδηγεί σε μη αποτελεσματική και ανεπαρκή χρησιμοποίηση των ρυθμίσεων για τη διοικητική συνεργασία και καθυστερήσεις στην επικοινωνία. Επομένως, θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για την επίτευξη περισσότερων άμεσων επαφών μεταξύ των υπηρεσιών για να γίνει η συνεργασία αποτελεσματικότερη και ταχύτερη. Η ανάθεση αρμοδιοτήτων στα τμήματα διασύνδεσης θα πρέπει να παραπεμφθεί στις εθνικές διατάξεις εκάστου κράτους μέλους.

(9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες υποθέσεις όταν το ζητά άλλο κράτος-μέλος και οφείλουν να διεξάγουν τις αναγκαίες έρευνες για να λάβουν τις πληροφορίες αυτές. Το πρότυπο της «προβλέψιμης συνάφειας» προορίζεται να προβλέπει ανταλλαγές πληροφοριών σε φορολογικά θέματα στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και ταυτόχρονα να διευκρινίζει ότι τα κράτη μέλη δεν είναι ελεύθερα να πραγματοποιούν «αλίευση πληροφοριών» ή να ζητούν πληροφορίες που είναι απίθανο να αφορούν φορολογικές υποθέσεις ενός φορολογουμένου. Παρότι το άρθρο 20 της παρούσας οδηγίας περιέχει διαδικαστικά στοιχεία, η ερμηνεία των διατάξεων αυτών θα πρέπει να είναι ελεύθερη, ώστε να μην παρεμποδίζει την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών.

(10)

Αναγνωρίζεται ότι η άνευ όρων υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών συνιστά το πλέον αποτελεσματικό μέσο για την ενίσχυση του ορθού προσδιορισμού των φόρων σε διασυνοριακές υποθέσεις και για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να ακολουθηθεί μια βήμα προς βήμα προσέγγιση, η οποία θα ξεκινήσει με την αυτόματη ανταλλαγή διαθέσιμων πληροφοριών σε πέντε κατηγορίες και θα συνεχιστεί με την επανεξέταση των σχετικών διατάξεων μετά από έκθεση της Επιτροπής.

(11)

Η αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών θα πρέπει επίσης να ενισχυθεί και να ενθαρρυνθεί.

(12)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι προθεσμίες για την παροχή πληροφοριών βάσει της παρούσας οδηγίας ώστε η ανταλλαγή πληροφοριών να είναι έγκαιρη και άρα αποτελεσματική.

(13)

Είναι σκόπιμο να επιτρέπεται η παρουσία εφοριακών υπαλλήλων ενός κράτους μέλους στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους.

(14)

Επειδή η φορολογική κατάσταση ενός ή περισσότερων υποκείμενων σε φορολογία προσώπων, εγκατεστημένων σε διάφορα κράτη μέλη, είναι συχνά κοινού ή συμπληρωματικού ενδιαφέροντος, θα πρέπει να είναι δυνατή η διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων στα πρόσωπα αυτά από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας και σε εθελοντική βάση.

(15)

Δεδομένου ότι η νομοθεσία ορισμένων κρατών μελών απαιτεί την κοινοποίηση στο φορολογούμενο των αποφάσεων και των πράξεων που αφορούν στη φορολογική του οφειλή, πράγμα που ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα στις φορολογικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που ο φορολογούμενος έχει μετεγκατασταθεί σε άλλο κράτος-μέλος, είναι σκόπιμο, στις περιπτώσεις αυτές, οι φορολογικές αρχές να μπορούν να ζητήσουν τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους όπου έχει μετεγκατασταθεί ο φορολογούμενος.

(16)

Η ανατροφοδότηση στις πληροφορίες που διαβιβάζονται θα ενθαρρύνει τη διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών.

(17)

Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής είναι αναγκαία για τη διαρκή μελέτη των διαδικασιών συνεργασίας και την ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών στους σχετικούς τομείς.

(18)

Για να είναι αποτελεσματική η διοικητική συνεργασία, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που συγκεντρώνονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας είναι σκόπιμο να μπορούν, με την επιφύλαξη των περιορισμών που θέτει η παρούσα οδηγία, να χρησιμοποιούνται και για άλλους σκοπούς στο κράτος-μέλος που τις παραλαμβάνει. Είναι επίσης σκόπιμο να μπορούν τα κράτη μέλη να διαβιβάζουν τις πληροφορίες αυτές σε τρίτη χώρα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

(19)

Οι περιπτώσεις που ένα κράτος-μέλος μπορεί να αρνηθεί να παράσχει τις πληροφορίες που του ζητούνται θα πρέπει να προσδιορισθούν και να οριοθετηθούν με σαφήνεια, με συνεκτίμηση ορισμένων συμφερόντων ιδιωτικής φύσεως που θα πρέπει να προστατευθούν, επίσης δε και του δημοσίου συμφέροντος.

(20)

Ωστόσο, ένα κράτος δεν θα πρέπει να απορρίπτει αίτημα για παροχή πληροφοριών επειδή δεν εξυπηρετεί το εγχώριο συμφέρον του ή επειδή ο κάτοχος των πληροφοριών είναι τράπεζα ή άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του διαχειριστή ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

(21)

Η παρούσα οδηγία περιλαμβάνει ελάχιστους κανόνες και ως εκ τούτου δεν θα θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να προβαίνουν σε ευρύτερη συνεργασία με άλλα Κράτη μέλη βάσει της εθνικής τους νομοθεσίας ή στο πλαίσιο διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που συνάπτουν με άλλα κράτη μέλη.

(22)

Θα πρέπει επίσης να καταστεί σαφές ότι, όταν η συνεργασία την οποία παρέχει ένα κράτος-μέλος προς τρίτη χώρα είναι ευρύτερη από ό,τι προβλέπει η παρούσα οδηγία, δεν θα πρέπει να απορρίπτει την παροχή της ευρύτερης συνεργασίας σε άλλα κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε αυτή την αμοιβαία ευρύτερη συνεργασία.

(23)

Οι ανταλλαγές πληροφοριών θα πρέπει να γίνονται μέσω τυποποιημένων εντύπων, μορφοτύπων και διαύλων επικοινωνίας.

(24)

Θα πρέπει να εκπονείται αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της διοικητικής συνεργασίας, ιδίως βάσει στατιστικών.

(25)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εγκρίνονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (4).

(26)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της 'Ενωσης, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

(27)

Όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών που αναφέρει η παρούσα οδηγία υπόκεινται στις εκτελεστικές διατάξεις της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (5) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (6). Ωστόσο, είναι σκόπιμο να εξετασθεί το ενδεχόμενο περιορισμών ορισμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που έχουν θεσπισθεί με την οδηγία 95/46/ΕΚ, προκειμένου να διαφυλαχθούν τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας. Τέτοιοι περιορισμοί είναι αναγκαίοι και ανάλογοι ενόψει της ενδεχόμενης απώλειας εισοδημάτων για τα Κράτη μέλη και της καίριας σημασίας των πληροφοριών που καλύπτονται από αυτή την οδηγία για την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της απάτης.

(28)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ειδικότερα από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(29)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της προς υλοποίηση δράσης, δηλαδή της αποτελεσματικής διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της αυξανόμενης παγκοσμιοποίησης στην εσωτερική αγορά, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, κατά συνέπεια, λόγω της απαιτούμενης ομοιομορφίας και αποτελεσματικότητας, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζει το άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Η παρούσα οδηγία ορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες βάσει των οποίων τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών που, κατά πάσα πιθανότητα, έχουν σημασία για τη διοίκηση και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά στους φόρους οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 2.

2.   Η παρούσα οδηγία ορίζει επίσης διατάξεις για την ηλεκτρονική ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθώς και κανόνες και διαδικασίες δυνάμει των οποίων τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται σε θέματα που αφορούν το συντονισμό και την αξιολόγηση.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή των κανόνων αμοιβαίας συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων στα κράτη μέλη. Επίσης, δεν θίγει την τήρηση τυχόν υποχρεώσεων που υπέχουν τα κράτη μέλη σε σχέση με την ευρύτερη διοικητική συνεργασία βάσει άλλων νομικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των διμερών ή πολυμερών συμφωνιών.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία ισχύει για όλους τους φόρους παντός τύπου που εισπράττονται από κράτος-μέλος ή εξ ονόματός του ή από εδαφικές ή διοικητικές υποδιαιρέσεις του κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αρχών.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στον φόρο προστιθέμενης αξίας και στα τελωνειακά τέλη, ούτε στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που καλύπτονται από άλλη ενωσιακή νομοθεσία περί διοικητικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών. Η οδηγία δεν εφαρμόζεται επίσης όσον αφορά στις υποχρεωτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης πληρωτέες προς το κράτος-μέλος ή προς μια διοικητική υποδιαίρεση του κράτους μέλους, ή προς τα ιδρύματα κοινωνικών ασφαλίσεων δημοσίου δικαίου.

3.   Σε καμία περίπτωση οι φόροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

τέλη, όπως για πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που εκδίδονται από τις δημόσιες αρχές·

β)

οφειλές συμβατικού χαρακτήρα, όπως αμοιβές επιχειρήσεων κοινής ωφελείας.

4.   Η παρούσα οδηγία ισχύει για φόρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίοι εισπράττονται σε έδαφος όπου εφαρμόζονται οι συνθήκες δυνάμει του άρθρου 52 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1.   «αρμόδια αρχή» κράτους μέλους: η αρχή η οποία έχει ορισθεί για τον λόγο αυτόν από το κράτος-μέλος. Όταν ενεργούν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, ένα τμήμα διασύνδεσης ή ένας αρμόδιος υπάλληλος θεωρούνται επίσης ως αρμόδιες αρχές κατ’ ανάθεση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4·

2.   «κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης»: η υπηρεσία η οποία έχει ορισθεί για τον λόγο αυτόν, με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας·

3.   «τμήμα διασύνδεσης»: οιαδήποτε υπηρεσία, πλην της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, που έχει ορισθεί για την απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών με βάση την παρούσα οδηγία·

4.   «αρμόδιος υπάλληλος»: οιοσδήποτε υπάλληλος που μπορεί να προβαίνει σε απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών με βάση την παρούσα οδηγία, για την οποία έχει εξουσιοδοτηθεί·

5.   «αιτούσα αρχή»: η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, τμήμα διασύνδεσης ή οιοσδήποτε αρμόδιος υπάλληλος κράτους μέλους που υποβάλλει αίτημα συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

6.   «λαμβάνουσα αρχή»: η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, τμήμα διασύνδεσης ή οιοσδήποτε αρμόδιος υπάλληλος κράτους μέλους που λαμβάνει αίτημα συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

7.   «διοικητική έρευνα»: όλοι οι έλεγχοι, εξακριβώσεις και ενέργειες που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας·

8.   «ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος»: η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει αιτήματος το οποίο απευθύνει το αιτούν κράτος-μέλος προς το λαμβάνον κράτος-μέλος, για μια συγκεκριμένη υπόθεση·

9.   «αυτόματη ανταλλαγή»: η συστηματική κοινοποίηση σε άλλο κράτος-μέλος χωρίς προηγούμενο αίτημα, προκαθορισμένων πληροφοριών ανά τακτά εκ των προτέρων καθορισμένα διαστήματα. Στο πλαίσιο του άρθρου 8, ως διαθέσιμες νοούνται οι πληροφορίες των φορολογικών αρχείων του κράτους μέλους που κοινοποιεί την πληροφορία, η οποία μπορεί να ανακτηθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες του κράτους μέλους για τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών·

10.   «αυθόρμητη ανταλλαγή»: η μη συστηματική κοινοποίηση πληροφοριών, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενο αίτημα, σε άλλο κράτος-μέλος·

11.   «πρόσωπο»:

α)

φυσικό πρόσωπο·

β)

νομικό πρόσωπο, ή

γ)

εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων στην οποία αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το καθεστώς νομικού προσώπου·

δ)

κάθε άλλο νομικό μόρφωμα οιουδήποτε χαρακτήρα και μορφής, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που έχει την κυριότητα ή τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων τα οποία, συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος που απορρέει από αυτά, υπόκεινται σε φόρους που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία·

12.   «με ηλεκτρονικά μέσα» ή «ηλεκτρονικά»: η χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού για την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης, και αποθήκευσης δεδομένων και η χρησιμοποίηση καλωδιακής ή ασύρματης σύνδεσης, οπτικών τεχνολογιών ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων·

13.   «δίκτυο CCN»: η κοινή πλατφόρμα που βασίζεται στο Κοινό δίκτυο Επικοινωνιών (CCN), το οποίο έχει αναπτυχθεί από την Ένωση για την εξασφάλιση όλων των διαβιβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών και φορολογικών αρχών.

