ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

49ό έτος
4 Νοεμβρίου 2006


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1632/2006 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1633/2006 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 και (ΕΚ) αριθ. 1898/2005 όσον αφορά την είσοδο στα αποθέματα βουτύρου παρέμβασης που διατίθεται για πώληση

3

 

*

Οδηγία 2006/89/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για την έκτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων ( 1 )

4

 

*

Οδηγία 2006/90/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για την έβδομη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων ( 1 )

6

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 27ης Οκτωβρίου 2006, για την τροποποίηση της απόφασης 2000/147/ΕΚ περί εφαρμογής της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου αναφορικά με την ταξινόμηση των δομικών προϊόντων ανάλογα με τη συμπεριφορά τους απέναντι στη φωτιά [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 5063]  ( 1 )

8

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για τον καθορισμό των τόπων εγκατάστασης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις κατά τη φάση ανάπτυξης [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 5161]

13

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές οπτικών δίσκων με δυνατότητα εγγραφής (CD+/-R) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Χονγκ Κονγκ και Μαλαισίας

15

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1632/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2006

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 4 Νοεμβρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 386/2005 (ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2006, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

62,9

096

40,4

204

53,3

999

52,2

0707 00 05

052

103,8

096

81,8

204

46,9

220

155,5

628

196,3

999

116,9

0709 90 70

052

85,0

204

54,1

999

69,6

0805 50 10

052

68,1

388

49,1

524

46,0

528

42,9

999

51,5

0806 10 10

052

102,1

508

250,4

999

176,3

0808 10 80

388

81,9

400

99,0

800

160,2

804

103,2

999

111,1

0808 20 50

052

100,1

400

174,0

720

78,0

999

117,4


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 750/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 126 της 19.5.2005, σ. 12). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1633/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2006

για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 και (ΕΚ) αριθ. 1898/2005 όσον αφορά την είσοδο στα αποθέματα βουτύρου παρέμβασης που διατίθεται για πώληση

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 1999, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του βουτύρου και της κρέμας γάλακτος (2), προβλέπει ότι το βούτυρο παρέμβασης που διατίθεται για πώληση πρέπει να έχει εισέλθει στα αποθέματα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006.

(2)

Το άρθρο 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1898/2005 της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2005, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα διάθεσης κρέμας γάλακτος, βουτύρου και συμπυκνωμένου βουτύρου στην αγορά της Κοινότητας (3), προβλέπει ότι το βούτυρο παρέμβασης το οποίο έχει αγοραστεί σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, προκειμένου να πωληθεί με μειωμένες τιμές, πρέπει να έχει εισέλθει στα αποθέματα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006.

(3)

Λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης στην αγορά βουτύρου και των ποσοτήτων βουτύρου στα αποθέματα παρέμβασης, κρίνεται σκόπιμο να διατεθεί προς πώληση το βούτυρο που εισήλθε στα αποθέματα πριν από την 1η Μαΐου 2006.

(4)

Κατά συνέπεια θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 και (ΕΚ) αριθ. 1898/2005.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999, η ημερομηνία «1η Ιανουαρίου 2006» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Μαΐου 2006».

Άρθρο 2

Στο άρθρο 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1898/2005, η ημερομηνία «1η Ιανουαρίου 2006» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Μαΐου 2006».

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2005 (ΕΕ L 307 της 25.11.2005, σ. 2).

(2)  ΕΕ L 333 της 24.12.1999, σ. 11. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1474/2006 (ΕΕ L 275 της 6.10.2006, σ. 44).

(3)  ΕΕ L 308 της 25.11.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1474/2006.


4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/4


ΟΔΗΓΊΑ 2006/89/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2006

για την έκτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 1994, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 8,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα παραρτήματα Α και Β της οδηγίας 94/55/ΕΚ παραπέμπουν στα παραρτήματα Α και Β της ευρωπαϊκής συμφωνίας για τις διεθνείς οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ADR), όπως αυτή εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2005.

(2)

Η συμφωνία ADR επικαιροποιείται ανά διετία. Κατά συνέπεια, μια τροποποιημένη εκδοχή της θα εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007, με μία μεταβατική περίοδο που λήγει στις 30 Ιουνίου 2007.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν τα παραρτήματα Α και Β της οδηγίας 94/55/ΕΚ.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 94/55/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα Α και Β της οδηγίας 94/55/ΕΚ τροποποιούνται ως ακολούθως:

1)

Το παράρτημα A αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α

Στις διατάξεις του παραρτήματος Α στην ευρωπαϊκή συμφωνία για τις διεθνείς οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ADR), οι οποίες εφαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 2007, οι όροι “αντισυμβαλλόμενο μέρος” αντικαθίστανται από τους όρους “κράτος μέλος”.

Το κείμενο των τροπολογιών της έκδοσης 2007 του παραρτήματος Α στην ADR θα δημοσιευθεί μόλις θα είναι διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας».

2)

Το παράρτημα Β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ B

Στις διατάξεις του παραρτήματος Α στην ευρωπαϊκή συμφωνία για τις διεθνείς οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ADR), οι οποίες εφαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 2007, οι όροι “αντισυμβαλλόμενο μέρος” αντικαθίστανται από τους όρους “κράτος μέλος”.

Το κείμενο των τροπολογιών της έκδοσης 2007 του παραρτήματος Β στην ADR θα δημοσιευθεί μόλις θα είναι διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας».

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο μέχρι την 1η Ιουλίου 2007. Ενημερώνουν πάραυτα την Επιτροπή για το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και της διαβιβάζουν πίνακα αντιστοιχίας των εν λόγω διατάξεων με τις διατάξεις και της παρούσας οδηγίας.

Κατά τη θέσπιση ή την επίσημη έκδοση των εν λόγω διατάξεων εκ μέρους των κρατών μελών γίνεται αναφορά στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος που γίνεται αυτή η αναφορά επαφίεται στην κρίση των κρατών μελών.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 319 της 12.12.1994, σ. 7. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/111/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 365 της 10.12.2004, σ. 25).


4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/6


ΟΔΗΓΊΑ 2006/90/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2006

για την έβδομη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 8,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το παράρτημα στην οδηγία 96/49/ΕΚ αναφέρεται στον κανονισμό σχετικά με τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (RID), όπως εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2005.

(2)

Ο RID επικαιροποιείται ανά διετία. Κατά συνέπεια, η επόμενη τροποποιημένη έκδοση θα εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007, με μεταβατική περίοδο που λήγει στις 30 Ιουνίου 2007.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να τροποποιηθεί το παράρτημα της οδηγίας 96/49/ΕΚ.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, η οποία ορίζεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 96/49/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της οδηγίας 96/49/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Παράρτημα του κανονισμού σχετικά με τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (RID) – Προσάρτημα C της σύμβασης για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF), όπως εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Το κείμενο των τροποποιήσεων της έκδοσης του 2007 του RID θα δημοσιευθεί το συντομότερο δυνατόν, μόλις θα είναι διαθέσιμο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.».

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την εν λόγω οδηγία το αργότερο την 1η Ιουλίου 2007. Διαβιβάζουν πάραυτα στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας των εν λόγω διατάξεων με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Κατά τη θέσπιση ή κατά την επίσημη δημοσίευση των εν λόγω διατάξεων εκ μέρους των κρατών μελών γίνεται αναφορά στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος που γίνεται αυτή η αναφορά επαφίεται στην κρίση των κρατών μελών.

2.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων εθνικής νομοθεσίας τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 25. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/110/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 365 της 10.12.2004, σ. 24).


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Οκτωβρίου 2006

για την τροποποίηση της απόφασης 2000/147/ΕΚ περί εφαρμογής της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου αναφορικά με την ταξινόμηση των δομικών προϊόντων ανάλογα με τη συμπεριφορά τους απέναντι στη φωτιά

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 5063]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/751/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τα προϊόντα του τομέα των δομικών κατασκευών (1), και ιδίως το άρθρο 20 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 2000/147/ΕΚ της Επιτροπής (2), ορίζεται ένα σύστημα ταξινόμησης των δομικών προϊόντων ανάλογα με τη συμπεριφορά τους απέναντι στη φωτιά.

(2)

Ύστερα από επανεξέταση ορισμένων οικογενειών προϊόντων, πρέπει να οριστούν ξεχωριστές κατηγορίες όσον αφορά την αντίδραση των ηλεκτρικών καλωδίων στη φωτιά.

(3)

Επομένως, η απόφαση 2000/147/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής δομικών κατασκευών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 2000/147/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 27 Οκτωβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 40 της 11.2.1989, σ. 12. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 50 της 23.2.2000, σ. 14.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της απόφασης 2000/147/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

O τίτλος του πίνακα 1 αντικαθίσταται ως εξής «ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ ΤΩΝ ΔΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ, ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΓΙΑ ΔΑΠΕΔΑ, ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΘΕΡΜΟΜΟΝΩΣΗΣ ΣΩΛΗΝΩΣΕΩΝ, ΚΑΙ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΛΩΔΙΩΝ».

2)

Η υποσημείωση (*) του πίνακα 1 διαγράφεται.

3)

Προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Πίνακας 4

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΛΩΔΙΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ

Κατηγορία

Μέθοδοι δοκιμής

Κριτήρια ταξινόμησης

Επιπρόσθετη ταξινόμηση

Aca

EN ISO 1716

PCS ≤ 2,0 MJ/kg (1)

 

B1ca

FIPEC20 σενάριο 2 (5)

και

FS ≤ 1,75 m και THR1 200s ≤ 10 MJ και μέγιστος HRR ≤ 20 kW και FIGRA ≤ 120 Ws– 1

Παραγωγή καπνού (2)  (6) και Φλεγόμενα σταγονίδια/σωματίδια (3) και Οξύτητα (4)  (8)

EN 60332-1-2

H ≤ 425 mm

B2ca

FIPEC20 σενάριο 1 (5)

και

FS ≤ 1,5 m και THR1 200s ≤ 15 MJ και μέγιστος HRR ≤ 30 kW και FIGRA ≤ 150 Ws– 1

Παραγωγή καπνού (2)  (7) και Φλεγόμενα σταγονίδια/σωματίδια (3) και Οξύτητα (4)  (8)

EN 60332-1-2

H ≤ 425 mm

Cca

FIPEC20 σενάριο 1 (5)

και

FS ≤ 2,0 m και THR1 200s ≤ 30 MJ και μέγιστος HRR ≤ 60 kW και FIGRA ≤ 300 Ws– 1

Παραγωγή καπνού (2)  (7) και Φλεγόμενα σταγονίδια/σωματίδια (3) και Οξύτητα (4)  (8)

EN 60332-1-2

H ≤ 425 mm

Dca

FIPEC20 σενάριο 1 (5)

και

THR1 200s ≤ 70 MJ και μέγιστος HRR ≤ 400 kW και FIGRA ≤ 1 300 Ws– 1

Παραγωγή καπνού (2)  (7) και Φλεγόμενα σταγονίδια/σωματίδια (3) και Οξύτητα (4)  (8)

EN 60332-1-2

H ≤ 425 mm

Eca

EN 60332-1-2

H ≤ 425 mm

 

Fca

Μη καθορισμένη επίδοση

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΤΕΡΕΩΣΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΔΟΚΙΜΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ [ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ (5) ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ 4]

1.   Προϋποθέσεις τοποθέτησης και στερέωσης

1.1.   Τοποθέτηση του γενικού δείγματος δοκιμής για τις κατηγορίες B1ca, B2ca, Cca και Dca

Τα καλώδια τοποθετούνται στο εμπρόσθιο μέρος κανονικής σκάλας (EN 50266-1). Χρησιμοποιούνται καλώδια μήκους 3,5 m. Το κάτω τμήμα των ηλεκτρικών καλωδίων πρέπει να βρίσκεται 20 cm χαμηλότερα του κάτω άκρου του καυστήρα. Τα καλώδια τοποθετούνται στο μέσον της σκάλας (αναφορικά προς το πλάτος της).

