ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2009.102.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

52ό έτος
1 Μαΐου 2009


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο

2009/C 102/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής ΈνωσηςEE C 90 της 18.4.2009

1

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2009/C 102/02

Υπόθεση C-205/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 3ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας (Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση του άρθρου 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ — Μη θέσπιση των πρόσφορων μέτρων για την άρση των ασυμβιβάστων μεταξύ των διμερών συμφωνιών που συνήφθησαν με τρίτες χώρες πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης ΕΚ — Συμφωνίες που συνήψε η Δημοκρατία της Αυστρίας με τη Δημοκρατία της Κορέας, τη Δημοκρατία του Πράσινου Ακρωτηρίου, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη Μαλαισία, τη Ρωσική Ομοσπονδία και τη Δημοκρατία της Τουρκίας σε θέματα επενδύσεων)

2

2009/C 102/03

Υπόθεση C-249/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως), της 3ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας (Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση του άρθρου 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ — Μη θέσπιση των πρόσφορων μέτρων για την άρση των ασυμβιβάστων μεταξύ των διμερών συμφωνιών που συνήφθησαν με τρίτες χώρες πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης ΕΚ — Συμφωνίες που συνήψε το Βασίλειο της Σουηδίας με τη Δημοκρατία της Αργεντινής, τη Δημοκρατία της Βολιβίας, τη Δημοκρατία της Ακτής του Ελεφαντοστού, την Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου, το Χονγκ Κονγκ, τη Δημοκρατία της Ινδονησίας, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης, τη Μαλαισία, την Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν, τη Δημοκρατία του Περού, τη Δημοκρατία της Σενεγάλης, τη Δημοκρατική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σρι Λάνκα, τη Δημοκρατία της Τυνησίας, τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Βιετνάμ, τη Δημοκρατία της Υεμένης και την πρώην Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας σε θέματα επενδύσεων)

2

2009/C 102/04

Υπόθεση C-88/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ — Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων — Οδηγία 2001/83/ΕΚ — Προϊόντα με βάση φαρμακευτικά φυτά — Προϊόντα ταξινομούμενα ως φάρμακα — Προϊόντα νομίμως παραχθέντα ή διατιθέμενα στο εμπόριο ως συμπληρώματα διατροφής ή διαιτητικά προϊόντα εντός άλλων κρατών μελών — Έννοια του όρου φάρμακο — Έγκριση διαθέσεώς του στην αγορά — Εμπόδιο — Αιτιολόγηση — Δημόσια υγεία — Προστασία των καταναλωτών — Αναλογικότητα — Απόφαση 3052/95/ΕΚ — Διαδικασία αμοιβαίας ενημερώσεως όσον αφορά τα εθνικά μέτρα παρεκκλίσεως από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Κοινότητας)

3

2009/C 102/05

Υπόθεση C-222/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009, [αίτηση του Tribunal Supremo (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Unión de Televisiones Comerciales Asociadas (UTECA) κατά Administración General del Estado (Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Άρθρο 12 ΕΚ — Απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας — Άρθρα 39 ΕΚ, 43 ΕΚ, 49 ΕΚ και 56 ΕΚ — Θεμελιώδεις ελευθερίες τις οποίες εγγυάται η Συνθήκη ΕΚ — Άρθρο 87 ΕΚ — Κρατική ενίσχυση — Οδηγία 89/552/ΕΟΚ — Άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων — Υποχρέωση των τηλεοπτικών οργανισμών να διαθέτουν μέρος των λειτουργικών εσόδων τους για την προχρηματοδότηση ευρωπαϊκών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεταινιών, από την οποία χρηματοδότηση ποσοστό 60 % προορίζεται για την παραγωγή έργων των οποίων η γλώσσα του πρωτοτύπου είναι μια από τις επίσημες γλώσσες του Βασιλείου της Ισπανίας και τα οποία παράγονται στην πλειονότητά τους από την ισπανική κινηματογραφική βιομηχανία)

4

2009/C 102/06

Υπόθεση C-302/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009, [αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — J D Wetherspoon PLC κατά The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs (Πρώτη και έκτη οδηγία περί ΦΠΑ — Αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αναλογικότητας — Κανόνες για τη στρογγυλοποίηση των ποσών του ΦΠΑ — Μέθοδοι και επίπεδα στρογγυλοποιήσεως)

5

2009/C 102/07

Υπόθεση C-350/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009, [αίτηση του Sächsisches Landessozialgericht (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Kattner Stahlbau GmbH κατά Maschinenbau- und Metall- Berufsgenossenschaft (Ανταγωνισμός — Άρθρα 81 ΕΚ, 82 ΕΚ και 86 ΕΚ — Υποχρεωτική υπαγωγή σε ασφαλιστικό φορέα όσον αφορά την ασφάλιση κατά των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών — Έννοια του όρου επιχείρηση — Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Άρθρα 49 ΕΚ και 50 ΕΚ — Περιορισμός — Δικαιολόγηση — Κίνδυνος σοβαρής διαταράξεως της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως)

5

2009/C 102/08

Υπόθεση C-388/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009, [αίτηση του High Court of Justice (England & Wales) Queen's Bench Division (Administrative Court — Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — The Queen, The Incorporated Trustees of the National Council for Ageing (Age Concern England) κατά Secretary of State for Business, Enterprise and Regulatory Reform (Οδηγία 2000/78 — Íση μεταχείριση στον τομέα της απασχολήσεως και της εργασίας — Διάκριση λόγω ηλικίας — Απόλυση λόγω συνταξιοδοτήσεως — Δικαιολόγηση)

6

2009/C 102/09

Υπόθεση C-479/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009 — Γαλλική Δημοκρατία κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (Προσφυγή ακυρώσεως — Κανονισμός (ΕΚ) 809/2007 — Ορισμός της έννοιας παρασυρόμενα δίχτυα — Απλάδια για τόνο — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Παραβίαση των αρχών της αναλογικότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων)

7

2009/C 102/10

Υπόθεση C-545/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009, [αίτηση του Sofiyski gradski sad (Βουλγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Apis-Hristovich EOOD κατά Lakorda AD (Οδηγία 96/9/ΕΚ — Νομική προστασία των βάσεων δεδομένων — Δικαίωμα ειδικής φύσης — Απόκτηση, έλεγχος ή παρουσίαση του περιεχομένου μιας βάσης δεδομένων — Εξαγωγή — Ουσιώδες μέρος του περιεχομένου μιας βάσης δεδομένων — Ηλεκτρονική βάση επίσημων νομικών δεδομένων)

7

2009/C 102/11

Υπόθεση C-556/07: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα), της 5ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Κοινή αλιευτική πολιτική — Κανονισμός (ΕΚ) 894/97 — Παρασυρόμενα δίχτυα — Έννοια — Δίχτυα αλιείας απλάδια για τόνο — Απαγόρευση της αλίευσης ορισμένων ειδών — Κανονισμοί (ΕΟΚ) 2847/93 και (ΕΚ) 2371/2002 — Απουσία συστήματος αποτελεσματικού ελέγχου προς διασφάλιση της τήρησης αυτής της απαγόρευσης)

8

2009/C 102/12

Υπόθεση C-507/08: Προσφυγή, της 21ης Νοεμβρίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Σλοβακικής Δημοκρατίας

9

2009/C 102/13

Υπόθεση C-14/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgericht Berlin (Γερμανία) στις 12 Ιανουαρίου 2009 — Hava Genc κατά Land Berlin

10

2009/C 102/14

Υπόθεση C-45/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Arbeitsgericht Hamburg (Γερμανία) στις 2 Φεβρουαρίου 2009 — Gisela Rosenbladt κατά Oellerking Gebäudereinigungsges.mbH

10

2009/C 102/15

Υπόθεση C-49/09: Προσφυγή, της 2ας Φεβρουαρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Πολωνίας