Άρθρο 4

Οργάνωση

1.   Το αργότερο ένα μήνα μετά την 11η Μαρτίου 2011, κάθε κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για την αρμόδια αρχή του για τους σκοπούς της οδηγίας και ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή για κάθε σχετική μεταβολή.

Η Επιτροπή κοινοποιεί τις διαθέσιμες πληροφορίες στα άλλα κράτη μέλη και δημοσιεύει κατάλογο των αρχών των Κρατών μελών στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Η αρμόδια αρχή ορίζει μια μοναδική κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης. Η αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για τη σχετική ενημέρωση της Επιτροπής και των άλλων κρατών μελών.

Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης μπορεί επίσης να ορίζεται ως αρμόδια για τις επαφές με την Επιτροπή. Η αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για τη σχετική ενημέρωση της Επιτροπής.

3.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους δύναται να ορίζει τμήματα διασύνδεσης, με τις αρμοδιότητες που χορηγούνται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πολιτική κάθε κράτους μέλους. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υπεύθυνη για την ενημέρωση του καταλόγου των τμημάτων διασύνδεσης και για τη διάθεσή του στις κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών και στην Επιτροπή.

4.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους δύναται να ορίζει αρμόδιους υπαλλήλους. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υπεύθυνη για την ενημέρωση του καταλόγου των αρμόδιων υπαλλήλων και για και τη διάθεσή του στις κεντρικές υπηρεσίες διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών μελών και στην Επιτροπή.

5.   Εν πάση περιπτώσει, οι υπάλληλοι οι οποίοι συμμετέχουν στη διοικητική συνεργασία βάσει της παρούσας οδηγίας θεωρούνται αρμόδιοι υπάλληλοι για τον σκοπό αυτόν, σύμφωνα με τις διατάξεις τις οποίες θεσπίζουν οι αρμόδιες αρχές.

6.   Όταν ένα τμήμα διασύνδεσης ή ένας αρμόδιος υπάλληλος αποστέλλει ή παραλαμβάνει αίτημα ή απάντηση σε αίτημα συνεργασίας, ενημερώνει την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του οικείου κράτους μέλους βάσει των διαδικασιών τις οποίες ορίζει το εν λόγω κράτος-μέλος.

7.   Όταν ένα τμήμα διασύνδεσης ή ένας αρμόδιος υπάλληλος παραλαμβάνει αίτημα συνεργασίας που συνεπάγεται δράση εκτός της αρμοδιότητας που του έχει χορηγηθεί σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πολιτική του οικείου κράτους μέλους, διαβιβάζει αμελλητί το αίτημα αυτό στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του οικείου κράτους μέλους και ενημερώνει σχετικά την αιτούσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στο άρθρο 7 αρχίζει από την επόμενη ημέρα της διαβίβασης του αιτήματος συνεργασίας στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

ΤΜΗΜΑ I

Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματοσ

Άρθρο 5

Διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών κατόπιν αιτήματος

Κατόπιν αιτήματος της αιτούσας αρχής, η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή οιαδήποτε πληροφορία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 που διαθέτει ή που περιέρχεται σε αυτήν ως αποτέλεσμα διοικητικών ερευνών.

Άρθρο 6

Διοικητικές έρευνες

1.   Η λαμβάνουσα αρχή μεριμνά για τη διεξαγωγή των τυχόν διοικητικών ερευνών οι οποίες απαιτούνται για τη συγκέντρωση των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 5.

2.   Το αίτημα το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 5 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα για τη διενέργεια συγκεκριμένης διοικητικής έρευνας. Εάν η λαμβάνουσα αρχή θεωρεί ότι δεν είναι αναγκαία η διενέργεια διοικητικής έρευνας, αιτιολογεί αμέσως την άποψη αυτή στην αιτούσα αρχή.

3.   Προκειμένου να συγκεντρώσει τις αιτούμενες πληροφορίες ή να διεξαγάγει την αιτούμενη διοικητική έρευνα, η αρχή-αποδέκτης ακολουθεί τις ίδιες διαδικασίες όπως όταν ενεργεί με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος άλλης αρχής η οποία έχει την έδρα της στο οικείο κράτος-μέλος.

4.   Σε περίπτωση συγκεκριμένου αιτήματος από την αιτούσα αρχή, η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί τα πρωτότυπα έγγραφα εφόσον αυτό δεν είναι αντίθετο προς τις διατάξεις οι οποίες ισχύουν στο κράτος μέλος της λαμβάνουσας αρχής.

Άρθρο 7

Προθεσμίες

1.   Η λαμβάνουσα αρχή παρέχει τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 5 το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο εντός έξι μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.

Ωστόσο, όταν η λαμβάνουσα αρχή διαθέτει ήδη τις πληροφορίες αυτές, οι πληροφορίες διαβιβάζονται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία αυτήν.

2.   Σε συγκεκριμένες ειδικές περιπτώσεις, η λαμβάνουσα αρχή και η αιτούσα αρχή μπορούν να συμφωνούν προθεσμίες διαφορετικές από αυτές που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

3.   Η λαμβάνουσα αρχή επιβεβαιώνει στην αιτούσα αρχή την παραλαβή του αιτήματος αμέσως και εν πάση περιπτώσει το αργότερο εντός επτά εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή, ει δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα.

4.   Η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή τυχόν ελλείψεις του αιτήματος και την ανάγκη συμπληρωματικών βασικών πληροφοριών, εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Στην περίπτωση αυτήν, οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 αρχίζουν την επομένη της παραλαβής των απαιτούμενων συμπληρωματικών πληροφοριών από τη λαμβάνουσα αρχή.

5.   Όταν η λαμβάνουσα αρχή δεν είναι σε θέση να απαντήσει στο αίτημα εμπροθέσμως, ενημερώνει την αιτούσα αρχή αμέσως και εν πάση περιπτώσει εντός τριών μηνών από την παραλαβή του αιτήματος για τους λόγους της καθυστερημένης απάντησης και για την ημερομηνία έως την οποία θεωρεί ότι ενδεχομένως θα είναι σε θέση να απαντήσει.

6.   Όταν η λαμβάνουσα αρχή δεν διαθέτει τις ζητούμενες πληροφορίες και δεν είναι σε θέση να απαντήσει στο αίτημα παροχής πληροφοριών ή αρνείται να απαντήσει για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 17, ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους, και εν πάση περιπτώσει εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος.

ΤΜΗΜΑ II

Υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών

Άρθρο 8

Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις της υποχρεωτικής αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή κάθε τυχόν άλλου κράτους μέλους, με αυτόματη ανταλλαγή, διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν φορολογικές περιόδους από την 1η Ιανουαρίου 2014 και εξής σχετικά με άτομα που κατοικούν σε αυτό το άλλο κράτος-μέλος, όσον αφορά τις ακόλουθες συγκεκριμένες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου όπως αυτές ορίζονται στην εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες:

α)

εισόδημα από απασχόληση·

β)

αμοιβές διοικητικών στελεχών·

γ)

προϊόντα ασφάλειας ζωής που δεν καλύπτονται από άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις για την ανταλλαγή πληροφοριών και άλλα παρόμοια μέτρα·

δ)

συντάξεις·

ε)

κυριότητα ακίνητης περιουσίας και εισόδημα από αυτήν.

2.   Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις κατηγορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 και ως προς τις οποίες διαθέτουν πληροφορίες. Γνωστοποιούν στην Επιτροπή οποιεσδήποτε μεταγενέστερες μεταβολές.

3.   Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μπορεί να δηλώνει στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους ότι δεν επιθυμεί να λάβει πληροφορίες για τις κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ή ότι δεν επιθυμεί να λάβει πληροφορίες για εισόδημα ή κεφάλαιο που δεν υπερβαίνει ένα οριακό ποσό, ενημερώνει δε σχετικά και την Επιτροπή. Ένα κράτος μέλος μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επιθυμεί να λαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 εάν δεν ενημερώνει την Επιτροπή για οιαδήποτε μεμονωμένη κατηγορία για την οποία διαθέτει πληροφορίες.

4.   Πριν από την 1η Ιουλίου 2016, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον όγκο των αυτόματων ανταλλαγών και, στο μέτρο του δυνατού, πληροφορίες σχετικά με τις διοικητικές και άλλες συναφείς δαπάνες και οφέλη που συνδέονται με τις πραγματοποιηθείσες ανταλλαγές καθώς και οποιεσδήποτε μεταβολές, τόσο για τις φορολογικές αρχές όσο και για τους τρίτους.

5.   Πριν από την 1η Ιουλίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση που περιλαμβάνει ανασκόπηση και αξιολόγηση των στατιστικών στοιχείων και πληροφοριών που έχουν ληφθεί, για θέματα όπως οι διοικητικές και λοιπές σχετικές δαπάνες για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και τα οφέλη από αυτήν καθώς και οι σχετικές πρακτικές πτυχές. Εάν κριθεί αναγκαίο η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση προς το Συμβούλιο όσον αφορά στις κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου και/ή στις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένης της προϋπόθεσης ότι πρέπει να είναι διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν άτομα τα οποία κατοικούν σε άλλα κράτη μέλη.

Το Συμβούλιο, όταν εξετάζει πρόταση της Επιτροπής, εκτιμά την περαιτέρω ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της λειτουργίας της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών και την καθιέρωση υψηλότερων σχετικών προτύπων, ώστε να προβλέπεται ότι:

α)

η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή κάθε τυχόν άλλου Κράτους μέλους, με αυτόματη ανταλλαγή, πληροφορίες που αφορούν φορολογικές περιόδους από την 1η Ιανουαρίου 2017 και εξής σχετικά με άτομα που κατοικούν σε αυτό το άλλο κράτος-μέλος, όσον αφορά τουλάχιστον τρεις από τις συγκεκριμένες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου της παραγράφου 1, όπως αυτές ορίζονται στην εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες, και

β)

η απαρίθμηση των κατηγοριών στην παράγραφο 1 επεκτείνεται στα μερίσματα, το κεφαλαιακό κέρδος και τις αμοιβές για δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

6.   Οι πληροφορίες κοινοποιούνται τουλάχιστον άπαξ του έτους, εντός έξι μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους του κράτους μέλους κατά τη διάρκεια του οποίου κατέστησαν διαθέσιμες.

7.   Η Επιτροπή θεσπίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2, πριν από τις ημερομηνίες που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1.

8.   Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη συμφωνήσουν για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με πρόσθετες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου σε διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που συνάπτουν με άλλα κράτη μέλη, κοινοποιούν τις συμφωνίες αυτές στην Επιτροπή η οποία τις θέτει στη διάθεση όλων των άλλων κρατών μελών.

