ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2010.023.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

53ό έτος
27 Ιανουαρίου 2010


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 72/2010 της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2010, για καθορισμό των διαδικασιών διεξαγωγής των επιθεωρήσεων της Επιτροπής στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες ( 1 )

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 73/2010 της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2010, για τον καθορισμό απαιτήσεων σχετικών με την ποιότητα των αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών για τον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό ( 1 )

6

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 74/2010 της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2010, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2336/2003, (ΕΚ) αριθ. 341/2007, (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 και (ΕΚ) αριθ. 376/2008 όσον αφορά τους όρους και τη μορφή των κοινοποιήσεων που υποβάλλονται στην Επιτροπή

28

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 75/2010 της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2010, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

31

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 76/2010 της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2010, σχετικά με την τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης, που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 877/2009 για την περίοδο 2009/10

33

 

 

IV   Πράξεις εγκριθείσες, πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2009, δυνάμει της συνθήκης ΕΚ, της συνθήκης ΕΕ και της συνθήκης Ευρατόμ

 

 

2010/48/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία

35

 

 

2010/49/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τον καθορισμό των πρώτων περιφερειών στις οποίες θα αρχίσει να λειτουργεί το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 8542]

62

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 72/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2010

για καθορισμό των διαδικασιών διεξαγωγής των επιθεωρήσεων της Επιτροπής στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 (1), και ιδίως το άρθρο 15,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για να παρακολουθεί την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008 από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή οφείλει να διεξάγει επιθεωρήσεις. Η διοργάνωση των επιθεωρήσεων υπό την εποπτεία της Επιτροπής είναι αναγκαία για να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ποιότητας.

(2)

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και της διεξαγωγής των επιθεωρήσεων της Επιτροπής.

(3)

Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να καλεί στις ομάδες επιθεώρησης ειδικευμένους εθνικούς επιθεωρητές τους οποίους διαθέτουν τα κράτη μέλη.

(4)

Οι επιθεωρήσεις της Επιτροπής και οι σχετικές εκθέσεις πραγματοποιούνται σύμφωνα με προκαθορισμένη διαδικασία, στην οποία ακολουθείται τυποποιημένη μεθοδολογία.

(5)

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ταχεία αποκατάσταση των ελλείψεων που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια επιθεωρήσεων της Επιτροπής.

(6)

Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα διεξαγωγής επιθεωρήσεων παρακολούθησης ώστε να ελέγχει την αποκατάσταση των ελλείψεων.

(7)

Καθιερώνεται διαδικασία για την αντιμετώπιση ελλείψεων που κρίνονται τόσο σοβαρές ώστε να έχουν σημαντική επίπτωση στο γενικό επίπεδο ασφάλειας της αεροπορίας από έκνομες ενέργειες εντός της Κοινότητας.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει διαδικασίες για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων της Επιτροπής με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008 από τα κράτη μέλη. Οι επιθεωρήσεις της Επιτροπής καλύπτουν αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και επιλεγέντες αερολιμένες, εκμεταλλευόμενους αεροσκαφών και φορείς που εφαρμόζουν τα πρότυπα ασφάλειας της αεροπορίας από έκνομες ενέργειες. Οι επιθεωρήσεις διενεργούνται με τρόπο διαφανή, αποτελεσματικό, εναρμονισμένο και συνεκτικό.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοείται ως:

1)

«αρμόδια αρχή», η εθνική αρχή που έχει ορισθεί από κράτος μέλος βάσει του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008·

2)

«επιθεώρηση της Επιτροπής», η εξέταση από επιθεωρητές της Επιτροπής των υφιστάμενων ελέγχων ποιότητας και μέτρων, διαδικασιών και δομών ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες, ώστε να προσδιορίζεται το επίπεδο συμμόρφωσης με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008·

3)

«επιθεωρητής της Επιτροπής», δεόντως ειδικευμένο πρόσωπο, το οποίο απασχολείται από την Επιτροπή ή πρόσωπο που απασχολείται από το κράτος μέλος για να διεξάγει δραστηριότητες παρακολούθησης της συμμόρφωσης σε εθνικό επίπεδο εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής και έχει επιλεγεί για να λαμβάνει μέρος σε επιθεωρήσεις της Επιτροπής·

4)

«επιτροπή», η επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008·

5)

«έλλειψη», η μη συμμόρφωση στις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008·

6)

«εθνικός επιθεωρητής», πρόσωπο το οποίο απασχολείται από κράτος μέλος για να διεξάγει δραστηριότητες παρακολούθησης της συμμόρφωσης σε εθνικό επίπεδο εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

7)

«δοκιμή», η δοκιμασία μέτρων ασφάλειας της αεροπορίας από έκνομες ενέργειες, κατά την οποία προσομοιώνεται η πρόθεση διάπραξης παράνομης ενέργειας προκειμένου να δοκιμασθεί η αποτελεσματικότητα της εφαρμογής των υπαρχόντων μέτρων ασφαλείας·

8)

«αντισταθμιστικό μέτρο», προσωρινό μέτρο ή δέσμη μέτρων με σκοπό τον μέγιστο δυνατό περιορισμό των επιπτώσεων της έλλειψης που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια επιθεώρησης, πριν από την πλήρη αποκατάστασή της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 3

Συνεργασία των κρατών μελών

1.   Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή στην εκτέλεση των καθηκόντων της στις επιθεωρήσεις. Η συνεργασία λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, της παρακολούθησης και της σύνταξης της έκθεσης επιθεώρησης.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να τηρείται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας της αναγγελίας επιθεώρησης, ώστε να μη διακυβεύεται η διαδικασία της επιθεώρησης.

Άρθρο 4

Άσκηση της δικαιοδοσίας της Επιτροπής

1.   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι οι επιθεωρητές της Επιτροπής είναι σε θέση να ασκούν τη δικαιοδοσία τους να επιθεωρούν, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008, τις δραστηριότητες ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες της αρμόδιας αρχής, καθώς και κάθε αερολιμένα, εκμεταλλευόμενου αεροσκάφους και φορέα υποκείμενου στον εν λόγω κανονισμό.

2.   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι οι επιθεωρητές της Επιτροπής έχουν πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που είναι αναγκαία, εφόσον τα ζητήσουν, για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κοινά πρότυπα.

3.   Όποτε οι επιθεωρητές της Επιτροπής συναντούν δυσκολίες στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα αρμόδια κράτη μέλη επικουρούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν στο πλαίσιο των νόμιμων εξουσιών τους την Επιτροπή προκειμένου να φέρει πλήρως σε πέρας τα καθήκοντά της.

Άρθρο 5

Κριτήρια για τα προσόντα των επιθεωρητών της Επιτροπής

Για να προκριθούν για τις επιθεωρήσεις της Επιτροπής, οι επιθεωρητές της Επιτροπής πρέπει να έχουν σχετική θεωρητική και πρακτική πείρα και να έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία αντίστοιχη εκπαίδευση.

Η εν λόγω εκπαίδευση:

α)

παρέχεται από την Επιτροπή·

β)

διακρίνεται σε αρχική και επαναληπτική·

γ)

εξασφαλίζει επίπεδο επιδόσεων ενδεδειγμένο για να διαπιστώνεται κατά πόσον τα μέτρα ασφαλείας εφαρμόζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008.

Η αρχική εκπαίδευση περιλαμβάνει εξέταση.

Άρθρο 6

Συμμετοχή εθνικών επιθεωρητών στις επιθεωρήσεις της Επιτροπής

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής εθνικούς επιθεωρητές, ικανούς να συμμετέχουν στις επιθεωρήσεις της Επιτροπής και στα αντίστοιχα στάδια προετοιμασίας και σύνταξης της έκθεσης επιθεώρησης.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τα λεπτομερή στοιχεία ενός τουλάχιστον έως πέντε κατ’ ανώτατο όριο εθνικών επιθεωρητών, οι οποίοι μπορούν να κληθούν να συμμετάσχουν σε επιθεωρήσεις της Επιτροπής.

3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν ετησίως στην επιτροπή κατάλογο όλων των εθνικών επιθεωρητών που έχουν ορίσει και οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 5.

4.   Εθνικός επιθεωρητής δεν συμμετέχει σε επιθεωρήσεις της Επιτροπής στο κράτος μέλος όπου απασχολείται.

5.   Τα αιτήματα για τη συμμετοχή εθνικών επιθεωρητών σε επιθεωρήσεις της Επιτροπής κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή εγκαίρως, κατά κανόνα τουλάχιστον δύο μήνες πριν από τη διεξαγωγή της επιθεώρησης.

6.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από τη συμμετοχή των εθνικών επιθεωρητών στις επιθεωρήσεις της Επιτροπής καλύπτονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Άρθρο 7

Κοινοποίηση επιθεώρησης

1.   Τουλάχιστον δύο μήνες πριν από κάθε επιθεώρηση η Επιτροπή ειδοποιεί σχετικά την αρμόδια αρχή, στο έδαφος της οποίας πρόκειται να διεξαχθεί η επιθεώρηση.

2.   Ταυτόχρονα με την ειδοποίηση επιθεώρησης διαβιβάζεται, εφόσον χρειάζεται, προκαταρκτικό ερωτηματολόγιο το οποίο πρέπει να συμπληρώσει η αρμόδια αρχή, συνοδευόμενο από τυχόν σχετική τεκμηρίωση. Το συμπληρωμένο ερωτηματολόγιο και η τυχόν σχετική τεκμηρίωση υποβάλλονται στην Επιτροπή τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν την προγραμματισμένη έναρξη της επιθεώρησης.

3.   Εφόσον η Επιτροπή έχει πληροφορίες, με βάση τις οποίες υπάρχουν σε αερολιμένα ελλείψεις που μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο γενικό επίπεδο ασφάλειας της αεροπορίας από έκνομες ενέργειες εντός της Κοινότητας, ζητείται η γνώμη της αρμόδιας αρχής του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και η προθεσμία ειδοποίησης επιθεώρησης είναι δυνατόν να μειωθεί σε δύο εβδομάδες. Στην περίπτωση αυτή, δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 8

Προετοιμασία των επιθεωρήσεων

1.   Οι επιθεωρητές της Επιτροπής προετοιμάζουν τις δραστηριότητές τους έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα, η ακρίβεια και η συνέπεια των επιθεωρήσεων.

2.   Στην αρμόδια αρχή γνωστοποιούνται τα ονοματεπώνυμα των επιθεωρητών της Επιτροπής που είναι εντεταλμένοι να διεξαγάγουν μία επιθεώρηση, καθώς και άλλα στοιχεία, εφόσον χρειάζεται.

3.   Για κάθε επιθεώρηση η αρμόδια αρχή ορίζει έναν συντονιστή, ο οποίος ρυθμίζει τα πρακτικά θέματα της επιθεώρησης που πρόκειται να διεξαχθεί. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή το ονοματεπώνυμο και τα στοιχεία επαφής του συντονιστή εντός τριών εβδομάδων από την παραλαβή της ειδοποίησης επιθεώρησης.

Άρθρο 9

Διεξαγωγή των επιθεωρήσεων

1.   Οι επιθεωρητές της Επιτροπής διεξάγουν επιθεωρήσεις με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την προσωπική και τη δημόσια ασφάλεια και προστασία. Οι επιθεωρητές της Επιτροπής, των οποίων η συμπεριφορά κατά τη διάρκεια επιθεώρησης δεν ανταποκρίνεται στα πρότυπα αυτά, μπορούν να αποκλεισθούν να συμμετάσχουν σε άλλες επιθεωρήσεις της Επιτροπής.

2.   Για να παρακολουθείται η συμμόρφωση στις απαιτήσεις ασφαλείας της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008 ακολουθείται τυποποιημένη μεθοδολογία.

Η διεξαγωγή των επιθεωρήσεων βασίζεται στη συστηματική συγκέντρωση πληροφοριών με έναν ή περισσότερους από τους κάτωθι τρόπους:

α)

παρατηρήσεις·

β)

επαληθεύσεις·

γ)

συνεντεύξεις·

δ)

εξέταση εγγράφων και

ε)

δοκιμές.

3.   Οι επιθεωρητές της Επιτροπής, κατά τη διεξαγωγή της επιθεώρησης, συνοδεύονται από εκπρόσωπο της αρμόδιας αρχής. Η εν λόγω συνοδεία δεν θίγει την αποτελεσματικότητα ή την απόδοση της επιθεώρησης.

4.   Οι επιθεωρητές της Επιτροπής φέρουν δελτίο ταυτότητας, το οποίο τους επιτρέπει να επιθεωρούν εξ ονόματος της Επιτροπής, καθώς και δελτίο ταυτότητας πρόσβασης στον αερολιμένα, το οποίο τους επιτρέπει την απαραίτητη για την επιθεώρηση είσοδο σε όλους τους χώρους. Η μορφή του δελτίου ταυτότητας πρόσβασης στον αερολιμένα δεν θίγει την αποτελεσματικότητα ή την απόδοση της επιθεώρησης.

5.   Δοκιμές διεξάγονται μόνον κατόπιν ειδοποίησης της αρμόδιας αρχής και σε στενή συνεργασία με αυτήν.

6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιθεωρητές της Επιτροπής εξουσιοδοτούνται να φέρουν είδη για τη διεξαγωγή της επιθεώρησης, μεταξύ των οποίων και απαγορευμένα αντικείμενα, ή αντικείμενα που έχουν τέτοια όψη, σε οποιονδήποτε χώρο στον οποίο απαιτείται η είσοδος για τη διεξαγωγή της επιθεώρησης, καθώς και σε οποιονδήποτε χώρο προς ή από το σημείο διεξαγωγής της επιθεώρησης, σύμφωνα με τυχόν συμπεφωνημένο πρωτόκολλο.

7.   Η αρμόδια αρχή ενημερώνεται το συντομότερο δυνατόν για τυχόν ελλείψεις που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης. Επιπλέον και με την επιφύλαξη του άρθρου 10, οι επιθεωρητές της Επιτροπής εκθέτουν επιτόπου, όποτε είναι πρακτικά εφικτό, τις διαπιστώσεις τους προφορικά και ατύπως.

Άρθρο 10

Έκθεση επιθεώρησης

1.   Εντός έξι εβδομάδων από την ολοκλήρωση επιθεώρησης, η Επιτροπή διαβιβάζει έκθεση στην αρμόδια αρχή.

Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει τις σχετικές διαπιστώσεις στον αερολιμένα, στους εκμεταλλευόμενους αεροσκάφη και φορείς που υποβλήθηκαν σε επιθεώρηση.

2.   Η έκθεση περιέχει τα πορίσματα των επιθεωρητών και τις ελλείψεις που ενδεχομένως διαπιστώθηκαν. Η έκθεση μπορεί να περιέχει συστάσεις της Επιτροπής για διορθωτικά μέτρα.

3.   Κατά την αξιολόγηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008, ακολουθείται η εξής κατάταξη:

α)

πλήρης συμμόρφωση·

β)

συμμόρφωση αλλά επιθυμητή η βελτίωση·

γ)

μη συμμόρφωση·

δ)

μη συμμόρφωση, με σοβαρές ελλείψεις·

ε)

άνευ αντικειμένου·

στ)

μη επιβεβαιωμένη.

Άρθρο 11

Απάντηση της αρμόδιας αρχής

1.   Εντός τριών μηνών από την ημερομηνία αποστολής έκθεσης επιθεώρησης, η αρμόδια αρχή διαβιβάζει γραπτή απάντηση στην Επιτροπή σχετικά με την έκθεση, η οποία:

α)

πραγματεύεται τα πορίσματα και τις συστάσεις·

β)

προβλέπει σχέδιο, στο οποίο προβλέπονται μέτρα και προθεσμίες για την κάλυψη των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν.

2.   Όταν πρόκειται για επιθεώρηση παρακολούθησης, η απάντηση της αρμόδιας αρχής διαβιβάζεται εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία αποστολής της έκθεσης επιθεώρησης.

3.   Εφόσον σε έκθεση επιθεώρησης δεν διαπιστωθούν ελλείψεις, δεν απαιτείται απάντηση.

Άρθρο 12

Αποκατάσταση ελλείψεων

1.   Οι ελλείψεις που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια επιθεώρησης αποκαθίστανται αμέσως. Εφόσον οι ελλείψεις δεν αποκατασταθούν αμέσως, εφαρμόζονται αντισταθμιστικά μέτρα.

2.   Η αρμόδια αρχή επιβεβαιώνει γραπτώς στην Επιτροπή την αποκατάσταση των ελλείψεων. Η εν λόγω επιβεβαίωση βασίζεται στις δραστηριότητες παρακολούθησης της συμμόρφωσης που διεξάγει η αρμόδια αρχή.

3.   Η αρμόδια αρχή ενημερώνεται όταν, με βάση έκθεση επιθεώρησης, δεν χρειάζεται η λήψη περαιτέρω μέτρων.

Άρθρο 13

Επαναληπτικές επιθεωρήσεις

1.   Η Επιτροπή, αφού παραλάβει την απάντηση της αρμόδιας αρχής και τυχόν άλλων απαραίτητων διευκρινίσεων, μπορεί να διεξαγάγει επαναληπτική επιθεώρηση.

2.   Η αρμόδια αρχή ειδοποιείται τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν για τη διεξαγωγή επαναληπτικής επιθεώρησης στο έδαφός της.

3.   Κύριο αντικείμενο των επαναληπτικών επιθεωρήσεων είναι τα σημεία όπου διαπιστώθηκαν ελλείψεις κατά τη διάρκεια της αρχικής επιθεώρησης της Επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Πληροφόρηση της επιτροπής

Η επιτροπή ενημερώνεται τακτικά για την εφαρμογή του προγράμματος επιθεωρήσεων της Επιτροπής και τα αποτελέσματα των αξιολογήσεών της.

Άρθρο 15

Κοινοποίηση σοβαρών ελλείψεων στις αρμόδιες αρχές

1.   Η αρμόδια αρχή ενημερώνεται αμέσως εφόσον κατά τη διάρκεια επιθεώρησης αερολιμένα στο έδαφός της διαπιστωθεί σοβαρή έλλειψη, η οποία θεωρείται ότι έχει σημαντική επίπτωση στο γενικό επίπεδο ασφάλειας της αεροπορίας από έκνομες ενέργειες εντός της Κοινότητας. Η εν λόγω πληροφορία κοινοποιείται επίσης αμέσως στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών.

2.   Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνονται επίσης αμέσως σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει αξιόπιστες πληροφορίες για επανορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των αντισταθμιστικών μέτρων, με τις οποίες επιβεβαιώνεται ότι οι ελλείψεις που είχαν κοινοποιηθεί με βάση το παρόν άρθρο δεν έχουν πλέον σημαντική επίπτωση στο γενικό επίπεδο ασφάλειας της αεροπορίας από έκνομες ενέργειες εντός της Κοινότητας.

Άρθρο 16

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 20ή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία που θα καθορισθεί στους εκτελεστικούς κανόνες που θα αποφασισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 300/2008, όχι όμως αργότερα από τις 29 Απριλίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2010.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 97 της 9.4.2008, σ. 72.


27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/6


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 73/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2010

για τον καθορισμό απαιτήσεων σχετικών με την ποιότητα των αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών για τον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα) (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 5,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού ουρανού (κανονισμός-πλαίσιο) (2), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για την ασφάλεια πτήσεων και την υποστήριξη νέων αρχών σχεδιασμού λειτουργίας του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (εφεξής «ΕΔΔΕΚ») απαιτούνται αεροναυτικά δεδομένα και αεροναυτικές πληροφορίες κατάλληλης ποιότητας.

(2)

Η Διεθνής Οργάνωση Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) (εφεξής «ΔΟΠΑ») έχει καθορίσει απαιτήσεις σχετικές με την ποιότητα των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών για τον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό από άποψη ακρίβειας, ανάλυσης και ακεραιότητας, οι οποίες πρέπει να τηρούνται και να διατηρούνται στο ΕΔΔΕΚ κατά την επεξεργασία αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών.

(3)

Οι εν λόγω απαιτήσεις της ΔΟΠΑ θεωρείται ότι παρέχουν επαρκή βάση για τις ισχύουσες απαιτήσεις ποιότητας των δεδομένων, είναι γνωστό όμως ότι υπάρχουν ελλείψεις που πρέπει να αντιμετωπισθούν, ιδίως για την υποστήριξη μελλοντικών εφαρμογών.

(4)

Το παράρτημα 15 της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία (εφεξής «σύμβαση του Σικάγου») πρέπει να αποτελέσει τη βάση για τις απαιτήσεις ποιότητας των δεδομένων. Οι παραπομπές σε διατάξεις του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου δεν συνεπάγονται αυτόματα παραπομπή στο παράρτημα 4 ή σε άλλα παραρτήματα της σύμβασης του Σικάγου.

(5)

Από την εξέταση της τρέχουσας κατάστασης διαπιστώθηκε ότι οι απαιτήσεις ποιότητας αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών δεν πληρούνται πάντοτε στο ΕΔΔΕΚ, ιδίως σε ό,τι αφορά την ακρίβεια και την ακεραιότητα.

(6)

Η αλυσίδα αεροναυτικών δεδομένων χαρακτηρίζεται ακόμη από μεγάλη έντυπη χειρόγραφη δραστηριότητα, γεγονός που αναπόφευκτα συνεπάγεται αρκετές πιθανότητες παρείσφρησης λαθών και υποβάθμισης της ποιότητας των δεδομένων. Επομένως, πρέπει να ληφθούν μέτρα για να βελτιωθεί η κατάσταση.

(7)

Το Eurocontrol έχει λάβει την εντολή, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, να εκπονήσει απαιτήσεις για τη συμπλήρωση και την ενίσχυση του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου, ώστε να διατίθενται αεροναυτικές πληροφορίες ικανοποιητικής ποιότητας. Ο εν λόγω κανονισμός βασίζεται στη σχετική έκθεση ανάθεσης της εντολής της 16ης Οκτωβρίου 2007.

(8)

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι αεροναυτικές πληροφορίες πρέπει να αρχίσουν να διατίθενται προοδευτικά σε ηλεκτρονική μορφή, με βάση από κοινού συμφωνημένο και τυποποιημένο σύνολο δεδομένων. Οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να εφαρμοσθούν ενδεχομένως σε όλα τα αεροναυτικά δεδομένα και τις αεροναυτικές πληροφορίες στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(9)

Ο παρών κανονισμός δεν καλύπτει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη στρατιωτική εκπαίδευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

(10)

Στρατιωτικοί οργανισμοί που παρέχουν αεροναυτικές πληροφορίες με σκοπό τη χρήση τους σε επιχειρήσεις γενικής εναέριας κυκλοφορίας αποτελούν ουσιαστικό μέρος της επεξεργασίας αεροναυτικών δεδομένων και τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν ότι η ποιότητα των σχετικών δεδομένων πρέπει να αντιστοιχεί στη χρήση για την οποία προορίζονται.

(11)

Η έγκαιρη παροχή και δημοσίευση νέων ή τροποποιημένων αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών σύμφωνα με τις τροποποιήσεις και τις απαιτήσεις του κύκλου επικαιροποίησης της ΔΟΠΑ και των κρατών μελών θεωρούνται ουσιώδεις για να υποστηριχθεί η βελτίωση της ποιότητας δεδομένων.

(12)

Τα κράτη μέλη πρέπει να ασκούν αποτελεσματική διαχείριση και έλεγχο όλων των δραστηριοτήτων αρχικής διάθεσης αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών για να εξασφαλισθεί ότι τα δεδομένα αυτά είναι ικανοποιητικής ποιότητας ώστε να ανταποκρίνονται στη χρήση για την οποία προορίζονται.

(13)

Τα συστατικά στοιχεία και οι διαδικασίες που χρησιμοποιούν οι οντότητες αρχικής διάθεσης δεδομένων πρέπει να είναι διαλειτουργικές με τα συστήματα, τα συστατικά στοιχεία και τις διαδικασίες που χρησιμοποιούν οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών, ώστε η λειτουργία του ΕΔΔΕΚ να καταστεί ασφαλής, αδιάλειπτη και αποτελεσματική.

(14)

Για να διατηρηθούν ή να ενισχυθούν τα υφιστάμενα επίπεδα ασφάλειας των εργασιών, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη προβαίνουν σε αξιολόγηση της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει διαδικασίες ταυτοποίησης κινδύνων, εκτίμησης της επικινδυνότητας και μετριασμού της επικινδυνότητας. Η εναρμονισμένη εφαρμογή των διαδικασιών αυτών στα συστήματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός επιβάλλει τον προσδιορισμό ειδικών απαιτήσεων ασφάλειας για όλες τις προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και επιδόσεων.

(15)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, στους κανόνες εφαρμογής για τη διαλειτουργικότητα πρέπει να περιγράφονται οι διαδικασίες εκτίμησης της συμμόρφωσης που πρέπει να ακολουθούνται για την εκτίμηση της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας χρήσης συστατικών στοιχείων, καθώς και για τον έλεγχο συστημάτων.

(16)

Ο παρών κανονισμός αφορά ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων. Πρέπει συνεπώς να ληφθούν υπόψη οι μεμονωμένες ικανότητες και τα επίπεδα συμμετοχής των μερών στην αλυσίδα δεδομένων, ώστε να εξασφαλισθεί η προοδευτική εφαρμογή των διατάξεων για την επίτευξη ικανοποιητικής ποιότητας δεδομένων.

(17)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ενιαίου ουρανού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις απαιτήσεις για την ποιότητα των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών από άποψη ακρίβειας, ανάλυσης και ακεραιότητας.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα συστήματα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας (ΕΔΔΕΚ), τα συστατικά στοιχεία τους και τις συναφείς διαδικασίες που υπεισέρχονται στην αρχική διάθεση, την παραγωγή, την αποθήκευση, τον χειρισμό, την επεξεργασία, τη μεταβίβαση και τη διάδοση αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών.

Εφαρμόζεται στα ακόλουθα αεροναυτικά δεδομένα και τις αεροναυτικές πληροφορίες:

α)

στην ολοκληρωμένη δέσμη αεροναυτικών πληροφοριών (εφεξής «ΟΔΑΠ») που καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 7 την οποία διαθέτουν τα κράτη μέλη, εξαιρουμένων των εγκυκλίων αεροναυτικών πληροφοριών·

β)

στα ηλεκτρονικά δεδομένα εμποδίου, ή στοιχεία αυτών, εφόσον διατίθενται από κράτη μέλη·

γ)

στα ηλεκτρονικά δεδομένα εδάφους, ή στοιχεία αυτών, εφόσον διατίθενται από κράτη μέλη·

δ)

στα δεδομένα χαρτογράφησης αεροδρομίου, εφόσον διατίθενται από κράτη μέλη.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα ακόλουθα μέρη:

α)

φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας·

β)

φορείς εκμετάλλευσης αεροδρομίων και ελικοδρομίων, για τα οποία έχουν δημοσιευθεί σε εθνικά έντυπα αεροναυτικών πληροφοριών διαδικασίες IFR (instrument flight rules) ή ειδικές διαδικασίες VFR (visual flight rules)·

γ)

δημόσιες ή ιδιωτικές οντότητες, οι οποίες παρέχουν για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

i)

υπηρεσίες αρχικής διάθεσης και παροχής δεδομένων επιτήρησης·

ii)

υπηρεσίες σχεδιασμού διαδικασιών·

iii)

ηλεκτρονικά δεδομένα εδάφους·

iv)

ηλεκτρονικά δεδομένα εμποδίου.

