ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
29 Ιανουαρίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 75/2008 του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1207/2001, σχετικά με τις διαδικασίες διευκόλυνσης της έκδοσης ή της σύνταξης στην Κοινότητα πιστοποιητικών καταγωγής και της έκδοσης ορισμένων αδειών εγκεκριμένου εξαγωγέα, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις προτιμησιακές συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ορισμένων χωρών ( 1 )

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 76/2008 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

4

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 77/2008 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για τον καθορισμό των ποσοτήτων των υποχρεώσεων παράδοσης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου προς εισαγωγή δυνάμει του πρωτοκόλλου ΑΚΕ και της συμφωνίας με την Ινδία, για την περίοδο παράδοσης 2007/08

6

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2008/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (Κωδικοποιημένη έκδοση) ( 1 )

8

 

*

Οδηγία 2008/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με το οπτικό πεδίο και τους υαλοκαθαριστήρες των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (Κωδικοποιημένη έκδοση) ( 1 )

30

 

 

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Τροποποιήσεις του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου

39

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Συμβούλιο

 

 

2008/79/ΕΚ, Ευρατόμ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2007, για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου

42

 

*

Δήλωση

44

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/80/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Δημοκρατία της Αυστρίας για ορισμένα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6646]  ( 1 )

45

 

 

ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

 

Συμβούλιο

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

51

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

51

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκεατίας της Σερβίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

51

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

51

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

52

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ουκρανίας για την επανεισδοχή προσώπων

52

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

52

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

52

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

52

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

53

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Σερβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

53

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

53

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ουκρανίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

53

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

*

Κοινή θέση 2008/81/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για την τροποποίηση της κοινής θέσης 98/409/ΚΕΠΠΑ σχετικά με τη Σιέρρα Λεόνε

54

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 75/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 28ης Ιανουαρίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1207/2001, σχετικά με τις διαδικασίες διευκόλυνσης της έκδοσης ή της σύνταξης στην Κοινότητα πιστοποιητικών καταγωγής και της έκδοσης ορισμένων αδειών εγκεκριμένου εξαγωγέα, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις προτιμησιακές συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ορισμένων χωρών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1207/2001 (1) θεσπίζει διατάξεις για τη στήριξη της ορθής έκδοσης ή σύνταξης πιστοποιητικών καταγωγής για εξαγωγές προϊόντων από την Κοινότητα στο πλαίσιο των προτιμησιακών εμπορικών σχέσεών της με ορισμένες τρίτες χώρες.

(2)

Τα παραρτήματα III και IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1207/2001 πρέπει να τροποποιηθούν προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή ένδειξη καταγωγής υλών που χρησιμοποιήθηκαν κατά την παραγωγή στην Κοινότητα προϊόντων καταγωγής.

(3)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1207/2001 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1207/2001 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το παράρτημα III αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.

2.

Το παράρτημα IV αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Οι δηλώσεις προμηθευτών για προϊόντα που δεν έχουν χαρακτήρα προτιμησιακής καταγωγής, οι οποίες υποβλήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, εξακολουθούν να ισχύουν.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. RUPEL


(1)  ΕΕ L 165 της 21.6.2001, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1617/2006 (ΕΕ L 300 της 31.10.2006, σ. 5).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Δήλωση του προμηθευτή για τα προϊόντα που δεν έχουν χαρακτήρα προτιμησιακής καταγωγής

Η δήλωση του προμηθευτή, το κείμενο της οποίας ακολουθεί, πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με τις υποσημειώσεις. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να αναγράφεται ολόκληρο το κείμενο των υποσημειώσεων.

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Μακροπρόθεσμη δήλωση του προμηθευτή για τα προϊόντα που δεν έχουν χαρακτήρα προτιμησιακής καταγωγής

Η δήλωση του προμηθευτή, το κείμενο της οποίας ακολουθεί, πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με τις υποσημειώσεις. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να αναγράφεται ολόκληρο το κείμενο των υποσημειώσεων.

Image


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/4


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 76/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2008

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

IL

154,9

MA

47,4

TN

132,6

TR

87,1

ZZ

105,5

0707 00 05

EG

190,8

JO

178,8

TR

119,1

ZZ

162,9

0709 90 70

MA

78,2

TR

150,9

ZZ

114,6

0709 90 80

EG

121,8

ZZ

121,8

0805 10 20

EG

46,2

IL

49,2

MA

71,2

TN

59,9

TR

77,4

ZZ

60,8

0805 20 10

MA

104,0

TR

104,0

ZZ

104,0

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

CN

84,1

IL

71,4

MA

152,6

PK

48,1

TR

86,0

US

60,1

ZZ

83,7

0805 50 10

EG

74,2

IL

120,2

TR

123,9

ZZ

106,1

0808 10 80

CA

84,1

CL

60,8

CN

85,1

MK

37,5

US

109,9

ZA

60,7

ZZ

73,0

0808 20 50

CL

59,3

CN

42,8

TR

159,1

US

110,7

ZA

107,0

ZZ

95,8


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/6


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 77/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2008

για τον καθορισμό των ποσοτήτων των υποχρεώσεων παράδοσης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου προς εισαγωγή δυνάμει του πρωτοκόλλου ΑΚΕ και της συμφωνίας με την Ινδία, για την περίοδο παράδοσης 2007/08

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 31,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 2006, για τον καθορισμό, για τις περιόδους εμπορίας 2006/07, 2007/08 και 2008/09, των λεπτομερειών εφαρμογής για την εισαγωγή και το ραφινάρισμα προϊόντων του τομέα της ζάχαρης στο πλαίσιο ορισμένων δασμολογικών ποσοστώσεων και προτιμησιακών συμφωνιών (2), προβλέπει λεπτομερείς κανόνες για τον καθορισμό των ποσοτήτων των υποχρεώσεων παράδοσης με μηδενικό δασμό των προϊόντων του κωδικού ΣΟ 1701, εκφρασμένων σε ισοδύναμο λευκής ζάχαρης, για εισαγωγές καταγωγής από χώρες που έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο ΑΚΕ και τη συμφωνία με την Ινδία.

(2)

Η εφαρμογή των άρθρων 3 και 7 του πρωτοκόλλου ΑΚΕ, των άρθρων 3 και 7 της συμφωνίας με την Ινδία, και του άρθρου 12 παράγραφος 3 και των άρθρων 14 και 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006 οδήγησε την Επιτροπή να καθορίσει, με βάση τα σημερινά διαθέσιμα δεδομένα, τις υποχρεώσεις παράδοσης για την περίοδο παράδοσης 2007/08 για κάθε εξαγωγό χώρα.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 505/2007 της Επιτροπής (3) καθόρισε προσωρινά τις υποχρεώσεις παράδοσης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου προς εισαγωγή δυνάμει του πρωτοκόλλου ΑΚΕ και της συμφωνίας με την Ινδία για την περίοδο παράδοσης 2007/08.

(4)

Συνεπώς, είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι υποχρεώσεις παράδοσης για την περίοδο 2007/08 σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι ποσότητες των υποχρεώσεων παράδοσης για εισαγωγές καταγωγής από χώρες που έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο ΑΚΕ και τη συμφωνία με την Ινδία, των προϊόντων του κωδικού ΣΟ 1701, εκφρασμένες σε ισοδύναμο λευκής ζάχαρης, για την περίοδο παράδοσης 2007/08 και για κάθε συγκεκριμένη χώρα εξαγωγής, καθορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2007 (ΕΕ L 283 της 27.10.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 371/2007 (ΕΕ L 92 της 3.4.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 119 της 9.5.2007, σ. 22.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποσότητες των υποχρεώσεων παράδοσης για εισαγωγές προτιμησιακής ζάχαρης καταγωγής από χώρες που έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο ΑΚΕ και τη συμφωνία με την Ινδία, εκφρασμένες σε ισοδύναμο λευκής ζάχαρης, για την περίοδο παράδοσης 2006/07:

(σε τόνους)

Χώρες που έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο ΑΚΕ και τη συμφωνία με την Ινδία

Υποχρεώσεις παράδοσης 2007/08

Μπαρμπάντος

32 864,83

Μπελίζε

53 741,88

Κονγκό

10 186,10

Ακτή Ελεφαντοστού

10 123,12

Φίτζι

162 656,25

Γουιάνα

170 203,57

Ινδία

9 999,83

Τζαμάικα

132 129,06

Κένυα

5 017,07

Μαδαγασκάρη

9 905,00

Μαλάουι

19 898,32

Μαυρίκιος

476 789,70

Μοζαμβίκη

5 965,92

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις

0,00

Σουρινάμ

0,00

Σουαζιλάνδη

117 368,72

Τανζανία

9 672,60

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

47 513,60

Ουγκάντα

0,00

Ζάμπια

8 179,91

Ζιμπάμπουε

37 660,14

Σύνολο

1 319 875,62


ΟΔΗΓΙΕΣ

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/8


ΟΔΗΓΊΑ 2008/1/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Ιανουαρίου 2008

σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (3), έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί (4) ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Οι στόχοι και οι αρχές της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής, όπως ορίζονται στο άρθρο 174 της συνθήκης, αποσκοπούν ιδίως στην πρόληψη, τη μείωση και, στο μέτρο του δυνατού, την εξάλειψη της ρύπανσης, με ενέργειες κατά προτεραιότητα στην πηγή, καθώς και στην εξασφάλιση συνετής διαχείρισης των φυσικών πόρων, σύμφωνα με τις βασικές αρχές του «ο ρυπαίνων πληρώνει» και της πρόληψης.

(3)

Το πέμπτο πρόγραμμα δράσης στον τομέα του περιβάλλοντος, του οποίου η γενική προσέγγιση εγκρίθηκε από το Συμβούλιο και τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατών μελών που συνήλθαν στα πλαίσια του Συμβουλίου με το ψήφισμά του της 1ης Φεβρουαρίου 1993 σχετικά με κοινοτικό πρόγραμμα για την πολιτική και τη δράση για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη (5), απέδιδε προτεραιότητα στην ολοκληρωμένη μείωση της ρύπανσης, ως σημαντικού στοιχείου της εξέλιξης προς πλέον μακροχρόνια ισορροπία μεταξύ, αφενός, των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης και, αφετέρου, των πόρων και της αναγεννητικής δυνατότητας της φύσης.

(4)

Η εφαρμογή ολοκληρωμένης προσέγγισης για τον έλεγχο της ρύπανσης απαιτεί την ανάληψη δράσης σε κοινοτικό επίπεδο, προκειμένου να τροποποιηθεί και να συμπληρωθεί η ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία που αφορά την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης που προέρχεται από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

(5)

Η οδηγία 84/360/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1984, σχετικά με την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από βιομηχανικές εγκαταστάσεις (6), θέσπισε το γενικό πλαίσιο βάσει του οποίου απαιτείται προηγούμενη άδεια για την εκμετάλλευση ή την ουσιαστική τροποποίηση των βιομηχανικών εγκαταστάσεων που μπορούν να προκαλέσουν ατμοσφαιρική ρύπανση.

(6)

Η οδηγία 2006/11/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2006, περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας (7), προβλέπει την υποχρέωση αδείας για την απόρριψη των ουσιών αυτών.

(7)

Μολονότι υπάρχει κοινοτική νομοθεσία για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και για την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των απορρίψεων επικίνδυνων ουσιών στο νερό, δεν υπάρχει συγκρίσιμη κοινοτική νομοθεσία για την πρόληψη ή τη μείωση των εκπομπών στο έδαφος.

(8)

Διαφορετικές προσεγγίσεις για το χωριστό έλεγχο των εκπομπών στον αέρα, το νερό ή το έδαφος ενδέχεται να ευνοήσουν τη διασπορά της ρύπανσης στο περιβάλλον αντί να προστατεύσουν το περιβάλλον στο σύνολό του.

(9)

Ο στόχος της ολοκληρωμένης προσέγγισης για τον έλεγχο της ρύπανσης είναι η πρόληψη, όπου αυτό είναι εφικτό, των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, το νερό και το έδαφος, λαμβανομένης υπόψη της διαχείρισης των αποβλήτων και, όταν αυτό είναι αδύνατο, η μείωσή τους στο ελάχιστο, ώστε να επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

(10)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεσπίσει το γενικό πλαίσιο για την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης. Θα πρέπει να προβλέψει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της ολοκληρωμένης πρόληψης και ελέγχου της ρύπανσης ώστε να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του. Η εφαρμογή της αρχής της αειφόρου ανάπτυξης θα πρέπει να ευνοηθεί με την ολοκληρωμένη προσέγγιση της μείωσης της ρύπανσης.

(11)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (8). Οσάκις για τη χορήγηση αδείας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πληροφορίες ή συμπεράσματα εκ της εφαρμογής της ανωτέρω οδηγίας, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ.

(12)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίζεται ότι ο φορέας εκμετάλλευσης των μνημονευόμενων στην παρούσα οδηγία βιομηχανικών δραστηριοτήτων ανταποκρίνεται στις γενικές αρχές ορισμένων βασικών υποχρεώσεων. Προς τον σκοπό αυτόν, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τις γενικές αυτές αρχές, όταν θέτουν τους όρους χορήγησης της αδείας.

(13)

Ορισμένες από τις διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμοστούν στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις από την 30ή Οκτωβρίου 2007 και άλλες από την 30ή Οκτωβρίου 1999.

(14)

Για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα και αποδοτικότερα τα προβλήματα ρύπανσης, ο φορέας εκμετάλλευσης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις περιβαλλοντικές πτυχές. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή ώστε πριν χορηγήσει την άδεια να μπορεί να βεβαιώνεται ότι έχουν προβλεφθεί όλα τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης ή ελέγχου της ρύπανσης. Η ύπαρξη πολύ διαφορετικών διαδικασιών για την αίτηση αδείας ενδέχεται να οδηγήσει σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας του περιβάλλοντος και ευαισθητοποίησης του κοινού. Συνεπώς, οι αιτήσεις αδείας βάσει της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να περιέχουν τουλάχιστον ορισμένα δεδομένα.

(15)

Με το δέοντα συντονισμό της διαδικασίας και των όρων χορήγησης της αδείας μεταξύ των αρμόδιων αρχών, θα πρέπει να μπορεί να επιτευχθεί το υψηλότερο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

(16)

Η αρμόδια αρχή ή αρχές θα πρέπει να χορηγούν ή να τροποποιούν άδεια μόνον εφόσον έχουν προβλεφθεί ολοκληρωμένα μέτρα περιβαλλοντικής προστασίας του αέρα, του νερού και του εδάφους.

(17)

Η άδεια θα πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να πληρούνται οι όροι της, ώστε να επιτυγχάνεται υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του. Με την επιφύλαξη της διαδικασίας χορήγησης αδείας, για τα μέτρα αυτά μπορούν να ισχύουν και γενικές δεσμευτικές προδιαγραφές.

(18)

Οι οριακές τιμές εκπομπής, οι ισοδύναμες παράμετροι ή τεχνικά μέτρα θα πρέπει να βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, χωρίς να επιτάσσουν τη χρήση συγκεκριμένης τεχνικής ή τεχνολογίας, και λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης εκμετάλλευσης, της γεωγραφικής της θέσης και των τοπικών περιβαλλοντικών συνθηκών. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι όροι χορήγησης της αδείας θα πρέπει να προβλέπουν διατάξεις για την ελαχιστοποίηση της ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση ή της διασυνοριακής ρύπανσης και να εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

(19)

Τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατό να λαμβάνονται υπόψη, εφόσον χρειάζεται, τα τεχνικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης εγκατάστασης, η γεωγραφική της θέση και οι τοπικές συνθήκες περιβάλλοντος.

(20)

Εφόσον ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος απαιτεί όρους αυστηρότερους από εκείνους που είναι δυνατό να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, θα πρέπει να απαιτούνται ιδίως συμπληρωματικοί όροι για την άδεια, με την επιφύλαξη άλλων μέτρων που είναι δυνατό να λαμβάνονται για την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος.

(21)

Καθότι οι βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές μεταβάλλονται με την πάροδο του χρόνου, ιδίως με την τεχνική πρόοδο, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν ή να ενημερώνονται για την πρόοδο αυτή.

(22)

Οι μεταβολές εγκατάστασης ενδέχεται να είναι ρυπογόνες. Συνεπώς, κάθε μεταβολή που ενδέχεται να έχει συνέπειες για το περιβάλλον θα πρέπει να κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή. Για την ουσιαστική μεταβολή της λειτουργίας, θα πρέπει να χορηγείται προηγούμενη άδεια σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(23)

Οι όροι χορήγησης της αδείας θα πρέπει να επανεξετάζονται και, ενδεχομένως, να προσαρμόζονται περιοδικώς. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι όροι αυτοί θα πρέπει να επανεξετάζονται οπωσδήποτε.

(24)

Η αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων θα πρέπει να παρέχει στο κοινό τη δυνατότητα να εκφράζει, και στο φορέα λήψης των αποφάσεων να λαμβάνει υπόψη, απόψεις και ανησυχίες ενδεχομένως σχετικές με τις εν λόγω αποφάσεις, ενισχύοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την εγκυρότητα και τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε περιβαλλοντικά θέματα και στην υποστήριξη των αποφάσεων που λαμβάνονται. Ειδικότερα, το κοινό θα πρέπει να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία των εγκαταστάσεων και τις δυνητικές επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, και, πριν ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση, στις πληροφορίες σχετικά με τις αιτήσεις αδείας νέων εγκαταστάσεων ή ουσιαστικών μεταβολών καθώς και στις ίδιες τις άδειες, στις αναπροσαρμογές τους και στα σχετικά δεδομένα ελέγχου.

(25)

Η συμμετοχή, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής ενώσεων, οργανώσεων και ομάδων, ιδίως μη κυβερνητικών οργανώσεων που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος, θα πρέπει να ενθαρρύνεται αναλόγως, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης του κοινού.

(26)

Στις 25 Ιουνίου 1998, η Κοινότητα υπέγραψε τη σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη του ΟΗΕ (UNECE), για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε θέματα σχετικά με το περιβάλλον («Σύμβαση του Århus»). Μεταξύ των στόχων της σύμβασης του Århus περιλαμβάνεται η κατοχύρωση των δικαιωμάτων συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα, προκειμένου να συμβάλλει στην προστασία του δικαιώματος διαβίωσης σε περιβάλλον κατάλληλο για την προσωπική υγεία και ευημερία.

(27)

Η πρόοδος και οι ανταλλαγές πληροφοριών σε κοινοτικό επίπεδο όσον αφορά τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές θα πρέπει να επιτρέψουν τη μείωση των τεχνολογικών διαφορών εντός της Κοινότητας, να ευνοήσουν τη διάδοση, ανά τον κόσμο, των οριακών τιμών και των τεχνικών που χρησιμοποιούνται στην Κοινότητα και να βοηθήσουν τα κράτη μέλη κατά την αποτελεσματική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

(28)

Θα πρέπει να καταρτίζονται τακτικά εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας.

