ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 289

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
3 Νοεμβρίου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, περί όρων πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου ( 1 )

1

 

*

Απόφαση αριθ. 1776/2005/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για την τροποποίηση της απόφασης 2000/819/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το πολυετές πρόγραμμα για τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) (2001-2005) ( 1 )

14

 

*

Οδηγία 2005/71/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με ειδική διαδικασία εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας

15

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο

 

*

Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για τη διευκόλυνση της χορήγησης θεωρήσεων σύντομης διαμονής στους ερευνητές υπηκόους τρίτων χωρών που μετακινούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας στην Κοινότητα

23

 

 

Συμβούλιο

 

*

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2005, για τη διευκόλυνση της εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα

26

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

3.11.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 289/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 28ης Σεπτεμβρίου 2005

περί όρων πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (3), συνέβαλε σημαντικά στη δημιουργία εσωτερικής αγοράς αερίου. Απαιτείται τώρα να προβλεφθούν δομικές αλλαγές στο κανονιστικό πλαίσιο προκειμένου να καταργηθούν οι εναπομένοντες φραγμοί για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, ιδίως όσον αφορά την εμπορία αερίου. Απαιτούνται πρόσθετοι τεχνικοί κανόνες, ιδίως όσον αφορά τις υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων, τις αρχές του μηχανισμού καταμερισμού δυναμικότητας και τις διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης καθώς και τις απαιτήσεις διαφάνειας.

(2)

Η εμπειρία που αποκτήθηκε από την εφαρμογή και την παρακολούθηση του πρώτου συνόλου κατευθυντήριων οδηγιών καλής πρακτικής που θεσπίσθηκαν από το Ευρωπαϊκό φόρουμ ρυθμίσεων για το φυσικό αέριο («Φόρουμ») το 2002, δείχνει ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται η πλήρης εφαρμογή των κανόνων που ορίζουν οι εν λόγω κατευθυντήριες οδηγίες σε όλα τα κράτη μέλη και να παρέχεται στην πράξη ελάχιστη εγγύηση για ισότιμες προϋποθέσεις πρόσβασης στην αγορά, οι κανόνες αυτοί απαιτείται να καταστούν δεσμευτικοί.

(3)

Ένα δεύτερο σύνολο κοινών κανόνων με τίτλο «Δεύτερες κατευθυντήριες οδηγίες καλής πρακτικής» θεσπίσθηκαν στη συνάντηση του φόρουμ στις 24-25 Σεπτεμβρίου 2003. Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στον καθορισμό, με βάση αυτές τις κατευθυντήριες οδηγίες, βασικών αρχών και κανόνων σχετικά με την πρόσβαση στο δίκτυο και τις υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών, τη διαχείριση της συμφόρησης, τη διαφάνεια, την εξισορρόπηση και την εμπορία δικαιωμάτων δυναμικότητας.

(4)

Το άρθρο 15 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ προβλέπει διαχειριστές συνδυασμένων δικτύων μεταφοράς και διανομής. Κατά συνέπεια, οι κανόνες του παρόντος κανονισμού δεν απαιτούν τροποποίηση της οργάνωσης των εθνικών δικτύων μεταφοράς και διανομής που είναι σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, και ιδίως με το άρθρο 15 αυτής.

(5)

Οι αγωγοί υψηλής πίεσης που συνδέουν τοπικούς διανομείς με το δίκτυο αερίου και που δεν χρησιμοποιούνται κυρίως στο πλαίσιο της τοπικής διανομής περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(6)

Απαιτείται ο προσδιορισμός των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία καθορίζονται τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι αυτά συνάδουν απολύτως με την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και με τις ανάγκες μιας ομαλά λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς, ότι λαμβάνεται πλήρως υπόψη η ανάγκη για ακεραιότητα του συστήματος και ότι αντιπροσωπεύουν το πραγματικά καταβληθέν κόστος, εφόσον αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης απόδοσης των επενδύσεων, και, όπου ενδείκνυται, λαμβανομένης υπόψη της συγκριτικής αξιολόγησης των τιμολογίων από τις ρυθμιστικές αρχές.

(7)

Κατά τον υπολογισμό των τιμολογίων για πρόσβαση στο δίκτυο, είναι σημαντικό να συνεκτιμάται το πραγματικά καταβληθέν κόστος, εφόσον αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, καθώς και η ανάγκη ύπαρξης αντίστοιχων αποδόσεων των επενδύσεων και κινήτρων για τη δημιουργία νέων υποδομών. Από την άποψη αυτή, και ιδίως εάν υπάρχει πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ σωληναγωγών, η συγκριτική αξιολόγηση των τιμολογίων εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

(8)

Η χρήση ρυθμίσεων βασιζόμενων στην αγορά, όπως οι πλειστηριασμοί, με σκοπό τον καθορισμό των τιμολογίων, πρέπει να συμβιβάζεται με την οδηγία 2003/55/ΕΚ.

(9)

Απαιτείται ελάχιστο κοινό σύνολο υπηρεσιών πρόσβασης τρίτων μερών προκειμένου να προβλεφθεί ελάχιστο πρακτικό πρότυπο πρόσβασης για όλη την Κοινότητα και να εξασφαλίζονται η επαρκής ευθυγράμμιση των υπηρεσιών πρόσβασης τρίτων και η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων μιας ομαλά λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς αερίου.

(10)

Οι αναφορές σε εναρμονισμένες συμβάσεις μεταφοράς στο πλαίσιο της χωρίς διακρίσεις πρόσβασης στο δίκτυο επιχειρήσεων εκμετάλλευσης συστήματος μεταφοράς δεν σημαίνουν ότι οι όροι και οι προϋποθέσεις των συμβάσεων μεταφοράς συγκεκριμένης επιχείρησης εκμετάλλευσης δικτύου μεταφοράς πρέπει να είναι ταυτόσημες με εκείνες άλλης επιχείρησης εκμετάλλευσης δικτύου μεταφοράς στο ίδιο κράτος μέλος ή σε άλλο, εκτός εάν έχουν τεθεί ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται από όλες τις συμβάσεις μεταφοράς.

(11)

Η διαχείριση της συμβατικής συμφόρησης των δικτύων αποτελεί σημαντικό ζήτημα για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς αερίου. Απαιτείται η ανάπτυξη κοινών κανόνων που εξισορροπούν την ανάγκη απελευθέρωσης αχρησιμοποίητης δυναμικότητας σύμφωνα με την αρχή «εκμετάλλευση ή στέρηση καταμερισθείσας δυναμικότητας» (use-it-or-lose-it) σύμφωνα με την οποία οι κάτοχοι της δυναμικότητας έχουν τη δυνατότητα να τη χρησιμοποιούν όταν χρειάζεται, ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται η ρευστότητα της δυναμικότητας.

(12)

Παρόλο που η φυσική συμφόρηση των δικτύων σπάνια αποτελεί πρόβλημα προς το παρόν στην Κοινότητα, ενδέχεται να αποτελέσει πρόβλημα στο μέλλον. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό να διατυπωθεί η βασική αρχή για τη διάθεση της υπό συμφόρηση δυναμικότητας σε τέτοιες περιπτώσεις.

(13)

Προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να αποκτήσουν αποτελεσματική πρόσβαση στα δίκτυα αερίου, χρειάζονται πληροφορίες, ιδίως για τις τεχνικές απαιτήσεις και τη διαθέσιμη δυναμικότητα, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλεύονται τις επιχειρηματικές ευκαιρίες που ανακύπτουν στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς. Απαιτούνται κοινά ελάχιστα πρότυπα για τέτοιες απαιτήσεις διαφάνειας. Η δημοσίευση των πληροφοριών αυτών μπορεί να γίνεται με διάφορα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών.

(14)

Τα διαφανή συστήματα εξισορρόπησης που δεν εισάγουν διακρίσεις για το αέριο, τη λειτουργία των οποίων εξασφαλίζουν οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς, αποτελούν σημαντικούς μηχανισμούς, ιδίως για νεοεισερχόμενους στην αγορά, οι οποίοι έχουν, ενδεχομένως, μεγαλύτερη δυσκολία εξισορρόπησης του συνολικού τους χαρτοφυλακίου πωλήσεων από ό, τι οι εταιρείες που είναι ήδη εγκατεστημένες στη σχετική αγορά. Ενδείκνυται, συνεπώς, ο καθορισμός κανόνων που θα εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς θέτουν σε λειτουργία τέτοιους μηχανισμούς κατά τρόπο συμβατό με διάφανους και αποτελεσματικούς όρους πρόσβασης στο δίκτυο χωρίς να εισάγουν διακρίσεις.

(15)

Η εμπορία πρωτογενών δικαιωμάτων δυναμικότητας αποτελεί σημαντικό τμήμα της ανάπτυξης ανταγωνιστικής αγοράς και της δημιουργίας ρευστότητας. Κατά συνέπεια, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει βασικούς κανόνες για το ζήτημα αυτό.

(16)

Είναι ανάγκη να εξασφαλισθεί ότι οι επιχειρήσεις που αποκτούν δικαιώματα δυναμικότητας μπορούν να τα πωλούν σε άλλες εγκεκριμένες επιχειρήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο ρευστότητας στην αγορά δυναμικότητας. Η προσέγγιση αυτή, πάντως, δεν εμποδίζει την ύπαρξη συστήματος στο οποίο η δυναμικότητα που δεν χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, καθοριζόμενο σε εθνικό επίπεδο, επαναδιατίθεται στην αγορά σε σταθερή βάση.

(17)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τους κανόνες που περιέχονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες οδηγίες που θεσπίζονται βάσει αυτού.

(18)

Στις κατευθυντήριες οδηγίες που προσαρτώνται στον παρόντα κανονισμό, ορίζονται ειδικοί λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής, με βάση τις δεύτερες κατευθυντήριες οδηγίες καλής πρακτικής. Εφόσον ενδείκνυται, οι κανόνες αυτοί θα εξελίσσονται με το χρόνο, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών στα εθνικά δίκτυα αερίου.

(19)

Σε περίπτωση που προτείνει τροποποίηση των κατευθυντηρίων οδηγιών που καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την προηγούμενη διαβούλευση όλων των μερών τα οποία αφορούν οι κατευθυντήριες οδηγίες και τα οποία εκπροσωπούνται από επαγγελματικές οργανώσεις, και των κρατών μελών στο πλαίσιο του φόρουμ, και θα πρέπει να ζητεί τη γνώμη του Ευρωπαϊκού ρυθμιστικού ομίλου για την ηλεκτρική ενέργεια και το αέριο.

(20)

Θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες εθνικές αρχές να παρέχουν σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να χειρίζεται τις πληροφορίες αυτές ως εμπιστευτικές.

(21)

Ο παρών κανονισμός και οι κατευθυντήριες οδηγίες που θεσπίζονται σύμφωνα με αυτόν, ισχύουν με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων περί ανταγωνισμού.

(22)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (4).

(23)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η καθιέρωση δίκαιων κοινών κανόνων για τους όρους πρόσβασης σε δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, και, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία καθορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα όρια που απαιτούνται προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός έχει ως στόχο να θεσπίσει αμερόληπτους κανόνες για τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών με σκοπό τη διασφάλιση της σωστής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς αερίου.

Ο στόχος αυτός περιλαμβάνει τον καθορισμό εναρμονισμένων αρχών για τα τέλη, ή τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους, για την πρόσβαση στο δίκτυο, την ίδρυση υπηρεσιών πρόσβασης τρίτων, εναρμονισμένες αρχές για τον καταμερισμό της δυναμικότητας και τη διαχείριση της συμφόρησης, τον καθορισμό των απαιτήσεων διαφάνειας, κανόνες εξισορρόπησης και τέλη διαταραχής της ισορροπίας και διευκόλυνση της εμπορίας δυναμικότητας.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνιστούν οντότητα ή οργανισμό σύμφωνα με την οδηγία 2003/55/ΕΚ, προκειμένου να διεκπεραιώνει μία ή περισσότερες από τις λειτουργίες που τυπικά ανατίθενται στον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς, ο οποίος υπόκειται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

ως «μεταφορά» νοείται η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω δικτύου, το οποίο περιέχει κυρίως σωληναγωγούς υψηλής πίεσης, εκτός από δίκτυο σωληναγωγών προς τα ανάντη και εκτός από το τμήμα των σωληναγωγών υψηλής πίεσης που χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο της τοπικής διανομής φυσικού αερίου, με στόχο την παράδοσή του σε πελάτες, χωρίς όμως να περιλαμβάνει τον εφοδιασμό,

2.

ως «σύμβαση μεταφοράς» νοείται σύμβαση που έχει συνάψει ο διαχειριστής δικτύου μεταφοράς με χρήστη του δικτύου προκειμένου να γίνει μεταφορά,

3.

ως «δυναμικότητα» νοείται η μέγιστη ροή, που εκφράζεται σε κανονικά κυβικά μέτρα ανά μονάδα χρόνου ή σε μονάδες ενέργειας ανά μονάδα χρόνου, την οποία δικαιούται ο χρήστης του δικτύου σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης μεταφοράς,

4.

