ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

52ό έτος
31 Μαρτίου 2009


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (Κωδικοποιημένη έκδοση)

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2009 της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

18

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 262/2009 της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 2009, για καθορισμό απαιτήσεων για τη συντονισμένη εκχώρηση και χρήση κωδικών ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S στον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό ( 1 )

20

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Συμβούλιο

 

 

2009/302/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008, για την υπογραφή και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών

33

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών

34

 

 

Συνδιάσκεψη των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών

 

 

2009/303/ΕΚ, Ευρατόμ

 

*

Απόφαση των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, της 25ης Μαρτίου 2009, για το διορισμό δύο δικαστών στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

43

 

 

Επιτροπή

 

 

2009/304/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 2009, για το διορισμό δώδεκα μελών της ευρωπαϊκής στατιστικής συμβουλευτικής επιτροπής ( 1 )

44

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 260/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2009

για το κοινό καθεστώς εισαγωγών

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133,

τις πράξεις για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών και τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα που θεσπίστηκαν δυνάμει του άρθρου 308 της συνθήκης, και ιδίως τις διατάξεις αυτών οι οποίες επιτρέπουν παρέκκλιση από τη γενική αρχή ότι κάθε ποσοτικός περιορισμός ή μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος μπορεί να αντικατασταθεί μόνον από τα μέτρα που προβλέπονται από τις πράξεις αυτές,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3285/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 518/94 (1), έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί κατά τρόπο ουσιαστικό (2). Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κοινή εμπορική πολιτική θα πρέπει να βασίζεται σε ομοιόμορφες αρχές.

(3)

Η Κοινότητα συνήψε τη συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (εφεξής «ΠΟΕ»). Το παράρτημα ΙΑ αυτής της συμφωνίας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη διεθνή συμφωνία δασμών και εμπορίου του 1994 (ΓΣΔΕ του 1994) και συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης.

(4)

Η συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης διευκρινίζει και ενισχύει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ΓΣΔΕ 1994, ιδίως από το άρθρο XIX. Η συμφωνία επιβάλλει την κατάργηση των μέτρων διασφάλισης που δεν υπόκεινται στους εν λόγω κανόνες, όπως τα μέτρα αυτοπεριορισμού των εξαγωγών, διευθέτησης εμπορίου ή κάθε άλλο εξαγωγικό ή εισαγωγικό μέτρο.

(5)

Η συμφωνία για τα μέτρα διασφάλισης καλύπτει και τα προϊόντα άνθρακα και χάλυβα. Κατά συνέπεια, οι κοινοί κανόνες για εισαγωγές και ιδίως τα μέτρα διασφάλισης εφαρμόζονται στα προϊόντα αυτά, ανεξαρτήτως τυχόν μέτρων εφαρμογής μίας συμφωνίας καλύπτουσας ειδικά τα προϊόντα άνθρακα και χάλυβα.

(6)

Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που υπάγονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 1994, περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διμερείς διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής (3), υπόκεινται σε ειδική μεταχείριση σε κοινοτικό και σε διεθνές επίπεδο. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αποκλεισθούν τελείως από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(7)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιονδήποτε κίνδυνο δημιουργείται από την εξέλιξη των εισαγωγών λόγω του οποίου ενδέχεται να απαιτείται κοινοτική επιτήρηση ή εφαρμογή μέτρων διασφάλισης.

(8)

Σε τέτοια περίπτωση, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει τις προϋποθέσεις και τον τρόπο πραγματοποίησης των εισαγωγών και την εξέλιξή τους, καθώς και τις διάφορες πτυχές της οικονομικής και εμπορικής κατάστασης και τα ενδεχόμενα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

(9)

Στην περίπτωση εφαρμογής κοινοτικής επιτήρησης εκ των προτέρων, η ελεύθερη κυκλοφορία των συγκεκριμένων προϊόντων θα πρέπει να εξαρτάται από την προσκόμιση εγγράφου επιτήρησης, το οποίο να ανταποκρίνεται σε ενιαία κριτήρια. Το έγγραφο αυτό, μετά από απλή αίτηση του εισαγωγέα, θα πρέπει να εκδίδεται από τις αρχές των κρατών μελών, εντός ορισμένης προθεσμίας, χωρίς όμως ο εισαγωγέας δι’ αυτού να αποκτά δικαίωμα εισαγωγής. Συνεπώς, το έγγραφο αυτό θα πρέπει να ισχύει μόνον για όσο χρονικό διάστημα το καθεστώς εισαγωγής παραμένει αμετάβλητο.

(10)

Είναι σκόπιμο να εξασφαλίζεται η μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής πληρέστερη δυνατή ανταλλαγή των πληροφοριών που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο της κοινοτικής επιτήρησης.

(11)

Εναπόκειται στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο να λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα διασφάλισης για τα συμφέροντα της Κοινότητας. Τα συμφέροντα αυτά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους συμπεριλαμβανομένου, ιδίως, του συμφέροντος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των χρηστών και των καταναλωτών.

(12)

Τα μέτρα διασφάλισης έναντι των χωρών μελών του ΠΟΕ μπορεί να προβλέπονται μόνον όταν το συγκεκριμένο προϊόν εισάγεται στην Κοινότητα σε τόσο αυξημένες ποσότητες και υπό τέτοιους όρους ή συνθήκες που προκαλούν ή απειλούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, εκτός αν οι διεθνείς υποχρεώσεις επιτρέπουν παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό.

(13)

Απαιτείται να διευκρινιστούν οι έννοιες της «σοβαρής ζημίας», του «κινδύνου πρόκλησης σοβαρής ζημίας» και του «κοινοτικού κλάδου παραγωγής» καθώς και ακριβή κριτήρια για τον καθορισμό της ζημίας.

(14)

Θα πρέπει να διεξάγεται έρευνα πριν από την εφαρμογή κάθε μέτρου διασφάλισης με την επιφύλαξη του δικαιώματος της Επιτροπής να λαμβάνει σε επείγουσες περιπτώσεις προσωρινά μέτρα.

(15)

Είναι σκόπιμο να προβλεφθούν λεπτομερείς διατάξεις για την έναρξη των ερευνών, τους απαιτούμενους ελέγχους και επαληθεύσεις, την πρόσβαση των χωρών εξαγωγής και των ενδιαφερομένων μερών στις λαμβανόμενες πληροφορίες, για την ακρόαση των εμπλεκομένων μερών καθώς και την παροχή σ’ αυτά της δυνατότητας να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(16)

Οι διατάξεις για τις έρευνες που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό δεν θίγουν τους κοινοτικούς ή εθνικούς κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου.

(17)

Είναι επίσης ανάγκη να ορισθούν προθεσμίες για την έναρξη των ερευνών και τον προσδιορισμό του κατά πόσον είναι ή δεν είναι ενδεδειγμένα τα μέτρα, προκειμένου να εξασφαλισθεί ταχεία αξιολόγηση αυτού του προσδιορισμού, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς.

(18)

Όταν τα μέτρα διασφάλισης λαμβάνουν τη μορφή ποσόστωσης, το επίπεδο αυτής δεν μπορεί καταρχήν να είναι κατώτερο από τον μέσο όρο των εισαγωγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αντιπροσωπευτικής περιόδου τουλάχιστον τριών ετών.

(19)

Αν η ποσόστωση κατανέμεται μεταξύ των προμηθευτριών χωρών, το μερίδιο καθεμιάς από τις χώρες αυτές θα μπορεί να καθοριστεί με κοινή συμφωνία με τις χώρες αυτές ή να προσδιοριστεί με συνεκτίμηση των εισαγωγών αντιπροσωπευτικής περιόδου. Ωστόσο, σε περίπτωση δυσανάλογης αύξησης των εισαγωγών και σοβαρής ζημίας θα είναι δυνατό να σημειωθεί παρέκκλιση από τους κανόνες αυτούς με τήρηση της υποχρέωσης διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της επιτροπής για τα μέτρα διασφάλισης του ΠΟΕ.

(20)

Είναι ανάγκη να οριστεί η μέγιστη περίοδος εφαρμογής των μέτρων διασφάλισης και η πρόβλεψη των ειδικών διατάξεων για την παράταση αυτών των μέτρων, την προοδευτική τους απελευθέρωση και την επανεξέτασή τους.

(21)

Είναι ανάγκη να καθοριστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες δεν επιτρέπεται η εφαρμογή των μέτρων διασφάλισης για προϊόν καταγωγής αναπτυσσόμενης χώρας μέλους του ΠΟΕ.

(22)

Δύναται να αποδειχθεί ότι μέτρα επιτήρησης ή διασφάλισης, τα οποία περιορίζονται σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας, είναι καταλληλότερα από μέτρα που εφαρμόζονται στο σύνολο της Κοινότητας. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον κατ’ εξαίρεση, και όταν δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα αυτά θα είναι προσωρινά και θα διαταράσσουν το λιγότερο δυνατό τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(23)

Για την ενοποίηση των καθεστώτων εισαγωγής, θα πρέπει να απλουστευθούν και να εξομοιωθούν οι διατυπώσεις τις οποίες υποχρεούνται να διεκπεραιώνουν οι εισαγωγείς, ανεξάρτητα από τον τόπο εκτελωνισμού των εμπορευμάτων. Για το σκοπό αυτό, είναι επιθυμητό να προβλεφθεί ότι οι τυχόν διατυπώσεις θα διεξάγονται με τη βοήθεια εντύπων, συμφώνων προς το υπόδειγμα που προσαρτάται στον παρόντα κανονισμό.

(24)

Τα έγγραφα επιτήρησης που εκδίδονται στο πλαίσιο των μέτρων κοινοτικής επιτήρησης επιβάλλεται να ισχύουν σε ολόκληρη την Κοινότητα, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος έκδοσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Γενικές αρχές

Άρθρο 1

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών, πλην:

α)

των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, που υπόκεινται σε ειδικούς κανόνες εισαγωγής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94·

β)

των προϊόντων καταγωγής ορισμένων τρίτων χωρών που απαριθμούνται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 519/94 του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 1994, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (4).

2.   Η εισαγωγή στην Κοινότητα των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ελεύθερη και δεν υπόκειται σε κανένα ποσοτικό περιορισμό, με την επιφύλαξη των μέτρων διασφάλισης που μπορεί να ληφθούν βάσει του κεφαλαίου V.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Κοινοτική διαδικασία ενημέρωσης και διαβουλεύσεων

Άρθρο 2

Εάν, λόγω της εξέλιξης των εισαγωγών, καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή μέτρων επιτήρησης ή διασφάλισης, τα κράτη μέλη ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, που καθορίζονται βάσει των κριτηρίων του άρθρου 10. Η Επιτροπή διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, τις πληροφορίες αυτές σε όλα τα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

1.   Η διεξαγωγή διαβουλεύσεων είναι δυνατή, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους είτε με πρωτοβουλία της Επιτροπής.

2.   Οι διαβουλεύσεις λαμβάνουν χώρα εντός οκτώ εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή, από την Επιτροπή, των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 2 και, οπωσδήποτε, πριν από τη θέσπιση οποιουδήποτε κοινοτικού μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης.

Άρθρο 4

1.   Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμβουλευτικής επιτροπής, που στο εξής καλείται «επιτροπή», η οποία αποτελείται από αντιπροσώπους κάθε κράτους μέλους και προεδρεύεται από τον αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

2.   Η επιτροπή συνέρχεται πρωτοβουλία του προέδρου της. O πρόεδρος διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το συντομότερο δυνατόν, κάθε χρήσιμο πληροφοριακό στοιχείο.

3.   Οι διαβουλεύσεις αφορούν ιδίως:

α)

τους όρους, τις συνθήκες και την εξέλιξη των εισαγωγών, καθώς και τις διάφορες πλευρές της οικονομικής και εμπορικής κατάστασης για το σχετικό προϊόν·

β)

τα τυχόν μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

4.   Σε περίπτωση ανάγκης, οι διαβουλεύσεις είναι δυνατό να διεξάγονται εγγράφως. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη, τα οποία δύνανται να διατυπώνουν τη γνώμη τους ή να ζητούν προφορικές διαβουλεύσεις, εντός προθεσμίας πέντε έως οκτώ εργάσιμων ημερών, την οποία καθορίζει η Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Κοινοτική διαδικασία έρευνας

Άρθρο 5

1.   Κάθε κοινοτική διαδικασία έρευνας διεξάγεται πριν από την εφαρμογή των μέτρων διασφάλισης, με την επιφύλαξη του άρθρου 8.

2.   Η έρευνα αποσκοπεί στον καθορισμό, βάσει των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 10, του αν οι εισαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος προκαλούν ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στον σχετικό κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

3.   Με τον όρο:

α)

«σοβαρή ζημία» νοείται κάθε γενική επιδείνωση της θέσης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής·

β)

«κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας» νοείται κάθε σοβαρή ζημία η οποία είναι επικείμενη πέραν αμφιβολίας·

γ)

«κοινοτικός κλάδος παραγωγής» νοείται το σύνολο των παραγωγών που παράγουν ομοειδή ή ευθέως ανταγωνιστικά προϊόντα και οι οποίοι δραστηριοποιούνται στο έδαφος της Κοινότητας ή των παραγωγών, των οποίων η αθροιζόμενη παραγωγή ομοειδών ή ευθέως ανταγωνιστικών προϊόντων αντιπροσωπεύει μεγάλο ποσοστό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής των εν λόγω προϊόντων.

Άρθρο 6

1.   Όταν, κατόπιν των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ώστε να δικαιολογείται έρευνα αρχίζει έρευνα εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανακοίνωση αυτή:

α)

περιέχει σύνοψη των παραληφθεισών πληροφοριών και ορίζει ότι κάθε χρήσιμη πληροφορία πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή·

β)

καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να γνωστοποιούν εγγράφως τις απόψεις τους και να κοινοποιούν πληροφορίες, εφόσον οι απόψεις και οι πληροφορίες αυτές πρόκειται να ληφθούν υπόψη για την έρευνα·

γ)

ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Η Επιτροπή αρχίζει την έρευνα, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

2.   Η Επιτροπή ζητεί κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, εφόσον το θεωρεί σκόπιμο, μετά από διαβουλεύσεις με την επιτροπή, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τους εμπορικούς συνδέσμους και οργανισμούς.

Στο έργο της αυτό, η Επιτροπή επικουρείται από υπαλλήλους των κρατών μελών, στο έδαφος των οποίων διενεργούνται οι επαληθεύσεις αυτές, εφόσον το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εκφράσει σχετική επιθυμία.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της και σύμφωνα με τις διαδικασίες που η ίδια ορίζει, τις πληροφορίες που διαθέτουν για την εξέλιξη της αγοράς του προϊόντος το οποίο αφορά η έρευνα.

4.   Τα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία γνωστοποίησαν με γραπτή αίτηση τις απόψεις τους σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, καθώς και οι αντιπρόσωποι της εξάγουσας χώρας, έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν όλες τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί στην Επιτροπή στα πλαίσια της έρευνας, εκτός από τα εσωτερικά έγγραφα τα οποία συντάσσουν οι αρχές της Κοινότητας ή των κρατών μελών της, υπό τον όρο ότι οι πληροφορίες αυτές που έχουν σχέση με την υποβολή της υπό εξέταση περίπτωσης δεν είναι εμπιστευτικές κατά την έννοια του άρθρου 9 και ότι χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή για την έρευνα.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη που έχουν εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουν στην Επιτροπή τις παρατηρήσεις τους για τις εν λόγω πληροφορίες. Οι παρατηρήσεις αυτές είναι δυνατόν να ληφθούν υπόψη εφόσον στηρίζονται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί τους ενδιαφερόμενους σε ακρόαση. Η Επιτροπή υποχρεούται να τους δεχθεί σε ακρόαση εφόσον οι ενδιαφερόμενοι το ζητήσουν εγγράφως εντός της προθεσμίας που ορίζεται με την ανακοίνωση η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποδεικνύοντας ότι είναι πιθανόν, πράγματι, να θιγούν από την έκβαση την έρευνας και ότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι για να αναπτύξουν προφορικά τις απόψεις τους.

6.   Όταν οι ζητούμενες πληροφορίες δεν παρέχονται στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζει ο παρών κανονισμός ή η Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ή όταν παρεμποδίζεται σημαντικά η έρευνα, είναι δυνατόν να συνάγονται συμπεράσματα βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι ο ενδιαφερόμενος ή τρίτος έχει παράσχει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, αγνοεί τις πληροφορίες αυτές και μπορεί να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα στοιχεία.

7.   Όταν, μετά τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της, εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 7

1.   Στο τέλος της έρευνας, η επιτροπή υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση αποτελεσμάτων.

