52001PC0592

Τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία - (υποβληθείσα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ) /* COM/2001/0592 τελικό - COD 2000/0325 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 362 E της 18/12/2001 σ. 0255 - 0362


Τροποποιημένη πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία (υποβληθείσα από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 250, παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Κατά την ολομέλειά του της 14ης Ιουνίου 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε, με ορισμένες τροπολογίες, την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και η Επιτροπή των Περιφερειών υποστήριξαν και αυτές τη νομοθετική πρωτοβουλία.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμφωνεί με τα κυριότερα στοιχεία της πρότασης της Επιτροπής.

Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατύπωσε διάφορες τροπολογίες. Επί τη βάσει των τροπολογιών αυτών, η Επιτροπή προτείνει να εισαχθούν ορισμένα νέα στοιχεία στο αρχικό της κείμενο.

2. Η Επιτροπή είναι διατεθειμένη να ενσωματώσει εκείνες τις υποδείξεις και τροπολογίες που αποσκοπούν στη βελτίωση και τη διευκρίνιση του παρόντος κειμένου της πρότασής της. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ιδίως την προστιθέμενη αξία των τροπολογιών με τις οποίες προτείνεται να ενισχυθούν ορισμένα στοιχεία της οδηγίας:

* Της επέκτασης της απαίτησης για τα πλοία που καταπλέουν σε λιμένα ή φέρουν τη σημαία κράτους μέλους να συμμετέχουν σε υπηρεσία εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, της οποίας η αρμοδιότητα εκτείνεται πέραν των χωρικών υδάτων του εν λόγω κράτους.

* Της ανάγκης να είναι σε θέση ο εξοπλισμός και οι εγκαταστάσεις ξηράς, μέσω των οποίων διακινούνται οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της οδηγίας, να διαβιβάζουν αυτές τις πληροφορίες σε άλλα κέντρα στα διάφορα κράτη μέλη.

* Της ανάγκης να συμπληρώνεται η απαίτηση υποχρεωτικού εξοπλισμού κάθε πλοίου με "μαύρο κουτί" (όργανο καταγραφής δεδομένων ταξιδίου) με την αρχή της υποχρέωσης να γίνεται χρήση των δεδομένων που συλλέγονται από τον εν λόγω εξοπλισμό, σε περίπτωση έρευνας των αιτιών ατυχήματος.

* Της αρχής της σύστασης που απευθύνεται σε όλα τα πλοία που βρίσκονται σε μια ορισμένη περιοχή να μην αποπλεύσουν από τους λιμένες, σε περίπτωση ιδιαίτερα δυσμενών μετεωρολογικών συνθηκών, καθώς και της επέκτασης των μέτρων αυτών, προκειμένου να προστατεύεται η ασφάλεια της ζωής του πληρώματος και των επιβατών.

* Της διεύρυνσης της έννοιας των ασφαλών λιμένων, ώστε να καλύπτονται και άλλες προστατευμένες περιοχές και της απαίτησης να ενημερώνουν τα κράτη μέλη την Επιτροπή όσον αφορά τα σχέδια αυτά εντός ορισμένου χρονοδιαγράμματος.

* Της ανάγκης να διεξαχθεί εις βάθος αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας, κυρίως προκειμένου να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος που καθιερώνεται και να προταθούν τυχόν σημαντικές βελτιώσεις της οδηγίας. Ωστόσο, η Επιτροπή έχει τροποποιήσει το χρονοδιάγραμμα που προτάθηκε από το Κοινοβούλιο, αφού η πείρα έχει δείξει ότι χρειάζεται να παρέλθει επαρκές χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης εφαρμογής της οδηγίας και της αξιολόγησής της, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η ευρεία κατανόηση σχετικά με την πρακτική εφαρμογή. Επιπλέον, η προτεινόμενη οδηγία περιλαμβάνει διάφορες ημερομηνίες εφαρμογής, ιδίως όσον αφορά τις απαιτήσεις υποχρεωτικού εξοπλισμού με συστήματα AIS και VDR (έως την 1η Ιανουαρίου 2008 για τα δεύτερα). Χρειάζεται αξιολόγηση σε δύο στάδια, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η σταδιακή εφαρμογή της οδηγίας. Συν τοις άλλοις, για λόγους σαφήνειας, η Επιτροπή έχει μεταθέσει τις μακροσκελείς και λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την αξιολόγηση της οδηγίας σε ένα νέο παράρτημα VI.

Το Συμβούλιο συμφώνησε, με τον κοινό του προσανατολισμό της 28ης Ιουνίου 2001, επί ορισμένων τροποποιήσεων της πρότασης της Επιτροπής, των οποίων οι στόχοι είναι παρόμοιοι με τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν από το Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση. Αποδεχόμενη τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου, η Επιτροπή έχει επομένως λάβει επίσης υπόψη τις παρόμοιες τροπολογίες επί των οποίων συμφώνησε το Συμβούλιο, με σκοπό να διευκολύνει τη συμφωνία μεταξύ των θεσμικών οργάνων επί της προτεινόμενης οδηγίας.

3. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να δεχθεί ορισμένες άλλες αλλαγές της οδηγίας, που προτάθηκαν από το Κοινοβούλιο, συγκεκριμένα για τους ακόλουθους λόγους:

* Ορισμένες τροπολογίες είναι περιττές στο πλαίσιο της προτεινόμενης οδηγίας:

- η Επιτροπή μπορεί να συμφωνήσει με τον στόχο να αναγνωριστεί η τρωτότητα της Βαλτικής Θάλασσας και να υποβληθεί στον ΙΜΟ προτεινόμενο σύστημα ειδοποίησης για την εν λόγω περιοχή, αλλά οι στόχοι αυτοί θα επιτευχθούν με την υποχρέωση να επεκταθεί η κάλυψη του κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας πλοίων, που αναφέρεται στο άρθρο 20 στοιχείο γ) της πρότασης,

- η τροπολογία με την οποία προτείνεται να απαιτείται, για τα πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και διέρχονται από την ανοιχτή θάλασσα, να κοινοποιούν την πορεία τους σε συστήματα υποχρεωτικής υποβολής αναφορών καλύπτεται από το άρθρο 5, όπως έχει αναδιατυπωθεί στην παρούσα τροποποιημένη πρόταση,

- η πρόταση σχετικά με κατευθυντήριες γραμμές για ασφαλείς λιμένες είναι μια εξελισσόμενη διαδικασία στο πλαίσιο του ΙΜΟ, για την οποία δεν χρειάζονται ιδιαίτερες διατάξεις στην οδηγία.

* Ορισμένες τροπολογίες πραγματεύονται ιδιαίτερα πολύπλοκα ζητήματα, όπως αντιστάθμιση των εξόδων για υποδοχή πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο ή υποχρέωση ασφάλισης για την είσοδο σε λιμένες σε περίπτωση κινδύνου. Η Επιτροπή θεωρεί ότι θα ήταν πρώιμο να συμπεριληφθούν τέτοιες διατάξεις στην οδηγία, χωρίς κατάλληλη αξιολόγηση των νομικών και πρακτικών συνεπειών.

* Η διάθεση ειδικού εξοπλισμού, όπως γερών ποντοπόρων ρυμουλκών σκαφών, στο πλαίσιο των μέτρων σε περίπτωση κακοκαιρίας, καθώς και η πρόταση να περιοριστούν εργασίες όπως ο ανεφοδιασμός των πλοίων σε καύσιμα στα παράκτια ύδατα, είναι σκόπιμο να αξιολογηθούν κατά περίπτωση, με βάση τις ανάγκες εντός μιας συγκεκριμένης θαλάσσιας περιοχής και, ως εκ τούτου δεν πρέπει να ενσωματωθούν ως γενική υποχρέωση στην οδηγία. Ομοίως, η υποχρέωση των κρατών μελών να εξοπλίζουν τους ασφαλείς λιμένες με ρυμουλκά και υποδομές επισκευής πλοίων θα ποικίλλει ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες και τα κράτη μέλη πρέπει να την αντιμετωπίζουν στο πλαίσιο των σχεδίων για την υποδοχή των πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο.

* Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν είναι επιθυμητό να εισαχθούν οι ακόλουθες τροπολογίες στην οδηγία:

- η ένδειξη της χωρητικότητας της δεξαμενής καυσίμων, αφού δεν προσφέρει στην αρμόδια παράκτια αρχή καμμία επακριβή ένδειξη σχετικά με τον όγκο καυσίμων που μεταφέρει πράγματι το πλοίο,

- η υποχρέωση να παρέχεται επίκαιρη έκθεση της εταιρείας ταξινόμησης προς τα παράκτια κέντρα που εφαρμόζουν σύστημα υποχρεωτικής υποβολής αναφορών είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί στην πράξη και οι πληροφορίες αυτές δεν θα είναι άμεσα χρήσιμες επιχειρησιακά σε περίπτωση ατυχήματος,

- η ένδειξη της κατάταξης του σκάφους στην κατηγορία "πάγου" δεν είναι θέμα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προτεινόμενης οδηγίας,

- οι τροπολογίες που καταλήγουν στην επίσπευση της ημερομηνίας έναρξης ισχύος των απαιτήσεων υποχρεωτικού εξοπλισμού με συστήματα αυτόματου εντοπισμού (AIS) θα δημιουργούσαν περιττές νομικές και πρακτικές περιπλοκές. Το χρονοδιάγραμμα που παρατίθεται στο παράρτημα II της προτεινόμενης οδηγίας έχει συμφωνηθεί σε διεθνές επίπεδο και σκοπός της Επιτροπής είναι να εξασφαλίσει την ενιαία εφαρμογή του σε ολόκληρη την Κοινότητα και να επεκτείνει την εφαρμογή του σε πλοία που εκτελούν μεταφορές στο εσωτερικό των χωρών.

4. Τέλος, το σημαντικό ζήτημα του εκ των υστέρων εξοπλισμού υφισταμένων φορτηγών πλοίων (ήτοι, που έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002) με "μαύρα κουτιά" (VDR) απετέλεσε αντικείμενο πολλών συζητήσεων τόσο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όσο και στο Συμβούλιο. Η Επιτροπή Περιφερειακής Πολιτικής, Μεταφορών και Τουρισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε τροπολογία η οποία αναφέρει ότι πρέπει να επιτραπεί η εγκατάσταση μιας απλούστερης εκδοχής VDR σε υφιστάμενα φορτηγά πλοία, βάσει διεθνώς συμφωνημένων προδιαγραφών. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η εγκατάσταση ενός απλούστερου VDR στα εν λόγω πλοία είναι αποδεκτή, στον βαθμό που το όργανο αυτό είναι σε θέση να συλλέγει και να αποθηκεύει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διενέργεια έρευνας σε περίπτωση ατυχήματος. Η Επιτροπή δεν μπορούσε να δεχτεί, όμως, να εξαρτάται εξ ολοκλήρου η υποχρέωση αυτή από απόφαση που πρόκειται να λαμβάνεται από τον ΙΜΟ και, συνεπώς, απέρριψε αυτό το μέρος της τροπολογίας (όπως έκανε και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην ολομέλεια κατά την πρώτη ανάγνωση της πρότασης).

Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις εξελίξεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και τον κοινό προσανατολισμό στον οποίο κατέληξε το Συμβούλιο κατά τη συνεδρίασή του της 28ης Ιουνίου 2001, η Επιτροπή, επιπλέον των αλλαγών στην προτεινόμενη οδηγία οι οποίες απορρέουν από τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου, προτείνει τροποποίηση του παραρτήματος ΙΙ, με σκοπό να συμβιβαστεί η αρχή της απαίτησης υποχρεωτικού εξοπλισμού όλων των πλοίων, όπως περιλαμβανόταν στην αρχική της πρόταση, με την ανάγκη να αποφευχθεί ο κίνδυνος να διακυβευθεί η έγκριση της εν λόγω απαίτησης στον ΙΜΟ.

Οι προτεινόμενες αλλαγές όσον αφορά τα VDR περιλαμβάνουν δύο κύρια στοιχεία:

- μια νέα παράγραφο στο άρθρο 8, με την οποία επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του προτεινόμενου μέτρου στην πραγματική χρήση των δεδομένων που συλλέγονται από τα VDR. Η εισαγωγή υποχρέωσης να τίθενται τα δεδομένα στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, σε περίπτωση θαλάσσιου ατυχήματος, καθώς και η υποχρέωση να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη τα συλλεγέντα δεδομένα στην έρευνα για θαλάσσιο ατύχημα και να δημοσιεύουν τα πορίσματα της έρευνας, θα αυξήσουν σημαντικά τον αντίκτυπο της απαίτησης εξοπλισμού, που είχε προτείνει η Επιτροπή στην αρχική της πρόταση.

- τροποποίηση των διατάξεων του παραρτήματος ΙΙ, όπου αναγνωρίζεται ο προέχων ρόλος του ΙΜΟ όσον αφορά την έγκριση προτύπων για τον εκ των υστέρων εξοπλισμό υφισταμένων φορτηγών πλοίων με VDR, αλλά αναφέρεται ότι, ελλείψει απόφασης στον ΙΜΟ, θα απαιτείται να φέρουν VDR όλα τα υφιστάμενα φορτηγά πλοία που καταπλέουν σε λιμένες της ΕΕ, από τις ημερομηνίες που καθορίζονται στην αρχική πρόταση της Επιτροπής (2007 και 2008).

Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 250 παράγραφος 2, η Επιτροπή τροποποιεί την πρότασή της.

2000/0325 (COD)

Τροποποιημένη πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής [1],

[1] EE C [...] της [...], σ. [...].

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [2],

[2] EE C [...] της [...], σ. [...].

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [3],

[3] EE C [...] της [...], σ. [...].

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης [4],

[4] EE C [...] της [...], σ. [...].

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της 24ης Φεβρουαρίου 1993 για μια κοινή πολιτική ασφάλειας στη θάλασσα, περιλαμβάνει στους επιδιωκόμενους στόχους σε κοινοτικό επίπεδο τη δημιουργία ενός υποχρεωτικού συστήματος ενημέρωσης, χάρη στο οποίο τα κράτη μέλη θα διαθέτουν ταχεία πρόσβαση σε όλες τις σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις μετακινήσεις των πλοίων που μεταφέρουν επικίνδυνες ή ρυπογόνες ουσίες και με την ακριβή φύση των εν λόγω φορτίων.

(2) Η οδηγία 93/75/ΕΟΚ [5] της 13ης Σεπτεμβρίου 1993 θεσπίζει ένα σύστημα ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών για τα πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και κατευθύνονται σε ή αποπλέουν από κοινοτικούς λιμένες, καθώς και για τα περιστατικά που συμβαίνουν στη θάλασσα. Η εν λόγω οδηγία προβλέπει στο άρθρο 13 ότι η Επιτροπή παρουσιάζει νέες προτάσεις που στοχεύουν στη δημιουργία πληρέστερου συστήματος υποβολής αναφορών για την Κοινότητα, το οποίο θα περιλαμβάνει ενδεχομένως και τα πλοία που διέρχονται στα ανοικτά των ακτών των κρατών μελών.

[5] ΕΕ L 247, 05.10.1993, σ. 19.

(3) Το ψήφισμα του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 1993 [6] σχετικά με μια κοινή πολιτική για την ασφάλεια στη θάλασσα αναφέρει ότι οι κύριοι στόχοι της κοινοτικής δράσης περιλαμβάνουν κυρίως τη δημιουργία ενός πληρέστερου συστήματος ενημέρωσης.

[6] ΕΕ C 271, 07.10.1993, σ. 1.

(4) Η δημιουργία ενός κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για την θαλάσσια κυκλοφορία θα συμβάλει στην πρόληψη των ατυχημάτων και της θαλάσσιας ρύπανσης και στην ελαχιστοποίηση των συνεπειών στο περιβάλλον, την οικονομία και την υγεία των τοπικών πληθυσμών. Η αποτελεσματικότητα της θαλάσσιας κυκλοφορίας, και ιδίως της διαχείρισης του κατάπλου των πλοίων στους λιμένες, εξαρτάται επίσης από τις προειδοποιήσεις κατάπλου που υποβάλλονται αρκετό χρόνο πριν από την άφιξη των πλοίων.

(5) Πολλά συστήματα υποχρεωτικής υποβολής αναφορών από τα πλοία έχουν θεσπιστεί κατά μήκος των ευρωπαϊκών ακτών, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες που εγκρίθηκαν από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ). Είναι απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τα διερχόμενα πλοία συμμορφώνονται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις αναγγελίας στο πλαίσιο των εν λόγω συστημάτων. Οι αναφορές που υποβάλλονται από τα πλοία αυτά περιλαμβάνουν τουλάχιστον ορισμένες πληροφορίες που επιτρέπουν στις παράκτιες αρχές να γνωρίζουν τον αριθμό των ατόμων που επιβαίνουν στο πλοίο, τον τύπο του φορτίου και των καυσίμων που βρίσκονται στις δεξαμενές, τα οποία ενδέχεται, πέρα από μια ορισμένη ποσότητα, να προκαλέσουν σοβαρούς κινδύνους ρύπανσης.

(6) Έχουν δημιουργηθεί επίσης υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και συστήματα οργάνωσης της κυκλοφορίας, τα οποία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη των ατυχημάτων και της ρύπανσης σε ορισμένες πυκνής κυκλοφορίας ή επικίνδυνες για τη ναυσιπλοΐα θαλάσσιες ζώνες. Είναι απαραίτητο τα πλοία να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς που ισχύουν στο πλαίσιο των συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας που έχουν εγκριθεί από τον ΙΜΟ.

(7) Σημειώθηκαν σημαντικές τεχνολογικές πρόοδοι στον τομέα του ναυτιλιακού εξοπλισμού, οι οποίες επιτρέπουν τον αυτόματο εντοπισμό των πλοίων (συστήματα AIS) και τη βελτιωμένη παρακολούθησή τους, καθώς και την καταγραφή των δεδομένων ταξιδίου (συστήματα VDR ή «μαύρα κουτιά»), προκειμένου να διευκολύνονται οι έρευνες για τη διαλεύκανση των αιτίων των ατυχημάτων ή παρ' ολίγον ατυχημάτων. Λόγω της σημασίας του στο πλαίσιο της επεξεργασίας μιας πολιτικής για την πρόληψη των θαλασσίων ατυχημάτων, η εγκατάσταση του εν λόγω εξοπλισμού πρέπει να καταστεί υποχρεωτική στα πλοία που εκτελούν εσωτερικά ή διεθνή δρομολόγια και καταπλέουν σε λιμένες της Κοινότητας.

(8) Η ύπαρξη συστημάτων AIS και οργάνων καταγραφής δεδομένων ταξιδίου επί του σκάφους δεν επαρκούν για την πρόληψη ατυχημάτων. το επίπεδο κατάρτισης και δεξιότητας του πληρώματος αποτελούν στοιχεία εξίσου σημαντικά. Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν, επιπλέον, ότι το προσωπικό ξηράς, και κυρίως οι υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, τα παράκτια κέντρα και οι υπηρεσίες διάσωσης είναι αρκούντως επανδρωμένες και δεόντως καταρτισμένες.

(9) Η ακριβής ενημέρωση σχετικά με τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρονται από τα πλοία, καθώς και άλλες σχετικές πληροφορίες που αφορούν την ασφάλεια, όπως οι πληροφορίες σχετικά με συμβάντα της ναυσιπλοΐας, αποτελεί βασικό στοιχείο για την προετοιμασία και την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων επέμβασης σε περιπτώσεις ρύπανσης ή απειλής ρύπανσης στη θάλασσα. Τα πλοία που κατευθύνονται προς ή αποπλέουν από κράτη μέλη οφείλουν να κοινοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ή στις λιμενικές αρχές των κρατών μελών. Τα πλοία που δεν καταπλέουν σε λιμένες εντός της Κοινότητας οφείλουν να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την ποσότητα και τον τύπο των επικίνδυνων εμπορευμάτων που μεταφέρουν, καθώς και άλλες σχετικές πληροφορίες που αφορούν την ασφάλεια, στα συστήματα υποβολής αναφορών των παράκτιων αρχών των κρατών μελών.

(10) Προκειμένου να απλοποιηθεί και να επισπευσθεί η μετάδοση και η αξιοποίηση των πληροφοριών σχετικά με το φορτίο, ο όγκος των οποίων ενίοτε είναι πολύ μεγάλος, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να μεταδίδονται ηλεκτρονικά στην αρμόδια αρχή ή στην ενδιαφερόμενη λιμενική αρχή. Όταν χρησιμοποιούνται τα πρωτόκολλα EDI, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται μόνο τα μορφότυπα που αναφέρονται στην οδηγία, προκειμένου να αποφευχθεί η ανεπιθύμητη εμφάνιση ασύμβατων μεταξύ τους προτύπων. Για τους ίδιους λόγους, οι ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών πρέπει να πραγματοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή.