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μέχρι το χρονικό σημείο διάθεσης αεροναυτικών δεδομένων ή/και αεροναυτικών πληροφοριών από τον πάροχο υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών στον επόμενο προοριζόμενο χρήστη.

Στην περίπτωση διανομής με υλικά μέσα, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μέχρι το σημείο κατά το οποίο διατέθηκαν αεροναυτικά δεδομένα ή/και αεροναυτικές πληροφορίες στον οργανισμό που είναι ο αρμόδιος για την υπηρεσία φυσικής διανομής.

Στην περίπτωση αυτόματης διανομής μέσω της χρήσης απευθείας ηλεκτρονικής σύνδεσης μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών και της οντότητας που παραλαμβάνει αεροναυτικά δεδομένα ή/και αεροναυτικές πληροφορίες, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται είτε:

α)

μέχρι το σημείο κατά το οποίο ο επόμενος χρήστης έχει πρόσβαση και εξάγει αεροναυτικά δεδομένα ή/και αεροναυτικές πληροφορίες που κατέχει ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών, ή

β)

μέχρι το σημείο κατά το οποίο διαβιβάζονται αεροναυτικά δεδομένα ή/και αεροναυτικές πληροφορίες, από τον πάροχο υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών, στο σύστημα του επόμενου χρήστη.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004. Επιπλέον, ορίζovται ως:

1)

«αεροναυτικά δεδομένα», επισημοποιημένη αναπαράσταση αεροναυτικών γεγονότων, εννοιών ή οδηγιών, κατάλληλη προς επικοινωνία, ερμηνεία ή επεξεργασία·

2)

«αεροναυτικές πληροφορίες», πληροφορίες που προκύπτουν από τη συλλογή, την ανάλυση και τη μορφοτύπηση αεροναυτικών δεδομένων·

3)

«ποιότητα δεδομένων», βαθμός ή επίπεδο αξιοπιστίας στο οποίο τα παρεχόμενα δεδομένα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του χρήστη δεδομένων από άποψη ακρίβειας, ανάλυσης και ακεραιότητας·

4)

«ακρίβεια», βαθμός αντιστοιχίας της υπολογιζόμενης ή της μετρούμενης τιμής με την πραγματική τιμή·

5)

«ανάλυση», αριθμός μονάδων ή διφυών με τον οποίο εκφράζεται και χρησιμοποιείται μετρούμενη ή υπολογιζόμενη τιμή·

6)

«ακεραιότητα», βαθμός διασφάλισης ότι δεδομένο και η τιμή του δεν έχει απολεσθεί ή αλλοιωθεί από τη στιγμή αποστολής ή εξουσιοδοτημένης τροποποίησής του·

7)

«ολοκληρωμένη δέσμη αεροναυτικών πληροφοριών» (ΟΔΑΠ), δέσμη η οποία συνίσταται στα κάτωθι:

α)

δημοσιεύματα αεροναυτικών πληροφοριών (εφεξής ΔΑΠ), συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεων·

β)

συμπληρώματα των ΔΑΠ·

γ)

την ανακοίνωση (NOTAM) που ορίζεται στο σημείο 17) και τα ενημερωτικά δελτία προ πτήσης·

δ)

εγκυκλίους αεροναυτικών πληροφοριών· και

ε)

καταστάσεις και καταλόγους έγκυρων NOTAΜ·

8)

«δεδομένα εμποδίου», τα δεδομένα που αφορούν όλα τα σταθερά (προσωρινά η μόνιμα) και κινητά αντικείμενα, ή μέρη αυτών, τα οποία βρίσκονται σε έκταση προοριζόμενη για επίγειες κινήσεις αεροσκαφών ή εκτείνονται επάνω από καθορισμένη έκταση που προορίζεται για την προστασία αεροσκάφους εν πτήσει·

9)

«δεδομένα εδάφους», τα δεδομένα που αφορούν το ανάγλυφο του εδάφους, το οποίο περιλαμβάνει φυσικά χαρακτηριστικά όπως όρη, λόφους, κορυφογραμμές, κοιλάδες, υδατικά συστήματα, μόνιμο πάγο και χιόνι, εξαιρουμένων των εμποδίων·

10)

«δεδομένα χαρτογράφησης αεροδρομίου», οι πληροφορίες που αντιπροσωπεύουν τυπικά χαρακτηριστικά του αεροδρομίου καθορισμένης έκτασης, συμπεριλαμβανομένων των γεωχωρικών δεδομένων και των μεταδεδομένων·

11)

«τοπογραφικά δεδομένα», τα γεωχωρικά δεδομένα που καθορίζονται με μέτρηση ή τοπογραφική αποτύπωση·

12)

«σχεδιασμός διαδικασίας», ο συνδυασμός αεροναυτικών δεδομένων και ειδικών οδηγιών πτήσης για τον καθορισμό της διαδικασίας άφιξης ή/και αναχώρησης με όργανα, με την οποία εξασφαλίζονται κατάλληλα πρότυπα ασφάλειας πτήσεων·

13)

«πάροχος υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών», ο φορέας που είναι αρμόδιος για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών, ο οποίος έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2096/2005 της Επιτροπής (3)

14)

«επόμενος χρήστης», η οντότητα που παραλαμβάνει αεροναυτικές πληροφορίες από πάροχο υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών·

15)

«απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση», η ψηφιακή σύνδεση μεταξύ συστημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, η οποία επιτρέπει τη μεταφορά δεδομένων μεταξύ τους χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση·

16)

«στοιχείο δεδομένου», ένα απλό χαρακτηριστικό πλήρους συνόλου δεδομένων, στο οποίο δίδεται τιμή που καθορίζει την τρέχουσα κατάστασή του·

17)

«NOTAM», ανακοίνωση που διανέμεται με τηλεπικοινωνιακό μέσο και περιέχει πληροφορίες για την καθιέρωση, την κατάσταση ή την αλλαγή κάθε αεροναυτικού βοηθήματος, υπηρεσίας, διαδικασίας ή κινδύνου, η έγκαιρη γνώση των οποίων είναι ζωτικής σημασίας για το προσωπικό που είναι αρμόδιο για τις πτητικές λειτουργίες·

18)

«ψηφιακή NOTAM», σύνολο δεδομένων το οποίο περιέχει της πληροφορίες που περιλαμβάνει μια NOTAM σε δομημένο μορφότυπο, ο οποίος είναι δυνατόν να ερμηνευθεί πλήρως από αυτόματο σύστημα πληροφορικής χωρίς ερμηνεία από τον άνθρωπο·

19)

«οντότητα αρχικής διάθεσης δεδομένων», η οντότητα που είναι αρμόδια για την αρχική διάθεση δεδομένων·

20)

«αρχική διάθεση δεδομένων», η δημιουργία νέου στοιχείου δεδομένου με την αντίστοιχη τιμή της, η τροποποίηση της τιμής υπάρχοντος στοιχείου δεδομένου ή η διαγραφή στοιχείου υπάρχοντος δεδομένου·

21)

«περίοδος ισχύος», η περίοδος από την ημερομηνία και την ώρα κατά την οποία δημοσιεύεται αεροναυτική πληροφορία έως την ημερομηνία και την ώρα κατά την οποία η αεροναυτική πληροφορία παύει να ισχύει·

22)

«επικύρωση δεδομένων», η διαδικασία με την οποία εξασφαλίζεται ότι τα δεδομένα πληρούν τις απαιτήσεις για τη συγκεκριμένη εφαρμογή ή την προοριζόμενη χρήση·

23)

«έλεγχος δεδομένων», η αξιολόγηση του προϊόντος επεξεργασίας αεροναυτικών δεδομένων, με την οποία εξασφαλίζεται η ορθότητα και η συνοχή με τα εισαγόμενα δεδομένα και τα εφαρμοζόμενα πρότυπα δεδομένων, τους κανόνες και τις συμβάσεις που χρησιμοποιούνται στην εν λόγω επεξεργασία·

24)

«κρίσιμα δεδομένα», τα δεδομένα με το επίπεδο ακεραιότητας όπως ορίζονται στο κεφάλαιο 3 τμήμα 3.2 σημείο 3.2.8 α) του παραρτήματος 15 της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία (εφεξής «σύμβαση του Σικάγου»)·

25)

«ουσιαστικά δεδομένα», τα δεδομένα με το επίπεδο ακεραιότητας όπως ορίζονται στο κεφάλαιο 3 τμήμα 3.2 σημείο 3.2.8 β) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ

Άρθρο 4

Σύνολο δεδομένων

Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 παρέχουν αεροναυτικά δεδομένα και αεροναυτικές πληροφορίες σύμφωνα με τις προδιαγραφές του συνόλου δεδομένων που περιγράφονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 5

Ανταλλαγή δεδομένων

1.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν την ανταλλαγή των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο με απευθείας ηλεκτρονική σύνδεση.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζουν την ανταλλαγή των αεροναυτικών πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο σύμφωνα με τις απαιτήσεις μορφοτύπου ανταλλαγής δεδομένων που καθορίζονται στο παράρτημα II.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τις ψηφιακές NOTAM από το μορφότυπο ανταλλαγής δεδομένων που μνημονεύεται στην παράγραφο 2.

4.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζουν ότι όλα τα αεροναυτικά δεδομένα και οι αεροναυτικές πληροφορίες σε ΕΑΠ, τροποποιήσεις ΕΑΠ και συμπληρώματα ΕΑΠ που παρέχει κράτος μέλος διατίθενται στον επόμενο χρήστη, τουλάχιστον:

α)

σύμφωνα με τις απαιτήσεις δημοσίευσης που καθορίζονται στα πρότυπα της ΔΟΠΑ τα οποία παρατίθενται στο παράρτημα III σημεία 4 και 8·

β)

με τρόπο που καθιστά δυνατό το περιεχόμενο και το μορφότυπο απευθείας αναγνώσιμο σε οθόνη υπολογιστή· και

γ)

σύμφωνα με τις απαιτήσεις μορφοτύπου ανταλλαγής δεδομένων που καθορίζονται στο παράρτημα II.

Άρθρο 6

Ποιότητα δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις ποιότητας δεδομένων που καθορίζονται στο παράρτημα IV μέρος A.

2.   Κατά την παροχή αεροναυτικών δεδομένων ή/και αεροναυτικών πληροφοριών, τα μέρη που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις τεκμηρίων που καθορίζονται στο παράρτημα IV μέρος B.

3.   Κατά την ανταλλαγή αεροναυτικών δεδομένων ή/και αεροναυτικών πληροφοριών, τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 προβαίνουν στις επίσημες ρυθμίσεις που περιγράφονται στο παράρτημα IV μέρος Γ.

4.   Εφόσον ενεργούν ως οντότητες αρχικής διάθεσης δεδομένων, τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αρχικής διάθεσης δεδομένων που καθορίζονται στο παράρτημα IV μέρος Δ.

5.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζουν ότι τα αεροναυτικά δεδομένα και οι αεροναυτικές πληροφορίες που παρέχονται από οντότητες αρχικής διάθεσης δεδομένων μη μνημονευόμενες στο άρθρο 2 παράγραφος 2 διατίθενται με επαρκή ποιότητα στον επόμενο χρήστη για την προοριζόμενη χρήση.

6.   Εφόσον ενεργούν ως οντότητες αρμόδιες να ζητήσουν επίσημα δραστηριότητα αρχικής διάθεσης δεδομένων, τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι:

α)

τα δεδομένα παράγονται, τροποποιούνται ή διαγράφονται σύμφωνα με τις οδηγίες τους·

β)

με την επιφύλαξη του παραρτήματος IV μέρος Γ, οι οδηγίες τους που αφορούν την αρχική διάθεση δεδομένων περιέχουν, τουλάχιστον:

i)

μονοσήμαντη περιγραφή των δεδομένων που πρόκειται να παραχθούν, να τροποποιηθούν ή να διαγραφούν·

ii)

επιβεβαίωση της οντότητας στην οποία πρόκειται να παρασχεθούν τα δεδομένα·

iii)

την ημερομηνία και την ώρα κατά την οποία πρόκειται να παρασχεθούν τα δεδομένα·

iv)

μορφότυπο της αναφοράς αρχικής διάθεσης δεδομένων που πρέπει να χρησιμοποιήσει η οντότητα αρχικής διάθεσης δεδομένων.

7.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις επεξεργασίας δεδομένων που καθορίζονται στο παράρτημα IV μέρος E.

8.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι έχουν καθιερωθεί μηχανισμοί αναφοράς, ανάδρασης και διόρθωσης σφάλματος, οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα IV μέρος ΣΤ.

Άρθρο 7

Συνοχή, επικαιρότητα και επιδόσεις προσωπικού

1.   Όταν αεροναυτικά δεδομένα ή αεροναυτικές πληροφορίες αναπαράγονται σε ΔΑΠ σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών που είναι αρμόδιος για τα ΔΑΠ αυτά καθιερώνει μηχανισμούς που εγγυώνται τη συνοχή των αναπαραγόμενων πληροφοριών.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών εξασφαλίζουν ότι τα στοιχεία αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών που δημοσιεύονται στα ΔΑΠ των κρατών μελών τους περιέχουν σχόλιά τους με τα οποία επισημαίνονται όσα ΔΑΠ δεν πληρούν τις απαιτήσεις ποιότητας δεδομένων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών εξασφαλίζουν ότι διατίθενται στη δημοσιότητα οι πλέον πρόσφατοι κύκλοι επικαιροποίησης των τροποποιήσεων των ΔΑΠ και των συμπληρωμάτων τους.

4.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό τους που έχει αναλάβει καθήκοντα παροχής αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών γνωρίζει και εφαρμόζει:

α)

τις απαιτήσεις για την τροποποίηση των ΔΑΠ, των συμπληρωμάτων των ΔΑΠ και των NOTAM που καθορίζονται στα πρότυπα της ΔΟΠΑ, όπως περιγράφονται στο παράρτημα III σημεία 5, 6 και 7·

β)

τους κύκλους επικαιροποίησης που εφαρμόζονται για την έκδοση των τροποποιήσεων των ΔΑΠ και των συμπληρωμάτων τους, όπως μνημονεύεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου για τα πεδία για τα οποία παρέχουν αεροναυτικά δεδομένα ή αεροναυτικές πληροφορίες.

5.   Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2096/2005, τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν επίσης ότι το προσωπικό τους που έχει αναλάβει καθήκοντα παροχής αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών εκπαιδεύεται κατάλληλα, έχει επαγγελματική επάρκεια και έχει αδειοδοτηθεί για την εργασία που απαιτείται να εκτελεί.

Άρθρο 8

Απαιτήσεις για τα εργαλεία και το λογισμικό

Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι όλα τα εργαλεία και το λογισμικό που χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη της αρχικής διάθεσης, της παραγωγής, της αποθήκευσης, του χειρισμού, της επεξεργασίας και της διαβίβασης αεροναυτικών δεδομένων ή/και αεροναυτικών πληροφοριών ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παραρτήματος V.

Άρθρο 9

Προστασία δεδομένων

1.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι τα αεροναυτικά δεδομένα και οι αεροναυτικές πληροφορίες προστατεύονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που περιγράφονται στο παράρτημα VI.

2.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι η ιχνηλασιμότητα κάθε στοιχείου δεδομένου διατηρείται κατά τη διάρκεια ισχύος του και τουλάχιστον για μία πενταετία από τη λήξη της περιόδου ισχύος ή μέχρι πέντε χρόνια μετά τη λήξη της περιόδου ισχύος κάθε μεμονωμένου δεδομένου που έχει υπολογισθεί με βάση αυτό ή προέρχεται από αυτό, αναλόγως ποιο γεγονός είναι μεταγενέστερο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ, ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΝΟΜΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Άρθρο 10

Απαιτήσεις για τη διαχείριση

1.   Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2096/2005, τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εφαρμόζουν και διατηρούν σύστημα διαχείρισης της ποιότητας, το οποίο καλύπτει τις δραστηριότητες παροχής των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών τους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα VII μέρος A.

2.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας που μνημονεύεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου καθορίζει διαδικασίες επίτευξης των στόχων διαχείρισης της ασφάλειας πτήσεων που καθορίζονται στο παράρτημα VII μέρος B και των στόχων διαχείρισης της ασφάλειας από έκνομες ενέργειες που καθορίζονται στο παράρτημα VII μέρος Γ.

3.   Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν ότι πριν από κάθε αλλαγή στα υπάρχοντα συστήματα που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο ή πριν από την καθιέρωση νέων συστημάτων πραγματοποιείται από τα ενδιαφερόμενα μέρη εκτίμηση της ασφάλειας, καθώς και ταυτοποίηση κινδύνων, ανάλυση και μετριασμός των επιπτώσεων.

4.   Κατά την εκτίμηση της ασφάλειας, οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, το παράρτημα I, το παράρτημα II και το παράρτημα IV μέρος A σημεία 1 και 2 θεωρούνται απαιτήσεις ασφάλειας πτήσεων και λαμβάνονται υπόψη ως ελάχιστες απαιτήσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 11

Συμμόρφωση ή καταλληλότητα χρήσης συστατικών στοιχείων

Πριν από την έκδοση δήλωσης ΕΚ συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι κατασκευαστές συστατικών στοιχείων των συστημάτων που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, ή οι εγκατεστημένοι στην Ένωση εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποί τους, εκτιμούν τη συμμόρφωση ή την καταλληλότητα χρήσης των συγκεκριμένων συστατικών στοιχείων σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα VIII.

Άρθρο 12

Έλεγχος των συστημάτων

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι μπορούν να αποδείξουν ή έχουν αποδείξει ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παράρτημα IX διενεργούν έλεγχο των συστημάτων που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα X μέρος Α.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι δεν μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παράρτημα IX αναθέτουν με υπεργολαβία σε κοινοποιημένο οργανισμό τον έλεγχο των συστημάτων που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο. Ο έλεγχος διεξάγεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα X μέρος B.

Άρθρο 13

Πρόσθετες απαιτήσεις

Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ):

α)

εξασφαλίζουν την παροχή εξουσιοδότησης ασφαλείας για το προσωπικό τους που είναι αρμόδιο για τα καθήκοντα της αρχικής διάθεσης, της παραγωγής, της αποθήκευσης, του χειρισμού, της επεξεργασίας, της διαβίβασης και της διανομής αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών, αναλόγως·

β)

εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό τους που έχει αναλάβει καθήκοντα παροχής αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών γνωρίζει δεόντως τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό·

γ)

συντάσσουν και διατηρούν επιχειρησιακά εγχειρίδια, τα οποία περιέχουν τις αναγκαίες οδηγίες και πληροφορίες ώστε το προσωπικό τους που έχει αναλάβει καθήκοντα παροχής αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών να είναι σε θέση να εφαρμόζει τον παρόντα κανονισμό·

δ)

διασφαλίζουν ότι τα εγχειρίδια που προβλέπονται στο στοιχείο γ) παραμένουν προσβάσιμα και επικαιροποιημένα, καθώς και ότι η επικαιροποίηση και η διανομή τους υπόκεινται στην κατάλληλη διαχείριση ποιότητας και τεκμηρίωσης·

ε)

διασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι εργασίας και οι επιχειρησιακές διαδικασίες τους είναι σύμφωνες με τον παρόντα κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη τα οποία, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, γνωστοποίησαν στη ΔΟΠΑ συναφή διαφορά σύμφωνα με το άρθρο 38 της σύμβασης του Σικάγου, επιτρέπεται να διατηρήσουν το αργότερο έως την 30ή Ιουνίου 2014 τις εθνικές διατάξεις τους στα θέματα που παρατίθενται στο παράρτημα XI του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα αεροναυτικά δεδομένα και οι αεροναυτικές πληροφορίες που θα έχουν δημοσιευθεί έως την 1η Ιουλίου 2013 και που δεν θα έχουν υποστεί τροποποίηση, εναρμονίζονται με τον παρόντα κανονισμό το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2017.

Άρθρο 15

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2013.

2.   Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, το άρθρο 4, το άρθρο 5 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 στοιχείο γ) εφαρμόζονται από την 1η Ιουλίου 2014.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2010.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

(2)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 335 της 21.12.2005, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΜΝΗΜΟΝΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 4

ΜΕΡΟΣ A

ΟΔΑΠ, δεδομένα χαρτογράφησης αεροδρομίου και ηλεκτρονικά δεδομένα εμποδίου

1.

Τα αεροναυτικά δεδομένα και οι αεροναυτικές πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α), β) και δ) παρέχονται σύμφωνα με κοινή προδιαγραφή του συνόλου δεδομένων, η οποία:

α)

τεκμηριώνεται είτε:

με τη χρήση ενιαίας γλώσσας κατάρτισης μοντέλου (UML), η οποία καθορίζεται στο έγγραφο που μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 13, υπό μορφή διαγραμμάτων κλάσης και αντίστοιχων ορισμών των κλάσεων, ιδιοχαρακτηριστικών, συνειρμών και καταλόγων τιμών ή

με τη χρήση καταλόγου χαρακτηριστικών που καθορίζεται σύμφωνα με το πρότυπο ISO το οποίο μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 25)·

β)

καθορίζει, ως μεμονωμένα στοιχεία δεδομένου, κάθε αεροναυτικό χαρακτηριστικό για το οποίο ζητείται η δημοσίευση της πληροφορίας σύμφωνα με τα πρότυπα της ΔΟΠΑ που μνημονεύονται στο παράρτημα III σημείο 10 και στο έγγραφο Eurocae που μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 24·

γ)

παρέχει για κάθε ιδιοχαρακτηριστικό τις επιτρεπόμενες τιμές του υπό μορφή τύπου δεδομένου, κλίμακας πιθανών τιμών ή πίνακα απαρίθμησης·

δ)

περιλαμβάνει τον καθορισμό χρονοεξαρτώμενου μοντέλου, με βάση τη διεθνή ώρα UTC, με το οποίο είναι δυνατόν να εκφρασθεί ο πλήρης κύκλος ζωής ενός αεροναυτικού χαρακτηριστικού:

από την ημερομηνία και ώρα εμφάνισής του έως την ημερομηνία και ώρα μόνιμης απόσυρσής του,

συμπεριλαμβανομένων των μόνιμων αλλαγών που δημιουργούν νέες γραμμές βάσης για το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό·

ε)

περιλαμβάνει καθορισμό των κανόνων με τους οποίους επιτρέπεται ο περιορισμός των δυνατών τιμών των ιδιοτήτων ενός χαρακτηριστικού ή η χρονική διακύμανση των τιμών αυτών. Περιλαμβάνονται τουλάχιστον:

περιορισμοί που επιβάλλουν ακρίβεια, ανάλυση και ακεραιότητα συντεταγμένων (οριζοντίων ή καθέτων)·

περιορισμοί που επιβάλλουν επικαιρότητα των δεδομένων·

στ)

εφαρμόζει συμβατικούς όρους ονοματοδοσίας για χαρακτηριστικά, ιδιοχαρακτηριστικά και συνειρμούς, στους οποίους αποφεύγονται οι συντμήσεις·

ζ)

βασίζει την περιγραφή των γεωμετρικών στοιχείων (σημείο, καμπύλη, εμβαδόν) στο πρότυπο ISO που μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 14·

η)

βασίζει την περιγραφή των πληροφοριών μεταδεδομένων στο πρότυπο ISO που μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 15·

θ)

περιλαμβάνει τα στοιχεία μεταδεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα I μέρος Γ.

2.

Όσον αφορά τα πρότυπα ISO, το σχετικό πιστοποιητικό, το οποίο έχει εκδοθεί από δεόντως διαπιστευμένο οργανισμό, θεωρείται επαρκές μέσο συμμόρφωσης. Τα μέρη που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 αποδέχονται την κοινοποίηση των σχετικών με την πιστοποίηση εγγράφων στην εθνική εποπτική αρχή, εφόσον τα ζητήσει.

ΜΕΡΟΣ B

Σύνολα ηλεκτρονικών δεδομένων εδάφους

Τα ηλεκτρονικά δεδομένα εδάφους που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ):

α)

παρέχονται ψηφιακά σύμφωνα με τα πρότυπα της ΔΟΠΑ που μνημονεύονται στο παράρτημα III σημεία 9 και 12·

β)

περιλαμβάνουν τα στοιχεία μεταδεδομένων που παρατίθενται στο παράρτημα I μέρος Γ.

ΜΕΡΟΣ Γ

Μεταδεδομένα

Τα μεταδεδομένα για προδιαγραφές συνόλου δεδομένων που καθορίζονται στα μέρη A και B περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την οντότητα αρχικής διάθεσης των δεδομένων·

β)

τις τροποποιήσεις που έχουν επέλθει στα δεδομένα·

γ)

τα πρόσωπα ή τους οργανισμούς που επιλήφθηκαν των δεδομένων και πότε·

δ)

λεπτομέρειες τυχόν επικύρωσης και ελέγχου των δεδομένων·

ε)

πραγματική ημερομηνία και ώρα έναρξης των δεδομένων·

στ)

για γεωγραφικά δεδομένα:

το γεωμοντέλο αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε,

το σύστημα συντεταγμένων που χρησιμοποιήθηκε·

ζ)

για αριθμητικά δεδομένα:

τη στατιστική ακρίβεια της τεχνικής της μέτρησης ή του υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκε,

την ανάλυση,

το επίπεδο αξιοπιστίας που απαιτείται βάσει των προτύπων της ΔΟΠΑ τα οποία μνημονεύονται στο παράρτημα III σημεία 1 και 12 και σε άλλα πρότυπα της ΔΟΠΑ·

η)

λεπτομέρειες τυχόν συναρτήσεων που εφαρμόσθηκαν σε περίπτωση μετατροπής/μετασχηματισμού των δεδομένων·

θ)

λεπτομέρειες τυχόν περιορισμών στη χρήση των δεδομένων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΜΝΗΜΟΝΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 5

ΜΕΡΟΣ A

ΟΔΑΠ, δεδομένα χαρτογράφησης αεροδρομίου και ηλεκτρονικά δεδομένα εμποδίου

1.

Τα αεροναυτικά δεδομένα και οι αεροναυτικές πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α), β) και δ) μορφοποιούνται σύμφωνα με κοινή προδιαγραφή, η οποία:

χρησιμοποιεί την προδιαγραφή επεκτάσιμης γλώσσας σήμανσης (XML), όπως ορίζεται στο πρότυπο ISO το οποίο μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 17 για την κωδικοποίηση δεδομένων,

εκφράζεται υπό μορφή σχήματος XML· επιπλέον, επιτρέπεται η χρήση γλώσσας schematron, όπως ορίζει το πρότυπο ISO που μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 19, για τη διατύπωση των επιχειρηματικών κανόνων,

επιτρέπει την ανταλλαγή δεδομένων τόσο για μεμονωμένα χαρακτηριστικά όσο και για συλλογές χαρακτηριστικών,

επιτρέπει την ανταλλαγή βασικών πληροφοριών μετά από μόνιμες αλλαγές,

είναι δομημένη σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά, τα ιδιοχαρακτηριστικά και τους συνειρμούς του ορισμού του συνόλου δεδομένων που περιγράφεται στο παράρτημα I μέρος Α· οι κανόνες χαρτογράφησης πρέπει να τεκμηριώνονται,

εφαρμόζει αυστηρά τους πίνακες απαρίθμησης των τιμών και τις κλίμακες τιμών που καθορίζονται για κάθε ιδιοχαρακτηριστικό της δέσμης δεδομένων,

είναι συμβατή με την προδιαγραφή της γεωγραφικής γλώσσας σήμανσης (GML), όπως ορίζεται στο παράρτημα III σημείο 18, για την κωδικοποίηση γεωγραφικών πληροφοριών.

