ISSN 1977-0901

doi:10.3000/19770901.C_2012.191.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

55ό έτος
29 Ιουνίου 2012


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

 

480ή σύνοδος ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012

2012/C 191/01

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα 7ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον, συνέχεια του 6ου Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον (διερευνητική γνωμοδότηση)

1

2012/C 191/02

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Η προώθηση βιώσιμων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης στην ΕΕ (διερευνητική γνωμοδότηση)

6

2012/C 191/03

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ενεργειακή διαπαιδαγώγηση (διερευνητική γνωμοδότηση)

11

2012/C 191/04

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Οι εξελίξεις στον κλάδο των εκδόσεων (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

18

2012/C 191/05

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Συνεταιρισμοί και αναδιάρθρωση (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

24

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

 

480ή σύνοδος ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012

2012/C 191/06

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, τα οποία καλύπτονται από το κοινό στρατηγικό πλαίσιο, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006[COM(2011) 615 τελικό — 2011/0276 (COD)]

30

2012/C 191/07

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1084/2006[COM(2011) 612 final — 2011/0274 (COD)]

38

2012/C 191/08

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και τον στόχο Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006[COM(2011) 614 τελικό — 2011/0275 (COD)]

44

2012/C 191/09

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης[COM(2011) 611 final — 2011/0273 (COD)]

49

2012/C 191/10

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) όσον αφορά την αποσαφήνιση, την απλούστευση και τη βελτίωση της διαδικασίας ίδρυσης και εφαρμογής αυτών των ομίλων[COM(2011) 610 final — 2011/0272 (COD)]

53

2012/C 191/11

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής ανάκτησης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις[COM(2011) 445 final — 2011/0204 (COD)]

57

2012/C 191/12

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών[COM(2011) 778 final — 2011/0389 (COD)]—Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος[COM(2011) 779 final — 2011/0359 (COD)]

61

2012/C 191/13

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία επιχειρηματικού κεφαλαίου[COM(2011) 860 τελικό — 2011/0417 (COD)]

72

2012/C 191/14

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ηχοστάθμη των μηχανοκίνητων οχημάτων[COM(2011) 856 τελικό — 2011/0409 (COD)]

76

2012/C 191/15

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (αναδιατύπωση)[COM(2011) 656 τελικό — 2011/0298 COD]

80

2012/C 191/16

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών[COM(2011) 895 final — 2011/0439 (COD)]—Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις[COM(2011) 896 final — 2011/0438 (COD)]—Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης[COM(2011) 897 final — 2011/0437 (COD)]

84

2012/C 191/17

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Προς μια πολιτική ποινικού δικαίου της ΕΕ: κατοχύρωση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ μέσω του ποινικού δικαίου[COM(2011) 573 final]

97

2012/C 191/18

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς[COM(2011) 883 final — 2011/0435 (COD)]

103

2012/C 191/19

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, για την περίοδο 2014-2020, του προγράμματος Δικαιώματα και Ιθαγένεια [COM(2011) 758 final — 2011/0344 (COD)]

108

2012/C 191/20

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση Προγράμματος για το Περιβάλλον και τη Δράση για το Κλίμα (LIFE)[COM(2011) 874 final]

111

2012/C 191/21

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής[COM(2011) 625 τελικό — 2011/0280 (COD)]—Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων (Κανονισμός ενιαίας ΚΟΑ)[COM(2011) 626 τελικό — 2011/0281 (COD) (A-21)]—Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ)[COM(2011) 627 τελικό — 2011/0282 (COD)]—Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής[COM(2011) 628 τελικό — 2011/0288 (COD)]—Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων στους γεωργούς για το έτος 2013[COM(2011) 630 τελικό — 2011/0286 (COD)]—Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης και τη στήριξη στους αμπελοκαλλιεργητές[COM(2011) 631 τελικό — 2011/0285 (COD)]

116

2012/C 191/22

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2003/98/ΕΚ σχετικά με την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα[COM(2011) 877 τελικό — 2011/0430 COD]

129

2012/C 191/23

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Η συνολική προσέγγιση της μετανάστευσης και της κινητικότητας[COM(2011) 743 τελικό]

134

2012/C 191/24

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επισήμανση της ενεργειακής απόδοσης που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 106/2008 σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου[COM(2012) 109 final]

142

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

480ή σύνοδος ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012

29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «7ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον, συνέχεια του 6ου Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον» (διερευνητική γνωμοδότηση)

2012/C 191/01

Εισηγητής: ο κ. RIBBE

Στις 11 Ιανουαρίου 2012, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δανική Προεδρία της ΕΕ αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το:

«7ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον, συνέχεια του 6ου Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον»

(διερευνητική γνωμοδότηση).

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 10 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 129 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 6 αποχές.

1.   Σύνοψη των συμπερασμάτων και των συστάσεων της ΕΟΚΕ

1.1   Τα έξι Προγράμματα Δράσης για το Περιβάλλον (ΠΔΠ) που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής, δεν κατόρθωσαν όμως να αποτρέψουν τη διατήρηση πολλών περιβαλλοντικών προβλημάτων στην Ευρώπη που εξακολουθούν να είναι άλυτα. Αυτό, ωστόσο, δεν οφείλεται στην έλλειψη κατανόησης των αιτιών των προβλημάτων ή στην απουσία κατάλληλων λύσεων, αλλά στην έλλειψη πολιτικής βούλησης για εφαρμογή.

1.2   Το 6ο ΠΔΠ (περίοδος ισχύος έως τα μέσα του 2012) σχεδιάστηκε για να αποτελέσει την απτή υλοποίηση της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη που θεσπίστηκε το 2001· η στρατηγική της Λισαβόνας αποτέλεσε τον αντίστοιχό της πυλώνα οικονομικής πολιτικής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άφησε –χωρίς σχετική απόφαση του Συμβουλίου– να λησμονηθεί σιωπηρά η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη. Θεωρεί τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» ως το νέο στρατηγικό πολιτικό μέσο, ενώ ο συντονισμός της περιβαλλοντικής πολιτικής προβλέπεται να πραγματοποιηθεί μέσω της εμβληματικής πρωτοβουλίας «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους», στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής.

1.3   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι δεν θα είχε νόημα, παράλληλα με την παραπάνω εμβληματική πρωτοβουλία, να εφαρμοστεί ένα πρόσθετο μέσο περιβαλλοντικής πολιτικής με τη μορφή ενός 7ου ΠΔΠ, στο οποίο να ενσωματωθούν οι πτυχές της περιβαλλοντικής πολιτικής που δεν καλύπτονται επαρκώς στη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Η σύνδεση του προτεινόμενου 7ου ΠΔΠ με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και την εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους» δεν καθίσταται σαφής.

1.4   Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναζωογονήσουν τη στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη, να επιλέξουν, ως τη στρατηγική υλοποίησης της περιβαλλοντικής πολιτικής, ένα ολοκληρωμένο 7ο ΠΔΠ που προσανατολίζεται στα αποτελέσματα, να ενσωματώσουν σε αυτό την εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους», καθώς και όλες τις επιμέρους πρωτοβουλίες, και να μεριμνήσουν για έναν στενό και αποτελεσματικό συντονισμό μεταξύ των στοχοθετήσεων της περιβαλλοντικής και της οικονομικής πολιτικής. Η θεμελιώδους σημασίας στρατηγική «Ευρώπη 2020» θα αποκτούσε έτσι τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο να προετοιμάσει και να υλοποιήσει τους βραχυπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους προσανατολισμούς της οικονομικής και της δημοσιονομικής πολιτικής, οι οποίοι είναι απαραίτητοι στην πορεία προς τη μακροπρόθεσμη αειφόρο ανάπτυξη.

2.   Η σημασία των προηγούμενων Προγραμμάτων Δράσης της ΕΕ για το Περιβάλλον (ΠΔΠ)

2.1   Κατά τη σύνοδο κορυφής που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι το 1972, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, των συνθηκών διαβίωσης και της ποιότητας ζωής στην Ευρώπη. Υπό το πρίσμα αυτό, η τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα ενέκρινε το 1ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον (περίοδος ισχύος: 1974 - 1975). Η αξιοσημείωτη επιτυχία αυτού του 1ου ΠΔΠ έγκειται στην καθιέρωση της αποκαλούμενης «αρχής της προφύλαξης», σύμφωνα με την οποία, όπως είναι γνωστό, προτεραιότητα έχει η πρόληψη της περιβαλλοντικής ρύπανσης έναντι της εκ των υστέρων καταπολέμησης των επιπτώσεών της.

2.2   Το 2ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον (περίοδος ισχύος: 1977 - 1981) συμπλήρωσε τους στόχους του 1ου ΠΔΠ καθορίζοντας πέντε κατευθυντήριες αρχές: α) διασφάλιση της συνέχειας στην περιβαλλοντική πολιτική, β) δημιουργία μηχανισμών για την ανάληψη προληπτικής δράσης στους τομείς ρύπανση, χωροταξία και διαχείριση των αποβλήτων, γ) προστασία και ορθολογική χρήση του περιβάλλοντος, δ) προτεραιότητα σε μέτρα για την προστασία των εσωτερικών υδάτων και των θαλασσών, την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς και του θορύβου και ε) συνυπολογισμός των περιβαλλοντικών πτυχών στη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των αναπτυσσόμενων χωρών.

2.2.1   Συνεπώς, το 2ο ΠΔΠ έθεσε τα πρώτα θεμέλια για τις ευρύτερες πτυχές της περιβαλλοντικής πολιτικής που παραμένουν επίκαιρες ακόμη και σήμερα, όπως: η προστασία των υδάτων, η πολιτική διαχείρισης των αποβλήτων, η διεθνής συνεργασία.

2.3   Με το 3ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον (περίοδος ισχύος: 1982 - 1986) η αειφόρος χρήση των φυσικών πόρων κατέστη για πρώτη φορά στόχος της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής.

2.4   Το 4ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον (περίοδος ισχύος: 1987 – 1992) θεσπίστηκε το 1987, δηλαδή κατά το «Ευρωπαϊκό Έτος Περιβάλλοντος». Το πρόγραμμα αυτό διαμορφώθηκε με γνώμονα την τότε επικύρωση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, που είχε μόλις προηγηθεί, και με την οποία διευρύνθηκαν σαφώς οι αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος, ενώ, ταυτόχρονα, με την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, περιορίστηκαν τα εθνικά περιβαλλοντικά πρότυπα και οι εθνικές οριακές τιμές. Εκείνη την εποχή, οι συζητήσεις για την περιβαλλοντική πολιτική ήταν πολύ έντονες. Στο τέλος της περιόδου ισχύος του 4ου ΠΔΠ διεξήχθη η Διάσκεψη του Ρίο με θέμα την «παγκόσμια αειφορία».

2.4.1   Ωστόσο, μια έκθεση για την «Κατάσταση του περιβάλλοντος» που δημοσιεύτηκε το 1992 κατέδειξε ότι, παρά τις προσπάθειες που είχαν καταβληθεί έως τότε και παρά τα τέσσερα προγράμματα δράσης για το περιβάλλον που είχαν θεσπιστεί, στους περισσότερους τομείς της περιβαλλοντικής πολιτικής παρατηρούνταν ή διαφαινόταν υποβάθμιση· στους τομείς αυτούς συμπεριλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, η ποιότητα των υδάτων και του αέρα, καθώς και η βιοποικιλότητα (εκείνη την εποχή γινόταν ακόμη λόγος για τη βιοποικιλότητα).

2.5   Ως απάντηση στη Διάσκεψη του Ρίο και αντίδραση στην μάλλον απογοητευτική περιγραφή της κατάστασης του περιβάλλοντος εκείνη την εποχή, στις αρχές του 1993 θεσπίστηκε το 5ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον, με επίσημη περίοδο ισχύος 1992-2000.

2.5.1   Σε συνέχεια των συζητήσεων που είχαν διεξαχθεί στη Διάσκεψη του Ρίο, το 5ο ΠΔΠ έθεσε ως στόχο την «αλλαγή των αναπτυξιακών σχημάτων στην Κοινότητα ώστε τελικά να ακολουθηθεί ο δρόμος που οδηγεί στην αειφόρο ανάπτυξη», ένας στόχος εκείνης της εποχής που δεν έχασε ούτε στο ελάχιστο τον επίκαιρο πολιτικό του χαρακτήρα. Το 5ο ΠΔΠ μπορεί να θεωρηθεί ως μια από τις πρώτες πρωτοβουλίες της ΕΕ στον τομέα της αειφόρου ανάπτυξης, όπως αντικατοπτρίστηκε και στον υπότιτλό της «Στόχος η αειφόρος ανάπτυξη».

2.5.2   Στο 5ο ΠΔΠ προτάθηκαν «στρατηγικές» για επτά τομείς δράσης, συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά:

την υπερθέρμανση του πλανήτη

την όξυνση του περιβάλλοντος

την προστασία της βιοποικιλότητας

τη διαχείριση των υδατικών πόρων

το αστικό περιβάλλον

τις παράκτιες ζώνες και

τη διαχείριση αποβλήτων.

Αξιοσημείωτο είναι ότι ορισμένοι από αυτούς τους τομείς είχαν ήδη εξεταστεί σε προηγούμενα ΠΔΠ.

2.5.3   Κατά την επανεξέταση του 5ου ΠΔΠ το 1996, η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντόπισε ως πρωταρχικές αδυναμίες του προγράμματος την απουσία συγκεκριμένων στοχοθετήσεων και την έλλειψη δέσμευσης εκ μέρους των κρατών μελών. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στη γνωμοδότησή της τής 24ης Μαΐου 2000 αναγνώρισε ότι «το πρόγραμμα είχε μερικά θετικά αποτελέσματα» προσέθεσε, ωστόσο, ότι «… ανησυχεί πολύ για τη συνεχή χειροτέρευση της ποιότητας του περιβάλλοντος της Ευρώπης, την οποία θεωρεί ως το μόνο σοβαρότερο κριτήριο για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των διαδοχικών Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Δράσης και της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής γενικά».

2.5.4   Από πολιτική και στρατηγική άποψη, το 5ο ΠΔΠ αποτέλεσε τον προπομπό της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη που θεσπίστηκε το 2001 στο Γκέτεμποργκ από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων.

2.6   Αυτή η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη προοριζόταν, με τη σειρά της, να λάβει συγκεκριμένη μορφή στην περιβαλλοντική πολιτική με το 6ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον (περίοδος ισχύος: 2002 έως 21.7.2012) και στην οικονομική πολιτική με στη στρατηγική της Λισαβόνας.

2.6.1   Στο 6ο ΠΔΠ δόθηκε επίσης υπότιτλος («Το μέλλον μας, η επιλογή μας»). Στο πρόγραμμα προσδιορίστηκαν τέσσερεις τομείς προτεραιότητας για την ευρωπαϊκή περιβαλλοντική πολιτική: 1) καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος, 2) προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας, 3) περιβάλλον, υγεία και ποιότητα ζωής, καθώς και 4) αειφόρος χρήση και διαχείριση των φυσικών πόρων και των αποβλήτων.

2.6.2   Επιπλέον, όπως και στο 5ο ΠΔΠ, καθορίστηκαν, και αργότερα θεσπίστηκαν, επτά θεματικές στρατηγικές όσον αφορά:

την ατμοσφαιρική ρύπανση,

το θαλάσσιο περιβάλλον,

την πρόληψη και ανακύκλωση των αποβλήτων,

την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων,

το αστικό περιβάλλον,

την προστασία του εδάφους και

την αειφόρο χρήση των φυτοφαρμάκων.

2.6.3   Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι και στο 6ο ΠΔΠ επανεξετάζονται «παλαιά» θέματα.

3.   Η κατάσταση της περιβαλλοντικής πολιτικής και η συζήτηση για την αειφόρο ανάπτυξη στην Ευρώπη στη λήξη του 6ου ΠΔΠ

3.1   Κατ'αρχάς διαπιστώνεται, ότι, στο τέλος της περιόδου ισχύος του 6ου Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον, πολλοί τομείς της περιβαλλοντικής πολιτικής που, επί σειρά ετών, συμπεριλαμβάνονται στα θεματολόγια των ΠΔΠ, δεν εξετάστηκαν επαρκώς ή έχουν εγκαταλειφθεί πλήρως. Για να αναφέρουμε δύο μόνο παραδείγματα:

εδώ και αρκετά χρόνια, η «προστασία των εδαφών» συνιστά μεν θέμα προτεραιότητας πολλών προγραμμάτων δράσης για το περιβάλλον, όμως, σε επίπεδο ΕΕ, δεν έχουν αναληφθεί ουσιαστικές «δράσεις», κυρίως λόγω της απουσίας συναίνεσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με το σχέδιο οδηγίας που πρότεινε η Επιτροπή.

Το θέμα της «προστασίας των ειδών/βιοποικιλότητας» αποτελεί τον μίτο της Αριάδνης στην ιστορία των Προγραμμάτων Δράσης για το Περιβάλλον. Το 2001, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υποσχέθηκε την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας μέχρι το 2010. Παρόλα αυτά, ακόμη και ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα δράσης για τη βιοποικιλότητα που περιελάμβανε 160 δράσεις δεν αρκούσε για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το 2011 καταρτίστηκε νέα στρατηγική για τη βιοποικιλότητα, η οποία υπόσχεται να υλοποιήσει τον αρχικό στόχο με 10 χρόνια καθυστέρηση.

3.2   Στη γνωμοδότησή της τής 18ης Ιανουαρίου 2012 (NAT/528, CESE 152/2012: «Το έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον – Τελική αξιολόγηση»), η ΕΟΚΕ επανεξέτασε τα εν μέρει απογοητευτικά αποτελέσματα του 6ου ΠΔΠ· στην εν λόγω γνωμοδότηση εξετάζεται και μια νέα έκθεση σχετικά με την «Κατάσταση του περιβάλλοντος», η οποία αποτελεί ουσιαστικά μια αρνητική αποτίμηση βασικών τομέων της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ.

3.3   Μέχρι σήμερα, η ΕΕ δεν αναζήτησε πραγματικά τους λόγους για τους οποίους πολλά περιβαλλοντικά προβλήματα παραμένουν άλυτα, παρά το πλήθος των πολυετών ΠΔΠ, ούτε επιδίωξε να δώσει εξηγήσεις. Για την ΕΟΚΕ είναι σαφές: δεν πρόκειται για ελλιπή γνώση των προβλημάτων και των αναγκαίων λύσεων, αλλά, συχνά, για έλλειψη βούλησης για αποφασιστική δράση. Απουσιάζει η εφαρμογή των γνώσεων και, ορισμένες φορές, ακόμη και των πολιτικών αποφάσεων. Αυτό οφείλεται ενδεχομένως σε περιστασιακές συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ των αναγκαίων δράσεων της περιβαλλοντικής πολιτικής και των βραχυπρόθεσμων οικονομικών συμφερόντων, οι οποίες αποβαίνουν προς όφελος της οικονομίας.

3.4   Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, το κεντρικό στοιχείο στο τέλος της περιόδου ισχύος του 6ου ΠΔΠ είναι ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται να έχει αποχωρήσει από τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη, ο περιβαλλοντικός πυλώνας της οποίας ενσαρκωνόταν στο 6ο ΠΔΠ.

3.5   Ενώ στο παρελθόν η Επιτροπή και το Συμβούλιο θεωρούσαν ότι η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη αποτελεί την υπέρτατη στρατηγική, οι στόχοι της οποίας αποτελούσαν σημείο αναφοράς ακόμη και για τη στρατηγική της Λισαβόνας, σήμερα επικρατεί ανησυχητική σιωπή σχετικά με το θέμα. Δεν εμφανίζεται πλέον στα προγράμματα εργασίας της Επιτροπής (μολονότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν έχει εκδώσει επίσημη απόφαση για το ζήτημα). Η ΕΟΚΕ επέκρινε επανειλημμένα την κατάσταση αυτή και επαναλαμβάνει την κριτική της στην παρούσα γνωμοδότηση, καθιστώντας όμως σαφές ότι θεωρεί σφάλμα την αφομοίωση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη στη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Έχει αιτιολογήσει επανειλημμένα τη θέση της, χωρίς ωστόσο να υπάρξει καμία αντίδραση εκ μέρους της Επιτροπής, του Συμβουλίου ή του Κοινοβουλίου.

3.6   Επομένως, η αρχιτεκτονική που εφαρμοζόταν μέχρι σήμερα στον προγραμματισμό των πολιτικών της ΕΕ, δηλαδή, ο συντονισμός των τριών πυλώνων, οικονομία, περιβάλλον, κοινωνικές υποθέσεις, στο πλαίσιο της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη, ανεστάλη. Συνεπώς, προκύπτει το ερώτημα σε ποιο πλαίσιο επιθυμούν να συντονίσουν μελλοντικά η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο την πολιτική αειφόρου ανάπτυξης και την περιβαλλοντική πολιτική.

4.   Η στρατηγική «Ευρώπη 2020» και η προοπτική ενός 7ου ΠΔΠ

4.1   Η στρατηγική «Ευρώπη 2020», η οποία θεωρείται από την Επιτροπή ο ακρογωνιαίος λίθος του πολιτικού προγραμματισμού και της πολιτικής διακυβέρνησης, απαντά τουλάχιστον με αρκετή σαφήνεια στο ερώτημα ποια είναι η θέση της Επιτροπής στο συγκεκριμένο θέμα.

4.2   Όπως είναι γνωστό, η στρατηγική «Ευρώπη 2020» προβλέπει επτά εμβληματικές πρωτοβουλίες:

Ένωση καινοτομίας

Νεολαία σε κίνηση

Ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη

Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους

Βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης

Ατζέντα για νέες δεξιότητες και θέσεις εργασίας, καθώς και η

Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας.

4.3   Αναμφίβολα, η εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους» θεωρείται από την Επιτροπή ως το «νέο» Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον· και το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει εκπονηθεί κανένα σχέδιο για ένα νέο 7ο ΠΔΠ, μολονότι το 6ο ΠΔΠ λήγει τον Ιούλιο του 2012, οφείλεται ακριβώς σε αυτή την αντίληψη.

4.4   Επομένως, δεν αποτελεί σύμπτωση το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε προκαταρκτικές δραστηριότητες με στόχο την εκπόνηση ενός 7ου ΠΔΠ παρά μόνο μετά την επικριτική στάση του Συμβουλίου Περιβάλλοντος και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την απουσία του 7ου ΠΔΠ.

4.5   Η Επιτροπή επέλεξε ως «νέα αρχιτεκτονική» του πολιτικού σχεδιασμού και του προγραμματισμού της τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» ως συνολική στρατηγική, η υλοποίηση της οποίας εξασφαλίζεται μέσω των επτά εμβληματικών πρωτοβουλιών, ενώ η περιβαλλοντική πολιτική έχει ενσωματωθεί στην πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους».

4.6   Άλλωστε, καταδεικνύεται όλο και περισσότερο ότι:

από τη μια πλευρά, συγκεκριμένοι γενικοί τομείς που, μέχρι σήμερα, καλύπτονταν από τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη (π.χ. θέματα όπως η δικαιοσύνη μεταξύ γενεών και η δίκαιη κατανομή των πόρων), δεν ρυθμίζονται επαρκώς με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και

από την άλλη πλευρά, συγκεκριμένοι τομείς της περιβαλλοντικής πολιτικής απουσιάζουν από την εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους».

4.7   Συνεπώς, μεταξύ των συνολικά 20 ειδικών πρωτοβουλιών της περιβαλλοντικής πολιτικής που θεωρείται ότι προσδίδουν υπόσταση στη στρατηγική «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους» συμπεριλαμβάνονται, αφενός, μια σειρά «παλαιών γνώριμων πολιτικών» από προηγούμενα προγράμματα δράσης για το περιβάλλον, όπως η πολιτική για τη βιοποικιλότητα, η πολιτική των υδάτων και η πολιτική για την προστασία του ατμοσφαιρικού αέρα (συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής μεταφορών), αφετέρου όμως, θέματα όπως «Το περιβάλλον και η ανθρώπινη υγεία» εξετάζονται εξίσου ανεπαρκώς όπως και η πολιτική για τα χημικά προϊόντα ή η νανοτεχνολογία.

4.8   Η ΕΟΚΕ έχει εκφράσει τη θέση της τόσο για την ίδια την εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους», όσο και για τον συνοδευτικό χάρτη πορείας και έχει επισημάνει στο πλαίσιο αυτό τις ελλείψεις που χαρακτήριζαν τα Προγράμματα Δράσης για το Περιβάλλον μέχρι σήμερα: πολλαπλοί αξιέπαινοι στόχοι και υποσχέσεις, ελάχιστες συγκεκριμένες δράσεις, πλήρης σχεδόν απουσία δεικτών και πραγματικά αμελητέα εφαρμογή.

4.9   Η ΕΟΚΕ είχε ζητήσει συγκεκριμένα από την Επιτροπή «να προσδιορίσει στις 20 αναγγελθείσες πρωτοβουλίες με ακρίβεια τα εξής:

τι ακριβώς σημαίνει “αποτελεσματική χρήση των πόρων”,

τι μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τεχνολογικές βελτιώσεις,

και σε ποιους τομείς χρειάζεται ο προτεινόμενος “σημαντικός μετασχηματισμός”, πώς θα διαμορφωθεί αυτός ο μετασχηματισμός στον εκάστοτε τομέα και με ποια μέσα θα πρέπει να επιτευχθεί,

ποιες συγκεκριμένες αλλαγές είναι απαραίτητες όσον αφορά τη συμπεριφορά των παραγωγών και των καταναλωτών, και πώς μπορούν να επιταχυνθούν οι αλλαγές αυτές.»  (1)

Εντούτοις, η Επιτροπή δεν ανταποκρίθηκε σε αυτό το αίτημα, αντ' αυτού, αρκέστηκε και πάλι στη διατύπωση αόριστων και μη δεσμευτικών προτάσεων.

4.10   Αυτή η διαπίστωση ενισχύει την πεποίθηση της ΕΟΚΕ ότι η Επιτροπή, με την προσέγγιση που ακολουθεί μέχρι σήμερα, δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στο σύνολο των απαιτήσεων της περιβαλλοντικής πολιτικής και, πρωτίστως, της αειφόρου ανάπτυξης. Κατά συνέπεια, τι θα μπορούσε να προσφέρει ένα 7ο ΠΔΠ;

4.11   Η εποχή κατά την οποία τα Προγράμματα Δράσης για το Περιβάλλον ήταν αναγκαία για να εξακριβωθούν και να περιγραφούν οι δράσεις που έπρεπε να αναληφθούν έχουν παρέλθει. Οι φορείς λήψης αποφάσεων στην Ευρώπη γνωρίζουν πολύ καλά τι πρέπει να γίνει. Λίγοι είναι μόνον οι τομείς στους οποίους πρέπει να αναπτυχθούν νέες ιδέες· η νανοτεχνολογία μπορεί να θεωρηθεί ως ένας από αυτούς. Για τον σκοπό αυτό, όμως, δεν χρειάζεται η θέσπιση ειδικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον.

4.12   Η βασική αδυναμία της Ευρώπης εντοπίζεται στην εφαρμογή των γνώσεων που έχουν αποκτηθεί. Υπάρχει ένα τεράστιο έλλειμμα εφαρμογής στο οποίο συμβάλλουν όλα τα επίπεδα (η ΕΕ, τα κράτη μέλη, οι περιφέρειες, οι κοινότητες και οι πολίτες). Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να καταστήσει σαφές το εξής: ακόμη κι αν η Επιτροπή εκπονεί αξιόλογα προγράμματα και προβαίνει σε δηλώσεις, υπεύθυνα για την υλοποίησή τους είναι σε μεγάλο βαθμό τα πολιτικά όργανα των κρατών μελών.

4.13   Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, δεν αποτελεί εναλλακτική λύση απλώς και μόνο η εκπόνηση ενός 7ου ΠΔΠ για τη «μετεγκατάσταση» των τομέων της περιβαλλοντικής πολιτικής που δεν καλύπτονται από την εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους». Η σύνδεση του προτεινόμενου 7ου ΠΔΠ με την εμβληματική πρωτοβουλία αλλά και με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» παραμένει ασαφής.

4.14   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ παραμένει ανοικτή στη δρομολόγηση ενός 7ου Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον υπό την προϋπόθεση ότι θα αποσαφηνιστεί η σκοπιμότητά του, θα εξασφαλιστεί η τελική του επιτυχία σε σχέση με τα προηγούμενα προγράμματα και, το σημαντικότερο, θα καθοριστεί ο γενικός πολιτικός άξονας στον οποίο θα εστιασθεί.

4.15   Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναζωογονήσουν τη στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη, να επιλέξουν, ως τη στρατηγική υλοποίησης της περιβαλλοντικής πολιτικής, ένα ολοκληρωμένο 7ο ΠΔΠ που προσανατολίζεται στα αποτελέσματα, να ενσωματώσουν σε αυτό την εμβληματική πρωτοβουλία «Μία Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους», καθώς και όλες τις επιμέρους πρωτοβουλίες και να μεριμνήσουν για έναν στενό και αποτελεσματικό συντονισμό μεταξύ των στοχοθετήσεων της περιβαλλοντικής και της οικονομικής πολιτικής. Η θεμελιώδους σημασίας στρατηγική «Ευρώπη 2020» θα αποκτούσε έτσι τον εξαιρετικά σημαντικό ρόλο να προετοιμάσει και να υλοποιήσει τους βραχυπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους προσανατολισμούς της οικονομικής και της δημοσιονομικής πολιτικής, οι οποίοι είναι απαραίτητοι στην πορεία προς την μακροπρόθεσμη αειφόρο ανάπτυξη.

4.16   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ένα 7ο ΠΔΠ θα πρέπει επικεντρωθεί στην εφαρμογή απολύτως δεσμευτικών αποφάσεων για πολλαπλά θέματα που εκκρεμούν εδώ και πολλά χρόνια.

4.17   Το ζήτημα είναι κατά πόσο η Ευρώπη είναι πρόθυμη και ικανή να το πράξει. Δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι οι πολιτικοί ιθύνοντες, επανειλημμένα, θέτουν φιλόδοξους στόχους και ζητούν την ανάληψη πρωτοβουλιών. Όταν όμως υποβάλλονται συγκεκριμένες προτάσεις, για παράδειγμα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι ίδιοι ακριβώς πολιτικοί ιθύνοντες βρίσκουν λόγους για την αδυναμία υιοθέτησης ή εφαρμογής των εν λόγω προτάσεων. Ο κατάλογος σχετικών παραδειγμάτων είναι μακρύς. Είτε πρόκειται για την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, η οποία παραμένει ακόμη σε εκκρεμότητα στο Συμβούλιο, είτε για τη μη εφαρμογή μιας παλαιότερης υπόσχεσης (που είχε διατυπωθεί στη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη) σχετικά με την κατάρτιση ενός καταλόγου με τις ζημιογόνες για το περιβάλλον επιδοτήσεις και, κατά συνέπεια, την κατάργησή τους: επικρατεί, επομένως, ένα ευρύ χάσμα μεταξύ των λόγων και των πράξεων, και η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο καλούνται να εξηγήσουν στους πολίτες πώς σκοπεύουν να το καλύψουν.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Βλέπε τη γνωμοδότηση EE C 376, 22/12/2011, σ. 97, σημείο 1.2.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/6


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η προώθηση βιώσιμων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης στην ΕΕ» (διερευνητική γνωμοδότηση)

2012/C 191/02

Εισηγήτρια: η κ. An LE NOUAIL MARLIÈRE

Στις 11 Ιανουαρίου 2012 και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δανική Προεδρία της ΕΕ αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Η προώθηση βιώσιμων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης στην ΕΕ»

(διερευνητική γνωμοδότηση)

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 10 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 124 ψήφους υπέρ, 8 κατά και 5 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Ανταποκρινόμενη ΣΕ σχετική πρόσκληση της δανικής Προεδρίας, η ΕΟΚΕ αξιολόγησε τα μέσα και τα μέτρα που απαιτούνται για τη στροφή προς βιώσιμα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις προσπάθειες και την ευαισθητοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων σχετικά με το θέμα αυτό και συνιστά, προκειμένου να διασφαλιστεί μία ισορροπημένη μετάβαση, να διαμορφωθεί ένα νέο κοινό όραμα όσον αφορά το οικονομικό πρότυπο σε συνεργασία με όλα τα μέρη της κοινωνίας των πολιτών στο πλαίσιο ενός ειδικού φόρουμ διαβούλευσης, με στόχο τον προσδιορισμό των επιδιωκόμενων σκοπών και στόχων και την επεξεργασία μιας επικαιροποιημένης διαδικασίας παρακολούθησης.

1.2   Συγκεκριμένα συνιστά τα ακόλουθα:

να συνδεθούν στενά οι πολιτικές προστασίας των καταναλωτών και βιώσιμης παραγωγής με τον Χάρτη πορείας για μια αποδοτική, από πλευράς πόρων, Ευρώπη  (1), και να παροτρυνθούν τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τις πολιτικές αυτές στο πλαίσιο του Χάρτη πορείας και του Ευρωπαϊκού εξαμήνου·

να χρησιμοποιηθεί ένα ευρύ φάσμα εγκάρσιων μέσων εφαρμογής και κινήτρων, όπως μέτρα για τη σταδιακή κατάργηση μη βιώσιμων προϊόντων, την ανάπτυξη πιο δίκαιας φορολογικής πολιτικής, την προαγωγή «πράσινων» δημόσιων συμβάσεων, την προοδευτική κατάργηση επιδοτήσεων που ζημιώνουν το περιβάλλον, τη στήριξη της έρευνας και της οικολογικής καινοτομίας, την εσωτερίκευση του περιβαλλοντικού κόστους, την ανάπτυξη καινοτόμων κινήτρων με βάση την αγορά, την ενθάρρυνση της ενεργού συμμετοχής των καταναλωτών και των εργαζομένων στη διαδικασία μετάβασης.

1.3   Επίσης, θα πρέπει να δημιουργηθούν κίνητρα για το χρηματοπιστωτικό σύστημα (2) ώστε να τεθεί εκ νέου στην υπηρεσία μίας οικονομίας βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης, μέσω της εστίασής του σε τομείς με πολύ μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όπως η βιομηχανία τροφίμων, η γεωργία, οι κατασκευές κατοικιών, οι υποδομές και οι μεταφορές.

1.4   Επίσης είναι απαραίτητο να στραφεί η προσοχή και προς άλλες πηγές και παράγοντες που έχουν αντίκτυπο στο περιβάλλον, πέραν του τομέα της ενέργειας και των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, όπως η διαχείριση και η προστασία των υδάτων, η χρήση γης και η ατμοσφαιρική ρύπανση, ώστε να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων.

1.5   Με τη στήριξη βελτιωμένων παραγωγικών διαδικασιών και προϊόντων, θα προσφέρονται στους καταναλωτές και τους χρήστες προϊόντα και υπηρεσίες που αυτοί θα δέχονται μέσω αλλαγής συμπεριφοράς ή γνώμης.

1.6   Τέλος, προκειμένου να προαχθούν βιώσιμα πρότυπα κατανάλωσης και βιώσιμοι τρόποι ζωής, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί ο ρόλος των ενώσεων των καταναλωτών και των παραγωγών θεμιτού εμπορίου, ώστε να ενθαρρύνονται και να προστατεύονται πρωτοβουλίες εναλλακτικές προς την ασύδοτη κατανάλωση, αλλά και να στηρίζονται οι ορθές πρακτικές.

2.   Εισαγωγή

2.1   Τον Δεκέμβριο του 2011, με στόχο τον συμβιβασμό μεταξύ εξόδου από την κρίση, ανάκαμψης και τήρησης των δεσμεύσεων της ΕΕ υπέρ της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής, η δανική κυβέρνηση ζήτησε από την ΕΟΚΕ να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση σχετικά με την προώθηση της βιώσιμης κατανάλωσης και παραγωγής Παραπέμποντας στον χάρτη πορείας της Επιτροπής για μια αποδοτική, από πλευράς πόρων, Ευρώπη και στα ορόσημα που θέτει για τη βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση (3), η δανική κυβέρνηση καλεί την ΕΟΚΕ να αξιολογήσει στη γνωμοδότηση αυτή ποια μέσα χρειάζονται για τη μετάβαση της οικονομίας της ΕΕ προς βιώσιμες πρακτικές κατανάλωσης και παραγωγής.

2.2   Η οικονομική ανάπτυξη στηριζόταν έως σήμερα σε μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μη ανανεώσιμους βασικούς πόρους κατά το πρότυπο του «ανθρώπου κυρίαρχου και κάτοχου της φύσης». Στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών συνεχίζεται η εξωτερίκευση του κόστους που θα έπρεπε κανονικά να επιβαρύνει την εκμετάλλευση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, καθώς και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και ρύπων στο περιβάλλον. Σε μία οικονομία της αγοράς, η εσωτερίκευση του κόστους αυτού πρέπει να επιβάλλεται στους οικονομικούς παράγοντες μέσω δεσμευτικών κανόνων, στο μέτρο του δυνατού, καθολικής ισχύος.

2.3   Η βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση ως πρότυπο χρήσης υπηρεσιών και προϊόντων που προσφέρουν μεγαλύτερη αξία με πιο φειδωλή χρήση των φυσικών πόρων, συνιστά τον πυρήνα κάθε στρατηγικής που έχει ως στόχο την αύξηση της αποτελεσματικής χρήσης των πόρων και την προαγωγή της πράσινης οικονομίας. Το 2008, η Επιτροπή υιοθέτησε το πρώτο σχέδιο δράσης για την προαγωγή βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης μέσω ενός συνόλου πολιτικών (4). Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα ορόσημα, η Επιτροπή αναθεωρεί προς το παρόν τις πολιτικές της όσον αφορά τη βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση για το 2012.

3.   Βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή: πολιτικές και απαραίτητα μέσα

3.1   Δημιουργία κοινού νέου οράματος σχετικά με το οικονομικό πρότυπο

3.1.1   Ένας από τους λόγους για τους οποίους οι πολιτικές βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης είχαν μέχρι σήμερα μικρό αντίκτυπο είναι το γεγονός ότι, αν και το σκεπτικό της βιωσιμότητας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικής ΕΕ 2020, κατά την πρακτική εφαρμογή των πολιτικών συχνά παραμελείται. Βασικός στόχος του σημερινού οικονομικού προτύπου παραμένει η δημιουργία ανάπτυξης και η ενθάρρυνση της κατανάλωσης, ενώ οι γενικές επιδόσεις αξιολογούνται με βάση το ΑεγχΠ. Η μετάβαση προς βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση προϋποθέτει έναν ανοιχτό και διαφανή διάλογο σχετικά με ένα αυτάρκες οικονομικό πρότυπο οι επιδόσεις του οποίου θα αξιολογούνται με τη βοήθεια δεικτών «πέραν του ΑεγχΠ» που θα καταγράφουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, την ατομική και κοινωνική ευημερία. Σε παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της η ΕΟΚΕ είχε προτείνει τη συνεργασία της στην Επιτροπή με σκοπό τη δημιουργία φόρουμ για τη βιώσιμη κατανάλωση, το οποίο θα μπορούσε να συμβάλει στη μελέτη εκείνων των αξιών που ενδέχεται να συνεπάγονται βιώσιμη οικονομία και των παραγόντων που εμποδίζουν τους πολίτες να επιλέξουν πρότυπα βιώσιμης κατανάλωσης και εμπειρίες που έχουν αποκτηθεί από τρόπους ζωής με μικρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα (5).

3.2   Προσδιορισμός των σκοπών και των στόχων και επεξεργασία μίας διαδικασίας παρακολούθησης

3.2.1   Αυτό αφορά πολλούς τομείς πολιτικής. Για να παρακολουθείται η πρόοδος που έχει σημειωθεί όσον αφορά την υλοποίηση των στόχων της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης, αλλά και για να αξιολογείται η υφιστάμενη κατάσταση, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί μία αξιόπιστη βάση δεδομένων σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της παραγωγής και της κατανάλωσης, με σκοπό τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών εργαλείων, τη λεπτομερέστερη επεξεργασία των στρατηγικών και των στόχων, καθώς και την προσαρμογή των προτεραιοτήτων και την καθιέρωση διαδικασίας παρακολούθησης.

3.3   Συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών

3.3.1   Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών σε παγκόσμια, εθνική και τοπική κλίμακα είναι θεμελιώδους σημασίας για τη διασφάλιση της επιτυχούς μετάβασης προς μια πράσινη και βιώσιμη οικονομία. Παρόμοια μετάβαση μπορεί να ευοδωθεί μόνον εάν η βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση θεωρείται από τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές και τους εργαζόμενους ως ευκαιρία και επιθυμητός στόχος. Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν σε όλα τα επίπεδα κατάλληλα συστήματα διαλόγου και δημοκρατικής συμμετοχής (6).

3.3.2   Για τον σκοπό αυτό είναι απαραίτητο να παύσουν να αποτελούν αντικείμενο αντιπαράθεσης οι βιομηχανικές επενδύσεις, η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Η αύξηση του επιπέδου ζήτησης των καταναλωτών αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο για την αναζωογόνηση της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς, προβάλλοντας συγχρόνως τα αποτελέσματα της ευρωπαϊκής έρευνας και υλοποιώντας τους στόχους προστασίας του περιβάλλοντος. Αυτό προϋποθέτει ότι οι επενδύσεις θα παραμείνουν στην Ευρώπη.

3.4   Στενότερη σύνδεση των πολιτικών για βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση με τον χάρτη πορείας για μια αποδοτική από πλευράς πόρων Ευρώπη

3.4.1   Με την εμβληματική της πρωτοβουλία Χάρτης πορείας για μια αποδοτική από πλευράς πόρων Ευρώπη,  (7) η Επιτροπή κατέστησε την προαγωγή της αποτελεσματικής χρήσης των πόρων θέμα πρώτης προτεραιότητας για τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η υλοποίηση του Χάρτη πορείας εντάσσεται στη στρατηγική ΕΕ 2020 και στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Η ΕΟΚΕ συνιστά να συνδεθεί στενά η αναθεώρηση του σχεδίου δράσης για μία βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή με την εφαρμογή του Χάρτη πορείας και του 7ου προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (8), ώστε να ενισχυθούν οι πολιτικές βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης χάρη στην αυξημένη σημασία που δίνεται στην αποτελεσματική χρήση των πόρων και στο πλαίσιο παρακολούθησης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Η προσθήκη ορισμένων δεικτών βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης στους δείκτες αποτελεσματικής χρήσης των πόρων θα ενισχύσει τη βαρύτητα των στόχων και των συστημάτων παρακολούθησης της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης.

3.5   Ενθάρρυνση των κρατών μελών

3.5.1   Οι στόχοι της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης που αναφέρονται ανωτέρω θα μπορούσαν να συμβάλουν στην περαιτέρω ανάπτυξη των πολιτικών που ασκούν τα κράτη μέλη σε αυτόν τον τομέα. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποκομίσουν οφέλη από την ενσωμάτωση της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης τόσο στην εφαρμογή του Χάρτη πορείας όσο και στη διαδικασία παρακολούθησης που προσφέρει το Ευρωπαϊκό εξάμηνο.

3.6   Αξιοποίηση ευρέος φάσματος εργαλείων πολιτικής για τη βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση

3.6.1   Λόγω του εγκάρσιου χαρακτήρα των πολιτικών βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης και των πολυάριθμων πτυχών που πρέπει να ληφθούν υπόψη, είναι απαραίτητο να καθιερωθεί ή να κινητοποιηθεί ένα ευρύ φάσμα πολιτικών μέσων σε διάφορα επίπεδα, προκειμένου να εξελιχθούν τα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης προς τη βιωσιμότητα. Για τον σκοπό αυτόν, πρέπει να χαραχθούν αποτελεσματικές πολιτικές τόσο σε ενωσιακό επίπεδο, όσο και στα κράτη μέλη και τους ΟΤΑ. Θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα σε μέσα που συνδυάζουν ρυθμιστικά και εθελούσια μέτρα, όπως τα ρυθμιστικά μέτρα που αποσκοπούν στη σταδιακή εξάλειψη μη βιώσιμων προϊόντων, η ανάπτυξη πιο δίκαιας φορολογικής πολιτικής, η προαγωγή «πράσινων» αγορών δημόσιων συμβάσεων, η προοδευτική κατάργηση επιδοτήσεων που δεν λαμβάνουν υπόψη τις αρνητικές επιπτώσεις για το περιβάλλον, η έρευνα και η οικολογική καινοτομία, η εσωτερίκευση του περιβαλλοντικού κόστους, καθώς και άλλα μέτρα για την ανάπτυξη κινήτρων με βάση την αγορά και την ενθάρρυνση της ενεργού συμμετοχής των καταναλωτών και των εργαζομένων στη διαδικασία μετάβασης (9).

3.6.2   Το σχέδιο δράσης 2008, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για μια βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση βασιζόταν σε αυτήν τη μικτή πολιτική προσέγγιση που πρέπει να διατηρηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας αναθεώρησης. Ωστόσο, θα μπορούσε να εξετασθεί το ενδεχόμενο ανύψωσης του επιπέδου φιλοδοξιών και προσαρμογής των μέσων, λαμβανομένων υπόψη των επιδιωκόμενων στόχων, της πενιχρής προόδου που έχει σημειωθεί έως σήμερα και του γεγονότος ότι η μετάβαση προς μία οικονομία με χαμηλή συγκέντρωση άνθρακα και περιορισμένη χρήση μη ανανεώσιμων πόρων αποτελεί ευκαιρία για την έξοδο από την κρίση.

3.6.3   Τα μέσα που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης συνιστούν κατά μεγάλο μέρος εθελούσια μέτρα που βασίζονται στην πληροφόρηση (οικολογικό λογότυπο, EMAS, εκστρατείες ευαισθητοποίησης των καταναλωτών, κλπ.). Η αξιοποίηση των μέσων αυτών από τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές περιορίζεται σε ορισμένους μόνο κλάδους και κοινωνικές ομάδες. Δεν θα είναι εύκολη η εντατικοποίηση της χρήσης τους με την ίδια τακτική. Η χρήση ρυθμιστικών μέσων είναι απαραίτητη για τη σταδιακή εξάλειψη μη βιώσιμων προϊόντων και προτύπων κατανάλωσης.

3.7   Εστίαση σε τομείς με το σημαντικότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα

3.7.1   Η πλειονότητα των καταστροφικών για το περιβάλλον επιπτώσεων προέρχεται από την κατανάλωση τροφίμων και αναψυκτικών, την κατοικία, τις υποδομές και την κινητικότητα, καθώς και από την ενέργεια και τη βιομηχανική παραγωγή. Συνεπώς, οι μελλοντικές πολιτικές βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης θα πρέπει να εστιάζουν σε όλους αυτούς τους τομείς. Δεδομένου ότι ο υψηλός περιβαλλοντικός αντίκτυπος της κατανάλωσης τροφίμων και αναψυκτικών συνδέεται στενά με τον αγροτικό τομέα, οι σχετικές πολιτικές θα πρέπει να συνδέονται στενά με τις πολιτικές προαγωγής μιας βιώσιμης γεωργίας.

3.7.2   Μία βιώσιμη γεωργία προϋποθέτει τη λελογισμένη χρήση φυσικών πόρων, τη στήριξη των εκμεταλλεύσεων βιολογικής γεωργίας και μία βιομηχανία γεωργικών προϊόντων διατροφής που να διασφαλίζει την προμήθεια υγιεινών και μη μολυσμένων τροφίμων στους ενδιάμεσους και τελικούς καταναλωτές. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι το κλειδί για την αειφόρο γεωργία είναι η διατήρηση μίας ποσοτικά και ποιοτικά επαρκούς και περιφερειακά διαφοροποιημένης παραγωγής τροφίμων σε όλο τον κόσμο, η οποία να σέβεται τη φύση, να συμβάλει στην προστασία και στη φροντίδα της υπαίθρου, στη διατήρηση της πολυμορφίας και των διαφορετικών χαρακτηριστικών των προϊόντων, καθώς και στην προώθηση των πολύμορφων και πλούσιων σε είδη παραδοσιακών τοπίων και αγροτικών περιοχών (10).

3.8   Εγκατάλειψη της αποκλειστικής επικέντρωσης στην ενέργεια και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ώστε να δοθεί προσοχή και σε άλλους πόρους και επιπτώσεις για το περιβάλλον

3.8.1   Κατά τα τελευταία χρόνια δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στα θέματα κατανάλωσης ενέργειας και εκπομπών του θερμοκηπίου, στα πλαίσια των πολιτικών βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης. Ωστόσο, η παραγωγή και η κατανάλωση προκαλούν και άλλες καθόλου αμελητέες επιπτώσεις σε τομείς όπως η διαχείριση και η προστασία των υδάτων, η χρήση γης, η ατμοσφαιρική ρύπανση. Οι μελλοντικές πολιτικές για την προώθηση της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης θα πρέπει να επεκτείνουν την εφαρμογή των πολιτικών μέσων στη χρήση εναλλακτικών προς την ηλεκτρική ενέργεια πόρων και να λαμβάνουν υπόψη τον συνολικό αντίκτυπο στο περιβάλλον.

3.9   Βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας και των προϊόντων

3.9.1   Για να παροτρυνθούν οι παραγωγοί να βελτιώσουν τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των προϊόντων τους καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής των προϊόντων, πρέπει η διευρυμένη ευθύνη των παραγωγών που εισάγεται σε ορισμένες νομικές πράξεις να καθιερωθεί ως γενική αρχή και να αποτελέσει τη βάση της νομικής ευθύνης των παραγωγών.

3.9.2   Έχει σημασία να προτιμηθεί μία διττή προσέγγιση προκειμένου να επιτευχθεί μία εξέλιξη προς βιώσιμα προϊόντα. Η έρευνα σχετικά με προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον και η ανάπτυξή τους πρέπει να στηριχθούν με κρατική χρηματοδότηση της έρευνας και την κατάλληλη προαγωγή της καινοτομίας. Από την άλλη πλευρά είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν ρυθμιστικά μέτρα όπως η οδηγία για τον οικολογικό σχεδιασμό, προκειμένου να εξαλειφθούν προοδευτικά τα μη βιώσιμα προϊόντα. Για τον σκοπό αυτόν είναι απαραίτητο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής και να επιταχυνθεί η υλοποίησή της.

3.9.3   Η διασφάλιση της διαφάνειας όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των προϊόντων και των υπηρεσιών αποτελεί απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση για την ενθάρρυνση των επιχειρήσεων και των καταναλωτών να υιοθετούν μία ολοένα πιο βιώσιμη συμπεριφορά. Η πρόταση της Επιτροπής να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό μία μέθοδος που να επιτρέπει τον υπολογισμό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των προϊόντων, φαίνεται να αποτελεί σωστή προσέγγιση. Θα ήταν όμως χρήσιμο να συμπληρωθεί και με άλλα μέσα (κοινωνικά κριτήρια πέραν του ΑΕγχΠ, για παράδειγμα), ώστε να βελτιωθεί η παροχή πληροφοριών σχετικά με τη βιωσιμότητα σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού.

3.9.4   Χρειάζεται να προαχθούν νέα εμπορικά πρότυπα, ώστε να εγκαταλειφθεί η έμφαση που δίνεται προς το παρόν στη ροή των υλικών μέσω της δημιουργίας αξιών και ευημερίας, και να δοθεί προτεραιότητα π.χ. στην εκμίσθωση αντί για την αγορά αγαθών, σε προγράμματα συλλογικής χρήσης αυτοκινήτων Ι.Χ. και σε σχέδια εφοδιαστικής που περιορίζουν τις διαδρομές χωρίς φορτίο των φορτηγών οχημάτων μέσω της συνεργασίας των επιχειρήσεων.

3.10   Προαγωγή βιώσιμων προτύπων κατανάλωσης και τρόπου ζωής

3.10.1   Πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στην αλλαγή των προτύπων κατανάλωσης από ό,τι κατά το παρελθόν. Καθήκον αποτελεί η σταδιακή αποσύνδεση της κατανάλωσης από τον αρνητικό αντίκτυπο στο περιβάλλον. Επιβάλλεται η θέσπιση ενός μίγματος πολιτικών μέτρων για την ενθάρρυνση βιώσιμης καταναλωτικής συμπεριφοράς που θα λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια των κύκλων ανανέωσης των πόρων και των ορίων τους καθώς και το γενικό αντίκτυπο (εισαγωγές-εξαγωγές) της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς.

3.10.2   Οι πολιτικές προώθησης της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι προκειμένου οι καταναλωτές να κάνουν βιώσιμες επιλογές πρέπει να πληρούνται προϋποθέσεις όπως η διάθεση βιώσιμων προϊόντων και υπηρεσιών στην αγορά σε προσιτές τιμές, η σαφής και αξιόπιστη πληροφόρηση των καταναλωτών και η παροχή κατάλληλων οικονομικών κινήτρων. Επίσης, είναι ιδιαίτερα απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για τη βελτίωση της ενημέρωσης των καταναλωτών, καθώς και για την αποφυγή παραπλανητικής πληροφόρησης και παραπλανητικού «πρασινίσματος» προϊόντων.

3.10.3   Τα μέτρα που θα θεσπιστούν πρέπει να ενισχύουν τον ρόλο των ενώσεων των καταναλωτών ως παραγόντων της αλλαγής και να διευκολύνουν τον διάλογο σχετικά με βιώσιμους τρόπους ζωής σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών με τη δημιουργία πλατφορμών διαλόγου για την ανταλλαγή απόψεων σχετικά με το θέμα αυτό, καθώς και την ανταλλαγή εμπειριών και ορθών πρακτικών.

3.10.4   Η μετάβαση προς βιώσιμους τρόπους ζωής απαιτεί επίσης επενδύσεις σε κατάλληλες δημόσιες υποδομές: για παράδειγμα, για την προώθηση των δημόσιων μεταφορών ως εναλλακτικής επιλογής αντί του Ι.Χ. αυτοκινήτου χρειάζεται η δημιουργία σύγχρονου συστήματος μεταφορών, για τις βιώσιμες μεταφορές χρειάζονται υποδομές για ηλεκτρική ενέργεια και βιοκαύσιμα, ενώ μία οικονομία ανακύκλωσης χρειάζεται αποτελεσματικά συστήματα ανάκτησης και εγκαταστάσεις συλλογής αποβλήτων για τα προϊόντα των οποίων ο κύκλος ζωής έχει τελειώσει.

3.10.5   Η ΕΟΚΕ τόνισε σε πολλές περιπτώσεις τη σημασία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την υιοθέτηση μιας αποτελεσματικής αειφόρου συμπεριφοράς. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι τα προγράμματα αυτά δεν πρέπει να περιορίζονται στα σχολεία και στους νέους, που έχουν βέβαια επίσης μεγάλη σημασία, αλλά να απευθύνονται σε όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από τη ηλικία τους ή την κοινωνική τους θέση, παρέχοντας ιδιαίτερη προσοχή στις συσσωρευμένες ανισότητες έναντι των περιβαλλοντικών κινδύνων και ζημιών.

3.10.6   Οι επιχειρήσεις διανομής, λιανικής πώλησης και οι λοιποί φορείς της αλυσίδας εφοδιασμού ασκούν σημαντική επιρροή στις επιλογές βιώσιμης κατανάλωσης μέσω των απαιτήσεών τους σχετικά με την παγκόσμια παραγωγή, την εφοδιαστική κλπ. Στο παρελθόν, η Επιτροπή συνεργάστηκε με τις σημαντικότερες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου στο πλαίσιο μίας συζήτησης στρογγυλής τραπέζης για το λιανικό εμπόριο. Αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να διευρυνθεί στους λοιπούς διανομείς, φορείς εφοδιαστικής κλπ.

3.10.7   Οι πράσινες αγορές δημοσίων συμβάσεων αποτελούν σημαντικό μοχλό ανάπτυξης των αγορών βιώσιμων προϊόντων. Θα πρέπει να εξετασθεί πώς θα μπορούσε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των πολιτικών για τις πράσινες αγορές δημοσίων συμβάσεων.

3.11   Εισαγωγή μέτρων για τη δημιουργία οικονομικών κινήτρων στις φορολογικές πολιτικές

3.11.1   Τα μέτρα προαγωγής της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης που προαναφέρθηκαν μπορούν να ενισχυθούν αν παροτρυνθούν οι επιχειρήσεις και οι καταναλωτές να υιοθετούν βιώσιμη συμπεριφορά, χάρη σε οικονομικά κίνητρα, τα οποία, ως γνωστόν, δεν αντικατοπτρίζονται μόνο στις τιμές πώλησης. Επομένως, οι πολιτικές βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα που καθιστούν το φορολογικό σύστημα πιο φιλικό προς το περιβάλλον, όπως η θέσπιση οικονομικών κινήτρων που αποσκοπούν στην ισότιμη κατανομή της επιβάρυνσης μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων και ΜΜΕ, μεταξύ πολιτών, επιχειρήσεων και καταναλωτών, καθώς και μέσω της σταδιακής κατάργησης επιδοτήσεων που ζημιώνουν το περιβάλλον. Ωστόσο, οι προσπάθειες αυτές θα ήταν ανώφελες εάν η χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου αντικατασταθεί από έναν νέο φόρο επί των μη βιώσιμων πόρων, ο οποίος δεν είναι βέβαιο ότι θα χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής προστασίας. Κάτι τέτοιο θα ήταν επικίνδυνο, δαπανηρό και αναποτελεσματικό. Σε κάθε περίπτωση, η φορολογία υπάγεται στις αρμοδιότητες των κρατών μελών και προκειμένου να διασφαλιστεί μία αειφόρος και οικονομικά βιώσιμη προοπτική, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ενταθεί ο φορολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών μελών.

3.12   Διασφάλιση ισότιμης μετάβασης

3.12.1   Η μετάβαση προς μία πράσινη οικονομία θα είναι βιώσιμη εφόσον δημιουργεί «πράσινες» θέσεις εργασίας και καθιστά οικολογικές τις θέσεις εργασίας σε παραγωγικές διαδικασίες που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, στον τομέα των βιώσιμων μεταφορών και στις ενεργειακά αποδοτικές κατοικίες. Για να είναι ωφέλιμη αυτή η μετάβαση, απαιτούνται μέτρα αποτελεσματικής πολιτικής για την ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου που να έχουν ως στόχο τη δημιουργία αξιοπρεπών και υψηλής ποιότητας θέσεων εργασίας (μισθοί, συνθήκες εργασίας, προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης). Θα πρέπει να εντατικοποιηθεί η ανάπτυξη «πράσινων» οικονομικών δραστηριοτήτων και αγορών, και να διασφαλιστεί η ανάπτυξη των απαραίτητων επαγγελματικών προσόντων των εργαζομένων μέσω κατάλληλων μέτρων στήριξης της κατάρτισης και του επαγγελματικού αναπροσανατολισμού (11).·Τα εν λόγω μέτρα θα προάγουν την ισότητα των δύο φύλων και την επί ίσοις όροις συμμετοχή των ανδρών και γυναικών στη μεταβατική διαδικασία.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  COM(2011) 571 τελικό.

(2)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα τη «Ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών για βιώσιμη ανάπτυξη», εισηγητής ο κ. Ιozia, ΕΕ C 107 της 6.4.2011, σ. 21, και γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα την «Ενίσχυση του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών για τη σταθερότητα, την ανάπτυξη και την απασχόληση - Εργαλεία για ισχυρότερη οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ» εισηγητής ο κ. Palmieri., ΕΕ C 107 της 6.4.2011, σ. 7.

(3)  COM(2011) 571 τελικό, σ. 6 και 7.

(4)  COM(2008) 0397τελικό.

(5)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Οικοδομώντας μια βιώσιμη οικονομία με αλλαγή του προτύπου κατανάλωσής μας», εισηγήτρια η κ. Darmanin, (ΕΕ C 44 της 11.2.2011, σ. 58) και CESE γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα) με θέμα «Πέραν του ΑΕγχΠ - Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην επιλογή συμπληρωματικών δεικτών» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας), εισηγητής: ο κ. Palmieri.

(6)  ΕΕ C 44 της 11.2.2011, σ. 57.

(7)  COM(2011) 0571 τελικό και γνωμοδότηση με θέμα Χάρτης πορείας για μια αποδοτική, από πλευράς πόρων, Ευρώπη, εισηγήτρια: η κ. Egan (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα).

(8)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «7ο Πρόγραμμα Δράσης για το Περιβάλλον, συνέχεια του 6ου Προγράμματος Δράσης για το Περιβάλλον», εισηγητής: ο κ. Ribbe (Βλέπε σελίδα 1της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(9)  Βλ. επίσης γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Η θέση της ΕΟΚΕ ενόψει της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Αειφόρο Ανάπτυξη (Ρίο+20)» εισηγητής ο κ. Wilms,, ΕΕ C 143 της 22.05.2012, σ. 39.

(10)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα Ρίο+20: προς την πράσινη οικονομία και καλύτερη διακυβέρνηση, εισηγητής ο κ. Wilms (ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 102-109).

(11)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα την «Προώθηση βιώσιμων πράσινων θέσεων εργασίας στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων της ΕΕ για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή», εισηγητής: ο κ. Iozia. EE C 44 της 11.2.2011, σ. 110.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/11


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ενεργειακή διαπαιδαγώγηση» (διερευνητική γνωμοδότηση)

2012/C 191/03

Εισηγητής: ο κ. IOZIA

Στις 11 Ιανουαρίου 2012, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανική Προεδρία αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

Ενεργειακή διαπαιδαγώγηση

(Διερευνητική γνωμοδότηση).

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές και κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 11 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η επίτροπος κα Connie Hedegaard, που έχει την ευθύνη της δράσης για το κλίμα, δήλωσε: «Δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της παγκόσμιας ανάπτυξης εάν οι παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις δεν επανεξετάσουν το αναπτυξιακό τους μοντέλο».

1.2   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) έχει επίγνωση του στρατηγικού ρόλου της ενεργειακής διαπαιδαγώγησης. Πρέπει να υπάρξει σημαντική αλλαγή συμπεριφοράς για τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα όπως προβλέπεται στον Οδικό Χάρτη 2050 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών είναι απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ και ιδίως του μεσοπρόθεσμου στόχου για τη μείωση τουλάχιστον κατά 20 % της κατανάλωσης ενέργειας μέχρι το 2020.

1.3   Οι βασικοί στόχοι της ενεργειακής διαπαιδαγώγησης αφορούν την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την αποκατάσταση της αρμονίας ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά, να κατανοήσουμε και να προβλέψουμε τις μελλοντικές ανάγκες της κοινωνίας. Σήμερα είναι μια πολύ σημαντική και καθοριστική στιγμή, κατά την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι εθνικές κυβερνήσεις, οι τοπικές αρχές, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα, οι επιχειρήσεις, οι βιομηχανίες, οι τράπεζες, τα συνδικάτα, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και τα μέσα ενημέρωσης συμμετέχουν σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και σε διάφορα επίπεδα.

1.4   Η άμεση εμπειρία που αποκτήθηκε από τις ΜΚΟ κατά την αναζήτηση μοντέλων και εργαλείων ενεργειακής διαπαιδαγώγησης είναι καθοριστικής σημασίας. Η ανταλλαγή μεταξύ των φορέων στον ποικίλο κόσμο των επαγγελματικών ενώσεων και των εκπαιδευτικών σε διαφορετικές βαθμίδες της εκπαίδευσης θα καταστήσει την ενεργειακή διαπαιδαγώγηση ιδιαίτερα διεισδυτική. Ο συνδυασμός των βέλτιστων πρακτικών με την εκπαιδευτική εμπειρία είναι το κλειδί για την ποιότητα των αποτελεσμάτων.

1.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία την ανάπτυξη καινοτόμων και έγκυρων μεθόδων εκπαίδευσης, διδασκαλίας και κατάρτισης που να συνδυάζονται με τις υπάρχουσες μεθόδους. Οι τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στον τομέα αυτό.

1.6   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη νέα πρωτοβουλία του σχεδίου SET «Πρωτοβουλία για την εκπαίδευση και την κατάρτιση σε θέματα ενέργειας», στην οποία συμμετέχουν φορείς των πανεπιστημίων, των ερευνητικών ιδρυμάτων και της βιομηχανίας. Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, έχει δώσει άριστα αποτελέσματα και θα πρέπει να υποστηριχθεί και στο μέλλον. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να υποστηρίζει αδιαλείπτως αυτές τις πρωτοβουλίες.

1.7   Η ενεργειακή διαπαιδαγώγηση μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση των προβλημάτων της φτώχειας και πενίας καυσίμων. Όλοι οι πολίτες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να επωφελούνται από την ενέργεια σε προσιτές τιμές.

1.8   Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την προτεραιότητα της ενεργειακής διαπαιδαγώγησης, και να διαθέσει τους κατάλληλους πόρους στο πλαίσιο του επόμενου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

1.9   Με την παρούσα γνωμοδότηση η ΕΟΚΕ θεωρεί ολοένα και περισσότερο αναγκαίο να υποστηριχθεί το «EDEN», το ευρωπαϊκό δίκτυο των εθνικών φόρουμ για την εκπαίδευση σε θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος στη βάση των υφιστάμενων πρωτοβουλιών στον τομέα αυτό σε τοπικό, εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

2.   Εισαγωγή

2.1   Η εκπαίδευση είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες της αλλαγής συμπεριφοράς. Η παρούσα γνωμοδότηση προβάλλει τον καθοριστικό της ρόλο σε αυτή τη διαδικασία και ενισχύει την θεωρία ότι η «καλύτερη ενέργεια είναι αυτή που εξοικονομείται» (1).

2.2   Το 2009 η ΕΟΚΕ είχε ήδη καταρτίσει μια διερευνητική γνωμοδότηση που είχε ζητήσει ο επίτροπος ενέργειας με θέμα «Κοινωνία της ενέργειας χωρίς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα – εκπαίδευση και κατάρτιση» (2). Σήμερα η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τις συστάσεις που είχε διατυπώσει τότε και προτείνει περαιτέρω εξέταση του θέματος υπό το φώς των εξελίξεων που ακολούθησαν.

2.3   Η μεγάλη αλλαγή που βιώνουμε σήμερα και που θα βιώσουν οι μελλοντικές γενιές σε παγκόσμιο επίπεδο θέτει το ζήτημα της βιώσιμης ενέργειας σε ένα πλαίσιο ολοένα και πιο σημαντικό σε ό,τι αφορά τις πολιτικές, βιομηχανικές, συλλογικές και ατομικές επιλογές. Η μεταβατική αυτή περίοδος, ως μια επανάσταση, θα δημιουργήσει ένα σύστημα στη βάση του οποίου θα αλλάξουν εντελώς οι συνήθειές μας και ο τρόπος σκέψης μας. Ο χρόνος που έχουμε μπροστά μας για να διαχειριστούμε τη μετάβαση είναι περιορισμένος και για τον λόγο αυτό πρέπει, το συντομότερο δυνατό, να ξεκινήσουμε προγράμματα και να αναλάβουμε πρωτοβουλίες σε βάθος χρόνου.

2.4   Ενέργεια και περιβάλλον

2.4.1   Η ενέργεια υπήρξε ανέκαθεν ένα βασικό στοιχείο στη ζωή του ανθρώπου. Ειδικότερα, η ριζική αλλαγή του τρόπου ζωής και κατανάλωσης των πολιτών συνέβαλε τα μάλα στην αύξηση της ζήτησης ενέργειας. Τις επόμενες δεκαετίες, η Ευρώπη θα πρέπει να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις που συνδέονται με την ενέργεια, όπως:

συμβίωση με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής,

αύξηση και γήρανση του πληθυσμού,

μεταναστεύσεις,

ασφάλεια εφοδιασμού των πηγών ενέργειας,

μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές,

ενεργειακή απόδοση,

καταπολέμηση της φτώχειας και της ενεργειακής πενίας,

εξασφάλιση της πρόσβασης όλων των καταναλωτών στην ενέργεια (ιδιώτες και βιομηχανία),

βιώσιμη κινητικότητα,

φυσικές καταστροφές (πλημμύρες, σεισμοί, παλιρροϊκό κύμα κλπ.),

έλλειψη πόρων (ενέργεια, νερό, πρώτες ύλες),

αύξηση της ζήτησης ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο,

προώθηση των ανανεώσιμων πηγών,

ΤΠΕ (ευφυή δίκτυα, κλπ.),

ανθρώπινος παράγοντας (εκπαίδευση, συμπεριφορά/συνήθειες),

παγκοσμιοποίηση,

ασφάλεια,

ανταγωνιστικότητα.

2.5   Οι προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ενεργειακή διαπαιδαγώγηση

2.5.1   Για την επίτευξη των βασικών στόχων της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, όπως η ασφάλεια του εφοδιασμού, η ανταγωνιστικότητα και η βιωσιμότητα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να λάβει υπόψη αυτές τις μελλοντικές προκλήσεις και να προβεί στις ενδεδειγμένες αλλαγές.

2.5.2   Είναι συνεπώς απαραίτητο να δοθεί μια νέα ώθηση στη διαδικασία αυτή. Όλοι οι πολίτες πρέπει να γνωρίζουν τα θέματα της ενέργειας και τους κινδύνους που συνεπάγεται η αποτυχία της επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί. Μια ευφυής ενεργειακή διαπαιδαγώγηση είναι το κλειδί για την αλλαγή της συμπεριφοράς: για παράδειγμα, στον τομέα της ιονίζουσας ακτινοβολίας που απελευθερώνεται από τα ραδιενεργά απόβλητα και είναι δυνητικά επιβλαβής για τον άνθρωπο και το περιβάλλον (3), είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν ειδικές δράσεις για την διαπαιδαγώγηση σε θέματα ενέργειας.

3.   Η ενεργειακή διαπαιδαγώγηση. Ορισμένες σκέψεις

3.1   Η ενεργειακή διαπαιδαγώγηση αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την διαμόρφωση ενός νέου μοντέλου της αειφόρου ανάπτυξης και για την προώθηση μιας νέας πολιτιστικής συμπεριφοράς. Η εγκαρσιότητα του θέματος απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που να ενσωματώνει διάφορες πτυχές της σύγχρονης ζωής και της κοινωνίας των πολιτών, που αφορούν όλους τους τομείς (γεωργία, υπηρεσίες, βιομηχανία, κατασκευές) και όλους τους πολίτες.

3.2   Η ανάγκη για συνεχή εκπαίδευση ως διαδικασία διάπλασης του ατόμου που αναπτύσσεται δια βίου, στο σχολείο και μετά το σχολείο, είναι τώρα εντονότερη από ποτέ. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι έχει σημασία να δομηθεί μια ευφυής ενεργειακή διαπαιδαγώγηση που να συνενώνει τις διάφορες στιγμές της κοινωνικής ζωής, όπως είναι η οικογένεια, το σχολείο, ο χώρος εργασίας, ο πολιτισμός και η ψυχαγωγία.

3.3   Μια ορθολογική και υπεύθυνη συμπεριφορά έχει ανάγκη από παρεμβάσεις που να διευκολύνουν, να παρέχουν κίνητρα και να ενισχύουν την αποδοτικότερη χρήση της ενέργειας. Χρειάζονται σαφείς, κατανοητές, αξιόπιστες πληροφορίες και κυρίως προσιτές όσον αφορά τις τεχνικές που απαιτούν τη χρήση ενέργειας. Η διαπαιδαγώγηση διαδραματίζει ζωτικό ρόλο, προκειμένου η κοινή γνώμη, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, να αντιληφθεί πόσο απαραίτητη είναι η νομοθεσία για την εξοικονόμηση ενέργειας και την εφαρμογή των μέτρων ενεργειακής απόδοσης.

3.4   Η ενεργειακή διαπαιδαγώγηση θα πρέπει να αρχίσει από το νηπιαγωγείο και το δημοτικό. Τα παιδιά γνωρίζουν πολύ καλά τα θέματα που σχετίζονται με την ενέργεια και είναι πολύ δεκτικά σε νέες ιδέες και συνήθειες. Μπορούν να επηρεάσουν τη θεώρηση και τις δράσεις των γονέων και των ανθρώπων γύρω τους. Οι μαθητές του σήμερα θα είναι οι εργάτες, οι υπάλληλοι, οι δάσκαλοι, οι μηχανικοί, οι αρχιτέκτονες, οι πολιτικοί και οι επιχειρηματίες του αύριο. Οι αποφάσεις που θα λαμβάνουν καθ 'όλη τη ζωή τους θα επηρεάζουν δραστικά τη χρήση των πόρων της κοινωνίας μας.

3.5   Όλες οι πτυχές που αφορούν την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή θα πρέπει να συμπεριληφθούν στα προγράμματα σπουδών όλων των κρατών μελών, από το δημοτικό και το λύκειο έως το πανεπιστήμιο και την ειδικότητα. Είναι καθοριστικής σημασίας η εκπαίδευση των σημερινών νέων στα νέα επαγγέλματα. Η εκπαίδευση στον τομέα της ενέργειας μπορεί να προσφέρει πρακτικές δεξιότητες που θα εφαρμόζονται στις μελλοντικές απαιτήσεις του τομέα της ενέργειας, και κατά συνέπεια να διευκολύνει τη δημιουργία θέσεων εργασίας βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

3.6   Η ελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και οι νέες τεχνολογίες σε αυτόν τον τομέα θέτουν νέες προκλήσεις στους καταναλωτές οι οποίοι μέχρι τώρα αγόραζαν ενέργεια από τα μονοπώλια. Η εκπαίδευση και η κατάρτιση στον τομέα της ενέργειας πρέπει επίσης να περιλαμβάνει θέματα όπως «Πως μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι έξυπνοι μετρητές ούτως ώστε να εξοικονομείται ενέργεια;», «Ποια είναι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των καταναλωτών όταν υπογράφουν σύμβαση με έναν προμηθευτή ενέργειας;», «Πώς υπολογίζεται το δικό μας αποτύπωμα CO2 (carbon footprint);» και «Πράσινη επισήμανση». Τα στοιχεία που περιέχονται στο πρόγραμμα «Dolceta» (www.dolceta.eu) υπήρξαν καθοριστικής σημασίας και η ΕΟΚΕ συνιστά θερμά τη διατήρησή τους και τη διάθεσή τους στο ευρύ κοινό.

3.7   Η ενεργειακή διαπαιδαγώγηση συνεχίζεται και έξω από το σχολείο. Τα παιδιά και οι νέοι μπορούν να επηρεάσουν την ευρύτερη κοινωνική κοινότητα μέσω της οικογένειας και των φίλων τους, και να ευαισθητοποιήσουν τους ενήλικες ώστε να συμπεριφέρονται πιο υπεύθυνα. Για την επίτευξη ουσιαστικών αποτελεσμάτων είναι, συνεπώς, σημαντικό να δοθεί συνέχεια στην εκπαιδευτική δράση η οποία πρέπει να εξασφαλίζεται σε όλους τους πολίτες. Ενδείκνυται να επεκταθεί και να ενισχυθεί η κατάρτιση επεκτείνοντάς την σε μια πληθώρα φορέων, ενηλίκων και επαγγελματιών (π.χ. μηχανικοί, αρχιτέκτονες, διαμορφωτές κοινής γνώμης). Χρειάζεται, επίσης, μια πολιτική με στόχο την κατάρτιση των εκπαιδευτών της.

3.8   Η διαδικασία της μάθησης είναι πολύ περίπλοκη. Οι φορείς που εμπλέκονται στη διαδικασία είναι πολλοί, καθένας με συγκεκριμένους βασικούς ρόλους. Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία που έχει να εξετάζεται, για κάθε ομάδα αναφοράς, η καλύτερη μέθοδος εκπαίδευσης και κατά συνέπεια εφαρμογής των κατάλληλων προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, το φύλο, τις πολιτισμικές διαφορές και το μορφωτικό επίπεδο. Νέα εργαλεία, όπως τα κοινωνικά δίκτυα θα πρέπει να διερευνηθούν και να αναπτυχθούν με προσοχή.

4.   Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης

4.1   Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της ποιότητας της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και, αν αυτό απαιτείται, υποστηρίζοντας και συμπληρώνοντας τις δραστηριότητές τους (άρθρα 149 και 150 της Συνθήκης). Εκτός από την απαραίτητη αναβάθμιση των εκπαιδευτικών προτύπων σε όλους τους τομείς, η ΕΕ πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην ανάγκη προβολής γνώσεων και δεξιοτήτων στον τομέα της ενέργειας. Η ιστοσελίδα www.energy.eu αποτελεί ήδη σημαντική συμβολή. Η Ευρώπη χρειάζεται χημικούς που να εργάζονται για την αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας και μηχανικούς που να σχεδιάζουν και να κατασκευάζουν έξυπνα δίκτυα και όχι μόνο. Επίσης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να αποφεύγονται «φαινόμενα του συρμού» όπως για παράδειγμα οι επιδοτήσεις για την παραγωγή βιοκαυσίμων στις αναπτυσσόμενες χώρες που οδήγησαν σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα, με χαρακτηριστική την περίπτωση της καλλιέργειας jatropha - αυτοφυές ελαιούχο φυτό της ερήμου - σε ορισμένες αφρικανικές χώρες.

4.1.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να λάβει η Επιτροπή υπόψη, κατά την επεξεργασία του επόμενου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, την ενεργειακή διαπαιδαγώγηση ως αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την επίτευξη των στόχων σε θέματα ενέργειας και που έχει θέσει η Ένωση για το 2020 και το 2050.

4.2   Ο ρόλος της δημόσιας διοίκησης

4.2.1   Με βάση την αρχή της επικουρικότητας, η εκπαίδευση είναι ένας τομέας αποκλειστικής αρμοδιότητας των κρατών μελών που έχουν την πλήρη ευθύνη για το περιεχόμενο και την οργάνωση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης. Οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή όλων των φορέων της κοινωνίας των πολιτών στον καθορισμό των προτεραιοτήτων και στη δημιουργία προγραμμάτων για την ενέργεια. Θα πρέπει επίσης να προβλέπουν τον έλεγχο των πληροφοριών και να θέτουν διάφορα εργαλεία στη διάθεση των καταναλωτών, όπως ιστοσελίδες για να συγκρίνουν τιμές και / ή πού θα βρουν επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις διάφορες πτυχές της ενέργειας.

4.2.2   Η δημόσια διοίκηση πρέπει να δίνει το καλό παράδειγμα. Οι περιφέρειες, μαζί με τις επαρχίες και τις τοπικές αρχές, οφείλουν να εξασφαλίζουν τον αποτελεσματικό συντονισμό των δραστηριοτήτων με σκοπό να συμβάλουν στη διάδοση μιας συμπεριφοράς εξοικονόμησης ενέργειας σε ευρεία κλίμακα. Η συνειδητοποίηση της απαιτούμενης αλλαγής, οι τεχνικές για την ενεργειακή απόδοση και η χρήση των ανανεώσιμων πηγών πρέπει να καταστούν η κληρονομιά όλων των πολιτών. Για τον λόγο αυτό, εκτός από τεχνικά και ρυθμιστικά μέτρα, τα ιδρύματα πρέπει να προβλέπουν τριχοειδείς δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης με αποδέκτες όλους τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και τις εμπορικές ενώσεις. Η ΕΟΚΕ αποτελεί εδώ παράδειγμα με το εσωτερικό της πρόγραμμα EMAS (Κοινοτικό Σύστημα Οικολογικής Διαχείρισης και Οικολογικού Ελέγχου) χάρη στο οποίο της απονεμήθηκε η ανώτερη διάκριση περιβαλλοντικής απόδοσης από τον αρμόδιο οργανισμό περιβάλλοντος της περιφέρειας Βρυξελλών (IBGE «Ecodynamic Enterprise label»- σήμα οικοδυναμικής επιχείρησης).

4.3   Ο ρόλος των σχολείων

4.3.1   Πολλές από τις ιδέες και τις γνώσεις μας αποκτώνται κατά τη σχολική περίοδο. Το σχολείο σήμερα βασίζεται σε ένα παραδοσιακό σύστημα εκμάθησης που παρουσιάζει ορισμένα κενά σε εθνικό επίπεδο. Εκτός λίγων εξαιρέσεων, δεν υπάρχουν προγράμματα αφιερωμένα στην ενεργειακή και περιβαλλοντική διαπαιδαγώγηση και συχνά δεν υπάρχει εκπαιδευτικό προσωπικό με την κατάλληλη κατάρτιση στα θέματα αυτά. Για αυτούς και για άλλους λόγους, στο μέλλον το σχολείο θα πρέπει να προσφέρει την ευκαιρία εμβάθυνσης των γνώσεων σε θέματα εξοικονόμησης ενέργειας, ενέργειας, σε επιστημονικά θέματα, περιβαλλοντικά και κλιματικά, συμβάλλοντας στη συνειδητοποίηση της ενεργειακής απόδοσης και παρέχοντας στους σπουδαστές κοινωνικές και αναλυτικές ικανότητες που θα τους επιτρέπουν να προβαίνουν σε ορθολογικές εκτιμήσεις οι οποίες θα καθορίζουν την αλλαγή συμπεριφοράς στο μέλλον. Οι γνώσεις στον τομέα της ενέργειας και του περιβάλλοντος θα πρέπει να συμπεριληφθούν μεταξύ των καίριων αρμοδιοτήτων του ευρωπαϊκού πλαισίου αναφοράς της διά βίου μάθησης. Οι εκπαιδευτικοί διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο και πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους το κατάλληλο διδακτικό και εκπαιδευτικό υλικό ανάλογα με το επίπεδο και το αντικείμενο της διδασκαλίας. Η χρήση επικαιροποιημένων πόρων και ο καθορισμός συγκεκριμένων δράσεων κατάρτισης και υποστήριξης των εκπαιδευτικών πρέπει να περιλαμβάνονται σε κάθε εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Είναι θεμελιώδης ο ρόλος των Πανεπιστημίων, όπως προβλέπεται από τη διαδικασία της Μπολόνια, μεταξύ των στόχων της οποίας είναι η εξασφάλιση διδακτικών προγραμμάτων που να ανταποκρίνονται όλο και περισσότερο στις ταχείες αλλαγές της παγκοσμιοποίησης και στα συμφέροντα της ΕΕ, έτσι ώστε οι τίτλοι σπουδών να καθίστανται πιο αξιοποιήσιμοι στην αγορά εργασίας της ευρωπαϊκής επικράτειας.

4.4   Ο ρόλος των επιχειρήσεων

4.4.1   Η συνεργασία μεταξύ εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων, την οποία η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ήδη από το 2009 (4), διαδραματίζει ρόλο καθοριστικής σημασίας. Χάρη στην ευελιξία που χαρακτηρίζει τους επαγγελματικούς κλάδους και ιδιαίτερα τις ΜΜΕ, οι εταιρικές σχέσεις μπορεί να είναι ένας από τους βασικούς πόρους για τη δημιουργία θέσεων εργασίας σε περιόδους κρίσης, δίδοντας σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και της δημιουργικότητας. Η έρευνα και η καινοτομία πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των εταιρικών σχέσεων, προκειμένου να διευκολυνθεί η ταχεία μεταφορά των νέων τεχνολογιών. Οι επαγγελματίες (μηχανικοί, αρχιτέκτονες, κ.λπ.) θα πρέπει να εκπαιδεύονται συνεχώς όσον αφορά τις νέες εξελίξεις στους οικείους τομείς. Επίσης στον χώρο εργασίας θα πρέπει να διεξάγονται ειδικά σεμινάρια σχετικά με την εξοικονόμηση ενέργειας.

4.5   Ο ρόλος των τραπεζών

4.5.1   Ο τραπεζικός τομέας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία και την κοινωνία. Οι τράπεζες παρεμβαίνουν σε πολλές φάσεις της καθημερινής ζωής των ανθρώπων και πέρα από διαμεσολαβητές των χρημάτων, θα πρέπει να είναι και αξιόπιστες. Μέσα από ειδικές χρηματοδοτήσεις, συνοδευόμενες από τις κατάλληλες ενημερωτικές δράσεις, θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την εκπαίδευση για την ενέργεια και το περιβάλλον, παρέχοντας κίνητρα για πράσινες επενδύσεις σε διάφορους τομείς της οικονομίας (κατασκευές, μεταφορές κλπ.).

4.6   Ο ρόλος των συνδικαλιστικών οργανώσεων

4.6.1   Οι οργανώσεις των εργαζομένων μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην πραγματοποίηση διεργασιών που θα αποβλέπουν στο να αποτελέσουν η εκπαίδευση και η επαγγελματική κατάρτιση τα εργαλεία ενός ενιαίου σχεδιασμού του πολιτισμού και της αειφόρου ανάπτυξης. Η πράσινη οικονομία, για παράδειγμα, απαιτεί ειδικευμένο προσωπικό, το οποίο να μπορεί να προσαρμόζεται στις αλλαγές που προτείνουν η τεχνολογική ανάπτυξη, η έρευνα και η καινοτομία. Ακόμη και στο επίπεδο της ατομικής συμπεριφοράς, η λειτουργία του συνδικάτου μπορεί να είναι στρατηγική, με δράσεις ευαισθητοποίησης των μελών του, πρωτοβουλίες ακόμη και με τη μορφή σύμβασης, που να επιβραβεύουν την ενάρετη συμπεριφορά και την επιτευχθείσα εξοικονόμηση ενέργειας. Η συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων και εργατικών οργανώσεων στον τομέα αυτό θα αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα

4.7   Ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών (ΜΚΟ)

4.7.1   Οι οργανώσεις καταναλωτών και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις διαδραματίζουν καθοριστικής σημασίας ρόλο, εφόσον συμβάλουν στη μεταφορά δεξιοτήτων και γνώσεων. Θα πρέπει να συμμετέχουν στην ευαισθητοποίηση σε θέματα κατανάλωσης και ενεργειακής απόδοσης σε όλα τα επίπεδα: προγραμματισμός, σχεδιασμός, απόφαση για το περιεχόμενο, προώθηση των πληροφοριών, προτάσεις, διάδοση, αξιολόγηση των αποτελεσμάτων.

4.7.2   Οι ΜΚΟ θα πρέπει να είναι οι φυσικοί συνομιλητές των εθνικών αρχών και θα πρέπει να υποστηριχθούν στην εκπαιδευτική τους δραστηριότητα, τα οφέλη της οποίας θα καρπωθεί το σύνολο της κοινωνίας. Προγράμματα άτυπης εκπαίδευσης, σχέσεις με τους δασκάλους, οργάνωση εκπαιδευτικών επισκέψεων επί τόπου, εδικές μίνι πανεπιστημιουπόλεις και εκδόσεις προσαρμοσμένες σε διάφορες ηλικιακές ομάδες είναι οι δραστηριότητες που θα πρέπει να ανατεθούν σε ενεργές και έμπειρες οργανώσεις στον τομέα της ενεργειακής διαπαιδαγώγησης.

4.8   Ο ρόλος των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των κοινωνικών δικτύων

4.8.1   Σε ό,τι αφορά τη διάδοση της σωστής πληροφορίας και τις δράσεις μαζικής εκπαίδευσης για όλες τις ηλικίες, τα μμε έχουν στρατηγική αξία και λειτουργία. Στα προγράμματα για τη διάδοση θεμάτων που σχετίζονται με την ενέργεια και το περιβάλλον, τα μηνύματα πρέπει πάντοτε να χαρακτηρίζονται από επιστημονική ακρίβεια και να είναι πολιτισμικά ουδέτερα. Θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση εργαλείων των μέσων ενημέρωσης, κυρίως η τηλεόραση, χωρίς να έχει υποβληθεί σε αυστηρή εξέταση το περιεχόμενο των πληροφοριών. Τα συμφέροντα που περιστρέφονται γύρω από το περιβάλλον και την ενέργεια είναι τεράστια και μπορούν να επηρεάσουν, με τον άλφα ή βήτα τρόπο, ανθρώπους που δεν διαθέτουν τα κατάλληλα εργαλεία γνώσης και κρίσης για να αξιολογήσουν συνειδητά τις πληροφορίες που λαμβάνουν.

4.8.2   Τα κοινωνικά δίκτυα διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό και ευαίσθητο ρόλο, δεδομένου ότι απευθύνονται κατά κύριο λόγο σε νέους, που εύκολα ευαισθητοποιούνται και παθιάζονται για τόσο σημαντικά θέματα. Όλοι όσοι χρησιμοποιούν τα μέσα αυτά θα πρέπει να τηρούν έναν κώδικα πειθαρχίας και να δέχονται να «ελέγχονται» και ενδεχομένως να τροποποιούν πληροφορίες αμφιβόλου και μεροληπτικού περιεχομένου.

4.8.3   Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο μέλλον αυτά τα εργαλεία θα είναι ολοένα και σημαντικότερα. (Σήμερα, οι άνθρωποι που συνδέονται με τα κοινωνικά δίκτυα είναι περισσότεροι από τον πληθυσμό της Γης στις αρχές του 1900 …). Η μάζα των διαθέσιμων πληροφοριών θα αλλάξει τη γλώσσα και την τυπολογία των πληροφοριών. Η εκπαίδευση θα επηρεαστεί από αυτές τις αλλαγές και θα πρέπει να είναι δυνατή η μετάφραση σύνθετων και πολύπλοκων μηνυμάτων σε απλά «χαπάκια» κατάλληλα για όλους. http://en.wikipedia.org/wiki/List_of_social_networking_websites.

5.   Οι προτεραιότητες της ΕΟΚΕ

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι ακόλουθες προτεραιότητες πρέπει να είναι στο επίκεντρο της προσοχής:

5.1

Συμβίωση με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, προσαρμογή και ανάγκη κατάλληλων επαγγελματικών δεξιοτήτων. Η ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής αποδεικνύεται από επιστημονικά στοιχεία και είναι ευρέως αναγνωρισμένη σε παγκόσμιο επίπεδο. Μερικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες, θα σημειώνονται με ολοένα μεγαλύτερη ένταση. Η προσαρμογή σε αυτά τα φαινόμενα είναι καθοριστικής σημασίας για την επιβίωσή μας. Επιπλέον, η έλλειψη υψηλού επιπέδου κατάλληλων επαγγελματιών θα μπορούσε να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

5.2

Ενεργειακή απόδοση. Τα συνδυασμένα αποτελέσματα της πλήρους εφαρμογής των υφιστάμενων και των νέων μέτρων θα αλλάξουν την καθημερινή ζωή μας και θα δοθεί με αυτά η δυνατότητα: επίτευξης οικονομιών μέχρι 1 000 ευρώ ανά νοικοκυριό ετησίως· βελτίωσης της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης· δημιουργίας μέχρι 2 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας και μείωσης των ετήσιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 740 εκατομμύρια τόνους (5). Οι αγοραστές ενέργειας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία αυτή. Άπαντες, συμπεριλαμβανομένων των ενηλίκων, οφείλουν να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους και συνεπώς είναι απαραίτητη η παροχή επαρκών και αξιόπιστων πληροφοριών για την ενέργεια.

5.3

Καταπολέμηση της φτώχειας και της ενεργειακής πενίας. Η καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας αποτελεί μια νέα κοινωνική προτεραιότητα που πρέπει να αντιμετωπιστεί σε όλα τα επίπεδα. Οι τιμές των βασικών ορυκτών καυσίμων εξακολουθούν να αυξάνονται και φαίνεται ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Εάν δεν υπάρξει γρήγορη και αποτελεσματική δράση, ο αριθμός των ευάλωτων καταναλωτών ενέργειας θα αυξηθεί και αυτός σημαντικά (6).

5.4

Εξασφάλιση της πρόσβασης όλων των καταναλωτών στην ενέργεια (ιδιώτες και βιομηχανία). Η ενέργεια είναι κοινό αγαθό και διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διασφάλιση της οικονομικής ευημερίας του κράτους. Είναι πρωταρχικής σημασίας να εξασφαλιστεί η διαθεσιμότητα της ενέργειας σε λογικές τιμές, που να μην διαφέρουν υπερβολικά και απρόβλεπτα κατά τα επόμενα έτη, εξασφαλίζοντας την πρόσβαση στην ενέργεια σε όλους τους πολίτες και τους καταναλωτές.

5.5

Βιώσιμη κινητικότητα. Η αυξανόμενη ανάγκη μεταφοράς προσώπων και αγαθών επιδεινώνει τον κίνδυνο ρύπανσης και συμφόρησης, ιδίως στο αστικό περιβάλλον. Είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί μια μορφή κινητικότητας η οποία να είναι βιώσιμη, περιβαλλοντικά υπεύθυνη και αποτελεσματική όσον αφορά την χρήση της ενέργειας. Η εμφάνιση της συντροπικότητας είναι εξαιρετικά σημαντική σε αυτόν τον τομέα.

5.6

Έλλειψη πόρων (ενέργεια, νερό, πρώτες ύλες). Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού από 6 δις σε 9 δις ανθρώπους θα εντείνει τον διεθνή ανταγωνισμό για τους φυσικούς πόρους και θα ασκήσει πίεση στο περιβάλλον (7). Η διαφύλαξη ζωτικών πόρων, όπως ο αέρας, το νερό, η γη, τα δάση και τα τρόφιμα, είναι επομένως καθοριστικής σημασίας παράγοντας για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και τη δημιουργία μιας σύγχρονης οικονομίας.

5.7

Οι ΤΠΕ. Οι τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας αποτελούν τώρα αναπόσπαστο τμήμα της κοινωνίας της πληροφορίας και της γνώσης. Για παράδειγμα, η έξυπνη διανομή ενέργειας, σε προσιτές τιμές, θα συμβάλει σημαντικά στην αλλαγή της συμπεριφοράς των μελλοντικών γενεών.

6.   Ορισμένα παραδείγματα…

6.1   Υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες και καλές πρακτικές, στην Ευρώπη και στον κόσμο, εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων για την προώθηση της ενεργειακής διαπαιδαγώγησης και της προστασίας του περιβάλλοντος, που τις περισσότερες φορές σχετίζονται με τη μείωση των ρυπογόνων αερίων.

6.2   Το σχέδιο Défi Énergie, που συντονίζεται από την Υπηρεσία Περιβάλλοντος των Βρυξελλών (Bruxelles Environnement) στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εκστρατείας βιώσιμης ενέργειας (Sustainable Energy Europe), στο οποίο συμμετείχαν περίπου 4 000 άτομα από 1 400 νοικοκυριά, συνέβαλε στη μείωση των εκπομπών CO2 κατά έναν τόνο ετησίως, ή στη μείωση κατά 380 ευρώ του λογαριασμού ηλεκτρικής ενέργειας. www.ibgebim.be

6.3   Το εθνικό ίδρυμα Carlo Collodi με το σχέδιο «Pinocchio ripensa il mondo» που προορίζεται για παιδιά του δημοτικού και χωρίζεται σε τρεις φάσεις: τη διαφοροποιημένη συλλογή των απορριμμάτων, την εξοικονόμηση ενέργειας, τις δεοντολογικές επιλογές που σχετίζονται με την αειφορία. http://www.pinocchio.it/fondazionecollodi/

6.4   Το διεθνές ίδρυμα Yehudi Menhuin, με το πρόγραμμά του MUS-E® Arts at School με τη χρήση των τεχνών– μουσική, χορό, τραγούδι, θέατρο και εικαστικές τέχνες – αναπτύσσει νέες μεθόδους μάθησης. Το πρόγραμμα εφαρμόζεται σε 11 χώρες, με 1 026 καλλιτέχνες που εργάζονται με 59 189 παιδιά σε 623 δημοτικά σχολεία. www.menuhin-foundation.com/

6.5   Το ισπανικό φόρουμ διαλόγου για τον κοινωνικό διάλογο που αφορά το ενεργειακό μείγμα (Spanish Energy Mix Forum, SEMF), ανοικτό σε όλους τους φορείς του τομέα της ενέργειας συγκρίνει τις διάφορες πηγές ενέργειας της Ισπανίας. http://www.semforum.org/

6.6   Το Θερινό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο (UMET) για την Βιώσιμη Ενέργεια στην περιοχή της Μεσογείου με τη συμμετοχή των πανεπιστημίων της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, της Ελλάδας, καθώς και του Μαρόκου, της Αλγερίας, της Τυνησίας, της Αιγύπτου, της Τουρκίας, κλπ. Τα επόμενα χρόνια, το πανεπιστήμιο θα ήθελε να επεκτείνει την οργάνωσή του σε άλλες πόλεις. http://www.ome.org/index.php

6.7   Ο Πράσινος Πλανήτης (La Belle Verte) είναι ένα φιλμ του 1996 της Coline Serreau που ασχολείται με τα προβλήματα του δυτικού κόσμου όπως για παράδειγμα η φρενίτιδα, η κατάχρηση εξουσίας, η ρύπανση και η ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των τοπίων. http://www.youtube.com/watch?v=TTvoZkHugr0

6.8   Το πρόγραμμα της Επιτροπής «Ευφυής Ενέργεια για την Ευρώπη» υποστηρίζει από το 2004 σχέδια ενεργειακής διαπαιδαγώγησης. Αναφέρονται μερικά όπως τα «KidsCorner», «U4energy», «Flick the Switch», «Kids4future», «Rainmakers», «Youngenergypeople», «My Friend Boo» κλπ. Όσον αφορά την επαγγελματική κατάρτιση για τον κατασκευαστικό τομέα αναφέρεται το σχέδιο «Build Up skills». http://ec.europa.eu/energy/intelligent/

6.9   My Friend Boo, μια αστεία σειρά κινουμένων σχεδίων, στο πλαίσιο του προγράμματος ΙΕΕ και πρώτη του είδους της στην Ευρώπη, στοχεύει στο να βοηθήσει τους νέους να κατανοήσουν θέματα όπως η ενέργεια, η αλλαγή του κλίματος, του περιβάλλοντος, η συντήρηση και η υγεία. http://www.myfriendboo.com/

6.10   Άλλες πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι: το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο των Δημάρχων το οποίο έχουν υπογράψει πάνω από τρεις χιλιάδες πόλεις. Η ΕΟΚΕ από την αρχή υποστήριξε τη χρήση του μέσου αυτού σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό ευρωπαϊκών δήμων (8), με αποτέλεσμα την αλλαγή της στρατηγικής από την Επιτροπή. Concerto, Civitas, και η νέα πρωτοβουλία έξυπνες πόλεις και έξυπνες κοινότητες αποτελούν μέσα για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα των βιώσιμων μεταφορών, της κατάλληλης και ευφυούς χρήσης της ενέργειας. Η πρωτοβουλία SET-PLAN Energy Education and Training Initiative, η οποία συνοψίζει και αναπτύσσει μια σημαντική προστιθέμενη αξία για το σύνολο του έργου του σχεδίου SET-Plan.

6.11   Σε διεθνές επίπεδο έχουν ήδη αναληφθεί διάφορες πρωτοβουλίες, όπως το σχέδιο NEED (National Energy Education Development Project), ένα δίκτυο σπουδαστών, εκπαιδευτικών, επιχειρήσεων, κυβερνήσεων και δήμων που έχει ξεκινήσει εδώ και 30 χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες http://www.need.org/· το πρόγραμμα Energy Education and Workforce Development του Υπουργείου Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών http://www1.eere.energy.gov/education/· ο δικτυακός τόπος EnergyQuest που ασχολείται με την εκπαίδευση στον τομέα της ενέργειας http://www.energyquest.ca.gov/.

7.   Δημόσια ακρόαση για την ενεργειακή διαπαιδαγώγηση

7.1   Κατά τη δημόσια ακρόαση που διοργάνωσε η ΕΟΚΕ παρουσιάστηκαν πολλές και ενδιαφέρουσες εμπειρίες στον τομέα της ενεργειακής και της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.

7.2   Οι εκπρόσωποι του EACI, της EU-ASE (Ευρωπαϊκή Συμμαχία για την Εξοικονόμηση Ενέργειας), του ιδρύματος Carlo Collodi, του ιδρύματος Yehudi Menuhin, της Solvay, του CIRCE, του Business Solutions Europa, του δικτύου ELISAN, και ο αρμόδιος της ΓΔ Ενέργειας του Συμφώνου των Δημάρχων, καθένας με τη δική του άποψη, προέβαλαν τη σπουδαιότητα του θέματος.

7.3   Ο ρόλος της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης, η προετοιμασία των τεχνικών και των πτυχιούχων φυσικών επιστημών, η ανάγκη να ενισχυθεί η σχέση μεταξύ των πανεπιστημίων, της έρευνας και της βιομηχανίας, η προτεραιότητα δέσμευσης των δημοσίων αρχών για την καταπολέμηση της φτώχειας και της ενεργειακής πενίας, η συμμετοχή των τοπικών φορέων στην ανάπτυξη δράσεων ευαισθητοποίησης και ευφυούς και βιώσιμης χρήσης της ενέργειας, καινοτόμα εργαλεία στην εξωσχολική εκπαίδευση, άτυπη και μη, είναι θέματα που τέθηκαν στη συζήτηση.

7.4   Μια συγκεκριμένη πρόταση προέκυψε από την ανάγκη να υιοθετηθεί ένα ενιαίο και κατανοητό σύστημα αξιολόγησης της ενέργειας χρησιμοποιώντας, για παράδειγμα, ως μονάδα μέτρησης τον λόγο ευρώ / MWh, για όλα τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια, έτσι ώστε να υπολογίζεται άμεσα η απόδοση και το κόστος.

7.5   Πρωταρχική σημασία έχει η ποιότητα των πληροφοριών και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης. Υπάρχει ο πραγματικός κίνδυνος ότι η πληροφόρηση μπορεί να χειραγωγηθεί προκειμένου να υπερασπίσει συμφέροντα και όχι να οδηγήσει σε συνειδητές επιλογές. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να επιδείξουν οι δημόσιες αρχές προκειμένου να διασφαλίσουν την ανεξαρτησία και την αμεροληψία των διαδικασιών ενημέρωσης και εκπαίδευσης.

7.6   Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία που προέκυψε αφορά το πρόβλημα της δυσκολίας συστηματικής ενσωμάτωσης του θέματος της ενέργειας στην ύλη των σχολικών προγραμμάτων λόγω έλλειψης χρόνου, πολύ εντατικών προγραμμάτων και με διαφορετικές προτεραιότητες.

8.   EDEN: το ευρωπαϊκό δίκτυο ενεργειακής και περιβαλλοντικής διαπαιδαγώγησης. Το πρωτόκολλο ΕΟΚΕ - Fondazione Nazionale Carlo Collodi

8.1   Το ευρωπαϊκό δίκτυο των εθνικών φόρουμ για την εκπαίδευση σε θέματα ενέργειας και περιβάλλοντος, EDEN, όπως έχει ήδη προταθεί στη διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα «Κοινωνία της ενέργειας χωρίς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα», θα μπορούσε να καλύψει τα υφιστάμενα κενά για την επίτευξη του στόχου της ΕΕ περί εξοικονόμησης ενέργειας τουλάχιστον κατά 20 % και να συμβάλει στην υλοποίηση του ευρωπαϊκού οράματος του 2050 για μια οικονομία που να βασίζεται στην αποδοτική χρήση των πόρων και σε χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, και να ενισχύσει την ενεργειακή ανεξαρτησία και την ασφάλεια εφοδιασμού.

8.2   Για την υλοποίηση των προτάσεων που περιλαμβάνονται στη γνωμοδότηση και την υποστήριξη της δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού δικτύου, η ΕΟΚΕ και το ίδρυμα Collodi υπέγραψαν πρωτόκολλο συνεργασίας 26 Μαρτίου 2010, με το οποίο δεσμεύτηκαν να συνεργάζονται. Ο Πινόκιο, ο παγκοσμίως γνωστός χαρακτήρας του βιβλίου του Carlo Collodi, επελέγη ως μασκότ και σύμβολο της πρωτοβουλίας.

8.3   Το ευρωπαϊκό αυτό δίκτυο, το οποίο βασίζεται σε οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του περιβάλλοντος, λειτουργεί ως δίαυλος εθνικής διάδοσης, που με κατάλληλα προγράμματα και υλικά, θα διευκολύνει την ενσωμάτωση της καθαρής ενέργειας, την αποδοτικότερη χρήση όλων των φυσικών πόρων και την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος στα εθνικά σχολικά προγράμματα.

8.4   Μέχρι σήμερα έχουν προσχωρήσει διάφορες οργανώσεις στο δίκτυο. Εκτός από την ΕΟΚΕ και το ίδρυμα Carlo Collodi (IT), που είναι ιδρυτικά μέλη, συμμετέχουν επίσης: Foundation Terra Mileniul III (RO), Arene île-de-France (FR), Les Péniches du Val de Rhône (FR), Municipality of Greenland (Greenland), Climate Action Network (RO), Mosaic Art and Sound (UK), Art For Green Life (UK/BE), CECE (ES), Intercollege (CY), Business Solutions Europa (BE), EU-ASE (BE), CIRCE (ES), Fondazione Menuhin (BE).

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  EE C 77, 31.3.2009, σελ. 54-59.

(2)  ΕΕ C 277 της 17.11.2009, σελ. 15.

(3)  EE C 218 της 23.7.2011, σελ. 136.

(4)  ΕΕ C 228 της 22.9.2009, σελ. 9-13.

(5)  COM(2011) 109 final.

(6)  ΕΕ C 44 της '11.2.2011, σελ. 53.

(7)  COM(2010) 2020 final.

(8)  ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σελ. 22


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/18


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Οι εξελίξεις στον κλάδο των εκδόσεων» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2012/C 191/04

Εισηγήτρια: η κα ATTARD

Συνεισηγήτρια: η κα VAN LAERE

Στις 14 Ιουλίου 2011 και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

«Οι εξελίξεις στον κλάδο των εκδόσεων»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών (CCMI), στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 12 Απριλίου 2012 με βάση την εισηγητική έκθεση της εισηγήτριας κας Attard και της συνεισηγήτριας κας Van Laere.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 156 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 1 αποχή.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η εκδοτική βιομηχανία υφίσταται μια εξελισσόμενη διαδικασία εκσυγχρονισμού με σημαντικές συνέπειες στην ψηφιακή εποχή.

1.2   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι θα πρέπει να καταστεί άμεση προτεραιότητα, σε επίπεδο ΕΕ, η συνολική ανάλυση του ρόλου της εκδοτικής βιομηχανίας στην κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική, επιστημονική και καλλιτεχνική ανάπτυξη της Ευρώπης, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τα δικαιώματα και τις ανάγκες άλλων ενδιαφερόμενων μερών όπως οι βιβλιοπώλες, οι συγγραφείς, οι επιστήμονες, οι εικονογράφοι, οι τυπογράφοι και οι συναφείς βιομηχανίες, οι βιβλιοθήκες και οι οργανισμοί δικαιωμάτων αναπαραγωγής, καθώς και οι καταναλωτές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να συμπεριλάβει και την εκδοτική βιομηχανία στους συνεκτιμώμενους κλάδους κατά την εξέταση στρατηγικών για την ψηφιακή Ευρώπη.

1.3   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η αντιμετώπιση της ανάγκης για τη θέσπιση κατάλληλης νομοθεσίας και πολιτικών της ΕΕ με αντίκτυπο στον κλάδο των εκδόσεων: διανοητική ιδιοκτησία (ιδίως τα δικαιώματα του δημιουργού) και εφαρμογή αυτής, φορολογία, κοινωνία της πληροφορίας και πολιτιστικές πολιτικές.

1.4   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την ανάγκη εξάλειψης, σε επίπεδο ΕΕ, του καθεστώτος διακρίσεων που ισχύει επί του παρόντος τόσο εντός της ΕΕ –όπου οι ηλεκτρονικές εκδόσεις των ίδιων πολιτιστικών προϊόντων φορολογούνται επί του παρόντος με σταθερούς συντελεστές, δημιουργώντας αδικαιολόγητη στρέβλωση μεταξύ συγκρίσιμου περιεχομένου– όσο και σε σύγκριση με τις ΗΠΑ όπου οι ηλεκτρονικές εκδόσεις είναι αφορολόγητες, γεγονός που δημιουργεί άνισους όρους ανταγωνισμού και αθέμιτο ανταγωνισμό.

1.5   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο κλάδος των γραφικών τεχνών πρέπει να ενθαρρυνθεί να αλλάξει ριζικά τα οικονομικά και τεχνολογικά πρότυπα που χαρακτήρισαν την ανάπτυξή του και να τεθεί στο κέντρο της διαχείρισης και της διαβίβασης των πληροφοριών, χωρίς να περιορίζεται σε ρόλο παρόχου υπηρεσιών, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό σχέδιο για τις εκδόσεις.

1.6   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα Παρατηρητήριο σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τον υπολογισμό των τρεχουσών και μελλοντικών αναγκαίων δεξιοτήτων του κλάδου των γραφικών τεχνών για την ενθάρρυνση της επαγγελματικής κατάρτισης, του επαγγελματικού αναπροσανατολισμού και της επιμόρφωσης μέσω δημόσιας χρηματοδότησης του τομέα, ιδίως μέσω του ΕΚΤ, του ΕΤΠΑ και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, συμπεριλαμβανομένης έρευνας μέσω του 7ου ΠΠ και του προγράμματος «Ορίζοντας 2020», με απώτερο στόχο τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας του κλάδου των γραφικών τεχνών.

1.7   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η διακυβέρνηση των ΔΔΙ διαδραματίζει επίσης καθοριστικό ρόλο στην άνθηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, στις επιστήμες, τις τέχνες και την ποιότητα ζωής των ευρωπαίων πολιτών, πέραν του ότι αποτελεί βασικό παράγοντα της τεχνολογικής και εμπορικής καινοτομίας.

1.8   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η παροχή ενός ασφαλούς ψηφιακού περιβάλλοντος στους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένου του αποτελεσματικού ελέγχου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του ιδιωτικού απορρήτου τους, θα συντελέσει ώστε οι ψηφιακές αγορές να λειτουργούν προς όφελος των χρηστών.

1.9   Η ΕΟΚΕ τονίζει τις κοινωνικές και οικονομικές υποχρεώσεις κατά την αντιμετώπιση της ψηφιακής μετάβασης ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι όσο το δυνατό μεγαλύτερος αριθμός ατόμων κάθε ηλικίας, σε κάθε κράτος μέλος, θα είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τα οφέλη της ψηφιακής επανάστασης.

1.10   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι πρέπει να εξασφαλίζεται αξιοπρεπής απασχόληση στους εργαζόμενους, συμπεριλαμβανόμενων όσων έχουν καθεστώς ελεύθερου επαγγελματία και εξωτερικού προμηθευτή, η οποία πρέπει επίσης να αποτελεί αντικείμενο κοινωνικού διαλόγου και συλλογικών συμβάσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

1.11   Η υιοθέτηση ανοιχτών, διαλειτουργικών ηλεκτρονικών προτύπων είναι ουσιώδους σημασίας για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και την πρόληψη του «κλειδώματος» των αγορών και της δημιουργίας δεσποζουσών θέσεων.

