ISSN 1725-2547 |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
51ό έτος |
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
EL |
Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 551/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 17ης Ιουνίου 2008
για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του. |
(2) |
Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 18 Ιουνίου 2008.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Jean-Luc DEMARTY
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης
(1) ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
(EUR/100 kg) |
||
Κωδικός ΣΟ |
Κωδικός τρίτης χώρας (1) |
Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή |
0702 00 00 |
MA |
41,9 |
MK |
40,3 |
|
TR |
57,1 |
|
ZZ |
46,4 |
|
0707 00 05 |
JO |
151,2 |
MK |
35,8 |
|
TR |
83,4 |
|
ZZ |
90,1 |
|
0709 90 70 |
TR |
103,3 |
ZZ |
103,3 |
|
0805 50 10 |
AR |
121,9 |
EG |
120,2 |
|
US |
91,7 |
|
ZA |
131,5 |
|
ZZ |
116,3 |
|
0808 10 80 |
AR |
101,8 |
BR |
86,7 |
|
CL |
95,1 |
|
CN |
92,0 |
|
MK |
63,0 |
|
NZ |
114,9 |
|
US |
112,7 |
|
UY |
59,9 |
|
ZA |
86,7 |
|
ZZ |
90,3 |
|
0809 10 00 |
IL |
124,0 |
TR |
184,2 |
|
ZZ |
154,1 |
|
0809 20 95 |
TR |
421,2 |
US |
405,5 |
|
ZZ |
413,4 |
|
0809 30 10, 0809 30 90 |
EG |
182,1 |
US |
239,8 |
|
ZZ |
211,0 |
|
0809 40 05 |
IL |
190,0 |
TR |
223,9 |
|
ZZ |
207,0 |
(1) Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/3 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 552/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 17ης Ιουνίου 2008
για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2430/1999, (ΕΚ) αριθ. 2380/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1289/2004 όσον αφορά τους όρους στις άδειες ορισμένων πρόσθετων υλών για χρήση στη διατροφή των ζώων
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η εταιρεία Alpharma (Belgium) BVBA υπέβαλε αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, με την οποία προτείνεται η αλλαγή της επωνυμίας του κατόχου της άδειας στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2430/1999 (2), (ΕΚ) αριθ. 2380/2001 (3) και (ΕΚ) αριθ. 1289/2004 (4). Οι κανονισμοί αυτοί επιτρέπουν τη χρήση ορισμένων πρόσθετων υλών. Οι άδειες συνδέονται με τον κάτοχό τους. |
(2) |
Στην περίπτωση των πρόσθετων υλών υδροχλωρική ροβενιδίνη 66 g/kg (Cycostat 66G) και εναμμώνια μαδουραμικίνη άλφα 1 g/100g (Cygro 1 %) που αναγράφονται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2430/1999, ο κάτοχος της άδειας είναι η εταιρεία Roche Vitamins Europe Ltd. |
(3) |
Στην περίπτωση των πρόσθετων υλών εναμμώνια μαδουραμικίνη άλφα 1 g/100g (Cygro 1 %) που αναγράφεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2380/2001 και δεκοκινάτη 60,6 g/kg (Deccox) που αναγράφεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1289/2004, ο κάτοχος της άδειας είναι η εταιρεία Alpharma AS. |
(4) |
Ο αιτών ισχυρίζεται ότι η εταιρεία Alpharma (Belgium) BVBA είναι ο νόμιμος διάδοχος των κατόχων των αδειών που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 2 και 3. Μαζί με την αίτηση, η Alpharma (Belgium) BVBA υπέβαλε κατάλληλα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι τα δικαιώματα εμπορίας για τις προαναφερόμενες πρόσθετες ύλες μεταβιβάστηκαν στην Alpharma (Belgium) BVBA, καθώς και συμπληρωματικά δικαιολογητικά έγγραφα των αρχικών κατόχων με την επωνυμία τους όπως αναφέρεται στις προαναφερόμενες άδειες. |
(5) |
Η προτεινόμενη τροποποίηση των όρων στη χορήγηση άδειας είναι καθαρά διοικητικής φύσης και δεν απαιτεί νέα αξιολόγηση των σχετικών πρόσθετων υλών. Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων ενημερώθηκε για την αίτηση. |
(6) |
Για να μπορέσει ο αιτών να εκμεταλλευθεί τα δικαιώματα εμπορίας που έχει με την επωνυμία Alpharma (Belgium) BVBA, είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν οι όροι στις άδειες. |
(7) |
Ως εκ τούτου, πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2430/1999, (ΕΚ) αριθ. 2380/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1289/2004. |
(8) |
Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος για την εξάντληση των αποθεμάτων που υπάρχουν. |
(9) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
1. Στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2430/1999, στη στήλη 2 της καταχώρισης με αριθμό Ε 758 και Ε 770, οι λέξεις «Roche Vitamins Europe Ltd» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Alpharma (Belgium) BVBA».
2. Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2380/2001, στη στήλη 2 της καταχώρισης με αριθμό E 770, οι λέξεις «Alpharma AS» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Alpharma (Belgium) BVBA».
3. Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1289/2004, στη στήλη 2 της καταχώρισης με αριθμό E 756, οι λέξεις «Alpharma AS» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Alpharma (Belgium) BVBA».
Άρθρο 2
Τα υπάρχοντα αποθέματα που ανταποκρίνονται στις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού μπορούν να εξακολουθήσουν να κυκλοφορούν στην αγορά και να χρησιμοποιούνται έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2008.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 378/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 59 της 5.3.2005, σ. 8).
(2) ΕΕ L 296 της 17.11.1999, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1519/2007 (ΕΕ L 335 της 20.12.2007, σ. 15).
(3) ΕΕ L 321 της 6.12.2001, σ. 18.
(4) ΕΕ L 243 της 15.7.2004, σ. 15.
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/5 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 553/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 17ης Ιουνίου 2008
για την τροποποίηση του παραρτήματος VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (1), και ιδίως το άρθρο 23,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θεσπίζει τους κανόνες για την επιτήρηση των μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών στα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα καθώς και για την εφαρμογή μέτρων εξάλειψης μετά τη διαπίστωση μεταδοτικής σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας (ΜΣΕ) στα αιγοπρόβατα. |
(2) |
Το παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θεσπίζει τα μέτρα εξάλειψης που πρέπει να λαμβάνονται μετά την επιβεβαίωση κρούσματος ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα. |
(3) |
Μολονότι είναι γνωστό ότι οι ΜΣΕ εμφανίζονται στα αιγοπρόβατα εδώ και περισσότερα από διακόσια χρόνια, δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία που να αποδεικνύουν οιαδήποτε σχέση μεταξύ των κρουσμάτων ΜΣΕ στα ζώα αυτά και των κρουσμάτων ΜΣΕ στους ανθρώπους. Εντούτοις, το 2000 η Επιτροπή θέσπισε ένα πλήρες σύνολο μέτρων για την επιτήρηση, την πρόληψη, τον έλεγχο και την εξάλειψη των ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα, με βάση τις περιορισμένες επιστημονικές γνώσεις που ήταν διαθέσιμες εκείνη την εποχή και με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι τα υλικά που προέρχονται από αιγοπρόβατα θα είναι όσο το δυνατόν ασφαλέστερα. |
(4) |
Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως στόχο τη συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων στοιχείων σχετικά με τον επιπολασμό των ΜΣΕ, πλην της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών (ΣΕΒ), στα αιγοπρόβατα και σχετικά με πιθανές διασυνδέσεις με τη ΣΕΒ και τη μεταδοτικότητα στον άνθρωπο. Τα μέτρα στοχεύουν επίσης στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση της επίπτωσης ΜΣΕ. Τα μέτρα περιλαμβάνουν την αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου, ένα εκτενές πρόγραμμα ενεργού επιτήρησης, μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται στα κοπάδια που έχουν μολυνθεί με ΜΣΕ και εθελοντικά συστήματα εκτροφής για την αύξηση της αντίστασης των προβατοειδών στις ΜΣΕ. Από τη θέσπιση των εν λόγω μέτρων και σύμφωνα με τις πληροφορίες που ελήφθησαν από τα προγράμματα ενεργού επιτήρησης που εφαρμόστηκαν στα κράτη μέλη, δεν έχει τεκμηριωθεί επιδημιολογική σύνδεση μεταξύ των ΜΣΕ, πλην της ΣΕΒ, στα αιγοπρόβατα και των ΜΣΕ στον άνθρωπο. |
(5) |
Το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (2) προβλέπει ότι στις ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες, ύστερα από αξιολόγηση των διαθέσιμων πληροφοριών, εντοπίζεται πιθανότητα βλαβερών επιπτώσεων στην υγεία, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα, μπορούν να ληφθούν τα προσωρινά μέτρα διαχείρισης του κινδύνου που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας, μέχρι να υπάρξουν περαιτέρω επιστημονικές πληροφορίες για μια πιο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση του κινδύνου. Επίσης προβλέπει ότι τα εν λόγω μέτρα πρέπει να είναι ανάλογα και όχι πιο περιοριστικά για το εμπόριο από όσο απαιτείται για την επίτευξη του υψηλού επιπέδου προστασίας που έχει επιλεγεί, ενώ παράλληλα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την τεχνική και οικονομική βιωσιμότητα και άλλους παράγοντες όπως αρμόζει στο εκάστοτε ζήτημα. Επίσης, τα μέτρα πρέπει να αναθεωρούνται μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. |
(6) |
Στις 8 Μαρτίου 2007 η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) εξέδωσε γνώμη σχετικά με ορισμένες πτυχές του κινδύνου ΜΣΕ για τα αιγοπρόβατα (3). Στην εν λόγω γνώμη, η ΕΑΑΤ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν επιδημιολογική ή μοριακή σύνδεση μεταξύ της κλασικής ή/και της άτυπης τρομώδους νόσου και των ΜΣΕ στον άνθρωπο. Ο παράγοντας της ΣΕΒ είναι ο μόνος παράγοντας ΜΣΕ που έχει προσδιορισθεί ως ζωονοσογόνος. Εντούτοις, λόγω της πολυμορφίας τους, δεν είναι προς το παρόν δυνατόν να αποκλειστεί η μεταδοτικότητα άλλων παραγόντων ζωικών ΜΣΕ στον άνθρωπο». Επιπλέον, η ανωτέρω Αρχή θεωρεί ότι «οι ισχύουσες δοκιμές διάκρισης, όπως περιγράφονται στην κοινοτική νομοθεσία, οι οποίες πραγματοποιούνται με στόχο τη διάκριση μεταξύ της τρομώδους νόσου και της ΣΕΒ, φαίνονται μέχρι σήμερα αξιόπιστες όσον αφορά τη διαφοροποίηση της ΣΕΒ από την κλασική και την άτυπη τρομώδη νόσο. Ωστόσο, στο τρέχον στάδιο επιστημονικών γνώσεων, ούτε η διαγνωστική ευαισθησία ούτε η εξειδίκευσή τους μπορούν να θεωρηθούν τέλειες». |
(7) |
Σύμφωνα με την εν λόγω γνώμη και στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής – Οδικός χάρτης ΜΣΕ της 15ης Ιουλίου 2005 (4), και σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας 2006-2007 της SANCO για τις ΜΣΕ της 21ης Νοεμβρίου 2006 (5), εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 727/2007 της Επιτροπής, της 26ης Ιουνίου 2007, για την τροποποίηση των παραρτημάτων I, III, VII και X του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (6). Οι τροποποιήσεις που επήλθαν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 727/2007 είχαν ως στόχο την προσαρμογή των μέτρων που είχαν ληφθεί αρχικά όσον αφορά τις ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα, έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη τα επικαιροποιημένα επιστημονικά στοιχεία. Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 727/2007, έπαυσε την υποχρέωση θανάτωσης ολόκληρου του κοπαδιού και προέβλεψε ορισμένα μέτρα εναλλακτικά της θανάτωσης σε περίπτωση επιβεβαίωσης κρούσματος ΜΣΕ σε εκμετάλλευση αιγοπροβάτων και όταν έχει αποκλειστεί η παρουσία σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών (ΣΕΒ). Ειδικότερα, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο τομέας των αιγοπροβάτων παρουσιάζει διαφορές εντός της Κοινότητας, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 727/2007, εισήγαγε τη δυνατότητα να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη διαφορετικές πολιτικές, όπως θεσπίστηκε στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 727/2007, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τομέα σε κάθε κράτος μέλος. |
(8) |
Στις 17 Ιουλίου 2007, στην υπόθεση T-257/07, η Γαλλία προσέφυγε στο Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αιτώντας τη μερική ακύρωση του σημείου 2.3 στοιχείο β) σημείο iii), του σημείου 2.3 στοιχείο δ) και του σημείου 4 του κεφαλαίου Α του παραρτήματος VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 727/2007, ιδίως όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται στα κοπάδια που έχουν μολυνθεί με ΜΣΕ, ή, εναλλακτικά, την πλήρη ακύρωση του εν λόγω κανονισμού. Στη διάταξη που εξέδωσε στις 28 Σεπτεμβρίου 2007 (7), το Πρωτοδικείο ανέστειλε την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων, μέχρι να εκδοθεί η τελική απόφαση. |
(9) |
Στη διάταξη της 28ης Σεπτεμβρίου 2007 αμφισβητήθηκε η αξιολόγηση, από την Επιτροπή, των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ζήτησε κατόπιν από την ΕΑΑΤ να τη βοηθήσει να αποσαφηνίσει τα δύο βασικά δεδομένα στα οποία βασίστηκε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 727/2007. Πρώτον, την απουσία οιωνδήποτε επιστημονικών στοιχείων που να αποδεικνύουν ότι οποιοσδήποτε παράγοντας ΜΣΕ, πλην της ΣΕΒ, μπορεί να θεωρηθεί ζωονοσογόνος παράγοντας. Δεύτερον, τη δυνατότητα διάκρισης, μέσω μοριακών και βιολογικών δοκιμών, μεταξύ της ΣΕΒ και άλλων ζωικών ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα. Στις 24 Ιανουαρίου 2008 η ΕΑΑΤ εξέδωσε την επιστημονική και τεχνική αποσαφήνιση (8) όσον αφορά την ερμηνεία ορισμένων πτυχών των συμπερασμάτων της γνώμης της 8ης Μαρτίου 2007, τα οποία είχαν ληφθεί υπόψη για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 727/2007. |
(10) |
Όσον αφορά τη μεταδοτικότητα των ΜΣΕ, η ΕΑΑΤ επιβεβαίωσε ότι:
|
(11) |
Εντούτοις, η ΕΑΑΤ δεν μπορεί να αποκλείσει τη μεταδοτικότητα στον άνθρωπο άλλων παραγόντων ΜΣΕ, εκτός της ΣΕΒ, δεδομένου ότι:
|
(12) |
