ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

49ό έτος
30 Δεκεμβρίου 2006


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2006, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

1

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

30.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 390/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1995/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Δεκεμβρίου 2006

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και ιδίως το άρθρο 279,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 183,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3)

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (EΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4), εφεξής «δημοσιονομικός κανονισμός», θέτει τα νομικά θεμέλια της μεταρρύθμισης της δημοσιονομικής διαχείρισης. Έτσι, τα ουσιώδη στοιχεία του θα πρέπει να διατηρηθούν και να ενισχυθούν. Η διαφάνεια ιδίως θα πρέπει να ενισχυθεί μέσω της παροχής πληροφόρησης για τους δικαιούχους κοινοτικών πόρων. Ακόμη, οι δημοσιονομικές αρχές που θεσπίζει ο δημοσιονομικός κανονισμός θα πρέπει να τηρούνται σε όλες τις νομοθετικές πράξεις και οι παρεκκλίσεις θα πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο δυνατόν.

(2)

Με βάση την κτηθείσα πείρα επιβάλλονται ορισμένες τροποποιήσεις στον δημοσιονομικό κανονισμό για τη διευκόλυνση της εκτέλεσης του προϋπολογισμού και την επίτευξη των πολιτικών στόχων που τη συνοδεύουν καθώς και για την αναπροσαρμογή ορισμένων απαιτήσεων διαδικασίας και τεκμηρίωσης ώστε να καταστούν πλέον αναλογικές προς τους εκάστοτε κινδύνους και έξοδα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας που καθορίζεται στο άρθρο 5 τρίτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ.

(3)

Όλες οι τροποποιήσεις θα πρέπει να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της μεταρρύθμισης της Επιτροπής και στη βελτίωση ή τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, οπότε και στην επίτευξη εύλογης ασφάλειας ως προς τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δημοσιονομικών πράξεων.

(4)

Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι διατάξεις για την εκτέλεση των εσόδων και των δαπανών του προϋπολογισμού που θα περιλαμβάνονται στις βασικές νομοθετικές πράξεις της περιόδου 2007-2013, ώστε να εξασφαλισθεί η λογική συνέπεια μεταξύ των πράξεων αυτών και του δημοσιονομικού κανονισμού.

(5)

Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο και να ορισθούν τα βασικά χαρακτηριστικά και στόχοι των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.

(6)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαφάνεια της χρήσης πόρων που προέρχονται από τον προϋπολογισμό, είναι αναγκαίο να διατίθενται πληροφορίες σχετικά με τους δικαιούχους των εν λόγω πόρων εντός ορισμένων ορίων που επιβάλλονται για λόγους προστασίας νόμιμων δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων και λαμβανομένης υπόψη της ιδιομορφίας του έτους του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων.

(7)

Όσον αφορά την αρχή της ενότητας του προϋπολογισμού, ο κανόνας που διέπει τους τόκους που γεννώνται από τις προχρηματοδοτήσεις θα πρέπει να απλοποιηθεί. Ο διοικητικός φόρτος τον οποίο συνεπάγεται η είσπραξη των τόκων αυτών είναι δυσανάλογος προς τον επιδιωκόμενο στόχο, οπότε θα ήταν αποδοτικότερο να επιτρέπεται ο συμψηφισμός των τόκων αυτών με την πληρωμή εξόφλησης του δικαιούχου.

(8)

Ως προς την αρχή της ετήσιας διάρκειας, θα πρέπει να καθιερωθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και ευελιξία για την ικανοποίηση των λειτουργικών αναγκών. Η μεταφορά πιστώσεων στο επόμενο έτος θα πρέπει να επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση στην περίπτωση των δαπανών για άμεσες ενισχύσεις προς τους αγρότες στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) που ιδρύθηκε με τον κανονισμό 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005 για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (5).

(9)

Οι αιτήσεις πληρωμής από τα κράτη μέλη βάσει των νέων γεωργικών κανονισμών θα συγκεντρώνονται κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στην αρχή του οικονομικού έτους Ν. Ως εκ τούτου, το μέγιστο κατώτατο όριο για τις εκ των προτέρων δεσμεύσεις έναντι του ΕΓΤΕ (από τις 15 Νοεμβρίου του έτους Ν-1) για την κάλυψη των συνήθων διαχειριστικών δαπανών (οι οποίες εγγράφονται στον προϋπολογισμό του έτους Ν) θα πρέπει να αυξάνεται στα τρία τέταρτα των αντίστοιχων πιστώσεων του τελευταίου εγκριθέντος γεωργικού προϋπολογισμού. Όσον αφορά το όριο των εκ των προτέρων δεσμεύσεων πιστώσεων για διοικητικές δαπάνες, το κείμενο θα πρέπει να τροποποιηθεί για να αναφέρεται στις πιστώσεις που εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, εξαιρουμένων συνεπώς των μεταφορών πιστώσεων.

(10)

Η χρήση μη διαχωριζόμενων πιστώσεων για κτηνιατρικά μέτρα, με εγγραφή στο ΕΓΤΕ, εμποδίζουν άσκοπα την εκτέλεση τέτοιων μέτρων, ιδίως σε ό, τι αφορά τα όρια που τίθενται στις δυνατότητες μεταφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος. Η χρήση διαχωριζόμενων πιστώσεων για τις δαπάνες αυτές θα πρέπει συνεπώς να επιτρέπεται, διότι τούτο συνάδει περισσότερο προς τον πολυετή χαρακτήρα των μέτρων αυτών.

(11)

Όσον αφορά την αρχή της καθολικότητας, θα πρέπει να προστεθούν δύο σημεία στον κατάλογο των εσόδων με συγκεκριμένο προορισμό. Πρώτον, όπως είναι σήμερα δυνατόν στο πλαίσιο συγκεκριμένων ερευνητικών προγραμμάτων, θα πρέπει να είναι δυνατόν στα κράτη μέλη να καταβάλλουν συνεισφορές κατά την εκάστοτε περίσταση, ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό, για να χρησιμοποιηθούν σε σχέδια στο πλαίσιο προγραμμάτων εξωτερικών σχέσεων τα οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή. Δεύτερον, τα έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού, εγκαταστάσεων και υλικών καθώς και επιστημονικών και τεχνικών συσκευών που αντικαθίστανται ή διαλύονται θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό, ώστε να ενθαρρύνονται οι διατάκτες να επιδιώκουν τις καλύτερες τιμές κατά την εκποίησή τους.

(12)

Προς το παρόν, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει έγκριση από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πριν αποδεχθεί οποιαδήποτε ελευθεριότητα, όπως δώρα ή κληροδοτήματα, η οποία συνεπάγεται έξοδα. Για να αποφεύγονται οι περιττές και δυσκίνητες διαδικασίες, η παροχή έγκρισης θα πρέπει να είναι υποχρεωτική μόνο εφόσον η συναφής ελευθεριότητα υπερβαίνει ορισμένη αξία και συνεπάγεται σημαντική επιβάρυνση.

(13)

Οι κανόνες που διέπουν τις μεταφορές πιστώσεων θα πρέπει να απλοποιηθούν και να αποσαφηνισθούν σε ορισμένα σημεία, διότι στην πράξη αποδείχθηκαν ασαφείς ή δυσεφάρμοστοι.

(14)

Για λόγους αποδοτικότητας, θα πρέπει να επιτραπεί στην Επιτροπή να αποφασίζει μόνη της σχετικά με τις μεταφορές από το αποθεματικό στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει βασική πράξη για την αντίστοιχη ενέργεια κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού, αλλά εκδίδεται βασική πράξη κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.

(15)

Οι κανόνες περί διοικητικών μεταφορών της Επιτροπής θα πρέπει να προσαρμοσθούν στη νέα δομή του Προϋπολογισμού Βάσει Δραστηριοτήτων (ΠΒΔ). Έτσι, θα πρέπει να προβλέπεται δυνατότητα εξαίρεσης από τη «διαδικασία κοινοποίησης». Κατά τον τελευταίο μήνα του οικονομικού έτους η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να αποφασίζει μόνη της για τις μεταφορές πιστώσεων που αφορούν τις δαπάνες προσωπικού, εντός ενός ορίου.

(16)

Μερικά άρθρα του δημοσιονομικού κανονισμού θα πρέπει να τροποποιηθούν, διότι το αποθεματικό που συνδέεται με τα χορηγούμενα από την Κοινότητα δάνεια και τις εγγυήσεις τέτοιων δανείων προς τρίτες χώρες καταργείται, ενώ υιοθετείται ένας νέος μηχανισμός τροφοδότησης του Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές ενέργειες.

(17)

Προκειμένου να επιταχυνθεί η κινητοποίηση πόρων σε έκτακτες περιπτώσεις διεθνών ανθρωπιστικών καταστροφών και κρίσεων που συμβαίνουν στο τέλος του οικονομικού έτους, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να μεταφέρει μόνη της αχρησιμοποίητες πιστώσεις του προϋπολογισμού που είναι διαθέσιμες στο πλαίσιο του τομέα 4 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου προς τις σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού.

(18)

Όσον αφορά τη διαδικασία του προϋπολογισμού, η απαίτηση που τίθεται στο άρθρο 29 του δημοσιονομικού κανονισμού, δηλαδή να δημοσιεύεται ο προϋπολογισμός εντός δύο μηνών από την έγκρισή του, αποδείχθηκε δυσεφάρμοστη: τρεις μήνες κρίνονται περισσότερο εφικτοί. Στο δημοσιονομικό κανονισμό θα πρέπει να εισαχθεί η έννοια της «δήλωσης δραστηριοτήτων», ώστε να επισημοποιηθεί ένα από τα βασικά στοιχεία του ΠΒΔ, και το περιεχόμενο των δηλώσεων αυτών θα πρέπει να ορισθεί ακριβέστερα προκειμένου να καταστούν λειτουργικές. Το χρονοδιάγραμμα των πληρωμών θα πρέπει να περιλαμβάνεται στα έγγραφα εργασίας τα οποία συνοδεύουν το ΠΣΠ και απαριθμούνται στο δημοσιονομικό κανονισμό, αντί του ίδιου του προϋπολογισμού, καθώς δεν έχει σημασία για τη διαδικασία του προϋπολογισμού και δημιουργεί περιττό φόρτο εργασίας.

(19)

Όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, κρίνονται αναγκαίες ορισμένες αναπροσαρμογές, ώστε να αποτυπώνονται καλύτερα οι ιδιαιτερότητες της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Για λόγους νομικής σαφήνειας, η μορφή που μπορεί να πάρει μια βασική πράξη δυνάμει της συνθήκης ΕΚ και των τίτλων V και VI της συνθήκης ΕΕ θα πρέπει να προσδιορίζεται στο άρθρο 49 του δημοσιονομικού κανονισμού και όχι στους κανόνες εφαρμογής. Ακόμη, θα πρέπει να προστεθεί συγκεκριμένη διάταξη για να αποτυπωθούν τα είδη προπαρασκευαστικών μέτρων που είναι δυνατόν να ληφθούν στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ.

(20)

Όσον αφορά τις μεθόδους διαχείρισης, το οικείο άρθρο του δημοσιονομικού κανονισμού θα πρέπει να αναδιατυπωθεί για λόγους σαφήνειας. Επίσης, ο περιορισμός της επιμερισμένης διαχείρισης στο ΕΓΤΠΕ και στα Διαρθρωτικά Ταμεία θα πρέπει να απαλειφθεί, διότι στο εξής με επιμερισμένη διαχείριση θα εκτελούνται και άλλα προγράμματα. Οι απαιτήσεις ως προς την από κοινού διαχείριση χρειάζεται να αποσαφηνισθούν. Το οικείο άρθρο του δημοσιονομικού κανονισμού θα πρέπει να συμπληρωθεί για να συμπεριλάβει ιδίως την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων ως κοινοτικούς οργανισμούς στους οποίους μεταβιβάζονται καθήκοντα από την Επιτροπή. Τα κριτήρια που θεσπίζονται στο άρθρο 54 του δημοσιονομικού κανονισμού για την ανάθεση αρμοδιοτήτων σε εθνικούς δημόσιους οργανισμούς θα πρέπει να απλοποιηθούν, ώστε να διευκολύνεται η συμμετοχή τους και να αντιμετωπισθούν οι αυξανόμενες λειτουργικές ανάγκες, το δε πεδίο εφαρμογής της σχετικής διάταξης θα πρέπει να επεκταθεί και στους διεθνείς δημόσιους οργανισμούς. Ακόμη, το οικείο άρθρο του δημοσιονομικού κανονισμού θα πρέπει αποσαφηνίσει την κατάσταση ως προς τους ειδικούς συμβούλους ή επικεφαλής αποστολών που διορίζονται από το Συμβούλιο για τη διαχείριση ορισμένων ενεργειών στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ).

(21)

Οι αρμοδιότητες των κρατών μελών στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης θα πρέπει να καθορισθούν λεπτομερέστερα, για να ληφθούν υπόψη και οι συνεχιζόμενες συζητήσεις μεταξύ των οργάνων σχετικά με τη διαδικασία απαλλαγής και τα ενδεδειγμένα συστήματα ελέγχου που πρέπει να δημιουργηθούν, κατά τρόπο που να αποτυπώνει τις αμοιβαίες υποχρεώσεις των κρατών μελών και της Επιτροπής. Βάσει της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2005 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και την χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (6) τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να υποβάλλουν ετήσια σύνοψη των διαθέσιμων ελέγχων και δηλώσεων σε σχέση με τους πόρους της επιμερισμένης διαχείρισης.

(22)

Η απαγόρευση της μεταβίβασης καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε ιδιωτικές οντότητες θα πρέπει να τροποποιηθεί, στο δημοσιονομικό κανονισμό, διότι οι όροι της απαγόρευσης αυτής αποδείχθηκαν άσκοπα αυστηροί. Θα πρέπει να είναι δυνατόν, π.χ., η Επιτροπή να αναθέτει σε γραφείο ταξιδιών ή σε διοργανωτή διασκέψεων την επιστροφή των εξόδων όσων συμμετέχουν σε διασκέψεις, αρκεί να μην ασκείται διακριτική ευχέρεια από τον ιδιωτικό φορέα.

(23)

Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα συγκρότησης από περισσότερα του ενός όργανα κοινών υπηρεσιών για την εξέταση δημοσιονομικών παρατυπιών.

(24)

Η αρμοδιότητα του υπολόγου ως προς την επικύρωση των λογαριασμών βάσει των δημοσιονομικών στοιχείων που του παρέχονται από τους διατάκτες θα πρέπει να αποσαφηνισθεί. Προς τούτο, ο υπόλογος θα πρέπει να έχει την εξουσία να ελέγχει τα στοιχεία που λαμβάνει από το διατάκτη κύριας μεταβίβασης και να διατυπώνει επιφυλάξεις, εφόσον το κρίνει αναγκαίο.

(25)

Η σχέση μεταξύ του εσωτερικού ελεγκτή της Επιτροπής και των οργανισμών που συνιστώνται από τις Κοινότητες θα πρέπει να αποσαφηνισθεί. Οι οργανισμοί αυτοί θα πρέπει να έχουν το δικό τους σύστημα εσωτερικού ελέγχου, το οποίο να αναφέρεται στο δικό τους διοικητικό συμβούλιο, ενώ ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής αναφέρεται, ως προς τις διαδικασίες και τα συστήματα της Επιτροπής, στο Σώμα των Επιτρόπων. Θα πρέπει να απαιτείται από τον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής απλώς να επιβεβαιώνει ότι τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου των ως άνω οργανισμών ακολουθούν τα διεθνή πρότυπα, προς τούτο δε θα πρέπει να είναι σε θέση να διεξάγει αξιολογήσεις της ποιότητας των εσωτερικών ελέγχων.

(26)

Θα πρέπει να καθιερωθεί χρονικό όριο για την ισχύ των απαιτήσεων. Η Κοινότητα, αντίθετα με πολλά από τα κράτη μέλη, δεν υπόκειται σε χρονικό όριο μετά το οποίο μια δημοσιονομική απαίτησή της να παραγράφεται. Ούτε περιορίζεται χρονικά ως προς τη διεκδίκηση των απαιτήσεών της έναντι τρίτων. Η θέσπιση ενός τέτοιου χρονικού ορίου θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

(27)

Ο δημοσιονομικός κανονισμός θα πρέπει να αποτυπώνει τη σπουδαιότητα των συμβάσεων-πλαισίων στη διαχείριση των δημόσιων συμβάσεων και να ενθαρρύνει την προσφυγή σε διοργανικές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων καθώς και να παρέχει τη δυνατότητα διεξαγωγής κοινών τέτοιων διαδικασιών από όργανο και αναθέτουσα αρχή από κράτος μέλος.

