ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
3 Ιουνίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008, περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (Κωδικοποιημένη έκδοση)

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 486/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

10

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 487/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, για την καταχώριση ονομασίας στο μητρώο των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και των προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Casatella Trevigiana (ΠΟΠ)]

12

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 488/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κιτρικού οξέος καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

13

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 489/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 806/2007 για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων στον τομέα του χοιρείου κρέατος

30

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/406/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 51/06 (πρώην N 748/06) που χορηγήθηκε από την Πολωνία υπέρ της Arcelor Huta Warszawa [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6077]  ( 1 )

31

 

 

2008/407/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, για την τροποποίηση της απόφασης 2004/432/ΕΚ σχετικά με την έγκριση των σχεδίων επιτήρησης καταλοίπων των τρίτων χωρών σύμφωνα με την οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2297]  ( 1 )

49

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 485/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Μαΐου 2008

περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, περί των ελέγχων, εκ μέρους των κρατών μελών, των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων, τμήμα Εγγυήσεων, και περί καταργήσεως της οδηγίας 77/435/ΕΟΚ (2), έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί (3) κατά τρόπο ουσιαστικό. Είναι, ως εκ τούτου σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (4), τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, και ιδίως προκειμένου να ελέγχουν τη γνησιότητα και τη συμμόρφωση των χρηματοδοτούμενων από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) πράξεων, να προλαμβάνουν και να διώκουν παρατυπίες και να ανακτούν τα απωλεσθέντα εξαιτίας παρατυπιών ή αμελειών ποσά.

(3)

Ο έλεγχος των εμπορικών εγγράφων των δικαιούχων ή οφειλετών επιχειρήσεων μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ αποτελεσματικό μέσο ελέγχου των πράξεων που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδοτήσεως του ΕΓΤΕ. Ο έλεγχος αυτός συμπληρώνει τους άλλους ελέγχους που πραγματοποιούνται ήδη από τα κράτη μέλη. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις εθνικές διατάξεις στον τομέα του ελέγχου οι οποίες είναι περισσότερο εκτεταμένες από τις προβλεπόμενες στον παρόντα κανονισμό.

(4)

Τα έγγραφα, βάσει των οποίων πραγματοποιείται ο έλεγχος αυτός, θα πρέπει να καθορίζονται κατά τρόπο που να καθίσταται δυνατός ο πλήρης έλεγχος.

(5)

Θα πρέπει να γίνεται η επιλογή των προς έλεγχο επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα των πράξεων που πραγματοποιούνται υπό την ευθύνη τους, καθώς και την κατανομή των δικαιούχων ή οφειλετριών επιχειρήσεων σε συνάρτηση με την οικονομική τους σημασία στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοδοτήσεως του ΕΓΤΕ.

(6)

Ενδείκνυται, επιπλέον, να προβλεφθεί ένας ελάχιστος αριθμός ελέγχων των εμπορικών εγγράφων. Ο αριθμός αυτός θα πρέπει να καθορισθεί με μέθοδο η οποία αποφεύγει τις σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών λόγω της ειδικής διάρθρωσης των δαπανών τους, στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ. Η μέθοδος αυτή μπορεί να θεσπισθεί λαμβάνοντας ως αναφορά τον αριθμό των επιχειρήσεων που έχουν ορισμένη οικονομική σημασία στο σύστημα χρηματοδοτήσεως του ΕΓΤΕ.

(7)

Θα πρέπει να καθορισθούν οι εξουσίες των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τους ελέγχους καθώς και οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων να διατηρούν στη διάθεσή τους, για καθορισμένη περίοδο, τα εμπορικά έγγραφα και να τους παράσχουν τις πληροφορίες που ζητούν. Θα πρέπει, επιπλέον, να προβλεφθεί η δυνατότητα κατάσχεσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, εμπορικών εγγράφων.

(8)

Λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή διάρθρωση του εμπορίου στον τομέα της γεωργίας και με την προοπτική της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, είναι αναγκαίο να οργανωθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Είναι επίσης αναγκαίο να καταρτισθεί, σε κοινοτικό επίπεδο, μια κεντρική τεκμηρίωση που θα αφορά τις δικαιούχους ή οφειλέτριες επιχειρήσεις που εγκαθίστανται στις τρίτες χώρες.

(9)

Εμπίπτει μεν κατά πρώτο λόγο στην ευθύνη των κρατών μελών να καταρτίζουν τα προγράμματά τους ελέγχου, είναι όμως αναγκαίο τα προγράμματα αυτά να ανακοινώνονται στην Επιτροπή ώστε να μπορεί να ασκεί τα καθήκοντά της ελέγχου και συντονισμού, τα οποία εμπίπτουν σ’ αυτήν, και να καταρτίζονται βάσει καταλλήλων κριτηρίων. Οι έλεγχοι μπορούν να εστιάζονται, με τον τρόπο αυτό, σε τομείς ή σε επιχειρήσεις με αυξημένο κίνδυνο δόλου.

(10)

Είναι αναγκαίο κάθε κράτος μέλος να διαθέτει μια ειδική υπηρεσία που θα ευθύνεται για τη συνέχεια της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και τον συντονισμό των ελέγχων που πραγματοποιούνται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι υπάλληλοι της υπηρεσίας αυτής μπορούν να πραγματοποιούν ελέγχους στις επιχειρήσεις κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(11)

Οι υπηρεσίες που διενεργούν ελέγχους κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να οργανώνονται ανεξάρτητα από τις υπηρεσίες που διενεργούν ελέγχους πριν από την πληρωμή.

(12)

Οι συλλεγόμενες πληροφορίες, στο πλαίσιο των ελέγχων των εμπορικών εγγράφων, θα πρέπει να καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

(13)

Θα πρέπει να γίνουν διευθετήσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών σε κοινοτικό επίπεδο ώστε τα αποτελέσματα της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού να μπορούν να χρησιμοποιούνται με περισσότερη αποτελεσματικότητα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Ο παρών κανονισμός αφορά τον έλεγχο των εμπορικών εγγράφων των οντοτήτων εκείνων που είναι δικαιούχοι ή οφειλέτες, που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το σύστημα χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), ή των αντιπροσώπων τους, που εφεξής αποκαλούνται «επιχειρήσεις», προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον οι πράξεις που αποτελούν μέρος του συστήματος χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ έχουν όντως πραγματοποιηθεί και κατά πόσον έχουν εκτελεσθεί ορθώς.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα μέτρα που καλύπτονται από το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς (5). Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005, η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των άλλων μέτρων στα οποία δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α)

«εμπορικά έγγραφα»: το σύνολο των βιβλίων, καταλόγων, σημειώσεων και δικαιολογητικών εγγράφων, η λογιστική, τα αρχεία παραγωγής και ποιότητας και η αλληλογραφία, που αφορούν την επαγγελματική δραστηριότητα της επιχείρησης, καθώς και τα εμπορικά στοιχεία, υπό οποιανδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικά αποθηκευμένων στοιχείων, εφόσον τα έγγραφα ή στοιχεία αυτά έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τις πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

β)

«τρίτο πρόσωπο»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει άμεση ή έμμεση σχέση με τις πράξεις που γίνονται στα πλαίσια του συστήματος χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε συστηματικούς ελέγχους των εμπορικών εγγράφων των επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα των πράξεων που πρέπει να ελεγχθούν. Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε η επιλογή των επιχειρήσεων που πρέπει να ελεγχθούν να επιτρέπει την καλύτερη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των μέτρων προλήψεως και ανιχνεύσεως των παρατυπιών στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοδοτήσεως του ΕΓΤΕ. Η επιλογή λαμβάνει, ιδίως, υπόψη την οικονομική σημασία των επιχειρήσεων στον τομέα αυτόν καθώς και άλλους παράγοντες κινδύνου.

2.   Οι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γίνονται κατά τη διάρκεια κάθε περιόδου ελέγχου που προβλέπεται στην παράγραφο 7 επί ενός αριθμού επιχειρήσεων ο οποίος δεν μπορεί να είναι κατώτερος από το ήμισυ του αριθμού των επιχειρήσεων των οποίων οι εισπράξεις ή οι οφειλές ή το άθροισμα αυτών των δύο, στα πλαίσια του συστήματος του ΕΓΤΕ, υπερέβαιναν τα 150 000 ευρώ κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους ΕΓΤΕ που προηγείται της περιόδου των εν λόγω ελέγχων.

3.   Για κάθε περίοδο ελέγχου και με την επιφύλαξη των, βάσει της παραγράφου 1, υποχρεώσεών τους, τα κράτη μέλη επιλέγουν τις προς έλεγχο επιχειρήσεις με βάση τα αποτελέσματα της ανάλυσης κινδύνων στον τομέα των επιστροφών κατά την εξαγωγή, καθώς και σε όλα τα άλλα μέτρα στα οποία έχει εφαρμογή. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τις προτάσεις τους για τη χρήση της ανάλυσης κινδύνων. Αυτές οι προτάσεις περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την ακολουθητέα προσέγγιση, τις τεχνικές, τα κριτήρια και τη μέθοδο εφαρμογής. Υποβάλλεται το αργότερο την 1η Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται της έναρξης της περιόδου ελέγχου για την οποία πρόκειται να εφαρμοστεί. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις παρατηρήσεις της Επιτροπής σχετικά με την πρότασή τους, οι οποίες δίδονται εντός οκτώ εβδομάδων μετά την υποβολή της πρότασης.

4.   Όσον αφορά τα μέτρα για τα οποία το κράτος μέλος εκτιμά ότι η ανάλυση κινδύνου δεν είναι εφαρμόσιμη, είναι υποχρεωτικός ο έλεγχος των επιχειρήσεων των οποίων το σύνολο των εισπράξεων ή το σύνολο των πληρωμών ή το άθροισμα των δύο αυτών ποσών στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοδότησης του ΕΓΤΕ, υπερβαίνει το ποσό των 350 000 ευρώ, και οι οποίες δεν υπέστησαν έλεγχο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό κατά τη διάρκεια της μιας από τις δύο προηγούμενες περιόδους ελέγχου.

5.   Οι επιχειρήσεις το άθροισμα των εισπράξεων ή των οφειλών των οποίων ήταν κατώτερο των 40 000 ευρώ ελέγχονται, κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, μόνο βάσει των κριτηρίων που αναφέρουν τα κράτη μέλη στο ετήσιο πρόγραμμά τους κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10 ή η Επιτροπή σε κάθε αιτούμενη τροποποίηση του προγράμματος αυτού.

6.   Στις κατάλληλες περιπτώσεις, οι έλεγχοι που προβλέπονται στην παράγραφο 1 επεκτείνονται στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία συνδέονται οι επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 1 καθώς και σε οιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο ενδεχομένως παρουσιάζει ενδιαφέρον για την επιδίωξη των στόχων του άρθρου 3.

7.   Η περίοδος ελέγχου εκτείνεται από την 1η Ιουλίου μέχρι τις 30 Ιουνίου του επομένου έτους.

Ο έλεγχος αφορά περίοδο τουλάχιστον 12 μηνών που λήγει κατά την προηγούμενη περίοδο ελέγχου· μπορεί να παραταθεί για περιόδους που καθορίζονται από το κράτος μέλος, πριν ή μετά την εν λόγω δωδεκάμηνη περίοδο.

8.   Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού γίνονται υπό την επιφύλαξη των ελέγχων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 36 και 37 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

Άρθρο 3

1.   Η ακρίβεια των κυριότερων στοιχείων που υπόκεινται στον έλεγχο επαληθεύεται με διασταυρωμένους ελέγχους, που περιλαμβάνουν, εάν χρειαστεί, τα εμπορικά έγγραφα τρίτων προσώπων, σε αριθμό ανάλογο με το βαθμό του παρουσιαζόμενου κινδύνου, και που συμπεριλαμβάνουν ιδίως:

α)

συγκρίσεις με τα εμπορικά έγγραφα των προμηθευτών, των πελατών, των μεταφορέων ή άλλων τρίτων προσώπων·

β)

ενδεχομένως, υλικούς ελέγχους, της ποσότητας και της φύσεως των αποθεμάτων·

γ)

συγκρίσεις με τη λογιστική των χρηματοροών που προηγούνται ή ακολουθούν πράξεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του συστήματος χρηματοδότησης από το ΕΓΤΕ, και

δ)

ελέγχους, σε σχέση με την τήρηση βιβλίων ή μητρώων κινήσεως κεφαλαίων, που καταδεικνύουν ότι, τη στιγμή του ελέγχου, τα έγγραφα που τηρεί ο οργανισμός πληρωμής ως απόδειξη της καταβολής της ενίσχυσης στον δικαιούχο, είναι ακριβή.

2.   Συγκεκριμένα, εφόσον οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να τηρούν ειδική λογιστική σύμφωνα με τις κοινοτικές ή εθνικές διατάξεις, ο έλεγχος αυτής της λογιστικής περιλαμβάνει, σε κατάλληλες περιπτώσεις, τη σύγκριση αυτής της λογιστικής με τα εμπορικά έγγραφα και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τις ποσότητες των αποθεμάτων της επιχείρησης.

3.   Κατά την επιλογή των ελεγκτέων πράξεων, πρέπει να λαμβάνεται πλήρως υπόψη ο βαθμός του παρουσιαζόμενου κινδύνου.

Άρθρο 4

Οι επιχειρήσεις φυλάσσουν τα εμπορικά έγγραφα για τρία τουλάχιστον έτη, που υπολογίζονται από τη λήξη του έτους της καταρτίσεώς τους.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν μακρύτερη περίοδο για τη φύλαξη των εγγράφων αυτών.

Άρθρο 5

1.   Οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων ή ένα τρίτο πρόσωπο διασφαλίζουν ότι παρέχονται στους υπεύθυνους για τον έλεγχο υπαλλήλους ή στα προς τούτο εξουσιοδοτημένα πρόσωπα όλα τα εμπορικά έγγραφα και οι συμπληρωματικές πληροφορίες. Τα ηλεκτρονικά αποθηκευμένα στοιχεία πρέπει να παρέχονται σε κατάλληλο υπόθεμα.

2.   Οι υπάλληλοι που είναι υπεύθυνοι για τον έλεγχο ή τα εξουσιοδοτημένα για τον σκοπό αυτό πρόσωπα μπορούν να αποκτούν αποσπάσματα ή αντίγραφα των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Στην περίπτωση που, κατά τη διάρκεια ελέγχου διεξαγόμενου βάσει του παρόντος κανονισμού, τα εμπορικά έγγραφα που διατηρούνται από την επιχείρηση κρίνονται ανεπαρκή για τους σκοπούς του ελέγχου, η επιχείρηση λαμβάνει οδηγίες να τηρεί στο μέλλον τα έγγραφα αυτά σύμφωνα με τις οδηγίες του υπευθύνου για τον έλεγχο κράτους μέλους, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που καθορίζονται σε άλλους κανονισμούς όσον αφορά το σχετικό τομέα.

Τα κράτη μέλη καθορίζουν την ημερομηνία από την οποία πρέπει να καταρτίζονται τα εν λόγω έγγραφα.

Όταν το σύνολο ή μέρος των εμπορικών εγγράφων που βάσει του παρόντος κανονισμού πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχου, βρίσκονται σε επιχείρηση του ιδίου εμπορικού ομίλου, της ίδιας εταιρείας ή της ίδιας σύμπραξης επιχειρήσεων που διευθύνεται σε ενιαία βάση με την ελεγχόμενη εταιρεία, ανεξαρτήτως του εάν βρίσκονται εντός ή εκτός του εδάφους της Κοινότητας, η ελεγχόμενη επιχείρηση πρέπει να τα θέτει στη διάθεση των υπευθύνων για τον έλεγχο υπαλλήλων, σε τόπο και χρόνο που καθορίζονται από το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για τη διεξαγωγή του ελέγχου.

Άρθρο 6

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επί των ελέγχων υπάλληλοι έχουν δικαίωμα να κατάσχουν ή να διατάξουν την κατάσχεση εμπορικών εγγράφων. Το δικαίωμα αυτό ασκείται σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές διατάξεις και δεν θίγει την εφαρμογή των κανόνων της ποινικής δικονομίας σχετικά με την κατάσχεση εγγράφων.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την επιβολή κυρώσεων κατά των φυσικών ή νομικών προσώπων που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 7

1.   Τα κράτη μέλη επικουρούνται εκατέρωθεν κατά τη διεξαγωγή των ελέγχων που προβλέπονται στα άρθρα 2 και 3 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν μια επιχείρηση ή τρίτο πρόσωπο είναι εγκατεστημένη/ο σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο πραγματοποιήθηκε ή έπρεπε να πραγματοποιηθεί η είσπραξη ή/και η καταβολή του σχετικού ποσού·

β)

όταν μια επιχείρηση ή τρίτο πρόσωπο είναι εγκατεστημένη/ο σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο βρίσκονται τα απαραίτητα για τον έλεγχο έγγραφα και πληροφορίες.

Η Επιτροπή μπορεί να συντονίζει κοινές δράσεις με αμοιβαία συνδρομή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών. Οι σχετικές διατάξεις για τον συντονισμό αυτό καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

Εφόσον στο πρόγραμμα που ανακοινώνεται βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 2, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη περιλαμβάνουν πρόταση για από κοινού δράση η οποία συνεπάγεται εκτεταμένη αμοιβαία αρωγή, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήσεώς τους, να επιτρέψει μείωση το πολύ κατά 25 % του ελάχιστου αριθμού των ελέγχων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 έως 5, για τα οικεία κράτη μέλη.

2.   Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου που ακολουθεί το οικονομικό έτος ΕΓΤΕ κατά το οποίο διενεργήθηκε η πληρωμή ή/και η καταβολή, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν κατάλογο των επιχειρήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένες οι εν λόγω επιχειρήσεις. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία που βοηθούν το κράτος μέλος αποδέκτη να διαπιστώσει την ταυτότητα των επιχειρήσεων και να αναλάβει τις σχετικές υποχρεώσεις ελέγχου. Το κράτος μέλος αποδέκτης είναι υπεύθυνο για τον έλεγχο των εν λόγω επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 2. Αντίγραφο κάθε καταλόγου αποστέλλεται στην Επιτροπή.

Το κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιήθηκε η πληρωμή ή η καταβολή μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση, να ελέγξει ορισμένες από τις επιχειρήσεις του καταλόγου αυτού σύμφωνα με το άρθρο 2, αναφέροντας τον λόγο για τον οποίο κατέστη αναγκαία η εν λόγω αίτηση και ειδικότερα τους σχετικούς κινδύνους.

Το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση λαμβάνει δεόντως υπόψη του τους κινδύνους που συνδέονται με την επιχείρηση, τους οποίους γνωστοποιεί το κράτος μέλος που υποβάλλει την αίτηση.

Το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει το κράτος μέλος που υποβάλλει την αίτηση για τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτησή του. Σε περίπτωση διενέργειας ελέγχου σε επιχείρηση αυτού του καταλόγου, το κράτος μέλος, στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, το οποίο προέβη στον έλεγχο πληροφορεί το κράτος μέλος που υποβάλει την αίτηση για τα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού το αργότερο τρεις μήνες μετά το τέλος της περιόδου ελέγχου.

Στην Επιτροπή αποστέλλεται γενική επισκόπηση των εν λόγω αιτήσεων, ανά τρίμηνο, εντός προθεσμίας ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει να της διαβιβασθεί αντίγραφο των μεμονωμένων αιτήσεων.

3.   Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου που ακολουθεί το οικονομικό έτος ΕΓΤΕ, κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πληρωμή, τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή κατάλογο των εγκατεστημένων σε τρίτη χώρα επιχειρήσεων για τις οποίες η πληρωμή ή/και καταβολή του εν λόγω ποσού πραγματοποιήθηκαν ή έπρεπε να πραγματοποιηθούν σε αυτό το κράτος μέλος.

4.   Εφόσον για τον έλεγχο επιχείρησης, σύμφωνα με το άρθρο 2, απαιτούνται συμπληρωματικές πληροφορίες σε άλλο κράτος μέλος, και ιδίως διασταυρωμένοι έλεγχοι σύμφωνα με το άρθρο 3, μπορούν να υποβάλλονται ειδικές αιτήσεις ελέγχου, δεόντως αιτιολογημένες. Στην Επιτροπή, αποστέλλεται γενική επισκόπηση των εν λόγω ειδικών αιτήσεων, ανά τρίμηνο, εντός προθεσμίας ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει να τις διαβιβασθεί αντίγραφο των μεμονωμένων αιτήσεων.

Δίνεται απάντηση στην αίτηση το αργότερο εντός προθεσμίας έξι μηνών από την παραλαβή της και τα αποτελέσματα του ελέγχου ανακοινώνονται χωρίς καθυστέρηση στο κράτος μέλος που υπέβαλε την αίτηση και στην Επιτροπή. Η ανακοίνωση προς την Επιτροπή διενεργείται ανά τρίμηνο, εντός προθεσμίας ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου.

5.   Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005, η Επιτροπή καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των αιτήσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 8

1.   Οι συλλεγόμενες πληροφορίες, στο πλαίσιο των ελέγχων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Δεν μπορούν να ανακοινώνονται σε πρόσωπα άλλα από τα πρόσωπα τα οποία, λόγω των καθηκόντων που ασκούν στα κράτη μέλη ή στα όργανα των Κοινοτήτων, καλούνται να λάβουν γνώση για την εκπλήρωση των καθηκόντων αυτών.

2.   Το άρθρο αυτό δεν θίγει τις εθνικές διατάξεις που αφορούν δικαστικές ενέργειες.

Άρθρο 9

1.   Πριν από την 1η Ιανουαρίου που ακολουθεί την περίοδο ελέγχου, τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή λεπτομερή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η έκθεση αυτή πρέπει να αναφέρει τις δυσκολίες που ενδεχομένως αντιμετωπίστηκαν καθώς και τα μέτρα τα οποία έχουν ληφθεί για να υπερνικηθούν, να αναφέρει δε, εφόσον συντρέχει περίπτωση, προτάσεις βελτιώσεως.

2.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή προβαίνουν τακτικά σε ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή αξιολογεί κατ’ έτος την πραγματοποιηθείσα πρόοδο στην ετήσια έκθεσή της επί της διαχείρισης του ταμείου που αναφέρεται στο άρθρο 43 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

Άρθρο 10

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν το πρόγραμμα των ελέγχων που θα πραγματοποιηθούν σύμφωνα με το άρθρο 2 κατά τη διάρκεια της επόμενης περιόδου ελέγχου.

2.   Κάθε έτος, πριν από τις 15 Απριλίου, τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το πρόγραμμά τους που αναφέρεται στην παράγραφο 1, διευκρινίζοντας:

α)

τον αριθμό των επιχειρήσεων που θα ελεγχθούν και την κατανομή τους ανά τομέα, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά ποσά·

β)

τα κριτήρια που ελήφθησαν υπόψη για την κατάρτιση αυτού του προγράμματος.

3.   Τα προγράμματα προβλέψεως των ελέγχων που καταρτίζονται από τα κράτη μέλη και ανακοινώνονται στην Επιτροπή, εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη εάν εντός προθεσμίας οκτώ εβδομάδων η Επιτροπή δεν γνωστοποιήσει τυχόν παρατηρήσεις της.

4.   Οι τροποποιήσεις που επιφέρουν στα προγράμματά τους τα κράτη μέλη υπόκεινται στην ίδια διαδικασία.

5.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο, να ζητήσει να συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών μια ιδιαίτερη κατηγορία επιχειρήσεων.

Άρθρο 11

1.   Σε κάθε κράτος μέλος μια ειδική υπηρεσία είναι υπεύθυνη την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού:

α)

είτε με την εκτέλεση των προβλεπόμενων από τον κανονισμό αυτόν ελέγχων από υπαλλήλους που εξαρτώνται άμεσα από αυτή την ειδική υπηρεσία·

β)

είτε τον συντονισμό των ελέγχων που πραγματοποιούνται από υπαλλήλους που εξαρτώνται από άλλες υπηρεσίες.

Τα κράτη μέλη μπορούν, επίσης, να προβλέπουν ότι οι έλεγχοι που πρέπει να πραγματοποιηθούν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, κατανέμονται μεταξύ της ειδικής υπηρεσίας και άλλων εθνικών υπηρεσιών, εφόσον η ειδική υπηρεσία εξασφαλίζει τον συντονισμό τους.

2.   Η υπηρεσία ή οι υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να είναι οργανωμένες κατά τρόπο ώστε να είναι ανεξάρτητες από τις υπηρεσίες ή κλάδους υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με τις πληρωμές και τους ελέγχους που πραγματοποιούνται πριν από αυτές.

3.   Για να εξασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η ειδική υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει όλες τις πρωτοβουλίες και τα μέτρα που είναι αναγκαία.

4.   Η ειδική υπηρεσία ευθύνεται, επιπλέον, για τα εξής:

α)

την κατάρτιση των εθνικών υπαλλήλων που είναι υπεύθυνοι για τους ελέγχους που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό ώστε να αποκτήσουν επαρκείς γνώσεις για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους·

β)

τη διαχείριση των εκθέσεων ελέγχου και κάθε εγγράφου που αφορά τους ελέγχους που πραγματοποιούνται και προβλέπονται κατ’ εφαρμογή του κανονισμού αυτού·

γ)

τη σύνταξη και την ανακοίνωση των εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 καθώς και των προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 10.

5.   Το οικείο κράτος μέλος παρέχει στην ειδική υπηρεσία κάθε εξουσία που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4.

Στελεχώνεται από υπαλλήλους σε επαρκή αριθμό και με κατάλληλη κατάρτιση για την πραγματοποίηση των καθηκόντων αυτών.

6.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται όταν ο ελάχιστος αριθμός των προς έλεγχο επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 2 έως 5 είναι κατώτερος των δέκα.

Άρθρο 12

Τα ποσά σε ευρώ που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό μετατρέπονται, ενδεχομένως, σε εθνικά νομίσματα με εφαρμογή των ισοτιμιών που ισχύουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα του έτους κατά το οποίο αρχίζει η περίοδος ελέγχου και δημοσιεύονται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 13

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

Άρθρο 14

Για τον έλεγχο των ειδικών δαπανών που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα βάσει του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 36 και 37 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

Άρθρο 15

1.   Σύμφωνα με τις σχετικές εθνικές νομοθετικές διατάξεις, οι υπάλληλοι της Επιτροπής έχουν πρόσβαση στο σύνολο των εγγράφων που καταρτίζονται ενόψει ή κατόπιν των ελέγχων που οργανώνονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού καθώς και στα στοιχεία που έχουν συλλεχθεί, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν εισαχθεί στη μνήμη των μηχανογραφικών συστημάτων. Τα στοιχεία αυτά παρέχονται, κατόπιν αιτήσεως, σε κατάλληλο υπόθεμα.

2.   Οι έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 2 διεξάγονται από υπαλλήλους του κράτους μέλους.

Υπάλληλοι της Επιτροπής μπορούν να συμμετέχουν στους ελέγχους αυτούς. Δεν μπορούν να ασκούν μόνοι τους τις εξουσίες ελέγχου που υπάγονται στην αρμοδιότητα των εθνικών υπαλλήλων· ωστόσο έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους, και στα ίδια έγγραφα όπως και οι υπάλληλοι του κράτους μέλους.

3.   Στην περίπτωση ελέγχων που διεξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 7, υπάλληλοι του κράτους μέλους που υπέβαλε την αίτηση μπορούν να παρευρίσκονται, εφόσον συμφωνεί το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, στους ελέγχους που πραγματοποιούνται στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση και να έχουν πρόσβαση τους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα όπως και οι υπάλληλοι του εν λόγω κράτους μέλους.

Οι υπάλληλοι του αιτούντος κράτους μέλους, οι οποίοι παρευρίσκονται κατά τους ελέγχους στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, πρέπει να είναι πάντοτε σε θέση να παρέχουν αποδείξεις σχετικά με την επίσημη ιδιότητά τους. Οι έλεγχοι διεξάγονται πάντοτε από υπαλλήλους του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση.

4.   Στο μέτρο που οι σχετικές εθνικές διατάξεις ποινικής δικονομίας περιορίζουν ορισμένες πράξεις αποκλειστικά για υπαλλήλους ειδικά οριζόμενους από το εθνικό δίκαιο, ούτε οι υπάλληλοι της Επιτροπής, ούτε οι υπάλληλοι του κράτους μέλους που αναφέρονται στην παράγραφο 3, δεν συμμετέχουν σε αυτές τις πράξεις. Σε κάθε περίπτωση, δεν συμμετέχουν ιδίως σε κατ’ οίκον έρευνα ή σε επίσημη ανάκριση προσώπων, στα πλαίσια εφαρμογής του ποινικού δικαίου του κράτους μέλους. Ωστόσο, έχουν πρόσβαση στις κατ’ αυτόν τον τρόπο ληφθείσες πληροφορίες.

Άρθρο 16

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89, όπως τροποποιήθηκε από τους κανονισμούς που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό θεωρούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 17

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Μαΐου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. RUPEL


(1)  Γνώμη της 19ης Ιουνίου 2007 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 388 της 30.12.1989, σ. 18. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2154/2002 (ΕΕ L 328 της 5.12.2002, σ. 4).

(3)  Βλέπε παράρτημα Ι.

(4)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1437/2007(ΕΕ L 322 της 7.12.2007, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 293/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 90 της 2.4.2008, σ. 5).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 388 της 30.12.1989, σ. 18).

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3094/94 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 328 της 20.12.1994, σ. 1).

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3235/94 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 338 της 28.12.1994, σ. 16).

Μόνο το άρθρο 1 παράγραφος 1

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2154/2002 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 328 της 5.12.2002, σ. 4).