ΤΜΗΜΑ III

Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών

Άρθρο 9

Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις της αυθόρμητης ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους κοινοποιεί τις αναφερόμενες στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πληροφορίες στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, σε οποιαδήποτε από τις εξής περιπτώσεις:

α)

η αρμοδία αρχή ενός κράτους μέλους έχει λόγους να υποθέτει ότι στο άλλο κράτος μέλος υφίσταται διαφυγή φόρων·

β)

ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει σε ένα κράτος-μέλος μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι’ αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή του σε φόρο στο άλλο κράτος μέλος·

γ)

επιχειρηματικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται, μεταξύ ενός προσώπου υποκείμενου στον φόρο ενός κράτους μέλους και ενός προσώπου υποκείμενου στον φόρο ενός άλλου κράτους μέλους, σε μία ή περισσότερες άλλες χώρες, κατά τέτοιον τρόπο που ενδέχεται να συνεπάγονται μείωση φόρου στο ένα ή στο άλλο κράτος μέλος ή και στα δύο·

δ)

η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται μείωση φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές μεταφορές κερδών εντός ομάδων επιχειρήσεων·

ε)

από πληροφορίες που διαβίβασε σε ένα κράτος μέλος η αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους συνάγονται πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν σημασία για την αξιολόγηση της επιβολής φόρου στο δεύτερο κράτος μέλος.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να κοινοποιούν αυθορμήτως στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών κάθε πληροφορία την οποία γνωρίζουν και η οποία ενδέχεται να είναι χρήσιμη για τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

Άρθρο 10

Προθεσμίες

1.   Η αρμόδια αρχή στην οποία καθίστανται διαθέσιμες οι αναφερόμενες στο άρθρο 9 παράγραφος 1 πληροφορίες, διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερομένου κράτους μέλους το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο εντός ενός μηνός από τη στιγμή που τις απέκτησε.

2.   Η αρμόδια αρχή στην οποία κοινοποιούνται πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 9 επιβεβαιώνει, ει δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα, αμέσως, και οπωσδήποτε το αργότερο εντός επτά εργάσιμων ημερών, την παραλαβή των πληροφοριών στην αρμόδια αρχή που τις παρέσχε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ I

Παρουσία σε διοικητικές υπηρεσίες και συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες

Άρθρο 11

Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις

1.   Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της λαμβάνουσας αρχής και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που θεσπίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή δύνανται, για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται από το άρθρο 1 παράγραφος 1:

α)

να είναι παρόντες στα γραφεία στα οποία εκτελούν τα καθήκοντά τους οι διοικητικές αρχές του Κράτους μέλους της λαμβάνουσας αρχής·

β)

να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες οι οποίες διεξάγονται στο έδαφος του Κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.

Αν οι ζητούμενες πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα στα οποία έχουν πρόσβαση οι υπάλληλοι της λαμβάνουσας αρχής, αντίγραφα των εν λόγω εγγράφων παρέχονται στους υπαλλήλους της αιτούσας αρχής.

2.   Εφόσον αυτό επιτρέπεται δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους της λαμβάνουσας αρχής, η συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να προβλέπει ότι, στην περίπτωση που υπάλληλοι της αιτούσας αρχής είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες, δύνανται να διεξάγουν συνέντευξη με άτομα και να εξετάζουν τους φακέλους.

Η άρνηση του προσώπου που αποτελεί αντικείμενο έρευνας να συμμορφωθεί προς τα μέτρα ελέγχου των υπαλλήλων της αιτούσας αρχής αντιμετωπίζεται από τη λαμβάνουσα αρχή ως άρνηση κατά των δικών της υπαλλήλων.

3.   Οι υπάλληλοι που έχουν εξουσιοδοτηθεί από το αιτούν κράτος-μέλος να είναι παρόντες σε ένα άλλο κράτος-μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 1, πρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι σε θέση να επιδείξουν γραπτή εξουσιοδότηση, στην οποία να αναφέρονται η ταυτότητά τους και τα επίσημα καθήκοντά τους.

ΤΜΗΜΑ II

Ταυτόχρονοι έλεγχοι

Άρθρο 12

Ταυτόχρονοι έλεγχοι

1.   Όταν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη συμφωνούν να διενεργήσουν ταυτόχρονους ελέγχους στο έδαφός τους, με αντικείμενο ένα ή περισσότερα πρόσωπα κοινού ή συμπληρωματικού ενδιαφέροντος για τα εν λόγω κράτη μέλη, με σκοπό την ανταλλαγή των πληροφοριών που συγκεντρώνουν από τους ελέγχους αυτούς, ισχύουν οι παράγραφοι 2, 3 και 4.

2.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους προσδιορίζει ανεξάρτητα τα πρόσωπα τα οποία προτίθεται να προτείνει για ταυτόχρονο έλεγχο. Ειδοποιεί την αρμόδια αρχή του άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους για τυχόν περιπτώσεις για τις οποίες προτείνει τη διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου, παραθέτοντας τους λόγους της επιλογής της.

Καθορίζει το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα διεξαχθούν οι εν λόγω έλεγχοι.

3.   Η αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αποφασίζει αν επιθυμεί να λάβει μέρος σε ταυτόχρονους ελέγχους. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους επιβεβαιώνει στην αρχή η οποία πρότεινε τη διεξαγωγή ταυτόχρονου ελέγχου τη συμφωνία της ή της ανακοινώνει την αιτιολογημένη άρνησή της.

4.   Η αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερομένου κράτους μέλους ορίζει αντιπρόσωπο υπεύθυνο για την επίβλεψη και το συντονισμό του ελέγχου.

ΤΜΗΜΑ III

Διοικητική κοινοποίηση

Άρθρο 13

Αίτημα κοινοποίησης

1.   Κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής ενός κράτους μέλους, η αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους κοινοποιεί στον παραλήπτη, σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο κράτος-μέλος προς το οποίο υποβάλλεται το αίτημα, όλες τις πράξεις και αποφάσεις που προέρχονται από τις διοικητικές αρχές του αιτούντος κράτους μέλους και αφορούν στην εφαρμογή στο έδαφός του της νομοθεσίας περί φορολογίας που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

2.   Τα αιτήματα κοινοποίησης περιλαμβάνουν το αντικείμενο της προς κοινοποίηση πράξης ή απόφασης και διευκρινίζουν το όνομα και τη διεύθυνση του παραλήπτη, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητάς του.

3.   Η λαμβάνουσα αρχή ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίδει στο αίτημα κοινοποίησης και, ειδικότερα, για την ημερομηνία κατά την οποία η πράξη ή η απόφαση κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη.

4.   Η αιτούσα αρχή υποβάλλει αίτημα κοινοποίησης δυνάμει του παρόντος άρθρου μόνον όταν δεν είναι σε θέση να κοινοποιήσει σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο αιτούν κράτος-μέλος, ή όταν η κοινοποίηση θα δημιουργούσε δυσανάλογες δυσκολίες. Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μπορεί να κοινοποιεί κάθε έγγραφο με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά απευθείας σε ένα πρόσωπο εντός της επικράτειας άλλου κράτους μέλους.

ΤΜΗΜΑ IV

Ανατροφοδότηση

Άρθρο 14

Προϋποθέσεις

1.   Όταν μια αρμόδια αρχή παρέχει πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 5 ή 9, μπορεί να ζητεί από την αρμόδια αρχή που τις παρέλαβε να της αποστείλει σχετική ανατροφοδότηση. Σε περίπτωση που ζητείται ανατροφοδότηση η αρμόδια αρχή που παρέλαβε τις σχετικές πληροφορίες αποστέλλει, με την επιφύλαξη των κανόνων φορολογικού απορρήτου και προστασίας δεδομένων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη, την ανατροφοδότηση προς την αρμόδια αρχή που παρέσχε τις πληροφορίες, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός τριών μηνών από τη γνωστοποίηση της έκβασης της χρησιμοποίησης των ζητούμενων πληροφοριών. Η Επιτροπή καθορίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών προβαίνουν σε αναπληροφόρηση μία φορά κατ’ έτος σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών προς άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, σύμφωνα με πρακτικές ρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί διμερώς.

ΤΜΗΜΑ V

Ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών

Άρθρο 15

Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις

1.   Τα κράτη μέλη, μαζί με την Επιτροπή, εξετάζουν και αξιολογούν τη διοικητική συνεργασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και ανταλλάσσουν τις εμπειρίες τους με στόχο τη βελτίωση της εν λόγω συνεργασίας και, κατά περίπτωση, την κατάρτιση κανόνων στα οικεία πεδία.

2.   Τα κράτη μέλη, μαζί με την Επιτροπή, δύνανται να εκπονούν κατευθυντήριες γραμμές για κάθε θέμα που κρίνεται αναγκαίο για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΟΡΟΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 16

Κοινολόγηση πληροφοριών και εγγράφων

1.   Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ κρατών μελών υπό οιαδήποτε μορφή δυνάμει της παρούσας οδηγίας καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόμοιες πληροφορίες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που τις έλαβε. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά στη φορολογία, που αναφέρεται στο άρθρο 2.

Οι πληροφορίες αυτές μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση και την επιβολή άλλων φόρων και δασμών που καλύπτονται από το άρθρο 2 της οδηγίας 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 2010, περί αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με φόρους, δασμούς και άλλα μέτρα (7), ή για την εκτίμηση και επιβολή υποχρεωτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Επιπλέον, οι εν λόγω πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιούνται σε δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες που ενδέχεται να συνεπάγονται κυρώσεις, οι οποίες κινούνται κατόπιν παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, χωρίς να θίγονται οι γενικοί κανόνες και διατάξεις που διέπουν τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και των μαρτύρων σε τέτοιες διαδικασίες.

2.   Με την άδεια της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους που κοινοποιεί πληροφορίες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και μόνον στο μέτρο που αυτό επιτρέπεται δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής που παραλαμβάνει τις πληροφορίες, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η άδεια αυτή χορηγείται εάν οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παρόμοιους σκοπούς στο κράτος μέλος της αρμόδιας αρχής που κοινοποιεί τις πληροφορίες.

3.   Όταν η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους θεωρεί ότι οι πληροφορίες τις οποίες έλαβε από την αρμόδια αρχή ενός άλλου κράτους μέλους ενδέχεται να είναι χρήσιμες για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην αρμόδια αρχή τρίτου κράτους μέλους, επιτρέπεται να τις διαβιβάζει σε αυτή την τελευταία, υπό την προϋπόθεση ότι η διαβίβαση αυτή συνάδει προς τους κανόνες και τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας. Ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης των πληροφοριών για την πρόθεσή της να διαβιβάσει τις πληροφορίες σε τρίτο κράτος μέλος. Το κράτος μέλος προέλευσης των πληροφοριών δύναται να αντιταχθεί στη διαβίβαση εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία παρέλαβε τη σχετική κοινοποίηση από το κράτος-μέλος που επιθυμεί να διαβιβάσει τις πληροφορίες.

4.   Η άδεια για τη χρησιμοποίηση κατά την παράγραφο 2 πληροφοριών οι οποίες διαβιβάσθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 3 μπορεί να χορηγείται μόνον από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προέρχονται οι πληροφορίες.

5.   Οι αρμόδιοι φορείς του αιτούντος κράτους μέλους δύνανται να επικαλούνται πληροφορίες, εκθέσεις, δηλώσεις και κάθε άλλο έγγραφο, ή επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα ή αποσπάσματά τους που έχουν περιέλθει στη λαμβάνουσα αρχή και κοινολογούνται στην αιτούσα αρχή σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, ως αποδεικτικά στοιχεία στην ίδια βάση με παρόμοιες πληροφορίες, εκθέσεις, δηλώσεις και οιαδήποτε άλλα έγγραφα παρέχονται από μια άλλη αρχή του εν λόγω κράτους μέλους.