(28)

Θα πρέπει να γίνουν ορισμένες τεχνικές αναπροσαρμογές, ώστε η ορολογία του δημοσιονομικού κανονισμού να συμπίπτει πλήρως με εκείνη της οδηγίας 2004/18/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 σχετικά με το συντονισμό των διαδικασιών ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (7). Η δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη, με την ως άνω οδηγία, να καθορίζουν συγκεκριμένες διαδικασίες για τις συμβάσεις που χαρακτηρίζονται απόρρητες, όταν η εκτέλεσή τους πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας ή όταν τούτο απαιτείται για λόγους προστασίας του οικείου κράτους μέλους θα πρέπει να δοθεί και στα κοινοτικά όργανα.

(29)

Σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ, οι κανόνες αποκλεισμού από διαδικασία ανάθεσης σύμβασης πρέπει να αποσαφηνισθούν. Ακόμη, για λόγους ασφάλειας δικαίου και αναλογικότητας, θα πρέπει να καθορισθεί στο δημοσιονομικό κανονισμό μέγιστη περίοδος αποκλεισμού. Σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ, θα πρέπει να γίνεται εξαίρεση από τους κανόνες αποκλεισμού για τις προμήθειες με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή του οποίου η επιχείρηση παύει οριστικά να λειτουργεί είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές πτώχευσης είτε μέσω διακανονισμού με πιστωτές ή μέσω άλλης παρόμοιας διαδικασίας κατά την οικεία εθνική νομοθεσία.

(30)

Στο δημοσιονομικό κανονισμό, θα πρέπει να προβλεφθεί η υποχρέωση των υποψηφίων και προσφερόντων στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων να πιστοποιούν, εφόσον τους ζητηθεί, το ιδιοκτησιακό καθεστώς καθώς και τις εξουσίες διοίκησης, ελέγχου και εκπροσώπησης της νομικής οντότητας που υποβάλλει προσφορά, ή ότι οι υπεργολάβοι τους δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 93 του δημοσιονομικού κανονισμού. Βάσει της αρχής της αναλογικότητας, οι προσφέροντες δεν θα πρέπει να οφείλουν να πιστοποιούν ότι δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού οσάκις συμμετέχουν σε διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων πολύ χαμηλής αξίας.

(31)

Προκειμένου να καταστούν αποτελεσματικότερες οι διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων, η βάση δεδομένων με τους υποψηφίους και προσφέροντες που εμπίπτουν στις περιπτώσεις αποκλεισμού θα πρέπει να είναι κοινή για όλα τα όργανα, τους εκτελεστικούς οργανισμούς και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται ο δημοσιονομικός κανονισμός.

(32)

Για να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα των απορριπτόμενων υποψηφίων, ενδείκνυται να προβλεφθεί ότι μια σύμβαση που εμπίπτει στην οδηγία 2004/18/ΕΚ δεν μπορεί να υπογραφεί πριν λήξει εύλογη περίοδος απραξίας.

(33)

Η υποχρέωση των κοινοτικών οργάνων να αναστέλλουν μια διαδικασία ανάθεσης ή την εκτέλεση μιας σύμβασης δυνάμει του δημοσιονομικού κανονισμού σε περιπτώσεις απάτης ή παρατυπιών θα πρέπει να αποσαφηνισθεί, ώστε να βελτιωθεί η λειτουργία των οικείων διατάξεων του ανωτέρω κανονισμού.

(34)

Όσον αφορά τις επιδοτήσεις, χρειάζεται απλοποίηση των σχετικών κανόνων. Οι απαιτήσεις για ελέγχους και εγγυήσεις θα πρέπει να είναι πλέον αναλογικές προς τους εκάστοτε δημοσιονομικούς κινδύνους. Ο ορισμός των επιδοτήσεων χρειάζεται αποσαφήνιση, ιδίως όσον αφορά τη χρηματοδότηση των δανειοδοτήσεων ή των συμμετοχών σε μετοχικά κεφάλαια καθώς και των δαπανών για τις αγορές των αλιευτικών προϊόντων. Για να βελτιωθεί η διαχείριση των επιδοτήσεων και να απλοποιηθούν οι σχετικές διαδικασίες, οι επιδοτήσεις θα πρέπει να μπορούν να καταβάλλονται είτε βάσει αποφάσεως του οργάνου είτε βάσει γραπτής συμφωνίας με το δικαιούχο.

(35)

Για λόγους σαφήνειας και διαφάνειας, θα πρέπει να επιτραπεί η συνύπαρξη της καταβολής ποσών κατ’ αποκοπή και με ενιαίο συντελεστή με την πλέον παραδοσιακή μέθοδο της επιστροφής εξόδων που έχουν πραγματοποιηθεί πράγματι.

(36)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, οι εξαιρέσεις από τον κανόνα της μη παροχής κέρδους, οι οποίες προβλέπονται επί του παρόντος στους κανόνες εφαρμογής, θα πρέπει να ενταχθούν στο δημοσιονομικό κανονισμό. Ακόμη, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η φιλοσοφία της παροχής επιδοτήσεων για ορισμένες ενέργειες έγκειται στην ενίσχυση των οικονομικών δυνατοτήτων του δικαιούχου ή στην εξασφάλιση εσόδων.

(37)

Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο οι επιδοτήσεις θα πρέπει να παρέχονται μετά από πρόσκληση για την υποβολή προτάσεων απέδειξε την αξία του. Ωστόσο, από την πείρα προκύπτει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η φύση της επιδοτούμενης ενέργειας δεν αφήνει περιθώρια επιλογής δικαιούχων, οπότε θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις από τον κανόνα αυτό.

(38)

Ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο για την ίδια ενέργεια δεν θα πρέπει να παρέχονται περισσότερες από μία επιδοτήσεις προς οποιονδήποτε δικαιούχο θα πρέπει να αναπροσαρμοσθεί. Πράγματι, ορισμένες βασικές νομοθετικές πράξεις επιτρέπουν το συνδυασμό πολλών κοινοτικών χρηματοδοτήσεων από διαφορετικές πηγές, οι σχετικές δε περιπτώσεις είναι δυνατόν να αυξηθούν στο μέλλον με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας των δαπανών. Ωστόσο, θα πρέπει να καταστεί σαφές, στο δημοσιονομικό κανονισμό, ότι τα ίδια έξοδα δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν δύο φορές από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

(39)

Ο κανόνας ότι η συμφωνία για επιδότηση λειτουργίας είναι δυνατόν να υπογραφεί εντός τεσσάρων μηνών το πολύ από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου αποδείχθηκε άσκοπα αυστηρή. Η προθεσμία αυτή θα πρέπει συνεπώς να αυξηθεί σε έξι μήνες.

(40)

Για λόγους απλοποίησης, στην περίπτωση επιδοτήσεων που λαμβάνουν τη μορφή κατ’ αποκοπή ποσών ή χρηματοδοτήσεων ενιαίου συντελεστή, θα πρέπει να απαλειφθεί ο κανόνας της βαθμιαίας μείωσης των επιδοτήσεων.

(41)

Ορισμένοι περιορισμοί ως προς την επιλεξιμότητα των δικαιούχων θα πρέπει να απαλειφθούν, ώστε να επιτρέπονται οι επιδοτήσεις και προς φυσικά πρόσωπα καθώς και προς ορισμένες οντότητες που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, ο διατάκτης είναι δυνατόν, για τις επιδοτήσεις πολύ μικρού ύψους, να μη ζητήσει από τους υποψήφιους να πιστοποιήσουν ότι δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού του δημοσιονομικού κανονισμού.

(42)

Ενώ οι επιδοτήσεις θα εξακολουθήσουν να παρέχονται βάσει των κριτηρίων επιλογής και καταβολής, δεν χρειάζεται στην πράξη να αξιολογούνται τα κριτήρια αυτά από επιτροπή η οποία συνιστάται ειδικά για το σκοπό αυτό, οπότε η απαίτηση αυτή θα πρέπει να απαλειφθεί.

(43)

Όσον αφορά τους κανόνες σύναψης σύμβασης με τους δικαιούχους επιδότησης, ο ισχύων κανόνας του δημοσιονομικού κανονισμού είναι ασαφής και χρειάζεται απλοποίηση. Ακόμη, η περίπτωση όπου η εκτέλεση μιας ενέργειας απαιτεί την παροχή οικονομικής ενίσχυσης σε τρίτους θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά.

(44)

Ως προς τους κανόνες περί λογιστικής και λογαριασμών, ο δημοσιονομικός κανονισμός θα πρέπει να επιτρέπει στον υπόλογο της Επιτροπής να εξειδικεύσει, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, τις λοιπές οντότητες οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ενοποίησης των λογαριασμών, παράλληλα με εκείνες που λαμβάνουν κοινοτικές επιδοτήσεις, με την προϋπόθεση ότι η ενοποίηση των λογαριασμών δεν θα συνεπάγεται ούτε μεταφορά πόρων από αυτοχρηματοδοτούμενες οντότητες στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε θα επηρεάζει την οικονομική και λειτουργική αυτονομία τους και τις διαδικασίες απαλλαγής για τους λογαριασμούς τους.

(45)

Ενόψει της συστάσεως του ΕΓΤΕ, το οποίο θα αντικαταστήσει το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) από την 1 Ιανουαρίου 2007 ως προς τη χρηματοδότηση των μέτρων αγοράς, μερικοί όροι του δημοσιονομικού κανονισμού πρέπει να αναπροσαρμοσθούν. Χρειάζεται επίσης αποσαφήνιση, ώστε οι προσωρινές δεσμεύσεις να είναι δυνατόν να γίνονται και μετά τη συνήθη δίμηνη προθεσμία από την παραλαβή των καταστάσεων δαπανών των κρατών μελών στις περιπτώσεις όπου αναμένεται απόφαση μεταφοράς πιστώσεων. Οι ειδικές διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού, περί μεταφοράς πιστώσεων, χρειάζονται αποσαφήνιση.

(46)

Η ορολογία θα πρέπει επίσης, να αναπροσαρμοσθεί ώστε να γίνεται αναφορά μόνο στα Διαρθρωτικά Ταμεία, στο Ταμείο Συνοχής, στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας και στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Ανάπτυξης τις Υπαίθρου. Η αναφορά στα προενταξιακά διαρθρωτικά (ISPA) και γεωργικά (SAPARD) μέτρα θα πρέπει να απαλειφθεί, διότι αυτά συνεπάγονται διαχείριση από τις τρίτες χώρες κατά αποκεντρωμένο τρόπο, σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό, και θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται ευρέως όπως και σήμερα. Όσον αφορά την ανασύσταση αποδεσμευμένων πιστώσεων, σύμφωνα με τις νέες βασικές πράξεις των διαρθρωτικών ενεργειών για την περίοδο 2007-2013 οι οποίες καλύπτουν την περίπτωση ανωτέρας βίας, στο δημοσιονομικό κανονισμό θα πρέπει να διατηρηθεί η σχετική διάταξη μόνο για τις περιπτώσεις όπου το «πρόδηλο σφάλμα» είναι δυνατόν να αποδοθεί αποκλειστικά στην Επιτροπή.

(47)

Στο οικείο άρθρο 160 του δημοσιονομικού κανονισμού πρέπει να προστεθεί διάταξη που να καλύπτει τα έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό που θα προκύψουν από την κατάργηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) και τη διαθεσιμότητα των αντίστοιχων πιστώσεων.

(48)

Είναι αναγκαίο να επιτρέπεται, για τις πιστώσεις που αποδεσμεύονται λόγω ολικής ή μερικής μη εκτέλεσης των προγραμμάτων για τα οποία προορίζονταν, να χρησιμοποιούνται εκ νέου. Ωστόσο, τούτο θα πρέπει να είναι δυνατόν μόνο υπό αυστηρούς όρους και μόνο στον τομέα της έρευνας, διότι τα ερευνητικά προγράμματα παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο σε σύγκριση με τους λοιπούς τομείς πολιτικής.

(49)

Όσον αφορά τις εξωτερικές ενέργειες, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ότι, κατά την τρέχουσα πρακτική, οι διαδικασίες επιδότησης που πρέπει να ακολουθούνται από τις τρίτες χώρες στην περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης πρέπει να εξειδικεύονται στις συμφωνίες χρηματοδότησης που συνάπτονται με τις χώρες αυτές. Θα πρέπει να εφαρμόζεται ο κανόνας «Ν+3», σύμφωνα με τον οποίο οι ατομικές συμβάσεις και συμφωνίες για την εφαρμογή των ως άνω συμφωνιών χρηματοδότησης συνάπτονται το αργότερο τρία έτη μετά τη σύναψη της συμφωνίας χρηματοδότησης. Θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικοί κανόνες για την περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης πολυετών προγραμμάτων δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 της 17ης Ιουλίου 2006 του Συμβουλίου για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (8) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2006 για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (9).

(50)

Θα πρέπει να δοθεί στα κοινοτικά όργανα η δυνατότητα να μεταβιβάζουν εξουσίες διατάκτη στους διευθυντές των διοργανικών ευρωπαϊκών οργανισμών σε ό, τι αφορά τη διαχείριση των πιστώσεων που εγγράφονται στα οικεία τμήματα του προϋπολογισμού, ώστε να διευκολύνεται η διαχείριση αυτή. Τα οικεία άρθρα του δημοσιονομικού κανονισμού, ενώ το περιεχόμενό τους θα πρέπει να μείνει ως έχει, θα πρέπει να αναδιατυπωθούν ελαφρώς ώστε να αποσαφηνισθεί η δευτερεύουσα μεταβίβαση εξουσιών διατάκτη από τους διευθυντές των ευρωπαϊκών οργανισμών.

(51)

Η διαδικασία με την οποία η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μπορεί να γνωμοδοτήσει ως προς σχέδιο σχετικό με ακίνητα θα πρέπει να αποσαφηνισθεί.

(52)

Τα διαδοχικά ερευνητικά προγράμματα-πλαίσια έχουν διευκολύνει την Επιτροπή θέτοντας απλοποιημένους κανόνες για την επιλογή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων με σκοπό την αξιολόγηση προτάσεων ή αιτήσεων επιδότησης, και για την παροχή τεχνικής συνδρομής για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των επιδοτούμενων σχεδίων. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να καταστεί διαθέσιμη και για όλα τα άλλα προγράμματα.

(53)

Θα πρέπει να προστεθούν μεταβατικές διατάξεις. Πρώτον, όσον αφορά την ανασύσταση αποδεσμευμένων πιστώσεων που αντιστοιχούν σε δεσμεύσεις που έγιναν κατά την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006 των διαρθρωτικών ταμείων, θα πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται η περίπτωση της ανωτέρας βίας όπως προβλέπεται σήμερα στο δημοσιονομικό κανονισμό της 25ης Ιουνίου 2002 έως την περάτωση της βοήθειας. Αυτό έχει σκοπό να αποφευχθεί η διακοπή του τρέχοντος συστήματος, εφόσον υπάρχει διαφορετική μεταχείριση της ανωτέρας βίας στον κανονισμό 1083/2006 (10) της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής. Δεύτερον, θα πρέπει να τεθεί μεταβατική ρύθμιση στο δημοσιονομικό κανονισμό, ώστε να ρυθμισθεί η εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την κεντρική βάση δεδομένων με σκοπό τον αποκλεισμό από τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιδοτήσεων. Τέλος, θα πρέπει να προστεθεί παρόμοια διάταξη, ώστε να ρυθμισθούν οι εκκρεμείς δεσμεύσεις της Κοινότητας οι οποίες πρέπει να τακτοποιηθούν οικονομικά με σκοπό την περάτωση της βοήθειας που προβλέπεται στους κανονισμούς που διέπουν τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής για την περίοδο 2000-2006. Για τις πιστώσεις που αφορούν λειτουργικές δαπάνες πρέπει να διατηρηθεί η δυνατότητα της Επιτροπής να μεταφέρει πιστώσεις από τον ένα τίτλο στον άλλο, υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές πιστώσεις προορίζονται για τον ίδιο στόχο. Παρομοίως, η Επιτροπή μπορεί να συνεχίσει να μεταφέρει πιστώσεις από τον ένα τίτλο στον άλλο όταν οι σχετικές πιστώσεις αφορούν κοινοτικές πρωτοβουλίες ή μέτρα τεχνικής βοήθειας και καινοτομίας, υπό την προϋπόθεση ότι μεταφέρονται σε μέτρα της ίδιας φύσης. Αυτό σημαίνει παραδείγματος χάριν μεταφορά πιστώσεων που αφορούν μία κοινοτική πρωτοβουλία σε άλλη, υπό διαφορετικό τίτλο.