(11) Τα τακτικά δρομολόγια που εκτελούνται μεταξύ λιμένων ενός κράτους μέλους ή πολλών κρατών μελών πρέπει να είναι δυνατόν να απαλλάσσονται από την υποχρέωση υποβολής αναφοράς σε κάθε ταξίδι, όταν οι ενδιαφερόμενες εταιρείες εφαρμόζουν, κατ' απαίτηση των κρατών μελών, εσωτερικές διαδικασίες που εγγυώνται την έγκαιρη μετάδοση των προβλεπόμενων από την οδηγία πληροφοριών στην αρμόδια αρχή.

(12) Εφόσον ένα κράτος μέλος εκτιμά, σε περίπτωση που επικρατούν ιδιαίτερα δυσμενείς μετεωρολογικές-ωκεάνιες συνθήκες, ότι ορισμένα πλοία προκαλούν αυξημένους κινδύνους για το περιβάλλον ή τη ζωή και την ασφάλεια του πληρώματος και των επιβατών, δύναται να λάβει κάθε ενδεδειγμένο μέτρο, μεταξύ των οποίων η απαγόρευση απόπλου, ώστε να εμποδίσει τον απόπλου των εν λόγω πλοίων , έως ότου οι καιρικές συνθήκες επιστρέψουν στο φυσιολογικό. Επιπλέον, τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να συνιστούν να μην αποπλεύσουν τα πλοία που βρίσκονται στην υπόψη ζώνη. Στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει, το κράτος μέλος θεωρεί ότι τέτοιες συνθήκες υφίστανται εφόσον η ένταση του ανέμου υπερβαίνει τα 10 μποφόρ, και διαπιστώνονται αντίστοιχες συνθήκες στη θάλασσα, στην υπό εξέταση ζώνη.

(13) Ορισμένα πλοία εγκυμονούν κινδύνους, λόγω της συμπεριφοράς ή της κατάστασής τους, για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και το περιβάλλον. Τα κράτη μέλη οφείλουν να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην παρακολούθηση των εν λόγω πλοίων, να λαμβάνουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, προκειμένου να αποφευχθεί η επιδείνωση των κινδύνων που δημιουργούν, και να μεταδίδουν τις σχετικές πληροφορίες που διαθέτουν για τα εν λόγω πλοία στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

(14) Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν προφυλάξεις για την προστασία από τους κινδύνους που ενδέχεται να προκαλούνται από ορισμένα περιστατικά στη θάλασσα και να απειλούν την ασφάλεια στη θάλασσα, τους τοπικούς πληθυσμούς και το θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον, καθώς και από την αντιμετώπιση κηλίδων ρύπανσης ή την αποκομιδή εμπορευμάτων που επιπλέουν στη θάλασσα. Για τον σκοπό αυτόν, οι πλοίαρχοι των πλοίων πρέπει να ειδοποιούν τις παράκτιες αρχές για τέτοια συμβάντα, παρέχοντας όλες τις σχετικές πληροφορίες.

(15) Σε περίπτωση συμβάντος ή ατυχήματος στη θάλασσα, η πλήρης συνεργασία των ενδιαφερομένων μερών συμβάλλει σημαντικά στην αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων των αρμόδιων αρχών.

(16) Η έλλειψη διαθεσιμότητας ασφαλών λιμένων, προστατευμένων ζωνών ή αγκυροβολίων συνεπάγεται ενδεχομένως σοβαρές συνέπειες σε περίπτωση θαλάσσιου ατυχήματος. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη είναι αναγκαίο να καταρτίζουν σχέδια που θα επιτρέπουν, εφόσον το απαιτούν οι περιστάσεις, την υποδοχή στους λιμένες τους ή σε οιοδήποτε άλλο προστατευμένο μέρος κατά μήκος των ακτών, υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, των πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο.

(17) Η αποτελεσματικότητα της οδηγίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον αυστηρό έλεγχο της εφαρμογής της από τα κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν, μέσω των κατάλληλων ελέγχων, ότι οι τηλεπικοινωνιακές συνδέσεις που δημιουργήθηκαν για τις ανάγκες της οδηγίας λειτουργούν με ικανοποιητικά. Πρέπει επίσης να καθιερωθούν αποτρεπτικές κυρώσεις, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση των εμπλεκομένων μερών με τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών ή εγκατάστασης του προβλεπόμενου από την οδηγία εξοπλισμού.

(18) Είναι αναγκαία η δημιουργία, μέσω της ανάπτυξης κατάλληλων τηλεπικοινωνιακών συνδέσεων μεταξύ των αρχών και των λιμένων των κρατών μελών, ενός πλαισίου συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία του συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για την θαλάσσια κυκλοφορία. Επιπλέον, η κάλυψη του συστήματος εντοπισμού και παρακολούθησης των πλοίων πρέπει να επεκταθεί στις θαλάσσιες ζώνες της Κοινότητας όπου αυτή είναι ανεπαρκής. Εξάλλου, πρέπει να δημιουργηθούν κέντρα διαχείρισης των πληροφοριών στις θαλάσσιες περιφέρειες της Κοινότητας, προκειμένου να διευκολύνεται η ανταλλαγή ή η κατανομή χρήσιμων δεδομένων που σχετίζονται με την παρακολούθηση της κυκλοφορίας και την εφαρμογή της οδηγίας. Η ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, που προβλέπεται από τον κανονισμό ../../ΕΚ, θα συμβάλει στην επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(19) Είναι απαραίτητη η επικουρία της Επιτροπής από επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους των κρατών μελών, με στόχο την αποτελεσματική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Δεδομένου ότι τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας είναι γενικής εμβέλειας, κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [7], τα μέτρα αυτά είναι αναγκαίο να λαμβάνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης.

[7] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(20) Λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των διεθνών πράξεων και την εμπειρία που αποκτάται από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, μπορεί να είναι απαραίτητη η τροποποίηση ορισμένων διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω τροποποιήσεις μπορούν επίσης να προταθούν κατόπιν λεπτομερούς έρευνας σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

(21) Οι διατάξεις της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ ενισχύονται, επεκτείνονται και τροποποιούνται σημαντικά μέσω της παρούσας οδηγίας. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να καταργηθεί η οδηγία 93/75/ΕΟΚ.

(22) Λαμβανομένης υπόψη της αρχής της επικουρικότητας, η θέσπιση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου συνιστά την πλέον πρόσφορη νομοθετική πράξη, διότι δημιουργεί ένα πλαίσιο για την υποχρεωτική και ομοιόμορφη εφαρμογή από τα κράτη μέλη των υποχρεώσεων και των διαδικασιών που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, αφήνοντας ταυτόχρονα σε καθένα από αυτά την ελευθερία επιλογής των λεπτομερειών εφαρμογής που αρμόζουν καλύτερα στο εθνικό τους σύστημα,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η δημιουργία στην Κοινότητα ενός συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία, προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της θαλάσσιας κυκλοφορίας και η πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα πλοία χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 τόνων.

2. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση:

α) των πολεμικών πλοίων, των βοηθητικών πολεμικών πλοίων ή άλλων πλοίων που ανήκουν σε κράτος μέλος, ή πλοίων η εκμετάλλευση των οποίων διενεργείται από κράτος μέλος στο πλαίσιο της παροχής δημόσιων μη εμπορικών υπηρεσιών.

β) των αλιευτικών πλοίων μήκους κάτω των 45 μέτρων και των πλοίων αναψυχής,

γ) των δεξαμενών καυσίμων κάτω των 5000 τόνων, των εφοδίων και του εξοπλισμού των πλοίων.

Άρθρο 3 Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α) «εκμεταλλευόμενοι το πλοίο», οι εφοπλιστές, ή οι διαχειριστές του πλοίου.

β) «πράκτορας», κάθε πρόσωπο που είναι εντεταλμένο ή εξουσιοδοτημένο να παρέχει πληροφορίες εν ονόματι του εκμεταλλευόμενου το πλοίο.

γ) «φορτωτής», το πρόσωπο από το οποίο ή επ' ονόματι ή για λογαριασμό του οποίου έχει συναφθεί σύμβαση θαλάσσιας μεταφοράς εμπορευμάτων με μεταφορέα.

δ) «εταιρεία», η εταιρεία κατά την έννοια του κανόνα 1, παράγραφος 2, του κεφαλαίου IX της σύμβασης SOLAS.

ε) «πλοίο», κάθε ποντοπόρο πλοίο ή θαλάσσιο σκάφος.

στ) «επικίνδυνα εμπορεύματα»:

- τα εμπορεύματα που αναφέρονται στον Διεθνή Ναυτιλιακό Κώδικα για τη Μεταφορά των Επικίνδυνων Εμπορευμάτων (IMDG),

- οι επικίνδυνες υγρές ουσίες που απαριθμούνται στο κεφάλαιο 17 του Διεθνούς Κώδικα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (IMO), του σχετικού με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην επικίνδυνες ουσίες (IBC),

- τα υγρά αέρια που απαριθμούνται στο κεφάλαιο 19 του Διεθνούς Κώδικα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), του σχετικού με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην υγροποιημένα αέρια (IGC),

- οι στερεές ύλες που αναφέρονται στο παράρτημα Β του κώδικα BC.

Περιλαμβάνονται επίσης τα εμπορεύματα για τη μεταφορά των οποίων οι σχετικοί προκαταρκτικοί όροι καθορίστηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1.1.3 του Διεθνούς Κώδικα IBC και την παράγραφο 1.1.6 του Διεθνούς Κώδικα IGC.

ζ) «ρυπογόνα εμπορεύματα»:

- τα πετρελαιοειδή, όπως ορίζονται στο παράρτημα 1 της σύμβασης MARPOL,

- οι υγρές τοξικές ουσίες, όπως ορίζονται στο παράρτημα 2 της σύμβασης MARPOL,

- οι επιβλαβείς ουσίες, όπως ορίζονται στο παράρτημα 3 της σύμβασης MARPOL.

η) «μέσα μεταφοράς», όχημα για την οδική μεταφορά των εμπορευμάτων, βαγόνι για τη σιδηροδρομική μεταφορά των εμπορευμάτων, εμπορευματοκιβώτιο, βυτίο, βαγόνι-βυτίο ή κινητή δεξαμενή.

θ) «σχετικές διεθνείς πράξεις», οι ακόλουθες πράξεις, όπως ισχύουν κατά την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας:

- «MARPOL», η διεθνής σύμβαση του 1973 για την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία και το πρωτόκολλό της του 1978.

- «SOLAS», η διεθνής σύμβαση περί ασφαλείας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, καθώς και τα πρωτόκολλα και οι τροποποιήσεις της.

- η διεθνής σύμβαση του 1969 για την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων.

- η διεθνής σύμβαση του 1969 για την επέμβαση στην ανοικτή θάλασσα σε περίπτωση απωλειών λόγω πετρελαϊκής ρύπανσης και το πρωτόκολλο του 1973 σχετικά με την επέμβαση στην ανοικτή θάλασσα σε περίπτωση ρύπανσης από ουσίες άλλες από τις πετρελαϊκές.

