ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

60ό έτος
30 Ιανουαρίου 2017


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2017/C 30/01

Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2017/C 30/02

Υπόθεση C-673/13 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Stichting Greenpeace Nederland, Pesticide Action Network Europe (PAN Europe) [Αίτηση αναιρέσεως — Πρόσβαση στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Περιβάλλον — Σύμβαση του Århus — Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 — Άρθρο 6, παράγραφος 1 — Κίνδυνος προσβολής των εμπορικών συμφερόντων φυσικού ή νομικού προσώπου — Έννοια του όρου πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον — Έγγραφα που αφορούν τη διαδικασία εγκρίσεως δραστικής ουσίας φυτοπροστατευτικών προϊόντων — Δραστική ουσία γλυφοσάτη]

2

2017/C 30/03

Υπόθεση C-442/14: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του College van Beroep voor het Bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Bayer CropScience SA-NV, Stichting De Bijenstichting κατά College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden [Προδικαστική παραπομπή — Περιβάλλον — Σύμβαση του Århus — Οδηγία 2003/4/ΕΚ — Άρθρο 4, παράγραφος 2 — Πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες — Έννοια του όρου πληροφορίες σχετικά με εκπομπές στο περιβάλλον — Οδηγία 91/414/EOK — Οδηγία 98/8/ΕΚ — Κανονισμός (ΕΚ) 1107/2009 — Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και βιοκτόνων στην αγορά — Εμπιστευτικότητα — Προστασία των βιομηχανικών και εμπορικών συμφερόντων]

3

2017/C 30/04

Υπόθεση C-461/14: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2009/147/ΕΚ — Διατήρηση των αγρίων πτηνών — Ζώνες ειδικής προστασίας — Οδηγία 85/337/ΕΟΚ — Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον — Οδηγία 92/43/ΕΟΚ — Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων)

4

2017/C 30/05

Υπόθεση C-464/14: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Tribunal Tributário de Lisboa (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — SECIL — Companhia Geral de Cal e Cimento SA κατά Fazenda Pública (Προδικαστική παραπομπή — Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Άρθρα 63 έως 65 ΣΛΕΕ — Συμφωνία Συνδέσεως ΕΚ-Τυνησίας — Άρθρα 31, 34 και 89 — Συμφωνία Συνδέσεως ΕΚ-Λιβάνου — Άρθρα 31, 33 και 85 — Φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων — Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρία εγκατεστημένη στο κράτος μέλος της δικαιούχου εταιρίας — Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρία εγκατεστημένη σε τρίτο κράτος που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας Συνδέσεως — Διαφορετική μεταχείριση — Περιορισμός — Δικαιολόγηση — Αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων — Δυνατότητα επικλήσεως του άρθρου 64 ΣΛΕΕ δεδομένης της υπάρξεως των Συμφωνιών Συνδέσεως ΕΚ-Τυνησίας και ΕΚ-Λιβάνου)

5

2017/C 30/06

Υπόθεση C-177/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Bundesgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Nelsons GmbH κατά Ayonnax Nutripharm GmbH, Bachblütentreff Ltd (Προδικαστική παραπομπή — Ενημέρωση και προστασία των καταναλωτών — Κανονισμός (ΕΚ) 1924/2006 — Ισχυρισμοί επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα — Μεταβατικά μέτρα — Άρθρο 28, παράγραφος 2 — Προϊόντα φέροντα εμπορικά σήματα ή εμπορικές ονομασίες που υπήρχαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 — Ανθοϊάματα του Bach — Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης RESCUE — Προϊόντα που διατέθηκαν στην αγορά ως φάρμακα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 και ως τρόφιμα μετά την ημερομηνία αυτή)

7

2017/C 30/07

Υπόθεση C-314/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 91/271/ΕΟΚ — Επεξεργασία των αστικών λυμάτων — Άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 3 — Δευτεροβάθμια ή ισοδύναμη επεξεργασία)

8

2017/C 30/08

Υπόθεση C-395/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2016 [αίτηση του Juzgado de lo Social no 33 de Barcelona (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Mohamed Daouidi κατά Bootes Plus SL, Fondo de Garantía Salarial, Ministerio Fiscal (Προδικαστική παραπομπή — Κοινωνική πολιτική — Οδηγία 2000/78/ΕΚ — Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία — Άρθρα 1 έως 3 — Απαγόρευση κάθε δυσμενούς διάκρισης λόγω ειδικών αναγκών — Ύπαρξη ειδικών αναγκών — Έννοια των μακροχρόνιων σωματικών, ψυχικών, νοητικών ή αισθητηριακών αναπηριών — Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρα 3, 15, 21, 30, 31, 34 και 35 — Απόλυση εργαζομένου ο οποίος τελεί, κατά την έννοια του εθνικού δικαίου, σε άγνωστης διάρκειας κατάσταση προσωρινής ανικανότητας προς εργασία)

9

2017/C 30/09

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-408/15 P και C-409/15 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 — Ackermann Saatzucht GmbH & Co.KG κ.λπ. (C-408/15 P), ABZ Aardbeien Uit Zaad Holding BV κ.λπ. (C-409/15 P) κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Αίτηση αναιρέσεως — Προσφυγή ακυρώσεως — Άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ — Δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής — Ενεργητική νομιμοποίηση — Πράξη που αφορά ατομικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα λόγω ορισμένων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους — Κανονισμός (ΕΕ) 511/2014 — Μέτρα συμμόρφωσης των χρηστών βάσει του πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στην Ένωση — Κανονισμός (ΕΚ) 2100/94 — Περιορισμός των αποτελεσμάτων της κοινοτικής προστασίας των νέων ποικιλιών φυτών — Εξαίρεση για τους βελτιωτές φυτικής ποικιλίας)

10

2017/C 30/10

Υπόθεση C-443/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Labour Court (Ιρλανδία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — David L. Parris κατά Trinity College Dublin κ.λπ. (Προδικαστική παραπομπή — Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία — Οδηγία 2000/78/ΕΚ — Άρθρο 2 — Απαγόρευση διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού και ηλικίας — Εθνικό συνταξιοδοτικό σύστημα — Καταβολή συντάξεως επιζώντος σε ομόφυλο σύντροφο — Προϋπόθεση — Σύναψη του συμφώνου συμβιώσεως πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους ηλικίας του ασφαλισμένου στο οικείο συνταξιοδοτικό σύστημα — Σύμφωνο συμβιώσεως — Αδύνατο στο οικείο κράτος μέλος πριν το έτος 2010 — Αποδεδειγμένη σταθερή σχέση — Άρθρο 6, παράγραφος 2 — Δικαιολογημένη διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας)

11

2017/C 30/11

Υπόθεση C-454/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Hessisches Landesarbeitsgericht (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Jürgen Webb-Sämann κατά Christopher Seagon (ενεργούντος υπό την ιδιότητα του συνδίκου πτωχεύσεως της Baumarkt Praktiker DIY GmbH (Προδικαστική παραπομπή — Κοινωνική πολιτική — Οδηγία 2008/94/ΕΚ — Άρθρο 8 — Προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη τους — Διατάξεις που αφορούν την κοινωνική ασφάλιση — Περιεχόμενο — Αναγκαία μέτρα για την προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων προσδοκίας των μισθωτών στο πλαίσιο επικουρικού συνταξιοδοτικού συστήματος — Υποχρέωση προβλέψεως δικαιώματος αποχωρισμού από την πτωχευτική περιουσία των συνταξιοδοτικών εισφορών που δεν έχουν καταβληθεί — Δεν υφίσταται)

12

2017/C 30/12

Υπόθεση C-486/15 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, Orange, Ομοσπονδιακής Δημοκρατία της Γερμανίας (Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Οικονομικά μέτρα υπέρ της France Télécom — Πρόταση προκαταβολής μετόχου — Δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων του Γαλλικού Δημοσίου — Απόφαση με την οποία η ενίσχυση χαρακτηρίζεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά — Έννοια του όρου ενίσχυση — Έννοια του όρου οικονομικό πλεονέκτημα — Κριτήριο του συνετού ιδιώτη επενδυτή — Υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει το Γενικό Δικαστήριο — Όρια του δικαστικού ελέγχου — Παραμόρφωση του περιεχομένου της αποφάσεως της Επιτροπής)

12

2017/C 30/13

Υπόθεση C-642/15 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2016 — Toni Klement κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), Bullerjan GmbH [Αίτηση αναιρέσεως — Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 — Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Τρισδιάστατο σήμα το οποίο αναπαριστά τη μορφή καμίνου — Άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α' — Αίτηση εκπτώσεως από το δικαίωμα επί σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρο 15, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α' — Ουσιαστική χρήση του σήματος — Απόρριψη της αιτήσεως για κήρυξη ακυρότητας]

13

2017/C 30/14

Υπόθεση C-645/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Bayerischer Verwaltungsgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Bund Naturschutz in Bayern e.V., Harald Wilde κατά Freistaat Bayern (Προδικαστική παραπομπή — Περιβάλλον — Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον — Οδηγία 2011/92/ΕΕ — Σχέδιο έργου που υποβάλλεται σε εκτίμηση — Παράρτημα I, σημείο 7 — Ευρωπαϊκή συμφωνία για τις κύριες διεθνείς οδικές αρτηρίες (AGR) — Διαπλάτυνση οδού τεσσάρων λωρίδων κυκλοφορίας σε μήκος κάτω των 10 χλμ.)

13

2017/C 30/15

Υπόθεση C-662/15: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Oberlandesgericht Düsseldorf (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Lohmann & Rauscher International GmbH & Co. KG κατά BIOS Medical Services GmbH, πρώην BIOS Naturprodukte GmbH [Προδικαστική παραπομπή — Προσέγγιση των νομοθεσιών — Οδηγία 93/42/ΕΟΚ — Ιατροτεχνολογικά προϊόντα — Προϊόν της κατηγορίας I (χειρουργικοί επίδεσμοι) που έχει αποτελέσει αντικείμενο διαδικασίας αξιολογήσεως της πιστότητας από τον κατασκευαστή — Παράλληλη εισαγωγή — Προσθήκη στην επισήμανση στοιχείων σχετικών με τον εισαγωγέα — Συμπληρωματική διαδικασία αξιολογήσεως της πιστότητας]

14

2017/C 30/16

Υπόθεση C-152/16: Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (Παράβαση κράτους μέλους — Κανονισμός (ΕΚ) 1071/2009 — Κοινοί κανόνες όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα — Άρθρο 16, παράγραφοι 1 και 5 — Εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο για τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών — Έλλειψη διασυνδέσεως με τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα των άλλων κρατών μελών)

15

2017/C 30/17

Υπόθεση C-520/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Amtsgericht Hannover (Γερμανία) στις 5 Οκτωβρίου 2016 — Andrea Witzel, Jannis Witzel, Jazz Witzel κατά Germanwings GmbH

15

2017/C 30/18

Υπόθεση C-521/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Amtsgericht Hannover (Γερμανία) στις 5 Οκτωβρίου 2016 — Ralf-Achim Vetter, Susanne Glang-Vetter, Anna Louisa Vetter, Carolin Marie Vetter κατά Germanwings GmbH

16

2017/C 30/19

Υπόθεση C-529/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Finanzgericht München (Γερμανία) στις 17 Οκτωβρίου 2016 — Hamamatsu Photonics Deutschland GmbH κατά Hauptzollamt München

17

2017/C 30/20

Υπόθεση C-538/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) στις 25 Οκτωβρίου 2016 — Kevin Joseph Devine κατά Air Nostrum, Líneas Aéreas del Mediterráneo SA

17

2017/C 30/21

Υπόθεση C-539/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) στις 25 Οκτωβρίου 2016 — Richard Rodriguez Serin κατά HOP! Regional

18

2017/C 30/22

Υπόθεση C-548/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour d’appel de Mons (Βέλγιο) στις 28 Οκτωβρίου 2016 — Βελγικό Δημόσιο κατά Biologie Dr Antoine SPRL

18

2017/C 30/23

Υπόθεση C-549/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε η Commissione tributaria di Secondo Grado di Bolzano (Ιταλία) στις 31 Οκτωβρίου 2016 — Agenzia delle Entrate — Direzione provinciale Ufficio controlli di Bolzano κατά Palais Kaiserkron Srl

19

2017/C 30/24

Υπόθεση C-551/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Centrale Raad van Beroep (Κάτω Χώρες) στις 31 Οκτωβρίου 2016 — J. Klein Schiphorst κατά Raad van bestuur van het Uitvoeringsinstituut werknemersverzekeringen

20

2017/C 30/25

Υπόθεση C-558/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Kammergericht Berlin (Γερμανία) στις 3 Νοεμβρίου 2016 — Doris Margret Lisette Mahnkopf

20

2017/C 30/26

Υπόθεση C-574/16: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ισπανία) στις 14 Νοεμβρίου 2016 — Grupo Norte Facility S.A. κατά Angel Manuel Moreira Gómez

21

2017/C 30/27

Υπόθεση C-586/16 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 17 Νοεμβρίου 2016 οι Sun Pharmaceutical Industries Ltd, πρώην Ranbaxy Laboratories Ltd, Ranbaxy (UK) Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-460/13, Sun Pharmaceutical Industries Ltd, πρώην Ranbaxy Laboratories Ltd, Ranbaxy (UK) Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

22

2017/C 30/28

Υπόθεση C-588/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 18 Νοεμβρίου 2016 η Generics (UK) Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-469/13, Generics (UK) κατά Επιτροπής

23

2017/C 30/29

Υπόθεση C-590/16: Προσφυγή της 21ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

24

2017/C 30/30

Υπόθεση C-591/16 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 18 Νοεμβρίου 2016 οι H. Lundbeck A/S, Lundbeck Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-472/13, H. Lundbeck A/S, Lundbeck Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

25

2017/C 30/31

Υπόθεση C-598/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Νοεμβρίου 2016 ο Viktor Fedorovych Yanukovych κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-346/14, Yanukovych κατά Συμβουλίου

26

2017/C 30/32

Υπόθεση C-599/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Νοεμβρίου 2016 ο Oleksandr Viktorovych Yanukovych κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-348/14, Yanukovych κατά Συμβουλίου

27

2017/C 30/33

Υπόθεση C-600/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 η National Iranian Tanker Company κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 14 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-207/15, National Iranian Tanker Company κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

28

2017/C 30/34

Υπόθεση C-601/16 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 24 Νοεμβρίου 2016 οι Arrow Group ApS, Arrow Generics Ltd κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-467/13, Arrow Group ApS, Arrow Generics Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

29

2017/C 30/35

Υπόθεση C-602/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-111/14, Unitec Bio κατά Συμβουλίου

31

2017/C 30/36

Υπόθεση C-603/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-139/14, PT Wilmar Bioenergi Indonesia και PT Wilmar Nabati Indonesia κατά Συμβουλίου

32

2017/C 30/37

Υπόθεση C-604/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-121/14, PT Pelita Agung Agrindustri κατά Συμβουλίου

33

2017/C 30/38

Υπόθεση C-605/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-120/14, PT Ciliandra Perkasa κατά Συμβουλίου

34

2017/C 30/39

Υπόθεση C-606/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-80/14, PT Musim Mas κατά Συμβουλίου

35

2017/C 30/40

Υπόθεση C-607/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στις υποθέσεις T-112/14 έως T-116/14 και T-119/14, Molinos Río de la Plata κ.λπ. κατά Συμβουλίου

36

2017/C 30/41

Υπόθεση C-608/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-117/14, Cargill κατά Συμβουλίου

37

2017/C 30/42

Υπόθεση C-609/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-118/14, LDC Argentina κατά Συμβουλίου

38

2017/C 30/43

Υπόθεση C-611/16 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 25 Νοεμβρίου 2016 οι Xellia Pharmaceuticals ApS, Alpharma, LLC, πρώην Zoetis Products LLC, κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-471/13, Xellia Pharmaceuticals ApS, Alpharma κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

39

2017/C 30/44

Υπόθεση C-614/16 P: Αναίρεση που άσκησε στις 28 Νοεμβρίου 2016 η Merck KGaA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-470/13, Merck KGaA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

40

 

Γενικό Δικαστήριο

2017/C 30/45

Υπόθεση T-248/13: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Al-Ghabra κατά Επιτροπής [Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν — Κανονισμός (ΕΚ) 881/2002 — Δέσμευση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων προσώπου το οποίο περιλαμβάνεται σε κατάλογο καταρτισθέντα από όργανο των Ηνωμένων Εθνών — Εγγραφή του ονόματος του προσώπου αυτού στον κατάλογο του παραρτήματος I του κανονισμού 881/2002 — Προσφυγή ακυρώσεως — Εύλογη προθεσμία — Υποχρέωση ελέγχου και επαληθεύσεως του βασίμου των προβαλλόμενων αιτιολογιών — Δικαστικός έλεγχος]

42

2017/C 30/46

Υπόθεση T-764/14: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — European Dynamics Luxembourg και Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής [Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Διαδικασία διαγωνισμού — Τεχνική βοήθεια, ανάπτυξη και υλοποίηση συστήματος τελωνειακής διαμετακόμισης της ASEAN (ACTS) — Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου — Ανάθεση της συμβάσεως σε άλλο διαγωνιζόμενο — Κριτήρια επιλογής — Κριτήρια αναθέσεως — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Ίση μεταχείριση — Διαφάνεια]

43

2017/C 30/47

Υπόθεση T-95/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Printeos κ.λπ. κατά Επιτροπής [Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Ευρωπαϊκή αγορά τυποποιημένων φακέλων βάσει καταλόγου και ειδικών τυπωμένων φακέλων — Απόφαση με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ — Συντονισμός των τιμών πωλήσεως και κατανομή της πελατείας — Διαδικασία διευθέτησης διαφορών — Πρόστιμα — Βασικό ποσό — Κατ’ εξαίρεση προσαρμογή — Ανώτατο όριο 10 % επί του συνολικού κύκλου εργασιών — Άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Ίση μεταχείριση]

43

2017/C 30/48

Υπόθεση T-397/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 — PAL-Bullermann κατά EUIPO — Symaga (PAL) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία για την κήρυξη εκπτώσεως — Εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης PAL — Μερική κήρυξη εκπτώσεως — Ουσιαστική χρήση του σήματος — Άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο α', και άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Σχήμα που διαφέρει από το καταχωρισθέν σήμα — Κανόνας 22, παράγραφοι 3 και 4, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95)

44

2017/C 30/49

Υπόθεση T-548/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Guiral Broto κατά EUIPO — Gastro & Soul (Café del Sol) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Café del Sol — Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Café del Sol — Παράλειψη προσκομίσεως αποδεικτικών στοιχείων στη γλώσσα διαδικασίας της ανακοπής — Άρθρα 75 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Κανόνες 19 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 — Δικαιώματα άμυνας]

45

2017/C 30/50

Υπόθεση T-549/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Guiral Broto κατά EUIPO — Gastro & Soul (CAFE DEL SOL) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης CAFE DEL SOL — Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Café del Sol — Παράλειψη προσκομίσεως αποδεικτικών στοιχείων στη γλώσσα διαδικασίας της ανακοπής — Άρθρα 75 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Κανόνες 19 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 — Δικαιώματα άμυνας]

45

2017/C 30/51

Υπόθεση T-744/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Puro Italian Style κατά EUIPO (smartline) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης smartline — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]

46

2017/C 30/52

Υπόθεση T-745/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 — Scorpio Poland κατά EUIPO — Eckes-Granini Group (YO!) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης YO! — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα YO — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]

46

2017/C 30/53

Υπόθεση T-24/16: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Sovena Portugal — Consumer Goods κατά EUIPO — Mueloliva (FONTOLIVA) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Διεθνής καταχώριση βάσει της οποίας παρέχεται προστασία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Λεκτικό σήμα FONTOLIVA — Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα FUENOLIVA — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Εγκυρότητα της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος — Προβολή νέων πραγματικών περιστατικών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου — Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος — Εξουσία μεταρρυθμίσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, και άρθρα 65 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]

47

2017/C 30/54

Υπόθεση T-58/16: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Apax Partners κατά EUIPO — Apax Partners Midmarket (APAX) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης APAX — Προγενέστερο διεθνές λεκτικό σήμα APAX — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Ομοιότητα των προϊόντων ή υπηρεσιών — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία α' και β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]

48

2017/C 30/55

Υπόθεση T-154/16: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 — Grid applications κατά EUIPO (APlan) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης APlan — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Περιγραφικός χαρακτήρας — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]

48

2017/C 30/56

Υπόθεση T-809/16: Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2016 — Vorarlberger Landes- und Hypothekenbank κατά SRB

49

2017/C 30/57

Υπόθεση T-811/16: Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2016 — Di Bernardo κατά Επιτροπής

49

2017/C 30/58

Υπόθεση T-813/16: Προσφυγή της 21ης Νοεμβρίου 2016 — Abes κατά Επιτροπής

50

2017/C 30/59

Υπόθεση T-818/16: Προσφυγή της 22ας Νοεμβρίου 2016 — Netflix International και Netflix κατά Επιτροπής

51

2017/C 30/60

Υπόθεση T-832/16: Προσφυγή της 25ης Νοεμβρίου 2016 — Celio International κατά Επιτροπής

52

2017/C 30/61

Υπόθεση T-835/16: Προσφυγή-αγωγή της 28ης Νοεμβρίου 2016 — Louvers Belgium κατά Επιτροπής

53

2017/C 30/62

Υπόθεση T-836/16: Προσφυγή της 30ής Νοεμβρίου 2016 — Δημοκρατία της Πολωνίας κατά Επιτροπής

54

2017/C 30/63

Υπόθεση T-841/16: Προσφυγή της 24ης Νοεμβρίου 2016 — Alex κατά Επιτροπής

55

2017/C 30/64

Υπόθεση T-855/16: Προσφυγή της 7ης Δεκεμβρίου 2016 — Fertisac κατά ECHA

56

2017/C 30/65

Υπόθεση T-865/16: Προσφυγή της 7ης Δεκεμβρίου 2016 — Fútbol Club Barcelona κατά Επιτροπής

57

2017/C 30/66

Υπόθεση T-868/16: Αγωγή της 11ης Δεκεμβρίου 2016 — QI κ.λπ. κατά Επιτροπής και ΕΚΤ

58

2017/C 30/67

Υπόθεση T-872/16: Προσφυγή της 9ης Δεκεμβρίου 2016 — repowermap κατά EUIPO — Repower (REPOWER)

58


EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/1


Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(2017/C 030/01)

Τελευταία δημοσίευση

ΕΕ C 22 της 23.1.2017

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 14 της 16.1.2017

ΕΕ C 6 της 9.1.2017

ΕΕ C 475 της 19.12.2016

ΕΕ C 462 της 12.12.2016

ΕΕ C 454 της 5.12.2016

ΕΕ C 441 της 28.11.2016

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα στον δικτυακό τόπο

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Stichting Greenpeace Nederland, Pesticide Action Network Europe (PAN Europe)

(Υπόθεση C-673/13 P) (1)

([Αίτηση αναιρέσεως - Πρόσβαση στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 - Περιβάλλον - Σύμβαση του Århus - Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 - Άρθρο 6, παράγραφος 1 - Κίνδυνος προσβολής των εμπορικών συμφερόντων φυσικού ή νομικού προσώπου - Έννοια του όρου «πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον» - Έγγραφα που αφορούν τη διαδικασία εγκρίσεως δραστικής ουσίας φυτοπροστατευτικών προϊόντων - Δραστική ουσία γλυφοσάτη])

(2017/C 030/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: B. Smulders, P. Ondrůšek, P. Oliver και L. Pignataro-Nolin)

Παρεμβαίνοντες υπέρ της αναιρεσείουσας: American Chemistry Council Inc. (ACC), CropLife America Inc., National Association of Manufacturers of the United States of America (NAM) (εκπρόσωποι: M. Abenhaïm, avocat, K. Nordlander, advokat, και P. Harrison, solicitor), CropLife International AISBL (CLI) (εκπρόσωποι: D. Abrahams, barrister, R. Cana και E. Mullier, avocats, καθώς και A. Πατσά, δικηγόρος), European Chemical Industry Council (Cefic), European Crop Protection Association (ECPA) (εκπρόσωποι: I. Antypas και D. Waelbroeck, avocats, καθώς και D. Slater, solicitor), European Crop Care Association (ECCA) (εκπρόσωπος: Σ. Παππάς, δικηγόρος), Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: T. Henze και A. Lippstreu)

Λοιποί διάδικοι στη διαδικασία: Stichting Greenpeace Nederland, Pesticide Action Network Europe (PAN Europe) (εκπρόσωποι: B.N. Kloostra και A. van den Biesen, advocaten)

Παρεμβαίνον υπέρ των λοιπών διαδίκων στη διαδικασία: Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωποι: E. Karlsson, L. Swedenborg, A. Falk, U. Persson, C. Meyer-Seitz και N. Otte Widgren)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 8ης Οκτωβρίου 2013, Stichting Greenpeace Nederland και PAN Europe κατά Επιτροπής (T-545/11, EU:T:2013:523).