2.   Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν είναι αναγκαίο οποιοδήποτε μέτρο κοινοτικής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται εντός ενός μηνός, μετά από σχετική διαβούλευση με την επιτροπή.

Η απόφαση για την περάτωση της έρευνας, στην οποία περιλαμβάνονται τα ουσιαστικά συμπεράσματα της έρευνας και περίληψη των λόγων που οδήγησαν σ’ αυτά, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Εφόσον η Επιτροπή κρίνει αναγκαία τη λήψη μέτρων κοινοτικής επιτήρησης ή διασφάλισης, λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, όχι αργότερα από εννέα μήνες από την έναρξη της έρευνας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για δύο επιπλέον μήνες το πολύ. Η Επιτροπή δημοσιεύει τότε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια ανακοίνωση, στην οποία περιλαμβάνονται η διάρκεια της παράτασης και περίληψη των λόγων που οδήγησαν σ’ αυτήν.

Άρθρο 8

1.   Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν εμποδίζουν τη λήψη, ανά πάσα στιγμή, μέτρων επιτήρησης σύμφωνα με τα άρθρα 11 έως 15 ή προσωρινών μέτρων διασφάλισης σύμφωνα με τα άρθρα 16, 17 και 18.

Τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης λαμβάνονται:

α)

όταν κρίσιμες συνθήκες, υπό τις οποίες κάθε καθυστέρηση θα δημιουργούσε δυσχερώς επανορθώσιμη ζημία, καθιστούν αναγκαία την άμεση λήψη μέτρου· και

β)

όταν καταρχάς διαπιστώνεται ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία αύξηση των εισαγωγών έχει προκαλέσει ή υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσει σοβαρή ζημία.

Η διάρκεια ισχύος τέτοιων μέτρων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 200 ημέρες.

2.   Τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης είναι σκόπιμο να λαμβάνουν τη μορφή αύξησης των δασμών σε σχέση με το ισχύον ύψος τους (ανεξάρτητα από το αν αυτό είναι μεγαλύτερο ή ίσο με το μηδέν) αν τέτοια μέτρα είναι δυνατό να εμποδίσουν ή να επανορθώσουν τη σοβαρή ζημία.

3.   Η Επιτροπή προβαίνει αμέσως στη δέουσα έρευνα.

4.   Αν αποδειχθεί ότι τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης καταργούνται λόγω μη ύπαρξης σοβαρής ζημίας ή κινδύνου σοβαρής ζημίας, οι δασμοί που έχουν εισπραχθεί κατ’ εφαρμογή των εν λόγω μέτρων επιστρέφονται αυτεπαγγέλτως το ταχύτερο. Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 235 και επόμενα του κανονισμού (EOK) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (5).

Άρθρο 9

1.   Οι λαμβανόμενες κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πληροφορίες δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς εκτός από εκείνους για τους οποίους ζητήθηκαν.

2.   Το Συμβούλιο, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να κοινολογούν, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρείχε, εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες παρασχέθηκαν εμπιστευτικά.

3.   Κάθε αίτηση για εμπιστευτική μεταχείριση αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η πληροφορία είναι εμπιστευτική.

Ωστόσο, αν η αίτηση εμπιστευτικής μεταχείρισης κρίνεται αδικαιολόγητη και αν το πρόσωπο που έδωσε την πληροφορία δεν επιθυμεί να την κοινολογήσει ή να εξουσιοδοτήσει τρίτον να την κοινολογήσει σε γενικές γραμμές ή υπό συνοπτική μορφή, η εν λόγω πληροφορία μπορεί να αγνοηθεί.

4.   Μια πληροφορία θεωρείται πάντοτε εμπιστευτική, αν η κοινολόγησή της μπορεί να έχει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις για το πρόσωπο που την έδωσε ή για την πηγή από την οποία προέρχεται.

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν εμποδίζουν τις αρχές της Κοινότητας να αναφέρονται σε γενικές πληροφορίες, και ιδίως στους λόγους στους οποίους βασίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, οι αρχές αυτές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το έννομο συμφέρον των ενδιαφερομένων νομικών και φυσικών προσώπων για την μη αποκάλυψη των επιχειρηματικών τους μυστικών.

Άρθρο 10

1.   Η εξέταση της εξέλιξης στις εισαγωγές, των όρων υπό τους οποίους πραγματοποιούνται, καθώς και της σοβαρής ζημίας ή του κινδύνου σοβαρής ζημίας που προκύπτει από τις εισαγωγές αυτές για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, καλύπτει ιδίως τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

τον όγκο των εισαγωγών, ιδίως όταν έχει αυξηθεί σημαντικά είτε σε απόλυτες τιμές είτε σε σχέση με την παραγωγή ή την κατανάλωση εντός της Κοινότητας·

β)

τις τιμές εισαγωγής, ιδίως όταν διαπιστώνεται σημαντική υποτιμολόγηση σε σχέση με την τιμή ομοειδούς προϊόντος εντός της Κοινότητας·

γ)

τις προκύπτουσες επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής παρόμοιων ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, όπως αυτές εμφαίνονται από την εξέλιξη ορισμένων οικονομικών παραγόντων όπως:

παραγωγή,

χρησιμοποίηση δυναμικού,

αποθέματα,

πωλήσεις,

μερίδιο της αγοράς,

τιμές (δηλαδή συμπίεση τιμών ή παρεμπόδιση ανόδου τιμών που θα διαμορφώνονταν υπό κανονικές συνθήκες),

κέρδη,

απόδοση επενδεδυμένων κεφαλαίων,

ρευστότητα,

απασχόληση·

δ)

παράγοντες άλλους από την εξέλιξη των εισαγωγών που προκαλούν ή είναι δυνατό να προκαλέσουν ζημία στον ενδιαφερόμενο κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

2.   Όταν προβάλλεται θέμα απειλής πρόκλησης ζημίας, η Επιτροπή εξετάζει επίσης αν μπορεί να προβλεφθεί με βεβαιότητα ότι μια συγκεκριμένη κατάσταση είναι ικανή να εξελιχθεί σε πραγματική ζημία.

Για τον σκοπό αυτό, είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες, όπως:

α)

ο βαθμός αύξησης των εξαγωγών προς την Κοινότητα·

β)

το δυναμικό εξαγωγής της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, το οποίο υφίσταται ή θα υπάρξει στο προβλέψιμο μέλλον, και η πιθανότητα διοχέτευσης των εξαγωγών από αυτό το δυναμικό προς την Κοινότητα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Μέτρα επιτήρησης

Άρθρο 11

1.   Όταν η εξέλιξη των εισαγωγών ενός προϊόντος καταγωγής μιας από τις τρίτες χώρες που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό υπάρχει κίνδυνος να επιφέρει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και όταν τα συμφέροντα της Κοινότητας το απαιτούν, η εισαγωγή του εν λόγω προϊόντος δύναται να υποβληθεί, ανάλογα με την περίπτωση, σε:

α)

εκ των υστέρων κοινοτική επιτήρηση σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στην απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2· ή

β)

εκ των προτέρων κοινοτική επιτήρηση σύμφωνα με το άρθρο 12.

2.   Η απόφαση για την επιβολή επιτήρησης λαμβάνεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο και παράγραφος 7.

3.   Η διάρκεια ισχύος των μέτρων επιτήρησης είναι περιορισμένη. Πλην αντιθέτων διατάξεων, η ισχύς τους εκπνέει στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου που ακολουθεί το εξάμηνο κατά το οποίο θεσπίστηκαν.

Άρθρο 12

1.   Τα προϊόντα που υπόκεινται σε κοινοτική επιτήρηση εκ των προτέρων τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία εφόσον προσκομισθεί έγγραφο επιτήρησης. Το έγγραφο αυτό εκδίδεται ατελώς από την αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη, για όλες τις ζητούμενες ποσότητες, εντός προθεσμίας πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, από την αρμόδια εθνική αρχή, αίτησης οιουδήποτε κοινοτικού εισαγωγέα, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής του στην Κοινότητα. Θεωρείται ότι η αίτηση αυτή παρελήφθη από την αρμόδια εθνική αρχή όχι αργότερα από τρεις εργάσιμες ημέρες από την υποβολή της, εκτός αντιθέτου αποδείξεως.

2.   Για το έγγραφο επιτήρησης, χρησιμοποιείται έντυπο που αντιστοιχεί στο υπόδειγμα του παραρτήματος Ι.

Στην αίτηση εγγράφου επιτήρησης του εισαγωγέα περιλαμβάνονται, εφόσον η απόφαση θέσης υπό επιτήρηση δεν ορίζει άλλως, μόνον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το ονοματεπώνυμο και η πλήρης διεύθυνση του αιτούντος (συμπεριλαμβανομένων των αριθμών τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας και, εφόσον υπάρχει, του αριθμού μητρώου στο πλαίσιο της αρμόδιας εθνικής αρχής) και ο αριθμός μητρώου ΦΠΑ, εφόσον ο αιτών υπόκειται σε ΦΠΑ·

β)

εάν συντρέχει περίπτωση, το ονοματεπώνυμο και η πλήρης διεύθυνση του διασαφιστή ή του τυχόν αντιπροσώπου του αιτούντος (συμπεριλαμβανομένων των αριθμών τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας)·

γ)

η περιγραφή των εμπορευμάτων, με αναφορά:

της εμπορικής τους ονομασίας,

του κωδικού της συνδυασμένης ονοματολογίας στον οποίο υπάγονται,

της καταγωγής και της προέλευσής τους·

δ)

οι δηλωθείσες ποσότητες, σε χιλιόγραμμα, και, ενδεχομένως, σε οποιαδήποτε άλλη συμπληρωματική σχετική μονάδα (ζεύγη, τεμάχια, κ.λπ.)·

ε)

η αξία cif των εμπορευμάτων στα κοινοτικά σύνορα, σε ευρώ·

στ)

η ακόλουθη δήλωση, με ημερομηνία και υπογραφή του αιτούντος και αναγραφή του ονοματεπωνύμου του με κεφαλαία γράμματα:

«Ο υπογράφων βεβαιώνω ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρούσα αίτηση είναι ακριβείς και παρέχονται καλή τη πίστει, είμαι δε εγκατεστημένος στην Κοινότητα.»

3.   Το έγγραφο επιτήρησης ισχύει σε όλη την Κοινότητα ανεξαρτήτως του κράτους μέλους που το εκδίδει.

4.   Η διαπίστωση ότι η τιμή μονάδας με την οποία πραγματοποιείται η συναλλαγή υπερβαίνει κατά λιγότερο από 5 % την τιμή η οποία αναγράφεται στο έγγραφο επιτήρησης ή ότι η συνολική αξία ή ποσότητα των προϊόντων που προσκομίζονται προς εισαγωγή υπερβαίνει κατά λιγότερο από 5 % την αξία ή ποσότητα που αναγράφεται στο έγγραφο επιτήρησης, δεν εμποδίζει τη θέση του συγκεκριμένου προϊόντος σε ελεύθερη κυκλοφορία. Η Επιτροπή, αφού ακούσει τις γνώμες που διατυπώνονται στο πλαίσιο της επιτροπής και αφού λάβει υπόψη της τη φύση των προϊόντων και τις άλλες ιδιομορφίες των συναλλαγών αυτών, μπορεί να ορίζει διαφορετικό ποσοστό, το οποίο πάντως δεν θα υπερβαίνει, κατά κανόνα, το 10 %.

5.   Το έγγραφο επιτήρησης μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον το καθεστώς ελευθέρωσης των εισαγωγών εξακολουθεί να ισχύει για τις συναλλαγές αυτές. Το εν λόγω έγγραφο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί μετά τη λήξη της περιόδου που καθορίζεται συγχρόνως και κατά την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για να επιβληθεί η επιτήρηση, λαμβανομένων υπόψη της φύσης των προϊόντων και των άλλων ιδιομορφιών των συναλλαγών.

6.   Όταν προβλέπεται από την απόφαση που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 11, η καταγωγή των υπό κοινοτική επιτήρηση προϊόντων πρέπει να αποδεικνύεται με πιστοποιητικό καταγωγής. Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει την ισχύ άλλων διατάξεων σχετικών με την προσκόμιση κάθε τέτοιου πιστοποιητικού.

7.   Όταν το προϊόν που βρίσκεται υπό προηγούμενη κοινοτική επιτήρηση αποτελεί αντικείμενο περιφερειακών μέτρων διασφάλισης σε ένα κράτος μέλος, η άδεια εισαγωγής που εκδίδεται από το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αντικαθιστά το έγγραφο επιτήρησης.

8.   Τα έντυπα των εγγράφων επιτήρησης και τα σχετικά αποσπάσματα καταρτίζονται εις διπλούν και, από τα δύο έντυπα, το πρώτο, με την ένδειξη «πρωτότυπο για τον παραλήπτη», φέρει τον αριθμό 1 και χορηγείται στον αιτούντα ενώ το δεύτερο, με την ένδειξη «αντίτυπο για την αρμόδια αρχή», με τον αριθμό 2, παραμένει στην αρχή που εξέδωσε το έγγραφο. Για διοικητικούς λόγους, οι αρμόδιες αρχές είναι δυνατόν να προσθέτουν συμπληρωματικά αντίγραφα στο έντυπο 2.

9.   Τα έντυπα εκτυπώνονται σε λευκό χαρτί χωρίς μηχανικό πολτό, κολλαρισμένο για γραφή και βάρος 55 έως 65 γραμμαρίων ανά τετραγωνικό μέτρο. Οι διαστάσεις τους είναι 210 x 297 mm ενώ το δακτυλογραφικό διάστιχο 4,24 mm (ένα έκτο της ίντσας). Η διάταξη των εντύπων τηρείται αυστηρά. Οι δύο όψεις του αντιτύπου αριθ. 1, που αποτελεί την άδεια επιτήρησης καθαυτή, φέρουν επιπλέον εκτυπωμένες κίτρινες σύμπλεκτες γραμμές που καθιστούν εμφανή κάθε παραποίηση με μηχανικά ή χημικά μέσα.

10.   Τα κράτη μέλη φέρουν την ευθύνη της εκτύπωσης των εντύπων. Επίσης, τα έντυπα είναι δυνατόν να εκτυπώνονται από τυπογραφεία εγκριθέντα από το κράτος μέλος στο οποίο τα τυπογραφεία είναι εγκατεστημένα. Στην τελευταία περίπτωση, κάθε έντυπο φέρει μνεία της σχετικής έγκρισης. Σε κάθε έντυπο αναγράφεται μνεία του ονόματος και της διεύθυνσης του τυπογράφου ή σημείο με το οποίο είναι δυνατή η αναγνώριση του τυπογράφου.

Άρθρο 13

Όταν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό κοινοτική επιτήρηση εκ των προτέρων εντός οκτώ εργάσιμων ημερών μετά το τέλος των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 3 και 4, η Επιτροπή δύναται να προβαίνει, σύμφωνα με το άρθρο 18, σε επιτήρηση περιοριζόμενη στις εισαγωγές προς μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας.

Άρθρο 14

1.   Τα υπό περιφερειακή επιτήρηση προϊόντα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, στην οικεία περιφέρεια, εφόσον προσκομισθεί έγγραφο επιτήρησης. Το έγγραφο αυτό εκδίδεται ατελώς από την αρμόδια αρχή που ορίζει το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, για όλες τις ζητούμενες ποσότητες, εντός προθεσμίας πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, από την αρμόδια εθνική αρχή, αίτησης οιουδήποτε κοινοτικού εισαγωγέα, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής του στην Κοινότητα. Θεωρείται ότι η αίτηση αυτή παραλαμβάνεται από την αρμόδια εθνική αρχή όχι αργότερα από τρεις εργάσιμες ημέρες από την υποβολή της, εκτός εάν αποδεικνύεται διαφορετικά. Τα έγγραφα επιτήρησης χρησιμοποιούνται μόνο εφόσον το καθεστώς ελευθέρωσης των εισαγωγών εξακολουθεί να ισχύει για τις συγκεκριμένες συναλλαγές.

2.   Εφαρμόζεται το άρθρο 12 παράγραφος 2.

Άρθρο 15

1.   Σε περίπτωση κοινοτικής ή περιφερειακής επιτήρησης, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή, τις δέκα πρώτες ημέρες κάθε μήνα:

α)

σε περίπτωση επιτήρησης εκ των προτέρων, λεπτομέρειες για τα χρηματικά ποσά (που υπολογίζονται βάσει των τιμών cif) και τις ποσότητες των εμπορευμάτων, για τα οποία εκδόθηκαν έγγραφα επιτήρησης κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου·

β)

σε κάθε περίπτωση, τις εισαγωγές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου που προηγείται της περιόδου που αναφέρεται στο στοιχείο α).

Οι πληροφορίες που δίδουν τα κράτη μέλη αναλύονται ανά προϊόν και ανά χώρα.