Άρθρο 17

Όρια

1.   Η λαμβάνουσα αρχή σε ένα κράτος-μέλος παρέχει στην αιτούσα αρχή άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 με την προϋπόθεση ότι η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφόρησης τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για τη συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών χωρίς να υπάρχει κίνδυνος διακύβευσης της επίτευξης του στόχου της.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν επιβάλλει στο κράτος-μέλος από το οποίο ζητούνται πληροφορίες την υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή κοινοποίησης πληροφοριών, εάν η διεξαγωγή των ερευνών αυτών ή η συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών για ίδιους σκοπούς αντίκειται στη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους.

3.   Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται ένα αίτημα δύναται να αρνείται τη διαβίβαση πληροφοριών, όταν το αιτούν κράτος-μέλος αδυνατεί, για νομικούς λόγους, να παράσχει παρόμοιες πληροφορίες.

4.   Η άρνηση διαβίβασης πληροφοριών επιτρέπεται σε περίπτωση που θα οδηγούσε στην κοινολόγηση ενός εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή μιας εμπορικής μεθόδου ή μιας πληροφορίας της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.

5.   Η λαμβάνουσα αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή για τους λόγους που είναι αντίθετη στην ικανοποίηση του αιτήματος παροχής πληροφοριών.

Άρθρο 18

Υποχρεώσεις

1.   Εάν ζητούνται πληροφορίες από ένα κράτος-μέλος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, το κράτος μέλος-αποδέκτης εφαρμόζει τα μέτρα τα οποία διαθέτει για τη συγκέντρωση πληροφοριών, προκειμένου να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ακόμη και αν αυτό το κράτος-μέλος δεν χρειάζεται τις πληροφορίες αυτές για δικούς του φορολογικούς σκοπούς. Η υποχρέωση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 17, η επίκληση των οποίων δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να θεωρηθεί ότι επιτρέπει σε ένα κράτος-μέλος να αρνηθεί την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή το εν λόγω κράτος-μέλος δεν έχει εγχώριο συμφέρον στις πληροφορίες αυτές.

2.   Σε καμία περίπτωση το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 4 δεν θεωρείται ότι επιτρέπει στη λαμβάνουσα αρχή ενός κράτους μέλους να αρνείται την παροχή πληροφοριών αποκλειστικά και μόνον επειδή κάτοχος των πληροφοριών αυτών είναι τράπεζα, άλλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που ενεργεί υπό την ιδιότητα του πράκτορα ή του διαχειριστή ή επειδή οι πληροφορίες αφορούν ιδιοκτησιακά συμφέροντα προσώπου.

3.   Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 2, ένα κράτος-μέλος δύναται να αρνηθεί τη διαβίβαση της ζητούμενης πληροφορίας όταν η εν λόγω πληροφορία αφορά φορολογικές περιόδους προγενέστερες της 1ης Ιανουαρίου 2011 και όταν η διαβίβαση τέτοιας πληροφορίας θα μπορούσε να έχει απορριφθεί βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ εάν είχε ζητηθεί πριν από την 11η Μαρτίου 2011.

Άρθρο 19

Επέκταση της ευρύτερης συνεργασίας που παρέχεται σε τρίτη χώρα

Όταν ένα κράτος μέλος παρέχει προς τρίτη χώρα συνεργασία ευρύτερη από αυτήν που προβλέπει η παρούσα οδηγία, δεν μπορεί να αρνηθεί την παροχή εξίσου ευρείας συνεργασίας προς οιοδήποτε άλλο κράτος μέλος που επιθυμεί να συμμετάσχει στην ευρύτερη αυτή αμοιβαία συνεργασία με το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 20

Τυποποιημένα έντυπα και ηλεκτρονικοί μορφότυποι

1.   Τα αιτήματα παροχής πληροφοριών και διεξαγωγής διοικητικών ερευνών σύμφωνα με το άρθρο 5 και οι απαντήσεις τους, η αποδοχή τους, το αίτημα συμπληρωματικών βασικών πληροφοριών, η αδυναμία ή η άρνηση ικανοποίησης του αιτήματος σύμφωνα με το άρθρο 7, αποστέλλονται, ει δυνατόν, με χρήση τυποποιημένου εντύπου το οποίο εγκρίνει η Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

Τα τυποποιημένα έντυπα μπορούν να συνοδεύονται από εκθέσεις, δηλώσεις και κάθε άλλο έγγραφο ή επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών.

2.   Το τυποποιημένο έντυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες, τις οποίες πρέπει να παρέχει η αιτούσα αρχή:

α)

τα στοιχεία ταυτότητος του προσώπου που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ή έρευνας·

β)

τους φορολογικούς λόγους για τους οποίους ζητούνται οι πληροφορίες.

Η αιτούσα αρχή δύναται, στο βαθμό που γνωρίζει και σύμφωνα με τις διεθνείς εξελίξεις, να παρέχει το όνομα και τη διεύθυνση κάθε προσώπου που εικάζεται ότι έχει στην κατοχή του τις αιτούμενες πληροφορίες, καθώς και κάθε στοιχείο που μπορεί να διευκολύνει τη συλλογή των πληροφοριών από τη λαμβάνουσα αρχή.

3.   Οι αυθόρμητα παρεχόμενες πληροφορίες και η αποδοχή τους σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, αντίστοιχα, τα αιτήματα διοικητικών κοινοποιήσεων σύμφωνα με το άρθρο 13 και οι πληροφορίες ανατροφοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 14 αποστέλλονται με χρήση του τυποποιημένου εντύπου που εγκρίνει η Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

4.   Οι αυτόματες ανταλλαγές πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 8 αποστέλλονται χρησιμοποιώντας τυποποιημένο ηλεκτρονικό μορφότυπο με στόχο τη διευκόλυνση της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών και με βάση τον ισχύοντα ηλεκτρονικό μορφότυπο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 της οδηγίας 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (8), ο οποίος πρέπει να χρησιμοποιείται για όλους τους τύπους αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών και ο οποίος εγκρίνεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

Άρθρο 21

Πρακτικές ρυθμίσεις

1.   Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία πρέπει να παρέχονται, στο μέτρο του δυνατού, με ηλεκτρονικά μέσα χρησιμοποιώντας το δίκτυο CCN.

Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή εγκρίνει τις πρακτικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

2.   Η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για οιαδήποτε εξέλιξη του δικτύου CCN, η οποία απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ των κρατών μελών.

Τα κράτη μέλη θα είναι υπεύθυνα για οιαδήποτε εξέλιξη των συστημάτων τους, η οποία απαιτείται για τη δυνατότητα ανταλλαγής των πληροφοριών αυτών με χρήση του δικτύου CCN.

Τα κράτη μέλη παραιτούνται από κάθε αξίωση επιστροφής των δαπανών οι οποίες προκύπτουν κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας εκτός, κατά περίπτωση, αν πρόκειται για αμοιβές εμπειρογνωμόνων.

3.   Τα πρόσωπα που είναι δεόντως διαπιστευμένα από την Αρχή Διαπίστευσης Ασφαλείας της Επιτροπής επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές, μόνον εφόσον είναι αναγκαίο για σκοπούς διατήρησης, συντήρησης και ανάπτυξης του δικτύου CCN.

4.   Τα αιτήματα συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων κοινοποίησης, και τα συνημμένα έγγραφα είναι δυνατόν να συντάσσονται σε οιαδήποτε γλώσσα συμφωνούν μεταξύ τους η λαμβάνουσα αρχή και η αιτούσα αρχή.

Τα αιτήματα αυτά συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους της λαμβάνουσας αρχής μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, όταν η λαμβάνουσα αρχή δηλώνει τον λόγο για τον οποίο ζητά μετάφραση.

Άρθρο 22

Ειδικές υποχρεώσεις

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου:

α)

να διασφαλίζουν τον αποτελεσματικό εσωτερικό συντονισμό εντός της οργάνωσης που αναφέρεται στο άρθρο 4·

β)

να εξασφαλίζουν άμεση συνεργασία με τις αρχές των άλλων κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 4·

γ)

να διασφαλίζουν την ομαλή εκτέλεση των διαδικασιών διοικητικής συνεργασίας τις οποίες προβλέπει η παρούσα οδηγία.

2.   Η Επιτροπή κοινοποιεί σε κάθε κράτος-μέλος κάθε γενική πληροφορία που λαμβάνει και είναι σε θέση να παράσχει σχετικά με την υλοποίηση και την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 23

Αξιολόγηση

1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξετάζουν και αξιολογούν τη λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας την οποία προβλέπει η παρούσα οδηγία.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε σχετική πληροφορία, αναγκαία για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της διοικητικής συνεργασίας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία όσον αφορά τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή.

3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή μια ετήσια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 8, καθώς και των πρακτικών αποτελεσμάτων τα οποία επετεύχθησαν. Η μορφή και οι όροι κοινοποίησης αυτής της ετήσιας αξιολόγησης εγκρίνονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

4.   Η Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2, συντάσσει κατάλογο στατιστικών στοιχείων τα οποία θα πρέπει να παρέχουν τα κράτη μέλη για τους σκοπούς της αξιολόγησης της παρούσας οδηγίας.

5.   Η Επιτροπή χαρακτηρίζει ως εμπιστευτικές τις πληροφορίες που της κοινοποιούνται δυνάμει των παραγράφων 2,3 και 4 σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στις αρχές της Ένωσης.

6.   Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται από ένα κράτος-μέλος στην Επιτροπή δυνάμει των παραγράφων 2,3 και 4, καθώς και οιαδήποτε έκθεση ή έγγραφο που συντάσσεται από την Επιτροπή με βάση τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να διαβιβάζονται σε άλλα κράτη μέλη. Αυτές οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες καλύπτονται από την υποχρέωση υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόμοιες πληροφορίες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που τις έλαβε.

Οι εκθέσεις και τα έγγραφα που καταρτίζει η Επιτροπή και που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη μόνον για λόγους ανάλυσης αλλά δεν δημοσιοποιούνται ούτε καθίστανται διαθέσιμες σε οιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή φορέα χωρίς τη ρητή συμφωνία της Επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Άρθρο 24

Ανταλλαγή πληροφοριών με τρίτες χώρες

1.   Όταν η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους παραλαμβάνει από τρίτη χώρα πληροφορίες οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα έχουν σημασία για την εφαρμογή και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους σχετικά με τους φόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2, η εν λόγω αρχή δύναται, εφόσον αυτό επιτρέπεται σύμφωνα με συμφωνία με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα, να παρέχει τις πληροφορίες αυτές στις αρμόδιες αρχές κρατών μελών για τις οποίες ενδέχεται να είναι χρήσιμες και σε όλες τις αιτούσες αρχές που το ζητούν.

2.   Οι αρμόδιες αρχές επιτρέπεται να κοινοποιούν σε τρίτες χώρες, σύμφωνα με τις εγχώριες διατάξεις τους για την κοινοποίηση προσωπικών δεδομένων, πληροφορίες τις οποίες αποκτούν σε τρίτη χώρα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, εφόσον τηρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)

η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προέρχονται οι πληροφορίες έχει συναινέσει για την κοινοποίησή τους·

β)

η οικεία τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί να παράσχει την απαιτούμενη συνεργασία για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την παράτυπη ή παράνομη φύση των συναλλαγών οι οποίες φαίνεται ότι συνιστούν παραβίαση ή κατάχρηση της φορολογικής νομοθεσίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 25

Προστασία δεδομένων

Κάθε ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας υπόκειται στις εκτελεστικές διατάξεις της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Ωστόσο, τα κράτη μέλη, για τον σκοπό της ορθής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, περιορίζουν την εμβέλεια των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 10, του άρθρου 11 παράγραφος 1, των άρθρων 12 και 21 της οδηγίας 95/46/ΕΚ στο βαθμό που απαιτείται προκειμένου να διασφαλισθούν τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 26

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή αποκαλούμενη «Επιτροπή Διοικητικής Συνεργασίας για τη Φορολογία».

2.   Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

Άρθρο 27

Υποβολή εκθέσεων

Ανά πενταετία από την 1η Ιανουαρίου 2013 η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Άρθρο 28

Κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ

Η οδηγία 77/799/ΕΚ καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2013.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 29

Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία από την 1η Ιανουαρίου 2013.

