ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

50ό έτος
30 Αυγούστου 2007


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 997/2007 της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 998/2007 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 2007, για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας γάδου στα νορβηγικά ύδατα των ζωνών ICES I και II από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2007 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 2007, για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας τόνου στον Ατλαντικό Ωκεανό, ανατολικά του γεωγραφικού μήκους 45° Δ και στη Μεσόγειο, από σκάφη που φέρουν σημαία Ιταλίας

5

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1000/2007 της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 831/2002 της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές, όσον αφορά την πρόσβαση σε εμπιστευτικά δεδομένα για επιστημονικούς σκοπούς ( 1 )

7

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1001/2007 της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 800/1999 και (ΕΚ) αριθ. 2090/2002 όσον αφορά τους ελέγχους στο πλαίσιο των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα

9

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1002/2007 της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2184/96 του Συμβουλίου σχετικά με τις εισαγωγές ρυζιού αιγυπτιακής καταγωγής και προελεύσεως στην Κοινότητα

15

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2007/53/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για τροποποίηση της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα, με σκοπό την προσαρμογή του παραρτήματος ΙΙΙ αυτής στην τεχνική πρόοδο ( 1 )

19

 

*

Οδηγία 2007/54/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα, με σκοπό την προσαρμογή των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ στην τεχνική πρόοδο ( 1 )

21

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2007/593/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 27ης Αυγούστου 2007, περί χορήγησης στην Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο πρόσθετων ημερών αλιείας για ενισχυμένο πιλοτικό πρόγραμμα συλλογής στοιχείων δυνάμει του παραρτήματος ΙΙΑ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 41/2007 του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 3983]

28

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

*

Δημοσιονομικός κανονισμός που εφαρμόζεται στην Eurojust

30

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 997/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Αυγούστου 2007

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός ισμός αρχίζει να ισχύει στις 30 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 756/2007 (ΕΕ L 172 της 30.6.2007, σ. 41).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 29ης Αυγούστου 2007, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MK

15,7

TR

85,9

XS

28,3

ZZ

43,3

0707 00 05

TR

134,7

ZZ

134,7

0709 90 70

TR

83,4

ZZ

83,4

0805 50 10

AR

55,6

UY

40,4

ZA

59,1

ZZ

51,7

0806 10 10

EG

157,6

TR

94,6

ZZ

126,1

0808 10 80

AR

52,9

AU

166,3

BR

77,5

CL

82,7

CN

72,8

NZ

91,3

US

99,5

ZA

87,0

ZZ

91,3

0808 20 50

AR

46,9

TR

129,5

ZA

83,7

ZZ

86,7

0809 30 10, 0809 30 90

TR

144,4

US

222,5

ZZ

183,5

0809 40 05

BA

41,3

IL

89,0

MK

44,8

TR

78,6

ZZ

63,4


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 998/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Αυγούστου 2007

για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας γάδου στα νορβηγικά ύδατα των ζωνών ICES I και II από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 41/2007 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, περί καθορισμού, για το 2007, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2007.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2007.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος, το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2007 θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11· όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 15 της 20.1.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 898/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 196 της 28.7.2007, σ. 22).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

27

Κράτος μέλος

Γαλλία

Απόθεμα

COD/1N2AB.

Είδος

Γάδος (Gadus morhua)

Ζώνη

Ύδατα Νορβηγίας των ζωνών ICES I και II

Ημερομηνία

24 Ιουλίου 2007


30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 999/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Αυγούστου 2007

για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας τόνου στον Ατλαντικό Ωκεανό, ανατολικά του γεωγραφικού μήκους 45° Δ και στη Μεσόγειο, από σκάφη που φέρουν σημαία Ιταλίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 41/2007 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, περί καθορισμού, για το 2007, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2007.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2007.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος, το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2007 θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11· όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 15 της 20.1.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 898/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 196 της 28.7.2007, σ. 22).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

22

Κράτος μέλος

Ιταλία

Απόθεμα

BFT/AE045W

Είδος

Τόνος (thunnus thynnus)

Ζώνη

Ατλαντικός ωκεανός, ανατολικά του γεωγραφικού μήκους 45° Δ και Μεσόγειος

Ημερομηνία

24 Ιουλίου 2007


30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/7


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1000/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Αυγούστου 2007

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 831/2002 της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές, όσον αφορά την πρόσβαση σε εμπιστευτικά δεδομένα για επιστημονικούς σκοπούς

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 1997, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές (1), και ιδίως το άρθρο 20,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 831/2002 της Επιτροπής (2) θεσπίζει, με σκοπό την εξαγωγή στατιστικών συμπερασμάτων για επιστημονικούς σκοπούς, τους όρους με τους οποίους παρέχεται πρόσβαση σε εμπιστευτικά δεδομένα που διαβιβάζονται στην κοινοτική αρχή. Παραθέτει τις κατηγορίες των φορέων στους ερευνητές των οποίων μπορεί να παρασχεθεί η εν λόγω πρόσβαση, κάνοντας διάκριση μεταξύ των άμεσα επιτρεπόμενων φορέων και των φορέων που επιτρέπονται αφού ληφθεί η γνώμη της επιτροπής στατιστικού απορρήτου. Επίσης, απαριθμεί τις διάφορες έρευνες και πηγές δεδομένων στις οποίες εφαρμόζεται.

(2)

Η επιστημονική έρευνα συχνά πραγματοποιείται από μονάδες ή τμήματα εθνικών στατιστικών υπηρεσιών και εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Οι εν λόγω φορείς παρέχουν τις απαιτούμενες εγγυήσεις όσον αφορά την εμπιστευτική μεταχείριση και την προστασία των δεδομένων και τον αυστηρά επιστημονικό σκοπό της πρόσβασης. Συνεπώς, πρέπει επίσης να θεωρούνται άμεσα επιτρεπόμενοι φορείς.

(3)

Διαπιστώνεται επίσης αυξανόμενη ζήτηση εκ μέρους των ερευνητών και της ευρείας επιστημονικής κοινότητας για πρόσβαση για επιστημονικούς σκοπούς σε εμπιστευτικά δεδομένα της έρευνας για την εκπαίδευση ενηλίκων (Adult Education Survey — AES). Η AES καλύπτει τις πληροφορίες για πολύπλοκα σχήματα συμμετοχής των ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, την πρόσβαση σε πληροφορίες για ευκαιρίες μάθησης και χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων και των μη συμμετεχόντων (π.χ. κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο, μαθησιακοί λόγοι, εμπόδια, συμπεριφορά, αυτοαξιολογούμενες γλώσσες και δεξιότητες ΤΠΕ). Συνεπώς, η εν λόγω έρευνα πρέπει να προστεθεί στον κατάλογο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 831/2002.

(4)

Οι όροι που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 831/2002 εφαρμόζονται πλέον επίσης στην πρόσβαση για επιστημονικούς σκοπούς στα εμπιστευτικά δεδομένα από τις στατιστικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC), με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1177/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC) (3). Ωστόσο, η EU-SILC δεν αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 831/2002. Συνεπώς, για λόγους σαφήνειας, η EU-SILC πρέπει επίσης να προστεθεί στον κατάλογο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 831/2002.

(5)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 831/2002 πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόυτα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής στατιστικού απορρήτου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 831/2002 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«1.   Η πρόσβαση σε εμπιστευτικά δεδομένα παρέχεται από την κοινοτική αρχή σε ερευνητές φορέων που εμπίπτουν σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

πανεπιστήμια και άλλα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θεσπίζονται δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας ή της νομοθεσίας κράτους μέλους·

β)

οργανισμοί ή ιδρύματα επιστημονικής έρευνας που θεσπίζονται δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας ή της νομοθεσίας κράτους μέλους·

γ)

εθνικές στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών·

δ)

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών·

ε)

άλλοι φορείς, οργανώσεις και ιδρύματα, αφού λάβουν τη γνώμη της Επιτροπής στατιστικού απορρήτου, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 20 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97».

2)

Στο άρθρο 5 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«1.   Η κοινοτική αρχή παρέχει πρόσβαση, εντός των εγκαταστάσεών της, σε εμπιστευτικά δεδομένα που προέρχονται από τις ακόλουθες έρευνες ή πηγές στατιστικών δεδομένων:

έρευνα για τα νοικοκυριά στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα,

έρευνα για το εργατικό δυναμικό,

έρευνα για την κοινοτική καινοτομία,

έρευνα για τη συνεχή επαγγελματική κατάρτιση,

έρευνα για τη διάρθρωση των αποδοχών,

στατιστικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης,

έρευνα για την εκπαίδευση ενηλίκων.

Ωστόσο, κατ’ αίτηση της εθνικής αρχής που παρέσχε τα δεδομένα, δεν παρέχεται πρόσβαση σε δεδομένα από την εν λόγω εθνική αρχή για συγκεκριμένο ερευνητικό σχέδιο».

3)

Στο άρθρο 6 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«1.   Η κοινοτική αρχή δημοσιοποιεί σειρές ανωνυμοποιημένων μικροδεδομένων που προέρχονται από τις ακόλουθες έρευνες ή πηγές στατιστικών δεδομένων:

έρευνα για τα νοικοκυριά στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα,

έρευνα για το εργατικό δυναμικό,

έρευνα για την κοινοτική καινοτομία,

έρευνα για τη συνεχή επαγγελματική κατάρτιση,

έρευνα για τη διάρθρωση των αποδοχών,

στατιστικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης,

έρευνα για την εκπαίδευση ενηλίκων.

Ωστόσο, κατ’ αίτηση της εθνικής αρχής που παρέσχε τα δεδομένα, δεν παρέχεται πρόσβαση σε δεδομένα από την εν λόγω εθνική αρχή για συγκεκριμένο ερευνητικό σχέδιο».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 52 της 22.2.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 133 της 18.5.2002, σ. 7. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1104/2006 (ΕΕ L 197 της 19.7.2006, σ. 3).

(3)  ΕΕ L 163 της 3.7.2003, σ. 1.


30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/9


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1001/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Αυγούστου 2007

για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 800/1999 και (ΕΚ) αριθ. 2090/2002 όσον αφορά τους ελέγχους στο πλαίσιο των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 18 και τις αντίστοιχες διατάξεις των άλλων κανονισμών όσον αφορά την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των γεωργικών προϊόντων,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 386/90 του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 1990, για τον έλεγχο κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφών ή άλλων ποσών (2), και ιδίως το άρθρο 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/1999 της Επιτροπής, της 15ης Απριλίου 1999, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εξαγωγής για τα γεωργικά προϊόντα (3) ορίζει ιδίως ότι πρέπει να υποβάλλονται ορισμένα αποδεικτικά έγγραφα τα οποία να καταδεικνύουν ότι τα προϊόντα για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις επιστροφής κατά την εξαγωγή έχουν πράγματι εισαχθεί ως έχουν σε συγκεκριμένη τρίτη χώρα, όταν εφαρμόζεται διαφοροποιημένη επιστροφή για την εν λόγω τρίτη χώρα. Οι διαδικασίες που σχετίζονται με τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να απλοποιηθούν διαφυλάσσοντας παράλληλα τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει να παρακολουθούν την εφαρμογή απλοποιημένων διαδικασιών και να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση παραβίασης.

(2)

Στην πράξη, οι τρίτες χώρες για τις οποίες οι επιστροφές κατά την εξαγωγή για ένα συγκεκριμένο προϊόν αποτελούν αντικείμενο διαφοροποιημένου ποσοστού χαμηλότερου από το μέσο όρο ή ίσου με το μηδέν βρίσκονται κατά κανόνα κοντά στην Κοινότητα, ενώ οι επιστροφές για τις χώρες που είναι πιο απομακρυσμένες από την Κοινότητα καθορίζονται κατά κανόνα σε υψηλότερο ή ίσο προς το μέσο όρο επίπεδο. Σε πολλές περιπτώσεις, είναι δύσκολο για τους εξαγωγείς να αποκτήσουν την απόδειξη εισαγωγής στις εν λόγω πιο απομακρυσμένες χώρες.

(3)

Οι χώρες για τις οποίες έχει καθοριστεί ποσοστό επιστροφής μεγαλύτερο ή ίσο προς το μέσο όρο μπορούν να θεωρηθούν ως «απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής» για το σχετικό προϊόν. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να αποκλειστούν από τη ζώνη αυτή οι απομακρυσμένες χώρες για τις οποίες το διαφοροποιημένο μέρος της επιστροφής είναι χαμηλότερο από το μέσο όρο ή ίσο με το μηδέν. Είναι επίσης σκόπιμο να αποκλειστούν από τη ζώνη αυτή οι χώρες για τις οποίες υφίσταται πραγματικός κίνδυνος εκτροπής των εμπορικών ροών, καθώς και όλες οι χώρες για τους τομείς στους οποίους υφίσταται πραγματικός κίνδυνος εκτροπής των εμπορικών ροών.

(4)

Όταν υποβάλλεται διασάφηση εξαγωγής για χώρα που βρίσκεται σε απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής και η εξαγωγή πραγματοποιείται διά θαλάσσης με εμπορευματοκιβώτια, ο συνδυασμός της εμπορικής διαχείρισης των εμπορευματοκιβωτίων, των παραστατικών μεταφοράς και του σχετικά μη ευέλικτου τρόπου μεταφοράς παρέχει εύλογο επίπεδο ασφάλειας ότι τα προϊόντα εισήχθησαν στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα. Υπό τις περιστάσεις αυτές, η απόδειξη ότι τα προϊόντα μεταφέρθηκαν και εκφορτώθηκαν σε χώρα η οποία βρίσκεται στην απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής μπορεί να εξασφαλιστεί με την υποβολή εγγράφου που πιστοποιεί τη μεταφορά έως τον λιμένα της χώρας προορισμού ή τον λιμένα που εξυπηρετεί την ενδοχώρα προορισμού και μιας διασάφησης εκφόρτωσης.

(5)

Όταν το εμπορικό και πληροφοριακό σύστημα εντοπισμού και ιχνηλάτησης μεταφορέα εμπορευματοκιβωτίων πληροί τα επιχειρησιακά πρότυπα ασφαλείας που καθορίζονται στο παράρτημα 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου σχετικά με τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών και άλλων οργανισμών και την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ (4), και παρέχει πληροφορίες αντίστοιχες με εκείνες που περιέχονται στα έγγραφα μεταφοράς, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν τη χρήση αυτών των πληροφοριών αντί εγγράφων σε χαρτί, ως απόδειξη μεταφοράς στη χώρα προορισμού.

(6)

Το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/1999 προβλέπει παρεκκλίσεις που δεν μπορούν να υπερβούν τα 2 400 και 12 000 ευρώ για το διαφοροποιημένο μέρος της επιστροφής που χορηγείται για κοντινούς ή μακρινούς προορισμούς. Θεωρείται χρήσιμο να προβλεφθεί νέα παρέκκλιση για τη θαλάσσια μεταφορά με εμπορευματοκιβώτια προς απομακρυσμένες ζώνες επιστροφής, υπό την προϋπόθεση της προσκόμισης του εγγράφου μεταφοράς και μιας από τις διασαφήσεις εκφόρτωσης που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) ή γ). Η παρέκκλιση αυτή μπορεί να χορηγηθεί μόνο εάν έχουν διαβιβαστεί οι πληροφορίες σχετικά με την εκφόρτωση στο λιμένα που βρίσκεται στην απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής. Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της απόδειξης που προσκομίστηκε στο πλαίσιο αυτών των παρεκκλίσεων, είναι σκόπιμο να χορηγηθούν παρεκκλίσεις με τη μορφή αδειών που είναι δυνατόν να ανακληθούν.

(7)

Για να περιοριστεί ο κίνδυνος υποκατάστασης, όλα τα μέσα μεταφοράς ή τα δέματα πρέπει να σφραγίζονται, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες τα προϊόντα είναι δυνατόν να αναγνωριστούν με άλλα μέσα σύμφωνα με το άρθρο 340α και το άρθρο 357 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (5). Η απαίτηση αυτή καθορίστηκε στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2090/2002 της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2002, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 386/90 του Συμβουλίου όσον αφορά το φυσικό έλεγχο κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων που τυγχάνουν επιστροφής (6). Δεδομένου ότι η απαίτηση αυτή αποτελεί τμήμα των διατυπώσεων σχετικά με τη διασάφηση εξαγωγής και λόγω του γενικού χαρακτήρα της, είναι σκόπιμο να διαγραφεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2090/2002 και να συμπεριληφθεί ανάλογη διάταξη στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 800/1999.

(8)

Έχει σημασία για το τελωνείο εξόδου να διευκρινίζεται στο αντίτυπο ελέγχου T5 εάν τα προϊόντα που παρουσιάστηκαν σ’ αυτό μπορούν ν’ αποτελέσουν το αντικείμενο ελέγχου υποκατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2090/2002. Δεδομένου ότι το αντίτυπο ελέγχου T5 μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για προϊόντα τα οποία δεν μπορούν ν’ αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχου υποκατάστασης, στη θέση 107 του αντιτύπου ελέγχου T5 πρέπει να αναφέρεται εάν τα εξαγόμενα προϊόντα δικαιούνται επιστροφής.

(9)

Επομένως, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 800/1999 και 2090/2002 πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(10)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού σχετικά με την απόδειξη άφιξης στον προορισμό εφαρμόζονται στις αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στην απλοποίηση της διαχείρισης του καθεστώτος τόσο για τους εμπορευόμενους όσο και για τα κράτη μέλη, πρέπει επίσης να μπορεί να εφαρμοστεί, κατόπιν αιτήματος του εξαγωγέα, στις αιτήσεις επιστροφής που υποβλήθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή, υπό την προϋπόθεση ότι υποβλήθηκαν πριν από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής των αποδεικτικών στοιχείων.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη των σχετικών επιτροπών διαχείρισης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/1999 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιστ)

“απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής” όλοι οι προορισμοί για τους οποίους, για ένα συγκεκριμένο προϊόν, ισχύει το ίδιο διαφοροποιημένο μέρος της επιστροφής που δεν ισούται με μηδέν, εκτός από τους προορισμούς που αποκλείονται για το προϊόν αυτό όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΧΙ·

ιζ)

“μεσόγειος χώρα” μια τρίτη χώρα χωρίς δικό της θαλάσσιο λιμένα η οποία εξυπηρετείται από τον θαλάσσιο λιμένα άλλης τρίτης χώρας».

2)

Στο άρθρο 5, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8.   Τα εμπορεύματα για τα οποία ζητείται επιστροφή κατά την εξαγωγή σφραγίζονται από το τελωνείο εξαγωγής ή τίθενται υπό τον έλεγχό του. Το άρθρο 340α και το άρθρο 357 παράγραφοι 2, 3 και 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών».

3)

Στο άρθρο 8, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Εάν υποβληθεί αίτηση επιστροφής, η θέση 107 φέρει μία από τις ενδείξεις που αναφέρονται στο παράρτημα XII».

4)

Το άρθρο 15 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία αποδοχής της διασάφησης εξαγωγής, το προϊόν

α)

πρέπει να έχει εισαχθεί ως έχει στην τρίτη χώρα ή σε μία από τις τρίτες χώρες για την οποία προβλέπεται η επιστροφή· ή

β)

πρέπει να έχει εκφορτωθεί ως έχει σε απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής για την οποία προβλέπεται η επιστροφή σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) και παράγραφος 2.

Ωστόσο, μπορεί να δοθεί παράταση της προθεσμίας, υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 49».

5)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ως αποδεικτικό στοιχείο της διεκπεραίωσης των τελωνειακών διατυπώσεων που αφορούν την εισαγωγή προσκομίζεται, κατ’ επιλογή του εξαγωγέα, ένα από τα παρακάτω έγγραφα:

α)

το τελωνειακό έγγραφο, αντίγραφο ή φωτοαντίγραφο αυτού ή εκτυπωμένο αντίγραφο των αντίστοιχων πληροφοριών που έχουν καταγραφεί ηλεκτρονικά από την αρμόδια τελωνειακή αρχή· το εν λόγω αντίγραφο, φωτοαντίγραφο ή εκτυπωμένο αντίγραφο θα πρέπει να επικυρώνεται ως γνήσιο αντίγραφο ή εκτυπωμένο αντίγραφο από μία από τις ακόλουθες αρχές:

i)

την αρχή που θεώρησε το πρωτότυπο ή κατέγραψε ηλεκτρονικά την αντίστοιχη πληροφορία·

ii)

τις επίσημες αρχές της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας·

iii)

τις επίσημες αρχές ενός των κρατών μελών στην εν λόγω τρίτη χώρα·

iv)

οργανισμό επιφορτισμένο με την καταβολή της επιστροφής·

β)

βεβαίωση εκφόρτωσης και εισαγωγής που εκδίδεται από μία εγκεκριμένη διεθνή εταιρεία ελέγχου και εποπτείας (στο εξής η εταιρεία εποπτείας) σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο παράρτημα VI, κεφάλαιο III, και βάσει του υποδείγματος που προβλέπεται από το παράρτημα VΙΙ· η ημερομηνία και ο αριθμός του τελωνειακού εγγράφου εισαγωγής πρέπει να αναγράφονται στην εν λόγω βεβαίωση.