Είναι δυνατόν να θεσπίζονται διαφορετικές διατάξεις ταυτοχρόνως και κατά την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για να επιβληθεί η επιτήρηση.

2.   Όταν το απαιτούν η φύση των προϊόντων ή ιδιαίτερες περιστάσεις, η Επιτροπή δύναται, μετά από αίτηση ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, να τροποποιεί τα χρονοδιαγράμματα υποβολής των πληροφοριών αυτών.

3.   Η Επιτροπή ενημερώνει αντίστοιχα τα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Μέτρα διασφάλισης

Άρθρο 16

1.   Αν ένα προϊόν εισάγεται στην Κοινότητα σε ποσότητες τόσο αυξημένες ή και υπό τέτοιες συνθήκες ώστε να προκαλείται ή να υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής ζημίας στους κοινοτικούς παραγωγούς, η Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Κοινότητας, δύναται μετά από αίτηση κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία:

α)

να περιορίζει τη διάρκεια ισχύος των εγγράφων επιτήρησης, κατά την έννοια του άρθρου 12, που εκδίδονται μετά την έναρξη ισχύος του μέτρου αυτού·

β)

να τροποποιεί τους κανόνες εισαγωγής για το εν λόγω προϊόν, προβλέποντας ότι μπορεί να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία μόνο με την προσκόμιση άδειας εισαγωγής, η χορήγηση της οποίας διέπεται από τις διατάξεις και τους περιορισμούς που ορίζει η Επιτροπή.

Τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) έχουν άμεση εφαρμογή.

2.   Για τα μέλη του ΠΟΕ, τα μέτρα της παραγράφου 1 λαμβάνονται μόνον όταν οι δύο όροι του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής πληρούνται.

3.   Κατά τον καθορισμό μιας ποσόστωσης λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη:

α)

το συμφέρον διατήρησης, στο μέτρο του δυνατού, των παραδοσιακών ρευμάτων συναλλαγών·

β)

ο όγκος των εμπορευμάτων τα οποία εξάγονται βάσει συμβάσεων που συνάφθηκαν υπό κανονικές συνθήκες και όρους πριν τεθεί σε ισχύ ένα μέτρο διασφάλισης, κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου, εφόσον οι συμβάσεις έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος·

γ)

η ανάγκη να μην τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη του σκοπού της ποσόστωσης.

Το επίπεδο της ποσόστωσης δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερο από τον μέσο όρο των εισαγωγών κατά τα τρία τελευταία αντιπροσωπευτικά έτη για τα οποία υπάρχουν στατιστικά στοιχεία, εκτός αν απαιτείται διαφορετικό επίπεδο για την παρεμπόδιση ή την επανόρθωση σοβαρής ζημίας.

4.   Στην περίπτωση που η ποσόστωση κατανέμεται μεταξύ προμηθευτριών χωρών, η κατανομή μπορεί να συμφωνηθεί με τις προμηθεύτριες χώρες που έχουν ουσιώδες συμφέρον για τις κοινοτικές εισαγωγές του σχετικού προϊόντος.

Σε διαφορετική περίπτωση, η ποσόστωση κατανέμεται μεταξύ των χωρών αυτών κατ’ αναλογία του μεριδίου τους στις κοινοτικές εισαγωγές του σχετικού προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης αντιπροσωπευτικής περιόδου, λαμβανομένου υπόψη κάθε ειδικού παράγοντα, ο οποίος είναι δυνατό να έχει επηρεάσει ή να επηρεάσει τις συναλλαγές όσον αφορά το συγκεκριμένο προϊόν.

Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης της Επιτροπής για διεξαγωγή διαβουλεύσεων στο πλαίσιο της επιτροπής για τα μέτρα διασφάλισης του ΠΟΕ, είναι δυνατό να σημειωθεί παρέκκλιση από την εν λόγω μέθοδο κατανομής, σε περίπτωση σοβαρής ζημίας, αν οι εισαγωγές καταγωγής μιας ή ορισμένων προμηθευτριών χωρών έχουν αυξηθεί δυσανάλογα σε σχέση με τη συνολική αύξηση των εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά την προηγούμενη αντιπροσωπευτική περίοδο.

5.   Τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εφαρμόζονται σε κάθε προϊόν το οποίο τίθεται σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την έναρξη ισχύος αυτών. Σύμφωνα με το άρθρο 18, είναι δυνατόν να περιορίζονται σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας.

Εντούτοις, τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που ευρίσκονται ήδη καθ’ οδόν προς την Κοινότητα, εφόσον δεν είναι δυνατόν να αλλάξει ο προορισμός τους και εφόσον τα προϊόντα, των οποίων η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, βάσει των άρθρων 11 και 12, προϋποθέτει την προσκόμιση εγγράφου επιτήρησης, συνοδεύονται πράγματι από το έγγραφο αυτό.

6.   Όταν ένα κράτος μέλος ζητεί την παρέμβασή της, η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.

Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την Επιτροπή βάσει του παρόντος άρθρου ανακοινώνονται στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη. Κάθε κράτος μέλος δύναται να παραπέμψει την απόφαση αυτή στο Συμβούλιο, εντός ενός μηνός από την ημέρα ανακοίνωσης.

7.   Εάν ένα κράτος μέλος παραπέμψει στο Συμβούλιο την απόφαση που έλαβε η Επιτροπή, το Συμβούλιο μπορεί με ειδική πλειοψηφία να κυρώσει, να τροποποιήσει ή να καταργήσει την απόφαση της Επιτροπής.

Εάν το Συμβούλιο δεν λάβει απόφαση εντός τριών μηνών από την παραπομπή του θέματος, η απόφαση της Επιτροπής θεωρείται ότι έχει καταργηθεί.

Άρθρο 17

Όταν τα συμφέροντα της Κοινότητας το απαιτούν, το Συμβούλιο δύναται με ειδική πλειοψηφία, μετά από πρόταση της Επιτροπής, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο III, να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα για να εμποδισθεί η εισαγωγή στην Κοινότητα προϊόντος σε τόσο αυξημένες ποσότητες ή και υπό τέτοιους όρους, ώστε να προκαλείται ή να απειλείται να προκληθεί σοβαρή ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων.

Εφαρμόζεται το άρθρο 16 παράγραφοι 2 έως 5.

Άρθρο 18

Όταν, βάσει ιδίως των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 10, κρίνεται ότι πληρούνται οι προβλεπόμενοι όροι για τη θέσπιση των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 11 και 16 σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας, η Επιτροπή, αφού εξετάσει τις εναλλακτικές λύσεις, μπορεί να επιτρέπει, κατ’ εξαίρεση, την εφαρμογή μέτρων επιτήρησης ή διασφάλισης που περιορίζονται στην ή στις περιφέρειες αυτές, αν κρίνει ότι τα μέτρα αυτά, εφαρμοζόμενα σ’ αυτό το επίπεδο, είναι καταλληλότερα από τα μέτρα που εφαρμόζονται στο σύνολο της Κοινότητας.

Τα μέτρα αυτά επιβάλλεται να είναι προσωρινά και να διαταράσσουν όσο το δυνατόν λιγότερο τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Τα μέτρα αυτά θεσπίζονται σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπεται στα άρθρα 11 και 16.

Άρθρο 19

Κανένα μέτρο διασφάλισης δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε προϊόν καταγωγής αναπτυσσόμενης χώρας μέλους του ΠΟΕ, εφόσον το τμήμα των κοινοτικών εισαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος που αντιστοιχεί στην εν λόγω χώρα δεν υπερβαίνει το 3 %, υπό την προϋπόθεση ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες μέλη του ΠΟΕ των οποίων το μερίδιο στις κοινοτικές εισαγωγές είναι κατώτερο του 3 %, δεν συγκεντρώνουν συνολικά περισσότερο από το 9 % των συνολικών εισαγωγών του σχετικού προϊόντος στην Κοινότητα.

Άρθρο 20

1.   Η εφαρμογή μέτρων διασφάλισης επιτρέπεται μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση σοβαρής ζημίας ή να αρθούν οι αρνητικές της συνέπειες ή να διευκολυνθεί η προσαρμογή του σχετικού κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Η διάρκεια ισχύος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εφαρμογής ενδεχόμενου προσωρινού μέτρου.

2.   Αυτή η αρχική χρονική περίοδος είναι δυνατόν να παρατείνεται με εξαίρεση τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο, αν ορίζεται ότι:

α)

τα μέτρα διασφάλισης εξακολουθούν να είναι αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί σοβαρή ζημία ή να πραγματοποιηθεί επανόρθωσή της·

β)

αποδεικνύεται βάσει στοιχείων ότι ο οικείος κοινοτικός κλάδος παραγωγής διέρχεται φάση προσαρμογής.

3.   Τα μέτρα παράτασης λαμβάνονται υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο III και με τις ίδιες διαδικασίες που ισχύουν για τα αρχικά μέτρα. Τα παρατεινόμενα μέτρα δεν είναι δυνατόν να είναι περισσότερο περιοριστικά από τα ισχύοντα κατά την αρχική περίοδο.

4.   Σε περίπτωση που η διάρκεια ισχύος μέτρου διασφάλισης υπερβαίνει το ένα έτος, το μέτρο πρέπει να απελευθερωθεί προοδευτικά σε τακτά διαστήματα κατά την περίοδο εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της παράτασής του.

5.   Η συνολική περίοδος εφαρμογής μέτρου διασφάλισης, περιλαμβανομένης της εφαρμογής τυχόν προσωρινών μέτρων, η αρχική περίοδος εφαρμογής και κάθε τυχόν παράτασή της, δεν υπερβαίνει τα οκτώ έτη.

Άρθρο 21

1.   Κατά την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, διεξάγονται, μετά από αίτηση κράτους μέλους ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής, διαβουλεύσεις, στο πλαίσιο της επιτροπής. Σε περίπτωση μέτρων διασφάλισης, των οποίων η διάρκεια υπερβαίνει τα τρία έτη, η Επιτροπή πραγματοποιεί τις διαβουλεύσεις αυτές το αργότερο στο μέσον της περιόδου εφαρμογής του μέτρου. Ο σκοπός των διαβουλεύσεων αυτών είναι:

α)

να εξετασθούν οι επιπτώσεις του μέτρου αυτού·

β)

να εξεταστεί αν και σε ποιο βαθμό ενδείκνυται η επιτάχυνση του ρυθμού απελευθέρωσης·

γ)

να διαπιστωθεί εάν η εφαρμογή των μέτρων εξακολουθεί να είναι αναγκαία.

2.   Όταν, μετά τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που αναφέρεται στα άρθρα 11, 13, 16, 17 και 18, ακολουθεί την ακόλουθη διαδικασία:

α)

όταν το Συμβούλιο έχει λάβει απόφαση για ένα μέτρο, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο την κατάργηση ή τροποποίηση των μέτρων. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία·

β)

σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η Επιτροπή τροποποιεί ή καταργεί τα κοινοτικά μέτρα επιτήρησης και διασφάλισης.

Όταν η απόφαση αυτή αφορά περιφερειακά μέτρα επιτήρησης, εφαρμόζεται από την έκτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 22

1.   Κανένα νέο μέτρο διασφάλισης δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί σε σχέση με την εισαγωγή κάποιου προϊόντος για την οποία έχει ήδη εφαρμοσθεί κάποιο μέτρο διασφάλισης επί χρονικό διάστημα που ισούται με τη διάρκεια εφαρμογής του αρχικού μέτρου. Η περίοδος αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δύο έτη.

2.   Κατά παρέκκλιση της προηγούμενης παραγράφου, ένα μέτρο διασφάλισης, του οποίου η διάρκεια ισχύος δεν υπερβαίνει τις 180 ημέρες, είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί εκ νέου για την εισαγωγή κάποιου προϊόντος, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

έχει παρέλθει ένα έτος τουλάχιστον από τη θέσπιση μέτρου διασφάλισης για την εισαγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος· και

β)

το εν λόγω μέτρο διασφάλισης δεν έχει εφαρμοσθεί για το ίδιο προϊόν περισσότερες από δύο φορές κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται ακριβώς της ημερομηνίας θέσπισης του μέτρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 23

Όταν το απαιτούν τα συμφέροντα της Κοινότητας, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να επιτρέψει την άσκηση των δικαιωμάτων ή την εκτέλεση των υποχρεώσεων της Κοινότητας ή όλων των κρατών μελών της σε διεθνές επίπεδο, ιδίως όσον αφορά το εμπόριο βασικών προϊόντων.

Άρθρο 24

1.   Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από ειδικούς κανόνες που προβλέπονται στις συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών.

2.   Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τη θέσπιση ή την εφαρμογή από τα κράτη μέλη:

α)

απαγορεύσεων, ποσοτικών περιορισμών ή μέτρων επιτήρησης που επιβάλλονται για λόγους δημόσιας ηθικής, δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή προφύλαξης των φυτών, προστασίας των εθνικών θησαυρών που έχουν καλλιτεχνική, ιστορική ή αρχαιολογική αξία, ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας·

β)

ειδικών συναλλαγματικών διατυπώσεων·

γ)

διατυπώσεων που εισάγονται βάσει διεθνών συμφωνιών σύμφωνα με τη συνθήκη.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα ή τις διατυπώσεις που πρέπει να προβλεφθούν ή να τροποποιηθούν βάσει του πρώτου εδαφίου.

Σε περίπτωση άκρως επείγουσας ανάγκης, τα εν λόγω εθνικά μέτρα ή διατυπώσεις ανακοινώνονται στην Επιτροπή αμέσως μόλις θεσπιστούν.

Άρθρο 25

1.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των πράξεων για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών ή των κοινοτικών ή εθνικών διοικητικών διατάξεων που απορρέουν από τις πράξεις αυτές, ή των ειδικών πράξεων που εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται συμπληρωματικά.

2.   Τα άρθρα 11 έως 15 και το άρθρο 22 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα που υπάγονται στις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 πράξεις και για τα οποία, βάσει του κοινοτικού καθεστώτος συναλλαγών με τρίτες χώρες, απαιτείται η προσκόμιση άδειας ή άλλου εγγράφου εισαγωγής.

Τα άρθρα 16, 18 και 21 έως 24 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα για τα οποία το καθεστώς αυτό προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής ποσοτικών περιορισμών κατά την εισαγωγή.

Άρθρο 26

Ο κανονισμός (EOK) αριθ. 3285/94, όπως τροποποιήθηκε από τις πράξεις που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ, καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό θεωρείται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και εξετάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙΙ.

Άρθρο 27

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Φεβρουαρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

I. LANGER


(1)  EE L 349 της 31.12.1994, σ. 53.

(2)  Βλ. παράρτημα II.

(3)  ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 89.