11

2009/C 102/16

Υπόθεση C-63/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Juzgado Mercantil Νο 4 de Barcelona (Ισπανία) στις 13 Φεβρουαρίου 2009 — Axel Waltz κατά Clickair SA

11

2009/C 102/17

Υπόθεση C-70/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 17 Φεβρουαρίου 2009 — Alexander Hengartner και Rudolf Gasser

12

2009/C 102/18

Υπόθεση C-72/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Cour de cassation (Γαλλία) στις 18 Φεβρουαρίου 2009 — Etablissements Rimbaud SA κατά Directeur général des impôts, Directeur des services fiscaux d'Aix-en-Provence

12

2009/C 102/19

Υπόθεση C-74/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Cour de cassation (Βέλγιο) στις 18 Φεβρουαρίου 2009 — Bâtiments et Ponts Consruction SA και Thyssenkrupp Industrieservice κατά Berlaymont 2000 SA

12

2009/C 102/20

Υπόθεση C-75/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Commissione Tributaria Provinciale di Alessandria (Ιταλία) στις 20 Φεβρουαρίου 2009 — Agra Srl κατά Agenzia Dogane Ufficio delle Dogane di Alessandria

13

2009/C 102/21

Υπόθεση C-77/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) στις 20 Φεβρουαρίου 2009 — Gowan Comercio Internacional e servicos limitada κατά Ministero della Salute

13

2009/C 102/22

Υπόθεση C-78/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Φεβρουαρίου 2009 η Compagnie des bateaux mouches SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (έβδομο τμήμα) στις 10 Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση T-365/06, Bateaux mouches κατά ΓΕΕΑ

13

2009/C 102/23

Υπόθεση C-81/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ελλάδα) στις 25 Φεβρουαρίου 2009 — Íδρυμα Τύπου Α.Ε. κατά Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης

14

2009/C 102/24

Υπόθεση C-82/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ελλάδα) στις 25 Φεβρουαρίου 2009 — Δήμος Αγίου Νικολάου Κρήτης κατά Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

14

2009/C 102/25

Υπόθεση C-83/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Φεβρουαρίου 2009 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (έβδομο τμήμα) στην υπόθεση T-388/02, Kronoply GmbH & Co. KG και Kronotex GmbH & Co. KG κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπέρ της οποίας είχαν παρέμβει η Zellstoff Stendal GmbH, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και το Land Sachsen-Anhalt

15

2009/C 102/26

Υπόθεση C-85/09 P: Αίτηση αναιρέσεως της Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda, που ασκήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2009, κατά της διατάξεως της 17ης Δεκεμβρίου 2008, την οποία εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (όγδοο τμήμα) στην υπόθεση T-137/07, Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda, κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

16

2009/C 102/27

Υπόθεση C-86/09: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το VAT and Duties Tribunal, Manchester (Ηνωμένο Βασίλειο) στις 27 Φεβρουαρίου 2009 — Future Health Technologies Ltd κατά Her Majesty's Commissioners of Revenue and Customs

16

 

Πρωτοδικείο

2009/C 102/28

Υπόθεση T-156/08 P: Απόφαση του Πρωτοδικείου, της 16ης Μαρτίου 2009 — R κατά Επιτροπής (Αναίρεση — Υπαλληλική υπόθεση — Δόκιμοι υπάλληλοι — Έκθεση αξιολογήσεως για την περίοδο δοκιμασίας — Δεν υφίσταται βλαπτική πράξη — Προθεσμία ασκήσεως προσφυγής — Εκπρόθεσμο)

18

2009/C 102/29

Υπόθεση T-47/09: Προσφυγή, της 9ης Φεβρουαρίου 2009 — Deutsche Behindertenhilfe — Aktion Mensch κατά ΓΕΕΑ (diegesellschafter.de)

18

2009/C 102/30

Υπόθεση T-55/09: Προσφυγή, της 13ης Φεβρουαρίου 2009 — Swarovski κατά ΓΕΕΑ — Swarovski (Daniel Swarovski Privat)

18

2009/C 102/31

Υπόθεση T-57/09: Προσφυγή-αγωγή, της 9ης Φεβρουαρίου 2009 — Alfastar Benelux κατά Συμβουλίου

19

2009/C 102/32

Υπόθεση T-60/09: Προσφυγή, της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Herhof κατά ΓΕΕΑ — Stabilator (stabilator)

20

2009/C 102/33

Υπόθεση T-61/09: Προσφυγή, της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Meica κατά ΓΕΕΑ — Bösinger Fleischwaren (Schinken King)

21

2009/C 102/34

Υπόθεση T-62/09: Προσφυγή, της 13ης Φεβρουαρίου 2009 — Rintisch κατά ΓΕΕΑ — Bariatrix Europe (PROTI SNACK)

21

2009/C 102/35

Υπόθεση T-63/09: Προσφυγή, της 17ης Φεβρουαρίου 2009 — Volkswagen κατά ΓΕΕΑ — Suzuki Motor (SWIFT GTi)

22

2009/C 102/36

Υπόθεση T-64/09: Προσφυγή, της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Micro Shaping κατά ΓΕΕΑ (>packaging)

23

2009/C 102/37

Υπόθεση T-65/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2009 o Enzo Reali κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 11 Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση F-136/06, Reali κατά Επιτροπής

23

2009/C 102/38

Υπόθεση T-72/09: Προσφυγή, της 18ης Φεβρουαρίου 2009 — Pilkington Group κ.λπ. κατά Επιτροπής

24

2009/C 102/39

Υπόθεση T-73/09: Προσφυγή της Compagnie de Saint-Gobain κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2009

25

2009/C 102/40

Υπόθεση T-74/09: Προσφυγή της Γαλλικής Δημοκρατίας κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2009

26

2009/C 102/41

Υπόθεση T-76/09: Προσφυγή, της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Asociación Farmaceuticos Mundi (FARMA MUNDI FARMACEUTICOS MUNDI) — Mundipharma κατά ΓΕΕΑ

27

2009/C 102/42

Υπόθεση T-78/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Φεβρουαρίου 2009 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 11 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-148/06, Collée κατά Κοινοβουλίου

28

2009/C 102/43

Υπόθεση T-80/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Φεβρουαρίου 2009 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 9 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-52/05, Q κατά Επιτροπής

28

2009/C 102/44

Υπόθεση T-82/09: Προσφυγή, της 20ής Φεβρουαρίου 2009 — Dennekamp κατά Κοινοβουλίου

29

2009/C 102/45

Υπόθεση T-88/09: Αγωγή, της 27ης Φεβρουαρίου 2009 — Idromacchine κ.λπ. κατά Επιτροπής

30

2009/C 102/46

Υπόθεση T-90/09: Προσφυγή, της 27ης Φεβρουαρίου 2009 — Mojo Concerts και Amsterdam Music Dome Exploitatie κατά Επιτροπής

31

2009/C 102/47

Υπόθεση T-91/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 2 Μαρτίου 2009 η Carina Skareby κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 15 Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση F-34/07, Skareby κατά Επιτροπής

32

2009/C 102/48

Υπόθεση T-95/09: Προσφυγή, της 26ης Φεβρουαρίου 2009 — United Phosphorus κατά Επιτροπής

32

2009/C 102/49

Υπόθεση T-98/09: Προσφυγή, της 11ης Μαρτίου 2009 — Tubesca κατά ΓΕΕΑ — Tubos del Mediterráneo (T TUMESA TUBOS DEL MEDITERRANEO S.A.)