2)

Αναπέμπει την υπόθεση T-545/11 ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 71 της 8.3.2014.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του College van Beroep voor het Bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Bayer CropScience SA-NV, Stichting De Bijenstichting κατά College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden

(Υπόθεση C-442/14) (1)

([Προδικαστική παραπομπή - Περιβάλλον - Σύμβαση του Århus - Οδηγία 2003/4/ΕΚ - Άρθρο 4, παράγραφος 2 - Πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες - Έννοια του όρου «πληροφορίες σχετικά με εκπομπές στο περιβάλλον» - Οδηγία 91/414/EOK - Οδηγία 98/8/ΕΚ - Κανονισμός (ΕΚ) 1107/2009 - Διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και βιοκτόνων στην αγορά - Εμπιστευτικότητα - Προστασία των βιομηχανικών και εμπορικών συμφερόντων])

(2017/C 030/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

College van Beroep voor het Bedrijfsleven

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Bayer CropScience SA-NV, Stichting De Bijenstichting

κατά

College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden

παρισταμένης της: Makhtesim-Agan Holland BV

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/EOK του Συμβουλίου, πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι το γεγονός ότι ο αιτών άδεια κυκλοφορίας φυτοπροστατευτικού προϊόντος ή βιοκτόνου στην αγορά δεν ζήτησε, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας που προβλέπεται για τη χορήγηση της άδειας αυτής, την εμπιστευτική μεταχείριση των πληροφοριών τις οποίες προσκόμισε στο πλαίσιο της ως άνω διαδικασίας βάσει του άρθρου 14 της οδηγίας 91/414/EOK του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων, του άρθρου 19 της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά, ή των άρθρων 33, παράγραφος 4, και 63 του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, δεν εμποδίζει την αρμόδια αρχή η οποία επιλαμβάνεται, μετά την περάτωση της εν λόγω διαδικασίας, αιτήσεως προσβάσεως στις πληροφορίες αυτές την οποία έχει υποβάλει τρίτος βάσει της οδηγίας 2003/4 να εξετάσει τις αντιρρήσεις του εν λόγω αιτούντος κατά της ως άνω αιτήσεως προσβάσεως και να απορρίψει, ενδεχομένως, την αίτηση αυτή κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής για τον λόγο ότι η δημοσιοποίηση των πληροφοριών αυτών θα μπορούσε να θίξει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα εμπορικών ή βιομηχανικών πληροφοριών.

2)

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2003/4 έχει την έννοια ότι:

στην κατά τη διάταξη αυτή έννοια των «εκπομπών στο περιβάλλον» εμπίπτει η απόρριψη προϊόντων ή ουσιών, όπως τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή τα βιοκτόνα και οι ουσίες τις οποίες περιέχουν τα προϊόντα αυτά, στο περιβάλλον, κατά το μέτρο που η απόρριψη αυτή είναι πραγματική ή δυνάμενη να προβλεφθεί υπό φυσιολογικές ή ρεαλιστικές συνθήκες χρήσεως·

στην κατά την εν λόγω διάταξη έννοια των «πληροφοριών σχετικά με εκπομπές στο περιβάλλον» εμπίπτουν τα στοιχεία που αφορούν τη φύση, τη σύνθεση, την ποσότητα, την ημερομηνία και τον τόπο πραγματοποιήσεως των «εκπομπών στο περιβάλλον» των ως άνω προϊόντων ή ουσιών, καθώς και τα δεδομένα που αφορούν τις, περισσότερο ή λιγότερο μακροπρόθεσμες, επιπτώσεις των εκπομπών αυτών στο περιβάλλον, ιδίως δε οι πληροφορίες σχετικά με τα υπολείμματα που απαντούν στο περιβάλλον μετά την εφαρμογή του επίμαχου προϊόντος και οι μελέτες που αφορούν τη μέτρηση της παρασύρσεως της ουσίας κατά την ως άνω εφαρμογή, ανεξαρτήτως του αν τα δεδομένα αυτά προέρχονται από επιτόπιες ή ημιεπιτόπιες μελέτες, από εργαστηριακές μελέτες ή από μελέτες της μεταφοράς οργανικών ενώσεων μέσω του φλοιώματος.

3)

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 2003/4 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση υποβολής αιτήσεως προσβάσεως σε πληροφορίες σχετικά με εκπομπές στο περιβάλλον των οποίων η δημοσιοποίηση θα μπορούσε να θίξει κάποιο από τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 4, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, στοιχεία αʹ, δʹ, στʹ έως ηʹ, της ως άνω οδηγίας συμφέροντα, πρέπει να δημοσιοποιούνται μόνο τα δυνάμενα να εξαχθούν από την πηγή πληροφοριών κρίσιμα δεδομένα που αφορούν τις εκπομπές στο περιβάλλον, όποτε είναι δυνατός ο αποχωρισμός των δεδομένων αυτών από τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται στην εν λόγω πηγή, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.


(1)  ΕΕ C 462 της 22.12.2014.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-461/14) (1)

((Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2009/147/ΕΚ - Διατήρηση των αγρίων πτηνών - Ζώνες ειδικής προστασίας - Οδηγία 85/337/ΕΟΚ - Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον - Οδηγία 92/43/ΕΟΚ - Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων))

(2017/C 030/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: C. Hermes, E. Sanfrutos Cano, D. Loma-Osorio Lerena και G. Wilms)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: A. Gavela Llopis)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, μη λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφευχθούν, εντός της ζώνης ειδικής προστασίας «Campiñas de Sevilla», η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που επηρεάζουν τα είδη για τα οποία ορίσθηκε η ζώνη αυτή, παρέβη, όσον αφορά το διάστημα πριν από τις 29 Ιουλίου 2008, τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, και, όσον αφορά το διάστημα μετά την ημερομηνία αυτή, τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Βασίλειο της Ισπανίας φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  ΕΕ C 462 της 22.12.2014.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Tribunal Tributário de Lisboa (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — SECIL — Companhia Geral de Cal e Cimento SA κατά Fazenda Pública

(Υπόθεση C-464/14) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων - Άρθρα 63 έως 65 ΣΛΕΕ - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΚ-Τυνησίας - Άρθρα 31, 34 και 89 - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΚ-Λιβάνου - Άρθρα 31, 33 και 85 - Φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων - Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρία εγκατεστημένη στο κράτος μέλος της δικαιούχου εταιρίας - Μερίσματα που καταβάλλονται από εταιρία εγκατεστημένη σε τρίτο κράτος που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Συμφωνίας Συνδέσεως - Διαφορετική μεταχείριση - Περιορισμός - Δικαιολόγηση - Αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων - Δυνατότητα επικλήσεως του άρθρου 64 ΣΛΕΕ δεδομένης της υπάρξεως των Συμφωνιών Συνδέσεως ΕΚ-Τυνησίας και ΕΚ-Λιβάνου))

(2017/C 030/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Tributário de Lisboa

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

SECIL — Companhia Geral de Cal e Cimento SA

κατά

Fazenda Pública

Διατακτικό

1)

Τα άρθρα 63 και 65 ΣΛΕΕ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι:

μια εγκατεστημένη στην Πορτογαλία εταιρία, η οποία λαμβάνει μερίσματα από εταιρίες εγκατεστημένες, αντιστοίχως, στην Τυνησία και στον Λίβανο, μπορεί να επικαλεσθεί το άρθρο 63 ΣΛΕΕ για να προβάλει αντιρρήσεις κατά της φορολογικής μεταχειρίσεως των ως άνω μερισμάτων στο κράτος μέλος αυτό, η οποία στηρίζεται σε κανονιστική ρύθμιση που δεν εφαρμόζεται αποκλειστικώς στις περιπτώσεις στις οποίες η δικαιούχος εταιρία ασκεί ουσιώδη επιρροή στη διανέμουσα εταιρία·

κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, κατά την οποία μια εδρεύουσα σε κράτος μέλος εταιρία δύναται να εκπέσει ολικώς ή μερικώς τα μερίσματα από τη φορολογική βάση της, όταν αυτά διανέμονται από εταιρία εδρεύουσα στο ίδιο κράτος μέλος, αλλά δεν μπορεί να προβεί σε τέτοια έκπτωση όταν η διανέμουσα εταιρία εδρεύει σε τρίτο κράτος, συνιστά περιορισμό των κινήσεων κεφαλαίων μεταξύ των κρατών μελών και των τρίτων κρατών, τον οποίο καταρχήν απαγορεύει το άρθρο 63 ΣΛΕΕ·

η άρνηση χορηγήσεως ολικής ή μερικής εκπτώσεως των λαμβανόμενων μερισμάτων από τη φορολογική βάση, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφοι 1 και 8, του Código do Imposto sobre o Rendimento das Pessoas Coletivas (κώδικας φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων), όπως ίσχυε το 2009, μπορεί να δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που αντλούνται από την ανάγκη να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, στην περίπτωση που αποδεικνύεται αδύνατον, για τις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει η δικαιούχος εταιρία, να λάβουν πληροφορίες από το τρίτο κράτος στο οποίο εδρεύει η διανέμουσα τα μερίσματα αυτά εταιρία, βάσει των οποίων μπορούν να επαληθεύσουν τη συνδρομή της προϋποθέσεως περί υπαγωγής της εν λόγω διανέμουσας εταιρίας στον φόρο·

η άρνηση χορηγήσεως μερικής εκπτώσεως κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφος 11, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που αντλούνται από την ανάγκη να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, όταν χωρεί εφαρμογή της διατάξεως αυτής σε περιπτώσεις στις οποίες είναι αδύνατη η επαλήθευση της υπαγωγής στον φόρο της διανέμουσας εταιρίας στο κράτος στο οποίο εδρεύει, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει.

2)

Το άρθρο 64, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι:

στο μέτρο που η θέσπιση του καθεστώτος φορολογικών πλεονεκτημάτων για επενδύσεις συμβατικής φύσεως, που προβλέπεται στο άρθρο 41, παράγραφος 5, στοιχείο b, του Estatuto dos Benefícios Fiscais (Κανονισμός περί φορολογικών πλεονεκτημάτων), όπως ίσχυε το 2009, και του καθεστώτος του άρθρου 42 του Κανονισμού αυτού σχετικά με τα μερίσματα που προέρχονται από τις αφρικανικές χώρες με επίσημη γλώσσα την πορτογαλική και το Ανατολικό Τιμόρ δεν μετέβαλε το νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των μερισμάτων τα οποία προέρχονται από την Τυνησία και τον Λίβανο, η θέσπιση των εν λόγω καθεστώτων δεν έθιξε τον χαρακτηρισμό ως ισχύοντος περιορισμού της εξαιρέσεως των μερισμάτων που καταβάλλονται από τις εγκατεστημένες στα ως άνω τρίτα κράτη εταιρίες από τη δυνατότητα ολικής ή μερικής εκπτώσεώς τους από τον φόρο·

το κράτος μέλος παραιτείται από την ευχέρεια του άρθρου 64, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ στην περίπτωση που, χωρίς τυπική κατάργηση ή τροποποίηση της ισχύουσας κανονιστικής ρυθμίσεως, συνάπτει διεθνή συμφωνία, όπως είναι η Συμφωνία Συνδέσεως, η οποία προβλέπει, με διάταξη αμέσου αποτελέσματος, την απελευθέρωση μιας διαλαμβανόμενης στο εν λόγω άρθρο 64, παράγραφος 1, κατηγορίας κεφαλαίων· μια τέτοια μεταβολή του νομικού πλαισίου πρέπει επομένως να εξομοιωθεί, όσον αφορά τις επιπτώσεις της στη δυνατότητα επικλήσεως του άρθρου 64, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, προς την εισαγωγή νέας κανονιστικής ρυθμίσεως, στηριζόμενης σε λογική βάση διαφορετική από εκείνη της ισχύουσας κανονιστικής ρυθμίσεως·

3)

Το άρθρο 34, παράγραφος 1, της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας περί συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 17 Ιουλίου 1995 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα με την απόφαση 98/238/ΕΚ, ΕΚΑΧ του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 1998, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι:

έχει άμεσο αποτέλεσμα και χωρεί επίκλησή του σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, στην οποία εταιρία που εδρεύει στην Πορτογαλία λαμβάνει μερίσματα από μια εδρεύουσα στην Τυνησία εταιρία λόγω της άμεσης επενδύσεως την οποία έχει πραγματοποιήσει στη διανέμουσα εταιρία, για τους σκοπούς της προβολής αντιρρήσεων κατά της φορολογικής μεταχειρίσεως των μερισμάτων αυτών στην Πορτογαλία·

κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, κατά την οποία εδρεύουσα σε κράτος μέλος εταιρία δύναται να εκπέσει ολικώς ή μερικώς από τη φορολογική βάση της τα μερίσματα τα οποία λαμβάνει, όταν τα μερίσματα αυτά διανέμονται από εταιρία εδρεύουσα στο ίδιο κράτος μέλος, αλλά δεν μπορεί να προβεί σε τέτοια έκπτωση όταν η διανέμουσα εταιρία εδρεύει στην Τυνησία, συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, ο οποίος καταρχήν απαγορεύεται, όσον αφορά τις άμεσες επενδύσεις και, ειδικότερα, τον επαναπατρισμό του προϊόντος των επενδύσεων αυτών, από το άρθρο 34, παράγραφος 1, της συμφωνίας αυτής·

τα αποτελέσματα της διατάξεως αυτής δεν περιορίζονται, σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, από το άρθρο 89 της εν λόγω συμφωνίας·

η άρνηση χορηγήσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφοι 1 και 8, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, ολικής ή μερικής εκπτώσεως των λαμβανόμενων μερισμάτων από τη φορολογική βάση της δικαιούχου εταιρίας μπορεί να δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που αντλούνται από την ανάγκη να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, στην περίπτωση που αποδεικνύεται αδύνατον, για τις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει η δικαιούχος εταιρία, να λάβουν πληροφορίες από τη Δημοκρατία της Τυνησίας, κράτος στο οποίο εδρεύει η διανέμουσα τα μερίσματα αυτά εταιρία, που να παρέχουν τη δυνατότητα να επαληθευτεί η συνδρομή της προϋποθέσεως περί υπαγωγής στον φόρο της διανέμουσας τα εν λόγω μερίσματα εταιρίας·

η άρνηση χορηγήσεως μιας τέτοιας μερικής εκπτώσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφος 11, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που αντλούνται από την ανάγκη να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, όταν χωρεί εφαρμογή της διατάξεως αυτής στις περιπτώσεις στις οποίες είναι αδύνατον να επαληθευτεί ότι η διανέμουσα εταιρία υπόκειται σε φορολογία στην Τυνησία, κράτος στο οποίο εδρεύει, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει.

4)

Το άρθρο 31 της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και της Δημοκρατίας του Λιβάνου αφετέρου, που υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 17 Ιουνίου 2002 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2006/356/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 2006, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι:

έχει άμεσο αποτέλεσμα·

περίπτωση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, που αφορά τη φορολογική μεταχείριση των μερισμάτων τα οποία απορρέουν από άμεσες επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί στον Λίβανο από πρόσωπο το οποίο κατοικεί στην Πορτογαλία, εμπίπτει στη διάταξη του άρθρου 33, παράγραφος 2, της συμφωνίας αυτής· κατά συνέπεια, το άρθρο 33, παράγραφος 1, της εν λόγω συμφωνίας δεν εμποδίζει την επίκληση στην προκειμένη περίπτωση του άρθρου της 31·

κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, κατά την οποία μια εδρεύουσα σε κράτος μέλος εταιρία δύναται να εκπέσει ολικώς ή μερικώς από τη φορολογική βάση της τα μερίσματα τα οποία λαμβάνει, όταν τα μερίσματα αυτά διανέμονται από εταιρία εδρεύουσα στο ίδιο κράτος μέλος, αλλά δεν μπορεί να προβεί σε τέτοια έκπτωση όταν η διανέμουσα εταιρία εδρεύει στον Λίβανο, συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, ο οποίος καταρχήν απαγορεύεται από το άρθρο 31 της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και της Δημοκρατίας του Λιβάνου αφετέρου·

τα αποτελέσματα της διατάξεως αυτής δεν περιορίζονται, σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, από το άρθρο 85 της ως άνω συμφωνίας·

η άρνηση χορηγήσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφοι 1 και 8, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, ολικής ή μερικής εκπτώσεως των λαμβανόμενων μερισμάτων από τη φορολογική βάση της δικαιούχου εταιρίας μπορεί να δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που αντλούνται από την ανάγκη να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, στην περίπτωση που αποδεικνύεται αδύνατον, για τις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει η δικαιούχος εταιρία, να λάβουν πληροφορίες από τη Δημοκρατία του Λιβάνου, κράτος στο οποίο εδρεύει η διανέμουσα τα μερίσματα αυτά εταιρία, που να παρέχουν τη δυνατότητα να επαληθευτεί η συνδρομή της προϋποθέσεως περί υπαγωγής στον φόρο της διανέμουσας τα εν λόγω μερίσματα εταιρίας·

η άρνηση χορηγήσεως μιας τέτοιας μερικής εκπτώσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφος 11, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που αντλούνται από την ανάγκη να εξασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, όταν χωρεί εφαρμογή της διατάξεως αυτής στις περιπτώσεις στις οποίες είναι αδύνατον να επαληθευτεί ότι η διανέμουσα εταιρία υπόκειται σε φορολογία στον Λίβανο, κράτος στο οποίο εδρεύει, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει.

5)

Όσον αφορά τις συνέπειες για την υπόθεση της κύριας δίκης της ερμηνείας των άρθρων 63 έως 65 ΣΛΕΕ καθώς και της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας περί συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου, και της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και της Δημοκρατίας του Λιβάνου αφετέρου:

σε περίπτωση που οι αρχές του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει η δικαιούχος εταιρία δύνανται να λάβουν πληροφορίες από τη Δημοκρατία της Τυνησίας, κράτος στο οποίο εδρεύει η διανέμουσα τα μερίσματα εταιρία, βάσει των οποίων μπορούν να επαληθεύσουν τη συνδρομή της προϋποθέσεως περί υπαγωγής της εν λόγω διανέμουσας εταιρίας στον φόρο, τα άρθρα 63 και 65 ΣΛΕΕ καθώς και το άρθρο 34, παράγραφος 1, της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας περί συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου, αντιτίθενται στην άρνηση χορηγήσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφοι 1 ή 8, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, ολικής ή μερικής εκπτώσεως των διανεμηθέντων μερισμάτων από τη φορολογική βάση της δικαιούχου εταιρίας, χωρίς να δύναται η Πορτογαλική Δημοκρατία να επικαλεστεί συναφώς το άρθρο 64, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ·

τα άρθρα 63 και 65 ΣΛΕΕ καθώς και το άρθρο 34, παράγραφος 1, της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας περί συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και της Δημοκρατίας της Τυνησίας, αφετέρου, και το άρθρο 31 της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της αφενός, και της Δημοκρατίας του Λιβάνου αφετέρου αντιτίθενται στην άρνηση χορηγήσεως, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 46, παράγραφος 11, του κώδικα φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, όπως ίσχυε το 2009, μερικής εκπτώσεως των διανεμηθέντων μερισμάτων από τη φορολογική βάση της δικαιούχου εταιρίας, όταν χωρεί εφαρμογή της διατάξεως αυτής στις περιπτώσεις στις οποίες είναι αδύνατον να επαληθευτεί ότι οι διανέμουσες εταιρίες υπόκεινται σε φορολογία στην Τυνησία και στον Λίβανο, κράτη στα οποία εδρεύουν, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να κρίνει, χωρίς να δύναται η Πορτογαλική Δημοκρατία να επικαλεστεί συναφώς το άρθρο 64, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ·

τα ποσά που εισπράχθηκαν κατά παράβαση του δικαίου της Ένωσης πρέπει να επιστραφούν εντόκως στον φορολογούμενο.


(1)  ΕΕ C 34 της 2.2.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Bundesgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Nelsons GmbH κατά Ayonnax Nutripharm GmbH, Bachblütentreff Ltd

(Υπόθεση C-177/15) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Ενημέρωση και προστασία των καταναλωτών - Κανονισμός (ΕΚ) 1924/2006 - Ισχυρισμοί επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα - Μεταβατικά μέτρα - Άρθρο 28, παράγραφος 2 - Προϊόντα φέροντα εμπορικά σήματα ή εμπορικές ονομασίες που υπήρχαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 - «Ανθοϊάματα του Bach» - Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης RESCUE - Προϊόντα που διατέθηκαν στην αγορά ως φάρμακα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 και ως τρόφιμα μετά την ημερομηνία αυτή))

(2017/C 030/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Nelsons GmbH

κατά

Ayonnax Nutripharm GmbH, Bachblütentreff Ltd

Διατακτικό

Το άρθρο 28, παράγραφος 2, πρώτη περίοδος, του κανονισμού (ΕΚ) 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τους ισχυρισμούς επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) 107/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή στην περίπτωση που ένα τρόφιμο φέρον εμπορικό σήμα ή εμπορική ονομασία είχε διατεθεί στην αγορά, πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, ως φάρμακο και στη συνέχεια, ενώ εξακολούθησε να έχει τα ίδια υλικά χαρακτηριστικά και να φέρει το ίδιο εμπορικό σήμα ή την ίδια εμπορική ονομασία, διατέθηκε στην αγορά ως τρόφιμο μετά την ημερομηνία αυτή.