2.

Όσον αφορά τα πρότυπα ISO, το σχετικό πιστοποιητικό, το οποίο έχει εκδοθεί από δεόντως διαπιστευμένο οργανισμό, θεωρείται επαρκές μέσο συμμόρφωσης. Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 αποδέχονται την κοινοποίηση των σχετικών με την πιστοποίηση εγγράφων στην εθνική εποπτική αρχή, εφόσον τα ζητήσει.

ΜΕΡΟΣ B

Ηλεκτρονικά δεδομένα εδάφους

1.

Τα ηλεκτρονικά δεδομένα εδάφους που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ) παρέχονται σε κοινό μορφότυπο σύμφωνο με τα πρότυπα ISO που παρατίθενται στο παράρτημα III σημεία 14 έως 18.

2.

Όσον αφορά τα πρότυπα ISO, το σχετικό πιστοποιητικό, το οποίο έχει εκδοθεί από δεόντως διαπιστευμένο οργανισμό, θεωρείται επαρκές μέσο συμμόρφωσης. Τα μέρη που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 αποδέχονται την κοινοποίηση των σχετικών με την πιστοποίηση εγγράφων στην εθνική εποπτική αρχή, εφόσον τα ζητήσει.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

1.

Κεφάλαιο 3 τμήμα 3.2 (σύστημα ποιότητας) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

2.

Κεφάλαιο 3 τμήμα 3.7.1 (οριζόντιο σύστημα αναφοράς) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

3.

Κεφάλαιο 3 τμήμα 3.7.2 (κάθετο σύστημα αναφοράς) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

4.

Κεφάλαιο 4 [δημοσιεύματα αεροναυτικών πληροφοριών (ΔΑΠ)] του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

5.

Κεφάλαιο 4 τμήμα 4.3 [προδιαγραφές τροποποίησης των (ΔΑΠ)] του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

6.

Κεφάλαιο 4 τμήμα 4.4 [προδιαγραφές συμπλήρωσης των (ΕΑΠ)] του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

7.

Κεφάλαιο 5 (NOTAM) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

8.

Κεφάλαιο 6 τμήμα 6.2 (παροχή πληροφοριών σε μορφή έντυπου αντιγράφου) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

9.

Κεφάλαιο 10 τμήμα 10.2 (απαιτήσεις κάλυψης και αριθμητικών δεδομένων εδάφους και εμποδίου) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

10.

Προσάρτημα 1 (περιεχόμενα των δημοσιευμάτων αεροναυτικών πληροφοριών (ΔΑΠ)) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

11.

Προσάρτημα 7 (απαιτήσεις ποιότητας των αεροναυτικών δεδομένων) του παραρτήματος 15 του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

12.

Προσάρτημα 8 (απαιτήσεις για τα δεδομένα εδάφους και εμποδίου) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (δωδέκατη έκδοση – Ιούλιος 2004, όπου έχει ενσωματωθεί η τροποποίηση αριθ. 34).

13.

Προδιαγραφή ενιαίας γλώσσας κατάρτισης μοντέλου της ομάδας διαχείρισης εμποδίου (UML) έκδοση 2.1.1.

14.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 19107:2003 – γεωγραφικές πληροφορίες – σχήμα χωροθέτησης (έκδοση 1 - 8/5/2003).

15.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 19115:2003 – γεωγραφικές πληροφορίες – μεταδεδομένα (έκδοση 1 - 8/5/2003 [διορθωτικό 1:2006 5/7/2006]).

16.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 19139:2007 – γεωγραφικές πληροφορίες – μεταδεδομένα – εφαρμογή σχήματος XML (έκδοση 1 - 17.4.2007).

17.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 19118:2005 – γεωγραφικές πληροφορίες – κωδικοποίηση (έκδοση 1 – 17/3/2006 ISO/CD 19118 έκδοση 2 – 9/7/2007 [στο στάδιο της επιτροπής]).

18.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 19136:2007 – γεωγραφικές πληροφορίες – γεωγραφική γλώσσα σήμανσης (GML) (έκδοση 1 – 23/8/2007).

19.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO/IEC 19757-3:2006 – τεχνολογία της πληροφορίας – γλώσσες καθορισμού σχήματος εγγράφου (DSDL) – μέρος 3: Επικύρωση βάσει κανόνα – Schematron (έκδοση 1 – 24/5/2006).

20.

Έγγρ. ΔΟΠΑ 9674-AN/946 – παγκόσμιο γεωδαιτικό σύστημα – εγχειρίδιο 1984 (δεύτερη έκδοση - 2002).

21.

Κεφάλαιο 7 τμήμα 7.3.2 (αλγόριθμος κυκλικού ελέγχου πλεονασμού (CRC)) του εγγρ. της ΔΟΠΑ 9674-AN/946 - παγκόσμιο γεωδαιτικό σύστημα – εγχειρίδιο 1984 (WGS-84) (δεύτερη έκδοση - 2002).

22.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO/IEC 17799:2005 - τεχνολογία της πληροφορίας – τεχνικές ασφάλειας – κώδικας πρακτικής για τη διαχείριση της ασφάλειας των πληροφοριών (έκδοση 2 – 10/6/2005).

23.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 28000:2007: - προδιαγραφή για συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας από έκνομες ενέργειες της αλυσίδας εφοδιασμού (έκδοση 1 – 21/9/2007 υπό αναθεώρηση, που θα αντικατασταθεί από την έκδοση 2 στις 31/1/2008 ως ημερομηνία στόχου [υπό διερεύνηση]).

24.

Ευρωπαϊκός Οργανισμός Εξοπλισμού Πολιτικής Αεροπορίας Eurocae ED-99A, απαιτήσεις χρήστη πληροφοριών χαρτογράφησης αεροδρομίου (Οκτώβριος 2005).

25.

Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης, ISO 19110:2005 – γεωγραφικές πληροφορίες – μεθοδολογία καταλογοποίησης χαρακτηριστικού (έκδοση 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 7

ΜΕΡΟΣ A

Απαιτήσεις ποιότητας των δεδομένων

1.

Οι απαιτήσεις ποιότητας των δεδομένων για κάθε στοιχείο δεδομένου που εμπίπτει στο πεδίο των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ανταποκρίνονται στα πρότυπα της ΔΟΠΑ οι οποίες παρατίθενται στο παράρτημα III σημείο 11 και άλλα σχετικά πρότυπα της ΔΟΠΑ με την επιφύλαξη του σημείου 2 του παρόντος παραρτήματος.

2.

Οι απαιτήσεις ποιότητας των δεδομένων για κάθε στοιχείο δεδομένου που εμπίπτει στο πεδίο των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών οι οποίες μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο καθορίζονται με βάση αξιολόγηση της ασφάλειας των προοριζόμενων χρήσεων του στοιχείου δεδομένου, εφόσον:

α)

από τα πρότυπα ποιότητας δεδομένων της ΔΟΠΑ που παρατίθενται στο παράρτημα III σημείο 11) και άλλα σχετικά πρότυπα της ΔΟΠΑ δεν καθορίζεται στοιχείο δεδομένου, ή

β)

οι απαιτήσεις ποιότητας δεδομένων για στοιχείο δεδομένου δεν πληροί τα πρότυπα ποιότητας δεδομένων της ΔΟΠΑ που παρατίθενται στο παράρτημα III σημείο 11) και άλλα σχετικά πρότυπα της ΔΟΠΑ.

3.

Οι απαιτήσεις ποιότητας δεδομένων για στοιχεία δεδομένων που αναφέρονται στο σημείο 2 αναπτύσσονται σύμφωνα με τυποποιημένη διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει μεθοδολογία επεξεργασίας και επικύρωσης των απαιτήσεων αυτών πριν τη δημοσίευσή τους, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των πιθανών επιπτώσεων στις σχετικές διατάξεις της ΔΟΠΑ.

4.

Εφόσον ένα στοιχείο δεδομένου έχει περισσότερες από μία προοριζόμενες χρήσεις, εφαρμόζονται μόνον οι αυστηρότερες απαιτήσεις ποιότητας δεδομένων που προκύπτουν από την αξιολόγηση της ασφάλειας η οποία αναφέρεται στο σημείο 2.

5.

Απαιτήσεις ποιότητας δεδομένων καθορίζονται με σκοπό την κάλυψη των κάτωθι για κάθε στοιχείο δεδομένων που εμπίπτει στο πεδίο των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο:

α)

την ακρίβεια και την ανάλυση των δεδομένων·

β)

το επίπεδο ακεραιότητας των δεδομένων·

γ)

την ικανότητα προσδιορισμού της προέλευσης των δεδομένων·

δ)

το επίπεδο διασφάλισης ότι τα δεδομένα διατίθενται στον επόμενο χρήστη πριν από την πραγματική ημερομηνία και ώρα έναρξης και ότι δεν αποσύρονται πριν από την πραγματική ημερομηνία και ώρα λήξης.

6.

Καθορίζονται όλα τα στοιχεία δεδομένων που χρειάζονται για την υποστήριξη κάθε δέσμης δεδομένων εφαρμογής ή/και έγκυρου μέρους της δέσμης δεδομένων.

ΜΕΡΟΣ B

Απαιτήσεις τεκμηρίων

Προσκομίζονται επιχειρήματα και τεκμήρια με σκοπό την απόδειξη ότι:

α)

οι απαιτήσεις ακρίβειας και ανάλυσης πληρούνται στην αρχική διάθεση των δεδομένων και διατηρούνται μέσω γνωστοποίησης στον επόμενο χρήστη, καθώς και όποτε η ανάλυση ενός στοιχείου δεδομένου μειώνεται ή μεταβάλλεται, ή όποτε τα δεδομένα μεταφράζονται σε διαφορετικό σύστημα συντεταγμένων ή μονάδα μέτρησης·

β)

η προέλευση και το ιστορικό μεταβολής κάθε στοιχείου δεδομένου καταγράφεται και διατίθεται προς έλεγχο·

γ)

τα αεροναυτικά δεδομένα ή αεροναυτικές πληροφορίες είναι πλήρεις ή έχουν δηλωθεί τυχόν ελλείποντα στοιχεία·

δ)

έχουν καθορισθεί όλες οι διαδικασίες αρχικής διάθεσης, παραγωγής, αποθήκευσης, χειρισμού, επεξεργασίας, διαβίβασης ή διανομής δεδομένων που χρησιμοποιούνται για κάθε στοιχείο δεδομένου και ότι αρμόζουν στο επίπεδο ακεραιότητας του στοιχείου δεδομένου που έχει αποδοθεί·

ε)

οι διαδικασίες επικύρωσης και ελέγχου των δεδομένων αρμόζουν στο επίπεδο ακεραιότητας του στοιχείου δεδομένου που έχει αποδοθεί·

στ)

οι μη αυτοματοποιημένες ή οι ημιαυτοματοποιημένες διαδικασίες εκτελούνται από εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο προσωπικό, με σαφώς καθορισμένους κανόνες και αρμοδιότητες που καταγράφονται στο σύστημα ποιότητας του οργανισμού·

ζ)

όλα τα εργαλεία ή/και το λογισμικό που χρησιμοποιείται για την υποστήριξη ή την εφαρμογή των διαδικασιών επικυρώνονται αναλόγως του σκοπού σύμφωνα με το παράρτημα V·

η)

λειτουργεί αποτελεσματικός μηχανισμός αναφοράς, μέτρησης και διόρθωσης σφάλματος σύμφωνα με το μέρος ΣΤ.

ΜΕΡΟΣ Γ

Τυπικές ρυθμίσεις

Οι τυπικές ρυθμίσεις περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα κάτωθι:

α)

το πεδίο εφαρμογής των προς παροχή αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών·

β)

τις απαιτήσεις ακρίβειας, ανάλυσης και ακεραιότητας για κάθε παρεχόμενο στοιχείο δεδομένου·

γ)

τις απαραίτητες μεθόδους απόδειξης ότι τα παρεχόμενα δεδομένα ανταποκρίνονται στις συγκεκριμένες απαιτήσεις·

δ)

τη φύση των μέτρων που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση διαπίστωσης εσφαλμένου ή αντιφατικού παρεχόμενου δεδομένου·

ε)

τα κάτωθι ελάχιστα κριτήρια για την αναγγελία αλλαγών στα δεδομένα:

κριτήρια προσδιορισμού της επικαιρότητας παροχής των δεδομένων με βάση την επιχειρησιακή σημασία της αλλαγής ή της σημασίας για την ασφάλεια της αλλαγής,

κάθε προηγούμενη αναγγελία αναμενόμενων αλλαγών·

τα χρησιμοποιούμενα μέσα αναγγελίας·

στ)

το μέρος που είναι αρμόδιο για την τεκμηρίωση κάθε αλλαγής των δεδομένων·

ζ)

τα μέσα επίλυσης τυχόν αμφισημιών που προκαλούνται όταν χρησιμοποιούνται διαφορετικοί μορφότυποι για την ανταλλαγή αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών·

η)

τυχόν περιορισμούς στη χρήση των δεδομένων·

θ)

απαιτήσεις για τη σύνταξη εκθέσεων σχετικών με την ποιότητα από τους παρόχους δεδομένων με σκοπό να διευκολυνθεί ο έλεγχος της ποιότητας των δεδομένων από τους χρήστες·

ι)

απαιτήσεις για τα μεταδεδομένα·

ια)

απαιτήσεις για τις περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης σχετικά με την αδιάλειπτη παροχή δεδομένων.

ΜΕΡΟΣ Δ

Αρχική διάθεση δεδομένων

1.

Το στίγμα των ραδιοναυτιλιακών βοηθημάτων και η προέλευση των υπολογιζόμενων ή εξαγόμενων δεδομένων, των οποίων οι συντεταγμένες δημοσιεύονται στα ΔΑΠ, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα ενδεδειγμένα πρότυπα και τουλάχιστον σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της ΔΟΠΑ που παρατίθενται στο παράρτημα III σημείο 20.

2.

Όλα τα τοπογραφικά δεδομένα αναφέρονται στο WGS-84, όπως προβλέπεται στις διατάξεις της ΔΟΠΑ που παρατίθενται στο παράρτημα III σημείο 2.

3.

Χρησιμοποιείται μοντέλο γεωειδούς, επαρκές για την τήρηση των διατάξεων της ΔΟΠΑ που παρατίθενται στο παράρτημα III σημείο 3 και τις απαιτήσεις ποιότητας αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών που παρατίθενται στο παράρτημα IV, ώστε όλα τα κάθετα δεδομένα (τοπογραφικά, υπολογισθέντα ή εξαχθέντα) να είναι δυνατόν να εκφρασθούν ως προς τη μέση στάθμη της θάλασσας με το μοντέλο βαρύτητας της γης του 1996. Ως «γεωειδές» νοείται η ισοδυναμική επιφάνεια στο πεδίο βαρύτητας της Γης, η οποία συμπίπτει με τη μέση αδιατάρακτη στάθμη της θάλασσας, εκτεινόμενης συνεχώς μέσω των ηπείρων.

4.

Τα τοπογραφικά, υπολογισθέντα ή εξαχθέντα δεδομένα διατηρούνται καθ' όλη τη διάρκεια ζωής ενός στοιχείου δεδομένου.

5.

Τα τοπογραφικά δεδομένα που έχουν χαρακτηρισθεί κρίσιμα ή βασικά δεδομένα υποβάλλονται σε πλήρη αρχική τοπογράφηση και στη συνέχεια παρακολουθούνται για αλλαγή τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Εφόσον παρατηρηθούν αλλαγές, επαναλαμβάνεται η τοπογράφηση των σχετικών δεδομένων.

6.

Χρησιμοποιούνται οι κάτωθι ηλεκτρονικές τοπογραφικές τεχνικές καταγραφής και αποθήκευσης:

α)

οι συντεταγμένες του σημείου αναφοράς φορτώνονται στον τοπογραφικό εξοπλισμό με ψηφιακή μεταβίβαση των δεδομένων·

β)

οι μετρήσεις στο πεδίο αποθηκεύονται ψηφιακά·

γ)

τα ανεπεξέργαστα δεδομένα μεταβιβάζονται και φορτώνονται ψηφιακά στο λογισμικό επεξεργασίας.

7.

Όλα τα τοπογραφικά δεδομένα που έχουν χαρακτηρισθεί κρίσιμα υποβάλλονται σε επαρκείς πρόσθετες μετρήσεις με σκοπό τη διαπίστωση σφαλμάτων τοπογράφησης που δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθούν με μία μέτρηση.

8.

Οι πληροφορίες αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών επικυρώνονται και ελέγχονται πριν χρησιμοποιηθούν για την εξαγωγή ή τον υπολογισμό δεδομένων.

ΜΕΡΟΣ E

Απαιτήσεις επεξεργασίας των δεδομένων

1.

Εφόσον οι διαδικασίες ή τα μέρη διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για την αρχική διάθεση, την παραγωγή, την αποθήκευση, τον χειρισμό, την επεξεργασία, τη διαβίβαση ή τη διανομή αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών είναι αυτόματες:

α)

αυτοματοποιούνται σε επίπεδο αντίστοιχο του πλαισίου στο οποίο πραγματοποιείται η επεξεργασία των δεδομένων·

β)

αυτοματοποιούνται με σκοπό τη βελτιστοποίηση της κατακύρωσης και της διάδρασης ανθρώπου-μηχανής για την επίτευξη υψηλού βαθμού ασφάλειας και ποιότητας της επεξεργασίας·

γ)

σχεδιάζονται έτσι ώστε να αποφεύγεται η εισαγωγή εσφαλμένων δεδομένων·

δ)

σχεδιάζονται έτσι ώστε να ανιχνεύονται σφάλματα κατά την παραλαβή/εισαγωγή δεδομένων.

2.

Εφόσον η εισαγωγή αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών δεν είναι αυτόματη, πραγματοποιείται ανεξάρτητος έλεγχος για να διαπιστώνονται τυχόν σφάλματα.

ΜΕΡΟΣ ΣΤ

Απαιτήσεις αναφοράς και διόρθωσης σφαλμάτων

Οι μηχανισμοί αναφοράς, καταμέτρησης και διορθωτικών μέτρων εξασφαλίζουν ότι:

α)

τα προβλήματα που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια της αρχικής διάθεσης, της παραγωγής, της αποθήκευσης, του χειρισμού, της επεξεργασίας αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών, ή που διαπιστώνονται από τους χρήστες μετά τη δημοσίευσή τους, καταγράφονται και αναφέρονται στον πάροχο υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών·

β)

όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με αεροναυτικά δεδομένα και αεροναυτικές πληροφορίες αναλύονται από τον πάροχο υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών και καθορίζονται τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα·

γ)

όλα τα σφάλματα, ανακολουθίες και ανωμαλίες που ανιχνεύονται σε κρίσιμα και βασικά αεροναυτικά δεδομένα και αεροναυτικές πληροφορίες επιλύονται επειγόντως·

δ)

οι επηρεαζόμενοι χρήστες ειδοποιούνται από τον πάροχο υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών για τα σφάλματα με τα πλέον αποτελεσματικά μέσα, λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου ακεραιότητας των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών και με βάση τα κριτήρια αναγγελίας που έχουν συμφωνηθεί στις τυπικές ρυθμίσεις σύμφωνα με το παράρτημα IV μέρος Γ στοιχείο δ)·

ε)

η ανάδραση σχετικά με τα σφάλματα από χρήστες δεδομένων και άλλους παρόχους αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών διευκολύνεται και ενθαρρύνεται·

στ)

τα ποσοστά σφαλμάτων σε αεροναυτικά δεδομένα και αεροναυτικές πληροφορίες καταγράφονται κάθε φορά που διαβιβάζονται αεροναυτικά δεδομένα και αεροναυτικές πληροφορίες μεταξύ των μερών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2·

ζ)

τα ποσοστά σφαλμάτων που ανιχνεύονται πριν από τη διαβίβασή τους και τα ποσοστά σφαλμάτων που αναφέρονται μετά τη διαβίβασή τους επιτρέπεται να καταγράφονται χωριστά.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟ ΠΟΥ ΜΝΗΜΟΝΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 8

1.

Τα εργαλεία υποστήριξης ή η αυτόματη επεξεργασία αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών πληρούν τις απαιτήσεις των σημείων 2 και 3, εφόσον το εργαλείο:

ενέχει τη δυνατότητα να δημιουργηθούν σφάλματα σε κρίσιμα ή βασικά στοιχεία δεδομένων,

είναι το μόνο μέσο ανίχνευσης σφαλμάτων σε κρίσιμα ή βασικά στοιχεία δεδομένων,

είναι το μόνο μέσο ανίχνευσης αποκλίσεων μεταξύ πολλαπλών εκδόσεων δεδομένων που δεν έχουν εισαχθεί αυτόματα.

2.

Για τα εργαλεία που αναφέρονται στο σημείο 1, καθορίζονται απαιτήσεις επιδόσεων, λειτουργικότητας και επιπέδου ακεραιότητας για να εξασφαλισθεί ότι το εργαλείο επιτελεί τη λειτουργία του κατά την επεξεργασία των δεδομένων χωρίς να επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών.

3.

Τα εργαλεία που αναφέρονται στο σημείο 1 επικυρώνονται και ελέγχονται με βάση τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 2.

4.

Τα εργαλεία που αναφέρονται στο σημείο 1, τα οποία εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει σε λογισμικό, πληρούν τις κάτωθι πρόσθετες απαιτήσεις:

οι απαιτήσεις για το λογισμικό αναφέρουν ορθά τι απαιτείται από το λογισμικό για να πληρούνται οι απαιτήσεις για το εργαλείο·

όλες οι απαιτήσεις για το λογισμικό είναι ιχνηλάσιμες στις απαιτήσεις για το εργαλείο που αναφέρονται στο σημείο 2,

η επικύρωση και η επαλήθευση του λογισμικού, όπως ορίζονται στα σημεία 5 και 6 αντίστοιχα, εφαρμόζονται σε γνωστή εκτελεστέα έκδοση του λογισμικού στο λειτουργικό περιβάλλον στόχου.

5.

Ως επικύρωση του λογισμικού νοείται η επεξεργασία που εξασφαλίζει ότι το λογισμικό πληροί τις απαιτήσεις για τη συγκεκριμένη εφαρμογή ή την προοριζόμενη χρήση αεροναυτικών δεδομένων ή αεροναυτικών πληροφοριών.

6.

Ως επαλήθευση λογισμικού νοείται η αξιολόγηση του αποτελέσματος της ανάπτυξης λογισμικού για αεροναυτικά δεδομένα ή/και αεροναυτικές πληροφορίες, με την οποία εξασφαλίζεται ορθότητα και συνοχή με τα εισαγόμενα στοιχεία και τα εφαρμοζόμενα πρότυπα δεδομένων, τους κανόνες και τις συμβάσεις που χρησιμοποιούνται στην εν λόγω επεξεργασία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΑΠΑΙΤΉΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΜΝΗΜΟΝΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 9

1.

Όλα τα δεδομένα που διαβιβάζονται ηλεκτρονικά προστατεύονται από απώλεια ή μεταβολή τους με την εφαρμογή του αλγορίθμου CRC32Q που μνημονεύεται στο παράρτημα III σημείο 21. Η τιμή του κυκλικού ελέγχου πλεονασμού (εφεξής ΚΕΠ) εφαρμόζεται πριν τον τελικό έλεγχο των δεδομένων που πρόκειται να αποθηκευθούν ή να διαβιβασθούν.

2.

Εφόσον το φυσικό μέγεθος των δεδομένων υπερβαίνει το μέγεθος που επιτρέπει προστασία με το απαιτούμενο επίπεδο ακεραιότητας με ένα και μόνον ΚΕΠ, χρησιμοποιούνται πολλές τιμές ΚΕΠ.

3.

Στα αεροναυτικά δεδομένα και τις αεροναυτικές πληροφορίες αποδίδεται ενδεδειγμένο επίπεδο προστασίας της ασφάλειας κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης και κατά την ανταλλαγή τους μεταξύ των μερών που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, με σκοπό να εξασφαλίζεται ότι δεν είναι δυνατή η τυχαία αλλαγή των δεδομένων, η μη επιτρεπόμενη πρόσβαση σε αυτά ή/και η αλλαγή τους σε κανένα στάδιο.

4.

Η αποθήκευση και η διαβίβαση αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών προστατεύονται με κατάλληλη διαδικασία εξακρίβωσης της γνησιότητας, ώστε οι παραλήπτες να είναι σε θέση να επιβεβαιώσουν ότι τα δεδομένα ή οι πληροφορίες διαβιβάσθηκαν από εξουσιοδοτημένη πηγή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙ

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΤΉΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΝΟΜΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΠΟΥ ΜΝΗΜΟΝΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 10

ΜΕΡΟΣ A

Σύστημα διαχείρισης της ποιότητας

1.

Με βάση σύστημα διαχείρισης της ποιότητας που υποστηρίζει την αρχική διάθεση, την παραγωγή, την αποθήκευση, τον χειρισμό, την επεξεργασία, τη μεταβίβαση και τη διάδοση αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών:

καθορίζεται σχετική με την ποιότητα πολιτική που να ανταποκρίνεται κατά το δυνατόν στις ανάγκες των χρηστών,

καταρτίζεται πρόγραμμα διασφάλισης της ποιότητας, το οποίο περιλαμβάνει διαδικασίες μελετημένες, έτσι ώστε να ελέγχονται όλες οι εργασίες που διεξάγονται σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες απαιτήσεις, πρότυπα και διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού,

παρέχονται αποδείξεις για τη λειτουργία του συστήματος ποιότητας με εγχειρίδια και έγγραφα παρακολούθησης,

ορίζονται εκπρόσωποι διαχείρισης για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με διαδικασίες που εξασφαλίζουν ασφαλείς και αποτελεσματικές πρακτικές και την καταλληλότητά τους,

εκτελείται περιοδική επισκόπηση του εφαρμοζόμενου συστήματος ποιότητας και λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα, εφόσον χρειάζεται.

2.

Πιστοποιητικό EN ISO 9001, το οποίο έχει εκδοθεί από δεόντως διαπιστευμένο οργανισμό, θεωρείται επαρκές μέσο συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του σημείου 1. Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 αποδέχονται την κοινοποίηση των σχετικών με την πιστοποίηση εγγράφων στην εθνική εποπτική αρχή, εφόσον τα ζητήσει.

ΜΕΡΟΣ B

Στόχοι της διαχείρισης ασφάλειας πτήσεων

1.

