ISSN 1725-2547 |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 32 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
51ό έτος |
Περιεχόμενα |
|
I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική |
Σελίδα |
|
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ |
|
|
|
||
|
* |
|
|
II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική |
|
|
|
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ |
|
|
|
Επιτροπή |
|
|
|
2008/96/ΕΚ |
|
|
* |
||
|
|
2008/97/ΕΚ |
|
|
* |
Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Ιανουαρίου 2008, για την τροποποίηση της απόφασης 93/52/ΕΟΚ όσον αφορά τη δήλωση ότι ορισμένες διοικητικές περιφέρειες της Ιταλίας είναι επισήμως απαλλαγμένες από τη βρουκέλλωση (B. melitensis) και της απόφασης 2003/467/ΕΚ όσον αφορά τη δήλωση ότι ορισμένες διοικητικές περιφέρειες της Ιταλίας είναι επισήμως απαλλαγμένες από τη φυματίωση των βοοειδών και τη βρουκέλλωση των βοοειδών και ότι ορισμένες διοικητικές περιφέρειες της Πολωνίας είναι επισήμως απαλλαγμένες από την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 324] ( 1 ) |
|
|
Διορθωτικά |
|
|
* |
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
EL |
Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
6.2.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 32/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 104/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 5ης Φεβρουαρίου 2008
για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του. |
(2) |
Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 6 Φεβρουαρίου 2008.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 5 Φεβρουαρίου 2008.
Για την Επιτροπή
Jean-Luc DEMARTY
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης
(1) ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
(EUR/100 kg) |
||
Κωδικός ΣΟ |
Κωδικός τρίτης χώρας (1) |
Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή |
0702 00 00 |
IL |
143,2 |
JO |
84,0 |
|
MA |
41,7 |
|
SN |
192,7 |
|
TN |
111,3 |
|
TR |
92,2 |
|
ZZ |
110,9 |
|
0707 00 05 |
EG |
201,7 |
JO |
202,1 |
|
MA |
52,1 |
|
TR |
112,7 |
|
ZZ |
142,2 |
|
0709 90 70 |
MA |
56,6 |
TR |
125,0 |
|
ZA |
79,4 |
|
ZZ |
87,0 |
|
0709 90 80 |
EG |
191,8 |
ZZ |
191,8 |
|
0805 10 20 |
EG |
45,6 |
IL |
58,4 |
|
MA |
64,2 |
|
TN |
51,4 |
|
TR |
70,3 |
|
ZZ |
58,0 |
|
0805 20 10 |
IL |
107,2 |
MA |
102,6 |
|
TR |
101,8 |
|
ZZ |
103,9 |
|
0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90 |
CN |
84,5 |
EG |
62,2 |
|
IL |
74,7 |
|
JM |
97,0 |
|
MA |
134,9 |
|
PK |
46,3 |
|
TR |
76,1 |
|
US |
60,6 |
|
ZZ |
79,5 |
|
0805 50 10 |
EG |
63,7 |
IL |
120,5 |
|
MA |
81,7 |
|
TR |
113,4 |
|
ZZ |
94,8 |
|
0808 10 80 |
CA |
87,1 |
CN |
75,1 |
|
MK |
39,9 |
|
US |
113,1 |
|
ZZ |
78,8 |
|
0808 20 50 |
CN |
49,0 |
US |
111,5 |
|
ZA |
96,5 |
|
ZZ |
85,7 |
(1) Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».
6.2.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 32/3 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 105/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 5ης Φεβρουαρίου 2008
περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του βουτύρου
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως τα άρθρα 10 και 40,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 της Επιτροπής (2) θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του βουτύρου και της κρέμας γάλακτος. O κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1152/2007 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2007, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (3), τροποποίησε τις διατάξεις σχετικά με την παρέμβαση και την ιδιωτική αποθεματοποίηση για το βούτυρο και την κρέμα γάλακτος. Δεδομένου του νέου αυτού καθεστώτος και λαμβανομένης υπόψη της αποκτηθείσας πείρας, κρίνεται σκόπιμο να τροποποιηθούν και ενδεχομένως να απλοποιηθούν οι λεπτομερείς κανόνες που διέπουν την παρέμβαση στην αγορά του βουτύρου και της κρέμας γάλακτος. Χάριν σαφήνειας πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 και να αντικατασταθεί από νέο κανονισμό. |
(2) |
Το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 θεσπίζει τα κριτήρια για την αγορά βουτύρου σε καθορισμένη τιμή ή με διαγωνισμό καθώς και τις περιστάσεις υπό τις οποίες πρέπει να αναστέλλονται οι αγορές από την παρέμβαση. Είναι σκόπιμο να προβλεφθούν πρακτικοί κανόνες όσον αφορά τη διαδικασία αποθεματοποίησης. Για να διασφαλιστεί η τήρηση των απαιτήσεων όσον αφορά την ποιότητα και την παρουσίαση του βουτύρου κατά τη στιγμή της υποβολής της προσφοράς και μετά την είσοδο στο απόθεμα, θα πρέπει να απαιτηθεί από τους πωλητές να υποβάλλουν μαζί με την προσφορά τους σχετική γραπτή δέσμευση. Οι προσφορές θα πρέπει επίσης να συνοδεύονται από εγγύηση, ώστε να διασφαλιστεί η διατήρηση της προσφοράς και η παράδοση του βουτύρου της προβλεπόμενης ποιότητας εντός των προθεσμιών που θα πρέπει να καθοριστούν. |
(3) |
Για να είναι επιλέξιμο για την παρέμβαση, το βούτυρο πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 καθώς και τους όρους ποιότητας και παρουσίασης που θα πρέπει να καθοριστούν. Θα πρέπει επίσης να καθοριστούν οι μέθοδοι ανάλυσης και οι λεπτομέρειες σχετικά με τον ποιοτικό έλεγχο καθώς και, εφόσον το απαιτεί η κατάσταση, να προβλεφθούν έλεγχοι όσον αφορά τη ραδιενέργεια στο βούτυρο, τα μέγιστα επίπεδα της οποίας πρέπει να καθοριστούν, ενδεχομένως από την κοινοτική νομοθεσία. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα για τα κράτη μέλη να θεσπίζουν σύστημα αυτοελέγχου, υπό ορισμένους όρους. |
(4) |
Για να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του καθεστώτος παρέμβασης, θα πρέπει να διευκρινιστούν οι όροι σχετικά με την έγκριση των επιχειρήσεων παραγωγής και τον έλεγχο της τήρησής τους. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος, πρέπει να προβλεφθούν μέτρα σε περίπτωση μη τήρησης των όρων αυτών. Δεδομένου ότι το βούτυρο μπορεί να αγοραστεί στο πλαίσιο της παρέμβασης από αρμόδιο οργανισμό άλλου κράτους μέλους από εκείνο στην επικράτεια του οποίου έχει παραχθεί, ο αρμόδιος οργανισμός που προβαίνει στην αγορά πρέπει να μπορεί, στις περιπτώσεις αυτές, να εξακριβώσει κατά πόσον τηρούνται οι όροι που αφορούν την ποιότητα και την παρουσίαση. |
(5) |
Το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 ορίζει ότι οι αγορές από την παρέμβαση πρέπει να πραγματοποιούνται μέσω διαγωνισμού. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει τις αγορές από την παρέμβαση όταν η προσφερόμενη στην παρέμβαση ποσότητα φθάσει σε κάποιο όριο. Για να είναι η Επιτροπή σε θέση να λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις, πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις που θα της επιτρέπουν να παρακολουθεί τις ποσότητες βουτύρου που προσφέρονται στη δημόσια παρέμβαση. |
(6) |
Όταν συμπληρωθούν οι εν λόγω ποσότητες, η Επιτροπή μπορεί επίσης να αποφασίσει να συνεχίσει τις αγορές με διαδικασία διαρκούς διαγωνισμού. Για το σκοπό αυτό πρέπει να καθοριστούν οι σχετικοί λεπτομερείς κανόνες. Για να διασφαλιστεί η ισότιμη μεταχείριση όλων των ενδιαφερομένων στην Κοινότητα, η προκήρυξη του διαγωνισμού πρέπει να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να καθοριστούν τα στοιχεία της προσφοράς, και κυρίως η ελάχιστη ποσότητα, οι προθεσμίες υποβολής καθώς και η μέγιστη τιμή αγοράς. |
(7) |
Πρέπει να είναι δυνατόν να εξασφαλιστούν η ποιότητα του βουτύρου και οι όροι αγοράς του από την παρέμβαση με τη διεξαγωγή ελέγχων σε διάφορα στάδια της αποθεματοποίησης. Η μη τήρηση των απαιτήσεων αυτών δεν πρέπει να συνεπάγεται πρόσθετη επιβάρυνση για τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Συνεπώς, θα πρέπει να προβλεφθεί η επιστροφή του βουτύρου που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στον επιχειρηματία, ο οποίος θα είναι υποχρεωμένος να καλύψει τα έξοδα αποθήκευσης. |
(8) |
Θα πρέπει να διευκρινιστούν οι υποχρεώσεις των κρατών μελών για τη χρηστή διαχείριση των αποθεμάτων, προσδιορίζοντας τη μέγιστη απόσταση του τόπου αποθεματοποίησης και τα έξοδα πέραν της απόστασης αυτής και προβλέποντας κυρίως τη δυνατότητα πρόσβασης στα αποθέματα, την ταυτοποίηση των παρτίδων, καθώς και την ασφάλιση του αποθεματοποιημένου βουτύρου. Για να εξασφαλιστεί ομοιομορφία όσον αφορά τη συχνότητα και το επίπεδο των ελέγχων, πρέπει να διευκρινιστεί τόσο η φύση όσο και ο αριθμός των επιθεωρήσεων που πρέπει να διεξάγουν οι εθνικές αρχές στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης. |
(9) |
Η χρηστή διαχείριση των αποθεμάτων της παρέμβασης απαιτεί τη μεταπώληση του βουτύρου μόλις παρουσιαστούν δυνατότητες διάθεσης. Για την καλύτερη διαχείριση των ποσοτήτων και την αποφυγή διαταραχών στην ισορροπία της αγοράς, η τιμή πώλησης πρέπει να καθορίζεται με διαγωνισμό. Πρέπει επίσης να καθοριστούν οι όροι πώλησης, οι οποίοι θα προβλέπουν και τη σύσταση εγγύησης, ιδίως όσον αφορά τις προθεσμίες πληρωμής. Οι προσφέροντες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν διάκριση στην προσφορά τους μεταξύ βουτύρου γλυκιάς κρέμας γάλακτος και βουτύρου όξινης κρέμας γάλακτος, η δε καθορισμένη τιμή πώλησης να μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τον τόπο στον οποίο είναι αποθηκευμένο το προς πώληση βούτυρο. |
(10) |
Το άρθρο 6 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 προβλέπει τη χορήγηση ενισχύσεων για την ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου. Για να διασφαλιστεί ο αποτελεσματικός έλεγχος του καθεστώτος, πρέπει να προβλεφθούν η σύναψη σύμβασης και η συγγραφή υποχρεώσεων που προσδιορίζουν τους όρους αποθεματοποίησης. Για τον ίδιο λόγο, πρέπει επίσης να θεσπιστούν λεπτομερείς διατάξεις που θα αφορούν την τεκμηρίωση, την τήρηση λογιστικής, καθώς και τη συχνότητα των ελέγχων και των επιθεωρήσεων, κυρίως όσον αφορά τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3. Για να διευκολυνθεί ο έλεγχος της παρουσίας του βουτύρου στην αποθήκη στο πλαίσιο συμβάσεων ιδιωτικής αποθεματοποίησης, θα πρέπει να προβλεφθεί η έξοδος από το απόθεμα κατά παρτίδες, εκτός αν το κράτος μέλος εγκρίνει την έξοδο μικρότερης ποσότητας. |
(11) |
Για τη χρηστή διαχείριση του καθεστώτος ιδιωτικής αποθεματοποίησης, θα πρέπει να προβλεφθεί ο καθορισμός του ποσού της ενίσχυσης σε ετήσια βάση. Οι ημερομηνίες εισόδου στο απόθεμα και οι ημερομηνίες στις οποίες ο αποθεματοποιητής μπορεί να προβεί σε ρευστοποίηση του αποθέματος καθώς και η διάρκεια της αποθεματοποίησης και το ποσό της ενίσχυσης είναι δυνατόν να τροποποιηθούν σε συνάρτηση με την κατάσταση της αγοράς. |
(12) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Άρθρο 1
1. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής των ακόλουθων μέτρων παρέμβασης, στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999:
α) |
δημόσια αποθεματοποίηση:
|
β) |
ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου. |
2. Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Οικονομική Ένωση Βελγίου-Λουξεμβούργου θεωρείται ενιαίο κράτος μέλος.
3. Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ως «αρμόδιος οργανισμός» νοείται ο οργανισμός πληρωμών ή, ανάλογα με την περίπτωση, ο οργανισμός που έχει εξουσιοδοτηθεί από τον οργανισμό πληρωμών όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου (4).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ
ΤΜΗΜΑ 1
Όροι αγοράς του βουτύρου
Άρθρο 2
Ο αρμόδιος οργανισμός αγοράζει στο πλαίσιο της παρέμβασης μόνο βούτυρο που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 και του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού, το οποίο προσφέρεται στην παρέμβαση κατά την περίοδο από την 1η Μαρτίου έως τις 31 Αυγούστου κάθε έτους.