(29)

Η παρούσα οδηγία αφορά τις εγκαταστάσεις με σημαντικές δυνατότητες ρύπανσης και, κατά συνέπεια, διασυνοριακής ρύπανσης. Θα πρέπει να οργανώνεται διασυνοριακή διαβούλευση όταν υποβάλλονται αιτήσεις αδείας για νέες εγκαταστάσεις ή για ουσιαστικές μεταβολές εγκαταστάσεων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για το περιβάλλον. Στις αιτήσεις για τις προτάσεις ή τις ουσιαστικές μεταβολές αυτές θα πρέπει να έχει πρόσβαση το κοινό του κράτους μέλους το οποίο ενδέχεται να θιγεί.

(30)

Είναι δυνατό να χρειαστεί κοινοτική δράση για τον καθορισμό οριακών τιμών εκπομπής για ορισμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων και ρυπογόνων ουσιών που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να καθορίζουν τις οριακές τιμές σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης.

(31)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των κοινοτικών διατάξεων σε θέματα υγείας και ασφάλειας στο εργασιακό περιβάλλον.

(32)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών, όπως εμφαίνονται στο παράρτημα VI μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

Ο σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης που προκαλούν οι δραστηριότητες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι. Η παρούσα οδηγία προβλέπει μέτρα αποφυγής και, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, μείωσης των εκπομπών από τις ανωτέρω δραστηριότητες στην ατμόσφαιρα, το νερό και το έδαφος, και μέτρα για τα απόβλητα, ώστε να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του, με την επιφύλαξη της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, και των άλλων σχετικών κοινοτικών διατάξεων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

«ουσίες»: τα χημικά στοιχεία και οι ενώσεις τους, πλην των ραδιενεργών ουσιών κατά την έννοια της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 1996, για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες (9), καθώς και των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών κατά την έννοια της οδηγίας 90/219/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 1990, για την περιορισμένη χρήση γενετικώς τροποποιημένων μικροοργανισμών (10) και της οδηγίας 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον (11)·

2.

«ρύπανση»: η άμεση ή έμμεση εισαγωγή στην ατμόσφαιρα, το νερό ή το έδαφος, ως αποτέλεσμα ανθρώπινης δραστηριότητας, ουσιών, κραδασμών, θερμότητας ή θορύβου που ενδέχεται να θίξουν την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, να υποβαθμίσουν υλικά αγαθά, να παραβλάψουν ή να εμποδίσουν την ψυχαγωγική λειτουργία καθώς και τις άλλες νόμιμες χρήσεις του περιβάλλοντος·

3.

«εγκατάσταση»: κάθε ακίνητη τεχνική μονάδα όπου εκτελούνται μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες του παραρτήματος Ι, καθώς και όλες οι άλλες άμεσα συνδεδεμένες δραστηριότητες, τεχνικώς συναφείς με τις εκεί εκτελούμενες, και η οποία ενδέχεται να επηρεάζει τις εκπομπές και τη ρύπανση·

4.

«υφιστάμενη εγκατάσταση»: η εγκατάσταση η οποία, στις 30 Οκτωβρίου 1999, σύμφωνα με την προϊσχύουσα της ημερομηνίας αυτής νομοθεσία, λειτουργούσε, ή ήταν εγκεκριμένη ή η εγκατάσταση για την οποία, σύμφωνα με τη γνώμη της αρμόδιας αρχής, είχε υποβληθεί πλήρης αίτηση αδείας, εφόσον η εγκατάσταση είχε τεθεί σε λειτουργία το αργότερο την 30ή Οκτωβρίου 2000·

5.

«εκπομπή»: η άμεση ή έμμεση απόρριψη ουσιών, κραδασμών, θερμότητας ή θορύβου στον αέρα, το νερό ή το έδαφος, από σημειακές ή διάχυτες πηγές της εγκατάστασης·

6.

«οριακές τιμές εκπομπής»: η μάζα, εκφρασμένη σε σχέση με ορισμένες ειδικές παραμέτρους, η συγκέντρωση ή/και η στάθμη εκπομπής, της οποίας δεν επιτρέπεται η υπέρβαση κατά τη διάρκεια μιας ή περισσοτέρων συγκεκριμένων χρονικών περιόδων· οριακές τιμές εκπομπής μπορούν να ορίζονται και για συγκεκριμένες ομάδες, οικογένειες ή κατηγορίες ουσιών, ιδίως δε όσες σημειώνονται στο παράρτημα III. Οι οριακές τιμές εκπομπής ουσιών ισχύουν κανονικά στο σημείο όπου οι εκπομπές βγαίνουν από την εγκατάσταση, χωρίς να υπολογίζεται, για τον προσδιορισμό τους, η τυχόν αραίωσή τους· όσον αφορά τις έμμεσες απορρίψεις στο νερό, οι επιπτώσεις ενός σταθμού καθαρισμού μπορούν να συνυπολογίζονται κατά τον προσδιορισμό των οριακών τιμών εκπομπής της εγκατάστασης, υπό την προϋπόθεση ότι κατοχυρώνεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του όλου περιβάλλοντος και ότι δεν γεννώνται μεγαλύτερα ρυπογόνα φορτία για το περιβάλλον, με την επιφύλαξη της οδηγίας 2006/11/ΕΚ ή των οδηγιών που την εφαρμόζουν·

7.

«ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος»: η δέσμη απαιτήσεων που πρέπει να πληρούνται σε συγκεκριμένο χρόνο από συγκεκριμένο περιβάλλον ή επιμέρους τμήμα του, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία·

8.

«αρμόδια αρχή»: η αρχή, οι αρχές, ή οι οργανισμοί που είναι υπεύθυνοι, δυνάμει των νομικών διατάξεων των κρατών μελών, για την εκτέλεση των υποχρεώσεων εκ της παρούσας οδηγίας·

9.

«άδεια»: το τμήμα ή το σύνολο μιας ή περισσοτέρων εγγράφων αποφάσεων, με το οποίο δίνεται άδεια λειτουργίας μέρους ή ολόκληρης εγκατάστασης υπό ορισμένους όρους διασφαλίζοντας ότι η εγκατάσταση πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Η άδεια μπορεί να καλύπτει μία ή περισσότερες εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεων στον ίδιο τόπο και με τον ίδιο φορέα λειτουργίας·

10.

«μεταβολή της λειτουργίας»: κάθε αλλαγή των χαρακτηριστικών ή του τρόπου λειτουργίας, ή επέκταση της εγκατάστασης που μπορεί να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον·

11.

«ουσιαστική μεταβολή»: κάθε μεταβολή της εκμετάλλευσης, η οποία, κατά τη γνώμη της αρμόδιας αρχής, ενδέχεται να έχει αρνητικές και σημαντικές επιπτώσεις στον άνθρωπο ή στο περιβάλλον· για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, κάθε μεταβολή ή επέκταση της λειτουργίας, θεωρείται ουσιαστική, όταν η εν λόγω μεταβολή ή επέκταση καθαυτή, εμπίπτει στα κατώτατα όρια, αν υπάρχουν, τα οποία καθορίζονται στο παράρτημα Ι·

12.

«βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές»: το πλέον αποτελεσματικό και προηγούμενο στάδιο εξέλιξης των δραστηριοτήτων και μεθόδων λειτουργίας που αποδεικνύει την πρακτική ικανότητα συγκεκριμένων τεχνικών να συνιστούν καταρχήν τη βάση των οριακών τιμών εκπομπής για την αποφυγή και, όταν αυτό δεν είναι πρακτικά εφαρμόσιμο, τη γενική μείωση των εκπομπών και των επιπτώσεων για το περιβάλλον στο σύνολό του:

α)

στις «τεχνικές» περιλαμβάνονται τόσο η τεχνολογία που χρησιμοποιείται όσο και ο τρόπος σχεδιασμού, κατασκευής, συντήρησης, λειτουργίας και παροπλισμού της εγκατάστασης·

β)

«διαθέσιμες τεχνικές» είναι οι αναπτυχθείσες σε κλίμακα που επιτρέπει την εφαρμογή τους εντός του οικείου βιομηχανικού κλάδου, υπό οικονομικώς και τεχνικώς βιώσιμες συνθήκες, λαμβανομένων υπόψη του κόστους και των πλεονεκτημάτων, ανεξαρτήτως του αν οι ως άνω τεχνικές χρησιμοποιούνται ή παράγονται εντός του οικείου κράτους μέλους, εφόσον εξασφαλίζεται η πρόσβαση του φορέα εκμετάλλευσης σ’ αυτές με λογικούς όρους·

γ)

«βέλτιστες» σημαίνει τις πλέον αποτελεσματικές όσον αφορά την επίτευξη υψηλού γενικού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

Κατά τον προσδιορισμό των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, πρέπει να λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη τα στοιχεία του παραρτήματος IV·

13.

«φορέας εκμετάλλευσης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή κατέχει την εγκατάσταση, ή, αν αυτό προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, στο οποίο έχει εκχωρηθεί αποφασιστική οικονομική εξουσία επ’ αυτής της τεχνικής λειτουργίας·

14.

«κοινό»: ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα καθώς και, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική, οι ενώσεις, οι οργανώσεις και οι ομάδες αυτών·

15.

«ενδιαφερόμενο κοινό»: το κοινό το οποίο θίγεται ή ενδέχεται να θιγεί ή του οποίου διακυβεύονται συμφέροντα από τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με την έκδοση ή αναπροσαρμογή αδείας ή των όρων της· για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις οι οποίες καθορίζονται από το οικείο εθνικό δίκαιο, θεωρούνται ότι έχουν συμφέροντα.

Άρθρο 3

Βασικές αρχές των θεμελιωδών υποχρεώσεων του φορέα

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να ελέγχουν ότι η εγκατάσταση θα λειτουργήσει κατά τρόπον ώστε:

α)

να λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα προληπτικά αντιρρυπαντικά μέτρα, ιδίως με χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών·

β)

να μην προκαλείται καμία σημαντική ρύπανση·

γ)

να αποφεύγεται η παραγωγή αποβλήτων σύμφωνα με την οδηγία 2006/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, περί των στερεών αποβλήτων (12), ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, να αξιοποιούνται ή, όταν αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά αδύνατο, να διατίθενται με τρόπο που να αποφεύγονται ή να μειώνονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον·

δ)

η ενέργεια να χρησιμοποιείται αποτελεσματικά·

ε)

να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για να προλαμβάνονται τα ατυχήματα και να περιορίζονται οι συνέπειές τους·

στ)

να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων ώστε να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος ρύπανσης και ο χώρος της εκμετάλλευσης να επανευρίσκει ικανοποιητική μορφή.

2.   Για να συμμορφωθούν προς το άρθρο αυτό, αρκεί τα κράτη μέλη να διαβεβαιώνονται ότι οι αρμόδιες αρχές συνεκτιμούν τις γενικές αρχές που παρατίθενται στην παράγραφο 1, όταν θέτουν τους όρους για την άδεια.

Άρθρο 4

Άδειες για νέες εγκαταστάσεις

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι καμία νέα εγκατάσταση δεν λειτουργεί χωρίς άδεια σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται από την οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων (13).

Άρθρο 5

Όροι χορήγησης αδείας για υφιστάμενες εγκαταστάσεις

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους θα επιτύχουν, με τις άδειες που δίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 8 ή με επανεξέταση, οσάκις ενδείκνυται, και εκσυγχρονισμό, οσάκις απαιτείται, των όρων αδείας, να λειτουργούν οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τις προδιαγραφές των άρθρων 3, 7, 9, 10 και 13, του άρθρου 14 στοιχεία α) και β) και του άρθρου 15 παράγραφος 2, το αργότερο την 30ή Οκτωβρίου 2007, με την επιφύλαξη ειδικών κοινοτικών νομοθετικών διατάξεων.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εφαρμόζουν τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 11 και 12, το άρθρο 14 στοιχείο γ), το άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 3, τα άρθρα 17 και 18 και το άρθρο 19 παράγραφος 2, στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις αμέσως μετά την 30ή Οκτωβρίου 1999.

Άρθρο 6

Αίτηση αδείας

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι η αίτηση αδείας που απευθύνεται στην αρμόδια αρχή περιλαμβάνει περιγραφή:

α)

της εγκατάστασης και των δραστηριοτήτων της·

β)

των πρώτων και βοηθητικών υλών, των ουσιών και της ενέργειας που χρησιμοποιούνται ή παράγονται από την εγκατάσταση·

γ)

των πηγών εκπομπών της εγκατάστασης·

δ)

των συνθηκών του χώρου όπου θα λειτουργήσει η εγκατάσταση·

ε)

της φύσης και των ποσοτήτων των προβλεπόμενων εκπομπών της εγκατάστασης σε κάθε μέσο καθώς και προσδιορισμό των σημαντικών επιπτώσεων των εκπομπών στο περιβάλλον·

στ)

της προβλεπόμενης τεχνολογίας και των άλλων τεχνικών που αποσκοπούν στην πρόληψη των εκπομπών που προέρχονται από την εγκατάσταση ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στη μείωσή τους·

ζ)

αν χρειάζεται, των μέτρων πρόληψης και αξιοποίησης των αποβλήτων που παράγει η εγκατάσταση·

η)

των άλλων μέτρων που προβλέπονται για τη συμμόρφωση με τις βασικές αρχές των κατά το άρθρο 3 ουσιαστικών υποχρεώσεων του φορέα της εκμετάλλευσης·

θ)

των προβλεπόμενων μέτρων παρακολούθησης των εκπομπών στο περιβάλλον·

ι)

των κύριων εναλλακτικών περιπτώσεων που μελετήθηκαν από τον αιτούντα, εάν υπάρχουν, εν περιλήψει.

Στην αίτηση έκδοσης αδείας περιλαμβάνεται επίσης μη τεχνικού περιεχομένου συγκεφαλαίωση των λεπτομερειών κατά τα στοιχεία α) έως ι).

2.   Στις περιπτώσεις που πληροφορίες παρεχόμενες σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, ή έκθεση ασφαλείας συντασσόμενη κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες (14) ή άλλες πληροφορίες χορηγούμενες βάσει άλλων νομοθετημάτων, ανταποκρίνονται σε κάποια από τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου, οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στην αίτηση.

Άρθρο 7

Ολοκληρωμένη προσέγγιση στην έκδοση αδειών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, ώστε να διασφαλίσουν τον πλήρη συντονισμό της διαδικασίας και των όρων έκδοσης αδειών όταν σε αυτή μετέχουν περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές, ώστε να διασφαλισθεί αποτελεσματική και ολοκληρωμένη προσέγγιση από όλες της αρχές που είναι αρμόδιες για τη διαδικασία αυτή.

Άρθρο 8

Αποφάσεις

Με την επιφύλαξη άλλων απαιτήσεων εθνικής ή κοινοτικής νομοθεσίας, η αρμόδια αρχή χορηγεί άδεια για την εγκατάσταση η οποία περιλαμβάνει όρους διά των οποίων εξασφαλίζεται ότι η εγκατάσταση πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ή, άλλως, δεν χορηγεί άδεια.

Κάθε χορηγούμενη και τροποποιημένη άδεια περιλαμβάνει τις προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία πρακτικές λεπτομέρειες για την προστασία του αέρος, των υδάτων και του εδάφους.

Άρθρο 9

Όροι της αδείας

1.   Τα κράτη μέλη βεβαιώνονται ότι η άδεια περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα τήρησης των όρων χορήγησης αδειών κατά τα άρθρα 3 και 10, για να εξασφαλίζεται η προστασία της ατμόσφαιρας, του νερού και του εδάφους επιτυγχάνοντας έτσι υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

2.   Σε περίπτωση νέας εγκατάστασης ή ουσιαστικής μεταβολής στην οποία εφαρμόζεται το άρθρο 4 της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, για τη χορήγηση της αδείας λαμβάνεται υπόψη κάθε κατάλληλη πληροφορία ή συμπέρασμα ληφθέν εκ της εφαρμογής των άρθρων 5, 6 και 7 της προαναφερθείσας οδηγίας.

3.   Η άδεια περιλαμβάνει οριακές τιμές εκπομπής για τις ρυπογόνες ουσίες, ιδίως εκείνες του παραρτήματος III, που αναμένεται να εκπέμπονται από την οικεία εγκατάσταση σε σημαντική ποσότητα της φύσης τους και της δυνατότητας διασποράς της ρύπανσης στο νερό, τον αέρα και το έδαφος. Εφόσον χρειάζεται, η άδεια περιλαμβάνει τις κατάλληλες οδηγίες για την προστασία του εδάφους και των υπογείων υδάτων και μέτρα για τη διαχείριση των αποβλήτων της εγκατάστασης. Ενδεχομένως, οι οριακές τιμές μπορούν να συμπληρώνονται ή να υποκαθίστανται από ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα.

Για τις μνημονευόμενες στο σημείο 6.6 του παραρτήματος Ι εγκαταστάσεις, κατά τον καθορισμό των οριακών τιμών εκπομπής σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, λαμβάνονται υπόψη οι προσαρμοσμένες σε αυτές τις κατηγορίες εγκαταστάσεων πρακτικές μεθοδεύσεις.

Όταν οι εκπομπές αερίου θερμοκηπίου από εγκατάσταση προσδιορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας (15), σε σχέση με δραστηριότητα της εν λόγω εγκατάστασης, η άδεια δεν περιλαμβάνει οριακή τιμή εκπομπών για άμεσες εκπομπές του εν λόγω αερίου εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλισθεί ότι δεν προκαλείται κάποια σημαντική τοπική ρύπανση.

Για δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν να μην επιβάλλουν απαιτήσεις σχετικά με την ενεργειακή απόδοση όσον αφορά τις μονάδες καύσης ή άλλες μονάδες που εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακος στο χώρο της εγκατάστασης.

Όταν είναι αναγκαίο, οι αρμόδιες αρχές τροποποιούν δεόντως την άδεια.

Το τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο δεν εφαρμόζονται στις εγκαταστάσεις που αποκλείονται προσωρινά από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας σύμφωνα με το άρθρο 27 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, οι κατά την παράγραφο 3 οριακές τιμές εκπομπής ή οι ισοδύναμες παράμετροι και τεχνικά μέτρα βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, χωρίς να προδιαγράφουν τη χρήση συγκεκριμένης τεχνικής ή τεχνολογίας, και λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών χαρακτηριστικών της συγκεκριμένης εγκατάστασης, της γεωγραφικής της θέσης και των τοπικών περιβαλλοντικών συνθηκών. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι όροι της αδείας προβλέπουν διατάξεις για την ελαχιστοποίηση της διασυνοριακής ρύπανσης σε μεγάλη απόσταση και εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος στο σύνολό του.

5.   Η άδεια περιλαμβάνει κατάλληλες απαιτήσεις παρακολούθησης των απορρίψεων, στις οποίες καθορίζεται η μεθοδολογία και η συχνότητα των μετρήσεων, η διαδικασία αξιολόγησης των μέτρων, καθώς και η υποχρέωση παροχής στην αρμόδια αρχή των αναγκαίων στοιχείων για τον έλεγχο της τήρησης των όρων της αδείας.

Για τις μνημονευόμενες στο σημείο 6.6 του παραρτήματος Ι εγκαταστάσεις, τα μέτρα της παρούσας παραγράφου μπορούν να λαμβάνουν υπόψη το κόστος και την ωφέλεια.