Στόχοι της διαχείρισης ασφάλειας πτήσεων είναι:

να ελαχιστοποιείται κατά το δυνατόν ο κίνδυνος αεροπορικού ατυχήματος λόγω εσφαλμένων δεδομένων,

να προωθείται η επίγνωση των θεμάτων ασφάλειας πτήσεων στον οργανισμό με τη διάδοση των διδαγμάτων που προκύπτουν από δραστηριότητες της ασφάλειας πτήσεων και με τη συμμετοχή όλου του προσωπικού στην πρόταση λύσεων για τον εντοπισμό προβλημάτων στην ασφάλεια πτήσεων και την προώθηση της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας και της απόδοσης των διαδικασιών,

να εξασφαλίζεται η ύπαρξη αρμοδίου εντός του οργανισμού για την ανάπτυξη και τη διατήρηση των στόχων διαχείρισης της ασφάλειας πτήσεων,

να διασφαλίζεται η τήρηση αρχείων και η παρακολούθησή τους,

να διασφαλίζεται η υποβολή συστάσεων, εφόσον χρειάζεται, για την ασφάλεια των δραστηριοτήτων.

2.

Στην επίτευξη των στόχων διαχείρισης της ασφάλειας πτήσεων αποδίδεται ύψιστη προτεραιότητα έναντι εμπορικών, επιχειρησιακών, περιβαλλοντικών ή κοινωνικών πιέσεων.

ΜΕΡΟΣ Γ

Στόχοι της διαχείρισης ασφαλείας από έκνομες ενέργειες

1.

Στόχοι της διαχείρισης ασφάλειας από έκνομες ενέργειες είναι:

να διασφαλίζεται η ασφάλεια από έκνομες ενέργειες των αεροναυτικών δεδομένων και των αεροναυτικών πληροφοριών που παραλαμβάνονται, παράγονται ή χρησιμοποιούνται με άλλο τρόπο, ώστε να προστατεύονται από παρεμβάσεις και να έχουν πρόσβαση σε αυτά μόνον εξουσιοδοτημένα άτομα,

να διασφαλίζεται ότι τα μέτρα διαχείρισης της ασφάλειας που εφαρμόζει ένας οργανισμός πληρούν κατάλληλες εθνικές ή διεθνείς απαιτήσεις σχετικές με τις κρίσιμες υποδομές και την επιχειρησιακή συνέχεια, καθώς και διεθνή πρότυπα διαχείρισης της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων ISO που αναφέρονται στο παράρτημα III σημεία 22 και 23.

2.

Όσον αφορά τα πρότυπα ISO, το σχετικό πιστοποιητικό, το οποίο έχει εκδοθεί από δεόντως διαπιστευμένο οργανισμό, θεωρείται επαρκές μέσο συμμόρφωσης. Τα μέρη που παρατίθενται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 αποδέχονται την κοινοποίηση των σχετικών με την πιστοποίηση εγγράφων στην εθνική εποπτική αρχή, εφόσον τα ζητήσει.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙΙ

Απαιτήσεις για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης των συστατικών στοιχείων που μνημονεύονται στο άρθρο 11

1.

Οι δραστηριότητες ελέγχου έχουν ως αντικείμενο την απόδειξη της συμμόρφωσης των συστατικών στοιχείων προς τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, ποιότητας και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού, ή της καταλληλότητας χρήσης ενόσω τα εν λόγω συστατικά στοιχεία είναι σε λειτουργία σε περιβάλλον δοκιμής.

2.

Ο κατασκευαστής, ή ο εγκατεστημένος στην Ένωση εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, διαχειρίζεται τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και συγκεκριμένα:

καθορίζει κατάλληλο περιβάλλον δοκιμών,

ελέγχει ότι το σχέδιο δοκιμών καλύπτει τα συστατικά στοιχεία στο περιβάλλον δοκιμής,

ελέγχει ότι το σχέδιο δοκιμών παρέχει πλήρη κάλυψη των απαιτήσεων που ισχύουν,

διασφαλίζει τη συνάφεια και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμών,

σχεδιάζει την οργάνωση της δοκιμής, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διαμόρφωση του πλαισίου δοκιμής,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο σχέδιο δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και των δοκιμών.

3.

Ο κατασκευαστής, ή ο εγκατεστημένος στην Ένωση εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, εξασφαλίζει ότι τα συστατικά στοιχεία που υπεισέρχονται στην αρχική διάθεση, την παραγωγή, την αποθήκευση, τον χειρισμό, την επεξεργασία, τη μεταβίβαση και τη διάδοση αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών τα οποία έχουν εισαχθεί σε περιβάλλον δοκιμών πληρούν τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, ποιότητας και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

4.

Μετά την ικανοποιητική ολοκλήρωση του ελέγχου της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας χρήσης, ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Ένωση εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, συντάσσει υπ’ ευθύνη του δήλωση ΕΚ συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης, στην οποία προδιαγράφονται ιδίως οι εφαρμοστέες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού τις οποίες πληροί το συστατικό στοιχείο, καθώς και οι σχετικές προϋποθέσεις χρήσης του σύμφωνα με το παράρτημα III σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΜΝΗΜΟΝΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 12

1.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας οφείλει να διαθέτει μεθόδους υποβολής αναφορών εντός του οργανισμού, οι οποίες εξασφαλίζουν και αποδεικνύουν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία κρίσης στις δραστηριότητες ελέγχου.

2.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου διενεργεί τους ελέγχους με τη μέγιστη δυνατή επαγγελματική αμεροληψία και τη μέγιστη δυνατή τεχνική επάρκεια, καθώς και ότι δεν ενδίδει σε τυχόν πιέσεις ή κίνητρα, ιδίως οικονομικού χαρακτήρα, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση του ή τα αποτελέσματα των ελέγχων του, ειδικά από άτομα ή ομάδες ατόμων που θίγονται από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

3.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου έχει πρόσβαση σε εξοπλισμό που επιτρέπει την ορθή διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων.

4.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου διαθέτει έγκυρη τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση, ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων για τους ελέγχους που πρέπει να διενεργεί, επαρκή πείρα στις σχετικές εργασίες, καθώς και την ικανότητα που απαιτείται για να συντάσσει τις δηλώσεις, τα μητρώα και τις εκθέσεις που τεκμηριώνουν τη διενέργεια των ελέγχων.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου είναι ικανό να εκτελεί τους ελέγχους με αμεροληψία. Η αμοιβή του εν λόγω προσωπικού δεν εξαρτάται από τον αριθμό των ελέγχων που διενεργεί ή από τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΜΕΡΟΣ A

Απαιτήσεις ελέγχου των συστημάτων που μνημονεύονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1

1.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο καταδεικνύει τη συμμόρφωση των συστημάτων αυτών με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον αξιολόγησης αντίστοιχο του πλαισίου λειτουργίας των συστημάτων.

2.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμής.

3.

Τα εργαλεία δοκιμής που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των καθοριζόμενων στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο συστημάτων διαθέτουν κατάλληλες λειτουργικές δυνατότητες.

4.

Από τον έλεγχο των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο προκύπτουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου που απαιτούνται βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, καθώς και ακόλουθα στοιχεία:

περιγραφή της εφαρμογής,

έκθεση των επιθεωρήσεων και δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διαχειρίζεται τις δραστηριότητες ελέγχου και ιδίως:

προσδιορίζει το κατάλληλο προσομοιωμένο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον που ανταποκρίνεται στο πραγματικό επιχειρησιακό περιβάλλον,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών περιγράφει την ενσωμάτωση των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σε επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών καλύπτει πλήρως τις ισχύουσες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού,

διασφαλίζει τη συνάφεια και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμών,

σχεδιάζει την οργάνωση των δοκιμών, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διαμόρφωση της πλατφόρμας δοκιμών,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο σχέδιο δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και δοκιμών.

6.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι τα υπ’ ευθύνη του συστήματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο πληρούν τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

7.

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του ελέγχου της συμμόρφωσης, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσουν δήλωση ΕΚ ελέγχου του συστήματος και την υποβάλλουν στην εθνική εποπτική αρχή, συνοδευόμενη από τον αντίστοιχο τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

ΜΕΡΟΣ B

Απαιτήσεις ελέγχου των συστημάτων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2

1.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο καταδεικνύει τη συμμόρφωση των συστημάτων αυτών με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον αξιολόγησης αντίστοιχο του πλαισίου λειτουργίας των συστημάτων.

2.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμής.

3.

Τα εργαλεία δοκιμής που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των καθοριζόμενων στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο συστημάτων διαθέτουν κατάλληλες λειτουργικές δυνατότητες.

4.

Από τον έλεγχο των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο προκύπτουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου που απαιτούνται βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, καθώς και ακόλουθα στοιχεία:

περιγραφή της εφαρμογής,

έκθεση των επιθεωρήσεων και δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας καθορίζει το κατάλληλο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον και αναθέτει την εκτέλεση των δραστηριοτήτων ελέγχου σε κοινοποιημένο οργανισμό.

6.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διευθύνει τις δραστηριότητες ελέγχου και ειδικότερα:

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών περιγράφει την ενσωμάτωση των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο σε επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών καλύπτει πλήρως τις ισχύουσες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού,

διασφαλίζει τη συνάφεια και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμών,

σχεδιάζει την οργάνωση των δοκιμών, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διαμόρφωση της πλατφόρμας δοκιμών,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο σχέδιο δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και δοκιμών.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διασφαλίζει ότι τα συστήματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και λειτουργούν σε περιβάλλον αξιολόγησης ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

8.

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των εργασιών ελέγχου, ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει πιστοποιητικό συμμόρφωσης σχετικό με τις εργασίες ελέγχου που διεξήγαγε.

9.

Στη συνέχεια, ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσει δήλωση ΕΚ ελέγχου του συστήματος και την υποβάλλει στην εθνική εποπτική αρχή, συνοδευόμενη από τον αντίστοιχο τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕ ΤΗ ΔΟΠΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 14

Κεφάλαιο 3 τμήμα 3.2.10 (κυκλικός έλεγχος πλεονασμού) του παραρτήματος 15 της σύμβασης του Σικάγου – υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών.


27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/28


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 74/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2010

για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2336/2003, (ΕΚ) αριθ. 341/2007, (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 και (ΕΚ) αριθ. 376/2008 όσον αφορά τους όρους και τη μορφή των κοινοποιήσεων που υποβάλλονται στην Επιτροπή

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής, της 31ης Αυγούστου 2009, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής όσον αφορά την κοινοποίηση από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή των πληροφοριών και των εγγράφων σε εφαρμογή της κοινής οργάνωσης των αγορών, του καθεστώτος των άμεσων ενισχύσεων, της προώθησης των γεωργικών προϊόντων και των καθεστώτων που εφαρμόζονται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και στα μικρά νησιά του Αιγαίου (2) θεσπίζει κοινούς κανόνες για την κοινοποίηση πληροφοριών και εγγράφων από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στην Επιτροπή. Οι κανόνες αυτοί καλύπτουν ιδίως την υποχρέωση των κρατών μελών να χρησιμοποιούν συστήματα πληροφοριών που διατίθενται από την Επιτροπή και την επικύρωση των δικαιωμάτων πρόσβασης των αρχών ή των μεμονωμένων ατόμων που επιτρέπεται να διαβιβάζουν κοινοποιήσεις. Επιπλέον, ο κανονισμός αυτός καθορίζει τις κοινές αρχές που εφαρμόζονται στα συστήματα πληροφοριών ώστε να υπάρχει εγγύηση για τη διαχρονική γνησιότητα, την ακεραιότητα και το ευανάγνωστο των εγγράφων και την προστασία προσωπικών δεδομένων.

(2)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 792/2009, η υποχρέωση χρησιμοποίησης των συστημάτων πληροφοριών σύμφωνα με τον λόγω κανονισμό πρέπει να προβλέπεται στους κανονισμούς που θεσπίζουν την ειδική υποχρέωση κοινοποίησης.

(3)

Η Επιτροπή ανέπτυξε σύστημα πληροφοριών που επιτρέπει την ηλεκτρονική διαχείριση των εγγράφων και των διαδικασιών στο πλαίσιο των δικών της εσωτερικών διαδικασιών εργασίας και των σχέσεών της με τις αρχές που εμπλέκονται στην κοινή γεωργική πολιτική.

(4)

Θεωρείται ότι ορισμένες υποχρεώσεις κοινοποίησης μπορούν τώρα να εκπληρωθούν μέσω του εν λόγω συστήματος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2009, ιδίως εκείνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2336/2003 της Επιτροπής, της 30ής Δεκεμβρίου 2003, για καθορισμό ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 670/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση ειδικών μέτρων σχετικά με την αγορά στον τομέα της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης (3), στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 341/2007 της Επιτροπής, της 29ης Μαρτίου 2007, σχετικά με το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικών ποσοστώσεων καθώς και την καθιέρωση καθεστώτος πιστοποιητικών εισαγωγής και πιστοποιητικών καταγωγής για τα σκόρδα και ορισμένα άλλα γεωργικά προϊόντα που εισάγονται από τρίτες χώρες (4), στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (5) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 376/2008 της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 2008, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εισαγωγής, εξαγωγής και προκαθορισμού για τα γεωργικά προϊόντα (6).

(5)

Στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2336/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, κρίνεται σκόπιμο να απαιτείται ότι στις κοινοποιήσεις θα περιλαμβάνονται και εκείνες με περιεχόμενο «ουδέν». Επιπλέον, για λόγους σαφήνειας, πρέπει να προβλεφθεί ότι στις κοινοποιήσεις για τα πιστοποιητικά αντικατάστασης σύμφωνα με το κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 376/2008 πρέπει να περιλαμβάνεται, επίσης, αναφορά στον αύξοντα αριθμό του πιστοποιητικού που αντικαταστάθηκε. Για να μπορέσει η Επιτροπή να εξασφαλίσει την αποτελεσματική διάδοση στα κράτη μέλη των πληροφοριών που έλαβε για τα πιστοποιητικά αντικατάστασης, πρέπει να απαιτείται οι πληροφορίες αυτές να κοινοποιούνται στην Επιτροπή αμέσως μετά την έκδοση του πιστοποιητικού. Επιπλέον, για λόγους σαφήνειας, πρέπει να αναφέρονται λεπτομερώς οι απαιτούμενες πληροφορίες στις κοινοποιήσεις για τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας.

(6)

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2336/2003, (ΕΚ) αριθ. 341/2007, (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 και (ΕΚ) αριθ. 376/2008 πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθούν αναλόγως.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2336/2003 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 3 παράγραφος 1, τα στοιχεία α) έως στ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

τις τριμηνιαίες εισαγωγές από τρίτες χώρες που αναλύονται ανά κωδικό της συνδυασμένης ονοματολογίας και ανά χώρα καταγωγής η οποία δηλώνεται με τον κωδικό της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών για τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου της Κοινότητας, που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1779/2002 της Επιτροπής (7), με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9 τρίτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού·

β)

τις τριμηνιαίες εξαγωγές σε τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγών αλκοόλης μη γεωργικής προέλευσης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9 τρίτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού·

γ)

την τριμηνιαία παραγωγή, η οποία αναλύεται ανά χρησιμοποιηθείσα πρώτη ύλη παραγωγής αλκοόλης·

δ)

την ποσότητα που διατέθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου τριμήνου, η οποία αναλύεται ανά κλάδο προορισμού·

ε)

τα διαθέσιμα αποθέματα των παραγωγών αλκοόλης στη χώρα τους κατά τη λήξη κάθε έτους·

στ)

εκτιμήσεις σχετικά με την παραγωγή του τρέχοντος έτους, δύο φορές ετησίως, πριν από τις 28 Φεβρουαρίου και πριν από τις 31 Αυγούστου αντιστοίχως.

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο πρώτο εδάφιο, τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

τις τριμηνιαίες εισαγωγές από τρίτες χώρες·

γ)

τις τριμηνιαίες εξαγωγές σε τρίτες χώρες·»

β)

Το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι κοινοποιούμενες ποσότητες εκφράζονται σε εκατόλιτρα καθαρής αλκοόλης.»

3)

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Οι κοινοποιήσεις στην Επιτροπή που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4 και 7 του παρόντος κανονισμού πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής (8).

Στις κοινοποιήσεις περιλαμβάνονται και εκείνες με περιεχόμενο “ουδέν”.

Οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) πραγματοποιούνται μόνο μετά από αίτηση της Επιτροπής που απευθύνεται στα κράτη μέλη μέσω του υπάρχοντος συστήματος πληροφοριών.

4)

Καταργούνται τα παραρτήματα ΙΙ και VΙΙΙ.

Άρθρο 2

Στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 341/2007, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι κοινοποιήσεις στην Επιτροπή βάσει του παρόντος άρθρου πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής (9).

Άρθρο 3

Το άρθρο 134 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 τροποποιείται ως εξής:

1)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 376/2008 εφαρμόζεται στα πιστοποιητικά εισαγωγής που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.»

2)

Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο στις 12:00 το μεσημέρι (ώρα Βρυξελλών) κάθε Τετάρτη τις ποσότητες μήλων για τις οποίες εκδόθηκαν πιστοποιητικά εισαγωγής κατά την προηγούμενη εβδομάδα, συμπεριλαμβανομένων των κοινοποιήσεων με περιεχόμενο “ουδέν”, κατανεμημένες ανά τρίτη χώρα καταγωγής.

Οι κοινοποιήσεις στην Επιτροπή βάσει της παρούσας παραγράφου πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής (10).

Άρθρο 4

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 376/2008 τροποποιείται ως εξής:

3)

Το άρθρο 37 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 37

Σε περίπτωση έκδοσης πιστοποιητικών ή αποσπασμάτων αντικατάστασης, τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή:

α)

τον αύξοντα αριθμό των πιστοποιητικών ή των αποσπασμάτων αντικατάστασης που εκδόθηκαν και τον αύξοντα αριθμό των πιστοποιητικών ή των αποσπασμάτων που αντικαταστάθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 36·

β)

τη φύση και την ποσότητα των σχετικών προϊόντων και, κατά περίπτωση, το προκαθορισμένο ύψος της επιστροφής κατά την εξαγωγή ή της εισφοράς κατά την εξαγωγή.

Η Επιτροπή πληροφορεί τα άλλα κράτη μέλη σχετικώς.»

4)

Στο άρθρο 40, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Το κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή την περίπτωση ανωτέρας βίας που έχει αναγνωρίσει, παρέχοντας τις ακόλουθες πληροφορίες: τη φύση του σχετικού προϊόντος και τον κωδικό ΣΟ, την πράξη (εισαγωγή ή εξαγωγή), τις σχετικές ποσότητες και, κατά περίπτωση, την ακύρωση του πιστοποιητικού ή την παράταση της περιόδου ισχύος του πιστοποιητικού, καθώς και την ένδειξη της διάρκειας ισχύος του.

Η Επιτροπή πληροφορεί τα άλλα κράτη μέλη σχετικώς.»

5)

Στο τέλος του κεφαλαίου IV, προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 48α:

«Άρθρο 48α

Οι κοινοποιήσεις στην Επιτροπή που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 5, στο άρθρο 29 παράγραφοι 2, 3 και 4, στο άρθρο 37, στο άρθρο 40 παράγραφος 6 και στο άρθρο 47 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής (11).

Άρθρο 5

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Φεβρουαρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2010.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 228 της 1.9.2009, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 346 της 31.12.2003, σ. 19.

(4)  ΕΕ L 90 της 30.3.2007, σ. 12.

(5)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 114 της 26.4.2008, σ. 3.

(7)  ΕΕ L 269 της 5.10.2002, σ. 6

(8)  ΕΕ L 228 της 1.9.2009, σ. 3

(9)  ΕΕ L 228 της 1.9.2009, σ. 3

(10)  ΕΕ L 228 της 1.9.2009, σ. 3

(11)  ΕΕ L 228 της 1.9.2009, σ. 3


27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/31


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 75/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2010

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 27 Ιανουαρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

JO

73,2

MA

73,3

TN

116,4

TR

108,9

ZZ

93,0

0707 00 05

MA

78,1

TR

128,9

ZZ

103,5

0709 90 70

MA

136,3

TR

129,5

ZZ

132,9

0805 10 20

EG

48,5

IL

54,1

MA

53,5

TN

53,5

TR

54,8

ZZ

52,9

0805 20 10

IL

191,1

MA

75,7

ZZ

133,4

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

CN

54,7

EG

69,7

IL

72,0

JM

106,6

MA

91,0

PK

46,5

TR

87,4

ZZ

75,4

0805 50 10

EG

71,2

IL

88,7

TR

70,1

ZZ

76,7

0808 10 80

CA

75,7

CL

60,5

CN

72,0

MK

24,7

US

121,9

ZZ

71,0

0808 20 50

CN

72,3

US

115,4

ZZ

93,9


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/33


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 76/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2010

σχετικά με την τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης, που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 877/2009 για την περίοδο 2009/10

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2006, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες στον τομέα της ζάχαρης (2), και ιδίως το άρθρο 36 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και τα ποσά των πρόσθετων δασμών που εφαρμόζονται κατά την εισαγωγή λευκής ζάχαρης, ακατέργαστης ζάχαρης και ορισμένων σιροπιών για την περίοδο 2009/10 καθορίστηκαν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 877/2009 της Επιτροπής (3). Οι εν λόγω τιμές και δασμοί τροποποιήθηκαν τελευταία με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 69/2010 της Επιτροπής (4).

(2)

Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, επί του παρόντος, η Επιτροπή οδηγούν στην τροποποίηση των εν λόγω ποσών, σύμφωνα με τους κανόνες και τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι δασμοί που εφαρμόζονται κατά την εισαγωγή των προϊόντων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 951/2006, που καθορίστηκαν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 877/2009 για την περίοδο 2009/10, τροποποιούνται και αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 27 Ιανουαρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 24.

(3)  ΕΕ L 253 της 25.9.2009, σ. 3.

(4)  ΕΕ L 19 της 23.1.2010, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αντιπροσωπευτικές τιμές και πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί για τη λευκή ζάχαρη, την ακατέργαστη ζάχαρη και τα προϊόντα του κωδικού ΣΟ 1702 90 95 που εφαρμόζονται από την 27η Ιανουαρίου 2010

(EUR)

Κωδικός ΣΟ

Ποσό της αντιπροσωπευτικής τιμής για 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

Ποσό του πρόσθετου δασμού για 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

1701 11 10 (1)

49,07

0,00

1701 11 90 (1)

49,07

0,18

1701 12 10 (1)

49,07

0,00

1701 12 90 (1)

49,07

0,00

1701 91 00 (2)

53,94

1,29

1701 99 10 (2)

53,94

0,00

1701 99 90 (2)

53,94

0,00

1702 90 95 (3)

0,54

0,20


(1)  Καθορισμός για τον ποιοτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα IV σημείο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(2)  Καθορισμός για τον ποιοτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα IV σημείο II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(3)  Καθορισμός ανά 1 % περιεκτικότητας σε σακχαρόζη.


IV Πράξεις εγκριθείσες, πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2009, δυνάμει της συνθήκης ΕΚ, της συνθήκης ΕΕ και της συνθήκης Ευρατόμ

27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/35


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Νοεμβρίου 2009

σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία

(2010/48/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 13 και 95, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο δεύτερη φράση και το άρθρο 300 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τον Μάιο του 2004, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία και την προάσπιση των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των ατόμων με αναπηρία (εφεξής: «Σύμβαση των ΗΕ»).

(2)

Η σύμβαση των ΗΕ εγκρίθηκε από τη γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 13 Δεκεμβρίου 2006 και τέθηκε σε ισχύ στις 3 Μαΐου 2008.

(3)

Η σύμβαση των ΗΕ υπεγράφη εξ ονόματος της Κοινότητας στις 30 Μαρτίου 2007 με την επιφύλαξη της πιθανής σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία.

(4)

Η σύμβαση των ΗΕ αποτελεί κατάλληλο και αποτελεσματικό πυλώνα για την προαγωγή και την προστασία των ατόμων με αναπηρία στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία τόσο η Κοινότητα όσο και τα κράτη μέλη της αποδίδουν πολύ μεγάλη σημασία.

(5)

Ως εκ τούτου, η σύμβαση των ΗΕ θα πρέπει να εγκριθεί εξ ονόματος της Κοινότητας, το συντομότερο δυνατόν.

(6)

Η έγκριση αυτή ωστόσο θα πρέπει να συνοδεύεται από επιφύλαξη, η οποία θα διατυπωθεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όσον αφορά το άρθρο 27 παράγραφος 1 της σύμβασης των ΗΕ, προκειμένου να τονιστεί ότι η Κοινότητα συνάπτει τη σύμβαση των ΗΕ με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών βάσει του κοινοτικού δικαίου, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου (2), να μην εφαρμόζουν την αρχή της ίσης μεταχείρισης λόγω αναπηρίας στις ένοπλες δυνάμεις.

(7)

Οι τομείς που καλύπτονται από τη σύμβαση των ΗΕ υπάγονται στην αρμοδιότητα τόσο της Κοινότητας όσο και των κρατών μελών της. Συνεπώς, σε περιπτώσεις συντρέχουσας αρμοδιότητας, η Κοινότητα και τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταστούν συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης ώστε να τηρούν από κοινού με συνεκτικό τρόπο τις υποχρεώσεις που ορίζονται στη σύμβαση των ΗΕ και να ασκούν με συνεκτικό επίσης τρόπο τα δικαιώματα που τους έχουν δοθεί.

(8)

Η Κοινότητα, κατά την κατάθεση της πράξης τυπικής επιβεβαίωσης, θα πρέπει επίσης να καταθέσει δήλωση, βάσει του άρθρου 44 παράγραφος 1 της σύμβασης, που να προσδιορίζει τα ζητήματα που διέπονται από τη σύμβαση για τα οποία τα κράτη μέλη έχουν εκχωρήσει τις αρμοδιότητές τους στην Κοινότητα,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

1.   Η σύμβαση των ΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία εγκρίνεται εξ ονόματος της Κοινότητας, με επιφύλαξη ως προς το άρθρο 27 παράγραφος 1 αυτής.

2.   Το κείμενο της σύμβασης των ΗΕ περιέχεται στο παράρτημα Ι της παρούσας απόφασης.

Το κείμενο της επιφύλαξης περιέχεται στο παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

1.   Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να καταθέσουν, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την πράξη τυπικής επιβεβαίωσης της σύμβασης στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 43 της σύμβασης των ΗΕ.

2.   Κατά την κατάθεση της πράξης τυπικής επιβεβαίωσης, το εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ή πρόσωπα, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 της σύμβασης, καταθέτουν τη δήλωση αρμοδιοτήτων που περιέχεται στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης και την επιφύλαξη που περιέχεται στο παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Όσον αφορά τα θέματα που υπάγονται στην αρμοδιότητα της Κοινότητας και με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών, η Επιτροπή αποτελεί εστιακό σημείο για τα ζητήματα που συνδέονται με την εφαρμογή της σύμβασης των ΗΕ, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1 της σύμβασης των ΗΕ. Οι λεπτομέρειες λειτουργίας του σχετικού εστιακού σημείου ορίζονται σε κώδικα δεοντολογίας πριν από την κατάθεση της πράξης τυπικής επιβεβαίωσης εκ ονόματος της Κοινότητας.