Από τις διευκρινίσεις της ΕΑΑΤ φαίνεται ότι η βιοποικιλότητα των παραγόντων της νόσου στα αιγοπρόβατα αποτελεί σημαντικό στοιχείο το οποίο δεν επιτρέπει να αποκλειστεί η μεταδοτικότητα στον άνθρωπο, και ότι η εν λόγω βιοποικιλότητα αυξάνει την πιθανότητα ένας από τους παράγοντες ΜΣΕ να είναι μεταδοτικός. Εντούτοις, η ΕΑΑΤ αναγνωρίζει ότι δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν οιαδήποτε άμεση σχέση μεταξύ των ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα, πλην της ΣΕΒ, και των ΜΣΕ στον άνθρωπο. Η άποψη της ΕΑΑΤ ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί η μεταδοτικότητα στον άνθρωπο παραγόντων ΜΣΕ των αιγοπροβάτων βασίζεται σε πειραματικές μελέτες σχετικά με υποδείγματα όσον αφορά το φράγμα του ανθρώπινου είδους και σε ζωικά μοντέλα (πρωτεύοντα και ποντικοί). Ωστόσο, τα εν λόγω μοντέλα δεν λαμβάνουν υπόψη τα γενετικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, τα οποία επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τη σχετική ευαισθησία στις νόσους που οφείλονται στην πρωτεΐνη πριόν. Επίσης, έχουν περιορισμούς όταν τα αποτελέσματα παρεκτείνονται στις φυσικές συνθήκες, ιδίως όσον αφορά το πόσο καλά αντιπροσωπεύουν το φράγμα του ανθρώπινου είδους και την αβεβαιότητα του πόσο καλά η χρησιμοποιούμενη πειραματική οδός ενοφθαλμισμού αντιπροσωπεύει την έκθεση σε φυσικές συνθήκες. Σ’ αυτή τη βάση, μπορεί να θεωρηθεί ότι, μολονότι δεν μπορεί να αποκλειστεί ο κίνδυνος μεταδοτικότητας στον άνθρωπο παραγόντων ΜΣΕ των αιγοπροβάτων, ο κίνδυνος αυτός πρέπει να είναι εξαιρετικά χαμηλός, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι τα στοιχεία σχετικά με τη μεταδοτικότητα βασίζονται σε πειραματικά πρότυπα τα οποία δεν αντιπροσωπεύουν τις φυσικές συνθήκες που σχετίζονται με το πραγματικό φράγμα του ανθρώπινου είδους και τις πραγματικές οδούς ενοφθαλμισμού. |
(13) |
Όσον αφορά τις δοκιμές διάκρισης, η ΕΑΑΤ επιβεβαίωσε ότι:
|
(14) |
Έπειτα από αίτηση της Επιτροπής για αποσαφήνιση του κατά πόσον η απουσία στατιστικά επαρκών στοιχείων σχετικά με την απόδοση των δοκιμών αντισταθμίζεται από την υπάρχουσα διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει δοκιμή δακτυλίου με πρόσθετες μεθόδους μοριακών δοκιμών σε διάφορα εργαστήρια και αξιολόγηση από πάνελ εμπειρογνωμόνων υπό την προεδρία του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς για τις ΜΣΕ, η ΕΑΑΤ εξήγησε ότι:
|
(15) |
Η ΕΑΑΤ αναγνώρισε ότι οι δοκιμές διάκρισης που θεσπίστηκαν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 είναι πρακτικά εργαλεία που επιτυγχάνουν το στόχο της ταχείας και αναπαραγώγιμης αναγνώρισης των κρουσμάτων ΜΣΕ τα οποία έχουν χαρακτηριστικά συμβατά με τον παράγοντα της κλασικής ΣΕΒ. Δεδομένης της απουσίας επιστημονικών αποδεικτικών στοιχείων για συλλοιμώξεις παραγόντων ΣΕΒ και άλλων ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα σε φυσικές συνθήκες, και δεδομένου ότι ο επιπολασμός της ΣΕΒ στα προβατοειδή, εάν υπάρχει, ή στα αιγοειδή είναι πολύ χαμηλός και, ως εκ τούτου, η δυνατότητα συλλοίμωξης θα ήταν ακόμη χαμηλότερη, ο αριθμός των μη εντοπισθέντων κρουσμάτων ΣΕΒ στα αιγοπρόβατα θα ήταν εξαιρετικά χαμηλός. Συνεπώς, μολονότι οι δοκιμές διάκρισης δεν μπορούν να θεωρηθούν τέλειες, είναι σκόπιμο να θεωρηθούν κατάλληλο εργαλείο για τους σκοπούς των στόχων εξάλειψης των ΜΣΕ οι οποίοι επιδιώκονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001. |
(16) |
Στη γνώμη της 25ης Ιανουαρίου 2007 (9) η ΕΑΑΤ έδωσε μια εκτίμηση του πιθανού επιπολασμού της ΣΕΒ στα προβατοειδή. Η Αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στις χώρες υψηλού κινδύνου υπάρχει ποσοστό μικρότερο του 0,3 έως 0,5 κρουσμάτων ΣΕΒ ανά 10 000 υγιή σφαγέντα ζώα. Η ΕΑΑΤ δήλωσε επίσης ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση «υπάρχει 95 % εμπιστοσύνη ότι ο αριθμός κρουσμάτων είναι ίσος ή μικρότερος από 4 κρούσματα ανά ένα εκατομμύριο προβατοειδή· σε ποσοστό εμπιστοσύνης 99 %, ο αριθμός γίνεται ίσος ή μικρότερος των 6 κρουσμάτων ανά εκατομμύριο. Δεδομένου ότι δεν επιβεβαιώθηκαν ακόμη κρούσματα ΣΕΒ στα προβατοειδή, ο πιθανότερος επιπολασμός είναι το μηδέν». Από την καθιέρωση της διαδικασίας των δοκιμών διάκρισης το 2005, όπως προβλέπεται στο σημείο 3.2 στοιχείο γ) του κεφαλαίου Γ του παραρτήματος X του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, διενεργήθηκαν 2 798 δοκιμές διάκρισης σε προβατοειδή που μολύνθηκαν από ΜΣΕ και 265 δοκιμές διάκρισης σε αιγοειδή που μολύνθηκαν από ΜΣΕ και σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις δεν επιβεβαιώθηκε ομοιότητα προς τα χαρακτηριστικά της ΣΕΒ. |
(17) |
Πρέπει να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας της ανθρώπινης ζωής και υγείας κατά την άσκηση των κοινοτικών πολιτικών. Τα κοινοτικά μέτρα που διέπουν τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές πρέπει να βασίζονται σε κατάλληλη εκτίμηση των πιθανών κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων και πρέπει, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων επιστημονικών στοιχείων, να διατηρούν ή, αν δικαιολογείται επιστημονικά, να αυξάνουν το επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων. Εντούτοις, είναι αδύνατον να θεωρηθεί η πλήρης εξάλειψη του κινδύνου ρεαλιστικός στόχος για οποιαδήποτε απόφαση διαχείρισης κινδύνου σε θέματα που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων, όπου το κόστος και τα οφέλη των μέτρων μείωσης του κινδύνου πρέπει να σταθμίζονται προσεκτικά, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αναλογικότητα των μέτρων. Ο ρόλος και η αρμοδιότητα του διαχειριστή του κινδύνου είναι να αποφασίσει το αποδεκτό επίπεδο κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία που υπάρχουν σε μια επιστημονική εκτίμηση κινδύνου. |
(18) |
Η Επιτροπή, με το ρόλο της διαχειρίστριας του κινδύνου σε επίπεδο ΕΕ, είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό του αποδεκτού επιπέδου κινδύνου και για τη θέσπιση μέτρων που είναι τα πλέον κατάλληλα για τη διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας. Επανεξέτασε και αξιολόγησε τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές πληροφορίες όσον αφορά τη μεταδοτικότητα των ΜΣΕ στον άνθρωπο και εκτίμησε ότι ο όποιος κίνδυνος υπάρχει είναι, επί του παρόντος, πολύ χαμηλός. |
(19) |
Συνεπώς, τα μέτρα που θεσπίζονται στο παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 πρέπει να επανεξεταστούν, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν επιβάλλουν στα κράτη μέλη και στους οικονομικούς παράγοντες επιβάρυνση η οποία δεν είναι ανάλογη προς το επίπεδο του συγκεκριμένου κινδύνου και προς τον επιδιωκόμενο στόχο. |
(20) |
Συνεπώς, τα μέτρα που θεσπίζονται στο παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 πρέπει να τροποποιηθούν, έτσι ώστε να μπορέσουν τα κράτη μέλη να απαλλαγούν από την υποχρέωση της συνολικής ή μερικής θανάτωσης του κοπαδιού σε περίπτωση που ανιχνευθεί κρούσμα ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα. |
(21) |
Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(22) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει τη δέκατη έκτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 357/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 111 της 23.4.2008, σ. 3).
(2) ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 202/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 60 της 5.3.2008, σ. 17).
(3) The EFSA Journal (Δελτίο EAAT) (2007) 466, σ. 1-10.
(4) COM(2005) 322 τελικό.
(5) SEC(2006) 1527.
(6) ΕΕ L 165 της 27.6.2007, σ. 8.
(7) ΕΕ C 283 της 24.11.2007, σ. 28.
(8) Επιστημονική έκθεση του πάνελ για τους βιολογικούς κινδύνους, έπειτα από αίτηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με την «επιστημονική και τεχνική αποσαφήνιση στην ερμηνεία και την εξέταση ορισμένων πτυχών των συμπερασμάτων της γνώμης της 8ης Μαρτίου 2007 σχετικά με ορισμένες πτυχές που σχετίζονται με τον κίνδυνο των μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) στα αιγοπρόβατα». The EFSA Journal (Δελτίο EAAT) (2008) 626, σ. 1-11.
(9) Γνώμη του επιστημονικού πάνελ για τους βιολογικούς κινδύνους, έπειτα από αίτηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με την ποσοτική εκτίμηση κινδύνου όσον αφορά τον υπολειπόμενο κίνδυνο ΣΕΒ στο πρόβειο κρέας και στα προϊόντα πρόβειου κρέατος, The EFSA Journal (Δελτίο EAAT) (2007) 442, σ. 1-44.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Στο παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, το κεφάλαιο Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
Μέτρα μετά την επιβεβαίωση της παρουσίας ΜΣΕ
1. |
Η έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) πρέπει να προσδιορίζει:
|
2. |
Τα μέτρα του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) προβλέπουν τουλάχιστον:
|
3. |
Μετά την εφαρμογή σε μια εκμετάλλευση των μέτρων που αναφέρονται στο σημείο 2.3 στοιχείο α) και στοιχείο β) σημεία i) και ii):
|
4. |
Μετά την εφαρμογή στην εκμετάλλευση των μέτρων που αναφέρονται στο σημείο 2.3 στοιχείο β) σημείο iii) και για περίοδο δύο ετών αναπαραγωγής μετά την ανίχνευση του τελευταίου κρούσματος ΜΣΕ:
|
5. |
Μετά την εφαρμογή της παρέκκλισης που προβλέπεται στο σημείο 2.3 στοιχείο γ), ισχύουν τα ακόλουθα μέτρα:
|
6. |
Όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα που προβλέπονται στο σημείο 2.3 στοιχείο β) σημείο iii) ή τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στα σημείο 2.3 στοιχεία γ) και δ), κοινοποιούν στην Επιτροπή έγγραφο με τους όρους και τα κριτήρια που χρησιμοποίησαν για την εφαρμογή τους. Στις περιπτώσεις ανίχνευσης περαιτέρω κρουσμάτων ΜΣΕ σε κοπάδια όπου εφαρμόσθηκαν παρεκκλίσεις, επανεξετάζονται οι όροι χορήγησης των παρεκκλίσεων αυτών.» |
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/14 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 554/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 17ης Ιουνίου 2008
σχετικά με τη χορήγηση άδειας για τη χρήση της 6-φυτάσης (Quantum Phytase) ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 2,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 προβλέπει τη χορήγηση άδειας για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων και τους όρους και τις διαδικασίες για τη χορήγηση της άδειας αυτής. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, υποβλήθηκε αίτηση χορήγησης άδειας για το παρασκεύασμα που ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω αίτηση συνοδευόταν από τα στοιχεία και τα έγγραφα που απαιτούνται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. |
(3) |
Η αίτηση αφορά τη χορήγηση άδειας για το παρασκεύασμα ενζύμων 6-φυτάση (Quantum Phytase) που παράγεται από Pichia pastoris (DSM 15927) ως πρόσθετη ύλη ζωοτροφών για κοτόπουλα προς πάχυνση, όρνιθες ωοπαραγωγής, γαλοπούλες προς πάχυνση, πάπιες προς πάχυνση και (απογαλακτισμένα) χοιρίδια το οποίο ταξινομείται στην κατηγορία πρόσθετων υλών «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες». |
(4) |
Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων («η Αρχή»), με τη γνώμη που εξέδωσε την 1η Φεβρουαρίου 2007 και στις 30 Ιανουαρίου 2008 (2) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το παρασκεύασμα ενζύμων 6-φυτάση (Quantum Phytase) το οποίο παράγεται από Pichia pastoris (DSM 15927) δεν έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία των καταναλωτών, των ζώων ή στο περιβάλλον και ότι είναι αποτελεσματικó για τη βελτίωση της πεπτικότητας των ζωοτροφών, βάσει των στοιχείων που υπέβαλε ο αιτών. Επίσης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το προϊόν είναι ελαφρώς ερεθιστικό και προκαλεί ευαισθησία στο δέρμα και ότι μπορεί να προκαλεί ευαισθησία στο αναπνευστικό σύστημα. Η Αρχή δεν θεωρεί ότι υπάρχει ανάγκη θέσπισης ειδικών απαιτήσεων παρακολούθησης μετά τη διάθεση στην αγορά. Επίσης, η Αρχή επαλήθευσε την έκθεση για τη μέθοδο ανάλυσης της πρόσθετης ύλης ζωοτροφών, η οποία υποβλήθηκε από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς, που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. |
(5) |
Από την αξιολόγηση του εν λόγω παρασκευάσματος διαπιστώνεται ότι ικανοποιούνται οι όροι χορήγησης άδειας που προβλέπονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. Συνεπώς, πρέπει να εγκριθεί η χρήση αυτού του παρασκευάσματος ως βελτιωτικού της πεπτικότητας, όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. Πρέπει να ληφθούν μέτρα για την προστασία των χρηστών από τους κινδύνους που προσδιορίζονται στη γνώμη της Αρχής. |
(6) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Για το παρασκεύασμα που προσδιορίζεται στο παράρτημα, το οποίο ανήκει στην κατηγορία πρόσθετων υλών «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες» και στη λειτουργική ομάδα «βελτιωτικά της πεπτικότητας», χορηγείται άδεια για χρήση ως πρόσθετη ύλη στη διατροφή των ζώων υπό τους όρους που καθορίζονται στο εν λόγω παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 378/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 59 της 5.3.2005, σ. 8).
(2) Επιστημονική άποψη της ομάδας για τις πρόσθετες ύλες και τα προϊόντα ή τις ουσίες που χρησιμοποιούνται στις ζωοτροφές (FEEDAP) και της ομάδας για τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς (ΓΤΟ) σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του προϊόντος Quantum Phytase 5000 L και Quantum Phytase 2500 D (6-φυτάση) ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών για κοτόπουλα προς πάχυνση, όρνιθες ωοπαραγωγής, γαλοπούλες προς πάχυνση, πάπιες προς πάχυνση και (απογαλακτισμένα) χοιρίδια. The EFSA Journal (2008) 627, 1-27.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Αριθμός αναγνώρισης της πρόσθετης ύλης |
Επωνυμία του κατόχου της άδειας |
Πρόσθετη ύλη (εμπορική ονομασία) |
Σύνθεση, χημικός τύπος, περιγραφή, αναλυτική μέθοδος |
Είδος ή κατηγορία ζώων |
Μέγιστη ηλικία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα |
Μέγιστη περιεκτικότητα |
Άλλες διατάξεις |
Λήξη της άδειας |
||||||||||||||||||||||||||||||
Μονάδες δραστικότητας/kg πλήρους ζωοτροφής με περιεκτικότητα σε υγρασία 12 % |
|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κατηγορία ζωοτεχνικών πρόσθετων υλών. Λειτουργική ομάδα: βελτιωτικά της πεπτικότητας |
|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
4a5 |
AB Enzyme GmbH |
6-φυτάση EC 3.1.3.26 (Quantum Phytase 2500 D Quantum Phytase 5000 L) |
|
Κοτόπουλα προς πάχυνση |
— |
500 FTU |
— |
|
8 Ιουλίου 2018 |
||||||||||||||||||||||||||||||
Όρνιθες ωοπαραγωγής |
— |
2 000 FTU |
— |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πάπιες προς πάχυνση |
— |
250 FTU |
— |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Γαλοπούλες προς πάχυνση |
— |
1 000 FTU |
— |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Χοιρίδια (απογαλακτισμένα) |
— |
100 FTU |
— |
(1) 1 FTU είναι η ποσότητα ενζύμου που ελευθερώνει 1 μικρογραμμομόριο ανόργανου φωσφορικού άλατος ανά λεπτό από φυτικό νάτριο σε pH 5,5 και σε θερμοκρασία 37 °C.