6.   Η άδεια περιλαμβάνει μέτρα σχετικά με τις μη κανονικές συνθήκες λειτουργίας. Έτσι, όταν κινδυνεύει να επηρεαστεί το περιβάλλον, θα υπάρχει κατάλληλη πρόβλεψη για την έναρξη λειτουργίας, τις διαρροές, τις δυσλειτουργίες, τις προσωρινές διακοπές και την οριστική παύση της λειτουργίας.

Η άδεια μπορεί να περιλαμβάνει και προσωρινές παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις της παραγράφου 4, εάν η τήρηση αυτών εντός εξαμήνου εξασφαλίζεται με πρόγραμμα αποκατάστασης εγκρινόμενο από την αρμόδια αρχή, και εάν το σχέδιο οδηγεί σε μείωση της ρύπανσης.

7.   Η άδεια μπορεί να περιλαμβάνει και άλλους ειδικούς όρους για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, αν το κράτος μέλος ή η αρμόδια αρχή το κρίνουν ενδεδειγμένο.

8.   Με την επιφύλαξη της υποχρεωτικής εφαρμογής της διαδικασίας αδειών σύμφωνα με την παρούσα οδηγία τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν ιδιαίτερες απαιτήσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων με γενικούς δεσμευτικούς κανόνες και όχι με τους όρους χορήγησης των αδειών, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται ολοκληρωμένη προσέγγιση και ισοδύναμο υψηλό επίπεδο προστασίας του εν γένει περιβάλλοντος.

Άρθρο 10

Βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές και ποιοτικά πρότυπα περιβάλλοντος

Εάν ποιοτικό πρότυπο περιβάλλοντος επιβάλλει όρους αυστηρότερους από εκείνους που είναι δυνατόν να επιτευχθούν με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών, η άδεια επιβάλλει ιδίως πρόσθετους όρους, με την επιφύλαξη άλλων μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν για την τήρηση των ποιοτικών προτύπων περιβάλλοντος.

Άρθρο 11

Εξέλιξη των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή να παρακολουθεί ή να ενημερώνεται σχετικά με την εξέλιξη βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών.

Άρθρο 12

Μεταβολές των εγκαταστάσεων εκ μέρους των φορέων εκμετάλλευσης

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή για κάθε σχεδιαζόμενη μεταβολή της λειτουργίας. Κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή αναπροσαρμόζει την άδεια ή τους όρους αυτής.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι καμία ουσιαστική μεταβολή της λειτουργίας, η οποία προβλέπεται από το φορέα εκμετάλλευσης, δεν πραγματοποιείται χωρίς άδεια εκδιδόμενη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Η αίτηση αδείας και η απόφαση της αρμόδιας αρχής πρέπει να καλύπτουν τα τμήματα της εγκατάστασης και τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 6, τα οποία ενδέχεται να θιγούν από τη μεταβολή. Οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 3, των άρθρων 6 έως 10 και του άρθρου 15 παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών.

Άρθρο 13

Επανεξέταση και αναπροσαρμογή των όρων της αδείας εκ μέρους της αρμόδιας αρχής

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν περιοδικώς και αναπροσαρμόζουν, εν ανάγκη, τους όρους της αδείας.

2.   Η επανεξέταση διενεργείται οπωσδήποτε όταν:

α)

η ρύπανση από την εγκατάσταση είναι τέτοια ώστε να πρέπει να αναθεωρηθούν οι ισχύουσες οριακές τιμές εκπομπής της αδείας ή να περιληφθούν νέες οριακές τιμές εκπομπής·

β)

ουσιαστικές μεταβολές των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών επιτρέπουν σημαντική μείωση των εκπομπών χωρίς υπερβολικό κόστος·

γ)

η ασφάλεια εκμετάλλευσης της διεργασίας ή η δραστηριότητα απαιτεί την εφαρμογή άλλων τεχνικών·

δ)

αυτό επιβάλλεται από νέες κοινοτικές ή εθνικές νομοθετικές διατάξεις.

Άρθρο 14

Τήρηση των όρων της αδείας

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι:

α)

ο φορέας εκμετάλλευσης τηρεί τους όρους της αδείας στην εγκατάστασή του·

β)

ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει τακτικά την αρμόδια αρχή για τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των απορρίψεων της εγκατάστασης και, αμελλητί, για κάθε συμβάν ή ατύχημα που επηρεάζει σημαντικά το περιβάλλον·

γ)

οι φορείς εκμετάλλευσης παρέχουν στους εκπροσώπους της αρμόδιας αρχής κάθε αναγκαία βοήθεια για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων της εγκατάστασης, τη δειγματοληψία και τη συλλογή των στοιχείων που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 15

Πρόσβαση στις πληροφορίες και συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία χορήγησης της αδείας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται έγκαιρα και πραγματικά στο ενδιαφερόμενο κοινό, η δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία:

α)

έκδοσης αδείας για νέες εγκαταστάσεις·

β)

έκδοσης αδείας για οιαδήποτε ουσιαστική μεταβολή·

γ)

αναπροσαρμογής των όρων αδείας ή λειτουργίας εγκατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο α).

Η διαδικασία που καθορίζεται στο παράρτημα V εφαρμόζεται για τους σκοπούς της εν λόγω συμμετοχής του κοινού.

2.   Τα αποτελέσματα που διαθέτει η αρμόδια αρχή από την παρακολούθηση των απορρίψεων που απαιτείται σύμφωνα με τους αναφερόμενους στο άρθρο 9 όρους της αδείας τίθενται στη διάθεση του κοινού.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των περιορισμών που θέτει το άρθρο 4 παράγραφοι 1, 2 και 4, της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες (16).

4.   Όταν ληφθεί απόφαση, η αρμόδια αρχή ενημερώνει το κοινό σύμφωνα με τις κατάλληλες διαδικασίες και θέτει στη διάθεσή του τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το περιεχόμενο της απόφασης, συμπεριλαμβανομένου αντιγράφου της αδείας και όλων των όρων και κάθε μετέπειτα αναπροσαρμογής της και

β)

έχοντας εξετάσει τους προβληματισμούς και τις γνώμες που έχει εκφράσει το ενδιαφερόμενο κοινό, τους λόγους και τις εκτιμήσεις στους οποίους βασίστηκε η απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της πληροφόρησης σχετικά με τη διαδικασία συμμετοχής του κοινού.

Άρθρο 16

Πρόσβαση στη δικαιοσύνη

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με το εθνικό νομικό τους σύστημα, κάθε μέλος του ενδιαφερόμενου κοινού έχει πρόσβαση σε διαδικασία εξέτασης ενώπιον δικαστηρίου ή άλλου ανεξάρτητου και αμερόληπτου οργάνου, συσταθέντος νομοθετικώς, προκειμένου να αμφισβητήσει την ουσιαστική ή τη διαδικαστική νομιμότητα αποφάσεων, πράξεων ή παραλείψεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας περί συμμετοχής του κοινού, όταν:

α)

έχει επαρκές συμφέρον· ή

β)

υποστηρίζει ότι επέρχεται προσβολή δικαιώματος, εάν αυτό απαιτείται ως προϋπόθεση από το δικονομικό διοικητικό δίκαιο κράτους μέλους.

2.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν σε ποια φάση είναι δυνατόν να προσβάλλονται αποφάσεις, πράξεις ή παραλείψεις.

3.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τι αποτελεί επαρκές συμφέρον και τι προσβολή δικαιώματος, με σταθερό στόχο να παρέχεται στο ενδιαφερόμενο κοινό ευρεία πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Προς τούτο, το συμφέρον κάθε μη κυβερνητικής οργάνωσης που προάγει την προστασία του περιβάλλοντος και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις οι οποίες καθορίζονται από το οικείο εθνικό δίκαιο θεωρείται επαρκές για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο α).

Οι οργανώσεις αυτές θεωρείται επίσης ότι έχουν δικαιώματα που μπορούν να προσβληθούν, για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο β).

4.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν αποκλείουν τη δυνατότητα προκαταρκτικής διαδικασίας αναθεώρησης ενώπιον διοικητικής αρχής και δεν θίγουν την απαίτηση να εξαντλούνται οι διοικητικές διαδικασίες αναθεώρησης πριν από την προσφυγή σε δικαστικές διαδικασίες αναθεώρησης, εάν υφίσταται τέτοιου είδους απαίτηση κατά το εθνικό δίκαιο.

Οι σχετικές διαδικασίες πρέπει να είναι ορθές, δίκαιες, εμπρόθεσμες και να μην έχουν απαγορευτικό κόστος.

5.   Για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να τίθενται στη διάθεση του κοινού οι πρακτικές πληροφορίες σχετικά με την πρόσβαση στις διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες αναθεώρησης.

Άρθρο 17

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, ενόψει ανταλλαγής πληροφοριών, τα απαραίτητα μέτρα για να αποστέλλουν στην Επιτροπή ανά τριετία, και για πρώτη φορά πριν από τις 30 Απριλίου 2001, τα αντιπροσωπευτικά στοιχεία σχετικά με τις διαθέσιμες οριακές τιμές εκπομπής ανά κατηγορία δραστηριοτήτων του παραρτήματος Ι, και ενδεχομένως, τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές από τις οποίες προκύπτουν οι τιμές αυτές, σύμφωνα κυρίως με το άρθρο 9. Για τις μεταγενέστερες περιπτώσεις, οι πληροφορίες αυτές συμπληρώνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Η Επιτροπή διοργανώνει ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων βιομηχανικών κλάδων για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές, τις συναφείς προδιαγραφές ελέγχου και την εξέλιξή τους.

Η Επιτροπή δημοσιεύει ανά τριετία τα αποτελέσματα των ανταλλαγών πληροφοριών.

3.   Κάθε τρία χρόνια, και για πρώτη φορά για το χρονικό διάστημα από τις 30 Οκτωβρίου 1999 έως και τις 30 Οκτωβρίου 2002, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν με έκθεση στην Επιτροπή πληροφορίες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η έκθεση καταρτίζεται βάσει ερωτηματολογίου ή σχεδιαγράμματος το οποίο καταρτίζει η Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/692/ΕΟΚ, του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1991, για την τυποποίηση και τον εξορθολογισμό των εκθέσεων που αφορούν την εφαρμογή ορισμένων οδηγιών για το περιβάλλον (17). Το ερωτηματολόγιο ή το σχεδιάγραμμα αυτό αποστέλλεται στα κράτη μέλη έξι μήνες πριν από την έναρξη της περιόδου που καλύπτει η έκθεση. Η έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή εντός εννέα μηνών από τη λήξη της τριετίας την οποία καλύπτει.

Η Επιτροπή δημοσιεύει κοινοτική έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας εντός εννέα μηνών από την παραλαβή των εκθέσεων από τα κράτη μέλη.

Η Επιτροπή υποβάλλει την κοινοτική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενες, εν ανάγκη, από προτάσεις.

4.   Τα κράτη μέλη ιδρύουν ή ορίζουν την ή τις αρχές στις οποίες ανατίθεται η ευθύνη για την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 3, και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

Άρθρο 18

Διασυνοριακές επιπτώσεις

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώνει ότι η λειτουργία εγκατάστασης ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους ή όταν το ζητεί κράτος μέλος το οποίο ενδέχεται να θιγεί σοβαρά, το κράτος μέλος στου οποίου το έδαφος υποβάλλεται η αίτηση αδείας, σύμφωνα με το άρθρο 4 ή το άρθρο 12 παράγραφος 2, διαβιβάζει στο άλλο κράτος μέλος, ταυτόχρονα με την ανακοίνωση στους δικούς του υπηκόους, τις πληροφορίες που απαιτείται να δοθούν ή να είναι διαθέσιμες κατά το παράρτημα V. Οι πληροφορίες αυτές χρησιμεύουν ως βάση για τις τυχόν αναγκαίες διαβουλεύσεις στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων μεταξύ δύο κρατών μελών, με αμοιβαιότητα και ισότητα.

2.   Στο πλαίσιο των διμερών σχέσεών τους, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, στις περιπτώσεις της παραγράφου 1, οι αιτήσεις να καθίστανται προσιτές επί κατάλληλο χρονικό διάστημα, και στο κοινό του κράτους μέλους το οποίο ενδέχεται να θιγεί, ώστε το κοινό να μπορέσει να διατυπώσει τα σχόλιά του προτού η αρμόδια αρχή λάβει τη σχετική απόφαση.

3.   Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διεξάγονται κατά τις παραγράφους 1 και 2 πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης από την αρμόδια αρχή σχετικά με αίτηση.

4.   Η αρμόδια αρχή ενημερώνει κάθε κράτος μέλος το οποίο έχει συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, για την απόφαση που ελήφθη σχετικά με την αίτηση και διαβιβάζει σε αυτό τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4. Το εν λόγω κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι πληροφορίες αυτές τίθενται καταλλήλως στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού, στην επικράτειά του.

Άρθρο 19

Κοινοτικές οριακές τιμές εκπομπής

1.   Όπου η ανάγκη κοινοτικής δράσης διαπιστώνεται βάσει, μεταξύ άλλων, της ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 17, προτάσει της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ορίζουν τις οριακές τιμές εκπομπής βάσει των διαδικασιών της συνθήκης όσον αφορά:

α)

τις κατηγορίες εγκαταστάσεων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, πλην των χώρων ταφής που καλύπτονται από τα σημεία 5.1 και 5.4 του παραρτήματος αυτού και

β)

τις ρυπογόνες ουσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα III.

2.   Ελλείψει κοινοτικών οριακών τιμών εκπομπής θεσπιζόμενων κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, οι κατάλληλες οριακές τιμές εκπομπής, όπως καθορίζονται στις οδηγίες που απαριθμούνται στο παράρτημα II και στις άλλες κοινοτικές νομοθετικές ρυθμίσεις, εφαρμόζονται στις εγκαταστάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι ως ελάχιστες οριακές τιμές εκπομπής, δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

3.   Υπό την επιφύλαξη των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, οι τεχνικές προδιαγραφές που εφαρμόζονται επί των χώρων ταφής των σημείων 5.1 και 5.4 του παραρτήματος Ι ορίζονται στην οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (18).

Άρθρο 20

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Οι διατάξεις της οδηγίας 84/360/ΕΟΚ, οι διατάξεις των άρθρων 4, 5 και του άρθρου 6 παράγραφος 2, της οδηγίας 2006/11/ΕΚ καθώς και οι κατάλληλες διατάξεις σχετικά με τα συστήματα χορήγησης αδείας των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα II, εφαρμόζονται, υπό την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στην οδηγία 2001/80/ΕΚ, στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις οι οποίες εμπίπτουν στις δραστηριότητες που σημειώνονται στο παράρτημα Ι, εφόσον δεν έχουν ληφθεί από τις αρμόδιες αρχές τα αναγκαία κατά το άρθρο 5 της παρούσας οδηγίας μέτρα.

2.   Οι σχετικές διατάξεις των απαριθμουμένων στο παράρτημα ΙΙ οδηγιών, οι οποίες αφορούν τα συστήματα χορήγησης αδείας δεν εφαρμόζονται στις μη υφιστάμενες, κατά την έννοια του σημείου 4 του άρθρου 2, εγκαταστάσεις όσον αφορά τις μνημονευόμενες στο παράρτημα Ι δραστηριότητες.

3.   Η οδηγία 84/360/ΕΟΚ καταργείται την 30ή Οκτωβρίου 2007.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, και το Συμβούλιο, ενεργώντας κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, τροποποιούν, εφόσον είναι αναγκαίο, τις κατάλληλες διατάξεις των απαριθμούμενων στο παράρτημα II οδηγιών για να τις προσαρμόσουν στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας πριν από την 30ή Οκτωβρίου 2007.

Άρθρο 21

Ανακοίνωση

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 22

Κατάργηση

Καταργείται η οδηγία 96/61/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα VI μέρος Α, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα VI μέρος Β.

Κάθε μνεία στην καταργούμενη οδηγία θεωρείται ότι γίνεται στην παρούσα οδηγία και διαβάζεται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα VII.

Άρθρο 23

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 24

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 15 Ιανουαρίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LENARČIČ


(1)  ΕΕ C 97 της 28.4.2007, σ. 12.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Ιουνίου 2007 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2007.

(3)  ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1).

(4)  Βλέπε παράρτημα VI μέρος Α.

(5)  ΕΕ C 138 της 17.5.1993, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 188 της 16.7.1984, σ. 20. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/692/ΕΟΚ (ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 48).

(7)  ΕΕ L 64 της 4.3.2006, σ. 52.

(8)  ΕΕ L 175 της 5.7.1985, σ. 40. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 17).

(9)  ΕΕ L 159 της 29.6.1996, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 117 της 8.5.1990, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2005/174/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 59 της 5.3.2005, σ. 20).

(11)  ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 (ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 24).

(12)  ΕΕ L 114 της 27.4.2006, σ. 9.

(13)  ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/105/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 368).

(14)  ΕΕ L 10 της 14.1.1997, σ. 13. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(15)  ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2004/101/ΕΚ (ΕΕ L 338 της 13.11.2004, σ. 18).

(16)  ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26.

(17)  ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 48. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.

(18)  ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1

1.   Η παρούσα οδηγία δεν αφορά τις εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για την έρευνα, την ανάπτυξη και την πειραματική δοκιμή νέων προϊόντων και βιομηχανικών μεθόδων.

2.   Οι κατωτέρω οριακές τιμές αφορούν κατά κανόνα δυναμικότητα παραγωγής ή αποδόσεις. Εάν ο ίδιος φορέας λειτουργίας ασκεί πολλές δραστηριότητες της ίδιας κατηγορίας στην αυτή εγκατάσταση ή στον ίδιο χώρο, οι δυναμικότητες των δραστηριοτήτων αυτών αθροίζονται.

1.   Βιομηχανίες ενεργειακών δραστηριοτήτων

1.1.   Εγκαταστάσεις καύσης με θερμική ισχύ καύσης μεγαλύτερη των 50 MW.

1.2.   Διυλιστήρια πετρελαίου και αερίου.

1.3.   Εγκαταστάσεις οπτανθρακοποίησης.

1.4.   Εγκαταστάσεις αεροποίησης και υγροποίησης του άνθρακα.

2.   Παραγωγή και μεταποίηση μετάλλων

2.1.   Εγκαταστάσεις φρύξης ή επίτηξης μεταλλεύματος, συμπεριλαμβανομένου του θειούχου μεταλλεύματος.

2.2.   Εγκαταστάσεις παραγωγής χυτοσιδήρου ή χάλυβα (πρωτογενούς ή δευτερογενούς), συμπεριλαμβανομένων των χυτηρίων συνεχούς χύτευσης ωριαίας δυναμικότητας άνω των 2,5 τόνων.

2.3.   Εγκαταστάσεις επεξεργασίας σιδηρούχων μετάλλων:

α)

με έλασμα εν θερμώ, ωριαίας δυναμικότητας άνω των 20 τόνων ακατέργαστου χάλυβα·

β)

με σφυρηλάτηση με σφύρες κρουστικής ενέργειας άνω των 50 kj ανά σφύρα και όταν η χρησιμοποιούμενη θερμική ισχύς υπερβαίνει τα 20 MW·

γ)

με επίθεση προστατευτικού στρώματος τηγμένου μετάλλου, με δυναμικότητα κατεργασίας άνω των δύο τόνων ακατέργαστου χάλυβα ανά ώρα.