ως «αχρησιμοποίητη δυναμικότητα» νοείται η αμετάβλητη δυναμικότητα την οποία ένας χρήστης του δικτύου έχει αποκτήσει δυνάμει σύμβασης μεταφοράς, χωρίς όμως να την έχει ορίσει, τη στιγμή της συμβατικά καθορισμένης λήξης της προθεσμίας,

5.

ως «διαχείριση συμφόρησης» νοείται η διαχείριση του χαρτοφυλακίου δυναμικότητας του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς με στόχο τη βέλτιστη και μέγιστη χρήση των τεχνικών δυνατοτήτων και τον έγκαιρο εντοπισμό των μελλοντικών σημείων συμφόρησης και κορεσμού,

6.

ως «δευτερογενής αγορά» νοείται η αγορά της δυναμικότητας που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας εκτός των πλαισίων της πρωτογενούς αγοράς,

7.

ως «ορισμός» νοείται η εκ των προτέρων γνωστοποίηση από τον χρήστη του δικτύου προς τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς της πραγματικής ροής αερίου την οποία επιθυμεί να εισάγει ή να εξάγει από το σύστημα,

8.

ως «επανορισμός» νοείται η μεταγενέστερη γνωστοποίηση διορθωμένου ορισμού,

9.

ως «ακεραιότητα συστήματος» νοείται κάθε κατάσταση όσον αφορά δίκτυο μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των απαραίτητων εγκαταστάσεων μεταφοράς, στην οποία η πίεση και η ποιότητα του φυσικού αερίου παραμένει εντός των ελάχιστων και μέγιστων ορίων τα οποία καθορίζονται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η μεταφορά του φυσικού αερίου από τεχνικής πλευράς,

10.

ως «περίοδος εξισορρόπησης» νοείται η περίοδος εντός της οποίας θα πρέπει να έχει αντισταθμισθεί από κάθε χρήστη του δικτύου η παράδοση ποσότητας φυσικού αερίου, εκπεφρασμένη σε μονάδες ενέργειας, μέσω της εισαγωγής της ίδιας ποσότητας φυσικού αερίου στο δίκτυο μεταφοράς σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς ή τον κώδικα του δικτύου,

11.

ως «χρήστης του δικτύου» νοείται ο πελάτης ή ο πιθανός πελάτης του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, καθώς και οι ίδιοι οι διαχειριστές δικτύου μεταφοράς, εφόσον αυτό απαιτείται προκειμένου να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους σε σχέση με τη μεταφορά,

12.

ως «διακοπτόμενες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που διατίθενται από διαχειριστές δικτύων μεταφοράς σε σχέση με διακοπτόμενη δυναμικότητα,

13.

ως «διακοπτόμενη δυναμικότητα» νοείται η δυναμικότητα μεταφοράς φυσικού αερίου που είναι δυνατόν να διακόπτεται από τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς ανάλογα με τους όρους που καθορίζονται στη σύμβαση μεταφοράς,

14.

ως «μακροπρόθεσμες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που διατίθενται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς για περίοδο ενός έτους ή μεγαλύτερη,

15.

ως «βραχυπρόθεσμες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που διατίθενται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς για περίοδο μικρότερη του ενός έτους,

16.

ως «αμετάβλητη δυναμικότητα» νοείται η δυναμικότητα μεταφοράς αερίου για την οποία υπάρχει συμβατική εγγύηση του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς ότι δεν είναι διακοπτόμενη,

17.

ως «αμετάβλητες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που παρέχονται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς σε σχέση με αμετάβλητη δυναμικότητα,

18.

ως «τεχνική δυναμικότητα» νοείται η μέγιστη αμετάβλητη δυναμικότητα την οποία είναι σε θέση να προσφέρει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς στους χρήστες του δικτύου, λαμβανομένων υπόψη της ακεραιότητας του δικτύου και των λειτουργικών απαιτήσεων του δικτύου μεταφοράς,

19.

ως «συμβατική δυναμικότητα» νοείται η δυναμικότητα την οποία έχει διαθέσει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς στον χρήστη του δικτύου μέσω σύμβασης μεταφοράς,

20.

ως «διαθέσιμη δυναμικότητα» νοείται το τμήμα της τεχνικής δυναμικότητας που δεν καταμερίζεται και διατίθεται ακόμη στο δίκτυο τη δεδομένη στιγμή,

21.

ως «συμβατική συμφόρηση» νοείται η κατάσταση κατά την οποία το επίπεδο της ζήτησης της αμετάβλητης δυναμικότητας υπερβαίνει την τεχνική δυναμικότητα,

22.

ως «πρωτογενής αγορά» νοείται η αγορά της δυναμικότητας που διατίθεται στο εμπόριο απευθείας από τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς,

23.

ως «φυσική συμφόρηση» νοείται η κατάσταση κατά την οποία το επίπεδο της ζήτησης για τις πραγματικές παραδόσεις υπερβαίνει σε ορισμένες χρονικές στιγμές την τεχνική δυναμικότητα.

2.   Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, οι οποίοι χρησιμοποιούνται κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τυγχάνουν επίσης εφαρμογής, εξαιρουμένου του ορισμού της μεταφοράς στο σημείο 3 του άρθρου αυτού.

Άρθρο 3

Τιμολόγια πρόσβασης στα δίκτυα

1.   Τα τιμολόγια ή οι μέθοδοι υπολογισμού των τιμολογίων που εφαρμόζονται από τους διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς και έχουν εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, καθώς και τα τιμολόγια που έχουν δημοσιευθεί δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας είναι διαφανή, λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη για ακεραιότητα και βελτίωση του δικτύου και αντιπροσωπεύουν το πραγματικά καταβληθέν κόστος, εφόσον αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης απόδοσης των επενδύσεων, και, όπου ενδείκνυται, λαμβάνουν υπόψη τη συγκριτική αξιολόγηση των τιμολογίων από τις ρυθμιστικές αρχές. Τα τιμολόγια ή οι μέθοδοι υπολογισμού που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους, εφαρμόζονται κατά τρόπο που δεν συνεπάγεται διακρίσεις.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι τα τιμολόγια μπορούν επίσης να καθορίζονται μέσω ρυθμίσεων με βάση την αγορά, όπως οι πλειστηριασμοί, υπό την προϋπόθεση ότι οι ρυθμίσεις αυτές και τα έσοδα που αποφέρουν έχουν εγκριθεί από τη ρυθμιστική αρχή.

Τα τιμολόγια ή οι μέθοδοι υπολογισμού που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους, διευκολύνουν το αποδοτικό εμπόριο αερίου και τον ανταγωνισμό με ταυτόχρονη αποφυγή των διασταυρούμενων επιδοτήσεων μεταξύ των χρηστών των δικτύων και παρέχουν κίνητρα για την πραγματοποίηση επενδύσεων και τη διατήρηση ή τη δημιουργία της διαλειτουργικότητας των δικτύων μεταφοράς.

2.   Τα τιμολόγια πρόσβασης στα δίκτυα δεν περιορίζουν τη ρευστότητα της αγοράς ούτε στρεβλώνουν το διασυνοριακό εμπόριο των διαφόρων δικτύων μεταφοράς. Σε περίπτωση που οι διαφορές των δομών τιμολόγησης ή των μηχανισμών εξισορρόπησης παρεμποδίζουν το εμπόριο μεταξύ δικτύων μεταφοράς και, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, προχωρούν ενεργά στη σύγκλιση των δομών και των αρχών τιμολόγησης, συμπεριλαμβάνοντας και την εξισορρόπηση.

Άρθρο 4

Υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών

1.   Οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς:

α)

μεριμνούν για την παροχή υπηρεσιών χωρίς διακρίσεις σε όλους τους χρήστες του δικτύου. Ιδίως, όταν διαχειριστής δικτύου μεταφοράς παρέχει την ίδια υπηρεσία σε διαφορετικούς πελάτες, το πράττει με τους ίδιους συμβατικούς όρους και με τις ίδιες προϋποθέσεις, χρησιμοποιώντας είτε εναρμονισμένες συμβάσεις μεταφοράς είτε κοινό κώδικα δικτύου εγκεκριμένα από αρμόδια αρχή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 25 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ·

β)

παρέχουν αμετάβλητες και διακοπτόμενες υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών. Η τιμή της διακοπτόμενης δυναμικότητας αντιστοιχεί στην πιθανότητα διακοπής·

γ)

προσφέρουν στους χρήστες των δικτύων μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες υπηρεσίες.

2.   Οι συμβάσεις μεταφοράς που υπογράφονται με μη τυποποιημένες ημερομηνίες έναρξης ή με βραχύτερη διάρκεια από την τυπική ετήσια σύμβαση μεταφοράς, δεν συνεπάγονται αυθαίρετα υψηλότερα ή χαμηλότερα τιμολόγια που δεν ανταποκρίνονται στην αξία της αγοράς της υπηρεσίας, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

3.   Οσάκις ενδείκνυται, μπορούν να επιτρέπονται οι υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων, υπό την προϋπόθεση της παροχής των απαραίτητων εγγυήσεων από τους χρήστες των δικτύων όσον αφορά τη φερεγγυότητά τους. Οι εγγυήσεις αυτές δεν πρέπει να συνιστούν αδικαιολόγητους φραγμούς στην είσοδο στην αγορά και πρέπει να μην συνεπάγονται διακρίσεις, να είναι διαφανείς και αναλογικές.

Άρθρο 5

Αρχές που διέπουν τους μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας και τις διαδικασίες διαχείρισης συμφόρησης

1.   Η μέγιστη δυναμικότητα σε όλα τα σχετικά σημεία που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, διατίθεται στους φορείς της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη την ακεραιότητα και την αποτελεσματική λειτουργία του δικτύου.

2.   Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εφαρμόζουν και δημοσιεύουν διαφανείς μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας που δεν συνεπάγονται διακρίσεις, οι οποίοι:

α)

παρέχουν οικονομικά μηνύματα κατάλληλα για την αποτελεσματική και μέγιστη χρήση της τεχνικής ικανότητας και διευκολύνουν τις επενδύσεις σε νέα υποδομή,

β)

διασφαλίζουν τη συμβατότητα με τους μηχανισμούς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αγορών και των κόμβων διαπραγμάτευσης, και ταυτόχρονα είναι ευέλικτοι και ικανοί να προσαρμόζονται σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον αγοράς,

γ)

είναι συμβατοί με τα συστήματα πρόσβασης στο δίκτυο των κρατών μελών.

3.   Όταν οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς συνάπτουν νέες ή επαναδιαπραγματεύονται υφιστάμενες συμβάσεις μεταφοράς, οι συμβάσεις αυτές λαμβάνουν υπόψη τις ακόλουθες αρχές:

α)

σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης, ο διαχειριστής δικτύου μεταφοράς προσφέρει μη χρησιμοποιημένη δυναμικότητα στην πρωτογενή αγορά με προθεσμία ενημέρωσης τουλάχιστον μία ημέρα πριν και σε διακοπτόμενη βάση·

β)

οι χρήστες του δικτύου που επιθυμούν να επαναπωλήσουν ή να υπενοικιάσουν τη μη χρησιμοποιηθείσα συμβατική τους δυναμικότητα στη δευτερογενή αγορά έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους χρήστες του δικτύου κοινοποίηση στον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς ή ενημέρωσή της.

4.   Σε περίπτωση που ορισμένη συμβατική δυναμικότητα στα πλαίσια υφιστάμενων συμβάσεων μεταφοράς παραμένει αχρησιμοποίητη και σημειώνεται συμβατική συμφόρηση, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εφαρμόζουν την παράγραφο 3, εκτός αν τούτο συνιστά παράβαση των απαιτήσεων των υφιστάμενων συμβάσεων μεταφοράς. Σε περίπτωση παράβασης των υφιστάμενων συμβάσεων μεταφοράς, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς υποβάλλουν αίτημα προς τον χρήστη του δικτύου για τη χρησιμοποίηση στη δευτερογενή αγορά της αχρησιμοποίητης δυναμικότητας, σε συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την παράγραφο 3.

5.   Στην περίπτωση που υφίσταται φυσική συμφόρηση, οι διαχειριστές δικτύου μεταφοράς, ή, ενδεχομένως, οι ρυθμιστικές αρχές, εφαρμόζουν διαφανείς μηχανισμούς καταμερισμού της δυναμικότητας, οι οποίες δεν συνεπάγονται διακρίσεις.

Άρθρο 6

Απαιτήσεις διαφάνειας

1.   Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιοποιούν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες που παρέχουν και τους σχετικούς όρους που ισχύουν, σε συνδυασμό με τις απαιτούμενες τεχνικές πληροφορίες προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να έχουν πλήρη πρόσβαση στο δίκτυο.

2.   Για να εξασφαλίζεται η διαφανής, αντικειμενική και αμερόληπτη τιμολόγηση και να διευκολύνεται η αποτελεσματική χρήση του δικτύου αερίου, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς ή οι αρμόδιες εθνικές αρχές πρέπει να δημοσιεύουν δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένες πληροφορίες σχετικά με την τιμολογιακή διαμόρφωση, τη μεθοδολογία και τη δομή.

3.   Για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, κάθε διαχειριστής δικτύου μεταφοράς δημοσιοποιεί τακτικά και περιοδικά αριθμητικές πληροφορίες σχετικά με τις τεχνικές, συμβατικές και διαθέσιμες δυναμικότητες για όλα τα σχετικά σημεία, συμπεριλαμβανομένων των σημείων εισόδου και εξόδου, υπό τυποποιημένη, φιλική προς τον χρήστη μορφή.