1.12   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία μιας πιο ολοκληρωμένης ενιαίας αγοράς υπηρεσιών στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» (1) για όλους τους παράγοντες και τα ενδιαφερόμενα μέρη της εκδοτικής βιομηχανίας βιβλίων, ώστε να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη και η δημιουργία θέσεων εργασίας.

1.13   Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τις προσπάθειες των επαγγελματιών του εκδοτικού και τυπογραφικού κλάδου προκειμένου να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους προς την κατεύθυνση ενός πιο συμμετοχικού προτύπου και να οργανωθούν σε διαφανές κοινό πλαίσιο που θα επιτρέπει την καλύτερη διάρθρωση των οικονομικών, κοινωνικών, τεχνολογικών και περιβαλλοντικών πτυχών τους.

1.14   Η ΕΟΚΕ παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ξεκινήσει στρατηγικό διάλογο με τον ευρωπαϊκό κλάδο των εκδόσεων, ώστε να καταλήξει σε συμπεράσματα σχετικά με στρατηγικές που θα αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα τις ανάγκες των έντυπων βιβλίων και των ηλεκτρονικών βιβλίων στην ψηφιακή εποχή, ενισχύοντας έτσι παράλληλα την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Η ΕΟΚΕ καλεί εκ νέου την Επιτροπή να δημιουργήσει ομάδα υψηλού επιπέδου που θα περιλαμβάνει εκπροσώπους του κλάδου των εκδόσεων, των γραφικών τεχνών και της βιομηχανίας χάρτου προκειμένου να αναλύσει τις προοπτικές επενδύσεων και απασχόλησης που παρέχονται σε αυτούς τους τομείς στο πλαίσιο της επανάστασης των πολυμέσων.

2.   Εισαγωγή και ιστορικό

2.1   Ο εκδοτικός κλάδος –η μεγαλύτερη πολιτιστική βιομηχανία στην Ευρώπη– διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην οικονομική, κοινωνική, πολιτική, δεοντολογική, εκπαιδευτική, καλλιτεχνική και επιστημονική ανάπτυξη της Ευρώπης. Η ευρωπαϊκή λογοτεχνία συγκαταλέγεται στη βασική καλλιτεχνική και πολιτιστική κληρονομιά της Ευρώπης, ενσαρκώνοντας την ευρεία πολυμορφία κάθε χώρας, καθώς κάθε ευρωπαϊκή γλώσσα, περιοχή, μειονότητα αντιπροσωπεύεται και καταγράφεται για πάντα στα βιβλία, προωθώντας παράλληλα τον διαπολιτισμικό διάλογο.

2.2   Οι ευρωπαίοι εκδότες (τα κράτη μέλη της ΕΕ, η Νορβηγία και η Ισλανδία) παρήγαγαν κύκλο εργασιών ύψους 23,5 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου (2010), εξέδωσαν συνολικά 525 000 περίπου νέους τίτλους και απασχόλησαν υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης περί τα 135 000 άτομα συνολικά. Περίπου 7,5 εκατομμύρια τίτλοι είναι διαθέσιμοι σε απόθεμα. Η έκδοση βιβλίων συμβάλλει επίσης έμμεσα στη δημιουργία θέσεων εργασίας: στην Ευρώπη υπάρχουν περισσότεροι από 100 000 συγγραφείς, εικονογράφοι και μεταφραστές λογοτεχνίας καθώς και περισσότερα από 25 000 μεμονωμένα βιβλιοπωλεία. Είναι απαραίτητη η συλλογή πιο συγκεκριμένων δεδομένων προκειμένου να υπάρξει λεπτομερέστερη εικόνα του κλάδου.

2.3   Οι μεθοδολογίες παραγωγής βιβλίων, από την ανάθεση μέχρι την επιμέλεια, την εκτύπωση και τη διανομή, έχουν υποστεί σημαντικές αλλαγές ως προς την εκτέλεση και όχι ως προς τον σχεδιασμό ανά τους αιώνες, παρότι το βιβλίο αυτό καθαυτό έχει παραμείνει αναλλοίωτο ουσιαστικά, ως πνευματικό δημιούργημα. Ο ανασχεδιασμός των εν λόγω μεθοδολογιών ήρθε ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης των ψηφιακών εκδόσεων.

2.4   Οι βασικοί δημιουργικοί κλάδοι συνέβαλαν το 2008 κατά 4,5 % στο ΑΕγχΠ της ΕΕ αντιπροσωπεύοντας 8,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας (2), ενώ το σύνολο των δημιουργικών κλάδων συνέβαλε κατά 6,9 % στο ΑΕγχΠ της ΕΕ το ίδιο έτος. Μεταξύ των εν λόγω κλάδων, οι εκδοτικοί τομείς συνέβαλαν κατά 1,07 % στο ΑΕγχΠ της ΕΕ το 2003, σε σύγκριση με το 0,41 % των ραδιοφωνικών/τηλεοπτικών/κινηματογραφικών τομέων και το 0,06 % της μουσικής βιομηχανίας.

2.5   Σε διεθνές επίπεδο, η ευρωπαϊκή βιομηχανία βιβλίων έχει αξία μεγαλύτερη από ό,τι στις ΗΠΑ, όπου έχει παράγει ετήσιο κύκλο εργασιών ύψους 24-25 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια (17-19 δισεκατομμύρια ευρώ). Επιπλέον, κάθε χρόνο, έξι με οκτώ ευρωπαϊκές εταιρείες περιλαμβάνονται στους 10 μεγαλύτερους εκδοτικούς ομίλους στον κόσμο. Ακόμη, οι τρεις μεγαλύτερες διεθνείς εκθέσεις βιβλίου πραγματοποιούνται σε χώρες της ΕΕ: στη Φρανκφούρτη, στο Λονδίνο και στην Μπολόνια.

2.6   Ο θετικός αντίκτυπος της ανάγνωσης στην κοινωνία επισημαίνεται από τον ΟΟΣΑ ως ο καλύτερος δείκτης των ευκαιριών ζωής ενός παιδιού. Οι εκδόσεις ενθαρρύνουν επίσης την πολυφωνία, τις ανταλλαγές απόψεων και τον διάλογο, καθώς και την ελευθερία έκφρασης, που αποτελεί πυλώνα μιας δημοκρατικής κοινωνίας.

3.   Η ψηφιακή μετάβαση

3.1   Η ψηφιακή μετάβαση στον κλάδο των εκδόσεων θέτει σε νέα βάση το μεγαλύτερο μέρος της δυναμικής, των σχέσεων, καθώς και των οικονομικών και πολιτιστικών μοντέλων της έκδοσης βιβλίων.

3.2   Οι ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρονικών βιβλίων παρουσιάζουν μια κατακερματισμένη και διαφοροποιημένη εικόνα. Τα ποσοστά ανάπτυξης στις ανεπτυγμένες αγορές είναι πολύ υψηλά, αλλά ακόμη και εκεί το συνολικό μέγεθος των ψηφιακών εκδόσεων σε σύγκριση με την αγορά έντυπων βιβλίων είναι πολύ μικρό (κυμαίνεται από λιγότερο από 1 % έως 5 % κατ'ανώτατο όριο της αγοράς βιβλίων). Η έλλειψη κατάλληλων φορητών συσκευών ανάγνωσης συνετέλεσε σημαντικά σε αυτήν τη βραδεία ανάπτυξη μέχρι πρόσφατα.

3.3   Εντούτοις, ολοένα και περισσότεροι εκδότες προσφέρουν τα βιβλία τους σε ηλεκτρονική μορφή σε άλλους τομείς. Έχουν αναδειχθεί πολλά διαφορετικά επιχειρηματικά μοντέλα για την παροχή πρόσβασης σε περιεχόμενο ψηφιακών βιβλίων ύστερα από πειραματισμούς μερικών ετών με την τεχνολογία και την καινοτομία. Οι αναγνώστες αποκτούν πρόσβαση σε βιβλία σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ειδικές συσκευές ηλεκτρονικής ανάγνωσης, tablet και smartphone που καθίστανται ολοένα πιο εξειδικευμένα και φιλικά προς τον χρήστη, αλλά κυρίως προσιτά από οικονομική άποψη. Η προσδοκώμενη πτωτική τάση της τιμής των συσκευών ηλεκτρονικής ανάγνωσης θα διευρύνει κατά πάσα πιθανότητα ακόμη περισσότερο την αγορά.

3.4   Νέοι παράγοντες εισέρχονται στην αλυσίδα, χάρη στον μείζονα ρόλο που διαδραματίζουν σε σχέση με τους τελικούς χρήστες σε άλλους τομείς: μηχανές αναζήτησης/πύλες, όπως το Google, παράγοντες του Διαδικτύου συμπεριλαμβανομένων άλλου είδους ηλεκτρονικών καταστημάτων, όπως το Amazon, που είναι επίσης ο κατασκευαστής του Kindle· κατασκευαστές ηλεκτρονικών συσκευών, όπως η Apple, μεταβαίνουν στην αγορά περιεχομένου για τον εξοπλισμό τους, δημιουργώντας έτσι τα δικά τους ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία καθώς και εταιρείες κινητής τηλεφωνίας ή παρόχους υπηρεσιών Διαδικτύου.

3.5   Τα ηλεκτρονικά βιβλία προσφέρουν εύκολη πρόσβαση στη γνώση, στον πολιτισμό και σε δραστηριότητες αναψυχής ακόμη και στις ευάλωτες ομάδες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ανάγνωσης, όπως οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με σωματική αναπηρία, καθώς και στα άτομα που δεν διαβάζουν στη μητρική τους γλώσσα.

3.6   Το ψηφιακό βιβλίο αναπροσδιορίζει επίσης τον οικολογικό αντίκτυπο της εκδοτικής βιομηχανίας. Ενώ το χαρτί είναι ανανεώσιμη και ανακυκλώσιμη πρώτη ύλη, ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των ηλεκτρονικών συσκευών, συμπεριλαμβανομένων των μετάλλων τους και της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας, δεν έχει υπολογιστεί περαιτέρω.

3.7   Στην ψηφιακή εποχή, ο ρόλος του εκδότη παραμένει αποφασιστικής σημασίας: η επιλογή και η διαλογή των χειρογράφων είναι μια καίρια λειτουργία που επιτελούν οι εκδότες, ανεξαρτήτως της μορφής του παραδοτέου υλικού, με στόχο τη διασφάλιση της ποιότητας. Η επιμέλεια και το μάρκετινγκ είναι άλλες καίριες λειτουργίες για τις οποίες είναι απαραίτητη η εμπειρογνωμοσύνη των εκδοτών.

3.8   Το κόστος της αντιμετώπισης περιστατικών παραβίασης των δικαιωμάτων του δημιουργού στο ηλεκτρονικό περιβάλλον, οι επενδύσεις σε συστήματα ψηφιοποίησης, προσωπικό και τεχνολογία, καθώς και τα έξοδα της μετατροπής αρχείων σε συγκεκριμένες μορφές συνιστούν νέα μορφή δαπανών που προκύπτει από τις ηλεκτρονικές εκδόσεις. Εξοικονομούνται δαπάνες εκτύπωσης, φυσικής αποθήκευσης και διανομής, που αντιπροσωπεύουν παραδοσιακά λιγότερο από το ένα έκτο του συνόλου, ενώ οι δαπάνες που αφορούν δικαιώματα εκμετάλλευσης, εργασίες επιμέλειας, μάρκετινγκ, διανομή, ψηφιακή αποθήκευση και αρχειοθέτηση εξακολουθούν να υπάρχουν στον ψηφιακό κόσμο.

4.   Προκλήσεις για τη βιομηχανία έκδοσης βιβλίων στην ψηφιακή εποχή

4.1   Το 2009, το Συμβούλιο (3) και η Επιτροπή (4) προέβησαν στην ίδρυση Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Παραποίησης και Πειρατείας με σκοπό τη βελτίωση της κατανόησης των θεμάτων που αφορούν παραβιάσεις δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΔΔΙ) (5).

4.2   Για μια πολιτιστική βιομηχανία όπως οι εκδόσεις, τα δικαιώματα του δημιουργού αποτελούν θεμέλιο της νομικής αναγνώρισης της αξίας που δημιουργεί ο κλάδος αυτός· ένα ισορροπημένο καθεστώς δικαιωμάτων του δημιουργού είναι, συνεπώς, υψίστης σημασίας για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων του κλάδου, ενώ παρέχει παράλληλα στους δημιουργούς κίνητρα για νέα έργα.

4.3   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι απαιτείται αποτελεσματική εφαρμογή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, τόσο στο διαδίκτυο όσο και στην πραγματική ζωή – η πειρατεία αποδυναμώνει τον πολιτισμό, τη δημιουργικότητα και την ανάδειξη νέων επιχειρηματικών μοντέλων και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην ανάπτυξη της αγοράς μειώνοντας την εμπιστοσύνη των εκδοτών και των δημιουργών ότι θα αποζημιωθούν για τις οικονομικές και διανοητικές τους επενδύσεις (6).

4.4   Η νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού είναι προγενέστερη της ψηφιακής επανάστασης, ενώ οι πραγματικότητες της λήψης αρχείων, της μεταβίβασης αρχείων σε διομότιμη βάση και της Ψηφιακής διαχείρισης δικαιωμάτων (DRM) δεν λαμβάνονται πάντοτε υπόψη, όπως αναγνωρίζεται στο Ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη, απώτερος στόχος του οποίου είναι η ανανέωση των κανόνων της ενιαίας αγοράς της ΕΕ για την ψηφιακή εποχή (7). Ένας ολοκληρωμένος κανονισμός της ΕΕ, που συζητείται επί του παρόντος, είναι απαραίτητος για την αντιμετώπιση ζητημάτων ρύθμισης και πρακτικών εφαρμογής που ποικίλλουν μεταξύ των κρατών μελών.

4.5   Η ταχεία και συνεπής επίλυση διαφορών αναφορικά με κατηγορίες παραποίησης ή πειρατείας μέσω αυστηρής επιβολής θα τόνωνε την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία προβλέπει παρόμοια επιβολή των δικαιωμάτων μέσω του άρθρου 8 παράγραφος 3 της οδηγίας για τα δικαιώματα του δημιουργού (2001/29/ΕΚ), που επιτρέπει στους δικαιούχους να ζητούν τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά των διαμεσολαβητών οι υπηρεσίες των οποίων χρησιμοποιούνται από τρίτο για την προσβολή δικαιώματος του δημιουργού, σε συνδυασμό με το άρθρο 8 της οδηγίας σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων (2004/48/ΕΚ) που παρέχει στον δικαιούχο δικαίωμα ενημέρωσης σχετικά με την ταυτότητα του παραβάτη.

5.   Οι προκλήσεις της ψηφιοποίησης και της παγκοσμιοποίησης για τη βιομηχανία γραφικών τεχνών στην Ευρώπη

5.1   Η ευρωπαϊκή βιομηχανία γραφικών τεχνών είναι αντιμέτωπη με μεγάλες προκλήσεις λόγω της αυξανόμενης και ευρέως διαδεδομένης χρήσης του Διαδικτύου καθώς και της προσέλκυσης των νέων μέσων που μεταβάλλουν σταδιακά το πρόσωπο της αγοράς ως πηγής ενημέρωσης και διαφήμισης.

5.2   Άλλοι σημαντικοί παράγοντες που επηρεάζουν τον ανταγωνισμό είναι, αφενός, οι εισαγωγές από χώρες (π.χ. Κίνα) που παράγουν με χαμηλό κόστος βιβλία που μπορούν να εκτυπωθούν χωρίς χρονικούς περιορισμούς και, αφετέρου, η υψηλή συγκέντρωση εταιρειών παραγωγής χαρτιού και μελάνης, που δημιουργούν τεράστιο ανταγωνισμό παγκοσμίως, ιδιαιτέρως από την Ινδία και την Κίνα όπου μπορούν να εξασφαλιστούν οι χαμηλότερες τιμές. Η ΕΟΚΕ τονίζει την ανάγκη υιοθέτησης όμοιων κοινωνικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων σε όλες τις χώρες παραγωγής.

5.3   Οι παράγοντες αυτοί και το δυσμενές οικονομικό κλίμα που επικρατεί επιφέρουν μερικές φορές μείωση των τιμών και επηρεάζουν σημαντικά την απασχόληση στον κλάδο.

5.4   Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat το 2009, η ευρωπαϊκή βιομηχανία γραφικών τεχνών απαρτίζεται από 119 000 εταιρείες (από 132 571 το 2007), απασχολεί πάνω από 735 000 εργαζομένους (από 853 672 το 2007) και έχει κύκλο εργασιών της τάξης των 88 δισεκατομμυρίων ευρώ και άνω (από 110 δισεκατομμύρια ευρώ το 2007).

5.5   Η εισαγωγή των ψηφιακών εκτυπώσεων, ωστόσο, κατέστησε δυνατή την καινοτομία στις συνεργασίες μεταξύ εκδοτών, τυπογράφων και χρηστών, καθώς μπορούν να εκτυπωθούν βιβλία κατόπιν παραγγελίας ακόμη και για ένα μόλις αντίτυπο.

5.6   Τα τυπογραφεία λαμβάνουν μέτρα για την ενσωμάτωση υπηρεσιών κατά μήκος της αλυσίδας αξίας, όπως η αποθήκευση, η διαχείριση βάσεων δεδομένων, ο σχεδιασμός για τον Ιστό ή για εκτύπωση, τα ηλεκτρονικά βιβλία, καθώς και η ανάπτυξη του τμήματος προετοιμασίας πριν από το τυπογραφείο.

5.7   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις προτάσεις της έκθεσης της Επιτροπής του 2007 σχετικά με την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών γραφικών τεχνών· εντούτοις, η ΕΟΚΕ ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συστήσει μια επιτροπή ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου για τον κλάδο στο σύνολό του· επί του παρόντος, ο επίσημος κοινωνικός διάλογος μεταξύ εργοδοτών και συνδικαλιστικών οργανώσεων διεξάγεται μόνο σε επίπεδο επιχειρήσεων και σε εθνικό επίπεδο.

5.8   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τις συστάσεις της Intergraf, ιδίως όσον αφορά την κατάρτιση ανεξάρτητης μελέτης για την ανάπτυξη τεχνολογίας (τεχνολογίας εκτυπώσεων καθώς και τεχνολογίας για κινητές συσκευές και το Διαδίκτυο), τις δημογραφικές επιρροές και τη συμπεριφορά των καταναλωτών.

6.   Οι προκλήσεις για τους βιβλιοπώλες

6.1   Έχουν προκύψει δυσκολίες λόγω της επιβολής εδαφικών περιορισμών από τους μεγάλους εμπόρους λιανικής στις ηλεκτρονικές πωλήσεις τους. Τα καθιερωμένα συστήματα διανομής παρακάμπτονται, πράγμα πολύ σημαντικό, καθώς διαμορφώνεται μια νέα ηγεμονία ηλεκτρονικών ψηφιακών βιβλιοπωλείων.

6.2   Τα παραδοσιακά βιβλιοπωλεία είναι σημαντικά από πολιτιστική άποψη, καθώς διατηρούν προσωπική επαφή/σχέση με τους καταναλωτές και στο επιγραμμικό περιβάλλον, προσφέροντας υπηρεσίες που δεν μπορεί να προσφέρει το Διαδίκτυο.

6.3   Τα βιβλιοπωλεία σήμερα χρησιμοποιούνται ως εκθεσιακοί χώροι για βιβλία που στη συνέχεια αγοράζουν οι καταναλωτές ηλεκτρονικά – παρέχοντας έτσι δωρεάν μάρκετινγκ και προώθηση στους ηλεκτρονικούς ανταγωνιστές τους. Ορισμένοι παραδοσιακοί βιβλιοπώλες, ωστόσο, χρειάζονται επιμόρφωση, διότι δεν διαθέτουν γνώσεις σχετικά με τα επιγραμμικά κοινωνικά μέσα και πρέπει να είναι καινοτόμοι όσον αφορά το μάρκετινγκ και την επιλογή προϊόντων. Τα πρότυπα στον ψηφιακό κόσμο εξακολουθούν να είναι αδύναμα: παραδείγματος χάριν, ενώ ουσιαστικά όλα τα έντυπα βιβλία έχουν ISBN, δεν ισχύει το ίδιο για όλα τα ηλεκτρονικά βιβλία.

6.4   Πρέπει να επιδιωχθούν και να ενθαρρυνθούν συνεργίες μεταξύ των ευρωπαϊκών ενώσεων βιβλιοθηκών και των βιβλιοπωλών. Η ψηφιοποίηση δημιουργεί κατά κάποιον τρόπο προστριβές μεταξύ βιβλιοπωλών και εκδοτών που ανησυχούν για την πειρατεία ηλεκτρονικών βιβλίων, αφενός, και τις βιβλιοθήκες που επιδεικνύουν ιδιαίτερο ενθουσιασμό για την προώθηση του δανεισμού ηλεκτρονικών βιβλίων, αφετέρου. Πρέπει να επισημανθεί, να εφαρμοστεί πρακτικά και να επιβληθεί από όλα τα μέρη η νομική διάκριση μεταξύ δανεισμού (έντυπων βιβλίων) και ηλεκτρονικού δανεισμού. Πρέπει να εξεταστεί από τα ενδιαφερόμενα μέρη μια ρύθμιση που να συνδυάζει εγγενείς διασφαλίσεις κατά της πειρατείας και διευκόλυνση του ηλεκτρονικού δανεισμού για την επίτευξη νόμιμου δανεισμού από τις βιβλιοθήκες.

6.5   Με τη διττή κυριαρχία τους στην αγορά όσον αφορά τις πλατφόρμες πωλήσεων και τις συσκευές ηλεκτρονικής ανάγνωσης (Kindle και iPad), η Amazon και η Apple έχουν αποκτήσει ένα προβάδισμα που τους επιτρέπει να υπαγορεύουν τις τιμές και τους όρους και προϋποθέσεις σε όλους τους υπόλοιπους παράγοντες του κλάδου. Αυτή η μη ευρωπαϊκή κυριαρχία επηρεάζει επίσης αρνητικά τους μικρότερους εκδότες, που δεν έχουν την ισχύ να διαπραγματευτούν τους όρους που επιβάλλουν η Amazon και η Apple.

6.6   Η υιοθέτηση ανοιχτών, διαλειτουργικών προτύπων θα αποτρέψει το «κλείδωμα» των αγορών και τη δημιουργία δεσποζουσών θέσεων από ορισμένους μεγάλους παράγοντες που χρησιμοποιούν επί του παρόντος κλειστές ιδιοκτησιακές τεχνολογίες οι οποίες συνδέουν τη χρήση ορισμένων συσκευών με τους δικούς τους καταλόγους ή το αντίστροφο, αυξάνοντας έτσι τον ανταγωνισμό.

7.   Φορολόγηση και τιμολόγηση

7.1   Οι περισσότερες χώρες της ΕΕ και του κόσμου εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ για τις πωλήσεις έντυπων βιβλίων, αναγνωρίζοντας τα οφέλη της ανάγνωσης στον πολιτισμό, την εκπαίδευση, τις επιστήμες και την κοινωνία, γενικότερα.

7.2   Εντούτοις, στην ΕΕ ισχύει επί του παρόντος ένα καθεστώς που εισάγει διακρίσεις, καθώς οι ηλεκτρονικές εκδόσεις των ίδιων πολιτιστικών προϊόντων φορολογούνται με τους συνήθεις συντελεστές, δημιουργώντας αδικαιολόγητη στρέβλωση μεταξύ συγκρίσιμου περιεχομένου.

8.   Διατήρηση ορφανών έργων και εξαντλημένων εκδόσεων  (8)

8.1   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί σε γενικές γραμμές με την προτεινόμενη οδηγία για ένα νομικό πλαίσιο που διασφαλίζει τη νόμιμη, διασυνοριακή Διαδικτυακή πρόσβαση στα ορφανά έργα (9).

8.2   Ελάχιστα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει τη νομοθεσία για τα ορφανά έργα, και ακόμη και σε περίπτωση που υπάρχει σχετική εθνική νομοθεσία, περιορίζει την πρόσβαση των πολιτών που διαμένουν στην εθνική επικράτεια.

8.3   Το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της οδηγίας για τα δικαιώματα του δημιουργού επιτρέπει στις προσιτές στο κοινό βιβλιοθήκες, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, στα μουσεία και στα αρχεία να αναπαραγάγουν έργα που προστατεύονται από δικαιώματα δημιουργού χωρίς να ζητούν προηγουμένως άδεια, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω ιδρύματα δεν αποσκοπούν, άμεσα ή έμμεσα, σε κανένα οικονομικό ή εμπορικό όφελος και η διαδικασία τηρεί τη δοκιμή τριών βημάτων της Βέρνης· ωστόσο, οποιαδήποτε άλλη διάθεση στο κοινό μέσω του Διαδικτύου απαιτεί προηγούμενη άδεια για τα δικαιώματα.

8.4   Όσον αφορά τα έργα που δεν κυκλοφορούν πλέον στο εμπόριο, οι εκδότες βιβλίων ξεκίνησαν διάλογο που οδήγησε στην υπογραφή ενός Μνημονίου Συμφωνίας σχετικά με τις «Βασικές αρχές ψηφιοποίησης και διάθεσης έργων που δεν κυκλοφορούν πλέον στο εμπόριο» από όλα τα εμπλεκόμενα ενδιαφερόμενα μέρη. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει νομική δομή για την αναγνώριση αυτών των εθελούσιων διασυνοριακών συμφωνιών μεταξύ των διάφορων ενδιαφερόμενων φορέων για τα έργα που δεν κυκλοφορούν στο εμπόριο.

8.5   Η επιτυχής ολοκλήρωση του εν λόγω διαλόγου θα ενθαρρύνει την ανάπτυξη ψηφιακών βιβλιοθηκών όπως η Europeana και άλλα δημόσια ιδρύματα που εκτελούν αποστολές δημοσίου συμφέροντος.

8.6   Το σύστημα ARROW που δημιουργήθηκε από μια κοινοπραξία ενδιαφερόμενων μερών της βιομηχανίας βιβλίων με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παρέχει μια πρακτική λύση με τη δημιουργία ενός οικονομικά αποδοτικού εργαλείου που επιτρέπει στους χρήστες να βρίσκουν γρήγορα και αποτελεσματικά πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των δικαιωμάτων ενός έργου και τους δικαιούχους αυτού.

8.7   Οι συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα μεταξύ βιβλιοθηκών και εκδοτών μπορεί να αυξήσουν την πρόσβαση σε βιβλία που κυκλοφορούν ακόμη στο εμπόριο μέσω των ψηφιακών βιβλιοθηκών. Έχουν δημιουργηθεί ήδη πολλές τέτοιες συμπράξεις.

8.8   Πρέπει να συζητηθεί από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη το ζήτημα της κατάθεσης πνευματικών δικαιωμάτων για ηλεκτρονικά βιβλία με στόχο την εξισορρόπηση των συμφερόντων των βιβλιοθηκών για τη συλλογή, διατήρηση και διάθεση των εν λόγω ηλεκτρονικών βιβλίων, με διασφαλίσεις κατά της καταχρηστικής ηλεκτρονικής διάδοσης.

9.   Γλώσσα και κινητικότητα

9.1   Δεδομένου ότι η γλώσσα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των εκδόσεων, η εκδοτική βιομηχανία βιβλίων χαρακτηρίζεται από εγγενή ζητήματα κινητικότητας, ιδίως όσον αφορά τους μικρομεσαίους εκδότες.

9.2   Εξαιρουμένων των εκδοτών αγγλικής γλώσσας, οι εκδότες βιβλίων και οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά τη μετακίνηση από ένα κράτος μέλος σε άλλο, καθώς οι περισσότερες ΜΜΕ στον κλάδο των εκδόσεων είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους ομάδες που πραγματοποιούν εκδόσεις σε μία μόνο γλώσσα (10).

9.3   Ορισμένες από τις νέες αναπτυσσόμενες πλατφόρμες ηλεκτρονικών βιβλίων λειτουργούν ως φραγμοί στη γλωσσική κινητικότητα. Ο μεγαλύτερος παραγωγός συσκευών ηλεκτρονικής ανάγνωσης –η Amazon, μια αμερικανική εταιρεία– αρνείται την πρόσβαση σε όλες τις μειονοτικές γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων 18 από τις 23 επίσημες γλώσσες της ΕΕ, στη συσκευή ηλεκτρονικής ανάγνωσης της εταιρείας Kindle, γεγονός που ουσιαστικά αποκλείει τη λογοτεχνία 18 γλωσσών της ΕΕ από τη μεγαλύτερη πλατφόρμα ηλεκτρονικών βιβλίων στον κόσμο.

10.   Για έναν σίγουρο και ενημερωμένο καταναλωτή

10.1   Η σχέση των καταναλωτών με το βιβλίο αλλάζει καθώς η αποθήκευση ψηφιακών βιβλίων δεν αφήνει φυσικά ίχνη· η αγορά βιβλίων γίνεται άμεσα.

10.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει πως όλες οι πολιτικές πρωτοβουλίες ΔΔΙ πρέπει να αναγνωρίζουν τους καταναλωτές ως συναφή ενδιαφερόμενα μέρη στον διάλογο για τα ΔΔΙ.

10.3   Η δημιουργία μιας διττής πραγματικότητας ψηφιακών και έντυπων βιβλίων πρέπει να επιτευχθεί σταδιακά και κατά τρόπο που να συνάδει με τη βιωσιμότητα του κλάδου των έντυπων εκδόσεων. Μεγάλος αριθμός ευρωπαίων πολιτών εξακολουθεί να μην αισθάνεται άνετα όσον αφορά την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών συναλλαγών ή/και την πρόσβαση και κατανάλωση ψηφιακού περιεχομένου. Μέτρα για την απόκτηση εμπιστοσύνης και τον περιορισμό του ψηφιακού χάσματος μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της κοινωνικής ένταξης.

10.4   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το Ευρωπαϊκό Γραφείο Ενώσεων Καταναλωτών (BEUC) για την αναγνώριση της ουδετερότητας των δικτύων ως ρυθμιστικής αρχής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αξιοποιήσει το συνεχιζόμενο έργο του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και να υιοθετήσει μια δεσμευτική πράξη που θα διασφαλίζει τη συνεκτική και αποτελεσματική προστασία της ουδετερότητας των δικτύων σε ολόκληρη την Ευρώπη.

11.   Πρόσβαση στην αγορά για τις ΜΜΕ

11.1   Η πανευρωπαϊκή κυριαρχία των αλυσίδων βιβλιοπωλείων έχει επιφέρει ορισμένους περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά των μικρότερων εκδοτών. Εκδότες που δεν διαθέτουν την απαιτούμενη οικονομική δύναμη για να διαπραγματευτούν την παρουσία τους στις αλυσίδες διαπιστώνουν ότι η πρόσβασή τους στους καταναλωτές αποκλείεται σε μεγάλο βαθμό λόγω της ανεπαρκούς εκπροσώπησής τους στα ράφια των βιβλιοπωλείων.

11.2   Στον κλάδο των εκδόσεων, παραδοσιακά, οι μικροί εκδότες ήταν η εστία της καινοτομίας και της δημιουργικότητας, η δε περιορισμένη τους πρόσβαση στην αγορά μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ζωτικότητα αυτού του δημιουργικού κλάδου.

11.3   Οι εκδότες εξειδικευμένων βιβλίων βασίζονται συχνά σε χρηματοδότηση και σε επιδοτήσεις για τη συνεχιζόμενη οικονομική τους ύπαρξη.

11.4   Ο κλάδος των επιχειρήσεων, και δη οι ΜΜΕ, πρέπει να επενδύσουν στην έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία (11), με την υποστήριξη των κατάλληλων νομικών, διοικητικών, φορολογικών και οικονομικών συνθηκών-πλαισίων.

11.5   Σήμερα, μόλις το 8 % των ευρωπαϊκών ΜΜΕ δραστηριοποιούνται σε άλλα κράτη μέλη. Το 92 % των επιχειρήσεων είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις (12) που δραστηριοποιούνται σε πολύ διαφορετικές αγορές· συνεπώς, απαιτείται μεγαλύτερη εστίαση στη Small Business Act για την αντιμετώπιση των ιδιαίτερων αναγκών τους.

11.6   Η εκδοτική βιομηχανία βιβλίων παρουσιάζει ιδιαιτερότητες όσον αφορά την εξάρτησή της για την οικονομική ανεξαρτησία της από έναν σχετικά μικρό αριθμό ευπώλητων βιβλίων. Αυτά με τη σειρά τους επιδοτούν τα λιγότερο εμπορικά βιώσιμα αλλά πολιτιστικά και κοινωνικά απαραίτητα λογοτεχνικά είδη.

11.7   Οι ΜΜΕ στον εκδοτικό κλάδο χρειάζονται οικονομική και οργανωτική βοήθεια καθώς το κοστολογικό μοντέλο για την εναλλακτική λογοτεχνία σπανίως είναι οικονομικά βιώσιμο. Επίσης, οι περισσότερες ΜΜΕ στον κλάδο των εκδόσεων δεν διαθέτουν τους πόρους για την υποβολή βιώσιμων προτάσεων με στόχο την πρόσβαση σε χρηματοδότηση Ε&Α από την ΕΕ.

11.8   Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σπουδαιότητα μιας πιο ολοκληρωμένης ενιαίας αγοράς υπηρεσιών στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» (13). Αυτό είναι απαραίτητο για να μπορούν οι εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ της εκδοτικής βιομηχανίας βιβλίων να αναπτυχθούν και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  COM(2010) 2020 τελικό.

(2)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας/ΓΕΕΑ», ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 62.

(3)  Ψήφισμα του Συμβουλίου, 25.9.2008 (ΕΕ C 253 της 4.10.2008).

(4)  Ανακοίνωση της Επιτροπής, 11 Σεπτεμβρίου 2009: «Ενίσχυση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά» – COM(2009) 467 τελικό.

(5)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας/ΓΕΕΑ», EE C 376 της 22.12.2011, σ. 62.

(6)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης, Report on EU Customs enforcement of intellectual property rights – 2009, http://ec.europa.eu/taxation_customs/resources/documents/customs/customs_controls/counterfeit_piracy/statistics/statistics_2009.pdf. Technopolis (2007), Effects of counterfeiting on EU SMEs, http://ec.europa.eu/enterprise/enterprise_policy/industry/doc/Counterfeiting_Main%20Report_Final.pdf. http://counterfeiting.unicri.it/report2008.php. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας/ΓΕΕΑ», EE C 376 της 22.12.2011, σ. 62

(7)  Ευρώπη 2020: Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, 3.3.2010.

(8)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα: «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένες επιτρεπόμενες χρήσεις ορφανών έργων», EE C 376 της 22.12.2011, σ. 66.

(9)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας/ΓΕΕΑ», EE C 376 της 22.12.2011, σ. 62.

(10)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Τρόποι στήριξης των ΜΜΕ για την προσαρμογή τους στις αλλαγές της παγκόσμιας αγοράς», EE C 255 της 22.9.2010, σ. 24–30.

(11)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Επενδύσεις στη γνώση και την καινοτομία», EE C 256 της 27.10.2007 σ. 17,

(12)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Ανασκόπηση της πρωτοβουλίας “Small Business Act” για την Ευρώπη», ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 51.

(13)  Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ με θέμα «Ενιαία αγορά υπηρεσιών», EE C 318 της 29.10.2011, σ. 109-112.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/24


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Συνεταιρισμοί και αναδιάρθρωση» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2012/C 191/05

Εισηγήτρια: η κ. ZVOLSKÁ

Συνεισηγητής: ο κ. OLSSON

Στις 14 Ιουλίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

Συνεταιρισμοί και αναδιάρθρωση.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Βιομηχανικών Μεταλλαγών, στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 12 Απριλίου 2012 με βάση την εισηγητική έκθεση της εισηγήτριας κ. ZVOLSKÁ και του εισηγητή κ. OLSSON.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 25 και 26 Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 148 ψήφους υπέρ και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Οι συνεταιρισμοί συμβάλλουν στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» τόσο εκ φύσεως όσο και μέσω του επιχειρηματικού μοντέλου που εφαρμόζουν· διαχειρίζονται την αλλαγή με τρόπο οικονομικά αποδοτικό και κοινωνικά υπεύθυνο· συντελούν στην κοινωνική και εδαφική συνοχή· οργανώνουν νέα και καινοτόμα επιχειρηματικά μοντέλα για τη μεγιστοποίηση της ανταγωνιστικότητας. Όλα αυτά είναι στοιχεία τα οποία θα πρέπει να προβληθούν κατά το 2012, το οποίο ανακηρύχθηκε Διεθνές Έτος Συνεταιρισμών.

1.2

Με την αξιοσημείωτη εξαίρεση ορισμένων τομέων, οι συνεταιρισμοί αντιπροσωπεύουν ένα περιορισμένο τμήμα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ωστόσο, τα στοιχεία που αναφέρονται στην παρούσα γνωμοδότηση δείχνουν ότι σε περιόδους κρίσης οι συνεταιρισμοί είναι πιο ανθεκτικοί και σταθεροί απ’ ό,τι άλλες μορφές επιχειρήσεων, καθώς και ότι είναι σε θέση να αναπτύσσουν νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Το γεγονός αυτό μπορεί να αποδοθεί στην ιδιαιτερότητα των συνεταιριστικών επιχειρήσεων που συνίσταται στα εξής: στη μακρόπνοη προσέγγισή τους, στις ισχυρές εδαφικές καταβολές τους, στην προάσπιση των συμφερόντων των μελών τους, καθώς και στη σημασία που αποδίδουν στη μεταξύ τους συνεργασία. Η εκδηλούμενη συνεταιριστική αριστεία είναι σημαντικό να διαδοθεί και να προαχθεί στο πλαίσιο τόσο των εθνικών όσο και των ενωσιακών πολιτικών.

1.3

Η ποικιλομορφία των επιχειρήσεων αναγνωρίζεται από τη Συνθήκη και οι ιδιαιτερότητες του συνεταιριστικού μοντέλου έγιναν πρόσφατα δεκτές από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 8ης Σεπτεμβρίου 2011 – Συνεκδικαθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08), με αποτέλεσμα να καθίσταται αιτιολογημένη η προώθηση στοχοθετημένων πολιτικών.

Συστάσεις για τις πολιτικές της ΕΕ

1.4

Επομένως, οι συνεταιρισμοί θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε όλες τις πολιτικές της ΕΕ που συμβάλλουν στην έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, καθώς και στις σχετικές εμβληματικές πρωτοβουλίες της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Απαιτείται η διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των συνεταιρισμών και άλλων μορφών επιχειρήσεων, με παράλληλη διαφύλαξη των στόχων και των μεθόδων εργασίας των συνεταιρισμών.

1.5

Για την προβολή της ιδιαίτερης συνεταιριστικής εμπειρίας σχετικά με την αναδιάρθρωση συνεταιριστικών επιχειρήσεων, θα πρέπει να επιδιωχθεί η συνεκτίμησή της στους στόχους και στις δράσεις της βιομηχανικής πολιτικής της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ειδικής εμβληματικής πρωτοβουλίας.

1.6

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς και η ΕΤΕπ και το ΕΤΕ, θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι μηχανισμοί χρηματοδότησης σε επίπεδο ΕΕ –συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου δράσης για τη χρηματοδότηση των ΜΜΕ που προτείνεται στην Πράξη για την Ενιαία Αγορά – καθίστανται προσβάσιμοι από τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις· θα πρέπει δε να καταβληθεί ιδιαίτερη προσπάθεια, από κοινού με τον τραπεζικό τομέα, προκειμένου να συμβεί το ίδιο και όσον αφορά τον καθορισμό ειδικών μέσων. Ενδείκνυται επίσης να διευκολυνθεί ο διαμεσολαβητικός ρόλος των χρηματοδοτικών μέσων της ΕΤΕπ για τις μικρότερες συνεταιριστικές τράπεζες, ιδίως μέσω απλουστευμένων διοικητικών απαιτήσεων.

1.7

Κρίνεται σκόπιμο να τεθούν το συντομότερο δυνατό σε ισχύ νέοι κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις και τις κρατικές ενισχύσεις («πακέτο» Almunia). Οι κανόνες αυτοί και η εφαρμογή τους στα κράτη μέλη θα πρέπει να απλοποιηθούν και να συμπεριλάβουν ειδικά μέτρα για τη βελτίωση των παρεχόμενων ευκαιριών σε κοινωνικούς συνεταιρισμούς που απασχολούν άτομα με αναπηρίες ή μέλη άλλων μειονεκτουσών ομάδων, αλλά και να συνεκτιμήσουν την εμπειρία των συνεταιρισμών που διαχειρίζονται ακίνητα τα οποία έχουν κατασχεθεί από παράνομες δραστηριότητες (πρβλ. την περίπτωση των ακινήτων της μαφίας στην Ιταλία).

1.8

Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για τη διευκόλυνση της μεταβίβασης επιχειρήσεων στους εργαζομένους, σε συνέχεια της πρότασης της ΕΟΚΕ για τη θέσπιση πλαισίου που θα διευκολύνει την οικονομική συμμετοχή των εργαζομένων. Οι συνεταιρισμοί εργαζομένων/οι εξαγορές επιχειρήσεων από εργαζομένους ενδείκνυται να ενισχύονται από ειδικό κονδύλιο του προϋπολογισμού της ΕΕ το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει και χρηματοδοτικά μέσα.

1.9

Τα προγράμματα και τα ταμεία που προβλέπονται για την επικείμενη δημοσιονομική περίοδο 2014-2020 –και κυρίως τα Διαρθρωτικά Ταμεία– πρέπει να αποβούν χρήσιμα εργαλεία για τη στήριξη των συνεταιρισμών. Κατά τον καθορισμό των επιχειρησιακών προγραμμάτων, οι προτεραιότητες και τα μέτρα θα πρέπει να εστιάζουν στην παροχή στήριξης στη βιώσιμη επιχειρηματική ανάπτυξη και στην υπεύθυνη αναδιάρθρωση, αλλά και να εμπεριέχουν μέτρα όπως οι μεταβιβάσεις επιχειρήσεων στους εργαζομένους, οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί, η τοπική ανάπτυξη και η κοινωνική καινοτομία μέσω καθολικών επιχορηγήσεων και άλλων χρηματοδοτικών μέσων.

1.10

Η ΕΟΚΕ ζητά να εγκριθεί εντός του 2012 ένας απλοποιημένος κανονισμός για την ευρωπαϊκή συνεταιριστική εταιρεία, σε συνδυασμό με την επικαιροποίηση του τρόπου εφαρμογής των διεθνών συνεταιριστικών αρχών στις εθνικές νομοθεσίες.

1.11

Η ΕΟΚΕ καλεί το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (Eurofound) –και, ειδικότερα, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης των Αλλαγών που διαθέτει το Ίδρυμα αυτό– να συνεργαστεί με τον συνεταιριστικό τομέα για την ενδελεχή εξέταση του ρόλου των συνεταιρισμών στην αναδιάρθρωση.

1.12

Το επικείμενο ερευνητικό πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει ειδικά στοιχεία αναφοράς για τη μελέτη των παραγόντων στους οποίους οφείλεται η ανθεκτικότητα σε περιόδους κρίσης.

1.13

Χάρη στους στόχους και στο μοντέλο διοίκησής τους, οι συνεταιρισμοί αποτελούν αυτονόητο ενδιαφερόμενο φορέα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για την κοινωνική επιχειρηματικότητα που ανέλαβε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι βασικές δράσεις που προτείνονται θα πρέπει επομένως να στοχεύουν και τον συνεταιριστικό τομέα, ενώ είναι επιτακτικό να συνεκτιμηθεί η εμπειρία που διαθέτουν οι συνεταιρισμοί όσον αφορά εξατομικευμένα χρηματοδοτικά μέσα και στην πρόσφατη πρόταση σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Συστάσεις για τις πολιτικές των κρατών μελών

1.14

Σύμφωνα με τη σύσταση 193/2002 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) σχετικά με την προώθηση των συνεταιρισμών, τα κράτη μέλη θα πρέπει, αφενός, να διαμορφώσουν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την αναγνώριση και την ανάπτυξη των συνεταιρισμών σε όλα τα πεδία και τους τομείς και, αφετέρου, να υιοθετήσουν μια συνολική πολιτική για την προαγωγή του συνεταιριστικού επιχειρηματικού μοντέλου. Τα κράτη μέλη οφείλουν, ειδικότερα, να ενθαρρύνουν την εκπαίδευση και κατάρτιση σχετικά με τους συνεταιρισμούς τόσο για τους σπουδαστές όσο και για τους εργαζομένους, να βελτιώσουν τα στατιστικά δεδομένα με σκοπό τον προσδιορισμό και την περαιτέρω προβολή του συνεταιριστικού τομέα, να εκσυγχρονίσουν τη νομοθεσία περί συνεταιρισμών, να διαμορφώσουν ενδεδειγμένα εργαλεία χρηματοδότησης και να αναγνωρίσουν τον ρόλο των συνεταιρισμών στον εθνικό κοινωνικό διάλογο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάσουν τη δυνατότητα εισαγωγής στη νομοθεσία τους του συστήματος των αδιαίρετων αποθεματικών ή «παγώματος των περιουσιακών στοιχείων» για τους συνεταιρισμούς, το οποίο εφαρμόζεται ήδη σε σημαντικό αριθμό κρατών μελών της ΕΕ και έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί αξιόλογο εργαλείο ανάπτυξης.

1.15

Η ΕΟΚΕ προτρέπει τις εθνικές ΟΚΕ να μεριμνήσουν για την υιοθέτηση γνωμοδοτήσεων στο πλαίσιο του Διεθνούς Έτους Συνεταιρισμών.

Συστάσεις προς τους συνεταιρισμούς

1.16

Οι συνεταιρισμοί θα πρέπει να κάνουν περισσότερο αισθητή την παρουσία τους και να ενισχύσουν την αμοιβαία μάθηση τόσο εντός όσο και εκτός του συνεταιριστικού κινήματος. Εντός του κινήματος αυτού, θα πρέπει να επικεντρωθούν στη «συνεργασία μεταξύ συνεταιρισμών», να καταρτίσουν κατευθυντήριες γραμμές και να επιδιώξουν ενεργά τη διάδοση ορθών πρακτικών, αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στη διαχείριση της αλλαγής. Εκτός του κινήματος αυτού, οι συνεταιρισμοί θα πρέπει να συμμετάσχουν σε εταιρικές σχέσεις με άλλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, δημόσιες αρχές και άλλους φορείς. Η δημοσίευση εκθέσεων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (ΕΚΕ σύμφωνα με τους συνεταιρισμούς) από τους συνεταιρισμούς πιστεύεται ότι θα αποδειχθεί εξαιρετικά σημαντικό μέσο για την προβολή και την προώθησή τους.

1.17

Ο συνεταιριστικός τομέας θα πρέπει επίσης να θεσπίσει κανόνες περί χρηστής διακυβέρνησης και αυστηρού εσωτερικού ελέγχου για την αποτροπή ενδεχόμενης κατάχρησης της συνεταιριστικής μορφής επιχείρησης.

2.   Εισαγωγή

2.1

Στόχος της παρούσας γνωμοδότησης είναι να αναδείξει τον τρόπο με τον οποίο οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις, λόγω του ιδιαίτερου επιχειρηματικού μοντέλου και της αντικυκλικής συμπεριφοράς τους, προβλέπουν και διαχειρίζονται τις αλλαγές στη βιομηχανία και στις υπηρεσίες κατά την τρέχουσα κρίση που έχει ιδιαίτερα σοβαρό αντίκτυπο στην απασχόληση, όπως επισημάνθηκε σε πρόσφατες εκθέσεις της ΔΟΕ. Η γνωμοδότηση αποσκοπεί στη μεγαλύτερη προβολή του ρόλου των συνεταιρισμών, μιας μορφής επιχείρησης που διανοίγει νέες προοπτικές κοινωνικής καινοτομίας και συνεισφέρει στη βιώσιμη δημιουργία και διανομή του πλούτου.

2.2

Το συνεταιριστικό επιχειρηματικό μοντέλο είναι ανθρωποκεντρικό. Η συνεταιριστική επιχείρηση ορίζεται από τη Διεθνή Συνεταιριστική Ένωση (International Cooperative Alliance - ICA) –και αναγνωρίζεται από διάφορους διεθνείς οργανισμούς (ΟΗΕ, ΔΟΕ, ΕΕ)– ως «αυτόνομη ένωση προσώπων, τα οποία συνεταιρίζονται εθελοντικά, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις κοινές τους οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές φιλοδοξίες και ανάγκες, μέσω μιας επιχείρησης η ιδιοκτησία της οποίας είναι συλλογική και στην οποία η εξουσία ασκείται με δημοκρατικές διαδικασίες».

2.2.1

Η γνωμοδότηση θα πρέπει επίσης να τροφοδοτήσει με στοιχεία τις τρέχουσες εργασίες της ΣΕΒΜ σχετικά με την αναδιάρθρωση (1).

2.3

Η συνεταιριστική ταυτότητα ενισχύεται από τις αξίες της δημοκρατίας, της ισότητας, της ισοτιμίας, της αλληλεγγύης, της διαφάνειας και της κοινωνικής ευθύνης. Η Διεθνής Συνεταιριστική Ένωση (ICA) έχει θεσπίσει επτά αρχές που οφείλουν να εφαρμόζουν οι συνεταιρισμοί: «εθελοντική και ανοικτή συμμετοχή· δημοκρατικός έλεγχος από τα μέλη· οικονομική συμμετοχή των μελών· αυτονομία και ανεξαρτησία· εκπαίδευση, κατάρτιση και ενημέρωση· συνεργασία μεταξύ των συνεταιρισμών και μέριμνα για την κοινότητα».

2.4

Το συνεταιριστικό επιχειρηματικό μοντέλο είναι απολύτως σύμφωνο με τις αξίες της Συνθήκης της ΕΕ και τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Με την επιδίωξη τόσο οικονομικών όσο και κοινωνικών στόχων, οι συνεταιρισμοί αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς».

2.5

Οι συνεταιρισμοί έχουν ως μακροπρόθεσμο στόχο την επίτευξη οικονομικής και κοινωνικής βιωσιμότητας, ενισχύοντας τα άτομα, προβλέποντας τις αλλαγές και βελτιστοποιώντας τη χρήση των πόρων. Τα κέρδη τους δεν χρησιμοποιούνται για τη μεγιστοποίηση της αμοιβής του κεφαλαίου, αλλά για τη διανομή ωφελημάτων με σκοπό την πραγματοποίηση βιώσιμων επενδύσεων.

2.6

Η συνεταιριστική επιχείρηση, η οποία θέτει στο επίκεντρό της τον άνθρωπο και ελέγχεται από τα μέλη της, έχει βαθιές τοπικές ρίζες, πράγμα το οποίο δεν έρχεται σε αντίθεση με την ικανότητά της να λειτουργεί σε εθνικές και διεθνείς αγορές.

2.7

Η ευελιξία και η δημιουργικότητα της συνεταιριστικής μεθόδου έδωσε στους συνεταιρισμούς τη δυνατότητα να λειτουργούν σε όλους τους τομείς της οικονομίας, τόσο στους παραδοσιακούς όσο και στους νεοεμφανιζόμενους.

2.8

Στην Ευρώπη υπάρχουν 160 000 συνεταιριστικές επιχειρήσεις που ανήκουν σε 123 εκατομμύρια μέλη και προσφέρουν απασχόληση σε 5,4 εκατομμύρια άτομα.

2.9

Η μορφή της συνεταιριστικής επιχείρησης δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή ούτε στο ευρύ κοινό ούτε στους τομείς των ιδιωτικών επιχειρήσεων και της δημόσιας διοίκησης. Σε ορισμένες χώρες ο όρος «συνεταιρισμός» έχει ακόμα και αρνητική χροιά, ιδίως στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι συνεταιρισμοί δεν χαίρουν αναγνώρισης ως ολοκληρωμένες εταιρείες όπως συμβαίνει με τις συμβατικές επιχειρήσεις. Σε ορισμένα κράτη μέλη τα εμπόδια που παρακωλύουν την ανάπτυξη των συνεταιρισμών έχουν πολλαπλασιαστεί κατά τα τελευταία χρόνια (όπως π.χ. στην Πολωνία, όπου έγινε μια απόπειρα περιορισμού της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας των συνεταιρισμών με τη θέσπιση νέας νομοθεσίας περί συνεταιρισμών, και στην Ιταλία, όπου μειώθηκαν δραστικά τα φορολογικά πλεονεκτήματα για την αντιστάθμιση του κοινωνιακού ρόλου των συνεταιρισμών).

2.10

Η πρόσβαση σε επιχειρηματικό κεφάλαιο και πιστώσεις στη συμβατική κεφαλαιαγορά είναι δύσκολη για τους συνεταιρισμούς.

2.11

Δεν υφίστανται πάντοτε ισότιμοι όροι ανταγωνισμού δεδομένου ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των συνεταιρισμών δεν λαμβάνονται υπόψη στην εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά ούτε και στα προγράμματα για τη στήριξη των επιχειρήσεων.

3.   Προκλήσεις όσον αφορά την αναδιάρθρωση επιχειρήσεων στην Ευρώπη

3.1

Ως συνέπεια της κρίσης που πλήττει την ευρωπαϊκή οικονομία, βιώνουμε μια ευρείας κλίμακας αναδιάρθρωση. Οι στρατηγικές κοινωνικά υπεύθυνης αναδιάρθρωσης είναι απαραίτητες ώστε να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της παρούσας κρίσης, να αποφευχθούν τα περαιτέρω κρούσματα διακοπής λειτουργίας και πτώχευσης επιχειρήσεων, να διατηρηθεί η απασχόληση και να οργανωθεί η κοινωνική ευημερία με την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της τοπικής ανάπτυξης.

3.2

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι η αναδιάρθρωση αφορά μια ευρύτερη αντίληψη της επιχειρηματικής καινοτομίας, η οποία θα πρέπει να αποτελεί «μέρος ενός μακροπρόθεσμου οράματος της εξέλιξης και της κατεύθυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, ώστε οι αλλαγές να είναι πράγματι ένα μέσο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της», συμπεριλαμβάνοντας οργανωτικές και κοινωνικές δομές για την επίτευξη βιώσιμης εδαφικής ανάπτυξης. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι η καινοτομία παράγεται «όχι μόνο μέσω της έρευνας και της τεχνολογίας αλλά και μέσω νέων λύσεων εμπορίας και διοίκησης επιχειρήσεων».

3.3

Η Επιτροπή έχει παρατηρήσει ότι «οι επιχειρήσεις που είναι σε θέση να διαχειριστούν την αναδιάρθρωση με κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο είναι συχνά εκείνες με το καλύτερο ιστορικό όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την προσαρμοστικότητα στην αγορά» (2).

3.3.1

Η Επιτροπή έχει επίσης εκφράσει την επιθυμία να συμπεριληφθεί στην έννοια των κοινωνικά υπεύθυνων αναδιαρθρώσεων η ανάμειξη και συμμετοχή των εργαζομένων (3). Οι κοινωνικοί εταίροι σε επίπεδο ΕΕ έχουν θεσπίσει τις αρχές των «κοινωνικά ευφυών» αναδιαρθρώσεων σε ένα κοινό κείμενο που τονίζει τη σημασία της δημιουργίας και διατήρησης θέσεων εργασίας.

3.4

Η Επιτροπή επιθυμεί να διευκολύνει τις συνθήκες μεταβίβασης επιχειρήσεων στους εργαζομένους:

«Οι εργαζόμενοι έχουν ιδιαίτερο συμφέρον για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους και έχουν συχνά καλή γνώση της επιχείρησης στην οποία εργάζονται. Εντούτοις, δεν έχουν συχνά τα κατάλληλα οικονομικά μέσα και την υποστήριξη για να αναλάβουν και να διοικήσουν μια επιχείρηση. Η προσεκτική και βαθμιαία προετοιμασία των μεταβιβάσεων στους εργαζομένους με τη μορφή συνεταιρισμού μπορεί να βελτιώσει τα ποσοστά επιβίωσης» (4). «Εάν δεν μπορεί να βρεθεί διάδοχος από την οικογένεια, η μεταβίβαση στους υπαλλήλους εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό τη συνέχιση της επιχείρησης». Ωστόσο, «λίγα μόνο κράτη μέλη ενθαρρύνουν τέτοιες μεταβιβάσεις με ειδικές ελαφρύνσεις του φόρου εισοδήματος (…)» (5).

3.5

Η Επιτροπή κάλεσε τα κράτη μέλη να αναπτύξουν ένα πλαίσιο για τις μεταβιβάσεις επιχειρήσεων στους εργαζομένους, βασισμένο στις βέλτιστες πρακτικές για την αποφυγή κρουσμάτων διακοπής λειτουργίας. Ενδεικτικά αναφέρονται το σύστημα «ενιαίων ενισχύσεων» (pago unico) στην Ισπανία και ο νόμος Marcora στην Ιταλία που προβλέπουν τη χρήση των επιδομάτων ανεργίας για τη χρηματοδότηση της σύστασης νέων συνεταιρισμών.

4.   Η ιδιαιτερότητα της συνεταιριστικής οικονομίας: ανθεκτικότητα και ανάπτυξη ακόμη και σε περιόδους κρίσης

4.1

Σε σύγκριση με τις συμβατικές επιχειρήσεις, οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις εμφανίζονται πιο ανθεκτικές σε περιόδους κρίσης. Αυτό ισχύει ειδικότερα για τις συνεταιριστικές τράπεζες, τους συνεταιρισμούς εργαζομένων στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς και τους συνεταιρισμούς που συστάθηκαν από ΜΜΕ. Επίσης, το μοντέλο συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας αναδύεται σε νέους τομείς (ενέργεια, ελευθέρια επαγγέλματα κλπ.). Οι αναδιαρθρώσεις εγκαινίασαν ένα πρόσθετο πεδίο για να συνεισφέρουν οι συνεταιρισμοί σε μια πραγματική πολυμορφία της οικονομίας, και ειδικότερα των επιχειρήσεων, όταν αναζητούνται πιο βιώσιμα μοντέλα παραγωγής και κατανάλωσης.

4.2

Στην έκθεση της ΔΟΕ με τίτλο «Resilience of the Cooperative Business Model in Times of Crisis» (Ανθεκτικότητα του συνεταιριστικού επιχειρηματικού προτύπου σε περιόδους κρίσης) αναφέρεται ότι: οι χρηματοπιστωτικοί συνεταιρισμοί παραμένουν οικονομικά υγιείς· οι συνεταιρισμοί καταναλωτών εμφανίζουν ολοένα και μεγαλύτερο κύκλο εργασιών· οι συνεταιρισμοί εργαζομένων αναπτύσσονται όσο οι άνθρωποι επιλέγουν τη συνεταιριστική μορφή επιχειρηματικότητας για να ανταποκριθούν στις νέες οικονομικές πραγματικότητες.

4.3

Τα ανωτέρω είναι πασιφανέστατα στον τραπεζικό τομέα. Καμία συνεταιριστική τράπεζα δεν έχει χρεοκοπήσει ακόμη στην ΕΕ. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών, οι τράπεζες αυτές έχουν μερίδιο αγοράς ύψους περίπου 20 % των καταθέσεων· χρηματοδοτούν δε περίπου το 29 % των ΜΜΕ στην Ευρώπη, ενώ το μερίδιό τους στην αγορά αυξήθηκε σταθερά κατά τα τελευταία χρόνια. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι συνεταιριστικές τράπεζες τετραπλασίασαν το μερίδιο αγοράς τους από 1,2 % το 2009 σε 5 % το 2010. Στην Ιταλία, την τελευταία πενταετία, οι BCC (Banche di Credito Cooperativo) παρουσίασαν αύξηση των καταθέσεων κατά 49 %, των δανείων κατά 60 % και της απασχόλησης κατά 17 % (ενώ στον υπόλοιπο τραπεζικό τομέα της Ιταλίας η απασχόληση μειώθηκε κατά 5 %). Στην Κύπρο, σύμφωνα με την αρμόδια αρχή για την εποπτεία και την ανάπτυξη συνεταιριστικών επιχειρήσεων, τα συνεταιριστικά πιστωτικά ιδρύματα αύξησαν το μερίδιό τους στην αγορά κατά το 2011 (από 35 σε 38 % όσον αφορά τις καταθέσεις και από 27 σε 29 % όσον αφορά τα δάνεια), επιβεβαιώνοντας έτσι το γεγονός ότι οι Κύπριοι θεωρούν τα συνεταιριστικά πιστωτικά ιδρύματα ως ασφαλές λιμάνι σε περιόδους κρίσης.

4.4

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο [στο έγγραφό του με τίτλο «Redesigning the Contours of the Future Financial System» (Επανασχεδιάζοντας το πλαίσιο του μελλοντικού χρηματοδοτικού συστήματος), ενημερωτικό σημείωμα ΔΝΤ, 16 Αυγούστου, 2010 SPN/10/10] τονίζει τον καθοριστικό ρόλο των συνεταιριστικών τραπεζών ως εξής: «Μπορεί επίσης να ευημερούν οι μικρότερες συνεταιριστικές εταιρείες ή οι οργανισμοί αμοιβαίας ασφάλισης. Οι τράπεζες αυτές, βασιζόμενες λιγότερο στις προσδοκίες των μετόχων, μπόρεσαν γενικά να αποφύγουν πολλά από τα λάθη που διέπραξαν τα μεγαλύτερα ιδρύματα του ιδιωτικού τομέα. Μολονότι δεν θεωρούνται πάντοτε τα πιο αποδοτικά, δυναμικά ή καινοτόμα ιδρύματα, σε πολλές χώρες καλύπτουν αξιόπιστα και με ασφάλεια τις πιστωτικές ανάγκες πολλών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και πολλών νοικοκυριών».

4.5

Η CECOP –η ευρωπαϊκή συνομοσπονδία συνεταιρισμών και άλλων επιχειρήσεων που ανήκουν σε εργαζομένους στον τομέα της βιομηχανίας και των υπηρεσιών– παρακολουθεί, από το 2009 και μετά, τις επιπτώσεις της κρίσης στις επιχειρήσεις που μετέχουν στο δίκτυό της. Οι συνεταιρισμοί σε χώρες με υψηλότερο αριθμό συνεταιρισμών και μεγαλύτερη εμπειρία (π.χ. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) δείχνουν να ανθίστανται περισσότερο στην κρίση από ό,τι οι συμβατικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους ίδιους τομείς και στις ίδιες περιοχές.

4.6

Τα διάφορα είδη κοινωνικών συνεταιρισμών διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία των αναδιαρθρώσεων και λειτουργούν ως σημαντικό εφαλτήριο κοινωνικής καινοτομίας. Οι συνεταιρισμοί ένταξης στην εργασία απασχολούν πολλά άτομα που έχουν απολυθεί και δεν μπορούν να επανέλθουν στην κανονική αγορά εργασίας. Σε ορισμένες χώρες, οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί είναι οι κύριοι εργοδότες ατόμων με αναπηρία (π.χ. στη Βουλγαρία, στην Τσεχία, στην Πολωνία, στην Ιταλία …). Οι συνεταιρισμοί που παρέχουν κοινωνικές υπηρεσίες δραστηριοποιούνται στις αναδιαρθρώσεις του δημόσιου τομέα. Ιδιαίτερο νέο φαινόμενο αποτελούν οι ιταλικοί συνεταιρισμοί που διαχειρίζονται δημευμένα περιουσιακά στοιχεία από παράνομες δραστηριότητες.

4.7

Σε έναν τομέα που επλήγη σοβαρά από τις κρίσεις, οι στεγαστικοί συνεταιρισμοί αποδεικνύονται πολύ πιο ανθεκτικοί από τον αντίστοιχο ιδιωτικό τομέα, όπως υπολογίζεται με βάση την κατασκευή νέων κατοικιών, και εμφανίζουν επίσης μεγαλύτερη προσήλωση στον στόχο της μείωσης των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου αυξάνοντας την ενεργειακή απόδοση. Ο ρόλος αυτός είναι ιδιαίτερα σημαντικός σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, π.χ. στην Τσεχική Δημοκρατία και στην Πολωνία, όπου υλοποιούνται μεγάλα συνεταιριστικά έργα ανακαίνισης τα οποία συχνά χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.

4.8

Μια σύντομη επισκόπηση ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών καταδεικνύει τις σχετικά υψηλότερες επιδόσεις των συνεταιριστικών επιχειρήσεων από πλευράς ανάπτυξης, απασχόλησης, προσδόκιμου επιβίωσης και νεοσύστατων επιχειρήσεων [βλ., μεταξύ άλλων: Zevi A., Zanotti A., Soulage F. και Zelaia A. (2011), «Beyond the crisis: Cooperatives, Work, Finance» (Πέρα από την κρίση: συνεταιρισμοί, εργασία, χρηματοδότηση), Δημοσιεύσεις CECOP, Βρυξέλλες 2011].

4.8.1

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το 2009, ο κύκλος εργασιών των συνεταιρισμών αυξήθηκε κατά 10 %, ενώ η βρετανική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 4,9 %. Το 2010, ο συνεταιριστικός τομέας συνέχισε να αναπτύσσεται κατά 4,4 %, σε σύγκριση με ρυθμό ανάπτυξης επί του συνόλου της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου της τάξεως του 1,9 %. Ο αριθμός των συνεταιρισμών στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξάνεται σταθερά και το 2010 ανήλθε σε ποσοστό 9 %. Οι συνεταιρισμοί γνωρίζουν άνθηση σε όλους τους τομείς της οικονομίας.

4.8.2

Στη Γερμανία, ο συνεταιριστικός τομέας επεκτείνεται, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας των ΜΜΕ, και της υγειονομικής περίθαλψης. Κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών παρατηρείται τεράστια αύξηση του αριθμού των νέων συνεταιρισμών: 370 το 2011, 289 το 2010, 241 το 2009 [Genossenshaften in Deutschland, πηγή DZ-Bank]. Σύμφωνα με έκθεση της Γερμανικής Συνεταιριστικής Ομοσπονδίας (DGRV) [DGRV Geschäftsbericht 2010], η οποία βασίζεται σε στοιχεία της Creditreform-Datenbank, το 2010 ποσοστό μόλις 0,1 % των επιχειρήσεων που αναγκάστηκαν να κηρύξουν στάση πληρωμών αφορούσε συνεταιριστικές επιχειρήσεις και αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό για όλα τα είδη επιχειρήσεων. Εξάλλου, επιβεβαιώθηκε ότι η προσχώρηση σε έναν συνεταιρισμό μειώνει κατά πολύ τον κίνδυνο αποτυχίας των μεμονωμένων επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε αυτόν με την ιδιότητα του μέλους.

4.8.3

Στη Γαλλία, το προσδόκιμο επιβίωσης των συνεταιρισμών εργαζομένων μετά από μία τριετία ανέρχεται σε 74 % σε σύγκριση με τον εθνικό μέσο όρο που αντιστοιχεί σε 66 %. Μεταξύ του 2000 και του 2009, 329 επιχειρήσεις μετατράπηκαν σε συνεταιρισμούς εργαζομένων, εκ των οποίων διασώθηκαν περισσότερες από 250. Τα διαθέσιμα στοιχεία για το 2010 επιβεβαίωσαν την ανοδική τάση που παρατηρήθηκε ιδίως κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών· πραγματοποιήθηκαν επίσης περισσότερες από 50 νέες μετατροπές επιχειρήσεων (CG SCOP, Ετήσια έκθεση 2010).

4.8.4

Στην Ιταλία η απασχόληση σε συνεταιρισμούς αυξήθηκε κατά 3 % το 2010, ενώ η συνολική απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα σημείωσε μείωση της τάξεως του 1 %. Η κρίση στον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας έχει ως αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό του αριθμού των κοινωνικών συνεταιρισμών με γοργό ρυθμό. Οι περισσότεροι νέοι συνεταιρισμοί είναι νεοσύστατες επιχειρήσεις, αλλά περίπου ένας στους τέσσερις είναι συνδεδεμένη εταιρεία που προωθείται από άλλους συνεταιρισμούς. Οι συνεταιρισμοί έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης: το ένα τρίτο των συνεταιρισμών που συστάθηκαν μεταξύ του 1970 και του 1989 εξακολουθούν να λειτουργούν έναντι ενός τετάρτου στην περίπτωση των άλλων επιχειρήσεων. Η «θνησιμότητα» είναι χαμηλότερη: μεταξύ του 2006 και του 2009 ποσοστό 4 % των συνεταιρισμών διέκοψαν τη λειτουργία τους σε σύγκριση με ποσοστό υψηλότερο του 6 % στην περίπτωση των άλλων επιχειρήσεων. Η πτώχευση υπήρξε η πιο δραματική αιτία διακοπής λειτουργίας, η οποία επηρέασε το 2 % των συνεταιρισμών κατά το 2009 έναντι ποσοστού 6 % στις άλλες επιχειρήσεις. Η απασχόληση στους συνεταιρισμούς –υπολογιζόμενη βάσει του είδους των συμβάσεων εργασίας– είναι λιγότερο επισφαλής: το 6 % των νεοπροσληφθέντων εργαζομένων έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου έναντι ποσοστού 11 % στις άλλες επιχειρήσεις. Κατάρτιση παρασχέθηκε στο 40 % του προσωπικού συνεταιρισμών, ενώ ο εθνικός μέσος όρος αντιστοιχεί σε 26 %.

4.8.5

Στην περίπτωση της Ισπανίας, η οποία έχει πληγεί σοβαρά από την κρίση, η μείωση της απασχόλησης το 2008 και το 2009 ήταν της τάξεως του 4,5 % στον τομέα των συνεταιρισμών έναντι 8 % στις συμβατικές επιχειρήσεις. Εντούτοις, το 2010 οι συνεταιρισμοί εργαζομένων αύξησαν τον αριθμό των θέσεων εργασίας τους κατά 0,2 %, ενώ η συνολική απασχόληση στις συμβατικές επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 3,2 %.

4.8.6

Σε ορισμένες χώρες απαντάται μια παρόμοια κατάσταση με αυτή που περιγράφεται παραπάνω. Στη Σουηδία, ο αριθμός των νεοσυσταθέντων συνεταιρισμών ήταν αναλογικά υψηλότερος από εκείνον των άλλων νεοσύστατων επιχειρήσεων. Το ποσοστό «θνησιμότητας» των συνεταιρισμών είναι χαμηλότερο από αυτό των συμβατικών επιχειρήσεων. Στην Κύπρο, οι συνεταιρισμοί γνωρίζουν επίσης άνθηση. Η κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι η συνεισφορά τους στην οικονομική και κοινωνική αναβάθμιση της κοινωνίας είναι ζωτικής σημασίας.

5.   Πώς διαχειρίζονται οι συνεταιρισμοί την αλλαγή

5.1

Το συγκεκριμένο συνεταιριστικό μοντέλο διαχείρισης που βασίζεται στη συνιδιοκτησία, τη δημοκρατική συμμετοχή και τον έλεγχο από τα μέλη, καθώς και η ικανότητα των συνεταιρισμών να βασίζονται σε δικούς τους οικονομικούς πόρους και σε δικά τους δίκτυα υποστήριξης, τους καθιστά πιο ευέλικτους και καινοτόμους όταν καλούνται να διαχειριστούν τις αναδιαρθρώσεις σε βάθος χρόνου, αλλά και να δημιουργήσουν νέες επιχειρήσεις.

5.2

Το μακρόπνοο όραμα συνιστά βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας συνεταιριστικής επιχείρησης. Η κρίση συνέβαλε ακόμη περισσότερο στην υιοθέτηση μακροπρόθεσμης προσέγγισης με στόχο την επίτευξη οικονομικής και κοινωνικής βιωσιμότητας για τα μέλη των συνεταιρισμών. Μια συνεταιριστική επιχείρηση δεν θα διστάσει να θυσιάσει την απόδοση του κεφαλαίου της προκειμένου να διατηρήσει την απασχόληση και τις επενδύσεις.

5.3

Άλλο ένα βασικό χαρακτηριστικό της διαχείρισής τους είναι ότι οι συνεταιρισμοί διαθέτουν γερές βάσεις στην περιοχή όπου δραστηριοποιούνται. Αντίθετα από τον ιδιωτικό τομέα, δεν μετεγκαθίστανται, πράγμα το οποίο δεν είναι ασυμβίβαστο με την παγκοσμιοποίηση.

5.4

Ακριβώς επειδή οι συνεταιρισμοί έχουν βαθιές τοπικές ρίζες, ο ρόλος τους στις αγροτικές περιοχές αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία καθώς προωθούν τη βιώσιμη τοπική ανάπτυξη, δημιουργούν νέες θέσεων εργασίας και επιδιώκουν, ως εκ τούτου, την επίτευξη στόχων γενικού συμφέροντος. Εφόσον η αναδιάρθρωση πραγματοποιείται σε τοπικό επίπεδο, είναι σημαντικό να αξιοποιηθεί η εμπειρία των συνεταιρισμών για την αναζήτηση ενδεδειγμένων λύσεων. Στις αγροτικές περιοχές, οι συνεταιρισμοί διαφυλάσσουν την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, μειώνοντας έτσι και τη μετανάστευση.

5.5

Η τοπική τους εδραίωση και η εστίασή τους στα συμφέροντα των μελών τους (νοικοκυριά ή μικρές επιχειρήσεις) εξηγούν για ποιο λόγο οι συνεταιριστικές τράπεζες επέδειξαν ικανοποιητικές επιδόσεις κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση. Επίσης, οι συνεταιριστικές τράπεζες εστιάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις δραστηριότητές τους στη βιώσιμη και κοινωνικά υπεύθυνη χρηματοδότηση. Η στάση τους αυτή ενισχύθηκε περαιτέρω από την τάση των πελατών να μεταφέρουν τις καταθέσεις και τα δάνειά τους από ιδιωτικές σε συνεταιριστικές τράπεζες.

5.6

Οι συνεταιρισμοί προασπίζουν την απασχόληση μέσω ενός μοντέλου εσωτερικής κινητικότητας σε συνδυασμό με τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Οι συνεταιρισμοί εργαζομένων και κοινωνικών υπηρεσιών προτιμούν να προσαρμόζουν το ύψος των μισθών ή τον αριθμό των ωρών εργασίας παρά να περικόπτουν θέσεις εργασίας. Όποτε έχουν τη δυνατότητα, εσωτερικεύουν δραστηριότητες τις οποίες στο παρελθόν ανέθεταν σε εξωτερικούς συνεργάτες. Η ασφάλεια των θέσεων εργασίας ενισχύεται από την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας εντός του ίδιου συνεταιριστικού δικτύου ή ομίλου. Το μοντέλο που αποσκοπεί στη δημιουργία συνθηκών ασφάλειας για τους εργαζομένους κατά τη διαδικασία μεταβίβασης της εκάστοτε επιχείρησης υποστηρίζεται από την επαγγελματική κατάρτιση, καθώς οι συνεταιρισμοί επικεντρώνονται στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους.

5.7

Οι συνεταιρισμοί έχουν εδώ και καιρό αναπτύξει διαφόρων ειδών μεθόδους για τη μεταξύ τους συνεργασία σε μόνιμη βάση, μέσω τόσο των αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων σε όλα τα επίπεδα όσο και του συνδυασμού των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ομίλων, κοινοπραξιών και δευτεροβάθμιων συνεταιρισμών. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών και δεκαετιών, παρατηρείται ισχυρή εδραίωση αυτής της τάσης, με αποδεδειγμένη θετική συσχέτιση μεταξύ της άνθισης των συνεταιρισμών και της ανάπτυξης των οργάνων που τους συνδέουν μεταξύ τους.

5.8

Οι δυνατότητες που διαθέτουν οι αντιπροσωπευτικές οργανώσεις απεικονίζονται εξαιρετικά καλά στο ιταλικό παράδειγμα. Η Ιταλία χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ποικίλων διατομεακών ενώσεων συνεταιρισμών. Κάθε είδους συνεταιρισμοί (εργαζομένων, καταναλωτών, γεωργικοί συνεταιρισμοί, κλπ.) είναι μέλη κάποιας από αυτές τις ενώσεις, πράγμα το οποίο διευκόλυνε τη δημιουργία κοινών οικονομικών δομών μείζονος σημασίας μεταξύ των διαφόρων τομέων. Χάρη στις δυνατότητες μεταφοράς ανθρώπινου δυναμικού και χρηματοοικονομικών πόρων –αλλά και εμπειριών– από τον έναν τομέα στον άλλο, πολλές συνεταιριστικές επιχειρήσεις και τομείς είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν ακόμη και τις πιο δύσκολες συγκυρίες.

5.9

Οι όμιλοι, οι κοινοπραξίες και οι δευτεροβάθμιοι συνεταιρισμοί παρέχουν τη δυνατότητα σε μεμονωμένες επιχειρήσεις να παραμένουν μικρών διαστάσεων, επωφελούμενες συγχρόνως από οικονομίες κλίμακας. Η Ιταλία αποτελεί καλό παράδειγμα κοινοπραξιών στον κατασκευαστικό τομέα, στον τομέα των υπηρεσιών, καθώς και στον τομέα των κοινωνικών συνεταιρισμών, οι οποίες έχουν τεράστια συμβολή στην ανάπτυξη τόσο των μικρών όσο και των νέων συνεταιρισμών. Μικρές κοινοπραξίες κοινωνικών συνεταιρισμών απαντώνται επίσης και σε άλλες χώρες όπως η Σουηδία. Σημαντικοί όμιλοι συνεταιριστικών επιχειρήσεων υπάρχουν και σε άλλους τομείς –π.χ. στον γεωργικό τομέα, στον τομέα της μεταποίησης και της διανομής, καθώς και στον τραπεζικό τομέα– σε διάφορες άλλες χώρες της ΕΕ όπως, μεταξύ άλλων, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Ισπανία και στις Κάτω Χώρες.

5.10

Ο ισπανικός όμιλος Mondragon αποτελεί εξαίρετο παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο διάφορες μεμονωμένες συνεταιριστικές επιχειρήσεις μπορούν να οργανωθούν σε εθελοντική βάση για τη δημιουργία ενός τεράστιου επιχειρηματικού ομίλου του οποίου η δράση εκτείνεται στη βιομηχανία, στη γεωργία, στη διανομή, στον χρηματοπιστωτικό τομέα, στην Ε&Α και στην ανώτερη εκπαίδευση. Εντυπωσιακή συνιστώσα του εγχειρήματος του Mondragon αποτελεί η ικανότητα διατήρησης της απασχόλησης σε παγκοσμιοποιημένους βιομηχανικούς τομείς, καθώς και η επιδίωξη της συνεχούς αναδιάρθρωσης των προϊόντων, των διεργασιών και της εξυπηρέτησης μετά την πώληση, χρησιμοποιώντας τις βιομηχανικές πλατφόρμες τους σε ολόκληρο τον κόσμο σε συνδυασμό με ένα τρίγωνο καινοτομίας αποτελούμενο από τις βιομηχανικές επιχειρήσεις του ομίλου, το πανεπιστήμιο και τα κέντρα Ε&Α.

5.11

Οι ΜΜΕ μπορούν επίσης να οργανώνονται σε συνεταιρισμούς, ακολουθώντας την ίδια λογική διεύρυνσης της κλίμακας των επιχειρήσεών τους. Παραδείγματος χάρη, η εμπειρία αυτή έχει στεφθεί με μεγάλη επιτυχία στη Γερμανία, όπου οι συνεταιρισμοί μικρών επιχειρήσεων είναι εξαιρετικά διαδομένοι στην περίπτωση των καταστημάτων λιανικού εμπορίου, όπως αρτοποιεία, κρεοπωλεία κλπ.

5.12

Νέα φαινόμενα κάνουν την εμφάνισή τους για την κάλυψη των αναγκών ορισμένων επαγγελματικών ομάδων. Οι συνεταιρισμοί που συστάθηκαν από ιατρούς στη Γερμανία, όπως προαναφέρθηκε, είναι ένα συναφές παράδειγμα. Στην Ιταλία, ειδικότερα, η νεότερη γενιά επαγγελματιών υψηλής εξειδίκευσης αρχίζει να χρησιμοποιεί το μοντέλο συνεταιριστικής επιχείρησης για την αξιοποίηση ευκαιριών της αγοράς, συνδυάζοντας έτσι την αυτοαπασχόληση με μια συνεταιριστική μορφή επιχείρησης. Πρόσφατα θεσπίστηκε στην Ιταλία ένας νόμος περί επαγγελματικών ενώσεων ο οποίος εμπίπτει στη συνολική δέσμη οικονομικών μεταρρυθμίσεων και παρέχει έρεισμα σε ανάλογες πρωτοβουλίες.

5.13

Στη Γαλλία –και σε μικρότερο βαθμό στο Βέλγιο και στη Σουηδία– έχουν συσταθεί οι επονομαζόμενοι «Συνεταιρισμοί δραστηριοτήτων και απασχόλησης» οι οποίοι δίνουν τη δυνατότητα στους ανέργους να γίνουν αυτοαπασχολούμενοι, οργανώνοντας όχι μόνο τις εμπορικές τους δραστηριότητες, αλλά και την επαγγελματική τους κατάρτιση και την κοινωνική τους ασφάλιση στο πλαίσιο μιας συνεταιριστικής επιχείρησης.

5.14

Οι συνεταιρισμοί δεν μπορούν, υπό κανονικές συνθήκες, να αποκτήσουν μεγάλη ποσότητα κεφαλαίου από τα μέλη τους και δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Οι συνεταιρισμοί έχουν αναπτύξει τους δικούς τους μηχανισμούς χρηματοδότησης. Οι μετοχές των μελών τους δεν είναι συνήθως μεταβιβάσιμες και τα κέρδη τους δεν χρησιμοποιούνται ως αμοιβή του κεφαλαίου, αλλά επανεπενδύονται κατά κανόνα στην επιχείρηση με τη μορφή αποθεματικών, πράγμα το οποίο αντικατοπτρίζει τη μακροπρόθεσμη στρατηγική τους: προάσπιση των συμφερόντων των μελών τους με την αποφυγή υπερβολικών κινδύνων και διάθεση πόρων για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε δραστηριότητες που εξυπηρετούν άμεσα τις συγκεκριμένες ανάγκες τους.

5.15

Σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, όπως στη Γαλλία, στην Ισπανία και στην Ιταλία, τα αποθεματικά αυτά είναι αδιαίρετα, δηλαδή δεν μπορούν να διανεμηθούν μεταξύ των μελών ακόμη και σε περίπτωση εκκαθάρισης, αλλά επιβάλλεται να χρησιμοποιηθούν για την προαγωγή του συνεταιριστικού κινήματος. Τα αδιαίρετα αποθεματικά έχει αποδειχθεί ότι αποτελούν ισχυρό αποτρεπτικό παράγοντα για τη μετατροπή των συνεταιριστικών επιχειρήσεων σε ανώνυμες εταιρείες (demutualization).

5.16

Σε ορισμένες χώρες θεσπίστηκαν νομικές διατάξεις προκειμένου να επιτραπεί σε τρίτα μέρη να παρέχουν επιχειρηματικό κεφάλαιο σε συνεταιρισμούς, είτε με δικαίωμα ψήφου είτε άνευ [πρβλ. «socio sovventore» (χρηματοδοτικός εταίρος) σύμφωνα με τον ιταλικό νόμο αριθ. 59/1992] και συστάθηκαν ειδικοί φορείς προς το σκοπό αυτό [πρβλ. Fondi mutualistici (αναπτυξιακά ταμεία αλληλοβοήθειας) και Cooperazione Finanza Impresa (CFI) στην Ιταλία, IDES στη Γαλλία και επενδυτικές δομές του ομίλου Mondragon στην Ισπανία] με αποτέλεσμα να παρασχεθεί η δυνατότητα στους συνεταιρισμούς να βελτιώσουν το διάλογο στον οποίο προβαίνουν με άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  COM(2012) 7, «Αναδιάρθρωση και πρόβλεψη της αλλαγής: τα διδάγματα από την πρόσφατη εμπειρία».

(2)  COM(2005) 120, «Αναδιαρθρώσεις και απασχόληση - Πρόβλεψη και πλαισίωση των αναδιαρθρώσεων για την ανάπτυξη της απασχόλησης: ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

(3)  COM(2001) 366, «Προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την εταιρική κοινωνική ευθύνη».

(4)  COM(2004) 18, «Για την προώθηση των συνεταιριστικών εταιρειών στην Ευρώπη».

(5)  COM(2006) 117, «Εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση: Μεταβίβαση επιχειρήσεων - Εξασφάλιση της συνέχειας με μια νέα αρχή».


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

480ή σύνοδος ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012

29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/30


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, τα οποία καλύπτονται από το κοινό στρατηγικό πλαίσιο, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006»

[COM(2011) 615 τελικό — 2011/0276 (COD)]

2012/C 191/06

Εισηγητής: ο κ. VARDAKASTANIS

Στις 25 και 27 Οκτωβρίου 2011 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αντιστοίχως αποφάσισαν, σύμφωνα με τα άρθρα 177 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

Πρόταση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, τα οποία καλύπτονται από το κοινό στρατηγικό πλαίσιο, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006

COM(2011) 615 τελικό — 2011/0276 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 162 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 9 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι οικονομικές πολιτικές που ασκούνται επί του παρόντος στην ΕΕ (λιτότητα, δημοσιονομικοί περιορισμοί σε εθνικό επίπεδο, περικοπές του προϋπολογισμού της ΕΕ, «δημοσιονομικό συμβόλαιο», περιορισμοί στην ΕΚΤ, κλπ.) πυροδοτούν μια διαδικασία ύφεσης με απρόβλεπτες συνέπειες, σε μια συγκυρία όπου το ζητούμενο είναι το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή η ταυτόχρονη, αν όχι η εκ των προτέρων, λήψη μέτρων για την υποστήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης με μία πιο τολμηρή και εποικοδομητική πρόταση. Σημαντική συμβολή προς τον σκοπό αυτό θα μπορούσαν να έχουν οι πόροι των Διαρθρωτικών Ταμείων (και εν μέρει, σε προσωρινή βάση, οι πόροι της ΚΓΠ), όπως έχει ήδη προταθεί, έστω και σε περιορισμένη μορφή, κατά τη Σύνοδο Κορυφής της 30ής Ιανουαρίου 2012.

1.2   Κρίνεται αναγκαίο να δρομολογηθεί ένα ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάπτυξη –μια «Νέα Συμφωνία»– με εκτεταμένα και στοχοθετημένα έργα, επικεντρωμένα σε ολιγάριθμους βασικούς τομείς ικανούς να αναζωογονήσουν την οικονομία της ΕΕ. Ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί πάραυτα μέσω των μη απορροφηθέντων πόρων της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013, στους οποίους θα μπορούσε να προστεθεί, το συντομότερο δυνατόν και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ένα μέρος των πόρων που έχουν προγραμματιστεί για την περίοδο 2014-2020. Ένα τέτοιο ταμείο θα πρέπει να υποστηριχθεί και να ενισχυθεί με παρέμβαση της ΕΤΕπ υπό μορφήν έκδοσης ομολόγων (1) (άρθρο 87 του νέου κανονισμού). Αυτό θα είχε πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στις επενδύσεις με την προσέλκυση κεφαλαίων από το εξωτερικό και συγχρόνως θα ασκούσε θετική επίδραση στο δημόσιο χρέος και στο ευρώ, το οποίο θα ενίσχυε τη θέση του.

1.3   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι μια εταιρική σχέση που περιλαμβάνει όλους τους εταίρους, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, κατά την προετοιμασία, την εκτέλεση και την εκ των υστέρων αξιολόγηση των έργων που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της ΕΕ συμβάλλει άμεσα στην επιτυχία της. Χαιρετίζει την πρόοδο που σημειώνεται με το άρθρο 5 των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δυνάμει του οποίου η οριζόντια εταιρική σχέση αποκτά υποχρεωτικό χαρακτήρα· υπενθυμίζει ότι θα πρέπει να υπάρχει πραγματική συμμετοχή σε όλα τα στάδια υλοποίησης των δράσεων των ταμείων, συμπεριλαμβανομένων των εταίρων με δικαίωμα ψήφου στις επιτροπές παρακολούθησης. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ φρονεί πως το Άρθρο 5 του Κανονισμού κοινών διατάξεων θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να αναδιατυπωθεί ώστε οι εμπεριεχόμενες διατάξεις για την εταιρική σχέση, ιδίως δε η παράγραφος 2, να εφαρμόζονται σε όλα τα επίπεδα διοίκησης: εθνικό, περιφερειακό και τοπικό.

1.3.1   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί έντονα να συμβάλει στην εκπόνηση του κώδικα δεοντολογίας που αναφέρεται στο άρθρο 5, αλλά εκφράζει τη βαθιά ανησυχία της για τα σήματα που εκπέμπει το Συμβούλιο, όπου τα κράτη μέλη επιθυμούν να περιορίσουν την εφαρμογή της αρχής της εταιρικής σχέσης· καλεί δε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) να αποτρέψουν την εξέλιξη αυτή. Ο κώδικας δεοντολογίας θα πρέπει να περιλαμβάνει έναν σαφή και περιεκτικό ορισμό των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), συμπεριλαμβανομένων και των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων των ευάλωτων ομάδων, δυνάμει των άρθρων 10 και 19 της ΣΛΕΕ, όπως τα άτομα που υφίστανται διακρίσεις λόγω φύλου, ηλικίας, γενετήσιου προσανατολισμού, αναπηρίας, θρησκείας και εθνοτικής καταγωγής. Ο κώδικας δεοντολογίας θα πρέπει να καθορίζει σαφείς κανόνες σχετικά με την εφαρμογή έργων και προγραμμάτων, να εμμένει στην έγκαιρη επεξεργασία των αιτήσεων και να προβλέπει διαδικασία υποβολής καταγγελιών, επιτρέποντας έτσι την αποτελεσματική και μη γραφειοκρατική υλοποίηση και αξιοποίηση των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι τα πρόσθετα κριτήρια έγκρισης που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλονται πρώτα σε δημόσιο έλεγχο, ώστε να αποφεύγεται η πρόσθετη γραφειοκρατική επιβάρυνση (και ο εθνικός κανονιστικός υπερθεματισμός – «gold-plating»).

1.4   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την ευρύτερη χρήση του συστήματος της εκ των προτέρων και εκ των υστέρων επιβολής όρων στα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ που αποσκοπεί στην επίτευξη πιο στοχοθετημένων, απτών και βιώσιμων αποτελεσμάτων· ωστόσο, η ΕΟΚΕ διαφωνεί με τον καθορισμό μακροοικονομικών όρων διότι το σύστημα αυτό αποβαίνει εις βάρος των περιφερειών και των πολιτών που δεν ευθύνονται για τις μακροοικονομικές αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο.

1.5   Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την απλούστευση των διαδικασιών, τις θεωρεί όμως ανεπαρκείς καθώς οι εν λόγω διαδικασίες παραμένουν εξαιρετικά πολύπλοκες. Η υπερβολική προσκόλληση, τόσο των εθνικών όσο και των ευρωπαϊκών αρχών, στους ελέγχους και στις διαδικασίες εξακολουθεί να δυσχεραίνει σοβαρά την εύκολη πρόσβαση των ΜΜΕ και των ΜΚΟ στους χρηματοδοτικούς πόρους της ΕΕ. Η γραφειοκρατία πρέπει να περιοριστεί, ιδίως σε χώρες όπου τα ομοσπονδιακά συστήματα αυτοδιοίκησης δημιουργούν διάφορα στρώματα γραφειοκρατίας.

1.6   Η ΕΟΚΕ θέτει υπό εξέταση την ιδέα να υιοθετηθεί προσέγγιση «υπηρεσίας μίας στάσης» για τους δικαιούχους, προκειμένου η πολιτική συνοχής να διέπεται περισσότερο από πνεύμα εξυπηρέτησης των δικαιούχων (προσέγγιση με άξονα τον πελάτη). Η ΕΟΚΕ θεωρεί επίσης ότι είναι αναγκαίο να αυξηθεί το όριο σε 250 000 ευρώ από 100 000 ευρώ που είναι σήμερα για τα έργα που ελέγχονται μόνο μία φορά κατά το άρθρο 140. Το ποσό θα πρέπει να αφορά το μερίδιο της Κοινοτικής χρηματοδότησης αυτών των έργων, προκειμένου να επιτευχθεί η περαιτέρω απλούστευση των κανόνων.

1.7   Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσον αφορά τη θεματική συγκέντρωση, ως μέσο περιορισμού του κατακερματισμού των προσπαθειών· υπό αυτό το πρίσμα, η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει τον ισχυρό συντονισμό των προσπαθειών που καταβάλλονται από τα διάφορα Διαρθρωτικά Ταμεία με σκοπό τη διαμόρφωση μιας ενιαίας και ενοποιημένης πολιτικής συνοχής, ικανής να συμβάλει πλήρως στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι (i) η βελτίωση της προσβασιμότητας και (ii) η ανάπτυξη των ικανοτήτων των κύριων συντελεστών της πολιτικής συνοχής (εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων) πρέπει να καταστούν συγκεκριμένα θεματικά πεδία.

1.8   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η τροποποίηση του άρθρου 7 του Κανονισμού κοινών διατάξεων είναι σημαντική προκειμένου να συμπεριληφθεί σε αυτό η πρόσβαση στους πόρους και η προσβασιμότητα των ατόμων με αναπηρία, σύμφωνα με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.

1.9   Η ΕΟΚΕ εξαίρει τη σημασία που έχει η ανάπτυξη τωνικανοτήτων των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, ζητά δε την ενσωμάτωση του ορισμού της έννοιας «ανάπτυξη ικανοτήτων» στο άρθρο 2. Ο εν λόγω ορισμός θα πρέπει να νοείται ως ενίσχυση της συμμετοχής των εταίρων όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, σε όλα τα στάδια της προετοιμασίας, εφαρμογής και παρακολούθησης των δράσεων των Διαρθρωτικών Ταμείων.

1.10   Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να υποβάλει το Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο (ΚΣΠ) διασφαλίζοντας τη συμμετοχή του συνόλου των θεσμικών οργάνων και των πολιτικών φορέων της ΕΕ στη διαδικασία διαπραγμάτευσης και έγκρισης του ΚΠΣ.

1.11   Η ΕΟΚΕ συνιστά να αποσαφηνιστεί η συμμετοχή των φορέων της κοινωνικής οικονομίας στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων των διαφόρων Ταμείων.

1.12   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η επιβολή όρων δεν θα πρέπει να αποβαίνει εις βάρος της ευελιξίας των διαρθρωτικών δράσεων, καθώς δεν υπάρχει λύση που να προσιδιάζει σε όλες τις περιφέρειες, διατηρώντας παράλληλα τους κοινούς στόχους της μεγαλύτερης συνοχής με την εφαρμογή κοινών κανόνων.

1.13   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει σθεναρά την πρόταση να διατίθεται τουλάχιστον το 20 % του συνόλου των εθνικών πιστώσεων που έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο του ΕΚΤ για την κοινωνική ένταξη και την καταπολέμηση της φτώχειας.

1.14   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις προσπάθειες για μεγαλύτερη επικέντρωση του Κανονισμού κοινών διατάξεων, στην επίτευξη αποτελεσμάτων και θεωρεί ότι οι δείκτες που βασίζονται αποκλειστικά σε μακροοικονομικούς δείκτες, όπως το ΑΕγχΠ, είναι σαφώς ανεπαρκείς για τον προσδιορισμό του επιπέδου συνοχής.

1.15   Η ΕΟΚΕ ζητά να θωρακισθεί, στο άρθρο 51 του γενικού κανονισμού, η ανάπτυξη των ικανοτήτων εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων. Η συμμετοχή αυτών των εταίρων σε αυτή τη διαδικασία παροχής συνδρομής, κατάρτισης μελετών και αξιολογήσεων, καθώς και προσφυγής σε εμπειρογνώμονες, όπως επίσης και στις υπόλοιπες δράσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο της τεχνικής βοήθειας, θα καταστήσει ουσιαστικότερη τη συμμετοχή όλων των εταίρων, θα ενισχύσει τη δυνατότητα συμμετοχής τους στα Διαρθρωτικά Ταμεία και κατ’ επέκταση θα συμβάλει στην επιτυχή εφαρμογή της πολιτικής συνοχής. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την πρόταση να αποκλείονται τα επιχειρησιακά προγράμματα τεχνικής βοήθειας από τις δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος, προώθησης των ίσων ευκαιριών και πρόληψης των διακρίσεων λόγω φύλου. Η εξαίρεση αυτή θα πρέπει να διαγραφεί από το άρθρο 87.

1.16   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι πρέπει να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο οι περιορισμένοι διαθέσιμοι πόροι με έξυπνες χρηματοδοτικές τεχνικές, και να επιδιωχθεί η μέγιστη δυνατή εκμετάλλευση και του παραμικρού ευρώ που διατίθεται για τη χρηματοδότηση της συνοχής. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία του έχει ο προσεκτικός συντονισμός των δραστηριοτήτων των διαφόρων Διαρθρωτικών Ταμείων, καθώς και την ανάγκη να επανεξεταστούν τα ποσοστά συγχρηματοδότησης, ώστε να αντικατοπτρίζουν καλύτερα τις ανάγκες των δικαιούχων στην παρούσα κρίση.

1.17   Σύμφωνα με το άρθρο 174 της ΣλΕΕ, η πολιτική συνοχής βρίσκεται στην καρδιά της ΕΕ και οδηγεί στην ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής της συνοχής. Για τα κράτη μέλη των οποίων ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης κατά την περίοδο 2007-2009 ήταν αρνητικός και τα οποία παρουσιάζουν ικανό ρυθμό απορρόφησης των κονδυλίων κατά την τρέχουσα περίοδο, το ανώτατο όριο θα βρίσκεται τουλάχιστον στο επίπεδο της τρέχουσας περιόδου. Το ανώτατο όριο για την πολιτική συνοχής δεν θα εφαρμόζεται στα κονδύλια για την αλιεία και την αγροτική ανάπτυξη.

2.   Η πρόκληση που θέτει η κρίση στην ΕΕ: Νέα Διαρθρωτικά Ταμεία σε μια εποχή προκλήσεων

2.1   Το ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη έχει ανέλθει στο 10,3 % εξαιτίας της οικονομικής κρίσης (περισσότερα από 5 εκατομμύρια νέοι είναι άνεργοι, η λεγόμενη «χαμένη γενιά») και το ποσοστό των ανθρώπων που κινδυνεύουν από κοινωνικό αποκλεισμό έχει αυξηθεί κατά 4 % και πλέον σε ορισμένες χώρες της ΕΕ, ενώ το ποσοστό των ατόμων με σοβαρές υλικές στερήσεις έχει αυξηθεί κατά 3 %.

2.2   Παρά τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί μέσω των πολιτικών συνοχής, αγροτικής ανάπτυξης και αλιείας της ΕΕ, οι ανισότητες μεταξύ των περιφερειών αυξάνονται και πάλι. Σύμφωνα με την πέμπτη έκθεση για τη συνοχή, οι ανισότητες έχουν συνολικά αυξηθεί, ιδιαίτερα δε οι ανισότητες εντός των επιμέρους χωρών (οι πρωτεύουσες γίνονται πλουσιότερες και οι λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες φτωχότερες), σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις σε εντυπωσιακό βαθμό. Η έκθεση καταδεικνύει επίσης τις σημαντικές ανισότητες μεταξύ των πόλεων και της υπαίθρου όσον αφορά το επίπεδο της ανάπτυξης. (2)

2.3   Η ΕΟΚΕ, βάσει όσων συμφωνήθηκαν κατά τη σύνοδο κορυφής της 30ης Ιανουαρίου 2012, ζητά από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να υιοθετήσουν μια «ειδική διαδικασία» αναστέλλοντας τις ισχύουσες διατάξεις για 5 χρόνια, προκειμένου να επιτραπεί η άμεση και ταχεία αξιοποίηση των πόρων καθώς και η κατάργηση των περιττών εμποδίων και των διακριτικών διοικητικών ευχερειών. Αυτό θα ήταν ιδιαιτέρως ωφέλιμο για τις ΜΜΕ που ασχολούνται με την καινοτομία και τη βελτίωση της παραγωγής, καθώς και για τα έργα στα οποία συμμετέχουν νέοι.

2.4   Η πολιτική συνοχής αποτελεί κεντρικό στοιχείο της ΕΕ· σύμφωνα με το άρθρο 174 της ΣΛΕΕ, «η Ένωση […] αναπτύσσει και εξακολουθεί τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής της συνοχής. Η Ένωση αποσκοπεί, ιδιαίτερα, στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών».

2.5   Προς τούτο, η ΕΟΚΕ τονίζει πως για τα κράτη μέλη των οποίων ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης κατά την περίοδο 2007-2009 ήταν αρνητικός και τα οποία παρουσιάζουν ικανό ρυθμό απορρόφησης των κονδυλίων κατά την τρέχουσα περίοδο, το ανώτατο όριο θα βρίσκεται τουλάχιστον στο επίπεδο της τρέχουσας περιόδου. Το ανώτατο όριο για την πολιτική συνοχής δεν θα εφαρμόζεται στα κονδύλια για την αλιεία και την αγροτική ανάπτυξη.

2.6   Η ΕΟΚΕ έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη σημασία της ενσωμάτωσης των Διαρθρωτικών Ταμείων στη στρατηγική «Ευρώπη 2020»· ως εκ τούτου, οι επιδιώξεις και οι στόχοι της θα πρέπει να εναρμονιστούν ευρέως με την πολιτική συνοχής (3) και να συμπεριλάβουν μια πιο σαφή και ευκρινή αναφορά στον τρόπο με τον οποίο τα Διαρθρωτικά Ταμεία θα συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στις εμβληματικές πρωτοβουλίες της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Οι στόχοι αυτοί θα πρέπει να επανεξετασθούν στο εγγύς μέλλον, εάν η Ευρώπη επιθυμεί όντως την υλοποίησή τους σε μια συγκυρία βαθιάς κρίσης.

2.7   Σε διάφορες γνωμοδοτήσεις (4) της ΕΟΚΕ έχει επισημανθεί το γεγονός ότι οι στόχοι των Διαρθρωτικών Ταμείων είναι ευρύτεροι από αυτούς της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Συνεπώς, τα Διαρθρωτικά Ταμεία θα πρέπει να αποτελούν μηχανισμό ικανό να εξασφαλίσει ότι η οικονομία της ΕΕ ενισχύει τις πολιτικές της στον τομέα της απασχόλησης και της εκπαίδευσης, με σκοπό τη διατήρηση και την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού της και των επενδύσεων που απαιτούνται για τη διασφάλιση της οικονομικής ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής ένταξης. Αυτό θα συνέβαλε στην υλοποίηση και άλλων στρατηγικών και πολιτικών της ΕΕ, όπως της στρατηγικής για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2010-2015, του νόμου για τις μικρές επιχειρήσεις (Small Business Act), της ενεργειακής στρατηγικής για την Ευρώπη, της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την αναπηρία 2010-2020, του πλαισίου της ΕΕ για τις εθνικές στρατηγικές ένταξης των Ρομά και της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη.

2.8   Η ΕΟΚΕ ανησυχεί σοβαρά για τον αντίκτυπο της κρίσης και φρονεί ότι τα Διαρθρωτικά Ταμεία μπορούν να συντελέσουν στην έξοδο από την κρίση, υπό την προϋπόθεση να αναθεωρηθεί η οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, η οποία αυτή τη στιγμή δεν αποδίδει σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική ένταξη· τονίζει ότι τα μέτρα λιτότητας που ελήφθησαν για λόγους μακροοικονομικής σταθερότητας δεν θα πρέπει να υπονομεύσουν τις προσπάθειες εξασφάλισης μεγαλύτερης συνοχής στην ΕΕ· οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις θα πρέπει να αποφέρουν αποτελέσματα στον τομέα της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής ένταξης, βελτιώνοντας τα επίπεδα απασχόλησης.

2.9   Η δριμύτητα της οικονομικής κρίσης καταδεικνύει ότι το ποσό (376 δισ. ευρώ) που προτείνει σήμερα η Επιτροπή για τα Διαρθρωτικά Ταμεία κατά την περίοδο 2014-2020 δεν θα επαρκέσει για τη βελτίωση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής στην ΕΕ. Η ΕΟΚΕ καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να επανεξετάσουν την τρέχουσα πρόταση για τα Διαρθρωτικά Ταμεία που περιλαμβάνεται στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (ΠΔΠ) και καλεί τα όργανα να επικεντρώσουν τα κονδύλια της ΕΕ στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες και να μη δημιουργήσουν πρόσθετη γραφειοκρατία και κατακερματισμό.

2.10   Η κρίση δεν θα πρέπει να αποτρέψει την ΕΕ από την τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων και συμβάσεών της, όπως της Σύμβασης-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές και της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.

3.   Για αποτελεσματικά Διαρθρωτικά Ταμεία απαιτούνται έγκυρες αρχές

3.1   Στρατηγικός προγραμματισμός

3.1.1   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι το Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο (ΚΣΠ) αποτελεί καίρια εξέλιξη η οποία θα διασφαλίσει τη βελτίωση του συντονισμού των δράσεων εφαρμογής της πολιτικής συνοχής από τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

3.1.2   Η ΕΟΚΕ επικροτεί μεν το ΚΠΣ, ζητά όμως μια προσέγγιση εστιασμένη στους δικαιούχους. Σήμερα οι δυνητικοί δικαιούχοι βρίσκονται αντιμέτωποι με διαφορετικές διαδικασίες επιδοτήσεων (π.χ. διαφορές μεταξύ του ΕΤΠΑ και του ΕΓΤΑΑ), πράγμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα διοικητικά βάρη για τους δυνητικούς δικαιούχους. Το ΚΠΣ, όπως προτείνεται σήμερα, αντιπροσωπεύει απλώς ένα σύνολο διοικητικών κριτηρίων, απ’ όπου απουσιάζει η ιδέα μιας ενιαίας θυρίδας (one-stop shopping) για τους δικαιούχους. Το ΚΠΣ θα πρέπει επίσης να παρέχει σαφή τεκμηρίωση και ενιαία ερμηνεία των κανόνων που θα εφαρμοστούν σε όλα τα κράτη μέλη. Μια τέτοια θυρίδα μπορεί να εξασφαλίσει ότι το ΚΠΣ θα καταστεί ενδεδειγμένο μέσο αποτελεσματικότερης χρήσης των πόρων των ταμείων χωρίς πρόσθετα διοικητικά βάρη.

3.1.3   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι το ΚΣΠ θα πρέπει να παρέχει αναλυτικά στοιχεία ως προς τις επενδυτικές προτεραιότητες που απορρέουν από τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», χωρίς να παραλείπει να προσδιορίζει τα μέσα με τα οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί η κοινωνική ένταξη των πλέον απομακρυσμένων από την αγορά εργασίας ατόμων, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, των νέων, των μεταναστών και των ατόμων με αναπηρία.

3.1.4   Η ΕΟΚΕ θεωρεί επίσης ότι το ΚΣΠ θα πρέπει να συμφωνηθεί σε συνεργασία με όλα τα θεσμικά και συμβουλευτικά όργανα της ΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί ότι όλοι ανεξαιρέτως θα αισθάνονται ότι το θέμα τους αφορά όσο το δυνατό περισσότερο.

3.1.5   Η συμπερίληψη των συμβάσεων εταιρικής σχέσης είναι ευπρόσδεκτη προκειμένου να διασφαλισθεί η υλοποίηση κοινών ευρωπαϊκών, εθνικών και περιφερειακών στόχων.

3.1.6   Η ΕΟΚΕ ζητά κάθε επιμέρους σύμβαση εταιρικής σχέσης και το αντίστοιχο πρόγραμμά της να συνδέονται με τα Εθνικά Προγράμματα Μεταρρυθμίσεων (ΕΠΜ). Τα ΕΠΜ θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν όλους τους στόχους που τίθενται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020», καθώς και διάφορες άλλες υποχρεώσεις που απορρέουν από άλλες διεθνείς δεσμεύσεις και συμβάσεις, όπως η Σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές και η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.

3.1.7   Η συμμετοχή των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, στην προετοιμασία και υιοθέτηση των συμβάσεων εταιρικής σχέσης θα αποτελέσει βασικό παράγοντα επιτυχίας για τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και όποιων τροποποιήσεων προταθούν στις συμβάσεις εταιρικής σχέσης (άρθρο 15)· κατά συνέπεια, ο προτεινόμενος Κανονισμός κοινών διατάξεων θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

3.1.8   Η ΕΟΚΕ ζητά την τροποποίηση του άρθρου 14 του προτεινόμενου Κανονισμού κοινών διατάξεων δυνάμει των άρθρων 10 και 19 της ΣΛΕΕ ώστε να συμπεριληφθούν στην παράγραφο γ) του εν λόγω άρθρου επαρκείς αναφορές στις ευάλωτες ομάδες, όπως τα άτομα που υφίστανται διακρίσεις λόγω φύλου, ηλικίας, γενετήσιου προσανατολισμού, αναπηρίας, θρησκείας και εθνοτικής καταγωγής.

3.2   Θεματική συγκέντρωση και απλούστευση

3.2.1   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τον προτεινόμενο Κανονισμό κοινών διατάξεων που θεσπίζει μια σειρά κοινών κανόνων εφαρμόσιμων στα Διαρθρωτικά Ταμεία· με τον τρόπο αυτό, θα διαμορφωθεί κοινή προοπτική στην ΕΕ και η πολιτική συνοχής θα καταστεί συνεκτικότερη και αποτελεσματικότερη.

3.2.2   Η ΕΟΚΕ εκφράζει μεν την ικανοποίησή της για τους 11 επιλεγέντες θεματικούς τομείς, θεωρεί όμως σκόπιμο να προστεθούν ορισμένοι ακόμη θεματικοί τομείς, όπως (1) η βελτίωση της προσβασιμότητας και (2) η ανάπτυξη των ικανοτήτων των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων. Η ΕΟΚΕ ζητά να συμπεριληφθούν οι εν λόγω τομείς στο άρθρο 9 του προτεινόμενου Κανονισμού κοινών διατάξεων.

3.2.3   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι όλες οι χώρες θα πρέπει να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στους τομείς τους οποίους ορίζει ο Κανονισμός κοινών διατάξεων ώστε να αναπτυχθούν συνέργιες παράλληλα με μια πιο συνεκτική και χωρίς αποκλεισμούς οικονομική ανάπτυξη.

3.2.4   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι έχει υποστηρίξει την απλούστευση των διοικητικών, λογιστικών και ελεγκτικών διαδικασιών, καθώς και ότι «η απλούστευση πρέπει να τεθεί ως πρωταρχικός στόχος της πολιτικής συνοχής» (5), και συνεπώς εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προσπάθειες που καταβάλλονται στο πλαίσιο της υπό εξέταση πρότασης προκειμένου να εισαχθεί σε αυτήν η εν λόγω αρχή. Απαιτείται να αποφευχθεί η υπερβολική γραφειοκρατία και να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για να ωφεληθούν οι τελικοί δικαιούχοι από τις συγκεκριμένες δράσεις. Η απλούστευση θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά την επιλεξιμότητα, τον έλεγχο, τις πληρωμές και τη χρήση των ΤΠΕ. Αυτό αφορά και την απλούστευση του κειμένου του κανονισμού και τη μείωση του αριθμού των άρθρων.