(5)  EE L 302 της 19.10.1992, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Image

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Καταργούμενος κανονισμός με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών του

(κατά το άρθρο 26)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3285/94 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 349 της 31.12.1994, σ. 53)

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/96 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 21 της 27.1.1996, σ. 7)

Μόνον το άρθρο 1 και το παράρτημα Ι

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2315/96 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 314 της 4.12.1996, σ. 1)

Μόνον το άρθρο 1 παράγραφος 3 και το παράρτημα ΙΙΙ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2474/2000 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 286 της 11.11.2000, σ. 1)

Μόνον το άρθρο 1 παράγραφος 3 και το παράρτημα ΙΙΙ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2200/2004 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 374 της 22.12.2004, σ. 1)

Μόνον το άρθρο 2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3285/94

Παρών κανονισμός

Τίτλος Ι

Κεφάλαιο Ι

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Τίτλος ΙΙ

Κεφάλαιο ΙΙ

Άρθρα 2, 3 και 4

Άρθρα 2, 3 και 4

Τίτλος ΙΙΙ

Κεφάλαιο ΙΙΙ

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6, παράγραφος 1, εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, εισαγωγική φράση, αρχικές λέξεις

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο α)

Άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, εισαγωγική φράση, τελικές λέξεις και στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 6, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 2, τρίτο και τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 4, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 3

Άρθρο 6, παράγραφος 3

Άρθρο 6, παράγραφος 4

Άρθρο 6, παράγραφος 5

Άρθρο 6, παράγραφος 5

Άρθρο 6, παράγραφος 6

Άρθρο 6, παράγραφος 6

Άρθρο 6, παράγραφος 7

Άρθρο 7, παράγραφος 1

Άρθρο 7, παράγραφος 1

Άρθρο 7, παράγραφος 2, πρώτη πρόταση

Άρθρο 7, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7, παράγραφος 2, δεύτερη πρόταση

Άρθρο 7, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7, παράγραφος 3

Άρθρο 7, παράγραφος 3

Άρθρο 8, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 8, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 8, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 8, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχεία α) και β)

Άρθρο 8, παράγραφος 2

Άρθρο 8, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 8, παράγραφος 3

Άρθρο 8, παράγραφος 2

Άρθρο 8, παράγραφος 4

Άρθρο 8, παράγραφος 3

Άρθρο 8, παράγραφος 5

Άρθρο 8, παράγραφος 4

Άρθρο 9, παράγραφος 1

Άρθρο 9, παράγραφος 1

Άρθρο 9, παράγραφος 2, στοιχείο α)

Άρθρο 9, παράγραφος 2

Άρθρο 9, παράγραφος 2, στοιχείο β), πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9, παράγραφος 2, στοιχείο β), δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9, παράγραφος 3

Άρθρο 9, παράγραφος 4

Άρθρο 9, παράγραφος 4

Άρθρο 9, παράγραφος 5

Άρθρο 10, παράγραφος 1

Άρθρο 10, παράγραφος 1

Άρθρο 10, παράγραφος 2, εισαγωγικές λέξεις, πρώτη πρόταση

Άρθρο 10, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 10, παράγραφος 2, εισαγωγικές λέξεις, δεύτερη πρόταση

Άρθρο 10, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 10, παράγραφος 2, στοιχείο α) και β)

Άρθρο 10, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, στοιχεία α) και β)

Τίτλος IV

Κεφάλαιο IV

Άρθρα 11 έως 15

Άρθρα 11 έως 15

Τίτλος V

Κεφάλαιο V

Άρθρο 16, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 16, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 16, παράγραφος 3 στοιχείο α), εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 16, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 16, παράγραφος 3, στοιχείο α), πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 16, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 16, παράγραφος 3, στοιχείο β)

Άρθρο 16, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 4, στοιχείο α), πρώτο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 4, στοιχείο α), δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 4, στοιχείο β)

Άρθρο 16, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 5, στοιχείο α)

Άρθρο 16, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 5, στοιχείο β)

Άρθρο 16, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 6

Άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 7

Άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 8

Άρθρο 16, παράγραφος 7

Άρθρα 17, 18 και 19

Άρθρα 17, 18 και 19

Άρθρο 20, παράγραφος 1

Άρθρο 20, παράγραφος 1

Άρθρο 20, παράγραφος 2, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 20, παράγραφος 2, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 20, παράγραφος 2, πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 20, παράγραφος 2, στοιχεία α) και β)

Άρθρο 20, παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 20, παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρα 21 και 22

Άρθρα 21 και 22

Τίτλος VΙ

Κεφάλαιο VΙ

Άρθρο 23

Άρθρο 23

Άρθρο 24, παράγραφος 1

Άρθρο 24, παράγραφος 1

Άρθρο 24, παράγραφος 2, στοιχείο α), εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 24, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 24, παράγραφος 2, στοιχείο α), σημεία i) έως iii)

Άρθρο 24, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 24, παράγραφος 2, στοιχείο β), πρώτη πρόταση

Άρθρο 24, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 24, παράγραφος 2, στοιχείο β), δεύτερη πρόταση

Άρθρο 24, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 25

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 26

Άρθρο 28

Άρθρο 27

Παράρτημα Ι

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ


31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84/18


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 261/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Μαρτίου 2009

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 31 Μαρτίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 30 Μαρτίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

JO

68,6

MA

50,1

TN

134,4

TR

96,3

ZZ

87,4

0707 00 05

JO

155,5

MA

55,7

TR

167,4

ZZ

126,2

0709 90 70

MA

39,1

TR

135,0

ZZ

87,1

0709 90 80

EG

60,4

ZZ

60,4

0805 10 20

EG

46,5

IL

60,4

MA

52,6

TN

48,5

TR

77,1

ZZ

57,0

0805 50 10

TR

47,9

ZZ

47,9

0808 10 80

AR

88,1

BR

72,6

CA

78,6

CL

69,5

CN

72,5

MK

23,7

US

106,3

UY

58,9

ZA

83,6

ZZ

72,6

0808 20 50

AR

78,2

CL

79,6

CN

50,9

US

194,4

ZA

89,3

ZZ

98,5


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84/20


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 262/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Μαρτίου 2009

για καθορισμό απαιτήσεων για τη συντονισμένη εκχώρηση και χρήση κωδικών ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S στον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα) (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 5,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (κανονισμός-πλαίσιο) (2), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο τρόπος λειτουργίας S (Select) (επιλογή) είναι μια συλλογική τεχνική επιτήρησης για τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας. Επιτρέπει την επιλεκτική ερωτηματοθέτηση σε αεροσκάφη και την εξαγωγή δεδομένων από αέρος, με τα οποία μπορούν να αναπτυχθούν νέες λειτουργίες διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας. Ο σχεδιασμός συστημάτων που υποστηρίζουν τη διευθυνσιοδότηση μεμονωμένου αεροσκάφους μέσω του τρόπου λειτουργίας S (στο εξής ερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S) απαιτεί τη χρήση κωδικών ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S για τον εντοπισμό και την επιτήρηση αεροσκαφών εξοπλισμένων με αναμεταδότη τρόπου λειτουργίας S.

(2)

Για την ασφαλή λειτουργία του συστήματος επιτήρησης της εναέριας κυκλοφορίας, είναι βασικό να μην επικαλύπτονται οι περιοχές κάλυψης με ραντάρ δύο ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S που χρησιμοποιούν τον ίδιο κωδικό ερωτηματοθέτησης, εκτός εάν είναι ομαδοποιημένοι σε συστάδα ή εάν υπάρχουν κατάλληλοι λειτουργικοί περιορισμοί.

(3)

Για να υποστηριχθεί η εγκατάσταση περισσότερων ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S και να λυθεί το πρόβλημα της έλλειψης κωδικών ερωτηματοθέτησης για την ερωτηματοθέτηση αεροσκαφών, χρειάζεται να συντονισθεί αποτελεσματικά η εκχώρηση και η χρήση αυτών των κωδικών ερωτηματοθέτησης.

(4)

Ο Eurocontrol έχει λάβει την εντολή, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, να εκπονήσει τις απαιτήσεις για την εκχώρηση και χρήση των κωδικών ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S (στο εξής κωδικοί ερωτηματοθέτησης). Ο παρών κανονισμός βασίζεται στη σχετική έκθεση εντολής της 2ας Ιανουαρίου 2008.

(5)

Αρχικά, για τεχνικούς λόγους, είχαν καθορισθεί και ήταν σε χρήση μόνον κωδικοί αναγνωριστικής ερωτηματοθέτησης (στο εξής κωδικοί II) 0 έως 15. Εξαιτίας του αναμενόμενου αριθμού ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S, λήφθηκαν μέτρα ώστε να καταστεί δυνατή η χρήση πρόσθετων αναγνωριστικών κωδικών επιτήρησης (identifier codes) (στο εξής κωδικοί SI) 1 έως 63.

(6)

Κανονικά, για τη χρήση κωδικών SI απαιτείται όλοι οι στόχοι τρόπου λειτουργίας S εντός της κάλυψης των ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S να είναι εξοπλισμένοι προς το σκοπό αυτό. Ο Eurocontrol εκπόνησε πάντως προδιαγραφές για τη λειτουργία κωδικών II/SI, οι οποίες καθιστούν δυνατή την έγκαιρη χρήση των κωδικών SI με ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, ακόμη και σε περίπτωση που δενείναι εξοπλισμένοι όλοι οι στόχοι τρόπου λειτουργίας S για τη χρήση των κωδικών SI. Απαιτείται επομένως οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S να προσαρμόσουν τη λειτουργία των κωδικών II/SI.

(7)

Υπό την εποπτεία του Eurocontrol, δημιουργήθηκε κεντρική υπηρεσία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης, η οποία παρέχεται μέσω του συστήματος εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης. Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι το σύστημα εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης παρέχει πληροφορίες που υποστηρίζουν τη συνάφεια των κύριων θεμάτων που θέτει η εκχώρηση κωδικού ερωτηματοθέτησης. Τα θέματα αυτά πρέπει να προσδιορισθούν με σαφήνεια.

(8)

Πρέπει να καθορισθούν κοινές διαδικασίες ώστε να εξασφαλισθεί ότι εφαρμόζονται ορθά τα κύρια στοιχεία των εκχωρήσεων κωδικών ερωτηματοθέτησης. Στις διαδικασίες αυτές πρέπει να ληφθούν υπόψη οι σχετικές διατάξεις της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας (στο εξής ΔΟΠΑ).

(9)

Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S και οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας πρέπει να λάβουν κατάλληλα μέτρα ώστε να εντοπίζονται και να μετριάζονται τα αποτελέσματα τυχόν σύγκρουσης μεταξύ κωδικών ερωτηματοθέτησης.

(10)

Ο παρών κανονισμός δεν καλύπτει στρατιωτικές επιχειρήσεις και στρατιωτική εκπαίδευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

(11)

Περιορισμένος αριθμός κωδικών ερωτηματοθέτησης προορίζεται προς χρήση και διαχείριση αποκλειστικά από στρατιωτικούς φορείς και από μη κυβερνητικές οργανώσεις, και συγκεκριμένα από τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου. Συνεπώς, οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S που χρησιμοποιούν αυτούς τους κωδικούς δεν χρειάζεται να ενταχθούν στη διαδικασία συντονισμένης εκχώρησης. Τα κράτη μέλη πρέπει πάντως να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι η χρήση αυτών των κωδικών ερωτηματοθέτησης δεν έχει δυσμενή αντίκτυπο στην ασφάλεια της εναέριας κυκλοφορίας εν γένει.

(12)

Ο κωδικός ερωτηματοθέτησης 0 δεσμεύθηκε από τη ΔΟΠΑ για λειτουργία χωρίς εκχωρημένο κωδικό. Οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S που χρησιμοποιούν τον κωδικό ερωτηματοθέτησης 0 σύμφωνα με τα πρότυπα και τις συνιστώμενες πρακτικές της ΔΟΠΑ δεν χρειάζεται να ενταχθούν στη διαδικασία συντονισμένης εκχώρησης.

(13)

Ο κωδικός II 14 δεσμεύθηκε για την από κοινού χρήση από συστήματα δοκιμών. Ο εντοπισμός στόχων τρόπου λειτουργίας S δεν είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί όταν λειτουργούν ταυτόχρονα πολλά συστήματα δοκιμών. Οι φορείς διαχείρισης συστημάτων δοκιμών τρόπου λειτουργίας S, οι οποίοι πρέπει να διενεργούν προσωρινές δοκιμές χωρίς να δημιουργείται σύγκρουση, οφείλουν επομένως να εξασφαλίσουν ορθό διμερή συντονισμό με άλλους φορείς διαχείρισης συστημάτων δοκιμών τρόπου λειτουργίας S.

(14)

Η κεντρική υπηρεσία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης πρέπει να προσφέρει στα κράτη μέλη και τους φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S και να επικαιροποιεί, εφόσον χρειάζεται, σχέδιο εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης, με το οποίο παρέχει ασφαλή και αποτελεσματική χρήση των κωδικών ερωτηματοθέτησης. Αυτό το σχέδιο εκχώρησης πρέπει να εγκρίνεται από όσα κράτη μέλη αφορά το περιεχόμενό του.

(15)

Πρέπει να δημιουργηθεί μηχανισμός επίλυσης καταστάσεων, όταν δεν είναι δυνατή η έγκαιρη έγκριση του σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης.

(16)

Για να διατηρηθούν ή να ενισχυθούν τα υφιστάμενα επίπεδα ασφάλειας των εργασιών, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη προβαίνουν σε αξιολόγηση της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει διαδικασίες ταυτοποίησης κινδύνων, εκτίμησης της επικινδυνότητας και μετριασμού της επικινδυνότητας. Η εναρμονισμένη εφαρμογή των διαδικασιών αυτών στα συστήματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός επιβάλλει τον προσδιορισμό ειδικών απαιτήσεων ασφάλειας για όλες τις προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και επιδόσεων.

(17)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι κανόνες εφαρμογής της διαλειτουργικότητας περιγράφουν τις συγκεκριμένες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση είτε της συμμόρφωσης είτε της καταλληλότητας των συστατικών στοιχείων, καθώς και για τον έλεγχο των συστημάτων.

(18)

Ο βαθμός ωριμότητας της αγοράς για τα συστατικά στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός επιτρέπει να αξιολογείται ικανοποιητικά η συμμόρφωση ή η καταλληλότητά τους προς χρήση μέσω του εσωτερικού ελέγχου παραγωγής, με την εφαρμογή διαδικασιών βασισμένων στην ενότητα Α της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων και για την κατάργηση της απόφασης 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3).

(19)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ενιαίου ουρανού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει απαιτήσεις για τη συντονισμένη εκχώρηση και χρήση κωδικών ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S (στο εξής κωδικοί ερωτηματοθέτησης) με σκοπό την ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία της επιτήρησης της εναέριας κυκλοφορίας και τον συντονισμό μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών αρχών.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στους επιλέξιμους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S και τα σχετικά συστήματα επιτήρησης, τα συστατικά στοιχεία τους και τις συναφείς διαδικασίες, όταν υποστηρίζουν τη συντονισμένη εκχώρηση ή χρήση επιλέξιμων κωδικών ερωτηματοθέτησης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

Επιπλέον, νοείται ως:

1)

«ερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S», σύστημα απαρτιζόμενο από κεραία και ηλεκτρονικά στοιχεία, το οποίο υποστηρίζει τη διευθυνσιοδότηση μεμονωμένου αεροσκάφους μέσω του τρόπου λειτουργίας επιλογής, γνωστού ως τρόπος λειτουργίας S·

2)

«κωδικός ερωτηματοθέτησης», είτε ένας αναγνωριστικός κωδικός ερωτηματοθέτησης είτε ένας αναγνωριστικός κωδικός επιτήρησης για πολυθεσική ασφάλιση και πιθανόν πρωτόκολλα επικοινωνιών·

3)

«αναγνωριστικός κωδικός ερωτηματοθέτησης» (στο εξής κωδικός II), κωδικός ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S με τιμή κυμαινόμενη από 0 έως 15, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για πολυθεσική ασφάλιση όσο και για πρωτόκολλα επικοινωνιών·

4)

«αναγνωριστικός κωδικός επιτήρησης» (στο εξής κωδικóς SI), κωδικός ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S με τιμή κυμαινόμενη από 1 έως 63, ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πρωτόκολλα πολυθεσικής ασφάλισης, αλλά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πρωτόκολλα πολυθεσικών επικοινωνιών·

5)

«πολυθεσική ασφάλιση», το πρωτόκολλο το οποίο επιτρέπει την επίκτηση και την ασφάλιση στόχων τρόπου λειτουργίας S από πολλούς επικαλυπτόμενους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S·

6)

«πρωτόκολλα πολυθεσικών επικοινωνιών», τα πρωτόκολλα που χρησιμοποιούνται για τον συντονισμό, σε περιοχές με επικαλυπτόμενους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, του ελέγχου επικοινωνιών εκτελούμενων με περισσότερες από μία συναλλαγές·

7)

«στόχος τρόπου λειτουργίας S», πλατφόρμα εξοπλισμένη με αναμεταδότη τρόπου λειτουργίας S·

8)

«ασφάλιση», το πρωτόκολλο το οποίο επιτρέπει την καταστολή όλων των ολοκλησικών απαντήσεων τρόπου λειτουργίας S από ήδη επικτημένους στόχους τρόπου λειτουργίας S·

9)

«φορέας διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S», το πρόσωπο, ο οργανισμός ή η επιχείρηση που διαχείριζεται ή προσφέρεται να διαχειρισθεί ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S, καθώς και:

α)

οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας·

β)

οι κατασκευαστές ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S·

γ)

οι φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων·

δ)

ερευνητικά ιδρύματα·

ε)

κάθε άλλος φορέας που έχει το δικαίωμα να διαχειρίζεται ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S·

10)

«εκχώρηση κωδικού ερωτηματοθέτησης» καθορισμός τιμών για τουλάχιστον όλα τα κύρια στοιχεία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης, όπως αυτά που περιέχει το μέρος Β του παραρτήματος ΙΙ·

11)

«σύστημα εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης», σύστημα εντός του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, και οι σχετικές διαδικασίες, μέσω των οποίων μια κεντρική υπηρεσία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης (στο εξής «υπηρεσία εκχώρησης κώδικα ερωτηματοθέτησης»), η οποία ασχολείται με την επεξεργασία των αιτήσεων κωδικού ερωτηματοθέτησης και την πρόταση σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης, παρέχεται σε φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S μέσω των κρατών μελών·

12)

«αίτηση κωδικού ερωτηματοθέτησης», αίτηση φορέα διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S για την εκχώρηση κωδικού ερωτηματοθέτησης·

13)

«πρόταση σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης», πρόταση πλήρους δέσμης εκχωρήσεων IC, την οποία υποβάλλει υπηρεσία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης προς έγκριση από κράτη μέλη·