Άρθρο 4

(1)   Όσον αφορά τα θέματα που υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, η Επιτροπή εκπροσωπεί την Κοινότητα στις συνεδριάσεις των οργάνων που δημιουργούνται βάσει της σύμβασης των ΗΕ, και ιδίως στην αναφερόμενη στο άρθρο 40 της σύμβασης διάσκεψη των μερών, και ενεργεί εξ ονόματός της για τα θέματα με τα οποία ασχολούνται αυτά τα όργανα.

(2)   Όσον αφορά τα θέματα συντρέχουσας αρμοδιότητας της Κοινότητας και των κρατών μελών, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη καθορίζουν εκ προοιμίου τις κατάλληλες ρυθμίσεις για την εκπροσώπηση της θέσης της Κοινότητας στις συνεδριάσεις των οργάνων που δημιουργούνται βάσει της σύμβασης των ΗΕ. Οι λεπτομέρειες της εκπροσώπησης αυτής ορίζονται σε κώδικα δεοντολογίας, ο οποίος θα συμφωνηθεί πριν από την κατάθεση της πράξης τυπικής επιβεβαίωσης εξ ονόματος της Κοινότητας.

(3)   Στις συνεδριάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, εν ανάγκη αφού διαβουλευθούν προηγουμένως με άλλα οικεία θεσμικά όργανα της Κοινότητας, συνεργάζονται στενά, ιδίως όσον αφορά τα ζητήματα της παρακολούθησης, της υποβολής εκθέσεων και των κανόνων ψηφοφορίας. Οι ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της στενής συνεργασίας εξετάζονται στον κώδικα δεοντολογίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 26 Νοεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BJÖRKLUND


(1)  Γνώμη η οποία διατυπώθηκε στις 27 Απριλίου 2009 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ

Προοίμιο

ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΚΡΑΤΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ,

α)

Υπενθυμίζοντας ότι η διακηρυσσόμενη στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών αρχή της αναγνώρισης της αξιοπρέπειας, που είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας, καθώς η αρχή και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων τους αποτελούν το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο,

β)

Αναγνωρίζοντας ότι τα Ηνωμένα Έθνη, στην οικουμενική διακήρυξη για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στις διεθνείς Συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, έχουν διακηρύξει και δεχθεί ότι ο κάθε άνθρωπος δικαιούται να επικαλείται όλα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που ορίζονται σ’ αυτές χωρίς καμία απολύτως διάκριση,

γ)

Επαναβεβαιώνοντας την οικουμενικότητα, το αδιαίρετο, την αλληλεξάρτηση και το αλληλένδετο όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών και την ανάγκη να διασφαλιστεί η πλήρης και χωρίς διακρίσεις απόλαυσή τους από τους ανθρώπους με αναπηρία,

δ)

Υπενθυμίζοντας το διεθνές σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα, το διεθνές σύμφωνο για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα, τη διεθνή σύμβαση για την κατάργηση κάθε μορφής φυλετικών διακρίσεων, τη σύμβαση για την κατάργηση κάθε μορφής διακρίσεων κατά των γυναικών, τη σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, τη σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού και τη διεθνή σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους,

ε)

Αναγνωρίζοντας ότι η αναπηρία είναι έννοια που εξελίσσεται και είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα άτομα με μειωμένες δυνατότητες και στα συμπεριφορικά και περιβαλλοντικά εμπόδια που δυσχεραίνουν την πλήρη, πραγματική και ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνία,

στ)

Αναγνωρίζοντας τη σημασία των αρχών και κατευθυντήριων γραμμών πολιτικής που περιέχονται στο παγκόσμιο πρόγραμμα δράσης για τα άτομα με αναπηρία και στους πρότυπους κανόνες για την παροχή ίσων ευκαιριών στα άτομα με αναπηρία όσον αφορά την προώθηση, διαμόρφωση και αξιολόγηση των πολιτικών, σχεδίων, προγραμμάτων και δράσεων σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο για την περαιτέρω εξίσωση των ευκαιριών προς όφελος των ατόμων με αναπηρία,

ζ)

Τονίζοντας τη σημασία της ενσωμάτωσης των ζητημάτων της αναπηρίας ως αναπόσπαστου στοιχείου των σχετικών στρατηγικών αειφόρου ανάπτυξης,

η)

Αναγνωρίζοντας επίσης ότι οι διακρίσεις σε βάρος οιουδήποτε ατόμου λόγω αναπηρίας συνιστούν παραβίαση της έμφυτης αξιοπρέπειας και της αξίας του κάθε ανθρώπου,

θ)

Αναγνωρίζοντας περαιτέρω την πολυμορφία των ατόμων με αναπηρία,

ι)

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη προώθησης και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των ατόμων με αναπηρία, ιδίως των ατόμων που χρειάζονται μεγαλύτερη στήριξη,

ια)

Εκφράζοντας την ανησυχία ότι, παρά τα υφιστάμενα συμβατικά κείμενα και τις δεσμεύσεις, τα άτομα με αναπηρία εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στη συμμετοχή τους ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους σε όλα τα μέρη του κόσμου,

ιβ)

Αναγνωρίζοντας τη σημασία της διεθνούς συνεργασίας για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ατόμων με αναπηρία σε κάθε χώρα, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες,

ιγ)

Αναγνωρίζοντας την πολύτιμη υπαρκτή και δυνητική συνεισφορά των ατόμων με αναπηρία στη γενική ευημερία και πολυμορφία των κοινοτήτων τους και το γεγονός ότι η προάσπιση της πλήρους απόλαυσης, από τα άτομα με αναπηρία, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών και της πλήρους συμμετοχής τους θα τα βοηθήσει να αισθάνονται περισσότερο ότι είναι μέλη της κοινωνίας και θα δώσει επίσης σημαντική ώθηση στην ανθρώπινη, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της κοινωνίας και στην εξάλειψη της φτώχειας,

ιδ)

Αναγνωρίζοντας τη σημασία που έχει για τα άτομα με αναπηρία η ατομική αυτονομία και ανεξαρτησία τους, περιλαμβανομένης της ελευθερίας να πραγματοποιούν τις δικές τους επιλογές,

ιε)

Εκτιμώντας ότι τα άτομα με αναπηρία πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν ενεργά στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για τις πολιτικές και τα προγράμματα, ιδίως αυτών που τους αφορούν άμεσα,

ιστ)

Εκφράζοντας ανησυχία για τις δυσμενείς συνθήκες τις οποίες αντιμετωπίζουν άτομα με αναπηρία που υφίστανται πολλαπλές ή σοβαρές μορφές διακρίσεων λόγω φυλής, χρώματος, φύλου, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής, εθνοτικής, αυτόχθονος ή κοινωνικής καταγωγής, περιουσίας, γέννησης, ηλικίας ή άλλης κατάστασης,

ιζ)

Αναγνωρίζοντας ότι οι γυναίκες και τα κορίτσια με αναπηρία αντιμετωπίζουν συχνά μεγαλύτερο κίνδυνο, εντός και εκτός οικίας, να υποστούν βία, σωματική βλάβη ή κακοποίηση, παραμέληση ή πλημμελή μεταχείριση, κακομεταχείριση ή εκμετάλλευση,

ιη)

Αναγνωρίζοντας ότι τα παιδιά με αναπηρία πρέπει να απολαμβάνουν πλήρως όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες σε ισότιμη βάση με τα άλλα παιδιά και υπενθυμίζοντας τις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει γι’ αυτόν το σκοπό τα συμβαλλόμενα κράτη της σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού,

ιθ)

Τονίζοντας την ανάγκη να ενσωματωθεί η διάσταση του φύλου σε όλες τις προσπάθειες για την προάσπιση της πλήρους απόλαυσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών από τα άτομα με αναπηρία,

κ)

Επισημαίνοντας το γεγονός ότι τα περισσότερα άτομα με αναπηρία ζουν σε συνθήκες φτώχειας και, από αυτή την άποψη, αναγνωρίζοντας την απόλυτη ανάγκη να αντιμετωπιστεί η αρνητική επίπτωση της φτώχειας στα άτομα με αναπηρία,

κα)

Έχοντας υπόψη ότι οι συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας, με πλήρη σεβασμό των σκοπών και αρχών που περιέχονται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, και η τήρηση των ισχυουσών συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι απολύτως απαραίτητα στοιχεία για την πλήρη προστασία των ατόμων με αναπηρία, ιδίως κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων και κατοχής από ξένες δυνάμεις,

κβ)

Αναγνωρίζοντας τη σημασία της δυνατότητας πρόσβασης στο φυσικό, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό περιβάλλον, στην υγεία, την εκπαίδευση και την ενημέρωση και επικοινωνία, ώστε να έχουν τα άτομα με αναπηρία τη δυνατότητα να απολαμβάνουν πλήρως όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες,

κγ)

Αντιλαμβανόμενα ότι κάθε άτομο, έχοντας υποχρεώσεις προς τα άλλα άτομα και την κοινότητα στην οποία ανήκει, έχει ευθύνη να αγωνίζεται για την προάσπιση και τον σεβασμό των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τον Διεθνή Χάρτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

κδ)

Έχοντας την πεποίθηση ότι η οικογένεια είναι η φυσική και θεμελιώδης μονάδα της κοινωνίας που δικαιούται προστασία από την κοινωνία και το κράτος και ότι τα άτομα με αναπηρία και τα μέλη των οικογενειών τους πρέπει να λαμβάνουν την αναγκαία προστασία και συνδρομή, ώστε να είναι οι οικογένειες σε θέση να συνεισφέρουν στην πλήρη και ισότιμη απόλαυση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία,

κε)

Πεπεισμένα ότι μια περιεκτική και πλήρης διεθνής σύμβαση για την προώθηση και προστασία των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των ατόμων με αναπηρία θα συμβάλει σημαντικά στην αποκατάσταση του σοβαρότατου κοινωνικού μειονεκτήματος των ατόμων με αναπηρία και θα προαγάγει τη συμμετοχή τους στην κοινωνία των πολιτών, στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τομέα με ίσες ευκαιρίες, τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις αναπτυγμένες χώρες,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Σκοπός

Ο σκοπός της παρούσας σύμβασης είναι η προώθηση, προστασία και διασφάλιση της πλήρους και ισότιμης απόλαυσης όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών από όλα τα άτομα με αναπηρία και η προάσπιση του σεβασμού της έμφυτης αξιοπρέπειάς τους.

Στα άτομα με αναπηρία περιλαμβάνονται τα άτομα με μακροχρόνιες σωματικές, ψυχικές, νοητικές ή αισθητηριακές αναπηρίες, οι οποίες, σε συνδυασμό με διάφορα εμπόδια, μπορεί να δυσχεραίνουν την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή τους στην κοινωνία σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης:

 

ο όρος «επικοινωνία» περιλαμβάνει γλώσσες, οπτική απεικόνιση κειμένου, σύστημα Braille, απτική επικοινωνία, μεγεθυσμένους χαρακτήρες, προσβάσιμα πολυμέσα καθώς και βοηθητικά και εναλλακτικά μέσα, τρόπους και μορφές επικοινωνίας που έχουν ως βάση έντυπο υλικό, ακουστικό υλικό, απλή γλώσσα, συσκευή «ανθρώπινης ανάγνωσης», περιλαμβανομένης της προσβάσιμης τεχνολογίας της πληροφορίας και της επικοινωνίας·

 

ο όρος «γλώσσα» δηλώνει ομιλούμενες και νοηματικές γλώσσες και άλλες μορφές μη λεκτικής επικοινωνίας·

 

ο όρος «διάκριση λόγω αναπηρίας» δηλώνει κάθε διάκριση, αποκλεισμό ή περιορισμό λόγω αναπηρίας, που έχει ως στόχο ή αποτέλεσμα να ελαττώνει ή να ακυρώνει την αναγνώριση, την απόλαυση ή την άσκηση, σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα, όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό ή κάθε άλλο τομέα. Περιλαμβάνει όλες τις μορφές διακρίσεων, ακόμη και την άρνηση εύλογης διευκόλυνσης·

 

ο όρος «εύλογη διευκόλυνση» σημαίνει την απαραίτητη και κατάλληλη τροποποίηση και προσαρμογή, η οποία δεν επιφέρει δυσανάλογο ή περιττό φόρτο εργασίας, όταν αυτό είναι απαραίτητο σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, προκειμένου να μπορέσουν άτομα με αναπηρία να απολαύσουν ή να ασκήσουν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα·

 

ο όρος «καθολικός σχεδιασμός» σημαίνει τον σχεδιασμό προϊόντων, περιβαλλόντων, προγραμμάτων και υπηρεσιών, ώστε να είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται από όλους τους ανθρώπους, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, χωρίς να απαιτείται προσαρμογή ή ειδικός σχεδιασμός. Ο «καθολικός σχεδιασμός» δεν αποκλείει τη χρήση βοηθητικού εξοπλισμού και συσκευών για ειδικές ομάδες ατόμων με αναπηρία, όταν αυτό είναι απαραίτητο.

Άρθρο 3

Γενικές αρχές

Οι αρχές της παρούσας σύμβασης είναι:

α)

ο σεβασμός της έμφυτης αξιοπρέπειας, της αυτονομίας, που περιλαμβάνει και την ελευθερία του ατόμου να πραγματοποιεί τις δικές του επιλογές, και της ανεξαρτησίας του ατόμου·

β)

η απαγόρευση διακρίσεων·

γ)

η πλήρης και πραγματική συμμετοχή και ένταξη στην κοινωνία·

δ)

ο σεβασμός της διαφορετικότητας και η αποδοχή των ατόμων με αναπηρία ως μέρος της ανθρώπινης ποικιλότητας και του ανθρώπινου είδους·

ε)

η ισότητα ευκαιριών·

στ)

η δυνατότητα πρόσβασης·

ζ)

η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών·

η)

ο σεβασμός των αναπτυσσόμενων ικανοτήτων των παιδιών με αναπηρία και ο σεβασμός του δικαιώματος των παιδιών με αναπηρία να διατηρούν την ταυτότητά τους.

Άρθρο 4

Γενικές υποχρεώσεις

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναλαμβάνουν να διασφαλίζουν και να προωθούν την πλήρη ικανοποίηση όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών για όλα τα άτομα με αναπηρία, χωρίς καμίας μορφής διάκριση λόγω αναπηρίας. Για τον σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα κράτη αναλαμβάνουν τη δέσμευση:

α)

να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα νομοθετικά, διοικητικά και άλλα μέτρα για την άσκηση των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από την παρούσα σύμβαση·

β)

να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των νομοθετικών, για να τροποποιήσουν ή να καταργήσουν υφιστάμενους νόμους, κανονισμούς, συνήθειες και πρακτικές που συνιστούν διάκριση σε βάρος των ατόμων με αναπηρία·

γ)

να εντάσσουν το ζήτημα της προστασίας και προώθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία σε όλες τις πολιτικές και τα προγράμματά τους·

δ)

να απέχουν από κάθε πράξη ή πρακτική που δεν συμβιβάζεται με την παρούσα σύμβαση και να διασφαλίζουν ότι οι δημόσιες αρχές και οι οργανισμοί ενεργούν σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση·

ε)

να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εξάλειψη των διακρίσεων λόγω αναπηρίας εκ μέρους κάθε προσώπου, οργανισμού ή ιδιωτικής επιχείρησης·

στ)

να πραγματοποιήσουν ή να προωθήσουν την έρευνα και ανάπτυξη προϊόντων, υπηρεσιών, εξοπλισμού και εγκαταστάσεων καθολικού σχεδιασμού, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 της παρούσας σύμβασης, τα οποία θα απαιτούσαν την ελάχιστη δυνατή προσαρμογή με το ελάχιστο κόστος, για την ικανοποίηση των ειδικών αναγκών των ατόμων με αναπηρία, να προωθήσουν τη διαθεσιμότητα και τη χρήση τους και να προωθήσουν τον καθολικό σχεδιασμό στην ανάπτυξη προτύπων και κατευθυντήριων γραμμών·

ζ)

να πραγματοποιήσουν ή να προωθήσουν την έρευνα και ανάπτυξη καθώς και τη διαθεσιμότητα και χρήση νέων τεχνολογιών, περιλαμβανομένων των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας, βοηθητικών μέσων κινητικότητας, βοηθητικού εξοπλισμού και συσκευών και τεχνολογιών κατάλληλων για άτομα με αναπηρία, δίνοντας προτεραιότητα στις τεχνολογίες προσιτού κόστους·

η)

να διαθέτουν προσβάσιμη πληροφόρηση σε άτομα με αναπηρία σχετικά με βοηθητικά μέσα κινητικότητας, εξοπλισμό και συσκευές και βοηθητικές τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των νέων τεχνολογιών, καθώς και άλλες μορφές βοήθειας, υπηρεσίες στήριξης και διευκολύνσεις·

θ)

να προωθούν την κατάρτιση επαγγελματιών και προσωπικού που εργάζονται με άτομα με αναπηρία όσον αφορά τα αναγνωρισμένα από την παρούσα σύμβαση δικαιώματα, έτσι ώστε να παρέχουν την καλύτερη δυνατή συνδρομή και τις υπηρεσίες που διασφαλίζονται από αυτά τα δικαιώματα.

2.   Όσον αφορά τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, κάθε συμβαλλόμενο κράτος δεσμεύεται να λαμβάνει μέτρα, εξαντλώντας τους διαθέσιμους πόρους και, εάν είναι απαραίτητο, στο πλαίσιο διεθνούς συνεργασίας, με στόχο να επιτευχθεί σταδιακά η πλήρης ικανοποίηση αυτών των δικαιωμάτων, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που ορίζονται στην παρούσα σύμβαση οι οποίες είναι άμεσα εφαρμοστέες σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

3.   Κατά τη θέσπιση και εφαρμογή νομοθεσιών και πολιτικών για την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης και στο πλαίσιο άλλων διαδικασιών λήψης αποφάσεων για ζητήματα που αφορούν άτομα με αναπηρία, τα συμβαλλόμενα κράτη συμβουλεύονται εκ του σύνεγγυς και συνεργάζονται ενεργά με τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των ατόμων με αναπηρία, περιλαμβανομένων των παιδιών με αναπηρία.

4.   Καμία διάταξη της παρούσας σύμβασης δεν θίγει διατάξεις που είναι αποτελεσματικότερες για την άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία και οι οποίες μπορεί να περιέχονται στο εσωτερικό δίκαιο συμβαλλόμενου κράτους ή σε διεθνείς διατάξεις που ισχύουν στο εν λόγω κράτος. Απαγορεύεται κάθε περιορισμός ή εξαίρεση από την άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών που αναγνωρίζονται ή υφίστανται σε κάθε συμβαλλόμενο κράτος της παρούσας σύμβασης με βάση το δίκαιο, συμβάσεις, κανονισμούς ή έθιμα με την πρόφαση ότι η παρούσα σύμβαση δεν αναγνωρίζει αυτά τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες ή ότι τα αναγνωρίζει σε μικρότερο βαθμό.

5.   Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης εφαρμόζονται ανεξαιρέτως και χωρίς κανένα περιορισμό σε όλα τα εδάφη ομόσπονδων κρατών.

Άρθρο 5

Ισότητα και απαγόρευση διακρίσεων

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν ότι όλα τα άτομα είναι ίσα ενώπιον και βάσει του νόμου και δικαιούνται ίση προστασία και ίση κάλυψη του νόμου χωρίς καμία διάκριση.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη απαγορεύουν κάθε διάκριση λόγω αναπηρίας και εγγυώνται στα άτομα με αναπηρία ισότιμη και αποτελεσματική νομική προστασία από κάθε μορφής διάκριση.

3.   Για την προάσπιση της ισότητας και την εξάλειψη των διακρίσεων, τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την παροχή εύλογων διευκολύνσεων.

4.   Ειδικά μέτρα που είναι απαραίτητα για να επιταχυνθεί ή να επιτευχθεί στην πράξη η ισότητα των ατόμων με αναπηρία δεν θεωρείται ότι συνιστούν διάκριση βάσει των όρων της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 6

Γυναίκες με αναπηρία

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν ότι οι γυναίκες και τα κορίτσια με αναπηρία υφίστανται πολλαπλές διακρίσεις και γι’ αυτόν τον λόγο λαμβάνουν μέτρα για να διασφαλίσουν ότι τα εν λόγω άτομα απολαμβάνουν πλήρως και ισότιμα όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν την πλήρη ανάπτυξη, την πρόοδο και τη χειραφέτηση των γυναικών, για να είναι σε θέση να ασκούν και να απολαμβάνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες που ορίζονται στην παρούσα σύμβαση.

Άρθρο 7

Παιδιά με αναπηρία

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εγγυηθούν ότι τα παιδιά με αναπηρία απολαμβάνουν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες σε ισότιμη βάση με τα άλλα παιδιά.

2.   Κάθε μέτρο που αφορά παιδιά με αναπηρία πρέπει να λαμβάνει πρωτίστως υπόψη τα συμφέροντα των παιδιών με τον άριστο τρόπο.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι τα παιδιά με αναπηρία έχουν δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους για όλα τα ζητήματα που τα αφορούν, ότι δίνεται η δέουσα βαρύτητα στις απόψεις τους σε συνάρτηση με την ηλικία και την ωριμότητά τους, σε ισότιμη βάση με τα άλλα παιδιά, και ότι τους παρέχεται ειδική βοήθεια με βάση την αναπηρία και την ηλικία τους για να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα.

Άρθρο 8

Ευαισθητοποίηση

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη δεσμεύονται να λαμβάνουν άμεσα, αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα:

α)

για να ευαισθητοποιούν όλη την κοινωνία, και σε επίπεδο οικογένειας, σχετικά με τα άτομα με αναπηρία και να προασπίσουν το σεβασμό για τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των ατόμων με αναπηρία·

β)

για να καταπολεμούν, σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής, τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και τις επικίνδυνες συμπεριφορές σε βάρος ατόμων με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένων αυτών που βασίζονται στο φύλο και την ηλικία·

γ)

για να προωθούν την ευαισθητοποίηση σχετικά με τις ικανότητες και τις συνεισφορές των ατόμων με αναπηρία.

2.   Προς τον σκοπό αυτό, τα μέτρα περιλαμβάνουν:

α)

την ανάληψη πρωτοβουλίας και την πραγματοποίηση αποτελεσματικών εκστρατειών ευαισθητοποίησης του κοινού με στόχο:

i)

να γίνονται κατανοητά τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία·

ii)

να προβάλλεται θετική εικόνα και να υπάρχει μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία για τα άτομα με αναπηρία·

iii)

να αναγνωρίζονται οι δεξιότητες, τα προσόντα και οι ικανότητες των ατόμων με αναπηρία και οι δυνατότητες συνεισφοράς τους στον χώρο εργασίας και στην αγορά εργασίας·

β)

την καλλιέργεια στάσης σεβασμού των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος, που περιλαμβάνει και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας·

γ)

την ενθάρρυνση όλων των μέσων μαζικής επικοινωνίας να προβάλλουν μια εικόνα των ατόμων με αναπηρία συνεπή με τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης·

δ)

την προώθηση προγραμμάτων ευαισθητοποίησης όσον αφορά τα άτομα με αναπηρία και τα δικαιώματα αυτών των ατόμων.

Άρθρο 9

Δυνατότητα πρόσβασης

1.   Για να δοθεί στα άτομα με αναπηρία η δυνατότητα να ζουν με ανεξαρτησία και να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσουν την ισότιμη πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, στην ενημέρωση και επικοινωνία, περιλαμβανομένων των συστημάτων και τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας, και σε άλλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ελεύθερης χρήσης ή παρεχόμενες στο ευρύ κοινό, σε αστικές και σε αγροτικές περιοχές. Τα μέτρα αυτά, που περιλαμβάνουν τον εντοπισμό και την εξάλειψη εμποδίων και φραγμών της προσβασιμότητας, εφαρμόζονται μεταξύ άλλων:

α)

σε κτίρια, στο οδικό δίκτυο, σε μεταφορικά μέσα και σε άλλες κλειστές και υπαίθριες εγκαταστάσεις, όπως σχολεία, κατοικίες, ιατρικές εγκαταστάσεις και χώροι εργασίας·

β)

σε υπηρεσίες πληροφόρησης και επικοινωνίας και σε άλλες υπηρεσίες, όπως οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες επείγουσας βοήθειας.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν επίσης τα απαραίτητα μέτρα ώστε:

α)

να αναπτύξουν, να διαδώσουν και να ελέγχουν την εφαρμογή ελάχιστων προδιαγραφών και κατευθυντήριων γραμμών για τη δυνατότητα πρόσβασης σε εγκαταστάσεις και υπηρεσίες ελεύθερης χρήσης ή υπηρεσίες παρεχόμενες στο ευρύ κοινό·

β)

να εξασφαλίσουν ότι οι ιδιωτικοί φορείς παροχής διευκολύνσεων και υπηρεσιών ελεύθερης χρήσης ή υπηρεσιών στο ευρύ κοινό λαμβάνουν υπόψη όλα τα ζητήματα προσβασιμότητας για τα άτομα με αναπηρία·

γ)

να παρέχουν κατάρτιση σε ενδιαφερόμενους φορείς όσον αφορά τις δυσκολίες πρόσβασης που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία·

δ)

να τοποθετήσουν σε κτίρια και άλλες εγκαταστάσεις ελεύθερης πρόσβασης στο κοινό σήμανση σε σύστημα Braille και σε άλλη ευανάγνωστη και κατανοητή μορφή·

ε)

να παρέχουν μορφές άμεσης ατομικής βοήθειας και βοήθειας μέσω διαμεσολαβητών, όπως οδηγοί, αναγνώστες και επαγγελματίες διερμηνείς της νοηματικής γλώσσας, για να διευκολύνουν την πρόσβαση σε κτίρια και σε άλλες εγκαταστάσεις ανοικτές στο ευρύ κοινό·

στ)

να προωθούν άλλες κατάλληλες μορφές συνδρομής και στήριξης ατόμων με αναπηρία για να εξασφαλίζεται η πρόσβασή τους στην ενημέρωση·

ζ)

να προωθούν την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στις νέες τεχνολογίες και στα συστήματα της πληροφόρησης και επικοινωνίας, περιλαμβανομένου του διαδικτύου·

η)

να προωθούν σε αρχικό στάδιο τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διανομή προσβάσιμων τεχνολογιών και συστημάτων της πληροφορίας και της επικοινωνίας, έτσι ώστε αυτά να είναι προσιτά με το ελάχιστο κόστος.

Άρθρο 10

Δικαίωμα στη ζωή

Τα συμβαλλόμενα κράτη επαναβεβαιώνουν ότι κάθε άνθρωπος έχει το εγγενές δικαίωμα στη ζωή και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι τα άτομα με αναπηρία απολαμβάνουν πραγματικά αυτό το δικαίωμα σε ισότιμη βάση.

Άρθρο 11

Καταστάσεις κινδύνου και ανθρωπιστικών κρίσεων

Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους βάσει του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσουν την προστασία και ασφάλεια των ατόμων με αναπηρία σε καταστάσεις κινδύνου, περιλαμβανομένων των καταστάσεων ένοπλων συγκρούσεων, ανθρωπιστικών κρίσεων και φυσικών καταστροφών.