3.2.5   Το όριο των 100 000 ευρώ που προβλέπεται για την εφαρμογή απλουστευμένων κανόνων θα πρέπει να αυξηθεί σε 250 000 ευρώ για το μερίδιο της Κοινοτικής χρηματοδότησης σε σχέδια που ελέγχονται μόνο μία φορά κατά το άρθρο 140 της πρότασης Κανονισμού κοινών διατάξεων. Οι προϋπολογισμοί των περισσότερων σχεδίων υπερβαίνουν το ποσό χρηματοδότησης που προτείνεται στον κανονισμό λόγω υπερβολικών διοικητικών βαρών. Η απλοποίηση με το νέο αυτό όριο θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά την εφαρμογή του εν λόγω κανόνα στους μηχανισμούς συνολικών επιχορηγήσεων.

3.2.6   Η ΕΟΚΕ θέτει υπό εξέταση την ιδέα να υιοθετηθεί προσέγγιση «υπηρεσίας μίας στάσης» για τους δικαιούχους, προκειμένου η πολιτική συνοχής να διέπεται περισσότερο από πνεύμα εξυπηρέτησης των δικαιούχων (προσέγγιση με άξονα τον πελάτη).

3.2.7   Επικροτείται επίσης η χρήση ενός ευρέος φάσματος επιστροφών και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η χρήση ενός συστήματος ηλεκτρονικής διακυβέρνησης θα προβλέπει πρόσβαση σε όλους, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων, των μελών εθνοτικών μειονοτήτων και των ατόμων με αναπηρία.

3.3   Πλαίσιο επιδόσεων και επιβολή όρων

3.3.1   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η επιβολή όρων στον Κανονισμό κοινών διατάξεων αποτελεί ενδεδειγμένο μηχανισμό που θα καταστήσει εφικτή την επίτευξη των κοινών στόχων της ΕΕ.

3.3.2   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την εκ των προτέρων επιβολή όρων, όπως έχει ήδη υποστηρίξει σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της (6), καθώς η προσέγγιση αυτή αποτελεί ένα μέσο βελτίωσης της ποιότητας των δαπανών στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της ΕΕ. Ωστόσο, η εν λόγω επιβολή όρων δεν θα πρέπει να προκαλέσει αύξηση των διοικητικών βαρών, αλλά να οδηγήσει σε συνεπέστερη και αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων.

3.3.3   Η ΕΟΚΕ διαφωνεί, ωστόσο, με τη χρήση μακροοικονομικών όρων (7) δεδομένου ότι αυτή «αδικεί» ορισμένους φορείς. Η ΕΟΚΕ δεν υποστηρίζει κανένα από τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής (συμπεριλαμβανομένης της αναστολής πληρωμών) που προβλέπονται στην επόμενη, δηλαδή την έκτη, δέσμη μέτρων οικονομικής διακυβέρνησης. Οποιοδήποτε μέτρο λαμβάνεται για την επιβολή μακροοικονομικών όρων δεν θα πρέπει να επηρεάζει τους δικαιούχους των Διαρθρωτικών Ταμείων.

3.3.4   Θεωρείται ζωτικής σημασίας, κατά την επανεξέταση των επιδόσεων, να προβλεφθεί και η συμμετοχή των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, και να αναγνωριστεί ο ρόλος που αυτοί διαδραματίζουν ως πραγματικοί συντελεστές στην εφαρμογή της πολιτικής συνοχής.

3.4   Ευελιξία

3.4.1   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι αρχές που διέπουν την επιβολή όρων δεν θα πρέπει να αποβαίνουν εις βάρος της ευελιξίας των διαρθρωτικών δράσεων, καθώς δεν υπάρχει λύση που να προσιδιάζει σε όλες τις περιφέρειες.

3.4.2   Η ευελιξία δεν θα πρέπει να υποσκάπτει τους κοινούς στόχους της συνοχής μέσω της επιβολής κοινών κανόνων σε όλους τους δικαιούχους.

3.5   Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση

3.5.1   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την προσέγγιση της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης ως τρόπου δημιουργίας ενός αισθήματος οικείωσης σε ό,τι αφορά τους πόρους και τους στόχους της κοινωνικής συνοχής. Δυνάμει του άρθρου 5, θα πρέπει να προβλέπεται η πλήρης συμμετοχή των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, σε όλα τα στάδια αξιοποίησης των πόρων, συμπεριλαμβανομένου του τοπικού και περιφερειακού επιπέδου. Η ΕΟΚΕ τονίζει και πάλι τη σημασία που είχαν στο παρελθόν τα εδαφικά σύμφωνα για τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών.

3.5.2   Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία που έχει η διασφάλιση συνέργιας μεταξύ όλων των μέσων που έχουν καθιερωθεί από τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

4.   Οι αρχές της πολιτικής συνοχής της ΕΕ χρειάζονται ενδεδειγμένα μέσα για την επίτευξη συνοχής

4.1   Εταιρική σχέση με την κοινωνία των πολιτών – η σύμβαση εταιρικής σχέσης

4.1.1   Η ΕΟΚΕ έχει στο παρελθόν υποστηρίξει την αρχή της εταιρικής σχέσης που πρέπει να εφαρμόζεται στην πολιτική συνοχής (8). Όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα πρέπει να εκπροσωπούνται στις προπαρασκευαστικές εργασίες των συμβάσεων εταιρικής σχέσης και τεχνικής βοήθειας.

4.1.2   Η ΕΟΚΕ επικροτεί, συνεπώς, ένθερμα το άρθρο 5 του προτεινόμενου Κανονισμού κοινών διατάξεων και την πρόταση να θεσπιστεί ένας κώδικας δεοντολογίας σε επίπεδο ΕΕ, ο οποίος να διέπει την εταιρική σχέση, συμπεριλαμβανομένων επίσης των ποικίλων ευθυνών και δικαιωμάτων συμμετοχής των διαφόρων εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων. Κατά την προετοιμασία του κώδικα δεοντολογίας πρέπει να εξασφαλιστεί η πλήρης συμμετοχή των εταίρων.

4.1.3   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών θα πρέπει επίσης να διασφαλιστεί βάσει ισότιμης πρόσβασης στη χρηματοδότηση και μέσω ενός σαφούς και περιεκτικού ορισμού. Η κοινωνία των πολιτών δεν έχει συχνά πρόσβαση στους πόρους λόγω προσκομμάτων που προκύπτουν από κανόνες συγχρηματοδότησης, διοικητικά βάρη, ανεπαρκείς στόχους των Εθνικών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων και ελλιπούς συμμετοχής στην παρακολούθηση των δράσεων των ταμείων.

4.1.4   Ο κώδικας δεοντολογίας θα πρέπει να καθορίζει σαφείς κανόνες για την υποβολή αιτήσεων, να εμμένει στην έγκαιρη επεξεργασία τους και να προβλέπει μία διαδικασία υποβολής καταγγελιών, επιτρέποντας έτσι την αποτελεσματική και μη γραφειοκρατική υλοποίηση και αξιοποίηση των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι τα πρόσθετα κριτήρια έγκρισης που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλονται πρώτα σε έλεγχο, ώστε να αποφεύγεται η πρόσθετη γραφειοκρατική επιβάρυνση (και ο εθνικός κανονιστικός υπερθεματισμός – «gold-plating»).

4.1.5   Ο κώδικας δεοντολογίας θα πρέπει να ορίζει σαφώς τις ποικίλες ευθύνες και τα δικαιώματα συμμετοχής των διαφόρων εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων.

4.1.6   Προς τον σκοπό αυτό, η ΕΟΚΕ έχει επίσης ταχθεί υπέρ της σύναψης σύμβασης εταιρικής σχέσης μεταξύ κάθε κράτους μέλους, αφενός, και των περιφερειών τους και της κοινωνίας των πολιτών τους, αφετέρου (9).

4.1.7   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί μια ευρεία εταιρική σχέση στην οποία να εκπροσωπείται ευρύ φάσμα διαφόρων ενδιαφερόντων. Θα πρέπει να καθιερωθούν σαφείς τρόποι ορισμού των ευθυνών και των δράσεων των διάφορων εταίρων.

4.1.8   Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της που ο Κανονισμός κοινών διατάξεων δεν προβλέπει τη δημιουργία ευρωπαϊκού μηχανισμού εταιρικής σχέσης με τους Ευρωπαίους εταίρους, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων· συνεπώς, η ΕΟΚΕ ζητά να συμπεριληφθεί ένας τέτοιος μηχανισμός στον προτεινόμενο κανονισμό.

4.1.9   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρόταση της Επιτροπής να ενισχυθούν οι Κοινοτικές πρωτοβουλίες με βάση την εμπειρία από την προσέγγιση Leader. Η ΕΟΚΕ ζητά να εκπροσωπούνται οι σχετικοί φορείς της κοινωνίας των πολιτών στις ομάδες τοπικής δράσης του LEADER.

4.2   Επιτροπές παρακολούθησης

4.2.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει θερμά τη χορήγηση δικαιώματος ψήφου στους εταίρους, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, των επιτροπών παρακολούθησης (δυνάμει του άρθρου 42 του ίδιου Κανονισμού) και επαναλαμβάνει τη σημασία που έχει η διασφάλιση ίσων δικαιωμάτων σε όλους τους εταίρους που συμμετέχουν στις εν λόγω επιτροπές. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι επείγει να εξασφαλιστεί η ισοτιμία μεταξύ όλων των εταίρων των μηχανισμών παρακολούθησης και ζητά να συμπεριληφθούν στο ΚΠΣ σαφείς κατευθυντήριες γραμμές.

4.2.2   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι θεωρεί σημαντική την έγκυρη αξιολόγηση και ανάλυση της χρήσης των πόρων των ταμείων και τονίζει ότι αυτό είναι το κλειδί για την κατανόηση του διαφορετικού αντικτύπου των ταμείων ανάλογα με τις ποικιλόμορφες συνθήκες που επικρατούν στις ευρωπαϊκές περιφέρειες.

4.3   Τεχνική βοήθεια

4.3.1   Η ΕΟΚΕ ζητά να θωρακισθεί, στο άρθρο 51 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, η ανάπτυξη των ικανοτήτων εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων. Η συμμετοχή αυτών των εταίρων σε αυτή τη διαδικασία συνδρομής, κατάρτισης μελετών και αξιολογήσεων, καθώς και προσφυγής σε εμπειρογνώμονες, όπως επίσης και στις υπόλοιπες δράσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο της τεχνικής βοήθειας, θα καταστήσει ουσιαστικότερη τη συμμετοχή όλων των εταίρων και θα ενισχύσει τη δυνατότητα συμμετοχής τους στα Διαρθρωτικά Ταμεία. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η ανάπτυξη ικανοτήτων θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση συμμετοχής.

4.3.2   Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την πρόταση να αποκλείονται τα επιχειρησιακά προγράμματα τεχνικής βοήθειας από τις δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος, προώθησης των ίσων ευκαιριών και πρόληψης των διακρίσεων λόγω φύλου. Η εξαίρεση αυτή θα πρέπει να διαγραφεί από το άρθρο 87.

4.3.3   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο έχει σημειώσει μεγαλύτερη πρόοδο όσον αφορά τη χρήση τεχνικής βοήθειας για συμμετοχή των εταίρων όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η αρχή της εταιρικής σχέσης πρέπει να εφαρμόζεται κατά τρόπο ομοιόμορφο από όλα τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

4.4   Ανάπτυξη ικανοτήτων

4.4.1   Η ΕΟΚΕ ζητά να συμπεριληφθεί στο άρθρο 2 ορισμός της έννοιας «ανάπτυξη ικανοτήτων». Ο εν λόγω ορισμός θα πρέπει να ερμηνεύεται ως ενίσχυση της συμμετοχής των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, σε όλα τα στάδια της προετοιμασίας, της εφαρμογής και της παρακολούθησης των δράσεων των Διαρθρωτικών Ταμείων, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων της κατάρτισης, της συμμετοχής στην τεχνική βοήθεια, της δυνατότητας συμμετοχής των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων των ευάλωτων ομάδων και της υποστήριξης της εφαρμογής των δράσεων των ταμείων. Ο ορισμός αυτός θα πρέπει επίσης να συμπεριληφθεί στο ΚΠΣ.

4.4.2   Η ανάπτυξη των ικανοτήτων των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων, θα πρέπει επίσης να αφορά την πρόσβαση στους πόρους, όπως προβλέπει το άρθρο 87 του ίδιου κανονισμού. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της που το άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού δεν αναφέρει ότι δεν θα πρέπει να γίνονται διακρίσεις όσον αφορά την πρόσβαση στους πόρους των ταμείων.

4.5   Μη άσκηση διακρίσεων και πρόσβαση στους πόρους των ταμείων

4.5.1   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της που η υπό εξέταση πρόταση κανονισμού περιλαμβάνει αναφορά στη μη άσκηση διακρίσεων στον προτεινόμενο Κανονισμό κοινών διατάξεων. Εντούτοις, είναι λυπηρό που η αρχή της προσβασιμότητας των ατόμων με αναπηρία, στην οποία γίνεται αναφορά στο άρθρο 16 του ισχύοντος γενικού κανονισμού, δεν διατηρήθηκε στον προτεινόμενο.

4.5.2   Οι αιτούντες, οι δικαιούχοι και οι εταίροι θα πρέπει να έχουν δικαιώματα που να ισχύουν υποχρεωτικά ενώπιον των αρχών στα κράτη μέλη, καθώς και το δικαίωμα πρόσβασης σε μηχανισμό υποβολής καταγγελιών, προκειμένου να διατυπώνουν τις ενστάσεις τους.

4.5.3   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η πρόσβαση στους πόρους δεν θα απαιτήσει μόνον την ευρεία χρήση των μηχανισμών αξιοποίησης των συνολικών επιχορηγήσεων, αλλά και την ανάληψη προσπαθειών για την ανάπτυξη των ικανοτήτων των εταίρων, όπως ορίζονται στο Άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι η εν λόγω πρόσβαση μπορεί να διευκολυνθεί σημαντικά με την παροχή κατάρτισης υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

4.6   Στήριξη της κοινωνικής οικονομίας

4.6.1   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τις προτεινόμενες διατάξεις που αφορούν τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας και συνιστά την αποσαφήνιση της συμμετοχής τους στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων των Διαρθρωτικών Ταμείων. Οι εν λόγω διατάξεις δεν θα πρέπει να περιορίζουν τη δράση των φορέων της κοινωνικής οικονομίας στα προγράμματα κοινωνικής ένταξης, αλλά να επιτρέπουν τη συμμετοχή τους και σε άλλες σημαντικές προτεραιότητες όλων των Ταμείων, όπως η προώθηση της απασχόλησης, η καταπολέμηση της φτώχειας και η βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου, η σύσταση επιχειρήσεων, η επιχειρηματικότητα, η ανταγωνιστικότητα και η υποστήριξη των επιχειρήσεων, η τοπική ανάπτυξη, η έρευνα, η ανάπτυξη και η καινοτομία, η κατάρτιση και η εκπαίδευση.

4.7   Συνδυασμός ταμείων – χρηματοδοτική τεχνική

4.7.1   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της που προβλέπεται η δυνατότητα συνδυασμού διαφόρων ταμείων με σκοπό τη βελτίωση της εφαρμογής των δράσεών τους.

4.7.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει στο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που θα πρέπει να έχουν τα Διαρθρωτικά Ταμεία· για να καταστεί αυτό δυνατό σε τοπική κλίμακα, η ΕΟΚΕ συνιστά ένα ανάλογο μερίδιο των πόρων των ταμείων να προορίζεται για τα μικτά ταμεία τα οποία είναι σε θέση να κινητοποιούν τοπικούς ενδογενείς πόρους με στόχο τη δημιουργία ποικίλων τοπικών δυνατοτήτων διαρκούς χρηματοδότησης, πράγμα που διασφαλίζει επίσης και τη βιωσιμότητα των παρεμβάσεων της ΕΕ.

4.7.3   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι η χρήση των χρηματοδοτικών τεχνικών μπορεί να συμβάλει στη βέλτιστη χρήση των περιορισμένων διαθέσιμων πόρων, καθώς και στη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση και του παραμικρού ευρώ που διατίθεται για τη χρηματοδότηση της συνοχής. Θα πρέπει να προαχθούν περαιτέρω τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»· η ΕΟΚΕ προτείνει να εξετασθεί προσεκτικά το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης στο μέλλον στοχοθετημένων πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων, καθώς και μη απορροφηθέντων πόρων της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013, ως πρόσθετης εγγύησης για την αποπληρωμή επιστρέψιμων δανείων χορηγούμενων από την ΕΤΕ σε μικρομεσαίες και άλλες επιχειρήσεις, με στόχο την άμεση αναζωογόνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει επίσης να εξεταστούν τα ανανεώσιμα κεφάλαια και οι μικροπιστώσεις.

4.8   Οριοθέτηση

4.8.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση να διατίθεται τουλάχιστον το 20 % του συνόλου των εθνικών πιστώσεων που έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο του ΕΚΤ για την κοινωνική ένταξη και την καταπολέμηση της φτώχειας. Η ΕΟΚΕ αντιτίθεται στη μείωση του ποσοστού αυτού. Λόγω της παρούσας οικονομικής κρίσης, είναι απαραίτητο η παρουσία κοινωνικής Ευρώπης να παραμείνει αισθητή από τους πολίτες της. Ειδικότερα, οι κοινωνικές επιχειρήσεις συμβάλλουν στην επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων και έχουν αξιοσημείωτη συμβολή στην ένταξη των ομάδων που πλήττονται περισσότερο τόσο στην κοινωνία όσο και στην αγορά εργασίας.

4.8.2   Η ΕΟΚΕ συνιστά τη διατήρηση της ισχύουσας πρακτικής σύμφωνα με την οποία τα έργα στον τομέα των μεταφορών χρηματοδοτούνται μέσω χωριστών κονδυλίων του προϋπολογισμού. Η κατανομή των πόρων των Ταμείων Συνοχής που προτείνει η Επιτροπή συνεπάγεται τη μείωση του ποσού που θα είναι διαθέσιμο για σκοπούς συνοχής.

4.9   Ποσοστά συγχρηματοδότησης

4.9.1   Οι κανόνες που διέπουν τη συγχρηματοδότηση θα πρέπει να προσαρμόζονται στις επικρατούσες συνθήκες (10). Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η ικανότητα απορρόφησης των διαφόρων δικαιούχων.

4.9.2   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την αύξηση έως, κατ’ ανώτατο όριο, 95 % των ποσοστών συγχρηματοδότησης που έχει ήδη προτείνει η Επιτροπή το 2011 στην περίπτωση των κρατών μελών που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες (11) και αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η επιλογή της συγχρηματοδότησης θα πρέπει να παρέχεται και σε τοπικά όργανα που δεν έχουν πρόσβαση σε δάνεια διότι δεν έχουν δικούς τους αυτόνομους προϋπολογισμούς και επομένως δεν έχουν δυνατότητα ίδιας εισφοράς πόρων.

4.9.3   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ιδέα τα σχέδια που αποσκοπούν στην κάλυψη των αναγκών των ευάλωτων ομάδων και των ομάδων που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο αποκλεισμού να έχουν υψηλότερα ποσοστά συγχρηματοδότησης. Λαμβανομένου υπόψη του αυξανόμενου κινδύνου περικοπών στους προϋπολογισμούς των εθνικών κοινωνικών πολιτικών με μέτρα λιτότητας, το ποσοστό αυτό θα πρέπει να ανέρχεται σε 100 % για τα κράτη μέλη που πλήττονται περισσότερο από την οικονομική κρίση.

4.10   Ευαισθητοποίηση

4.10.1   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαίο να συμπεριληφθούν στην πρόταση στρατηγικές ευαισθητοποίησης όσον αφορά τις απαιτήσεις του Κανονισμού κοινών διατάξεων και τη σημασία των θεσπιζόμενων βασικών αρχών και μηχανισμών.

4.10.2   Κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθεί η παροχή τεχνικής βοήθειας καθώς και άλλα μέσα, ώστε να διασφαλιστεί ότι όλοι οι φορείς που θα συμμετέχουν στη σχετική διαδικασία (συμπεριλαμβανομένων ιδίως των εταίρων, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων), από τις αρχές διαχείρισης έως τους φορείς εφαρμογής των προγραμμάτων, θα είναι επαρκώς ενημερωμένοι ως προς τις κυριότερα στοιχεία που καλύπτονται τον εν λόγω κανονισμό.

4.11   Κοινωνική στέγη

4.11.1   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι είναι σημαντικό ο Κανονισμός κοινών διατάξεων να συμπεριλάβει και το ζήτημα της κοινωνικής στέγης, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους ο τομέας αυτός θα μπορούσε να ωφεληθεί από έναν σαφέστερο ορισμό στο ΚΣΠ που επισυνάπτεται ως παράρτημα στον κανονισμό.

4.12   Μακροπεριφερειακές πολιτικές – Αστική πολιτική

4.12.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την προσέγγιση να ενισχυθεί ο ρόλος που διαδραματίζουν οι στρατηγικές μακροπεριφερειακής συνεργασίας στα πλαίσια της πολιτικής συνοχής. Η συνεργασία μεταξύ μακροπεριφερειών παρέχει σημαντικές δυνατότητες διασφάλισης της καλύτερης αξιοποίησης των κονδυλίων που επενδύονται σε αυτές τις περιφέρειες.

4.12.2   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως την πρόταση να αυξηθεί ο βαθμός ανταπόκρισης στις ανάγκες των αστικών περιοχών: πράγματι, 5 % των πόρων του ΕΤΠΑ προορίζεται για την ανάπτυξη των αστικών περιοχών και για τη δημιουργία μιας «πλατφόρμας» αστικών θεμάτων (12).

4.12.3   Οι πολιτικές για τις αστικές περιοχές θα πρέπει να εστιάζονται στον τρόπο με τον οποίο μπορούν να αναπτυχθούν, όχι μόνον αστικές πολιτικές φιλικές προς το περιβάλλον, αλλά και ευρύτερα βιώσιμα περιβάλλοντα που διασφαλίζουν μεγαλύτερη κινητικότητα για όλους τους πολίτες, καθώς και περιβάλλοντα φιλικά προς τους πολίτες, ιδιαίτερα δε προς τα άτομα τρίτης ηλικίας, τα άτομα με περιορισμένη κινητικότητα και τα άτομα με αναπηρία.

4.12.4   Η ΕΟΚΕ εξαίρει τη σημασία των δράσεων έρευνας και ανάπτυξης που αναλαμβάνει το Δικτυακό Παρατηρητήριο Χωροταξίας του Ευρωπαϊκού Εδάφους (ESPON) στον τομέα της ευρωπαϊκής εδαφικής ανάπτυξης.

4.13   Δείκτες

4.13.1   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την προσπάθεια που καταβλήθηκε για τη μεγαλύτερη εστίαση του κανονισμού στην επίτευξη αποτελεσμάτων. Ένας κανονισμός επικεντρωμένος στα αποτελέσματα απαιτεί αξιόπιστους δείκτες.

4.13.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι οι δείκτες που βασίζονται αποκλειστικά σε μακροοικονομικούς δείκτες, όπως το ΑΕγχΠ, σαφώς δεν επαρκούν για τον προσδιορισμό του επιπέδου συνοχής. Στα πλαίσια της πολιτικής συνοχής θα πρέπει να γίνεται χρήση και άλλων δεικτών (13). Οποιαδήποτε χρήση αυτού του είδους των δεικτών θα πρέπει να υπόκειται σε επανεξέταση στα μέσα της περιόδου προγραμματισμού.

4.13.3   Η ΕΟΚΕ συνιστά να λάβει η Επιτροπή υπόψη δείκτες απόδοσης καθορισμένους σε τοπικό και κοινοτικό επίπεδο και να βελτιώσει τη χρήση των ποιοτικών δεικτών, παράλληλα με αυτήν των ποσοτικών, συγκεκριμένα δε να βελτιώσει τον τρόπο μέτρησης της τοπικής κοινωνικής προστιθέμενης αξίας που προκύπτει από τα προγράμματα και τις δραστηριότητες.

4.13.4   Οι δείκτες θα πρέπει να υπολογίζουν τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο. Δεν πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά σε ανάλυση κόστους/οφέλους, αλλά να λαμβάνουν υπόψη και άλλες κοινωνικές παραμέτρους. Είναι σημαντικό όλοι οι φορείς της πολιτικής συνοχής να εκπαιδεύονται σε θέματα εφαρμογής των νέων δεικτών.

4.14   Γεωγραφική εμβέλεια (άρθρο 89)

4.14.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι οι δράσεις που αποσκοπούν στην κοινωνική ένταξη, στην εκπαίδευση και στην απασχόληση θα πρέπει να εκτείνονται σε όλες τις ευάλωτες ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι μετανάστες και τα άτομα με αναπηρία, ενώ θα πρέπει να οργανώνονται και να τίθενται σε εφαρμογή ανεξάρτητα από τη γεωγραφική τους εμβέλεια.

4.15   Στρατηγική πρόοδος

4.15.1   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι οι εκθέσεις προόδου θα πρέπει να περιλαμβάνουν και μια αξιολόγηση της προόδου των δράσεων που αφορούν την ένταξη των ευάλωτων ομάδων στις περιοχές όπου ασκούνται οι εν λόγω δράσεις.

4.15.2   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι τα άρθρα 49 και 101 του προτεινόμενου Κανονισμού κοινών διατάξεων θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν αξιολογήσεις, όχι μόνον των θεματικών, αλλά και των οριζόντιων προτεραιοτήτων.

4.15.3   Στα καθήκοντα της διαχειριστικής αρχής, που ορίζονται στο άρθρο 114, θα πρέπει να συμπεριληφθούν και οι πληροφορίες που παρέχονται από ομάδες που αντιμετωπίζουν κίνδυνο αποκλεισμού.

4.16   Κοινά Σχέδια Δράσης (ΚΣΔ)

4.16.1   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι τα ΚΣΔ πρέπει να προβλέπουν σαφώς τη συμμετοχή όλων των εταίρων για τους οποίους γίνεται λόγος στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

4.16.2   Τα ΚΣΔ θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν και τους εταίρους, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού κοινών διατάξεων στους δυνητικούς δικαιούχους των δράσεων αυτού του είδους.

5.   Διακρατική συνεργασία

5.1   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ανάγκη περαιτέρω υποστήριξης των επιχειρησιακών προγραμμάτων για την προώθηση της διακρατικής συνεργασίας σε όλα τα ταμεία, ως μέσο για την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη διευκόλυνση της ανταλλαγής εμπειριών και στον συντονισμό της εφαρμογής των σχετικών πρωτοβουλιών.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα: «Επανεκκίνηση της ανάπτυξης», ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 10 και «Ταμείο Συνοχής», Βλέπε σελίδα 38της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(2)  Βλ. τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα: «Μητροπολιτικές περιοχές και πόλεις-περιφέρειες στη στρατηγική “Ευρώπη 2020”», ΕΕ C 376/02, 22.12.2011, σ. 7, και «Γεωργία και βιοτεχνικές δραστηριότητες», ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 35.

(3)  Βλ. τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12 της 25.8.2011, σ. 68, «Ο ρόλος και οι προτεραιότητες της πολιτικής συνοχής στη στρατηγική “Ευρώπη 2020”», ΕΕ C 248/01 της 25.8.2011, σ. 1 και «Μητροπολιτικές περιοχές και πόλεις-περιφέρειες στη στρατηγική “Ευρώπη 2020”», ΕΕ C 376/02, 22.12.2011, σ. 7.

(4)  Βλ. τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα «Περιφερειακή πολιτική και έξυπνη ανάπτυξη», ΕΕ C 318/13, 29.10.2011, σ. 82, και «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68.

(5)  Βλ. τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68, και «Αποτελεσματικές εταιρικές σχέσεις στην πολιτική συνοχής», ΕΕ C 44/01, 11.2.2011, σ. 1.

(6)  Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68.

(7)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Περιφερειακή πολιτική και έξυπνη ανάπτυξη», ΕΕ C 318/13, 29.10.2011, σ. 82.

(8)  Βλ. τις γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα «Αποτελεσματικές εταιρικές σχέσεις και πολιτική συνοχής», ΕΕ C 44/01, 11.2.2011, σ. 1, και «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68.

(9)  Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68, σημεία 2.1.6, 6.1 και 6.2.

(10)  Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68, σημεία 2.2.1 και 6.10.

(11)  Βλ. τις σχετικές γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 24 της 28/01/2012 από 2012/C/24/17 έως 2012/C/24/19.

(12)  Με βάση τα όσα αναφέρονται σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις, όπως οι γνωμοδοτήσεις με θέμα «Μητροπολιτικές περιοχές και πόλεις-περιφέρειες στη στρατηγική “Ευρώπη 2020”», ΕΕ C 376/02, 22.12.2011, σ. 7, και «Ο ρόλος και οι προτεραιότητες της πολιτικής συνοχής στη στρατηγική “Ευρώπη 2020”», ΕΕ C 248/01, 25.08.2011, σ. 1.

(13)  Βλ. π.χ. τον συντελεστή GINI για τον οποίο γίνεται λόγος στη γνωμοδότηση με θέμα «Τέταρτη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή», ΕΕ C 120/17, 16.5.2008, σ. 73, και τη γνωμοδότηση με θέμα «Πέμπτη έκθεση για τη συνοχή», ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68.

Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πέραν του ΑΕγχΠ - Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην επιλογή συμπληρωματικών δεικτών», (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα): «1.5.1 Από αυτή την άποψη υπάρχει σαφής ανάγκη αντικατάστασης της έννοιας της οικονομικής ανάπτυξης από εκείνη της προόδου των κοινωνιών, με στόχο την προώθηση μιας συζήτησης σχετικά με τη θεμελιώδη σημασία της προόδου. Παράλληλα με τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της ανάπτυξης, η συζήτηση αυτή θα πρέπει να ασχοληθεί με ορισμένες πτυχές της πολιτικής λογοδοσίας. Αυτή η νέα προσέγγιση προϋποθέτει τον προσδιορισμό των διαφόρων συνιστωσών της έννοιας της προόδου μέσω i) της επέκτασης των εθνικών λογαριασμών για την κάλυψη κοινωνικών και περιβαλλοντικών πτυχών· ii) της χρήσης σύνθετων δεικτών· και iii) της διαμόρφωσης βασικών δεικτών.»


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/38


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1084/2006»

[COM(2011) 612 final — 2011/0274 (COD)]

2012/C 191/07

Εισηγητής: ο κ. CEDRONE

Στις 25 και 27 Οκτωβρίου 2011, και σύμφωνα με τα άρθρα 177 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αντιστοίχως αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1084/2006

COM(2011) 612 final — 2011/0274 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012,) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 180 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 7 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   H EOKE συμφωνεί καταρχήν με την προσέγγιση που υιοθέτησε η Επιτροπής έναντι της νέας πρότασης κανονισμού σχετικά με το Ταμείο Συνοχής (ΤΑ), ιδιαίτερα μάλιστα με την προσπάθεια εναρμόνισης των διαδικασιών που προβλέπονται για τα διάφορα ταμεία με τις διαδικασίες που προβλέπει ο γενικός κανονισμός, μολονότι φρονεί ότι ορισμένα από αυτά τα κρίσιμα σημεία χρήζουν εμβάθυνσης και βελτίωσης, ιδιαίτερα μάλιστα στην περίοδο χρηματοπιστωτικής κρίσης και κρίσης δημοσίου χρέους που σήμερα διανύει η ΕΕ.

1.2   Θεωρεί, εντούτοις, σημαντικό το γεγονός ότι το ταμείο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση της παραγωγής και τη διάδοση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με σκοπό την προαγωγή της ενεργειακής αποδοτικότητας, την προστασία του περιβάλλοντος και την διευκόλυνση της προσαρμογής στην αλλαγή του κλίματος, την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και την ανανέωση του αστικού περιβάλλοντος. Αυτό θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο σε άλλους τομείς όπως, π.χ., ο τουρισμός. Όλα αυτά τα στοιχεία ευνοούν την βιώσιμη ανάπτυξη.

1.3   Η ΕΟΚΕ θεωρεί, επίσης, σημαντικό το γεγονός ότι η Επιτροπή προσανατολίζεται, στην τρέχουσα περίοδο κρίσης, προς μία μείωση των παρεμβάσεων, μέσω της συγκέντρωσής τους σε θεματικές ομάδες, πράγμα που θα επιτρέψει τον περιορισμό της σπατάλης πόρων, καθώς οι πόροι θα εστιάζονται πλέον σε συγκεκριμένες δραστηριότητες και, κατά συνέπεια, θα αυξάνεται το πολλαπλασιαστικό και αλυσιδωτό αποτέλεσμά τους, προς όφελος της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης.

1.4   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση χρηματοδότησης της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», είναι, ωστόσο, της γνώμης ότι πρέπει να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να αποβεί αυτόνομο ειδικό ταμείο, διότι ενδέχεται έτσι να προκύψουν περιττές αλληλεπικαλύψεις.

1.5   Η ΕΟΚΕ εκφράζει μεγάλη ανησυχία και ουσιαστικές επιφυλάξεις σχετικά με τις προτάσεις που αφορούν την αρχή της «προϋποθετότητας» (ιδιαίτερα δε της «μακροδημοσιονομικής προϋποθετότητας»): η αρχή αυτή δεν πρέπει να απορρέει από μία λογική τιμωρίας – να καταλήξει, δηλαδή, μέσο επιβολής κυρώσεων – αλλά να βασιστεί στις έννοιες της «ανάληψης ευθυνών» και της «ανταμοιβής», καθώς με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η υπονόμευση και η αμφισβήτηση του στόχου της «σύγκλισης».

1.6   Κατά την ΕΟΚΕ, είναι απαραίτητο να βελτιωθούν, αφενός, ο συντονισμός των διαφόρων τύπων ταμείων και, αφετέρου, ο συντονισμός μεταξύ του συνόλου της πολιτικής συνοχής και των άλλων οικονομικών πολιτικών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ΚΓΠ, μέσα στο ενισχυμένο πλαίσιο μιας κοινής δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό θα παρήγαγε ένα πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα και θα αύξανε την αποδοτικότητα των επενδύσεων. Θα ήταν σκόπιμο να επιδιωχθεί μία ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της πολιτικής συνοχής με σκοπό την προώθηση μιας «κοινής οικονομικής διακυβέρνησης», τουλάχιστον στη ζώνη του ευρώ, όπως επανειλημμένως έχει προτείνει η ΕΟΚΕ – ζήτημα που η σύνοδος κορυφής του Δεκεμβρίου 2011, ατυχώς, δεν επέλυσε.

1.7   Είναι, εξάλλου, απαραίτητο να βελτιωθεί η «θεσμική εταιρική σχέση», δηλ. η εταιρική σχέση Ευρωπαϊκής Επιτροπής – κρατών μελών – περιφερειών, η οποία σήμερα δεν είναι ισορροπημένη, στο πλαίσιο δε της οποίας η Επιτροπή θα πρέπει να «ανακτήσει» ρόλο υποστηρικτή και καθοδηγητή. Πρόκειται για μία εταιρική σχέση η οποία είναι σκόπιμο να συνοδεύεται, σε κάθε φάση, από τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 5(1) του κανονισμού κοινών διατάξεων, η οποία συχνά, ακόμη και σήμερα, περιορίζεται σε έναν συμβουλευτικό ή ενημερωτικό ρόλο – με τον καθορισμό ενός κώδικα συμπεριφοράς που να ισχύει σε όλη την ΕΕ και παραμέτρων αξιολόγησης της προστιθέμενης αξίας της εταιρικής σχέσης.

1.8   Κατά την ΕΟΚΕ, η απλοποίηση, τόσο στα αρχικά όσο και στα τελικά στάδια, των διαδικασιών τόσο του Ταμείου Συνοχής, όσο και όλων των άλλων διαρθρωτικών ταμείων, αποτελεί ζήτημα απόλυτης προτεραιότητας, ιδιαίτερα καθώς με τον τρόπο αυτό θα περιοριστεί το κόστος διαχείρισής τους – μία λύση θα ήταν, π.χ., να προβλεφθεί ένα κατ' αποκοπή ποσό για ορισμένους τύπους σχεδίων. Εν ολίγοις, θα ήταν σκόπιμο να εφαρμόζεται η αρχή του «άπαξ».

1.9   Για τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, η πολιτική συνοχής αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέσα στη διάθεση των κρατών μελών για τον περιορισμό των κοινωνικών, οικονομικών και εδαφικών ανισοτήτων, καθώς και για την επιστροφή στην ανάπτυξη και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς της.

1.10   Συγχρηματοδότηση: πρέπει να εξεταστούν με μεγαλύτερη προσοχή και να αναθεωρηθούν τα κριτήρια που ισχύουν για τη συγχρηματοδότηση, τα οποία θα πρέπει να συνδέονται με τα πραγματικά δεδομένα του προϋπολογισμού των τοπικών και περιφερειακών αρχών, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο οι ασθενέστεροι να αποκλείονται τελικώς από τις χρηματοδοτήσεις.

1.11   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι στην τρέχουσα περίοδο εφαρμογής μεταρρυθμίσεων και δημοσιονομικής εξυγίανσης, κατά την οποία ακολουθείται μία πολιτική «δύο φάσεων» – πρώτα «λιτότητα», ως απειλή, ύστερα ανάπτυξη – δεν υπάρχουν περιθώρια για επενδυτική και αναπτυξιακή πολιτική. Η ΕΟΚΕ πιστεύει, ωστόσο, ότι η λιτότητα και η ανάπτυξη πρέπει να συμβαδίζουν. Για το λόγο αυτό θα ήταν σκόπιμο η πολιτική συνοχής να προσανατολιστεί προς αυτή την κατεύθυνση, π.χ. να υποστηρίζει τις επιχειρήσεις με σημαντική τεχνολογική διάσταση και έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην απασχόληση των νέων.

1.12   Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι οι οικονομικές πολιτικές που εφαρμόζονται αυτή τη στιγμή στην ΕΕ (λιτότητα, δημοσιονομικοί περιορισμοί στα κράτη μέλη, μειωμένος προϋπολογισμός για την ΕΕ, σύμφωνο για τη φορολογία, όρια της ΕΚΤ, κλπ) πυροδοτούν μία διαδικασία ύφεσης με απρόβλεπτα αποτελέσματα, ενώ αντίθετα θα έπρεπε να επιδιώκεται το αντίθετο, δηλ. θα έπρεπε να υποστηρίζονται – τουλάχιστον ταυτόχρονα, αν όχι πρώτα – η ανάπτυξη και η απασχόληση με την υποβολή μιας πρότασης που να χαρακτηρίζεται από τολμηρότητα και αποφασιστικότητα. Μία σημαντική συμβολή, υπό την έννοια αυτή, θα μπορούσαν να παράσχουν τα διαρθρωτικά ταμεία (και εν μέρει, προσωρινά, και τα ταμεία της ΚΓΠ), όπως πρότεινε, εξάλλου, η σύνοδος κορυφής της 30ής Ιανουαρίου 2012, μολονότι με πιο συγκρατημένο τρόπο.

1.12.1   Είναι συνεπώς σκόπιμο να προωθηθεί ένα «Ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάπτυξη» (New Deal) (1), με μείζονα στοχοθετημένα προγράμματα, το οποίο να προβλέπει την εμπλοκή ορισμένων καίριων τομέων που είναι σε θέση να θέσουν εκ νέου σε κίνηση την οικονομία της ΕΕ. Το σχέδιο θα πρέπει να θεωρείται συμπληρωματικό στη Στρατηγική «Ευρώπη 2020» που επικεντρώνεται στα μεσοπρόθεσμα αποτελέσματα. Το σχέδιο αυτό θα μπορούσε:

να αρχίσει να χρηματοδοτείται αμέσως με τους εναπομείναντες πόρους της περιόδου 2007-2012, στους οποίους να προστεθεί, μόλις καταστεί δυνατό, μέρος των πόρων που προβλέπονται για την περίοδο 2014-1020, για περιορισμένο διάστημα·

να υλοποιηθεί με τη βοήθεια προγραμμάτων που μπορούν να αρχίσουν να εφαρμόζονται αμέσως, μέσω μιας ταχείας διαδικασίας που να βασίζεται στην αρχή της επικουρικότητας ή μέσω μιας – «προσωρινής» – ριζικής τροποποίησης των υφιστάμενων κανονισμών, ώστε να είναι δυνατή η ταχεία εφαρμογή τους·

να υποστηριχθεί και να ενισχυθεί με παρέμβαση της ΕΤΕ, μέσω της έκδοσης ομολογιών (άρθ. 87 του νέου κανονισμού). Αυτό θα προσέδιδε στις επενδύσεις πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, διότι θα προσήλκυε κεφάλαια από το εξωτερικό και θα παρήγαγε θετικά αποτελέσματα όσον αφορά το δημόσιο χρέος και το ευρώ, το οποίο και θα ενίσχυε.

1.12.2   Το αναπτυξιακό σχέδιο θα ήταν σκόπιμο να εφαρμοστεί με βάση τα ίδια κριτήρια, τουλάχιστον κατά την πρώτη τριετία του επόμενου δημοσιονομικού προγραμματισμού.

2.   Εισαγωγή

2.1   Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένως αναφερθεί σε προγενέστερες γνωμοδοτήσεις της στις αρχές και τη σημασία της πολιτικής οικονομικής και κοινωνικής συνοχής και της αλληλεγγύης, όπως ορίζονται στην Συνθήκη και όπως, εξάλλου, επανειλημμένως τις επικαλείται η Επιτροπή στα έγγραφά της.

2.1.1   Ποτέ άλλοτε οι αρχές αυτές δεν ήταν τόσο επίκαιρες κι ίσως ποτέ άλλοτε δεν απειλήθηκαν, όσο σήμερα– ούτε καν όταν εφαρμόστηκε η πολιτική της διεύρυνσης, τότε που τα «παλαιά» κράτη μέλη της ΕΕ ανησυχούσαν μήπως απολέσουν πόρους, ενώ τα νέα ανησυχούσαν μήπως δεν έχουν στη διάθεσή τους αρκετούς για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις της συνοχής.

2.2   Παρ' όλα αυτά, είναι θετικές οι προσπάθειες της Επιτροπής να συνυπολογίσει τις διάφορες εξωτερικές παραμέτρους κατά την τροποποίηση των κανονισμών: την πρόταση για τον μελλοντικό προϋπολογισμό της ΕΕ, τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και την κρίση του δημοσίου χρέους, που ακολούθησε την χρηματοπιστωτική κρίση και που, αυτή τη στιγμή, θέτει σε σημαντικό κίνδυνο αυτή καθαυτή την επιβίωση της ενιαίας αγοράς και, κατ' επέκταση, την επιβίωση της ίδιας της Ένωσης.

3.   Η νέα πολιτική συνοχής: ιστορικό, ερωτηματικά, παρατηρήσεις και στρατηγικά θέματα

3.1   Όπως είναι γνωστό, η Επιτροπή έχει υιοθετήσει ήδη από τον Ιούνιο 2011 μία δέσμη προτάσεων για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση των μελλοντικών χρηματοδοτήσεων της ΕΕ κατά την περίοδο 2012-2020: ένα πλαίσιο με απώτερο στόχο, κυρίως, την υποστήριξη της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», το οποίο αναμένεται ότι θα προβλέπει πρόσθετους δημοσιονομικούς πόρους, πιθανόν μέσω της ΕΤΕ (ομόλογα έργων και/ή ευρωομόλογα).

3.2   Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, εξαιτίας της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, πολλά κράτη μέλη αναγκάζονται να υιοθετήσουν δρακόντεια μέτρα εξυγίανσης και, κατ' επέκταση, να παγώσουν τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις υπέρ των υποδομών, πράγμα που έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση. Επιπλέον, κατά τη φάση του προγραμματισμού, τα κράτη μέλη καταλήγουν να δίνουν προτεραιότητα σε «εθνικά σχέδια» και όχι σε υπερεθνικά με ευρωπαϊκή διάσταση.

3.3   Το πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξάγεται η συζήτηση για τους νέους κανονισμούς είναι, συνεπώς, πολύ ιδιάζον, εξαιρετικό μάλιστα, και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπιστεί. Πρέπει, π.χ. να εκτιμηθεί κατά πόσον είναι σκόπιμο να παραμείνει τόσο αποσπασματική η πολιτική συνοχής και εάν επαρκεί και είναι χρήσιμο να τεθεί το ζήτημα της «τήρησης των όρων» για να βελτιωθεί η συνοχή και να βοηθηθούν τα κράτη μέλη που πλήττονται περισσότερο από την κρίση.

3.4   Θα ήταν ίσως καλύτερο, αντίθετα, μπροστά στις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ένωση και καθώς διαθέτει πλέον μόνον περιορισμένους πόρους για την ανάπτυξη, να μην επιδιωχθεί η επίλυση των προβλημάτων με κανονισμούς και ελέγχους – οι οποίοι κανονικά θα έπρεπε να περιοριστούν – αλλά η ολοκλήρωση των σχεδίων που έχουν ήδη δρομολογηθεί. Εν ολίγοις, οι πόροι να αξιοποιηθούν και να εξορθολογιστούν μέσω ενός νέου, έκτακτου, ευρωπαϊκού σχεδίου για την ανάπτυξη, ενός ευρωπαϊκού New Deal  (2).

3.5   Εάν η τρέχουσα στρατηγική της ΕΕ δεν τροποποιηθεί ριζικά – πράγμα που η σύνοδος κορυφής των 8 στις 9 Δεκεμβρίου 2011 απέφυγε να θίξει – αναπόφευκτα η πολιτική συνοχής θα υποστεί και αυτή βαθιές αλλαγές. Πιο ανησυχητικό, εντούτοις, είναι το γεγονός ότι δεν θα είναι σε θέση να φέρει σε πέρας το πρωταρχικό της έργο, δηλ. τη μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ των διαφόρων περιοχών και περιφερειών της ΕΕ, οι οποίες, αντίθετα, προβλέπεται ότι θα αυξηθούν λόγω των συνθηκών ύφεσης που δημιουργούν οι πολιτικές περιορισμού των υπερβολικών κρατικών ελλειμμάτων. Για το λόγο αυτό, η ΕΕ πρέπει να προβεί σε ριζικές αλλαγές και να υιοθετήσει μία ενιαία «οικονομική διακυβέρνηση».

3.6   Όσον αφορά τη μεθοδολογία την οποία συνιστά η Επιτροπή στην πρότασή της μεταρρύθμισης των κανονισμών που άπτονται της διαχείρισης της πολιτικής συνοχής κατά την περίοδο 2012-2020, πιο συγκεκριμένα όσον αφορά τις κοινές ρυθμίσεις που διέπουν όλους τους πόρους του Κοινού Στρατηγικού Πλαισίου, η ΕΟΚΕ έχει να διατυπώσει τις παρατηρήσεις που ακολουθούν.

3.6.1   Καθορισμός του Κοινού Στρατηγικού Πλαισίου (ΚΣΠ): η ΕΟΚΕ αναμένει να εξετάσει την νέα πρόταση ΚΣΠ που η Επιτροπή θα εκδώσει εντός του 2012. Απομένει, ωστόσο, να προσδιοριστεί – αφού, επίσης, ληφθούν υπόψη και οι παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν σχετικά με την πολιτική συνοχής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 7ης Δεκεμβρίου 2011 – με ποιόν τρόπο η Επιτροπή προτίθεται να συνδυάσει «τους στόχους, συμπεριλαμβανομένων των ποσοτικών στόχων, για τις προτεραιότητες της Ένωσης ως προς την έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, και θα τους μετατρέπει σε δράσεις για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής, το ΕΚΤ, το ΕΓΤΑΑ και το ΕΤΘΑ» (3).

3.6.1.1   Σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ έχει αναφερθεί στο γεγονός ότι είναι ανάγκη η πολιτική συνοχής, μολονότι ευθυγραμμισμένη και συνεπής προς τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», να διατηρήσει ακέραια τα χαρακτηριστικά μιας πολιτικής που αποσκοπεί στην ενίσχυση της κοινωνικής, οικονομικής και εδαφικής συνοχής στα κράτη μέλη της ΕΕ.

3.6.1.2   Ο συσχετισμός των τριών αυτών στόχων αποτελεί καίριο παράγοντα για την επιτυχία της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»· η Επιτροπή, ωστόσο, δεν διευκρινίζει σαφώς με ποιόν «πρακτικό», συντονισμένο και οικονομικά βιώσιμο τρόπο θα διασφαλιστεί ο συσχετισμός μεταξύ, αφενός, των στρατηγικών που προβλέπει το ΚΣΠ και, αφετέρου, των μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων που εφαρμόζονται στο εθνικό επίπεδο.

3.6.2   Η σύμβαση εταιρικής σχέσης (ΣΕΣ): η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής των Περιφερειών ότι η εν λόγω σύμβαση πρέπει πρώτα να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών και, σε επόμενη φάση, μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής.

3.6.2.1   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι είναι σημαντικό, κατά τις διαπραγματεύσεις που θα διεξαχθούν με τα κράτη μέλη, να υιοθετηθεί η προσέγγιση της «πολυεπίπεδης διακυβέρνησης» που συνιστά η Επιτροπή, παράλληλα όμως ζητά να προσδιοριστούν καλύτερα οι θεσμικοί φορείς (τόσο στο εθνικό όσο και στο τοπικό επίπεδο) που θα κληθούν να καταρτίσουν και να προσυπογράψουν, από κοινού με την Επιτροπή, τις συμβάσεις εταιρικής σχέσης, καθώς επίσης και να προβλεφθεί η ευρεία συμμετοχή των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών ακριβώς στην κατάρτιση αυτών των εγγράφων.

3.6.3   Θεματική συγκέντρωση: η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής να περιοριστεί ο αριθμός των παρεμβάσεων που θα χρηματοδοτηθούν από την πολιτική συνοχής, οι δε χρηματοδοτικοί πόροι να συγκεντρωθούν σε συγκεκριμένα στρατηγικά σχέδια που θεωρούνται ζωτικής σημασίας για την βιωσιμότητα της συνοχής και των διαδικασιών προώθησης της οικονομικής ανάπτυξης στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, στις περιφέρειες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο και στις πιο αναπτυγμένες περιφέρειες.

3.6.3.1   Πρέπει να προβλεφθεί τα κράτη μέλη να μπορούν να κάνουν χρήση της αυτονομίας που διαθέτουν όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων και να επιλέξουν τα ίδια τους θεματικούς τομείς στους οποίους θα πραγματοποιηθούν οι επενδύσεις κατά την επόμενη επταετία του προγράμματος, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η επιλογή αυτή πρέπει να αποφασιστεί από κοινού με την Επιτροπή, μετά από προσεκτική ανάλυση της συνοχής που οι εν λόγω προτάσεις παρουσιάζουν με την στρατηγική «Ευρώπη 2020».

3.7   «Τήρηση των όρων»: η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι η μεγαλύτερη ασυμφωνία που διαπιστώνεται μεταξύ των οργάνων (Κοινοβούλιο, Συμβούλιο, Επιτροπή των Περιφερειών, κλπ) αφορά αυτό το σημείο της πρότασης της Επιτροπής και φρονεί ότι, όντως, δεν έχουν επαρκώς αποσαφηνιστεί η σημασία, ο στόχος και οι τρόποι εφαρμογής της έννοιας «τήρηση των όρων»: ενώ ορισμένες εκ των προτέρων προτάσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως οι ενδεδειγμένες για την περίπτωση (στις οποίες θα μπορούσε, μάλιστα, να προστεθεί και η κοινωνική τήρηση των όρων), η ΕΟΚΕ διαφωνεί με τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή, στην πρόταση, η έννοια «μακροδημοσιονομική τήρηση των όρων».

3.7.1   Μολονότι πρέπει όντως να αναλαμβάνεται η ευθύνη έναντι της Επιτροπής ότι κατά τη χρήση των πόρων θα τηρούνται οι αρχές, οι στόχοι και οι προθεσμίες που ορίζουν οι κανονισμοί της ΕΕ, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει την πρόταση που υπέβαλε λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες παρατηρήσεις:

η «τήρηση των όρων» αποτελεί ένα μέσο που θα πρέπει να συλληφθεί και να διαμορφωθεί με μεθοδικότητα, ώστε να βοηθά τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση των πόρων σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπει η Επιτροπή και όχι να χρησιμοποιείται ως μέσο «επιβολής κυρώσεων» στα κράτη μέλη·

όσον αφορά τις αρχές της «τήρηση των όρων» (εκ των προτέρων, μακροδημοσιονομική), πρέπει να δοθεί κατά προτεραιότητα προσοχή στα μέτρα εκείνα που ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να κάνουν καλύτερη (από την άποψη της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας) και ταχύτερη χρήση των πόρων που διατίθενται στις περιφέρειες με τη μεγαλύτερη απόκλιση από το μέσο όρο της ΕΕ·

η Επιτροπή πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή κυρίως στη φάση της κατάρτισης των προγραμμάτων, δηλ. στη φάση του στρατηγικού προγραμματισμού, κατά την οποία καθορίζονται οι προτεραιότητες και οι αρμοδιότητες τόσο των εθνικών όσο και των περιφερειακών οργάνων όσον αφορά την επιδίωξη των στόχων της περιφερειακής ανάπτυξης. Η Επιτροπή πρέπει, εξάλλου, να βοηθά με πιο δυναμικό τρόπο τα κράτη μέλη και τις περιφέρειές τους σχετικά με το πώς να κάνουν χρήση των πόρων που τους έχουν διατεθεί·

ανάλογη προσοχή πρέπει να δοθεί στην φάση της εξακρίβωσης της εκ των προτέρων προϋποθετότητας, κατά την οποία θα διαπιστώνεται κατά πόσον τα κράτη μέλη διαθέτουν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την τήρηση, κατά την εφαρμογή της πολιτικής συνοχής, των αρχών της αναλογικότητας και της επικουρικότητας. Και στην περίπτωση αυτή, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να υπογραμμίσει ότι η αρχή της «προϋποθετότητας» αποτελεί το κατάλληλο μέσο που θα ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τις ρυθμίσεις που ισχύουν για τα διαρθρωτικά ταμεία. Κυρώσεις θα πρέπει να επιβάλλονται στα κράτη μέλη αποκλειστικά και μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν, π.χ., ένα κράτος μέλος εμφανίζεται επανειλημμένως και σαφώς διατεθειμένο να καθυστερήσει την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που ζητά η Επιτροπή.

3.7.2   Όσον αφορά την «μακροδημοσιονομική τήρηση των όρων», η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τις ανησυχίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ορισμένων κρατών μελών ότι οι πολιτικές που έχουν υιοθετηθεί για την αντιμετώπιση της κρίσης του δημοσίου χρέους πιθανόν να έχουν ως αποτέλεσμα να τιμωρηθούν περιφέρειες και δικαιούχοι των προγραμμάτων της ΕΕ εξαιτίας παραλείψεων/ανεπαρκειών των κεντρικών κυβερνήσεων. Πρέπει να αναζητηθούν εναλλακτικές λύσεις, ώστε να αποφευχθεί η περίπτωση να καταλογισθούν ευθύνες για τις εθνικές δημοσιονομικές πολιτικές σε περιφερειακά όργανα και φορείς που δεν έχουν αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων στον συγκεκριμένο τομέα. Θα ήταν σκόπιμο, στην περίπτωση αυτή, να διασφαλιστεί ένας καλύτερος συντονισμός μεταξύ των κρατών μελών, καθώς κι ένας καλύτερος συντονισμός και στο ίδιο το εσωτερικό τους.

3.8   Κατά τη χάραξη της πολιτικής συνοχής, συνεπώς, εκτός από το ζήτημα της «τήρησης των όρων», πρέπει επίσης να επιλυθούν και ορισμένα καίρια θέματα που αφορούν όλα τα ταμεία. Ειδικότερα:

ο συντονισμός και η συμπληρωματικότητα των ταμείων και ο συντονισμός μεταξύ αυτών και άλλων ευρωπαϊκών οικονομικών πολιτικών·

ο συντονισμός, σε επίπεδο οργάνων, των πολιτικών συνοχής, μέσω, μεταξύ άλλων, μιας ενισχυμένης συνεργασίας·

η ριζική απλοποίηση των διαδικασιών και των ρυθμίσεων, τόσο στα αρχικά τους όσο και στα τελικά τους στάδια, δεδομένου ότι σήμερα είναι περίπλοκες·

η καθιέρωση μιας πραγματικής και δυναμικής οικονομικής και κοινωνικής εταιρικής σχέσης (πλην της θεσμικής)·

η διαμόρφωση της συγχρηματοδότησης κατά τρόπο που να είναι προσαρμοσμένη στα δεδομένα των επιμέρους περιφερειακών αρχών·

η ενίσχυση του ρόλου της Επιτροπής, με ταυτόχρονη έμφαση κατά προτεραιότητα στα σχέδια με ευρωπαϊκή ή μακροπεριφερειακή διάσταση·

το αποθεματικό με βάση την απόδοση και την αποτελεσματικότητα («πριμοδοτήσεις») το οποίο ενδέχεται να δημιουργήσει πρόσθετο διοικητικό φόρτο και να καθυστερήσει τη διοχέτευση των πόρων σε έργα απαραίτητα για τη συνοχή·

το πεδίο εφαρμογής του φόρου προστιθέμενης αξίας.

4.   Κύριοι στόχοι του Ταμείου συνοχής

4.1   Οι πόροι του Ταμείου συνοχής, το οποίο δημιουργήθηκε το 1993 για τα κράτη μέλη των οποίων το ΑΕΠ ανά κάτοικο είναι χαμηλότερο από το 90 % του μέσου όρου της ΕΕ, διατίθενται κυρίως για τις υποδομές του τομέα των μεταφορών και του τομέα του περιβάλλοντος, την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Συνεπώς, οι σχετικές επενδύσεις αποσκοπούν στην δημιουργία διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών και ενέργειας, στην βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, στην προώθηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην περαιτέρω ανάπτυξη των δημόσιων μεταφορών.

4.2   Το Ταμείο συνοχής αντιπροσωπεύει περίπου το 18 % των δαπανών της πολιτικής συνοχής και συμβάλλει στην εφαρμογή της σύμφωνα με το πνεύμα της Συνθήκης. Πρέπει εντούτοις να τονιστεί ότι τα αποτελέσματά του έχουν υπερβεί το στενό του πλαίσιο, καθώς το Ταμείο συνοχής έχει συνεισφέρει προστιθέμενη αξία στις επενδύσεις, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη και την απασχόληση των περιφερειών στις οποίες υπήρξαν παρεμβάσεις του, παρά το γεγονός ότι σημειώθηκαν και απώλειες προσπαθειών οι οποίες οφείλονταν στον τεράστιο αριθμό των προγραμμάτων που χρηματοδοτήθηκαν (1 192 κατά την περίοδο 2000-2006).

4.3   Ο νέος κανονισμός είναι αρκετά συντηρητικός: στο άρθρο 2 απλώς εκτίθεται το προβλεπόμενο «πεδίο στήριξης» του Ταμείου με την παράθεση δύο καταλόγων, ενός θετικού και ενός αρνητικού – στον δεύτερο διευκρινίζεται, περιέργως, ποιες δράσεις δεν στηρίζονται, όπως ο παροπλισμός πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και η στέγαση· στο άρθρο 3 αναφέρονται οι προτεραιότητες των επενδύσεων: τέσσερεις τομείς παρέμβασης με περαιτέρω εξειδικεύσεις, δίχως ωστόσο να αναφέρεται εάν είναι απλώς ενδεικτικές ή, αντίθετα, δεσμευτικές, μολονότι ο τύπος αυτός υποδείξεων καθιστά πιο ευέλικτη τη διαχείριση και διευκολύνει τη χρήση των πόρων· στο άρθρο 4 και στο αντίστοιχο παράρτημα γίνεται αναφορά στους δείκτες.

4.4   Για τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, η πολιτική συνοχής αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέσα στη διάθεση των κρατών μελών για τον περιορισμό των κοινωνικών, οικονομικών και εδαφικών ανισοτήτων, καθώς και για την επιστροφή στην ανάπτυξη και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς της.

5.   Η νέα πρόταση κανονισμού: παρατηρήσεις

5.1   Οι παρατηρήσεις μας, πλην αυτών που αναφέρθηκαν στο σημείο 3.3, αφορούν κατά κύριο λόγο τα κριτήρια επιλογής των σχεδίων, τους πόρους που έχουν διατεθεί στη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» για τη χρηματοδότηση των κύριων δικτύων μεταφορών και τους δείκτες.

5.2   Όσον αφορά την επιλογή των σχεδίων προς χρηματοδότηση, πέραν της απαίτησης να χαρακτηρίζονται από συνοχή και να συμμορφώνονται προς τις κατευθυντήριες γραμμές που έχουν υιοθετήσει το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στον αντίστοιχο τομέα (διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών, περιβαλλοντικά σχέδια και ενεργειακά σχέδια), η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να διευκρινίζει τους συγκεκριμένους τύπους δραστηριοτήτων που θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν με πόρους του Ταμείου συνοχής, δηλ. να καθορίσει κριτήρια τα οποία θα βοηθήσουν τα δικαιούχα κράτη να επιλέξουν τα σχέδια που προσιδιάζουν καλύτερα στην επίτευξη των στόχων του Ταμείου συνοχής, οι οποίοι είναι μάλιστα πολλοί (ένδεκα!).

5.3   Η ΕΟΚΕ φρονεί, πιο συγκεκριμένα, ότι οι πόροι του Ταμείου συνοχής των οποίων έγινε χρήση κατά τις προηγούμενες φάσεις προγραμματισμού, κατανεμήθηκαν σε υπερβολικά υψηλό αριθμό σχεδίων, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο επιδιωκόμενος συνολικός αντίκτυπός τους στις υποδομές μεταφορών. Θα ήταν σκόπιμο να ληφθούν υπόψη οι ειδικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε κράτος μέλος, ώστε η επιλογή να γίνει πιο προσεκτικά και να ευνοήσει τα σχέδια μεγαλύτερου εύρους και αντίκτυπου, τόσο στον τομέα των μεταφορών, όσο και στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας. Με τον τρόπο αυτό θα καταστεί επίσης δυνατό τα σχέδια να συμβάλουν αποτελεσματικότερα στη μείωση των ανισοτήτων που υφίστανται μεταξύ των περιφερειών της Ένωσης στον τομέα των μεταφορών.

5.4   Όσον αφορά τους πόρους που έχουν διατεθεί στη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» για τη χρηματοδότηση σχεδίων στον τομέα των μεταφορών, της ενέργειας και των επικοινωνιών, ύψους συνολικά 50 δισεκατομμυρίων ευρώ (10 δισ. από τα οποία διατίθενται από το Ταμείο συνοχής, το οποίο επιδιώκει ήδη αυτούς τους στόχους, βάσει της αρχής της αναλογικότητας), η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η απόφαση αυτή πρέπει επανεξεταστεί σε βάθος διότι δεν κατανοούνται τα κίνητρα που οδήγησαν την Επιτροπή:

να προβεί στη δημιουργία ενός επιπλέον ταμείου η διαχείριση του οποίου διασφαλίζεται από κεντρικό εκτελεστικό φορέα και το οποίο αναγκαστικά θα πρέπει να συντονίζεται με όλα τα άλλα στρατηγικά προγράμματα του τομέα, είτε ευρωπαϊκά είτε εθνικά, καθώς και με το Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο της πολιτικής συνοχής και με τις συμβάσεις εταιρικής σχέσης με τα κράτη μέλη. Εν ολίγοις, μία επικάλυψη δραστηριοτήτων και αρμοδιοτήτων που δεν φαίνεται να είναι απαραίτητη·

να διαθέσει στο εν λόγω ταμείο πόρους εντέλει υψηλούς, αν και σχετικά περιορισμένους σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ίδιας της Επιτροπής για να μπορέσουν να καλυφθούν οι μελλοντικές ανάγκες του τομέα των μεταφορών εμπορευμάτων και επιβατών (500 δισεκατομμύρια ευρώ το 2020), του τομέα της ενέργειας (1,5 τρισ. ευρώ κατά την περίοδο 2010-2030) και του τομέα των επικοινωνιών (250 δισ. ευρώ). Οι πόροι αυτοί θα αφαιρεθούν είτε από τα διαρθρωτικά ταμεία, είτε – σε πιο περιορισμένη κλίμακα – από το Ταμείο συνοχής. Αυτό θα περιορίσει τους πόρους που θα μπορούσαν να διατεθούν για τις υποδομές των μεταφορών και του περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα περιττές επιπλοκές. Ο αντίκτυπος αυτών των πόρων δεν φαίνεται ότι θα έχει το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα (νέα σχέδια και νέες χρηματοδοτήσεις, ακόμη και εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα) που επιδιώκει η Επιτροπή, δεδομένου του αριθμού των περιφερειών που μπορούν να έχουν πρόσβαση στις χρηματοδοτήσεις αυτές, και συνεπώς τα ταμεία θα κατακερματιστούν ακόμη περισσότερο. Για να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, η ΕΟΚΕ συνιστά επιπλέον την άντληση πόρων από τον ιδιωτικό τομέα και την πρόληψη ενός κατακερματισμού.

5.5   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της παράθεσης των δεικτών εκ μέρους της Επιτροπής, μολονότι φρονεί ότι είναι σχετικά γενικής φύσεως και ανεπαρκείς· π.χ. δεν γίνεται καμία αναφορά στον αντίκτυπο στο περιβάλλον, παρά μόνον σε ποσοτικές «γραμμές βάσης» («δείκτες»): αυτό ισχύει στην περίπτωση των αποβλήτων, των (ανα)κατασκευασμένων οδών (υπολογισμός σε χλμ.), κλπ.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Βλ. τη γνωμοδότηση της EOKE «Ανάπτυξη και δημόσιο χρέος στην ΕΕ: δύο καινοτόμες προτάσεις», ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 10.

(2)  Ό.π.

(3)  COM(2011) 615 final - 2011/0276 (COD). [ΣτΜ: Η ελληνική απόδοση του σημείου αυτού διαφέρει, ως ένα βαθμό, από την ιταλική].


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

της Γνωμοδοτησησ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Η ακόλουθη τροπολογία απορρίφθηκε από τη σύνοδο ολομέλειας, έλαβε όμως το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων:

Τροπολογία 1 – του κ. TEDER

Σημείο 1.11

Να τροποποιηθεί ως εξής:

Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι με την υποβολή μιας πρότασης που να χαρακτηρίζεται από τολμηρότητα και αποφασιστικότητα. Μία σημαντική συμβολή, υπό την έννοια αυτή, θα μπορούσαν να παράσχουν τα διαρθρωτικά ταμεία (και εν μέρει, προσωρινά, και τα ταμεία της ΚΓΠ), όπως πρότεινε, εξάλλου, η σύνοδος κορυφής της 30ης Ιανουαρίου 2012, μολονότι με πιο συγκρατημένο τρόπο.

Αιτιολογία

Η αντίληψη ότι η ορθή και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση του προϋπολογισμού στα κράτη μέλη θα οδηγήσει σε οικονομική ύφεση δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Η ΕΟΚΕ δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει στη γνωμοδότησή της επικριτικές παρατηρήσεις σχετικά με τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους.

Αποτέλεσμα ψηφοφορίας

Υπέρ

:

78

Κατά;

:

98

Αποχές

:

18.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/44


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και τον στόχο “Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση” και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006»

[COM(2011) 614 τελικό — 2011/0275 (COD)]

2012/C 191/08

Εισηγητής: ο κ. BARÁTH

Στις 25 και 27 Οκτωβρίου 2011, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αντίστοιχα, αποφάσισαν σύμφωνα με τα άρθρα 178 και 304 της Συνθήκης περί λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα:

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και τον στόχο “Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση” και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006»

COM(2011) 614 τελικό — 2011/0275 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Επιτροπής, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 3 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012, (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, την ακόλουθη γνωμοδότηση με 178 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 2 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και εξεταζόμενοι προβληματισμοί στη γνωμοδότηση

1.1   Οι νομοθετικές προτάσεις για την πολιτική συνοχής κατά την περίοδο 2014-20, τις οποίες υιοθέτησε η Επιτροπή στις 6 Οκτωβρίου 2011 (το «Πακέτο Συνοχής»), εισάγουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο σχεδιασμού και εφαρμογής της πολιτικής συνοχής. Πρωταρχικός στόχος της εν λόγω πολιτικής, καθώς και ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία της, το Ευρωπαϊκό Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), είναι η χρήση των επενδύσεων ως μέσο επίτευξης των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020. Ως εκ τούτου, οι επενδύσεις του ΕΤΠΑ πρέπει να αποφέρουν οφέλη για όλους τους πολίτες της ΕΕ.

1.2   Είναι, ωστόσο, σημαντικό να παραμείνουμε επικεντρωμένοι στους κανόνες που περιλαμβάνει ο προτεινόμενος κανονισμός, ο οποίος καθορίζει τις γενικές διατάξεις σχετικά με τα Ταμεία («ο Κανονισμός Κοινών Διατάξεων»), ορισμένες από τις οποίες σχετίζονται άμεσα με το ΕΤΠΑ. Αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αξιοποίηση της χρηματοδότησης του ΕΤΠΑ:

επικέντρωση της χρηματοδότησης σε μικρότερο αριθμό προτεραιοτήτων·

στενότερη σύνδεση των προτεραιοτήτων αυτών με τη στρατηγική Ευρώπη 2020·

εστίαση στα αποτελέσματα·

παρακολούθηση της προόδου για την επίτευξη των συμφωνημένων στόχων·

αύξηση της χρήσης της αιρεσιμότητας·

και απλοποίηση της εφαρμογής.

Όμως το ίδιο συμβαίνει και με πιο συγκεκριμένες διατάξεις, για παράδειγμα εκείνες που προωθούν την εφαρμογή μιας πιο ολοκληρωμένης προσέγγισης ή εκείνες που ρυθμίζουν με μεγαλύτερη σαφήνεια τη χρήση χρηματοδοτικών μέσων.

1.3   Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι, στις 29 Ιουνίου 2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2020, δηλαδή τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προσεχή περίοδο προγραμματισμού. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) υπέβαλε επίσης μια σειρά από γνωμοδοτήσεις σχετικά με τους ιδίους πόρους της Ένωσης.

1.4   Στη γνωμοδότησή της για τα Διαρθρωτικά Ταμεία – Γενικές διατάξεις (1), η ΕΟΚΕ διατύπωσε μια σειρά από καίρια μηνύματα όσον αφορά το «Πακέτο συνοχής» στο σύνολό του. Η τρέχουσα γνωμοδότηση στηρίζει πλήρως τα μηνύματα αυτά και τα χρησιμοποιεί ως βάση αναφορικά με το ΕΤΠΑ.

1.4.1   Εταιρική σχέση

1.4.1.1   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι η γνήσια εταιρική σχέση η οποία προϋποθέτει συμμετοχή όλων των εταίρων όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού Κοινών Διατάξεων στην προετοιμασία, την εκτέλεση και την εκ των υστέρων αξιολόγηση προγραμμάτων που υλοποιούνται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της ΕΕ συμβάλλει άμεσα στην επιτυχία τους· ως εκ τούτου, επικροτεί το γεγονός ότι διάφοροι εταίροι ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 των προτάσεων της Επιτροπής, καθώς και το ότι η εταιρική σχέση θα αποτελέσει υποχρεωτικό χαρακτηριστικό της πολιτικής συνοχής της ΕΕ.

1.4.1.2   Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με ικανοποίηση ότι η εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας μπορεί να ενισχυθεί, όχι μόνο μέσα από την προβολή της ευρωπαϊκής ταυτότητας, αλλά και μέσα από τη συμμετοχή σε προγράμματα των εταίρων όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του Κανονισμού Κοινών Διατάξεων, συμβάλλοντας στη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους.

1.4.1.3   Η ΕΟΚΕ εκφράζει έντονη ανησυχία για τα μηνύματα που εκπέμπει το Συμβούλιο, όπου ορισμένα κράτη μέλη φαίνεται να περιορίζουν την αρχή της εταιρικής σχέσης· καλεί την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συμβάλουν στην αντιστροφή αυτού του κλίματος.

1.4.1.4   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, από τη στιγμή που θα εγκριθεί η πρόταση κανονισμού, θα προασπίζει την αρχή της επικουρικότητας, δεδομένου ότι τα καθήκοντα του ΕΤΠΑ καθορίζονται στη Συνθήκη και η πολιτική εφαρμόζεται σύμφωνα με την αρχή της από κοινού διαχείρισης και του σεβασμού των θεσμικών αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και των περιφερειών.

1.4.2   Αιρεσιμότητα

1.4.2.1   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ευρύτερη χρήση της αιρεσιμότητας στην πολιτική συνοχής της ΕΕ θα οδηγήσει σε πιο εστιασμένα, πραγματικά και βιώσιμα αποτελέσματα. Σε πολλές από τις αναλύσεις της η ΕΟΚΕ έχει επιμείνει σε ζητήματα που άπτονται της «αιρεσιμότητας» της υλοποίησης, η οποία θα πρέπει να συμβαδίζει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, βελτίωση της ποιότητας και ουσιαστική απλοποίηση.

1.4.2.2   Η εκ των προτέρων αιρεσιμότητα θα πρέπει να συνδέεται με κατάλληλη εφαρμογή της αρχής της εταιρικής σχέσης.

1.4.2.3   Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με τη μακροοικονομική αιρεσιμότητα, η οποία επί του παρόντος διαμορφώνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να στέλνει λανθασμένα μηνύματα και, εν τέλει, να επιβάλλει κυρώσεις σε περιφέρειες και πολίτες που δεν ευθύνονται για τις μακροοικονομικές υπερβολές που διαπράττονται σε εθνικό επίπεδο.

1.4.3   Απλούστευση

1.4.3.1   Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει η Επιτροπή προκειμένου να απλοποιηθούν οι διαδικασίες εντός της πολιτικής συνοχής της ΕΕ και γύρω από αυτή. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να παρατηρείται υπερβολική πολυπλοκότητα.

1.4.3.2   Λόγω της υπερβολικής έμφασης που δίνεται σε ελέγχους και διαδικασίες, τόσο οι εθνικές όσο και οι ευρωπαϊκές αρχές παρεμποδίζουν την πρόσβαση των ΜΜΕ και των ΜΚΟ στην ευρωπαϊκή χρηματοδότηση – καταναλώνεται πολλή ενέργεια σε διοικητικό φόρτο. Πρέπει οπωσδήποτε να απορριφθεί ο κανονιστικός υπερθεματισμός σε κάθε επίπεδο.

1.4.3.3   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ασφαλώς με τις προσπάθειες που καταβάλλονται προκειμένου να υπάρξει συντονισμός της στρατηγικής Ευρώπη 2020 και της πολιτικής συνοχής της ΕΕ, και να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε βασικά θέματα, καθώς επίσης να ενισχυθεί η εστίαση στα αποτελέσματα.

1.4.3.4   Επίσης, η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την ανάγκη να απλοποιηθούν ο χρηματοοικονομικός, διοικητικός έλεγχος και οι διαδικαστικοί κανόνες που σχετίζονται με την αξιοποίηση των πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων.

1.4.4   Συντονισμός των πολιτικών

1.4.4.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί περαιτέρω τις προτάσεις της Επιτροπής για θεματική εστίαση ως μέσο μείωσης του κατακερματισμού των προσπαθειών.

1.4.4.2   Παρόλα αυτά, η ΕΟΚΕ προτείνει την επίδειξη μεγαλύτερης ευελιξίας όσον αφορά τη θεματική εστίαση, κυρίως για να καταστεί ευκολότερη η εφαρμογή της εδαφικής προσέγγισης και ως εκ τούτου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της πολιτικής.

1.4.4.3   Η ΕΟΚΕ θεωρεί το Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο (ΚΣΠ) ως ένα σημαντικό εργαλείο συντονισμού των παρεμβάσεων των Διαρθρωτικών Ταμείων· λυπάται που, στη μορφή που αυτό έχει επί του παρόντος, δεν μπορεί να εκδώσει σχετική γνωμοδότηση.

1.4.5   Χρηματοδότηση, χρηματοοικονομική τεχνική

1.4.5.1   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί στο μέγιστο κάθε ευρώ που διατίθεται για τη χρηματοδότηση της συνοχής.

1.4.5.2   Τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης σχετικά με την πέμπτη έκθεση για τη συνοχή δείχνουν ότι υπάρχει γενική συμφωνία όσον αφορά την έννοια της συγκέντρωσης της χρηματοδότησης. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αρκετές ανησυχίες που εκφράστηκαν σχετικά με συγκεκριμένα ζητήματα είναι βάσιμες και χρήζουν απάντησης προτού τεθεί σε ισχύ ο μελλοντικός γενικός κανονισμός.

1.4.5.3   Απαιτούνται εγγυήσεις προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η υπερβολική συγκέντρωση, ειδικά η αυστηρή ερμηνεία των 11 θεματικών στόχων και του ελάχιστου ποσοστού πόρων που θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων θεματικών στόχων προτεραιότητας (π.χ. ενεργειακή απόδοση και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έρευνα και καινοτομία, υποστήριξη των ΜΜΕ), δεν παρεμποδίζει την παροχή υποστήριξης σε αναπτυξιακά έργα που προκύπτουν από τοπικές και περιφερειακές διαφορές.

1.4.5.4   Η ΕΟΚΕ έχει πολλές φορές επισημάνει ότι η Ευρώπη 2020 και η πολιτική συνοχής αλληλοσυμπληρώνονται. Ωστόσο, χρειάζονται περισσότεροι πόροι στην Ένωση προκειμένου να υπάρξει συντονισμός της πολιτικής σταθερότητας (η οποία απαιτεί διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις), της πολιτικής συνοχής (η οποία επικεντρώνεται στη σύγκλιση) και των στρατηγικών ανάπτυξης.

1.4.5.5   Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να αξιοποιηθούν σε μεγαλύτερο βαθμό τα Ομόλογα Έργων Ευρώπη 2020, όπως ορίζεται στις πρόσφατες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ.

1.4.5.6   Η ΕΟΚΕ προτείνει επίσης να εξετασθεί προσεκτικά η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν δεσμευμένοι μελλοντικοί πόροι συνοχής, καθώς και πόροι που δεν έχουν απορροφηθεί κατά την τρέχουσα περίοδο προγραμματισμού, με στόχο να δοθεί ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη ΤΩΡΑ!

2.   Γενικές παρατηρήσεις και συστάσεις

2.1   Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τις εξαιρετικά λεπτομερείς και επίπονες προετοιμασίες που έχει πραγματοποιήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τις εκτελεστικές διατάξεις της πολιτικής συνοχής και της στρατηγικής Ευρώπη 2020 για την περίοδο 2014-2020.

2.2   Η ΕΟΚΕ, στις διάφορες μελέτες και γνωμοδοτήσεις της, έχει προβεί σε έναν αριθμό παρατηρήσεων σχετικά με την τέταρτη και την πέμπτη έκθεση για τη συνοχή, σχετικά με την αξιοποίηση των πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων την τελευταία δεκαετία, την αποτελεσματικότητα και την καταλληλότητά τους. Πολλές από αυτές τις παρατηρήσεις έχουν ληφθεί υπόψη κατά τη χάραξη της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2014-2020.

2.3   Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις γενικές διατάξεις που διέπουν τη χρήση των πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων για την περίοδο 2014-2020 δημοσιεύτηκαν σε μια περίοδο κατά την οποία διίστανται σημαντικά οι απόψεις σχετικά με τον χαρακτήρα της επιδεινούμενης ευρωπαϊκής κρίσης και των αιτίων της.

2.4   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι ιστορικές ρίζες της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης και χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Ευρώπη καθιστούν απαραίτητη την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο θεσμικό, κοινωνικό και πολιτικό σύστημα. Το ΕΤΠΑ μπορεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας ώστε να γίνουν οικονομικά αποδοτικότερα και πιο βιώσιμα. Ωστόσο, προκειμένου να επέλθουν αλλαγές στα συστήματα αυτά, απαιτούνται προς το παρόν επιπλέον οικονομικοί πόροι. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η περιορισμένη διαθεσιμότητα πόρων και η εφαρμογή της αρχής της συγκέντρωσης οδήγησαν στο να δοθεί λιγότερη έμφαση στις επενδυτικές προτεραιότητες που στοχεύουν σε διαρθρωτικές αλλαγές στην υποδομή των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει επίσης το γεγονός ότι, χωρίς τέτοιου είδους επενδύσεις, ο αντίκτυπος της πολιτικής συνοχής στα εν λόγω συστήματα παραμένει περιορισμένος.

2.5   Λόγω της κρίσης, η έλλειψη τόσο δημόσιων όσο και ιδιωτικών πόρων μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολίες παροχής της απαραίτητης συγχρηματοδότησης για παρεμβάσεις που έχουν ζωτική σημασία για την πραγματοποίηση των επιθυμητών αλλαγών. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι μια ευέλικτη υπεύθυνη προσέγγιση όσον αφορά τα ποσοστά συγχρηματοδότησης και τις ρήτρες αιρεσιμότητας θα βελτίωνε τις πιθανότητες διασφάλισης μακροπρόθεσμου αντίκτυπου των παρεμβάσεων που χρηματοδοτούνται από τα Ταμεία.

2.6   Η στρατηγική Ευρώπη 2020 και η πρόταση κανονισμού του ΕΤΠΑ που εμπνέεται από αυτήν αντικατοπτρίζουν μια οικονομική προσέγγιση που ανταποκρίνεται στις ικανότητες και τις ανάγκες των ανεπτυγμένων οικονομιών που χαρακτηρίζονται από αργούς ρυθμούς ανάπτυξης και διαθέτουν σημαντικές δυνατότητες στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης. Στις ανεπτυγμένες χώρες, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η έρευνα, η ανάπτυξη και η καινοτομία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη. Η ανταγωνιστικότητα, παρόλο που δεν αντιβαίνει στην πολιτική συνοχής αυτή καθευατή, δίδει μικρότερη σημασία.

2.7   Η πολιτική συνοχής θεωρείται το κύριο επενδυτικό εργαλείο για την υποστήριξη των βασικών προτεραιοτήτων της Ένωσης που περιλαμβάνονται στη στρατηγική Ευρώπη 2020. Αυτό επιτυγχάνεται επικεντρώνοντας την προσοχή στις χώρες και τις περιφέρειες με τις μεγαλύτερες ανάγκες. Η ΕΟΚΕ βασικά συμφωνεί με την προσέγγιση αυτή, ταυτόχρονα όμως υπογραμμίζει ορισμένα στοιχεία του προτεινόμενου κανονισμού τα οποία ενδέχεται να παρακωλύσουν την επίτευξη των στόχων Ευρώπη 2020.

2.7.1   Το ΕΤΠΑ μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο τόσο στην επίτευξη των στόχων σύγκλισης όσο και στους πανευρωπαϊκούς στόχους στον τομέα της ανταγωνιστικότητας. Δεδομένου ότι το επίπεδο των πόρων δεν μπορεί να αυξηθεί σημαντικά, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι υπάρχει περαιτέρω δυνατότητα να τεθούν σαφέστεροι στόχοι και να διασφαλιστεί η στενότερη σύνδεση μεταξύ των προτεινόμενων επενδυτικών προτεραιοτήτων και των στόχων. Καθώς η εδαφική προσέγγιση προσφέρεται για προσδιορισμό πιο σαφών στόχων, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε πανευρωπαϊκές, εδαφικού χαρακτήρα στρατηγικές, όπως υπάρχουσες ή μελλοντικές μακροπεριφερειακές στρατηγικές, ως σημεία αναφοράς για στόχους συγκεκριμένων περιοχών.

2.7.2   Η μακροοικονομική αιρεσιμότητα μπορεί να ανακόψει την οικονομική ανάπτυξη και ως εκ τούτου να μειώσει τα διαθέσιμα εργαλεία, οδηγώντας δυνητικά στην αναστολή της βοήθειας και στην ανακατανομή των εν λόγω εργαλείων προς όφελος πιο ανεπτυγμένων περιφερειών. Είναι πιθανό να εκδηλωθεί έντονη σύγκρουση ανάμεσα στην επιδίωξη αφενός της ανταγωνιστικότητας και αφετέρου της πολιτικής συνοχής. Πάντως, οι θεματικοί και θεσμικοί εκ των προτέρων όροι, όπως απαριθμούνται στο Παράρτημα IV του κανονισμού «Κοινές Διατάξεις», μπορούν να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του ΕΤΠΑ.

2.7.3   Σε ορισμένα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη μέλη ή περιφέρειες, το μερίδιο του 50 % της χρηματοδότησης που προέρχεται από το ΕΤΠΑ και προορίζεται για συγκεκριμένους σκοπούς ενδεχομένως να οδηγήσει σε απώλεια αποτελεσματικότητας. Ο αντίκτυπος αυτός μπορεί να προκύψει από το γεγονός ότι οι «υποχρεωτικοί» επενδυτικοί στόχοι ενδεχομένως να μην είναι ο καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί η βέλτιστη ανάπτυξη της εν λόγω περιφέρειας ή του εν λόγω κράτους μέλους. Στις περιπτώσεις αυτές, μειώνεται η αποτελεσματικότητα της αξιοποίησης των πόρων. Επίσης υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθούν προβλήματα απορρόφησης, ενώ δεν μπορεί να επιτευχθεί η κρίσιμη μάζα που απαιτείται για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ουσιαστικών εμποδίων στην ανάπτυξη. Επιπλέον, μέτρα που δεν ανταποκρίνονται σε ουσιαστικά προβλήματα ανάπτυξης μπορούν να οδηγήσουν σε αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης από την πλευρά του κοινού. Όλα αυτά τα σημεία υπογραμμίζουν ότι συγκεκριμένοι αναπτυξιακοί στόχοι και ανάγκες των περιφερειών πρέπει να αντιμετωπιστούν με ευέλικτο τρόπο μέσα στο πλαίσιο ΕΤΠΑ των επενδυτικών προτεραιοτήτων.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις και συστάσεις

3.1   Συγκεκριμένα εδαφικά χαρακτηριστικά (αστική ανάπτυξη, εξόχως απόκεντρες περιοχές)

3.1.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων στον τομέα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης και των εξόχως απόκεντρων περιοχών.

3.1.2   Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη ρητή υποχρέωση εφαρμογής μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης στον τομέα της αστικής ανάπτυξης. Παρόλα αυτά, θεωρεί ότι η Σύμβαση Εταιρικής Σχέσης θα πρέπει να περιλαμβάνει απλώς μια ενδεικτική λίστα των πόλεων που θα ωφεληθούν από τη βοήθεια και την ετήσια κατανομή των πόρων για τον σκοπό αυτό, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε κάθε κράτος μέλος να διαχειρίζεται τα έργα πιο ευέλικτα, γεγονός που μπορεί να έχει επίσης θετικό αντίκτυπο στα αποτελέσματα που θα επιτευχθούν στις δικαιούχες πόλεις.

3.1.3   Όσον αφορά τη διαχείριση των ολοκληρωμένων δράσεων, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι για τα εν λόγω πολύπλοκα μέτρα υπάρχει κίνδυνος εφαρμογής υπερβολικά γραφειοκρατικών και αυστηρών διαδικασιών επιλογής και διαχείρισης έργων. Κάτι τέτοιο μπορεί να περιορίσει την ικανότητα των κρατών μελών και των δικαιούχων να αξιοποιήσουν πλήρως από αυτές τις ευκαιρίες. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη είναι σε θέση να υλοποιήσουν τις ολοκληρωμένες δράσεις και να επιβαρυνθούν όσο το δυνατόν λιγότερο από τη γραφειοκρατία.

3.1.4   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής πλατφόρμας αστικής ανάπτυξης στο πλαίσιο της αειφόρου αστικής ανάπτυξης. Η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί απαραίτητο να εμπίπτει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το δικαίωμα να αποφασίζει ποιες πόλεις θα συμμετέχουν στην πλατφόρμα· αρκεί η ύπαρξη ενός αντικειμενικού συνόλου κριτηρίων.

3.1.5   Αναφορικά με τη δημιουργία μιας πλατφόρμας αστικής ανάπτυξης, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεν είναι απαραίτητη η συγκρότηση νέου φορέα: οι εργασίες μπορούν να διεξάγονται με βάση τις ισχύουσες ομοσπονδίες των ευρωπαϊκών πόλεων. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξετάσει τις δυνατότητες, όσο το δυνατόν μεγαλύτερης συμμετοχής υφιστάμενων οργανισμών στις λειτουργίες της πλατφόρμας.

3.1.6   Η πλατφόρμα θα στηρίζει επίσης τη δημιουργία δικτύων μεταξύ όλων των πόλεων που λαμβάνουν καινοτόμα μέτρα σύμφωνα με πρωτοβουλία της Επιτροπής. Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι, εκτός από την Επιτροπή, ομάδες κρατών μελών θα είναι επίσης σε θέση να αναλαμβάνουν πρωτοβουλία όταν πρόκειται για καινοτόμα μέτρα ή να δημιουργούν δίκτυα μέσα στο πλαίσιο της πλατφόρμας.

3.1.7   Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση σύμφωνα με την οποία τουλάχιστον το 5 % της χρηματοδότησης του ΕΤΠΑ θα δαπανηθεί σε ολοκληρωμένη αστική ανάπτυξη. Το γεγονός αυτό στέλνει ένα σημαντικό και ενθαρρυντικό μήνυμα από την ΕΕ προς τα κράτη μέλη και τις περιφέρειές τους. Ωστόσο, η κατανομή αυτού του ποσού και η σχέση του με την αξιοποίηση άλλων πόρων δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί.

3.1.8   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι υπάρχει έδαφος για προσδιορισμό των αστικών συστημάτων μικρών, μεσαίων και μεγάλων πόλεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στη βάση μιας πανευρωπαϊκής στρατηγικής εδαφικής ανάπτυξης. Είναι επίσης σημαντικό να χαραχθούν κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη ενός πολυκεντρικού δικτύου οικισμών σύμφωνα με τους στόχους της στρατηγικής Ευρώπη 2020.

3.2   Εδαφική ανάπτυξη

3.2.1   Όπως επισημαίνεται επίσης σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ, ο καλύτερος τρόπος για να βοηθηθούν οι περιφέρειες ώστε να καλύψουν το χαμένο έδαφος είναι να ενισχυθούν οι εδαφικές διασυνδέσεις και να υποστηριχθεί κάθε μορφή κινητικότητας. Η ανταγωνιστικότητα αυξάνεται όταν δίνεται η δυνατότητα στα χωρικά δίκτυα οικισμών και παραγωγής να αναπτυχθούν. Ωστόσο, οι επιθυμητές διασυνδέσεις δεν περιορίζονται στις μεταφορές και την επικοινωνία, ενώ οι σχετικοί στόχοι διαφέρουν από περιφέρεια σε περιφέρεια.

3.2.2   Η ΕΟΚΕ συνιστά να προσδιοριστεί ένα νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο ολοκληρωμένων προτύπων έργων Ειδικού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος· το πλαίσιο αυτό θα έχει συγκεκριμένους εδαφικούς στόχους. Το ΚΣΠ πρέπει να θεωρείται ως το κατάλληλο έγγραφο αναφοράς σε αυτό το νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η ΕΟΚΕ συνιστά να εξεταστεί κατά πόσο υπάρχει ανάγκη για μια επίσημη «Ευρωπαϊκή Στρατηγική Εδαφικής Ανάπτυξης». Εκτός από τις προτεραιότητες των μακροπεριφερειακών στρατηγικών, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους στόχους που αφορούν το ευρωπαϊκό αστικό δίκτυο.

3.2.3   Αξίζει να εξεταστεί αν, στην περίπτωση ολοκληρωμένων στρατηγικών αστικής ανάπτυξης ή μακροπεριφερειακών στρατηγικών, είναι ενδεχομένως απαραίτητη η διαμόρφωση και η προώθηση νέων στόχων χωρίς τους οποίους ενδέχεται να καθυστερήσει η ανάπτυξη έργων μεγάλης κλίμακας. Για τον προσδιορισμό αυτών των στόχων, οι οποίοι θα πρέπει κατά προτίμηση να είναι χωρικού χαρακτήρα, υπάρχουν καλογραμμένα έγγραφα που βασίζονται σε προπαρασκευαστικές εργασίες, και έχουν για παράδειγμα συνταχθεί στα πλαίσια της προετοιμασίας της εδαφικής ατζέντας της ΕΕ ή για του προγράμματος ESPON.

3.2.4   Η στρατηγική εδαφικής ανάπτυξης θα μπορούσε να ορίζει στόχους που προάγουν την μακροπεριφερειακή οικονομική και κοινωνική συνεργασία σε τομείς όπως:

η ενίσχυση των υποδομών για την έρευνα και την καινοτομία (τομείς έρευνας): η διασύνδεση ευρωπαϊκών κέντρων αριστείας και προώθηση κέντρων αρμοδιότητας, με στόχο την αναζωογόνηση των πόλων ανάπτυξης της Ευρώπης·

η επένδυση σε επιχειρηματική έρευνα και καινοτομία, ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών, κλπ., η διεθνοποίηση των τοπικών συστημάτων παραγωγής (όμιλοι) και η υποστήριξη της δημιουργίας ευρωπαϊκών δικτύων·

τα συστήματα μεταφορών πέραν του δικτύου υποδομών ΔΕΔ-Μ (διαχείριση υδάτινων πόρων· η περιβαλλοντική προστασία· η ενέργεια· τα συστήματα πληροφοριών και επικοινωνίας· κ.λπ.)·

το θεσμικό δίκτυο για την «από τη βάση προς τα άνω» ανάπτυξη μακροπεριφερειακών και διεθνών κυβερνητικών βαθμίδων κ.λπ.

3.2.5   Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ έχει μεγάλες προσδοκίες από τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το ΚΣΠ. Οι προτάσεις αυτές δεν είναι ακόμα διαθέσιμες, αλλά η Επιτροπή αναμένει να ενημερωθεί και να της ζητηθεί η γνώμη.

3.3   Συνδέοντας την Ευρώπη

3.3.1   Η ΕΟΚΕ έχει συχνά επιβεβαιώσει ότι, δεδομένης της συγκέντρωσης πόρων, είναι αναγκαία η παροχή πόρων και η χάραξη διακριτών νομικών πλαισίων προκειμένου να ενισχυθεί η διεθνής συνεργασία και, ως εκ τούτου, να ισχυροποιηθούν οι δεσμοί εντός της Ευρώπης. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ προτείνει να εξετάσει η Επιτροπή το ενδεχόμενο διεύρυνσης του πεδίου πιθανών παρεμβάσεων εκ μέρους του Μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», διευρύνοντάς τον έτσι ώστε να μπορεί να συγχρηματοδοτήσει έργα Ειδικού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος παράλληλα με τα έργα μεταφορών και επικοινωνίας. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ προτείνει τη θέσπιση μηχανισμών που διασφαλίζουν ότι τα χρηματοδοτούμενα έργα εξυπηρετούν το συμφέρον της καλύτερης οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής στην Ευρώπη.

3.3.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα ήταν σύμφωνη με τη ΣλΕΕ η ανάπτυξη του Μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» εντός ενός χρηματοδοτικού πλαισίου στήριξης της εφαρμογής έργων Ειδικού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος, όπως περιγράφεται στο σημείο 3.2.2 της παρούσας γνωμοδότησης. Ο Μηχανισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει πρωτοβουλίες για τις μεταφορές, την ενέργεια και την τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνίας.

3.4   Οικονομικές δραστηριότητες

3.4.1   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της παραχώρησης προτεραιότητας σε δύο στόχους που είναι ιδιαιτέρως σημαντικοί αναφορικά με τη συμβολή του ΕΤΠΑ στο κοινό καλό:

συνεισφορά στην απασχόληση, την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία μέσα από την υποστήριξη των επιχειρήσεων·

επένδυση σε βασικές υποδομές (π.χ. μεταφορές, ενέργεια, περιβάλλον, κοινωνικές και υγειονομικές υποδομές)·

δημιουργία και – αίτημα ανάλογης σημασίας – μεταβίβαση επιχειρήσεων και

ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας των ΜΜΕ με ιδιαίτερη στήριξη στις πολύ μικρές επιχειρήσεις και στις βιοτεχνίες.

3.4.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει επίσης ότι τομείς όπως η εκπαίδευση ή η ανάπτυξη του τουρισμού είναι σημαντικές και παραμένουν το επίκεντρο παρεμβάσεων του ΕΤΠΑ σύμφωνα με τις ιδιαίτερες αναπτυξιακές ανάγκες συγκεκριμένων κρατών μελών ή περιφερειών.

3.4.3   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι, όσον αφορά το ζήτημα της στήριξης των επιχειρήσεων, μπορεί να υποστηριχθεί ότι μια τέτοια στήριξη, συγκεκριμένα με τη μορφή επιχορηγήσεων, είναι ιδιαιτέρως αναγκαία για τις μικρές επιχειρήσεις, για καινοτόμες δραστηριότητες και για τομείς που βρίσκονται σε βιομηχανική παρακμή ή υφίστανται διαρθρωτικές αλλαγές. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η έννοια της επιχείρησης δεν θα πρέπει να αναφέρεται αποκλειστικά σε ΜΜΕ ορισμένων περιφερειών που υστερούν.

3.4.4   Στην περίπτωση αλυσίδων καινοτομίας, γνωστών και ως συμπράξεων, και τοπικών συστημάτων παραγωγής που λειτουργούν τέλεια, το ερώτημα είναι αν θα ήταν προτιμότερο να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία για επιχειρήσεις που είναι καλά εδραιωμένες σε μια περιοχή, καθώς και για τους προμηθευτές, και να αυξηθεί το μερίδιο των επιστρεφόμενων πόρων με τη μορφή βοήθειας (για παράδειγμα επιδοτήσεις επιτοκίου) σε περιπτώσεις πολλαπλών ή συνδυασμένων χρηματοδοτήσεων.

3.4.5   Αυτό εγείρει επίσης το ερώτημα αν, στην περίπτωση των βασικών υποδομών, είναι περιττή η παροχή υποστήριξης σε ανεπτυγμένες περιφέρειες. Πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο εξαιρέσεων, και μιας ευέλικτης προσέγγισης, π.χ., σε περιπτώσεις στις οποίες η ανάπτυξη μιας κεντρικής, πιο ανεπτυγμένης περιφέρειας είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη των γειτονικών της περιοχών.

3.4.6   Όσον αφορά τις προτεινόμενες προτεραιότητες που αφορούν την παροχή στήριξης στην επιχειρηματική και εταιρική ανταγωνιστικότητα, η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τη σημαντική συμβολή των επιχειρήσεων κοινωνικής οικονομίας στην εδαφική και περιφερειακή ανάπτυξη, όπως έχουν επισημάνει τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα σε διάφορα επίσημα έγγραφα. Η ΕΟΚΕ συνιστά να συμπεριληφθεί η κοινωνική οικονομία στο πλαίσιο μέτρων που αφορούν την επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα, την επιχειρηματικότητα, τα νέα επιχειρηματικά πρότυπα, την κατάρτιση, την εκπαίδευση, την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και καινοτομία, την προώθηση της απασχόλησης, την ενθάρρυνση της ενεργειακής αποδοτικότητας, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της κοινωνικής ενσωμάτωσης.

3.5   Χρηματοδοτικό πλαίσιο

3.5.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τη νέα ονοματολογία περιφερειών και τα ποσοστά διαρθρωτικής χρηματοδότησης.

3.5.2   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι είναι αναγκαίο να αξιοποιηθεί μέρος των πόρων του ΕΤΠΑ οι οποίοι επί του παρόντος προορίζονται για στόχους εκτεταμένων διεθνών διασυνδέσεων του Μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη», όπως προτείνεται στο σημείο 3.2.2 ανωτέρω.

3.5.3   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής η οποία ορίζει ελάχιστα μερίδια για κάθε κατηγορία ή περιφέρεια αναφορικά με το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ), ώστε να αυξηθεί η συμμετοχή του Ταμείου αυτού στην επίτευξη των βασικών στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020. Η ΕΟΚΕ προτείνει οι πόροι που προορίζονται για το ΕΚΤ, και οι οποίοι μπορούν να επενδυθούν σε εκπαιδευτικές και κοινωνικές υποδομές, να χρησιμοποιηθούν, κατά προτεραιότητα, για ολοκληρωμένα μέτρα προώθησης της ανάπτυξης.

3.5.4   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η συγκέντρωση επενδυτικών προτεραιοτήτων αντικατοπτρίζει ορθά τους στόχους της στρατηγικής Ευρώπη 2020 και μέσα σε αυτό το πλαίσιο γίνεται αναφορά στα σημεία 1.4.5.3, 2.4, 2.5, 2.6 και 2.7 της παρούσας γνωμοδότησης.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Διαρθρωτικά Ταμεία – Γενικές διατάξεις, (Βλέπε σελίδα 30 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας, Εισηγητής ο κ. Βαρδακαστάνης).


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/49


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης»

[COM(2011) 611 final — 2011/0273 (COD)]

2012/C 191/09

Εισηγητής: ο κ. Viliam PÁLENÍK

Στις 25 Οκτωβρίου 2011 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στις 27 Οκτωβρίου 2011 του Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν, σύμφωνα με το άρθρα 178 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης

COM(2011) 611 final — 2011/0273 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 162 ψήφους υπέρ, 5 κατά και 14 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Σύνοψη των συμπερασμάτων και των συστάσεων της ΕΟΚΕ

1.1   Στις 29 Ιουνίου 2011 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε πρόταση για το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο κατά την περίοδο 2014-2020: έναν προϋπολογισμό για την εφαρμογή της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Στην πρόταση αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η πολιτική συνοχής θα πρέπει να παραμείνει ουσιαστικό στοιχείο των επόμενων δημοσιονομικών προοπτικών και να στηρίξει την εφαρμογή της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

1.2   Η ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία είναι ένας από τους στόχους της πολιτικής για τη συνοχή και παρέχει ένα πλαίσιο για την εκτέλεση κοινών ενεργειών και ανταλλαγών πολιτικών μεταξύ εθνικών, περιφερειακών και τοπικών παραγόντων από διάφορα κράτη μέλη.

1.3   Η Επιτροπή παραθέτει πολλά παραδείγματα προστιθέμενης αξίας και επενδύσεων στην ανάπτυξη και την απασχόληση που δεν θα υπήρχαν χωρίς την ενίσχυση από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Ωστόσο, τα αποτελέσματα της αξιολόγησής της αποκαλύπτουν επίσης τις επιπτώσεις της έλλειψης εστίασης και ιεράρχησης των προτεραιοτήτων. Οι επενδύσεις που συμβάλλουν στη μεγέθυνση της οικονομίας είναι ακόμη πιο σημαντικές σήμερα, που η διαθεσιμότητα δημόσιου χρήματος στα κράτη μέλη είναι περιορισμένη.

1.4   Η ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγω της φύσης και του ρόλου της στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή. Συμβάλλει στη συνεργασία σε διασυνοριακό, διακρατικό και διαπεριφερειακό επίπεδο.

1.5   Η προτεινόμενη κατανομή των χρηματοδοτικών πόρων μεταξύ των διάφορων συνιστωσών της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας (ήτοι της διασυνοριακής, της διακρατικής και της διαπεριφερειακής συνεργασίας) εξασφαλίζει επαρκείς χρηματοδοτικές δυνατότητες για την καθεμία.

1.6   Η ΕΟΚΕ είναι επίσης υπέρ της τάσης προς τη θεματική συγκέντρωση των παρεμβάσεων και των επενδυτικών προτεραιοτήτων στο πλαίσιο κάθε συνιστώσας της συνεργασίας, αν και είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες και οι ανάγκες των επιμέρους χωρών και περιφερειών.

1.7   Η ΕΟΚΕ επικροτεί και υποστηρίζει την προσπάθεια απλοποίησης των κανόνων για όλα τα εμπλεκόμενα επίπεδα: δικαιούχους, αρμόδιες για τα προγράμματα αρχές, κράτη μέλη και τρίτες χώρες που συμμετέχουν και Επιτροπή.

1.8   Η ΕΟΚΕ επικροτεί ιδιαιτέρως τη συνένωση των αρχών διαχείρισης και πιστοποίησης, την απλοποίηση της δήλωσης των δαπανών, την ηλεκτρονική υποβολή των εκθέσεων και τη σύνταξη ετήσιων εκθέσεων μόνο το 2017 και το 2019.

1.9   Ο καθορισμός κοινών δεικτών (οι οποίοι παρατίθενται στο παράρτημα του κανονισμού) για την αξιολόγηση των συγκεκριμένων αποτελεσμάτων κάθε προγράμματος είναι επίσης ένα σημαντικό στοιχείο, που επιτρέπει την καλύτερη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και της αποδοτικότητας της κάθε διαρθρωτικής παρέμβασης.

1.10   Η ΕΟΚΕ είναι υπέρ της άμεσης συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών σε όλον τον κύκλο εφαρμογής των προγραμμάτων (προγραμματισμό, υλοποίηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση) σε βάση ισότιμης εταιρικής σχέσης.

1.11   Η συμμετοχή των φορέων της κοινωνίας των πολιτών είναι σημαντική και σε μικρότερα έργα που έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την προστιθέμενη αξία των παρεμβάσεων, ιδίως στο πεδίο της διασυνοριακής συνεργασίας.

1.12   Η τεχνική βοήθεια θα πρέπει να χρησιμοποιείται πρωτίστως για την αύξηση της ικανότητας απορρόφησης όλων των μερών που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία, ούτως ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του διοικητικού δυναμικού χωρίς πρόσθετες διοικητικές επιβαρύνσεις.

2.   Κύρια στοιχεία και πλαίσιο της γνωμοδότησης

2.1   Το νομικό πλαίσιο για την εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ για τη συνοχή είναι το άρθρο 174 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

2.2   Σύμφωνα με το άρθρο 175 της ΣΛΕΕ, τα κράτη μέλη οφείλουν να ασκούν και να συντονίζουν τις οικονομικές πολιτικές τους έτσι ώστε να επιτύχουν τους στόχους του άρθρου 174. Η διαμόρφωση και η υλοποίηση των πολιτικών και των δράσεων της Ένωσης, καθώς και η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους στόχους του άρθρου 174 και να συμβάλλουν στην επίτευξή τους.

2.3   Οι στόχοι του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και του Ταμείου Συνοχής καθορίζονται στα άρθρα 162, 176 και 177 της ΣΛΕΕ.

2.4   Στο άρθρο 174 της ΣΛΕΕ αναφέρεται ότι πρέπει να αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις αγροτικές περιοχές, στις ζώνες όπου συντελείται βιομηχανική μετάβαση και στις περιοχές που πλήττονται από σοβαρά και μόνιμα φυσικά ή δημογραφικά προβλήματα, όπως οι υπερβόρειες περιοχές που είναι ιδιαίτερα αραιοκατοικημένες και οι νησιωτικές, διασυνοριακές και ορεινές περιοχές.

2.5   Στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ αναφέρεται ότι πρέπει να θεσπιστούν ειδικά μέτρα για να ληφθεί υπόψη η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των εξόχως απόκεντρων περιοχών, η οποία επιδεινώνεται εξαιτίας ορισμένων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που αναχαιτίζουν σημαντικά την ανάπτυξή τους.

2.6   Στις 29 Ιουνίου 2011 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε πρόταση για το επόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2020: προϋπολογισμό για την εφαρμογή της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Στην πρόταση αυτή, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η πολιτική συνοχής θα πρέπει να παραμείνει ουσιαστικό στοιχείο της επόμενης χρηματοδοτικής δέσμης και υπογράμμισε τον σημαντικό ρόλο της στην εφαρμογή της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

2.7   Η υπό εξέταση πρόταση είναι μέρος της νομοθετικής δέσμης (1) για την πολιτική συνοχής κατά την περίοδο 2014-2020. Η ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία είναι ένας από τους στόχους της πολιτικής για τη συνοχή και παρέχει ένα πλαίσιο για την εκτέλεση κοινών ενεργειών και ανταλλαγών πολιτικών μεταξύ εθνικών, περιφερειακών και τοπικών παραγόντων από διάφορα κράτη μέλη.

2.8   Η αξιολόγηση των δαπανών της πολιτικής για τη συνοχή κατά το παρελθόν από την Επιτροπή ανέδειξε πολλά παραδείγματα προστιθέμενης αξίας και επενδύσεων στην ανάπτυξη και την απασχόληση, που δεν θα υπήρχαν χωρίς την ενίσχυση από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Ωστόσο, τα αποτελέσματα της αξιολόγησης καταδεικνύουν και τις επιπτώσεις της διασποράς των πόρων και της έλλειψης ιεράρχησης προτεραιοτήτων. Σε εποχή κατά την οποία η διαθεσιμότητα δημόσιου χρήματος είναι περιορισμένη και που χρειάζονται περισσότερο από ποτέ επενδύσεις που συμβάλλουν στη μεγέθυνση της οικονομίας, η Επιτροπή αποφάσισε να προτείνει σημαντικές αλλαγές στην πολιτική συνοχής.

2.9   Η ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία έχει ιδιαίτερη αξία, επειδή:

τα διασυνοριακά προβλήματα μπορούν να επιλύονται αποτελεσματικότερα με τη συνεργασία όλων των ενδιαφερόμενων περιφερειών, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι δυσανάλογες επιβαρύνσεις για ορισμένες από αυτές και η ανέξοδη άντληση οφελών από άλλες (π.χ. διασυνοριακή περιβαλλοντική ρύπανση)·

η συνεργασία μπορεί να προσφέρει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό για την ανταλλαγή ορθών πρακτικών και τη διάδοση της τεχνογνωσίας (π.χ. ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας)·

η συνεργασία μπορεί να εξασφαλίσει ότι η λύση σ’ ένα συγκεκριμένο πρόβλημα καθίσταται αποτελεσματικότερη λόγω των οικονομιών κλίμακας και της επίτευξης κρίσιμης μάζας (δημιουργία συσπειρώσεων για την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας)·

η διακυβέρνηση μπορεί να βελτιωθεί λόγω του συντονισμού των τομεακών πολιτικών, ενεργειών και επενδύσεων σε διασυνοριακή και διακρατική κλίμακα·

οι σχέσεις με τους γείτονες της ΕΕ μέσω προγραμμάτων συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ μπορούν να συμβάλουν τόσο στην ασφάλεια και τη σταθερότητα όσο και στη σύναψη αμοιβαία επωφελών σχέσεων·

σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως οι θαλάσσιες λεκάνες και οι παράκτιες περιοχές, η συνεργασία και η διακρατική δράση είναι απαραίτητες για την υποστήριξη της ανάπτυξης, της απασχόλησης και της διαχείρισης με βάση το οικοσύστημα·

δημιουργεί τις συνθήκες για την εφαρμογή μακροπεριφερειακών αναπτυξιακών στρατηγικών.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τον στόχο της Επιτροπής να παρουσιάσει σαφέστερα, σε χωριστό κανονισμό, τις ιδιαιτερότητες της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας, ώστε να διευκολυνθεί τόσο η εφαρμογή της όσο και ο προσδιορισμός του πεδίου εφαρμογής του ΕΤΠΑ σε σχέση με τον στόχο της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας (2).