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4045/89

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3 εισαγωγική φράση και άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 7

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 8

Άρθρο 3 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 2, 3, 4 και 5

Άρθρο 7 παράγραφοι 2 έως 5

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 5

Άρθρο 10, παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 10 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 10 παράγραφος 3, 4 και 5

Άρθρο 10 παράγραφος 3, 4 και 5

Άρθρο 11 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, εισαγωγική φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 11 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, στοιχείο β)

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 2 και 3

Άρθρο 11 παράγραφος 2 και 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4, εισαγωγική φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 4, εισαγωγική φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 4 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 11 παράγραφος 4 στοιχείο α)

Άρθρο 11 παράγραφος 4 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 11 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 11 παράγραφος 4 τρίτη περίπτωση

Άρθρο 11 παράγραφος 4 στοιχείο γ)

Άρθρο 11 παράγραφος 5 και 6

Άρθρο 11 παράγραφος 5 και 6

Άρθρο 18

Άρθρο 12

Άρθρο 19

Άρθρο 13

Άρθρο 20

Άρθρο 14

Άρθρο 21

Άρθρο 15

Άρθρο 22

Άρθρο 16

Άρθρο 23

Άρθρο 17

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ


3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 486/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 3 Ιουνίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MA

51,7

MK

44,3

TN

105,3

TR

60,2

ZZ

65,4

0707 00 05

MK

30,3

TR

127,0

ZZ

78,7

0709 90 70

TR

94,9

ZZ

94,9

0805 50 10

AR

123,8

IL

134,6

TR

149,9

US

152,9

UY

61,8

ZA

143,4

ZZ

127,7

0808 10 80

AR

103,8

BR

87,0

CA

61,8

CL

91,6

CN

83,4

NZ

112,0

TR

85,9

US

126,6

UY

94,7

ZA

86,9

ZZ

93,4

0809 20 95

TR

502,4

US

508,1

ZZ

505,3


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 487/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

για την καταχώριση ονομασίας στο μητρώο των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και των προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Casatella Trevigiana (ΠΟΠ)]

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, η αίτηση της Ιταλίας για την καταχώριση της ονομασίας «Casatella Trevigiana» αποτέλεσε το αντικείμενο δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2).

(2)

Δεδομένου ότι δεν έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή δήλωση ένστασης βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η ονομασία αυτή πρέπει να καταχωρισθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Καταχωρίζεται η ονομασία που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 417/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 125 της 9.5.2008, σ. 27).

(2)  ΕΕ C 204 της 1.9.2007, σ. 20.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Γεωργικά προϊόντα προοριζόμενα για ανθρώπινη κατανάλωση που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης

Κλάση 1.3.   Τυριά

ΙΤΑΛΙΑ

Casatella Trevigiana (ΠΟΠ)


3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/13


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 488/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κιτρικού οξέος καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής: «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 7,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Έναρξη

(1)

Στις 23 Ιουλίου 2007, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικών Βιομηχανιών (European Chemical Industry Council — CEFIC) (εφεξής: «ο καταγγέλλων») υπέβαλε καταγγελία σχετικά με τις εισαγωγές κιτρικού οξέος καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας για λογαριασμό παραγωγού που αντιπροσωπεύει σημαντικό ποσοστό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κιτρικού οξέος, και συγκεκριμένα άνω του 25 %.

(2)

Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία για το ντάμπινγκ που έχει ασκηθεί στο εν λόγω προϊόν και για τη σημαντική ζημία που έχει προκύψει, τα οποία στοιχεία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

(3)

Στις 4 Σεπτεμβρίου 2007, κινήθηκε η διαδικασία με τη δημοσίευση ανακοίνωσης έναρξης διαδικασίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2).

2.   Ενδιαφερόμενα μέρη της διαδικασίας

(4)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους γνωστούς ως ενδιαφερόμενους χρήστες και τις ενώσεις τους, τις ενώσεις καταναλωτών, τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους κοινοτικούς παραγωγούς σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που ορίστηκε με την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

(5)

Για να επιτρέψει στους παραγωγούς-εξαγωγείς να υποβάλουν, εάν το επιθυμούσαν, αίτηση για αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς (εφεξής: «ΚΟΑ») ή για ατομική μεταχείριση (εφεξής: «ΑΜ»), η Επιτροπή απέστειλε έντυπα αίτησης προς τους γνωστούς ως ενδιαφερόμενους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς, καθώς και στους αντιπροσώπους της ΛΔΚ. Οκτώ παραγωγοί-εξαγωγείς, συμπεριλαμβανομένων ομίλων συνδεδεμένων εταιρειών, ζήτησαν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, ή ατομική μεταχείριση σε περίπτωση που, βάσει της έρευνας, διαπιστωνόταν ότι δεν πληρούν τα κριτήρια για αναγνώριση ΚΟΑ.

(6)

Εν όψει του κατά τα φαινόμενα μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων και εισαγωγέων που ενέχονται στην παρούσα έρευνα, στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας εξετάστηκε η πιθανότητα διενέργειας δειγματοληψίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού.

(7)

Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι αναγκαία η δειγματοληψία και, αν ναι, να επιλέξει δείγμα, οι παραγωγοί-εξαγωγείς, οι εισαγωγείς και οι αντιπρόσωποί τους που ενεργούν για λογαριασμό τους, κλήθηκαν να αναγγελθούν και να παράσχουν, όπως διευκρινίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, βασικές πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητές τους όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν εντός 15 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της εν λόγω ανακοίνωσης.

(8)

Όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς, δυνάμει του άρθρου 17 του βασικού κανονισμού επελέγη δείγμα με βάση το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο εξαγωγών κιτρικού οξέος στην Κοινότητα, ο οποίος θα μπορούσε εύλογα να ερευνηθεί εντός των διαθέσιμων χρονικών ορίων. Βάσει των πληροφοριών που ελήφθησαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς, επελέγη δείγμα τεσσάρων εταιρειών ή ομίλων συνδεδεμένων εταιρειών (εφεξής: «οι εταιρείες του δείγματος») με το μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών προς την Κοινότητα. Από την άποψη του όγκου εξαγωγών, οι τέσσερις εταιρείες του δείγματος αντιπροσώπευαν το 79 % του συνόλου των εξαγωγών κιτρικού οξέος από τη ΛΔΚ προς την Κοινότητα στη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών τα οποία δεν είχαν καμία αντίρρηση.

(9)

Και οι τέσσερις παραγωγοί που δεν περιελήφθησαν στο δείγμα ζήτησαν τον καθορισμό ατομικού περιθωρίου σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Μόνο μία εταιρεία, η DSM Citric Acid (Wuxi) Ltd, υπέβαλε τις πληροφορίες που ζητήθηκαν εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Συνεπώς, ελήφθη μόνο μία πλήρης αίτηση καθορισμού ατομικού περιθωρίου. Η αίτηση έγινε δεκτή, διότι δεν θεωρήθηκε υπερβολικά επαχθής και δεν εμπόδιζε την έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας.

(10)

Όσον αφορά τους μη συνδεδεμένους κοινοτικούς εισαγωγείς, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, επελέγη δείγμα με βάση το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο εισαγωγών κιτρικού οξέος στην Κοινότητα, που μπορεί εύλογα να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας εντός του διαθέσιμου χρόνου. Βάσει των πληροφοριών που ελήφθησαν από τους μη συνδεδεμένους κοινοτικούς εισαγωγείς, επελέγη δείγμα τεσσάρων εταιρειών ή ομίλων συνδεδεμένων εταιρειών (εφεξής: «οι εταιρείες του δείγματος») με το μεγαλύτερο όγκο εισαγωγών στην Κοινότητα. Από την άποψη του όγκου εισαγωγών, οι τέσσερις εταιρείες της δειγματοληψίας αντιπροσωπεύουν το 36 % του συνόλου των εισαγωγών κιτρικού οξέος από τη ΛΔΚ προς την Κοινότητα στη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών τα οποία δεν είχαν καμία αντίρρηση. Ένας από τους εισαγωγείς του δείγματος δεν παρέσχε τις αιτηθείσες πληροφορίες. Οι τρεις άλλοι εισαγωγείς αντιπροσωπεύουν το 29 % του συνόλου των εισαγωγών κιτρικού οξέος από τη ΛΔΚ προς την Κοινότητα στη διάρκεια της περιόδου έρευνας.

(11)

Η Επιτροπή ζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που θεώρησε απαραίτητα για τον προσωρινό καθορισμό του ντάμπινγκ, της ζημίας που προέκυψε και του συμφέροντος της Κοινότητας και διεξήγαγε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

παραγωγοί της Κοινότητας:

Jungbunzlauer Austria AG, Βιέννη, Αυστρία,

S.A. Citrique Belge N.V., Tienen, Βέλγιο·

β)

παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ:

Anhui BBCA Biochemical Co., Ltd, Bengbu, επαρχία Anhui,

RZBC Co., Ltd, Rizhao, επαρχία Shandong,

TTCA Co., Ltd, Anqiu, επαρχία Shandong,

Yixing Union Biochemical Co. Ltd, Yixing, επαρχία Jiangsu,

Shanxi Ruicheng, περιοχή Ruicheng, επαρχία Shanxi,

Laiwu Taihe Biochemistry Co. Ltd, Laiwu, επαρχία Shandong,

Weifang Ensign Industry Co. Ltd, Changle, επαρχία Shandong,

DSM Citric Acid (Wuxi) Ltd, δυτικό Wuxi, επαρχία Jiangsu·

γ)

συνδεδεμένες εταιρείες της ΛΔΚ:

Anhui BBCA Maanshan Biochemical Ltd, Maanshan, επαρχία Anhui,

China National Xin Liang Storage Transportation & Trading Corp., Πεκίνο,

DSM (China) Ltd, Σαγκάη,

Shanxi Dimine International Trade, Taiyuan, επαρχία Shanxi·

δ)

μη συνδεδεμένοι κοινοτικοί εισαγωγείς:

Όμιλος Azelis, St Augustin, Γερμανία,

Rewe Food Ingredients, Κολωνία, Γερμανία,

Brenntag, Mülheim/Ruhr, Γερμανία.

(12)

Δόθηκε η δυνατότητα ακρόασης σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία ζήτησαν και απέδειξαν ότι είχαν ιδιαίτερους λόγους να τύχουν ακρόασης.

(13)

Επειδή ήταν αναγκαίο να καθοριστεί η κανονική αξία όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους ενδέχετο να μην αναγνωριστεί ΚΟΑ, διεξήχθη επαλήθευση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας με βάση στοιχεία ανάλογης χώρας, στην προκειμένη περίπτωση του Καναδά (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 40 έως 44), στις εγκαταστάσεις της ακόλουθης εταιρείας:

ε)

παραγωγός του Καναδά:

Jungbunzlauer Canada, Port Colborne, Οντάριο.

3.   Περίοδος έρευνας

(14)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2006 έως τις 30 Ιουνίου 2007 (εφεξής: «η περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Όσον αφορά τις τάσεις που είχαν σχέση με την εκτίμηση της ζημίας, η Επιτροπή ανέλυσε τα στοιχεία που καλύπτουν την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2004 έως τις 30 Ιουνίου 2007 (εφεξής, «η υπό εξέταση περίοδος»).

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Υπό εξέταση προϊόν

(15)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι το κιτρικό οξύ (συμπεριλαμβανομένου του κιτρικού νατρίου), το οποίο χρησιμοποιείται ως οξινιστικό και ρυθμιστής του pH σε πολλές εφαρμογές, όπως ποτά, τρόφιμα, απορρυπαντικά, καλλυντικά και φαρμακευτικά προϊόντα. Οι κυριότερες πρώτες ύλες του είναι η ζάχαρη/μελάσα, η ταπιόκα, ο αραβόσιτος ή η γλυκόζη (από σιτηρά) και διάφοροι παράγοντες για τη μικροβιακή ζύμωση βυθισμένου τύπου των υδατανθράκων.

(16)

Το υπό εξέταση προϊόν περιλαμβάνει το ένυδρο κιτρικό οξύ (εφεξής:«CAM»), το άνυδρο κιτρικό οξύ (εφεξής: «CAA») και το διένυδρο κιτρικό νάτριο (εφεξής: «TSC»). Αυτοί οι τρεις τύποι αποτελούν το υπό εξέταση προϊόν, διότι διαθέτουν παρόμοια βασικά χημικά χαρακτηριστικά και έχουν παρόμοιες χρήσεις. Οι τύποι του προϊόντος υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2918 14 00 (CAM, CAA) και ex 2918 15 00 (TSC). Ο κωδικός ΣΟ 2918 15 00 περιλαμβάνει επίσης άλλα άλατα και εστέρες που δεν εμπίπτουν στο υπό εξέταση προϊόν.

(17)

Από την έρευνα προέκυψε ότι οι διάφοροι τύποι του υπό εξέταση προϊόντος διαθέτουν τα ίδια βασικά τεχνικά και χημικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται κατά βάση για τους ίδιους σκοπούς. Ως εκ τούτου, για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, θεωρούνται ότι αποτελούν ένα και το αυτό προϊόν.

2.   Ομοειδές προϊόν

(18)

Το κιτρικό οξύ που παράγεται και πωλείται στην Κοινότητα από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και το κιτρικό οξύ που παράγεται και πωλείται στη ΛΔΚ και στον Καναδά, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε ως ανάλογη χώρα, αποδείχθηκε ότι έχουν ουσιαστικά τα ίδια τεχνικά και χημικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες βασικές χρήσεις με το κιτρικό οξύ που παράγεται στη ΛΔΚ και πωλείται προς εξαγωγή στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα αυτά θεωρούνται προσωρινά ως ομοειδή προϊόντα, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Γενικά

(19)

Όπως προαναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 6, στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας εξετάστηκε η πιθανότητα διενέργειας δειγματοληψίας μεταξύ των παραγωγών-εξαγωγέων της ΛΔΚ. Συνολικά, οκτώ όμιλοι εταιρειών απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της δειγματοληψίας εντός της καθορισθείσας προθεσμίας και προσκόμισαν τις πληροφορίες που ζητήθηκαν. Αυτοί οι όμιλοι εταιρειών αντιπροσωπεύουν το 96 % του συνόλου των εισαγωγών σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Συνεπώς, το επίπεδο συνεργασίας θεωρείται υψηλό. Όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς ζήτησαν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ και ΑΜ. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 8, για το δείγμα επιλέχτηκαν τέσσερις όμιλοι εταιρειών βάσει του όγκου των εξαγωγών τους στην Κοινότητα.

2.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς («ΚΟΑ»)

(20)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, στις έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του εν λόγω άρθρου για τους παραγωγούς που διαπιστώνεται ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(21)

Εν συντομία, και για ενδεικτικούς μόνο λόγους, τα κριτήρια ΚΟΑ συνοψίζονται κατωτέρω:

1.

οι επιχειρηματικές αποφάσεις και το κόστος καθορίζονται σε συνάρτηση με την αγορά και χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση· το κόστος των σημαντικότερων εισροών αντικατοπτρίζει ουσιαστικά τις αξίες που επικρατούν στην αγορά·

2.

οι εταιρείες διαθέτουν ένα σαφές σύνολο βασικών λογιστικών βιβλίων τα οποία ελέγχονται από ανεξάρτητη αρχή σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και εφαρμόζονται για κάθε σκοπό·

3.

δεν υπάρχουν σημαντικές στρεβλώσεις, κατάλοιπα του προηγούμενου συστήματος το οποίο δεν στηριζόταν στην οικονομία της αγοράς·

4.

η ασφάλεια δικαίου και η σταθερότητα διασφαλίζονται από νομοθεσία σχετικά με την πτώχευση και το ιδιοκτησιακό καθεστώς·

5.

οι μετατροπές του συναλλάγματος πραγματοποιούνται με τις ισοτιμίες της αγοράς.

(22)

Και οι οκτώ εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων που συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας υπέβαλαν αρχικά αίτηση αναγνώρισης ΚΟΑ δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και απάντησαν στο έντυπο αίτησης ΚΟΑ για παραγωγούς-εξαγωγείς εντός των καθορισμένων προθεσμιών. Όλοι αυτοί οι όμιλοι περιλάμβαναν παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος και εταιρείες που συνδέονταν με τους παραγωγούς και οι οποίες ασχολούνταν με το κιτρικό οξύ. Στην πραγματικότητα, αποτελεί πάγια τακτική της Επιτροπής να εξετάζει εάν ένας όμιλος συνδεδεμένων εταιρειών πληροί, στο σύνολό του, τους όρους για την αναγνώριση ΚΟΑ. Αίτηση αναγνώρισης υπέβαλαν οι ακόλουθοι όμιλοι:

Anhui BBCA Biochemical Co., Ltd,

RZBC Co., Ltd,

TTCA Co., Ltd,

Yixing Union Biochemical Co. Ltd,

Shanxi Ruicheng,

Laiwu Taihe Biochemistry Co. Ltd,

Weifang Ensign Industry Co. Ltd,

DSM Citric Acid (Wuxi) Ltd.

(23)

Όσον αφορά τους προαναφερθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς που συμμετείχαν στην έρευνα, η Επιτροπή αναζήτησε όλα τα στοιχεία που έκρινε απαραίτητα και πραγματοποίησε επισκέψεις εξακρίβωσης των στοιχείων που υποβλήθηκαν στην αίτηση ΚΟΑ στις εγκαταστάσεις των εν λόγω εταιρειών, όπου κρίθηκε απαραίτητο.

(24)

Δύο εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών (Laiwu Taihe και DSM Wuxi) πληρούσαν όλα τα κριτήρια που συνοψίζονται στην αιτιολογική σκέψη 21 και μπορούσε να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ.

(25)

Τρεις εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών (RZBC Co. Ltd, TTCA Co., Ltd και Yixing Union Biochemical) έχουν δεσμεύσει τα περισσότερα από τα στοιχεία του ενεργητικού τους προκειμένου να λάβουν δάνεια. Παρά τη δέσμευση των περισσότερων στοιχείων του ενεργητικού, συνέχιζαν να είναι σε θέση να εγγυηθούν δάνεια που χορηγήθηκαν σε άλλες εταιρείες. Σε αντιστάθμισμα, οι RZBC, TTCA Co., Ltd και Yixing Union Biochemical έλαβαν ανάλογες εγγυήσεις για τα δικά τους δάνεια από τις ίδιες εταιρείες για τις οποίες είχαν ενεργήσει ως εγγυήτριες. Οι εταιρείες χρησιμοποίησαν αυτές τις εγγυήσεις προκειμένου να λάβουν νέα δάνεια ίσα με το 25 %-50 % του ενεργητικού τους. Οι εταιρείες αυτές ισχυρίστηκαν ότι το ίδιο σύστημα εφαρμόζεται σε χώρες με οικονομία της αγοράς και προβλέπεται ρητά από την κινεζική τραπεζική νομοθεσία. Ωστόσο, τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας έδειξαν ότι η πολιτική των τραπεζών πρέπει κανονικά να είναι η χορήγηση δανείων μόνο για ένα μέρος της αξίας του ενεργητικού που χρησιμοποιείται ως εγγύηση και όχι για ποσό το οποίο υπερβαίνει την αξία αυτή. Επιπλέον, το τραπεζικό σύστημα από το οποίο ελήφθησαν τα δάνεια βρισκόταν υπό ουσιαστική κρατική επιρροή. Επομένως, συνήχθη το συμπέρασμα ότι οι τρεις προαναφερθείσες εταιρείες δεν ανταποκρίνονταν στο κριτήριο 1, όπως συνοψίζεται στην αιτιολογική σκέψη 21 πιο πάνω. Κατά συνέπεια, δεν ήταν δυνατόν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ.

(26)

Για δύο εταιρείες (TTCA Co., Ltd και Weifang Ensign), η αξία των δικαιωμάτων χρήσης γης ή/και των πάγιων στοιχείων ενεργητικού αυξήθηκε σημαντικά (500 %-1 500 %) σε σχετικά μικρή χρονική περίοδο, μεταξύ του χρόνου απόκτησης ή εισφοράς τους στην εταιρεία ως κεφαλαιουχική συμμετοχή και του μεταγενέστερου (κατά ένα έως πέντε έτη) χρόνου νέας εκτίμησής τους. Αυτό αποτελεί ένδειξη του ότι τα αντίστοιχα στοιχεία ενεργητικού αποκτήθηκαν με τιμή μικρότερη της αξίας της αγοράς, πράγμα που θα μπορούσε να αποτελεί συγκαλυμμένη επιδότηση. Και οι δύο εταιρείες ισχυρίστηκαν ότι η αύξηση δεν ήταν στην πραγματικότητα τόσο ουσιαστική και ήταν μάλλον σύμφωνη με την κανονική αύξηση που παρατηρήθηκε στην Κίνα για συγκρίσιμα ενεργητικά. Ωστόσο, δεν προσκομίστηκαν τα ανάλογα αποδεικτικά στοιχεία. Δεδομένων των πλεονεκτημάτων που προέκυψαν για αυτές τις εταιρείες λόγω της απόκτησης στοιχείων ενεργητικού σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες της αγοραίας αξίας, οι εταιρείες δεν πληρούσαν το κριτήριο 3, όπως συνοψίζεται στην αιτιολογική σκέψη 21.

(27)

Μια εταιρεία, η Anhui BBCA Biochemical Co., Ltd, έλαβε σημαντικό χρηματικό ποσό κατά την ΠΕ (περίπου 10 % του ενεργητικού της ή 15 % του ετήσιου κύκλου εργασιών της). Επίσης, ορισμένα ακίνητα εκχωρήθηκαν δωρεάν. Ενόψει αυτών, καθώς και του σημαντικού ύψους της ληφθείσας επιδότησης, θεωρείται ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια 1 και 3, όπως αυτά συνοψίζονται στην αιτιολογική σκέψη 21. Οι παρατηρήσεις της εταιρείας από την άποψη αυτή δεν ήταν ικανές να αλλάξουν τη φύση των πορισμάτων.

(28)

Μια εταιρεία, η Shanxi Ruicheng, έλαβε ιδιωτικά δάνεια ίσα με το 20 % περίπου του ενεργητικού της. Για όλα αυτά τα δάνεια, δεν έχουν συμφωνηθεί (μέχρι σήμερα) όροι αποπληρωμής, δεν υπάρχει πρόβλεψη στους λογαριασμούς της εταιρείας ούτε έχουν καταβληθεί τόκοι. Συνεπώς, το πιστωτικό κόστος της εταιρείας υπόκειται σε σημαντικές στρεβλώσεις. Δεδομένου ότι η εταιρεία δεν παρουσίασε συμβάσεις γι’ αυτά τα δάνεια, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο κρατικής παρέμβασης γι’ αυτά, πράγμα που σημαίνει ότι δεν πληρούται το κριτήριο 1, όπως συνοψίζεται στην αιτιολογική σκέψη 21. Οι παρατηρήσεις της εταιρείας από την άποψη αυτή δεν ήταν ικανές να αλλάξουν τη φύση των πορισμάτων.

(29)

Βάσει των ανωτέρω, έξι εκ των οκτώ κινεζικών εταιρειών ή ομίλων εταιρειών του δείγματος που είχαν υποβάλει αίτηση για αναγνώριση ΚΟΑ δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι πληρούσαν τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(30)

Κρίθηκε συνεπώς ότι πρέπει να αναγνωριστεί ΚΟΑ σε δύο εταιρείες (Laiwu Taihe και DSM Wuxi) και να απορριφθεί η αναγνώριση ΚΟΑ για τις υπόλοιπες έξι εταιρείες/ομίλους εταιρειών. Έγιναν διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, η οποία δεν έφερε αντίρρηση στα συμπεράσματα της Επιτροπής.

3.   Ατομική μεταχείριση («ΑΜ»)

(31)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, καθορίζεται, ενδεχομένως, ενιαίος δασμός σε εθνική κλίμακα, για τις χώρες στις οποίες εφαρμόζεται το εν λόγω άρθρο, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες οι εταιρείες είναι σε θέση να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(32)

Όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς που υπέβαλαν αίτηση αναγνώρισης ΚΟΑ ζήτησαν επίσης αναγνώριση ΑΜ στην περίπτωση που δεν θα τους χορηγούνταν ΚΟΑ.

(33)

Και οι έξι εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών στους οποίους δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ πληρούσαν όλα τα κριτήρια που τάσσει το άρθρο 9 παράγραφος 5. Συνεπώς, τους αναγνωρίστηκε ΑΜ.

4.   Κανονική αξία

(34)

Η κανονική αξία χρειάστηκε να καθοριστεί και για τις τέσσερις εταιρείες του δείγματος, καθώς και για τη μόνη εταιρεία που υπέβαλε πλήρη αίτηση αναγνώρισης ατομικού περιθωρίου, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 9 (εφεξής: «οι εξετασθείσες εταιρείες»).

4.1.   Εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών για τους οποίους μπορούσε να αναγνωριστεί ΚΟΑ

(35)

Όσον αφορά τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η Επιτροπή προσδιόρισε πρώτον, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα του δείγματος στον οποίο θα μπορούσε να αναγνωριστεί ΚΟΑ, εάν οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν αντιπροσωπευτικές, ήτοι εάν ο συνολικός όγκος αυτών των πωλήσεων αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος προς την Κοινότητα. Μπόρεσε να αναγνωριστεί ΚΟΑ σε μία από τις πέντε εξετασθείσες εταιρείες (DSM Wuxi). Οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος από την εταιρεία αυτή, στην οποία μπόρεσε να αναγνωριστεί ΚΟΑ, αποδείχθηκαν αντιπροσωπευτικές.

(36)

Ακολούθως η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου του υπό εξέταση προϊόντος που πωλείται στην εγχώρια αγορά σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες μπορούσαν να θεωρηθούν ότι πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Αυτό έγινε με τον καθορισμό του ποσοστού κερδοφόρων εγχώριων πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες του μόνου τύπου του προϊόντος που εξάγεται.

(37)

Για τη DSM Wuxi, από την έρευνα προέκυψε ότι οι πωλήσεις του μόνου τύπου προϊόντος που εξάγεται δεν πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων. Δεδομένου ότι οι εγχώριες πωλήσεις δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, έπρεπε να εφαρμοστεί άλλη μέθοδος. Για το σκοπό αυτό, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού βάσει του κόστους κατασκευής του υπό εξέταση προϊόντος από την εταιρεία. Κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, στο κόστος κατασκευής προστίθεται ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, για τα γενικά και τα διοικητικά έξοδα («Π&ΓΔ») και για το κέρδος.

(38)

Επειδή η DSM Wuxi δεν είχε πραγματοποιήσει εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, τα Π&ΓΔ και το κέρδος δεν μπορούσαν να καθοριστούν σύμφωνα με τη μεθοδολογία που προβλέπει το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Δεδομένου ότι δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ σε κανένα εξαγωγέα-παραγωγό του δείγματος, τα Π&ΓΔ και το κέρδος δεν μπορούσαν να καθοριστούν ούτε με τη μεθοδολογία που προβλέπει το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του κανονισμού. Επιπλέον, δεδομένου ότι η DSM Wuxi πωλεί σχεδόν αποκλειστικά κιτρικό οξύ, τα Π&ΓΔ και το κέρδος δεν μπορούσαν να καθοριστούν ούτε με τη μεθοδολογία που προβλέπει το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Συνεπώς, αποφασίστηκε τα Π&ΓΔ και το κέρδος να καθοριστούν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν τα Π&ΓΔ και το κέρδος για τις εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος που καθορίστηκαν για τη συνεργαζόμενη εταιρεία στην ανάλογη χώρα.

(39)

Όπου αυτό κρίθηκε απαραίτητο, χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας το κόστος κατασκευής και τα Π&ΓΔ, όπως καθορίστηκαν.

4.2.   Εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών στους οποίους δεν μπορούσε να αναγνωριστεί ΚΟΑ

(40)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία για τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ πρέπει να προσδιορίζεται βάσει των τιμών ή της κατασκευασμένης αξίας σε ανάλογη χώρα.

(41)

Στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας, η Επιτροπή ανέφερε ότι για τον καθορισμό της κανονικής αξίας για τη ΛΔΚ, σκόπευε να χρησιμοποιήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ως την κατάλληλη ανάλογη χώρα. Τα ενδιαφερόμενα μέρη κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά. Δύο ενδιαφερόμενα μέρη προέβαλαν αντιρρήσεις σε αυτή την πρόταση. Η RZBC Co. πρότεινε ως ανάλογη χώρα την Ταϊλάνδη.

(42)

Όσον αφορά την Ταϊλάνδη, από τις διαθέσιμες πληροφορίες προκύπτει ότι η συνολική παραγωγή των δύο ταϊλανδών παραγωγών δεν υπερβαίνει τους 10 000 τόνους, από τους οποίους οι 5 000 τόνοι αποτελούν εξαγωγές (κυρίως προς την Ιαπωνία). Αν αυτές οι εγχώριες πωλήσεις (οι οποίες ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 2 500 τόνους ανά εταιρεία) συγκριθούν με τις κινεζικές εξαγωγές προς την Κοινότητα (οι οποίες υπερβαίνουν τους 50 000 τόνους για τους μεγαλύτερους εξαγωγείς), δεν είναι πιθανό κάποιος ταϊλανδός εξαγωγέας να έχει αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις. Η RZBC υποστηρίζει επίσης ότι η δομή του κόστους των ταϊλανδικών εταιρειών είναι πιθανότερο να μπορεί να συγκριθεί με την κατάσταση στη ΛΔΚ. Το κύριο επιχείρημα που προβάλλεται για την υποστήριξη αυτής της πιθανότητας, εντούτοις, είναι ότι τόσο η Ταϊλάνδη όσο και η ΛΔΚ είναι ασιατικές χώρες. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το εργατικό κόστος αποτελεί τυπικά το 5-10 % του κύκλου εργασιών, συνεπώς δεν αποτελεί κύριο στοιχείο της δομής του κόστους οποιουδήποτε παραγωγού κιτρικού οξέος.

(43)

Αξίζει να επισημανθεί ότι οι ταϊλανδικές εταιρείες είναι σημαντικά μικρότερες από τις εταιρείες των κύριων παραγωγών χωρών (Κίνας, ΕΕ, ΗΠΑ, Καναδά, Βραζιλίας). Οι μεγαλύτεροι κινέζοι παραγωγοί είναι περίπου 10-20 φορές μεγαλύτεροι από τους ταϊλανδούς παραγωγούς, ενώ το μέγεθος του καναδού παραγωγού είναι συγκρίσιμο με το μέγεθος των σημαντικότερων κινέζων παραγωγών.