14)

«σχέδιο εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης», η πλέον πρόσφατα εγκριθείσα πλήρης δέσμη εκχωρήσεων κωδικού ερωτηματοθέτησης·

15)

«επιλέξιμος ερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S», ερωτηματοθέτης τρόπου λειτουργίας S, για τον οποίο πληρείται τουλάχιστον μια από τις κάτωθι προϋποθέσεις:

α)

ο ερωτηματοθέτης στηρίζεται, τουλάχιστον εν μέρει, στις ολοκλησικές ερωτήσεις τρόπου λειτουργίας S για την επίκτηση στόχων τρόπου λειτουργίας S· ή

β)

ο ερωτηματοθέτης ασφαλίζει τους επικτημένους στόχους τρόπου λειτουργίας S στην απάντηση ολοκλησικών ερωτήσεων τρόπου λειτουργίας S, μόνιμα ή κατά διαστήματα, για την εν μέρει ή ολόκληρη την κάλυψή του· ή

γ)

ο ερωτηματοθέτης χρησιμοποιεί πρωτόκολλα πολυθεσικών επικοινωνιών για αιτήσεις ζεύξης δεδομένων·

16)

«επιλέξιμος κωδικός ερωτηματοθέτησης», κάθε κωδικός από τους κωδικούς II και τους κωδικούς SI, εκτός από:

α)

τον κωδικό 0 από τους κωδικούς ΙΙ·

β)

τον (τους) κωδικό(-εούς) ερωτηματοθέτησης που έχουν δεσμευθεί για διαχείριση και εκχώρηση από στρατιωτικούς φορείς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς, και ιδίως τον Οργανισμό Βορειοατλαντικού Συμφώνου·

17)

«ολοκλησικές ερωτήσεις τρόπου λειτουργίας S», τα μηνύματα που χρησιμοποιούνται κανονικά από ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S για την επίκτηση στόχων τρόπου λειτουργίας S που εισέρχονται στην περιοχή που καλύπτουν·

18)

«επιχειρησιακός κωδικός ερωτηματοθέτησης», κάθε επιλέξιμος κωδικός ερωτηματοθέτησης εκτός του κωδικού 14 από τους κωδικούς ΙΙ·

19)

«αρμόδιο κράτος μέλος»:

α)

για πάροχο υπηρεσιών αεροναυτιλίας, το κράτος μέλος που έχει πιστοποιήσει τον πάροχο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2096/2005 της Επιτροπής (4)·

β)

διαφορετικά, το κράτος μέλος εντός της περιοχής ευθύνης του οποίου ο φορέας διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S διαχειρίζεται ή πρόκειται να διαχειρισθεί επιλέξιμο κωδικό ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S·

20)

«σύγκρουση κωδικών ερωτηματοθέτησης», ασυντόνιστη και επικαλυπτόμενη κάλυψη δύο ή περισσοτέρων ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S που λειτουργούν με τον ίδιο κωδικό ερωτηματοθέτησης, η οποία έχει ενδεχομένως ως αποτέλεσμα να μην εντοπίζεται ένα αεροσκάφος από έναν τουλάχιστον από τους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S·

21)

«παρακολούθηση της σύγκρουσης κωδικών ερωτηματοθέτησης», η εφαρμογή, από φορέα διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S, τεχνικών ή διαδικαστικών μέσων για τον εντοπισμό των αποτελεσμάτων από συγκρούσεις κωδικών ερωτηματοθέτησης με άλλους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S στα δεδομένα επιτήρησης που παρέχουν οι δικοί του ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S·

22)

«ακολουθία εφαρμογής», η χρονικά δεσμευτική ακολουθία εφαρμογής των εκχωρήσεων κωδικών ερωτηματοθέτησης με τους οποίους πρέπει να συμμορφώνονται οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S για να αποφεύγουν τις πρόσκαιρες συγκρούσεις κωδικών ερωτηματοθέτησης·

23)

«κωδικός προσαρμογής II», ο κωδικός II αποκωδικοποιημένος από αναμεταδότη τρόπου λειτουργίας S που δεν υποστηρίζει κωδικούς SI, σε ολοκλησική ερωτηματοθέτηση τρόπου λειτουργίας S που περιέχει κωδικό SI, και ο οποίος θα χρησιμοποιηθεί από αυτόν τον αναμεταδότη για την κωδικοποίηση της ολοκλησικής απάντησης·

24)

«χάρτης ασφάλισης», αρχείο διάρθρωσης του αρχείου ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S το οποίο καθορίζει πότε και πώς ασφαλίζονται στόχοι τρόπου λειτουργίας S.

Άρθρο 3

Απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και επιδόσεων

Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρονικό συστατικό στοιχείο της κεφαλής του ραντάρ των ερωτηματοθετών τους τρόπου λειτουργίας S που χρησιμοποιούν επιχειρησιακό κωδικό ερωτηματοθέτησης υποστηρίζει:

1)

τη χρήση κωδικών SI και κωδικών II σύμφωνα με τις διατάξεις της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 1·

2)

τη χρήση λειτουργίας κωδικών II/ SI σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙΙ.

Άρθρο 4

Συναφείς διαδικασίες για φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S

1.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S διαχειρίζονται μόνον επιλέξιμο ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S, χρησιμοποιώντας επιλέξιμο κωδικό ερωτηματοθέτησης, εφόσον έχουν λάβει εκχώρηση κωδικού ερωτηματοθέτησης, προς το σκοπό αυτό, από το αρμόδιο κράτος μέλος.

2.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S, οι οποίοι προτίθενται να διαχειρισθούν, ή διαχειρίζονται, επιλέξιμο ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S που δεν έχει εκχωρηθεί, υποβάλουν αίτηση κωδικού ερωτηματοθέτησης στο αρμόδιο κράτος μέλος σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος II μέρος A.

3.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S συμμορφώνονται με τα κύρια σημεία των εκχωρήσεων κώδικα ερωτηματοθέτησης που λαμβάνουν, όπως αυτά αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος B.

4.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S ενημερώνουν το αρμόδιο κράτος μέλος τουλάχιστον ανά έξι μήνες για κάθε αλλαγή στον προγραμματισμό εγκατάστασης ή την επιχειρησιακή κατάσταση των ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S σχετική με κάθε κύριο σημείο της εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης αναφερόμενο στο παράρτημα II μέρος B.

5.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S εξασφαλίζουν ότι κάθε ερωτηματοθέτης τους τρόπου λειτουργίας S χρησιμοποιεί αποκλειστικά τον κωδικό ερωτηματοθέτησης που του έχει εκχωρηθεί.

Άρθρο 5

Συναφείς διαδικασίες για τα κράτη μέλη

1.   Τα κράτη μέλη ελέγχουν την εγκυρότητα των αιτήσεων κωδικού ερωτηματοθέτησης που παραλαμβάνουν από φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S, πριν τις διαθέσουν προς συντονισμό μέσω του συστήματος εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης. Ο έλεγχος εγκυρότητας περιλαμβάνει τα κύρια σημεία που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος A.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το σύστημα εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης:

α)

ελέγχει εάν οι αιτήσεις κωδικού ερωτηματοθέτησης είναι σύμφωνες με τις συμβάσεις μορφοτύπου και δεδομένων·

β)

ελέγχει εάν οι αιτήσεις κωδικού ερωτηματοθέτησης είναι πλήρεις, ακριβείς και έγκαιρες·

γ)

εντός έξι ημερολογιακών μηνών κατ’ ανώτατο όριο από την αίτηση:

i)

εκτελεί προσομοιώσεις της επικαιροποίησης του σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης με βάση τις εκκρεμούσες αιτήσεις,

ii)

εκπονεί πρόταση επικαιροποίησης του σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης για να εγκριθεί από τα κράτη μέλη που αφορά,

iii)

εξασφαλίζει ότι η πρόταση επικαιροποίησης του σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης πληροί στο μέγιστο δυνατόν τις επιχειρησιακές απαιτήσεις των αιτήσεων κωδικού ερωτηματοθέτησης, όπως περιγράφεται στα κύρια σημεία ζ), η) και θ) του παραρτήματος ΙΙ μέρος Α,

iv)

επικαιροποιεί και κοινοποιεί στα κράτη μέλη το σχέδιο εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης αμέσως μόλις εγκριθεί, με την επιφύλαξη εθνικών διαδικασιών για την κοινοποίηση πληροφοριών σε ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S που λειτουργούν από στρατιωτικούς φορείς.

3.   Οι αλλαγές του σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης υπόκεινται στην έγκριση όλων των κρατών μελών τα οποία αφορά η επικαιροποίηση του σχεδίου.

4.   Σε περίπτωση διαφωνίας επί των αλλαγών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, τα αρμόδια κράτη μέλη θέτουν το θέμα στην Επιτροπή για τη λήψη μέτρων. Η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

5.   Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 3 εξασφαλίζουν ότι οι εγκρίσεις τους σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης κοινοποιούνται στα άλλα κράτη μέλη μέσω του συστήματος εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης.

6.   Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 3 εξασφαλίζουν ότι οι αλλαγές εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης που απορρέουν από επικαιροποίηση σχεδίου εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης κοινοποιούνται στους ενδιαφερόμενους χειριστές τρόπου λειτουργίας S που είναι υπό τη δικαιοδοσία τους εντός 14 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή του επικαιροποιημένου σχεδίου εκχώρησης.

7.   Τα κράτη μέλη διαθέτουν στα υπόλοιπα κράτη μέλη τουλάχιστον ανά 6 μήνες μέσω του συστήματος εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης επικαιροποιημένο αρχείο της εκχώρησης και χρήσης κωδικού ερωτηματοθέτησης από τους επιλέξιμους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S εντός της περιοχής δικαιοδοσίας τους.

8.   Εφόσον υφίσταται επικάλυψη ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S ευρισκόμενου εντός της περιοχής δικαιοδοσίας κράτους μέλους με ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S ευρισκόμενο εντός της περιοχής δικαιοδοσίας τρίτης χώρας, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος:

α)

εξασφαλίζει ότι η τρίτη χώρα ενημερώνεται σχετικά με τις απαιτήσεις ασφάλειας που συνδέονται με την εκχώρηση και χρήση κωδικών ερωτηματοθέτησης·

β)

λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να συντονισθεί η χρήση των κωδικών ερωτηματοθέτησης με την τρίτη χώρα.

Άρθρο 6

Συναφείς διαδικασίες για τους παρόχους υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας

Οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας δεν χρησιμοποιούν δεδομένα ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S που λειτουργούν υπό τη δικαιοδοσία τρίτης χώρας εφόσον δεν έχει συντονισθεί η εκχώρηση κωδικού ερωτηματοθέτησης.

Άρθρο 7

Απαιτήσεις έκτακτης ανάγκης

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας εκτιμούν τον πιθανό αντίκτυπο συγκρούσεων κωδικών ερωτηματοθέτησης, και την αντίστοιχη πιθανή απώλεια δεδομένων επιτήρησης στόχου τρόπου λειτουργίας S από τους επηρεαζόμενους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, στις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, λαμβάνοντας υπόψη τις επιχειρησιακές τους απαιτήσεις και τη διαθέσιμη πλεονασματικότητα.

2.   Εφόσον εκτιμηθεί ότι η πιθανή απώλεια δεδομένων επιτήρησης στόχου τρόπου λειτουργίας S δεν επηρεάζει την ασφάλεια, οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S:

α)

εφαρμόζουν μέσα παρακολούθησης για να εντοπίζουν συγκρούσεις κωδικών ερωτηματοθέτησης προκαλούμενες από άλλους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, οι οποίες επηρεάζουν επιλέξιμους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S που λειτουργούν με οποιονδήποτε επιχειρησιακό κωδικό ερωτηματοθέτησης·

β)

εξασφαλίζουν ότι ο εντοπισμός σύγκρουσης κωδικού ερωτηματοθέτησης με τα εφαρμοζόμενα μέσα παρακολούθησης επιτυγχάνεται έγκαιρα και με κάλυψη που πληροί τις απαιτήσεις ασφάλειας·

γ)

προσδιορίζουν και εφαρμόζουν κατά περίπτωση, τρόπο επαναφοράς λειτουργίας για να μετριάζουν πιθανούς κινδύνους σύγκρουσης κωδικού ερωτηματοθέτη με οποιονδήποτε επιχειρησιακό κωδικό, τους οποίους έχουν εντοπίσει κατά την εκτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

δ)

εξασφαλίζουν ότι ο εφαρμοζόμενος τρόπος επαναφοράς λειτουργίας δεν δημιουργεί σύγκρουση με άλλους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S που αναφέρονται στο σχέδιο εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης.

3.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S αναφέρουν στο αρμόδιο κράτος μέλος κάθε εντοπιζόμενη σύγκρουση ερωτηματοθέτη, στην οποία εμπλέκονται επιλέξιμος κωδικός ερωτηματοθέτησης τρόπου λειτουργίας S που λειτουργούν με οποιονδήποτε επιχειρησιακό κωδικό ερωτηματοθέτησης, και διαθέτουν, μέσω του συστήματος εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης, τις σχετικές πληροφορίες στους υπόλοιπους φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S.

Άρθρο 8

Πολιτικοστρατιωτικός συντονισμός

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι συμμορφώνονται με τα άρθρα 3 έως 7 και το άρθρο 12 οι στρατιωτικές μονάδες που διαχειρίζονται επιλέξιμους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S με οποιονδήποτε κωδικό ερωτηματοθέτησης άλλον από τον κωδικό II 0 και άλλους κωδικούς που έχουν δεσμευθεί για στρατιωτική διαχείριση.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι στρατιωτικές μονάδες, οι οποίες διαχειρίζονται ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S με κωδικό ερωτηματοθέτησης II 0 ή άλλους κωδικούς ερωτηματοθέτησης που έχουν δεσμευθεί για στρατιωτική διαχείριση, παρακολουθούν την αποκλειστική χρήση αυτών των κωδικών ερωτηματοθέτησης, για να αποφευχθεί η ασυντόνιστη χρήση οποιουδήποτε επιλέξιμου κωδικού ερωτηματοθέτησης.

3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι η εκχώρηση και χρήση κωδικών ερωτηματοθέτησης για στρατιωτικές μονάδες δεν έχει δυσμενή αντίκτυπο στην ασφάλεια της εναέριας κυκλοφορίας εν γένει.

Άρθρο 9

Απαιτήσεις ασφάλειας πτήσεων

1.   Οι φορείς διαχείρισης τρόπου λειτουργίας S εξασφαλίζουν ότι εκτιμώνται και μετριάζονται κατάλληλα τυχόν κίνδυνοι σύγκρουσης κωδικού ερωτηματοθέτη που επηρεάζει τους δικούς τους ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίζουν ότι τυχόν αλλαγές στα υφιστάμενα συστήματα και στις συναφείς διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή η καθιέρωση νέων συστημάτων και διαδικασιών γίνονται εφόσον προηγηθεί, εκ μέρους των ενδιαφερομένων μερών, αξιολόγηση της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει ταυτοποίηση των κινδύνων, εκτίμηση της επικινδυνότητας και διαδικασίες μετριασμού της.

3.   Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της ασφάλειας, θεωρούνται επίσης ως ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας οι απαιτήσεις των άρθρων 4 έως 8 και του άρθρου 12.

Άρθρο 10

Αξιολόγηση της συμμόρφωσης

Πριν από την έκδοση της δήλωσης ΕΚ συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι κατασκευαστές, ή οι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποί τους, συστατικών στοιχείων των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού εκτιμούν τη συμμόρφωση ή την καταλληλότητα χρήσης των συγκεκριμένων στοιχείων σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙV μέρος Α του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11

Έλεγχος των συστημάτων

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας που μπορούν να αποδείξουν ή έχουν αποδείξει ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα V διενεργούν έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα VI μέρος Α.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας που δεν μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα V αναθέτουν με υπεργολαβία σε κοινοποιημένο οργανισμό τον έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2. Ο έλεγχος διεξάγεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα VI μέρος B.

Άρθρο 12

Επιπρόσθετες απαιτήσεις

1.   Οι φορείς διαχείρισης του τρόπου λειτουργίας S εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό τους που είναι αρμόδιο για τις εκχωρήσεις κωδικού ερωτηματοθέτησης γνωρίζει δεόντως τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού και ότι είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο για την άσκηση των εργασιακών του καθηκόντων.