3.2   Η σαφής κατανομή των χρηματοδοτικών πόρων μεταξύ των διάφορων συνιστωσών της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας (ήτοι της διασυνοριακής, της διακρατικής και της διαπεριφερειακής συνεργασίας) εξασφαλίζει επαρκείς χρηματοδοτικές δυνατότητες για την καθεμία. Είναι σαφές από την κατανομή αυτή ότι η μεγαλύτερη έμφαση δίδεται στη διασυνοριακή συνεργασία (73,24 % για τη διασυνοριακή συνεργασία, 20,78 % για τη διακρατική και 5,98 % για τη διαπεριφερειακή). Η χρηματοδοτική πρόβλεψη για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές είναι επίσης ενδεδειγμένη.

3.3   Σε σχέση με τις εξόχως απόκεντρες περιοχές (π.χ. τα γαλλικά υπερπόντια εδάφη), θα ήταν χρήσιμο να προσδιοριστούν σαφέστερα οι γείτονες και, συνεπώς, δυνητικοί εταίροι τους.

3.4   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης την τάση προς θεματική συγκέντρωση των παρεμβάσεων και των επενδυτικών προτεραιοτήτων στο πλαίσιο κάθε συνιστώσας της συνεργασίας (3). Ωστόσο, η ευελιξία είναι επίσης σημαντική σε αυτό το πεδίο, διότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες των διάφορων χωρών, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας.

3.5   Η συγκέντρωση σε συγκεκριμένες προτεραιότητες εντός των θεματικών πεδίων και η επιλογή αυτών των προτεραιοτήτων σύμφωνα με τις ανάγκες κάθε προγράμματος (έργου) ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στην αύξηση της προστιθέμενης αξίας της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας.

3.6   Η ΕΟΚΕ επικροτεί και υποστηρίζει την προσπάθεια απλοποίησης των κανόνων για όλα τα εμπλεκόμενα επίπεδα: δικαιούχους, αρμόδιες για τα προγράμματα αρχές, κράτη μέλη και τρίτες χώρες που συμμετέχουν και Επιτροπή. Η απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά την προστιθέμενη αξία της πολιτικής της ΕΕ για τη συνοχή μέσω της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας (4).

3.7   Ωστόσο, η απλοποίηση των κανόνων πρέπει να εφαρμοστεί με συνέπεια στο εθνικό και στο περιφερειακό επίπεδο, προκειμένου να αποφευχθούν οι υπερβολικές διοικητικές επιβαρύνσεις. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβεί, εντός των ορίων των εξουσιών και των ικανοτήτων της, σε παρακολούθηση και ενεργό περιορισμό της δημιουργίας υπερβολικών διοικητικών βαρών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο.

3.8   Ένα σημαντικό στοιχείο σε σχέση με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση είναι η δημιουργία ενός κοινού πλαισίου για τη σύνταξη των ετήσιων εκθέσεων του 2017 και του 2019 και η επικέντρωσή τους στα αποτελέσματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 του προτεινόμενου κανονισμού περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.

3.9   Ο καθορισμός κοινών δεικτών (οι οποίοι παρατίθενται στο παράρτημα του κανονισμού) για την αξιολόγηση των συγκεκριμένων αποτελεσμάτων κάθε προγράμματος που χρηματοδοτείται δυνάμει του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας είναι επίσης ένα σημαντικό στοιχείο, που επιτρέπει την καλύτερη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και της αποδοτικότητας της κάθε διαρθρωτικής παρέμβασης.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις προσπάθειες της Επιτροπής για απλοποίηση των κανόνων. Ιδιαιτέρως επικροτεί τη συνένωση των αρχών διαχείρισης και πιστοποίησης, την απλοποίηση της δήλωσης των δαπανών, την ηλεκτρονική υποβολή των εκθέσεων και τη σύνταξη ετήσιων εκθέσεων μόνο το 2017 και το 2019.

4.2   Η πείρα από το πεδίο της εδαφικής συνεργασίας στα κράτη μέλη δείχνει ότι η μεγαλύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών είναι σημαντική, ιδίως όταν οι χρηματοδοτικοί πόροι που προορίζονται για παρεμβάσεις στο συγκεκριμένο πεδίο αφορούν έργα της κοινωνίας των πολιτών.

4.3   Η ΕΟΚΕ είναι υπέρ της άμεσης συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών, σε βάση ισότιμης εταιρικής σχέσης, σε όλον τον κύκλο εφαρμογής των προγραμμάτων:

στρατηγική ανάλυση και προγραμματισμό

υλοποίηση των έργων

παρακολούθηση και αξιολόγηση.

4.4   Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί το ενδεχόμενο διαφύλαξης μέρους της χρηματοδότησης των έργων για τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές (π.χ. για τις ανάγκες των περιφερειακών κυβερνήσεων) και για τους διάφορους ενδιαφερόμενους φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Σε ορισμένους τομείς, οι αυτοδιοικητικές αρχές θα πρέπει να προσκαλούν την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών να συμμετάσχει στις εταιρικές σχέσεις των έργων από όσο το δυνατόν νωρίτερο στάδιο της προετοιμασίας τους.

4.5   Σύμφωνα με την αρχή της εταιρικής σχέσης (5), είναι σημαντικό να δοθεί έμφαση στην υποστήριξη φορέων της κοινωνίας των πολιτών με ειδικά έργα (π.χ. έργα πολύ μικρής κλίμακας) που έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την προστιθέμενη αξία των παρεμβάσεων του στόχου της (ιδίως στο πεδίο της διασυνοριακής συνεργασίας) και να συμπεριληφθούν έτσι στη συνεργασία και μικρότερες οντότητες της κοινωνίας των πολιτών.

4.6   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί καλύτερη ενημέρωση και διαφήμιση αυτών των μέσων και των κανονισμών στα κράτη μέλη. Επίσης σημαντικό είναι να διαδοθούν παραδείγματα ορθών πρακτικών από ήδη υλοποιηθέντα έργα.

4.7   Έχει επίσης σημασία να εξεταστεί η δυνατότητα συμμετοχής και ο ρόλος ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών φορέων ως επικεφαλής εταίρων των έργων.

4.8   Η τεχνική βοήθεια που θα παρέχεται δυνάμει του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την αύξηση της ικανότητας απορρόφησης των δυνητικών τελικών δικαιούχων της στήριξης και για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του διοικητικού δυναμικού των διαχειριστικών αρχών, με έμφαση στην εξάλειψη των περιττών διοικητικών βαρών.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Η πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και η πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, τα οποία καλύπτονται από το κοινό στρατηγικό πλαίσιο, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (COM(2011) 615 final) αποτελούν από κοινού το κύριο νομοθετικό πλαίσιο και τη βάση των συζητήσεων για τη μελλοντική διαμόρφωση της πολιτικής για τη συνοχή κατά την περίοδο 2014-2020.

(2)  Βλ. επίσης γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με τίτλο «Ευρωπαϊκός όμιλος εδαφικής συνεργασίας - Τροποποιήσεις» (Βλέπε σελίδα 53της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(3)  Η ΕΟΚΕ έχει υποστηρίξει την αρχή της θεματικής συγκέντρωσης και στη γνωμοδότησή της σχετικά με την πέμπτη έκθεση για τη συνοχή, ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68, σημεία 2.2.5 και 6.14. Έχει επίσης επιμείνει επί μακρόν στην ανάγκη απλοποίησης των διοικητικών και των λογιστικών διαδικασιών, π.χ. στη γνωμοδότησή της σχετικά με τις αποτελεσματικές εταιρικές σχέσεις στην πολιτική συνοχής, ΕΕ C 44/01, 11.2.2011, σ. 1, και πάλι στη γνωμοδότηση σχετικά με την πέμπτη έκθεση για τη συνοχή, ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68.

(4)  Η απλοποίηση των κανόνων της πολιτικής για τη συνοχή έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών γνωμοδοτήσεων της ΕΟΚΕ, βλ. ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68 και ΕΕ C 44/01, 11.2.2011, σ. 1.

(5)  Η αρχή αυτή έχει υποστηριχθεί στις γνωμοδοτήσεις της ΕΚΟΕ: βλ. ΕΕ C 248/12, 25.8.2011, σ. 68 και ΕΕ C 44/01, 11.2.2011, σ. 1 και σε δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων της ΕΟΚΕ στο Gödöllö τον Ιούνιο του 2011 και στο Γκντανσκ τον Οκτώβριο του 2011.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/53


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) όσον αφορά την αποσαφήνιση, την απλούστευση και τη βελτίωση της διαδικασίας ίδρυσης και εφαρμογής αυτών των ομίλων»

[COM(2011) 610 final — 2011/0272 (COD)]

2012/C 191/10

Εισηγητής: ο κ. Luis Miguel PARIZA CASTAÑOS

Στις 25 και στις 27 Οκτωβρίου 2011 αντιστοίχως, και σύμφωνα με τα άρθρα 175 παράγραφος 3 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) όσον αφορά την αποσαφήνιση, την απλούστευση και τη βελτίωση της διαδικασίας ίδρυσης και εφαρμογής αυτών των ομίλων

COM(2011) 610 final — 2011/0272 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 172 ψήφους υπέρ και 4 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) συμφωνεί με τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπέρ του θεσμού του Ευρωπαϊκού Ομίλου Εδαφικής Συνεργασίας (ΕΟΕΣ) και υποστηρίζει την οπτική που υιοθετείται στον νέο κανονισμό, χάρη στην οποία ο ΕΟΕΣ θα καταστεί ένας μηχανισμός αποτελεσματικότερος, απλούστερος και πιο ευέλικτος, που θα συμβάλει στη βελτίωση της εδαφικής συνεργασίας, η οποία έχει ενισχυθεί δυνάμει της Συνθήκης της Λισαβόνας. Η παρούσα γνωμοδότηση είναι συμπληρωματική προς τη γνωμοδότηση για την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης» (1).

1.2   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ενδυνάμωση του θεσμού του ΕΟΕΣ μέσω του υπό εξέταση κανονισμού, χάρη σε κοινές λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και εκτιμά ότι οι ΕΟΕΣ θα αποτελέσουν στο μέλλον καθοριστικό εργαλείο για την εδαφική συνεργασία και την εδαφική συνοχή.

1.3   Η συνέχιση των ΕΟΕΣ στο μέλλον θα εξασφαλιστεί και, χάρη στις τροποποιήσεις του κανονισμού, το νομικό καθεστώς τους θα επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία για την εφαρμογή των εδαφικών και τομεακών πολιτικών.

1.4   Το πολιτικό βάρος των περιφερειών στην Ευρώπη ενισχύεται. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί απολύτως η πολιτική εδαφικής συνεργασίας να παρέχει τη δυνατότητα στις περιφερειακές αρχές να αναπτύξουν έναν νέο ρόλο. Στο Συμβούλιο συμμετέχουν τα κράτη μέλη· η ΕΟΚΕ ελπίζει να συμμετέχουν δεόντως και οι περιφερειακές αρχές της Ευρώπης. Ο θεσμικός ρόλος της ΕτΠ και της ΕΟΚΕ είναι σημαντικός, και το Συμβούλιο οφείλει να τον σέβεται.

1.5   Η πρόκληση για το μέλλον θα είναι να συμμετέχουν οι πρωτοβάθμιοι και δευτεροβάθμιοι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και η κοινωνία πολιτών στην εφαρμογή της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», η οποία απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης.

1.6   Η ΕΟΚΕ ανέκαθεν εκτιμούσε την προστιθέμενη αξία των συστημάτων πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και, ως εκ τούτου, υποστηρίζει τη σύσταση Ευρωπαϊκών Ομίλων Εδαφικής Συνεργασίας στους οποίους να μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι αρμόδιοι φορείς μιας μακροπεριφερειακής, ευρωπεριφερειακής ή διασυνοριακής περιοχής.

1.7   Όμως, η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση θα πρέπει να ενισχυθεί με τη συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών φορέων και, επομένως, η ΕΟΚΕ προτείνει η τροποποίηση του κανονισμού να διευκολύνει τη δέουσα συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και άλλων οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών στους ΕΟΕΣ. Η συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών θα συμβάλει στη βελτίωση της σύνδεσης μεταξύ ΕΟΕΣ, στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και τομεακών πολιτικών.

1.8   Καθοριστική σημασία έχει η κατάρτιση και η ανταλλαγή των δημόσιων λειτουργών της εθνικής, της περιφερειακής και της τοπικής διοίκησης που συμμετέχουν στους ΕΟΕΣ. Η ΕΟΚΕ ζητά, συνεπώς, από την Επιτροπή να προωθήσει τη διοργάνωση κοινών προγραμμάτων κατάρτισης για τη βελτίωση της διαχείρισης σε πολιτικό και σε διοικητικό επίπεδο.

1.9   Η ΕΟΚΕ προτείνει ο κανονισμός αυτός, επειδή παρουσιάζει μεγάλη ιδιαιτερότητα, να υιοθετηθεί το ταχύτερο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, χωρίς να αναμένεται η υιοθέτηση ολόκληρης της δέσμης σχετικά με την πολιτική συνοχής. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορούσε να επιταχυνθεί η έναρξη της ισχύος του.

2.   Ο Ευρωπαϊκός Όμιλος Εδαφικής Συνεργασίας (ΕΟΕΣ)

2.1   Ο Ευρωπαϊκός Όμιλος Εδαφικής Συνεργασίας είναι νομική μορφή που χρησιμοποιείται για τη συγκρότηση δομών συνεργασίας μεταξύ δημοσίων φορέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θεσμοθετήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1082/2006, στα πλαίσια των διατάξεων της πολιτικής για τη συνοχή κατά την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013.

2.2   Κατά την εν λόγω περίοδο προγραμματισμού, οι δράσεις συνεργασίας —είτε διασυνοριακές είτε διεθνικές ή διαπεριφερειακές— που έως τότε συγχρηματοδοτούνταν από την κοινοτική πρωτοβουλία INTERREG, αναβαθμίζονται σε στόχο της πολιτικής για τη συνοχή. Συνιστούν τον τρίτο Στόχο, υπό τον τίτλο «Ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία».

2.3   Η εδαφική συνεργασία θεωρείται καίριος μηχανισμός για τους στόχους της συνοχής, και ως εκ τούτου λαμβάνει νέα ώθηση και αυξάνονται οι χρηματοδοτικοί της πόροι. Επίσης αναγκαίο, όμως, είναι να υιοθετηθούν παράλληλα μέτρα για την εξάλειψη των φραγμών που εμποδίζουν την ανάπτυξή της.

2.4   Σήμερα, οι δημόσιες οντότητες των κρατών μελών της ΕΕ, ιδίως δε οι περιφερειακές και οι τοπικές, για να αναπτύξουν δράσεις συνεργασίας, καλούνται να αντιμετωπίσουν πολλές δυσχέρειες νομικής και πρακτικής φύσεως, οι οποίες απορρέουν από την ποικιλία νομοθεσιών και διαδικασιών και έχουν δυσμενή επίπτωση στη διαχείριση των δράσεων.

2.5   Ο κανονισμός για τη θέσπιση του ΕΟΕΣ υιοθετήθηκε (2) με στόχο να αποκτήσουν οι παράγοντες της εδαφικής συνεργασίας νέα εργαλεία ώστε να υπερπηδήσουν τους φραγμούς αυτούς και να βελτιωθεί η εφαρμογή των δράσεων εδαφικής συνεργασίας.

2.6   Η νομική αυτή μορφή παρέχει τη δυνατότητα σε ομάδες οντοτήτων που συνενώνονται με άξονα κοινά σχέδια και δράσεις εδαφικής συνεργασίας, είτε με ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση είτε χωρίς, να αποκτούν ίδια νομική προσωπικότητα, διακριτή από την νομική προσωπικότητα των οντοτήτων που τις απαρτίζουν, και να ενεργούν ιδίω ονόματι στο νομικό γίγνεσθαι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.7   Μετά από πενταετή πορεία και υπό το φως της σχετικής εμπειρίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση τροποποίησης του κανονισμού, στην οποία προβλέπει αλλαγές για λόγους διασαφήνισης, απλούστευσης και βελτίωσης της εφαρμογής του θεσμού των ΕΟΕΣ.

3.   Η πρόταση κανονισμού για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 για τον ΕΟΕΣ

3.1   Σύμφωνα με τη δέσμευση για την υποβολή έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή του ισχύοντος κανονισμού, και ως απόρροια των διαδικασιών διαβούλευσης που διενεργήθηκαν σε θεσμικό επίπεδο και με τους υφιστάμενους ΕΟΕΣ, σε συνεργασία με την Επιτροπή των Περιφερειών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι οι ΕΟΕΣ αποτελούν ιδανική δομή για την μακρόπνοη εδαφική συνεργασία (3).

3.2   Το νομικό ένδυμα του ΕΟΕΣ προσφέρει στην εδαφική συνεργασία «ένα επίσημο πλαίσιο […] με μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου, μια πιο επίσημη βάση και μια πιο στέρεη θεσμική δομή».

3.3   Οι πληροφορίες από τον απολογισμό των ήδη υφιστάμενων ομίλων είναι θετικές. Έχουν συσταθεί 27 ΕΟΕΣ, με τη συμμετοχή 15 κρατών μελών και άνω των 550 οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης.

3.4   Ωστόσο, έχουν επίσης διαπιστωθεί ορισμένες ελλείψεις, σε σημείο που αναφέρεται ότι «η προσφυγή σε αυτόν [τον μηχανισμό ΕΟΕΣ]εμφανίζεται πολύ περιορισμένη σε σχέση με τις δυνατότητές του» και ότι οι ελλείψεις αυτές αποθάρρυναν την ενδεχόμενη σύσταση περισσότερων ΕΟΕΣ. Η τροποποίηση του κανονισμού επιδιώκει την επίλυση των συγκεκριμένων προβλημάτων.

3.5   Έχουν διαπιστωθεί προβλήματα που σχετίζονται με τη σύσταση και τη λειτουργία των ΕΟΕΣ, καθώς και με τις χρονοβόρες και περίπλοκες διαδικασίες σύστασης και τροποποίησής τους. Επιπλέον, έχουν δημιουργηθεί ανεπιθύμητες καταστάσεις σε περιπτώσεις όπου οι εθνικές και περιφερειακές αρχές ερμηνεύουν τους κανόνες κατά τρόπο διαφορετικό και έχουν αναπτυχθεί διαφορετικές πρακτικές.

3.6   Η νομική και οργανωτική ποικιλομορφία των οντοτήτων που απαρτίζουν τους ομίλους και οι διαφορές ως προς το εύρος των αρμοδιοτήτων της καθεμιάς τους δυσχεραίνει την εξεύρεση μιας διάρθρωσης κατάλληλης για όλους τους συμμετέχοντες.

3.7   Διαφορετική είναι επίσης η εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού σε διάφορους τομείς: όσον αφορά την περιορισμένη ή απεριόριστη ευθύνη, το εργασιακό καθεστώς των εργαζομένων του ΕΟΕΣ, το καθεστώς ανάθεσης έργων και υπηρεσιών.

3.8   Ακόμη, ανακύπτουν δυσχέρειες στη συμμετοχή τρίτων χωρών, όταν κρίνεται σκόπιμη η σύσταση ομίλου μεταξύ οντοτήτων ενός μόνο κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας.

3.9   Εξάλλου, έχουν αναπτυχθεί διάφορες ερμηνείες του περιεχομένου του κανονισμού, όπως λ.χ. σχετικά με τη συμμετοχή ιδιωτικών φορέων, οι οποίοι πρέπει να νοούνται ως αναθέτοντες φορείς για τους σκοπούς σύναψης δημόσιων συμβάσεων.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1   Όπως ήδη έχει υποστηρίξει η ΕΟΚΕ με την ευκαιρία της διαβούλευσης (4) για τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1082/2006, ο ΕΟΕΣ αποτελεί χρήσιμο και αξιόλογο μηχανισμό, που μπορεί να συμβάλει σε αποτελεσματικότερη, πιο ενεργό και καλύτερα προβεβλημένη εδαφική συνεργασία.

4.2   Παρότι με αποκλίσεις μεταξύ κρατών μελών, οι περιφερειακές αρχές θα διαδραματίσουν σημαντικότατο ρόλο στο μελλοντικό σύστημα διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έναν ρόλο που τα θεσμικά όργανα οφείλουν να υποστηρίξουν.

4.3   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την νέα πρόταση κανονισμού, που θα βελτιώσει και θα διευκολύνει τη χρήση του μηχανισμού του ΕΟΕΣ και θα τον καταστήσει πιο χρήσιμο για τις περιφερειακές αρχές. Οι όμιλοι χρειάζονται έναν μηχανισμό που να προσφέρει στην ευρωπαϊκή περιφερειακή συνεργασία στέρεες βάσεις, καλά διαρθρωμένες και νομικά αποτελεσματικές και αξιόπιστες.

4.4   Ο νέος κανονισμός θα διευκολύνει τη σύσταση νέων ΕΟΕΣ και θα βελτιώσει τη λειτουργία τους, καθώς ενισχύει ένα διαρθρωμένο πλαίσιο, με πλήρη λειτουργική ικανότητα και με δυνατότητες υπερκέρασης των δυσχερειών νομικής και πρακτικής φύσεως που σχετίζονται με τις δράσεις της διεθνικής συνεργασίας. Θα θεσπίσει οργανωτικές μονάδες ειδικά αφιερωμένες στον προγραμματισμό, τον συντονισμό και τη διαχείριση.

4.5   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι αντιπροσωπεύει ένα νέο βήμα για την προώθηση της διασυνοριακής, διεθνικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας.

4.6   Προωθείται, επομένως, μια πιο φιλόδοξη συνεργασία. Όσες δράσεις συγχρηματοδοτούνται από τα ευρωπαϊκά ταμεία στα πλαίσια της εδαφικής συνεργασίας, θα ενσωματωθούν σε πιο στρατηγικές κατευθύνσεις και θα βασίζονται στην προστιθέμενη αξία της ευρωπαϊκής κοινής ωφέλειας και στην τάση προς μονιμότητα.

4.7   Η συνεργασία μεταξύ περιφερειακών αρχών είναι ευκταίο να εξελιχθεί εντός των πλαισίων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και να τονωθούν στόχοι όπως η δημιουργία απασχόλησης, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η βιωσιμότητα, η συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ, πανεπιστημίων και τεχνολογικών κέντρων κλπ.

4.8   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί επίσης να ενισχυθούν, μέσω της εδαφικής συνεργασίας, οι δράσεις θεματικού και τομεακού χαρακτήρα μεταξύ των πρωτοβάθμιων και των δευτεροβάθμιων ΟΤΑ.

4.9   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι ήδη ο ΕΟΕΣ επιτρέπει διάφορες μορφές συνεργασίας μεταξύ των περιφερειακών αρχών σε τεχνολογικά και οικονομικά ζητήματα, τα οποία είναι συναφή και με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020»· αυτές οι μορφές συνεργασίας πρέπει να τύχουν μεγαλύτερης προβολής.

4.10   Η ΕΟΚΕ εκτιμά την αξία των διαφόρων επιτευγμάτων στα οποία συμβάλλουν οι μηχανισμοί συνεργασίας όπως ο ΕΟΕΣ – από τα προγράμματα INTERREG έως τη συγκρότηση διασυνοριακών δημοσίων υπηρεσιών ή πολυκλαδικών στρατηγικών σχεδίων.

4.11   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τον θεσμικό ρόλο της Επιτροπής των Περιφερειών (ΕτΠ) για την παρακολούθηση των ΕΟΕΣ και την ανταλλαγή ορθών πρακτικών. Η πλατφόρμα ΕΟΕΣ της ΕτΠ πρέπει να συνεχίσει τις δραστηριότητές της και μετά την υιοθέτηση του νέου κανονισμού.

4.12   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να συνεργαστεί με την ΕτΠ, ώστε η κοινωνία πολιτών και οι κοινωνικοί εταίροι να συμμετέχουν στην παρακολούθηση και αξιολόγηση των ΕΟΕΣ. Η ΕΟΚΕ ζητά από την Επιτροπή να εκπονήσει έκθεση για την εφαρμογή του νέου κανονισμού και για τη συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών φορέων και της κοινωνίας πολιτών στους ΕΟΕΣ (5).

4.13   Συμφωνεί, επίσης, να απλουστευθεί στο μέλλον η διαδικασία σύστασης ΕΟΕΣ και η έγκριση των συμβάσεων εντός εξάμηνης προθεσμίας, ακόμη και εάν δεν έχει δοθεί η ρητή έγκριση των κυβερνήσεων.

4.14   Η ΕΟΚΕ κρίνει θετικό το να διαθέτουν οι ΕΟΕΣ ευρύ φάσμα εφαρμογής για να διαχειρίζονται υποδομές και υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, προς όφελος των πολιτών που ζουν σε περιοχές περισσότερων του ενός κρατών μελών.

4.15   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η εδαφική συνεργασία, κύριος στόχος της οποίας είναι η βελτίωση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, έχει επίσης εφαρμογή σε πρωτοβουλίες συνεργασίας υψηλού επιπέδου και μεγάλης πολιτικής φιλοδοξίας και συνθετότητας, όπως είναι οι μακροπεριφέρειες, οι ευρωπεριφέρειες ή οι στρατηγικές θαλάσσιας λεκάνης στην ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική.

4.16   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η μακροπεριφερειακή και διαπεριφερειακή συνεργασία, με την κατάλληλη λειτουργία των ΕΟΕΣ, μπορεί επίσης να διαδραματίσει ρόλο στην επίτευξη τομεακών στόχων της ΕΕ. Η στρατηγική «Ευρώπη 2020» θα λάβει αναμφίβολα μια αυξημένη ώθηση. Ο κανονισμός θα πρέπει να διευκολύνει την καλύτερη σύνδεση των ΕΟΕΣ με τους πολιτικούς και χρηματοδοτικούς μηχανισμούς της ΕΕ για τις τομεακές πολιτικές.

4.17   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες και τα υπερπόντια εδάφη να χρησιμοποιήσουν τον μηχανισμό των ΕΟΕΣ και με τρίτες χώρες με τις οποίες γειτονεύουν.

4.18   Η ΕΟΚΕ, σεβόμενη την αρχή ότι η προσφυγή σε ΕΟΕΣ πρέπει να γίνεται σε εθελοντική βάση, προτρέπει την Επιτροπή να αναλάβει πιο προδραστικό ρόλο για να διευκολύνει, να απλουστεύσει και να τελειοποιήσει τη δομή των ΕΟΕΣ, οι οποίοι πρέπει να συνδέονται με τους στρατηγικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί εύστοχη την τοποθέτηση που υιοθετεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πρόταση τροποποίησης του ισχύοντος κανονισμού. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ότι ο μηχανισμός των ΕΟΕΣ πρέπει να είναι εύκολος στη χρήση του, έτσι ώστε ο κάθε όμιλος εταίρων να μπορεί να διαμορφώνει τον ΕΟΕΣ και τις λειτουργίες του όπως αρμόζει καλύτερα στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, δεδομένου ότι ο κάθε όμιλος ανταποκρίνεται σε ιδιαίτερη κατάσταση και περιστάσεις και ο θεσμός του ΕΟΕΣ πρέπει να είναι ικανός να καλύπτει τις εκάστοτε προσδοκίες συνεργασίας.

5.2   Προς το παρόν, πολλές ευρωπαϊκές περιφέρειες δεν αξιοποιούν τις ευκαιρίες που προσφέρει το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την νομική μορφή του ΕΟΕΣ, για τη συνεργασία μεταξύ τους στα πλαίσια της περιφερειακής πολιτικής της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες για τη διάδοση και την προβολή του μηχανισμού αυτού στις περιφερειακές αρχές και στην κοινωνία πολιτών.

5.3   Η αρχή της απλούστευσης, την οποία η Επιτροπή προσπάθησε να προσδώσει στην μελλοντική πολιτική συνοχής και, συνεπώς, στην ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία, πρέπει να διαπνέει τους διάφορους μηχανισμούς, ιδιαίτερα δε τον ΕΟΕΣ.

5.4   Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι ο σύνθετος χαρακτήρας, από νομική, διοικητική και διαδικαστική άποψη, λειτουργεί αποτρεπτικά για τους παράγοντες της εδαφικής συνεργασίας, ιδίως δε για όσους ΟΤΑ διαθέτουν πιο περιορισμένα διοικητικά μέσα και πιο λιγοστούς πόρους.

5.5   Η βραδύτητα των διοικητικών διατυπώσεων για τη σύσταση ενός ΕΟΕΣ και η ανάγκη επανάληψης της όλης διαδικασίας για κάθε νέο μέλος αποδεικνύονται ασύμβατες με τον απαιτούμενο δυναμισμό για τις δράσεις συνεργασίας και συνιστούν πραγματικό εμπόδιο για τη χρήση της μορφής του ΕΟΕΣ. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι τα προβλήματα αυτά επιλύονται με τον νέο κανονισμό.

5.6   Η ευελιξία είναι άλλο ένα επιθυμητό χαρακτηριστικό που επιζητούν όσοι προτίθενται να συγκροτήσουν μια δομή συνεργασίας, η οργάνωση και η λειτουργία της οποίας να μπορεί να προσαρμόζεται στις ιδιαίτερες ανάγκες και τα χαρακτηριστικά τους.

5.7   Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να διευκολύνει τις εργασίες των ΟΤΑ, να θέσει σε λειτουργία ένα σύστημα παροχής συμβουλών, κατάρτισης και ανταλλαγής εμπειριών, ώστε να διευκολυνθεί η κατάστρωση των συμβάσεων και των καταστατικών.

5.8   Η ΕΟΚΕ κρίνει ανεπαρκή τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί για την αποτροπή του ψηφιακού χάσματος μεταξύ των δημοσίων διοικήσεων των ΕΟΕΣ. Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ένα σύστημα οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που θα είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, θα αλληλεπιδρούν και θα είναι προσπελάσιμοι μέσω του κοινοτικού προγράμματος ISA (6). Θα υποστηριχθεί, έτσι, η προστιθέμενη αξία των συστημάτων πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και η συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων σε μια μακροπεριφερειακή, ευρωπεριφερειακή ή διασυνοριακή περιοχή.

5.9   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ του να διέπει η σύμβαση τους εργασιακούς κανόνες και τους κανόνες κοινωνικής ασφάλισης που θα ισχύουν για το προσωπικό του ΕΟΕΣ, καθώς και τους κανόνες πρόσληψης και διαχείρισης του προσωπικού.

5.10   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή στο υπόδειγμα πολυεπίπεδης διακυβέρνησης που αντιπροσωπεύει ο θεσμός των ΕΟΕΣ, όπου οι συμμετέχοντες εταίροι, ποικίλης τοπικής, περιφερειακής, εθνικής και θεσμικής προέλευσης, διαμορφώνουν από κοινού τα όργανα διοίκησης και διαχείρισης της σχέσης συνεργασίας. Η ΕΟΚΕ προτείνει, όμως, να συμμετέχουν επίσης οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι παράγοντες της κοινωνίας πολιτών.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Βλέπε σελίδα 49 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(2)  Με βάση το άρθρο 159 της ΣΕΚ, σήμερα άρθρο 175 της ΣΛΕΕ, που προβλέπει ειδικές δράσεις, στο περιθώριο των Ταμείων, για την επίτευξη του στόχου της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής.

(3)  Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο: Η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) [COM(2011) 462 final].

(4)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Πρόταση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη συγκρότηση Ευρωπαϊκού Ομίλου Διασυνοριακής Συνεργασίας (ΕΟΔΣ)», ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σελ. 76

(5)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα πώς θα προωθηθούν αποτελεσματικές εταιρικές σχέσεις κατά τη διαχείριση των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής, βάσει των ορθών πρακτικών της περιόδου 2007-2013, EE C 44 της 11.2.2011, σελ. 1.

(6)  Λύσεις Διαλειτουργικότητας για Ευρωπαϊκές Δημόσιες Διοικήσεις


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/57


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής ανάκτησης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

[COM(2011) 445 final — 2011/0204 (COD)]

2012/C 191/11

Εισηγητής: ο κ. Jorge PEGADO LIZ

Στις 14 Δεκεμβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής ανάκτησης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

COM(2011) 445 final — 2011/0204 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την υποβολή της υπό εξέταση πρότασης κανονισμού, η οποία ωστόσο καθυστέρησε σε σχέση με την πράσινη βίβλο του 2006 για την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών.

1.2   Εντούτοις, εκτιμά ότι η πρόταση θα έπρεπε να συνοδεύεται από ταυτόχρονη —λογικά δε προγενέστερη— πρωτοβουλία σχετικά με τη διαφάνεια των λογαριασμών των οφειλετών, όπως προτεινόταν στην πράσινη βίβλο του 2008 σχετικά με τη διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

1.3   Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή κατόρθωσε να προτείνει ένα νομικό καθεστώς που επιτυγχάνει μια ικανοποιητική ισορροπία μεταξύ των διαφόρων διακυβευομένων συμφερόντων και μια δίκαια στάθμιση των δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερομένων, σε ένα ζήτημα που εμφανίζει μεγάλες τεχνικές δυσχέρειες.

1.4   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή υιοθέτησε σημαντικό μέρος των συστάσεων που η ίδια είχε διατυπώσει στη γνωμοδότησή της για την προαναφερόμενη πράσινη βίβλο, ειδικότερα δε: την επέκταση του αντικειμένου του κανονισμού και σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα, πέραν των καταθέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς· την πρόβλεψη προσφυγής στον μηχανισμό αυτό και μετά την έκδοση εκτελεστού τίτλου· τον πολλαπλό προσδιορισμό των αρμόδιων δικαστηρίων· την μη συμπερίληψη στην αίτηση οιωνδήποτε ποσών πλην της ληξιπρόθεσμης και μη καταβληθείσας απαίτησης και των τόκων υπερημερίας και εξόδων που αναγνωρίζονται στον οικείο τίτλο· καθώς και τον σαφή προσδιορισμό του καθεστώτος εξαίρεσης και ένστασης κατά του μέτρου και των παραδεκτών ένδικων μέσων προσφυγής, για την εξασφάλιση της νομιμότητας της διαδικασίας και των δικαιωμάτων του ενάγοντος, του εναγόμενου και τυχόν τρίτων.

1.5   Χαιρετίζει όλως ιδιαιτέρως την σαφή πρόκριση ενός καθεστώτος εναλλακτικού ή προαιρετικού· την επιλογή του κανονισμού, ως του νομικού μέσου της Ένωσης που εγγυάται καλύτερα την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς· την αποκλειστική εφαρμογή του σε διασυνοριακές υποθέσεις και, τέλος, την ορθή επιλογή νομικής βάσης (άρθρο 81 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ), όπως ακριβώς συνιστούσε η ΕΟΚΕ. Πέραν αυτών, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της υιοθέτησης ενός καθεστώτος πρόσφορου, απλού και αναλογικού από άποψη κόστους-οφέλους, προϋποθέσεις που απαιτούν ο διασυνοριακός χαρακτήρας του μηχανισμού και τα μέσα που απαιτούνται από οιονδήποτε πρόκειται να χρησιμοποιήσει τον μηχανισμό ή να βρεθεί αντιμέτωπος με αυτόν.

1.6   Εξάλλου, η ΕΟΚΕ δεν έχει πεισθεί πλήρως για την αναγκαιότητα του μέτρου, ειδικότερα δε με δεδομένη την μη προσχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου και το γεγονός ότι η αβεβαιότητα ως προς το συνολικό κόστος της διαδικασίας, καθώς και ο προσδιορισμός του αρμόδιου αλλοδαπού δικαστηρίου, θα συνεχίσουν να αποτελούν φραγμούς, κυρίως για τις μικρές επιχειρήσεις. Η ΕΟΚΕ άλλωστε δεν έχει πεισθεί πλήρως ούτε για τη συμμόρφωση της πρότασης προς τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, δεδομένου ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο κατάργησης της κήρυξης της εκτελεστότητας (exequatur) κατά την αναθεώρηση του κανονισμού «Βρυξέλλες Ι», αλλά και λόγω της έλλειψης ακρίβειας των εκτιμήσεων ως προς τα αναμενόμενα αποτελέσματα, όπως παρουσιάζονται στην μελέτη αντικτύπου.

1.7   Τέλος, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να αναθεωρηθεί το περιεχόμενο διαφόρων διατάξεων, το οποίο μπορεί να βελτιωθεί προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης σαφήνειας, εξάλειψης αμφισημιών και αύξησης της αποτελεσματικότητας ως προς τις προβλέψεις και τις διατάξεις, καθώς επίσης και με τη διόρθωση μεταφραστικών και τυπογραφικών λαθών. Συνιστά, λοιπόν, στην Επιτροπή να λάβει υπόψη τις ειδικές παρατηρήσεις που διατυπώνονται παρακάτω.

2.   Λόγοι υποβολής της πρότασης και ιστορικό

2.1   Με την υπό εξέταση πρόταση κανονισμού, η Επιτροπή δίδει συνέχεια στην πράσινη βίβλο του 2006 σχετικά με την κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών (1). Προτείνει να θεσπιστεί στην έννομη τάξη της Ένωσης, μέσω κανονισμού, ένα ένδικο μέσον, εναλλακτικό ως προς τις εθνικές διαδικασίες, καλούμενο ευρωπαϊκή διαταγή διατήρησης λογαριασμού (στο εξής «ΕΔΔΛ»), με στόχο να μπορεί να επιτευχθεί ταχέως και με χαμηλό κόστος η διατήρηση των τραπεζικών λογαριασμών που διατηρεί οφειλέτης χρηματικών αξιώσεων βάσει αστικών και εμπορικών υποθέσεων, ούτως ώστε να αποτρέπεται ενδεχόμενη απόσυρση ή μεταβίβαση πόρων κατατεθειμένων σε τραπεζικό λογαριασμό οπουδήποτε εντός της ΕΕ, και τούτο από τη στιγμή όπου οιοδήποτε από τα προσωπικά ή περιουσιακά του στοιχεία ευρίσκεται σε πλέον του ενός κράτους μέλους (διασυνοριακή επίπτωση υπό την έννοια του άρθρου 3), και ανεξάρτητα από τη φύση του δικαστηρίου.

2.2   Το θεσπιζόμενο καθεστώς έχει προαιρετικό χαρακτήρα (ένα δεύτερο καθεστώς, γενικά γνωστό ως «28ο καθεστώς») και αποτελεί εναλλακτική επιλογή, παράλληλα προς τα υφιστάμενα στα κράτη μέλη ασφαλιστικά μέτρα, με την ίδια φύση και τους ίδιους στόχους.

2.3   Από το προτεινόμενο καθεστώς εξαιρούνται:

α)

φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις·

β)

πτωχεύσεις, εκκαθαρίσεις επιχειρήσεων, πτωχευτικοί συμβιβασμοί και άλλες ανάλογες διαδικασίες·

γ)

η κοινωνική ασφάλιση·

δ)

διαδικασίες διαιτησίας·

ε)

τραπεζικοί λογαριασμοί οι οποίοι, βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου τηρούνται, θεωρούνται ακατάσχετοι·

στ)

συστήματα διακανονισμού αξιογράφων που ορίζονται βάσει του άρθρου 10 της οδηγίας 98/26/ΕΚ (2).

2.4   Αντιθέτως, το καθεστώς εφαρμόζεται σε υποθέσεις που αφορούν τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων, τις συνέπειες των καταχωρημένων συμβιώσεων ή κληρονομική διαδοχή (3).

2.5   Η ΕΔΔΛ μπορεί να ζητηθεί και να επιβληθεί σε διάφορες χρονικές στιγμές:

α)

πριν από την κίνηση δικαστικής διαδικασίας κατά του εναγομένου για την επιβολή ή την εκτέλεση κυρώσεων·

β)

σε οποιοδήποτε στάδιο της δικαστικής διαδικασίας·

γ)

μετά την έκδοση καταδικαστικής απόφασης κατά του εναγομένου ή οιουδήποτε άλλου τίτλου που είναι εκτελεστός στο κράτος μέλος προέλευσης, αλλά δεν έχει ακόμα κηρυχθεί εκτελεστός στο κράτος μέλος όπου τηρείται ο λογαριασμός·

δ)

μετά την έκδοση εκτελεστού τίτλου, ο οποίος είναι ήδη δεσμευτικός στο κράτος μέλος όπου τηρείται ο λογαριασμός.

2.6   Στις τρεις πρώτες περιπτώσεις, εφαρμόζονται οι διατάξεις της ενότητας 1 (άρθρα 6 έως 13)· στην τέταρτη περίπτωση, εφαρμοστέα είναι η ενότητα 2 (άρθρα 14 και 15), ενώ η ενότητα 3 (άρθρα 16 έως 22) περιλαμβάνει διαδικαστικές διατάξεις, κοινές για όλες τις περιπτώσεις.

2.7   Στο κεφάλαιο 3 κατοχυρώνεται ως γενικά αποδεκτή η αρχή της απαλλαγής από την υποχρέωση κήρυξης της εκτελεστότητας (άρθρο 23), ενώ ρυθμίζεται λεπτομερώς ο τρόπος εξασφάλισης της πραγματικής εκτέλεσης οιασδήποτε ΕΔΔΛ, με καθορισμό των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαφόρων μερών (τράπεζες, δικαστήρια, ενδιαφερόμενες εθνικές αρχές, εναγόμενοι, ενάγοντες, λοιποί ανταγωνιστικοί πιστωτές και θιγόμενοι τρίτοι).

2.8   Στο κεφάλαιο 4 (άρθρα 34 έως 40), ρυθμίζονται τα ένδικα μέσα, τα οποία κυμαίνονται από την έφεση κατά της άρνησης έκδοσης ΕΔΔΛ (άρθρο 22) έως την αναθεώρηση της ΕΔΔΛ με στόχο την τροποποίησή της ή τον περιορισμό του αντικειμένου της, την κήρυξη εκπνοής της, την ανάκληση ή αναστολή της και, τέλος, έως τα τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα στα οποία τα μέρη δικαιούνται να προσφύγουν διατηρώντας ακέραια τα δικαιώματα που τους αναγνωρίζει το εκάστοτε εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο (άρθρο 37). Ρυθμίζεται, επίσης, η δυνατότητα κατάθεσης εγγύησης ή ισοδύναμης εξασφάλισης, ως τρόπος παύσης της εκτέλεσης της ΕΔΔΛ.

2.9   Τέλος, στο κεφάλαιο 5, προβλέπονται ορισμένες γενικές διατάξεις του θεσπιζόμενου καθεστώτος, μεταξύ των οποίων επισημαίνονται η μη υποχρέωση εκπροσώπησης από δικηγόρο και το καθεστώς των δαπανών και των προθεσμιών.

2.10   Πέραν αυτών, θεσπίζονται κανόνες συνάρθρωσης με άλλα επικουρικώς εφαρμοστέα κοινοτικά μέσα και εθνικές ρυθμίσεις, καθώς και οι υποχρεώσεις των κρατών μελών για την εξασφάλιση της ουσιαστικής και ορθής εφαρμογής του μέσου.

2.11   Από την εκ των προτέρων αξιολόγηση αντικτύπου που διενήργησε η Επιτροπή, προκύπτουν, συνοπτικά, τα εξής:

α)

Οι επισφαλείς διασυνοριακές απαιτήσεις εκτιμώνται σε 1.120 έως 2.000 εκατομμύρια ευρώ ανά έτος.

β)

Το ύψος των οφειλόμενων δικαιωμάτων διατροφής εκτιμάται σε 268 εκατομμύρια ευρώ ανά έτος.

γ)

Τα επισφαλή στοιχεία του ενεργητικού από διασυνοριακές συναλλαγές ανέρχονται περίπου σε 55 δισεκατομμύρια ανά έτος.

δ)

Μόνον 11,6 % των επιχειρήσεων επιχείρησαν να εισπράξουν τις διασυνοριακές τους πιστώσεις μέσω εθνικής διαταγής διατήρησης λογαριασμού.

ε)

Εκτιμάται ότι εκδόθηκαν ανά έτος 34 000 διαταγές διατήρησης λογαριασμού που αφορούσαν διασυνοριακές οφειλές συνολικού ύψους 640 εκατομμυρίων ευρώ.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, χάρη στη θέσπιση ευρωπαϊκής διαταγής διατήρησης λογαριασμού, θα μπορούσαν να επιτευχθούν τα εξής:

α)

να εξασφαλιστεί η είσπραξη 373 έως 600 εκατομμυρίων ευρώ ανά έτος από πρόσθετες επισφαλείς απαιτήσεις·

β)

η εκτίμηση της εξοικονόμησης δαπανών για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν διασυνοριακές συναλλαγές κυμαίνεται μεταξύ 81,9 και 149 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Η ΓΔ Δικαιοσύνης μας έχει συνηθίσει, εδώ και καιρό, σε τυπικώς άρτια νομοτεχνικά κείμενα, υψηλής νοηματικής ποιότητας και μεγάλης σαφήνειας, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση της νομοθεσίας και την ασφάλεια δικαίου.

3.2   Η υπό εξέταση πρόταση δεν αποτελεί εξαίρεση. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την υποβολή της, η οποία ωστόσο καθυστέρησε.

3.3   Από την άλλη πλευρά, η Επιτροπή κατόρθωσε, σε ένα ζήτημα ύψιστης τεχνικής δυσκολίας, να προτείνει ένα νομικό καθεστώς που επιτυγχάνει ικανοποιητική ισορροπία μεταξύ των διαφόρων διακυβευομένων συμφερόντων και μια δίκαια στάθμιση των δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερομένων, που εξάλλου αξιολογούνται με φρόνηση στην λεπτομερή και καλά διαρθρωμένη μελέτη αντικτύπου που συνοδεύει την πρόταση, και την οποία επιμόνως είχε ζητήσει η ΕΟΚΕ.

3.4   Ας προστεθεί ότι η Επιτροπή υιοθέτησε σημαντικό μέρος των συστάσεων που είχε διατυπώσει η ΕΟΚΕ όταν κατήρτισε τις γνωμοδοτήσεις της σχετικά με την προαναφερθείσα πράσινη βίβλο και με την πράσινη βίβλο για τη διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη [COM(2008) 128 final] (4). Για παράδειγμα: δυνατότητα προσφυγής στον μηχανισμό αυτό και μετά την έκδοση εκτελεστού τίτλου (ενότητα 2)· πολλαπλός προσδιορισμός των αρμοδίων δικαστηρίων (άρθρο 6)· μη συμπερίληψη στην αίτηση οιωνδήποτε ποσών πλην της ληξιπρόθεσμης και μη καταβληθείσας απαίτησης και των τόκων υπερημερίας και εξόδων που αναγνωρίζονται στον οικείο τίτλο (όπως αμοιβές δικηγόρων και λοιπά έξοδα)· σαφής προσδιορισμός του καθεστώτος εξαίρεσης και ένστασης κατά του μέτρου και των παραδεκτών ένδικων μέσων προσφυγής, για την εξασφάλιση της νομιμότητας της διαδικασίας και των δικαιωμάτων του ενάγοντος, του εναγόμενου και τυχόν τρίτων.

3.5   Ακόμη, η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη μεγάλο μέρος των συστάσεων που διατύπωσε για το ζήτημα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (5), τις οποίες επίσης χαιρετίζει η ΕΟΚΕ.

3.6   Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την σαφή πρόκριση ενός εναλλακτικού ή προαιρετικού καθεστώτος, όπως η ίδια είχε προτείνει, το οποίο αφήνει στους ενάγοντες την πλήρη ευχέρεια να επιλέξουν την εκάστοτε εθνική νομοθεσία, εφόσον επιθυμούν· την επιλογή του κανονισμού, ως του νομικού μέσου που εξασφαλίζει καλύτερα την αναγκαία νομοθετική εναρμόνιση για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς και την μεγαλύτερη ομοιογένεια κατά την εφαρμογή στα κράτη μέλη, γεγονός που αποτελεί εγγύηση μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου, επίσης όπως η ΕΟΚΕ είχε προτείνει· την αποκλειστική εφαρμογή του μέτρου σε διασυνοριακές υποθέσεις και, τέλος, την ορθή επιλογή της νομικής βάσης (άρθρο 81 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ).

3.7   Επίσης, χαιρετίζει την επέκταση του αντικειμένου του κανονισμού και σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (6), πέραν των καταθέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς, όπως είχε προτείνει η ΕΟΚΕ.

3.8   Το ζήτημα, όμως, επί του οποίου η ΕΟΚΕ δεν είναι ακόμη πεπεισμένη αφορά την αναγκαιότητα του μέτρου, καθώς και την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας.

3.8.1   Και δικαίως, κατ’ αρχάς επειδή η ίδια η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να επιτευχθεί, θεωρητικά, και με άλλο τρόπο.

3.8.2   Κατόπιν, επειδή, εάν θεωρηθεί δεδομένη η αναθεώρηση του κανονισμού «Βρυξέλλες Ι» προς την κατεύθυνση που συνιστά η Επιτροπή και υποστηρίζει η ΕΟΚΕ, το θεμελιώδες ζήτημα της κήρυξης της εκτελεστότητας θα έχει επιλυθεί.

3.8.3   Τέλος, επειδή στην προαναφερόμενη αρτιότατη μελέτη αντικτύπου δεν πιστεύεται ότι μελετήθηκαν σε όλο το εύρος τους ούτε ότι εκτιμήθηκαν δεόντως οι πρόσθετες δαπάνες από την εισαγωγή ενός νέου ένδικου μέσου στην έννομη τάξη όλων των κρατών μελών, υπό τις διάφορες πτυχές που συνεπάγεται η θέσπισή του —ενημέρωση των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, κατάρτιση των δικαστών, δικηγόρων, νομικών συμβούλων και λοιπών λειτουργών της δημόσιας διοίκησης γενικά, και των δικαστικών αρχών ειδικότερα—, πέρα από τις πρόσθετες δαπάνες λόγω της λειτουργίας των δικαστικών δομών και της διαχείρισης διαφόρων εντύπων στις 23 γλώσσες της ΕΕ. Και, ως εκ τούτου, οι δαπάνες αυτές είναι αδύνατον να συγκριθούν, από άποψη κόστους-οφέλους, με την εκτιμώμενη εξοικονόμηση δαπανών των επιχειρήσεων και με το αναμενόμενο ύψος της πρόσθετης είσπραξης απαιτήσεων, το οποίο, επιπλέον, εκτιμάται ότι κυμαίνεται από 373 έως 600 εκατομμύρια ευρώ. Εξάλλου, η αβεβαιότητα ως προς το συνολικό κόστος της διαδικασίας και ο προσδιορισμός του αρμόδιου δικαστηρίου θα συνεχίσουν να αποτελούν φραγμούς, με ενδεχόμενες ανεπιθύμητες συνέπειες για τις επιχειρήσεις, ιδίως δε τις μικρές.

3.9   Εξάλλου, η ΕΟΚΕ εξακολουθεί να φρονεί, όπως συνιστά επίσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ότι, ούτως ή άλλως, η πρωτοβουλία αυτή έπρεπε να συνοδεύεται ταυτόχρονα —λογικά μάλιστα προγενέστερα— από παράλληλη πρωτοβουλία σχετικά με τη διαφάνεια των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών. Εξακολουθεί δε να μην κατανοεί τον λόγο για τον οποίο η Επιτροπή προωθεί κατά προτεραιότητα (ή και αποκλειστικά) την υπό εξέταση πρόταση και όχι την άλλη.

3.10   Τέλος, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να μην εκφράσει τη λύπη της όχι μόνο για την επιλογή της Δανίας να μην προσχωρήσει στον μηχανισμό αυτό, σύμφωνα με τη γνωστή δήλωσή της επί της αρχής, αλλά ιδίως για την αναγγελία της απόφασης του Ηνωμένου Βασιλείου να μην προσχωρήσει ούτε και αυτό, ενώ πρόκειται ακριβώς για το κράτος μέλος που δεν διαθέτει ανάλογης φύσεως ένδικο μέσον, και δεδομένου ότι ένα από τα κυριότερα μελήματα που προβλήθηκαν κατά τη συζήτηση της πράσινης βίβλου ήταν ακριβώς αυτό το κενό στο αγγλοσαξωνικό δικαστικό σύστημα.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Η εξαίρεση της διαιτησίας πρέπει να διασαφηνιστεί, ώστε να μην θίγονται οι περιπτώσεις διαιτητικών δικαστηρίων, τα οποία, σε διάφορα κράτη μέλη, εκδίδουν αποφάσεις που έχουν ισχύ εκτελεστού τίτλου του ιδίου επιπέδου με τις αποφάσεις των τακτικών δικαστηρίων.

4.2   Άρθρο 2 παράγραφος 3 και άρθρο 32

Δεν υπάρχουν ακατάσχετοι λογαριασμοί. Ακατάσχετα μπορούν να είναι ορισμένα ποσά εισοδημάτων ή εσόδων.

4.3   Άρθρο 4 παράγραφος 1 και άρθρο 29

Δεδομένου του ευαίσθητου χαρακτήρα του θέματος, οι έννοιες των λογαριασμών «που τηρούνται από τρίτο για λογαριασμό του εναγομένου» ή «που τηρούνται από τον εναγόμενο για λογαριασμό τρίτου» θα πρέπει να προσδιορίζονται καλύτερα και να διασαφηνίζονται, ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την εμβέλειά τους, που ενδέχεται να θίγει δικαιώματα τρίτων.

4.4   Άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Το περιεχόμενο του εδαφίου αυτού δεν είναι ταυτόσημο σε όλες τις γλωσσικές εκδόσεις.

4.5   Άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο στ)

Στην πορτογαλική έκδοση, τουλάχιστον, η παραπομπή στο άρθρο «17 παράγραφος 1 στοιχείο β)» είναι λανθασμένη και πρέπει να αντικατασταθεί από παραπομπή στο άρθρο «7 παράγραφος 1 στοιχείο β)». [ΣτΜ: στα ελληνικά η παραπομπή είναι σωστή.]

4.6   Άρθρο 13

Σε ένα καθεστώς της φύσεως αυτού που επιχειρείται να θεσπιστεί, δεν πρέπει να επαφίεται στο κριτήριο των κρατών μελών η θέσπιση διαφορετικών προθεσμιών, γιατί διακυβεύεται η ομοιογένεια και η ασφάλεια δικαίου.

4.7   Άρθρο 20 παράγραφος 1

Αντί «μπορούν να συνεργάζονται» θα πρέπει να αναγράφεται ότι τα δικαστήρια «οφείλουν να συνεργάζονται» [ΣτΜ: Δεν αφορά το ελληνικό κείμενο, όπου η διατύπωση είναι: «τα οικεία δικαστήρια συνεργάζονται»].

4.8   Άρθρο 25 παράγραφος 1

Η έννοια της φράσης «χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση» είναι ασαφής και επικίνδυνη. Πρέπει να αντικατασταθεί από σταθερή ελάχιστη προθεσμία, όπως λ.χ. «την επόμενη εργάσιμη ημέρα».

4.9   Άρθρο 27 παράγραφος 3

Η δυνατότητα χρήσης ασφαλών ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα πρέπει να επεκταθεί στη λειτουργία όλων των μέσων, συμπεριλαμβανομένων των επαφών μεταξύ δικαστηρίων, στα πλαίσια του προγράμματος της Επιτροπής για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη. Θα μπορούσε, έτσι, να επιτευχθεί επιτάχυνση των διαδικασιών.

4.10   Άρθρο 41

Θα πρέπει να προστεθεί, στο τέλος της παραγράφου, η φράση «εκτός των περιπτώσεων όπου η εθνική νομοθεσία του αρμοδίου δικαστηρίου απαιτεί την εκπροσώπηση από δικηγόρο».

4.11   Άρθρο 44

Η διάταξη αυτή ενδέχεται να αποτελέσει πηγή διαφορετικών ερμηνειών και εισάγει αβεβαιότητα στη λειτουργία των διαδικασιών. Πρέπει να εξαλειφθεί.

4.12   Ορισμός των προθεσμιών

Σε διάφορες διατάξεις της πρότασης, οι προθεσμίες ορίζονται κατά ποικίλους τρόπους. Πότε γίνεται λόγος για «ημερολογιακές ημέρες» (άρθρο 21), πότε για «εργάσιμες ημέρες» (άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχείο γ), άρθρο 27) και πότε απλώς για «ημέρες» (άρθρο 35 παράγραφος 4). Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να υπάρξει ομοιογένεια ως προς τον ορισμό των προθεσμιών.

4.13   Παραρτήματα και άρθρο 47

Το περιεχόμενο των παραρτημάτων, ιδίως δε το ζήτημα της γλώσσας στην οποία πρέπει να συμπληρωθούν και η ανάγκη μετάφρασής τους για την εξασφάλιση της ορθής κατανόησής τους, πρέπει να μελετηθεί καλύτερα και να δοκιμαστεί στην πράξη εκ των προτέρων. Το αυτό ισχύει για τα πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία και τις προφορικές καταθέσεις (άρθρο 11).

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  COM(2006) 618 final, 24.10.2006.

(2)  ΕΕ L 166, της 11.6.1998, σ. 47.

(3)  Βλ. κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1259/2010 (ΕΕ L 343 της 29.12.2010, σ. 10 – Ρώμη ΙΙΙ – διαζύγιο και δικαστικός χωρισμός)· κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 (ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1 – αστικές και εμπορικές υποθέσεις)· κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2201/2003 (ΕΕ L 338 της 23.12.2003, σ. 1 – γαμικές διαφορές)· πρόταση κανονισμού COM(2011) 127 final της 16.3.2011 (καταχωρημένοι σύντροφοι) και πρόταση κανονισμού COM(2011) 126 final της 16.3.2011 (σύζυγοι)· βλ., επίσης, γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 65 (δικαιώματα του παιδιού)· ΕΕ C 325 της 30.12.2006, σ. 71 (γαμικές διαφορές)· ΕΕ C 44 της 11.2.2011, σ. 148 (κληρονομική διαδοχή και κληρονομητήριο) και ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 87 (περιουσιακές σχέσεις καταχωρημένων συντρόφων).

(4)  Γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 2 και ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 73.

(5)  Έκθεση ιδίας πρωτοβουλίας A7-0147/2011, της 14.4.2011, συντάκτρια: η κ. Arlene McCarthy – Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαΐου 2011 [P7_TA-PROV(2011)0193].

(6)  Όπως αυτά ορίζονται στην οδηγία 2004/39/ΕΚ, άρθρο 4 παράγραφος 1 ψηφίο 17 και παράρτημα Ι τμήμα Γ (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/61


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών»

[COM(2011) 778 final — 2011/0389 (COD)]

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος»

[COM(2011) 779 final — 2011/0359 (COD)]

2012/C 191/12

Εισηγητής: ο κ. MORGAN

Στις 13 Δεκεμβρίου 2011 και στις 26 Ιανουαρίου 2012, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ αντίστοιχα αποφάσισαν σύμφωνα με το άρθρο 50 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών

COM(2011) 778 final — 2011/0389 (COD).

Στις 15 Δεκεμβρίου 2011 και στις 26 Ιανουαρίου 2012, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ αποφάσισαν σύμφωνα με το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος

COM(2011) 779 final — 2011/0359 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 110 ψήφους υπέρ, 18 κατά και 63 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Μετά τη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο σχετικά με την πολιτική ελέγχου (1), η ΕΟΚΕ ανέμενε την επικαιροποίηση της ισχύουσας οδηγίας για τους υποχρεωτικούς ελέγχους 2006/43/ΕΚ (2). Πράγματι, η Επιτροπή προτείνει τη μερική επικαιροποίηση της οδηγίας, συγχρόνως, όμως, και την εκπόνηση νέου κανονισμού.

1.2   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το υπό εξέταση σχέδιο οδηγίας. Συνάδει με τη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο. Επίσης, υπάρχουν πολλές πτυχές του προτεινόμενου κανονισμού τις οποίες η ΕΟΚΕ επικροτεί.

1.3   Ο στόχος της κανονιστικής ρύθμισης που επιλέχθηκε είναι διττός: να εισαγάγει θεμελιώδεις μεταβολές στην αγορά ελέγχων και να θεσπίσει λεπτομερώς τις διαδικασίες που αφορούν τους ελέγχους των εταιρειών και τις σχέσεις μεταξύ του διοικητικού συμβουλίου και της ελεγκτικής επιτροπής.

1.4   Η σύσταση της ΕΟΚΕ, σύμφωνα με την οποία η μεταρρύθμιση των υποχρεωτικών ελέγχων θα πρέπει να ενσωματωθεί στις συστάσεις για την εταιρική διακυβέρνηση, δεν λήφθηκε επαρκώς υπόψη. Δεν εξετάζεται σε κανένα σημείο ο τρόπος με τον οποίον τόσο οι νόμιμοι ελεγκτές όσο και οι ελεγκτικές επιτροπές θα πρέπει να βελτιώσουν την επικοινωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη και με τους μεριδιούχους.

1.5   Η Επιτροπή προτείνει θεμελιώδεις μεταβολές στην αγορά ελέγχου με την υποχρεωτική εναλλαγή των νόμιμων ελεγκτών μετά από περίοδο έξι ετών και διαρθρωτικές διατάξεις που αφορούν μη ελεγκτικές υπηρεσίες με στόχο τον περιορισμό του μεριδίου συγκεκριμένων εταιρειών στην αγορά σε ορισμένα κράτη μέλη.

1.6   Αντί να αντιμετωπιστεί η κατάσταση της αγοράς ελέγχου με έναν κανονισμό, η ΕΟΚΕ προτείνει να παραπεμφθεί το θέμα αυτό στις αρχές ανταγωνισμού. Αυτές οι αρχές διαθέτουν τις ικανότητες για να προβαίνουν σε οικονομικές αξιολογήσεις μεγάλης κλίμακας και να προτείνουν ενδεδειγμένες λύσεις. Τους τελευταίους μήνες η κατάσταση που επικρατεί στο Ηνωμένο Βασίλειο παραπέμφθηκε στην αρμόδια αρχή ανταγωνισμού. Όπως αναφέρθηκε στη γνωμοδότηση για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να ενθαρρύνει τη Γερμανία και την Ισπανία να αναλάβουν παρόμοια δράση. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι ο υπό εξέταση κανονισμός επιτρέπει τη μεγαλύτερη συνάφεια μεταξύ του νόμιμου ελέγχου των ΟΔΣ στην Ευρώπη, στοιχείο ύψιστης σημασίας για την οικονομική σταθερότητα και την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς.

1.7   Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη Βίβλο, η ΕΟΚΕ δεν ενέκρινε την υποχρεωτική εναλλαγή των νόμιμων ελεγκτών. Αντ'αυτού, πρότεινε την υποχρεωτική προκήρυξη νέου διαγωνισμού κάθε έξι με οκτώ έτη. Μετά τη δέουσα εξέταση των νέων προτάσεων, η ΕΟΚΕ εμμένει σε αυτή τη θέση, επιδοκιμάζει όμως άλλες πτυχές του προτεινόμενου κανονισμού. Δεδομένου ότι ο κύριος ελεγκτικός εταίρος προβλέπεται να εναλλάσσεται κάθε επτά χρόνια, η ΕΟΚΕ προτείνει η περίοδος για την υποχρεωτική υποβολή συμμετοχής σε νέα προκήρυξη διαγωνισμού να είναι επίσης επταετής.

1.8   Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ εξέφρασε με ιδιαίτερη σαφήνεια τη θέση της σχετικά με τις μη ελεγκτικές υπηρεσίες: οι νόμιμοι ελεγκτές δεν θα πρέπει να προσφέρουν στους πελάτες τους που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου καμία υπηρεσία που μπορεί να συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων για τον νόμιμο ελεγκτή, με άλλα λόγια, στις περιπτώσεις όπου ο νόμιμος ελεγκτής θα καλείτο να ελέγξει τη δική του εργασία. Συγχρόνως, οι ελεγκτές θα πρέπει να έχουν πλήρη ελευθερία να παρέχουν ένα ολοκληρωμένο φάσμα μη ελεγκτικών υπηρεσιών σε οντότητες που δεν συγκαταλέγονται στους πελάτες που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου. Από τα πλεονεκτήματα των εμπειριών που θα αποκτηθούν θα ωφελούνταν, αφενός, οι πελάτες που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου και, αφετέρου, οι πελάτες που ζητούν άλλες, μη ελεγκτικές υπηρεσίες.

1.9   Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την πρόταση σχετικά με τα ελεγκτικά γραφεία που παρέχουν αποκλειστικά υπηρεσίες υποχρεωτικού ελέγχου. Κρίνεται σκόπιμο να απορριφθούν οι διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες καθορίζονται οι περιπτώσεις στις οποίες ένα ελεγκτικό γραφείο δεν δύναται να παρέχει μη ελεγκτικές υπηρεσίες. Η Επιτροπή ανησυχεί για τους πιθανούς κινδύνους που συνεπάγεται η δεσπόζουσα θέση που κατέχουν ορισμένα ελεγκτικά γραφεία σε τρεις επικράτειες. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να ρυθμίσει αυτές τις λιγοστές περιπτώσεις άμεσα ή μέσω των σχετικών αρμόδιων αρχών ή/και των αρχών ανταγωνισμού.

1.10   Όπως σε κάθε γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, πρέπει να εξεταστεί η θέση των ΜΜΕ. Εάν μια ΜΜΕ είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο, τότε ορίζεται ως οντότητα δημοσίου συμφέροντος και, ως εκ τούτου, υπάγεται στις λεπτομερείς κανονιστικές διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού, οι οποίες εκπονήθηκαν σαφώς για τον έλεγχο τραπεζών. Στο σημείο 4.1.1 περιέχεται ανάλυση ορισμένων εταιρειών που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου. Το χρηματιστήριο του Λονδίνου έχει πραγματοποιήσει μεγαλύτερη πρόοδο σε σύγκριση με άλλα χρηματιστήρια της ΕΕ όσον αφορά την παροχή μετοχικών κεφαλαίων σε μικρές εταιρείες. Τα μετοχικά κεφάλαια είναι πιο ευέλικτα απ'ό,τι τα τραπεζικά δάνεια. Στις μισές εισηγμένες εταιρείες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, όπως και σε άλλες εισηγμένες ΜΜΕ σε άλλα χρηματιστήρια της Ευρώπης, θα πρέπει να παραχωρηθεί εξαίρεση ή παρέκκλιση από τον προτεινόμενο κανονισμό.

1.11   Η ΕΟΚΕ αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 14, οι οποίες περιορίζουν αυστηρά αυτό που οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα ανέμεναν υπό άλλες συνθήκες από τον υποχρεωτικό έλεγχο των λογαριασμών και θέτουν το ζήτημα του ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος του ελέγχου.

1.12   Ο υπό εξέταση κανονισμός καλύπτει επίσης τα δεοντολογικά, τα λογιστικά και τα ποιοτικά πρότυπα που εφαρμόζονται ήδη στο συγκεκριμένο τομέα και δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά στην κατάρτιση συναφών προτύπων. Προτίθεται η Επιτροπή να παραμερίσει το έργο αυτών των οργάνων;

1.13   Εν κατακλείδι, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως την υπό εξέταση αναθεωρημένη οδηγία και είναι σε θέση να στηρίξει πολλές πτυχές του προτεινόμενου κανονισμού. Η ΕΟΚΕ ανησυχεί ιδιαίτερα σχετικά με την δυνατότητα εφαρμογής του προτεινόμενου κανονισμού στις ΜΜΕ και συνιστά να δοθεί περαιτέρω προσοχή στις πιο ριζοσπαστικές προτάσεις.

2.   Εισαγωγή

2.1   Η παρούσα γνωμοδότηση ανταποκρίνεται σε δύο παράλληλες προτάσεις της Επιτροπής: έναν κανονισμό για την ενίσχυση της ποιότητας των ελέγχων των οικονομικών καταστάσεων των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος και μια οδηγία για τη βελτίωση της ενιαίας αγοράς των υποχρεωτικών ελέγχων. Αυτές οι προτάσεις εκπονήθηκαν κατόπιν ευρείας διαβούλευσης βάσει της «Πράσινης βίβλου – Πολιτική ελέγχου: Διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση» (3). Η ΕΟΚΕ ανταποκρίθηκε πλήρως στην Πράσινη βίβλο και η παρούσα γνωμοδότηση στηρίζεται σε αυτή την απάντηση.

2.2   Υπάρχει ήδη μια οδηγία που εφαρμόζεται στον τομέα των ελέγχων (2006/43/ΕΚ) (4). Η Επιτροπή προτείνει να τροποποιηθεί αυτή η οδηγία με τη νέα υπό εξέταση οδηγία και να ενισχυθεί ο υποχρεωτικός έλεγχος των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος (ΟΔΣ) με τον νέο κανονισμό. Κατά συνέπεια, προτείνεται να απαλειφθούν οι διατάξεις της οδηγίας 2006/43/ΕΚ (5) και οι υποχρεωτικοί έλεγχοι οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος να ρυθμίζονται από τον νέο κανονισμό.

2.3   Η θέση της ΕΟΚΕ σχετικά με τον κοινωνικό ρόλο των ελέγχων, τον ρόλο των ελέγχων στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, την αγορά παροχής υπηρεσιών ελέγχου, κ.λπ. διατυπώθηκε ήδη στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο. Η παρούσα γνωμοδότηση εστιάζεται στις λεπτομερείς προτάσεις που συμπεριλαμβάνονται στα νέα νομοθετικά σχέδια.

3.   Άποψη της ΕΟΚΕ για την οδηγία

3.1   Οι κυριότερες τροποποιήσεις στην οδηγία για τον υποχρεωτικό έλεγχο είναι:

3.1.1

Η σύνδεση μεταξύ της οδηγίας για τον υποχρεωτικό έλεγχο και μιας πρόσθετης νομικής πράξης σχετικά με τις ειδικές απαιτήσεις για τον υποχρεωτικό έλεγχο ΟΔΣ·

3.1.2

Ορισμός του «υποχρεωτικού ελέγχου» ώστε να ληφθεί υπόψη η νέα λογιστική οδηγία·

3.1.3

Τροποποίηση των κανόνων περί ιδιοκτησίας·

Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να απαιτούν πλέον από τους νόμιμους ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία την κατοχή ελάχιστου ποσού κεφαλαίου, εφόσον μόνο οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία που συμμετέχουν έχουν επιρροή στην έκδοση εκθέσεων ελέγχου. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζουν για την καταλληλότητα μίας τέτοιας εξωτερικής συμμετοχής στο κεφάλαιο, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο.

3.1.4

Διαβατήριο για ελεγκτικά γραφεία·

3.1.5

Διαβατήριο για νόμιμους ελεγκτές και «χαλάρωση» των όρων αδειοδότησης νόμιμων ελεγκτών σε διαφορετικό κράτος μέλος·

3.1.6

Υποχρέωση συνεργασίας των αρμόδιων αρχών όσον αφορά τις απαιτήσεις σε θέματα εκπαίδευσης και δοκιμασίας επάρκειας·

3.1.7

Ελεγκτικά πρότυπα και ελεγκτικές εκθέσεις·

3.1.8

Νέοι κανόνες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές·

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την καθιέρωση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών ως εθνικών ανεξάρτητων φορέων ρύθμισης και εποπτείας καθώς και ως εθνικών ομολόγων της ΕΑΚΑΑ. Ωστόσο, όπου υπάρχουν αρμόδιοι ανεξάρτητοι εποπτικοί φορείς ελέγχου σε κράτη μέλη (συμπεριλαμβανομένων των επιμελητηρίων ελεγκτών και ορκωτών λογιστών) που λειτουργούν εύρυθμα, η ΕΟΚΕ θα προτιμούσε να ενταχθούν επί ίσοις όροις οι φορείς αυτοί στο νέο εποπτικό πλαίσιο και να μην εγκαταλειφθούν.

3.1.9

Απαγόρευση συμβατικών ρητρών που επηρεάζουν τον διορισμό νόμιμων ελεγκτών ή ελεγκτικών γραφείων·

3.1.10

Ειδικοί κανόνες για τον υποχρεωτικό έλεγχο μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

3.2   Η ΕΟΚΕ στηρίζει όλες αυτές τις τροποποιήσεις. Οι περισσότερες συνάδουν με την γνωμοδότηση για την Πράσινη βίβλο της ΕΟΚΕ.

4.   Άποψη της ΕΟΚΕ για τον κανονισμό

Η παρούσα ενότητα ακολουθεί τη δομή του κανονισμού. Σημαντικές παράγραφοι του κειμένου της πρότασης κανονισμού παρατίθενται αυτούσιες ή σε συνοπτική μορφή και στη συνέχεια σχολιάζονται, εφόσον είναι αναγκαίο, σύμφωνα με την άποψη της ΕΟΚΕ.

ΤΙΤΛΟΣ I:   ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

4.1    Άρθρα 1 έως 3 – Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

«Ο κανονισμός ισχύει για ελεγκτές που διενεργούν υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος (ΟΔΣ) και για τις ελεγχόμενες ΟΔΣ, ήτοι τους κανόνες σχετικά με την ελεγκτική επιτροπή που πρέπει να διαθέτει κάθε ΟΔΣ. Καθώς ο χρηματοπιστωτικός τομέας εξελίσσεται, δημιουργούνται νέες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων βάσει του δικαίου της Ένωσης και, ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο ο ορισμός των ΟΔΣ να περιλαμβάνει επίσης εταιρείες επενδύσεων, ιδρύματα πληρωμών, οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων.»

4.1.1   Εκτός από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τις εταιρείες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι ΟΔΣ ορίζονται ως το σύνολο των εταιρειών που διαθέτουν μετοχές εισηγμένες σε δημόσια χρηματιστήρια. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού είναι υπερβολικές για τις ΜΜΕ. Οι ΜΜΕ προσδιορίζονται βάσει των απασχολούμενων, των εσόδων ή/και του ισολογισμού τους. Ο υπό εξέταση κανονισμός χρησιμοποιεί την χρηματιστηριακή αξία για να ορίσει τις μεγάλες οντότητες και η ΕΟΚΕ προτείνει η χρηματιστηριακή αξία να χρησιμοποιηθεί επίσης προκειμένου να οριστούν οι ΜΜΕ για τους σκοπούς των υποχρεωτικών ελέγχων. Εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις θα πρέπει να επιτραπούν για εταιρείες με χρηματιστηριακή αξία έως και 120 εκατομμυρίων ευρώ. Μια ανάλυση των εισηγμένων στο χρηματιστήριο του Λονδίνου εταιρειών παρατίθεται παρακάτω. Η κατανομή της χρηματιστηριακής αξίας είναι παρόμοια σε άλλα χρηματιστήρια της ΕΕ. Ανάλογη προσοχή θα πρέπει επίσης να δοθεί στις χρηματοπιστωτικές ΜΜΕ, οι δραστηριότητες των οποίων ενδεχομένως να μην έχουν συστημική σημασία.

Συνολική κεφαλαιοποίηση συμμετεχουσών εταιρειών

(συναλλαγματική ισοτιμία: 1 λίρα Αγγλίας = 1,20 ευρώ)

 

Κύρια Αγορά: 985 εταιρείες

αξία ιδίων κεφαλαίων: EUR 2 336 055 τρισ. ευρώ

Εναλλακτική Αγορά Επενδύσεων (AIM):1 122 εταιρείες

αξία ιδίων κεφαλαίων: 85 107 δισ. ευρώ

εύρος κεφαλαιοποίησης (σε δισ. ευρώ)

πλήθος εταιρειών

% εταιρειών

χρηματιστηριακή αξία %

πλήθος εταιρειών

% εταιρειών

χρηματιστηριακή αξία %

άνω των 2,4

116

11,8

86,2

1

0,1

4,2

1,2 – 2,4

87

8,8

6,4

6

0,5

13,1

600 –1 200

91

9,2

3,4

16

1,4

16

300 – 600

106

10,6

2

34

3

15,4

120 – 300

169

17,2

1,4

92

8,2

20,4

60 – 120

101

10,3

0,4

133

11,9

13

30 – 60

79

8

0,2

200

17,4

9,9

12 – 30

88

8,9

0,1

229

20,4

5,3

6 – 12

40

4,1

0

156

13,9

1,5

0 – 6

61

6,1

0

240

21,4

0,9

άλλες

47

4,7

 

15

1,3

 

> 120

569

57,7

99,4

149

13,2

69,3

< 120

369

37,5

0,6

958

85,4

30,7

< 60

268

27,2

0,2

825

73,5

17,7

< 30

189

19,2

0,1

625

55,7

7,8

Πηγή: Χρηματιστήριο Λονδίνου (London Stock Exchange Web Site / Statistics)

4.2    Άρθρο 4 – Μεγάλες οντότητες δημοσίου συμφέροντος

«α)

οι μεγαλύτεροι 10 εκδότες μετοχών σε κάθε κράτος μέλος, υπολογιζόμενοι σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή αξία τους και όλοι οι εκδότες μετοχών που είχαν μέση χρηματιστηριακή αξία άνω του 1 000 000 000 ευρώ κατά τα προηγούμενα τρία ημερολογιακά έτη·

β) και γ)

οποιαδήποτε οντότητα του χρηματοπιστωτικού κλάδου η οποία κατά την ημερομηνία κατάρτισης του ισολογισμού διαθέτει συνολική αξία των στοιχείων ενεργητικού που υπερβαίνει το 1 000 000 000 ευρώ·»

4.2.1   Αυτοί οι ορισμοί σχετίζονται με τις προτεινόμενες διατάξεις του άρθρου 10, παράγραφος 5.

ΤΙΤΛΟΣ II:   ΟΡΟΙ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:   Ανεξαρτησία και αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων

4.3    Άρθρα 5 έως 8

4.3.1   Η ΕΟΚΕ στηρίζει καταρχήν αυτά τα τέσσερα άρθρα.

4.4    Άρθρο 9 – Αμοιβές ελέγχου

«2.   Όταν ο νόμιμος ελεγκτής παρέχει στην ελεγχόμενη οντότητα υπηρεσίες συναφούς δημοσιονομικού ελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2, οι αμοιβές για τις εν λόγω υπηρεσίες περιορίζονται στο 10 % το πολύ των αμοιβών που καταβάλλει η ελεγχόμενη οντότητα για τον υποχρεωτικό έλεγχο.

3.   Όταν το σύνολο των αμοιβών που καταβάλλονται από μια οντότητα δημοσίου συμφέροντος υποκείμενη σε υποχρεωτικό έλεγχο αντιστοιχούν είτε σε ποσοστό άνω του 20 % ή σε ποσοστό άνω του 15 %, για δύο διαδοχικά έτη, του συνόλου των ετήσιων αμοιβών που λαμβάνονται από το νόμιμο ελεγκτή που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο, ο εν λόγω ελεγκτής το γνωστοποιεί στην ελεγκτική επιτροπή.

Η ελεγκτική επιτροπή εξετάζει εάν η αποστολή ελέγχου θα υποβληθεί σε έλεγχο διασφάλισης της ποιότητας από άλλο νόμιμο ελεγκτή πριν από την έκδοση της έκθεσης ελέγχου.

Όταν το σύνολο των αμοιβών που καταβάλλονται από μια οντότητα δημοσίου συμφέροντος υποκείμενη σε υποχρεωτικό έλεγχο αντιστοιχούν, για δύο διαδοχικά έτη, σε ποσοστό ίσο ή μεγαλύτερο του 15 % του συνόλου των ετήσιων αμοιβών που λαμβάνονται από τον νόμιμο ελεγκτή που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο, ο ελεγκτής ή το γραφείο πληροφορεί την αρμόδια αρχή.»

4.4.1   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις προτάσεις υπέρ της διαφάνειας. Ωστόσο, το όριο του 10 % που προβλέπεται στην παράγραφο 2 είναι αυθαίρετο. Η ΕΟΚΕ προτείνει οι υπηρεσίες που σχετίζονται με τον έλεγχο (βλέπε παρακάτω την παράγραφο 2 του άρθρου 10) να αποτελέσουν τμήμα του σχεδίου ελέγχου (βλέπε κατωτέρω το σημείο 4.16.2) και να κοστολογούνται χωρίς αυθαίρετα όρια στο πλαίσιο του συνολικού ελέγχου.

4.5    Άρθρο 10 – Απαγόρευση παροχής μη ελεγκτικών υπηρεσιών

«1.   Ο νόμιμος ελεγκτής που διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος μπορεί να παρέχει στην ελεγχόμενη οντότητα υπηρεσίες υποχρεωτικού ελέγχου και υπηρεσίες συναφούς δημοσιονομικού ελέγχου.

2.   Ως υπηρεσίες συναφούς δημοσιονομικού ελέγχου νοούνται:

α)

ο έλεγχος ή η εξέταση των ενδιάμεσων οικονομικών καταστάσεων·

β)

η παροχή εγγυήσεων για τις δηλώσεις εταιρικής διακυβέρνησης·

γ)

η παροχή εγγυήσεων για ζητήματα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης·

δ)

η παροχή εγγυήσεων ή η πιστοποίηση της υποβολής εκθέσεων στο πλαίσιο ρυθμίσεων για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα·

ε)

η παροχή πιστοποίησης για συμμόρφωση με τις φορολογικές απαιτήσεις·

στ)

οποιοδήποτε άλλο νόμιμο καθήκον που συνδέεται με το ελεγκτικό έργο.

3.   Ο νόμιμος ελεγκτής που διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος δεν παρέχει άμεσα ή έμμεσα στην ελεγχόμενη οντότητα μη ελεγκτικές υπηρεσίες. Ως μη ελεγκτικές υπηρεσίες νοούνται:

α)

υπηρεσίες που οπωσδήποτε συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων

(i)

υπηρεσίες εμπειρογνωμόνων άσχετες με τον έλεγχο, φοροτεχνικές συμβουλές, γενική διοίκηση και λοιπές συμβουλευτικές υπηρεσίες·

(ii)

τήρηση βιβλίων και κατάρτιση λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων·

(iii)

σχεδιασμός και υλοποίηση διαδικασίας εσωτερικού ελέγχου ή διαχείρισης κινδύνου και συμβουλές για την επικινδυνότητα·

(iv)

υπηρεσίες αποτίμησης, γνωμοδοτήσεις σχετικά με την αξιοπιστία ή παροχή εκθέσεων για τις εισφορές σε είδος·

(v)

αναλογιστικές και νομικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της επίλυσης διαφορών·

(vi)

σχεδιασμός και υλοποίηση τεχνολογικών συστημάτων χρηματοοικονομικών πληροφοριών για οντότητες δημοσίου συμφέροντος·

(vii)

συμμετοχή στον εσωτερικό έλεγχο του πελάτη που υπόκειται σε έλεγχο και παροχή υπηρεσιών σχετικών με τη λειτουργία εσωτερικού ελέγχου·

(viii)

υπηρεσίες μεσίτη ή αντιπροσώπου, επενδυτικού συμβούλου ή υπηρεσίες επενδυτικής τραπεζικής.

β)

υπηρεσίες που μπορεί να συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων:

(i)

υπηρεσίες διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού·

(ii)

παροχή επιστολών υποστήριξης για επενδυτές στο πλαίσιο της έκδοσης χρεογράφων μιας επιχείρησης·

(iii)

σχεδιασμός και υλοποίηση τεχνολογικών συστημάτων χρηματοοικονομικών πληροφοριών·

(iv)

υπηρεσίες δέουσας επιμέλειας στον πωλητή ή τον αγοραστή σε περιπτώσεις ενδεχόμενων συγχωνεύσεων ή εξαγορών.»

4.5.1   Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ ανέφερει ότι οι νόμιμοι ελεγκτές δεν θα πρέπει να προσφέρουν στους πελάτες τους που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου καμία υπηρεσία που μπορεί να συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων. Μολονότι κρίνεται σκόπιμο να συζητηθεί περαιτέρω η φύση των υπηρεσιών που αναλύονται στην παράγραφο 3, στοιχεία α) και β) ανωτέρω, η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόθεση του υπό εξέταση κανονισμού.

4.5.2   Δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχομένο να υπάρξουν περιστάσεις κατά τις οποίες θα έχει τεράστια σημασία ο νόμιμος ελεγκτής να προσφέρει στον πελάτη του που ζητά την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου κάποια από τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στα σημεία (i) έως (v) του καταλόγου του στοιχείου (α). Κάποιο αναπόφευκτο γεγονός λόγω ανωτέρας βίας ή εταιρικές καταστροφές μπορεί να συμβεί. Οι υπηρεσίες που περιγράφονται στο στοιχείο β) μπορούν να παρέχονται κατά την κρίση είτε της ελεγκτικής επιτροπής, είτε της αρμόδιας αρχής. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, μπορεί να εφαρμοστεί η ίδια διακριτική ευχέρεια για τις υπηρεσίες που περιγράφονται στο στοιχείο α).

«5.   Στην περίπτωση που ένα ελεγκτικό γραφείο αποκομίζει πάνω από το ένα τρίτο των ετήσιων εσόδων ελέγχου του από μεγάλες οντότητες δημοσίου συμφέροντος και ανήκει σε δίκτυο του οποίου τα μέλη έχουν, συνδυαστικά, ετήσια έσοδα ελέγχου που υπερβαίνουν τα 1 500 εκατομμύρια ευρώ εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμμορφώνεται με τις κάτωθι προϋποθέσεις:

a)

δεν παρέχει άμεσα ή έμμεσα σε οποιαδήποτε οντότητα δημοσίου συμφέροντος μη ελεγκτικές υπηρεσίες·

β)

δεν ανήκει σε δίκτυο που παρέχει μη ελεγκτικές υπηρεσίες εντός της Ένωσης·

ε)

το εν λόγω ελεγκτικό γραφείο οφείλει να μην κατέχει άμεσα ή έμμεσα ποσοστό άνω του 5 % του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου οποιασδήποτε οντότητας που παρέχει τις υπηρεσίες της παραγράφου 3.»

4.5.3   Η ΕΟΚΕ κατανοεί ότι αυτές οι διατάξεις αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της «δεσπόζουσας» θέσης στην αγορά που κατέχει ένα από τα τέσσερα μεγάλα ελεγκτικά γραφεία («Big Four») στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γερμανία και στην Ισπανία (πρόκειται για διαφορετικό γραφείο στην κάθε περίπτωση) και λειτουργούν αποτρεπτικά για τη δημιουργία παρόμοιων θέσεων στο μέλλον. Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ πρότεινε η κατοχή δεσπόζουσας θέσης στην αγορά να αντιμετωπίζεται με την παραπομπή στις αρχές ανταγωνισμού. Στο Ηνωμένο Βασίλειο διεξάγεται ήδη σχετική έρευνα. Η ΕΟΚΕ προτείνει η Γερμανία και η Ισπανία να ακολουθήσουν το ίδιο παράδειγμα, εν αναμονή της υιοθέτησης του προτεινόμενου κανονισμού.

4.5.4   Η ΕΟΚΕ δεν στηρίζει τη σύσταση ελεγκτικών γραφείων που παρέχουν αποκλειστικά υπηρεσίες υποχρεωτικού ελέγχου. Κατά την άποψή μας, μια τέτοια αλλαγή πιθανόν να έχει ζημιογόνες επιπτώσεις στην ποιότητα του ελεγκτικού προσωπικού και στην ποιότητα των υποχρεωτικών ελέγχων. Η ΕΟΚΕ εμμένει στη θέση της ότι οι ελεγκτές θα πρέπει να έχουν πλήρη ελευθερία να παρέχουν ένα ολοκληρωμένο φάσμα μη ελεγκτικών υπηρεσιών σε οντότητες που δεν συγκαταλέγονται στους πελάτες που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου.

4.5.5   Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ υπογράμμισε ότι τάσσεται υπέρ της παροχής συγκεκριμένων μη ελεγκτικών υπηρεσιών σε πελάτες που ζητούν την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου και είναι ΜΜΕ. Οι μικρότερες εταιρείες θα επωφεληθούν από καλύτερη ποιότητα, καλύτερες υπηρεσίες και υψηλότερη αξία από έναν μεμονωμένο σύμβουλο. Η ΕΟΚΕ εμμένει στη θέση αυτή.

4.6    Άρθρο 11 – Προετοιμασία του υποχρεωτικού ελέγχου και αξιολόγηση των απειλών για την ανεξαρτησία

4.6.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις σχετικές διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:   Εμπιστευτικότητα και επαγγελματικό απόρρητο

4.7    Άρθρα 12 και 13

4.7.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί τις σχετικές διατάξεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III:   Εκτέλεση του υποχρεωτικού ελέγχου

4.8    Άρθρο 14 – Αντικείμενο του υποχρεωτικού ελέγχου

«2.   Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων αναφοράς που αναφέρονται στα άρθρα 22 και 23, το αντικείμενο του υποχρεωτικού ελέγχου δεν περιλαμβάνει εγγυήσεις σχετικά με τη μελλοντική βιωσιμότητα της ελεγχόμενης οντότητας ή την αποδοτικότητα ή αποτελεσματικότητα με την οποία το διαχειριστικό ή διοικητικό όργανο έχει διενεργήσει ή διενεργεί τις υποθέσεις της οντότητας.»

4.8.1   Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην παραπάνω παράγραφο, διότι περιορίζει αυστηρά αυτό που οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα ανέμεναν υπό άλλες συνθήκες από τον υποχρεωτικό έλεγχο των λογαριασμών και θέτει το ερώτημα ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος του ελέγχου.

4.9    Άρθρο 15 – Επαγγελματικός προβληματισμός

«Ο νόμιμος ελεγκτής διατηρεί τον επαγγελματικό του προβληματισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του ελέγχου. Ως “επαγγελματικός προβληματισμός” νοείται η συμπεριφορά που περιλαμβάνει διάθεση αμφισβήτησης, επαγρύπνηση απέναντι σε συνθήκες που ενδέχεται να υποδεικνύουν πιθανή ανακρίβεια λόγω σφάλματος ή απάτης και κριτική αξιολόγηση των αποδεικτικών εγγράφων του ελέγχου.»

4.9.1   Όπως και στη γνωμοδότηση για την Πράσινη Βίβλο, η ΕΟΚΕ επικροτεί την έμφαση που δίδεται στον επαγγελματικό προβληματισμό.

4.10    Άρθρα 16 έως 20

4.10.1   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη χρήση των διεθνών προτύπων ελέγχου και τις υπόλοιπες διατάξεις των άρθρων 16 έως 20.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV:   Ελεγκτικές εκθέσεις

4.11    Άρθρο 21 – Αποτελέσματα του υποχρεωτικού ελέγχου

«Ο νόμιμος ελεγκτής παρουσιάζει τα αποτελέσματα του υποχρεωτικού ελέγχου στις ακόλουθες εκθέσεις:

έκθεση ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 22·

συμπληρωματική έκθεση προς την ελεγκτική επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 23.»

4.12    Άρθρο 22 – Έκθεση ελέγχου

«2.   Η έκθεση ελέγχου καταρτίζεται γραπτώς. Στην έκθεση αυτή τουλάχιστον:

ια)

προσδιορίζονται βασικοί τομείς κινδύνου ύπαρξης ουσιώδους ανακρίβειας στις ετήσιες ή ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ιδιαιτέρως σημαντικών λογιστικών εκτιμήσεων ή των τομέων αβεβαιότητας ως προς τις μετρήσεις·

ιβ)

παρέχεται δήλωση σχετικά με την κατάσταση της ελεγχόμενης οντότητας, ιδίως αξιολόγηση της ικανότητας της οντότητας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στο προβλέψιμο μέλλον και, συνεπώς, να συνεχίσει τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες·

ιγ)

αξιολογείται το εσωτερικό σύστημα ελέγχου της οντότητας, συμπεριλαμβανομένων των σημαντικών ελλείψεων εσωτερικού ελέγχου που εντοπίστηκαν κατά τον υποχρεωτικό έλεγχο, καθώς και το σύστημα τήρησης βιβλίων και το λογιστικό σύστημα·

ιε)

αναφέρονται και επεξηγούνται τυχόν παραβιάσεις λογιστικών κανόνων ή παραβάσεις νόμων ή καταστατικών, αποφάσεων λογιστικής πολιτικής και άλλα ζητήματα που είναι σημαντικά για τη διοίκηση της οντότητας·

ιζ)

Στην περίπτωση που ο υποχρεωτικός έλεγχος διενεργήθηκε από ελεγκτικό γραφείο, η έκθεση θα αναφέρει κάθε μέλος της ελεγκτικής αποστολής και θα δηλώνει ότι όλα τα μέλη παρέμειναν απολύτως ανεξάρτητα και δεν είχαν άμεσο ή έμμεσο συμφέρον στην ελεγχόμενη οντότητα·

κ)

παρέχεται γνώμη στην οποία αναφέρεται καθαρά η γνώμη του νόμιμου ελεγκτή σχετικά με το εάν οι ετήσιες ή ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζουν αληθινή και αξιόπιστη εικόνα και έχουν καταρτιστεί σύμφωνα με το συναφές πλαίσιο χρηματοοικονομικής αναφοράς·

κα)

αναφέρονται οποιαδήποτε ζητήματα στα οποία ο νόμιμος ελεγκτής εφιστά την προσοχή υπογραμμίζοντάς τα χωρίς να διατυπώνει γνώμη υπό επιφύλαξη·

4.   Η έκθεση ελέγχου δεν καταρτίζεται σε περισσότερες από τέσσερις σελίδες ή δεν περιέχει περισσότερους από 10 000 χαρακτήρες (εξαιρουμένων των κενών).»

4.12.1   Αυτή η έκθεση αντικαθιστά τη γνώμη του ελέγχου που, επί του παρόντος, δημοσιεύεται στα πλαίσια των ετήσιων εκθέσεων και των ετήσιων λογαριασμών των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος. Η παράγραφος 2 προσδιορίζει τα 23 στοιχεία, από το α) έως το κγ) που θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις τέσσερεις σελίδες της έκθεσης ελέγχου. Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ επέκρινε το ανούσιο περιεχόμενο και την ξύλινη γλώσσα των γνωμών των νομίμων ελεγκτών, οι οποίες παρουσιάζουν πολύ μικρές παραλλαγές από γραφείο σε γραφείο και από κλάδο σε κλάδο. Η προτεινόμενη έκθεση ελέγχου θα είναι πιο αποκαλυπτική, ενδεχομένως προς δυσαρέσκεια των ελεγχόμενων οντοτήτων.

4.12.2   Υπάρχει απαίτηση αναφοράς των ονομάτων των μελών της ελεγκτικής ομάδας. Για τις μεγαλύτερες οντότητες δημοσίου συμφέροντος αυτό μπορεί να αφορά εκατοντάδες άτομα. Η έκθεση που καταρτίζεται για μια πολύ μεγάλη επιχείρηση πρέπει ασφαλώς να διαφοροποιείται ως προς την κλίμακα και το πεδίο της από εκείνη που εκπονείται για μια εταιρεία με το 1/100 του μεγέθους της. Πολλές από τις απαιτήσεις φαίνεται να μην συνάδουν με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Ο προτεινόμενος κανονισμός δεν περιέχει καμία αναφορά σε αυτά τα πρότυπα.

4.13    Άρθρο 23 – Συμπληρωματική έκθεση προς την ελεγκτική επιτροπή

«1.   Η συμπληρωματική έκθεση γνωστοποιείται στη γενική συνέλευση της ελεγχόμενης οντότητας εάν το αποφασίσει το διαχειριστικό ή διοικητικό όργανο της ελεγχόμενης οντότητας.»

4.13.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι απίθανο οι ελεγχόμενες οντότητες να γνωστοποιήσουν ολόκληρη την συμπληρωματική έκθεση. Κατά την ΕΟΚΕ, αυτή θα πρέπει να κοινοποιείται στους κοινωνικούς εταίρους της επιχείρησης, σε συμμόρφωση με το εκάστοτε εθνικό σύστημα συμμετοχής των εργαζομένων στη διαδικασία.

«2.   Η συμπληρωματική έκθεση επεξηγεί με αναλυτικό και σαφή τρόπο τα αποτελέσματα του υποχρεωτικού ελέγχου που διενεργήθηκε και πληροί τουλάχιστον τις εξής απαιτήσεις:

στ)

αναφέρει και επεξηγεί τις απόψεις σχετικά με ουσιώδεις αβεβαιότητες που μπορεί να προκαλέσουν αμφιβολίες σχετικά με την ικανότητα της οντότητας να συνεχίσει τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες·

ζ)

προσδιορίζει αναλυτικά εάν η τήρηση βιβλίων, η λογιστική, το σύνολο των ελεγμένων εγγράφων, οι ετήσιες ή ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και οι πιθανές συμπληρωματικές εκθέσεις είναι κατάλληλες·

η)

αναφέρει και επεξηγεί αναλυτικά όλες τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων και επουσιωδών περιπτώσεων, εφόσον θεωρείται σημαντικό για την ελεγκτική επιτροπή για την εκπλήρωση των καθηκόντων της·

θ)

αξιολογεί τις μεθόδους αποτίμησης που χρησιμοποιήθηκαν για τα διάφορα στοιχεία των ετήσιων ή ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε επιπτώσεων λόγω μεταβολών τους·

ι)

αναφέρει λεπτομερώς όλες τις εγγυήσεις, τις επιστολές στήριξης και άλλα μέτρα στα οποία έχει βασιστεί ο έλεγχος για την πραγματοποίηση εκτίμησης σχετικά με τη συνέχιση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οντότητας·

ια)

επιβεβαιώνει την παρουσία σε απογραφές, καθώς και άλλες περιστάσεις φυσικής επαλήθευσης·

ιβ)

αναφέρει εάν η ελεγχόμενη οντότητα παρείχε όλες τις επεξηγήσεις και τα έγγραφα που της ζητήθηκαν.»

4.13.2   Αυτή η έκθεση βασίζεται στην εκτενή έκθεση ελέγχου που χρησιμοποιούν τα ελεγκτικά γραφεία στη Γερμανία. Η χρήση της σε όλη την επικράτεια της Ένωσης θα βελτιώσει τόσο την ποιότητα των διενεργούμενων υποχρεωτικών ελέγχων όσο και την ανταπόκριση των ελεγχόμενων οντοτήτων στον έλεγχο. Η ΕΟΚΕ στηρίζει αυτήν την έκθεση.

4.14    Άρθρο 24 – Εποπτεία του υποχρεωτικού ελέγχου από την ελεγκτική επιτροπή και Άρθρο 25 - Αναφορά στις αρχές εποπτείας οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος

4.14.1   Τα άρθρα 24 και 25 συνάδουν με τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την Πράσινη Βίβλο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V:   Εκθέσεις διαφάνειας των νόμιμων ελεγκτών και τήρηση βιβλίων

4.15    Άρθρα 26 έως 30

4.15.1   Το κεφάλαιο V συνάδει με τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την Πράσινη βίβλο.

ΤΙΤΛΟΣ III:   ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΝΟΜΙΜΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΑΠΟ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ

4.16    Άρθρο 31 – Ελεγκτική επιτροπή

«1.   Η ελεγκτική επιτροπή αποτελείται από μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού οργάνου και/ή μέλη του εποπτικού οργάνου της ελεγχόμενης οντότητας ή/και μέλη διορισμένα από τη γενική συνέλευση των μετόχων της ελεγχόμενης οντότητας.

Τουλάχιστον ένα μέλος της ελεγκτικής επιτροπής διαθέτει επάρκεια στον τομέα του ελέγχου, ενώ άλλο μέλος διαθέτει επάρκεια στον τομέα της λογιστικής και/ή του ελέγχου. Τα μέλη της επιτροπής στο σύνολό τους διαθέτουν επάρκεια σχετικά με τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται η ελεγχόμενη οντότητα.

Τα μέλη της ελεγκτικής επιτροπής είναι στην πλειονότητά τους ανεξάρτητα. Ο πρόεδρος της ελεγκτικής επιτροπής διορίζεται από τα μέλη της και είναι ανεξάρτητος.»

4.16.1   Η παράγραφος 1 ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις συστάσεις της ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, δεδομένου ότι η έκφραση «στο σύνολό τους» δεν σημαίνει «όλοι».

4.16.2   Στην παράγραφο 5 αναλύονται οι ευθύνες της ελεγκτικής επιτροπής. Η ΕΟΚΕ προτείνει να της ανατεθούν δύο ακόμη ευθύνες: η έγκριση του σχεδίου ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων της παροχής υπηρεσιών ελέγχου και της έγκρισης των σχετικών προϋπολογισμών.

4.17    Άρθρο 32 – Διορισμός νόμιμων ελεγκτών

«2.   Η ελεγκτική επιτροπή υποβάλλει σύσταση για το διορισμό νόμιμων ελεγκτών. Η σύσταση περιέχει τουλάχιστον δύο εναλλακτικές επιλογές για την ελεγκτική αποστολή και η ελεγκτική επιτροπή εκφράζει δεόντως αιτιολογημένη προτίμηση για μία εξ αυτών.

3.   Η σύσταση της ελεγκτικής επιτροπής καταρτίζεται ακολουθώντας διαδικασία επιλογής που οργανώνει η ελεγχόμενη οντότητα σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

a)

η ελεγχόμενη οντότητα έχει την ελευθερία να καλέσει οποιουσδήποτε νόμιμους ελεγκτές να υποβάλουν προτάσεις υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον ένας από τους ελεγκτές στον οποίο απευθύνεται η πρόσκληση δεν είναι ελεγκτής που έχει εισπράξει άνω του 15 % των συνολικών αμοιβών ελέγχου τους από μεγάλες οντότητες δημοσίου συμφέροντος στο οικείο κράτος μέλος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος·

β)

η ελεγχόμενη οντότητα έχει την ελευθερία να επιλέξει μέθοδο επικοινωνίας με τον(τους) νόμιμο(-ους) ελεγκτή(-ές) όπου απευθύνει την πρόσκληση·

γ)

η ελεγχόμενη οντότητα καταρτίζει συγγραφή υποχρεώσεων, η οποία θα χρησιμοποιηθεί από την ελεγχόμενη οντότητα για την αξιολόγηση των προτάσεων που υποβάλλουν οι νόμιμοι ελεγκτές·

δ)

η ελεγχόμενη οντότητα έχει την ελευθερία να καθορίσει τη διαδικασία επιλογής και μπορεί να διενεργήσει απευθείας διαπραγματεύσεις με τους ενδιαφερόμενους υποψηφίους κατά τη διάρκεια της διαδικασίας·

ε)

η ελεγχόμενη οντότητα αξιολογεί τις προτάσεις των νόμιμων ελεγκτών σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής που έχουν προκαθοριστεί στη συγγραφή υποχρεώσεων·

στ)

η ελεγχόμενη οντότητα είναι σε θέση να αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι η διαδικασία επιλογής διενεργήθηκε κατά δίκαιο τρόπο.

5.   Εάν η πρόταση του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου διαφέρει από τη σύσταση της ελεγκτικής επιτροπής, στην πρόταση αιτιολογούνται οι λόγοι για τους οποίους δεν ακολουθήθηκε η σύσταση της ελεγκτικής επιτροπής.

6.   Στην περίπτωση πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης, το διοικητικό ή εποπτικό συμβούλιο υποβάλλει το σχέδιο πρότασής του προς την αρμόδια αρχή.

10.   Προς διευκόλυνση της άσκησης του καθήκοντος της ελεγχόμενης οντότητας να οργανώσει διαδικασία επιλογής για το διορισμό νόμιμου ελεγκτή, η ΕΑΤ, η ΕΑΑΕΣ και η ΕΑΚΑΑ εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές.»

4.17.1   Ανεξάρτητα από τη διάρκεια της ελεγκτικής αποστολής, αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμες για τις μεγάλες ΟΔΣ, όμως, με την προτεινόμενή τους μορφή είναι υπερβολικά κανονιστικές για τις ΜΜΕ. Συχνά, οι ΜΜΕ δεν θα ακολουθήσουν τη διαδικασία που προβλέπεται στο στοιχείο α) και, συνήθως, θα προβούν στην πρόσληψη δεύτερης, ή και άλλης, τρίτης εταιρείας. Τα στοιχεία β) και δ) παρέχουν στις ΜΜΕ τη δυνατότητα ελεύθερης επιλογής. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι ΜΜΕ δεν θα καταρτίσουν επίσημη συγγραφή υποχρεώσεων, συχνά ενδέχεται να μην ζητήσουν την υποβολή ανταγωνιστικών προσφορών και δεν θα αισθάνονται καμία ευθύνη να λογοδοτήσουν στις αρμόδιες αρχές. Η παράγραφος 5 δεν ισχύει για τις ΜΜΕ. Οι παραπάνω κανόνες σχεδιάστηκαν για τις τράπεζες, όχι για τις ΜΜΕ. Οι ΜΜΕ δεν θα ζητήσουν τη συνδρομή της πληθώρας των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 10 για τη ρύθμιση των υποθέσεών τους.

4.17.2   Διατυπώνεται η απαίτηση η πρόσκληση υποβολής προσφορών να αποστέλλεται σε περισσότερες από μια τρίτες εταιρείες Αυτό μπορεί μεν να εξασφαλίσει στις λοιπές τρίτες εταιρείες πρόσβαση σε σημαντικότερους μεγαλύτερους πελάτες, είναι όμως προφανές ότι υπάρχουν πολλά ζητήματα που πρέπει να επιλύσουν όλες οι λοιπές τρίτες εταιρείες οι οποίες συλλογικά διαθέτουν πόρους για να υποβάλουν προσφορά μόνον σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων.

4.18    Άρθρο 33– Διάρκεια της ελεγκτικής αποστολής

«1.   Η οντότητα δημοσίου συμφέροντος διορίζει νόμιμο ελεγκτή για μια αρχική αποστολή που έχει διάρκεια τουλάχιστον δύο έτη. Η οντότητα δημοσίου συμφέροντος δύναται να ανανεώσει την εν λόγω ελεγκτική αποστολή μία μόνο φορά. Η μέγιστη διάρκεια των συνδυασμένων δύο ελεγκτικών αποστολών δεν υπερβαίνει τα 6 έτη. Εφόσον σε όλη τη διάρκεια συνεχούς εντολής 6 ετών έχουν διοριστεί δύο νόμιμοι ελεγκτές, η μέγιστη διάρκεια εντολής εκάστου νόμιμου ελεγκτή ή ελεγκτικού γραφείου δεν υπερβαίνει τα 9 έτη.»

4.18.1   Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ εξέφρασε τη διαφωνία της σχετικά με την υποχρεωτική εναλλαγή νόμιμων ελεγκτών. Αντ'αυτού, πρότεινε την υποχρεωτική προκήρυξη νέου διαγωνισμού κάθε έξι με οκτώ έτη. Μετά τη δέουσα εξέταση των νέων προτάσεων, η ΕΟΚΕ εμμένει σε αυτή τη θέση, επιδοκιμάζει όμως άλλες πτυχές του προτεινόμενου κανονισμού.

4.18.2   Δεδομένου ότι ο κύριος ελεγκτικός εταίρος προβλέπεται να εναλλάσσεται κάθε επτά χρόνια (βλέπε την παράγραφο 4 παρακάτω), η ΕΟΚΕ προτείνει η περίοδος για την υποχρεωτική υποβολή συμμετοχής σε νέα προκήρυξη διαγωνισμού να είναι επίσης επταετής. Εγείρεται όμως το ζήτημα εάν ο κατεστημένος ελεγκτής θα πρέπει να διαθέτει σύμβαση ορισμένου χρόνου επταετούς διάρκειας. Σε πολλά κράτη μέλη, ο νόμιμος ελεγκτής διορίζεται κάθε χρόνο και ο κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει τη δυνατότητα συνέχισης της πρακτικής αυτής. Συνεπώς, θα πρέπει να εφαρμοστεί με ευελιξία το θέμα της σύμβασης του ελεγκτή στο πλαίσιο της επταετούς περιόδου, αλλά θα απαιτείται υποχρεωτικά νέα προκήρυξη διαγωνισμού μετά από επταετή περίοδο. Η ΕΟΚΕ τονίζει πως όταν προκηρύσσεται η υποχρεωτική υποβολή συμμετοχής σε νέα προκήρυξη διαγωνισμού, οι διαδικασίες πρέπει να είναι διαφανείς και, στην περίπτωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η αρμόδια αρχή πρέπει να εγκρίνει το αποτέλεσμα του υποχρεωτικού ελέγχου.

«4.   Ο(Οι) κύριος(-οι) ελεγκτικός(-οί) εταίρος(-οι) που είναι υπεύθυνος(οι) για τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου παύει(-ουν) τη συμμετοχή του(τους) στον υποχρεωτικό έλεγχο μετά από διάστημα επτά ετών. Ο νόμιμος ελεγκτής καθορίζει κατάλληλο μηχανισμό σταδιακής εναλλαγής αναφορικά με το ανώτερο προσωπικό που συμμετέχει στον υποχρεωτικό έλεγχο.»

4.18.3   Η ΕΟΚΕ υποστήριξε μεν αυτή την εναλλαγή στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, όμως, η σταδιακή εναλλαγή της υπόλοιπης ομάδας θα πρέπει να επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του νόμιμου ελεγκτή.

4.19    Άρθρο 34 – Απόλυση και παραίτηση νόμιμων ελεγκτών

ΤΙΤΛΟΣ IV:   ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΠΟΥ ΔΙΕΝΕΡΓΟΥΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:   Αρμόδιες αρχές

4.20    Άρθρα 35 έως 39

4.20.1   Η ΕΟΚΕ στηρίζει τις διατάξεις σχετικά με τις αρμόδιες αρχές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:   Διασφάλιση ποιότητας, διενέργεια ερευνών, παρακολούθηση της αγοράς, σχεδιασμός αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων και διαφάνεια των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών

4.21    Άρθρα 40 έως 44

«Στα καθήκοντα των αρμόδιων αρχών περιλαμβάνονται τα εξής:

εκτέλεση ελέγχων διασφάλισης ποιότητας των διενεργούμενων υποχρεωτικών ελέγχων.