33

2009/C 102/50

Υπόθεση T-99/09: Προσφυγή, της 4ης Μαρτίου 2009 — Ιταλία κατά Επιτροπής

34

 

Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2009/C 102/51

Υπόθεση F-104/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαρτίου 2009 — Arpaillange κ.λπ. κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Συμβασιούχοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Κατάταξη — Πρώην μεμονωμένοι εμπειρογνώμονες — Πτυχίο — Επαγγελματική εμπειρία — Ένσταση περί ελλείψεως νομιμότητας)

36

2009/C 102/52

Υπόθεση F-24/07: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα), της 12ης Μαρτίου 2009 — Lafleur-Tighe κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Συμβασιούχοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Κατάταξη σε βαθμό — Πρώην μεμονωμένοι εμπειρογνώμονες — Επαγγελματική εμπειρία — Πτυχίο — Πιστοποιητικό ισοτιμίας — Παραδεκτό — Νέο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό)

36

2009/C 102/53

Υπόθεση F-63/07: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα), της 3ης Μαρτίου 2009 — Πατσαρίκα κατά Cedefop (Υπάλληλοι — Συμβασιούχοι υπάλληλοι — Εσωτερική μετάθεση — Δικαιώματα άμυνας — Απόλυση μετά το πέρας της περιόδου δοκιμασίας — Διαδικασία εκδόσεως ερήμην αποφάσεως)

37

2009/C 102/54

Υπόθεση F-98/07: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (Δεύτερο Τμήμα), της 29ης Ιανουαρίου 2009 — Petrilli κατά Επιτροπής (Δημόσια Διοίκηση — Επικουρικοί συμβασιούχοι υπάλληλοι — Παραδεκτό — Βλαπτική πράξη — Άρθρα 3β και 88 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων — Διάρκεια συμβάσεως — Άρθρο 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, περί της μέγιστης διάρκειας χρησιμοποιήσεως μη μόνιμου προσωπικού στις υπηρεσίες της Επιτροπής — Νομιμότητα)

37

2009/C 102/55

Υπόθεση F-100/07: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα), της 10ης Μαρτίου 2009 — Κυριάκος Τσιριμιάγκος κατά Επιτροπής των Περιφερειών (Δημόσια διοίκηση — Υπάλληλοι — Αμοιβή — Μεταφορά τμήματος των αποδοχών εκτός του κράτους τοποθέτησης — Άρθρο 17, παράγραφος 2, στοιχείο β', του παραρτήματος VII του προϊσχύσαντος Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως — Λογαριασμός στεγαστικού ταμιευτηρίου — Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων — Προϋποθέσεις — Παράτυπες μεταφορές — Πρόδηλος χαρακτήρας της παρατυπίας)

38

2009/C 102/56

Υπόθεση F-106/07: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (Πρώτο Τμήμα), της 10ης Μαρτίου 2009 — Σταύρος Γιαπράκης κατά Επιτροπής των Περιφερειών (Δημόσια διοίκηση — Υπάλληλοι — Αμοιβή — Μεταφορά τμήματος των αποδοχών εκτός του κράτους τοποθέτησης — Άρθρο 17, παράγραφος 2, στοιχείο β', του παραρτήματος VII του προϊσχύσαντος Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως — Λογαριασμός στεγαστικού ταμιευτηρίου — Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων — Προϋποθέσεις — Παράτυπες μεταφορές — Πρόδηλος χαρακτήρας της παρατυπίας)

38

2009/C 102/57

Υπόθεση F-4/08: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (Δεύτερο Τμήμα), της 12ης Μαρτίου 2009 — Hambura κατά Κοινοβουλίου (Δημόσια Διοίκηση — Έκτακτοι υπάλληλοι — Πρόσληψη — Διαδικασία επιλογής — Απόρριψη υποψηφιότητας — Προκήρυξη διαγωνισμού PE/95/S — Μη χρησιμοποίηση του εντύπου υποψηφιότητας που περιλαμβάνεται στην ΕΕ — Παραδεκτό — Προηγούμενη διοικητική διαδικασία)

39

2009/C 102/58

Υπόθεση F-7/08: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, της 11ης Φεβρουαρίου 2009 — Schönberger κατά Κοινοβουλίου (Δημόσια Διοίκηση — Υπάλληλοι — Προαγωγή — Συγκριτική εξέταση προσόντων — Απόδοση μορίων βαθμολογίας — Αρχή ίσης μεταχειρίσεως)

39

2009/C 102/59

Υπόθεση F-88/07: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (τρίτο τμήμα), της 12ης Νοεμβρίου 2008 — Domínguez González κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Τεχνικός βοηθός διοικήσεως — Ένσταση αναρμοδιότητας — Ένσταση απαραδέκτου — Αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης)

40

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο

1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/1


(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2009/C 102/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EE C 90 της 18.4.2009

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

EE C 82 της 4.4.2009

EE C 69 της 21.3.2009

EE C 55 της 7.3.2009

EE C 44 της 21.2.2009

EE C 32 της 7.2.2009

EE C 19 της 24.1.2009

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 3ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

(Υπόθεση C-205/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Παράβαση του άρθρου 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ - Μη θέσπιση των πρόσφορων μέτρων για την άρση των ασυμβιβάστων μεταξύ των διμερών συμφωνιών που συνήφθησαν με τρίτες χώρες πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης ΕΚ - Συμφωνίες που συνήψε η Δημοκρατία της Αυστρίας με τη Δημοκρατία της Κορέας, τη Δημοκρατία του Πράσινου Ακρωτηρίου, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη Μαλαισία, τη Ρωσική Ομοσπονδία και τη Δημοκρατία της Τουρκίας σε θέματα επενδύσεων)

2009/C 102/02

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: H. Støvlbæk, B. Martenczuk και C. Tufvesson)

Καθής: Δημοκρατία της Αυστρίας (εκπρόσωποι: C. Pesendorfer και G. Thallinger)

Παρεμβαίνουσες προς στήριξη των αιτημάτων της καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: M. Lumma και. C. Blaschke), Δημοκρατία της Λιθουανίας (εκπρόσωπος: D. Kriaučiūnas), Δημοκρατία της Ουγγαρίας, (εκπρόσωποι: J. Fazekas, K. Szíjjártó και M. Fehér), Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: A. Guimaraes-Purokoski και J. Heliskoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση του άρθρου 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ — Παράλειψη λήψεως των αναγκαίων μέτρων για την άρση των ασυμβιβάστων μεταξύ διμερών συμβάσεων που είχαν συναφθεί με τρίτες χώρες πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στις Κοινότητες και τη Συνθήκη ΕΚ — Διμερείς επενδυτικές συμφωνίες που συνήψε η Δημοκρατία της Αυστρίας με τη Δημοκρατία της Κορέας, το Πράσινο Ακρωτήριο, την Κίνα, τη Μαλαισία, τη Ρωσική Ομοσπονδία και την Τουρκία

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Παραλείποντας να λάβει τα πρόσφορα μέτρα για την άρση των ασυμβιβάστων σχετικά με τις διατάξεις περί μεταφοράς κεφαλαίων που περιλαμβάνουν οι επενδυτικές συμφωνίες που συνήψε με τη Δημοκρατία της Κορέας, τη Δημοκρατία του Πράσινου Ακρωτηρίου, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη Μαλαισία, τη Ρωσική Ομοσπονδία και τη Δημοκρατία της Τουρκίας, η Δημοκρατία της Αυστρίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ.