Άρθρο 3
1. Ο αρμόδιος οργανισμός ελέγχει την ποιότητα του βουτύρου σύμφωνα με τις μεθόδους που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και βάσει των δειγμάτων που λαμβάνονται σύμφωνα με τους κανόνες που εκτίθενται στο παράρτημα II. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν, με γραπτή άδεια της Επιτροπής, να θεσπίσουν σύστημα αυτοελέγχου, υπό την εποπτεία τους, για ορισμένες απαιτήσεις ποιότητας και για ορισμένες εγκεκριμένες επιχειρήσεις.
2. Τα επίπεδα ραδιενέργειας στο βούτυρο δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα ανώτατα αποδεκτά επίπεδα ραδιενέργειας που προβλέπει, ενδεχομένως, η κοινοτική νομοθεσία.
Ο έλεγχος του επιπέδου ραδιενεργού μολύνσεως του βουτύρου διενεργείται μόνον εφόσον απαιτείται από τις περιστάσεις και κατά τη διάρκεια της αναγκαίας περιόδου. Σε περίπτωση ανάγκης, η διάρκεια και η έκταση των μέτρων ελέγχου καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999.
3. Το βούτυρο πρέπει να έχει παρασκευαστεί στη διάρκεια περιόδου 23 ημερών πριν από την ημερομηνία κατά την οποία ο αρμόδιος οργανισμός έλαβε την προσφορά πώλησης.
4. Η ελάχιστη ποσότητα προσφερόμενου βουτύρου είναι 10 τόνοι. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι το βούτυρο προσφέρεται μόνον ανά ολόκληρο τόνο.
5. Το βούτυρο συσκευάζεται και παραδίδεται σε τεμάχια καθαρού βάρους τουλάχιστον 25 χιλιογράμμων.
6. Οι συσκευασίες του βουτύρου είναι καινούργιες, από ανθεκτικό υλικό και κατασκευασμένες κατά τρόπο που να διασφαλίζουν την προστασία του βουτύρου καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών μεταφοράς, αποθεματοποίησης και εξόδου από το απόθεμα. Φέρουν τουλάχιστον τις ακόλουθες ενδείξεις, ενδεχομένως σε κωδικοποιημένη μορφή:
α) |
τον αριθμό έγκρισης που προσδιορίζει το εργοστάσιο και το κράτος μέλος παραγωγής· |
β) |
την ημερομηνία παραγωγής· |
γ) |
την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα· |
δ) |
τον αριθμό της παρτίδας παραγωγής και του δέματος· ο αριθμός του δέματος μπορεί να αντικατασταθεί από αριθμό παλέτας που αναγράφεται σ’ αυτήν· |
ε) |
την ένδειξη «βούτυρο από γλυκιά κρέμα», αν η υδατική φάση του βουτύρου έχει το αντίστοιχο pH. |
Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι η υποχρεωτική αναγραφή στις συσκευασίες της ημερομηνίας εισόδου στο απόθεμα δεν εφαρμόζεται, υπό τον όρο ότι ο υπεύθυνος της αποθήκης αποθεματοποίησης αναλαμβάνει την υποχρέωση να τηρεί μητρώο, στο οποίο εγγράφονται κατά την είσοδο στο απόθεμα οι ενδείξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 4
1. Η επιχείρηση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 εγκρίνεται μόνον εφόσον:
α) |
η έγκριση πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και διαθέτει τις κατάλληλες τεχνικές εγκαταστάσεις· |
β) |
δεσμεύεται να τηρεί σε μόνιμη βάση τα στοιχεία που ορίζονται από τον αρμόδιο οργανισμό κάθε κράτους μέλους, σχετικά με τον προμηθευτή και την καταγωγή των πρώτων υλών, τις λαμβανόμενες ποσότητες βουτύρου, τη συσκευασία, την ταυτοποίηση και την ημερομηνία εξόδου κάθε παρτίδας παραγωγής για τη δημόσια παρέμβαση· |
γ) |
αποδέχεται τη διενέργεια ειδικού επίσημου ελέγχου στο βούτυρο που παράγει· |
δ) |
δεσμεύεται να ενημερώνει τον αρμόδιο οργανισμό, δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν, σχετικά με την πρόθεσή της να παρασκευάσει βούτυρο για τη δημόσια παρέμβαση. Ωστόσο, το κράτος μέλος μπορεί να καθορίσει συντομότερη προθεσμία. |
2. Για να διασφαλιστεί η τήρηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, ο αρμόδιος οργανισμός διενεργεί αιφνιδιαστικούς επιτόπιους ελέγχους, βάσει του προγράμματος παραγωγής βουτύρου παρέμβασης των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων.
Διενεργείται τουλάχιστον:
α) |
ένας έλεγχος ανά 28 ημέρες παραγωγής για την παρέμβαση και τουλάχιστον ένας έλεγχος ετησίως, για να εξετάζονται τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β)· |
β) |
ένας έλεγχος ετησίως, για να επαληθεύεται η τήρηση των άλλων όρων έγκρισης που αναφέρονται στην παράγραφο 1. |
3. Η έγκριση ανακαλείται στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α). Με αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης, η έγκριση μπορεί να επαναχορηγηθεί μετά από ελάχιστο διάστημα έξι μηνών και μετά από εμπεριστατωμένο έλεγχο.
Στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι μια επιχείρηση δεν τήρησε μια από τις δεσμεύσεις της που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β), γ) και δ), πλην περιπτώσεως ανωτέρας βίας, η έγκριση αναστέλλεται για περίοδο από έναν έως δώδεκα μήνες, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παρατυπίας.
Το κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην επιβληθεί αναστολή, εφόσον διαπιστώσει ότι η παρατυπία δεν διαπράχθηκε εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμέλειας και ότι είναι ήσσονος σημασίας από την άποψη της αποτελεσματικότητας των ελέγχων που προβλέπονται στην παράγραφο 2.
4. Για τους ελέγχους που πραγματοποιούνται βάσει των παραγράφων 2 και 3 πρέπει να συντάσσεται έκθεση στην οποία να προσδιορίζονται:
α) |
η ημερομηνία του ελέγχου· |
β) |
η διάρκεια των ελέγχων· |
γ) |
οι εκτελεσθείσες εργασίες. |
Η έκθεση ελέγχου φέρει την υπογραφή του αρμόδιου υπαλλήλου.
Άρθρο 5
1. Στην περίπτωση που το βούτυρο προσφέρεται στην παρέμβαση σε άλλο κράτος μέλος από το κράτος μέλος παραγωγής, η αγορά υπόκειται στην προσκόμιση πιστοποιητικού, το οποίο χορηγείται από τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους παραγωγής.
Το πιστοποιητικό προσκομίζεται στον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους αγοράς το αργότερο 45 ημέρες μετά την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς και περιλαμβάνει τις ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 στοιχεία α), β) και δ) του παρόντος κανονισμού καθώς και διαβεβαίωση ότι πρόκειται για βούτυρο που έχει παραχθεί απευθείας και αποκλειστικά από παστεριωμένη κρέμα, κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, σε εγκεκριμένη επιχείρηση της Κοινότητας.
2. Στην περίπτωση που το κράτος μέλος παραγωγής διενήργησε τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, το πιστοποιητικό περιλαμβάνει επίσης τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών και τη διαβεβαίωση ότι πρόκειται για βούτυρο που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999. Στην περίπτωση αυτή, η συσκευασία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού πρέπει να σφραγίζεται με αριθμημένη ετικέτα του αρμόδιου οργανισμού του κράτους μέλους παραγωγής. Το πιστοποιητικό περιλαμβάνει τον αριθμό της ετικέτας.
ΤΜΗΜΑ 2
Διαδικασία αγοράς βουτύρου σε καθορισμένη τιμή
Άρθρο 6
Η αγορά βουτύρου στο 90 % της τιμής παρέμβασης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τμήματος.
Άρθρο 7
1. Οι πωλητές υποβάλλουν προσφορά εγγράφως έναντι βεβαίωσης παραλαβής ή με οποιοδήποτε μέσο γραπτής τηλεπικοινωνίας με αποδεικτικό παραλαβής.
2. Οι προσφορές περιλαμβάνουν:
α) |
την επωνυμία και τη διεύθυνση του πωλητή· |
β) |
την προσφερόμενη ποσότητα· |
γ) |
την επωνυμία και τον αριθμό έγκρισης της επιχείρησης που εγκρίθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 1· |
δ) |
τις ημερομηνίες παρασκευής του βουτύρου· |
ε) |
τον τόπο όπου είναι αποθηκευμένο το βούτυρο. |
3. Η προσφορά είναι έγκυρη μόνον εάν:
α) |
αφορά ποσότητα βουτύρου που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 3 παράγραφος 4· |
β) |
συνοδεύεται από έγγραφη δέσμευση του πωλητή να τηρήσει τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2· |
γ) |
παρέχεται απόδειξη για τη σύσταση από τον πωλητή εγγύησης ύψους 5 ευρώ ανά 100 χιλιόγραμμα στο κράτος μέλος όπου υποβάλλεται η προσφορά, το αργότερο κατά την ημερομηνία παραλαβής της προσφοράς. |
4. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 3 στοιχείο β) δέσμευση, που κατατίθεται στον αρμόδιο οργανισμό, θεωρείται ότι ισχύει με σιωπηρή παράταση και για τις επόμενες προσφορές, μέχρις ότου ανακληθεί ρητά από τον πωλητή ή τον αρμόδιο οργανισμό, υπό την προϋπόθεση ότι:
α) |
στην αρχική προσφορά ορίζεται ότι ο πωλητής επιθυμεί να ωφεληθεί από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου· |
β) |
στις επόμενες προσφορές γίνεται μνεία των διατάξεων της παρούσας παραγράφου και της ημερομηνίας της αρχικής προσφοράς. |
5. Ο αρμόδιος οργανισμός καταγράφει την ημερομηνία παραλαβής των προσφορών, καθώς επίσης τις αντίστοιχες ποσότητες και ημερομηνίες παρασκευής και τον τόπο όπου είναι αποθηκευμένο το προσφερόμενο βούτυρο.
6. Οι προσφορές δεν επιτρέπεται να αποσυρθούν μετά την παραλαβή τους από τον αρμόδιο οργανισμό.
Άρθρο 8
Η διατήρηση της προσφοράς, η παράδοση του βουτύρου στην ψυκτική αποθήκη που έχει υποδείξει ο αρμόδιος οργανισμός εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και η τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού συνιστούν πρωτογενείς απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 της Επιτροπής (6).
Άρθρο 9
1. Αφού ελέγξει την προσφορά και εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της προσφοράς πώλησης, ο αρμόδιος οργανισμός εκδίδει χρονολογημένο και αριθμημένο δελτίο παράδοσης, στο οποίο αναγράφονται:
α) |
η ποσότητα που πρόκειται να παραδοθεί· |
β) |
η προθεσμία παράδοσης του βουτύρου· |
γ) |
η ψυκτική αποθήκη στην οποία πρέπει να παραδοθεί. |
2. Εντός 21 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της προσφοράς πώλησης, ο πωλητής παραδίδει το βούτυρο στην εξέδρα φόρτωσης της ψυκτικής αποθήκης. Η παράδοση μπορεί να γίνει τμηματικά.
Τα ενδεχόμενα έξοδα εκφόρτωσης του βουτύρου στην εξέδρα φόρτωσης της ψυκτικής αποθήκης βαρύνουν τον πωλητή.
3. Η εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο γ) αποδεσμεύεται μόλις ο πωλητής παραδώσει το σύνολο της ποσότητας που αναγράφεται στο δελτίο παράδοσης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο ίδιο δελτίο και διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 2.
Αν το βούτυρο δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 2, απορρίπτεται και η εγγύηση καταπίπτει ως προς την απορριφθείσα ποσότητα.
4. Πλην περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν ο πωλητής δεν παραδώσει το βούτυρο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο δελτίο παράδοσης, η εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο γ) καταπίπτει κατ’ αναλογία προς τις ποσότητες που δεν παραδόθηκαν και ακυρώνεται η αγορά για τις ποσότητες αυτές.
5. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι το βούτυρο παραδίδεται στον αρμόδιο οργανισμό την ημέρα εισόδου του συνόλου της ποσότητας βουτύρου που καλύπτεται από την προσφορά στη ψυκτική αποθήκη που έχει υποδείξει ο αρμόδιος οργανισμός, αλλά το νωρίτερο την επομένη της έκδοσης του δελτίου παράδοσης.
6. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την πώληση δεν είναι μεταβιβάσιμα.
Άρθρο 10
1. Ο οργανισμός πληρωμών καταβάλλει στον πωλητή το αντίτιμο για κάθε ποσότητα βουτύρου που έχει παραλάβει, μεταξύ της 45ης και της 65ης ημέρας από την ημέρα παραλαβής του βουτύρου, υπό την προϋπόθεση ότι έχει εξακριβωθεί η τήρηση των απαιτήσεων των άρθρων 2 και 3.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως ημέρα παραλαβής νοείται η ημέρα εισόδου του βουτύρου στη ψυκτική αποθήκη που έχει υποδείξει ο αρμόδιος οργανισμός, αλλά το νωρίτερο η επομένη της έκδοσης του δελτίου παράδοσης που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.