(1)  EE C 213 της 29.6.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/8


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-314/15) (1)

((Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 91/271/ΕΟΚ - Επεξεργασία των αστικών λυμάτων - Άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 3 - Δευτεροβάθμια ή ισοδύναμη επεξεργασία))

(2017/C 030/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: O. Beynet και E. Manhaeve)

Καθής: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: S. Ghiandoni, A. Daly και D. Colas)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Γαλλική Δημοκρατία, μη έχοντας διασφαλίσει δευτεροβάθμια ή ισοδύναμη επεξεργασία για τα αστικά λύματα των οικισμών Goyave, Bastelica, Morne-à-l’Eau, Aiguilles-Château-Ville Vieille, Borgo-Nord, Isola, Plombières-les-Bains, Saint-Céré, Vincey, Etueffont, Volx και Villeneuve, είτε για το σύνολο των απορρίψεων τους, όσον αφορά τους οικισμούς με μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού μεταξύ των 10 000 και 15 000, είτε για τις απορρίψεις σε γλυκά ύδατα και σε εκβολές ποταμών, όσον αφορά τους οικισμούς με μονάδα ισοδύναμου πληθυσμού μεταξύ των 2 000 και 10 000, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1137/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 294 της 7.9.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/9


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2016 [αίτηση του Juzgado de lo Social no 33 de Barcelona (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Mohamed Daouidi κατά Bootes Plus SL, Fondo de Garantía Salarial, Ministerio Fiscal

(Υπόθεση C-395/15) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Κοινωνική πολιτική - Οδηγία 2000/78/ΕΚ - Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία - Άρθρα 1 έως 3 - Απαγόρευση κάθε δυσμενούς διάκρισης λόγω ειδικών αναγκών - Ύπαρξη «ειδικών αναγκών» - Έννοια των «μακροχρόνιων σωματικών, ψυχικών, νοητικών ή αισθητηριακών αναπηριών» - Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Άρθρα 3, 15, 21, 30, 31, 34 και 35 - Απόλυση εργαζομένου ο οποίος τελεί, κατά την έννοια του εθνικού δικαίου, σε άγνωστης διάρκειας κατάσταση προσωρινής ανικανότητας προς εργασία))

(2017/C 030/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Juzgado de lo Social no 33 de Barcelona

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Mohamed Daouidi

κατά

Bootes Plus SL, Fondo de Garantía Salarial, Ministerio Fiscal

Διατακτικό

Η οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχει την έννοια ότι:

το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο τελεί, κατά την έννοια του εθνικού δικαίου, σε άγνωστης διάρκειας κατάσταση προσωρινής ανικανότητας προς εργασία, οφειλόμενης σε εργατικό ατύχημα, δεν σημαίνει αφ’ εαυτού ότι ο περιορισμός της ικανότητας του εν λόγω προσώπου μπορεί να χαρακτηριστεί ως «μακροχρόνιος», όπως ο όρος αυτός νοείται στο πλαίσιο του ορισμού της έννοιας της «ειδικής ανάγκης» στην οποία αναφέρεται η οδηγία αυτή, ερμηνευόμενης υπό το πρίσμα της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, η οποία εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009·

μεταξύ των ενδείξεων από τις οποίες μπορεί να συναχθεί ότι ένας περιορισμός είναι «μακροχρόνιος» συγκαταλέγεται ιδίως το ότι, κατά την ημερομηνία του γεγονότος που φέρεται ότι εισάγει διάκριση, δεν διαφαίνεται σαφής προοπτική να παύσει σύντομα η ανικανότητα του ενδιαφερομένου προσώπου ή το ότι η ανικανότητα αυτή ενδέχεται να παραταθεί σημαντικά πριν την αποκατάσταση της υγείας του εν λόγω προσώπου, και

στο πλαίσιο εξακρίβωσης του εν λόγω «μακροχρόνιου» χαρακτήρα, το αιτούν δικαστήριο πρέπει να στηριχθεί στο σύνολο των διαθέσιμων αντικειμενικών στοιχείων, ειδικότερα δε σε έγγραφα και σε πιστοποιητικά τα οποία αφορούν την κατάσταση του οικείου προσώπου και τα οποία έχουν καταρτισθεί βάσει των σύγχρονων ιατρικών και επιστημονικών γνώσεων και δεδομένων.


(1)  ΕΕ C 354 της 26.10.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/10


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 — Ackermann Saatzucht GmbH & Co.KG κ.λπ. (C-408/15 P), ABZ Aardbeien Uit Zaad Holding BV κ.λπ. (C-409/15 P) κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-408/15 P και C-409/15 P) (1)

((Αίτηση αναιρέσεως - Προσφυγή ακυρώσεως - Άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ - Δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής - Ενεργητική νομιμοποίηση - Πράξη που αφορά ατομικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα λόγω «ορισμένων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους» - Κανονισμός (ΕΕ) 511/2014 - Μέτρα συμμόρφωσης των χρηστών βάσει του πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στην Ένωση - Κανονισμός (ΕΚ) 2100/94 - Περιορισμός των αποτελεσμάτων της κοινοτικής προστασίας των νέων ποικιλιών φυτών - Εξαίρεση για τους βελτιωτές φυτικής ποικιλίας))

(2017/C 030/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Ackermann Saatzucht GmbH & Co.KG, Böhm-Nordkartoffel Agrarproduktion GmbH & Co. OHG, Deutsche Saatveredelung AG, Ernst Benary, Samenzucht GmbH, Freiherr Von Moreau Saatzucht GmbH, Hybro Saatzucht GmbH & Co. KG, Klemm + Sohn GmbH & Co. KG, KWS Saat AG, Norddeutsche Pflanzenzucht Hans-Georg Lembke KG, Nordsaat Saatzuchts GmbH, Peter Franck-Oberaspach, P. H. Petersen Saatzucht Lundsgaard GmbH, Saatzucht Streng — Engelen GmbH & Co. KG, Saka Pflanzenzucht GmbH & Co. KG, Strube Research GmbH & Co. KG, Gartenbau und Spezialkulturen Westhoff GbR, W. von Borries-Eckendorf GmbH & Co. KG (C-408/15 P), ABZ Aardbeien Uit Zaad Holding BV, Agriom BV, Agrisemen BV, Anthura BV, Barenbrug Holding BV, De Bolster BV, Evanthia BV, Gebr. Vletter & Den Haan VOF, Hilverda Kooij BV, Holland-Select BV, Könst Breeding BV, Koninklijke Van Zanten BV, Kweek- en Researchbedrijf Agirco BV, Kwekerij de Wester-Bouwing BV, Limgroup BV, Ontwikkelingsmaatschappij Het Idee BV (C-409/15 P) (εκπρόσωποι: P. de Jong, E. Bertolotto, K. Claeyé, P. Vlaemminck και B. Van Vooren, avocats)

Λοιποί διάδικοι στη διαδικασία: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: L. Visaggio, J. Rodrigues και R. van de Westelaken), Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: M. Simm και M. Moore)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει τις αιτήσεις αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει τις Ackermann Saatzucht GmbH & Co. KG, Böhm-Nordkartoffel Agrarproduktion GmbH & Co. OHG, Deutsche Saatveredelung AG, Ernst Benary, Samenzucht GmbH, Freiherr Von Moreau Saatzucht GmbH, Hybro Saatzucht GmbH & Co. KG, Klemm + Sohn GmbH & Co. KG, KWS Saat AG, Norddeutsche Pflanzenzucht Hans-Georg Lembke KG, Nordsaat Saatzuchts GmbH, M. Peter Franck-Oberaspach, P. H. Petersen Saatzucht Lundsgaard GmbH, Saatzucht Streng — Engelen GmbH & Co. KG, Saka Pflanzenzucht GmbH & Co. KG, Strube Research GmbH & Co. KG, Gartenbau und Spezialkulturen Westhoff GbR, W. von Borries-Eckendorf GmbH & Co. KG, ABZ Aardbeien Uit Zaad Holding BV, Agriom BV, Agrisemen BV, Anthura BV, Barenbrug Holding BV, De Bolster BV, Evanthia BV, Gebr. Vletter & Den Haan VOF, Hilverda Kooij BV, Holland-Select BV, Könst Breeding BV, Koninklijke Van Zanten BV, Kweek- en Researchbedrijf Agirco BV, Kwekerij de Wester-Bouwing BV, Limgroup BV και Ontwikkelingsmaatschappij Het Idee BV στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 328 της 5.10.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/11


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Labour Court (Ιρλανδία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — David L. Parris κατά Trinity College Dublin κ.λπ.

(Υπόθεση C-443/15) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία - Οδηγία 2000/78/ΕΚ - Άρθρο 2 - Απαγόρευση διακρίσεων λόγω γενετήσιου προσανατολισμού και ηλικίας - Εθνικό συνταξιοδοτικό σύστημα - Καταβολή συντάξεως επιζώντος σε ομόφυλο σύντροφο - Προϋπόθεση - Σύναψη του συμφώνου συμβιώσεως πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους ηλικίας του ασφαλισμένου στο οικείο συνταξιοδοτικό σύστημα - Σύμφωνο συμβιώσεως - Αδύνατο στο οικείο κράτος μέλος πριν το έτος 2010 - Αποδεδειγμένη σταθερή σχέση - Άρθρο 6, παράγραφος 2 - Δικαιολογημένη διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας))

(2017/C 030/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

Labour Court, Ιρλανδία

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

David L. Parris

κατά

Trinity College Dublin, Higher Education Authority, Department of Public Expenditure and Reform, Department of Education and Skills

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 2 της οδηγίας 2000/78 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, έχει την έννοια ότι εθνική ρύθμιση η οποία, στο πλαίσιο επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος, εξαρτά το δικαίωμα των επιζώντων καταχωρισμένων συντρόφων των ασφαλισμένων να λάβουν σύνταξη επιζώντος από την προϋπόθεση το σύμφωνο συμβιώσεως να έχει συναφθεί πριν ο ασφαλισμένος συμπληρώσει το 60ό έτος της ηλικίας του, καίτοι το εθνικό δίκαιο δεν επέτρεπε στον εν λόγω ασφαλισμένο να συνάψει σύμφωνο συμβιώσεως πριν τη συμπλήρωση αυτού του ηλικιακού ορίου, δεν συνιστά διάκριση λόγω γενετήσιου προσανατολισμού.

2)

Τα άρθρα 2 και 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/78 έχουν την έννοια ότι εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη η οποία, στο πλαίσιο επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος, εξαρτά το δικαίωμα των επιζώντων καταχωρισμένων συντρόφων των ασφαλισμένων να λάβουν σύνταξη επιζώντος από την προϋπόθεση το σύμφωνο συμβιώσεως να έχει συναφθεί πριν ο ασφαλισμένος συμπληρώσει το 60ό έτος της ηλικίας του, καίτοι το εθνικό δίκαιο δεν επέτρεπε στον εν λόγω ασφαλισμένο να συνάψει σύμφωνο συμβιώσεως πριν τη συμπλήρωση αυτού του ηλικιακού ορίου, δεν συνιστά διάκριση λόγω ηλικίας.

3)

Τα άρθρα 2 και 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 2000/78 έχουν την έννοια ότι εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη δεν είναι δυνατόν να εισάγει διάκριση λόγω γενετήσιου προσανατολισμού και ηλικίας συνδυαστικώς, εφόσον η οικεία ρύθμιση δεν εισάγει διάκριση ούτε λόγω γενετήσιου προσανατολισμού ούτε λόγω ηλικίας, χωριστά εξεταζομένων.


(1)  ΕΕ C 354 της 26.10.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/12


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Hessisches Landesarbeitsgericht (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Jürgen Webb-Sämann κατά Christopher Seagon (ενεργούντος υπό την ιδιότητα του συνδίκου πτωχεύσεως της Baumarkt Praktiker DIY GmbH

(Υπόθεση C-454/15) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Κοινωνική πολιτική - Οδηγία 2008/94/ΕΚ - Άρθρο 8 - Προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη τους - Διατάξεις που αφορούν την κοινωνική ασφάλιση - Περιεχόμενο - Αναγκαία μέτρα για την προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων προσδοκίας των μισθωτών στο πλαίσιο επικουρικού συνταξιοδοτικού συστήματος - Υποχρέωση προβλέψεως δικαιώματος αποχωρισμού από την πτωχευτική περιουσία των συνταξιοδοτικών εισφορών που δεν έχουν καταβληθεί - Δεν υφίσταται))

(2017/C 030/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Hessisches Landesarbeitsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Jürgen Webb-Sämann

κατά

Christopher Seagon (ενεργούντος υπό την ιδιότητα του συνδίκου πτωχεύσεως της Baumarkt Praktiker DIY GmbH)

Διατακτικό

Το άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, σχετικά με την προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν επιβάλλει, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, να εξαιρούνται από την πτωχευτική περιουσία οι παρακρατήσεις επί των αποδοχών πρώην μισθωτού που έχουν μετατραπεί σε συνταξιοδοτικές εισφορές, τις οποίες ο εργοδότης θα έπρεπε να έχει καταβάλει σε συνταξιοδοτικό λογαριασμό υπέρ του μισθωτού.


(1)  ΕΕ C 389 της 23.11.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/12


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, Orange, Ομοσπονδιακής Δημοκρατία της Γερμανίας

(Υπόθεση C-486/15 P) (1)

((Αίτηση αναιρέσεως - Κρατικές ενισχύσεις - Οικονομικά μέτρα υπέρ της France Télécom - Πρόταση προκαταβολής μετόχου - Δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων του Γαλλικού Δημοσίου - Απόφαση με την οποία η ενίσχυση χαρακτηρίζεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά - Έννοια του όρου «ενίσχυση» - Έννοια του όρου «οικονομικό πλεονέκτημα» - Κριτήριο του συνετού ιδιώτη επενδυτή - Υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει το Γενικό Δικαστήριο - Όρια του δικαστικού ελέγχου - Παραμόρφωση του περιεχομένου της αποφάσεως της Επιτροπής))

(2017/C 030/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: C. Giolito, B. Stromsky, D. Grespan και T. Rusche)

Λοιποί διάδικοι στη διαδικασία: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues, D. Colas, και J. Bousin), Orange, πρώην France Télécom (εκπρόσωποι: S. Hautbourg και S. Cochard Quesson, avocats), Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 381 της 16.11.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/13


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2016 — Toni Klement κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), Bullerjan GmbH

(Υπόθεση C-642/15 P) (1)

([Αίτηση αναιρέσεως - Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 - Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τρισδιάστατο σήμα το οποίο αναπαριστά τη μορφή καμίνου - Άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α' - Αίτηση εκπτώσεως από το δικαίωμα επί σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Άρθρο 15, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α' - Ουσιαστική χρήση του σήματος - Απόρριψη της αιτήσεως για κήρυξη ακυρότητας])

(2017/C 030/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Toni Klement (εκπρόσωπος: J. Weiser, Rechtsanwalt)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: A. Schifko), Bullerjan GmbH

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24ης Σεπτεμβρίου 2015, Klement κατά ΓΕΕΑ — Bullerjan (Μορφή καμίνου) (T-211/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:688).

2)

Αναπέμπει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 68 της 22.2.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/13


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Bayerischer Verwaltungsgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Bund Naturschutz in Bayern e.V., Harald Wilde κατά Freistaat Bayern

(Υπόθεση C-645/15) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Περιβάλλον - Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον - Οδηγία 2011/92/ΕΕ - Σχέδιο έργου που υποβάλλεται σε εκτίμηση - Παράρτημα I, σημείο 7 - Ευρωπαϊκή συμφωνία για τις κύριες διεθνείς οδικές αρτηρίες (AGR) - Διαπλάτυνση οδού τεσσάρων λωρίδων κυκλοφορίας σε μήκος κάτω των 10 χλμ.))

(2017/C 030/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bayerischer Verwaltungsgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Bund Naturschutz in Bayern e.V., Harald Wilde

κατά

Freistaat Bayern

παρισταμένου του:

Stadt Nürnberg

Διατακτικό

1)

Το παράρτημα I, σημείο 7, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι διέπει σχέδιο έργου οδοποιίας το οποίο, καίτοι αφορά, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, τμήμα που έχει μήκος κάτω των 10 χλμ., συνίσταται σε διαπλάτυνση ή ανακατασκευή υφιστάμενης οδού με τέσσερις ή περισσότερες λωρίδες κυκλοφορίας.

2)

Το παράρτημα I, σημείο 7, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2011/92 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι «οδοί ταχείας κυκλοφορίας», κατά τη διάταξη αυτή, είναι οι οδοί των οποίων τα τεχνικά χαρακτηριστικά είναι αυτά που περιέχει ο ορισμός που παρατίθεται στο παράρτημα II, σημείο II.3, της ευρωπαϊκής συμφωνίας για τις κύριες διεθνείς οδικές αρτηρίες (AGR), που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 15 Νοεμβρίου 1975, ακόμη και όταν οι οδοί αυτές δεν αποτελούν συνιστώσες του δικτύου των κύριων διεθνών οδικών αρτηριών που διέπεται από τη συμφωνία αυτή ή βρίσκονται εντός αστικής ζώνης.

3)

Η έννοια των «έργων κατασκευής», κατά το πνεύμα του παραρτήματος I, σημείο 7, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2011/92, πρέπει να ερμηνευθεί ως αφορώσα την εξαρχής δημιουργία νέων έργων ή την τροποποίηση, υπό την έννοια της υλικής μεταβολής, προϋπαρχόντων έργων. Προκειμένου να εκτιμηθεί αν μια τέτοια τροποποίηση μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά, λόγω της κλίμακας και των επιμέρους στοιχείων της, τέτοιο έργο κατασκευής, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να λάβει υπόψη του το σύνολο των χαρακτηριστικών του οικείου έργου, και όχι μόνον το μήκος του ή τη διατήρηση της αρχικής χάραξής του.


(1)  ΕΕ C 90 της 7.3.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/14


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Νοεμβρίου 2016 [αίτηση του Oberlandesgericht Düsseldorf (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Lohmann & Rauscher International GmbH & Co. KG κατά BIOS Medical Services GmbH, πρώην BIOS Naturprodukte GmbH

(Υπόθεση C-662/15) (1)

([Προδικαστική παραπομπή - Προσέγγιση των νομοθεσιών - Οδηγία 93/42/ΕΟΚ - Ιατροτεχνολογικά προϊόντα - Προϊόν της κατηγορίας I (χειρουργικοί επίδεσμοι) που έχει αποτελέσει αντικείμενο διαδικασίας αξιολογήσεως της πιστότητας από τον κατασκευαστή - Παράλληλη εισαγωγή - Προσθήκη στην επισήμανση στοιχείων σχετικών με τον εισαγωγέα - Συμπληρωματική διαδικασία αξιολογήσεως της πιστότητας])

(2017/C 030/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Oberlandesgericht Düsseldorf

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Lohmann & Rauscher International GmbH & Co. KG

κατά

BIOS Medical Services GmbH, πρώην BIOS Naturprodukte GmbH

Διατακτικό

Το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο στ', και το άρθρο 11 της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, έχουν την έννοια ότι ο παράλληλος εισαγωγέας ιατροτεχνολογικού προϊόντος όπως είναι το επίμαχο στην κύρια δίκη, το οποίο φέρει σήμανση CE και έχει υποβληθεί σε αξιολόγηση της πιστότητας κατά την έννοια του ως άνω άρθρου 11, δεν υποχρεούται να προβεί σε νέα αξιολόγηση προς βεβαίωση της πιστότητας των στοιχείων τα οποία καθιστούν δυνατή την ταυτοποίησή του και τα οποία έχουν προστεθεί στην επισήμανση του συγκεκριμένου προϊόντος ενόψει της διαθέσεώς του στην αγορά του κράτους μέλους εισαγωγής.


(1)  ΕΕ C 118 της 4.4.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/15


Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 1ης Δεκεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-152/16) (1)

((Παράβαση κράτους μέλους - Κανονισμός (ΕΚ) 1071/2009 - Κοινοί κανόνες όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα - Άρθρο 16, παράγραφοι 1 και 5 - Εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο για τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών - Έλλειψη διασυνδέσεως με τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα των άλλων κρατών μελών))

(2017/C 030/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωπος: J. Hottiaux)

Καθού: Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου (εκπρόσωπος: D. Holderer)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, καθόσον δεν έχει συστήσει εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο για τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών πλήρως συμβατό και διασυνδεδεμένο με τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα των άλλων κρατών μελών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 16, παράγραφοι 1 και 5, του κανονισμού (ΕΚ) 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου.

2)

Καταδικάζει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 191 της 30.5.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/15


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Amtsgericht Hannover (Γερμανία) στις 5 Οκτωβρίου 2016 — Andrea Witzel, Jannis Witzel, Jazz Witzel κατά Germanwings GmbH

(Υπόθεση C-520/16)

(2017/C 030/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Amtsgericht Hannover

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: Andrea Witzel, Jannis Witzel, Jazz Witzel

Εναγόμενη: Germanwings GmbH

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 5, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 (1) την έννοια ότι η δυνατότητα αποφυγής αφορά μόνον την επέλευση των έκτακτων περιστάσεων ή αφορά επιπλέον και τις συνέπειες των έκτακτων περιστάσεων, ήτοι την ακύρωση ή τη μακρά καθυστέρηση;

2)

Σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφανθεί επί του πρώτου ερωτήματος ότι η δυνατότητα αποφυγής αφορά την καθυστέρηση: Εάν αεροσκάφος που εκτελεί την προγενέστερη πτήση επηρεάζεται από τις έκτακτες περιστάσεις, πρέπει ο πραγματικός αερομεταφορέας ήδη μετά την επέλευση των έκτακτων περιστάσεων στην προγενέστερη πτήση να αναζητήσει αεροσκάφος αντικαταστάσεως ή μπορεί να αναμείνει έως ότου καταστεί βέβαιο ότι οι έκτακτες περιστάσεις οδηγούν σε σοβαρές καθυστερήσεις στην επόμενη πτήση;

3)

Σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφανθεί επί του πρώτου ερωτήματος ότι η δυνατότητα αποφυγής αφορά την καθυστέρηση: Αποτελεί η κράτηση αεροσκάφους μέσω υπομισθώσεως υπέρβαση των ορίων του ανεκτού, όταν το σχετικό κόστος είναι τριπλάσιο του κόστους της κανονικής πτήσεως;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46, σ. 1.)