2)

Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, η Δημοκρατία της Ουγγαρίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  ΕΕ C 165 της 15.7.2006.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 3ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Σουηδίας

(Υπόθεση C-249/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Παράβαση του άρθρου 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ - Μη θέσπιση των πρόσφορων μέτρων για την άρση των ασυμβιβάστων μεταξύ των διμερών συμφωνιών που συνήφθησαν με τρίτες χώρες πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης ΕΚ - Συμφωνίες που συνήψε το Βασίλειο της Σουηδίας με τη Δημοκρατία της Αργεντινής, τη Δημοκρατία της Βολιβίας, τη Δημοκρατία της Ακτής του Ελεφαντοστού, την Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου, το Χονγκ Κονγκ, τη Δημοκρατία της Ινδονησίας, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης, τη Μαλαισία, την Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν, τη Δημοκρατία του Περού, τη Δημοκρατία της Σενεγάλης, τη Δημοκρατική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σρι Λάνκα, τη Δημοκρατία της Τυνησίας, τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Βιετνάμ, τη Δημοκρατία της Υεμένης και την πρώην Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας σε θέματα επενδύσεων)

2009/C 102/03

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Tufvesson, B. Martenczuk και H. Støvlbæk)

Καθού: Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωποι: A. Falk και K. Wistrand)

Παρεμβαίνουσες υπέρ του καθού: Δημοκρατία της Λιθουανίας (εκπρόσωπος: D. Kriaučiūnas), Δημοκρατία της Ουγγαρίας (εκπρόσωποι: J. Fazekas, K. Szíjjártó και M. Fehér) και Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωποι: A. Guimaraes-Purokoski και M. J. Heliskoski)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση του άρθρου 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ — Μη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την άρση των ασυμβιβάστων μεταξύ των διμερών συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν με τρίτες χώρες πριν από την προσχώρηση του κράτους μέλους στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, και της Συνθήκης ΕΚ — Διμερείς συμβάσεις συναφθείσες από το Βασίλειο της Σουηδίας με τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Βιετνάμ και δεκαέξι άλλες χώρες στον τομέα των επενδύσεων

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Σουηδίας, παραλείποντας να λάβει τα πρόσφορα μέτρα για την άρση των ασυμβιβάστων σχετικά με τις διατάξεις περί μεταφοράς κεφαλαίων που περιλαμβάνουν οι επενδυτικές συμφωνίες που συνήψε με τη Δημοκρατία της Αργεντινής, τη Δημοκρατία της Βολιβίας, τη Δημοκρατία της Ακτής του Ελεφαντοστού, την Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου, το Χονγκ Κονγκ, τη Δημοκρατία της Ινδονησίας, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη Δημοκρατία της Μαδαγασκάρης, τη Μαλαισία, την Ισλαμική Δημοκρατία του Πακιστάν, τη Δημοκρατία του Περού, τη Δημοκρατία της Σενεγάλης, τη Δημοκρατική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Σρι Λάνκα, τη Δημοκρατία της Τυνησίας, τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Βιετνάμ, τη Δημοκρατία της Υεμένης και την πρώην Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 307, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Σουηδίας στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Δημοκρατία της Λιθουανίας, η Δημοκρατία της Ουγγαρίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  ΕΕ C 178 της 29.7.2006.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-88/07) (1)

(Άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ - Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Οδηγία 2001/83/ΕΚ - Προϊόντα με βάση φαρμακευτικά φυτά - Προϊόντα ταξινομούμενα ως φάρμακα - Προϊόντα νομίμως παραχθέντα ή διατιθέμενα στο εμπόριο ως συμπληρώματα διατροφής ή διαιτητικά προϊόντα εντός άλλων κρατών μελών - Έννοια του όρου «φάρμακο» - Έγκριση διαθέσεώς του στην αγορά - Εμπόδιο - Αιτιολόγηση - Δημόσια υγεία - Προστασία των καταναλωτών - Αναλογικότητα - Απόφαση 3052/95/ΕΚ - Διαδικασία αμοιβαίας ενημερώσεως όσον αφορά τα εθνικά μέτρα παρεκκλίσεως από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Κοινότητας)

2009/C 102/04

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: S. Pardo Quintillán και A. Alcover San Pedro)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωπος: J. Rodríguez Cárcamo)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 28 ΕΚ και 30 ΕΚ — Παράβαση των άρθρων 1 και 4 της αποφάσεως 3052/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί διαδικασίας αμοιβαίας πληροφορήσεως σχετικά με τα εθνικά μέτρα παρεκκλίσεως από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Κοινότητας (ΕΕ L 321, σ. 1)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

αποσύροντας από την αγορά προϊόντα παραχθέντα με βάση φαρμακευτικά φυτά νομίμως παρασκευασθέντα και/ή διατεθέντα εντός άλλου κράτους μέλους, δυνάμει διοικητικής πρακτικής συνισταμένης στην απόσυρση από την αγορά κάθε προϊόντος περιέχοντος φαρμακευτικά φυτά μη περιλαμβανόμενα ούτε στο παράρτημα της υπουργικής αποφάσεως περί καταρτίσεως του ειδικού μητρώου παρασκευασμάτων με βάση φαρμακευτικά φυτικά είδη (Orden Ministerial por la que se establece el registro especial para preparados a base de especies vegetales medicinales), της 3ης Οκτωβρίου 1973, όπως αυτή τροποποιήθηκε, ούτε στο παράρτημα της αποφάσεως SCO/190/2004 του Υπουργείου Υγείας και Καταναλώσεως, περί καταρτίσεως του καταλόγου των φυτών, η πώληση των οποίων στο κοινό απαγορεύεται ή υπόκειται σε περιορισμούς λόγω της τοξικότητάς τους (Orden SCO/190/2004 por la que se establece la lista de plantas cuya venta al público queda prohibida o restringida por razón de su toxicidad), της 28ης Ιανουαρίου 2004, εκτός από παρασκεύασμα του οποίου η σύνθεση συνίσταται αποκλειστικά σε ένα ή περισσότερα φαρμακευτικά φυτά ή ολόκληρα μέρη, κομμάτια ή σκόνες αυτών, καθόσον το εν λόγω προϊόν θεωρείται ως φάρμακο διατιθέμενο στο εμπόριο χωρίς την υποχρεωτική έγκριση περί διαθέσεως στην αγορά, και

μη κοινοποιώντας το μέτρο αυτό στην Επιτροπή,

το Βασίλειο της Ισπανίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ, καθώς και από τα άρθρα 1 και 4 της αποφάσεως 3052/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί διαδικασίας αμοιβαίας πληροφορήσεως σχετικά με τα εθνικά μέτρα παρεκκλίσεως από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Κοινότητας.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 95 της 28.4.2007.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του Tribunal Supremo (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Unión de Televisiones Comerciales Asociadas (UTECA) κατά Administración General del Estado

(Υπόθεση C-222/07) (1)

(Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως - Άρθρο 12 ΕΚ - Απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας - Άρθρα 39 ΕΚ, 43 ΕΚ, 49 ΕΚ και 56 ΕΚ - Θεμελιώδεις ελευθερίες τις οποίες εγγυάται η Συνθήκη ΕΚ - Άρθρο 87 ΕΚ - Κρατική ενίσχυση - Οδηγία 89/552/ΕΟΚ - Άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων - Υποχρέωση των τηλεοπτικών οργανισμών να διαθέτουν μέρος των λειτουργικών εσόδων τους για την προχρηματοδότηση ευρωπαϊκών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεταινιών, από την οποία χρηματοδότηση ποσοστό 60 % προορίζεται για την παραγωγή έργων των οποίων η γλώσσα του πρωτοτύπου είναι μια από τις επίσημες γλώσσες του Βασιλείου της Ισπανίας και τα οποία παράγονται στην πλειονότητά τους από την ισπανική κινηματογραφική βιομηχανία)

2009/C 102/05

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Supremo

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Unión de Televisiones Comerciales Asociadas (UTECA)

κατά

Administración General del Estado

Παρισταμένων των: Federación de Asociaciones de Productores Audiovisuales, Radiotelevisión Española (RTVE), Entidad de Gestión de Derechos de los Productores Audiovisuales (Egeda)

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Tribunal Supremo — Ερμηνεία των άρθρων 12 ΕΚ και 87, παράγραφος 3, ΕΚ και του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 298, σ. 23) — Υποχρέωση των τηλεοπτικών οργανισμών να διαθέτουν ένα ποσοστό των λειτουργικών εσόδων τους για την προχρηματοδότηση ευρωπαϊκών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεταινιών, από την οποία χρηματοδότηση ποσοστό 60 % προορίζεται για την παραγωγή έργων με γλώσσα του πρωτοτύπου την ισπανική, τα οποία παράγονται στην πλειονότητά τους από την ισπανική κινηματογραφική βιομηχανία

Διατακτικό

1)

Η οδηγία 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997, και, ειδικότερα, το άρθρο 3 αυτής, καθώς και το άρθρο 12 ΕΚ, έχουν την έννοια ότι δεν απαγορεύουν μέτρο που λαμβάνει κράτος μέλος, όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, με το οποίο οι τηλεοπτικοί οργανισμοί υποχρεώνονται να διαθέτουν το 5 % των λειτουργικών εσόδων τους για την προχρηματοδότηση ευρωπαϊκών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεταινιών καθώς και, ειδικότερα, το 60 % αυτού του 5 % για έργα των οποίων η γλώσσα του πρωτοτύπου είναι μια από τις επίσημες γλώσσες του ως άνω κράτους μέλους.