- «κώδικας ISM», ο διεθνής θαλάσσιος κώδικας διαχείρισης της ασφάλειας.

- «κώδικας IMDG», ο Διεθνής Ναυτιλιακός Κώδικας για τη Μεταφορά των Επικίνδυνων Εμπορευμάτων.

- «κώδικας IBC», ο Διεθνής Κώδικας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (IMO), ο σχετικός με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην επικίνδυνες ουσίες.

- «κώδικας IGC», ο Διεθνής Κώδικας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), ο σχετικός με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην υγροποιημένα αέρια.

- «κώδικας BC», ο κώδικας πρακτικών κανόνων του ΙΜΟ για την ασφαλή μεταφορά στερεών φορτίων χύδην.

- «κώδικας INF», ο κώδικας του ΙΜΟ για την ασφαλή μεταφορά, με πλοία, ακτινοβολημένων πυρηνικών καυσίμων, πλουτωνίου και αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας, σε δοχεία.

- «ψήφισμα Α 851(20) του ΙΜΟ», το ψήφισμα 851(20) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο "Γενικές αρχές για συστήματα υποβολής αναφορών των πλοίων και για απαιτήσεις σχετικά με την υποβολή αναφορών των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των κατευθυντήριων γραμμών για την αναφορά συμβάντων που αφορούν επικίνδυνα εμπορεύματα, επιβλαβείς ουσίες ή/και ουσίες που ρυπαίνουν τη θάλασσα".

ι) «διεύθυνση», η ονομασία και οι τηλεπικοινωνιακές συνδέσεις που επιτρέπουν την επαφή, σε περίπτωση ανάγκης, με τον εκμεταλλευόμενο, τον πράκτορα, τη λιμενική αρχή, την αρμόδια αρχή ή κάθε άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ή οργανισμό που διαθέτει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το φορτίο που μεταφέρει το πλοίο.

ια) «αρμόδιες αρχές», οι αρχές και οι οργανισμοί στους οποίους ανατίθεται από τα κράτη μέλη το καθήκον να λαμβάνουν και να διαθέτουν τις πληροφορίες που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

ιβ) «λιμενικές αρχές», οι αρμόδιες λιμενικές αρχές στις οποίες ανατίθεται από τα κράτη μέλη η ευθύνη να λαμβάνουν και να διαθέτουν τις πληροφορίες που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

ιγ) «παράκτιο κέντρο», η υπηρεσία εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, οι εγκαταστάσεις στην ξηρά που είναι υπεύθυνες για τη λειτουργία ενός συστήματος υποχρεωτικής υποβολής αναφορών εγκεκριμένου από τον ΙΜΟ ή από τον αρμόδιο φορέα για τον συντονισμό των επιχειρήσεων ανεύρεσης και διάσωσης ή καταπολέμησης της θαλάσσιας ρύπανσης, οι οποίοι ορίζονται από τα κράτη μέλη δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

ιδ) «καταφύγιο», ο λιμένας, το μέρος του λιμένα ή άλλη προστατευτική θέση παραβολής ή αγκυροβολίας ή οιαδήποτε άλλη προστατευμένη περιοχή που επισημαίνεται από ένα κράτος μέλος για την υποδοχή των πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο.

ΤΙΤΛΟΣ Ι - Αναγγελία και παρακολουθηση πλοιων στα Ευρωπαϊκά ύδατα

Άρθρο 4 Αναγγελία κατάπλου στους κοινοτικούς λιμένες

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε όλα τα πλοία με προορισμό λιμένα που βρίσκεται εντός της Κοινότητας να ανακοινώνουν τον κατάπλου τους στη λιμενική αρχή:

α) τουλάχιστον σαράντα οκτώ ώρες πριν από τον κατάπλου, εφόσον ο λιμένας κατάπλου είναι γνωστός, ή

β) μόλις γίνει γνωστός ο λιμένας κατάπλου, εφόσον η εν λόγω πληροφορία είναι διαθέσιμη σε λιγότερο από σαράντα οκτώ ώρες πριν από τον κατάπλου, ή

γ) το αργότερο κατά τον χρόνο απόπλου του πλοίου από τον προηγούμενο λιμένα, εφόσον η διάρκεια του δρομολογίου είναι μικρότερη από σαράντα οκτώ ώρες.

Άρθρο 5 Συμμετοχή στα συστήματα υποχρεωτικής υποβολής αναφορών

1. Το σχετικό κράτος μέλος παρακολουθεί και λαμβάνει κάθε αναγκαίο και ενδεδειγμένο μέτρο ώστε να εξασφαλίσει ότι όλα τα πλοία που εισέρχονται στη ζώνη ενός συστήματος υποβολής υποχρεωτικών αναφορών, που έχει εγκριθεί από τον ΙΜΟ βάσει του κανονισμού 11 κεφάλαιο V της SOLAS και λειτουργεί υπό την ευθύνη ενός ή περισσοτέρων κρατών, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα είναι κράτος μέλος, σύμφωνα με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές και κριτήρια που έχει καταρτίσει ο ΙΜΟ, συμμορφώνονται προς το σύστημα αυτό και αναφέρουν τις απαιτούμενες πληροφορίες, υπό την επιφύλαξη των πρόσθετων πληροφοριών που απαιτούνται από το κράτος μέλος, σύμφωνα με το ψήφισμα Α.851(20) του ΙΜΟ.

2. Οι αναφορές των πλοίων περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι-1.

Άρθρο 5α Συστήματα αυτόματου εντοπισμού

1. Κάθε πλοίο που καταπλέει σε λιμένα της Κοινότητας πρέπει να διαθέτει, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ-1, σύστημα αυτόματου εντοπισμού που συνάδει με τα πρότυπα επιδόσεων του ΙΜΟ και είναι πρόσφορο για τη μετάδοση των πληροφοριών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι-2.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να προμηθευτούν, εντός χρονικού διαστήματος συμβατού με το χρονοδιάγραμμα του παραρτήματος ΙΙ-1, τον κατάλληλο εξοπλισμό και να αποκτήσουν τις εγκαταστάσεις ξηράς που απαιτούνται για να λαμβάνουν και να αξιοποιούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο.

Άρθρο 6

Άρθρο 6 Χρήση των συστημάτων οργάνωσης της θαλάσσιας κυκλοφορίας

1. Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και ενδεδειγμένο μέτρο ώστε να εξασφαλίσουν ότι όλα τα πλοία που εισέρχονται στη ζώνη ενός υποχρεωτικού συστήματος οργάνωσης της θαλάσσιας κυκλοφορίας, που έχει εγκριθεί από τον ΙΜΟ βάσει του κανονισμού 10 κεφάλαιο V της SOLAS και λειτουργεί υπό την ευθύνη ενός ή περισσοτέρων κρατών, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα είναι κράτος μέλος, χρησιμοποιούν το σύστημα σύμφωνα με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές και κριτήρια που έχει καταρτίσει ο ΙΜΟ.

2. Όταν εφαρμόζουν σύστημα οργάνωσης της θαλάσσιας κυκλοφορίας, που δεν έχει εγκριθεί από τον ΙΜΟ, υπό την ευθύνη τους, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη, όποτε είναι δυνατόν, τις κατευθυντήριες γραμμές και κριτήρια που έχει καταρτίσει ο ΙΜΟ και δημοσιοποιούν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση του συστήματος οργάνωσης της θαλάσσιας κυκλοφορίας.

Άρθρο 6α Παρακολούθηση της συμμόρφωσης των πλοίων προς τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων

Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και ενδεδειγμένο μέτρο ώστε να εξασφαλίσουν ότι:

1. Τα πλοία που εισέρχονται στη ζώνη εφαρμογής μιας υπηρεσίας εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων (VTS), που λειτουργεί υπό την ευθύνη ενός ή περισσοτέρων κρατών, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα είναι κράτος μέλος, εντός των χωρικών τους υδάτων και βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών που έχει καταρτίσει ο ΙΜΟ, συμμετέχουν στους κανόνες της εν λόγω VTS και συμμορφώνονται προς αυτούς.

2. Τα πλοία που φέρουν σημαία ενός κράτους μέλους ή κατευθύνονται σε λιμένα ενός κράτους μέλους της Κοινότητας και εισέρχονται στη ζώνη εφαρμογής μιας VTS εκτός των χωρικών υδάτων ενός κράτους μέλους και βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών που έχει καταρτίσει ο ΙΜΟ, συμμορφώνονται προς τους κανόνες της εν λόγω VTS.

3. Τα πλοία που φέρουν σημαία τρίτου κράτους και δεν κατευθύνονται σε λιμένα ενός κράτους μέλους της Κοινότητας, εισέρχονται δε στη ζώνη μιας VTS εκτός των χωρικών υδάτων ενός κράτους μέλους, ακολουθούν τους κανόνες της εν λόγω VTS, όποτε είναι δυνατόν. Τα κράτη μέλη πρέπει να αναφέρουν στο σχετικό κράτος της σημαίας οιαδήποτε εμφανή σοβαρή παράβαση αυτών των κανόνων στην εν λόγω ζώνη της VTS.

Άρθρο 7 Υποδομή για συστήματα υποβολής αναφορών, συστήματα οργάνωσης της θαλάσσιας κυκλοφορίας και υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και ενδεδειγμένο μέτρο ώστε να προμηθευτούν σταδιακά, εντός χρονικού διαστήματος συμβατού με το χρονοδιάγραμμα του παραρτήματος ΙΙ-Ι, τον κατάλληλο εξοπλισμό και να αποκτήσουν τις εγκαταστάσεις ξηράς που απαιτούνται για να λαμβάνουν και να αξιοποιούν τις πληροφορίες AIS, συνυπολογίζοντας το αναγκαίο φάσμα για τη μετάδοση των αναφορών.

2. Η διαδικασία κατασκευής του αναγκαίου εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων ξηράς που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2007. Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε ο κατάλληλος εξοπλισμός για τη διαβίβαση των πληροφοριών και την ανταλλαγή τους μεταξύ των εθνικών συστημάτων των κρατών μελών να είναι επιχειρησιακός το αργότερο μετά ένα έτος.

Άρθρο 8 Όργανα καταγραφής δεδομένων ταξιδίου (μαύρα κουτιά)

1. Τα πλοία που καταπλέουν σε λιμένα της Κοινότητας πρέπει να διαθέτουν όργανο καταγραφής δεδομένων ταξιδίου (μαύρο κουτί), σύμφωνα με τους όρους που περιγράφονται στο παράρτημα ΙΙ-2. Οι απαλλαγές που χορηγούνται, κατά περίπτωση, στα οχηματαγωγά ro-ro ή ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Συμβουλίου [8], καταργούνται κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

[8] ΕΕ L 138 της 1.6.1999, σελ. 1.