Άρθρο 11
1. Το βούτυρο υπόκειται σε δοκιμαστική περίοδο αποθεματοποίησης. Η περίοδος αυτή καθορίζεται σε 30 ημέρες, με έναρξη από την ημέρα παραλαβής του.
2. Με την υποβολή προσφοράς, ο πωλητής αναλαμβάνει την υποχρέωση, σε περίπτωση που από τον έλεγχο κατά την είσοδο στον αποθηκευτικό χώρο που έχει υποδείξει ο αρμόδιος οργανισμός προκύψει ότι το βούτυρο δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των άρθρων 2 και 3 ή, σε περίπτωση που κατά τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου αποθεματοποίησης διαπιστωθεί ότι οι ελάχιστες οργανοληπτικές ιδιότητες του βουτύρου είναι κατώτερες από τις καθοριζόμενες στο παράρτημα Ι:
α) |
να αποσύρει το εν λόγω βούτυρο και |
β) |
να καταβάλει τα έξοδα αποθεματοποίησης του εν λόγω βουτύρου από την ημέρα εισόδου του στο απόθεμα μέχρι την ημερομηνία εξόδου του απ’ αυτό. |
Τα έξοδα αποθεματοποίησης που πρέπει να καταβληθούν υπολογίζονται με βάση τα κατ’ αποκοπή ποσά που αντιστοιχούν στις δαπάνες εισόδου, εξόδου και αποθήκευσης, τα οποία καθορίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1883/78 του Συμβουλίου (7).
Άρθρο 12
1. Κάθε Τρίτη και το αργότερο στις 12:00 (ώρα Βρυξελλών), ο αρμόδιος οργανισμός γνωστοποιεί στην Επιτροπή τις ποσότητες βουτύρου για τις οποίες υποβλήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα προσφορές πώλησης σύμφωνα με το άρθρο 7.
2. Μόλις διαπιστωθεί ότι οι προσφορές κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου έτους προσεγγίζουν τους 18 000 τόνους, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την ημερομηνία από την οποία θα κοινοποιούν τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθημερινά και το αργότερο στις 12:00 (ώρα Βρυξελλών) για τις ποσότητες βουτύρου που προσφέρθηκαν την προηγούμενη ημέρα.
Μόλις διαπιστωθεί ότι οι προσφορές κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου έτους υπερβαίνουν την ποσότητα των 30 000 τόνων που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, οι αγορές είναι δυνατόν να ανασταλούν με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2 του ίδιου κανονισμού.
Σε περίπτωση αναστολής των αγορών κατά τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, δεν γίνονται δεκτές νέες προσφορές από την επομένη της έναρξης ισχύος της απόφασης για την αναστολή των αγορών.
ΤΜΗΜΑ 3
Διαδικασία αγοράς βουτύρου με διαγωνισμό
Άρθρο 13
1. Όταν η Επιτροπή αποφασίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, να ξεκινήσει την αγορά βουτύρου για την παρέμβαση με ανοικτό διαρκή διαγωνισμό, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 2, του άρθρου 3 παράγραφοι 1, 2 και 4 έως 6 και των άρθρων 4, 5, 9, 10 και 11 του παρόντος κανονισμού, εκτός αντιθέτων διατάξεων του παρόντος τμήματος.
2. Δημοσιεύεται προκήρυξη διαγωνισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3. Η προθεσμία υποβολής προσφορών για τους επιμέρους διαγωνισμούς λήγει την τρίτη Τρίτη κάθε μήνα στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών). Ωστόσο, για τον μήνα Αύγουστο, η προθεσμία λήγει την τέταρτη Τρίτη στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών). Εάν η Τρίτη είναι αργία, η προθεσμία λήγει την προηγούμενη εργάσιμη ημέρα στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών).
Άρθρο 14
1. Οι ενδιαφερόμενοι συμμετέχουν στο διαγωνισμό που προκηρύσσεται από τον αρμόδιο οργανισμό ενός κράτους μέλους, υποβάλλοντας προσφορά είτε εγγράφως έναντι βεβαίωσης παραλαβής είτε με οποιοδήποτε μέσο γραπτής τηλεπικοινωνίας με αποδεικτικό παραλαβής.
2. Οι προσφορές περιλαμβάνουν:
α) |
το όνομα και τη διεύθυνση του υποβάλλοντος την προσφορά· |
β) |
την προσφερόμενη ποσότητα· |
γ) |
την προσφερόμενη τιμή ανά 100 χιλιόγραμμα βουτύρου, εκφραζόμενη σε ευρώ με δύο δεκαδικά ψηφία κατ’ ανώτατο όριο, χωρίς τους εθνικούς φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις, για παράδοση στην εξέδρα φόρτωσης της ψυκτικής αποθήκης· |
δ) |
την επωνυμία και τον αριθμό έγκρισης της επιχείρησης που έχει εγκριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1· |
ε) |
τις ημερομηνίες παρασκευής του βουτύρου· |
στ) |
τον τόπο όπου είναι αποθηκευμένο το βούτυρο που προσφέρεται. |
3. Οι προσφορές είναι έγκυρες μόνον εάν:
α) |
αφορούν ποσότητα βουτύρου που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 3 παράγραφος 4· |
β) |
το βούτυρο έχει παραχθεί στη διάρκεια περιόδου 31 ημερών πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής προσφορών· |
γ) |
συνοδεύονται από έγγραφη δέσμευση του προσφέροντος να τηρήσει τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2· |
δ) |
προσκομίζεται η απόδειξη ότι ο υποβάλλων προσφορά έχει προβεί στη σύσταση εγγύησης πέντε ευρώ ανά 100 χιλιόγραμμα για το συγκεκριμένο διαγωνισμό, στο κράτος μέλος όπου υποβάλλεται η προσφορά, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 για την υποβολή των προσφορών. |
4. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) δέσμευση, που κατατίθεται στον αρμόδιο οργανισμό, θεωρείται ότι ισχύει με σιωπηρή παράταση και για τις επόμενες προσφορές, μέχρις ότου ανακληθεί ρητά από τον προσφέροντα ή τον αρμόδιο οργανισμό, υπό την προϋπόθεση ότι:
α) |
στην αρχική προσφορά ορίζεται ότι ο υποβάλλων την προσφορά επιθυμεί να ωφεληθεί από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου· |
β) |
στις επόμενες προσφορές γίνεται μνεία των διατάξεων της παρούσας παραγράφου και της ημερομηνίας της αρχικής προσφοράς. |
5. Ο αρμόδιος οργανισμός καταγράφει την ημερομηνία παραλαβής των προσφορών, καθώς επίσης τις αντίστοιχες ποσότητες και ημερομηνίες παρασκευής και τον τόπο όπου είναι αποθηκευμένο το προσφερόμενο βούτυρο.
6. Η προσφορά δεν μπορεί να αποσυρθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 για την υποβολή των προσφορών που αφορούν το συγκεκριμένο επιμέρους διαγωνισμό.
Άρθρο 15
Η διατήρηση της προσφοράς μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών, η παράδοση του βουτύρου στη ψυκτική αποθήκη που έχει υποδείξει ο αρμόδιος οργανισμός εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και η τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού συνιστούν πρωτογενείς απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.
Άρθρο 16
1. Την ημέρα λήξης της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3, ο αρμόδιος οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή για τις ποσότητες και τις τιμές που προσέφεραν οι ενδιαφερόμενοι.
Εάν δεν έχουν υποβληθεί προσφορές, ο αρμόδιος οργανισμός γνωστοποιεί το γεγονός αυτό στην Επιτροπή εντός της ίδιας προθεσμίας.
2. Αφού λάβει υπόψη της τις προσφορές που έχουν υποβληθεί για κάθε διαγωνισμό, η Επιτροπή καθορίζει μέγιστη τιμή αγοράς σε συνάρτηση με τις ισχύουσες τιμές παρέμβασης, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999.
Είναι δυνατόν να αποφασιστεί να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό.
Άρθρο 17
Οι προσφορές απορρίπτονται εάν η προσφερόμενη τιμή είναι υψηλότερη από την αναφερόμενη στο άρθρο 16 παράγραφος 2 μέγιστη τιμή που ισχύει για το συγκεκριμένο διαγωνισμό.
Άρθρο 18
1. Ο αρμόδιος οργανισμός ενημερώνει αμέσως τους υποβάλλοντες προσφορά για το αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στο διαγωνισμό.
Η εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 στοιχείο δ) αποδεσμεύεται αμέσως σε περίπτωση απόρριψης της προσφοράς.
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη διαδικασία διαγωνισμού δεν είναι μεταβιβάσιμα.
2. Ο αρμόδιος οργανισμός εκδίδει αμέσως στον υπερθεματιστή χρονολογημένο και αριθμημένο δελτίο παράδοσης το οποίο αναφέρει:
α) |
την ποσότητα που πρόκειται να παραδοθεί· |
β) |
την προθεσμία παράδοσης του βουτύρου· |
γ) |
τη ψυκτική αποθήκη στην οποία πρέπει να παραδοθεί. |
3. Εντός 21 ημερών από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής προσφορών, ο υπερθεματιστής παραδίδει το βούτυρο στην εξέδρα φόρτωσης της ψυκτικής αποθήκης. Η παράδοση μπορεί να γίνει τμηματικά.
Τα ενδεχόμενα έξοδα εκφόρτωσης του βουτύρου στην εξέδρα φόρτωσης της ψυκτικής αποθήκης βαρύνουν τον υπερθεματιστή.
4. Η εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 στοιχείο δ) αποδεσμεύεται μόλις ο υπερθεματιστής παραδώσει το σύνολο της ποσότητας που αναγράφεται στο δελτίο παράδοσης, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο ίδιο δελτίο και διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 2.
Αν το βούτυρο δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 2, απορρίπτεται και η εγγύηση καταπίπτει ως προς την ποσότητα που έχει απορριφθεί.
5. Πλην περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν ο υπερθεματιστής δεν παραδώσει το βούτυρο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο δελτίο παράδοσης, η εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 στοιχείο δ) καταπίπτει κατ’ αναλογία προς τις ποσότητες που δεν παραδόθηκαν και ακυρώνεται η αγορά για τις ποσότητες αυτές.
6. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι το βούτυρο παραδίδεται στον αρμόδιο οργανισμό την ημέρα εισόδου του συνόλου της ποσότητας βουτύρου που καλύπτεται από το δελτίο παράδοσης στη ψυκτική αποθήκη που έχει υποδείξει ο αρμόδιος οργανισμός, αλλά το νωρίτερο την επομένη της έκδοσης του δελτίου παράδοσης.
ΤΜΗΜΑ 4
Είσοδος και έξοδος από το απόθεμα
Άρθρο 19
1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τεχνικές προδιαγραφές για τις ψυκτικές αποθήκες, προβλέποντας κυρίως θερμοκρασία αποθήκευσης ίση ή κατώτερη των – 15 °C και λαμβάνουν κάθε άλλο μέτρο για τη διασφάλιση της σωστής συντήρησης του βουτύρου. Οι σχετικοί κίνδυνοι καλύπτονται από ασφάλεια που έχει μορφή είτε συμβατικής υποχρεώσεως των αποθετών, είτε μορφή γενικής ασφάλειας του αρμόδιου οργανισμού· το κράτος μέλος δύναται επίσης να αυτασφαλισθεί.
2. Ο αρμόδιος οργανισμός απαιτεί η παράδοση στην εξέδρα της ψυκτικής αποθήκης, η είσοδος στο απόθεμα και η αποθεματοποίηση του βουτύρου να πραγματοποιούνται σε παλέτες και κατά τρόπο ώστε να δημιουργούνται παρτίδες που να είναι εύκολα ταυτοποιήσιμες και προσβάσιμες.
3. Ο αρμόδιος για τον έλεγχο οργανισμός διενεργεί αιφνιδιαστικούς ελέγχους για τη διαπίστωση της παρουσίας του βουτύρου στην αποθήκη, όπως προβλέπεται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 884/2006 της Επιτροπής (8).
Άρθρο 20
1. Ο αρμόδιος οργανισμός επιλέγει την πλησιέστερη διαθέσιμη ψυκτική αποθήκη στον τόπο αποθήκευσης του βουτύρου.
Η μέγιστη απόσταση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 καθορίζεται σε 350 χιλιόμετρα.
Ωστόσο, ο αρμόδιος οργανισμός είναι δυνατόν να επιλέξει άλλον αποθηκευτικό χώρο μέσα στα όρια της απόστασης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, υπό την προϋπόθεση ότι η επιλογή του εν λόγω αποθηκευτικού χώρου δεν προκαλεί επιπρόσθετα έξοδα αποθεματοποίησης.
Ο αρμόδιος οργανισμός μπορεί να επιλέξει άλλον αποθηκευτικό χώρο, πέραν της απόστασης αυτής, αν η επιλογή αυτή συνεπάγεται μικρότερες δαπάνες, περιλαμβανομένων των σχετικών εξόδων αποθεματοποίησης και μεταφοράς. Στην περίπτωση αυτή, ο αρμόδιος οργανισμός ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή για την επιλογή του αυτή.
2. Στην περίπτωση που ο αρμόδιος οργανισμός που προβαίνει στην αγορά υπάγεται σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο έδαφος του οποίου είναι αποθηκευμένο το προσφερόμενο βούτυρο, τότε, για τον υπολογισμό της μέγιστης απόστασης που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο, δεν λαμβάνεται υπόψη η απόσταση μεταξύ της αποθήκης του πωλητή και των συνόρων του κράτους μέλους του αρμόδιου οργανισμού που προβαίνει στην αγορά.