4.   Τα σχετικά σημεία του δικτύου μεταφοράς για τα οποία πρέπει να δημοσιοποιούνται οι πληροφορίες, εγκρίνονται από τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές κατόπιν διαβουλεύσεων με τους χρήστες του δικτύου.

5.   Σε περίπτωση που διαχειριστής δικτύου μεταφοράς θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση, για λόγους εμπιστευτικότητας, να δημοσιοποιήσει όλα τα απαιτούμενα δεδομένα, επιζητεί την έγκριση των αρμόδιων αρχών προκειμένου να περιορίσει τη δημοσίευση όσον αφορά το σχετικά σημείο ή σημεία.

Οι αρμόδιες αρχές χορηγούν ή απορρίπτουν την αίτηση περί χορηγήσεως έγκρισης κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως την ανάγκη σεβασμού της θεμιτής εμπορικής εμπιστευτικότητας και τον στόχο δημιουργίας ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς αερίου. Εάν η έγκριση χορηγηθεί, η διαθέσιμη δυναμικότητα δημοσιεύεται χωρίς να αναφέρονται τα αριθμητικά δεδομένα, που είναι δυνατόν να παραβιάζουν την εμπιστευτικότητα.

Η αναφερόμενη στην παρούσα παράγραφο έγκριση δεν χορηγείται σε περίπτωση που τρεις ή περισσότεροι χρήστες του δικτύου διαθέτουν συμβατική δυναμικότητα στο ίδιο σημείο.

6.   Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς κοινολογούν πάντα τις πληροφορίες που απαιτεί ο παρών κανονισμός κατά εύληπτο, ποσοτικώς σαφή και ευκόλως προσβάσιμο τρόπο, που δεν συνεπάγεται διακρίσεις.

Άρθρο 7

Κανόνες εξισορρόπησης και τέλη διαταραχής ισορροπίας

1.   Οι κανόνες εξισορρόπησης συγκροτούνται κατά δίκαιο και διαφανή τρόπο που δεν συνεπάγεται διακρίσεις και στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα. Οι κανόνες εξισορρόπησης αντιπροσωπεύουν πραγματικές ανάγκες του δικτύου, λαμβανομένων υπόψη των πόρων που διαθέτει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς.

2.   Σε περίπτωση συστημάτων εξισορρόπησης που δεν στηρίζονται στην αγορά, τα επίπεδα ανοχής ορίζονται κατά τρόπο που είτε αντιπροσωπεύει την εποχικότητα είτε συνεπάγεται επίπεδα ανοχής υψηλότερα από εκείνα που προκύπτουν βάσει της εποχικότητας, και ο οποίος αντανακλά τις πραγματικές τεχνικές δυνατότητες του δικτύου μεταφοράς. Τα επίπεδα ανοχής αντιπροσωπεύουν πραγματικές ανάγκες του δικτύου, λαμβανομένων υπόψη των πόρων που διαθέτει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς.

3.   Τα τέλη διαταραχής ισορροπίας αντιπροσωπεύουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό το κόστος, ενώ ταυτόχρονα παρέχουν τα κατάλληλα κίνητρα στους χρήστες του δικτύου να εξισορροπούν τις εισαγωγές και τις απολήψεις αερίου. Δεν ενθαρρύνουν τη διασταυρούμενη επιδότηση μεταξύ χρηστών του δικτύου και δεν εμποδίζουν την είσοδο νεοεισερχόμενων στην αγορά.

Τυχόν μέθοδος υπολογισμού των τελών διαταραχής της ισορροπίας καθώς και τα τελικά τιμολόγια δημοσιοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές ή τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς, αναλόγως.

4.   Οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν πρόστιμα στους χρήστες του δικτύου των οποίων οι εισαγωγές και οι απολήψεις στο δίκτυο μεταφοράς δεν είναι εξισορροπημένες σύμφωνα με τους κανόνες εξισορρόπησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

5.   Τα πρόστιμα που υπερβαίνουν το πραγματικό κόστος εξισορρόπησης, εφόσον αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό των τελών κατά τρόπο που δεν μειώνει το ενδιαφέρον της εξισορρόπησης και εγκρίνονται από τις αρμόδιες αρχές.

6.   Προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να είναι σε θέση να αναλαμβάνουν έγκαιρες διορθωτικές ενέργειες, οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς παρέχουν επαρκείς, επίκαιρες και αξιόπιστες πληροφορίες μέσω του διαδικτύου σχετικά με την κατάσταση εξισορρόπησης των χρηστών του δικτύου. Το επίπεδο της πληροφόρησης αντιστοιχεί στο επίπεδο των πληροφοριών που διαθέτει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς. Όπου υφίστανται, τα τέλη για την παροχή τέτοιων πληροφοριών εγκρίνονται από τις αρμόδιες αρχές και δημοσιοποιούνται από τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς.

7.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς εναρμονίζουν τα καθεστώτα εξισορρόπησης και βελτιώνουν τις δομές και τα επίπεδα των τελών εξισορρόπησης προκειμένου να διευκολύνουν το εμπόριο αερίου.

Άρθρο 8

Εμπορία δικαιωμάτων δυναμικότητας

Κάθε διαχειριστής δικτύου μεταφοράς λαμβάνει εύλογα μέτρα προκειμένου να επιτρέπει και να διευκολύνει την ελεύθερη εμπορία των δικαιωμάτων δυναμικότητας. Κάθε τέτοιος διαχειριστής αναπτύσσει εναρμονισμένες συμβάσεις και διαδικασίες μεταφοράς στην πρωτογενή αγορά, προκειμένου να διευκολύνει το δευτερογενές εμπόριο δυναμικότητας και αναγνωρίζει τη μεταβίβαση δικαιωμάτων πρωτογενούς δυναμικότητας, που του κοινοποιούν οι χρήστες του δικτύου. Οι εναρμονισμένες συμβάσεις και διαδικασίες μεταφοράς κοινοποιούνται στις ρυθμιστικές αρχές.

Άρθρο 9

Κατευθυντήριες οδηγίες

1.   Οσάκις ενδείκνυται, οι κατευθυντήριες οδηγίες παρέχουν τον ελάχιστο βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου του παρόντος κανονισμού και προσδιορίζουν:

α)

λεπτομέρειες σχετικά με τις υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών, συμπεριλαμβανομένου του χαρακτήρα, της διάρκειας και άλλων απαιτήσεων για τις υπηρεσίες αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 4·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με τις αρχές που διέπουν τους μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας και την εφαρμογή των διαδικασιών διαχείρισης συμφορήσεων σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης, σύμφωνα με το άρθρο 5·

γ)

λεπτομέρειες σχετικά με τον καθορισμό των τεχνικών πληροφοριών που απαιτούνται προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση στο σύστημα και ορισμός όλων των σχετικών σημείων για τις απαιτήσεις διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύονται σε όλα τα σχετικά σημεία και το χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με το οποίο πρέπει να δημοσιεύονται οι πληροφορίες αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 6.

2.   Οι κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρατίθενται στο παράρτημα. Μπορούν να τροποποιηθούν από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 14 παράγραφος 2.

3.   Η εφαρμογή και η τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού αντανακλούν τις διαφορές μεταξύ των εθνικών δικτύων φυσικού αερίου και, συνεπώς, δεν απαιτούν ενιαίους και αναλυτικούς όρους και προϋποθέσεις για την πρόσβαση τρίτων μερών σε κοινοτικό επίπεδο. Μπορούν να θέτουν, όμως, ελάχιστες απαιτήσεις για την επίτευξη αμερόληπτων και διαφανών συνθηκών πρόσβασης στο δίκτυο που είναι απαραίτητες για μια εσωτερική αγορά αερίου, οι οποίες στη συνέχεια μπορούν να εφαρμόζονται υπό το πρίσμα των διαφορών μεταξύ των εθνικών δικτύων αερίου.

Άρθρο 10

Ρυθμιστικές αρχές

Στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους με βάση τον παρόντα κανονισμό, οι ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών που έχουν συσταθεί δυνάμει του άρθρου 25 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό και με τις κατευθυντήριες οδηγίες που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού.

Συνεργάζονται, οσάκις ενδείκνυται, μεταξύ τους και με την Επιτροπή.

Άρθρο 11

Παροχή πληροφοριών

Τα κράτη μέλη και οι ρυθμιστικές αρχές παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος, όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τους σκοπούς του άρθρου 9.

Η Επιτροπή καθορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να υποβάλλονται οι πληροφορίες, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα των απαιτούμενων πληροφοριών.

Άρθρο 12

Δικαίωμα των κρατών μελών να προβλέπουν λεπτομερέστερα μέτρα

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να διατηρούν σε ισχύ ή να θεσπίζουν μέτρα τα οποία περιέχουν λεπτομερέστερες διατάξεις από εκείνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στις κατευθυντήριες οδηγίες που αναφέρονται στο άρθρο 9.

Άρθρο 13

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες που διέπουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2006 και της κοινοποιούν επίσης, αμελλητί, οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

2.   Οι κυρώσεις που προβλέπονται με βάση την παράγραφο 1 δεν υπάγονται στο ποινικό δίκαιο.

Άρθρο 14

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συστήνεται με βάση το άρθρο 30 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 15

Έκθεση της Επιτροπής

Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Στην έκθεσή της που υποβάλλει βάσει του άρθρου 31 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, η Επιτροπή αναφέρει επίσης σχετικά με την εμπειρία που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση εξετάζει ιδίως την έκταση στην οποία ο παρών κανονισμός επέτυχε να εξασφαλίσει όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς αερίου, οι οποίοι ανταποκρίνονται στο κόστος και δεν συνεπάγονται διακρίσεις, προκειμένου να συμβάλλει, αφενός, στις επιλογές των καταναλωτών σε μια ομαλά λειτουργούσα εσωτερική αγορά και, αφετέρου, στη μακροπρόθεσμη ασφάλεια του εφοδιασμού. Η έκθεση συνοδεύεται, εν ανάγκη, από κατάλληλες προτάσεις ή/και συστάσεις.

Άρθρο 16

Παρεκκλίσεις και εξαιρέσεις

Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για:

α)

τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου που βρίσκονται στα κράτη μέλη καθ’ όσο χρόνο ισχύουν οι παρεκκλίσεις που έχουν χορηγηθεί δυνάμει του άρθρου 28 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ. Τα κράτη μέλη στα οποία έχουν χορηγηθεί παρεκκλίσεις δυνάμει του άρθρου 28 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στην Επιτροπή για προσωρινή παρέκκλιση από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, για περίοδο μέχρι δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία παύει να ισχύει η αναφερόμενη στο παρόν σημείο παρέκκλιση·

β)

τις διασυνδέσεις μεταξύ κρατών μελών και τις σημαντικές αυξήσεις του δυναμικού των ήδη υφισταμένων υποδομών και τις τροποποιήσεις των υποδομών αυτών που επιτρέπουν την ανάπτυξη νέων πηγών προμήθειας αερίου κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, οι οποίες εξαιρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 18, 19, 20 και του άρθρου 25 παράγραφοι 2, 3 και 4 της εν λόγω οδηγίας, ενόσω εξαιρούνται από τις διατάξεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, ή

γ)

τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου για τα οποία έχουν χορηγηθεί παρεκκλίσεις δυνάμει του άρθρου 27 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2006, με την εξαίρεση του άρθρου 9 παράγραφος 2 δεύτερη φράση, που εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 28 Σεπτεμβρίου 2005.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. ALEXANDER


(1)  ΕΕ C 241 της 28.9.2004, σ. 31.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Απριλίου 2004 (ΕΕ C 104 Ε της 30.4.2004, σ. 306), κοινή θέση του Συμβουλίου της 12ης Νοεμβρίου 2004 (ΕΕ C 25 Ε της 1.2.2005, σ. 44), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Μαρτίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 2005.

(3)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 57.

(4)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ

1.

Υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών

2.

Αρχές που διέπουν το μηχανισμό καταμερισμού δυναμικότητας και τις διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης και της εφαρμογής της σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης, και

3.

Καθορισμός των τεχνικών πληροφοριών που απαιτούνται προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση στο δίκτυο και ορισμός όλων των σχετικών σημείων για τις απαιτήσεις διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύονται σε όλα τα σχετικά σημεία και χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με το οποίο πρέπει να δημοσιεύονται οι πληροφορίες αυτές

1.   Υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών

1.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς παρέχουν αμετάβλητες και διακοπτόμενες υπηρεσίες μέχρι ελάχιστης περιόδου μιας ημέρας.

2.

Οι εναρμονισμένες τυπικές συμβάσεις μεταφοράς και ο κοινός κώδικας του δικτύου συντάσσονται κατά τρόπο που να διευκολύνεται η εμπορία και η επαναχρησιμοποίηση της δυναμικότητας την οποία κατέχουν οι χρήστες του δικτύου βάσει σύμβασης, χωρίς να εμποδίζεται η απελευθέρωση δυναμικότητας.

3.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς αναπτύσσουν κωδικούς δικτύου και εναρμονισμένες συμβάσεις ύστερα από κατάλληλη διαβούλευση με τους χρήστες δικτύου.