διενέργεια ερευνών με στόχο τον εντοπισμό, τη διόρθωση και την πρόληψη ανεπαρκών υποχρεωτικών ελέγχων·

παρακολούθηση των εξελίξεων στην αγορά για την παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου·

τακτική παρακολούθηση των πιθανών κινδύνων για τη συνέχιση των επιχειρήσεων μεγάλων ελεγκτικών γραφείων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων που ανακύπτουν από την υψηλή συγκέντρωση, και υποχρέωση των μεγάλων ελεγκτικών γραφείων να καταρτίζουν σχέδια αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων για την αντιμετώπιση των εν λόγω κινδύνων·»

4.21.1   Η πρόταση σύμφωνα με την οποία οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται με τα μεγαλύτερα ελεγκτικά γραφεία στην επικράτειά τους για την κατάρτιση σχεδίων αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων συνάδει με τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την Πράσινη βίβλο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III:   Συνεργασία των αρμόδιων αρχών και σχέσεις με τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές

4.22    Άρθρα 45 έως 56

«a)

Ο κανονισμός προβλέπει ότι η συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ μεταξύ των αρμόδιων αρχών θα πραγματοποιείται στο πλαίσιο της ΕΑΚΑΑ, αντικαθιστώντας την υφιστάμενη συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ομάδας Φορέων Εποπτείας Ελεγκτών (ΕΟΦΕΕ).

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εκδώσει κατευθύνσεις για διάφορα ζητήματα: π.χ. για το περιεχόμενο και την παρουσίαση της έκθεσης ελέγχου και της συμπληρωματικής έκθεσης προς την ελεγκτική επιτροπή, για την εποπτική δραστηριότητα της ελεγκτικής επιτροπής ή για τη διενέργεια ελέγχων διασφάλισης της ποιότητας.

β)

Υπό την αιγίδα της ΕΑΚΑΑ, θεσπίζεται “εθελοντική” πανευρωπαϊκή πιστοποίηση ποιότητας ελέγχου για την αύξηση της προβολής, της αναγνώρισης και της φήμης όλων των ελεγκτικών γραφείων που έχουν δυνατότητες διενέργειας υψηλής ποιότητας ελέγχων των ΟΔΣ.»

4.22.1   Η ΕΟΚΕ επικροτεί αυτή την πρόταση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV:   Συνεργασία με αρχές τρίτων χωρών και με διεθνείς οργανισμούς και φορείς

4.23    Άρθρα 57 έως 60

«Οι αρμόδιες αρχές και η ΕΑΚΑΑ μπορεί να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας για την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, μόνο εάν οι γνωστοποιούμενες πληροφορίες καλύπτονται από εγγυήσεις προστασίας του επαγγελματικού απορρήτου και γίνονται σεβαστοί οι κανόνες προστασίας δεδομένων.»

4.23.1   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις προτάσεις που περιέχονται στο κεφάλαιο IV.

ΤΙΤΛΟΣ V:   ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ

4.24    Άρθρο 61 – Διοικητικές κυρώσεις και μέτρα

4.25    Άρθρο 62 – Εξουσίες επιβολής κυρώσεων

«1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού που προσδιορίζονται στο παράρτημα.

2.   Οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν τουλάχιστον τα εξής διοικητικά μέτρα και κυρώσεις:

β)

εκδίδουν δημόσια δήλωση που αναφέρει το υπεύθυνο πρόσωπο και τη φύση της παραβίασης και τη δημοσιεύουν στο δικτυακό τόπο των αρμόδιων αρχών·

στ)

επιβάλλουν διοικητικές χρηματικές κυρώσεις ύψους έως το διπλάσιο του ύψους των κερδών που αποκομίσθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παραβίασης·

ζ)

όσον αφορά φυσικά πρόσωπα, επιβάλλουν διοικητικές χρηματικές κυρώσεις ύψους έως 5 000 000 ευρώ·

η)

όσον αφορά νομικά πρόσωπα, επιβάλλουν διοικητικές χρηματικές κυρώσεις ύψους έως 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος·»

4.26    Άρθρο 63 – Αποτελεσματική επιβολή κυρώσεων

«1.   Κατά τον προσδιορισμό του τύπου των διοικητικών κυρώσεων και μέτρων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τους όλες τις συναφείς περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

α)

της σοβαρότητας και της διάρκειας της παραβίασης·

β)

του βαθμού ευθύνης του υπεύθυνου προσώπου·

γ)

της οικονομικής δύναμης του υπεύθυνου προσώπου·

δ)

της σημασίας των κερδών που αποκομίσθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν.»

4.27    Άρθρο 64 – Δημοσίευση κυρώσεων και μέτρων

«Κάθε διοικητικό μέτρο ή κύρωση που επιβάλλεται λόγω παραβίασης του παρόντος κανονισμού δημοσιεύεται άμεσα, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον πληροφοριών σχετικά με το είδος και τη φύση της παραβίασης και την ταυτότητα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για αυτήν, εκτός εάν η εν λόγω δημοσίευση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών.»

4.28    Άρθρο 65 – Προσφυγή

4.29    Άρθρο 66 – Αναφορά παραβιάσεων

4.29.1   Στη γνωμοδότησή της για την Πράσινη βίβλο, η ΕΟΚΕ είχε προτείνει τη σύσταση κλαδικού πειθαρχικού οργάνου σε κάθε κράτος μέλος. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει αυτές τις προτάσεις. Στην πράξη, οι εν λόγω προτάσεις παρέχουν τη δυνατότητα «κατονομασίας και μομφής» σε περιπτώσεις αδικοπραξιών.

ΤΙΤΛΟΣ VI:   ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ, ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

4.30    Άρθρα 68 έως 72

4.30.1   Προβλέπεται μεταβατικό καθεστώς σχετικά με την έναρξη ισχύος της υποχρέωσης εναλλαγής των ελεγκτικών γραφείων, της υποχρέωσης οργάνωσης διαδικασίας επιλογής ελεγκτικού γραφείου και της ίδρυσης ελεγκτικών γραφείων που παρέχουν μόνον υπηρεσίες ελέγχου.

4.31    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: I. Παραβιάσεις νόμιμων ελεγκτών, ελεγκτικών γραφείων ή κύριων ελεγκτικών εταίρων

Οι παραβιάσεις που εξετάζονται είναι κυρίως διαδικαστικού και διοικητικού χαρακτήρα: σύγκρουση συμφερόντων, οργανωτικές ή επιχειρησιακές απαιτήσεις, διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου, ελεγκτικές εκθέσεις, διατάξεις περί γνωστοποίησης, διορισμός νόμιμων ελεγκτών ή ελεγκτικών γραφείων από οντότητες δημοσίου συμφέροντος και διασφάλιση της ποιότητας. Δεν είναι σαφές πώς θα αντιμετωπιστεί, βάσει αυτών των διατάξεων, η περίπτωση αστοχίας του ελεγκτή (όπως, για παράδειγμα, η πρόσφατη αποτυχία να εντοπιστεί η κακοδιαχείριση κεφαλαίων πελατών εκ μέρους της JP Morgan).

4.32    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: II. Παραβιάσεις από οντότητες δημοσίου συμφέροντος

Οι παραβιάσεις που εξετάζονται σε αυτό το παράρτημα αφορούν τον διορισμό νόμιμων ελεγκτών ή ελεγκτικών γραφείων.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  ΕΕ C 248, 25.08.2011, σ. 92.

(2)  ΕΕ L 157, 9.6.2006, σ. 87.

(3)  COM(2010) 561 τελικό.

(4)  ΕΕ L 157, 9.6.2006, σ. 87.

(5)  Βλέπε την υποσημείωση 4.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στη Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Το ακόλουθο σημείο της γνωμοδότησης του τμήματος τροποποιήθηκε μέσω των τροπολογιών που υιοθέτησε η Ολομέλεια, συγκέντρωσε όμως περισσότερο από το ένα τέταρτο των ψήφων (άρθρο 54 (4) του Εσωτερικού Κανονισμού):

Σημείο 3.1.8

3.1.8    Νέοι κανόνες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την καθιέρωση των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών ως εθνικών ανεξάρτητων φορέων ρύθμισης και εποπτείας καθώς και ως εθνικών ομολόγων της ΕΑΚΑΑ. Ωστόσο, όπου υπάρχουν αρμόδιοι ανεξάρτητοι εποπτικοί φορείς ελέγχου σε κράτη μέλη, η ΕΟΚΕ θα προτιμούσε να ενταχθούν οι φορείς αυτοί στο νέο εποπτικό πλαίσιο και να μην εγκαταλειφθούν.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας επί της τροπολογίας:

Ψήφοι υπέρ

:

88

Ψήφοι κατά

:

60

Αποχές

:

37


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/72


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία επιχειρηματικού κεφαλαίου»

[COM(2011) 860 τελικό — 2011/0417 (COD)]

2012/C 191/13

Εισηγήτρια: η κα Anna NIETYKSZA

Το Συμβούλιο στις 20 Ιανουαρίου 2012 και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 17 Ιανουαρίου 2012, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία επιχειρηματικού κεφαλαίου

COM(2011) 860 τελικό — 2011/0417 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειάς της, στις 25 και 26 Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 131 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση κανονισμού σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία επιχειρηματικού κεφαλαίου και τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού έννομου επενδυτικού μέσου, το οποίο θα βασίζεται στη χρήση ενιαίου διαβατηρίου επιχειρηματικού κεφαλαίου. Με αυτόν τον τρόπο θα διευκολύνονται τόσο η προσέλκυση διεθνών επενδυτών εκ μέρους των ευρωπαϊκών ταμείων επιχειρηματικού κεφαλαίου, όσο και η χρηματοδότηση των καινοτόμων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ). Με την πρόταση κανονισμού θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες για τις κατηγορίες των επενδυτών και ενιαίες απαιτήσεις για τους διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου». Επίσης προβλέπονται απαιτήσεις για το χαρτοφυλάκιο επενδύσεων, τις επενδυτικές τεχνικές και τις επιλέξιμες επιχειρήσεις, στις οποίες μπορεί να απευθύνονται τα ταμεία που πληρούν τις προϋποθέσεις.

1.2   Η πρωτοβουλία έρχεται ως απάντηση στους στόχους της εν γένει στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και της πράξης για την Ενιαία Αγορά, προκειμένου, έως το 2012, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που έχουν συσταθεί σε οποιοδήποτε κράτος μέλος να μπορούν να επενδύουν κεφάλαια ελεύθερα σε όλη την ΕΕ, να χρηματοδοτούν καινοτόμες εταιρείες στην ΕΕ και να συντελούν, έτσι, στη δημιουργία νέων και βιώσιμων θέσεων εργασίας.

1.3   Η πρόταση κανονισμού σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία επιχειρηματικού κεφαλαίου αποσκοπεί στην προσέλκυση διεθνών ιδιωτικών θεσμικών φορέων και ιδιωτών που προτίθενται να επενδύσουν σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου σε κάποιο κράτος μέλος της ΕΕ. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική παράμετρο δεδομένου ότι ο τομέας των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου εξαρτάται σε υπερβολικό βαθμό από τις δημόσιες επενδύσεις (πάνω από το 50 % των χρηματοδοτήσεων προέρχεται από τον δημόσιο τομέα). Κατά την ΕΟΚΕ, οι δημόσιες αρχές θα πρέπει, αντ’ αυτού, να δίνουν έμφαση στη δημιουργία ενός σταθερού ρυθμιστικού πλαισίου.

1.4   Η πρόταση καθορίζει επίσης ενιαίους κανόνες για τις κατηγορίες επενδυτών που θεωρούνται επιλέξιμοι. Τα προτεινόμενα μέτρα πρέπει να είναι πιο ευέλικτα και να καλύπτουν τις ανάγκες των διεθνών ιδιωτικών επενδυτών που επιθυμούν να πραγματοποιούν επενδύσεις πέραν των συνόρων της εκάστοτε χώρας. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, προκειμένου να συγκεντρώνεται επαρκές κεφάλαιο για την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών ΜΜΕ, τα μέτρα αυτά πρέπει να μπορούν να προσελκύουν Ευρωπαίους και μη επενδυτές.

1.5   Το διαβατήριο ευρωπαϊκών ταμείων επιχειρηματικού κεφαλαίου συνιστά αποφασιστικό μέτρο στο πλαίσιο ρυθμίσεων προληπτικής εποπτείας όπως η Βασιλεία ΙΙ, η οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ IV) και η Φερεγγυότητα, καθώς και για τους κυριότερους χορηγούς ιδιωτικού κεφαλαίου στον ευρωπαϊκό κλάδο επιχειρηματικού κεφαλαίου (τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες), οι οποίοι προς το παρόν διστάζουν να επενδύσουν στις καινοτόμες ΜΜΕ επικαλούμενοι τον υψηλό επενδυτικό κίνδυνο που τις χαρακτηρίζει.

1.6   Η ΕΟΚΕ θεώρει ιδιαίτερα θετική την αποστολή των ευρωπαϊκών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου να ενισχύσουν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στις καινοτόμες ΜΜΕ υψηλής τεχνολογίας. Οι εταιρείες, των οποίων τα υπό διαχείριση στοιχεία ενεργητικού δεν θα μπορούν να υπερβαίνουν 500 εκατ. ευρώ, οφείλουν να δεσμεύουν τουλάχιστον το 70 % των συνολικών εισφορών κεφαλαίου τους άμεσα υπέρ των ΜΜΕ και να τους παρέχουν χρηματοδότηση υπό μορφή μέσων ιδίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων.

1.7   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει επίσης τις ενιαίες απαιτήσεις ως προς την καταχώριση όλων των κεφαλαίων ανά την Ευρώπη, καθώς και την καθιέρωση ευρωπαϊκού διαβατήριου εμπορίας, το οποίο αναμένεται να διευκολύνει τις πέραν των συνόρων επενδύσεις, τη συμμόρφωση των διαχειριστών ευρωπαϊκών κεφαλαίων με τις θεσπισμένες επιχειρηματικές, οργανωτικές και ηθικές απαιτήσεις.

1.8   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει αρκετούς περιορισμούς, οι οποίοι ενδέχεται να μετριάσουν τα προσδοκώμενα οφέλη, όπως ο περιορισμός του πεδίου δράσης των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου αποκλειστικά σε επενδύσεις μέσων ιδίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων που εκδίδει ένας οργανισμός (π.χ. έκδοση νέων μετοχών ή συμμετοχών άλλου τύπου). Η ΕΟΚΕ εισηγείται τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του προτεινόμενου κανονισμού προκειμένου να συμπεριλαμβάνει μετοχές ή τίτλους άλλου τύπου σε ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, καθώς και αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε μετοχές ή μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων, αυξάνοντας, έτσι, το συνολικό κεφάλαιο που επενδύεται στις ΜΜΕ.

1.9   Εξαιτίας αυτών των περιορισμών τίθεται εκτός πεδίου εφαρμογής του κανονισμού η δυνατότητα χορήγησης του ευρωπαϊκού διαβατηρίου σε αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε μετοχές ή μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων.

1.10   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει επίσης ότι με το ενιαίο διαβατήριο δεν διευθετείται το ζήτημα της φορολογικής διαφάνειας των επενδυτικών μέσων, βασικής προϋπόθεσης για την αποτελεσματική πραγματοποίηση επενδύσεων σε επιχειρηματικά ή ιδιωτικά μετοχικά κεφάλαια. Το πρόβλημα των πέραν των συνόρων φορολογικών φραγμών στα επιχειρηματικά κεφάλαια χρήζει εξέτασης και επίλυσης μέσω προτάσεων.

1.11   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι ο ουσιαστικός σκοπός ενός αποτελεσματικού επενδυτικού μέσου είναι να επιτρέπει σε διάφορα είδη επενδυτών να προβούν σε συλλογικές επενδύσεις, εξασφαλίζοντάς τους ταυτόχρονα φορολογική βελτιστοποίηση, ιδίως με την εξάλειψη της διπλής φορολογίας (εν προκειμένω, του φόρου που καταβάλλεται για τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου και του φόρου κατά τη διανομή των κεφαλαίων στους επενδυτές).

1.12   Η ΕΟΚΕ ζητεί μία μεταβατική περίοδο για την υλοποίηση των απαιτήσεων όσον αφορά τα όρια, ώστε να ληφθούν υπόψη τα διαφορετικά επίπεδα εισοδήματος σε διαφορετικά κράτη μέλη της ΕΕ.

1.13   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να διαθέτουν δομή κλειστού τύπου που επενδύει ελάχιστο ποσοστό 70 % του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου της και του δεσμευμένου κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλλουν τα μέλη της σε περιουσιακά στοιχεία που είναι ειδικές επενδύσεις έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μετοχές της δεν είναι εξαργυρώσιμες έναντι μετρητών ή τίτλων, έως την εκκαθάριση της εταιρείας. Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να εδρεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως μέσο αποτελεσματικής αποτροπής της ίδρυσης εταιρειών τις οποίες διευθύνουν διαχειριστές της ΕΕ σε φορολογικούς παραδείσους για λόγους φοροαποφυγής.

1.14   Το σύστημα προστασίας των επενδυτών θα πρέπει να ενισχυθεί με τον ορισμό θεματοφύλακα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων, την παρακολούθηση της ταμειακής ροής και τα καθήκοντα εποπτείας. Η οδηγία ΟΣΕΚΑ απαιτεί τον ορισμό θεματοφύλακα για οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων.

1.15   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναπτυχθούν ευρωπαϊκά κεφάλαια στην αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου και να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων κατά τη φάση συγκέντρωσης κεφαλαίου εκκίνησης και έναρξης λειτουργίας, καθότι οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντλήσουν ιδιωτικά κεφάλαια λόγω του σχετικού επενδυτικού κινδύνου.

1.16   Η πρόταση καθιέρωσης ενός διαβατήριου ευρωπαϊκών ταμείων επιχειρηματικού κεφαλαίου συνιστά μεν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά η εν λόγω πρόταση θα πρέπει να συμπληρωθεί και να ενισχυθεί προκειμένου οι καρποί που θα αποφέρει να μην είναι δυσανάλογα ελάχιστοι σε σχέση με τις προσδοκίες που γεννώνται.

2.   Η αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου και ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου στην Ευρώπη

2.1   Η πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου καταρτίστηκε έπειτα από διάγνωση της συγκεκριμένης κατάστασης. Το έγγραφο περιγράφει την αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου στην Ευρώπη ως αδύναμη σε σύγκριση με την αμερικανική. Η ευρωπαϊκή αγορά είναι σημαντικά μικρότερη, κατακερματισμένη σε μια σειρά εθνικών αγορών και χωρίς ενιαίους κανόνες. Μόνο μερικά κράτη μέλη διαθέτουν ειδικά καθεστώτα για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, με κανόνες για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου τους, τις επενδυτικές τεχνικές και τους επιλέξιμους επενδυτικούς στόχους. Για χρηματοδότες όπως οι ιδιώτες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφαλιστικές εταιρείες, η κατάσταση αυτή καθιστά δύσκολη και δαπανηρή τη διοχέτευση των επενδύσεών τους προς το επιχειρηματικό κεφάλαιο.

2.2   Παραδοσιακά, οι Βρετανοί διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου συγκεντρώνουν και επενδύουν το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών κεφαλαίων του τομέα του επιχειρηματικού και του ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου. Καταφέρνουν να συγκεντρώνουν από την αγορά περίπου το 30 % των πόρων για νέες επενδύσεις και το 2009 έφθασαν μάλιστα το 34 %. Στο αποκορύφωμα της ανοδικής τάσης του χρηματιστηρίου, το 2007, οι Βρετανοί διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου επένδυσαν 34 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο 46 % των συνολικών ευρωπαϊκών επενδύσεων. Κατά την κρίση του 2009, το αντίστοιχο ποσό ήταν 9 δισ. ευρώ και αναλογούσε σχεδόν στο 40 % της αγοράς. Από την άποψη των επενδύσεων, μόνο το 52 % αυτών των 9 δισ. ευρώ διατέθηκε σε βρετανικές εταιρείες, ενώ το υπόλοιπο κεφάλαιο εξήχθη, ως επί το πλείστον σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

2.3   Οι άλλοι σημαντικοί παράγοντες στην ευρωπαϊκή αγορά είναι οι μεγαλύτερες οικονομίες της Γηραιάς Ηπείρου, δηλαδή η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία –η δε θέση τους στην αγορά κρίνεται σταθερή. Το 2009 αυτές οι τρεις χώρες συγκέντρωσαν γύρω στο 31 % του συνόλου των νέων κεφαλαίων και επένδυσαν 6,7 δισ. ευρώ, τα οποία αντιστοιχούσαν σχεδόν στο 29 % των συνολικών επενδύσεων. Στην περίπτωση αυτής της τριάδας, η πλειονότητα των κεφαλαίων συγκεντρώνεται στην εθνική αγορά και παραμένει στη χώρα με τη μορφή επενδύσεων, οι οποίες –όπως συνέβη στην Ιταλία και στη Γερμανία το 2009– συμπληρώνονται και με εισαγόμενα κεφάλαια.

2.4   Μεγάλες αλλαγές σημειώθηκαν και στη διάρθρωση των χορηγών του κεφαλαίου. Το 2008 σημαντική πηγή κεφαλαίου ήταν τα συνταξιοδοτικά ταμεία (28 %), ενώ η σημασία των τραπεζών μειωνόταν βαθμιαία (22 % το 2000 έναντι 7 % το 2008). Το 2009 η τάση αυτή αντιστράφηκε και το μερίδιο των τραπεζών ανέβηκε σε 18 %. Οι μεταβολές αυτές ήταν αποτέλεσμα μιας ξαφνικής διακοπής της ροής κεφαλαίων από τον τομέα των συνταξιοδοτικών ταμείων, ο οποίος προσπαθούσε να περιορίσει την έκθεσή του σε περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου.

2.5   Ένας δείκτης της κλίμακας της δυσκολίας συγκέντρωσης κεφαλαίων είναι ο χρόνος που χρειάζονται οι διαχειριστές των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου για το τελικό κλείσιμο του κεφαλαίου, δηλαδή για τη συγκέντρωση μιας θεωρητικής ομάδας επενδυτών. Κατά την περίοδο 2005-2007, για το στάδιο αυτό δεν χρειαζόταν κατά μέσον όρο πάνω από ένα έτος. Το 2009 η διαδικασία διαρκούσε ήδη 18 μήνες και το πρώτο εξάμηνο του 2010 20 μήνες.

2.6   Η τάση των επενδύσεων σε επιχειρηματικό κεφάλαιο στην Ευρώπη έχει, εδώ και αρκετά χρόνια, σαφώς φθίνουσα πορεία: το 2009 οι συνολικές επενδύσεις σε επιχειρηματικό κεφάλαιο ήταν της τάξης των 9 δισ. ευρώ, αλλά στις επενδύσεις σε νεοσύστατες και υπό σύσταση επιχειρήσεις αντιστοιχούσαν μόνο 2 δισ. ευρώ. Τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2010 οι επενδύσεις ανέρχονταν στα 7 δισ. ευρώ.

2.7   Μια σημαντική συνέπεια της μείωσης των επενδύσεων ήταν η πτώση της μέσης αξίας των επενδύσεων ανά επιχείρηση, από 8,8 εκατ. ευρώ το 2008 σε 4,7 εκατ. ευρώ αργότερα. Τα δεδομένα από το α' εξάμηνο του 2010 δείχνουν ότι το ποσό αυτό αυξήθηκε έπειτα σε 7,9 εκατ. ευρώ.

2.8   Οι επενδύσεις επικεντρώνονται σε πέντε τομείς: το 2009 και το 2010,19 % των επενδύσεων διοχετεύθηκε στον τομέα των αγαθών και υπηρεσιών για τις επιχειρήσεις, 13 % στους τομείς των καταναλωτικών αγαθών, του λιανικού εμπορίου και των τηλεπικοινωνιών και 15 % στον τομέα των βιοεπιστημών. Όσο για το επιχειρηματικό κεφάλαιο, το 65 % των επενδύσεων διοχετεύθηκε στους τομείς των βιοεπιστημών, της πληροφορικής, των ηλεκτρονικών και των τηλεπικοινωνιών.

3.   Επισκόπηση της πρότασης της Επιτροπής

3.1   Λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και του 2009 και των νέων απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας, π.χ. Βασιλεία ΙΙΙ, CRDIV και Solvency, η χορήγηση και η επέκταση πιστωτικών ορίων από τις τράπεζες σε ΜΜΕ μειώθηκαν σημαντικά. Η αναζήτηση και η ζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης από τις ΜΜΕ έχουν αποκτήσει πιεστικό χαρακτήρα.

3.2   Κατά συνέπεια, υπάρχει ανάγκη να εξευρεθούν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης των ΜΜΕ. Από την άποψη αυτή, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου μπορούν να διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο για τη γεφύρωση του χάσματος χρηματοδότησης των καινοτόμων επενδύσεων. Προσφέρουν χρηματοδότηση ιδίων κεφαλαίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων σε νεοεμφανιζόμενες εταιρείες και μικρές επιχειρήσεις που υπόσχονται μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό, κατά κανόνα προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η αρχική ανάπτυξή τους στην αγορά. Σε αντίθεση με τις εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων (που εστιάζονται κυρίως σε εξαγορές), οι εταιρείες επιχειρηματικών κεφαλαίων επενδύουν σε επιχειρήσεις σε μακροπρόθεσμη βάση, βοηθώντας την επιχειρηματικότητα.

3.3   Ο ευρωπαϊκός κλάδος επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι κατακερματισμένος και διασκορπισμένος. Αυτό οδηγεί σε στατιστικά σημαντική απροθυμία από μέρους των επενδυτών να επενδύσουν σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Λόγω των αποσπασματικών ρυθμίσεων, οι δυνητικοί επενδυτές «επιχειρηματικού κεφαλαίου», όπως εύποροι ιδιώτες, συνταξιοδοτικά ταμεία ή ασφαλιστικές επιχειρήσεις, θεωρούν ότι είναι δύσκολο και δαπανηρό να ξεκινήσουν να διοχετεύουν ορισμένες από τις επενδύσεις τους προς το επιχειρηματικό κεφάλαιο.

3.4   Η έλλειψη χρηματοδοτικών πόρων που σήμερα κατευθύνονται προς τα επιχειρηματικά κεφάλαια ευθύνεται άμεσα για το κατώτερο του βέλτιστου μέγεθος της μέσης ευρωπαϊκής εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου (ΕΕΚ). Το επιχειρηματικό διαδραματίζει παίζει, σε αυτή τη φάση, δευτερεύοντα ρόλο στη χρηματοδότηση των ΜΜΕ. Η απουσία ενός αποδοτικού τομέα επιχειρηματικού κεφαλαίου αναγκάζει τους ευρωπαϊκούς φορείς καινοτομίας και τις καινοτόμες επιχειρήσεις να μην αξιοποιούν πλήρως το εμπορικό τους δυναμικό. Το γεγονός αυτό επηρεάζει αρνητικά, με τη σειρά του, τη συνολική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.

3.5   Αυτό μειώνει σημαντικά το επενδυτικό δυναμικό, ήτοι τους πόρους, και περιορίζει τη ροή κεφαλαίου σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ιδίως σε καινοτόμες επιχειρήσεις. Το γεγονός αυτό «υποχρεώνει» τις ΜΜΕ να εξαρτώνται από τον τραπεζικό κλάδο. Η κατάσταση είναι ακόμη δυσκολότερη για τις ΜΜΕ, διότι, δεδομένων των νέων κανόνων εποπτείας, οι τράπεζες είναι λιγότερο πρόθυμες να χρηματοδοτήσουν μικρές επιχειρήσεις στα αρχικά στάδια ανάπτυξής τους, ακόμα και αν αυτές είναι καινοτόμες.

3.6   Μια ακμάζουσα ευρωπαϊκή αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου αποτελεί στόχο της συνολικής στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύθηκε με την πράξη για την ενιαία αγορά (1) (ΠΕΑ) να διασφαλίσει ότι, έως το 2012, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που έχουν συσταθεί σε οποιοδήποτε κράτος μέλος θα μπορούν να συγκεντρώνουν κεφάλαια και να επενδύουν ελεύθερα σε όλη την ΕΕ.

3.7   Σε έγγραφο που δημοσίευσε στις 7 Δεκεμβρίου 2011, η Επιτροπή παρουσίασε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Κύριος στόχος της πρότασης είναι η καθιέρωση στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο της δυνατότητας να επωφελούνται από το αποκαλούμενο καθεστώς (διαβατήριο) ευρωπαϊκής εταιρείας κεφαλαίου οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν ορισμένες ρυθμιστικές απαιτήσεις. Το διαβατήριο αυτό θα τους επιτρέπει να λειτουργούν ελεύθερα και να συγκεντρώνουν κεφάλαια από διάφορες χώρες. Θα παρέχει στους επενδυτές μια στοιχειώδη ασφάλεια των επενδύσεών τους, ενώ για τις εταιρείες διαχείρισης θα μειώσει το ρυθμιστικό κόστος της πρόσβασης στις διάφορες κατηγορίες επενδυτών και αγορών.

3.8   Ο προτεινόμενος κανονισμός αντιμετωπίζει τα εν λόγω προβλήματα ως εξής:

περιλαμβάνει ορισμό των «Ευρωπαϊκών Εταιρειών Επιχειρηματικού Κεφαλαίου», ο οποίος περιλαμβάνει τις ακόλουθες ουσιώδεις απαιτήσεις: (i) ο οργανισμός αφιερώνει τουλάχιστον το 70 % του συνολικού κεφαλαίου της σε ΜΜΕ· (ii) έχει υπό τη διαχείρισή της περιουσιακά στοιχεία που δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους το όριο των 500 εκατ. ευρώ· (iii) προσφέρει χρηματοδότηση ιδίων κεφαλαίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων στις εν λόγω ΜΜΕ (δηλαδή «νωπό κεφάλαιο»)· και (iv) δεν χρησιμοποιεί μόχλευση (δηλ. η εταιρεία δεν επενδύει περισσότερο κεφάλαιο από αυτό που έχουν δεσμεύσει οι επενδυτές και έτσι δεν χρεώνεται). Ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός πρέπει να είναι δυνατός μόνο για να επιτρέπει στο ταμείο να καλύπτει έκτακτες ανάγκες ρευστότητας·

θεσπίζει ομοιόμορφους κανόνες για τις κατηγορίες επενδυτών που θεωρούνται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις για να επενδύουν σε «ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου». Οι εταιρείες που πληρούν τις προϋποθέσεις μπορούν να διατίθενται μόνο σε επενδυτές που έχουν αναγνωριστεί ως επαγγελματίες επενδυτές στην οδηγία 2004/39/ΕΚ και σε ορισμένους άλλους παραδοσιακούς επενδυτές επιχειρηματικού κεφαλαίου (όπως τα άτομα υψηλής προσωπικής περιουσίας ή οι λεγόμενοι «επιχειρηματικοί άγγελοι»)·

προσφέρει σε όλους τους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις ομοιόμορφες απαιτήσεις καταχώρισης καθώς και ένα διαβατήριο εμπορίας που ισχύει σε ολόκληρη την ΕΕ και θα επιτρέπει την πρόσβαση σε επενδυτές που πληρούν τις προϋποθέσεις σε ολόκληρη την ΕΕ και θα βοηθήσει στη δημιουργία ισότιμων συνθηκών ανταγωνισμού για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου·

εισάγει ελάχιστες απαιτήσεις με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνεται ο διαχειριστής από πλευράς διαφάνειας, οργανωτικών πτυχών και άσκησης του επιχειρείν.

4.   Γενικές και ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Η πρόταση κανονισμού του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου εγγράφεται στο πλαίσιο των κανονιστικών προσπαθειών να δημιουργηθούν ευνοϊκότερες συνθήκες λειτουργίας της αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου και να αυξηθεί ο αντίκτυπός της στις ΜΜΕ. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτό αποτελεί πολύ καλό πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης μίας ευρωπαϊκής καινοτόμου και βιώσιμης βιομηχανίας σύγχρονης τεχνολογίας, η οποία θα απασχολεί ευρωπαίους εργαζόμενους με σημαντικές δεξιότητες και υψηλή μόρφωση, λειτουργώντας υπέρ της δημιουργίας θέσεων εργασίας.

4.2   Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι ο ουσιαστικός σκοπός ενός αποτελεσματικού επενδυτικού μέσου είναι να επιτρέπει σε διάφορα είδη επενδυτών να προβούν σε συλλογικές επενδύσεις, εξασφαλίζοντάς τους ταυτόχρονα φορολογική βελτιστοποίηση, ιδίως με την εξάλειψη της διπλής φορολογίας (εν προκειμένω, του φόρου που καταβάλλεται για τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου και του φόρου κατά τη διανομή των κεφαλαίων στους επενδυτές). Η έλλειψη αναφοράς στο θέμα της φορολογικής διαφάνειας μάλλον θα περιορίσει το ενδιαφέρον για το διαβατήριο.

4.3   Η διευκόλυνση της πρόσβασης των θεσμικών επενδυτών στην αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου μπορεί να επιτευχθεί πολύ πιο γρήγορα και πιο εύκολα με την αξιοποίηση του μηχανισμού «fund of funds», όπου υπάρχει μεγάλη διασπορά του κινδύνου στις επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Τα funds of funds αποτελούν εύλογο τρόπο επένδυσης σε επιχειρηματικό κεφάλαιο για θεσμικούς επενδυτές με μικρές επενδύσεις σε επιχειρηματικό κεφάλαιο ή για θεσμικούς επενδυτές που δεν έχουν αποκομίσει μεγάλη εμπειρία άμεσων επενδύσεων σε εταιρείες επιχειρηματικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με τα δεδομένα της EVCA, σχεδόν το 13,5 % των νέων κεφαλαίων που επενδύθηκαν σε εταιρείες επιχειρηματικού και ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου το 2009 προερχόταν από οργανισμούς αυτού του τύπου, ενώ για το σύνολο της περιόδου 2005-2009 το ποσοστό αυτό ήταν κατά μέσον όρο 14,1 % (τα fund of funds ήταν ταυτόχρονα ο δεύτερος πιο σημαντικός χορηγός κεφαλαίου, μετά τα συνταξιοδοτικά ταμεία).

4.4   Η ΕΟΚΕ ζητεί μία μεταβατική περίοδο για την υλοποίηση των απαιτήσεων όσον αφορά τα όρια, ώστε να ληφθούν υπόψη τα διαφορετικά επίπεδα εισοδήματος σε διαφορετικά κράτη μέλη της ΕΕ.

4.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να διαθέτουν δομή κλειστού τύπου που επενδύει ελάχιστο ποσοστό 70 % του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου της και του δεσμευμένου κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλλουν τα μέλη της σε περιουσιακά στοιχεία που είναι ειδικές επενδύσεις έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι μετοχές της δεν είναι εξαργυρώσιμες έναντι μετρητών ή τίτλων, έως την εκκαθάριση της εταιρείας. Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να εδρεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως μέσο αποτελεσματικής αποτροπής της ίδρυσης εταιρειών τις οποίες διευθύνουν διαχειριστές της ΕΕ σε φορολογικούς παραδείσους για λόγους φοροαποφυγής.

4.6   Το σύστημα προστασίας των επενδυτών θα πρέπει να ενισχυθεί με τον ορισμό θεματοφύλακα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων, την παρακολούθηση της ταμειακής ροής και τα καθήκοντα εποπτείας. Η οδηγία ΟΣΕΚΑ απαιτεί τον ορισμό θεματοφύλακα για οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων. Η αρχή αυτή έχει επίσης ενσωματωθεί στην οδηγία ΔΟΕΕ. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια του κοινοτικού πλαισίου δράσης, πρέπει να ορίζεται επίσης θεματοφύλακας για τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου.

4.7   Ο νέος κανονισμός δεν επιλύει την υποτιθέμενη αδυναμία της ευρωπαϊκής αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου. Υπάρχουν δύο φαινόμενα που διέπουν τα οικονομικά των επενδυτικών κεφαλαίων: Πρώτον, η δυναμική ανάπτυξη του τομέα των συνταξιοδοτικών ταμείων επέφερε συστηματική αύξηση του όγκου των κεφαλαίων που τοποθετούνται σε κεφάλαια (επιχειρηματικά, ιδιωτικά μετοχικά) από επενδυτές. Ωστόσο, οι κανόνες που διέπουν τη διασπορά του επενδυτικού κινδύνου στο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων δηλώνουν ότι το βέλτιστο χαρτοφυλάκιο μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου περιλαμβάνει 8-12 επιχειρήσεις. Ένας μικρότερος αριθμός επενδύσεων αυξάνει τον κίνδυνο ολόκληρου του χαρτοφυλακίου, ενώ ένας μεγαλύτερος αυξάνει το κόστος παρακολούθησής του. Ο συνδυασμός της αυξανόμενης προσφοράς κεφαλαίου με τον κανόνα της βελτιστοποίησης του χαρτοφυλακίου οδηγεί κανονικά σε σταθερή τάση αύξησης του όγκου των επιχειρηματικών κεφαλαίων, η οποία, κατά συνέπεια, επιφέρει αναγκαστικά αύξηση της αξίας των επιμέρους επενδύσεων στην εταιρεία χαρτοφυλακίου. Τελικά, η αύξηση των συνταξιοδοτικών αποταμιεύσεων (που είναι μακροπρόθεσμες αποταμιεύσεις) επέφερε στροφή των επενδύσεων από το επιχειρηματικό προς το ιδιωτικό μετοχικό κεφάλαιο.

4.8   Το δεύτερο φαινόμενο συνδέεται με τον τρόπο αμοιβής των διαχειριστών των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, ήτοι την αμοιβή τους με ποσοστό της αξίας του κεφαλαίου που διαχειρίζονται. Αυτό το σύστημα αμοιβής σημαίνει πως, όσο πιο μεγάλο είναι το κεφάλαιο, τόσο μεγαλύτερη είναι και η αμοιβή τους. Αυτό σημαίνει ότι, για δεδομένη ομάδα διαχειριστών, είναι πιο επικερδής (!) η ίδρυση μιας (μεγάλης) εταιρείας διαχείρισης ιδιωτικών μετοχικών κεφαλαίων παρά μιας (μικρής) εταιρείας διαχείρισης επιχειρηματικού κεφαλαίου, όπου ο επενδυτικός κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος και το κόστος διαχείρισης επίσης υψηλότερο. Τα δύο αυτά φαινόμενα επιφέρουν σχετική εξασθένιση (βραδύτερη ανάπτυξη) της αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου, διότι το κεφάλαιο τείνει να κατευθύνεται προς μεγαλύτερα επενδυτικά κεφάλαια και επενδύσεις, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των καιροσκόπων διαχειριστών των επενδυτικών κεφαλαίων.

4.9   Ο προτεινόμενος κανονισμός δεν είναι ικανός να κάμψει αυτά τα δύο φαινόμενα και η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να προβληματιστεί περαιτέρω σχετικά με το θέμα αυτό.

4.10   Οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται από τα διευθυντικά στελέχη μιας εταιρείας επενδυτικού κεφαλαίου, όταν γίνονται στην πληρούσα τις προϋποθέσεις εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου την οποία διαχειρίζονται, με απόδειξη της συμμετοχής και της ευθύνης τους, θα πρέπει να επιτρέπονται.

4.11   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που επικεντρώνονται στις τεχνολογίες της κοινωνίας της πληροφορίας, στην ενεργειακή απόδοση και στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» συνολικά.

4.12   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρωτοβουλία να δοθεί στην Επιτροπή εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και την ενθαρρύνει να εξακολουθήσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις στην αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  http://ec.europa.eu/internal_market/smact/docs/20110413-communication_en.pdf 13 Απριλίου 2011


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/76


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ηχοστάθμη των μηχανοκίνητων οχημάτων»

[COM(2011) 856 τελικό — 2011/0409 (COD)]

2012/C 191/14

Μοναδικός εισηγητής: ο κ. RANOCCHIARI

Στις 19 Ιανουαρίου 2012, και σύμφωνα με το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την:

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ηχοστάθμη των μηχανοκίνητων οχημάτων

COM(2011) 856 τελικό — 2011/0409 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 106 ψήφους υπέρ, και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συστάσεις και συμπεράσματα

1.1   Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που σκοπό έχει την ελάττωση, μέσω της επικαιροποίησης, των οριακών τιμών ηχοστάθμης των μηχανοκίνητων οχημάτων. Τούτο δε ακόμα και εάν αυτή η πρόταση έρχεται σε μια περίοδο όπου η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία κλυδωνίζεται από μια κρίση της αγοράς, η οποία ξεκίνησε το 2008 και δεν παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης, αναδεικνύοντας το πρόβλημα της υπερπαραγωγής στις ευρωπαϊκές μονάδες.

1.2   Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται επίσης τους φιλόδοξους στόχους της πρότασης, η οποία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα επιφέρει συνολική μείωση της ηχορύπανσης των οχημάτων περίπου κατά 25 %. Ούτως ή άλλως, η τεράστια αύξηση της κυκλοφορίας οχημάτων, ιδίως την τελευταία εικοσαετία, έχρηζε παρέμβασης για την προστασία της υγείας και της ευζωίας των πολιτών.

1.3   Εντούτοις, η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι για άλλη μια φορά το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται κατά τρόπο σφαιρικό –με την πρόβλεψη, δηλαδή, μέτρων σε συναφείς τομείς–, που θα επέτρεπε τον αποτελεσματικότερο περιορισμό της ηχορύπανσης και άρα την αρτιότερη ενημέρωση των πολιτών, με μια αναμφίβολα καλύτερη σχέσης κόστους-ωφέλειας.

1.4   Επίσης, η ΕΟΚΕ εκφράζει τις σοβαρές επιφυλάξεις της για το γεγονός ότι οι νέες οριακές τιμές εφαρμόζονται βάσει μιας κατηγοριοποίησης των οχημάτων που χρονολογείται από το 1985, χωρίς να έχουν ληφθεί, δηλαδή, υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά και, άρα, ο πολλαπλασιασμός και η ποικιλία των τύπων οχημάτων και της χρήσης του. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθιερωθούν νέες κατηγορίες με οριακές τιμές ανάλογες με τις ιδιαιτερότητές τους.

1.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί εξάλλου ότι στην πρόταση δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την πραγματοποίηση των τροποποιήσεων με σκοπό τη συμμόρφωση με τα νέα όρια ηχοστάθμης. Οι κατασκευαστές θα πρέπει να αναθεωρήσουν άμεσα και τον συνολικό σχεδιασμό των οχημάτων, επιδιώκοντας έναν δύσκολο συμβιβασμό της ελάττωσης της ηχοστάθμης με την τήρηση των υπόλοιπων ήδη υφιστάμενων απαιτήσεων ως προς την ασφάλεια, την κατανάλωση καυσίμων, τις εκπομπές ρύπων κ.τ.λ.

1.6   Για όλους αυτούς τους λόγους, η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι θα αναθεωρηθεί το προτεινόμενο χρονοδιάγραμμα, απαλείφοντας την πρώτη φάση (2 έτη μετά τη δημοσίευση του κανονισμού), η οποία συνεπάγεται περαιτέρω διόγκωση του κόστους για τις νέες εγκρίσεις τύπου και στοχεύοντας κατευθείαν στα τελικά αποτελέσματα (με καλύτερη σχέση κόστους-ωφέλειας) και καθορίζοντας έναν πιο εύλογο χρόνο προσαρμογής  (1) της τάξης των 7 – αντί 5 – ετών για τις νέες εγκρίσεις τύπου και 9 – αντί 7 – ετών για την πρώτη χορήγηση αδείας κυκλοφορίας

2.   Εισαγωγή και νομοθετικό πλαίσιο

2.1   Ο θόρυβος ορίζεται συνήθως ως «ο ανεπιθύμητος ήχος» ή «η δυσάρεστη και οχληρή ηχητική αίσθηση» και συνιστά ένα από τα κύρια αίτια υποβάθμισης της ποιότητας ζωής στις πόλεις με πιθανές βλαβερές –ενίοτε σοβαρότατες– συνέπειες για τη δημόσια υγεία (2).

2.2   Ο περιβάλλων θόρυβος ή ηχορύπανση μετράται, ως γνωστόν, σε ντεσιμπέλ Α [dB(A)] και οι ήχοι που γίνονται αντιληπτοί από την ανθρώπινη ακοή είναι έντασης από 0 dB(A) έως 140 dB(A), με την αίσθηση να θεωρείται δυσάρεστη από τα 120 dB(A) και πλέον. Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας έχει θέσει ως μέγιστο επιτρεπτό όριο θορύβου εκτός κλειστών χώρων (οικίες, γραφεία) τα 55 dB(A), όμως σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, ο μισός αστικός πληθυσμός εκτίθεται σε υψηλότερα επίπεδα θορύβου. Για να έχουμε ορισμένα σημεία αναφοράς, υπενθυμίζεται ότι σε μια οδό κατοικημένης περιοχής καταγράφονται επίπεδα θορύβου της τάξης των 50 dB(A), ο κινητήρας ενός αεροσκάφους εκπέμπει 120 dB(A), μια αμαξοστοιχία υψηλής ταχύτητας παράγει 100 dB(A) και ένα αυτοκίνητο παράγει μεν κατά μέγιστο 74 dB(A), αλλά σε μια οδό με πυκνή κυκλοφορία, η ηχορύπανση μπορεί να αγγίξει τα 80 dB(A).

2.3   Ως προς την έκθεση των ατόμων στην ηχορύπανση της κυκλοφορίας των οχημάτων, υφίστανται πολλών ειδών παρεμβάσεις για τη βελτίωση της κατάστασης, αλλά αναμφίβολα η πρωταρχική αφορά στον περιορισμό του θορύβου από την πηγή του, ήτοι τη μείωση των οριακών τιμών της ηχοστάθμης που εκπέμπει κάθε όχημα.

2.4   Η ηχοστάθμη των μηχανοκίνητων τετράτροχων οχημάτων ρυθμίζεται ήδη από την οδηγία 70/157/ΕΟΚ, η οποία ήδη από το 1970, καθόριζε τις διαδικασίες δοκιμής και το αποδεκτό ηχητικό επίπεδο για την έγκριση τύπου του εκάστοτε οχήματος. Προϊόντος του χρόνου, θεσπίστηκαν διάφορες τροποποιήσεις της βασικής οδηγίας μειώνοντας περαιτέρω τα όρια της ηχοστάθμης με απώτερο σκοπό τον περιορισμό της ηχορύπανσης. Το 1996, χρονιά κατά την οποία καταγράφεται η τελευταία σχετική παρέμβαση, το όριο είχε τεθεί στα 74 dB(A) για τα ελαφρά αυτοκίνητα και στα 80 dB(A) για τα βαρέα οχήματα μεταφοράς εμπορευμάτων.

2.5   Κατά τη μακρά αυτή διαδικασία σημειώθηκαν αξιόλογα αποτελέσματα ως προς την ελάττωση των εκπομπών θορύβου σε σχέση με τις οριακές τιμές της οδηγίας του 1970, ήτοι 85 % [– 8 dB(A)] για τα αυτοκίνητα και 90 % [– 11 dB(A)] για τα βαρέα οχήματα. Ωστόσο, η ηχορύπανση δεν μειώθηκε κατ’ αντιστοιχία προς τα νέα όρια, για διάφορους λόγους με προεξάρχοντα τον τριπλασιασμό της οδικής κυκλοφορίας από τη δεκαετία του 1970 έως τις μέρες μας. Έναντι αυτής της εντατικοποίησης της κυκλοφορίας, διερωτόμαστε ακόμα και για την αξιοπιστία, πλέον, των μεθόδων δοκιμής που χρησιμοποιούνται μέχρι στιγμής για τη μέτρηση της ηχοστάθμης, ιδίως δε των αυτοκινήτων.

2.6   Προς τούτο, η ομάδα εργασίας της ΟΕΕ/HE (3) κατήρτισε μια νέα μέθοδο δοκιμής, την οποία δημοσίευσε το 2007 και επόπτευσε την τελευταία τριετία παράλληλα με την ήδη υπάρχουσα. Έτσι, συγκρότησε μια τράπεζα δεδομένων με τα αποτελέσματα των δοκιμών τόσο της ισχύουσας μεθόδου (Α) όσο και της νέας (Β) και πολιτικοποίησε τη διαφορά που παρουσίαζαν οι μετρήσεις των δύο αυτών μεθόδων.

2.7   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέθεσε στο ολλανδικό κέντρο μελετών ΤΝΟ την πραγματοποίηση συγκρίσεων μεταξύ των δύο μεθόδων δοκιμής. Η έκθεση VENOLIVA (Vehicle noise limit values / οριακές τιμές ηχοστάθμης οχημάτων) με τα πορίσματα της σύγκρισης υποβλήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάρτιο του 2011 και αποτέλεσε εν πολλοίς της βάση της υπό εξέταση πρότασης κανονισμού.

2.8   Ως προς τα αυτοκίνητα, η ΤΝΟ διενήργησε τους ελέγχους της επί 653 οχημάτων και διαπίστωσε μέση απόκλιση των μετρήσεων της μεθόδου Β από την Α της τάξης των – 2,1 dB(A). Πιο συγκεκριμένα, η ηχοστάθμη που παρήγαγε το 90 % των ελεγμένων οχημάτων δεν ξεπερνούσε το προβλεπόμενο όριο των 74 dB(A), ενώ τα βαρέα οχήματα μεταφοράς εμπορευμάτων δυσκολεύονταν βάσει της μεθόδου Β να μην υπερβούν τις σημερινές οριακές τιμές της κατηγορίας τους.

3.   Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

3.1   Βάσει των ανωτέρω, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί να καταργήσει την οδηγία του 1970 και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις της, αντιπροτείνοντας έναν κανονισμό που εισάγει τις εξής τέσσερις νέες απαιτήσεις σε σχέση με την ισχύουσα νομοθεσία:

νέα πρωτόκολλα δοκιμής,

νέες οριακές τιμές,

πρόσθετες διατάξεις για τις εκπομπές ήχου,

ελάχιστα επίπεδα θορύβου για τα ηλεκτρικά και τα ηλεκτρικά-υβριδικά οχήματα.

3.1.1   : Όπως επισημαίνεται και στην εισαγωγή, στο 90 % των δοκιμών, τα αποτελέσματα της νέας μεθόδου (Β) είναι – αναλόγως με την κατηγορία οχήματος – έως και 2 dB(A) κατώτερα αυτών της παλαιάς μεθόδου (Α). Αυτό το γεγονός ώθησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θέσει ως αρχική ανώτατη τιμή τα 72 dB(A) αντί των 74 dB(A) που προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία.

3.1.2   : Σε πρώτη φάση (δύο έτη μετά τη δημοσίευση του κανονισμού) τα όρια για την έγκριση τύπου των ελαφρών επιβατικών οχημάτων θα μειωθούν κατά 2 dB(A) και για τα βαρέα οχήματα μεταφοράς εμπορευμάτων κατά 1 dB(A). Σε δεύτερη φάση (πέντε έτη μετά τη δημοσίευση του κανονισμού), προβλέπεται περαιτέρω μείωση κατά 2 dB(A) τόσο για τα ελαφρά όσο και για τα βαρέα οχήματα. Επτά έτη μετά τη δημοσίευση του κανονισμού, προκειμένου να δοθεί σε οποιοδήποτε όχημα άδεια κυκλοφορίας και να επιτραπεί η διάθεσή του στην αγορά, θα πρέπει αυτό να συμμορφώνεται με τα νέα όρια.

3.1.3   : Κατά την ΕΟΚΕ, η νέα μέθοδος δοκιμής (Β) είναι πραγματιστική σε κανονικές κυκλοφοριακές συνθήκες, αλλά ενδεχομένως να μην είναι τόσο αξιόπιστη σε περιπτώσεις ιδιαίτερα πυκνής κυκλοφορίας. Προς τούτο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτίθεται να εισαγάγει πρόσθετες διατάξεις για τις δοκιμές σε σχέση με αυτές που προβλέπονται για την προαναφερθείσα τριετή περίοδο εποπτείας (δοκιμές με συνεχή επιτάχυνση της τάξης των 2,0 m/s2). Σε αυτές θα συμπεριληφθεί η δοκιμή ASEP των πρόσθετων διατάξεων για τις εκπομπές ήχου (μέγιστη επιτάχυνση της τάξης των 3,0 m/s2) προκειμένου να υπάρξει σύγκλιση των εκπομπών για την έγκριση τύπου με τις πραγματικές που καταγράφονται στους δρόμους σε περιπτώσεις πυκνής κυκλοφορίας.

3.1.4   : Τα πολύ χαμηλά επίπεδα θορύβου αυτών των οχημάτων χαμηλής ταχύτητας ενδέχεται να ενέχουν κινδύνους για τα άτομα με περιορισμένη όραση – και όχι μόνο – διότι αδυνατούν να τα αντιληφθούν/ακούσουν όταν τα πλησιάζουν. Γι' αυτόν τον λόγο, η ΕΟΚΕ προτείνει – χωρίς καμία ωστόσο έννομη υποχρέωση του κατασκευαστή – την εγκατάσταση σε αυτά τα οχήματα ενός συστήματος ακουστικής προειδοποίησης οχήματος (AVAS), καθορίζοντας ακόμα και τις σχετικές απαιτήσεις.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει και ενστερνίζεται την πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία αποσκοπεί στην επικαιροποίηση, μέσω κανονισμού, των ορίων των επιτρεπόμενων εκπομπών θορύβου των μηχανοκίνητων οχημάτων, δεδομένης της αύξησης της κυκλοφορίας στην Ευρώπη και κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα.

4.2   Εντούτοις, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι, δυστυχώς, το πρόβλημα δεν εξετάζεται κατά τρόπο σφαιρικό, αρχή η οποία θα έπρεπε να διέπει όλες τις ενωσιακές νομοθετικές προτάσεις στον εν λόγω αλλά και στους υπόλοιπους τομείς εν προκειμένω, μάλιστα, θα είχαμε ταχύτερα πιο ουσιαστικά αποτελέσματα και, άρα και πιο απτά για τους πολίτες, με καλύτερη σχέση κόστους-ωφέλειας.

4.3   Εκτιμάται ότι οι προτεινόμενες μειώσεις για τα νέα οχήματα θα αποφέρουν καρπούς μόνο μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, κατόπιν δηλαδή της πλήρους ανανέωσης του στόλου των οχημάτων. Αντιθέτως, οι μειώσεις θα ήταν πολύ πιο καίριες εφόσον γίνονταν παρεμβάσεις στα οδοστρώματα και στις τοπικές υποδομές με την εφαρμογή μιας ορθολογικής διαχείρισης της κυκλοφορίας και μέσω πιο τακτικών και επισταμένων ελέγχων των οχημάτων που κυκλοφορούν. Η κατάλληλη συντήρηση των οδικών δικτύων μπορεί να επιφέρει ελάττωση της ηχορύπανσης κατά 5 dB(A), ενώ χάρη στη χρήση ειδικής ασφάλτου, η ηχορύπανση λόγω της οδικής κυκλοφορίας θα μπορούσε να μειωθεί έως και κατά 10 dB(A). Ανάλογες μειώσεις θα επιτυγχάνονταν μέσω της κυκλοφοριακής αποσυμφόρησης ως αποτέλεσμα της κατασκευής παρακαμπτήριων οδών, ταχέων λωρίδων κυκλοφορίας, εφαρμογής ευφυών συστημάτων μεταφορών κ.τ.λ. Επίσης δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται μια άλλη ουσιαστική παράμετρος, η κυκλοφοριακή αγωγή των οδηγών, οι οποίοι συχνά είναι οι πρωταίτιοι για τα υπερβολικά υψηλά επίπεδα θορύβου που προκαλεί το όχημά τους.

4.4   Τέλος, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι, όσο και αν είναι τεχνικά εφικτό να περιοριστούν τα επίπεδα θορύβου των οχημάτων (από τον κινητήρα, την εισαγωγή αέρα στο σύστημα κίνησης ή την εξάτμιση), είναι σε κάθε περίπτωση αδύνατο να είναι κατώτερη η ηχοστάθμη από τα επίπεδα θορύβου λόγω της κύλισης των ελαστικών στο οδόστρωμα. Αυτό ισχύει και για τα ηλεκτροκίνητα και τα ηλεκτρικά-υβριδικά οχήματα, τα οποία είναι τόσο αθόρυβα σε χαμηλές ταχύτητες, ώστε να θεωρούμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προβλέψει την εγκατάσταση σε αυτά ενός συστήματος ακουστικής προειδοποίησης οχήματος. Μάλιστα από δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν σε 6 διαφορετικά μοντέλα ηλεκτροκίνητων και ηλεκτρικών-υβριδικών οχημάτων (4) προέκυψε ότι σε υψηλότερες ταχύτητες (50 km/h) η μέση ηχοστάθμη αυτών των οχημάτων άγγιζε τα 68,3 dB(A), ανώτερη δηλαδή των 68 dB(A) που παράγουν τα αυτοκίνητα με κινητήρα εσωτερικής καύσης βάσει του νέου κανονισμού.

4.5   Ωστόσο, όσον αφορά στο περιεχόμενο της πρότασης κανονισμού, η ΕΟΚΕ θέτει ορισμένα ερωτήματα και επισημαίνει μερικές επιφυλάξεις, τις οποίες μπορεί να άρει μέσω του διαλόγου με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

4.6   Το πρώτο ερώτημα έχει να κάνει με την κατηγοριοποίηση των οχημάτων με κριτήριο τον περιορισμό της ηχορύπανσης. Οι προβλεπόμενες κατηγορίες είναι οι λεγόμενες «ιστορικές», οι οποίες ανάγονται στο 1985. Δεν έχουν ληφθεί, δηλαδή, υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά και, άρα, ο πολλαπλασιασμός και η ποικιλία των τύπων οχημάτων και της χρήσης τους. Χωρίς να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες, η ΕΟΚΕ έχει την εντύπωση ότι μια αναθεώρηση της κατηγοριοποίησης με την προσθήκη νέων υποκατηγοριών και οριακών τιμών εμφανώς προσαρμοσμένων στις ιδιαιτερότητές τους θα αντικατόπτριζε πιστότερα την παρούσα και μελλοντική κατάσταση του συνολικού στόλου των οχημάτων. Για παράδειγμα, στην υποκατηγορία Μ3 των αστικών και τουριστικών (πούλμαν) λεωφορείων, δεν υφίσταται διάκριση μεταξύ των δύο αυτών τύπων. Ακόμα πιο προβληματική κρίνεται η περίπτωση των οχημάτων υψηλής ταχύτητας, των λεγόμενων και σπορ, ενός αρκετά ειδικού τομέα ως προς τον όγκο παραγωγής, αλλά και αιχμής του δόρατος της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας παγκοσμίως, με ευεργετικές συνέπειες για την εισαγωγή καινοτομιών στα αυτοκίνητα μαζικής παραγωγής. Ελλείψει ενός νέου καθορισμού της υποκατηγορίας Μ1 (αυτοκίνητα), θα είναι πολύ δύσκολο να συνεχιστεί η παραγωγή και άρα η πώληση οχημάτων αυτού του τύπου, καθότι θα πρέπει να μειωθεί η παραγόμενη ηχοστάθμη τους κατά 6-7 dB(A) σε μόλις 5 έτη.

4.7   Το δεύτερο μείζον ερώτημα που θέτει η ΕΟΚΕ αφορά στο χρονοδιάγραμμα που έχει καθορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία στην προσπάθεια να αντισταθμίσει την έλλειψη επικαιροποιήσεων των τελευταίων ετών, φαίνεται ότι αγνοεί τον χρόνο προσαρμογής που χρειάζονται οι αυτοκινητοβιομηχανίες.

4.7.1   Η ελάττωση της τάξης των 2 dB(A) κατά την πρώτη φάση για την ηχοστάθμη όλων των ελαφρών οχημάτων και 1dB(A) για τα αντίστοιχα βαρέα προϋποθέτει τη διαφοροποίηση του σχεδιασμού του οχήματος και μια τεράστια προσπάθεια από πλευράς αυτοκινητοβιομηχανίας τούτο δε διότι η μείωση της ηχοστάθμης θα πρέπει να γίνει με σεβασμό προς τις άλλες ήδη υπάρχουσες απαιτήσεις (ασφάλεια, εκπομπές ρύπων, κατανάλωση καυσίμων κ.τ.λ.). Οι απαραίτητες τροποποιήσεις, λόγου χάρη, συνεπάγονται σημαντική αύξηση του βάρους του οχήματος (αύξηση του μεγέθους της εξάτμισης, προσθήκη παραπετασμάτων και ηχοαπορροφητικών υλικών), η οποία με τη σειρά της σημαίνει μεγαλύτερη κατανάλωση και περισσότερους εκπεμπόμενους ρύπους. Θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι οποιαδήποτε σχετική παρέμβαση επηρεάζει το σύνολο του οχήματος και των μερών του που λογίζονται ως πηγές θορύβου· ας μην ξεχνάμε ότι δεν είναι δυνατό να έχουμε αποτελέσματα με την απλή εφαρμογή μεμονωμένων διατάξεων.

4.7.2   Ομοίως, δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν οι προσδοκώμενες μειώσεις της πρώτης φάσης (τουλάχιστον για τις κατηγορίες M1 και N1, όπως υποστηρίζουν μερικοί), ανατρέχοντας στην προβλεπόμενη ελάττωση της ηχοστάθμης βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 661/2009 για τα ελαστικά. Μάλιστα, αυτά τα ελαστικά διατίθενται ήδη σε μεγάλο βαθμό στο εμπόριο και από τον Νοέμβριο του 2013 η χρήση τους θα καταστεί υποχρεωτική για τα νέα οχήματα. Πάντως, η μέση μείωση της ηχοστάθμης εκτιμάται μόλις στα 0,5 dB(A) και όχι πριν από το 2016.

4.7.3   Επομένως ένα όχημα χρήζει νέας σύλληψης, ανάπτυξης και οργάνωσης της παραγωγής του. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συνολικός σχεδιασμός ενός ελαφρού οχήματος απαιτεί –αναλόγως με τον τύπο– από 5 έως 7 έτη και ενός βαρέος μέχρι και 10 έτη· επιπλέον, απαιτούνται νέες εγκρίσεις τύπου.

4.8   Δεδομένων όλων των ανωτέρω, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα ήταν μάλλον σκόπιμο να αναθεωρηθεί το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα και ο τρόπος υλοποίησης της επιδιωκόμενης μείωσης της ηχοστάθμης των οχημάτων. Τούτο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί απαλείφοντας την πρώτη φάση, η οποία συνεπάγεται περαιτέρω διόγκωση του κόστους για τις νέες εγκρίσεις τύπου και στοχεύοντας κατευθείαν στα τελικά αποτελέσματα (με καλύτερη σχέση κόστους-ωφέλειας). Θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση των υποκατηγοριών –τουλάχιστον στις πιο προβληματικές περιπτώσεις – και να προβλεφθεί καταλληλότερος χρόνος προσαρμογής της τάξης των 7 ετών για τις νέες εγκρίσεις τύπου και 9 ετών για την πρώτη χορήγηση αδείας κυκλοφορίας.

4.9   Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση αυτό προϋποθέτει προοδευτικές επενδύσεις τεράστιας εμβέλειας σε μια περίοδο κατά την οποία σχεδόν όλες οι ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες βρίσκονται αντιμέτωπες με μια κρίση της αγοράς, η οποία ξεκίνησε το 2008 και επιδεινώνεται συνεχώς. Αυτές οι επενδύσεις θα επιβαρύνουν εν τέλει τους καταναλωτές με τον κίνδυνο να επιβραδυνθεί η ανανέωση του στόλου των οχημάτων, ιδίως για τα βαρέα οχήματα μεταφοράς εμπορευμάτων, υπονομεύοντας πλήρως τους επιδιωκόμενους στόχους του υπό εξέταση κανονισμού.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Χρόνος προσαρμογής (αγγλιστί lead time): το χρονικό διάστημα που χρειάζεται η βιομηχανία για την εφαρμογή οποιασδήποτε απαίτησης που εμπεριέχει δομικές παρεμβάσεις στον σχεδιασμό του οχήματος.

(2)  ΕΕ C 317 της 23.12.2009, σελ. 22

(3)  Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (Γενεύη, www.unece.org).

(4)  Πηγή: Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/80


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (αναδιατύπωση)»

[COM(2011) 656 τελικό — 2011/0298 COD]

2012/C 191/15

Μόνος εισηγητής: ο κ. IOZIA

Στις 2 Δεκεμβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την:

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (αναδιατύπωση)

COM(2011) 656 τελικό — 2011/0298 COD.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 115 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 6 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιδοκιμάζει την πρόταση αναδιατύπωσης της οδηγίας 2004/39/ΕΚ –γνωστής και ως MiFID (οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων)– η οποία συνιστά ένα κανονιστικό πλαίσιο τόσο για την παροχή υπηρεσιών στον τομέα των χρηματοπιστωτικών μέσων όπως λ.χ. η μεσιτεία, η παροχή συμβουλών, η διαχείριση χαρτοφυλακίου, η προεγγραφή για την αγορά νέων τίτλων, η ικανότητα λειτουργίας των επενδυτικών και λοιπών τραπεζών, όσο και για τη δράση των διαχειριστών της αγοράς στις ρυθμιζόμενες αγορές.

1.2   Οι κύριοι στόχοι της πρότασης οδηγίας έγκεινται στην αύξηση της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας των συναλλαγών, στον περιορισμό της αστάθειας των αγορών, στην ενίσχυση της αδιάβλητης δράσης των μεσαζόντων, στην προστασία των επενδυτών, καθώς και στο ουσιαστικό άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών στον ανταγωνισμό του τομέα της παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η ΕΟΚΕ ενστερνίζεται αυτούς τους στόχους και συμφωνεί με το γενικό πνεύμα της πρότασης.

1.3   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, δεδομένης της νέας Συνθήκης, η νομική βάση που επέλεξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενδέχεται να αποδειχθεί ανεπαρκής και να μην αντανακλά πιστά τις προεκτάσεις της οδηγίας. Η προστασία των καταναλωτών, η παγίωση και η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς –στοιχεία θεμελιώδη της πρότασης οδηγίας– θεμελιώνονται σε μια πιο ανεπτυγμένη και σύνθετη νομική βάση, εγγυώνται δε αρτιότερες διαδικασίες συμμετοχής και λειτουργίας των αντιπροσωπευτικών οργάνων.

1.4   Στην πρόταση αναδιατύπωσης της οδηγίας λαμβάνονται υπόψη οι νομοθετικές εξελίξεις που σημειώθηκαν μέχρι σήμερα και προτείνονται νέες και καλύτερα καθορισμένες λύσεις σχετικά με τις ευθύνες των παραγόντων της αγοράς. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την επιλογή να αναδιατυπωθεί η οδηγία, λόγω της μεγαλύτερης συνθετότητας της χρηματοπιστωτικής αγοράς, της εξέλιξής της, των χρησιμοποιούμενων τεχνολογικών μέσων –τα οποία έχουν καταστήσει απαρχαιωμένες ορισμένες από τις παλαιότερες διατάξεις–, και κυρίως λόγω της αδυναμίας της νομοθεσίας που διέπει περισσότερο τα μέσα και λιγότερο την αγορά χρεογράφων, την οποία διαχειρίζονται οι χρηματοπιστωτικοί παράγοντες.

1.5   Κατά την ΕΟΚΕ η πρόταση οδηγίας επιτυγχάνει τον στόχο να καταστήσει πιο ολοκληρωμένη, αποτελεσματική και ανταγωνιστική τη χρηματοπιστωτική αγορά της ΕΕ, ενισχύοντας τη διαφάνεια και την προστασία των καταναλωτών, περιορίζοντας τα περιθώρια μιας ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας ως αυτοσκοπού και αποκομμένης από την οικονομική και κοινωνική συγκυρία, και συγκεκριμένα τα μέσα που αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών κυρίως εκτός αγοράς (εξωχρηματιστηριακή συναλλαγή).

1.6   Για άλλη μια φορά, η ΕΟΚΕ δηλώνει αντίθετη στην υπερβολική και δυσανάλογη χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 94, οι οποίες θα έπρεπε να αφορούν σε ελάχιστα και συγκεκριμένα πεδία και με εξουσιοδότηση εκτέλεσης σε ορισμένο χρόνο. Ευελπιστεί ότι τα νομοθετικά όργανα της ΕΕ θα προβούν σε διευκρινίσεις ως προς την ορθή χρήση αυτού του μέσου, η συνάφεια του οποίου με το γράμμα και το πνεύμα των Συνθηκών υπόκειται σε μια εκ των υστέρων επαλήθευση.

1.7   Η ΕΟΚΕ αποδέχεται πλήρως τη διάταξη που προβλέπει την ενίσχυση της παροχής συμβουλών από ανεξάρτητους φορείς· βάσει αυτής της διάταξης, ο εκάστοτε πάροχος υπηρεσιών της αγοράς οφείλει να δηλώνει εκ των προτέρων εάν αυτή η παροχή γίνεται ανεξαρτήτως ή συνδέεται με ένα δίκτυο πωλήσεων. Έτσι, οι αποταμιευτές θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν τον τύπο συμβουλών που επιθυμούν αναλόγως με τις ανάγκες τους.

1.8   Η ΕΟΚΕ είχε ζητήσει και κατά το παρελθόν να ρυθμιστεί επαρκώς η παράμετρος των πωλήσεων έναντι παροχής συμβουλών, δηλαδή η απαγόρευση άσκησης εμπορικών πιέσεων για την πώληση προϊόντων εκ μέρους των χρηματοπιστωτικών εταιρειών σε παράγοντες της αγοράς και στα δίκτυα πωλήσεων. Η υπό εξέταση πρόταση οδηγίας κάνει το πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση και η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκμεταλλεύεται την ευκαιρία να βελτιώσει την προστασία των επενδυτών και των διαπραγματευτών, οι οποίοι οφείλουν να δρουν «αποκλειστικά» με γνώμονα το συμφέρον του πελάτη, παρέχοντάς του, άνευ όρων, την κατάλληλη καθοδήγηση.

1.9   Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει στον κατάλογο των απαιτούμενων πληροφοριών, μια ακόμα διάταξη για τη ρύθμιση της ποιότητας των στοιχείων που ανταλλάσσουν μεταξύ τους οι πάροχοι δεδομένων. Λόγω της σημασίας και της λεπτότητας του ζητήματος της παροχής αυτών των πληροφοριών, καθίσταται αναγκαία η κοινοποίηση αυτών των πληροφοριών για λόγους διαφάνειας της αγοράς.

1.10   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της ανάθεσης νέων αρμοδιοτήτων στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, η οποία θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να εκδίδει δεσμευτικές τεχνικές προδιαγραφές, να καταρτίζει γνωμοδοτήσεις, να απαγορεύει προϊόντα και πρακτικές σε περιπτώσεις ανάγκης, να συντονίζει τη δράση των εθνικών αρχών, να δίνει κατευθυντήριες γραμμές για τη λήψη διοικητικών μέτρων και τις κυρώσεις που θα πρέπει να επιβάλλονται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

2.   Οι κυριότερες καινοτομίες της πρότασης οδηγίας

2.1   Μολονότι η υπό εξέταση πρόταση δεν διαφοροποιεί τη δομή της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, την επικαιροποιεί βάσει των διατάξεων μεταγενέστερων οδηγιών και εμπλουτίζει το περιεχόμενό της, θέτοντας τους ακόλουθους κύριους στόχους:

την προαγωγή του ανταγωνισμού μεταξύ των αγορών και των διαπραγματευτών,

την προαγωγή της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας των αγορών,

την καλύτερη προστασία των επενδυτών.

2.2   Τα χρησιμοποιούμενα μέσα για την επίτευξη αυτών των στόχων αφορούν στον περιορισμό των κινδύνων μέσω διαφόρων μηχανισμών. Κατά το παρελθόν, ορισμένοι κίνδυνοι, καίτοι είχαν προβλεφθεί, έγιναν τελικά πραγματικότητα, αναδεικνύοντας την αδυναμία των παλαιότερων αντίστοιχων μηχανισμών πρόληψης.

2.3   Οι κυριότερες καινοτομίες της νέας οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων αφορούν συγκεκριμένα στα εξής:

το πεδίο εφαρμογής και το καθεστώς των εξαιρέσεων,

τους νέους διαύλους διαπραγματεύσεων,

τους κανονισμούς που ρυθμίζουν τη δράση των επενδυτικών εταιρειών και των διαπραγματευτών της ενωσιακής αγοράς,

τους κανόνες που εφαρμόζονται στις επενδυτικές εταιρείες τρίτων χωρών,

τις νέες αρμοδιότητες των εποπτικών αρχών των κρατών μελών της ΕΕ,

τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις.

3.   Παρατηρήσεις

3.1   Η αναθεώρηση αποτελείται από δύο μέρη α) τη δομή της αγοράς και β) ζητήματα διαφάνειας. Όπως δηλώνεται ρητά, κύριος στόχος της πρότασης οδηγίας είναι να διασφαλίσει ότι όλες οι συναλλαγές διεξάγονται κατά τρόπο ρυθμιζόμενο και είναι απολύτως διαφανείς.

3.2   Καθοριστικό σημείο της πρότασης οδηγίας είναι η θέσπιση της ανεξάρτητης παροχής συμβουλών. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ορθή τη διατύπωση της διάταξης για την ανεξάρτητη παροχή συμβουλών. Βάσει των νέων διατάξεων, οι μεσάζοντες θα πρέπει να διευκρινίζουν στους αποταμιευτές τι είδους συμβουλές προτίθενται να τους παρέχουν, ως ανεξάρτητοι ή μη σύμβουλοι, ποια θα είναι τα χαρακτηριστικά αυτών των συμβουλών, καθώς και ποικίλες άλλες πληροφορίες.

3.3   Χάρη σε αυτή τη διάταξη, όλοι οι επενδυτές, ανεξαρτήτως της οικονομικής τους επιφάνειας, θα λαμβάνουν κατάλληλες συμβουλές με γνώμονα τις ανάγκες τους. Μια διάταξη σαν αυτή δεν θα μπορούσε παρά να τύχει της αποδοχής της ΕΟΚΕ.

3.4   Μάλιστα, χάρη στην αρχή της διαφάνειας, ο πελάτης μπορεί να γνωρίζει για ποιον εργάζεται ο σύμβουλος· κατ’ αυτόν τον τρόπο εναρμονίζονται τα σημερινά συστήματα των κρατών μελών, ενισχύεται η διαφάνεια, καθίσταται πιο αδιάβλητη η λειτουργία των εμπλεκόμενων παραγόντων και, άρα, προστατεύεται καλύτερα ο επενδυτής.

3.5   Συν τοις άλλοις, με εξαίρεση τη διαχείριση χαρτοφυλακίου, η πρόταση οδηγίας επιτρέπει τη συνύπαρξη των σημερινών δικτύων συμβούλων (ανεξαρτήτων και μη), αλλά τα υποχρεώνει να δηλώνουν τον χαρακτήρα τους. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει αυτή τη διάταξη ως προς την προστασία τόσο του ανταγωνισμού, όσο και των επενδυτών καθότι επιτρέπεται στους πελάτες να επιλέγουν τον τύπο των παρεχόμενων συμβουλευτικών υπηρεσιών.

3.6   Γενικά, στο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προασπίζονται τα συμφέροντα του πελάτη και προλειαίνεται το έδαφος για την αρμονική συνύπαρξη όσων δραστηριοποιούνται στον χώρο της παροχής χρηματοπιστωτικών συμβούλων, από τις τράπεζες και τα δίκτυα χρηματοπιστωτικής υποστήριξης έως τους συμβούλους που παρέχουν υπηρεσίες αποκλειστικά επ’ αμοιβή αλλά δεν λαμβάνουν προμήθεια.

3.7   Η ΕΟΚΕ προτείνει να καταστεί πιο σαφής ο ορισμός της παροχής συμβουλών και να ληφθεί μέριμνα έτσι ώστε να εφαρμόζεται σε όλες τις επενδυτικές υπηρεσίες (ακόμα και στις συμβουλευτικές υπηρεσίες γενικής φύσης). Κατά την ΕΟΚΕ, μια διάταξη που θα περιόριζε την παροχή αυτών των συμβουλών αποκλειστικά από τους επαγγελματίες του κλάδου θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω την αρχή της προστασίας του επενδυτή.

3.8   Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η παροχή συμβουλών αφορά στη σύσταση ενός προϊόντος που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του εκάστοτε πελάτη και ακριβώς στην καταλληλότητα της σύστασης αυτής έγκειται το αδιάβλητο της συμπεριφοράς αυτού που την παρέχει. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η εν λόγω διάταξη έχει και «διδακτικό» χαρακτήρα, ανεξαρτήτως οργανωτικού μοντέλου. Η αδιάβλητη λειτουργία δεν εξαρτάται –τουλάχιστον όχι αποκλειστικά– από το γεγονός ότι οι συμβουλές παρέχονται με μορφή κάθετης ή οριζόντιας ενοποίησης, αποκλειστικά επ’ αμοιβή ή διά μεσιτείας. Η ύπαρξη ενός, δέκα ή τριάντα προϊόντων, δεν αρκεί ως εγγύηση για τον αδιάβλητο χαρακτήρα των συμβουλών που λαμβάνει ο πελάτης.

3.9   Η πρόταση αφήνει σχεδόν αμετάβλητο το κριτήριο της αυτο-κατηγοριοποίησης του πελάτη που είχε καθιερωθεί από την παλαιά οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (οι μεσάζοντες κατατάσσουν τους ιδιώτες πελάτες τους με γνώμονα τις γνώσεις και την πείρα που οι τελευταίοι ισχυρίζονται ότι διαθέτουν σε θέματα επενδύσεων). Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών παρέχει μια κατάσταση με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον καταρτισμό ερωτηματολογίου που θα δίνεται στους πελάτες. Ειδικότερα, καθορίζονται διαφορετικές κατηγορίες πελατών, οι οποίοι διακρίνονται σε ιδιώτες, επαγγελματίες και επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους.

3.10   Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τη βελτίωση που σημειώνεται εν προκειμένω, δεδομένου ότι οι μεσάζοντες μπορούν να κατηγοριοποιούν τους πελάτες τους κατά τρόπο πιο αποτελεσματικό. Εντούτοις, επισημαίνει ότι η οδηγία δεν εξασφαλίζει στις αγορές τα καλύτερα μέσα για την προστασία των πελατών σε κάθε επίπεδο.

3.11   Το σύστημα προβλέπει την επιτόπια «επιμόρφωση» του πελάτη μέσω ενός κατάλληλα καταρτισμένου προσωπικού. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί μάλλον υπερβολικά αισιόδοξη την προσδοκία να μπορεί ένας ιδιώτης πελάτης να αποτυπώνει κατά τρόπο πιστό και ακριβή τις οικονομικές του δυνατότητες, λόγω –μεταξύ άλλων– και της ελλιπούς εξοικείωσης με τα χρηματοοικονομικά και της καθυστέρησης με την οποία σχεδιάζονται τα προγράμματα χρηματοοικονομικής επιμόρφωσης σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ εισηγείται την αναθεώρηση του διαδικαστικού σκέλους της οδηγίας, προσθέτοντας ενδεχομένως έναν εξωτερικό φορέα που θα συμβάλλει στην «επιμόρφωση» του πελάτη.

3.12   Η οδηγία εισάγει ένα νέο σύστημα αμοιβής του ανεξάρτητου συμβούλου. Οι ανεξάρτητοι σύμβουλοι θα πληρώνονται απευθείας από τον πελάτη, σε αντίθεση με τους μη ανεξάρτητους.

3.13   Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι, χάρη σε αυτό το νέο σύστημα αμοιβών θα αναβαθμιστεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, θα βελτιωθεί η κατοχύρωση των πελατών και θα ενισχυθεί η αδιάβλητη συμπεριφορά των επαγγελματιών του κλάδου. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ συνιστά να γίνει μια διάκριση μεταξύ συμβουλών και πωλήσεων.

3.14   Επίσης, αφού η παροχή κατάλληλων και ορθών συμβουλών έχει ένα κόστος, είναι εύλογο να υποτεθεί ότι η παροχή συμβουλών για πιο σύνθετα προϊόντα θα είναι ακόμα πιο δαπανηρή. Επομένως, η ΕΟΚΕ εγείρει το ζήτημα της δυνατότητας ανάδειξης και ευρείας διάδοσης λιγότερο σύνθετων προϊόντων, εφόσον αυτά είναι οικονομικότερα.

3.15   Πολλές νέες διατάξεις αποσκοπούν στην κατοχύρωση της έντιμης και αδιάβλητης λειτουργίας των τραπεζών, οι οποίες θα κληθούν να αναθεωρήσουν άρδην τις εμπορικές τους πρακτικές. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει αυτές τις διατάξεις διότι ενισχύεται έτσι η προστασία του επενδυτή. Παράλληλα, η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει μέτρα για την ευαισθητοποίηση των χρηματοπιστωτικών εταιρειών, αλλά και των πελατών.

3.16   Μια άλλη σημαντική καινοτομία έγκειται στην πρόταση να προβλεφθεί ειδική κατηγορία του χρηματιστηρίου για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), με μικρότερες ρυθμιστικές επιβαρύνσεις. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ αυτής της προσθήκης διότι έτσι μπορεί να προβληθεί καλύτερα αυτό το τμήμα της αγοράς.

3.17   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ διατηρεί τις επιφυλάξεις της ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής αυτής της διάταξης· στην ουσία, μάλιστα, δεν πρόκειται καν για μια νέα πρόταση. Εδώ και πάνω από 20 χρόνια καταβάλλονται προσπάθειες για την ανάπτυξη μιας διευρυμένης αγοράς για τις ΜΜΕ, χωρίς όμως ακόμα να καταστεί η αγορά λειτουργική και αποτελεσματική. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ εισηγείται την πρόβλεψη ειδικών μέτρων και διατάξεων για την ευόδωση αυτού του στόχου.

3.18   Γενικά, με την πρόταση οδηγίας καθορίζονται σαφέστεροι κανόνες λειτουργίας για όλες τις διαπραγματευτικές δραστηριότητες. Οι δίαυλοι ή πλατφόρμες διαπραγματεύσεων πρέπει να είναι έτσι δομημένες ώστε να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα όλα τα δεδομένα εντός 15 λεπτών και να κοινοποιούνται σε πραγματικό χρόνο και σε κόστος που θα καθορίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «με εύλογους εμπορικούς όρους». Το μέτρο αυτό θα συνιστούσε ουσιαστικό βήμα προόδου για τον διαφανή καθορισμό των τιμών.

3.19   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη θέσπιση υποχρέωσης κάθε διαύλου να δημοσιοποιεί μέσω συγκεκριμένων μεσαζόντων στοιχεία σχετικά με τις διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτή η διάταξη προϋποθέτει υπερβολική εμπιστοσύνη στην αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των παραγόντων της αγοράς και συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει ειδικό σημείο για την έλεγχο της ποιότητας των πληροφοριών που ανταλλάσσουν μεταξύ τους οι πάροχοι δεδομένων.

3.20   Στην περίπτωση των παράγωγων βασικών προϊόντων, στόχος της νέας οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων είναι η πρόληψη της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας ως αυτοσκοπού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει να επιτύχει αυτόν τον στόχο χάρη και στον περιορισμό του ύψους των συμβάσεων που μπορεί να συνάψει ένας επενδυτής σε ορισμένη χρονική περίοδο. Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένα υποστηρίξει ότι η κερδοσκοπία δεν είναι απαραίτητα αρνητικό στοιχείο των χρηματοπιστωτικών αγορών καθότι ενισχύει τη ρευστότητα και την ανάπτυξή τους. Βεβαίως χρειάζεται να ληφθούν μέτρα κατά των ιδιαίτερα κερδοσκοπικών συναλλαγών, οι οποίες αποβαίνουν εις βάρος της τελικής τιμής που καλούνται να πληρώσουν οι καταναλωτές· παράλληλα, όμως κατά την ΕΟΚΕ, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να υλοποιούνται κατά τρόπο προσεκτικό και ισορροπημένο προς αποφυγή αρνητικών επιπτώσεων στην αγορά.

3.21   Συν τοις άλλοις, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι, μολονότι η νέα πρόταση οδηγίας επιχειρεί την εναρμόνιση της νομοθεσίας των διαφόρων κρατών, δεν φαίνεται να προβλέπει συγκεκριμένο τρόπο συντονισμού του κανονιστικού πλαισίου της Ευρώπης με αυτό των ΗΠΑ. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την αρχή της εναρμόνισης, αλλά σημειώνει ότι θα πρέπει να δοθεί προσοχή στο πρόσθετο κόστος που βαραίνει ενίοτε τους παράγοντες των διαφόρων αγορών εξαιτίας της πληθώρας κανόνων που διέπουν, λ.χ. τις αγορές των παραγώγων.

3.22   Αναφορικά με την επιβολή της αρχής της διαφάνειας και στις φάσεις πριν από τις διαπραγματεύσεις μετοχών και δομημένων προϊόντων, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη σύμφωνη γνώμη της. Ωστόσο, σημειώνει ότι θα πρέπει να συνεκτιμώνται οι ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των χρηματιστηρίων και των λοιπών αγορών. Το ζητούμενο της διαφάνειας κατά τις φάσεις πριν από τις διαπραγματεύσεις είναι σημαντικότερο για τις αγορές με απευθείας εντολές (όπως η αγορά μετοχών), ενώ η διαφάνεια κατά τις φάσεις μετά τις διαπραγματεύσεις έχει μεγαλύτερη βαρύτητα για τις αγορές βάσει των οριζόμενων τιμών (π.χ. οι αγορές ομολόγων). Συνεπώς, η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμο τον διαχωρισμό των αγορών στις οποίες εφαρμόζεται η αρχή της διαφάνειας πριν και μετά τις διαπραγματεύσεις.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/84


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών»

[COM(2011) 895 final — 2011/0439 (COD)]

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις»

[COM(2011) 896 final — 2011/0438 (COD)]

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης»

[COM(2011) 897 final — 2011/0437 (COD)]

2012/C 191/16

Εισηγητής: ο κ. Miguel Ángel CABRA DE LUNA

Στις 19 Ιανουαρίου 2012 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στις 10 Φεβρουαρίου 2012 το Συμβούλιο, σύμφωνα με τα άρθρα 53 παράγραφος 1, 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών

COM(2011) 895 τελικό — 2011/0439 (COD).

Στις 17 Ιανουαρίου 2012 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στις 10 Φεβρουαρίου 2012, το Συμβούλιο, σύμφωνα με τα άρθρα 53 παράγραφος 1, 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις

COM(2011) 896 τελικό — 2011/0438 (COD).

Στις 17 Ιανουαρίου 2012 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στις 10 Φεβρουαρίου 2012, το Συμβούλιο, σύμφωνα με τα άρθρα 53 παράγραφος 1, 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης

COM(2011) 897 τελικό — 2011/0438 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 17 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 179 ψήφους υπέρ, 33 ψήφους κατά και 12 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η αναθεώρηση των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις εντάσσεται σε ένα γενικότερο πρόγραμμα με στόχο τον ευρύτερο εκσυγχρονισμό του συστήματος των δημόσιων συμβάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις γενικού χαρακτήρα όσο και εκείνες που συνάπτονται με φορείς των τομέων του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών. Στο πρόγραμμα συμπεριλήφθηκε επίσης μια νέα πρόταση οδηγίας σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης, οι οποίες μέχρι σήμερα ρυθμίζονταν μόνο μερικώς σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

1.2   Η υποστήριξη προς τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ INT/570 για την «Πράσινη Βίβλο σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής δημόσιων συμβάσεων της ΕΕ – Προς μια αποτελεσματικότερη αγορά δημοσίων συμβάσεων» ήταν σχεδόν καθολική, όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, πράγμα που ωθεί την ΕΟΚΕ να διατηρήσει και στην παρούσα γνωμοδότηση τις ίδιες αρχές και απόψεις, χωρίς να αποκλείει τη δυνατότητα να τις αναπτύξει περαιτέρω αυτές τις αρχές και τις απόψεις στη γνωμοδότηση που της ζητείται τώρα, λαμβάνοντας εκείνη την ευρεία συναίνεση ως βάση, καθώς τώρα βρισκόμαστε ενώπιον ειδικών και συγκεκριμένων νομοθετικών προτάσεων.

1.3   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία της συνεκτίμησης των καινοτομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών πτυχών της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» σε σχέση με τις δημόσιες συμβάσεις.

1.4   Η ΕΟΚΕ ζητεί, συγκεκριμένα, καλύτερη ποιότητα και περισσότερη καινοτομία στις δημόσιες συμβάσεις, μείωση της περιττής γραφειοκρατίας, συμπερίληψη περιβαλλοντικών και κοινωνικών πτυχών (προστασία της απασχόλησης και των εργασιακών συνθηκών, καθώς και των ατόμων με αναπηρία και άλλων μειονεκτουσών ομάδων) και προτίμηση της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς αντί της πιο χαμηλής τιμής, πράγμα το οποίο θα πρέπει να είναι μάλλον η εξαίρεση παρά ο κανόνας, προκειμένου να επιτευχθούν πιο έξυπνες και πιο αποτελεσματικές δημόσιες συμβάσεις, να ενισχυθεί ο επαγγελματισμός, να αυξηθεί η συμμετοχή των ΜΜΕ (συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιχειρήσεων), να καταπολεμηθεί η ευνοιοκρατία, η απάτη και η διαφθορά και να προωθηθούν οι ευρωπαϊκές δημόσιες συμβάσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα, μεταξύ διάφορων άλλων στόχων. Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της εφαρμογής της αρχής της κοστολόγησης βάσει του κύκλου ζωής, δεδομένης της ανάγκης να προαχθεί η αειφόρος ανάπτυξη.

1.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ύπαρξη κοινών διαδικασιών για τις δημόσιες συμβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξασφαλίζει μεγαλύτερη διαφάνεια και αντικειμενικότητα. Σε κάθε περίπτωση, οι προτάσεις παρέχουν σε κάθε κράτος μέλος σημαντική διοικητική ευελιξία για την προσαρμογή των διαδικασιών και των εργαλείων στις ιδιαίτερες συνθήκες του. Όλες αυτές οι παράμετροι, σε συνδυασμό με τις παραμέτρους της ποιότητας και του επαγγελματισμού, βαίνουν χωρίς καμία αμφιβολία προς όφελος των πολιτών και του κοινού συμφέροντος.

1.6   Από την εκτενή συζήτηση για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας (ΥΚΩ), το συμπέρασμα ήταν ότι δεν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις με την κυριολεκτική έννοια του όρου, αλλά για υπηρεσίες που παρέχονται από διάφορες αρχές ή εξ ονόματος αυτών. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι οι αναθέτουσες αρχές έχουν πλήρη ελευθερία να εκπληρώνουν οι ίδιες το σύνολο ή μέρος των αποστολών τους ή να αναθέτουν υπεργολαβικά όποια καθήκοντα θεωρούν σκόπιμο.

1.7   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει για άλλη μία φορά ότι τάσσεται υπέρ της ανάθεσης συμβάσεων σε προστατευόμενα εργαστήρια για τα άτομα με αναπηρία και σε κοινωνικές επιχειρήσεις που προσφέρουν απασχόληση σε άλλες μειονεκτούσες ομάδες, προκειμένου να εξασφαλιστεί ισότητα ευκαιριών προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και της κοινωνικής ένταξης.

1.8   Πρέπει να ενισχυθούν οι κανόνες εμπιστευτικότητας όσον αφορά τις πληροφορίες που περιέχονται στις προσφορές των επιχειρήσεων.

1.9   Οι τεχνικές προδιαγραφές θα πρέπει να διευρυνθούν όπου χρειάζεται, ώστε να περιλάβουν και τα χαρακτηριστικά της παραγωγής ή της διαδικασίας. Με αυτόν τον τρόπο θα απλοποιηθεί και θα καταστεί πιο διαφανής η ευχέρεια των αναθετουσών αρχών να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για την προώθηση βιώσιμων στόχων όπως είναι η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η τήρηση των συλλογικών συμβάσεων, ο σεβασμός των εργασιακών κανόνων και των συνθηκών εργασίας ή η αρχή της ίσης αμοιβής για την ίδια εργασία.

1.10   Επίσης σε σχέση με τις τεχνικές προδιαγραφές, η ΕΟΚΕ θεωρεί πολύ θετική την προβλεπόμενη υποχρέωση να λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτισή τους, εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις, τα κριτήρια της προσβασιμότητας των ατόμων με αναπηρίες και του σχεδιασμού για όλους τους χρήστες.

1.11   Όσον αφορά τους λόγους αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 55 παράγραφος 3 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, κρίνεται θετικό το γεγονός ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν από τις συμβάσεις τους προσφέροντες που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τις οποίες ορίζει η νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα του κοινωνικού, του εργατικού ή του περιβαλλοντικού δικαίου ή οι διεθνείς διατάξεις του κοινωνικού και περιβαλλοντικού δικαίου που απαριθμούνται στο παράρτημα ΧΙ της πρότασης. Όμως, θα έπρεπε επίσης να αναφερθεί ρητώς, επειδή είναι προφανές ότι έτσι πρέπει να συμβαίνει, ότι μπορούν να αποκλείονται επίσης όσοι δεν τηρούν την εθνική νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους όσον αφορά τα κοινωνικά, τα εργασιακά και τα περιβαλλοντικά θέματα, καθώς και τις συλλογικές συμβάσεις εν ισχύ στον τόπο παροχής του έργου, της υπηρεσίας ή της προμήθειας. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτοί οι αποκλεισμοί για τους προαναφερθέντες λόγους θα πρέπει να είναι υποχρεωτικοί.

1.12   Όπως είχε ήδη επισημανθεί στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ INT/570, θα ήταν αναγκαίο, στο άρθρο 57 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, να απαιτείται ρητώς από τους προσφέροντες δήλωση που να αναφέρει ότι «συμμορφούνται με τις διατάξεις που ισχύουν σε κάθε κράτος όσον αφορά την επαγγελματική ένταξη των ατόμων με αναπηρία, όπως, για παράδειγμα, την υποχρέωση να προσλαμβάνουν συγκεκριμένο αριθμό ή ποσοστό ατόμων με αναπηρία στις χώρες εκείνες όπου υφίσταται αυτή η νομική υποχρέωση». Εξυπακούεται ότι αυτό δεν θα είναι απαραίτητο στις χώρες όπου δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση.

1.13   Όπως είχε επισημανθεί επίσης στη γνωμοδότηση INT/570, η Σύμβαση C94 της ΔΟΕ του 1949 σχετικά με τις ρήτρες εργασίας (στις συμβάσεις που συνάπτονται από τις δημόσιες αρχές) έχει επί του παρόντος δεσμευτικό χαρακτήρα σε 10 κράτη μέλη της ΕΕ, ενώ άλλα κράτη μέλη, όπως η Ιρλανδία, την εφαρμόζουν οικειοθελώς στις δημόσιες συμβάσεις. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπό σημείωση τις αρχές που περιέχονται σε αυτή τη Σύμβαση και συνιστά να παροτρυνθούν τα κράτη μέλη να την κυρώσουν και να εφαρμόζουν τις αρχές της.

1.14   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι διατηρείται ο πρωταγωνιστικός ρόλος και η υπερβολική χρήση του κριτηρίου ανάθεσης της «χαμηλότερης τιμής» ή του «χαμηλότερου κόστους». Η υπερβολική χρήση αυτού του κριτηρίου εμποδίζει την καινοτομία, την αναζήτηση καλύτερης ποιότητας και την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», και δεν αντιπροσωπεύει αναγκαστικά μεγαλύτερη αξία. Συνεπώς, το κριτήριο της χαμηλότερης τιμής θα πρέπει να είναι πάντα η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

1.15   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να ενισχυθούν οι διατάξεις σε σχέση με την υπεργολαβία. Τα πολλαπλά επίπεδα υπεργολαβίας δημιουργούν δυσκολίες στην υλοποίηση των συλλογικών συμβάσεων, των συνθηκών εργασίας και των διαδικασιών που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια. Θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη διακριτική ευχέρεια στις δημόσιες αρχές ώστε να μπορούν να επηρεάσουν τις συμβάσεις όσον αφορά τους κοινωνικούς, τους περιβαλλοντικούς και τους ποιοτικούς στόχους. Θα πρέπει να δηλώνονται τα στοιχεία των βασικών υπεργολάβων πριν από την ανάθεση της σύμβασης και η δημόσια αρχή θα πρέπει να προσδιορίζει τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις, ώστε να είναι δυνατή η αποτελεσματική εποπτεία και ο έλεγχος της σύμβασης. Πρέπει να θεσπιστούν οι αναγκαίοι μηχανισμοί ώστε οι δημόσιες αρχές να μπορούν να προβάλλουν βέτο και να απορρίπτουν ορισμένους υπεργολάβους εάν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος ανησυχίας.

1.16   Η ΕΟΚΕ είναι υπέρ της διατήρησης της διαφοράς μεταξύ των υπηρεσιών τύπου Α και Β, εφόσον υπάρχει ασφάλεια δικαίου και δυνατότητα επέκτασης των διασυνοριακών συμβάσεων των υπηρεσιών Β. Ήδη στη γνωμοδότηση INT/570 η ΕΟΚΕ συνιστούσε την περιοδική αναθεώρηση του καταλόγου των υπηρεσιών τύπου Β από την Επιτροπή, προκειμένου να προσδιορίζεται εάν ορισμένες υπηρεσίες τύπου Β θα μπορούσαν επωφελώς να μετατεθούν στις υπηρεσίες τύπου Α. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για τις διάφορες συμβάσεις δημόσιων υπηρεσιών που ήταν προηγουμένως εγγεγραμμένες στον κατάλογο των υπηρεσιών τύπου Β και τώρα έχουν διαγραφεί από τα παραρτήματα XVI και XVΙΙ, αντίστοιχα, των δύο προτάσεων, στα οποία παρατίθενται οι υπηρεσίες για τις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία των άρθρων 74 έως 86 και 84 έως 86 των δύο προτάσεων. Η ΕΟΚΕ ζητά, επίσης, να διαγραφεί από τα παραρτήματα XVI και XVΙΙ, αντίστοιχα, των προτάσεων η αναφορά στις θρησκευτικές υπηρεσίες και στις υπηρεσίες που παρέχονται από συνδικαλιστικές οργανώσεις.

1.17   ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές αμφιβολίες όσον αφορά την αναγκαιότητα μιας οδηγίας της ΕΕ για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης και υπενθυμίζει το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των δημοσιών συμβάσεων (2011/2048 (ΙΝΙ)), στο οποίο το Κοινοβούλιο εκφράζει την άποψη ότι «μία πρόταση νομοθετικής πράξης σχετικά με τις παροχές υπηρεσιών αιτιολογείται μόνο με την ενδεχόμενη αντιμετώπιση στρεβλώσεων της εσωτερικής αγοράς· υπογραμμίζει ότι ουδεμία τέτοια στρέβλωση έχει μέχρι σήμερα εντοπιστεί». Η ΕΟΚΕ ζητεί να πραγματοποιηθεί επιπρόσθετη και πλήρης εκτίμηση επιπτώσεων προτού επιτραπεί η περαιτέρω προώθηση των εν λόγω προτάσεων.

1.18   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος συνήθως υπάγονται σε ειδικούς κανόνες, σε εθνικούς και ενωσιακούς, που αποσκοπούν στη διασφάλιση της δυνατότητας πρόσβασης, της προσιτής τιμής και της ποιότητάς τους, εγγυώνται την ίση αντιμετώπιση, την καθολική πρόσβαση, την ασφάλεια και τα δικαιώματα των χρηστών και οι οποίοι πρέπει να υπενθυμιστούν και να διασφαλιστούν με την παρούσα πρόταση. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, που εισήγαγε η Συνθήκη της Λισαβόνας, οι εθνικές, οι περιφερειακές και οι τοπικές αρχές πρέπει να διατηρούν την ευρεία διακριτική τους ευχέρεια ώστε να αποφασίζουν για τους τρόπους οργάνωσης και παροχής των εν λόγω υπηρεσιών και να καθορίζουν τα χαρακτηριστικά τους, ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν τους στόχους του δημόσιου συμφέροντος.

1.19   Οι δημόσιες αρχές μπορούν δικαίως να επιλέξουν να εκτελέσουν δημόσιες συμβάσεις «in house» (με δικά τους μέσα) ή να συνεργαστούν με άλλες δημόσιες αρχές, όπως αναγνωρίζεται στις ευρωπαϊκές Συνθήκες και στη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ και, με σεβασμό στις αρχές της διαφάνειας.

1.20   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της συγκρότησης στα κράτη μέλη εθνικών εποπτικών μηχανισμών επιφορτισμένων με την εφαρμογή και την εποπτεία των δημόσιων συμβάσεων.

2.   Γενική επισκόπηση των προτάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

2.1   Οι δημόσιες αρχές δαπανούν κάθε χρόνο γύρω στο 18 % του ΑΕγχΠ σε αγαθά, υπηρεσίες και έργα. Στη σημερινή εποχή των δημοσιονομικών περιορισμών, η πολιτική στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων οφείλει να εξασφαλίζει τη βέλτιστη χρήση αυτών των πόρων, προκειμένου να στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία απασχόλησης και να συμβάλει έτσι στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

2.2   Η υφιστάμενη γενιά οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις αποτελεί αποτέλεσμα μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας, που άρχισε το 1971 με την έγκριση της οδηγίας 71/305/ΕΟΚ (1). Μια ολοκληρωμένη οικονομική αξιολόγηση έδειξε ότι οι οδηγίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις έχουν επιτύχει τους στόχους τους σε σημαντικό βαθμό. Ωστόσο, απαιτείται ακόμη σημαντική πρόοδος για να επιτευχθούν οι στόχοι της κοινωνικής και της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Οι οδηγίες συνέβαλαν όντως στην αύξηση της διαφάνειας και των επιπέδων του ανταγωνισμού, όπως και στη μείωση των τιμών, αλλά χρειάζεται ακόμη μέριμνα για την απασχόληση και για τις μισθολογικές και εργασιακές συνθήκες, προκειμένου να μην υπάρξουν αρνητικές συνέπειες για τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» όσον αφορά την ανάπτυξη και την απασχόληση και για τις οριζόντιες κοινωνικές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας.

2.3   Η ΕΟΚΕ εφιστά επίσης την προσοχή στη δυνατότητα ανάλυσης του δυναμικού ή της σημασίας των οικονομικά εξαρτώμενων αυτοαπασχολούμενων εργαζομένων (2).

2.4   Τα ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν την αναθεώρηση των οδηγιών για τις δημόσεις συμβάσεις με στόχο την απλοποίηση των κανόνων, την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητάς τους και την καλύτερη προσαρμογή τους στις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις.

2.5   Η αναθεώρηση των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις εγγράφεται σε ένα γενικότερο πρόγραμμα με στόχο τον ευρύτερο εκσυγχρονισμό του συστήματος των δημόσιων συμβάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις γενικού χαρακτήρα όσο και εκείνες που συνάπτονται με φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών. Η αναθεώρηση της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις αποτελεί μία από τις δώδεκα δράσεις που προβλέπονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Η Πράξη για την Ενιαία Αγορά - Δώδεκα δράσεις για την τόνωση της ανάπτυξης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης», η οποία εγκρίθηκε τον Απρίλιο του 2011.

2.6   Στο πρόγραμμα προστέθηκε επίσης μια νέα πρόταση οδηγίας σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης, οι οποίες μέχρι σήμερα ρυθμίζονταν μόνο μερικώς σε ευρωπαϊκή κλίμακα από το παράγωγο δίκαιο. Ωστόσο, πολλές οργανώσεις, τόσο εργοδοτών όσο και εργαζομένων, καθώς και διάφοροι πολιτικοί και δημόσιοι φορείς, έχουν ήδη εκφράσει τη σαφή αντίθεσή τους στην εν λόγω πρόταση, επειδή αμφιβάλλουν αν μπορεί να παράσχει μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και αν σέβεται δεόντως το δικαίωμα των δημόσιων αρχών να αποφασίζουν σύμφωνα με τις ιδιαίτερες προνομίες που τους αναγνωρίζουν οι ευρωπαϊκές Συνθήκες.

2.7   Ως γενική εκτίμηση όσον αφορά τόσο τις δημόσιες συμβάσεις όσο και τις συμβάσεις παραχώρησης, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της που η Επιτροπή έλαβε υπόψη την ιδιαιτερότητα των κοινωνικών υπηρεσιών και που προτείνει μιαν απλοποιημένη διαδικασία. Λυπάται, ωστόσο, για το γεγονός ότι δεν καθορίζονται σαφή όρια μεταξύ «δημόσιων συμβάσεων» και «συμβάσεων παραχώρησης», από τη μία πλευρά, και άλλων τρόπων εκτέλεσης των δημόσιων υπηρεσιών, ιδίως εκείνων που έχουν κοινωνικό χαρακτήρα, από την άλλη. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτείνει να εισαχθούν και στις δύο οδηγίες οι εξής τροποποιήσεις: «Δεν θεωρούνται συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών ή δημόσιες συμβάσεις εκείνες οι διαδικασίες των κρατών μελών οι οποίες εφαρμόζουν την αρχή ότι επιτρέπεται η παροχή υπηρεσιών σε όλους τους παρόχους που πληρούν τις προϋποθέσεις που έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων από τη νομοθεσία, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής τους και με σεβασμό των αρχών της διαφάνειας και της μη διακριτικής μεταχείρισης».

3.   Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής INT/570 «Προς μια αποτελεσματικότερη ευρωπαϊκή αγορά δημοσίων συμβάσεων»

3.1   Στις 27 Ιανουαρίου 2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πράσινη Βίβλο σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής δημόσιων συμβάσεων της ΕΕ – Προς μια αποτελεσματικότερη αγορά δημοσίων συμβάσεων» (COM(2011) 15 τελικό).

3.2   Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 23 Ιουνίου 2011.

3.3   Κατά τη σύνοδο ολομέλειας της 13ης Ιουλίου 2011, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 164 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 4 αποχές τη γνωμοδότησή της INT/570 σχετικά με την εν λόγω Πράσινη Βίβλο.

3.4   Η υποστήριξη εκείνης της γνωμοδότησης ήταν σχεδόν καθολική, όπως φαίνεται από το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, πράγμα που ωθεί την ΕΟΚΕ να διατηρήσει και στη νέα γνωμοδότηση, που της ζητείται τώρα, τις ίδιες αρχές και απόψεις, αφενός επειδή δεν έχουν ανακύψει νέες συνθήκες που να επιβάλλουν την τροποποίησή τους και αφετέρου για να διατηρηθεί η ίδια πλειοψηφία και το ίδιο πνεύμα συνεργασίας για το κοινό όφελος, τα οποία έκαναν όλη την ΕΟΚΕ να συμφωνήσει με την προηγούμενη γνωμοδότηση. Αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα να αναπτύξουμε περαιτέρω τις συμφωνηθείσες αρχές και απόψεις, λαμβάνοντας εκείνη την ευρεία συναίνεση ως βάση, καθότι τώρα βρισκόμαστε ενώπιον ειδικών και συγκεκριμένων νομοθετικών προτάσεων.

3.5   Στην εν λόγω γνωμοδότηση INT/570, η ΕΟΚΕ είχε ήδη εκφράσει την ικανοποίησή της για τη συζήτηση που δρομολογούσε η Επιτροπή με την Πράσινη Βίβλο της για τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής δημοσίων συμβάσεων της ΕΕ, προκειμένου να την καταστήσει πιο αποτελεσματική στο πλαίσιο μιας πιο καινοτόμου, πιο οικολογικής και πιο κοινωνικής ενιαίας αγοράς με καλύτερη λειτουργία.

3.6   Ζητούσε επίσης βελτίωση της ποιότητας και αύξηση της καινοτομίας στις δημόσιες συμβάσεις, μείωση της περιττής γραφειοκρατίας, συμπερίληψη περιβαλλοντικών και κοινωνικών πτυχών (προστασία της απασχόλησης και των εργασιακών συνθηκών, καθώς και των ατόμων με αναπηρία και άλλων μειονεκτουσών ομάδων) και προτίμηση της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς αντί της πιο χαμηλής τιμής, προκειμένου να επιτευχθούν πιο έξυπνες και πιο αποτελεσματικές δημόσιες συμβάσεις, να ενισχυθεί ο επαγγελματισμός, να αυξηθεί η συμμετοχή των ΜΜΕ (συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιχειρήσεων), να καταπολεμηθεί η ευνοιοκρατία, η απάτη και η διαφθορά και να προωθηθούν οι ευρωπαϊκές δημόσιες συμβάσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, μεταξύ διάφορων άλλων στόχων.

4.   Πρόταση οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις – COM(2011) 896 τελικό και Πρόταση οδηγίας σχετικά με τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών – COM(2011) 895 τελικό

4.1   Στόχος της προτεινόμενης αναθεώρησης είναι ο εις βάθος εκσυγχρονισμός των υφιστάμενων εργαλείων και μέσων, προκειμένου να προσαρμοστούν καλύτερα στις εξελίξεις του πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού πλαισίου. Προς τούτο κρίθηκε απαραίτητο, βάσει των ίδιων των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προταθεί χωριστή οδηγία για τις δημόσιες συμβάσεις και άλλη, ανεξάρτητη, για τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών.

4.2   Η αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει δύο συμπληρωματικούς στόχους:

να αυξήσει την αποδοτικότητα των δημόσιων δαπανών, για να εξασφαλιστούν τα βέλτιστα δυνατά αποτελέσματα των συμβάσεων από την άποψη της σχέσης ποιότητας/τιμής. Αυτό σημαίνει, συγκεκριμένα, απλοποίηση των υφιστάμενων κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις. Από τις πιο εξορθολογισμένες και αποτελεσματικές διαδικασίες θα ωφεληθούν όλοι οι οικονομικοί φορείς και θα διευκολυνθεί η συμμετοχή τόσο των ΜΜΕ όσο και των ενδιαφερόμενων προσφερόντων από τα άλλα κράτη μέλη·

να επιτρέψει στους αγοραστές να αξιοποιήσουν καλύτερα τις δημόσιες συμβάσεις για την υποστήριξη κοινών κοινωνικών στόχων, όπως είναι η προστασία του περιβάλλοντος, η μεγαλύτερη απόδοση των πόρων και της ενέργειας, η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η προώθηση της καινοτομίας, της απασχόλησης και της κοινωνικής ένταξης και η εξασφάλιση των βέλτιστων δυνατών συνθηκών για την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών υψηλής ποιότητας.

4.3   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ύπαρξη κοινών διαδικασιών για τις δημόσιες συμβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο εξασφαλίζει μεγαλύτερη διαφάνεια και αντικειμενικότητα, δυσχεραίνοντας ταυτόχρονα την εμφάνιση φαινομένων ευνοιοκρατίας κατά τις αναθέσεις. Σε κάθε περίπτωση, οι προτάσεις παρέχουν σε κάθε κράτος μέλος σημαντική διοικητική ευελιξία για την προσαρμογή των διαδικασιών και των εργαλείων στις ιδιαίτερες συνθήκες του. Όλες αυτές οι παράμετροι, σε συνδυασμό με τις παραμέτρους της ποιότητας και του επαγγελματισμού, βαίνουν χωρίς καμία αμφιβολία προς όφελος των πολιτών και του κοινού συμφέροντος.