2.4.   Χυτήρια σιδηρούχων μετάλλων με δυναμικότητα παραγωγής άνω των 20 τόνων ημερησίως.

2.5.   Εγκαταστάσεις:

α)

παραγωγής ακατέργαστων μη σιδηρούχων μετάλλων από μεταλλεύματα, συγκεντρώματα ή δευτερογενείς πρώτες ύλες, με μεταλλουργικές, χημικές ή ηλεκτρολυτικές διεργασίες·

β)

τήξης μη σιδηρούχων μετάλλων και κραμάτων, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων ανάκτησης (εξευγενισμός, χύτευση), τηκτικής δυναμικότητας άνω των τεσσάρων τόνων για το μόλυβδο και το κάδμιο ή 20 τόνων για όλα τα άλλα μέταλλα ημερησίως.

2.6.   Εγκαταστάσεις επιφανειακής επεξεργασίας μετάλλων και πλαστικών υλικών με ηλεκτρολυτικές ή χημικές διεργασίες, εφόσον ο όγκος των κάδων που χρησιμοποιούνται για την κατεργασία υπερβαίνει τα 30 m3.

3.   Βιομηχανία ορυκτών προϊόντων

3.1.   Εγκαταστάσεις παραγωγής κλίνκερ (τσιμέντου) σε περιστροφικούς κλιβάνους, με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής άνω των 500 τόνων, ή ασβέστου σε περιστροφικούς κλιβάνους με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 50 τόνων, ή σε άλλου είδους κλιβάνους με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 50 τόνων.

3.2.   Εγκαταστάσεις παραγωγής αμιάντου και κατασκευής προϊόντων με βάση τον αμίαντο.

3.3.   Εγκαταστάσεις παραγωγής γυαλιού, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων παραγωγής ινών γυαλιού, με ημερήσια τηκτική δυναμικότητα άνω των 20 τόνων.

3.4.   Εγκαταστάσεις τήξης ορυκτών υλών, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων παραγωγής ινών από ορυκτές ύλες, με ημερήσια τηκτική δυναμικότητα άνω των 20 τόνων.

3.5.   Εγκαταστάσεις παραγωγής κεραμικών ειδών με ψήσιμο, ιδίως δε κεραμιδιών, τούβλων, πυρίμαχων πλίνθων, πλακιδίων, ψευδοπορσελάνης ή πορσελάνης, με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 75 τόνων ή/και με δυναμικότητα κλιβάνου άνω των 4 m3 και πυκνότητα φορτώσεως άνω των 300 kg/m3.

4.   Χημική βιομηχανία

Η κατά την έννοια των κατηγοριών δραστηριοτήτων του κεφαλαίου 4 παραγωγή υποδηλώνει την παραγωγή, σε βιομηχανική κλίμακα και με χημική μετατροπή, των υλών ή ομάδων υλών που αναφέρονται στα σημεία 4.1 έως 4.6.

4.1.   Χημικές εγκαταστάσεις για την παραγωγή βασικών χημικών οργανικών προϊόντων, όπως:

α)

απλών υδρογονανθράκων, (γραμμικών ή κυκλικών, κεκορεσμένων ή ακόρεστων, αλειφατικών ή αρωματικών)·

β)

οξυγονούχων υδρογονανθράκων, ιδίως δε αλκοολών, αλδεϋδών, κετονών, καρβοξυλικών οξέων, εστέρων, οξικών ενώσεων, αιθέρων, υπεροξειδίων, εποξικών ρητινών·

γ)

θειούχων υδρογονανθράκων·

δ)

αζωτούχων υδρογονανθράκων, ιδίως δε αμινών, αμιδίων, νιτρωμένων, νιτρωδών ή νιτρικών ενώσεων, νιτριλίων, κυανικών και ισοκυανικών ενώσεων·

ε)

φωσφορούχων υδρογονανθράκων·

στ)

αλογονούχων υδρογονανθράκων·

ζ)

οργανομεταλλικές ενώσεις·

η)

βασικών πλαστικών υλών, (πολυμερών, συνθετικών ινών, ινών με βάση την κυτταρίνη)·

θ)

συνθετικού καουτσούκ·

ι)

χρωμάτων και χρωστικών υλικών·

ια)

απορρυπαντικών και τασιενεργών ουσιών.

4.2.   Χημικές εγκαταστάσεις παραγωγής βασικών ανόργανων χημικών προϊόντων, όπως:

α)

αερίων, όπως αμμωνίας, χλωρίου ή υδροχλωρίου, φθορίου ή υδροφθορίου, οξειδίων του άνθρακα, θειικών ενώσεων, οξειδίων του αζώτου, υδρογόνου, διοξειδίου του θείου, διχλωριούχου καρβονυλίου·

β)

οξέων, όπως χρωμακού, υδροφθορικού, φωσφορικού, νιτρικού, υδροχλωρικού, θειικού, ατμίζοντος θειικού και άλλων θειούχων οξέων·

γ)

βάσεων, ιδίως δε υδροξειδίου του αμμωνίου, υδροξειδίου του καλίου, υδροξειδίου του νατρίου·

δ)

αλάτων, όπως χλωριούχου αμμωνίου, χλωρικού καλίου, ανθρακικού καλίου, ανθρακικού νατρίου, υπερβορικών αλάτων, νιτρικού αργύρου·

ε)

αμετάλλων, μεταλλοξειδίων ή άλλων ανόργανων ενώσεων, όπως ανθρακασβεστίου, πυριτίου, ανθρακοπυριτίου.

4.3.   Χημικές εγκαταστάσεις παραγωγής φωσφορούχων, αζωτούχων ή καλιούχων λιπασμάτων (απλών ή σύνθετων).

4.4.   Χημικές εγκαταστάσεις παραγωγής βασικών φυτοϋγειονομικών προϊόντων και βιοκτόνων.

4.5.   Χημικές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν χημική ή βιολογική διεργασία για την παρασκευή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων.

4.6.   Χημικές εγκαταστάσεις παραγωγής εκρηκτικών υλών.

5.   Διαχείριση των αποβλήτων

Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 της οδηγίας 2006/12/ΕΚ και του άρθρου 3 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για τα επικίνδυνα απόβλητα (1):

5.1.   Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ή την αξιοποίηση των επικίνδυνων αποβλήτων κατά το άρθρο 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ, όπως ορίζονται στα παραρτήματα II Α και II Β (ενέργειες R1, R5, R6, R8 και R9) της οδηγίας 2006/12/ΕΚ και στην οδηγία 75/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1975, περί διαθέσεως των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων (2), ημερήσιας δυναμικότητας άνω των δέκα τόνων.

5.2.   Εγκαταστάσεις καύσης αστικών αποβλήτων (απόβλητα από νοικοκυριά, καθώς και παρόμοια απόβλητα εμπορικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων και απόβλητα ιδρυμάτων), με ωριαία δυναμικότητα άνω των τριών τόνων.

5.3.   Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ακίνδυνων αποβλήτων, όπως ορίζονται στο παράρτημα II A της οδηγίας 2006/12/ΕΚ, στα κεφάλαια D8, D9, με ημερήσια δυναμικότητα άνω των 50 τόνων.

5.4.   Χώροι ταφής που δέχονται άνω των δέκα τόνων ημερησίως ή ολικής χωρητικότητας άνω των 25 000 τόνων, εκτός από τους χώρους ταφής αδρανών απορριμμάτων.

6.   Άλλες δραστηριότητες

6.1.   Βιομηχανικές εγκαταστάσεις:

α)

παραγωγής χαρτοπολτού από ξύλο ή άλλα ινώδη υλικά:

β)

παραγωγής χαρτιού και χαρτονιού με ημερήσια παραγωγική δυναμικότητα άνω των 20 τόνων.

6.2.   Εγκαταστάσεις προεπεξεργασίας (δραστηριότητες πλύσης, λεύκανσης, μερσερισμού) ή βαφής ινών ή υφασμάτων, με ημερήσια δυναμικότητα επεξεργασίας άνω των δέκα τόνων.

6.3.   Εγκαταστάσεις δέψης δερμάτων εφόσον η ημερήσια δυναμικότητα κατεργασίας υπερβαίνει τους δώδεκα τόνους τελικών προϊόντων.

α)

σφαγεία με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής σφαγίων άνω των 50 τόνων·

β)

επεξεργασία και μεταποίηση για την παραγωγή προϊόντων διατροφής από:

ζωική πρώτη ύλη (εκτός του γάλακτος) με ημερήσια δυναμικότητα παραγωγής τελικών προϊόντων άνω των 75 τόνων,

φυτική πρώτη ύλη, ημερήσιας δυναμικότητας παραγωγής τελικών προϊόντων άνω των 300 τόνων (μέση τριμηνιαία τιμή)·

γ)

επεξεργασία και μεταποίηση του γάλακτος, όταν η ποσότητα του λαμβανομένου γάλακτος υπερβαίνει τους 200 τόνους ημερησίως (μέση ετήσια τιμή).

6.5.   Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ή την αξιοποίηση σφαγίων και ζωικών απορριμμάτων με ημερήσια δυναμικότητα επεξεργασίας ανώτερη των δέκα τόνων.

6.6.   Εγκαταστάσεις εντατικής εκτροφής πουλερικών και χοίρων οι οποίες διαθέτουν πάνω από:

α)

40 000 θέσεις για πουλερικά·

β)

2 000 θέσεις για χοίρους παραγωγής (άνω των 30 kg)· ή

γ)

750 θέσεις για χοιρομητέρες.

6.7.   Εγκαταστάσεις επεξεργασίας της επιφάνειας υλών, αντικειμένων ή προϊόντων με τη χρησιμοποίηση οργανικών διαλυτών, ιδίως για τις εργασίες προετοιμασίας, εκτύπωσης, επίστρωσης, καθαρισμού των λιπών, αδιαβροχοποίησης, κολλαρίσματος, βαφής, καθαρισμού ή διαβροχής, με δυναμικότητα κατανάλωσης άνω των 150 kg διαλύτη ανά ώρα ή άνω των 200 τόνων ανά έτος.

6.8.   Εγκαταστάσεις για την παραγωγή άνθρακα (σκληρός άνθρακας) ή ηλεκτρογραφίτη με καύση ή γραφιτοποίηση.


(1)  ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 20. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 194 της 25.7.1975, σ. 23. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 332 της 28.12.2000, σ. 91).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 19 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ 2 ΚΑΙ 3, ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 20

1.

Οδηγία 87/217/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 1987, σχετικά με την πρόληψη και τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος από τον αμίαντο.

2.

Οδηγία 82/176/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1982, περί των οριακών τιμών και των ποιοτικών στόχων για τις απορρίψεις υδραργύρου από το βιομηχανικό τομέα της ηλεκτρολύσεως των χλωριούχων αλάτων αλκαλίων.

3.

Οδηγία 83/513/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 1983, για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις καδμίου.

4.

Οδηγία 84/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαρτίου 1984, για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους όσον αφορά τις απορρίψεις υδραργύρου σε τομείς άλλους εκτός του τομέα της ηλεκτρολύσεως των χλωριούχων αλάτων των αλκαλίων.

5.

Οδηγία 84/491/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1984, σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις εξαχλωροκυκλοεξανίου.

6.

Οδηγία 86/280/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1986, σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις ορισμένων επικινδύνων ουσιών που υπάγονται στον κατάλογο Ι του παραρτήματος της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ.

7.

Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων.

8.

Οδηγία 92/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1992, για τον καθορισμό των διαδικασιών εναρμόνισης των προγραμμάτων περιορισμού της ρύπανσης που προκαλούν τα απόβλητα της βιομηχανίας διοξειδίου του τιτανίου.

9.

Οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων.

10.

Οδηγία 2006/11/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2006, περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας.

11.

Οδηγία 2006/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, περί των στερεών αποβλήτων.

12.

Οδηγία 75/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1975, περί διαθέσεως των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων.

13.

Οδηγία 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για τα επικίνδυνα απόβλητα.

14.

Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΩΝ ΡΥΠΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ, ΕΦΟΣΟΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΟΡΙΑΚΩΝ ΤΙΜΩΝ ΕΚΠΟΜΠΗΣ

Ατμόσφαιρα

1.

Διοξείδιο του θείου και άλλες ενώσεις του θείου.

2.

Οξείδια του αζώτου και άλλες ενώσεις του αζώτου.

3.

Μονοξείδιο του άνθρακα.

4.

Πτητικές οργανικές ενώσεις.

5.

Μέταλλα και ενώσεις τους.

6.

Σκόνη.

7.

Αμίαντος (σωματίδια εν αιωρήσει και ίνες).

8.

Χλώριο και ενώσεις του χλωρίου.

9.

Φθόριο και ενώσεις του φθορίου.

10.

Αρσενικό και ενώσεις του αρσενικού.

11.

Κυανιούχες ενώσεις.

12.

Ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν αποδεδειγμένα ιδιότητες καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες, ή ικανές να βλάψουν την αναπαραγωγή μέσω της ατμόσφαιρας.

13.

Πολυχλωροδιβενζοδιοξίνη και πολυχλωροδιβενζοφουράνια.

Νερό

1.

Αλογονωμένες οργανικές ενώσεις και ουσίες από τις οποίες δύνανται να προκύψουν αναλόγου είδους ενώσεις μέσα στο υδάτινο περιβάλλον.

2.

Οργανοφωσφορικές ενώσεις.

3.

Οργανοκασσιτερικές ενώσεις.

4.

Ουσίες και παρασκευάσματα που έχουν αποδεδειγμένα ιδιότητες καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή ικανές να βλάψουν την αναπαραγωγή στο υδάτινο περιβάλλον ή μέσω αυτού.

5.

Ανθεκτικοί υδρογονάνθρακες και ανθεκτικές και βιοσυσωρευόμενες τοξικές ουσίες.

6.

Κυανιούχες ενώσεις.

7.

Μέταλλα και οι ενώσεις τους.

8.

Αρσενικό και οι ενώσεις του.

9.

Βιοκτόνα και φυτοϋγειονομικά προϊόντα.

10.

Αιωρούμενες ουσίες.

11.

Ουσίες που συμβάλλουν στον ευτροφισμό (ιδίως νιτρικά και φωσφορικά άλατα).

12.

Ουσίες που έχουν αρνητική επίδραση στον ισολογισμό του οξυγόνου (και που μετρούνται με παραμέτρους όπως DBO, DCO).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη εν γένει ή σε συγκεκριμένες περιπτώσεις κατά τον καθορισμό των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών που ορίζονται με το άρθρο 2 σημείο 12, λαμβανομένων υπόψη του κόστους και του οφέλους που μπορούν να προκύψουν από μέτρο, καθώς και των αρχών της πρόνοιας και της προληπτικής δράσης.

1.

Η χρησιμοποίηση τεχνικών που παράγουν λίγα απόβλητα.

2.

Η χρησιμοποίηση λιγότερο επικίνδυνων ουσιών.

3.

Η εξέλιξη των τεχνικών ανάκτησης και ανακύκλωσης των ουσιών που εκπέμπονται και χρησιμοποιούνται κατά τη διεργασία και, ενδεχομένως, των αποβλήτων.

4.

Οι συγκρίσιμες διεργασίες, εξοπλισμοί ή τρόποι λειτουργίας που έχουν δοκιμαστεί επιτυχώς σε βιομηχανική κλίμακα.

5.

Η τεχνική πρόοδος και η εξέλιξη των επιστημονικών γνώσεων.

6.

Η φύση, οι επιπτώσεις και ο όγκος των συγκεκριμένων εκπομπών.

7.

Οι ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας των νέων ή υφιστάμενων εγκαταστάσεων.

8.

Ο χρόνος που απαιτεί η εγκαθίδρυση της βέλτιστης διαθέσιμης τεχνικής.

9.

Η κατανάλωση και η φύση των πρώτων υλών (συμπεριλαμβανομένου του νερού) που χρησιμοποιούνται στη διεργασία και η αποτελεσματική χρήση της ενέργειας.

10.

Η ανάγκη πρόληψης ή μείωσης στο ελάχιστο δυνατό των γενικών επιπτώσεων των εκπομπών και των κινδύνων για το περιβάλλον.

11.

Η ανάγκη πρόληψης των ατυχημάτων και μείωσης των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον.

12.

Οι πληροφορίες που δημοσιεύει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 17, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, ή που δημοσιεύουν διεθνείς οργανισμοί.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗ ΛΗΨΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

1.

Το κοινό ενημερώνεται (με ανακοινώσεις ή άλλα πρόσφορα μέσα όπως τα ηλεκτρονικά μέσα όπου αυτά είναι διαθέσιμα) για τα ακόλουθα ζητήματα κατά την έναρξη της διαδικασίας λήψης απόφασης ή, το αργότερο, αμέσως μόλις καταστεί ευλόγως δυνατή η παροχή των πληροφοριών:

α)

την αίτηση αδείας, ή, ανάλογα με την περίπτωση, την πρόταση για την ενημέρωση αδείας ή των όρων της σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής των στοιχείων που απαριθμούνται στο άρθρο 6 παράγραφος 1·

β)

κατά περίπτωση, το γεγονός ότι απόφαση υπόκειται σε εθνική ή διασυνοριακή εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή σε διαβουλεύσεις μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 18·

γ)

λεπτομέρειες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη λήψη της απόφασης, τις αρχές από τις οποίες μπορούν να παρασχεθούν σχετικές πληροφορίες και τις αρχές προς τις οποίες μπορούν να υποβληθούν παρατηρήσεις ή ερωτήματα και λεπτομέρειες του χρονοδιαγράμματος για τη διαβίβαση των παρατηρήσεων ή ερωτημάτων·

δ)

τη φύση των πιθανών αποφάσεων ή, στην περίπτωση που υφίσταται, το σχέδιο απόφασης·

ε)

όπου ισχύει, τις λεπτομέρειες της πρότασης ενημέρωσης αδείας ή των όρων της·

στ)

υπόδειξη του χρονοδιαγράμματος και του τόπου όπου οι σχετικές πληροφορίες καθίστανται διαθέσιμες καθώς και τα μέσα διά των οποίων καθίστανται διαθέσιμες·

ζ)

λεπτομέρειες σχετικά με τη ρύθμιση της συμμετοχής του κοινού και τη διαβούλευση με αυτό σύμφωνα με το σημείο 5.

2.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε εύλογο χρονικό διάστημα, τίθενται στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού τα εξής:

α)

σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι κύριες εκθέσεις και συμβουλές που παρέχονται στην αρμόδια αρχή ή αρχές κατά το χρόνο που το ενδιαφερόμενο κοινό ενημερώνεται σύμφωνα με το σημείο 1·

β)

σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2003/4/ΕΚ, πληροφορίες πλην των πληροφοριών οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1 και σχετίζονται με την απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 8, και οι οποίες καθίστανται διαθέσιμες μόνο αφού έχει ενημερωθεί το ενδιαφερόμενο κοινό, σύμφωνα με το σημείο 1.

3.