Κατόπιν αιτήματος του εξαγωγέα, ένας οργανισμός πληρωμής μπορεί να παραιτηθεί από την απαίτηση επικύρωσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α), εφόσον είναι σε θέση να ελέγξει, έχοντας πρόσβαση στις πληροφορίες που έχουν καταγραφεί ηλεκτρονικά από τις αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας ή εξ ονόματός τους, ότι οι τελωνειακές διατυπώσεις εισαγωγής έχουν διεκπεραιωθεί».

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Ο εξαγωγέας οφείλει να υποβάλει σε όλες τις περιπτώσεις αντίγραφο ή φωτοαντίγραφο του εγγράφου μεταφοράς το οποίο αφορά τη μεταφορά των προϊόντων για τα οποία συμπληρώθηκε διασάφηση εξαγωγής.

Κατόπιν αιτήματος του εξαγωγέα, σε περίπτωση θαλάσσιας μεταφοράς με εμπορευματοκιβώτια, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποδεχθεί πληροφορίες αντίστοιχες με εκείνες που αναφέρονται στα έγγραφα μεταφοράς εάν προέρχονται από πληροφοριακό σύστημα που διαχειρίζεται τρίτο μέρος υπεύθυνο για τη μεταφορά των εμπορευματοκιβωτίων στον τόπο προορισμού, υπό την προϋπόθεση ότι το τρίτο μέρος εξειδικεύεται σε τέτοιου είδους δραστηριότητες και ότι το κράτος μέλος αναγνωρίζει ότι η ασφάλεια του πληροφοριακού συστήματος πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στην ισχύουσα για τη σχετική περίοδο έκδοση ενός από τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα που καθορίζονται στο παράρτημα I σημείο 3 στοιχείο Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006 της Επιτροπής (7).

6)

Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάξουν τον εξαγωγέα από την υποχρέωση προσκόμισης της απόδειξης που προβλέπεται στο άρθρο 16, εκτός του εγγράφου μεταφοράς ή του ηλεκτρονικού ισοδύναμου μέσου που προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3, στην περίπτωση που η διασάφηση εξαγωγής δικαιολογεί την επιστροφή όταν:

α)

το διαφοροποιημένο μέρος της επιστροφής αντιστοιχεί σε ποσό κατώτερο από:

i)

2 400 ευρώ στην περίπτωση που η τρίτη χώρα ή ο τόπος προορισμού περιλαμβάνονται στο παράρτημα IV·

ii)

12 000 ευρώ στην περίπτωση που η τρίτη χώρα ή ο τόπος προορισμού δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα IV· ή

β)

ο λιμένας προορισμού βρίσκεται σε απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής για το σχετικό προϊόν.

2.   Η απαλλαγή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) ισχύει μόνο όταν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)

τα προϊόντα μεταφέρονται σε εμπορευματοκιβώτια και η μεταφορά των εμπορευματοκιβωτίων στο λιμένα εκφόρτωσης πραγματοποιείται διά θαλάσσης·

β)

στο έγγραφο μεταφοράς αναφέρεται ως προορισμός η χώρα που αναφέρεται στη διασάφηση εξαγωγής ή ο λιμένας ο οποίος κανονικά χρησιμοποιείται για την εκφόρτωση προϊόντων που προορίζονται για τη μεσόγειο χώρα προορισμού που αναφέρεται στη διασάφηση εξαγωγής·

γ)

η απόδειξη της εκφόρτωσης προσκομίζεται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) ή γ).

Κατόπιν αιτήματος του εξαγωγέα, σε περίπτωση θαλάσσιας μεταφοράς με εμπορευματοκιβώτια, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποδεχθεί ότι η απόδειξη εκφόρτωσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) προσκομίζεται μέσω πληροφοριών αντίστοιχων με εκείνες που αναφέρονται στη βεβαίωση εκφόρτωσης, εάν προέρχονται από πληροφοριακό σύστημα που διαχειρίζεται τρίτο μέρος υπεύθυνο για τη μεταφορά των εμπορευματοκιβωτίων στον τόπο προορισμού και την επιτόπου εκφόρτωσή τους, υπό την προϋπόθεση ότι το τρίτο μέρος εξειδικεύεται σε τέτοιου είδους δραστηριότητες και ότι το κράτος μέλος αναγνωρίζει ότι η ασφάλεια του πληροφοριακού συστήματος πληροί τα κριτήρια που καθορίζονται στην ισχύουσα για τη σχετική περίοδο έκδοση ενός από τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα που καθορίζονται στο παράρτημα I σημείο 3 στοιχείο Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 885/2006 της Επιτροπής.

Η απόδειξη της εκφόρτωσης μπορεί να προσκομιστεί σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) ή σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο χωρίς να υποχρεούται ο εξαγωγέας να αποδείξει ότι προέβη στις κατάλληλες ενέργειες για να αποκτήσει το έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α) ή β).

3.   Οι απαλλαγές που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) χορηγούνται αυτομάτως εκτός από την περίπτωση εφαρμογής της παραγράφου 4.

Η απαλλαγή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) χορηγείται κατόπιν υποβολής αιτήσεως του εξαγωγέα, υπό μορφή γραπτής άδειας η οποία παρέχεται πριν από την εξαγωγή, για περίοδο τριών ετών. Ο εξαγωγέας που κάνει χρήση αυτής της άδειας αναγράφει τον αριθμό της άδειας στην αίτηση πληρωμής.

4.   Εάν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι τα προϊόντα για τα οποία ο εξαγωγέας ζητεί απαλλαγή σύμφωνα με το παρόν άρθρο έχουν εξαχθεί σε χώρα άλλη από εκείνη που αναφέρεται στη διασάφηση εξαγωγής ή, ενδεχομένως, σε χώρα εκτός της σχετικής απομακρυσμένης ζώνης επιστροφής για την οποία έχει καθοριστεί η επιστροφή, ή ότι ο εξαγωγέας διαίρεσε τεχνητά την εξαγωγή προκειμένου να τύχει της απαλλαγής, το κράτος μέλος ανακαλεί αμέσως το ευεργέτημα της απαλλαγής για τον συγκεκριμένο εξαγωγέα.

Ο εν λόγω εξαγωγέας αποκλείεται από οιαδήποτε άλλη απαλλαγή σύμφωνα με το παρόν άρθρο για δύο έτη από την ημερομηνία ανάκλησης.

Σε περίπτωση ανάκλησης του ευεργετήματος της απαλλαγής, παύει να υφίσταται το δικαίωμα επιστροφής κατά την εξαγωγή για τα σχετικά προϊόντα και αποδίδεται το ποσό της επιστροφής εκτός εάν ο εξαγωγέας μπορεί να προσκομίσει την απόδειξη που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 16 για τα σχετικά προϊόντα.

Επιπλέον, το δικαίωμα επιστροφής κατά την εξαγωγή παύει να υφίσταται για τα προϊόντα για τα οποία η διασάφηση εξαγωγής υποβλήθηκε μετά την ημερομηνία της πράξης που οδήγησε στην ανάκληση του ευεργετήματος της απαλλαγής, και αποδίδονται τα ποσά των επιστροφών, εκτός εάν ο εξαγωγέας μπορεί να προσκομίσει την απόδειξη που απαιτείται για τα σχετικά προϊόντα δυνάμει του άρθρου 16».

7)

Ο τίτλος του παραρτήματος IV αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

8)

Το κείμενο του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού προστίθεται ως παραρτήματα XI και XII.

Άρθρο 2

Διαγράφεται το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2090/2002.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κατόπιν αιτήματος του εξαγωγέα, το άρθρο 1 σημεία 1, 4, 5 και 6 είναι δυνατόν να εφαρμοστεί στις αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται πριν από την ημερομηνία έναρξης του παρόντος κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει εκπνεύσει η προθεσμία που καθορίζεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2 ή, ενδεχομένως, στο άρθρο 49 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/1999.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 735/2007 (ΕΕ L 169 της 29.6.2007, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 42 της 16.2.1990, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 163/94 (ΕΕ L 24 της 29.1.1994, σ. 2).

(3)  ΕΕ L 102 της 17.4.1999, σ. 11. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 (ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52).

(4)  ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 90.

(5)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2007 (ΕΕ L 62 της 1.3.2007, σ. 6).

(6)  ΕΕ L 322 της 27.11.2002, σ. 4. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1847/2006 (ΕΕ L 355 της 15.12.2006, σ. 21).

(7)  ΕΕ L 171 της 23.6.2006, σ. 90


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

Προϊόντα και προορισμοί που αποκλείονται από την απομακρυσμένη ζώνη επιστροφής

ΤΟΜΕΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ — ΑΠΟΚΛΕΙΟΜΕΝΟΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ

Ζάχαρη (1)

Ζάχαρη ή προϊόντα ζάχαρης του κωδικού ΣΟ 1701 11 90, 1701 12 90, 1701 91 00, 1701 99 10, 1701 99 90, 1702 40 10, 1702 60 10, 1702 60 95, 1702 90 30, 1702 90 60, 1702 90 71, 1702 90 99, 2106 90 30, 2106 90 59 — Μαρόκο, Αλγερία, Τουρκία, Συρία, Λίβανος

Σιτηρά (1)

ΣΟ 1001 — Ρωσική Ομοσπονδία, Μολδαβία, Ουκρανία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Αλβανία, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Τουρκία, Συρία, Λίβανος, Ισραήλ, Αίγυπτος, Λιβύη, Τυνησία, Αλγερία, Μαρόκο, Θέουτα και Μελίλλια.

ΣΟ 1003 — Όλοι οι προορισμοί

ΣΟ 1004 — Ισλανδία, Ρωσική Ομοσπονδία

Ρύζι (1)

ΣΟ 1006 — Όλοι οι προορισμοί

Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα (1)

Όλα τα προϊόντα — Μαρόκο, Αλγερία

Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα του κωδικού ΣΟ 0401 30, 0402 21, 0402 29, 0402 91, 0402 99, 0403 90, 0404 90, 0405 10, 0405 20, 0405 90 — Καναδάς, Μεξικό, Τουρκία, Συρία, Λίβανος

0406 — Συρία, Λίβανος, Μεξικό

Βόειο κρέας

Όλα τα προϊόντα — Όλοι οι προορισμοί

Οίνος

Όλα τα προϊόντα — Ζώνη 3 και ζώνη 4 στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2001, Μαρόκο, Αλγερία

Πουλερικά

Κρέας πουλερικών — Όλοι οι προορισμοί

Νεοσσοί μιας ημέρας του κωδικού ΣΟ 0105 11 — ΗΠΑ, Καναδάς, Μεξικό

Αυγά (1)

Αυγά με κέλυφος του κωδικού της Ονοματολογίας για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή 0407 00 30 9000 Ιαπωνία, Ρωσία, Κίνα, Ταϊβάν

Αυγά για επώαση του κωδικού της Ονοματολογίας για τις επιστροφές κατά την εξαγωγή 0407 00 11 9000, 0407 00 19 9000 — ΗΠΑ, Καναδάς, Μεξικό

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

Ενδείξεις προβλεπόμενες στο άρθρο 8

:

στα βουλγαρικά

:

Регламент (ЕО) № 800/1999

:

στα ισπανικά

:

Reglamento (CE) no 800/1999

:

στα τσεχικά

:

Nařízení (ES) č. 800/1999

:

στα δανικά

:

Forordning (EF) nr. 800/1999

:

στα γερμανικά

:

Verordnung (EG) Nr. 800/1999

:

στα εσθονικά

:

Määrus (EÜ) nr 800/1999

:

στα ελληνικά

:

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/1999

:

στα αγγλικά

:

Regulation (EC) No 800/1999

:

στα γαλλικά

:

Règlement (CE) no 800/1999

:

στα ιταλικά

:

Regolamento (CE) n. 800/1999

:

στα λεττονικά

:

Regula (ΕΚ) Nr. 800/1999

:

στα λιθουανικά

:

Reglamentas (EB) Nr. 800/1999

:

στα ουγγρικά

:

800/1999/ΕΚ rendelet

:

στα μαλτέζικα

:

Regolament (KE) Nru 800/1999

:

στα ολλανδικά

:

Verordening (EG) nr. 800/1999

:

στα πολωνικά

:

Rozporządzenie (WE) nr 800/1999

:

στα πορτογαλικά

:

Regulamento (CE) n.o 800/1999

:

στα ρουμανικά

:

Regulamentul (CE) nr. 800/1999

:

στα σλοβακικά

:

Nariadenie (ES) č. 800/1999

:

στα σλοβενικά

:

Uredba (ES) št. 800/1999

:

στα φινλανδικά

:

Asetus (EY) N:o 800/1999

:

στα σουηδικά

:

Förordning (EG) nr 800/1999

»

(1)  Σε μορφή άλλη από εκείνη των προϊόντων που δεν υπάγονται στο παράρτημα I, τα οποία περιέχουν λιγότερο από 90 % κατά βάρος του σχετικού προϊόντος.


30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/15


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1002/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Αυγούστου 2007

για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2184/96 του Συμβουλίου σχετικά με τις εισαγωγές ρυζιού αιγυπτιακής καταγωγής και προελεύσεως στην Κοινότητα

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2184/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με τις εισαγωγές ρυζιού αιγυπτιακής καταγωγής και προελεύσεως (1), και ιδίως το άρθρο 2,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς του ρυζιού (2), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 2 και το άρθρο 13 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 196/97 της Επιτροπής, της 31ης Ιανουαρίου 1997, καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2184/96 του Συμβουλίου σχετικά με τις εισαγωγές ρυζιού αιγυπτιακής καταγωγής και προέλευσης στην Κοινότητα (3). Από τότε που τέθηκε σε ισχύ, οι οριζόντιοι ή τομεακοί κανονισμοί και συγκεκριμένα ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1291/2000 της Επιτροπής, της 9ης Ιουνίου 2000, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εισαγωγής, εξαγωγής και προκαθορισμού για τα γεωργικά προϊόντα (4), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1342/2003 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2003, περί ειδικών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος πιστοποιητικών εισαγωγής και εξαγωγής στον τομέα των σιτηρών και του ρυζιού (5) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1301/2006 της Επιτροπής, της 31ης Αυγούστου 2006, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τον τρόπο διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων εισαγωγής γεωργικών προϊόντων των οποίων η διαχείριση πραγματοποιείται με σύστημα πιστοποιητικών εισαγωγής (6) εγκρίθηκαν ή τροποποιήθηκαν και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της ποσόστωσης που ανοίγεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 196/97.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1301/2006 θεσπίζει ειδικότερα τις λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τις αιτήσεις έκδοσης πιστοποιητικού εισαγωγής, την ιδιότητα του αιτούντος καθώς και την έκδοση των πιστοποιητικών. Ο κανονισμός αυτός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των συμπληρωματικών όρων ή παρεκκλίσεων που θεσπίζονται με τους κανονισμούς που διέπουν τους αντίστοιχους τομείς. Συνεπώς, είναι σκόπιμο, για λόγους σαφήνειας, να προσαρμοστεί ο τρόπος διαχείρισης των κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή ρυζιού καταγωγής Αιγύπτου με τη θέσπιση ενός νέου κανονισμού και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 196/97.

(3)

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2184/96 προβλέπει το άνοιγμα, ανά περίοδο εμπορίας, συνολικής δασμολογικής ποσόστωσης 32 000 τόνων ρυζιού καταγωγής Αιγύπτου, που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 1006. Ο εφαρμοζόμενος δασμός είναι ο προβλεπόμενος από τα άρθρα 11 έως 11δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, μειωμένος κατά ποσό ισοδύναμο προς το 25 % της αξίας του εν λόγω δασμού. Δεδομένου ότι υπάρχει το ενδεχόμενο εφαρμογής διαφορετικών δασμών, πρέπει να προσδιοριστούν οι όροι εφαρμογής της μειωμένης κατά 25 % ποσόστωσης.

(4)

Για λόγους ορθής διαχείρισης της εν λόγω ποσόστωσης, πρέπει να παρέχεται στους επιχειρηματικούς φορείς η δυνατότητα να υποβάλλουν περισσότερες από μία αιτήσεις έκδοσης πιστοποιητικού ανά περίοδο ποσόστωσης και θα πρέπει συνεπώς να καταργηθεί το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1301/2006. Για τους ίδιους λόγους πρέπει να καθοριστούν οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται για την κατάρτιση των αιτήσεων πιστοποιητικών, την έκδοσή τους, τη διάρκεια ισχύος τους και την ανακοίνωση των πληροφοριών στην Επιτροπή, ενώ θα πρέπει να θεσπισθούν και τα προσήκοντα διοικητικά μέτρα, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρξει υπέρβαση του όγκου της καθοριζόμενης ποσόστωσης. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1301/2006 περιορίζεται σε κάθε περίπτωση η διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών στην τελευταία ημέρα της περιόδου της δασμολογικής ποσόστωσης. Ομοίως, για να βελτιωθεί ο έλεγχος της προαναφερόμενης ποσόστωσης, αλλά και για να απλουστευθεί η διαχείρισή της, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η κατάθεση των αιτήσεων πιστοποιητικών εισαγωγής θα πραγματοποιείται σε εβδομαδιαία βάση και να καθοριστεί το ποσό της εγγύησης σε επίπεδο προσαρμοσμένο στους διατρεχόμενους κινδύνους.

(5)

Οι διατάξεις που εφαρμόζονται για το μεταφορικό έγγραφο και για το αποδεικτικό προτιμησιακής καταγωγής, κατά τη θέση του προϊόντος σε ελεύθερη κυκλοφορία, καθορίζονται από το πρωτόκολλο IV της απόφασης 2004/635/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τη σύναψη ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, αφετέρου (7). Πρέπει να θεσπισθούν οι λεπτομέρειες εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων για τη συγκεκριμένη ποσόστωση.

(6)

Τα μέτρα αυτά πρέπει να εφαρμοστούν από την αρχή της επόμενης περιόδου εμπορίας, ήτοι από την 1η Σεπτεμβρίου 2007.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Η ετήσια δασμολογική ποσόστωση που αναφέρεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2184/96 ανοίγεται την πρώτη ημέρα κάθε περιόδου εμπορίας για ποσότητα 32 000 τόνων ρυζιού που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 1006 καταγωγής και προελεύσεως Αιγύπτου.

Ο δασμός ο οποίος εφαρμόζεται για τις εισαγωγές αυτές είναι, κατά περίπτωση, ο καθοριζόμενος σύμφωνα με τα άρθρα 11, 11α, 11γ ή 11δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, μειωμένος κατά 25 %.

Η ποσόστωση φέρει τον αύξοντα αριθμό 09.4094.

2.   Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1291/2000, (ΕΚ) αριθ. 1342/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1301/2006 εφαρμόζονται πλην αντιθέτων διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

1.   Η αίτηση πιστοποιητικού εισαγωγής αφορά ποσότητα ρυζιού ίση προς 100 τόνους, τουλάχιστον, έως 1 000 τόνους, κατ’ ανώτατο όριο.

Σε κάθε αίτηση πιστοποιητικού εμφαίνεται η ποσότητα σε χιλιόγραμμα, χωρίς δεκαδικά ψηφία.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1301/2006, ο αιτών επιτρέπεται να υποβάλει περισσότερες από μία αιτήσεις έκδοσης πιστοποιητικού ανά περίοδο δασμολογικής ποσόστωσης. Ο αιτών επιτρέπεται ωστόσο να υποβάλει μόνο μία αίτηση έκδοσης πιστοποιητικού ανά εβδομάδα ανά οκταψήφιο κωδικό ΣΟ.

3.   Οι αιτήσεις για την έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής κατατίθενται στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών το αργότερο κάθε Παρασκευή στις 13.00, ώρα Βρυξελλών.

Άρθρο 3

1.   Η αίτηση έκδοσης πιστοποιητικού εισαγωγής και το πιστοποιητικό εισαγωγής περιλαμβάνουν τις ακόλουθες ενδείξεις:

α)

Στα τετραγωνίδια 7 και 8 αναφέρεται η λέξη «Αίγυπτος» και η ένδειξη «ναι» σημειώνεται με σταυρό.