2)

Το άρθρο 87 ΕΚ έχει την έννοια ότι ένα μέτρο που λαμβάνει κράτος μέλος, όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, με το οποίο οι τηλεοπτικοί οργανισμοί υποχρεώνονται να διαθέτουν το 5 % των λειτουργικών εσόδων τους για την προχρηματοδότηση ευρωπαϊκών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεταινιών καθώς και, ειδικότερα, το 60 % αυτού του 5 % για έργα των οποίων η γλώσσα του πρωτοτύπου είναι μια από τις επίσημες γλώσσες του ως άνω κράτους μέλους δεν συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ της κινηματογραφικής βιομηχανίας του κράτους μέλους αυτού.


(1)  ΕΕ C 155 της 7.7.2007.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του VAT and Duties Tribunal, London (Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — J D Wetherspoon PLC κατά The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

(Υπόθεση C-302/07) (1)

(Πρώτη και έκτη οδηγία περί ΦΠΑ - Αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αναλογικότητας - Κανόνες για τη στρογγυλοποίηση των ποσών του ΦΠΑ - Μέθοδοι και επίπεδα στρογγυλοποιήσεως)

2009/C 102/06

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

VAT and Duties Tribunal, London

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

J D Wetherspoon PLC

κατά

The Commissioners of Her Majesty's Revenue & Customs

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — VAT and Duties Tribunal, London — Ερμηνεία των άρθρων 11, Α, παράγραφος 1, στοιχείο α', 12, παράγραφος 3, στοιχείο α' και 22, παράγραφος 3, στοιχείο β', της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ: Έκτη οδηγία του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49), και του άρθρου 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, της πρώτης οδηγίας 67/227/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 1967, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 3) — Κανόνες για τη στρογγυλοποίηση του φόρου προστιθεμένης αξίας

Διατακτικό

1)

Το κοινοτικό δίκαιο, στο παρόν στάδιο εξελίξεώς του, δεν περιέχει καμία ειδική επιταγή όσον αφορά τη μέθοδο στρογγυλοποιήσεως των ποσών του φόρου προστιθέμενης αξίας. Ελλείψει ειδικής κοινοτικής ρυθμίσεως, εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν τους κανόνες και τις μεθόδους στρογγυλοποιήσεως των ποσών του φόρου προστιθέμενης αξίας, τηρώντας, κατά τον καθορισμό αυτό, τις αρχές οι οποίες διέπουν το κοινό σύστημα του φόρου αυτού, ιδίως δε τις αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αναλογικότητας. Ειδικότερα, το κοινοτικό δίκαιο, αφενός, δεν εμποδίζει την εφαρμογή ενός εθνικού κανόνα επιβάλλοντος τη στρογγυλοποίηση προς τα άνω των ποσών του φόρου προστιθέμενης αξίας, όταν το κλάσμα της οικείας μικρότερης νομισματικής μονάδας είναι ίσο ή μεγαλύτερο του 0,5, και, αφετέρου, δεν επιβάλλει να επιτρέπεται στους υποκειμένους στον φόρο να στρογγυλοποιούν προς τα κάτω το ποσό του φόρου προστιθεμένης αξίας όταν το ποσό αυτό περιέχει κλάσμα της μικρότερης εθνικής νομισματικής μονάδας.

2)

Στην περίπτωση πωλήσεως σε τιμή περιλαμβάνουσα φόρο προστιθέμενης αξίας, ελλείψει ειδικής κοινοτικής ρυθμίσεως, εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να καθορίζει, εντός των ορίων του κοινοτικού δικαίου, τηρώντας ιδίως τις αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αναλογικότητας, το επίπεδο στο οποίο μπορεί ή πρέπει να πραγματοποιείται η στρογγυλοποίηση του ποσού του φόρου προστιθέμενης αξίας που περιέχει κλάσμα της μικρότερης εθνικής νομισματικής μονάδας.

3)

Δεδομένου ότι οι επιχειρηματίες που υπολογίζουν τις τιμές των αγαθών που πωλούν και των υπηρεσιών που παρέχουν περιλαμβάνοντας τον φόρο προστιθέμενης αξίας τελούν σε διαφορετική κατάσταση σε σχέση με αυτούς που διενεργούν το ίδιο είδος πράξεων σε τιμές χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας, ο πρώτοι δεν μπορούν να επικαλεσθούν την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας για να ζητήσουν να τους επιτραπεί να πραγματοποιούν και αυτοί τη στρογγυλοποίηση προς τα κάτω, σε επίπεδο σειράς προϊόντων ή συναλλαγής, των οφειλόμενων ποσών του φόρου προστιθέμενης αξίας.


(1)  ΕΕ C 211 της 8.9.2007.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του Sächsisches Landessozialgericht (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Kattner Stahlbau GmbH κατά Maschinenbau- und Metall- Berufsgenossenschaft

(Υπόθεση C-350/07) (1)

(Ανταγωνισμός - Άρθρα 81 ΕΚ, 82 ΕΚ και 86 ΕΚ - Υποχρεωτική υπαγωγή σε ασφαλιστικό φορέα όσον αφορά την ασφάλιση κατά των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών - Έννοια του όρου “επιχείρηση” - Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Άρθρα 49 ΕΚ και 50 ΕΚ - Περιορισμός - Δικαιολόγηση - Κίνδυνος σοβαρής διαταράξεως της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως)

2009/C 102/07

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Sächsisches Landessozialgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Kattner Stahlbau GmbH

κατά

Maschinenbau- und Metall- Berufsgenossenschaft

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Sächsisches Landessozialgericht –Ερμηνεία των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, καθώς και άλλων διατάξεων του κοινοτικού δικαίου — Εθνική ρύθμιση, βάσει της οποίας θεσπίζεται σύστημα υποχρεωτικής ασφαλίσεως κατά των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών, στο οποίο εντάσσονται διάφορα ασφαλιστικά ταμεία αρμόδια για την πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων (Berufsgenossenschaft) και το οποίο επιβάλλει στις επιχειρήσεις την υποχρεωτική υπαγωγή στο κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμόδιο ασφαλιστικό ταμείο — Χαρακτηρισμός ως «επιχειρήσεων», κατά την έννοια των άρθρων 81 ΕΚ και 82 ΕΚ, των αρμοδίων για την πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων ασφαλιστικών ταμείων τα οποία έχουν τη δυνατότητα να καθορίζουν αυτοτελώς το ύψος των εισφορών, ενώ η εθνική νομοθεσία δεν καθορίζει ανώτατο όριο

Διατακτικό

1)

Τα άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι φορέας, όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη ασφαλιστικό ταμείο, στο οποίο υπάγονται υποχρεωτικώς όσον αφορά την ασφάλιση κατά των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών οι επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες σε συγκεκριμένο κλάδο και εντός συγκεκριμένης γεωγραφικής περιφέρειας, δεν αποτελεί επιχείρηση κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, αλλά επιτελεί αποστολή αποκλειστικά κοινωνικού χαρακτήρα, εφόσον ο φορέας αυτός λειτουργεί στο πλαίσιο συστήματος που εφαρμόζει την αρχή της αλληλεγγύης και υπόκειται στην εποπτεία του Δημοσίου, στοιχεία των οποίων η διακρίβωση εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο.