3. Πέραν της μέγιστης απόστασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα επιπρόσθετα έξοδα μεταφοράς που βαρύνουν τον οργανισμό πληρωμών καθορίζονται σε 0,065 ευρώ ανά τόνο και ανά χιλιόμετρο. Τα επιπρόσθετα έξοδα καλύπτονται από τον οργανισμό πληρωμών μόνο αν η θερμοκρασία του βουτύρου δεν υπερβαίνει τους 6 °C κατά την άφιξη στη ψυκτική αποθήκη.
Άρθρο 21
Κατά την έξοδο του βουτύρου από το απόθεμα, ο αρμόδιος οργανισμός, σε περίπτωση παράδοσης έξω από τη ψυκτική αποθήκη, παραδίδει το βούτυρο στην εξέδρα φόρτωσης της αποθήκης, σε παλέτα και, ενδεχομένως, φορτωμένο σε μεταφορικό μέσο, εφόσον πρόκειται για φορτηγό αυτοκίνητο ή βαγόνι σιδηροδρόμου. Τα σχετικά έξοδα βαρύνουν τον οργανισμό πληρωμών και τα ενδεχόμενα έξοδα στοιβασίας και εκφόρτωσης από τις παλέτες βαρύνουν τον αγοραστή του βουτύρου.
ΤΜΗΜΑ 5
Διαδικασία πώλησης βουτύρου με διαγωνισμό
Άρθρο 22
1. Το βούτυρο πωλείται με διαρκή διαγωνισμό.
2. Η πώληση αφορά βούτυρο που εισήλθε στο απόθεμα πριν από την 1η Ιουνίου 2007.
3. Τουλάχιστον οκτώ ημέρες πριν από τη λήξη της πρώτης προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή προσφορών, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκήρυξη διαρκούς διαγωνισμού.
4. Ο αρμόδιος οργανισμός συντάσσει προκήρυξη διαρκούς διαγωνισμού, αναφέροντας κυρίως την προθεσμία και τη διεύθυνση για την υποβολή προσφορών.
Ο αρμόδιος οργανισμός αναφέρει επίσης, για το βούτυρο που κατέχει:
α) |
τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η ψυκτική αποθήκη στην οποία είναι αποθηκευμένο το προς πώληση βούτυρο· |
β) |
την ποσότητα προς πώληση σε κάθε ψυκτική αποθήκη και, ενδεχομένως, την ποσότητα του βουτύρου που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 στοιχείο ε). |
5. Ο αρμόδιος οργανισμός τηρεί ενημερωμένο κατάλογο των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4, τον οποίο θέτει στη διάθεση των ενδιαφερομένων, εφόσον το ζητήσουν. Οι αρμόδιοι οργανισμοί δημοσιεύουν σε τακτά χρονικά διαστήματα ενημερωμένους καταλόγους, στην ενδεδειγμένη μορφή, η οποία προσδιορίζεται στην προκήρυξη διαρκούς διαγωνισμού.
6. Ο αρμόδιος οργανισμός προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να έχουν τη δυνατότητα:
α) |
να εξετάσουν με δικά τους έξοδα δείγματα του προς πώληση βουτύρου, πριν υποβάλουν προσφορά· |
β) |
να επαληθεύσουν τα αποτελέσματα των αναλύσεων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι όσον αφορά τις λιπαρές ουσίες, την υγρασία και το στερεό υπόλειμμα χωρίς λίπος. |
Άρθρο 23
1. Ο αρμόδιος οργανισμός προκηρύσσει επιμέρους διαγωνισμούς κατά την περίοδο ισχύος του διαρκούς διαγωνισμού.
2. Η προθεσμία υποβολής προσφορών για τους επιμέρους διαγωνισμούς λήγει την τρίτη Τρίτη κάθε μήνα στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών). Ωστόσο, για τον Αύγουστο, η προθεσμία λήγει την τέταρτη Τρίτη στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών) και για το Δεκέμβριο τη δεύτερη Τρίτη στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών). Εάν η Τρίτη είναι αργία, η προθεσμία λήγει την προηγούμενη εργάσιμη ημέρα στις 11:00 π.μ. (ώρα Βρυξελλών).
Άρθρο 24
1. Οι προσφορές για κάθε επιμέρους διαγωνισμό υποβάλλονται εγγράφως έναντι βεβαίωσης παραλαβής ή με οποιοδήποτε μέσο γραπτής τηλεπικοινωνίας με αποδεικτικό παραλαβής.
Οι προσφορές υποβάλλονται στον αρμόδιο οργανισμό που κατέχει το βούτυρο για το οποίο κατατίθενται.
2. Οι προσφορές περιλαμβάνουν:
α) |
το όνομα και τη διεύθυνση του υποβάλλοντος την προσφορά· |
β) |
την αιτούμενη ποσότητα· |
γ) |
την προσφερόμενη τιμή ανά 100 χιλιόγραμμα, σε ευρώ, χωρίς τους εθνικούς φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις, για παράδοση στην εξέδρα φόρτωσης της ψυκτικής αποθήκης· |
δ) |
κατά περίπτωση, τη ψυκτική αποθήκη όπου είναι αποθηκευμένο το βούτυρο και, προαιρετικά, μια εναλλακτική ψυκτική αποθήκη· |
ε) |
κατά περίπτωση, ένδειξη του είδους βουτύρου κατά το άρθρο 3 παράγραφος 6 στοιχείο ε), για το οποίο υποβάλλεται προσφορά. |
3. Οι προσφορές ισχύουν μόνον αν:
α) |
αφορούν ποσότητα τουλάχιστον πέντε τόνων ή, αν η ποσότητα που είναι διαθέσιμη σε μια ψυκτική αποθήκη είναι μικρότερη από πέντε τόνους, τη διαθέσιμη ποσότητα· |
β) |
παρέχεται απόδειξη της σύστασης από τον προσφέροντα εγγύησης για συμμετοχή στον συγκεκριμένο επιμέρους διαγωνισμό, ύψους 70 ευρώ ανά τόνο, στο κράτος μέλος όπου υποβάλλεται η προσφορά, πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής προσφορών που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2. |
4. Η προσφορά δεν μπορεί να αποσυρθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.
Άρθρο 25
Για τους σκοπούς της εγγύησης που προβλέπεται στο άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, η διατήρηση της προσφοράς μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών που προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και η καταβολή της τιμής εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού αποτελούν πρωτογενείς απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.
Άρθρο 26
1. Την ημέρα λήξης της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2, ο αρμόδιος οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή για τις ποσότητες και τις τιμές που προσέφεραν οι ενδιαφερόμενοι και για την ποσότητα του βουτύρου που διατίθεται προς πώληση.
Εάν δεν έχουν υποβληθεί προσφορές, ο αρμόδιος οργανισμός γνωστοποιεί το γεγονός αυτό στην Επιτροπή εντός της ίδιας προθεσμίας, εφόσον υπάρχει βούτυρο διαθέσιμο προς πώληση στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.
2. Καθορίζεται ελάχιστη τιμή πώλησης για το βούτυρο με βάση τις προσφορές που έχουν παραληφθεί για κάθε επιμέρους διαγωνισμό, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999. Η τιμή αυτή μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τον τόπο όπου βρίσκονται οι προς πώληση ποσότητες βουτύρου.
Είναι δυνατόν να αποφασιστεί να μην κατακυρωθεί ο επιμέρους διαγωνισμός.
Άρθρο 27
Οι προσφορές απορρίπτονται εάν η προσφερόμενη τιμή είναι χαμηλότερη από την καθορισμένη ελάχιστη τιμή.
Άρθρο 28
1. Ο αρμόδιος οργανισμός κατακυρώνει το βούτυρο με βάση την ημερομηνία εισόδου σε απόθεμα, αρχίζοντας από το παλαιότερο προϊόν της συνολικής ποσότητας ή, κατά περίπτωση, από την παλαιότερη ποσότητα βουτύρου γλυκιάς κρέμας γάλακτος ή όξινης κρέμας γάλακτος που είναι διαθέσιμη στη ψυκτική αποθήκη την οποία έχει υποδείξει ο προσφέρων.
2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 27, υπερθεματιστής είναι όποιος έχει υποβάλει την προσφορά με την υψηλότερη τιμή. Εάν δεν εξαντληθεί η διαθέσιμη ποσότητα, η υπόλοιπη ποσότητα κατακυρώνεται στους άλλους προσφέροντες με βάση τις τιμές των προσφορών τους, αρχίζοντας από την υψηλότερη τιμή.
3. Σε περίπτωση που η αποδοχή μιας προσφοράς θα συνεπαγόταν υπέρβαση της ποσότητας βουτύρου που είναι διαθέσιμη σε μια συγκεκριμένη ψυκτική αποθήκη, κατακυρώνεται στον αντίστοιχο προσφέροντα μόνον η διαθέσιμη ποσότητα.
Ωστόσο, ο αρμόδιος οργανισμός δύναται να υποδείξει, με τη σύμφωνη γνώμη του προσφέροντος, άλλες ψυκτικές αποθήκες για να συμπληρωθεί η ποσότητα που αναφέρεται στην προσφορά.
4. Σε περίπτωση που η αποδοχή δύο ή περισσότερων προσφορών με την ίδια τιμή για βούτυρο που βρίσκεται σε συγκεκριμένη ψυκτική αποθήκη θα συνεπαγόταν υπέρβαση της διαθέσιμης ποσότητας, ο διαγωνισμός κατακυρώνεται με κατανομή της διαθέσιμης ποσότητας κατ’ αναλογία προς τις ποσότητες για τις οποίες υποβλήθηκαν προσφορές.
Ωστόσο, σε περίπτωση που η κατανομή αυτή έχει ως αποτέλεσμα την κατακύρωση ποσότητας μικρότερης από πέντε τόνους, η κατακύρωση γίνεται με κλήρωση.
5. Σε περίπτωση που μετά την αποδοχή όλων των προσφορών που έχουν επιλεγεί η εναπομένουσα στην αποθήκη ποσότητα είναι κατώτερη των 5 000 χιλιογράμμων, η εναπομένουσα αυτή ποσότητα προσφέρεται από τον αρμόδιο οργανισμό στους υπερθεματιστές αρχίζοντας από εκείνον που προσέφερε την υψηλότερη τιμή. Στον υπερθεματιστή προσφέρεται η δυνατότητα αγοράς της εναπομένουσας ποσότητας στην ίδια τιμή με εκείνη που του έχει κατακυρωθεί.
Άρθρο 29
Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη διαδικασία διαγωνισμού δεν είναι μεταβιβάσιμα.
Άρθρο 30
1. Ο αρμόδιος οργανισμός ενημερώνει αμέσως τους υποβάλλοντες προσφορά για το αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στο διαγωνισμό.
Η εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχείο β) αποδεσμεύεται αμέσως σε περίπτωση απόρριψης της προσφοράς.
2. Πριν παραλάβει το βούτυρο, ο υπερθεματιστής καταβάλλει στον αρμόδιο οργανισμό, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2, το ποσό που αντιστοιχεί στην προσφορά του για κάθε ποσότητα που προτίθεται να αποσύρει.
3. Πλην περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν ο υπερθεματιστής δεν συμμορφωθεί με τη διάταξη της παραγράφου 2, η εγγύηση συμμετοχής στο διαγωνισμό που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχείο β) καταπίπτει και η πώληση των σχετικών ποσοτήτων ακυρώνεται.
Άρθρο 31
1. Αφού καταβληθεί το ποσό που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2, ο αρμόδιος οργανισμός εκδίδει δελτίο παραλαβής, στο οποίο αναγράφονται:
α) |
η ποσότητα για την οποία έχει καταβληθεί το αντίστοιχο ποσό· |
β) |
η ψυκτική αποθήκη όπου βρίσκεται αποθηκευμένο το βούτυρο· |
γ) |
η προθεσμία παραλαβής του βουτύρου. |
2. Ο υπερθεματιστής παραλαμβάνει το βούτυρο που του κατακυρώθηκε εντός 30 ημερών από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των προσφορών. Η παραλαβή επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί κατά τμήματα των πέντε τόνων τουλάχιστον. Ωστόσο, σε περίπτωση που η ποσότητα που απομένει σε μια ψυκτική αποθήκη είναι μικρότερη από πέντε τόνους, επιτρέπεται να παραδοθεί η μικρότερη αυτή ποσότητα.
Πλην περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν η παραλαβή του βουτύρου δεν πραγματοποιηθεί εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, ο υπερθεματιστής επιβαρύνεται με τα έξοδα αποθεματοποίησης από την επομένη της λήξης της προθεσμίας και φέρει τον κίνδυνο της αποθεματοποίησης.
3. Η εγγύηση που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχείο β) αποδεσμεύεται αμέσως ως προς τις ποσότητες που παρελήφθησαν εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο.