Το ενδιαφερόμενο κοινό έχει το δικαίωμα να απευθύνει παρατηρήσεις και γνώμες στην αρμόδια αρχή, πριν από τη λήψη της απόφασης.

4.

Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης.

5.

Οι λεπτομερείς ρυθμίσεις για να ενημερώνεται το κοινό (παραδείγματος χάριν με τοιχοκόλληση σε ορισμένη ακτίνα ή δημοσίευση στις τοπικές εφημερίδες) και για τη διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κοινό (παραδείγματος χάριν με την υποβολή γραπτών προτάσεων ή τη διενέργεια δημόσιας έρευνας), καθορίζονται από τα κράτη μέλη. Για καθένα από τα διαφορετικά στάδια προβλέπονται εύλογα χρονικά πλαίσια, τα οποία παρέχουν επαρκή χρονικά διαστήματα για την ενημέρωση του κοινού καθώς και για την προετοιμασία και την αποτελεσματική συμμετοχή του ενδιαφερομένου κοινού στη λήψη αποφάσεων για το περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΜΕΡΟΣ Α

Καταργούμενη οδηγία με τις διαδοχικές τροποποιήσεις της (κατά το άρθρο 22)

Οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26).

 

Οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 17).

Μόνο το άρθρο 4 και το παράρτημα ΙΙ

Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).

Μόνο το άρθρο 26

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

Μόνο το σημείο 61 του παραρτήματος ΙΙΙ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1).

Μόνο το άρθρο 21 παράγραφος 2


ΜΕΡΟΣ B

Κατάλογος ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο (κατά το άρθρο 22)

Οδηγία

Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης

96/61/ΕΚ

30ή Οκτωβρίου 1999

2003/35/ΕΚ

25η Ιουνίου 2005

2003/87/ΕΚ

31η Δεκεμβρίου 2003


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 96/61/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 2 εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 2 σημεία 1 έως 9

Άρθρο 2 σημεία 1-9

Άρθρο 2 σημείο 10 στοιχείο α)

Άρθρο 2 σημείο 10

Άρθρο 2 σημείο 10 στοιχείο β)

Άρθρο 2 σημείο 11

Άρθρο 2 σημείο 11 πρώτο εδάφιο, εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 2 σημείο 12 πρώτο εδάφιο, εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 2 σημείο 11 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 12 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 2 σημείο 11 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 12 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 2 σημείο 11 πρώτο εδάφιο τρίτη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 12 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 2 σημείο 11 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 σημείο 12 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 σημείο 12

Άρθρο 2 σημείο 13

Άρθρο 2 σημείο 13

Άρθρο 2 σημείο 14

Άρθρο 2 σημείο 14

Άρθρο 2 σημείο 15

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, πρώτη έως δέκατη περίπτωση

Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) έως ι)

Άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 7 έως 12

Άρθρο 7 έως 12

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 2, εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 13 παράγραφος 2 εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 13 παράγραφος 2, πρώτη έως τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ)

Άρθρο 14 εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 14 εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 14 πρώτη έως τρίτη περίπτωση

Άρθρο 14 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, πρώτη έως τρίτη περίπτωση

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 5

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 15α πρώτο εδάφιο, εισαγωγικό και τελικό μέρος

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 15α πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β)

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 15α δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 15α τρίτο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη περίοδος

Άρθρο 16 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15α τρίτο εδάφιο, τρίτη περίοδος

Άρθρο 16 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15α τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15α πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15α έκτο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 5

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 18 παράγραφος 1, εισαγωγικό και τελικό μέρος

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 18 παράγραφος 1, πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 19 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 18 παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 19

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Παράρτημα Ι

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα ΙV

Παράρτημα ΙV

Παράρτημα V

Παράρτημα V

Παράρτημα VI

Παράρτημα VII


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/30


ΟΔΗΓΊΑ 2008/2/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Ιανουαρίου 2008

σχετικά με το οπτικό πεδίο και τους υαλοκαθαριστήρες των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 74/347/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1974, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στο οπτικό πεδίο και στους υαλοκαθαριστήρες των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (3), έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί (4) ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Η οδηγία 74/347/ΕΟΚ είναι μία από τις επιμέρους οδηγίες του συστήματος έγκρισης τύπου ΕΚ που προβλεπόταν από την οδηγία 74/150/ΕΟΚ του Συμβουλίου, η οποία αντικαταστάθηκε με την οδηγία 2003/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, σχετικά με την έγκριση τύπου γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, των ρυμουλκουμένων και των εναλλάξιμων ρυμουλκούμενων μηχανημάτων τους, καθώς και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών ενοτήτων των οχημάτων αυτών (5), και θεσπίζει τις τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με τη σύλληψη και την κατασκευή των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων όσον αφορά το οπτικό πεδίο και τους υαλοκαθαριστήρες. Οι τεχνικές αυτές προδιαγραφές αφορούν την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών ενόψει της εφαρμογής, για κάθε τύπο ελκυστήρα, της διαδικασίας έγκρισης τύπου ΕΚ που προβλέπει η οδηγία 2003/37/ΕΚ. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της οδηγίας 2003/37/ΕΚ σχετικά με τους γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες, τα ρυμουλκούμενά τους και τα εναλλάξιμα ρυμουλκούμενα μηχανήματα καθώς και τα συστήματα, τα κατασκευαστικά στοιχεία και τις χωριστές τεχνικές ενότητες των οχημάτων εφαρμόζονται στην παρούσα οδηγία.

(3)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

1.   Ως «ελκυστήρας, γεωργικός ή δασικός» νοείται κάθε μηχανοκίνητο όχημα, με τροχούς ή ερπύστριες, που έχει τουλάχιστον δύο άξονες, του οποίου η λειτουργία έγκειται βασικά στην ισχύ έλξης του και το οποίο είναι ειδικά σχεδιασμένο για να έλκει, ωθεί, φέρει ή θέτει σε κίνηση ορισμένα εργαλεία, μηχανές ή ρυμουλκούμενα προοριζόμενα για χρήση στη γεωργική ή δασική εκμετάλλευση. Είναι δυνατό να διαρρυθμισθεί για να μεταφέρει φορτίο και συνοδούς.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο για τους οριζόμενους στην παράγραφο 1 ελκυστήρες που κινούνται με ελαστικά και με εκ κατασκευής μέγιστη ταχύτητα από 6 έως 40 km/h.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να αρνηθούν τη χορήγηση της έγκρισης τύπου ΕΚ ούτε της έγκρισης από εθνικής πλευράς ενός ελκυστήρα, για λόγους που αφορούν τους υαλοκαθαριστήρες, αν αυτοί πληρούν τις σημειούμενες στο παράρτημα Ι προδιαγραφές.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να αρνηθούν την καταχώριση στα μητρώα ή να απαγορεύουν την πώληση, την έναρξη κυκλοφορίας ή τη χρήση των ελκυστήρων για λόγους που αφορούν τους υαλοκαθαριστήρες, αν αυτοί πληρούν τις προδιαγραφές του παραρτήματος Ι.

Άρθρο 4

Οι τροποποιήσεις που απαιτούνται για την προσαρμογή των προδιαγραφών του παραρτήματος Ι στην τεχνική πρόοδο θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/37/EK.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα τον οποίο διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 6

Η οδηγία 74/347/EOK, όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα II μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Β.

Κάθε μνεία στην καταργούμενη οδηγία θεωρείται ότι γίνεται στην παρούσα οδηγία και διαβάζεται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα III.

Άρθρο 7

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Μαΐου 2008.

Άρθρο 8

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 15 Ιανουαρίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LENARČIČ


(1)  ΕΕ C 161 της 13.7.2007, σ. 35.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Ιουνίου 2007 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2007.

(3)  ΕΕ L 191 της 15.7.1974, σ. 5. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 97/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 277 της 10.10.1997, σ. 24).

(4)  Βλ. παράρτημα ΙΙ μέρος Α.

(5)  ΕΕ L 171 της 9.7.2003, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/96/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 81).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΟΠΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

1.   ΟΡΙΣΜΟΙ

1.1.   Οπτικό πεδίο

Ως «οπτικό πεδίο» νοούνται όλες οι κατευθύνσεις προς τα εμπρός και προς τις πλευρές στις οποίες δύναται να βλέπει ο οδηγός του ελκυστήρα.

1.2.   Σημείο αναφοράς

Ως «σημείο αναφοράς» νοείται η συμβατικώς καθορισθείσα θέση των οφθαλμών του οδηγού ελκυστήρα φανταστικώς συνενωθέντων σε ένα σημείο. Το σημείο αυτό αναφοράς κείται στο επίπεδο το παράλληλο προς το διάμηκες διάμεσο επίπεδο του ελκυστήρα, το οποίο διέρχεται δια του μέσου του καθίσματος σε απόσταση 700 mm κατακορύφως υπεράνω της γραμμής τομής του επιπέδου αυτού με την επιφάνεια του καθίσματος και σε απόσταση 270 mm με διεύθυνση από το στήριγμα της λεκάνης, εκ του κατακορύφου επιπέδου του εφαπτομένου στο εμπρόσθιο άκρο της επιφάνειας του καθίσματος και καθέτου στο διάμηκες διάμεσο επίπεδο του ελκυστήρα (εικόνα 1). Ο προσδιορισμός αυτός του σημείου αναφοράς ισχύει για κενό κάθισμα, στη θέση μέσης ρυθμίσεως που υποδεικνύεται από τον κατασκευαστή του ελκυστήρα.

1.3.   Ημικύκλιο οράσεως

Ως «ημικύκλιο οράσεως» νοείται το ημικύκλιο το διαγραφόμενο από ακτίνα 12 m περί ένα σημείο κείμενο εντός του οριζοντίου επιπέδου της οδού κατακόρυφα κάτωθεν του σημείου αναφοράς, σε τρόπον ώστε το τόξο ορώμενο κατά τη διεύθυνση της κινήσεως να κείται έμπροσθεν του ελκυστήρα και η διάμετρος η περιορίζουσα το ημικύκλιο να σχηματίζει ορθή γωνία μετά του διαμήκους άξονος του ελκυστήρα (εικόνα 2).

1.4.   Αποτέλεσμα αποκρύψεως της θέας

Με τον όρο «αποτέλεσμα αποκρύψεως της θέας» νοούνται οι χορδές των τομέων του ημικυκλίου οράσεως που δεν είναι ορατές λόγω στοιχείων κατασκευής, π.χ. των ορθοστατών της σκεπής, των σωλήνων αναρροφήσεως αέρος ή εξατμίσεως και του πλαισίου του αλεξήνεμου.

1.5.   Τομέας οράσεως

Ως «τομέας οράσεως» νοείται το τμήμα του οπτικού πεδίου το οποίο περιορίζεται:

1.5.1.

προς τα άνω,

υφ’ ενός οριζοντίου επιπέδου διερχομένου δια του σημείου αναφοράς·

1.5.2.

επί του επιπέδου της οδού,

υπό της περιοχής της κειμένης στο εξωτερικό του ημικυκλίου οράσεως, η οποία προεκτείνει τον τομέα του ημικυκλίου οράσεως, του οποίου η χορδή μήκους 9,5 m είναι κάθετος προς το επίπεδο το παράλληλο προς το διάμηκες επίπεδο στο μέσο του ελκυστήρα και το οποίο διέρχεται δια του μέσου του καθίσματος του οδηγού και που χωρίζεται σε δύο υπό του επιπέδου αυτού.

1.6.   Πεδίο δράσεως των υαλοκαθαριστήρων

Ως «πεδίο δράσεως των υαλοκαθαριστήρων» νοείται ο τομέας της εξωτερικής επιφανείας του αλεξηνέμου ο οποίος σαρώνεται υπό των υαλοκαθαριστήρων.

2.   ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

2.1.   Γενικότητες

Ο ελκυστήρας πρέπει να έχει κατασκευαστεί και εξοπλιστεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε, στην οδική κυκλοφορία και στη γεωργική ή δασική εκμετάλλευση, ο οδηγός να δύναται να έχει επαρκές οπτικό πεδίο σε όλες τις συνήθεις συνθήκες της οδικής κυκλοφορίας και της εργασίας στους αγρούς και στα δάση. Το οπτικό πεδίο θεωρείται ικανοποιητικό όταν ο οδηγός δύναται, εντός του δυνατού, να βλέπει ένα τμήμα κάθε εμπροσθίου τροχού και όταν πληρούνται οι κατωτέρω προδιαγραφές.

2.2.   Έλεγχος του οπτικού πεδίου

2.2.1.   Διαδικασία οριοθεσίας των αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας

2.2.1.1.   Ο ελκυστήρας πρέπει να τοποθετηθεί επί οριζοντίου επιφανείας σύμφωνα με την εικόνα 2. Επί οριζοντίου υποστηρίγματος, διερχομένου εκ του σημείου αναφοράς, τοποθετούνται δύο σημειακές φωτεινές πηγές, π.χ. 2 × 150 W, 12 V, συμμετρικώς σε σχέση με αυτό το σημείο αναφοράς και απέχοντας μεταξύ τους 65 mm. Το υποστήριγμα αυτό πρέπει να δύναται να περιστρέφεται γύρω από το κέντρο του περί κατακόρυφο άξονα που διέρχεται από το σημείο αναφοράς. Κατά τη μέτρηση των αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας, πρέπει να προσανατολίζεται έτσι ώστε η γραμμή που ενώνει τις φωτεινές πηγές να είναι κάθετος προς τη γραμμή που ενώνει το στοιχείο που αποκρύπτει τη θέα και το σημείο αναφοράς.

Οι επικαλύψεις των σκοτεινών περιοχών (πυρήνες σκιάς) που προβάλλονται επί του ημικυκλίου οράσεως από το στοιχείο της κατασκευής που αποκρύπτει τη θέα εξαιτίας της εναλλασσομένης ή ταυτοχρόνου αφής των φωτεινών πηγών πρέπει να μετρούνται ως αποτέλεσμα αποκρύψεως της θέας συμφώνως προς το σημείο 1.4 (εικόνα 3).

2.2.1.2.   Τα αποτελέσματα αποκρύψεως της θέας δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 700 mm.

2.2.1.3.   Τα αποτελέσματα αποκρύψεως της θέας που προέρχονται από γειτονικά στοιχεία κατασκευής πλάτους πλέον των 80 mm πρέπει να διευθετηθούν έτσι ώστε μεταξύ των μέσων δύο εξ αυτών των αποτελεσμάτων να υπάρχει απόσταση 2 200 mm τουλάχιστον, μετρούμενη ως χορδή του ημικυκλίου δράσεως.

2.2.1.4.   Σε όλη την έκταση του ημικυκλίου οράσεως, δεν είναι δυνατό να ευρίσκονται πλέον των 6 αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας και δεν είναι δυνατόν να ευρίσκονται πλέον των 2 στο εσωτερικό του τομέα οράσεως, στον οποίο αναφέρεται το σημείο 1.5.

2.2.1.5.   Εκτός του τομέα οράσεως, εντούτοις, επιτρέπονται τα αποτελέσματα αποκρύψεως της θέας που υπερβαίνουν τα 700 mm αλλά δεν υπερβαίνουν 1 500 mm όταν τα στοιχεία κατασκευής που τα προκαλούν δεν δύνανται να έχουν ούτε διαφορετικό σχήμα, ούτε διαφορετική διευθέτηση: από κάθε πλευρά είναι δυνατόν να υπάρχουν εν όλω είτε δύο αποτελέσματα αποκρύψεως του είδους αυτού, που δεν υπερβαίνουν 700 mm και 1 500 mm αντιστοίχως, είτε δύο αποτελέσματα αποκρύψεως του είδους αυτού, απ’ τα οποία κανένα δεν υπερβαίνει 1 200 mm.

2.2.1.6.   Τα ενδεχόμενα εμπόδια στην παρουσία κατόπτρων οδηγήσεως των οποίων τα πρότυπα επιτρέπονται, δεν λαμβάνονται υπόψη αν δεν δύνανται να διευθετηθούν κατ’ άλλον τρόπο.

2.2.2.   Μαθηματικός προσδιορισμός των αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας στη διόφθαλμο όραση:

2.2.2.1.   Αντί του ελέγχου που προβλέπεται στο σημείο 2.2.1, δύναται να ελεγχθεί μαθηματικώς το αποδεκτό διαφόρων αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας. Τα σημεία 2.2.1.2 έως 2.2.1.6 ρυθμίζουν τη σπουδαιότητα, την κατανομή και τον αριθμό των αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας.

2.2.2.2.   Για τη διόφθαλμο όραση και για απόσταση μεταξύ των οφθαλμών ίση προς 65 mm το αποτέλεσμα αποκρύψεως της θέας εκπεφρασμένο σε χιλιοστόμετρα δίδεται από τον τύπο:

Formula

όπου:

α

είναι η απόσταση σε χιλιοστόμετρα μεταξύ του αποκρύβοντας τη θέα στοιχείου και του σημείου αναφοράς, μετρούμενη κατά μήκος της οπτικής ακτίνας που ενώνει το σημείο αναφοράς, το κέντρο του στοιχείου και την περίμετρο του ημικυκλίου οράσεως· και

β

είναι το πλάτος σε χιλιοστόμετρα του αποκρύβοντος τη θέα στοιχείου μετρούμενο οριζοντίως και καθέτως προς την ακτίνα.

2.3.   Οι προβλεπόμενες στο σημείο 2.2 διαδικασίες ελέγχου δύνανται να αντικατασταθούν από άλλες διαδικασίες, υπό τον όρο να αποδειχθεί ότι οι τελευταίες έχουν την αυτή αξία.

2.4.   Διαφανής επιφάνεια του αλεξηνέμου

Για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων αποκρύψεως της θέας στον τομέα οράσεως, τα αποτελέσματα αποκρύψεως που οφείλονται στο πλαίσιο του αλεξήνεμου και σε κάθε άλλο εμπόδιο δύνανται, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του σημείου 2.2.1.4, να θεωρούνται ένα και μόνο αποτέλεσμα αποκρύψεως, υπό την προϋπόθεση ότι η απόσταση μεταξύ των πλέον προς τα έξω ευρισκομένων σημείων αυτού του αποτελέσματος αποκρύψεως δεν υπερβαίνει τα 700 mm.

2.5.   Υαλοκαθαριστήρες

2.5.1.   Αν ο ελκυστήρας είναι εφοδιασμένος με αλεξήνεμο, πρέπει να είναι επίσης εξοπλισμένος με έναν ή περισσότερους υαλοκαθαριστήρες τιθεμένους σε κίνηση με έναν κινητήρα. Το πεδίο δράσεώς τους πρέπει να διασφαλίζει καθαρή ορατότητα προς τα εμπρός που να αντιστοιχεί σε χορδή ημικυκλίου τουλάχιστον 8 m στο εσωτερικό του τομέως ορατότητος.

2.5.2.   Η ταχύτητα λειτουργίας των υαλοκαθαριστήρων πρέπει να είναι τουλάχιστον 20 κύκλοι ανά λεπτό.