Άρθρο 12

Ίση αναγνώριση ενώπιον του νόμου

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη επαναβεβαιώνουν ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν το δικαίωμα να αναγνωρίζονται παντού ως πρόσωπα ενώπιον του νόμου.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν ότι τα άτομα με αναπηρία απολαμβάνουν ικανότητα δικαίου σε ισότιμη βάση με τα άλλα πρόσωπα σε όλες τις πτυχές της ζωής.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στη στήριξη που ενδεχομένως χρειάζονται για την άσκηση της ικανότητας δικαίου τους.

4.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εξασφαλίζουν ότι όλα τα μέτρα που σχετίζονται με την άσκηση της ικανότητας δικαίου παρέχουν κατάλληλες και αποτελεσματικές διασφαλίσεις για την πρόληψη της καταστρατήγησης του διεθνούς δικαίου περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι διασφαλίσεις αυτές εγγυώνται ότι τα μέτρα σχετικά με την άσκηση της ικανότητας δικαίου σέβονται τα δικαιώματα, τη βούληση και τις προτιμήσεις του ατόμου, δεν συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων και επιρροές, είναι ανάλογα και προσαρμοσμένα στις ειδικές περιστάσεις κάθε ανθρώπου, εφαρμόζονται για το συντομότερο δυνατό διάστημα και υπόκεινται σε τακτική επανεξέταση από αρμόδια, ανεξάρτητη και αντικειμενική αρχή ή δικαστικό φορέα. Οι διασφαλίσεις είναι ανάλογες με το βαθμό που τα μέτρα αυτά επηρεάζουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα του ατόμου.

5.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα για να διασφαλίσουν το ισότιμο δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία να κατέχουν ή να κληρονομούν περιουσία, να έχουν τον έλεγχο των οικονομικών τους και να έχουν ίση πρόσβαση σε τραπεζικά δάνεια, ενυπόθηκα δάνεια και σε άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και εγγυώνται ότι δεν είναι δυνατό να στερούνται αυθαίρετα την περιουσία τους.

Άρθρο 13

Πρόσβαση στη δικαιοσύνη

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την αποτελεσματική ισότιμη πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στη δικαιοσύνη, μέσω και της παροχής διαδικαστικών και ανάλογων με την ηλικία διευκολύνσεων, για να διευκολύνουν την άμεση και έμμεση συμμετοχή τους, περιλαμβανομένων και των μαρτυρικών καταθέσεων, σε όλες τις νομικές διαδικασίες, περιλαμβανομένου του ανακριτικού και άλλων προκαταρκτικών σταδίων.

2.   Για να διασφαλίσουν την αποτελεσματική πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στη δικαιοσύνη, τα συμβαλλόμενα κράτη προωθούν την κατάλληλη κατάρτιση των ατόμων που εργάζονται στην απονομή της δικαιοσύνης, περιλαμβανομένου του αστυνομικού και σωφρονιστικού προσωπικού.

Άρθρο 14

Ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι τα άτομα με αναπηρία, σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα:

α)

απολαμβάνουν το δικαίωμα στην ελευθερία και την προσωπική ασφάλεια·

β)

δεν στερούνται παράνομα ή καταχρηστικά την ελευθερία τους, ότι κάθε στέρηση της ελευθερίας ασκείται σύμφωνα με τον νόμο και ότι η ύπαρξη αναπηρίας δεν δικαιολογεί με κανέναν τρόπο τη στέρηση της ελευθερίας.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι, εάν άτομα με αναπηρία στερηθούν την ελευθερία τους με οποιαδήποτε διαδικασία, έχουν σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα πρόσβαση στις προβλεπόμενες από το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εγγυήσεις και αντιμετωπίζονται σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αρχές της παρούσας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της παροχής εύλογων διευκολύνσεων.

Άρθρο 15

Απαγόρευση των βασανιστηρίων και της βάναυσης, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή ποινής

1.   Κανένα άτομο δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται σε βασανιστήρια ή σε βάναυση, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή ποινή. Ειδικότερα, κανένα άτομο δεν υποβάλλεται σε ιατρικά ή επιστημονικά πειράματα χωρίς την ελεύθερη συγκατάθεσή του.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα αποτελεσματικά νομοθετικά, διοικητικά, δικαστικά ή άλλα μέτρα για να αποτρέψουν, βάσει της ισότητας όλων των ατόμων, το ενδεχόμενο υποβολής ατόμων με αναπηρία σε βασανιστήρια ή βάναυση, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή ποινή.

Άρθρο 16

Απαγόρευση εκμετάλλευσης, άσκησης βίας και κακοποίησης

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα νομοθετικά, διοικητικά, κοινωνικά, εκπαιδευτικά και άλλα μέτρα για την προστασία των ατόμων με αναπηρία, εντός και εκτός της οικίας τους, από κάθε μορφή εκμετάλλευσης, βιαιοπραγίας και κακοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών τους που βασίζονται στο φύλο.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αποτρέψουν κάθε μορφή εκμετάλλευσης, βίας και κακοποίησης, παρέχοντας στα άτομα με αναπηρία, στις οικογένειές τους και σε όσους τα φροντίζουν τις κατάλληλες μορφές βοήθειας και πλαισίωσης με βάση το φύλο και την ηλικία τους, περιλαμβανομένης της παροχής πληροφοριών και εκπαίδευσης σχετικά με τους τρόπους αποτροπής, αναγνώρισης και αναφοράς περιστατικών εκμετάλλευσης, άσκησης βίας και κακοποίησης. Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι οι υπηρεσίες παροχής προστασίας είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες λόγω ηλικίας, φύλου και αναπηρίας.

3.   Για να αποτρέψουν την εκδήλωση κάθε μορφής εκμετάλλευσης, άσκησης βίας και κακοποίησης, τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται την αποτελεσματική παρακολούθηση, από ανεξάρτητες αρχές, όλων των δυνατοτήτων και προγραμμάτων που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση ατόμων με αναπηρία.

4.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διευκολύνουν τη σωματική, τη διανοητική και ψυχική ανάρρωση, την αποκατάσταση και την κοινωνική επανένταξη των ατόμων με αναπηρία που είναι θύματα οιασδήποτε μορφής εκμετάλλευσης, βιαιοπραγίας ή κακοποίησης, παρέχοντάς τους ιδίως υπηρεσίες προστασίας. Η ανάρρωση και επανένταξη λαμβάνουν χώρα σε περιβάλλον που προασπίζει την υγεία, την πρόνοια, τον αυτοσεβασμό, την αξιοπρέπεια και την αυτονομία του ατόμου και λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες που συνδέονται με το φύλο και την ηλικία.

5.   Τα συμβαλλόμενα κράτη θεσπίζουν αποτελεσματική νομοθεσία και πολιτικές, περιλαμβανομένων ειδικών νομοθετικών ρυθμίσεων και πολιτικών υπέρ των γυναικών και των παιδιών, που εξασφαλίζουν ότι οι περιπτώσεις εκμετάλλευσης, άσκησης βίας και κακοποίησης σε βάρος ατόμων με αναπηρία εντοπίζονται, διερευνώνται και, κατά περίπτωση, διώκονται ποινικά.

Άρθρο 17

Προστασία της ακεραιότητας του ατόμου

Κάθε άτομο με αναπηρία έχει δικαίωμα σεβασμού της σωματικής και ψυχονοητικής του ακεραιότητας σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα.

Άρθρο 18

Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ιθαγένεια

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία να κυκλοφορούν ελεύθερα, να επιλέγουν ελεύθερα την κατοικία τους και να έχουν ιθαγένεια, σε ισότιμη βάση με τους άλλους, και εγγυώνται ακόμη ότι τα άτομα με αναπηρία:

α)

έχουν δικαίωμα να αποκτήσουν και να αλλάξουν ιθαγένεια και να μη στερούνται την ιθαγένειά τους αυθαίρετα ή λόγω της αναπηρίας·

β)

δεν στερούνται, λόγω αναπηρίας, την ικανότητά τους να αποκτούν, να κατέχουν και να χρησιμοποιούν έγγραφα που αποδεικνύουν την ιθαγένειά τους ή άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν την ταυτότητά τους ή να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλες διαδικασίες, όπως οι διαδικασίες μετανάστευσης, που ενδεχομένως είναι απαραίτητες για να διευκολύνουν την άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας·

γ)

είναι ελεύθερα να εγκαταλείψουν οποιαδήποτε χώρα, συμπεριλαμβανομένης και της δικής τους·

δ)

δεν στερούνται αυθαίρετα ή λόγω αναπηρίας το δικαίωμα να εισέλθουν στη χώρα τους.

2.   Τα παιδιά με αναπηρία καταγράφονται αμέσως μετά τη γέννησή τους και έχουν από τη γέννησή τους δικαίωμα σε όνομα, δικαίωμα να αποκτήσουν ιθαγένεια και, εάν είναι δυνατόν, το δικαίωμα να γνωρίζουν τους γονείς τους και να λαμβάνουν φροντίδα από αυτούς.

Άρθρο 19

Ανεξάρτητη διαβίωση και ένταξη στην κοινότητα

Τα συμβαλλόμενα κράτη της παρούσας σύμβασης αναγνωρίζουν το ισότιμο δικαίωμα όλων των ατόμων με αναπηρία να ζουν σε κοινότητα, με ίσες δυνατότητες επιλογής με τα άλλα άτομα, και λαμβάνουν αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα για να διευκολύνουν την πλήρη απόλαυση αυτού του δικαιώματος από τα άτομα με αναπηρία και την πλήρη ένταξη και συμμετοχή τους στην κοινότητα, εξασφαλίζοντας ακόμη ότι:

α)

τα άτομα με αναπηρία έχουν την ευκαιρία να επιλέγουν τον τόπο κατοικίας τους και τα άτομα με τα οποία ζουν, σε ισότιμη βάση με τους άλλους, και δεν είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής·

β)

τα άτομα με αναπηρία έχουν πρόσβαση σε ένα φάσμα υπηρεσιών παροχής βοήθειας στο σπίτι ή σε ίδρυμα και άλλων κοινωνικών υπηρεσιών, όπως η παροχή της απαραίτητης ατομικής βοήθειας για τη διαβίωση και την ένταξη στην κοινωνία και για την πρόληψη της απομόνωσης ή της απόρριψης από την κοινότητα·

γ)

οι κοινωνικές υπηρεσίες και δυνατότητες που διατίθενται στο ευρύ κοινό είναι διαθέσιμες σε ισότιμη βάση σε άτομα με αναπηρία και ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους.

Άρθρο 20

Ατομική κινητικότητα

Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για να διασφαλίσουν τη δυνατότητα ατομικής μετακίνησης με τη μεγαλύτερη δυνατή αυτονομία για τα άτομα με αναπηρία, ιδίως:

α)

διευκολύνοντας τη δυνατότητα ατομικής μετακίνησης των ατόμων με αναπηρία με τον τρόπο και κατά τον χρόνο που αυτά επιθυμούν και με προσιτό κόστος·

β)

διευκολύνοντας την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε βοηθητικά μέσα κινητικότητας, σε βοηθητικό εξοπλισμό και συσκευές, σε βοηθητικές τεχνολογίες και μορφές άμεσης ατομικής βοήθειας με προσιτό κόστος·

γ)

παρέχοντας κατάρτιση σε δεξιότητες κινητικότητας στα άτομα με αναπηρία και σε ειδικευμένο προσωπικό που εξυπηρετεί άτομα με αναπηρία·

δ)

ενθαρρύνοντας επιχειρήσεις που παράγουν βοηθητικά μέσα κινητικότητας, εξοπλισμό και συσκευές και βοηθητικές τεχνολογίες να λαμβάνουν υπόψη όλες τις πτυχές της κινητικότητας των ατόμων με αναπηρία.

Άρθρο 21

Ελευθερία έκφρασης και γνώμης και πρόσβαση στην ενημέρωση

Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα άτομα με αναπηρία μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και γνώμης, περιλαμβανομένης της ελευθερίας αναζήτησης, λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και απόψεων σε ισότιμη βάση με τους άλλους και με όλες τις μορφές επικοινωνίας που επιλέγουν, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της παρούσας σύμβασης, και με τα ακόλουθα μέσα:

α)

παρέχοντας στα άτομα με αναπηρία, έγκαιρα και χωρίς πρόσθετο κόστος και σε προσβάσιμη μορφή, πληροφορίες που προορίζονται για το ευρύ κοινό και τεχνολογίες προσαρμοσμένες στα διάφορα είδη αναπηρίας·

β)

αποδεχόμενα και διευκολύνοντας τη χρησιμοποίηση νοηματικών γλωσσών, της μεθόδου Braille, βοηθητικών και εναλλακτικών μέσων και όλων των άλλων προσιτών μέσων, τρόπων και μορφών επικοινωνίας της επιλογής τους από άτομα με αναπηρία κατά τις επίσημες συναλλαγές τους·

γ)

ενθαρρύνοντας τους ιδιωτικούς οργανισμούς παροχής υπηρεσιών στο ευρύ κοινό, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών μέσω του διαδικτύου, να παρέχουν ενημέρωση και υπηρεσίες σε προσβάσιμη και εύχρηστη μορφή για άτομα με αναπηρία·

δ)

ενθαρρύνοντας τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, περιλαμβανομένων των φορέων παροχής υπηρεσιών μέσω του διαδικτύου, να καθιστούν τις υπηρεσίες τους προσβάσιμες στα άτομα με αναπηρία·

ε)

αναγνωρίζοντας και προωθώντας τη χρήση νοηματικών γλωσσών.

Άρθρο 22

Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής

1.   Κανένα άτομο με αναπηρία, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας ή τον τρόπο ζωής του, δεν επιτρέπεται να υφίσταται αυθαίρετη ή παράνομη επέμβαση στην ιδιωτική του ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία του ή σε άλλες μορφές επικοινωνίας, ούτε παράνομες προσβολές της τιμής και της υπόληψής του. Τα άτομα με αναπηρία έχουν το δικαίωμα της προστασίας του νόμου από παρόμοιες παρεμβάσεις ή επιθέσεις.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα και τις πληροφορίες για την υγεία και αποκατάσταση των ατόμων με αναπηρία σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα.

Άρθρο 23

Σεβασμός της κατοικίας και της οικογένειας

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα για την εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος ατόμων με αναπηρία για όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τον γάμο, την οικογένεια, την ιδιότητα του γονέα και τις σχέσεις, σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα, έτσι ώστε να εγγυώνται ότι:

α)

αναγνωρίζεται το δικαίωμα όλων των ατόμων με αναπηρία που είναι σε ηλικία γάμου να συνάπτουν γάμο και να δημιουργούν οικογένεια στη βάση της ελευθερίας και της πλήρους συναίνεσης των μελλονύμφων·

β)

αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία να αποφασίζουν ελεύθερα και υπεύθυνα τον αριθμό και τον χρόνο γέννησης των παιδιών τους και να έχουν πρόσβαση σε ενημέρωση, με βάση την ηλικία τους, σε εκπαίδευση σε θέματα αναπαραγωγής και οικογενειακού σχεδιασμού και ότι παρέχονται τα απαραίτητα μέσα για την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων·

γ)

τα άτομα με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, διατηρούν τη γονιμότητά τους σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη διασφαλίζουν τα δικαιώματα και τις ευθύνες των ατόμων με αναπηρία σε θέματα επιτροπείας, επιμέλειας, κηδεμονίας, υιοθεσίας παιδιών ή συναφών θεσμών, εφόσον αυτές οι έννοιες υφίστανται στην εθνική νομοθεσία· σε κάθε περίπτωση υπερισχύουν τα συμφέροντα του παιδιού. Τα συμβαλλόμενα κράτη παρέχουν την απαραίτητη συνδρομή στα άτομα με αναπηρία για να ασκούν τα καθήκοντα ανατροφής των παιδιών τους.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι τα παιδιά με αναπηρία έχουν ίσα δικαιώματα όσον αφορά την οικογενειακή ζωή. Για την άσκηση αυτών των δικαιωμάτων και για την αποτροπή απόκρυψης, εγκατάλειψης, παραμέλησης και απομόνωσης των παιδιών με αναπηρία, τα συμβαλλόμενα κράτη αναλαμβάνουν τη δέσμευση να παρέχουν έγκαιρα εκτενή πληροφόρηση, υπηρεσίες και στήριξη στα παιδιά με αναπηρία και στις οικογένειές τους.

4.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι ένα παιδί δεν είναι δυνατόν να αποχωριστεί από τον γονέα ή τους γονείς του παρά τη θέλησή τους, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές, με την επιφύλαξη δικαστικού ελέγχου, αποφασίσουν, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και τις σχετικές διαδικασίες, ότι ο χωρισμός αυτός είναι απαραίτητος για τα συμφέροντα του παιδιού. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται παιδί να αποχωρίζεται τους γονείς του λόγω αναπηρίας είτε του παιδιού είτε ενός είτε και των δύο γονέων.

5.   Όταν η άμεση οικογένεια είναι ανίκανη να φροντίσει ένα παιδί με αναπηρία, τα συμβαλλόμενα κράτη δεσμεύονται να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την παροχή εναλλακτικής φροντίδας εντός της ευρύτερης οικογένειας και, εάν ούτε αυτό είναι δυνατόν, εντός της κοινότητας σε οικογενειακό περιβάλλον.

Άρθρο 24

Εκπαίδευση

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία στην εκπαίδευση. Για τη χωρίς διακρίσεις άσκηση αυτού του δικαιώματος και στη βάση των ίσων ευκαιριών, τα συμβαλλόμενα κράτη εξασφαλίζουν ένα δεκτικό εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες τις βαθμίδες και παρέχουν δυνατότητες διά βίου μάθησης που αποσκοπούν:

α)

στην πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων του ανθρώπου και της αίσθησης της αξιοπρέπειας και της αυτοεκτίμησης και την ενδυνάμωση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και της διαφορετικότητας του ανθρώπου·

β)

στην ανάπτυξη της προσωπικότητας, των ιδιαίτερων ικανοτήτων και της δημιουργικότητας των ατόμων με αναπηρία καθώς και των ψυχονοητικών και σωματικών τους ικανοτήτων, αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητές τους·

γ)

στην ουσιαστική συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία σε μια ελεύθερη κοινωνία.

2.   Για την άσκηση αυτού του δικαιώματος, τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι:

α)

τα άτομα με αναπηρία δεν αποκλείονται από το γενικό εκπαιδευτικό σύστημα λόγω αναπηρίας και τα παιδιά με αναπηρία δεν αποκλείονται από τη δωρεάν και υποχρεωτική πρωτοβάθμια εκπαίδευση ή από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, λόγω αναπηρίας·

β)

τα άτομα με αναπηρία έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε μια δεκτική, ποιοτική και δωρεάν πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε ισότιμη βάση με τους άλλους στις κοινότητες στις οποίες ζουν·

γ)

παρέχονται εύλογες διευκολύνσεις με βάση τις ανάγκες του κάθε ατόμου·

δ)

τα άτομα με αναπηρία λαμβάνουν την απαιτούμενη στήριξη εντός του γενικού εκπαιδευτικού συστήματος για την πραγματική εκπαίδευσή τους·

ε)

λαμβάνονται αποτελεσματικά εξατομικευμένα μέτρα στήριξης σε περιβάλλοντα που στοχεύουν στη μέγιστη ακαδημαϊκή και κοινωνική ανάπτυξη, σύμφωνα με τον στόχο της πλήρους ένταξης.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη παρέχουν στα άτομα με αναπηρία τη δυνατότητα να αποκτήσουν τις ικανότητες επιβίωσης και κοινωνικής ανάπτυξης που είναι απαραίτητες για την πλήρη και ισότιμη ένταξή τους στο εκπαιδευτικό σύστημα και στην κοινωνία. Για τον σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα, και ιδίως:

α)

διευκολύνουν την εκμάθηση του συστήματος Braille, εναλλακτικής γραφής, βοηθητικών και εναλλακτικών τρόπων, μέσων και μορφών επικοινωνίας, την ανάπτυξη ικανοτήτων προσανατολισμού και κυκλοφορίας και διευκολύνουν τη στήριξη και καθοδήγηση από ομοίους·

β)

διευκολύνουν τη μάθηση της νοηματικής γλώσσας και προωθούν τη γλωσσική ταυτότητα της κοινότητας των κωφών·

γ)

εξασφαλίζουν ότι η εκπαίδευση τυφλών, κωφών ή κωφών και τυφλών ατόμων, και ιδίως παιδιών, παρέχεται στις πλέον κατάλληλες γλώσσες και με τους καταλληλότερους για το κάθε άτομο τρόπους και μέσα επικοινωνίας, σε περιβάλλον που στοχεύει στη μέγιστη ακαδημαϊκή και κοινωνική ανάπτυξη.

4.   Για να διευκολύνουν την άσκηση αυτού του δικαιώματος, τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για την απασχόληση καθηγητών, περιλαμβανομένων καθηγητών με αναπηρία, ειδικευμένων στη νοηματική γλώσσα ή/και το σύστημα Braille, και για την κατάρτιση επαγγελματιών και προσωπικού σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Η κατάρτιση αυτή περιλαμβάνει ευαισθητοποίηση στην αναπηρία και χρήση των κατάλληλων βοηθητικών και εναλλακτικών τρόπων, μέσων και μορφών επικοινωνίας, παιδαγωγικών μεθόδων και υλικού, προσαρμοσμένων στις ανάγκες των ατόμων με αναπηρία.

5.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν πρόσβαση στη γενική τριτοβάθμια εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση, την εκπαίδευση ενηλίκων και τη διά βίου μάθηση, χωρίς διακρίσεις και σε ισότιμη βάση με τους άλλους. Για τον σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται την παροχή εύλογων διευκολύνσεων σε άτομα με αναπηρία.

Άρθρο 25

Υγεία

Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν το υψηλότερο δυνατό επίπεδο υγείας χωρίς διάκριση λόγω αναπηρίας. Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε υπηρεσίες υγείας που λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες του φύλου, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών αποκατάστασης της υγείας. Ειδικότερα τα συμβαλλόμενα κράτη:

α)

παρέχουν στα άτομα με αναπηρία δωρεάν ή προσιτές υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και προγράμματα του ίδιου εύρους, ποιότητας και επιπέδου με αυτά που παρέχουν σε άλλα άτομα, περιλαμβανομένου του τομέα της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και των προγραμμάτων για τη δημόσια υγεία·

β)

παρέχουν στα άτομα με αναπηρία την ειδική για τις αναπηρίες τους αναγκαία ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, που περιλαμβάνει την έγκαιρη διάγνωση και απαραίτητη παρέμβαση, και υπηρεσίες για την ελαχιστοποίηση και πρόληψη περαιτέρω αναπηριών, ιδίως για τα παιδιά και τους ηλικιωμένους·

γ)

παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες υγείας όσο το δυνατόν πιο κοντά στις τοπικές κοινότητες, περιλαμβανομένων των αγροτικών περιοχών·

δ)

ζητούν από τους επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου να παρέχουν στα άτομα με αναπηρία περίθαλψη της ίδιας ποιότητας με αυτήν που παρέχουν στα άλλα άτομα και με βάση την ελεύθερη και εμπεριστατωμένη συγκατάθεσή τους, προωθώντας μεταξύ άλλων την ευαισθητοποίηση σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αξιοπρέπειας, αυτονομίας και αναγκών των ατόμων με αναπηρία, μέσω ενεργειών κατάρτισης και της διάδοσης κανόνων δεοντολογίας για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα της υγείας·

ε)

απαγορεύουν τις διακρίσεις σε βάρος των ατόμων με αναπηρία όσον αφορά τη σύναψη ασφάλισης υγείας και ασφάλισης ζωής, όταν αυτή η ασφάλιση επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία, ασφάλιση η οποία πρέπει να παρέχεται με δίκαιο και λογικό τρόπο·

στ)

αποτρέπουν κάθε διακρισιακή άρνηση παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ή φροντίδας ή στερεάς ή υγρής τροφής λόγω αναπηρίας.

Άρθρο 26

Προσαρμογή και αποκατάσταση

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα, στα οποία περιλαμβάνεται η στήριξη από ομοίους, για να βοηθήσουν τα άτομα με αναπηρία να επιτύχουν και να διατηρήσουν τη μέγιστη ανεξαρτησία, πλήρη σωματική, ψυχονοητική, κοινωνική και επαγγελματική ικανότητα και πλήρη ένταξη και συμμετοχή σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Για τον σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα κράτη οργανώνουν, ενισχύουν και επεκτείνουν την παροχή ενός πλήρους φάσματος υπηρεσιών και προγραμμάτων προσαρμογής και αποκατάστασης, ιδίως στους τομείς της υγείας, της απασχόλησης, της εκπαίδευσης και των κοινωνικών υπηρεσιών, κατά τρόπον ώστε οι εν λόγω υπηρεσίες και τα προγράμματα:

α)

να αρχίσουν να εφαρμόζονται το συντομότερο δυνατόν με βάση πολύπλευρη και επιστημονική αξιολόγηση των αναγκών και των δυνατοτήτων του ατόμου·

β)

να στηρίζουν τη συμμετοχή και ένταξη στην κοινότητα και σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας, να είναι εθελοντικές και να παρέχονται στα άτομα με αναπηρία όσο το δυνατόν πιο κοντά στις δικές τους κοινότητες, συμπεριλαμβανομένων των αγροτικών περιοχών.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη ευνοούν την ανάπτυξη της αρχικής και συνεχούς κατάρτισης επαγγελματιών και προσωπικού των υπηρεσιών προσαρμογής και αποκατάστασης.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη προωθούν τη διαθεσιμότητα, γνώση και χρήση βοηθητικών συσκευών και τεχνολογιών που έχουν σχεδιαστεί για άτομα με αναπηρία και διευκολύνουν την προσαρμογή και αποκατάσταση.