(54)

Βάσει των ανωτέρω, ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής “προϋπολογισμού”, καθώς και την παρουσίαση και τον έλεγχο των λογαριασμών».

2.

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 3

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται και εκτελείται σύμφωνα με τις αρχές της ενότητας, της αυθεντικότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης, της ενιαίας λογιστικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο και της διαφάνειας, όπως αυτές τίθενται στον παρόντα κανονισμό».

3.

Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 5α, 18 και 74, οι τόκοι που γεννώνται από τα χρηματικά ποσά που ανήκουν στην κυριότητα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εγγράφονται στον προϋπολογισμό ως διάφορα έσοδα».

4.

Στο κεφάλαιο 1 του τίτλου ΙΙ του μέρους Ι, προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5a

1.   Οι τόκοι που γεννώνται από τις πληρωμές προχρηματοδότησης διατίθενται στο αντίστοιχο πρόγραμμα ή ενέργεια και αφαιρούνται από την καταβολή του υπολοίπου των ποσών που οφείλονται στο δικαιούχο.

Ο κανονισμός περί των εκτελεστικών κανόνων του παρόντος κανονισμού (“εκτελεστικοί κανόνες”) ορίζει τις περιπτώσεις όπου κατ’ εξαίρεση ο αρμόδιος διατάκτης ανακτά σε ετήσια βάση τους τόκους αυτούς. Οι τόκοι αυτοί εγγράφονται στα διάφορα έσοδα του προϋπολογισμού.

2.   Τόκοι δεν οφείλονται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

προχρηματοδότηση η οποία δεν αντιστοιχεί σε σημαντικό ποσό, κατά τον ορισμό των κανόνων εφαρμογής·

β)

προχρηματοδότηση η οποία καταβάλλεται στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης κατά την έννοια του άρθρου 88·

γ)

προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη σε κράτος μέλος·

δ)

προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη στο πλαίσιο προενταξιακής βοήθειας·

ε)

προκαταβολές καταβαλλόμενες στα μέλη των οργάνων και στο προσωπικό τους σύμφωνα με τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής “Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης”·

στ)

προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη στο πλαίσιο από κοινού διαχείρισης κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 1 στοιχείο γ)».

5.

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην εισαγωγική φράση της παραγράφου 2 οι «πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων των διαχωριζόμενων πιστώσεων» μετατρέπονται σε «πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων»·

β)

στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 οι «πιστώσεις πληρωμών των διαχωριζόμενων πιστώσεων» μετατρέπονται σε «πιστώσεις πληρωμών».

6.

Στο άρθρο 11, το «άρθρο 157» μετατρέπεται σε «άρθρο 157 και άρθρο 160α».

7.

Στο άρθρο 16, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Ωστόσο, για τις ταμειακές ανάγκες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 61, ο υπόλογος και, στην περίπτωση των παγίων προκαταβολών, ο υπόλογος παγίων προκαταβολών καθώς και, για τις ανάγκες της διοικητικής διαχείρισης των εξωτερικών υπηρεσιών της Επιτροπής, ο αρμόδιος διατάκτης, εξουσιοδοτείται να διενεργεί πράξεις σε εθνικά νομίσματα, όπως καθορίζεται στους κανόνες εφαρμογής».

8.

Το άρθρο 18 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται ως εξής:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 160 παράγραφος 1 στοιχείο α) και του άρθρου 161 παράγραφος 2, τα ακόλουθα έσοδα χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δαπανών.»·

β)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«αα)

χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών και άλλων δωρητριών χωρών ή διεθνών οργανισμών, συμπεριλαμβανόμενων και στις δύο περιπτώσεις των οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για ορισμένα σχέδια ή προγράμματα εξωτερικής βοήθειας που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα και υπάγονται στη διαχείριση της Επιτροπής για λογαριασμό τους, δυνάμει της σχετικής βασικής πράξης·»·

γ)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«εα)

έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, καθώς και επιστημονικών και τεχνικών συσκευών, εξοπλισμού και υλικού που αντικαθίστανται ή διαλύονται, όταν η λογιστική αξία έχει αποσβεσθεί πλήρως·».

9.

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 19, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η αποδοχή ελευθεριοτήτων αξίας 50 000 EUR και άνω που συνεπάγονται οικονομική επιβάρυνση, περιλαμβανομένου του κόστους παρακολούθησης, η οποία υπερβαίνει το 10 % της αξίας της εκάστοτε ελευθεριότητας, υπόκειται στην έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όργανα τα οποία ενεργούν σχετικά εντός δύο μηνών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος της Επιτροπής».

10.

Το άρθρο 22 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 22

1.   Κάθε κοινοτικό όργανο εκτός της Επιτροπής μπορεί να προβαίνει, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, σε μεταφορές πιστώσεων:

α)

από τίτλο σε τίτλο, με μέγιστο όριο το 10 % των πιστώσεων του εκάστοτε έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά·

β)

από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και από άρθρο σε άρθρο, χωρίς όριο.

2.   Τρεις εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση των μεταφορών στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1, τα όργανα ενημερώνουν την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή για τις προθέσεις τους. Εφόσον κατά την περίοδο αυτή προβληθούν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι από ένα από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 24.

3.   Κάθε όργανο εκτός της Επιτροπής είναι δυνατόν να προτείνει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, μεταφορές από τίτλο σε τίτλο πέρα από το όριο του 10 % επί των πιστώσεων που προβλέπονται για το αντίστοιχο οικονομικό έτος στη γραμμή από την οποία πρόκειται να γίνει η μεταφορά. Οι μεταφορές αυτές υπόκεινται στη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24.

4.   Κάθε κοινοτικό όργανο εκτός της Επιτροπής μπορεί, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, να πραγματοποιεί μεταφορές εντός άρθρων χωρίς να προαπαιτείται ενημέρωση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής.»

11.

Το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Tο στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

όσον αφορά τις δαπάνες προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας, η μεταφορά πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο με μέγιστο όριο το 10 % των πιστώσεων του έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία γίνεται η μεταφορά και με μέγιστο όριο το 30 % των πιστώσεων του εκάστοτε έτους που εμφαίνονται στη γραμμή προς την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά·»

ii)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

μεταφορές πιστώσεων, μόλις θεσπισθεί η βασική πράξη με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, από τον τίτλο “προσωρινές πιστώσεις” στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 43, στις περιπτώσεις που δεν υπήρχε βασική πράξη για την αντίστοιχη ενέργεια κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού·»

iii)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Τρεις εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση των μεταφορών στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου, η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με την απόφασή της. Σε περίπτωση δεόντως τεκμηριωμένων λόγων που προβάλλονται κατά την περίοδο αυτή από οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24.»

iv)

Προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα του οικονομικού έτους, η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει μόνη της πιστώσεις σχετικά με δαπάνες προσωπικού, εξωτερικού προσωπικού και λοιπών υπαλλήλων, από έναν τίτλο σε άλλον και με συνολικό όριο το 5 % των πιστώσεων του οικονομικού έτους. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός δύο εβδομάδων από την έκδοση της απόφασης για τις μεταφορές αυτές.

Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός δύο εβδομάδων από την έκδοση της απόφασης για τις μεταφορές στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο δ) του πρώτου εδαφίου.»

β)

Στην παράγραφο 2, η «παράγραφος 1 στοιχείο γ)» μετατρέπεται σε «παράγραφο 1».

12.

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Μεταφορές μεταξύ των τίτλων του προϋπολογισμού που αναφέρονται στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), στα Διαρθρωτικά Ταμεία, στο Ταμείο Συνοχής, στο Ταμείο Αλιείας, στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και στην έρευνα υπάγονται στις ειδικές διατάξεις των τίτλων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του μέρους ΙΙ.»

β)

Στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι αποφάσεις περί μεταφοράς πιστώσεων προς χρήση του αποθεματικού για τη βοήθεια έκτακτης ανάγκης λαμβάνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μετά από πρόταση της Επιτροπής. Για κάθε επιμέρους πράξη υποβάλλεται χωριστή πρόταση.»

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιπτώσεις διεθνών ανθρωπιστικών καταστροφών και κρίσεων που συμβαίνουν μετά τις 15 Δεκεμβρίου του οικονομικού έτους, η Επιτροπή μπορεί να μεταφέρει αχρησιμοποίητες πιστώσεις του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος, οι οποίες είναι ακόμη διαθέσιμες στις γραμμές του προϋπολογισμού που υπάγονται στον τομέα 4 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, σε γραμμές του προϋπολογισμού σχετικές με τις ενισχύσεις για τη διαχείριση κρίσεων και τις επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας. Η Επιτροπή ενημερώνει τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής αμέσως μετά τις μεταφορές αυτές».

13.

Το άρθρο 28 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Κάθε πρόταση ή πρωτοβουλία υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή από την Επιτροπή ή από κράτος μέλος, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνθήκης ΕΚ ή της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και δυνάμενη να έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενων των αλλαγών στον αριθμό των θέσεων απασχόλησης, πρέπει να συνοδεύεται από δημοσιονομικό δελτίο και από την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.

Κάθε τροποποίηση πρότασης ή πρωτοβουλίας υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή και δυνάμενη να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενων των αλλαγών στον αριθμό των θέσεων απασχόλησης, πρέπει να συνοδεύεται από δημοσιονομικό δελτίο, το οποίο καταρτίζεται από το όργανο που προτείνει την τροποποίηση.»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Για να προλαμβάνεται ο κίνδυνος απάτης και παρατυπιών, τα όργανα και τα κράτη μέλη καταγράφουν στο δημοσιονομικό δελτίο στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 κάθε στοιχείο σχετικά με τα υφιστάμενα και τα σχεδιαζόμενα μέτρα πρόληψης της απάτης και προστασίας.»

14.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 28α

1.   Ο προϋπολογισμός εκτελείται με τον αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο ο οποίος αρμόζει σε κάθε διαχειριστική μέθοδο και σύμφωνα με τις οικείες τομεακές ρυθμίσεις.

2.   Για τους σκοπούς της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ως εσωτερικός έλεγχος ορίζεται η διαδικασία που εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα διαχείρισης και αποσκοπεί στην παροχή εύλογης βεβαιότητας ως προς την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και οικονομία των πράξεων,

β)

αξιοπιστία των εκθέσεων,

γ)

διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων και ενημέρωση,

δ)

πρόληψη και εντοπισμός των περιπτώσεων απάτης και των παρατυπιών,

ε)

επαρκής διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων, λαμβανομένων υπόψη του πολυετούς χαρακτήρα των προγραμμάτων καθώς και της φύσης των σχετικών πληρωμών.»

15.

Στο άρθρο 29, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μεριμνά για τη δημοσίευση του προϋπολογισμού και των διορθωτικών προϋπολογισμών, στην οριστική μορφή τους, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο προϋπολογισμός δημοσιεύεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία κηρύσσεται ως οριστικά εγκριθείς.

Οι ενοποιημένοι ετήσιοι λογαριασμοί και η έκθεση για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση που καταρτίζονται από κάθε όργανο δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

16.

Στο άρθρο 30, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Η Επιτροπή διαθέτει με τον κατάλληλο τρόπο τις πληροφορίες για τους δικαιούχους πόρων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό τις οποίες κατέχει όταν ο προϋπολογισμός εκτελείται σε συγκεντρωτική βάση και άμεσα από τις υπηρεσίες της καθώς και τις πληροφορίες για τους δικαιούχους πόρων τις οποίες παρέχουν οι οντότητες στις οποίες μεταβιβάζονται καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού σύμφωνα με άλλες διαχειριστικές μεθόδους.

Οι πληροφορίες διατίθενται τηρουμένων δεόντως των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας, ιδίως δε της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζεται στην οδηγία 95/46/ΕΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (12), καθώς και των απαιτήσεων ασφαλείας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε διαχειριστικής μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 53 και, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τους οικείους τομεακούς κανόνες.

17.

Το άρθρο 33 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο δ) αντικαθίσταται ως εξής:

«δ)

τις δηλώσεις δραστηριοτήτων οι οποίες περιέχουν τα εξής:

πληροφορίες για την επίτευξη όλων των ειδικών, μετρήσιμων, εφικτών, συναφών και χρονικά προγραμματισμένων στόχων που είχαν ορισθεί προηγουμένως για τις διάφορες δραστηριότητες, καθώς και των νέων στόχων, οι οποίοι μετρούνται βάσει δεικτών,

πλήρη αιτιολόγηση και προσέγγιση κόστους-αποδοτικότητας για τις προτεινόμενες μεταβολές στο επίπεδο των πιστώσεων,

βάσιμους λόγους για παρέμβαση σε επίπεδο ΕΕ, τηρουμένης μεταξύ άλλων της αρχής της επικουρικότητας,

πληροφορίες σχετικά με τα ποσοστά απορρόφησης του προηγούμενου έτους και τα ποσοστά απορρόφησης του τρέχοντος έτους.»

Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων εξετάζονται και χρησιμοποιούνται για να καταδειχθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα των προτεινόμενων μεταβολών του προϋπολογισμού.»

β)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ε)

συνοπτική κατάσταση με το χρονοδιάγραμμα των πληρωμών που πρέπει να γίνουν κατά τα επόμενα οικονομικά έτη για να εκπληρωθούν οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί κατά τα προηγούμενα οικονομικά έτη.»

18.

Στο άρθρο 37 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο τρίτο εδάφιο:

«Πριν από την υποβολή προσχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού η Επιτροπή και τα λοιπά όργανα εξετάζουν τη δυνατότητα ανακατανομής των σχετικών πιστώσεων, λαμβανομένης υπόψη οποιασδήποτε αναμενόμενης υποαπορρόφησης των πιστώσεων.»

19.

Στο άρθρο 40, το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

«α)

γενική κατάσταση εσόδων και δαπανών,»

20.

Στο άρθρο 43 παρ. 1 η δεύτερη παράγραφος αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι πιστώσεις του τίτλου αυτού μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο μετά από μεταφορά κατά τη διαδικασία του άρθρου 23 παρ. 1 δ), όταν η έκδοση της βασικής πράξης υπόκειται στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, και κατά τη διαδικασία του άρθρου 24, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.»

21.

Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 44, τα «άρθρα 22, 23 και 25» μετατρέπονται σε «άρθρα 23 και 25».

22.

Το άρθρο 45 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 45

1.   Το τμήμα της Επιτροπής στον προϋπολογισμό συμπεριλαμβάνει αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια προς τρίτες χώρες.

2.   Το αποθεματικό στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 συγκροτείται πριν από το τέλος του οικονομικού έτους μέσω μεταφορών κατά τη διαδικασία που καθορίζεται στα άρθρα 24 και 26.»

23.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 46 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται ως εξής:

«Στη γενική κατάσταση εσόδων και δαπανών:»

ii)

Το στοιχείο στ) διαγράφεται.

iii)

Το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται ως εξής:

«ζ)

τις ενδεδειγμένες παρατηρήσεις για κάθε υποδιαίρεση, κατά τον ορισμό του άρθρου 41 παράγραφος 1.»

β)

Το σημείο 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.

Στο τμήμα που αντιστοιχεί σε κάθε όργανο, τα έσοδα και οι δαπάνες εμφαίνονται με την ίδια διάρθρωση όπως και στο σημείο 1.»

γ)

Στο σημείο 3, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται ως εξής:

«γ)

όσον αφορά το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, η κατανομή μπορεί να αναφέρεται ανά ομάδες βαθμών, υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται σε κάθε προϋπολογισμό. Ο πίνακας προσωπικού πρέπει να αναφέρει αναλυτικά το προσωπικό με υψηλά τεχνικά ή επιστημονικά προσόντα στο οποίο παρέχονται ειδικά πλεονεκτήματα δυνάμει των οικείων διατάξεων του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης,»

δ)

Το σημείο 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«5.

Τις γραμμές του προϋπολογισμού σε έσοδα και δαπάνες που είναι αναγκαίες για τη χρησιμοποίηση του Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές ενέργειες.»

24.

Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 47, η φράση «των βαθμών A1, A2 και A3» γίνεται «των βαθμών AD 16, AD 15 και AD 14».

25.

Το άρθρο 49 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 49

1.   Η βασική πράξη εγκρίνεται πριν καταστεί δυνατή η χρησιμοποίηση των πιστώσεων που εγγράφονται στον προϋπολογισμό για ενέργεια των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η βασική πράξη αποτελεί νομική πράξη που παρέχει τη νομική βάση για την ενέργεια ή για την εκτέλεση των αντίστοιχων δαπανών που εγγράφονται στον προϋπολογισμό.

2.   Κατ’ εφαρμογή της συνθήκης ΕΚ ή της συνθήκης Ευρατόμ, η βασική πράξη είναι πράξη που εκδίδεται από τη νομοθετική αρχή και μπορεί να λαμβάνει τη μορφή κανονισμού, οδηγίας, απόφασης κατά την έννοια του άρθρου 249 της συνθήκης ΕΚ ή απόφασης ιδιάζουσας (sui generis).

3.   Κατ’ εφαρμογή του τίτλου V της συνθήκης EE (σχετικά με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας — ΚΕΠΠΑ), η βασική πράξη μπορεί να λάβει μία από τις μορφές που προσδιορίζονται στα άρθρα 13 παράγραφος 2 και 3, 14, 18 παράγραφος 5, 23 παράγραφος 1 και 2, και 24 της συνθήκης EE.

4.   Κατ’ εφαρμογή του τίτλου VΙ της συνθήκης EE (σχετικά με Αστυνομική και Δικαστική Συνεργασία σε Ποινικές Υποθέσεις), η βασική πράξη μπορεί να λάβει μία από τις μορφές που προσδιορίζονται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 της συνθήκης EE.

5.   Οι συστάσεις και γνώμες δεν συνιστούν βασικές πράξεις κατά την έννοια του παρόντος άρθρου ούτε τα ψηφίσματα, συμπεράσματα, δηλώσεις ή άλλες πράξεις που δεν παράγουν νομικό αποτέλεσμα.

6.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, οι ακόλουθες πιστώσεις είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς νομική πράξη, ενόσω οι ενέργειες για των οποίων τη χρηματοδότηση προορίζονται εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

α)

πιστώσεις για δοκιμαστικά σχέδια πειραματικού χαρακτήρα με σκοπό τη δοκιμή του εφικτού μιας ενέργειας και της χρησιμότητάς της. Οι σχετικές πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων είναι δυνατόν να εγγράφονται στον προϋπολογισμό μόνο επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη,

β)

πιστώσεις για προπαρασκευαστικές ενέργειες στους τομείς της εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ και της συνθήκης Ευρατόμ, καθώς και του τίτλου VΙ της συνθήκης ΕΕ, με σκοπό την προετοιμασία προτάσεων για την έγκριση μελλοντικών ενεργειών. Οι προπαρασκευαστικές ενέργειες πρέπει να ακολουθούν συνεπή προσέγγιση και μπορούν να λαμβάνουν διάφορες μορφές. Οι σχετικές πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων είναι δυνατόν να εγγράφονται στον προϋπολογισμό μόνο επί τρία διαδοχικά οικονομικά έτη το πολύ. Η νομοθετική διαδικασία πρέπει να ολοκληρώνεται πριν από το τέλος του τρίτου οικονομικού έτους. Κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας, οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων πρέπει να αντιστοιχούν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προπαρασκευαστικής ενέργειας όσον αφορά τις σχεδιαζόμενες δραστηριότητες, τους επιδιωκόμενους στόχους και τους δικαιούχους. Ως εκ τούτου, τα χρησιμοποιούμενα μέσα δεν είναι δυνατόν να αντιστοιχούν σε όγκο σε εκείνα που προβλέπονται για τη χρηματοδότηση της οριστικής ενέργειας.

Κατά την παρουσίαση του προσχεδίου προϋπολογισμού, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία α) και β), η οποία περιλαμβάνει και αξιολόγηση των αναμενόμενων αποτελεσμάτων και τα συνακόλουθα μέτρα της ενέργειας,

γ)

πιστώσεις για προπαρασκευαστικά μέτρα στον τομέα του τίτλου V της συνθήκης ΕΕ (σχετικά με την ΚΕΠΠΑ). Τα μέτρα αυτά περιορίζονται χρονικά και προορίζονται για την εγκαθίδρυση των συνθηκών δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υλοποίηση της ΚΕΠΠΑ και για την έκδοση των αναγκαίων νομικών πράξεων.

Για τους σκοπούς της διαχείρισης κρίσεων από την ΕΕ, προπαρασκευαστικά μέτρα σχεδιάζονται, μεταξύ άλλων, για την αξιολόγηση των επιχειρησιακών απαιτήσεων, για την εξασφάλιση ταχείας αρχικής ανάπτυξης των πόρων και για την εγκαθίδρυση των επιτόπιων συνθηκών για την έναρξη της εκάστοτε επιχείρησης.

Τα προπαρασκευαστικά μέτρα αποφασίζονται από το Συμβούλιο με πλήρη συμμετοχή της Επιτροπής. Προς το σκοπό αυτό, η Προεδρία, επικουρούμενη από το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου/Ύπατο Εκπρόσωπο για την ΚΕΠΠΑ, ενημερώνει την Επιτροπή το ταχύτερο δυνατόν σχετικά με την πρόθεση του Συμβουλίου να θέσει σε εφαρμογή προπαρασκευαστικό μέτρο και ιδίως για τους πόρους που εκτιμάται ότι θα χρειασθούν εν προκειμένω. Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ταχεία εκταμίευση των αναγκαίων πόρων,

δ)

πιστώσεις για κατ’ αποκοπή ενέργειες ή και για ενέργειες αόριστης διάρκειας, οι οποίες αναλαμβάνονται από την Επιτροπή στο πλαίσιο των καθηκόντων που απορρέουν από τα προνόμιά της σε θεσμικό επίπεδο δυνάμει της συνθήκης ΕΚ και της συνθήκης Ευρατόμ, πέραν του δικαιώματος νομοθετικής πρωτοβουλίας στο οποίο αναφέρεται το στοιχείο β) και δυνάμει των συγκεκριμένων εξουσιών που της μεταβιβάζονται απευθείας από τις ως άνω συνθήκες και οι οποίες απαριθμούνται στους κανόνες εφαρμογής,

ε)

πιστώσεις για τη λειτουργία των οργάνων στο πλαίσιο της διοικητικής τους αυτονομίας.»

26.

Στο άρθρο 50, προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Κάθε όργανο ασκεί τις εξουσίες του σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και εντός των ορίων των εγκρινόμενων πιστώσεων.»

27.

Το άρθρο 52 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 52

1.   Απαγορεύεται σε όλους τους δημοσιονομικούς παράγοντες και σε κάθε άλλο πρόσωπο που συμμετέχει στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, στη διαχείριση και στο λογιστικό ή άλλο έλεγχο, να προβαίνουν σε οποιαδήποτε ενέργεια η οποία είναι δυνατόν να φέρει τα συμφέροντά τους σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των Κοινοτήτων. Εάν προκύψει τέτοια περίπτωση, το εν λόγω πρόσωπο πρέπει να απόσχει από τη σχετική ενέργεια και να αναφέρει το γεγονός στην αρμόδια αρχή.

2.   Σύγκρουση συμφερόντων ανακύπτει οσάκις η αμερόληπτη και αντικειμενική άσκηση των καθηκόντων δημοσιονομικού παράγοντα ή άλλου προσώπου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπονομεύεται από οικογενειακούς ή συναισθηματικούς λόγους ή από πολιτικούς ή εθνικούς δεσμούς, από οικονομικό συμφέρον ή από οποιαδήποτε σύμπτωση συμφερόντων με το δικαιούχο.»

28.

Το άρθρο 53 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 53

Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 53α έως 53δ, με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

σε συγκεντρωτική βάση,

β)

με επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση, ή

γ)

με διαχείριση από κοινού με διεθνείς οργανισμούς.»

29.

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 53α έως 53δ:

«Άρθρο 53α

Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό σε συγκεντρωτική βάση, τα εκτελεστικά καθήκοντα ασκούνται είτε άμεσα από τις υπηρεσίες της είτε έμμεσα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 54 έως 57.

Άρθρο 53β

1.   Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με επιμερισμένη διαχείριση, τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται ιδίως για τις ενέργειες στις οποίες αναφέρονται οι τίτλοι Ι και ΙΙ του μέρους ΙΙ.

2.   Με την επιφύλαξη των συμπληρωματικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στις οικείες τομεακές ρυθμίσεις και για να εξασφαλίζεται η χρησιμοποίηση των πόρων σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες και αρχές, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα νομοθετικά, κανονιστικά και διοικητικά μέτρα που είναι αναγκαία για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων. Προς το σκοπό αυτό ιδίως:

α)

βεβαιώνονται ότι οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό εκτελούνται πράγματι και κατά τον ορθό τρόπο,

β)

προλαμβάνουν και να αντιμετωπίζουν τις παρατυπίες και τις απάτες,

γ)

ανακτούν τους πόρους που καταβάλλονται κατά λάθος ή χρησιμοποιούνται εσφαλμένα ή εξαφανίζονται λόγω παρατυπιών ή σφαλμάτων,

δ)

εξασφαλίζουν, μέσω σχετικών τομεακών ρυθμίσεων και σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, επαρκή εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Προς τούτο, τα κράτη μέλη διεξάγουν ελέγχους και θέτουν σε λειτουργία αποτελεσματικό και αποδοτικό σύστημα εσωτερικών ελέγχων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28α. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο και ενδεδειγμένο, κινούν νομικές διαδικασίες.

3.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσια σύνοψη, στο κατάλληλο εθνικό επίπεδο, όλων των διαθέσιμων λογιστικών ελέγχων και δηλώσεων.

4.   Για να βεβαιώνεται ότι οι πόροι χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, η Επιτροπή εφαρμόζει διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών ή μηχανισμούς δημοσιονομικών διορθώσεων που της επιτρέπουν να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 53γ

1.   Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με αποκεντρωμένη διαχείριση, τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται σε τρίτες χώρες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 και του τίτλου IV του μέρους ΙΙ, με την επιφύλαξη της μεταβίβασης των εναπομενόντων καθηκόντων στους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 54 παράγραφος 2.

2.   Για να βεβαιώνεται ότι οι πόροι χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, η Επιτροπή εφαρμόζει διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών ή μηχανισμούς δημοσιονομικών διορθώσεων που της επιτρέπουν να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

3.   Οι τρίτες χώρες στις οποίες μεταβιβάζονται εκτελεστικά καθήκοντα μεριμνούν, μέσω σχετικών τομεακών ρυθμίσεων και σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, για την επαρκή ετήσια εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Άρθρο 53δ

1.   Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με από κοινού διαχείριση, ορισμένα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται σε διεθνείς οργανισμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις που εξειδικεύονται στους κανόνες εφαρμογής, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

οσάκις η Επιτροπή και ο διεθνής οργανισμός δεσμεύονται με μακροχρόνια συμφωνία-πλαίσιο η οποία καθορίζει τους διοικητικούς και οικονομικούς κανόνες της συνεργασίας τους,

β)

οσάκις η Επιτροπή και ο διεθνής οργανισμός εκπονούν κοινό σχέδιο ή πρόγραμμα,

γ)

για ενέργειες με πολλούς δωρητές, δηλαδή για ενέργειες όπου οι πόροι διαφόρων δωρητών ομαδοποιούνται και δεν προορίζονται για συγκεκριμένους τομείς ή κατηγορίες δαπανών.

Οι ως άνω οργανισμοί εφαρμόζουν στη λογιστική τους και στις διαδικασίες διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου καθώς και ανάθεσης συμβάσεων τα πρότυπα που εξασφαλίζουν εγγυήσεις ισοδύναμες με εκείνες των διεθνώς παραδεκτών προτύπων.

2.   Η ατομική συμφωνία που συνάπτεται με διεθνή οργανισμό για τη χορήγηση χρηματοδότησης περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις για την εκτέλεση των καθηκόντων που μεταβιβάζονται στο διεθνή οργανισμό.

3.   Οι διεθνείς οργανισμοί στους οποίους μεταβιβάζονται εκτελεστικά καθήκοντα μεριμνούν, μέσω σχετικών τομεακών ρυθμίσεων και σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, για την επαρκή εκ των υστέρων ετήσια γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.»

30.

Το άρθρο 54 αντικαθίσταται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Η Επιτροπή δεν μπορεί να μεταβιβάζει σε τρίτους τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που της αναθέτουν οι συνθήκες εφόσον περιλαμβάνουν μεγάλο βαθμό διακριτικής ευχέρειας που συνεπάγεται πολιτικές επιλογές. Τα μεταβιβαζόμενα εκτελεστικά καθήκοντα πρέπει να ορίζονται σαφώς, η δε άσκησή τους πρέπει να επιτηρείται πλήρως.

Η μεταβίβαση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού πρέπει να πληροί την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο, και εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με την αρχή της μη εφαρμογής διακρίσεων και την αναγνωρισιμότητα των ενεργειών της Κοινότητας. Τα μεταβιβαζόμενα καθήκοντα δεν είναι δυνατόν να επιφέρουν σύγκρουση καθηκόντων.»

β)

Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Εντός των ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί, όταν εκτελεί τον προϋπολογισμό με έμμεση κεντρική διαχείριση ή με αποκεντρωμένη διαχείριση σύμφωνα με το άρθρο 53α ή 53γ, να μεταβιβάζει καθήκοντα δημόσιας εξουσίας και ιδίως τα καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού: […]»

ii)

Το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

σε οργανισμούς που συνιστώνται από τις Κοινότητες κατά το άρθρο 185 και σε λοιπούς εξειδικευμένους κοινοτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, υπό τον όρο ότι τούτο είναι συμβατό με τα καθήκοντα του εκάστοτε οργανισμού κατά τη βασική πράξη του.»

iii)

Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται ως εξής:

«γ)

σε εθνικούς ή διεθνείς οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις και συμμορφώνονται με τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.»

iv)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

σε πρόσωπα που επιφορτίζονται με την εκτέλεση συγκεκριμένων ενεργειών δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 49 του παρόντος κανονισμού.»

γ)

Στην παράγραφο 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Αυτοί οι οργανισμοί ή πρόσωπα λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των παρατυπιών και της απάτης, και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, κινούν νομικές διαδικασίες για την ανάκτηση πόρων που έχουν καταβληθεί ή χρησιμοποιηθεί εσφαλμένα.»

31.

Τα άρθρα 55 και 56 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 55

1.   Οι εκτελεστικοί οργανισμοί είναι νομικά πρόσωπα, κατά το κοινοτικό δίκαιο, τα οποία συνιστώνται με απόφαση της Επιτροπής και στα οποία είναι δυνατόν να μεταβιβάζονται εξουσίες για την εκτέλεση, εν όλω ή εν μέρει, ενός κοινοτικού προγράμματος ή σχεδίου για λογαριασμό της Επιτροπής και με δική της ευθύνη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2002 περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων (13).

2.   Η χρησιμοποίηση των αντίστοιχων επιχειρησιακών πιστώσεων πραγματοποιείται από το διευθυντή του οργανισμού.

Άρθρο 56

1.   Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με έμμεση κεντρική διαχείριση, εξασφαλίζει κατ’ αρχάς στοιχεία για την ύπαρξη και την ορθή λειτουργία στις οντότητες στις οποίες αναθέτει την εκτέλεση:

α)

διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιδοτήσεων διαφανών, που να μη δημιουργούν διακρίσεις και να αποκλείουν τη σύγκρουση συμφερόντων, καθώς και να τηρούν τους τίτλους V και VI του παρόντος κανονισμού αντιστοίχως,

β)

αποτελεσματικού και αποδοτικού συστήματος εσωτερικών ελέγχων για τη διαχείριση των πράξεων, το οποίο να περιλαμβάνει αποτελεσματικό διαχωρισμό των καθηκόντων του διατάκτη και του υπολόγου, ή άλλων ανάλογων καθηκόντων,

γ)

λογιστικού συστήματος που να επιτρέπει την επαλήθευση της χρησιμοποίησης των κοινοτικών πόρων και να αποτυπώνει τη χρησιμοποίηση αυτή στις δημοσιονομικές καταστάσεις της Κοινότητας,

δ)

ανεξάρτητου εξωτερικού ελέγχου,

ε)

πρόσβασης του κοινού στο επίπεδο πληροφόρησης που προβλέπεται στους κοινοτικούς κανονισμούς,

στ)

ετήσιας εκ των υστέρων γνωστοποίησης των ονομάτων των δικαιούχων των πόρων που προέρχονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3.

Η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποδεχθεί την ισοτιμία των συστημάτων ελέγχου, λογιστικής και ανάθεσης συμβάσεων των οντοτήτων στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 2 με τα δικά της συστήματα, με τήρηση των διεθνώς παραδεκτών προτύπων.

2.   Στην περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης ισχύουν, εν όλω ή εν μέρει, τα κριτήρια της παραγράφου 1, με την εξαίρεση του κριτηρίου του στοιχείου ε), ανάλογα με τον βαθμό αποκέντρωσης που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της Επιτροπής και της οικείας τρίτης χώρας, εθνικού ή διεθνούς οργανισμού δημοσίου δικαίου.

Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχείο α) και του άρθρου 169α, η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποφασίσει:

στην περίπτωση της ομαδοποίησης πόρων, και

υπό τους όρους που προβλέπονται στη βασική πράξη,

να προσφύγει στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιδοτήσεων που εφαρμόζει η δικαιούχος τρίτη χώρα ή που συμφωνούνται από τους δωρητές.

Πριν λάβει σχετική απόφαση, η Επιτροπή συγκεντρώνει κατ’ αρχάς, κατά περίπτωση, αποδεικτικά στοιχεία για το ότι οι διαδικασίες αυτές πληρούν τις απαιτήσεις των αρχών της διαφάνειας και της μη εφαρμογής διακρίσεων, αποκλείουν τις συγκρούσεις συμφερόντων, προσφέρουν εγγυήσεις ισοδύναμες με τα διεθνώς παραδεκτά πρότυπα και εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο.

Η εκάστοτε τρίτη χώρα, εθνικός ή διεθνής οργανισμός δημοσίου δικαίου πρέπει να αναλαμβάνει την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α)

να ακολουθεί, με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, τα κριτήρια της παραγράφου 1,

β)

να εγγυάται ότι ο έλεγχος που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) ασκείται από εθνικό όργανο ανεξάρτητων εξωτερικών ελέγχων,

γ)

να διενεργεί τακτικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι οι ενέργειες προς χρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό έχουν εκτελεσθεί ορθώς,

δ)

να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για την πρόληψη παρατυπιών και απάτης, καθώς και, εάν τούτο κρίνεται αναγκαίο, να ασκεί διώξεις για την ανάκτηση των χρηματικών ποσών που έχουν καταβληθεί εσφαλμένα

3.   Η Επιτροπή μεριμνά για την εποπτεία, την αξιολόγηση και τον έλεγχο της εκτέλεσης των καθηκόντων που αναθέτει. Κατά την εφαρμογή των δικών της συστημάτων ελέγχου λαμβάνει υπόψη την ισοδυναμία τους με τα συστήματα των ελεγχόμενων.

32.

Στο άρθρο 57, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Η Επιτροπή δεν μπορεί να αναθέτει πράξεις χρησιμοποίησης πόρων προερχόμενων από τον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενης της καταβολής και είσπραξης, σε εξωτερικούς οργανισμούς ή οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 54 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή συγκεκριμένων περιπτώσεων οι οποίες συνεπάγονται πληρωμές υποκείμενες σε όρους και για ποσά καθοριζόμενα από την Επιτροπή, προς δικαιούχους που προσδιορίζονται από την Επιτροπή, ενώ δεν συνεπάγονται την άσκηση διακριτικής ευχέρειας από την οντότητα ή τον οργανισμό που πραγματοποιεί τις πληρωμές.»

33.

Το άρθρο 59 τροποποιείται ως εξής:

α)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου, ο όρος “υπάλληλοι” αναφέρεται στα πρόσωπα που υπάγονται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Κάθε όργανο καθορίζει στους εσωτερικούς διοικητικούς κανόνες του τους υπαλλήλους του ενδεδειγμένου επιπέδου στους οποίους μεταβιβάζει αρμοδιότητες διατάκτη υπό τους όρους που προβλέπονται στον εσωτερικό κανονισμό του, την έκταση των μεταβιβαζόμενων αρμοδιοτήτων και τη δυνατότητα των εξουσιοδοτουμένων να μεταβιβάζουν περαιτέρω τις αρμοδιότητές τους.»

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Οι κύριες και δευτερεύουσες μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων διατάκτη πραγματοποιούνται μόνο σε υπαλλήλους.»

34.

Στο άρθρο 60, η παράγραφος 7 αντικαθίσταται ως εξής:

«7.   Ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης προβαίνει προς το οικείο όργανο σε απολογισμό της άσκησης των καθηκόντων του με τη μορφή ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων, η οποία συνοδεύεται από δημοσιονομικά και διαχειριστικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες της έκθεσης είναι αληθείς και ακριβείς, εκτός εάν ορίζεται άλλως σε οποιεσδήποτε επιφυλάξεις σχετικές με συγκεκριμένους τομείς εσόδων και δαπανών.

Η έκθεση αυτή αναφέρει τα αποτελέσματα των πράξεών του με παραπομπή στους στόχους, στους συναφείς με τις πράξεις αυτές κινδύνους, στη χρησιμοποίηση των πόρων και στην αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Ο εσωτερικός ελεγκτής λαμβάνει υπόψη του την ετήσια αυτή έκθεση και κάθε άλλο διαθέσιμο πληροφοριακό στοιχείο. Το αργότερο στις 15 Ιουνίου κάθε έτους, η Επιτροπή διαβιβάζει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύνοψη των ετήσιων εκθέσεων του προηγούμενου έτους.»

35.

Το άρθρο 61 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο στοιχείο ε) της παραγράφου 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«ο υπόλογος διαθέτει την εξουσία να επαληθεύει την τήρηση των κριτηρίων επικύρωσης,»

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«2α.   Πριν εγκριθούν οι λογαριασμοί από το οικείο όργανο, ο υπόλογος τους υπογράφει, πιστοποιώντας κατά τον τρόπο αυτό ότι μπορεί ευλόγως να υποθέσει ότι οι εν λόγω λογαριασμοί αποδίδουν αληθή και ακριβή εικόνα της δημοσιονομικής κατάστασης του οργάνου.

Προς τούτο, ο υπόλογος βεβαιώνεται ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τους λογιστικούς κανόνες, μεθόδους και συστήματα που έχουν δημιουργηθεί με δική του ευθύνη, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό για τους λογαριασμούς του οικείου οργάνου, καθώς και ότι όλα τα έσοδα και δαπάνες έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς αυτούς.

Οι διατάκτες κύριας μεταβίβασης διαβιβάζουν όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ο υπόλογος για την άσκηση των καθηκόντων του.

Οι διατάκτες παραμένουν πλήρως υπεύθυνοι για την ορθή χρησιμοποίηση των πόρων που διαχειρίζονται καθώς και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιούνται υπό τον έλεγχό τους.

2β.   Ο υπόλογος έχει την εξουσία να ελέγχει τα λαμβανόμενα στοιχεία καθώς και να πραγματοποιεί τυχόν περαιτέρω ελέγχους που κρίνει αναγκαίους πριν από την υπογραφή των λογαριασμών.

Εάν απαιτείται, διατυπώνει επιφυλάξεις και εξηγεί επακριβώς τη φύση και την έκταση των επιφυλάξεων αυτών.

2γ.   Οι υπόλογοι των λοιπών οργάνων και οργανισμών υπογράφουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους και τους διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής.»

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος να διαχειρίζεται χρηματικά ποσά και αξίες. Είναι δε υπεύθυνος για τη φύλαξή τους.»

36.

Στο άρθρο 62, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Ο υπόλογος μπορεί, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να μεταβιβάσει ορισμένα καθήκοντα σε υφισταμένους του.»

37.

Το άρθρο 63 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 63

1.   Οι πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να συνιστώνται για τη συγκέντρωση εσόδων πέραν των ιδίων πόρων και για την καταβολή μικρών ποσών, κατά τον ορισμό των κανόνων εφαρμογής.

Ωστόσο, στον τομέα της διαχείρισης κρίσεων και της ανθρωπιστικής βοήθειας, κατά την έννοια του άρθρου 110, οι πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς περιορισμό ως προς το ύψος τους, τηρουμένου όμως του επιπέδου των πιστώσεων που έχει εγγράψει η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος.

2.   Οι πάγιες προκαταβολές τροφοδοτούνται από τον υπόλογο του οικείου οργάνου και τίθενται υπό την ευθύνη των υπολόγων παγίων προκαταβολών που διορίζονται από τον υπόλογο του οργάνου.»

38.

Στο άρθρο 65, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν προδικάζουν την ποινική ευθύνη που είναι δυνατόν να υπέχουν οι υπάλληλοι στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 64, σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εθνικής νομοθεσίας και με τις διατάξεις περί προστασίας των οικονομικών συμφερόντων και καταπολέμησης του χρηματισμού των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.»

39.

Το άρθρο 66 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Ο διατάκτης υπέχει ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.»

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η απαίτηση προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης ισχύει ιδίως εφόσον:

α)

ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, βεβαιώνει δικαιώματα είσπραξης ή εκδίδει εντάλματα είσπραξης, αναλαμβάνει δαπάνη ή υπογράφει ένταλμα πληρωμής χωρίς να τηρήσει τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του,

β)

ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, παραλείπει να συντάξει έγγραφο βεβαίωσης οφειλής, αμελεί να εκδώσει ένταλμα είσπραξης ή καθυστερεί την έκδοσή του ή την έκδοση εντάλματος πληρωμής, εκθέτοντας έτσι το οικείο όργανο στην άσκηση ενδίκων μέσων εκ μέρους τρίτων.»

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Στην περίπτωση δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο των υπηρεσιών του, ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης συνεχίζει να είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των συστημάτων εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που δημιουργούνται, καθώς και για την επιλογή του διατάκτη δευτερεύουσας μεταβίβασης.»

δ)

Στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Κάθε όργανο συγκροτεί υπηρεσία εξειδικευμένη στις δημοσιονομικές παρατυπίες ή συμμετέχει σε κοινή υπηρεσία η οποία συγκροτείται από πλείονα όργανα. Οι υπηρεσίες αυτές λειτουργούν ανεξάρτητα και αποφαίνονται για την ύπαρξη και τις πιθανές συνέπειες τυχόν δημοσιονομικής παρατυπίας.»

40.

Το άρθρο 73 παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Όταν ο αρμόδιος κύριος διατάκτης προτίθεται να παραιτηθεί εν όλω ή εν μέρει από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης, βεβαιώνεται, με τις διαδικασίες και τα κριτήρια που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αναλογικότητας. Η απόφαση παραίτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ο διατάκτης μπορεί να μεταβιβάσει περαιτέρω την έκδοση αυτής της απόφασης μόνο υπό τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.

Ο αρμόδιος κύριος διατάκτης μπορεί ακόμη να ακυρώσει ή να αναπροσαρμόσει βεβαιωθείσα απαίτηση, υπό τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.»

41.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 73β

Με την επιφύλαξη των διατάξεων συγκεκριμένων κανονισμών και της εφαρμογής της απόφασης του Συμβουλίου που διέπει το σύστημα ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, οι απαιτήσεις των Κοινοτήτων έναντι τρίτων καθώς και οι απαιτήσεις τρίτων έναντι των Κοινοτήτων υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή.

Η ημερομηνία για τον υπολογισμό της επέλευσης της παραγραφής και οι προϋποθέσεις για τη διακοπή του υπολογισμού αυτού καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.»

42.

Στο άρθρο 75 παράγραφος 2, το «άρθρο 49 παράγραφος 2» μετατρέπεται σε «άρθρο 49 παράγραφος 6 στοιχείο ε)».

43.

Στο άρθρο 77 παράγραφος 3, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το ποσό δημοσιονομικής δέσμευσης η οποία αντιστοιχεί σε νομική δέσμευση για την οποία δεν πραγματοποιήθηκε καμία πληρωμή κατά την έννοια του άρθρου 81 επί διάστημα τριών ετών μετά την υπογραφή της νομικής δέσμευσης, αποδεσμεύεται.»

44.

Στο άρθρο 80 προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Οσάκις περιοδικές πληρωμές γίνονται για παρεχόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανόμενης της εκμίσθωσης, ή παραδιδόμενα αγαθά, και υπό την αίρεση της ανάλυσης κινδύνων που αυτός πραγματοποιεί, ο διατάκτης είναι δυνατόν να διατάξει την εφαρμογή συστήματος άμεσης χρέωσης.»

45.

Στο άρθρο 86 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων εσωτερικού και λογιστικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.»

46.

Στο άρθρο 87, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Εάν ο εσωτερικός ελεγκτής είναι μέλος του προσωπικού, υπέχει ευθύνη υπό τους όρους που τίθενται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης και διευκρινίζονται στους κανόνες εφαρμογής.»

47.

Το άρθρο 88 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 88

1.   Οι δημόσιες συμβάσεις είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται εγγράφως μεταξύ ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων και μιας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών, κατά την έννοια των άρθρων 104 και 167, με σκοπό την εξασφάλιση, έναντι καταβολής αντιτίμου, το οποίο καταβάλλεται εν όλω ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό, της παροχής κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, της εκτέλεσης εργασιών ή της παροχής υπηρεσιών.

Οι συμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν:

α)

τις συμβάσεις αγοράς ή μίσθωσης κτιρίων,

β)

τις συμβάσεις προμηθειών,

γ)

τις συμβάσεις έργων,

δ)

τις συμβάσεις υπηρεσιών.

2.   Σύμβαση-πλαίσιο είναι η σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ μιας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών και ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων με σκοπό τον καθορισμό των όρων των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, ιδίως σε ό, τι αφορά τις τιμές και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τις ποσότητες. Διέπεται δε από τις διατάξεις του παρόντος τίτλου περί ανάθεσης συμβάσεων, συμπεριλαμβανόμενης της διαφήμισης.

3.   Ο παρών τίτλος δεν αφορά τις επιδοτήσεις, με την επιφύλαξη των άρθρων 93 έως 96.»

48.

Στο άρθρο 89 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι αναθέτουσες αρχές δεν είναι δυνατόν να προσφεύγουν σε συμβάσεις-πλαίσια κατά τρόπο καταχρηστικό ή έχοντα ως στόχο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού.»

49.

Το άρθρο 90 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

(i)

Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«1.

Πέραν των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 105 ή 167, όλες οι συμβάσεις αποτελούν το αντικείμενο δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

(ii)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η εκ των προτέρων δημοσίευση δύναται να παραλειφθεί μόνο στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, όπως προσδιορίζεται στους κανόνες εφαρμογής, και για τις συμβάσεις υπηρεσιών που καλύπτονται από το Παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (14)

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Οι συμβάσεις των οποίων η αξία είναι κατώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 105 ή 167 και οι συμβάσεις υπηρεσιών που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ αποτελούν το αντικείμενο κατάλληλης δημοσιότητας, όπως ορίζεται στους κανόνες εφαρμογής.»

50.

Το άρθρο 91 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων λαμβάνουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α)

ανοικτή διαδικασία,

β)

κλειστή διαδικασία,

γ)

διαγωνισμός μελετών,

δ)

διαδικασία με διαπραγμάτευση,

ε)

διαδικασία με ανταγωνιστικό διάλογο.

Οσάκις δημόσια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο ενδιαφέρει δύο ή περισσότερα όργανα, εκτελεστικούς οργανισμούς ή οργανισμούς του άρθρου 185 και εφόσον υπάρχει η δυνατότητα να επιτευχθούν κέρδη αποδοτικότητας, οι οικείες αναθέτουσες αρχές επιδιώκουν τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης σε διοργανική βάση.

Οσάκις δημόσια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο είναι αναγκαία για την υλοποίηση κοινής ενέργειας από όργανο και αναθέτουσα αρχή κράτους μέλους, η διαδικασία ανάθεσης είναι δυνατόν να διεξάγεται από κοινού από το όργανο και τη συμμετέχουσα αναθέτουσα αρχή, όπως εξειδικεύεται στους κανόνες εφαρμογής.»

β)

Στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται.

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Οι κανόνες εφαρμογής καθορίζουν τη διαδικασία ανάθεσης, κατά την παράγραφο 1, που εφαρμόζεται για τις συμβάσεις υπηρεσιών που εμπίπτουν στο παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/EΚ καθώς και για τις συμβάσεις που χαρακτηρίζονται απόρρητες και των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας ή όταν τούτο απαιτείται για λόγους προστασίας των ουσιωδών συμφερόντων των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

51.

Το άρθρο 92 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 92

Τα έγγραφα που σχετίζονται με την πρόσκληση υποβολής προσφορών πρέπει να παρέχουν πλήρη, σαφή και επακριβή περιγραφή του αντικειμένου και να προσδιορίζουν τα εφαρμοστέα κριτήρια αποκλεισμού, επιλογής και ανάθεσης της σύμβασης.»

52.

Το άρθρο 93 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Το εισαγωγικό τμήμα αντικαθίσταται ως εξής:

«Από τη συμμετοχή σε διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων αποκλείονται οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες:»

ii)

Το στοιχείο στ) αντικαθίσταται ως εξής:

«στ)

υπόκεινται σε διοικητική κύρωση κατά το άρθρο 96 παράγραφος 1.»

iii)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου είναι δυνατόν να μην ισχύουν στην περίπτωση προμηθειών με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους είτε από προμηθευτή που διακόπτει οριστικά τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές πτώχευσης, από διακανονισμό με πιστωτές ή από παρόμοια διαδικασία κατά την οικεία εθνική νομοθεσία.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Οι υποψήφιοι και προσφέροντες πρέπει να πιστοποιούν ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις της παραγράφου 1. Ωστόσο, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να μη ζητήσει την πιστοποίηση αυτή στην περίπτωση συμβάσεων πολύ μικρού ύψους, όπως εξειδικεύεται στους κανόνες εφαρμογής.»

Για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής της παραγράφου 1, ο υποψήφιος ή προσφέρων, οποτεδήποτε του ζητηθεί από την αναθέτουσα αρχή, οφείλει:

α)

οσάκις αποτελεί νομική οντότητα, να δίδει στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς και για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εκπροσώπηση της νομικής αυτής οντότητας,

β)

οσάκις προτίθεται να προσφύγει σε υπεργολάβο, να πιστοποιεί ότι ο υπεργολάβος αυτός δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1.»

γ)

Προστίθεται η εξής παράγραφος:

«3.   Οι κανόνες εφαρμογής καθορίζουν τη μέγιστη χρονική περίοδο κατά την οποία οι περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 συνεπάγονται τον αποκλεισμό των υποψηφίων και προσφερόντων από διαδικασία ανάθεσης σύμβασης. Αυτή η μέγιστη περίοδος δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.»

53.

Τα άρθρα 94, 95 και 96 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 94

Δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί σύμβαση σε υποψήφιο ή προσφέροντα ο οποίος, κατά τη διάρκεια της σχετικής διαδικασίας:

α)

περιέρχεται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων,

β)

έχει υποβάλει ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων τα οποία απαιτούνται από την αναθέτουσα αρχή ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης ή αδυνατεί να παράσχουν τα στοιχεία αυτά,

γ)

εμπίπτει σε μια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού από τη διαδικασία ανάθεσης στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 93 παράγραφος 1.

Άρθρο 95

1.   Δημιουργείται κεντρική βάση δεδομένων, την οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω βάση δεδομένων περιέχει στοιχεία για τους υποψήφιους και προσφέροντες που εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93, 94, 96 παράγραφος 1 στοιχείο β) και 96 παράγραφος 2 στοιχείο α). Η βάση είναι κοινή για όλα τα όργανα, τους εκτελεστικούς οργανισμούς και τους οργανισμούς του άρθρου 185.

2.   Οι αρχές των κρατών μελών και οι τρίτες χώρες καθώς και οι οργανισμοί, εκτός των αναφερόμενων στην παράγραφο 1, που συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού σύμφωνα με τα άρθρα 53 και 54, κοινοποιούν στον αρμόδιο διατάκτη τις πληροφορίες σχετικά με τους υποψηφίους και προσφέροντες οι οποίοι ευρίσκονται σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 93 παράγραφος 1 στοιχείο ε), εφόσον η διαγωγή του συγκεκριμένου οικονομικού φορέα έθιξε τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων. Ο διατάκτης λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές και ζητεί από τον υπόλογο να τις καταχωρίσει στη βάση δεδομένων.

Οι αρχές και οι οργανισμοί που αναφέρονται στην πρώτη υποπαράγραφο της παρούσας παραγράφου έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες της βάσης δεδομένων και μπορούν να τις λάβουν υπόψη τους, ανάλογα με την περίπτωση και με δική τους ευθύνη, για την ανάθεση συμβάσεων που συνδέονται με την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

3.   Στους κανόνες εφαρμογής θα πρέπει να τεθούν διαφανή και λογικά συνεπή κριτήρια για την εξασφάλιση της αναλογικής εφαρμογής των κριτηρίων αποκλεισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τυποποιημένες διαδικασίες και τεχνικές προδιαγραφές για τη λειτουργία της εν λόγω βάσης δεδομένων.

Άρθρο 96

1.   Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να επιβάλει διοικητικές ή οικονομικές κυρώσεις σε:

α)

υποψήφιους ή προσφέροντες οι οποίοι εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 94 στοιχείο β),

β)

αντισυμβαλλομένους οι οποίοι έχει διαπιστωθεί ότι παραβιάζουν σοβαρά τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο σύμβασης καλυπτόμενης από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις η αναθέτουσα αρχή πρέπει κατ’ αρχάς να δίδει στο εμπλεκόμενο πρόσωπο τη δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

2.   Οι κυρώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 είναι ανάλογες προς το ύψος της σύμβασης και τη σοβαρότητα του παραπτώματος, είναι δε δυνατόν να συνίστανται σε:

α)

αποκλεισμό του εμπλεκόμενου υποψηφίου, προσφέροντος ή αντισυμβαλλομένου από τη σύμβαση ή την επιδότηση που χρηματοδοτείται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, και τούτο για μέγιστη χρονική περίοδο δέκα ετών, και/ή

β)

καταβολή χρηματικών προστίμων από τον υποψήφιο ή προσφέροντα, χωρίς όμως το πρόστιμο να υπερβαίνει το ύψος της αντίστοιχης σύμβασης.»

54.

Το άρθρο 97 αντικαθίσταται ως εξής:

 

«1.   Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ισχύουν για το αντικείμενο της προσφοράς και αφού ελεγχθεί, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής που αναφέρονται στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, η ικανότητα των οικονομικών παραγόντων που δεν αποκλείονται δυνάμει των άρθρων 93, 94 και 96 παράγραφος 2 στοιχείο α).

2.   Οι συμβάσεις μπορούν να ανατεθούν με μειοδοτικό διαγωνισμό ή με ανάθεση στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.»

55.

Το άρθρο 98 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Οι κανόνες κατάθεσης των προσφορών εγγυώνται το γνήσιο ανταγωνισμό και το απόρρητο του περιεχομένου τους έως την ταυτόχρονη αποσφράγισή τους.

2.   Σε δεόντως τεκμηριωμένες και κατάλληλες περιπτώσεις, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτεί από τους προσφέροντες προηγούμενη εγγύηση, υπό τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, προκειμένου να εξασφαλίζεται η διατήρηση των υποβαλλόμενων προσφορών.»

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Όλες οι υποψηφιότητες και προσφορές τις οποίες η επιτροπή αποσφράγισης κρίνει σύμφωνες με τους προβλεπόμενους όρους αξιολογούνται βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα έγγραφα του διαγωνισμού, με σκοπό να προταθεί στην αναθέτουσα αρχή η ανάθεση της σύμβασης ή η διεξαγωγή ηλεκτρονικού μειοδοτικού διαγωνισμού.»

56.

Τα άρθρα 102 και 103 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 102

1.   Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τους αντισυμβαλλομένους προηγούμενη εγγύηση στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.   Η αναθέτουσα αρχή μπορεί, εφόσον κρίνεται ενδεδειγμένο και αναλογικό, να ζητεί από τους αντισυμβαλλομένους να καταθέσουν την ως άνω εγγύηση η οποία να:

α)

διασφαλίζει την πλήρη εκτέλεση της σύμβασης,

β)

περιορίζει τους οικονομικούς κινδύνους που σχετίζονται με την καταβολή προχρηματοδότησης.

Άρθρο 103

Οσάκις αποδεικνύεται ότι η διαδικασία ανάθεσης εμφανίζει ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, τα κοινοτικά όργανα αναστέλλουν τη διαδικασία και μπορούν να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο, συμπεριλαμβανόμενης της ακύρωσης της διαδικασίας.

Οσάκις, μετά την ανάθεση της σύμβασης, αποδεικνύεται ότι η διαδικασία ανάθεσης ή η εκτέλεση της σύμβασης εμφάνισε ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, τα κοινοτικά όργανα μπορούν είτε να μη συνάψουν τη σύμβαση είτε να αναστείλουν την εκτέλεση της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να την καταγγείλουν.

Οσάκις τα σφάλματα, οι παρατυπίες ή η απάτη οφείλονται σε υπαιτιότητα του αντισυμβαλλομένου, τα κοινοτικά όργανα μπορούν επιπλέον να αρνηθούν πληρωμές ή να ανακτήσουν ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί, ή και να καταγγείλουν όλες τις συμβάσεις που έχουν συνάψει με τον εμπλεκόμενο αντισυμβαλλόμενο, κατ’ αναλογία προς τη σοβαρότητα των σφαλμάτων, των παρατυπιών ή της απάτης.»

57.

Στο άρθρο 104 προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«Μεταβιβάζουν δε τις εξουσίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 59.»

58.

Το άρθρο 105 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 105

1.   Με την επιφύλαξη του τίτλου IV του μέρους ΙΙ του παρόντος κανονισμού, η οδηγία 2004/18/ΕΚ καθορίζει τα κατώτατα όρια τα οποία προσδιορίζουν:

α)

τους όρους δημοσίευσης κατά το άρθρο 90,

β)

την επιλογή διαδικασίας κατά το άρθρο 91 παράγραφος 1,

γ)

τις αντίστοιχες προθεσμίες.

2.   Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων και των όρων που εξειδικεύονται στους κανόνες εφαρμογής, στην περίπτωση των συμβάσεων που εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ η αναθέτουσα αρχή δεν υπογράφει τη σύμβαση ή τη σύμβαση-πλαίσιο με τον επιτυχόντα προσφέροντα έως ότου παρέλθει μια εύλογη περίοδος απραξίας.»

59.

Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 1 του τίτλου VI του μέρους Ι αντικαθίσταται ως εξής:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Πεδίο εφαρμογής και μορφή των επιδοτήσεων»

60.

Το άρθρο 108 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η επιδότηση καλύπτεται είτε από γραπτή σύμβαση είτε από απόφαση της Επιτροπής που κοινοποιείται στον επιτυχόντα υποψήφιο.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Δεν αποτελούν επιδοτήσεις κατά την έννοια του παρόντος τίτλου:

α)

οι δαπάνες για τα μέλη και το προσωπικό των οργάνων καθώς και οι συνεισφορές στα Ευρωπαϊκά Σχολεία,

β)

τα χορηγούμενα δάνεια, τα φέροντα κινδύνους χρηματοδοτικά μέσα της Κοινότητας ή οι συνεισφορές της Κοινότητας σε τέτοια μέσα, οι δημόσιες συμβάσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 88 καθώς και η βοήθεια που χορηγείται ως μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή και οι ενισχύσεις προϋπολογισμών,

γ)

οι επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου βάσει της αρχής του ιδιώτη επενδυτή, η χρηματοδότηση έναντι κεφαλαιακών συμμετοχών καθώς και η κατοχή μετοχών και οι συμμετοχές σε διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη (ΕΤΑΑ) και οι εξειδικευμένοι κοινοτικοί οργανισμοί, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕπ),

δ)

οι συνεισφορές που καταβάλλονται από τις Κοινότητες ως συνδρομές σε οντότητες των οποίων είναι μέλη,

ε)

οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο επιμερισμένης, αποκεντρωμένης ή από κοινού διαχείρισης, κατά την έννοια των άρθρων 53 έως 53δ,

στ)

οι πληρωμές στους οργανισμούς στους οποίους μεταβιβάζονται καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 καθώς και οι συνεισφορές, δυνάμει της οικείας καταστατικής βασικής πράξης, προς οργανισμούς που συνιστώνται από τη νομοθετική αρχή,

ζ)

οι δαπάνες που σχετίζονται με τις αγορές των αλιευτικών προϊόντων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, σχετικά με τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (15),

η)

η επιστροφή εξόδων ταξιδιού και διαμονής προσώπων που προσκαλούνται ή αποστέλλονται από τα κοινοτικά όργανα ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κάθε άλλη αποζημίωση που καταβάλλεται στα πρόσωπα αυτά.

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Εξομοιώνονται με επιδοτήσεις και διέπονται, εφόσον ενδείκνυται, από τον παρόντα τίτλο:

α)

το όφελος που προκύπτει από την επιδότηση επιτοκίου ορισμένων χορηγούμενων δανείων,

β)

οι επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου και οι συμμετοχές πέραν εκείνων στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 2 στοιχείο γ).

4.   Κάθε όργανο μπορεί να χορηγεί επιδοτήσεις για δραστηριότητες επικοινωνίας εφόσον, για δεόντως αιτιολογημένους λόγους, η χρήση των διαδικασιών ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων δεν είναι σκόπιμη.»

61.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 108α

1.   Οι επιδοτήσεις είναι δυνατόν να λάβουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α)

επιστροφές προσδιοριζόμενου ποσοστού των επιλέξιμων πραγματικών εξόδων,

β)

κατ’ αποκοπή ποσά,

γ)

χρηματοδότηση ενιαίου ποσοστού,

δ)

συνδυασμός των μορφών των στοιχείων α), β) και γ).

2.   Οι επιδοτήσεις τηρούν το εκάστοτε συνολικό ανώτατο όριο, εκφραζόμενο σε απόλυτες τιμές.»

62.

Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 2 του τίτλου VI του μέρους Ι του παρόντος κανονισμού τροποποιείται ως εξής:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Αρχές»

63.

Το άρθρο 109 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 109

1.   Οι επιδοτήσεις τηρούν τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης.

Δεν είναι δυνατόν να σωρεύονται ούτε να παρέχονται αναδρομικά, πρέπει δε να συμπεριλαμβάνουν συγχρηματοδότηση.

Σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να σημειώνεται υπέρβαση των συνολικών επιλέξιμων προς χρηματοδότηση εξόδων, όπως ορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.   Η επιδότηση δεν είναι δυνατόν να αποσκοπεί ή να συνεπάγεται κέρδος για το δικαιούχο.

3.   Η παράγραφος 2 δεν ισχύει για:

α)

υποτροφίες μελέτης, έρευνας ή επαγγελματικής κατάρτισης που παρέχονται σε φυσικά πρόσωπα,

β)

βραβεία που απονέμονται μετά από διαγωνισμό μελετών,

γ)

ενέργειες με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής επιφάνειας δικαιούχου ή την εξασφάλιση εσόδων στο πλαίσιο εξωτερικής ενέργειας.»

64.

Στο άρθρο 110, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι επιδοτήσεις αποτελούν το αντικείμενο ετήσιου προγράμματος εργασίας, το οποίο δημοσιεύεται στην αρχή του οικονομικού έτους.

Αυτό το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας εκτελείται μέσω δημοσίευσης πρόσκλησης για την υποβολή προτάσεων, εκτός εάν πρόκειται για επείγουσες περιπτώσεις εξαιρετικού χαρακτήρα δεόντως αιτιολογημένες, ή οσάκις τα χαρακτηριστικά του δικαιούχου ή της ενέργειας δεν αφήνουν περιθώρια για άλλη επιλογή, ή οσάκις ο δικαιούχος προσδιορίζεται στη βασική πράξη ως ο αποδέκτης της επιδότησης.

Το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για τη βοήθεια που προορίζεται για την αντιμετώπιση κρίσεων ούτε για τις επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας.»

65.

Τα άρθρα 111 και 112 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 111

Μία ενέργεια είναι δυνατόν να οδηγήσει στην καταβολή μιας και μόνο επιδότησης από τον προϋπολογισμό, και προς έναν μόνο δικαιούχο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Ένας δικαιούχος μπορεί να λάβει από τον προϋπολογισμό μία και μόνο επιδότηση λειτουργίας ανά οικονομικό έτος.

Ο αιτών ενημερώνει αμέσως τους διατάκτες για τυχόν πολλαπλές αιτήσεις και πολλαπλές επιδοτήσεις στο πλαίσιο της ίδιας ενέργειας ή του ίδιου προγράμματος εργασίας.

Οι ίδιες δαπάνες ουδέποτε είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν δύο φορές από τον προϋπολογισμό.

Άρθρο 112

1.   Επιδότηση για ενέργεια που ήδη έχει αρχίσει είναι δυνατόν να δοθεί μόνο οσάκις ο αιτών μπορεί να αποδείξει ότι ήταν αναγκαίο να αρχίσει η ενέργεια πριν δοθεί η επιδότηση.

Στις περιπτώσεις αυτές, οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν είναι δυνατόν να έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επιδότησης, εκτός εάν πρόκειται για δεόντως αιτιολογημένες εξαιρετικές περιπτώσεις προβλεπόμενες στη βασική πράξη, ή για δαπάνες αναγκαίες για την ορθή υλοποίηση βοήθειας για τη διαχείριση κρίσεων ή ανθρωπιστικής βοήθειας, όπως προβλέπεται στους κανόνες εφαρμογής.

Ουδεμία επιδότηση δίδεται αναδρομικώς για ήδη συμπληρωθείσες δράσεις.

2.   Η επιδότηση λειτουργίας καταβάλλεται εντός έξι μηνών από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου. Οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν είναι δυνατόν να έχουν πραγματοποιηθεί ούτε πριν από την υποβολή της αίτησης επιδότησης ούτε πριν από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου.»

66.

Στο άρθρο 113, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά στη βασική πράξη υπέρ οντοτήτων οι οποίες επιδιώκουν στόχους γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, οι επιδοτήσεις λειτουργίας κατά την ανανέωσή τους μειώνονται προοδευτικά. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τις επιδοτήσεις που λαμβάνουν μία από τις μορφές τις προβλεπόμενες στο άρθρο 108α παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ).»

67.

Το άρθρο 114 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 114

1.   Οι αιτήσεις επιδότησης υποβάλλονται εγγράφως.

2.   Οι αιτήσεις επιδότησης είναι επιλέξιμες εφόσον υποβάλλονται από:

α)

νομικά πρόσωπα· οι αιτήσεις επιδότησης είναι δυνατόν να είναι επιλέξιμες και όταν υποβάλλονται από οντότητες που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας, υπό τον όρο ότι οι εκπρόσωποί τους έχουν την ικανότητα να αναλάβουν νομικές δεσμεύσεις για λογαριασμό τους και αναλαμβάνουν την οικονομική ευθύνη,

β)

φυσικά πρόσωπα, ενόσω τούτο απαιτείται λόγω της φύσης ή των χαρακτηριστικών της ενέργειας ή του στόχου που επιδιώκει ο δικαιούχος.

3.   Επιδοτήσεις δεν είναι δυνατόν να παρέχονται σε αιτούντες οι οποίοι, κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας καταβολής της επιδότησης, εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93 παράγραφος 1 και 96 παράγραφος 2 στοιχείο α).

Οι αιτούντες πρέπει να υποβάλλουν βεβαίωση ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο. Ωστόσο, ο διατάκτης είναι δυνατόν να μη ζητήσει τη βεβαίωση αυτή σε περίπτωση επιδοτήσεων πολύ μικρού ύψους, όπως εξειδικεύεται στους κανόνες εφαρμογής.

4.   Υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 96, ο διατάκτης είναι δυνατόν να επιβάλλει σε αιτούντες διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Οι κυρώσεις αυτές είναι δυνατόν να επιβάλλονται και σε δικαιούχους οι οποίοι, κατά την υποβολή της αίτησης ή κατά την καταβολή της επιδότησης, προέβησαν σε ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων που ζητούνται από το διατάκτη ή αδυνατούν να παράσχουν αυτά τα στοιχεία.»

68.

Στο άρθρο 116, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι προτάσεις αξιολογούνται βάσει προαναγγελθέντων κριτηρίων επιλογής και καταβολής της επιδότησης, και με σκοπό τον προσδιορισμό των προτάσεων που είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν.»

69.

Το άρθρο 118 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 118

1.   Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν, εφόσον το κρίνει ενδεδειγμένο και αναλογικό, να ζητήσει από το δικαιούχο να καταθέσει εκ των προτέρων εγγύηση με σκοπό τον περιορισμό των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με την καταβολή προχρηματοδότησης.

2.   Ο αρμόδιος διατάκτης ζητεί από το δικαιούχο να καταθέσει την ως άνω εγγύηση στις περιπτώσεις που εξειδικεύονται στους κανόνες εφαρμογής.»

70.

Στο άρθρο 119, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Εάν ο δικαιούχος αθετήσει τις υποχρεώσεις του, η επιδότηση αναστέλλεται ή μειώνεται ή τερματίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, αφού δοθεί στο δικαιούχο η δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.»

71.

Το άρθρο 120 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 120

1.   Οσάκις η εκτέλεση ενέργειας απαιτεί την ανάθεση σύμβασης εκ μέρους του δικαιούχου, οι σχετικές διαδικασίες καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.   Οσάκις η εκτέλεση ενέργειας απαιτεί την οικονομική υποστήριξη τρίτων, ο δικαιούχος κοινοτικής επιδότησης είναι δυνατόν να χορηγήσει την υποστήριξη αυτή εφόσον:

α)

δεν αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο της ενέργειας,

β)

οι όροι χορήγησης της υποστήριξης καθορίζονται αυστηρά στην απόφαση ή στη συμφωνία επιδότησης που συνάπτεται μεταξύ δικαιούχου και Επιτροπής, χωρίς τη δυνατότητα άσκησης διακριτικής ευχέρειας,

γ)

αφορά μικρά ποσά.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), το μέγιστο ύψος της οικονομικής υποστήριξης που μπορεί να καταβληθεί σε τρίτον από το δικαιούχο καθορίζεται στους κανόνες εφαρμογής.

3.   Κάθε συμφωνία ή απόφαση επιδότησης προβλέπει ρητά ότι η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο ασκούν τις ελεγκτικές τους εξουσίες, βάσει εγγράφων και επιτόπου, σε όλους τους αντισυμβαλλόμενους, άμεσους και έμμεσους, που λαμβάνουν κοινοτική χρηματοδότηση.»

72.

Το άρθρο 121 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

«α)

τις δημοσιονομικές καταστάσεις των κοινοτικών οργάνων κατά το άρθρο 126, καθώς και εκείνες των οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 185 και εκείνων των οποίων οι λογαριασμοί πρέπει να ενοποιούνται σύμφωνα με τους κοινοτικούς λογιστικούς κανόνες,»

β)

Το στοιχείο δ) αντικαθίσταται ως εξής:

«δ)

τις συγκεντρωτικές καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, οι οποίες παρουσιάζουν τα στοιχεία που περιέχονται στις καταστάσεις στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο γ).»

73.

Το άρθρο 122 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 122

1.   «Οι λογαριασμοί των οργάνων και των οργανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 121 συνοδεύονται από έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους.

2.   Η έκθεση στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 περιέχει, μεταξύ άλλων, υπολογισμό του ποσοστού απορρόφησης των πιστώσεων μαζί με συνοπτικά στοιχεία για τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων θέσεων του προϋπολογισμού.»

74.

Το άρθρο 128 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 128

Οι υπόλογοι των λοιπών κοινοτικών οργάνων και των οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο στις 31 Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, τους προσωρινούς λογαριασμούς τους μαζί με την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του αντίστοιχου οικονομικού έτους.

Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί αυτούς τους προσωρινούς λογαριασμούς με τους προσωρινούς λογαριασμούς της Επιτροπής και διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, έως την 31η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, τους προσωρινούς λογαριασμούς της Επιτροπής μαζί με την έκθεση της Επιτροπής για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια του έτους και με τους προσωρινούς ενοποιημένους λογαριασμούς.

Ο υπόλογος κάθε κοινοτικού οργάνου και οργανισμού του άρθρου 121 διαβιβάζει την έκθεση για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, εντός της προθεσμίας του δεύτερου εδαφίου.»

75.

Το άρθρο 129 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το «άρθρο 185» μετατρέπεται σε «άρθρο 121».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Τα κοινοτικά όργανα πέραν της Επιτροπής, καθώς και οι οργανισμοί στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 καταρτίζουν τους τελικούς λογαριασμούς τους σύμφωνα με το άρθρο 61 και τους διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο το αργότερο την 1η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους, με σκοπό την κατάρτιση των οριστικών ενοποιημένων λογαριασμών.»

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Ο υπόλογος της Επιτροπής καταρτίζει τους οριστικούς ενοποιημένους λογαριασμούς βάσει των στοιχείων που διαβιβάζουν τα λοιπά κοινοτικά όργανα κατά την παράγραφο 2. Οι οριστικοί ενοποιημένοι λογαριασμοί συνοδεύονται από σημείωμα συντασσόμενο από τον υπόλογο της Επιτροπής, με το οποίο αυτός δηλώνει ότι οι λογαριασμοί αυτοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τον τίτλο VII καθώς και τις λογιστικές αρχές, κανόνες και μεθόδους που καθορίζονται στο παράρτημα των δημοσιονομικών καταστάσεων.»

δ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Μετά την έγκριση των οριστικών ενοποιημένων λογαριασμών και των δικών της οριστικών λογαριασμών, η Επιτροπή διαβιβάζει όλους αυτούς τους λογαριασμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο έως την 31η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους.»

ε)

Στην παράγραφο 4, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου» μετατρέπεται σε «15 Νοεμβρίου».

76.

Το άρθρο 131 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, η «Επιτροπή» γίνεται «ο υπόλογος της Επιτροπής».

β)

Στην παράγραφο 2, η «Επιτροπή» γίνεται «ο υπόλογος της Επιτροπής».

77.

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 133, το «άρθρο 185» μετατρέπεται σε «άρθρο 121».

78.

Στο άρθρο 134, το «άρθρο 185» μετατρέπεται σε «άρθρο 121».

79.

Στο άρθρο 138 παράγραφος 1, το «άρθρο 185» μετατρέπεται σε «άρθρο 121».

80.

Στο άρθρο 139, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Τα όργανα ενημερώνουν το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σχετικά με τις εσωτερικές κανονιστικές διατάξεις που θεσπίζουν για δημοσιονομικά θέματα.»

81.

Το άρθρο 143 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, η ημερομηνία «15 Ιουνίου» μετατρέπεται σε «30 Ιουνίου» και η ημερομηνία «30 Σεπτεμβρίου» σε «15 Οκτωβρίου».

β)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«5.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο διαβιβάζει στις αρμόδιες για την απαλλαγή αρχές και στα άλλα όργανα, το αργότερο στις 15 Νοεμβρίου, την ετήσια έκθεσή του, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις των οργάνων, και εξασφαλίζει τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

γ)

Στην παράγραφο 6, η ημερομηνία «15 Φεβρουαρίου» μετατρέπεται σε «28 Φεβρουαρίου».

82.

Το άρθρο 144 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πέμπτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Αν το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφασίσει να δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένες από τις ειδικές εκθέσεις του, αυτές συνοδεύονται από τις απαντήσεις των οικείων οργάνων.»

β)

Στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι γνωμοδοτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 248 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ και στο άρθρο 160γ παράγραφος 4 της συνθήκης Ευρατόμ, οι οποίες δεν αφορούν προτάσεις ή σχέδια στο πλαίσιο της νομοθετικής διαβούλευσης, μπορούν να δημοσιεύονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

83.

Στο άρθρο 145 παράγραφος 1, η ημερομηνία «30 Απριλίου» μετατρέπεται σε «15 Μαΐου».

84.

Η επικεφαλίδα του τίτλου Ι του μέρους ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

«ΤΙΤΛΟΣ I

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ»

85.

Στο άρθρο 148, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Τα μέρη Ι και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανόνες που διέπουν το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων, εφεξής “ΕΓΤΕ”, καθώς και για τα αντίστοιχα έσοδα, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόντα τίτλο.»

86.

Το άρθρο 149 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Για κάθε οικονομικό έτος, το ΕΓΤΕ περιλαμβάνει μη διαχωριζόμενες δαπάνες, με την εξαίρεση των δαπανών που σχετίζονται με τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005, οι οποίες καλύπτονται με διαχωριζόμενες πιστώσεις.»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Οι μη δεσμευθείσες πιστώσεις που έχουν σχέση με τις ενέργειες που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1209/2005 είναι δυνατόν να μεταφερθούν στο επόμενο οικονομικό έτος, και μόνο σε αυτό.

Η μεταφορά αυτή δεν υπερβαίνει, εντός του ορίου του 2 % επί των αρχικών πιστώσεων στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, το ποσό της αναπροσαρμογής των άμεσων ενισχύσεων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς (16), που ίσχυσε κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.

Οι πιστώσεις που μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος επιστρέφουν αποκλειστικά στις γραμμές του προϋπολογισμού που καλύπτουν τις ενέργειες που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1209/2005.

Οι μεταφορές αυτές είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε πρόσθετη πληρωμή μόνο προς τους τελικούς δικαιούχους που έχουν υποστεί, κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, μείωση των άμεσων ενισχύσεων, όπως καθορίζεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση μεταφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου του έτους στο οποίο γίνεται η μεταφορά, και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

87.

Στο άρθρο 150, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«2.   Οι αποφάσεις της Επιτροπής που καθορίζουν τα ποσά των πληρωμών αυτών συνιστούν συνολικές προσωρινές δεσμεύσεις, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το συνολικό ύψος των πιστώσεων που εγγράφονται για το ΕΓΤΕ.

3.   Από τις 15 Νοεμβρίου και εξής, οι συνήθεις δαπάνες διαχείρισης του ΕΓΤΕ είναι δυνατόν να δεσμεύονται εκ των προτέρων έναντι των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Ωστόσο, οι δεσμεύσεις αυτές δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν τα τρία τέταρτα του συνόλου των αντίστοιχων πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους. Είναι δυνατόν να ισχύουν μόνο για τις δαπάνες για τις οποίες η αρχή τίθεται στην υφιστάμενη βασική πράξη.»

88.

Στο άρθρο 151 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανόνες που διέπουν το ΕΓΤΕ υπάγονται, εντός δύο μηνών από την παραλαβή των καταστάσεων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, σε δέσμευση ανά κεφάλαιο, άρθρο και θέση. Μια τέτοια δέσμευση είναι δυνατή και μετά την προθεσμία αυτή των δύο μηνών οσάκις είναι αναγκαία διαδικασία μεταφοράς πιστώσεων αναφερόμενη στις σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού. Εκτός εάν δεν έχουν ήδη πραγματοποιηθεί πληρωμές από τα κράτη μέλη, ή οσάκις η επιλεξιμότητα τίθεται εν αμφιβόλω, τα ποσά καταλογίζονται ως πληρωμές εντός της ίδιας δίμηνης προθεσμίας.»

89.

Το άρθρο 152 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 152

Στη λογιστική του προϋπολογισμού, οι δαπάνες καταλογίζονται στους λογαριασμούς ενός οικονομικού έτους βάσει των επιστροφών που πραγματοποιεί η Επιτροπή προς τα κράτη μέλη το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου του έτους αυτού, υπό τον όρο ότι το εκάστοτε ένταλμα πληρωμής περιέρχεται στον υπόλογο έως την 31η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους.»