Στις περιπτώσεις ανωτέρας βίας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο, ο αρμόδιος οργανισμός λαμβάνει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία, εκτιμώντας τις περιστάσεις που επικαλούνται οι ενδιαφερόμενοι.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΑΠΟΘΕΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΒΟΥΤΎΡΟΥ
ΤΜΗΜΑ 1
Σύμβαση και όροι αποθεματοποίησης
Άρθρο 32
Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
— |
ως «παρτίδα αποθεματοποίησης» νοείται μια ποσότητα βάρους τουλάχιστον ενός τόνου, ομοιογενούς συνθέσεως και ποιότητας, η οποία προέρχεται από το ίδιο εργοστάσιο και αποθεματοποιείται την ίδια ημέρα στην ίδια αποθήκη· |
— |
ως «ημέρα έναρξης της συμβατικής αποθεματοποίησης» νοείται η επομένη της εισόδου στο απόθεμα. |
Άρθρο 33
Αντικείμενο σύμβασης ιδιωτικής αποθεματοποίησης μπορεί να αποτελέσει μόνο το βούτυρο που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999.
Το βούτυρο πρέπει να έχει παραχθεί σε επιχείρηση που έχει εγκριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού στη διάρκεια χρονικού διαστήματος 28 ημερών που προηγείται της ημερομηνίας έναρξης της συμβατικής αποθεματοποίησης. Το επίπεδο ραδιενέργειας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ανώτατα αποδεκτά επίπεδα που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 34
Οι συμβάσεις σχετικά με την ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, συνάπτονται μεταξύ του αρμόδιου οργανισμού του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου έχει αποθηκευθεί το βούτυρο και των φυσικών ή νομικών προσώπων που καλούνται στο εξής «αντισυμβαλλόμενοι».
Άρθρο 35
1. Η σύμβαση αποθεματοποίησης συνάπτεται εγγράφως για μία ή περισσότερες παρτίδες και περιλαμβάνει ιδίως όρους σχετικούς με:
α) |
την ποσότητα βουτύρου για την οποία εφαρμόζεται η σύμβαση· |
β) |
τα ποσά ενίσχυσης· |
γ) |
τις ημερομηνίες που έχουν σχέση με την εκτέλεση της σύμβασης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999· |
δ) |
τα στοιχεία των ψυκτικών αποθηκών. |
2. Τα μέτρα ελέγχου και κυρίως αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 40 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οι ενδείξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου αποτελούν αντικείμενο συγγραφής υποχρεώσεων που καταρτίζεται από τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους αποθεματοποίησης. Στη σύμβαση αποθεματοποίησης γίνεται μνεία της εν λόγω συγγραφής υποχρεώσεων.
3. Η συγγραφή υποχρεώσεων προβλέπει ότι η συσκευασία του βουτύρου φέρει τουλάχιστον τις ακόλουθες ενδείξεις, ενδεχομένως σε κωδικοποιημένη μορφή:
α) |
τον αριθμό που προσδιορίζει το εργοστάσιο και το κράτος μέλος παραγωγής· |
β) |
την ημερομηνία παραγωγής· |
γ) |
την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα· |
δ) |
τον αριθμό της παρτίδας παραγωγής· |
ε) |
την ένδειξη «αλατισμένο» αν πρόκειται για το βούτυρο που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999· |
στ) |
το καθαρό βάρος. |
Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η αναγραφή στις συσκευασίες της ημερομηνίας εισόδου στο απόθεμα δεν είναι υποχρεωτική, με την προϋπόθεση ότι ο υπεύθυνος της αποθήκης αποθεματοποίησης αναλαμβάνει τη δέσμευση να τηρεί μητρώο στο οποίο καταγράφονται κατά την ημέρα εισόδου στο απόθεμα οι ενδείξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 36
1. Οι εργασίες εισόδου στο απόθεμα μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο μεταξύ της 1ης Μαρτίου και της 15ης Αυγούστου του ιδίου έτους. Οι εργασίες εξόδου από το απόθεμα μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο από τις 16 Αυγούστου του έτους αποθεματοποίησης. Η συμβατική αποθεματοποίηση λήγει την προηγουμένη της εξόδου από το απόθεμα ή το αργότερο την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου μετά την είσοδο στο απόθεμα.
2. Η έξοδος από το απόθεμα πραγματοποιείται ανά ολόκληρη παρτίδα αποθεματοποίησης ή, εφόσον το εγκρίνει ο αρμόδιος οργανισμός, για μικρότερη ποσότητα. Ωστόσο, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 40 παράγραφος 2 στοιχείο α), η έξοδος από το απόθεμα μπορεί να αφορά μόνο μια σφραγισμένη ποσότητα.
Άρθρο 37
1. Οι αιτήσεις για τη σύναψη σύμβασης με τον αρμόδιο οργανισμό μπορούν να αφορούν μόνο παρτίδες βουτύρου για τις οποίες έχουν περατωθεί οι εργασίες εισόδου στο απόθεμα.
Οι εν λόγω αιτήσεις πρέπει να περιέρχονται στον αρμόδιο οργανισμό εντός 30 ημερών από την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα. Ο αρμόδιος οργανισμός καταχωρίζει την ημερομηνία παραλαβής τους.
Ωστόσο, στην περίπτωση που η αίτηση περιέρχεται στον αρμόδιο οργανισμό εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη λήξη της προαναφερθείσας προθεσμίας, η σύμβαση αποθεματοποίησης μπορεί ακόμη να συναφθεί, αλλά το ποσό της ενίσχυσης μειώνεται κατά 30 %.
2. Η σύμβαση αποθεματοποίησης συνάπτεται εντός 30 ημερών από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης με την επιφύλαξη της επιβεβαίωσης στη συνέχεια, εφόσον απαιτείται, της επιλεξιμότητας του βουτύρου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 40 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο. Σε περίπτωση μη επιβεβαίωσης της επιλεξιμότητας, η υπό εξέταση σύμβαση θεωρείται άκυρη.
Άρθρο 38
1. Όταν η αποθεματοποίηση του βουτύρου πραγματοποιείται σε άλλο κράτος μέλος εκτός του κράτους μέλους παραγωγής, η σύναψη της σύμβασης αποθεματοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 34 υπόκειται στην προσκόμιση πιστοποιητικού.
Το πιστοποιητικό περιέχει τις ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 35 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και δ) και τη βεβαίωση ότι πρόκειται για βούτυρο που έχει παραχθεί σε εγκεκριμένη επιχείρηση η οποία υπόκειται σε ελέγχους που επιτρέπουν να εξακριβωθεί ότι το βούτυρο παρασκευάζεται από κρέμα ή γάλα, κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999.
Το εν λόγω πιστοποιητικό χορηγείται από τον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους παραγωγής εντός 50 ημερών από την ημερομηνία εισόδου του βουτύρου στο απόθεμα.
Στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου, η σύμβαση αποθεματοποίησης συνάπτεται εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης, με την επιφύλαξη της επιβεβαίωσης στη συνέχεια, εφόσον απαιτείται, της επιλεξιμότητας του βουτύρου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 40 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο. Σε περίπτωση μη επιβεβαίωσης της επιλεξιμότητας, η υπό εξέταση σύμβαση θεωρείται άκυρη.
2. Στην περίπτωση που το κράτος μέλος παραγωγής έχει διενεργήσει τους ελέγχους σχετικά με τη φύση και τη σύσταση του βουτύρου, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, το πιστοποιητικό περιλαμβάνει επίσης τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών και τη βεβαίωση ότι πρόκειται για βούτυρο κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999. Στην προκειμένη περίπτωση, η συσκευασία σφραγίζεται με αριθμημένη ετικέτα του αρμόδιου οργανισμού του κράτους μέλους παραγωγής. Ο αριθμός της ετικέτας αναγράφεται στο πιστοποιητικό.
ΤΜΗΜΑ 2
Έλεγχοι
Άρθρο 39
1. Το κράτος μέλος μεριμνά ώστε να τηρούνται όλες οι προϋποθέσεις που παρέχουν δικαίωμα στην καταβολή της ενίσχυσης.
2. Ο αντισυμβαλλόμενος ή, μετά από αίτηση ή από εξουσιοδότηση του κράτους μέλους, ο υπεύθυνος της ψυκτικής αποθήκης θέτει στη διάθεση του αρμόδιου οργανισμού κάθε έγγραφο με το οποίο είναι δυνατόν να διαπιστωθούν, όσον αφορά το βούτυρο που έχει τεθεί υπό ιδιωτική αποθεματοποίηση, τα ακόλουθα στοιχεία:
α) |
ο αριθμός έγκρισης που προσδιορίζει το εργοστάσιο και το κράτος μέλος παραγωγής· |
β) |
η ημερομηνία παραγωγής· |
γ) |
η ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα· |
δ) |
ο αριθμός της παρτίδας· |
ε) |
η παρουσία του προϊόντος στον αποθηκευτικό χώρο και η διεύθυνση της ψυκτικής αποθήκης· |
στ) |
η ημερομηνία εξόδου από το απόθεμα. |
3. Ο αντισυμβαλλόμενος ή, ενδεχομένως αντ’ αυτού, ο υπεύθυνος της ψυκτικής αποθήκης, τηρεί για κάθε σύμβαση λογιστικά στοιχεία αποθήκης, διαθέσιμα στο χώρο της εγκατάστασης, στα οποία περιλαμβάνονται:
α) |
ο αριθμός της παρτίδας αποθεματοποίησης του βουτύρου που έχει τεθεί υπό ιδιωτική αποθεματοποίηση· |
β) |
οι ημερομηνίες εισόδου και εξόδου από το απόθεμα· |
γ) |
η ποσότητα του βουτύρου για κάθε παρτίδα αποθεματοποίησης· |
δ) |
η θέση του βουτύρου μέσα στη ψυκτική αποθήκη. |
4. Το αποθεματοποιημένο βούτυρο πρέπει να αναγνωρίζεται εύκολα, να είναι ευχερής η πρόσβαση σ’ αυτό και να μπορεί να διακρίνεται ανά παρτίδα και σύμβαση.
Άρθρο 40
1. Ο αρμόδιος οργανισμός διενεργεί ελέγχους κατά τη διάρκεια περιόδου που αρχίζει την ημερομηνία ή μετά την ημερομηνία εισόδου του βουτύρου στο απόθεμα και λήγει 28 ημέρες μετά την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης για τη σύναψη της σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 1.
Για να διασφαλισθεί ότι το αποθεματοποιημένο βούτυρο είναι επιλέξιμο για ενίσχυση, ελέγχεται αντιπροσωπευτικό δείγμα τουλάχιστον 5 % των ποσοτήτων που εισήλθαν στο απόθεμα για να διασφαλισθεί ότι όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το βάρος, την ταυτότητα, τη φύση και τη σύσταση του βουτύρου, όλες οι παρτίδες αποθεματοποίησης ανταποκρίνονται στα στοιχεία της αίτησης για τη σύναψη σύμβασης.
2. Ο αρμόδιος οργανισμός:
α) |
σφραγίζει, τη στιγμή της διενέργειας του ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το βούτυρο ανά σύμβαση, ανά παρτίδα αποθεματοποίησης ή μικρότερη ποσότητα· ή |
β) |
προβαίνει σε αιφνιδιαστικό δειγματοληπτικό έλεγχο για να διασφαλιστεί η παρουσία του βουτύρου στη ψυκτική αποθήκη. Το λαμβανόμενο δείγμα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό και να αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 10 % της συνολικής συμβατικής ποσότητας ενός μέτρου ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση. |
3. Κατά το τέλος της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης, ο αρμόδιος οργανισμός ελέγχει, μέσω δειγματοληψίας, το βάρος και την ταυτότητα του βουτύρου. Ωστόσο, αν το βούτυρο παραμένει σε απόθεμα μετά τη λήξη της μέγιστης διάρκειας συμβατικής αποθεματοποίησης, ο έλεγχος μπορεί να διενεργείται κατά την έξοδο από το απόθεμα.
Για τον έλεγχο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ο αντισυμβαλλόμενος ενημερώνει τον αρμόδιο οργανισμό, υποδεικνύοντας σ’ αυτόν τις σχετικές παρτίδες αποθεματοποίησης, τουλάχιστον πέντε εργάσιμες μέρες πριν από:
α) |
τη λήξη της μέγιστης διάρκειας συμβατικής αποθεματοποίησης· ή |
β) |
την έναρξη των εργασιών εξόδου από το απόθεμα όταν αυτή πραγματοποιείται πριν από τη λήξη της μέγιστης διάρκειας συμβατικής αποθεματοποίησης. |
Το κράτος μέλος μπορεί να δεχθεί προθεσμία συντομότερη από εκείνη των πέντε εργάσιμων ημερών.
4. Για τους ελέγχους που διενεργούνται βάσει των παραγράφων 1, 2 και 3 πρέπει να συντάσσεται έκθεση στην οποία να προσδιορίζονται:
α) |
η ημερομηνία των ελέγχων· |
β) |
η διάρκεια των ελέγχων· |
γ) |
οι εκτελεσθείσες εργασίες. |
Η έκθεση ελέγχου υπογράφεται από τον αρμόδιο υπάλληλο και προσυπογράφεται από τον αντισυμβαλλόμενο ή, ενδεχομένως, από τον υπεύθυνο της ψυκτικής αποθήκης, και επισυνάπτεται στο φάκελο πληρωμής.
5. Σε περίπτωση παρατυπιών που αφορούν τουλάχιστον 5 % των ποσοτήτων του βουτύρου που αποτέλεσε αντικείμενο ελέγχου, ο έλεγχος επεκτείνεται σε μεγαλύτερο δείγμα, το οποίο προσδιορίζεται από τον αρμόδιο οργανισμό.
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις περιπτώσεις αυτές στην Επιτροπή εντός προθεσμίας τεσσάρων εβδομάδων.