2.   Οι φορείς εκμετάλλευσης τρόπου λειτουργίας S:

α)

συντάσσουν και διατηρούν εγχειρίδια λειτουργιών τρόπου λειτουργίας S που περιέχουν τις αναγκαίες οδηγίες και πληροφορίες, οι οποίες επιτρέπουν στο προσωπικό τους που είναι αρμόδιο για την εφαρμογή των εκχωρήσεων κωδικού ερωτηματοθέτησης να εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

β)

διασφαλίζουν ότι τα εγχειρίδια που αναφέρονται στο στοιχείο α) παραμένουν διαθέσιμα και επικαιροποιημένα, καθώς και ότι η επικαιροποίησή τους και η διανομή τους υπόκεινται σε κατάλληλη διαχείριση ποιότητας και τεκμηρίωσης·

γ)

εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι και οι διαδικασίες λειτουργίας που απαιτούνται για την εφαρμογή εκχωρήσεων κωδικού ερωτηματοθέτησης είναι σύμφωνες με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το προσωπικό που παρέχει την υπηρεσία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης γνωρίζει δεόντως τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού και ότι είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο για την άσκηση των εργασιακών του καθηκόντων.

4.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η κεντρική υπηρεσία εκχώρησης κωδικού ερωτηματοθέτησης:

α)

εκπονεί και διατηρεί επιχειρησιακά εγχειρίδια, τα οποία περιέχουν τις αναγκαίες οδηγίες και πληροφορίες που επιτρέπουν στο προσωπικό τους να εφαρμόζει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

β)

διασφαλίζουν ότι τα εγχειρίδια που αναφέρονται στο στοιχείο α) παραμένουν διαθέσιμα και επικαιροποιημένα, καθώς και ότι η επικαιροποίησή τους και η διανομή τους υπόκεινται σε κατάλληλη διαχείριση ποιότητας και τεκμηρίωσης·

γ)

εξασφαλίζει ότι οι μέθοδοι εργασίας και διαδικασίες λειτουργίας είναι σύμφωνες με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 3 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 30 Μαρτίου 2009.

Για την Επιτροπή

Antonio TAJANI

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

(2)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

(3)  EE L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(4)  ΕΕ L 335 της 21.12.2005, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Διατάξεις της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας (εφεξής ΔΟΠΑ) που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και στο παράρτημα III σημείο 2)

1.

Κεφάλαιο 3 «συστήματα επιτήρησης με ραντάρ», τμήμα 3.1.2.5.2.1.2 «ΚΕ: κώδικας ερωτηματοθέτησης» της ΔΟΠΑ ICAO παράρτημα 10 «αεροναυτικές τηλεπικοινωνίες», τόμος IV «ραντάρ επιτήρησης και τα συστήματα αποφυγής σύγκρουσης» (τρίτη έκδοση, Ιούλιος 2002, με ενσωματωμένη την τροποποίηση 77).

2.

Κεφάλαιο 5, «ζεύξη δεδομένων αέρος-εδάφους με δευτερεύον ραντάρ επιτήρησης (SSR) τρόπου λειτουργίας S», τμήμα 5.2.9 «μορφότυπος έκθεσης ικανότητας ζεύξης δεδομένων» της ΔΟΠΑ παράρτημα 10 «αεροναυτικές τηλεπικοινωνίες», τόμος III «συστήματα επικοινωνιών» (πρώτη έκδοση, τροποποίηση 79).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Μέρος A:   Απαιτήσεις για την εφαρμογή των κωδικών ερωτηματοθέτησης που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2

Η εφαρμογή ΚΕ περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα κύρια σημεία:

α)

αναφορά μοναδικής εφαρμογής από το αρμόδιο κράτος μέλος·

β)

λεπτομερή στοιχεία του εκπροσώπου του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνος για τον συντονισμό της εκχώρησης ΚΕ τρόπου λειτουργίας S·

γ)

λεπτομερή στοιχεία του σημείου επαφής του φορέα διαχείρισης σε θέματα εκχώρησης ΚΕ τρόπου λειτουργίας S IC·

δ)

την ονομασία του ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S·

ε)

τη χρήση του ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S (επιχειρησιακή ή δοκιμαστική)·

στ)

την τοποθεσία του ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S·

ζ)

την προγραμματισμένη ημερομηνία της πρώτης μετάδοσης τρόπου λειτουργίας S ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S·

η)

τη ζητούμενη κάλυψη τρόπου λειτουργίας S·

θ)

ειδικές επιχειρησιακές απαιτήσεις·

ι)

τη δυνατότητα κωδικού SΙ·

ια)

τη δυνατότητα κωδικού «λειτουργίας κωδικού II/SI»·

ιβ)

τη δυνατότητα χάρτη κάλυψης.

Μέρος B:   Απαιτήσεις για την εκχώρηση των κωδικών ερωτηματοθέτησης που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 10 και στο άρθρο 4 παράγραφοι 3 και 4

Η εκχώρηση ΚΕ περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα κύρια σημεία:

α)

την αντίστοιχη αναφορά εφαρμογής από το αρμόδιο κράτος μέλος·

β)

αναφορά μοναδικής εφαρμογής από την υπηρεσία εκχώρησης ΚΕ·

γ)

τις αντικαθιστώμενες αναφορές εκχώρησης, εφόσον ζητούνται·

δ)

τον εκχωρούμενο ΚΕ·

ε)

τους περιορισμούς κάλυψης επιτήρησης και ασφάλισης με βάση τη μορφή ζωνικής εμβέλειας ή χάρτη κάλυψης τρόπου λειτουργίας S·

στ)

την περίοδο εφαρμογής κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να καταχωρισθεί η εκχώρηση στον προσδιορισμένο στην αίτηση ερωτηματοθέτη τρόπου λειτουργίας S·

ζ)

την ακολουθία εφαρμογής που πρέπει να τηρηθεί·

η)

επικουρικά και σε συνδυασμό με άλλες εναλλακτικές λύσεις: δημιουργία συστάδας·

θ)

ειδικούς επιχειρησιακούς περιορισμούς, εφόσον χρειάζονται.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Λειτουργία κωδικού II/SI που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2

1.

Οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, όταν λειτουργούν με κωδικό SI και έχουν ενεργοποιηθεί με κατάλληλη επιχειρησιακή παράμετρο, επικτούν επίσης στόχους μέσω των ολοκλησικών απαντήσεων που έχουν κωδικοποιηθεί με τη χρήση του κωδικού προσαρμογής II.

2.

Οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, όταν λειτουργούν με κωδικό SI και έχουν ενεργοποιηθεί με κατάλληλη επιχειρησιακή παράμετρο, θεωρούν τους αναμεταδότες που αποστέλλει ολοκλησικές απαντήσεις κωδικοποιημένες με τη χρήση κωδικού προσαρμογής II ως αναμεταδότες μη εξοπλισμένους με SI, ανεξαρτήτως της δυνατότητας SI που αναφέρεται στην έκθεση ζεύξης δεδομένων που καθορίζεται στο έγγραφο που αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 2).

3.

Οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, όταν λειτουργούν με κωδικό SI και έχουν ενεργοποιηθεί με κατάλληλη επιχειρησιακή παράμετρο, ερωτούν τους αναμεταδότες χωρίς δυνατότητα κωδικού SI με τη χρήση των μηνυμάτων πρωτοκόλλων πολυθεσικής ασφάλισης τρόπου λειτουργίας S που προβλέπονται για τη λειτουργία κωδικού II. Ο κωδικός II που πρέπει να χρησιμοποιηθεί είναι ο κωδικός προσαρμογής II.

4.

Οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, όταν λειτουργούν με κωδικό SI και έχουν ενεργοποιηθεί με κατάλληλη επιχειρησιακή παράμετρο, διαρθρώνεται από τον φορέα διαχείρισης ώστε:

να μην χρησιμοποιήσει την ασφάλιση στον κωδικό προσαρμογής II για αναμεταδότες χωρίς δυνατότητα κωδικού SI, ή

να χρησιμοποιήσει τη διαλείπουσα ασφάλιση στον κωδικό προσαρμογής II για αναμεταδότες χωρίς δυνατότητα κωδικού SI.

5.

Οι ερωτηματοθέτες τρόπου λειτουργίας S, όταν λειτουργούν με κωδικό II και έχουν ενεργοποιηθεί με κατάλληλη επιχειρησιακή παράμετρο, διαρθρώνεται από τον φορέα διαχείρισης ώστε:

να μην χρησιμοποιήσει την ασφάλιση για αναμεταδότες που δεν αναφέρουν δυνατότητα SI στην έκθεση δυνατότητας ζεύξης δεδομένων ή δεν μπορούν να αναφέρουν τη δυνατότητά τους ζεύξης δεδομένων, ή

να χρησιμοποιήσει τη διαλείπουσα ασφάλιση για αναμεταδότες που δεν αναφέρουν δυνατότητα SI στην έκθεση δυνατότητας ζεύξης δεδομένων ή δεν μπορούν να αναφέρουν τη δυνατότητά τους ζεύξης δεδομένων.

6.

Όταν είναι ενεργοποιημένη η λειτουργία κωδικού II/SI, οι χάρτες ασφάλισης δεν λαμβάνονται υπόψη για αναμεταδότες χωρίς δυνατότητα κωδικού SI.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Μέρος A:   Απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10 για την εκτίμηση της συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης συστατικών στοιχείων των συστημάτων

1.

Οι δραστηριότητες ελέγχου αποδεικνύουν τη συμμόρφωση των συστατικών στοιχείων που υποστηρίζουν πρωτόκολλα ασφάλισης κωδικού ΙΙ και κωδικού SI και της λειτουργίας κωδικού II/SI με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και επιδόσεων του παρόντος κανονισμού, ή την καταλληλότητά τους προς χρήση ενόσω τα συστατικά στοιχεία αυτά βρίσκονται σε λειτουργία σε περιβάλλον δοκιμής.

2.

Η εφαρμογή της ενότητας που περιγράφεται στο μέρος Β, από τον κατασκευαστή, ή από τον εγκατεστημένο στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, θεωρείται κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προκειμένου να διασφαλίζεται και να δηλώνεται η συμμόρφωση των συστατικών στοιχείων. Επιτρέπονται επίσης ισοδύναμες ή αυστηρότερες διαδικασίες.

Μέρος B:   Ενότητα εσωτερικού ελέγχου παραγωγής

1.

Η ενότητα αυτή περιγράφει τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του που εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο σημείο 2, διασφαλίζει και δηλώνει ότι τα σχετικά συστατικά στοιχεία πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ή καταλληλότητας προς χρήση σύμφωνα με το σημείο 3 του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει τα τεχνικά έγγραφα τεκμηρίωσης που περιγράφονται στο σημείο 4 και ο ίδιος ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, τα διατηρήσει για περίοδο που λήγει τουλάχιστον 10 έτη μετά από την κατασκευή των τελευταίων συστατικών στοιχείων στη διάθεση των σχετικών εθνικών εποπτικών αρχών για την επιθεώρησή τους και στη διάθεση των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας που ενσωματώνουν τα συγκεκριμένα συστατικά στοιχεία στα συστήματά τους. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με το πού και πώς διατίθενται τα ανωτέρω τεχνικά έγγραφα τεκμηρίωσης.

3.

Εφόσον ο κατασκευαστής δεν είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα, υποδεικνύει το πρόσωπο (ή πρόσωπα) που διαθέτει τα συστατικά στοιχεία στην κοινοτική αγορά. Το συγκεκριμένο πρόσωπο (ή πρόσωπα) ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με το πού και πώς διατίθενται τα εν λόγω τεχνικά έγγραφα τεκμηρίωσης.

4.

Τα τεχνικά έγγραφα τεκμηρίωσης επιτρέπουν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των συστατικών στοιχείων με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Εφόσον σχετίζονται με τη συγκεκριμένη αξιολόγηση, τα τεχνικά έγγραφα τεκμηρίωσης καλύπτουν το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία των συστατικών στοιχείων.

5.

Ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του διατηρεί αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ή καταλληλότητας προς χρήση μαζί με τα τεχνικά έγγραφα τεκμηρίωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11

1.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διαθέτει μεθόδους αναφοράς στο πλαίσιο της οργάνωσής του, οι οποίες διασφαλίζουν και αποδεικνύουν την αμεροληψία του και την ανεξάρτητη κρίση του σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητες ελέγχου.

2.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου διενεργεί τους ελέγχους με τη μέγιστη δυνατή επαγγελματική ακεραιότητα και τη μέγιστη δυνατή τεχνική επάρκεια, καθώς και ότι δεν ενδίδει σε τυχόν πιέσεις ή κίνητρα, ιδίως οικονομικού χαρακτήρα, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση του ή τα αποτελέσματα των ελέγχων του, ειδικά από άτομα ή ομάδες ατόμων που θίγονται από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

3.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου έχει πρόσβαση σε εξοπλισμό που επιτρέπει την ορθή διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων.

4.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου διαθέτει έγκυρη τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση, ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων για τους ελέγχους που πρέπει να διενεργεί, επαρκή πείρα στις σχετικές εργασίες, καθώς και την ικανότητα που απαιτείται για να συντάσσει τις δηλώσεις, τα μητρώα και τις εκθέσεις που τεκμηριώνουν τη διενέργεια των ελέγχων.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου είναι ικανό να εκτελεί τους ελέγχους με αμεροληψία. Η αμοιβή τού εν λόγω προσωπικού δεν εξαρτάται από τον αριθμό των ελέγχων που διενεργεί ή από τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Μέρος A:   Απαιτήσεις για τον έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1

1.

Ο έλεγχος των συστημάτων αποδεικνύει τη συμμόρφωση των συστημάτων αυτών με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, έκτακτης ανάγκης και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό πλαίσιο των συστημάτων αυτών. Συγκεκριμένα, ο έλεγχος ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S αποδεικνύει:

την ορθή λειτουργία κωδικού SI, καθώς και την ορθή λειτουργία κωδικού II/SΙ·

ότι ο συνδυασμός συστημάτων ή/και διαδικασιών παρακολούθησης της σύγκρουσης ΚΕ, καθώς και ο τρόπος επαναφοράς λειτουργίας μετριάζουν δεόντως τους κινδύνους σύγκρουσης ΚΕ·

ότι ο τρόπος επαναφοράς λειτουργίας δεν συγκρούεται με το σχέδιο εκχώρησης ΚΕ.

2.

Ο έλεγχος των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμής.

3.

Τα εργαλεία δοκιμής που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των καθοριζόμενων στο άρθρο 1 παράγραφος 2 συστημάτων διαθέτουν κατάλληλες λειτουργικές δυνατότητες.

4.

Από τον έλεγχο των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού προκύπτουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου που απαιτούνται βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, καθώς και ακόλουθα στοιχεία:

περιγραφή της εφαρμογής,

έκθεση των επιθεωρήσεων και δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διαχειρίζεται τις δραστηριότητες ελέγχου και ιδίως:

καθορίζει το κατάλληλο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών περιγράφει την ενσωμάτωση των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σε επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών καλύπτει πλήρως τις εφαρμοζόμενες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, έκτακτης ανάγκης και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού,

διασφαλίζει την συνάφεια και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμών,

προγραμματίζει την οργάνωση των δοκιμών, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διαμόρφωση της πλατφόρμας δοκιμών,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο σχέδιο δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και δοκιμών.

6.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι τα συστήματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 και λειτουργούν σε περιβάλλον αξιολόγησης πληρούν τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, έκτακτης ανάγκης και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

7.

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του ελέγχου συμμόρφωσης, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσουν δήλωση ΕΚ ελέγχου του συστήματος, την οποία υποβάλλουν στην εθνική εποπτική αρχή μαζί με τον σχετικό τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

Μέρος B:   Απαιτήσεις για τον έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2

1.

Ο έλεγχος των συστημάτων αποδεικνύει τη συμμόρφωση των συστημάτων αυτών με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, έκτακτης ανάγκης και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού μέσα σε περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό πλαίσιο των συστημάτων αυτών. Συγκεκριμένα, ο έλεγχος ερωτηματοθετών τρόπου λειτουργίας S αποδεικνύει:

την ορθή λειτουργία κωδικού SI, καθώς και την ορθή λειτουργία κωδικού II/SI,

ότι ο συνδυασμός συστημάτων παρακολούθησης της σύγκρουσης ΚΕ, καθώς και ο τρόπος επαναφοράς λειτουργίας μετριάζουν δεόντως τους κινδύνους σύγκρουσης ΚΕ,

ότι ο τρόπος επαναφοράς λειτουργίας δεν συγκρούεται με το σχέδιο εκχώρησης ΚΕ.

2.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμής.

3.

Τα εργαλεία δοκιμής που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των καθοριζόμενων στο άρθρο 1 παράγραφος 2 συστημάτων διαθέτουν κατάλληλες λειτουργικές δυνατότητες.

4.

Από τον έλεγχο των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού προκύπτουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου που απαιτούνται βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, καθώς και ακόλουθα στοιχεία:

περιγραφή της εφαρμογής,

έκθεση των επιθεωρήσεων και δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας καθορίζει το κατάλληλο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον και αναθέτει την εκτέλεση των δραστηριοτήτων ελέγχου σε κοινοποιημένο οργανισμό.