4.4   Η έννοια του οργανισμού δημοσίου δικαίου δεν είναι σαφής. Πρέπει να διασαφηνιστεί περισσότερο η έννοια του δημόσιου οργανισμού που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 και των δύο προτάσεων οδηγίας (για τις δημόσιες συμβάσεις και για τις συμβάσεις που συνάπτονται με τους φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών).

4.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ορθά τα κατώτατα όρια που θεσπίζονται στα άρθρα 4 και 12 των προτάσεων για την εφαρμογή των δύο οδηγιών.

4.6   Από την εκτενή συζήτηση για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας (ΥΚΩ), το συμπέρασμα ήταν ότι δεν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις με την κυριολεκτική έννοια του όρου, αλλά για υπηρεσίες που παρέχονται από διάφορες αρχές ή εξ ονόματος αυτών. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι οι αναθέτουσες αρχές έχουν πλήρη ελευθερία να εκπληρώνουν οι ίδιες το σύνολο ή μέρος των αποστολών τους ή να αναθέτουν υπεργολαβικά όποια καθήκοντα θεωρούν σκόπιμο. Επίσης, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα συστήματα των κρατών μελών που τηρούν τις κατοχυρωμένες από το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ αρχές της ίσης μεταχείρισης, της απαγόρευσης των διακρίσεων και της διαφάνειας και που αναγνωρίζουν γενικό δικαίωμα πρόσβασης στην παροχή υπηρεσιών. Συνεπώς, οι ΥΚΩ (3), αυτές καθαυτές, δεν πρέπει να υπάγονται στην οδηγία για τις δημόσιες συμβάσεις, αν και οποιαδήποτε υπεργολαβία ή σύμβαση που συνδέεται μαζί τους και ανατίθεται από τις αρχές ή εξ ονόματός τους πρέπει σαφώς να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

Το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το Πρωτόκολλο αριθ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος αναγνωρίζουν τον ειδικό χαρακτήρα και τη σημασία των δημόσιων υπηρεσιών, καθώς και την ευρεία διακριτική ευχέρεια των εθνικών, των περιφερειακών και των τοπικών αρχών να αποφασίζουν για τον τρόπο παροχής, ανάθεσης και οργάνωσής τους. Εδώ εντάσσεται και η εσωτερική παροχή υπηρεσιών και η συνεργασία μεταξύ των φορέων του δημόσιου τομέα. Ύψιστη σημασία έχει η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφάλειας, οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και προώθησης της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών. Οι αρχές αυτές πρέπει να εφαρμόζονται σε όλες τις προτάσεις οδηγιών που αφορούν τις δημόσιες συμβάσεις.

4.7   Οι οδηγίες δεν πρέπει να ορίζουν τι οφείλει να αγοράζει και τι να αναθέτει υπεργολαβικά μια αναθέτουσα αρχή, αλλά να περιορίζονται στον προσδιορισμό των διαδικασιών για αυτές τις αγορές ή τις υπεργολαβικές αναθέσεις. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτή η ελευθερία δράσης δεν πρέπει να περισταλεί. Σε κάθε περίπτωση, αυτό πρέπει να γίνει με διαφανή και αναλογικό τρόπο, χωρίς να δίνονται λαβές για καταχρήσεις ή απάτες.

4.8   Οι δημόσιες αρχές μπορούν δικαίως να επιλέξουν να εκτελέσουν δημόσιες συμβάσεις «in house» (με δικά τους μέσα) ή να συνεργαστούν με άλλες δημόσιες αρχές, όπως αναγνωρίζεται στις ευρωπαϊκές Συνθήκες και στη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ και, με σεβασμό στις αρχές της διαφάνειας.

4.9   Οι γενικοί κανόνες για τους οικονομικούς φορείς που προβλέπονται στα άρθρα 16 και 30 και των δύο προτάσεων οδηγίας είναι ορθοί στον βαθμό που ευνοούν τη συμμετοχή των ΜΜΕ, οι οποίες πρέπει σε κάθε περίπτωση να τηρούν τα κοινωνικά και τα περιβαλλοντικά πρότυπα.

4.10   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει για άλλη μία φορά την υποστήριξη, που είχε εκφράσει στη γνωμοδότησή της INT/570, προς την ανάθεση συμβάσεων σε προστατευόμενα εργαστήρια για τα άτομα με αναπηρία, προκειμένου να εξασφαλιστεί ισότητα ευκαιριών προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και της κοινωνικής ένταξης. Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι τα άρθρα 17 και 31 των προτάσεων διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής που προβλεπόταν στην αιτιολογική σκέψη 28 και στο άρθρο 29 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, ώστε να συμπεριλαμβάνονται πλέον και τα μειονεκτούντα άτομα. Ενώπιον αυτού του γεγονότος, η ΕΟΚΕ συνιστά να διαχωριστούν οι δύο πτυχές στις προτάσεις ως εξής: «Τα κράτη μέλη μπορούν να παραχωρούν κατ’ αποκλειστικότητα το δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων:

α)

σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να προβλέπουν την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον η πλειονότητα των εργαζομένων είναι άτομα με αναπηρία ή, λόγω της φύσης ή της σοβαρότητας των μειονεκτημάτων τους, δεν μπορούν να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα υπό τις συνήθεις συνθήκες ή δεν βρίσκουν εύκολα εργασία στην κανονική αγορά·

β)

σε οικονομικούς φορείς ή προγράμματα που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη μειονεκτούντων εργαζομένων, εφόσον περισσότεροι από το 30 % των εργαζομένων σε αυτούς τους οικονομικούς φορείς ή τα προγράμματα είναι μειονεκτούντες εργαζόμενοι. Στη διακήρυξη διαγωνισμού γίνεται μνεία της παρούσας διάταξης».

Επιπροσθέτως, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, οι προτάσεις θα έπρεπε να προβλέπουν ρητώς την υποχρεωτική κατακύρωση συγκεκριμένου αριθμού ή ποσοστού των συμβάσεων αυτών στα κράτη μέλη όπου αυτό δικαιολογείται από τις συνθήκες, π.χ. εάν υπάρχει μεγάλος αριθμός ατόμων με αναπηρίες που μπορούν να εργαστούν, αλλά παραμένουν χωρίς εργασία.

4.11   Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι θα πρέπει να συμπεριληφθεί στις προτάσεις η μνεία, σε σχέση με τις συμβάσεις που ανατίθενται κατ’ αποκλειστικότητα, ότι αυτά τα προστατευόμενα εργαστήρια και οι οικονομικοί φορείς που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη των εργαζομένων με αναπηρία ή των μειονεκτούντων εργαζομένων «πρέπει να προωθούνται και να αποτελούνται κατά πλειοψηφία από μη κερδοσκοπικούς φορείς», πράγμα που θα δικαιολογούσε ακόμα περισσότερο αυτήν την προτιμησιακή και προνομιακή πρόσβαση στη στήριξη από τις διοικητικές αρχές.

4.12   Πρέπει να ενισχυθούν οι κανόνες εμπιστευτικότητας των άρθρων 18 και 32 των δύο προτάσεων σχετικά με τις πληροφορίες που περιέχονται στις προσφορές των επιχειρήσεων, ιδίως στις περιπτώσεις χρήσης της διαδικασίας του ανταγωνιστικού διαλόγου. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να μην αποκαλύπτουν οι αναθέτουσες αρχές πληροφορίες που τους έχουν διαβιβάσει οι οικονομικοί φορείς χαρακτηρίζοντας τις εμπιστευτικές, αλλά πιστεύει ότι δεν θα πρέπει να αποκαλύπτουν ούτε τις υπόλοιπες παρεχόμενες πληροφορίες, εκτός εάν υπάρχει βάσιμος λόγος. Ομοίως, οι αναθέτουσες αρχές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες των οικονομικών φορέων για άλλες, διαφορετικές ανταγωνιστικές διαδικασίες.

4.13   Η ρύθμιση των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων με διαπραγμάτευση του άρθρου 27 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις δεν είναι σαφής· υπάρχει κίνδυνος υπό την κάλυψη της εν λόγω διαπραγμάτευσης να κρύβονται άλλες, ανεπιθύμητες πρακτικές. Μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο, θεωρείται ότι θα ήταν πιο θετικό να διαγραφεί αυτή η διαδικασία από την πρόταση οδηγίας ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατό, να θεσπιστούν τουλάχιστον σαφή κριτήρια για τον περιορισμό της χρήσης της, ώστε να αποφευχθεί κάθε μορφή καταχρηστικής εφαρμογής της.

4.14   Σε όλες τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, αλλά ιδιαίτερα στη διαδικασία του ανταγωνιστικού διαλόγου, πρέπει σε κάθε περίπτωση να προστατεύεται η πνευματική ιδιοκτησία των προσφερόντων.

4.15   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, δεδομένης της πολυπλοκότητας και της μακράς διάρκειας που συνήθως συνοδεύει τη διαδικασία του ανταγωνιστικού διαλόγου, η οποία ρυθμίζεται στο άρθρο 28 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, θα πρέπει να περιοριστεί περισσότερο η δυνατότητα χρήσης της μόνο στις περιπτώσεις όπου αυτή είναι πραγματικά σκόπιμη —δηλαδή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 της ισχύουσας οδηγίας 2004/18/ΕΚ, στις περιπτώσεις ιδιαίτερα πολύπλοκων συμβάσεων, κατά τις οποίες η αναθέτουσα αρχή κρίνει ότι η χρησιμοποίηση της ανοικτής ή της κλειστής διαδικασίας δεν επιτρέπει την ανάθεση της σύμβασης· θα μπορούσε επίσης να εξεταστεί το ενδεχόμενο μείωσης των προθεσμιών ανάθεσης, με την πρόβλεψη μέγιστης προθεσμίας.

4.16   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη ρύθμιση της διαδικασίας για τη σύμπραξη καινοτομίας, που προβλέπεται στα άρθρα 29 και 43 των δύο προτάσεων, εφόσον μια υπερβολικά περιοριστική ρύθμιση θα εμπόδιζε την εφαρμογή της στην πράξη. Για τον ίδιο λόγο, η διαδικασία αυτή πρέπει να είναι ευέλικτη όσον αφορά τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.

4.17   Η χρήση των συμφωνιών-πλαισίων (άρθρα 31 και 45 των δύο προτάσεων) δεν πρέπει να καταλήγει σε αδικαιολόγητες μειώσεις των τιμών που μπορούν να βλάψουν την ποιότητα των έργων, των προϊόντων και των υπηρεσιών. Σε κάθε περίπτωση, αναγνωρίζεται επίσης ότι μια κατάλληλη ρύθμιση των συμφωνιών-πλαισίων θα μπορούσε να προωθήσει επίσης τη συμπερίληψη των στόχων της βιωσιμότητας και της βελτίωσης της ποιότητας, μέσω διατάξεων που διασφαλίζουν την ασφάλεια της επένδυσης.

4.18   Η ρύθμιση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών στα άρθρα 33 και 47 των προτάσεων ευνοεί υπέρ το δέον τη χαμηλότερη τιμή. Η γενική εφαρμογή τους είναι αντίθετη προς τις σχετικές προτάσεις που έχει διατυπώσει η ΕΟΚΕ τόσο στην παρούσα γνωμοδότηση όσο και στην προηγούμενη γνωμοδότηση INT/570. Ομοίως, μπορεί να ζημιώσει σοβαρά τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε σχέση με τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών με πολύ χαμηλότερο κόστος. Για τον λόγο αυτόν η χρήση τους θα πρέπει να γίνει με τη δέουσα προσοχή.

4.19   Όπως είχε ήδη αναφερθεί στη γνωμοδότηση INT/570, οι τεχνικές προδιαγραφές θα πρέπει, όπου χρειάζεται, να διευρυνθούν, ώστε να περιλάβουν και τα χαρακτηριστικά της παραγωγής ή της διαδικασίας. Με αυτόν τον τρόπο θα απλοποιηθεί και θα καταστεί πιο διαφανής η ευχέρεια των αναθετουσών αρχών να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για την προώθηση βιώσιμων στόχων όπως είναι η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η τήρηση των συλλογικών συμβάσεων, ο σεβασμός των εργασιακών κανόνων και των συνθηκών εργασίας ή η αρχή της ίσης αμοιβής για την ίδια εργασία. Η πράσινη ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί εύγλωττο παράδειγμα του τρόπου και των λόγων για τους οποίους τα χαρακτηριστικά της παραγωγής θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις τεχνικές προδιαγραφές και να μην υποβαθμίζονται μόνο στην κατηγορία των όρων εκτέλεσης της σύμβασης (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Δεκεμβρίου 2003, υπόθεση υπόθεση EVN και Wienstrom, C-448/01, Συλλ. I-14527).

4.20   Επίσης σε σχέση με τις τεχνικές προδιαγραφές, η ΕΟΚΕ θεωρεί πολύ θετική την υποχρέωση, που προβλέπεται στα άρθρα 40 παράγραφος 1 και 54 παράγραφος 1 των δύο προτάσεων, να λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτισή τους, εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις, τα κριτήρια της προσβασιμότητας των ατόμων με αναπηρίες και του σχεδιασμού για όλους τους χρήστες. Αυτή η φράση «εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις» αντικαθιστά τη διατύπωση «οσάκις αυτό είναι εφικτό» που χρησιμοποιείται στην οδηγία 2004/18/ΕΚ, πράγμα από το οποίο η ΕΟΚΕ συνάγει ότι προσλαμβάνει τώρα ακόμη πιο υποχρεωτικό χαρακτήρα αυτή η ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη στις τεχνικές προδιαγραφές τα κριτήρια της προσβασιμότητας και του σχεδιασμού για όλους. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, για να ενισχυθεί σαφώς αυτή η υποχρεωτικότητα, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ακόμη και αυτές οι δικαιολογημένες περιπτώσεις πρέπει να είναι εξαιρετικές, γι’ αυτό προτείνει να χρησιμοποιηθεί στα άρθρα 40 και 54 των προτάσεων η φράση: «εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις και εντελώς κατ’ εξαίρεση».

4.21   Όσον αφορά τα σήματα, που προβλέπονται στα άρθρα 41 και 55 των δύο προτάσεων, και τις αιτιολογικές σκέψεις 28 και 36 αντίστοιχα, που αναφέρονται σε αυτά, η ρύθμισή τους δεν είναι καθόλου συνεπής, δεδομένου ότι στις αιτιολογικές σκέψεις 28 και 36 αναφέρεται ότι «οι αναθέτουσες αρχές που επιθυμούν να αγοράσουν έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες με συγκεκριμένα περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά (…)», όμως, στη συνέχεια, μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών αναφέρονται μόνο οι περιβαλλοντικές οργανώσεις και όχι οι κοινωνικές, πράγμα που πρέπει να διορθωθεί με τη συμπερίληψη και των τελευταίων. Η συμπερίληψη αυτή των κοινωνικών οργανώσεων πρέπει να γίνει στο κείμενο των άρθρων 41 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 55 παράγραφος 1 στοιχείο γ), όπου επίσης παραβλέπονται οι κοινωνικές οργανώσεις.

4.22   Θα μπορούσε επίσης να συμπεριληφθεί στα άρθρα 41 και 55 των προτάσεων μια νέα παράγραφος, στην οποία, δεδομένων των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους και του σκοπού που επιδιώκεται με τη ρύθμιση αυτών των σημάτων, θα αναφέρεται ότι «οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν ή να αξιολογούν θετικά σήματα που πιστοποιούν οριζόντια κριτήρια ανάθεσης κοινωνικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα, ακόμη και αν αυτά δεν συνδέονται άμεσα με το αντικείμενο της σύμβασης».

4.23   Όσον αφορά τις εναλλακτικές προσφορές, που ρυθμίζονται από τα άρθρα 43 και 58 των δύο προτάσεων, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, αντί να επιτρέπονται μόνον όταν προβλέπεται ρητώς, θα ήταν σκοπιμότερο να επιτρέπεται πάντα η υποβολή τέτοιων εναλλακτικών προσφορών εκτός εάν υπάρχει ρητή απαγόρευση, πράγμα που θα οδηγούσε σε καλύτερη προώθηση και βελτίωση της καινοτομίας στις δημόσιες συμβάσεις.

4.24   Όπως ανέφερε και στη γνωμοδότηση INT/570, η ΕΟΚΕ είναι υπέρ των «ίσων όρων ανταγωνισμού στις δημόσιες συμβάσεις, έτσι ώστε οι ΜΜΕ να μπορούν να εξασφαλίζουν το μερίδιο των δημόσιων συμβάσεων που τους αναλογεί», αλλά δεν τάσσεται υπέρ των θετικών διακρίσεων προς όφελος των ΜΜΕ, μεταξύ άλλων λόγω της ενδεχόμενης εμφάνισης πλασματικών δομών και, κατά συνέπεια, κρουσμάτων διαφθοράς. Εντούτοις, θεωρεί όντως θετική τη δυνατότητα υποδιαίρεσης των συμβάσεων σε τμήματα, όπως αναφέρεται στα άρθρα 44 και 59 των δύο προτάσεων, εφόσον είναι εφικτή, για τη δημιουργία σαφέστερων και πιο προσιτών ευκαιριών για τις ΜΜΕ.

4.25   Ωστόσο, πρέπει να θεσπιστούν σαφείς κανόνες σε σχέση με τη διαίρεση των συμβάσεων σε τμήματα, προκειμένου να εξασφαλίζεται εκ μέρους όλων των προσφερόντων των διαφόρων τμημάτων ο σεβασμός των κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων και να αποφεύγεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων. Εξάλλου, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι δεν είναι πρακτική ούτε συνάδει με την απλούστευση των διαδικασιών των δημοσίων συμβάσεων η απαίτηση να δικαιολογούν οι αναθέτουσες αρχές την απόφασή τους να μην υποδιαιρέσουν σε τμήματα τις συμβάσεις. Ομοίως, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ρύθμιση όσον αφορά τον περιορισμό του αριθμού των τμημάτων που μπορούν να προσφέρονται ή να ανατίθενται είναι αδικαιολόγητα πολύπλοκη και ότι θα ήταν καλύτερα να διαγραφεί από την πρόταση.

4.26   Όσον αφορά τους λόγους αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 55 παράγραφος 3 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, κρίνεται θετικό το γεγονός ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν από τις συμβάσεις τους προσφέροντες που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τις οποίες ορίζει η νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα του κοινωνικού, του εργατικού ή του περιβαλλοντικού δικαίου ή οι διεθνείς διατάξεις του κοινωνικού και περιβαλλοντικού δικαίου που απαριθμούνται στο παράρτημα ΧΙ της πρότασης. Όμως, θα έπρεπε επίσης να αναφερθεί ρητώς, επειδή είναι προφανές ότι έτσι πρέπει να συμβαίνει, ότι μπορούν να αποκλείονται επίσης όσοι δεν τηρούν την εθνική νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους όσον αφορά τα κοινωνικά, τα εργασιακά και τα περιβαλλοντικά θέματα, ή τις συλλογικές συμβάσεις που ισχύουν στον τόπο παροχής του έργου, της υπηρεσίας ή της προμήθειας. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτοί οι αποκλεισμοί για τους προαναφερθέντες λόγους θα πρέπει να είναι υποχρεωτικοί.

4.27   Διαφορετικά, οι εν λόγω υποχρεώσεις, η μη συμμόρφωση προς τις οποίες θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποκλεισμό, θα περιορίζονταν σε ορισμένες υπερβολικά γενικές και ασαφείς παραμέτρους, όπως εκείνες που περιλαμβάνονται στις προαναφερθείσες διατάξεις του παραρτήματος ΧΙ της πρότασης ή στην ίδια τη νομοθεσία της Ένωσης.

4.28   Όπως η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει στη γνωμοδότηση INT/570, η Σύμβαση C94 της ΔΟΕ του 1949 σχετικά με τις ρήτρες εργασίας (στις συμβάσεις που συνάπτονται από τις δημόσιες αρχές) έχει επί του παρόντος δεσμευτικό χαρακτήρα σε 10 κράτη μέλη της ΕΕ, ενώ άλλα κράτη μέλη, όπως η Ιρλανδία, την εφαρμόζουν οικειοθελώς στις δημόσιες συμβάσεις. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπό σημείωση τις αρχές που περιέχονται σε αυτή τη Σύμβαση και συνιστά να παροτρυνθούν τα κράτη μέλη να την κυρώσουν και να εφαρμόζουν τις αρχές της.

4.29   Για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις κοινωνικές και τις περιβαλλοντικές υποχρεώσεις, θα ήταν αναγκαίο, στο άρθρο 57 παράγραφος 1 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, να απαιτείται δήλωση των ενδιαφερομένων ότι τηρούν τις εν λόγω κοινωνικές και περιβαλλοντικές υποχρεώσεις, ως προκαταρτική απόδειξη αυτής της συμμόρφωσης, προκειμένου να διευκολυνθεί η συμμόρφωση των επιχειρήσεων (και πιο συγκεκριμένα των ΜΜΕ) προς τις εν λόγω απαιτήσεις χωρίς να αυξηθεί ο γραφειοκρατικός φόρτος.

4.30   Για αυτόν τον σκοπό, και όπως είχε ήδη αναφερθεί στην προηγούμενη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ INT/570, θα ήταν αναγκαίο, στο άρθρο 57 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, να απαιτείται ρητώς από τους προσφέροντες δήλωση που να αναφέρει ότι «συμμορφούνται με τις διατάξεις που ισχύουν σε κάθε κράτος όσον αφορά την επαγγελματική ένταξη των ατόμων με αναπηρία, όπως, για παράδειγμα, την υποχρέωση να προσλαμβάνουν συγκεκριμένο αριθμό ή ποσοστό ατόμων με αναπηρία στις χώρες εκείνες όπου υφίσταται αυτή η νομική υποχρέωση». Εξυπακούεται ότι αυτό δεν θα είναι απαραίτητο στις χώρες όπου δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση.

4.31   Όπως είχε επίσης αναφερθεί στην ίδια γνωμοδότηση, η σύναψη συμβάσεων των δημόσιων αρχών με φορείς που δεν τηρούν την ισχύουσα νομοθεσία θα αποτελούσε παράβαση της ευρωπαϊκής και της εθνικής νομοθεσίας. Επιπλέον, αντιθέτως θα υπήρχε θέμα διακριτικής και άδικης μεταχείρισης προς τις επιχειρήσεις που τηρούν την εν λόγω νομική υποχρέωση και θα παρεχόταν ένα αυθαίρετο πλεονέκτημα σε εκείνες που δεν την τηρούν, πράγμα που θα μπορούσε να δημιουργήσει ακόμη και αθέμιτο ανταγωνισμό από τις μη συμμορφούμενες επιχειρήσεις προς τις συμμορφούμενες.

4.32   Η ΕΟΚΕ κρίνει θετικά τα κριτήρια για την επιλογή της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, τα οποία εξακολουθούν να συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης, μολονότι πρέπει να καταστεί πιο ευέλικτη αυτή η σύνδεση, με σκοπό την πιο αποτελεσματική συμπερίληψη των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών κριτηρίων που καθιέρωσε η στρατηγική «Ευρώπη 2020», καθώς και των δεσμεύσεων για ευρύτερη βιώσιμη ανάπτυξη.

4.33   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι και στις δύο προτάσεις οδηγίας (άρθρα 66 και 67) διατηρείται ο πρωταγωνιστικός ρόλος και η υπερβολική χρήση του κριτηρίου ανάθεσης της «χαμηλότερης τιμής» ή του «χαμηλότερου κόστους». Ήδη εκφράσαμε στην προηγούμενη γνωμοδότησή μας την άποψη ότι αυτή η υπερβολική χρήση εμποδίζει την καινοτομία, την αναζήτηση καλύτερης ποιότητας και την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», και ότι δεν αντιπροσωπεύει αναγκαστικά μεγαλύτερη αξία. Συνεπώς, το κριτήριο της χαμηλότερης τιμής θα πρέπει να είναι πάντα η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

4.34   Αντ’ αυτού, θα πρέπει να αυξηθεί η χρήση του κριτηρίου της «πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς», προκειμένου να αξιολογείται η βιωσιμότητα της πλέον συμφέρουσας προσφοράς τόσο από οικονομική άποψη όσο και από κοινωνική και περιβαλλοντική και να μπορούν να λαμβάνονται επίσης υπόψη στα κριτήρια ανάθεσης αυτές οι πτυχές με ευρύ και ευφάνταστο και όχι με περιοριστικό τρόπο, με ευρύτερη αποδοχή της σχέσης τους με το αντικείμενο της σύμβασης και με σταθμισμένη αξιολόγησή τους σε σχέση με τα υπόλοιπα κριτήρια.

4.35   Συγκεκριμένα, μεταξύ των κριτηρίων που συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς πρέπει να συμπεριληφθούν ρητώς (άρθρα 66 παράγραφος 2 και 76 παράγραφος 2 των δύο προτάσεων) τα «χαρακτηριστικά που αφορούν τις συνθήκες εργασίας (…), την προστασία της υγείας του προσωπικού (…) ή τη διευκόλυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης των μειονεκτούντων ατόμων ή των μελών ευάλωτων ομάδων μεταξύ των ατόμων στα οποία έχει ανατεθεί η εκτέλεση της σύμβασης», δεδομένου ότι αυτά περιλαμβάνονται στις αιτιολογικές σκέψεις (41 και 47, αντίστοιχα) των προτάσεων οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις, αλλά, στη συνέχεια, δεν εμφανίζονται στο διατακτικό τους.

4.36   Επίσης, είναι θετική η έννοια της κοστολόγησης του κύκλου ζωής ενός προϊόντος, μιας υπηρεσίας ή ενός έργου, η οποία περιλαμβάνεται στην οδηγία. Σε κάθε περίπτωση, στην κοστολόγηση του κύκλου ζωής, η οποία καθορίζεται στα άρθρα 67 και 77 των οδηγιών, θα πρέπει επίσης να συμπεριληφθεί το συνδεόμενο κοινωνικό κόστος. Η μέθοδος υπολογισμού του κόστους καθ’ όλο τον κύκλο ζωής πρέπει να παρέχεται από την αναθέτουσα αρχή και να είναι συμβατή με τις ΜΜΕ.

4.37   Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικές με τις ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες, οι οποίες θα πρέπει να διερευνούνται δεόντως. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη συστήσει, όταν οι τιμές μιας προσφοράς είναι πολύ χαμηλότερες από τις τιμές που ζητούν άλλοι προσφέροντες, οι αναθέτουσες αρχές να έχουν την υποχρέωση να ζητούν εξηγήσεις για την ορισθείσα τιμή. Εάν ο προσφέρων δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική εξήγηση, η αναθέτουσα αρχή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να απορρίψει την προσφορά. Η ΕΟΚΕ θεωρεί θετικό το ότι, δυνάμει των άρθρων 69 παράγραφος 4 και 79 παράγραφος 4 των προτάσεων, οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να απορρίπτουν την προσφορά όταν αυτή δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που ορίζει η νομοθεσία όσον αφορά τα κοινωνικά, τα εργασιακά και τα περιβαλλοντικά θέματα, αλλά θεωρεί ότι δεν θα πρέπει να περιορίζονται στη νομοθεσία της Ένωσης ή στον κατάλογο του παραρτήματος ΧΙ, αντίστοιχα για κάθε πρόταση, αλλά ότι θα πρέπει να περιλαμβάνουν και την εθνική νομοθεσία για αυτά τα θέματα.

4.38   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να ενισχυθούν οι διατάξεις σε σχέση με την υπεργολαβία. Πολλαπλά επίπεδα υπεργολαβίας δημιουργούν δυσκολίες στην υλοποίηση των συλλογικών συμβάσεων, των συνθηκών εργασίας και των διαδικασιών που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια. Θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη διακριτική ευχέρεια στις δημόσιες αρχές ώστε να μπορούν να επηρεάσουν τις συμβάσεις όσον αφορά τους κοινωνικούς, τους περιβαλλοντικούς και τους ποιοτικούς στόχους. Θα πρέπει να δηλώνονται τα στοιχεία των βασικών υπεργολάβων πριν από την ανάθεση της σύμβασης και η δημόσια αρχή θα πρέπει να προσδιορίζει τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις, ώστε να είναι δυνατή η αποτελεσματική εποπτεία και ο έλεγχος της σύμβασης. Πρέπει να θεσπιστούν οι αναγκαίοι μηχανισμοί ώστε οι δημόσιες αρχές να μπορούν να προβάλλουν βέτο και να απορρίπτουν ορισμένους υπεργολάβους εάν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος ανησυχίας. Εξάλλου, η νομοθεσία πρέπει να είναι προσεκτική όσον αφορά τη ρύθμιση της υπεργολαβίας, διότι η δυνατότητα να μεταβιβάζει η αναθέτουσα αρχή τα οφειλόμενα ποσά απευθείας στους υπεργολάβους μπορεί να αυξήσει τα προβλήματα μεταξύ των επιχειρήσεων και με τις ίδιες τις αναθέτουσες αρχές.

4.39   Η ΕΟΚΕ είναι υπέρ της διατήρησης της διαφοράς μεταξύ των υπηρεσιών τύπου Α και Β, εφόσον υπάρχει ασφάλεια δικαίου και δυνατότητα επέκτασης των διασυνοριακών συμβάσεων των υπηρεσιών Β. Ήδη στη γνωμοδότηση INT/570 η ΕΟΚΕ συνιστούσε την περιοδική αναθεώρηση του καταλόγου των υπηρεσιών τύπου Β από την Επιτροπή, προκειμένου να προσδιορίζεται εάν ορισμένες υπηρεσίες τύπου Β θα μπορούσαν επωφελώς να μετατεθούν στις υπηρεσίες τύπου Α. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για τις διάφορες συμβάσεις δημόσιων υπηρεσιών που ήταν προηγουμένως εγγεγραμμένες στον κατάλογο των υπηρεσιών τύπου Β και τώρα έχουν διαγραφεί από τα παραρτήματα XVI και XVΙΙ, αντίστοιχα, των δύο προτάσεων, στα οποία παρατίθενται οι υπηρεσίες για τις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία των άρθρων 74 έως 86 και 84 έως 86 των δύο προτάσεων.

4.40   Θα πρέπει να διαγραφεί η μνεία των θρησκευτικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών που παρέχονται από συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες τώρα περιλαμβάνονται στα παραρτήματα XVI και XVΙΙ των δύο προτάσεων.

4.41   Ανεξάρτητα από αυτό, η ΕΟΚΕ υποδέχεται με ικανοποίηση την εφαρμογή απλοποιημένης διαδικασίας για τις κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, την αύξηση των κατώτατων ορίων και τη μεγαλύτερη διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στα κράτη μέλη για τη θέσπιση των κατάλληλων διαδικασιών, διότι το πεδίο όπου η εφαρμοστέα διαδικαστική νομοθεσία πρέπει να εξασφαλίσει ισορροπία ανάμεσα στις αρχές του ανταγωνισμού, που κατοχυρώνονται από το πρωτογενές δίκαιο, και στις απαιτήσεις της κοινωνικής νομοθεσίας είναι προπαντός οι προσωπικές υπηρεσίες.

4.42   Όσον αφορά τη διακυβέρνηση όπως ρυθμίζεται από την οδηγία, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι προβλέπονται υπερβολικά πολλά μέτρα που δύσκολα εφαρμόζονται στην πράξη, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει τελικά στη μη υλοποίηση των καλών προθέσεων των μέτρων.

4.43   Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά τη δημόσια εποπτεία που προβλέπεται από τα άρθρα 84 και 93 των δύο προτάσεων και την έκθεση που ρυθμίζεται από αυτά, θεωρείται όντως σημαντικό να περιλαμβάνει η εν λόγω ετήσια έκθεση και μια ετήσια σύγκριση μεταξύ των προσφερόμενων τιμών και του πραγματικού κόστους των συμβάσεων που έχουν ήδη εκτελεστεί, καθώς και μια ένδειξη για τη διείσδυση ξένων προμηθευτών στον ευρωπαϊκό χώρο στο πεδίο των ετήσιων συμβάσεων εκ μέρους των αναθετουσών αρχών.

4.44   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατάργησε το άρθρο 27 της ισχύουσας οδηγίας, που αφορά τις διατάξεις για την προστασία της απασχόλησης, των εργασιακών συνθηκών και του περιβάλλοντος. Στα άρθρα 87 και 96 και των δύο προτάσεων, περιλαμβάνονται σχετικές διατάξεις, αλλά πολύ αποδυναμωμένες σχετικά με αυτό το σημαντικό σημείο. Το κείμενο του ισχύοντος άρθρου 27 πρέπει να συμπεριληφθεί εκ νέου ολόκληρο. Θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται στους υπεργολάβους και σε όλη την αλυσίδα προμηθειών.

5.   Πρόταση οδηγίας σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης - COM(2011) 897 τελικό

5.1   Η πρόταση οδηγίας σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης ρυθμίζει τις συμφωνίες εταιρικής σχέσης μεταξύ ενός φορέα, που συνήθως είναι δημόσιος, και μιας επιχείρησης, συχνά ιδιωτικής, όπου η τελευταία αναλαμβάνει τον κίνδυνο εκμετάλλευσης σε σχέση με τη συντήρηση και την ανάπτυξη υποδομών (λιμάνια, υδροδότηση, χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων, αυτοκινητόδρομοι με διόδια κλπ.) ή την παροχή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (ενέργεια, υγεία, ύδρευση και αποχέτευση, αποκομιδή των απορριμμάτων κλπ.). Η πρόταση καλύπτει όλες τις συμβάσεις παραχώρησης, τόσο έργων όσο και υπηρεσιών, αλλά χωρίς να κάνει επαρκή διάκριση μεταξύ των χαρακτηριστικών τους· αφορά τις συμβάσεις παραχώρησης έργων και δημόσιων υπηρεσιών γενικά, αλλά όχι τις ιδιαίτερες συμβάσεις παραχώρησης των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, που δεν είναι «αγορές», αλλά μια μορφή ανάθεσης της διαχείρισης των υπηρεσιών κοινής ωφελείας και, συχνά, ένα πρόσθετο μέσο χρηματοδότησης νέων δραστηριοτήτων των υπηρεσιών κοινής ωφελείας που αποφασίζονται από τις δημόσιες αρχές.

5.2   Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές αμφιβολίες όσον αφορά την αναγκαιότητα μιας οδηγίας της ΕΕ για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης και υπενθυμίζει το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των δημοσιών συμβάσεων (2011/2048 (ΙΝΙ)), στο οποίο το Κοινοβούλιο εκφράζει την άποψη ότι «μία πρόταση νομοθετικής πράξης σχετικά με τις παροχές υπηρεσιών αιτιολογείται μόνο με την ενδεχόμενη αντιμετώπιση στρεβλώσεων της εσωτερικής αγοράς· υπογραμμίζει ότι ουδεμία τέτοια στρέβλωση έχει μέχρι σήμερα εντοπιστεί». Η ΕΟΚΕ ζητά να πραγματοποιηθεί επιπρόσθετη και πλήρης εκτίμηση επιπτώσεων προτού επιτραπεί η περαιτέρω προώθηση των εν λόγω προτάσεων. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει διασαφηνίσει σε μεγάλο βαθμό την εφαρμογή των αρχών της Συνθήκης για την ίση μεταχείριση, την αποφυγή των διακρίσεων και τη διαφάνεια στον τομέα της ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης. Όπως κατέδειξε το Δικαστήριο, οι εν λόγω αρχές εφαρμόζονται στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης για κάθε είδους υπηρεσίες που παρουσιάζουν διασυνοριακό ενδιαφέρον, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.

5.3   Παρά το γεγονός ότι η οδηγία 2004/18/ΕΚ ορίζει τις συμβάσεις παραχώρησης ως συμβάσεις που παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τις δημόσιες συμβάσεις, εκτός από το γεγονός ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας είτε στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με καταβολή αμοιβής, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι οι συμβάσεις παραχώρησης διαφέρουν ουσιωδώς από τις δημόσιες συμβάσεις, δεδομένου ότι ο ανάδοχος πρέπει να αναλάβει τον ουσιαστικό οικονομικό κίνδυνο της εκμετάλλευσης της παρεχόμενης υπηρεσίας και εκτίθεται στις ιδιοτροπίες της αγοράς. Το ίδιο ισχύει και για ορισμένα είδη παραχωρήσεων, όπως τα «σκιώδη ή συγκαλυμμένα διόδια», όπου η αναθέτουσα αρχή πληρώνει τον ανάδοχο ανάλογα με τη χρήση των υπηρεσιών που κάνουν οι καταναλωτές. Ως εκ τούτου, οι κανόνες που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων δεν είναι κατάλληλοι για την ανάθεση παραχωρήσεων και μπορεί μάλιστα να αποτρέπουν τις δημόσιες αρχές και τους οικονομικούς φορείς από το να συνάπτουν τέτοιου είδους συμβάσεις.

5.4   Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο άρθρο 14 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, το οποίο ορίζει ότι «υπό την επιφύλαξη του άρθρου 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και των άρθρων 93, 106 και 107 της παρούσας Συνθήκης, και ενόψει της θέσης που κατέχουν οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος στα πλαίσια των κοινών αξιών της Ένωσης, καθώς και της συμβολής τους στην προώθηση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, η Ένωση και τα κράτη μέλη, εντός των πλαισίων των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους, και εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών, μεριμνούν ούτως ώστε οι υπηρεσίες αυτές να λειτουργούν βάσει αρχών και προϋποθέσεων, ιδίως οικονομικών και δημοσιονομικών, οι οποίες επιτρέπουν την εκπλήρωση του σκοπού τους».

5.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος συνήθως υπάγονται σε ειδικούς κανόνες, εθνικούς και ενωσιακούς, που αποσκοπούν στη διασφάλιση της δυνατότητας πρόσβασης, της προσιτής τιμής και της ποιότητάς τους, εγγυώνται την ίση αντιμετώπιση, την καθολική πρόσβαση, την ασφάλεια και τα δικαιώματα των χρηστών και οι οποίοι πρέπει να υπενθυμιστούν και να διασφαλιστούν με την παρούσα πρόταση. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, που εισήγαγε η Συνθήκη της Λισαβόνας, οι εθνικές, οι περιφερειακές και οι τοπικές αρχές πρέπει να διατηρούν ευρεία διακριτική ευχέρεια ώστε να αποφασίζουν για τους τρόπους οργάνωσης και παροχής των εν λόγω υπηρεσιών και να καθορίζουν τα χαρακτηριστικά τους, συμπεριλαμβανομένων των όρων που αφορούν την ποιότητα ή τις τιμές των υπηρεσιών, ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν τους στόχους τους δημόσιου συμφέροντος. Οι αρχές αυτές θα πρέπει επίσης να μπορούν να καθορίζουν ελεύθερα τα κριτήρια ανάθεσης — κοινωνικά, περιβαλλοντικά και ποιοτικά — που θεωρούν πλέον κατάλληλα σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποχρεώνονται οι δημόσιες αρχές να ελευθερώσουν ή να αναθέσουν υπεργολαβικά την παροχή των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ενάντια στη θέλησή τους ή την κρίση τους. Η ΕΟΚΕ ζητά να υπενθυμιστεί σαφώς ότι οι επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού συμφέροντος υπόκεινται τους κανόνες του ανταγωνισμού και της ενιαίας αγοράς, σύμφωνα με το άρθρο 106 της ΣΛΕΕ, δηλαδή στον βαθμό που η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν εμποδίζει νομικά ή πραγματικά την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί.

5.6   Οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να συνεργάζονται για να διεκπεραιώσουν τα καθήκοντα δημόσιου συμφέροντος που τους έχουν ανατεθεί, χρησιμοποιώντας για αυτό τους δικούς τους διοικητικούς, τεχνικούς ή άλλους πόρους, χωρίς να υποχρεούνται να προσφύγουν σε εξωτερικούς φορείς που δεν ανήκουν στη δομή τους. Οι εν λόγω συμφωνίες δεν μπορούν να θεωρούνται παραχωρήσεις και, ως εκ τούτου, η πρόταση οδηγίας σχετικά με τις παραχωρήσεις πρέπει να τις αποκλείσει σαφώς από το πεδίο εφαρμογής της, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου. Ομοίως, οι προτεινόμενοι κανόνες δεν θα πρέπει να ρυθμίζουν ορισμένες παραχωρήσεις που έχουν ανατεθεί σε επιχειρήσεις που συνδέονται με αναθέτοντες φορείς και που έχουν ως κύρια δραστηριότητα την παροχή υπηρεσιών στον όμιλο στον οποίον ανήκουν, ούτε παραχωρήσεις που έχουν ανατεθεί από αναθέτοντα φορέα σε κοινή επιχείρηση που απαρτίζεται από σειρά αναθετόντων φορέων με σκοπό την ανάληψη δραστηριοτήτων που ρυθμίζονται από την οδηγία που αποτελεί αντικείμενο μελέτης (όπως η υδροδότηση ή οι λιμενικές υπηρεσίες) και στην οποία υπάγεται ο εν λόγω φορέας.

5.7   Οι δημόσιες αρχές μπορούν δικαίως να επιλέξουν να εκτελέσουν δημόσιες συμβάσεις «in house» (με δικά τους μέσα) ή να συνεργαστούν με άλλες δημόσιες αρχές, όπως αναγνωρίζεται στις ευρωπαϊκές Συνθήκες και στη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ και, με σεβασμό στις αρχές της διαφάνειας.

5.8   Για όλους αυτούς τους λόγους, όσον αφορά τις παραχωρήσεις που έχουν ανατεθεί σε συνδεδεμένη επιχείρηση, πρέπει να ισχύει περιοριστική ρύθμιση, ώστε να μην χρησιμοποιείται άσκοπα αυτό το σύστημα και η διαδικασία ανάθεσης να είναι διαφανής.

5.9   Σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ, επιτακτικές απαιτήσεις δημοσίου συμφέροντος στον τομέα των τυχερών παιγνίων, οι οποίες επιβάλλουν τη λήψη μέτρων από πλευράς των κρατών μελών για την προστασία της δημόσιας τάξης και των καταναλωτών, μπορούν να δικαιολογήσουν περιορισμούς των αρχών της Συνθήκης που διέπουν την ανάθεση των συμβάσεων παραχώρησης. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής αυτής της οδηγίας οι συμβάσεις παραχώρησης για δραστηριότητες τυχερών παιγνίων, οι οποίες ανατίθενται σε έναν οικονομικό παράγοντα δυνάμει αποκλειστικού δικαιώματος που απολαύει αυτός ο οικονομικός παράγων βάσει ισχύουσας εθνικής νομοθετικής ή διοικητικής διάταξης και το οποίο έχει χορηγηθεί σύμφωνα με τη Συνθήκη και τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ, αφού αυτό το αποκλειστικό δικαίωμα θα καθιστούσε αδύνατη τη διεξαγωγή διαγωνισμού για τη συγκεκριμένη παραχώρηση. Γι’ αυτό, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι είναι σκόπιμο να περιληφθούν στο άρθρο 8 παράγραφος 5 της οδηγίας, το οποίο αφορά την εξαίρεση ορισμένων συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, και οι «δραστηριότητες συμμετοχής σε τυχερά παιχνίδια στα οποία ο παίκτης στοιχηματίζει νομισματική αξία, συμπεριλαμβανομένων των λαχείων και των στοιχημάτων».

5.10   Πτυχές όπως ο ορισμός των παραχωρήσεων, η μεταβίβαση των κινδύνων στον ιδιωτικό φορέα ή η τροποποίηση των συμβάσεων παραχώρησης κατά τη διάρκεια της ισχύος τους πρέπει να οριστούν στην πρόταση οδηγίας κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μην εμποδίζουν τη χρηματοδότηση και την ανάπτυξη των συμβάσεων αυτού του τύπου, διότι, ενώπιον των σχεδίων προσαρμογής και των περικοπών των δημόσιων επενδύσεων που απασχολούν σήμερα τις οικονομίες των κρατών μελών, οι συμβάσεις αυτές πρέπει να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο ως μέθοδοι ανάκαμψης της δραστηριότητας και της δημιουργίας απασχόλησης.

5.11   Οι μέθοδοι που έχουν οριστεί για τον υπολογισμό της αξίας των συμβάσεων παραχώρησης πρέπει να εξορθολογιστούν και να απλοποιηθούν με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου. Μολονότι η μέθοδος υπολογισμού της αξίας των παραχωρήσεων έργων είναι ευρέως γνωστή και οικεία, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να εφαρμοστεί ενιαία μέθοδος για τον υπολογισμό της αξίας των παραχωρήσεων κάθε είδους. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΟΚΕ ζητά μια μέθοδο βασισμένη στην εκτίμηση του όγκου των εργασιών του αναδόχου (φορολογικά βιβλία) κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος της παραχώρησης.

5.12   Προτείνεται, για την ενίσχυση της εμπιστευτικότητας των προσφορών των επιχειρήσεων, να προβλέπεται στην οδηγία ότι η μη συμμόρφωση των αναθετουσών αρχών προς τις εν λόγω υποχρεώσεις συνεπάγεται ευθύνη των ιδίων.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  ΕΕ L 185 της 16.08.1971, σ. 5 - Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ: ΕΕ 63 της 13.4.1965, σ. 929.

(2)  ΕΕ C 18 της 19.1.2011, σ. 44–52.

(3)  Βλ. άρθρα 14 και 106 και Πρωτόκολλο αριθ. 26 της ΣΛΕΕ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στη Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Ι.   Οι ακόλουθες τροπολογίες συγκέντρωσαν άνω του ενός τετάρτου των ψήφων, αλλά απορρίφθηκαν κατά τη συζήτηση (άρθρο 39 παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού):

α)   Σημείο 4.21

Να τροποποιηθεί ως εξής:

Αιτιολογία

Αυτονόητη.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

77

Ψήφοι κατά

:

99

Αποχές

:

20

β)   Σημείο 4.26

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«4.26 Όσον αφορά τους λόγους αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 55 παράγραφος 3 της πρότασης οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, κρίνεται θετικό το γεγονός ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν από τις συμβάσεις τους προσφέροντες που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τις οποίες ορίζει η νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα του κοινωνικού, του εργατικού ή του περιβαλλοντικού δικαίου ή οι διεθνείς διατάξεις του κοινωνικού και περιβαλλοντικού δικαίου που απαριθμούνται στο παράρτημα ΧΙ της πρότασης. Όμως, θα έπρεπε επίσης να αναφερθεί ρητώς, επειδή είναι προφανές ότι έτσι πρέπει να συμβαίνει, ότι μπορούν να αποκλείονται επίσης όσοι δεν τηρούν την εθνική νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους όσον αφορά τα κοινωνικά, τα εργασιακά και τα περιβαλλοντικά θέματα. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτοί οι αποκλεισμοί για τους προαναφερθέντες λόγους θα πρέπει να είναι υποχρεωτικοί.»

Αιτιολογία

Η συμμόρφωση προς την εθνική νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους στον κοινωνικό, εργασιακό ή περιβαλλοντικό τομέα αποτελούν επαρκείς εγγυήσεις για την ορθότητα της διαδικασίας, δεδομένου ότι περιλαμβάνει τις ισχύουσες γενικές συλλογικές συμβάσεις. Η φράση «συλλογικές συμβάσεις που ισχύουν στον τόπο παροχής του έργου, της υπηρεσίας ή της προμήθειας» είναι διφορούμενη και μπορεί να εξηγηθεί με ιδιαίτερα ευρύ τρόπο. Οι συλλογικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί μεταξύ των εργοδοτών και των εργαζομένων σε μια επιχείρηση αφορούν τους δύο αυτούς εταίρους και δεν μπορούν να επιβληθούν σε τρίτους.

Η γνωμοδότηση, επίσης, δεν είναι συνεπής σε αυτό το σημείο. Στο τμήμα INT η έννοια των συλλογικών συμβάσεων, προτάθηκε σε αρκετές τροπολογίες. Η πρόταση δεν έγινε δεκτή στο σημείο 4.38, αλλά έγινε δεκτή στο σημείο 4.26 και, κατά συνέπεια, και στο σημείο 1.11.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

78

Ψήφοι κατά

:

110

Αποχές

:

16

γ)   Σημείο 4.32

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«4.32

Η ΕΟΚΕ κρίνει θετικά τα κριτήρια για την επιλογή της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, τα οποία εξακολουθούν να συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης. »

Αιτιολογία

Έχει μεγάλη σημασία να διατηρείται η άμεση σύνδεση των κριτηρίων αξιολόγησης της προσφοράς με το αντικείμενο της σύμβασης, ώστε να εξασφαλίζεται η διαφάνεια και να αποτρέπονται αυθαιρεσίες.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

78

Ψήφοι κατά

:

116

Αποχές

:

13

δ)   Σημείο 4.35

Να διαγραφεί ολόκληρο το σημείο:

«

»

Αιτιολογία

Η ισχύουσα νομοθεσία για θέματα υγείας και ασφάλειας, καθώς και κοινωνικής ένταξης των ατόμων με ειδικές ανάγκες είναι εφαρμοστέα και η τήρησή της είναι αναγκαστική για τις επιχειρήσεις. Ως εκ τούτου, οι πτυχές αυτές δεν πρέπει να θεωρούνται ως κριτήρια ανάθεσης συμβάσεων.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

81

Ψήφοι κατά

:

119

Αποχές

:

7

Σημείο 4.38

Να τροποποιηθεί ως εξής:

Αιτιολογία

Η ενωσιακή νομοθεσία που διέπει τις δημόσιες συμβάσεις δεν πρέπει να ρυθμίζει και ζητήματα σχετικά με την εκτέλεση των συμβάσεων καθότι αυτά θα πρέπει να εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των εθνικών αρχών. Εξάλλου, δεν θα πρέπει να θεσπίζονται διατάξεις σχετικές με την υπεργολαβία στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

80

Ψήφοι κατά

:

114

Αποχές

:

21

στ)   Σημείο 1.15

Να τροποποιηθεί ως εξής:

Αιτιολογία

Η ενωσιακή νομοθεσία που διέπει τις δημόσιες συμβάσεις δεν πρέπει να ρυθμίζει και ζητήματα σχετικά με την εκτέλεση των συμβάσεων καθότι αυτά θα πρέπει να εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των εθνικών αρχών. Εξάλλου, δεν θα πρέπει να θεσπίζονται διατάξεις σχετικές με την υπεργολαβία στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

80

Ψήφοι κατά

:

114

Αποχές

:

21

ΙΙ.   Το ακόλουθο σημείο της γνωμοδότησης του τμήματος τροποποιήθηκε μετά την έγκριση της αντίστοιχης τροπολογίας από την Ολομέλεια, αλλά συγκέντρωσε πάνω από το ένα τέταρτο των ψήφων (άρθρο 54 παρ. 4 του Εσωτερικού Κανονισμού):

α)   Σημείο 5.8

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«5.8

Για όλους αυτούς τους λόγους, όσον αφορά τις παραχωρήσεις που έχουν ανατεθεί σε συνδεδεμένη επιχείρηση, πρέπει να ισχύει περιοριστική ρύθμιση, ώστε να μην χρησιμοποιείται άσκοπα αυτό το σύστημα για τον αποκλεισμό από την αγορά συμβάσεων που πρέπει να ανατίθενται με όρους πλήρους ανταγωνισμού.»

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Ψήφοι υπέρ

:

126

Ψήφοι κατά

:

71

Αποχές

:

22


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/97


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Προς μια πολιτική ποινικού δικαίου της ΕΕ: κατοχύρωση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ μέσω του ποινικού δικαίου»

[COM(2011) 573 final]

2012/C 191/17

Εισηγητής: ο κ. DE LAMAZE

Στις 20 Σεπτεμβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Προς μια πολιτική ποινικού δικαίου της ΕΕ: κατοχύρωση της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ μέσω του ποινικού δικαίου»

COM(2011) 573 final.

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις και δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 22 Μαρτίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 131 ψήφους υπέρ, καμία κατά και 2 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τον στόχο της ανακοίνωσης να προβλέπεται η άσκηση της αρμοδιότητας της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 83, παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣλΕΕ) σε νέους εναρμονισμένους τομείς. Με τον τρόπο αυτό, η ΕΕ θα έχει ένα αποτελεσματικό εργαλείο για τη βελτίωση και την ενίσχυση της εφαρμογής των πολιτικών της, και τούτο σε συνέχεια των εξελίξεων της νομολογίας του Δικαστηρίου της ΕΕ το 2005 και των δύο οδηγιών του 2008 και 2009 για τη δημιουργία «ενός περιβαλλοντικού ποινικού δικαίου».

1.2   Η ανακοίνωση της Επιτροπής αποτελεί αναμφισβήτητα πρόοδο, δεδομένου ότι, για πρώτη φορά, η ΕΕ προτείνει την καθιέρωση μιας πολιτικής που να διέπει τη δράση της σε θέματα ποινικού δικαίου. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, τούτο θα πρέπει να συνοδεύεται από έντονη πολιτική ώθηση.

1.3   Σε σχέση με τις προαναφερθείσες νομικές εξελίξεις, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ευθύς εξαρχής ότι η βούληση να επιτευχθεί η υλοποίηση της πολιτικής της ΕΕ δεν αποτελεί από μόνη της επαρκή αιτιολόγηση για την προσφυγή στο ποινικό δίκαιο, στον βαθμό όπου η επέκταση του ευρωπαϊκού ποινικού πεδίου εξαρτάται από την τήρηση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

1.4   Λόγω του σωματικού και ατιμωτικού χαρακτήρα της ποινικής κύρωσης, η ποινικοποίηση δεδομένης συμπεριφοράς πρέπει να είναι το έσχατο μέσο (ultima ratio) που θα επιβάλει η Ένωση στα κράτη. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη στην εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ, και οι οποίες επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα δεν επαρκούν αφ εαυτών για να δικαιολογήσουν την προσφυγή στο ποινικό δίκαιο. Θα πρέπει επίσης η εν λόγω συμπεριφορά να αποτελεί σοβαρή παράβαση συμφέροντος που θεωρείται θεμελιώδες.

1.5   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το σχέδιο της Επιτροπής προϋποθέτει καλύτερη κατανόηση του τι θα μπορούσε να καλύψει την έννοια του γενικού συμφέροντος που καθορίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έννοια ανύπαρκτη ακόμη σε νομικό επίπεδο, αλλά αναγκαία για να δικαιολογήσει ότι ποινικές κυρώσεις που καθορίζονται σε επίπεδο της ΕΕ επιβάλλονται στους πολίτες της ΕΕ. Το συμφέρον και μόνο των καταναλωτών δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τα μέτρα αυτά.

1.6   Η ΕΟΚΕ ζητά γενικότερα να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο, στο μέλλον, τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών δικαιωμάτων, θα μπορούσαν να προστατεύονται από ποινικές κυρώσεις που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ, πράγμα που συνεπάγεται ότι για τις κυρώσεις αυτές πρέπει να εξεταστεί ο τρόπος προσέγγισής τους στα διάφορα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι ο ορισμός των αδικημάτων και των κυρώσεων μπορεί να διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών μέχρι σημείου που να θίγει τα θεμελιώδη δικαιώματα παραβιάζοντας τις αρχές της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου, η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαία, σε τέτοιες περιπτώσεις, την εναρμόνιση σε θέματα ποινικού δικαίου.

1.7   Η απόφαση να ληφθούν νέα ποινικά μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πρέπει πρώτα να βασίζεται σε ανάλυση αντικτύπου εκπονηθείσα σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες από διάφορα κράτη μέλη, που να περιλαμβάνει κυρίως μελέτη συγκριτικού δικαίου σχετικά με τα συστήματα που υποστηρίζουν την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού στα κράτη μέλη και σε μια ανάλυση της ανάγκης για βελτίωση της νομοθεσίας κράτους όπου διαφαίνεται η ανάγκη λήψης αυτής της νέας διάταξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

1.8   Με άλλα λόγια, στη σχετική ανάλυση θα πρέπει να προβληθεί η ανάγκη ευρωπαϊκού προτύπου σε θέματα ποινικού δικαίου σε ό,τι αφορά τις αρχές της επικουρικότητας, της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας (απαίτηση του έσχατου μέσου) της ποινικής κύρωσης. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή προτίθεται με αυτό το πνεύμα να επεκτείνει την παρέμβαση της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου.

1.9   Η αποτελεσματικότητα και ο αντίκτυπος στα θεμελιώδη δικαιώματα του ποινικού μέσου που καθορίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα είναι, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, μία ανεξάρτητη και επιστημονική αξιολόγηση, απαραίτητη για την εκ των προτέρων μελέτη εκτίμησης των επιπτώσεων.

1.10   Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να διευκρινιστεί το περιεχόμενο της πολιτικής εναρμόνισης σε θέματα ποινικού δικαίου, ιδίως όταν το αντικείμενο είναι η εναρμόνιση των ορισμών των κυρώσεων και των αδικημάτων.

1.11   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι ελάχιστοι κανόνες που έχουν θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ δεν πρέπει να επηρεάζουν τον ορισμό από τις εθνικές αρχές των κατηγοριών αδικημάτων, ο οποίος ορισμός συνδέεται επίσης με το δικαστικό τους σύστημα, και ότι θα πρέπει οι αρχές αυτές να καθορίζουν τη δική τους στρατηγική για την επιβολή του νόμου όσον αφορά θέματα καταστολής με αυστηρή εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας.

1.12   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, μια σταδιακή προσέγγιση των ουσιαστικών κανόνων του ποινικού δικαίου μπορεί να επιτευχθεί μόνον από τα αρμόδια όργανα, στη βάση στενής συνεργασίας των διωκτικών αρχών (υπουργεία Δικαιοσύνης και εισαγγελείς) με τις δικαστικές αρχές. Η συνεργασία αυτή θα πρέπει να εξασφαλίζεται από ειδικό προϋπολογισμό. Αυτή η προσέγγιση δεν αναιρεί ωστόσο την ανομοιογένεια των εθνικών κανόνων της ποινικής δικονομίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τις συγκεκριμένες εγγυήσεις για την άσκηση των δικαιωμάτων της υπεράσπισης (π.χ. άσκηση ενδίκων μέσων …). Εξάλλου τα διαδικαστικά θέματα δεν εντάσσονται στον τομέα της επικοινωνίας. Συνεπώς, οι ποινικές διαδικασίες και οι πρακτικές των διαφόρων συστημάτων επιβολής του νόμου συνεπάγονται παραλλαγές που δεν μπορούν να προβλεφθούν από την ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ΕΟΚΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός η μελλοντική ευρωπαϊκή εισαγγελική αρχή να παρακολουθεί, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, τη σταδιακή προσέγγιση των εθνικών ποινικών νομοθεσιών, βάσει των οποίων θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις ποινικές διώξεις.

1.13   Επιπλέον, η ΕΟΚΕ θεωρεί σκόπιμο να εξεταστεί το θέμα της ποινικής ευθύνης των νομικών προσώπων που επί του παρόντος δεν αναγνωρίζεται από όλα τα κράτη μέλη. Αλλά αυτή η ανισότητα ενώπιον του νόμου απαιτεί μια κατά προτεραιότητα εξέταση, σε περίπτωση μεγάλου αριθμού παραβάσεων οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού χαρακτήρα από βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις.

1.14   Η διεύρυνση του ευρωπαϊκού ποινικού τομέα απαιτεί πρωτίστως την εξέταση των ακόλουθων θεμάτων:

την προτίμηση του ποινικού δικαίου από όλα τα άλλα συστήματα πρόληψης και αποκατάστασης, όπως οι διοικητικές, ακόμα και φορολογικές κυρώσεις, και το άνοιγμα με συλλογικές δράσεις (class action), καθώς και η διαμεσολάβηση·

τον προσδιορισμό του σωστού επιπέδου της κύρωσης που πρέπει να καθοριστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ελλείψει του οποίου το ποινικό δίκαιο θα είναι λιγότερο αποτρεπτικό στα περισσότερα εθνικά δίκαια που θα αντικαταστήσει·

τον ρόλο της Eurojust και τον ρόλο της μελλοντικής ευρωπαϊκής εισαγγελικής αρχής.

1.15   Τέλος, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ο προβληματισμός για την αρχή της επέκτασης του ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου απαιτεί και αντίστοιχο προβληματισμό για τον σεβασμό των δικαιωμάτων της υπεράσπισης τα οποία είναι λιγότερο εγγυημένα εκτός του νομικού πλαισίου που παρέχει η δίκη ενώπιον ποινικού δικαστηρίου. Ωστόσο, η επέκταση ενός ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου, λόγω της αποτελεσματικότητας που πρέπει να έχει αυτή η προσέγγιση, απαιτεί την ενίσχυση των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, ιδίως στο πλαίσιο της Eurojust και της Europol. Αυτά πρέπει να διασφαλιστούν αποτελεσματικά στην πράξη, και για κάθε πολίτη της ΕΕ. Μόνο έτσι το ευρωπαϊκό ποινικό δίκαιο θα εκπληρώσει την απαίτηση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από τις Συνθήκες (άρθρο 67, παράγραφος 1, και άρθρο 83, παράγραφος 3, της ΣλΕΕ).

2.   Κύρια σημεία της ανακοίνωσης

2.1   Στον χρηματοπιστωτικό τομέα και όσον αφορά την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, την προστασία του ευρώ και την καταπολέμηση της παραχάραξης, η Επιτροπή αναφέρει ότι η παρέμβαση της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου αναγνωρίζεται ως αναγκαία προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματική εφαρμογή των πολιτικών της.

2.2   Ζητά δε να αξιολογηθεί κατά πόσο αυτή μπορεί να επεκταθεί στους ακόλουθους τομείς: οδικές μεταφορές, προστασία δεδομένων, τελωνειακοί κανόνες, προστασία του περιβάλλοντος, αλιευτική πολιτική, πολιτικές για την εσωτερική αγορά (παραχάραξη, διαφθορά, δημόσιες συμβάσεις). Ο κατάλογος είναι μακρύς.

2.3   Η εν λόγω παρέμβαση της ΕΕ θα έχει ως νομική βάση το άρθρο 83, παράγραφος 2, της ΣλΕΕ, που προβλέπει, «όταν η προσέγγιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών στον τομέα του ποινικού δικαίου είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής πολιτικής της Ένωσης σε τομέα στον οποίο εφαρμόζονται μέτρα εναρμόνισης» τη δυνατότητα να θεσπίζουν «ελάχιστους κανόνες σχετικούς με τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων».

2.4   Εφόσον η Συνθήκη της Λισαβόνας παρέχει τη νομική βάση που διευκολύνει την υιοθέτηση οδηγιών σε θέματα ποινικού δικαίου, οι οδηγίες αυτές θα πρέπει να τηρούν αυστηρά, εκτός από τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται από τον Χάρτη και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, τις θεμελιώδεις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, η δε προσφυγή στο ποινικό δίκαιο θα πρέπει να αποτελεί, όπως διευκρινίζεται στην ανακοίνωση, έσχατο μέσο («ultima ratio»).

2.5   Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως εξηγείται στην ανακοίνωση, η ΕΕ μπορεί να παρέμβει μόνον εάν τα κράτη μέλη αδυνατούν να εφαρμόσουν το δίκαιο της Ένωσης, ή αν εμφανίζονται σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών που οδηγούν σε αντιφάσεις κατά την εφαρμογή του.

2.6   Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του έσχατου μέσου, η Επιτροπή αναφέρει ότι η επιλογή μεταξύ ποινικών ή διοικητικών κυρώσεων θα βασίζεται σε ενδελεχή ανάλυση των επιπτώσεων. Μια ομάδα εμπειρογνωμόνων θα την επικουρεί στο έργο αυτό και θα προβαίνει σε ερμηνεία βασικών εννοιών του ποινικού δικαίου («αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις», «ήσσονος σημασίας υποθέσεις» ή «υποβοήθηση και συνέργεια»…).

2.7   Η Επιτροπή αξιολογεί την προστιθέμενη αξία μιας παρέμβασης της ΕΕ στον τομέα του ποινικού δικαίου βάσει τεσσάρων στόχων:

ενθάρρυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων και των διασυνοριακών αγορών (με ελάχιστους κανόνες σχετικά με το δικονομικό δίκαιο)·

αποτροπή της ύπαρξης «ασφαλών καταφυγίων»·

ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των δικαστικών σωμάτων και των αρχών επιβολής του νόμου·

πρόληψη και επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων της νομοθεσίας της ΕΕ σε σημαντικούς τομείς πολιτικής (προστασία του περιβάλλοντος, παράνομη απασχόληση…).

2.8   Η ανακοίνωση δεν αφορά τα μέτρα τα οποία, δυνάμει του άρθρου 83, παράγραφος 1, της ΣλΕΕ, μπορούν να ληφθούν για την καταπολέμηση των αδικημάτων που αποκαλούνται «ευρωεγκλήματα» λόγω της ιδιαίτερης σοβαρότητάς τους και του διασυνοριακού τους χαρακτήρα (1).

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Το αντικείμενο της παρούσας ανακοίνωσης είναι ιδιαίτερα λεπτό, επειδή η πολιτική σε θέματα ποινικού δικαίου από της ιδρύσεως των κρατών είναι κυρίαρχο δικαίωμα και οι κανόνες καταστολής ενδέχεται να επηρεάσουν άμεσα τις ατομικές ελευθερίες και τα δικαιώματα κάθε πολίτη.

3.2   Εάν, σε ορισμένους τομείς, και κυρίως στον τομέα της καταπολέμησης της εμπορίας ανθρώπων και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και γυναικών, που εμπίπτουν στο άρθρο 83, παράγραφος 1, της ΣλΕΕ, είναι βέβαιο ότι υπάρχει ενδιαφέρον για παρέμβαση της Ένωσης σε θέματα ποινικού δικαίου, η ΕΟΚΕ δεν είναι βέβαιη ότι παρόμοιο ενδιαφέρον υπάρχει στους τομείς που καλύπτονται από το άρθρο 83, παράγραφος 2, της ΣλΕΕ.

3.3   Οι βάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε θέματα ποινικού δικαίου

3.3.1   Η ανάγκη για επαρκές έννομο συμφέρον.

3.3.1.1   Οι καινοτομίες που εισάγει η Συνθήκη της Λισαβόνας συνιστούν ένα κεκτημένο για το οποίο η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της. Διευκολύνεται έτσι η υιοθέτηση οδηγιών σε θέματα ποινικού δικαίου και διασφαλίζεται καλύτερα η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

3.3.1.2   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί προηγουμένως να άρει μια πιθανή σύγχυση: το άρθρο 83, παράγραφος 2, της ΣλΕΕ δεν μπορεί να υπονοεί ότι η βούληση να διασφαλιστεί η εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ θα μπορούσε, από μόνη της, να είναι αρκετή προκειμένου να νομιμοποιηθεί η προσφυγή στο ποινικό δίκαιο.

3.3.1.3   Η «οικονομική ανάκαμψη» στην οποία αναφέρεται η Επιτροπή προκειμένου να διευρύνει τα πεδία παρέμβασης της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου (σελίδα 10), που αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό στόχο, η προτεραιότητα του οποίου αναγνωρίζεται από όλους, δεν μπορεί να αποτελεί από μόνη της επαρκές έννομο συμφέρον για να δικαιολογηθεί η προσφυγή στο ποινικό δίκαιο. Ο στόχος αυτός δεν εξαρτάται, εξάλλου, μόνο από την καταπολέμηση της «παραοικονομίας και του οικονομικού εγκλήματος», όπου η παρέμβαση της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου δεν θα πρέπει να περιορίζεται στο πνεύμα της Επιτροπής.

3.3.1.4   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το σχέδιο της Επιτροπής προϋποθέτει καλύτερη κατανόηση της έννοιας του γενικού συμφέροντος που καθορίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έννοια ανύπαρκτη ακόμη από νομική άποψη, αλλά αναγκαία για να αιτιολογηθούν οι ποινικές κυρώσεις σε επίπεδο ΕΕ που επιβάλλονται στους πολίτες της. Το συμφέρον και μόνο των καταναλωτών δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τα μέτρα αυτά.

3.3.1.5   Η ΕΟΚΕ ζητά γενικότερα να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο, στο μέλλον, τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα κοινωνικά δικαιώματα θα μπορούσαν να προστατεύονται από ποινικές κυρώσεις που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ, πράγμα που συνεπάγεται ότι για τις κυρώσεις αυτές πρέπει να εξεταστεί ο τρόπος προσέγγισής τους στα διάφορα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι ο ορισμός των αδικημάτων και των κυρώσεων μπορεί να διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών μέχρι σημείου που να θίγει τα θεμελιώδη δικαιώματα παραβιάζοντας τις αρχές της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου, η ΕΟΚΕ θεωρεί επίσης αναγκαία, σε τέτοιες περιπτώσεις, την εναρμόνιση σε θέματα ποινικού δικαίου.

3.3.2   Η βασική αρχή της επικουρικότητας και η απαίτηση του «έσχατου μέσου».

3.3.2.1   Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε θέματα ποινικού δικαίου, η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην αρχή της επικουρικότητας: η αρχή αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική με την έννοια ότι οι κοινωνικές αξίες που τυγχάνουν νομικής προστασίας ποινικά συνδέονται στενά με την κοινωνική δομή και την ταυτότητα των κοινωνιών των κρατών μελών. Η ταυτότητα αυτή κατοχυρώνεται στη ΣλΕΕ, η οποία τονίζει ότι τα κράτη δεν πρέπει να διστάσουν να ασκήσουν την εξουσία τους και να ενεργοποιήσουν τον μηχανισμό «χειρόφρενο έκτακτης ανάγκης», αν θεωρούν ότι η προτεινόμενη νομοθεσία θίγει θεμελιώδεις πτυχές του εθνικού τους συστήματος ποινικής δικαιοσύνης (άρθρο 83, παράγραφος 3).

3.3.2.2   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι ελάχιστοι κανόνες που έχουν θεσπιστεί σε επίπεδο ΕΕ δεν πρέπει να επηρεάζουν τον ορισμό από τις εθνικές αρχές των κατηγοριών αδικημάτων, ορισμός ο οποίος συνδέεται επίσης με το δικαστικό τους σύστημα, και ότι θα πρέπει οι αρχές αυτές να καθορίζουν τη δική τους στρατηγική για την επιβολή του νόμου όσον αφορά θέματα καταστολής με αυστηρή εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας

3.3.2.3   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι, δυνάμει της αρχής της επικουρικότητας, η παρέμβαση της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου δικαιολογείται μόνον εάν το σύνολο ή σημαντικός αριθμός κρατών μελών αδυνατούν με τα δικά τους ρυθμιστικά μέσα να εξασφαλίσουν την τήρηση του ενωσιακού δικαίου. Το ερώτημα της παρέμβασης της ΕΕ θα πρέπει να τεθεί σε περίπτωση που ένα ή λίγα κράτη μέλη βρεθούν σε παρόμοια αδυναμία.

3.3.2.4   Επειδή ενδέχεται να θίγονται τα δικαιώματα του ατόμου, κάθε ευρωπαϊκή ποινική ρύθμιση πρέπει να βασίζεται και στην αρχή της αναλογικότητας και, ειδικότερα, στην απαίτηση του έσχατου μέσου, η οποία προϋποθέτει την εκ των προτέρων απόδειξη μη ύπαρξης άλλου λιγότερου δεσμευτικού μέσου για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου.

3.3.2.5   Στην ανακοίνωση τονίζεται η σημασία της εφαρμογής των αρχών αυτών, πράγμα που προϋποθέτει τη διενέργεια αξιολογήσεων με τη συνεκτίμηση όλων των πιθανών εναλλακτικών λύσεων.

3.3.2.6   Η ΕΟΚΕ εκτιμά τη βούληση της Επιτροπής να εκπονήσει παρόμοιες μελέτες. Η Επιτροπή αναγγέλλει ότι «θα αναπτύξει σχέδια για την περαιτέρω συλλογή στατιστικών δεδομένων και πραγματικών στοιχείων για να εξετάσει τους τομείς που καλύπτονται από το άρθρο 325 παράγραφος 4 και το άρθρο 83 παράγραφος 2» (σημείο 2.2.2).

3.3.2.7   Κατ' εφαρμογήν της απαίτησης του έσχατου μέσου, στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι ο νομοθέτης θα πρέπει να στηρίζεται σε μελέτες αντικτύπου στις οποίες να περιλαμβάνεται «αξιολόγηση του κατά πόσον τα συστήματα κυρώσεων των κρατών μελών επιτυγχάνουν το επιθυμητό αποτέλεσμα και των δυσχερειών που αντιμετωπίζουν οι εθνικές αρχές κατά την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ στην πράξη» (σημείο 2.2.1).

3.3.2.8   Πρέπει να αναγνωριστεί ότι υπάρχουν μέχρι στιγμής ελάχιστες αξιολογήσεις της μεταφοράς και της εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας από τα κράτη μέλη, καθώς και εργασίες συγκριτικής έρευνας σχετικά με τα διάφορα νομικά συστήματα. Πρώτιστο καθήκον είναι η ανάπτυξη των συστημάτων αυτών. Μόνον μετά τα αποτελέσματα των ερευνών θα κατοχυρωθεί, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, ο «απαραίτητος» χαρακτήρας της εναρμόνισης.

3.3.2.9   Η ΕΟΚΕ επιμένει στο γεγονός ότι πρέπει να επισημανθούν τόσο οι αδυναμίες των έννομων τάξεων των κρατών μελών όσο και η φύση των δυσκολιών που ανέκυψαν σε επίπεδο ΕΕ από τις διαφορετικές αντιλήψεις περί ποινικοποίησης, κυρώσεων και αποτελεσματικότητας της επιβολής του νόμου.

3.3.2.10   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι το ευρωπαϊκό ποινικό μέσο θα πρέπει επίσης να υπόκειται σε ανεξάρτητη επιστημονική αξιολόγηση όσον αφορά την αποτελεσματικότητά του και τις επιπτώσεις του στα θεμελιώδη δικαιώματα. Μόνο μια τέτοια αξιολόγηση θα συμβάλει στην ενίσχυση των πραγματικά αποτελεσματικών μέτρων και στην απόρριψη άλλων. Αυτό συνεπάγεται ότι τα κράτη μέλη θεσπίζουν ένα ειδικό χρηματοδοτικό μέσο για την κατανομή, εντός του προϋπολογισμού τους, των αναγκαίων οικονομικών μέσων. Προϋποθέτει επίσης, επίσης, τον καθορισμό, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μιας κοινής μεθοδολογίας για τη θέσπιση των βασικών δεικτών και των οργάνων μέτρησης.

3.3.2.11   Η ΕΟΚΕ έχει επίγνωση του γεγονότος ότι ο προβληματισμός σχετικά με την αρχή της επικουρικότητας στον τομέα του ποινικού δικαίου είναι ακόμη στα σπάργανα. Η νομολογία είναι ακόμα εν τη γενέσει της. Τονίζει εν προκειμένω τη σημασία ανάπτυξης της σκέψης για την καλύτερη κατανόηση αυτής της έννοιας. Γενικότερα, καλεί για περαιτέρω προβληματισμό σχετικά με τις αρχές που θα αποτελέσουν τη βάση κάθε ευρωπαϊκής ρύθμισης σε θέματα ποινικού δικαίου.

3.3.2.12   Οι λόγοι που αναφέρονται στην ανακοίνωση για να τονιστεί η προστιθέμενη αξία της παρέμβασης της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου (σελίδα 4) χρήζουν, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, περαιτέρω εμβάθυνσης.

3.3.2.12.1   Ειδικότερα, αν και το επιχείρημα σχετικά με τις διαφορές των κυρώσεων εντός της ΕΕ, προξενεί, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, διακρίσεις μεταξύ των πολιτών της ΕΕ όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, το επιχείρημα αυτό θα πρέπει να σχετικοποιηθεί: αφενός, λόγω της διακριτικής ευχέρειας του δικαστή σε πολλά κράτη, αφετέρου δε, επειδή το αποτρεπτικό αποτέλεσμα εξαρτάται κυρίως από την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών δίωξης.

3.3.2.12.2   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, μια σταδιακή προσέγγιση των ουσιαστικών κανόνων του ποινικού δικαίου μπορεί να επιτευχθεί μόνο από τα αρμόδια όργανα, βασιζόμενη στη συνεργασία των εθνικών δικαστικών αρχών η οποία θα πρέπει να εξασφαλίζεται από ειδικό προϋπολογισμό. Εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η επιδιωκόμενη εναρμόνιση δεν θα μπορέσει να απαλείψει πλήρως τις διαφορές της ποινικής διαδικασίας, ιδίως όσον αφορά την έννοια της εκατέρωθεν ακροάσεως και των δικαιωμάτων της υπεράσπισης.

3.3.2.12.3   Εάν μια παρέμβαση σε θέματα ποινικού δικαίου κριθεί αναγκαία, η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην ανάγκη επιδίωξης εναρμόνισης όσον αφορά τη διαχείριση των αποδεικτικών στοιχείων.

3.3.2.13   Τέλος, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με την απαίτηση του έσχατου μέσου, θα πρέπει να διερευνηθούν προληπτικά μέσα, ιδίως μέσω δράσεων στον κοινωνικό τομέα. Θα μπορούσαν δε αυτά να συνδυαστούν αποτελεσματικά με ποινικές κυρώσεις.

3.3.3   Άλλες αρχές.

3.3.3.1   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και τη Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο νομοθέτης υποχρεούται να είναι σαφής και ακριβής κατά την αναφορά των αδικημάτων, πράγμα που αντικατοπτρίζει μια γενική υποχρέωση ασφάλειας δικαίου. Η υποχρέωση αυτή πρέπει να επεκταθεί, σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, σε δευτερεύουσες συμπεριφορές όπως η απόπειρα και η συνενοχή που ορίζονται διαφορετικά από χώρα σε χώρα.

3.3.3.2   Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, το σχέδιο εναρμόνισης της νομοθεσίας δεν πρέπει να οδηγήσει σε αύξηση των κυρώσεων που επιβάλλονται στα κράτη μέλη. Σύμφωνα με την αρχή της (κάθετης) συνοχής, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι οι ελάχιστες ποινές που προβλέπονται από την ΕΕ δεν πρέπει να οδηγήσουν σε αύξηση των μέγιστων ποινών σε ένα κράτος μέλος, αύξηση η οποία θα ήταν αντίθετη προς το νομικό σύστημα του κράτους αυτού (άρθρο 67, παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ). Ζητά διάκριση των εννοιών της αυστηρότητας και της αποτελεσματικότητας κατά την αξιολόγηση της ποινής.

3.3.3.3   Όσον αφορά κυρώσεις που προτείνει η ΕΕ, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη επίσης, στο όνομα του σεβασμού της οριζόντιας συνοχής, τα επίπεδα των κυρώσεων που έχουν ήδη καθοριστεί από ευρωπαϊκές νομικές πράξεις.

3.4   Νομικές έννοιες που πρέπει να διευκρινιστούν

3.4.1   Η Επιτροπή ήθελε σαφώς να ξεκινήσει μια συζήτηση πριν ακόμη ορίσει μερικές βασικές έννοιες. Εξ ου και κάποια έλλειψη σαφήνειας της ανακοίνωσης. Μολονότι η πολιτική σημασία του εγγράφου δεν διαφεύγει της προσοχής της, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της που η συζήτηση δεν ξεκίνησε στις σταθερές βάσεις που θα επιθυμούσε. Τονίζει κυρίως την πολυπλοκότητα μιας διάκρισης, απαραίτητης εντούτοις, μεταξύ των εννοιών των ποινικών κυρώσεων και των διοικητικών κυρώσεων, και διερωτάται τι σημαίνει «σοβαρό αδίκημα» στο δίκαιο της Ένωσης.

3.4.2   Το έργο της ομάδας εμπειρογνωμόνων πρέπει να συμβάλλει στην άρση της ασάφειας. Η ΕΟΚΕ θα μεριμνήσει ούτως ώστε, όπως έχει αναγγελθεί, οι εμπειρογνώμονες αυτοί να είναι πράγματι νομικοί, δικηγόροι, δικαστές, εγκληματολόγοι ….

3.5   Σε ποιους τομείς επεκτείνεται η παρέμβαση της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου;

3.5.1   Στην ανακοίνωση αναφέρονται, ορθώς, εναλλακτικές προς το ποινικό δίκαιο λύσεις, χωρίς όμως, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να εκτιμώνται όλες οι συνέπειες: η απάντηση της ΕΕ σε αποκλίνουσες συμπεριφορές όσον αφορά χρηματοπιστωτικά, κοινωνικά και οικονομικά θέματα, πρέπει, κατά τη γνώμη της, να εμπεριέχει την ίδια την οικονομική επιλογή, δηλαδή, διοικητικές και αστικές κυρώσεις (απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος, για παράδειγμα).

3.5.2   Η απουσία συνολικής στρατηγικής σε θέματα ποινικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει ως αποτέλεσμα την έλλειψη αυστηρής αιτιολόγησης του καταλόγου των τομέων στους οποίους η Επιτροπή θα μπορούσε να αναλάβει πρωτοβουλίες.

3.5.3   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η παρέμβαση της ΕΕ πρέπει να βασίζεται σε τρία κριτήρια: το επίπεδο σοβαρότητας (προς προσδιορισμό) και τη διακρατική διάσταση των αδικημάτων, αλλά και το κοινό κριτήριο του «προσβλητικού χαρακτήρα» τους, σε συνάρτηση με τη σπουδαιότητα του συμφέροντος που έχει θιγεί.

3.6   Ποιό επίπεδο εναρμόνισης;

3.6.1   Η ΕΟΚΕ σημειώνει τον στόχο της ανακοίνωσης για τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων. Η Συνθήκη δεν επιτρέπει τίποτα περισσότερο και αποκλείει οποιαδήποτε πλήρη εναρμόνιση. Ωστόσο, οι ελάχιστοι κανόνες μπορεί να εκφράζουν μια επιθυμία για μια περισσότερο ή λιγότερο φιλόδοξη εναρμόνιση. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι είναι σημαντικό να προσδιοριστεί με ακρίβεια το επίπεδο της επιδιωκόμενης εναρμόνισης, και αυτό ανάλογα με τους τομείς. Για να παράσχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την απαραίτητη πολιτική ώθηση με παράλληλη εξασφάλιση της δημοκρατικής νομιμότητας, είναι σημαντικό σε εθνικό επίπεδο τα κοινοβούλια να επιλαμβάνονται του θέματος και να αποφασίζουν σχετικά, σύμφωνα με τις νέες αρμοδιότητές τους προκειμένου να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στο ευρωπαϊκό ποινικό δίκαιο.

3.6.2   Η ΕΟΚΕ εκτιμά, ότι εφόσον το κολοσσιαίο και διαρκές έργο εναρμόνισης των ορισμών των αδικημάτων και των κυρώσεων – έστω και αν αυτό έχει ελάχιστο σχεδιασμό –, συνεχίζεται δεν θα μπορέσει να επηρεάσει την ταυτότητα κάθε εθνικού συστήματος κανόνων δικαίου.

3.7   Δικαιώματα της υπεράσπισης

3.7.1   Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι εάν, για τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η κύρωση, διοικητική ή ποινική, προϋποθέτει ισοδύναμες εγγυήσεις για τον διάδικο (σύμφωνα με το άρθρο 6 της Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών), στην πράξη, ενδέχεται να προκύψουν διαφορές στην προστασία των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, ανάλογα με την επιλεγόμενη κύρωση. Το γεγονός αυτό συνηγορεί, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, υπέρ του σαφούς και εκ των προτέρων ορισμού του τι είναι διοικητική κύρωση και τι ποινική κύρωση.

3.7.2   Για την καλύτερη προστασία των δικαιωμάτων της υπεράσπισης σε περίπτωση διοικητικών κυρώσεων, η ΕΟΚΕ θα επικροτούσε τη θέσπιση αρχών με στόχο τη «δικαστικοποίησή» τους.

3.7.3   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει επίσης ότι το θέμα των δικαιωμάτων της υπεράσπισης τίθεται και στο πλαίσιο της συνεργασίας των δικαστικών και των διωκτικών υπηρεσιών (Eurojust και Europol κυρίως).

3.8   Δευτερεύοντα θέματα

3.8.1   Το θέμα της ευθύνης (ποινικής ή αστικής) των νομικών προσώπων.

3.8.1.1   Το γεγονός ότι ορισμένα κράτη αγνοούν μέχρι σήμερα την ποινική ευθύνη των νομικών προσώπων δημιουργεί ένα χάσμα μεταξύ της αποτελεσματικότητας των μεθόδων καταστολής και καθιστά πιθανή την προσφυγή σε αρμόδιο δικαστήριο (ποινικό ή αστικό σύμφωνα με τους κανόνες ορισμού του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, εξ ου και ο κίνδυνος του «forum shopping»). Για παράδειγμα, δεν χρειάζεται να δοθεί έμφαση στην αύξηση της αποτελεσματικότητας της ανταπόκρισης της ποινικής δικαιοσύνης σε σημαντικές διασυνοριακές ρυπάνσεις κατά των υπευθύνων, που είναι συνήθως επιχειρήσεις, με περιορισμό της δίωξης στην αποκλειστική ενοχοποίηση των υπευθύνων, ακόμα και των απλών συνεργών. Πρόκειται για ένα θέμα που θα πρέπει να εξεταστεί διεξοδικά, ιδιαίτερα όσον αφορά το ζήτημα της δυνατότητας εκχώρησης της ευθύνης εντός της εταιρείας, διαφορετικά δεν μπορεί να υπάρξει ισοδυναμία στην καταστολή και, ως εκ τούτου, στην αποτρεπτική επίδραση του προληπτικού πλαισίου.

3.8.1.2   Στον βαθμό που η εναρμόνιση του ποινικού εταιρικού δικαίου αντιμετωπίζει εννοιολογικές δυσκολίες μεταξύ των κρατών μελών, η καταστολή της παραβίασης των θεμελιωδών κανόνων που διασφαλίζουν τη θέσπιση των ευρωπαϊκών προτύπων εξακολουθεί να έχει αμιγώς διοικητικό χαρακτήρα είτε πρόκειται για πρωτοβουλία της Επιτροπής, είτε των κρατών μελών, είτε ανεξάρτητων αρχών. Είναι σημαντικό ενώπιον αυτών των οργάνων που έχουν την εξουσία να επιβάλλουν κυρώσεις, τα νομικά πρόσωπα που καλούνται να έχουν την εγγύηση των δικαιωμάτων υπεράσπισης, όπως εκείνη που τους έχει αναγνωρίσει προηγουμένως ένα ποινικό δικαστήριο.

3.8.2   Άλλα θέματα που τίθενται στην ανακοίνωση:

3.8.2.1   Πρέπει να οριστεί στη νομοθεσία της Ένωσης η έννοια της βαριάς αμέλειας;

3.8.2.2   Πιστή στις απαιτήσεις της αρχής της «nulla poena sine culpa (καμιά ποινή χωρίς ενοχή)», η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι, αν και η νομοθεσία της ΕΕ σε θέματα ποινικού δικαίου όριζε την εκ προθέσεως συμπεριφορά, τα κράτη μέλη, είναι τα μόνα αρμόδια για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση βαριάς αμέλειας (προς συζήτηση).

3.8.3   Πρέπει να εισαχθούν στη νομοθεσία της Ένωσης μέτρα δήμευσης;

3.8.3.1   Εάν και δεν φαίνεται να υπάρχει κατ' αρχήν αντίθεση στην εισαγωγή στην ευρωπαϊκή νομοθεσία της ποινής της δήμευσης (ανεξάρτητα από την κατάσχεση αγαθών), ιδίως όσον αφορά την διακίνηση ναρκωτικών, το θέμα χρήζει διεξοδικής συζήτησης όταν πρόκειται για γενική δήμευση της περιουσίας, άγνωστη σε πολλά νομικά συστήματα και που ενδέχεται να εγείρει το ζήτημα της αναλογικότητας και της αβεβαιότητας της ποινής.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Τρομοκρατία, εμπορία ανθρώπων, σεξουαλική εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών, παράνομη εμπορία ναρκωτικών και όπλων, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, διαφθορά, παραχάραξη μέσων πληρωμής, εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής και την οργανωμένη εγκληματικότητα.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/103


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς»

[COM(2011) 883 final — 2011/0435 (COD)]

2012/C 191/18

Γενικός εισηγητής: ο κ. Arno METZLER

Το Συμβούλιο, στις 18 Ιανουαρίου 2012, και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις 27 Ιανουαρίου 2012, αποφάσισαν, σύμφωνα με τα άρθρα 46 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣλΕΕ), να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την:

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς

COM(2011) 883 final — 2011/0435 (COD).

Στις 17 Ιανουαρίου 2012, το Προεδρείο της ΕΟΚΕ ανέθεσε την προετοιμασία των σχετικών εργασιών στο ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη».

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, η ΕΟΚΕ όρισε κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου) τον κ. Arno METZLER ως γενικό εισηγητή και υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 164 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 3 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων που έχουν αποκτηθεί σε άλλο κράτος μέλος συνιστά σημαντικό μέσο για την προαγωγή της κινητικότητας των πολιτών της ΕΕ και συνεπώς την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς. Συμβάλλει στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των κρατών μελών, στη στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης και στη μείωση της ανεργίας. Οι εθνικές οικονομίες επωφελούνται από την πολύμορφη επαγγελματική πείρα που αποκτούν οι πολίτες τους κατά την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας σε άλλα κράτη μέλη.

1.2   Ακόμη δεν αξιοποιείται επαρκώς το ποσοστό των πολιτών της ΕΕ που επιθυμούν να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος. Αυτό οφείλεται σε διάφορα εμπόδια κατά την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων που έχουν αποκτηθεί σε άλλο κράτος μέλος. Οι πολίτες της ΕΕ χαρακτηρίζουν τις διαδικασίες ως χρονοβόρες και ελάχιστα διαφανείς.

1.3   Συνεπώς η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει καταρχήν την πρόταση για τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σκοπός της οποίας είναι η εξάλειψη των προβλημάτων που προκύπτουν κατά την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων μέσω της απλοποίησης των διαδικασιών και της αύξησης της διαφάνειας για τους πολίτες της ΕΕ. Οι στόχοι που τίθενται στο πρόγραμμα 2020 για την ενίσχυση της κινητικότητας των πολιτών της ΕΕ στηρίζονται αποτελεσματικά με την πρόταση οδηγίας.

1.4   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα ως σαφή απλούστευση των διαδικασιών. Ορισμένες διατάξεις μπορεί όμως, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ να δημιουργήσουν κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των καταναλωτών και των ασθενών. Προς τούτο χρειάζεται ειδικότερα η επανεξέταση των προτεινόμενων ρυθμίσεων για την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα:

τα γενικά και βασικά κριτήρια καθώς και οι διαδικαστικές διατάξεις για την εισαγωγή της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας θα πρέπει να θεσπιστούν στο πλαίσιο αυτής της οδηγίας·

η καταχρηστική εκτύπωση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας θα πρέπει να εμποδίζεται με τη λήψη περιορισμένης ισχύος και ειδικών μέτρων για την προστασία από πλαστογράφηση ή παραποίηση·

η ΕΟΚΕ εκφράζει έντονους ενδοιασμούς σχετικά με τη ρύθμιση σύμφωνα με την οποία μία ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα θεωρείται έγκυρη σε περίπτωση που το κράτος υποδοχής παραλείψει να αποφανθεί επί σχετικής αιτήσεως. Σε περίπτωση μη τήρησης της προθεσμίας θα ήταν προτιμότερο να εφαρμόζονται άλλα νομικά μέσα, όπως η απαίτηση για τη λήψη απόφασης ή η αξίωση αποζημίωσης.

1.5   Λόγω της πληθώρας των υφιστάμενων ευρωπαϊκών συστημάτων στον τομέα των επαγγελματικών προσόντων, η ΕΟΚΕ φοβάται μήπως υπάρξουν αλληλεπικαλύψεις, ανταγωνισμός ή και αντίφαση μεταξύ των επιμέρους διατάξεων. Είναι συνεπώς απαραίτητο να διευκρινιστεί στην οδηγία η σειρά προτεραιότητας μεταξύ της οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα, του ευρωπαϊκού πλαισίου αναγνώρισης προσόντων και των ευρωπαϊκών προτύπων. Επίσης είναι απαραίτητο να επεκταθεί η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού συστήματος μεταφοράς ακαδημαϊκών μονάδων (ECTS).

1.6   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη διεύρυνση των δυνατοτήτων αυτόματης αναγνώρισης μέσω της θέσπισης κοινών αρχών εκπαίδευσης. Όμως οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία, οι διαδικασίες και τα κριτήρια βάσει των οποίων η Επιτροπή θεσπίζει κοινές αρχές εκπαίδευσης θα πρέπει να ορίζονται όμως στο πλαίσιο της οδηγίας. Το ελάχιστο ποσοστό κρατών μελών θα πρέπει να αυξηθεί στο 50 % + 1 κράτος μέλος.

2.   Κύρια σημεία του εγγράφου της Επιτροπής

2.1   Η κινητικότητα ειδικευμένων επαγγελματιών είναι χαμηλή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, κατά τα φαινόμενα, υπάρχει πολύ μεγάλο ανεκμετάλλευτο δυναμικό κινητικότητας. Η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων είναι κρίσιμη για να μπορέσουν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά οι θεμελιώδεις ελευθερίες της εσωτερικής αγοράς για τους πολίτες της ΕΕ. Ταυτόχρονα, η κινητικότητα δεν πρέπει να ζημιώνει τους καταναλωτές π.χ., τους ασθενείς που αναμένουν οι επαγγελματίες του κλάδου της υγείας να έχουν επαρκείς γλωσσικές δεξιότητες.

2.2   Ο εκσυγχρονισμός της οδηγίας θα ικανοποιήσει επίσης στις ανάγκες των κρατών μελών που αντιμετωπίζουν ολοένα και μεγαλύτερες ελλείψεις σε ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Η κινητικότητα των πολιτών της ΕΕ στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς είναι ένα σημαντικό ζήτημα από αυτή την άποψη. Οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού όχι απλά θα εξακολουθήσουν να υφίστανται στο μέλλον, αλλά αναμένεται να αυξηθούν ιδιαίτερα στον κλάδο της υγείας, της εκπαίδευσης καθώς και σε τομείς ανάπτυξης, όπως ο κατασκευαστικός κλάδος ή οι επιχειρηματικές υπηρεσίες.

2.3   Με τον προτεινόμενο εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων διατάξεων επιδιώκονται οι ακόλουθοι στόχοι:

Μείωση της πολυπλοκότητας των διαδικασιών μέσω μιας Ευρωπαϊκής Επαγγελματικής Ταυτότητας, η οποία θα αξιοποιήσει περαιτέρω τα οφέλη του ήδη επιτυχημένου συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (ΙΜΙ)

Μεταρρύθμιση των γενικών κανόνων εγκατάστασης σε διαφορετικό κράτος μέλος ή μετακίνησης σε προσωρινή βάση

Εκσυγχρονισμός του συστήματος αυτόματης αναγνώρισης, ιδιαίτερα για νοσοκόμους, μαίες, φαρμακοποιούς και αρχιτέκτονες

Πρόβλεψη νομικού πλαισίου για μερικώς ειδικευμένους επαγγελματίες και για συμβολαιογράφους

Αποσαφήνιση των μέτρων προστασίας των ασθενών των οποίων οι ανησυχίες σχετικά με τις γλωσσικές δεξιότητες και τους κινδύνους εσφαλμένων πρακτικών πρέπει να αντικατοπτρίζονται καλύτερα στο νομικό πλαίσιο

Καθιέρωση της νομικής υποχρέωσης παροχής φιλικών προς τον χρήστη ουσιωδών πληροφοριών σχετικά με τους κανόνες που διέπουν την αναγνώριση των προσόντων εξασφαλίζοντας την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης καθόλη τη διαδικασία της αναγνώρισης

Έναρξη μιας συστηματικής εξέτασης και αμοιβαίας αξιολόγησης για όλα τα νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα στα κράτη μέλη.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Στη στρατηγική ΕΕ 2020 (1) τέθηκε ως στόχος η διευκόλυνση και η στήριξη της κινητικότητας των εργαζομένων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην πρωτοβουλία «Μια στρατηγική για τις νέες δεξιότητες και νέες θέσεις εργασίας: ευρωπαϊκή συμβολή στην πλήρη απασχόληση» (2), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπίστωσε ότι η έλλειψη ειδικευμένου δυναμικού συνιστά εμπόδιο στην αειφόρο ανάπτυξη. Έλλειψη ειδικευμένου δυναμικού αντιμετωπίζεται τόσο σε περιοχές με σταθερά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης όσο και σε περιοχές με σταθερά υψηλή ανεργία. Η γεωγραφική κινητικότητα έχει συνεπώς ιδιαίτερη σημασία για τη μετρίαση της ανεργίας σε περιφερειακό επίπεδο. Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η Πράξη για την Ενιαία αγορά, δώδεκα δράσεις για την τόνωση της ανάπτυξης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης» (3) η Επιτροπή αναγνώρισε την κινητικότητα των πολιτών ως μία από 12 δράσεις. Η αύξηση της κινητικότητας του ειδικευμένου εργατικού δυναμικού θα συμβάλει στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει σε περιόδους έλλειψης εργατικού δυναμικού να βελτιώνονται οι δυνατότητες των εργοδοτών να αναζητούν ειδικευμένο προσωπικό σε διάφορα κράτη μέλη. Η ΕΟΚΕ προσδοκά συνεπώς ότι η οδηγία θα συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη.

3.2   Η ισχύουσα οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα παρουσιάζει ακόμη ορισμένες ανεπάρκειες. Οι πολίτες της ΕΕ διαθέτουν διάφορες δυνατότητες για την αναγνώριση των επαγγελματικών τους προσόντων. Είναι, ωστόσο, δύσκολο για τους πολίτες να εξακριβώσουν ποιες διαδικασίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν, σε ποια αρχή μπορούν να απευθυνθούν και ποια έγγραφα πρέπει να καταθέσουν. Οι αδυναμίες αυτές της ισχύουσας οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα συνιστούν εμπόδιο Στην κινητικότητα των πολιτών της ΕΕ και κατ' επέκταση Στην υλοποίηση της ενιαίας αγοράς (4). Λόγω των χρονοβόρων διαδικασιών αναγνώρισης, οι πολίτες της ΕΕ συχνά δεν έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν γρήγορα σε μία προσφορά εργασίας, διότι πριν δεχτούν την προσφορά πρέπει να ακολουθήσουν τη διαδικασία αναγνώρισης. Είναι επομένως απαραίτητο να εκσυγχρονιστούν οι διοικητικές διαδικασίες και να αυξηθεί η διαφάνεια κατά την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων. Τελικά, όπως αποδείχθηκε, οι κοινές πλατφόρμες ήταν δύσκολο να εφαρμοστούν και αναποτελεσματικές. Από τη θέσπισή τους δεν υιοθετήθηκε καμία κοινή πλατφόρμα.

3.3   Η ΕΟΚΕ στηρίζει επομένως την πρόταση τροποποίησης της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Η καθιέρωση απλούστερων διαδικασιών αμοιβαίας αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων και η αύξηση της διαφάνειας συμβάλλουν στην προαγωγή της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών και εγκατάστασης, καθώς και της ενιαίας αγοράς. Με την πρόταση οδηγίας υλοποιούνται οι στόχοι που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόσο στη στρατηγική 2020 όσο και στα έγγραφα που ακολούθησαν.

3.4   Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι οι απλοποιήσεις των διαδικασιών που προβλέπονται στο πλαίσιο της αναθεώρησης συνιστούν κατάλληλο μέσο για την προαγωγή της κινητικότητας των πολιτών της ΕΕ εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι, μετά τις πρόσφατες οικονομικές κρίσεις, θα δημιουργηθεί μία νέα δυναμική που προσφέρει δυνατότητες μεγαλύτερης ανάπτυξης και κινητικότητας, καθώς και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στα κράτη μέλη.

3.5   Ιδιαίτερα οι νέοι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν επαγγελματική πείρα σε διάφορα κράτη μέλη. Με αυτόν τον τρόπο μεταφέρουν διαφορετικές επαγγελματικές εμπειρίες στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και επηρεάζουν την άσκηση του εκάστοτε επαγγέλματος τόσο στο κράτος υποδοχής όσο και στην πατρίδα τους μετά την επιστροφή τους.

3.6   Οι θετικές επιπτώσεις της κινητικότητας υπερβαίνουν τις αρνητικές επιπτώσεις που συνεπάγεται ενδεχομένως η «διαρροή εγκεφάλων». Αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς ο κίνδυνος της «διαρροής εγκεφάλων», οι σημερινές εμπειρίες δείχνουν ότι το φαινόμενο αυτό απαντάται σε πολύ μικρότερο βαθμό απ' ό,τι αναμενόταν και ότι οι πολίτες της ΕΕ συχνά, λόγω των πολιτισμικών και οικογενειακών τους δεσμών, επιστρέφουν στην πατρίδα τους μετά από μία φάση κινητικότητας.

3.7   Η επαγγελματική κινητικότητα μεταξύ των κρατών μελών πρέπει να πραγματοποιείται με ταυτόχρονη τήρηση των κοινωνικών προτύπων. Ειδικότερα, η ενδεχόμενη παροδική πίεση μετακίνησης που υφίσταται σε ένα κράτος μέλος δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως πρόφαση για μείωση του επιπέδου των κοινωνικών προτύπων σε ένα άλλο κράτος μέλος.

3.8   Η ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα οδηγεί σε μία επιθυμητή απλοποίηση των διαδικασιών. Ο αιτών μπορεί να απευθύνεται στις αρχές της χώρας καταγωγής του. Οι αρχές αυτές είναι γενικά καταλληλότερες από τις αρχές άλλου κράτους μέλους να ελέγξουν τα έντυπα που υποβάλλονται. Τα έντυπα που θα έχουν ελεγχθεί και θα έχουν καταχωρηθεί στη βάση δεδομένων ΙΜΙ θα μπορούν να διατίθενται για περαιτέρω διαδικασίες. Η ασφάλεια των καταναλωτών και των ασθενών θα πρέπει, ωστόσο, να εξακολουθήσει να διασφαλίζεται με την αναγνώριση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας από το κράτος υποδοχής.

3.9   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει συνεπώς την εστίαση της οδηγίας στο ΙΜΙ. Ωστόσο, υπάρχουν ήδη στα κράτη μέλη δομές για εθνικές επαγγελματικές ταυτότητες. Για να αποφευχθεί η περιττή διοικητική και η οικονομική επιβάρυνση, αλλά και η γραφειοκρατία θα ήταν σκόπιμο να συμπεριληφθούν οι δομές αυτές στη διαδικασία χορήγησης ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας. Ιδιαίτερα θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα ενσωμάτωσης μιας αναγνωρισμένης ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας σε μία από τις υφιστάμενες εθνικές επαγγελματικές ταυτότητες. Η Οδηγία θα πρέπει στο πλαίσιο του άρθρου 58 (άρθρο 4α) VI) να θεσπίζει τα κριτήρια και τις διαδικασίες βάσει των οποίων η Επιτροπή καθορίζει τα επαγγέλματα για τα οποία επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας. Αυτό ισχύει και όσον αφορά την ευθύνη για τη μετάφραση των απαραίτητων διαδικασιών και εγγράφων.

3.10   Η διαδικασία της Μπολόνια και το ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων ενισχύουν τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα εθνικών πτυχίων και κυρίως πτυχίων πανεπιστημιακού επιπέδου. Δεν πρέπει όμως να συνεπάγονται αλληλεπικαλύψεις με διατάξεις της οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα. Πρέπει επομένως να διευκρινίζεται στην Οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα ότι η αναγνώριση επαγγελμάτων πραγματοποιείται αποκλειστικά σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας αυτής ή σύμφωνα με τις διατάξεις ειδικών Οδηγιών. Η αναγνώριση επαγγελμάτων δεν πρέπει ούτε να διευκολύνεται ούτε να δυσχεραίνεται από τις διατάξεις του ευρωπαϊκού πλαισίου προσόντων. Αυτό αφορά και τη σχέση μεταξύ της οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα και των ευρωπαϊκών προτύπων.

3.11   Η Οδηγία για τα επαγγελματικά προσόντα αφορά αποκλειστικά τα επαγγελματικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί σε ένα κράτος μέλος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όρισε ως στόχο της πρωτοβουλίας «Μια στρατηγική για τις νέες δεξιότητες και νέες θέσεις εργασίας: ευρωπαϊκή συμβολή στην πλήρη απασχόληση» (5) την καλύτερη ένταξη των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί μεταξύ άλλων μέσω της εξάλειψης εμποδίων στην απασχόληση λόγω της μη αναγνώρισης ικανοτήτων και προσόντων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να λάβει μέτρα με τα οποία να απλοποιείται η αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων που έχουν αποκτηθεί σε τρίτες χώρες.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα

4.1.1   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη θέσπιση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας, όπως προτείνεται στα άρθρα 4α) και 4ε). Με την εισαγωγή της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας και ενός μηχανισμού προειδοποίησης στην ενιαία αγορά θα απλοποιηθεί και θα επιταχυνθεί σε πολλές περιπτώσεις η διαδικασία αναγνώρισης.

4.1.2   Στο άρθρο 4α), εδάφιο 7 προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής τελών για την έκδοση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να καθορίσει τα κριτήρια για τον υπολογισμό και την κατανομή των τελών σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 58α). Τα τέλη δεν θα πρέπει να είναι όμως τόσο υψηλά ώστε να αποθαρρύνεται ο αιτών από τη χρήση αυτής της διαδικασίας.

4.1.3   Η ΕΟΚΕ εκφράζει σοβαρούς ενδοιασμούς σχετικά με τη ρύθμιση που προτείνεται στο άρθρο 4δ εδάφιο 5 σύμφωνα με την οποία μία ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα θα θεωρείται έγκυρη όταν η αρμόδια αρχή έχει παραλείψει να λάβει σχετική απόφαση εντός της προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 4δ, εδάφια 2 και 3. Η εξαιρετικά σύντομη προθεσμία ανέρχεται σε έναν μήνα και σε περίπτωση επιβολής αντισταθμιστικών μέτρων, σε δύο μήνες. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει τις αρμόδιες αρχές να απορρίπτουν μία αναγνώριση ακόμη και όταν, λόγω σώρευσης αιτήσεων ή ελλιπών συμπληρωματικών πληροφοριών, δεν είναι σε θέση να λάβουν μία αντικειμενική απόφαση. Αυτό πράγματι δεν συντελεί σε επιτάχυνση αλλά σε παράταση της διαδικασίας, καθώς υπάρχει δυνατότητα προσφυγής κατά μίας αρνητικής απόφασης.

4.1.4   Σε περίπτωση που πράγματι υπάρξουν πολλές περιπτώσεις στις οποίες αναγνωρίζεται ως έγκυρη μία ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα με βάση το άρθρο 4δ, εδάφιο 5, τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια και η υγεία καταναλωτών και ασθενών. Έτσι, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να μπορούν με αυτόν τον τρόπο να αποκτούν την ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα και άτομα που δεν την δικαιούνται. Επιπλέον θα είναι δύσκολο να ακυρωθεί μία ισχύουσα ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα η οποία εγκρίθηκε αδικαιολόγητα.

4.1.5   Προτείνεται να καθιερωθεί μία διαδικασία προσφυγής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, προκειμένου να διασφαλίζονται τόσο τα συμφέροντα των αιτούντων όσο και των καταναλωτών. Η Οδηγία θα πρέπει να υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν παρόμοια διαδικασία προσφυγής. Κατάλληλα μέτρα θα μπορούσαν να είναι η υποχρέωση λήψης απόφασης καθώς και η αξίωση αποζημίωσης. Οι αξιώσεις θα πρέπει να ισχύουν μόνον όταν η αρμόδια αρχή, με δική της υπαιτιότητα, δεν έχει εκδώσει απόφαση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας ή δεν έχει δώσει εντολή για την εφαρμογή αντισταθμιστικού μέτρου.

4.1.6   Επίσης, οι προθεσμίες για τη λήψη απόφασης θα πρέπει να οριστούν με τρόπο ώστε η όλη διαδικασία (εξέταση της αίτησης στην χώρα καταγωγής και αναγνώριση στη χώρα υποδοχής) να μην υπερβαίνει τους τέσσερεις μήνες. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή της χώρας υποδοχής ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες από την αρμόδια αρχή της χώρας καταγωγής, θα πρέπει, σε αντίθεση με όσα ορίζει το άρθρο 4δ, εδάφιο 3, τρίτη περίοδος, να αίρεται η προθεσμία.

4.1.7   Σύμφωνα με το άρθρο 4ε, εδάφιο 5, ο κάτοχος μιας ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας δικαιούται υπενθύμιση των δικαιωμάτων που του παρέχει το άρθρο αυτό, κάθε δύο έτη μετά την έκδοσή της. Η υπενθύμιση αυτή οδηγεί σε πρόσθετο διοικητικό φόρτο χωρίς να προσφέρει πρόσθετα πλεονεκτήματα στον κάτοχο της ταυτότητας. Η υπενθύμιση των δικαιωμάτων του κατόχου γίνεται συνήθως μία μόνο φορά και είναι απολύτως επαρκής.

4.1.8   Προϋπόθεση για την τήρηση των προαναφερθέντων διαδικασιών και προθεσμιών είναι η απρόσκοπτη λειτουργία του συστήματος ΙΜΙ. Δεδομένου του αναμενόμενου υψηλού αριθμού αιτήσεων, η αποτελεσματικότητα του συστήματος πρέπει να έχει διασφαλιστεί κατά την έναρξη της ισχύος της οδηγίας. Η δυσλειτουργία του συστήματος μπορεί να προβλεφθεί πολύ καλύτερα στο πλαίσιο των προτεινόμενων ένδικων μέσων παρά στην περίπτωση μίας υποτιθέμενης έγκρισης που πρέπει να απορριφθεί επειδή είναι αντίθετη προς το σύστημα.

4.1.9   Η ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα δεν θα πρέπει να είναι διαθέσιμη αποκλειστικά ως φάκελος δεδομένων στο σύστημα ΙΜΙ. Ο αιτών θα πρέπει να λαμβάνει έντυπο αντίγραφο της αναγνωρισμένης επαγγελματικής ταυτότητας. Το αντίγραφο αυτό θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιείται ως απόδειξη σε νομικές διαδικασίες. Για τον λόγο αυτό, πρέπει να θεσπιστούν ελάχιστες απαιτήσεις με σκοπό την προστασία αυτού του αντίγραφο από πλαστογράφηση.