(2) Πληροφορίες σχετικά με τις αναλυτικές μεθόδους διατίθενται στην ακόλουθη διεύθυνση του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς: www.irmm.jrc.be/crl-feed-additives
ΟΔΗΓΙΕΣ
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/17 |
ΟΔΗΓΊΑΣ 2008/60/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 17ης Ιουνίου 2008
για τη θέσπιση ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τα γλυκαντικά που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(Κωδικοποιημένη έκδοση)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
την οδηγία 89/107/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 για την προσέγγιση τω νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα πρόσθετα που μπορούν να χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα τα οποία προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή (1), και ιδίως το άρθρο 3, παράγραφος 3, στοιχείο α),
Εκτιμώντας τα εξής:
(1) |
Η οδηγία 95/31/ΕΚ της Επιτροπής της 5ης Ιουλίου 1995, για τη θέσπιση ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τα γλυκαντικά που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα (2), έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα (3) και ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας. |
(2) |
Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κριτήρια καθαρότητας για όλα τα γλυκαντικά που απαριθμούνται στην οδηγία 94/35/ΕΚ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1994 για τα γλυκαντικά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα (4). |
(3) |
Είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη οι προδιαγραφές και τεχνικές ανάλυσης γλυκαντικών όπως αυτές εκτίθενται στον Codex Alimentarius που έχει εκπονήσει η κοινή επιτροπή εμπειρογνωμόνων των FAO/WHO για τα πρόσθετα τροφίμων (JEFCA). |
(4) |
Πρόσθετα τροφίμων που παρασκευάζονται με μεθόδους παραγωγής ή από πρώτες ύλες σημαντικά διαφορετικές από εκείνες που αξιολογούνται από την επιστημονική επιτροπή για την ανθρώπινη διατροφή ή διαφορετικές από τις αναφερόμενες στην παρούσα οδηγία, πρέπει να παραπέμπονται στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων για αξιολόγηση ασφαλείας, με ιδιαίτερη έμφαση στα κριτήρια καθαρότητας. |
(5) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων. |
(6) |
Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ, μέρος Β, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Τα κριτήρια καθαρότητας που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, στοιχείο α), της οδηγίας 89/107/ΕΟΚ που εφαρμόζονται στα γλυκαντικά τα οποία αναφέρονται στην οδηγία 94/35/ΕΟΚ, περιγράφονται στο παράρτημα Ι της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 2
Η οδηγία 95/31/ΕΚ όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ, μέρος Β.
Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙΙ.
Άρθρο 3
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) ΕΕ L 40, 11.2.1989, σ. 27. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284, 31.10.2003, σ. 1).
(2) ΕΕ L 178, 28.7.1995, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/128/ΕΚ (ΕΕ L 346, 9.12.2006, σ. 6).
(3) Βλ. παράρτημα ΙΙ, μέρος Α.
(4) ΕΕ L 237, 10.9.1994, σ. 3. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/52/ΕΚ (ΕΕ L 204, 26.7.2006, σ. 10).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
E 420 (i) — ΣΟΡΒΙΤΟΛΗ |
|||||
Συνώνυμα |
D-γλυκιτόλη, D-σορβιτόλη |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
D-γλυκιτόλη |
||||
Einecs |
200-061-5 |
||||
Χημικός τύπος |
C6H14O6 |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
182,17 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε ολικές γλυκιτόλες 97 % και σε D-σορβιτόλη 91 % επί ξηρού βάρους. Οι γλυκιτόλες είναι ενώσεις με συντακτικό τύπο CH2OH-(CHOH)n-CH2OH, όπου «n» θετικός ακέραιος. |
||||
Περιγραφή |
Λευκή υγροσκοπική σκόνη, κρυσταλλική σκόνη, νιφάδες ή κόκκοι με γλυκιά γεύση. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Ευδιάλυτη στο νερό, ελαφρώς διαλυτή σε αιθανόλη. |
||||
|
88 °C-102 °C |
||||
|
Σε 5 g του δείγματος προστίθενται 7 ml της μεθανόλης, 1 ml βενζαλδεΰδης και 1 ml υδροχλωρικού οξέος. Αναμειγνύονται και αναταράσσονται σε μηχανικό αναδευτήρα μέχρι να εμφανιστούν κρύσταλλοι. Ακολουθεί διήθηση με τη βοήθεια αναρρόφησης και οι κρύσταλλοι διαλύονται σε 20 ml ζέοντος ύδατος που περιέχει 1 g όξινου ανθρακικού νατρίου, ακολουθεί διήθηση ενώ ακόμη είναι ζεστό, το διήθημα ψύχεται, διηθείται με αναρρόφηση, πλένεται με 5 ml μείγματος μεθανόλης και νερού (1:2) και ξηραίνεται στον αέρα. Οι λαμβανόμενοι κρύσταλλοι τήκονται μεταξύ 173 °C και 179 °C. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Περιεκτικότητα σε νερό |
Το ανώτερο 1 % (μέθοδος Karl Fischer) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % επί ξηρού βάρους |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους |
||||
Ολικά σάκχαρα |
Το ανώτερο 1 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 50 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 100 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
E 420 (ii) — ΣΙΡΟΠΙ ΣΟΡΒΙΤΟΛΗΣ |
|||||
Συνώνυμα |
Σιρόπι D-γλυκιτόλης |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Σιρόπι σορβιτόλης που παρασκευάζεται με υδρογόνωση σιροπίου γλυκόζης και αποτελείται από D-σορβιτόλη, D-μαννιτόλη και υδρογονωμένους σακχαρίτες. Το μέρος του προϊόντος που δεν είναι D-σορβιτόλη, αποτελείται κυρίως από υδρογονωμένους ολιγοσακχαρίτες που σχηματίζονται με την υδρογόνωση του σιροπίου γλυκόζης που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη (περίπτωση στην οποία το σιρόπι δεν κρυσταλλώνει) ή μαννιτόλη. Μπορεί να υπάρχουν και μικρές ποσότητες από γλυκιτόλες με n ≤ 4. Οι γλυκιτόλες είναι ενώσεις με συντακτικό τύπο CH2OH-(CHOH)n-CH2OH, όπου «n» θετικός ακέραιος. |
||||
Einecs |
270-337-8 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε ολικές γλυκιτόλες 69 % και σε D-σορβιτόλη 50 % επί ξηρού βάρους. |
||||
Περιγραφή |
Διαυγές, άχρωμο υδατικό διάλυμα με γλυκιά γεύση. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Αναμείξιμο με νερό, με γλυκερίνη και με προπανοδιόλη 1,2 |
||||
|
Σε 5 g του δείγματος, προστίθενται 7 ml μεθανόλης, 1 ml βενζαλδεΰδης και 1 ml υδροχλωρικού οξέος. Αναμειγνύονται και αναταράσσονται σε μηχανικό αναδευτήρα μέχρι να εμφανιστούν κρύσταλλοι. Ακολουθεί διήθηση με τη βοήθεια αναρρόφησης και στη συνέχεια οι κρύσταλλοι διαλύονται σε 20 ml ζέοντος ύδατος που περιέχει 1 g όξινου ανθρακικού νατρίου και ακολουθεί διήθηση ενώ το διάλυμα είναι ακόμη ζεστό. Το διήθημα ψύχεται, διηθείται με αναρρόφηση, πλένεται με 5 ml μείγματος μεθανόλης-νερού (1:2) και ξηραίνεται στον αέρα. Οι λαμβανόμενοι κρύσταλλοι τήκονται μεταξύ 173 °C και 179 °C. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Περιεκτικότητα σε νερό |
Το ανώτερο 31 % (μέθοδος Karl Fischer) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % επί ξηρού βάρους |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 50 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 100 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
E 421 — ΜΑΝΝΙΤΟΛΗ |
|||||
I. ΜΑΝΝΙΤΟΛΗ |
|||||
Συνώνυμα |
D-μαννιτόλη |
||||
Ορισμός |
Παρασκευάζεται με καταλυτική υδρογόνωση διαλυμάτων υδατανθράκων που περιέχουν γλυκόζη ή/και φρουκτόζη |
||||
Χημική ονομασία |
D-μαννιτόλη |
||||
Einecs |
200-711-8 |
||||
Χημικός τύπος |
C6H14O6 |
||||
Μοριακό βάρος |
182,2 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε ολικές γλυκιτόλες 96,0 % και μέγιστη περιεκτικότητα 102 % επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Λευκή, άοσμη, κρυσταλλική σκόνη |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Διαλυτή στο νερό, πολύ λίγο διαλυτή σε αιθανόλη, πρακτικώς αδιάλυτη σε αιθέρα |
||||
|
Μεταξύ 164 και 169 °C |
||||
|
Ικανοποιεί τη δοκιμή |
||||
|
[a] 20 D: + 23 ° έως + 25 ° (βορικό διάλυμα) |
||||
|
Μεταξύ 5 και 8 Προστίθεται 0,5 ml κεκορεσμένου διαλύματος χλωριούχου καλίου σε 10 ml διαλύματος 10 % βάρος κατά όγκο και στη συνέχεια μετράται το pH |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 0,3 % (105 °C, 4 ώρες) |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 % (εκφρασμένα σε γλυκόζη) |
||||
Ολικά σάκχαρα |
Το ανώτερο 1 % (εκφρασμένα σε γλυκόζη) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 70 mg/kg |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 100 mg/kg |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg |
||||
II. ΜΑΝΝΙΤΟΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΟΜΕΝΗ ΜΕ ΖΥΜΩΣΗ |
|||||
Συνώνυμα |
D-μαννιτόλη |
||||
Ορισμός |
Παρασκευάζεται με ασυνεχή ζύμωση κάτω από αερόβιες συνθήκες με τη χρήση συμβατικού στελέχους του ζυμομύκητα Zygosaccharomyces rouxii |
||||
Χημική ονομασία |
D-μαννιτόλη |
||||
Einecs |
200-711-8 |
||||
Χημικός τύπος |
C6H14O6 |
||||
Μοριακό βάρος |
182,2 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα 99 % επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Λευκή, άοσμη, κρυσταλλική σκόνη |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Διαλυτή στο νερό, πολύ λίγο διαλυτή στην αιθανόλη, πρακτικώς αδιάλυτη σε αιθέρα |
||||
|
Μεταξύ 164 και 169 °C |
||||
|
Ικανοποιεί τη δοκιμή |
||||
|
[a] 20 D: + 23 ° έως + 25 ° (βορικό διάλυμα) |
||||
|
Μεταξύ 5 και 8 Προστίθεται 0,5 ml κεκορεσμένου διαλύματος χλωριούχου καλίου σε 10 ml διαλύματος 10 % βάρος κατά όγκο του δείγματος και στη συνέχεια μετράται το pH |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Αραβιτόλη |
Το ανώτερο 0,3 % |
||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 0,3 % (105 °C, 4 ώρες) |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 % (εκφρασμένα σε γλυκόζη) |
||||
Ολικά σάκχαρα |
Το ανώτερο 1 % (εκφρασμένα σε γλυκόζη) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 70 mg/kg |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 100 mg/kg |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg |
||||
Αερόβια μεσοφιλικά βακτήρια |
Το ανώτερο 103/g κατ' ανώτατο όριο |
||||
Κολοβακτηρίδια |
Απουσία σε 10 g |
||||
Salmonella |
Απουσία σε 10 g |
||||
E. coli |
Απουσία σε 10 g |
||||
Staphylococcus aureus |
Απουσία σε 10 g |
||||
Pseudomonas aeruginosa |
Απουσία σε 10 g |
||||
Μούχλες |
Όχι περισσότερες από 100/g |
||||
Ζυμομύκητες |
Όχι περισσότερες από 100/g |
||||
E 950 — ΑΚΕΣΟΥΛΦΑΜΙΚΟ ΚΑΛΙΟ |
|||||
Συνώνυμα |
Ακεσουλφαμικό κάλιο, άλας καλίου του 3,4-διυδρο-6-μεθυλ-1,2,3-οξαθειαζιν-4-ονο-2,2-διοξειδίου |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Άλας καλίου του 6-μεθυλ-1,2,3-οξαθειαζιν-4(3H)-ονο-2,2-διοξειδίου |
||||
Einecs |
259-715-3 |
||||
Χημικός τύπος |
C4H4KNO4S |
||||
Μοριακό βάρος |
201,24 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C4H4KNO4S, 99 % επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Άοσμη, λευκή, κρυσταλλική σκόνη. Περίπου 200 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Πολύ ευδιάλυτο στο νερό, πολύ λίγο διαλυτό σε αιθανόλη |
||||
|
Μέγιστο απορρόφησης στα 227 ± 2nm για διάλυμα 10 mg σε 1 000 ml νερό |
||||
|
Ικανοποιεί τη δοκιμή (ελέγξτε το λαμβανόμενο κατάλοιπο με ανάφλεξη 2 g του δείγματος) |
||||
|
Προσθέστε λίγες σταγόνες διαλύματος 10 % κοβαλτιεξανιτρώδους νατρίου σε διάλυμα που περιέχει 0,2 g δείγματος, 2 ml οξικού οξέος και 2 ml νερού. Παράγεται κίτρινο ίζημα |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 1 % (105 °C, 2 ώρες) |
||||
Οργανικές προσμίξεις |
Ικανοποιεί τη δοκιμή για 20 mg/kg συστατικών ενεργών στο υπεριώδες |
||||
Φθοριούχα |
Το ανώτερο 3 mg/kg |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg |
||||
E 951 — ΑΣΠΑΡΤΑΜΗ |
|||||
Συνώνυμα |
Ασπαρτυλο-φαινυλαλανινο μεθυλεστέρας |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
N-L-α (Ασπαρτυλο-L-φαινυλαλανινο-1-μεθυλεστέρας Ν-μεθυλεστέρας του 3-αμινο-Ν-(α-καρβομεθοξυ-φαιναιθυλο)-ηλεκτραμικού οξέος. |
||||
Einecs |
245-261-3 |
||||
Χημικός τύπος |
C14H18N2O5 |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
294,31 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C14H18N2O5, 98 % και μέγιστη 102 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκή, άοσμη, κρυσταλλική σκόνη με γλυκιά γεύση. Περίπου 200 φορές γλυκύτερη από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Ελαφρώς διαλυτή στο νερό και σε αιθανόλη |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 4,5 % (105 °C, 4 ώρες) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,2 % επί ξηρού βάρους |
||||
pH |
Μεταξύ 4,5 και 6,0 (διάλυμα 1 στα 125) |
||||
Διαπερατότητα |
Η διαπερατότητα διαλύματος 1 % σε 2Ν υδροχλωρικό οξύ, προσδιοριζόμενη σε κυψελίδα 1 cm στα 430 nm με κατάλληλο φασματοφωτόμετρο και με 2Ν υδροχλωρικό οξύ ως διάλυμα αναφοράς, είναι κατ’ελάχιστο 0,95, ισοδύναμη σε απορρόφηση 0,022 περίπου κατ’ανώτατο όριο. |
||||
Ειδική στροφική ικανότητα |
[α]D 20: + 14,5 έως + 16,5 °. Προσδιορίζεται σε διάλυμα 4 % σε μυρμηγκικό οξύ 15Ν εντός 30 λεπτών από την παρασκευή του διαλύματος του δείγματος. |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
5-βενζυλο-3,6-διοξο-πιπεραζινοξικό οξύ |
Το ανώτερο 1,5 % επί ξηρού βάρους |
||||
E 952 — ΚΥΚΛΑΜΙΚΟ ΟΞΥ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΑ Na ΚΑΙ Ca ΑΛΑΤΑ ΑΥΤΟΥ |
|||||
(I) ΚΥΚΛΑΜΙΚΟ ΟΞΥ |
|||||
Συνώνυμα |
Κυκλοεξυλοσουλφαμικό οξύ, κυκλαμικά |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Κυκλοεξανοσουλφαμικό οξύ, κυκλοεξυλαμινοσουλφονικό οξύ |
||||
Einecs |
202-898-1 |
||||
Χημικός τύπος |
C6H13NO3S |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
179,24 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα 98 % και μέγιστη το ισοδύναμο του 102 % σε C6H13NO3S επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Πρακτικώς άχρωμη, λευκή κρυσταλλική σκόνη με γλυκόξινη γεύση. Περίπου 40 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Διαλυτό στο νερό και σε αιθανόλη. |
||||
|
Διάλυμα 2 % οξινίζεται με υδροχλωρικό οξύ, προστίθεται 1 ml ενός κατά προσέγγιση γραμμομοριακού υδατικού διαλύματος χλωριούχου βαρίου και εφόσον θολώσει ή σχηματιστεί ίζημα διηθείται. Στο διαυγές διάλυμα προστίθεται 1 ml διαλύματος νιτρώδους νατρίου 10 %. Σχηματίζεται λευκό ίζημα. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 1 % (105 °C, 1 ώρα) |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg εκφρασμένα σε Se επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Κυκλοεξυλαμίνη |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Δικυκλοεξυλαμίνη |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ανιλίνη |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
(II) ΚΥΚΛΑΜΙΚΟ ΝΑΤΡΙΟ |
|||||
Συνώνυμα |