Άρθρο 27

Εργασία και απασχόληση

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία να εργάζονται σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα. Αυτό περιλαμβάνει και το δικαίωμα να κερδίζουν τα προς το ζην με εργασία την οποία επιλέγουν ή αποδέχονται ελεύθερα στην αγορά εργασίας και σε εργασιακό περιβάλλον ανοικτό, δεκτικό και προσβάσιμο στα άτομα με αναπηρία. Τα συμβαλλόμενα κράτη διασφαλίζουν και προωθούν την άσκηση του δικαιώματος στην εργασία και για τα άτομα που αποκτούν αναπηρία κατά τη διάρκεια της απασχόλησής τους, λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα, περιλαμβανομένων των νομοθετικών, που μεταξύ άλλων έχουν ως στόχο:

α)

να απαγορεύσουν τις διακρίσεις λόγω αναπηρίας όσον αφορά τα ζητήματα που σχετίζονται με όλες τις μορφές απασχόλησης, περιλαμβανομένων των όρων πρόσληψης και απασχόλησης, διατήρησης της απασχόλησης, επαγγελματικής ανέλιξης και συνθηκών ασφαλούς και υγιεινής εργασίας·

β)

να προστατεύουν τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, σε ισότιμη βάση με τα δικαιώματα των άλλων ατόμων, να απολαμβάνουν δίκαιες και ευνοϊκές συνθήκες εργασίας, όπως ίσες ευκαιρίες και ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας, σε συνθήκες ασφαλούς και υγιεινής εργασίας, προστασίας από παρενόχληση και αποκατάστασης αδικιών·

γ)

να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρία μπορούν να ασκούν τα εργασιακά και συνδικαλιστικά τους δικαιώματα σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα·

δ)

να επιτρέπουν στα άτομα με αναπηρία να έχουν αποτελεσματική πρόσβαση σε προγράμματα γενικού τεχνικού και επαγγελματικού προσανατολισμού, σε υπηρεσίες ευρέσεως εργασίας και σε επαγγελματική και διαρκή κατάρτιση·

ε)

να προωθούν τις ευκαιρίες απασχόλησης και την επαγγελματική εξέλιξη των ατόμων με αναπηρία στην αγορά εργασίας, καθώς και την παροχή βοήθειας για την εξεύρεση, απόκτηση, διατήρηση και επάνοδο στην απασχόληση·

στ)

να προωθούν ευκαιρίες αυτοαπασχόλησης, επιχειρηματικότητας, ανάπτυξης συνεταιρισμών και δημιουργίας ατομικών επιχειρήσεων·

ζ)

να απασχολούν άτομα με αναπηρία στον δημόσιο τομέα·

η)

να ευνοούν την απασχόληση ατόμων με αναπηρία στον ιδιωτικό τομέα, εφαρμόζοντας κατάλληλες πολιτικές και μέτρα, όπως προγράμματα θετικής δράσης, παροχή κινήτρων και άλλα μέτρα·

θ)

να διασφαλίζουν την παροχή εύλογων διευκολύνσεων στα άτομα με αναπηρία στον χώρο εργασίας·

ι)

να προωθούν την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας από τα άτομα με αναπηρία στην ελεύθερη αγορά εργασίας·

ια)

να προωθούν την εφαρμογή προγραμμάτων επαγγελματικής αποκατάστασης, διατήρησης της εργασίας και επανόδου στην εργασία των ατόμων με αναπηρία.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται ότι τα άτομα με αναπηρία δεν κρατούνται σε συνθήκες σκλαβιάς ή δουλείας και προστατεύονται, σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα, από καταναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία.

Άρθρο 28

Ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης και κοινωνική προστασία

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία σε ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης για τα ίδια και τις οικογένειές τους, που περιλαμβάνει την επάρκεια τροφής, ένδυσης και στέγης, και το δικαίωμα στη διαρκή βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, και λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζουν και να προωθούν την υλοποίηση αυτού του δικαιώματος χωρίς διακρίσεις λόγω αναπηρίας.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία για κοινωνική προστασία και για άσκηση αυτού του δικαιώματος χωρίς διάκριση λόγω αναπηρίας και λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζουν και να προωθούν την υλοποίηση του δικαιώματος αυτού, περιλαμβανομένων μέτρων που έχουν στόχο:

α)

να διασφαλίσουν την ίση πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε καθαρό νερό και σε απαραίτητες και προσιτές υπηρεσίες, βοηθητικό εξοπλισμό και συσκευές και άλλα μέσα που εξυπηρετούν ανάγκες οι οποίες συνδέονται με την αναπηρία·

β)

να διασφαλίζουν την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία, ιδίως των γυναικών και κοριτσιών και των ηλικιωμένων ατόμων με αναπηρία, σε προγράμματα κοινωνικής προστασίας και προγράμματα μείωσης της φτώχειας·

γ)

να διασφαλίζουν την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία και των οικογενειών τους που ζουν σε καταστάσεις φτώχειας σε κρατική βοήθεια με δαπάνες που συνδέονται με την αναπηρία, ιδίως δαπάνες για επαρκή κατάρτιση, παροχή συμβουλών, οικονομική ενίσχυση και προσωρινή φροντίδα·

δ)

να διασφαλίζουν την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε κρατικά στεγαστικά προγράμματα·

ε)

να διασφαλίζουν την ίση πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε παροχές συντάξεως και προγράμματα συνταξιοδότησης.

Άρθρο 29

Συμμετοχή στην πολιτική και τη δημόσια ζωή

Τα συμβαλλόμενα κράτη εγγυώνται στα άτομα με αναπηρία πολιτικά δικαιώματα και τη δυνατότητα να τα απολαμβάνουν σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα και αναλαμβάνουν τη δέσμευση:

α)

να διασφαλίζουν την πραγματική, πλήρη και ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην πολιτική και δημόσια ζωή, άμεσα ή μέσω αντιπροσώπων τους οποίους επιλέγουν ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος και της δυνατότητας του εκλέγειν και εκλέγεσθαι των ατόμων με αναπηρία, μεταξύ άλλων μέσω:

i)

της διασφάλισης ότι οι διαδικασίες, οι χώροι και τα υλικά της ψηφοφορίας είναι κατάλληλα, προσβάσιμα, εύκολα κατανοητά και εύχρηστα·

ii)

της προστασίας του δικαιώματος των ατόμων με αναπηρία να ψηφίζουν με μυστική ψηφοφορία σε εκλογές και δημοψηφίσματα χωρίς εκφοβισμό και να είναι υποψήφια σε εκλογές, να ασκούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους ως αιρετοί και να εκτελούν όλες τις δημόσιες λειτουργίες σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης, διευκολύνοντας τη χρήση βοηθητικών και νέων τεχνολογιών κατά περίπτωση·

iii)

της εξασφάλισης της ελεύθερης έκφρασης της βούλησης των ατόμων με αναπηρία ως εκλογέων και, εφόσον είναι απαραίτητο, εάν το ζητήσουν, παρέχοντας συνδρομή για τον σκοπό αυτό κατά την ψηφοφορία από άτομο της δικής τους επιλογής·

β)

να προωθούν ενεργά ένα περιβάλλον στο οποίο τα άτομα με αναπηρία μπορούν να συμμετέχουν πραγματικά και πλήρως στα κοινά, χωρίς διάκριση και σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα, και να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή τους στα κοινά, η οποία περιλαμβάνει:

i)

τη συμμετοχή σε μη κυβερνητικές οργανώσεις και ενώσεις που ασχολούνται με τη δημόσια και πολιτική ζωή της χώρας και στις δραστηριότητες και τη διοίκηση των πολιτικών κομμάτων·

ii)

τη δημιουργία και συμμετοχή σε οργανώσεις ατόμων με αναπηρία για να εκπροσωπούνται σε διεθνές, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Άρθρο 30

Συμμετοχή στην πολιτιστική ζωή, σε δραστηριότητες αναψυχής και στον αθλητισμό

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία να συμμετέχουν ισότιμα στην πολιτιστική ζωή και λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι τα άτομα με αναπηρία:

α)

απολαμβάνουν πρόσβαση σε πολιτιστικό υλικό σε προσβάσιμη μορφή·

β)

απολαμβάνουν πρόσβαση σε τηλεοπτικά προγράμματα, ταινίες, θεατρικές παραστάσεις και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις σε προσβάσιμη μορφή·

γ)

απολαμβάνουν πρόσβαση σε χώρους πολιτιστικών εκδηλώσεων ή υπηρεσίες, όπως θέατρα, μουσεία, κινηματογράφοι, βιβλιοθήκες και υπηρεσίες τουρισμού και, εφόσον είναι δυνατό, σε μνημεία και σε χώρους εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να προσφέρουν στα άτομα με αναπηρία τη δυνατότητα να αναπτύσσουν και να χρησιμοποιούν τη δημιουργικότητα, το καλλιτεχνικό και πνευματικό δυναμικό τους, όχι μόνο για δικό τους όφελος, αλλά και για τη βελτίωση της κοινωνίας.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, για να εξασφαλίσουν ότι οι νόμοι περί προστασίας δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας δεν συνιστούν παράλογο εμπόδιο ή διακρισιακή μεταχείριση για την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε πολιτιστικά αγαθά.

4.   Τα άτομα με αναπηρία έχουν δικαίωμα, σε ισότιμη βάση με τα άλλα άτομα, να αναγνωρίζεται και να ενισχύεται η ειδική πολιτιστική και γλωσσική ταυτότητά τους, συμπεριλαμβανομένων των νοηματικών γλωσσών και της παιδείας των κωφών.

5.   Για να παρέχουν στα άτομα με αναπηρία τη δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής σε δραστηριότητες αναψυχής, ελεύθερου χρόνου και αθλητισμού, τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε:

α)

να ενθαρρύνουν και να προωθούν την πληρέστερη δυνατή συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία σε βασικές αθλητικές δραστηριότητες σε όλα τα επίπεδα·

β)

να εξασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν την ευκαιρία να οργανώνουν, να αναπτύσσουν και να συμμετέχουν σε ειδικές δραστηριότητες άθλησης και αναψυχής και, για τον σκοπό αυτό, να παρέχουν σε ισότιμη βάση τα κατάλληλα μέσα προπονήσεων, κατάρτισης και πόρους·

γ)

να εξασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρία έχουν πρόσβαση σε χώρους διεξαγωγής αθλημάτων και δραστηριοτήτων αναψυχής και τουρισμού·

δ)

να εγγυώνται ότι τα παιδιά με αναπηρία έχουν ίση πρόσβαση στο παιγνίδι, σε δραστηριότητες αναψυχής, ελεύθερου χρόνου και άθλησης, καθώς και σε δραστηριότητες στα πλαίσια του σχολικού συστήματος·

ε)

να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρία μπορούν να λαμβάνουν υπηρεσίες από άτομα που συμμετέχουν στην οργάνωση δραστηριοτήτων αναψυχής, τουρισμού, ελεύθερου χρόνου και αθλητισμού.

Άρθρο 31

Στατιστικές και συλλογή δεδομένων

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναλαμβάνουν τη δέσμευση να συλλέγουν τα κατάλληλα στοιχεία, περιλαμβανομένων των στατιστικών και των αποτελεσμάτων ερευνών, που τους επιτρέπουν να διαμορφώνουν και να ασκούν πολιτικές για την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης. Η διαδικασία συλλογής και διατήρησης αυτών των πληροφοριών είναι σύμφωνη:

α)

με τις πάγιες νομικές εγγυήσεις, περιλαμβανομένης της νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, έτσι ώστε να διασφαλίζονται το απόρρητο και ο σεβασμός της ιδιωτικής ζωής των ατόμων με αναπηρία·

β)

με τους διεθνώς αποδεκτούς κανόνες προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και με τους κανόνες δεοντολογίας που διέπουν τη συλλογή και χρησιμοποίηση στατιστικών.

2.   Τα στοιχεία που συλλέγονται με βάση το παρόν άρθρο αναλύονται, κατά περίπτωση, και χρησιμοποιούνται για να αξιολογείται αν τα συμβαλλόμενα κράτη τηρούν τις υποχρεώσεις τους βάσει της παρούσας σύμβασης και για να εντοπίζονται και να αίρονται τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία στην άσκηση των δικαιωμάτων τους.

3.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναλαμβάνουν την ευθύνη της διάδοσης αυτών των στατιστικών και εξασφαλίζουν την πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία και άλλων ατόμων σ’ αυτά.

Άρθρο 32

Διεθνής συνεργασία

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν τη σημασία της διεθνούς συνεργασίας και της προώθησής της για τη στήριξη των εθνικών προσπαθειών για την υλοποίηση του σκοπού και των στόχων της παρούσας σύμβασης και λαμβάνουν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα για τον σκοπό αυτό, μεταξύ τους και, κατά περίπτωση, σε συνεργασία με τις αρμόδιες διεθνείς και περιφερειακές οργανώσεις και τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, ιδίως τις οργανώσεις ατόμων με αναπηρία. Τα μέτρα αυτά έχουν ιδίως στόχο:

α)

να εξασφαλίζουν ότι η διεθνής συνεργασία, που περιλαμβάνει και τα διεθνή αναπτυξιακά προγράμματα, λαμβάνει υπόψη και είναι ανοικτή στα άτομα με αναπηρία·

β)

να διευκολύνουν και να στηρίζουν τη δημιουργία ικανοτήτων μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών, εμπειριών, προγραμμάτων κατάρτισης και βέλτιστων πρακτικών·

γ)

να διευκολύνουν τη συνεργασία στον τομέα της έρευνας και την πρόσβαση στην επιστημονική και τεχνική γνώση·

δ)

να παρέχουν, εάν χρειάζεται, τεχνική και οικονομική βοήθεια, να διευκολύνουν την απόκτηση και την από κοινού χρησιμοποίηση προσβάσιμων και βοηθητικών τεχνολογιών και τη μεταφορά τεχνολογίας.

2.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων κάθε συμβαλλόμενου κράτους να τηρεί τις υποχρεώσεις του βάσει της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 33

Εφαρμογή και παρακολούθηση σε εθνικό επίπεδο

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη, σύμφωνα με το σύστημα διακυβέρνησής τους, ορίζουν ένα ή περισσότερα σημεία επαφής για τα ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης και μεριμνούν για τη δημιουργία ή τον σχεδιασμό, στο πλαίσιο της διοίκησης, ενός συντονιστικού μηχανισμού που θα διευκολύνει συναφείς δράσεις σε διάφορους τομείς και σε διαφορετικά επίπεδα.

2.   Τα συμβαλλόμενα κράτη, σύμφωνα με τα δικαιικά και διοικητικά τους συστήματα, διατηρούν, ενισχύουν, ορίζουν ή δημιουργούν, εντός του συμβαλλόμενου κράτους, πλαίσιο που περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους ανεξάρτητους μηχανισμούς για την προώθηση, την προστασία και τον έλεγχο της εφαρμογής της παρούσας σύμβασης. Κατά τον σχεδιασμό ή τη δημιουργία αυτού του μηχανισμού, τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν υπόψη τις αρχές που διέπουν το καθεστώς και τη λειτουργία των εθνικών οργανισμών προστασίας και προώθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

3.   Οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών, και ιδίως στα άτομα με αναπηρία και οι αντιπροσωπευτικές οργανώσεις τους, συμμετέχουν πλήρως στη διαδικασία παρακολούθησης.

Άρθρο 34

Επιτροπή για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία

1.   Συστήνεται επιτροπή για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (στη συνέχεια αναφέρεται «η επιτροπή») η οποία ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα.

2.   Η επιτροπή θα αποτελείται, όταν τεθεί σε ισχύ η παρούσα σύμβαση, από δώδεκα (12) εμπειρογνώμονες. Έπειτα από εξήντα (60) πρόσθετες επικυρώσεις ή προσχωρήσεις στη σύμβαση, τα μέλη της επιτροπής θα αυξηθούν κατά έξι (6) και θα ανέλθουν σε δεκαοκτώ (18) κατ’ ανώτατο όριο.

3.   Τα μέλη της επιτροπής συμμετέχουν ως άτομα και διαθέτουν υψηλό ηθικό κύρος και αναγνωρισμένη ικανότητα και εμπειρία στον τομέα της παρούσας σύμβασης. Κατά τον ορισμό των υποψηφίων τους, τα συμβαλλόμενα κράτη καλούνται να δώσουν τη δέουσα βαρύτητα στη διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 3 της παρούσας σύμβασης.

4.   Τα μέλη της επιτροπής εκλέγονται από τα συμβαλλόμενα κράτη, τα οποία λαμβάνουν μέριμνα για την ίση γεωγραφική κατανομή, την εκπροσώπηση των διαφόρων πολιτισμών και των κύριων νομικών συστημάτων, την ισορροπημένη εκπροσώπηση των φύλων και τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων με αναπηρία.

5.   Τα μέλη της επιτροπής εκλέγονται σε συνεδριάσεις της διάσκεψης των συμβαλλόμενων κρατών με μυστική ψηφοφορία από κατάλογο υποψηφίων οι οποίοι ορίζονται από τα συμβαλλόμενα κράτη μεταξύ των υπηκόων τους. Στις συνεδριάσεις αυτές, για τις οποίες η απαρτία επιτυγχάνεται με την παρουσία των δύο τρίτων των συμβαλλόμενων κρατών, μέλη της επιτροπής εκλέγονται τα πρόσωπα που λαμβάνουν τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων και την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων των αντιπροσώπων των παρόντων και ψηφισάντων συμβαλλόμενων κρατών.

6.   Η πρώτη εκλογή θα πραγματοποιηθεί το αργότερο σε έξι μήνες από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της παρούσας σύμβασης. Τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν από την ημερομηνία κάθε εκλογής, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών αποστέλλει επιστολή στα συμβαλλόμενα κράτη καλώντας τα να υποβάλουν τις υποψηφιότητες εντός δύο μηνών. Ο γενικός γραμματέας συντάσσει στη συνέχεια κατάλογο κατ’ αλφαβητική σειρά όλων των υποψηφίων που ορίζονται με τον τρόπο αυτό, αναφέροντας το συμβαλλόμενο κράτος καταγωγής τους, και υποβάλλει τον κατάλογο στα συμβαλλόμενα κράτη.

7.   Τα μέλη της επιτροπής εκλέγονται για θητεία τεσσάρων ετών. Έχουν δικαίωμα επανεκλογής για μία ακόμη θητεία. Όμως, η θητεία των έξι από τα μέλη που θα εκλεγούν στην πρώτη εκλογή θα λήξει σε δύο έτη· αμέσως μετά την πρώτη εκλογή, τα ονόματα αυτών των έξι μελών θα επιλεγούν με κλήρωση από τον προεδρεύοντα στη συνεδρίαση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

8.   Η εκλογή των έξι συμπληρωματικών μελών της επιτροπής θα πραγματοποιηθεί κατά την τακτική εκλογή, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος άρθρου.

9.   Σε περίπτωση θανάτου ή παραίτησης ή δήλωσης μέλους της επιτροπής ότι για οιοδήποτε λόγο δεν είναι σε θέση να ασκήσει πλέον τα καθήκοντά του, το συμβαλλόμενο κράτος καταγωγής αυτού του μέλους ορίζει έναν άλλο εμπειρογνώμονα που διαθέτει τα προσόντα και ικανοποιεί τις απαιτήσεις που ορίζονται στις σχετικές διατάξεις του παρόντος άρθρου, για να υπηρετήσει την υπόλοιπη θητεία.

10.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

11.   Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών παρέχει το αναγκαίο προσωπικό και τις εγκαταστάσεις για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων της επιτροπής βάσει της παρούσας σύμβασης και συγκαλεί την πρώτη συνεδρίασή της.

12.   Με την έγκριση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, τα μέλη της επιτροπής που ορίζονται βάσει της παρούσας σύμβασης λαμβάνουν αμοιβές από τους πόρους των Ηνωμένων Εθνών υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που αποφασίζει η Γενική Συνέλευση, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας των αρμοδιοτήτων της επιτροπής.

13.   Τα μέλη της επιτροπής δικαιούνται τις διευκολύνσεις, τα προνόμια και τις ασυλίες των εμπειρογνωμόνων που συμμετέχουν σε αποστολές των Ηνωμένων Εθνών, όπως αυτά καθορίζονται στα σχετικά μέρη της σύμβασης περί των προνομίων και ασυλιών των Ηνωμένων Εθνών.

Άρθρο 35

Εκθέσεις των συμβαλλομένων κρατών

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος υποβάλλει στην επιτροπή, μέσω του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, αναλυτική έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει για να τηρήσει τις υποχρεώσεις του βάσει της παρούσας σύμβασης και σχετικά με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί προς αυτή την κατεύθυνση, εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης για το οικείο συμβαλλόμενο κράτος.

2.   Στη συνέχεια, τα συμβαλλόμενα κράτη υποβάλλουν εκθέσεις τουλάχιστον κάθε τέσσερα έτη και όποτε το ζητήσει η επιτροπή.

3.   Η επιτροπή αποφασίζει τις κατευθυντήριες γραμμές για το περιεχόμενο των εκθέσεων.

4.   Ένα συμβαλλόμενο κράτος που έχει υποβάλει αναλυτική αρχική έκθεση στην επιτροπή δεν είναι απαραίτητο να επαναλαμβάνει, στις επόμενες εκθέσεις του, πληροφορίες που έχουν ήδη παρασχεθεί. Τα συμβαλλόμενα κράτη καλούνται να συντάσσουν τις εκθέσεις τους με ανοικτή και διαφανή διαδικασία, δίνοντας τη δέουσα βαρύτητα στη διάταξη του άρθρου 4 παράγραφος 3 της παρούσας σύμβασης.

5.   Οι εκθέσεις μπορούν να αναφέρουν τους παράγοντες και τις δυσκολίες που επηρεάζουν τον βαθμό υλοποίησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση.

Άρθρο 36

Εξέταση των εκθέσεων

1.   Κάθε έκθεση εξετάζεται από την επιτροπή, η οποία διατυπώνει τις απαραίτητες προτάσεις και γενικές παρατηρήσεις για την έκθεση και τις διαβιβάζει στο οικείο συμβαλλόμενο κράτος. Το συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να απαντήσει παρέχοντας κάθε στοιχείο της επιλογής του στην επιτροπή. Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες από τα συμβαλλόμενα κράτη σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης.

2.   Εάν ένα συμβαλλόμενο κράτος καθυστερεί σημαντικά να υποβάλει έκθεση, η επιτροπή μπορεί να ειδοποιήσει το εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος ότι πρέπει να εξετάσει την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης στο εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος βάσει αξιόπιστων πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της η επιτροπή, εάν η σχετική έκθεση δεν υποβληθεί εντός τριών μηνών από την ειδοποίηση. Η επιτροπή καλεί το εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος να λάβει μέρος σ’ αυτή την εξέταση. Σε περίπτωση που το συμβαλλόμενο κράτος ανταποκριθεί υποβάλλοντας τη σχετική έκθεση, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών μεριμνά για την κοινοποίηση των εκθέσεων σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη.

4.   Τα συμβαλλόμενα κράτη μεριμνούν για την ευρεία κοινοποίηση των εκθέσεών τους στους πολίτες της χώρας τους και διευκολύνουν την πρόσβασή τους στις προτάσεις και γενικές συστάσεις σχετικά με τις εν λόγω εκθέσεις.

5.   Η επιτροπή υποβάλλει, εφόσον το θεωρεί απαραίτητο, στις ειδικευμένες οργανώσεις, ταμεία και προγράμματα των Ηνωμένων Εθνών και σε άλλους αρμόδιους φορείς εκθέσεις των συμβαλλόμενων κρατών, για την αντιμετώπιση ενός αιτήματος ή μιας ανάγκης για παροχή τεχνικής συμβουλής ή βοήθειας, παράλληλα με τις τυχόν παρατηρήσεις και συστάσεις της επιτροπής σχετικά με τις εν λόγω αιτήσεις ή δηλώσεις.

Άρθρο 37

Συνεργασία μεταξύ των συμβαλλόμενων κρατών και της επιτροπής

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος συνεργάζεται με την επιτροπή και βοηθά τα μέλη της να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους.

2.   Στις σχέσεις της με τα συμβαλλόμενα κράτη, η επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τους τρόπους και τα μέσα αναβάθμισης των ικανοτήτων των κρατών να εφαρμόσουν την παρούσα σύμβαση, περιλαμβανομένης της διεθνούς συνεργασίας.

Άρθρο 38

Σχέσεις της επιτροπής με άλλους οργανισμούς

Για την προώθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής της παρούσας σύμβασης και την ενθάρρυνση της διεθνούς συνεργασίας στον καλυπτόμενο από την παρούσα σύμβαση τομέα:

α)

Οι ειδικευμένες οργανώσεις και τα άλλα όργανα των Ηνωμένων Εθνών δύνανται να εκπροσωπούνται κατά την εξέταση της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας σύμβασης που εμπίπτουν στο πεδίο της εντολής τους. Η επιτροπή μπορεί να καλεί τις ειδικευμένες οργανώσεις και άλλα αρμόδια όργανα, εάν το κρίνει απαραίτητο, να παράσχουν συμβουλές σχετικά με την εφαρμογή της σύμβασης σε τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων τους. Η επιτροπή μπορεί να καλεί τις ειδικευμένες οργανώσεις και άλλα όργανα των Ηνωμένων Εθνών να υποβάλουν εκθέσεις για την εφαρμογή της σύμβασης σε τομείς οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο των δραστηριοτήτων τους.

β)

Η επιτροπή, κατά την εκπλήρωση της εντολής της, συμβουλεύεται, κατά περίπτωση, άλλους αρμόδιους οργανισμούς που έχουν συσταθεί βάσει διεθνών Συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με στόχο να εξασφαλιστεί η συνέπεια με τις αντίστοιχες διαδικασίες υποβολής εκθέσεων, προτάσεων και γενικών συστάσεων και για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 39

Έκθεση της επιτροπής

Η επιτροπή υποβάλλει κάθε δύο έτη στη Γενική Συνέλευση και στο Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο έκθεση για τις δραστηριότητές της και μπορεί να υποβάλει προτάσεις και γενικές συστάσεις με βάση την εξέταση των εκθέσεων και των πληροφοριών που λαμβάνει από τα συμβαλλόμενα κράτη. Οι προτάσεις αυτές και οι γενικές συστάσεις περιλαμβάνονται στην έκθεση της επιτροπής μαζί με τις παρατηρήσεις, εφόσον υπάρχουν, των συμβαλλόμενων κρατών.

Άρθρο 40

Διάσκεψη των συμβαλλόμενων κρατών

1.   Τα συμβαλλόμενα κράτη συνεδριάζουν τακτικά σε διάσκεψη των συμβαλλόμενων κρατών για να εξετάσουν κάθε ζήτημα που συνδέεται με την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης.

2.   Το αργότερο εντός έξι μηνών από την έναρξη της ισχύος της παρούσας σύμβασης, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών συγκαλεί τη διάσκεψη των συμβαλλόμενων κρατών. Οι επόμενες συνεδριάσεις συγκαλούνται από τον γενικό γραμματέα κάθε δύο έτη ή με απόφαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων κρατών.

Άρθρο 41

Θεματοφύλακας

Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών είναι ο θεματοφύλακας της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 42

Υπογραφή

Όλα τα κράτη μέλη και οι οργανισμοί περιφερειακής ολοκλήρωσης μπορούν να υπογράφουν την παρούσα σύμβαση στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη από τις 30 Μαρτίου 2007.

Άρθρο 43

Αποδοχή δέσμευσης

Η παρούσα σύμβαση υπόκειται σε κύρωση από τα κράτη που την έχουν υπογράψει και στην τυπική επιβεβαίωση από τους συμβαλλόμενους οργανισμούς περιφερειακής ολοκλήρωσης. Θα είναι ανοικτή για προσχώρηση σε κάθε κράτος ή οργανισμό περιφερειακής ολοκλήρωσης που δεν την έχει υπογράψει.

Άρθρο 44

Οργανισμοί περιφερειακής ολοκλήρωσης

1.   «Οργανισμός περιφερειακής ολοκλήρωσης» είναι οργανισμός που αποτελείται από κυρίαρχα κράτη μιας συγκεκριμένης περιοχής, στον οποίο τα κράτη μέλη έχουν μεταβιβάσει αρμοδιότητες σε θέματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση. Οι οργανισμοί αυτοί δηλώνουν στις πράξεις τυπικής επιβεβαίωσης ή προσχώρησής τους την έκταση των αρμοδιοτήτων τους σε ζητήματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση. Στη συνέχεια, ενημερώνουν τον θεματοφύλακα για κάθε σημαντική τροποποίηση της έκτασης των αρμοδιοτήτων τους.