4.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εφαρμόζουν τυποποιημένες διαδικασίες ορισμού και επανορισμού. Αναπτύσσουν πληροφοριακά συστήματα και ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας προκειμένου να διαθέτουν επαρκή δεδομένα στους χρήστες των δικτύων και να απλοποιούν τις συναλλαγές, όπως τους ορισμούς, τις συμβάσεις δυναμικότητας και τη μεταφορά δικαιωμάτων δυναμικότητας μεταξύ χρηστών του δικτύου.

5.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εναρμονίζουν τις τυποποιημένες διαδικασίες αίτησης και τους χρόνους απόκρισης σύμφωνα με τις καλύτερες βιομηχανικές πρακτικές με στόχο την ελαχιστοποίηση των χρόνων απόκρισης. Το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2006, παρέχουν ηλεκτρονικά συστήματα κράτησης και επιβεβαίωσης δυναμικότητας μέσω δικτύου και διαδικασίες ορισμού και επανορισμού, ύστερα από διαβούλευση με τους σχετικούς χρήστες του δικτύου.

6.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δεν χρεώνουν χωριστά τους χρήστες του δικτύου για αιτήματα παροχής πληροφοριών και συναλλαγές που σχετίζονται με τις συμβάσεις μεταφοράς τις οποίες έχουν συνάψει και που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τυποποιημένους κανόνες και διαδικασίες.

7.

Τα αιτήματα παροχής πληροφοριών που απαιτούν εξαιρετικές ή υπέρογκες δαπάνες, όπως μελέτες σκοπιμότητας, είναι δυνατόν να χρεώνονται χωριστά, εφόσον τα έξοδα είναι δυνατόν να δικαιολογηθούν δεόντως.

8.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς συνεργάζονται με άλλους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς για το συντονισμό της συντήρησης των αντίστοιχων δικτύων τους, προκειμένου να ελαχιστοποιούν την πιθανότητα διαταραχής των υπηρεσιών μεταφοράς για τους χρήστες του δικτύου και τους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς σε άλλους τομείς και προκειμένου να εξασφαλίζουν ισότιμα οφέλη όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης.

9.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τουλάχιστον μια φορά ετησίως, σε προκαθορισμένη προθεσμία και κατόπιν έγκαιρης προειδοποίησης, όλες τις προγραμματισμένες περιόδους συντήρησης που είναι δυνατόν να επηρεάζουν τα δικαιώματα των χρηστών των δικτύων, τα οποία απορρέουν από τις συμβάσεις μεταφοράς καθώς και τις σχετικές λειτουργικές πληροφορίες. Αυτό περιλαμβάνει την έγκαιρη και χωρίς διακρίσεις δημοσίευση κάθε μεταβολής των προγραμματισμένων περιόδων συντήρησης και ενημέρωση μη προγραμματισμένης συντήρησης, ευθύς ως η πληροφορία περιέρχεται σε γνώση του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς. Κατά τις περιόδους συντήρησης, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τακτικά επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις λεπτομέρειες και την αναμενόμενη διάρκεια καθώς και τις επιπτώσεις της συντήρησης.

10.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διατηρούν και μεταβιβάζουν στην αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος, ημερήσιο ημερολόγιο της πραγματοποιηθείσας συντήρησης και των διαταραχών της ροής που σημειώθηκαν. Οι πληροφορίες διατίθενται επίσης κατόπιν αιτήματος σε όσους επηρεάζονται από τυχόν διαταραχές.

2.   Αρχές που διέπουν το μηχανισμό καταμερισμού δυναμικότητας και τις διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης και της εφαρμογής της σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης

2.1.   Αρχές που διέπουν τους μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας και τις διαδικασίες εφαρμογής τους

1.

Ο μηχανισμός καταμερισμού δυναμικότητας και οι διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης διευκολύνουν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού και την ομαλή εμπορία της δυναμικότητας και είναι συμβατοί με τους μηχανισμούς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των αγορών άμεσης παράδοσης (spot) και των κόμβων διαπραγμάτευσης. Είναι ευέλικτοι και προσαρμόσιμοι στις εξελισσόμενες συνθήκες της αγοράς.

2.

Αυτοί οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες λαμβάνουν υπόψη την ακεραιότητα του σχετικού δικτύου καθώς και την ασφάλεια του εφοδιασμού.

3.

Αυτοί οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες δεν εμποδίζουν την είσοδο νεοεισερχόμενων στην αγορά ούτε δημιουργούν αδικαιολόγητους φραγμούς για την είσοδο στην αγορά. Δεν εμποδίζουν τους φορείς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των νεοεισερχόμενων στην αγορά και εταιρειών με μικρό μερίδιο αγοράς, να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά.

4.

Οι εν λόγω μηχανισμοί και διαδικασίες αποτελούν τους κατάλληλους οικονομικούς δείκτες για την αποτελεσματική και μέγιστη αξιοποίηση της τεχνικής δυναμικότητας και τη διευκόλυνση των επενδύσεων σε νέες υποδομές.

5.

Οι χρήστες του δικτύου ειδοποιούνται για περιστάσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη διαθεσιμότητα της συμβατικής δυναμικότητας. Η πληροφόρηση όσον αφορά τη διακοπή πρέπει να απηχεί το επίπεδο της πληροφόρησης που διαθέτουν οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς.

6.

Σε περίπτωση δυσκολιών όσον αφορά την εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων παράδοσης που οφείλονται στην ακεραιότητα του συστήματος, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς θα πρέπει να ενημερώνουν τους χρήστες του δικτύου και προσπαθούν να εξεύρουν, αμελλητί, λύση που δεν θα συνεπάγεται διακρίσεις.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς συνεργάζονται με τους χρήστες του δικτύου όσον αφορά τις διαδικασίες πριν από την εφαρμογή τους, και συμφωνούν επ’ αυτών με τη ρυθμιστική αρχή.

2.2.   Διαδικασίες διαχείρισης συμφόρησης σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης

1.

Στην περίπτωση που η συμβατική δυναμικότητα δεν χρησιμοποιείται, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διαθέτουν τη δυναμικότητα αυτή στην πρωτογενή αγορά σε διακοπτόμενη βάση, μέσω συμβάσεων διαφοροποιημένης διάρκειας, για όσον καιρό η δυναμικότητα αυτή δεν διατίθεται από τον ενδιαφερόμενο χρήστη του δικτύου στη δευτερογενή αγορά σε εύλογη τιμή.

2.

Τα έσοδα από τη διατεθείσα διακοπτόμενη δυναμικότητα κατανέμονται με βάση τους κανόνες που καθορίζει ή εγκρίνει η αρμόδια ρυθμιστική αρχή. Οι κανόνες αυτοί είναι συμβατοί με την απαίτηση αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του συστήματος.

3.

Η αρμόδια ρυθμιστική αρχή είναι δυνατόν να καθορίζει εύλογη τιμή της διατεθείσας διακοπτόμενης δυναμικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές επικρατούσες συνθήκες.

4.

Εφόσον απαιτείται, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς καταβάλλουν εύλογες προσπάθειες να προσφέρουν τουλάχιστον μέρος της αχρησιμοποίητης δυναμικότητας στην αγορά ως αμετάβλητη δυναμικότητα.

3.   Καθορισμός των τεχνικών πληροφοριών που απαιτούνται προκείμενου οι χρήστες του δικτύου να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση στο δίκτυο και ορισμός όλων των σχετικών σημείων για τις απαιτήσεις διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύονται σε όλα τα σχετικά σημεία και χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με το οποίο πρέπει να δημοσιεύονται οι πληροφορίες αυτές

3.1.   Καθορισμός των τεχνικών πληροφοριών που απαιτούνται προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση στο δίκτυο

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες σχετικά με τα δίκτυα και τις υπηρεσίες τους:

α)

λεπτομερή και πλήρη περιγραφή των διάφορων υπηρεσιών που προσφέρονται καθώς και τις τιμές τους·

β)

τους διάφορους τύπους των συμβάσεων μεταφοράς που διατίθενται για τις υπηρεσίες αυτές και, όπου ισχύει, τον κώδικα του δικτύου ή/και τους τυπικούς όρους που περιγράφουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όλων των χρηστών του δικτύου, συμπεριλαμβανομένων των εναρμονισμένων συμβάσεων μεταφοράς και άλλων σχετικών εγγράφων·

γ)

τις εναρμονισμένες διαδικασίες που ισχύουν κατά τη χρήση του δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των κυριότερων όρων·

δ)

διατάξεις σχετικά με τον καταμερισμό της δυναμικότητας, τη διαχείριση συμφορήσεων και τις διαδικασίες εναντίον της επί κερδοσκοπία αποθεματοποίησης και της επαναχρησιμοποίησης·

ε)

κανόνες που ισχύουν για την εμπορία δυναμικότητας στη δευτερογενή αγορά έναντι του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς·

στ)

εφόσον ισχύουν, τα επίπεδα ευελιξίας και ανοχής που περιλαμβάνονται στις υπηρεσίες μεταφοράς και άλλες υπηρεσίες χωρίς χωριστό τέλος, την επιπλέον παρεχόμενη ευελιξία καθώς και τα αντίστοιχα τέλη·

ζ)

λεπτομερή περιγραφή του δικτύου αερίου του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, που περιλαμβάνει όλα τα σχετικά σημεία διασύνδεσης του δικτύου με εκείνα άλλων διαχειριστών δικτύων μεταφοράς ή/και υποδομές αερίου, όπως υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και την υποδομή που απαιτείται για την παροχή βοηθητικών υπηρεσιών, όπως καθορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 14 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ·

η)

πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα του αερίου και τις απαιτήσεις πίεσης·

θ)

κανόνες που ισχύουν για τη σύνδεση με το δίκτυο του διαχειριστή·

ι)

κάθε έγκαιρα παρεχόμενη πληροφορία σχετικά με προτεινόμενες ή/και υφιστάμενες αλλαγές στις υπηρεσίες ή τους όρους, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που αναφέρονται στα στοιχεία α) ως θ).

3.2.   Ορισμός όλων των σχετικών σημείων για τις απαιτήσεις διαφάνειας

Τα σχετικά σημεία περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

όλα τα σημεία εισόδου στο δίκτυο του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς·

β)

τα σημαντικότερα σημεία εξόδου και ζώνες εξόδου που καλύπτουν τουλάχιστον το 50 % της συνολικής δυναμικότητας εξόδου του δικτύου για δεδομένο διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων όλων των σημείων εξόδου ή ζωνών εξόδου που καλύπτουν τουλάχιστον το 2 % της συνολικής δυναμικότητας εξόδου του δικτύου·

γ)

όλα τα σημεία που συνδέουν διαφορετικά δίκτυα του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς·

δ)

όλα τα σημεία που συνδέουν το δίκτυο ενός διαχειριστή δικτύου μεταφοράς με τερματικό υγροποιημένου φυσικού αερίου·

ε)

όλα τα σημαντικά σημεία εντός του δικτύου δεδομένου διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των σημείων σύνδεσης με κόμβους αερίου. Όλα τα σημεία που θεωρούνται σημαντικά και τα οποία, βάσει της εμπειρίας, υπάρχει πιθανότητα να παρουσιάσουν φυσική συμφόρηση·

στ)

όλα τα σημεία που συνδέουν το δίκτυο δεδομένου διαχειριστή δικτύου μεταφοράς με την υποδομή που απαιτείται για την παροχή βοηθητικών υπηρεσιών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 14 της οδηγίας 2003/55/ΕΚ.

3.3.   Πληροφορίες που πρέπει να δημοσιεύονται σε όλα τα σχετικά σημεία και χρονοδιάγραμμα σύμφωνα με το οποίο πρέπει να δημοσιεύονται οι πληροφορίες αυτές

1.

Σε όλα τα σχετικά σημεία, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της δυναμικότητας έως και σε ημερήσια βάση· η δημοσίευση γίνεται στο διαδίκτυο σε τακτικά/κυλιόμενα διαστήματα και με τυποποιημένο, φιλικό προς τον χρήστη, τρόπο:

α)

μέγιστη τεχνική δυναμικότητα για τη ροή και στις δύο κατευθύνσεις·

β)

συνολική συμβατική και διακοπτόμενη δυναμικότητα·

γ)

διαθέσιμη δυναμικότητα.

2.

Για όλα τα σχετικά σημεία, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τις διαθέσιμες δυναμικότητες για περίοδο τουλάχιστον 18 μηνών εκ των προτέρων και επικαιροποιούν τις πληροφορίες αυτές τουλάχιστον κάθε μήνα ή συχνότερα, σε περίπτωση που διατίθενται νέες πληροφορίες.

3.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν ημερήσιες επικαιροποιήσεις της διαθεσιμότητας βραχυπρόθεσμων υπηρεσιών (προηγούμενη ημέρα, προηγούμενη εβδομάδα) με βάση, μεταξύ άλλων, ορισμούς, επικρατούσες συμβατικές δεσμεύσεις και κανονικές μακροπρόθεσμες προβλέψεις διαθέσιμων δυναμικοτήτων σε ετήσια βάση για τα επόμενα δέκα έτη και για όλα τα σχετικά σημεία.