6.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διευθύνει τις δραστηριότητες ελέγχου και ειδικότερα:

καθορίζει το κατάλληλο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών περιγράφει την ενσωμάτωση των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σε επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης,

ελέγχει εάν το σχέδιο δοκιμών καλύπτει πλήρως τις εφαρμοζόμενες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, έκτακτης ανάγκης και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού,

διασφαλίζει την συνάφεια και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμών,

προγραμματίζει την οργάνωση των δοκιμών, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διαμόρφωση της πλατφόρμας δοκιμών,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο σχέδιο δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και δοκιμών.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξασφαλίζει ότι η εφαρμογή της ανταλλαγής πληροφοριών που υποστηρίζει τη διαδικασία εκχώρησης και χρήσης κωδικών τρόπου λειτουργίας S IC, ενσωματωμένων σε συστήματα που λειτουργούν σε προσομοιωμένο επιχειρησιακό περιβάλλον πληροί τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων, έκτακτης ανάγκης και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

8.

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των εργασιών ελέγχου, ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει πιστοποιητικό συμμόρφωσης σχετικό με τις εργασίες ελέγχου που διεξήγαγε.

9.

Στη συνέχεια, ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσει δήλωση ΕΚ ελέγχου του συστήματος, την οποία υποβάλλει στην εθνική εποπτική αρχή μαζί με τον αντίστοιχο τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο

31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84/33


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 21ης Μαΐου 2008

για την υπογραφή και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών

(2009/302/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο πρώτη φράση,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 5 Ιουνίου 2003, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε, με απόφασή του, την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες για την αντικατάσταση ορισμένων διατάξεων των υφιστάμενων διμερών συμφωνιών από μία συμφωνία με την Κοινότητα.

(2)

Η Επιτροπή διαπραγματεύθηκε, εξ ονόματος της Κοινότητας, συμφωνία με το Πακιστάν σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών, με βάση τους μηχανισμούς και τις οδηγίες που περιλάμβανε το παράρτημα της απόφασης της 5ης Ιουνίου 2003 με την οποία το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες με σκοπό την αντικατάσταση ορισμένων διατάξεων των υφιστάμενων διμερών συμφωνιών από μια συμφωνία με την Κοινότητα.

(3)

Η συμφωνία την οποία διαπραγματεύθηκε η Επιτροπή είναι σκόπιμο να υπογραφεί και να τεθεί προσωρινά σε εφαρμογή, με την επιφύλαξη της ενδεχόμενης σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών εγκρίνεται εξ ονόματος της Κοινότητας, υπό την επιφύλαξη της απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψή της.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδιο(-α) να υπογράψει(-ουν) τη συμφωνία εξ ονόματος της Κοινότητας, υπό την επιφύλαξη της σύναψής της.

Άρθρο 3

Η συμφωνία, ενόσω εκκρεμεί η έναρξη ισχύος της, εφαρμόζεται προσωρινά από την πρώτη ημέρα του πρώτου μηνός που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν κοινοποιήσει αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών που είναι αναγκαίες προς τον σκοπό αυτό.

Άρθρο 4

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να προβεί στην κοινοποίηση που προβλέπει το άρθρο 8 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. ZVER


ΣΥΜΦΩΝΊΑ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

αφενός, και

Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΠΑΚΙΣΤΑΝ (εφεξής «Πακιστάν»)

αφετέρου,

(εφεξής «συμβαλλόμενα μέρη»)

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ότι ορισμένες διατάξεις των διμερών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών μεταξύ ορισμένων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν πρέπει να εναρμονισθούν με το κοινοτικό δίκαιο,

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ότι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα επί διαφόρων πτυχών των διμερών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών που έχουν συναφθεί μεταξύ κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τρίτων χωρών,

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ότι, βάσει του κοινοτικού δικαίου, οι κοινοτικοί αερομεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος έχουν δικαίωμα ισότιμης πρόσβασης στα αεροπορικά δρομολόγια μεταξύ αυτού του κράτους μέλους και τρίτων χωρών,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις συμφωνίες μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των τεσσάρων ευρωπαϊκών χωρών που παρατίθενται στο παράρτημα III, οι οποίες προβλέπουν τη δυνατότητα για τους υπηκόους των εν λόγω χωρών να αποκτούν την κυριότητα αερομεταφορέων που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι όλες οι πτυχές των διμερών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών μεταξύ κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν πρέπει να εναρμονισθούν με το δίκαιο των συμβαλλόμενων μερών ώστε να δημιουργηθεί μια στέρεη νομική βάση για τις αεροπορικές μεταφορές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και να διαφυλαχθεί η συνέχεια των εν λόγω αεροπορικών μεταφορών,

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ότι οι διατάξεις των διμερών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών μεταξύ κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, οι οποίες δεν αντίκεινται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πακιστάν, δεν χρειάζεται να τροποποιηθούν από την παρούσα συμφωνία,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι οι διατάξεις των διμερών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών που έχουν συναφθεί μεταξύ κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, οι οποίες i) απαιτούν ή ευνοούν την έγκριση συμφωνιών μεταξύ επιχειρήσεων, αποφάσεων από ενώσεις επιχειρήσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών που εμποδίζουν, νοθεύουν ή περιορίζουν τον ανταγωνισμό μεταξύ αερομεταφορέων στα εκάστοτε αεροπορικά δρομολόγια ή ii) ενισχύουν τις επιπτώσεις τέτοιων συμφωνιών, αποφάσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών ή iii) αναθέτουν σε αερομεταφορείς ή άλλους ιδιωτικούς οικονομικούς παράγοντες την αρμοδιότητα λήψης μέτρων που εμποδίζουν, νοθεύουν ή περιορίζουν τον ανταγωνισμό μεταξύ αερομεταφορέων στα εκάστοτε αεροπορικά δρομολόγια, μπορούν να καταστήσουν αναποτελεσματικούς τους κανόνες ανταγωνισμού που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις,

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ότι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν δεν επιδιώκουν με την παρούσα συμφωνία να αυξήσουν το συνολικό όγκο της αεροπορικής κίνησης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, να μεταβάλουν το ισοζύγιο μεταξύ κοινοτικών αερομεταφορέων και αερομεταφορέων της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, ούτε να τροποποιήσουν τις διατάξεις των υφιστάμενων διμερών συμφωνιών αεροπορικών μεταφορών που αφορούν τα δικαιώματα μεταφοράς,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «κράτη μέλη» νοούνται τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

2.   Σε κάθε συμφωνία που παρατίθεται στο παράρτημα I, οι αναφορές σε υπηκόους του κράτους μέλους που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας αυτής νοούνται ως αναφορές σε υπηκόους των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

3.   Σε κάθε συμφωνία που παρατίθεται στο παράρτημα I, οι αναφορές σε αερομεταφορείς ή αεροπορικές εταιρείες του κράτους μέλους που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας αυτής νοούνται ως αναφορές σε αερομεταφορείς ή αεροπορικές εταιρείες που έχει καθορίσει το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

Άρθρο 2

Καθορισμός αερομεταφορέα από κράτος μέλος

1.   Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου υπερισχύουν των αντίστοιχων διατάξεων των άρθρων που παρατίθενται στο παράρτημα II στοιχεία α) και β) αντιστοίχως, όσον αφορά τον καθορισμό αερομεταφορέα από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, τις άδειες εκμετάλλευσης και τις άδειες τεχνικής φύσεως που χορηγεί η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν, και όσον αφορά την απόρριψη, την ανάκληση, την αναστολή ή τον περιορισμό των αδειών εκμετάλλευσης ή των αδειών τεχνικής φύσεως του αερομεταφορέα, αντιστοίχως.

2.   Όταν της γνωστοποιείται από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας καθορισμός αερομεταφορέα, η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν χορηγεί τις κατάλληλες άδειες εκμετάλλευσης και άδειες τεχνικής φύσεως, με την ελάχιστη διαδικαστική καθυστέρηση, υπό τον όρο ότι:

i)

ο αερομεταφορέας είναι εγκατεστημένος στην επικράτεια του κράτους μέλους που τον έχει καθορίσει, με βάση τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και έχει έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης εκδοθείσα από κράτος μέλος σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας· και

ii)

το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την έκδοση του αντίστοιχου πιστοποιητικού αερομεταφορέα ασκεί και διατηρεί τον ουσιαστικό ρυθμιστικό έλεγχο του αερομεταφορέα και ότι στην πράξη καθορισμού προσδιορίζεται με σαφήνεια η αρμόδια αεροναυτική αρχή και

iii)

ο αερομεταφορέας τελεί υπό την κυριότητα, είτε άμεσα είτε μέσω πλειοψηφικής συμμετοχής, και υπό τον πραγματικό έλεγχο κρατών μελών ή/και υπηκόων κρατών μελών, ή/και άλλων κρατών αναφερόμενων στο παράρτημα III ή/και υπηκόων των συγκεκριμένων άλλων κρατών και

iv)

ο αερομεταφορέας έχει τον κύριο τόπο επιχειρηματικής δραστηριότητάς του στην επικράτεια του κράτους μέλους που του έχει χορηγήσει την έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης.

3.   Η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν μπορεί να απορρίψει, να ανακαλέσει, να αναστείλει ή να περιορίσει τις άδειες εκμετάλλευσης ή τις άδειες τεχνικής φύσεως ενός αερομεταφορέα καθορισμένου από κράτος μέλος εφόσον:

i)

ο αερομεταφορέας δεν είναι εγκατεστημένος στην επικράτεια του κράτους μέλους που τον έχει καθορίσει, με βάση τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ή δεν διαθέτει έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης εκδοθείσα από κράτος μέλος σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας· ή

ii)

το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την έκδοση του αντίστοιχου πιστοποιητικού αερομεταφορέα δεν ασκεί ή δεν διατηρεί τον ουσιαστικό ρυθμιστικό έλεγχο του αερομεταφορέα, ή εφόσον στην πράξη καθορισμού αερομεταφορέα δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια η αρμόδια αεροναυτική αρχή· ή

iii)

ο αερομεταφορέας δεν τελεί υπό την κυριότητα, είτε άμεσα είτε μέσω πλειοψηφικής συμμετοχής, ή υπό τον πραγματικό έλεγχο κρατών μελών ή/και υπηκόων κρατών μελών, ή/και άλλων κρατών αναφερόμενων στο παράρτημα III ή/και υπηκόων των συγκεκριμένων άλλων κρατών· ή

iv)

ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας του αερομεταφορέα δεν βρίσκεται στην επικράτεια του κράτους μέλους που του έχει χορηγήσει την έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης· ή

v)

ο αερομεταφορέας έχει ήδη λάβει άδεια εκμετάλλευσης βάσει διμερούς συμφωνίας μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και άλλου κράτους μέλους και, ασκώντας τα δικαιώματα μεταφοράς που απορρέουν από την παρούσα συμφωνία σε αεροπορικό δρομολόγιο που περιλαμβάνει σημείο στην επικράτεια αυτού του άλλου κράτους μέλους, ο αερομεταφορέας θα καταστρατηγούσε τους περιορισμούς ως προς τα δικαιώματα μεταφοράς που επιβάλλονται από την εν λόγω άλλη συμφωνία· ή

vi)

ο καθορισμένος αερομεταφορέας διαθέτει πιστοποιητικό αερομεταφορέα και άδεια εκμετάλλευσης που έχουν εκδοθεί από κράτος μέλος με το οποίο η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν δεν έχει συνάψει διμερή συμφωνία αεροπορικών μεταφορών και το οποίο έχει αρνηθεί να παραχωρήσει δικαιώματα μεταφοράς ή σχετικές εμπορικές ευκαιρίες σε αερομεταφορέα που έχει λάβει άδεια από την Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν.

4.   Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων που της παρέχει η παράγραφος 3, η Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν δεν εισάγει διακρίσεις μεταξύ κοινοτικών αερομεταφορέων για λόγους εθνικότητας, υπό τον όρο ότι τηρούνται οι προαναφερθείσες απαιτήσεις.

Άρθρο 3

Ασφάλεια

1.   Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου συμπληρώνουν τις σχετικές διατάξεις των άρθρων που παρατίθενται στο παράρτημα II στοιχείο γ).

2.   Όταν κράτος μέλος έχει καθορίσει αερομεταφορέα του οποίου το ρυθμιστικό έλεγχο ασκεί και διατηρεί άλλο κράτος μέλος, τα δικαιώματα της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν τα οποία απορρέουν από τις διατάξεις περί ασφάλειας της συμφωνίας μεταξύ του κράτους μέλους που έχει καθορίσει τον αερομεταφορέα και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν ισχύουν εξίσου σε ό,τι αφορά την έκδοση, την εφαρμογή ή τη διατήρηση των προτύπων ασφαλείας από το άλλο αυτό κράτος μέλος και σε ό,τι αφορά την άδεια εκμετάλλευσης του συγκεκριμένου αερομεταφορέα.

Άρθρο 4

Ναύλοι μεταφοράς εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

1.   Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου συμπληρώνουν τις σχετικές διατάξεις των άρθρων που παρατίθενται στο παράρτημα II στοιχείο δ).

2.   Οι ναύλοι που επιβάλλονται από αερομεταφορέα(-είς) καθορισμένο(-ους) από την Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν βάσει μιας από τις συμφωνίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I, η οποία περιέχει διάταξη περιλαμβανόμενη στο παράρτημα II στοιχείο δ), για αεροπορικές μεταφορές εξ ολοκλήρου εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, υπόκεινται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εφαρμόζεται χωρίς διακρίσεις.

Άρθρο 5

Συμβατότητα με τους κανόνες ανταγωνισμού

1.   Κατά παρέκκλιση οιασδήποτε αντίθετης διάταξης, καμία διάταξη των παρατιθέμενων στο παράρτημα I συμφωνιών i) δεν ευνοεί την έγκριση συμφωνιών μεταξύ επιχειρήσεων, αποφάσεων από ενώσεις επιχειρήσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών οι οποίες παρακωλύουν, νοθεύουν ή περιορίζουν τον ανταγωνισμό, ii) δεν ενισχύει τις επιπτώσεις τέτοιων συμφωνιών, αποφάσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών, και iii) δεν αναθέτει σε ιδιωτικούς οικονομικούς φορείς την αρμοδιότητα λήψης μέτρων τα οποία παρακωλύουν, νοθεύουν ή περιορίζουν τον ανταγωνισμό.

2.   Δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των συμφωνιών του παραρτήματος I, οι οποίες δεν συμβιβάζονται με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 6

Παραρτήματα της συμφωνίας

Τα παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο 7

Αναθεώρηση ή τροποποίηση

Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν, ανά πάσα στιγμή, να αναθεωρήσουν ή να τροποποιήσουν την παρούσα συμφωνία με κοινή συναίνεση. Καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων για την αναθεώρηση ή την τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας με κοινή συναίνεση, και το άλλο μέρος ανταποκρίνεται στο εν λόγω αίτημα διεξαγωγής διαβουλεύσεων εντός 60 (εξήντα) το πολύ ημερών από την υποβολή του αιτήματος.

Άρθρο 8

Έναρξη ισχύος και προσωρινή εφαρμογή

1.   Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αμοιβαία κοινοποιήσει εγγράφως την ολοκλήρωση των αντίστοιχων εσωτερικών τους διαδικασιών που απαιτούνται για την έναρξη ισχύος της συμφωνίας.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να εφαρμόζουν προσωρινά την παρούσα συμφωνία από την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αμοιβαία κοινοποιήσει την ολοκλήρωση των αναγκαίων για το σκοπό αυτό διαδικασιών.

3.   Οι συμφωνίες και άλλες συμβατικές ρυθμίσεις μεταξύ κρατών μελών και της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν οι οποίες, κατά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ ούτε εφαρμόζονται προσωρινά, παρατίθενται στο παράρτημα I στοιχείο β). Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται σε όλες τις εν λόγω συμφωνίες και ρυθμίσεις από την ημερομηνία έναρξης ισχύος ή προσωρινής εφαρμογής τους.

Άρθρο 9

Λύση

1.   Η λύση μιας από τις συμφωνίες που παρατίθενται στο παράρτημα I συνεπάγεται ταυτόχρονη λήξη της ισχύος όλων των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη συμφωνία του παραρτήματος I.

2.   Η λύση όλων των συμφωνιών που παρατίθενται στο παράρτημα I συνεπάγεται ταυτόχρονη λήξη της ισχύος της παρούσας συμφωνίας.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, υπέγραψαν την παρούσα συμφωνία.