Κάθε τεμάχιο ή δέσμη δοκιμής πρέπει να προσαρτάται ξεχωριστά σε κάθε βαθμίδα της σκάλας με μεταλλικό σύρμα (από ατσάλι ή χαλκό). Για τα ηλεκτρικά καλώδια διαμέτρου έως και 50 mm, πρέπει να χρησιμοποιείται σύρμα διαμέτρου μεταξύ 0,5 mm και κατ’ ανώτατο όριο έως και 1,0 mm. Για τα καλώδια διαμέτρου άνω των 50 mm πρέπει να χρησιμοποιείται σύρμα διαμέτρου μεταξύ 1,0 mm και 1,5 mm.

Κατά την τοποθέτηση των τεμαχίων δοκιμής, το πρώτο τεμάχιο δοκιμής τοποθετείται κατά προσέγγιση στο κέντρο της σκάλας και περαιτέρω δείγματα δοκιμής προστίθενται εκατέρωθεν, έτσι ώστε το σύνολο της διάταξης των τεμαχίων δοκιμής να βρίσκεται, κατά προσέγγιση, στο κέντρο της σκάλας.

Οι αποστάσεις και οι δέσμες επεξηγούνται περαιτέρω στη συνέχεια.

Σε κάθε 25 cm ύψος χαράζεται μια οριζόντια γραμμή για να μετρηθεί η εξάπλωση φλόγας σε συνάρτηση με το χρόνο. Η πρώτη γραμμή (δηλαδή η μηδενική γραμμή) βρίσκεται στο ίδιο ύψος με τον καυστήρα.

Τα καλώδια τοποθετούνται ως εξής, ανάλογα με την ταξινόμηση που εφαρμόζεται.

1.1.1.   Κατηγορίες B2ca, Cca και κατηγορία Dca

Η διαδικασία τοποθέτησης που θα επιλεγεί εξαρτάται από τη διάμετρο του ηλεκτρικού καλωδίου σύμφωνα με τον πίνακα 4.1.

Πίνακας 4.1

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΜΕΤΡΟ ΤΟΥ ΚΑΛΩΔΙΟΥ

Διάμετρος καλωδίου

Τοποθέτηση

Μεγαλύτερη ή ίση με 20 mm

20 mm απόσταση μεταξύ καλωδίων

Μεταξύ 5 και 20 mm

Απόσταση μεταξύ καλωδίων ίση με τη διάμετρο ενός καλωδίου

Μεγαλύτερη ή ίση με 5 mm

Τα καλώδια ομαδοποιούνται σε δέσμες διαμέτρου 10 mm. Οι δέσμες δεν πρέπει να στρίβονται. Η απόσταση μεταξύ δεσμών πρέπει να είναι 10 mm.

Οι οριακές τιμές ορίζονται με στρογγυλοποίηση της διαμέτρου στο πλησιέστερο mm, εκτός από τα καλώδια διαμέτρου μικρότερης των 5 mm για τα οποία η διάμετρος δεν στρογγυλοποιείται.

Οι κατωτέρω τύποι χρησιμοποιούνται για τον ορισμό του αριθμού μηκών καλωδίων ανά δοκιμή.

1.1.1.1.   Για καλώδια διαμέτρου μεγαλύτερης ή ίσης με 20 mm

Ο αριθμός των καλωδίων, N, προκύπτει ως εξής:

Formula … εξίσωση 1

όπου:

 

dc η διάμετρος του καλωδίου (σε mm και στρογγυλοποιημένη στο πλησιέστερο mm),

 

συνάρτηση int = ο ακέραιος αριθμός του αποτελέσματος (δηλαδή η αξία μετά τη στρογγυλοποίηση).

1.1.1.2.   Για καλώδια διαμέτρου μεγαλύτερης των 5 mm αλλά μικρότερης των 20 mm

Ο αριθμός των καλωδίων, N, προκύπτει ως εξής:

Formula … εξίσωση 2

όπου:

 

dc η διάμετρος του καλωδίου (σε mm και στρογγυλοποιημένη),

 

συνάρτηση int = ο ακέραιος αριθμός του αποτελέσματος (δηλαδή η αξία μετά τη στρογγυλοποίηση).

1.1.1.3.   Για καλώδια ή σύρματα διαμέτρου μικρότερης ή ίσης με 5 mm

Ο αριθμός των δεσμών 10 mm, Nbu, των καλωδίων προκύπτει ως εξής:

Formula … εξίσωση 3

Έτσι, τοποθετούνται 15 δέσμες με απόσταση 10 mm μεταξύ δεσμών.

Ο αριθμός καλωδίων σε κάθε δέσμη (n) είναι:

Formula … εξίσωση 4

όπου:

 

dc η διάμετρος του καλωδίου (σε mm και χωρίς στρογγυλοποίηση).

 

Ο αριθμός των μηκών καλωδίου (CL) για σύρματα ή καλώδια διαμέτρου μικρότερης των 5 mm, επομένως, θα είναι:

CL = n × 15 … εξίσωση 5

1.1.1.4.   Συνολικό μήκος καλωδίου ανά δοκιμή

Το συνολικό μήκος L (m) ανά δοκιμή είναι:

 

L = n × 15 × 3,5 για d c ≤ 5 mm

ή

 

L = N × 3,5 για d c > 5 mm … εξίσωση 6

1.1.2.   Κατηγορία B1ca

Στο οπίσθιο μέρος της κλίνης καλωδίων τοποθετείται άκαυστη σανίδα από πυριτικό ασβέστιο με πυκνότητα 870 ± 50 kg/m3 και πάχος 11 ± 2 mm. Η σανίδα αυτή μπορεί να τοποθετηθεί σε δύο μέρη.

Κατά τα λοιπά, η τοποθέτηση των καλωδίων είναι πανομοιότυπη με τις κατηγορίες B2ca, Cca και Dca.

2.   Ορισμοί των παραμέτρων δοκιμής

Πίνακας 4.2

ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΔΟΚΙΜΗΣ ΣΤΟ FIPEC20 ΣΕΝΑΡΙΑ 1 ΚΑΙ 2

Όλες οι υπολογιζόμενες παράμετροι αξιολογούνται επί 20 λεπτά από την αρχή της δοκιμής (θέση του καυστήρα σε λειτουργία).


Παράμετρος

Επεξήγηση

Αρχή της δοκιμής

Θέση του καυστήρα σε λειτουργία

Τέλος της δοκιμής

20 λεπτά μετά την έναρξη λειτουργίας του καυστήρα (τέλος της περιόδου υπολογισμού των παραμέτρων)

HRRsm30, kW

Ρυθμός έκλυσης θερμότητας μεσοτιμημένος κατά κυλιόμενο μέσον όρο 30-s

SPRsm60, m2/s

Ρυθμός έκλυσης θερμότητας μεσοτιμημένος κατά κυλιόμενο μέσον όρο 60-s

μέγιστος HRR, kW

Ανώτατος HRRsm30 μεταξύ αρχής και τέλους της δοκιμής, εξαιρουμένης της συμβολής από την πηγή ανάφλεξης

μέγιστος SPR, m2/s

Ανώτατος SPRsm60 μεταξύ αρχής και τέλους της δοκιμής

THR1 200, MJ

Ολική έκλυση θερμότητας (HRRsm30) από την αρχή έως το τέλος της δοκιμής, εξαιρουμένης της συμβολής από την πηγή ανάφλεξης

TSP1 200, m2

Ολική παραγωγή καπνού (HRRsm60) από την αρχή έως το τέλος της δοκιμής

FIGRA, W/s

Δείκτης της ταχύτητας εξάπλωσης της φωτιάς (FIre Growth RΑte) που ορίζεται ως η υψηλότερη τιμή του λόγου μεταξύ HRRsm30 εξαιρουμένης της συμβολής από την πηγή ανάφλεξης και το χρόνο. Οριακές τιμές HRRsm30 = 3 kW και THR = 0,4 MJ

SMOGRA, cm2/s2

Ο δείκτης της ταχύτητας αύξησης του καπνού (SMOke Growth RΑte) ορίζεται ως η υψηλότερη τιμή του λόγου μεταξύ SPRsm60 και χρόνου, πολλαπλασιασμένη επί 10 000. Οριακή τιμή SPRsm60 0,1 m2/s και TSP = 6 m2

PCS

Ολικό θερμικό δυναμικό

FS

Εξάπλωση φλόγας (μήκος που έχει υποστεί βλάβη)

H

Εξάπλωση φλόγας

FIPEC

Επιδόσεις ηλεκτρικών καλωδίων απέναντι στη φωτιά»


(1)  Για το προϊόν στο σύνολό του, εκτός από τα μεταλλικά υλικά, και για οποιοδήποτε εξωτερικό συστατικό (δηλαδή περίβλημα) του προϊόντος.

(2)  

s1

=

TSP1 200 ≤ 50 m2 και μέγιστος SPR ≤ 0,25 m2/s

s1a

=

s1 και διαπερατότητα σύμφωνα με το EN 61034-2 ≥ 80 %

s1b

=

s1 και διαπερατότητα σύμφωνα με το EN 61034-2 ≥ 60 % < 80 %

s2

=

TSP1 200 ≤ 400 m2 και μέγιστος SPR ≤ 1,5 m2/s

s3

=

όχι s1 ή s2

(3)  Για τα σενάρια FIPEC20 1 και 2: d0 = Δεν υπάρχουν φλεγόμενα σταγονίδια/σωματίδια εντός 1 200 s· d1 = Δεν υπάρχουν φλεγόμενα σταγονίδια/σωματίδια που παραμένουν για διάστημα μεγαλύτερο από 10 s εντός 1 200 s· d2 = όχι d0 ή d1.

(4)  EN 50267-2-3: a1 = αγωγιμότητα < 2,5 μS/mm και pH > 4,3· a2 = αγωγιμότητα < 10 μS/mm και pH > 4,3· a3 = όχι a1 ή a2. Απουσία δήλωσης = Δεν καθορίζονται επιδόσεις.

(5)  Η ροή του αέρα στο θάλαμο ρυθμίζεται σε 8 000 ± 800 l/min.

FIPEC20 σενάριο 1 = prEN 50399-2-1 με τοποθέτηση και στερέωση όπως αναφέρεται κατωτέρω.

FIPEC20 σενάριο 2 = prEN 50399-2-2 με τοποθέτηση και στερέωση όπως αναφέρεται κατωτέρω.

(6)  Η κατηγορία καπνού που δηλώνεται για τα καλώδια της κατηγορίας B1ca πρέπει να προέρχεται από τη δοκιμή FIPEC20 σενάριο 2.

(7)  Η κατηγορία καπνού που δηλώνεται για τα καλώδια της κατηγορίας B2ca, Cca, Dca πρέπει να προέρχεται από τη δοκιμή FIPEC20 σενάριο 1.

(8)  Μέτρηση των επικίνδυνων ιδιοτήτων των αερίων που εκλύονται σε περίπτωση πυρκαγιάς, που θέτουν σε κίνδυνο την ικανότητα των προσώπων τα οποία εκτίθενται στα εν λόγω αέρια να δράσουν αποτελεσματικά ώστε να διαφύγουν, και όχι περιγραφή της τοξικότητας των αερίων αυτών.


4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/13


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2006

για τον καθορισμό των τόπων εγκατάστασης του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις κατά τη φάση ανάπτυξης

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 5161]

(Τα κείμενα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, φινλανδική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική και τσεχική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2006/752/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2004, για τη δημιουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) (1), και ιδίως το άρθρο 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για την ανάπτυξη του VIS και του δικτύου επικοινωνίας του είναι απαραίτητο να προσδιορισθεί η θέση του κεντρικού συστήματός του και του εφεδρικού κεντρικού συστήματός του.

(2)

Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2004 σχετικά με την ανάπτυξη του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) ανέφεραν ότι το VIS θα βασίζεται σε μια κεντρική δομή και σε μια κοινή με το SIS II τεχνική πλατφόρμα και θα πρέπει να συστεγάζεται με το κεντρικό σύστημα του SIS II.

(3)

Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν όριζαν ότι το κεντρικό τμήμα του SIS II θα εγκατασταθεί στο Στρασβούργο και το Σύστημα Συνέχισης της Λειτουργίας θα εγκατασταθεί στο Σάλτσμπουργκ.

(4)

Συνεπώς θα πρέπει να θεσπισθούν οι κατάλληλες ρυθμίσεις μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών στα οποία θα στεγάζονται το κεντρικό σύστημα και το εφεδρικό σύστημα του VIS κατά την ανάπτυξή του. Οι ρυθμίσεις αυτές θα πρέπει, συγκεκριμένα, να διευκρινίζουν τους όρους που θα διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων μερών, την πρόσβαση στους χώρους εγκατάστασης για τους αρμόδιους φορείς και το προσωπικό, καθώς και την τοπική στήριξη που θα παρέχεται στα κράτη μέλη υποδοχής.