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/16


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Amtsgericht Hannover (Γερμανία) στις 5 Οκτωβρίου 2016 — Ralf-Achim Vetter, Susanne Glang-Vetter, Anna Louisa Vetter, Carolin Marie Vetter κατά Germanwings GmbH

(Υπόθεση C-521/16)

(2017/C 030/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Amtsgericht Hannover

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: Ralf-Achim Vetter, Susanne Glang-Vetter, Anna Louisa Vetter, Carolin Marie Vetter

Εναγόμενη: Germanwings GmbH

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 5, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 (1) την έννοια ότι η δυνατότητα αποφυγής αφορά μόνον την επέλευση των έκτακτων περιστάσεων ή αφορά επιπλέον και τις συνέπειες των έκτακτων περιστάσεων, ήτοι την ακύρωση ή τη μακρά καθυστέρηση;

2)

Σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφανθεί επί του πρώτου ερωτήματος ότι η δυνατότητα αποφυγής αφορά την καθυστέρηση: Εάν αεροσκάφος που εκτελεί την προγενέστερη πτήση επηρεάζεται από τις έκτακτες περιστάσεις, πρέπει ο πραγματικός αερομεταφορέας ήδη μετά την επέλευση των έκτακτων περιστάσεων στην προγενέστερη πτήση να αναζητήσει αεροσκάφος αντικαταστάσεως ή μπορεί να αναμείνει έως ότου καταστεί βέβαιο ότι οι έκτακτες περιστάσεις οδηγούν σε σοβαρές καθυστερήσεις στην επόμενη πτήση;

3)

Σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφανθεί επί του πρώτου ερωτήματος ότι η δυνατότητα αποφυγής αφορά την καθυστέρηση: Αποτελεί η κράτηση αεροσκάφους μέσω υπομισθώσεως υπέρβαση των ορίων του ανεκτού, όταν το σχετικό κόστος είναι τριπλάσιο του κόστους της κανονικής πτήσεως;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46, σ. 1.)


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/17


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Finanzgericht München (Γερμανία) στις 17 Οκτωβρίου 2016 — Hamamatsu Photonics Deutschland GmbH κατά Hauptzollamt München

(Υπόθεση C-529/16)

(2017/C 030/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Finanzgericht München

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Hamamatsu Photonics Deutschland GmbH

Καθού: Hauptzollamt München

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Επιτρέπουν οι διατάξεις των άρθρων 28 και επ. του κανονισμού (EOK) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2700/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2000 (2), να λαμβάνεται υπόψη ως δασμολογητέα αξία μια συμφωνημένη τιμή μεταβιβάσεως (τιμή ενδοομιλικής συναλλαγής) που προκύπτει με βάση ένα αρχικώς χρεωθέν και δηλωθέν ποσό και μια κατ’ αποκοπήν διόρθωση μετά τη λήξη της περιόδου εκκαθαρίσεως κατ’ εφαρμογήν ορισμένης κλείδας κατανομής, και μάλιστα ανεξαρτήτως του αν κατά τη λήξη της περιόδου εκκαθαρίσεως επιβάλλεται επιπρόσθετη χρέωση ή πραγματοποιείται πίστωση για τον ενδιαφερόμενο;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ανωτέρω ερώτημα:

Μπορεί η δασμολογητέα αξία να ελέγχεται ή να καθορίζεται βάσει απλοποιημένων μεθόδων, όταν τα αποτελέσματα τυχόν μεταγενέστερων αναπροσαρμογών της τιμής μεταβιβάσεως (τόσο προς τα πάνω όσο και προς τα κάτω) επιβάλλεται να γίνονται αποδεκτά;


(1)  ΕΕ L 302, σ. 11.

(2)  ΕΕ L 311, σ. 17.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/17


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) στις 25 Οκτωβρίου 2016 — Kevin Joseph Devine κατά Air Nostrum, Líneas Aéreas del Mediterráneo SA

(Υπόθεση C-538/16)

(2017/C 030/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landgericht Frankfurt am Main

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Kevin Joseph Devine

Εναγόμενη: Air Nostrum, Líneas Aéreas del Mediterráneo SA

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 7, σημείο 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1) την έννοια ότι ο όρος «διαφορές εκ συμβάσεως» καλύπτει επίσης και αξίωση αποζημιώσεως δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (2), η οποία προβάλλεται έναντι του πραγματικού αερομεταφορέα που δεν είναι αντισυμβαλλόμενος του ενδιαφερόμενου επιβάτη αεροπορικής μεταφοράς;

2)

Εφόσον τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 7, σημείο 1, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012:

Πρέπει, επί μεταφοράς επιβατών πραγματοποιούμενης με δύο πτήσεις χωρίς σημαντικής διάρκειας παραμονή στον αερολιμένα μετεπιβιβάσεως, να θεωρείται ο τελικός προορισμός του επιβάτη ως τόπος εκπληρώσεως της παροχής κατά την έννοια του άρθρου 7, σημείο 1, στοιχείο β', δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 ακόμη και στην περίπτωση που η προβαλλόμενη με την αγωγή αξίωση αποζημιώσεως κατά το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 αφορά ανώμαλη εξέλιξη σχετική με την πρώτη πτήση και η αγωγή στρέφεται κατά του πραγματικού αερομεταφορέα της πρώτης πτήσεως ο οποίος δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμβάσεως μεταφοράς;


(1)  EE L 351, σ. 1.

(2)  EE L 46, σ. 1.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/18


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) στις 25 Οκτωβρίου 2016 — Richard Rodriguez Serin κατά HOP! Regional

(Υπόθεση C-539/16)

(2017/C 030/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landgericht Frankfurt am Main

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Richard Rodriguez Serin

Εναγομένη: HOP!-Regional

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 5, σημείο 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1) την έννοια ότι ο όρος «διαφορές εκ συμβάσεως» καλύπτει επίσης και αξίωση αποζημιώσεως δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (2), η οποία προβάλλεται έναντι του πραγματικού αερομεταφορέα που δεν είναι αντισυμβαλλόμενος του ενδιαφερόμενου επιβάτη αεροπορικής μεταφοράς;

2)

Εφόσον τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 5, σημείο 1, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001:

Πρέπει, επί μεταφοράς επιβατών πραγματοποιούμενης με δύο πτήσεις χωρίς σημαντικής διάρκειας παραμονή στον αερολιμένα μετεπιβιβάσεως, να θεωρείται ο τελικός προορισμός του επιβάτη ως τόπος εκπληρώσεως της παροχής κατά την έννοια του άρθρου 5, σημείο 1, στοιχείο β', δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 ακόμη και στην περίπτωση που η προβαλλόμενη με την αγωγή αξίωση αποζημιώσεως κατά το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 αφορά ανώμαλη εξέλιξη σχετική με την πρώτη πτήση και η αγωγή στρέφεται κατά του πραγματικού αερομεταφορέα της πρώτης πτήσεως ο οποίος δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμβάσεως μεταφοράς;


(1)  EE 2001, L 12, σ. 1.

(2)  EE L 46, σ. 1.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/18


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour d’appel de Mons (Βέλγιο) στις 28 Οκτωβρίου 2016 — Βελγικό Δημόσιο κατά Biologie Dr Antoine SPRL

(Υπόθεση C-548/16)

(2017/C 030/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour d’appel de Mons

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εφεσείον: Βελγικό Δημόσιο

Εφεσίβλητη: Biologie Dr Antoine SPRL

Προδικαστικά ερωτήματα

Είναι συμβατό με τους κανόνες της τέταρτης οδηγίας του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, περί των ετησίων λογαριασμών εταιριών ορισμένων μορφών (οδηγία 78/660/ΕΟΚ, ΕΕ ειδ. έκδ. 06/002, σ. 17), οι οποίοι ρυθμίζουν την κατάρτιση του ισολογισμού και κατά τους οποίους:

οι ετήσιοι λογαριασμοί πρέπει να δίδουν την πραγματική εικόνα του ενεργητικού και παθητικού, της οικονομικής θέσεως και των αποτελεσμάτων χρήσεως της εταιρίας (άρθρο 2, παράγραφος 3, της οδηγίας)

οι προβλέψεις για κινδύνους και έξοδα προορίζονται να καλύψουν ζημίες ή απαιτήσεις τρίτων, η φύση των οποίων καθορίζεται με σαφήνεια και οι οποίες, κατά την ημερομηνία κλεισίματος του ισολογισμού είναι πιθανές ή βέβαιες, αλλά αβέβαιες ως προς το ποσό ή την ημερομηνία που θα πραγματοποιηθούν (άρθρο 20, παράγραφος 1, της οδηγίας)

Η αποτίμηση πρέπει να γίνεται με σύνεση και ιδιαίτερα:

στη χρήση πρέπει να περιλαμβάνονται μόνο τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν

πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι κίνδυνοι που είναι δυνατό να προβλεφθούν και όλες οι ζημίες που μπορεί να προκύψουν στη διάρκεια της χρήσεως ή σε προηγούμενη έστω και αν τέτοιοι κίνδυνοι ή ζημίες έγιναν αντιληπτοί στο χρονικό διάστημα που είναι μεταξύ του τέλους της χρήσεως και της ημερομηνίας συντάξεως του ισολογισμού ισολογισμού [άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο γ', σημεία αα' και ββ', της οδηγίας]

πρέπει να λαμβάνονται υπόψη έσοδα και έξοδα που αφορούν τη χρήση, ανεξάρτητα από την ημερομηνία εισπράξεως των εσόδων και την πληρωμή των εξόδων [άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο δ, της οδηγίας]

το περιεχόμενο των λογαριασμών ενεργητικού και παθητικού πρέπει να αποτιμάται χωριστά [άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της οδηγίας]

να μπορεί μια εταιρία, η οποία προβαίνει σε διάθεση δικαιωμάτων προαιρέσεως επί μετοχών, να συνυπολογίζει ως έσοδο το τίμημα της εκχωρήσεως των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως κατά τη λογιστική χρήση εντός της οποίας ασκείται το δικαίωμα αυτό ή κατά τη λήξη του, προκειμένου να συνεκτιμήσει τον κίνδυνο που φέρει ο εκδότης του δικαιώματος προαιρέσεως βάσει της δεσμεύσεως την οποία αναλαμβάνει και όχι κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσεως εντός της οποίας πραγματοποιείται η εκχώρηση του δικαιώματος προαιρέσεως και εισπράττεται οριστικά το τίμημα για το εν λόγω δικαίωμα, ενώ ο κίνδυνος τον οποίο αναλαμβάνει ο εκδότης του δικαιώματος προαιρέσεως αποτιμάται χωριστά, μέσω λογιστικής εγγραφής προβλέψεως;


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/19


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε η Commissione tributaria di Secondo Grado di Bolzano (Ιταλία) στις 31 Οκτωβρίου 2016 — Agenzia delle Entrate — Direzione provinciale Ufficio controlli di Bolzano κατά Palais Kaiserkron Srl

(Υπόθεση C-549/16)

(2017/C 030/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Commissione tributaria di Secondo Grado di Bolzano

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εκκαλούσα: Agenzia delle Entrate — Direzione provinciale Ufficio controlli di Bolzano

Εφεσίβλητη: Palais Kaiserkron Srl

Προδικαστικό ερώτημα

Αν, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 401 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1), χωρεί σωρευτική είσπραξη του φόρου προστιθέμενης αξίας και του τέλους καταχωρίσεως (επί των συμβάσεων μισθώσεως κεφαλαιουχικών αγαθών για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 40 και στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο a-bis, του Πίνακα Τιμών, πρώτο μέρος, του DPR 131 της 26ης Απριλίου 1986) ή αν το τέλος καταχωρίσεως έχει τον χαρακτήρα φόρου κύκλου εργασιών.


(1)  EE L 347, σ. 1.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/20


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Centrale Raad van Beroep (Κάτω Χώρες) στις 31 Οκτωβρίου 2016 — J. Klein Schiphorst κατά Raad van bestuur van het Uitvoeringsinstituut werknemersverzekeringen

(Υπόθεση C-551/16)

(2017/C 030/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Centrale Raad van Beroep

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εκκαλών: J. Klein Schiphorst

Εφεσίβλητο: Raad van bestuur van het Uitvoeringsinstituut werknemersverzekeringen

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Δύναται η κατά το άρθρο 64, παράγραφος 1, αρχή και στοιχείο γʹ, του κανονισμού 883/2004 (1) ευχέρεια, λαμβανομένων υπόψη των άρθρων 63 και 7 του κανονισμού 883/2004, του σκοπού του κανονισμού 883/2004 και της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και των εργαζομένων, να ασκηθεί με απόρριψη, κατ’ αρχήν, κάθε αιτήσεως παρατάσεως της διάρκειας της εξαγωγής παροχών ανεργίας, εκτός αν το Uwv [Uitvoeringsinstituut werknemersverzekeringen (ίδρυμα διαχειρίσεως της ασφαλίσεως των μισθωτών)] εκτιμά ότι οι ιδιαίτερες περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως, για παράδειγμα η ύπαρξη συγκεκριμένων και ορατών προοπτικών εργασίας, ευλόγως δεν του επιτρέπουν να αρνηθεί την παράταση της διάρκειας της εξαγωγής;

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό:

2)

Πώς οφείλουν τα κράτη μέλη να ασκούν την ευχέρεια την οποία παρέχει το άρθρο 64, παράγραφος 1, αρχή και στοιχείο γʹ, του κανονισμού 883/2004;


(1)  Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2004, L 166, σ. 1).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/20


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Kammergericht Berlin (Γερμανία) στις 3 Νοεμβρίου 2016 — Doris Margret Lisette Mahnkopf

(Υπόθεση C-558/16)

(2017/C 030/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Kammergericht Berlin

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αιτούσα: Doris Margret Lisette Mahnkopf

Μετέχων στη διαδικασία: Sven Mahnkopf

Προδικαστικά ερωτήματα

1.

Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012 (1) την έννοια ότι το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού («κληρονομικές διαδοχές») καλύπτει και διατάξεις του εθνικού δικαίου οι οποίες ρυθμίζουν ζητήματα περιουσιακών σχέσεων μετά τον θάνατο ενός συζύγου αυξάνοντας την εξ αδιαθέτου κληρονομική μερίδα του άλλου συζύγου, όπως συμβαίνει με το άρθρο 1371, παράγραφος 1, του γερμανικού Βürgerliches Gesetzbuch [αστικού κώδικα, στο εξής: BGB];

2.

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, έχουν, σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 68, στοιχείο ιβ', και το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι η κληρονομική μερίδα του επιζώντος συζύγου μπορεί να περιληφθεί εξ ολοκλήρου στο ευρωπαϊκό κληρονομητήριο, ακόμη και αν η μερίδα αυτή είναι κατά ένα μέρος αυξημένη λόγω ρυθμίσεως που αφορά τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, όπως αυτή που προβλέπει το άρθρο 1371, παράγραφος 1, BGB;

Εάν τούτο δεν ισχύει καταρχήν, μπορεί να γίνει δεκτό κατ’ εξαίρεση σε περιπτώσεις στις οποίες

α)

ο σκοπός του κληρονομητηρίου περιορίζεται μόνο στην άσκηση των δικαιωμάτων των κληρονόμων σε συγκεκριμένο άλλο κράτος μέλος και σε σχέση με περιουσία του κληρονομουμένου ευρισκόμενη στο εν λόγω κράτος μέλος και

β)

οι υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής (άρθρα 4 και 21 του κανονισμού 650/2012) και –ανεξαρτήτως των κανόνων περί συγκρούσεως δικαίων που θα εφαρμοσθούν– τα ζητήματα περιουσιακών σχέσεων των συζύγων κρίνονται με βάση την ίδια εθνική έννομη τάξη;

3.

Σε περίπτωση συνολικής αρνητικής απαντήσεως τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο ερώτημα, έχει το άρθρο 68, στοιχείο ιβ', του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι η κληρονομική μερίδα του επιζώντος συζύγου, η οποία είναι αυξημένη λόγω της ρυθμίσεως που αφορά τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, μπορεί να περιληφθεί εξ ολοκλήρου — λόγω της αυξήσεως όμως μόνον ενημερωτικώς — στο ευρωπαϊκό κληρονομητήριο;


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου (ΕΕ L 201, σ. 107).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/21


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ισπανία) στις 14 Νοεμβρίου 2016 — Grupo Norte Facility S.A. κατά Angel Manuel Moreira Gómez

(Υπόθεση C-574/16)

(2017/C 030/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Superior de Justicia de Galicia

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εκκαλούσα: Grupo Norte Facility S.A.

Εφεσίβλητος: Angel Manuel Moreira Gómez

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Για τους σκοπούς της αρχής της ισοτιμίας μεταξύ των εργαζομένων ορισμένου και αορίστου χρόνου, πρέπει να θεωρηθούν ως «συγκρίσιμες καταστάσεις» η λύση της συμβάσεως εργασίας λόγω «αντικειμενικών περιστάσεων», βάσει του άρθρου 49, παράγραφος 1, στοιχείο c, του ET, και η λύση της συμβάσεως εργασίας για «αντικειμενικούς λόγους», βάσει του άρθρου 52 του ET, με αποτέλεσμα η διαφορά ως προς την αποζημίωση η οποία υφίσταται μεταξύ της μίας και της άλλης περιπτώσεως να συνιστά άνιση μεταχείριση μεταξύ των εργαζομένων ορισμένου χρόνου και των εργαζομένων αορίστου χρόνου, η οποία απαγορεύεται από την οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου (1), της 28ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, πρέπει να θεωρηθεί ότι οι σκοποί κοινωνικής πολιτικής που δικαιολόγησαν τη θέσπιση του είδους συμβάσεως της relevo δικαιολογούν επίσης, βάσει της ρήτρας 4, παράγραφος 1, της προπαρατεθείσας συμφωνίας-πλαισίου, τη διαφορετική μεταχείριση που συνίσταται στην καταβολή χαμηλότερης αποζημιώσεως για τη λύση της σχέσεως εργασίας, σε περίπτωση που ο εργοδότης επιλέγει ελεύθερα να είναι η συγκεκριμένη σύμβαση relevo ορισμένου χρόνου;

3)

Προκειμένου να διασφαλισθεί η πρακτική αποτελεσματικότητα της προπαρατεθείσας οδηγίας 1999/70/ΕΚ, αν κριθεί ότι δεν υφίσταται εύλογη δικαιολόγηση σύμφωνα με τη ρήτρα 4, παράγραφος 1, πρέπει να θεωρηθεί ότι η προβλεπόμενη στην προμνησθείσα ισπανική νομοθεσία άνιση μεταχείριση μεταξύ εργαζομένων ορισμένου χρόνου και εργαζομένων αορίστου χρόνου, όσον αφορά την αποζημίωση λόγω λύσεως της συμβάσεως, συνιστά διάκριση η οποία απαγορεύεται βάσει του άρθρου 21 του Χάρτη, με αποτέλεσμα να αντιβαίνει στις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων, οι οποίες συγκαταλέγονται στις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης;


(1)   ΕΕ 1999, L 175, σ. 43.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/22


Αναίρεση που άσκησαν στις 17 Νοεμβρίου 2016 οι Sun Pharmaceutical Industries Ltd, πρώην Ranbaxy Laboratories Ltd, Ranbaxy (UK) Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-460/13, Sun Pharmaceutical Industries Ltd, πρώην Ranbaxy Laboratories Ltd, Ranbaxy (UK) Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-586/16 P)

(2017/C 030/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Sun Pharmaceutical Industries Ltd, πρώην Ranbaxy Laboratories Ltd, Ranbaxy (UK) Ltd (εκπρόσωποι: R. Vidal, A. Penny, Solicitors, B. Kennelly, QC, Barrister)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-460/13, καθόσον με αυτήν απορρίπτεται η προσφυγή τους για ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2013, στην υπόθεση COMP/39226 — Lundbeck (κιταλοπράμη), με την οποία διαπιστώθηκε εξ αντικειμένου παράβαση του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 ΕΟΧ, κατά το μέρος που αφορά τις αναιρεσείουσες·

να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 4, της προσβαλλομένης αποφάσεως κατά το μέρος που αφορά τις αναιρεσείουσες·

να ακυρώσει το άρθρο 2, παράγραφος 4, της προσβαλλομένης αποφάσεως καθόσον επιβάλλει στις αναιρεσείουσες πρόστιμο ή, επικουρικώς, να μειώσει το ποσό του προστίμου· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά και λοιπά έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι αναιρεσείουσες και να λάβει κάθε άλλο μέτρο που θα κρίνει πρόσφορο.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα το κριτήριο για τη στοιχειοθέτηση της «εξ αντικειμένου» παραβάσεως του άρθρου 101, παράγραφος 1, που καθιέρωσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΔΕΕ) στην υπόθεση Cartes Bancaires κατά Επιτροπής, C-67/13 P, ECLI: EU:C:2014:2204 (στο εξής: υπόθεση Cartes Bancaires). Η συμφωνία μεταξύ των αναιρεσειουσών και της H. Lundbeck A/S (στο εξής: Lundbeck), η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 16 Ιουνίου 2002 (στο εξής: συμφωνία), δεν ήταν, ως εκ της φύσεώς της, επιζήμια για τον ανταγωνισμό. Σκοπός της, εκ πρώτης όψεως, ήταν να διευθετήσει διαφορά αφορώσα διπλώματα ευρεσιτεχνίας μεταξύ των αναιρεσειουσών και της Lundbeck. Για να διαπιστωθεί αν η συμφωνία ήταν πράγματι επιζήμια για τον ανταγωνισμό, έπρεπε η Επιτροπή να εξετάσει τα αποτελέσματά της.

2.

Το Γενικό Δικαστήριο κρίνοντας ότι υπήρχε ουσιώδης «δυνητικός ανταγωνισμός» μεταξύ των αναιρεσειουσών και της Lundbeck κατά τον χρόνο συνάψεως της συμφωνίας, προδήλως παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία της δικογραφίας. Η Επιτροπή όφειλε να αποδείξει κατά τρόπο αντικειμενικό ότι οι αναιρεσείουσες είχαν πραγματική και συγκεκριμένη δυνατότητα εισόδου στην αγορά κατά τρόπο οικονομικά βιώσιμο. Από τα αποδεικτικά στοιχεία προέκυψε ότι α) πριν από τη λήξη της συμφωνίας δεν υφίστατο πραγματική ή συγκεκριμένη δυνατότητα εισόδου, ούτε από αντικειμενικής απόψεως ούτε υπό όρους οικονομικής βιωσιμότητας και β) κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη της συμβάσεως, οι αναιρεσείουσες δεν είχαν κανένα κίνητρο να είναι ειλικρινείς όσον αφορά την προθυμία τους να εισέλθουν στην αγορά και εξαπάτησαν την Lundbeck προκειμένου, αφενός, να συμφωνήσει να παρέχει στις αναιρεσείουσες το προϊόν της σε μειωμένη τιμή και, αφετέρου, να καταβάλει πληρωμή στις αναιρεσείουσες. Με τον τρόπο αυτό, επιτράπηκε στις αναιρεσείουσες η άμεση διείσδυση στην αγορά, την οποία, κατ’ ουσίαν, δεν θα μπορούσαν να είχαν επιτύχει διαφορετικά. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη βασική διάκριση μεταξύ των αναιρεσειουσών και των λοιπών παραγωγών γενοσήμων που σύναψαν συμφωνίες με τη Lundbeck, συνιστάμενη στο γεγονός ότι οι αναιρεσείουσες δεν είχαν καμία ρεαλιστική και συγκεκριμένη δυνατότητα λήψεως αδείας κυκλοφορίας στην αγορά εντός των χρονικών πλαισίων της συμφωνίας.

3.

Εν πάση περιπτώσει, καμία χρηματική ποινή δεν θα έπρεπε να επιβληθεί στις αναιρεσείουσες. Κατά τον χρόνο συνάψεως της συμφωνίας, οι κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής δεν μεταχειρίζονταν την εν λόγω συμφωνία ως στοιχειοθετούσα παράβαση «εξ αντικειμένου». Επρόκειτο περί καινοφανούς υποθέσεως, κατά την οποία η Lundbeck προστατεύτηκε, εκ πρώτης όψεως, από τον ανταγωνισμό βάσει των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που κατείχε και των κανονιστικών φραγμών και οι αναιρεσείουσες βελτίωσαν στην πράξη την ικανότητά τους να ανταγωνιστούν την Lundbeck όσον αφορά τη σχετική αγορά, προμηθευόμενες το προϊόν της Lundbeck σε μειωμένες τιμές, το οποίο μπορούσαν να κυκλοφορήσουν με τη δική τους σήμανση. Η χρηματική ποινή των αναιρεσειουσών δεν έλαβε υπόψη το καινοφανές της παραβάσεως και την αδικαιολόγητη καθυστέρηση της Επιτροπής: θα μπορούσε κάλλιστα να είχε ανακοινωθεί η έρευνα στις αναιρεσείουσες τουλάχιστον πέντε έτη πριν από την πραγματική ανακοίνωση.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/23


Αναίρεση που άσκησε στις 18 Νοεμβρίου 2016 η Generics (UK) Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-469/13, Generics (UK) κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-588/16 P)

(2017/C 030/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Generics (UK) Ltd (εκπρόσωποι: I. Vandenborre, advocaat, T. Goetz, Rechtsanwalt)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση ή να λάβει οποιοδήποτε άλλο μέτρο που θα κρίνει προσήκον.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως. Το Γενικό Δικαστήριο δεν απέδειξε ότι οι συμφωνίες διακανονισμού συνιστούν παραβάσεις «εξ αντικειμένου», κατά την έννοια της αποφάσεως Cartes Bancaires. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο δεν εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο οι συμφωνίες διακανονισμού είναι αρκούντως επιζήμιες για τον ανταγωνισμό, χωρίς να απαιτείται να εξεταστούν τα πραγματικά και δυνητικά αποτελέσματα που μπορούν να έχουν στην αγορά. Αντ’ αυτού, το Γενικό Δικαστήριο εκφράζει αμφιβολία και αβεβαιότητα σε σχέση με κρίσιμα σημεία της αναλύσεως των συμφωνιών διακανονισμού.

2.

Επί του δεύτερου λόγου αναιρέσεως. Τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία ερείδονται τα συμπεράσματα του Γενικού Δικαστηρίου δεν πληρούν την απαίτηση της ακρίβειας, της αξιοπιστίας, της συνοχής και της πληρότητας των αποδείξεων, την οποία το Δικαστήριο έχει χαρακτηρίσει αναγκαία για την απόδειξη «εξ αντικειμένου» παραβάσεως.

3.

Επί του τρίτου λόγου αναιρέσεως. Το Γενικό Δικαστήριο αντιστρέφει το βάρος αποδείξεως, επιβάλλοντας στην Generics (UK) να αποδείξει, προς υποστήριξη της νομιμότητας των συμφωνιών διακανονισμού, ότι θα ανέκυπτε με βεβαιότητα ένδικη διαφορά σε περίπτωση που διέθετε το προϊόν σε κυκλοφορία εν γνώσει του κινδύνου κινήσεως ένδικης διαδικασίας, καθώς και ότι η Generics (UK) θα ηττούνταν με βεβαιότητα σε αυτήν.

4.

Επί του τέταρτου λόγου αναιρέσεως. Το Γενικό Δικαστήριο δεν προέβη σε πλήρη έλεγχο της απορρίψεως της εφαρμογής του άρθρου 101, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ από την Επιτροπή.

5.

Επί του πέμπτου λόγου αναιρέσεως. Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθότι υπερέβη τις εξουσίες του όσον αφορά τον δικαστικό έλεγχο, διαπιστώνοντας νέα παράβαση του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, η οποία δεν είχε διατυπωθεί στην προσβαλλόμενη απόφαση και υποκαθιστώντας τις εκτιμήσεις της Επιτροπής με τις δικές του.

6.

Επί του έκτου λόγου αναιρέσεως. Το Γενικό Δικαστήριο δεν προσδιόρισε σαφείς, ακριβείς και συγκλίνουσες ενδείξεις από τις οποίες να συνάγεται ότι η Generics (UK) υπέπεσε στην προβαλλόμενη παράβαση εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, όπως απαιτείται από το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003, του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (1).


(1)  ΕΕ 2003, L 1, σ. 1.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/24


Προσφυγή της 21ης Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-590/16)

(2017/C 030/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή (εκπρόσωποι: Flavia Tomat και Αικατερίνη Κυρατσού)

Καθής: Ελληνική Δημοκρατία

Αιτήματα

να αναγνωριστεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελληνική Δημοκρατία με τη θέσπιση και τη διατήρηση σε ισχύ νομοθεσίας που επιτρέπει την διάθεση πετρελαιοειδών προϊόντων χωρίς την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης από τα πρατήρια της εταιρείας «Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών Α.Ε.» στους Μεθοριακούς Σταθμούς Κήπων Έβρου, Κακαβιάς και Ευζώνων, που βρίσκονται όλα σε περιοχές που συνορεύουν με τρίτες χώρες — συγκεκριμένα με την Τουρκία, την Αλβανία και την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας αντίστοιχα — παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 7 της Οδηγίας 2008/118/ΕΚ (1).

να καταδικάσει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

1.

Σύμφωνα με την από 01-09-2014 αιτιολογημένη γνώμη που απέστειλε η Επιτροπή στις ελληνικές αρχές, η Ελλάδα με την έγκριση της διάθεσης από τα πρατήρια που διατηρεί η εταιρεία «Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών Α.Ε.» στους Μεθοριακούς Σταθμούς Κήπων Έβρου, Κακαβιάς και Ευζώνων πετρελαιοειδών προϊόντων, στα οποία δεν επιβάλλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης έχει παραβεί τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με την Οδηγία 2008/118 για το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης, καθώς δεν θεωρεί ότι η διάθεση αυτή συνιστά πραγματική θέση σε ανάλωση. Ο άμεσος εφοδιασμός οχημάτων με καύσιμα στα πρατήρια αυτά συνιστά θέση σε ανάλωση και υπόκειται στον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

2.

Οι περιπτώσεις απόκλισης από τον βασικό κανόνα, ο οποίος προβλέπει ότι ο φόρος καθίσταται απαιτητός στο κράτος μέλος όπου λαμβάνει χώρα η κατανάλωση, καθορίζονται ρητά από τον νομοθέτη της Ε.Ε. Η εφαρμογή απλουστευμένων διαδικασιών εξαγωγής σε τρίτη χώρα κατά τη διάθεση πετρελαιοειδών προϊόντων που υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης αντιβαίνει στην Οδηγία 2008/118, επειδή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής καμίας από τις σχετικές διατάξεις της.


(1)  ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σελ. 12.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/25


Αναίρεση που άσκησαν στις 18 Νοεμβρίου 2016 οι H. Lundbeck A/S, Lundbeck Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-472/13, H. Lundbeck A/S, Lundbeck Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-591/16 P)

(2017/C 030/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: H. Lundbeck A/S, Lundbeck Ltd (εκπρόσωποι: R. Subiotto QC, Barrister, T. Kuhn, Rechtsanwalt)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Federation of Pharmaceutical Industries and Associations (EFPIA)

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει εν όλω ή εν μέρει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το μέρος που αφορά τις αναιρεσείουσες ή, επικουρικώς, να ακυρώσει τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στις αναιρεσείουσες βάσει της προσβαλλόμενης αποφάσεως ή, επικουρικότερα, να μειώσει σημαντικά τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στις αναιρεσείουσες βάσει της προσβαλλόμενης αποφάσεως·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά και λοιπά έξοδα της παρούσας διαδικασίας καθώς και της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου (στο εξής: ΓΔ)·

καθόσον απαιτείται, να αναπέμψει την υπόθεση στο ΓΔ προκειμένου αυτό να αποφανθεί υπό το πρίσμα της αποφάσεως που θα εκδώσει το Δικαστήριο·

Να λάβει κάθε άλλο μέτρο που θα κρίνει πρόσφορο·

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον πρώτο λόγο οι αναιρεσείουσες προβάλλουν ότι το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο επιβεβαιώνοντας το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η Επιτροπή ότι οι συμφωνίες είχαν ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού. Το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι μια συμφωνία περιορίζει τον ανταγωνισμό εξ αντικειμένου ακόμη και αν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck. Η συμφωνία αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως εκ της φύσεώς της επιβλαβής για τον ανταγωνισμό, επειδή περιλαμβάνει περιορισμούς ανάλογους με εκείνους που θα μπορούσε να είχε επιτύχει ο κάτοχος των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας μέσω δικαστικών αποφάσεων που θα εκδίδονταν για την εφαρμογή των διπλωμάτων του ευρεσιτεχνίας. Μια απλή πληρωμή δεν μπορεί να μετατρέψει μια κατά τα λοιπά νόμιμη και μη προβληματική συμφωνία, όπως είναι μια συμφωνία διακανονισμού για διπλώματα ευρεσιτεχνίας η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των εν λόγω διπλωμάτων, σε περιορισμό του ανταγωνισμού εξ αντικειμένου. Ως εκ τούτου, η συμφωνία GUK για το Ηνωμένο Βασίλειο, την οποία το ΓΔ έκρινε ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck, δεν θα έπρεπε να κριθεί ότι περιορίζει τον ανταγωνισμό εξ αντικειμένου. Το αυτό συμπέρασμα ισχύει και για τις λοιπές πέντε συμφωνίες, επειδή το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο χαρακτηρίζοντας τες ως υπερβαίνουσες το πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck

Με τον δεύτερο λόγο οι αναιρεσείουσες προβάλλουν ότι το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο διότι δεν εφάρμοσε το ορθό νομικό κριτήριο για την εκτίμηση του αν πέντε από τις έξι συμφωνίες περιείχαν περιορισμούς που υπερέβαιναν το πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck. Το ΓΔ θα έπρεπε να αξιολογήσει αν υπήρχε «σύμπτωση βουλήσεων» υπό την έννοια του άρθρου 101 ΣΛΕΕ μεταξύ της Lundbeck και κάθε επιχειρήσεως γενοσήμων ότι η σχετική ή οι σχετικές συμφωνίες, εξαιρουμένης της συμφωνίας GUK για το Ηνωμένο Βασίλειο, επέβαλαν περιορισμούς που υπερέβαιναν το πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck. Η εφαρμογή του κριτηρίου αυτού οδηγεί στο αναπόφευκτο νομικό συμπέρασμα ότι οι συμφωνίες ενέπιπταν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck.

Με τον τρίτο λόγο οι αναιρεσείουσες προβάλλουν ότι ακόμη και αν ήταν ορθός ο νομικός χαρακτηρισμός του ΓΔ ότι πέντε, ή λιγότερες, από τις έξι συμφωνίες δεν ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck, το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι οι συμφωνίες που δεν ενέπιπταν στο πεδίο των εν λόγω διπλωμάτων συνιστούσαν περιορισμό του ανταγωνισμού εξ αντικειμένου. Λαμβανομένων υπόψη του οικονομικού και νομικού τους πλαισίου, οι συμφωνίες δεν ήταν ως εκ της φύσεώς τους επιβλαβείς για τον ανταγωνισμό και δεν είναι συγκρίσιμες με τις συμφωνίες κατανομής της αγοράς, και επομένως το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον δεν αξιολόγησε το αντιπαράδειγμα.

Με τον τέταρτο λόγο οι αναιρεσείουσες προβάλλουν ότι το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων και αιτιολόγησε αντιφατικώς την απόφασή του, επιβεβαιώνοντας το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η Επιτροπή ότι οι επιχειρήσεις γενοσήμων ήταν πραγματικοί ή δυνητικοί ανταγωνιστές της Lundbeck κατά τον χρόνο συνάψεως των συμφωνιών, ανεξάρτητα από το αν τα προϊόντα γενοσήμων παραβίασαν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της Lundbeck. Πρώτον, το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον δεν έλαβε υπόψη την ύπαρξη νομικών φραγμών, δηλαδή τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της Lundbeck, που απαγόρευαν την είσοδο γενοσήμων με προϊόντα κιταλοπράμης που συνιστούσαν παραποίηση. Δεύτερον, το συμπέρασμα του ΓΔ ότι η Lundbeck αμφέβαλλε για το κύρος των διπλωμάτων της ευρεσιτεχνίας πάσχει πλάνη περί το δίκαιο και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων και είναι πλημμελής λόγω αντιφατικής αιτιολογίας. Τρίτον, το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι αποδεικτικά στοιχεία τα οποία είναι μεταγενέστερα της συνάψεως των συμβάσεων, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις προγενέστερα της ημερομηνίας λήξεως των συμβάσεων, δεν είναι δυνατόν να είναι καθοριστικά προκειμένου να εξεταστεί κατά πόσον οι επιχειρήσεις γενοσήμων ήταν δυνητικοί ανταγωνιστές της Lundbeck. Τα έγγραφα αυτά περιλαμβάνουν επιστημονικά στοιχεία που τεκμηριώνουν ότι οι επιχειρήσεις γενοσήμων ή οι δικοί τους παραγωγοί ΔΦΟ παραβίασαν διπλώματα ευρεσιτεχνίας της Lundbeck, προσωρινές διαταγές ή άλλου είδους θεραπευτικά μέτρα που εκδόθηκαν από εθνικά δικαστήρια υπέρ της Lundbeck κατά προϊόντων κιταλοπράμης, και την επιβεβαίωση του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (ΕΓΔΕ) περί του κύρους του διπλώματος ευρεσιτεχνίας για την κρυστάλλωση από κάθε άποψη, η ισχύς των οποίων αμφισβητήθηκε από την Επιτροπή. Τέλος, το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και προέβη σε ελλιπή αιτιολόγηση κρίνοντας ότι όλες οι επιχειρήσεις γενοσήμων είχαν πραγματικές και συγκεκριμένες δυνατότητες να εισέλθουν στην αγορά, χωρίς να αξιολογήσει δεόντως αν είχαν τη δυνατότητα αυτή με κιταλοπράμη που δεν συνιστούσε παραποίηση.

Με τον πέμπτο λόγο οι αναιρεσείουσες προβάλλουν ότι το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο επιβεβαιώνοντας την επιβολή προστίμων στη Lundbeck από την Επιτροπή. Πρώτον, το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο εφαρμόζοντας κατ’ εσφαλμένο τρόπο το κριτήριο της ενοχής. Δεύτερον, το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο επιβεβαιώνοντας το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η Επιτροπή ότι η Lundbeck δεν μπορούσε να αγνοεί ότι η συμπεριφορά της είναι αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού. Τρίτον, το ΓΔ παραβίασε την αρχή της ασφάλειας δικαίου και της μη αναδρομικότητας επιβεβαιώνοντας την επιβολή ενός προστίμου που δεν ήταν συμβολικό.

Με τον έκτο λόγο οι αναιρεσείουσες προβάλλουν, επικουρικώς, ότι το ΓΔ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και προέβη σε ελλιπή αιτιολόγηση επιβεβαιώνοντας τον υπολογισμό της Επιτροπής για τα πρόστιμα που επέβαλε στις αναιρεσείουσες. Η αξία των πωλήσεων επί των οποίων στηρίζονται τα πρόστιμα περιλαμβάνει πωλήσεις της Lundbeck σε ορισμένα κράτη μέλη του ΕΟΧ στα οποία απαγορευόταν πράγματι η είσοδος γενοσήμων, επειδή έλαβαν άδεια κυκλοφορίας (ΑΚ) μόνον μετά τη λήξη των συμφωνιών ή, όσον αφορά την Αυστρία, επειδή το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που προστατεύει τη ΔΦΟ ήταν ακόμη σε ισχύ κατά το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που ήταν σε ισχύ και οι συμφωνίες. Επιπλέον, η υπό κρίση υπόθεση δικαιολογεί την εφαρμογή ενός χαμηλότερου συντελεστή βαρύτητας, ιδίως λόγω του ότι οι συμφωνίες δεν είναι συγκρίσιμες με τις συμπαιγνίες, ενώ η πραγματική γεωγραφική τους εμβέλεια ήταν πολύ πιο περιορισμένη από την σε αυτές αναγραφόμενη γεωγραφική εμβέλεια.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/26


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Νοεμβρίου 2016 ο Viktor Fedorovych Yanukovych κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-346/14, Yanukovych κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-598/16 P)

(2017/C 030/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Viktor Fedorovych Yanukovych (εκπρόσωπος: T. Beazley, QC)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Δημοκρατία της Πολωνίας

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο πενταμελές τμήμα), της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-346/14, κατά το μέρος που ορίζεται στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως, συγκεκριμένα δε τα σημεία 2 και 4 του διατακτικού της εν λόγω αποφάσεως·

να δεχθεί τα αιτήματα τα οποία υπέβαλε ο αναιρεσείων πρωτοδίκως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά το μέρος που ορίζεται ακολούθως, συγκεκριμένα δε:

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/143 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ (1) (στο εξής: δεύτερη τροποποιητική απόφαση)·

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/364 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ (2), και

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/357 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, περί εφαρμογής του κανονισμού (ΕE) 208/2014 (3)·

καθόσον οι πράξεις αυτές αφορούν τον αναιρεσείοντα· και

να καταδικάσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας και σε εκείνα τα οποία αφορούν το αίτημα ακυρώσεως που υποβλήθηκε με το υπόμνημα προσαρμογής.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον έκρινε ότι το κριτήριο περί καταχωρίσεως στον κατάλογο, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, της αποφάσεως 2014/119/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τη δεύτερη τροποποιητική απόφαση, είναι σύμφωνο με τους σκοπούς της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 21 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Γενικό Δικαστήριο δεν δέχθηκε ότι τα προβαλλόμενα πραγματικά περιστατικά υπεξαιρέσεως δημοσίου χρήματος πρέπει, τουλάχιστον, να αποτελούν αντικείμενο εν εξελίξει διώξεως ή άλλης ένδικης διαδικασίας στην οικεία χώρα, σε περίπτωση κατά την οποία, όπως εν προκειμένω, υπάρχουν αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι η χώρα αυτή δεν μπορεί να επιδείξει σταθερό και ικανοποιητικό ιστορικό σεβασμού των θεμελιωδών αρχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή του κράτους δικαίου.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον (1) δεν έκρινε ότι υπήρχαν αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να επιδείξει σταθερό και ικανοποιητικό ιστορικό σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή του κράτους δικαίου και (2) χαρακτήρισε ορισμένες ουκρανικές αρχές, στα αποδεικτικά στοιχεία των οποίων στηρίχθηκε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως ανώτατες δικαστικές αρχές. Το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε περαιτέρω, καθόσον δεν αιτιολόγησε το σκεπτικό του όσον αφορά τα ως άνω σημεία (1) και (2).

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον (1) έκρινε ότι η καταχώριση του ονόματος του αναιρεσείοντος στον κατάλογο, βάσει επιστολής των ουκρανικών αρχών της 10ης Οκτωβρίου 2014, είναι σύμφωνη με το κριτήριο περί καταχωρίσεως στον κατάλογο και (2) έκρινε ότι το Συμβούλιο δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την καταχώριση του ονόματος του αναιρεσείοντος στον κατάλογο.


(1)  Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/143 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία (ΕΕ L 24, σ. 16).

(2)  Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/364 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία (ΕΕ L 62, σ. 25).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/357 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, περί εφαρμογής του κανονισμού (ΕE) 208/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων ενόψει της κατάστασης στην Ουκρανία (ΕΕ L 62, σ. 1).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/27


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Νοεμβρίου 2016 ο Oleksandr Viktorovych Yanukovych κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-348/14, Yanukovych κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-599/16 P)

(2017/C 030/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Oleksandr Viktorovych Yanukovych (εκπρόσωπος: T. Beazley, QC)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο πενταμελές τμήμα), της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-348/14, κατά το μέρος που ορίζεται στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως, συγκεκριμένα δε τα σημεία 2 και 4 του διατακτικού της εν λόγω αποφάσεως·

να δεχθεί τα αιτήματα τα οποία υπέβαλε ο αναιρεσείων πρωτοδίκως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά το μέρος που ορίζεται ακολούθως, συγκεκριμένα δε:

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/143 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ (1) (στο εξής: δεύτερη τροποποιητική απόφαση)·

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/364 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ (2), και

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/357 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, περί εφαρμογής του κανονισμού (ΕE) 208/2014 (3)·

καθόσον οι πράξεις αυτές αφορούν τον αναιρεσείοντα· και

να καταδικάσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας και σε εκείνα τα οποία αφορούν το αίτημα ακυρώσεως που υποβλήθηκε με το υπόμνημα προσαρμογής.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον έκρινε ότι το κριτήριο περί καταχωρίσεως στον κατάλογο, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, της αποφάσεως 2014/119/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τη δεύτερη τροποποιητική απόφαση, είναι σύμφωνο με τους σκοπούς της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 21 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Γενικό Δικαστήριο δεν δέχθηκε ότι τα προβαλλόμενα πραγματικά περιστατικά υπεξαιρέσεως δημοσίου χρήματος πρέπει, τουλάχιστον, να αποτελούν αντικείμενο εν εξελίξει διώξεως ή άλλης ένδικης διαδικασίας στην οικεία χώρα, σε περίπτωση κατά την οποία, όπως εν προκειμένω, υπάρχουν αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι η χώρα αυτή δεν μπορεί να επιδείξει σταθερό και ικανοποιητικό ιστορικό σεβασμού των θεμελιωδών αρχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή του κράτους δικαίου.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον (1) δεν έκρινε ότι υπήρχαν αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να επιδείξει σταθερό και ικανοποιητικό ιστορικό σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή του κράτους δικαίου και (2) χαρακτήρισε ορισμένες ουκρανικές αρχές, στα αποδεικτικά στοιχεία των οποίων στηρίχθηκε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως ανώτατες δικαστικές αρχές. Το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε περαιτέρω, καθόσον δεν αιτιολόγησε το σκεπτικό του όσον αφορά τα ως άνω σημεία (1) και (2).

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον (1) έκρινε ότι η καταχώριση του ονόματος του αναιρεσείοντος στον κατάλογο, βάσει επιστολής των ουκρανικών αρχών της 30ής Δεκεμβρίου 2014, είναι σύμφωνη με το κριτήριο περί καταχωρίσεως στον κατάλογο και (2) έκρινε ότι το Συμβούλιο δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά την καταχώριση του ονόματος του αναιρεσείοντος στον κατάλογο.


(1)  Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/143 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία (ΕΕ L 24, σ. 16).

(2)  Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/364 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/119/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων λόγω της κατάστασης στην Ουκρανία (ΕΕ L 62, σ. 25).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/357 του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 2015, περί εφαρμογής του κανονισμού (ΕE) 208/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων ενόψει της κατάστασης στην Ουκρανία (ΕΕ L 62, σ. 1).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/28


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 η National Iranian Tanker Company κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 14 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-207/15, National Iranian Tanker Company κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-600/16 P)

(2017/C 030/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: National Iranian Tanker Company (εκπρόσωποι: T. de la Mare, QC, M. Lester, QC, J. Pobjoy, Barristers, R. Chandrasekera, S. Ashley, C. Murphy, Solicitors)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, National Iranian Tanker Company κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (υπόθεση T-207/15)·

να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και ειδικότερα:

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/236 του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2015 (1) και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/230 του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2015 (2), καθόσον έχει εφαρμογή στην αναιρεσείουσα·

επικουρικώς, να κρίνει ότι (α) το άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της αποφάσεως 2010/413/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 2010 (3) (όπως τροποποιήθηκε) και (β) το άρθρο 23, παράγραφος 2, στοιχείο δ', του κανονισμού (ΕΕ) 267/2012 του Συμβουλίου της 23ης Μαρτίου 2012 (4) (όπως τροποποιήθηκε), δεν εφαρμόζονται, στο μέτρο που αφορούν την αναιρεσείουσα επειδή είναι παράνομα· και

να καταδικάσει το αναιρεσιβαλλόμενο στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής δίκης και της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεώς της, η αναιρεσείουσα προβάλλει τέσσερις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο υποστηρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένως ότι η απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/236 του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2015 και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/230 του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2015 δεν παραβιάζουν τις αρχές του δεδικασμένου, της ασφαλείας δικαίου, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της τελεσιδικίας ή δεν προσβάλλουν το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής βάσει του άρθρου 47 του Χάρτη της ΕΕ.

2.

Με τον δεύτερο λόγο υποστηρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένως ότι πληρούνταν τα κριτήρια καταχώρισης όσον αφορά την αναιρεσείουσα.

3.

Με τον τρίτο λόγο υποστηρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένως ότι δεν ήταν δυσανάλογη η παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα της αναιρεσείουσας.

4.

Με τον τέταρτο λόγο υποστηρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε απορρίπτοντας το επικουρικό επιχείρημα της αναιρεσείουσας ότι η διασταλτική ερμηνεία των κριτηρίων καταχώρισης τα καθιστά δυσανάλογα.


(1)  Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2015/236 του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2015, για την τροποποίηση της απόφασης 2010/413/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν (EE L 39, σ. 18).

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (EE) 2015/230 του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2015, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 267/2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν (ΕΕ 2015, L 39, σ. 3).

(3)  Απόφαση 2010/413/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 2010, για περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν και για την κατάργηση της κοινής θέσης 2007/140/ΚΕΠΠΑ (ΕΕ 2010, L 195, σ. 39).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 267/2012 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) 961/2010 (ΕΕ 2012, L 88, σ. 1).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/29


Αναίρεση που άσκησαν στις 24 Νοεμβρίου 2016 οι Arrow Group ApS, Arrow Generics Ltd κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-467/13, Arrow Group ApS, Arrow Generics Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-601/16 P)

(2017/C 030/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Arrow Group ApS, Arrow Generics Ltd (εκπρόσωποι: C. Firth, S. Kon, C. Humpe, Solicitors)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 8ης Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-467/13 και/ή να ακυρώσει τα άρθρα 1, 2 και 3 της αποφάσεως C(2013) 3803 τελικό της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2013, στην υπόθεση AT.39226-Lundbeck, καθόσον αφορούν την Arrow· ή

επικουρικώς, να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 8ης Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-467/13 και να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου· ή

επικουρικότερα, να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 8ης Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-467/13, καθόσον με την απόφαση αυτή επικυρώθηκε το πρόστιμο που είχε επιβληθεί στην Arrow βάσει του άρθρου 2 της αποφάσεως C(2013) 3803 τελικό της Επιτροπής αναφορικά με τις συμφωνίες για το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Δανία ή να μειώσει το ποσό του εν λόγω προστίμου· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Arrow.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Πρώτος λόγος: Το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένως το σχετικό κριτήριο ελέγχου περί δυνητικού ανταγωνισμού:

1.

Πρώτον: το Γενικό Δικαστήριο μετέθεσε το βάρος αποδείξεως στην Arrow και απήλλαξε την Επιτροπή από την υποχρέωση αποδείξεως της υπάρξεως δυνητικού ανταγωνισμού.

2.

Δεύτερον: το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη, καθόσον συνήγαγε την ύπαρξη δυνητικού ανταγωνισμού στηριζόμενο σε σειρά υποθέσεων, αντιθέτως προς την αρχή βάσει της οποίας ο δυνητικός ανταγωνισμός προϋποθέτει την ύπαρξη πραγματικής και συγκεκριμένης δυνατότητας εισόδου.

3.

Τρίτον: το Γενικό Δικαστήριο απέδωσε αδικαιολόγητα μεγάλη σημασία στη βούληση της Lundbeck και εκτίμησε εσφαλμένως την αποδεικτική βαρύτητα πραγματικών περιστατικών που έλαβαν χώρα κατόπιν της υπογραφής των συμφωνιών.

4.

Τέταρτον: το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη συνάφεια και τον αντίκτυπο της αποφάσεως του αγγλικού δικαστηρίου στην υπόθεση Paroxetine.

5.

Πέμπτον: το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως συνήγαγε την ύπαρξη δυνητικού ανταγωνισμού από το ότι η Arrow είχε προβεί σε προπαρασκευαστικές ενέργειες για είσοδο στην αγορά.

6.

Έκτον: το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη, καθόσον εφάρμοσε τεκμήριο μη οριστικής ακυρότητας των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck και μη προσβολής των δικαιωμάτων που αντλούνται από τα εν λόγω διπλώματα.

Δεύτερος λόγος: Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη, καθόσον έκρινε ότι οι σχετικές με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας συμφωνίες διακανονισμού είχαν ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού:

1.

Πρώτον: το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι συμφωνία η οποία «δύναται απλώς» να περιορίσει τον ανταγωνισμό δεν συνιστά ως εκ του αντικειμένου παράβαση.

2.

Δεύτερον: το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα, καθόσον χαρακτήρισε, κατ’ ουσίαν, τις συμφωνίες ως συμφωνίες αποκλεισμού από την αγορά.

3.

Τρίτον: το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως έκρινε ότι η Επιτροπή μπορούσε να αποδείξει το αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού αντικείμενο των συμφωνιών χωρίς να χρειαστεί να λάβει υπόψη την κατάσταση που θα επικρατούσε εάν δεν υπήρχαν οι συμφωνίες.

Τρίτος λόγος: Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη, καθόσον δέχθηκε το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η Arrow είχε ενεργήσει εκ προθέσεως ή εξ αμελείας κατά τη διάπραξη της προσαπτόμενης παραβάσεως, και, ως εκ τούτου, δεν θα έπρεπε να έχει επιβληθεί πρόστιμο.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/31


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-111/14, Unitec Bio κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-602/16 P)

(2017/C 030/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Unitec Bio SA, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-111/14, Unitec Bio SA κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει την πρωτοδίκως προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Αργεντινών εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Αργεντινή οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν την πρωτοδίκως προσφεύγουσα, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλε η πρωτοδίκως προσφεύγουσα έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχε ασκήσει η πρωτοδίκως προσφεύγουσα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/32


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-139/14, PT Wilmar Bioenergi Indonesia και PT Wilmar Nabati Indonesia κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-603/16 P)

(2017/C 030/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: PT Wilmar Bioenergi Indonesia, PT Wilmar Nabati Indonesia, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-139/14, PT Wilmar Bioenergi Indonesia και PT Wilmar Nabati Indonesia κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει τις πρωτοδίκως προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Ινδονήσιων εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Ινδονησία οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν τις πρωτοδίκως προσφεύγουσες, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που δέχθηκε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον έκτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλαν οι πρωτοδίκως προσφεύγουσες έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχαν ασκήσει οι πρωτοδίκως προσφεύγουσες.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/33


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-121/14, PT Pelita Agung Agrindustri κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-604/16 P)

(2017/C 030/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: PT Pelita Agung Agrindustri, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-121/14, PT Pelita Agung Agrindustri κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει την πρωτοδίκως προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Ινδονήσιων εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Ινδονησία οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν την πρωτοδίκως προσφεύγουσα, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που δέχθηκε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως που προέβαλε η πρωτοδίκως προσφεύγουσα έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχε ασκήσει η πρωτοδίκως προσφεύγουσα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/34


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-120/14, PT Ciliandra Perkasa κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-605/16 P)

(2017/C 030/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: PT Ciliandra Perkasa, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-120/14, PT Ciliandra Perkasa κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει την πρωτοδίκως προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Ινδονήσιων εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Ινδονησία οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν την πρωτοδίκως προσφεύγουσα, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που δέχθηκε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλε η πρωτοδίκως προσφεύγουσα έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχε ασκήσει η πρωτοδίκως προσφεύγουσα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/35


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-80/14, PT Musim Mas κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-606/16 P)

(2017/C 030/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: PT Perindustrian dan Perdagangan Musim Semi Mas (PT Musim Mas), Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-80/14, PT Perindustrian dan Perdagangan Musim Semi Mas (PT Musim Mas) κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει την πρωτοδίκως προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Ινδονήσιων εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως..

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Ινδονησία οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν την πρωτοδίκως προσφεύγουσα, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που δέχθηκε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με το δεύτερο σκέλος του δευτέρου λόγου ακυρώσεως που προέβαλε η πρωτοδίκως προσφεύγουσα έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχε ασκήσει η πρωτοδίκως προσφεύγουσα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/36


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στις υποθέσεις T-112/14 έως T-116/14 και T-119/14, Molinos Río de la Plata κ.λπ. κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-607/16 P)

(2017/C 030/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Molinos Río de la Plata SA, Oleaginosa Moreno Hermanos SACIFI y A, Vicentin SAIC, Aceitera General Deheza SA, Bunge Argentina SA, Cámara Argentina de Biocombustibles (Carbio), Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί των υποθέσεων T-112/14 έως T-116/14 και T-119/14, Molinos Río de la Plata SA κ.λπ. κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει τις πρωτοδίκως ασκηθείσες προσφυγές ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει τις πρωτοδίκως προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Αργεντινών εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Αργεντινή οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν τις πρωτοδίκως προσφεύγουσες, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλαν οι πρωτοδίκως προσφεύγουσες έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει τις προσφυγές.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη των προσφυγών με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού τις οποίες είχαν ασκήσει οι πρωτοδίκως προσφεύγουσες.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/37


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-117/14, Cargill κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-608/16 P)

(2017/C 030/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Cargill SACI, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-117/14, Cargill SACI κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει την πρωτοδίκως προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Αργεντινών εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Αργεντινή οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν την πρωτοδίκως προσφεύγουσα, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλε η πρωτοδίκως προσφεύγουσα έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχε ασκήσει η πρωτοδίκως προσφεύγουσα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/38


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Νοεμβρίου 2016 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, στην υπόθεση T-118/14, LDC Argentina κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-609/16 P)

(2017/C 030/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: H. Marcos Fraile, N. Tuominen, avocat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: LDC Argentina SA, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Biodiesel Board (EBB)

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2016, η οποία εκδόθηκε επί της υποθέσεως T-118/14, LDC Argentina SA κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η οποία επιδόθηκε στο Συμβούλιο στις 16 Σεπτεμβρίου 2016·

να απορρίψει την πρωτοδίκως ασκηθείσα προσφυγή ακυρώσεως του προσβαλλομένου κανονισμού· και

να καταδικάσει την πρωτοδίκως προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Συμβούλιο στο πλαίσιο αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Επικουρικώς,

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο εφήρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αποφανθεί αν το Συμβούλιο διέθετε αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι οι εγχώριες τιμές των πρώτων υλών που ήταν καταχωρισμένες στα βιβλία των οικείων Αργεντινών εξαγωγέων αποτελούσαν το αντικείμενο στρεβλώσεων, έτσι ώστε να δικαιολογείται η απόφαση να μη ληφθούν υπόψη και η εκ μέρους του Συμβουλίου χρήση της μεθόδου η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο, του βασικού κανονισμού (1). Με τον τρόπο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επέβαλε στο εν λόγω θεσμικό όργανο ιδιαιτέρως επαχθές βάρος αποδείξεως.

2.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση του ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν τα θεσμικά όργανα δεν ήταν επαρκή για να αποδειχθεί ότι υφίστατο ουσιώδης στρέβλωση των τιμών των κύριων πρώτων υλών στην Αργεντινή οφειλόμενη στο σύστημα ΔΦΕ.

3.

Τρίτον, το διατακτικό της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, βάσει του οποίου ακυρώνονται οι δασμοί αντιντάμπινγκ στο μέτρο που αφορούν την πρωτοδίκως προσφεύγουσα, στερείται αναλογικότητας σε σχέση με τον μόνο λόγο ακυρώσεως που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο, προσδίδει δε στη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας μη προσήκοντα αποτελέσματα.

4.

Το Συμβούλιο θα καταδείξει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει πλειστάκις πλάνη περί το δίκαιο θίγουσα το κύρος της. Το Συμβούλιο υποστηρίζει επιπλέον ότι τα πραγματικά περιστατικά τα οποία παρατίθενται με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλε η πρωτοδίκως προσφεύγουσα έχουν αποδειχθεί επαρκώς ώστε το Δικαστήριο να δύναται να αποφανθεί επί του λόγου αυτού και να απορρίψει την προσφυγή.

5.

Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο ζητεί την αναίρεση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και την απόρριψη της προσφυγής με αίτημα την ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού την οποία είχε ασκήσει η πρωτοδίκως προσφεύγουσα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51) (βασικός κανονισμός).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/39


Αναίρεση που άσκησαν στις 25 Νοεμβρίου 2016 οι Xellia Pharmaceuticals ApS, Alpharma, LLC, πρώην Zoetis Products LLC, κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-471/13, Xellia Pharmaceuticals ApS, Alpharma κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-611/16 P)

(2017/C 030/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Xellia Pharmaceuticals ApS, Alpharma, LLC, πρώην Zoetis Products LLC (εκπρόσωπος: D.W. Hull, Solicitor)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει εν όλω ή εν μέρει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση της Επιτροπής·

να ακυρώσει ή να μειώσει ουσιωδώς το επιβληθέν πρόστιμο·

επικουρικώς, να παραπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προκειμένου αυτό να εξετάσει εκ νέου την υπόθεση, σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεώς τους αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες προβάλλουν εννέα λόγους, οι οποίοι αντλούνται από νομικά σφάλματα στα οποία υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο.

1.

Το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να αξιολογήσει αν η Alpharma ήταν δυνητικός ανταγωνιστής στο πλαίσιο στο οποίο τα προϊόντα της προσέβαλλαν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της Lundbeck. Ελλείψει στοιχείων που να αποδεικνύουν ότι τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της Lundbeck ήταν αδύναμα, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας πρέπει να θεωρούνται έγκυρα και η είσοδος στην αγορά με παραποιημένα προϊόντα παράνομη.

2.

Το Γενικό Δικαστήριο, μολονότι δέχθηκε ότι η Alpharma ανακάλυψε ότι το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας θα χορηγούνταν στη Lundbeck λίγο πριν τη συναλλαγή και ότι τα προϊόντα της προσέβαλλαν τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της Lundbeck, εντούτοις δεν εξέτασε αν η Επιτροπή είχε αποδείξει ότι η είσοδος της Alpharma στην αγορά εξακολουθούσε να συνιστά οικονομικώς βιώσιμη στρατηγική υπό το πρίσμα των πρόσθετων αυτών εμποδίων για την είσοδο στην αγορά. Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο στηρίχθηκε σε αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δεν μνημονεύονται στην απόφαση της Επιτροπής και μετέθεσε εσφαλμένα στις προσφεύγουσες το βάρος αποδείξεως όσον αφορά την αντίκρουση του ισχυρισμού της Επιτροπής ότι η Alpharma ήταν δυνητικός ανταγωνιστής.

3.

Το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να εκτιμήσει αν η συμφωνία διακανονισμού συνιστούσε «εξ αντικειμένου» περιορισμό του ανταγωνισμού, δεδομένου ότι δεν εξέτασε αν η Επιτροπή είχε αποδείξει επαρκώς ότι η συμφωνία διακανονισμού ενδέχετο να έχει αρνητικές συνέπειες και ότι δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν είχε προηγούμενη εμπειρία σε τέτοιες συμφωνίες διακανονισμού στον τομέα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

4.

Το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε αν η Επιτροπή είχε αποδείξει ότι ο περιορισμός τον οποίο προέβλεπε η συμφωνία διακανονισμού υπερέβαινε την έκταση ισχύος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

5.

Το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να εκτιμήσει αν η έρευνα της Επιτροπής είχε υπερβολική διάρκεια και αν συνιστούσε προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας των προσφευγουσών.

6.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα καθόσον επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής να απευθύνει την απόφαση στη Zoatis (νυν Alpharma LLC), αλλά όχι στη Merck Generics Holding GmbH, παρά το γεγονός ότι η διάκριση στην οποία προέβη η Επιτροπή μεταξύ των δύο αυτών εταιριών ήταν εντελώς αστήρικτη.

7.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον έκρινε ότι το ισχύον νομικό καθεστώς ήταν αρκούντως σαφές κατά την ημερομηνία της συμφωνίας διακανονισμού ώστε οι προσφεύγουσες να έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν σαφώς τα δικαιώματά τους και τις υποχρεώσεις τους και να λαμβάνουν αναλόγως τα μέτρα τους.

8.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα καθόσον επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή ουδόλως έλαβε υπόψη τη βαρύτητα της προβαλλομένης παραβάσεως κατά τον καθορισμό του ποσού του προστίμου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 23, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003 (1).

9.

Το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένο νομικό κριτήριο προκειμένου να προσδιορίσει το κρίσιμο έτος για τον υπολογισμό του ανωτάτου ορίου 10 % επί του ποσού του επιβληθέντος στην A.L. Industrier προστίμου.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/40


Αναίρεση που άσκησε στις 28 Νοεμβρίου 2016 η Merck KGaA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 8 Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση T-470/13, Merck KGaA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-614/16 P)

(2017/C 030/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Merck KGaA (εκπρόσωποι: B. Bär-Bouyssière, Rechtsanwalt, S. Smith, Solicitor, R. Kreisberger, Barrister, D. Mackersie, Advocate)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Generics (UK) Ltd

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την πρώτη παράγραφο του διατακτικού της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου·

να ακυρώσει τα άρθρα 1, παράγραφος 1, 2, παράγραφος 1 της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τα άρθρα 3 και 4 καθόσον αφορούν τη Merck·

επικουρικώς, να ακυρώσει ή να μειώσει την ποινή που επιβλήθηκε στη Merck·

να αναιρέσει τη δεύτερη παράγραφο του διατακτικού της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου και να διατάξει την Επιτροπή να φέρει τα δικά της δικαστικά έξοδα και τα δικαστικά έξοδα της Merck, όσον αφορά τόσο την πρωτοβάθμια, όσο και την κατ’ αναίρεση δίκη.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον έκρινε ότι οι συμφωνίες διακανονισμού για διπλώματα ευρεσιτεχνίας (στο εξής: συμφωνίες διακανονισμού) οι οποίες συνήφθησαν μεταξύ της Generics (UK) (στο εξής: GUK) και της Lundbeck συνιστούσαν περιορισμό εξ αντικειμένου βάσει του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ:

i.

Με το πρώτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη ως προς το εφαρμοστέο νομικό κριτήριο και την ορθή προσέγγιση προκειμένου να κριθεί εάν οι συμφωνίες μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως περιορισμοί εξ αντικειμένου, ιδίως βάσει των νομικών αρχών που εξαγγέλθηκαν στην απόφαση CB, C-67/13 P.

ii.

Με το δεύτερο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον δεν ανέλυσε εάν, βάσει της διατυπώσεώς τους, οι συμφωνίες διακανονισμού ήταν αρκούντως επιβλαβείς.

iii.

Με το τρίτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι οι συμφωνίες διακανονισμού ήταν αρκούντως επιβλαβείς, με το σκεπτικό ότι ισοδυναμούσαν με συμφωνίες αποκλεισμού από την αγορά.

iv.

Με το τέταρτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι οι συμφωνίες διακανονισμού ήταν αρκούντως επιβλαβείς, λόγω του ότι με αυτές αποτρεπόταν δικαστική διένεξη με αβέβαιο αποτέλεσμα.

v.

Με το πέμπτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον αντιμετώπισε την πληρωμή στην GUK δυνάμει των συμφωνιών διακανονισμού ως ένα εκ των κύριων στοιχείων του περιορισμού εξ αντικειμένου.

vi.

Με το έκτο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον βασίστηκε σε πραγματικά στοιχεία πέραν της διατυπώσεως των συμφωνιών διακανονισμού προκειμένου να θεμελιώσει την κρίση του ότι υφίσταται περιορισμός εξ αντικειμένου.

vii.

Με το έβδομο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι οι συμφωνίες διακανονισμού σχετικά με τον ΕΟΧ υπερέβαιναν το πλαίσιο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας της Lundbeck.

2.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον έκρινε ότι η GUK και η Lundbeck ήταν δυνητικοί ανταγωνιστές κατά τον χρόνο που συνήφθησαν οι συμφωνίες διακανονισμού για διπλώματα ευρεσιτεχνίας:

viii.

Με το όγδοο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον δεν έκρινε εάν οι οκτώ δρόμοι προς την αγορά που επισήμανε η Επιτροπή ήταν οικονομικώς βιώσιμοι, ή πρακτικώς δυνατοί, για την GUK εντός ολίγου χρόνου.

ix.

Με το ένατο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον αντέστρεψε το βάρος αποδείξεως σχετικά με τον δυνητικό ανταγωνισμό.

x.

Με το δέκατο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι το γεγονός ότι οι ενδιαφερόμενοι είχαν συνάψει τις συμφωνίες διακανονισμού ήταν σχετικό με την εκτίμηση του δυνητικού ανταγωνισμού.

xi.

Με το ενδέκατο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον δεν αναγνώρισε ότι η εκτίμηση του δυνητικού ανταγωνισμού δεν προσφερόταν προς εκτίμηση στο πλαίσιο της «εξ αντικειμένου» εκτιμήσεως.

3.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον επικύρωσε το πρόστιμο το οποίο είχε επιβληθεί από την Επιτροπή στην αναιρεσείουσα:

xii.

Με το δωδέκατο επιχείρημα, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι η Επιτροπή ήταν αρμόδια να επιβάλει πρόστιμο στην αναιρεσείουσα ή, επικουρικώς, να επιβάλει πρόστιμο το οποίο δεν ήταν απλώς και μόνο συμβολικό.


Γενικό Δικαστήριο

30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/42


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Al-Ghabra κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-248/13) (1)

([Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας - Περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν - Κανονισμός (ΕΚ) 881/2002 - Δέσμευση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων προσώπου το οποίο περιλαμβάνεται σε κατάλογο καταρτισθέντα από όργανο των Ηνωμένων Εθνών - Εγγραφή του ονόματος του προσώπου αυτού στον κατάλογο του παραρτήματος I του κανονισμού 881/2002 - Προσφυγή ακυρώσεως - Εύλογη προθεσμία - Υποχρέωση ελέγχου και επαληθεύσεως του βασίμου των προβαλλόμενων αιτιολογιών - Δικαστικός έλεγχος])

(2017/C 030/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Mohammed Al-Ghabra (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: E. Grieves, barrister, και J. Carey, solicitor)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: αρχικά Μ. Κωνσταντινίδης, T. Scharf και F. Erlbacher, στη συνέχεια Μ. Κωνσταντινίδης και F. Erlbacher)

Παρεμβαίνοντες υπέρ της καθής: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: αρχικά S. Behzadi-Spencer και V. Kaye, στη συνέχεια V. Kaye, στη συνέχεια S. Brandon, και στο τέλος C. Crane, επικουρούμενοι από τον T. Eicke, QC), Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: J.-P. Hix και E. Finnegan)

Αντικείμενο

Προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την ακύρωση, αφενός, του κανονισμού (ΕΚ) 14/2007 της Επιτροπής, της 10ης Ιανουαρίου 2007, που τροποποιεί για 74η φορά τον κανονισμό (ΕΚ) 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 467/2001 του Συμβουλίου (ΕΕ 2007, L 6, σ. 6), στο μέτρο που αφορά τον προσφεύγοντα, και, αφετέρου, της αποφάσεως Ares (2013) 188023 της Επιτροπής, της 6ης Μαρτίου 2013, με την οποία βεβαιώνεται η διατήρηση του ονόματος του προσφεύγοντος στον κατάλογο των προσώπων και των οντοτήτων για τα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) 881/2002 του Συμβούλιου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 467/2001 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών στο Αφγανιστάν, την ενίσχυση της απαγόρευσης πτήσεων και την παράταση της δέσμευσης κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων όσον αφορά τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν (ΕΕ 2002, L 139, σ. 9).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη στο μέτρο που με αυτή ζητείται η ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 14/2007 της Επιτροπής, της 10ης Ιανουαρίου 2007, που τροποποιεί για 74η φορά τον κανονισμό (ΕΚ) 881/2002 του Συμβουλίου, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 467/2001 του Συμβουλίου, στο μέτρο που αυτός αφορά τον Mohammed Al Ghabra.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή ως αβάσιμη κατά τα λοιπά.

3)

Ο M. Al-Ghabra φέρει τα δικαστικά του έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

4)

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  EE C 9 της 11.1.2014.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/43


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — European Dynamics Luxembourg και Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-764/14) (1)

([Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών - Διαδικασία διαγωνισμού - Τεχνική βοήθεια, ανάπτυξη και υλοποίηση συστήματος τελωνειακής διαμετακόμισης της ASEAN (ACTS) - Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου - Ανάθεση της συμβάσεως σε άλλο διαγωνιζόμενο - Κριτήρια επιλογής - Κριτήρια αναθέσεως - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως - Ίση μεταχείριση - Διαφάνεια])

(2017/C 030/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: European Dynamics Luxembourg SA (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) και Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ (Αθήνα, Ελλάδα) (εκπρόσωποι: αρχικώς Μ. Σφυρή και Ι. Αμπαζής, δικηγόροι, στη συνέχεια Μ. Σφυρή)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: αρχικώς S. Bartelt και Ά. Μαρκουλλή, στη συνέχεια S. Bartelt και Μ. Κωνσταντινίδης)

Αντικείμενο

Προσφυγή, βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής, της 5ης Σεπτεμβρίου 2014, με την οποία, αφενός, απορρίφθηκε η προσφορά που υπέβαλαν οι προσφεύγουσες στο πλαίσιο της προκηρύξεως κλειστού διαγωνισμού με στοιχεία EuropeAid/135040/C/SER/MULTI που αφορά την ανάπτυξη αυτοματοποιημένου συστήματος τελωνειακής διαμετακόμισης της ASEAN (ASEAN Customs Transit System) και, αφετέρου, ανατέθηκε η σχετική σύμβαση σε άλλο διαγωνιζόμενο.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη European Dynamics Luxembourg SA και την Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 26 της 26.1.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/43


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Printeos κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-95/15) (1)

([Ανταγωνισμός - Συμπράξεις - Ευρωπαϊκή αγορά τυποποιημένων φακέλων βάσει καταλόγου και ειδικών τυπωμένων φακέλων - Απόφαση με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ - Συντονισμός των τιμών πωλήσεως και κατανομή της πελατείας - Διαδικασία διευθέτησης διαφορών - Πρόστιμα - Βασικό ποσό - Κατ’ εξαίρεση προσαρμογή - Ανώτατο όριο 10 % επί του συνολικού κύκλου εργασιών - Άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Ίση μεταχείριση])

(2017/C 030/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Printeos, SA (Alcalá de Henares, Ισπανία), Tompla Sobre Exprés, SL (Alcalá de Henares), Tompla Scandinavia AB (Στοκχόλμη, Σουηδία), Tompla France SARL (Fleury-Mérogis, Γαλλία), Tompla Druckerzeugnisse Vertriebs GmbH (Leonberg, Γερμανία) (εκπρόσωποι: H. Brokelmann και P. Martínez-Lage Sobredo, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: F. Castilla Contreras, F. Jimeno Fernández και C. Urraca Caviedes)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα τη μερική ακύρωση της αποφάσεως C(2014) 9295 τελικό της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου [101 ΣΛΕΕ] και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (AT.39780 — Φάκελοι) και, επικουρικώς, τη μείωση του προστίμου που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο ε', της αποφάσεως C(2014) 9295 τελικό της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου [101 ΣΛΕΕ] και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (AT.39780 — Φάκελοι)

2)

Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 127 της 20.4.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/44


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 — PAL-Bullermann κατά EUIPO — Symaga (PAL)

(Υπόθεση T-397/15) (1)

((Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία για την κήρυξη εκπτώσεως - Εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης PAL - Μερική κήρυξη εκπτώσεως - Ουσιαστική χρήση του σήματος - Άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο α', και άρθρο 51, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 - Σχήμα που διαφέρει από το καταχωρισθέν σήμα - Κανόνας 22, παράγραφοι 3 και 4, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95))

(2017/C 030/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: PAL-Bullermann GmbH (Friesoythe-Markhausen, Γερμανία) (εκπρόσωπος: J. Eberhardt, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης) (εκπρόσωπος: D. Walicka)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Symaga, SA (Villarta de San Juan, Ισπανία) (εκπρόσωπος: A. Tarí Lázaro, δικηγόρος)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 7ης Μαΐου 2015 (απόφαση R 1626/2014-1), σχετικά με διαδικασία κηρύξεως εκπτώσεως μεταξύ της PAL-Bullermann και της Symaga.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την PAL-Bullermann GmbH στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 302 της 14.9.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/45


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Guiral Broto κατά EUIPO — Gastro & Soul (Café del Sol)

(Υπόθεση T-548/15) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Café del Sol - Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Café del Sol - Παράλειψη προσκομίσεως αποδεικτικών στοιχείων στη γλώσσα διαδικασίας της ανακοπής - Άρθρα 75 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 - Κανόνες 19 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 - Δικαιώματα άμυνας])

(2017/C 030/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ramón Guiral Broto (Marbella, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. L. de Castro Hermida, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: H. O’Neill)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO: Gastro & Soul GmbH (Hildesheim, Γερμανία)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 16ης Ιουλίου 2015 (υπόθεση R 2755/2014-5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Guiral Broto και Gastro & Soul.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 16ης Ιουλίου 2015 (υπόθεση R 2755/2014-5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Ramón Guiral Broto και Gastro & Soul GmbH.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Το EUIPO και ο Guiral Broto φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  EE C 398 της 30.11.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/45


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Guiral Broto κατά EUIPO — Gastro & Soul (CAFE DEL SOL)

(Υπόθεση T-549/15) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης CAFE DEL SOL - Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Café del Sol - Παράλειψη προσκομίσεως αποδεικτικών στοιχείων στη γλώσσα διαδικασίας της ανακοπής - Άρθρα 75 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 - Κανόνες 19 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 - Δικαιώματα άμυνας])

(2017/C 030/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Ramón Guiral Broto (Marbella, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. L. de Castro Hermida, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: H. O’Neill)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO: Gastro & Soul GmbH (Hildesheim, Γερμανία)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 16ης Ιουλίου 2015 (υπόθεση R 1888/2014-5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Guiral Broto και Gastro & Soul.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 16ης Ιουλίου 2015 (υπόθεση R 1888/2014-5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Ramón Guiral Broto και Gastro & Soul GmbH.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Το EUIPO και ο Guiral Broto φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  EE C 381 της 16.11.2015.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/46


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Puro Italian Style κατά EUIPO (smartline)

(Υπόθεση T-744/15) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης smartline - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009])

(2017/C 030/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Puro Italian Style SpA (Μόντενα, Ιταλία) (εκπρόσωπος: F. Terrano, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: L. Rampini)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 7ης Οκτωβρίου 2015 (υπόθεση R 2258/2014-1), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σημείου smartline ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Puro Italian Style SpA φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και εκείνα στα οποία υποβλήθηκε το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO).


(1)  EE C 78 της 29.2.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/46


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 — Scorpio Poland κατά EUIPO — Eckes-Granini Group (YO!)

(Υπόθεση T-745/15) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης YO! - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα YO - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009])

(2017/C 030/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Scorpio Poland, πρώην FH Scorpio (Łódź, Πολωνία) (εκπρόσωπος: R. Rumpel, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: A. Schifko και E. Śliwińska)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Eckes-Granini Group GmbH (Nieder-Olm, Γερμανία) (εκπρόσωπος: W. Berlit, δικηγόρος)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 2ας Οκτωβρίου 2015 (υπόθεση R 1546/2014-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Eckes-Granini Group και FH Scorpio.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Scorpio Poland στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 59 της 15.2.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/47


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Sovena Portugal — Consumer Goods κατά EUIPO — Mueloliva (FONTOLIVA)

(Υπόθεση T-24/16) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Διεθνής καταχώριση βάσει της οποίας παρέχεται προστασία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Λεκτικό σήμα FONTOLIVA - Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα FUENOLIVA - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Εγκυρότητα της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος - Προβολή νέων πραγματικών περιστατικών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου - Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος - Εξουσία μεταρρυθμίσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, και άρθρα 65 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009])

(2017/C 030/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Sovena Portugal — Consumer Goods, SA (Algés, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: D. Martins Pereira, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: L. Rampini)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO: Mueloliva, SL (Κόρδοβα, Ισπανία)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 4ης Νοεμβρίου 2015 (υπόθεση R 1813/2014-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Mueloliva και της Sovena Portugal — Consumer Goods.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 4ης Νοεμβρίου 2015 (υπόθεση R 1813/2014-2).

2)

Απορρίπτει την ανακοπή που είχε ασκήσει η Mueloliva, SL κατά της διεθνούς καταχωρίσεως βάσει της οποίας παρέχεται προστασία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά το λεκτικό σήμα FONTOLIVA, του οποίου την καταχώριση είχε ζητήσει η Sovena Portugal — Consumer Goods, SA.

3)

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

4)

Το EUIPO φέρει τα δικαστικά έξοδά του, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Sovena Portugal — Consumer Goods όσον αφορά την ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία.

5)

Έκαστος εκ των EUIPO και Mueloliva φέρει το ήμισυ των αναγκαίων εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η Sovena Portugal — Consumer Goods όσον αφορά την ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO διαδικασία.


(1)  EE C 106 της 21.3.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/48


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016 — Apax Partners κατά EUIPO — Apax Partners Midmarket (APAX)

(Υπόθεση T-58/16) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης APAX - Προγενέστερο διεθνές λεκτικό σήμα APAX - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Ομοιότητα των προϊόντων ή υπηρεσιών - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία α' και β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009])

(2017/C 030/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Apax Partners LLP (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: D. Rose, J. Warner και J. Curry, Solicitors)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: A. Folliard-Monguiral και I. Moisescu)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Apax Partners Midmarket (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωπος: C. Moyou Joly, δικηγόρος)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 26ης Νοεμβρίου 2015 (υπόθεση R 1441/2014-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Apax Partners Midmarket και Apax Partners.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την APAX Partners LLP στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των αναγκαίων εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η APAX Partners Midmarket στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO).


(1)  EE C 111 της 29.3.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/48


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2016 — Grid applications κατά EUIPO (APlan)

(Υπόθεση T-154/16) (1)

([Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης APlan - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Περιγραφικός χαρακτήρας - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009])

(2017/C 030/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Grid applications GmbH (Βιέννη, Αυστρία) (εκπρόσωπος: M. Meyenburg, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης) (εκπρόσωπος: H. Kunz)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 15ης Φεβρουαρίου 2016 (υπόθεση R 1819/2015-4), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σημείου APlan ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Grid applications GmbH στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 200 της 6.6.2016.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/49


Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2016 — Vorarlberger Landes- und Hypothekenbank κατά SRB

(Υπόθεση T-809/16)

(2017/C 030/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Vorarlberger Landes- und Hypothekenbank AG (Bregenz, Αυστρία) (εκπρόσωπος: G. Eisenberger, δικηγόρος)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (SRB)

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την από 15 Απριλίου 2016 απόφαση του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης SRB/ES/SRF/2016/06 [«Decision of the Executive Session of the Board of 15 April 2016 on the 2016 ex-ante contributions to the Single Resolution Fund (SRB/ES/SRF/2016/06)»], καθώς και την από 20 Μαΐου 2016 απόφαση του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης SRB/ES/SRF/2016/13 [«Decision of the Executive Session of the Board of 20 May 2016 on the adjustment of the 2016 ex-ante contributions to the Single Resolution Fund supplementing the Decision of the Executive Session of the Board of 15 April 2016 on the 2016 ex-ante contributions to the Single Resolution Fund (SRB/ES/SRF/2016/13)»], στο μέτρο τουλάχιστον που οι αποφάσεις αυτές αφορούν την προσφεύγουσα·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως.

Πρώτος λόγος ακυρώσεως: κατάφωρη παράβαση ουσιώδους τύπου λόγω ελλιπούς (πλήρους) κοινοποιήσεως των προσβαλλόμενων αποφάσεων.

Δεύτερος λόγος ακυρώσεως: κατάφωρη παράβαση ουσιώδους τύπου λόγω ελλιπούς αιτιολογήσεως των προσβαλλόμενων αποφάσεων.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/49


Προσφυγή της 18ης Νοεμβρίου 2016 — Di Bernardo κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-811/16)

(2017/C 030/57)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Danilo Di Bernardo (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi και T. Martin, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της 10ης Αυγούστου 2016, με την οποία η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού EPSO/AST-SC/03/15 απέκλεισε τον προσφεύγοντα από τον εν λόγω διαγωνισμό·

να καταδικάσει, εν πάση περιπτώσει, την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει δύο λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από πρόδηλες πλάνες εκτιμήσεως εκ μέρους της εξεταστικής επιτροπής κατά την αξιολόγηση της επαγγελματικής πείρας του προσφεύγοντος.

2.

Ο δεύτερος λόγος, που προβάλλεται επικουρικώς, αντλείται από ανεπαρκή αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως λόγω μη κοινοποιήσεως στον προσφεύγοντα των κριτηρίων επιλογής που υιοθέτησε η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/50


Προσφυγή της 21ης Νοεμβρίου 2016 — Abes κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-813/16)

(2017/C 030/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Abes — companhia de assistência, bem-estar e serviços para seniores, L.da (São Pedro de Tomar, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: N. Mimoso Ruiz, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει νομοτύπως κατατεθείσα και παραδεκτή την προσφυγή ακυρώσεως, βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ και για τους σκοπούς του άρθρου 264 ΣΛΕΕ·

να ακυρώσει την απόφαση C(2016) 5054 της 9ης Αυγούστου 2016, βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, καθόσον η Επιτροπή εκτιμά ότι το περιγραφόμενο στην καταγγελία μέτρο δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ·

να ακυρώσει την απόφαση C(2016) 5054 της 9ης Αυγούστου 2016, βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, καθόσον η Επιτροπή εκτιμά ότι, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι το περιγραφόμενο στην καταγγελία μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση, αυτή είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΣΛΕΕ·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, καθώς και στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από πλημμελή αιτιολογία. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η απόφαση στερείται αιτιολογίας, καθόσον η Επιτροπή εκτίμησε σε αυτήν ότι, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι το μέτρο συνιστά ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, αυτή θα είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ', ΣΛΕΕ, χωρίς να αιτιολογήσει το συμπέρασμα αυτό.

2.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως. Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι η απόφαση στερείται αιτιολογίας, στο μέτρο που αναφέρεται στις συνέπειες του μέτρου ενισχύσεως στον ανταγωνισμό και στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, δεδομένου ότι οι λόγοι που οδήγησαν την Επιτροπή να διαπιστώσει ότι οι συνέπειες του επίμαχου μέτρου ενισχύσεως στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών είναι αμιγώς υποθετικές ή εικαζόμενες και ότι, ακόμη και αν υφίστανται, έχουν μόνο οριακό χαρακτήρα, δεν θεμελιώνονται και προωθούν, στην πράξη, την επιπλέον λήψη παρόμοιων ad hoc μέτρων ενισχύσεως, όχι μόνο στην περιοχή Tomar, αλλά και σε ολόκληρη τη χώρα, με εγγενείς συνέπειες αποθαρρύνσεως των εθνικών επενδύσεων και των επενδύσεων από άλλα κράτη μέλη.

3.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, καθόσον η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή i) δεν εξέτασε με τη δέουσα προσοχή και αντικειμενικότητα εάν η επίμαχη ενίσχυση μπορεί να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, ii) δεν έλαβε υπόψη την ανυπαρξία ορίου ή ελάχιστου ποσοστού κάτω του οποίου μπορεί να θεωρηθεί εκ προοιμίου ότι οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών δεν επηρεάζονται, iii) δεν έλαβε υπόψη ότι ο επηρεασμός των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών δεν εξαρτάται από τον τοπικό ή περιφερειακό χαρακτήρα των παρεχόμενων υπηρεσιών ούτε από τη σημασία της επίμαχης δραστηριότητας, iv) δεν τόνισε επαρκώς ότι, όταν ενίσχυση χορηγηθείσα από το κράτος ενισχύει τη θέση επιχειρήσεως έναντι άλλων ανταγωνιστικών επιχειρήσεων, πρέπει να θεωρείται ότι οι ανταγωνιστικές της δικαιούχου επιχειρήσεις απολαύουν λιγότερο ευνοϊκών συνθηκών για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων στο εν λόγω κράτος.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/51


Προσφυγή της 22ας Νοεμβρίου 2016 — Netflix International και Netflix κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-818/16)

(2017/C 030/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Netflix International BV (Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες) και Netflix, Inc. (Los Gatos, Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: C. Alberdingk Thijm, S. van Schaik και S. van Velze, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 1ης Σεπτεμβρίου 2016, με την οποία κρίθηκε συμβατή με την εσωτερική αγορά η τροποποίηση της γερμανικής νομοθετικής πράξης για την προώθηση του εγχώριου κινηματογράφου (1)· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους ακύρωσης.

1.

Ο πρώτος λόγος αφορά παράβαση οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (2).

Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 13, παράγραφος 1, οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων κρίνοντας ότι τα γερμανικά μέτρα είναι συμβατά με το συγκεκριμένο άρθρο, υπό το πρίσμα της προτεινόμενης τροποποίησης.

Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 2, παράγραφος 1, το άρθρο 2, παράγραφος 2, και το άρθρο 3 της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων κρίνοντας ότι τα γερμανικά μέτρα δεν αντιβαίνουν στην αρχή της χώρας προέλευσης.

2.

Ο δεύτερος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 110 ΣΛΕΕ.

Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 110 ΣΛΕΕ κρίνοντας ότι τα γερμανικά μέτρα δεν εισάγουν διάκριση εις βάρος των παρόχων υπηρεσιών βίντεο κατά παραγγελία (VOD providers) οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι εκτός Γερμανία αλλά απευθύνονται σε γερμανικά ακροατήρια.

3.

Ο τρίτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 56 ΣΛΕΕ.

Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 56 ΣΛΕΕ παραλείποντας να εξετάσει αν τα γερμανικά μέτρα προσβάλλουν την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, όπερ συμβαίνει εν προκειμένω.

4.

Ο τέταρτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 49 ΣΛΕΕ.

Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 49 ΣΛΕΕ παραλείποντας να εξετάσει αν τα γερμανικά μέτρα προσβάλλουν την ελευθερία εγκατάστασης, όπερ συμβαίνει εν προκειμένω.

5.

Ο πέμπτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 107 ΣΛΕΕ.

Η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 107 ΣΛΕΕ κρίνοντας ότι τα γερμανικά μέτρα αποτελούν μια μορφή κρατικής ενίσχυσης η οποία δικαιολογείται από πολιτιστικούς σκοπούς και συνάδει με την εσωτερική αγορά.

6.

Ο έκτος λόγος αφορά παράβαση ουσιώδους τύπου.