β)

Στο τετραγωνίδιο 24 φέρει μία από τις ενδείξεις που αναγράφονται στο παράρτημα.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1342/2003, το ποσό της εγγύησης για τα πιστοποιητικά εισαγωγής καθορίζεται στο 25 % του δασμού που ισχύει την ημέρα της αίτησης, ο οποίος υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 11, 11α, 11γ ή 11δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003.

Η εγγύηση δεν δύναται πάντως να είναι κατώτερη, κατά περίπτωση, από την προβλεπόμενη, αντιστοίχως, στο άρθρο 12 στοιχείο α) και στο άρθρο 12 στοιχείο αα) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1342/2003.

3.   Όταν οι αιτούμενες ποσότητες κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας υπερβαίνουν τη διαθέσιμη ποσότητα της ποσόστωσης, η Επιτροπή καθορίζει, δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1301/2006, το αργότερο την τέταρτη εργάσιμη ημέρα από την τελευταία ημέρα υποβολής των αιτήσεων η οποία αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, συντελεστή κατανομής των ποσοτήτων που ζητήθηκαν κατά τη διάρκεια της παρελθούσας εβδομάδας και αναστέλλει έως το τέλος της περιόδου ποσόστωσης την υποβολή νέων αιτήσεων έκδοσης πιστοποιητικών εισαγωγής.

Οι αιτήσεις που υποβάλλονται κατά τη διάρκεια της τρέχουσας εβδομάδας λογίζονται μη αποδεκτές.

Τα κράτη μέλη αποδέχονται να αποσύρουν οι επιχειρηματικοί φορείς τις αιτήσεις στις οποίες η ποσότητα για την οποία πρέπει να εκδοθεί το πιστοποιητικό είναι μικρότερη των 20 τόνων, εντός προθεσμίας δύο εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του κανονισμού που καθορίζει το συντελεστή κατανομής.

4.   Το πιστοποιητικό εισαγωγής εκδίδεται την όγδοη εργάσιμη ημέρα από την τελευταία ημέρα κατάθεσης των αιτήσεων.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1342/2003, τα πιστοποιητικά εισαγωγής ισχύουν από την ημέρα της πραγματικής έκδοσής τους, κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1291/2000, έως το τέλος του επόμενου μήνα.

Άρθρο 4

Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στο πλαίσιο των ποσοστώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εξαρτάται από την προσκόμιση τίτλου μεταφοράς και αποδεικτικού προτιμησιακής καταγωγής, τα οποία εκδίδονται στην Αίγυπτο και αφορούν την εν λόγω παρτίδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου αριθ. 4 της ευρωμεσογειακής συμφωνίας.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικά μέσα:

α)

το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την τελευταία ημέρα κατάθεσης των αιτήσεων πιστοποιητικών, πριν από τις 18.00 ώρα Βρυξελλών, τις πληροφορίες σχετικά με τις αιτήσεις έκδοσης πιστοποιητικών εισαγωγής οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1301/2006, με κατανομή των συνολικών ποσοτήτων τις οποίες αφορούν οι εν λόγω αιτήσεις ανά οκταψήφιο κωδικό ΣΟ·

β)

το αργότερο τη δεύτερη εργάσιμη ημέρα μετά την έκδοση των πιστοποιητικών εισαγωγής, τις πληροφορίες σχετικά με τα πιστοποιητικά που εκδόθηκαν οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1301/2006, με κατανομή των συνολικών ποσοτήτων για τις οποίες εκδόθηκαν τα πιστοποιητικά εισαγωγής καθώς και των ποσοτήτων για τις οποίες αποσύρθηκαν οι αιτήσεις πιστοποιητικών βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο, ανά οκταψήφιο κωδικό ΣΟ·

γ)

το αργότερο την τελευταία ημέρα κάθε μήνα, τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν όντως σε ελεύθερη κυκλοφορία κατ’ εφαρμογή της εν λόγω ποσόστωσης κατά τη διάρκεια του δεύτερου προηγούμενου μήνα, κατανεμημένες ανά οκταψήφιο κωδικό ΣΟ. Εάν κατά τη διάρκεια ενός των προαναφερομένων μηνών δεν έχει τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία καμία ποσότητα, αποστέλλεται κοινοποίηση με την ένδειξη «ουδέν». Η κοινοποίηση αυτή δεν απαιτείται ωστόσο τον τρίτο μήνα από την τελευταία ημερομηνία ισχύος των πιστοποιητικών.

Άρθρο 6

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 196/97 καταργείται.

Άρθρο 7

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 797/2006 (ΕΕ L 144 της 31.5.2006, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 31 της 1.2.1997, σ. 53. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1996/2006 (ΕΕ L 398 της 30.12.2006, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 152 της 24.6.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 (ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52).

(5)  ΕΕ L 189 της 29.7.2003, σ. 12. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1996/2006.

(6)  ΕΕ L 238 της 1.9.2006, σ. 13. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 289/2007 (ΕΕ L 78 της 17.3.2007, σ. 17).

(7)  ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ. 38.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

:

στα βουλγαρικά

:

Ставка на мито, намалена с 25 % (Регламент (ЕО) № 1002/2007)

:

στα ισπανικά

:

Derecho de aduana reducido en un 25 % [Reglamento (CE) no 1002/2007]

:

στα τσεχικά

:

Clo snížené o 25 % (nařízení (ES) č. 1002/2007)

:

στα δανικά

:

Told nedsat med 25 % (forordning (EF) nr. 1002/2007)

:

στα γερμανικά

:

um 25 % ermäßigter Zollsatz (Verordnung (EG) Nr. 1002/2007)

:

στα εσθονικά

:

25 % võrra vähendatud tollimaks (Määrus (EÜ) nr 1002/2007)

:

στα ελληνικά

:

Δασμός μειωμένος κατά 25 % [Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1002/2007]

:

στα αγγλικά

:

Duty reduced by 25 % (Regulation (EC) No 1002/2007)

:

στα γαλλικά

:

Droit réduit de 25 % [Règlement (CE) no 1002/2007]

:

στα γαελικά

:

Laghdú 25 % ar dhleacht (Rialachán (CE) Uimh. 1002/2007)

:

στα ιταλικά

:

Dazio ridotto del 25 % [regolamento (CE) n. 1002/2007]

:

στα λεττονικά

:

Nodoklis, kas samazināts par 25 % (Regula (ΕΚ) Nr. 1002/2007)

:

στα λιθουανικά

:

25 % sumažintas muitas (Reglamentas (EB) Nr. 1002/2007)

:

στα ουγγρικά

:

25 %-kal csökkentett vámtétel (1002/2007/ΕΚ rendelet)

:

στα μαλτέζικα

:

Dazju mnaqqas b’25 % (Regolament (KE) Nru 1002/2007)

:

στα ολλανδικά

:

Douanerecht verminderd met 25 % (Verordening (EG) nr. 1002/2007)

:

στα πολωνικά

:

Opłata obniżona o 25 % (rozporządzenie (WE) nr 1002/2007)

:

στα πορτογαλικά

:

Direito reduzido em 25 % [Regulamento (CE) n.o 1002/2007]

:

στα ρουμανικά

:

Drept redus cu 25 % [Regulamentul (CE) nr. 1002/2007]

:

στα σλοβακικά

:

Clo znížené o 25 % [nariadenie (ES) č. 1002/2007]

:

στα σλοβενικά

:

Znižana dajatev za 25 % (Uredba (ES) št. 1002/2007)

:

στα φινλανδικά

:

Tulli, jota on alennettu 25 % (asetus (EY) N:o 1002/2007)

:

στα σουηδικά

:

Tullsatsen nedsatt med 25 % (förordning (EG) nr 1002/2007).


ΟΔΗΓΙΕΣ

30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/19


ΟΔΗΓΊΑ 2007/53/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Αυγούστου 2007

για τροποποίηση της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα, με σκοπό την προσαρμογή του παραρτήματος ΙΙΙ αυτής στην τεχνική πρόοδο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1976, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

κατόπιν διαβούλευσης με την επιστημονική επιτροπή για τα καταναλωτικά προϊόντα,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι ενώσεις του φθορίου περιλαμβάνονται σήμερα σε κατάλογο και υπόκεινται στους περιορισμούς και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παράρτημα III, μέρος 1, της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ. Η επιστημονική επιτροπή για τα καταναλωτικά προϊόντα (ΕΕΚΠ) είναι της γνώμης ότι, εάν η μόνη πηγή έκθεσης σε φθοριούχες ενώσεις, είναι οι οδοντόκρεμες που περιέχουν ιόντα φθορίου μεταξύ 1 000-1 500 ppm, υπάρχει ελάχιστη πιθανότητα τα παιδιά κάτω των έξι ετών να αναπτύξουν φθορίωση, με την προϋπόθεση ότι αυτές οι οδοντόκρεμες χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης. Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν κατάλληλα οι αριθμοί αναφοράς 26 έως 43 και οι αριθμοί αναφοράς 47 και 56 του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος 1.

(2)

Επομένως, η οδηγία 76/768/ΕΟΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα καλλυντικά προϊόντα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα III της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 19 Απριλίου 2008 το αργότερο, τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία. Κοινοποιούν πάραυτα στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων μαζί με έναν πίνακα συσχέτισης των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από τις 19 Ιανουαρίου 2009.

Οι εν λόγω διατάξεις, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η παραπομπή αυτή καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα κείμενα των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει από την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 169. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/22/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 101 της 18.4.2007, σ. 11).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στους αριθμούς αναφοράς 26 έως 43 και στους αριθμούς αναφοράς 47 και 56 του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος 1 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ, προστίθεται το ακόλουθο κείμενο μετά την κάθε καταχώριση στη στήλη στ):

«Για τις οδοντόκρεμες που περιέχουν ιόντα φθορίου σε ποσοστό από 0,10 έως 0,15 %, είναι υποχρεωτική η ακόλουθη επισήμανση, εκτός αν ήδη υπάρχει η ένδειξη ότι η χρήση τους αντενδείκνυται για παιδιά (π.χ. “Μόνο για ενηλίκους”):

“Για παιδιά κάτω των έξι ετών: Χρησιμοποιείτε ποσότητα μεγέθους μπιζελιού επιβλέποντας το παιδί κατά το βούρτσισμα των δοντιών του, έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται η πιθανότητα κατάποσης. Σε περίπτωση πρόσληψης φθορίου και από άλλες πηγές, συμβουλευτείτε τον οδοντογιατρό ή τον γιατρό σας”».


30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/21


ΟΔΗΓΊΑ 2007/54/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Αυγούστου 2007

για την τροποποίηση της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα, με σκοπό την προσαρμογή των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ στην τεχνική πρόοδο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1976, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Κατόπιν διαβούλευσης με την επιστημονική επιτροπή για τα καταναλωτικά προϊόντα,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σε συνέχεια της δημοσίευσης επιστημονικής μελέτης το 2001, με τίτλο «Use of permanent hair dyes and bladder cancer risk» (Χρήση μόνιμων βαφών μαλλιών και κίνδυνος καρκίνου της ουροδόχου κύστης), η επιστημονική επιτροπή για τα καλλυντικά προϊόντα και τα μη εδώδιμα προϊόντα που προορίζονται για τους καταναλωτές, η οποία αντικαταστάθηκε από την επιστημονική επιτροπή για τα καταναλωτικά προϊόντα («SCCP») με την απόφαση 2004/210/ΕΚ της Επιτροπής (2), κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δυνητικοί κίνδυνοι είναι ανησυχητικοί. Συνέστησε να λάβει η Επιτροπή περαιτέρω μέτρα για τον έλεγχο της χρήσης των χημικών ουσιών βαφών μαλλιών.

(2)

Η επιστημονική επιτροπή για τα καταναλωτικά προϊόντα συνέστησε επιπλέον μια συνολική στρατηγική για την εκτίμηση της ασφάλειας των χημικών ουσιών βαφής μαλλιών, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων για τη δοκιμή των ουσιών που χρησιμοποιούνται στα προϊόντα βαφής μαλλιών όσον αφορά ενδεχόμενη γονιδιοτοξικότητα/μεταλλαξιγένεση.

(3)

Σε συνέχεια των γνωμοδοτήσεων της SCCP η Επιτροπή, μαζί με τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμφώνησαν για μια συνολική στρατηγική για τη ρύθμιση των ουσιών που χρησιμοποιούνται στα προϊόντα βαφής μαλλιών, σύμφωνα με την οποία ο βιομηχανικός κλάδος κλήθηκε να υποβάλει τα αρχεία επιστημονικών δεδομένων για τις ουσίες των βαφών μαλλιών προς αξιολόγηση στην SCCP.

(4)

Οι ουσίες για τις οποίες δεν υποβλήθηκαν επικαιροποιημένοι φάκελοι ασφάλειας για την επαρκή εκτίμηση του κινδύνου, πρέπει να περιληφθούν στο παράρτημα II.

(5)

Ωστόσο οι ουσίες 4,4’-ιμινοδιανιλίνη και τα άλατά της· 4-διαιθυλαμινο-o-τολουιδίνη και τα άλατά της· Ν,Ν-διαιθυλο-p-φαινυλενοδιαμίνη και τα άλατά της· N,N-διμεθυλο-p-φαινυλενοδιαμίνη και τα άλατά της· και 4-μεθυλο-o-φαινυλενοδιαμίνη και τα άλατά της, προς το παρόν είναι καταχωρισμένες με τους αριθμούς αναφοράς 8 και 9 στο Μέρος 1 του παραρτήματος ΙΙΙ, που περιλαμβάνει γενικές εγγραφές. Για το λόγο αυτό κρίνεται σκόπιμη η διαγραφή τους από τις γενικές εγγραφές του παραρτήματος ΙΙΙ και η καταχώρισή τους στο παράρτημα ΙΙ. Κατά συνέπεια θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως αυτά τα παραρτήματα.

(6)

Επομένως, η οδηγία 76/768/ΕΟΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής καλλυντικών προϊόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα II και III της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 18 Μαρτίου 2008. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και υποβάλλουν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από τις 18 Ιουνίου 2008. Οι εν λόγω διατάξεις, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η παραπομπή αυτή καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 29 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 169. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/22/ΕΚ (ΕΕ L 101 της 18.4.2007, σ. 11).

(2)  ΕΕ L 66 της 4.3.2004, σ. 45.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η οδηγία 76/768/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο παράρτημα II προστίθενται οι ακόλουθοι αριθμοί αναφοράς 1244 έως 1328:

Αριθ. αναφ.

Χημική ονομασία/Ονομασία INCI

«1244

1-μεθυλο-2,4,5-τριυδροξυβενζόλιο (αριθ. CAS 1124-09-0) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1245

2,6-διυδροξυ-4-μεθυλοπυριδίνη (αριθ. CAS 4664-16-8) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1246

5-υδροξυ-1,4-βενζοδιοξάνιο (αριθ. CAS 10288-36-5) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1247

3,4-(μεθυλενοδιοξυ)φαινόλη (αριθ. CAS 533-31-3) (3,4-Methylenedioxyphenol) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1248

3,4-(μεθυλενοδιοξυ)ανιλίνη (αριθ. CAS 14268-66-7) (3,4-(Methylenedioxyaniline) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1249

υδροξυ-2-πυριδόνη (αριθ. CAS 822-89-9) (Hydroxypyridinone) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1250

3-νιτρο-4-(2-υδροξυαιθοξυ)-ανιλίνη (αριθ. CAS 50982-74-6) (3-Nitro-4-aminophenoxyethanol) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1251

2-μεθοξυ-4-νιτροφαινόλη (αριθ. CAS 3251-56-7) (4-Nitroguaiacol) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1252

C.I. Acid Black 131 (αριθ. CAS 12219-01-1) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1253

1,3,5-τριυδροξυβενζόλιο (αριθ. CAS 108-73-6) (Phloroglucinol) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1254

τριοξικό βενζολο-1,2,4-τριύλιο (αριθ. CAS 613-03-6) (1,2,4-Benzenetriacetate) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1255

προϊόντα αντίδρασης της 2,2’-ιμινοδιαιθανόλης με επιχλωρυδρίνη και 2-νιτρο-1,4-βενζοδιαμίνη (αριθ. CAS 68478-64-8) (CAS 158571-58-5) (HC Blue No. 5) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1256

προϊόντα αντίδρασης της Ν-μεθυλο-1,4-διαμινοανθρακινόνης με επιχλωρυδρίνη και μονοαιθανολαμίνη (αριθ. CAS 158571-57-4) (HC Blue No. 4) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1257

4-αμινοβενζοσουλφονικό οξύ (αριθ. CAS 121-57-3) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1258

3,3’-[σουλφονυλδις[(2-νιτρο-p-φαινυλενο)ιμινο]]δις[6-ανιλινοβενζολοσουλφονικό] οξύ και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1259

3(ή 5)-[[4-[βενζυλομεθυλαμινο]φαινυλ]αζω]-1,2-(ή 1,4)-διμεθυλο-1Η-1,2,4-τριαζόλιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1260

2,2’-[[3-χλωρο-4-[(2,6-διχλωρο-4-νιτροφαινυλ)αζω]φαινυλ]ιμινο]διαιθανόλη (αριθ. CAS 23355-64-8) (Disperse Brown 1) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1261

2-[[4-[αιθυλ(2-υδροξυαιθυλ)αμινο]φαινυλ]αζω]-6-μεθοξυ-3-μεθυλοβενζοθειαζόλιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1262

2-[(4-χλωρο-2-νιτροφαινυλ)αζω]-N-(2-μεθοξυφαινυλ)-3-οξοβουτυραμίδιο (αριθ. CAS 13515-40-7) (Pigment Yellow 73) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1263

2,2’-(3,3’-διχλωρο[1,1’-διφαινυλο]-4,4’-διυλο)δις(αζω)]δις[3-οξο-N-φαινυλοβουτυραμίδιο] (αριθ. CAS 6358-85-6) (Pigment Yellow 12) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1264

2,2'-(1,2-αιθενοδιυλο)δις[5-((4-αιθοξυφαινυλ)αζω]βενζολοσουλφονικό οξύ) (4,4’-δις[(4-αιθοξυφαινυλ)αζω]στιλβενο-2,2’-δισουλφονικό οξύ) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1265

2,3-διυδρο-2,2-διμεθυλο-6-[[1-ναφθυλο-4-(φαινυλαζω)]αζω]-1H-πυριμιδίνη (αριθ. CAS 4197-25-5) (Solvent Black 3) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1266

3(ή 5)-[[4-[(7-αμινο-1-υδροξυ-3-σουλφονατο-2-ναφθυλ)αζω]-1-ναφθυλ]αζω]σαλικυλικό οξύ και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1267

7,7’-(καρβονυλοδιιμινο)δις[4-υδροξυ-3-[[2-σουλφο-4-[(4-σουλφοφαινυλ)αζω]φαινυλ]αζω]ναφθαλινο-2-σουλφονικό οξύ και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1268

(μ-[[7,7’-ιμινοδις[4-υδροξυ-3-[[2-υδροξυ-5-(N-μεθυλοσουλφαμοϋλο)φαινυλ]αζω]ναφθαλινο-2-σουλφονατο]](6-)]]διχαλκικό(2-) δινάτριο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1269

3-[(4-ακεταμιδοφαινυλ)αζω]-4-υδροξυ-7-[[[[5-υδροξυ-6-(φαινυλαζω)-7-σουλφονατο-2-ναφθυλ]αμινο]καρβονυλ]αμινο]ναφθαλινο-2-σουλφονικό οξύ και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1270

7,7’-(καρβονυλοδιιμινο)δις[4-υδροξυ-3-[[2-σουλφονατο-4-[(4-σουλφονατοφαινυλ)αζω]φαινυλ]αζω]ναφθαλινο-2-σουλφονικό] εξανάτριο (αριθ. CAS 25188-41-4) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1271

[4-[4-(διαιθυλαμινο)βενζυδρυλενο]κυκλοεξα-2,5-διεν-1-υλιδενο]διαιθυλαμμώνιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1272

μεθυλοθειικό 2-[[(4-μεθοξυφαινυλο)μεθυλυδραζονο]μεθυλο]-1,3,3-τριμεθυλ-3H-ινδόλιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1273

2-(2-((2,4-διμεθοξυφαινυλ)αμινο)βινυλο)-1,3,3-τριμεθυλ-3H-ινδόλιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1274

Διαλυτή στις αλκοόλες νιγροσίνη (αριθ. CAS 11099-03-9) (Solvent Black 5), όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1275

3,7-δις(διαιθυλαμινο)φαινοξαζίν-5-ιο (αριθ. CAS 47367-75-9) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1276

9-(διμεθυλαμινο)βενζο[a]φαινοξαζίν-7-ιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1277

6-αμινο-2-(2,4-διμεθυλοφαινυλο)-1H-βενζο[de]ισοκινολινο-1,3(2H)-διόνη (αριθ. CAS 2478-20-8) (Solvent Yellow 44) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1278