(44)

Αρχικά, επελέγησαν ως ανάλογη χώρα οι ΗΠΑ και δύο εταιρείες των ΗΠΑ συμφώνησαν αρχικά να συνεργαστούν. Στη συνέχεια, και οι δύο αυτές εταιρείες απέσυραν τη συνεργασία τους. Συνεπώς, η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με το μοναδικό παραγωγό του Καναδά και δύο παραγωγούς της Βραζιλίας και ζήτησε τη συνεργασία τους κατά την έρευνα. Ωστόσο, μόνον ο μοναδικός καναδός παραγωγός συνεργάστηκε κατά την έρευνα. Συνεπώς, ως βάση για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας των τύπων ομοειδούς προϊόντος των παραγωγών-εξαγωγέων στους οποίους δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ χρησιμοποιήθηκαν οι τιμές του κιτρικού οξέος που πωλείται στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων στην αγορά του Καναδά.

5.   Τιμή εξαγωγής

(45)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς πραγματοποίησαν εξαγωγές προς την Κοινότητα είτε απευθείας προς ανεξάρτητους πελάτες είτε μέσω συνδεδεμένων ή μη συνδεδεμένων εμπορικών εταιρειών που εδρεύουν εντός ή εκτός Κοινότητας. Σε όλες τις εταιρείες ή ομίλους εταιρειών μπορούσε να αναγνωριστεί είτε ΚΟΑ είτε ΑΜ.

(46)

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εξαγωγικές πωλήσεις προς την Κοινότητα πραγματοποιούνταν είτε απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα είτε μέσω μη συνδεδεμένων εμπορικών εταιρειών, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν βάσει των τιμών που είχαν καταβληθεί στην πραγματικότητα ή ήταν καταβλητέες για το υπό εξέταση προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

(47)

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εξαγωγικές πωλήσεις προς την Κοινότητα πραγματοποιούνταν μέσω συνδεδεμένων εμπορικών εταιρειών με έδρα την Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν βάσει των τιμών της πρώτης μεταπώλησης από τους συνδεδεμένους εμπόρους σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

6.   Σύγκριση

(48)

Η κανονική αξία και οι τιμές εξαγωγής συγκρίθηκαν σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου» και στο ίδιο επίπεδο εμπορίου. Για να εξασφαλιστεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τόσο τις τιμές όσο και τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού.

(49)

Σε αυτή τη βάση πραγματοποιήθηκαν, όπου αυτό ήταν απαραίτητο, δικαιολογημένες προσαρμογές ώστε να ληφθεί υπόψη το κόστος μεταφοράς και ασφάλισης, το κόστος διακίνησης, φόρτωσης και το παρεπόμενο κόστος, το κόστος συσκευασίας και το πιστωτικό κόστος.

(50)

Για τις πωλήσεις που διοχετεύθηκαν μέσω συνδεδεμένων εισαγωγέων με έδρα στην Κοινότητα, έγινε αναπροσαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο θ) του βασικού κανονισμού, στις περιπτώσεις που καταδείχτηκε ότι οι εν λόγω εταιρείες ασκούσαν δραστηριότητες παρόμοιες με αυτές ανεξάρτητου εισαγωγέα. Η εν λόγω αναπροσαρμογή βασίστηκε στα στοιχεία των εξόδων Π&ΓΔ των εισαγωγέων συν ένα ποσό κέρδους το οποίο υπολογίστηκε βάσει στοιχείων που ελήφθησαν από μη συνδεδεμένους εισαγωγείς της Κοινότητας.

7.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(51)

Για τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος, προσδιορίστηκαν ατομικά περιθώρια ντάμπιγκ με βάση τη σύγκριση μιας μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας με τον σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 11 και 12 του βασικού κανονισμού. Για την RZBC, εφόσον αυτός ο όμιλος εταιρειών περιλαμβάνει δύο παραγωγούς-εξαγωγείς, προσδιορίστηκε ενιαίο περιθώριο ντάμπινγκ ίσο με το μέσο όρο των περιθωρίων ντάμπινγκ των δύο εταιρειών.

(52)

Για τις εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα, αλλά δεν περιελήφθησαν στο δείγμα και δεν τους αναγνωρίστηκε ατομική μεταχείριση, το περιθώριο ντάμπινγκ υπολογίστηκε ως ο σταθμισμένος μέσος όρος των περιθωρίων που καθορίστηκαν για όλες τις εταιρείες του δείγματος.

(53)

Δεδομένου του υψηλού επιπέδου συνεργασίας (96 %), το οποίο αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 19, το περιθώριο ντάμπινγκ στο επίπεδο της χώρας καθορίστηκε στο υψηλότερο επίπεδο που ισχύει για οποιαδήποτε από τις εταιρείες που συνεργάστηκαν.

(54)

Σε αυτή τη βάση, τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ ως ποσοστό της τιμής cif ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

Εταιρεία

Προσωρινό περιθώριο ντάμπινγκ

Anhui BBCA Biochemical Ltd

54,4 %

DSM Citric Acid (Wuxi) Ltd

19,6 %

RZBC Co.

60,1 %

RZBC (Juxian) Co. Ltd

60,1 %

TTCA Co., Ltd

57,3 %

Yixing Union Biochemical

56,8 %

Laiwu Taihe Biochemistry Co. Ltd

57,5 %

Shanxi Ruicheng

57,5 %

Weifang Ensign Industry Co. Ltd

57,5 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

60,1 %

Δ.   ΖΗΜΙΑ

1.   Κοινοτική παραγωγή και κοινοτικός κλάδος παραγωγής

(55)

Εντός της Κοινότητας, το ομοειδές προϊόν κατασκευάζεται από δύο εταιρείες: Jungbunzlauer στην Αυστρία και S.A. Citrique Belge στο Βέλγιο (μέλος του ομίλου DSM που εδρεύει στην Ελβετία). Η καταγγέλλουσα Jungbunzlauer αντιπροσωπεύει σημαντικό ποσοστό της συνολικής γνωστής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος στην Κοινότητα, δηλ. στην προκειμένη περίπτωση άνω του 25 %. Και οι δύο παραγωγοί συνεργάστηκαν πλήρως κατά την έρευνα, αλλά ο δεύτερος ευρωπαίος παραγωγός ακολούθησε ουδέτερη στάση.

(56)

Εντούτοις, ο όγκος των εισαγωγών αυτών ήταν αμελητέος (μεταξύ 1 % και 6 % της παραγωγής κατά την ΠΕ — το ποσοστό δεν αναφέρεται επακριβώς για λόγους τήρησης του απορρήτου). Συνεπώς, δεν κρίθηκε σκόπιμο να εξαιρεθεί ο παραγωγός αυτός από τον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(57)

Δεδομένου ότι οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί που προαναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 11 καλύπτουν το 100 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κατά την ΠΕ, τεκμαίρεται ότι αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής υπό την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και θα αποκαλούνται εφεξής «ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής».

(58)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής περιλαμβάνει μόνο δύο παραγωγούς, τα δεδομένα που αφορούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής έπρεπε να παρουσιαστούν με μορφή δεικτών ή ως εύρος τιμών για λόγους τήρησης του απορρήτου, σύμφωνα με το άρθρο 19 του βασικού κανονισμού.

2.   Κοινοτική κατανάλωση

(59)

Η κοινοτική κατανάλωση προσδιορίστηκε βάσει του όγκου των πωλήσεων της παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά και των στοιχείων για τον όγκο των κοινοτικών εισαγωγών που ελήφθησαν από την Eurostat.

(60)

Μεταξύ 2004 και ΠΕ, η κοινοτική αγορά του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος γνώρισε έντονη ανάπτυξη κατά 15 %, λόγω της αύξησης των εφαρμογών του κιτρικού οξέος.

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Κατανάλωση σε τόνους

360 000-380 000

360 000-380 000

390 000-410 000

420 000-440 000

Δείκτης (2004 = 100)

100

99

106

115

3.   Εισαγωγές από την υπό εξέταση χώρα

α)   Όγκος των υπό εξέταση εισαγωγών

(61)

O όγκος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ στην Κοινότητα εξακολούθησε να αυξάνεται σημαντικά καθ’ όλη την υπό εξέταση περίοδο. Οι εισαγωγές στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά 37 % από το 2004.

Εισαγωγές

2004

2005

2006

ΠΕ

ΛΔΚ τόνοι

145 025

151 806

171 703

198 288

Δείκτης (2004 = 100)

100

105

118

137

β)   Μερίδιο αγοράς των εν λόγω εισαγωγών

(62)

Το μερίδιο αγοράς που αντιστοιχεί σε εισαγωγές από τη ΛΔΚ σημείωσε σταθερή αύξηση 7 ποσοστιαίων μονάδων κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Ειδικότερα, αυξήθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2004 και 2005, κατά άλλες 2 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2005 και 2006 και κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες κατά την ΠΕ. Το μερίδιο αγοράς των κινεζικών εισαγωγών κατά την ΠΕ ήταν 46 %.

γ)   Τιμές

i)   Εξέλιξη των τιμών

(63)

Από το 2004 έως το 2005, η μέση τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ αυξήθηκε κατά 3 % και στη συνέχεια μειώθηκε σημαντικά κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες από το 2005 έως το 2006. Κατά την ΠΕ, η τιμή παρέμεινε στα χαμηλά επίπεδα του 2006. Συνολικά, οι τιμές εισαγωγής από τις υπό εξέταση χώρες μειώθηκαν κατά περίπου 6 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Τιμές μονάδας

2004

2005

2006

ΠΕ

ΛΔΚ (EUR/τόνο)

588

606

551

553

Δείκτης (2004 = 100)

100

103

94

94

ii)   Απόκλιση τιμών

(64)

Για τον καθορισμό του ποσοστού κατά το οποίο οι τιμές εισαγωγής υπολείπονταν των κοινοτικών τιμών αναλύθηκαν τα δεδομένα τιμών που αναφέρονται στην ΠΕ. Οι σχετικές τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι καθαρές τιμές μετά αφαίρεση των μειώσεων και εκπτώσεων. Οι τιμές αυτές προσαρμόστηκαν, εφόσον ήταν απαραίτητο, σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου», δηλαδή εξαιρουμένων των εξόδων μεταφοράς στην Κοινότητα. Οι τιμές εισαγωγής της ΛΔΚ ήταν επίσης καθαρές από εκπτώσεις και άλλες μειώσεις και προσαρμόστηκαν, όπου ήταν αναγκαίο, σε τιμές cif στα κοινοτικά σύνορα, με την κατάλληλη προσαρμογή για τους τελωνειακούς δασμούς (6,5 %) και τα έξοδα μετά την εισαγωγή. Τα έξοδα αυτά προσαρμόστηκαν επίσης ώστε να ληφθεί υπόψη το κόστος ειδικής μεταχείρισης που επιβαρύνει τους εισαγωγείς στην Κοινότητα για την κονιορτοποίηση ορισμένων ποσοτήτων του οικείου προϊόντος πριν τη μεταπώληση. Οι τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εισαγωγής της ΛΔΚ συγκρίθηκαν στο ίδιο επίπεδο εμπορίου, και συγκεκριμένα σε ανεξάρτητους πελάτες εντός της κοινοτικής αγοράς. Κατά τη διάρκεια της ΠΕ, το σταθμισμένο μέσο περιθώριο απόκλισης των τιμών εισαγωγής από τις κοινοτικές, που υπολογίστηκε με τον τρόπο αυτό, ως ποσοστό επί των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ήταν 17,42 % για τη ΛΔΚ.

4.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(65)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η εξέταση του αντικτύπου που είχαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ περιελάμβανε αξιολόγηση όλων των οικονομικών παραγόντων που επηρέασαν την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Για λόγους τήρησης του απορρήτου, δεδομένου ότι η ανάλυση αφορά μόνον δύο εταιρείες, οι περισσότεροι δείκτες παρουσιάζονται με μορφή δεικτών ή ως εύρος τιμών.

α)   Παραγωγή, παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(66)

Η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε κατά 5 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε επίσης κατά 3 % προκειμένου να επωφεληθεί από την αυξανόμενη κατανάλωση. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας αυξήθηκε ελαφρά κατά 2 %.

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Παραγωγή σε τόνους

(εύρος)

260 000-280 000

265 000-285 000

270 000-290 000

275 000-295 000

Παραγωγή (δείκτης)

100

99

102

105

Παραγωγική ικανότητα σε τόνους (εύρος)

315 000-335 000

315 000-335 000

320 000-340 000

320 000-340 000

Παραγωγική ικανότητα

(δείκτης)

100

100

103

103

Χρησιμοποίηση παραγωγικής ικανότητας (δείκτης)

100

99

99

102

β)   Όγκος πωλήσεων και μερίδια αγοράς στην Κοινότητα

(67)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής περιλαμβάνει δύο μόνο παραγωγούς και ότι ο εφοδιασμός της κοινοτικής αγοράς κιτρικού οξέος πραγματοποιείται από τρεις μόνο προελεύσεις/πηγές (κοινοτικός κλάδος παραγωγής, ΛΔΚ, Ισραήλ), τα στοιχεία που αφορούν τα μερίδια αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρουσιάζονται με μορφή δεικτών ή ως εύρος τιμών για λόγους τήρησης του απορρήτου των στοιχείων που υπέβαλε εμπιστευτικά ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σύμφωνα με το άρθρο 19 του βασικού κανονισμού.

(68)

Στον πίνακα που ακολουθεί παρατίθενται οι επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε σχέση με τις πωλήσεις του σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα αυξήθηκε κατά 5 % από το 2004 έως την ΠΕ. Το γεγονός αυτό πρέπει να συνεκτιμηθεί με την κατά 15 % αύξηση της κατανάλωσης στην Κοινότητα. Υπό τις συνθήκες αυτές, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε σταθερά από το 2004 έως την ΠΕ και ήταν χαμηλότερο κατά πέντε συνολικά ποσοστιαίες μονάδες την ΠΕ.

Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

2004

2005

2006

ΠΕ

Όγκος πωλήσεων (δείκτης)

100

98

99

105

Μερίδιο αγοράς (δείκτης)

100

99

94

91

(69)

Οι μοναδιαίες τιμές πώλησης σημείωσαν την ακόλουθη εξέλιξη:

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Τιμές μονάδας σε EUR

(εύρος)

750-850

750-850

780-880

780-880

Τιμές μονάδας (δείκτης)

100

100

102

103

Από τον πίνακα προκύπτει ότι η τιμή αυξήθηκε ελαφρά κατά 3 % την υπό εξέταση περίοδο. Επισημαίνεται ότι οι κύριες πρώτες ύλες για την παραγωγή κιτρικού οξέος είναι η ζάχαρη/μελάσα ή η γλυκόζη (από σιτηρά). Επιπλέον, σημαντικός παράγοντας κόστους κατά την παραγωγή κιτρικού οξέος είναι και η ενέργεια. Η συνολική βαρύτητα του κόστους της ενέργειας στην παραγωγή κιτρικού οξέος ανέρχεται, κατά συνέπεια, σε 16 % και, ως εκ τούτου, υπό κανονικές συνθήκες, σημαντική μεταβολή των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου μπορεί να αναμένεται ότι θα έχει άμεσο αντίκτυπο στην τιμή πώλησης του κιτρικού οξέος.

(70)

Αποδείχθηκε ότι οι παγκόσμιες τιμές αγοράς των κυριότερων εισροών (ζάχαρης/μελάσας, γλυκόζης και ενέργειας) αυξήθηκαν σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο, πράγμα που οδήγησε σε σημαντικά υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η εξέλιξη αυτή δεν αντικατοπτρίστηκε στις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής οι οποίες αυξήθηκαν κατά 3 % μόνο κατά την ίδια περίοδο. Συνεπώς, προκειμένου να μη χάσει πελάτες, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μετακύλισε μικρό μόνο μέρος του υψηλότερου κόστους.

γ)   Αποθέματα

(71)

Τα στοιχεία που παρατίθενται κατωτέρω αντιπροσωπεύουν τους όγκους αποθεμάτων στο τέλος κάθε περιόδου. Το επίπεδο των αποθεμάτων μειώθηκε κατά 28 % προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη ζήτηση στην αγορά.

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Αποθέματα σε τόνους

(εύρος)

20 000-25 000

20 000-25 000

20 000-25 000

15 000-20 000

Αποθέματα (δείκτης)

100

98

97

72

δ)   Επενδύσεις και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(72)

Οι ετήσιες επενδύσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος σημείωσαν απότομη πτώση κατά την εξεταζόμενη περίοδο και περιορίστηκαν κατά την ΠΕ αποκλειστικά σε εργασίες συντήρησης.

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Επενδύσεις (δείκτης)

100

81

82

79

ε)   Αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων και ταμειακές ροές

(73)

Λόγω των πολύ υψηλών και έκτακτων εξόδων αναδιάρθρωσης με τα οποία επιβαρύνθηκε ένας κοινοτικός παραγωγός, δεν θεωρήθηκε λογικό να καθοριστεί η αποδοτικότητα βάσει των καθαρών προ φόρων κερδών. Ως εκ τούτου, για να καθοριστεί η αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, εκφράστηκαν τα κέρδη εκμετάλλευσης των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος σε μη συνδεδεμένους πελάτες ως ποσοστό του κύκλου εργασιών των εν λόγω πωλήσεων.

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Αποδοτικότητα των πωλήσεων στην ΕΚ (εύρος)

0 %-10 %

0 %-10 %

(– 10 %)-0 %

(– 10 %)-0 %

Αποδοτικότητα των πωλήσεων στην ΕΚ (δείκτης)

100

141

– 126

– 166

Απόδοση των συνολικών επενδύσεων (εύρος)

(– 10 %)-0 %

0 %-10 %

(– 10 %)-0 %

(– 15 %)-(– 5 %)

Απόδοση των συνολικών επενδύσεων (δείκτης)

– 100

124

–75

– 175

Ταμειακή ροή (δείκτης)

100

133

70

61

(74)

Κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, η αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε σημαντικά. Η απόδοση των συνολικών επενδύσεων υπολογίστηκε ως εξής: τα κέρδη εκμετάλλευσης του ομοειδούς προϊόντος εκφράστηκαν ως ποσοστό της καθαρής λογιστικής αξίας του πάγιου ενεργητικού που αποδίδεται στο ομοειδές προϊόν. Ο δείκτης αυτός ακολούθησε παρόμοια τάση με την αποδοτικότητα, εμφανίζοντας σημαντική μείωση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Όσον αφορά την ταμειακή ροή, διαπιστώθηκε παρόμοια αρνητική τάση, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έντονη συνολική επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ΠΕ.

στ)   Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(75)

Ο αριθμός εργαζομένων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που ασχολούνται με το ομοειδές προϊόν μειώθηκε κατά 9 % μεταξύ 2004 και της ΠΕ. Το μέσο κόστος εργασίας ανά εργαζόμενο μειώθηκε κατά 11 %.

 

2004

2005

2006

ΠΕ

Αριθμός εργαζομένων

(δείκτης)

100

93

92

91

Μέσο κόστος εργασίας ανά εργαζόμενο (δείκτης)

100

90

88

89

Παραγωγικότητα (δείκτης)

100

106

112

115

(76)

Οι προσπάθειες αναδιάρθρωσης με στόχο τη μείωση του κόστους παραγωγής, τον εξορθολογισμό και τη μείωση του αριθμού εργαζομένων είχαν ως αποτέλεσμα αύξηση της παραγωγής ανά εργαζόμενο (αύξηση 15 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο). Ως εκ τούτου, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι κατά την εξεταζόμενη περίοδο ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε σημαντική πρόοδο όσον αφορά την αποτελεσματικότητα κόστους.

ζ)   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(77)

Όσον αφορά τον αντίκτυπο στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής του μεγέθους του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ, λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο και τις τιμές των εισαγωγών από την υπό εξέταση χώρα, ο αντίκτυπος αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος.

η)   Ανάκαμψη από τις επιπτώσεις των προηγούμενων πρακτικών ντάμπινγκ

(78)

Ελλείψει πληροφοριών σχετικά με την ύπαρξη πρακτικών ντάμπινγκ πριν από την κατάσταση που εξετάζεται στην παρούσα διαδικασία, το θέμα αυτό θεωρείται μη συναφές.

5.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(79)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ορισμένοι δείκτες ζημίας σημείωσαν εμφανή θετική εξέλιξη: σε μια προσπάθεια τόνωσης της αποτελεσματικότητάς του, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να αυξήσει τις πωλήσεις και τον όγκο παραγωγής του, την παραγωγική ικανότητα, τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας και την παραγωγικότητα, ενώ παράλληλα μείωσε τα αποθέματα και την ετήσια εργασία.

(80)

Εντούτοις, λαμβανομένης υπόψη της αύξησης της κατανάλωσης, το μερίδιο αγοράς του μειώθηκε κατά 9 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Επίσης, οι οικονομικοί δείκτες του εμφάνισαν αρνητική εξέλιξη: η αποδοτικότητα δεν σταμάτησε να μειώνεται. Αρνητική εξέλιξη εμφάνισε επίσης η απόδοση των επενδύσεων και η κατάσταση των ταμειακών ροών. Αιτία της εξέλιξης αυτής είναι το γεγονός ότι η έντονη αύξηση των τιμών των πρώτων υλών αντικατοπτρίστηκε εν μέρει μόνο στις τιμές πώλησης του ομοειδούς προϊόντος. Η μικρή αύξηση των τιμών πώλησης ήταν ανεπαρκής για να μπορέσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να διατηρήσει το περιθώριο κέρδους του.

(81)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

Ε.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1.   Εισαγωγή

(82)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε εάν οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προκάλεσαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ζημία σε βαθμό που να μπορεί να θεωρηθεί σημαντική. Εξετάστηκαν, επίσης, άλλοι γνωστοί παράγοντες, πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προξενήσει κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ούτως ώστε η ζημία που προκλήθηκε ενδεχομένως από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες να μην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

2.   Συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(83)

Η σημαντική αύξηση κατά 37 % του όγκου των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ μεταξύ του 2004 και της ΠΕ και του αντίστοιχου μεριδίου τους στην κοινοτική αγορά, ήτοι, αύξηση 7 εκατοστιαίες μονάδες, καθώς και η διαπιστωθείσα σημαντική απόκλιση τιμών σε σχέση με τις κοινοτικές (μεταξύ 15 % και 21 % στη διάρκεια της ΠΕ) συνέπεσε, γενικά, με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, την ίδια στιγμή που οι μέσες τιμές όλων των παραγωγών-εξαγωγέων της ΛΔΚ μειώθηκαν κατά 6 %.

(84)

Επομένως, συνέπεια αυτής της συμπεριφοράς αθέμιτης τιμολόγησης των εισαγωγών από τη ΛΔΚ που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν η συμπίεση τιμών στην κοινοτική αγορά, με αποτέλεσμα ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να χάσει μερίδιο της αγοράς υπέρ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Προκειμένου να μην χάσει μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπόρεσε να μετακυλίσει την αύξηση των τιμών των εισροών του στους πελάτες του στην έκταση που θα έπρεπε ώστε να παραμείνει κερδοφόρος.

(85)

Ενόψει της σαφώς αποδειχθείσας σύμπτωσης χρόνου μεταξύ, αφενός, της αύξησης των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ με τιμές σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και, αφετέρου, της μείωσης της αποδοτικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και της επιδείνωσης των υπόλοιπων οικονομικών δεικτών, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο για τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

3.   Συνέπειες άλλων παραγόντων

α)   Εισαγωγές καταγωγής άλλων τρίτων χωρών εκτός της ΛΔΚ

(86)

Σύμφωνα με την Eurostat, η κύρια τρίτη χώρα από την οποία εισάγεται κιτρικό οξύ είναι το Ισραήλ. Εντούτοις, το μερίδιο αγοράς που καλύπτουν οι εισαγωγές από το Ισραήλ είναι περιορισμένο και μειώθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο από 5 % το 2004 σε 3 % μόνο κατά την ΠΕ. Επίσης, οι μέσες τιμές των εισαγωγών από το Ισραήλ κατά την εξεταζόμενη περίοδο ήταν ίσες ή και ανώτερες από τις κοινοτικές.

Μέση τιμή (EUR)

2004

2005

2006

ΠΕ

Ισραήλ

807

788

865

839

Δείκτης (2004 = 100)

100

98

107

104

(87)

Πέραν των εισαγωγών από το Ισραήλ, δεν υπάρχουν σημαντικές εισαγωγές από άλλες χώρες. Έτσι, βάσει των πορισμάτων που αφορούν τις εισαγωγές αυτές, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από χώρες εκτός της ΛΔΚ δεν συνέβαλαν στη σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

β)   Αύξηση του κόστους των πρώτων υλών λόγω της μεταρρύθμισης της αγοράς ζάχαρης της ΕΕ

(88)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίζονται ότι η ενδεχόμενη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής συνδέεται με την αύξηση της τιμής της ζάχαρης, η οποία χρησιμοποιείται ως η κύρια πρώτη ύλη για την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος, λόγω της μεταρρύθμισης του καθεστώτος ζάχαρης στην ΕΕ και της επακόλουθης κατάργησης της επιστροφής στην παραγωγή που χορηγούνταν στη χημική βιομηχανία.

(89)

Συναφώς επισημαίνεται ότι ένας κοινοτικός παραγωγός χρησιμοποιούσε ως κύρια πρώτη ύλη τη μελάσα, για την οποία ποτέ δεν δόθηκαν επιστροφές στην παραγωγή, μολονότι τυπικά υπάγεται στην κοινή γεωργική πολιτική για τη ζάχαρη.

(90)

Από την έρευνα προέκυψε ότι, για τη χρήση ζάχαρης ως πρώτης ύλης, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δικαιούνταν πράγματι επιστροφή στην παραγωγή στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης της αγοράς ζάχαρης, προκειμένου να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητά του στην παγκόσμια αγορά. Οι επιστροφές στην παραγωγή αντιστοιχούσαν στη διαφορά μεταξύ της κοινοτικής τιμής παρέμβασης για τη ζάχαρη, μετά αφαίρεση της τιμής διεθνούς αγοράς, πλέον ενός σταθερού ποσού που αντιστοιχεί στο κόστος μεταφοράς για τις εξαγωγές κοινοτικής ζάχαρης. Έτσι, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εφοδιαζόταν σε ζάχαρη με τις τιμές διεθνούς αγοράς.

(91)

Από τον Ιούλιο 2006 το σύστημα αυτό μεταρρυθμίστηκε με σταδιακή μείωση της προστασίας του τομέα της ζάχαρης. Σύμφωνα με το νέο σύστημα, όπως ορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (3), πρώτον, η χημική βιομηχανία μπορεί να διαπραγματευτεί ελεύθερα τις ποσότητες και τις τιμές της βιομηχανικής ζάχαρης με τους παραγωγούς ζάχαρης και τους καλλιεργητές ζαχαροτεύτλων, δηλαδή η μεθοδολογία της τιμής αναφοράς και οι ποσοστώσεις εγκαταλείφθηκαν στον τομέα αυτό. Δεύτερον, η κοινοτική βιομηχανία μπορεί να αγοράσει ορισμένες ποσότητες βιομηχανικής ζάχαρης από τη διεθνή αγορά χωρίς καταβολή δασμών. Τέλος, αν δεν υπάρχει διαθέσιμη ζάχαρη σε τιμή αντίστοιχη προς τη διεθνή τιμή της ζάχαρης, η χημική βιομηχανία μπορεί να ζητήσει επιστροφή στην παραγωγή. Η πρόβλεψη γι' αυτές τις επιστροφές στην παραγωγή, παρόλο που συνεχίζει να υφίσταται, δεν έχει χρησιμοποιηθεί από τον Ιούλιο 2006. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ισχυρή ένδειξη ότι υπήρχαν διαθέσιμες επαρκείς ποσότητες ζάχαρης σε τιμές της διεθνούς αγοράς.

(92)

Επίσης, από την ανάλυση προέκυψε ότι, ανάλογα με τον καταμερισμό πρώτων υλών που χρησιμοποιούσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής για την κατασκευή του ομοειδούς προϊόντος, η ζάχαρη κάλυπτε μεταξύ 6 και 21 % (το ποσοστό δεν αναφέρεται επακριβώς για λόγους τήρησης του απορρήτου) του κόστους κατασκευής από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο 2006, ποσοστό που δεν αυξήθηκε κατά την ΠΕ περισσότερο από την αύξηση των διεθνών τιμών αγοράς της ζάχαρης.

(93)

Έτσι, από την έρευνα προέκυψε ότι η μεταρρύθμιση της αγοράς ζάχαρης δεν είχε σημαντική επίπτωση στην κατάσταση του κόστους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(94)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η μεταρρύθμιση της αγοράς ζάχαρης δεν συνετέλεσε στη σημαντική ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

γ)   Αύξηση των τιμών ενέργειας

(95)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η ενδεχόμενη ζημία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής συνδέεται με την αύξηση του κόστους της ενέργειας.

(96)

Συναφώς επισημαίνεται ότι η παραγωγή κιτρικού οξέος είναι ένας κλάδος υψηλής έντασης ενέργειας στον οποίο η συνολική επιβάρυνση του κόστους της ενέργειας στην παραγωγή ανέρχεται σε 16 % (βλ. αιτιολογική σκέψη 69). Πράγματι, η αύξηση κόστους της ενέργειας ήταν μάλλον συγκρατημένη κατά την εξεταζόμενη περίοδο, πράγμα που αντικατοπτρίζεται στο κόστος παραγωγής.