Το όργανο καταγραφής δεδομένων ταξιδίου πρέπει να επιτρέπει να αποθηκεύονται, με ασφαλή τρόπο και σε ανακτήσιμη μορφή, και να τίθενται στη διάθεση του κράτους μέλους που διεξάγει τις έρευνες για θαλάσσιο ατύχημα, οι κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη θέση, την κίνηση, την κατάσταση, την πλοήγηση και τον έλεγχο του πλοίου στο οποίο εγκαθίσταται.

2. Τα δεδομένα που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 τίθενται στη διάθεση του κράτους μέλους που διεξάγει έρευνες για θαλάσσιο ατύχημα που συνέβη εντός των υδάτων υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους. Τα κράτη μέλη φροντίζουν να χρησιμοποιηθούν τα εν λόγω δεδομένα στην έρευνα και να αναλυθούν σε συνδυασμό με σχετικές στατιστικές ερευνών. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη δημοσίευση των πορισμάτων της έρευνας, το συντομώτερο δυνατόν μετά την ολοκλήρωσή της.

Τίτλος ΙΙ - Υποβολή αναφορασ για τα επικινδυνα ή ρυπογονα εμπορευματα που βρισκονται επι των πλοιων (Hazmat)

Άρθρο 9 Υποχρεώσεις του φορτωτή

Τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα δεν παραδίδονται προς μεταφορά, ούτε φορτώνονται επί του πλοίου σε λιμένα κράτους μέλους, εάν δεν παραδοθεί στον πλοίαρχο ή στον εκμεταλλευόμενο το πλοίο δήλωση με τις ορθές τεχνικές ονομασίες των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων, τους αριθμούς Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), εφόσον υπάρχουν, τις κλάσεις κινδύνου του ΙΜΟ και τις ποσότητες των εμπορευμάτων αυτών και, εφόσον τα εμπορεύματα αυτά δεν μεταφέρονται με δεξαμενόπλοια, αλλά με άλλα μέσα μεταφοράς, τα αναγνωριστικά τους στοιχεία.

Ο φορτωτής υποχρεούται να παραδίδει στον πλοίαρχο ή στον εκμεταλλευόμενο το πλοίο την προβλεπόμενη από την παρούσα οδηγία δήλωση και να εξασφαλίζει ότι το φορτίο που παραδίδεται προς μεταφορά είναι πράγματι αυτό που έχει δηλωθεί σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 10

Υποβολή αναφορών από τα πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα

1. Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας ή ο πλοίαρχος πλοίου που μεταφέρει επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και αποπλέει από λιμένα κράτους μέλους κοινοποιεί, το αργότερο κατά τον χρόνο του απόπλου, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ στην αρμόδια αρχή που ορίζεται από το εν λόγω κράτος μέλος.

2 Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας ή ο πλοίαρχος πλοίου που μεταφέρει επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και προέρχεται από λιμένα εκτός της Κοινότητας με προορισμό λιμένα εντός της Κοινότητας ή με κατεύθυνση προς αγκυροβόλιο εντός των χωρικών υδάτων κράτους μέλους κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται ο πρώτος λιμένας ή το πρώτο αγκυροβόλιο προορισμού, το αργότερο μόλις αποπλεύσει από τον λιμένα φόρτωσης ή μόλις γίνει γνωστός ο λιμένας ή το αγκυροβόλιο προορισμού, εφόσον η εν λόγω πληροφορία δεν είναι διαθέσιμη κατά τον απόπλου.

3. Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόσουν διαδικασία που επιτρέπει στον εκμεταλλευόμενο, στον πράκτορα ή στον πλοίαρχο πλοίου που εμπίπτει στις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων να κοινοποιεί τις αναφερόμενες στο παράρτημα ΙΙΙ πληροφορίες στην λιμενική αρχή του λιμένα απόπλου ή προορισμού εντός της Κοινότητας, κατά περίπτωση.

Η διαδικασία πρέπει να εγγυάται ανά πάσα στιγμή την πρόσβαση της αρμόδιας αρχής στις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ σε περίπτωση ανάγκης. Για τον σκοπό αυτόν, η αρμόδια λιμενική αρχή αποθηκεύει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ για χρονικό διάστημα που καθιστά δυνατή την αξιοποίησή τους σε περίπτωση ατυχήματος ή συμβάντος στη θάλασσα. Η λιμενική αρχή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την έγκαιρη ηλεκτρονική μετάδοση των εν λόγω πληροφοριών στην αρμόδια αρχή, εφόσον τις ζητήσει, επί εικοσιτετραώρου βάσεως.

4. Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας, ή ο πλοίαρχος του πλοίου οφείλει να κοινοποιήσει ηλεκτρονικά τις σχετικές με το φορτίο πληροφορίες που αναφέρονται στο σημείο 5 του παραρτήματος ΙΙΙ στη λιμενική αρχή ή στην αρμόδια αρχή. Όταν χρησιμοποιούνται μηνύματα EDI για τη μετάδοση των δεδομένων, πρέπει να χρησιμοποιούνται τα μορφότυπα των μηνυμάτων EDIFACT που αναφέρονται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 11 Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών

Τα κράτη μέλη συνεργάζονται προκειμένου να διασφαλίζουν τη διασύνδεση και τη διαλειτουργικότητα των χρησιμοποιούμενων εθνικών συστημάτων για τη διαχείριση των πληροφοριών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Τα συστήματα επικοινωνίας που τίθενται σε λειτουργία για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου πρέπει να διαθέτουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

- Η ανταλλαγή δεδομένων πρέπει να διενεργείται ηλεκτρονικά, πρέπει δε να επιτρέπει τη λήψη και την επεξεργασία των μηνυμάτων που αποστέλλονται σύμφωνα με το άρθρο 10.

- Το σύστημα πρέπει να επιτρέπει τη μετάδοση των πληροφοριών επί εικοσιτετραώρου βάσεως.

- Κάθε κράτος μέλος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να μεταδίδει έγκαιρα στην αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, κατόπιν αιτήσεώς της, τις πληροφορίες σχετικά με το πλοίο και τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρει.

Άρθρο 12 Απαλλαγές

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάξουν τα εθνικά τακτικά δρομολόγια που εκτελούνται μεταξύ λιμένων που βρίσκονται στο έδαφος τους από την υποχρέωση του άρθρου 10, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

- η εταιρεία που εκμεταλλεύεται τα προαναφερόμενα τακτικά δρομολόγια καταρτίζει και ενημερώνει κατάλογο των σχετικών πλοίων και τον διαβιβάζει στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή,

- για κάθε δρομολόγιο που εκτελείται, οι αναφερόμενες στο παράρτημα ΙΙΙ πληροφορίες τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, εφόσον τις ζητήσει. Η εταιρεία οφείλει να θέσει σε εφαρμογή εσωτερικό σύστημα που να εγγυάται την έγκαιρη μετάδοση, εφόσον της ζητηθεί, των εν λόγω πληροφοριών στην αρμόδια αρχή επί εικοσιτετραώρου βάσεως, σε ηλεκτρονική μορφή, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2.

2. Τα κράτη μέλη ελέγχουν σε τακτά χρονικά διαστήματα την τήρηση των όρων της πρώτης παραγράφου. Όταν τουλάχιστον ένας από τους εν λόγω όρους δεν τηρείται πλέον, τα κράτη μέλη ανακαλούν αμέσως το προνόμιο της απαλλαγής του οποίου απολαύει η συγκεκριμένη εταιρεία.

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον κατάλογο των εταιρειών και των πλοίων που απαλλάσσονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου.

4. Όταν η εκτέλεση τακτικού δρομολογίου που εκμεταλλεύεται η ίδια εταιρεία αφορά δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη δύνανται να συνεργαστούν προκειμένου να χορηγήσουν απαλλαγή στην εταιρεία αυτή σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

ΤΊΤΛΟΣ ΙΙΙ - Παρακολούθηση των επικίνδυνων πλοιων και επεμβαση σε περιπτωση θαλασσιων συμβάντων ή ατυχημάτων

Άρθρο 13 Πλοία που εγκυμονούν κινδύνους για τη ναυσιπλοΐα

1. Τα πλοία που πληρούν τα κατωτέρω κριτήρια θεωρείται ότι εγκυμονούν κινδύνους για τη ναυσιπλοΐα ή ότι συνιστούν απειλή για το περιβάλλον, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας:

- πλοία που έχουν εμπλακεί στα θαλάσσια ατυχήματα ή συμβάντα που αναφέρονται στο άρθρο 14,

- πλοία που αθέτησαν την υποχρέωση υποβολής αναφορών που επιβάλλεται από την παρούσα οδηγία,

- πλοία που παραβίασαν τους κανόνες που ισχύουν στο πλαίσιο των συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας και των υπηρεσιών εξυπηρέτησης πλοίων που λειτουργούν υπ' ευθύνη ενός κράτους μέλους,

- πλοία για τα οποία υπάρχουν αποδείξεις ή ισχυρές ενδείξεις εσκεμμένων απορρίψεων πετρελαίου ή άλλων παραβιάσεων της σύμβασης Marpol στα ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους,

- πλοία στα οποία απαγορεύτηκε ο κατάπλους στους λιμένες της Κοινότητας ή για τα οποία υποβλήθηκε έκθεση ή κοινοποίηση από κράτος μέλος, σύμφωνα με το παράρτημα Ι-1 της οδηγίας 95/21/ΕΚ.

2. Οι πληροφορίες τις οποίες διαθέτουν τα παράκτια κέντρα σχετικά με τα πλοία που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο διαβιβάζονται στα ενδιαφερόμενα παράκτια κέντρα των άλλων κρατών μελών που βρίσκονται επί της προβλεπόμενης πορείας του πλοίου.

3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 15, τα κράτη μέλη λαμβάνουν, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τα ενδεικνυόμενα μέτρα έναντι των πλοίων της πρώτης παραγράφου που εντόπισαν ή για τα οποία ειδοποιήθηκαν από άλλα κράτη μέλη, αποβλέποντας στην πρόληψη ή στη μείωση των κινδύνων που απειλούν την ασφάλεια στη θάλασσα ή το περιβάλλον. Διεξάγουν κάθε έλεγχο ή προβαίνουν σε κάθε ενέργεια που κρίνουν σκόπιμη, σύμφωνα με τους όρους της οδηγίας 95/21/ΕΚ, προκειμένου να εντοπίσουν πιθανές παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας οδηγίας ή των συναφών κανόνων των ισχυουσών διεθνών συμβάσεων. Ενημερώνουν, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος που τους διαβίβασε τις σχετικές πληροφορίες, δυνάμει της παραγράφου 2, για τα αποτελέσματα της αναληφθείσας δράσης.