ΤΜΗΜΑ 3
Ενισχύσεις στην αποθεματοποίηση
Άρθρο 41
1. Η ενίσχυση στην ιδιωτική αποθεματοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 μπορεί να χορηγηθεί μόνο όταν η διάρκεια συμβατικής αποθεματοποίησης κυμαίνεται μεταξύ 90 και 210 ημερών.
Σε περίπτωση μη τήρησης της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 40 παράγραφος 3 από τον αντισυμβαλλόμενο, η ενίσχυση μειώνεται κατά 15 % και καταβάλλεται μόνο για την περίοδο για την οποία ο αντισυμβαλλόμενος προσκομίζει στον αρμόδιο οργανισμό επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ότι το βούτυρο παρέμεινε σε συμβατική αποθεματοποίηση.
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 43 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή ορίζει κάθε έτος, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, το ποσό της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού για τις συμβάσεις ιδιωτικής αποθεματοποίησης που αρχίζουν κατά τη διάρκεια του σχετικού έτους.
3. Η ενίσχυση καταβάλλεται έπειτα από αίτηση του αντισυμβαλλομένου, στο τέλος της περιόδου συμβατικής αποθεματοποίησης, εντός 120 ημερών από την παραλαβή της αίτησης, εφόσον έχουν διενεργηθεί οι έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 3 και πληρούνται οι προϋποθέσεις που παρέχουν δικαίωμα για καταβολή ενίσχυσης.
Ωστόσο, όταν βρίσκεται σε εξέλιξη διοικητική έρευνα όσον αφορά το δικαίωμα ενίσχυσης, η ενίσχυση καταβάλλεται μόνο μετά την αναγνώριση του δικαιώματος ενίσχυσης.
4. Μετά από 60 ημέρες συμβατικής αποθεματοποίησης και κατόπιν αιτήματος του αντισυμβαλλόμενου, μπορεί να καταβληθεί μία μόνο προκαταβολή της ενίσχυσης, υπό την προϋπόθεση ότι ο αντισυμβαλλόμενος έχει προβεί στη σύσταση εγγύησης ίσης με το ποσό της προκαταβολής προσαυξημένο κατά 10 %. Η προκαταβολή αυτή υπολογίζεται βάσει περιόδου αποθεματοποίησης 90 ημερών. Η εγγύηση αποδεσμεύεται αμέσως μετά την καταβολή του υπολοίπου της ενίσχυσης που αναφέρεται στην παράγραφο 3.
Άρθρο 42
Σε περίπτωση εντοπισμού ποσοτήτων βουτύρου εκτός προδιαγραφών στο πλαίσιο των ελέγχων που διενεργούνται κατά τη διάρκεια της αποθεματοποίησης ή κατά την έξοδο από το απόθεμα, για τις ποσότητες αυτές δεν καταβάλλεται ενίσχυση. Η εναπομένουσα ποσότητα της επιλέξιμης για ενίσχυση παρτίδας αποθεματοποίησης δεν μπορεί να είναι κατώτερη από ένα τόνο. Ο ίδιος κανόνας εφαρμόζεται σε περίπτωση εξόδου ενός μέρους μιας παρτίδας για το λόγο αυτό πριν από τις 16 Αυγούστου του έτους αποθεματοποίησης ή πριν από την εκπνοή της ελάχιστης περιόδου αποθεματοποίησης.
Άρθρο 43
Αν το απαιτεί η κατάσταση της αγοράς, η Επιτροπή μπορεί να μεταβάλει κατά τη διάρκεια του έτους το ποσό της ενίσχυσης, τις περιόδους των εργασιών εισόδου και εξόδου από το απόθεμα, καθώς και τη μέγιστη περίοδο αποθεματοποίησης για τις προς σύναψη συμβάσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 44
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 καταργείται. Ωστόσο, εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις συμβάσεις ιδιωτικής αποθεματοποίησης που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2008.
Οι παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ.
Άρθρο 45
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 5 Φεβρουαρίου 2008.
Για την Επιτροπή
Mariann FISCHER BOEL
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1152/2007 (ΕΕ L 258 της 4.10.2007, σ. 3).
(2) ΕΕ L 333 της 24.12.1999, σ. 11. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1171/2007 (ΕΕ L 261 της 6.10.2007, σ. 11).
(3) ΕΕ L 258 της 4.10.2007, σ. 3.
(4) ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1.
(5) ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55.
(6) ΕΕ L 205 της 3.8.1985, σ. 5.
(7) ΕΕ L 216 της 5.8.1978, σ. 1.
(8) ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 35.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Απαιτήσεις σύνθεσης, ποιοτικά χαρακτηριστικά και αναλυτικές μέθοδοι
Το βούτυρο είναι στερεό γαλάκτωμα του τύπου κυρίως νερό σε έλαιο με την ακόλουθη σύνθεση και ποιοτικά χαρακτηριστικά:
Παράμετροι |
Περιεκτικότητα, ποιοτικά χαρακτηριστικά |
||
Λιπαρή ουσία |
Ελάχιστο 82 % |
||
Υγρασία |
Μέγιστο 16 % |
||
Στερεό υπόλειμμα χωρίς λίπος |
Μέγιστο 2 % |
||
Ελεύθερα λιπαρά οξέα |
Μέγιστο 1,2 mmol/100 g λιπαρών ουσιών |
||
Αριθμός υπεροξειδίου |
Μέγιστο 0,3 meq οξυγόνου/1 000 g λιπαρών ουσιών |
||
Κολοβακτηρίδια |
Μη ανιχνεύσιμα σε 1 g |
||
Λιπαρά ξένα προς το γάλα |
Μη ανιχνεύσιμα με ανάλυση τριγλυκεριδίων |
||
Ιχνηθέτες (1) |
|||
|
Μη ανιχνεύσιμες, β-σιτοστερόλη ≤ 40 mg/kg |
||
|
Μη ανιχνεύσιμη |
||
|
≤ 6 mg/kg |
||
|
Μη ανιχνεύσιμα |
||
Μη ανιχνεύσιμοι |
|||
Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά |
Τουλάχιστον 4 βαθμοί στους 5 για την εμφάνιση, τη γεύση και τη σύσταση |
||
Διασπορά ύδατος |
Τουλάχιστον 4 βαθμοί |
||
Οι μέθοδοι αναφοράς που πρέπει να χρησιμοποιούνται είναι εκείνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 213/2001 (ΕΕ L 37 της 7.2.2001, σ. 1). |
(1) Ιχνηθέτες που εγκρίθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1898/2005 (ΕΕ L 308 της 25.11.2005, σ. 1). Έλεγχοι για τους ιχνηθέτες δεν διενεργούνται κατά την αναστολή των δημοπρασιών που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1039/2007 (ΕΕ L 238 της 11.9.2007, σ. 28).
(2) Μέθοδοι εγκεκριμένες από τον αρμόδιο οργανισμό.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
Δειγματοληψία για χημική και μικροβιολογική ανάλυση και οργανοληπτική αξιολόγηση
1. Χημική και μικροβιολογική ανάλυση
Ποσότητα βουτύρου (kg) |
Ελάχιστος αριθμός δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται (> 100 g) |
≤ 1 000 |
2 |
> 1 000 ≤ 5 000 |
3 |
> 5 000 ≤ 10 000 |
4 |
> 10 000 ≤ 15 000 |
5 |
> 15 000 ≤ 20 000 |
6 |
> 20 000 ≤ 25 000 |
7 |
> 25 000 |
7 + 1 ανά 25 000 kg ή μέρος αυτών |
Η δειγματοληψία για μικροβιολογική ανάλυση πρέπει να εκτελείται υπό ασηπτικές συνθήκες.
Μέχρι πέντε δείγματα των 100 g μπορούν να ενώνονται σε ένα δείγμα, το οποίο και αναλύεται μετά από επισταμένη ανάμειξη.
Τα δείγματα πρέπει να λαμβάνονται τυχαία από διάφορα μέρη της παρτίδας και να υποβάλλονται σε δοκιμή πριν ή κατά τη στιγμή της εισόδου στη ψυκτική αποθήκη που ορίζεται από τον αρμόδιο οργανισμό.
Ετοιμασία γενικού δείγματος βουτύρου (χημική ανάλυση):
α) |
χρησιμοποιώντας ένα καθαρό ξηρό δοκιμαστή βουτύρου ή παρόμοιο κατάλληλο όργανο, λαμβάνεται ένα κομμάτι βουτύρου 30 g τουλάχιστον και τοποθετείται σε ένα δοχείο δειγματοληψίας. Το γενικό δείγμα πρέπει κατόπιν να σφραγιστεί και να αποσταλεί στο εργαστήριο για ανάλυση· |
β) |
στο εργαστήριο, το γενικό δείγμα θερμαίνεται στον αρχικό του περιέκτη χωρίς αυτός να ανοιχθεί στους 30 °C, μέχρις ότου ληφθεί με πολλές αναδεύσεις ένα ομοιογενές ρευστό γαλάκτωμα, απαλλαγμένο από σκληρά τεμάχια. Το δοχείο πρέπει να είναι γεμάτο μέχρι το μισό ή τα δύο τρίτα του όγκου του. |
Για κάθε παρασκευαστή που προσφέρει βούτυρο στην παρέμβαση, πρέπει να αναλύονται κάθε χρόνο δύο δείγματα για μη γαλακτικές λιπαρές ουσίες και ένα δείγμα για ιχνηθέτες.
2. Οργανοληπτική αξιολόγηση
Ποιότητα βουτύρου (kg) |
Ελάχιστος αριθμός δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται (> 100 g) |
1 000 ≤ 5 000 |
2 |
> 5 000 ≤ 25 000 |
3 |
> 25 000 |
3 + 1 ανά 25 000 kg ή μέρος αυτών |
Τα δείγματα πρέπει να λαμβάνονται τυχαία από διάφορα μέρη της προσφερόμενης ποσότητας μεταξύ της 30ής και της 45ης ημέρας από την παραλαβή του βουτύρου και ταξινομούνται.
Κάθε δείγμα πρέπει να εκτιμάται ανεξάρτητα, σύμφωνα με το παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 213/2001. Δεν επιτρέπεται επαναδειγματοληψία και επαναξιολόγηση.
3. Κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση δείγματος εκτός προδιαγραφών:
α) |
χημική και μικροβιολογική ανάλυση:
|
β) |
οργανοληπτική αξιολόγηση όταν ένα δείγμα αποτυγχάνει στην οργανοληπτική αξιολόγηση, η ποσότητα του βουτύρου μεταξύ των δύο προσκειμένων δειγμάτων από κάθε πλευρά του εκτός προδιαγραφών δείγματος αφαιρείται από την προσφερόμενη ποσότητα· |
γ) |
σε περίπτωση αποτυχίας τόσο στη χημική και μικροβιολογική εξέταση όσο και στην οργανοληπτική, ολόκληρη η ποσότητα απορρίπτεται. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
Πίνακας αντιστοιχίας
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 |
Παρών κανονισμός |
Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 2 |
— |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 3 |
Άρθρο 5 παράγραφοι 1 έως 4 |
Άρθρο 4 παράγραφοι 1 έως 4 |
Άρθρο 5 παράγραφος 5 |
— |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 5 |
Άρθρο 7 |
— |
Άρθρο 8 |
— |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 7 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 12 |
Άρθρο 9 |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 10 |
Άρθρο 14 |
Άρθρο 11 |
Άρθρο 15 παράγραφος 1 |
Άρθρο 12 παράγραφος 1 |
Άρθρο 15 παράγραφος 2 |
Άρθρο 12 παράγραφος 2 πρώτο και δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 15α |
Άρθρο 12 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 13 |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 14 |
Άρθρο 17α |
Άρθρο 15 |
Άρθρο 17β |
Άρθρο 16 |
Άρθρο 17γ |
Άρθρο 17 |
Άρθρο 17δ |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 18 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 19 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 22 |
Άρθρο 22 |
Άρθρο 23 |
Άρθρο 23 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 24α |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 24β |
Άρθρο 27 |
Άρθρο 24γ παράγραφος 1 |
— |
Άρθρο 24γ παράγραφος 2 |
Άρθρο 28 παράγραφος 1 |
Άρθρο 24γ παράγραφος 3 |
Άρθρο 28 παράγραφος 2 |
Άρθρο 24γ παράγραφος 4 |
Άρθρο 28 παράγραφος 3 |
Άρθρο 24γ παράγραφος 5 |
Άρθρο 28 παράγραφος 4 |
Άρθρο 24δ |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 24ε παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 30 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 24στ |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 24 |
— |
Άρθρο 25 |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 26 |
Άρθρο 34 |
Άρθρο 27 παράγραφος 1 |
Άρθρο 33 |
Άρθρο 27 παράγραφος 2 |
— |
Άρθρο 28 |
Άρθρο 35 |
Άρθρο 29 |
Άρθρο 36 |
Άρθρο 30 |
Άρθρο 37 |
Άρθρο 31 |
Άρθρο 38 |
Άρθρο 32 |
Άρθρο 39 |
Άρθρο 33 |
Άρθρο 40 |
Άρθρο 34 |
Άρθρο 41 |
Άρθρο 35 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο |
— |
Άρθρο 35 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 42 |
Άρθρο 35 παράγραφος 2 |
— |
Άρθρο 36 |
— |
Άρθρο 37 |
— |
Άρθρο 38 |
Άρθρο 43 |
Παράρτημα I |
Παράρτημα I |
Παράρτημα IV |
Παράρτημα II |
Παράρτημα V |
— |
II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
Επιτροπή
6.2.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 32/21 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2007
σχετικά με την έγκριση παρέκκλισης, την οποία ζήτησε το Βέλγιο κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6643]
(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
(2008/96/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
την οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης (1), και ιδίως το παράρτημα III παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Εάν η ποσότητα κοπριάς που προτίθεται να διασπείρει ετησίως κράτος μέλος ανά εκτάριο, διαφέρει από την καθοριζόμενη στην πρώτη πρόταση και στο στοιχείο α) του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του παραρτήματος III της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, η εν λόγω ποσότητα πρέπει να καθορίζεται κατά τρόπον που να μη διακυβεύεται η επίτευξη των στόχων του άρθρου 1 της ίδιας οδηγίας και να αιτιολογείται με αντικειμενικά κριτήρια, όπως, στην προκειμένη περίπτωση, η παρατεταμένη καλλιεργητική περίοδος και οι καλλιέργειες με μεγάλες ανάγκες αζώτου. |
(2) |
Το Βέλγιο υπέβαλε στην Επιτροπή αίτηση παρέκκλισης για την περιφέρεια της Βαλονίας βάσει του παραρτήματος III παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ. |
(3) |
Η αιτούμενη παρέκκλιση αφορά την πρόθεση του Βελγίου να επιτρέψει τη χρήση στη Βαλονία μέχρι και 230 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως από ζωική κοπριά σε συγκεκριμένες εκμεταλλεύσεις των οποίων τα εδάφη χρησιμοποιούνται σε ποσοστό υψηλότερο του 48 % ως λειμώνες. Η χρήση αζώτου από ζωική κοπριά σε λειμώνες δεν θα υπερβαίνει τα 230 kg ανά εκτάριο ετησίως ενώ στις αρόσιμες καλλιέργειες των εν λόγω αγροκτημάτων δεν θα υπερβαίνει τα 115 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως. |
(4) |
Ο χαρακτηρισμός των περιοχών που θεωρούνται ευπαθείς ως προς τη νιτρορρύπανση στη Βαλονία σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 3 της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, καλύπτει περίπου το 42 % του εδάφους της περιοχής και το 54 % των χρησιμοποιούμενων γεωργικών εκτάσεων. |
(5) |
Εκτιμάται ότι από την εν λόγω παρέκκλιση θα καλυφθούν περίπου 500 αγροκτήματα, που αντιστοιχούν στο 5,6 % του συνολικού αριθμού των αγροκτημάτων σε περιοχές ευπαθείς ως προς τη νιτρορρύπανση και στο 3 % των χρησιμοποιούμενων γεωργικών γαιών. |
(6) |
Η νομοθεσία για την εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ στην Βαλονία, δηλαδή το «Διάταγμα της κυβέρνησης της Βαλονίας της 15ης Φεβρουαρίου 2007 για την τροποποίηση του δεύτερου βιβλίου του περιβαλλοντικού κώδικα που αποτελεί κώδικα του κράτους όσον αφορά την αειφόρο διαχείριση του αζώτου στη γεωργία» έχει ήδη εγκριθεί και ισχύει επίσης και για την αιτούμενη παρέκκλιση. |
(7) |
Από τα δεδομένα για την ποιότητα του ύδατος προκύπτει ότι στη Βαλονία το 2005 η μέση συγκέντρωση του αζώτου στα επιφανειακά ύδατα των περιοχών που είναι ευπαθείς ως προς τη νιτρορρύπανση ανερχόταν σε 16,7 mg/l, και έτεινε να παραμείνει σταθερή ή να μειωθεί στο 84 % των παρακολουθούμενων τοποθεσιών κατά την περίοδο 2001-2005. Η μέση συγκέντρωση στα υπόγεια ύδατα το 2005 ανερχόταν σε 24,8 mg αζωτούχων ενώσεων ανά λίτρο με τάσεις σταθερότητας ή μείωσης στο 74 % των παρακολουθούμενων τοποθεσιών κατά την περίοδο 2001-2005. |
(8) |
Η μέση προσφορά αζώτου ανά εκτάριο από ζωική κοπριά μειώθηκε κατά 12 % σχετικά προς το 1990 και το 2004 ανερχόταν σε 101 kg/ha στις χρησιμοποιούμενες γαίες, εκ των οποίων 94 % προερχόταν από κοπριά βοοειδών, 3 % από κοπριά χοίρων και 2 % από κοπριά πουλερικών. Η μέση χρήση χημικών λιπασμάτων μειώθηκε τόσο σε ό,τι αφορά το άζωτο όσο και σε ό,τι αφορά το φώσφορο ως προς το 1991, αντιστοίχως κατά 19 % και 49 % με αποτέλεσμα το 2004 να ανέλθει κατά μέσο όρο σε 109 kg/ha και 28 kg/ha αντιστοίχως για το άζωτο και το φώσφορο. |
(9) |
Από τα δικαιολογητικά έγγραφα που συνοδεύουν τη γνωστοποίηση προκύπτει ότι η προτεινόμενη ποσότητα των 230 χιλιόγραμμων αζώτου κοπριάς ανά εκτάριο ετησίως αιτιολογείται με αντικειμενικά κριτήρια, όπως, στην προκειμένη περίπτωση, η παρατεταμένη καλλιεργητική περίοδος και οι καλλιέργειες με μεγάλες ανάγκες αζώτου. |
(10) |
Η Επιτροπή, αφού εξέτασε την αίτηση, κρίνει με την προτεινόμενη ποσότητα των 230 χιλιόγραμμων αζώτου ανά εκτάριο ετησίως δεν διακυβεύεται η επίτευξη των στόχων της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, εφόσον τηρηθούν ορισμένοι αυστηροί όροι. |
(11) |
Η παρούσα απόφαση θα πρέπει να ισχύει σε συνδυασμό με το δεύτερο πρόγραμμα δράσης για την περιοχή της Βαλονίας κατά την περίοδο 2007-2010. |
(12) |
Τα μέτρα που προβλέπει η παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τη νιτρορρύπανση που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 9 της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Εγκρίνεται, υπό τους όρους της παρούσας απόφασης, η παρέκκλιση την οποία ζήτησε το Βέλγιο για την περιφέρεια της Βαλονίας με την επιστολή της 19ης Οκτωβρίου 2006, για να επιτραπεί η χρήση μεγαλύτερης ποσότητας ζωικής κοπριάς από εκείνη που προβλέπεται στην πρώτη φράση και στο στοιχείο α) του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του παραρτήματος III της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, νοούνται ως:
α) |
«βοοτροφικές μονάδες», οι εκμεταλλεύσεις με περισσότερες από τρεις μονάδες μεγάλων ζώων, όπου τουλάχιστον τα δύο τρίτα των ζώων είναι βοοειδή· |
β) |
«λειμώνες», οι εκτάσεις των βοοτροφικών μονάδων που καλλιεργούνται ως μόνιμοι ή προσωρινοί λειμώνες (εν προκειμένω προσωρινοί κατά κανόνα σημαίνει για χρονικό διάστημα μικρότερο των τεσσάρων ετών). |
Άρθρο 3
Πεδίο εφαρμογής
Η παρούσα απόφαση ισχύει κατά περίπτωση και εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 4, 5 και 6 για τις βοοτροφικές μονάδες.
Άρθρο 4
Ετήσια αδειοδότηση και ανάληψη δέσμευσης
1. Οι γεωργοκτηνοτρόφοι που επιθυμούν να επωφεληθούν από παρέκκλιση, υποβάλλουν αίτηση στις αρμόδιες αρχές κάθε χρόνο.
2. Ταυτόχρονα με την υποβολή της ετήσιας αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν τους όρους των άρθρων 5 και 6.
3. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε όλες οι αιτήσεις παρέκκλισης να υπόκεινται σε διοικητικό έλεγχο. Εφόσον οι εκτελούμενοι έλεγχοι εκ μέρους των αρμοδίων αρχών των αιτήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποδεικνύουν ότι δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6, ο αιτών ενημερώνεται σχετικά και η αίτηση θεωρείται ότι απορρίφθηκε.
Άρθρο 5
Διασπορά κοπριάς και άλλων λιπασμάτων
1. Η ποσότητα ζωικής κοπριάς που διασπείρεται ετησίως στο έδαφος βοοτροφικών μονάδων, συμπεριλαμβανομένης της διασποράς από τα ίδια τα ζώα, δεν υπερβαίνει την ποσότητα κοπριάς που περιέχει 230 χιλιόγραμμα αζώτου ανά εκτάριο, τηρουμένων των όρων των παραγράφων 2 έως 8.
2. Η ποσότητα της ζωικής κοπριάς που χρησιμοποιείται στους λειμώνες δεν υπερβαίνει τα 230 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως. Η ποσότητα της ζωικής κοπριάς που χρησιμοποιείται σε άλλα εδάφη αγροκτημάτων δεν υπερβαίνει τα 115 kg ανά εκτάριο, ετησίως.
3. Για κάθε αγρόκτημα τηρείται πρόγραμμα λίπανσης το οποίο περιγράφει την αμειψισπορά στη χρησιμοποιούμενη έκταση και την προγραμματισθείσα προσθήκη κοπριάς καθώς και αζωτούχων και φωσφορικών λιπασμάτων. Το σχέδιο αυτό είναι διαθέσιμο στο αγρόκτημα το αργότερο στις 31 Μαρτίου κάθε ημερολογιακού έτους.
Το σχέδιο λίπανσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
α) |
τον αριθμό των ζώων και περιγραφή του συστήματος στέγασης και αποθήκευσης, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η χωρητικότητα των διαθέσιμων χώρων αποθήκευσης κοπριάς· |
β) |
υπολογισμό του αζώτου κοπριάς (μείον τις απώλειες στέγασης και αποθήκευσης) και του φωσφόρου κοπριάς που παράγονται στη μονάδα· |
γ) |
την αμειψισπορά και την έκταση κάθε καλλιέργειας, συμπεριλαμβανόμενου πρόχειρου σχεδιαγράμματος στο οποίο σημειώνονται οι επιμέρους αγροί· |
δ) |
τις προβλεπόμενες απαιτήσεις των καλλιεργειών σε άζωτο και φωσφόρο· |
ε) |
την ποσότητα και το είδος κοπριάς που παραδίδεται εκτός του εδάφους της μονάδας· |
στ) |
χρήση αζώτου και φωσφόρου από κοπριά σε κάθε αγρό· |
ζ) |
τη διασπορά αζώτου και φωσφόρου χημικών και άλλων λιπασμάτων σε κάθε αγρό. |
Για να διασφαλιστεί η συνέπεια των σχεδίων λίπανσης προς τις πραγματικές γεωργικές πρακτικές, τα σχέδια αναθεωρούνται το αργότερο επτά ημέρες μετά από κάθε μεταβολή της γεωργικής πρακτικής.
4. Κάθε μονάδα τηρεί λογαριασμούς λιπασμάτων, που υποβάλλει στην αρμόδια αρχή για κάθε ημερολογιακό έτος.
5. Κάθε μονάδα που επωφελείται από μεμονωμένη παρέκκλιση αποδέχεται ότι η αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, το σχέδιο λίπανσης και οι λογαριασμοί λιπασμάτων μπορούν να υποβληθούν σε έλεγχο.
6. Για κάθε μονάδα που επωφελείται από μεμονωμένη παρέκκλιση, εκτελείται περιοδική ανάλυση φωσφόρου στο έδαφος, τουλάχιστον ανά τετραετία, για κάθε έκταση της μονάδας που είναι ομοιογενής ως προς την αμειψισπορά και τα χαρακτηριστικά του εδάφους. Απαιτείται τουλάχιστον μία ανάλυση ανά 5 εκτάρια γης.
7. Η συγκέντρωση του αζώτου στο έδαφος μετράται κάθε χρόνο σε κάθε αγρόκτημα το οποίο αποτελεί αντικείμενο χωριστής παρέκκλισης. Τουλάχιστον πέντε δείγματα ετησίως αναλύονται για κάθε αγρόκτημα.
8. Δεν διασπείρεται κοπριά το φθινόπωρο, πριν από την καλλιέργεια χόρτου.
Άρθρο 6
Εδαφική διαχείριση
1. Ποσοστό τουλάχιστον 48 % των διαθέσιμων εκτάσεων για την προσθήκη κόπρου στα αγροκτήματα πρέπει να καλλιεργείται με χόρτο.
2. Οι γεωργοκτηνοτρόφοι που επωφελούνται από μεμονωμένη παρέκκλιση εφαρμόζουν τα ακόλουθα μέτρα:
α) |
οι προσωρινοί λειμώνες οργώνονται την άνοιξη· |
β) |
η αμειψισπορά δεν περιλαμβάνει όσπρια ούτε άλλα φυτά που δεσμεύουν το ατμοσφαιρικό άζωτο. Αυτό ωστόσο δεν ισχύει για τα όσπρια στους λειμώνες όπου η παρουσία τους δεν υπερβαίνει το 50 % της βλάστησης. |
Άρθρο 7
Άλλα μέτρα
1. Η παρούσα παρέκκλιση εφαρμόζεται δίχως να θίγονται μέτρα τα οποία απαιτείται να τηρούνται για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς την υπόλοιπη κοινοτική νομοθεσία για το περιβάλλον.