1-αμινο-4-((4-((διμεθυλαμινο)μεθυλο)φαινυλ)αμινο)ανθρακινόνη (αριθ. CAS No 12217-43-5) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1279

Laccaic Acid (CI Natural Red 25) (αριθ. CAS 60687-93-6) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1280

5-((2,4-δινιτροφαινυλ)αμινο)-2-ανιλινοβενζοσουλφονικό οξύ (αριθ. CAS 15347-52-1) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1281

4-[(4-νιτροφαινυλ)αζω]ανιλίνη (αριθ. CAS 730-40-5) (Disperse Orange 3) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1282

4-νιτρο-m-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 5131-58-8) (4-Nitro-m-phenylenediamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1283

1-αμινο-4-(μεθυλαμινο)ανθρακενοδιόνη (αριθ. CAS 1220-94-6) (Disperse Violet 4) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1284

N-μεθυλο-2-νιτροβενζο-1,4-διαμίνη (αριθ. CAS 2973-21-9) (N-Methyl-3-nitro-p-phenylenediamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1285

N1-(2-υδροξυαιθυλο)-4-νιτρο-o-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 56932-44-6) (HC Yellow No. 5) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1286

N1-(τρις(υδροξυμεθυλο))μεθυλο-4-νιτρο-1,2-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 56932-45-7) (HC Yellow No. 3) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1287

2-[(4-μεθοξυ-2-νιτροφαινυλ)αμινο]-αιθανόλη (2-Nitro-N-hydroxyethyl-p-anisidine) (αριθ. CAS 57524-53-5) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1288

2-[N-μεθυλο-4-(μεθυλαμινο)-3-νιτροανιλινο]αιθανόλη (αριθ. CAS 10228-03-2) (N,N’-Dimethyl-N-Hydroxyethyl-3-nitro-p-phenylenediamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1289

3-(N-μεθυλο-N-(4-μεθυλαμινο-3-νιτροφαινυλ)αμινο)προπανο-1,2-διόλη (αριθ. CAS 93633-79-5) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1290

4-αιθυλαμινο-3-νιτροβενζοϊκό οξύ (αριθ. CAS 2788-74-1) (N-Ethyl-3-Nitro PABA) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1291

(8-[(4-αμινο-2-νιτροφαινυλ)αζω]-7-υδροξυ-2-ναφθυλο]τριμεθυλαμμώνιο και τα άλατά του, εκτός από Basic Red 118 (αριθ. CAS 71134-97-9) ως πρόσμιξη του Basic Brown 17), όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1292

5-[[4-(διμεθυλαμινο)φαινυλ]αζω]-1,4-διμεθυλο-1Η-1,2,4-τριαζόλιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1293

4-(φαινυλαζω)-m-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 495-54-5) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1294

μονοϋδροχλωρική 4-μεθυλο-6-(φαινυλαζω)-1,3-βενζοδιαμίνη και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1295

5-(ακετυλαμινο)-4-υδροξυ-3-[(2-μεθυλφαινυ)αζω]ναφθαλινο-2,7-δισουλφονικό οξύ και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1296

4,4’-[(4-μεθυλο-1,3-φαινυλενο)διαζω]δις(6-μεθυλο-1,3-βενζοδιαμίνη) (αριθ. CAS 4482-25-1) (Basic Brown 4) και τα άλατά της όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1297

3-[[4-[[διαμινο(φαινυλαζω)φαινυλ]αζω]-m-μεθυλ]αζω]-N,N,N-τριμεθυλανιλίνιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1298

3-[[4-[[διαμινο(φαινυλαζω)φαινυλ]αζω]-1-ναφθυλ]αζω]-N,N,N-τριμεθυλανιλίνιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1299

[4-[δις[4-(διαιθυλαμινο)φαινυλο]μεθυλενο]-2,5-κυκλοεξαδιεν-1-υλιδενο]διαιθυλαμμώνιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1300

1-[(2-υδροξυαιθυλ)αμινο]-4-(μεθυλαμινο)-9,10-ανθρακενοδιόνη (αριθ. CAS 86722-66-9) και τα παράγωγα και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1301

1,4-διαμινο-2-μεθοξυανθρακινόνη (αριθ. CAS 2872-48-2) (Disperse Red 11) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1302

1,4-διυδροξυ-5,8-δις[(2-υδροξυαιθυλ)αμινο]ανθρακινόνη (αριθ. CAS 3179-90-6) (Disperse Blue 7) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1303

1-[(3-αμινοπροπυλ)αμινο]-4-(μεθυλαμινο)ανθρακινόνη και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1304

N-[6-[(2-χλωρο-4-υδροξυφαινυλ)ιμινο]-4-μεθοξυ-3-οξο-1,4-κυκλοεξαδιεν-1-υλ]ακεταμίδιο (αριθ. CAS 66612-11-1) (HC Yellow αριθ. 8) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1305

6-[[3-χλωρο-4-(μεθυλαμινο)φαινυλ]ιμινο]-4-μεθυλ-3-οξοκυκλοεξα-1,4-διεν-1-υλ]ουρία (αριθ. CAS 56330-88-2) (HC Red Νο. 9) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1306

3,7-δις(διμεθυλαμινο)-φαινοθειαζίν-5-ιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1307

2,2’-[(4,6-διαμινο-1,3-φαινυλενο)διοξυ]διαιθανόλη (4,6-δις(2-υδροξυαιθοξυ)-μ-φαινυλενοδιαμίνη) και τα άλατά της όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1308

5-αμινο-2,6-διμεθοξυ-3-υδροξυπυριδίνη (αριθ. CAS 104333-03-1) (5-Amino-2,6-Dimethoxy-3-Hydroxypyridine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1309

4,4’-ιμινοδιανιλίνη (αριθ. CAS 537-65-5) (4,4-Diaminodiphenylamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1310

4-διαιθυλαμινο-o-τολουιδίνη (αριθ. CAS 148-71-0) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1311

N,N-διαιθυλο-p-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 93-05-0) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1312

4-αμινο-Ν,Ν-διμεθυλανιλίνη (αριθ. CAS 99-98-9) (N,N-Dimethyl-p-phenylenediamin) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1313

4-μεθυλο-o-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 496-72-0) (Toluene-3,4-Diamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1314

2,4-διαμινο-5-μεθυλοφαινοξυ)-αιθανόλη (αριθ. CAS 141614-05-3) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1315

6-αμινο-2-μεθυλοφαινόλη (αριθ. CAS 17672-22-9) 6-(Amino-o-cresol) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1316

υδροχλωρική 4-αμινο-2-[(2-υδροξυαιθυλαμινο)μεθυλο]-φαινόλη (αριθ. CAS 110952-46-0) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1317

2-αμινο-3-νιτροφαινόλη (αριθ. CAS 603-85-0) (2-Amino-3-nitrophenol) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1318

2-[(4-αμινο-2-χλωρο-5-νιτροφαινυλ)αμινο]αιθανόλη (αριθ. CAS 50610-28-1) (2-Chloro-5-nitro-N-hydroxyethyl-p-phenylenediamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1319

2-νιτρο-p-φαινυλενοδιαμίνη (αριθ. CAS 5307-14-2) (2-Nitro-p-phenylenediamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1320

1-(2-υδροξυαιθυλ)αμινο-4-μεθοξυ-2,6-δινιτροβενζόλιο (αριθ. CAS 122252-11-3) (Hydroxyethyl-2,6-dinitro-p-anisidine) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1321

2,5-διαμινο-6-νιτρο-πυριδίνη (αριθ. CAS 69825-83-8) (6-Nitro-2,5-pyridinediamine) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1322

3,7-διαμινο-2,8-διμεθυλο-5-φαινυλοφαιναζίνιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1323

3-υδροξυ-4-[(2-υδροξυναφθυλ)αζω]-7-νιτροναφθαλινο-1-σουλφονικό οξύ (αριθ. CAS 16279-54-2) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1324

3-[(2-νιτρο-4-(τριφθορομεθυλο)φαινυλ)αμινο]προπανο-1,2-διόλη (αριθ. CAS 104333-00-8) (HC Yellow No. 6) και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1325

2-[(4-χλωρο-2-νιτροφαινυλ)αμινο]αιθανόλη (αριθ. CAS 59320-13-7) (HC Yellow No. 12) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1326

3-[[4-[(2-υδροξυαιθυλο)μεθυλαμινο]-2-νιτροφαινυλ]αμινο]-1,2-προπανοδιόλη (αριθ. CAS 173994-75-7) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1327

3-[[4-[αιθυλο(2-υδροξυαιθυλ)αμινο]-2-νιτροφαινυλ]αμινο]-1,2-προπανοδιόλη (αριθ. CAS 114087-41-1) και τα άλατά της, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών

1328

[4-[4-(διαιθυλαμινο)-α-[4-(αιθυλαμινο)-1-ναφθυλο]βενζυλιδενο]κυκλοεξα-2,5-διεν-1-υλιδενο]διαιθυλαμμώνιο και τα άλατά του, όταν χρησιμοποιείται ως ουσία για βαφές μαλλιών»

2)

Το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

α)

Το Μέρος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

στη στήλη β του αριθμού αναφοράς 8, η φράση «π-φαινυλενοδιαμίνη, τα N-υποκατεστημένα παράγωγά της και τα άλατά της· τα N-υποκατεστημένα παράγωγα της ο-Φαινυλενοδιαμίνης, με εξαίρεση εκείνα τα παράγωγα που εμφαίνονται αλλού στο παρόν παράρτημα» αντικαθίσταται από την ακόλουθη φράση «π-φαινυλενοδιαμίνη, τα N-υποκατεστημένα παράγωγά της και τα άλατά της· τα N-υποκατεστημένα παράγωγα της ο-Φαινυλενοδιαμίνης, με εξαίρεση εκείνα τα παράγωγα που εμφαίνονται αλλού στο παρόν παράρτημα και με τους αριθμούς αναφοράς 1309, 1311 και 1312 στο παράρτημα ΙΙ»·

ii)

στη στήλη β του αριθμού αναφοράς 9, η φράση «Διαμινοτολουόλια, παράγωγά τους υποκατεστημένα στο άζωτο και άλατά τους, εξαιρουμένης της ουσίας 364 του παραρτήματος II» αντικαθίσταται από την ακόλουθη φράση «Διαμινοτολουόλια, τα Ν-υποκατεστημένα παράγωγά τους και τα άλατά τους, εξαιρουμένων των ουσιών με αριθμούς αναφοράς 364, 1310 και 1313 του παραρτήματος II».

β)

Στο μέρος 2 απαλείφονται οι αριθμοί αναφοράς 1, 2, 8, 13, 15, 30, 41, 43, 45, 46, 51, 52, 53 και 54.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/28


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Αυγούστου 2007

περί χορήγησης στην Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο πρόσθετων ημερών αλιείας για ενισχυμένο πιλοτικό πρόγραμμα συλλογής στοιχείων δυνάμει του παραρτήματος ΙΙΑ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 41/2007 του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 3983]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2007/593/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 41/2007 του Συμβουλίου, της 21ας Δεκεμβρίου 2006, περί καθορισμού, για το 2006, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (1), και ιδίως τα σημεία 11.4 και 11.5 του παραρτήματος IIA,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο παράρτημα ΙΙΑ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 41/2007 προσδιορίζεται μεταξύ άλλων ο μέγιστος αριθμός ημερών κατ' έτος, κατά τις οποίες τα κοινοτικά σκάφη τα οποία φέρουν τράτες, δανέζικους γρίπους ή παρόμοια εργαλεία, εκτός από δοκότρατες, μπορούν να παραμένουν εντός της Θάλασσας της Ιρλανδίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 41/2007 επιτρέπει στην Επιτροπή να διαθέτει στα κράτη μέλη 6 ή 12 πρόσθετες ημέρες αλιείας στη Θάλασσα της Ιρλανδίας βάσει ενισχυμένου πιλοτικού προγράμματος συλλογής στοιχείων.

(3)

Στις 30 Απριλίου 2007 η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλαν κοινή πρόταση για ένα τέτοιο πρόγραμμα. Η πρόταση εγκρίθηκε στις 13 Ιουνίου 2007.

(4)

Στο πλαίσιο του ενισχυμένου πιλοτικού προγράμματος συλλογής στοιχείων, πρέπει να διατεθούν 6 ή 12 πρόσθετες ημέρες αλιείας στη Θάλασσα της Ιρλανδίας για σκάφη που φέρουν σημαία Ιρλανδίας ή Ηνωμένου Βασιλείου ανάλογα με το μέγεθος των ματιών των αλιευτικών εργαλείων που φέρει το σκάφος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τα σκάφη που φέρουν σημαία Ιρλανδίας ή Ηνωμένου Βασιλείου και συμμετέχουν στο ενισχυμένο πιλοτικό πρόγραμμα συλλογής στοιχείων που υποβλήθηκε στις 30 Απριλίου 2007, ο μέγιστος αριθμός ημερών αλιείας στην περιοχή που αναφέρεται στο σημείο 2.1 στοιχείο γ) του παραρτήματος ΙΙΑ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 41/2007, όπως καθορίζεται στον πίνακα Ι του εν λόγω παραρτήματος, αυξάνεται ως εξής:

α)

κατά 6 ημέρες για σκάφη που φέρουν εργαλεία τα οποία αναφέρονται στα σημεία 4.1.α iv) και 4.1.α v) του εν λόγω παραρτήματος·

β)

κατά 12 ημέρες για σκάφη που φέρουν εργαλεία τα οποία αναφέρονται στο σημείο 4.1.α του παραρτήματος ΙΙΑ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 41/2007, εκτός των εργαλείων που αναφέρονται στα σημεία 4.1.α iv) και 4.1.α v) του εν λόγω παραρτήματος.

Άρθρο 2

1.   Επτά ημέρες μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο υποβάλλουν στην Επιτροπή πλήρη κατάλογο των σκαφών που έχουν επιλεγεί να συμμετάσχουν στο ενισχυμένο πιλοτικό πρόγραμμα συλλογής στοιχείων.

2.   Μόνο τα σκάφη που έχουν επιλεγεί και συμμετάσχει μέχρι το πέρας του ενισχυμένου πιλοτικού προγράμματος συλλογής στοιχείων επωφελούνται από τη διάθεση των πρόσθετων ημερών βάσει των προβλεπόμενων στο άρθρο 1.

Άρθρο 3

Δύο μήνες μετά το πέρας του ενισχυμένου πιλοτικού προγράμματος συλλογής στοιχείων, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποστέλλουν στην Επιτροπή έκθεση με τα αποτελέσματα του ενισχυμένου πιλοτικού προγράμματος συλλογής στοιχείων.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιρλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 27 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Joe BORG

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 15 της 20.1.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 898/2007 (ΕΕ L 196 της 28.7.2007, σ. 22).


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

30.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 226/30


ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΌΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ EUROJUST

ΤΟ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ EUROJUST,

Έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος, και ιδίως το άρθρο 37 της εν λόγω απόφασης,

Έχοντας υπόψη την απόφαση της Επιτροπής για την έγκριση των παρεκκλίσεων που ζήτησε η Eurojust από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Eurojust έχει νομική προσωπικότητα και την πλήρη ευθύνη για την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού της.

(2)

Είναι απαραίτητο να καθορίζονται οι κανόνες κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού της Eurojust, καθώς και οι κανόνες που διέπουν την απόδοση και τον έλεγχο των λογαριασμών.

(3)

Είναι επίσης απαραίτητο να καθορίζονται οι εξουσίες και οι αρμοδιότητες του Συλλογικού Οργάνου της Eurojust, του διοικητικού διευθυντή, του υπολόγου, του υπολόγου παγίων προκαταβολών και του εσωτερικού ελεγκτή.

(4)

Πρέπει να εφαρμόζονται αποτελεσματικά συστήματα ελέγχου για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

(5)

Εφόσον η Eurojust χρηματοδοτείται με ετήσια επιχορήγηση που καταλογίζεται στον κοινοτικό προϋπολογισμό, το χρονοδιάγραμμα για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, την απόδοση των λογαριασμών και τη χορήγηση της απαλλαγής θα πρέπει να συμμορφώνεται με τις αντίστοιχες διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

(6)

Για τον ίδιο λόγο, η Eurojust πρέπει να τηρεί τις ίδιες απαιτήσεις με τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας όσον αφορά την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και τη χορήγηση επιχορηγήσεων. Για το σκοπό αυτό, αρκεί η αναφορά στις σχετικές διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

(7)

Ο δημοσιονομικός κανονισμός πρέπει να εκφράζει τις ειδικές απαιτήσεις της Eurojust ως μονάδας δικαστικής συνεργασίας. Θα πρέπει να λαμβάνει πλήρως υπόψη τις ευαίσθητες επιχειρήσεις που πραγματοποιούνται από την Eurojust, ιδίως σε σχέση με έρευνες και διώξεις.

(8)

Ο δημοσιονομικός κανονισμός που εφαρμόζεται στον προϋπολογισμό της Eurojust πρέπει να εγκρίνεται ομόφωνα από το Συλλογικό Όργανο κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή.

(9)

Η Επιτροπή συναινεί με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της απόκλισης από το δημοσιονομικό κανονισμό πλαίσιο,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός ορίζει σαφώς τις κύριες αρχές και κανονιστικές διατάξεις που διέπουν την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού της Eurojust.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

1)

«Απόφαση για την Εurojust»: η απόφαση 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος (1)·

2)

«Eurojust»: η μονάδα δικαστικής συνεργασίας που ιδρύθηκε με την απόφαση για την Eurojust ως οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

3)

«Συλλογικό Όργανο»: η μονάδα που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της απόφασης για την Eurojust·

4)

«Διοικητικός διευθυντής»: το πρόσωπο που αναφέρεται στα άρθρα 29 και 36 παράγραφος 1 της απόφασης για την Eurojust·

5)

«Προσωπικό»: ο διοικητικός διευθυντής καθώς και το προσωπικό που αναφέρεται στο άρθρο 30 της απόφασης για την Eurojust·

6)

«Προϋπολογισμός»: ο προϋπολογισμός της Eurojust όπως αναφέρεται στο άρθρο 34 της απόφασης για την Eurojust·

7)

«Αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή»: το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

8)

«Γενικός δημοσιονομικός κανονισμός»: ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2)·

9)

«Δημοσιονομικός κανονισμός πλαίσιο»: ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3)·

10)

«Κανόνες εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού»: οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής (4)·

11)

«Κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust»: οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος δημοσιονομικού κανονισμού·

12)

«Δημοσιονομικές κανονιστικές διατάξεις της Eurojust»: η απόφαση για την Eurojust, ο παρών δημοσιονομικός κανονισμός και οι κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust·

13)

«Κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης»: κανονισμοί και ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Άρθρο 3

Υπό τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η κατάρτιση και η εκτέλεση του προϋπολογισμού τηρούν τις αρχές της ενότητας, της ορθότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης της ενιαίας νομισματικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της διαφάνειας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Η αρχή της ενότητας και της ορθότητας του προϋπολογισμού

Άρθρο 4

Προϋπολογισμός είναι η πράξη που προβλέπει και εγκρίνει, για κάθε οικονομικό έτος, τα έσοδα και τις εκτιμώμενες ως αναγκαίες δαπάνες για την εφαρμογή της απόφασης για την Eurojust.

Άρθρο 5

Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει:

α)

τα ίδια έσοδα, όπου περιλαμβάνονται όλοι οι φόροι, τα τέλη και, με την επιφύλαξη του άρθρου 51, οι τόκοι, τους οποίους η Eurojust ενδεχομένως λαμβάνει για υπηρεσίες συμπληρωματικές των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί, καθώς και άλλα ενδεχομένως έσοδα·

β)

τα έσοδα όπου περιλαμβάνονται οι ενδεχόμενες χρηματοδοτικές συνεισφορές του κράτους μέλους που φιλοξενεί τον εκάστοτε κοινοτικό οργανισμό·

γ)

επιχορήγηση εκ μέρους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

δ)

έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δαπανών, κατά το άρθρο 19 παράγραφος 1·

ε)

τις δαπάνες της Eurojust, συμπεριλαμβανομένων δαπανών διοικητικής λειτουργίας.

Άρθρο 6

1.   Κανένα έσοδο και καμία δαπάνη δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο μέσω καταλογισμού σε γραμμή του προϋπολογισμού.

2.   Καμία πίστωση δεν μπορεί να εγγραφεί στον προϋπολογισμό αν δεν αντιστοιχεί σε δαπάνη που εκτιμάται ως αναγκαία.