Άρθρο 14 Ειδοποίηση σχετικά με τα θαλάσσια συμβάντα ή ατυχήματα

1. Προκειμένου να διευκολύνεται η πρόληψη ή η μείωση κάθε σημαντικού κινδύνου που απειλεί την ασφάλεια στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων ή την ασφάλεια του περιβάλλοντος, ο πλοίαρχος κάθε πλοίου που διέρχεται από τα χωρικά ύδατα ή τη ζώνη αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης ή στα ανοικτά των ακτών ενός κράτους μέλους υποχρεούται να ειδοποιεί αμέσως το κατά τόπον αρμόδιο παράκτιο κέντρο σχετικά με τα ακόλουθα γεγονότα:

- κάθε συμβάν ή ατύχημα που απειλεί την ασφάλεια του πλοίου, όπως σύγκρουση, προσάραξη, αβαρία, δυσλειτουργία ή βλάβη, διείσδυση υδάτων ή μετατόπιση φορτίου, καθώς και κάθε ζημία που παρατηρείται στο κύτος ή στη δομή του πλοίου,

- κάθε συμβάν ή ατύχημα που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, όπως βλάβες που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνατότητα ελιγμών ή πλεύσης του πλοίου, καθώς και κάθε δυσλειτουργία στα συστήματα προώθησης ή στα πηδάλια, στην ηλεκτρογεννήτρια, στον ναυτιλιακό ή στον επικοινωνιακό εξοπλισμό,

- κάθε περιστατικό που ενδέχεται να προκαλέσει ρύπανση των υδάτων και των ακτών ενός κράτους μέλους, όπως ρίψη ή κίνδυνος ρίψης ρυπογόνων προϊόντων στη θάλασσα, καθώς και κάθε κηλίδα ρυπογόνων προϊόντων, εμπορευματοκιβώτια ή επιπλέοντα συσκευασμένα εμπορεύματα που παρατηρούνται στη θάλασσα.

2. Το ειδοποιητήριο μήνυμα που μεταδίδεται δυνάμει της πρώτης παραγράφου περιλαμβάνει τουλάχιστον την ταυτότητα του πλοίου, τη θέση του, τον λιμένα απόπλου, τον λιμένα προορισμού, τη διεύθυνση που επιτρέπει την ανεύρεση πληροφοριών σχετικά με τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που βρίσκονται στο πλοίο, τον αριθμό των ατόμων που επιβαίνουν στο πλοίο, τις λεπτομέρειες του συμβάντος, καθώς και κάθε σχετική πληροφορία που αναφέρεται στο ψήφισμα Α.851(20) του ΙΜΟ.

Άρθρο 15 Μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση ιδιαίτερα δυσμενών μετεωρολογικών συνθηκών

1. Εφόσον ένα κράτος μέλος εκτιμά, σε περίπτωση που οι μετεωρολογικές-ωκεάνιες συνθήκες είναι ιδιαίτερα δυσμενείς, ότι:

α) ένα συγκεκριμένο πλοίο ενδέχεται να αποτελέσει σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα ή να δημιουργήσει σοβαρό κίνδυνο ρύπανσης των υδάτων ή των ακτών του, ή των υδάτων ή των ακτών άλλων κρατών, δύναται να λάβει κάθε ενδεδειγμένο μέτρο, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης απόπλου, έως ότου διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται πλέον κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή ή/και το περιβάλλον.

β) η αναχώρηση του πλοίου μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο για την ασφάλεια ή κίνδυνο ρύπανσης, δύναται να συστήσει στα πλοία να μην αποπλεύσουν από τους λιμένες που βρίσκονται στις σχετικές περιοχές.

2. Ο πλοίαρχος ενημερώνει την εταιρεία σχετικά με τα ενδεδειγμένα μέτρα ή συστάσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο. Ωστόσο, οι συστάσεις αυτές δεν προδικάζουν την απόφαση του πλοιάρχου, με βάση την επαγγελματική του/της κρίση, αντιστοίχως προς τη SOLAS.

3. Τα ενδεδειγμένα μέτρα ή συστάσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο βασίζονται σε προβλέψεις για την κατάσταση των θαλασσών και μετεωρολογικές προβλέψεις που παρέχονται από αρμόδια μετεωρολογική υπηρεσία, αναγνωρισμένη από το κράτος μέλος.

Άρθρο 16 Λήψη μέτρων σχετικά με τα θαλάσσια συμβάντα ή ατυχήματα

1. Στην περίπτωση των θαλάσσιων συμβάντων ή ατυχημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 14, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα πρόσφορα μέτρα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, προκειμένου να διαφυλάξουν την ασφάλεια στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων και την προστασία του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος.

Στο παράρτημα V παρατίθεται μη περιοριστικός κατάλογος των μέτρων που δύνανται να λαμβάνουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2. Ο εκμεταλλευόμενος, ο πλοίαρχος του πλοίου, και ο ιδιοκτήτης των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων που βρίσκονται στο πλοίο, υποχρεούνται να συνεργάζονται πλήρως με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, εφόσον τους ζητηθεί, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειες ενός συμβάντος ή ατυχήματος στη θάλασσα.

3. Ο πλοίαρχος ενός πλοίου στο οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του διεθνούς κώδικα διαχείρισης της ασφάλειας (κώδικας ISM) ενημερώνει την εταιρεία για κάθε ατύχημα ή συμβάν που συντελείται στη θάλασσα. Η εταιρεία, μόλις ενημερωθεί για ένα τέτοιο συμβάν, οφείλει να έλθει σε επαφή με το αρμόδιο παράκτιο κέντρο και να τεθεί στη διάθεσή του, ανάλογα με τις περιστάσεις.

Άρθρο 17 Καταφύγια

Τα κράτη μέλη, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, καταρτίζουν, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές του ΙΜΟ, σχέδια για την υποδοχή, στα ύδατα υπό τη δικαιοδοσία τους, πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο. Τα εν λόγω σχέδια περιέχουν τις αναγκαίες ρυθμίσεις και διαδικασίες, λαμβανομένων υπόψη των επιχειρησιακών και περιβαλλοντικών περιορισμών, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα πλοία που διατρέχουν κίνδυνο μπορούν να μεταβούν αμέσως σε καταφύγιο, κατόπιν άδειας από την αρμόδια αρχή.

Τα σχέδια για την υποδοχή πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο διατίθενται κατόπιν αιτήσεως. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, εντός δωδεκαμήνου από την έναρξη εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, για τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου.

Άρθρο 18 Ενημέρωση των ενδιαφερομένων μερών

1. Η αρμόδια παράκτια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αναγγέλλει, εφόσον χρειαστεί, μέσω ασυρμάτου εντός των θιγόμενων περιοχών τα συμβάντα που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1, καθώς και πληροφορίες σχετικά με κάθε πλοίο που συνιστά απειλή για τη ναυσιπλοΐα.

2 Οι αρμόδιες αρχές, οι οποίες διαθέτουν τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 14, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την ανά πάσα στιγμή παροχή των εν λόγω πληροφοριών, εφόσον ζητηθούν, για λόγους ασφαλείας από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους.

3. Το κράτος μέλος οι αρμόδιες αρχές του οποίου έχουν ενημερωθεί, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή με άλλο τρόπο, για περιστατικά που εγκυμονούν ή αυξάνουν, για άλλο κράτος μέλος, τον κίνδυνο ατυχήματος σε ορισμένες θαλάσσιες περιοχές και παράκτιες ζώνες, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να ενημερώσει σχετικά το ταχύτερο δυνατόν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και να συνεργαστεί με αυτό για τον σχεδιασμό των κατάλληλων ενεργειών. Κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη συνεργάζονται για τον κοινό καθορισμό των όρων μιας κοινής δράσης.

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να χρησιμοποιεί πλήρως τις αναφορές που υποχρεούνται να του διαβιβάζουν τα πλοία δυνάμει του άρθρου 14.

ΤΙΤΛΟΣ IV - Συνοδευτικά μέτρα

Άρθρο 19 Κατάρτιση και δημοσίευση του καταλόγου των αρμόδιων οργανισμών

1. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει τις αρμόδιες αρχές, τις λιμενικές αρχές και τα παράκτια κέντρα στα οποία πρέπει να υποβάλλονται οι αναφορές που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία.

2. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά για την κατάλληλη πληροφόρηση του τομέα της ναυτιλίας, κυρίως μέσω ναυτιλιακών δημοσιεύσεων, σχετικά με τις αρχές και τα κέντρα που ορίζονται δυνάμει της πρώτης παραγράφου, περιλαμβανομένης, ενδεχομένως, της ζώνης της κατά τόπον αρμοδιότητάς τους, καθώς και σχετικά με τις καθιερωμένες διαδικασίες για την κοινοποίηση των πληροφοριών που προβλέπονται από την οδηγία, ενημερώνει δε τακτικά τις εν λόγω πληροφορίες.

3. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον κατάλογο των οργανισμών που ορίζονται δυνάμει της πρώτης παραγράφου, καθώς και κάθε ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου.

Άρθρο 20 Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής

1. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται για την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α) τη βελτιστοποίηση της χρήσης των πληροφοριών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, περιλαμβανομένης της ανάπτυξης των κατάλληλων τηλεματικών συνδέσεων μεταξύ των παράκτιων κέντρων και των λιμενικών αρχών, με σκοπό την ανταλλαγή δεδομένων σχετικά με τις κινήσεις και τις προβλέψεις κατάπλου των πλοίων στους λιμένες, καθώς και σχετικά με το φορτίο τους,

β) την ανάπτυξη και τη βελτίωση των τηλεματικών συνδέσεων μεταξύ των παράκτιων κέντρων των κρατών μελών για την καλύτερη γνώση της κυκλοφορίας και την παρακολούθηση των πλοίων που διέρχονται από τις ευρωπαϊκές ακτές, την εναρμόνιση και, ει δυνατόν, την απλοποίηση των αναφορών που απαιτούνται από τα διερχόμενα πλοία,

γ) την επέκταση της κάλυψης του ευρωπαϊκού συστήματος παρακολούθησης, ελέγχου και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία, προκειμένου να βελτιωθεί ο εντοπισμός και η παρακολούθηση των πλοίων που πλέουν στα ευρωπαϊκά ύδατα. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται για τη δημιουργία συστημάτων υποχρεωτικής υποβολής αναφορών, υποχρεωτικών υπηρεσιών εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και, ενδεχομένως, κατάλληλων συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας, για την υποβολή τους στον ΙΜΟ προς έγκριση.

2. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, που ιδρύθηκε με τον κανονισμό ../../ΕΚ, θα συμβάλει στην επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

- διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής για την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 1,

- προώθηση της συνεργασίας μεταξύ παράκτιων κρατών στις σχετικές θαλάσσιες ζώνες στα πεδία που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία,

- βελτίωση της ενημέρωσης του ναυτιλιακού τομέα σχετικά με τις απαιτήσεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία,

- συλλογή και διάθεση στα ενδιαφερόμενα μέρη του καταλόγου των αρμόδιων οργανισμών που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 19, των σχετικών δεδομένων που αφορούν τις εταιρείες στις οποίες χορηγήθηκε απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 12, των πλοίων που εγκυμονούν κινδύνους για τη ναυσιπλοΐα και αναφέρονται στο άρθρο 13 και όλων των σχετικών πληροφοριών για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας,

- την ανάπτυξη και την εκμετάλλευση κάθε συστήματος ενημέρωσης απαραίτητου για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στις προηγούμενες περιπτώσεις,

- τη δημιουργία, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να εξασφαλιστούν οι βέλτιστες συνθήκες κυκλοφορίας στις ζώνες υψηλής πυκνότητας κυκλοφορίας ή επικίνδυνες για τη ναυσιπλοΐα, περιφερειακών κέντρων διαχείρισης των πληροφοριών που συλλέγονται και χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 21 Εμπιστευτικότητα των πληροφοριών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που τους κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, τις χρησιμοποιούν δε μόνο για τους σκοπούς της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία.

Άρθρο 22 Έλεγχος της εφαρμογής της οδηγίας και κυρώσεις

1. Τα κράτη μέλη εξακριβώνουν, μέσω τακτικών και αιφνιδιαστικών ελέγχων, τη λειτουργία των τηλεματικών συστημάτων που δημιουργούνται για τις ανάγκες της οδηγίας, ιδίως δε τη δυνατότητά τους να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της έγκαιρης λήψης ή μετάδοσης, επί εικοσιτετραώρου βάσεως, των πληροφοριών που κοινοποιούνται δυνάμει των άρθρων 10 και 12.

2. Τα κράτη μέλη καθιερώνουν στο εθνικό τους δίκαιο χρηματικές κυρώσεις που επιβάλλονται στους εκμεταλλευόμενους, πράκτορες, φορτωτές, ιδιοκτήτες φορτίων και πλοιάρχους πλοίων σε περιπτώσεις παράβασης των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Οι χρηματικές κυρώσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο πρέπει να είναι αρκετά αυστηρές, προκειμένου να αποτρέπουν τη διάπραξη ή την επανάληψη παραβάσεων.

3. Με την επιφύλαξη άλλων απαραίτητων μέτρων για την εφαρμογή της οδηγίας, το καθεστώς των χρηματικών κυρώσεων που θεσπίζεται από τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, στις ακόλουθες περιπτώσεις παράβασης των διατάξεων της οδηγίας:

- αθέτηση της υποχρέωσης αναγγελίας σχετικά με τον κατάπλου στους λιμένες, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 4,

- αθέτηση της υποχρέωσης υποβολής υποχρεωτικής αναφοράς, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5,

- παραβίαση των κανόνων που ισχύουν σε ένα σύστημα οργάνωσης της κυκλοφορίας ή μη συμμόρφωση προς τις οδηγίες που παρέχονται από μια υπηρεσία εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, η οποία ορίζεται από κράτος μέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 6α,

- απουσία ή ανεπάρκεια λειτουργίας του συστήματος αυτόματου εντοπισμού που βρίσκεται στο πλοίο ή του οργάνου καταγραφής δεδομένων ταξιδίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5α και 8,αντιστοίχως,

- αθέτηση της υποχρέωσης δήλωσης ή ανακριβής δήλωση από τον φορτωτή, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 9,

- παραβίαση των υποχρεώσεων κοινοποίησης που προβλέπονται στα άρθρα 10 και 12,

- αθέτηση της υποχρέωσης ειδοποίησης σχετικά με συμβάντα, ατυχήματα ή περιστατικά στη θάλασσα, σύμφωνα με το άρθρο 14,

- απόπλους από λιμένα κατά παράβαση του άρθρου 15,

- αθέτηση της υποχρέωσης συνεργασίας με τις εθνικές αρχές για την ελαχιστοποίηση των συνεπειών θαλάσσιου ατυχήματος, σύμφωνα με το άρθρο 16.

4. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμελλητί το κράτος της σημαίας και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο κράτος για τα μέτρα που λαμβάνουν έναντι των πλοίων που δεν φέρουν τη σημαία τους, σύμφωνα με το άρθρα 13 και 16 και την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

5. Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει, σε περίπτωση θαλάσσιου ατυχήματος ή συμβάντος που αναφέρεται στο άρθρο 16, ότι η εταιρεία δεν κατόρθωσε να επικοινωνήσει και να διατηρήσει την επαφή με το πλοίο ή τις σχετικές επιχειρησιακές αρχές, ενημερώνει σχετικά το κράτος που χορήγησε, ή στο όνομα του οποίου χορηγήθηκε, πιστοποίηση ISM.

Όταν η σοβαρότητα της δυσλειτουργίας αποδεικνύει την ύπαρξη σημαντικής παρατυπίας στη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας της εταιρείας, το κράτος μέλος που χορήγησε στο πλοίο τη βεβαίωση συμμόρφωσης ή το πιστοποιητικό διαχείρισης της ασφάλειας ανακαλεί άμεσα την πιστοποίηση ISM από την εμπλεκόμενη εταιρεία.

Άρθρο 22α Αξιολόγηση

Η Επιτροπή θα προβεί σε αξιολόγηση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και τις διατάξεις που ορίζονται στο παράρτημα VI.

Τελικές διατάξεισ

Άρθρο 23 Διαδικασία τροποποίησης

Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 24 δύναται να χρησιμοποιηθεί προκειμένου:

- να εφαρμοστούν, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, μεταγενέστερες τροποποιήσεις, που έχουν τεθεί σε ισχύ σχετικά με τις αντίστοιχες διεθνείς πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο θ),

- να τροποποιηθούν οι υποχρεώσεις και οι διαδικασίες που περιγράφονται στα παραρτήματα, βάσει της εμπειρίας που θα αποκομισθεί από την εφαρμογή της.

Άρθρο 24 Κανονιστική επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μια επιτροπή, αποτελούμενη από εκπροσώπους των κρατών μελών, της οποίας προεδρεύει ο εκπρόσωπος της Επιτροπής.

2. Σε περίπτωση που γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται η κανονιστική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 5 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

3. Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρεις μήνες.

Άρθρο 25

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την 1η Ιουλίου 2002. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι εν λόγω διατάξεις, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 26

Η οδηγία 93/75/ΕΟΚ καταργείται εικοσιτέσσερις μήνες μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 27

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 28

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, [...]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[...] [...]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Πληροφορίες που κοινοποιούνται από τα πλοία που αναφέρονται στον τίτλο Ι

1. Πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5

- Α - Στοιχεία του πλοίου (όνομα, σήμα κλήσης, αριθμός αναγνώρισης του ΙΜΟ ή αριθμός MMSI)

- C ή D : Θέση

- G - Λιμένας απόπλου

- Ι - Λιμένας προορισμού και πιθανή ώρα κατάπλου

- Ρ - Φορτίο και, εφόσον υπάρχουν στο πλοίο επικίνδυνα εμπορεύματα, ποσότητα και κλάση ΙΜΟ

- W - Συνολικός αριθμός ατόμων που βρίσκονται στο πλοίο

- Χ - Διάφορες πληροφορίες:

- Διεύθυνση για την κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με το φορτίο

- Χαρακτηριστικά και εκτιμώμενη ποσότητα καυσίμων στη δεξαμενή, για τα πλοία που μεταφέρουν πάνω από 5.000 τόνους καυσίμων.

2. Πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5α

- Στοιχεία του πλοίου (όνομα, σήμα κλήσης, αριθμός αναγνώρισης του ΙΜΟ ή αριθμός MMSI)

- Τύπος πλοίου

- Θέση, πορεία, ταχύτητα και συνθήκες πλεύσης

- Λιμένας απόπλου, λιμένας προορισμού και πιθανή ώρα κατάπλου

- Ύπαρξη επικίνδυνων εμπορευμάτων στο πλοίο: ναι/όχι

- Εάν ναι, διεύθυνση για την κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με το φορτίο

3. Σε περίπτωση μεταβολής των πληροφοριών που κοινοποιούνται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, ο πλοίαρχος του πλοίου ενημερώνει αμέσως την ενδιαφερόμενη παράκτια αρχή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Ισχύουσες προδιαγραφές εξοπλισμού πλοίων

Ι - Συστήματα αυτόματου εντοπισμού (AIS)

1. Πλοία που ναυπηγούνται από την 1η Ιουλίου 2002 και μετά

Τα επιβατηγά πλοία, ανεξαρτήτως διαστάσεων, και όλα τα πλοία χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 τόνων, τα οποία ναυπηγούνται μετά την 1η Ιουλίου 2002 και καταπλέουν σε λιμένα εντός της Κοινότητας, υποχρεούνται να φέρουν τον εξοπλισμό που προβλέπεται στο άρθρο 7.

2. Πλοία που έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002

Τα πλοία που έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002 και καταπλέουν σε λιμένα εντός της Κοινότητας υποχρεούνται να φέρουν τον εξοπλισμό που αναφέρεται στο άρθρο 7, σύμφωνα με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

- επιβατηγά πλοία: μέχρι την 1η Ιουλίου 2003 το αργότερο,

- δεξαμενόπλοια: το αργότερο κατά την πρώτη επιθεώρηση του εξοπλισμού ασφαλείας που διενεργείται μετά την 1η Ιουλίου 2003,

- πλοία, εκτός των επιβατηγών πλοίων και των δεξαμενόπλοιων, χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 50.000 τόνων, μέχρι την 1η Ιουλίου 2004 το αργότερο,

- πλοία, εκτός των επιβατηγών πλοίων και των δεξαμενόπλοιων, χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 10.000 τόνων αλλά κατώτερης των 50.000, μέχρι την 1η Ιουλίου 2005 το αργότερο,

- πλοία, εκτός των επιβατηγών πλοίων και των δεξαμενόπλοιων, χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 3.000 τόνων αλλά κατώτερης των 10.000, μέχρι την 1η Ιουλίου 2006 το αργότερο,

- πλοία, εκτός των επιβατηγών πλοίων και των δεξαμενόπλοιων, χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 τόνων αλλά κατώτερης των 3.000, μέχρι την 1η Ιουλίου 2007 το αργότερο.