2. Κάθε αγρότης υπέρ του οποίου εκδίδεται χωριστή παρέκκλιση λαμβάνει τεχνική αρωγή μέσω υπηρεσίας παροχής συμβουλών, η οποία εξασφαλίζει την αξιολόγηση των πορισμάτων της εδαφικής ανάλυσης, των σχεδίων λίπανσης και των λογαριασμών λιπασμάτων. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης διαβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες να ελέγχουν κατά πόσον επιτυγχάνεται συμμόρφωση προς τους όρους των άρθρων 5 και 6.
Άρθρο 8
Έλεγχος
1. Η αρμόδια αρχή σχεδιάζει και ενημερώνει ετησίως χάρτες, όπου εμφαίνεται το ποσοστό των ζώων και των γεωργικών γαιών που καλύπτονται από μεμονωμένη παρέκκλιση σε κάθε γεωργική ζώνη. Οι χάρτες αυτοί υποβάλλονται στην Επιτροπή κάθε χρόνο και για πρώτη φορά το δεύτερο τρίμηνο του 2007.
2. Συγκροτείται και διατηρείται σε λειτουργία δίκτυο παρακολούθησης για τη λήψη δειγμάτων των επιφανειακών και των μικρού βάθους υπογείων υδάτων, με σκοπό την εκτίμηση των επιπτώσεων της παρέκκλισης στην ποιότητα των υδάτων.
3. Η παρακολούθηση και η ανάλυση των θρεπτικών στοιχείων παρέχουν στοιχεία για την τοπική χρήση της γης, την αμειψισπορά και τις γεωργικές πρακτικές στις μονάδες που επωφελούνται από μεμονωμένες παρεκκλίσεις. Τα δεδομένα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το βάσει μοντέλων υπολογισμό της κλίμακας της απόπλυσης νιτρικών ενώσεων και των απωλειών φωσφόρου από τους αγρούς, όπου διασπείρονται έως 230 χιλιόγραμμα αζώτου ζωικής κοπριάς ανά εκτάριο ετησίως.
4. Ορίζονται τόποι παρακολούθησης για την παροχή στοιχείων σχετικά με τη συγκέντρωση του αζώτου στο εδαφικό νερό και τις αντίστοιχες απώλειες αζώτου από τη ζώνη των ριζών στα υπόγεια ύδατα καθώς και σχετικά με τις απώλειες αζώτου κατά την αποστράγγιση επιφανειακών και υποεπιφανειακών υδάτων, τόσο υπό καθεστώς παρέκκλισης όσο και μη.
Άρθρο 9
Υποβολή εκθέσεων
1. Η αρμόδια αρχή υποβάλλει τα αποτελέσματα της παρακολούθησης κάθε χρόνο στην Επιτροπή, με τη μορφή συνοπτικής έκθεσης για την εξέλιξη της ποιότητας του νερού, την αξιολόγηση των αζωτούχων καταλοίπων στο έδαφος το φθινόπωρο στα αγροκτήματα για τα οποία ισχύει παρέκκλιση και εφαρμόζεται πρακτική αξιολόγησης. Η έκθεση αυτή παρέχει πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο αξιολογείται η τήρηση των όρων της παρέκκλισης, με τη διενέργεια ελέγχων στο επίπεδο των αγροκτημάτων, και περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τα μη συμμορφούμενα αγροκτήματα, βάσει των πορισμάτων των διοικητικών και επιτόπιων ελέγχων. Η πρώτη έκθεση θα διαβιβαστεί μέχρι τον Ιούλιο του 2008 και οι εν συνεχεία εκθέσεις διαβιβάζονται κάθε χρόνο μέχρι τον Ιούνιο.
2. Τα αποτελέσματα που συγκεντρώνονται τοιουτοτρόπως θα ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή κατά την εξέταση τυχόν νέας αίτησης παρέκκλισης.
Άρθρο 10
Ισχύς
Η παρούσα απόφαση ισχύει στο πλαίσιο του δεύτερου προγράμματος δράσης για την περίοδο 2007-2010 στην περιφέρεια της Βαλονίας «Διάταγμα της κυβέρνησης της Βαλονίας της 15ης Φεβρουαρίου 2007 για την τροποποίηση του δεύτερου βιβλίου του περιβαλλοντικού κώδικα που αποτελεί κώδικα του κράτους όσον αφορά την αειφόρο διαχείριση του αζώτου στη γεωργία». Η απόφαση λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2010.
Άρθρο 11
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2007.
Για την Επιτροπή
Σταύρoς ΔΉΜΑΣ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).
6.2.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 32/25 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 30ής Ιανουαρίου 2008
για την τροποποίηση της απόφασης 93/52/ΕΟΚ όσον αφορά τη δήλωση ότι ορισμένες διοικητικές περιφέρειες της Ιταλίας είναι επισήμως απαλλαγμένες από τη βρουκέλλωση (B. melitensis) και της απόφασης 2003/467/ΕΚ όσον αφορά τη δήλωση ότι ορισμένες διοικητικές περιφέρειες της Ιταλίας είναι επισήμως απαλλαγμένες από τη φυματίωση των βοοειδών και τη βρουκέλλωση των βοοειδών και ότι ορισμένες διοικητικές περιφέρειες της Πολωνίας είναι επισήμως απαλλαγμένες από την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 324]
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2008/97/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
την οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών (1), και ιδίως το παράρτημα A κεφάλαιο I σημείο 4, το παράρτημα A κεφάλαιο II σημείο 7 και το παράρτημα Δ κεφάλαιο I σημείο E,
την οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με το καθεστώς υγειονομικού ελέγχου που διέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων (2), και ιδίως το παράρτημα Α κεφάλαιο 1 τμήμα II,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Στην απόφαση 93/52/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1992, που διαπιστώνει την τήρηση εκ μέρους ορισμένων κρατών μελών ή περιοχών των όρων σχετικά με τη βρουκέλλωση (B. melitensis) και που τους αναγνωρίζει το καθεστώς κράτους μέλους ή περιοχής επίσημα απαλλαγμένης από την ασθένεια αυτή (3), καταχωρίζονται τα κράτη μέλη και οι περιφέρειές τους που αναγνωρίζονται ως επισήμως απαλλαγμένες από τη βρουκέλλωση (B. melitensis) σύμφωνα με την οδηγία 91/68/ΕΟΚ. |
(2) |
Η Ιταλία υπέβαλε στην Επιτροπή έγγραφα με τα οποία αποδεικνύεται η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στο παράρτημα Α κεφάλαιο 1 τμήμα ΙΙ σημείο 1 στοιχείο β) της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ όσον αφορά τις επαρχίες Latina και Roma στην περιφέρεια του Lazio και στην περιφέρεια του Veneto. Οι εν λόγω επαρχίες και η εν λόγω περιφέρεια πρέπει συνεπώς να αναγνωριστούν ως επίσημα απαλλαγμένες από τη βρουκέλλωση (B. Melitensis). |
(3) |
Στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ προβλέπεται ότι κράτη μέλη ή τμήματα ή περιφέρειες των εν λόγω κρατών μελών μπορούν να κηρυχθούν επισήμως ως απαλλαγμένα από τη φυματίωση, τη βρουκέλλωση και την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών όσον αφορά τις αγέλες βοοειδών, εφόσον πληρούνται ορισμένοι όροι που καθορίζονται στην εν λόγω οδηγία. |
(4) |
Οι κατάλογοι των περιφερειών των κρατών μελών οι οποίες κηρύσσονται απαλλαγμένες από τη φυματίωση των βοοειδών, τη βρουκέλλωση των βοοειδών και την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών καθορίζονται στην απόφαση 2003/467/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 2003, για τη θέσπιση καθεστώτος επίσημης απαλλαγής από τη φυματίωση, τη βρουκέλλωση και την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών σε ορισμένα κράτη μέλη και περιφέρειες κρατών μελών όσον αφορά τις αγέλες βοοειδών (4). |
(5) |
Η Ιταλία υπέβαλε στην Επιτροπή έγγραφα με τα οποία αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ, όσον αφορά την επαρχία Vercelli στην περιφέρεια Piemonte και τις επαρχίες Pisa and Pistoia στην περιφέρεια Toscana, προκειμένου οι εν λόγω επαρχίες να κηρυχθούν επισήμως ως απαλλαγμένες περιφέρειες της Ιταλίας από τη βρουκέλλωση των βοοειδών. |
(6) |
Η Ιταλία υπέβαλε στην Επιτροπή έγγραφα με τα οποία αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ, όσον αφορά την επαρχία Vercelli στην περιφέρεια Piemonte και τις επαρχίες Pisa and Pistoia στην περιφέρεια Toscana, προκειμένου οι εν λόγω επαρχίες να κηρυχθούν επισήμως ως απαλλαγμένες περιφέρειες της Ιταλίας από τη βρουκέλλωση των βοοειδών. |
(7) |
Σε συνέχεια της αξιολόγησης των εγγράφων που υπέβαλε η Ιταλία, οι προαναφερόμενες επαρχίες και περιφέρεια θα πρέπει να κηρυχθούν επισήμως απαλλαγμένες από τη φυματίωση των βοοειδών, τη βρουκέλλωση των βοοειδών και την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών. |
(8) |
Η Πολωνία υπέβαλε στην Επιτροπή έγγραφα που αποδεικνύουν την τήρηση των σχετικών προϋποθέσεων της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ, βάσει των οποίων ορισμένες powiaty μπορούν να αναγνωριστούν ως επισήμως απαλλαγμένες περιφέρειες από την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών στην Πολωνία. |
(9) |
Σε συνέχεια της αξιολόγησης των εγγράφων που υπέβαλε η Πολωνία, οι εν λόγω διοικητικές περιφέρειες της Πολωνίας αναγνωρίζονται συνεπώς ως επισήμως απαλλαγμένες από την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών. |
(10) |
Ως εκ τούτου, οι αποφάσεις 93/52/ΕΟΚ και 2003/467/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα. |
(11) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα ΙΙ της απόφασης 93/52/ΕΟΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα Ι της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 2
Τα παραρτήματα I, II και III της απόφασης 2003/467/ΕΚ τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα II της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 3
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 30 Ιανουαρίου 2008.
Για την Επιτροπή
Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 1977/64. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/729/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 294 της 13.11.2007, σ. 26).
(2) ΕΕ L 46 της 19.2.1991, σ. 19. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 352).
(3) ΕΕ L 13 της 21.1.1993, σ. 14. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/399/ΕΚ (ΕΕ L 150 της 12.6.2007, σ. 11).
(4) ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 74. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/559/ΕΚ (ΕΕ L 212 της 14.8.2007, σ. 20).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Στο παράρτημα ΙΙ της απόφασης 93/52/ΕΟΚ, η δεύτερη παράγραφος όσον αφορά την Ιταλία αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Στην Ιταλία:
— |
Περιφέρεια Abruzzo: επαρχία Pescara. |
— |
Περιφέρεια Friuli Venezia Giulia. |
— |
Περιφέρεια Lazio: επαρχίες Latina, Roma. |
— |
Περιφέρεια Liguria: επαρχία Savona. |
— |
Περιφέρεια Lombardia: επαρχίες Bergamo, Brescia, Como, Cremona, Lecco, Lodi, Mantova, Milano, Pavia, Sondrio, Varese. |
— |
Περιφέρεια Marche: επαρχίες Ancona, Ascoli Piceno, Macerata, Pesaro και Urbino. |
— |
Περιφέρεια Molise: επαρχία Isernia. |
— |
Περιφέρεια Piemonte: επαρχίες Alessandria, Asti, Biella, Cuneo, Novara, Torino, Verbania, Vercelli. |
— |
Περιφέρεια Sardinia: επαρχίες Cagliari, Nuoro, Oristanο και Sassari. |
— |
Περιφέρεια Trentino-Alto Aldige: επαρχίες Bolzano, Trento. |
— |
Περιφέρεια Toscana: επαρχίες Arezzo, Firenze, Grossetto, Livorno, Lucca, Massa-Carrara, Pisa, Pistoia, Prato και Siena. |
— |
Περιφέρεια Umbria: επαρχίες Perugia, Terni. |
— |
Περιφέρεια Veneto.». |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Τα παραρτήματα I, II και III της απόφασης 2003/467/ΕΚ τροποποιούνται ως εξής:
1. |
Στο παράρτημα I, το κεφάλαιο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Περιφέρειες κρατών μελών επισήμως απαλλαγμένες από τη φυματίωση Στην Ιταλία:
|
2. |
Στο παράρτημα II, το κεφάλαιο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Περιφέρειες κρατών μελών επισήμως απαλλαγμένες από τη βρουκέλλωση Στην Ιταλία:
|
3. |
Στο κεφάλαιο 2 του παραρτήματος ΙΙΙ, η δεύτερη παράγραφος που αναφέρεται στην Πολωνία αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Στην Πολωνία:
|
Διορθωτικά
6.2.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 32/31 |
Διορθωτικό στην απόφαση 2007/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2007, για τον προσδιορισμό πλεοναζόντων αποθεμάτων γεωργικών προϊόντων άλλων από τη ζάχαρη και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της εξάλειψής τους σε σχέση με την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας
( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 138 της 30ής Μαΐου 2007 )
Σελίδα 15, αιτιολογική σκέψη 6, τελευταία πρόταση:
αντί:
«[Ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται σε κάθε παρόμοια τάση της εσωτερικής κατανάλωσης.]»,
διάβαζε:
«Ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται σε κάθε παρόμοια τάση της εσωτερικής κατανάλωσης.».