Κυκλαμικά, άλας νατρίου του κυκλαμικού οξέος |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Κυκλοεξανοσουλφαμικό νάτριο, κυκλοεξυλοσουλφαμικό νάτριο |
||||
Einecs |
205-348-9 |
||||
Χημικός τύπος |
C6H12NNaO3S και η διένυδρη μορφή C6H12NNaO3S·2H2O |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
201,22 για την άνυδρη μορφή, 237,22 για την ένυδρη μορφή. |
||||
Δοκιμασία |
98 % κατ' ελάχιστο όριο και 102 % κατ' ανώτατο όριο επί ξηρού Για τη διένυδρη μορφή: 84 % κατ' ελάχιστο όριο επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί, άοσμοι κρύσταλλοι ή κρυσταλλική σκόνη. Περίπου 30 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Διαλυτό στο νερό, πρακτικώς αδιάλυτο σε αιθανόλη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 1 % (105 °C, 1 ώρα) Για τη διένυδρη μορφή, το ανώτερο 15,2 % (105 °C, 2 ώρες) |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg εκφρασμένα σε Se επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
Κυκλοεξυλαμίνη |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Δικυκλοεξυλαμίνη |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ανιλίνη |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
(III) ΚΥΚΛΑΜΙΚΟ ΑΣΒΕΣΤΙΟ |
|||||
Συνώνυμα |
Κυκλαμικά, άλας ασβεστίου του κυκλαμικού οξέος |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Κυκλοεξανοσουλφαμικό ασβέστιο, κυκλοεξυλοσουλφαμικό ασβέστιο |
||||
Einecs |
205-349-4 |
||||
Χημικός τύπος |
C12H24CaN2O6S2·2H2O |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
432,57 |
||||
Δοκιμασία |
Το ελάχιστο 98 % και το ανώτερο 101 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί, άχρωμοι κρύσταλλοι ή κρυσταλλική σκόνη. Περίπου 30 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Διαλυτό στο νερό, ελάχιστα διαλυτό σε αιθανόλη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 1 % (105 °C, 1 ώρα) Για τη διένυδρη μορφή, το ανώτερο 8,5 % (140 °C, 4 ώρες) |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg εκφρασμένα σε Se επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
Κυκλοεξυλαμίνη |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Δικυκλοεξυλαμίνη |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ανιλίνη |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
E 953 — ΙΣΟΜΑΛΤ |
|||||
Συνώνυμα |
Υδρογονωμένη ισομαλτουλόζη, υδρογονωμένη παλατινόζη. |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Η ισομαλτ είναι ένα μείγμα υδρογονωμένων μονο- και δισακχαριτών με βασικά συστατικά τους δισακχαρίτες:
|
||||
Χημικός τύπος |
6-O-α-D-γλυκοπυρανοζυλ-D-σορβιτόλη: C12H24O11 Διένυδρη 1-O-α-D-γλυκοπυρανοζυλ-D-μαννιτόλη: C12H24O11.2H2O |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
6-O-α-D-γλυκοπυρανοζυλ-D-σορβιτόλη: 344,32 Διένυδρη 1-O-α-D-γλυκοπυρανοζυλ-D-μαννιτόλη:380,32 |
||||
Δοκιμασία |
Περιεκτικότητα σε υδρογονωμένους μονο- και δισακχαρίτες τουλάχιστον 98 % και σε μείγμα 6-O-α-D-γλυκοπυρανοζυλ-D-σορβιτόλης και διένυδρης 1-O-α-D-γλυκοπυρανοζυλ-D-μαννιτόλης τουλάχιστον 86 %, προσδιοριζόμενη επί ξηράς ουσίας. |
||||
Περιγραφή |
Άοσμη, λευκή κρυσταλλική μάζα, ελαφρώς υγροσκοπική. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Διαλυτή στο νερό, πολύ λίγο διαλυτή σε αιθανόλη. |
||||
|
Ανάλυση με χρωματογραφία λεπτής στιβάδας με πλάκα επιστρωμένη με silica gel χρωματογραφικής ποιότητας πάχους περίπου 0,2 mm. Οι βασικές κηλίδες στο χρωματογράφημα αντιστοιχούν στις 1,1-GPM και 1,6-GPS. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Υγρασία |
Το ανώτερο 7 % (μέθοδος Karl Fischer). |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,05 % επί ξηράς ουσίας. |
||||
D-μαννιτόλη |
Το ανώτερο 3 %. |
||||
D-Σορβιτόλη |
Το ανώτερο 6 %. |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους. |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους. |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους. |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους. |
||||
Βαρέα μέταλλα (ως Pb). |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους. |
||||
E 954 — ΣΑΚΧΑΡΙΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΑ ΝΑΤΡΙΟΥ, ΚΑΛΙΟΥ ΚΑΙ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΑΛΑΤΑ ΤΗΣ |
|||||
(I) ΣΑΚΧΑΡΙΝΗ |
|||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
3-οξο-2,3-διυδροβενζο(d)ισοθειαζολο-1,1-διοξείδιο |
||||
Einecs |
201-321-0 |
||||
Χημικός τύπος |
C7H5NO3S |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
183,18 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C7H5NO3S 99 % και μέγιστη 101 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί κρύσταλλοι ή λευκή κρυσταλλική σκόνη, άοσμη ή με ελαφρά αρωματική οσμή και με γλυκιά γεύση ακόμη και σε πολύ αραιά διαλύματα. Περίπου 300 έως 500 φορές γλυκύτερη από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Πολύ λίγο διαλυτή στο νερό, διαλυτή σε αλκαλικά διαλύματα, λίγο διαλυτή στην αιθανόλη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 1 % (105 °C, 2 ώρες) |
||||
Περιοχή τήξεως |
226 °C έως 230 °C |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,2 % επί ξηρού βάρους |
||||
Βενζοϊκό και σαλικυλικό οξύ |
Σε 10 ml διαλύματος 1 προς 20, οξινισμένο προηγουμένως με 5 σταγόνες οξικού οξέος προστίθενται 3 σταγόνες ενός κατά προσέγγιση γραμμομοριακού υδατικού διαλύματος χλωριούχου τρισθενούς σιδήρου. Δεν εμφανίζεται ίζημα ή ιώδης χρώση. |
||||
o-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-σουλφοναμίδιο του βενζοϊκού οξέος |
Το ανώτερο 25 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ευκόλως απανθρακούμενες ουσίες |
Απουσία |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
II. ΣΑΚΧΑΡΙΝΙΚΟ ΝΑΤΡΙΟ |
|||||
Συνώνυμα |
Σακχαρίνη, άλας νατρίου της σακχαρίνης |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
o-Βενζοσουλφιμιδικό νάτριο, άλας νατρίου της 2,3-διυδρο-3-οξοβενζισοσουλφοναζόλης, διένυδρο άλας νατρίου του 1,2-βενζισοθειαζολιν-3-ονο-1,1-διοξειδίου |
||||
Einecs |
204-886-1 |
||||
Χημικός τύπος |
C7H4NNaO3S·2H2O |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
241,19 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C7H4NNaO3S 99 % και μέγιστη 101 % επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί κρύσταλλοι ή λευκή κρυσταλλική, εξανθούσα σκόνη, άοσμη ή με ελαφρά οσμή και με εντόνως γλυκιά γεύση, ακόμη και σε πολύ αραιά διαλύματα. Περίπου 300 έως 500 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη σε αραιά διαλύματα. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Εύκολα διαλυτό στο νερό, λίγο διαλυτό στην αιθανόλη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 15 % (120 °C, 4 ώρες) |
||||
Βενζοϊκό και σαλικυλικό οξύ |
Σε 10 ml διαλύματος 1 προς 20, οξινισμένο προηγουμένως με 5 σταγόνες οξικού οξέος, προστίθενται 3 σταγόνες ενός κατά προσέγγιση γραμμομοριακού υδατικού διαλύματος χλωριούχου τρισθενούς σιδήρου. Δεν εμφανίζεται ίζημα ή ιώδης χρώση. |
||||
o-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-σουλφοναμίδιο του βενζοϊκού οξέος |
Το ανώτερο 25 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ευκόλως απανθρακούμενες ουσίες |
Απουσία |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
(III) ΣΑΚΧΑΡΙΝΙΚΟ ΑΣΒΕΣΤΙΟ |
|||||
Συνώνυμα |
Σακχαρίνη, άλας ασβεστίου της σακχαρίνης |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
o-Βενζοσουλφιμιδικό ασβέστιο, άλας ασβεστίου της 2,3-διυδρο-3-οξοβενζισοσουλφοναζόλης, ένυδρο (2:7) άλας ασβεστίου του 1,2-βενζισοθειαζολιν-3-ονο-1,1-διοξειδίου |
||||
Einecs |
229-349-9 |
||||
Χημικός τύπος |
C14H8CaN2O6S2·3 H2O |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
467,48 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C14H8CaN2O6S2 95 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί κρύσταλλοι ή λευκή κρυσταλλική σκόνη, άοσμη ή με ελαφρά οσμή και με εντόνως γλυκιά γεύση, ακόμη και σε πολύ αραιά διαλύματα. Περίπου 300 έως 500 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη σε αραιά διαλύματα. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Εύκολα διαλυτό στο νερό, διαλυτό στην αιθανόλη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 13,5 % (120 °C, 4 ώρες) |
||||
Βενζοϊκό και σαλικυλικό οξύ |
Σε 10 ml διαλύματος 1 προς 20, οξινισμένο προηγουμένως με 5 σταγόνες οξικού οξέος, προστίθενται 3 σταγόνες ενός κατά προσέγγιση γραμμομοριακού υδατικού διαλύματος χλωριούχου τρισθενούς σιδήρου. Δεν εμφανίζεται ίζημα ή ιώδης χρώση. |
||||
o-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-σουλφοναμίδιο του βενζοϊκού οξέος |
Το ανώτερο 25 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ευκόλως απανθρακούμενες ουσίες |
Απουσία |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
(IV) ΣΑΚΧΑΡΙΝΙΚΟ ΚΑΛΙΟ |
|||||
Συνώνυμα |
Σακχαρίνη, άλας καλίου της σακχαρίνης |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
o-Βενζοσουλφιμιδικό κάλιο, άλας καλίου της 2.3-διυδρο-3-οξοβενζισο-σουλφοναζόλης, μονοένυδρο άλας καλίου του 1,2-βενζισοθειαζολιν-3-ονο-1,1-διοξειδίου. |
||||
Einecs |
|
||||
Χημικός τύπος |
C7H4KNO3S·Η2O |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
239,77 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C7H4KNO3S 99 %, και μέγιστη 101 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί κρύσταλλοι ή λευκή κρυσταλλική σκόνη, άοσμη ή με ελαφρά οσμή και με εντόνως γλυκιά γεύση, ακόμη και σε πολύ αραιά διαλύματα. Περίπου 300 έως 500 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Εύκολα διαλυτό στο νερό, ελάχιστα διαλυτό στην αιθανόλη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 8 % (120 °C, 4 ώρες) |
||||
Βενζοϊκό και σαλικυλικό οξύ |
Σε 10 ml διαλύματος 1 προς 20, οξινισμένο προηγουμένως με 5 σταγόνες οξικού οξέος, προστίθενται 3 σταγόνες ενός κατά προσέγγιση γραμμομοριακού υδατικού διαλύματος χλωριούχου τρισθενούς σιδήρου. Δεν εμφανίζεται ίζημα ή ιώδης χρώση. |
||||
o-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-Τολουολοσουλφοναμίδιο |
Το ανώτερο 10 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
p-σουλφοναμίδιο του βενζοϊκού οξέος |
Το ανώτερο 25 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Ευκόλως απανθρακούμενες ουσίες |
Απουσία |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Σελήνιο |
Το ανώτερο 30 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
E 955 — ΣΟΥΚΡΑΛΟΖΗ |
|||||
Συνώνυμα |
4,1′,6′- τριχλωρογαλακτοσουκρόζη |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
1,6-διχλωρο-1,6-διδεοξυ-β-D-φρουκτοφουρανοζυλο-4-χλωρο-4-δεοξυ-α-D-γαλακτοπυρανοζίτης |
||||
Einecs |
259-952-2 |
||||
Χημικός τύπος |
C12H19Cl3O8 |
||||
Μοριακό βάρος |
397,64 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε C12H19Cl3O8 98 % και μέγιστη 102 %, επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκή έως υπόλευκη, σχεδόν άοσμη κρυσταλλική σκόνη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Ευδιάλυτη στο νερό, τη μεθανόλη και την αιθανόλη. Ελαφρώς διαλυτή στον οξικό αιθυλεστέρα. |
||||
|
Το φάσμα υπερύθρου της διασποράς του δείγματος σε βρωμιούχο κάλιο δείχνει σχετικά μέγιστα σε παρόμοιους κυματαριθμούς με εκείνα του φάσματος αναφοράς που λαμβάνεται με τη χρήση ενός προτύπου αναφοράς της σουκραλόζης. |
||||
|
Η κύρια κηλίδα στο διάλυμα δοκιμής έχει την ίδια τιμή Rf με εκείνη της κύριας κηλίδας του πρότυπου διαλύματος A που χρησιμοποιείται ως αναφορά στη δοκιμή για άλλους χλωριωμένους δισακχαρίτες. Αυτό το πρότυπο διάλυμα παράγεται διαλύοντας 1,0 gr ενός προτύπου αναφοράς της σουκραλόζης σε 10 ml μεθανόλης. |
||||
|
[α] 20 D = + 84,0 ° έως + 87,5 ° υπολογιζόμενη επί ξηρού (διάλυμα 10 % βάρος κατά όγκο) |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Περιεκτικότητα σε νερό |
Το ανώτερο 2,0 % (μέθοδος Karl Fischer) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,7 % |
||||
Άλλοι χλωριωμένοι δισακχαρίτες |
Το ανώτερο 0,5 % |
||||
Χλωριωμένοι μονοσακχαρίτες |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Οξείδιο τριφαινυλοφωσφίνης |
Το ανώτερο 150 mg/kg |
||||
Μεθανόλη |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg |
||||
E 957 — ΘΑΥΜΑΤΙΝΗ |
|||||
Συνώνυμα |
|
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
Η θαυματίνη λαμβάνεται με υδατική εκχύλιση (pH 2,5-4,0) των επισπέρμων του καρπού του φυσικού στελέχους του Thaumatococcus daniellii (Benth) και αποτελείται ουσιαστικά από τις πρωτεΐνες θαυματίνη I και θαυματίνη II μαζί με μικρότερες ποσότητες συστατικών του φυτού που προέρχονται από την πρώτη ύλη. |
||||
Einecs |
258-822-2 |
||||
Χημικός τύπος |
Πολυπεπτίδιο από 207 αμινοξέα |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
Θαυματίνη I 22209 Θαυματίνη II 22293 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε άζωτο 16 % επί ξηρού ισοδύναμη με ελάχιστη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες 94 % (Ν × 5,8). |
||||
Περιγραφή |
Άοσμη σκόνη με κρεμ χρώμα και με έντονα γλυκιά γεύση. Περίπου 2 000 έως 3 000 φορές γλυκύτερη από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
Διαλυτότητα |
Ευδιάλυτη στο νερό, αδιάλυτη σε ακετόνη. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 9 % (105 °C μέχρι σταθερού βάρους) |
||||
Υδατάνθρακες |
Το ανώτερο 3 % επί ξηρού βάρους |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 2 % επί ξηρού βάρους |
||||
Αργίλιο |
Το ανώτερο 100 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μικροβιολογικά κριτήρια |
Ολικός αριθμός αεροβίων μικροβίων: μέγιστο 1 000/g Escherichia Coli: απουσία στο σε 1 g |
||||
E 959 — ΝΕΟΕΣΠΕΡΙΔΙΝΟ ΔΙΥΔΡΟΧΑΛΚΟΝΗ |
|||||
Συνώνυμα |
Νεοεσπεριδινοδιυδροχαλκόνη, NHDC, εσπερετίνη, διυδροχαλκον-4′-β-νεοεσπεριδοσίδη, νεοεσπεριδίνη DC |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
2-Ο-α-L-ραμνοπυρανοζυλ-4-β-D-πυρανοζυλ-εσπερετίνη διυδροχαλκόνη· λαμβάνεται με καταλυτική υδρογόνωση της νεοεσπεριδίνης. |
||||
Einecs |
243-978-6 |
||||
Χημικός τύπος |
C28H36O15 |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
612,6 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα 96 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Υπόλευκη, άοσμη, κρυσταλλική σκόνη με χαρακτηριστική εντόνως γλυκιά γεύση. Περίπου 1 000 έως 1 800 φορές γλυκύτερο από τη σακχαρόζη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Εύκολα διαλυτή σε ζεστό νερό, ελάχιστα διαλυτή σε κρύο νερό, και πρακτικώς αδιάλυτη σε αιθέρα και βενζόλιο. |
||||
|
282-283 nm για διάλυμα 2 mg σε 100 ml μεθανόλης |
||||
|
Διαλύονται περίπου 10 mg νεοεσπεριδίνης DC σε 1 ml μεθανόλης και προστίθεται 1 ml μεθανολικού διαλύματος βορικού 2-αμιναιθυλοδιφαινυλίου. Εμφανίζεται έντονη κίτρινη χρώση. |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 11 % (105 °C, 3 ώρες) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,2 % επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