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΜΕΡΟΣ Α

Καταργούμενη οδηγία με τις διαδοχικές τροποποιήσεις της (κατά το άρθρο 6)

Οδηγία 74/347/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 191 της 15.7.1974, σ. 5)

 

Οδηγία 79/1073/ΕΟΚ της Επιτροπής

(ΕΕ L 331 της 27.12.1979, σ. 20)

 

Οδηγία 82/890/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 378 της 31.12.1982, σ. 45)

Μόνο όσον αφορά τις παραπομπές στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στην οδηγία 74/347/ΕΟΚ

Οδηγία 97/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 277 της 10.10.1997, σ. 24)

Μόνο όσον αφορά τις παραπομπές στο άρθρο 1 πρώτη περίπτωση στην οδηγία 74/347/ΕΟΚ


ΜΕΡΟΣ B

Κατάλογος ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής (κατά το άρθρο 6)

Οδηγία

Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης

Ημερομηνία εφαρμογής

74/347/ΕΟΚ

2 Ιανουαρίου 1976 (1)

 

79/1073/ΕΟΚ

30 Απριλίου 1980

 

82/890/ΕΟΚ

22 Ιουνίου 1984

 

97/54/ΕΚ

22 Σεπτεμβρίου 1998

23 Σεπτεμβρίου 1998


(1)  Σύμφωνα με το άρθρο 3α, που έχει εισαχθεί με το άρθρο 1 σημείο 2 της οδηγίας 79/1073/ΕΟΚ:

«1.   Από της 1ης Μαΐου 1980, τα κράτη μέλη δεν δύνανται:

να αρνηθούν, για έναν τύπο ελκυστήρα, τη χορήγηση έγκρισης τύπου ΕΟΚ ή τη χορήγηση του εγγράφου που προβλέπει το άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταία περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ ή τη χορήγηση έγκρισης τύπου από εθνικής πλευράς, ή

να απαγορεύσουν την έναρξη κυκλοφορίας των ελκυστήρων,

εάν το πεδίο οράσεως αυτού του τύπου ελκυστήρα ή ελκυστήρων ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας, για λόγους που αφορούν το πεδίο οράσεως των ελκυστήρων.

2.   Από 1ης Οκτωβρίου 1980, τα κράτη μέλη:

δεν δύνανται να χορηγούν πλέον το έγγραφο που προβλέπει το άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταία περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, για τύπο ελκυστήρα το πεδίο οράσεως του οποίου δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας,

δύνανται να αρνηθούν τη χορήγηση έγκρισης τύπου, από εθνικής πλευράς, τύπου ελκυστήρα το πεδίο οράσεως του οποίου δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.

3.   Από 1ης Ιανουαρίου 1983, τα κράτη μέλη δύνανται να απαγορεύουν την έναρξη κυκλοφορίας των ελκυστήρων το πεδίο οράσεως των οποίων δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 74/347/ΕΟΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρα 1 έως 3

Άρθρα 1 έως 3

Άρθρο 3α

Υποσημείωση (*), παράρτημα II

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5

Άρθρα 6 και 7

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Παράρτημα

Παράρτημα I

Παράρτημα σημεία 1 έως 2.3

Παράρτημα I σημεία 1 έως 2.3

Παράρτημα σημείο 2.4

Παράρτημα σημείο 2.5

Παράρτημα I σημείο 2.4

Παράρτημα σημείο 2.6

Παράρτημα I σημείο 2.5

Παράρτημα εικόνες 1, 2 και 3

Παράρτημα I εικόνες 1, 2 και 3

Παράρτημα II

Παράρτημα III


ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/39


ΤΡΟΠΟΠΟΙΉΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΫ ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ιδίως το άρθρο 223, έκτο εδάφιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας, ιδίως το άρθρο 139, έκτο εδάφιο,

εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που μπορούν να υποβάλλονται στο Δικαστήριο στους τομείς οι οποίοι υπάγονται στον τίτλο VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή στον τίτλο IV του τρίτου μέρους της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που αποσκοπούν στη διατήρηση και την εξέλιξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, απαιτούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, ταχεία απάντηση εκ μέρους του Δικαστηρίου λόγω του επείγοντος χαρακτήρα τον οποίο έχει η επίλυση της διαφοράς ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου·

(2)

Η συνήθης διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, όπως οργανώνεται με το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου και με τις διατάξεις του Κανονισμού Διαδικασίας, δεν παρέχει τη δυνατότητα στο Δικαστήριο να αποφαίνεται επί των ερωτημάτων που του υποβάλλονται με την επιβαλλόμενη στις ανωτέρω περιπτώσεις ταχύτητα. Η ταχεία διαδικασία την οποία προβλέπει το άρθρο 104α του Κανονισμού Διαδικασίας για τις αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως περιλαμβάνει τα ίδια στάδια όπως και η συνήθης διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως και εφαρμόζεται μόνο σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ενώ το κέρδος χρόνου επιτυγχάνεται κυρίως παρέχοντας προτεραιότητα στην οικεία αίτηση έναντι όλων των άλλων εκκρεμών υποθέσεων σε όλα τα στάδια της διαδικασίας·

(3)

Η ταχεία εκδίκαση ενός μη αμελητέου αριθμού αιτήσεων εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως είναι δυνατή μόνο με την πρόβλεψη μιας επείγουσας διαδικασίας εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως περιορίζουσας και απλοποιούσας τα στάδια της διαδικασίας των προδικαστικών αποφάσεων.

Κατόπιν της εγκρίσεως που παρέσχε το Συμβούλιο στις 20 Δεκεμβρίου 2007.

ΘΕΣΠΙΖΕΙ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥ:

Άρθρο 1

Ο Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που θεσπίστηκε στις 19 Ιουνίου 1991 (ΕΕ L 176 της 4.7.1991, σ. 7, με διορθωτικό στην ΕΕ L 383 της 29.12.1992, σ. 117), όπως τροποποιήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1995 (ΕΕ L 44 της 28.2.1995, σ. 61), στις 11 Μαρτίου 1997 (ΕΕ L 103 της 19.4.1997, σ. 1, με διορθωτικό στην ΕΕ L 351 της 23.12.1997, σ. 72), στις 16 Μαΐου 2000 (ΕΕ L 122 της 24.5.2000, σ. 43), στις 28 Νοεμβρίου 2000 (ΕΕ L 322 της 19.12.2000, σ. 1), στις 3 Απριλίου 2001 (ΕΕ L 119 της 27.4.2001, σ. 1), στις 17 Σεπτεμβρίου 2002 (ΕΕ L 272 της 10.10.2002, σ. 24, με διορθωτικό στην ΕΕ L 281 της 19.10.2002, σ. 24), στις 8 Απριλίου 2003 (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 17), στις 19 Απριλίου 2004 (ΕΕ L 132 της 29.4.2004, σ. 2), στις 20 Απριλίου 2004 (ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 107), στις 12 Ιουλίου 2005 (ΕΕ L 203 της 4.8.2005, σ. 19), στις 18 Οκτωβρίου 2005 (ΕΕ L 288 της 29.10.2005, σ. 51) και στις 18 Δεκεμβρίου 2006 (ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 44), τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«1.   Το Δικαστήριο συγκροτεί πενταμελή και τριμελή τμήματα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του Οργανισμού, και αποφασίζει για την τοποθέτηση των δικαστών σ’ αυτά.

Το Δικαστήριο καθορίζει το πενταμελές τμήμα ή τα πενταμελή τμήματα στο οποίο ή στα οποία ανατίθενται οι υποθέσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 104β για περίοδο ενός έτους.

Η απόφαση για την τοποθέτηση των δικαστών στα τμήματα και ο καθορισμός του τμήματος ή των τμημάτων στο οποίο ή στα οποία ανατίθενται οι υποθέσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 104β δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

β)

Στην παράγραφο 2 προστίθενται τα ακόλουθα δύο εδάφια:

«Για τις υποθέσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 104β, ο εισηγητής δικαστής επιλέγεται μεταξύ των δικαστών του τμήματος το οποίο έχει καθοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, κατόπιν προτάσεως του προέδρου του τμήματος αυτού. Αν το τμήμα αποφασίσει να μην ακολουθήσει για μια υπόθεση την επείγουσα διαδικασία, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου μπορεί να αναθέσει εκ νέου την υπόθεση σε εισηγητή δικαστή τοποθετημένο σε άλλο τμήμα.

Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος κάποιου εισηγητή δικαστή.»

2.

Μετά το άρθρο 104α προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 104β

1.   Κατόπιν αιτήματος του εθνικού δικαστηρίου ή, σε εξαιρετική περίπτωση, αυτεπαγγέλτως, η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που εγείρει ένα ή περισσότερα ζητήματα σχετικά με τους τομείς περί των οποίων γίνεται λόγος στον τίτλο VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή στον τίτλο IV του τρίτου μέρους της Συνθήκης ΕΚ μπορεί να εξετάζεται με επείγουσα διαδικασία παρεκκλίνουσα από τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού.

Με το αίτημά του το εθνικό δικαστήριο αναπτύσσει τα νομικά και πραγματικά στοιχεία που στοιχειοθετούν το επείγον και δικαιολογούν την κατά παρέκκλιση εφαρμογή της ως άνω διαδικασίας και εκθέτει, στο μέτρο του δυνατού, την απάντηση την οποία προτείνει να δοθεί στα προδικαστικά ερωτήματα.

Αν το εθνικό δικαστήριο δεν έχει υποβάλει αίτημα να ακολουθηθεί η επείγουσα διαδικασία, σε περίπτωση που η εφαρμογή της διαδικασίας αυτής επιβάλλεται εκ πρώτης όψεως ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου μπορεί να ζητήσει από το τμήμα που προσδιορίζεται κατωτέρω να εξετάσει αν είναι αναγκαίο να ακολουθηθεί η εν λόγω διαδικασία για την εξέταση της αιτήσεως εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως.

Η απόφαση να ακολουθηθεί η επείγουσα διαδικασία λαμβάνεται από το καθορισθέν τμήμα, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και αφού ακουστεί ο γενικός εισαγγελέας. Η σύνθεση του τμήματος καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11γ την ημέρα της αναθέσεως της υποθέσεως στον εισηγητή δικαστή, αν το εθνικό δικαστήριο έχει ζητήσει την εφαρμογή της επείγουσας διαδικασίας, ή, αν η δυνατότητα εφαρμογής της διαδικασίας αυτής εξετάζεται αιτήσει του Προέδρου του Δικαστηρίου, την ημέρα κατά την οποία ο Πρόεδρος ζητεί την εφαρμογή της.

2.   Όταν το εθνικό δικαστήριο έχει ζητήσει την εφαρμογή της επείγουσας διαδικασίας ή όταν ο Πρόεδρος ζητεί από το καθορισθέν τμήμα να εξετάσει την ανάγκη να ακολουθηθεί η διαδικασία αυτή, η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως περί της οποίας γίνεται λόγος στην προηγούμενη παράγραφο κοινοποιείται αμελλητί επιμελεία του γραμματέα στους διαδίκους ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, στο κράτος μέλος στο οποίο υπάγεται το δικαστήριο αυτό και στα κοινοτικά όργανα που παρατίθενται στο άρθρο 23, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού, υπό τους όρους που προβλέπει η διάταξη αυτή.

Η απόφαση να ακολουθηθεί ή όχι η επείγουσα διαδικασία για την εξέταση του προδικαστικού ερωτήματος κοινοποιείται πάραυτα στο εθνικό δικαστήριο και στους διαδίκους, στο κράτος μέλος και στα κοινοτικά όργανα περί των οποίων γίνεται λόγος στο προηγούμενο εδάφιο. Η απόφαση περί εφαρμογής της επείγουσας διαδικασίας τάσσει προθεσμία εντός της οποίας οι ως άνω ενδιαφερόμενοι μπορούν να καταθέσουν υπομνήματα ή γραπτές παρατηρήσεις. Η απόφαση μπορεί να διευκρινίζει τα νομικά σημεία τα οποία πρέπει να αφορούν τα υπομνήματα ή οι γραπτές παρατηρήσεις και μπορεί να καθορίζει τη μέγιστη έκταση των εγγράφων αυτών.

Αμέσως μετά την κοινοποίηση περί της οποίας γίνεται λόγος στο πρώτο εδάφιο, η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως ανακοινώνεται στους ενδιαφερομένους περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 23 του Οργανισμού πέραν των αποδεκτών της κοινοποιήσεως αυτής, η δε απόφαση να ακολουθηθεί ή όχι η επείγουσα διαδικασία για την εξέταση του προδικαστικού ερωτήματος ανακοινώνεται στους ίδιους ενδιαφερομένους αμέσως μετά την κοινοποίηση περί της οποίας γίνεται λόγος στο δεύτερο εδάφιο.

Οι διάδικοι και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 23 του Οργανισμού ενημερώνονται το συντομότερο δυνατόν για την προβλεπόμενη ημερομηνία διεξαγωγής της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

Όταν αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δεν εξετάζεται με την επείγουσα διαδικασία, η διαδικασία συνεχίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του Οργανισμού και τις εφαρμοστέες διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3.   Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως για την οποία έχει επιλεγεί η επείγουσα διαδικασία καθώς και τα υπομνήματα ή οι γραπτές παρατηρήσεις που έχουν κατατεθεί κοινοποιούνται στους ενδιαφερομένους περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 23 του Οργανισμού πέραν των διαδίκων και των ενδιαφερομένων περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο εδάφιο της προηγουμένης παραγράφου. Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως συνοδεύεται από μετάφραση, ενδεχομένως περίληψη, υπό τους όρους που προβλέπει το άρθρο 104, παράγραφος 1.

Τα υπομνήματα ή οι γραπτές παρατηρήσεις που έχουν κατατεθεί κοινοποιούνται, επιπλέον, στους διαδίκους και στους λοιπούς ενδιαφερομένους περί των οποίων γίνεται λόγος στο πρώτο εδάφιο της προηγουμένης παραγράφου.

Η ημερομηνία της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως ανακοινώνεται στους διαδίκους και τους λοιπούς ενδιαφερομένους με τις κοινοποιήσεις που προβλέπονται στα προηγούμενα εδάφια.

4.   Σε περιπτώσεις επείγοντος, το τμήμα μπορεί να αποφασίσει να παραλείψει την έγγραφη διαδικασία περί της οποίας γίνεται λόγος στην παράγραφο 2, δεύτερο εδάφιο, του παρόντος άρθρου.

5.   Το καθορισθέν τμήμα αποφασίζει αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα.

Το τμήμα αυτό μπορεί να αποφασίσει να εξετάσει την οικεία υπόθεση με τριμελή σύνθεση. Στην περίπτωση αυτή συγκροτείται από τον πρόεδρο του καθορισθέντος τμήματος, τον εισηγητή δικαστή και τον πρώτο ή, ενδεχομένως, τους δύο πρώτους δικαστές που ορίζονται με βάση τον πίνακα περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 11γ, παράγραφος 2, κατά τον χρόνο προσδιορισμού της συνθέσεως του καθορισθέντος τμήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 1, τέταρτο εδάφιο, του παρόντος άρθρου.

Μπορεί επίσης να αποφασίσει να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου με σκοπό αυτή να ανατεθεί σε δικαστικό σχηματισμό με μεγαλύτερο αριθμό δικαστών. Η επείγουσα διαδικασία συνεχίζεται ενώπιον του νέου δικαστικού σχηματισμού, αφού ενδεχομένως διεξαχθεί νέα προφορική διαδικασία.

6.   Τα διαδικαστικά έγγραφα που προβλέπει το παρόν άρθρο θεωρούνται ότι έχουν κατατεθεί με τη διαβίβαση στη Γραμματεία, με τηλεομοιοτυπία ή με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας που διαθέτει το Δικαστήριο, αντιγράφου του υπογεγραμμένου πρωτοτύπου και των λοιπών εγγράφων των οποίων γίνεται επίκληση, μαζί με την κατάσταση περί της οποίας γίνεται λόγος στο άρθρο 37, παράγραφος 4. Το πρωτότυπο του δικογράφου και τα παραρτήματα που μνημονεύονται ανωτέρω διαβιβάζονται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου.

Οι κοινοποιήσεις και οι ανακοινώσεις που προβλέπει το παρόν άρθρο μπορούν να πραγματοποιούνται με διαβίβαση αντιγράφου του οικείου εγγράφου με τηλεομοιοτυπία ή με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας που διαθέτει το Δικαστήριο και ο αποδέκτης του εγγράφου.»

Άρθρο 2

Οι παρούσες τροποποιήσεις του Κανονισμού Διαδικασίας, το κείμενο στων οποίων στις γλώσσες περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 29, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού είναι αυθεντικό, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τίθενται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του δευτέρου μήνα μετά τη δημοσίευσή τους.

Εκδόθηκε στο Λουξεμβούργο στις 15 Ιανουαρίου 2008.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/42


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 20ής Δεκεμβρίου 2007

για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου

(2008/79/ΕΚ, Ευρατόμ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 245 δεύτερο εδάφιο,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας, και ιδίως το άρθρο 160 δεύτερο εδάφιο,

το αίτημα του Δικαστηρίου της 11ης Ιουλίου 2007,

τη γνώμη της Επιτροπής της 20ής Νοεμβρίου 2007,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2007,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις του πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου σχετικά με την ακολουθητέα διαδικασία στο πλαίσιο της θεσπίσεως επείγουσας διαδικασίας υποβολής προδικαστικών ερωτημάτων σχετικών με το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ενώ, για λόγους τάξεως, η διάταξη που επιτρέπει τη σχετική παρέκκλιση πρέπει να καλύπτει επίσης την ταχεία διαδικασία την οποία προβλέπει ο Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Στο πρωτόκολλο περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου, μετά το άρθρο 23 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 23α

Ο Κανονισμός Διαδικασίας μπορεί να προβλέψει τη διεξαγωγή ταχείας διαδικασίας, για τις δε αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που αφορούν τον χώρο ελευθερίας, ασφαλείας και δικαιοσύνης τη διεξαγωγή επείγουσας διαδικασίας.

Στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών μπορεί να προβλέπεται βραχύτερη προθεσμία σε σχέση με την προβλεπόμενη στο άρθρο 23 όσον αφορά την κατάθεση υπομνημάτων ή γραπτών παρατηρήσεων και, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 20 τέταρτο εδάφιο, μπορεί να προβλέπεται η εκδίκαση της υποθέσεως χωρίς προτάσεις του γενικού εισαγγελέα.

Επιπλέον, στο πλαίσιο της επείγουσας διαδικασίας μπορεί να προβλέπεται ο περιορισμός του αριθμού των διαδίκων και των λοιπών ενδιαφερομένων περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 23 και στους οποίους έχει επιτραπεί η κατάθεση υπομνημάτων ή γραπτών παρατηρήσεων, στις δε περιπτώσεις εξαιρετικού επείγοντος, η παράλειψη του εγγράφου σταδίου της διαδικασίας.»

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δευτέρου μήνα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. NUNES CORREIA


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/44


ΔΉΛΩΣΗ

Το Συμβούλιο καλεί το Δικαστήριο να παράσχει, στο ενημερωτικό σημείωμα για τις αιτήσεις έκδοσης προδικαστικών αποφάσεων τις οποίες υποβάλλουν τα εθνικά δικαστήρια, τις αναγκαίες υποδείξεις προς τα εν λόγω δικαστήρια όσον αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να ζητηθεί η εφαρμογή της επείγουσας διαδικασίας έκδοσης προδικαστικής απόφασης, ειδικότερα δε ως προς τις σύντομες προθεσμίες που προβλέπονται από την εθνική ή την κοινοτική νομοθεσία ή ως προς τις σοβαρές επιπτώσεις για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Το Συμβούλιο καλεί το Δικαστήριο να εφαρμόζει την επείγουσα διαδικασία εξετάσεως σε περιπτώσεις που συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας.