ΙΙ - Όργανο καταγραφής δεδομένων ταξιδίου («μαύρο κουτί»)

Τα πλοία που εμπίπτουν στις ακόλουθες κατηγορίες πρέπει να είναι εξοπλισμένα με σύστημα οργάνου καταγραφής δεδομένων ταξιδίου, το οποίο να πληροί τα πρότυπα λειτουργίας του ψηφίσματος Α 861(20) του ΙΜΟ, καθώς και τους κανόνες δοκιμής που ορίζει το πρότυπο αριθ. 61996 της Διεθνούς Ηλεκτροτεχνικής Επιτροπής (IEC), εφόσον καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους της Κοινότητας:

- επιβατηγά πλοία που ναυπηγούνται από την 1η Ιουλίου 2002 και μετά, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας,

- επιβατηγά πλοία ro-ro που έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002, το αργότερο κατά την πρώτη επιθεώρηση που διενεργείται από την 1η Ιουλίου 2002 και μετά,

- επιβατηγά πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων ro-ro, που έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2004 το αργότερο,

- πλοία, εκτός των επιβατηγών πλοίων, χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 3.000 τόνων, που έχουν ναυπηγηθεί από την 1η Ιουλίου 2002 και μετά, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας,

Τα πλοία που εμπίπτουν στις ακόλουθες κατηγορίες και έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002 πρέπει να είναι εξοπλισμένα με σύστημα οργάνου καταγραφής δεδομένων ταξιδίου, το οποίο να πληροί τα σχετικά πρότυπα του ΙΜΟ, εφόσον καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους της Κοινότητας:

- φορτηγά πλοία χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 20.000 τόνων, το αργότερο μέχρι την ημερομηνία που έχει ορίσει ο ΙΜΟ ή, ελλείψει απόφασης του ΙΜΟ, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2007 το αργότερο,

- φορτηγά πλοία χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 3.000 τόνων αλλά κατώτερης των 20.000, το αργότερο μέχρι την ημερομηνία που έχει ορίσει ο ΙΜΟ ή, ελλείψει απόφασης του ΙΜΟ, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2008 το αργότερο.

Τα κράτη μέλη δύνανται να απαλλάσσουν από τις απαιτήσεις για όργανο καταγραφής δεδομένων ταξιδίου, που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, τα επιβατηγά πλοία που εκτελούν ταξίδια μόνον στο εσωτερικό της χώρας, σε άλλες θαλάσσιες περιοχές πλην εκείνων που καλύπτονται από την κλάση Α, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 98/18/ΕΚ του Συμβουλίου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κοινοποιούμενες πληροφορίες δυνάμει του άρθρου 10

1 Στοιχεία του πλοίου (όνομα, σήμα κλήσης, αριθμός αναγνώρισης του ΙΜΟ, κατά περίπτωση)

2 Λιμένας προορισμού

3 Ώρα απόπλου πλοίου που αναχωρεί από λιμένα κράτους μέλους (άρθρο 10 παράγραφος 1)

4 Πιθανή ώρα κατάπλου στον λιμένα προορισμού ή στο σταθμό πλοηγίας, κατ' απαίτηση της αρμόδιας αρχής, και πιθανή ώρα απόπλου από τον εν λόγω λιμένα (άρθρο 10 παράγραφος 2)

5 Οι ορθές τεχνικές ονομασίες των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων, οι αριθμοί Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), εφόσον υπάρχουν, οι κλάσεις κινδύνου ΙΜΟ, σύμφωνα με τους διεθνείς κώδικες IMDG, IBC και IGC και, ενδεχομένως, η κλάση του πλοίου όπως ορίζεται από τον κώδικα INF, οι ποσότητες των εμπορευμάτων αυτών και η θέση τους στο πλοίο και, όταν τα εμπορεύματα περιέχονται σε φορητές δεξαμενές ή εμπορευματοκιβώτια, τα αναγνωριστικά τους στοιχεία

6 Βεβαίωση ότι υπάρχει στο πλοίο κατάλογος, κατάσταση ή κατάλληλο σχέδιο φόρτωσης, που αναφέρει λεπτομερώς τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρει το πλοίο, καθώς και τη θέση τους στο πλοίο

7 Διεύθυνση που επιτρέπει την αναζήτηση αναλυτικών πληροφοριών για το φορτίο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV Ηλεκτρονικά μηνύματα EDIFACT

Τα μηνύματα EDIFACT που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 4, είναι τα ακόλουθα:

- MOTREQ («Vessel Data Request »): μήνυμα που μεταδίδεται όταν απαιτούνται πληροφορίες για ένα συγκεκριμένο πλοίο και τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρει(

- APERAK («Application Acknowledgement»): μήνυμα που υποδεικνύει ότι τα δεδομένα που αφορούν το συγκεκριμένο πλοίο είναι διαθέσιμα και θα μεταδοθούν, ή ότι δεν είναι διαθέσιμα(

- VESDEP («Vessel Movement Data»): μήνυμα που αναφέρει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το δρομολόγιο του συγκεκριμένου πλοίου(

- IFTDGN («Hazardous Cargo Data»): μήνυμα που αναφέρει λεπτομερώς τη φύση των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων που μεταφέρονται(

- BAPLIE («Bayplan»): μήνυμα που παρέχει πληροφορίες για τη θέση των εμπορευμάτων μέσα στο πλοίο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Μέτρα που δύνανται να λάβουν τα κράτη μέλη σε περίπτωση ύπαρξης κινδύνου για την ασφάλεια στη θάλασσα και για την προστασία του περιβάλλοντος (δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1)

Όταν, ύστερα από κάποιο συμβάν ή περιστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο 14 και αφορούν πλοίο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους κρίνει ότι, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, πρέπει να προληφθεί, να μετριαστεί ή να αποφευχθεί σοβαρός και άμεσος κίνδυνος που απειλεί τις ακτές ή τα σχετικά συμφέροντα, την ασφάλεια άλλων πλοίων, του πληρώματος, των επιβατών ή των ατόμων που βρίσκονται στην ξηρά ή για να προστατευθεί το θαλάσσιο περιβάλλον, η αρχή αυτή δύναται, μεταξύ άλλων:

- να περιορίσει τις κινήσεις του πλοίου ή να του επιβάλει συγκεκριμένη πορεία. Η απαίτηση αυτή δεν είναι ισχυρότερη από την ευθύνη του πλοιάρχου για την ασφαλή διακυβέρνηση του πλοίου,

- να προειδοποιήσει τον πλοίαρχο του πλοίου ώστε να εξαλείψει τον κίνδυνο που απειλεί το περιβάλλον ή την ασφάλεια στη θάλασσα,

- να αποστείλει στο πλοίο ομάδα αξιολόγησης, με αποστολή να εκτιμήσει τον βαθμό του κινδύνου, να παράσχει βοήθεια στον πλοίαρχο, προκειμένου να αντιμετωπίσει την κατάσταση και να ενημερώσει σχετικά το αρμόδιο παράκτιο κέντρο,

- να διατάξει τον πλοίαρχο να καταπλεύσει σε ασφαλή λιμένα, σε περίπτωση άμεσου κινδύνου, ή να επιβάλει την πλοήγηση ή τη ρυμούλκηση του πλοίου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI Αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας

1. Σύμφωνα με το άρθρο 22α, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή κάθε αναγκαία πληροφορία, ώστε να γίνει κατάλληλη αξιολόγηση της οδηγίας, εντός 6 μηνών κατόπιν γραπτού αιτήματος από την Επιτροπή.

2. Με βάση τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, στην οποία περιλαμβάνεται εκτίμηση της αποτελεσματικότητας του κοινοτικού συστήματος υποβολής αναφορών και ενημέρωσης. Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης περιγραφή των πιθανών μέτρων σε κοινοτικό επίπεδο, και ενδεχομένως σε διεθνές επίπεδο, για τη βελτίωση ή την επέκταση του κοινοτικού συστήματος υποβολής αναφορών και ενημέρωσης. Η έκθεση θα ερευνά, μεταξύ άλλων:

- κατά πόσον χρειάζεται ή είναι επιθυμητή περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά τα διεθνώς εφαρμοστέα πρότυπα και προδιαγραφές των συστημάτων αυτόματου εντοπισμού, όπως αναφέρονται στο άρθρο 5α, καθώς και την εφαρμογή τους, ιδιαίτερα όσον αφορά τις πληροφορίες AIS και το φάσμα επικοινωνιών,

- κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν εγκαταστήσει τον κατάλληλο εξοπλισμό και έχουν αποκτήσει τις εγκαταστάσεις ξηράς που απαιτούνται και είναι όντως σε θέση να ανταλλάσσουν πληροφορίες, όπως απαιτείται βάσει της οδηγίας,

- κατά πόσον τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 17 είναι επαρκή για να διασφαλίζουν την υποδοχή πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο στα καταφύγια που επισημαίνονται από τα κράτη μέλη, κατά πόσον θα ήταν ενδεδειγμένο να βελτιωθεί το δίκτυο καταφυγίων εντός της Κοινότητας και κατά πόσον χρειάζονται άλλα μέτρα για να συμπληρωθεί ή να ενισχυθεί το υφιστάμενο καθεστώς,

- κατά πόσον εφαρμόστηκαν όντως οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας σε θαλάσσια συμβάντα ή ατυχήματα και συνέβαλαν ώστε να βελτιωθεί η ανταπόκριση των σχετικών αρχών, κατά πόσον, υπό αυτές τις περιστάσεις, οι εκμεταλλευόμενοι και οι πλοίαρχοι των πλοίων τήρησαν τις απαιτήσεις να συνάψουν και να διατηρήσουν σύνδεση και κατάλληλη συνεργασία με τις παράκτιες αρχές και τις εταιρείες,

- κατά πόσον οι επιθεωρήσεις, οι έλεγχοι και οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία εφαρμόζονται κατά αποτελεσματικό και ενιαίο τρόπο σε ολόκληρη την Κοινότητα.

3. Η αξιολόγηση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 θα διεξαχθεί σύμφωνα με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

(1) Ενδιάμεση έκθεση :

(a) παροχή πληροφοριών από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 : το αργότερο τρία έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 25,

(b) ενδιάμεση έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο : το αργότερο έξι μήνες από την παραλαβή των εκθέσεων από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το στοιχείο (a).

(2) Εκτενής έκθεση :

(a) παροχή πληροφοριών από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 : το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2009,

(b) εκτενής έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, μαζί με σχέδιο ληπτέων μέτρων, εάν ενδείκνυται : το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2010.