E 962 — ΑΛΑΣ ΑΣΠΑΡΤΑΜΗΣ- ΑΚΕΣΟΥΛΦΑΜΗΣ |
|||||
Συνώνυμα |
Ασπαρτάμη- ακεσουλφάμη. Άλας ασπαρτάμης- ακεσουλφάμης |
||||
Ορισμός |
Το άλας παρασκευάζεται με τη θέρμανση ενός διαλύματος 2 προς 1 περίπου (βάρος/βάρος) ασπαρτάμης και του μετά καλίου άλατος της ακεσουλφάμης με όξινο pH μέχρι να σχηματιστεί κρυστάλλωση. Το κάλιο και η υγρασία εκδιώκονται. Το προϊόν είναι πιο σταθερό από την ασπαρτάμη μόνη της. |
||||
Χημική ονομασία |
Άλας του 6-μεθυλ-1,2,3-οξαθειαζιν-4(3H)-ονο-2,2-διοξειδίου του L-φαινυλαλανυλ-2-μεθυλ-L-α-ασπαρτικού οξέος. |
||||
Χημικός τύπος |
C18H23O9N3S |
||||
Μοριακό βάρος |
457,46 |
||||
Δοκιμασία |
63,0 % έως 66,0 % ασπαρτάμη (επί ξηρού) και 34,0 % έως 37,0 % ακεσουλφάμη (όξινη μορφή επί ξηρού) |
||||
Περιγραφή |
Λευκή, άοσμη, κρυσταλλική σκόνη. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Λίγο διαλυτό στο νερό, πολύ λίγο διαλυτό στην αιθανόλη. |
||||
|
Η διαπερατότητα διαλύματος 1 % σε νερό, προσδιοριζόμενη σε κυψελίδα 1 cm στα 430 nm με κατάλληλο φασματοφωτόμετρο με νερό ως διάλυμα αναφοράς, είναι κατ' ελάχιστο 0,95, ισοδύναμη με απορρόφηση 0,022 περίπου κατ' ανώτατο όριο. |
||||
|
[α] 20 D = + 14,5 ° έως + 16,5 ° Προσδιορίζεται σε συγκέντρωση 6,2 g σε 100 ml μυρμηκικού οξέος (15N) εντός 30 λεπτών από την παρασκευή του διαλύματος. Η υπολογιζόμενη ειδική στροφική ικανότητα διαιρείται διά 0,646 για να διορθωθεί ως προς την περιεκτικότητα σε ασπαρτάμη του άλατος ασπαρτάμης-ακεσουλφάμης |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 0,5 % (105 °C, 4 ώρες) |
||||
5-βενζυλο-3,6-διοξο-2-πιπεραζινοξικό οξύ |
Το ανώτερο 0,5 % |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg |
||||
E 965 (i) — ΜΑΛΤΙΤΟΛΗ |
|||||
Συνώνυμα |
D-μαλτιτόλη, υδρογονωμένη μαλτόζη |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
(α)-D-γλυκοπυρανοζυλο-1,4-D-γλυκιτόλη |
||||
Einecs |
209-567-0 |
||||
Χημικός τύπος |
C12H24O11 |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
344,31 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε D-μαλτιτόλη C12H24O11, 98 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκή κρυσταλλική σκόνη με γλυκιά γεύση. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Ευδιάλυτη στο νερό, ελαφρώς διαλυτή σε αιθανόλη. |
||||
|
148 °C έως 151 °C |
||||
|
[α]D 20 = + 105,5 ° έως + 108,5 ° (διάλυμα 5 % βάρος κατά όγκο) |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Περιεκτικότητα σε νερό |
Το ανώτερο 1 % (μέθοδος Karl Fischer) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % επί ξηρού βάρους |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,1 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 50 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 100 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
E 965 (ii) — ΣΙΡΟΠΙ ΜΑΛΤΙΤΟΛΗΣ |
|||||
Συνώνυμα |
Υδρογονωμένο σιρόπι γλυκόζης υψηλής περιεκτικότητας σε μαλτόζη, υδρογονωμένο σιρόπι γλυκόζης |
||||
Ορισμός |
Μείγμα αποτελούμενο κυρίως από μαλτιτόλη με σορβιτόλη και υδρογονωμένους ολιγο- και πολυσακχαρίτες. Παρασκευάζεται με καταλυτική υδρογόνωση σιροπίου γλυκόζης υψηλής περιεκτικότητας σε μαλτόζη ή με υδρογόνωση των επιμέρους συστατικών του και ανάμειξη. Το προϊόν διατίθεται στο εμπόριο τόσο υπό μορφή σιροπίου όσο και ως στερεό προϊόν |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε ολικούς υδρογονωμένους σακχαρίτες 99 % επί ξηρού και ελάχιστη περιεκτικότητα σε μαλτιτόλη 50 % επί ξηρού |
||||
Περιγραφή |
Άχρωμα και άοσμα, διαυγή ιξώδη υγρά ή λευκές κρυσταλλικές μάζες |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Ευδιάλυτο στο νερό, ελαφρώς διαλυτό σε αιθανόλη. |
||||
|
Ικανοποιεί τη δοκιμή |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Περιεκτικότητα σε νερό |
Το ανώτερο 31 % (Karl Fischer) |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 % (εκφρασμένα σε γλυκόζη) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 50 mg/kg |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 100 mg/kg |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg |
||||
E 966 — ΛΑΚΤΙΤΟΛΗ |
|||||
Συνώνυμα |
Λακτίτης, λακτοζιτόλη, λακτοβιοσίτης |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
4-O-β-D-γαλακτοπυρανοζυλο-D-γλυκιτόλη |
||||
Einecs |
209-566-5 |
||||
Χημικός τύπος |
C12H24O11 |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
344,32 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε λακτιτόλη, 95 % επί ξηρού βάρους. |
||||
Περιγραφή |
Κρυσταλλικές σκόνες ή άχρωμα διαλύματα με γλυκιά γεύση. Οι κρυσταλλικές σκόνες ευρίσκονται σε άνυδρη, μονοένυδρη και διένυδρη μορφή. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Ευδιάλυτη στο νερό |
||||
|
[α]D 20 = + 13 ° έως + 16° υπολογιζόμενη επί ξηρού (υδατικό διάλυμα 10 % βάρος κατά όγκο.) |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Περιεκτικότητα σε νερό |
Κρυσταλλικά προϊόντα το ανώτερο 10,5 % (μέθοδος Karl Fischer) |
||||
Άλλες πολυόλες |
Το ανώτερο 2,5 % επί ξηρού βάρους |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,2 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 100 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 200 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % επί ξηρού βάρους |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
E 967 — ΞΥΛΙΤΟΛΗ |
|||||
Συνώνυμα |
Ξυλιτόλη, ξυλίτης |
||||
Ορισμός |
|||||
Χημική ονομασία |
D-ξυλιτόλη |
||||
Einecs |
201-788-0 |
||||
Χημικός τύπος |
C5H12O5 |
||||
Σχετικό μοριακό βάρος |
152,15 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα σε ξυλιτόλη, 98,5 % επί ξηρού. |
||||
Περιγραφή |
Λευκή, κρυσταλλική σκόνη, πρακτικώς άοσμη με πολύ γλυκιά γεύση. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Ευδιάλυτη στο νερό, ελάχιστα διαλυτή σε αιθανόλη. |
||||
|
Μεταξύ 92 °C-96 °C |
||||
|
5-7 (υδατικό διάλυμα 10 % κ.β.) |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 0,5 % (ξηραίνεται 0,5 g δείγματος εν κενώ υπεράνω φωσφόρου στους 60 °C επί 4 ώρες) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % επί ξηρού βάρους |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,2 % εκφρασμένα σε γλυκόζη επί ξηρού βάρους |
||||
Άλλες πολυυδρικές αλκοόλες |
Το ανώτερο 1 % επί ξηρού βάρους |
||||
Νικέλιο |
Το ανώτερο 2 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Αρσενικό |
Το ανώτερο 3 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 1 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Βαρέα μέταλλα |
Το ανώτερο 10 mg/kg εκφρασμένα σε Pb επί ξηρού βάρους |
||||
Χλωριούχα |
Το ανώτερο 100 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
Θειικά |
Το ανώτερο 200 mg/kg επί ξηρού βάρους |
||||
E 968 — ΕΡΥΘΡΙΤΟΛΗ |
|||||
Συνώνυμα |
Μεσο-ερυθριτόλη, Τετραϋδροξυβουτάνιο, Ερυθρίτης |
||||
Ορισμός |
Λαμβάνεται με ζύμωση πηγής υδατανθράκων με τη βοήθεια ασφαλών, οσμόφιλων ζυμομυκήτων, κατάλληλων για τρόφιμα, όπως είναι ο Moniliella pollinis ή ο Trichosporonoides megachilensis, και στη συνέχεια με καθαρισμό και ξήρανση |
||||
Χημική ονομασία |
1,2,3,4-Βουτανοτετρόλη |
||||
Einecs |
205-737-3 |
||||
Χημικός τύπος |
C4H10O4 |
||||
Μοριακό βάρος |
122,12 |
||||
Δοκιμασία |
Ελάχιστη περιεκτικότητα 99 % μετά την ξήρανση |
||||
Περιγραφή |
Λευκοί, άοσμοι, μη υγροσκοπικοί κρύσταλλοι , ανθεκτικοί στη θερμότητα, με γλυκύτητα που ανέρχεται περίπου στο 60-80 % της γλυκύτητας της σακχαρόζης. |
||||
Ταυτοποίηση |
|||||
|
Εύκoλα διαλυτή στο νερό, ελάχιστα διαλυτή στην αιθανόλη, αδιάλυτη στον διαιθυλαιθέρα. |
||||
|
119-123 °C |
||||
Καθαρότητα |
|||||
Απώλεια κατά την ξήρανση |
Το ανώτερο 0,2 % (70 °C, έξι ώρες, σε ξηραντήρα κενού) |
||||
Θειική τέφρα |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Ανάγοντα σάκχαρα |
Το ανώτερο 0,3 %, εκφρασμένα σε D-γλυκόζη |
||||
Ριβιτόλη και γλυκερίνη |
Το ανώτερο 0,1 % |
||||
Μόλυβδος |
Το ανώτερο 0,5 mg/kg |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΜΕΡΟΣ Α
Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών της τροποποιήσεων
(που αναφέρονται στο άρθρο 2)
Οδηγία 95/31/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Οδηγία 98/66/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Οδηγία 2000/51/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Οδηγία 2001/52/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Οδηγία 2004/46/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Οδηγία 2006/128/ΕΚ της Επιτροπής |
ΜΕΡΟΣ B
Κατάλογος καταληκτικών ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο
(που αναφέρονται στο άρθρο 2)
Οδηγία |
Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης |
95/31/ΕΚ |
1η Ιουλίου 1996 (1) |
98/66/ΕΚ |
1η Ιουλίου 1999 |
2000/51/ΕΚ |
30ή Ιουνίου 2001 |
2001/52/ΕΚ |
30ή Ιουνίου 2002 |
2004/46/ΕΚ |
1η Απριλίου 2005 |
2006/128/ΕΚ |
15η Φεβρουαρίου 2008 |
(1) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/31/ΕΚ, προϊόντα μη συμμορφούμενα προς την παρούσα οδηγία, τα οποία κυκλοφόρησαν στην αγορά ή επισημάνθηκαν προ της 1ης Ιουλίου 1996, μπορούν να διακινούνται μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
Πίνακας αντιστοιχίας
Οδηγία 95/31/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρο 1, παράγραφος 1 |
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1, παράγραφος 2 |
— |
Άρθρο 2 |
— |
— |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 4 |
Παράρτημα |
Παράρτημα Ι |
— |
Παράρτημα ΙΙ |
— |
Παράρτημα ΙΙΙ |
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/41 |
ΟΔΗΓΊΑ 2008/61/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 17ης Ιουνίου 2008
για τη θέσπιση των όρων βάσει των οποίων ορισμένοι επιβλαβείς οργανισμοί, φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά που αναφέρονται στα παραρτήματα I έως V της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, είναι δυνατόν να εισαχθούν ή να διακινηθούν στην Κοινότητα ή σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες της, για δοκιμές ή για επιστημονικούς σκοπούς, καθώς και για εργασίες επιλογής ποικιλιών
(Κωδικοποιημένη έκδοση)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
την οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 8, το άρθρο 4 παράγραφος 5, το άρθρο 5 παράγραφος 5 και το άρθρο 13β παράγραφος 4,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η οδηγία 95/44/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 1995, για τη θέσπιση όρων βάσει των οποίων ορισμένοι επιβλαβείς οργανισμοί, φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά που αναφέρονται στα παραρτήματα I έως V της οδηγίας 77/93/ΕΟΚ του Συμβουλίου, είναι δυνατόν να εισαχθούν ή να διακινηθούν στην Κοινότητα ή σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες της, για δοκιμές ή για επιστημονικούς σκοπούς, καθώς και για εργασίες επιλογής ποικιλιών (2), έχει τροποποιηθεί (3) κατά τρόπο ουσιαστικό. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας. |
(2) |
Βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, οι επιβλαβείς οργανισμοί που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II της εν λόγω οδηγίας, είτε μεμονωμένα είτε συνδεδεμένοι με τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα II της εν λόγω οδηγίας, δεν επιτρέπεται να εισάγονται και να εξαπλώνονται με τη διακίνηση στην Κοινότητα ή σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες της. |
(3) |
Βάσει των διατάξεων της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και τα λοιπά αντικείμενα που εμφαίνονται στο παράρτημα III, δεν επιτρέπεται να εισάγονται στην Κοινότητα ή σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες της. |
(4) |
Τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και τα λοιπά αντικείμενα που αναφέρονται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, δεν επιτρέπεται να εισάγονται ή να διακινούνται στην Κοινότητα ή σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες της, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες πληρούνται οι σχετικές ειδικές απαιτήσεις που ορίζονται στο ως άνω παράρτημα. |
(5) |
Τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και τα λοιπά αντικείμενα που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος Β της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, τα οποία προέρχονται από τρίτες χώρες, δεν επιτρέπεται να εισάγονται στην Κοινότητα εκτός από τις περιπτώσεις που τηρούνται οι προδιαγραφές και πληρούνται οι απαιτήσεις που ορίζονται στην εν λόγω οδηγία και συνοδεύονται από ένα επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό που πιστοποιεί αυτή τη συμμόρφωση και, επιπλέον, υποβάλλονται σε έλεγχο σε επίσημη βάση για να διαπιστωθεί η συμμόρφωση με αυτές τις διατάξεις. |
(6) |
Εντούτοις, στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στο άρθρο 4 παράγραφος 5, στο άρθρο 5 παράγραφος 5 και στο άρθρο 13β παράγραφος 4 της οδηγίας 2000/29/ΕΚ προβλέπεται ότι οι κανόνες αυτοί δεν ισχύουν για την εισαγωγή και διακίνηση αυτών των επιβλαβών οργανισμών, φυτών, φυτικών προϊόντων και λοιπών αντικειμένων, για δοκιμές ή επιστημονικούς σκοπούς καθώς και εργασίες επιλογής ποικιλιών που υπόκειται σε όρους οι οποίοι πρόκειται να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο. |
(7) |
Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν οι όροι οι οποίοι πρέπει να πληρούνται σε περιπτώσεις τέτοιας εισόδου ή διακίνησης, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν υφίσταται κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών. |
(8) |
Δεν επηρεάζονται από την οδηγία αυτή οι όροι που προβλέπονται για το υλικό βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους (4) βάσει της οδηγίας 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (5), και άλλων ειδικότερων κοινοτικών διατάξεων που αφορούν τα είδη άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση και τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς. |
(9) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής. |
(10) |
Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα IV, μέρος Β, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι για κάθε δραστηριότητα, που αφορά δοκιμές ή επιστημονικούς σκοπούς ή εργασίες επιλογής ποικιλιών, που από εδώ και στο εξής καλούνται «δραστηριότητες», στις οποίες εμπλέκεται η χρήση επιβλαβών οργανισμών, φυτών, φυτικών προϊόντων και λοιπών αντικειμένων σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 8, το άρθρο 4 παράγραφος 5, το άρθρο 5 παράγραφος 5 και το άρθρο 13β παράγραφος 4 της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, που από εδώ και στο εξής καλούνται «υλικό», πριν από την εισαγωγή ή τη διακίνηση παρόμοιων υλικών σε οποιοδήποτε κράτος μέλος ή προστατευόμενη περιοχή του, πρέπει να υποβάλλεται αίτηση στους αρμόδιους επίσημους φορείς.
2. Στην αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, διευκρινίζονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) |
το όνομα και η διεύθυνση του υπεύθυνου για τις δραστηριότητες αυτές· |
β) |
το επιστημονικό όνομα ή τα ονόματα του υλικού, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών επιβλαβών οργανισμών, όταν χρειάζεται· |
γ) |
το είδος του υλικού· |
δ) |
η ποσότητα του υλικού· |
ε) |
ο τόπος καταγωγής του υλικού, με τα κατάλληλα αποδεικτικά έγγραφα για το υλικό που πρόκειται να εισαχθεί από τρίτη χώρα· |
στ) |
η διάρκεια, η φύση και οι στόχοι των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης τουλάχιστον περίληψης της εργασίας και προδιαγραφές για τις δοκιμές και τους επιστημονικούς σκοπούς ή για τις εργασίες επιλογής ποικιλιών· |
ζ) |
η διεύθυνση και η περιγραφή του συγκεκριμένου χώρου ή των χώρων για απομόνωση και όταν χρειάζεται, για τη διεξαγωγή των δοκιμασιών· |
η) |
ο τόπος πρώτης αποθήκευσης ή πρώτης φύτευσης, μετά από την επίσημη ελευθέρωση του υλικού, όταν χρειάζεται· |
θ) |
η προτεινόμενη μέθοδος καταστροφής ή επεξεργασίας του υλικού όταν ολοκληρωθούν οι εγκεκριμένες δραστηριότητες, όταν χρειάζεται· |
ι) |
το προτεινόμενο σημείο εισόδου στην Κοινότητα για υλικό που πρόκειται να εισαχθεί από τρίτη χώρα. |
Άρθρο 2
1. Τα κράτη μέλη, μόλις λάβουν την αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 1, εγκρίνουν τις συναφείς δραστηριότητες, σε περίπτωση που αποδεδειγμένα πληρούνται οι γενικοί όροι που θεσπίζονται στο παράρτημα I.
Τα κράτη μέλη μπορούν να ανακαλέσουν την εν λόγω έγκριση οποιαδήποτε στιγμή εάν διαπιστωθεί ότι οι όροι που προβλέπονται στο παράρτημα I παύουν να πληρούνται.
2. Εφόσον έχουν εγκριθεί οι συναφείς δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη πρέπει να εγκρίνουν την είσοδο ή τη διακίνηση στο κράτος μέλος ή σε προστατευόμενες ζώνες του, του υλικού το οποίο αναφέρεται στην αίτηση, υπό την προϋπόθεση ότι το υλικό αυτό συνοδεύεται σε όλες τις περιπτώσεις από εγκριτική επιστολή για την εν λόγω εισαγωγή ή διακίνηση επιβλαβών οργανισμών, φυτών, φυτικών προϊόντων και λοιπών αντικειμένων για δοκιμές ή για επιστημονικούς σκοπούς, καθώς και για εργασίες επιλογής ποικιλιών που εφεξής καλείται «εγκριτική επιστολή» σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος II και η οποία εκδίδεται από την επίσημη αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιούνται οι δραστηριότητες αυτές και:
α) |
στην περίπτωση υλικού κοινοτικής καταγωγής:
|
β) |
στην περίπτωση υλικού που εισάγεται από τρίτη χώρα:
|
Σε όλες τις περιπτώσεις τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν ότι το υλικό κρατείται υπό συνθήκες απομόνωσης κατά την εν λόγω εισαγωγή ή διακίνηση και μεταφέρεται αμέσως και απευθείας στο χώρο ή τους χώρους που καθορίζονται στην αίτηση.
3. Η επίσημη αρμόδια υπηρεσία αναλαμβάνει την παρακολούθηση των εγκεκριμένων δραστηριοτήτων και εξασφαλίζει:
α) |
τη συμμόρφωση με τους όρους απομόνωσης και τους άλλους γενικούς όρους που θεσπίζονται στο παράρτημα I, καθόλη τη διάρκεια των δραστηριοτήτων, ελέγχοντας τις εγκαταστάσεις και τις δραστηριότητες σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα· |
β) |
ότι ακολουθούνται οι ακόλουθες κατάλληλες διαδικασίες αναλόγως του είδους της εγκεκριμένης δραστηριότητας:
|
γ) |
οποιαδήποτε μόλυνση του υλικού από τους επιβλαβείς οργανισμούς που απαριθμούνται στην οδηγία 2000/29/ΕΚ και από οποιουσδήποτε άλλους επιβλαβείς οργανισμούς που θεωρούνται, από την αρμόδια επίσημη υπηρεσία, επικίνδυνοι για την Κοινότητα, και η οποία έχει εντοπιστεί κατά τη διάρκεια της δραστηριότητας κοινοποιείται αμέσως στην αρμόδια επίσημη υπηρεσία από τον υπεύθυνο για τις δραστηριότητες αυτές, μαζί με την κοινοποίηση οποιουδήποτε γεγονότος που οδηγεί στη διαφυγή των εν λόγω οργανισμών στο περιβάλλον. |
4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι για τις δραστηριότητες στις οποίες χρησιμοποιούνται φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά αντικείμενα που απαριθμούνται στο παράρτημα III της οδηγίας 2000/29/ΕΚ και δεν καλύπτονται από το μέρος Α τμήματα I, II και ΙΙΙ του παραρτήματος III της παρούσας οδηγίας, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα απομόνωσης, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών. Τα εν λόγω μέτρα απομόνωσης κοινοποιούνται στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη. Οι λεπτομέρειες των μέτρων απομόνωσης πρέπει να συμπληρωθούν και να εισαχθούν στο παράρτημα III της παρούσας οδηγίας, μόλις είναι διαθέσιμες οι απαραίτητες τεχνικές πληροφορίες.
Άρθρο 3
1. Πριν από την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη έναν κατάλογο με τις ποσότητες του εγκεκριμένου υλικού που έχουν εισαχθεί και διακινηθεί βάσει της παρούσας οδηγίας κατά τη διάρκεια της προηγούμενης, περιόδου ενός έτους που λήγει στις 30 Ιουνίου καθώς και οποιαδήποτε τυχόν μόλυνση από επιβλαβείς οργανισμούς του υλικού αυτού, η οποία έχει επιβεβαιωθεί στο πλαίσιο των μέτρων απομόνωσης, συμπεριλαμβανομένων των ελέγχων και δοκιμών που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με το παράρτημα III, εντός της ίδιας χρονικής περιόδου.
2. Τα κράτη μέλη πρέπει να συνεργάζονται διοικητικά μέσω των αρχών που καθορίζονται ή υποδεικνύονται βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, όσον αφορά την παροχή λεπτομερών στοιχείων για τις συνθήκες απομόνωσης και για τα μέτρα που έχουν επιβληθεί για τις συγκεκριμένες δραστηριότητες βάσει της οδηγίας αυτής.
Άρθρο 4
Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Η Επιτροπή πληροφορεί σχετικά τα άλλα κράτη μέλη.
Άρθρο 5
Η οδηγία 95/44/ΕΚ όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία που παρατίθεται στο παράρτημα IV μέρος Α καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εσωτερικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα IV μέρος Β.
Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα V.
Άρθρο 6
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 7
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
José Manuel BARROSO
(1) EE L 169 της 10.7.2000, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/41/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 169 της 29.6.2007, σ. 51).
(2) ΕΕ L 184 της 3.8.1995, σ. 34. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/46/ΕΚ (ΕΕ L 204 της 31.7.1997, σ. 43).
(3) Βλέπε παράρτημα IV, μέρος Α.
(4) ΕΕ L 61 της 3.3.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 95 της 8.4.2008, σ. 3).
(5) ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/27/ΕΚ (ΕΕ L 81 της 20.3.2008, σ. 45).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
1. |
Για την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος της παρούσας 1 οδηγίας, ισχύουν τα ακόλουθα:
|
2. |
Για την εφαρμογή του σημείου 1, οι συνθήκες απομόνωσης των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του χώρου ή των χώρων στους οποίους θα πραγματοποιηθούν οι δραστηριότητες πρέπει να είναι επαρκείς ώστε να εξασφαλίζεται η ασφαλής μεταχείριση του υλικού δηλαδή έτσι ώστε να συγκρατούνται οι επιβλαβείς οργανισμοί και να εξαλείφεται ο κίνδυνος εξάπλωσής τους. Για κάθε συγκεκριμένη δραστηριότητα στην αίτηση πρέπει να καθορίζεται από την αρμόδια επίσημη υπηρεσία ο κίνδυνος εξάπλωσης των επιβλαβών οργανισμών που διατηρούνται σε συνθήκες απομόνωσης λαμβάνοντας υπόψη το είδος του υλικού, την προβλεπόμενη δραστηριότητα και την βιολογία των επιβλαβών οργανισμών, τους τρόπους εξάπλωσής τους, την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον και άλλους σχετικούς παράγοντες που αφορούν τον κίνδυνο που συνεπάγεται το εν λόγω υλικό. Μετά την αξιολόγηση του κινδύνου, η επίσημη αρμόδια υπηρεσία πρέπει να εξετάσει και να διατυπώσει καταλλήλως:
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Υπόδειγμα εγκριτικής επιστολής για την εισαγωγή/διακίνηση επιβλαβών οργανισμών φυτών, φυτικών προϊόντων και λοιπών αντικειμένων για δοκιμές ή για επιστημονικούς σκοπούς καθώς επίσης και για εργασίες επιλογής ποικιλιών
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
ΜΕΤΡΑ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗΣ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΔΟΚΙΜΕΣ ΣΕ ΦΥΤΑ, ΦΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ
ΜΕΡΟΣ Α
Για ορισμένα φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά αντικείμενα που περιλαμβάνονται σε κατάλογο του παραρτήματος III της οδηγίας 2000/29/ΕΚ
Τομέας I: Φυτά του είδους Citrus L., Fortunela Swingle, Poncirus Raf. και τα υβρίδιά τους με εξαίρεση τους καρπούς και τους σπόρους προς σπορά
1. |
Το φυτικό υλικό, όταν χρειάζεται πρέπει να υποβάλλεται σε επεξεργασία με κατάλληλες θεραπευτικές μεθόδους όπως ορίζεται στις τεχνικές κατευθυντήριες οδηγίες του Οργανισμού τροφίμων και γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών FAO/IPGRI. |
2. |
Το φυτικό υλικό, μετά από την εφαρμογή των θεραπευτικών μεθόδων που προβλέπονται στο σημείο 1, αποτελεί αντικείμενο διαδικασιών βιολογικού ελέγχου, στο σύνολό του. Όλο το φυτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων των φυτών που χρησιμοποιούνται σαν δείκτες παραμένει στις εγκεκριμένες εγκαταστάσεις υπό τις συνθήκες απομόνωσης που προβλέπονται στο παράρτημα 1. Το φυτικό υλικό που προορίζεται για έγκριση με σκοπό την επίσημη ελευθέρωσή του κρατείται σε συνθήκες οι οποίες να οδηγούν σε ένα κανονικό βλαστικό κύκλο και να υπόκεινται σε οπτικούς ελέγχους για τη διαπίστωση τυχόν ενδείξεων και συμπτωμάτων παρουσίας επιβλαβών οργανισμών συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών επιβλαβών οργανισμών που αναφέρονται στην οδηγία 2000/29/ΕΚ κατά την άφιξη και μεταγενέστερα σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της περιόδου των διαδικασιών βιολογικού ελέγχου. |
3. |
Για την εφαρμογή του σημείου 2, το φυτικό υλικό υποβάλλεται σε βιολογικό έλεγχο για τους επιβλαβείς οργανισμούς (διενέργεια δοκιμών και αναγνώριση) σύμφωνα με τις ακόλουθες μεθόδους:
|
4. |
Το φυτικό υλικό που υπόκειται στους οπτικούς ελέγχους οι οποίοι αναφέρονται στο σημείο 2 και κατά τον οποίον έχουν παρατηρηθεί ενδείξεις και συμπτώματα επιβλαβών οργανισμών, πρέπει ν' αποτελεί αντικείμενο έρευνας στην οποία περιλαμβάνεται η διενέργεια δοκιμών όταν είναι απαραίτητο, για τον καθορισμό, όσο αυτό είναι εφικτό, της ταυτότητας των επιβλαβών αυτών οργανισμών στους οποίους οφείλονται οι ενδείξεις και τα συμπτώματα. |
Τομέας II: Φυτά των Cydonia Mill., Malus Mill., Prunus L. και Pyrus L. και των υβριδίων τους, καθώς επίσης και του Fragaria L., που προορίζονται για φύτευση, εκτός από τους σπόρους προς σπορά
1. |
Το φυτικό υλικό πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία με χρήση των κατάλληλων μεθόδων όπως ορίζεται στις τεχνικές κατευθυντήριες οδηγίες FAO/IPGRI. |
2. |
Το φυτικό υλικό, μετά από την εφαρμογή των θεραπευτικών μεθόδων που προβλέπονται στο σημείο 1, πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαδικασιών βιολογικού ελέγχου, στο σύνολο του. Όλο το φυτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων των φυτών που χρησιμοποιούνται σαν δείκτες πρέπει να παραμείνει στις εγκεκριμένες εγκαταστάσεις υπό τις συνθήκες απομόνωσης που προβλέπονται στο παράρτημα I. Το φυτικό υλικό που προορίζεται για έγκριση με σκοπό την επίσημη ελευθέρωσή του πρέπει να κρατείται σε συνθήκες οι οποίες να οδηγούν σε ένα κανονικό βλαστικό κύκλο και να αποτελεί αντικείμενο οπτικού ελέγχου για τη διαπίστωση τυχόν ενδείξεων και συμπτωμάτων παρουσίας επιβλαβών οργανισμών συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών επιβλαβών οργανισμών που αναφέρονται στην οδηγία 2000/29/ΕΚ κατά τη άφιξη και μεταγενέστερα σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της περιόδου των διαδικασιών βιολογικού ελέγχου. |
3. |
Για την εφαρμογή του σημείου 2, το φυτικό υλικό πρέπει να υποβάλλεται σε βιολογικό έλεγχο για την παρουσία επιβλαβών οργανισμών (διενέργεια δοκιμών και αναγνώριση) σύμφωνα με τις ακόλουθες διαδικασίες:
|
4. |
Το φυτικό υλικό που υποβάλλεται σε οπτικό έλεγχο όπως προβλέπεται στο σημείο 2, και επί του οποίου έχουν παρατηρηθεί ενδείξεις και συμπτώματα παρουσίας επιβλαβών οργανισμών, πρέπει να αποτελεί αντικείμενο έρευνας στην οποία περιλαμβάνεται η διενέργεια δοκιμών, όταν είναι απαραίτητο, για τον καθορισμό, όσο αυτό είναι δυνατόν, της ταυτότητας των επιβλαβών οργανισμών στους οποίους οφείλονται οι ενδείξεις και τα συμπτώματα. |
Τομέας III: Φυτά του Vitis L., εκτός από τους καρπούς
1. |
Το φυτικό υλικό πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία με χρήση των κατάλληλων μεθόδων όπως ορίζεται στις τεχνικές κατευθυντήριες οδηγίες FAO/IPGRI. |
2. |
Το φυτικό υλικό, μετά από την εφαρμογή των θεραπευτικών μεθόδων που προβλέπονται στο σημείο 1, πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαδικασιών βιολογικού ελέγχου, στο σύνολό του. Όλο το φυτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων των φυτών που χρησιμοποιούνται σαν δείκτες πρέπει να παραμένει στις εγκεκριμένες εγκαταστάσεις σε συνθήκες απομόνωσης που προβλέπονται στο παράρτημα I. Το φυτικό υλικό που προορίζεται για έγκριση με σκοπό την επίσημη ελευθέρωσή του πρέπει να κρατείται σε συνθήκες οι οποίες να οδηγούν σε ένα φυσιολογικό κύκλο φυτικής ανάπτυξης και να αποτελεί αντικείμενο οπτικού ελέγχου για τη διαπίστωση τυχόν ενδείξεων και συμπτωμάτων παρουσίας επιβλαβών οργανισμών συμπεριλαμβανομένων των Daktulosphaira vitifoliae (Fitch) καθώς και όλων των σχετικών επιβλαβών οργανισμών που αναφέρονται στην οδηγία 2000/29/ΕΚ κατά την άφιξη και μεταγενέστερα σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της περιόδου των διαδικασιών βιολογικού ελέγχου. |
3. |
Για την εξυπηρέτηση των σκοπών του σημείου 2, το φυτικό υλικό πρέπει να υποβάλλεται σε βιολογικό έλεγχο για την παρουσία επιβλαβών οργανισμών (διενέργεια δοκιμών και αναγνώριση) σύμφωνα με τις ακόλουθες διαδικασίες:
|
4. |
Το φυτικό υλικό που υποβάλλεται σε οπτικό έλεγχο όπως προβλέπεται στο σημείο 2, και επί του οποίου έχουν παρατηρηθεί ενδείξεις και συμπτώματα παρουσίας επιβλαβών οργανισμών, πρέπει να αποτελεί αντικείμενο έρευνας στην οποία περιλαμβάνεται η διενέργεια δοκιμών, όταν είναι απαραίτητο, για τον καθορισμό, όσο αυτό είναι δυνατόν, της ταυτότητας των επιβλαβών οργανισμών στους οποίους οφείλονται οι ενδείξεις και τα συμπτώματα. |
Τομέας IV: Φυτά ειδών που σχηματίζουν στόλωνες και κονδύλους των Solanum L. ή υβρίδια τους, που προορίζονται για φύτευση
1. |
Το φυτικό υλικό πρέπει να υποβάλλεται σε θεραπεία με χρήση των κατάλληλων μεθόδων, όπως ορίζεται στις τεχνικές κατευθυντήριες οδηγίες FAO/IPGRI. |
2. |
Κάθε μονάδα φυτικού υλικού, μετά από την εφαρμογή των θεραπευτικών μεθόδων που προβλέπονται στο σημείο 1, πρέπει να αποτελεί αντικείμενο διαδικασιών βιολογικού ελέγχου με χρήση φυτοδεικτών. Όλο το φυτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων των φυτών που χρησιμοποιούνται ως δείκτες πρέπει να παραμείνει στις εγκεκριμένες εγκαταστάσεις υπό τις συνθήκες απομόνωσης που προβλέπονται στο παράρτημα I. Το φυτικό υλικό που προορίζεται για έγκριση με σκοπό την επίσημη ελευθέρωσή του πρέπει να κρατείται σε συνθήκες οι οποίες να οδηγούν σε ένα κανονικό βλαστικό κύκλο και να αποτελεί αντικείμενο οπτικού ελέγχου για τη διαπίστωση τυχόν ενδείξεων και συμπτωμάτων παρουσίας επιβλαβών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών επιβλαβών οργανισμών που αναφέρονται στην οδηγία 2000/29/ΕΚ και της ασθένειας yellow vein των γεωμήλων, κατά την άφιξή του και μεταγενέστερα σε τακτά χρονικά διαστήματα μέχρι τη γήρανση, κατά τη διάρκεια της περιόδου των διαδικασιών του βιολογικού ελέγχου με χρήση φυτοδεικτών. |
3. |
Οι διαδικασίες βιολογικού ελέγχου με χρήση φυτοδεικτών που αναφέρονται στο σημείο 2 ακολουθούν τις τεχνικές προδιαγραφές που περιγράφονται στο σημείο 5, για τον εντοπισμό τουλάχιστον των ακόλουθων επιβλαβών οργανισμών:
Όμως, στην περίπτωση αληθών σπόρων προς σπορά γεωμήλων, οι διαδικασίες βιολογικού ελέγχου με χρήση φυτοδεικτών πραγματοποιούνται τουλάχιστον για τους ιούς και τα όμοια προς τους ιούς παθογόνα που αναφέρονται ανωτέρω στα στοιχεία α) έως ε). |
4. |
Το φυτικό υλικό, που υποβάλλεται στους οπτικούς ελέγχους οι οποίοι αναφέρονται στο σημείο 2 και στο οποίο έχουν παρατηρηθεί ενδείξεις και συμπτώματα επιβλαβών οργανισμών, πρέπει ν' αποτελεί αντικείμενο έρευνας, στην οποία περιλαμβάνεται η διενέργεια δοκιμών όταν αυτό είναι απαραίτητο, για τον καθορισμό, όσο αυτό είναι εφικτό, της ταυτότητας των επιβλαβών αυτών οργανισμών στους οποίους οφείλονται οι ενδείξεις και τα συμπτώματα. |
5. |
Οι τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο σημείο 3 είναι οι ακόλουθες:
|
ΜΕΡΟΣ Β
Για φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά αντικείμενα τα οποία περιλαμβάνονται σε καταλόγους των παραρτημάτων II και IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ
1. |
Τα επίσημα μέτρα απομόνωσης πρέπει να περιλαμβάνουν κατάλληλες επιθεωρήσεις και δοκιμές για τους σχετικούς επιβλαβείς οργανισμούς που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II της οδηγίας 2000/29/ΕΚ και πρέπει να εφαρμόζονται με τήρηση των ειδικών απαιτήσεων που θεσπίζονται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ για τους επιβλαβείς οργανισμούς, ανάλογα με την περίπτωση. Όσον αφορά τις ειδικές απαιτήσεις, οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τα μέτρα απομόνωσης πρέπει να είναι αυτές που ορίζονται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ ή άλλα ισοδύναμα επίσημα εγκεκριμένα μέτρα. |
2. |
Πρέπει να διαπιστωθεί ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά αντικείμενα είναι ελεύθερα σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου 1 από τους σχετικούς επιβλαβείς οργανισμούς που προσδιορίζονται στα παραρτήματα I, II και IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ για τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα και λοιπά αντικείμενα. |
(1) ΕΕ L 259 της 18.10.1993, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2006/56/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 182 της 4.7.2006, σ. 1).
(2) ΕΕ L 235 της 21.8.1998, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2006/63/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 206 της 27.7.2006, σ. 36).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΜΕΡΟΣ Α
Καταργούμενη οδηγία με την τροποποίησή της
(που αναφέρεται στο άρθρο 5)
Οδηγία 95/44/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Οδηγία 97/46/ΕΚ της Επιτροπής |
ΜΕΡΟΣ Β
Κατάλογος ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο
(που αναφέρονται στο άρθρο 5)
Οδηγία |
Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης |
95/44/ΕΚ |
1η Φεβρουαρίου 1996 |
97/46/ΕΚ |
1η Ιανουαρίου 1998 |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
Πίνακας αντιστοιχίας
Οδηγία 95/44/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 1 παράγραφος 1 |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 τρίτη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 τέταρτη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 πέμπτη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ε) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 έκτη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο στ) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 έβδομη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 όγδοη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο η) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 ένατη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο θ) |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 δέκατη περίπτωση |
Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι) |
Άρθρα 2 και 3 |
Άρθρα 2 και 3 |
Άρθρο 4 παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 4 παράγραφος 2 |
Άρθρο 4 |
— |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 7 |
Παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ |
Παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ |
— |
Παράρτημα IV |
— |
Παράρτημα V |
II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Συμβούλιο
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/56 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 16ης Ιουνίου 2008
για τροποποίηση των αποζημιώσεων που προβλέπονται στην απόφαση 2003/479/ΕΚ και στην απόφαση 2007/829/ΕΚ σχετικά με το καθεστώς που εφαρμόζεται στους αποσπασμένους στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου εθνικούς εμπειρογνώμονες και στρατιωτικούς
(2008/451/ΕΚ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 28 παράγραφος 1,
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 2,
την απόφαση 2003/479/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 15 παράγραφος 7,
την απόφαση 2007/829/ΕΚ (2), και ιδίως το άρθρο 15 παράγραφος 6,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το άρθρο 15 παράγραφος 7 της απόφασης 2003/479/ΕΚ και το άρθρο 15 παράγραφος 6 της απόφασης 2007/829/ΕΚ ορίζουν ότι οι ημερήσιες και μηνιαίες αποζημιώσεις αναπροσαρμόζονται κάθε χρόνο, δίχως αναδρομικό αποτέλεσμα, ανάλογα με την αναπροσαρμογή των βασικών αποδοχών των υπαλλήλων της Κοινότητας στις Βρυξέλλες και στο Λουξεμβούργο. |
(2) |
Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 420/2008 της 14ης Μαΐου 2008, για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2007, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3), καθώς και οι διορθωτικοί συντελεστές που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις, ενέκρινε αναπροσαρμογή 1,4 % των αποδοχών και συντάξεων των υπαλλήλων της Κοινότητας, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
1. Στο άρθρο 15 παράγραφος 1 της απόφασης 2003/479/ΕΚ και στο άρθρο 15 παράγραφος 1 της απόφασης 2007/829/ΕΚ, τα ποσά των 29,44 ευρώ και 117,74 ευρώ αντικαθίστανται από τα ποσά 29,85 ευρώ και 119,39 ευρώ αντιστοίχως.
2. Στο άρθρο 15 παράγραφος 2 της απόφασης 2003/479/ΕΚ και στο άρθρο 15 παράγραφος 2 της απόφασης 2007/829/ΕΚ, ο πίνακας τροποποιείται ως εξής:
«Απόσταση μεταξύ του τόπου κατοικίας και του τόπου απόσπασης (σε km) |
Ποσό σε ευρώ |
0-150 |
0,00 |
> 150 |
76,74 |
> 300 |
136,42 |
> 500 |
221,71 |
> 800 |
358,14 |
> 1 300 |
562,80 |
> 2 000 |
673,67» |
3. Στο άρθρο 15 παράγραφος 4 της απόφασης 2003/479/ΕΚ, το ποσό των 29,44 ευρώ αντικαθίσταται από ποσό 29,85 ευρώ.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την έκδοσή της.
Λουξεμβούργο, 16 Ιουνίου 2008.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. RUPEL
(1) Απόφαση 2003/479/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, για το καθεστώς που εφαρμόζεται στους αποσπασμένους στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου εθνικούς εμπειρογνώμονες και στρατιωτικούς (ΕΕ L 160 της 28.6.2003, σ. 72). Απόφαση που καταργήθηκε με την απόφαση 2007/829/ΕΚ.
(2) Απόφαση 2007/829/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 2007, για το καθεστώς που εφαρμόζεται στους αποσπασμένους στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου εθνικούς εμπειρογνώμονες και στρατιωτικούς (ΕΕ L 327 της 13.12.2007, σ. 10).
(3) ΕΕ L 127 της 15.5.2008, σ. 1.
Επιτροπή
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/58 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 6ης Ιουνίου 2008
σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 2007/27/ΕΚ για την έγκριση ορισμένων μεταβατικών μέτρων σχετικά με τις παραδόσεις νωπού γάλακτος σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας και με την επεξεργασία του εν λόγω νωπού γάλακτος στη Ρουμανία όσον αφορά τις απαιτήσεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2404]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2008/452/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τη συνθήκη προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας,
την πράξη προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, και ιδίως το άρθρο 42,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στην απόφαση 2007/27/ΕΚ της Επιτροπής (1) παρατίθενται πίνακες εγκαταστάσεων επεξεργασίας γάλακτος στη Ρουμανία, οι οποίες συμμορφώνονται προς τις διαρθρωτικές απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) (συμμορφούμενες εγκαταστάσεις) και στις οποίες επιτρέπεται να παραλαμβάνουν και να επεξεργάζονται νωπό γάλα το οποίο δεν συμμορφώνεται προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) (μη συμμορφούμενο γάλα). |
(2) |
Στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος της απόφασης 2007/27/ΕΚ παρατίθεται κατάλογος των συμμορφούμενων εγκαταστάσεων στις οποίες επιτρέπεται να παραλαμβάνουν και να επεξεργάζονται χωρίς διαχωρισμό συμμορφούμενο και μη συμμορφούμενο γάλα, ενώ στο κεφάλαιο ΙΙ του ίδιου παραρτήματος παρατίθεται κατάλογος των συμμορφούμενων εγκαταστάσεων στις οποίες επιτρέπεται να παραλαμβάνουν και να επεξεργάζονται χωριστά συμμορφούμενο και μη συμμορφούμενο γάλα. |
(3) |
Πέντε από τις εγκαταστάσεις που παρατίθενται στο κεφάλαιο I του παραρτήματος της απόφασης 2007/27/ΕΚ επέλεξαν να επεξεργάζονται μόνο συμμορφούμενο γάλα. Μία εγκατάσταση έχει παύσει τις δραστηριότητές της. Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει, επομένως, να διαγραφούν από τον κατάλογο του κεφαλαίου I του παραρτήματος. |
(4) |
Επιπλέον, άλλες τρεις εγκαταστάσεις έχουν ολοκληρώσει το σχέδιο αναβάθμισής τους και έχουν πλέον συμμορφωθεί πλήρως με την κοινοτική νομοθεσία. Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει, επομένως, να διαγραφούν από τον κατάλογο των εγκαταστάσεων που υπόκεινται σε μεταβατικές ρυθμίσεις. Οι εγκαταστάσεις αυτές επεξεργάζονται συμμορφούμενο και μη συμμορφούμενο γάλα χωρίς διαχωρισμό και πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο του κεφαλαίου I του παραρτήματος της απόφασης 2007/27/ΕΚ. |
(5) |
Συνεπώς, το κεφάλαιο Ι του παραρτήματος της απόφασης 2007/27/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(6) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το κεφάλαιο Ι του παραρτήματος της απόφασης 2007/27/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 6 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 8 της 13.1.2007, σ. 45. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2007/557/ΕΚ (ΕΕ L 212 της 14.8.2007, σ. 15).
(2) ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1· όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 3.
(3) ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55· όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1243/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 281 της 25.10.2007, σ. 8).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Το κεφάλαιο Ι του παραρτήματος της απόφασης 2007/27/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
1. |
Διαγράφονται οι ακόλουθες εγκαταστάσεις:
|
2. |
Προστίθενται οι ακόλουθες εγκαταστάσεις:
|
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/60 |
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 10ης Ιουνίου 2008
για την τροποποίηση της απόφασης 2006/139/ΕΚ όσον αφορά την εγκεκριμένη αρχή των ΗΠΑ για την τήρηση γενεαλογικού βιβλίου ή μητρώου για τους χοίρους
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2472]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2008/453/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
την οδηγία 94/28/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών σχετικά με τους ζωοτεχνικούς και γενεαλογικούς όρους που εφαρμόζονται κατά τις εισαγωγές προέλευσης τρίτων χωρών ζώων, του σπέρματος, των ωαρίων και των εμβρύων τους και για την τροποποίηση της οδηγίας 77/504/ΕΟΚ περί των ζώων αναπαραγωγής του βοείου είδους καθαρόαιμου γένους (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η απόφαση 2006/139/ΕΚ της Επιτροπής, της 7ης Φεβρουαρίου 2006, περί εφαρμογής της οδηγίας 94/28/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με κατάλογο των εγκεκριμένων αρχών τρίτων χωρών για την τήρηση γενεαλογικού βιβλίου ή μητρώου ορισμένων ζώων (2), προβλέπει ότι τα κράτη μέλη εγκρίνουν την εισαγωγή ορισμένων ειδών εκτρεφόμενων ζώων, του σπέρματος, των ωαρίων και των εμβρύων τους ως ζώων «φυλής» ή ως «υβριδικών» ζώων μόνον εφόσον εγγράφονται ή καταχωρίζονται σε γενεαλογικό βιβλίο ή μητρώο τηρούμενο από αρχή που παρατίθεται στη συγκεκριμένη απόφαση. |
(2) |
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ζήτησαν να προστεθεί μία αρχή για τους χοίρους στις εγγραφές για τη χώρα αυτή στο παράρτημα της απόφασης 2006/139/ΕΚ. |
(3) |
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχουν παράσχει εγγυήσεις όσον αφορά τη συμμόρφωση με τις σχετικές απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας και ιδίως της οδηγίας 94/28/ΕΚ. |
(4) |
Επομένως, το παράρτημα της απόφασης 2006/139/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(5) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης ζωοτεχνικής επιτροπής, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα της απόφασης 2006/139/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουνίου 2008.
Άρθρο 3
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2008.
Για την Επιτροπή
Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 178 της 12.7.1994, σ. 66.
(2) ΕΕ L 54 της 24.2.2006, σ. 34.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Στον τίτλο «Είδη: χοιροειδή» του μέρους VII του παραρτήματος της απόφασης 2006/139/ΕΚ προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:
«PIC (Pig Improvement Company) North America |
100 Bluegrass Commons Boulevard |
Suite 2200 |
Hendersonville |
TN 37075 |
Τηλ.: (+ 1-615) 265 27 00 |
Διαδίκτυο: http://www.pic.com» |
ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ
Επιτροπή
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/62 |
ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Μαΐου 2008
για μέτρα περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες χρωμικό νάτριο, διχρωμικό νάτριο και 2,2′,6,6′-τετραβρωμο-4,4′-ισοπροπυλιδενοδιφαινόλη (τετραβρωμοδιφαινόλη A)
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2256]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2008/454/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93, οι κατωτέρω ουσίες χαρακτηρίστηκαν ως ουσίες προς αξιολόγηση κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τους κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 143/97 (2) και (ΕΚ) αριθ. 2364/2000 (3), οι οποίοι αφορούν, αντίστοιχα, τον τρίτο και τον τέταρτο πίνακα ουσιών προτεραιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93:
|
(2) |
Τα κράτη μέλη που είχαν οριστεί ως εισηγητές κατ’ εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 και (ΕΚ) αριθ. 143/97, ολοκλήρωσαν τις δραστηριότητες αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον ως προς τις συγκεκριμένες ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (4), και πρότειναν στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93. |
(3) |
Ζητήθηκε και διατυπώθηκε η γνώμη της επιστημονικής επιτροπής για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον (ΕΕΤΟΠ) και της επιστημονικής επιτροπής για την υγεία και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους (ΕΕΥΠΚ) σχετικά με τις αξιολογήσεις κινδύνων που διενεργήθηκαν από τα κράτη μέλη εισηγητές. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές δημοσιεύθηκαν στον δικτυακό τόπο των εν λόγω επιτροπών. |
(4) |
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων, καθώς και τα περαιτέρω αποτελέσματα των στρατηγικών περιορισμού των κινδύνων εκτίθενται στην αντίστοιχη ανακοίνωση της Επιτροπής (5). |
(5) |
Με βάση την αξιολόγηση αυτή, ενδείκνυται να διατυπωθούν συστάσεις για ορισμένα μέτρα περιορισμού των κινδύνων από ορισμένες ουσίες. |
(6) |
Τα συνιστώμενα μέτρα μείωσης των κινδύνων για τους εργαζομένους πρέπει να εξεταστούν βάσει της νομοθεσίας για την προστασία των εργαζομένων, που θεωρείται ότι εξασφαλίζει κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων από τις αντίστοιχες ουσίες στον απαιτούμενο βαθμό. |
(7) |
Τα μέτρα περιορισμού των κινδύνων τα οποία προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93, |
ΣΥΝΙΣΤΑ:
ΤΜΗΜΑ 1
ΧΡΩΜΙΚΟ ΝΑΤΡΙΟ
(Αριθ. CAS: 7775-11-3, αριθ. Einecs: 231-889-5)
Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζομένους (1) και για το περιβάλλον (2, 3, 4, 5, 6)
1. |
Οι εργοδότες που χρησιμοποιούν ενώσεις του εξασθενούς χρωμίου στην παραγωγή πιγμέντων και βαφών, στη σύνθεση προϊόντων κατεργασίας μετάλλων, στην ηλεκτρολυτική επιμετάλλωση και ως στυπτικά στις βαφές μαλλιού, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ενδεχόμενες, ειδικές κατά κλάδο, κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίζονται σε εθνικό επίπεδο, με βάση τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/ΕΚ του Συμβουλίου (6). |
2. |
Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών θα πρέπει να καθορίζουν, στις άδειες που εκδίδουν δυνάμει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), όρους, οριακές τιμές εκπομπών ή ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα για το εξασθενές χρώμιο, ώστε οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (εφεξής «ΒΔΤ»), λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη γεωγραφική θέση τους και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες. |
3. |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή των ΒΔΤ που αφορούν το εξασθενές χρώμιο και να αναφέρουν κάθε σημαντική εξέλιξη στην Επιτροπή στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις ΒΔΤ. |
4. |
Προκειμένου να διευκολυνθούν η χορήγηση αδειών και η παρακολούθηση βάσει της οδηγίας 2008/1/EK, το εξασθενές χρώμιο θα πρέπει να καλυφθεί από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις ΒΔΤ. |
5. |
Εφόσον είναι απαραίτητο, θα πρέπει να ελέγχονται με εθνικούς κανόνες οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το περιβάλλον. |
6. |
Για τα υδατικά συστήματα όπου οι εκπομπές εξασθενούς χρωμίου μπορούν να προκαλέσουν κινδύνους, το (τα) ενδιαφερόμενο(-α) κράτος(-η) μέλος(-η) θεσπίζει(-ουν) ποιοτικά πρότυπα για το περιβάλλον (εφεξής «ΠΠΠ»), καθώς και τα εθνικά μέτρα περιορισμού της ρύπανσης που απαιτούνται για να επιτευχθούν τα εν λόγω ΠΠΠ το 2015, σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). |
ΤΜΗΜΑ 2
ΔΙΧΡΩΜΙΚΟ ΝΑΤΡΙΟ
(Αριθ. CAS: 10588-01-9, αριθ. Einecs: 234-190-3)
Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζομένους (7) και για το περιβάλλον (8, 9, 10, 11, 12)
7. |
Οι εργοδότες που χρησιμοποιούν ενώσεις του εξασθενούς χρωμίου στην παραγωγή πιγμέντων και βαφών, στη σύνθεση προϊόντων κατεργασίας μετάλλων, στην ηλεκτρολυτική επιμετάλλωση και ως στυπτικά στις βαφές μαλλιού, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ενδεχόμενες, ειδικές κατά κλάδο, κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίζονται σε εθνικό επίπεδο, με βάση τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/ΕΚ. |
8. |
Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών θα πρέπει να καθορίζουν, στις άδειες που εκδίδουν δυνάμει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ, όρους, οριακές τιμές εκπομπών ή ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα για το εξασθενές χρώμιο, ώστε οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις ΒΔΤ, λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη γεωγραφική θέση τους και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες. |
9. |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή των ΒΔΤ που αφορούν το εξασθενές χρώμιο και να αναφέρουν κάθε σημαντική εξέλιξη στην Επιτροπή στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις ΒΔΤ. |
10. |
Προκειμένου να διευκολυνθούν η χορήγηση αδειών και η παρακολούθηση βάσει της οδηγίας 2008/1/EK, το εξασθενές χρώμιο θα πρέπει να καλυφθεί από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις ΒΔΤ. |
11. |
Εφόσον είναι απαραίτητο, θα πρέπει να ελέγχονται με εθνικούς κανόνες οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το περιβάλλον. |
12. |
Για τα υδατικά συστήματα όπου οι εκπομπές εξασθενούς χρωμίου μπορούν να προκαλέσουν κινδύνους, το (τα) ενδιαφερόμενο(-α) κράτος(-η) μέλος(-η) θεσπίζει(-ουν) ΠΠΠ, καθώς και τα εθνικά μέτρα περιορισμού της ρύπανσης που απαιτούνται για να επιτευχθούν τα εν λόγω ΠΠΠ το 2015, σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ. |
ΤΜΗΜΑ 3
2,2′,6,6′-ΤΕΤΡΑΒΡΩΜΟ-4,4′-ΙΣΟΠΡΟΠΥΛΙΔΕΝΟΔΙΦΑΙΝΟΛΗ (ΤΕΤΡΑΒΡΩΜΟΔΙΦΑΙΝΟΛΗ A)
(Αριθ. CAS: 79-94-7, αριθ. Einecs: 201-236-9)
Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για το περιβάλλον (13, 14)
13. |
Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών θα πρέπει να καθορίζουν, στις άδειες που εκδίδουν δυνάμει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ, όρους, οριακές τιμές εκπομπών ή ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα για την τετραβρωμοδιφαινόλη A, ώστε οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις ΒΔΤ, λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη γεωγραφική θέση τους και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες. |
14. |
Εφόσον είναι απαραίτητο, θα πρέπει να ελέγχονται με εθνικούς κανόνες οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το περιβάλλον. |
ΤΜΗΜΑ 4
ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ
15. |
Η παρούσα σύσταση απευθύνεται σε όλους τους κλάδους που εισάγουν, παράγουν, μεταφέρουν, αποθηκεύουν, μορφοποιούν σε παρασκευάσματα ή υποβάλλουν σε άλλη επεξεργασία, χρησιμοποιούν, διαθέτουν ως απόβλητα ή ανακτούν τις ανωτέρω ουσίες, καθώς και στα κράτη μέλη. |
Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2008.
Για την Επιτροπή
Σταύρος ΔΉΜΑΣ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(2) ΕΕ L 25 της 28.1.1997, σ. 13.
(3) ΕΕ L 273 της 26.10.2000, σ. 5.
(4) ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.
(5) ΕΕ C 152 της 18.6.2008, σ. 11.
(6) ΕΕ L 131 της 5.5.1998, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 165 της 27.6.2007, σ. 21).
(7) ΕΕ L 24 της 29.1.2008, σ. 8.
(8) ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/32/ΕΚ (ΕΕ L 81 της 20.3.2008, σ. 60).
18.6.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 158/65 |
ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Μαΐου 2008
για μέτρα περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες τριοξείδιο του χρωμίου, διχρωμικό αμμώνιο και διχρωμικό κάλιο
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2326]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2008/455/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 οι κατωτέρω ουσίες χαρακτηρίστηκαν ως ουσίες προς αξιολόγηση κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 143/97 της Επιτροπής, της 27ης Ιανουαρίου 1997, για τον τρίτο πίνακα ουσιών προτεραιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (2):
|
(2) |
Το κράτος μέλος που είχε οριστεί ως εισηγητής κατ’ εφαρμογή του ανωτέρω κανονισμού, ολοκλήρωσε τις δραστηριότητες αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον ως προς τις συγκεκριμένες ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (3), και πρότεινε στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93. |
(3) |
Ζητήθηκε και διατυπώθηκε η γνώμη της επιστημονικής επιτροπής για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον (ΕΕΤΟΠ) σχετικά με τις αξιολογήσεις των κινδύνων που διενεργήθηκαν από το κράτος μέλος εισηγητή. Οι σχετικές γνωμοδοτήσεις δημοσιεύτηκαν στον δικτυακό τόπο της εν λόγω επιστημονικής επιτροπής. |
(4) |
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων, καθώς και περαιτέρω αποτελέσματα των στρατηγικών περιορισμού των κινδύνων εκτίθενται στην ανακοίνωση της Επιτροπής (4). |
(5) |
Με βάση την αξιολόγηση αυτή, ενδείκνυται να διατυπωθούν συστάσεις για ορισμένα μέτρα περιορισμού των κινδύνων από ορισμένες ουσίες. |
(6) |
Τα συνιστώμενα μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζόμενους πρέπει να εντάσσονται στο πλαίσιο της νομοθεσίας για την προστασία των εργαζομένων, η οποία θεωρείται ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό, στον αναγκαίο βαθμό, των κινδύνων από τις εξεταζόμενες ουσίες. |
(7) |
Τα μέτρα περιορισμού των κινδύνων τα οποία προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93, |
ΣΥΝΙΣΤΑ:
ΤΜΗΜΑ 1
ΤΡΙΟΞΕΙΔΙΟ ΤΟΥ ΧΡΩΜΙΟΥ
(Αριθ. CAS 1333-82-0, αριθ. Einecs 215-607-8)
ΔΙΧΡΩΜΙΚΟ ΑΜΜΩΝΙΟ
(Αριθ. CAS 7789-09-05, αριθ. Einecs 232-143-1)
ΔΙΧΡΩΜΙΚΟ ΚΑΛΙΟ
(Αριθ. CAS 7778-50-9, αριθ. Einecs 231-906-6)
Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζομένους (1) και για το περιβάλλον (2, 3, 4, 5, 6)
1. |
Οι εργοδότες που χρησιμοποιούν ενώσεις του εξασθενούς χρωμίου στην παραγωγή πιγμέντων και βαφών, τη σύνθεση προϊόντων για την επεξεργασία μετάλλων, την ηλεκτρολυτική επιμετάλλωση και ως στυπτικά στις βαφές μαλλιού, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ενδεχόμενες, ειδικές κατά κλάδο, κατευθυντήριες γραμμές που καταρτίστηκαν σε εθνικό επίπεδο με βάση τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα που διατίθενται από την Επιτροπή, όπως προβλέπει το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/ΕΚ του Συμβουλίου (5). |
2. |
Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών θα πρέπει να καθορίζουν, στις άδειες που εκδίδουν, δυνάμει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ του Συμβουλίου (6), όρους, οριακές τιμές εκπομπών ή ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα για τις ενώσεις εξασθενούς χρωμίου, ώστε οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ), λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη γεωγραφική θέση τους και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες. |
3. |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή των ΒΔΤ όσον αφορά τις ενώσεις εξασθενούς χρωμίου και να αναφέρουν κάθε σημαντική εξέλιξη στην Επιτροπή, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις ΒΔΤ. |
4. |
Οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον θα πρέπει να ελέγχονται, όποτε αυτό κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν ελλοχεύουν κίνδυνοι για το περιβάλλον. |
5. |
Όσον αφορά την επιτόπια αναγωγή ενώσεων του εξασθενούς χρωμίου προς δεψικά άλατα τρισθενούς χρωμίου σε βυρσοδεψεία, συνιστάται να περιληφθούν στην επόμενη τροποποίηση του εγγράφου BREF για τα βυρσοδεψεία κατάλληλες αναφορές, ούτως ώστε να επισημαίνεται ότι η επιτόπια αναγωγή ενώσεων εξασθενούς χρωμίου για την παραγωγή δεψικών αλάτων τρισθενούς χρωμίου δεν πρέπει να θεωρείται ως ΒΔΤ. |
6. |
Για τα υδατικά συστήματα όπου οι εκπομπές εξασθενούς χρωμίου μπορούν να προκαλέσουν κινδύνους, το (τα) ενδιαφερόμενο(-α) κράτος(-η) μέλος(-η) θεσπίζει(-ουν) ποιοτικά πρότυπα για το περιβάλλον (ΠΠΠ), καθώς και τα εθνικά μέτρα περιορισμού της ρύπανσης για να επιτευχθούν τα εν λόγω ΠΠΠ το 2015, σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). |
ΤΜΗΜΑ 2
ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ
7. |
Η παρούσα σύσταση απευθύνεται σε όλους τους κλάδους που εισάγουν, παράγουν, μεταφέρουν, αποθηκεύουν, μορφοποιούν σε παρασκευάσματα ή υποβάλλουν σε άλλη επεξεργασία, χρησιμοποιούν, διαθέτουν ως απόβλητα ή ανακτούν τις ανωτέρω ουσίες, καθώς και στα κράτη μέλη. |
Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2008.
Για την Επιτροπή
Σταύρος ΔΉΜΑΣ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
(2) ΕΕ L 25 της 28.1.1997, σ. 13.
(3) ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.
(4) ΕΕ C 152 της 18.6.2008, σ. 1.
(5) ΕΕ L 131 της 5.5.1998, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 165 της 27.6.2007, σ. 21).
(6) ΕΕ L 24 της 29.1.2008, σ. 8.
(7) ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/32/ΕΚ (ΕΕ L 81 της 20.3.2008, σ. 60).