Το Συμβούλιο σημειώνει την πρόθεση του Δικαστηρίου των ΕΚ να μεριμνήσει, λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα της υπόθεσης, ούτως ώστε τα κράτη μέλη να έχουν στη διάθεσή τους τον απαραίτητο χρόνο και τις μεταφράσεις για τη διατύπωση ενδεχόμενων γραπτών παρατηρήσεων καθώς και για την προετοιμασία των αγορεύσεών τους ώστε να εξασφαλιστεί η ουσιαστική συμμετοχή στη διαδικασία. Το Συμβούλιο καλεί το Δικαστήριο να μεριμνήσει ώστε οι σχετικές προθεσμίες να μην είναι κατ’ αρχήν μικρότερες των δέκα εργάσιμων ημερών, και να προσαρμόσει την προφορική διαδικασία στις ανάγκες της επείγουσας διαδικασίας. Το Συμβούλιο σημειώνει ότι η επείγουσα διαδικασία θα πρέπει να κλείνει εντός τριών μηνών.

Τέλος το Συμβούλιο λαμβάνει υπό σημείωση την πρόθεση του Δικαστηρίου των ΕΚ να εξασφαλίσει, σε κάθε διαδικασία που εισάγεται ενώπιόν του, τη διαφάνεια κατά την εφαρμογή της επείγουσας διαδικασίας έκδοσης και του ζητεί να παρουσιάσει το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της διαδικασίας μια έκθεση — της οποίας τα δεδομένα θα ενημερώνονται ετησίως — σχετικά με την εφαρμογή της και ειδικότερα με την ακολουθούμενη πρακτική του Δικαστηρίου των ΕΚ ως προς τις αποφάσεις που θέτουν ή μη σε κίνηση την επείγουσα διαδικασία.


Επιτροπή

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/45


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 21ης Δεκεμβρίου 2007

σχετικά με τις εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Δημοκρατία της Αυστρίας για ορισμένα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6646]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/80/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95 παράγραφος 6,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για ορισμένα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 29 Ιουνίου 2007, η Δημοκρατία της Αυστρίας πληροφόρησε την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006 για ορισμένα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου, σχετικά με εθνικά μέτρα που θέσπισε το 2002 [BGB1.II αριθ. 447/2002 — διάταγμα του Ομοσπονδιακού Υπουργείου Γεωργίας, Δασοκομίας, Περιβάλλοντος και Διαχείρισης των Υδάτων για τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς όσον αφορά τους μερικώς και πλήρως φθοριωμένους υδρογονάνθρακες και το εξαφθοριούχο θείο (διάταγμα HFC-PFC-SF6), που δημοσιεύθηκε στην Ομοσπονδιακή Επίσημη Εφημερίδα της 10ης Δεκεμβρίου 2002], όπως τροποποιήθηκε στη συνέχεια με το διάταγμα BGB1.II αριθ. 139/2007, της 21ης Ιουνίου 2007.

(2)

Στη συγκεκριμένη επιστολή η κυβέρνηση της Αυστρίας αναφέρει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας προτίθεται να διατηρήσει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012 τις εθνικές διατάξεις που είναι αυστηρότερες του κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006.

1.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

1.1.   ΤΟ ΑΡΘΡΟ 95 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ 4, 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ

(3)

Το άρθρο 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ ορίζει ότι «Όταν, αφού το Συμβούλιο ή η Επιτροπή θεσπίσουν ένα μέτρο εναρμόνισης, ένα κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο να διατηρήσει εθνικές διατάξεις που δικαιολογούνται από τις επιτακτικές ανάγκες που προβλέπονται στο άρθρο 30 ή διατάξεις σχετικές με την προστασία του περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας, τις κοινοποιεί στην Επιτροπή, καθώς και τους λόγους διατήρησής τους.».

(4)

Το άρθρο 95 παράγραφος 5 της συνθήκης για την ίδρυση της ΕΚ ορίζει ότι «[…], επίσης, υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 4, εάν, μετά την εκ μέρους του Συμβουλίου ή της Επιτροπής θέσπιση μέτρου εναρμόνισης, ένα κράτος μέλος θεωρεί αναγκαία τη θέσπιση εθνικών διατάξεων επί τη βάσει νέων επιστημονικών στοιχείων σχετικών με την προστασία του περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας, για λόγους οι οποίοι συντρέχουν μόνον στην περίπτωσή του και οι οποίοι έχουν ανακύψει μετά τη θέσπιση του μέτρου εναρμόνισης, κοινοποιεί στην Επιτροπή τις μελετώμενες διατάξεις και τους λόγους που υπαγορεύουν τη θέσπισή τους».

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 6 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή, σε διάστημα έξι μηνών από την κοινοποίηση, εγκρίνει ή απορρίπτει τις αντίστοιχες εθνικές διατάξεις, αφού εξακριβώσει κατά πόσον αποτελούν ή όχι μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ή συγκαλυμμένων περιορισμών του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών και εάν συνιστούν ή όχι εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

1.2.   ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) ΑΡΙΘ. 842/2006

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 842/2006 για ορισμένα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου (αέρια F) αποσκοπεί στην πρόληψη και τη συγκράτηση των εκπομπών ορισμένων εξ αυτών [HFC (υδροφθοράνθρακες), PFC (υπερφθοράνθρακες) και SF6 (εξαφθοριούχο θείο)], που καλύπτονται από το πρωτόκολλο του Κιότο.

(7)

Περιλαμβάνει επίσης περιορισμένο αριθμό απαγορεύσεων χρήσης και διάθεσης στην αγορά, όταν θεωρείται ότι υφίστανται εναλλακτικές δυνατότητες με εύλογο κόστος σε κοινοτικό επίπεδο, καθώς και στις περιπτώσεις που η βελτίωση της συγκράτησης και της ανάκτησης θεωρείται ανέφικτη.

(8)

Ο κανονισμός έχει διττή νομική βάση, εν γένει δε οι διατάξεις του βασίζονται στο άρθρο 175 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ενώ ειδικά τα άρθρα 7, 8 και 9 βασίζονται στο άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ, λόγω των επιπτώσεών τους στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων εντός της ενιαίας αγοράς της ΕΚ.

(9)

Το άρθρο 9 του κανονισμού διέπει τη διάθεση στην αγορά και, ειδικότερα, απαγορεύει την εμπορική διακίνηση σειράς προϊόντων και ειδών εξοπλισμού που περιέχουν, ή των οποίων η λειτουργία εξαρτάται από φθοριούχα αέρια που καλύπτει ο κανονισμός. Στην παράγραφο 3 στοιχείο α) ορίζεται ότι τα κράτη μέλη τα οποία μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2005 είχαν λάβει αυστηρότερα εθνικά μέτρα από τα προβλεπόμενα στο συγκεκριμένο άρθρο και τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, δύνανται να διατηρήσουν τα εν λόγω εθνικά μέτρα μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012. Σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο β), τα εν λόγω μέτρα και η αιτιολόγησή τους κοινοποιούνται στην Επιτροπή και πρέπει να συνάδουν προς τη συνθήκη.

(10)

Ο κανονισμός τίθεται σε ισχύ από τις 4 Ιουλίου 2007, εξαιρουμένων του άρθρου 9 και του παραρτήματος ΙΙ, που τίθενται σε ισχύ στις 4 Ιουλίου 2006.

2.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΊΣΕΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

(11)

Οι εθνικές διατάξεις που κοινοποίησε η Δημοκρατία της Αυστρίας θεσπίστηκαν με το διάταγμα αριθ. 447/2002 της 10ης Δεκεμβρίου 2002 και τροποποιήθηκαν με το διάταγμα αριθ. 139/2007 της 21ης Ιουνίου 2007.

(12)

Το διάταγμα αριθ. 447/2002, όπως τροποποιήθηκε με το διάταγμα αριθ. 139/2007, (εφεξής «το διάταγμα») αφορά αέρια θερμοκηπίου ταξινομημένα βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο με, ως επί το πλείστον, υψηλό δυναμικό αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη: υδροφθοράνθρακες (HFC), υπερφθοράνθρακες (PFC) και εξαφθοριούχο θείο (SF6), με σκοπό την επίτευξη των στόχων της Αυστρίας όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών.

(13)

Με το διάταγμα απαγορεύεται η εμπορική διακίνηση και χρήση των ανωτέρω φθοριούχων αερίων θερμοκηπίου, καθώς και η χρήση τους σε ορισμένα είδη εξοπλισμού, μονάδες και προϊόντα, εξαιρουμένων των χρήσεων για ερευνητικούς, αναπτυξιακούς και αναλυτικούς σκοπούς. Οι λεπτομερείς διατάξεις για τις απαγορεύσεις και τους όρους επιβολής τους καθορίζονται στις παραγράφους 4 έως 17 του διατάγματος.

(14)

Η τροπολογία του 2007 λαμβάνει υπόψη την απόφαση του Αυστριακού Συνταγματικού Δικαστηρίου για την ακύρωση (με τις αποφάσεις της 9ης Ιουνίου 2005 και της 1ης Δεκεμβρίου 2005, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Ομοσπονδιακή Επίσημη Εφημερίδα της 9ης Αυγούστου 2005 και της 24ης Φεβρουαρίου 2006, αντιστοίχως) της οριακής τιμής του δυναμικού πλανητικής θέρμανσης 3 000 για τους HFC που ορίζεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 γραμμή 3 του διατάγματος αριθ. 447/2002, καθώς και της ρήτρας εξαίρεσης που ορίζεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 γραμμή 3 στοιχείο α), με το σκεπτικό ότι δεν ήταν σύννομες.

(15)

Επιπλέον, με την τροπολογία του 2007 χαλάρωσαν οι περιορισμοί στον τομέα των ψυκτικών και κλιματιστικών εγκαταστάσεων, ώστε να ευθυγραμμιστούν με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006. Οι φορητές ψυκτικές και κλιματιστικές συσκευές δεν καλύπτονται πλέον από το τροποποιημένο διάταγμα. Όσον αφορά τις σταθερές εφαρμογές, οι απαγορεύσεις ισχύουν μόνο για τις μικρές μονάδες χωρίς ειδικές διατάξεις σύνδεσης με το ηλεκτρικό δίκτυο και με ψυκτικό μέσο σε ποσότητα μικρότερη ή ίση των 150 g, καθώς και για τον αυτοτελή εξοπλισμό με ψυκτικό μέσο σε ποσότητα μεγαλύτερη ή ίση των 20 kg. Κατά τον καθορισμό των παραμέτρων για άλλες εφαρμογές εξασφαλίζεται η χρήση των αυστηρά αναγκαίων ποσοτήτων ψυκτικών μέσων βάσει της πλέον προηγμένης τεχνολογίας. Επίσης, έχουν επέλθει αλλαγές όσον αφορά στην επεξεργασία των αερολυμάτων με HFC και στη χρήση εξαφθοριούχου θείου, ώστε να ευθυγραμμιστούν με την κοινοτική νομοθεσία.

(16)

Με επιστολή της την 1η Αυγούστου 2007, η Επιτροπή ενημέρωσε την κυβέρνηση της Αυστρίας ότι είχε γίνει αποδέκτης της κοινοποίησης και ότι η προβλεπόμενη εξάμηνη προθεσμία εξέτασής της, βάσει του άρθρου 95 παράγραφος 6 της συνθήκης, άρχισε στις 30 Ιουνίου 2007, δηλαδή την επομένη της παραλαβής της.

(17)

Με επιστολή της στις 12 Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή ενημέρωσε τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με την εν λόγω κοινοποίηση και τους ζήτησε να διατυπώσουν σχόλια εντός προθεσμίας 30 ημερών. Η Επιτροπή δημοσίευσε επίσης ανακοίνωση σχετικά με την κοινοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2) για να ενημερώσει τυχόν άλλα ενδιαφερόμενα μέρη για τις εθνικές διατάξεις της Αυστρίας, καθώς και για το σχετικό σκεπτικό.

II.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

1.   ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΤΌΤΗΤΑΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ

(18)

Η παρούσα κοινοποίηση εξετάσθηκε βάσει του άρθρου 95 παράγραφοι 4 και 5 της συνθήκης για την ίδρυση της ΕΚ και είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006.

(19)

Το άρθρο 95 παράγραφος 4 αφορά περιπτώσεις όπου, μετά την έγκριση μέτρων εναρμόνισης, το κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο να διατηρήσει τις αντίστοιχες εθνικές διατάξεις λόγω επιτακτικών αναγκών που ορίζονται στο άρθρο 30 ή που αφορούν την προστασία του φυσικού ή του εργασιακού περιβάλλοντος.

(20)

Ωστόσο, δεδομένου ότι τα μέτρα που εγκρίθηκαν το 2002 τροποποιήθηκαν το 2007, κρίνεται σκόπιμο να εξετασθεί κατά πόσον ισχύει το άρθρο 95 παράγραφος 5 και για τις διατάξεις του διατάγματος που τροποποιήθηκαν μετά την έγκριση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006. Εάν ανάλογες διατάξεις είχαν μεταβάλει επί της ουσίας τις ήδη ισχύουσες πριν από την πράξη εναρμόνισης, θα έπρεπε να είχαν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή πριν από την έκδοσή τους και να είχαν δεόντως αιτιολογηθεί βάσει των νέων επιστημονικών δεδομένων ή της εμφάνισης ειδικού προβλήματος στο κράτος μέλος μετά την έγκριση του μέτρου εναρμόνισης.

(21)

Από την ανάλυση της τροποποιητικής πράξης προέκυψε το συμπέρασμα ότι οι τροποποιήσεις που εγκρίθηκαν το 2007 αποσκοπούσαν είτε στην κατάργηση ορισμένων διατάξεων (σημεία 10 και 12 του τροποποιητικού διατάγματος), περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής τους σε πιο εξειδικευμένα προϊόντα ή εφαρμογές, δίχως την προσθήκη νέων απαιτήσεων (σημεία 1, 3 και 10 του τροποποιητικού διατάγματος), είτε στη διεύρυνση των δυνατοτήτων παρεκκλίσεων από τους επιβληθέντες με το διάταγμα του 2002 (σημεία 6 και 7 του τροποποιητικού διατάγματος) περιορισμούς. Επιπλέον, καθιερώθηκαν αναφορές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006 και ρητές απαιτήσεις βάσει των μέτρων εναρμόνισης (σημεία 1, 8 και 9 του τροποποιητικού διατάγματος).

(22)

Δεν επισημάνθηκαν μέτρα για την ουσιαστική μεταβολή των ήδη εγκριθέντων πριν από τη θέσπιση του μέτρου εναρμόνισης με την καθιέρωση επιπλέον περιορισμών. Κατά συνέπεια, μολονότι η τροποποίηση δεν περιείχε νέα μέτρα που να πρέπει να θεωρηθούν αυστηρότερα των προβλεπόμενων στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006, άμβλυνε τον αντίκτυπο των μέτρων του κανονισμού στην εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να εφαρμοσθεί το άρθρο 95 παράγραφος 4 για την αξιολόγηση όλων των διατάξεων του διατάγματος, συμπεριλαμβανομένων των τροποποιημένων το 2007.

(23)

Ωστόσο, οι επιβαλλόμενες διατάξεις εξακολουθούν να είναι αυστηρότερες των προβλεπόμενων από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006, δεδομένου ότι το διάταγμα απαγορεύει την εισαγωγή, την πώληση και τη χρήση νέων προϊόντων με φθοριούχα αέρια μετά την 1η Ιανουαρίου 2006, καθώς και την εισαγωγή, πώληση και χρήση φθοριούχων αερίων, νέων και ανακτημένων, μετά την 1η Ιανουαρίου 2006, ενώ ο κανονισμός προβλέπει ελαστικότερες απαγορεύσεις όσον αφορά την εμπορική διακίνηση, δεδομένου ότι ισχύει αποκλειστικά και μόνο για τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα II. Επιπλέον, ο κανονισμός επιβάλλει περιορισμούς μόνον όσον αφορά τη χρήση SF6, ενώ με τα μέτρα της Αυστρίας ελέγχεται επίσης η χρήση των HFC και των PFC. Το διάταγμα είναι αυστηρότερο της ήδη ισχύουσας νομοθεσίας σε κοινοτικό επίπεδο, λόγω της μεγαλύτερης εμβέλειάς του σε ό,τι αφορά τη διάθεση στην αγορά και τον έλεγχο της χρήσης.

(24)

Η Δημοκρατία της Αυστρίας διατείνεται ότι η νομοθεσία αυτή είναι αναγκαία για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο, δηλαδή την κατά 13 % μείωση, ως προς το 1990, των οικείων συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μέχρι το 2012 — υποχρεώσεις που, οπωσδήποτε, απαιτούν την καταβολή συντονισμένων προσπαθειών για την αντιμετώπιση κάθε πηγής εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.

(25)

Η συμβατότητα των εν λόγω μέτρων εξετάζεται βάσει του άρθρου 95 παράγραφοι 4 και 6 της συνθήκης, συνεκτιμώντας τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006. Δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης, η εκάστοτε κοινοποίηση πρέπει να συνοδεύεται από περιγραφή των λόγων που αφορούν μία ή περισσότερες από τις επιτακτικές ανάγκες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 30 της συνθήκης, είτε την προστασία του φυσικού ή του εργασιακού περιβάλλοντος.

(26)

Με γνώμονα τα ανωτέρω και δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή κάνει δεκτή την αίτηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας για τη διατήρηση των εθνικών διατάξεών της σχετικά με ορισμένα βιομηχανικά αέρια θερμοκηπίου.

2.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ

(27)

Σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 4 και παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή οφείλει να εξακριβώνει κατά πόσον τηρούνται οι όροι του εν λόγω άρθρου βάσει των οποίων παρέχεται η δυνατότητα σε κράτος μέλος να διατηρεί εν ισχύι εθνικές διατάξεις κατά παρέκκλιση των κοινοτικών μέτρων εναρμόνισης. Οι αντίστοιχες εθνικές διατάξεις πρέπει να αιτιολογούνται δεόντως βάσει των επιτακτικών αναγκών που αναφέρονται στο άρθρο 30 της συνθήκης ή της προστασίας του φυσικού ή του εργασιακού περιβάλλοντος και δεν πρέπει να αποτελούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ή συγκεκαλυμμένων περιορισμών του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών, ούτε να παρεμποδίζουν κατά τρόπο δυσανάλογο ή αδικαιολόγητο τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

2.1.   ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ

(28)

Η Επιτροπή αρχίζει να εξετάζει κατά πόσον είναι δικαιολογημένα τα εθνικά μέτρα που κοινοποιούνται δυνάμει του άρθρου 95 παράγραφος 4, από «τους λόγους» που ανέφερε το κράτος μέλος. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης ΕΚ, το κράτος μέλος που διατυπώνει αίτημα διατήρησης εθνικών μέτρων εν ισχύι είναι υπεύθυνο για την επαρκή αιτιολόγησή του.