2)

Τα άρθρα 49 ΕΚ και 50 ΕΚ πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν απαγορεύουν εθνική ρύθμιση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες σε συγκεκριμένο κλάδο και εντός συγκεκριμένης γεωγραφικής περιφέρειας υποχρεούνται να υπαχθούν σε φορέα όπως το ασφαλιστικό ταμείο της υποθέσεως της κύριας δίκης, υπό την προϋπόθεση ότι το σύστημα αυτό δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του σκοπού της διασφαλίσεως της οικονομικής ισορροπίας του οικείου κλάδου κοινωνικής ασφαλίσεως, στοιχείο του οποίου η διακρίβωση εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο.


(1)  ΕΕ C 269 της 10.11.2007.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του High Court of Justice (England & Wales) Queen's Bench Division (Administrative Court — Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — The Queen, The Incorporated Trustees of the National Council for Ageing (Age Concern England) κατά Secretary of State for Business, Enterprise and Regulatory Reform

(Υπόθεση C-388/07) (1)

(Οδηγία 2000/78 - Ίση μεταχείριση στον τομέα της απασχολήσεως και της εργασίας - Διάκριση λόγω ηλικίας - Απόλυση λόγω συνταξιοδοτήσεως - Δικαιολόγηση)

2009/C 102/08

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

High Court of Justice (England & Wales), Queen's Bench Division (Administrative Court)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

The Queen, The Incorporated Trustees of the National Council for Ageing (Age Concern England)

κατά

Secretary of State for Business, Enterprise and Regulatory Reform

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — High Court of Justice (England & Wales), Queen’s Bench Division (Administrative Court) — Ερμηνεία των άρθρων 2, παράγραφος 2, και 6, παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (EE L 303, σ. 16) — Πεδίο εφαρμογής — Εθνικοί κανόνες που επιτρέπουν στους εργοδότες να απολύουν εργαζομένους ηλικίας 65 ετών, ή άλλως, όσους έχουν συμπληρώσει τη συνήθη ηλικία συνταξιοδοτήσεως.

Διατακτικό

1)

Εθνική κανονιστική ρύθμιση όπως η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 3, 7, παράγραφοι 4 και 5, καθώς και το άρθρο 30 της κανονιστικής αποφάσεως του 2006 σχετικά με την ισότητα στον τομέα της απασχολήσεως (ηλικία) [Employment Equality (Age) Regulations 2006], εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία.

2)

Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν απαγορεύει εθνικό μέτρο, όπως το άρθρο 3 της επίδικης στην κύρια δίκη κανονιστικής αποφάσεως, το οποίο δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένη απαρίθμηση των στόχων που δικαιολογούν τη δυνατότητα παρεκκλίσεως από την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ηλικίας. Πάντως, το εν λόγω άρθρο 6, παράγραφος 1, δεν παρέχει τη δυνατότητα παρεκκλίσεως από την αρχή αυτή παρά μόνο για τα μέτρα που δικαιολογούνται από θεμιτούς στόχους κοινωνικής πολιτικής, όπως εκείνα που συνδέονται με την πολιτική της απασχολήσεως, της αγοράς εργασίας ή της επαγγελματικής καταρτίσεως. Εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εξακριβώσει αν η επίδικη στην κύρια δίκη κανονιστική ρύθμιση ανταποκρίνεται σε ένα τέτοιο θεμιτό στόχο και αν η εθνική νομοθετική ή κανονιστική αρχή νομίμως μπορούσε να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη το περιθώριο εκτιμήσεως που διαθέτουν τα κράτη μέλη στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής, ότι τα επιλεχθέντα μέσα ήσαν κατάλληλα και αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού.

3)

Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78 παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να προβλέπουν, στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου, ορισμένες μορφές διαφορετικής μεταχειρίσεως που στηρίζονται στην ηλικία όταν η διαφορετική λόγω ηλικίας μεταχείριση δικαιολογείται «αντικειμενικά και λογικά» από νόμιμο στόχο, όπως η πολιτική για την απασχόληση, την αγορά εργασίας ή την επαγγελματική κατάρτιση, τα δε μέσα για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι πρόσφορα και αναγκαία. Επιβάλλει στα κράτη μέλη το βάρος να αποδείξουν με πειστήρια τον νόμιμο χαρακτήρα του στόχου του οποίου γίνεται επίκληση ως δικαιολόγηση. Δεν συντρέχει λόγος να προσδοθεί ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι ο όρος «λογικά», που χρησιμοποιείται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, δεν περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο β', αυτής.


(1)  ΕΕ C 283 της 24.11.2007.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 — Γαλλική Δημοκρατία κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

(Υπόθεση C-479/07) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Κανονισμός (ΕΚ) 809/2007 - Ορισμός της έννοιας «παρασυρόμενα δίχτυα» - Απλάδια για τόνο - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Παραβίαση των αρχών της αναλογικότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων)

2009/C 102/09

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: E. Belliard, G. de Bergues και A.-L. During)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: A. De Gregorio Merino, M. Ιωσηφίδου και E. Chaboureau)

Παρεμβαίνουσα υπέρ του καθού: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Nolin, M. van Heezik και M. T. van Rijn)

Αντικείμενο

Προσφυγή ακυρώσεως — Ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) 809/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) 894/97, (ΕΚ) 812/2004 και (ΕΚ) 2187/2005 όσον αφορά τα παρασυρόμενα δίχτυα (ΕΕ L 182, σ. 1) — Έννοια «παρασυρόμενα δίχτυα» — Επέκταση του όρου αυτού και στα σταθεροποιημένα δίχτυα όπως είναι τα απλάδια για τον τόνο — Παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και παραβίαση των αρχών της αναλογικότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

3)

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων φέρει τα δικαστικά έξοδά της.


(1)  ΕΕ C 297 της 8.12.2007.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του Sofiyski gradski sad (Βουλγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Apis-Hristovich EOOD κατά Lakorda AD

(Υπόθεση C-545/07) (1)

(Οδηγία 96/9/ΕΚ - Νομική προστασία των βάσεων δεδομένων - Δικαίωμα ειδικής φύσης - Απόκτηση, έλεγχος ή παρουσίαση του περιεχομένου μιας βάσης δεδομένων - Εξαγωγή - Ουσιώδες μέρος του περιεχομένου μιας βάσης δεδομένων - Ηλεκτρονική βάση επίσημων νομικών δεδομένων)

2009/C 102/10

Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική

Αιτούν δικαστήριο

Sofiyski gradski sad

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Apis-Hristovich EOOD

κατά

Lakorda AD

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Sofiyski gradski sad — Οδηγία 96/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1996, σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων (ΕΕ L 77, σ. 20) — Έννοια των όρων «εξαγωγή» και «χρήση» — Βάση νομικών δεδομένων που καλύπτει τη νομοθεσία και τη νομολογία κράτους μέλους

Διατακτικό

1)

Η οριοθέτηση των εννοιών «μόνιμη μεταφορά» και «προσωρινή μεταφορά», οι οποίες χρησιμοποιούνται στο άρθρο 7 της οδηγίας 96/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1996, σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων, στηρίζεται στο κριτήριο της χρονικής διάρκειας της αποθήκευσης των στοιχείων που έχουν εξαχθεί από μια προστατευόμενη βάση δεδομένων σε άλλο υπόθεμα, διαφορετικό από το υπόθεμα της εν λόγω βάσης δεδομένων. Το χρονικό σημείο της εξαγωγής, κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 7, από την προστατευόμενη βάση δεδομένων, η οποία είναι προσιτή με ηλεκτρονικά μέσα, συμπίπτει με το χρονικό σημείο της αποθήκευσης σε άλλο υπόθεμα, διαφορετικό από το υπόθεμα αυτής της βάσης δεδομένων, των στοιχείων που αφορά η πράξη μεταφοράς. Αυτή η έννοια της εξαγωγής είναι ανεξάρτητη από τον σκοπό που επιδιώκει το πρόσωπο που προβαίνει στην πράξη αυτή, από τις αλλαγές που επιφέρει ενδεχομένως στο περιεχόμενο των μεταφερόμενων στοιχείων, καθώς και από τις ενδεχόμενες διαφορές στη δομή της οργάνωσης των εν λόγω βάσεων δεδομένων.