90.

Στο άρθρο 153, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οσάκις η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει πιστώσεις δυνάμει του άρθρου 23 παράγραφος 1, εκδίδει τη σχετική απόφαση το αργότερο την 31η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1.»

91.

Το άρθρο 154 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 154

1.   Τα έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό στο πλαίσιο του παρόντος τίτλου διατίθενται με βάση την προέλευσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2.

2.   Το αποτέλεσμα των αποφάσεων εκκαθάρισης των λογαριασμών στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 εγγράφεται σε ένα και μόνο άρθρο.»

92.

Η επικεφαλίδα του τίτλου ΙΙ του μέρους ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

«ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ»

93.

Το άρθρο 155 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Τα μέρη Ι και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανονισμοί που διέπουν το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (17), το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) (18), το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) (19), το Ταμείο Συνοχής (20), το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ) (21), εφεξής “Ταμεία”, καθώς και για τα έσοδά τους, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο.

β)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

94.

Στο άρθρο 157, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι αποδεσμευόμενες πιστώσεις είναι δυνατόν να ανασυσταθούν σε περίπτωση προδήλου σφάλματος αποδιδόμενου αποκλειστικά στην Επιτροπή.»

95.

Το άρθρο 158 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 158

Με την εξαίρεση του ΕΓΤΑΑ, σε ό, τι αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος η Επιτροπή είναι δυνατόν να προβαίνει σε μεταφορές από τίτλο σε τίτλο, υπό τον όρο ότι οι αντίστοιχες πιστώσεις προορίζονται για τον ίδιο στόχο, κατά την έννοια των κανονισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 155, ή ότι προορίζονται για τεχνική συνδρομή.»

96.

Στο άρθρο 160, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Οι πιστώσεις που έχουν σχέση με τα έσοδα που γεννώνται από το Ταμείο Έρευνας Άνθρακα και Χάλυβα, το οποίο συστάθηκε με το πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη ΕΚ και αναφέρεται στις δημοσιονομικές συνέπειες της εκπνοής της συνθήκης ΕΚΑΧ και στο Ταμείο Έρευνας Άνθρακα και Χάλυβα, αντιμετωπίζονται ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό κατά την έννοια του άρθρου 18. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που γεννώνται από τα έσοδα αυτά διατίθενται ευθύς ως εκτιμηθούν τα προς είσπραξη ποσά, οι δε πιστώσεις πληρωμών ευθύς ως εισπραχθούν τα ποσά αυτά.»

97.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 160α:

«Άρθρο 160α

1.   Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που αντιστοιχούν στο ποσό των πιστώσεων που αποδεσμεύονται λόγω μη εκτέλεσης, εν όλω ή εν μέρει, των ερευνητικών προγραμμάτων για τα οποία προορίζονταν είναι δυνατόν, σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να ανασυσταθούν, οσάκις τούτο είναι ουσιώδες για την εκτέλεση του αρχικού προγράμματος, εκτός εάν ο προϋπολογισμός του τρέχοντος οικονομικού έτους περιλαμβάνει άλλες πιστώσεις προς το σκοπό αυτό.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, κατά την έναρξη ενός οικονομικού έτους η Επιτροπή εξετάζει τις αποδεσμεύσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και αξιολογεί, με γνώμονα τις ανάγκες, αν χρειάζεται ανασύσταση των πιστώσεων αυτών.

Βάσει της αξιολόγησης αυτής, η Επιτροπή είναι δυνατόν να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, έως την 15η Φεβρουαρίου του εκάστοτε οικονομικού έτους, αναφέροντας, για κάθε θέση του προϋπολογισμού, τους λόγους της ανασύστασης των αντίστοιχων πιστώσεων.

3.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει βάσει των προτάσεων της Επιτροπής εντός έξι εβδομάδων. Οσάκις δεν εκδίδεται απόφαση εντός της προθεσμίας αυτής, λογίζεται ότι οι προτάσεις εγκρίνονται.

Το ύψος των πιστώσεων προς ανασύσταση κατά το έτος Ν δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 25 % του συνολικού ύψους των πιστώσεων που αποδεσμεύθηκαν στην ίδια γραμμή του προϋπολογισμού κατά το έτος Ν-1.

4.   Οι ανασυνιστώμενες πιστώσεις δεν μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος.

Οι νομικές δεσμεύσεις που έχουν σχέση με τις ανασυσταθείσες πιστώσεις αναλαμβάνονται έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν.

Στο τέλος του έτους ν, το μη χρησιμοποιηθέν υπόλοιπο των ανασυσταθεισών πιστώσεων αποδεσμεύεται οριστικά από τον αρμόδιο διατάκτη.»

98.

Στο άρθρο 163, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι ενέργειες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος είναι δυνατόν να υλοποιούνται κεντρικά από την Επιτροπή, με επιμερισμένη διαχείριση, κατά τρόπο αποκεντρωμένο από τη δικαιούχο τρίτη χώρα ή χώρες ή από κοινού με διεθνείς οργανισμούς, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 53 έως 57.»

99.

Το άρθρο 164 διαγράφεται.

100.

Το άρθρο 166 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο πρώτο εδάφιο, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται ως εξής:

«α)

χρηματοδοτικής συμφωνίας μεταξύ της Επιτροπής, ενεργούσας εξ ονόματος των Κοινοτήτων, και της δικαιούχου τρίτης χώρας ή των δικαιούχων τρίτων χωρών ή των οργανισμών που αυτές υποδεικνύουν, εφεξής “δικαιούχων”,

β)

σύμβασης ή συμφωνίας επιδότησης μεταξύ της Επιτροπής και εθνικών ή διεθνών οργανισμών δημοσίου δικαίου ή μεταξύ της Επιτροπής και των φυσικών ή νομικών προσώπων που επιφορτίζονται με την υλοποίηση των ενεργειών.»

β)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι όροι υπό τους οποίους χορηγείται η εξωτερική βοήθεια τίθενται στη νομοθετική πράξη η οποία διέπει τις συμβάσεις και τις συμφωνίες επιδότησης των στοιχείων α) και β).»

γ)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Οι συμφωνίες χρηματοδότησης με τις δικαιούχους τρίτες χώρες στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο α) της παραγράφου 1 συνάπτονται το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν+1, όπου Ν το έτος κατά το οποίο έγινε η δημοσιονομική δέσμευση.

Οι ατομικές συμβάσεις, αποφάσεις και συμφωνίες επιδότησης με τις οποίες υλοποιούνται οι ως άνω συμφωνίες χρηματοδότησης εκδίδονται ή συνάπτονται το πολύ εντός των τριών ετών μετά την ημερομηνία της συμφωνίας χρηματοδότησης.

Οι ατομικές συμβάσεις και συμφωνίες που αφορούν λογιστικό έλεγχο και αξιολόγηση είναι δυνατόν να συνάπτονται αργότερα.»

δ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Η διάταξη της παραγράφου 2 δεν ισχύει για τα πολυετή προγράμματα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

διασυνοριακή συνεργασία, περιφερειακή ανάπτυξη, ανάπτυξη ανθρωπίνων πόρων και ανάπτυξη της υπαίθρου, ως συνιστώσες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (22),

Διασυνοριακή συνεργασία, ως συνιστώσα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (23).

Στις περιπτώσεις αυτές ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α)

Μέρος δημοσιονομικής δέσμευσης για πολυετές πρόγραμμα αυτού του είδους αποδεσμεύεται αυτομάτως οσάκις, έως την 31η Δεκεμβρίου του τρίτου έτους μετά το έτος Ν κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η δημοσιονομική δέσμευση:

i)

δεν έχει χρησιμοποιηθεί για προχρηματοδότηση, ή

ii)

δεν έχει χρησιμοποιηθεί για ενδιάμεσες πληρωμές, ή

iii)

δεν έχει υποβληθεί σχετικά δήλωση δαπανών.

β)

Μέρος δημοσιονομικής δέσμευσης που παραμένει διαθέσιμο στις 31 Δεκεμβρίου 2017 και για το οποίο δεν έχει υποβληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου 2018 δήλωση δαπανών αποδεσμεύεται αυτομάτως.»

101.

Το άρθρο 167 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται ως εξής:

«γ)

εθνικός ή διεθνής οργανισμός δημοσίου δικαίου ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι δικαιούχοι επιδότησης για την υλοποίηση εξωτερικής ενέργειας.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Οι διαδικασίες ανάθεσης πρέπει να καθορίζονται στη συμφωνία χρηματοδότησης, στη συμφωνία επιδότησης ή στην απόφαση επιδότησης του άρθρου 166.»

102.

Στον τίτλο IV του μέρους ΙΙ, η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 4 τροποποιείται ως εξής:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Επιδοτήσεις»

103.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 169α

Οι διαδικασίες ως προς τις επιδοτήσεις προς εφαρμογή στην αποκεντρωμένη διαχείριση από τη δικαιούχου τρίτη χώρα καθορίζονται στις συμφωνίες χρηματοδότησης στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 166. Βασίζονται στους κανόνες που εκτίθενται στον τίτλο VI του μέρους Ι».

104.

Το άρθρο 170 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 170

Κάθε χρηματοδοτική συμφωνία ή συμφωνία ή απόφαση επιδότησης πρέπει να προβλέπει ρητά την ελεγκτική αρμοδιότητα της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου, η οποία ασκείται σε όλους τους αντισυμβαλλομένους και υπεργολάβους που έλαβαν κοινοτικούς πόρους».

105.

Στο άρθρο 171, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Οι διατάξεις του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), εξαιρουμένων των άρθρων 174, 174α και 175 παράγραφος 2».

106.

Το άρθρο 173 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 173

Σε ό,τι αφορά τις πιστώσεις που εγγράφονται στο παράρτημα καθεμιάς από τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες, η Επιτροπή μεταβιβάζει τις εξουσίες διατάκτη στο διευθυντή της εκάστοτε υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 59».

107.

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 174, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο διευθυντής της υπηρεσίας καθορίζει, μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή διευθύνσεως, τα κριτήρια στα οποία βασίζεται το λογιστικό σύστημα».

108.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 174α

1.   Κάθε κοινοτικό όργανο είναι δυνατόν να μεταβιβάσει εξουσίες διατάκτη στο διευθυντή διοργανικής ευρωπαϊκής υπηρεσίας για τη διαχείριση των πιστώσεων που εγγράφονται στο οικείο τμήμα του προϋπολογισμού, και καθορίζει τα όρια και τους όρους αυτής της μεταβίβασης εξουσιών.

2.   Ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στον τίτλο IV κεφάλαιο 8 του μέρους Ι».

109.

Το άρθρο 175 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 175

Εφόσον η αποστολή ευρωπαϊκής υπηρεσίας συνεπάγεται παροχές εξ επαχθούς αιτίας προς τρίτους, ο οικείος διευθυντής καθορίζει, μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή διευθύνσεως, τις συγκεκριμένες διατάξεις που διέπουν τον τρόπο εκτέλεσης των παροχών αυτών και την τήρηση των αντίστοιχων λογαριασμών».

110.

Το άρθρο 176 διαγράφεται.

111.

Το άρθρο 178 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Πάντως, αυτές οι αναλήψεις δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος.»

β)

Στην παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Στην περίπτωση αυτή δεν ισχύει το όριο της παραγράφου 1.»

112.

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 179, το δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίστανται ως εξής:

«Εάν οποιοδήποτε από τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σκοπεύει να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών για το σχέδιο σχετικά με ακίνητο, στο οικείο όργανο την πρόθεσή του να διατυπώσει σχετική γνώμη. Ελλείψει απαντήσεως, το οικείο όργανο είναι δυνατόν να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη δυνάμει της διοικητικής αυτονομίας του, με την επιφύλαξη του άρθρου 282 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 185 της συνθήκης Ευρατόμ όσον αφορά την εκπροσώπηση της Κοινότητας.

Η γνώμη αυτή διαβιβάζεται στο οικείο όργανο εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων από τη γνωστοποίηση αυτή.»

113.

Προστίθεται ο ακόλουθος τίτλος VIΙ:

«ΤΙΤΛΟΣ VIΙ

ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

Άρθρο 179α

Οι κανόνες εφαρμογής περιλαμβάνουν συγκεκριμένη διαδικασία για την επιλογή εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι αμείβονται βάσει προκαθορισμένων ποσών, για να επικουρούν τα όργανα, ιδίως στην αξιολόγηση προτάσεων, αιτήσεων επιδότησης και προσφορών καθώς και για την παροχή τεχνικής βοήθειας κατά την παρακολούθηση και την τελική αξιολόγηση σχεδίων που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.»

114.

Το άρθρο 180 διαγράφεται.

115.

Το άρθρο 181 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 181

1.   Όσον αφορά τα ταμεία που αναφέρονται στο άρθρο 155 παράγραφος 1, για τα οποία οι βασικές πράξεις καταργήθηκαν πριν τεθεί σε εφαρμογή ο παρών κανονισμός, πιστώσεις που αποδεσμεύθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 157 παράγραφος 1 είναι δυνατόν να ανασυσταθούν σε περίπτωση προδήλου σφάλματος αποδιδόμενου αποκλειστικά στην Επιτροπή ή στην περίπτωση ανωτέρας βίας με σοβαρές επιπτώσεις στην εκτέλεση των πράξεων που στηρίχθηκαν από τα ταμεία αυτά.

2.   Η κεντρική βάση δεδομένων στην οποία αναφέρεται το άρθρο 95 θα δημιουργηθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2009.

3.   Για τις μεταφορές πιστώσεων που αφορούν τις λειτουργικές δαπάνες στις οποίες αναφέρονται οι κανονισμοί για τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής για την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006, εφόσον απομένουν ποσά προς καταβολή από την Κοινότητα για την εκκαθάριση εκκρεμών κοινοτικών δεσμεύσεων έως την περάτωση της βοήθειας, η Επιτροπή μπορεί να πραγματοποιεί μεταφορές από τίτλο σε τίτλο, με την προϋπόθεση ότι οι σχετικές πιστώσεις:

προορίζονται για τον ίδιο στόχο, ή

αφορούν κοινοτικές πρωτοβουλίες ή μέτρα τεχνικής βοήθειας και καινοτομίας και μεταφέρονται σε ανάλογα μέτρα.

4.   Το άρθρο 30 παράγραφος 3 εφαρμόζεται στο ταμείο που αναφέρεται στο άρθρο 148 παράγραφος 1 για πρώτη φορά όσον αφορά τις πιστώσεις που καταλογίζονται στον προϋπολογισμό του 2008.»

116.

Το άρθρο 185 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η Επιτροπή θεσπίζει δημοσιονομικό κανονισμό-πλαίσιο των οργανισμών οι οποίοι δημιουργούνται από τις Κοινότητες, διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν πράγματι επιδοτήσεις που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό.»

β)

Η παράγραφος 4 διαγράφεται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ισχύει από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του κανονισμού της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 σχετικά με λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού και το αργότερο από την 1η Μαΐου 2007.

Εντούτοις, τα σημεία 80 έως 94 του άρθρου 1 του παρόντος κανονισμού αρχίζουν να ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Δεκεμβρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

E. TUOMIOJA


(1)  Γνώμη που εδόθη στις 6 Ιουλίου 2006 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 13 της 18.1.2006. σ. 1.

(3)  ΕΕ C 28 της 3.2.2006, σ. 83.

(4)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1.

(6)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2083/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 333 της 20.12.2005, σ. 28).

(8)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006. σ. 82.

(9)  ΕΕ L 310 της 9.11.2006, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.

(11)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(12)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1

(13)  ΕΕ L 11, 16.1.2003, σ. 1

(14)  ΕΕ L 134, 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2083/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 333, 20.12.2005, σ. 28).».

(15)  ΕΕ L 209, 11.8.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 320/2006 (ΕΕ L 58, 28.2.2006, σ. 42).»

(16)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 (ΕΕ L 265 της 26.9.2006, σ. 1

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1081/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 12).

(20)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1084/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, για την ίδρυση Ταμείου Συνοχής (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 79).

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΕ L 223 της 15.8.2006, σ. 1

(22)  ΕΕ L 210, 31.7.2006, σ. 82.

(23)  ΕΕ L 310, 9.11.2006, σ. 1»