3.   Καμία δαπάνη δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο ούτε ανάληψης ούτε εντολής πέραν των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η αρχή της ετήσιας διάρκειας

Άρθρο 7

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό εγκρίνονται για τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους, το οποίο αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου.

Άρθρο 8

1.   Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει πιστώσεις διαχωριζόμενες και μη διαχωριζόμενες, οι οποίες αντιστοιχούν σε πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και πιστώσεις πληρωμών.

2.   Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων καλύπτουν το συνολικό κόστος των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους.

3.   Οι πιστώσεις πληρωμών καλύπτουν τις πληρωμές που απορρέουν από την εκπλήρωση των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους ή/και προγενέστερων οικονομικών ετών.

4.   Οι πιστώσεις διοικητικής λειτουργίας είναι μη διαχωριζόμενες πιστώσεις. Οι δαπάνες διοικητικής λειτουργίας που προκύπτουν από συμβάσεις, οι οποίες καλύπτουν περιόδους υπερβαίνουσες το εκάστοτε οικονομικό έτος, είτε σύμφωνα με τα τοπικά ήθη είτε για την προμήθεια υλικού εξοπλισμού, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιούνται.

Άρθρο 9

1.   Τα έσοδα της Eurojust στα οποία αναφέρεται το άρθρο 5 καταλογίζονται στο οικονομικό έτος βάσει των ποσών που εισπράττονται κατά τη διάρκεια του έτους αυτού.

2.   Βάσει των εσόδων της Eurojust ανοίγονται ισόποσες πιστώσεις πληρωμών.

3.   Οι πιστώσεις που διατίθενται στον προϋπολογισμό στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για την κάλυψη των δαπανών που αναλαμβάνονται και πληρώνονται κατά τη διάρκεια αυτού του οικονομικού έτους, καθώς και για την κάλυψη των ποσών που οφείλονται από αναλήψεις υποχρεώσεων προγενέστερων οικονομικών ετών.

4.   Οι δεσμεύσεις πιστώσεων καταλογίζονται βάσει των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται έως στις 31 Δεκεμβρίου.

5.   Οι πληρωμές καταλογίζονται σε ένα οικονομικό έτος βάσει των πληρωμών που πραγματοποιούνται από τον υπόλογο το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου αυτού του οικονομικού έτους.

Άρθρο 10

1.   Οι πιστώσεις που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί έως το τέλος του οικονομικού έτους για το οποίο έχουν εγγραφεί ακυρώνονται.

Ωστόσο, είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο απόφασης μεταφοράς, και τούτο μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος, η οποία λαμβάνεται από το Συλλογικό Όργανο το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου και σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 7.

2.   Οι πιστώσεις που αφορούν τις δαπάνες για το προσωπικό δεν μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο απόφασης μεταφοράς.

3.   Για τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων των διαχωριζόμενων πιστώσεων και για τις μη διαχωριζόμενες πιστώσεις που δεν έχουν ακόμη δεσμευθεί κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους, η μεταφορά στο επόμενο έτος μπορεί να αφορά τα ποσά που αντιστοιχούν στις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων για τις οποίες στις 31 Δεκεμβρίου έχουν ολοκληρωθεί οι περισσότερες προπαρασκευαστικές φάσεις της πράξης δέσμευσης, όπως αυτές θα ορίζονται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust. Τα εν λόγω ποσά μπορούν να δεσμευθούν έως στις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους.

4.   Για τις πιστώσεις πληρωμών των διαχωριζόμενων πιστώσεων, η μεταφορά μπορεί να αφορά τα ποσά που είναι αναγκαία για την κάλυψη προγενέστερων υποχρεώσεων ή που συνδέονται με μεταφερθείσες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, εφόσον οι πιστώσεις που προβλέπονται στις αντίστοιχες γραμμές του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους δεν επιτρέπουν την κάλυψη των αναγκών. Η Eurojust χρησιμοποιεί κατά προτεραιότητα τις πιστώσεις που έχουν εγκριθεί για το τρέχον οικονομικό έτος, στις δε μεταφερθείσες πιστώσεις καταφεύγει μόνο εφόσον εξαντληθούν οι πρώτες.

5.   Οι μη διαχωριζόμενες πιστώσεις οι οποίες αντιστοιχούν σε υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί κανονικά έως το κλείσιμο του οικονομικού έτους μεταφέρονται αυτοδικαίως στο επόμενο οικονομικό έτος, και μόνο σ’ αυτό.

6.   Οι μεταφερθείσες πιστώσεις που δεν έχουν δεσμευθεί έως τις 31 Μαρτίου του οικονομικού έτους n + 1 ακυρώνονται αυτομάτως.

Η λογιστική επιτρέπει τη διάκριση των πιστώσεων που έχουν μεταφερθεί με αυτόν τον τρόπο.

7.   Οι πιστώσεις που είναι διαθέσιμες στις 31 Δεκεμβρίου στο πλαίσιο εσόδων με συγκεκριμένο προορισμό του άρθρου 19 μεταφέρονται αυτοδικαίως.

Οι διαθέσιμες πιστώσεις που αντιστοιχούν στα εκ μεταφοράς έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά προτεραιότητα.

Άρθρο 11

Οι αποδεσμεύσεις πιστώσεων, μετά την ολική ή μερική μη εκτέλεση των ενεργειών για τις οποίες είχαν διατεθεί οι πιστώσεις, κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων οικονομικών ετών σε σχέση με το οικονομικό έτος για το οποίο οι πιστώσεις αυτές είχαν εγγραφεί στον προϋπολογισμό, οδηγούν σε ακύρωση των αντίστοιχων πιστώσεων.

Άρθρο 12

Οι πιστώσεις που εμφαίνονται στον προϋπολογισμό μπορούν να δεσμευθούν αμέσως μετά την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού, και με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου.

Άρθρο 13

1.   Οι δαπάνες τρέχουσας διαχείρισης μπορούν, από την 15η Νοεμβρίου κάθε έτους, να αναλαμβάνονται προκαταβολικά εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Πάντως αυτές οι αναλήψεις δαπανών δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων που εμφαίνονται στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος. Επίσης, δεν μπορούν να αφορούν νέες δαπάνες οι οποίες δεν έχουν γίνει ακόμη αποδεκτές καταρχήν στον τελευταίο κανονικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό.

2.   Οι δαπάνες οι οποίες, όπως τα μισθώματα, πρέπει να πραγματοποιούνται εκ των προτέρων, μπορούν να πληρώνονται από την 1η Δεκεμβρίου εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος.

Άρθρο 14

1.   Εάν ο προϋπολογισμός δεν έχει ακόμη εγκριθεί κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, για τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης και πληρωμής που αναφέρονται σε δαπάνες των οποίων ο καταλογισμός σε συγκεκριμένη γραμμή του προϋπολογισμού θα μπορούσε να είχε πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του τελευταίου κανονικώς εγκριθέντος προϋπολογισμού εφαρμόζονται οι κανόνες που ακολουθούν.

2.   Οι πράξεις ανάληψης υποχρέωσης μπορούν να γίνονται κατά κεφάλαιο και εντός του ορίου του ενός τετάρτου του συνόλου των πιστώσεων που είχαν εγκριθεί για το εκάστοτε κεφάλαιο στο πλαίσιο του προηγούμενου οικονομικού έτους, με προσαύξηση κατά το ένα δωδέκατο για κάθε διαρρεύσαντα μήνα.

Οι πράξεις πληρωμής μπορούν να πραγματοποιούνται μηνιαία κατά κεφάλαιο και εντός του ορίου του ενός δωδεκάτου του συνόλου των πιστώσεων που είχαν εγκριθεί για το εκάστοτε κεφάλαιο στο πλαίσιο του προηγούμενου οικονομικού έτους.

Δεν πρέπει να σημειώνεται υπέρβαση του ορίου των πιστώσεων που προβλέπονται στην προσωρινή κατάσταση εσόδων και δαπανών.

3.   Ύστερα από σχετικό αίτημα του διοικητικού διευθυντή, και εάν η συνέχεια των ενεργειών της Eurojust και οι διαχειριστικές ανάγκες το απαιτούν, το Συλλογικό Όργανο μπορεί να επιτρέψει ταυτόχρονα δύο ή περισσότερα προσωρινά δωδεκατημόρια, και τούτο τόσο για τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης όσο και για τις πράξεις πληρωμής, πέραν εκείνων που καθίστανται αυτομάτως διαθέσιμα βάσει των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2.

Τα πρόσθετα δωδεκατημόρια εγκρίνονται εξ ολοκλήρου και δεν υποδιαιρούνται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Η αρχή της ισοσκέλισης

Άρθρο 15

1.   Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις πιστώσεις πληρωμών.

2.   Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ύψος της κοινοτικής επιχορήγησης, προσαυξημένο κατά τα ίδια έσοδα και τα λοιπά τυχόν έσοδα που προβλέπονται στο άρθρο 5.

3.   Η Εurojust δεν μπορεί να συνάπτει δάνεια.

4.   Τα κεφάλαια που καταβάλλονται στην Eurojust συνιστούν, σε σχέση με τον προϋπολογισμό της, επιχορήγηση ισοσκέλισης, η οποία έχει τη μορφή προχρηματοδότησης κατά την έννοια του άρθρου 81 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 16

1.   Εάν το υπόλοιπο του λογαριασμού δημοσιονομικού αποτελέσματος, κατά την έννοια του άρθρου 81, είναι θετικό, επιστρέφεται στην Επιτροπή κατά το ποσό της κοινοτικής επιχορήγησης που κατεβλήθη κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους αναφοράς. Το μέρος του θετικού υπολοίπου πέραν της κοινοτικής επιχορήγησης που κατεβλήθη κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους αναφοράς εγγράφεται στον προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους, στα έσοδα.

Η διαφορά μεταξύ της κοινοτικής επιχορήγησης που είχε εγγραφεί στον γενικό προϋπολογισμό και εκείνης που πράγματι κατεβλήθη στον κοινοτικό οργανισμό αποτελεί το αντικείμενο ακύρωσης.

2.   Εάν το υπόλοιπο του λογαριασμού δημοσιονομικού αποτελέσματος, κατά την έννοια του άρθρου 81, είναι αρνητικό, εγγράφεται στον προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους.

3.   Τα έσοδα ή οι πιστώσεις πληρωμών εγγράφονται στον προϋπολογισμό, κατά μεν τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισμού με τη διαδικασία των διορθωτικών επιστολών, κατά δε τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού μέσω διορθωτικού προϋπολογισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Η αρχή της ενιαίας νομισματικής μονάδας

Άρθρο 17

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται, εκτελείται και αποτελεί αντικείμενο απόδοσης των λογαριασμών σε ευρώ.

Ωστόσο, για τις ανάγκες του ταμείου, ο υπόλογος και, στην περίπτωση των παγίων προκαταβολών, ο υπόλογος παγίων προκαταβολών είναι εξουσιοδοτημένοι να πραγματοποιούν πράξεις σε εθνικά νομίσματα, υπό τους όρους που προσδιορίζονται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Η αρχή της καθολικότητας

Άρθρο 18

Το σύνολο των εσόδων καλύπτει το σύνολο των πιστώσεων πληρωμών, με την επιφύλαξη του άρθρου 19. Τα έσοδα και οι δαπάνες εγγράφονται χωρίς συμψηφισμό μεταξύ τους, με την επιφύλαξη του άρθρου 21.

Άρθρο 19

1.   Τα ακόλουθα έσοδα διατίθενται για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δαπανών:

α)

έσοδα αντιστοιχούντα σε συγκεκριμένο προορισμό, όπως τα έσοδα ιδρυμάτων, οι επιχορηγήσεις, οι δωρεές και τα κληροδοτήματα·

β)

οι συμμετοχές κρατών μελών, τρίτων χωρών ή διάφορων οργανισμών σε ενέργειες της Eurojust, ενόσω τούτο προβλέπεται στη συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ της Eurojust και του εκάστοτε κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή οργανισμού.

2.   Κάθε έσοδο κατά την έννοια της παραγράφου 1 πρέπει να καλύπτει όλες τις δαπάνες, άμεσες ή έμμεσες, που συνδέονται με την αντίστοιχη ενέργεια ή τον αντίστοιχο προορισμό.

3.   Ο προϋπολογισμός προβλέπει τη δομή που απαιτείται για την εγγραφή των κατηγοριών των εσόδων με συγκεκριμένο προορισμό που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθώς και, ενόσω τούτο είναι δυνατόν, το ποσό τους.

Άρθρο 20

1.   Ο διοικητικός διευθυντής μπορεί να αποδεχθεί κάθε ελευθεριότητα υπέρ της Eurojust, όπως έσοδα ιδρυμάτων, επιχορηγήσεις, δωρεές και κληροδοτήματα.

2.   Η αποδοχή ελευθεριότητας που είναι δυνατόν να συνεπιφέρει έξοδα υπόκειται στην εκ των προτέρων έγκριση του Συλλογικού Οργάνου, το οποίο αποφαίνεται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος. Εάν το Συλλογικό Όργανο δεν αποφανθεί εντός της ως άνω διορίας, η ελευθεριότητα λογίζεται ως αποδεκτή.

Άρθρο 21

1.   Τα ποσά που μπορούν να αφαιρεθούν από τις αιτήσεις πληρωμής, τιμολόγια ή εκκαθαριστικές καταστάσεις, και τα οποία στην περίπτωση αυτή ενταλματοποιούνται κατά το καθαρό ποσό τους προσδιορίζονται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust.

Οι εκπτώσεις, επιστροφές και μειώσεις που αφαιρούνται από τα τιμολόγια και τις αιτήσεις πληρωμής δεν εγγράφονται ως έσοδα της Eurojust.

2.   Οι τιμές των αγαθών, λοιπών προϊόντων και υπηρεσιών που παρέχονται στην Eurojust καταλογίζονται στον προϋπολογισμό κατά ολόκληρο το ποσό τους εκτός φόρων, εφόσον περιλαμβάνουν φορολογικές επιβαρύνσεις που αποτελούν το αντικείμενο επιστροφής:

α)

είτε από τα κράτη μέλη δυνάμει του πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, από το κράτος που φιλοξενεί τον κοινοτικό οργανισμό βάσει της συμφωνίας για τον καθορισμό της έδρας ή βάσει άλλων συναφών συμφωνιών·

β)

είτε από κράτος μέλος ή τρίτη χώρα δυνάμει άλλων σχετικών συμβάσεων.

Οι εθνικές φορολογικές επιβαρύνσεις τις οποίες ενδεχομένως υφίσταται η Eurojust προσωρινά κατ’ εφαρμογή του πρώτου εδαφίου εγγράφονται σε εκκρεμή λογαριασμό έως την επιστροφή τους από τα οικεία κράτη.

3.   Ενδεχόμενο αρνητικό υπόλοιπο εγγράφεται στον προϋπολογισμό ως δαπάνη.

4.   Οι συναλλαγματικές διαφορές που καταγράφονται κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού μπορούν να συμψηφίζονται. Το τελικό αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό, εντάσσεται στο υπόλοιπο του οικονομικού έτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Η αρχή της ειδικότητας

Άρθρο 22

Οι πιστώσεις, στο σύνολό τους, εξειδικεύονται κατά τίτλο και κεφάλαιο, τα δε κεφάλαια υποδιαιρούνται σε άρθρα και θέσεις.

Άρθρο 23

1.   Ο διοικητικός διευθυντής μπορεί να προβαίνει σε μεταφορές από άρθρο σε άρθρο στο πλαίσιο κάθε κεφαλαίου.

Ενημερώνει δε το Συλλογικό Όργανο το ταχύτερο δυνατόν για τις μεταφορές που πραγματοποιούνται δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

2.   Ο διοικητικός διευθυντής δύναται να προβαίνει σε μεταφορές από τίτλο σε τίτλο και από κεφάλαιο σε κεφάλαιο εντός συνολικού ορίου 10 % επί των πιστώσεων του οικονομικού έτους. Ενημερώνει το Συλλογικό Όργανο, το συντομότερο δυνατόν, σχετικά με τις μεταφορές που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ τίτλων και μεταξύ κεφαλαίων. Πέραν του ορίου του 10 % επί των πιστώσεων, μπορεί να προτείνει στο Συλλογικό Όργανο μεταφορές πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο ή από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο πλαίσιο ενός τίτλου. Το Συλλογικό Όργανο διαθέτει διορία ενός μήνα για να αντιτεθεί στις μεταφορές αυτές. Εάν παρέλθει η διορία αυτή, οι μεταφορές λογίζονται ως εγκριθείσες.

3.   Οι προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων και οι μεταφορές πιστώσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το παρόν άρθρο συνοδεύονται από την ενδεδειγμένη και λεπτομερή αιτιολόγηση, η οποία παρουσιάζει τη διαχείριση των πιστώσεων και τις προβλέψεις των αναγκών έως το τέλος του οικονομικού έτους, τόσο για τις γραμμές που τροφοδοτούνται όσο και για τις γραμμές από τις οποίες γίνεται ανάληψη πιστώσεων.

Άρθρο 24

1.   Πιστώσεις μέσω μεταφοράς πιστώσεων μπορούν να αποκτήσουν μόνο οι γραμμές του προϋπολογισμού για τις οποίες ο προϋπολογισμός επιτρέπει τη διάθεση πιστώσεων, ή οι οποίες φέρουν τη μνεία «προς υπόμνηση» (pm).

2.   Οι πιστώσεις που αντιστοιχούν σε έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο μεταφοράς πιστώσεων μόνο εφόσον διατηρούν τον προορισμό τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Η αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

Άρθρο 25

1.   Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δηλαδή σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας.

2.   Η αρχή της οικονομίας ορίζει ότι τα μέσα που χρησιμοποιούνται από την Eurojust για την άσκηση των δραστηριοτήτων της καθίστανται εγκαίρως διαθέσιμα, στην ενδεδειγμένη ποσότητα και ποιότητα και στην καλύτερη τιμή.

Η αρχή της αποδοτικότητας αφορά την καλύτερη σχέση μεταξύ χρησιμοποιηθέντων μέσων και επιτευχθέντων αποτελεσμάτων.

Η αρχή της αποτελεσματικότητας αφορά την υλοποίηση των συγκεκριμένων στόχων που έχουν τεθεί και την επίτευξη των αναμενόμενων αποτελεσμάτων.

3.   Προσδιορίζονται στόχοι συγκεκριμένοι, μετρήσιμοι, εφικτοί, ενδεδειγμένοι και χρονικά προσδιορισμένοι, και τούτο για όλους τους τομείς δραστηριότητας που καλύπτονται από τον προϋπολογισμό. Η επίτευξη των στόχων αυτών ελέγχεται μέσω αριθμοδεικτών απόδοσης, οι οποίοι καθορίζονται ανά δραστηριότητα, ο δε διοικητικός διευθυντής παρέχει στο Συλλογικό Όργανο σχετικές πληροφορίες. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται ετησίως και το συντομότερο δυνατόν, εντάσσονται δε το αργότερο στα έγγραφα που συνοδεύουν το προσχέδιο προϋπολογισμού.

4.   Με σκοπό τη βελτίωση της λήψης αποφάσεων, η Eurojust προβαίνει σε τακτικές αξιολογήσεις, εκ των προτέρων και εκ των υστέρων, των προγραμμάτων και των ενεργειών. Οι αξιολογήσεις αυτές αφορούν όλα τα προγράμματα και τις ενέργειες που συνεπάγονται σημαντικές δαπάνες, τα δε αποτελέσματα των αξιολογήσεων γνωστοποιούνται στο Συλλογικό Όργανο.

5.   Οι στόχοι και τα μέτρα που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4 δεν ισχύουν για εργασίες που σχετίζονται με υποθέσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Η αρχή της διαφάνειας

Άρθρο 26

1.   Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται, εκτελείται και αποτελεί το αντικείμενο απόδοσης λογαριασμών με τήρηση της αρχής της διαφάνειας.

2.   Ο προϋπολογισμός και οι διορθωτικοί προϋπολογισμοί, όπως αυτοί έχουν οριστικά εγκριθεί, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εντός δύο μηνών από την έγκρισή τους.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Άρθρο 27

1.   Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης για την Eurojust.

2.   Ο διοικητικός διευθυντής καταρτίζει ετησίως και υποβάλλει για έγκριση στο Συλλογικό Όργανο σχέδιο προσωρινής κατάστασης δαπανών και εσόδων της Eurojust για το επόμενο οικονομικό έτος.

3.   Το Συλλογικό Όργανο καταρτίζει προσωρινή κατάσταση δαπανών και εσόδων της Eurojust, καθώς και τις γενικές κατευθύνσεις που στηρίζουν την εν λόγω κατάσταση, με βάση το σχέδιο του διοικητικού διευθυντή. Το Συλλογικό Όργανο προωθεί την προσωρινή κατάσταση και τις γενικές κατευθύνσεις στην Επιτροπή, το αργότερο έως στις 31 Μαρτίου.