4.1.10   Επίσης, το αντίγραφο της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας δεν πρέπει να έχει απεριόριστη ισχύ. Στην αντίθετη περίπτωση, η επαγγελματική ταυτότητα θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά παρά το γεγονός η άσκηση του επαγγέλματος έχει απαγορευτεί μετά από πληροφορίες που έχουν ανταλλάξει τα κράτη μέλη, είτε με βάση το άρθρο 56, εδάφιο 2, παράγραφος 1, είτε με βάση τον μηχανισμό προειδοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 56α. Για τον σκοπό αυτόν, η ισχύς του εντύπου της ταυτότητας θα πρέπει να λήγει μετά από δέκα χρόνια ή μετά από 5 χρόνια για επαγγέλματα στον τομέα της υγείας, και να υποβάλλεται αίτηση ανανέωσής του. Η απεριόριστη ισχύς της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας στο σύστημα ΙΜΙ δεν θα πρέπει ωστόσο να επηρεάζεται από την περιορισμένη ισχύ της έντυπης ταυτότητας. Σε περίπτωση απαγόρευσης της άσκησης επαγγέλματος θα πρέπει να αποσύρεται η έντυπη ταυτότητα.

4.2   Μερική πρόσβαση

4.2.1   Η κωδικοποίηση της μερικής πρόσβασης που προβλέπεται στο άρθρο 4στ περιλαμβάνει τους όρους που έθεσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-330/03. Τυχόν περιορισμός της πρόσβασης θα ήταν αντίθετος προς τα άρθρα 45 και 49 της ΣλΕΕ.

4.2.2   Στην πράξη, το πεδίο εφαρμογής της μερικής πρόσβασης είναι περιορισμένο. Η κωδικοποίηση δεν πρέπει να οδηγεί σε κοινωνικό ντάμπιγκ.

4.3   Σύμφωνα με το άρθρο 5 (1) β, οι καταχρήσεις πρέπει να αποτρέπονται με αποτελεσματικό τρόπο. Η ΕΟΚΕ προτείνει συνεπώς τη δημιουργία αυστηρότερου μηχανισμού ελέγχου.

4.4   Το άρθρο 7, εδάφιο 4, παράγραφος 5 περιλαμβάνει τη διάταξη της προηγούμενης οδηγίας σύμφωνα με την οποία η παροχή υπηρεσιών επιτρέπεται εφόσον δεν υπάρξει αντίδραση της αρμόδιας αρχής. Όπως και στην περίπτωση του άρθρου 4δ, εδάφιο 5 πρέπει να προτιμούνται άλλα νομικά μέσα προκειμένου να ενθαρρύνεται η λήψη απόφασης από την αρμόδια αρχή (βλ. ανωτέρω, σημείο 4.1.3στ και επόμ.).

4.5   Στο άρθρο 11 καθορίζονται πέντε επίπεδα επαγγελματικών προσόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τα επαγγελματικά προσόντα. Τα επίπεδα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με το ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων ή το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς πιστωτικών μονάδων για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ECVET) Κατά τον ορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων στον Τίτλο ΙΙΙ, κεφάλαιο ΙΙΙ γίνεται παραπομπή στις μονάδες του συστήματος ECTS. Για να βελτιωθεί η διαφάνεια για τους αιτούντες και τις αρμόδιες αρχές, η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει μία διαδικασία η οποία να καθιστά δυνατή την ένταξη των πέντε επιπέδων επαγγελματικών προσόντων στο ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων, στο ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς πιστωτικών μονάδων για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ECVET), στο ευρωπαϊκό πλαίσιο αναφοράς για τη διασφάλιση της ποιότητας στην ΕΕΚ (EQAVET, πρώην EQARF), καθώς επίσης στη διαδικασία της Μπολόνιας και της Κοπεγχάγης, ώστε να αποφεύγονται αποκλίσεις και αλληλεπικαλύψεις.

4.6   Για την περίπτωση της δοκιμασίας επάρκειας που προβλέπεται στο άρθρο 14, εδάφιο 1, το άρθρο 14, εδάφιο 7, ορίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν τη δοκιμασία επάρκειας τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο. Η υποχρέωση αυτή μπορεί να επιβαρύνει ιδιαίτερα τα μικρά κράτη μέλη, καθώς και γενικότερα κατηγορίες επαγγελμάτων που υποβάλλουν πολύ μικρό αριθμό αιτήσεων. Θα ήταν προτιμότερο να θεσπιστεί διάταξη που να δεσμεύει τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι κανένας αιτών δεν θα αναμένει να συμμετάσχει σε δοκιμασία περισσότερο από έξι μήνες μετά την εντολή διεξαγωγής της.

4.7   Με την τροποποίηση του άρθρου 31 παράγραφος 1, η εισδοχή σε εκπαίδευση νοσοκόμου υπεύθυνου για γενική περίθαλψη προϋποθέτει γενική σχολική εκπαίδευση 12 ετών. Αυτό ισχύει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40, παράγραφος 2, και για την επαγγελματική κατάρτιση των μαιών. Η ΕΟΚΕ προειδοποιεί ότι αυτό δεν πρέπει να συνεπάγεται τον αποκλεισμό λιγότερο καταρτισμένων νέων ανθρώπων από παρεχόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα. Καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε οι υψηλές απαιτήσεις που τίθενται όσον αφορά τα επαγγελματικά προσόντα να είναι ανάλογες προς τις απαιτήσεις όσον αφορά την άσκηση του επαγγέλματος.

4.8   Στο άρθρο 24, παράγραφος 2 μειώνεται η ελάχιστη διάρκεια της βασικής κατάρτισης των ιατρών κατά ένα έτος δηλαδή από έξι σε πέντε έτη, ενώ διατηρείται ο ελάχιστος αριθμός ωρών διδασκαλίας στις 5 500 ώρες. Η μείωση του ελάχιστου χρόνου κατάρτισης σε πέντε έτη, ακόμη και αν διατηρηθεί ο ίδιος αριθμός ωρών διδασκαλίας, συνεπάγεται περιορισμό των διδασκόμενων θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων. Για την προστασία των ασθενών, είναι απαραίτητο να διατηρηθεί η ελάχιστη διάρκεια της κατάρτισης στα έξι έτη. Οι οδοντογιατροί θεωρούν ότι επαρκούν πέντε έτη με 5 000 ώρες διδασκαλίας.

4.9   Κεφάλαιο ΙΙΙΑ – Αυτόματη αναγνώριση βάσει κοινών αρχών εκπαίδευσης

4.9.1   Επιδοκιμάζεται η αναγνώριση επαγγελμάτων βάσει ενός κοινού πλαισίου εκπαίδευσης ή ενιαίων εξετάσεων, διότι αυτό συμβάλλει στη διευκόλυνση της κινητικότητας των παρόχων υπηρεσιών αλλά και στη διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών μέσω ενιαίου επιπέδου κατάρτισης.

4.9.2   Η Επιτροπή θεσπίζει σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 58α, το κοινό σύνολο γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων καθώς και τα προσόντα που μπορούν να αποκτηθούν με βάση το κοινό πλαίσιο εκπαίδευσης (άρθρο 49, εδάφιο 3 και άρθρο 49β, εδάφιο 3). Αυτό δεν πρέπει να συνεπάγεται προσαρμογή στο κατώτατο επίπεδο επαγγελματικών προσόντων στην Ένωση. Ωστόσο προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία, η διαδικασία και τα κριτήρια βάσει των οποίων η Επιτροπή θεσπίζει κοινές αρχές εκπαίδευσης θα πρέπει να ορίζονται στην οδηγία.

4.9.3   Το ελάχιστο όριο του ενός τρίτου των κρατών μελών στα οποία ισχύουν οι κοινές αρχές γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων (άρθρο 49α, εδάφιο 2, ψηφίο γ)) είναι ωστόσο υπερβολικά χαμηλό. Με αυτόν τον τρόπο υπάρχει κίνδυνος να προσαρμοστούν σταδιακά οι ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά τη διάρκεια και την ποιότητα της κατάρτισης στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή. Το ελάχιστο ποσοστό θα πρέπει να αυξηθεί στο 50 % + 1 κράτος μέλος. Έτσι αποφεύγεται ο κίνδυνος της επιβολής των όρων μίας μειοψηφίας κρατών μελών και διασφαλίζεται η αποδοχή των κοινών αρχών εκπαίδευσης.

4.9.4   Σε αντίθεση με το προηγούμενο σύστημα, η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 58α παρέχει στην Επιτροπή αποκλειστικό δικαίωμα πρωτοβουλίας. Το δικαίωμα πρωτοβουλίας όσον αφορά τις κοινές αρχές εκπαίδευσης θα πρέπει, όπως και κατά το παρελθόν, να ανήκει στα κράτη μέλη ή στις εθνικές και αντιπροσωπευτικές ευρωπαϊκές επαγγελματικές ενώσεις ή οργανώσεις.

4.9.5   Με το άρθρο 55α διευκολύνεται η αναγνώριση από το κράτος μέλος καταγωγής της αμειβόμενης πρακτικής άσκησης που πραγματοποιείται σε άλλο κράτος μέλος. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη ρύθμιση αυτή, διότι συμβάλλει στην προαγωγή της κινητικότητας αποφοίτων μεταξύ των κρατών μελών.

4.10   Σύμφωνα με το άρθρο 57α, εδάφιο 4, όλες οι προθεσμίες ξεκινούν από τη στιγμή της ηλεκτρονικής υποβολής μιας αίτησης σε ένα κέντρο ενιαίας εξυπηρέτησης. Λόγω των πολύ σύντομων προθεσμιών που προβλέπει η οδηγία (βλ. επίσης σημείο 4.1.3), θεωρείται πολύ δύσκολη η απρόσκοπτη διεκπεραίωση από τις αρμόδιες αρχές. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ κατανοεί την ανάγκη συμμόρφωσης με την οδηγία για τις υπηρεσίες.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Βλ. Ανακοίνωση της Επιτροπής: Ευρώπη 2020 – Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, 3 Μαρτίου 2010, COM(2010) 2020 final.

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 2010, COM(2010) 682 final, σημείο 2.

(3)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Πράξη για την Ενιαία αγορά Δώδεκα δράσεις για την τόνωση της ανάπτυξης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης «Μαζί για μια νέα ανάπτυξη», 13 Απριλίου 2011, COM(2011) 206 final.

(4)  Διαπίστωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην έκθεση 2010 για την ιθαγένεια της ΕΕ – «Άρση των εμποδίων στα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ», COM/2010/603, 27 Οκτωβρίου 2010, COM(2010) 603 final.

(5)  Ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 2010, COM(2010) 682 final, σημείο 2,5.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/108


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, για την περίοδο 2014-2020, του προγράμματος “Δικαιώματα και Ιθαγένεια” »

[COM(2011) 758 final — 2011/0344 (COD)]

2012/C 191/19

Γενικός εισηγητής: ο κ. BOLAND

Στις 9 Φεβρουαρίου 2012, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣλΕΕ), το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, για την περίοδο 2014-2020, του προγράμματος «Δικαιώματα και Ιθαγένεια»

COM(2011) 758 final — 2011/0344 (COD).

Στις 29 Φεβρουαρίου 2012, το Προεδρείο της ΕΟΚΕ ανέθεσε την προετοιμασία των σχετικών εργασιών στο ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη».

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή όρισε γενικό εισηγητή τον κ. Seamus BOLAND και υιοθέτησε 127 ψήφους υπέρ και 4 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και Συστάσεις

1.1   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή χαιρετίζει την πρόταση να συνεχιστεί το πρόγραμμα «Δικαιώματα και ιθαγένεια» και συνιστά σε όλους τους ενδιαφερόμενους που εμπλέκονται στην εφαρμογή του να παράσχουν την πλήρη υποστήριξή τους.

1.2   Προτείνει επίσης να συμπεριληφθεί στον τίτλο του προγράμματος η λέξη «ισότητα». Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιστεί ότι το πρόγραμμα προστατεύει τα δικαιώματα των ατόμων που υφίστανται διακρίσεις λόγω ανισοτήτων. Συνιστά να συμπεριληφθεί στους στόχους του προγράμματος η καταπολέμηση της βίας και ιδιαίτερα της ενδοοικογενειακής βίας.

1.3   Η ΕΟΚΕ προτείνει επίσης να περιλαμβάνουν οι στόχοι του προγράμματος μία εντονότερη ειδική μνεία στο θέμα της ίσης μεταχείρισης, της ισότητας μεταξύ των δύο φύλων, στην καταπολέμηση της βίας και στην υλοποίηση της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία.

1.4   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει το γεγονός ότι προτείνεται ειδικός προϋπολογισμός για τη χρηματοδότηση του προγράμματος. Ωστόσο, συνιστά την αύξηση του προϋπολογισμού αυτού σε ένα ρεαλιστικό επίπεδο το οποίο να ανταποκρίνεται στις συμπληρωματικές πτυχές που προστέθηκαν στο πρόγραμμα.

1.5   Η ΕΟΚΕ συνιστά στην ΓΔ «Δικαιοσύνη» να εξακριβώσει αν πράγματι διαθέτει τις απαραίτητες πληροφορίες για την ακριβή αξιολόγηση του αντικτύπου, καθώς και να αναπτύξει ένα σύνολο δίκαιων και αντικειμενικών δεικτών που να επιτρέπουν την κατάλληλη ανάλυση του προγράμματος.

1.6   Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η διαχείριση του προγράμματος μετατέθηκε από τη ΓΔ «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις και ένταξη» στη ΓΔ «Δικαιοσύνη». Μολονότι η αλλαγή αυτή στηρίζεται σε βάσιμους λόγους δεν πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα όσον αφορά τη συνολική διαχείριση του προγράμματος. Η ΕΟΚΕ συνιστά να διενεργηθεί ειδική ανάλυση των κινδύνων, ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο οι δυσκολίες που ενδέχεται να προκύψουν από τη μεταφορά του προγράμματος από τη ΓΔ «Απασχόληση» στη ΓΔ «Δικαιοσύνη».

1.7   Η ΕΟΚΕ προτείνει να υλοποιηθεί το πρόγραμμα σε ολόκληρη της Ευρωπαϊκή Ένωση κατά τρόπο που να συνάδει με τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.

1.8   Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι κάθε εφαρμοζόμενο πρόγραμμα πρέπει να στηρίζεται κατάλληλα σε καθένα από τα ετήσια σχέδια Για τον λόγο αυτόν, η ΕΟΚΕ συνιστά τα κεφάλαια να διατεθούν με τρόπο ώστε να μην αδικηθεί κανένα πρόγραμμα. Η ΕΟΚΕ προτείνει να προστεθεί στο έγγραφο της Επιτροπής μία πρόταση με την οποία να διασφαλίζεται ότι κάθε ετήσιο πρόγραμμα εργασίας θα συμβάλλει στην κατάλληλη και δίκαιη κατανομή των πόρων μεταξύ των επιμέρους τομέων, διασφαλίζοντας επαρκείς πόροι για όλους τους τομείς.

1.9   Η προσθήκη της πτυχής των καταναλωτών στο πρόγραμμα αφορά σε μεγάλο βαθμό όλους τους ενδιαφερόμενους. Το κυριότερο μέλημα είναι να μην παραγκωνιστούν υφιστάμενα προγράμματα ή/και να μην περιορισθεί η χρηματοδότησή τους. Αν και η ΕΟΚΕ κατανοεί την ανάγκη να συμπεριληφθεί η πτυχή των δικαιωμάτων του καταναλωτή λόγω του γεγονότος ότι εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΔΓ «Δικαιοσύνη», τονίζει με έμφαση ότι δεν πρέπει να μειωθούν οι πιστώσεις που έχουν προβλεφθεί για το πρόγραμμα λόγω της συμπερίληψης αυτής της πρόσθετης πτυχής.

1.10   Από αυτήν την άποψη πρέπει να σημειωθεί ότι τα προγράμματα που αποσκοπούν στη βελτίωση της κατάστασης των ατόμων που υφίστανται διακρίσεις όσον αφορά την ισότητα ή τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν συχνά ως αντικείμενο την αντιμετώπιση της φτώχειας Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι υπάρχουν και άλλα προγράμματα που έχουν ως στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας, αλλά είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι το πρόγραμμα αυτό πρέπει να λάβει πλήρως υπόψη τον ρόλο της φτώχειας στη δημιουργία διακρίσεων.

1.11   Υπάρχουν επίσης φόβοι μήπως η υιοθέτηση ενός αυστηρού ορισμού της ιδιότητας του πολίτη συντελέσει στον αποκλεισμό ορισμένων εκ των ατόμων στα οποία αναφέρονται οι στόχοι του προγράμματος. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι φόβοι αυτοί θα εξαλειφθούν εάν τα προγράμματα εφαρμογής συμπεριλαμβάνουν και αρχές ένταξης στα επιμέρους σχέδιά τους. Θα πρέπει να διευκρινιστεί στους αιτούντες ότι η χρήση της λέξης «άτομα» στους γενικούς στόχους αποσκοπεί στη διασφάλιση πλήρους ένταξης.

1.12   Η ΕΟΚΕ στηρίζει πλήρως το έργο που έχουν επιτελέσει τα υφιστάμενα δίκτυα τα οποία στηρίζουν και κατευθύνουν τα προγράμματα που αποσκοπούν στη διευκόλυνση των δικαιούχων και των πολιτικών ιθυνόντων σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Έχει ζωτική σημασία να μην περιέλθουν σε δυσμενή θέση τα δίκτυα που χρηματοδοτούνται από το νέο πρόγραμμα, επειδή δεν αναγνωρίζεται η εμπειρία τους όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και η δράση τους για την προαγωγή της ισότητας. Η ΕΟΚΕ πιστεύει, επίσης, ότι αν αξιολογηθεί κατάλληλα το έργο αυτών των δικτύων, θα μπορούν να εξαχθούν διδάγματα από το πρόγραμμα για μελλοντικές δράσεις στον τομέα της ισότητας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

1.13   Εκφράζεται από πολλές πλευρές η ανησυχία μήπως οποιοδήποτε κενό μεταξύ του τρέχοντος προγράμματος για την περίοδο 2007-2012 και του νέου προγράμματος για την περίοδο 2014-2020 επιδράσει αρνητικά στο σύνολο του προγράμματος και προκαλέσει απώλεια εμπειριών ζωτικής σημασίας. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι παρόμοιο κενό πρέπει να αποφευχθεί.

2.   Ιστορικό

2.1   Η πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, κατά την περίοδο 2014-2020, του προγράμματος «Δικαιώματα και Ιθαγένεια» (1) υιοθετήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2011. Στην πρόταση περιλαμβάνονται τροποποιήσεις για το νέο πρόγραμμα, με βάση τα διδάγματα από το τρέχον πρόγραμμα για την περίοδο 2007-2013.

2.2   Μετά την υιοθέτηση της πρότασης, ζητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να καταρτίσει γνωμοδότηση η οποία θα πρέπει να υιοθετηθεί κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειάς της, στις 25 και 26 Απριλίου 2012.

2.3   Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2, στο άρθρο 21 παράγραφος 2 και στα άρθρα 114, 168, 169 και 197 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.4   Τα χρηματοδοτικά κονδύλια για την εκτέλεση του προγράμματος «Δικαιώματα και Ιθαγένεια» από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 ανέρχονται σε 439 εκατ. ευρώ (σε τρέχουσες τιμές).

2.5   Τα κονδύλια διατίθενται σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.

2.6   Η συμμετοχή τρίτων χωρών περιορίζεται στον ΕΟΧ, στις υπό ένταξη χώρες και στις υποψήφιες και δυνητικά υποψήφιες προς ένταξη χώρες. Μπορούν όμως να ωφεληθούν και άλλες τρίτες χώρες, ιδίως οι χώρες της πολιτικής γειτονίας της ΕΕ.

2.7   Όλοι οι ενδιαφερόμενοι συμφωνούν με την άποψη ότι η εφαρμογή του νέου προγράμματος δεν πρέπει να καθυστερήσει ώστε να είναι πλήρως εφαρμόσιμο στις αρχές του 2014.

3.   Κύρια σημεία του εγγράφου της Επιτροπής

3.1   Η Επιτροπή περιγράφει στην πρότασή της λεπτομερώς το προτεινόμενο πρόγραμμα για την περίοδο 2014-2020.

3.2   Χαράσσει ένα πλαίσιο για την απλούστευση και τον εξορθολογισμό του προγράμματος «Δικαιώματα και Ιθαγένεια», το οποίο αποτελεί τον διάδοχο τριών τρεχόντων προγραμμάτων.

3.3   Τα τρία αυτά προγράμματα είναι: α) «Θεμελιώδη δικαιώματα και ιθαγένεια», β) Daphne III, γ) «Καταπολέμηση των διακρίσεων και ποικιλομορφία» και «Ισότητα των φύλων» που αποτελούν ενότητες του προγράμματος «Απασχόληση και Κοινωνική Αλληλεγγύη» (PROGRESS).

3.4   Με βάση την εκτίμηση του αντικτύπου του τρέχοντος προγράμματος για την περίοδο 2007-2013, η Επιτροπή αποφάσισε να συμπτύξει τα έξι τρέχοντα προγράμματα σε δύο. Η σύμπτυξη αυτή θα επιτρέψει την υιοθέτηση σφαιρικής προσέγγισης για το θέμα της χρηματοδότησης και την αποτελεσματικότερη διαχείριση του προγράμματος.

3.4.1   Στόχος του προγράμματος είναι να συμβάλει στη δημιουργία ενός χώρου στον οποίον προάγονται και προστατεύονται τα δικαιώματα των ατόμων, όπως αυτά θεμελιώνονται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.4.2   Έχει τους ακόλουθους έξη ειδικούς στόχους:

προώθηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την ευρωπαϊκή ιθαγένεια

προώθηση της αποτελεσματικής υλοποίησης των αρχών της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλής, εθνοτικής καταγωγής, θρησκεύματος ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού, περιλαμβανομένης της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών και των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία και των ηλικιωμένων·

συμβολή στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των προσωπικών δεδομένων·

ενίσχυση του σεβασμού των δικαιωμάτων του παιδιού·

παροχή σε καταναλωτές και επιχειρήσεις της δυνατότητας να συναλλάσσονται και να προβαίνουν σε αγορές με εμπιστοσύνη εντός της εσωτερικής αγοράς.

3.5   Η πρόταση περιγράφει λεπτομερώς την ενδιάμεση αξιολόγηση και προτείνει βελτιώσεις.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι η ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Διαπιστώνει, ωστόσο, με ανησυχία ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων δεν εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

4.2   Το νέο πρόγραμμα αφορά ουσιαστικά τη χορήγηση χρηματοδότησης ύψους 439 εκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2014-2020. Πρόκειται για μικρή μείωση των πιστώσεων σε σύγκριση με τον προηγούμενο προϋπολογισμό που δείχνει, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, μία χαλάρωση της δέσμευσης που είχε αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τη βελτίωση της κατάστασης ατόμων που υφίστανται διακρίσεις.

4.3   Η ΕΟΚΕ ανησυχεί μήπως η αύξηση των φαινομένων εξτρεμισμού εμποδίσει την υλοποίηση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (2) και κρίνει για τον λόγο αυτόν ότι πρέπει να διατεθούν τα απαραίτητα μέσα στις ομάδες που ασχολούνται με τη βελτίωση της κατάστασης αυτής. Αν και διατίθεται προϋπολογισμός για τη συνέχεια του έργου αυτού, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι τα προτεινόμενα κονδύλια υπολείπονται του επιπέδου που απαιτείται για τη διασφάλιση της συνέχειας του έργου που ξεκίνησε με το προηγούμενο πρόγραμμα.

4.4   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το γεγονός ότι οι προτεραιότητες που καθορίζει η Επιτροπή για τα ετήσια προγράμματα, σύμφωνα με το άρθρο 8 της πρότασης κανονισμού, θα μπορούσαν να επηρεάσουν ορισμένα στοιχεία ή πτυχές του σχεδίου. Αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί διασφαλίζοντας ότι όλα τα προγράμματα εργασίας θα χρηματοδοτούνται με τα κονδύλια που είναι απαραίτητα για τη συνέχεια των τρεχουσών εργασιών.

4.5   Είναι απαραίτητο να διατηρηθεί η υψηλή προβολή των προγραμμάτων ώστε να αναγνωρίζεται η αποτελεσματικότητά τους όσον αφορά την καταπολέμηση των διακρίσεων σε όλους τους τομείς.

4.6   Η ΕΟΚΕ ανησυχεί μήπως η δυνατότητα της ΓΔ «Δικαιοσύνη» για εκτίμηση του αντικτύπου υπονομευτεί από τη δήλωσή της, ότι δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες.

4.7   Ανησυχεί, επίσης, μήπως η συμπληρωματική πτυχή σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών ασκήσει περιττή επιπρόσθετη πίεση στο πρόγραμμα. Πρόκειται μεταξύ άλλων για τον παραγκωνισμό προγραμμάτων που αφορούν άμεσα τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και τον κίνδυνο να αφαιρεθούν σημαντικά κονδύλια από τα προγράμματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δικαιοσύνη.

4.8   Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι ο τίτλος του προγράμματος δεν αντικατοπτρίζει πλήρως το περιεχόμενό του. Ειδικότερα, θεωρεί ότι η απουσία της λέξης «ισότητα» συνιστά αποδυνάμωση των προγραμμάτων για την ισότητα των δικαιωμάτων.

4.9   Η ΕΟΚΕ συνιστά να συμπεριληφθεί στους στόχους του προγράμματος η καταπολέμηση της βίας και ιδιαίτερα της ενδοοικογενειακής βίας.

4.10   Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι ο ορισμός της ιθαγένειας όπως διατυπώνεται σε έναν από τους πέντε ειδικούς στόχους του προγράμματος συνεπάγεται τον αποκλεισμό ατόμων που ζουν στην ΕΕ αλλά δεν διαθέτουν την ιθαγένεια της Ένωσης. Επιδοκιμάζει το γεγονός ότι οι γενικοί στόχοι του προγράμματος αναφέρονται σε άτομα. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ συνιστά να ενισχυθούν οι στόχοι ώστε το πρόγραμμα να μην συνεπάγεται κανέναν αποκλεισμό.

4.11   Επικρατεί ευρέως η άποψη ότι τα υφιστάμενα δίκτυα που συμβάλλουν στη στήριξη και στη διάδοση πληροφορικών σχετικά με το πρόγραμμα δεν θα πρέπει να περιέλθουν σε μειονεκτική θέση αν υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στο νέο πρόγραμμα. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι τα δίκτυα αυτά διαθέτουν πολύτιμη εμπειρία στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δράσεων για την ισότητα. Επίσης, συμφωνεί ότι ο ρόλος των δικτύων πρέπει να αξιολογηθεί κατάλληλα, όπως και όλα τα τμήματα του προγράμματος.

4.12   Η ανάγκη προσαρμογής των προγραμμάτων στα διδάγματα που έχουν εξαχθεί από άλλες εμπειρίες, όπως η συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής όσον αφορά την επαναξιολόγηση των δικαιωμάτων με σκοπό την καλύτερη προσαρμογή τους στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, πρέπει να συντελέσει ουσιαστικά στην ανάπτυξη του προγράμματος.

4.13   Η ΕΟΚΕ παρατηρεί ότι πρέπει πάντα να αναζητείται η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της εξασφάλισης των δικαιωμάτων και της ισότητας ώστε να αναγνωρίζονται τα δικαιώματα της κοινωνίας συνολικά. Είναι επίσης σαφές ότι πρέπει να διασφαλίζεται για όλους η πρόσβαση σε διαδικασίες που αποκλείουν εντελώς την άσκηση διακρίσεων.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  COM(2011) 758 final – 2011/0344 (COD).

(2)  Staffan Nilsson, «Europe’s snail syndrome», 10 May 2011; http://www.eesc.europa.eu/?i=portal.en.news.18276.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/111


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση Προγράμματος για το Περιβάλλον και τη Δράση για το Κλίμα (LIFE)»

[COM(2011) 874 final]

2012/C 191/20

Εισηγητής: ο κ. Pedro NARRO

Στις 15 Δεκεμβρίου 2011 και στις 23 Ιανουαρίου 2012 αντιστοίχως, και σύμφωνα με τα άρθρα 192 και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αποφάσισαν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση Προγράμματος για το Περιβάλλον και τη Δράση για το Κλίμα (LIFE)

COM(2011) 874 final.

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 10 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 127 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 4 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Το πρόγραμμα LIFE είναι επιτυχημένο κοινοτικό πρόγραμμα που, κατά την τελευταία εικοσαετία, σε συνδυασμό με άλλα ταμεία και πρωτοβουλίες, έχει δώσει πολύ θετικά αποτελέσματα. Πρέπει, επομένως, να διατηρηθεί και να ενισχυθεί, ώστε να υπάρξει στρατηγική και συνεκτική πρόοδος στην προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

1.2   Η προτεινόμενη αύξηση του προϋπολογισμού του προγράμματος LIFE (2014-2020) αποτελεί θετικό μήνυμα, απομένουν όμως ακόμη πολλά για να ενταχθεί αποτελεσματικά το ζήτημα του περιβάλλοντος στις ευρωπαϊκές πολιτικές. Η ΕΟΚΕ ζητά από τα κράτη μέλη, εν μέσω βαθιάς οικονομικής κρίσης, να στηριχτούν αποφασιστικά στις επενδύσεις υπέρ του περιβάλλοντος και του κλίματος για να μετριάσουν τις επιπτώσεις της.

1.3   Η δημιουργία ενός υποπρογράμματος δράσης για το κλίμα μπορεί να αποδειχθεί εποικοδομητικός μηχανισμός προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερη προβολή στις πρωτοβουλίες που αποβλέπουν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή στις επιπτώσεις της. Από την άλλη πλευρά, το υποπρόγραμμα για το περιβάλλον πρέπει να συνεχίσει τη συμβολή του στη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας και, κατά προτεραιότητα, στη χρηματοδότηση του δικτύου «Natura 2000», χωρίς ωστόσο να θίγεται η συμμετοχή και άλλων πόρων, όπως των προερχόμενων από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ).

1.4   Για την εφαρμογή ενός νέου είδους έργων μεγάλης κλίμακας, των ολοκληρωμένων έργων, θα πρέπει να εξασφαλιστεί η συμμετοχή των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ) και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), ενώ θα πρέπει να διαφυλαχθεί η συνέχιση των παραδοσιακών έργων και να βελτιωθεί ο συντονισμός μεταξύ εθνικών και ευρωπαϊκών οργανισμών. Επί του προκειμένου, η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να συμπεριλάβει στην πρόταση κανονισμού μια σαφή κατανομή του προϋπολογισμού μεταξύ των δύο ειδών έργων, να διευκρινίσει ποια κριτήρια θα χρησιμοποιούνται για τη γεωγραφική κατανομή των ολοκληρωμένων έργων και να διασαφηνίσει πώς θα καταρτίζονται τα πολυετή προγράμματα, χωρίς να θίγεται η ευελιξία του προγράμματος.

1.5   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί η κατανομή των έργων να γίνεται με βάση αξιολογικά κριτήρια και όχι γεωγραφικά. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει την ισχνή συμμετοχή στο πρόγραμμα LIFE πολλών χωρών που δεν διαθέτουν ούτε την εμπειρία ούτε και επαρκή μέσα ώστε να συμμετάσχουν ενεργά. Από αυτή την άποψη, έχει καίρια σημασία να διευκολύνει η Επιτροπή την πρόσβασή τους, χάρη στην αύξηση της παροχής συμβουλών και τη βελτίωση του θεσμικού συντονισμού.

1.6   Η αύξηση του ποσοστού συγχρηματοδότησης για τα παραδοσιακά και τα ολοκληρωμένα έργα δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση να μην θεωρούνται πλέον ως επιλέξιμες δαπάνες ο ΦΠΑ και οι δαπάνες για το μόνιμο προσωπικό. Η μη συμπερίληψη των δαπανών αυτών θα έβλαπτε κυρίως τις μικρές οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, των οποίων θα κινδύνευε να αποκλεισθεί ή να περιοριστεί η συμμετοχή, ενώ η συμβολή τους είναι πολύ αξιόλογη.

1.7   Η εισαγωγή των κατ’ αποκοπή πληρωμών είναι σωστό απλουστευτικό μέτρο. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η Επιτροπή θα πρέπει να μελετήσει περαιτέρω τη βελτίωση των υπηρεσιών παροχής συμβουλών, την απλούστευση των εντύπων αίτησης χρηματοδότησης και την εισαγωγή ενός σταδίου προκαταρκτικής αξιολόγησης για τα παραδοσιακά έργα.

1.8   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η διαφύλαξη του κοινοτικού χαρακτήρα και της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας του προγράμματος LIFE δεν είναι δυνατόν να εγκαταλειφθεί. Επομένως, η Επιτροπή πρέπει να διασαφηνίσει εκ των προτέρων ποια μέτρα θα υιοθετούνται μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, ποιος θα είναι ο ρόλος των κρατών μελών στην επιτροπή LIFE και ποιες θα είναι οι νέες αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ανταγωνιστικότητα και την Καινοτομία.

1.9   Παρά την αξιοσημείωτη επιτυχία του προγράμματος LIFE, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να καταβάλει πρόσθετες προσπάθειες για την καλύτερη γνώση του προγράμματος και την ενεργό συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών. Επ’ αυτού, καίρια σημασία έχει η βελτίωση των διαύλων διάδοσης, η διαφάνεια κατά την επιλογή των έργων και η ευαισθητοποίηση των ευρωπαίων πολιτών όσον αφορά τη σημασία και την προστιθέμενη αξία που προσφέρει στην κοινωνία ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός όπως το πρόγραμμα LIFE.

2.   Ιστορικό

2.1   Στις 12 Δεκεμβρίου 2011, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση Προγράμματος για το Περιβάλλον και τη Δράση για το Κλίμα (LIFE). Ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος LIFE για την περίοδο 2014-2020 ανέρχεται σε 3 618 εκατομμύρια ευρώ σε τρέχουσες τιμές.

2.2   Το πρόγραμμα LIFE εντάσσεται στην πρόταση της Επιτροπής για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020, όπου θεσπίζονται το δημοσιονομικό πλαίσιο και οι κύριες κατευθύνσεις για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Η Επιτροπή αποφάσισε να οριστούν το περιβάλλον και η δράση για το κλίμα ως αναπόσπαστο μέρος όλων των κύριων μηχανισμών και παρεμβάσεων.

2.3   Από τις αρχές του, στα 1992, το πρόγραμμα LIFE υπήρξε ένας από τους κύριους άξονες των χρηματοδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ του περιβάλλοντος. Ο νέος κανονισμός που προτείνει η Επιτροπή φιλοδοξεί να διαδεχθεί τον ισχύοντα κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 614/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, σχετικά με το χρηματοδοτικό μέσο για το περιβάλλον (LIFE+).

2.4   Ο νέος κανονισμός LIFE προτείνεται με τη μορφή ενός προγράμματος LIFE με δύο υποπρογράμματα: «Περιβάλλον» και «Δράση για το κλίμα». Το υποπρόγραμμα «Περιβάλλον» περιλαμβάνει τρεις τομείς προτεραιότητας: 1. «Περιβάλλον και αποδοτικότητα των πόρων», 2. «Βιοποικιλότητα» και, τέλος, 3. «Περιβαλλοντική διακυβέρνηση και πληροφόρηση».

2.5   Στο υποπρόγραμμα «Περιβάλλον» θα εκχωρηθεί προϋπολογισμός 2 713,5 εκατομμυρίων ευρώ. Το ήμισυ των δημοσιονομικών πόρων που κατανέμονται για στήριξη έργων μέσω συγκεκριμένων δράσεων, χορηγούνται για τη διατήρηση της φύσης και της βιοποικιλότητας. Το υποπρόγραμμα «Δράση για το κλίμα» θα διαθέτει προϋπολογισμό 904,5 εκατομμυρίων ευρώ και θα περιλαμβάνει τρεις τομείς προτεραιότητας: «Μετριασμός της κλιματικής αλλαγής», «Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή» και «Κλιματική διακυβέρνηση και πληροφόρηση».

2.6   Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) έχει ανέκαθεν τονίσει την καίρια σημασία του προγράμματος LIFE για την ανάπτυξη και τη διαμόρφωση της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ. Στις τρεις τελευταίες γνωμοδοτήσεις της σχετικά με το πρόγραμμα LIFE, η ΕΟΚΕ έχει επαναλάβει την αξιόλογη αλλά περιορισμένη συμβολή που προσφέρει στη διαφύλαξη του περιβάλλοντος της Ευρώπης (1).

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Προϋπολογισμός

3.1.1   Ο προϋπολογισμός που εκχωρείται στο πρόγραμμα LIFE βάσει της πρότασης για το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο αντιπροσωπεύει σημαντική αύξηση σε σύγκριση με τα κονδύλια της περιόδου 2007-2013, καθώς ανέρχεται σε 3 200 εκατομμύρια ευρώ, σε τιμές 2011 (3 618 εκατομμύρια σε τρέχουσες τιμές), έναντι 2 143 εκατομμυρίων για την τρέχουσα περίοδο. Στο υποπρόγραμμα «Περιβάλλον» εκχωρούνται 2 713,5 εκατομμύρια ευρώ (εκ των οποίων το ήμισυ για δράσεις υπέρ της φύσης και της βιοποικιλότητας) και στο υποπρόγραμμα «Δράση για το κλίμα» 904,5 εκατομμύρια ευρώ.

3.1.2   Οι προβλεπόμενοι πόροι αντιπροσωπεύουν 0,3 % επί του συνόλου του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αύξηση του προϋπολογισμού συνιστά θετικό μήνυμα όσον αφορά τις περιβαλλοντικές ανησυχίες, παρότι πρέπει να εκτιμηθεί πώς θα επηρεάσει η οικονομική κρίση τις δυνατότητες χρηματοδότησης εκ μέρους ιδιωτικών φορέων και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), ιδίως για τα έργα μεγαλύτερης εμβέλειας, όπου η ανάγκη πόρων είναι μεγαλύτερη. Οπωσδήποτε, η ΕΟΚΕ τονίζει την ανάγκη δέσμευσης υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος και του κλίματος για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης, ενώ υποστηρίζει ότι η χρηματοδότηση βάσει του προγράμματος LIFE δεν πρέπει να επηρεάζει αρνητικά άλλα ταμεία που μπορούν επίσης, ενδεχομένως, να παρέμβουν στο ίδιο πεδίο, όπως το ΕΓΤΑΑ ή τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

3.1.3   Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δώσει η Επιτροπή στην ανάγκη πρόσθετης χρηματοδότησης για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων επικοινωνίας, διάδοσης και μεταφοράς γνώσεων. Η ειδική χρηματοδότηση μέτρων παροχής συμβουλών και κατάρτισης θα μπορούσε να συμβάλει όχι μόνο στην απλούστευση της διαχείρισης του προγράμματος, αλλά κυρίως στην αύξηση της αποτελεσματικότητάς του και στη βέλτιστη αξιοποίηση των πόρων.

3.2   Κύριες καινοτομίες της πρότασης

3.2.1   Μετά από τη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις αξιολογήσεις αντικτύπου, η Επιτροπή αποφάσισε να εισάγει τρεις σημαντικές αλλαγές στον υφιστάμενο κανονισμό, προκειμένου να βελτιωθεί η δομή του, να απλουστευθεί η λειτουργία του, να αυξηθεί η ευελιξία και να προσδιοριστούν σαφέστερα οι στόχοι και οι στρατηγικές. Πρόκειται για τις εξής αλλαγές:

1)

Πιο συγκεκριμένες προτεραιότητες.

2)

Δύο υποπρογράμματα: «Περιβάλλον» και «Δράση για το κλίμα».

3)

Ένα νέο είδος έργων: τα ολοκληρωμένα έργα.

3.3   Ορισμός προτεραιοτήτων

3.3.1   Ένα από τα ζητήματα που περισσότερο συζητήθηκαν κατά την προκαταρκτική διαβούλευση που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφορούσε το κατά πόσον θα ήταν σκόπιμο να θεσπιστούν συγκεκριμένες προτεραιότητες για το νέο πρόγραμμα. Η Επιτροπή απέρριψε, και ορθά, την ιδέα της θέσπισης προκαθορισμένων ετήσιων προτεραιοτήτων, που θα εμπόδιζαν ενδεχομένως τη σωστή χάραξη, προετοιμασία και παρουσίαση των προτάσεων εκ μέρους των αιτούντων. Τελικά, η Επιτροπή τάχθηκε υπέρ της κατάρτισης, από κοινού με τα κράτη μέλη, διετών τουλάχιστον προγραμμάτων εργασίας, χωρίς ωστόσο να δίνει πιο συγκεκριμένες πληροφορίες. Η ΕΟΚΕ δεν είναι σε θέση, προς το παρόν, να εξετάσει το ζήτημα των προγραμμάτων εργασίας, λόγω της απουσίας συγκεκριμένων σχετικών πληροφοριών στην υπό εξέταση πρόταση κανονισμού. Παρά την έλλειψη στοιχείων, ο προσδιορισμός προγραμμάτων εργασίας θα πρέπει να τηρεί τις βασικές αρχές του προγράμματος LIFE ως προς την ευελιξία και την προσαρμογή στις αλλαγές.

3.3.2   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την επικέντρωση των προσπαθειών σε συγκεκριμένες πολιτικές προτεραιότητες και πεδία δράσης που σχετίζονται με το περιβάλλον και το κλίμα. Η Επιτροπή πρέπει να παράσχει λεπτομερέστερη πληροφόρηση όσον αφορά τη λειτουργία της επιτροπής για το πρόγραμμα LIFE, τη μεταρρύθμιση των εθνικών σημείων επαφής και τη χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για τον προσδιορισμό κριτηρίων επιλεξιμότητας των έργων και γεωγραφικής εξισορρόπησης για την περίπτωση των ολοκληρωμένων έργων.

3.4   Υποπρόγραμμα «Δράση για το κλίμα»

3.4.1   Η δημιουργία ειδικού υποπρογράμματος για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που συνδέονται με το κλίμα, καθώς και οι τρεις σχετικές προτεραιότητες (μετριασμός, προσαρμογή και διακυβέρνηση) αναμένεται να δώσουν ώθηση για τη βελτίωση της εφαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ σε θέματα κλίματος, να ενισχύσουν τη διακυβέρνηση και να εδραιώσουν νέα δίκτυα και πλατφόρμες. Το νέο υποπρόγραμμα είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων που τάσσονται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» (2) και στον Χάρτη πορείας για τη μετάβαση σε μια ανταγωνιστική οικονομία χαμηλών επιπέδων ανθρακούχων εκπομπών το 2050 (3).

3.4.2   Το νέο υποπρόγραμμα, παρότι με περιορισμένο προϋπολογισμό, θα πρέπει να επικεντρωθεί σε ένα σύνολο ειδικών στόχων που να βελτιώσουν την επιτόπια γνώση των σχετικών με το κλίμα ζητημάτων και να μετατρέψουν την προτεραιότητα αυτή σε αναπόσπαστο στοιχείο όλων των μηχανισμών και μέτρων της ΕΕ. Οι συνέργειες μεταξύ περιβαλλοντικών και κλιματικών στόχων είναι προφανείς. Όπως επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην πρόταση κανονισμού, τα έργα που υπάγονται στον τομέα του κλίματος μπορούν να εξυπηρετούν πολλαπλούς στόχους.

3.4.3   Η ΕΟΚΕ κρίνει εύστοχη και σωστή την απόφαση να αναβαθμιστεί το πρώην θεματικό σκέλος «κλιματική αλλαγή» που ανήκε στη συνιστώσα περιβαλλοντική πολιτική και διακυβέρνηση, του προγράμματος LIFE+. Δεν πρόκειται απλώς για αύξηση της προβολής του θέματος, αλλά και για αναγνώριση της στρατηγικής και πολυτομεακής σημασίας του.

3.5   Ολοκληρωμένα έργα

3.5.1   Ολοκληρωμένο έργο είναι ένα παραδοσιακό έργο LIFE, το οποίο καλύπτει έκταση πολύ ευρύτερη από μία περιφέρεια, και στο οποίο ο αιτών επιχειρεί να δημιουργήσει επαρκή ικανότητα για τη διαχείριση ενός συγκεκριμένου κλάδου, αξιοποιώντας χρηματοδότηση από το πρόγραμμα LIFE, αλλά και από άλλους πόρους είτε της ΕΕ είτε εθνικούς ή περιφερειακούς είτε ακόμη του ιδιωτικού τομέα.

3.5.2   Γενικά, θα πρόκειται για έργα μεγάλης εμβέλειας (ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση 5-10 εκατομμυρίων ευρώ), με στόχο την επίλυση περιβαλλοντικών προβλημάτων και τη βελτίωση της εφαρμογής και ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής προβληματικής σε άλλες πολιτικές. Άξονες δράσης προτεραιότητας είναι αυτοί που πρέπει (δίκτυο «Natura 2000», ύδατα, αέρας, απόβλητα κλπ.), παρότι η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να περιθωριοποιεί τον ρόλο ορισμένων παραδοσιακών έργων που έχουν δημιουργήσει πάρα πολλά οφέλη με ελάχιστο κόστος. Τα ολοκληρωμένα έργα θα προσφέρουν έναν νέο μηχανισμό εκτέλεσης πολλαπλών χρήσεων για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής και κλιματικής νομοθεσίας, γεννούν όμως εύλογες ανησυχίες μήπως στην πράξη καταστήσουν πιο περίπλοκη τη διαχείριση και πιο δυσχερή τον συντονισμό μεταξύ των διαφόρων ταμείων που θα παρεμβαίνουν ταυτόχρονα.

3.5.3   Τα ολοκληρωμένα έργα θα υπόκεινται σε γεωγραφική κατανομή που δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Η Επιτροπή θα θεσπίζει γεωγραφικά κριτήρια μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων· θα ήταν όμως καλό αν μπορούσαν να περιληφθούν στον βασικό κανονισμό ορισμένες κύριες κατευθύνσεις που να παροτρύνουν χώρες, οι οποίες παραδοσιακά δεν ενεργοποιούνται πολύ στα πεδία δράσης του LIFE, ώστε να βελτιώσουν τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα. Προς τον σκοπό αυτόν, απαιτείται ενισχυμένη παροχή συμβουλών στις χώρες αυτές, καθώς και βελτίωση του συντονισμού με τους αρμόδιους εθνικούς οργανισμούς. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι, κατά την επιλογή ενός ολοκληρωμένου έργου, θα πρέπει να προκρίνονται αξιολογικά κριτήρια μάλλον παρά γεωγραφικά ή άλλα ανάλογα κριτήρια. Η αύξηση έως το 80 % της συγχρηματοδότησης των επιλέξιμων δαπανών ίσως δεν θα επαρκεί για να τονώσει τη συμμετοχή των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων μέσα σε συγκυρία κρίσης, όπου η κινητοποίηση των απαραίτητων πόρων για τόσο φιλόδοξα έργα είναι ιδιαίτερα δύσκολη.

3.5.4   Η συμμετοχή οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών στα ολοκληρωμένα έργα θα πρέπει να προωθηθεί πιο αποφασιστικά, ώστε να διευκολυνθεί η ανάπτυξη των έργων αυτών και η επί τόπου εφαρμογή τους και να αποτραπεί το ενδεχόμενο να καταστούν μηχανισμοί που θα είναι στην αποκλειστική διάθεση της δημόσιας διοίκησης. Καίρια σημασία έχει η δυνατότητα συμμετοχής των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών και η προώθηση της δημιουργίας δικτύων που να επιτρέπουν την ανταλλαγή ορθών πρακτικών και τη μεταφορά γνώσεων μεταξύ των μελών τους.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Απλούστευση

4.1.1   Η Επιτροπή δίνει έμφαση στην απλούστευση χάρη στη γενίκευση της χρήσης των εφάπαξ και κατ’ αποκοπή ποσών. Το μέτρο αυτό είναι θετικό και μπορεί να εξαλείψει περιττό γραφειοκρατικό φόρτο.

4.1.2   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να συμφωνήσει με την πρόταση αναθεώρησης των επιλέξιμων δαπανών με στόχο τον αποκλεισμό του ΦΠΑ και των δαπανών μόνιμου προσωπικού (οι δαπάνες αυτές κυμαίνονται συνήθως γύρω στο 30 %). Εάν δεν είναι επιλέξιμες οι δαπάνες αυτές, θα αυξηθούν οι δυσχέρειες για τα έργα που αναπτύσσονται κυρίως από τους λιγότερο εύπορους φορείς της κοινωνίας πολιτών ή παράγοντες τοπικού επιπέδου. Η απλούστευση πρέπει να βασίζεται στην ουσιαστική τροποποίηση των εντύπων, στην καλύτερη παροχή συμβουλών κατά τη φάση της σύνταξης, στην ευελιξία ως προς τις εκ των υστέρων τροποποιήσεις του προϋπολογισμού και σε μια φάση εκ των προτέρων αξιολόγησης. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, ορισμένα μέτρα απλούστευσης που προβλέπονται για τα ολοκληρωμένα έργα θα πρέπει να επεκταθούν και στα παραδοσιακά, όπως λόγου χάρη ο καθορισμός δύο φάσεων για την επιλογή των έργων.

4.1.3   Με την υπό εξέταση πρόταση κανονισμού, η συμπληρωματικότητα μεταξύ χρηματοδοτικών μέσων βελτιώνεται αισθητά σε σύγκριση με την ασαφή διατύπωση του ισχύοντος άρθρου 9. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την αρχή ότι το πρόγραμμα LIFE πρέπει να συμπληρώνει άλλα προγράμματα χρηματοδότησης της Ένωσης (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης – ΕΤΠΑ, Ταμείο Συνοχής, Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης – ΕΓΤΑΑ, πρόγραμμα «Ορίζων 2020») και να βελτιώνει τον συντονισμό, ώστε να αποτρέπονται οι επικαλύψεις χρηματοδότησης.

4.1.4   Τα νέα μέτρα για την απλούστευση της λειτουργίας και της διαχείρισης του προγράμματος πρέπει να συνοδεύονται από αύξηση της διαφάνειας των κριτηρίων επιλογής των έργων και από ενίσχυση των υφιστάμενων μηχανισμών για την παροχή συμβουλών και τον προσανατολισμό των ενδεχόμενων δικαιούχων.

4.2   Κοινοτική προσέγγιση – δράσεις εκτός της Ένωσης

4.2.1   Με την κατάργηση των ενδεικτικών εθνικών επιχορηγήσεων (άρθρο 6 του ισχύοντος κανονισμού), θα ισχύουν, αποκλειστικά πλέον, για τα λεγόμενα ολοκληρωμένα έργα, κριτήρια γεωγραφικής εξισορρόπησης, τα οποία δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί. Οι ενδεικτικές εθνικές επιχορηγήσεις δεν έδωσαν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και δεν αποτέλεσαν κίνητρο για τα μικρότερα κράτη ή τα κράτη με μικρότερη εμπειρία στη διαχείριση των σχετικών πόρων. Η κατάργησή τους φαίνεται εύλογη και αντισταθμίζεται από την Επιτροπή με τη θέσπιση γεωγραφικών κριτηρίων για τα έργα μεγαλύτερης εμβέλειας (ολοκληρωμένα έργα). Σήμερα, τα κράτη που έχουν επωφεληθεί περισσότερο από το πρόγραμμα είναι η Ιταλία, η Γερμανία και η Ισπανία, πρέπει όμως να προωθηθεί ενεργά η συμμετοχή των κρατών που διαθέτουν μικρότερη εμπειρία ή τεχνική προετοιμασία.

4.2.2   Η διεύρυνση του γεωγραφικού πεδίου εφαρμογής του προγράμματος LIFE κρίνεται σκόπιμη, δεν θα πρέπει όμως να καταλήξει σε αλλοίωση της κοινοτικής φύσης του προγράμματος LIFE. Οι εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα πρέπει να περιοριστούν σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις και σε ειδικά πεδία, όπως τα θαλάσσια ή τα μεταναστευτικά είδη ή ακόμη η διεθνής συνεργασία μεταξύ οργανώσεων. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση τουλάχιστον το 15 % των πόρων του προγράμματος να διατίθενται για έργα διεθνικού χαρακτήρα.

4.2.3   Μέχρι σήμερα, η Επιτροπή ήταν πλήρως επιφορτισμένη με τη διαχείριση του προγράμματος LIFE. Στην νέα πρόταση, ωστόσο, δεν είναι σαφής ο ρόλος που θα ανατεθεί στους εκτελεστικούς οργανισμούς και συγκεκριμένα στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ανταγωνιστικότητα και την Καινοτομία, όσον αφορά τα παραδοσιακά έργα. Από αυτή την άποψη, αξίζει να ερωτηθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ποιες θα είναι οι αρμοδιότητες του Οργανισμού αυτού κατά την επιλογή των έργων και ποια μέσα θα εφαρμοστούν για την ενίσχυση των εθνικών σημείων επαφής.

4.3   Δίκτυο «Natura 2000»

4.3.1   Η συνδρομή του προγράμματος LIFE στη χρηματοδότηση για την ανάπτυξη του δικτύου «Natura 2000» αποτελεί προτεραιότητα που έχει οδηγήσει σε αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Κατά την προσεχή περίοδο, το πρόγραμμα LIFE πρέπει να συνεχίσει τη συμβολή του στη βελτίωση της αποδοχής του δικτύου «Natura 2000» εκ μέρους των τοπικών φορέων και των δημοσίων διοικήσεων. Πρωταρχική σημασία γι’ αυτό έχει το πρόγραμμα LIFE να συμβάλλει στην εδραίωση κοινών κριτηρίων διαχείρισης και διοίκησης των περιοχών «Natura 2000». Το έργο αυτό θα πρέπει να διεξαχθεί υπό την συντονιστική δράση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και να επικεντρωθεί στις χώρες όπου η εγκατάσταση του δικτύου είναι πιο πρόσφατη.

4.4   Συγχρηματοδότηση

4.4.1   Το μέγιστο ποσοστό χρηματοδότησης για τα έργα LIFE θα είναι το 70 % των επιλέξιμων δαπανών, έναντι 50 % βάσει του ισχύοντος κανονισμού. Στην περίπτωση των ολοκληρωμένων έργων, θα μπορεί να ανέλθει έως το 80 %, ενώ το ποσοστό αυτό θα ισχύει επίσης για ειδικά έργα που υποστηρίζουν συγκεκριμένες ανάγκες για την εφαρμογή και την ανάπτυξη πολιτικής ή νομοθεσίας της Ένωσης, λαμβανομένης υπόψη της στρατηγικής σημασίας των εν λόγω έργων. Η αύξηση αυτή της συγχρηματοδότησης προβλέπεται προκειμένου να αντισταθμιστεί η μη επιλεξιμότητα συγκεκριμένων δαπανών, που μέχρι σήμερα ήταν πολύ σημαντικές και επιλέξιμες, όπως ο ΦΠΑ και οι δαπάνες για μόνιμο προσωπικό. Ωστόσο, ήδη κατά την τρέχουσα περίοδο, ορισμένα έργα στον τομέα της βιοποικιλότητας επωφελούνταν από συγχρηματοδότηση κατά 75 %. Επομένως, θα ήταν σκόπιμο να μελετήσει η Επιτροπή κατά πόσον η συγχρηματοδότηση αυτή επαρκεί για την αντιστάθμιση ή μήπως, αντίθετα, θα έπρεπε να θεσπιστεί σταθερό ποσοστό συγχρηματοδότησης αντί του μέγιστου.

4.5   Οικολογική καινοτομία

4.5.1   Κατά την τρέχουσα περίοδο, ένα σημαντικό μερίδιο των έργων περιβαλλοντικής πολιτικής και διαχείρισης είχαν ως αντικείμενο την εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων διαχείρισης ή άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Στην αξιολόγηση του αντικτύπου θεωρούνται πολύ θετικές οι πρόοδοι σε θέματα οικολογικής καινοτομίας. Ωστόσο, η Επιτροπή προτείνει περιορισμούς στην ιδιωτική καινοτομία, δεδομένου ότι αυτή μπορεί να αναληφθεί, εκ πρώτης όψεως, μέσω άλλων ειδικών μηχανισμών, όπως το πρόγραμμα «Ορίζων 2020».

4.6   Αύξηση της συμμετοχής των ΜΜΕ και ΜΚΟ

4.6.1   Η νέα δομή του προγράμματος LIFE εγκαταλείπει την καθαρά ανοδική προσέγγιση (από τη βάση προς την κορυφή) και υιοθετεί μια ευέλικτη καθοδική προσέγγιση. Καρπός αυτής της φιλοσοφίας είναι η ιδέα των ολοκληρωμένων έργων. Η ΕΟΚΕ δεν απορρίπτει την νέα οπτική γωνία της Επιτροπής, επιθυμεί όμως να τονίσει τη σημασία της προώθησης των έργων που αναπτύσσονται σε τοπική ή περιφερειακή κλίμακα, που απασχολούν μικρές επιχειρήσεις και ΜΚΟ, αλλά που μπορούν να παράγουν σημαντικά αποτελέσματα με ελάχιστο κόστος.

4.6.2   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί τα έργα που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα LIFE να προωθούν ενεργά τη χρήση πράσινων δημόσιων συμβάσεων.

4.7   Χρηματοδότηση περιβαλλοντικών ΜΚΟ

4.7.1   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αξιοποιεί το πρόγραμμα LIFE για να χρηματοδοτεί τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή διαδικασία λήψεως αποφάσεων. Παραδοσιακά, μια τριανταριά τέτοιες οργανώσεις έχουν επωφεληθεί από τους πόρους αυτούς, με πολύ θετικά αποτελέσματα σύμφωνα με την αξιολόγηση της Επιτροπής. Από την άποψη αυτή, η ΕΟΚΕ επικροτεί το έργο που επιτελούν οι συγκεκριμένες οργανώσεις, κρίνει σκόπιμο, όμως, να τροποποιηθούν τα κριτήρια επιλογής για τη χορήγηση πόρων, έτσι ώστε να μπορούν να επωφεληθούν και άλλες οργανώσεις που έχουν να επιδείξουν σημαντικό έργο υπέρ του περιβάλλοντος και του κλίματος.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 57· ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σ. 52· ΕΕ C 132 της 3.5.2011, σ. 75.

(2)  COM(2010) 2020 final.

(3)  COM(2011) 112 final.


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/116


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής»

[COM(2011) 625 τελικό — 2011/0280 (COD)]

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων (Κανονισμός ενιαίας ΚΟΑ)»

[COM(2011) 626 τελικό — 2011/0281 (COD) (A-21)]

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ)»

[COM(2011) 627 τελικό — 2011/0282 (COD)]

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής»

[COM(2011) 628 τελικό — 2011/0288 (COD)]

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων στους γεωργούς για το έτος 2013»

[COM(2011) 630 τελικό — 2011/0286 (COD)]

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης και τη στήριξη στους αμπελοκαλλιεργητές»

[COM(2011) 631 τελικό — 2011/0285 (COD)]

2012/C 191/21

Εισηγήτρια: η κ. Dilyana SLAVOVA

Συνεισηγητής: ο κ. Franco CHIRIACO

Στις 14 Νοεμβρίου και στις 25 Οκτωβρίου 2011, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντιστοίχως, αποφάσισαν σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφος 2 και το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα τις ακόλουθες προτάσεις:

 

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής

COM(2011) 625 τελικό — 2011/0280 (COD)

 

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων (Κανονισμός ενιαίας ΚΟΑ)

COM(2011) 626 τελικό — 2011/0281 (COD) (A-21)

 

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ)

COM(2011) 627 τελικό — 2011/0282 (COD)

 

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής

COM(2011) 628 τελικό — 2011/0288 (COD)

 

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου όσον αφορά την εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων στους γεωργούς για το έτος 2013

COM(2011) 630 τελικό — 2011/0286 (COD)

 

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης και τη στήριξη στους αμπελοκαλλιεργητές

COM(2011) 631 τελικό — 2011/0285 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη και περιβάλλον» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 10 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε την 25η και 26η Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 132 ψήφους υπέρ, 14 ψήφους κατά και 21 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

Οι αλλαγές του γεωργικού μοντέλου της ΕΕ

1.1   H Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή δέχεται με ενδιαφέρον τις νομοθετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και καταγράφει σε αυτές ορισμένες από τις συστάσεις -και σε καμία περίπτωση όλες- τις οποίες είχε διατυπώσει σε παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της. Κυρίως η ΕΟΚΕ έχει επισημάνει επανειλημμένα στις γνωμοδοτήσεις NAT/449 και NAT/481 ότι η μελλοντική ΚΓΠ πρέπει να υπερασπίζεται αποφασιστικά το ευρωπαϊκό γεωργικό μοντέλο, το οποίο βασίζεται στις αρχές της επισιτιστικής κυριαρχίας, της αειφορίας και της δυνατότητας κάλυψης των πραγματικών αναγκών των γεωργών και των καταναλωτών.

1.2   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τις σημαντικές προσπάθειες που καταβάλλει η Επιτροπή σχετικά με το μέλλον της ΚΓΠ και τον στόχο της να προτείνει ένα ουσιαστικά ευρωπαϊκό έργο βάσει της έννοιας της περιεκτικής πολυμορφίας. Έχοντας κατά νου τις προσπάθειες της ΕΕ να αναπτύξει μια νέα εταιρική σχέση μεταξύ της Ευρώπης και των αγροτών της, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, μολονότι οι προτάσεις επικεντρώνονται στα σωστά σημεία, απαιτούνται ακόμη σημαντικές προσαρμογές σε ορισμένους τομείς.

1.3   Η τρέχουσα οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση απαιτεί τη ριζική αλλαγή προσέγγισης όσον αφορά τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των υποσχέσεων και της καθημερινής πραγματικότητας της γεωργικής ζωής. Οι αγρότες υφίστανται αυξανόμενη πίεση από τις αγορές, πράγμα που οδηγεί στην εγκατάλειψη ολόκληρων περιοχών. Περισσότερο από ποτέ, το γεωργικό μοντέλο της ΕΕ κρίνεται απαραίτητο. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ΚΓΠ 2014-2020 θα πρέπει οπωσδήποτε να συμβάλει στην υπερκέραση των τεράστιων εμποδίων στην ανάπτυξη του τομέα. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για την απουσία σαφέστερης δέσμευσης εκ μέρους της Επιτροπής υπέρ του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου.

1.4   Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να βελτιωθεί τόσο η ανταγωνιστικότητα της πολυλειτουργικής γεωργίας στην Ευρώπη βάσει του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου με μέτρα όπως η έρευνα, η ανάπτυξη και η καθοδήγηση, όσο και η ανταμοιβή εκείνων των κοινωνικών υπηρεσιών, οι οποίες δεν αντικατοπτρίζονται έως τώρα στις τιμές καταναλωτή. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι τα προβλεπόμενα μέτρα δεν είναι καθόλου επαρκή για να διασφαλίσουν τη συνεχή αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης και, ως εκ τούτου, για να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της διαρκώς αυξανόμενης ζήτησης τροφίμων στον κόσμο. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι κατά την εκπόνηση της μελλοντικής ΚΓΠ θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι το ένα έκτο –σε ορισμένα, μάλιστα, κράτη μέλη αυτή η αναλογία είναι ακόμα υψηλότερη– όλων των θέσεων εργασίας στην ΕΕ σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την αγροτική παραγωγή. Η ΚΓΠ θα πρέπει να διαδραματίζει ρόλο στην εξασφάλιση εργασίας στην ΕΕ και δη στις αγροτικές περιοχές, αν και επί του παρόντος συντελεί μάλλον στη μείωση των θέσεων εργασίας. Όταν εξαφανίζεται η γεωργική και δασοκομική παραγωγή σε μια περιοχή, εξαφανίζονται και οι συναφείς θέσεις εργασίας των προγενέστερων και των μεταγενέστερων σταδίων του ευρύτερου κλάδου (συμπεριλαμβανομένης της βιομηχανίας ειδών διατροφής και κατεργασίας ξύλου). Η μελλοντική ΚΓΠ πρέπει να εστιάσει στη βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων των οικογενειακών και συνεταιριστικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων ώστε να τις βοηθήσει να επιτύχουν καλύτερη πρόσβαση στην αγορά και καλύτερη εμπορία των προϊόντων τους.

1.5   Η νέα ΚΓΠ οφείλει να συνεισφέρει στη βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, της απασχόλησης και της ασφάλειας των εργαζομένων στον γεωργικό τομέα, διασφαλίζοντας την πλήρη συμμόρφωση προς τις κοινωνικές ρήτρες, τη νομοθεσία και τις συμβάσεις απασχόλησης κατά την κατανομή των ενισχύσεων. Αυτό θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σε ένα πλαίσιο που θέτει στο κέντρο του συστήματος τις γεωργικές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις γεωργικών ειδών διατροφής, με σκοπό την επιβράβευση της πραγματικής οικονομίας, την προώθηση της έρευνας, της καινοτομίας, της εναλλαγής των γενεών και της παραγωγής τροφίμων, και μέσω της αξιοποίησης της προστιθέμενης αξίας των περιφερειών.

1.6   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την έκκλησή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή να διατηρήσουν σε υψηλά επίπεδα τον προϋπολογισμό της ΚΓΠ και τουλάχιστον στο επίπεδο της τρέχουσας δημοσιονομικής περιόδου. Ιδιαίτερα προβλήματα διακρίνονται σχετικά με την ανάπτυξη του δεύτερου πυλώνα, διότι πολλά κράτη μέλη δεν έχουν τη βούληση ή δεν είναι πλέον σε θέση να φροντίσουν για τη σχετική απαραίτητη συγχρηματοδότηση. Αυτό θα συντελέσει σε απαράδεκτη αποδυνάμωση της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης, καθώς και των μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος που χρηματοδοτούνται από τον δεύτερο πυλώνα.

1.7   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ένα από τα κύρια μελήματα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μεταρρύθμισης της ΚΓΠ θα πρέπει να είναι η απλοποίηση των διαδικασιών, η ευελιξία στην εφαρμογή –αντανακλώντας τις ποικίλες γεωργικές συνθήκες που επικρατούν στα κράτη μέλη– ο περιορισμός της γραφειοκρατίας για τους αγρότες, καθώς και η διευκόλυνση του έργου των υπηρεσιών διαχείρισης πληρωμών.

Άμεσες πληρωμές

1.8   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση εγκατάλειψης των ιστορικών αναφορών ως βάσης για τον προσδιορισμό του ύψους των ενισχύσεων προς τους αγρότες σε κάθε χώρα ή περιφέρεια. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί ότι η κατ’ αποκοπή ενίσχυση των γεωργών ανά εκτάριο είναι πάντοτε το πλέον αποτελεσματικό μέσο άσκησης της συγκεκριμένης πολιτικής, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη το επιχείρημα της στήριξης του εισοδήματος (βλ. σημείο 4.3.2). Επομένως, η εσωτερική σύγκλιση σε κάθε χώρα ή περιφέρεια θα πρέπει να γίνεται με ευελιξία, να αφήνει περιθώρια για μεγαλύτερη μεταβατική περίοδο και για την πραγματοποίηση προοδευτικών αλλαγών κατά την περίοδο αυτή.

1.9   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των επιπέδων υποστήριξης που λαμβάνουν οι γεωργοί στα διάφορα κράτη μέλη. Όσον αφορά στην αναδιανομή των χρηματοδοτικών πόρων προς τα κράτη μέλη, η μελλοντική ΚΓΠ θα πρέπει να είναι ισορροπημένη, δίκαιη και πραγματιστική, συνεκτιμώντας τη γεωργική πολυμορφία της συνολικής επικράτειας της ΕΕ. Για τον σκοπό αυτόν είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη η διάρθρωση του κόστους και των εσόδων της γεωργικής δραστηριότητας στα επιμέρους κράτη μέλη. Είναι σημαντικό να επιδιωχθεί η διαδικασία αναδιανομής να αντικατοπτρίζει ευαισθησία έναντι των προβλημάτων των γεωργών, είτε αυτοί προέρχονται από τα παλαιά είτε από τα νέα κράτη μέλη. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ΕΟΚΕ συνιστά την αναδιανομή των εθνικών κονδυλίων άμεσων ενισχύσεων βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που δεν εισάγουν διακρίσεις και θεωρεί ότι θα πρέπει να υπάρξει μια ισορροπημένη και κατάλληλη μεταβατική περίοδος για τη σχεδιαζόμενη ισότιμη σύγκλιση με την εγκατάλειψη των ιστορικών αρχών αναφοράς. Επιδιωκόμενος στόχος είναι καμία χώρα να μη βρίσκεται κάτω από το 90 % του μέσου όρου της ΕΕ των 27 κρατών μελών της ΕΕ στον τομέα των άμεσων ενισχύσεων κατά τη λήξη του επόμενου δημοσιονομικού πλαισίου για το χρονικό διάστημα 2014-2020.

1.10   Η ΕΟΚΕ επικροτεί την απόφαση για τη θέσπιση ενός απλοποιημένου καθεστώτος ενίσχυσης για τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, αλλά αμφιβάλλει αν επαρκούν οι ενισχύσεις που προτείνει η Επιτροπή για την προώθηση της ανάπτυξης μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Συγχρόνως, ζητά από την Επιτροπή να διευκρινίσει τις προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό των μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Το καθεστώς μπορεί να είναι προαιρετικό ανάλογα με τις συνθήκες των κρατών μελών.

1.11   Η ΕΟΚΕ είναι σύμφωνη με την αρχή που διέπει τις προτάσεις της Επιτροπής, ότι δηλαδή οι ενισχύσεις ΚΓΠ στο πλαίσιο του πρώτου πυλώνα θα πρέπει να απευθύνονται σε εν ενεργεία γεωργούς. Θα πρέπει να καθιερωθούν σαφείς ορισμοί της γεωργικής δραστηριότητας, των επιλέξιμων εδαφών και των εν ενεργεία γεωργών, καθώς και μια καλύτερη σύνδεση μεταξύ των ενισχύσεων και των δραστηριοτήτων, ώστε να αποφευχθεί η ανάλωση ενός περιορισμένου προϋπολογισμού σε μη καλλιεργούμενες εκτάσεις και σε μη εν ενεργεία γεωργούς (εκτός και αν πρόκειται για δεόντως αιτιολογημένη αγρανάπαυση). Επίσης, θα πρέπει να διευκρινιστεί, από κοινού με τα κράτη μέλη, εάν είναι όντως δυνατόν να διασφαλιστεί η ουσιαστική εφαρμογή της αρχής αυτής. Επιπλέον, κρίνεται σκόπιμο να μην αποκλεισθούν από τον ορισμό του εν ενεργεία γεωργού οι δικαιούχοι κάτω του ποσού των 5 000 ευρώ.

1.12   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την προοδευτική εισαγωγή μειώσεων μέσω της καθιέρωσης ανώτατου ορίου στις άμεσες ενισχύσεις και, όπως έχει σημειώσει και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, προτρέπει την Επιτροπή να υιοθετήσει μέθοδο εφαρμογής με γνώμονα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εκμεταλλεύσεων με τη μορφή συνεταιρισμών και ενώσεων παραγωγών γεωργικών προϊόντων (1). Οι αναξιοποίητες άμεσες ενισχύσεις πρέπει να παραμείνουν στις προβλεπόμενες πιστώσεις για κάθε κράτος μέλος στο πλαίσιο του πρώτου ή του δεύτερου πυλώνα, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη στήριξη ασθενέστερων γεωργικών κλάδων σε εθνικό επίπεδο. Η ΕΟΚΕ είναι της γνώμης ότι οι πιστώσεις που μεταφέρονται κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα πρέπει να συγχρηματοδοτούνται.

1.13   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι θα πρέπει να θεσπιστεί μια διττή δυνατότητα πρόσβασης στο βασικό καθεστώς ενισχύσεων βάσει της υφιστάμενης γεωργικής δραστηριότητας το 2011 και της κατοχής επιλέξιμων εκτάσεων κατά την ημερομηνία έναρξης του 2014. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ «η καταβολή το 2011 δικαιώματος ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης» δεν συνιστά αντικειμενικό κριτήριο.

1.14   Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ευελιξία μεταξύ των πυλώνων που προτείνει η Επιτροπή. Είναι ζήτημα πρωταρχικής σημασίας να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη, όπου το επίπεδο των άμεσων ενισχύσεων εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του 90 % του μέσου όρου της ΕΕ, να μεταφέρουν τα κονδύλια που έχουν διατεθεί για την αγροτική ανάπτυξη στο συνολικό κονδύλι του πρώτου πυλώνα. Η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να ισχύει επίσης και για τα κράτη μέλη με δυσανάλογα χαμηλό πρώτο πυλώνα ή τα οποία πάσχουν από φυσικά μειονεκτήματα. Η ΕΟΚΕ προτείνει να γίνουν δυνατές οι επιλογές αυτές εντός ενός ορίου έως και 10 %.

1.15   Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένα υπογραμμίσει τη σημασία του ρόλου που θα έπρεπε και θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι γεωργοί για τη διαφύλαξη του εδάφους, της βιοποικιλότητας, των φυσικών τοπίων και του περιβάλλοντος, αλλά που λόγω των υφιστάμενων γενικών συνθηκών δεν είναι σε θέση να διαδραματίσουν σε ικανοποιητικό βαθμό. Για τον λόγο αυτόν, έχει ταχθεί υπέρ στοχοθετημένων άμεσων ενισχύσεων (βλ. ΝΑΤ 449). Ο «οικολογικός» συντελεστής ακολουθεί ακριβώς αυτή την κατεύθυνση. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει τις επιπτώσεις των νέων μέτρων, προκειμένου να αναθεωρηθούν σε περίπτωση που θίγουν την οικονομική ισορροπία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Όπου δε αυτό είναι δυνατόν, θα πρέπει τα μέτρα «οικολογικού προσανατολισμού» να βασίζονται σε λύσεις αμοιβαία επωφελείς τόσο για το περιβάλλον όσο και για την ανάπτυξη. Η ΕΟΚΕ αρνείται να αποδεχθεί μια κατάσταση στην οποία η ΕΕ από τη μία πλευρά αυξάνει το κόστος συμμόρφωσης των Ευρωπαίων αγροτών και από την άλλη επιτρέπει, μέσω εμπορικών συμφωνιών, εισαγωγές φθηνών προϊόντων που δεν απαιτείται να πληρούν τα ίδια κριτήρια.

1.16   Η «οικολογική» συνιστώσα του πρώτου πυλώνα είναι ένας τρόπος δημιουργίας ενός ολοένα και εμφανέστερου συνδέσμου μεταξύ των άμεσων ενισχύσεων και των περιβαλλοντικών δημόσιων αγαθών που παράγονται από τη γεωργία. Κατά την ΕΟΚΕ, το σύστημα αυτό θα πρέπει να είναι απλό και να συνεπάγεται οικολογικά αποτελέσματα από όλους τους γεωργούς ανά την ΕΕ. Τα ειδικά χαρακτηριστικά των μειονεκτουσών περιοχών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των ενισχύσεων. Το μέτρο των «περιοχών με οικολογική εστίαση» θα πρέπει να εφαρμόζεται έτσι ώστε να μην μειώνονται οι παραγωγικές γεωργικές εκτάσεις. Τα ήδη εφαρμοζόμενα γεωργικό-περιβαλλοντικά μέτρα θα πρέπει να αναγνωριστούν στο πλαίσιο των νέων περιβαλλοντικών υποχρεώσεων (πρώτος πυλώνας), όπως προβλέπεται γενικά για την οικολογική γεωργία.

1.17   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τη δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν ένα μη υποχρεωτικό καθεστώς ενίσχυσης που θα συνδέεται με την παραγωγή, προκειμένου να ανταποκριθούν σε συγκεκριμένες καταστάσεις. Ωστόσο, για λόγους μεγαλύτερης ευελιξίας και επικουρικότητας, προτείνει να καταργηθεί ο κλειστός κατάλογος των επιλέξιμων για συνδεδεμένη στήριξη τομέων και παραγόμενων ειδών και να επιτραπεί στα κράτη μέλη να αποφασίζουν ποιοι θα είναι οι επιλέξιμοι τομείς και παραγόμενα είδη.

Μέσα της αγοράς

1.18   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι προτάσεις της Επιτροπής θα αποδειχθούν ανεπαρκείς για την αντιμετώπιση της πρόκλησης της αυξανόμενης αστάθειας της αγοράς και των προβλημάτων που συνεπάγεται. Οι νομοθετικές προτάσεις δεν εξυπηρετούν το στόχο της ΚΓΠ για τη σταθεροποίηση των γεωργικών αγορών, όπως ορίζεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας.

1.19   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ακράδαντα ότι τα μέσα διαχείρισης της προσφοράς μπορούν επίσης να αποδειχθούν αποτελεσματικά σε ορισμένους τομείς της γεωργίας. Η ΕΟΚΕ συνιστά κατά συνέπεια να προηγηθεί εμπεριστατωμένη ανάλυση των εξελίξεων της αγοράς, όταν θα εξετασθεί η δυνατότητα αναβολής της κατάργησης του συστήματος δικαιωμάτων φύτευσης στον αμπελουργικό τομέα, καθώς και η δυνατότητα διατήρησης των ποσοστώσεων ζάχαρης για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

1.20   Είναι ζωτικής σημασίας να ενισχυθεί η θέση των γεωργών και των οργανώσεών τους στην αλυσίδα διάθεσης τροφίμων, ώστε να διασφαλιστούν καλύτερες αποδόσεις στις αγορές. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την επέκταση της κάλυψης προϊόντων για την αναγνώριση οργανώσεων παραγωγών, των ενώσεών τους και των διακλαδικών οργανώσεων. Δεδομένων των διαφορετικών δομών και παραδόσεων που υφίστανται στα κράτη μέλη, τα νέα καθεστώτα θα πρέπει να έχουν προαιρετικό χαρακτήρα. Επίσης υποστηρίζει τις προτάσεις της Επιτροπής για τον γαλακτοκομικό κλάδο, αλλά συνιστά να διατυπώσει η Επιτροπή σαφή ορισμό της έννοιας «οργάνωση παραγωγών». Επιπλέον θα πρέπει οπωσδήποτε να προσαρμοστεί η ενωσιακή νομοθεσία περί ανταγωνισμού ώστε να μπορέσουν οι οργανώσεις παραγωγών και οι συνεταιρισμοί να ενισχύσουν τις θέσεις τους στην αγορά. Προκειμένου να ενισχυθεί η διαπραγματευτική δύναμη των γεωργών στους παραγωγικούς τομείς, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να δημιουργηθούν κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη μικρών αλυσίδων παραγωγής τις οποίες θα διαχειρίζονται απευθείας οι γεωργοί.

Αγροτική ανάπτυξη

1.21   Η ΕΟΚΕ επίσης χαιρετίζει την προτεινόμενη περαιτέρω ευθυγράμμιση της ΚΓΠ με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» και τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη όσον αφορά στην ανάπτυξη της υπαίθρου, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην έρευνα, στην καινοτομία και στην κατάρτιση. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην κατάρτιση τόσο των ατόμων που προέρχονται από τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού (μετανάστες και ανειδίκευτοι αγρεργάτες), όσο και των νέων και των γυναικών, στοιχείων καθοριστικών για την αρτιότερη επαγγελματική οργάνωση και περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας. Είναι, ως εκ τούτου, σημαντικό να βελτιωθεί η ποιότητα των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας, καθώς και η δυνατότητα πρόσβασης και χρήσης τους στις αγροτικές περιοχές. Οι πολιτικές αγροτικής ανάπτυξης θα πρέπει πρωτίστως να στοχεύουν στην καινοτομία και στην ανταγωνιστικότητα των γεωργικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου, ιδίως για να στηρίξουν τις επενδύσεις των επιχειρήσεων, να προωθήσουν την εναλλαγή των γενεών, να υποστηρίξουν την υλοποίηση των δράσεων για την ολοκλήρωση της εφοδιαστικής αλυσίδας και των ολοκληρωμένων περιφερειακών έργων, να βελτιώσουν τις σχέσεις μεταξύ των γεωργικών επιχειρήσεων και των κλάδων της επεξεργασίας τροφίμων, να υποστηρίξουν μέτρα και διαδικασίες για την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος και να παγιώσουν τη γεωργική απασχόληση με την προώθηση και εξειδίκευσή της.

1.22   Ένα πολύ θετικό στοιχείο της πρότασης της Επιτροπής είναι η θέσπιση ευρωπαϊκών συμπράξεων καινοτομίας για τη βελτίωση των δεσμών μεταξύ ερευνητών, γεωργών, δασοκόμων και συμβούλων, με σκοπό την ανάδειξη ενός γεωργικού και δασοκομικού τομέα βασισμένου στη γνώση και στον οποίο θα αξιοποιούνται οι επαγγελματικές υπηρεσίες εφαρμογών. Η εν λόγω έρευνα θα πρέπει να συμπεριλάβει τη βελτίωση των αγροτικών οικονομικών δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, της βιοτεχνίας και λοιπών δραστηριοτήτων που δύνανται να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας στις αγροτικές περιοχές.

1.23   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την εγκατάλειψη, βάσει των προτάσεων για την πολιτική αγροτικής ανάπτυξης, του συστήματος των «αξόνων» υπέρ της θεματικής προσέγγισης. Θεωρούμε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο τα κράτη μέλη και οι περιφέρειές τους θα έχουν περισσότερα περιθώρια να λάβουν υπόψη τις ιδιαιτερότητές τους. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι σημαντικά στοιχεία του δεύτερου πυλώνα δεν μπορούν να αγνοηθούν εντελώς. Γι’ αυτόν τον λόγο, η διάθεση του 25 % των πόρων για μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και του κλίματος, συνιστά βασική αρχή. Θα πρέπει δε να προβλεφθεί ένα ελάχιστο περιθώριο τουλάχιστον για την προσέγγιση του προγράμματος LEADER.

1.24   Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να εγγυηθούν τα κράτη μέλη εγκαίρως την απαιτούμενη συγχρηματοδότηση του δεύτερου πυλώνα. Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την υπαγωγή των μέτρων διαχείρισης κινδύνου στον δεύτερο πυλώνα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να φροντίσουν για τη διασφάλιση επαρκούς εθνικής συγχρηματοδότησης (2).

1.25   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι απαιτείται ένα νέο, επιμέρους μέτρο για τη βελτίωση της εικόνας της βιολογικής γεωργίας, με συντελεστή συγχρηματοδότησης ίσον με αυτόν που προτείνεται για λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές (85 %). Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει επίσης την ολοκληρωμένη παραγωγή και τη γεωργία διατήρησης και εξαίρει τον θετικό τους αντίκτυπο επί του περιβάλλοντος.

1.26   Λαμβάνοντας υπόψη τις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι γεωργικές δραστηριότητες σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές, η ΕΟΚΕ προτείνει να επεκτείνει η Επιτροπή τον συντελεστή συγχρηματοδότησης του 85 % όχι μόνο στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, αλλά και στις ορεινές και νησιωτικές περιοχές. Αυτό υπονοείται στο σκεπτικό της πρότασης, αλλά δεν διευκρινίζεται ρητά. Ο προτεινόμενος επαναπροσδιορισμός των «άλλων περιοχών» στο πλαίσιο των μειονεκτικών περιοχών πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω επανεξέτασης.

1.27   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει στην Επιτροπή, στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο πως η λειψυδρία και η ξηρασία αποτελούν ήδη σημαντικό πρόβλημα σε πολλές ευρωπαϊκές περιφέρειες και πως η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής. Τονίζει επίσης τη σημασία του ολοκληρωμένου προγραμματισμού και της βιώσιμης ανάπτυξης όσον αφορά τη χρήση των υδάτων, τη λειψυδρία και την ξηρασία, με βάση την ενσωμάτωση τομεακών πολιτικών, καθώς και τη σημασία του χωροταξικού σχεδιασμού σε περιοχές που πλήττονται παραδοσιακά από λειψυδρία και ξηρασία. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι πρόσθετες δαπάνες που επωμίζονται τα βόρεια κράτη μέλη για την αποστράγγιση αρδευόμενης γης.

1.28   Η ΕΟΚΕ προσδοκά μια ισόρροπη, προβλέψιμη, βιώσιμη, λιγότερο γραφειοκρατική, ευέλικτη και διαφανή μελλοντική ΚΓΠ, ικανή να προσελκύει τις νεότερες γενεές στον κλάδο.

2.   Εισαγωγή

2.1   Η σημασία της γεωργικής πολιτικής στην ΕΕ είναι καθοριστική, όχι μόνο επειδή οι χρησιμοποιούμενες γεωργικές και δασικές εκτάσεις αντιπροσωπεύουν πάνω από το 90 % των συνολικών χρησιμοποιούμενων εκτάσεων και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη βιώσιμη χρήση των πόρων και τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, αλλά κυρίως διότι η γεωργία μέσω της ΚΓΠ μπορεί να βοηθήσει την ΕΕ να αντιμετωπίσει βασικά προβλήματα· τέτοια είναι η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, η κλιματική αλλαγή, η προστασία του περιβάλλοντος και η διαφύλαξη της ζωτικότητας των αγροτικών περιοχών, καθώς και η παροχή στους καταναλωτές ασφαλών, προσιτών και υψηλής ποιότητας ειδών διατροφής.

2.2   Τα επόμενα έτη θα είναι καθοριστικά για τη θεμελίωση ενός ισχυρού γεωργικού και δασοκομικού τομέα, ικανού να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή και τον διεθνή ανταγωνισμό, ανταποκρινόμενος παράλληλα στις προσδοκίες του κοινού. Η Ευρώπη χρειάζεται τους γεωργούς και τους δασοκόμους της και οι Ευρωπαίοι γεωργοί χρειάζονται τη στήριξη. Επιπλέον, εν μέσω οικονομικής κρίσης, το ζήτημα της ανεργίας καθίσταται πιο καίριο από ποτέ. Γι’ αυτόν τον λόγο, η Επιτροπή έχει προτείνει μια νέα σύμπραξη μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών και των αγροτών και των δασοκόμων, ώστε να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα της επισιτιστικής ασφάλειας, της βιώσιμης χρήσης των φυσικών πόρων, της ανάπτυξης και της απασχόλησης.

2.3   Η ΕΟΚΕ σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της εξέφρασε τις απόψεις της σχετικά με τις προκλήσεις που αναμένεται να αντιμετωπίσει η ευρωπαϊκή γεωργία, σχετικά με τους στόχους που πρέπει να θέτει η ΚΓΠ και το πώς θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί αναλόγως. Η ανακοίνωση που εξέδωσε το 2010 η Επιτροπή απηχεί τις περισσότερες από τις συστάσεις της προηγούμενης συναφούς γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ - NAT/449 (3). Σε συνέχεια της εν λόγω ανακοίνωσης, διατυπώθηκαν περαιτέρω προτάσεις στη γνωμοδότηση NAT/481 της ΕΟΚΕ (4). Επιπλέον, η ΕΟΚΕ ασχολήθηκε πρόσφατα με ορισμένα ειδικά ζητήματα εντός της ΚΓΠ, όπως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νεαροί αγρότες (5), και οι περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα (6). Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία των προτάσεών της, επέλεξε μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση από αυτήν που είχε προκρίνει η ΕΟΚΕ. Η ΕΟΚΕ είχε προτείνει να προσδιοριστούν πρώτα σαφώς οι στόχοι της ΚΓΠ, στη συνέχεια να προσδιοριστούν τα μέσα υλοποίησής τους και κατόπιν να καθοριστεί η αναγκαία χρηματοδότηση. Είχε δε τονίσει ότι είναι λάθος να καθορίζεται πρώτα ένας χρηματοπιστωτικός τίτλος και στη συνέχεια να κατανέμονται τα κονδύλια με έναν οποιοδήποτε τρόπο. Αυτό ακριβώς έκανε όμως η Επιτροπή, γεγονός το οποίο δημιουργεί σήμερα προβλήματα.

2.4   Η ΕΟΚΕ τονίζει τη σημασία του γεωργικού τομέα για την απασχόληση. Ο γεωργικός τομέας και ο τομέας των γεωργικών προϊόντων διατροφής στην ΕΕ απασχολούν περίπου 40 εκατομμύρια άτομα ανά την ευρωπαϊκή ύπαιθρο, αποτελώντας τη ραχοκοκαλιά αυτών των περιοχών και παρέχοντας υψηλής ποιότητας τρόφιμα σε 500 εκατομμύρια καταναλωτές. Εντούτοις, το εισόδημα των ευρωπαίων γεωργών είναι συνήθως μόλις το ήμισυ του μέσου όρου των εισοδημάτων στην ΕΕ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το Σεπτέμβριο του 2011, το συνολικό γεωργικό εργατικό δυναμικό στην ΕΕ των 27 ισοδυναμεί με 11,7 εκατομμύρια εργαζομένους και πλήρη απασχόληση, εκ των οποίων τα 10,8 εκατομμύρια (92 %) είναι μόνιμοι εργαζόμενοι. Η γεωργία παραμένει σε μεγάλο βαθμό οικογενειακή δραστηριότητα στην πλειονότητα των κρατών μελών· τα τέσσερα πέμπτα (80 %) του συνολικού εργατικού δυναμικού της γεωργίας είναι ιδιοκτήτες αγροκτημάτων ή μέλη της οικογένειάς τους. Μόλις το ένα τρίτο περίπου (34 %) των μόνιμων εργαζομένων στη γεωργία στην ΕΕ ΤΩΝ 27 είναι γυναίκες. Μεταξύ των ιδιοκτητών αγροκτημάτων στην ΕΕ των 27, σχετικά λίγοι (6 %) είναι κάτω των 35 ετών, ενώ σχετικά υψηλό ποσοστό επί του συνόλου (34 %) είναι ηλικίας 65 ετών και άνω. Εξάλλου, σημαντικότατο μέρος του εργατικού δυναμικού των μεταναστών, που αριθμεί 30 εκατομμύρια στην ΕΕ, συνίσταται σε εποχικά απασχολούμενους στη γεωργία (7).

3.   Ιστορικό

3.1   Οι νομοθετικές προτάσεις βασίζονται στο δημοσιονομικό πλαίσιο για την ΚΓΠ που καθορίζεται στην πρόταση της Επιτροπής για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) κατά την περίοδο 2014-2020. Η πρόταση αυτή διατηρεί τον συνολικό διαθέσιμο προϋπολογισμό για την ΚΓΠ στα ίδια επίπεδα με αυτά του 2013 σε σημερινές τιμές, στοιχείο που σε πραγματικές τιμές συνεπάγεται μείωση του προϋπολογισμού για την ΚΓΠ.

3.2   Η πρόταση του ΠΔΠ συνίσταται στην ανάγκη να εξακολουθήσει να διατίθεται σημαντικό τμήμα του προϋπολογισμού της ΕΕ στη γεωργία, η οποία αποτελεί κοινή πολιτική στρατηγικής σημασίας. Δηλαδή, σε σημερινές τιμές, προτείνεται να εστιάσει η ΚΓΠ στις βασικές της δραστηριότητες, με τη διάθεση 317,2 δισ. ευρώ στον πρώτο πυλώνα (76 %) και 101,2 δισ. ευρώ στον δεύτερο πυλώνα (24 %), με το συνολικό ποσό να ανέρχεται στα 418,4 δισ. ευρώ για την περίοδο 2014-2020.

3.3   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η επίτευξη συμφωνίας στους κόλπους της Επιτροπής σχετικά με αυτό το κονδύλιο του προϋπολογισμού για τη γεωργία κατέστη δυνατή μόνο με παραπομπές στον αναγκαίο οικολογικό προσανατολισμό της γεωργίας. Αυτό πρέπει πλέον να μετουσιωθεί σε απτή πολιτική.

3.4   Σύμφωνα με τις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής, η χρηματοδότηση του πρώτου και του δεύτερου πυλώνα θα συμπληρωθεί με πρόσθετη χρηματοδότηση ύψους 17,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 5,1 δισ. ευρώ για την έρευνα και την καινοτομία, 2,5 δισ. ευρώ για την ασφάλεια των τροφίμων, 2,8 δισ. ευρώ για την επισιτιστική ενίσχυση των πλέον απόρων που υπάγονται σε άλλες κατηγορίες του ΠΔΠ και 3,9 δισ. ευρώ υπέρ ενός νέου αποθεματικού κρίσεων για τον γεωργικό τομέα· έτσι, ο συνολικός προϋπολογισμός θα ανέρχεται στα 432,8 δισ. ευρώ για την περίοδο 2014-2020.

4.   Γενικές παρατηρήσεις

4.1   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τους μεταρρυθμιστικούς στόχους της Επιτροπής για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, την αύξηση της βιωσιμότητας και τη μεγαλύτερη αποδοτικότητα.

4.2   Οι δημοσιονομικοί και χρηματοδοτικοί πόροι της ΕΕ για την ΚΓΠ

4.2.1   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την έκκλησή της προς το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για διατήρηση του προϋπολογισμού της ΕΕ που διατίθεται στην ΚΓΠ (8). Τούτο κρίνεται απαραίτητο για τη στήριξη του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου και τη διατήρηση των διάφορων υπηρεσιών που παρέχονται στο κοινωνικό σύνολο μέσω των αγροτικών και δασοκομικών δραστηριοτήτων· τέτοιες υπηρεσίες είναι η διασφάλιση της βιωσιμότητας των αγροτικών κοινοτήτων και υποδομών, η ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη και απασχόληση στους γεωργικούς κλάδους, η διατήρηση του παραδοσιακού τοπίου, της εθνικής κληρονομιάς και των εθνικών παραδόσεων, η διαφύλαξη της βιοποικιλότητας, η προστασία του περιβάλλοντος, η ύπαρξη υψηλότατων προδιαγραφών όσον αφορά τη μεταχείριση των ζώων και η ασφάλεια των τροφίμων· αυτές οι παράμετροι απασχολούν, άλλωστε, και τον μέσο Ευρωπαίο καταναλωτή και φορολογούμενο. Οι Ευρωπαίοι γεωργοί και δασοκόμοι παρέχουν αυτές τις πολλαπλές υπηρεσίες προς όφελος του κοινωνικού συνόλου –συχνά μάλιστα επιβαρυνόμενοι με πρόσθετα έξοδα και χωρίς σχετική ανταπόδοση από την αγορά– και συνεπώς είναι τόσο απαραίτητο όσο και εύλογο να ανταμείβονται μέσω των δημόσιων παρεμβάσεων. Σκοπός της οικολογικής συνιστώσας είναι να προσδιοριστούν επακριβώς αυτές οι υπηρεσίες, ώστε να αιτιολογούνται και να νομιμοποιούνται οι νέες απαιτήσεις ενισχύσεων που ενδέχεται να εγείρει η γεωργία από την κοινωνία.

4.2.2   Οι επιπτώσεις και ο μελλοντικός αντίκτυπος της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης που διαμορφώνει την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία, καθώς και οι αποφάσεις σχετικά με το νέο σύμφωνο σταθερότητας αποτελούν τη λυδία λίθο για κάθε δημόσιο προϋπολογισμό. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι το ευρωπαϊκό γεωργικό μοντέλο δεν επιτυγχάνεται σε τιμές και όρους της παγκόσμιας αγοράς, ούτε με μηδενικό κόστος. Συνεπώς, κάθε πολιτική που προωθεί το μοντέλο αυτό χρειάζεται επαρκή κονδύλια. Είναι επομένως εξαιρετικά σημαντικό να αιτιολογείται κάθε μέσο που απαιτεί χρηματοδότηση (όπως π.χ. οι άμεσες ενισχύσεις). Εντούτοις, σύμφωνα με τις τρέχουσες προτάσεις σχετικά με τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την περίοδο 2014-2020 (9), οι πόροι που προορίζονται για την ΚΓΠ θα μειωθούν σημαντικά σε σταθερές τιμές. Μολονότι η Επιτροπή αναγνωρίζει τον στρατηγικό ρόλο της ΚΓΠ υπό το πρίσμα του στόχου της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για βιώσιμη ανάπτυξη, οι δαπάνες για την ΚΓΠ ως μέρος του ενωσιακού προϋπολογισμού θα μειωθούν από 39,2 % το 2014 σε 33,3 % το 2020. Η επιλογή αυτή της Επιτροπής αγνοεί την έκκληση της ΕΟΚΕ να δοθεί τουλάχιστον μια εγγύηση επιβεβαίωσης της ποσόστωσης του προϋπολογισμού που διατίθεται μέχρι σήμερα για την ΚΓΠ από την ΕΕ.

4.3   Άμεσες ενισχύσεις

4.3.1   Η ΕΟΚΕ έχει ήδη συμφωνήσει με την πρόταση της Επιτροπής να εγκαταλειφθούν σε κάθε κράτος μέλος οι ιστορικές αναφορές ως βάση για τον προσδιορισμό του ύψους των ενισχύσεων προς τους αγρότες, καθότι δεν δικαιολογούνται πλέον οι σημαντικές επιμέρους διαφορές σε επίπεδο ενίσχυσης ανά εκτάριο (10), αλλά και κυρίως επειδή συνεπάγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.

4.3.2   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι τρία βασικά επιχειρήματα που συνηγορούν υπέρ των άμεσων ενισχύσεων στο μέλλον είναι τα εξής: να επιτυγχάνονται επιδόσεις που συμβάλλουν στην υλοποίηση του ευρωπαϊκού γεωργικού προτύπου (π.χ. μέσω της οικολογικής συνιστώσας), να καθίσταται εφικτή η μερική μεταφορά εισοδημάτων και να αντισταθμίζεται η τήρηση υψηλότερων ευρωπαϊκών προτύπων. Οι ενιαίες ενισχύσεις ανά εκτάριο δεν αποτελούν πάντοτε το αποτελεσματικότερο μέσο πολιτικής, διότι δεν είναι κατανοητό για ποιο λόγο να πολλαπλασιάζονται οι μεταφορές εισοδημάτων π.χ. σε μία γεωργική εκμετάλλευση 1 000 εκταρίων επί 1 000, ενώ σε μία εκμετάλλευση 25 εκταρίων μόνο επί 25. Οι μεταφορές εισοδημάτων θα πρέπει να αντιστοιχούν σε θέσεις εργασίας ή σε εργαζόμενους και όχι στην εδαφική έκταση. Επιπλέον δεν μπορούν να αντισταθμιστούν τα μειονεκτήματα που αντιμετωπίζουν οι κτηνοτρόφοι με πριμοδοτήσεις ανά εκτάριο τις οποίες λαμβάνουν και οι αγρότες που δεν ασχολούνται με την κτηνοτροφία. Συνεπώς, θα μπορούσαν να αναζητηθούν και να επιτραπούν σε εθνικό επίπεδο τρόποι διαφοροποίησης των ενισχύσεων βάσει πρόσθετων κριτηρίων. Εξάλλου, σε ορισμένα κράτη μέλη, όπου ισχύουν ακόμα οι ιστορικές αναφορές, η σύγκλιση ανάμεσα στα εθνικά συνολικά κονδύλια –πέραν της εσωτερικής σύγκλισης– αναμένεται να συνοδευτεί από δυσκολίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις η εσωτερική σύγκλιση προϋποθέτει ευελιξία, μεγαλύτερη μεταβατική περίοδο και προοδευτική αλλαγή κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου  (11).

4.3.3   Ένας από τους σημαντικούς στόχους αυτής της μεταρρύθμισης είναι να προτείνει έναν τρόπο επίτευξης δικαιότερης κατανομής των κονδυλίων μεταξύ των κρατών μελών. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις προσπάθειες για τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των επιπέδων υποστήριξης που λαμβάνουν οι γεωργοί στα διάφορα κράτη μέλη. Επιθυμεί δε να γίνει αναθεώρηση των εθνικών κονδυλίων των άμεσων ενισχύσεων βάσει αντικειμενικότερων κριτηρίων προς αρτιότερο καθορισμό των στόχων πολιτικής και τάσσεται υπέρ της ευελιξίας στη μεταφορά των κονδυλίων μεταξύ των πυλώνων.

4.3.4   Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει την ευρεία ανισοκατανομή των άμεσων ενισχύσεων μεταξύ νέων και παλιότερων κρατών μελών. Κατά την ΕΟΚΕ, η ανταγωνιστικότητα του τομέα των γεωργικών ειδών διατροφής θα πρέπει να υποστηρίζεται ομοίως σε όλα τα κράτη μέλη για λόγους συνέπειας του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου. Σε περίπτωση ανακατανομής των άμεσων πληρωμών, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η διάρθρωση του κόστους και των εσόδων του γεωργικού τομέα σε κάθε κράτος μέλος.

4.3.5   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί την αποφυγή περαιτέρω στρεβλώσεων του ανταγωνισμού και των κοινωνικών επιπτώσεών τους για αρκετά κράτη μέλη, ιδίως για τις χώρες της Βαλτικής. Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όχι μόνο τα συμφέροντα των γεωργών αλλά και οι ανάγκες των καταναλωτών και του κοινού εν γένει. Η ΕΟΚΕ συνιστά την αναδιανομή των άμεσων ενισχύσεων του πρώτου πυλώνα μεταξύ των κρατών μελών κατά τρόπο ώστε καμία χώρα να μη βρίσκεται κάτω από το 90 % του μέσου όρου της ΕΕ στο τέλος της δημοσιονομικής περιόδου.

4.3.6   Η «οικολογική» συνιστώσα του πρώτου πυλώνα είναι ένας τρόπος περαιτέρω σύνδεσης κατά τρόπο πιο εμφανή των άμεσων ενισχύσεων με τα περιβαλλοντικά δημόσια αγαθά που παράγονται από τη γεωργία. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα προόδου για την επίλυση των προβλημάτων βιοποικιλότητας που συνδέονται με τη γεωργία. Η ΕΟΚΕ κρίνει θετική αυτή την τακτική, αλλά επισημαίνει τα εξής:

Η Επιτροπή έχει ήδη καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να διατηρηθεί αυτό το σύστημα απλό (μόνο τρία μέτρα με δυνατότητα εύκολης παρακολούθησης μέσω δορυφόρου). Ωστόσο, οι κανόνες εφαρμογής θα πρέπει να έτσι διαρθρωμένοι ώστε να μην συνεπάγονται επιπρόσθετο διοικητικό φόρτο για τους γεωργούς.

Κρίνεται σημαντικό να μπορούν όλοι οι γεωργοί να εφαρμόζουν τα οικολογικά μέτρα ανά την ΕΕ κατά παρόμοιο τρόπο, για να μεγιστοποιείται η θετική επίδραση για το περιβάλλον και να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις μεταξύ των γεωργών των διαφόρων περιφερειών. Εντούτοις, ενδεχομένως να χρειαστεί να επιδειχθεί ορισμένη ευελιξία κατά την εφαρμογή των μέτρων σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Τα γεωργικο-περιβαλλοντικά μέτρα που ανταποκρίνονται στην οικολογική συνιστώσα θα πρέπει να λαμβάνονται εν γένει υπόψη.

Εκφράζονται επίσης ανησυχίες ως προς τον κίνδυνο επικάλυψης των οικολογικών μέτρων με τα γεωργικο-περιβαλλοντικά μέτρα του δεύτερου πυλώνα (12). Επομένως, θα πρέπει να γίνει σαφής διαχωρισμός προκειμένου οι γεωργοί που συμμετέχουν ήδη σε γεωργικο-περιβαλλοντικά προγράμματα να μπορέσουν να συνεχίσουν να ωφελούνται από αυτό το μέσο πολιτικής, χωρίς να υφίστανται απώλεια εισοδήματος. Οι γεωργοί που ασχολούνται με μέτρα γεωργικο-περιβαλλοντικών προγραμμάτων, με τα οποία επιδιώκεται η επίτευξη των προβλεπόμενων στόχων της οικολογικής συνιστώσας, θεωρείται ότι τηρούν την οικολογική συνιστώσα. Τα ήδη εφαρμοζόμενα γεωργικό-περιβαλλοντικά μέτρα (δεύτερος πυλώνας) θα πρέπει να αναγνωριστούν στο πλαίσιο των νέων περιβαλλοντικών υποχρεώσεων (πρώτος πυλώνας), όπως προβλέπεται γενικά για την οικολογική γεωργία.

4.3.7   Τα οικολογικά μέτρα θα πρέπει να προσαρμόζονται και να εφαρμόζονται ως εξής:

Η πρόταση για τη χρήση του 7 % των εκτάσεων των «περιοχών οικολογικής εστίασης» θα ήταν απορριπτέα εφόσον αφαιρούνται σημαντικές εκτάσεις αρόσιμης γης από την παραγωγή. Αυτό θα ήταν και αντιπαραγωγικό από την άποψη της αυξημένης παγκόσμιας ζήτησης τροφίμων. H Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει το συντομότερο δυνατό ένα προσχέδιο του καταλόγου με τα κριτήρια βάσει των οποίων μια έκταση θα χαρακτηρίζεται «περιοχή οικολογικής εστίασης». Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα διευκρινίζεται ότι πρωταρχικό μέλημα είναι η χρήση κριτηρίων με γνώμονα τη διατήρηση ή την αναβάθμιση της βιοποικιλότητας (συμπεριλαμβανομένων σαφώς των ήδη υπαρχόντων δένδρων, των καλλιεργειών σε αναβαθμίδες, των παρόχθιων ζωνών, των ανθοφόρων βοσκοτόπων κ.λπ.). Θα πρέπει αυτά τα στοιχεία να θεωρούνται επιλέξιμες περιοχές, ακόμα και σε χώρες όπου η εθνική νομοθεσία τις έχει αποκλείσει από τον ορισμό της γεωργικής έκτασης. Επίσης, με αυτόν κατάλογο θα αποδεικνύεται γρήγορα ότι είναι αβάσιμοι οι φόβοι που εκφράζονται συχνά σχετικά με την πρόθεση της Επιτροπής να εξαιρέσει εντελώς το 7 % της γης. Τέλος, θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα αποτελεσματικού υπολογισμού των βασικών μόνιμων καλλιεργειών ως «περιοχών οικολογικής εστίασης» ώστε να προαχθεί η σημαντική περιβαλλοντική και οικολογική τους αξία.

Η Επιτροπή οφείλει να καταστήσει σαφές ότι τα μέτρα υπέρ της διαφοροποίησης των καλλιεργειών δεν θα πρέπει κυρίως να αποβαίνουν εις βάρος των μικροκαλλιεργητών, των κτηνοτρόφων χωρίς βοσκοτόπια στην κατοχή τους και των γεωργών η γη των οποίων δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για κανένα άλλο είδος καλλιέργειας λόγω των ιδιαζουσών γεωργικο-κλιματικών και εδαφολογικών συνθηκών που επικρατούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ΕΟΚΕ συνιστά να επιδεικνύεται ευελιξία κατά την εφαρμογή των μέτρων, κατόπιν σχετικής πρότασης των κρατών μελών και αποδοχής του αιτήματος αυτού από την Επιτροπή.

4.3.8   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η κατάσταση ως προς το στοιχείο της βιοποικιλότητας παρουσιάζει μεγάλες διαφορές όχι μόνο από το ένα στο άλλος κράτος μέλος, αλλά και από περιφέρεια σε περιφέρεια. Συνεπώς, η καθιέρωση ενός γενικού ποσοστού 7 % για τις εκτάσεις οικολογικής προτεραιότητας σε όλες τις περιφέρειες της ΕΕ προβάλλει καταρχάς μάλλον ως γραφειοκρατικό και ακατάλληλο μέτρο. Πάντως, εάν τα μέτρα αυτά ληφθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να λαμβάνονται υπόψη όλες οι υπάρχουσες δομές γεωργικών εκμεταλλεύσεων που συμβάλλουν θετικά στην ανάπτυξη των ειδών, θα διευκολυνθεί η προσπάθεια των γεωργών σε περιφέρειες με αρκετές βοηθητικές κατασκευές (με υψηλό βαθμό βιοποικιλότητας) να προσαρμοστούν και να υλοποιήσουν τα νέα μέτρα σε αντίθεση με τους γεωργούς που εργάζονται σε «καθαρές» εκτάσεις (με περιορισμένη βιοποικιλότητα). Για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι ορθή η προσέγγιση της Επιτροπής για την προώθηση του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου, ήτοι η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων σε επίπεδο γεωργικής μόνο (εκτός από τις μικρές εκμεταλλεύσεις).

4.3.9   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής για διατήρηση της επιλογής να χορηγούν τα κράτη μέλη ενισχύσεις σε γεωργούς σε ορεινές περιοχές ή άλλες περιοχές με ειδικούς ή άλλους φυσικούς περιορισμούς που καλύπτονται από τα μέτρα του δεύτερου πυλώνα. Παρομοίως, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τη δυνατότητα που πρόκειται να παρασχεθεί στα κράτη μέλη προκειμένου να χορηγούν επιπλέον ενισχύσεις και σε περιοχές που αντιμετωπίζουν φυσικούς περιορισμούς, στο πλαίσιο των ρυθμίσεων περί άμεσων ενισχύσεων του πρώτου πυλώνα. Η ΕΟΚΕ προτρέπει την Επιτροπή να μεριμνήσει για την απλοποίηση των διαδικασιών έτσι ώστε όλοι οι πιθανοί δικαιούχοι να είναι σε θέση να αξιοποιήσουν αυτές τις νέες ευκαιρίες. Οι προτάσεις περί επαναπροσδιορισμού των μειονεκτικών περιοχών («άλλες περιοχές») δεν είναι ακόμη ολοκληρωμένες και πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο επανεξέτασης. σΗ ΕΟΚΕ επικρίνει, από την άλλη πλευρά, τις προτάσεις της Επιτροπής για τη νέα οριοθέτηση των «άλλων μειονεκτικών περιοχών» μέσω 8 βιοφυσικών κριτηρίων και της πρόβλεψης ποσοστού τουλάχιστον 66 % της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης. Στην παρούσα μορφή τους, οι κανόνες αυτοί θα οδηγούσαν ορισμένες περιοχές, των οποίων τα μειονεκτήματα απορρέουν από την αλληλεπίδραση διαφόρων παραγόντων, σε αδικαιολόγητα δεινή θέση. Το νέο κανονιστικό πλαίσιο θα πρέπει να σχεδιαστεί έτσι ώστε η αλληλεπίδραση αυτών των παραγόντων να συνεκτιμάται κατά τον προσήκοντα τρόπο.

4.3.10   Η ΕΟΚΕ είναι υπέρ της επιβολής ανώτατου ορίου στις άμεσες ενισχύσεις σε συνάρτηση με τη διάρθρωση του γεωργικού τομέα κάθε κράτους μέλους και περιφέρειας. Η επιβολή αυτού του ανώτατου ορίου θα πρέπει γίνει ευέλικτα και με σεβασμό προς την αρχή της επικουρικότητας. Το προτεινόμενο καθεστώς επιβολής ανώτατου ορίου κρίνεται θετικό υπό τον όρο ότι τα μειωμένα ποσά θα διοχετεύονται στους ασθενέστερους γεωργικούς τομείς κάθε χώρας. Το προτεινόμενα ποσά θα πρέπει να υπολογίζονται αφαιρώντας κατ’ ανώτατο όριο το 50 % των πραγματικών αμοιβών που έχει εισπράξει και δηλώσει ο γεωργός το προηγούμενο έτος, συμπεριλαμβανομένων των φόρων και των κοινωνικών επαγγελματικών εισφορών/κρατήσεων. Θα πρέπει επιπλέον να ληφθεί υπόψη το οικογενειακό εργατικό δυναμικό.