(97)

Εν πάση περιπτώσει, αυτό που είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν ήταν η αύξηση του κόστους της ενέργειας, αλλά το ότι ο κλάδος δεν μπόρεσε να μετακυλίσει στους πελάτες του το αυξημένο αυτό κόστος στην αναγκαία έκταση, λόγω της συμπίεσης των τιμών την οποία προκάλεσε ο μεγάλος όγκος εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(98)

Επίσης, υποστηρίχθηκε ότι η αύξηση των τιμών της ενέργειας επηρέασε και έμμεσα την παραγωγή κιτρικού οξέος, διότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία κιτρικού οξέος ανταγωνιζόταν με τη βιομηχανία βιοκαυσίμων για τους υδατάνθρακες, οι οποίοι είναι ένα από τα συστατικά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή κιτρικού οξέος. Όσο αυξάνει η ζήτηση ενέργειας και συνεπώς και η ζήτηση για βιοκαύσιμα, οι παραγωγοί βιοκαυσίμων είναι σε θέση να πληρώσουν περισσότερα γι' αυτούς τους υδατάνθρακες (δηλαδή ζάχαρη και κατάλοιπα μελάσας, γλυκόζη). Αυτό αυξάνει το κόστος των εν λόγω υδατανθράκων για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Εντούτοις, όπως προέκυψε από την ανάλυση του κόστους κατασκευής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 69 και 92), δεν σημειώθηκε αύξηση του κόστους κατασκευής της ζάχαρης ή της μελάσας που να μη συνδέεται με τη γενική αύξηση της ζάχαρης στη διεθνή αγορά. Συνεπώς, δεν αποδείχθηκε έμμεσος αντίκτυπος της βιομηχανίας βιοκαυσίμων στους παραγωγούς κιτρικού οξέος. Ως εκ τούτου, το επιχείρημα απορρίπτεται.

(99)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι συνέπειες της αύξησης του κόστους ενέργειας δεν συνέβαλαν στη σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

δ)   Καρτέλ τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(100)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η απώλεια μεριδίου αγοράς από τους ευρωπαίους παραγωγούς οφειλόταν στους ίδιους λόγω του καρτέλ κιτρικού οξέος (1991-1995) στο οποίο συμμετείχε τόσο ο καταγγέλλων όσο και ο άλλος ευρωπαίος παραγωγός υπό το προηγούμενο ιδιοκτησιακό καθεστώς του. Ισχυρίστηκαν ότι λόγω των πρακτικών που νόθευαν τον ανταγωνισμό, οι τιμές αγοράς ήταν τεχνητά υψηλές και επέτρεψαν στους κινέζους παραγωγούς να εισέλθουν στην αγορά. Από την ανάλυση των στατιστικών προέκυψε ότι η μεγάλη αύξηση των εισαγωγών κινεζικού κιτρικού οξέος σημειώθηκε μεταξύ 1998 και 1999 (64 %) και πολύ περισσότερο μεταξύ 2002 και 2004 (137 %), αρκετά χρόνια μετά τη λήξη του καρτέλ.

(101)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι συνέπειες των πρακτικών που νόθευαν τον ανταγωνισμό, στις οποίες συμμετείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, δεν συνέβαλαν στη σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

ε)   Συναλλαγματικές διακυμάνσεις

(102)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η υποτίμηση του δολαρίου ΗΠΑ έναντι του ευρώ ευνόησε τις εισαγωγές κιτρικού οξέος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

(103)

Μεταξύ 2004 και τέλους της ΠΕ, το δολάριο ΗΠΑ απώλεσε 6,01 % της αξίας του έναντι του ευρώ. Ούτε η εξέλιξη τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ούτε ο όγκος των εισαγωγών από την οικεία χώρα ή από άλλες τρίτες χώρες αντικατοπτρίζουν τη σχετικά χαμηλή υποτίμηση του δολαρίου ΗΠΑ έναντι του ευρώ.

(104)

Συνεπώς, η υποτίμηση του δολαρίου ΗΠΑ έναντι του ευρώ πρέπει να θεωρηθεί αμελητέα και δεν μπορεί να θεωρηθεί σημαντική αιτία της απώλειας του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(105)

Υπενθυμίζεται επίσης ότι η έρευνα πρέπει να εξετάσει αν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ (από πλευράς τιμών και όγκου) προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ή αν αυτή η σημαντική ζημία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Συναφώς, όσον αφορά τις τιμές, το άρθρο 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού αναφέρει ότι είναι απαραίτητο να αποδειχθεί ότι το επίπεδο τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλεί ζημία. Αναφέρεται, συνεπώς, απλώς σε μία διαφορά μεταξύ επιπέδων τιμών και δεν απαιτείται ανάλυση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών.

(106)

Εντούτοις, και αν ακόμα ληφθεί υπόψη η διακύμανση της ισοτιμίας δολαρίου ΗΠΑ/ευρώ μεταξύ 2004 και της ΠΕ και αν υποτεθεί ότι όλες οι εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα έγιναν σε δολάρια ΗΠΑ, οι τιμές εισαγωγής συνεχίζουν να είναι χαμηλότερες από τις κοινοτικές κατά ποσοστό άνω του 10 %.

(107)

Κατά συνέπεια, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η υπερτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ΗΠΑ δεν ήταν τέτοια ώστε να διαρρήξει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της διαπιστωθείσας ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και των εισαγωγών και το επιχείρημα απορρίπτεται.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(108)

Εν κατακλείδι, η προηγηθείσα ανάλυση κατέδειξε ότι υπήρξε ουσιαστική αύξηση του όγκου και του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών καταγωγής της εν λόγω χώρας κατά την εξεταζόμενη περίοδο, καθώς και σημαντική μείωση των τιμών πώλησης και υψηλό επίπεδο πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Αυτή η αύξηση του μεριδίου αγοράς των φθηνών εισαγωγών συνέπεσε με μείωση του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και συμπίεση των τιμών με μείωση της αποδοτικότητας.

(109)

Από την άλλη πλευρά, η εξέταση των λοιπών παραγόντων που θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατέδειξε ότι κανένας εξ αυτών δεν μπορούσε να έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο.

(110)

Βάσει της προηγηθείσας ανάλυσης, η οποία διέκρινε και διαχώρισε δεόντως τις συνέπειες όλων των γνωστών παραγόντων στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από τις επιζήμιες συνέπειες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής από την εξεταζόμενη χώρα προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

ΣΤ.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

(111)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, υπήρχαν πειστικοί λόγοι που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η λήψη μέτρων στη συγκεκριμένη περίπτωση. Για το σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των μέτρων σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

1.   Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(112)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 11, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποτελείται από δύο εταιρείες, με εγκαταστάσεις παραγωγής στην Αυστρία και το Βέλγιο, στις οποίες εργάζονται 500-600 άτομα, που ασχολούνται άμεσα με την παραγωγή, τις πωλήσεις και τη διαχείριση του ομοειδούς προϊόντος. Αν επιβληθούν μέτρα, αναμένεται ότι η συμπίεση των τιμών στην κοινοτική αγορά θα λάβει τέλος και ότι οι τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα αρχίσουν να ανακάμπτουν, με αποτέλεσμα η οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να βελτιωθεί.

(113)

Από την άλλη πλευρά, αν δεν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, είναι πιθανό να συνεχιστεί η αρνητική τάση στην εξέλιξη των οικονομικών δεικτών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, και ειδικότερα στην αποδοτικότητά του. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα συνεχίσει να χάνει μερίδιο αγοράς, διότι δεν θα είναι σε θέση να ακολουθήσει τις τεχνητά χαμηλές τιμές αγοράς που επιβάλλουν οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ. Συνεπώς, το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι οι περικοπές στην παραγωγή και τις επενδύσεις, το κλείσιμο ορισμένων εγκαταστάσεων παραγωγής και η μείωση των θέσεων εργασίας στην Κοινότητα.

(114)

Συναφώς αξίζει να αναφερθεί ότι από το 2004 τρεις παραγωγοί κιτρικού οξέος στην Κοινότητα διέκοψαν τη δραστηριότητά τους.

(115)

Συμπερασματικά, η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακάμψει από τις διαπιστωθείσες συνέπειες της επιζήμιας πρακτικής ντάμπινγκ.

2.   Συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων

(116)

Όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 10, τέσσερις εισαγωγείς του δείγματος, οι οποίοι αντιπροσώπευαν περίπου το 36 % των κοινοτικών εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά τη διάρκεια της ΠΕ, απέστειλαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο. Ένας από τους εισαγωγείς του δείγματος δεν παρέσχε τις αιτηθείσες πληροφορίες. Συνεπώς, το ερωτηματολόγιο που υπέβαλε δεν ελήφθη υπόψη. Οι τρεις υπόλοιπες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο επαληθεύτηκαν επιτόπου.

(117)

Η συνολική βαρύτητα του κιτρικού οξέος στο συνολικό κύκλο εργασιών των δραστηριοτήτων των συγκεκριμένων εισαγωγέων ήταν πολύ μικρή. Κατά μέσο όρο, το 1 % περίπου των δραστηριοτήτων αυτών των εισαγωγέων μπορούσε να συνδεθεί με εισαγωγές κιτρικού οξέος από τη ΛΔΚ, οι οποίες εντούτοις θεωρούνταν σημαντικές για τη συμπλήρωση του φάσματος προϊόντων τους. Ορισμένοι εισαγωγείς δεν αγοράζουν το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας μόνο από τη ΛΔΚ, αλλά και από άλλες πηγές εντός και εκτός της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Το μέσο περιθώριο κέρδους που επιτυγχάνουν οι εισαγωγείς του δείγματος από την εμπορία κιτρικού οξέος είναι περίπου 4,4 %.

(118)

Οι εισαγωγείς της Κοινότητας δεν συμφωνούν με την επιβολή μέτρων. Οι συνεργασθέντες εισαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή μέτρων θα βλάψει σοβαρά τις εργασίες τους, καθώς δεν θα είναι σε θέση να μετακυλίσουν την αύξηση των τιμών στους χρήστες. Σχετικά με το θέμα αυτό επισημαίνεται ότι η επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ σε εισαγωγές από τη ΛΔΚ είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε ανοδική διόρθωση των τιμών της αγοράς. Η επίπτωση των δασμών κατά πάσα πιθανότητα θα απορροφηθεί από τα συνολικά αποτελέσματα των εισαγωγέων, δεδομένου ότι το κιτρικό οξύ αντιπροσωπεύει απλώς κλάσμα του συνολικού κύκλου εργασιών τους. Η σημαντική απόκλιση τιμών που παρατηρήθηκε ακόμη και μετά την αναπροσαρμογή των τιμών cif ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας για τα έξοδα μετά την εισαγωγή υποδηλώνει επίσης ότι υπάρχει περιθώριο αύξησης της τιμής. Συνεπώς, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι εισαγωγείς να μετακυλίσουν μέρος των δασμών στους πελάτες τους της βιομηχανίας τροφίμων και ποτών. Σε κάθε περίπτωση, λόγω της περιορισμένης βαρύτητας των πωλήσεων του συγκεκριμένου προϊόντος στις δραστηριότητες των εισαγωγέων και του περιθωρίου κέρδους που επιτυγχάνεται επί του παρόντος τόσο συνολικά όσο και μόνο από τις πωλήσεις κιτρικού οξέος, αναμένεται ότι ο δασμός που θα επιβληθεί προσωρινά δεν θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την οικονομική κατάσταση των συγκεκριμένων επιχειρήσεων.

(119)

Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι η επιβολή δασμών θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάσταση δυοπωλίου στην κοινοτική αγορά, αποκλείοντας τον ανταγωνισμό από τρίτες χώρες. Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα των ευρωπαίων παραγωγών να καλύψουν την αυξανόμενη ευρωπαϊκή ζήτηση. Από την έρευνα προέκυψε ότι, ακόμα και αν λειτουργεί στο 100 % του δυναμικού του, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα μπορούσε να καλύψει μόνο το 75 % της ευρωπαϊκής ζήτησης κατά την ΠΕ. Σχετικά με το θέμα αυτό θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι δασμοί αντιντάμπινγκ δεν θα οδηγήσουν στην κατάργηση όλων των εισαγωγών, αλλά μάλλον θα αποκαταστήσουν δίκαιους όρους ανταγωνισμού. Σε συνδυασμό με εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες όπως το Ισραήλ, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι το μέτρο αυτό θα εξασφαλίσει επαρκή προσφορά για την κάλυψη της κοινοτικής ζήτησης. Εντούτοις, το επίπεδο των κινεζικών εισαγωγών θα εξεταστεί λεπτομερώς μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων για την ανάλυση της κατάστασης της προσφοράς στην αγορά της ΕΕ.

(120)

Παρότι οι εισαγωγείς/διανομείς δεν συμφωνούν με την επιβολή μέτρων, συνάγεται το συμπέρασμα, βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, ότι όλα τα πλεονεκτήματα που ενδέχεται να αποκομίσουν από τη μη επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ αντισταθμίζονται από το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να εξουδετερωθούν οι συνέπειες των αθέμιτων και επιζήμιων εμπορικών πρακτικών της ΛΔΚ.

3.   Συμφέρον των χρηστών

(121)

Δέκα χρήστες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο χρήστη. Καμία απάντηση δεν ήταν πλήρης, συνεπώς δεν μπορούσαν να περιληφθούν πλήρως στην ανάλυση, μολονότι προκύπτει σαφώς ότι το κιτρικό οξύ χρησιμοποιείται σε πολλές διαφορετικές εφαρμογές, αλλά μόνο σε μικρές ποσότητες. Έτσι, η επίπτωση τυχόν δασμού αντιντάμπινγκ δεν θα είναι σημαντική για το συνολικό κόστος παραγωγής. Μόνον ένας χρήστης που συμμετείχε ανέφερε ότι η επιβολή μέτρων θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην επιχείρησή του, χωρίς να τεκμηριώσει περαιτέρω το επιχείρημά του.

(122)

Βάσει των ανωτέρω και δεδομένου του χαμηλού γενικά βαθμού συνεργασίας, η κατάσταση των χρηστών στην Κοινότητα δεν είναι πιθανό να επηρεαστεί σημαντικά από τα προτεινόμενα μέτρα.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας

(123)

Η επιβολή μέτρων αναμένεται να δώσει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής την ευκαιρία να ανακτήσει πωλήσεις και μερίδια αγοράς που είχε χάσει και να βελτιώσει την αποδοτικότητά του. Ενόψει της αρνητικής οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος, αν δεν ληφθούν μέτρα, να αναγκαστεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να κλείσει εγκαταστάσεις παραγωγής και να απολύσει εργατικό δυναμικό. Γενικά, οι χρήστες στην Κοινότητα θα επωφεληθούν και αυτοί από την επιβολή μέτρων, καθώς δεν θα διακυβευτεί ο επαρκής εφοδιασμός με κιτρικό οξύ, η δε συνολική αύξηση της τιμής αγοράς του κιτρικού οξέος θα είναι συγκρατημένη. Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το προσωρινό συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν πειστικοί λόγοι για τη μη επιβολή μέτρων στην παρούσα περίπτωση για λόγους κοινοτικού συμφέροντος.

Ζ.   ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(124)

Λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων για την πρακτική ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, θεωρείται απαραίτητο να επιβληθούν προσωρινά μέτρα ώστε να αποφευχθεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(125)

Το επίπεδο των προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ πρέπει να αρκεί για την εξάλειψη της ζημίας η οποία προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, χωρίς να υπερβαίνει τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν. Κατά τον υπολογισμό του ύψους του δασμού που είναι απαραίτητο για την εξάλειψη των επιπτώσεων της ζημιογόνου πρακτικής ντάμπινγκ, θεωρήθηκε ότι τα μέτρα θα έπρεπε να επιτρέψουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να πραγματοποιήσει κέρδος προ φόρων ίσο με αυτό που θα μπορούσε να πραγματοποιήσει εύλογα υπό κανονικούς όρους ανταγωνισμού, δηλαδή αν δεν υπήρχαν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Για το λόγο αυτό, εφαρμόστηκε στόχος κέρδους 9 %, βάσει των κερδών που πραγματοποιούνταν πριν τη σημαντική αύξηση των κινεζικών εισαγωγών κιτρικού οξέος.

2.   Προσωρινά μέτρα

(126)

Βάσει των ανωτέρω και σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εκτιμάται ότι πρέπει να επιβληθεί προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ που θα αντιστοιχεί στο κατώτατο περιθώριο ντάμπινγκ και ζημίας που διαπιστώθηκε, σύμφωνα με τον κανόνα του ήσσονος δασμού, το οποίο αντιστοιχεί σε κάθε περίπτωση στο περιθώριο ζημίας που διαπιστώθηκε.

(127)

Δεδομένου του πολύ υψηλού επιπέδου συνεργασίας, κρίθηκε σκόπιμο ο δασμός για τις υπόλοιπες εταιρείες, που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, να καθοριστεί στο υψηλότερο επίπεδο δασμού που μπορεί να επιβληθεί στις εταιρείες που συνεργάστηκαν στην έρευνα. Συνεπώς, ο υπόλοιπος δασμός ορίζεται σε ποσοστό 49,3 %.

(128)

Κατά συνέπεια, οι προσωρινοί δασμοί αντιντάμπινγκ πρέπει να είναι οι ακόλουθοι:

Εξαγωγείς του δείγματος

Προτεινόμενος δασμός αντιντάμπινγκ

Anhui BBCA Biochemical Ltd Co. Ltd

42,2 %

DSM Citric Acid (Wuxi) Ltd

13,2 %

RZBC Co.

43,2 %

RZBC (Juxian) Co. Ltd

43,2 %

TTCA Co., Ltd

49,3 %

Yixing Union Biochemical

38,8 %

Laiwu Taihe Biochemistry Co. Ltd

43,2 %

Shanxi Ruicheng

43,2 %

Weifang Ensign Industry Co. Ltd

43,2 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

49,3 %

(129)

Τα προαναφερθέντα μέτρα αντιντάμπινγκ θεσπίζονται προσωρινά υπό μορφή δασμών ad valorem. Ενόψει του ότι η παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ενδέχεται να μην αρκεί για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινοτικής αγοράς (βλ. αιτιολογική σκέψη 119), το επίπεδο των εισαγωγών από τη ΛΔΚ θα εξεταστεί λεπτομερώς μετά την επιβολή των προσωρινών δασμών. Αν προκύψει ότι παρουσιάζονται δυσκολίες στον εφοδιασμό της κοινοτικής αγοράς με κιτρικό οξύ, θα εξεταστεί το ενδεχόμενο επιβολής άλλου είδους μέτρων.

3.   Τελική διάταξη

(130)

Για λόγους χρηστής διοίκησης, πρέπει να ταχθεί προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθοριζόταν στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι τα συμπεράσματα σχετικά με την επιβολή δασμών που συνάγονται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, είναι προσωρινά και ότι μπορεί να χρειαστεί να αναθεωρηθούν ενόψει της επιβολής οριστικών μέτρων.

(131)

Οι ατομικοί συντελεστές δασμών αντιντάμπινγκ των εταιρειών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας όσον αφορά τις συγκεκριμένες εταιρείες. Ως εκ τούτου, αυτοί οι δασμολογικοί συντελεστές (σε αντίθεση με το δασμό σε επίπεδο χώρας που εφαρμόζεται σε «όλες τις άλλες εταιρείες») εφαρμόζονται αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής ΛΔΚ που παράγονται από τις εταιρείες αυτές και, συνεπώς, από τα αναφερόμενα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν αναφέρεται ρητά στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που συνδέονται με τις ρητά αναφερόμενες εταιρείες, δεν μπορούν να υποβληθούν σ’ αυτό το συντελεστή και υπόκεινται στο δασμό που εφαρμόζεται σε επίπεδο χώρας.

(132)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή ατομικού δασμού αντιντάμπινγκ σε μεμονωμένη εταιρεία (π.χ. μετά την αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες και, ιδίως, οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις και που συνδέεται, για παράδειγμα, με αυτήν την αλλαγή της επωνυμίας ή τη μεταβολή των επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Αν θεωρηθεί σκόπιμο, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί ανάλογα με την αναπροσαρμογή του καταλόγου των εταιρειών που επωφελούνται από ατομικούς δασμούς,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κιτρικού οξέος και διένυδρου κιτρικού νατρίου που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 2918 14 00 και ex 2918 15 00 (κωδικός Taric 2918150010), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Ο συντελεστής του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις εταιρείες που απαριθμούνται κατωτέρω, καθορίζεται ως εξής:

Εταιρεία

Δασμός αντιντάμπινγκ (%)

Πρόσθετος κωδικός Taric

Anhui BBCA Biochemical Co., Ltd — No 73, Fengyuandadao Road, Bengbu City 233010, Anhui Province, PRC

42,2

A874

DSM Citric Acid (Wuxi) Ltd — West Side of Jincheng Bridge, Wuxi 214024, Jiangsu province, PRC

13,2

A875

RZBC Co., Ltd — No 9 Xinghai West Road, Rizhao, Shandong Province, PRC

43,2

A876

RZBC (Juxian) Co. Ltd, West Wing, Chenyang North Road, Ju County Shandong Province, PRC

43,2

A877

TTCA Co., Ltd — West, Wenhe Bridge North, Anqiu City, Shandong Province, PRC

49,3

A878

Yixing Union Biochemical Co., Ltd — Industry Zone Yixing City 214203, Jiangsu Province, PRC

38,8

A879

Laiwu Taihe Biochemistry Co. Ltd, PRC

43,2

A880

Shanxi Ruicheng Yellow River Chemicals Co. Ltd, PRC

43,2

A881

Weifang Ensign Industry Co. Ltd, PRC

43,2

A882

Όλες οι άλλες εταιρείες

49,3

A999

3.   Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα του προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπόκειται στην καταβολή εγγύησης, η οποία ισοδυναμεί με το ποσό του προσωρινού δασμού.

4.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητήσουν την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων, βάσει των οποίων θεσπίστηκε ο παρών κανονισμός, να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται για περίοδο έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ C 205 της 4.9.2007, σ. 14.

(3)  ΕΕ L 58 της 28.02.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 283 της 27.10.2007, σ. 1).


3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/30


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 489/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 806/2007 για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων στον τομέα του χοιρείου κρέατος

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75 του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1975, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του χοιρείου κρέατος (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2007 της Επιτροπής (2) ανοίχθηκαν ορισμένες δασμολογικές ποσοστώσεις για την εισαγωγή προϊόντων του τομέα του χοιρείου κρέατος.

(2)

Μετά από κάποιες ερωτήσεις σχετικά με την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων στο πλαίσιο ποσοστώσεων που φέρουν τους αύξοντες αριθμούς 09.4038 και 09.4074 και για τη διασφάλιση ενιαίας εφαρμογής, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί η περιγραφή των προϊόντων που φέρουν τους εν λόγω αύξοντες αριθμούς.

(3)

Ως εκ τούτου, πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 806/2007 αναλόγως.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης χοιρείου κρέατος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 806/2007 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μεταξύ των προϊόντων που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 0203 19 55 και ex 0203 29 55 των ποσοστώσεων που φέρουν τους αύξοντες αριθμούς 09.4038 (ομάδα G2) και 09.4074 (ομάδες G7) του παραρτήματος I περιλαμβάνονται: τα χοιρομέρια (ζαμπόν) και τεμάχια αυτών.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 282 της 1.11.1975, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2005 (ΕΕ L 307 της 25.11.2005, σ. 2). Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75 θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1) από την 1η Ιουλίου 2008.

(2)  ΕΕ L 181 της 11.7.2007, σ. 3.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/31


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Δεκεμβρίου 2007

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 51/06 (πρώην N 748/06) που χορηγήθηκε από την Πολωνία υπέρ της Arcelor Huta Warszawa

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6077]

(Το κείμενο στην πολωνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/406/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

το σχετικό με την αναδιάρθρωση της πολωνικής χαλυβουργίας  (1) πρωτόκολλο αριθ. 8 της συνθήκης προσχώρησης,

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (2) σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Το 2002, υποβλήθηκε στις πολωνικές αρχές από την Arcelor Huta Warszawa (εφεξής «AHW»), που έφερε ακόμα την επωνυμία Huta L.W. Sp. z o o (εφεξής «HLW») ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης (καλούμενο επίσης «ατομικό επιχειρηματικό σχέδιο» — ΑΕΣ). Το σχέδιο αναθεωρήθηκε τον Μάρτιο του 2003 (εφεξής «ΑΕΣ του 2003»).

(2)

Η διαδικασία αναδιάρθρωσης της βιομηχανίας χάλυβα στην Πολωνία ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1998, όταν η Πολωνία υπέβαλε στην Κοινότητα ένα πρώτο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της βιομηχανίας σιδήρου και χάλυβα, σε συμμόρφωση προς το άρθρο 8, παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 της ευρωπαϊκής συμφωνίας με την Πολωνία (εφεξής «άρθρο 8 παράγραφος 4»), το οποίο επέτρεπε, κατ’ εξαίρεση, τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για την αναδιάρθρωση του κλάδου της χαλυβουργίας κατά τα πρώτα πέντε έτη από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας.

(3)

Στις 5 Νοεμβρίου 2002, το Υπουργικό Συμβούλιο της Δημοκρατίας της Πολωνίας ενέκρινε το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης και ανάπτυξης της πολωνικής βιομηχανίας σιδήρου και χάλυβα έως το 2006 και, βάσει αυτού, θέσπισε, στις 25 Μαρτίου 2003, το τελικό εθνικό πρόγραμμα αναδιάρθρωσης (εφεξής «ΕΠΑ»). Το εν λόγω πρόγραμμα επιτρέπει ουσιαστικά τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων ύψους έως 3,387 δισεκατ. PLN (846 εκατ. EUR) (3) στην πολωνική χαλυβουργία, για την αναδιάρθρωσή της κατά την περίοδο από το 1997 έως το 2006.

(4)

Το ΕΠΑ υποβλήθηκε στην Επιτροπή, η οποία το αξιολόγησε στις 25 Μαρτίου 2003 και, βάσει της εν λόγω αξιολόγησης, υπέβαλε πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την παράταση, έως το τέλος του 2003, της περιόδου χάριτος (η οποία αρχικά προβλεπόταν να λήξει το 1997) για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων στον πολωνικό χαλυβουργικό τομέα, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συμφωνίας, υπό τον όρο ότι θα καταστούν οι δικαιούχες επιχειρήσεις βιώσιμες έως το 2006. Η πρόταση εγκρίθηκε από το Συμβούλιο τον Ιούλιο του 2003 (4).

(5)

Έτσι, η ΕΕ επέτρεψε στην Πολωνία να χορηγήσει, κατά παρέκκλιση από τους κανόνες της ΕΕ, (5) ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της χαλυβουργίας της, όπως ορίσθηκε τελικά στο σχετικό με την αναδιάρθρωση της πολωνικής χαλυβουργίας πρωτόκολλο αριθ. 8 της συνθήκης προσχώρησης (εφεξής «πρωτόκολλο αριθ. 8») (6). Στο πρωτόκολλο επιβεβαιώνεται η έγκριση της χορήγησης κρατικής ενίσχυσης μέγιστου ύψους 3,387 δισεκατ. PLN στις οκτώ αναφερόμενες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της HLW, έως το τέλος του 2003, υπό τον όρο ότι θα ολοκληρωθεί η αναδιάρθρωση το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2006 (7). Στο πλαίσιο του ΕΠΑ διατίθεται στην HLW διαρθρωτική ενίσχυση ύψους 322 εκατ. PLN (βλ. πίνακα 8), η οποία επιβεβαιώνεται αναλυτικότερα στο ΑΕΣ του 2003 (ατομικό επιχειρηματικό σχέδιο του 2003) και η οποία πρέπει να χορηγηθεί σύμφωνα με το σημείο 9 στοιχεία α) και η) του πρωτοκόλλου αριθ. 8.

(6)

Προκειμένου να διασφαλισθεί συμμόρφωση με τους όρους του, το πρωτόκολλο αριθ. 8 ορίζει λεπτομερείς διατάξεις υλοποίησης και παρακολούθησης. Μεταξύ άλλων, η Πολωνία έπρεπε να υποβάλλει εξαμηνιαίες εκθέσεις παρακολούθησης, ενώ διενεργήθηκαν ανεξάρτητες αξιολογήσεις από ανεξάρτητο σύμβουλο το 2004, το 2005 και το 2006. Μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί εκθέσεις δραστηριοτήτων της HLW/AHW τον Φεβρουάριο του 2004, τον Απρίλιο του 2005, τον Μάιο του 2006 και τον Ιούνιο του 2007. Συζητήθηκαν με τις πολωνικές αρχές και τους δικαιούχους και έγιναν δεκτές από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και τις πολωνικές αρχές.

(7)

Το ΑΕΣ της HLW τροποποιήθηκε το 2005 από την AHW (εφεξής «ΑΕΣ του 2005») και ζητήθηκε η έγκριση των τροποποιήσεων από μέρους της Επιτροπής, σύμφωνα με το σημείο 10 του πρωτοκόλλου αριθ. 8.

(8)

Με επιστολή της 6ης Δεκεμβρίου 2006, η Επιτροπή ενημέρωσε την Πολωνία σχετικά με την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ για δυνητικά καταχρηστική εφαρμογή της ενίσχυσης.

(9)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (8). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την ενίσχυση.

(10)

Η Πολωνία απάντησε με επιστολή της 2ας Μαρτίου 2007. Στις 19 Μαρτίου 2007, η Επιτροπή έλαβε επίσης παρατηρήσεις από τη δικαιούχο AHW, τις οποίες διαβίβασε μαζί με ερωτήσεις στις πολωνικές αρχές. Κατόπιν σύσκεψης με τις πολωνικές αρχές και τη δικαιούχο, τον Μάρτιο του 2007, εστάλησαν νέες ερωτήσεις στην Πολωνία στις 2 Απριλίου 2007 και στις 6 Αυγούστου 2007. Η Πολωνία απάντησε στις 4 Ιουνίου 2007 και την 1η Οκτωβρίου 2007.

(11)

Στη συνέχεια, στις 18 Οκτωβρίου 2007, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ενημέρωσαν την Πολωνία σχετικά με την προκαταρκτική αξιολόγηση της υπόθεσης και, κατόπιν περαιτέρω ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των πολωνικών αρχών και της Επιτροπής, στις 16 Νοεμβρίου 2007, οι πολωνικές αρχές ανέφεραν ότι η εταιρεία προτίθετο να επιστρέψει την χορηγηθείσα ενίσχυση, «με την επιφύλαξη της νομικής κατάστασης».