2.2.   ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΛΟΓΩ ΕΠΙΤΑΚΤΙΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 30 Ή ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ Ή ΤΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

2.2.1.   Η θέση της Αυστρίας

(29)

Για να αιτιολογηθεί η διατήρηση των εθνικών διατάξεων, οι αυστριακές αρχές αναφέρονται στις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Δημοκρατία της Αυστρίας βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο. Η έγκριση του διατάγματος αποτελούσε συμβολή στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων μείωσης των εκπομπών κατά 13 % ως προς τα επίπεδα του 1990 μέχρι το 2012, δηλαδή σε μέγιστες εκπομπές 67 εκατ. τόνων ισοδυνάμου CO2.

(30)

Η Αυστρία υπέβαλε τον Μάιο του 2006 γενική μελέτη επισκόπησης με τίτλο «Εξέταση των προηγμένων γνώσεων σε επιλεγμένους τομείς της εφαρμογής των φθοριούχων αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου». Σύμφωνα με τη μελέτη, το 2003 τα φθοριούχα αέρια που καλύπτει το διάταγμα αντιπροσώπευαν ποσοστό μεγαλύτερο του 2 % των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στην Αυστρία και μέχρι το 2010 το εν λόγω ποσοστό αναμένεται να διπλασιαστεί. Ως εκ τούτου, το διάταγμα αποτελούσε συστατικό στοιχείο της εθνικής στρατηγικής για το κλίμα.

(31)

Η κυβέρνηση της Αυστρίας θεωρεί ότι στόχος του διατάγματος είναι να εξασφαλιστεί η προστασία του περιβάλλοντος και ότι είναι αναγκαίο και αναλογικό για να αποφευχθούν και να μειωθούν οι εκπομπές φθοριούχων αερίων. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την άποψή της, το συγκεκριμένο διάταγμα είναι συμβατό με τη συνθήκη.

2.2.2.   Αξιολόγηση της θέσης της Αυστρίας

(32)

Η Επιτροπή, συνεκτιμώντας τις εκ μέρους της Αυστρίας υποβληθείσες πληροφορίες, θεωρεί ότι το αίτημά της για τη διατήρηση εν ισχύι εθνικών μέτρων αυστηρότερων από τα προβλεπόμενα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006, ιδίως μετά την περαιτέρω ευθυγράμμισή τους προς αυτόν, μπορεί να θεωρηθεί εύλογο βάσει της συνθήκης, και μάλιστα για τους κάτωθι λόγους.

(33)

Το διάταγμα αριθ. 447/2002 απετέλεσε αντικείμενο διαδικασίας επί παραβάσει που κίνησε η Επιτροπή το 2004, δηλαδή προτού τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 842/2006. Σε προειδοποιητική επιστολή που απηύθυνε η Επιτροπή στην Αυστρία υπογραμμιζόταν ότι η απαγόρευση των HFC στα ψυκτικά και κλιματιστικά συστήματα ενδέχετο να θεωρηθεί υπερβολική, δεδομένου ότι πρόκειται για κλειστά συστήματα στα οποία είναι εφικτή η ελαχιστοποίηση των εκλύσεων HFC υπό συνθήκες ομαλής λειτουργίας, συντήρησης και ανακύκλωσης.

(34)

Η συγκεκριμένη διαδικασία βασίσθηκε στα άρθρα 28 έως 30 της συνθήκης ΕΚ. Μετά από την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006 και την εκ μέρους της Αυστρίας κοινοποίηση των αυστηρότερων εθνικών μέτρων δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 3, η διαδικασία επί παραβάσει ετέθη στο αρχείο.

(35)

Στην προειδοποιητική επιστολή η Επιτροπή αποφάνθηκε ότι τα μέτρα της Αυστρίας θα μπορούσαν να θεωρηθούν αντίθετα προς το άρθρο 28 της συνθήκης ΕΚ, για τους εξής λόγους: πρώτον, η απαγόρευση της χρήσης HFC ως ψυκτικών ή κλιματιστικών μέσων κατά τα φαινόμενα δεν είναι αναγκαία ούτε ανάλογη της επιδιωκόμενης μείωσης των εκλυόμενων αερίων του θερμοκηπίου για την προστασία του περιβάλλοντος με εύλογα και αποτελεσματικά μέσα. Δεύτερον, σε ό,τι αφορά τη χρήση HFC ως πυροσβεστικών μέσων, η Επιτροπή θεώρησε ότι το όριο του δυναμικού πλανητικής αύξησης της θερμοκρασίας που προβλέπει το διάταγμα θα μπορούσε να αποτελέσει αυθαίρετη διάκριση εις βάρος προϊόντων από άλλα κράτη μέλη.

(36)

Οι εν λόγω προβληματισμοί αντιμετωπίστηκαν με το τροποποιητικό διάταγμα αριθ. 139/2007. Η τροποποίηση του διατάγματος το 2007 είχε ως αποτέλεσμα να αρθούν και να χαλαρώσουν ορισμένες από τις απαγορεύσεις, εξασφαλίζοντας έτσι ότι τα κοινοποιηθέντα μέτρα δεν θα παρεμποδίσουν την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όπως προβλέπεται στο άρθρο 95 παράγραφος 6 της συνθήκης ΕΚ.

(37)

Όσον αφορά τη χρήση HFC στα είδη εξοπλισμού και τις χρήσεις που σχετίζονται με την ψύξη και τον κλιματισμό, η απαγόρευση, μετά την αναθεώρησή της, δεν ισχύει πλέον για τα είδη εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται για την ψύξη των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ανεξαρτήτως του μεγέθους της φόρτισης, για τα είδη εξοπλισμού που περιέχουν μεταξύ 150 gr και 20 kg, για τις μεμονωμένες μονάδες με ψυκτικό μέσο έως και 20 kg, για τις συμπαγείς μονάδες με φορτία 0,5 kg ανά kW και για τις μεγάλες διασυνδεδεμένες σταθερές μονάδες με φορτία μέχρι και 100 kg. Κατά συνέπεια, η απαγόρευση δεν ισχύει για τα περισσότερα από τα συστήματα ψύξης και κλιματισμού. Οι εν λόγω τροπολογίες λαμβάνουν υπόψη τη γενική μελέτη επισκόπησης του Μαΐου 2006, που υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Κατά την αναθεώρηση έχει αρθεί και η απαγόρευση της χρήσης HFC ως πυροσβεστικών παραγόντων.

2.2.2.1.   Η περιβαλλοντική αιτιολόγηση

(38)

Βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο, η ΕΚ δεσμεύθηκε να μειώσει, την περίοδο 2008-2012, τις συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη, τουλάχιστον κατά 8 % συγκριτικά προς τα επίπεδα του 1990. Κατά τον εσωτερικό διάλογο στην ΕΚ, η Δημοκρατία της Αυστρίας δεσμεύθηκε να περιορίσει, στην ως άνω περίοδο, το επίπεδο των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 13 % (3) συνολικά.

(39)

Το διάταγμα αποτελεί μέρος ευρύτερης στρατηγικής που εφαρμόζει η Αυστρία για να ανταποκριθεί στους στόχους της για τη μείωση των εκπομπών βάσει του πρωτοκόλλου του Κιότο και της εν συνεχεία εγκριθείσας συμφωνίας επιμερισμού του φορτίου σε κοινοτικό επίπεδο.

(40)

Η στρατηγική αφορά κάθε πηγή εκπομπής αερίων θερμοκηπίου που καλύπτει το πρωτόκολλο του Κιότο. Ως εκ τούτου, τα μέτρα για τα φθοριούχα αέρια αποτελούν μέρος της συνολικής προσπάθειας της Αυστρίας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Ας σημειωθεί ότι οι εκπομπές ανάλογων φθοριούχων αερίων, εάν δεν υπάρξουν περαιτέρω ρυθμίσεις, αναμένεται να διπλασιαστούν έως το 2010, λόγω της αυξημένης χρήσης ψυκτικών εγκαταστάσεων και της εφαρμοζόμενης σταδιακής κατάργησης των HCFC στις ψυκτικές εγκαταστάσεις βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (4).

(41)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ικανοποιητική, ως περιβαλλοντική αιτιολόγηση, τη μείωση και την πρόληψη των εκπομπών φθοριούχων αερίων που προβάλλει εν προκειμένω η Αυστρία.

2.2.2.2.   Συνάφεια και αναλογικότητα του διατάγματος της Αυστρίας προς το στόχο της περαιτέρω μείωσης των φθοριούχων αερίων του θερμοκηπίου

(42)

Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, και για να επιτευχθεί περαιτέρω μείωση και πρόληψη των εκπομπών φθοριούχων αερίων, η Αυστρία αποφάσισε ήδη το 2002 να επιβάλει στην αγορά επιλεκτικές απαγορεύσεις για τα νέα είδη σχετικού εξοπλισμού. Η απόφαση βασίσθηκε στις έρευνες σχετικά με την ύπαρξη και τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών ως προς τα φθοριούχα αέρια λύσεων. Τα μέτρα επανεξετάστηκαν εν συνεχεία το 2006 ώστε να ληφθούν υπόψη οι νέες επιστημονικές και τεχνολογικές πληροφορίες και εξελίξεις, καθώς και για να αντιμετωπισθούν οι προβληματισμοί της Επιτροπής όσον αφορά το κατά πόσον ήταν ανάλογα των επιδιωκόμενων στόχων.

(43)

Επιβάλλεται επίσης να υπενθυμιστεί ότι το άρθρο 9 παράγραφος 3 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006 επιτρέπει τη διατήρηση των εθνικών μέτρων αποκλειστικά και μόνο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012, και ως εκ τούτου, δεδομένου ότι η κοινοποίηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο του κανονισμού, το εν λόγω διάταγμα θα ισχύσει για περιορισμένη περίοδο.

(44)

Το διάταγμα προβλέπει δυνατότητες θέσπισης εξαιρέσεων εφόσον αποδεδειγμένα δεν υφίστανται εναλλακτικές λύσεις ως προς τη χρήση HFC σε αφρούς και προϊόντα που περιέχουν αφρούς. Παράλληλα διευρύνθηκαν οι εξαιρέσεις σε ό,τι αφορά τη χρήση HFC στα καινοτόμα αερολύματα προς εξαγωγή.

(45)

Μολονότι σημειώνεται ότι το διάταγμα έχει ορισμένες επιπτώσεις στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στο εσωτερικό της ΕΚ, η Επιτροπή συνεπέρανε από την ως άνω ανάλυση ότι το διάταγμα είναι δεόντως αιτιολογημένο από περιβαλλοντικής πλευράς και συνεκτιμά τις επιπτώσεις των προτεινόμενων απαγορεύσεων στην εσωτερική αγορά, ιδίως επειδή βασίζεται σε ανάλυση της ύπαρξης και της διαθεσιμότητας εναλλακτικών λύσεων υπό τις κρατούσες συνθήκες στην Αυστρία, δεδομένου μάλιστα ότι οι προς τούτο προβλεπόμενες διατάξεις ενισχύονται με τη δυνατότητα έγκρισης επιμέρους εξαιρέσεων.

2.3.   ΑΠΟΥΣΙΑ ΑΥΘΑΙΡΕΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΕΚΑΛΥΜΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

(46)

Σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 6 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή εγκρίνει ή απορρίπτει τις εθνικές διατάξεις αφού εξακριβώσει κατά πόσον αποτελούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων ή συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών.

(47)

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 95 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ, κάθε αίτηση πρέπει να αξιολογείται βάσει των προϋποθέσεων που ορίζονται τόσο στη συγκεκριμένη παράγραφο, όσο και στην παράγραφο 6 του ως άνω άρθρου. Αρκεί να μην τηρείται έστω και μία προϋπόθεση για να απορριφθεί η αντίστοιχη αίτηση, δίχως, στην περίπτωση αυτή, να απαιτείται να εξετασθεί κατά πόσον πληρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις.

(48)

Οι κοινοποιηθείσες εθνικές διατάξεις είναι γενικές και ισχύουν τόσο για τα εθνικά, όσο και για τα εισαγόμενα προϊόντα. Αφότου ευθυγραμμίσθηκαν οι κανόνες για τη χρήση HFC προς τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006, δεν προέκυψαν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι κοινοποιηθείσες εθνικές διατάξεις ενδέχεται να χρησιμεύσουν ως μέσο αυθαίρετων διακρίσεων μεταξύ οικονομικών φορέων στην Κοινότητα.

(49)

Ως προς τους περιορισμούς των αγορών από άλλα κράτη του ΕΟΧ, συμπεριλαμβανόμενων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξυπακούεται ότι οι εν λόγω διατάξεις αποσκοπούν, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής των μέτρων, στην ισότιμη αντιμετώπιση όλων των ουσιών ή προϊόντων, ανεξαρτήτως προελεύσεως, δηλαδή του κατά πόσον είναι εσωτερικής παραγωγής, εισαγωγής ή έχουν αποκτηθεί στην εσωτερική αγορά. Τα εμπορεύματα που εισάγονται από χώρες εκτός ΕΟΧ καλύπτονται από τις διατάξεις για τη διάθεση στην αγορά. Αυτό ισχύει επίσης για τα εμπορεύματα που αγοράζονται από κράτος του ΕΟΧ που δεν είναι μέλος της ΕΕ, επειδή για τα εν λόγω εμπορεύματα τα μέτρα βασίζονται σε δύο διαφορετικά στοιχεία των διατάξεων, δεδομένου ότι η συναλλαγή αντιπροσωπεύει ταυτόχρονα τη διάθεση στην αγορά και την αγορά από κράτος του ΕΟΧ. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να συνεπάγεται διακρίσεις κατά την αντιμετώπιση των ως άνω εμπορευμάτων.

(50)

Στόχο του διατάγματος αποτελεί η προστασία του περιβάλλοντος, και ουδείς λόγος συντρέχει να θεωρηθεί ότι συνεπάγεται, ως προς τις προθέσεις ή κατά την εφαρμογή, αυθαίρετες διακρίσεις ή συγκεκαλυμμένους εμπορικούς φραγμούς.

(51)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι από τα διαθέσιμα στοιχεία δεν προκύπτει ότι οι κοινοποιηθείσες εθνικές διατάξεις από τις αυστριακές αρχές αποτελούν όντως δυσανάλογο ως προς τους επιδιωκόμενους στόχους εμπόδιο για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

III.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(52)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι είναι δυνατή η αποδοχή του αιτήματος που υπέβαλε η Αυστρία στις 29 Ιουνίου 2007, για τη διατήρηση, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012, εθνικών νομοθετικών διατάξεων αυστηρότερων των αντιστοίχως προβλεπομένων στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006 σε ό,τι αφορά τη διάθεση στην αγορά προϊόντων και ειδών εξοπλισμού που περιέχουν ή των οποίων η λειτουργία εξαρτάται από φθοριούχα αέρια.

(53)

Επιπλέον η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εθνικές διατάξεις, που εγκρίθηκαν το 2002 και τροποποιήθηκαν το 2007:

ανταποκρίνονται σε ανάγκες που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος,

λαμβάνουν υπόψη την ύπαρξη και την τεχνική και οικονομική ύπαρξη εναλλακτικών δυνατοτήτων ως προς τις απαγορευμένες εφαρμογές στην Αυστρία και αναμένεται να έχουν περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο,

δεν αποτελούν μέσο αυθαίρετων διακρίσεων,

δεν συνιστούν συγκεκαλυμμένο περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών,

συνάδουν, ως εκ τούτου, με τη συνθήκη.

Συνεπώς, η Επιτροπή εκτιμά ότι δύνανται να εγκριθούν.

Εντούτοις, θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά τις 4 Ιουλίου 2008 απαγορεύεται η έγκριση των προβλεπόμενων εξαιρέσεων στην παράγραφο 8 σημείο 2 του διατάγματος για τους αφρούς ενός συστατικού, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 και με το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006, εφόσον δεν είναι αναγκαίες για την τήρηση των εθνικών προτύπων ασφαλείας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνονται οι εθνικές διατάξεις για ορισμένα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου που η Δημοκρατία της Αυστρίας κοινοποίησε στην Επιτροπή με επιστολή της στις 29 Ιουνίου 2007, και οι οποίες είναι αυστηρότερες των αντιστοίχως προβλεπομένων στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006 για τη διάθεση στην αγορά προϊόντων και ειδών εξοπλισμού που περιέχουν ή των οποίων η λειτουργία εξαρτάται από φθοριούχα αέρια. Η Δημοκρατία της Αυστρίας δύναται να τις διατηρήσει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Αυστρίας.

Βρυξέλλες, 21 Δεκεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΉΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 161 της 14.6.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 245 της 19.10.2007, σ. 4.

(3)  Απόφαση 2002/358/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2002, για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του πρωτοκόλλου του Κιότο στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές και την από κοινού τήρηση των σχετικών δεσμεύσεων (ΕΕ L 130 της 15.5.2002, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 244 της 29.9.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 899/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 196 της 28.7.2007, σ. 24).


ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

Συμβούλιο

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/51


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 22 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/51


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 22 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/51


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκεατίας της Σερβίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Σερβίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 22 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/51


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 22 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/52


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 22 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/52


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ουκρανίας για την επανεισδοχή προσώπων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ουκρανίας για την επανεισδοχή προσώπων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 22 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/52


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 13 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/52


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/52


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/53


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/53


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Σερβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Σερβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/53


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Μολδαβίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, δεδομένου ότι η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2007.


29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/53


Ενημέρωση σχετικά με την έναρξη ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ουκρανίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ουκρανίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2008, αφού η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 14 της συμφωνίας ολοκληρώθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2007.


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

29.1.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 24/54


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ 2008/81/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 28ης Ιανουαρίου 2008

για την τροποποίηση της κοινής θέσης 98/409/ΚΕΠΠΑ σχετικά με τη Σιέρρα Λεόνε

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 15,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 29 Ιουνίου 1998, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή θέση 98/409/ΚΕΠΠΑ σχετικά με τη Σιέρρα Λεόνε (1), προς εφαρμογή των μέτρων που επιβλήθηκαν με την απόφαση (UNSCR) 1171(1998) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

(2)

Στις 21 Δεκεμβρίου 2007, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε την απόφαση 1793(2007) σύμφωνα με την οποία προβλέπονται εξαιρέσεις στα μέτρα τα οποία επιβάλλονται με την παράγραφο 5 της απόφασης UNSCR 1171(1998). Η κοινή θέση 98/409/ΚΕΠΠΑ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΥΙΟΘΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 4 της κοινής θέσης 98/409/ΚΕΠΠΑ προστίθεται η ακόλουθη τρίτη παράγραφος:

«Το μέτρο που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο δεν εφαρμόζεται στο ταξίδι τυχόν μαρτύρων των οποίων απαιτείται η παρουσία σε δίκη ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου για τη Σιέρρα Λεόνε.».

Άρθρο 2

Η παρούσα κοινή θέση παράγει αποτελέσματα την ημέρα της υιοθέτησής της.

Άρθρο 3

Η παρούσα κοινή θέση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. RUPEL


(1)  ΕΕ L 187 της 1.7.1998, σ. 1.