4.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν ιστορικά στοιχεία μέγιστου και ελάχιστου ποσοστού χρήσης δυναμικότητας και μέσους ετήσιους όρους της ροής σε όλα τα σχετικά σημεία για τα τρία τελευταία έτη και σε κυλιόμενη βάση.

5.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διατηρούν ημερήσιο ημερολόγιο της πραγματικής συνολικής ροής τουλάχιστον επί τρίμηνο.

6.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διατηρούν αρχεία όλων των συμβάσεων δυναμικότητας και άλλων σχετικών πληροφοριών που αφορούν τον υπολογισμό και την εξασφάλιση πρόσβασης στις διαθέσιμες δυναμικότητες, στα οποία έχουν πρόσβαση οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους.

7.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς παρέχουν φιλικά προς τον χρήστη εργαλεία υπολογισμού των τιμολογίων για τις διαθέσιμες υπηρεσίες και για την επαλήθευση της διαθέσιμης δυναμικότητας σε σύνδεση.

8.

Στην περίπτωση που οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δεν έχουν τη δυνατότητα να δημοσιεύσουν τις πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 7, ζητούν τη γνώμη των αρμόδιων εθνικών ρυθμιστικών τους αρχών και εκπονούν πρόγραμμα δράσης για να υλοποιήσουν τις απαιτήσεις αυτές, το ταχύτερο δυνατόν, και, πάντως, το αργότερο, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006.


3.11.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 289/14


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 1776/2005/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 28ης Σεπτεμβρίου 2005

για την τροποποίηση της απόφασης 2000/819/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το πολυετές πρόγραμμα για τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) (2001-2005)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 157 παράγραφος 3,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διασφάλιση της συνέχειας της κοινοτικής υποστήριξης για τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα, ιδίως για της μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), είναι ουσιαστικής σημασίας.

(2)

Ενδείκνυται, συνεπώς, η παράταση της περιόδου ισχύος της απόφασης 2000/819/ΕΚ (3) κατά ένα έτος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 και η αύξηση του χρηματοδοτικού πλαισίου κατά 88,5 εκατ. ευρώ.

(3)

Η απόφαση 2000/819/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, δεν εκδόθηκε όμως γνώμη,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2000/819/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

στο άρθρο 7 παράγραφος 1, το χρηματοδοτικό πλαίσιο που έχει οριστεί σε «450 εκατομμύρια ευρώ» αντικαθίσταται από το ποσό των «538 500 000 ευρώ»·

2.

στο άρθρο 8, η ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2005 αντικαθίσταται από την ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2006.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 28 Σεπτεμβρίου 2005.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. ALEXANDER


(1)  Γνώμη της 9ης Μαρτίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Μαΐου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 2005.

(3)  ΕΕ L 333 της 29.12.2000, σ. 84· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση αριθ. 593/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 268 της 16.8.2004, σ. 3).


3.11.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 289/15


ΟΔΗΓΊΑ 2005/71/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Οκτωβρίου 2005

σχετικά με ειδική διαδικασία εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 παράγραφος 3 στοιχείο α) και παράγραφος 4,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να ενισχύσει και να διαρθρώσει την ευρωπαϊκή πολιτική έρευνας, η Επιτροπή έκρινε απαραίτητο, τον Ιανουάριο 2000, να δημιουργήσει τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας ως κεντρικό άξονα της μελλοντικής δράσης της Κοινότητας στον συγκεκριμένο τομέα.

(2)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας, ενστερνιζόμενο τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας, τον Μάρτιο 2000, έθεσε ως στόχο στην Κοινότητα να καταστεί μέχρι το 2010 η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης ανά τον κόσμο.

(3)

Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας επιβάλλει την αύξηση της κινητικότητας των ερευνητών, όπως αναγνωρίσθηκε από το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (4), ανοίγοντας περισσότερο τα προγράμματά του στους ερευνητές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Ο αριθμός ερευνητών τους οποίους χρειάζεται η Κοινότητα μέχρι το 2010 προκειμένου να ανταποκριθεί στον στόχο που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης, τον Μάρτιο 2002, ήτοι το 3 % του ΑΕγχΠ να επενδύεται στην έρευνα, υπολογίζεται σε 700 000 άτομα. Αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί μέσω ενός συνόλου συγκλινόντων μέτρων, όπως η ενίσχυση της προσέλκυσης των νέων σε επιστημονικές σταδιοδρομίες, η προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στην επιστημονική έρευνα, η αύξηση των δυνατοτήτων κατάρτισης και κινητικότητας στην έρευνα, η βελτίωση των προοπτικών σταδιοδρομίας για τους ερευνητές εντός της Κοινότητας και μεγαλύτερο άνοιγμα της Κοινότητας σε υπηκόους τρίτων χωρών που μπορούν να γίνονται δεκτοί για σκοπούς έρευνας.

(5)

Η παρούσα οδηγία επιδιώκει να συμβάλει στην υλοποίηση αυτών των στόχων ευνοώντας την εισδοχή και την κινητικότητα υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς έρευνας για διαμονές μεγαλύτερες των τριών μηνών, κατά τρόπον ώστε η Κοινότητα να αποκτήσει μεγαλύτερη ελκυστικότητα για τους ερευνητές που προέρχονται από άλλα μέρη του κόσμου και να βελτιώσει τη θέση της ως πόλου έρευνας σε παγκόσμιο επίπεδο.

(6)

Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να ευνοεί τη διαρροή επιστημονικού δυναμικού από αναδυόμενες ή αναπτυσσόμενες χώρες. Θα πρέπει να λαμβάνονται, στο πλαίσιο της εταιρικής σχέσης με τις χώρες καταγωγής, συνοδευτικά μέτρα με σκοπό να ευνοείται, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις, η επανένταξη των ερευνητών στις χώρες καταγωγής τους και να προωθείται η κινητικότητα μεταξύ ερευνητών, με σκοπό τη χάραξη συνολικής πολιτικής μετανάστευσης.

(7)

Για την επίτευξη των στόχων της διαδικασίας της Λισαβόνας, επιβάλλεται επίσης να ενισχυθεί η κινητικότητα εντός της Ένωσης των ερευνητών οι οποίοι είναι πολίτες της ΕΕ, και ιδίως των ερευνητών από τα κράτη μέλη που προσχώρησαν το 2004, με σκοπό να πραγματοποιήσουν επιστημονική έρευνα.

(8)

Λαμβάνοντας υπόψη το άνοιγμα που επιβάλλουν οι αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία και οι σχετικές απαιτήσεις για την υλοποίηση του στόχου του 3 % του ΑΕγχΠ που πρέπει να επενδύεται στην έρευνα, οι ερευνητές τρίτων χωρών που είναι ενδεχομένως επιλέξιμοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να καθορίζονται σε συνάρτηση με τα προσόντα τους και το ερευνητικό σχέδιο το οποίο προτίθενται να υλοποιήσουν.

(9)

Δεδομένου ότι η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί για να επιτευχθεί ο στόχος του 3 % του ΑΕγχΠ που πρέπει να επενδύεται στην έρευνα, αφορά, σε μεγάλο βαθμό, τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος πρέπει, κατά συνέπεια, να προσλάβει περισσότερους ερευνητές κατά τα επόμενα έτη, οι ερευνητικοί οργανισμοί που είναι ενδεχομένως επιλέξιμοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ανήκουν τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

(10)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι είναι διαθέσιμες στο κοινό, ιδίως μέσω του Διαδικτύου, οι κατά το δυνατόν περιεκτικότερες και τακτικά ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τους εγκεκριμένους, βάσει της παρούσας οδηγίας, ερευνητικούς οργανισμούς με τους οποίους οι ερευνητές μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις υποδοχής, καθώς και σχετικά με τους όρους και τις διαδικασίες εισόδου και διαμονής στο έδαφός του με σκοπό τη διεξαγωγή έρευνας, όπως θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(11)

Είναι σκόπιμο η εισδοχή ερευνητών να διευκολυνθεί μέσω της θέσπισης διαδικασίας εισδοχής, η οποία θα είναι ανεξάρτητη από τη νομική τους σχέση με τον ερευνητικό οργανισμό υποδοχής και δεν θα απαιτεί πλέον την έκδοση άδειας εργασίας πέραν της άδειας διαμονής. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εφαρμόζουν παρόμοιους κανόνες για υπηκόους τρίτων χωρών που αιτούνται εισδοχή με σκοπό τη διδασκαλία σε τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή διοικητική πρακτική, στο πλαίσιο ερευνητικού σχεδίου.

(12)

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να διατηρηθούν οι παραδοσιακοί δίαυλοι εισδοχής (όπως, εργαζόμενοι και υπότροφοι), ιδιαίτερα για τους σπουδαστές διδακτορικού που πραγματοποιούν έρευνες υπό την ιδιότητα του φοιτητή, οι οποίοι θα πρέπει να αποκλεισθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και οι οποίοι υπάγονται στην οδηγία 2004/114/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό τις σπουδές, την ανταλλαγή μαθητών, την άμισθη πρακτική άσκηση ή την εθελοντική υπηρεσία (5).

(13)

Η συγκεκριμένη διαδικασία για τους ερευνητές στηρίζεται στη συνεργασία των ερευνητικών οργανισμών με τις μεταναστευτικές αρχές των κρατών μελών, αποδίδοντάς τους κεντρικό ρόλο στη διαδικασία εισδοχής με σκοπό να διευκολύνεται και να επιταχύνεται η είσοδος και η διαμονή των ερευνητών τρίτων χωρών στην Κοινότητα, ενώ θα διατηρούνται τα προνόμια των κρατών μελών όσον αφορά στην διαμόρφωση της μεταναστευτικής πολιτικής.

(14)

Οι ερευνητικοί οργανισμοί που έχουν προηγουμένως εγκριθεί από τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να υπογράφουν σύμβαση υποδοχής με υπήκοο τρίτης χώρας, με σκοπό την υλοποίηση ερευνητικού σχεδίου. Με βάση τη σύμβαση υποδοχής, τα κράτη μέλη εκδίδουν άδεια διαμονής, εφόσον πληρούνται οι όροι εισόδου και διαμονής.

(15)

Για να καταστεί η Κοινότητα ελκυστικότερη για τους ερευνητές τρίτων χωρών, θα πρέπει να τους παρέχονται, για τη διάρκεια της παραμονής τους, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα ισότιμα εκείνων που ισχύουν για τους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής σε μια σειρά τομέων, καθώς και η δυνατότητα να διδάσκουν σε ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

(16)

Η παρούσα οδηγία επιφέρει πολύ σημαντική βελτίωση στον τομέα της κοινωνικής ασφάλειας, δεδομένου ότι η αρχή της μη διάκρισης εφαρμόζεται επίσης άμεσα σε πρόσωπα που έρχονται σε κράτος μέλος απευθείας από τρίτη χώρα. Εν τούτοις, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να χορηγεί περισσότερα δικαιώματα από τα ήδη προβλεπόμενα στην ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της κοινωνικής ασφάλειας για υπηκόους τρίτων χωρών, όταν υπάρχουν διασυνοριακά στοιχεία μεταξύ κρατών μελών. Περαιτέρω, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να χορηγεί δικαιώματα που αφορούν καταστάσεις οι οποίες ξεφεύγουν του πεδίου της κοινοτικής νομοθεσίας, όπως, παραδείγματος χάριν, σε μέλη της οικογένειας που διαμένουν σε τρίτη χώρα.

(17)

Είναι σημαντικό να προωθηθεί η κινητικότητα υπηκόων τρίτης χώρας οι οποίοι γίνονται δεκτοί με σκοπό να διενεργήσουν επιστημονική έρευνα, ως μέσο για την ανάπτυξη και την παγίωση επαφών και δικτύων μεταξύ εταίρων και για τη χάραξη του ρόλου του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (ΕΧΕ), σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ερευνητές θα πρέπει να είναι ικανοί να αναπτύσσουν κινητικότητα υπό τους όρους που θέτει η παρούσα οδηγία. Οι όροι για την ανάπτυξη κινητικότητας δυνάμει της παρούσας οδηγίας, δεν θα πρέπει να θίγουν τους κανόνες που διέπουν επί του παρόντος την αναγνώριση της ισχύος ταξιδιωτικών εγγράφων.

(18)

Θα πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στη διευκόλυνση και την υποστήριξη της διατήρησης της ενότητας των μελών της οικογένειας των ερευνητών, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου, της 18ης Οκτωβρίου 2005, για τη διευκόλυνση της εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (6).

(19)

Προκειμένου να διατηρείται η οικογενειακή ενότητα και να καθίσταται δυνατή η κινητικότητα, θα πρέπει τα μέλη της οικογενείας να μπορούν να τον συνοδεύουν τον ερευνητή σε άλλο κράτος μέλος υπό τους όρους που καθορίζει το εθνικό δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεών του που απορρέουν από διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες.

(20)

Στους κατόχους αδειών διαμονής θα πρέπει καταρχήν να επιτρέπεται να υποβάλλουν αίτηση εισδοχής, ενόσω παραμένουν στο έδαφος του ενδιαφερομένου κράτους μέλους.

(21)

Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να χρεώνουν στους αιτούντες την επεξεργασία των αιτήσεων αδειών διαμονής.

(22)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει επ"ουδενί την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (7).