Ωστόσο, θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς το άρθρο 8 της παρούσας οδηγίας από την 1η Ιανουαρίου 2015.

Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, πρέπει να γίνεται παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή πρέπει οι διατάξεις αυτές να συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Οι τρόποι της παραπομπής αποφασίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 30

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 31

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 15 Φεβρουαρίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MATOLCSY Gy.


(1)  Γνώμη της 10.2.2010 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη της 16.7.2009 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 336 της 27.12.1977, σ. 15.

(4)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(5)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(6)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 84 της 31.3.2010, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 38.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

11.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/13


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE) αριθ. 233/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 10ης Μαρτίου 2011

για την εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 του Συμβουλίου σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 204/2011 του Συμβουλίου, της 2ας Μαρτίου 2011, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη (1), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 2 Μαρτίου 2011, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 204/2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη.

(2)

Λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης στη Λιβύη, επιπλέον πρόσωπα και οντότητες πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των προσώπων και οντοτήτων που αποτελούν αντικείμενο περιοριστικών μέτρων, ως έχει στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το πρόσωπα και οι οντότητες που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού συμπεριλαμβάνονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 204/2011.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MARTONYI J.


(1)  ΕΕ L 58 της 3.3.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πρόσωπα και οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1

Πρόσωπα

 

Ονοματεπώνυμο

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

κ. Mustafa Zarti

Γεννηθείς στις 29 Μαρτίου 1970, αυστριακός υπήκοος (αριθ. διαβατηρίου P1362998, με ισχύ από 6 Νοεμβρίου 2006 έως 5 Νοεμβρίου 2016)

Στενή σχέση με το καθεστώς και υποδιευθυντής του «Libyan Investment Authority», μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου, επικεφαλής της πετρελαϊκής εταιρείας «Tamoil» και αντιπρόεδρος της «First Energy Bank» στο Μπαχρέιν.

 (1)


Οντότητες

 

Επωνυμία

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

Central Bank of Libya (CBL)

 

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

2.

Libya Africa Investment Portfolio

Jamahiriya Street, LAP Building, PO Box 91330, Tripoli, Libya

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

3.

Libyan Foreign Bank

 

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

4.

Libyan Housing and Infrastructure Board (HIB)

Τατζούρα, Τρίπολη, Λιβύη Νόμος αριθ. 60/2006 της Γενικής Λαϊκής Επιτροπής της Λιβύης

Τηλ: +218 21 369 1840,

Φαξ: +218 21 369 6447

http://www.hib.org.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

5.

Libyan Investment Authority (LIA, γνωστή και ως Libyan Arab Foreign Investment Company (LAFICO))

I Fateh Tower Office No.99 22nd Floor, Borgaida Street, Tripoli, 1103 Libya,

Τηλ.: 218 21 336 2091,

Φαξ: 218 21 336 2082,

www.lia.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)


(1)  Ημερομηνία έκδοσης


11.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/15


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 234/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2011

σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τις αρωματικές ύλες τροφίμων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τις αρωματικές ύλες τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 1,

Έπειτα από διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 καθορίζει τους διαδικαστικούς όρους που διέπουν την επικαιροποίηση των καταλόγων ουσιών των οποίων η κυκλοφορία στην αγορά της Ένωσης έχει εγκριθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1333/2008, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τα πρόσθετα τροφίμων (2), με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1332/2008, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τα ένζυμα τροφίμων (3) και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τις αρωματικές ύλες και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες για χρήση εντός και επί των τροφίμων (4) (στο εξής «τομεακές νομοθεσίες περί τροφίμων»).

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008, εναπόκειται στην Επιτροπή η έκδοση του εκτελεστικού μέτρου όσον αφορά το περιεχόμενο, την προετοιμασία και την υποβολή των αιτήσεων για την επικαιροποίηση των καταλόγων της Ένωσης στο πλαίσιο κάθε τομεακής νομοθεσίας, όσον αφορά τις ρυθμίσεις για τον έλεγχο της εγκυρότητας των αιτήσεων και το είδος των πληροφοριών που θα πρέπει να περιλαμβάνονται στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (η οποία στο εξής αναφέρεται ως «Αρχή»).

(3)

Για να επικαιροποιηθούν οι κατάλογοι αυτοί είναι απαραίτητο να επαληθευτεί ότι η χρήση της ουσίας συνάδει με τους γενικούς και ειδικούς όρους χρήσης, όπως προβλέπονται στις αντίστοιχες τομεακές νομοθεσίες για τα τρόφιμα.

(4)

Η Αρχή εξέδωσε επιστημονική γνωμοδότηση στις 9 Ιουλίου 2009 σχετικά με τις απαιτήσεις δεδομένων για την αξιολόγηση των αιτήσεων για πρόσθετα τροφίμων (5). Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να παρέχονται όταν υποβάλλεται αίτηση για τη χρήση νέου προσθέτου τροφίμων. Εάν η αίτηση αφορά τροποποίηση των όρων χρήσης ενός ήδη εγκεκριμένου προσθέτου τροφίμων ή τροποποίηση των προδιαγραφών ενός ήδη εγκεκριμένου προσθέτου τροφίμων, τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας μπορεί να μην απαιτηθούν, εφόσον αυτό δικαιολογηθεί από τον αιτούντα.

(5)

Η Αρχή εξέδωσε επιστημονική γνωμοδότηση στις 23 Ιουλίου 2009 σχετικά με τις απαιτήσεις δεδομένων για την αξιολόγηση των αιτήσεων για ένζυμα τροφίμων (6). Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να παρέχονται όταν υποβάλλεται αίτηση για τη χρήση νέου ενζύμου τροφίμων. Εάν η αίτηση αφορά τροποποίηση των όρων χρήσης ενός ήδη εγκεκριμένου ενζύμου τροφίμων ή τροποποίηση των προδιαγραφών ενός ήδη εγκεκριμένου ενζύμου τροφίμων, τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας μπορεί να μην απαιτηθούν, εφόσον αυτό δικαιολογηθεί από τον αιτούντα.

(6)

Η Αρχή εξέδωσε επιστημονική γνωμοδότηση στις 19 Μαΐου 2010 σχετικά με τις απαιτήσεις δεδομένων για την εκτίμηση της επικινδυνότητας των αρωματικών υλών για χρήση εντός και επί των τροφίμων (7). Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να παρέχονται όταν υποβάλλεται αίτηση για τη χρήση νέας αρωματικής ύλης. Εάν η αίτηση αφορά τροποποίηση των όρων χρήσης μιας ήδη εγκεκριμένης αρωματικής ύλης ή τροποποίηση των προδιαγραφών μιας ήδη εγκεκριμένης αρωματικής ύλης, τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας μπορεί να μην απαιτηθούν, εφόσον αυτό δικαιολογηθεί από τον αιτούντα.

(7)

Είναι σημαντικό να διενεργούνται τοξικολογικές δοκιμές που να πληρούν ορισμένες προδιαγραφές. Γι’ αυτό, θα πρέπει να τηρείται η οδηγία 2004/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής και τον έλεγχο της εφαρμογής τους κατά τις δοκιμές των χημικών ουσιών (8). Όταν διενεργούνται τέτοιες δοκιμές εκτός του εδάφους της Ένωσης, θα πρέπει να τηρούνται οι «Αρχές Ορθής Εργαστηριακής Πρακτικής του ΟΟΣΑ» (ΟΕΠ) (ΟΟΣΑ, 1998) (9).

(8)

Η χρήση προσθέτων τροφίμων και ενζύμων τροφίμων θα πρέπει να είναι πάντοτε τεχνολογικά δικαιολογημένη. Οι αιτούντες θα πρέπει επίσης να εξηγούν στην περίπτωση ενός προσθέτου τροφίμων για ποιο λόγο το τεχνολογικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να επιτευχθεί με οποιοδήποτε άλλο οικονομικώς και τεχνολογικώς εφαρμόσιμο μέσο.

(9)

Η χρήση μιας ουσίας θα πρέπει να εγκρίνεται, εάν δεν παραπλανά τον καταναλωτή. Οι αιτούντες θα πρέπει να εξηγούν για ποιο λόγο οι χρήσεις που ζητούνται δεν παραπλανούν τον καταναλωτή. Θα πρέπει επίσης να εξηγούνται τα πλεονεκτήματα και τα οφέλη για τον καταναλωτή όταν πρόκειται για πρόσθετο τροφίμων.

(10)

Με την επιφύλαξη του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008, του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 και του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008, η Επιτροπή θα πρέπει να επαληθεύσει την εγκυρότητα της αίτησης και κατά πόσον εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της αντίστοιχης τομεακής νομοθεσίας για τα τρόφιμα. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, κατά περίπτωση, η συμβουλή της Αρχής σχετικά με την καταλληλότητα των δεδομένων που υποβλήθηκαν για την εκτίμηση επικινδυνότητας. Η επαλήθευση αυτή δεν θα πρέπει να καθυστερεί την αξιολόγηση της αίτησης.

(11)

Οι πληροφορίες που παρέχονται από τη γνωμοδότηση της Αρχής θα πρέπει να επαρκούν για να εξακριβώνεται κατά πόσον η έγκριση της προτεινόμενης χρήσης της ουσίας είναι ασφαλής για τους καταναλωτές. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τα συμπεράσματα για την τοξικότητα της ουσίας, κατά περίπτωση, και τον καθορισμό, ενδεχομένως, αποδεκτής ημερήσιας λήψης (ΑΗΛ), σε αριθμητική μορφή, με λεπτομερή στοιχεία για την εκτίμηση της διατροφικής έκθεσης για όλες τις κατηγορίες τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης των ευάλωτων ομάδων καταναλωτών.

(12)

Ο αιτών θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη του λεπτομερείς οδηγίες όσον αφορά τα απαιτούμενα δεδομένα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας, οδηγίες τις οποίες εκπόνησε η Αρχή (The EFSA Journal (10)).

(13)

Ο παρών κανονισμός λαμβάνει υπόψη τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις. Η Επιτροπή μπορεί να αναθεωρήσει τον παρόντα κανονισμό βάσει των εξελίξεων που θα σημειωθούν, ενδεχομένως, στον τομέα και βάσει της δημοσίευσης τυχόν αναθεωρημένων ή συμπληρωματικών επιστημονικών οδηγιών από την Αρχή.

(14)

Οι πρακτικές λεπτομέρειες της υποβολής αίτησης για την έγκριση προσθέτων τροφίμων, ενζύμων τροφίμων και αρωματικών υλών, όπως οι διευθύνσεις, οι αρμόδιοι επικοινωνίας, η διαβίβαση εγγράφων κ.λπ. αναμένεται να αποτελέσουν αντικείμενο χωριστής ανακοίνωσης της Επιτροπής ή/και της Αρχής.

(15)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ένα χρονικό διάστημα για να δοθεί το περιθώριο στους αιτούντες να συμμορφωθούν με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

(16)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας έγκρισης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων και τις αρωματικές ύλες τροφίμων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΙΤΗΣΗΣ

Άρθρο 2

Περιεχόμενο της αίτησης

1.   Η αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 1 αποτελείται από τα ακόλουθα:

α)

μια επιστολή·

β)

έναν τεχνικό φάκελο·

γ)

μια περίληψη του φακέλου.

2.   Η επιστολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) συντάσσεται σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος.

3.   Ο τεχνικός φάκελος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

τα διοικητικά δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 4·

β)

τα δεδομένα που απαιτούνται για την εκτίμηση επικινδυνότητας, τα οποία προβλέπονται στα άρθρα 5, 6, 8 και 10 και

γ)

τα δεδομένα που απαιτούνται για τη διαχείριση της επικινδυνότητας, τα οποία προβλέπονται στα άρθρα 7, 9 και 11.