Έγινε στις Βρυξέλλες, εις διπλούν, στις είκοσι τέσσερις Φεβρουαρίου δύο χιλιάδες εννιά, στη βουλγαρική, τσεχική, δανική, ολλανδική, αγγλική, εσθονική, φινλανδική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, μαλτέζικη, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, ισπανική και σουηδική γλώσσα.

За Европейската общност

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenství

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

For the European Community

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

Az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspólnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Pentru Comunitatea Europeană

Za Európske spoločenstvo

Za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

För Europeiska gemenskapen

Image

Image

За Ислямска република Пакистан

Por la República Islámica de Pakistán

Za Pákistánskou islámskou republiku

For Den Islamiske Republik Pakistan

Für die Islamische Republik Pakistan

Pakistani Islamivabariigi nimel

Για την Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν

For the Islamic Republic of Pakistan

Pour la République islamique du Pakistan

Per la Repubblica islamica del Pakistan

Pakistānas Islāma Republikas vārdā

Pakistano Islamo Respublikos vardu

A Pakisztáni Iszlám Köztársaság részéről

Għar-Repubblika Iżlamika tal-Pakistan

Voor de Islamitische Republiek Pakistan

W imieniu Islamskiej Republiki Pakistanu

Pela República Islâmica do Paquistão

Pentru Republica Islamică Pakistan

Za Pakistanskú islamskú republiku

Za Islamsko republiko Pakistan

Pakistanin islamilaisen tasavallan puolesta

För Islamiska republiken Pakistan

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Προσωρινός κατάλογος των συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 1 της παρούσας συμφωνίας

α)

Συμφωνίες αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας οι οποίες, κατά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, έχουν συναφθεί, υπογραφεί ή/και εφαρμόζονται προσωρινά:

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης της Αυστρίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Ραβαλπίντι στις 28 Μαΐου 1971 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Αυστρίας»)·

Τροποποιήθηκε τελευταία από το μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στο Ισλαμαμπάντ στις 27 Σεπτεμβρίου 2006 (αναφερόμενο στο παράρτημα II ως «μνημόνιο συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Ισλαμαμπάντ στις 22 Οκτωβρίου 1969 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Βουλγαρίας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στην Πράγα στις 2 Σεπτεμβρίου 1969 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Τσεχικής Δημοκρατίας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης του Βασιλείου της Δανίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία μονογραφήθηκε στο Όσλο στις 23 Μαρτίου 1999 (αναφερόμενη στο παράρτημα ΙΙ ως «συμφωνία Πακιστάν-Δανίας»)·

Συμπληρώθηκε από το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ των σκανδιναβικών χωρών και του Πακιστάν που μονογραφήθηκε στο Όσλο στις 23 Μαρτίου 1999.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Καράτσι στις 31 Ιουλίου 1950 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Γαλλίας»)·

Τροποποιήθηκε με ανταλλαγή διακοινώσεων της 29ης Αυγούστου και της 20ής και 31ης Οκτωβρίου 1960·

Τροποποιήθηκε με ανταλλαγή διακοινώσεων της 2ας και 9ης Ιουλίου 1974.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στη Βόννη στις 20 Ιουλίου 1960 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Γερμανίας»)·

Ισχύει σε συνδυασμό με τα συμφωνηθέντα πρακτικά που υπεγράφησαν στη Βόννη στις 12 Νοεμβρίου 1998.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στην Αθήνα στις 15 Νοεμβρίου 2005 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Ελλάδας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στη Βουδαπέστη στις 11 Μαΐου 1977 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Ουγγαρίας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Ιταλικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στη Ρώμη στις 5 Οκτωβρίου 1957 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Ιταλίας»)·

Τροποποιήθηκε από το μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στη Ρώμη στις 16 Ιανουαρίου 1974·

Τροποποιήθηκε τελευταία από το μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στη Ρώμη στις 24 Μαρτίου 2004.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Μάλτας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στη Βαλέτα στις 25 Απριλίου 1975 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Μάλτας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της κυβέρνησης του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Καράτσι στις 17 Ιουλίου 1952·

Τροποποιήθηκε από τα συμφωνηθέντα πρακτικά που υπεγράφησαν στη Χάγη στις 27 Απριλίου 1995·

Τροποποιήθηκε από τα συμφωνηθέντα πρακτικά που υπεγράφησαν στη Χάγη στις 28 Ιουνίου 1995·

Τροποποιήθηκε από το μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στο Bhurban στις 16 Νοεμβρίου 1995·

Σχέδιο συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της κυβέρνησης του Πακιστάν, το οποίο υπεγράφη στο Bhurban στις 16 Νοεμβρίου 1995 (αναφερόμενη στο παράρτημα ΙΙ ως «σχέδιο συμφωνίας Πακιστάν-Κάτω Χωρών»)·

Τροποποιήθηκε από τα συμφωνηθέντα πρακτικά που υπεγράφησαν στη Χάγη στις 25 Μαρτίου 1997·

Τροποποιήθηκε τελευταία από το εμπιστευτικό μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στο Καράτσι στις 28 Νοεμβρίου 1998.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Ραβαλπίντι στις 30 Οκτωβρίου 1970 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Πολωνίας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και της κυβέρνησης της Πορτογαλίας, η οποία συνήφθη στο Καράτσι στις 7 Ιουνίου 1958 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Πορτογαλίας»).

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και της κυβέρνησης του Βασιλείου της Ισπανίας, η οποία συνήφθη στη Μαδρίτη στις 19 Ιουνίου 1979 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Ισπανίας»)·

Τροποποιήθηκε με ανταλλαγή διακοινώσεων της 20ής Ιουλίου και της 29ης Ιουλίου 1988.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ρουμανίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Ραβαλπίντι στις 9 Ιανουαρίου 1973 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Ρουμανίας»).

Σχέδιο συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης του Βασιλείου της Σουηδίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, το οποίο μονογραφήθηκε στο Όσλο στις 23 Μαρτίου 1999 (αναφερόμενη στο παράρτημα ΙΙ ως «συμφωνία Πακιστάν-Σουηδίας»)·

Συμπληρώθηκε από το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ των σκανδιναβικών χωρών και του Πακιστάν που μονογραφήθηκε στο Όσλο στις 23 Μαρτίου 1999.

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν, η οποία συνήφθη στο Καράτσι στις 14 Σεπτεμβρίου 1999 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Ηνωμένου Βασιλείου»)·

Τροποποιήθηκε από το μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στο Λονδίνο στις 9 Φεβρουαρίου 2000.

(β)

Συμφωνίες και άλλες συμβατικές ρυθμίσεις στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών που έχουν μονογραφηθεί ή υπογραφεί μεταξύ της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, οι οποίες, κατά την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας συμφωνίας, δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ ούτε εφαρμόζονται προσωρινά:

Συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της κυβέρνησης της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Πακιστάν και της κυβέρνησης του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, η οποία μονογραφήθηκε στο Καράτσι στις 14 Οκτωβρίου 1997 (αναφερόμενη στο παράρτημα II ως «συμφωνία Πακιστάν-Λουξεμβούργου»)·

Συμπληρώθηκε από το μνημόνιο συμφωνίας που υπεγράφη στο Καράτσι στις 14 Οκτωβρίου 1997.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Προσωρινός κατάλογος των άρθρων των συμφωνιών που παρατίθενται στο παράρτημα I και αναφέρονται στα άρθρα 2 έως 4 της παρούσας συμφωνίας

α)

Καθορισμός αερομεταφορέα από κράτος μέλος:

Άρθρο 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας και άρθρο 2α του μνημονίου συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας που υπεγράφη στο Ισλαμαμπάντ στις 27 Σεπτεμβρίου 2006·

Άρθρο ΙΙΙ της συμφωνίας Πακιστάν-Βουλγαρίας·

Άρθρο III της συμφωνίας Πακιστάν-Τσεχικής Δημοκρατίας·

Σχέδιο του άρθρου 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Δανίας·

Άρθρο 2 της συμφωνίας Πακιστάν-Γαλλίας·

Άρθρο 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Γερμανίας·

Άρθρο 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Ελλάδας·

Άρθρο 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Ουγγαρίας·

Άρθρο II της συμφωνίας Πακιστάν-Ιταλίας·

Άρθρο 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Μάλτας·

Άρθρο 4 του σχεδίου της συμφωνίας Πακιστάν-Κάτω Χωρών·

Άρθρο III της συμφωνίας Πακιστάν-Πολωνίας·

Άρθρο II της συμφωνίας Πακιστάν-Πορτογαλίας·

Άρθρο ΙΙΙ της συμφωνίας Πακιστάν-Ρουμανίας·

Άρθρο 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Ισπανίας·

Σχέδιο του άρθρου 3 της συμφωνίας Πακιστάν-Σουηδίας·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Ηνωμένου Βασιλείου.

β)

Απόρριψη, ανάκληση, αναστολή ή περιορισμός των αδειών εκμετάλλευσης ή των αδειών τεχνικής φύσεως:

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας και άρθρο 2α του μνημονίου συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας·

Άρθρο IV της συμφωνίας Πακιστάν-Βουλγαρίας·

Άρθρο IV της συμφωνίας Ρουμανίας-Τσεχικής Δημοκρατίας·

Σχέδιο του άρθρου 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Δανίας·

Άρθρο 2 της συμφωνίας Πακιστάν-Γαλλίας·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Γερμανίας·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Ελλάδας·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Ουγγαρίας·

Άρθρο VIII της συμφωνίας Πακιστάν-Ιταλίας·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Λουξεμβούργου·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Μάλτας·

Άρθρο 5 του σχεδίου της συμφωνίας Πακιστάν-Κάτω Χωρών·

Άρθρο IV της συμφωνίας Πακιστάν-Πολωνίας·

Άρθρο VIII της συμφωνίας Πακιστάν-Πορτογαλίας·

Άρθρο IV της συμφωνίας Πακιστάν-Ρουμανίας·

Άρθρο 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Ισπανίας·

Σχέδιο του άρθρου 4 της συμφωνίας Πακιστάν-Σουηδίας·

Άρθρο 5 της συμφωνίας Πακιστάν-Ηνωμένου Βασιλείου.

γ)

Ασφάλεια:

Προσάρτημα Δ του μνημονίου συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας·

Άρθρο V της συμφωνίας Πακιστάν-Βουλγαρίας·

Άρθρο V της συμφωνίας Πακιστάν-Τσεχικής Δημοκρατίας·

Σχέδιο του άρθρου 16 της συμφωνίας Πακιστάν-Δανίας·

Άρθρο 8 της συμφωνίας Πακιστάν-Ελλάδας·

Άρθρο 5 της συμφωνίας Πακιστάν-Ουγγαρίας·

Άρθρο II της συμφωνίας Πακιστάν-Ιταλίας·

Άρθρο 6 της συμφωνίας Πακιστάν-Λουξεμβούργου·

Άρθρο 5 της συμφωνίας Πακιστάν-Μάλτας·

Προσάρτημα ΙΙ των συμφωνηθέντων πρακτικών Πακιστάν-Κάτω Χωρών της 25ης Μαρτίου 1997·

Άρθρο V της συμφωνίας Πακιστάν-Ρουμανίας·

Άρθρο 5 της συμφωνίας Πακιστάν-Ισπανίας·

Σχέδιο του άρθρου 16 της συμφωνίας Πακιστάν-Σουηδίας.

δ)

Ναύλοι μεταφοράς εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας:

Άρθρο 9 της συμφωνίας Πακιστάν-Αυστρίας·

Άρθρο VIII της συμφωνίας Πακιστάν-Βουλγαρίας·

Άρθρο VIII της συμφωνίας Πακιστάν-Τσεχικής Δημοκρατίας·

Σχέδιο του άρθρου 11 της συμφωνίας Πακιστάν-Δανίας·

Άρθρο 6 της συμφωνίας Πακιστάν-Γαλλίας·

Παράρτημα 4 των συμφωνηθέντων πρακτικών που υπεγράφησαν στη Βόννη στις 12 Νοεμβρίου 1998 – όπως εφαρμόζονται προσωρινά στο πλαίσιο της συμφωνίας Πακιστάν-Γερμανίας·

Άρθρο 13 της συμφωνίας Πακιστάν-Ελλάδας·

Άρθρο 9 της συμφωνίας Πακιστάν-Ουγγαρίας·

Άρθρο VI της συμφωνίας Πακιστάν-Ιταλίας·

Άρθρο 10 της συμφωνίας Πακιστάν-Λουξεμβούργου·

Άρθρο 9 της συμφωνίας Πακιστάν-Μάλτας·

Άρθρο 6 του σχεδίου της συμφωνίας Πακιστάν-Κάτω Χωρών·

Άρθρο VIII της συμφωνίας Πακιστάν-Πολωνίας·

Άρθρο VI της συμφωνίας Πακιστάν-Πορτογαλίας·

Άρθρο IX της συμφωνίας Πακιστάν-Ρουμανίας·

Άρθρο 9 της συμφωνίας Πακιστάν-Ισπανίας·

Σχέδιο του άρθρου 11 της συμφωνίας Πακιστάν-Σουηδίας·

Άρθρο 7 της συμφωνίας Πακιστάν-Ηνωμένου Βασιλείου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Κατάλογος άλλων κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας συμφωνίας

α)

Η Δημοκρατία της Ισλανδίας (βάσει της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο)·

β)

Το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν (βάσει της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο)·

γ)

Το Βασίλειο της Νορβηγίας (βάσει της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο)·

δ)

Η Ελβετική Συνομοσπονδία (βάσει της συμφωνίας αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας).


Συνδιάσκεψη των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών

31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84/43


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΏΠΩΝ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΉΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΏΝ ΜΕΛΏΝ

της 25ης Μαρτίου 2009

για το διορισμό δύο δικαστών στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(2009/303/ΕΚ, Ευρατόμ)

ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 223,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 139,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τις διατάξεις των συνθηκών, κάθε τριετία θα πρέπει να πραγματοποιείται μερική αντικατάσταση των δικαστών και γενικών εισαγγελέων του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(2)

Για την περίοδο από 7ης Οκτωβρίου 2009 έως 6 Οκτωβρίου 2015 έπρεπε να διοριστούν δέκα τρεις δικαστές και τέσσερις γενικοί εισαγγελείς.

(3)

Στις 25 Φεβρουαρίου 2009, η διάσκεψη των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών διόρισε ένδεκα δικαστές και τέσσερις γενικούς εισαγγελείς στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την προαναφερόμενη περίοδο.

(4)

Για να ολοκληρωθεί η μερική αντικατάσταση των δικαστών του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι κυβερνήσεις των κρατών μελών θα πρέπει να διορίσουν δύο περαιτέρω δικαστές η τρέχουσα θητεία των οποίων λήγει στις 6 Οκτωβρίου 2009,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ο κ. Marko ILEŠIČ και η κ. Camelia TOADER διορίζονται δικαστές του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την περίοδο από 7 Οκτωβρίου 2009 έως 6 Οκτωβρίου 2015.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 25 Μαρτίου 2009.

Η Πρόεδρος

M. VICENOVÁ


Επιτροπή

31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 84/44


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Μαρτίου 2009

για το διορισμό δώδεκα μελών της ευρωπαϊκής στατιστικής συμβουλευτικής επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/304/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση αριθ. 234/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για τη σύσταση της ευρωπαϊκής στατιστικής συμβουλευτικής επιτροπής και την κατάργηση της απόφασης 91/116/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Έπειτα από διαβούλευση με το Συμβούλιο,

Έπειτα από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ευρωπαϊκή στατιστική συμβουλευτική επιτροπή αποτελείται από 24 μέλη.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 234/2008/ΕΚ, δώδεκα μέλη διορίζονται από την Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(3)

Τα κράτη μέλη έχουν υποβάλει στην Επιτροπή κατάλογο υποψηφίων με δεόντως τεκμηριωμένα προσόντα στο στατιστικό τομέα.

(4)

Η Επιτροπή, κατά την επιλογή των δώδεκα αυτών μελών, προσπαθεί να εξασφαλίσει την ίση εκπροσώπηση των χρηστών, των απαντώντων και των άλλων παραγόντων που συμμετέχουν στην κατάρτιση των κοινοτικών στατιστικών (συμπεριλαμβανομένων της επιστημονικής κοινότητας, των κοινωνικών εταίρων και της κοινωνίας των πολιτών),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Τα άτομα που αναφέρονται στο παράρτημα διορίζονται μέλη της ευρωπαϊκής στατιστικής συμβουλευτικής επιτροπής για θητεία πέντε ετών.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 30 Μαρτίου 2009.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 73 της 15.3.2008, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Karl Andrea FEMRELL

Ladislav KABÁT

Lea KAUPPI

Irena E. KOTOWSKA

Denise Anne LIEVESLEY

Hristina MITREVA

Luca PAOLAZZI

Robert ROCHEFORT

Julio RODRĺGUEZ LÓPEZ

Ineke STOOP

Hartmut TOFAUTE

Brendan WALSH