(12)

Οι πολωνικές αρχές επιβεβαίωσαν με επιστολή της 22ας Νοεμβρίου 2007 ότι στις 20 Νοεμβρίου η AHW είχε καταβάλει το ποσό των 2 089 768 EUR σε λογαριασμό δεσμευμένο υπέρ του πολωνικού υπουργείου οικονομικών. Βάσει των όρων της συμφωνίας, κανείς δεν θα έχει πρόσβαση στα χρήματα του λογαριασμού αυτού μέχρι την έκδοση της παρούσας απόφασης. Κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, το Υπουργείο θα εισπράξει το εν λόγω ποσό συν τους δεδουλευμένους τόκους από τις 20 Νοεμβρίου 2007. Εάν η απόφαση δεν εκδοθεί έως το τέλος του Φεβρουαρίου 2008, το ποσό αυτό θα επιστραφεί στην AHW.

II.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(13)

Η AHW είναι πολωνική χαλυβουργία η οποία παράγει ρευστό χάλυβα και επιμήκη προϊόντα χάλυβα, ιδίως δε ποιοτικούς και ειδικούς χάλυβες (ελαφρές και βαριές διατομές από χάλυβα).

(14)

Το 1991 η ιταλική χαλυβουργία Lucchini απέκτησε την πλειοψηφία των μετοχών της HLW, τις οποίες πώλησε το 2005 στην Arcelor η οποία συγχωνεύθηκε με τη Mittal Steel το 2006 (9).

1.   Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του ΑΕΣ του 2003

(15)

Η Επιτροπή αντιλαμβάνεται ότι η HLW αντιμετώπιζε σοβαρούς οικονομικούς περιορισμούς κατά τη στιγμή της έγκρισης του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Δεν λάμβανε πρόσθετα κεφάλαια από τη μητρική εταιρεία Lucchini η οποία, σύμφωνα με τις πολωνικές αρχές, διερχόταν βαθιά οικονομική κρίση και δεν ήταν σε θέση να πωλήσει πολύτιμα στοιχεία του ενεργητικού της λόγω κανονιστικών προβλημάτων. Επομένως, στο διάστημα μεταξύ 1997 και 2003 η εταιρεία εμφάνιζε μεγάλη έλλειψη ρευστότητας, γεγονός το οποίο αντικατοπτριζόταν στο σχέδιο αναδιάρθρωσης (10).

(16)

Επομένως, προκειμένου να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα της εταιρείας, στο ΑΕΣ του 2003 για την HLW ορίστηκαν (στο σημείο 3.2.) αρκετά βασικά μέτρα αναδιάρθρωσης, μεταξύ των οποίων τα σημαντικότερα ήταν τα εξής:

«α)

αναδιάρθρωση ενεργητικού και χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση προκειμένου να εξασφαλισθούν κεφάλαια για την υλοποίηση του παρόντος προγράμματος, να διασφαλισθεί οικονομική ρευστότητα και να μειωθούν τα χρηματοοικονομικά έξοδα·

β)

υλοποίηση επενδύσεων με στόχο την περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας και του φάσματος των παραγόμενων προϊόντων και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της επιχείρησης, τη μείωση του κόστους […]·

γ)

περαιτέρω βελτίωση των προτύπων περιβαλλοντικής προστασίας.»

α)   Επενδύσεις

(17)

Στο ΑΕΣ του 2003 (σημείο 3.3) αναφέρεται ότι η βιομηχανική στρατηγική του «επικεντρώνεται στη σταδιακή βελτίωση του φάσματος των προτεινόμενων προϊόντων, με σημαντική μείωση της παραγωγής ραβδοχάλυβα και μπιγιετών και με ανάπτυξη της παραγωγής που εστιάζει στους ειδικούς χάλυβες και στους χάλυβες για τεχνικές κατασκευές». Για τον σκοπό αυτό, η HLW σκόπευε «… να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα σταδιακών επενδύσεων στους ακόλουθους τομείς της μονάδας: εγκαταστάσεις έλασης μεσαίων διατομών, εγκαταστάσεις σφυρηλάτησης, εγκαταστάσεις συρματοποίησης, χώρος χύτευσης πλινθωμάτων», ενώ η εγκατάσταση ελασμάτων μικρού πλάτους επρόκειτο να κλείσει.

(18)

Για την εφαρμογή της προαναφερθείσας στρατηγικής, η εταιρεία εκπόνησε ένα επενδυτικό πρόγραμμα ύψους [μεταξύ 150 εκατ. PLN και 220 εκατ. PLN], (11) το οποίο αναφερόταν στο ΑΕΣ του 2003 ως εξής:

Πίνακας 1

Σχεδιαζόμενες επενδύσεις στον τομέα της παραγωγής χάλυβα (= πίνακας 21 του ΑΕΣ του 2003)

σε χιλ. PLN

2002

2003

2004

2005

2006

Σύνολο

Χυτήριο χάλυβα

 

 

 

 

[…]

[…]

Εγκαταστάσεις θερμής έλασης

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[περίπου 95 %]

Γενικά

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Μονάδα συρματοποίησης

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Σύνολο

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[150-220 εκατ. PLN]

(19)

Όπως αναφέρεται στο σημείο 4.4 του ΑΕΣ του 2003, οι επενδύσεις επικεντρώθηκαν στον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων θερμής έλασης (βλ. πίνακα 22 του ΑΕΣ του 2003). Περιλάμβαναν τον εκσυγχρονισμό της εγκατάστασης μεσαίων διατομών, καθώς και την αντικατάσταση των καμίνων αναθέρμανσης, του ελασματουργείου παραγωγής χελωνών και της μονάδας βαρέων διατομών. Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των επενδύσεων αναφερόταν στον πίνακα 23 του ΑΕΣ του 2003, σύμφωνα με τον οποίο όλες σχεδόν οι επενδύσεις επρόκειτο να ξεκινήσουν το 2002.

β)   Αναδιάρθρωση της απασχόλησης

(20)

Σύμφωνα με το ΑΕΣ του 2003 (σημείο 4.11), η εταιρεία σχεδίαζε να μειώσει τον αριθμό των υπαλλήλων της από 1 249 σε 850. Στο ΑΕΣ του 2005 αναφέρεται πλέον ότι το εργατικό δυναμικό θα μειωθεί σε 700 υπαλλήλους. Το ΑΕΣ του 2003 διέθετε 4,03 εκατ. PLN για αναδιάρθρωση της απασχόλησης, εκ των οποίων 1,5 εκατ. PLN επρόκειτο να καλυφθεί από ειδική κρατική ενίσχυση για τον σκοπό αυτό, 1,17 εκατ. PLN από το πρόγραμμα PHARE και 1,34 εκατ. PLN από την εταιρεία (12).

γ)   Χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση

(21)

Το ΑΕΣ του 2003 πρόβλεπε επίσης χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση και αναδιάρθρωση του ενεργητικού η οποία, σύμφωνα με το σχέδιο (σημείο 3.2), αφορούσε: «εξόφληση βραχυπρόθεσμων δανείων και πώληση περιττών στοιχείων του ενεργητικού που δεν συνδέονται με την παραγωγή».

(22)

Το ΑΕΣ του 2003 (σημείο 4.7) πρόβλεπε την αναδιάρθρωση χρέους ύψους 513 369 εκατ. PLN (σύμφωνα με τον ισολογισμό, το ποσό αυτό αντιπροσώπευε το σύνολο των μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων). Η εν λόγω αναδιάρθρωση επρόκειτο να χρηματοδοτηθεί από μελλοντικά κέρδη και αναδιάρθρωση του ενεργητικού. Από τη δεύτερη αναμένονταν έσοδα ύψους 363 εκατ. PLN το 2004 και το 2005, εκ των οποίων 60 εκατ. PLN επρόκειτο να καλύψουν νέα χρέη.

(23)

Αναλυτικά, η Επιτροπή αντιλαμβάνεται ότι στο ΑΕΣ του 2003 προσδιορίζονταν τα ακόλουθα μέτρα χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης: πρώτον, είχαν διαγραφεί χρέη προς το δημόσιο και τούτο αποτέλεσε ενίσχυση ύψους 21,5 εκατ. PLN (βλ. σημείο 4.12.2)· δεύτερον, από το 2000, η HLW είχε ξεκινήσει και εφάρμοζε κάποια αναδιάρθρωση του ενεργητικού, μέσω της πώλησης μη παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού, και αναμενόταν ότι η διαδικασία αυτή θα παρήγαγε κεφάλαια για τη χρηματοδότηση του επενδυτικού προγράμματος.

(24)

Η αναδιάρθρωση του ενεργητικού πρέπει να εξετασθεί λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το ενεργητικό της HLW είχε ήδη αποτελέσει αντικείμενο μιας χρηματοοικονομικής συναλλαγής, η οποία περιγράφεται από την HLW ως «συναλλαγή πώλησης και επανεκμίσθωσης». Το 2000 η εταιρεία είχε εξασφαλίσει δάνειο ύψους 250 εκατ. PLN, παρέχοντας ουσιαστικά ως εμπράγματη ασφάλεια οικόπεδα και κτίρια ιδιοκτησίας της εταιρείας. Αφορούσε παραγωγικά και μη παραγωγικά στοιχεία ενεργητικού. Η εξόφληση επρόκειτο να πραγματοποιηθεί με δύο πληρωμές ετησίως έως το 2010. Η συναλλαγή ήταν αναγκαία, καθώς η HLW χρειαζόταν μετρητά, αλλά δεν μπορούσε να διαθέσει αμέσως τα μη παραγωγικά στοιχεία του ενεργητικού της. Αυτό επρόκειτο να συμβεί κατά τα προσεχή έτη, με αποτέλεσμα την παραγωγή μετρητών και τη μείωση των χρηματοοικονομικών εξόδων.

(25)

Σύμφωνα με το ΑΕΣ του 2003, η αναδιάρθρωση ενεργητικού θα αφορούσε τα μη παραγωγικά στοιχεία ενεργητικού (σημεία 4.7 και 4.8). Κατά τα φαινόμενα, στα τέλη του 2001 πωλήθηκε ένα πρώτο μέρος (53 εκτάρια) της έκτασης των 100 εκταρίων. Ωστόσο, η πώληση άλλων μη παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού καθυστέρησε, καθώς η AKR (Agencja Kapitałowo Rozliczeniowa S.A. — εταιρεία της οποίας μέτοχοι είναι ο Οργανισμός Ανάπτυξης Βιομηχανίας και το Υπουργείο Οικονομικών) αντιμετώπισε δυσκολίες στον καθορισμό του νομικού καθεστώτος του μέρους του οικοπέδου που δεν συνδεόταν με την παραγωγή.

(26)

Καθώς δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια από την πώληση οικοπέδων, εξετάσθηκε το ενδεχόμενο παροχής εγγύησης από το κράτος σε μια ενδιάμεση πίστωση ύψους 300 εκατ. PLN. Το δάνειο επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις και για την κάλυψη βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων (συνολικά 219 εκατ. PLN). Επιπλέον, διατέθηκαν 53 εκατ. PLN για επενδύσεις που είχαν προγραμματισθεί αρχικά για μετά το 2006 (τα 219 + 53 εκατ., συν 10 % έξοδα χρηματοδότησης, ήτοι 27 εκατ., δηλαδή συνολικά 299 εκατ.). Κατά συνέπεια, από το συνολικό ποσό των [150-220 εκατ. PLN ] που είχε προβλεφθεί για επενδύσεις, τουλάχιστον […] εκατ. PLN (ήτοι […] εκατ. PLN — 53 εκατ. PLN) πρέπει να περιληφθούν στα 219 εκατ. PLN. Επομένως, το υπόλοιπο των […] εκατ. PLN (219 εκατ. PLN — […] εκατ. PLN) πρέπει να αντιπροσώπευαν το κόστος της βραχυπρόθεσμης χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης.

δ)   Περιβαλλοντική αναδιάρθρωση

(27)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης του 2003 (σημείο 4.9) περιλάμβανε επίσης χωριστό πρόγραμμα επενδύσεων για την περιβαλλοντική προστασία, το οποίο αφορούσε την υλοποίηση ενός συστήματος περιβαλλοντικής διαχείρισης, σύμφωνα προς το πρότυπο ISO 14001, (0,5 εκατ. PLN), ορισμένες επενδύσεις στο πλαίσιο ενός σχεδίου αξιοποίησης γαιών, κόστους 50 εκατ. PLN και τον εκσυγχρονισμό της μονάδας ηλεκτροπαραγωγής (για τον οποίο δεν διατέθηκαν κεφάλαια). Η υλοποίηση των μέτρων επρόκειτο να ξεκινήσει το 2002.

(28)

Από την έρευνα προέκυψε ότι ορισμένα αλλά όχι όλα τα μέτρα που αναφέρονταν στο ΑΕΣ του 2003 εφαρμόσθηκαν σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα. Συγκεκριμένα, η κατασκευή μιας μονάδας επεξεργασίας παλαιοσιδήρου αναβλήθηκε για το 2007-2008 και δεν είχε ξεκινήσει έως το καλοκαίρι του 2007. Επιπλέον, η κατασκευή μονάδας επεξεργασίας απορριμμάτων εγκαταλείφθηκε, καθώς η επεξεργασία απορριμμάτων διενεργείται από υπεργολάβο, (13) λύση αποδοτικότερη από άποψη κόστους.

(29)

Ωστόσο, η έρευνα επιβεβαίωσε επίσης τον ισχυρισμό της Πολωνίας ότι τα έξοδα της περιβαλλοντικής αναδιάρθρωσης δεν επρόκειτο να καταβληθούν βάσει του σχεδίου αναδιάρθρωσης, αλλά θα καλύπτονταν από ίδια κεφάλαια, όπως τα έσοδα από την αναδιάρθρωση του ενεργητικού.

ε)   Χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης

(30)

Στο ΑΕΣ του 2003 (σημείο 4.12) αναφέρεται χρηματοδοτικό έλλειμμα ύψους 300 εκατ. PLN (βλ. επίσης την κατάσταση ταμειακών ροών, σημείο 5.1.). Καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις περί του αντιθέτου, υποτίθεται ότι αυτή ήταν η μοναδική απαιτούμενη χρηματοδότηση.

(31)

Στο σημείο 4.12 αναφέρεται ότι η αναδιάρθρωση απαίτησε χρηματοδότηση ύψους 113,6 εκατ. PLN το 2002 και 105,3 εκατ. PLN το 2003, καθώς και την κάλυψη του κόστους χρηματοδότησης, ύψους 21,9 εκατ. PLN, για τον δανεισμό των εν λόγω κεφαλαίων. Εξάλλου, διατέθηκαν επιπλέον 53 εκατ. PLN διατέθηκαν για την κάλυψη του κόστους. Ωστόσο, δεν αναφέρεται για ποιον ακριβώς σκοπό ήταν αναγκαία η χρηματοδότηση.

(32)

Μετά το 2003 φαίνεται ότι δεν απαιτήθηκε άλλη χρηματοδότηση. Πράγματι, στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του 2005, η AHW, περιγράφοντας το ΑΕΣ του 2003, επιβεβαιώνει τα εξής: «Το […] πρόγραμμα αναδιάρθρωσης προέβλεπε τη λήψη μιας δέσμης μέτρων στρατηγικού και επιχειρησιακού χαρακτήρα, από τα οποία αναμενόταν σημαντική βελτίωση της κερδοφορίας των δραστηριοτήτων και, ως εκ τούτου, χρηματοοικονομική ρευστότητα. Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης δεχόταν τη σταδιακή βελτίωση των παραγόντων χρηματοοικονομικής ρευστότητας, αρχής γενομένης από το 2003».

στ)   Συμπέρασμα όσον αφορά τις προσπάθειες αναδιάρθρωσης στο πλαίσιο του ΑΕΣ του 2003

(33)

Η προβλεπόμενη στο ατομικό επιχειρηματικό σχέδιο (ΑΕΣ) αναδιάρθρωση που απαιτούσε έκτακτη στήριξη, περιλαμβάνει επενδύσεις ([150-220] εκατ. PLN, συμπεριλαμβανομένων των 53 εκατ. PLN για αναμενόμενες επενδύσεις), αναδιάρθρωση της απασχόλησης (4,03 εκατ. PLN), μερική διαγραφή οφειλών προς το κράτος (21,5 εκατ. PLN), μερική χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση (81,5 εκατ. PLN ) και κάποια έξοδα χρηματοδότησης για το δάνειο (27,1 εκατ. PLN), συνολικού ύψους 324,63 εκατ. PLN.

(34)

Η αναδιάρθρωση επρόκειτο να χρηματοδοτηθεί κυρίως από δάνειο εγγυημένο από το κράτος, το οποίο θα κάλυπτε ένα έλλειμμα χρηματοδότησης οφειλόμενο στην καθυστέρηση μέρους της αναδιάρθρωσης του ενεργητικού. Επομένως, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στην εταιρεία να πραγματοποιήσει χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση και επενδύσεις κατά τα έτη 2002/2003 και πιθανώς το 2004, χορηγήθηκε στην εταιρεία η ενδιάμεση πίστωση, η οποία τελούσε υπό την εγγύηση του Υπουργείου Οικονομικών. Επομένως, το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης συνδεόταν σαφώς με ένα χρονοδιάγραμμα.

(35)

Ωστόσο, στο ΑΕΣ του 2003 δεν αναφερόταν ότι η αναδιάρθρωση του ενεργητικού θα συνεπάγετο έξοδα αναδιάρθρωσης. Αντιθέτως, η αναδιάρθρωση του ενεργητικού ήταν μια συνεχής διαδικασία, ανεξάρτητη από το υποστηριζόμενο με κρατική ενίσχυση σχέδιο αναδιάρθρωσης, η οποία σαφώς δεν απαιτούσε περαιτέρω κρατική χρηματοδότηση. Επίσης, ορισμένα μέτρα που δεν συνδέονται άμεσα με την αποκατάσταση της βιωσιμότητας, όπως τα περιβαλλοντικά μέτρα, χρηματοδοτήθηκαν μέσω της αναδιάρθρωσης του ενεργητικού και, επομένως, όπως επισήμαναν επανειλημμένα οι πολωνικές αρχές, υλοποιήθηκαν εκτός της αναδιάρθρωσης.

(36)

Πράγματι, ο μόνος λόγος για τον οποίο αναφέρεται η αναδιάρθρωση του ενεργητικού είναι επειδή επρόκειτο να παραγάγει χρηματοδότηση μέσω της πώλησης μη παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού. Ωστόσο, δεν αναφέρεται η εκκαθάριση της συναλλαγής πώλησης και επανεκμίσθωσης.

2.   Κρατική ενίσχυση

(37)

Από την ενίσχυση των 322 εκατ. PLN (υπολογισμένη ως καθαρό ισοδύναμο επιδότησης) που έγινε αρχικά δεκτή στο ΕΠΑ, στην AHW χορηγήθηκε η ενίσχυση που αναφέρεται στον συνημμένο πίνακα που υπέβαλε η Πολωνία:

Πίνακας 2

Εγκριθείσα και χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση το 2002 και το 2003 (14)

 

ΕΠΑ

(σε χιλ. PLN)

Χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση

(σε χιλ. PLN)

Διαφορά

(σε χιλ. PLN)

Σύνολο 2002-2003

321 878 000

203 946 000

117 932 000

(38)

Η ενίσχυση χορηγήθηκε για τρεις διαφορετικούς σκοπούς:

α)

0,33 εκατ. PLN για αναδιάρθρωση της απασχόλησης (αρχικά είχε προβλεφθεί 1,5 εκατ.),

β)

20,56 εκατ. PLN για διαγραφή χρεών (αρχικά είχαν προβλεφθεί 21,5 εκατ.), ποσό που χρησιμοποιήθηκε για τη γενική βελτίωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης της εταιρείας,

γ)

εγγύηση δανείου ύψους 183,2 εκατ. PLN (46,3 εκατ. EUR· αρχικά είχαν προβλεφθεί και εγκριθεί από την Επιτροπή 299 εκατ. PLN).

(39)

Το εξασφαλισμένο με κρατική εγγύηση δάνειο χορηγήθηκε στην HLW από την Bank Pekao S.A. βάσει σύμβασης που συνάφθηκε μεταξύ της HLW και της τράπεζας στις 10 Δεκεμβρίου 2003. Στη σύμβαση δανείου αναφέρεται ότι το δάνειο πρέπει να εξοφληθεί πέντε έτη μετά την υπογραφή της σύμβασης, δηλαδή στις 10 Δεκεμβρίου 2008.

(40)

Η AHW είχε υποβάλει αίτηση για χορήγηση εγγύησης τον Αύγουστο του 2003. Η εγγύηση χορηγήθηκε με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου στις 31 Δεκεμβρίου 2003 και αφορούσε ονομαστική αξία 46,3 εκατ. EUR, συν τόκους και άλλα συναφή έξοδα, δηλαδή συνολικά ποσό ύψους 58,3 εκατ. EUR. Στην απόφασή του το υπουργικό συμβούλιο αναγνώριζε ότι η HLW χρειαζόταν καταρχάς την ενίσχυση για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σχετικών με τις εγκαταστάσεις θερμής έλασης και τα έξοδα αγοράς ακινήτων στο πλαίσιο της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης, και έδινε εντολή να χρησιμοποιηθεί η ενίσχυση για τον συγκεκριμένο σκοπό. Αναλυτικότερα:

α)

ένα μέρος του δανείου, ύψους έως 14 600 000 EUR, προοριζόταν για τη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων, επενδύσεων σχετικών με τις εγκαταστάσεις θερμής έλασης (μεσαίες διατομές) και τον εκσυγχρονισμό των μηχανημάτων έλασης (κλωβοί). Ωστόσο, στο διάστημα μεταξύ 30 Σεπτεμβρίου 2004 και 28 Φεβρουαρίου 2005 χρησιμοποιήθηκαν μόνον 2 854 355 EUR σε 8 δόσεις. Η εξόφληση πραγματοποιήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2005,

β)

το άλλο μέρος του δανείου, ύψους έως 31 430 000 EUR, με το οποίο η εταιρεία επιθυμούσε να εξοφλήσει το υπόλοιπο της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης, προοριζόταν για αναδιάρθρωση του χρέους μέσω επαναγοράς παραγωγικών ακινήτων (οικόπεδα και κτίρια). Από τις 24 Αυγούστου 2004, η εταιρεία χρησιμοποίησε ποσό ύψους 31 245 684 EUR, το οποίο εξόφλησε στις 16 Σεπτεμβρίου 2005. Σύμφωνα με τις πολωνικές αρχές και τη δικαιούχο, το δάνειο χρησιμοποιήθηκε για την εκκαθάριση της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης του 2000.

(41)

Συνολικά, η εταιρεία ανέφερε ότι κατέβαλε τόκους ύψους 1 132 788,35 EUR, ποσό το οποίο καταβλήθηκε τμηματικά. Για τον σκοπό αυτό, θεωρήθηκε ότι η πρώτη δόση τόκων, η οποία καταβλήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2004, έπρεπε να διατεθεί στα αντίστοιχα εκταμιευθέντα τμήματα του δανείου, ενώ από το σημείο αυτό και έπειτα τα ποσά των τόκων θα μπορούσαν να κατανεμηθούν μεταξύ των αντίστοιχων συνόλων. Σύμφωνα με τις πολωνικές αρχές, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον ακόλουθο καταμερισμό των καταβληθέντων τόκων:

Πίνακας 3

Καταβληθέντες τόκοι

Ημερομηνία καταβολής τόκου

Συνολικός τόκος

Τόκος επί του μέρους του δανείου που χρησιμοποιήθηκε για την εκκαθάριση της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης

Τόκος επί του μέρους του δανείου που χρησιμοποιήθηκε για επενδύσεις

30.12.2004

371 931 EUR

363 880 EUR

8 051 EUR

30.6.2005

536 522 EUR

491 612 EUR

44 910 EUR

16.9.2005

224 336 EUR

205 557 EUR

18 778 EUR

 

1 132 788 EUR

1 061 050 EUR

71 738 EUR

(42)

Η AHW επιβαρύνθηκε επίσης με τις ακόλουθες δαπάνες σε σχέση με το εγγυημένο δάνειο:

α)

καταβολή ποσού πρόβλεψης ύψους 270 000 EUR,

β)

κατάθεση υπέρ του δημόσιου Ταμείου για τη χορήγηση της εγγύησης του δανείου, ύψους 583 300 EUR, ποσό που καταβλήθηκε στις 30 Απριλίου 2004 (1 % του συνολικού ποσού της εγγύησης ύψους 58 330 000 EUR, ανεξάρτητα από το ύψος του πραγματικά χορηγηθέντος δανείου),

γ)

έξοδα με τα οποία επιβαρύνθηκε η τράπεζα για τη σύμβαση δανείου, τα οποία μετακύλισε στην AHW: 55 947 EUR.

(43)

Στην αίτηση χορήγησης δανείου της HLW το 2003 αναφέρεται επίσης ότι η μείωση του δανείου (σε σχέση με το ποσό που εγκρίθηκε βάσει του ΑΕΣ του 2003) βασιζόταν σε πρωτοβουλία της HLW, επειδή είχε ήδη διαπραγματευθεί το δάνειο. Ωστόσο, η HLW διατήρησε το δικαίωμα να ζητήσει το υπόλοιπο της ενίσχυσης έως το ανώτατο ποσό των 75 εκατ. PLN, αλλά δεν έπραξε ποτέ κάτι τέτοιο.

3.   Υλοποίηση του ΑΕΣ του 2003

(44)

Είναι αναμφισβήτητο ότι το ΑΕΣ του 2003 υλοποιήθηκε μόνον εν μέρει. Στο διάστημα μεταξύ 2002 και 2004, η HLW δαπάνησε μόνον 58,7 εκατ. PLN για την αναδιάρθρωση. Μόνον [περίπου το 25 % του συνολικού ποσού της επένδυσης που αναφέρεται στον πίνακα 1] εκατ. PLN δαπανήθηκαν από το ποσό των […] εκατ. PLN για επενδύσεις εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων θερμής έλασης, το οποίο είχε προβλεφθεί για το διάστημα από το 2002 έως το 2004. Οι επενδύσεις αφορούσαν μόνον τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων μεσαίων διατομών, ενώ δεν πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις στις καμίνους επαναθέρμανσης των εγκαταστάσεων παραγωγής χελωνών ή στις εγκαταστάσεις βαρέων διατομών. Επιπλέον, δαπανήθηκαν λιγότερο από μισό εκατομμύριο από το ποσό των […] εκατ. PLN στη μονάδα χάλυβα και […] εκατ. PLN σε άλλες γενικές επενδύσεις (για λεπτομέρειες, βλ. στήλες για τα έτη 2002, 2003 και 2004 στον πίνακα 4 κατωτέρω).

(45)

Δεν παρασχέθηκαν πληροφορίες στην Επιτροπή σχετικά με το κατά πόσον πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση. Ωστόσο, από το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του 2005 η Επιτροπή διαπιστώνει ότι οι οφειλές της HLW στις 30.6.2005 ήταν περίπου ίδιες με εκείνες της HLW στο τέλος του 2001 (βλ. σημείο 1.8 του ΑΕΣ του 2005). Επιπλέον, η HLW μπόρεσε να επιτύχει θετικό αποτέλεσμα εκμετάλλευσης ήδη το 2004. Επομένως, η Επιτροπή υποθέτει ότι η εταιρεία πέτυχε την προγραμματισμένη βραχυπρόθεσμη χρηματοοικονομική της αναδιάρθρωση.

(46)

Οι εκθέσεις του ανεξάρτητου συμβούλου που ήταν υπεύθυνος για την παρακολούθηση επιβεβαιώνουν ότι η HLW δεν ήταν βιώσιμη το 2004, στο τέλος του 2004 ή στο τέλος του 2005. Ωστόσο, η AHW ήταν βιώσιμη στη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης (τέλος του 2006).

(47)

Είναι αναμφισβήτητο ότι η βιωσιμότητα στο τέλος του 2006 οφείλεται σε διάφορους παράγοντες οι οποίοι συνδέονται, εκτός από τον μερικό εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων θερμής έλασης, κυρίως με την άνθηση του κλάδου της χαλυβουργίας, η οποία είχε ιδιαίτερα θετικό αντίκτυπο στον κύκλο εργασιών της εταιρείας. Επιπλέον, με την εξαγορά της HLW από την Arcelor, έναν ισχυρό επενδυτή, όλα τα προβλήματα ρευστότητας της HLW είχαν εξαφανισθεί. Ωστόσο, η εταιρεία δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τη γενική δήλωσή της ότι η ουσιαστική χρήση της εγγύησης για σκοπούς αναχρηματοδότησης συνέβαλε στην επίτευξη της βιωσιμότητας της εταιρείας.

4.   Μεταβολές στο ΑΕΣ του 2003

(48)

Το 2005, η είσοδος του νέου ιδιοκτήτη επέφερε σημαντικές μεταβολές στην επενδυτική στρατηγική. Αντί του εκσυγχρονισμού των υφιστάμενων εγκαταστάσεων θερμής έλασης, η AHW σχεδιάζει πλέον την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων θερμής έλασης με δυνατότητα παραγωγής επιμήκων προϊόντων για κατασκευαστικές εφαρμογές. Προφανώς, η εγκατάσταση θα χρησιμοποιεί τετράγωνες μπιγιέτες συνεχούς χύτευσης 160 mm ως πρώτη ύλη, και η γκάμα παραγωγής της θα περιλαμβάνει χάλυβα οπλισμού σκυροδέματος, ράβδους κυκλικής διατομής και επίπεδα φύλλα, ελαφρές ή τετράγωνες και εγκάρσιες διατομές. Η Πολωνία διευκρινίζει ότι η προσαρμογή αυτή ανταποκρίνεται στην ανάπτυξη της κατασκευαστικής αγοράς, για την οποία προβλέπεται σημαντική αύξηση για πολλά χρόνια στην περιοχή της Βαρσοβίας, γεγονός που ενδέχεται να προσδώσει στην AHW το πλεονέκτημα του πρωτοπόρου, λόγω της εγκατάστασής της στη Βαρσοβία.