4.   Η προσωρινή κατάσταση δαπανών και εσόδων της Eurojust περιλαμβάνει:

α)

πίνακα προσωπικού, ο οποίος καθορίζει τον αριθμό των θέσεων μόνιμου και έκτακτου προσωπικού, του οποίου η πρόσληψη πρόκειται να εγκριθεί εντός των ορίων των πιστώσεων του προϋπολογισμού ανά κατηγορία και βαθμό·

β)

σε περίπτωση αύξησης του αριθμού των θέσεων προσωπικού, κατάσταση που αιτιολογεί τις αιτήσεις για νέες θέσεις·

γ)

τρίμηνη πρόβλεψη του ταμείου για τις πληρωμές και τις εισπράξεις.

5.   Με βάση την προσωρινή κατάσταση, η Επιτροπή προτείνει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης το ύψος της ετήσιας επιχορήγησης, καθώς και τις θέσεις μόνιμου ή έκτακτου προσωπικού, και υποβάλλει αυτήν την πρόταση στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης.

6.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού της Eurojust, καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή του, τηρώντας τις διατάξεις του άρθρου 32 παράγραφος 1.

7.   Πριν την έναρξη του οικονομικού έτους, το Συλλογικό Όργανο εγκρίνει τον προϋπολογισμό, καθώς και τον πίνακα προσωπικού, όπως ορίζεται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 τρίτη πρόταση της απόφασης για την Eurojust, με βάση την ετήσια επιχορήγηση και τις θέσεις προσωπικού που έχουν εγκριθεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 6, προσαρμόζοντάς τον στις διάφορες συνεισφορές που χορηγούνται στην Eurojust και τα κεφάλαια από άλλες πηγές.

Άρθρο 28

Κάθε τροποποίηση του προϋπολογισμού, ακόμη και του πίνακα προσωπικού, αποτελεί το αντικείμενο διορθωτικού προϋπολογισμού, ο οποίος εγκρίνεται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία που εφαρμόζεται και για τον αρχικό προϋπολογισμό, κατά τις διατάξεις της απόφασης για την Eurojust και του άρθρου 27.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Διάρθρωση και παρουσίαση του προϋπολογισμού

Άρθρο 29

Ο προϋπολογισμός απαρτίζεται από μία κατάσταση εσόδων και μία κατάσταση δαπανών.

Άρθρο 30

Ενόσω τούτο δικαιολογείται από τη φύση των δραστηριοτήτων της Eurojust, η κατάσταση δαπανών πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με ονοματολογία η οποία να περιλαμβάνει ταξινόμηση κατά προορισμό. Η ονοματολογία αυτή προσδιορίζεται από την Eurojust και κάνει σαφή διάκριση μεταξύ πιστώσεων διοικητικής λειτουργίας και επιχειρησιακών.

Άρθρο 31

Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει:

1)

όσον αφορά τα έσοδα:

α)

τις προβλέψεις εσόδων της Eurojust για το εκάστοτε οικονομικό έτος·

β)

τα προβλεφθέντα έσοδα του προηγούμενου οικονομικού έτους και τα έσοδα του οικονομικού έτους n – 2·

γ)

τις σχετικές παρατηρήσεις για κάθε γραμμή εσόδων.

2)

όσον αφορά τις δαπάνες:

α)

τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών για το εκάστοτε οικονομικό έτος·

β)

τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών για το προηγούμενο οικονομικό έτος, καθώς και τις δαπάνες που ανελήφθησαν και κατεβλήθησαν κατά το οικονομικό έτος n – 2·

γ)

ανακεφαλαιωτική κατάσταση των χρονοδιαγραμμάτων των πληρωμών οι οποίες θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια των μεταγενέστερων οικονομικών ετών βάσει δημοσιονομικών δεσμεύσεων που ανελήφθησαν κατά τη διάρκεια προγενέστερων οικονομικών ετών·

δ)

τις σχετικές παρατηρήσεις για κάθε υποδιαίρεση.

Άρθρο 32

1.   Στον πίνακα προσωπικού του άρθρου 27 αναγράφεται, δίπλα στον αριθμό των εγκεκριμένων θέσεων για το εκάστοτε οικονομικό έτος, ο αριθμός των εγκεκριμένων θέσεων για το προηγούμενο οικονομικό έτος, καθώς και ο αριθμός των θέσεων εργασίας που πράγματι έχουν πληρωθεί.

Ο πίνακας προσωπικού θέτει για την Eurojust υποχρεωτικό όριο. Κανένας διορισμός δεν μπορεί να γίνει πέρα από το όριο αυτό. Ωστόσο, το Συλλογικό Όργανο μπορεί να προβεί σε τροποποιήσεις του πίνακα προσωπικού, και τούτο έως το 10 % των εγκεκριμένων θέσεων, εκτός σε ό,τι αφορά τους βαθμούς A*16, A*15, A*14 και A*13, υπό τους ακόλουθους δύο όρους:

α)

να μη διατεθούν οι πιστώσεις του αντίστοιχου προσωπικού σε ένα πλήρες οικονομικό έτος και

β)

να τηρηθεί το όριο του συνολικού αριθμού των εγκεκριμένων θέσεων ανά πίνακα προσωπικού.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, οι περιπτώσεις άσκησης δραστηριότητας κατά μερική απασχόληση που έχουν εγκριθεί από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, μπορούν να συμψηφίζονται.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 33

Καθήκοντα διατάκτη ασκεί ο διοικητικός διευθυντής. Εκτελεί τον προϋπολογισμό κατά τα έσοδα και τις δαπάνες, σύμφωνα με τις δημοσιονομικές κανονιστικές διατάξεις της Eurojust, με δική του ευθύνη και εντός του ορίου των διαθέσιμων πιστώσεων.

Άρθρο 34

1.   Ο διοικητικός διευθυντής μπορεί να μεταβιβάζει τις εξουσίες του ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού σε υπαλλήλους της Eurojust που υπάγονται στον «Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης» υπό τους όρους που καθορίζονται από τις δημοσιονομικές κανονιστικές διατάξεις της Eurojust. Οι εντολοδόχοι μπορούν να ενεργούν μόνο εντός των ορίων των εξουσιών που τους έχουν ανατεθεί ρητά.

2.   Ο εντολοδόχος μπορεί να μεταβιβάσει περαιτέρω τις εξουσίες που του έχουν ανατεθεί υπό τους όρους που καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust. Κάθε πράξη δευτερεύουσας μεταβίβασης απαιτεί τη ρητή συγκατάθεση του διοικητικού διευθυντή.

Άρθρο 35

1.   Απαγορεύεται σε κάθε δημοσιονομικό παράγοντα, κατά την έννοια του κεφαλαίου 2 του παρόντος τίτλου, να εκδίδει οποιαδήποτε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού μέσω της οποίας θα μπορούσε να προκύψει σύγκρουση μεταξύ των ιδίων του συμφερόντων και εκείνων της Eurojust. Εάν προκύψει τέτοια περίπτωση, ο εν λόγω παράγοντας υποχρεούται να απόσχει και να αναφέρει το γεγονός στην αρμόδια αρχή.

2.   Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν η αμερόληπτη και αντικειμενική άσκηση των καθηκόντων ενός παράγοντα της εκτέλεσης του προϋπολογισμού ή ενός εσωτερικού ελεγκτή επηρεάζεται από λόγους οικογενειακούς, συναισθηματικούς, πολιτικής ή εθνικής συνάφειας, οικονομικού συμφέροντος, ή από κάθε άλλο λόγο κοινωνίας συμφέροντος με τον δικαιούχο.

3.   Η αρμόδια αρχή της παραγράφου 1 είναι ιεραρχικά ανώτερη του εμπλεκόμενου υπαλλήλου. Εάν πρόκειται για τον διοικητικό διευθυντή, αρμόδια αρχή είναι το Συλλογικό Όργανο.

Άρθρο 36

1.   Ο προϋπολογισμός εκτελείται από τον διοικητικό διευθυντή, μέσω των υπηρεσιών των οποίων προΐσταται.

2.   Ενόσω τούτο αποβαίνει απαραίτητο, καθήκοντα που είναι δυνατόν να ανατίθενται μέσω συμβάσεων σε εξωτερικούς φορείς ή οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου είναι τα καθήκοντα τεχνικής πραγματογνωμοσύνης και τα διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή δευτερεύοντα καθήκοντα που δεν εμπεριέχουν ούτε άσκηση δημόσιας εξουσίας ούτε άσκηση διακριτικής ευχέρειας εκτίμησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Δημοσιονομικοί παράγοντες

Τμήμα 1 —   Η αρχή του διαχωρισμού καθηκόντων

Άρθρο 37

Τα καθήκοντα του διατάκτη και του υπόλογου διαχωρίζονται και είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους.

Τμήμα 2 —   Ο διατάκτης

Άρθρο 38

1.   Ο διατάκτης αναλαμβάνει τη διαχείριση των εσόδων και των δαπανών σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, καθώς και τη διασφάλιση της νομιμότητας και την κανονικότητάς τους.

2.   Για τη διαχείριση των δαπανών, ο διατάκτης προβαίνει σε δημοσιονομικές δεσμεύσεις και σε νομικές δεσμεύσεις, στην εκκαθάριση των δαπανών και στην έκδοση των ενταλμάτων πληρωμής, καθώς και στις προκαταρκτικές πράξεις που είναι αναγκαίες για τη διαχείριση των πιστώσεων.

3.   Η διαχείριση των εσόδων περιλαμβάνει την κατάρτιση των προβλέψεων απαιτήσεων, τη βεβαίωση των δικαιωμάτων είσπραξης και την έκδοση των ενταλμάτων είσπραξης. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, περιλαμβάνει και την παραίτηση από απαιτήσεις ήδη βεβαιωθείσες.

4.   Ο διατάκτης ακολουθεί τους κατ’ ελάχιστον κανόνες που ορίζονται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust. Αυτοί οι κατ’ ελάχιστον κανόνες καταρτίζονται με βάση τα πρότυπα που θεσπίζει η Επιτροπή για τις δικές της υπηρεσίες και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με το διαχειριστικό περιβάλλον και με τη φύση των χρηματοδοτούμενων ενεργειών, την οργανωτική δομή καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που ενδείκνυνται για την άσκηση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανόμενων, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των εκ των υστέρων ελέγχων.

Πιο συγκεκριμένα, ο διατάκτης δημιουργεί στους κόλπους των υπηρεσιών του μια υπηρεσία πραγματογνωμοσύνης και παροχής συμβουλών, με σκοπό τη συμβολή στην αντιμετώπιση των κινδύνων που ενυπάρχουν στις δραστηριότητες των υπηρεσιών αυτών.

5.   Πριν από την έγκριση μιας πράξης, οι επιχειρησιακές και οικονομικές πλευρές της ελέγχονται από υπαλλήλους άλλους από εκείνον που έχει κινήσει τη σχετική διαδικασία. Η έναρξη και ο εκ των προτέρων και εκ των υστέρων έλεγχος μιας πράξης αποτελούν διακριτά καθήκοντα.

6.   Ο διατάκτης φυλάσσει τα δικαιολογητικά που αναφέρονται σε εκτελεσθείσα πράξη επί πέντε έτη από την ημερομηνία της απόφασης απαλλαγής ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 39

1.   Ως έναρξη μιας πράξης του άρθρου 38 παράγραφος 5 πρέπει να νοείται το σύνολο των προπαρασκευαστικών εργασιών πριν από την έκδοση των πράξεων εκτέλεσης του προϋπολογισμού από τους αρμόδιους διατάκτες των άρθρων 33 και 34.

2.   Ως εκ των προτέρων έλεγχος μιας πράξης κατά την έννοια του άρθρου 38 παράγραφος 5 πρέπει να νοείται το σύνολο των εκ των προτέρων ελέγχων που διοργανώνονται από τον αρμόδιο διατάκτη με σκοπό την επαλήθευση των επιχειρησιακών και οικονομικών πλευρών της πράξης.

3.   Κάθε πράξη αποτελεί το αντικείμενο τουλάχιστον μιας εκ των προτέρων επαλήθευσης. Η επαλήθευση αυτή αποσκοπεί ιδίως στη διαπίστωση:

α)

της κανονικότητας και του σύμμορφου της δαπάνης προς τις ισχύουσες διατάξεις·

β)

της εφαρμογής των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 25.

4.   Οι εκ των υστέρων επαληθεύσεις βάσει παραστατικών και, εφόσον απαιτείται, επιτόπου αποσκοπούν στην επαλήθευση της ορθής εκτέλεσης των πράξεων που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό, ιδίως δε της τήρησης των κριτηρίων της παραγράφου 3. Οι επαληθεύσεις αυτές μπορούν να διεξάγονται δειγματοληπτικά, βάσει ανάλυσης των κινδύνων.

5.   Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό που αναλαμβάνουν επαληθεύσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 4 είναι διαφορετικοί από εκείνους που ασκούν τα καθήκοντα της παραγράφου 1, δεν υπάγονται δε ιεραρχικά σε αυτούς.

6.   Κάθε υπάλληλος υπεύθυνος για τον έλεγχο της διαχείρισης των δημοσιονομικών πράξεων οφείλει να διαθέτει τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα. Ακολουθεί δε ειδικό κώδικα επαγγελματικών προτύπων, τον οποίο θεσπίζει η Eurojust και ο οποίος βασίζεται στα πρότυπα που θεσπίζει η Επιτροπή για τις δικές της υπηρεσίες.

Άρθρο 40

1.   Ο διατάκτης αναφέρει στο Συλλογικό Όργανο ως προς την άσκηση των καθηκόντων του, μέσω μιας ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων (εφεξής «η έκθεση του διατάκτη»), η οποία συνοδεύεται από τα χρηματοοικονομικά στοιχεία της διαχείρισης. Η εν λόγω έκθεση εμφαίνει τα αποτελέσματα των πράξεών του σε σύγκριση με τους στόχους που του έχουν τεθεί για πράξεις που δεν σχετίζονται με υποθέσεις, τους κινδύνους που συνδέονται με τις πράξεις αυτές, τη χρησιμοποίηση των πόρων που έχει στη διάθεσή του και τη λειτουργία του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Ο εσωτερικός ελεγκτής κατά την έννοια του άρθρου 71 λαμβάνει γνώση της ως άνω ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων καθώς και των λοιπών προβλεπόμενων πληροφοριακών στοιχείων.

2.   Κάθε έτος, και το αργότερο στις 15 Ιουνίου, το Συλλογικό Όργανο διαβιβάζει προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή και το Ελεγκτικό Συνέδριο ανάλυση και αξιολόγηση της έκθεσης του διατάκτη για το διαρρεύσαν οικονομικό έτος. Η ανάλυση και αξιολόγηση αυτή εντάσσεται στην ετήσια έκθεση της Eurojust, βάσει των διατάξεων των συστατικών της πράξεων.

Άρθρο 41

Οποιοσδήποτε υπάλληλος εμπλεκόμενος στη δημοσιονομική διαχείριση και στον έλεγχο των πράξεων θεωρήσει ότι μια απόφαση την οποία η προϊσταμένη του αρχή του επιβάλλει να εφαρμόσει ή να αποδεχθεί είναι παράτυπη ή αντίθετη προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή τους επαγγελματικούς κανόνες που οφείλει να τηρεί, το επισημαίνει εγγράφως στον διοικητικό διευθυντή και, σε περίπτωση αδράνειας του τελευταίου εντός ευλόγου χρόνου, στην αρχή του άρθρου 47 παράγραφος 4, καθώς και στο Συλλογικό Όργανο. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξει τα συμφέροντα της Κοινότητας, ενημερώνει τις αρχές και τις υπηρεσίες που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία.

Άρθρο 42

Σε περίπτωση που πραγματοποιείται κύρια ή δευτερεύουσα μεταβίβαση εξουσιών εκτέλεσης του προϋπολογισμού σύμφωνα με το άρθρο 34, το άρθρο 38 παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στους διατάκτες της κύριας και της δευτερεύουσας μεταβίβασης.

Τμήμα 3 —   Ο υπόλογος

Άρθρο 43

1.   Το Συλλογικό Όργανο διορίζει υπόλογο, ο οποίος υπάγεται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και αναλαμβάνει, εντός της Eurojust:

α)

την ορθή εκτέλεση των πληρωμών και της είσπραξης των εσόδων και των βεβαιωμένων απαιτήσεων·

β)

την προετοιμασία και την παρουσίαση των λογαριασμών σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ·

γ)

την τήρηση της λογιστικής σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ·

δ)

τη θέσπιση, σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ, των λογιστικών κανόνων και μεθόδων καθώς και του λογιστικού σχεδίου, σύμφωνα με τις διατάξεις που θεσπίζονται από τον υπόλογο της Επιτροπής·

ε)

τον καθορισμό και την επικύρωση των λογιστικών συστημάτων, καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, την επικύρωση των συστημάτων που καθορίζονται από τον διατάκτη και προορίζονται για την παροχή ή την αιτιολόγηση των λογιστικών στοιχείων·

στ)

τη διαχείριση του ταμείου.

2.   Ο υπόλογος λαμβάνει από τον διατάκτη, ο οποίος εγγυάται την αξιοπιστία τους, όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την κατάρτιση λογαριασμών που να αποδίδουν πιστά την περιουσιακή κατάσταση της Eurojust και την εκτέλεση του προϋπολογισμού της.

3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 44, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος για τη διαχείριση χρημάτων και αξιών. Είναι δε υπεύθυνος για τη διαφύλαξή τους.

4.   Ο υπόλογος, εάν τούτο αποβαίνει αναγκαίο για την άσκηση των καθηκόντων του, μπορεί να μεταβιβάζει ορισμένα από τα καθήκοντά του σε υπαλλήλους υπαγόμενους στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και για τους οποίους είναι ιεραρχικά υπεύθυνος. Ο υπόλογος ενημερώνει τον διατάκτη εκ των προτέρων, σε περίπτωση που πρόκειται να λάβει αυτά τα μέτρα.

5.   Η πράξη μεταβίβασης καθορίζει τα καθήκοντα, δικαιώματα και υποχρεώσεις που μεταβιβάζονται στους εντολοδόχους.

Τμήμα 4 —   Ο υπόλογος πάγιων προκαταβολών

Άρθρο 44

Εάν τούτο αποβαίνει αναγκαίο για την πληρωμή δαπανών μικρού ύψους και για την είσπραξη λοιπών εσόδων, κατά το άρθρο 5, είναι δυνατόν να συσταθούν πάγιες προκαταβολές, οι οποίες τροφοδοτούνται από τον υπόλογο και τελούν υπό την ευθύνη των υπολόγων παγίων προκαταβολών που ορίζονται από τον υπόλογο αυτόν.

Το μέγιστο ύψος κάθε δαπάνης ή εσόδου που μπορεί να διαχειρισθεί έναντι τρίτων ένας υπόλογος παγίων προκαταβολών δεν μπορεί να υπερβαίνει, για κάθε δαπάνη ή έσοδο, ένα ποσό που καθορίζεται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων

Τμήμα 1 —   Γενικοί κανόνες

Άρθρο 45

1.   Με την επιφύλαξη ενδεχόμενων πειθαρχικών μέτρων, η κύρια ή η δευτερεύουσα μεταβίβαση αρμοδιοτήτων μπορεί να αφαιρεθεί ανά πάσα στιγμή, προσωρινά ή οριστικά, από τους αντίστοιχους διατάκτες, από την αρχή που τους διόρισε.

Ο διατάκτης μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του για μια συγκεκριμένη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.

2.   Με την επιφύλαξη ενδεχόμενων πειθαρχικών μέτρων, ο υπόλογος μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακληθεί από τα καθήκοντά του, προσωρινά ή οριστικά, από το Συλλογικό Όργανο.

Το Συλλογικό Όργανο διορίζει τότε προσωρινό υπόλογο.

3.   Με την επιφύλαξη ενδεχόμενων πειθαρχικών μέτρων, οι υπόλογοι παγίων προκαταβολών μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανακληθούν από τα καθήκοντά τους, προσωρινά ή οριστικά, από τον υπόλογο.

Άρθρο 46

1.   Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν προδικάζουν την ποινική ευθύνη που είναι δυνατόν να υπέχουν οι δημοσιονομικοί παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 45, υπό τους όρους που προβλέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο και από τις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων και σχετικά με την καταπολέμηση των περιπτώσεων διαφθοράς στις οποίες ενέχονται υπάλληλοι των Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.