4.   Όταν πρόκειται για αίτηση τροποποίησης των όρων χρήσης ενός ήδη εγκεκριμένου προσθέτου τροφίμων, ενζύμου τροφίμων ή αρωματικής ύλης, ενδέχεται να μην απαιτούνται όλα τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 5 έως 11. Ο αιτών υποβάλλει επαληθεύσιμη αιτιολογία με την οποία δικαιολογεί γιατί οι προτεινόμενες αλλαγές δεν επηρεάζουν τα αποτελέσματα της υφιστάμενης εκτίμησης επικινδυνότητας.

5.   Όταν πρόκειται για αίτηση τροποποίησης των προδιαγραφών ενός ήδη εγκεκριμένου προσθέτου τροφίμων, ενζύμου τροφίμων ή αρωματικής ύλης:

α)

τα δεδομένα μπορούν να αφορούν μόνο την αιτιολόγηση του αιτήματος και τις αλλαγές στις προδιαγραφές·

β)

ο αιτών υποβάλλει επαληθεύσιμη αιτιολογία με την οποία δικαιολογεί γιατί οι προτεινόμενες αλλαγές δεν επηρεάζουν τα αποτελέσματα της υφιστάμενης εκτίμησης επικινδυνότητας.

6.   Η περίληψη του φακέλου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) περιλαμβάνει αιτιολογημένη δήλωση ότι η χρήση του προϊόντος συνάδει με τους όρους που προβλέπονται:

α)

στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008· ή

β)

στα άρθρα 6, 7 και 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008· ή

γ)

στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008.

Άρθρο 3

Προετοιμασία και υποβολή

1.   Οι αιτήσεις διαβιβάζονται στην Επιτροπή. Ο αιτών λαμβάνει υπόψη του τις πρακτικές οδηγίες για την υποβολή αιτήσεων που διατίθενται από την Επιτροπή [(από τον δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Υγείας και Καταναλωτών (11)].

2.   Για την κατάρτιση του καταλόγου της Ένωσης για τα ένζυμα τροφίμων, που αναφέρεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008, η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων είναι 24 μήνες έπειτα από την ημερομηνία εφαρμογής των εκτελεστικών μέτρων που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 4

Διοικητικά δεδομένα

Τα διοικητικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο α) περιλαμβάνουν:

α)

επωνυμία του αιτούντος (εταιρεία, οργανισμός κ.λπ.), διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας·

β)

επωνυμία του(των) παρασκευαστή(-ών) της ουσίας, εάν είναι διαφορετικός(-οί) από τον αιτούντα, διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας·

γ)

επωνυμία του αρμόδιου για τον φάκελο προσώπου, διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας·

δ)

ημερομηνία υποβολής του φακέλου·

ε)

είδος αίτησης, δηλαδή εάν αφορά πρόσθετο τροφίμων, ένζυμο τροφίμων ή αρωματική ύλη·

στ)

κατά περίπτωση, τη χημική ονομασία σύμφωνα με την ονοματολογία IUPAC·

ζ)

κατά περίπτωση, τον αριθμό Ε του προσθέτου, όπως ορίζεται στη νομοθεσία της ΕΕ για τα πρόσθετα τροφίμων·

η)

κατά περίπτωση, αναφορά σε παρόμοια εγκεκριμένα ένζυμα τροφίμων·

θ)

κατά περίπτωση, τον αριθμό FL της αρωματικής ύλης, όπως ορίζεται στη νομοθεσία της ΕΕ για τις αρωματικές ύλες·

ι)

κατά περίπτωση, τις πληροφορίες για τις εγκρίσεις προσθέτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές (12)·

ια)

πίνακα περιεχομένων του φακέλου·

ιβ)

κατάλογο των εγγράφων και άλλων στοιχείων· ο αιτών αναφέρει τον αριθμό και τους τίτλους των τόμων τεκμηρίωσης που υποβάλλει προς υποστήριξη της αίτησης· περιλαμβάνεται λεπτομερές ευρετήριο με παραπομπές σε τόμους και σελίδες·

ιγ)

κατάλογο των μερών του φακέλου που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ως εμπιστευτικά· οι αιτούντες επισημαίνουν τα στοιχεία που επιθυμούν να αντιμετωπιστούν ως εμπιστευτικά και παρέχουν επαληθεύσιμες αιτιολογίες σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008.

Άρθρο 5

Γενικές διατάξεις για τα δεδομένα που απαιτούνται για την εκτίμηση επικινδυνότητας

1.   Ο φάκελος που υποβάλλεται προς υποστήριξη αίτησης για την αξιολόγηση της ασφάλειας μιας ουσίας επιτρέπει να διενεργηθεί πλήρης εκτίμηση επικινδυνότητας της ουσίας και να επαληθευτεί ότι η ουσία δεν προκαλεί ανησυχία για τους καταναλωτές κατά την έννοια του άρθρου 6 στοιχείου α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008, του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 και του άρθρου 4 στοιχείου α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008.

2.   Ο φάκελος της αίτησης περιλαμβάνει όλα τα διαθέσιμα δεδομένα που έχουν σημασία για την εκτίμηση επικινδυνότητας (δηλ. πλήρεις δημοσιευμένες μελέτες στις οποίες γίνονται παραπομπές, πλήρη αντίγραφα των αρχικών αδημοσίευτων μελετών).

3.   Ο αιτών λαμβάνει υπόψη του τα πιο πρόσφατα έγγραφα οδηγιών που εξέδωσε ή ενέκρινε η Αρχή και είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης (The EFSA Journal).

4.   Παρέχεται η τεκμηρίωση για τη διαδικασία που τηρήθηκε κατά τη συλλογή των δεδομένων, όπως επίσης και οι στρατηγικές αναζήτησης βιβλιογραφίας (οι υποθέσεις που έγιναν, οι λέξεις-κλειδιά και οι βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν, η χρονική περίοδος που καλύφτηκε, τα κριτήρια περιορισμού κ.λπ.) και η πλήρης έκβαση κάθε αναζήτησης.

5.   Περιγράφεται και αιτιολογείται η αξιολόγηση ασφάλειας και η αντίστοιχη στρατηγική δοκιμών με τα σκεπτικά για τη συμπερίληψη ή τον αποκλεισμό συγκεκριμένων μελετών ή/και πληροφοριών.

6.   Τα επιμέρους ανεπεξέργαστα δεδομένα των αδημοσίευτων μελετών και, στο βαθμό του δυνατού, των δημοσιευμένων μελετών, καθώς και τα επιμέρους αποτελέσματα των εξετάσεων διατίθενται έπειτα από αίτηση της Αρχής.

7.   Για κάθε βιολογική ή τοξικολογική μελέτη διευκρινίζεται κατά πόσον συμμορφώνεται το υλικό δοκιμής με την προτεινόμενη ή την ισχύουσα προδιαγραφή. Όταν το υλικό δοκιμής διαφέρει από την εν λόγω προδιαγραφή, ο αιτών καταδεικνύει τη συνάφεια των δεδομένων αυτών με την εξεταζόμενη ουσία.

Οι τοξικολογικές μελέτες διενεργούνται σε εγκαταστάσεις που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2004/10/ΕΚ ή, εάν διενεργούνται εκτός της επικράτειας της ΕΕ, τηρούν τις «αρχές ορθής εργαστηριακής πρακτικής του ΟΟΣΑ» (ΟΕΠ). Ο αιτών παρέχει στοιχεία που αποδεικνύουν την τήρηση αυτών των απαιτήσεων. Για μελέτες που δεν διενεργούνται σύμφωνα με τυποποιημένα πρωτόκολλα, παρέχεται ερμηνεία των δεδομένων, καθώς και αιτιολόγηση της καταλληλότητάς τους για την εκτίμηση της επικινδυνότητας.

8.   Ο αιτών προτείνει ένα συνολικό συμπέρασμα για την ασφάλεια των προτεινόμενων χρήσεων της ουσίας. Η συνολική εκτίμηση του δυνητικού κινδύνου για την υγεία του ανθρώπου γίνεται στο πλαίσιο της γνωστής ή της πιθανής έκθεσης του ανθρώπου.

Άρθρο 6

Ειδικά δεδομένα που απαιτούνται για την εκτίμηση της επικινδυνότητας των προσθέτων τροφίμων

1.   Επιπλέον των δεδομένων που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 5, παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ταυτότητα και χαρακτηρισμός του προσθέτου, συμπεριλαμβανομένων των προτεινόμενων προδιαγραφών και των αναλυτικών δεδομένων·

β)

κατά περίπτωση, μέγεθος σωματιδίων, κατανομή μεγέθους σωματιδίων και άλλα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά·

γ)

διαδικασία παρασκευής·

δ)

παρουσία ξένων προσμείξεων·

ε)

σταθερότητα, αντίδραση και μελλοντική πορεία στα τρόφιμα στα οποία προστίθεται το πρόσθετο·

στ)

κατά περίπτωση, υφιστάμενες εγκρίσεις και εκτιμήσεις επικινδυνότητας·

ζ)

προτεινόμενα επίπεδα κανονικής και μέγιστης χρήσης στις κατηγορίες τροφίμων που αναφέρονται στον κατάλογο της Ένωσης ή σε νεοπροτεινόμενη κατηγορία τροφίμων ή σε ειδικότερο τρόφιμο που ανήκει σε μία από αυτές τις κατηγορίες·

η)

εκτίμηση της διατροφικής έκθεσης·

θ)

βιολογικά και τοξικολογικά δεδομένα.

2.   Όσον αφορά τα βιολογικά και τα τοξικολογικά δεδομένα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο θ), καλύπτονται οι ακόλουθοι βασικοί τομείς:

α)

τοξικοκινητική·

β)

υποχρόνια τοξικότητα·

γ)

γονιδιοτοξικότητα·

δ)

χρόνια τοξικότητα/καρκινογένεση·

ε)

αναπαραγωγική και αναπτυξιακή τοξικότητα.

Άρθρο 7

Δεδομένα που απαιτούνται για τη διαχείριση της επικινδυνότητας των προσθέτων τροφίμων

1.   Ο φάκελος που υποβάλλεται προς υποστήριξη αίτησης περιλαμβάνει τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να εξακριβωθεί κατά πόσον υπάρχει εύλογη τεχνολογική ανάγκη που δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλο οικονομικώς και τεχνολογικώς εφαρμόσιμο μέσο και κατά πόσον η προτεινόμενη χρήση δεν παραπλανά τον καταναλωτή κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008.

2.   Για την εξακρίβωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρέχονται κατάλληλες και επαρκείς πληροφορίες για τα ακόλουθα:

α)

ταυτότητα του προσθέτου τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στις ισχύουσες προδιαγραφές·

β)

λειτουργία και τεχνολογική ανάγκη για το επίπεδο που προτείνεται σε κάθε κατηγορία τροφίμων ή σε κάθε προϊόν για τα οποία ζητείται έγκριση και εξήγηση του λόγου για τον οποίο αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί ευλόγως με άλλα οικονομικώς και τεχνολογικώς εφαρμόσιμα μέσα·

γ)

έρευνες για την αποτελεσματικότητα του προσθέτου τροφίμων σε σχέση με το επιθυμητό αποτέλεσμα στο προτεινόμενο επίπεδο χρήσης·

δ)

πλεονεκτήματα και όφελος για τον καταναλωτή. Ο αιτών λαμβάνει υπόψη του τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008·

ε)

για ποιο λόγο η χρήση δεν θα παραπλανήσει τον καταναλωτή·

στ)

προτεινόμενα επίπεδα κανονικής και μέγιστης χρήσης στις κατηγορίες τροφίμων που αναφέρονται στον κατάλογο της Ένωσης ή σε νεοπροτεινόμενη κατηγορία τροφίμων ή σε ειδικότερο τρόφιμο που ανήκει σε μία από αυτές τις κατηγορίες·

ζ)

εκτίμηση της έκθεσης, με βάση την κανονική και τη μέγιστη προβλεπόμενη χρήση για κάθε σχετική κατηγορία ή προϊόν·

η)

ποσότητα του προσθέτου τροφίμων που περιέχεται στο τελικό τρόφιμο, όπως καταναλώνεται από τον καταναλωτή·

θ)

αναλυτικές μέθοδοι που επιτρέπουν την ταυτοποίηση και τον ποσοτικό προσδιορισμό του προσθέτου ή των υπολειμμάτων του στα τρόφιμα·

ι)

κατά περίπτωση, συμμόρφωση με τους ειδικούς όρους για τα γλυκαντικά και για τις χρωστικές, που προβλέπονται στα άρθρα 7 και 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008.