4.3.11   Η ΕΟΚΕ, έχοντας πλήρη επίγνωση των δυσκολιών που συνεπάγεται ο ορισμός της έννοιας του εν ενεργεία γεωργού, συνιστά να περιλαμβάνει αυτός ο ορισμός μεταξύ των απαιτήσεών του την παραγωγή και εμπορία γεωργικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της απευθείας πώλησης στις τοπικές αγορές και την παραγωγή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών κοινωνικής ωφέλειας (13). Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη το μειονεκτικό καθεστώς μιας περιοχής και η ανάγκη μερικής απασχόλησης στη γεωργία με σκοπό τη διατήρηση του μέσου οικογενειακού εισοδήματος. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να επιδεικνύουν μεγαλύτερη ευελιξία ως προς τον ορισμό του εν ενεργεία γεωργού, ώστε να προσδιοριστεί ποιος θα πρέπει να εισπράττει άμεσες ενισχύσεις. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η επιλέξιμη προς ενίσχυση έκταση. Επιπλέον, κρίνεται σκόπιμο να μην αποκλεισθούν από τον ορισμό του εν ενεργεία γεωργού οι δικαιούχοι κάτω του ποσού των 5 000 ευρώ.

4.3.12   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής να εξετάσει την εγκατάσταση νεαρών γεωργών ως μία από τις προτεραιότητες της ΕΕ για την αγροτική ανάπτυξη, εν μέρει μέσω της εφαρμογής θεματικών υποπρογραμμάτων στο πλαίσιο προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Η ΕΟΚΕ θεωρεί επίσης θετικότατη την πρόταση για την καθιέρωση στήριξης του εισοδήματος των νεαρών γεωργών που ξεκινούν γεωργικές δραστηριότητες υπό τον πρώτο πυλώνα. Επιπλέον, προτρέπει την Επιτροπή να προβλέψει απλοποιημένες διαδικασίες που θα δίνουν τη δυνατότητα σε όλους τους εν δυνάμει δικαιούχους να αξιοποιήσουν αυτές τις νέες ευκαιρίες.

4.3.13   Για να ενισχύσουν την πολιτική που ακολουθούν στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης, δίνεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα μεταφοράς πόρων από το κονδύλιο άμεσων ενισχύσεων στο κονδύλιο για την αγροτική ανάπτυξη. Παράλληλα, τα κράτη μέλη όπου το επίπεδο άμεσης ενίσχυσης εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του 90 % του ευρωπαϊκού μέσου όρου θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα μεταφοράς πόρων από το κονδύλιο για την αγροτική ανάπτυξη στο κονδύλιο για τις άμεσες ενισχύσεις. Αυτές οι επιλογές θα πρέπει να γίνονται, με ορισμένους περιορισμούς, άπαξ και για ολόκληρη την περίοδο ισχύος του εν λόγω κανονισμού. Η ΕΟΚΕ συνιστά να αυξήσει η Επιτροπή το περιθώριο μεταφοράς κονδυλίων από τον δεύτερο πυλώνα στον πρώτο πυλώνα από το 5 % στο 10 %.

4.3.14   Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει την προβλεπόμενη επέκταση του καθεστώτος πολλαπλής περιβαλλοντικής συμμόρφωσης. Η συμπερίληψη στο εν λόγω καθεστώς του συνόλου των υποχρεώσεων και περιορισμών που συνδέονται με τις ζώνες του Natura 2000 και την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα εγκυμονεί τον κίνδυνο να προκληθούν κατάφορες και αδικαιολόγητες αδικίες μεταξύ των γεωργών. Το γεγονός ότι μπορούν να ενσωματωθούν στο καθεστώς πολλαπλής περιβαλλοντικής συμμόρφωσης ορισμένες βασικές υποχρεώσεις, δεν συνεπάγεται ότι ισχύει το ίδιο για τις υποχρεώσεις που βαρύνουν τους γεωργούς στις ζώνες προστασίας των υδάτων ή σε άλλες ειδικές ζώνες προστασίας. Οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικής αποζημίωσης στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα.

4.4   Μέσα της αγοράς

4.4.1   Η βασική πρόταση για την πολιτική διαχείρισης της αγοράς είναι δημοσιονομικής φύσης (η σύσταση ενός αποθεματικού κρίσεων) και διακυβερνητικής φύσης (η Επιτροπή θα διαθέτει μεγαλύτερη εξουσία)· όσον αφορά δε στα μέσα αυτά καθαυτά οι αλλαγές είναι ελάχιστες. Η ΕΕ θα πρέπει να εστιάσει την οικονομική της έρευνα σε αυτό το θέμα προκειμένου να εντοπίσει σύγχρονα μέσα για την καταπολέμηση της αστάθειας των τιμών. Αυτά τα μέσα πρέπει να εφαρμοστούν στην αγορά της ΕΕ, αλλά και στη ρύθμιση των διεθνών αγορών, στοιχείο που αποτελεί μείζονα πρόκληση, όπως τονίζεται, άλλωστε, στα συμπεράσματα της Ομάδας των 20 του Ιουνίου 2011.

4.4.2   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει στην Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πως η μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών που διαπιστώνονται τα τελευταία χρόνια καταδεικνύουν την ανάγκη χρήσης αποτελεσματικότερων μέσων διαχείρισης των αγορών. Η ΕΟΚΕ κρίνει ανεπαρκή τα προτεινόμενα μέσα των αγορών και ζητά τον καλύτερο συντονισμό ζήτησης-προσφοράς και την εκ νέου εξισορρόπηση της ισχύος των αγορών κατά μήκος της επισιτιστικής αλυσίδας. Βάσει της Συνθήκης, ένας από τους στόχους της ΚΓΠ έγκειται στη σταθεροποίηση των αγορών –επιδίωξη, αν μη τι άλλο, ιδιαίτερα σημαντική. Προς τούτο, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, προκειμένου να αποφεύγονται μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών, επιβάλλεται η δέσμη μέτρων για την αγορά να είναι πιο φιλόδοξη.

4.4.3   Η Επιτροπή προτείνει να εξακολουθήσει η σταδιακή κατάργηση των μέσων διαχείρισης της προσφοράς που άρχισε το 2009. Η ΕΟΚΕ ωστόσο θεωρεί ότι θα ήταν λάθος να καταργηθούν τα εν λόγω μέσα, με τα οποία επιδιώκεται η εξασφάλιση μεγαλύτερης σταθερότητας στις τιμές και τα αγροτικά εισοδήματα, με την προώθηση της καλύτερης προσαρμογής της προσφοράς στη ζήτηση. Η αποτελεσματικότητα των μέσων αυτών έχει αποδειχθεί σε πολυάριθμες περιπτώσεις. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία μέσων διαχείρισης της προσφοράς: εκ των προτέρων έλεγχος (π.χ.: κατανομή δικαιωμάτων παραγωγής), εκ των υστέρων έλεγχος (π.χ.: καταστροφή της σοδειάς), έλεγχος των παραγόντων της παραγωγής (π.χ.: δικαίωμα νέας φύτευσης), δημιουργία πλαισίου για τα δικαιώματα πριμοδότησης (π.χ.: εθνικά ανώτατα όρια), κ.λπ.

4.4.4   Η ΕΟΚΕ συνιστά να καταρτισθεί μία αναλυτική μελέτη σχετικά με τις επιπτώσεις της παράτασης της προθεσμίας (που έχει προγραμματισθεί για το έτος 2015) για τη λήξη της ισχύος των ποσοστώσεων της ζάχαρης. Όσον αφορά στα δικαιώματα φύτευσης στον αμπελουργικό τομέα, τα οποία λήγουν το αργότερο το 2018, η ΕΟΚΕ –αν και τάχθηκε υπέρ της διατήρησης των δικαιωμάτων φύτευσης– επικροτεί την απόφαση της Επιτροπής να συγκροτήσει μια ομάδα υψηλού επιπέδου επιφορτισμένη με το καθήκον να αναλύσει τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν στον αμπελοοινικό τομέα και τονίζει την ανάγκη διατήρησης των δικαιωμάτων φύτευσης και πέραν του 2018 για την αρτιότερη διαχείριση της αγοράς. Η εν λόγω ομάδα αναμένεται να έχει υποβάλει τις εισηγήσεις της μέχρι το τέλος του 2012.

4.4.5   Δεδομένου ότι το 77 % της αγοράς ειδών διατροφής της ΕΕ των 27 ελέγχεται ήδη από μόλις 15 ομίλους εταιρειών, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι απαιτείται να καταβληθούν προσπάθειες για την εξισορρόπηση της εμπορικής προσφοράς έναντι της ισχύος της αγοράς διανομής και εκτιμά ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί το κατά πόσο η ισχύουσα νομοθεσία περί ανταγωνισμού επαρκεί για να αποτρέψει μια εταιρεία να αποκτήσει δεσπόζουσα θέση στην αγορά ή για την πρόληψη αμφίβολων συμβατικών πρακτικών. Είναι δε σημαντικό στην επανεξέταση αυτή να συμμετέχουν όλες οι άμεσα ενδιαφερόμενες ομάδες συμφερόντων (14). Ελπίζεται έτσι ότι θα αναθεωρηθεί η ενωσιακή νομοθεσία περί ανταγωνισμού που ρυθμίζει ζητήματα του τομέα γεωργικών ειδών διατροφής προκειμένου να συνεκτιμηθούν δεόντως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και να προσαρμοστεί στην οικεία νομοθεσία των χωρών που ανταγωνίζονται παγκοσμίως την ΕΕ (όπως συμπεραίνει και η ομάδα υψηλού επιπέδου για τον γαλακτοκομικό τομέα).

4.4.6   Η μεγάλη αστάθεια των τιμών τα τελευταία χρόνια έχει εγείρει αρκετά ερωτήματα σχετικά με το μέλλον της ΚΓΠ και ειδικότερα τα πιθανά οφέλη από τη χρήση περισσότερων μέσων διαχείρισης των κινδύνων, καθώς και από την υιοθέτηση μιας πιο σφαιρικής προσέγγισης της λειτουργία της αλυσίδας προμήθειας τροφίμων στο σύνολό της.

4.4.7   Για την ενίσχυση της θέσης των παραγωγών στην αλυσίδα προμήθειας τροφίμων, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να παράσχει τα εργαλεία και τη χρηματοδότηση για μια καλύτερη, πιο διαφανή και επικαιροποιημένη εποπτεία των αγορών και των περιθωρίων σε όλους τους κλάδους. Στις προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ έχει τονίσει πόσο αναγκαία είναι η προώθηση γραπτών συμβάσεων, η προσαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, η απαγόρευση των αθέμιτων πρακτικών ανταγωνισμού, η βελτίωση της ικανότητας εμπορίας των παραγωγών και ή ενίσχυση των διεπαγγελματικών οργανώσεων (15). Θα πρέπει δε να προάγονται περισσότερο από ό,τι κατά το παρελθόν τοπικές και περιφερειακές πρωτοβουλίες, αγορές αγροτών, σύντομες διαδρομές διάθεσης (συμπεριλαμβανομένων των κυλικείων, των μονάδων ομαδικής εστίασης, κ.λπ.), καθώς και η άμεση διάθεση των προϊόντων.

4.4.8   Για να διασφαλιστεί η απαραίτητη ευελιξία στην ανταπόκριση σε μη έκτακτες καταστάσεις, η Επιτροπή προτείνει τη σύσταση ενός αποθεματικού ταμείου για το ενδεχόμενο κρίσεων στον γεωργικό τομέα με προϋπολογισμό ύψους περίπου 500 εκατ. ευρώ. Θα ήταν σκόπιμο να συμπεριλάβει η Επιτροπή αυτό το νέο μέσο στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και να διευκρινίσει καλύτερα τον τρόπο λειτουργίας του, αποσαφηνίζοντας παράλληλα τις διαδικασίες ενεργοποίησης μέτρων με στόχο την αντιστάθμιση τυχόν διαταραχών των αγορών. Είναι απολύτως επιβεβλημένο το εν λόγω μέσο να διαθέτει τη δέουσα ευελιξία για ταχεία και έγκαιρη ανταπόκριση.

4.4.9   Η Επιτροπή προωθεί τον ρόλο των οργανώσεων παραγωγών, φορέων εκμετάλλευσης και των εμπορικών οργανώσεων επεκτείνοντας τις λειτουργίες τους σε όλα τα προϊόντα που διέπονται από την ΚΟΑ. Η ΕΟΚΕ –έχοντας επίσης κατά νου προηγούμενες παρατηρήσεις του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (16)– θεωρεί απαραίτητη την αναλυτική διευκρίνιση της καθοδήγησης της Επιτροπής σχετικά με τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση αυτών των οργανισμών και των μέτρων για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων τους. Θα πρέπει λοιπόν να εξεταστεί και ο βαθμός στον οποίο η προτεινόμενη έγκριση γενικά δεσμευτικών συλλογικών συμφωνιών θα μπορούσε να θίξει την ελευθερία των μεμονωμένων γεωργών να λαμβάνουν αποφάσεις για τον εαυτό τους.

4.4.10   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής να κάνει χρήση γραπτών συμβάσεων μεταξύ των μερών. Ωστόσο, θα πρέπει να εξαιρεθούν οι συνεταιρισμοί και οι παρεμφερείς παραγωγικές δομές. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η διαδικασία αυτή απαιτείται μόνο για τα γαλακτοκομικά προϊόντα, ενώ για άλλα είδη προϊόντων μπορεί να ενεργοποιηθεί από τα κράτη μέλη προαιρετικά. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι θα ήταν σκόπιμο να επεκτείνει η Επιτροπή της εφαρμογή αυτής της προϋπόθεσης σε όλα τα γεωργικά προϊόντα που διέπονται από την ΚΟΑ, συμπεριλαμβανομένων και των ευπαθών προϊόντων.

4.4.11   Η ΕΟΚΕ εκφράζει τις επιφυλάξεις της ως προς τη δυνατότητα χρήσης του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (ΕΤΠΠ) για ενίσχυση των γεωργών που πλήττονται από τις επιπτώσεις των διεθνών εμπορικών συμφωνιών. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι το ΕΤΠΠ θα πρέπει να χρησιμοποιείται κυρίως για να παρέχει στήριξη στους εργαζόμενους που απολύονται λόγω των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση, όταν αυτές οι απολύσεις έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στην περιφερειακή ή τοπική οικονομία (17). Μάλιστα, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα του ΕΤΠΠ, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι το ταμείο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη στήριξη της ευρωπαϊκής γεωργίας.

4.4.12   Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, περίπου το 16,3 % των πολιτών της ΕΕ ζουν στο όριο της φτώχειας ή κάτω από αυτό. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τη συνεισφορά του ευρωπαϊκού προγράμματος για τη διανομή τροφίμων σε απόρους, στο πλαίσιο του οποίου διανέμονται δεκάδες εκατομμύρια γεύματα στους πλέον απόρους κάθε χρόνο (το 2009 περισσότερα από 18 εκατομμύρια άτομα έτυχαν βοήθειας από το πρόγραμμα). Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι, στο πλαίσιο των προτάσεων για τον προϋπολογισμό 2014-2020, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ενισχύσεων προς τους απόρους καταρτίζεται εκτός του πρώτου και του δεύτερου πυλώνα. Απαιτείται, εντούτοις, να βελτιωθούν οι μηχανισμοί λειτουργίας του υπό το πρίσμα των παρατηρήσεων που έχει διατυπώσει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (18). Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η αλληλεγγύη προς τις μειονεκτούσες ομάδες του πληθυσμού αποτελεί μια αξία που ανέκαθεν πρέσβευε η ΕΕ σε όλες τις πολιτικές της και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να συνεχίσει.

4.5   Αγροτική ανάπτυξη

4.5.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, ο δεύτερος πυλώνας συνιστά βασικό μέσο για τη διατήρηση του ευρωπαϊκού γεωργικού μοντέλου. Λόγω της δραματικής δημοσιονομικής τους κατάστασης πολλά κράτη μέλη δεν θα είναι πλέον σε θέση να συγχρηματοδοτήσουν ή να συγχρηματοδοτήσουν δεόντως πολλά από τα μέτρα, γεγονός που συνεπάγεται αποδυνάμωση του μοντέλου. Πρόκειται για κρίσιμο πρόβλημα το οποίο χρήζει αντιμετώπισης κατά τις διαπραγματεύσεις σχετικά με τον δημοσιονομικό προγραμματισμό για την περίοδο 2014-2020.

4.5.2   H απομάκρυνση από την αρχή που εφαρμόζεται προς το παρόν στον δεύτερο πυλώνα όσον αφορά την ύπαρξη τριών αξόνων (επιπλέον του LEADER) υποστηριζόμενων από ένα ελάχιστο ποσοστό χρηματοδότησης και η στροφή προς την οριοθέτηση έξι τομέων προτεραιότητας, σημαίνει ουσιαστικά ότι τα κράτη μέλη θα διαθέτουν (ακόμη) μεγαλύτερη ελευθερία επιλογών. Η ΕΟΚΕ, επιδοκιμάζει, ωστόσο, το γεγονός ότι τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και του κλίματος θα συνεχίσουν να απορροφούν τουλάχιστον το 25 % της συνολικής χρηματοδότησης και συνιστά να καθιερωθεί ένα ελάχιστο ποσοστό και για το πρόγραμμα LEADER. Βασικός στόχος είναι να αποφευχθεί ότι τα κράτη μέλη θα λαμβάνουν, παραδείγματος χάρη, μέτρα μόνο για την ενίσχυση των επενδύσεων παραμελώντας έτσι τη στήριξη γεωργικο-περιβαλλοντικών μέτρων, της βιολογικής γεωργίας ή πρωτοβουλιών από τη βάση προς την κορυφή όπως το LEADER

4.5.3   Για να καταστεί η γεωργία πιο ανταγωνιστική, η Επιτροπή προτείνει τη σύνδεση της ΚΓΠ με τη στρατηγική της ΕΕ για την ανάπτυξη και την απασχόληση, εστιάζοντας στην κατάρτιση, στην καινοτομία και στην έρευνα. Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει αυτήν την προσέγγιση.

4.5.4   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ένταξη της Ευρωπαϊκής σύμπραξης καινοτομίας στο πλαίσιο των πολιτικών για την αγροτική ανάπτυξη. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι αυτό το μέσο κατά κύριο λόγο θα προωθήσει και θα στηρίξει τις ερευνητικές δραστηριότητες που προορίζονται για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και της βιωσιμότητας της γεωργίας και της δασοκομίας, τη διασφάλιση της αποδοτικής χρήσης των περιβαλλοντικών πόρων, την αύξηση της συνεισφοράς της γεωργίας στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, τη βελτίωση της ποιότητας και της ασφάλειας της εργασίας στη γεωργία και στη δασοκομία, την κατοχύρωση της ασφάλειας και υγείας των καταναλωτών, την ενθάρρυνση των δοκιμών καινοτόμων τεχνικών γεωργίας, τη βελτίωση των μεταφορών και της εφοδιαστικής στον τομέα των τροφίμων και την ανάδειξη φιλικών προς το περιβάλλον συσκευασιών τροφίμων. Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, η Ευρωπαϊκή σύμπραξη καινοτομίας στη γεωργία και στη δασοκομία, θα συμβάλει στις διακρατικές συνέργειες και συνεργασίες στην Ευρώπη μεταξύ των διαφόρων δημόσιων και ιδιωτικών φορέων που μεριμνούν γι’ αυτή, βελτιώνοντας την αποδοτικότητα της έρευνας και της καινοτομίας.

4.5.5   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει θερμά τις προτάσεις σχετικά με τα μέτρα για την αγροτική ανάπτυξη και προτρέπει την Επιτροπή να δώσει στα κράτη μέλη την ευκαιρία και την ελευθερία να θεσπίζουν ειδικά μέτρα για τομείς πρωταρχικής σημασίας για τα ίδια παρέχοντας εναλλακτικές επιλογές στις εν λόγω περιφέρειες. Αυτό είναι αναγκαίο για την προστασία και τη συντήρηση της φύσης και τη διαμόρφωση του πολιτισμικού μας τοπίου. Η ΕΟΚΕ έλαβε υπό σημείωση το γεγονός ότι η Επιτροπή τείνει να εφαρμόσει αυστηρότερα κριτήρια επιλογής για την πρόσβαση σε ορισμένα μέτρα. Τονίζει δε ότι τα εν λόγω κριτήρια επιλογής δεν πρέπει να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη των γεωργικών εκμεταλλεύσεων που έχουν ήδη επιτύχει ένα ορισμένο επίπεδο ανταγωνιστικότητας.

4.5.6   H EOKE συμφωνεί με την πρόταση ενίσχυσης των μέσων διαχείρισης των κινδύνων στην ΚΓΠ. Θεωρεί ότι χάρη σε αυτά τα μέσα μπορούν να περιοριστούν οι διακυμάνσεις του εισοδήματος και η αστάθεια των αγορών. Η έμφαση στη χρήση ασφαλιστικών προϊόντων και η δημιουργία αμοιβαίων κεφαλαίων αναμένεται να βοηθήσουν τους γεωργούς να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά προβλήματα όπως η εκτεταμένη αστάθεια των αγορών, η αυξημένη έκθεση στους κινδύνους των ζωονόσων και των ασθενειών των φυτών ή ολοένα και συχνότερες προβληματικές καιρικές συνθήκες. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την υπαγωγή των μέτρων διαχείρισης κινδύνου στον δεύτερο πυλώνα, αλλά θεωρεί απαραίτητο να ρυθμίσουν τα κράτη μέλη προηγουμένως το ζήτημα της εθνικής συγχρηματοδότησης.

4.5.7   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τη διατήρηση της πολιτικής με στόχο τις περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα. Εκφράζει ωστόσο τη λύπη της, διότι οι συστάσεις που διατύπωσε στη γνωμοδότησή της (19) σχετικά με την ανακοίνωση, έγγρ. COM(2009) 161, «Προς μια καλύτερη στόχευση των ενισχύσεων στους γεωργούς των περιοχών με φυσικά μειονεκτήματα» δεν ελήφθησαν υπόψη για την οριοθέτηση των εν λόγω περιοχών. Τα οκτώ βιοφυσικά κριτήρια που προτείνει η Επιτροπή είναι ανεπαρκή για έναν εύστοχο, νόμιμο και αποδεκτό σε ολόκληρη την ΕΕ επαναπροσδιορισμό.

4.5.8   Η ΕΟΚΕ έχει δηλώσει ήδη ότι η διατήρηση της βιοποικιλότητας αποτελεί βασικό στόχο, όχι μόνο από άποψη ηθικής υποχρέωσης, αλλά και στρατηγικής σημασίας για το απώτερο μέλλον. Εξάλλου συντρέχουν αρκετοί οικονομικοί λόγοι για να αναληφθεί ταχύτερη και αποτελεσματικότερη δράση.

4.5.9   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι οι αναθεωρήσεις του 2012 αποτελούν μοναδική ευκαιρία για την ενσωμάτωση της λειψυδρίας και ακραίων καιρικών φαινομένων όπως η ξηρασία σε κοινό πολιτικό πλαίσιο για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων.

4.5.10   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο δεύτερος πυλώνας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το τεράστιο πρόβλημα της ξηρασίας, της διάβρωσης του εδάφους και της ερημοποίησης στις νότιες και μεσογειακές περιφέρειες της ΕΕ, και συνιστά τη λήψη ειδικών μέτρων για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι πρόσθετες δαπάνες που επωμίζονται τα βόρεια κράτη μέλη για την αποστράγγιση αρδευόμενης γης.

4.5.11   Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εξετάσουν την ιδέα κατάρτισης ολοκληρωμένης στρατηγικής της ΕΕ για τις πρωτεΐνες προκειμένου να διασφαλιστεί ο επισιτισμός των ζώων και να μειωθεί η εξάρτηση από εισαγόμενες πρωτεΐνες.

4.5.12   Τα απορρίμματα τροφών αποτελούν ολοένα σημαντικότερο ζήτημα για την επισιτιστική ασφάλεια και την αποδοτική χρήση των πόρων. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να εξετάσει τις βέλτιστες πρακτικές μείωσης των απορριμμάτων τροφών σε χώρες όπως η Γερμανία και να τις στηρίξει με νομοθετικά μέτρα σε επίπεδο ΕΕ.

4.5.13   Η μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων σε μια οικονομία αποτελεί βασικό ζήτημα για τα επόμενα χρόνια, στη δε γεωργία θα πρέπει, ει δυνατόν, να διατηρείται η προστιθέμενη αξία εντός της εκάστοτε περιοχής. Επίσης, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, οι ομάδες τοπικής δράσης υπό τα προγράμματα LEADER δεν εστιάζουν επαρκώς στους στόχους της υλοποίησης των τοπικών τους στρατηγικών (20). Επομένως, θα ήταν χρήσιμο να ληφθούν υπό την ΚΓΠ για την περίοδο 2014-2020 διορθωτικά μέτρα χάρη σε ένα νέο μέσο πολιτικής που θα συντείνει στην εκπόνηση προγραμμάτων ευρύτερης τοπικής κλίμακας σε σχέση με αυτή του προγράμματος LEADER.

4.5.14   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι απαιτείται να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην ΚΓΠ, ως μέσο για τη σύμπραξη με τους καταναλωτές, ενθαρρύνοντας την παροχή των απαιτούμενων πληροφοριών σχετικά με τον τρόπο παραγωγής των ειδών διατροφής σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής ή καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Οι καταναλωτές πρέπει να έχουν σαφή εικόνα της προέλευσης του προϊόντος (ιχνηλασιμότητα) διότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον καλύτερο σύμμαχο για την επίτευξη ενός πιο αειφόρου γεωργικού τομέα στην ΕΕ, ο οποίος θα σέβεται το περιβάλλον και θα δημιουργεί ποιοτικότερες θέσεις εργασίας.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63.

(2)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63, σημείο 4.2.

(3)  ΕΕ C 354, 28.12.2010.

(4)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63.

(5)  ΕΕ C 376, 22.12.2011 σ. 19-24.

(6)  ΕΕ C 255, 22.9.2010, σ. 87.

(7)  Eurostat - Έρευνα για τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων (Farm Structure Survey).

(8)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63, σημείο 1.10.

(9)  COM(2011) 500 τελικό - Ένας προϋπολογισμός για την «Ευρώπη 2020».

(10)  ΕΕ C 354, 28.12.2010, σ. 35, σημείο 5.6.11.

(11)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63, σημείο 1.4.

(12)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63, σημείο 3.4.3.

(13)  ΕΕ C 132, 3.5.2011, σ. 63, σημείο 1.5.

(14)  ΕΕ C 354, 28.12.2010, σ. 35.

(15)  ΕΕ C 48, 15.02.2011, σ. 145.

(16)  Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, αυξανόμενη επιτυχία; Αποτελεσματικότητα της στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα επιχειρησιακά προγράμματα των παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών, Ειδική Έκθεση αριθ. 8,.

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2006 για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση.

(18)  Ειδική έκθεση αριθ. 6/2009 του Ευρωπαϊκό Ελεγκτικού Συνεδρίου, Επισιτιστική βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για απόρους: αξιολόγηση των στόχων, των μέσων και των μεθόδων που εφαρμόστηκαν.

(19)  ΕΕ C 255, 22.9.2010, σσ. 87–91.

(20)  Ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 5/2011.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

στη γνωμοδότηση της Εοκε

Οι ακόλουθες τροπολογίες, οι οποίες έλαβαν τουλάχιστον το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων, απορρίφθηκαν κατά τις συζητήσεις:

Σημείο 1.25

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι απαιτείται ένα νέο, επιμέρους μέτρο για τη βελτίωση της εικόνας της βιολογικής γεωργίας, με συντελεστή συγχρηματοδότησης ίσον με αυτόν που προτείνεται για λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές (85 %). »

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Υπέρ

75

Κατά

81

Αποχές

8

Σημείο 4.3.6

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«Η “οικολογική” συνιστώσα του πρώτου πυλώνα είναι ένας τρόπος περαιτέρω σύνδεσης κατά τρόπο πιο εμφανή των άμεσων ενισχύσεων με τα περιβαλλοντικά δημόσια αγαθά που παράγονται από τη γεωργία. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα προόδου για την επίλυση των προβλημάτων βιοποικιλότητας που συνδέονται με τη γεωργία. Η ΕΟΚΕ κρίνει θετική αυτή την τακτική, αλλά επισημαίνει τα εξής:

Η Επιτροπή έχει ήδη καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να διατηρηθεί αυτό το σύστημα απλό (μόνο τρία μέτρα με δυνατότητα εύκολης παρακολούθησης μέσω δορυφόρου). Ωστόσο, οι κανόνες εφαρμογής θα πρέπει να έτσι διαρθρωμένοι ώστε να μην συνεπάγονται επιπρόσθετο διοικητικό φόρτο για τους γεωργούς.

Κρίνεται σημαντικό να μπορούν όλοι οι γεωργοί να εφαρμόζουν τα οικολογικά μέτρα ανά την ΕΕ κατά παρόμοιο τρόπο, για να μεγιστοποιείται η θετική επίδραση για το περιβάλλον και να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις μεταξύ των γεωργών των διαφόρων περιφερειών. Εντούτοις, ενδεχομένως να χρειαστεί να επιδειχθεί ορισμένη ευελιξία κατά την εφαρμογή των μέτρων σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Τα γεωργικο-περιβαλλοντικά μέτρα που

Εκφράζονται επίσης ανησυχίες ως προς τον κίνδυνο επικάλυψης των οικολογικών μέτρων με τα γεωργικο-περιβαλλοντικά μέτρα του δεύτερου πυλώνα  (1) . Επομένως, θα πρέπει να γίνει σαφής διαχωρισμός προκειμένου οι γεωργοί που συμμετέχουν ήδη σε γεωργικο-περιβαλλοντικά προγράμματα να μπορέσουν να συνεχίσουν να ωφελούνται από αυτό το μέσο πολιτικής, χωρίς να υφίστανται απώλεια εισοδήματος. .»

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Υπέρ

71

Κατά

90

Αποχές

11

Σημείο 4.3.7

Να τροποποιηθεί ως εξής:

«Τα οικολογικά μέτρα θα πρέπει να προσαρμόζονται και να εφαρμόζονται ως εξής:

Η πρόταση για τη χρήση του 7 % των εκτάσεων των “περιοχών οικολογικής εστίασης” θα ήταν απορριπτέα εφόσον αφαιρούνται σημαντικές εκτάσεις αρόσιμης γης από την παραγωγή. Αυτό θα ήταν και αντιπαραγωγικό από την άποψη της αυξημένης παγκόσμιας ζήτησης τροφίμων. H Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει το συντομότερο δυνατό ένα προσχέδιο του καταλόγου με τα κριτήρια βάσει των οποίων μια έκταση θα χαρακτηρίζεται “περιοχή οικολογικής εστίασης”. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα διευκρινίζεται ότι πρωταρχικό μέλημα είναι η χρήση κριτηρίων με γνώμονα τη διατήρηση ή την αναβάθμιση της βιοποικιλότητας (συμπεριλαμβανομένων σαφώς των ήδη υπαρχόντων δένδρων, των καλλιεργειών σε αναβαθμίδες, των παρόχθιων ζωνών, των ανθοφόρων βοσκοτόπων κ.λπ.). Θα πρέπει αυτά τα στοιχεία να θεωρούνται επιλέξιμες περιοχές, ακόμα και σε χώρες όπου η εθνική νομοθεσία τις έχει αποκλείσει από τον ορισμό της γεωργικής έκτασης. Επίσης, με αυτόν κατάλογο θα αποδεικνύεται γρήγορα ότι είναι αβάσιμοι οι φόβοι που εκφράζονται συχνά σχετικά με την πρόθεση της Επιτροπής να εξαιρέσει εντελώς το 7 % της γης. Τέλος, θα πρέπει να δίνεται η δυνατότητα μόνιμων καλλιεργειών .

Η Επιτροπή οφείλει να καταστήσει σαφές ότι τα μέτρα υπέρ της διαφοροποίησης των καλλιεργειών δεν θα πρέπει κυρίως να αποβαίνουν εις βάρος των μικροκαλλιεργητών, των κτηνοτρόφων χωρίς βοσκοτόπια στην κατοχή τους και των γεωργών η γη των οποίων δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για κανένα άλλο είδος καλλιέργειας λόγω των ιδιαζουσών γεωργικο-κλιματικών και εδαφολογικών συνθηκών που επικρατούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ΕΟΚΕ συνιστά να επιδεικνύεται ευελιξία κατά την εφαρμογή των μέτρων, κατόπιν σχετικής πρότασης των κρατών μελών και αποδοχής του αιτήματος αυτού από την Επιτροπή

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

Υπέρ

64

Κατά

88

Αποχές

14


(1)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με Το μέλλον της ΚΓΠ (ΕΕ C 132, της 3.5.2011, σ. 63, σημείο 3.4.3).


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/129


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2003/98/ΕΚ σχετικά με την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα»

[COM(2011) 877 τελικό — 2011/0430 COD]

2012/C 191/22

Εισηγήτρια: η κα Isabel CAÑO AGUILAR

Στις 17 και 18 Ιανουαρίου 2012, και σύμφωνα με το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣλΕΕ), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αντιστοίχως, αποφάσισαν να ζητήσουν τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 2003/98/ΕΚ σχετικά με την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα

COM(2011) 877 τελικό — 2011/0430 (COD).

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε την ενημερωτική του έκθεση στις 11 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 133 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 2 αποχές.

1.   Συμπεράσματα

1.1   Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της αναθεώρησης της οδηγίας 2003/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα (1) (εφεξής «οδηγία ΠΔΤ») διότι διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότερη χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα και συνάδει προς τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

1.2   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η τροποποίηση της οδηγίας ΠΔΤ είναι απαραίτητη για την ευόδωση της ψηφιακής επανάστασης, δεδομένου του ολοένα αυξανόμενου όγκου πληροφοριών που αποθησαυρίζουν οι αρχές, καθώς και της οικονομικής αξίας αυτών των στοιχείων, η οποία αποτιμάται συνολικά σε 140 δισ. ευρώ. Επίσης, με την προτεινόμενη αναθεώρηση επιδιώκεται η διόρθωση των ελλείψεων που παρουσιάζει η ισχύουσα οδηγία, καθώς και η ενσωμάτωση των αρχών που ενέκρινε ο ΟΟΣΑ το 2008.

1.3   Η νέα οδηγία –η οποία συμπεριλαμβάνει προτάσεις που υπέβαλε η ΕΟΚΕ σε προηγούμενη συναφή γνωμοδότησή της– αποτελεί μέρος της δέσμης μέτρων του Ψηφιακού θεματολογίου, μιας από τις θεμελιώδεις στρατηγικές της ΕΕ.

1.4   Χωρίς να καταργείται η αποκλειστική πρόσβαση των κρατών μελών στις πληροφορίες του δημόσιου τομέα, με τη νέα οδηγία εισάγεται μια ουσιώδης αλλαγή καθότι η περαιτέρω χρήση πληροφοριών ανάγεται, πλέον, σε υποχρέωση των κρατών μελών.

1.5   Κατά την ΕΟΚΕ, η περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα πρέπει να ρυθμίζεται από έναν κανονισμό για λόγους ομοιομορφίας του ρυθμιστικού πλαισίου των κρατών μελών και εξάλειψης των αποκλίσεων που έχουν επισημανθεί στην εφαρμογή της οδηγίας ΠΔΤ.

1.6   Με την αναθεώρηση της συγκεκριμένης οδηγίας διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής της περαιτέρω χρήσης πληροφοριών σε μουσεία, βιβλιοθήκες και αρχεία, και αναβαθμίζονται τα πρακτικά εργαλεία αναζήτησης στοιχείων.

1.7   Κατά την ΕΟΚΕ, η αναθεώρηση της οδηγίας ΠΔΤ δικαιολογείται και από τις μεγάλες –και αναξιοποίητες – δυνατότητες που προσφέρουν οι πληροφορίες του δημόσιου τομέα ως προς τις τρεις ακόλουθες παραμέτρους:

Ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς, ενδυνάμωση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Συνέπεια σε σχέση με άλλες πολιτικές και στόχους της ΕΕ.

Ενίσχυση της διαφάνειας, της αποτελεσματικότητας και της υπευθυνότητας της εκάστοτε δημόσιας διοίκησης.

1.8   Στις νέες διατάξεις αποκλείεται η υποχρέωση μηδενικής χρέωσης για την παροχή πληροφοριών του δημόσιου τομέα. Η επιβολή ή μη χρεώσεων θα εναπόκειται στο κάθε κράτος μέλος. Η δε απόφαση δωρεάν παροχής αυτών των πληροφοριών, θα πρέπει να περιορίζει τη χρέωση στο οριακό κόστος, μολονότι υφίστανται εξαιρέσεις στις οποίες μπορεί να εφαρμόζεται μεγαλύτερη χρέωση. Η επί του παρόντος ισχύουσα αρχή ανάκτησης κόστους διατηρείται επικουρικά. Η ΕΟΚΕ κρίνει θετική την εν λόγω τροποποίηση.

1.9   Όσον αφορά στην ανεξάρτητη αρχή που προτείνεται να εγκαθιδρυθεί για την επίλυση προσφυγών κατά τυχόν αρνητικών αποφάσεων, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι δεν είναι απαραίτητο να συσταθεί νέο όργανο εκ του μηδενός, αλλά θα μπορούσε να οριστεί μια ήδη υπάρχουσα αρχή, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα διατηρεί την αμεροληψία και την αυτονομία της στη λήψη αποφάσεων.

1.10   Στην πρόταση οδηγίας γίνεται αναφορά στα οικονομικά και ηθικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων προκειμένου να ρυθμιστούν δεόντως συγκεκριμένες περιπτώσεις που εντοπίζονται σε ορισμένα κράτη μέλη.

1.11   Η ΕΟΚΕ υπεραμύνεται της ανάγκης βελτίωσης της διατύπωσης του κειμένου ως προς την προστασία των προσωπικών δεδομένων, απαιτώντας τη σχολαστική αξιολόγηση κάθε περίπτωσης προκειμένου να επιτευχθεί η ιδανική ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων στην ιδιωτική ζωή και στην πρόσβαση σε πληροφορίες που κατέχει ο δημόσιος τομέας.

2.   Ιστορικό

2.1   Η οδηγία 2003/98/ΕΚ αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα προόδου για την κατοχύρωση της περαιτέρω χρήσης του μεγάλου όγκου πληροφοριών που συγκεντρώνει ο δημόσιος τομέας καθότι έθεσε τις βάσεις για τη θέσπιση ενός ενωσιακού νομικού πλαισίου στο οποίο εναρμονίζονται οι οικείες βασικές διατάξεις και αίρονται τα εμπόδια που θα μπορούσαν να παρεμβληθούν σε αυτή την περαιτέρω χρήση.

2.2   Δυνάμει του άρθρου 13 της οδηγίας ΠΔΤ ανατίθεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το καθήκον της διενέργειας επανεξέτασης έως την 1η Ιουλίου 2008 με αντικείμενο το πεδίο εφαρμογής και τον αντίκτυπο της οδηγίας, «συμπεριλαμβανομένου του βαθμού αύξησης της περαιτέρω χρήσης των εγγράφων του δημόσιου τομέα, των συνεπειών της εφαρμογής των αρχών που διέπουν τη χρέωση και της περαιτέρω χρήση επισήμων εγγράφων νομοθετικής και διοικητικής φύσεως, καθώς και (των) περαιτέρω δυνατοτήτων βελτίωσης της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και (της) ανάπτυξης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας περιεχομένου». Τα πορίσματα της εν λόγω επανεξέτασης αποτυπώθηκαν στην ανακοίνωση COM(2009) 212 όπου επισημαίνεται ότι, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε, εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικά εμπόδια, όπως: προσπάθειες από φορείς του δημόσιου τομέα για μεγιστοποίηση της ανάκτησης του κόστους, αντί να δίνεται προτεραιότητα στα οφέλη για την ευρύτερη οικονομία· ανταγωνισμός μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα· πρακτικά ζητήματα που εμποδίζουν την περαιτέρω χρήση των δεδομένων, όπως η έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τη διαθέσιμη ΠΔΤ, καθώς και η νοοτροπία των φορέων του δημόσιου τομέα που δεν συνειδητοποιούν τις οικονομικές της δυνατότητες.

2.3   Άλλοι λόγοι που συνηγορούν υπέρ της επανεξέτασης, κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι οι εξής:

Η κατακόρυφη αύξηση του όγκου των δεδομένων.

Η συνεχιζόμενη ψηφιακή επανάσταση, η οποία οδηγεί στην άνοδο της αξίας των δεδομένων υπό την κυριότητα του δημόσιου τομέα.

Η αυξανόμενη οικονομική σημασία της οδηγίας ΠΔΤ ως προς τα συνολικά οικονομικά –άμεσα και έμμεσα– κέρδη από τις διάφορες εφαρμογές και την εφαρμογή της οδηγίας στην οικονομία της ΕΕ των 27· σημειωτέον ότι τα κέρδη αυτά αποτιμώνται σε 140 δισ. ευρώ ετησίως (2).

Η διαπίστωση ότι υπάρχουν ακόμη μεγάλες δυνατότητες από την περαιτέρω χρήση των πληροφοριών του δημόσιου τομέα. Μολονότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν σημειώσει αξιόλογη πρόοδο, πρέπει να γίνουν ακόμα αρκετά, εάν αναλογιστούμε, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη, διεθνώς, της περαιτέρω χρήσης των πληροφοριών του δημόσιου τομέα σε ορισμένες περιπτώσεις.

2.4   Οι σημαντικότερες παράμετροι που εισηγείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να τροποποιηθούν μέσω της πρότασης οδηγίας αφορούν στα ακόλουθα: το πεδίο εφαρμογής, τη γενική αρχή που θα διέπει την περαιτέρω χρήση πληροφοριών, τα οικονομικά και ηθικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων, το σκεπτικό της χρέωσης και τα πρακτικά εργαλεία αναζήτησης πληροφοριών.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Η οδηγία ΠΔΤ και το Ψηφιακό θεματολόγιο

3.1.1   Η ΕΟΚΕ κρίνει σε γενικές γραμμές θετική την προτεινόμενη αναθεώρηση δεδομένου ότι αποσκοπεί στη διόρθωση των εμφανών ελλείψεων που παρουσιάζει η οδηγία ΠΔΤ. Πέραν της ικανοποίησης των αιτημάτων των άμεσα ενδιαφερομένων στην ΕΕ για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων της ισχύουσας οδηγίας, στην πρόταση οδηγίας έχουν συμπεριληφθεί βασικά στοιχεία της σύστασης που εξέδωσε στις 17-18 Ιουνίου 2008 στη Σεούλ ο ΟΟΣΑ (3) με σκοπό τη βελτίωση και την πιο αποτελεσματική χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα.

3.1.2   Επίσης, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η επανεξέταση αποτελεί μέρος της δέσμης μέτρων του Ψηφιακού θεματολογίου και συνίσταται σε τρεις κατευθύνσεις: α) προσαρμογή του νομοθετικού πλαισίου για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα, β) ενεργοποίηση των χρηματοδοτικών μέσων και γ) καλύτερο συντονισμό των κρατών μελών (4).

3.2   Το δικαίωμα περαιτέρω χρήσης των πληροφοριών

3.2.1   Η πρόταση οδηγίας συνεπάγεται μια ουσιαστικότατη τροποποίηση υπό την έννοια ότι ανάγει την περαιτέρω χρήση πληροφοριών σε δικαίωμα. Βάσει του ισχύοντος συστήματος, η εξουσιοδότηση ή μη της περαιτέρω χρήσης πληροφοριών επαφίεται στο κάθε κράτος μέλος. Δεδομένου ότι η σύνδεση του δικαιώματος της περαιτέρω χρήσης πληροφοριών με το δικαίωμα πρόσβασης στα δημόσια έγγραφα είναι ρητή και σαφής μόνο σε ορισμένες εθνικές νομοθεσίες, επικρατούν ενίοτε συνθήκες νομικής ασάφειας.

3.2.2   Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει και επιδοκιμάζει τις προτεινόμενες εν προκειμένω αλλαγές, οι οποίες αφορούν στα κατωτέρω:

Το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες δημόσιων εγγράφων θα εξακολουθήσει να εμπίπτει αποκλειστικά στις αρμοδιότητες των κρατών μελών και δεν θα ενταχθεί στο πεδίο δράσης της οδηγίας ΠΔΤ (5).

Όταν μια πληροφορία θεωρείται δημόσια και προσπελάσιμη σύμφωνα με την οικεία εθνική νομοθεσία, θεσπίζεται –με ορισμένες ρητές εξαιρέσεις– η περαιτέρω χρήση δημόσιων πληροφοριών κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα ως υποχρέωση των κρατών μελών, δυνάμει της νέας διατύπωσης του άρθρου 3, το οποίο ορίζει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε «τα έγγραφα (…) να είναι επαναχρησιμοποιήσημα». Πρόκειται για ένα απαραίτητο βήμα προόδου στην προσπάθεια καθορισμού ενός ομογενούς ευρωπαϊκού πλαισίου.

3.2.3   Η κατοχύρωση του δικαιώματος της περαιτέρω χρήσης πληροφοριών συνιστά πρόοδο προς την κατεύθυνση που επισήμανε η ΕΟΚΕ σε προηγούμενη γνωμοδότησή (6) υπό την έννοια ότι η υποχρέωση της περαιτέρω χρήσης πληροφοριών «δεν νοείται μόνο ως απλή παθητική διάθεση πληροφοριών, αλλά και ως υποχρέωση ενεργητικής προώθησης».

3.2.4   Δεδομένων των αποκλίσεων που σημειώθηκαν κατά την εφαρμογή της οδηγίας ΠΔΤ, η ΕΟΚΕ κρίνει αναγκαία τη μεγαλύτερη εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων, η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω μιας πρότασης κανονισμού.

3.3   Διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής

3.3.1   Όπως έχει ήδη εισηγηθεί η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της με αντικείμενο την οδηγία ΠΔΤ, με τη νέα οδηγία διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής σε έγγραφα προερχόμενα από μουσεία, βιβλιοθήκες και αρχεία. Αυτό ισχύει και για τις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες, με εξαίρεση τα αρχεία που προστατεύονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (νέα διατύπωση του άρθρου 1 παράγραφος 2 εδάφιο ε). Με άλλα λόγια, ένας σημαντικός όγκος πληροφοριών εμπίπτει πλέον στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, με αποτέλεσμα να ενισχύεται ακόμα περισσότερο η εμβέλειά της.

3.4   Βελτίωση των εργαλείων («Πρακτικές ρυθμίσεις»)

3.4.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί εύστοχη την προτεινόμενη ρύθμιση των πρακτικών εργαλείων για τη διευκόλυνση της αναζήτησης πληροφοριών (άρθρο 9) δεδομένου ότι σε αυτά περιλαμβάνονται μεταδεδομένα, η παροχή πληροφοριών «σε μηχαναγνώσιμη μορφή, καθώς και οι ιστότοποι των δικτυακών πυλών που συνδέονται με αποκεντρωμένους καταλόγους».

3.5   Αναγκαιότητα της αναθεώρησης λόγω των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι πληροφορίες του δημόσιου τομέα

3.5.1   Τα έγγραφα που συγκεντρώνουν οι δημόσιες υπηρεσίες μπορούν να αξιοποιηθούν ποικιλοτρόπως σε αρκετά γνωστικά πεδία, κοινωνικές υπηρεσίες, στις επιστήμες, στην οικονομία, στον πολιτισμό κ.τ.λ. Ορισμένες από αυτές τις εφαρμογές είναι οι πληροφορίες γεωγραφικού, μετεωρολογικού, περιβαλλοντολογικού, οικονομικού, κυκλοφοριακού, συγκοινωνιακού, τουριστικού, γεωργικού ή στατιστικού χαρακτήρα, πληροφορίες σχετικές με νομοθετικές και νομολογικές δημοσιεύσεις, κοινωνικές συνθήκες κ.τ.λ. (7) Κατά συνέπεια, η αξιοποίησή τους συμβάλλει στην οικονομική πρόοδο, στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς, στην ενδυνάμωση των επιχειρήσεων και στην τόνωση της απασχόλησης.

3.5.2   Η περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα είναι συμβατή με άλλες ενωσιακές πολιτικές όπως η πολιτική ανταγωνισμού, η ολοκληρωμένη πολιτική για τη θάλασσα, η κοινή πολιτική μεταφορών, η προσπάθεια διευκόλυνσης της ελεύθερης πρόσβασης στην επιστημονική γνώση, καθώς και η πολιτική για την ψηφιοποίηση και την πολιτιστική κληρονομιά.

3.5.3   Χάρη στην περαιτέρω χρήση πληροφοριών ενισχύονται επίσης η διαφάνεια, η αποτελεσματικότητα και το αίσθημα ευθύνης που θα επιδεικνύει η εκάστοτε δημόσια διοίκηση.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1   Χρέωση  (8)

4.1.1   Το πιο αμφιλεγόμενο σημείο της ισχύουσας οδηγίας είναι το αντίτιμο που πρέπει να καταβάλλουν όσοι ενδιαφέρονται να προσπελάζουν αυτές τις πληροφορίες. Η υπερτιμολόγηση και η αδιαφάνεια των υπηρεσιών αυτών έχουν προκαλέσει τις διαμαρτυρίες αρκετών χρηστών και συνιστούν σοβαρό εμπόδιο στην περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα.

4.1.2   Στην πρόταση οδηγίας απορρίπτεται η λύση της υποχρεωτικά δωρεάν παροχής πληροφοριών (μηδενικό κόστος) που είχαν εισηγηθεί ορισμένοι ενδιαφερόμενοι. Αντ’ αυτού, προτείνονται οι εξής νέες κατευθυντήριες γραμμές στις χρεώσεις:

Η επιβολή ή μη χρεώσεων θα εναπόκειται στο κάθε κράτος μέλος.

Σε περίπτωση που ζητείται η καταβολή αντιτίμου, θα πρέπει αυτό να περιορίζεται στο οριακό κόστος για την αναπαραγωγή και διάδοσή των πληροφοριών.

Η αρχή του οριακού κόστους μπορεί να μην εφαρμόζεται και, αντ’ αυτού, να επιβάλλεται μεγαλύτερη χρέωση στις εξαιρέσεις που προβλέπει το νέο άρθρο 6 παράγραφος 2, ήτοι: «ιδίως όταν σημαντικό μέρος του κόστους λειτουργίας των φορέων του δημόσιου τομέα που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων δημόσιας υπηρεσίας τους προκύπτει από την εκμετάλλευση των οικείων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας τους». Πάντως, αυτές οι εξαιρέσεις υπόκεινται στις ακόλουθες αυστηρές απαιτήσεις: οι μεγαλύτερες χρεώσεις μπορούν να επιβάλλονται «σύμφωνα με αντικειμενικά, διαφανή και επαληθεύσιμα κριτήρια, και με την επιφύλαξη της έγκρισης της ανεξάρτητης αρχής», όπως προβλέπεται στην πρόταση οδηγίας.

Ομοίως μπορούν να χρεώνουν περισσότερο από το οριακό κόστος οι βιβλιοθήκες (συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών), τα μουσεία και τα αρχεία.

Αυτός που φέρει του βάρος της απόδειξης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις χρέωσης της πρότασης οδηγίας είναι ο δημόσιος φορέας που παρέχει τις πληροφορίες στον χρήστη.

4.1.3   Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εισάγεται ως γενική αρχή το οριακό κόστος και διατηρείται επικουρικά η ανάκτηση του κόστους δυνάμει του ισχύοντος άρθρου 6, παρά το γεγονός ότι «θεωρείται ανεπαρκές για την κινητροδότηση δραστηριοτήτων που βασίζονται στην περαιτέρω χρήση δεδομένων του δημόσιου τομέα» (3. ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ - 3.2. Επικουρικότητα και αναλογικότητα, παράγραφος 5).

4.1.4   Κατά την ΕΟΚΕ, η εν λόγω τροποποίηση κρίνεται θετική. Επίσης, είναι απαραίτητη η διασάφηση της διατύπωσης του άρθρου 6 ως προς την τροποποίηση που προτείνεται στις αρχές τιμολόγησης, επισημαίνοντας ρητά τον κατ’ εξαίρεση χαρακτήρα της αρχής ανάκτησης του κόστους.

4.1.5   Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι η αρχή της απολύτως μηδενικής χρέωσης θα μπορούσε να εφαρμόζεται τουλάχιστον σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα περαιτέρω χρήσης πληροφοριών.

4.2   Ανεξάρτητη αρχή

4.2.1   Σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος περαιτέρω χρήσης πληροφοριών, η πρόταση οδηγίας ορίζει τα εξής: «Τα ένδικα μέσα περιλαμβάνουν τη δυνατότητα επανεξέτασης από ανεξάρτητη αρχή που διαθέτει ειδικές κανονιστικές εξουσίες όσον αφορά την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα και της οποίας οι αποφάσεις είναι δεσμευτικές για τον οικείο φορέα του δημόσιου τομέα.» (τροποποίηση του άρθρου 4 παράγραφος 4.).

4.2.2   Στο κείμενο της πρότασης δεν διευκρινίζονται τα χαρακτηριστικά και η σύνθεση αυτής της «ανεξάρτητης αρχής», στοιχεία τα οποία ορθώς προβλέπεται να καθορίζονται από κάθε κράτος μέλος. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεν είναι απαραίτητο αυτή η ανεξάρτητη αρχή να συσταθεί εκ του μηδενός, αλλά θα μπορούσε να οριστεί μια ήδη υπάρχουσα αρχή, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα διατηρεί την αμεροληψία και την αυτονομία της στη λήψη αποφάσεων. Εντούτοις, βάσει της εμπειρίας της εφαρμογής της οδηγίας ΠΔΤ –σε ορισμένες περιπτώσεις ακολουθήθηκε μια περιοριστική ερμηνεία του καθεστώτος πρόσβασης και διάδοσης των πληροφοριών του δημόσιου τομέα– θα ήταν σκόπιμο να προστεθούν στη νέα παράγραφο μετά τη φράση «περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα» τα εξής:

4.2.3   Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι θέσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την έννοια της ανεξαρτησίας, η οποία αποκλείει όχι μόνο κάθε μορφή επιρροής που θα μπορούσαν να ασκήσουν οι οργανισμοί που υπόκεινται σε έλεγχο, αλλά και κάθε είδος –άμεσης ή έμμεσης– εξωτερικής επιρροής που θα μπορούσε να υπονομεύσει την εκπλήρωση των καθηκόντων των εν λόγω ανεξάρτητων αρχών (9).

4.3   Πνευματική ιδιοκτησία, οικονομικά και ηθικά δικαιώματα των εργαζομένων

4.3.1   Βάσει της εθνικής και διεθνούς νομοθεσίας περί πνευματικής ιδιοκτησίας, οι «διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τα οικονομικά ή ηθικά δικαιώματα που οι υπάλληλοι των φορέων του δημόσιου τομέα μπορούν να απολαύσουν βάσει των εθνικών κανόνων» (τροποποίηση του άρθρου 1.5). Πρόκειται για μια παράμετρο που δεν προβλέπεται στην οδηγία ΠΔΤ και η συμπερίληψή της στην πρόταση οδηγίας έρχεται να καλύψει ειδικές περιπτώσεις που εντοπίζονται σε ορισμένα κράτη μέλη ως προς την κυριότητα των δικαιωμάτων των δεδομένων που αποθησαυρίζει ο δημόσιος τομέας.

4.3.2   Η περιπλοκότητα των ζητημάτων της πνευματικής ιδιοκτησίας, των αρχών της επικουρικότητας και της ελάχιστης παρέμβασης συνηγορεί υπέρ της λύσης να εξακολουθήσει να επαφίεται η επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν στο νομικό και δικαστικό σύστημα κάθε κράτους μέλους, όπως ορθώς υποστηρίζεται, άλλωστε, στην υπό εξέταση πρόταση οδηγίας.

4.4   Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

4.4.1   Στην οδηγία ΠΔΤ θίγεται το θέμα της διαχείρισης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 1 παράγραφος 4), και ορίζονται τα εξής: «Η παρούσα οδηγία αφήνει ανέπαφο και ουδόλως θίγει το επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων βάσει των διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου και ιδίως δεν μεταβάλλει τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που καθορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ  (10)

4.4.2   Πρόκειται για μια εύλογη διάταξη, αλλά η σημασία αυτής της παραμέτρου και οι συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις καθιστούν αναγκαίο να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση, δεδομένου ότι τίθεται πληθώρα ζητημάτων όπως η νομιμότητα της διάδοσης πληροφοριών του δημόσιου τομέα, η ειδική προστασία εμπιστευτικών δεδομένων, η διαβίβασή τους σε τρίτες χώρες και η σκοπιμότητα της χρήσης. Αναφορικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την επισήμανση της Ομάδας προστασίας των προσώπων ότι θα πρέπει να εισαχθεί η απαίτηση οι δημόσιοι οργανισμοί να προβαίνουν σε «μια σχολαστική αξιολόγηση κάθε περίπτωσης προκειμένου να επιτευχθεί η ιδανική ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων στην ιδιωτική ζωή και στην πρόσβαση του κοινού στην πληροφόρηση» (11).

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σελ. 90

(2)  Η έκθεση Vickery περιλαμβάνει μια ενδελεχή ανάλυση του θέματος, βλ. «Review of Recent Studies on PSI Re-Use and Related Market Developments» - τελική έκδοση - Graham Vickery, 2010 http://ec.europa.eu/information_society/policy/psi/docs/pdfs/report/final_version_study_psi.docx

(3)  Υιοθετήθηκε στη Σεούλ στις 17-18 Ιουνίου 2008.

(4)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Ανοιχτά δεδομένα - Κινητήρας καινοτομίας, οικονομικής μεγέθυνσης και διακυβέρνησης με διαφάνεια», COM(2011) 882 τελικό, 12/12/2011.

(5)  άρθρο 1 παράγραφος 3

(6)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πρόταση για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την περαιτέρω χρήση και εμπορική εκμετάλλευση εγγράφων του δημόσιου τομέα», ΕΕ C 85, 08.04.2003, σελ. 25

(7)  Η έκθεση Vickery προσδιορίζει 13 πεδία, το καθένα από τα οποία περιλαμβάνει, με τη σειρά του, αρκετές υποκατηγορίες.

(8)  βλ. «Deloitte Pricing of PSI Study», Λουξεμβούργο 2011. http://ec.europa.eu/information_society/policy/psi/docs/pdfs/minutes_psi_group_meetings/presentations/15th/03_01_study_economic_deloitte.pdf

(9)  Απόφασης της 9ης Μαρτίου 2010 (C-518/07).

(10)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, ΕΕ L 281, της 25.04.2007, σ. 31.

(11)  Γνωμοδότηση 7/2003 με θέμα «Περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα κλιματική αλλαγή την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Αναζητώντας την ισορροπία», που υιοθετήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2003


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/134


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Η συνολική προσέγγιση της μετανάστευσης και της κινητικότητας»

[COM(2011) 743 τελικό]

2012/C 191/23

Εισηγητής: ο κ. Luis Miguel PARIZA CASTAÑOS

Συνεισηγήτρια: η κ. Brenda KING

Στις 18 Νοεμβρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το θέμα

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών «Η συνολική προσέγγιση της μετανάστευσης και της κινητικότητας»

COM(2011) 743 τελικό.

Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 4 Απριλίου 2012.

Κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειας, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε me 125 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 7 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Συνολική Προσέγγιση της Μετανάστευσης και της Κινητικότητας (ΣΠΜΚ), η οποία διασυνδέει στενά τις πολιτικές για τη μετανάστευση και το άσυλο με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ.

1.2   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να ενταχθεί πλήρως η εξωτερική πολιτική της ΕΕ στη δυναμική της παγκόσμιας διακυβέρνησης της διεθνούς μετανάστευσης στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, πάνω στη βάση, μεταξύ άλλων, εφαρμοστέων διεθνών νομικών μέσων, της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της Διεθνούς Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων όλων των Διακινούμενων Εργαζομένων και των Οικογενειών τους (η ΕΟΚΕ πρότεινε (1) την κύρωσή της από την ΕΕ), του Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, του Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, καθώς και των συμβάσεων της ΔΟΕ.

1.3   Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να συντάξει έκθεση για την κατάσταση των συζητήσεων στην ΕΕ όσον αφορά τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών. Η Επιτροπή πρέπει να καλλιεργήσει τις προϋποθέσεις για την επικύρωσή της και η ΕΟΚΕ μπορεί να βοηθήσει καταρτίζοντας μια νέα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας.

1.4   Η ΕΟΚΕ προτείνει να αναλάβει η ΕΕ ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη του Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου των Ηνωμένων Εθνών για τη Διεθνή Μετανάστευση και την Ανάπτυξη.

1.5   Οι διάλογοι της ΕΕ με τις τρίτες χώρες σχετικά με τη μετανάστευση και την κινητικότητα θα πρέπει να αποσκοπούν καταρχήν στην προαγωγή της νομιμότητας και της καλής οργάνωσης της μετανάστευσης, στην εξασφάλιση της τήρησης της διεθνούς νομοθεσίας περί ασύλου, στη μείωση της παράτυπης μετανάστευσης και στην καταπολέμηση των εγκληματικών δικτύων εμπορίας ανθρώπων.

1.6   Οι Εταιρικές Σχέσεις για την Κινητικότητα (ΕΣΚ), οι οποίες είναι κοινές πολιτικές δηλώσεις, θα πρέπει να μετατραπούν σε διεθνείς συμφωνίες. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ΕΕ μπορεί να προσδώσει σημαντική προστιθέμενη αξία στις διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες.

1.7   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η προώθηση του διαλόγου με τα περιφερειακά όργανα, με διεύρυνση του περιεχομένου των σημερινών συμφωνιών και στην κινητικότητα και τη μετανάστευση.

1.8   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οι ΕΣΚ πρέπει να περιλαμβάνουν τους τέσσερις πυλώνες της παγκόσμιας προσέγγισης: διευκόλυνση και οργάνωση της νόμιμης μετανάστευσης και της κινητικότητας, πρόληψη και μείωση της παράτυπης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων, προώθηση της διεθνούς προστασίας και ενίσχυση της εξωτερικής διάστασης της πολιτικής για το άσυλο, και μεγιστοποίηση του αναπτυξιακού αντίκτυπου της μετανάστευσης και της κινητικότητας.

1.9   Η σημαντικότερη πρόκληση σχετίζεται με τις συμφωνίες μετανάστευσης εργατικού δυναμικού, στις οποίες πρέπει να συμμετέχουν οι κοινωνικοί εταίροι, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε επίπεδο τρίτων χωρών. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις «Μη δεσμευτικές αρχές και κατευθυντήριες γραμμές για μια προσέγγιση της μετανάστευσης εργατικού δυναμικού» της ΔΟΕ (2) και προτείνει να ληφθούν υπόψη στις ΕΣΚ.

1.10   Η ΕΟΚΕ προτείνει να συμπεριληφθεί στις ΕΣΚ ο συντελεστής του φύλου, επειδή μερικές φορές οι μετανάστριες ευρίσκονται σε πιο ευάλωτη κατάσταση και συχνά υφίστανται κακομεταχείριση, δυσμενείς διακρίσεις και ακραία εκμετάλλευση. Πολύ σημαντικός είναι, επίσης, ο ρόλος των μεταναστριών στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη στις χώρες προέλευσης (3).

1.11   Για να μην έχει η μετανάστευση αρνητικές συνέπειες για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των χωρών προέλευσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στις αρνητικές επιπτώσεις της διαρροής εγκεφάλων και να αναπτύξει μηχανισμούς αντιστάθμισης.

1.12   Η ΕΕ πρέπει να υποστηρίξει τις οργανώσεις της διασποράς και η ΕΟΚΕ προτείνει τη δημιουργία Υπηρεσίας Υποστήριξης των Οργανώσεων της Διασποράς.

1.13   Κατά τον έλεγχο των συνόρων και την πρόληψη της παράτυπης μετανάστευσης πρέπει να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ο FRONTEX χρειάζεται περισσότερους πόρους, και οι δραστηριότητές του πρέπει να υπόκεινται σε αξιολόγηση εκ μέρους του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (FRA) και στον δημοκρατικό έλεγχο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

1.14   Η ΕΕ θα πρέπει να διαθέτει μια ανοιχτή πολιτική για την εισδοχή μεταναστών, με έμφαση στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, πέρα από την τρέχουσα οικονομική κρίση, και λαμβάνοντας υπόψη τη δημογραφική κατάσταση. Οι διαδικασίες για τη μετανάστευση εργατικού δυναμικού θα πρέπει να είναι νόμιμες και διαφανείς και να διευκολύνεται η συνεργασία των κοινωνικών εταίρων στην ΕΕ και στις χώρες προέλευσης.

1.15   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή και η εθνική νομοθεσία για τη μετανάστευση πρέπει να διασφαλίζουν την αρχή της ίσης μεταχείρισης σε ό,τι αφορά τα εργασιακά και τα κοινωνικά δικαιώματα. Τα συστήματα κυκλικής μετανάστευσης δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται με μεροληπτικό τρόπο προκειμένου να περιοριστεί η ίση μεταχείριση.

1.16   Οι ΕΣΚ θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη συμφωνία ότι, στις διαδικασίες επιστροφής, θα χρησιμοποιείται κατά προτεραιότητα η εκούσια επιστροφή, με τη συνοδεία συστημάτων υποστήριξης (4). Στην εξαιρετική περίπτωση που θα τεθεί σε εφαρμογή η διαδικασία αναγκαστικής επιστροφής, πρέπει να διασφαλίζεται ο απόλυτος σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ενδιαφερόμενων ατόμων και να λαμβάνονται υπόψη οι συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης (5).

1.17   Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι η ΕΕ θα υιοθετήσει ένα κοινό σύστημα ασύλου, με υψηλό επίπεδο νομοθετικής εναρμόνισης. Είναι, επίσης, υπέρ της συνεργασίας της ΕΕ με τρίτες χώρες για τη βελτίωση των συστημάτων ασύλου και τη συμμόρφωσή τους με τα διεθνή πρότυπα. Οι συμφωνίες μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών θα πρέπει να περιλαμβάνουν διαδικασίες που να διασφαλίζουν ουσιαστικά το δικαίωμα διεθνούς προστασίας των προσώπων που θα το διεκδικήσουν.

1.18   Οι τρίτες χώρες με τις οποίες θα συμφωνηθούν ΕΣΚ πρέπει να έχουν υπογράψει τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες, να διαθέτουν επαρκείς δομές για το άσυλο και να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πρέπει επίσης να έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος και τα πρωτόκολλά της για την εμπορία ανθρώπων και τη διακίνηση λαθρομεταναστών (6).

1.19   Η ΕΕ πρέπει να ενισχύσει τις πολιτικές ένταξης και καταπολέμησης του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και των διακρίσεων σε βάρος των μεταναστών και των μειονοτήτων. Η ΕΟΚΕ προτείνει την ιδιαίτερη δραστηριοποίηση των θεσμικών οργάνων της ΕΕ για την καταπολέμηση της ξενοφοβίας, του ρατσισμού και των διακρίσεων, ειδικά όταν αυτές οι συμπεριφορές προωθούνται από τους κυβερνώντες και τους νομοθέτες των κρατών μελών (7).

1.20   Η ΕΟΚΕ, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα εξακολουθήσει να προωθεί τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Φόρουμ για την Ένταξη, επειδή θεωρεί ότι τα επόμενα χρόνια το θέμα της ένταξης θα αποτελέσει στρατηγική πρόκληση που ενδιαφέρει την Ευρώπη, τους μετανάστες και όλους τους πολίτες.

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1   Η ανακοίνωση είναι μια νέα πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αποσκοπεί σε μια μεταναστευτική πολιτική πιο ολοκληρωμένη και πιο συναφή με τις άλλες πολιτικές της ΕΕ και ιδιαίτερα με την εξωτερική πολιτική της.

2.2   Η ΕΟΚΕ επικροτεί αυτή την προσέγγιση, η οποία λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις που η ίδια έχει διατυπώσει τα τελευταία χρόνια. Υπάρχουν δε διάφορες γνωμοδοτήσεις της που έχουν άμεση σχέση με την ανακοίνωση (8).

2.3   Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει να υιοθετήσει η ΕΕ μια κοινή πολιτική ασύλου, με εναρμονισμένη νομοθεσία, και μια κοινή μεταναστευτική πολιτική, με νομοθεσία που επιτρέπει τη νόμιμη μετανάστευση με κοινές και διαφανείς διαδικασίες, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον της Ευρώπης και των χωρών προέλευσης καθώς και το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

2.4   Από το 2006 αναπτύσσεται μια νέα διεθνής προσέγγιση της μετανάστευσης, ιδίως μετά τη διεξαγωγή του Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου για τη Διεθνή Μετανάστευση και την Ανάπτυξη, των Ηνωμένων Εθνών (9). Η ΕΟΚΕ συμμετείχε στις διακυβερνητικές διασκέψεις του Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη, μαζί με διάφορες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (10). Προτείνει δε να αναλάβει η ΕΕ ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη του Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου των Ηνωμένων Εθνών.

2.5   Εκπλήσσει το γεγονός ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ εξακολουθούν να μην έχουν επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων Όλων των Διακινούμενων Εργαζομένων και των Μελών των Οικογενειών τους, που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στο ψήφισμα 45/158 της 18ης Δεκεμβρίου 1990 και έχει τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιουλίου 2003. Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει σε γνωμοδότηση πρωτοβουλίας (11) που εκπόνησε να επικυρώσουν η ΕΕ και τα κράτη μέλη της τη Σύμβαση. Ζητά δε από την Επιτροπή να συντάξει έκθεση για την πορεία των συζητήσεων και τη θέση των κρατών μελών, προκειμένου να προετοιμάσει τις συνθήκες για την επικύρωσή της.

2.6   Η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ να προωθήσουν στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής ένα διεθνές πλαίσιο για τη μετανάστευση με βάση την εφαρμοστέα νομοθεσία, ιδίως την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για την Προστασία των Δικαιωμάτων όλων των Διακινούμενων Εργαζομένων και των οικογενειών τους, το Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα. Αυτό το διεθνές νομικό πλαίσιο θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει:

τη Σύμβαση για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών

τη Σύμβαση για την Εξάλειψη Όλων των Μορφών Φυλετικών Διακρίσεων

τη Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού

τις συμβάσεις της ΔΟΕ για τους διακινούμενους εργαζομένους (C 97 και C 143)

τη Σύμβαση C100 για την ισότητα αμοιβών μεταξύ ανδρών και γυναικών

τη Σύμβαση C189 για τις οικιακές βοηθούς

τη Διακήρυξη της ΔΟΕ για τις θεμελιώδεις αρχές και δικαιώματα στην εργασία

το Πολυμερές πλαίσιο της ΔΟΕ για τη μετανάστευση εργατικού δυναμικού

τη Διακήρυξη του Ντέρμπαν και το Πρόγραμμα Δράσης της Παγκόσμιας Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών του 2001 κατά του ρατσισμού.

2.7   Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μια κοινή πολιτική για τη μετανάστευση και το άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά τα νομοθετικά και τα πολιτικά μέσα παραμένουν ανεπαρκή. Τα κράτη μέλη έχουν τις δικές τους πολιτικές, οι οποίες ενίοτε είναι αντιφατικές με τις ενωσιακές προσεγγίσεις και συμφωνίες. Η ΕΟΚΕ καλεί όλα τα κράτη μέλη να δεσμευθούν υπέρ της κοινής πολιτικής, όπως αυτή ορίζεται στη Συνθήκη και στο πρόγραμμα της Στοκχόλμης.

2.8   Η ευρωπαϊκή πολιτική πρέπει να έχει μεσοπρόθεσμη προσέγγιση, διότι, παρά την τρέχουσα οικονομική κρίση και την αυξανόμενη ανεργία, η ΕΕ χρειάζεται μια πιο ανοιχτή πολιτική για την εισδοχή νέων μεταναστών εργαζομένων, όπως έχει επισημάνει η ΕΟΚΕ στη διερευνητική γνωμοδότησή της με τίτλο «Ο ρόλος της νόμιμης μετανάστευσης στο πλαίσιο της δημογραφικής πρόκλησης» (12), η οποία εκπονήθηκε κατόπιν αιτήσεως της Βελγικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι θα είναι απαραίτητη η εισδοχή νέων μεταναστών, εάν ληφθούν υπόψη οι δημογραφικές εξελίξεις και η κατάσταση στις αγορές εργασίας.

2.9   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αυτή τη νέα φάση με περιοριστικές και ασυνάρτητες πολιτικές μετανάστευσης, όπως αυτές που είχαν αναπτύξει τα κράτη μέλη στο παρελθόν. Η ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης πρέπει να ξεπεράσει τους παλαιούς περιορισμούς και να προσαρμοστεί στις τρέχουσες ανάγκες

2.10   Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προτείνει μια συνολική προσέγγιση της μετανάστευσης και της κινητικότητας (ΣΠΜΚ), κατάλληλη για μια πιο ολοκληρωμένη και συνεκτική πολιτική, η οποία πρέπει να αναπτυχθεί σε συνεργασία με τις χώρες προέλευσης αλλά και με τις χώρες διέλευσης των μεταναστών.

2.11   Ο κεντρικός άξονας και η προστιθέμενη αξία της εξεταζόμενης ανακοίνωσης είναι οι ΕΣΚ μεταξύ της ΕΕ και μεμονωμένων ή ομάδων τρίτων χωρών σε ορισμένες περιοχές, όπως η Νότια Μεσόγειος, η Ανατολική Ευρώπη, οι χώρες ΑΚΕ, η Λατινική Αμερική κ.ά., με τις οποίες η ΕΕ τρέφει σχέσεις καλής γειτονίας και σύμπραξης.

2.12   Σε μια άλλη γνωμοδότηση (13) η ΕΟΚΕ είχε ήδη διατυπώσει ορισμένες προτάσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη στις ΕΣΚ, για θέματα όπως η ευελιξία στο πεδίο των θεωρήσεων, μια νομοθεσία πιο ανοικτή στην εισδοχή, η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, η αποτροπή της διαρροής εγκεφάλων και τα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης.

2.13   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την προτεινόμενη συνολική προσέγγιση, δεδομένου ότι θεωρεί απαραίτητη την ισχυρότερη διασύνδεση της εσωτερικής και της εξωτερικής διάστασης της πολιτικής για τη μετανάστευση και την κινητικότητα. Επιπλέον, στις επιχειρησιακές προτεραιότητες της συνολικής προσέγγισης περιλαμβάνονται η συνοχή των πολιτικών της ΕΕ για τη μετανάστευση και το άσυλο με τις πολιτικές για την ανάπτυξη και συνεργασία.

2.14   Μετανάστευση και κινητικότητα είναι δύο διαφορετικές έννοιες. Η κινητικότητα των υπηκόων τρίτων χωρών, όσον αφορά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν υποδηλώνει οπωσδήποτε μετανάστευση εργατικού δυναμικού. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς διασχίζουν τα σύνορα ως επισκέπτες, τουρίστες ή επιχειρηματίες, διακινούνται δηλαδή για σύντομα διαστήματα που δεν αποσκοπούν σε μετανάστευση. Η οικονομική μετανάστευση εμπερικλείει κατ’ ανάγκη πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

2.15   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ενίσχυση των διαλόγων σχετικά με τις θεωρήσεις στο πλαίσιο της ΣΠΜΚ. Ο διάλογος για τις θεωρήσεις που αναπτύσσει η ΕΕ με τρίτες χώρες και η κοινή πολιτική θεωρήσεων της ΕΕ αφορούν τόσο τις βραχύχρονες διαμονές όσο και τη μετανάστευση.

2.16   Μέχρι στιγμής ήταν ευκολότερο να επιτευχθούν συμφωνίες για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας, αλλά υπάρχουν δυσκολίες με τις θεωρήσεις για λόγους μετανάστευσης (άδεια παραμονής και εργασίας), τομείς για τους οποίους οι αρμοδιότητες παραμένουν στα χέρια των κρατών μελών. Πρόσφατα, επιτεύχθηκε συμφωνία στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο επί της οδηγίας για την «Ενιαία άδεια», η οποία περιλαμβάνει ορισμένη νομοθετική εναρμόνιση των διαδικασιών εισδοχής. Επίσης, καταρτίζεται νομοθεσία για ειδικές κατηγορίες μεταναστών (προσωρινοί, εκτοπισμένοι).

2.17   Αν διατηρηθεί η ανωτέρω κατάσταση, θα είναι δύσκολο να προωθηθεί η συνολική προσέγγιση. Υπάρχει κίνδυνος οι ΕΣΚ να χρησιμεύσουν μόνο για τη βελτίωση της διαχείρισης των διαμονών σύντομης διάρκειας, έχοντας πολύ μικρό αντίκτυπο στη βελτίωση των διαδικασιών για τη μετανάστευση εργατικού δυναμικού.

2.18   Οι υφιστάμενες διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες για θέματα μετανάστευσης (που περιλαμβάνουν την εισδοχή εργαζομένων, την πρόληψη της παράτυπης μετανάστευσης, την επανεισδοχή κλπ.) έχουν συναφθεί μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών μελών και των χωρών προέλευσης. Η ΕΕ έχει επίσης δρομολογήσει κάποια πιλοτικά σχέδια. Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι η εφαρμογή της Συνολικής Προσέγγισης θα αποτελέσει ένα βήμα προς την κατεύθυνση της δημιουργίας διμερών πλαισίων μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών.

2.19   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η περιφερειακή διάσταση είναι ζωτικής σημασίας και, ως εκ τούτου, προτείνει να συμμετέχουν στην ΣΠΜΚ και τα υφιστάμενα περιφερειακά όργανα, ιδίως εκείνα με τα οποία η ΕΕ έχει συνάψει συμφωνίες σύνδεσης και συνεργασίας. Μερικά από τα περιφερειακά όργανα της Νότιας Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής αναπτύσσουν σήμερα εσωτερικές ρυθμίσεις για την ελεύθερη κυκλοφορία, τη μετανάστευση και την κινητικότητα, ρυθμίσεις οι οποίες μπορεί να διευκολύνουν και τη διαχείριση της μετανάστευσης στην Ευρώπη.

2.20   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τις γεωγραφικές προτεραιότητες της Επιτροπής και συμφωνεί ότι οι περιφερειακοί διάλογοι πρέπει να βασίζονται στην πολιτική γειτονίας της ΕΕ, ιδιαίτερα στη συνεργασία με τις χώρες της Νότιας Μεσογείου και της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης. Θα πρέπει επίσης να αποτελέσει προτεραιότητα η συνεργασία της ΕΕ με την Αφρική και με τις 19 χώρες της διαδικασίας της Πράγας. Μια άλλη προτεραιότητα είναι η σχέση με τις 27 χώρες της διαδικασίας του Ραμπάτ, καθώς και με το Κέρας της Αφρικής.

2.21   Η ΕΟΚΕ προτείνει να ενισχυθεί ο διάλογος με τις χώρες ΑΚΕ για θέματα μετανάστευσης και κινητικότητας, αλλά και να ξεκινήσουν συνομιλίες με τις χώρες της Κεντρικής και της Νότιας Αμερικής.

Πρέπει να ενισχυθεί ο διμερής διάλογος με τις υποψήφιες χώρες (Τουρκία, Βαλκάνια), ενώ το ίδιο ισχύει για τη Ρωσία, την Ινδία και την Κίνα.

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά έχει ο διάλογος με τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία.

2.22   Στην πρόταση της Επιτροπής, οι τέσσερεις πυλώνες στους οποίους στηρίζεται η συνολική προσέγγιση είναι οι ακόλουθοι:

οργάνωση και διευκόλυνση της νόμιμης μετανάστευσης και της κινητικότητας,

πρόληψη και περιορισμός της παράτυπης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας,

προώθηση της διεθνούς προστασίας και ενίσχυση της εξωτερικής διάστασης της πολιτικής ασύλου,

μεγιστοποίηση των ευεργετικών συνεπειών της μετανάστευσης και της κινητικότητας για την ανάπτυξη.

2.23   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι αυτοί είναι οι πυλώνες πάνω στους οποίους πρέπει να αναπτυχθεί μια συνολική προσέγγιση που είναι συνεπής με τις άλλες πολιτικές για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το άσυλο, την αναπτυξιακή συνεργασία, την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων κλπ.

3.   Οργάνωση και διευκόλυνση της νόμιμης μετανάστευσης και της κινητικότητας

3.1   Οι ΕΣΚ με τις τρίτες χώρες θα πρέπει να στοχεύουν καταρχήν στη διευκόλυνση της νόμιμης και καλά οργανωμένης μετανάστευσης. Η μεταναστευτική προσφορά της ΕΕ πρέπει να είναι αξιόπιστη και οι διαδικασίες πρέπει να είναι διαφανείς, ώστε να ενισχυθεί στις χώρες προέλευσης η άποψη ότι η νόμιμη μετανάστευση είναι εφικτή και ότι πρέπει να απορρίπτονται οι παράτυπες διαδικασίες.

3.2   Οι διάλογοι με τις τρίτες χώρες έχουν σήμερα πολλούς περιορισμούς, εφόσον αρμόδια για την εισδοχή των νέων μεταναστών είναι τα κράτη μέλη. Η ΕΟΚΕ προτείνει στα κράτη μέλη και το Συμβούλιο να ενισχύσουν την αρμοδιότητα της Επιτροπής για τα θέματα αυτά, επειδή η ΕΕ προσφέρει σημαντική προστιθέμενη αξία.

3.3   Η εισδοχή υπηκόων τρίτων χωρών υπόκειται σήμερα σε αυστηρούς περιορισμούς που επιβάλλονται από τις εθνικές νομοθεσίες. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία αναπτύσσεται με πολλά πολιτικά προβλήματα, οι οδηγίες που έχουν εγκριθεί δεν έχουν ακόμη μεταφερθεί στις εθνικές έννομες τάξεις, ενώ άλλες τελούν ακόμη υπό διαπραγμάτευση μεταξύ Συμβουλίου και Κοινοβουλίου.

3.4   Σε άλλη γνωμοδότηση (14), η ΕΟΚΕ είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, παρά την ύπαρξη ορισμένων εθνικών διαφορών, η ΕΕ χρειάζεται μια ανοικτή νομοθεσία, η οποία να επιτρέπει τη μετανάστευση εργατικού δυναμικού μέσω νόμιμων και διαφανών διαύλων, τόσο για τους υψηλά ειδικευμένους εργαζόμενους όσο και για τις λιγότερο ειδικευμένες εργασίες. Πολλοί μετανάστες θα έχουν άδειες μακράς διαρκείας και άλλοι θα είναι προσωρινοί. Η κατάσταση αυτή πρέπει να ληφθεί υπόψη στις ΕΣΚ.

3.5   Πρέπει να εφαρμοστούν συστήματα «υποστήριξης» των μεταναστών από τη στιγμή που εγκαταλείπουν τη χώρα προέλευσης έως ότου ενταχθούν στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία της χώρας προορισμού. Τα συστήματα υποστήριξης θα πρέπει να εφαρμόζονται τόσο από τις δημόσιες αρχές όσο και από τα εργατικά συνδικάτα, τις επιχειρηματικές οργανώσεις, τις οργανώσεις της διασποράς και άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, και να περιλαμβάνουν πληροφόρηση και παροχή συμβουλών καθ’ όλη τη διαδικασία μετανάστευσης, καθώς και διδασκαλία της γλώσσας, εξοικείωση με τις εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες, τους νόμους και τα έθιμα της χώρας προορισμού.

3.6   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την πρόταση που έχει διατυπώσει και σε άλλες γνωμοδοτήσεις για τη βελτίωση των συστημάτων αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων των διακινουμένων εργαζομένων και την επικύρωση των προσόντων και δεξιοτήτων, που πρέπει να αποτελούν μέρος των ΕΣΚ.

3.7   Όπως έχει προτείνει η ΕΟΚΕ σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της, πρέπει να εξασφαλίζεται ουσιαστικά η δυνατότητα μεταφοράς των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης των μεταναστών εντός της ΕΕ και στις χώρες προέλευσης, γι’ αυτό και τα θέματα της κοινωνικής ασφάλισης πρέπει να καλύπτονται από τις ΕΣΚ. Αν και οι ευρωπαϊκές νομοθεσίες για τη μετανάστευση περιορίζουν τα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης, μέσω αυτών των συμφωνιών μπορεί να λυθούν πολλά προβλήματα. Αυτός είναι ένας άλλος λόγος για τον οποίο οι ΕΣΚ πρέπει να έχουν νομικά δεσμευτικό χαρακτήρα.

3.8   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει τη σημασία των πολιτικών ένταξης. Έχει αναλάβει μεγάλη δέσμευση για την προώθηση της ένταξης και του ρόλου των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Το Ευρωπαϊκό Φόρουμ για την Ένταξη, το οποίο συνεδριάζει κάθε έξι μήνες στην έδρα της ΕΟΚΕ, είναι ένα πολύ σημαντικό μέσο για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Το Ταμείο Ένταξης αποτελεί βασικό χρηματοδοτικό μέσο, το οποίο θα πρέπει να επεκταθεί.

3.9   Οι πολιτικές ένταξης αφορούν τόσο τους μετανάστες όσο και τις κοινωνίες υποδοχής, προάγουν την ισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, καθώς και τον διαπολιτισμικό, διεθνοτικό και διαθρησκευτικό διάλογο, και συνδέονται με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και την καταπολέμηση του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και των διακρίσεων. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τη μετανάστευση θα πρέπει να εξασφαλίζει την ίση μεταχείριση των μεταναστών στον εργασιακό και τον κοινωνικό χώρο (15).

3.10   Στις γνωμοδοτήσεις της, η ΕΟΚΕ έχει προτείνει να συμπεριληφθούν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία τα εργασιακά και τα κοινωνικά δικαιώματα των μεταναστών εργαζομένων, με στόχο την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας και την αποτροπή της εργασιακής εκμετάλλευσης.

3.11   Ιδιαίτερα δυσχερείς είναι οι συνθήκες για τους μετανάστες «χωρίς χαρτιά». Η Επιθεώρηση Εργασίας πρέπει να επαγρυπνά για την τήρηση των εργασιακών κανόνων, συνεργαζόμενη με τους κοινωνικούς εταίρους. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (FRA) της ΕΕ στη Βιέννη σχετικά με την κατάσταση των παράτυπα εργαζόμενων μεταναστών στην ΕΕ (16).

3.12   Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει την τροποποίηση της οδηγίας για την οικογενειακή επανένωση, η οποία είναι ανεπαρκής. Η Επιτροπή δημοσίευσε Λευκή Βίβλο επί της οποίας η ΕΟΚΕ καταρτίζει γνωμοδότηση (17).

3.13   Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών υπήρξαν γεγονότα, δηλώσεις και πολιτικές αποφάσεις τις οποίες η ΕΟΚΕ παρατηρεί με μεγάλη ανησυχία, σαν μια παλιά και γνωστή ευρωπαϊκή ασθένεια που εξαπλώνεται και πάλι στην Ευρώπη: η ξενοφοβία και ο εθνικιστικός αποκλεισμός. Οι μειονότητες και οι μετανάστες υφίστανται προσβολές, ύβρεις και επιθετικές πολιτικές διακρίσεων.

3.14   Πριν από χρόνια, την ξενοφοβία και τον λαϊκισμό προωθούσαν μόνο εξτρεμιστικές πολιτικές ομάδες και μειονότητες. Αλλά σήμερα οι πολιτικές αυτές αποτελούν μέρος της ημερήσιας διάταξης και του προγράμματος ορισμένων κυβερνήσεων, οι οποίες χρησιμοποιούν τις πολιτικές εναντίον των μεταναστών και κατά των μειονοτήτων ως εκλογικό όπλο. Η ΕΟΚΕ συνιστά στα θεσμικά όργανα της ΕΕ να μην επιτρέψουν να επηρεαστεί το ευρωπαϊκό θεματολόγιο από την ξενοφοβία και τον λαϊκισμό.

4.   Πρόληψη και περιορισμός της παράτυπης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας

4.1   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την άποψη της Επιτροπής σε ό,τι αφορά τη σημασία που έχει η πρόληψη της παράτυπης μετανάστευσης.

4.2   Είναι ανάγκη να καταπολεμηθεί η αδήλωτη εργασία και να εφαρμοστεί αποτελεσματικά στις εθνικές νομοθεσίες η οδηγία για τις κυρώσεις κατά των εργοδοτών που εκμεταλλεύονται παράνομους μετανάστες (18). Οι μετανάστες που βρίσκονται σε αντικανονική κατάσταση είναι ευάλωτοι στην εργασιακή εκμετάλλευση, και θα πρέπει να θεωρούνται θύματα. Οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να συνεργαστούν για τη μείωση της παράνομης απασχόλησης και της εργασιακής εκμετάλλευσης, σε συνεργασία με την Επιθεώρηση Εργασίας

4.3   Η ΕΟΚΕ έχει καταδείξει (19) ότι η ΕΕ χρειάζεται μια αξιόπιστη, αποτελεσματική και νόμιμη πολιτική εξωτερικών συνόρων, η οποία υπόκειται σε δημοκρατικό έλεγχο και ανεξάρτητες αξιολογήσεις. Τα κράτη μέλη πρέπει να παραχωρήσουν στον FRONTEX περισσότερες επιχειρησιακές αρμοδιότητες και λειτουργική αυτονομία σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητες και τους πόρους του (τεχνικός εξοπλισμός).

4.4   Ωστόσο, η ανάπτυξη κοινών επιχειρήσεων που συντονίζει ο Οργανισμός και η επίδρασή τους στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις διοικητικές εγγυήσεις που προβλέπονται στον συνοριακό κώδικα πρέπει να υπόκεινται σε δημοκρατικό έλεγχο από το Κοινοβούλιο και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA). Αυτό θα πρέπει να συμβαδίζει με τη διαρκή αξιολόγηση, ιδιαίτερα των δραστηριοτήτων και των συμφωνιών του FRONTEX με τρίτες χώρες, της αποτελεσματικότητας των κοινών επιχειρήσεων και της ποιότητας των αναλύσεων κινδύνου που διεξάγει.

4.5   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι ο FRONTEX πρέπει απαραιτήτως να τηρεί τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την πρόσβαση στη διεθνή προστασία των αιτούντων άσυλο και την αρχή της μη επαναπροώθησης.

4.6   Η Επιτροπή σημειώνει στην ανακοίνωσή της ότι «εάν δεν εξασφαλισθούν η εύρυθμη διενέργεια των συνοριακών ελέγχων, η μείωση των επιπέδων της παράτυπης μετανάστευσης και μια αποτελεσματική πολιτική επιστροφής, η ΕΕ δεν θα είναι σε θέση να προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες για νόμιμη μετανάστευση και κινητικότητα» (20). Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι πρόκειται για καταστάσεις που συνδέονται στενά μεταξύ τους.

4.7   Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επισημάνει σε διάφορες γνωμοδοτήσεις της (21) ότι υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ της νόμιμης και της παράνομης μετανάστευσης, διότι όταν δεν υπάρχουν κατάλληλοι, διαφανείς και ευέλικτοι δίαυλοι για τη νόμιμη μετανάστευση, αυξάνεται η παράνομη μετανάστευση.

4.8   Αν και οι περισσότεροι άνθρωποι που ευρίσκονται αντικανονικά στην Ευρώπη έχουν εισέλθει νόμιμα, υπάρχουν άλλοι που είναι θύματα εγκληματικών δικτύων. Στις ΕΣΚ, η ΕΕ θα πρέπει να συμπεριλάβει την καταπολέμηση των εγκληματικών δικτύων διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων. Πρέπει να διασφαλιστεί η προστασία των θυμάτων.

4.9   Οι διάλογοι πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης τις διαδικασίες επιστροφής και επανεισδοχής, οι οποίες πρέπει πάντα να βασίζονται στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ΕΟΚΕ ελπίζει ότι ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (FRA) θα αναπτύξει έναν κώδικα δεοντολογίας για τις αναγκαστικές επιστροφές, βάσει των είκοσι αρχών για την αναγκαστική επιστροφή που εκπονήθηκαν από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (22).

4.10   Όσον αφορά τη σύλληψη και κράτηση των παράνομων μεταναστών, η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι «θα πρέπει επίσης να ληφθούν μέτρα για να εξασφαλισθούν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για τους μετανάστες στα κέντρα υποδοχής και για να αποφεύγεται η αυθαίρετη ή επ’ αόριστον κράτησή τους» (23). Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι τα άτομα που βρίσκονται σε αντικανονική κατάσταση δεν είναι εγκληματίες και εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι ορισμένες εθνικές πράξεις χρησιμοποιούν καταχρηστικά την οδηγία για την επιστροφή, η οποία θεωρεί ότι θα πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε να εξασφαλίζει επαρκή προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

4.11   Η ΕΟΚΕ απορρίπτει ιδιαίτερα τη δυνατότητα εγκατάστασης ανηλίκων στα ίδια κέντρα κράτησης με τους ενήλικες, γιατί τα παιδιά πρέπει να ζουν σε ανοικτό κοινωνικό περιβάλλον και, όποτε είναι δυνατόν, με τις οικογένειές τους.

4.12   Η εμπορία ανθρώπων πρέπει να αντιμετωπιστεί ως προτεραιότητα και να συμπεριληφθεί σε όλους τους διαλόγους. Πρέπει να προβλέπεται ότι, πριν από την υπογραφή ΕΣΚ με την ΕΕ, οι ενδιαφερόμενες χώρες θα πρέπει να επικυρώσουν και να ενσωματώσουν στη νομοθεσία τους τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος και τα πρωτόκολλά της για την Εμπορία Ανθρώπων και τη Διακίνηση Λαθρομεταναστών.

4.13   Η ΕΟΚΕ ζητά από τις αρχές να ενισχύσουν τον αγώνα για την καταπολέμηση των εγκληματικών οργανώσεων που επωφελούνται από την εμπορία ανθρώπων και τη διακίνηση λαθρομεταναστών. Οι άνθρωποι που εμπλέκονται σε αυτά τα δίκτυα πρέπει να θεωρούνται θύματα που πρέπει να προστατευθούν.

5.   Προώθηση της διεθνούς προστασίας και ενίσχυση της εξωτερικής διάστασης της πολιτικής για το άσυλο

5.1   Σε πολλές περιπτώσεις οι αιτούντες άσυλο δεν μπορούν να υποβάλουν την αίτησή τους στο ευρωπαϊκό έδαφος, επειδή οι έλεγχοι για την καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης, δεν τους επιτρέπουν να εισέλθουν στην Ευρώπη. Είμαστε μάρτυρες μιας κραυγαλέας αντίφασης μεταξύ των μέτρων που ελήφθησαν για τον έλεγχο της παράτυπης μετανάστευσης και του δικαιώματος ασύλου.

5.2   Θα πρέπει να διασφαλιστεί η τήρηση της αρχής της μη επαναπροώθησης και ότι όλα τα πρόσωπα που χρήζουν διεθνούς προστασίας μπορούν να υποβάλουν την αίτησή τους εντός της ΕΕ. Οι αιτήσεις αυτές πρέπει να διεκπεραιώνονται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές.

5.3   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το έργο της Επιτροπής για τη βελτίωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το άσυλο (24), με την οποία πρέπει να επιτευχθεί υψηλός βαθμός εναρμόνισης και ένα ενιαίο καθεστώς με διαφανείς και αποτελεσματικές διαδικασίες. Οι άνθρωποι που ευρίσκονται στην ΕΕ και τελούν υπό καθεστώς προστασίας ή έχουν υποβάλει αίτηση ασύλου πρέπει να είναι σε θέση να ενταχθούν στην αγορά εργασίας υπό συνθήκες ίσης μεταχείρισης.

5.4   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης τη συνεργασία με τρίτες χώρες για την ενίσχυση των συστημάτων ασύλου και τη συμμόρφωσή τους με τα διεθνή πρότυπα.

5.5   Επιπλέον, οι τρίτες χώρες με τις οποίες θα συναφθούν ΕΣΚ θα πρέπει να έχουν υπογράψει τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες, να διαθέτουν δομές για το άσυλο και να σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η ΕΕ πρέπει να συνεργαστεί μαζί τους με σκοπό τη βελτίωση των συστημάτων τους για το άσυλο.

5.6   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ανάπτυξη των Περιφερειακών Προγραμμάτων Προστασίας και πιστεύει ότι η βελτίωση των δομών παροχής ασύλου στις τρίτες χώρες δεν πρέπει να εμποδίζει τα άτομα που ζητούν άσυλο και πρέπει να καταθέσουν την αίτησή τους σε μια ευρωπαϊκή χώρα να το πράξουν.

5.7   Οι Εταιρικές Σχέσεις Κινητικότητας δεν πρέπει να υποθέτουν ότι οι χώρες εταίροι φέρουν όλο το κόστος των διαδικασιών ασύλου για όσους διέρχονται από την επικράτειά τους. Η ΕΕ πρέπει να προσφέρει τη συνεργασία της μέσω του Ταμείου για το άσυλο.

5.8   Η ΕΕ πρέπει να εξακολουθήσει να αποτελεί τόπο υποδοχής και ασύλου, να ενισχύσει την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών και να αυξήσει τα προγράμματα επανεγκατάστασης.

6.   Μεγιστοποίηση των αναπτυξιακών επιδράσεων της μετανάστευσης και της κινητικότητας

6.1   Η ΕΕ πρέπει να προσφέρει τη συνεργασία της ώστε οι χώρες προέλευσης των μεταναστών να είναι σε θέση να προσφέρουν ευκαιρίες αξιοπρεπούς εργασίας σε όλους τους ανθρώπους. Θα μπορέσει έτσι να διευκολυνθεί η εκούσια μετανάστευση, επειδή σήμερα η μετανάστευση για τους περισσότερους δεν αποτελεί εθελοντική επιλογή. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το έργο της ΔΟΕ για την προώθηση της αξιοπρεπούς εργασίας.

6.2   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της που η Επιτροπή διασυνέδεσε με σαφή τρόπο την πολιτική για την εισδοχή υψηλά ειδικευμένων επαγγελματιών με την πολιτική αναπτυξιακής συνεργασίας, με την οποία επιδιώκεται, μεταξύ άλλων, η αποτροπή της διαρροής εγκεφάλων και της απώλειας ανθρώπινου κεφαλαίου στις χώρες προέλευσης.

6.3   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να είναι η δέσμευση μεγαλύτερη. Η Επιτροπή επισημαίνει την ανάγκη να καταβληθούν «προσπάθειες για την αντιμετώπιση της διαρροής εγκεφάλων», αλλά στην πολιτική για την εισδοχή των μεταναστών επιδιώκει «να καταβληθούν ιδιαίτερες προσπάθειες για την προσέλκυση μεταναστών με υψηλή ειδίκευση ενόψει του παγκοσμίου ανταγωνισμού για την προσέλκυση ταλέντων». Αυτοί οι δύο στόχοι συχνά έρχονται σε σύγκρουση, αλλά η ανακοίνωση δεν καθορίζει τα όρια της προσέλκυσης «ταλέντων» για να επιτευχθεί ο στόχος του περιορισμού της διαρροής εγκεφάλων. Υπάρχει μόνο μία αναφορά σε αυτό το δίλημμα, όταν γίνεται λόγος περί υγειονομικού προσωπικού: υποστηρίζεται ο κώδικας ορθής πρακτικής της ΠΟΥ και αναλαμβάνεται δέσμευση για την κυκλική μετανάστευση των επαγγελματιών στον χώρο της υγείας.

6.4   Αλλά η διαρροή εγκεφάλων δεν συμβαίνει μόνο στον τομέα της υγείας και, συνεπώς, χρειάζεται ένας ευρύτερος κώδικας ορθής πρακτικής που να περιορίζει την πρόσληψη εργαζομένων με υψηλή ειδίκευση σε ορισμένες χώρες και σε ορισμένα επαγγέλματα. Η ΕΟΚΕ προτείνει να περιοριστεί η διαρροή εγκεφάλων στις ΕΣΚ, έτσι ώστε η ροή της μετανάστευσης να είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές.

6.5   Η ΕΕ πρέπει να δημιουργήσει συστήματα αποζημίωσης για τις χώρες που υφίστανται την απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου, λόγω της μετανάστευσης προς την Ευρώπη. Η αποζημίωση πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, υποστήριξη των εκπαιδευτικών τους συστημάτων, καθώς και της ανάπτυξης των εργασιακών θεσμών για τη δημιουργία απασχόλησης και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας.

6.6   Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει να καταστεί περισσότερο ευέλικτη η οδηγία για το καθεστώς παραμονής μακράς διάρκειας, ώστε να επιτρέπεται η κυκλική κινητικότητα πολλών επαγγελματιών μεταξύ της ΕΕ και των χωρών προέλευσης, χωρίς να χάνεται το δικαίωμα μόνιμης διαμονής, προκειμένου να διατηρηθούν και να βελτιωθούν οι διασυνδέσεις που μπορεί να είναι πολύ χρήσιμες για την ανάπτυξη.

6.7   Σήμερα, τα συστήματα κυκλικής μετανάστευσης συνεπάγονται την απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου στις χώρες προέλευσης, δεδομένου ότι η μετανάστευση είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος της ανοργάνωτη. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι το ανθρώπινο δυναμικό μπορεί να βελτιωθεί μέσω καλά δομημένων διαδικασιών, οι οποίες συνδυάζουν την κατάρτιση, τις δεξιότητες και τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα.

6.8   Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τις ανησυχίες της ΔΟΕ ότι υπάρχει κίνδυνος η κυκλική μετανάστευση να χρησιμοποιηθεί για τον περιορισμό των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων και για την παρεμπόδιση της μόνιμης εγκατάστασης. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ προτείνει την κατοχύρωση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσωρινών μεταναστών από άποψη μισθών και συνθηκών εργασίας.

6.9   Σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της (25), η ΕΟΚΕ έχει επισημάνει τη σημασία των οργανώσεων της διασποράς και τον ρόλο που διαδραματίζουν στην ανάπτυξη. Η ΕΕ πρέπει να υποστηρίξει τις δραστηριότητες των οργανώσεων της διασποράς.

6.10   Θα πρέπει επίσης να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τη μείωση του κόστους μεταφοράς των εμβασμάτων και τη χρήση τους για την ανάπτυξη. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τη δημιουργία ενός ετήσιου φόρουμ για τα εμβάσματα και τη δημιουργία μιας κοινής διαδικτυακής πύλης.

6.11   Η ΕΟΚΕ προτείνει τη δημιουργία μιας Υπηρεσίας Στήριξης των Οργανώσεων της Διασποράς, για να διευκολυνθεί ο συντονισμός όλων των οργανώσεων που παρεμβαίνουν για την ανάπτυξη μιας χώρας ή μιας περιοχής, καθώς και ο συντονισμός τους με τις διεθνείς οργανώσεις αναπτυξιακής συνεργασίας. Αυτή η υπηρεσία θα πρέπει να διοχετεύει τους διαθέσιμους πόρους στα νέα έργα. Η ΕΕ πρέπει να υποστηρίξει τις οργανώσεις της διασποράς και να διευκολύνει τη δημιουργία αντιπροσωπευτικών πλατφορμών.

7.   Χρηματοδότηση και αξιολόγηση

7.1   Ο μελλοντικός προγραμματισμός των χρηματοδοτικών μέσων θα πρέπει να διευκολύνει την εφαρμογή της συνολικής προσέγγισης. Η ΕΟΚΕ καταρτίζει επί του παρόντος τη σχετική γνωμοδότηση (26) που της έχει ζητήσει η Επιτροπή.

7.2   Η ΕΟΚΕ προτείνει να διενεργηθεί ανεξάρτητη μελέτη σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο των ΕΣΚ που υπάρχουν αυτή τη στιγμή. Υποστηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να εξασφαλίσει την ύπαρξη ενός αποτελεσματικού μηχανισμού αξιολόγησης των ΕΣΚ.

7.3   Οι διμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί μέχρι σήμερα δείχνουν ότι οι ΕΣΚ χρησιμοποιούνται για τη διευκόλυνση των θεωρήσεων βραχείας διαμονής και των συμφωνιών επανεισδοχής, ενώ άλλες πτυχές τους που αποτελούν μέρος της συνολικής προσέγγισης περιέρχονται στο παρασκήνιο. Η αξιολόγηση των ΕΣΚ θα πρέπει να καλύψει και τους τέσσερις πυλώνες της συνολικής προσέγγισης.

7.4   Από την άλλη πλευρά, οι ΕΣΚ, οι οποίες αποτελούν κοινές πολιτικές δηλώσεις, δεν είναι νομικά δεσμευτικές για τα συμμετέχοντα κράτη. Γι’ αυτό, η ΕΟΚΕ προτείνει να μετατραπούν σε διεθνείς συμφωνίες με νομική ισχύ.

Βρυξέλλες 25 Απριλίου 2012

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ της 30ής Ιουνίου 2004 με θέμα «Η Διεθνής Σύμβαση για τους διακινούμενους εργαζόμενους» (εισηγητής: ο κ. PARIZA CASTAÑOS), ΕΕ C 302, 7.12.2004.

(2)  ΔΟΕ, Πολυμερές πλαίσιο για τη μετανάστευση εργατικού δυναμικού, 2007.

(3)  Διερευνητική γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Υγεία και μετανάστευση», ΕΕ C 256 της 27.10.2007, σ. 123.

(4)  Σε συνεργασία με το Διεθνή οργανισμό μετανάστευσης

(5)  «Είκοσι κατευθυντήριες αρχές σχετικά με την αναγκαστική επιστροφή», CM(2005)40.

(6)  Πρωτόκολλα του Παλέρμο 2000.

(7)  Βάσει της Ευρωπαϊκής σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων.

(8)  ΕΕ C 248, 25.8.2011, σ. 135-137, 15 Ιουνίου 2011 Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Ανακοίνωση για τη μετανάστευση» COM(2011) 248 τελικό. Γενικός εισηγητής: ο κ. Luis Miguel Pariza Castaños.

ΕΕ C 120, 16.5.2008, σ. 82-88, 12 Δεκεμβρίου 2007 Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Μετανάστευση και ανάπτυξη: ευκαιρίες και προκλήσεις» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας). Εισηγητής: ο κ. Sukhdev Sharma.

ΕΕ C 48, 15.2.2011, σ. 6-13, 15 Σεπτεμβρίου 2010 Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ο ρόλος της νόμιμης μετανάστευσης στο πλαίσιο της δημογραφικής πρόκλησης» (διερευνητική γνωμοδότηση). Εισηγητής: ο κ. Luis Miguel Pariza Castaños.

ΕΕ C 44, 16.2.2008, σ. 91-102, 25 Οκτωβρίου 2007 Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Κοινοτική πολιτική για τη μετανάστευση και τη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης για την προώθηση της ανάπτυξης» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας). Εισηγητής: ο κ. Luis Miguel Pariza Castaños.

ΕΕ C 128, 18.5.2010, σ. 29-35, 4 Νοεμβρίου 2009 Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις ευρωπαϊκές πολιτικές και την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί μετανάστευσης» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας). Εισηγητής: ο κ. Luis Miguel Pariza Castaños.

(9)  14 και 15 Σεπτεμβρίου 2006.

(10)  Διασκέψεις στις Βρυξέλλες, τη Μανίλα και την Αθήνα.

(11)  Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ, 30 Ιουνίου 2004 με θέμα «Η Διεθνής Σύμβαση για τους διακινούμενους εργαζόμενους» (εισηγητής: ο κ. PARIZA CASTAÑOS), ΕΕ C 302, 7.12.2004.

(12)  ΕΕ C 48, 15.2.2011, σ. 6–13.

(13)  ΕΕ C 120, 16.5.2008, σ. 82–88.

(14)  ΕΕ C 48, 15.2.2011, σ. 6–13.

(15)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ευρωπαϊκό έτος διαπολιτισμικού διαλόγου, ΕΕ C 185 της 8.8.2006, σ. 42.

(16)  Έκθεση του Οργανισμού θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής ένωσης (FRA) “Μη νόμιμοι μετανάστες που απασχολούνται σε οικιακές εργασίες: προκλήσεις στο πλαίσιο των θεμελιωδών δικαιωμάτων για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη (Ιούλιος 2011) www.fra.europa.eu.

(17)  Πράσινο βιβλίο για την οικογενειακή επανένωση υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Οδηγία 2003/86/ΕΚ) και γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα Πράσινο Βιβλίο σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (οδηγία 2003/86/ΕΚ) – δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα σε ΕΕ.

(18)  Οδηγία 2009/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την επιβολή ελάχιστων προτύπων όσον αφορά τις κυρώσεις και τα μέτρα κατά των εργοδοτών που απασχολούν παράνομα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών, ΕΕ L 168 της 30.6.2009, σ. 24.

(19)  ΕΕ C 248, 25.8.2011, σ. 135–137.

(20)  Σελ. 6 της ανακοίνωσης COM( 2011) 743 τελικό.

(21)  ΕΕ C 157, 28.6.2005, σ. 86–91.

(22)  «Είκοσι κατευθυντήριες αρχές σχετικά με την αναγκαστική επιστροφή», CM(2005) 40

(23)  Σελ. 20 της ανακοίνωσης COM(2011) 743 τελικό.

(24)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πράσινη Βίβλο σχετικά με το μέλλον του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, ΕΕ C 204, της 9.8.2008, σ. 77

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η προστιθέμενη αξία ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, τόσο για τους αιτούντες άσυλο, όσο και για τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (διερευνητική γνωμοδότηση), ΕΕ C 044, της 11.02.2011, σ. 17.

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Τροποποιημένη πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (αναδιατύπωση)», ΕΕ C 024, της 28.01.2012, σ. 80.

(25)  ΕΕ C 120, 16.5.2008, σ. 82–88 και ΕΕ C 44, 16.2.2008, σ. 91–102.

(26)  SOC/456


29.6.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 191/142


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επισήμανση της ενεργειακής απόδοσης που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 106/2008 σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου»

[COM(2012) 109 final]

2012/C 191/24

Στις 26 Μαρτίου 2012 και σύμφωνα με το άρθρο 194 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣλΕΕ), το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την

«Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επισήμανση της ενεργειακής απόδοσης που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 106/2008 σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου»

COM(2012) 109 final.

Επειδή θεωρεί ότι η πρόταση είναι απολύτως ικανοποιητική και δεν χρήζει περαιτέρω σχολίων εκ μέρους της, η ΕΟΚΕ, απεφάσισε κατά την 480ή σύνοδο ολομέλειάς της, της 25ης και 26ης Απριλίου 2012 (συνεδρίαση της 25ης Απριλίου), απεφάσισε, με 144 ψήφους υπέρ και 4 αποχές, να εκδώσει θετική γνωμοδότηση για το προτεινόμενο κείμενο.

Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 2012.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON