ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
6 Αυγούστου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1291/2005 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1292/2005 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, για την τροποποίηση του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη διατροφή των ζώων ( 1 )

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1293/2005 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2676/90 περί καθορισμού κοινοτικών μεθόδων ανάλυσης που εφαρμόζονται στον οινικό τομέα

12

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1294/2005 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, σχετικά με την τροποποίηση τoυ παραρτήματoς Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 του Συμβουλίου περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής

16

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1295/2005 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, σχετικά με τον καθορισμό, για την περίοδο εμπορίας 2004/2005, της μείωσης της ενίσχυσης για αφυδατωμένες ζωοτροφές

18

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1296/2005 της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, για αναθεώρηση, για την περίοδο εμπορίας 2005/2006 στον τομέα της ζάχαρης, του ανωτάτου ποσού της συνεισφοράς Β, και για τροποποίηση της ελαχίστης τιμής των ζαχαρότευτλων Β

20

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Συμβούλιο

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2005, για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών

21

 

*

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2005, σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις οικονομικές πολιτικές των κρατών μελών και της Κοινότητας (2005-2008)

28

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1279/2005 της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2005, για την τροποποίηση των δασμών κατά την εισαγωγή στον τομέα των σιτηρών που εφαρμόζονται από τις 3 Αυγούστου 2005 (ΕΕ L 202 της 3.8.2005)

38

 

 

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1270/2005 της Επιτροπής, της 1ης Αυγούστου 2005, για καθορισμό σε ποιο βαθμό μπορεί να δοθεί συνέχεια στις αιτήσεις για πιστοποιητικά εισαγωγής που υποβλήθηκαν τον Ιούλιοτου 2005 για τα νεαρά άρρενα βοοειδή που προορίζονται για πάχυνση στο πλαίσιο μιας δασμολογικής ποσόστωσης η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 992/2005 (ΕΕ L 201 της 2.8.2005)

38

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1291/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Αυγούστου 2005

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 6 Αυγούστου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

44,5

096

41,1

999

42,8

0707 00 05

052

75,8

096

39,7

999

57,8

0709 90 70

052

77,2

999

77,2

0805 50 10

382

67,4

388

69,4

524

60,9

528

62,0

999

64,9

0806 10 10

052

103,9

204

57,3

220

128,8

624

155,1

999

111,3

0808 10 80

388

79,5

400

66,7

508

68,0

512

64,7

528

77,2

720

67,2

804

72,4

999

70,8

0808 20 50

052

110,0

388

56,9

512

18,8

528

53,2

800

50,6

999

57,9

0809 20 95

052

303,5

400

327,9

404

318,7

999

316,7

0809 30 10, 0809 30 90

052

113,1

999

113,1

0809 40 05

094

49,8

624

63,6

999

56,7


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 750/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 126 της 19.5.2005, σ. 12). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1292/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Αυγούστου 2005

για την τροποποίηση του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη διατροφή των ζώων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (1), και ιδίως την πρώτη παράγραφο του άρθρου 23,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θεσπίζονται κανόνες για τη χορήγηση πρωτεϊνών που προέρχονται από ζώα προκειμένου να προληφθεί η εξάπλωση μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) στα ζώα.

(2)

Με τον εν λόγω κανονισμό απαγορεύτηκε η χρησιμοποίηση ορισμένων ζωικών πρωτεϊνών στη διατροφή εκτρεφόμενων ζώων, είτε διότι αυτού του είδους οι πρωτεΐνες ενδέχεται να περιέχουν τον κίνδυνο μόλυνσης από ΜΣΕ είτε διότι μπορεί να παρεμποδίσουν την ανίχνευση μικρών ποσοτήτων πιθανώς μολυσμένων από ΜΣΕ πρωτεϊνών στις ζωοτροφές. Θεσπίστηκε επίσης η μηδενική ανοχή για τα απαγορευμένα ζωικά συστατικά στις ζωοτροφές.

(3)

Με την οδηγία 2003/126/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2003, για καθορισμό αναλυτικών μεθόδων για τον προσδιορισμό των συστατικών ζωικής προέλευσης για τον επίσημο έλεγχο των ζωοτροφών (2), προβλέπεται η πραγματοποίηση επίσημης ανάλυσης ζωοτροφών με σκοπό τον έλεγχο της παρουσίας, την ταυτοποίηση ή τον κατ’ εκτίμηση προσδιορισμό των συστατικών ζωικής προέλευσης στις ζωοτροφές σύμφωνα με τις διατάξεις της ίδιας οδηγίας. Από τις δοκιμές επάρκειας των εργαστηρίων, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας από το Ινστιτούτο Υλικών και Μετρήσεων Αναφοράς (IRMM-ΚΚΕρ) της Επιτροπής, απεδείχθη ότι βελτιώθηκε σημαντικά η απόδοση των εργαστηρίων στην ανίχνευση μικρών ποσοτήτων πρωτεϊνών που προέρχονται από θηλαστικά στις ζωοτροφές.

(4)

Αποτέλεσμα αυτής της βελτιωμένης απόδοσης των εργαστηρίων ήταν η ανίχνευση της τυχαίας παρουσίας θραυσμάτων οστών, ιδίως σε καλλιέργειες με κονδυλώδη και ριζωματώδη φυτά. Από τα επιστημονικά στοιχεία προέκυψε ότι δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί η επιμόλυνση των καλλιεργειών αυτού του είδους με θραύσματα οστών που είναι παρόντα στο έδαφος. Οι αποστολές επιμολυσμένων κονδυλωδών και ριζωματωδών φυτών πρέπει να διατίθενται ως απόβλητα σύμφωνα με την οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1995, για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επίσημων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων (3), και συχνά αυτό συνεπάγεται ότι πρέπει να καταστρέφονται. Προκειμένου να αποτραπούν οι δυσαναλογίες στην εφαρμογή της οδηγίας αυτής, πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να προβούν σε εκτίμηση διακινδύνευσης όσον αφορά την παρουσία ζωικών συστατικών σε κονδυλώδη και ριζωματώδη φυτά προτού εξετάσουν το ενδεχόμενο να αγνοήσουν την απαγόρευση για τις ζωοτροφές.

(5)

Στις 25 και 26 Μαΐου 2000, η επιστημονική συντονιστική επιτροπή (ΕΣΕ) επικαιροποίησε την έκθεση και τη γνώμη της σχετικά με την ασφάλεια των προϊόντων υδρόλυσης πρωτεϊνών που παράγονται από δορές μηρυκαστικών, η οποία είχε εγκριθεί κατά τη συνεδρίασή της στις 22 και 23 Οκτωβρίου 1998. Οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα προϊόντα υδρόλυσης πρωτεϊνών μπορούν να θεωρηθούν ασφαλή σύμφωνα με την εν λόγω γνώμη καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (4). Από την 1η Μαΐου 2004, οι προϋποθέσεις αυτές ισχύουν και για τα προϊόντα υδρόλυσης πρωτεϊνών που εισάγονται από τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει πλέον να απαγορεύεται η διατροφή των μηρυκαστικών με χορήγηση προϊόντων υδρόλυσης πρωτεϊνών που παράγονται από δορές και δέρματα μηρυκαστικών.

(6)

Στη γνώμη της 17ης Σεπτεμβρίου 1999 σχετικά με την ανακύκλωση εντός του ίδιου είδους καθώς και στη γνώμη της 27ης-28ης Νοεμβρίου 2000 σχετικά με την επιστημονική βάση της απαγόρευσης των ζωικών πρωτεϊνών από τις ζωοτροφές όλων των εκτρεφόμενων ζώων, η ΕΣΕ ανέφερε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις φυσικής εκδήλωσης ΜΣΕ σε τροφοπαραγωγικά εκτρεφόμενα ζώα εκτός των μηρυκαστικών, όπως οι χοίροι και τα πουλερικά. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι έλεγχοι σχετικά με την απαγόρευση ζωικών πρωτεϊνών βασίζονται στην ανίχνευση οστών και μυϊκών ινών στις ζωοτροφές, τα προϊόντα αίματος και τα προϊόντα υδρόλυσης πρωτεϊνών που προέρχονται από μη μηρυκαστικά δεν πρέπει να παρεμποδίζουν τους ελέγχους για την παρουσία πιθανώς μολυσμένων από ΜΣΕ πρωτεϊνών. Συνεπώς, πρέπει να μετριαστεί η αυστηρότητα των περιορισμών στη χορήγηση σε εκτρεφόμενα ζώα προϊόντων αίματος και προϊόντων υδρόλυσης πρωτεϊνών που προέρχονται από μη μηρυκαστικά.

(7)

Πρέπει να διευκρινιστούν οι όροι μεταφοράς, αποθήκευσης και συσκευασίας των χύδην φορτίων ζωοτροφών που περιέχουν μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες.

(8)

Πρέπει να προβλεφθεί η συνεχής αξιολόγηση της ικανότητας και της κατάρτισης του προσωπικού των εργαστηρίων προκειμένου να διατηρηθεί ή και να βελτιωθεί η ποιότητα των επίσημων ελέγχων.

(9)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα. Για πρακτικούς λόγους και χάριν σαφήνειας, κρίνεται σκόπιμο να αντικατασταθεί εξ ολοκλήρου το τροποποιημένο παράρτημα IV.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 260/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 46 της 17.2.2005, σ. 31).

(2)  ΕΕ L 339 της 24.12.2003, σ. 78.

(3)  ΕΕ L 265 της 8.11.1995, σ. 17· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 234 της 1.9.2001, σ. 55).

(4)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 416/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 66 της 12.3.2005, σ. 10).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα ΙV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΖΩΩΝ

I.   Επέκταση της απαγόρευσης που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1

Η απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 επεκτείνεται στη χορήγηση:

α)

σε εκτρεφόμενα ζώα, με εξαίρεση τα σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας:

i)

μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών,

ii)

ζελατίνης που προέρχεται από μηρυκαστικά,

iii)

προϊόντων αίματος,

iv)

προϊόντων υδρόλυσης πρωτεϊνών,

v)

όξινου φωσφορικού ασβεστίου και φωσφορικού ασβεστίου ζωικής προέλευσης (“όξινου φωσφορικού ασβεστίου και φωσφορικού ασβεστίου”),

vi)

ζωοτροφών που περιέχουν τις πρωτεΐνες που αναφέρονται στα σημεία i) έως v).

β)

σε μηρυκαστικά ζωικών πρωτεϊνών και ζωοτροφών που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες.

II.   Παρεκκλίσεις από τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 και ειδικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των παρεκκλίσεων αυτών

Α.

Οι απαγορεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για τα ακόλουθα:

α)

τη χορήγηση σε εκτρεφόμενα ζώα των πρωτεϊνών που αναφέρονται στα σημεία i), ii), iii) και iv), και ζωοτροφών που προέρχονται από τις πρωτεΐνες αυτές:

i)

γάλα, προϊόντα με βάση το γάλα και πρωτόγαλα,

ii)

αβγά και προϊόντα αβγών,

iii)

ζελατίνη που προέρχεται από μη μηρυκαστικά,

iv)

προϊόντα υδρόλυσης πρωτεϊνών που προέρχονται από μέρη μη μηρυκαστικών και από δορές και δέρματα μηρυκαστικών·

β)

τη χορήγηση σε εκτρεφόμενα μη μηρυκαστικά ζώα των πρωτεϊνών που αναφέρονται στα σημεία i), ii) και iii), και προϊόντων που προέρχονται από τις πρωτεΐνες αυτές:

i)

ιχθυάλευρα, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Β,

ii)

όξινο φωσφορικό ασβέστιο και φωσφορικό ασβέστιο, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Γ,

iii)

προϊόντα αίματος που προέρχονται από μη μηρυκαστικά, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Δ·

γ)

τη χορήγηση σε ιχθύες αιματαλεύρων που προέρχονται από μη μηρυκαστικά, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Δ·

δ)

τη χορήγηση σε εκτρεφόμενα ζώα κονδυλωδών και ριζωματωδών φυτών και ζωοτροφών που περιέχουν τέτοια προϊόντα, έπειτα από την ανίχνευση θραυσμάτων οστών. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν τη χορήγηση των προαναφερόμενων εφόσον έχει προηγηθεί θετική εκτίμηση διακινδύνευσης. Κατά την εκτίμηση διακινδύνευσης λαμβάνεται υπόψη τουλάχιστον η έκταση και η πιθανή πηγή της επιμόλυνσης, καθώς και ο τελικός προορισμός της αποστολής.

Β.

Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τη χρήση των ιχθυαλεύρων που αναφέρονται στο σημείο A στοιχείο β) περίπτωση i), καθώς και ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα, στη διατροφή εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων (δεν ισχύουν για τη διατροφή σαρκοβόρων ζώων που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας):

α)

τα ιχθυάλευρα παράγονται σε μονάδες επεξεργασίας που παράγουν αποκλειστικά προϊόντα προερχόμενα από ιχθύες·

β)

πριν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα, κάθε αποστολή εισαγόμενων ιχθυαλεύρων αναλύεται μικροσκοπικά σύμφωνα με την οδηγία 2003/126/ΕΚ·

γ)

οι ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα παράγονται σε εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ζωοτροφές για μηρυκαστικά και έχουν εγκριθεί για τον σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο γ):

i)

δεν απαιτείται ειδική άδεια για την παραγωγή πλήρων ζωοτροφών από ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα για τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίοι:

έχουν καταχωριστεί σε μητρώο από την αρμόδια αρχή,

συντηρούν μόνον μη μηρυκαστικά,

παράγουν πλήρεις ζωοτροφές που προορίζονται για χρήση μόνον στην ίδια εκμετάλλευση, και

υπό τον όρο ότι οι ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα και χρησιμοποιούνται στην παραγωγή περιέχουν ανεπεξέργαστες πρωτεΐνες σε ποσοστό μικρότερο από 50 %·

ii)

η παραγωγή ζωοτροφών για μηρυκαστικά σε εγκαταστάσεις που παράγουν επίσης ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα για άλλα είδη ζώων μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή, υπό τους ακόλουθους όρους:

οι ασυσκεύαστες και οι συσκευασμένες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά φυλάσσονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις για ασυσκεύαστα ιχθυάλευρα και ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία,

οι ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά παράγονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις όπου παράγονται ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα,

τα αρχεία που καταγράφουν λεπτομερώς τις αγορές και χρήσεις των ιχθυαλεύρων και τις πωλήσεις των ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής για μια πενταετία τουλάχιστον, και

διεξάγονται έλεγχοι ρουτίνας στις ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά για να εξασφαλίζεται η απουσία απαγορευμένων πρωτεϊνών που περιέχουν ιχθυάλευρα·

δ)

η ετικέτα και το συνοδευτικό έγγραφο των ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα αναφέρουν σαφώς τη φράση “περιέχει ιχθυάλευρα — να μη χορηγείται σε μηρυκαστικά”·

ε)

οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για μηρυκαστικά. Εάν το όχημα χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη μεταφορά ζωοτροφών που προορίζονται για μηρυκαστικά, καθαρίζεται επιμελώς σύμφωνα με διαδικασία που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή για να αποφεύγεται η αλληλομόλυνση·

στ)

η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα σε εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά, εάν έχει πεισθεί σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στην εκμετάλλευση που εμποδίζουν τη σίτιση των μηρυκαστικών με ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα.

Γ.

Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τη χρήση όξινου φωσφορικού ασβεστίου και φωσφορικού ασβεστίου που αναφέρονται στο σημείο A στοιχείο β) σημείο ii), καθώς και ζωοτροφών που περιέχουν αυτές τις πρωτεΐνες, στη διατροφή εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων (δεν ισχύουν για τη διατροφή σαρκοβόρων ζώων που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας):

α)

οι ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο παράγονται σε εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ζωοτροφές για μηρυκαστικά και έχουν εγκριθεί για το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό:

i)

δεν απαιτείται ειδική άδεια για την παραγωγή πλήρων ζωοτροφών από ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο για τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίοι:

έχουν καταχωριστεί σε μητρώο από την αρμόδια αρχή,

συντηρούν μόνον μη μηρυκαστικά,

παράγουν πλήρεις ζωοτροφές που προορίζονται για χρήση μόνον στην ίδια εκμετάλλευση, και

υπό τον όρο ότι οι ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο και χρησιμοποιούνται στην παραγωγή περιέχουν ολικό φώσφορο σε ποσοστό μικρότερο από 10 %·

ii)

η παραγωγή ζωοτροφών για μηρυκαστικά σε εγκαταστάσεις που παράγουν επίσης ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο για άλλα είδη ζώων μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή, υπό τους ακόλουθους όρους:

οι ασυσκεύαστες και οι συσκευασμένες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά παράγονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις όπου παράγονται ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο,

οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά φυλάσσονται –κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία– σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις για ασυσκεύαστο όξινο φωσφορικό ασβέστιο, ασυσκεύαστο φωσφορικό ασβέστιο και ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο,

τα αρχεία που καταγράφουν λεπτομερώς τις αγορές και χρήσεις του όξινου φωσφορικού ασβεστίου και του φωσφορικού ασβεστίου και τις πωλήσεις των ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο φυλάσσονται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής για μια πενταετία τουλάχιστον·

β)

η ετικέτα και το συνοδευτικό έγγραφο των ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο αναφέρουν σαφώς τη φράση “περιέχει όξινο φωσφορικό ασβέστιο/φωσφορικό ασβέστιο ζωικής προέλευσης — να μη χορηγείται σε μηρυκαστικά”·

γ)

οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για μηρυκαστικά. Εάν το όχημα χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη μεταφορά ζωοτροφών που προορίζονται για μηρυκαστικά, καθαρίζεται επιμελώς σύμφωνα με διαδικασία που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή για να αποφεύγεται η αλληλομόλυνση·

δ)

η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο σε εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά, εάν έχει πεισθεί σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στην εκμετάλλευση που εμποδίζουν τη σίτιση των μηρυκαστικών με ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο.

Δ.

Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τη χρήση των προϊόντων αίματος που αναφέρονται στο σημείο A στοιχείο β) σημείο iii) και των αιματαλεύρων που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο γ), καθώς και των ζωοτροφών που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες, στη διατροφή εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων και ιχθύων αντιστοίχως:

α)

το αίμα προέρχεται από σφαγεία εγκεκριμένα από την ΕΕ, τα οποία δεν σφάζουν μηρυκαστικά και έχουν καταχωριστεί ως σφαγεία που δεν σφάζουν μηρυκαστικά, και μεταφέρεται απευθείας στη μονάδα μεταποίησης με οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη μεταφορά αίματος μη μηρυκαστικών. Εάν το όχημα χρησιμοποιήθηκε προηγουμένως για τη μεταφορά αίματος μηρυκαστικών, καθαρίζεται και στη συνέχεια επιθεωρείται από την αρμόδια αρχή πριν από τη μεταφορά αίματος μη μηρυκαστικών.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη σφαγή μηρυκαστικών σε σφαγείο που συλλέγει αίμα μη μηρυκαστικών προοριζόμενο για την παραγωγή προϊόντων αίματος και αιματαλεύρων για χρήση στη σίτιση εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων και ιχθύων αντιστοίχως, εφόσον το σφαγείο αυτό διαθέτει αναγνωρισμένο σύστημα ελέγχου. Το εν λόγω σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

η σφαγή των μη μηρυκαστικών παραμένει φυσικά διαχωρισμένη από τη σφαγή των μηρυκαστικών,

το αίμα που προέρχεται από μηρυκαστικά συλλέγεται, αποθηκεύεται, μεταφέρεται και συσκευάζεται σε εγκαταστάσεις που παραμένουν φυσικά διαχωρισμένες από τις εγκαταστάσεις για το αίμα που προέρχεται από μη μηρυκαστικά, και

διενεργείται τακτική δειγματοληψία και ανάλυση του αίματος που προέρχεται από μη μηρυκαστικά για την ανίχνευση της παρουσίας πρωτεϊνών μηρυκαστικών·

β)

τα προϊόντα αίματος και τα αιματάλευρα παράγονται σε εγκαταστάσεις οι οποίες μεταποιούν αποκλειστικά αίμα μη μηρυκαστικών.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει την παραγωγή προϊόντων αίματος και αιματαλεύρων για χρήση στη σίτιση εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων και ιχθύων αντιστοίχως σε εγκαταστάσεις που μεταποιούν αίμα μηρυκαστικών και διαθέτουν αναγνωρισμένο σύστημα ελέγχου που εμποδίζει την αλληλομόλυνση. Το εν λόγω σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

μεταποίηση του αίματος μη μηρυκαστικών σε κλειστό σύστημα που διαχωρίζεται φυσικά από τη μεταποίηση του αίματος μηρυκαστικών,

τοποθέτηση των ασυσκεύαστων πρώτων υλών και των ασυσκεύαστων τελικών προϊόντων που προέρχονται από μηρυκαστικά κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από τις εγκαταστάσεις για τις ασυσκεύαστες πρώτες ύλες και τα ασυσκεύαστα τελικά προϊόντα που προέρχονται από μη μηρυκαστικά, και

τακτική δειγματοληψία και ανάλυση προϊόντων αίματος και αιματαλεύρων προέλευσης μη μηρυκαστικών για την ανίχνευση της παρουσίας πρωτεϊνών μηρυκαστικών·

γ)

οι ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα παράγονται σε εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ζωοτροφές για μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων αντιστοίχως και έχουν εγκριθεί για τον σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό:

i)

δεν απαιτείται ειδική άδεια για την παραγωγή πλήρων ζωοτροφών από ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα για τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίοι:

έχουν καταχωριστεί σε μητρώο από την αρμόδια αρχή,

συντηρούν μόνον μη μηρυκαστικά στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται προϊόντα αίματος, ή μόνον ιχθύες στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται αιματάλευρα,

παράγουν πλήρεις ζωοτροφές που προορίζονται για χρήση μόνον στην ίδια εκμετάλλευση, και

υπό τον όρο ότι οι ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα και χρησιμοποιούνται στην παραγωγή περιέχουν ολική πρωτεΐνη σε ποσοστό μικρότερο από 50 %·

ii)

η παραγωγή ζωοτροφών για μηρυκαστικά σε εγκαταστάσεις που παράγουν επίσης ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα για εκτρεφόμενα μη μηρυκαστικά ζώα ή ιχθύες αντιστοίχως μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή, υπό τους ακόλουθους όρους:

οι ασυσκεύαστες και οι συσκευασμένες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων παράγονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις όπου παράγονται ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αντιστοίχως,

οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές φυλάσσονται, κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία, σε φυσικά διαχωρισμένες εγκαταστάσεις ως εξής:

α)

οι ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά φυλάσσονται χωριστά από τα προϊόντα αίματος και από τις ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος·

β)

οι ζωοτροφές που προορίζονται για εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων φυλάσσονται χωριστά από τα αιματάλευρα και από τις ζωοτροφές που περιέχουν αιματάλευρα.

τα αρχεία που καταγράφουν λεπτομερώς τις αγορές και χρήσεις των προϊόντων αίματος και των αιματαλεύρων, καθώς και τις πωλήσεις των ζωοτροφών που περιέχουν τέτοια προϊόντα, φυλάσσονται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής για μια πενταετία τουλάχιστον·

δ)

η ετικέτα, το συνοδευτικό εμπορικό έγγραφο ή το υγειονομικό πιστοποιητικό, ανάλογα με την περίπτωση, των ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αναφέρουν σαφώς τη φράση «περιέχει προϊόντα αίματος — να μη χορηγείται σε μηρυκαστικά» ή «περιέχει αιματάλευρα — να χορηγείται μόνον σε ιχθύες», ανάλογα με την περίπτωση·

ε)

οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για μηρυκαστικά, και οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν αιματάλευρα μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων. Εάν το όχημα χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη μεταφορά ζωοτροφών που προορίζονται για μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων αντιστοίχως, καθαρίζεται επιμελώς σύμφωνα με διαδικασία για την αποφυγή αλληλομόλυνσης που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή·

στ)

η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά, ενώ η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν αιματάλευρα απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων.

Κατά παρέκκλιση, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αντιστοίχως στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων αντιστοίχως, εάν έχει πεισθεί σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στην εκμετάλλευση που εμποδίζουν τη χορήγηση ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αντιστοίχως σε μηρυκαστικά ή είδη ζώων εκτός των ιχθύων αντιστοίχως.

III.   Γενικοί όροι σχετικά με την εφαρμογή

A.

Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

B.

Τα κράτη μέλη τηρούν ενημερωμένους καταλόγους για τα ακόλουθα:

α)

σφαγεία εγκεκριμένα για τη συλλογή αίματος σύμφωνα με το σημείο Δ στοιχείο α) του μέρους ΙΙ·

β)

εγκεκριμένες μονάδες μεταποίησης που παράγουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο, φωσφορικό ασβέστιο, προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα, και

γ)

εγκαταστάσεις, με εξαίρεση τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίες έχουν λάβει άδεια για την παραγωγή ζωοτροφών που περιέχουν τα ιχθυάλευρα και τις πρωτεΐνες που αναφέρονται στο στοιχείο β) και οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο B στοιχείο γ), στο σημείο Γ στοιχείο α) και στο σημείο Δ στοιχείο γ) του μέρους II.

Γ.

α)

Οι ασυσκεύαστες μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες με εξαίρεση τα ιχθυάλευρα, και τα ασυσκεύαστα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των ζωοτροφών, των οργανικών λιπασμάτων και των βελτιωτικών εδάφους, τα οποία περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες, αποθηκεύονται και μεταφέρονται σε ειδικές εγκαταστάσεις. Η αποθήκη ή το όχημα μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς μόνον αφού προηγουμένως καθαριστούν και επιθεωρηθούν από την αρμόδια αρχή.

β)

Τα ασυσκεύαστα ιχθυάλευρα που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο i) του μέρους ΙΙ, το ασυσκεύαστο όξινο φωσφορικό ασβέστιο και το ασυσκεύαστο φωσφορικό ασβέστιο που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο ii) του μέρους ΙΙ, τα προϊόντα αίματος που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο iii) του μέρους ΙΙ και τα αιματάλευρα που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο γ) του μέρους II αποθηκεύονται και μεταφέρονται σε αποθήκες και οχήματα ειδικά για τον σκοπό αυτό.

γ)

Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο β):

i)

οι αποθήκες ή τα οχήματα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και τη μεταφορά ζωοτροφών που περιέχουν την ίδια πρωτεΐνη,

ii)

οι αποθήκες ή τα οχήματα, αφού καθαριστούν, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς εφόσον επιθεωρηθούν προηγουμένως από την αρμόδια αρχή, και

iii)

οι αποθήκες και τα οχήματα που μεταφέρουν ιχθυάλευρα μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς εάν η επιχείρηση εφαρμόζει σύστημα ελέγχου, αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή, για να εμποδίζεται η αλληλομόλυνση. Το σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον:

αρχεία των υλικών που μεταφέρονται και των καθαρισμών του οχήματος, και

τακτική δειγματοληψία και ανάλυση των ζωοτροφών που μεταφέρονται για την ανίχνευση της παρουσίας ιχθυαλεύρων.

Η αρμόδια αρχή διεξάγει συχνούς επιτόπιους ελέγχους για να διαπιστώνει εάν το ανωτέρω σύστημα ελέγχου εφαρμόζεται σωστά.

Δ.

Οι ζωοτροφές, συμπεριλαμβανομένων των τροφών για ζώα συντροφιάς, οι οποίες περιέχουν προϊόντα αίματος προέλευσης μηρυκαστικών ή μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες εκτός από ιχθυάλευρα, δεν παράγονται σε εγκαταστάσεις που παράγουν ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα, με εξαίρεση τις ζωοτροφές για σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας.

Οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές, συμπεριλαμβανομένων των τροφών για ζώα συντροφιάς, οι οποίες περιέχουν προϊόντα αίματος προέλευσης μηρυκαστικών ή μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες εκτός από ιχθυάλευρα, φυλάσσονται κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις για ασυσκεύαστες ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα, με εξαίρεση τις ζωοτροφές για σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας.

Οι τροφές για ζώα συντροφιάς και οι ζωοτροφές που προορίζονται για σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας, οι οποίες περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο ii) του μέρους ΙΙ και προϊόντα αίματος που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο iii) του μέρους ΙΙ, παρασκευάζονται και μεταφέρονται σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου Γ στοιχεία α) και γ) και του σημείου Δ στοιχεία γ) και ε) αντιστοίχως, του μέρους II.

Ε.

1.

Απαγορεύεται η εξαγωγή σε τρίτες χώρες μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών προέλευσης μηρυκαστικών και προϊόντων που περιέχουν αυτές τις μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες.

2.

Η εξαγωγή μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών που προέρχονται από μη μηρυκαστικά και προϊόντων που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες επιτρέπεται μόνον από την αρμόδια αρχή και υπό τους ακόλουθους όρους:

προορίζονται για χρήσεις που δεν απαγορεύονται με το άρθρο 7,

συνάπτεται γραπτή συμφωνία με την τρίτη χώρα πριν από την εξαγωγή, η οποία περιλαμβάνει τη δέσμευση της τρίτης χώρας να σεβαστεί την τελική χρήση και να μην επανεξάγει τη μεταποιημένη ζωική πρωτεΐνη και τα προϊόντα που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες για χρήσεις που απαγορεύονται με το άρθρο 7.

3.

Τα κράτη μέλη που επιτρέπουν εξαγωγές σύμφωνα με το σημείο 2 ενημερώνουν, χάριν της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με όλους τους όρους και τις προϋποθέσεις που συμφωνήθηκαν με την εκάστοτε τρίτη χώρα, στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων.

Τα σημεία 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

εξαγωγές ιχθυαλεύρων, εφόσον πληρούν τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Β του μέρους II,

προϊόντα που περιέχουν ιχθυάλευρα,

τροφές για ζώα συντροφιάς.

ΣΤ.

Η αρμόδια αρχή διεξάγει ελέγχους βάσει εγγράφων και φυσικούς ελέγχους, στους οποίους περιλαμβάνονται και δοκιμές στις ζωοτροφές, σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής και διανομής σύμφωνα με την οδηγία 95/53/ΕΚ για να εξακριβώσει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις της και με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Όπου ανιχνευθεί παρουσία απαγορευμένων ζωικών πρωτεϊνών, εφαρμόζεται η οδηγία 95/53/ΕΚ. Η αρμόδια αρχή ελέγχει τακτικά τα εργαστήρια που πραγματοποιούν αναλύσεις ως προς την ικανότητά τους για τη διενέργεια τέτοιων επίσημων ελέγχων, και ιδίως αξιολογώντας τα αποτελέσματα δοκιμών δακτυλίου. Εάν ο βαθμός ικανότητας κριθεί ανεπαρκής, το ελάχιστο διορθωτικό μέτρο που λαμβάνεται είναι η επανακατάρτιση του προσωπικού του εργαστηρίου.»


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1293/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Αυγούστου 2005

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2676/90 περί καθορισμού κοινοτικών μεθόδων ανάλυσης που εφαρμόζονται στον οινικό τομέα

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 46 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η μέθοδος μέτρησης της υπερπίεσης των ημιαφρωδών και αφρωδών οίνων καθορίστηκε σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα κριτήρια. Η νέα περιγραφή της εγκρίθηκε από το διεθνές γραφείο αμπέλου και οίνου στη γενική του συνέλευση του 2003.

(2)

Η χρήση της εν λόγω μεθόδου μετρήσεων μπορεί να καταστήσει απλούστερο και ακριβέστερο τον έλεγχο της υπερπίεσης των συγκεκριμένων οίνων.

(3)

Η περιγραφή της συνήθους μεθόδου, που παρατίθεται στο κεφάλαιο 37 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2676/90 της Επιτροπής (2), δεν εξυπηρετεί πλέον κανένα σκοπό και, συνεπώς, η παράγραφος 3 του κεφαλαίου 37 πρέπει να διαγραφεί. Επιπλέον, πρέπει να προστεθεί, σε νέο κεφάλαιο του παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού, η εκσυγχρονισμένη περιγραφή της ανωτέρω μεθόδου.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2676/90 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης οίνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2676/90 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 179 της 14.7.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ 1188/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 193 της 23.7.2005, σ. 24).

(2)  ΕΕ L 272 της 3.10.1990, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 355/2005 (ΕΕ L 56 της 2.3.2005, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2676/90 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το κεφάλαιο 37 «Διοξείδιο του άνθρακα» τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

η επικεφαλίδα αντικαθίσταται από την ακόλουθη: «1. ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ»,

ii)

το σημείο 1.2 διαγράφεται.

β)

Στην παράγραφο 2, η επικεφαλίδα του σημείου 2.3 αντικαθίσταται από την ακόλουθη: «Υπολογισμός της θεωρητικής υπερπίεσης».

γ)

Οι παράγραφοι 3 και 4 διαγράφονται.

2)

Μετά το κεφάλαιο 37, παρεμβάλλεται το ακόλουθο κείμενο ως κεφάλαιο 37α:

«37α —   ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΠΙΕΣΗΣ ΤΩΝ ΑΦΡΩΔΩΝ ΚΑΙ ΗΜΙΑΦΡΩΔΩΝ ΟΙΝΩΝ

1.   ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ

Ύστερα από σταθεροποίηση της θερμοκρασίας και ανακίνηση της φιάλης, μετριέται η υπερπίεση με αφρόμετρο (μετρητής πίεσης). Εκφράζεται σε μονάδες pascal/πασκάλ (Pa) (μέθοδος τύπου I). Η μέθοδος εφαρμόζεται επίσης στους αεριούχους αφρώδεις και αεριούχους ημιαφρώδεις οίνους.

2.   ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΑ ΣΚΕΥΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΑ

Η συσκευή που επιτρέπει τη μέτρηση της υπερπίεσης στις φιάλες των ημιαφρωδών και αφρωδών οίνων ονομάζεται “αφρόμετρο”. Η μορφή της διαφέρει ανάλογα με το σύστημα πωματισμού της φιάλης (μεταλλικό επιστόμιο, στεφάνη, πώμα από φελλό ή πλαστικό).

2.1.   Για τις φιάλες με επιστόμιο

Η συσκευή συγκροτείται από τρία τμήματα (βλ. σχήμα 1):

Το ανώτερο τμήμα (κοχλιωτό στήριγμα βελόνης) αποτελείται από το μανόμετρο, έναν χειροκίνητο δακτύλιο σύσφιγξης, έναν ατέρμονα κοχλία που εισχωρεί στο μεσαίο τμήμα και μiα βελόνη που διαπερνά το επιστόμιο. Η βελόνη διαθέτει πλευρική οπή, μέσω της οποίας μεταδίδεται η πίεση στο μανόμετρο. Ένας σύνδεσμος εξασφαλίζει τη στεγανότητα του συνόλου επάνω στο επιστόμιο της φιάλης.

Το μεσαίο τμήμα (περικόχλιο) χρησιμεύει στην τοποθέτηση του ανώτερου τμήματος στο κέντρο του επιστομίου και βιδώνεται στο κατώτερο τμήμα, ώστε να συγκρατεί σταθερά το σύνολο επάνω στη φιάλη.

Το κατώτερο τμήμα (σφιγκτήρας) είναι εφοδιασμένο με μια προεξοχή που ολισθαίνει κάτω από τον δακτύλιο της φιάλης, ώστε να στερεώνεται το σύνολο. Υπάρχουν δακτύλιοι που προσαρμόζονται σε κάθε τύπο φιάλης.

2.2.   Για τις φιάλες με πώμα

Η συσκευή συγκροτείται από δύο τμήματα (βλ. σχήμα 2):

Το ανώτερο τμήμα είναι πανομοιότυπο με εκείνο της προηγούμενης συσκευής. Η βελόνη, όμως, έχει μεγαλύτερο μήκος και συνίσταται σε μακρύ κοίλο σωλήνα, ο οποίος καταλήγει σε ακίδα που διευκολύνει τη διάτρηση του πώματος. Η εν λόγω ακίδα είναι αποσπώμενη και, αφού διαπεράσει το πώμα, πέφτει μέσα στον οίνο.

Το κατώτερο τμήμα αποτελείται από το περικόχλιο και μία βάση που εδράζεται στο πώμα. Η τελευταία είναι εφοδιασμένη με τέσσερις κοχλίες σύσφιγξης για τη συγκράτηση του συνόλου επάνω στο πώμα.

Image

Image

Παρατηρήσεις όσον αφορά τα μανόμετρα με τα οποία είναι εξοπλισμένοι οι ανωτέρω δύο τύποι συσκευών:

Είναι δυνατόν να είναι είτε μηχανικά με σωλήνα Bourdon, είτε ψηφιακά με πιεζοηλεκτρικό αισθητήρα. Στην πρώτη περίπτωση, ο σωλήνας Bourdon πρέπει οπωσδήποτε να είναι κατασκευασμένος από ανοξείδωτο χάλυβα.

Είναι βαθμολογημένα σε μονάδες pascal (σύντμηση Pa). Στην περίπτωση των αφρωδών οίνων, είναι πιο πρακτικό να χρησιμοποιείται ως μονάδα το 105 pascals (105 Pa) ή το kilopascal/χιλιοπασκάλ (kPa).

Είναι δυνατόν να είναι διαφορετικών κλάσεων. Η κλάση ενός μανομέτρου είναι η ακρίβεια της ανάγνωσης σε σχέση με την πλήρη κλίμακά του, εκφραζόμενη επί τοις εκατό (π.χ. ένα μανόμετρο των 1 000 kPa, κλάσης 1 υποδηλώνει μέγιστη πίεση χρήσης 1 000 kPa και ανάγνωση με ακρίβεια ± 10 kPa). Η κλάση 1 συνιστάται για τις ακριβείς μετρήσεις.

3.   ΤΡΟΠΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η μέτρηση πρέπει να εκτελείται σε φιάλες των οποίων η θερμοκρασία είναι σταθεροποιημένη για 24 ώρες τουλάχιστον. Αφού διατρηθεί το επιστόμιο ή το πώμα από φελλό ή πλαστικό, η φιάλη πρέπει να ανακινείται ζωηρά μέχρι να επιτευχθεί σταθερή πίεση για την ανάγνωση της ένδειξης.

3.1.   Φιάλες με επιστόμιο

Η προεξοχή του σφιγκτήρα φέρεται με ολίσθηση κάτω από το δακτύλιο της φιάλης. Βιδώνεται το περικόχλιο μέχρι να στερεωθεί το σύνολο στη φιάλη και, κατόπιν, βιδώνεται το ανώτερο τμήμα στο περικόχλιο. Για να αποφευχθεί η απώλεια αερίου, η διάτρηση του επιστομίου πρέπει να εκτελείται όσο το δυνατόν ταχύτερα, ώστε ο σύνδεσμος να έρθει σε επαφή με το επιστόμιο. Στη συνέχεια, η φιάλη πρέπει να ανακινείται ζωηρά μέχρι να επιτευχθεί σταθερή πίεση για την ανάγνωση της ένδειξης.

3.2.   Φιάλες με πώμα

Τοποθετείται μια ακίδα στο άκρο της βελόνης. Το σύνολο τοποθετείται κατόπιν επάνω στο πώμα και συσφίγγονται οι τέσσερις κοχλίες. Βιδώνεται το ανώτερο τμήμα (οπότε η βελόνη διαπερνά το πώμα). Η ακίδα πρέπει να πέσει μέσα στη φιάλη για να μπορεί να μεταδοθεί η πίεση στο μανόμετρο. Ακολουθεί ανάγνωση της ένδειξης, μετά από ανακίνηση της φιάλης μέχρι να επιτευχθεί σταθερή πίεση. Μετά την ανάγνωση, ανακτάται η ακίδα.

4.   ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Η υπερπίεση σε θερμοκρασία 20 °C (Paph20) εκφράζεται σε μονάδες pascal (Pa) ή kilopascal (kPa). Η τιμή της υπερπίεσης πρέπει να αντιστοιχεί στην ακρίβεια του μανόμετρου (π.χ. 6,3·105 Pa ή 630 kPa και όχι 6,33·105 Pa ή 633 kPa, προκειμένου για μανόμετρο πλήρους κλίμακας 1 000 kPa, κλάσης 1).

Όταν η θερμοκρασία μέτρησης δεν είναι 20 °C, απαιτείται διόρθωση, με πολλαπλασιασμό της μετρούμενης πίεσης επί κατάλληλο συντελεστή (βλ. πίνακα 1).

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

Σχέση της υπερπίεσης Paph20 ενός ημιαφρώδους ή αφρώδους οίνου σε θερμοκρασία 20 °C με την υπερπίεση Papht σε θερμοκρασία t

°C

 

0

1,85

1

1,80

2

1,74

3

1,68

4

1,64

5

1,59

6

1,54

7

1,50

8

1,45

9

1,40

10

1,36

11

1,32

12

1,28

13

1,24

14

1,20

15

1,16

16

1,13

17

1,09

18

1,06

19

1,03

20

1,00

21

0,97

22

0,95

23

0,93

24

0,91

25

0,88

5.   ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Μέθοδος άμεσου προσδιορισμού φυσικών παραμέτρων (μέθοδος κριτήριο, τύπου I)

Έλεγχος των αφρομέτρων

Τα αφρόμετρα πρέπει να ελέγχονται τακτικά (τουλάχιστον μία φορά ετησίως).

Ο έλεγχος διεξάγεται σε τράπεζα βαθμονόμησης, που επιτρέπει τη σύγκριση του ελεγχόμενου μανομέτρου με ένα μανόμετρο αναφοράς, υψηλότερης κλάσης και σύμφωνο με τα εθνικά πρότυπα, το οποίο συνδέεται εν παραλλήλω. Με τον έλεγχο αντιπαραβάλλονται οι ενδείξεις των δύο οργάνων, πρώτα για αύξουσες και έπειτα για φθίνουσες τιμές πίεσης. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ τους, είναι δυνατόν να γίνουν οι απαραίτητες διορθώσεις με ρυθμιστικό κοχλία.

Όλα τα εργαστήρια και εξουσιοδοτημένοι οργανισμοί είναι εξοπλισμένα με τράπεζες βαθμονόμησης, οι οποίες διατίθενται επίσης από τους κατασκευαστές μανομέτρων.».


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1294/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Αυγούστου 2005

σχετικά με την τροποποίηση τoυ παραρτήματoς Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 του Συμβουλίου περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1991, περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής (1), και ιδίως το άρθρο 13 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν το βιολογικό τρόπο παραγωγής σε επίπεδο εκμετάλλευσης οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91, τα ζώα πρέπει να τρέφονται με ζωοτροφές που έχουν παραχθεί βιολογικά. Για μεταβατική περίοδο που λήγει στις 24 Αυγούστου 2005, επιτρέπεται στους κτηνοτρόφους να χρησιμοποιούν περιορισμένη αναλογία συμβατικών ζωοτροφών, εφόσον μπορούν να αποδείξουν ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες βιολογικές ζωοτροφές.

(2)

Φαίνεται ότι δεν θα υπάρχει επαρκής προσφορά από πλευράς ποσοτήτων προκειμένου να ικανοποιηθεί η ζήτηση για βιολογικές πρώτες ύλες ζωοτροφών στην Κοινότητα μετά τις 24 Αυγούστου 2005, ιδίως όσον αφορά τις πλούσιες σε πρωτεΐνες πρώτες ύλες ζωοτροφών που είναι αναγκαίες για τη διατήρηση της παραγωγής μονογαστρικών ζώων και σε μικρότερο βαθμό μηρυκαστικών.

(3)

Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί παράταση της μεταβατικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας επιτρέπεται η χρήση συμβατικών ζωοτροφών.

(4)

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα του μέτρου, λόγω του γεγονότος ότι η διάταξη για τη χρήση συμβατικών ζωοτροφών λήγει στις 24 Αυγούστου 2005, ο παρών κανονισμός πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 25 Αυγούστου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 198 της 22.7.1991, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2254/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 385 της 29.12.2004, σ. 20).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα Ι μέρος Β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 τροποποιείται ως εξής:

Το σημείο 4.8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά παρέκκλιση από το σημείο 4.2, επιτρέπεται η χρήση περιορισμένης αναλογίας συμβατικών ζωοτροφών γεωργικής προέλευσης, εφόσον οι κτηνοτρόφοι μπορούν να αποδείξουν στον οργανισμό ή την αρχή ελέγχου του κράτους μέλους ότι αδυνατούν να προμηθευτούν ζωοτροφές αποκλειστικά βιολογικής παραγωγής.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό συμβατικών ζωοτροφών ανά περίοδο δώδεκα μηνών είναι:

α)

για τα φυτοφάγα: 5 % κατά την περίοδο από 25 Αυγούστου 2005 έως 31 Δεκεμβρίου 2007·

β)

για τα άλλα είδη:

15 % κατά την περίοδο από 25 Αυγούστου 2005 έως 31 Δεκεμβρίου 2007,

10 % κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009,

5 % κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011.

Τα αριθμητικά στοιχεία αυτά υπολογίζονται ετησίως ως ποσοστό της ξηράς ουσίας των ζωοτροφών γεωργικής προέλευσης. Το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό συμβατικών ζωοτροφών στο ημερήσιο σιτηρέσιο, με εξαίρεση την περίοδο της εποχικής μετακίνησης των ποιμνίων κάθε έτος, πρέπει να ανέρχεται στο 25 % υπολογιζόμενο ως ποσοστό επί της ξηράς ουσίας».


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/18


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1295/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Αυγούστου 2005

σχετικά με τον καθορισμό, για την περίοδο εμπορίας 2004/2005, της μείωσης της ενίσχυσης για αφυδατωμένες ζωοτροφές

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 603/95 του Συμβουλίου, της 21ης Φεβρουαρίου 1995, σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων ζωοτροφών (1), και ιδίως το άρθρο 5 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 603/95 αντικαταστάθηκε με ισχύ από την 1η Απριλίου 2005 από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1786/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων χορτονομών (2). Ο τελευταίος αυτός κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Απριλίου 2005, ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει η περίοδος εμπορίας 2005/2006. Κατά συνέπεια, πρέπει να συνεχιστεί να εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 603/95 για τον καθορισμό του οριστικού ποσού της ενίσχυσης για την περίοδο 2004/2005.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 603/95 καθορίζει, στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3, τα ποσά της ενίσχυσης που πρέπει να καταβληθούν στις επιχειρήσεις μεταποίησης για, αντιστοίχως, τις αφυδατωμένες ζωοτροφές και τις ζωοτροφές που αποξηραίνονται στον ήλιο οι οποίες παράγονται μέχρι εξαντλήσεως των ανωτάτων εγγυημένων ποσοτήτων που αναγράφονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 3 του εν λόγω κανονισμού.

(3)

Οι ποσότητες που ανακοινώθηκαν, για την περίοδο εμπορίας 2004/2005, από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 15 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 785/95 της Επιτροπής, της 6ης Απριλίου 1995, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 603/95 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων ζωοτροφών (3), περιλαμβάνουν τις ποσότητες σε απόθεμα στις 31 Μαρτίου 2005, οι οποίες, σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 382/2005 της Επιτροπής, της 7ης Μαρτίου 2005, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1786/2003 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων χορτονομών (4), θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την ενίσχυση που προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 603/95.

(4)

Από τις ανακοινώσεις αυτές προκύπτει ότι έχει σημειωθεί υπέρβαση της μέγιστης εγγυημένης ποσότητας για τις αφυδατωμένες ζωοτροφές κατά 16 %.

(5)

Πρέπει, συνεπώς, να μειωθεί το ποσό της ενίσχυσης για αφυδατωμένες ζωοτροφές σύμφωνα με το άρθρο 5 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 603/95.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης αποξηραμένων ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την περίοδο εμπορίας 2004/2005, το ποσό της ενίσχυσης για αφυδατωμένες ζωοτροφές που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 603/95, μειώνεται σε:

64,36 ευρώ ανά τόνο στην Τσεχική Δημοκρατία

56,40 ευρώ ανά τόνο στην Ελλάδα

54,11 ευρώ ανά τόνο στην Ισπανία

57,02 ευρώ ανά τόνο στην Ιταλία

63,24 ευρώ ανά τόνο στην Λιθουανία

59,04 ευρώ ανά τόνο στην Ουγγαρία

65,55 ευρώ ανά τόνο στα υπόλοιπα κράτη μέλη.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 63 της 21.3.1995, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 114.

(3)  ΕΕ L 79 της 7.4.1995, σ. 5· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1413/2001 (ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 8).

(4)  ΕΕ L 61 της 8.3.2005, σ. 4.


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/20


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1296/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Αυγούστου 2005

για αναθεώρηση, για την περίοδο εμπορίας 2005/2006 στον τομέα της ζάχαρης, του ανωτάτου ποσού της συνεισφοράς Β, και για τροποποίηση της ελαχίστης τιμής των ζαχαρότευτλων Β

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 15 παράγραφος 8 δεύτερη και τρίτη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 προβλέπει, στις παραγράφους 3 και 4, ότι οι ζημίες που οφείλονται στις αναλήψεις υποχρεώσεων για τις εξαγωγές πλεονασμάτων κοινοτικής ζάχαρης, πρέπει να καλυφθούν, εντός ορισμένων ανωτάτων ορίων, μέσω συνεισφορών στην παραγωγή που εισπράττονται επί των παραγωγών ζάχαρης Α και Β, ισογλυκόζης Α και Β και σιροπιού ινουλίνης Α και Β.

(2)

Το άρθρο 15 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 ορίζει ότι, όταν η προβλεπόμενη συνολική ζημία της τρέχουσας περιόδου εμπορίας κινδυνεύει να μην καλυφθεί από τα αναμενόμενα έσοδα που προκύπτουν από τη συνεισφορά στη βασική παραγωγή και από τη συνεισφορά Β, λόγω των αντιστοίχων ανώτατων ορίων τους στο 2 % και στο 30 % της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης, το ανώτατο ποσοστό της συνεισφοράς Β αναθεωρείται στον βαθμό που χρειάζεται για να καλυφθεί η συνολική ζημία, χωρίς να μπορεί να υπερβεί το 37,5 %.

(3)

Σύμφωνα με τα επί του παρόντος προβλεπόμενα δεδομένα, τα έσοδα πριν από την αναθεώρηση, από τις συνεισφορές οι οποίες εισπράττονται για την περίοδο εμπορίας 2005/2006, κινδυνεύουν να είναι χαμηλότερα από το άθροισμα που προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του εξαγώγιμου πλεονάσματος επί τον μέσο όρο της ζημίας. Επομένως, χρειάζεται να καθοριστεί για την προαναφερθείσα περίοδο το ανώτατο ποσό της συνεισφοράς Β στο 37,5 % της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης.

(4)

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001, καθόρισε την ελάχιστη τιμή των ζαχαροτεύτλων Β σε 32,42 ευρώ ανά τόνο για να επιφυλάξει την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 5, το οποίο προβλέπει την αντίστοιχη τροποποίηση της τιμής των ζαχαροτεύτλων Β σε περίπτωση αναθεωρήσεως του ανωτάτου ποσού της συνεισφοράς Β.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την περίοδο εμπορίας 2005/2006, το ανώτατο ποσό της συνεισφοράς Β που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 4 πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 καθορίζεται στο 37,5 % της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης.

Άρθρο 2

Για την περίοδο εμπορίας 2005/2006, η ελάχιστη τιμή των ζαχαρότευτλων Β που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 καθορίζεται σε εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού σε 28,84 ευρώ ανά τόνο.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 178 της 30.6.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 987/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 167 της 29.6.2005, σ. 12).


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Συμβούλιο

6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/21


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2005

για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών

(2005/600/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 128 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

τη γνώμη της Επιτροπής Απασχόλησης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει ότι η Ένωση θέτει μεταξύ άλλων ως στόχο να προωθήσει την οικονομική και κοινωνική πρόοδο και ένα υψηλό επίπεδο απασχόλησης. Το άρθρο 125 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ορίζει ότι τα κράτη μέλη και η Κοινότητα εργάζονται για την ανάπτυξη συντονισμένης στρατηγικής για την απασχόληση, και δη για να προάγουν τη δημιουργία εξειδικευμένου, εκπαιδευμένου και ευπροσάρμοστου εργατικού δυναμικού, και αγοράς εργασίας ανταποκρινόμενης στις εξελίξεις της οικονομίας.

(2)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας το Μάρτιο του 2000 δρομολόγησε μία στρατηγική για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή, με μακροπρόθεσμους στόχους για την απασχόληση. Ωστόσο, πέντε χρόνια αργότερα, οι στόχοι της στρατηγικής απέχουν πολύ από την υλοποίησή τους.

(3)

Η παρουσίαση μιας ολοκληρωμένης δέσμης κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση και γενικών προσανατολισμών των οικονομικών πολιτικών συμβάλλει στην εκ νέου επικέντρωση της στρατηγικής της Λισαβόνας στην ανάπτυξη και την απασχόληση. Η ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση έχει τον κορυφαίο ρόλο στην εφαρμογή των στόχων απασχόλησης της στρατηγικής της Λισαβόνας. Η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής αποτελεί επίσης ένα βασικό στοιχείο για την επιτυχία της στρατηγικής της Λισαβόνας. Αντιστρόφως, όπως καθορίζεται στην Κοινωνική Ατζέντα, η επιτυχία της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση θα συμβάλει στην επίτευξη μεγαλύτερης κοινωνικής συνοχής.

(4)

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας και 23ης Μαρτίου 2005, η Ένωση πρέπει να κινητοποιήσει όλους τους αναγκαίους εθνικούς και κοινοτικούς πόρους –συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής για τη συνοχή– για τις τρεις πτυχές της στρατηγικής της Λισαβόνας (οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική) ώστε να αξιοποιηθούν καλύτερα οι προκύπτουσες συνεργίες μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης.

(5)

Οι στόχοι της πλήρους απασχόλησης, της ποιότητας των θέσεων απασχόλησης, της παραγωγικότητας της εργασίας και της κοινωνικής συνοχής θα πρέπει να αντανακλώνται σε σαφείς προτεραιότητες: προσέλκυση και διατήρηση περισσοτέρων ατόμων στην αγορά εργασίας, αύξηση της προσφοράς εργασίας και εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, βελτίωση της προσαρμοστικότητας των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, και αύξηση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο με τη βελτίωση της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων.

(6)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση πρέπει να επανεξετάζονται πλήρως μόνο ανά τριετία, ενώ ενδιαμέσως μέχρι το 2008 η επικαιροποίησή τους θα πρέπει να είναι αυστηρά περιορισμένη.

(7)

Η Επιτροπή Απασχόλησης και η Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας διατύπωσαν κοινή γνώμη σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2005-2008).

(8)

Η σύσταση του Συμβουλίου για την υλοποίηση των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών, της 14ης Οκτωβρίου 2004 (3) εξακολουθεί να ισχύει ως πλαίσιο αναφοράς,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι συνημμένες στο παράρτημα κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές των κρατών μελών για την απασχόληση εγκρίνονται.

Άρθρο 2

Οι κατευθυντήριες γραμμές λαμβάνονται υπόψη στις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών για τις οποίες υποβάλλονται εκθέσεις στα πλαίσια των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. BROWN


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 26 Μαΐου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 31 Μαΐου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 326 της 29.10.2004, σ. 47.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΟΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ (2005-2008)

(Ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές αριθ. 17-24)

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 17: Να εφαρμοστούν πολιτικές απασχόλησης που θα στοχεύουν στην πλήρη απασχόληση, στη βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγικότητας στην εργασία και στην ενίσχυση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 18: Να προωθηθεί προσέγγιση της εργασίας βασιζόμενη στον κύκλο ζωής

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 19: Να δημιουργηθούν αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς, να ενισχυθεί η ελκυστικότητα της εργασίας και να καταστεί αυτή αποδοτική για όσους αναζητούν εργασία, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων ατόμων και των αέργων

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 20: Να βελτιωθεί η κάλυψη των αναγκών της αγοράς εργασίας

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 21: Να προωθηθεί η ευελιξία σε συνδυασμό με την ασφάλιση της απασχόλησης και να μειωθεί ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του ρόλου των κοινωνικών εταίρων

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 22: Να εξασφαλιστεί ευνοϊκή προς την απασχόληση εξέλιξη των μισθών και άλλων στοιχείων κόστους που συνδέονται με την εργασία

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 23: Να αυξηθούν και να βελτιωθούν οι επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 24: Να προσαρμοστούν τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης στις νέες απαιτήσεις ως προς τις δεξιότητες

Κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών

Τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους, εφαρμόζουν τις πολιτικές τους αποβλέποντας στην υλοποίηση των κατωτέρω στόχων και προτεραιοτήτων δράσης. Αντανακλώντας τη στρατηγική της Λισαβόνας, οι πολιτικές των κρατών μελών προωθούν ισόρροπα:

—   Την πλήρη απασχόληση: Η επίτευξη πλήρους απασχόλησης και η μείωση της ανεργίας και της αεργίας, με την αύξηση της ζήτησης και της προσφοράς εργασίας, είναι ζωτικά για τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.

—   Τη βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγικότητας της εργασίας: Οι προσπάθειες αύξησης των ποσοστών απασχόλησης συμβαδίζουν με τη βελτίωση της ελκυστικότητας των θέσεων απασχόλησης, της βελτίωσης της ποιότητας της εργασίας και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας καθώς και τη μείωση του ποσοστού των φτωχών εργαζομένων. Οι συνεργίες μεταξύ ποιότητας στην εργασία, παραγωγικότητας και απασχόλησης πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως.

—   Ενίσχυση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής: Απαιτείται αποφασιστική δράση για την ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης, την πρόληψη του αποκλεισμού από την αγορά εργασίας και τη στήριξη της ενσωμάτωσης στην απασχόληση μειονεκτούντων ατόμων, και για τη μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων στην απασχόληση, την ανεργία και την παραγωγικότητα της εργασίας, ιδίως σε περιοχές με αναπτυξιακή υστέρηση.

Οι ίσες ευκαιρίες, και η καταπολέμηση των διακρίσεων αποτελούν σημαντικούς παράγοντες προόδου. Η ενσωμάτωση της ισότητας των δύο φύλων και η προαγωγή αυτής θα πρέπει να εξασφαλίζονται σε κάθε δράση που αναλαμβάνεται. Ως τμήμα μιας νέας διαγενεαλογικής προσέγγισης, έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην κατάσταση των νέων, στην εφαρμογή του Ευρωπαϊκού συμφώνου για τη Νεολαία, και στην προώθηση της πρόσβασης στην απασχόληση καθ’ όλη τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει επίσης να δοθεί στην ανάγκη σημαντικής μείωσης των διαφορών στην απασχόληση για τα μειονεκτούντα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, καθώς και στις διαφορές μεταξύ υπηκόων τρίτων χωρών και υπηκόων της ΕΕ, σύμφωνα με τους εθνικούς στόχους.

Στις δράσεις αυτές, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν τη χρηστή διακυβέρνηση στα πλαίσια των πολιτικών απασχόλησης. Θα πρέπει να δημιουργήσουν μία ευρεία συνεργασία για την πραγματοποίηση αλλαγών, με τη συμμετοχή κοινοβουλευτικών φορέων και ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και εκείνων που δραστηριοποιούνται σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Οι ευρωπαίοι και οι εθνικοί κοινωνικοί εταίροι πρέπει να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο. Ορισμένοι στόχοι και στοιχεία αναφοράς που έχουν καθοριστεί σε επίπεδο ΕΕ στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, εντός των κατευθυντηρίων γραμμών για το 2003, έχουν περιληφθεί στο τέλος του παρόντος παραρτήματος και θα πρέπει να εξακολουθήσουν να συνοδεύονται από δείκτες και πίνακες αποτελεσμάτων. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται επίσης να καθορίσουν τις δεσμεύσεις και τους στόχους τους, για τους οποίους θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αυτά τα στοιχεία, καθώς επίσης και τις συστάσεις του 2004 που συμφωνήθηκαν σε επίπεδο ΕΕ.

Η χρηστή διακυβέρνηση απαιτεί επίσης μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην κατανομή των διοικητικών και χρηματοδοτικών πόρων. Σε συμφωνία με την Επιτροπή, τα κράτη μέλη πρέπει να κάνουν στοχοθετημένη χρήση των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων, και ιδίως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, για την εφαρμογή της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση και να εκπονήσουν έκθεση για τα μέτρα που έλαβαν. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ενίσχυση της θεσμικής και διοικητικής ικανότητας στα κράτη μέλη.

Κατευθυντήρια γραμμή 17: Να εφαρμοστούν πολιτικές απασχόλησης που στοχεύουν στην πλήρη απασχόληση, στη βελτίωση της ποιότητας και της παραγωγικότητας στην εργασία και στην ενίσχυση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής.

Οι πολιτικές πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), έως το 2010, συνολικού ποσοστού απασχόλησης 70 % κατά μέσο όρο, ποσοστού απασχόλησης για τις γυναίκες τουλάχιστον 60 % και ποσοστού απασχόλησης για τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους (από 55 έως 64 ετών) 50 %, και στη μείωση της ανεργίας και της αεργίας. Τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να θέσουν εθνικούς στόχους ποσοστών απασχόλησης.

Για την υλοποίηση των στόχων αυτών, η δράση θα πρέπει να επικεντρωθεί στις ακόλουθες προτεραιότητες:

προσέλκυση και διατήρηση περισσότερων ατόμων στην αγορά εργασίας, αύξηση της προσφοράς εργασίας και εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας,

βελτίωση τις ικανότητας προσαρμογής εργαζομένων και επιχειρήσεων,

αύξηση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο με τη βελτίωση της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων.

1.   ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Η αύξηση της απασχόλησης είναι το αποτελεσματικότερο μέσο οικονομικής ανόδου και διαμόρφωσης οικονομιών που ευνοούν την κοινωνική ένταξη, διασφαλίζοντας παράλληλα ένα δίχτυ ασφαλείας για τους ανικάνους προς εργασία. Η προώθηση της αύξησης της προσφοράς εργασίας σε όλες τις ομάδες εργαζομένων, μιας νέας προσέγγισης της εργασίας με βάση τον κύκλο ζωής και ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας για τη διασφάλιση της καταλληλότητάς τους, της οικονομικής βιωσιμότητάς τους και της ικανότητας προσαρμογής τους στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της κοινωνίας αποτελούν επιτακτική ανάγκη λόγω της αναμενόμενης μείωσης του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στη λήψη μέτρων για την αποκατάσταση των παγίων διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών στον τομέα της απασχόλησης και την αντιμετώπιση των χαμηλών ποσοστών απασχόλησης των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων και των νέων, ως τμήμα της νέας διαγενεαλογικής προσέγγισης. Δράση απαιτείται επίσης για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων, η οποία είναι κατά μέσο όρο δύο φορές υψηλότερη από το συνολικό ποσοστό ανεργίας. Πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για τη διευκόλυνση της προόδου στην απασχόληση, είτε πρόκειται για πρώτη είσοδο στην αγορά εργασίας είτε για επιστροφή στην απασχόληση μετά από διακοπή είτε για την επιθυμία παράτασης της επαγγελματικής ζωής. Η ποιότητα των θέσεων απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων του μισθού και των κοινωνικών παροχών, οι συνθήκες εργασίας, η ασφάλεια της απασχόλησης, η πρόσβαση στη διά βίου μάθηση και οι προοπτικές σταδιοδρομίας είναι ζωτικής σημασίας, όπως και η στήριξη και τα κίνητρα που προβλέπονται από τα συστήματα κοινωνικής προστασίας.

Κατευθυντήρια γραμμή 18: Να προωθηθεί μια προσέγγιση της εργασίας βασιζόμενη στον κύκλο ζωής με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων:

ανανέωση των προσπαθειών για τη διάνοιξη προοπτικών απασχόλησης για νέους και μείωση της ανεργίας των νέων, όπως ζητείται να γίνει στο Ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη Νεολαία,

αποφασιστική δράση για την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών και τη μείωση των διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα απασχόλησης, ανεργίας και αμοιβών,

καλύτερος συνδυασμός επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής και πρόβλεψη προσβάσιμων και οικονομικώς προσιτών κέντρων φροντίδας των παιδιών και δυνατοτήτων φροντίδας άλλων εξαρτώμενων ατόμων,

υποστήριξη της ενεργού συμμετοχής του γηράσκοντος εργατικού δυναμικού, βελτίωση του (εργασιακού) υγειονομικού καθεστώτος και παροχή κατάλληλων κινήτρων για εργασία και αποθάρρυνση της πρόωρης συνταξιοδότησης,

εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της συνταξιοδότησης και της υγειονομικής περίθαλψης, διασφαλίζοντας την κοινωνική καταλληλότητά τους, τη χρηματοοικονομική βιωσιμότητά τους και την ικανότητα προσαρμογής τους στην εξέλιξη των αναγκών, κατά τρόπο ώστε να υποστηριχθεί η συμμετοχή στην απασχόληση και η παράταση του επαγγελματικού βίου.

Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να διασφαλιστεί η οικονομική και δημοσιονομική βιωσιμότητα ως βάση αυξημένης απασχόλησης» (αριθ. 2).

Η διευκόλυνση της πρόσβασης στην απασχόληση για όσους αναζητούν εργασία, η πρόληψη της ανεργίας και η διασφάλιση ότι οι εργαζόμενοι που χάνουν τη δουλειά τους διατηρούν στενή σχέση με την αγορά εργασίας και βελτιώνουν την απασχολησιμότητά τους αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία για την αύξηση της συμμετοχής στην απασχόληση και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Εδώ απαιτείται να καταργηθούν τα εμπόδια στην αγορά εργασίας παρέχοντας στήριξη για την πραγματική αναζήτηση απασχόλησης, διευκολύνοντας την πρόσβαση στην κατάρτιση και σε άλλα ενεργητικά μέτρα για την αγορά εργασίας και διασφαλίζοντας ότι η εργασία θα είναι οικονομικά συμφέρουσα, καθώς και εξαλείφοντας τις παγίδες της ανεργίας, της φτώχειας και της αεργίας. Έμφαση πρέπει να δοθεί στην προώθηση της ένταξης των μειονεκτούντων ατόμων, συμπεριλαμβανομένων των ανειδίκευτων εργαζομένων, στην αγορά εργασίας, ιδίως με την επέκταση των κοινωνικών υπηρεσιών και της κοινωνικής οικονομίας, και στην ανάπτυξη νέων πηγών απασχόλησης ως ανταπόκριση σε συλλογικές ανάγκες. Ιδιαίτερα επιτακτική ανάγκη είναι η καταπολέμηση των διακρίσεων, η προώθηση της πρόσβασης στην απασχόληση για τα άτομα με αναπηρία και η ενσωμάτωση των μεταναστών και των μειονοτήτων.

Κατευθυντήρια γραμμή 19: Να δημιουργηθούν αγορές εργασίας χωρίς αποκλεισμούς, να ενισχυθεί η ελκυστικότητα της εργασίας και να καταστεί αυτή αποδοτική για όσους αναζητούν εργασία, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων ατόμων και των αέργων με την εφαρμογή:

ενεργών και προληπτικών μέτρων αγοράς εργασίας, όπως ο έγκαιρος προσδιορισμός των αναγκών, η βοήθεια στην αναζήτηση απασχόλησης, ο προσανατολισμός και η κατάρτιση στο πλαίσιο εξατομικευμένων σχεδίων δράσης, η παροχή των αναγκαίων κοινωνικών υπηρεσιών για την ενσωμάτωση στην αγορά εργασίας όσων είναι ακόμη πιο αποκομμένοι απ’ αυτήν και για τη συμβολή στην εξάλειψη της φτώχειας,

με τη συνεχή προσαρμογή των κινήτρων και αντικινήτρων που προκύπτουν από τα συστήματα εισφορών/παροχών, συμπεριλαμβανομένων της διαχείρισης και της εξάρτησης των παροχών και της σημαντικής μείωσης των υψηλών οριακών φορολογικών συντελεστών, ιδίως για όσους έχουν χαμηλό εισόδημα, εξασφαλίζοντας παράλληλα κατάλληλα επίπεδα κοινωνικής προστασίας,

με την ανάπτυξη νέων πηγών απασχόλησης στις υπηρεσίες για τα άτομα και τις επιχειρήσεις, ιδίως σε τοπικό επίπεδο.

Για να μπορέσουν περισσότερα άτομα να βρουν καλύτερη απασχόληση, χρειάζεται επίσης να ενισχυθεί η υποδομή της αγοράς εργασίας σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ, και μέσω του δικτύου EURES, ώστε να προβλεφθούν καλύτερα και να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενες ανισορροπίες. Στο πλαίσιο αυτό, η κινητικότητα των εργαζομένων στην ΕΕ αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα και πρέπει να διασφαλιστεί πλήρως στο πλαίσιο των συνθηκών. Πρέπει επίσης να ληφθεί πλήρως υπόψη στις εθνικές αγορές εργασίας η πρόσθετη προσφορά εργατικού δυναμικού λόγω μετανάστευσης υπηκόων τρίτων χωρών.

Κατευθυντήρια γραμμή 20: Να βελτιωθεί η κάλυψη των αναγκών της αγοράς εργασίας με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων:

εκσυγχρονισμός και ενίσχυση των θεσμών της αγοράς εργασίας, ιδίως των υπηρεσιών απασχόλησης, αποβλέποντας επίσης σε μια μεγαλύτερη διαφάνεια των δυνατοτήτων απασχόλησης και κατάρτισης σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο,

άρση των εμποδίων για κινητικότητα των εργαζομένων σε ολόκληρη την ΕΕ· στα πλαίσια των συνθηκών της ΕΕ,

καλύτερη πρόβλεψη των αναγκών σε δεξιότητες, των ελλείψεων και των αδυναμιών της αγοράς εργασίας,

κατάλληλη διαχείριση της οικονομικής μετανάστευσης.

2.   ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Η Ευρώπη πρέπει να βελτιώσει την ικανότητά της να προβλέπει, να δημιουργεί και να απορροφά οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Αυτό απαιτεί ευνοϊκά για την απασχόληση στοιχεία κόστους της εργασίας, σύγχρονους τρόπους οργάνωσης εργασίας και εύρυθμη λειτουργία των αγορών εργασίας που να επιτρέπουν μεγαλύτερη ευελιξία συνδυασμένη με ασφάλεια απασχόλησης προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες εταιρειών και εργαζομένων. Αυτό πρέπει επίσης να συμβάλει στην πρόληψη του κατακερματισμού των αγορών εργασίας και στη μείωση της αδήλωτης εργασίας.

Σε μία όλο και περισσότερο παγκοσμιοποιημένη οικονομία, η οποία χαρακτηρίζεται από το άνοιγμα των αγορών και τη συνεχή εισαγωγή νέων τεχνολογιών, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι πρέπει, και έχουν τη δυνατότητα, να προσαρμοστούν. Ενώ η διαδικασία διαρθρωτικών αλλαγών έχει συνολικά ευεργετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση, επιφέρει ωστόσο σοβαρές διαταραχές σε ορισμένες επιχειρήσεις και εργαζομένους. Οι επιχειρήσεις πρέπει να καταστούν περισσότερο ευέλικτες ώστε να ανταποκρίνονται στις αιφνίδιες αλλαγές της ζήτησης των αγαθών και των υπηρεσιών τους, να προσαρμόζονται σε νέες τεχνολογίες και να μπορούν να καινοτομούν διαρκώς για να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται στην αυξανόμενη ζήτηση για ποιότητα απασχόλησης η οποία σχετίζεται με τις προσωπικές προτιμήσεις των εργαζομένων και τις οικογενειακές αλλαγές, και πρέπει να αντιμετωπίζουν τη γήρανση του εργατικού δυναμικού και τη μείωση πρόσληψης νέων εργαζομένων. Για τους εργαζόμενους, ο επαγγελματικός βίος καθίσταται περισσότερο πολύπλοκος, επειδή οι ρυθμοί εργασίας είναι πιο ποικίλοι και ακανόνιστοι και καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής πρέπει να διαχειρίζονται με επιτυχία όλο και περισσότερες επαγγελματικές μεταβολές. Λαμβάνοντας υπόψη τις ταχέως μεταβαλλόμενες οικονομίες και τις συνδεόμενες αναδιαρθρώσεις, οι εργαζόμενοι πρέπει να προσαρμόζονται σε νέες μεθόδους εργασίας, συμπεριλαμβανομένης μιας καλύτερης αξιοποίησης των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ), και σε αλλαγές στο εργασιακό καθεστώς τους, και να είναι προετοιμασμένοι για τη διά βίου μάθηση. Η γεωγραφική κινητικότητα απαιτείται επίσης για ευρύτερη πρόσβαση σε δυνατότητες απασχόλησης, δηλαδή σε ολόκληρη την ΕΕ.

Κατευθυντήρια γραμμή 21: Να προωθηθεί η ευελιξία σε συνδυασμό με την ασφάλεια της απασχόλησης και να μειωθεί ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του ρόλου των κοινωνικών εταίρων, με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων:

προσαρμογή της νομοθεσίας για την απασχόληση, επανεξετάζοντας, εφόσον απαιτείται, τις διάφορες συμβατικές εργασιακές ρυθμίσεις και ρυθμίσεις για τα ωράρια εργασίας,

αντιμετώπιση του προβλήματος της αδήλωτης εργασίας,

καλύτερη πρόβλεψη και θετική διαχείριση των αλλαγών, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών αναδιαρθρώσεων, ιδίως των αλλαγών που συνδέονται με το άνοιγμα των αγορών, έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί το κοινωνικό κόστος τους και να διευκολυνθεί η προσαρμογή,

προώθηση και διάδοση καινοτόμων και προσαρμόσιμων μορφών οργάνωσης εργασίας, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα και η παραγωγικότητα στην εργασία, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της υγείας και της ασφάλειας,

στήριξη των αλλαγών στο εργασιακό καθεστώς, συμπεριλαμβανομένων της κατάρτισης, της αυτοαπασχόλησης, της σύστασης επιχειρήσεων και της γεωγραφικής κινητικότητας.

Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να ενισχυθεί η συνοχή μεταξύ των μακροοικονομικών και των διαρθρωτικών πολιτικών και των πολιτικών απασχόλησης» (αριθ. 5).

Για τη μεγιστοποίηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας, τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και τη συμβολή στο γενικό οικονομικό σύστημα, η σφαιρική εξέλιξη των μισθών πρέπει να συμφωνεί με την ανάπτυξη της παραγωγικότητας καθ’ όλη τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου και να αντανακλά την κατάσταση στην αγορά εργασίας. Μπορεί επίσης να χρειασθεί να καταβληθούν προσπάθειες για να μειωθεί το μη μισθολογικό κόστος εργασίας και να επανεξεταστεί η φορολογική επιβάρυνση προκειμένου να τονωθεί η δημιουργία θέσεων εργασίας, ιδίως για χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας.

Κατευθυντήρια γραμμή 22: Να εξασφαλιστεί ευνοϊκή προς την απασχόληση εξέλιξη των μισθών και άλλων στοιχείων κόστους που συνδέονται με την εργασία:

ενθαρρύνοντας τους κοινωνικούς εταίρους στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους προκειμένου να καθορίσουν το ορθό πλαίσιο για συστήματα μισθολογικών διαπραγματεύσεων, το οποίο να αντιστοιχεί στις δυσκολίες στους τομείς της παραγωγικότητας και της αγοράς εργασίας σε όλα τα σχετικά επίπεδα και να αποφεύγει τις μισθολογικές διαφορές λόγω φύλου,

με την επανεξέταση των επιπτώσεων του μη μισθολογικού κόστους εργασίας στην απασχόληση και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προσαρμογή της διάρθρωσης και του επιπέδου του, προκειμένου ιδίως να μειωθεί η φορολογική επιβάρυνση για τους χαμηλόμισθους.

Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να εξασφαλιστεί ότι οι μισθολογικές εξελίξεις συμβάλλουν στη μακροοικονομική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη» (αριθ. 4).

3.   ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ

Η Ευρώπη είναι απαραίτητο να επενδύσει περισσότερο σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός ατόμων δεν καταφέρνει να εισέλθει ή να παραμείνει στην αγορά εργασίας λόγω έλλειψης ή αναντιστοιχιών δεξιοτήτων μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Για να διευκολυνθεί η είσοδος στην απασχόληση για όλες τις ηλικίες, να αυξηθούν τα επίπεδα παραγωγικότητας και η ποιότητα της απασχόλησης, η ΕΕ πρέπει να επενδύσει επιπλέον και αποτελεσματικότερα σε ανθρώπινο κεφάλαιο και στη διά βίου μάθηση προς όφελος των ατόμων, των επιχειρήσεων, της οικονομίας και της κοινωνίας.

Οι οικονομίες που βασίζονται στη γνώση και στις υπηρεσίες απαιτούν διαφορετικές δεξιότητες από εκείνες των παραδοσιακών βιομηχανιών. Επιπλέον, οι δεξιότητες χρειάζονται διαρκώς ενημέρωση ενόψει των τεχνολογικών αλλαγών και της καινοτομίας. Οι εργαζόμενοι που επιθυμούν να διατηρήσουν τη θέση εργασίας τους και να προοδεύσουν πρέπει να συσσωρεύουν δεξιότητες και να τις ανανεώνουν τακτικά. Η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων εξαρτάται από τη σύσταση και τη διατήρηση ενός εργατικού δυναμικού που μπορεί να προσαρμόζεται σε αλλαγές. Οι κυβερνήσεις πρέπει να διασφαλίσουν ότι θα βελτιώσουν το εκπαιδευτικό επίπεδο και ότι οι νέοι θα αποκτήσουν τα απαιτούμενα βασικά προσόντα, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη Νεολαία. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να κινητοποιηθούν για την ανάπτυξη και την ενίσχυση μιας πραγματικής νοοτροπίας διά βίου μάθησης από την πιο νεαρή ηλικία. Προκειμένου να επιτευχθεί μία ουσιαστική αύξηση των δημοσίων και ιδιωτικών κατά κεφαλή επενδύσεων σε ανθρώπινο δυναμικό και να εξασφαλιστεί η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα αυτών των επενδύσεων, πρέπει να διασφαλιστεί δίκαιος και διαφανής επιμερισμός του κόστους και των αρμοδιοτήτων μεταξύ των φορέων. Τα κράτη μέλη πρέπει να αξιοποιήσουν καλύτερα τις δυνατότητες των διαρθρωτικών ταμείων και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για την πραγματοποίηση επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση. Για την επίτευξη των στόχων αυτών, τα κράτη μέλη δεσμεύονται να χαράξουν μέχρι το 2006 γενικές στρατηγικές διά βίου μάθησης και να εφαρμόσουν το πρόγραμμα εργασιών «Εκπαίδευση και Κατάρτιση 2010».

Κατευθυντήρια γραμμή 23: Να αυξηθούν και να βελτιωθούν οι επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων:

σφαιρικές πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης και δράση προκειμένου να διευκολυνθεί σημαντικά η πρόσβαση στην αρχική επαγγελματική εκπαίδευση, στη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των μαθητειών και της επιχειρηματικής κατάρτισης,

σημαντική μείωση του αριθμού όσων εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο,

αποτελεσματικές στρατηγικές διά βίου μάθησης, ανοικτές σε όλους σε σχολεία, επιχειρήσεις, δημόσιες αρχές και νοικοκυριά, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις, συμπεριλαμβανομένων και των κατάλληλων κινήτρων και μηχανισμών επιμερισμού του κόστους, με προοπτική την αύξηση της συμμετοχής στη συνεχή κατάρτιση και στην κατάρτιση στο χώρο εργασίας καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής, ιδίως για τους ανειδίκευτους και τους μεγαλύτερους στην ηλικία εργαζόμενους.

Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να αυξηθούν και να βελτιωθούν οι επενδύσεις στον τομέα της Ε & Α ιδίως μέσω ιδιωτικών επιχειρήσεων» (αριθ. 7).

Ο καθορισμός φιλόδοξων στόχων και η αύξηση του επιπέδου των επενδύσεων από όλους τους φορείς δεν αρκούν. Για να διασφαλιστεί ότι η προσφορά θα καλύπτει στην πράξη τη ζήτηση, πρέπει τα συστήματα της διά βίου μάθησης να είναι οικονομικώς προσιτά, προσβάσιμα και ικανά να προσαρμόζονται στην εξέλιξη των αναγκών. Η προσαρμογή και η ανάπτυξη ικανοτήτων των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι απαραίτητες για την καλύτερη σύνδεση με την αγορά εργασίας, την ικανότητά τους να ανταποκριθούν στις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας που στηρίζονται στη γνώση, και την αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους. Οι ΤΠΕ μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση της πρόσβασης στη μάθηση και την καλύτερη προσαρμογή στις ανάγκες των εργοδοτών και των εργαζομένων. Απαιτείται επίσης μεγαλύτερη κινητικότητα τόσο για επαγγελματικούς όσο και για εκπαιδευτικούς σκοπούς, για ευρύτερη πρόσβαση σε δυνατότητες απασχόλησης σε ολόκληρη την ΕΕ. Τα εναπομείναντα εμπόδια στην κινητικότητα στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας πρέπει να αρθούν, ιδίως αυτά που συνδέονται με την αναγνώριση και τη διαφάνεια προσόντων και ικανοτήτων. Θα είναι σημαντικό να γίνει χρήση των συμφωνηθέντων ευρωπαϊκών μέσων και αναφορών για τη στήριξη των μεταρρυθμίσεων των εθνικών συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, όπως προβλέπεται από το πρόγραμμα εργασιών «Εκπαίδευση και Κατάρτιση 2010».

Κατευθυντήρια γραμμή 24: Να προσαρμοστούν τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης στις νέες απαιτήσεις ως προς τις δεξιότητες με τη λήψη των ακόλουθων μέτρων:

βελτίωση και διασφάλιση της ελκυστικότητας, του ανοίγματος των προτύπων εκπαίδευσης και κατάρτισης και της εφαρμογής προτύπων υψηλής ποιότητας, διεύρυνση της προσφοράς ευκαιριών εκπαίδευσης και κατάρτισης και εξασφάλιση ευέλικτων μεθόδων μάθησης, καθώς και διεύρυνση των δυνατοτήτων κινητικότητας των σπουδαστών και των επιμορφωνόμενων ατόμων,

διευκόλυνση και διαφοροποίηση της πρόσβασης για όλους στην εκπαίδευση και κατάρτιση και στη γνώση μέσω της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, των υπηρεσιών οικογενειακής στήριξης, του επαγγελματικού προσανατολισμού και, εφόσον ενδείκνυται, των νέων μορφών επιμερισμού του κόστους,

ανταπόκριση σε νέες ανάγκες απασχόλησης, βασικές ικανότητες και μελλοντικές απαιτήσεις ως προς τις δεξιότητες, με τη βελτίωση του ορισμού και την ανάπτυξη της διαφάνειας προσόντων, της αποτελεσματικής τους αναγνώρισης και της επικύρωσης της άτυπης και ανεπίσημης μάθησης.

Στόχοι και κριτήρια στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση

Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση συμφωνήθηκαν οι ακόλουθοι στόχοι και κριτήρια αναφοράς το 2003:

σε κάθε άνεργο προσφέρεται η δυνατότητα για νέο ξεκίνημα προτού συμπληρώσει έξι μήνες ανεργίας στην περίπτωση των νέων και δώδεκα μήνες στις περίπτωση ενηλίκων υπό τη μορφή, κατάρτισης, επανακατάρτισης, πρακτικής άσκησης στην εργασία, θέσης εργασίας ή άλλου μέτρου απασχολησιμότητας, σε συνδυασμό, αν χρειαστεί, με συνεχή βοήθεια στην αναζήτηση εργασίας,

έως το 2010, το 25 % των μακροχρόνια ανέργων θα συμμετέχουν σε ένα ενεργητικό μέτρο υπό τη μορφή κατάρτισης, επανακατάρτισης, πρακτικής άσκησης στην εργασία, ή άλλο μέτρο απασχολησιμότητας, με σκοπό την επίτευξη του μέσου όρου των τριών πλέον προηγμένων κρατών μελών,

όσο αναζητούν θέση εργασίας στην ΕΕ πρέπει να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλες τις κενές θέσεις εργασίας που δημοσιεύονται από τις υπηρεσίες απασχόλησης των κρατών μελών,

αύξηση κατά πέντε έτη, σε επίπεδο ΕΕ, της πραγματικής μέσης ηλικίας εξόδου από την αγορά εργασίας έως το 2010 (σε σύγκριση με το 59,9 κατά το 2001),

παροχή φροντίδας για τα παιδιά έως το 2010 για ποσοστό τουλάχιστον 90 % των παιδιών μεταξύ της ηλικίας των τριών ετών και της ηλικίας υποχρεωτικής σχολικής φοίτησης και για ποσοστό τουλάχιστον 33 % των παιδιών κάτω της ηλικίας των τριών ετών,

το μέσο ποσοστό στην ΕΕ όσων εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο να μην υπερβαίνει το 10 %,

τουλάχιστον το 85 % όσων έχουν ηλικία 22 ετών στην ΕΕ θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση κατά το 2010,

το μέσο επίπεδο συμμετοχής στη διά βίου μάθηση στην ΕΕ θα πρέπει να ανέρχεται σε τουλάχιστον 12,5 % του ενεργού ενήλικου πληθυσμού (ηλικιακή ομάδα 25-64).


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/28


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2005

σχετικά με τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τις οικονομικές πολιτικές των κρατών μελών και της Κοινότητας (2005-2008)

(2005/601/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 99 παράγραφος 2,

τη σύσταση της Επιτροπής,

τη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 16 και 17 Ιουνίου 2005,

Εκτιμώντας ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε τη σύσταση της Επιτροπής,

ΣΥΝΙΣΤΑ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου 2005 έδωσε νέα ώθηση στη στρατηγική της Λισαβόνας επανεστιάζοντάς τη στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση στην Ευρώπη  (1). Με την απόφαση αυτή, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων έστειλαν σαφές μήνυμα για τις προτεραιότητες της Ένωσης κατά τα αμέσως προσεχή έτη. Η Ευρώπη πρέπει να εστιάσει περισσότερο τις πολιτικές της στην οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση ώστε να υλοποιήσει τους στόχους της Λισαβόνας, σε ένα υγιές πλαίσιο μακροοικονομικής πολιτικής και με στόχους την κοινωνική συνοχή και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, βασικούς πυλώνες της στρατηγικής της Λισαβόνας.

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην υλοποίηση της ατζέντας της Λισαβόνας. Για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, η Ένωση πρέπει να κινητοποιήσει όλους τους πόρους σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο με σκοπό τη βέλτιστη εκμετάλλευση των συνεργιών. Επιπλέον, η ανάμειξη των ενδιαφερόμενων φορέων μπορεί να συμβάλει στην αυξημένη ευαισθητοποίηση ως προς την ανάγκη για μακροοικονομικές πολιτικές με στόχο τη μεγέθυνση και τη σταθερότητα, για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στη βελτίωση της ποιότητας εφαρμογής και στην αύξηση της οικειοποίησης της στρατηγικής της Λισαβόνας.

Προς τον σκοπό αυτόν, οι εν λόγω γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών (ΓΠΟΠ) αντανακλούν τη νέα αρχή για τη στρατηγική της Λισαβόνας και επικεντρώνουν την προσοχή στη συνεισφορά των οικονομικών πολιτικών στην αύξηση της μεγέθυνσης και της απασχόλησης. Το τμήμα Α αυτών των ΓΠΟΠ ασχολείται με τη συμβολή των μακροοικονομικών πολιτικών στο θέμα αυτό. Στη συνέχεια, το τμήμα Β επικεντρώνεται σε μέτρα και πολιτικές που πρέπει να εφαρμόσουν τα κράτη μέλη προκειμένου να προωθηθούν η γνώση και η καινοτομία ως παράγοντες ανάπτυξης και να καταστεί η Ευρώπη ελκυστικότερος τόπος επενδύσεων και εργασίας. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών (22 και 23 Μαρτίου 2005), ως γενικό μέσο συντονισμού των οικονομικών πολιτικών, οι ΓΠΟΠ αναμένεται ότι θα εξακολουθήσουν να καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα μακροοικονομικών και μικροοικονομικών πολιτικών, καθώς και τις πολιτικές απασχόλησης αρκεί αυτές να συναρτώνται προς τις πρώτες· οι ΓΠΟΠ θα εξασφαλίζουν την εν γένει οικονομική συνοχή μεταξύ των τριών διαστάσεων της στρατηγικής. Όσον αφορά τους ΓΠΟΠ, οι υφιστάμενοι μηχανισμοί πολυμερούς εποπτείας θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται.

Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη και την Κοινότητα. Θα πρέπει να ενισχύουν τη συνεκτικότητα των μεταρρυθμιστικών μέτρων που περιλαμβάνονται στα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα τα οποία έχουν καταρτιστεί από τα κράτη μέλη και τα οποία θα συμπληρωθούν από το κοινοτικό πρόγραμμα για τη στρατηγική της Λισαβόνας 2005-2008 το οποίο θα καλύπτει το σύνολο των δράσεων που πρέπει να αναληφθούν σε κοινοτικό επίπεδο με στόχο την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση. Η εφαρμογή όλων των σχετικών πτυχών αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών.

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΗΣ ΕΕ

Η οικονομική δραστηριότητα στην ΕΕ, η οποία είχε αποκτήσει μια δυναμική από τα μέσα του 2003, σημείωσε επιβράδυνση στο δεύτερο εξάμηνο του 2004 λόγω εξωτερικών παραγόντων, όπως οι υψηλές και ασταθείς τιμές του πετρελαίου, η επιβράδυνση της επέκτασης του παγκόσμιου εμπορίου και η άνοδος της τιμής του ευρώ. Κατά ένα μέρος τουλάχιστον, η έλλειψη προσαρμοστικότητας ορισμένων ευρωπαϊκών οικονομιών ενδέχεται να οφείλεται και στη συνεχιζόμενη ύπαρξη διαρθρωτικών αδυναμιών. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να συνεχιστεί με συγκρατημένο ρυθμό κατά το 2005, αλλά η χαμηλότερη από την προσδοκώμενη μεταφορά πόρων από το 2004 θα είναι αναπόφευκτο να επηρεάσει τον συνολικό ετήσιο μέσο όρο. Η συνεισφορά της εγχώριας ζήτησης στην οικονομική ανάκαμψη υπήρξε μέχρι τώρα άνιση μεταξύ των κρατών μελών, αλλά αναμένεται μια σταδιακή ενίσχυση κατά τη διάρκεια του έτους, η οποία θα υποστηρίζεται από τις ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης (συμπεριλαμβανομένων των χαμηλών πραγματικών επιτοκίων) και από τη συγκράτηση των πληθωριστικών πιέσεων.

Η οικονομική ανάκαμψη έχει εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την άνοδο των αναπτυξιακών ρυθμών παγκοσμίως και από την ταχεία αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου. Καθώς ο αναπτυξιακός κύκλος παγκοσμίως φθάνει σε επίπεδα ωρίμανσης και απορροφά τις αρνητικές επιπτώσεις των υψηλών τιμών πετρελαίου παγκοσμίως, η ανάκαμψη θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από την εγχώρια ζήτηση εντός της ΕΕ ώστε να της δοθεί ανοδική ώθηση. Οι διαρθρωτικές και μακροοικονομικές πολιτικές πρέπει να αντιμετωπίζονται υπό το πρίσμα της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών, και ιδίως του πετρελαίου, και της προς τα κάτω πίεσης για τις τιμές των βιομηχανικών προϊόντων. Η ενδεχόμενη επιστροφή σε δυνητικά αναπτυξιακούς ρυθμούς στην ΕΕ θα εξαρτηθεί συνεπώς σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση της εμπιστοσύνης μεταξύ των επιχειρηματιών και των καταναλωτών, καθώς επίσης και από την ύπαρξη ευνοϊκών συνολικών οικονομικών εξελίξεων, συμπεριλαμβανομένων των τιμών πετρελαίου και των επιτοκίων. Τούτου δοθέντος, θα είναι σημαντικό οι μεν οικονομικές πολιτικές να εμπνέουν εμπιστοσύνη και να βοηθούν έτσι στη δημιουργία συνθηκών για ισχυρότερη εγχώρια ζήτηση και δημιουργία θέσεων εργασίας βραχυπρόθεσμα, οι δε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις να συμβάλλουν στην αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού μεσοπρόθεσμα.

Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να μειωθεί, αν και με αργούς ρυθμούς, στο 8,7 % το 2006. Το εκτιμώμενο συνολικό ποσοστό απασχόλησης ήταν 63,0 % στην ΕΕ-25 το 2003, πολύ χαμηλότερο από τον συμφωνηθέντα στόχο του 70 %. Ο ρυθμός επίτευξης του στόχου του 60 % της γυναικείας απασχόλησης παρέμεινε αργός, με ποσοστό που κυμαίνεται τώρα στο 55,1 % για την ΕΕ-25, αλλά αναμένεται να αυξηθεί και πάλι. Το ποσοστό απασχόλησης των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας, που συνέχισε να αυξάνεται υπερβαίνοντας κατά τι το 40,2 %, είναι το ποσοστό με τη μεγαλύτερη απόσταση από τον στόχο του 50 % που έχει τεθεί για το 2010. Ταυτόχρονα, η βελτίωση της ποιότητας στην εργασία παρουσιάζει συγκεχυμένη πρόοδο και η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας μεγιστοποίησε τα προβλήματα κοινωνικής ένταξης. Η μακροχρόνια ανεργία αυξήθηκε και πάλι μετά από αρκετά χρόνια πτωτικής τάσης και φαίνεται απίθανο να μειωθεί στο άμεσο μέλλον.

Η βραδύτητα της οικονομικής ανάκαμψης της ΕΕ παραμένει ανησυχητική. Η οικονομία της ΕΕ απέχει, από πολλές απόψεις, περισσότερο από ό,τι κατά τον Μάρτιο του 2000 από το στόχο της να καταστεί η ανταγωνιστικότερη οικονομία παγκοσμίως. Στο πλαίσιο αυτό, το χάσμα μεταξύ του αναπτυξιακού δυναμικού της Ευρώπης και του δυναμικού των οικονομικών της εταίρων δεν μειώθηκε σημαντικά.

Μία πρώτη εξήγηση για τις συνεχιζόμενες περιορισμένες επιδόσεις της οικονομίας της Ένωσης αποδίδεται στη συγκριτικά χαμηλή συμμετοχή του εργατικού της δυναμικού. Οι προσπάθειες που κατέβαλαν τα κράτη μέλη οδήγησαν σε αύξηση του ποσοστού απασχόλησης από 61,9 % το 1999 σε 63,0 % το 2003. Ωστόσο, για την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας πρέπει να υπάρξει ακόμη μεγαλύτερη πρόοδος, κυρίως όσον αφορά τους εργαζομένους νεαρής και μεγαλύτερης ηλικίας.

Η δεύτερη σημαντική εξήγηση για τις χαμηλές επιδόσεις της ΕΕ συνδέεται με το χαμηλό επίπεδο αύξησης της παραγωγικότητας. Η αύξηση της παραγωγικότητας παρουσιάζει πτωτικές τάσεις επί σειρά δεκαετιών.

ΤΜΗΜΑ Α

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ (2)

A.1.   Μακροοικονομικές πολιτικές που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη και απασχόληση

Να εξασφαλιστεί οικονομική σταθερότητα για την αύξηση της απασχόλησης και του αναπτυξιακού δυναμικού

Οι υγιείς μακροοικονομικές πολιτικές είναι απαραίτητες για τη στήριξη μιας ισόρροπης οικονομικής ανάπτυξης και την πλήρη εκμετάλλευση του υφιστάμενου αναπτυξιακού δυναμικού. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τη δημιουργία των συνθηκών που θα προωθήσουν ικανοποιητικά επίπεδα αποταμιεύσεων και επενδύσεων, και θα προσανατολίσουν περισσότερο τις επενδύσεις προς τη γνώση και την καινοτομία, έτσι ώστε η οικονομία να στραφεί προς την κατεύθυνση της διατηρήσιμης και υψηλότερης μη πληθωριστικής ανάπτυξης και απασχόλησης. Τούτο αναμένεται να συμβάλει στη διατήρηση ευνοϊκών μακροπρόθεσμων επιτοκίων και στην εξέλιξη προς λογικές συναλλαγματικές ισοτιμίες. Για να σχεδιάσουν το μέλλον τους, οι επιχειρήσεις και οι ιδιώτες πρέπει να έχουν τη βεβαιότητα της σταθερότητας των τιμών.

Οι νομισματικές πολιτικές μπορούν να συμβάλουν εξασφαλίζοντας τη σταθερότητα των τιμών και, χωρίς να θίγεται ο στόχος αυτός, στηρίζοντας άλλες γενικές οικονομικές πολιτικές όσον αφορά την ανάπτυξη και την απασχόληση. Για τα νέα κράτη μέλη, θα είναι πολύ σημαντικό οι νομισματικές πολιτικές να συμβάλουν στην επίτευξη μιας διατηρήσιμης —πραγματικής και ονομαστικής— σύγκλισης. Τα συστήματα συναλλαγματικών ισοτιμιών αποτελούν σημαντικό μέρος του συνολικού πλαισίου οικονομικής και νομισματικής πολιτικής και θα πρέπει να προσανατολιστούν προς την επίτευξη διατηρήσιμης και πραγματικής ονομαστικής σύγκλισης. Η συμμετοχή στον ευρωπαϊκό μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ ΙΙ) σε εύθετο χρόνο μετά την προσχώρηση αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση των προσπαθειών αυτών. Μία επιπλέον πρόκληση στο πλαίσιο της μακροοικονομικής πολιτικής, για ορισμένα από αυτά τα κράτη μέλη, είναι να διατηρήσουν τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών εντός ορίων που να εξασφαλίζουν υγιή εξωτερική χρηματοδότηση. Για το λόγο αυτόν, πρέπει να διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία ώστε να μειωθούν τα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών.

Με εξασφαλισμένη μία υγιή δημοσιονομική κατάσταση είναι δυνατή και η πλήρης και συμμετρική λειτουργία των αυτόματων δημοσιονομικών σταθεροποιητών καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου, με στόχο τη σταθεροποίηση της παραγωγής σε ταχύτερη και διατηρήσιμη αναπτυξιακή τροχιά. Για τα κράτη μέλη που έχουν ήδη επιτύχει υγιή δημοσιονομική κατάσταση, η πρόκληση συνίσταται στη διατήρηση της κατάστασης αυτής. Όσον αφορά τα υπόλοιπα κράτη μέλη, πρέπει να λάβουν όλα τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να επιτύχουν τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς τους στόχους, ειδικότερα σε περίπτωση βελτίωσης των οικονομικών συνθηκών, αποφεύγοντας την εφαρμογή πολιτικών που επιτείνουν την επίδραση κυκλικών παραγόντων και δημιουργώντας προϋποθέσεις που επιτρέπουν την πλήρη λειτουργία των αυτόματων σταθεροποιητών καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου προτού εμφανιστεί η επόμενη οικονομική ύφεση. Σύμφωνα με την έκθεση του Συμβουλίου Ecofin «Βελτίωση της εφαρμογής του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης» την οποία υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (22 και 23 Μαρτίου 2005), για τα επιμέρους κράτη μέλη ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος θα πρέπει να διαφοροποιηθεί ούτως ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πολυμορφία των οικονομικών και δημοσιονομικών τους θέσεων και εξελίξεων καθώς και του δημοσιονομικού κινδύνου για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, ενόψει και των προβλεπόμενων δημογραφικών αλλαγών. Οι απαιτήσεις του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης που ισχύουν για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ ισχύουν επίσης για τα κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 1. Για να εξασφαλιστεί οικονομική σταθερότητα για διατηρήσιμη ανάπτυξη 1. σύμφωνα με το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, τα κράτη μέλη πρέπει να τηρήσουν τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς τους στόχους. Για όσο διάστημα δεν έχει επιτευχθεί ο στόχος αυτός, θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα με σκοπό την επίτευξή του. Τα κράτη μέλη πρέπει να αποφεύγουν την εφαρμογή δημοσιονομικών πολιτικών που επιτείνουν την επίδραση κυκλικών παραγόντων. Επιπλέον, είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη εκείνα που έχουν υπερβολικό έλλειμμα να αναλάβουν αποτελεσματική δράση για την ταχεία διόρθωση των υπερβολικών ελλειμμάτων τους· 2. τα κράτη μέλη με μη διατηρήσιμα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για την απορρόφησή τους εφαρμόζοντας διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ενισχύοντας την εξωτερική τους ανταγωνιστικότητα και, εφόσον χρειάζεται, συμβάλλοντας στη απορρόφησή τους με την εφαρμογή δημοσιονομικών πολιτικών. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Για μια δυναμική και εύρυθμα λειτουργούσα ΟΝΕ» (αριθ. 6).

Να διασφαλιστεί μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα ενόψει της γήρανσης του πληθυσμού της Ευρώπης

Η γήρανση του πληθυσμού της Ευρώπης δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβολές, μέχρι το 2050 ο πληθυσμός της ΕΕ σε ηλικία εργασίας (15-64 ετών) θα είναι κατά 18 % χαμηλότερος απ’ ό,τι το 2000 και ο αριθμός των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών θα έχει αυξηθεί κατά 60 %. Το γεγονός αυτό όχι μόνο συνεπάγεται υψηλότερους δείκτες εξάρτησης· σημαίνει επίσης ότι, εάν δεν αναληφθεί τώρα δράση για να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών, ενδέχεται να σημειωθεί αύξηση του βάρους του χρέους, λόγω της μείωσης των δημόσιων δαπανών που σχετίζονται με την πληθυσμιακή γήρανση, και χαμηλότερη δυνητική κατά κεφαλήν παραγωγή, λόγω της μείωσης του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας, καθώς και μελλοντικές δυσκολίες για τη χρηματοδότηση των συστημάτων συνταξιοδότησης, κοινωνικής ασφάλισης και υγειονομικής περίθαλψης.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού επιδιώκοντας, ως μέρος της τρισχιδούς στρατηγικής για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών της επιπτώσεων, επιδιώκοντας έναν ικανοποιητικό ρυθμό μείωσης του χρέους και παρέχοντας κίνητρα για την αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και της προσφοράς εργατικού δυναμικού, έτσι ώστε να αντισταθμιστούν οι συνέπειες της μελλοντικής μείωσης του αριθμού των ατόμων σε ηλικία εργασίας. Παρά την πρόσφατη αύξηση, το σχετικά χαμηλό ακόμη ποσοστό απασχόλησης του 63,0 % το 2003 δείχνει ότι η Ευρώπη διαθέτει ένα αναξιοποίητο εργατικό δυναμικό. Κατά συνέπεια, υπάρχουν ακόμη σημαντικά περιθώρια για περαιτέρω βελτίωση της κατάστασης, ιδίως μεταξύ των γυναικών, των νέων και των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας. Σύμφωνα με τη στρατηγική αυτή, πρέπει επίσης να εκσυγχρονιστούν τα συστήματα κοινωνικής προστασίας για να είναι οικονομικώς βιώσιμα, με την παροχή κινήτρων στον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας για την ενεργό συμμετοχή του στην αγορά εργασίας, και παράλληλα να εκπληρώνουν τους στόχους τους όσον αφορά την προσβασιμότητα και την αποτελεσματικότητά τους. Ειδικότερα, η βελτιωμένη διάδραση μεταξύ των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και των αγορών εργασίας μπορεί να εξαλείψει τις στρεβλώσεις και να ενθαρρύνει την παράταση του επαγγελματικού βίου καθώς παράλληλα αυξάνεται και το προσδόκιμο ζωής.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 2. Για να διασφαλιστεί η οικονομική και δημοσιονομική βιωσιμότητα ως βάση για την αύξηση της απασχόλησης, τα κράτη μέλη πρέπει, ενόψει του αναμενόμενου κόστους από τη γήρανση του πληθυσμού· 1. να μειώσουν με ικανοποιητικό ρυθμό το δημόσιο χρέος, ενισχύοντας έτσι τα δημόσια οικονομικά τους· 2. να μεταρρυθμίσουν και να ενισχύσουν τα εθνικά συστήματα συνταξιοδότησης, κοινωνικής ασφάλισης και υγειονομικής περίθαλψης ώστε να καταστούν οικονομικώς βιώσιμα, κοινωνικώς επαρκή και προσβάσιμα· 3. να λάβουν μέτρα για την αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και στην προσφορά εργασίας, ιδίως μεταξύ των γυναικών, των νέων και των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων, και να προωθήσουν μια προσέγγιση της εργασίας βασιζόμενη στον κύκλο ζωής ώστε να αυξηθούν οι εργασθείσες ώρες στην οικονομία. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να προωθηθεί μία προσέγγιση της εργασίας βασιζόμενη στον κύκλο ζωής» (αριθ. 18, και 4, 19, 21).

Να προωθηθεί η αποτελεσματική κατανομή πόρων με προσανατολισμό την ανάπτυξη και την απασχόληση

Καλά σχεδιασμένα συστήματα φορολόγησης και δαπανών, τα οποία να ευνοούν την αποτελεσματική κατανομή πόρων, είναι αναγκαία προκειμένου ο δημόσιος τομέας να συμβάλει πλήρως στην άνοδο της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης, χωρίς να διακυβεύονται οι στόχοι της οικονομικής σταθερότητας και βιωσιμότητας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τον επαναπροσανατολισμό των δαπανών προς κατηγορίες που ενισχύουν την ανάπτυξη, όπως η Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε & Α), οι υλικές υποδομές, οι φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες, το ανθρώπινο κεφάλαιο και η γνώση. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να συμβάλουν στη συγκράτηση άλλων κατηγοριών δαπανών εφαρμόζοντας κανόνες σχετικούς με τις δαπάνες, καταρτίζοντας τον προϋπολογισμό με βάση τις επιδόσεις και καθιερώνοντας μηχανισμούς αξιολόγησης που εγγυώνται ότι σχεδιάζονται ορθά τα στοχοθετημένα μέτρα μεταρρυθμίσεων και ότι εκπονούνται συνολικές δέσμες μεταρρυθμίσεων. Μία βασική προτεραιότητα για την οικονομία της ΕΕ είναι να εξασφαλιστεί ότι τα φορολογικά συστήματα και η διάδρασή τους με τα συστήματα παροχών ενισχύουν το αναπτυξιακό δυναμικό μέσω της αύξησης της απασχόλησης και των επενδύσεων.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 3. Για να προωθηθεί η αποτελεσματική κατανομή πόρων με προσανατολισμό την ανάπτυξη και την απασχόληση, τα κράτη μέλη πρέπει, τηρώντας τις κατευθυντήριες γραμμές για την οικονομική σταθερότητα και τη βιωσιμότητα, να διαθέσουν ένα μεγαλύτερο μέρος των δημόσιων δαπανών τους σε αναπτυξιακά μέτρα σύμφωνα με τη στρατηγική της Λισαβόνας, να προσαρμόσουν τα φορολογικά τους συστήματα με τρόπο που να ενισχύουν το αναπτυξιακό δυναμικό, να καθιερώσουν μηχανισμούς αξιολόγησης της σχέσης μεταξύ δημόσιων δαπανών και επίτευξης των τεθέντων στόχων της πολιτικής και να εξασφαλίσουν τη γενικότερη συνεκτικότητα των μεταρρυθμιστικών μέτρων. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να ενθαρρυνθεί η βιώσιμη χρησιμοποίηση των πόρων και να ενισχυθούν οι συνεργίες μεταξύ της περιβαλλοντικής προστασίας και της οικονομικής ανάπτυξης» (αριθ. 11).

Να εξασφαλιστεί ότι οι μισθολογικές εξελίξεις συμβάλλουν στην ανάπτυξη και σταθερότητα και συμπληρώνουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις

Οι μισθολογικές εξελίξεις μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία σταθερών μακροοικονομικών συνθηκών και ενός συνδυασμού πολιτικών ευνοϊκών προς την απασχόληση, υπό την προϋπόθεση ότι οι πραγματικές μισθολογικές αυξήσεις παρουσιάζουν αντιστοιχία με το ποσοστό της δυνητικής αύξησης της παραγωγικότητας μεσοπρόθεσμα, και είναι συνεπείς με ποσοστό κερδοφορίας που επιτρέπει την υλοποίηση επενδύσεων για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, της παραγωγικής ικανότητας και της απασχόλησης. Η κατάσταση αυτή προϋποθέτει ότι προσωρινοί παράγοντες, όπως οι διακυμάνσεις της παραγωγικότητας που οφείλονται σε κυκλικούς παράγοντες ή σε έκτακτες αυξήσεις του γενικού πληθωρισμού, δεν θα προκαλέσουν μη διατηρήσιμες αυξητικές τάσεις των μισθών και ότι οι μισθολογικές εξελίξεις θα αντανακλούν τις συνθήκες της τοπικής αγοράς εργασίας.

Με δεδομένη τη συνεχή ανοδική τάση των τιμών του πετρελαίου και των πρώτων υλών, απαιτείται επαγρύπνηση όσον αφορά τις επιπτώσεις που θα έχουν στη σταθερότητα και την ανταγωνιστικότητα των τιμών οι μισθολογικές συμβάσεις και οι αυξήσεις του κόστους εργασίας. Το γεγονός ότι μέχρι τώρα δεν έχει παρατηρηθεί αυτή η έμμεση επίπτωση, αποτελεί θετική ένδειξη. Τα θέματα αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη στον συνεχιζόμενο διάλογο και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ νομισματικών και δημοσιονομικών αρχών και των κοινωνικών εταίρων στο πλαίσιο του μακροοικονομικού διαλόγου.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 4. Για να εξασφαλιστεί ότι οι μισθολογικές εξελίξεις συμβάλλουν στη μακροοικονομική σταθερότητα και την οικονομική ανάπτυξη, και για να αυξηθεί η προσαρμοστικότητα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη θέσπιση των κατάλληλων πλαισίων και προϋποθέσεων για συστήματα μισθολογικών διαπραγματεύσεων, σεβόμενα παράλληλα πλήρως τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων με στόχο να προωθούν εξελίξεις ως προς τους ονομαστικούς μισθούς και το κόστος εργασίας που να παραμένουν συμβατές με τη σταθερότητα των τιμών και την εξέλιξη της παραγωγικότητας μεσοπρόθεσμα, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες διαφορές ως προς τις δεξιότητες και τις τοπικές συνθήκες των αγορών εργασίας. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να εξασφαλιστεί ευνοϊκή προς την απασχόληση εξέλιξη του κόστους εργασίας και των μηχανισμών καθορισμού των μισθών» (αριθ. 22).

Να προωθηθούν συνεκτικές μακροοικονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές και πολιτικές απασχόλησης

Ο ρόλος των υγιών μακροοικονομικών πολιτικών είναι να διαμορφώνουν συνθήκες που να ευνοούν την απασχόληση και την οικονομική ανάπτυξη. Για την αύξηση της παραγωγικότητας και της απασχόλησης μεσοπρόθεσμα, είναι απαραίτητη η πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που να είναι συνεπείς με υγιείς δημοσιονομικές θέσεις βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, και οι οποίες να οδηγούν επομένως στη δημιουργία αναπτυξιακού δυναμικού και στην ενίσχυσή του. Οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις συμβάλλουν επίσης στη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών, τη μακροοικονομική σταθερότητα και την ανθεκτικότητα στους κλυδωνισμούς. Παράλληλα, οι κατάλληλες μακροοικονομικές πολιτικές είναι απαραίτητες για την πλήρη αξιοποίηση των οφελών από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από πλευράς ανάπτυξης και απασχόλησης. Η γενική οικονομική στρατηγική των κρατών μελών πρέπει κατά κύριο λόγο να εξασφαλίζει ότι αυτά διαθέτουν ένα συνεκτικό σύνολο διαρθρωτικών πολιτικών που στηρίζουν το μακροοικονομικό πλαίσιο και αντιστρόφως. Ειδικότερα, οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς πρέπει να βελτιώνουν τη συνολική προσαρμοστικότητα και προσαρμογή των οικονομιών ώστε αυτές να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις μεταβολές της οικονομικής συγκυρίας αλλά και σε περισσότερο μακροπρόθεσμες εξελίξεις, όπως η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική πρόοδος. Εν προκειμένω, θα πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια για μεταρρυθμίσεις των φορολογικών συστημάτων και των συστημάτων παροχών ώστε η εργασία να καταστεί οικονομικά συμφέρουσα και να αποφεύγονται τυχόν αντικίνητρα όσον αφορά τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 5. Για να προωθηθούν συνεκτικές μακροοικονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές και πολιτικές απασχόλησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και προϊόντων οι οποίες παράλληλα να οδηγούν στην αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού και στην υποστήριξη του μακροοικονομικού πλαισίου αυξάνοντας την ευελιξία, την κινητικότητα των συντελεστών παραγωγής και την προσαρμοστική ικανότητα στις αγορές εργασίας και προϊόντων ως απάντηση στην παγκοσμιοποίηση, στην τεχνολογική πρόοδο, στις μεταβολές της ζήτησης και στις αλλαγές της οικονομικής συγκυρίας. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δώσουν νέα ώθηση σε φορολογικές μεταρρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις των παροχών ώστε να βελτιωθούν τα παρεχόμενα κίνητρα και να καταστεί η εργασία οικονομικά συμφέρουσα, να αυξήσουν την προσαρμοστικότητα των αγορών εργασίας συνδυάζοντας την ευελιξία στην απασχόληση με την ασφάλεια, και βελτιώνοντας την απασχόληση με την πραγματοποίηση επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να προωθηθεί η ευελιξία σε συνδυασμό με την ασφάλεια της απασχόλησης και να μειωθεί ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας λαμβανομένου δεόντως υπόψη του ρόλου των κοινωνικών εταίρων» (αριθ. 21 και 19).

A.2.   Να εξασφαλιστεί ο δυναμισμός και η εύρυθμη λειτουργία της ζώνης του ευρώ

Η ανάγκη αύξησης των αναπτυξιακών ρυθμών και της απασχόλησης είναι ιδιαίτερα αισθητή στη ζώνη του ευρώ λόγω των πρόσφατων μέτριων οικονομικών επιδόσεων και του χαμηλού δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης που παρουσιάζει αυτή (γύρω στο 2 % σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής). Στις πρόσφατες εαρινές προβλέψεις της, η Επιτροπή αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψή της για ανάπτυξη το 2005 στη ζώνη του ευρώ ανερχόμενη στο 1,6 %. Η οικονομική απόκλιση ενδέχεται να αυξηθεί στη ζώνη του ευρώ από πλευράς ανάπτυξης, εσωτερικής ζήτησης και πληθωριστικών πιέσεων. Η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ κατά το δεύτερο εξάμηνο του περασμένου έτους μπορεί να εξηγηθεί τόσο από εξωτερικούς παράγοντες —υψηλές και ασταθείς τιμές πετρελαίου, επιβράδυνση της ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου και άνοδος της τιμής του ευρώ— καθώς επίσης και από εσωτερικές δυσκαμψίες. Στον εξωτερικό τομέα, οι αρνητικές εξελίξεις στις τιμές του πετρελαίου και οι συνεχιζόμενες συνολικές ανισορροπίες εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν μη αμελητέους κινδύνους για πτώση της οικονομικής δραστηριότητας.

Η εγχώρια ζήτηση υπήρξε ιδιαίτερα υποτονική στη ζώνη του ευρώ, καθώς τόσο η ιδιωτική κατανάλωση όσο και οι επενδύσεις κυμάνθηκαν σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα από αυτά της ΕΕ-25 συνολικά για το 2004. Η υποτονική ιδιωτική κατανάλωση φαίνεται να οφείλεται στις μόνιμες ανησυχίες ιδίως ως προς τις προοπτικές απασχόλησης (καθώς η ανεργία παραμένει στο 9 %), καθώς και ως προς τις μεσοπρόθεσμες εισοδηματικές προοπτικές. Το επίπεδο εμπιστοσύνης και η έλλειψη σταθερής βελτίωσης από την πλευρά της κατανάλωσης συνέχισαν να δυσχεραίνουν την πραγματοποίηση επενδύσεων.

Η πρόκληση για τη ζώνη του ευρώ συνίσταται στο να εκμεταλλευτεί το υπάρχον αναπτυξιακό δυναμικό, ίσως δε και να αυξήσει με την πάροδο του χρόνου το αναπτυξιακό της δυναμικό. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μέσω μακροοικονομικών πολιτικών με προσανατολισμό στην ανάπτυξη και τη σταθερότητα και μέσω μεγάλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Και τα δύο αυτά μέσα είναι καίριας σημασίας για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και του ΜΣΙ ΙΙ, δεδομένου ότι ενισχύουν σημαντικά την ικανότητα των εν λόγω κρατών να προσαρμόζονται ικανοποιητικά στους κλυδωνισμούς με ασύμμετρο αντίκτυπο, και, κατά συνέπεια, την οικονομική ανθεκτικότητα της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της. Επιπλέον, οι οικονομικές επιδόσεις και οι οικονομικές πολιτικές των μεμονωμένων κρατών μελών της ζώνης του ευρώ επηρεάζουν ορισμένα «κοινά αγαθά», όπως, η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, τα επιτόκια, η σταθερότητα των τιμών και η συνοχή της ζώνης του ευρώ. Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι αναγκαίος ένας αποτελεσματικός συντονισμός των πολιτικών, τόσο στην ΕΕ όσο και στη ζώνη του ευρώ, με στόχο την αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων.

Λόγω της έλλειψης εθνικών πολιτικών όσον αφορά τα επιτόκια και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, καθίσταται επίσης όλο και επιτακτικότερη η επίτευξη και η διατήρηση υγιούς δημοσιονομικής κατάστασης καθ’ όλη τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου, προκειμένου τα κράτη μέλη να έχουν επαρκή δημοσιονομικά περιθώρια απορρόφησης των επιπτώσεων από κυκλικές διακυμάνσεις ή από οικονομικούς κλυδωνισμούς με ασύμμετρο αντίκτυπο. Οι διαρθρωτικές πολιτικές που ευνοούν την ομαλή προσαρμογή των τιμών και των μισθών είναι ζωτικής σημασίας για να μπορούν τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ να προσαρμόζονται ταχέως στους κλυδωνισμούς (όπως η σημερινή κρίση των τιμών του πετρελαίου) και να συμβάλλουν στην αποφυγή απροσδόκητων πληθωριστικών εξελίξεων. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν ιδιαίτερη σημασία οι πολιτικές που αυξάνουν τη δυνατότητα αντίδρασης των αγορών εργασίας, ενθαρρύνοντας την εκτεταμένη συμμετοχή στην εργασία, την κινητικότητα γεωγραφικής και επαγγελματικής φύσης και τον καθορισμό των μισθών, καθώς και τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων.

Βραχυπρόθεσμα, ο συνδυασμός πολιτικών στη ζώνη του ευρώ πρέπει να παρέχει υποστήριξη για την οικονομική ανάκαμψη ενώ παράλληλα να διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και σταθερότητα. Με την παρούσα συγκυρία, είναι σημαντικό ο συνδυασμός πολιτικών να ενισχύει την εμπιστοσύνη μεταξύ των καταναλωτών και των επενδυτών, πράγμα που προϋποθέτει επίσης την προσήλωση στη μεσοπρόθεσμη σταθερότητα. Η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να εξασφαλίζει μια δημοσιονομική κατάσταση συνεπή με την ανάγκη αφενός μεν να ετοιμαστεί η αντιμετώπιση της γήρανσης των πληθυσμών, αφετέρου δε να επιτευχθεί μια σύνθεση δημοσίων δαπανών και εσόδων που να ενισχύει την οικονομική ανάπτυξη.

Για να συμβάλει στη διεθνή οικονομική σταθερότητα και να εκπροσωπεί καλύτερα τα οικονομικά της συμφέροντα, η ζώνη του ευρώ πρέπει απαραιτήτως να διαδραματίσει τον πλήρη ρόλο της στο πλαίσιο της διεθνούς συνεργασίας για τις νομισματικές και οικονομικές πολιτικές. Παρά το ότι μια σταθερή προεδρία της Ευρωομάδας θα διευκολύνει τον συντονισμό των θέσεων των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, η εξωτερική αντιπροσώπευση της ζώνης του ευρώ πρέπει να βελτιωθεί, με βάση το πλαίσιο της συμφωνίας της Βιέννης της 11ης και 12ης Δεκεμβρίου 1998, ούτως ώστε η ζώνη του ευρώ να αναλάβει ηγετικό στρατηγικό ρόλο στην ανάπτυξη του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 6. Για μία δυναμική και εύρυθμα λειτουργούσα ΟΝΕ, τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ πρέπει να εξασφαλίσουν καλύτερο συντονισμό των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών τους και ιδίως: 1. να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών τους τηρώντας πλήρως το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης· 2. να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός συνδυασμού πολιτικών που να υποστηρίζει την οικονομική ανάκαμψη και να είναι συμβατός με τη σταθερότητα των τιμών, και ως εκ τούτου να ενισχύει την εμπιστοσύνη μεταξύ των επιχειρήσεων και των καταναλωτών βραχυπρόθεσμα, ενώ παράλληλα θα είναι συμβατός με τη μακροπρόθεσμη διατηρήσιμη ανάπτυξη· 3. να επιδιώξουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα αυξήσουν το μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της ζώνης του ευρώ και θα βελτιώσουν την παραγωγικότητά της, την ανταγωνιστικότητά της και την προσαρμοστικότητά της σε ασύμμετρες κρίσεις, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στις πολιτικές απασχόλησης· 4. να μεριμνήσουν ώστε η επιρροή της ζώνης του ευρώ στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα να είναι ανάλογη της οικονομικής της βαρύτητας.

ΤΜΗΜΑ B

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού της ΕΕ και την υποστήριξη της μακροοικονομικής σταθερότητας, δεδομένου ότι βελτιώνουν την αποδοτικότητα και την προσαρμοστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι αποτέλεσμα του ανταγωνισμού, των επενδύσεων και των καινοτομιών. Προϋπόθεση για την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού της Ευρώπης αποτελεί η επίτευξη προόδου όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την αύξηση της παραγωγικότητας. Από τα μέσα της δεκαετίας του '90, η αύξηση της παραγωγικότητας στην ΕΕ έχει επιβραδυνθεί σημαντικά. Ένα μέρος αυτής της επιβράδυνσης οφείλεται στην αύξηση της απασχόλησης των εργαζόμενων με λίγα προσόντα. Ωστόσο, η αναστροφή αυτής της τάσης συνιστά τη βασικότερη πρόκληση για την Ένωση, ιδίως ενόψει της γήρανσης του πληθυσμού της. Μόνο η γήρανση του πληθυσμού εκτιμάται ότι θα μειώσει περίπου κατά το ήμισυ το σημερινό ρυθμό δυνητικής ανάπτυξης. Είναι επομένως αναγκαίο να επιταχυνθεί η αύξηση της παραγωγικότητας και να αυξηθούν οι ώρες εργασίας, για τη διατήρηση και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στο μέλλον και την εξασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας.

B.1.   Γνώση και Καινοτομία — κινητήρες βιώσιμης μεγέθυνσης

Οι γνώσεις που συσσωρεύτηκαν μέσω των επενδύσεων στην Ε & Α, την καινοτομία και την εκπαίδευση αποτελούν έναν ουσιαστικό παράγοντα μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Οι πολιτικές που αποσκοπούν στην αύξηση των επενδύσεων στη γνώση και στην ενίσχυση της ικανότητας καινοτομίας της οικονομίας της ΕΕ βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Για τους λόγους αυτούς, τα εθνικά και περιφερειακά προγράμματα θα προβλέπουν περισσότερες επενδύσεις στους τομείς αυτούς σύμφωνα με τους στόχους της Λισαβόνας.

Να αυξηθούν και να βελτιωθούν οι επενδύσεις στον τομές της Ε & Α, με σκοπό τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου της Γνώσης

Η Ε & Α επηρεάζει την οικονομική ανάπτυξη με διάφορους τρόπους: πρώτον, μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία νέων αγορών ή διαδικασιών παραγωγής· δεύτερον, μπορεί να οδηγήσει σε σταδιακή βελτίωση υφιστάμενων ήδη προϊόντων και διαδικασιών παραγωγής· και τρίτον, αυξάνει την ικανότητα μιας χώρας να απορροφά νέες τεχνολογίες.

Η ΕΕ διαθέτει επί του παρόντος περίπου 2 % του ΑΕΠ στην Ε & Α (μολονότι το ποσοστό αυτό ποικίλλει από κάτω του 0,5 % έως άνω του 4 % του ΑΕΠ από ένα κράτος μέλος σε άλλο), δηλαδή ποσοστό ελάχιστα υψηλότερο από εκείνο της περιόδου που δρομολογήθηκε η στρατηγική της Λισαβόνας. Επιπλέον, μόνο περίπου 55 % των δαπανών για την έρευνα στην ΕΕ χρηματοδοτείται από τις επιχειρήσεις. Τα χαμηλά επίπεδα ιδιωτικών επενδύσεων στην Ε & Α έχουν αναγνωριστεί ως μία από τις κυριότερες αιτίες για την υστέρηση της ΕΕ από τις ΗΠΑ ως προς τις καινοτομίες. Είναι αναγκαίο να σημειωθεί πρόοδος με ταχύτερους ρυθμούς για την υλοποίηση του στόχου που καθορίστηκε για ολόκληρη την ΕΕ να ανέλθουν οι επενδύσεις στον τομέα της έρευνας στο 3 % του ΑΕΠ. Τα κράτη μέλη καλούνται να ανακοινώσουν τους στόχους τους για τις δαπάνες στην Ε & Α για το 2008 και το 2010 καθώς και τα μέτρα που προτίθενται να λάβουν για να επιτύχουν τους στόχους αυτούς στα εθνικά τους προγράμματα για τη στρατηγική της Λισαβόνας. Η κύρια πρόκληση συνίσταται στο να καθοριστούν οι όροι-πλαίσιο, οι μηχανισμοί και τα κίνητρα για τις επιχειρήσεις προκειμένου να επενδύσουν στην έρευνα.

Οι δημόσιες δαπάνες για την έρευνα πρέπει να χρησιμοποιούνται αποτελεσματικότερα και να βελτιωθούν οι δεσμοί μεταξύ της δημόσιας έρευνας και του ιδιωτικού τομέα. Οι πόλοι και τα δίκτυα αριστείας πρέπει να ενισχυθούν, οι μηχανισμοί δημόσιας στήριξης πρέπει να χρησιμοποιούνται γενικά καλύτερα για την ενίσχυση των καινοτομιών στον ιδιωτικό τομέα, και πρέπει να εξασφαλιστεί μια αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των δημοσίων επενδύσεων και ο εκσυγχρονισμός της διαχείρισης των ερευνητικών ιδρυμάτων και των πανεπιστημίων. Είναι επίσης απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι οι επιχειρήσεις θα δραστηριοποιούνται σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, δεδομένου ότι ο ανταγωνισμός αποτελεί ουσιαστικό κίνητρο για ιδιωτικές επενδύσεις στην καινοτομία. Επιπλέον, πρέπει να ληφθούν αποφασιστικά μέτρα προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός και η ποιότητα των ερευνητών που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη, ιδίως προσελκύοντας περισσότερους φοιτητές στους κλάδους των επιστημών, των τεχνολογιών και της εφαρμοσμένης μηχανικής, και βελτιώνοντας τις προοπτικές σταδιοδρομίας και τη διεθνική και διατομεακή κινητικότητα των ερευνητών, και τη μείωση των εμποδίων στην κινητικότητα των ερευνητών και των φοιτητών.

Η διεθνής διάσταση της Ε & Α θα πρέπει να ενισχυθεί όσον αφορά την κοινή χρηματοδότηση, την ανάπτυξη μιας πιο κρίσιμης μάζας σε επίπεδο ΕΕ σε καίριους τομείς για τους οποίους απαιτούνται μεγάλα κεφάλαια και στη μείωση των εμποδίων για την κινητικότητα των ερευνητών και των φοιτητών.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 7. Για να αυξηθούν και να βελτιωθούν οι επενδύσεις σε Ε & Α, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα, επιβεβαιώνεται ο γενικός στόχος των επενδύσεων ύψους 3 % του ΑΕΠ για το 2010, με κατάλληλα μερίδια των ιδιωτικών και των δημόσιων επενδύσεων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπτύξουν περαιτέρω ένα συνδυασμό μέτρων κατάλληλων για να ενισχύσουν την Ε & Α, και ειδικότερα των επιχειρήσεων Ε & Α μέσω των εξής: 1. βελτιωμένα πλαίσια προϋποθέσεων προκειμένου να εξασφαλίζεται η λειτουργία των επιχειρήσεων μέσα σε επαρκώς ανταγωνιστικό και ελκυστικό περιβάλλον· 2. αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των δημόσιων δαπανών σε Ε & Α και ανάπτυξη των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ)· 3. ανάπτυξη και ενίσχυση κέντρων αριστείας των εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων στα κράτη μέλη, καθώς και δημιουργία νέων, αν χρειάζεται, και βελτίωση της συνεργασίας και της μεταφοράς τεχνολογίας μεταξύ δημοσίων ερευνητικών ιδρυμάτων και ιδιωτικών επιχειρήσεων· 4. ανάπτυξη και καλύτερη χρήση κινήτρων για την τόνωση της ιδιωτικής Ε & Α· 5. εκσυγχρονισμός της διαχείρισης ερευνητικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων· 6. εξασφάλιση επαρκούς προσφοράς ειδικευμένων ερευνητών, προσελκύοντας περισσότερους φοιτητές στους κλάδους των επιστημών, των τεχνολογιών και της εφαρμοσμένης μηχανικής, και βελτιώνοντας τις προοπτικές σταδιοδρομίας και την ευρωπαϊκή, διεθνή καθώς και διατομεακή κινητικότητα των ερευνητών και του προσωπικού στον τομέα της ανάπτυξης.

Να διευκολυνθεί η καινοτομία

Ο δυναμισμός της ευρωπαϊκής οικονομίας εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από την ικανότητα καινοτομίας της. Πρέπει να δημιουργηθούν οικονομικές συνθήκες που να ευνοούν την καινοτομία. Αυτό συνεπάγεται εύρυθμη λειτουργία χρηματοπιστωτικών αγορών και αγορών προϊόντων καθώς και αποτελεσματικά και οικονομικώς προσιτά μέσα για τη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Οι καινοτομίες εισάγονται συχνά στην αγορά από νέες επιχειρήσεις, οι οποίες ενδέχεται να αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσχέρειες στη λήψη χρηματοδότησης. Η λήψη μέτρων για την ενθάρρυνση της σύστασης και της ανάπτυξης καινοτόμων επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένης της βελτιωμένης πρόσβασης στη χρηματοδότηση, θα ενθαρρύνει επομένως την καινοτομία. Η ανάπτυξη πόλων και δικτύων καινοτομίας καθώς και οι υπηρεσίες στήριξης της καινοτομίας που στοχεύουν στις ΜΜΕ μπορούν να προωθήσουν τη διάδοση της τεχνολογίας και τις πολιτικές για την καλύτερη ενσωμάτωση, σε εθνικό επίπεδο, των συστημάτων καινοτομιών και εκπαίδευσης. Η μεταφορά της γνώσης μέσω της κινητικότητας των ερευνητών, των άμεσων ξένων επενδύσεων (FDI) ή της εισαγωγής τεχνολογίας είναι ιδιαίτερα ευεργετική για χώρες και περιοχές με αναπτυξιακή υστέρηση.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 8. Για να διευκολύνονται όλες οι μορφές καινοτομίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εστιασθούν στα εξής: 1. βελτιώσεις σε υπηρεσίες υποστήριξης της καινοτομίας, ιδίως για τη διάδοση και τη μεταφορά τεχνολογίας· 2. δημιουργία και ανάπτυξη πόλων, δικτύων και χώρων επώασης καινοτομιών, όπου θα συνευρίσκονται πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα και επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένου σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, και που θα βοηθούν στο γεφύρωμα του τεχνολογικού χάσματος μεταξύ περιοχών· 3. ενθάρρυνση της διασυνοριακής μεταβίβασης γνώσεων, ιδίως ως αποτέλεσμα άμεσων ξένων επενδύσεων· 4. ενθάρρυνση της σύναψης δημοσίων συμβάσεων για καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες· 5. καλύτερη πρόσβαση στις εγχώριες και διεθνείς χρηματοοικονομικές υπηρεσίες· 6. αποτελεσματικά και οικονομικώς προσιτά μέσα για τη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

Η διάδοση τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ), σύμφωνα με τους στόχους και τις δράσεις της επικείμενης πρωτοβουλίας i2010, αποτελεί επίσης ένα σημαντικό μέσο για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και κατά συνέπεια, για την οικονομική ανάπτυξη. Η ΕΕ δεν κατάφερε να αποκομίσει όλα τα οφέλη από την αυξανόμενη παραγωγή και χρήση των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ). Η κατάσταση αυτή αντανακλά τις όπως και κατά το παρελθόν ανεπαρκείς επενδύσεις στις ΤΠΕ, θεσμικά εμπόδια και οργανωτικές προκλήσεις όσον αφορά την υιοθέτηση των ΤΠΕ. Η τεχνολογική καινοτομία εξαρτάται, σε τελευταία ανάλυση, από ένα κατάλληλο για την ανάπτυξη οικονομικό περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση ικανών υλικοτεχνικών υποδομών (intelligent logistics) αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο ώστε να εξασφαλιστεί ότι το κόστος στους ευρωπαϊκούς ιστοχώρους παραγωγής θα παραμείνει ανταγωνιστικό. Εν προκειμένω, είναι επίσης σημαντική η ύπαρξη μιας ανοικτής και ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 9. Για να διευκολυνθεί η διάδοση και η πραγματική χρήση των ΤΠΕ και να οικοδομηθεί μια κοινωνία της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς, τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να ενθαρρύνουν την ευρέως διαδεδομένη χρήση των ΤΠΕ στις δημόσιες υπηρεσίες, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά· 2. να καθορίσουν το αναγκαίο πλαίσιο για τις σχετικές αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας στην οικονομία· 3. να προωθήσουν μια ισχυρή ευρωπαϊκή βιομηχανική παρουσία στα καίριας σημασίας τμήματα των ΤΠΕ· 4. να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη ισχυρών βιομηχανιών ΤΠΕ και περιεχομένου, και την καλή λειτουργία των αγορών· 5. να εξασφαλίσουν την ασφάλεια των δικτύων και των πληροφοριών, καθώς και τη σύγκλιση και διαλειτουργικότητα με σκοπό την εγκαθίδρυση ενός χώρου πληροφοριών χωρίς σύνορα· 6. να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων, συμπεριλαμβανομένου για περιοχές με χαμηλό βαθμό εξυπηρέτησης, ώστε να αναπτυχθεί η οικονομία με βάση τη γνώση. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να προωθηθεί η ευελιξία σε συνδυασμό με την ασφάλεια της απασχόλησης και να μειωθεί ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του ρόλου των κοινωνικών εταίρων» (αριθ. 21).

Να ενισχυθούν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της ευρωπαϊκής βιομηχανικής βάσης

Η πρόσφατη επιβράδυνση της αύξησης της παραγωγικότητας της ΕΕ οφείλεται εν μέρει στη δυσκολία της Ένωσης να επαναπροσανατολίσει την οικονομία της προς νέους τομείς με υψηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας.

Για να βελτιώσει και να διατηρήσει το οικονομικό και τεχνολογικό της προβάδισμα, η Ευρώπη πρέπει να αυξήσει την ικανότητά της να αναπτύσσει και να διαθέτει στην αγορά νέες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των ΤΠΕ. Θα πρέπει να αναλυθούν και να αξιοποιηθούν οι συνεργίες από τις κοινές προσπάθειες αντιμετώπισης ερευνητικών, κανονιστικών και χρηματοδοτικών προβλημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εκεί όπου τα κράτη μέλη από μόνα τους δεν μπορούν να καλύψουν με επιτυχία τις αδυναμίες της αγοράς για λόγους κλίμακας ή εμβέλειας. Η ΕΕ δεν έχει ακόμη καταφέρει να αξιοποιήσει πλήρως το τεχνολογικό δυναμικό της. Η συνεκμετάλλευση της ευρωπαϊκής αριστείας και η ανάπτυξη συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών σε περιπτώσεις όπου τα οφέλη για την κοινωνία είναι μεγαλύτερα από τα οφέλη για τον ιδιωτικό τομέα, θα βοηθήσουν στην αξιοποίηση αυτού του δυναμικού.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 10. Για να ενισχύσει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της βιομηχανικής βάσης της, η Ευρώπη χρειάζεται έναν ισχυρό βιομηχανικό ιστό σε όλο το έδαφός της. Η αναγκαία άσκηση μιας σύγχρονης και ενεργού βιομηχανικής πολιτικής ισοδυναμεί με την ενίσχυση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της βιομηχανικής βάσης, συμπεριλαμβανομένου με τη συμβολή για τη δημιουργία ελκυστικών συνθηκών για την παραγωγή τόσο αγαθών όσο και υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας τη συμπληρωματικότητα των δράσεων σε εθνικό, διακρατικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να προχωρήσουν καταρχάς στον προσδιορισμό των παραγόντων προστιθέμενης αξίας και ανταγωνιστικότητας σε νευραλγικούς βιομηχανικούς τομείς, και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης· 2. να εστιάσουν επίσης την προσοχή τους στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και αγορών: α) τούτο προϋποθέτει μια συγκεκριμένη δέσμευση για προώθηση τεχνολογικών πρωτοβουλιών βάσει συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών, οι οποίες βοηθούν στην αντιμετώπιση πραγματικών αδυναμιών της αγοράς· β) τούτο επίσης προϋποθέτει τη δημιουργία και ανάπτυξη δικτύων περιφερειακών ή τοπικών συσπειρώσεων στην ΕΕ με μεγαλύτερη συμμετοχή μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Βλέπε επίσης την ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να βελτιωθεί η κάλυψη των αναγκών της αγοράς εργασίας» (αριθ. 20).

Να ενθαρρυνθεί η βιώσιμη χρησιμοποίηση των πόρων

Για να στεφθούν μακροπρόθεσμα με επιτυχία οι προσπάθειες της Ένωσης, απαιτείται η αντιμετώπιση σειράς προκλήσεων που αφορούν τους πόρους και το περιβάλλον, τα οποία εάν δεν ληφθούν υπόψη θα αποτελέσουν τροχοπέδη για τη μελλοντική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό, οι πρόσφατες εξελίξεις των τιμών πετρελαίου και οι προοπτικές τους τόνισαν την οξύτητα του προβλήματος της ενεργειακής απόδοσης. Μια πολιτική με στόχο την ενεργειακή αποτελεσματικότητα είναι σημαντική ώστε η ευρωπαϊκή οικονομία να γίνει λιγότερο ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου. Εάν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως οι προκλήσεις αυτές θα αυξηθεί επιπλέον το οικονομικό κόστος για την ανάληψη δράσης. Τούτο προϋποθέτει, για παράδειγμα, μέτρα για την ορθολογικότερη χρήση των πόρων. Τα μέτρα στον τομέα αυτόν θα είναι επίσης σημαντικά για την αντιμετώπιση του προβλήματος των κλιματικών μεταβολών. Στο πλαίσιο αυτό, είναι επίσης σημαντικό να ανανεώσουν τα κράτη μέλη τις προσπάθειες για την τήρηση των υποχρεώσεων σύμφωνα με το πρωτόκολλο του Κιότο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει ιδίως να συνεχίσουν την καταπολέμηση των κλιματικών μεταβολών, έτσι ώστε να επιτευχθεί ότι η παγκόσμια θερμοκρασία δεν θα υπερβεί τους 2 °C άνω των προβιομηχανικών επιπέδων, και ταυτόχρονα υλοποιώντας τους στόχους του Κιότο με οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μείνουν προσηλωμένα στη δέσμευση να επιδιώξουν ως στόχο τον τερματισμό της συρρίκνωσης της βιοποικιλότητας μέχρι το 2010, ιδίως ενσωματώνοντας αυτή την απαίτηση σε άλλες πολιτικές, με δεδομένη τη σπουδαιότητα της βιοποικιλότητας για ορισμένους οικονομικούς τομείς. Η χρήση μέσων που βασίζονται στην αγορά, έτσι ώστε οι τιμές να αντανακλούν καλύτερα τις ζημίες του περιβάλλοντος και το κοινωνικό κόστος, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό. Η προώθηση της ανάπτυξης και της χρησιμοποίησης φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών, η μέριμνα για οικολογικότερες δημόσιες συμβάσεις, με ιδιαίτερη προσοχή στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και η άρση επιβλαβών για το περιβάλλον επιδοτήσεων μαζί με άλλα μέσα πολιτικής, μπορούν να βελτιώσουν την ικανότητα καινοτομίας των σχετικών τομέων και να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξή τους. Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις της ΕΕ κατέχουν ηγετική θέση παγκοσμίως στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ιδίως, σε ένα πλαίσιο διαρκούς πίεσης των τιμών ενέργειας προς τα άνω και συσσώρευσης απειλών για το κλίμα, είναι σημαντικό να προωθηθούν μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής αποτελεσματικότητας ως συμβολή τόσο στην οικονομική μεγέθυνση όσο και στη βιώσιμη ανάπτυξη.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 11. Για να ενθαρρυνθεί η βιώσιμη χρησιμοποίηση των πόρων και να ενισχυθούν συνεργίες μεταξύ της προστασίας του περιβάλλοντος και της ανάπτυξης, τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να δώσουν προτεραιότητα στην ενεργειακή αποτελεσματικότητα και τη συμπαραγωγή ενέργειας, στην ανάπτυξη βιώσιμων μορφών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, και στην ταχεία διάδοση φιλικών προς το περιβάλλον και οικολογικά αποτελεσματικών τεχνολογιών α) εντός της εσωτερικής αγοράς αφενός, και ιδίως στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας, μεταξύ άλλων με σκοπό να καταστεί η ευρωπαϊκή οικονομία λιγότερο ευάλωτη στις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου, β) προς τον υπόλοιπο κόσμο αφετέρου, ως τομέα με σημαντικές δυνατότητες εξαγωγής· 2. να προωθήσουν την ανάπτυξη μέσων για την εσωτερίκευση του εξωτερικού περιβαλλοντικού κόστους και στην αποσύνδεση της οικονομικής μεγέθυνσης από την περιβαλλοντική υποβάθμιση· 3. να συνεχίσουν την καταπολέμηση των κλιματικών μεταβολών υλοποιώντας στους στόχους του Κιότο με αποδοτικό από πλευράς κόστους τρόπο, ιδίως όσον αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η υλοποίηση αυτών των προτεραιοτήτων θα πρέπει να ευθυγραμμίζεται με την κείμενη κοινοτική νομοθεσία και με τις δράσεις και τα μέσα που προτείνονται στο πρόγραμμα δράσης για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες (ETAP), μεταξύ άλλων με τους ακόλουθους τρόπους: α) τη χρήση μέσων που βασίζονται στην αγορά· β) τα επιχειρηματικά κεφάλαια και τη χρηματοδότηση της Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε & Α)· γ) την προώθηση μεθόδων βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένης της μέριμνας για οικολογικότερες δημόσιες συμβάσεις· δ) την ιδιαίτερη προσοχή στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ε) τη μεταρρύθμιση των επιδοτήσεων που έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και που δεν είναι συμβατές με τη βιώσιμη ανάπτυξη, με στόχο τη σταδιακή εξάλειψή τους. 3. να επιδιώξουν ως στόχο τον τερματισμό της συρρίκνωσης της βιοποικιλότητας μέχρι το 2010, ιδίως ενσωματώνοντας αυτή την απαίτηση σε άλλες πολιτικές, με δεδομένη τη σπουδαιότητα της βιοποικιλότητας για ορισμένους οικονομικούς τομείς. 4. να συνεχίσουν την καταπολέμηση των κλιματικών μεταβολών, υλοποιώντας τους στόχους του Κιότο με οικονομικά αποδοτικό τρόπο, ιδίως όσον αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να προωθηθεί η αποτελεσματική κατανομή των πόρων με προσανατολισμό την ανάπτυξη και την απασχόληση» (αριθ. 3).

B.2.   Να καταστεί η Ευρώπη ελκυστικότερος τόπος επενδύσεων και εργασίας

Η ελκυστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως τόπου επενδύσεων εξαρτάται μεταξύ άλλων από το μέγεθος και το άνοιγμα των αγορών της, το κανονιστικό πλαίσιό της και την ποιότητα του εργατικού δυναμικού και των υποδομών της.

Να αναπτυχθεί σε έκταση και σε βάθος η εσωτερική αγορά

Ενώ το επίπεδο ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς αγαθών είναι ικανοποιητικό, οι αγορές υπηρεσιών παραμένουν, σε νομική ή πραγματική βάση, μάλλον κατακερματισμένες και η κινητικότητα των εργαζομένων παραμένει χαμηλή στην Ευρώπη. Για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, η εσωτερική αγορά υπηρεσιών πρέπει να είναι πλήρως λειτουργική διαφυλάσσοντας παράλληλα το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει ζητήσει να καταβληθούν όλες οι δυνατές προσπάθειες στα πλαίσια της νομοθετικής διαδικασίας ώστε να εξασφαλιστεί μια ευρεία συναίνεση για την πορεία προς μια ενιαία αγορά των υπηρεσιών. Η κατάργηση των εμποδίων στις διασυνοριακές δραστηριότητες θα σημάνει επίσης σημαντικά κέρδη αποδοτικότητας. Τέλος, η πλήρης ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης επιτρέποντας μια αποτελεσματικότερη κατανομή κεφαλαίων και βελτιώνοντας τις συνθήκες για χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.