(23)

Οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η θέσπιση μιας ειδικής διαδικασίας εισδοχής και ο καθορισμός όρων για την είσοδο και τη διαμονή υπηκόων τρίτων χωρών για διαστήματα άνω των τριών μηνών στα κράτη μέλη με σκοπό την πραγματοποίηση ερευνητικού σχεδίου στο πλαίσιο σύμβασης υποδοχής με ερευνητικό οργανισμό, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, ιδιαίτερα στο μέτρο που χρειάζεται για να εξασφαλίζεται η κινητικότητά τους μεταξύ κρατών μελών, και μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Η Κοινότητα, επομένως, μπορεί να λαμβάνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επίσης ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(24)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενεργοποιήσουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας χωρίς διακρίσεις λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού.

(25)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές οι οποίες διακηρύσσονται, ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(26)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, τα κράτη μέλη προτρέπονται να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

(27)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ιρλανδία ανακοίνωσε με επιστολή της την 1η Ιουλίου 2004, ότι επιθυμεί να συμμετάσχει στη θέσπιση και στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

(28)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και, επομένως, δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(29)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός

Η παρούσα οδηγία ορίζει τους όρους εισδοχής ερευνητών, από τρίτες χώρες, στα κράτη μέλη, για διάστημα που υπερβαίνει τους τρεις μήνες, με σκοπό να υλοποιήσουν ερευνητικό σχέδιο στο πλαίσιο συμβάσεων υποδοχής με ερευνητικούς οργανισμούς.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α)

“υπήκοος τρίτης χώρας”, κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 17 παράγραφος 1 της συνθήκης·

β)

“έρευνα”, η πρωτότυπη εργασία που αναλαμβάνεται με συστηματικό τρόπο για να αυξηθεί το σύνολο των γνώσεων, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας, καθώς και η χρησιμοποίηση αυτού του συνόλου γνώσεων για νέες εφαρμογές·

γ)

“ερευνητικός οργανισμός”, κάθε ιδιωτικός ή δημόσιος οργανισμός που πραγματοποιεί έρευνα και έχει εγκριθεί για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας από κράτος μέλος, σύμφωνα με τη νομοθεσία του ή τη διοικητική πρακτική του·

δ)

“ερευνητής”, ο υπήκοος τρίτης χώρας, ο οποίος διαθέτει κατάλληλο τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που δίνει πρόσβαση σε διδακτορικά προγράμματα, και ο οποίος επιλέγεται από ερευνητικό οργανισμό για να υλοποιήσει ερευνητικό σχέδιο για το οποίο κανονικά απαιτείται ο ανωτέρω τίτλος·

ε)

“άδεια διαμονής”, κάθε άδεια που φέρει τη μνεία “ερευνητής”, η οποία εκδίδεται από τις αρχές κράτους μέλους και επιτρέπει τη νόμιμη διαμονή υπηκόου τρίτης χώρας στο έδαφός του, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που ζητούν να τους επιτραπεί η είσοδος στο έδαφος κράτους μέλους προκειμένου να υλοποιήσουν ερευνητικό σχέδιο.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διαμένουν σε κράτος μέλος ως αιτούντες διεθνή προστασία ή στο πλαίσιο καθεστώτων προσωρινής προστασίας·

β)

στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι αιτούνται να διαμείνουν σε κράτος μέλος υπό την ιδιότητα του φοιτητή κατά την έννοια της οδηγίας 2004/114/ΕΚ, προκειμένου να διεξάγουν έρευνα για την απόκτηση διδακτορικού διπλώματος·

γ)

στους υπηκόους τρίτων χωρών η απέλαση των οποίων έχει ανασταλεί για πραγματικούς ή νομικούς λόγους·

δ)

σε περίπτωση απόσπασης ερευνητή από ερευνητικό οργανισμό σε άλλο ερευνητικό οργανισμό σε άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Ευνοϊκότερες διατάξεις

1.   Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη ευνοϊκότερων διατάξεων που προκύπτουν:

α)

από διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ της Κοινότητας ή της Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και ενός ή περισσοτέρων τρίτων χωρών αφετέρου·

β)

από διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών και ενός ή περισσοτέρων τρίτων χωρών.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν ή να διατηρούν πιο ευνοϊκές διατάξεις για τα πρόσωπα στα οποία αυτή εφαρμόζεται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Άρθρο 5

Έγκριση

1.   Κάθε ερευνητικός οργανισμός ο οποίος επιθυμεί να υποδεχθεί ερευνητή στο πλαίσιο της διαδικασίας εισδοχής που ορίζεται στην παρούσα οδηγία πρέπει να έχει προηγουμένως εγκριθεί προς τον σκοπό αυτό από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

2.   Οι ερευνητικοί οργανισμοί εγκρίνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζει το εθνικό δίκαιο ή η διοικητική πρακτική των κρατών μελών. Οι αιτήσεις προς έγκριση, τόσο των δημόσιων όσο και των ιδιωτικών οργανισμών, υποβάλλονται σύμφωνα με τις εν λόγω διαδικασίες και βασίζονται στη βάσει του καταστατικού αποστολή τους ή, ανάλογα, στον εταιρικό σκοπό τους και στην απόδειξη ότι πραγματοποιούν έρευνα.

Η έγκριση που χορηγείται σε ερευνητικό οργανισμό διαρκεί τουλάχιστον πέντε έτη. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν έγκριση συντομότερης διάρκειας.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, να απαιτούν γραπτή δήλωση του ερευνητικού οργανισμού ότι, σε περίπτωση που ένας ερευνητής παραμείνει παρανόμως στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, ο οργανισμός αυτός ευθύνεται για την εξόφληση των εξόδων διαμονής ή/και επιστροφής που βαρύνουν το Δημόσιο. Η οικονομική ευθύνη του ερευνητικού οργανισμού λήγει το αργότερο έξι μήνες μετά τη λήξη της σύμβασης υποδοχής.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία λήξης των αντίστοιχων συμβάσεων υποδοχής, ο εγκεκριμένος οργανισμός παρέχει στις αρμόδιες αρχές που έχουν ορισθεί προς τον σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη, βεβαίωση ότι οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο καθενός εκ των ερευνητικών σχεδίων για τα οποία έχει υπογραφεί σύμβαση υποδοχής βάσει του άρθρου 6.

5.   Οι αρμόδιες αρχές σε κάθε κράτος μέλος δημοσιεύουν και ενημερώνουν τακτικά καταλόγους των ερευνητικών οργανισμών που εγκρίνονται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Ένα κράτος μέλος μπορεί, μεταξύ άλλων μέτρων, να αρνείται την ανανέωση, ή να αποφασίζει την ανάκληση της έγκρισης ερευνητικού οργανισμού, ο οποίος δεν πληροί πλέον τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 ή σε περίπτωση που η έγκριση αποκτήθηκε δολίως ή όταν ο ερευνητικός οργανισμός έχει υπογράψει σύμβαση υποδοχής με υπήκοο τρίτης χώρας εκ προθέσεως ή εξ αμελείας. Εάν η έγκριση απορριφθεί ή ανακληθεί, μπορεί να απαγορευθεί στον συγκεκριμένο οργανισμό να ζητήσει εκ νέου έγκριση για χρονικό διάστημα μέχρι πέντε ετών από την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης ανάκλησης ή μη ανανέωσης.

7.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν στην εθνική τους νομοθεσία τις συνέπειες που θα έχει η ανάκληση της έγκρισης ή η άρνηση ανανέωσης της έγκρισης για τις υφιστάμενες συμφωνίες υποδοχής, οι οποίες συνάπτονται βάσει του άρθρου 6, καθώς και τις συνέπειες όσον αφορά τις άδειες διαμονής των συγκεκριμένων ερευνητών.

Άρθρο 6

Σύμβαση υποδοχής

1.   Ο ερευνητικός οργανισμός που επιθυμεί να υποδεχθεί έναν ερευνητή, υπογράφει μαζί του σύμβαση υποδοχής με την οποία ο ερευνητής αναλαμβάνει τη δέσμευση να ολοκληρώσει το ερευνητικό σχέδιο και ο οργανισμός αναλαμβάνει τη δέσμευση να υποδεχθεί τον ερευνητή προς τον σκοπό αυτό, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 7.

2.   Οι ερευνητικοί οργανισμοί μπορούν να υπογράφουν συμβάσεις υποδοχής μόνον εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)

το ερευνητικό σχέδιο έχει γίνει δεκτό από τις αρμόδιες αρχές του οργανισμού αφού ελεγχθούν τα ακόλουθα:

i)

ο σκοπός και η διάρκεια της έρευνας και η διαθεσιμότητα των απαραίτητων χρηματοοικονομικών πόρων για τη διεξαγωγή της,

ii)

τα προσόντα του ερευνητή υπό το πρίσμα των στόχων της έρευνας, όπως αυτά επιβεβαιώνονται με επικυρωμένο αντίγραφο του τίτλου του σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο δ)·

β)

ο ερευνητής διαθέτει, κατά τη διάρκεια της παραμονής του, επαρκείς μηνιαίους πόρους, σύμφωνα με το ελάχιστο ποσό που έχει δημοσιευθεί προς τον σκοπό αυτό από το κράτος μέλος, για να καλύπτει τις δαπάνες του και τα έξοδα ταξιδιού επιστροφής, χωρίς να προσφύγει στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας του συγκεκριμένου κράτους μέλους·

γ)

ο ερευνητής διαθέτει, κατά τη διάρκεια της παραμονής του, ασφάλιση ασθένειας για όλους τους κινδύνους που κανονικά καλύπτονται για τους υπηκόους του συγκεκριμένου κράτους μέλους·

δ)

η σύμβαση υποδοχής προσδιορίζει τη νομική σχέση και τις εργασιακές συνθήκες των ερευνητών.

3.   Μόλις υπογραφεί η σύμβαση υποδοχής, μπορεί να απαιτηθεί, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, από τον ερευνητικό οργανισμό, να χορηγήσει στον ερευνητή ατομική δήλωση ότι έχει αναληφθεί η οικονομική ευθύνη για έξοδα κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 3.

4.   Η σύμβαση υποδοχής λήγει αυτομάτως σε περίπτωση που ο ερευνητής δεν γίνεται δεκτός ή όταν λήγει η νομική σχέση μεταξύ του ερευνητή και του ερευνητικού οργανισμού.

5.   Ο ερευνητικός οργανισμός ειδοποιεί αμέσως την αρχή που έχει ορισθεί προς τον σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη για κάθε γεγονός το οποίο εμποδίζει την εκτέλεση της σύμβασης υποδοχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΙΣΔΟΧΗ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ

Άρθρο 7

Όροι εισδοχής

1.   Υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος αιτείται εισδοχή για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, πρέπει:

α)

να υποβάλλει έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο κατά τα οριζόμενα από το εθνικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν η περίοδος ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου να καλύπτει τουλάχιστον τη διάρκεια της άδειας διαμονής·

β)

να υποβάλλει σύμβαση υποδοχής υπογεγραμμένη με ερευνητικό οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2·

γ)

όταν ενδείκνυται, να υποβάλλει βεβαίωση ότι έχει αναληφθεί η οικονομική ευθύνη, η οποία έχει εκδοθεί από τον ερευνητικό οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 και

δ)

να μην θεωρείται ως απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

Τα κράτη μέλη ελέγχουν εάν πληρούνται όλοι οι όροι που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ) και δ).

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να ελέγχουν τους όρους επί των οποίων βασίζεται η σύμβαση υποδοχής και σύμφωνα με τους οποίους έχει συναφθεί.

3.   Μόλις ολοκληρωθούν θετικά οι έλεγχοι που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, οι ερευνητές γίνονται δεκτοί στο έδαφος των κρατών μελών για να υλοποιήσουν τη σύμβαση υποδοχής.

Άρθρο 8

Διάρκεια της άδειας διαμονής

Τα κράτη μέλη εκδίδουν άδεια διαμονής διάρκειας ενός τουλάχιστον έτους και την ανανεώνουν, εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι που ορίζονται στα άρθρα 6 και 7. Εάν το ερευνητικό πρόγραμμα προτίθεται να διαρκέσει ολιγότερο του έτους, η άδεια διαμονής εκδίδεται για τη διάρκεια του προγράμματος.

Άρθρο 9

Μέλη της οικογένειας

1.   Όταν ένα κράτος μέλος αποφασίζει να χορηγήσει άδεια διαμονής στα μέλη της οικογένειας του ερευνητή, η διάρκεια ισχύος της άδειας διαμονής τους είναι η ίδια με αυτή της άδειας διαμονής που χορηγήθηκε στον ερευνητή, εφόσον η διάρκεια ισχύος των ταξιδιωτικών τους εγγράφων το επιτρέπει. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η διάρκεια της άδειας διαμονής του μέλους της οικογένειας του ερευνητή μπορεί να συντομεύεται.

2.   Η έκδοση της άδειας διαμονής στα μέλη της οικογένειας του ερευνητή που έχει γίνει δεκτός σε κράτος μέλος, δεν μπορεί να εξαρτάται από την προϋπόθεση ελάχιστης περιόδου παραμονής του ερευνητή.

Άρθρο 10

Ανάκληση ή μη ανανέωση της άδειας διαμονής

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ανακαλούν ή να αρνούνται την ανανέωση άδειας διαμονής εκδοθείσας βάσει της παρούσας οδηγίας, όταν αυτή έχει αποκτηθεί δολίως ή όταν διαφαίνεται ότι ο κάτοχος δεν εκπλήρωνε ή δεν εκπληρώνει πλέον τους όρους εισόδου και διαμονής που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 ή διαμένει για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους του επετράπη η διαμονή.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ανακαλούν ή να αρνούνται την ανανέωση άδειας διαμονής για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ

Άρθρο 11

Διδασκαλία

1.   Οι ερευνητές που γίνονται δεκτοί βάσει της παρούσας οδηγίας μπορούν να διδάσκουν σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ένα μέγιστο αριθμό ωρών ή ημερών για τη διδακτική δραστηριότητα.

Άρθρο 12

Ίση μεταχείριση

Ο κάτοχος άδειας διαμονής έχει δικαίωμα ίσης μεταχείρισης με τους υπηκόους όσον αφορά:

α)

την αναγνώριση των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων επαγγελματικών τίτλων, σύμφωνα με τις δέουσες εθνικές διαδικασίες·

β)

τις συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των όρων αμοιβής και απόλυσης·

γ)

τους κλάδους κοινωνικής ασφάλειας όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (8). Οι ειδικές διατάξεις στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 859/2003 του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 2003, για την επέκταση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις αυτές μόνον λόγω της ιθαγένειάς τους (9), εφαρμόζονται αναλόγως·

δ)

τα φορολογικά προνόμια·

ε)

την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αγαθών και υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του κοινού.

Άρθρο 13

Κινητικότητα μεταξύ κρατών μελών

1.   Επιτρέπεται σε υπήκοο τρίτης χώρας, ο οποίος έχει γίνει δεκτός ως ερευνητής δυνάμει της παρούσας οδηγίας, να πραγματοποιεί μέρος της έρευνας του σε άλλο κράτος μέλος, υπό τους όρους που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Εάν ο ερευνητής διαμένει για περίοδο έως τρεις μήνες σε άλλο κράτος μέλος, η έρευνα μπορεί να διεξάγεται βάσει της σύμβασης υποδοχής που συνήφθη στο πρώτο κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι ο ερευνητής διαθέτει επαρκείς πόρους στο άλλο κράτος μέλος και ότι δεν θεωρείται από το δεύτερο κράτος μέλος ως απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

3.   Εάν ο ερευνητής διαμείνει στο άλλο κράτος μέλος για περισσότερο από τρεις μήνες, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν νέα σύμβαση υποδοχής για τη διεξαγωγή της έρευνας στο εν λόγω κράτος μέλος. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να πληρούνται οι όροι των άρθρων 6 και 7 σε σχέση με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

4.   Όταν η οικεία νομοθεσία προβλέπει την απαίτηση θεώρησης ή άδειας παραμονής ως προϋπόθεση για την κινητικότητα, η εν λόγω θεώρηση ή η άδεια χορηγείται εγκαίρως εντός περιόδου που δεν παρακωλύει τη διεξαγωγή της έρευνας, αφήνοντας παράλληλα στις αρμόδιες αρχές επαρκή χρόνο για την εξέταση των αιτήσεων.

5.   Τα κράτη μέλη δεν απαιτούν από τον ερευνητή να εγκαταλείψει το έδαφός τους προκειμένου να υποβάλει αίτηση για θεώρηση ή άδεια διαμονής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

Άρθρο 14

Αιτήσεις εισδοχής

1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν εάν οι αιτήσεις άδεια διαμονής υποβάλλονται από τον ερευνητή ή από τον συγκεκριμένο ερευνητικό οργανισμό.

2.   Η αίτηση μελετάται και εξετάζεται εφόσον ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας διαμένει εκτός του εδάφους των κρατών μελών στα οποία επιθυμεί να γίνει δεκτός.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να δέχονται, σύμφωνα με τις εθνικές τους νομοθεσίες, αίτηση που υποβάλλεται εφόσον ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας βρίσκεται ήδη στο έδαφός τους.

4.   Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος χορηγεί στον υπήκοο τρίτης χώρας, ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση και πληροί τους όρους των άρθρων 6 και 7, κάθε διευκόλυνση για την απόκτηση των απαιτούμενων θεωρήσεων.

Άρθρο 15

Διαδικαστικές εγγυήσεις

1.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αποφαίνονται επί του συνόλου της αίτησης, το συντομότερο δυνατόν και προβλέπουν, όταν ενδείκνυται, εσπευσμένες διαδικασίες.

2.   Εάν οι πληροφορίες που παρέχονται προς υποστήριξη της αίτησης είναι ανεπαρκείς, η μελέτη της αίτησης μπορεί να αναστέλλεται και οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον αιτούντα για τις περαιτέρω πληροφορίες που χρειάζονται.

3.   Κάθε απόφαση απόρριψης αίτησης για άδεια διαμονής κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας σύμφωνα με τις διαδικασίες κοινοποίησης δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας. Η κοινοποίηση προσδιορίζει τα ενδεχόμενα διαθέσιμα ένδικα μέσα και την προθεσμία άσκησής τους.

4.   Όταν μια αίτηση απορρίπτεται, ή ανακαλείται άδεια διαμονής, η οποία έχει εκδοθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, ο ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον των αρχών του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 16

Εκθέσεις

Περιοδικά, και για πρώτη φορά το αργότερο τρία έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη και προτείνει, ενδεχομένως, τις απαραίτητες τροποποιήσεις.

Άρθρο 17

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 12 Οκτωβρίου 2007.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κυρίων διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 18

Μεταβατική διάταξη

Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του κεφαλαίου III, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εκδίδουν άδειες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, υπό μορφή άδειας διαμονής για χρονικό διάστημα μέχρι δύο έτη, μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1.

Άρθρο 19

Κοινή ταξιδιωτική περιοχή

Η παρούσα οδηγία επ" ουδενί θίγει το δικαίωμα της Ιρλανδίας για τη διατήρηση των ρυθμίσεων της κοινής ταξιδιωτικής περιοχής που αναφέρονται στο πρωτόκολλο για την εφαρμογή ορισμένων πτυχών του άρθρου 14 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, το οποίο, με τη συνθήκη του Άμστερνταμ, προσαρτήθηκε στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Άρθρο 20

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 21

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Λουξεμβούργο, 12 Οκτωβρίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. CLARKE


(1)  Γνώμη της 12ης Απριλίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 120 της 20.5.2005, σ. 60.

(3)  ΕΕ C 71 της 22.3.2005, σ. 6.

(4)  Απόφαση αριθ. 1513/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με σκοπό τη συμβολή στη δημιουργία του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας και στην καινοτομία (2002-2006) (ΕΕ L 232 της 29.8.2002, σ. 1)· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 786/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 7).

(5)  ΕΕ L 375 της 23.12.2004, σ. 12.

(6)  Βλέπε σελίδα 26 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(7)  ΕΕ L 157 της 15.6.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 149 της 5.7.1971, σ. 2· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 647/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 117 της 4.5.2005, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 1.


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο

3.11.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 289/23


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 28ης Σεπτεμβρίου 2005

για τη διευκόλυνση της χορήγησης θεωρήσεων σύντομης διαμονής στους ερευνητές υπηκόους τρίτων χωρών που μετακινούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας στην Κοινότητα

(2005/761/ΕΚ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με σκοπό να ενισχύσει και να διαρθρώσει την ευρωπαϊκή πολιτική έρευνας, η Επιτροπή επισήμανε στην από 18 Ιανουαρίου 2000 ανακοίνωσή της «Για έναν ευρωπαϊκό χώρο στον τομέα της έρευνας» ότι ήταν απαραίτητο να δημιουργηθεί ευρωπαϊκός χώρος έρευνας ως κεντρικός άξονας των μελλοντικών ενεργειών της Κοινότητας στον εν λόγω τομέα.

(2)

Κατά τη σύνοδό του στη Λισσαβόνα στις 23 και 24 Μαρτίου 2000, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όρισε ως στόχο της Κοινότητας να καταστεί μέχρι το 2010 η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο.

(3)

Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας επιβάλλει κατ’ εξοχήν μεγαλύτερη κινητικότητα των ερευνητών, γεγονός το οποίο αναγνώρισε το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο έρευνας της Κοινότητας (4)ανοίγοντας ακόμη περισσότερο τα προγράμματά του σε ερευνητές τρίτων χωρών.

(4)

Ο αριθμός ερευνητών τους οποίους θα χρειαστεί η Κοινότητα για να ανταποκριθεί στον στόχο που όρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά τη σύνοδό του στη Βαρκελώνη στις 15 και 16 Μαρτίου 2002, ήτοι την επένδυση του 3 % του ΑΕγχΠ στην έρευνα, εκτιμάται σε 700 000 άτομα. Ο στόχος αυτός θα πρέπει να επιτευχθεί μέσω συνόλου συγκλινόντων μέτρων, όπως η ενίσχυση της προσέλκυσης νέων σε επιστημονικές σταδιοδρομίες, η προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στην επιστημονική έρευνα, η αύξηση των δυνατοτήτων κατάρτισης και κινητικότητας στην έρευνα, η βελτίωση των προοπτικών σταδιοδρομίας για τους ερευνητές στο εσωτερικό της Κοινότητας και το μεγαλύτερο άνοιγμα της Κοινότητας σε υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους μπορεί να επιτραπεί η είσοδος και η κυκλοφορία για σκοπούς έρευνας στον κοινό χώρο.

(5)

Τα κράτη μέλη, για να είναι ανταγωνιστικά και ελκυστικά σε διεθνές επίπεδο, θα πρέπει να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να διευκολύνουν την είσοδο και την κυκλοφορία των ερευνητών στο εσωτερικό της Κοινότητας για σύντομα χρονικά διαστήματα.

(6)

Για τις διαμονές σύντομης διάρκειας, τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν τη δέσμευση να θεωρούν τους ερευνητές τρίτων χωρών που υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001 (5), καλόπιστα πρόσωπα και να τους χορηγούν τις προβλεπόμενες στο κοινοτικό κεκτημένο διευκολύνσεις κατά τις διαδικασίες έκδοσης θεώρησης σύντομης διαμονής.

(7)

Θα πρέπει να θεσπισθούν μέτρα ώστε να ενθαρρυνθούν οι ανταλλαγές πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών για να βελτιωθούν οι διαδικασίες χορήγησης θεώρησης σύντομης διαμονής σε ερευνητές.

(8)

Η παρούσα σύσταση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται κυρίως από το χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(9)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας σύστασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν. Δεδομένου όμως ότι η παρούσα σύσταση αποτελεί ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου IV τρίτο μέρος της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 5 του εν λόγω πρωτοκόλλου, αποφασίζει εντός έξι μηνών από τη θέσπιση της παρούσας σύστασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εάν θα την εφαρμόσει στο εθνικό της δίκαιο.

(10)

Η παρούσα σύσταση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν στο οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (6)· το Ηνωμένο Βασίλειο επομένως δεν συμμετέχει στη θέσπισή της και δεν δεσμεύεται από αυτήν.

(11)

Η παρούσα σύσταση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν στο οποίο η Ιρλανδία δεν συμμετέχει, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (7)· η Ιρλανδία επομένως δεν συμμετέχει στη θέσπισή της και δεν δεσμεύεται από αυτήν.

(12)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα σύσταση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν υπό την έννοια της συμφωνίας που συνάφθηκε από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (8), η οποία εμπίπτει στον τομέα του άρθρου 1 σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας (9).

(13)

Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα σύσταση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, υπό την έννοια της συμφωνίας που υπογράφηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, ανάπτυξη η οποία υπάγεται στον τομέα του άρθρου 1 σημείο Β της απόφασης 1999/437/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παράγραφος 1 των αποφάσεων του Συμβουλίου 2004/849/ΕΚ (10) και 2004/860/ΕΚ (11) για την υπογραφή της εν λόγω συμφωνίας εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και για την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων των διατάξεών της.

(14)

Η παρούσα σύσταση αποτελεί πράξη που θεμελιώνεται στο κεκτημένο Σένγκεν ή που άλλως αναφέρεται σε αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003.

(15)

Η παρούσα σύσταση έχει επίσης σκοπό να παράσχει έναν ευέλικτο μηχανισμό για ερευνητές που επιθυμούν να διατηρήσουν επαγγελματικούς δεσμούς με οργανισμό της χώρας καταγωγής τους (για παράδειγμα, να διάγουν, ανά εξάμηνο, χρονικές περιόδους όχι μεγαλύτερες του τριμήνου σε ευρωπαϊκό ερευνητικό οργανισμό υποδοχής εγκατεστημένο στον κοινό χώρο, συνεχίζοντας παράλληλα να εργάζονται κατά τα άλλα στον ερευνητικό οργανισμό από τον οποίο προέρχονται),

ΣΥΣΤΗΝΟΥΝ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ:

1.

να διευκολύνουν τη χορήγηση θεωρήσεων αναλαμβάνοντας τη δέσμευση να εξετάζουν ταχέως τις αιτήσεις θεωρήσεων που υποβάλλονται από ερευνητές τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001·

2.

να προάγουν τη διεθνή κινητικότητα των ερευνητών τρίτων χωρών που καλούνται να ταξιδεύουν τακτικά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκδίδοντάς τους θεωρήσεις για πολλαπλές εισόδους. Κατά τον καθορισμό της διάρκειας ισχύος των θεωρήσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη διάρκεια των ερευνητικών προγραμμάτων στα οποία καλούνται να συμμετέχουν οι ερευνητές·

3.

να αναλάβουν τη δέσμευση να διευκολύνουν την υιοθέτηση εναρμονισμένης προσέγγισης για τα δικαιολογητικά που πρέπει να επισυνάπτονται από τους ερευνητές κατά την υποβολή της αίτησής τους για τη χορήγηση θεώρησης εισόδου. Θα πρέπει να διαβουλεύονται με τους εγκεκριμένους ερευνητικούς οργανισμούς επί του θέματος αυτού·

4.

να ενθαρρύνουν τη χορήγηση θεωρήσεων στους ερευνητές ατελώς, σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο κοινοτικό κεκτημένο·

5.

να λαμβάνουν υπόψη, στο πλαίσιο της τοπικής προξενικής συνεργασίας, τον στόχο που συνίσταται στη διευκόλυνση της χορήγησης θεωρήσεων σε ερευνητές τρίτων χωρών για να προαχθεί η ανταλλαγή των βέλτιστων πρακτικών·

6.

να αναλάβουν τη δέσμευση να διαβιβάσουν στην Επιτροπή, έως τις 28 Σεπτεμβρίου 2006, πληροφορίες σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές που χρησιμοποιούνται για να διευκολύνουν τη χορήγηση ενιαίων θεωρήσεων στους ερευνητές προκειμένου να της επιτραπεί να αξιολογήσει τη σημειωθείσα πρόοδο. Εφόσον εγκριθεί η οδηγία σχετικά με την ειδική διαδικασία εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας (12)και αναλόγως της έκβασης της αξιολόγησης, θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο ενσωμάτωσης των διατάξεων της παρούσας σύστασης σε κατάλληλο νομικό μέσο δεσμευτικού χαρακτήρα.

Στρασβούργο, 28 Σεπτεμβρίου 2005.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. ALEXANDER


(1)  ΕΕ C 120 της 20.5.2005, σ. 60.

(2)  ΕΕ C 71 της 22.3.2005, σ. 6.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Απριλίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 2005.

(4)  Απόφαση αριθ. 1513/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με σκοπό τη συμβολή στη δημιουργία του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας και στην καινοτομία (2002-2006) (ΕΕ L 232 της 29.8.2002, σ. 1)· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 786/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 7).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1)· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 851/2005 (ΕΕ L 141 της 4.6.2005, σ. 3).

(6)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(7)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(8)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(9)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(10)  ΕΕ L 368 της 15.12.2004, σ. 26.

(11)  ΕΕ L 370 της 17.12.2004, σ. 78.

(12)  Βλέπε σελίδα 15 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.


Συμβούλιο

3.11.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 289/26


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Οκτωβρίου 2005

για τη διευκόλυνση της εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα

(2005/762/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή, προκειμένου να ενισχύσει και να διαρθρώσει την ευρωπαϊκή πολιτική έρευνας, έκρινε αναγκαίο, τον Ιανουάριο 2000, να δημιουργήσει τον ευρωπαϊκό χώρο έρευνας ως κεντρικό άξονα της μελλοντικής κοινοτικής δράσης στον συγκεκριμένο τομέα.

(2)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας, ενστερνιζόμενο τον ευρωπαϊκό χώρο έρευνας, τον Μάρτιο 2000, έθεσε ως στόχο στην Κοινότητα να καταστεί, μέχρι το 2010, η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική, βασιζόμενη στη γνώση, οικονομία ανά τον κόσμο.

(3)

Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας επιβάλλει μεγαλύτερη κινητικότητα για τους ερευνητές, όπως αναγνώρισε το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (4), ανοίγοντας περισσότερο τα προγράμματά του στους ερευνητές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Ο αριθμός ερευνητών τους οποίους η Κοινότητα χρειάζεται μέχρι το 2010, για να ανταποκριθεί στον στόχο της επένδυσης του 3 % του ΑΕγχΠ στην έρευνα, που έθεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης, τον Μάρτιο 2002, υπολογίζεται σε 700 000 άτομα. Αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί μέσω ενός συνόλου αλληλένδετων μέτρων, όπως η ενίσχυση της προσέλκυσης των νέων σε επιστημονικές σταδιοδρομίες, η προώθηση της συμμετοχής των γυναικών στην επιστημονική έρευνα, η αύξηση των δυνατοτήτων κατάρτισης και κινητικότητας στην έρευνα, η βελτίωση των προοπτικών σταδιοδρομίας για ερευνητές εντός της Κοινότητας και μεγαλύτερο άνοιγμα της Κοινότητας σε υπηκόους τρίτων χωρών που μπορούν να γίνονται δεκτοί για σκοπούς έρευνας.

(5)

Αναμένοντας την εφαρμογή της οδηγίας 2005/71/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2005, για μια συγκεκριμένη διαδικασία εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών για τους σκοπούς της επιστημονικής έρευνας (5), η παρούσα σύσταση καλεί τα κράτη μέλη να διευκολύνουν από τώρα την εισδοχή αυτών των ατόμων.

(6)

Δεδομένου ότι ελλείπουν ερευνητές στην Κοινότητα και λόγω της ανάγκης να διευκολυνθεί η εισδοχή τους, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την προώθηση της πρόσβασης σε ερευνητικές θέσεις στην αγορά εργασίας, π.χ. με την απαλλαγή από την υποχρέωση άδειας εργασίας.

(7)

Προκειμένου να καταστούν ανταγωνιστικά και ελκυστικά σε διεθνές επίπεδο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απλοποιήσουν και να συντομεύσουν τις διαδικασίες τους έκδοσης και ανανέωσης θεωρήσεων και αδειών διαμονής σε ερευνητές.

(8)

Η εφαρμογή της παρούσας σύστασης δεν θα πρέπει να ευνοεί τη διαρροή επιστημονικού δυναμικού από αναδυόμενες οικονομίες ή αναπτυσσόμενες χώρες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει, επομένως, να λαμβάνονται συνοδευτικά μέτρα με στόχο να ενθαρρύνουν την ένταξη των ερευνητών στις χώρες καταγωγής τους καθώς και να προωθούν την κινητικότητα μεταξύ ερευνητών, στο πλαίσιο της εταιρικής σχέσης με τις χώρες καταγωγής, με σκοπό τη χάραξη συνολικής μεταναστευτικής πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώκουν την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της υποδοχής ερευνητών από τρίτες χώρες και της αξιολόγησης των αναγκών της χώρας καταγωγής τους στον τομέα της έρευνας. Ενεργώντας με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να λαμβάνουν επίσης υπόψη την προσωπική κατάσταση των ερευνητών, ιδίως όταν το αφορώμενο πρόσωπο έχει συμβατική σχέση με ερευνητικό οργανισμό στη χώρα καταγωγής του.

(9)

Δεδομένου ότι τα ζητήματα που αφορούν την οικογενειακή επανένωση αποτελούν αποφασιστικό παράγοντα της απόφασης των ερευνητών να επιλέξουν την Κοινότητα ως τον τόπο για τις έρευνές τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διευκολύνουν την επανένωση των μελών της οικογένειας των ερευνητών, παραδείγματος χάριν όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας και τη δυνατότητα των μελών της οικογενείας να υποβάλλουν αίτηση όταν είναι νομίμως παρόντα στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους.

(10)

Για τον καθορισμό της διάρκειας της άδειας διαμονής που χορηγείται στα μέλη της οικογενείας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κατά πόσον το αφορώμενο πρόσωπο θα πρέπει να ολοκληρώσει τη σχολική του εκπαίδευση.

(11)

Θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών για να βελτιωθούν οι διαδικασίες εισδοχής των ερευνητών. Η παρούσα σύσταση προσδιορίζει επίσης ως παράγοντες βελτίωσης τις επαφές και τη δικτύωση μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Ιδίως η «Πανευρωπαϊκή δικτυακή πύλη κινητικότητας ερευνητών», καθώς και τα αντίστοιχα εθνικά εργαλεία, αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για τους ερευνητές.

(12)

Σύμφωνα με την πράξη προσχώρησης του 2003, κατά τη διάρκεια κάθε περιόδου εφαρμογής εθνικών μέτρων ή μέτρων που απορρέουν από διμερείς συμφωνίες, τα τότε κράτη μέλη δίνουν προτίμηση στους εργαζομένους οι οποίοι είναι υπήκοοι των κρατών μελών έναντι εργαζομένων οι οποίοι είναι υπήκοοι τρίτων χωρών όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

(13)

Οι τσέχοι, κύπριοι, εσθονοί, ούγγροι, λεττονοί, λιθουανοί, μαλτέζοι, πολωνοί, σλοβάκοι και σλοβένοι διακινούμενοι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους που διαμένουν και εργάζονται νομίμως σε άλλο κράτος μέλος, ή οι διακινούμενοι εργαζόμενοι από άλλα κράτη μέλη και οι οικογένειές τους που διαμένουν και εργάζονται νομίμως στην Τσεχική Δημοκρατία, Κύπρο, Εσθονία, Ουγγαρία, Λεττονία, Λιθουανία, Μάλτα, Πολωνία, Σλοβακία και Σλοβενία, δεν υφίστανται μεταχείριση πιο περιοριστική απ’ όσο οι διακινούμενοι εργαζόμενοι τρίτων χωρών που διαμένουν και εργάζονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ή στην Τσεχική Δημοκρατία, Κύπρο, Εσθονία, Ουγγαρία, Λεττονία, Λιθουανία, Μάλτα, Πολωνία, Σλοβακία και Σλοβενία, αντιστοίχως.

(14)

Η παρούσα σύσταση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που διακηρύσσονται ιδίως από τον χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(15)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας σύστασης και οι διατάξεις της δεν εφαρμόζονται σ’ αυτή.

(16)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας σύστασης και οι διατάξεις της δεν εφαρμόζονται σ’ αυτό.

(17)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας σύστασης και οι διατάξεις της παρούσας σύστασης δεν εφαρμόζονται σ’ αυτήν,

ΣΥΣΤΗΝΕΙ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ:

1.

Όσον αφορά την εισδοχή με σκοπό τη διεξαγωγή έρευνας:

α)

να ευνοούν την εισδοχή ερευνητών στην Κοινότητα, παρέχοντάς τους ευνοϊκούς όρους για τη διεξαγωγή έρευνας, κατά προτίμηση απαλλάσσοντάς τους από την υποχρέωση άδειας εργασίας ή, εναλλακτικά, προβλέποντας ότι η άδεια εργασίας θα τους χορηγείται αυτομάτως ή με διαδικασίες πρώτης ταχύτητας·

β)

να απέχουν από τη χρησιμοποίηση ποσοστώσεων που περιορίζουν την εισδοχή υπηκόων τρίτων χωρών για την κάλυψη ερευνητικών θέσεων·

γ)

να εγγυώνται στους υπηκόους τρίτων χωρών τη δυνατότητα να εργάζονται ως ερευνητές, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας παράτασης ή ανανέωσης των αδειών εργασίας, οσάκις ενδείκνυται.

2.

Όσον αφορά τις άδειες διαμονής:

α)

να εκδίδουν άδειες διαμονής κατόπιν αιτήσεως υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς έρευνας, το συντομóτερο δυνατó, και να διευκολύνουν πρώτης ταχύτητας διαδικασίες·

β)

να εγγυώνται στους υπηκόους τρίτων χωρών που εργάζονται ως ερευνητές την ανανέωση των αδειών διαμονής τους·

γ)

να εντάσσουν σταδιακά τους ερευνητικούς οργανισμούς στη διαδικασία εισδοχής των ερευνητών.

3.

Όσον αφορά την οικογενειακή επανένωση, να διευκολύνουν και να υποστηρίζουν την επανένωση των μελών της οικογένειας, παρέχοντάς τους ευνοϊκούς και ελκυστικούς όρους και διαδικασίες.

4.

Όσον αφορά την επιχειρησιακή συνεργασία:

α)

να διευκολύνουν την πρόσβαση των ερευνητών στις σχετικές πληροφορίες και να μεριμνούν ώστε αυτές να είναι διαθέσιμες από όλες τις συναφείς πηγές πληροφόρησης·

β)

να προωθήσουν δίκτυα προσώπων επαφής στο πλαίσιο των αρμοδίων διοικητικών υπηρεσιών·

γ)

να ενθαρρύνουν τους ερευνητικούς οργανισμούς να αναπτύσσουν τέτοια δίκτυα·

δ)

να ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που θεσπίζουν ώστε να διευκολύνουν την εισδοχή ερευνητών από τρίτες χώρες.

Λουξεμβούργο, 12 Οκτωβρίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. CLARKE


(1)  Γνώμη της 12ης Απριλίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 120 της 20.5.2005, σ. 60.

(3)  ΕΕ C 71 της 22.3.2005, σ. 6.

(4)  Απόφαση αριθ. 1513/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με σκοπό τη συμβολή στη δημιουργία του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας και στην καινοτομία (2002-2006) (ΕΕ L 232 της 29.8.2002, σ. 1)· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 786/2004/ΕΚ (ΕΕ L 138 της 30.4.2004, σ. 7).

(5)  Βλέπε σελίδα 15 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.