(5)

Η παρούσα απόφαση δεν θίγει τη μελλοντική θέσπιση των νομοθετικών πράξεων για τη δημιουργία, τη λειτουργία, τη χρήση και τη θέση εγκατάστασης του VIS.

(6)

Σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (2), το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετείχε στην έκδοση της απόφασης 2004/512/ΕΚ και δεν δεσμεύεται από αυτήν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της, εφόσον η απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν. Συνεπώς, η παρούσα απόφαση της Επιτροπής δεν απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

(7)

Σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (3), η Ιρλανδία δεν συμμετείχε στην έκδοση της απόφασης 2004/512/ΕΚ και δεν δεσμεύεται από αυτήν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της, εφόσον η απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν. Συνεπώς, η παρούσα απόφαση της Επιτροπής δεν απευθύνεται στην Ιρλανδία.

(8)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτήθηκε στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στις 13 Αυγούστου 2004, η Δανία αποφάσισε να ενσωματώσει την απόφαση 2004/512/ΕΚ στη δανική νομοθεσία. Συνεπώς, η απόφαση 2004/512/ΕΚ δεσμεύει τη Δανία στο διεθνές δίκαιο.

(9)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η απόφαση 2004/512/ΕΚ συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (4), πράγμα το οποίο εμπίπτει στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών, με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (5).

(10)

Όσον αφορά την Ελβετία, η απόφαση 2004/512/ΕΚ συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και την Ελβετική Συνομοσπονδία για τη σύνδεση της τελευταίας με την ενσωμάτωση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, πράγμα το οποίο εμπίπτει στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της απόφασης 2004/860/ΕΚ του Συμβουλίου (6) για την υπογραφή εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και για την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της εν λόγω συμφωνίας.

(11)

Η παρούσα απόφαση αποτελεί πράξη που θεμελιώνεται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή αναφέρεται σε αυτό κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης.

(12)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2424/2001 του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την ανάπτυξη του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (7),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Κατά την ανάπτυξη του συστήματος, η κεντρική μονάδα του VIS θα εγκατασταθεί στο Στρασβούργο (Γαλλία).

2.   Κατά την ανάπτυξη του συστήματος, η εφεδρική κεντρική μονάδα θα εγκατασταθεί στο Sankt Johann im Pongau (Αυστρία).

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου, στην Τσεχική Δημοκρατία, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στη Δημοκρατία της Εσθονίας, στην Ελληνική Δημοκρατία, στο Βασίλειο της Ισπανίας, στη Γαλλική Δημοκρατία, στην Ιταλική Δημοκρατία, στην Κυπριακή Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Λεττονίας, στη Δημοκρατία της Λιθουανίας, στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, στη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, στη Δημοκρατία της Μάλτας, στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, στη Δημοκρατία της Αυστρίας, στη Δημοκρατία της Πολωνίας, στην Πορτογαλική Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Σλοβενίας, στη Σλοβακική Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Φινλανδίας και στο Βασίλειο της Σουηδίας.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Franco FRATTINI

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 5.

(2)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(3)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(4)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(5)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(6)  ΕΕ L 370 της 17.12.2004, σ. 78.

(7)  ΕΕ L 328 της 13.12.2001, σ. 4.


4.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 305/15


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Νοεμβρίου 2006

για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές οπτικών δίσκων με δυνατότητα εγγραφής (CD+/-R) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Χονγκ Κονγκ και Μαλαισίας

(2006/753/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,

μετά από διαβούλευση με τη Συμβουλευτική Επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Έναρξη της διαδικασίας

(1)

Η έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές οπτικών δίσκων με δυνατότητα εγγραφής («CD-R») καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ»), Χονγκ Κονγκ και Μαλαισίας ανακοινώθηκε στις «6 Αυγούστου 2005» στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2) («ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας»).

(2)

Η διαδικασία κινήθηκε μετά από καταγγελία που υποβλήθηκε στις 24 Ιουνίου 2005 από την CECMA, την ευρωπαϊκή επιτροπή παραγωγών CD-Rs και DVD+/-R, (στο εξής «ο καταγγέλλων») για λογαριασμό παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος, στην προκειμένη περίπτωση πάνω από το 60 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής CD-Rs. Η καταγγελία περιελάμβανε στοιχεία περί ντάμπινγκ των CD-Rs και των σημαντικών ζημιών που προκαλούσε, τα οποία κρίθηκαν επαρκή για να αιτιολογηθεί η έναρξη της διαδικασίας.

1.2.   Μέρη που αφορά η διαδικασία

(3)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον καταγγέλλοντα, τους άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς της Κοινότητας, τους εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους προμηθευτές και τους χρήστες καθώς και τις οργανώσεις χρηστών που γνωρίζει ότι ενδιαφέρονται για το θέμα αυτό, και τους εκπροσώπους της ΛΔΚ για την έναρξη της διαδικασίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να καταστήσουν γραπτώς γνωστές τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που ορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

(4)

Οι καταγγέλλοντες παραγωγοί, άλλοι συνεργαζόμενοι παραγωγοί της Κοινότητας, οι παραγωγοί-εξαγωγείς, οι εισαγωγείς, οι προμηθευτές, οι χρήστες και οι ενώσεις χρηστών γνωστοποίησαν τις απόψεις τους. Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

(5)

Η Επιτροπή, για να δώσει τη δυνατότητα στους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ να υποβάλουν αίτημα για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ) ή ατομικής μεταχείρισης (ΑΜ), εφόσον το επιθυμούσαν, απέστειλε σχετικά έντυπα στους παραγωγούς-εξαγωγείς της Κίνας που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονται.

(6)

13 ομάδες παραγωγών-εξαγωγέων ζήτησαν να τους αναγνωριστεί καθεστώς οικονομίας της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού ή ατομικής μεταχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού σε περίπτωση που προκύψει από την έρευνα ότι δεν ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς.

(7)

Λόγω του μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων που διαπιστώθηκε στην ΛΔΚ και το Χονγκ Κονγκ, προβλέφθηκε η τεχνική της δειγματοληψίας για τον καθορισμό του ντάμπινγκ, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει εάν η δειγματοληψία θα ήταν απαραίτητη και, και αν, να επιλέξει δείγμα, όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς κλήθηκαν να αναγγελθούν στην Επιτροπή και να προσκομίσουν βασικά στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητές τους όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας (1η Ιουλίου 2004 έως 30 Ιουνίου 2005), όπως διευκρινίζεται στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας.

(8)

Μετά την εξέταση των πληροφοριών που υποβλήθηκαν, και δεδομένου του μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στην ΛΔΚ και το Χονγκ Κονγκ που εξέφρασαν την επιθυμία τους να συνεργαστούν, αποφασίστηκε ότι ήταν αναγκαία η δειγματοληψία.

(9)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που ήταν γνωστό ότι ενδιαφέρονταν και σε όλες τις άλλες εταιρείες που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας. Λήφθηκαν απαντήσεις από όλους τους καταγγέλλοντες παραγωγούς, έναν άλλο κοινοτικό παραγωγό, οκτώ μη συνδεδεμένους εισαγωγείς, έναν διανομέα και επτά εμπόρους λιανικής (εκ των οποίων ο ένας είναι ταυτόχρονα έμπορος χονδρικής/λιανικής) έξι παραγωγούς-εξαγωγείς από τη ΛΔΚ, έξι παραγωγούς-εξαγωγείς από το Χονγκ Κονγκ, τέσσερις παραγωγούς-εξαγωγείς από τη Μαλαισία, δύο εμπόρους που συνδέονται με κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς και έναν έμπορο που συνδέεται με μαλαισιανό παραγωγό-εξαγωγέα με έδρα την Ταϊβάν, έναν έμπορο που συνδέεται με παραγωγούς-εξαγωγείς από το Χονγκ Κονγκ, δώδεκα εισαγωγείς που συνδέονται με κινέζους ή μαλαισιανούς παραγωγούς-εξαγωγείς εγκατεστημένους στην ΕΚ.

(10)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που θεώρησε απαραίτητα για τον προσωρινό καθορισμό του ντάμπινγκ, της προκύπτουσας ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας και διεξήγαγε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Κοινοτικοί παραγωγοί:

Computer Support Italcard s.r.l. (Μιλάνο, Ιταλία)

Global Digital Disk GmbH & Co KG (Δρέσδη, Γερμανία)

Manufacturing Advanced Media S.A. (Mulhouse, Γαλλία)

Sony DADC AG (Σάλτσμπουργκ, Αυστρία)

TDK Recording Media Europe SA (Λουξεμβούργο)

β)

παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ:

Fortune (Jiangsu) Multimedia Co., Ltd, Nantong

Prodisc Technology. Inc. («Prodisc China»), Ningbo

γ)

παραγωγοί εξαγωγείς στο Χονγκ Κονγκ:

Audio Distributor’s/Artsome Ltd.

Lead Data Inc.

Mediastar Technology Ltd.

MDA Technology Ltd.

δ)

παραγωγοί-εξαγωγείς στη Μαλαισία:

Daxon Technologies Sdn Bhd, Κουάλα Λουμπούρ,

Digital Data Technologies Sdn Bhd., Κουάλα Λουμπούρ

Dragon Optical Media Technologies Sdn Bhd. Κουάλα Λουμπούρ

Memory Tech Sdn Bhd., Κουάλα Λουμπούρ

ε)

συνδεδεμένοι έμποροι:

Daxon BenQ Inc. (Ταϊβάν)

Prodisc Technology Inc. (Ταϊπέι, Ταϊβάν)

Artsome Investment Ltd. (Χονγκ Κονγκ)

στ)

μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς και διανομείς:

Emtec International S.p.a. (Παρίσι, Γαλλία)

Ingram Micro Distribution GmbH (Μόναχο, Γερμανία)

Intenso GmbH (Vechta, Γερμανία)

Maxell Europe Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο)

Philips Recordable Media (Wiesbaden, Γερμανία)

Sony France S.A. (Παρίσι, Γαλλία)

Verbatim Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο)

ζ)

συνδεδεμένος διανομέας:

SK Kassetten GmbH & Co KG (Neuenrade, Γερμανία)

η)

έμπορος χονδρικής/λιανικής:

Metro Group Buying GmbH (Ντίσελντορφ, Γερμανία)

θ)

έμποροι λιανικής:

Carrefour Marchandises Internationales (Παρίσι, Γαλλία)

El Corte Inglés S.A. (Μαδρίτη, Ισπανία)

FNAC S.A. (Παρίσι, Γαλλία)

ι)

άλλοι ενδιαφερόμενοι:

Philips Intellectual Property & Standards, Eindhoven, Κάτω Χώρες

(11)

Επειδή ήταν αναγκαίο να καθοριστεί η κανονική αξία όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ στους οποίους ενδέχεται να μη χορηγηθεί το καθεστώς οικονομίας της αγοράς, πραγματοποιήθηκε επιτόπια επαλήθευση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας με βάση στοιχεία ανάλογης χώρας στις εγκαταστάσεις του ακόλουθου παραγωγού στην Ιαπωνία:

Taiyo Yuden, Inc. (Τακασάκι, Ιαπωνία)

1.3.   Δειγματοληψία

(12)

Όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ και του Χονγκ Κονγκ, η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, επέλεξε δείγμα με βάση το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο εξαγωγών στην Κοινότητα, που θα μπορούσε εύλογα να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας εντός της ταχθείσης προθεσμίας.

(13)

Το δείγμα που επελέγη για τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς περιελάμβανε τέσσερις κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς, που αντιπροσώπευαν περίπου 85 % του όγκου εξαγωγών των συνεργαζόμενων μερών από την ΛΔΚ προς την Κοινότητα. Επιπλέον, στον εφεδρικό κατάλογο συμπεριλήφθηκαν δύο εξαγωγείς.