Η Επιτροπή παρέβη ουσιώδη τύπο στον βαθμό που δεν τήρησε τις απαιτήσεις οι οποίες απορρέουν από την υποχρέωση αιτιολόγησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 296, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, και από το δικαίωμα χρηστής διοίκησης, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 41 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


(1)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/2042 της Επιτροπής, της 1ης Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων SA.38418 — 2014/C (πρώην 2014/N), το οποίο η Γερμανία σκοπεύει να εφαρμόσει για την προώθηση της κινηματογραφικής παραγωγής και της διανομής κινηματογραφικών ταινιών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 5551] (ΕΕ 2016, L 314, σ. 63).

(2)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ 2010, L 95, σ. 1)


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/52


Προσφυγή της 25ης Νοεμβρίου 2016 — Celio International κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-832/16)

(2017/C 030/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Celio International SA (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: H. Gilliams και J. Bocken, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 11ης Ιανουαρίου 2016 σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων όσον αφορά τη φορολογική απαλλαγή των πλεοναζόντων κερδών SA.37667 (2015/C) (πρώην 2015/NN) το οποίο έθεσε σε εφαρμογή το Βασίλειο του Βελγίου (1).

επικουρικώς, να ακυρώσει τα άρθρα 2 έως 4 της αποφάσεως·

εν πάση περιπτώσει, να ακυρώσει τα άρθρα 2 έως 4 της αποφάσεως αυτής, καθόσον με τα εν λόγω άρθρα α) διατάσσεται η ανάκτηση των ποσών που έχουν λάβει οντότητες διαφορετικές εκείνων για τις οποίες έχει εκδοθεί εκ των προτέρων «φορολογική απόφαση σχετικά με τα πλεονάζοντα κέρδη», όπως αυτή ορίζεται στην απόφαση, και β) διατάσσεται η ανάκτηση ποσού ίσου με την εξοικονόμηση φόρου που πραγματοποίησε ο δικαιούχος, χωρίς να παρέχεται στο Βέλγιο η δυνατότητα να λάβει υπόψη ενδεχόμενη πραγματική προσαρμογή προς τα άνω εκ μέρους άλλης φορολογικής αρχής, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, κατάχρηση εξουσίας και έλλειψη αιτιολογίας, καθόσον στην προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή αποφαίνεται ότι υφίσταται καθεστώς ενισχύσεων.

2.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως αντλείται από παράβαση του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον στην προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή αποφαίνεται ότι με το προβαλλόμενο καθεστώς παρέχεται επιλεκτικό πλεονέκτημα.

3.

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από παράβαση του άρθρου 107 ΣΛΕΕ και παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, καθώς και από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον με την προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή έκρινε ότι το προβαλλόμενο καθεστώς συνεπάγεται την παροχή πλεονεκτήματος.

4.

Ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως, ο οποίος προβάλλεται επικουρικώς, αντλείται από παράβαση του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, παραβίαση των αρχών της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αναλογικότητας, από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, κατάχρηση εξουσίας και έλλειψη αιτιολογίας, καθόσον με την προσβαλλόμενη απόφαση διατάσσεται το Βέλγιο να προβεί σε ανάκτηση της ενισχύσεως.


(1)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1699 της Επιτροπής, της 11ης Ιανουαρίου 2016, σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων όσον αφορά τη φορολογική απαλλαγή των πλεοναζόντων κερδών SA.37667 (2015/C) (πρώην 2015/NN) το οποίο έθεσε σε εφαρμογή το Βέλγιο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2015) 9837] (ΕΕ 2016, L 260, σ. 61).


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/53


Προσφυγή-αγωγή της 28ης Νοεμβρίου 2016 — Louvers Belgium κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-835/16)

(2017/C 030/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Louvers Belgium Company (Zaventem, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: V. Lejeune, δικηγόρος)

Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 19ης Σεπτεμβρίου 2016 με την οποία απορρίφθηκε η προσφορά της και ανατέθηκε η σύμβαση OIB.02/PO/2016/012/703 στην κοινοπραξία RIDEAUPRESS ITLINE·

να δεχθεί το αποζημιωτικό αίτημά της· κατά συνέπεια, να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να της καταβάλει το ποσό των 387 500 ευρώ ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη λόγω της μη αναθέσεως της συμβάσεως, πλέον τόκων υπερημερίας και, εν συνεχεία, επιδικίας με το νόμιμο επιτόκιο έως την πλήρη εξόφληση·

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής, η προσφεύγουσα-ενάγουσα προβάλλει δύο λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, προσβολή των δικαιωμάτων της προσφεύγουσας-ενάγουσας σε χρηστή διοίκηση και παραβίαση της αρχής της διαφάνειας, καθόσον, παρά τα επανειλημμένα και επίμονα αιτήματά της, η Επιτροπή δεν της γνωστοποίησε τις τεχνικές προδιαγραφές των προϊόντων της αναδόχου καθώς και τα πορίσματα της εκθέσεως αξιολογήσεως των προσφορών και δειγμάτων που της είχε υποβάλει.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως των προσφερόντων τόσο κατά την κατάρτιση της συγγραφής υποχρεώσεων όσο και κατά το χρόνο της αξιολογήσεως των προσφορών από την Επιτροπή. Η προσφεύγουσα-ενάγουσα προσάπτει ειδικότερα στην καθής ότι:

πρώτον, κατά την κατάρτιση της συγγραφής υποχρεώσεων παρέθεσε τα τεχνικά χαρακτηριστικά καθώς και φωτογραφίες των προϊόντων που είχε προσφέρει ένας διαγωνιζόμενος σε προηγούμενο διαγωνισμό ο οποίος είχε παρόμοιο αντικείμενο και τον οποίο είχε αναιτιολόγητα ακυρώσει, με αποτέλεσμα αδικαιολόγητα εμπόδια στο άνοιγμα των δημοσίων συμβάσεων στον ανταγωνισμό·

δεύτερον, παρέβη τον θεμελιώδη κανόνα της ισότητας των προσφερόντων επειδή έθεσε όλως περιοριστικές και αδικαιολόγητες από τεχνική άποψη τεχνικές απαιτήσεις, οι οποίες είχαν προδήλως σκοπό την ταύτισή τους με τα προϊόντα συγκεκριμένου οικονομικού φορέα·

τρίτον, δεν αξιολόγησε αντικειμενικά και αμερόληπτα την προσφορά της στο πλαίσιο της επίδικης διαδικασίας διαγωνισμού και ότι την απέρριψε αδικαιολόγητα, δεδομένου ότι τα προϊόντα της πληρούσαν απολύτως τις ελάχιστες απαιτήσεις των προϊόντων για τα οποία γίνεται λόγος στη συγγραφή υποχρεώσεων και ανταποκρίνονταν, συνεπώς, κατά τρόπο ισοδύναμο τις προβλεπόμενες απαιτήσεις.

Επομένως, στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου, η προσφεύγουσα-ενάγουσα υποστηρίζει ότι η προσφορά που υπέβαλε ήταν σύμφωνη με τις τεχνικές απαιτήσεις και, ως εκ τούτου, νομότυπη. Η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει αξιολογήσει την προσφορά αυτή από οικονομική άποψη και να αναθέσει τη σύμβαση στην προσφεύγουσα-ενάγουσα, δεδομένου ότι αυτή προσέφερε τη χαμηλότερη τιμή.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/54


Προσφυγή της 30ής Νοεμβρίου 2016 — Δημοκρατία της Πολωνίας κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-836/16)

(2017/C 030/62)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Πολωνίας (εκπρόσωπος: B. Majczyna)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 19ης Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση για την κρατική ενίσχυση SA.44351 (2016/C) (πρώην 2016/EO) — Πολωνία — Πολωνικός φόρος επί του λιανικού εμπορίου, κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2016) 5596, και

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από εσφαλμένο χαρακτηρισμό του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων ως κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, λόγω προδήλως εσφαλμένης εκτίμησης της προϋπόθεσης περί επιλεκτικού χαρακτήρα

Ο πολωνικός φόρος επί των λιανικών πωλήσεων δεν πρέπει να χαρακτηριστεί ως prima facie επιλεκτικός, διότι από τη διάρθρωσή του δεν προκύπτει καμία εξαίρεση από το χαρακτηριστικό σύστημα αναφοράς του εν λόγω φόρου· οι προοδευτικοί φορολογικοί συντελεστές αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του συστήματος αναφοράς του φόρου αυτού.

Ακόμα και αν γίνει δεκτό ότι οι δύο προοδευτικοί φορολογικοί συντελεστές δεν αποτελούν στοιχείο του χαρακτηριστικού συστήματος αναφοράς του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων, πρέπει να αναγνωριστεί ότι συνιστά στοιχείο του εν λόγω συστήματος τουλάχιστον ο ένας φορολογικός συντελεστής, ήτοι ο συχνότερα εφαρμοζόμενος· εκτός αυτού, οι προοδευτικοί φορολογικοί συντελεστές σε καμία περίπτωση δεν εισάγουν εξαίρεση προς όφελος ορισμένων επιχειρήσεων οι οποίες, υπό το πρίσμα του πρωταρχικού σκοπού του εν λόγω φόρου, βρίσκονται σε παρόμοια πραγματική και νομική κατάσταση με τις λοιπές επιχειρήσεις.

Οι προοδευτικοί συντελεστές καθώς και τα κατώτατα όρια της φορολογικής βάσης όσον αφορά τον πολωνικό φόρο επί των λιανικών πωλήσεων συνάδουν σε κάθε περίπτωση με την αρχή της αναλογικότητας.

2.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 13, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας λόγω του ότι διατάχθηκε η άμεση αναστολή εφαρμογής της προοδευτικής κλίμακας του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων

Δεν υπήρχε ανάγκη να διαταχθεί αναστολή εφαρμογής, δεδομένης της ύπαρξης σοβαρών αμφιβολιών ως προς τον επιλεκτικό χαρακτήρα του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων.

Δεν υπήρχε ανάγκη να διαταχθεί αναστολή εφαρμογής, δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε την επέλευση επαρκώς αρνητικών αποτελεσμάτων λόγω της εφαρμογής του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων.

3.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από ελλιπή και ανεπαρκή αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης

Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογήθηκε δεόντως και επαρκώς όσον αφορά την εκτίμηση στην οποία προβαίνει σχετικά με την προϋπόθεση περί επιλεκτικού χαρακτήρα του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων.

Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογήθηκε δεόντως και επαρκώς στο μέτρο που διατάσσει την άμεση αναστολή εφαρμογής της προοδευτικής κλίμακας του πολωνικού φόρου επί των λιανικών πωλήσεων.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/55


Προσφυγή της 24ης Νοεμβρίου 2016 — Alex κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-841/16)

(2017/C 030/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Alex SCI (Bayonne, Γαλλία) (εκπρόσωπος: J. Fouchet, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 21ης Σεπτεμβρίου 2016·

να διαπιστώσει ότι είναι παράνομες και ασύμβατες με την κοινή αγορά οι ενισχύσεις οι οποίες καταβλήθηκαν στην CABAB από το ΕΤΠΑ, το Γαλλικό Δημόσιο, το Περιφερειακό Συμβούλιο Aquitaine και το Γενικό Συμβούλιο της περιφέρειας Pyrénées Atlantiques·

ως εκ τούτου,

να υποχρεώσει το Γαλλικό Δημόσιο, το Περιφερειακό Συμβούλιο Aquitaine και το Γενικό Συμβούλιο περιφέρειας Pyrénées Atlantiques, αποκεντρωμένες υπηρεσίες του κράτους, καθώς και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Αναπτύξεως (ΕΤΠΑ) να ανακτήσουν τις παρανόμως καταβληθείσες ενισχύσεις, νομιμοτόκως από τη χορήγηση της ενισχύσεως·

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής δικηγόρου ύψους 5 000 ευρώ.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους.

1.

Πρώτος λόγος, ο οποίος αφορά την εσωτερική έλλειψη νομιμότητας της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

2.

Δεύτερος λόγος, ο οποίος αφορά την παράλειψη κοινοποιήσεως της χρηματοδοτήσεως για το έργο «Technocité», εκ μέρους του ΕΤΠΑ, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Περιφερειακού Συμβουλίου Aquitaine και του Γενικού Συμβουλίου περιφέρειας Pyrénées Atlantiques υπέρ της Communauté d’agglomération Côte-Basque-Adour (CABAB).

3.

Τρίτος λόγος, ο οποίος αφορά το μη συμβατό της χρηματοδοτήσεως με την εσωτερική αγορά.

4.

Τέταρτος λόγος, ο οποίος αφορά τη μη πλήρωση των προϋποθέσεων χορηγήσεως της χρηματοδοτήσεως.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/56


Προσφυγή της 7ης Δεκεμβρίου 2016 — Fertisac κατά ECHA

(Υπόθεση T-855/16)

(2017/C 030/64)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Fertisac, S.L. (Atarfe, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Gómez Rodríguez, δικηγόρος)

Καθού: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση αριθ. SME (2016) 5150 του ECHA, της 15ης Νοεμβρίου 2016, με την οποία διαπιστώνεται ότι η FERTISAC S.L. δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη μείωση των τελών και επιβαρύνσεων που προβλέπεται για τις μεσαίες επιχειρήσεις και με την οποία της επιβάλλεται διοικητική επιβάρυνση·

να ακυρώσει το τιμολόγιο αριθ. 10060160 του ECHA, της 15ης Νοεμβρίου 2016, για ποσό που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του τέλους που κατέβαλε η FERTISAC S.L. και του τέλους που επιβάλλεται σε μεγάλη επιχείρηση, το οποίο εκδόθηκε βάσει της αποφάσεως αριθ. SME (2016) 5150 του ECHA·

να ακυρώσει το τιμολόγιο αριθ. 10060161 του ECHA, της 15ης Νοεμβρίου 2016, με το οποίο καθορίζεται η διοικητική επιβάρυνση σύμφωνα με την απόφαση αριθ. SME (2016) 5150 του ECHA·

να καταδικάσει τον Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους.

1.

Πρώτος λόγος, ο οποίος αντλείται από εσφαλμένο χαρακτηρισμό της FERTISAC S.L. ως μεγάλης επιχειρήσεως.

Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, του παραρτήματος της συστάσεως 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ 2003 L 124, σ. 36), ορίζει ότι η κατηγορία των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) αποτελείται από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια ευρώ.

Τα κατώφλια για τον χαρακτηρισμό επιχειρήσεως ως ΜΜΕ είναι δύο. Για τον χαρακτηρισμό ως μεγάλης επιχειρήσεως, δεν αρκεί η υπέρβαση ενός μόνο εκ των κατωφλίων (όπως συνάγεται από την απόφαση του ECHA, ο οποίος λαμβάνει υπόψη μόνο το ένα εξ αυτών: τον ετήσιο κύκλο εργασιών), αγνοώντας σαφώς την πρώτη προϋπόθεση, ήτοι τον αριθμό των εργαζομένων, ο οποίος διακρίνεται πλήρως με τη χρήση του συνδέσμου «και». Η FERTISAC S.L. ουδέποτε όμως υπερέβη το κατώφλιο των 250 εργαζομένων.

2.

Δεύτερος λόγος, ο οποίος αντλείται από εσφαλμένη ερμηνεία, από τον καθού, της συστάσεως 2003/361.

Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, για τον καθορισμό του μεγέθους της, πρέπει να ληφθούν υπόψη αποκλειστικά και μόνο τα στοιχεία της προσφεύγουσας και των συνεργαζόμενων επιχειρήσεών της. Η προσφεύγουσα δεν ανήκει σε όμιλο επιχειρήσεων. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από τον δημοσιευθέντα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οδηγό χρήστη για τον ορισμό της έννοιας των ΜΜΕ. Εξάλλου, το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/EΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ 2006 L 396, σ. 1), καθώς και η αιτιολογική σκέψη 9 και το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) 340/2008 της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) (ΕΕ 2008 L 107, σ. 6), παραπέμπουν, για τον ορισμό των ΜΜΕ, στη σύσταση 2003/361/ΕΚ.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/57


Προσφυγή της 7ης Δεκεμβρίου 2016 — Fútbol Club Barcelona κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-865/16)

(2017/C 030/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Fútbol Club Barcelona (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωποι: J. Roca Sagarra, J. del Saz Cordero, R. Vallina Hoset και A. Selles Marco, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

ως κύριο αίτημα, να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 4ης Ιουλίου 2016, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.29769 (2013) (πρώην 2013/NN), που χορήγησε η Ισπανία υπέρ ορισμένων ποδοσφαιρικών συλλόγων·

επικουρικώς, να ακυρώσει τα άρθρα 4 και 5 της ανωτέρω αποφάσεως·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει πέντε λόγους ακυρώσεως.

1.

Ο πρώτος λόγος στηρίζεται στο επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 49 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 107 και 108 ΣΛΕΕ, καθώς και του άρθρου 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης), στο μέτρο που η συλλογιστική της προσβαλλόμενης αποφάσεως βασίζεται εξ ολοκλήρου σε εθνική ρύθμιση η οποία περιορίζει την ελευθερία εγκαταστάσεως.

2.

Ο δεύτερος λόγος στηρίζεται στο επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ στο μέτρο που η Επιτροπή i) δεν ανέλυσε τις εφαρμοστέες μειώσεις ανάλογα με τον φορολογικό συντελεστή για κάθε είδος ενισχύσεως και οντότητα· ii) δεν ενήργησε αμερόληπτα, αναζητώντας ενοχοποιητικά και απαλλακτικά στοιχεία· και, ως εκ τούτου, iii) κατέληξε αδίκως στη διαπίστωση ότι υφίσταται πλεονέκτημα, κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

3.

Ο τρίτος λόγος στηρίζεται στο επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, διά της διαταγής ανακτήσεως της εικαζόμενης ενισχύσεως, εκδόθηκε κατά παράβαση i) της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι, λαμβανομένων υπόψη των ενεργειών της ισπανικής διοικήσεως και της διάρκειας της διαδικασίας, η FC Barcelona μπορούσε δικαιολογημένα να πιστεύει ότι το φορολογικό καθεστώς στο οποίο υπαγόταν ήταν νόμιμο· και ii) της θεμελιώδους απαιτήσεως ασφάλειας δικαίου.

4.

Ο τέταρτος λόγος στηρίζεται στο επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, στο μέτρο που η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ότι η ενίσχυση ήταν δικαιολογημένη βάσει της εσωτερικής λογικής του φορολογικού συστήματος.

5.

Ο πέμπτος λόγος στηρίζεται στο επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 108, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και των άρθρων 21 έως 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2015 L 248, σ. 9), στο μέτρο που η Επιτροπή διέταξε την ανάκτηση υφιστάμενης ενισχύσεως και δεν τήρησε τη διαδικασία για το συγκεκριμένο είδος ενισχύσεων.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/58


Αγωγή της 11ης Δεκεμβρίου 2016 — QI κ.λπ. κατά Επιτροπής και ΕΚΤ

(Υπόθεση T-868/16)

(2017/C 030/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Ενάγοντες: QI (Αθήνα, Ελλάδα) και 15 άλλοι ενάγοντες (εκπρόσωποι: Σ. Παππάς και Ι. Ιωαννίδης, δικηγόροι)

Εναγόμενες: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Αιτήματα

Οι ενάγοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση και/ή το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) σε αποζημίωση για τα ποσά που αναφέρονται στην αγωγή και αντιστοιχούν στη ζημία την οποία οι ενάγοντες υπέστησαν από την παράνομη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του Ελληνικού δημόσιου χρέους, λόγω της ενεργοποιήσεως των εκ των υστέρων ρητρών συλλογικής δράσεως·

επικουρικώς, να υποχρεώσει την Ένωση και/ή την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να αποζημιώσει τους ενάγοντες για τα ποσά που αναφέρονται στην αγωγή και αντιστοιχούν στη ζημία που υπέστησαν από τον παράνομο αποκλεισμό των πιστωτών του δημόσιου τομέα της Ελλάδας από την αναδιάρθρωση του Ελληνικού δημόσιου χρέους·

εν πάση περιπτώσει, να καταδικάσει την ΕΚΤ να αποζημιώσει τους ενάγοντες για τις ζημίες που αναφέρονται στην αγωγή για κάθε ενάγοντα και απορρέουν από τον παράνομο αποκλεισμό του ΕΣΚΤ από την αναδιάρθρωση του Ελληνικού δημόσιου χρέους·

να καταδικάσει την ΕΚΤ και/ή την Ένωση στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αγωγής τους, οι ενάγοντες προβάλλουν πέντε λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από το ότι η Ένωση και/ή η ΕΚΤ και το ΕΣΚΤ ενήργησαν καθ’ υπέρβαση εξουσίας και κατά παράβαση των άρθρων 120-126, 127 και 352, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

2.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από το ότι η ΕΚΤ και το ΕΣΚΤ, ιδίως όσον αφορά τον αποκλεισμό του ΕΣΚΤ από την αναδιάρθρωση, ενήργησαν κατά παράβαση του άρθρου 123 ΣΛΕΕ.

3.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από το ότι οι ενέργειες της Ένωσης και/ή της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ προσβάλλουν το δικαίωμα ιδιοκτησίας των εναγόντων, το οποίο προστατεύεται από το άρθρο 17 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

4.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από το ότι οι ενέργειες της Ένωσης και/ή της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ παραβιάζουν την ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων, η οποία προστατεύεται από το άρθρο 63 ΣΛΕΕ.

5.

Ο πέμπτος λόγος αντλείται από το ότι οι ενέργειες της Ένωσης και/ή της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ προσβάλλουν το δικαίωμα ίσης μεταχειρίσεως των εναγόντων, το οποίο προστατεύεται από το άρθρο 20 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.


30.1.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 30/58


Προσφυγή της 9ης Δεκεμβρίου 2016 — repowermap κατά EUIPO — Repower (REPOWER)

(Υπόθεση T-872/16)

(2017/C 030/67)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: repowermap.org (Βέρνη, Ελβετία) (εκπρόσωπος: P. González-Bueno Catalán de Ocón, abogado)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Repower AG (Brusio, Ελβετία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Επίδικο σήμα: Αίτηση επέκτασης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της προστασίας της διεθνούς καταχώρισης του λεκτικού σήματος «REPOWER» με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Υπ’ αριθ. 1 020 351 αίτηση επέκτασης διεθνούς προστασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας

Προσβαλλόμενη απόφαση: Δεύτερη απόφαση (κατόπιν ανάκλησης) του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 26ης Σεπτεμβρίου 2016 στην υπόθεση R 2311/2014-5

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση κηρύσσοντας άκυρο το επίμαχο σήμα για όλες τις υπηρεσίες και τα προϊόντα σε σχέση με τα οποία δεν ακυρώθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, πλην της συσκευασίας και της αποθήκευσης εμπορευμάτων (κλάση 39), της οργάνωσης ταξιδιών (κλάση 39) και τους πυροσβεστήρες (κλάση 9)·

να καταδικάσει το EUIPO και την Repower AG στα δικαστικά έξοδα.

Προβαλλόμενοι λόγοι

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού 207/2009·

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009,

Παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009 σε συνδυασμό με το άρθρο 296 ΣΛΕΕ.