(49)

Η νέα εγκατάσταση θα είναι πλήρως λειτουργική έως τα μέσα του 2008 και θα αντικαταστήσει τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις θερμής έλασης, για τον εκσυγχρονισμό των οποίων επενδύθηκαν ήδη [περίπου το 25 % του συνολικού ποσού της επένδυσης που αναφέρεται στον πίνακα 1] εκατ. PLN. Το συνολικό κόστος του προγράμματος επενδύσεων συνοψίζεται στον πίνακα που ακολουθεί:

Πίνακας 4

Κόστος του νέου προγράμματος επενδύσεων του ΑΕΣ του 2005

σε χιλ. PLN

2002 (15)

2003 (15)

2004 (15)

2005

2006

Σύνολο

Χυτήριο χάλυβα

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Εγκαταστάσεις θερμής έλασης

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[περίπου το 120 % του συνολικού ποσού της επένδυσης που αναφέρεται στον πίνακα 1]

Γενικά

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Σύνολο

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[περίπου το 140 % του συνολικού ποσού της επένδυσης που αναφέρεται στον πίνακα 1]

(50)

Συνεπώς, το συνολικό κόστος της επένδυσης θα είναι πλέον εκατ. PLN [περίπου 140 % του συνολικού ποσού της επένδυσης που αναφέρεται στον πίνακα 1], εκ των οποίων [περίπου το 120 % του συνολικού ποσού της επένδυσης που αναφέρεται στον πίνακα 1] εκατ. PLN προβλέπεται να διατεθούν στις εγκαταστάσεις θερμής έλασης, δηλαδή […] εκατ. PLN περισσότερα από όσα προορίζονταν αρχικά να επενδυθούν. Ωστόσο, το εν λόγω κόστος περιλαμβάνει το ποσό των […] εκατ. PLN για την εγκατάσταση μεσαίων διατομών που έχει ήδη ολοκληρωθεί. Εάν το ποσό αυτό αφαιρεθεί από το ποσό των […] εκατ. PLN, το κόστος της νέας εγκατάστασης θερμής έλασης ανέρχεται σε [κάτω των 200] εκατ. PLN.

5.   Ανάπτυξη παραγωγικής ικανότητας

(51)

Η ανάπτυξη της παραγωγικής ικανότητας της AHW καταδεικνύεται στον πίνακα που ακολουθεί:

Πίνακας 5

Μέγιστη ετήσια παραγωγική ικανότητα σε χιλιάδες τόνους

Παραγωγή

2002

2003

2004

2005

2006

2007

2008

Σχόλια

Ρευστός χάλυβας

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[περίπου το 100 % της συνολικής παραγωγικής ικανότητας της εγκατάστασης]

[ομοίως]

Καμία αλλαγή

Επίπεδα προϊόντα

20

20

20

20

0

0

0

Προβλέπεται στο πρωτόκολλο αριθ. 8

Εγκατάσταση έλασης – ράβδοι όλκησης

180

180

180

180

180

0

0

Προβλέπεται στο πρωτόκολλο αριθ. 8

Εγκατάσταση έλασης – ραβδοχάλυβας, ελαφρές διατομές

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[περίπου το 40 %]

0

Νέα στρατηγική (16)

Εγκατάσταση έλασης – επιμήκεις βαρείες διατομές

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[περίπου το 60 %]

0

Νέα στρατηγική (16)

Εγκατάσταση έλασης – σφυρήλατες διατομές

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

0

Νέα στρατηγική (16)

Ελάσματα διαμορφωμένα εν ψυχρώ

30

0

0

0

0

0

0

Προβλέπεται στο πρωτόκολλο αριθ. 8

Νέα εγκατάσταση έλασης

0

0

0

0

0

[…]

[περίπου το 70 %]

Νέα στρατηγική (δεν προβλέπεται στο πρωτόκολλο αριθ. 8)

(52)

Μετά τη θέση σε πλήρη λειτουργία της νέας εγκατάστασης έλασης το 2008, η παλαιά εγκατάσταση έλασης θα κλείσει. Η συνολική παραγωγή της εταιρείας δεν υπερέβη ποτέ, πριν από το 2007, τη μέγιστη παραγωγική ικανότητα των […] τόνων. Επομένως, η τροποποίηση του προγράμματος επενδύσεων θα επιφέρει πρόσθετη μείωση της παραγωγικής ικανότητας της εταιρείας κατά […] τόνους.

III.   ΛΟΓΟΙ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(53)

Στην επιστολή της 6ης Δεκεμβρίου 2006, η Επιτροπή επισήμανε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης της AHW δεν είχε υλοποιηθεί και ότι σκόπευε να διερευνήσει κατά πόσον το γεγονός αυτό συνιστούσε κατάχρηση της χορηγηθείσας ενίσχυσης αναδιάρθρωσης. Ειδικότερα, η Επιτροπή επισήμανε ότι μεγάλο ποσό της ενίσχυσης δεν είχε χρησιμοποιηθεί ορθώς.

(54)

Επίσης, η Επιτροπή αμφέβαλλε εάν θα μπορούσε να δεχθεί το επικαιροποιημένο επιχειρηματικό σχέδιο βάσει του σημείου 10 του πρωτοκόλλου αριθ. 8, καθώς αυτό αφορά μια νέα επένδυση η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι χρήσιμη αλλά δεν ήταν αναγκαία για την αναδιάρθρωση της εταιρείας.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΟΛΩΝΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ

(55)

Οι πολωνικές αρχές εμμένουν στην άποψη ότι η AHW χρησιμοποίησε την κρατική εγγύηση σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις χορήγησής της και εξηγούν ότι:

α)

πρώτον, η εκκαθάριση της συναλλαγής πώλησης και επανεκμίσθωσης σχετιζόταν με τις επενδύσεις, οι οποίες περιγράφηκαν μόνον ως ένα πολύ γενικό μέτρο, χωρίς να προσδιορίζονται αναλυτικά οι τυχόν επενδύσεις·

β)

δεύτερον, αποτελούσε μέρος της χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης, δεδομένου ότι το κόστος της αναδιάρθρωσης ήταν 857 εκατ. PLN, καθόσον θεωρούν επίσης ως έξοδα αναδιάρθρωσης τις ζημίες και τις υποχρεώσεις. Η Πολωνία επισημαίνει ότι το εν λόγω ποσό περιλαμβάνει ζημίες ύψους 150 εκατ. PLN για τα έτη 2002 και 2003, οι οποίες αναφέρονται στον προβλεπόμενο ισολογισμό (σ. 79, ΑΕΣ του 2003). Επιπλέον, η εταιρεία είχε επίσης μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις ύψους 513,4 εκατ. PLN. Τα πρόσθετα έξοδα προέρχονται από την αναδιάρθρωση της απασχόλησης και επενδύσεις (190,5 εκατ. PLN)·

γ)

τρίτον, η συναλλαγή αποτελούσε μέρος της αναδιάρθρωσης του ενεργητικού, η οποία προβλεπόταν στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης. Επομένως, η εταιρεία αποφάσισε «να αντικαταστήσει τη συμφωνία επανεκμίσθωσης με ένα λιγότερο δαπανηρό χρηματοοικονομικό δάνειο» προκειμένου να μειώσει τις «αρνητικές συνέπειες στις ταμειακές ροές της από τις υπάρχουσες χρηματοοικονομικές οφειλές». Η Πολωνία ανέφερε ότι το μέτρο αυτό έπρεπε να ληφθεί επειγόντως, καθώς η HLW είχε φτάσει σε «σημείο εξάντλησης των χρηματοοικονομικών πόρων της».

(56)

Οι πολωνικές αρχές ισχυρίζονται περαιτέρω ότι η συναλλαγή πώλησης και επανεκμίσθωσης συνέβαλε επίσης στη βιωσιμότητα της εταιρείας, αλλά δεν τεκμηριώνουν τον εν λόγω ισχυρισμό.

(57)

Οι πολωνικές αρχές επιβεβαιώνουν ότι η χρονική στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης ήταν καθοριστικής σημασίας. Δηλώνουν, μάλιστα, ότι «υπήρξε ανάγκη κρατικής ενίσχυσης μόνον το 2003/2004», όταν υπήρξε ουσιαστικά χρηματοδοτικό έλλειμμα (17).

(58)

Οι πολωνικές αρχές επαναλαμβάνουν ότι η AHW εξόφλησε την ενίσχυση. Η κρατική εγγύηση επρόκειτο να είναι απλώς συμπληρωματική των λοιπών εξασφαλίσεων που παρασχέθηκαν για τη χορήγηση του δανείου. Συγκεκριμένα, στην τράπεζα παρασχέθηκε εμπράγματη ασφάλεια επί οικοπέδων και επί του συνόλου του πάγιου ενεργητικού, καθώς και επτά συναλλαγματικές. Επιπλέον, η Πολωνία παρέσχε στοιχεία σχετικά με διάφορα άλλα χρηματοδοτικά μέσα τα οποία χρησιμοποιούσε επίσης η HLW την εποχή εκείνη, και, ως εκ τούτου, ισχυρίζεται ότι η HLW θα μπορούσε να είχε εξασφαλίσει χρηματοδότηση στην αγορά χωρίς την εγγύηση.

(59)

Οι πολωνικές αρχές υπενθυμίζουν ότι η Arcelor δεν θα είχε αγοράσει την εταιρεία εάν δεν ήταν βέβαιη ότι η HLW «δικαιούταν την κρατική ενίσχυση που είχε λάβει για τους σκοπούς αναδιάρθρωσης».

(60)

Οι πολωνικές αρχές υπογραμμίζουν ότι η τροποποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης θα έχει ως αποτέλεσμα ένα ευρύτερο πρόγραμμα επενδύσεων από το προβλεπόμενο στο αρχικό σχέδιο και ότι το σύνολο των επενδύσεων έχει δεσμευθεί αμετάκλητα έως το τέλος του 2006 (δηλαδή έως τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης). Επομένως, οι πολωνικές αρχές πιστεύουν ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί πως υπάρχει κατάχρηση της ενίσχυσης, η δε προτεινόμενη τροποποίηση του σχεδίου πρέπει να θεωρηθεί συμβατή προς τους κοινοτικούς κανόνες.

(61)

Οι πολωνικές αρχές αναφέρουν ότι η επένδυση που προβλέπεται στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του 2005, δηλαδή η αντικατάσταση της εγκατάστασης μεσαίων διατομών, συζητείται ήδη από το 1997. Ωστόσο, από το 1997 έως το 2003 η εταιρεία δεν διέθετε επαρκείς ταμειακές ροές για τη χρηματοδότηση της εν λόγω επένδυσης. Μόνον όταν η Arcelor εξαγόρασε την εταιρεία υπήρξαν επαρκή κεφάλαια για τη χρηματοδότηση (18). Επιπλέον, η Πολωνία ισχυρίζεται ότι η γκάμα των προϊόντων προσδιορίσθηκε με γενικούς μόνον όρους στο ΑΕΣ του 2003 και η προσδιορισθείσα γκάμα δεν ήταν η βέλτιστη προκειμένου η εταιρεία να ανταποκριθεί στη μεταβαλλόμενη δομή της ζήτησης στην πολωνική αγορά, η οποία απαιτούσε προσαρμογή της γκάμας των προϊόντων της.

(62)

Οι πολωνικές αρχές ισχυρίζονται ότι οι τροποποιήσεις του ΑΕΣ του 2005 δεν έχουν αρνητικό αντίκτυπο στο πρωτόκολλο αριθ. 8. Το νέο πρόγραμμα είναι αναγκαίο για την επίτευξη «διαρκούς βιωσιμότητας». Η παρούσα βιωσιμότητα, η οποία επιτεύχθηκε κατά τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης, οφειλόταν μόνον στην ευνοϊκή κατάσταση της αγοράς και στη θετική σχέση τιμών/εσόδων/κόστους. Υπό την έννοια αυτή, οι πολωνικές αρχές ισχυρίζονται ότι η τεχνολογία παραγωγής χελωνών δεν εγγυάται την ανταγωνιστικότητα της εταιρείας μακροπρόθεσμα και πρέπει να αντικατασταθεί από μια σύγχρονη διαδικασία συνεχούς χύτευσης.

(63)

Οι πολωνικές αρχές υποστηρίζουν ότι ακόμη και αν η χορηγηθείσα ενίσχυση εκληφθεί ως πρόσθετη επιχειρησιακή ενίσχυση, πρέπει να θεωρηθεί ότι εξισορροπείται από τα αντισταθμιστικά μέτρα, δηλαδή την πρόσθετη μείωση της παραγωγικής ικανότητας της εταιρείας μετά την τροποποίηση της στρατηγικής. Οι πολωνικές αρχές επιβεβαιώνουν επίσης ότι η HLW δεν πραγματοποίησε όλες τις επενδύσεις της λόγω καθυστέρησης της αναδιάρθρωσης του ενεργητικού της.

(64)

Η Πολωνία ενημέρωσε επίσης την Επιτροπή σχετικά με το επιτόκιο που εφαρμόσθηκε στο δάνειο, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 41), καθώς και σχετικά με τα λοιπά έξοδα με τα οποία επιβαρύνθηκε, σε σχέση με το δάνειο και την εγγύηση, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 42).

V.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

(65)

Η δικαιούχος υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας και ακολούθως τηρήθηκε ενήμερη σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των πολωνικών αρχών.

(66)

Η AHW ισχυρίζεται ότι μεγάλο μέρος της ενίσχυσης χρησιμοποιήθηκε για την εξαγορά ορισμένων μισθωμένων στοιχείων ενεργητικού, με στόχο τη μείωση των χρηματοοικονομικών εξόδων. Επιπλέον, καθώς οι επενδύσεις αφορούσαν τα μισθωμένα ακίνητα, η εξαγορά τους μπορεί να θεωρηθεί μέρος της αναδιάρθρωσης.

(67)

Η δικαιούχος ισχυρίζεται επίσης ότι η εγγύηση χορηγήθηκε πριν από την προσχώρηση της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (η απόφαση του υπουργικού συμβουλίου λήφθηκε τον Δεκέμβριο του 2003) και, επομένως, εναπόκειτο στην πολωνική κυβέρνηση να καθορίσει τον σκοπό της ενίσχυσης. Επιπλέον, η εταιρεία αναφέρει ότι χρησιμοποίησε την ενίσχυση κατά τρόπο απολύτως σύμφωνο προς την απόφαση χορήγησης της εγγύησης.

(68)

Η AHW επαναλαμβάνει ότι το νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης θα εξυπηρετήσει τον σκοπό του παλαιού σχεδίου και ότι η αλλαγή στρατηγικής είναι αναγκαία για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της εταιρείας.

VI.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

1.   Εφαρμοστέο δίκαιο

(69)

Στο σημείο 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 8 ορίζεται ότι «παρά τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ, οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγεί η Πολωνία για αναδιάρθρωση συγκεκριμένων τομέων της πολωνικής χαλυβουργίας θεωρούνται συμβατές προς την κοινή αγορά», εφόσον πληρούνται, μεταξύ άλλων, οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο πρωτόκολλο.

(70)

Η περίοδος για τη χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης στην πολωνική χαλυβουργία βάσει της ευρωπαϊκής συμφωνίας παρατάθηκε από το Συμβούλιο μέχρι την προσχώρηση της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η εν λόγω ρύθμιση αναφερόταν στο πρωτόκολλο αριθ. 8 στο πλαίσιο της προσχώρησης της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τον σκοπό αυτό, το πρωτόκολλο αριθ. 8 καλύπτει το χρονικό πλαίσιο πριν και μετά την προσχώρηση της Πολωνίας στην ΕΕ. Ακριβέστερα, επιτρέπει περιορισμένη ενίσχυση αναδιάρθρωσης κατά την περίοδο 1997-2003 και απαγορεύει τη συνέχιση των κρατικών ενισχύσεων αναδιάρθρωσης προς την πολωνική χαλυβουργία κατά την περίοδο 1997-2006. Έτσι, διαφέρει από άλλες διατάξεις της συνθήκης προσχώρησης όπως ο προσωρινός μηχανισμός, που καθορίζεται στο παράρτημα IV («υφιστάμενη διαδικασία ενισχύσεων») που δεν αφορά παρά τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την προσχώρηση μόνον εφόσον «συνεχίζουν να εφαρμόζονται» μετά την ημερομηνία προσχώρησης. Συνεπώς, το πρωτόκολλο αριθ. 8 μπορεί να θεωρηθεί lex specialis, που για τα θέματα τα οποία αντιμετωπίζει, αντικαθιστά άλλες διατάξεις της πράξης προσχώρησης (19).

(71)

Δεδομένου ότι τα άρθρα 87 και 88 ΣΕΚ δεν αφορούν, εξ ορισμού, τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την προσχώρηση, οι διατάξεις του πρωτοκόλλου αριθ. 8 διευρύνουν τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ, σε οποιαδήποτε ενίσχυση αναδιάρθρωσης χορηγήθηκε στην πολωνική χαλυβουργία κατά τα έτη 1997-2006.

(72)

Μετά την προσχώρηση της Πολωνίας μπορεί να ληφθεί απόφαση βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ επειδή, ελλείψει ειδικών διατάξεων στο πρωτόκολλο αριθ. 8, ισχύουν οι συνήθεις κανόνες και αρχές. Συνεπώς, ισχύει επίσης ο κανονισμός αριθ. 659/1999 ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (εφεξής «ο διαδικαστικός κανονισμός») (20).

2.   Καταχρηστική εφαρμογή της ενίσχυσης

(73)

Στο σημείο 18 περίπτωση α) του πρωτοκόλλου αριθ. 8 παρέχεται στην Επιτροπή η εξουσία να λαμβάνει «ενδεδειγμένα μέτρα, απαιτώντας από την αφορώμενη εταιρεία να επιστρέψει τυχόν ενίσχυση που της έχει χορηγηθεί κατά παράβαση των όρων του παρόντος Πρωτοκόλλου» […], εφόσον από την παρακολούθηση της αναδιάρθρωσης προκύψει ότι «δεν έχουν τηρηθεί οι όροι των μεταβατικών ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο παρόν πρωτόκολλο».

(74)

Μετά την επίσημη έρευνα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Πολωνία δεν ήταν σε θέση να άρει τις αμφιβολίες της σχετικά με την καταχρηστική εφαρμογή της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εταιρεία δεν εφάρμοσε ορθά το σχέδιο αναδιάρθρωσής της, όπως προβλέπεται ρητά στο σημείο 9 περιπτώσεις α) και η) του πρωτοκόλλου αριθ. 8. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι, από τους διαθέσιμους χρηματοδοτικούς πόρους (περίπου 34 εκατ. EUR), μόνον ένα ασήμαντο μέρος χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σύμφωνα με το ΑΕΣ του 2003, ενώ το υπόλοιπο, δηλαδή 31,2 εκατ. EUR, χρησιμοποιήθηκε για σκοπούς που δεν αναφέρονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης.

(75)

Προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμά της, η Επιτροπή αξιολόγησε, προτού εξετάσει το ποσό της ενίσχυσης, πρώτα τι είδους μέτρα είχαν προβλεφθεί στο αρχικό σχέδιο αναδιάρθρωσης, έπειτα κατά πόσον τα μέτρα που εφαρμόσθηκαν από την εταιρεία ήταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ασυμβίβαστα με την κοινή αγορά και, στη συνέχεια, τον αντίκτυπο του ασυμβίβαστου χαρακτήρα της καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσας ενίσχυσης στο συνολικό σχέδιο. Το ερώτημα κατά πόσον το νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης μπορεί να μεταβάλει το συμπέρασμα αυτό εξετάζεται στο επόμενο κεφάλαιο (3).

α)   Πεδίο της αναδιάρθρωσης που προβλέπεται στο αρχικό επενδυτικό σχέδιο

(76)

Η Επιτροπή αποσαφηνίζει πρώτα το πεδίο του ΑΕΣ του 2003 και εξετάζει κατά πόσον το σχέδιο αυτό κάλυπτε την εκκαθάριση της συναλλαγής πώλησης και επανεκμίσθωσης των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού, για την οποία χρησιμοποιήθηκε κυρίως η ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(77)

Όπως προαναφέρθηκε (αιτιολογική σκέψη 34), κύριος σκοπός του σχεδίου αναδιάρθρωσης ήταν να διασφαλισθεί η υλοποίηση ορισμένων μέτρων αναγκαίων για την εμπρόθεσμη αποκατάσταση της βιωσιμότητας της HLW και αφορούσε κυρίως επενδύσεις και χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση. Το πρόγραμμα έδινε έμφαση στην επίτευξη της αναδιάρθρωσης της εταιρείας το 2002 και το 2003.

(78)

Πρώτον, βάσει του ΑΕΣ του 2003, η HLW επρόκειτο να επενδύσει [150-220] εκατ. PLN. Ωστόσο, τόσο η δικαιούχος όσο και οι πολωνικές αρχές φαίνεται να συμπεραίνουν ότι η αγορά των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού μπορεί να θεωρηθεί μέρος του προγράμματος επενδύσεων. Η Πολωνία ισχυρίζεται ότι οι επενδύσεις περιγράφηκαν ως ένα πολύ γενικό μέτρο, χωρίς να προσδιορίζεται αναλυτικά οποιαδήποτε επένδυση. Επιπλέον, η δικαιούχος ισχυρίζεται ότι η αγορά ήταν αναγκαία για τη διαδικασία αναδιάρθρωσης, «καθώς η μονάδα δεν μπορούσε να λειτουργήσει κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης χωρίς τις εν λόγω εγκαταστάσεις».

(79)

Η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί τα επιχειρήματα αυτά. Είναι προφανές ότι, στο ΑΕΣ του 2003, οι επενδύσεις που αναφέρονται στο σημείο 4.4. προβλέφθηκαν βάσει κόστους (πίνακας 21 του ΑΕΣ του 2003, ο οποίος παρατίθεται ως πίνακας 1 στην αιτιολογική σκέψη 18) ανωτέρω), αντικειμένου (πίνακας 22 του ΑΕΣ του 2003) και χρόνου (πίνακας 23 του ΑΕΣ του 2003). Δεν υπήρχε περιθώριο για οποιαδήποτε εκκαθάριση της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού. Στην πραγματικότητα, η απόπειρα αυτή καταδεικνύει μάλλον ότι ούτε οι πολωνικές αρχές ούτε η δικαιούχος διέκριναν οποιαδήποτε εύλογη αιτιολογία για την εκκαθάριση της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης. Διαφορετικά, θα την είχαν περιλάβει στο σχέδιο αναδιάρθρωσης.

(80)

Δεύτερον, το ΑΕΣ του 2003 προβλέπει περιορισμένη χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση. Στα έγγραφα που υπέβαλαν μεταγενέστερα, οι πολωνικές αρχές ισχυρίσθηκαν ότι το ποσό της εξαγοράς των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού πρέπει να περιληφθεί στη χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση (21). Ισχυρίζονται ότι η χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση κάλυπτε επίσης υφιστάμενες ζημίες ύψους 150 εκατ. PLN και αναδιάρθρωση χρεών ύψους 513 εκατ. PLN, και καταλήγουν με τον τρόπο αυτό σε συνολικά έξοδα αναδιάρθρωσης ύψους περίπου 858 εκατ. PLN.

(81)

Ωστόσο, η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί ότι οι υφιστάμενες ζημίες ύψους 150 εκατ. PLN και η αναδιάρθρωση χρεών ύψους 513 εκατ. PLN αποτελούν έξοδα αναδιάρθρωσης. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 22, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ότι στο σημείο 4.7 του ΑΕΣ του 2003 αναφέρεται ότι «η εταιρεία προτίθεται να αναδιοργανώσει τις υποχρεώσεις ύψους 513 εκατ. PLN». Ωστόσο, δεν αναφέρεται ότι τούτο εντάσσεται κατ’ ανάγκη στο πλαίσιο των μέτρων αναδιάρθρωσης. Πράγματι, στο σημείο 3.2 αναφέρονταν ως μέτρα αναδιάρθρωσης μόνον «η εξόφληση βραχυπρόθεσμων δανείων και η πώληση περιττών στοιχείων ενεργητικού που δεν συνδέονται με την παραγωγή».

(82)

Επιπλέον, δεν συνηθίζεται επίσης να θεωρούνται όλα τα είδη ζημιών απλώς ως έξοδα αναδιάρθρωσης, όπως ισχυρίζεται η Πολωνία. Το παθητικό του ισολογισμού δεν ισοδυναμεί κατ’ ανάγκη με το κόστος της αναδιάρθρωσης, καθώς τέτοιου είδους υποχρεώσεις αποτελούν μέρος της συνήθους επιχειρηματικής λειτουργίας. Είναι αλήθεια ότι οι υπερβολικές υποχρεώσεις ενδέχεται να προκαλέσουν δυσκολίες, αλλά στην περίπτωση αυτή η αναδιάρθρωση πρέπει να προσδιορίζει συγκεκριμένα μέτρα, όπως εισφορά κεφαλαίων ή δάνεια ή συμφωνίες αναδιάρθρωσης του χρέους για την κάλυψη των υποχρεώσεων. Το σχέδιο δεν περιλαμβάνει κανένα από τα εν λόγω μέτρα για τη χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση (σημείο 4.7, πέμπτη παράγραφος).

(83)

Πράγματι, στο ΑΕΣ του 2003 αναφέρεται, στο σημείο 4.7, ότι απαιτούνται μόνον 363 εκατ. PLN για τη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης. Το ποσό αυτό είναι κατώτερο του συνολικού υφιστάμενου χρέους των 513 εκατ. PLN. Επιπλέον, το ποσό των 60 εκατ. PLN που αναφέρεται στο σημείο 4.7 φαίνεται να αφορά μελλοντικό κεφάλαιο κίνησης. Επομένως, για την αναδιάρθρωση επρόκειτο να διατεθούν το πολύ 300 εκατ. PLN (βλ. ανωτέρω αιτιολογική σκέψη 30).

(84)

Ωστόσο, η χρήση των 300 εκατ. PLN αποσαφηνίζεται στο σημείο 4.12.1 του ΑΕΣ του 2003 που αφορά τα έξοδα και τους πόρους του προγράμματος. Στο συγκεκριμένο σημείο διευκρινίζεται ότι απαιτείται συνολική χρηματοοικονομική κάλυψη ύψους 219 εκατ. PLN για το διάστημα 2002-2003. Δεδομένου ότι το εν λόγω ποσό επρόκειτο να καλύψει επίσης επενδύσεις, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 26, τα κεφάλαια που απέμεναν για τη χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση ανέρχονταν μόνον σε […] εκατ. PLN.

(85)

Το ποσό των 81,5 εκατ. PLN δεν θα κάλυπτε ούτε το ποσό της εξόφλησης των υποχρεώσεων της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης. Στο σημείο 3.2. αναφέρεται σαφώς ότι η χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση θα αφορούσε μόνον τις βραχυπρόθεσμες οφειλές. Επομένως, η χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση που περιλήφθηκε στο σχέδιο περιοριζόταν σε 81,5 εκατ. PLN, ποσό όμως το οποίο δεν κάλυπτε την εξόφληση των υποχρεώσεων της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης, οι οποίες, καθώς επρόκειτο να εξοφληθούν έως το 2010, αποτελούσαν σαφώς μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις. Επομένως, η εξόφληση των υποχρεώσεων της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο της χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης που θα πρέπει να καλυφθεί από την ενίσχυση.

(86)

Τέλος, ελλείψει αντίθετου ισχυρισμού, οι πολωνικές αρχές φαίνεται να δέχονται ότι η εκκαθάριση της συναλλαγής πώλησης και επανεκμίσθωσης δεν αποτελούσε μέρος της αναδιάρθρωσης του ενεργητικού. Ωστόσο, παραπέμπουν έμμεσα στην αναδιάρθρωση του ενεργητικού όταν αναφέρουν ένα απόσπασμα από την ενότητα που αφορά την αναδιάρθρωση του ενεργητικού: «η ανωτέρω πώληση θα επιτρέψει στην Huta L.W να εξοφλήσει μέρος των δανείων της και να διατηρήσει χρηματοοικονομική ρευστότητα» (σημείο 64 της επιστολής της 4ης Ιουνίου).

(87)

Ωστόσο, οι πολωνικές αρχές δεν ανέφεραν ότι δεν διευκρινίζεται πουθενά ότι η τροποποίηση του χρονοδιαγράμματος εξόφλησης πρέπει να αφορά το σύνολο των υποχρεώσεων των σχετικών με την πώληση και επανεκμίσθωση, ενώ σε αρκετά σημεία του σχεδίου δηλώνεται ότι η αναδιάταξη αφορά μόνον τα μη παραγωγικά στοιχεία του ενεργητικού. Η δήλωση αυτή επαναλαμβάνεται δύο φορές στο ίδιο κεφάλαιο, από το οποίο προέρχεται η προαναφερθείσα αναφορά των πολωνικών αρχών. Μάλιστα, στο σημείο αυτό αναφέρεται ρητά ότι ορισμένες οφειλές που απορρέουν από τη συμφωνία πώλησης και επανεκμίσθωσης, και συγκεκριμένα εκείνες που αφορούν μη παραγωγικά στοιχεία ενεργητικού (βλ. σημείο 4.12.1 του ΑΕΣ του 2003), θα αποτελέσουν το αντικείμενο αναδιάρθρωσης του ενεργητικού. Πρόκειται για τα λεγόμενα σχέδια των 100 εκταρίων και των 88 εκταρίων. Σκοπός της συγκεκριμένης αναδιάρθρωσης του ενεργητικού ήταν η απελευθέρωση πόρων για την πραγματοποίηση των επενδύσεων. Με τον τρόπο αυτό θα μειωνόταν ταυτόχρονα το χρηματοοικονομικό κόστος του χρέους. Ωστόσο, δεν παρέχεται καμία ένδειξη σχετικά με το γεγονός ότι το σύνολο των υποχρεώσεων της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης πρέπει να προεξοφληθεί προκειμένου να μειωθούν τα χρηματοοικονομικά έξοδα. Αντίθετα, στόχος της αναδιάρθρωσης του ενεργητικού είναι μόνον η «μείωση» των χρηματοοικονομικών εξόδων, όχι η εξάλειψή τους.

(88)

Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη τους χρηματοοικονομικούς περιορισμούς που αντιμετώπιζε η HLW, η Επιτροπή δεν βλέπει κανέναν λόγο για τον οποίο η HLW έπρεπε να θέσει ως στόχο την αγορά των παραγωγικών στοιχείων του ενεργητικού της, ενώ η εξόφληση προβλεπόταν για μεταγενέστερο στάδιο. Πράγματι, δεν αναφέρεται πουθενά ότι η σύμβαση μίσθωσης θα αποτελούσε εμπόδιο στην αναδιάρθρωση. Ειδικότερα, στο σημείο 4.12 του ΑΕΣ του 2003 δεν υποστηρίζεται κάτι τέτοιο, καθώς αναφέρεται μόνον ότι, πωλώντας ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού, τα οποία είχαν προσδιορισθεί προηγουμένως ως μη παραγωγικά, η HLW θα ήταν σε θέση να μειώσει τα έξοδα εξυπηρέτησης της σύμβασης μίσθωσης. Κάτι τέτοιο είναι λογικό μόνον εάν τα στοιχεία ενεργητικού επρόκειτο να πωληθούν προκειμένου να αποπληρωθεί (μερικώς) το δάνειο και να απαλλαγεί με τον τρόπο αυτό η HLW από την καταβολή τόκων επί του δανείου. Ωστόσο, αυτό δεν συνδέεται με κανέναν τρόπο με την εξαγορά των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού, η οποία δεν θα παρήγαγε μετρητά, αφού τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού επρόκειτο να διατηρηθούν από την εταιρεία.

(89)

Επομένως, η εξαγορά των παραγωγικών στοιχείων του ενεργητικού δεν προβλεπόταν στο ΑΕΣ του 2003. Άρα, η HLW χρησιμοποίησε την ενίσχυση για έναν σκοπό ο οποίος δεν καλυπτόταν από το σχέδιο αναδιάρθρωσης που αποτέλεσε τη βάση για την έγκριση της ενίσχυσης. Αυτό σημαίνει ότι η ενίσχυση χρησιμοποιήθηκε κατά παράβαση του ΕΠΑ και της απόφασης έγκρισης, δηλαδή του πρωτοκόλλου αριθ. 8. Σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο ζ) του διαδικαστικού κανονισμού, η εν λόγω πράξη μπορεί να θεωρηθεί κατάχρηση, καθώς η τελευταία ορίζεται ως χρησιμοποίηση της ενίσχυσης κατά παράβαση της απόφασης έγκρισης της κρατικής ενίσχυσης (22).

β)   Ασυμβατότητα της καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσας ενίσχυσης

(90)

Αφού εξακριβώθηκε ότι η χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση δεν χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, πρέπει να καταδειχθεί ότι η εν λόγω καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσα ενίσχυση είναι επίσης ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

(91)

Τυπικά, αυτό μπορεί ήδη να συναχθεί από το γεγονός ότι, πρώτον, η εταιρεία δεν χρησιμοποίησε την ενίσχυση σύμφωνα με το σχέδιο αναδιάρθρωσης το οποίο υποχρεούται, βάσει του πρωτοκόλλου αριθ. 8, να εφαρμόζει ορθά και, δεύτερον, ότι κάθε άλλη κρατική ενίσχυση εκτός του σχεδίου αναδιάρθρωσης, του ΕΠΑ και του πρωτοκόλλου αριθ. 8 είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά βάσει του σημείου 18 του πρωτοκόλλου αριθ. 8.

(92)

Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι δεν μπορεί να θεωρήσει την πραγματική χρήση της ενίσχυσης συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, παρά την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της AHW. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επιθυμεί να διευκρινίσει ότι, παρότι η δικαιούχος αμφιβάλλει για την επάρκεια της παρούσας βιωσιμότητάς της, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η αντίληψή της για τη βιωσιμότητα αποκλίνει από τον τρόπο με τον οποίο καθορίζεται η βιωσιμότητα στο παράρτημα 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 8. Η αντίληψη αυτή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 8, παρακολουθήθηκε από αμφότερους τους συμβαλλομένους και δεν είναι δυνατόν να μεταβληθεί αναδρομικά από τη δικαιούχο.

(93)

Ωστόσο, η Επιτροπή επαναλαμβάνει, πρώτον, ότι η συμβατότητα δεν προκύπτει απλώς από το γεγονός ότι η HLW κατέστη, πράγματι, εκ νέου βιώσιμη το 2006. Στην πραγματικότητα, η αποκατάσταση της βιωσιμότητας δεν επαρκεί αφεαυτή για να καταστήσει ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά. Πρέπει να διασφαλίζεται, επιπλέον, ότι η αποκατάσταση της βιωσιμότητας επιτυγχάνεται με το ελάχιστο ποσό κρατικής ενίσχυσης που είναι αναγκαίο για την αναδιάρθρωση και ότι έχουν εφαρμοστεί αντισταθμιστικά μέτρα. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι οι εν λόγω όροι αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 της ευρωπαϊκής συμφωνίας, στο οποίο παραπέμπει το σημείο 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 8. Ειδικότερα, η έννοια σύμφωνα με την οποία η κρατική ενίσχυση πρέπει να είναι η ελάχιστη απαραίτητη συνεπάγεται ότι η ενίσχυση δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση επενδύσεων ή μέτρων που δεν είναι απαραίτητα για την αναδιάρθρωση (23).

(94)

Δεύτερον, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το πρόγραμμα, δηλαδή τα μέτρα αναδιάρθρωσης και οι προβλεπόμενοι πόροι για τη χρηματοδότησή τους, πρέπει να διασφαλίζουν εκ των προτέρων την επίτευξη της βιωσιμότητας. Στην πραγματικότητα, το ΑΕΣ του 2003 έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην υλοποίηση και την επιτάχυνση του ρυθμού των επενδύσεων, στο πλαίσιο της χρήσης της κρατικής ενίσχυσης. Στο επιχειρηματικό σχέδιο αναφερόταν ότι επενδύσεις θα πραγματοποιούνταν νωρίτερα, το 2003, χάρη στην ενδιάμεση πίστωση. Επιπλέον, αναφέρεται ότι η αναδιάρθρωση του ενεργητικού αναμενόταν να λάβει χώρα το 2004 και το 2005, δηλαδή προφανώς πολύ αργά για την υλοποίηση του προγράμματος επενδύσεων. Επομένως, το δάνειο χορηγήθηκε για την κάλυψη του χρηματοδοτικού ελλείμματος. Πράγματι, στην εισαγωγή του σχεδίου επαναλαμβάνεται ότι «η υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης σύμφωνα με το θεσπισθέν χρονοδιάγραμμα και η συνέχιση της επιχείρησης θα απαιτήσουν την αναγκαία ενδιάμεση πίστωση». Συμπερασματικά, η ενδιάμεση πίστωση θεωρήθηκε απαραίτητη προκειμένου να επισπευσθούν οι επενδύσεις βάσει συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος.

(95)

Επομένως, το γεγονός ότι η HLW επέλεξε να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού, αντί να προβεί εμπρόθεσμα σε επενδύσεις, υποδηλώνει ότι η ενέργεια της HLW έθετε εκ των προτέρων σε κίνδυνο τις πιθανότητές της να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητά της. Στην πραγματικότητα, οι πολωνικές αρχές δεν γνωστοποίησαν οποιονδήποτε λόγο για τον οποίο, τον Αύγουστο του 2003, όταν η HLW υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση της εγγύησης, η κατάσταση είχε αλλάξει, δεδομένου ότι είχαν περάσει μόλις πέντε μήνες από την τελευταία επικαιροποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης τον Μάρτιο του 2003. Επομένως, η εν λόγω χρήση της ενίσχυσης δεν συνιστούσε υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης αλλά μάλλον, δεδομένου ότι οι επενδύσεις συνδέονταν με ένα χρονοδιάγραμμα, παρακώλυση της ορθής εφαρμογής του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Έτσι, εκ των προτέρων, η εταιρεία έθεσε σαφώς σε κίνδυνο τη βιωσιμότητά της παρά το γεγονός ότι την αποκατέστησε αργότερα.

(96)

Είναι αλήθεια ότι οι χρηματοοικονομικοί πόροι είναι εναλλάξιμοι και το γεγονός ότι η κρατική ενίσχυση δεν χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με το σχέδιο μπορεί να σημαίνει ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης μπορούσε να χρηματοδοτηθεί με άλλα μέσα, τα οποία είχαν προβλεφθεί αρχικά για άλλους σκοπούς για τους οποίους τελικά χρησιμοποιήθηκε η ενίσχυση. Ωστόσο, μια τέτοια επιχειρηματολογία δεν είναι αποδεκτή στην περίπτωση ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης στο οποίο τα χρηματοοικονομικά μέσα της εταιρείας πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον αναπροσανατολισμό της εταιρείας και, λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η εταιρεία, δεν πρέπει να διατίθενται κονδύλια για άλλα σχέδια εκτός του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Επομένως, η χρήση των κεφαλαίων του εγγυημένου από το κράτος δανείου, για την εξόφληση του δανείου του σχετικού με τα παραγωγικά στοιχεία του ενεργητικού, είναι ένας παράγοντας που αιτιολογεί τη μείωση των δραστηριοτήτων αναδιάρθρωσης σε άλλους τομείς, και ιδίως των δραστηριοτήτων εμπρόθεσμης υλοποίησης των προαναφερθεισών επενδύσεων.

(97)

Επιπλέον, η Επιτροπή δεν αντιλαμβάνεται την έννοια του ισχυρισμού που προβάλλουν οι πολωνικές αρχές και η δικαιούχος σύμφωνα με τον οποίο το 2003 η εταιρεία βρισκόταν σε τόσο δεινή χρηματοοικονομική κατάσταση ώστε δεν ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε επένδυση. Ως προς αυτό, η Επιτροπή αδυνατεί να κατανοήσει για ποιον λόγο μια εταιρεία σε μια τέτοια κατάσταση θα επέλεγε την αποπληρωμή μιας μακροπρόθεσμης οφειλής αντί άλλων μέτρων που προσδιορίσθηκαν ως αναγκαία για την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς της.

(98)

Τέλος, δεν έχει σημασία το γεγονός ότι η εταιρεία προσφέρεται τώρα να πραγματοποιήσει τις επενδύσεις που δεν πραγματοποίησε το 2004, καθώς η υλοποίηση συνδεόταν με ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα το οποίο θεωρήθηκε ο μόνος τρόπος για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας έως το τέλος του 2006. Η εν λόγω παράβαση είναι οριστική και δεν μπορεί επίσης να αποφευχθεί με τροποποίηση του επιχειρηματικού σχεδίου. Τούτο δε, παρά το γεγονός ότι στο ΑΕΣ του 2005 προβλέπονται συμπληρωματικές επενδύσεις, καθώς αυτές δεν μπορούν να επανορθώσουν την κατάχρηση της ενίσχυσης.

(99)

Τρίτον, ακόμη και αν η HLW κατέληγε τον Αύγουστο του 2003 στο συμπέρασμα ότι οι επενδύσεις δεν ήταν πλέον αναγκαίες για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας, αυτό θα σήμαινε ότι η HLW είχε αναφέρει υπερβολικά υψηλά έξοδα αναδιάρθρωσης στο ΑΕΣ του 2003 και ότι η χορηγηθείσα ενίσχυση δεν ήταν αναγκαία για την αναδιάρθρωση. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί απίθανο να άλλαξε η εταιρεία γνώμη μόλις 5 μήνες μετά την κατάρτιση του ΑΕΣ του 2003 (το Μάρτιο του 2003), όταν, τον Αύγουστο του 2003, υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση της εγγύησης, επιβεβαιώνοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος προοριζόταν για την εξόφληση του δανείου σχετικά με τα παραγωγικά στοιχεία του ενεργητικού. Προκειμένου να τεκμηριωθεί η διαπίστωση αυτή, η εταιρεία θα έπρεπε, σε κάθε περίπτωση, να έχει εγκαίρως αναφέρει το γεγονός αυτό στην Επιτροπή, πράγμα το οποίο δεν έπραξε.

(100)

Εντούτοις, ακόμη και αν οι επενδύσεις δεν ήταν αναγκαίες, ο επαναπροσανατολισμός των πόρων για την εξόφληση της πώλησης και επανεκμίσθωσης των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού δεν φαίνεται να μπορεί να δικαιολογηθεί ως κόστος αναδιάρθρωσης. Στην πραγματικότητα, η χρηματοδότηση για την εξόφληση των υποχρεώσεων της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης των παραγωγικών στοιχείων του ενεργητικού είχε προγραμματιστεί και μπορούσε να είχε καταλήξει σε εξόφληση μετά τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης. Μπορεί να αληθεύει ότι είχε ως αποτέλεσμα χρηματοοικονομικές επιβαρύνσεις, αλλά αυτές φαίνεται να λήφθηκαν υπόψη στις χρηματοοικονομικές προβλέψεις του ΑΕΣ του 2003. Έτσι, καθώς τα στοιχεία ενεργητικού δεν μπορούσαν να πωληθούν, η μόνη συνέπεια της εξόφλησης ήταν η απαλλαγή από τα χρηματοοικονομικά έξοδα, εξασφαλίζοντας πρόσθετη ρευστότητα για την HLW. Αυτό σημαίνει ότι η HLW εξασφάλισε συμπληρωματικούς χρηματοοικονομικούς πόρους οι οποίοι μπορούν να θεωρηθούν επιχειρησιακή ενίσχυση, η οποία θα μπορούσε ακόμη να έχει ως αποτέλεσμα τη λήψη μέτρων που θα συνεπάγονταν υπερβολική στρέβλωση της αγοράς. Επομένως, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι τα εν λόγω μέτρα θα είχαν εγκριθεί, εάν είχαν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή. Επίσης, εάν οι επενδύσεις δεν ήταν πραγματικά αναγκαίες, η πραγματική χρήση της ενίσχυσης θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

(101)

Τέλος, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί το επιχείρημα της δικαιούχου ότι η εγγύηση χρησιμοποιήθηκε σύμφωνα με την κυβερνητική απόφαση και ότι η κυβέρνηση ήταν αρμόδια να καθορίσει τον σκοπό της ενίσχυσης. Ωστόσο, η Επιτροπή σημειώνει ότι το γεγονός αυτό δεν έχει αντίκτυπο στη συμβατότητα της εγγύησης, η οποία πρέπει να καθορισθεί σύμφωνα με το πρωτόκολλο αριθ. 8 και το ΑΕΣ του 2003, που δεν προβλέπουν ενίσχυση για τον σκοπό που εγκρίθηκε από την κυβέρνηση στον απόφαση χορήγησης της εγγύησης.

(102)

Εν όψει των ανωτέρω, η Επιτροπή υποχρεούται να συμπεράνει ότι η ενίσχυση χρησιμοποιήθηκε κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς τα σημεία 9 και 18 του πρωτοκόλλου αριθ. 8. Ως εκ τούτου, είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

γ)   Συνέπειες του ασυμβίβαστου της καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσας ενίσχυσης στο σύνολο του σχεδίου αναδιάρθρωσης

(103)

Τέλος, πρέπει να καθορισθεί ο αντίκτυπος του ασυμβίβαστου της καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσας ενίσχυσης.

(104)

Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή επιθυμεί να τονίσει καταρχάς ότι από την παρούσα έρευνα δεν προέκυψε ότι ορισμένα έξοδα αναδιάρθρωσης ήταν περιττά, αλλά ότι τμήμα των κρατικών κεφαλαίων χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικώς. Μπορεί να αληθεύει ότι ορισμένες επενδύσεις μπορούσαν να είχαν ακυρωθεί, υπό ιδανικές συνθήκες, κατόπιν εξασφάλισης της έγκρισης της Επιτροπής. Αυτό θα σήμαινε ότι το πραγματικό κόστος της αναδιάρθρωσης ήταν χαμηλότερο και θα έπρεπε να επιστραφεί το αντίστοιχο τμήμα της ενίσχυσης· την προσέγγιση αυτή δέχθηκε η Επιτροπή σε προηγούμενες υποθέσεις αναδιάρθρωσης εταιρειών του κλάδου της χαλυβουργίας (24). Ωστόσο, στην προκείμενη περίπτωση, το ζήτημα δεν είναι απλώς και μόνο ότι ορισμένα έξοδα αναδιάρθρωσης αποδείχθηκαν περιττά, αλλά, όπως προαναφέρθηκε, ότι το σύνολο της χρηματοδότησης μέρους της αναδιάρθρωσης (δηλαδή τα 31,2 εκατ. EUR) κατέστη άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι η ενδιάμεση πίστωση χρησιμοποιήθηκε εκ των προτέρων σχεδόν πλήρως κατά τρόπο που δεν ήταν σύμφωνος με το επιχειρηματικό σχέδιο και έθεσε σε κίνδυνο την αποκατάσταση της βιωσιμότητας ή, από τη στιγμή που έλαβε χώρα η αλλαγή, παρέσχε στην εταιρεία πλεόνασμα μετρητών το οποίο πρέπει να επιστραφεί. Επιπλέον, η εν λόγω κατάχρηση δεν είναι δυνατόν να επανορθωθεί αναδρομικά με την υλοποίηση μεταγενέστερων επενδύσεων από την εταιρεία, καθώς τα κεφάλαια χορηγήθηκαν προκειμένου να καταστούν εφικτές η χρηματοδότηση επενδύσεων και η χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση σε δεδομένη χρονική στιγμή. Ο καθορισμένος στόχος της ενίσχυσης ήταν ήδη παρωχημένος το 2005. Στην πραγματικότητα, εάν η αναδιάρθρωση είχε προγραμματιστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, δεν θα είχε απαιτηθεί καμία ενίσχυση, και ιδίως η ενδιάμεση πίστωση για την οποία χορηγήθηκε η κρατική εγγύηση. Επομένως, η καταχρηστική εφαρμογή αφορά όλα τα κεφάλαια που παρασχέθηκαν βάσει της ενδιάμεσης πίστωσης, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την πώληση και επανεκμίσθωση των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού.

(105)

Η Επιτροπή γνωρίζει επίσης ότι η ύπαρξη πλεονάσματος πόρων κατά τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο και ότι μια εταιρεία δεν πρέπει να τιμωρείται επειδή πέτυχε καλύτερα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα εκ των προτέρων. Ωστόσο, κάτι τέτοιο πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα καλύτερα επιχειρηματικά αποτελέσματα, παρέχοντας, για παράδειγμα, στην εταιρεία κάποια περιθώρια ώστε να επισπεύσει την εξόφληση οφειλών. Αυτό δεν σημαίνει ότι η εταιρεία μπορεί να επαναπροσανατολίσει το σύνολο σχεδόν της ενίσχυσης σε σκοπούς που δεν αναφέρονται στο επιχειρηματικό σχέδιο.

(106)

Δεύτερον, πρέπει να υπενθυμιστεί το γεγονός ότι η εταιρεία επωφελήθηκε επίσης από αρκετά άλλα μέτρα κρατικής ενίσχυσης, όπως από τη διαγραφή χρεών και τη χρησιμοποίηση μέρους του εγγυημένου δανείου για τη χρηματοδότηση επενδύσεων. Τα εν λόγω μέτρα υλοποιήθηκαν σύμφωνα με το σχέδιο και συνέβαλαν στην επίτευξη της βιωσιμότητας της εταιρείας.

(107)

Εντούτοις, θα μπορούσε να υποτεθεί ότι το σύνολο της αναδιάρθρωσης απέτυχε, καθώς το σχέδιο υλοποιήθηκε μόνον μερικώς και, εκ των προτέρων, μόνον η πλήρης υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης φαινόταν να διασφαλίζει την αποκατάσταση της βιωσιμότητας. Ωστόσο, στο συγκεκριμένο πλαίσιο έχει σημασία το γεγονός ότι η εταιρεία κατάφερε πράγματι να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητά της (25). Αυτό ισχύει τουλάχιστον στο βαθμό που η εταιρεία δεν έλαβε πλεονάζουσα ενίσχυση η οποία δεν ήταν αναγκαία για την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς της. Τούτο σημαίνει ότι η αντιστάθμιση του εν λόγω πλεονεκτήματος θα επέτρεπε την αποκατάσταση της πρότερης κατάστασης, δηλαδή την επανόρθωση των επιπτώσεων από τη χορήγηση της υπερβολικής ενίσχυσης. Στην προκείμενη περίπτωση, τα λοιπά μέτρα, τα οποία υλοποιήθηκαν σύμφωνα με το σχέδιο, ενδέχεται πράγματι να συνέβαλαν στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας. Επομένως, μπορούν να θεωρηθούν συμβιβάσιμα, υπό τον όρο της επιστροφής της πλεονάζουσας ενίσχυσης.

(108)

Επομένως, καθώς τα υπόλοιπα μέτρα διασφάλισαν πράγματι την αποκατάσταση της βιωσιμότητας με την ελάχιστη αναγκαία ενίσχυση, η Επιτροπή μπορεί να συμπεράνει ότι μόνον το ποσό του εγγυημένου δανείου, και όχι το συνολικό ποσό της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης, χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικώς και ότι τα λοιπά μέτρα που προβλέπονται στο ΑΕΣ του 2003 παρέμειναν συμβιβάσιμα.

δ)   Στοιχείο ενίσχυσης του καταχρηστικώς χρησιμοποιηθέντος μέρους του εγγυημένου δανείου

(109)

Τέλος, πρέπει να καθορισθεί το στοιχείο ενίσχυσης του εγγυημένου από το κράτος δανείου ύψους 31 245 684 EUR. Καταρχήν, η ένταση ενίσχυσης μιας εγγύησης μπορεί να αντιπροσωπεύει το 100 % (26).

(110)

Η Επιτροπή αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι η εγγύηση ως μορφή ενίσχυσης είχε στην προκείμενη περίπτωση περιορισμένες στρεβλωτικές συνέπειες, δεδομένου ότι το δάνειο για το οποίο η HLW εξασφάλισε εγγύηση εξοφλήθηκε από την Arcelor ένα έτος αργότερα. Επομένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι, προκειμένου να αντισταθμιστούν όλα τα πλεονεκτήματα που απέκτησε η εταιρεία, απαιτείται να ανακτηθεί μόνον η επιδότηση επιτοκίου που παρασχέθηκε με την εγγύηση για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο τα χρήματα του δανείου βρίσκονταν στη διάθεση της εταιρείας. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι η εταιρεία είχε ακόμη κάποιες πιθανότητες να εξασφαλίσει χρηματοδότηση και μπορούσε να παράσχει επαρκείς εγγυήσεις. Αυτό επιβεβαιώνεται στη σύμβαση εγγύησης, η οποία απαιτούσε εξασφάλιση.

(111)

Σύμφωνα με πάγια πρακτική της Επιτροπής, η επιδότηση επιτοκίου ισοδυναμεί με τη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου που θα έπρεπε να είχε καταβληθεί σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και του επιτοκίου που πραγματικά κατέβαλε η εταιρεία. Το επιτόκιο αγοράς στην προκείμενη περίπτωση υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο αναφοράς κατά τον χρόνο διάθεσης των κονδυλίων (Αύγουστος 2004) επαυξημένο κατά 400 σημεία βάσης, δεδομένου ότι η HLW δεν ήταν βιώσιμη το 2004 (βλ. ανωτέρω αιτιολογική σκέψη 46), αλλά ήταν μια προβληματική επιχείρηση (27). Η καθιερωμένη πρακτική της Επιτροπής δεν επιτρέπει μικρότερη επαύξηση από τις 400 σημεία βάσης (28). Ωστόσο, δεν απαιτείται περαιτέρω αύξηση, καθώς η εταιρεία παρέσχε εγγυήσεις και ο κλάδος της χαλυβουργίας σημείωσε ικανοποιητικές επιδόσεις το 2004.

(112)

Καθώς το δάνειο χορηγήθηκε όχι σε PLN αλλά σε ευρώ, η Επιτροπή εφαρμόζει το επιτόκιο αναφοράς της ευρωζώνης, δηλαδή 4,43 %. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το όφελος που πραγματικά επιτεύχθηκε πρέπει να αξιολογηθεί συγκρίνοντας τους όρους που εξασφάλισε η εταιρεία με εκείνους που θα είχε εξασφαλίσει υπό τους όρους της αγοράς (χωρίς την κρατική εγγύηση). Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική στην αγορά, ο τόκος της πίστωσης καθορίζεται βάσει του επιτοκίου αναφοράς (συνήθως το σχετικό διατραπεζικό επιτόκιο αναφοράς) για το νόμισμα του δανείου, καθώς η διακύμανση της αξίας του χρήματος συνδέεται με την οικονομία στην οποία χρησιμοποιείται το συγκεκριμένο νόμισμα. Επομένως, στην περίπτωση ενός δανείου σε ευρώ, το επιτόκιο αναφοράς που θα εφάρμοζε ένας πιστωτής στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς πρέπει επίσης να είναι αυτό που θα χρησιμοποιηθεί για μια πίστωση σε ευρώ, παρά το γεγονός ότι το δάνειο χορηγήθηκε στην Πολωνία.

(113)

Συνεπώς, το επιτόκιο θα ήταν 8,43 % ετησίως, δηλαδή οι τόκοι θα ανέρχονταν σε 2 807 206 EUR. Το ποσό αυτό πρέπει να συγκριθεί με τις δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνθηκε πραγματικά η εταιρεία. Πρόκειται για τους τόκους ύψους 1 061 050 EUR συν ορισμένα έξοδα για τη χορήγηση της εγγύησης [όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 42 στοιχεία α) και β)], τα οποία, σύμφωνα με την πρακτική της Επιτροπής, πρέπει να συνεκτιμηθούν κατά τον υπολογισμό του ποσού της ενίσχυσης μιας εγγύησης (29).

(114)

Το κόστος της εγγύησης πρέπει να κατανεμηθεί στο συνολικό ποσό της εγγύησης και να συσχετισθεί με την καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσα ενίσχυση και τον τόκο που καλύφθηκε από την εγγύηση. Και τούτο διότι η περιορισμένη χρήση του εγγυημένου μέρους του δανείου για επενδύσεις ήταν μια επιχειρηματική απόφαση η οποία δεν είχε ληφθεί ακόμη όταν συμφωνήθηκε το εγγυημένο δάνειο, ως δάνειο ύψους 46 εκατ. EUR συν τόκοι, διάρκειας πέντε ετών. Σε άλλη περίπτωση, το εγγυημένο δάνειο θα είχε συμφωνηθεί διαφορετικά. Επομένως, απαιτείται μια αναλογική κατανομή, υπολογίζοντας το τμήμα του κόστους που αφορά το πραγματικό ποσό για το οποίο παρασχέθηκε η εγγύηση και το οποίο χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικώς. Επιπλέον, για τους ίδιους λόγους, πρέπει να υπολογισθεί το εν λόγο κόστος αναλογικά προς τον χρόνο πραγματικής χρήσης της εγγύησης σε σχέση με την πενταετή συνολική διάρκεια της εγγύησης, καθώς η εγγύηση αποσβέστηκε θεωρητικά στο συγκεκριμένο διάστημα. Εάν η εγγύηση λήξει νωρίτερα, πρόκειται για αναθεώρησης μιας επιχειρηματικής απόφασης η οποία είναι ανεξάρτητη της προηγούμενης συμφωνίας.

(115)

Αυτό σημαίνει ότι η Επιτροπή δέχεται τη μείωση του ποσού που καταβλήθηκε στο δημόσιο Ταμείο και της πρόβλεψης για την κατάθεση εγγύησης, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 42, αλλά βάσει ενός αναλογικού υπολογισμού ο οποίος βασίζεται α) στο λόγο του συνολικού ποσού για το οποίο χορηγήθηκε πραγματικά η εγγύηση [32,3 =31,24 + 1,06 (κεφάλαιο συν πραγματικά καταβληθέντες τόκοι)] προς το συνολικό ποσό της εγγύησης (58 330 000 EUR) και β) στο λόγο της πραγματικής χρήσης προς τη σκοπούμενη χρήση για 5 έτη (δηλαδή 388 ημέρες από τις δυνητικές 1 826 ημέρες).

(116)

Ωστόσο, όσον αφορά τις δαπάνες τις σχετικές με το δάνειο, που αναφέρονται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 42 γ), η Επιτροπή δεν θεωρεί αυτές έξοδα που μπορούν να αφαιρεθούν από το πλεονέκτημα, καθώς κάθε δάνειο που χορηγείται σύμφωνα με τους όρους της αγοράς πρέπει επίσης να περιλαμβάνει παρεμφερή έξοδα, τα οποία πιθανώς να είναι ακόμη υψηλότερα.

(117)

Τα προαναφερθέντα οδηγούν στον ακόλουθο υπολογισμό, λαμβάνοντας υπόψη τον ανατοκισμό του οφέλους από τις 24 Αυγούστου 2004 έως την εξόφληση, με επιτόκιο ανάκτησης 7,62 % ετησίως:

EUR

Συνολικό χρηματοδοτηθέν ποσό

31 245 684,00

Απαιτούμενος κανονικός τόκος από τις 24.8.2004 έως τις 16.9.2005

2 807 206

Τόκος που καταβλήθηκε πραγματικά από την HLW για το εγγυημένο δάνειο

1 061 050

Πρόβλεψη για την κατάθεση εγγύησης, αναλογικά προς τη συνολική εγγύηση και τη διάρκεια του δανείου

31 792

Κατάθεση υπέρ του δημόσιου Ταμείου, αναλογικά προς τη συνολική εγγύηση και τη διάρκεια του δανείου

68 683

Συνολικά έξοδα που αναλήφθηκαν πραγματικά για το εγγυημένο δάνειο

1 161 525

Διαφορά επιτοκίου (=όφελος) τις

1 645 682

Συν ληξιπρόθεσμοι τόκοι με βάση την απόδοση κατά την περίοδο από 24.8.2004 έως 20.11.2007

444 086

Πληρωτέο ποσό στις 20.11.2007

2 089 768

ε)   Συμπέρασμα

(118)

Ανακεφαλαιώνοντας, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η εξόφληση των υποχρεώσεων της συμφωνίας πώλησης και επανεκμίσθωσης των παραγωγικών στοιχείων ενεργητικού δεν είχε προβλεφθεί στο ΑΕΣ του 2003 και έθεσε σε κίνδυνο την αποκατάσταση της βιωσιμότητας, τουλάχιστον την εποχή που ζητήθηκε η ενίσχυση. Ωστόσο, στο μέτρο που αποκαταστάθηκε η βιωσιμότητα της εταιρείας, η καταχρηστική εφαρμογή της ενίσχυσης δεν επηρεάζει το συμβιβάσιμο του υπολοίπου της ενίσχυσης. Επιπλέον, καθώς η εγγύηση έληξε και το δάνειο έχει ήδη εξοφληθεί, πρέπει πλέον να ανακτηθεί μόνον η επιδότηση επιτοκίου από την οποία επωφελήθηκε η HLW κατά το χρονικό διάστημα διαθεσιμότητας των χρημάτων (δηλαδή από τη μεταβίβαση των κονδυλίων έως την εξόφληση). Η εν λόγω επιδότηση επιτοκίου ανέρχεται σε 1 645 682 EUR.

3.   Τροποποίηση του σχεδίου

(119)

Η Πολωνία ζήτησε από την Επιτροπή να εγκρίνει ένα επικαιροποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης βάσει του σημείου 10 του πρωτοκόλλου αριθ. 8.

(120)

Η Επιτροπή έχει χειρισθεί παρόμοιες περιπτώσεις στο παρελθόν και έχει διευκρινίσει τα εξής: «Η συμφωνία της Επιτροπής στη μεταβολή ενός επιχειρηματικού σχεδίου πρέπει να βασίζεται στη διαπίστωση ότι δεν υπάρχει πρόβλημα συμβατότητας της τροποποίησης του σχεδίου με τους στόχους του πρωτοκόλλου αριθ. 8. Αυτό συμβαίνει όταν τα κυριότερα μεγέθη που περιλαμβάνονται στο πρωτόκολλο για τις κρατικές ενισχύσεις, όπως η παραγωγική ικανότητα και το χρονοδιάγραμμα της κρατικής ενίσχυσης, παραμένουν αμετάβλητα και η αναλογικότητα της κρατικής ενίσχυσης, όπως ορίζεται στο πρωτόκολλο, διατηρείται χωρίς να διακυβεύεται ο στόχος της βιωσιμότητας». (30)

(121)

Η Επιτροπή διευκρίνισε στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας ότι, στην προκείμενη περίπτωση, οι αλλαγές δεν αφορούσαν ούτε αύξηση του συνολικού ποσού της κρατικής ενίσχυσης ούτε αύξηση της παραγωγικής ικανότητας (31) κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης, αλλά το γεγονός ότι το αναθεωρημένο επιχειρησιακό σχέδιο συνεπαγόταν κυρίως σημαντική αλλαγή στην επενδυτική στρατηγική της εταιρείας, ότι η κρατική ενίσχυση φαινόταν να έχει χρησιμοποιηθεί καταχρηστικώς ως επιχειρησιακή ενίσχυση και ότι δεν ήταν αναγκαία πρόσθετη κρατική ενίσχυση για την ολοκλήρωση των επενδύσεων (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 54 και 56). Ουσιαστικά, η έρευνα επιβεβαίωσε ότι δεν είναι δυνατή η άρση των αμφιβολιών, δεδομένου ότι η ενίσχυση χρησιμοποιήθηκε πράγματι καταχρηστικώς, όπως διαπιστώνεται ανωτέρω, και είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

(122)

Το ΑΕΣ του 2005 δεν επανορθώνει το εν λόγω σφάλμα, δηλαδή την υπερβάλλουσα κρατική ενίσχυση, και επομένως δεν είναι δυνατόν να εγκριθεί με τη μορφή αυτή. Ειδικότερα, το γεγονός ότι η AHW επανέφερε στο μεταξύ το πρόγραμμα επενδύσεων δεν επαρκεί για την επανόρθωση του σφάλματος. Όπως προαναφέρθηκε, αυτό θα ίσχυε ακόμη και αν η εταιρεία είχε πραγματοποιήσει μόνον τις επενδύσεις που αναφέρονται στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης. Είναι προφανές ότι το νέο πρόγραμμα επενδύσεων θα υλοποιηθεί πολύ αργότερα από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί στο σχέδιο. Είναι επίσης προφανές ότι η αρχική ενίσχυση χορηγήθηκε προκειμένου να διασφαλισθεί η τήρηση του χρονοδιαγράμματος του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Επομένως, στόχος της ενίσχυσης ήταν η παρότρυνση της HLW να προβεί στις εν λόγω επενδύσεις όπως είχαν προγραμματισθεί, εμπρόθεσμα, το 2003 και το 2004. Στην πραγματικότητα, εάν το χρονοδιάγραμμα της αναδιάρθρωσης είχε αναβληθεί εκ των προτέρων για το 2004 και το 2005, δεν θα ήταν αναγκαία καμία ενδιάμεση πίστωση και, κατ’ επέκταση, καμία ενίσχυση.

(123)

Παρά την καταχρηστική εφαρμογή, η Επιτροπή σημειώνει ότι, εφόσον ανακτηθεί η καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσα ενίσχυση, μπορεί να δεχθεί το εναπομένον νέο σχέδιο. Στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας η Επιτροπή επισήμανε την προθυμία της να δεχθεί τη νέα επιχειρηματική στρατηγική, από βιομηχανική άποψη, δεχόμενη ότι η νέα επένδυση θα είναι επωφελής για τις μελλοντικές οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας και μπορεί να έχει και άλλες θετικές συνέπειες όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και τη μείωση του κόστους.

(124)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή σημειώνει ότι η τροποποίηση του σχεδίου δεν απαιτεί καμία πρόσθετη ενίσχυση, αλλά χρηματοδοτείται πλήρως από τα κεφάλαια του επενδυτή. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχει λόγος να αντιταχθεί στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα, παρά τη μεταβολή της στρατηγικής της εταιρείας. (32)

VII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(125)

Εν κατακλείδι, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, σύμφωνα με τα σημεία 9 και 18 του πρωτοκόλλου αριθ. 8, η εγγύηση δανείου ύψους 31,2 εκατ. EUR χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικώς και κατά μη συμβατό τρόπο από την HLW. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η κρατική εγγύηση έληξε και ότι το δάνειο εξοφλήθηκε, πράγμα που σημαίνει ότι η HLW αποκόμισε πλεονέκτημα ισοδύναμο με επιδότηση επιτοκίου ύψους 1 645 682 EUR, το εν λόγω πλεονέκτημα πρέπει να επιστραφεί. Δεδομένου ότι, στις 20 Νοεμβρίου 2007, η AHW επέστρεψε οικειοθελώς στον δεσμευμένο λογαριασμό το ποσό των 2 089 768 EUR, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό που πρέπει να ανακτηθεί συν τους ληξιπρόθεσμους τόκους, ποσό το οποίο πρόκειται να εισπραχθεί από τις πολωνικές αρχές κατά την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, δεν απαιτείται καμία περαιτέρω ανάκτηση.

(126)

Επιπλέον, υπό τον όρο της επιστροφής της εν λόγω ενίσχυσης, η Επιτροπή μπορεί, βάσει του σημείου 10 του πρωτοκόλλου αριθ. 8, να εγκρίνει τη μεταβολή του σχεδίου αναδιάρθρωσης όπως αναφέρεται στο ΑΕΣ του 2005, καθώς δεν αφορά πρόσθετη ενίσχυση και ενισχύει τη βιωσιμότητα της εταιρείας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η κρατική ενίσχυση ύψους 1 645 682 EUR που χορήγησε η Πολωνία στην HLW/AHW, κατά παράβαση του σημείου 18 του πρωτοκόλλου αριθ. 8, χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικώς από την HLW/AHW και δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.

Άρθρο 2

Εν όψει της επιστροφής της καταχρηστικώς χρησιμοποιηθείσας ενίσχυσης, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 1, η Επιτροπή δεν έχει αντίρρηση στην τροποποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης της AHW.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Πολωνίας.

Βρυξέλλες, 11 Δεκεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 236 της 23.9.2003, σ. 948.

(2)  ΕΕ C 35 της 17.2.2007, σ. 41.

(3)  Με βάση την ισοτιμία 1 EUR = 4 PLN.

(4)  Απόφαση της Επιτροπής της 21ης Ιουλίου 2003, ΕΕ L 199 της 7.8.2003, σ. 17. Πρβλ. απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση C-20/04, ΕΕ L 366 της 21.12.2006, σ. 1, σημεία 23 κ. επ.

(5)  Πρβλ. ανακοίνωση της Επιτροπής — Ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης και ενισχύσεις για το κλείσιμο επιχειρήσεων στον χαλυβουργικό τομέα, ΕΕ C 70 της 19.3.2002, σ. 21, η οποία απαγορεύει τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης στη βιομηχανία χάλυβα.

(6)  Πρβλ. υποσημείωση 1.

(7)  Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση παρακολούθησης του Ιουνίου του 2007, εκταμιεύθηκε ενίσχυση ύψους 2,727 δισεκατ. PLN. Από τους οκτώ δικαιούχους, τρεις εταιρείες, και συγκεκριμένα η Technolgie Buczek (πρβλ. μη δημοσιευθείσα ακόμα απόφαση της Επιτροπής της 23ης Οκτωβρίου 2007 στην υπόθεση C 23/06), η Huta Andrzej και η Huta Batory έχουν στο μεταξύ κηρύξει πτώχευση, ενώ τέσσερις εταιρείες, και συγκεκριμένα η Polskie Huty Stali S.A (πλέον Mittal Steel Poland, βλ. απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση N 186/05, Μεταβολή του ΑΕΣ της MSP), η Huta Bankowa, η Huta Labędy και η Huta Pokόj αποκατέστησαν τη βιωσιμότητά τους.

(8)  Πρβλ. υποσημείωση 2.

(9)  Βλ. απόφαση της Επιτροπής Mittal/Arcelor της 2ας Ιουνίου 2006, υπόθεση αριθ. COMP/M.4137.

(10)  Πρβλ. πληροφορίες υποβληθείσες από την Πολωνία στις 4 Ιουνίου 2007, σημεία 19, 30, 55.

(11)  Τμήματα του κειμένου αυτού έχουν διαγραφεί ώστε να μην αποκαλύπτονται εμπιστευτικές πληροφορίες. Τα εν λόγω σημεία υποδεικνύονται με τελείες εντός αγκυλών. Το ύψος του συνολικού επενδυτικού προγράμματος κυμαίνεται μεταξύ 150 εκατ. PLN και 220 εκατ. PLN. Προκειμένου να διευκολυνθεί η κατανόηση της απόφασης, άλλες εμπιστευτικές οικονομικές πληροφορίες αναφέρονται ως κατά προσέγγιση ποσοστό του ποσού των 150-220 εκατ. PLN (θεωρώντας το ποσό των 150-220 εκατ. PLN ως το 100 %).

(12)  ΑΕΣ του 2003, σ. 66, πίνακας 35.

(13)  Βλ. έκθεση ESC για το 2006 του Ιουλίου του 2007.

(14)  Τα αριθμητικά στοιχεία αντιστοιχούν στον πίνακα 36 του ΑΕΣ του 2003. Τα αριθμητικά στοιχεία επικαιροποιήθηκαν σύμφωνα με τις εκθέσεις παρακολούθησης της Πολωνίας και ανεξάρτητων φορέων, του Ιουνίου του 2007, λαμβάνοντας υπόψη συναλλαγματική ισοτιμία 1 EUR = 3,95 PLN.

(15)  επενδύσεις ήδη υλοποιηθείσες στο πλαίσιο του ΑΕΣ του 2003

(16)  Το πρωτόκολλο αριθ. 8 δεν προβλέπει τη συγκεκριμένη μείωση της παραγωγικής ικανότητας.

(17)  Επιστολή της 4ης Ιουνίου 2007, σημείο 20.

(18)  Οι πολωνικές αρχές επιβεβαιώνουν ότι η κεφαλαιουχική δαπάνη που απαιτείται για την προσαρμογή που σχετίζεται με τη συνεχή χύτευση και την επέκταση της γκάμας προϊόντων είναι υψηλότερη, αλλά ισχυρίζονται ότι αντισταθμίζεται από δύο παράγοντες: πρώτον, η μετατόπιση της επένδυσης στην κατασκευή μιας εγκατάστασης αντικατάστασης αναμένεται να έχει ως αποτέλεσμα σημαντική εξοικονόμηση κόστους ύψους έως 85 εκατ. EUR και, δεύτερον, αναμένονται εξοικονομήσεις ενέργειας και εξόδων εκμετάλλευσης στη συνέχεια.

(19)  Βλ. απόφαση της 5.7.2005 στην υπόθεση C 20/04 Huta Czestochowa, ΕΕ L 366 της 21.12.2006, σ. 1.

(20)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(21)  Επιστολή της 4ης Ιουνίου 2007, σημείο 24.

(22)  Ωστόσο, η καταχρηστική εφαρμογή μιας ενίσχυσης δεν αφορά στο κατά πόσον η δικαιούχος δικαιούνταν αρχικά να λάβει ενίσχυση, αλλά σημαίνει απλώς ότι η ενίσχυση χρησιμοποιήθηκε κατά παράβαση της απόφασης που τη χορήγησε.

(23)  Η κοινή αυτή αρχή έχει ήδη διατυπωθεί επανειλημμένως. Αναφέρεται στο σημείο 45 των κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων και επιβεβαιώνεται στην απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση C31/2001 Schmitz-Gotha, ΕΕ L 77 της 24.3.2003, σ. 41, στην οποία η Επιτροπή απέρριψε την εξαγορά μιας προμηθεύτριας εταιρείας, η οποία θεωρήθηκε χρήσιμη αλλά όχι απολύτως αναγκαία για την αναδιάρθρωση. Η θέση αυτή επιβεβαιώθηκε στην υπόθεση T-17/03 Schmitz–Gotha Συλλογή [2006] II-1139.

(24)  Απόφαση της Επιτροπής της 13.9.2006 στην υπόθεση N 350a/2006 MSO, ΕΕ C 280 της 18.11.2006, σ. 4, σημείο 48.

(25)  Βλ. απόφαση της Επιτροπής της 23ης Οκτωβρίου 2007 στην υπόθεση C 23/06 Technologie Buczek (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη), όπου δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

(26)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, ΕΕ C 273 της 09.09.1997, σ. 3. Βλ. επίσης απόφαση της Επιτροπής της 12.9.2007 για την κίνηση διαδικασίας στην υπόθεση NN 45/2007 (C 38/2007), Arbel Fauvet Rail, ΕΕ C 249 της 24.10.2007, σ. 17, σημείο 15.

(27)  Η Επιτροπή καθορίζει εάν μια εταιρεία είναι προβληματική σύμφωνα με τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2. Επιπλέον, μια εταιρεία θεωρείται επίσης προβληματική όταν διανεύει περίοδο αναδιάρθρωσης και εφαρμόζει ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Για τις 400 σημεία βάσης, πρβλ. απόφαση της Επιτροπής της 2.3.2005 στην υπόθεση C 43/2001, Chemische Werke Piesteritz, ΕΕ L 296 της 12.11.2005, σ. 19, σημεία 107-108· και απόφαση της Επιτροπής της 24.1.2007 στην υπόθεση C 38/2005, Biria, ΕΕ L 183 της 13.7.2007, σ. 27, σημεία 83 κ. επ.

(28)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3.

(29)  Πρβλ. ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων, ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14, σημείο 3.2.

(30)  Απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση N 186/05, Change of IBP of MSP (Μεταβολή σχεδίου αναδιάρθρωσης της MSP), αιτιολογική σκέψη 41 και απόφαση της Επιτροπής αριθ. N 600/04 Change of IBP of VPFM (Μεταβολή σχεδίου αναδιάρθρωσης της VPFM).

(31)  Η Επιτροπή σημείωσε ότι η νέα επένδυση θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγικής ικανότητας από 930 kt σε 700 kt.

(32)  Για λόγους πληρότητας, η Επιτροπή θα ήθελε επίσης να επισημάνει ότι εμμένει στην άποψή της ότι η εν λόγω αντικατάσταση δεν περιλαμβανόταν στο ΑΕΣ του 2003. Στο επιχειρησιακό σχέδιο αναφέρεται σαφώς ότι η HLW επιθυμούσε «να επικεντρωθεί στη σταδιακή βελτίωση του φάσματος των προϊόντων της» μέσω «της ανάπτυξης της παραγωγής με έμφαση στους ειδικούς χάλυβες και στους χάλυβες για τεχνικές κατασκευές». Στο ΑΕΣ του 2005 αναφέρεται σαφώς ότι «προκειμένου να ανταποκριθούμε στη ζήτηση της αγοράς, είναι αναγκαία η τελειοποίηση της στρατηγικής και ο εμπλουτισμός του φάσματος χαλυβουργικών εργασιών με μια νέα γκάμα νέων προϊόντων». Αυτό σημαίνει ότι η AHW επιθυμούσε να ανταποκριθεί στη ζήτηση για χάλυβα κατασκευών κατασκευάζοντας μια νέα εγκατάσταση ικανή να παράγει χάλυβα κατασκευών και χρησιμοποιώντας τον υπάρχοντα ρευστό χάλυβα αποτελεσματικότερα για τον σκοπό αυτό. Ωστόσο, είναι προφανές ότι η εταιρεία δεν διέθετε τα κεφάλαια για να προβεί στις εν λόγω επενδύσεις πριν από το 2003, αλλά μπόρεσε να υλοποιήσει τις επενδύσεις αυτές μόνο με τη βοήθεια της Arcelor.


3.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 143/49


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

για την τροποποίηση της απόφασης 2004/432/ΕΚ σχετικά με την έγκριση των σχεδίων επιτήρησης καταλοίπων των τρίτων χωρών σύμφωνα με την οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2297]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/407/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους και κατάργησης των οδηγιών 85/358/ΕΟΚ και 86/469/ΕΟΚ και των αποφάσεων 89/187/ΕΟΚ και 91/664/ΕΟΚ (1), και ιδίως το άρθρο 29 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο και το άρθρο 29 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 96/23/ΕΚ θεσπίζει μέτρα ελέγχου των ουσιών και των ομάδων καταλοίπων που αναφέρονται στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας. Σύμφωνα με την οδηγία 96/23/ΕΚ, η εγγραφή και η παραμονή στους καταλόγους τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπεται να εισάγουν ζώα και πρωτογενή προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από αυτή την οδηγία εξαρτώνται από την υποβολή, από τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες, σχεδίου που παραθέτει τις εγγυήσεις που προσφέρουν όσον αφορά την επιτήρηση των ομάδων καταλοίπων και ουσιών που αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία.

(2)

Η απόφαση 2004/432/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την έγκριση των σχεδίων επιτήρησης καταλοίπων των τρίτων χωρών σύμφωνα με την οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου (2) παραθέτει τις τρίτες χώρες που έχουν υποβάλει σχέδιο επιτήρησης καταλοίπων, στο οποίο αναφέρονται οι εγγυήσεις τις οποίες παρέχουν σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εν λόγω οδηγίας.

(3)

Η Νέα Καληδονία και η Τανζανία υπέβαλαν στην Επιτροπή σχέδια επιτήρησης καταλοίπων όσον αφορά ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης που δεν απαριθμούνται στο παράρτημα της απόφασης 2004/432/ΕΚ. Η αξιολόγηση των εν λόγω σχεδίων και οι πρόσθετες πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις για την επιτήρηση καταλοίπων στις εν λόγω τρίτες χώρες για τα συγκεκριμένα ζώα και προϊόντα. Ως εκ τούτου, τα συγκεκριμένα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης πρέπει να περιληφθούν στον κατάλογο των οικείων τρίτων χωρών του παραρτήματος της εν λόγω απόφασης.

(4)

Η Κόστα Ρίκα, η οποία δεν απαριθμείται στο παράρτημα της απόφασης 2004/432/ΕΚ, υπέβαλε στην Επιτροπή σχέδιο επιτήρησης καταλοίπων για τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας. Η αξιολόγηση του εν λόγω σχεδίου και οι πρόσθετες πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις για την επιτήρηση καταλοίπων στην εν λόγω τρίτη χώρα για τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας πρέπει να περιληφθούν στον κατάλογο για την Κόστα Ρίκα του παραρτήματος της εν λόγω απόφασης.

(5)

Η Νότια Αφρική διαγράφηκε, όσον αφορά διάφορα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης, από το παράρτημα της απόφασης 2004/432/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2008/105/ΕΚ της Επιτροπής (3). Εντούτοις, μετά την παροχή επαρκών εγγυήσεων, η Νότια Αφρική διατήρησε τις εγγραφές της που αφορούν τα άγρια και τα εκτρεφόμενα θηράματα, συμπεριλαμβανομένων των στρουθοκαμήλων. Μολονότι η εν λόγω τρίτη χώρα απέδειξε ότι το σχέδιο επιτήρησης καταλοίπων 2007/08 εφαρμόζεται για τις στρουθοκαμήλους, και πάλι δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν την εφαρμογή του σχεδίου για τα άγρια και τα εκτρεφόμενα θηράματα, πλην των στρουθοκαμήλων. Ως εκ τούτου, οι εγγραφές που αφορούν τα οικεία ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης πρέπει να διαγραφούν από τον κατάλογο για τη Νότια Αφρική του παραρτήματος της εν λόγω απόφασης.

(6)

Σε επιθεώρηση που διενήργησε το Γραφείο Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων στη Δημοκρατία της Μολδαβίας διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις όσον αφορά την εφαρμογή του σχεδίου επιτήρησης καταλοίπων για το μέλι. Ως εκ τούτου, η σχετική εγγραφή για τη Δημοκρατία της Μολδαβίας πρέπει να διαγραφεί από τον κατάλογο του παραρτήματος της εν λόγω απόφασης. Οι αρχές αυτής της τρίτης χώρας ενημερώθηκαν δεόντως.

(7)

Πρέπει να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος για την κάλυψη αποστολών ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης που κατάγονται από τη Νότια Αφρική και τη Δημοκρατία της Μολδαβίας και που έχουν αποσταλεί από τις εν λόγω τρίτες χώρες προς την Κοινότητα πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας απόφασης, ώστε να καλυφθεί το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την άφιξή τους στην Κοινότητα και να αποφευχθεί οιαδήποτε διακοπή του εμπορίου.

(8)

Ως εκ τούτου, η απόφαση 2004/432/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 2004/432/ΕΚ αντικαθίσταται από το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Οι τροποποιήσεις που επιφέρει η παρούσα απόφαση στον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της απόφασης 2004/432/ΕΚ δεν εφαρμόζονται σε αποστολές ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης από τη Νότια Αφρική και τη Δημοκρατία της Μολδαβίας, εφόσον ο εισαγωγέας των εν λόγω προϊόντων μπορεί να αποδείξει ότι είχαν αποσταλεί αντίστοιχα από τη Νότια Αφρική και τη Δημοκρατία της Μολδαβίας και βρίσκονταν ήδη καθ’ οδόν προς την Κοινότητα πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιουνίου 2008.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 352).

(2)  ΕΕ L 154 της 30.4.2004, σ. 42· διορθωτικό στην ΕΕ L 189 της 27.5.2004, σ. 33. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2008/222/ΕΚ (ΕΕ L 70 της 14.3.2008, σ. 17).

(3)  ΕΕ L 38 της 13.2.2008, σ. 9.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κωδικός ISO2

Χώρα

Βοοειδή

Αιγοπρόβατα

Χοίροι

Ίπποι

Πουλερικά

Υδατοκαλλιέργεια

Γάλα

Αβγά

Λαγοί

Άγρια θηράματα

Εκτρεφόμενα θηράματα

Μέλι

AD

Ανδόρα (1)

X

X

 

X

 

 

 

 

 

 

 

 

AE

Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

AL

Αλβανία

 

X

 

 

 

X

 

X

 

 

 

 

AN

Ολλανδικές Αντίλλες

 

 

 

 

 

 

X (2)

 

 

 

 

 

AR

Αργεντινή

X

X

 

X

X

X

X

X

X

X

X

X

AU

Αυστραλία

X

X

 

X

 

X

X

 

 

X

X

X

BA

Βοσνία και Ερζεγοβίνη

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

BD

Μπανγκλαντές

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

BR

Βραζιλία

X

 

 

X

X

X

 

 

 

 

 

X

BW

Μποτσουάνα

X

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

 

BY

Λευκορωσία

 

 

 

X (3)

 

X

X

X

 

 

 

 

BZ

Μπελίζ

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

CA

Καναδάς

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

CH

Ελβετία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

CL

Χιλή

X

X (4)

X

 

X

X

X

 

 

X

 

X

CN

Κίνα

 

 

 

 

X

X

 

 

X

 

 

X

CO

Κολομβία

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

CR

Κόστα Ρίκα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

CU

Κούβα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

X

EC

Ισημερινός

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

ET

Αιθιοπία

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

FK

Νήσοι Φώκλαντ

X

X

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

FO

Νήσοι Φερόε

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

GL

Γροιλανδία

 

X

 

 

 

 

 

 

 

X

X

 

GM

Γκάμπια

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

GT

Γουατεμάλα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

X

HK

Χονγκ Κονγκ

 

 

 

 

X (5)

X (5)

 

 

 

 

 

 

HN

Ονδούρα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

HR

Κροατία

X

X

X

X (6)

X

X

X

X

X

X

X

X

ID

Ινδονησία

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

IL

Ισραήλ

 

 

 

 

X

X

X

X

 

 

 

X

IN

Ινδία

 

 

 

 

 

X

X

X

 

 

 

X

IS

Ισλανδία

X

X

X

X

 

X

X

 

 

 

X (2)

 

IR

Ιράν (Ισλαμική Δημοκρατία)

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

JM

Τζαμάικα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

X

JP

Ιαπωνία

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

KG

Κιργιζία

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

KR

Κορέα, Δημοκρατία

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

LK

Σρι Λάνκα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

MA

Μαρόκο

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

ME

Μαυροβούνιο (5)

X

X

X

X (3)

 

 

 

 

 

 

 

X

MG

Μαδαγασκάρη

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

MK

Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (6)

X

X

 

X (3)

 

 

X

 

 

 

 

 

MU

Μαυρίκιος

 

 

 

 

X (2)

X

 

 

 

 

 

 

MX

Μεξικό

 

 

 

X

 

X

 

X

 

 

 

X

MY

Μαλαισία

 

 

 

 

X (7)

X

 

 

 

 

 

 

MZ

Μοζαμβίκη

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

NA

Ναμίμπια

X

X

 

 

 

 

 

 

 

X

X

 

NC

Νέα Καληδονία

X

 

 

 

 

X

 

 

 

X

X

X

NI

Νικαράγουα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

X

NZ

Νέα Ζηλανδία

X

X

 

X

 

X

X

 

 

X

X

X

PA

Παναμάς

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

PE

Περού

 

 

 

 

X

X

 

 

 

 

 

 

PH

Φιλιππίνες

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

PN

Πίτκερν

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

PY

Παραγουάη

X

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

RS

Σερβία (8)

X

X

X

X (3)

X

X

X

X

 

X

 

X

RU

Ρωσική Ομοσπονδία

X

X

X

X (3)

X

 

X

X

 

 

X (9)

X

SA

Σαουδική Αραβία

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

SC

Σεϋχέλλες

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

SG

Σιγκαπούρη

X (2)

X (2)

X (2)

 

X (2)

X (2)

X (2)

 

 

 

 

 

SM

Άγιος Μαρίνος (10)

X

 

X

 

 

 

 

 

 

 

 

X

SR

Σουρινάμ

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

SV

Ελ Σαλβαδόρ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

SZ

Σουαζιλάνδη

X

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

TH

Ταϊλάνδη

 

 

 

 

X

X

 

 

 

 

 

X

TN

Τυνησία

 

 

 

 

X

X

 

 

 

X

 

 

TR

Τουρκία

 

 

 

 

X

X

X

 

 

 

 

X

TW

Ταϊβάν

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

X

TZ

Τανζανία (Ηνωμένη Δημοκρατία)

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

X

UA

Ουκρανία

 

 

 

 

 

 

X

X

 

 

 

X

UG

Ουγκάντα

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

US

Ηνωμένες Πολιτείες

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

UY

Ουρουγουάη

X

X

 

X

 

X

X

 

X

X

X

X

VE

Βενεζουέλα

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

VN

Βιετνάμ

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

YT

Μαγιότ

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

 

 

ZA

Νότια Αφρική

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X (11)

X (11)

 

ZM

Ζάμπια

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

X

ZW

Ζιμπάμπουε

 

 

 

 

 

X

 

 

 

 

X

 


(1)  Αρχικό σχέδιο επιτήρησης καταλοίπων που εγκρίθηκε από την κτηνιατρική υποομάδα ΕΚ-Ανδόρας σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 2/1999 της Μεικτής Επιτροπής ΕΚ-Ανδόρας της 22ας Δεκεμβρίου 1999 (ΕΕ L 31 της 5.2.2000, σ. 84).

(2)  Τρίτες χώρες που χρησιμοποιούν μόνο πρωτογενή προϊόντα από άλλες εγκεκριμένες τρίτες χώρες για την παραγωγή τροφίμων.

(3)  Εξαγωγές ζώντων ιπποειδών προς σφαγή (ζώα που προορίζονται αποκλειστικά για την παραγωγή τροφίμων).

(4)  Μόνο προβατοειδή.

(5)  Προσωρινή κατάσταση εν αναμονή περαιτέρω πληροφοριών σχετικά με τα κατάλοιπα.

(6)  Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας· προσωρινός κωδικός ο οποίος δεν προδικάζει κατά κανένα τρόπο την οριστική ονομασία αυτής της χώρας, η οποία αποτελεί αντικείμενο συνομιλιών στα Ηνωμένα Έθνη.

(7)  Μόνο η ηπειρωτική (δυτική) Μαλαισία.

(8)  Εξαιρουμένου του Κοσσυφοπεδίου, όπως ορίζεται στο ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999.

(9)  Μόνο για τάρανδο από τις περιφέρειες Μουρμάνσκ και Γιάμαλο Νένετς.

(10)  Το σχέδιο επιτήρησης εγκρίθηκε σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1/94 της επιτροπής συνεργασίας ΕΚ-Αγίου Μαρίνου της 28ης Ιουνίου 1994 (ΕΕ L 238 της 13.9.1994, σ. 25).

(11)  Μόνο στρουθοκάμηλοι.»