(14)

Το δείγμα που επελέγη για τους παραγωγούς-εξαγωγείς του Χονγκ Κονγκ περιελάμβανε επίσης τέσσερις εταιρείες, που αντιπροσώπευαν άνω του 90 % του όγκου των εξαγωγών προς την Κοινότητα από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς του Χονγκ Κονγκ. Επιπλέον, συμπεριλήφθηκαν δύο εταιρείες στον εφεδρικό κατάλογο.

(15)

Η Επιτροπή έλαβε απαντήσεις από τους εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα της Κίνας και του Χονγκ Κονγκ καθώς και από τις εταιρείες του εφεδρικού καταλόγου.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των αρχών της Κίνας και του Χονγκ Κονγκ σχετικά με τα δείγματα, οι οποίες δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις.

1.4.   Περίοδος έρευνας

(17)

Η έρευνα του ντάμπινγκ και των ζημιών κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιουλίου 2004 έως την 30ή Ιουνίου 2005 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων που είχαν σχέση με την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2002 έως το τέλος της περιόδου έρευνας (εφεξής «η εξεταζόμενη περίοδος»).

1.5.   Προσωρινά μέτρα

(18)

Υπενθυμίζεται ότι λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξεταστούν περαιτέρω ορισμένες πτυχές της ζημίας, της αιτιώδους συνάφειας και των κοινοτικών συμφερόντων, δεν επιβλήθηκαν προσωρινά μέτρα στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας. Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα προσωρινά πορίσματα και τα πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων λήφθηκε η απόφαση μη επιβολής προσωρινών μέτρων. Χορηγήθηκε σε όλα τα μέρη περίοδος εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(19)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις γραπτώς. Στα ενδιαφερόμενα μέρη που υπέβαλαν σχετικό αίτημα, δόθηκε η δυνατότητα να διατυπώσουν τις απόψεις τους προφορικά. Η Επιτροπή συνέχισε την αναζήτηση και την εξακρίβωση όλων των πληροφοριών που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά συμπεράσματά της.

1.6.   Μέτρα που ισχύουν για τις εισαγωγές CD-Rs από άλλες χώρες

(20)

Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές CD-Rs από την Ταϊβάν επιβλήθηκαν στις 19 Ιουνίου 2002 (3). Οι δασμοί αυτοί κυμαίνονταν από 17,7 % έως 38,5 %.

(21)

Επιπλέον στις 6 Ιουνίου 2003 (4) επιβλήθηκε οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές CD-Rs από την Ινδία. Ανέρχεται σε 7,3 %.

1.7.   Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές προϊόν

1.7.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(22)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι οι οπτικοί δίσκοι με δυνατότητα εγγραφής (CD-Rs) καταγωγής ΛΔΚ, Χονγκ Κονγκ και Μαλαισίας, που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 8523 90 00. Λόγω των μεταβολών στη Συνδυασμένη Ονοματολογία και δεδομένου ότι δεν υπάρχουν CD-Rs με δυνατότητα εγγραφής που υπερβαίνει τα 900 megabytes, από το 2006 και μετά, το υπό εξέταση προϊόν εμπίπτει στον κωδικό ΣΟ ex 8523 90 10.

(23)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι δίσκος αποτελούμενος από πολυανθρακικό υλικό, επενδεδυμένο με χρωστική στρώση, στρώση αντανακλαστικού υλικού και στρώση προστατευτικού υλικού. Παρόλο που η εγγραφή στους δίσκους αυτούς μπορεί να πραγματοποιηθεί σε διάφορα στάδια, οι πληροφορίες που εγγράφονται δεν μπορούν να διαγραφούν. Ο δίσκος αποτελεί υπόθεμα οπτικής αποθήκευσης ψηφιακών δεδομένων ή ήχου.

(24)

Οι δίσκοι CD-Rs διακρίνονται αναλόγως του τύπου των δεδομένων που αποθηκεύονται σε αυτούς (CD-Rs δεδομένων και CD-Rs μουσικής), της χωρητικότητας, της ανακλαστικής μεταλλικής στρώσης και του αν φέρουν ή όχι εκτύπωση. Η έρευνα έδειξε ότι όλοι οι τύποι CD-Rs παρουσιάζουν τα ίδια φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Συνεπώς, θεωρούνται ότι αποτελούν ενιαίο προϊόν.

1.7.2.   Ομοειδές προϊόν

(25)

Δεν διαπιστώθηκαν διαφορές μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και των CD-Rs που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά της ΛΔΚ, του Χονγκ Κονγκ, της Μαλαισίας και της Ιαπωνίας, που χρησιμοποιήθηκε ως ανάλογη χώρα, καθώς και των CD-Rs που παράγονται και πωλούνται στην Κοινότητα από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Διαπιστώθηκε ότι όλοι είχαν τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και χρήσεις.

(26)

Συνεπώς, συνάγεται το συμπέρασμα ότι όλοι οι τύποι CD-Rs αποτελούν ένα προϊόν και θεωρούνται ομοειδή προϊόντα κατά το άρθρο 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

2.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(27)

Από την έρευνα προέκυψε ότι το επίπεδο του ντάμπινγκ ήταν υψηλότερο από το ελάχιστο όριο για κάθε συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Ωστόσο, δεδομένων των συμπερασμάτων που παρατίθενται κατωτέρω, δεν είναι αναγκαίο να αναφερθούν λεπτομερώς τα πορίσματα αυτά.

3.   ΖΗΜΙΑ

3.1.   Κοινοτική παραγωγή

(28)

Λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η παραγωγή των ακόλουθων κοινοτικών παραγωγών συμπεριλήφθηκε στον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής κατά την έναρξη της έρευνας:

Πέντε καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί:

CDA Datenträger Albrechts GmbH («CDA»)

Computer Support Italcard s.r.l. («CSI»)

Global Digital Disc GmbH & Co KG («GDD»)

Manufacturing Advanced Media S.A. («MAM-E»)

TDK Recording Media Europe S.A. («TDK»)

Δύο άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί οι οποίοι συνεργάστηκαν πλήρως κατά την έρευνα και υποστήριξαν τη διαδικασία:

BOC SA

Sony DADC Austria AG («Sony DADC»)

Δεκατρείς άλλοι παραγωγοί, που απαριθμούνται στην καταγγελία, στους οποίους απεστάλησαν ερωτηματολόγια αλλά που δεν απάντησαν στα ερωτηματολόγια αυτά.

3.1.1.   Μη υπαγωγή κοινοτικών παραγωγών λόγω σημαντικών εισαγωγών κατά τη διάρκεια ή μετά τη λήξη της ΠΕ.

3.1.1.1.   Εταιρεία A

(29)

Στην απάντηση του ερωτημαλογίου από την εταιρεία A, διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία A, εκτός από τη δική της κοινοτική παραγωγή, είχε επίσης πραγματοποιήσει εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Το ποσοστό των εισαγόμενων προϊόντων που πωλήθηκε στην κοινοτική αγορά υπερέβαινε σημαντικά τους όγκους των ομοειδών προϊόντων που παράγονται και πωλούνται εντός της Κοινότητας.

(30)

Συνεπώς, εξετάστηκε κατά πόσο, παρά το σημαντικό όγκο των εισαγωγών, το επίκεντρο ενδιαφέροντος για την εταιρεία Α εξακολουθούσε να βρίσκεται εντός της Κοινότητας ή/και κατά πόσο ο όγκος των εισαγωγών θα μπορούσε να έχει προσωρινό χαρακτήρα.

(31)

Προέκυψε ότι οι εισαγωγές της εταιρείας A δεν είχαν προσωρινό χαρακτήρα αλλά στηρίζονταν μάλλον σε στρατηγική απόφαση να αντλεί την παραγωγή της από «Original Design Manufacturers» που είναι εταιρείες οι οποίες σχεδιάζουν και παράγουν προϊόντα τα οποία στη συνέχεια πωλούνται με άλλα εμπορικά σήματα. Συνεπώς, δεν μπορούσε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το επίκεντρο ενδιαφέροντος της εταιρείας Α για την παραγωγή CD-Rs εξακολουθούσε να βρίσκεται εντός της Κοινότητας, εφόσον θεωρείται πιθανό ότι η εταιρεία Α θα εξακολουθούσε να εισάγει σημαντικές ποσότητες των πωλήσεών της στην κοινοτική αγορά από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕ, οι πωλήσεις της εταιρείας Α στην κοινοτική αγορά αποτελούσαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους εισαγόμενους CD-Rs. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι η εταιρεία Α θα πρέπει να θεωρηθεί μάλλον ως εισαγωγέας και όχι παραγωγός. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι η έδρα της εταιρείας Α και το βασικό κέντρο Ε&A για τους CD-Rs βρισκόταν εκτός της Κοινότητας.

(32)

Συνεπώς, συνάχθηκε το συμπέρασμα ότι η εταιρεία A δεν θα έπρεπε να συμπεριληφθεί στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ότι συνεπώς η παραγωγή της θα έπρεπε να αποκλειστεί από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

(33)

Επιπλέον, η εταιρεία A είχε εντωμεταξύ αποσύρει την υποστήριξή της από την καταγγελία και αποφάσισε να αντιταχθεί στην επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες, πράγμα που επιβεβαιώνει την ανωτέρω εκτίμηση σχετικά με τη μετατόπιση του επίκεντρου ενδιαφέροντος της εταιρείας Α.

3.1.1.2.   Εταιρεία B

(34)

Όπως προέκυψε από τις απαντήσεις που έδωσε στο ερωτηματολόγιο η εταιρεία Β, η εταιρεία αυτή εκτός από τη δική της κοινοτική παραγωγή, είχε επίσης πραγματοποιήσει εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ΠΕ, οι εισαγωγές είχαν μειωθεί σε λιγότερο από 1 % των συνολικών πωλήσεών της και, συνεπώς, θεωρήθηκαν αμελητέες.

(35)

Η Επιτροπή έλαβε επίσης απάντηση στο ερωτηματολόγιο από μία άλλη εταιρεία («B-συνδεδεμένη») η οποία διαπιστώθηκε ότι είχε την ίδια μητρική εταιρεία («εταιρεία ομίλου B») όπως και η εταιρεία B. Τόσο η εταιρεία «B-συνδεδεμένη» όσο και η εταιρεία B θεωρούνται κατά συνέπεια συνδεδεμένες κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

(36)

Η εταιρεία «B-συνδεδεμένη» ως διανομέας της «εταιρείας του ομίλου B» για CD-Rs στη λιανική αγορά της Κοινότητας, είχε αγοράσει όλα τα CD-Rs που προορίζονταν για τη λιανική αγορά από την εταιρεία Β. Επιπλέον, η εταιρεία «B-συνδεδεμένη» είχε επίσης πραγματοποιήσει σημαντικές εισαγωγές από τρίτες χώρες συμπεριλαμβανομένων και των ενδιαφερομένων χωρών.

(37)

Εάν συγκριθούν οι πωλήσεις της εταιρείας «B-συνδεδεμένη» για CD-Rs καταγωγής των ενδιαφερομένων χωρών με εκείνες που κατασκευάζονται από την εταιρεία B (οι οποίες εν συνεχεία είτε πωλούντο άμεσα από την εταιρεία Β σε εταιρικούς πελάτες ή πωλούντο μέσω της εταιρείας «B-συνδεδεμένη» σε εμπόρους λιανικής), διαπιστώθηκε ότι για την «εταιρεία του ομίλου Β» το ποσοστό των εισαγόμενων προϊόντων που πωλούντο στην κοινοτική αγορά υπερέβαινε αισθητά τον όγκο των ομοειδών προϊόντων που κατασκευάζοντο και πωλούντο εντός της Κοινότητας.

(38)

Στη συνέχεια εξετάστηκε κατά πόσο, παρά το σημαντικό όγκο των εισαγωγών, το επίκεντρο ενδιαφέροντος για την «εταιρεία του ομίλου Β» εξακολουθούσε να βρίσκεται εντός της Κοινότητας ή/και κατά πόσο ο όγκος των εισαγωγών θα μπορούσε να έχει προσωρινό χαρακτήρα.

(39)

Τα πορίσματα της έρευνας δείχνουν ότι οι εισαγωγές δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι πραγματοποιούντο σε προσωρινή μόνο βάση (δεδομένου ότι ο όγκος των CD-Rs που κατασκευάζονταν από την ίδια την εταιρεία δεν θα παρουσίαζε σημαντική αύξηση στο άμεσο μέλλον ακόμη και αν λαμβανόταν υπόψη η πιθανή επέκταση της παραγωγικής ικανότητας της εταιρείας B). Συνεπώς, θεωρείτο πιθανό ότι η «εταιρεία του ομίλου Β» θα συνέχιζε επίσης να αντλεί σημαντικό μέρος των πωλήσεών της στην κοινοτική αγορά από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Επίσης διαπιστώθηκε ότι η έδρα της «εταιρείας του ομίλου Β» και το βασικό κέντρο Ε&A για CD-Rs βρίσκονταν εκτός της Κοινότητας. Συνεπώς, δεν μπορούσε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το επίκεντρο ενδιαφέροντος της «εταιρείας του ομίλου Β» για την παραγωγή CD-Rs βρισκόταν εντός της Κοινότητας.

(40)

Συνεπώς, το συμπέρασμα που συνάχθηκε ήταν ότι η εταιρεία B δεν έπρεπε να συμπεριληφθεί στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ότι, συνεπώς, η παραγωγή της έπρεπε να αποκλειστεί από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

3.1.1.3.   Εταιρεία Γ

(41)

Η Επιτροπή έλαβε ερωτηματολόγιο από κοινοτική εταιρεία παραγωγής Γ καθώς και από την εταιρεία «Γ-συνδεδεμένη», εταιρεία διανομής CD-Rs με έδρα τη Γερμανία. Διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία Γ και η εταιρεία «Γ-συνδεδεμένη» ήταν συνδεδεμένες κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι ανήκαν στον ίδιο ιδιοκτήτη.

(42)

Κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, η εταιρεία «Γ-συνδεδεμένη» διένεμε CD-Rs που κατασκευάζονταν από την εταιρεία Γ. Ωστόσο, μετά τη λήξη της περιόδου έρευνας, δηλαδή μετά τον Ιούλιο του 2005, με βάση συμπληρωματικές πληροφορίες που ζητήθηκαν από όλους τους παραγωγούς της Κοινότητας για την περίοδο από τον Ιούλιο του 2005 έως τον Φεβρουάριο του 2006, η εταιρεία «Γ-συνδεδεμένη» διαπιστώθηκε ότι είχε αρχίσει να εισάγει σημαντικές ποσότητες (σε επίπεδο ισοδύναμο με την παραγωγή της εταιρείας Γ κατά την ΠΕ) δίσκων CD-Rs από τρίτες χώρες περιλαμβανομένων σημαντικών ποσοτήτων από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

(43)

Για να εξακριβωθεί κατά πόσο οι εισαγωγές αυτές είχαν προσωρινό χαρακτήρα, η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες, και συγκεκριμένα για την περίοδο από τον Μάρτιο του 2006 ως τον Μάιο του 2006. Σε αυτή τη βάση, δεδομένου ότι εξακολουθούσαν να υπάρχουν σημαντικοί όγκοι εισαγωγών, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές αυτές δεν είχαν προσωρινό χαρακτήρα, αλλά αποτελούσαν στρατηγική απόφαση να αντλείται σημαντικό μέρος των μελλοντικών πωλήσεων της εταιρείας από εισαγωγές.

(44)

Σύμφωνα με τις αρχές που παρουσιάστηκαν ανωτέρω και που εφαρμόστηκαν στις εταιρείες Α και Β, και δεδομένου ότι η εταιρεία «Γ-συνδεδεμένη»/η εταιρεία Γ θα προστατεύεται από τα αποτελέσματα των εισαγωγών με ντάμπινγκ στο μέλλον, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εταιρεία Γ δεν έπρεπε να συμπεριληφθεί στον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

3.1.2.   Μη υπαγωγή κοινοτικών παραγωγών στον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής για λόγους παύσης της παραγωγής κατά τη διάρκεια ή μετά τη λήξη της ΠΕ.

3.1.2.1.   Εταιρεία Δ

(45)

Μετά τη λήξη της ΠΕ, η καταγγέλουσα κοινοτική εταιρεία παραγωγής Δ υπέβαλε αίτηση εκκαθάρισης. Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι, σύμφωνα με την πρακτική της Κοινότητας, η εταιρεία Δ θα έπρεπε να αποκλειστεί από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

(46)

Τον Ιανουάριο του 2006, ο εκκαθαριστής εξήγγειλε την πρόθεσή του να πωλήσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας Δ, συμπεριλαμβανομένων όλων των γραμμών παραγωγής. Στη συνέχεια, ο καταγγέλλων πληροφόρησε την Επιτροπή ότι μία θυγατρική της εταιρείας Δ, η καταγγέλουσα κοινοτική εταιρεία παραγωγής E, επρόκειτο να αγοράσει τις γραμμές παραγωγής της μητρικής εταιρείας της και θα προέβαινε σε επανεγκατάσταση και χρήση τους για συνεχή παραγωγή CD-Rs στις εγκαταστάσεις της εταιρείας E. Για το σκοπό αυτό, επρόκειτο να γίνει ανασύσταση του κεφαλαίου της εταιρείας E και να πωληθεί σε τρίτο μέρος.

(47)

Συνεπώς, κατά το χρόνο της ενδιάμεσης έκθεσης, η Επιτροπή δεν μπορούσε να καταλήξει σε συμπέρασμα για το κατά πόσο η εταιρεία Δ έπρεπε να αποκλειστεί από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής δεδομένου ότι οι γραμμές παραγωγής επρόκειτο να επανεγκατασταθούν και να επαναχρησιμοποιηθούν στις εγκαταστάσεις της εταιρείας Ε, δηλαδή της κοινοτικής θυγατρικής της.

(48)

Ωστόσο, σύμφωνα με τις συμπληρωματικές πληροφορίες που ζητήθηκαν από τους κοινοτικούς παραγωγούς για την περίοδο από τον Ιούλιο του 2005 έως τον Μάιο του 2006 (δηλ. μετά την ΠΕ), διαπιστώθηκε ότι οι γραμμές παραγωγής δεν είχαν όντως επανεγκατασταθεί δεδομένου ότι η παραγωγή και η παραγωγική ικανότητα συνέπεπταν με εκείνες που είχαν καταγραφεί πριν την αγορά αυτών των γραμμών παραγωγής. Επιπλέον, δεν είχε υποβληθεί στις υπηρεσίες της Επιτροπής έγκυρο επιχειρηματικό σχέδιο από το οποίο να προέκυπτε ότι οι γραμμές παραγωγής της εταιρείας Δ είχαν συμπεριληφθεί στις εγκαταστάσεις της εταιρείας Ε.

(49)

Αποτελεί πρακτική της Κοινότητας να μην συμπεριλαμβάνονται στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 του βασικού κανονισμού οι παραγωγοί που προβαίνουν σε οριστική παύση της παραγωγής τους κατά τη διάρκεια ή μετά τη λήξη της ΠΕ. Κατά συνέπεια, η παραγωγή της εταιρείας Δ θα πρέπει να αποκλειστεί από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής δεδομένου ότι οι γραμμές παραγωγής της εταιρείας Δ είχαν κλείσει οριστικά κατά το τέλος της ΠΕ και δεν αποδείχθηκε ότι οι εν λόγω γραμμές παραγωγής χρησιμοποιούνται εκ νέου.

3.1.2.2.   CDA & BOC SA

(50)

Μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας, δύο ακόμη εταιρείες, η CDA και η BOC SA, πληροφόρησαν την Επιτροπή ότι είχαν παύσει την παραγωγή τους εντός της Κοινότητας για το άμεσο μέλλον.

(51)

Κατά συνέπεια, η CDA και η BOC SA δεν συμπεριλήφθηκαν στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και η παραγωγή τους αποκλείστηκε από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

3.1.3.   Λοιποί κοινοτικοί παραγωγοί

(52)

Ο καταγγέλλων είχε χορηγήσει κατάλογο 13 άλλων παραγωγών της Κοινότητας. Με εξαίρεση την BOC SA, κανείς από τους παραγωγούς αυτούς δεν συνεργάστηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας. Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

(53)

Με βάση τις πληροφορίες της καταγγελίας, η παραγωγή των εταιρειών αυτών είχε εκτιμηθεί ότι κυμαινόταν σε περίπου 264 εκατ. μονάδες (για το ημερολογιακό έτος 2004).

(54)

Σύμφωνα με πρόσφατες πληροφορίες του καταγγέλλοντος, τουλάχιστον τέσσερις από αυτούς τους άλλους κοινοτικούς παραγωγούς είχαν παύσει την παραγωγή τους κατά τη διάρκεια ή μετά τη λήξη της ΠΕ.

(55)

Όπως προαναφέρθηκε, οι παραγωγοί οι οποίοι προβαίνουν σε οριστική παύση της παραγωγής τους κατά τη διάρκεια ή μετά το τέλος της ΠΕ δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Κατά συνέπεια, θα πρέπει και η παραγωγή αυτών των τεσσάρων εταιρειών να αποκλειστεί από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής.

(56)

Συνοψίζοντας, η κοινοτική παραγωγή CD-Rs κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού έχει οριστεί ως

CD-Rs που παράγονται από τις αρχικές 20 εταιρείες που περιλαμβάνονται στην αιτιολογική σκέψη (28) εκτός από

τους CD-Rs που παράγονται από τις τρεις εταιρείες οι οποίες, όπως περιγράφηκε στις αιτιολογικές σκέψεις (29) έως (44), έχουν αποκλειστεί λόγω των εισαγωγών τους· και

την παραγωγή των τριών συνεργαζόμενων εταιρειών οι οποίες, όπως περιγράφηκε στις αιτιολογικές σκέψεις (45) έως (51), έχουν αποκλειστεί δεδομένου ότι έπαυσε η παραγωγή τους εντός της Κοινότητας·

την παραγωγή των τεσσάρων μη συνεργαζόμενων εταιρειών οι οποίες, όπως περιγράφηκε στις αιτιολογικές σκέψεις (52) έως (55) έχουν αποκλειστεί δεδομένου ότι έπαυσε η παραγωγή τους εντός της Κοινότητας.

(57)

Η συνολική παραγωγή των υπολοίπων 10 παραγωγών, που συνιστούν την κοινοτική παραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, εκτιμήθηκε ότι ανέρχεται σε περίπου 168 εκατ. μονάδες κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

3.2.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(58)

Όπως προκύπτει από την ανωτέρω αιτιολογική σκέψη (57), η κοινοτική παραγωγή κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού περιλαμβάνει τους 10 παραγωγούς των οποίων η συνολική παραγωγή εκτιμήθηκε σε 168 εκατ. μονάδες.

(59)

Επιπλέον, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη (28) και τις αιτιολογικές σκέψεις που ακολουθούν, ο μόνος κοινοτικός παραγωγός που συνεργάστηκε με την Επιτροπή κατά τη διάρκεια της έρευνας ήταν η Manufacturing Advanced Media («MAM-E»).

(60)

Η συνολική παραγωγή της εταιρείας αυτής αντιστοιχούσε σε ποσοστό υψηλότερο του 50 % της κοινοτικής παραγωγής. Συνεπώς, η εταιρεία αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

3.3.   Κοινοτική κατανάλωση

3.3.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

3.3.1.1.   Στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές

(61)

Οι στατιστικές για τις εισαγωγές CD-Rs περιλαμβάνονται στις στατιστικές της Eurostat με τον κωδικό ΣΟ 8523 90 00. Ωστόσο, στον ίδιο κωδικό ΣΟ περιλαμβάνονται και άλλα μέσα με δυνατότητα εγγραφής όπως τα DVD-R, τα CD-Rom κλπ. Επιπλέον οι εισαγωγές με τον κωδικό ΣΟ 8523 90 00 καταγράφονται σε χιλιόγραμμα, ενώ τα CD-Rs καταγράφονται από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη όπως παράγονται και πωλούνται σε μονάδες. Έτσι, οι στατιστικές που προέρχονται από τη Eurostat, χωρίς περαιτέρω ανάλυση των στοιχείων, δεν αποτελούν αξιόπιστη πηγή στοιχείων.