Άρθρο 8

Ειδικά δεδομένα που απαιτούνται για την εκτίμηση της επικινδυνότητας των ενζύμων τροφίμων

1.   Επιπλέον των δεδομένων που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 5, παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ονομασία(-ες), συνώνυμα, βραχυγραφίες και ταξινόμηση(-εις)·

β)

αριθμός EC της επιτροπής ενζύμων·

γ)

προτεινόμενες προδιαγραφές, συμπεριλαμβανομένης της προέλευσης·

δ)

ιδιότητες·

ε)

αναφορά σε τυχόν παρεμφερές ένζυμο·

στ)

πρώτη ύλη·

ζ)

διαδικασία παρασκευής·

η)

σταθερότητα, αντίδραση και μελλοντική πορεία στα τρόφιμα στα οποία προστίθεται το ένζυμο τροφίμων·

θ)

κατά περίπτωση, υφιστάμενες εγκρίσεις και αξιολογήσεις·

ι)

προτεινόμενες χρήσεις στα τρόφιμα και, κατά περίπτωση, προτεινόμενα επίπεδα κανονικής και μέγιστης χρήσης·

ια)

εκτίμηση της διατροφικής έκθεσης·

ιβ)

βιολογικά και τοξικολογικά δεδομένα.

2.   Όσον αφορά τα βιολογικά και τα τοξικολογικά δεδομένα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ιβ), καλύπτονται οι ακόλουθοι βασικοί τομείς:

α)

υποχρόνια τοξικότητα·

β)

γονιδιοτοξικότητα.

Άρθρο 9

Δεδομένα που απαιτούνται για τη διαχείριση της επικινδυνότητας των ενζύμων τροφίμων

1.   Ο φάκελος που υποβάλλεται προς υποστήριξη αίτησης περιλαμβάνει τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να εξακριβωθεί κατά πόσον υπάρχει εύλογη τεχνολογική ανάγκη και κατά πόσον η προτεινόμενη χρήση δεν παραπλανά τον καταναλωτή κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008.

2.   Για την εξακρίβωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, παρέχονται κατάλληλες και επαρκείς πληροφορίες για τα ακόλουθα:

α)

ταυτότητα του ενζύμου τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στις προδιαγραφές·

β)

λειτουργία και τεχνολογική ανάγκη, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής της συνήθους διεργασίας(-ών) στην οποία(-ες) μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ένζυμο τροφίμων·

γ)

επίδραση του ενζύμου τροφίμων στο τελικό τρόφιμο·

δ)

για ποιο λόγο η χρήση του δεν θα παραπλανήσει τον καταναλωτή·

ε)

τα προτεινόμενα κανονικά και μέγιστα επίπεδα χρήστης, κατά περίπτωση·

στ)

εκτίμηση της διατροφικής έκθεσης, όπως περιγράφεται στο έγγραφο οδηγιών της Αρχής για τα ένζυμα τροφίμων (13).

Άρθρο 10

Ειδικά δεδομένα που απαιτούνται για την εκτίμηση της επικινδυνότητας των αρωματικών υλών

1.   Επιπλέον των δεδομένων που πρέπει να παρέχονται βάσει του άρθρου 5, παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α)

διαδικασία παρασκευής·

β)

προδιαγραφές·

γ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες για το μέγεθος σωματιδίων, την κατανομή μεγέθους σωματιδίων και άλλα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά·

δ)

κατά περίπτωση, υφιστάμενες εγκρίσεις και αξιολογήσεις·

ε)

προτεινόμενες χρήσεις σε τρόφιμα και προτεινόμενα επίπεδα κανονικής και μέγιστης χρήσης στις κατηγορίες βάσει του καταλόγου της Ένωσης ή σε ένα πιο συγκεκριμένο είδος προϊόντος στο πλαίσιο των κατηγοριών·

στ)

δεδομένα για διατροφικές πηγές·

ζ)

εκτίμηση της διατροφικής έκθεσης·

η)

βιολογικά και τοξικολογικά δεδομένα.

2.   Όσον αφορά τα βιολογικά και τα τοξικολογικά δεδομένα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο η), καλύπτονται οι ακόλουθοι βασικοί τομείς:

α)

εξέταση της δομικής/μεταβολικής ομοιότητας με αρωματικές ύλες σε υφιστάμενη ομαδική αξιολόγηση αρωματικών υλών (FGE)·

β)

γονιδιοτοξικότητα·

γ)

υποχρόνια τοξικότητα, κατά περίπτωση·

δ)

αναπτυξιακή τοξικότητα, κατά περίπτωση·

ε)

δεδομένα χρόνιας τοξικότητας και καρκινογένεσης, κατά περίπτωση.

Άρθρο 11

Δεδομένα που απαιτούνται για τη διαχείριση της επικινδυνότητας των αρωματικών υλών

Ο φάκελος που υποβάλλεται προς υποστήριξη αίτησης περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ταυτότητα της αρωματικής ύλης, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στις ισχύουσες προδιαγραφές·

β)

οργανοληπτικές ιδιότητες της ύλης·

γ)

προτεινόμενα επίπεδα κανονικής και μέγιστης χρήσης στις κατηγορίες τροφίμων ή σε ένα ειδικότερο τρόφιμο που ανήκει σε μία από αυτές τις κατηγορίες·

δ)

εκτίμηση της έκθεσης, με βάση την κανονική και τη μέγιστη προβλεπόμενη χρήση για κάθε σχετική κατηγορία ή προϊόν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΗΣ ΕΓΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

Άρθρο 12

Διαδικασίες

1.   Μόλις παραλαμβάνει μια αίτηση η Επιτροπή, εξακριβώνει χωρίς καθυστέρηση κατά πόσον το πρόσθετο τροφίμων, το ένζυμο τροφίμων ή η αρωματική ύλη εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οικείας τομεακής νομοθεσίας για τα τρόφιμα και κατά πόσον η αίτηση περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από το κεφάλαιο ΙΙ.

2.   Όταν μια αίτηση περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του κεφαλαίου ΙΙ, η Επιτροπή ζητά, ενδεχομένως, από την Αρχή να εξακριβώσει την καταλληλότητα των δεδομένων για την εκτίμηση της επικινδυνότητας, σύμφωνα με τις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για τις απαιτήσεις δεδομένων με σκοπό την αξιολόγηση αιτήσεων για ουσίες και την προετοιμασία, ενδεχομένως, γνωμοδότησης.

3.   Σε 30 εργάσιμες ημέρες ύστερα από την παραλαβή του αιτήματος της Επιτροπής, η Αρχή ενημερώνει την Επιτροπή με επιστολή σχετικά με την καταλληλότητα των δεδομένων για τον σκοπό της εκτίμησης της επικινδυνότητας. Εάν τα δεδομένα κρίνονται κατάλληλα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας, η περίοδος αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008 ξεκινά από την ημερομηνία που παραλαμβάνει η Επιτροπή την επιστολή της Αρχής.

Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008, εάν καταρτιστεί ο κατάλογος της ΕΕ για τα ένζυμα τροφίμων, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1331/2008.

4.   Εάν υποβληθεί αίτηση για επικαιροποίηση του καταλόγου της Ένωσης για τα πρόσθετα τροφίμων, τα ένζυμα τροφίμων ή τις αρωματικές ύλες, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες από τον αιτούντα για ζητήματα σχετικά την εγκυρότητα της αίτησης και να του γνωστοποιήσει το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα πρέπει να υποβληθούν οι πληροφορίες. Όταν υποβάλλονται αιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008, το εν λόγω χρονικό διάστημα καθορίζεται από κοινού από την Επιτροπή και τον αιτούντα.

5.   Όταν η αίτηση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της κατάλληλης τομεακής νομοθεσίας για τα τρόφιμα ή όταν δεν περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του κεφαλαίου ΙΙ ή όταν η Αρχή θεωρεί ότι τα δεδομένα δεν είναι κατάλληλα για την εκτίμηση της επικινδυνότητας, η αίτηση θεωρείται ως μη έγκυρη. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή ενημερώνει τον αιτούντα, τα κράτη μέλη και την Αρχή, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους η αίτηση θεωρείται μη έγκυρη.

6.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 5, μια αίτηση μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη ακόμη και αν δεν περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από το κεφάλαιο ΙΙ, υπό τον όρο ότι ο αιτών έχει υποβάλει επαληθεύσιμη δικαιολογία για κάθε στοιχείο που λείπει.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ

Άρθρο 13

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στη γνωμοδότηση της Αρχής

1.   Η γνωμοδότηση της Αρχής περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ταυτότητα και χαρακτηρισμό των προσθέτων τροφίμων, των ενζύμων τροφίμων ή των αρωματικών υλών·

β)

αξιολόγηση των βιολογικών και τοξικολογικών δεδομένων·

γ)

αξιολόγηση της διατροφικής έκθεσης του ευρωπαϊκού πληθυσμού που να συνεκτιμά και άλλες πιθανές πηγές διατροφικής έκθεσης·

δ)

συνολική εκτίμηση της επικινδυνότητας, στην οποία να καθορίζεται, εάν είναι εφικτό και σκόπιμο, μια καθοδηγητική τιμή για την προστασία της υγείας και να επισημαίνονται τυχόν αβεβαιότητες και περιορισμοί·

ε)

όταν η διατροφική έκθεση υπερβαίνει την καθοδηγητική τιμή για την προστασία της υγείας, η οποία καθορίζεται στη συνολική εκτίμηση επικινδυνότητας, η εκτίμηση της διατροφικής έκθεσης που συνεπάγεται η ουσία πρέπει να είναι λεπτομερής και να προσδιορίζει, στο μέτρο του δυνατού, το μερίδιο στη συνολική έκθεση που αντιστοιχεί σε κάθε κατηγορία τροφίμων ή τρόφιμο της οποίας ή του οποίου η χρήση έχει εγκριθεί ή για την οποία ή για το οποίο έχει ζητηθεί έγκριση·

στ)

συμπεράσματα.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει ειδικότερες πρόσθετες πληροφορίες στην αίτηση γνωμοδότησης που απευθύνει στην Αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αρχίζει να εφαρμόζεται από τις 11 Σεπτεμβρίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2011.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 16.

(3)  ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 7.

(4)  ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 34.

(5)  http://www.efsa.europa.eu/en/scdocs/doc/1188.pdf

(6)  http://www.efsa.europa.eu/en/scdocs/doc/1305.pdf

(7)  http://www.efsa.europa.eu/en/scdocs/doc/1623.pdf

(8)  ΕΕ L 50 της 20.2.2004, σ. 44.

(9)  Σειρά αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής ΟΟΣΑ και παρακολούθησης της συμμόρφωσης. Αριθμός 1. Αρχές ορθής εργαστηριακής πρακτικής ΟΟΣΑ (όπως αναθεωρήθηκαν το 1997) ENV/MC/CHEM(98)17.

(10)  http://www.efsa.europa.eu/en/efsajournal.htm

(11)  http://ec.europa.eu/dgs/health_consumer/index_en.htm

(12)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1.