Παρά τα αναμφισβήτητα δυνητικά οφέλη μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, το ποσοστό ενσωμάτωσης των οδηγιών για την εσωτερική αγορά παραμένει απογοητευτικά χαμηλό. Επιπλέον, οι οδηγίες συχνά δεν ενσωματώνονται ή δεν εφαρμόζονται ορθά, όπως καταδεικνύεται από τον υψηλό αριθμό διαδικασιών για παράβαση που κίνησε η Επιτροπή. Τα κράτη μέλη πρέπει να συνεργάζονται στενότερα μεταξύ τους και με την Επιτροπή ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες τους και οι επιχειρήσεις θα επωφελούνται πλήρως από τη νομοθεσία της εσωτερικής αγοράς. Για παράδειγμα, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης των πρακτικών στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων. Οι βελτιώσεις αυτές αντανακλώνται σε αύξηση του ποσοστού των δημοσίων συμβάσεων που δημοσιοποιούνται. Επιπλέον, πιο ανοιχτές διαδικασίες προμηθειών θα οδηγήσουν σε σημαντικές εξοικονομήσεις στον προϋπολογισμό για τα κράτη μέλη.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 12. Για να αναπτυχθεί σε έκταση και σε βάθος η εσωτερική αγορά τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να επιταχύνουν τη μεταφορά των οδηγιών της εσωτερικής αγοράς στο εθνικό δίκαιο· 2. να δώσουν προτεραιότητα στην αυστηρότερη και καλύτερη επιβολή της νομοθεσίας περί εσωτερικής αγοράς 3. να καταργήσουν τα εναπομείναντα εμπόδια στις διασυνοριακές δραστηριότητες· 4. να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τους κανόνες της ΕΕ περί δημοσίων συμβάσεων· 5. να προωθήσουν μια πλήρως λειτουργική εσωτερική αγορά για τις υπηρεσίες, διαφυλάσσοντας παράλληλα το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο· 6. να επιταχύνουν την ολοκλήρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών με μια συνεπή και συνεκτική εφαρμογή του Σχεδίου δράσης για τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες. Βλέπε επίσης την ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να βελτιωθεί η κάλυψη των αναγκών της αγοράς εργασίας» (αριθ. 20).

Να εξασφαλιστούν ανοικτές και ανταγωνιστικές αγορές εντός και εκτός Ευρώπης

Η ανοικτή παγκόσμια οικονομία προσφέρει νέες δυνατότητες για την τόνωση της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας στην ευρωπαϊκή οικονομία. Η πολιτική ανταγωνισμού συνέβαλε ευρέως στη δημιουργία ίσων όρων ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις στην ΕΕ και μπορεί επίσης να συμβάλει στη δημιουργία των προϋποθέσεων που θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά σε ένα ευρύτερο κανονιστικό πλαίσιο όσον αφορά τις αγορές. Ένα ακόμα μεγαλύτερο άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών για τον ανταγωνισμό μπορεί να επιτευχθεί με μια μείωση του γενικού επιπέδου των κρατικών ενισχύσεων που απομένουν. Το εγχείρημα αυτό πρέπει να συνοδεύεται από μία αναπροσαρμογή των κρατικών ενισχύσεων που απομένουν υπέρ της στήριξης ορισμένων οριζόντιων στόχων. Η επανεξέταση των κανόνων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να δώσει περαιτέρω ώθηση προς την κατεύθυνση αυτή.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που διευκολύνουν την είσοδο στην αγορά αποτελούν ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο για την ενίσχυση του ανταγωνισμού. Μπορούν να είναι ιδιαίτερα σημαντικές σε αγορές που προστατεύονταν προηγουμένως από τον ανταγωνισμό λόγω αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς, ύπαρξης μονοπωλίων, υπέρμετρων κανονιστικών ρυθμίσεων (π.χ. άδειες κατοχής και χρήσης, ελάχιστο απαιτούμενο κεφάλαιο, νομικά εμπόδια, ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων, ελεγχόμενες τιμές, περιορισμένες περίοδοι εκπτώσεων κ.λπ. μπορούν να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη ενός πραγματικά ανταγωνιστικού περιβάλλοντος), ή λόγω προστατευτικών μέτρων.

Επιπλέον, η εφαρμογή μέτρων που έχουν ήδη συμφωνηθεί όσον αφορά το άνοιγμα των επιχειρήσεων δικτύων κοινής ωφελείας στον ανταγωνισμό (στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του αερίου, των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών) θα πρέπει να συμβάλει στη γενική μείωση των τιμών και στη διεύρυνση της προσφοράς διασφαλίζοντας παράλληλα την παροχή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος σε όλους τους πολίτες. Οι αρχές ανταγωνισμού και οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διασφαλίζουν τον ανταγωνισμό στις απελευθερωμένες αγορές. Παράλληλα θα πρέπει να διασφαλιστεί η ικανοποιητική παροχή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος υψηλής ποιότητας σε προσιτή τιμή.

Το άνοιγμα προς τον έξω κόσμο για το εμπόριο και τις επενδύσεις, και σε πολυμερές πλαίσιο, με την αύξηση τόσο των εξαγωγών όσο και των εισαγωγών, αποτελεί σημαντικό κίνητρο για την ανάπτυξη και την απασχόληση και μπορεί συνεπώς να ενισχύσει την πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Ένα ανοικτό και ισχυρό σύστημα κανόνων για το παγκόσμιο εμπόριο είναι ζωτικής σημασίας για την ευρωπαϊκή οικονομία. Η επιτυχής ολοκλήρωση μιας φιλόδοξης και ισορροπημένης συμφωνίας στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του γύρου της Ντόχα καθώς και η ανάπτυξη διμερών και περιφερειακών συμφωνιών ελευθέρου εμπορίου, θα έπρεπε να ανοίξει περαιτέρω τις αγορές στο εμπόριο και στις επενδύσεις, γεγονός που θα συνέβαλε στην αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 13. Για να εξασφαλιστούν ανοικτές και ανταγωνιστικές αγορές εντός και εκτός Ευρώπης, και να προσκομισθούν οφέλη από την παγκοσμιοποίηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στα εξής: 1. άρση κανονιστικών, εμπορικών και άλλων εμποδίων που παρακωλύουν αδικαιολόγητα τον ανταγωνισμό· 2. αποτελεσματικότερη εφαρμογή της πολιτικής ανταγωνισμού· 3. επιλεκτική εξέταση των αγορών και των κανονιστικών ρυθμίσεων από τις αρχές ανταγωνισμού και τις ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να εντοπιστούν και να εξαλειφθούν τα εμπόδια στον ανταγωνισμό και στην πρόσβαση στην αγορά· 4. μείωση των κρατικών ενισχύσεων που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό· 5. σύμφωνα με το επικείμενο κοινοτικό πλαίσιο, αναπροσαρμογή των ενισχύσεων που προορίζονται να στηρίξουν ορισμένους οριζόντιους στόχους, όπως η έρευνα, η καινοτομία και η βελτιστοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου και η αντιμετώπιση καλά προσδιορισμένων αδυναμιών της αγοράς· 6. προώθηση του ανοίγματος προς τα έξω, σε πολυμερές πλαίσιο επίσης· 7. πλήρης εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων όσον αφορά το άνοιγμα των επιχειρήσεων δικτύων κοινής ωφελείας στον ανταγωνισμό προκειμένου να εξασφαλίσουν αποτελεσματικό ανταγωνισμό σε ολοκληρωμένες αγορές ευρωπαϊκού επιπέδου. Παράλληλα, σημαντικό ρόλο έχει να διαδραματίσει σε μια ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία η παροχή, με οικονομικές τιμές, υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος υψηλής ποιότητας.

Να βελτιωθεί το ευρωπαϊκό και το εθνικό κανονιστικό πλαίσιο

Οι κανονιστικές ρυθμίσεις στην αγορά είναι ουσιαστικές για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος στο οποίο μπορούν να λαμβάνουν χώρα εμπορικές συναλλαγές σε ανταγωνιστικές τιμές. Συμβάλλει επίσης στη διόρθωση των αδυναμιών της αγοράς ή στην προστασία των φορέων της αγοράς. Εντούτοις, η σωρευτική επίπτωση των ρυθμίσεων μπορεί να δημιουργήσει σημαντικό οικονομικό κόστος. Για τον λόγο αυτό οι ρυθμίσεις πρέπει να είναι καλά σχεδιασμένες και αναλογικές. Η ποιότητα του ευρωπαϊκού κανονιστικού περιβάλλοντος και των αντίστοιχων εθνικών, είναι θέμα κοινής δέσμευσης και επιμερισμού ευθυνών σε επίπεδο τόσο ΕΕ όσο και κρατών μελών.

Κατά την εκπόνηση ή την αναθεώρηση της νομοθεσίας, τα κράτη μέλη πρέπει να αξιολογούν συστηματικά το κόστος και τα οφέλη των νομοθετικών πρωτοβουλιών τους. Θα πρέπει να βελτιώσουν την ποιότητα των κανονιστικών τους ρυθμίσεων, διασφαλίζοντας παράλληλα τους στόχους τους. Αυτό συνεπάγεται διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Στην προσέγγιση της Επιτροπής για τη βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου, εξετάζονται προσεκτικά οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των νέων ή αναθεωρημένων ρυθμίσεων για τον προσδιορισμό ενδεχόμενων επιλογών και συνεργιών μεταξύ διαφόρων πολιτικών στόχων. Η δυνατότητα απλούστευσης του υφιστάμενου κανονιστικού πλαισίου αποτελεί επίσης αντικείμενο εξέτασης, και αξιολογούνται οι επιπτώσεις του στον ανταγωνισμό. Τέλος, αναπτύσσεται μία κοινή προσέγγιση για τον υπολογισμό των διοικητικών δαπανών που συνδέονται με τη νέα και την υφιστάμενη νομοθεσία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθιερώσουν συστήματα για την απλούστευση των υφιστάμενων κανονιστικών ρυθμίσεων. Θα πρέπει να πραγματοποιούν εκτεταμένες διαβουλεύσεις όσον αφορά το κόστος και τα οφέλη των ρυθμιστικών πρωτοβουλιών τους ή της μη ανάληψης δράσης, ιδίως όταν αυτές συνεπάγονται συγκρούσεις μεταξύ διαφόρων πολιτικών στόχων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι εναλλακτικές λύσεις σε σχέση με τις κανονιστικές ρυθμίσεις.

Σημαντικές βελτιώσεις στο κανονιστικό πλαίσιο μπορούν επομένως να επιτευχθούν με το να ληφθούν υπόψη οι εκτιμήσεις περί κόστους και ωφέλειας που συνδέονται με τις κανονιστικές ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών δαπανών. Αυτή η απλούστευση είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), οι οποίες με τους περιορισμένους πόρους που συνήθως διαθέτουν είναι δύσκολο να ανταπεξέλθουν στις διοικητικές δαπάνες που συνδέονται με την κοινοτική και την εθνική νομοθεσία.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 14. Για να δημιουργηθεί ελκυστικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον και να ενθαρρυνθεί η ιδιωτική πρωτοβουλία μέσω της βελτίωσης των κανονιστικών ρυθμίσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να μειώσουν το διοικητικό κόστος που επιβαρύνει τις επιχειρήσεις, και ιδίως τις μικρομεσαίες και τις νεότευκτες επιχειρήσεις· 2. να βελτιώσουν την ποιότητα των υφισταμένων και των νέων ρυθμίσεων, διασφαλίζοντας παράλληλα τους στόχους τους, με μια συστηματική και αυστηρή εκτίμηση των οικονομικών, κοινωνικών (συμπεριλαμβανομένης της υγείας) και περιβαλλοντικών επιπτώσεών τους, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη και σημειώνοντας πρόοδο στη μέτρηση του διοικητικού κόστους που συνδέεται με τις ρυθμίσεις, καθώς επίσης και τις επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα, συμπεριλαμβανομένου σχετικά με την εφαρμογή τους· 3. να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις ώστε να αναπτύξουν την κοινωνική τους ευθύνη.

Η Ευρώπη πρέπει να προωθήσει αποτελεσματικότερα το επιχειρηματικό της πνεύμα και χρειάζεται μεγαλύτερο αριθμό νέων επιχειρήσεων που να προτίθενται να πραγματοποιήσουν δημιουργικά ή καινοτόμα εγχειρήματα. Πρέπει να ενθαρρυνθεί η διάδοση της επιχειρηματικότητας με όλες τις μορφές εκπαίδευσης και κατάρτισης για την απόκτηση των σχετικών κατάλληλων προσόντων. Η διάσταση της επιχειρηματικότητας θα πρέπει να ενσωματωθεί στη διαδικασία δια βίου μάθησης από το σχολείο. Προς τον σκοπό αυτό είναι σκόπιμο να ενθαρρυνθούν οι συμπράξεις με επιχειρήσεις. Η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση και η ενίσχυση των οικονομικών κινήτρων, συμπεριλαμβανομένου με τη διαμόρφωση φορολογικών συστημάτων που να επιβραβεύουν την επιτυχία, η μείωση του μη μισθολογικού μέρους του κόστους εργασίας και η μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων για τις νεότευκτες επιχειρήσεις με την παροχή υπηρεσιών στήριξης των επιχειρήσεων, και ιδίως για τους νέους επιχειρηματίες, όπως η δημιουργία ενιαίων θυρίδων και η ενθάρρυνση της δημιουργίας εθνικών δικτύων στήριξης των επιχειρήσεων, μπορούν επίσης να ευνοήσουν τη σύσταση επιχειρήσεων και την ανάπτυξή τους. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στη διευκόλυνση της μεταβίβασης κυριότητας και στη βελτίωση των διαδικασιών εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης ιδίως με αποτελεσματικότερους νόμους περί πτωχεύσεως.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 15. Για να προωθηθεί μια περισσότερο επιχειρηματική νοοτροπία και να δημιουργηθεί περιβάλλον που να στηρίζει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να βελτιώσουν την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, ώστε να ενθαρρύνουν τη σύσταση και την ανάπτυξή τους, ιδίως με τα μικροδάνεια και άλλες μορφές επιχειρηματικών κεφαλαίων· 2. να ενισχύσουν την παροχή οικονομικών κινήτρων, συμπεριλαμβανομένου με την απλούστευση των φορολογικών συστημάτων και τη μείωση του μη μισθολογικού μέρους του κόστους εργασίας· 3. να ενισχύσουν το καινοτόμο δυναμικό των ΜΜΕ, και 4. να παρέχουν σχετικές υπηρεσίες υποστήριξης, όπως η δημιουργία ενιαίων θυρίδων και η προώθηση εθνικών δικτύων στήριξης για επιχειρήσεις, ώστε να ενθαρρύνουν τη σύσταση και την ανάπτυξή τους σύμφωνα με το χάρτη για τις μικρές επιχειρήσεις. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν την κατάρτιση και εκπαίδευση στην επιχειρηματικότητα για τις ΜΜΕ. Θα πρέπει επίσης να διευκολύνουν τη μεταβίβαση κυριότητας, να εκσυγχρονίσουν, όταν χρειάζεται, τους νόμους περί πτωχεύσεως και να βελτιώσουν τις διαδικασίες εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές «Να προωθηθεί η αποτελεσματική κατανομή των πόρων με προσανατολισμό την ανάπτυξη και την απασχόληση» (αριθ. 3) και «Να διευκολυνθούν όλες οι μορφές καινοτομίας» (αριθ. 8, 23 και 24).

Να επεκταθούν και να βελτιωθούν οι ευρωπαϊκές υποδομές

Η ύπαρξη σύγχρονων υποδομών συμβάλλει σημαντικά στην ελκυστικότητα κάθε τόπου. Διευκολύνει την κινητικότητα των προσώπων, των αγαθών και των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Ένωση. Η ύπαρξη σύγχρονων υποδομών στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας και των ηλεκτρονικών επικοινωνιών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για να δοθεί νέα ώθηση στη στρατηγική της Λισαβόνας. Με τη μείωση του κόστους των μεταφορών και το άνοιγμα των αγορών, τα διασυνδεδεμένα και διαλειτουργικά διευρωπαϊκά δίκτυα συμβάλλουν στην ενίσχυση του διεθνούς εμπορίου και στη διατήρηση της δυναμικής της εσωτερικής αγοράς. Επιπλέον, η εν εξελίξει ελευθέρωση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δικτύων κοινής ωφελείας ενισχύει τον ανταγωνισμό και αυξάνει την αποτελεσματικότητα στους εν λόγω τομείς.

Όσον αφορά μελλοντικές επενδύσεις στις ευρωπαϊκές υποδομές, η υλοποίηση 30 έργων προτεραιότητας στον τομέα των μεταφορών, που προσδιόρισαν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για το διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών (TEN) καθώς και η εφαρμογή διασυνοριακών έργων ταχείας εκκίνησης στους τομείς των μεταφορών, της ανανεώσιμης ενέργειας και των ευρυζωνικών επικοινωνιών και της έρευνας που προσδιορίστηκαν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για την ανάπτυξη και η υλοποίηση έργων για τις μεταφορές με την υποστήριξη του Ταμείου Συνοχής θα πρέπει να θεωρηθούν προτεραιότητες. Είναι επίσης αναγκαίο να αντιμετωπιστούν οι ανεπάρκειες των εθνικών υποδομών. Η καθιέρωση κατάλληλων συστημάτων διαμόρφωσης τιμών για τις υποδομές μπορεί να συμβάλει στην αποτελεσματική χρήση των υποδομών και την ανάπτυξη μιας ισορροπίας μεταξύ των τρόπων μεταφοράς.

Κατευθυντήρια γραμμή αριθ. 16. Για να επεκταθούν και να βελτιωθούν οι ευρωπαϊκές υποδομές και να ολοκληρωθούν τα συμφωνηθέντα διασυνοριακά έργα προτεραιότητας, με ειδικότερο στόχο τη μεγαλύτερη ολοκλήρωση των εθνικών αγορών στη διευρυμένη ΕΕ, τα κράτη μέλη θα πρέπει: 1. να αναπτύξουν κατάλληλες προϋποθέσεις για αποτελεσματικές από πλευράς πόρων υποδομές στους τομείς των μεταφορών της ενέργειας και των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ) —κατά προτεραιότητα περιλαμβανόμενες στα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών (TEN) —συμπληρώνοντας τους κοινοτικούς μηχανισμούς, ιδίως συμπεριλαμβανομένου σε διασυνοριακά τμήματα και απόκεντρες περιοχές, ως απαραίτητη προϋπόθεση για το επιτυχές άνοιγμα των επιχειρήσεων δικτύων κοινής ωφελείας στον ανταγωνισμό· 2. να εξετάσουν την ανάπτυξη συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα· 3. να εξετάσουν την καθιέρωση κατάλληλων συστημάτων διαμόρφωσης τιμών για τις υποδομές προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική χρήση των υποδομών και η ανάπτυξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ των τρόπων μεταφοράς, δίδοντας έμφαση στη μεταφορά τεχνολογίας και καινοτομιών και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το περιβαλλοντικό κόστος και τις επιπτώσεις επί της ανάπτυξης. Βλέπε επίσης ολοκληρωμένη κατευθυντήρια γραμμή «Να διευκολυνθεί η διάδοση και η αποτελεσματική χρήση ΤΠΕ και να αναπτυχθεί μια κοινωνία της πληροφορίας χωρίς κανενός είδους αποκλεισμούς» (αριθ. 9).

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. BROWN


(1)  Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2005, (http://ue.eu.int/cms3_fo/showPage.asp?lang=en&id=432&mode=g&name).

(2)  Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω προσανατολισμών πολιτικής, τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν υπόψη ότι οι ιδιαίτερες συστάσεις για κάθε χώρα, που διατυπώνονται στο πλαίσιο της σύστασης της 26ης Ιουνίου 2003 του Συμβουλίου σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Κοινότητας (για το διάστημα 2003-2005) όπως συμπληρώθηκε και επικαιροποιήθηκε στο πλαίσιο της σύστασης της 5ης Ιουλίου 2004 του Συμβουλίου για την επικαιροποίηση για το 2004 των εν λόγω προσανατολισμών, εξακολουθούν να ισχύουν ως βάση αναφοράς.


Διορθωτικά

6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/38


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1279/2005 της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2005, για την τροποποίηση των δασμών κατά την εισαγωγή στον τομέα των σιτηρών που εφαρμόζονται από τις 3 Αυγούστου 2005

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 202 της 3ης Αυγούστου 2005 )

Στη σελίδα 36, στις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 2 και στο άρθρο 1:

αντί:

«(ΕΚ) αριθ. 1150/2005»,

διάβαζε:

«(ΕΚ) αριθ. 1256/2005».


6.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/38


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1270/2005 της Επιτροπής, της 1ης Αυγούστου 2005, για καθορισμό σε ποιο βαθμό μπορεί να δοθεί συνέχεια στις αιτήσεις για πιστοποιητικά εισαγωγής που υποβλήθηκαν τον Ιούλιοτου 2005 για τα νεαρά άρρενα βοοειδή που προορίζονται για πάχυνση στο πλαίσιο μιας δασμολογικής ποσόστωσης η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 992/2005

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 201 της 2ας Αυγούστου 2005 )

Στη σελίδα 38:

στην αιτιολογική σκέψη 1:

αντί

:

«…στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β) …»

διάβαζε

:

«…στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο α) …»,

στο άρθρο 1 παράγραφος 2:

αντί

:

«…για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο δ)…»

διάβαζε

:

«…για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β)…».