(62)

Συνεπώς, οι στατιστικές αναλύονται λεπτομερέστερα χρησιμοποιώντας μία μέθοδο που έχει υποδειχθεί από τον καταγγέλλοντα και ενισχύονται περισσότερο με βάση στοιχεία που αντλήθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, δηλαδή στοιχεία των εξαγωγέων και άλλων πηγών έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα στοιχεία είναι όσο το δυνατόν πληρέστερα και ακριβέστερα.

3.3.1.2.   Στοιχεία για την κοινοτική παραγωγή

(63)

Τα στοιχεία για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής αντλήθηκαν από τα επαληθευμένα ερωτηματολόγια του μόνου συνεργαζόμενου παραγωγού της Κοινότητας που συνιστά τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Περαιτέρω πληροφορίες για την κοινοτική παραγωγή αντλήθηκαν από τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που δόθηκαν από τις εταιρείες που αποκλείστηκαν από τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής αλλά και από στοιχεία που περιλαμβάνονται στην καταγγελία.

3.3.2.   Κατανάλωση

(64)

Συνεπώς, η κατανάλωση στην Κοινότητα προσδιορίστηκε με βάση τα εξής:

τις συνολικές εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat τα οποία μετατράπηκαν σε μονάδες·

το σύνολο των επαληθευμένων πωλήσεων στην κοινοτική αγορά από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής·

τις συνολικές πωλήσεις στην κοινοτική αγορά από άλλους συνεργαζόμενους παραγωγούς στην Κοινότητα·

το σύνολο των εκτιμώμενων πωλήσεων στην κοινοτική αγορά από άλλους παραγωγούς που ασκούν δραστηριότητες στην Κοινότητα.

(65)

Σε αυτή τη βάση, η κοινοτική κατανάλωση διαμορφώνεται ως εξής:

Κατανάλωση

2002

2003

2004

ΠΕ

Εκατ. μονάδες

3 580

3 738

3 527

3 488

Δείκτης: (2002 = 100)

100

104

99

97

(66)

Κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου η κατανάλωση στην Κοινότητα μειώθηκε κατά 3 %. Η κατανάλωση έφτασε στο ανώτατο επίπεδό της το 2003. Έκτοτε, η κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες.

3.4.   Εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες

3.4.1.   Σωρευτική εκτίμηση των επιπτώσεων των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες

(67)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θα πρέπει να εκτιμηθούν σωρευτικά με βάση το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών από δύο ή περισσότερες χώρες που αποτελούν ταυτόχρονα αντικείμενο έρευνας αντιντάμπινγκ θα πρέπει να αξιολογούνται σωρευτικώς εάν προσδιοριστεί ότι:

το περιθώριο ντάμπινγκ που καθιερώνεται σε σχέση με τις εισαγωγές από κάθε χώρα υπερβαίνει το ελάχιστο, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού·

ο όγκος των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες δεν είναι αμελητέος·

η σωρευτική αξιολόγηση των συνεπειών των εισαγωγών είναι ενδεδειγμένη, λαμβανομένων υπόψη των όρων του ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων καθώς και των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος.

(68)

Συνεπώς, διαπιστώθηκε πρώτα ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν για κάθε μία από τις εν λόγω χώρες ήταν μεγαλύτερα από τα ελάχιστα. Δεύτερον, η έρευνα έδειξε ότι οι όροι του ανταγωνισμού μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος που πωλείται στην Κοινότητα ήταν παρόμοιοι όπως αποδείχθηκε από το γεγονός ότι τα εισαγόμενα CD-Rs από τις ενδιαφερόμενες χώρες ήταν πανομοιότυπα από όλες τις απόψεις, μπορούσαν να υποκατασταθούν μεταξύ τους και αποτελούσαν αντικείμενο εμπορίας στην Κοινότητα μέσω συγκρίσιμων διαύλων πώλησης και βάσει παρόμοιων εμπορικών όρων, με αποτέλεσμα να ανταγωνίζονται μεταξύ τους και με τους CD-Rs που παράγονται στην Κοινότητα. Ο όγκος των εισαγωγών από κάθε ενδιαφερόμενη χώρα διαπιστώθηκε επίσης ότι ήταν υψηλότερος από το όριο του 1 % του μεριδίου της αγοράς που ορίζεται από το άρθρο 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού. Οι τιμές εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες ακολούθησαν την ίδια πτωτική τάση καθόλη την εξεταζόμενη περίοδο. Επιπλέον, οι χρήστες (διανομείς και έμποροι λιανικής) ήταν οι ίδιοι. Επομένως, θεωρήθηκε σκόπιμο να γίνει σωρευτική αξιολόγηση των επιπτώσεων των εισαγωγών, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

3.4.2.   Όγκος εισαγωγών και μερίδια αγοράς από τις ενδιαφερόμενες χώρες

(69)

Με βάση τις στατιστικές της Eurostat, ο όγκος εισαγωγών διαμορφώθηκε ως εξής κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου:

Εκατ. μονάδες

2002

2003

2004

ΠΕ

Χονγκ Κονγκ

146

250

262

274

Δείκτης: (2002 = 100)

100

171

179

188

Μερίδιο αγοράς

4 %

7 %

7 %

8 %

ΛΔΚ

480

930

1 077

1 128

Δείκτης: (2002 = 100)

100

194

224

235

Μερίδιο αγοράς

13 %

25 %

30 %

32 %

Μαλαισία

148

324

312

277

Δείκτης: (2002 = 100)

100

219

210

188

Μερίδιο αγοράς

4 %

8 %

9 %

8 %

Ενδιαφερόμενες χώρες

774

1 504

1 651

1 679

Δείκτης: (2002 = 100)

100

194

213

217

Μερίδιο αγοράς

21 %

40 %

46 %

48 %

(70)

Οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες καθώς και τα μερίδια αγοράς τους παρουσίασαν σταθερή αύξηση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Από μερίδιο αγοράς 21 % κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της εξεταζόμενης περιόδου, το μερίδιο αγοράς υπερδιπλασιάστηκε σε 48 % κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

3.4.3.   Μέσες τιμές και επίπεδο υποτιμολόγησης των εισαγωγών (τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών) από τις ενδιαφερόμενες χώρες

(71)

Το μέσο επίπεδο των τιμών και το επίπεδο υποτιμολόγησης έναντι των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για την ΠΕ υπολογίστηκε με βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς.

 

Μέσο επίπεδο υποτιμολόγησης

Χονγκ Κονγκ

69,7 %

ΛΔΚ

43,9 %

Μαλαισία

0 %

(72)

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι εισαγωγές από το Χονγκ Κονγκ και τη ΛΔΚ ήταν υποτιμολογημένες κατά 69,7 % και 43,9 % έναντι των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ενώ για τη Μαλαισία δεν διαπιστώθηκε υποτιμολόγηση.

3.5.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(73)

Όπως προέκυψε από την έρευνα, υπάρχει σημαντική ζημία για το μοναδικό παραγωγό της Κοινότητας που ανταποκρίνεται στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ωστόσο, δεδομένων των συμπερασμάτων που παρατίθενται κατωτέρω, δεν είναι αναγκαίο να αναφερθούν λεπτομερώς τα πορίσματα αυτά.

4.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

4.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(74)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν η σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε επίσης διάφορους άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να έχουν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ώστε να διασφαλιστεί ότι η ζημία από τους παράγοντες αυτούς δεν έχει αποδοθεί εσφαλμένα στις εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

4.2.   Επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες

(75)

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη (69), ο όγκος των εισαγωγών από τη ΛΔΚ, τη Μαλαισία και το Χονγκ Κονγκ αυξήθηκε κατά 117 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, πράγμα που αντιστοιχεί σε αύξηση του μεριδίου αγοράς από 21 % το 2002 σε 48 % κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

(76)

Στην αιτιολογική σκέψη (72), διαπιστώθηκε ότι οι εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ και Χονγκ Κονγκ είχαν υποτιμολογηθεί έναντι των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά 43,9 % και 69,7 % αντίστοιχα, ενώ για τη Μαλαισία δεν διαπιστώθηκε υποτιμολόγηση.

(77)

Στην αιτιολογική σκέψη (73) διαπιστώθηκε επίσης ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία και ότι η ζημιογόνος κατάσταση φαίνεται να συμπίπτει χρονικά με την αύξηση του όγκου των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες που απετέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(78)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αύξηση των εισαγωγών που απετέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ συνέπεσε με την επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ επηρέασαν άμεσα τη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης.

4.3.   Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

4.3.1.   Εισαγωγές από τρίτες χώρες

(79)

Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από εισαγωγές τρίτων χωρών. Με βάση τον ισχυρισμό αυτό, χορηγήθηκε από την Eurostat ο συνολικός όγκος των εισαγωγών από τρίτες χώρες με τη χρησιμοποίηση της μεθόδου υποδιαίρεσης που αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη (62) ανωτέρω:

Εκατ. μονάδες

2002

2003

2004

ΠΕ

Τρίτη χώρα: Ινδία

712

1 143

1 207

1 124

Δείκτης: (2002 = 100)

100

160

169

158

Μερίδιο αγοράς

20 %

31 %

34 %

32 %

Τρίτη χώρα: Ταϊβάν

1 206

163

89

53

Δείκτης: (2002 = 100)

100

13

7

4

Μερίδιο αγοράς

33 %

4 %

2 %

1 %

Άλλες τρίτες χώρες

514

423

39

129

Δείκτης: (2002 = 100)

100

82

7

25

Μερίδιο αγοράς

14 %

11 %

1 %

4 %

Σύνολο τρίτων χωρών

2 432

1 729

1 335

1 306

Δείκτης: (2002 = 100)

100

71

55

54

Μερίδιο αγοράς

67 %

46 %

37 %

37 %

(80)

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο συνολικός όγκος των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες μειώθηκε από 67 % της κοινοτικής κατανάλωσης σε 37 % της κοινοτικής κατανάλωσης, δηλαδή κατά 30 εκατοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, διαπιστώθηκαν αποκλίνουσες εξελίξεις μεταξύ των διαφόρων εξαγωγικών τρίτων χωρών. Απαιτείται μία λεπτομερέστερη επιμέρους ανάλυση των σημαντικότερων από αυτές τις χώρες, και ιδίως της Ταϊβάν και της Ινδίας.

(81)

Ως προς αυτήν την πτυχή, οι στατιστικές εισαγωγών για την Ταϊβάν και την Ινδία διασταυρώθηκαν επίσης και με τις πληροφορίες που λήφθηκαν από τους συνεργαζόμενους εισαγωγείς.

4.3.1.1.   Ταϊβάν

(82)

Μετά τη θέσπιση των μέτρων αντιντάμπινγκ, οι εισαγωγές από την Ταϊβάν σχεδόν εξαφανίστηκαν από την κοινοτική αγορά. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που αναφέρονται στην καταγγελία, μετά τη θέσπιση των μέτρων αυτών τον Δεκέμβριο του 2001, οι παραγωγοί-εξαγωγείς από την Ταϊβάν προέβησαν σε μεταβολή του τόπου εγκατάστασης ορισμένων γραμμών παραγωγής τους σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανόμενης της ΛΔΚ.

(83)

Αυτό θα μπορούσε να αποτελεί την εξήγηση της πτώσης του όγκου των εισαγωγών από την Ταϊβάν και της αντίστοιχης αύξησης του όγκου των εισαγωγών από τη ΛΔΚ.

4.3.1.2.   Ινδία

(84)

Υπενθυμίζεται ότι μία έρευνα αντιντάμπινγκ σχετικά με εισαγωγές CD-Rs από την Ινδία περατώθηκε τον Μάιο του 2003 λόγω της απουσίας ντάμπινγκ. Υπενθυμίζεται επίσης ότι μετά από έρευνα σχετικά με επιδοτήσεις, επιβλήθηκε αντισταθμιστικός δασμός ύψους 7,3 % στις εισαγωγές CD-Rs καταγωγής Ινδίας.

(85)

Ωστόσο, οι εισαγωγές από την Ινδία σημείωσαν σημαντική αύξηση από το 2002 έως το 2004, και το μερίδιο αγοράς τους διογκώθηκε από 20 % σε 34 %. Κατά τη διάρκεια της ΠΕ, το μερίδιο αγοράς παρουσίασε μικρή κάμψη. Ωστόσο, οι εισαγωγές καταγωγής Ινδίας εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινοτική αγορά CD-Rs.

(86)

Επιπλέον, με βάση πληροφορίες από συνεργαζόμενους εισαγωγείς, η μέση τιμή εισαγωγών από την Ινδία είναι περίπου 12,7 λεπτά/μονάδα (παραδοτέο εκτελωνισμένο). Αν συγκριθεί η τιμή των ινδικών εισαγωγών με την τιμή στην οποία οι ίδιοι συνεργαζόμενοι εισαγωγείς αγόρασαν το υπό εξέταση προϊόν από τη ΛΔΚ, διαπιστώνεται ότι οι εισαγωγές από την Ινδία βρίσκονταν στο ίδιο επίπεδο τιμών όπως και οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ. Κατά συνέπεια, οι εισαγωγές από την Ινδία υποτιμολογήθηκαν έναντι των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά ποσοστό ισοδύναμο με εκείνο των εισαγωγών από τη ΛΔΚ (43,9 %). Συνεπώς, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι εισαγωγές από την Ινδία να έχουν συμβάλει στη δυσχερή οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου.

4.3.2.   Πτώση της συνολικής κατανάλωσης

(87)

Από την αιτιολογική σκέψη (66) προκύπτει ότι η κατανάλωση CD-Rs μειώθηκε κατά 7 % από το 2003. Εξετάστηκε κατά πόσο η μείωση αυτή μπορεί να έχει αποτελέσει έναν από τους λόγους για τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ της εξέλιξης των πωλήσεων στην αγορά της ΕΚ από τον κοινοτικό κλάδο και της συνολικής εξέλιξης της κοινοτικής κατανάλωσης.

(88)

Διαπιστώθηκε ότι η αρνητική εξέλιξη των πωλήσεων της ΕΚ από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής συνδέεται με τη συνολική μείωση της κατανάλωσης. Συνεπώς, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η συνολική πτώση της κατανάλωσης συνέβαλε στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος.

4.3.3.   Ειδικά τέλη

(89)

Σε πολλά κράτη μέλη, οι πωλήσεις CD-Rs (καθώς και άλλων μέσων με δυνατότητα εγγραφής) φορολογούνται με ειδικά τέλη που περιλαμβάνονται στην τιμή όταν αγοράζονται σε επίπεδο λιανικής. Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι αυτά τα ειδικά τέλη συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος. Ωστόσο, τα ειδικά αυτά τέλη επιβάλλονται με ισότιμους όρους τόσο στις πωλήσεις εισαγόμενων CD-Rs όσο και CD-Rs που κατασκευάζονται στην Κοινότητα, και συνεπώς το αποτέλεσμά τους είναι ουδέτερο τόσο για τα εισαγόμενα προϊόντα όσο και για τα προϊόντα που κατασκευάζονται στην Κοινότητα.

(90)

Ωστόσο, το επίπεδο αυτού του ειδικού τέλους διαφέρει αισθητά μεταξύ των κρατών μελών, δεδομένου ότι ορισμένες χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και το Λουξεμβούργο δεν επιβάλλουν τέλη, ενώ στις άλλες το ύψος του κυμαίνεται από 0,52 ευρώ/μονάδα στη Γαλλία έως 0,29 ευρώ/μονάδα στην Ιταλία. Αυτό θα πρέπει να συγκριθεί με τη μέση τιμή εισαγόμενου προϊόντος (παραδοτέο εκτελωνισμένο) που ανέρχεται σε 0,12 ευρώ/μονάδα όταν η εισαγωγή πραγματοποιείται από την Ινδία καθώς και από τη ΛΔΚ κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Λαμβάνοντας υπόψη την ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων μεταξύ των κρατών μελών, αυτό εικάζεται ότι οδήγησε σε σημαντική εκτροπή του εμπορίου εις βάρος των εμπόρων λιανικής που είναι εγκατεστημένοι σε κράτη μέλη που επιβάλλουν υψηλά τέλη. Πράγματι, οι πωλήσεις CD-Rs, σύμφωνα με τις στατιστικές πωλήσεων από τους κοινοτικούς κατασκευαστές, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι οι πωλήσεις σε εμπόρους λιανικής/καταστήματα ηλεκτρονικών ειδών που βρίσκονται σε κράτη μέλη που επιβάλλουν χαμηλά τέλη είναι σημαντικές και φαίνεται να περιλαμβάνουν σημαντικό διασυνοριακό εμπόριο.

(91)

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο κλάδος παραγωγής της Κοινότητας είναι εγκατεστημένος στα κράτη μέλη με τα υψηλότερα τέλη, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίζονται ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος προκλήθηκε από τις αρνητικές επιπτώσεις που είχαν στην κατανάλωση τα εν λόγω τέλη, και θεώρησαν ότι ο κοινοτικός κλάδος δεν ήταν σε θέση να αντισταθμίσει τη ζημία αυτή με αύξηση των πωλήσεων σε άλλα κράτη μέλη.

(92)

Σημειώνεται ότι ένας από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς ο οποίος στη συνέχεια αποκλείστηκε από τον ορισμό, τον Μάρτιο του 2005 έθεσε υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα των τελών αυτών και μάλιστα ισχυρίστηκε ότι τα τέλη προκάλεσαν την «κατάρρευση» των τιμών πώλησης. Αυτό επιβεβαιώνει ότι τα τέλη είχαν επιπτώσεις στις πωλήσεις των παραγωγών της Κοινότητας.

(93)

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη (65), η κατανάλωση CD-Rs στην Κοινότητα μειώθηκε κατά 3 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Παράλληλα, υπενθυμίζεται ότι στην αιτιολογική σκέψη (88), αναφέρθηκε ότι η αρνητική εξέλιξη των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου συμπίπτει με τη συνολική αρνητική εξέλιξη της κατανάλωσης στην Κοινότητα. Συνεπώς, ενώ δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ότι τα ειδικά τέλη έχουν συγκεκριμένες και μετρήσιμες επιπτώσεις στις συνολικές κοινοτικές πωλήσεις (δηλ. εκτός από τις επιπτώσεις τους στη συνολική εξέλιξη της κοινοτικής κατανάλωσης), δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι τα ειδικά τέλη είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην κατανάλωση, ιδίως στα κράτη μέλη εκείνα στα οποία τα τέλη συνιστούν σημαντικό μέρος της λιανικής τιμής.

4.3.4.   Τέλη για δικαιώματα (royalties)

(94)

Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος οφείλεται στα τέλη για δικαιώματα που πρέπει να καταβάλλονται στον κάτοχο της άδειας εκμετάλλευσης, τη Royal Philips Electronics Corporation, ανά παραγόμενη μονάδα, δεδομένου ότι αυτό οδηγεί σε αύξηση του κόστους το οποίο εικάζεται ότι δεν βαρύνει τα εισαγόμενα προϊόντα και το οποίο δεν θα μπορούσε να μετακυληθεί στους πελάτες.

(95)

Η τεχνική παραγωγής CD-Rs έχει κατοχυρωθεί με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Οι κάτοχοι του διπλώματος ευρεσιτεχνίας είναι οι Sony Corporation, Taiyo Yuden και Royal Philips Electronics Corporations. Η τελευταία έχει εξουσιοδοτηθεί από τις δύο πρώτες να εκχωρεί άδειες εκμετάλλευσης [«(κοινή) συμφωνία χορήγησης αδειών εκμετάλλευσης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας για δίσκους CD-R»] και να εισπράττει τα τέλη για τα δικαιώματα που οφείλονται βάσει των συμφωνιών αδειών εκμετάλλευσης. Το κόστος των τελών για τα δικαιώματα ανέρχεται συνήθως σε περίπου 5 λεπτά ανά παραγόμενη μονάδα (0,06 δολάρια ΗΠΑ).

(96)

Πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος των τελών για δικαιώματα που πρέπει να καταβάλλεται φαίνεται όντως σημαντικό σε σχέση με τη μέση τιμή πώλησης κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, δηλαδή περίπου 30 %.

(97)

Ωστόσο, κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι παρόλο που ο κοινοτικός κλάδος έχει υπογράψει συμφωνία χορήγησης άδειας εκμετάλλευσης με τη Philips, φαίνεται ότι αρνήθηκε να καταβάλει τα τέλη για τα δικαιώματα στη Philips στο επίπεδο που είχε οριστεί στην εν λόγω συμφωνία. Για το σκοπό αυτό, ο κοινοτικός κλάδος συμμετείχε στην Ομοσπονδία Ενδιαφερομένων Μερών για τον Δίκαιο Ανταγωνισμό στον τομέα των Οπτικών Μέσων («FIPCOM»), η οποία τον Φεβρουάριο του 2006 κατέληξε σε συμφωνία με τη Royal Philips Electronics Corporations για την καταβολή χαμηλότερων τελών για δικαιώματα. Εντούτοις, σημειώνεται ότι ο κοινοτικός κλάδος δεν έχει ακόμη καταβάλει (μέχρι τον Μάιο του 2006) τα οφειλόμενα τέλη για δικαιώματα.

(98)

Συμπερασματικά, φαίνεται ότι εάν ο κοινοτικός κλάδος είχε καταβάλει τα οφειλόμενα τέλη για τα δικαιώματα βάσει της συμφωνίας για τη χορήγηση άδειας εκμετάλλευσης την οποία είχε υπογράψει, αυτό θα μπορούσε να είχε συμβάλει στις αρνητικές οικονομικές επιδόσεις του, εφόσον υποτεθεί ότι δεν θα ήταν σε θέση να μετακυλήσει τις δαπάνες αυτές στους πελάτες. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος δεν είχε προβεί σε διακανονισμό των τελών, τα εν λόγω τέλη δεν θα ήταν δυνατό να έχουν συμβάλει στις ζημίες που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος.

4.4.   Συμπέρασμα για την αιτιώδη συνάφεια

(99)

Διαπιστώθηκε ανωτέρω ότι υπάρχει σύνδεσμος μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος. Διαπιστώθηκε επίσης ότι η ζημία του κοινοτικού κλάδου θα μπορούσε, να αποδοθεί, σε σημαντικό βαθμό, στις εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες (ιδίως τις εισαγωγές από την Ινδία) και στη συνολική μείωση της κοινοτικής κατανάλωσης.

(100)

Οι λόγοι αυτοί δεν θεωρούνται ικανοί να διασπάσουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, αλλά έχουν συμβάλει αισθητά στη ζημία του κοινοτικού κλάδου, με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται σε μεγάλο βαθμό η αιτιώδης συνάφεια που διαπιστώθηκε ανωτέρω μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος.

5.   ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

(101)

Εξετάστηκε περαιτέρω κατά πόσο υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας να επιβληθούν δασμοί αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών των ενδιαφερομένων χωρών. Για το λόγο αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, το κοινοτικό συμφέρον προσδιορίστηκε με βάση την εκτίμηση όλων των σχετικών συμφερόντων στο σύνολό τους, δηλαδή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των εισαγωγέων-εμπόρων, των διανομέων, των εμπόρων λιανικής και των τελικών χρηστών (ενώσεις καθώς και τελικοί καταναλωτές).

(102)

Η Επιτροπή ήρθε σε επαφή με σημαντικό αριθμό ενδιαφερομένων μερών για να συγκεντρώσει τις απόψεις τους. Εκτός από τον κοινοτικό κλάδο παρατηρήσεις διατυπώθηκαν από εκπροσώπους όλων των σημαντικότερων εμπορικών σημάτων πώλησης στην αγορά όπως οι Verbatim, Maxell, Philips, TDK και Sony καθώς και εκπροσώπους ορισμένων εμπόρων λιανικής όπως οι Carrefour, Tesco, Metro-Group, καθώς και Media-Saturn, Fnac και El Corte Inglés. Όλοι οι εισαγωγείς, διανομείς, έμποροι χονδρικής ή λιανικής πώλησης εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην επιβολή μέτρων.

(103)

Μετά την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές CD-Rs καταγωγής Ταϊβάν (και την επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων στις εισαγωγές CD-Rs καταγωγής Ινδίας) ο κοινοτικός κλάδος, όπως ορίστηκε στην παρούσα διαδικασία, είχε μερίδιο αγοράς 2 %. Λαμβάνοντας υπόψη το μικρό αυτό μερίδιο αγοράς, θεωρείται ότι ακόμη και αν επιβληθούν μέτρα, ο κοινοτικός κλάδος κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είναι σε θέση να αυξήσει τις τιμές του σε επαρκές επίπεδο.