(13)  Οδηγίες της EFSA που εκπόνησε η επιστημονική ομάδα για τα υλικά που βρίσκονται σε επαφή με τρόφιμα, τα ένζυμα, τις αρωματικές ύλες και τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας σχετικά με την υποβολή φακέλου για ένζυμα τροφίμων. The EFSA Journal (2009) 1305, σ.1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Γενική Διεύθυνση

Διεύθυνση

Διοικητική Μονάδα

Ημερομηνία: …

Θέμα: Αίτηση για έγκριση προσθέτου τροφίμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1331/2008.

Αίτηση για έγκριση νέου προσθέτου τροφίμων

Αίτηση για τροποποίηση των όρων χρήσης ήδη εγκεκριμένου προσθέτου τροφίμων

Αίτηση για τροποποίηση των προδιαγραφών ήδη εγκεκριμένου προσθέτου τροφίμων

(Να δηλώσετε ευκρινώς, σημειώνοντας ένα από τα κουτάκια).

Ο (Οι) αιτών(-ούντες) ή/και ο (οι) εκπρόσωπός(-οί) του (τους) στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, …)

υποβάλλω(-ουμε) την παρούσα αίτηση με σκοπό την επικαιροποίηση του καταλόγου της ΕΕ για τα πρόσθετα τροφίμων.

Ονομασία του προσθέτου τροφίμων:

Αριθμός ELINCS ή EINECS (εάν έχει δοθεί)

Αριθμός CAS (κατά περίπτωση)

Λειτουργική(-ές) κατηγορία(-ες) προσθέτων τροφίμων (1):

(κατάλογος)

Κατηγορίες τροφίμων και απαιτούμενα επίπεδα:

Κατηγορία τροφίμων

Επίπεδο κανονικής χρήσης

Προτεινόμενο επίπεδο μέγιστης χρήσης

 

 

 

 

 

 

Με εκτίμηση,

Υπογραφή: …

Συνημμένα:

Πλήρης φάκελος

Δημόσια περίληψη του φακέλου

Αναλυτική περίληψη του φακέλου

Κατάλογος των μερών του φακέλου για τα οποία ζητείται εμπιστευτική μεταχείριση

Αντίγραφο διοικητικών δεδομένων του (των) αιτούντος(-ων)

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΝΖΥΜΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Γενική Διεύθυνση

Διεύθυνση

Διοικητική Μονάδα

Ημερομηνία: …

Θέμα: Αίτηση για έγκριση ενζύμου τροφίμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1331/2008.

Αίτηση για έγκριση νέου ενζύμου τροφίμων

Αίτηση για τροποποίηση των όρων χρήσης ήδη εγκεκριμένου ενζύμου τροφίμων

Αίτηση για τροποποίηση των προδιαγραφών ήδη εγκεκριμένου ενζύμου τροφίμων

(Να δηλώσετε ευκρινώς, σημειώνοντας ένα από τα κουτάκια)

Ο (Οι) αιτών(-ούντες) ή/και ο (οι) εκπρόσωπός(-οί) του (τους) στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, …)

υποβάλλω(-ουμε) την παρούσα αίτηση με σκοπό την επικαιροποίηση του καταλόγου της ΕΕ για τα ένζυμα τροφίμων.

Ονομασία του ενζύμου τροφίμων:

Αριθμός ταξινόμησης ενζύμου της επιτροπής για τα ένζυμα της Διεθνούς Ένωσης Βιοχημείας και Μοριακής Βιολογίας (IUBMB)

Πρώτη ύλη

Ονομασία

Προδιαγραφές

Τρόφιμα

Όροι χρήσης

Περιορισμοί πώλησης του ενζύμου τροφίμων στον τελικό καταναλωτή

Ειδική απαίτηση για την επισήμανση του τροφίμου

 

 

 

 

 

 

Με εκτίμηση,

Υπογραφή: …

Συνημμένα:

Πλήρης φάκελος

Δημόσια περίληψη του φακέλου

Αναλυτική περίληψη του φακέλου

Κατάλογος των μερών του φακέλου για τα οποία ζητείται εμπιστευτική μεταχείριση

Αντίγραφο διοικητικών δεδομένων του (των) αιτούντος(-ων)

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Γενική Διεύθυνση

Διεύθυνση

Διοικητική μονάδα

Ημερομηνία: …

Θέμα: Αίτηση για έγκριση αρωματικής ύλης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1331/2008.

Αίτηση για έγκριση νέας αρωματικής ύλης

Αίτηση για έγκριση νέου παρασκευάσματος αρωματικής ύλης

Αίτηση για έγκριση νέας πρόδρομης αρωματικής ύλης

Αίτηση για έγκριση νέας αρωματικής ύλης μέσω θερμικής επεξεργασίας

Αίτηση για έγκριση νέας άλλης αρωματικής ύλης

Αίτηση για έγκριση νέας πρώτης ύλης

Αίτηση για τροποποίηση των όρων χρήσης ήδη εγκεκριμένης αρωματικής ύλης τροφίμων

Αίτηση για τροποποίηση των προδιαγραφών ήδη εγκεκριμένης αρωματικής ύλης τροφίμων

(Να δηλώσετε ευκρινώς, σημειώνοντας ένα από τα κουτάκια)

Ο (Οι) αιτών(-ούντες) ή/και ο (οι) εκπρόσωπός(-οί) του (τους) στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, …)

υποβάλλω(-ουμε) την παρούσα αίτηση με σκοπό την επικαιροποίηση του καταλόγου της ΕΕ για τις αρωματικές ύλες τροφίμων.

Ονομασία της αρωματικής ύλης ή της πρώτης ύλης:

Αριθμός FL, CAS, JECFA, CoE (εάν έχει δοθεί)

Οργανοληπτικές ιδιότητες της αρωματικής ύλης

Κατηγορίες τροφίμων και απαιτούμενα επίπεδα:

Κατηγορία τροφίμων

Επίπεδο κανονικής χρήσης

Προτεινόμενο επίπεδο μέγιστης χρήσης

 

 

 

 

 

 

Με εκτίμηση,

Υπογραφή: …

Συνημμένα:

Πλήρης φάκελος

Δημόσια περίληψη του φακέλου

Αναλυτική περίληψη του φακέλου

Κατάλογος των μερών του φακέλου για τα οποία ζητείται εμπιστευτική μεταχείριση

Αντίγραφο διοικητικών δεδομένων του (των) αιτούντος(-ων)


(1)  Οι λειτουργικές κατηγορίες των προσθέτων τροφίμων στα τρόφιμα και των προσθέτων τροφίμων στα πρόσθετα τροφίμων και στα ένζυμα τροφίμων περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008. Εάν το πρόσθετο δεν ανήκει σε μία από τις αναφερόμενες κατηγορίες, μπορεί να προταθεί ονομασία και ορισμός νέας λειτουργικής κατηγορίας.


11.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/25


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 235/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2011

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 11 Μαρτίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2011.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

José Manuel SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ’ αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

IL

122,2

MA

55,0

TN

115,9

TR

82,8

ZZ

94,0

0707 00 05

TR

166,8

ZZ

166,8

0709 90 70

MA

43,0

TR

137,5

ZZ

90,3

0805 10 20

EG

56,5

IL

70,5

JM

51,6

MA

49,2

TN

56,2

TR

69,8

ZZ

59,0

0805 50 10

EG

42,1

MA

42,1

TR

48,3

ZZ

44,2

0808 10 80

AR

99,8

CA

101,6

CL

119,8

CN

101,7

MK

52,3

US

146,4

ZA

67,5

ZZ

98,4

0808 20 50

AR

89,7

CL

103,2

CN

53,6

US

182,7

ZA

88,8

ZZ

103,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


11.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/27


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 236/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2011

σχετικά με την τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης, που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 867/2010 για την περίοδο 2010/11

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2006, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες στον τομέα της ζάχαρης (2), και ιδίως το άρθρο 36 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και τα ποσά των πρόσθετων δασμών που εφαρμόζονται κατά την εισαγωγή λευκής ζάχαρης, ακατέργαστης ζάχαρης και ορισμένων σιροπιών για την περίοδο 2010/11 καθορίστηκαν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 867/2010 της Επιτροπής (3). Οι εν λόγω τιμές και δασμοί τροποποιήθηκαν τελευταία με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 232/2011 της Επιτροπής (4).

(2)

Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, επί του παρόντος, η Επιτροπή οδηγούν στην τροποποίηση των εν λόγω ποσών, σύμφωνα με τους κανόνες και τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι δασμοί που εφαρμόζονται κατά την εισαγωγή των προϊόντων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 951/2006, που καθορίστηκαν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 867/2010 για την περίοδο 2010/11, τροποποιούνται και αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 11 Μαρτίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2011.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

José Manuel SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 24.

(3)  ΕΕ L 259 της 1.10.2010, σ. 3.

(4)  ΕΕ L 63 της 10.3.2011, σ. 15.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αντιπροσωπευτικές τιμές και πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί για τη λευκή ζάχαρη, την ακατέργαστη ζάχαρη και τα προϊόντα του κωδικού ΣΟ 1702 90 95 που εφαρμόζονται από την 11η Μαρτίου 2011

(EUR)

Κωδικός ΣΟ

Ποσό της αντιπροσωπευτικής τιμής για 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

Ποσό του πρόσθετου δασμού για 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

1701 11 10 (1)

57,95

0,00

1701 11 90 (1)

57,95

0,00

1701 12 10 (1)

57,95

0,00

1701 12 90 (1)

57,95

0,00

1701 91 00 (2)

54,91

1,00

1701 99 10 (2)

54,91

0,00

1701 99 90 (2)

54,91

0,00

1702 90 95 (3)

0,55

0,19


(1)  Καθορισμός για τον ποιοτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα IV σημείο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(2)  Καθορισμός για τον ποιοτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα IV σημείο II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(3)  Καθορισμός ανά 1 % περιεκτικότητας σε σακχαρόζη.


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

11.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 64/29


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ 2011/156/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 10ης Μαρτίου 2011

για την τροποποίηση της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη την απόφαση 2011/137/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 31 παράγραφος 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 28 Φεβρουαρίου 2011, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2011/137/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη.

(2)

Λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης στη Λιβύη, πρέπει να περιληφθούν πρόσθετα πρόσωπα και οντότητες στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται στα περιοριστικά μέτρα του παραρτήματος ΙV της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα πρόσωπα και οι οντότητες που αναφέρονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης θα περιληφθούν στο παράρτημα IV της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MARTONYI J.


(1)  ΕΕ L 58 της 3.3.2011, σ. 53.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πρόσωπα και οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1

Πρόσωπα

 

Ονοματεπώνυμο

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

κ. Mustafa Zarti

Γεννηθείς στις 29 Μαρτίου 1970, αυστριακός υπήκοος (αριθ. διαβατηρίου P1362998, με ισχύ από 6 Νοεμβρίου 2006 έως 5 Νοεμβρίου 2016)

Στενή σχέση με το καθεστώς και υποδιευθυντής του «Libyan Investment Authority», μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου, επικεφαλής της πετρελαϊκής εταιρείας «Tamoil» και αντιπρόεδρος της «First Energy Bank» στο Μπαχρέιν.

 (1)


Οντότητες

 

Επωνυμία

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

Central Bank of Libya (CBL)

 

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

2.

Libya Africa Investment Portfolio

Jamahiriya Street, LAP Building, PO Box 91330, Tripoli, Libya

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

3.

Libyan Foreign Bank

 

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

4.

Libyan Housing and Infrastructure Board (HIB)

Τατζούρα, Τρίπολη, Λιβύη Νόμος αριθ. 60/2006 της Γενικής Λαϊκής Επιτροπής της Λιβύης

Τηλ: +218 21 369 1840,

Φαξ: +218 21 369 6447

http://www.hib.org.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

 (1)

5.

Libyan Investment Authority (LIA, γνωστή και ως Libyan Arab Foreign Investment Company (LAFICO))

I Fateh Tower Office No.99 22nd Floor, Borgaida Street, Tripoli, 1103 Libya,

Τηλ.: 218 21 336 2091,

Φαξ: 218 21 336 2082,

www.lia.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του

 (1)


(1)  Ημερομηνία έκδοσης