2.   Οι αναφορές της παρούσας σύμβασης σε «συμβαλλόμενα κράτη» ισχύουν και για τους εν λόγω οργανισμούς εντός των ορίων της αρμοδιότητάς τους.

3.   Για τους σκοπούς του άρθρου 45 παράγραφος 1 και του άρθρου 47 παράγραφοι 2 και 3 της παρούσας σύμβασης, δεν προσμετράται κανένα έγγραφο που κατατίθεται από οργανισμό περιφερειακής ολοκλήρωσης.

4.   Οι οργανισμοί περιφερειακής ολοκλήρωσης μπορούν, για τα θέματα της αρμοδιότητάς τους, να ασκούν το δικαίωμα ψήφου στη διάσκεψη των συμβαλλόμενων κρατών, με αριθμό ψήφων ίσο με τον αριθμό των κρατών μελών τους τα οποία είναι συμβαλλόμενα κράτη της παρούσας σύμβασης. Οι οργανισμοί αυτοί δεν μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα ψήφου, εάν κάποιο από τα κράτη μέλη τους ασκήσει το δικαίωμα ψήφου του και αντιστρόφως.

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος

1.   Η παρούσα σύμβαση τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την κατάθεση της εικοστής πράξης κύρωσης ή προσχώρησης.

2.   Για κάθε κράτος ή οργανισμό περιφερειακής ολοκλήρωσης που κυρώνει, επιβεβαιώνει τυπικά ή προσχωρεί στην παρούσα σύμβαση μετά την κατάθεση της εν λόγω εικοστής πράξης, η σύμβαση αρχίζει να ισχύει την τριακοστή ημέρα από την κατάθεση της δικής του πράξης.

Άρθρο 46

Επιφυλάξεις

1.   Απαγορεύεται η διατύπωση επιφυλάξεων ασυμβίβαστων με το αντικείμενο και τον σκοπό της παρούσας σύμβασης.

2.   Οι επιφυλάξεις μπορούν να αρθούν ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 47

Τροποποιήσεις

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να προτείνει τροποποίηση της παρούσας σύμβασης και να την υποβάλει στον γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Ο γενικός γραμματέας κοινοποιεί κάθε προταθείσα τροποποίηση στα συμβαλλόμενα κράτη, ζητώντας να ενημερωθεί εάν επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης των συμβαλλόμενων κρατών που θα εξετάσει και θα λάβει απόφαση σχετικά με τις προταθείσες τροποποιήσεις. Εάν εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία αυτής της κοινοποίησης τουλάχιστον το ένα τρίτο των συμβαλλόμενων κρατών ταχθεί υπέρ της σύγκλησης διάσκεψης, ο γενικός γραμματέας συγκαλεί τη διάσκεψη υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Κάθε τροποποίηση που εγκρίνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφισάντων συμβαλλόμενων κρατών υποβάλλεται από τον γενικό γραμματέα στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών για έγκριση και στη συνέχεια σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη για αποδοχή.

2.   Κάθε τροποποίηση που ψηφίζεται και εγκρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα από την ημερομηνία κατά την οποία ο αριθμός των πράξεων αποδοχής που έχουν κατατεθεί είναι ίσος με τα δύο τρίτα των συμβαλλόμενων κρατών που ήταν παρόντα την ημερομηνία έγκρισης της τροποποίησης. Στη συνέχεια, η τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για κάθε συμβαλλόμενο κράτος την τριακοστή ημέρα από την κατάθεση της δικής του πράξης αποδοχής. Μια τροποποίηση είναι δεσμευτική μόνο για τα συμβαλλόμενα κράτη που την έχουν αποδεχθεί.

3.   Με ομόφωνη απόφαση της διάσκεψης των συμβαλλόμενων κρατών, μια τροποποίηση που έχει ψηφιστεί και εγκριθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και αφορά αποκλειστικά τα άρθρα 34, 38, 39 και 40, τίθεται σε ισχύ για όλα τα συμβαλλόμενα κράτη την τριακοστή ημέρα μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο αριθμός των πράξεων αποδοχής που έχουν κατατεθεί είναι ίσος με τα δύο τρίτα των συμβαλλόμενων κρατών που ήταν παρόντα την ημερομηνία έγκρισης της τροποποίησης.

Άρθρο 48

Καταγγελία

Ένα συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση με έγγραφη κοινοποίηση στον γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Η καταγγελία αρχίζει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από τον γενικό γραμματέα.

Άρθρο 49

Προσβάσιμη μορφή

Το κείμενο της παρούσας σύμβασης διατίθεται σε προσβάσιμες μορφές.

Άρθρο 50

Αυθεντικές γλώσσες του κειμένου

Τα κείμενα της παρούσας σύμβασης στην αραβική, κινεζική, αγγλική, γαλλική, ρωσική και ισπανική γλώσσα είναι εξίσου αυθεντικά.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι από τις κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την παρούσα σύμβαση.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

 

ΔΗΛΩΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ

(Δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 της σύμβασης)

Το άρθρο 44 παράγραφος 1 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (εφεξής: «η σύμβαση») προβλέπει ότι στην πράξη τυπικής επιβεβαίωσης ή προσχώρησης των οργανισμών περιφερειακής ολοκλήρωσης θα δηλώνεται η επέκταση των αρμοδιοτήτων τους αναφορικά με ζητήματα που διέπονται από τη σύμβαση.

Τα νυν μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι το Βασίλειο του Βελγίου, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Εσθονίας, η Ιρλανδία, η Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, η Κυπριακή Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Λετονίας, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Δημοκρατία της Ουγγαρίας, η Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Δημοκρατία της Πολωνίας, η Πορτογαλική Δημοκρατία, η Ρουμανία, η Δημοκρατία της Σλοβενίας, η Σλοβακική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα σημειώνει ότι για τους σκοπούς της σύμβασης, ο όρος «κράτη μέρη» ισχύει για οργανισμούς περιφερειακής ολοκλήρωσης εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους.

Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία εφαρμόζεται, όσον αφορά την αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η εν λόγω Συνθήκη και ιδίως το άρθρο 299.

Σύμφωνα με το άρθρο 299, η παρούσα δήλωση δεν εφαρμόζεται στα εδάφη των κρατών μελών στα οποία δεν εφαρμόζεται η εν λόγω Συνθήκη και δεν προδικάζει μέτρα ή θέσεις που μπορούν ενδεχομένως να υιοθετηθούν δυνάμει της σύμβασης για τα συγκεκριμένα κράτη μέλη εξ ονόματος και προς το συμφέρον αυτών των εδαφών.

Σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 της σύμβασης, η παρούσα δήλωση αναφέρει τις αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται στην Κοινότητα από τα κράτη μέλη βάσει της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στους τομείς που καλύπτονται από τη σύμβαση.

Το πεδίο και η άσκηση της κοινοτικής αρμοδιότητας υπόκεινται, από τη φύση τους, σε συνεχή εξέλιξη και η Κοινότητα θα συμπληρώσει ή θα τροποποιήσει αυτή τη δήλωση, εάν είναι απαραίτητο, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 της σύμβασης.

Σε ορισμένα ζητήματα η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα ενώ σε άλλα ζητήματα η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη έχουν συντρέχουσα. Τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια για όλα τα ζητήματα για τα οποία οι αρμοδιότητες δεν έχουν μεταφερθεί στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Εν προκειμένω:

1.

Η Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα όσον αφορά τη συμβατότητα των κρατικών ενισχύσεων με την κοινή αγορά και το κοινό δασμολόγιο.

Στην έκταση που οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου επηρεάζονται από τη διάταξη της σύμβασης, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποδεχθεί τις υποχρεώσεις αυτές όσον αφορά τη δημόσια διοίκησή της. Η Κοινότητα δηλώνει σχετικά ότι έχει τις εξουσίες να ασχολείται με τις ρυθμίσεις των προσλήψεων, των όρων υπηρεσίας, της αμοιβής, της εκπαίδευσης κ.λπ. των μη εκλεγμένων υπαλλήλων δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και των κανόνων εφαρμογής των εν λόγω κανονισμών (1).

2.

Η Κοινότητα έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη όσον αφορά τη δράση για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω αναπηρίας, την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων, τη γεωργία, τις σιδηροδρομικές, οδικές, θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, τη φορολογία, την εσωτερική αγορά, την ίση αμοιβή ανδρών και γυναικών εργαζομένων και τις στατιστικές.

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να εισέλθει στη σύμβαση αυτή όσον αφορά τα εν λόγω ζητήματα μόνο στο μέτρο που οι διατάξεις της σύμβασης ή οι νομικές πράξεις που θεσπίζονται για την εφαρμογή επηρεάζουν κοινούς κανόνες που έχουν προηγουμένως συσταθεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Όταν υφίστανται κοινοτικοί κανόνες αλλά δεν θίγονται, ειδικότερα σε περιπτώσεις κοινοτικών διατάξεων που θεσπίζουν μόνο ελάχιστες απαιτήσεις, τα κράτη μέλη έχουν αρμοδιότητα, με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας να δρα στον τομέα αυτόν. Σε διαφορετική περίπτωση η αρμοδιότητα παραμένει στο κράτος μέλος. Στο προσάρτημα επισυνάπτεται κατάλογος σχετικών πράξεων που έχουν εκδοθεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Το εύρος της αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που συνεπάγονται οι πράξεις αυτές αξιολογείται με αναφορά στις συγκεκριμένες διατάξεις εκάστου μέτρου, και ειδικότερα στον βαθμό στον οποίο οι διατάξεις αυτές θεσπίζουν κοινούς κανόνες.

3.

Οι ακόλουθες πολιτικές της ΕΚ μπορούν επίσης να αφορούν τη σύμβαση των ΗΕ: τα κράτη μέλη και η Κοινότητα εργάζονται για την ανάπτυξη συντονισμένης στρατηγικής για την απασχόληση. Η Κοινότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη παιδείας υψηλού επιπέδου, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και, εάν αυτό απαιτείται, υποστηρίζοντας και συμπληρώνοντας τη δράση τους. Η Κοινότητα εφαρμόζει πολιτική επαγγελματικής εκπαίδευσης η οποία στηρίζει και συμπληρώνει τις δράσεις των κρατών μελών. Η Κοινότητα, προκειμένου να προαχθεί η αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της, αναπτύσσει και συνεχίζει να εφαρμόζει τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής της συνοχής. Η Κοινότητα ασκεί πολιτική για τη συνεργασία για την ανάπτυξη και την οικονομική, χρηματοδοτική και τεχνική συνεργασία με τρίτες χώρες, με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών.


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων) (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1).

Προσάρτημα

ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ

Οι κατωτέρω πράξεις της Κοινότητας δείχνουν την έκταση των αρμοδιοτήτων της Κοινότητας με βάση τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Ειδικότερα, σε ορισμένα ζητήματα η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα όσον αφορά κάποια ζητήματα ενώ σε άλλα ζητήματα η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη έχουν συντρέχουσα αρμοδιότητα. Το εύρος της αρμοδιότητας της Κοινότητας που συνεπάγονται οι πράξεις αυτές αξιολογείται με αναφορά στις συγκεκριμένες διατάξεις εκάστου μέτρου, και ειδικότερα, το εύρος στο οποίο οι διατάξεις αυτές θεσπίζουν κοινούς κανόνες που επηρεάζονται από τις διατάξεις της σύμβασης.

όσον αφορά τη δυνατότητα πρόσβασης

Οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τον ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10).

Οδηγία 2001/85/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2001, περί ειδικών διατάξεων για οχήματα μεταφοράς επιβατών, άνω των οκτώ θέσεων εκτός της θέσεως του οδηγού, και περί τροποποιήσεως των οδηγιών 70/156/ΕΟΚ και 97/27/ΕΚ (ΕΕ L 42 της 13.2.2002, σ. 1).

Οδηγία 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 6) όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2004/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 114).

Οδηγία 2001/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2001, για τη διαλειτουργικότητα του συμβατικού διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 110 της 20.4.2001, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2004/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 114).

Οδηγία 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση τεχνολογικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας και την κατάργηση της οδηγίας 82/714/ΕΟΚ (ΕΕ L 389 της 30.12.2006, σ. 1).

Οδηγία 2003/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/18/ΕΚ του Συμβουλίου για τους κανόνες και τα πρότυπα ασφαλείας για τα επιβατικά πλοία (ΕΕ L 123 της 17.5.2003, σ. 18).

Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκούμενών τους και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 263 της 9.10.2007, σ. 1).

Απόφαση 2008/164/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για τα άτομα μειωμένης κινητικότητας στο διευρωπαϊκό συμβατικό σιδηροδρομικό σύστημα και στο διευρωπαϊκό σιδηροδρομικό σύστημα υψηλών ταχυτήτων (ΕΕ L 64 της 7.3.2008, σ. 72).

Οδηγία 95/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1995, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους ανελκυστήρες (ΕΕ L 213 της 7.9.1995, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2006/42/ΕΚ 2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τα μηχανοστάσια και για την τροποποίηση της οδηγίας 95/16/ΕΚ (ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 24).

Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51).

Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών (ΕΕ L 15 της 21.1.1998, σ. 14), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2002/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 97/67/ΕΚ όσον αφορά το περαιτέρω άνοιγμα των κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών στον ανταγωνισμό. (ΕΕ L 176 της 5.7.2002, σ. 21) όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2008/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 97/67/ΕΚ όσον αφορά την πλήρη υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς των κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 52 της 27.2.2008, σ. 3).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25).

Οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).

Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

Οδηγία 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 14), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2007/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για την τροποποίηση των οδηγιών 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης δημόσιων συμβάσεων (ΕΕ L 335 της 20.12.2007, σ. 31).

Οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 33), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2007/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για την τροποποίηση των οδηγιών 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης δημόσιων συμβάσεων (ΕΕ L 335 της 20.12.2007, σ. 31).

στον τομέα της ανεξάρτητης διαβίωσης και κοινωνικής ένταξης, της εργασίας και της απασχόλησης

Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/2008 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2008, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την κοινή αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης (γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία) (ΕΕ L 214 της 9.8.2008, σ. 3).

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2289/83 της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 1983, περί καθορισμού των διατάξεων εφαρμογής των άρθρων 70 έως 78 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 918/83 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (ΕΕ L 220 της 11.8.1983, σ. 15).

Οδηγία 83/181/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 14 παράγραφος 1 περίπτωση δ) της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ για την απαλλαγή από τον φόρο προστιθέμενης αξίας ορισμένων οριστικών εισαγωγών αγαθών (ΕΕ L 105 της 23.4.1983, σ. 38).

Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (ΕΕ L 204 της 26.7.2006, σ. 23).

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 918/83 του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για τη θέσπιση του κοινοτικού καθεστώτος τελωνειακών ατελειών (ΕΕ L 105 της 23.4.1983, σ. 1).

Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2009/47/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Μαΐου 2009, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά μειωμένους συντελεστές του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 116 της 9.5.2009, σ. 18).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1).

Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).

στον τομέα της ατομικής κινητικότητας

Οδηγία 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουλίου 1991, για την άδεια οδήγησης (ΕΕ L 237 της 24.8.1991, σ. 1).

Οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την άδεια οδήγησης (ΕΕ L 403 της 30.12.2006, σ. 18).

Οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου και της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 76/914/ΕΟΚ (ΕΕ L 226 της 10.9.2003, σ. 4).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46 της 17.2.2004, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα όταν ταξιδεύουν αεροπορικώς (ΕΕ L 204 της 26.7.2006, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1899/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3922/91 του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των τεχνικών κανόνων και των διοικητικών διαδικασιών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας (ΕΕ L 377 της 27.12.2006, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 8/2008 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3922/91 όσον αφορά τις κοινές απαιτήσεις και τις διοικητικές διαδικασίες που εφαρμόζονται στις εμπορικές αεροπορικές μεταφορές (ΕΕ L 10 της 12.1.2008, σ. 1).

όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες

Οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2004/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 34).

Οδηγία 2007/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, για την τροποποίηση της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 332 της 18.12.2007, σ. 27).

Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο) (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10).

Οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ και 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές) (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

όσον αφορά τις στατιστικές και συλλογή δεδομένων

Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1998, για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα (ΕΕ L 77 της 14.3.1998, σ. 3) με τους συναφείς εκτελεστικούς κανονισμούς.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1177/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (ΕΕ-SILC): Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ (ΕΕ L 165 της 3.7.2003, σ. 1) με τους συναφείς εκτελεστικούς κανονισμούς.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 458/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2007, σχετικά με το ευρωπαϊκό σύστημα ολοκληρωμένων στατιστικών κοινωνικής προστασίας (ESSPROS) (ΕΕ L 113 της 30.4.2007, σ. 3) με τους συναφείς εκτελεστικούς κανονισμούς.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1338/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 70).

στον τομέα της διεθνούς συνεργασίας

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1905/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού χρηματοδότησης της αναπτυξιακής συνεργασίας (ΕΕ L 378 της 27.12.2006, σ. 41).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1889/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την καθιέρωση χρηματοδοτικού μέσου για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως (ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 718/2007 της Επιτροπής, της 12ης Ιουνίου 2007, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (ΜΠΒ) (ΕΕ L 170 της 29.6.2007, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 27 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΗΕ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δηλώνει ότι, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο (ιδίως την οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία) τα κράτη μέλη μπορούν, όποτε το κρίνουν σκόπιμο, να διατυπώνουν χωριστές επιφυλάξεις επί του άρθρου 27 παράγραφος 1 της σύμβασης περί αναπηριών, στο μέτρο που το άρθρο 3 παράγραφος 4 της εν λόγω οδηγίας του Συμβουλίου αναγνωρίζει το δικαίωμα των κρατών μελών να εξαιρούν από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω αναπηρίας οσάκις πρόκειται για την απασχόληση στις ένοπλες δυνάμεις. Ως εκ τούτου, η Κοινότητα δηλώνει ότι συνάπτει τη σύμβαση χωρίς να θίγεται το ανωτέρω δικαίωμα το οποίο αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη δυνάμει του κοινοτικού δικαίου.


27.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 23/62


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Νοεμβρίου 2009

για τον καθορισμό των πρώτων περιφερειών στις οποίες θα αρχίσει να λειτουργεί το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 8542]

(Τα κείμενα στη βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, μαλτεζική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2010/49/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS) (1), και ιδίως το άρθρο 48 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 προβλέπει τη σταδιακή θέση σε λειτουργία του VIS. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καθορισθούν οι πρώτες περιφέρειες στις οποίες τα δεδομένα που θα υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο του VIS, περιλαμβανομένων δεδομένων φωτογραφιών και δακτυλικών αποτυπωμάτων, θα συλλέγονται και θα διαβιβάζονται στο VIS σε σχέση με το σύνολο των αιτήσεων χορήγησης θεώρησης που υποβάλλονται στην εκάστοτε περιφέρεια, κατά τα πρώτα στάδια της προοδευτικής θέσης σε εφαρμογή του συστήματος.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των εν λόγω περιφερειών είναι τα ακόλουθα: ο κίνδυνος παράνομης μετανάστευσης, οι απειλές για την εσωτερική ασφάλεια των κρατών μελών και η δυνατότητα συλλογής βιομετρικών στοιχείων από όλες τις τοποθεσίες της περιφέρειας.

(3)

Η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση των διαφόρων περιφερειών οι οποίες καθορίστηκαν το 2005 από τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών ενόψει της σταδιακής θέσης σε λειτουργία του VIS, και λαμβάνοντας επίσης υπόψη, ιδίως σε ό,τι αφορά το πρώτο κριτήριο, ορισμένες παραμέτρους, όπως ο μέσος αριθμός περιπτώσεων άρνησης χορήγησης θεώρησης και ο μέσος αριθμός περιπτώσεων άρνησης εισόδου, καθώς επίσης, σε ό,τι αφορά το τρίτο κριτήριο, το γεγονός ότι σε ορισμένες περιφέρειες η αποτελεσματική εφαρμογή του VIS σε αυτές επιβάλλει την ενίσχυση της προξενικής παρουσίας ή αντιπροσώπευσης.

(4)

Με βάση την αξιολόγηση αυτή, η πρώτη περιφέρεια στην οποία ενδείκνυται να αρχίσει η συλλογή και διαβίβαση δεδομένων σχετικά με τις θεωρήσεις στο VIS ως προς όλες τις αιτήσεις χορήγησης θεώρησης είναι η Βόρεια Αφρική.

(5)

Η δεύτερη περιφέρεια στην οποία ενδείκνυται να αρχίσει η συλλογή και διαβίβαση δεδομένων σχετικά με τις θεωρήσεις στο VIS ως προς όλες τις αιτήσεις χορήγησης θεώρησης πρέπει να είναι η Εγγύς Ανατολή, με εξαίρεση τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, και τούτο εξαιτίας των σοβαρών τεχνικών δυσχερειών που ενδέχεται να ανακύψουν κατά τον εξοπλισμό των σχετικών προξενείων και προξενικών γραφείων. Σε μεταγενέστερη φάση, είναι σκόπιμο να ληφθεί απόφαση σχετικά με την έναρξη λειτουργίας του VIS και στα συγκεκριμένα εδάφη.

(6)

Η τρίτη περιφέρεια στην οποία ενδείκνυται να αρχίσει η συλλογή και διαβίβαση δεδομένων σχετικά με τις θεωρήσεις στο VIS ως προς όλες τις αιτήσεις χορήγησης θεώρησης είναι η περιοχή του Περσικού Κόλπου.

(7)

Προκειμένου να αποφευχθεί οποιοδήποτε χάσμα μεταξύ της καταπολέμησης της λαθρομετανάστευσης και της προστασίας της εσωτερικής ασφάλειας, τα σημεία διέλευσης των συνόρων Σένγκεν είναι σκόπιμο να αναγορευθούν σε χωριστή περιφέρεια για τους σκοπούς της σταδιακής θέσης σε λειτουργία του συστήματος, ούτως ώστε να καλύπτονται οι αιτήσεις χορήγησης θεώρησης που υποβάλλονται στα εξωτερικά σύνορα. Τα κράτη μέλη είναι σκόπιμο να καταβάλουν προσπάθεια ώστε να αρχίσουν να συλλέγουν και να διαβιβάζουν τα δεδομένα στο VIS στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων το ενωρίτερο δυνατό, προκειμένου να αποτραπεί η καταστρατήγηση της σταδιακής θέσης σε λειτουργία του συστήματος στις οικείες περιφέρειες από υπηκόους τρίτων χωρών που κατοικούν στις εν λόγω περιφέρειες, με την υποβολή από αυτούς αιτήσεων στα εξωτερικά σύνορα.

(8)

Η ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας του συστήματος σε καθεμιά από τις εν λόγω περιφέρειες πρόκειται να καθορισθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 48 παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

(9)

Για τον καθορισμό επιπλέον περιφερειών, είναι σκόπιμο να εκδοθούν αποφάσεις σε μεταγενέστερο στάδιο επί τη βάσει νέας και στηριζόμενης σε επικαιροποιημένα στοιχεία αξιολόγησης των εν λόγω άλλων περιφερειών και με γνώμονα τόσο τα σχετικά κριτήρια όσο και την πείρα που θα έχει αποκτηθεί από την εφαρμογή του συστήματος στις πρώτες περιφέρειες, οι οποίες καθορίζονται στην παρούσα απόφαση.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετείχε στη θέσπιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Παρ’ όλα αυτά, δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο του Σένγκεν δυνάμει των διατάξεων του τίτλου IV του τρίτου μέρους της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 5 του εν λόγω πρωτοκόλλου, γνωστοποίησε με επιστολή της 13ης Οκτωβρίου 2008 τη μεταφορά του εν λόγω κεκτημένου στο εθνικό της δίκαιο. Συνεπώς, η Δανία οφείλει βάσει του διεθνούς δικαίου να εφαρμόζει την παρούσα απόφαση.

(11)

Η παρούσα απόφαση συνιστά περαιτέρω ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου 2000/365/ΕΚ, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν (2). Ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν δεσμεύεται από την παρούσα απόφαση ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Η παρούσα απόφαση δεν πρέπει ως εκ τούτου να απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

(12)

Η παρούσα απόφαση συνιστά περαιτέρω ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (3). Ως εκ τούτου, η Ιρλανδία δεν δεσμεύεται από την παρούσα απόφαση ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Η παρούσα απόφαση δεν πρέπει ως εκ τούτου να απευθύνεται στην Ιρλανδία.

(13)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα απόφαση αποτελεί περαιτέρω ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που συνάφθηκε από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (4), που υπάγεται στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1, σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999 (5), σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας αυτής.

(14)

Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα απόφαση αποτελεί περαιτέρω ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που συνήφθη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (6), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1, σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου σε συνδυασμό με το άρθρο 3 των αποφάσεων 2008/146/ΕΚ (7) και 2008/149/ΔΕΥ (8) του Συμβουλίου.

(15)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, η παρούσα απόφαση αποτελεί περαιτέρω ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια του πρωτοκόλλου που υπογράφηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για τη σύνδεση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν προς τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, που εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 των αποφάσεων του Συμβουλίου 2008/261/ΕΚ (9) και 2008/262/ΕΚ (10).

(16)

Όσον αφορά την Κύπρο, η παρούσα απόφαση συνιστά πράξη που αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο του Σένγκεν ή συνδέεται άλλως με αυτό υπό την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003.

(17)

Όσον αφορά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, η παρούσα απόφαση συνιστά πράξη που αναπτύσσει περαιτέρω το κεκτημένο του Σένγκεν ή συνδέεται άλλως με αυτό υπό την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2005.

(18)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (11),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι περιφέρειες στις οποίες αποφασίζεται να αρχίσει η συλλογή και διαβίβαση δεδομένων στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) κατ’ εφαρμογή του άρθρου 48 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 είναι οι ακόλουθες:

Πρώτη περιφέρεια:

Αλγερία,

Αίγυπτος,

Λιβύη,

Μαυριτανία,

Μαρόκο,

Τυνησία.

Δεύτερη περιφέρεια:

Ισραήλ,

Ιορδανία,

Λίβανος,

Συρία.

Τρίτη περιφέρεια:

Αφγανιστάν,

Μπαχρέιν,

Ιράν,

Ιράκ,

Κουβέιτ,

Ομάν,

Κατάρ,

Σαουδική Αραβία,

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα,

Υεμένη.

Άρθρο 2

Τα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (12), αποτελούν χωριστή περιφέρεια. Σε σχέση με τις αιτήσεις χορήγησης θεώρησης που υποβάλλονται στα εξωτερικά σύνορα, η έναρξη της συλλογής και διαβίβασης δεδομένων στο VIS θα γίνει σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου, τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, την Τσεχική Δημοκρατία, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία, την Ιταλική Δημοκρατία, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λετονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, τη Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία, τη Ρουμανία, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, τη Σλοβακική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας και το Βασίλειο της Σουηδίας.

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60.

(2)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(3)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(4)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(5)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(6)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(7)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 50.

(9)  ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 3.

(10)  ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 5.

(11)  ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4.

(12)  ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 1.