2.   Κάθε διατάκτης, υπόλογος ή υπόλογος παγίων προκαταβολών υπέχει πειθαρχική ευθύνη και ευθύνη προς χρηματική αποζημίωση υπό τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 47, 48 και 49. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξει τα συμφέροντα της Κοινότητας, επιλαμβάνονται οι αρχές που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία.

Τμήμα 2 —   Κανόνες που εφαρμόζονται για τον διατάκτη και για τους διατάκτες κύριας και δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων

Άρθρο 47

1.   Ο διατάκτης υπέχει ευθύνη προς χρηματική αποζημίωση υπό τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης. Έτσι, είναι δυνατόν να κληθεί να αποκαταστήσει εξ ολοκλήρου τη ζημία που έχουν υποστεί οι Ευρωπαϊκές Κοινότητες λόγω σοβαρών προσωπικών παραπτωμάτων που τυχόν έχει διαπράξει κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία των καθηκόντων του, ιδίως δε κατά τη βεβαίωση δικαιωμάτων είσπραξης ή κατά την έκδοση ενταλμάτων είσπραξης, κατά την ανάληψη δαπάνης ή την υπογραφή εντάλματος πληρωμής, χωρίς να συμμορφωθεί προς τον παρόντα δημοσιονομικό κανονισμό και τους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust.

Το ίδιο ισχύει και οσάκις με το σοβαρό προσωπικό του παράπτωμα αμελεί να συντάξει πράξη απαίτησης, ή αμελεί ή καθυστερεί, χωρίς αιτιολόγηση, την έκδοση εντάλματος πληρωμής, με ενδεχόμενο αποτέλεσμα την αστική ευθύνη του κοινοτικού οργανισμού έναντι τρίτων.

2.   Όταν διατάκτης κύριας ή δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων θεωρεί ότι μια απόφαση που εμπίπτει στις αρμοδιότητές του εμπεριέχει παρατυπίες ή αντιβαίνει προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, οφείλει να το επισημάνει εγγράφως στην εξουσιοδοτούσα αρχή. Αν η εξουσιοδοτούσα αρχή δώσει εγγράφως στον διατάκτη κύριας ή δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων αιτιολογημένη εντολή εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης, ο εντολοδόχος αυτός διατάκτης, ο οποίος οφείλει να εκτελέσει την απόφαση, απαλλάσσεται από την ευθύνη του.

3.   Σε περίπτωση μεταβίβασης αρμοδιοτήτων, ο διατάκτης παραμένει υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων συστημάτων διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου, καθώς και για την επιλογή του διατάκτη προς τον οποίο η μεταβίβαση.

4.   Η αρχή που έχει συσταθεί από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, με σκοπό τον εντοπισμό των οικονομικών παρατυπιών και των ενδεχόμενων συνεπειών τους, μπορεί να ασκήσει έναντι της Eurojust τις ίδιες αρμοδιότητες με εκείνες που της έχουν ανατεθεί έναντι των υπηρεσιών της Επιτροπής, εφόσον το Συλλογικό Όργανο το αποφασίσει.

Εάν δεν εκδοθεί τέτοια απόφαση, το Συλλογικό Όργανο συγκροτεί αρχή εξειδικευμένη στον τομέα αυτόν και ανεξάρτητη κατά τη λειτουργία της.

Βάσει της γνώμης που διατυπώνει η ως άνω αρχή, ο διοικητικός διευθυντής αποφασίζει να κινήσει τη διαδικασία προς καταλογισμό πειθαρχικής ευθύνης ή ευθύνης προς χρηματική αποζημίωση. Αν η αρχή αυτή ανακαλύψει συστημικά προβλήματα, διαβιβάζει στον διατάκτη και στον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής έκθεση συνοδευόμενη από συστάσεις. Εάν η γνώμη της αρχής αυτής εμπλέκει τον διοικητικό διευθυντή, η αρχή τη διαβιβάζει στο Συλλογικό Όργανο και στον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής.

5.   Κάθε υπάλληλος μπορεί να υποχρεωθεί σε αποκατάσταση, εν όλω ή εν μέρει, της ζημίας που υπέστη η Eurojust λόγω προσωπικών του σοβαρών παραπτωμάτων τα οποία τυχόν διέπραξε κατά την άσκηση ή με την ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων του σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.

Η σχετική αιτιολογημένη απόφαση λαμβάνεται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, αφού ολοκληρωθούν οι διατυπώσεις που προβλέπονται για τα πειθαρχικά ζητήματα στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.

Τμήμα 3 —   Κανόνες που εφαρμόζονται για τους υπολόγους και τους υπολόγους παγίων προκαταβολών

Άρθρο 48

Τα ακόλουθα περιστατικά συνιστούν, ιδίως, παράπτωμα που μπορεί να συνεπάγεται, υπό τους όρους του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, πειθαρχική ευθύνη ή ευθύνη προς χρηματική αποζημίωση υπολόγου:

α)

απώλεια ή φθορά χρημάτων, αξιών ή εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη, ή πρόκληση απώλειας ή φθοράς λόγω αμελείας του·

β)

τροποποίηση τραπεζικών λογαριασμών ή τρεχούμενων ταχυδρομικών λογαριασμών χωρίς να προηγηθεί ενημέρωση του διατάκτη·

γ)

διενέργεια εισπράξεων ή πληρωμών που δεν είναι σύμφωνες με τα αντίστοιχα εντάλματα είσπραξης ή πληρωμής·

δ)

παράλειψη είσπραξης των οφειλόμενων εσόδων.

Άρθρο 49

Τα ακόλουθα περιστατικά συνιστούν, ιδίως, παράπτωμα που μπορεί να συνεπάγεται, υπό τους όρους του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, πειθαρχική ευθύνη ή ευθύνη προς χρηματική αποζημίωση υπολόγου παγίων προκαταβολών:

α)

απώλεια ή φθορά χρημάτων, αξιών ή εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη, ή πρόκληση απώλειας ή φθοράς λόγω αμελείας του·

β)

αδυναμία αιτιολόγησης με κανονικά παραστατικά των πληρωμών που πραγματοποιεί·

γ)

διενέργεια πληρωμών σε άλλους πέραν των δικαιούχων·

δ)

παράλειψη είσπραξης των οφειλόμενων εσόδων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Πράξεις εσόδων

Τμήμα 1 —   Γενικές διατάξεις

Άρθρο 50

Η Eurojust υποβάλλει στην Επιτροπή, υπό όρους και με περιοδικότητα που έχουν συμφωνηθεί με αυτήν, αιτήσεις πληρωμής ολόκληρης ή μέρους της κοινοτικής επιχορήγησης, βάσει ταμειακής πρόβλεψης.

Άρθρο 51

Τα ποσά που καταβάλλονται στην Eurojust από την Επιτροπή στο πλαίσιο της επιχορήγησης φέρουν τόκους υπέρ του γενικού προϋπολογισμού.

Τμήμα 2 —   Πρόβλεψη απαίτησης

Άρθρο 52

Κάθε μέτρο ή κατάσταση που είναι σε θέση να δημιουργήσει ή να μεταβάλει μιαν απαίτηση της Eurojust αποτελεί εκ των προτέρων το αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης εκ μέρους του αρμόδιου διατάκτη.

Τμήμα 3 —   Βεβαίωση απαίτησης

Άρθρο 53

1.   Βεβαίωση μιας απαίτησης είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης ή ο εντολοδόχος αυτού:

α)

επαληθεύει την ύπαρξη των οφειλών του οφειλέτη·

β)

προσδιορίζει ή επαληθεύει την υπόσταση και το ύψος της οφειλής·

γ)

επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους η οφειλή καθίσταται απαιτητή.

2.   Κάθε απαίτηση που προσδιορίζεται ως βεβαία, εκκαθαρισμένη και απαιτητή πρέπει να βεβαιώνεται με ένταλμα είσπραξης προς τον υπόλογο, το οποίο συνοδεύεται από χρεωστικό σημείωμα προς τον οφειλέτη. Τα δύο αυτά έγγραφα συντάσσονται και αποστέλλονται από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.   Με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων κανονιστικών και συμβατικών διατάξεων, κάθε απαίτηση μη επιστραφείσα έως την καταληκτική ημερομηνία που καθορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα φέρει τόκους σύμφωνα με τους κανόνες εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

4.   Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ορισμένα τρέχοντα έσοδα μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο προσωρινών βεβαιώσεων.

Μια προσωρινή βεβαίωση καλύπτει περισσότερες της μιας μεμονωμένες εισπράξεις, οπότε αυτές δεν χρειάζεται να αποτελέσουν το αντικείμενο μεμονωμένης βεβαίωσης.

Πριν από τη λήξη του οικονομικού έτους, ο διατάκτης οφείλει να πραγματοποιεί τις αναγκαίες τροποποιήσεις των προσωρινών προβλέψεων, έτσι ώστε αυτές να αντιστοιχούν πλήρως στις απαιτήσεις που έχουν πράγματι βεβαιωθεί.

Τμήμα 4 —   Εντολή είσπραξης

Άρθρο 54

Εντολή είσπραξης είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης παραγγέλλει στον υπόλογο, με την έκδοση εντάλματος είσπραξης, να εισπράξει απαίτηση την οποία έχει βεβαιώσει.

Τμήμα 5 —   Είσπραξη

Άρθρο 55

1.   Τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά επιστρέφονται.

2.   Ο υπόλογος αναλαμβάνει την εκτέλεση των ενταλμάτων είσπραξης των απαιτήσεων που έχουν εκδοθεί κατά τα δέοντα από τον αρμόδιο διατάκτη. Οφείλει δε να επιδεικνύει επιμέλεια, με σκοπό την εξασφάλιση της είσπραξης των εσόδων της Eurojust, και να φροντίζει για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων της.

3.   Οσάκις ο αρμόδιος διατάκτης πρόκειται να παραιτηθεί από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης, βεβαιώνεται ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Η παραίτηση από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης επέρχεται με απόφαση του διατάκτη, η οποία πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ο διατάκτης δεν μπορεί να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα της απόφασης αυτής.

Η απόφαση παραίτησης αναφέρει τις προσπάθειες που κατεβλήθησαν για την είσπραξη και τα νομικά και πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίζεται.

4.   Ο αρμόδιος διατάκτης ακυρώνει βεβαιωθείσα απαίτηση οσάκις η ανακάλυψη πραγματικού ή νομικού σφάλματος καταδεικνύει ότι η απαίτηση δεν έχει βεβαιωθεί ορθά. Η ακύρωση αυτή επέρχεται με απόφαση του αρμόδιου διατάκτη, η οποία πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη.

5.   Ο αρμόδιος διατάκτης προσαρμόζει προς τα άνω ή προς τα κάτω το ποσό βεβαιωθείσας απαίτησης οσάκις η ανακάλυψη πραγματολογικού σφάλματος συνεπάγεται την τροποποίηση του ποσού της απαίτησης, υπό την προϋπόθεση ότι η τροποποίηση αυτή δεν συνεπάγεται την εγκατάλειψη του δικαιώματος που έχει βεβαιωθεί υπέρ της Eurojust. Η αναπροσαρμογή αυτή πραγματοποιείται με απόφαση του διατάκτη, η οποία πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη.

Άρθρο 56

1.   Η πραγματική είσπραξη από τον υπόλογο οδηγεί στην πραγματοποίηση, από μέρους του υπόλογου, εγγραφής στους λογαριασμούς και στην ενημέρωση του αρμόδιου διατάκτη.

2.   Για κάθε πληρωμή σε χρήμα στο ταμείο του υπολόγου εκδίδεται απόδειξη.

Άρθρο 57

1.   Αν κατά την καταληκτική ημερομηνία που προβλέπεται στο χρεωστικό σημείωμα δεν έγινε πράγματι η είσπραξη, ο υπόλογος ενημερώνει σχετικά τον αρμόδιο διατάκτη και κινεί αμέσως τη διαδικασία ανάκτησης με κάθε νόμιμο μέσο, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον συντρέχει περίπτωση, της είσπραξης με συμψηφισμό και, αν αυτό δεν είναι δυνατό, με αναγκαστική εκτέλεση.

2.   Ο υπόλογος προβαίνει στην είσπραξη με συμψηφισμό, και μέχρι του ποσού των απαιτήσεων της Eurojust έναντι κάθε οφειλέτη ο οποίος κατέχει ο ίδιος απαίτηση βεβαία, εκκαθαρισμένη και απαιτητή έναντι της Eurojust, υπό την προϋπόθεση ότι ο συμψηφισμός είναι νομικά εφικτός.

Άρθρο 58

Συμπληρωματική προθεσμία για την πληρωμή μπορεί να χορηγηθεί από τον υπόλογο, σε συνεννόηση με τον αρμόδιο διατάκτη, μόνο μετά από έγγραφη και δεόντως αιτιολογημένη αίτηση του οφειλέτη, και υπό τους ακόλουθους δύο όρους:

α)

ο οφειλέτης δεσμεύεται να καταβάλει τόκους με το επιτόκιο που προβλέπεται στους κανόνες εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, για όλη την περίοδο της χορηγηθείσας προθεσμίας μετά την αρχική καταληκτική ημερομηνία·

β)

συνιστά, με σκοπό να προστατευθούν τα δικαιώματα της Eurojust, χρηματική εγγύηση που καλύπτει την οφειλή τόσο ως προς το κεφάλαιο όσο και ως προς τους τόκους.

Τμήμα 6 —   Ειδική διάταξη που εφαρμόζεται για τους φόρους και τα τέλη

Άρθρο 59

Ενόσω φόροι ή τέλη προβλεπόμενα στο άρθρο 5 στοιχείο α) εισπράττονται από την Eurojust, αυτά αποτελούν, στην αρχή κάθε οικονομικού έτους, το αντικείμενο προσωρινής συνολικής εκτίμησης. Η βεβαίωση των απαιτήσεων και η είσπραξη θα πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 53 έως 58.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Πράξεις δαπανών

Άρθρο 60

1.   Κάθε δαπάνη αποτελεί αντικείμενο ανάληψης, εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής.

2.   Κάθε ανάληψη δαπάνης πρέπει να έπεται απόφασης χρηματοδότησης. Αυτό δεν ισχύει για εργασίες που σχετίζονται με υποθέσεις.

3.   Το πρόγραμμα εργασίας της Eurojust ενέχει θέση απόφασης χρηματοδότησης για τις δραστηριότητες που καλύπτει, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές είναι σαφώς προσδιορισμένες και τα σχετικά κριτήρια επακριβώς καθορισμένα.

4.   Η διαχείριση των πιστώσεων διοικητικής λειτουργίας μπορεί να γίνει χωρίς να προηγηθεί απόφαση χρηματοδότησης.

Τμήμα 1 —   Ανάληψη δαπάνης

Άρθρο 61

1.   Δημοσιονομική δέσμευση είναι η πράξη κράτησης των πιστώσεων που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση μεταγενέστερων πληρωμών προς εκπλήρωση νομικής δέσμευσης.

2.   Νομική δέσμευση είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης δημιουργεί ή βεβαιώνει υποχρέωση από την οποία προκύπτει δαπάνη βαρύνουσα τον προϋπολογισμό.

3.   Η δημοσιονομική δέσμευση είναι μεμονωμένη εφόσον ο δικαιούχος και το ποσό της δαπάνης έχουν προσδιορισθεί.

4.   Η δημοσιονομική δέσμευση είναι συνολική εφόσον τουλάχιστον ένα από τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για το χαρακτηρισμό της μεμονωμένης δέσμευσης δεν έχει προσδιορισθεί.

5.   Η δημοσιονομική δέσμευση είναι προσωρινή εφόσον προορίζεται να καλύψει τρέχουσες δαπάνες διοικητικής φύσης των οποίων είτε το ύψος είτε οι τελικοί δικαιούχοι δεν έχουν προσδιορισθεί οριστικά.

Η προσωρινή δημοσιονομική δέσμευση υλοποιείται είτε με τη σύναψη μιας ή περισσότερων μεμονωμένων νομικών δεσμεύσεων, που γεννούν το δικαίωμα για μεταγενέστερες πληρωμές, είτε, σε ορισμένες έκτακτες περιπτώσεις που συνδέονται με τις δαπάνες διαχείρισης του προσωπικού, απευθείας με πληρωμές.

Άρθρο 62

1.   Για κάθε μέτρο που είναι δυνατόν να προκαλέσει δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού, ο αρμόδιος διατάκτης οφείλει να προβαίνει εκ των προτέρων σε δημοσιονομική δέσμευση, πριν αναλάβει νομική δέσμευση έναντι τρίτων.

2.   Οι μεμονωμένες νομικές δεσμεύσεις που αναφέρονται σε δημοσιονομικές δεσμεύσεις μεμονωμένες ή προσωρινές αναλαμβάνονται το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου του έτους n.

Κατά την εκπνοή της περιόδου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, το υπόλοιπο που δεν έχει καλυφθεί από αυτές τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις αποδεσμεύεται από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.   Οι νομικές δεσμεύσεις για ενέργειες των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη καθώς και οι αντίστοιχες δημοσιονομικές δεσμεύσεις περιλαμβάνουν, εκτός εάν πρόκειται για δαπάνες προσωπικού, καταληκτική ημερομηνία εκτέλεσης, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Τα τμήματα αυτών των δεσμεύσεων που δεν έχουν υλοποιηθεί έξι μήνες μετά την ως άνω καταληκτική ημερομηνία εκτέλεσης αποτελούν το αντικείμενο αποδέσμευσης σύμφωνα με το άρθρο 11.

Άρθρο 63

Κατά την έγκριση μιας δημοσιονομικής δέσμευσης, ο αρμόδιος διατάκτης βεβαιώνεται για:

α)

την ακρίβεια του καταλογισμού στον προϋπολογισμό·

β)

τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων·

γ)

το σύμμορφο της δαπάνης με τις δημοσιονομικές κανονιστικές διατάξεις της Eurojust·

δ)

την τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Τμήμα 2 —   Εκκαθάριση δαπάνης

Άρθρο 64

Εκκαθάριση μιας δαπάνης είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης:

α)

επαληθεύει την ύπαρξη των δικαιωμάτων είσπραξης του πιστωτή·

β)

επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους η απαίτηση καθίσταται απαιτητή·

γ)

προσδιορίζει ή επαληθεύει την υπόσταση και το ποσό της απαίτησης.

Άρθρο 65

1.   Κάθε εκκαθάριση δαπάνης βασίζεται σε δικαιολογητικά έγγραφα τα οποία πιστοποιούν τα δικαιώματα είσπραξης του πιστωτή βάσει βεβαίωσης των πράγματι παρασχεθεισών υπηρεσιών, παραδοθεισών προμηθειών ή εκτελεσθέντων έργων, ή βάσει άλλων εγγράφων που να δικαιολογούν την πληρωμή.

2.   Η απόφαση εκκαθάρισης υλοποιείται με την υπογραφή ενός γραμματίου είσπραξης από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.   Στα πλαίσια μη μηχανογραφικού συστήματος, το γραμμάτιο είσπραξης εκδίδεται με σφραγίδα και υπογραφή του αρμόδιου διατάκτη. Σε μηχανογραφικό σύστημα, το γραμμάτιο είσπραξης εκδίδεται με επικύρωση, καλυπτόμενη από κωδικό πρόσβασης, εκ μέρους του αρμόδιου διατάκτη.

Τμήμα 3 —   Εντολή πληρωμής δαπάνης

Άρθρο 66

1.   Εντολή πληρωμής δαπάνης είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης παραγγέλλει στον υπόλογο, μέσω της έκδοσης εντάλματος πληρωμής, να πληρώσει το ποσό μιας δαπάνης την οποία έχει εκκαθαρίσει.

2.   Στο ένταλμα πληρωμής τίθεται ημερομηνία και υπογραφή από τον αρμόδιο διατάκτη, στη συνέχεια δε διαβιβάζεται στον υπόλογο. Τα δικαιολογητικά έγγραφα φυλάσσονται από τον αρμόδιο διατάκτη σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 6.

3.   Εφόσον συντρέχει περίπτωση, το ένταλμα πληρωμής που διαβιβάζεται στον υπόλογο συνοδεύεται από βεβαίωση που πιστοποιεί την εγγραφή των αγαθών στα βιβλία απογραφής που αναφέρονται στο άρθρο 90 παράγραφος 1.

Τμήμα 4 —   Πληρωμή δαπάνης

Άρθρο 67

1.   Η πληρωμή πρέπει να βασίζεται στην απόδειξη ότι η αντίστοιχη ενέργεια υλοποιήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της βασικής πράξης, κατά την έννοια του άρθρου 49 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού και της σύμβασης ή της συμφωνίας επιχορήγησης, καλύπτει δε μία από τις ακόλουθες πράξεις:

α)

πληρωμή του συνόλου των οφειλόμενων ποσών·

β)

πληρωμή των οφειλόμενων ποσών κατά τους ακόλουθους τρόπους:

i)

προχρηματοδότηση, ενδεχομένως υποδιαιρούμενη σε πλείονες καταβολές,

ii)

μία ή περισσότερες ενδιάμεσες πληρωμές,

iii)

πληρωμή του υπολοίπου των οφειλόμενων ποσών.

Οι προχρηματοδοτήσεις καταλογίζονται, εν όλω ή εν μέρει, στις ενδιάμεσες πληρωμές.

Όλες οι προχρηματοδοτήσεις και οι ενδιάμεσες πληρωμές καταλογίζονται στην πληρωμή των υπολοίπων.

2.   Η λογιστική διαχωρίζει, κατά το χρόνο της εκτέλεσής τους, τα διάφορα είδη πληρωμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 68

Η πληρωμή των δαπανών πραγματοποιείται από τον υπόλογο, εντός του ορίου των διαθέσιμων πιστώσεων.

Τμήμα 5 —   Προθεσμίες των πράξεων δαπανών

Άρθρο 69

Οι πράξεις εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής των δαπανών πρέπει να εκτελούνται εντός των προθεσμιών και σύμφωνα με τους κανόνες εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Μηχανογραφικά συστήματα

Άρθρο 70

Σε περίπτωση διαχείρισης των εσόδων και δαπανών με μηχανογραφικά συστήματα, οι υπογραφές μπορούν να τίθενται με μηχανογραφική ή ηλεκτρονική διαδικασία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Ο εσωτερικός ελεγκτής

Άρθρο 71

Η Eurojust διαθέτει θέση εσωτερικού ελεγκτή. Ο εσωτερικός ελεγκτής διορίζεται και ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφοι 2 και 3 της απόφασης για την Eurojust.

Άρθρο 72

1.   Ο εσωτερικός ελεγκτής συμβουλεύει ανεξάρτητα την Eurojust ως προς την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας τη γνώμη του σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Ο εσωτερικός ελεγκτής είναι επιφορτισμένος με:

α)

την εκτίμηση της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης, καθώς και των επιδόσεων των υπηρεσιών κατά την υλοποίηση των προγραμμάτων και των ενεργειών σε συσχετισμό με τους συναφείς κινδύνους και

β)

την εκτίμηση της επάρκειας και της ποιότητας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζονται για κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

2.   Ο εσωτερικός ελεγκτής ασκεί τα καθήκοντά του ως προς όλες τις δραστηριότητες και τις υπηρεσίες της Eurojust. Διαθέτει πλήρη και απεριόριστη πρόσβαση σε κάθε στοιχείο που είναι αναγκαίο για την άσκηση των καθηκόντων του.

3.   Ο εσωτερικός ελεγκτής αναφέρει στο Συλλογικό Όργανο και στον διοικητικό διευθυντή τις διαπιστώσεις και τις συστάσεις του. Αυτοί αναλαμβάνουν τη λήψη των επακόλουθων μέτρων των συστάσεων που προκύπτουν από τους ελέγχους.

4.   Ο εσωτερικός ελεγκτής υποβάλλει στην Eurojust ετήσια έκθεση, στην οποία αναφέρει, μεταξύ άλλων, τον αριθμό και το είδος των διενεργηθέντων εσωτερικών ελέγχων, τις διατυπωθείσες συστάσεις και τη συνέχεια που εδόθη σε αυτές τις συστάσεις. Η εν λόγω ετήσια έκθεση αναφέρει, εξάλλου, και τα συστημικά προβλήματα που εντοπίσθηκαν από την εξειδικευμένη αρχή που έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 66 παράγραφος 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

5.   Η Eurojust διαβιβάζει ετησίως προς την αρμόδια για την απαλλαγή αρχή και προς την Επιτροπή έκθεση η οποία συντάσσεται από τον διοικητικό διευθυντή της και συνοψίζει τον αριθμό και το είδος των εσωτερικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον εσωτερικό ελεγκτή, τις διατυπωθείσες συστάσεις και τη συνέχεια που εδόθη στις συστάσεις αυτές.

6.   Το παρόν άρθρο δεν θα ισχύει για εργασίες και έγγραφα που σχετίζονται με υποθέσεις.

Άρθρο 73

Η ευθύνη του εσωτερικού ελεγκτή κατά την άσκηση των καθηκόντων του προσδιορίζεται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust σύμφωνα με το άρθρο 87 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 74

1.   Όσον αφορά την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, εφαρμόζονται οι προσήκουσες διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού και των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του.

2.   Με την επιφύλαξη των ανωτέρω διατάξεων, η Eurojust έχει το δικαίωμα να υιοθετεί ή να επωφελείται από τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων που εφαρμόζονται από το κράτος που τη φιλοξενεί ή από κοινοτικό οργανισμό ή από διεθνή οργανισμό, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω φορείς εφαρμόζουν, στις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, πρότυπα τα οποία παρέχουν εγγυήσεις ανάλογες με διεθνώς παραδεκτά πρότυπα, ιδίως όσον αφορά τη διαφάνεια, τη μη διακριτική μεταχείριση και την πρόληψη σύγκρουσης συμφερόντων.

3.   Αποκλειστικά ο διοικητικός διευθυντής είναι εξουσιοδοτημένος να αναγνωρίζει κατά πόσο οι εγγυήσεις είναι ανάλογες με τα διεθνώς παραδεκτά πρότυπα.

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ ΧΟΡΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ EUROJUST

Άρθρο 75

Οσάκις η Eurojust χορηγεί επιχορηγήσεις σε δημόσιες αρχές για την εκτέλεση καθηκόντων της Eurojust σύμφωνα με το άρθρο 3 της απόφασης για την Eurojust ή για την εκτέλεση καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 στοιχείο β) της εν λόγω απόφασης, εφαρμόζονται οι σχετικές αρχές του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

ΤΊΤΛΟΣ VII

ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Απόδοση των λογαριασμών

Άρθρο 76

Οι ετήσιοι λογαριασμοί της Eurojust περιλαμβάνουν:

α)

τις δημοσιονομικές καταστάσεις της Eurojust·

β)

τις καταστάσεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Οι λογαριασμοί της Eurojust συνοδεύονται από έκθεση επί της δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους.

Άρθρο 77

Οι λογαριασμοί πρέπει να είναι τακτικοί, ειλικρινείς και πλήρεις, και να παρουσιάζουν πιστή απεικόνιση:

α)

όσον αφορά τις δημοσιονομικές καταστάσεις, των στοιχείων ενεργητικού, παθητικού, των εσόδων και εξόδων, των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που δεν περιλαμβάνονται στο ενεργητικό και στο παθητικό, καθώς και των ταμειακών ροών·

β)

όσον αφορά τις καταστάσεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού, των στοιχείων εκτέλεσης του προϋπολογισμού ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

Άρθρο 78

Οι δημοσιονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των γενικώς παραδεκτών λογιστικών αρχών, οι οποίες αποσαφηνίζονται στους κανόνες εφαρμογής του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού και έχουν ως εξής:

α)

συνέχεια των δραστηριοτήτων·

β)

σύνεση·

γ)

σταθερότητα των λογιστικών μεθόδων·

δ)

συγκρισιμότητα των πληροφοριών·

ε)

ουσιαστικότητα·

στ)

μη συμψηφισμός·

ζ)

υπεροχή της πραγματικότητας έναντι της φαινομενικής κατάστασης·

η)

αυτοτέλεια των χρήσεων.

Άρθρο 79

1.   Σύμφωνα με την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, οι δημοσιονομικές καταστάσεις λαμβάνουν υπόψη τα έσοδα και τα έξοδα που αφορούν το εκάστοτε οικονομικό έτος, ανεξάρτητα από την ημερομηνία πληρωμής ή είσπραξης.

2.   Η αξία των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τους κανόνες αποτίμησης τους καθοριζόμενους από τις λογιστικές μεθόδους που προβλέπονται στο άρθρο 132 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 80

1.   Οι δημοσιονομικές καταστάσεις καταρτίζονται σε εκατ. ευρώ και περιλαμβάνουν:

α)

τον ισολογισμό και το λογαριασμό οικονομικού αποτελέσματος, οι οποίοι παρουσιάζουν την περιουσιακή και χρηματοοικονομική κατάσταση καθώς και το οικονομικό αποτέλεσμα στις 31 Δεκεμβρίου του διαρρεύσαντος έτους. Παρουσιάζονται σύμφωνα με τη διάρθρωση που καθορίζεται στην οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς εταιρειών ορισμένων μορφών, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη την ιδιαίτερη φύση των δραστηριοτήτων της Eurojust·

β)

τον πίνακα ταμειακών ροών, ο οποίος εμφανίζει τις εισπράξεις και τις εκταμιεύσεις του οικονομικού έτους, καθώς και την τελική ταμειακή κατάσταση·

γ)

την κατάσταση μεταβολών των ιδίων κεφαλαίων, η οποία παρουσιάζει λεπτομερώς τις αυξήσεις και τις μειώσεις που σημειώθηκαν κατά το οικονομικό έτος σε καθένα από τα στοιχεία των λογαριασμών κεφαλαίου.

2.   Το παράρτημα των δημοσιονομικών καταστάσεων συμπληρώνει και σχολιάζει τα στοιχεία που παρουσιάζονται στις καταστάσεις τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 1, παρέχει δε κάθε συμπληρωματικό στοιχείο που προβλέπεται από τη διεθνώς παραδεκτή λογιστική πρακτική, εφόσον τα στοιχεία αυτά είναι ενδεδειγμένα για τη γνώση των δραστηριοτήτων της Eurojust.

Άρθρο 81

Οι καταστάσεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού παρουσιάζονται σε εκατ. ευρώ. Περιλαμβάνουν δε:

α)

το λογαριασμό δημοσιονομικού αποτελέσματος, ο οποίος ανακεφαλαιώνει όλες τις δημοσιονομικές πράξεις του οικονομικού έτους ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες. Ο λογαριασμός αυτός ακολουθεί την ίδια διάρθρωση με τη διάρθρωση του προϋπολογισμού·

β)

το παράρτημα του λογαριασμού δημοσιονομικού αποτελέσματος, το οποίο συμπληρώνει και σχολιάζει τα στοιχεία του εν λόγω λογαριασμού.

Άρθρο 82

Το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, ο υπόλογος κοινοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς του, συνοδευόμενους από την έκθεση επί της δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης για αυτό το οικονομικό έτος, στον υπόλογο της Επιτροπής, έτσι ώστε αυτός να μπορέσει να προβεί στη λογιστική ενοποίηση κατά το άρθρο 128 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 83

1.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο διατυπώνει, το αργότερο στις 15 Ιουνίου, τις παρατηρήσεις του επί των προσωρινών λογαριασμών της Eurojust.

2.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των προσωρινών λογαριασμών της Eurojust, ο διοικητικός διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς της Eurojust με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει στο Συλλογικό Όργανο, το οποίο διατυπώνει τη γνώμη του επί των λογαριασμών αυτών.

3.   Το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, ο διοικητικός διευθυντής διαβιβάζει τους ως άνω οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του Συλλογικού Οργάνου, προς τον υπόλογο της Επιτροπής και το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Τα προαναφερθέντα έγγραφα διαβιβάζονται εντός δύο εβδομάδων, όταν οι παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου παραλαμβάνονται μετά την 15η Ιουνίου.

4.   Οι οριστικοί λογαριασμοί της Eurojust δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε.

5.   Το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου, ο διοικητικός διευθυντής αποστέλλει προς το Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση επί των παρατηρήσεων που αυτό διατυπώνει στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσής του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Λογιστική

Τμήμα 1 —   Κοινές διατάξεις

Άρθρο 84

1.   Λογιστική της Eurojust είναι το σύστημα οργάνωσης των δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών πληροφοριακών στοιχείων κατά τρόπο που να επιτρέπει τη συγκέντρωση, ταξινόμηση και καταχώριση των αριθμητικών δεδομένων.

2.   Η λογιστική αποτελείται από τη γενική λογιστική και τη λογιστική του προϋπολογισμού. Αυτές οι δύο μορφές λογιστικής τηρούνται ανά ημερολογιακό έτος, σε ευρώ.

3.   Τα δεδομένα της γενικής λογιστικής και της λογιστικής του προϋπολογισμού εγκρίνονται κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους, με σκοπό την κατάρτιση των λογαριασμών που αναφέρονται στο κεφάλαιο 1.

4.   Οι παράγραφοι 2 και 3 δεν εμποδίζουν την τήρηση, από μέρους του διατάκτη, και αναλυτικής λογιστικής.

Άρθρο 85

Οι λογιστικοί κανόνες και μέθοδοι, καθώς και το εναρμονισμένο λογιστικό σχέδιο προς εφαρμογή από την Eurojust εγκρίνονται από τον υπόλογο της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 133 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Τμήμα 2 —   Γενική λογιστική

Άρθρο 86

Η γενική λογιστική καταγράφει με χρονολογική σειρά, και βάσει της μεθόδου της διπλής λογιστικής, τα συμβάντα και τις πράξεις που επηρεάζουν την οικονομική, χρηματοοικονομική και περιουσιακή κατάσταση της Eurojust.

Άρθρο 87

1.   Οι διάφορες κινήσεις ανά λογαριασμό, καθώς και τα υπόλοιπά τους, εγγράφονται στα λογιστικά βιβλία.

2.   Κάθε λογιστική εγγραφή, συμπεριλαμβανομένων και των λογιστικών διορθώσεων, βασίζεται σε δικαιολογητικά, στα οποία και παραπέμπει.

3.   Το λογιστικό σύστημα πρέπει να επιτρέπει την απεικόνιση όλων των λογιστικών εγγραφών.

Άρθρο 88

Μετά το κλείσιμο του οικονομικού έτους, και έως την ημερομηνία απόδοσης των οριστικών λογαριασμών, ο υπόλογος της Eurojust προβαίνει στις διορθώσεις οι οποίες, χωρίς να συνεπάγονται εκταμίευση ή είσπραξη εις βάρος αυτού του οικονομικού έτους, είναι αναγκαίες για την τακτική, πιστή και ειλικρινή παρουσίαση των λογαριασμών.

Τμήμα 3 —   Λογιστική του προϋπολογισμού

Άρθρο 89

1.   Η λογιστική του προϋπολογισμού επιτρέπει να παρακολουθείται λεπτομερώς η εκτέλεση του προϋπολογισμού.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η λογιστική του προϋπολογισμού καταγράφει όλες τις προβλεπόμενες στον τίτλο IV του παρόντος κανονισμού πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Απογραφή των παγίων στοιχείων ενεργητικού

Άρθρο 90

1.   Η Εurojust τηρεί κατά ποσότητα και κατ’ αξία, σύμφωνα με το υπόδειγμα που εγκρίνεται από τον υπόλογο της Επιτροπής, βιβλία απογραφής όλων των ενσώματων, άυλων και χρηματοοικονομικών παγίων στοιχείων που αποτελούν την περιουσία της Eurojust.

Η Εurojust επαληθεύει τη συμφωνία μεταξύ των εγγραφών των βιβλίων απογραφής και της πραγματικότητας.

2.   Οι πωλήσεις κινητών αποτελούν αντικείμενο κατάλληλης δημοσιοποίησης.

ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εξωτερικός έλεγχος

Άρθρο 91

Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει τους λογαριασμούς της Eurojust σύμφωνα με το άρθρο 248 της συνθήκης ΕΚ.

Άρθρο 92

1.   Η Εurojust κοινοποιεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο τον οριστικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό. Ενημερώνει δε το ταχύτερο δυνατόν το Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με όλες τις αποφάσεις και πράξεις του κατ’ εφαρμογή των άρθρων 10, 14, 19 και 23.

2.   Η Εurojust διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τις δημοσιονομικές κανονιστικές ρυθμίσεις που έχει θεσπίσει.

3.   Ο διορισμός των διατακτών, των εσωτερικών ελεγκτών, των υπολόγων και των υπολόγων παγίων προκαταβολών, καθώς και οι μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων που γίνονται δυνάμει του άρθρου 34, του άρθρου 43 παράγραφοι 1 και 4, και του άρθρου 44 κοινοποιούνται στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άρθρο 93

Τον έλεγχο που πραγματοποιείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο διέπουν τα άρθρα 139 έως 144 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού. Αυτός ο έλεγχος πραγματοποιείται κατά τρόπο που διασφαλίζει την προστασία ευαίσθητων δεδομένων που σχετίζονται με υποθέσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Απαλλαγή

Άρθρο 94

1.   Ύστερα από σύσταση του Συμβουλίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβαίνει έως την 30ή Απριλίου του έτους n + 2 στην απαλλαγή του διοικητικού διευθυντή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους n.

2.   Αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί η διορία που προβλέπεται στην παράγραφο 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο ενημερώνει τον διοικητικό διευθυντή για τους λόγους καθυστέρησης της απόφασης.

3.   Στην περίπτωση όπου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναβάλλει την απόφαση για τη χορήγηση της απαλλαγής, ο διοικητικός διευθυντής προσπαθεί να λάβει, το συντομότερο δυνατόν, τα μέτρα που είναι σε θέση να επιτρέψουν και να διευκολύνουν την άρση των εμποδίων για την έκδοση της απόφασης αυτής.

Άρθρο 95

1.   Η απόφαση απαλλαγής αναφέρεται στους λογαριασμούς όλων των εσόδων και των δαπανών της Eurojust, καθώς και στο υπόλοιπο που προκύπτει από αυτούς, όπως και στο ενεργητικό και το παθητικό της Eurojust που εμφανίζονται στο δημοσιονομικό ισολογισμό.

2.   Ενόψει της χορήγησης της απαλλαγής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξετάζει, μετά το Συμβούλιο, τους λογαριασμούς, τις δημοσιονομικές καταστάσεις και τον ισολογισμό της Eurojust. Εξετάζει επίσης την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις του διοικητικού διευθυντή της Eurojust, καθώς και τις σχετικές ειδικές εκθέσεις του, σε σχέση με το οικείο οικονομικό έτος, όπως και τη δήλωσή του που βεβαιώνει την αξιοπιστία των λογαριασμών και τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών πράξεων.

3.   Ο διοικητικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ύστερα από αίτημά του και με τον ίδιο τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 146 παράγραφος 3 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, κάθε στοιχείο που απαιτείται για την εύρυθμη διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το οικείο οικονομικό έτος.

Άρθρο 96

1.   Ο διοικητικός διευθυντής λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να ανταποκριθεί στις παρατηρήσεις που συνοδεύουν την απόφαση απαλλαγής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και στα σχόλια που συνοδεύουν τη σύσταση απαλλαγής που έχει εκδοθεί από το Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη τα καθήκοντα της Eurojust.

2.   Ύστερα από σχετικό αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, ο διοικητικός διευθυντής συντάσσει έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβε ως επακόλουθα αυτών των παρατηρήσεων και σχολίων. Αντίγραφο της έκθεσης αυτής διαβιβάζει στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

ΤΙΤΛΟΣ IX

ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 97

1.   Τα άρθρα 40 και 72 παράγραφος 5 εφαρμόζονται για πρώτη φορά στο οικονομικό έτος 2003.

2.   Οι προθεσμίες που καθορίζονται στο άρθρο 83 εφαρμόζονται για πρώτη φορά για το οικονομικό έτος 2005.

Για τα προγενέστερα οικονομικά έτη, οι προθεσμίες αυτές καθορίζονται αντίστοιχα ως εξής:

α)

15η Σεπτεμβρίου, για το άρθρο 83 παράγραφος 3·

β)

30ή Νοεμβρίου, για το άρθρο 83 παράγραφος 4·

γ)

31η Οκτωβρίου, για το άρθρο 83 παράγραφος 5.

Άρθρο 98

Για τα δημοσιονομικά ζητήματα που εμπίπτουν στις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή έχουν εξουσιοδοτηθεί να αποκτούν όλα τα αναγκαία πληροφοριακά στοιχεία και δικαιολογητικά.

Άρθρο 99

Το Συλλογικό Όργανο, βάσει σχετικής πρότασης του διοικητικού διευθυντή, θεσπίζει, ενόσω τούτο είναι αναγκαίο, τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού της Eurojust.

Άρθρο 100

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Χάγη, 20 Απριλίου 2006.

Ο πρόεδρος του Συλλογικού Οργάνου,

M. G. KENNEDY


(1)  ΕΕ L 63 της 6.3.2002, σ. 1. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2003/659/ΔΕΥ (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 44).

(2)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

(4)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 1.