(104)

Ο καταγγέλλων ισχυρίστηκε ότι οι αρνητικές προοπτικές για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής που αναφέρονται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη θα ήταν ασυνεπείς με το σκεπτικό του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1050/2002 που επιβάλλει οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές CD-Rs καταγωγής Ταϊβάν.

(105)

Σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε το 2000 (που ήταν η περίοδος έρευνας για την έρευνα αντιντάμπινγκ που οδήγησε στην έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1050/2002 του Συμβουλίου), υπάρχουν δύο σημαντικές διαφορές:

ενώ το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου στην προηγούμενη έρευνα ήταν 12,6 % (αποτελούμενο από 9 εταιρείες), το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου στην παρούσα έρευνα περιορίζεται σε 2 % (και περιλαμβάνει μία μόνο εταιρεία). Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου είναι μόλις το ένα έκτο του μεριδίου αγοράς που κατείχε το 2000, και περιλαμβάνει μία και μόνο εταιρεία (μετά τον αποκλεισμό ενός αριθμού κοινοτικών παραγωγών οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι πραγματοποιούσαν εισαγωγές), η πιο αρνητική εκτίμηση των προοπτικών για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην παρούσα έρευνα θεωρείται απόλυτα δικαιολογημένη·

κατά το χρόνο της ΠΕ, το υπό εξέταση προϊόν θεωρείται ότι έφθασε σε ώριμο στάδιο του κύκλου ζωής του και αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα σε επίπεδο λιανικής. Αυτό επιβεβαιώθηκε από τους διανομείς ή και τους εμπόρους λιανικής που συνεργάστηκαν στην έρευνα. Όπως διαπιστώθηκε στην αιτιολογική σκέψη (65) ανωτέρω, η κατανάλωση CD-Rs μειώθηκε κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες από το 2003 δεδομένου ότι έχουν καταστεί πιο προσπελάσιμες και ελκυστικότερες για τους τελικούς καταναλωτές εναλλακτικές δυνατότητες αποθήκευσης (σκληροί δίσκοι, κλειδιά USB, συσκευές ανάγνωσης Mp3 κλπ.). Η τεχνολογική εξέλιξη στην αγορά διατάξεων αποθήκευσης μέσων διαπιστώθηκε ότι ήταν ταχεία και ότι νέα προϊόντα αποθήκευσης μέσων έχουν το πλεονέκτημα (σε σύγκριση με τα CD-Rs) μεγαλύτερης χωρητικότητας αποθήκευσης η οποία, στην περίπτωση των διατάξεων αποθήκευσης όπως κλειδιά flash memory, συνδυάζεται με το πρόσθετο πλεονέκτημα του μικρού μεγέθους.

(106)

Λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβολή των περιστάσεων που παρατέθηκε στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη, θεωρείται απόλυτα συνεπές με το βασικό κανονισμό να γίνει διαφορετική εκτίμηση των προοπτικών για τον κοινοτικό κλάδο στην παρούσα έρευνα σε σύγκριση με το σκεπτικό που είχε παρουσιαστεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1050/2002 του Συμβουλίου.

(107)

Ο καταγγέλλων ισχυρίστηκε επίσης ότι ορισμένοι από τους μη συνεργαζόμενους παραγωγούς που διέκοψαν την παραγωγή τους κατά τη διάρκεια ή μετά τη λήξη της ΠΕ θα μπορούσαν να αρχίσουν εκ νέου την παραγωγή εάν λαμβάνονταν μέτρα. Ωστόσο, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να προέρχονται απευθείας από αυτούς τους μη συνεργαζόμενους παραγωγούς που να επιβεβαιώνουν τις εικαζόμενες αυτές προθέσεις ή άλλα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν αυτόν τον ισχυρισμό, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί. Επισημαίνεται επίσης ότι ακόμα και στην περίπτωση που οι εταιρείες αυτές άρχιζαν εκ νέου την παραγωγή, η παραγωγή τους δεν θα ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, πολύ σημαντική σε σύγκριση με τους πολύ μεγάλους όγκους που εισάγονται από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

(108)

Ένας αριθμός μερών ισχυρίστηκε επίσης ότι, εάν θεσπιστούν μέτρα, η συνακόλουθη αύξηση του κόστους θα έπρεπε να επιβαρύνει ένα ή περισσότερα επίπεδα της αλυσίδας διανομής (μειώνοντας, συνεπώς, σημαντικά τα αντίστοιχα περιθώριά τους), ή να μετακυληθεί στους καταναλωτές (με συνέπεια, ενδεχομένως, να επηρεαστεί αρνητικά η συνολική κατανάλωση CD-Rs) ή να μοιραστεί μεταξύ τους.

(109)

Η πιθανή αντίδραση των εισαγωγέων, των διανομέων ή των εμπόρων λιανικής στην αύξηση του κόστους μετά την επιβολή μέτρων θα εξαρτηθεί από την κατάσταση σε κάθε κράτος μέλος. Σε ορισμένα κράτη μέλη η ζήτηση για CD-Rs δέχεται ήδη πιέσεις από «ειδικά τέλη» επί των μέσων με δυνατότητα εγγραφής (φόροι που αυξάνουν σημαντικά την τιμή λιανικής πώλησης για τον καταναλωτή). Στην περίπτωση αυτή, οι καταναλωτές των CD-Rs δεν θα ήταν, ενδεχομένως, διατεθειμένοι να πληρώσουν ακόμη μεγαλύτερο αντίτιμο μετά την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ καθώς η τιμή λιανικής πώλησης ήδη θεωρείται υψηλή. Επομένως, το πλήρες κόστος των μέτρων θα έπρεπε να επιβαρύνει, κατά πάσα πιθανότητα, την αλυσίδα διανομής ώστε να αποτραπεί η αυξανόμενη στροφή των καταναλωτών σε άλλα μέσα αποθήκευσης, όπως οι σκληροί δίσκοι και οι μνήμες τύπου flash memory sticks. Καθώς το περιθώριο κέρδους των εισαγωγέων/χονδρεμπόρων στις χώρες αυτές μπορεί να εκτιμηθεί στο 4 % περίπου, η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ θα οδηγούσε σε σημαντική μείωση του ήδη μικρού περιθωρίου.

(110)

Αντιθέτως στα κράτη μέλη με τα χαμηλότερα (ή χωρίς) ειδικά τέλη, είναι πιθανότερο ένα σημαντικό μέρος της αύξησης του κόστους να μετακυληθεί στους καταναλωτές. Συνεπώς, οι σχετικές συνέπειες των μέτρων αντιντάμπινγκ θα είναι μεγαλύτερες σε αυτές τις χώρες, καθώς θα είναι σχετικά υψηλότερη η αύξηση της τιμής. Κατά συνέπεια, ενδέχεται να μειωθεί περισσότερο η κατανάλωση, καθώς οι καταναλωτές θα είχαν κίνητρο να στραφούν σε προϊόντα υποκατάστασης.

(111)

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η στρατηγική τιμολόγησης των εισαγωγέων, των διανομέων και των εμπόρων λιανικής πώλησης θα διαφέρει ανάλογα με την κατάσταση που επικρατεί σε κάθε κράτος μέλος. Ωστόσο, είναι προφανές ότι όλοι τους θα πληγούν από την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ είτε λόγω της μείωσης των περιθωρίων κέρδους είτε λόγω της μείωσης του όγκου των πωλήσεων. Ομοίως, θα υπάρξουν αρνητικές συνέπειες και για τους καταναλωτές στο βαθμό που η αύξηση του κόστους που συνεπάγονται τα μέτρα αντιντάμπινγκ θα μετακυληθεί σε αυτούς.

(112)

Υποστηρίχθηκε επίσης ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα επηρεαστεί από την καταχρηστική συμπεριφορά ορισμένων εξαγωγέων με δεσπόζουσα θέση, η οποία συνίσταται στην εφαρμογή μιας στρατηγικής βασιζόμενης στις τιμές κάτω του κόστους που θα εμπόδιζε τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να αναπτύξει σημαντική παρουσία στην αγορά.

(113)

Πρώτον, πρέπει να επισημανθεί ότι δεν υπάρχει σχετική απόφαση ή έρευνα όσον αφορά την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης βάσει των κανόνων της ΕΕ περί ανταγωνισμού ούτε έχει ο καταγγέλλων υποδείξει άλλη αντίστοιχη απόφαση βάσει των εθνικών κανόνων περί ανταγωνισμού. Δεύτερον, η έρευνα αποκάλυψε μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο που δραστηριοποιούνται στην αγορά του υπό εξέταση προϊόντος. Στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, δεν αποδείχθηκε ότι κάποια από τις επιχειρήσεις, μεμονωμένα ή από κοινού, διαθέτει μερίδιο αγοράς αρκετά σημαντικό που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελεί δεσπόζουσα θέση. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ούτε ότι κάποια από τις εταιρείες διαθέτει τέτοια οικονομική ισχύ που να παρεμποδίζει τον πραγματικό ανταγωνισμό.

(114)

Τρίτον, δεν υπάρχουν ενδείξεις για τυχόν σημαντική ζημία των ενδιαφερόμενων εξαγωγέων που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι εξαγωγείς εφάρμοζαν στρατηγική βασιζόμενη στην πώληση σε τιμές κάτω του κόστους. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα απορρίπτεται.

(115)

Επιπλέον, ενώ το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού όντως αναφέρεται στην ανάγκη να αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στην ανάγκη εξάλειψης των φαινομένων νόθευσης των συναλλαγών που προκαλούν οι επιζήμιες πρακτικές ντάμπινγκ και αποκατάστασης γνήσιου ανταγωνισμού, η ειδική αυτή διάταξη πρέπει να ενταχθεί στο συνολικό πλαίσιο της εξέτασης του κοινοτικού συμφέροντος όπως ορίζεται στο προαναφερθέν άρθρο. Επομένως, πρέπει να εξεταστούν και να συνεκτιμηθούν οι συνέπειες της επιβολής ή της μη επιβολής μέτρων σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχουν αρκετοί άλλοι εξαγωγείς και παραγωγοί που ανταγωνίζονται στην παγκόσμια αγορά και, σε ορισμένο βαθμό και στην κοινοτική αγορά. Ακόμη και σε μεσοπρόθεσμη προοπτική, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν είναι πιθανόν να επωφεληθεί πλήρως από την ενδεχόμενη λήψη μέτρων, δεδομένου ότι αναμένεται σημαντική αύξηση του μεριδίου άλλων τρίτων χωρών στην κοινοτική αγορά.

5.1.   Συμπέρασμα όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας

(116)

Βάσει των παραπάνω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιβολή μέτρων θα είχε σημαντικές αρνητικές συνέπειες για τους εισαγωγείς, τους διανομείς, τους εμπόρους λιανικής πώλησης και τους καταναλωτές του υπό εξέταση προϊόντος, ενώ δεν θεωρείται πιθανόν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να ωφεληθεί σημαντικά. Επομένως, κρίνεται ότι επιβολή μέτρων θα ήταν δυσανάλογη και κατά του κοινοτικού συμφέροντος.

6.   ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(117)

Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον, η διαδικασία όσον αφορά τις εισαγωγές CD-Rs από τις ενδιαφερόμενες χώρες θα πρέπει να περατωθεί.

(118)

Ο καταγγέλλων και όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη γεγονότα και τα σημεία του σκεπτικού βάσει των οποίων η Επιτροπή προτίθεται να περατώσει τη διαδικασία. Στη συνέχεια, οι καταγγέλλοντες γνωστοποίησαν τις απόψεις τους οι οποίες, ωστόσο, δεν ήταν τέτοιες ώστε να μεταβάλουν τα παραπάνω συμπεράσματα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Με την παρούσα απόφαση περατώνεται η διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές οπτικών δίσκων με δυνατότητα εγγραφής (CD-R) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Χονγκ Κονγκ και Μαλαισίας, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 8523 90 10 (κωδικός ΣΟ από 1ης Ιανουαρίου 2006).

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από την επόμενη ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ C 192 της 6.8.2005, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 160 της 18.6.2002, σ. 2.

(4)  ΕΕ L 138 της 5.6.2003, σ. 1.