Το γεγονός ότι ορισμένα ουσιαστικά και τεχνικά χαρακτηριστικά του περιεχομένου μιας προστατευόμενης βάσης δεδομένων ενός κατασκευαστή ανευρίσκονται επίσης στο περιεχόμενο μιας βάσης δεδομένων άλλου κατασκευαστή μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη για την ύπαρξη εξαγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 7 της οδηγίας 96/9, εκτός αν η σύμπτωση αυτή οφείλεται σε άλλους παράγοντες και όχι σε μεταφορά δεδομένων μεταξύ των εν λόγω δύο βάσεων δεδομένων. Το γεγονός ότι ορισμένα στοιχεία που συνέλεξε ο κατασκευαστής μιας βάσης δεδομένων από πηγές στις οποίες δεν έχει πρόσβαση το κοινό ανευρίσκονται επίσης στη βάση δεδομένων άλλου κατασκευαστή δεν αρκεί, καθαυτό, ως απόδειξη της εξαγωγής, αλλά μπορεί να αποτελέσει ένδειξη ότι υπήρξε εξαγωγή.

Η φύση των προγραμμάτων πληροφορικής που χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση δύο ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων δεν συνιστά στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη για να εξακριβωθεί κατά πόσον υπήρξε εξαγωγή κατά την έννοια του άρθρου 7 της οδηγίας 96/9.

2)

Το άρθρο 7 της οδηγίας 96/9 έχει την έννοια ότι, όταν πρόκειται για ένα ενιαίο σύνολο στοιχείων που περιλαμβάνει χωριστές υποκατηγορίες, ο όγκος των στοιχείων για τα οποία υποστηρίζεται ότι έχουν εξαχθεί από μια από αυτές τις υποκατηγορίες και/ή έχουν επαναχρησιμοποιηθεί πρέπει, για να εξακριβωθεί αν υπήρξε εξαγωγή και/ή επαναχρησιμοποίηση ουσιώδους μέρους, αξιολογούμενου ποσοτικά, του περιεχομένου μιας βάσης δεδομένων, κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου, να συγκριθεί με τον όγκο του συνολικού περιεχομένου της υποκατηγορίας αυτής, εφόσον η υποκατηγορία αυτή αποτελεί, καθαυτή, βάση δεδομένων που ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις παροχής προστασίας βάσει του ειδικής φύσης δικαιώματος. Σε αντίθετη περίπτωση, εφόσον πάντως το εν λόγω σύνολο αποτελεί τέτοια προστατευόμενη βάση δεδομένων, η σύγκριση πρέπει να γίνει μεταξύ του όγκου των στοιχείων για τα οποία υποστηρίζεται ότι έχουν εξαχθεί από τις διάφορες υποκατηγορίες του συνόλου αυτού και/ή επαναχρησιμοποιηθεί και του όγκου ολόκληρου του περιεχομένου του συνόλου στοιχείων αυτού.

Το γεγονός ότι ορισμένα στοιχεία για τα οποία υποστηρίζεται ότι έχουν εξαχθεί από βάση δεδομένων που προστατεύεται από το ειδικής φύσης δικαίωμα και/ή έχουν επαναχρησιμοποιηθεί αποκτήθηκαν από τον κατασκευαστή της βάσης αυτής από πηγές στις οποίες δεν έχει πρόσβαση το κοινό μπορεί, σε συνάρτηση με τη σπουδαιότητα των ανθρώπινων, τεχνικών ή οικονομικών πόρων που χρησιμοποίησε ο κατασκευαστής αυτός για να συλλέξει τα επίμαχα στοιχεία από τις εν λόγω πηγές, να ασκήσει επιρροή επί του χαρακτηρισμού τους ως ουσιώδους, από ποιοτική άποψη, μέρους του περιεχομένου της οικείας βάσης δεδομένων, κατά την έννοια του άρθρου 7 της οδηγίας 96/9.

Το γεγονός ότι ένα μέρος των στοιχείων που περιέχονται σε μια βάση δεδομένων έχουν επίσημο χαρακτήρα και είναι προσιτά στο κοινό δεν απαλλάσσει το εθνικό δικαστήριο από την υποχρέωση να εξακριβώσει, προκειμένου να διαπιστώσει αν υπήρξε εξαγωγή και/ή επαναχρησιμοποίηση ουσιώδους μέρους του περιεχομένου αυτής της βάσης δεδομένων, κατά πόσον τα στοιχεία για τα οποία υποστηρίζεται ότι έχουν εξαχθεί από την εν λόγω βάση δεδομένων και/ή επαναχρησιμοποιηθεί αποτελούν, από ποσοτική άποψη, ουσιώδες μέρος του συνολικού περιεχομένου της βάσης αυτής ή ενδεχομένως αποτελούν ουσιώδες μέρος από ποιοτική άποψη, λόγω του ότι αντιπροσωπεύουν, όσον αφορά την απόκτηση, τον έλεγχο ή την παρουσίασή τους, σημαντική επένδυση ανθρώπινων, τεχνικών ή οικονομικών πόρων.


(1)  ΕΕ C 51 της 23.2.2008.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/8


Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-556/07) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Κοινή αλιευτική πολιτική - Κανονισμός (ΕΚ) 894/97 - Παρασυρόμενα δίχτυα - Έννοια - Δίχτυα αλιείας ‘απλάδια για τόνο’ - Απαγόρευση της αλίευσης ορισμένων ειδών - Κανονισμοί (ΕΟΚ) 2847/93 και (ΕΚ) 2371/2002 - Απουσία συστήματος αποτελεσματικού ελέγχου προς διασφάλιση της τήρησης αυτής της απαγόρευσης)

2009/C 102/11

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Nolin και M. van Heezik)

Καθής: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues και A.-L. During)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Κοινή αλιευτική πολιτική — Κανονισμοί (ΕΟΚ) 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΕΕ L 261, σ. 1), και (ΕΚ) 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής — Αποδοχή, εκ μέρους των εθνικών αρχών, της αλίευσης τόνου με απλάδια παρά την κοινοτική απαγόρευση των παρασυρόμενων διχτυών μήκους 2,5 χιλιομέτρων και άνω — Απουσία συστήματος αποτελεσματικού ελέγχου προς διασφάλιση της τήρησης αυτής της απαγόρευσης

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

H Γαλλική Δημοκρατία, παραλείποντας να ελέγξει, να επιθεωρήσει και να επιτηρήσει προσηκόντως την άσκηση της αλιείας, ιδίως σε σχέση με την απαγόρευση της χρησιμοποίησης παρασυρόμενων διχτυών για την αλίευση ορισμένων ειδών, και μη μεριμνώντας ώστε να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα κατά των υπευθύνων για παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας όσον αφορά τη χρήση παρασυρόμενων διχτυών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2 και 31, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2846/98 του Συμβουλίου, της 17 Δεκεμβρίου 1998, καθώς και από τα άρθρα 23, παράγραφοι 1 και 2, 24 και 25, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού (ΕΚ) 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

2)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 37 της 9.2.2008.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/9


Προσφυγή της 21ης Νοεμβρίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Σλοβακικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-507/08)

2009/C 102/12

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: C. Giolito, J. Javorský και K. Walkerová)

Καθής: Σλοβακική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Σλοβακική Δημοκρατία, μη εκτελώντας την απόφαση της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2006, περί της κρατικής ενίσχυσης C 25/2005 (πρώην NN 21/2005) που χορηγείται από τη Σλοβακική Δημοκρατία υπέρ της Frucona Košice, a.s. [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 2082] (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 249, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ και από το άρθρο 2 της αποφάσεως αυτής, και

να καταδικάσει τη Σλοβακική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή έκρινε, με την απόφαση της 7ης Ιουνίου 2006, περί της κρατικής ενίσχυσης C 25/2005 (πρώην NN 21/2005) που χορηγήθηκε από τη Σλοβακική Δημοκρατία στη Frucona Košice a.s., ότι τα μέτρα που έλαβε το εν λόγω κράτος μέλος υπέρ της εταιρίας αυτής συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ, η οποία είναι ασύμβατη προς την κοινή αγορά. Επιπλέον, διέταξε τη Σλοβακική Δημοκρατία να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να αναζητήσει από τον αποδέκτη την παρανόμως χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση.

Η ενίσχυση αυτή δεν έχει επιστραφεί μέχρι σήμερα.

Η κρατική ενίσχυση χορηγήθηκε στη Frucona υπό τη μορφή της διαγραφής φορολογικού χρέους, η οποία εγκρίθηκε από δικαστήριο στο πλαίσιο διαδικασίας πτωχευτικού συμβιβασμού. Η Σλοβακική Δημοκρατία επιχείρησε να ανακτήσει την παρανόμως χορηγηθείσα ενίσχυση προσφεύγοντας στα εθνικά δικαστήρια. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τη σχετική προσφυγή για τον λόγο ότι, μεταξύ άλλων, η υποχρέωση της Frucona να εξοφλήσει το χρέος της προς τη φορολογική αρχή αποσβέστηκε ex lege. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επιβεβαίωσε την πρωτόδικη απόφαση επειδή, μεταξύ άλλων, η εκδοθείσα στο πλαίσιο της διαδικασίας πτωχευτικού συμβιβασμού απόφαση είναι απρόσβλητη, καθόσον λόγω δεδικασμένου (res judicata) ισχύει έναντι όλων, οπότε δεσμεύει και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, και η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη, στην απόφασή της, τις διατάξεις του εθνικού δικαίου που ρυθμίζουν τυχόν συγκρούσεις των διαδικασιών πτωχευτικού συμβιβασμού και εκτελέσεως.

Οι αποφάσεις αμφοτέρων των δικαστηρίων κωλύουν την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της αποφάσεως της Επιτροπής.

Συναφώς, δεν αρκεί η Σλοβακική Δημοκρατία να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της. Πρέπει η χρησιμοποίηση των μέσων αυτών να έχει ως αποτέλεσμα την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της αποφάσεως της Επιτροπής, αφού σε αντίθετη περίπτωση η Σλοβακική Δημοκρατία θεωρείται ότι έχει παραβεί τις υποχρεώσεις της. Η παράβαση της υποχρεώσεως αναζητήσεως της κρατικής ενισχύσεως την οποία υπέχει το οικείο κράτος μέλος θεωρείται αποδεδειγμένη όταν τα μέτρα που αυτό έλαβε δεν είχαν στην πράξη ως συνέπεια την επιστροφή των οφειλομένων ποσών.


(1)  ΕΕ L 112, της 30ης Απριλίου 2007, σ. 14.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/10


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgericht Berlin (Γερμανία) στις 12 Ιανουαρίου 2009 — Hava Genc κατά Land Berlin

(Υπόθεση C-14/09)

2009/C 102/13

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Verwaltungsgericht Berlin.

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Hava Genc.

Καθού: Land Berlin

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Αποτελεί Τούρκος υπήκοος, ο οποίος ανήκει στην κανονική αγορά εργασίας κράτους μέλους και παρέχει αδιαλείπτως, για λογαριασμό άλλου και σύμφωνα με τις οδηγίες του, υπηρεσίες οι οποίες έχουν ορισμένη οικονομική αξία και για τις οποίες αυτός λαμβάνει αμοιβή ως αντιπαροχή, μισθωτό εργαζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας (ΑΣΣ 1/80), ακόμη και αν ο χρόνος της απασχολήσεως ανέρχεται μόνο στο 14 % περίπου του προβλεπόμενου από τη συλλογική σύμβαση χρόνου εργασίας ενός εργαζομένου με πλήρη απασχόληση (εν προκειμένω 5,5 ώρες από 39 ώρες χρόνου εργασίας εβδομαδιαίως) και το μοναδικό από την απασχόληση αυτή επιτυγχανόμενο εισόδημα καλύπτει μόνο το 25 % περίπου του αναγκαίου ποσού για την εξασφάλιση της στοιχειώδους διαβιώσεως σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους (εν προκειμένω περίπου 175 ευρώ από περίπου 715 ευρώ);

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 1:

2)

Μπορεί Τούρκος υπήκοος να επικαλείται την κατά τη Συμφωνία Συνδέσεως ελεύθερη κυκλοφορία ως εργαζόμενος υπό την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, ΑΣΣ 1/80, αν ο σκοπός διαμονής για τον οποίο έγινε η είσοδός του στη χώρα δεν υφίσταται πλέον (εν προκειμένω είσοδος στη χώρα της συζύγου αλλοδαπού που εργάζεται στην ημεδαπή), αν δεν υφίστανται άλλα, άξια προστασίας συμφέροντα για παραμονή στο συμβαλλόμενο κράτος και αν η δυνατότητα της εξακολουθήσεως μιας επουσιώδους απασχολήσεως εντός του συμβαλλομένου κράτους δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αιτιολογία για την εκεί παραμονή, διότι δεν έγιναν ιδιαιτέρως σοβαρές προσπάθειες [από τον εν λόγω Τούρκο υπήκοο] για σταθερή οικονομική ενσωμάτωσή του χωρίς τη χρησιμοποίηση κοινωνικών παροχών για την εξασφάλιση των μέσων διαβιώσεως;


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/10


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Arbeitsgericht Hamburg (Γερμανία) στις 2 Φεβρουαρίου 2009 — Gisela Rosenbladt κατά Oellerking Gebäudereinigungsges.mbH

(Υπόθεση C-45/09)

2009/C 102/14

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Arbeitsgericht Hamburg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσα: Gisela Rosenbladt

Εναγόμενη: Oellerking Gebäudereinigungsges.mbH

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Είναι, μετά τη θέση σε ισχύ του Allgemeines Gleichbehandlungsgesetz (γενικού νόμου περί ίσης μεταχειρίσεως, AGG), σύμφωνες προς την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας του άρθρου 1 και του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (1), οι ρυθμίσεις συλλογικών συμβάσεων που προβαίνουν σε διαφοροποιήσεις βάσει της ηλικίας, χωρίς αυτό να επιτρέπεται ρητώς από τον AGG (όπως επιτρεπόταν προηγουμένως από το άρθρο 10, τρίτο εδάφιο, σημείο 7, AGG);

2)

Αντίκειται στην απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας του άρθρου 1 και του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, η εθνική ρύθμιση που επιτρέπει στο κράτος, στα μέρη συλλογικής συμβάσεως εργασίας και στα συμβαλλόμενα μέρη της ατομικής συμβάσεως εργασίας να ρυθμίζουν την αυτόματη λήξη εργασιακών σχέσεων σε συγκεκριμένη προκαθορισμένη ηλικία (εν προκειμένω: συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας), όταν στο οικείο κράτος μέλος χρησιμοποιούνται συνεχώς, επί δεκαετίες, αντίστοιχες ρήτρες στις εργασιακές σχέσεις όλων σχεδόν των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της εκάστοτε οικονομικής, κοινωνικής, δημογραφικής καταστάσεως και της συγκεκριμένης καταστάσεως της αγοράς εργασίας;

3)

Αντίκειται στην απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας του άρθρου 1 και του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, η συλλογική σύμβαση εργασίας που επιτρέπει στον εργοδότη να τερματίσει εργασιακές σχέσεις σε συγκεκριμένη προκαθορισμένη ηλικία (εν προκειμένω: συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας), όταν στο οικείο κράτος μέλος χρησιμοποιούνται συνεχώς, επί δεκαετίες, αντίστοιχες ρήτρες στις εργασιακές σχέσεις όλων σχεδόν των εργαζομένων, ανεξαρτήτως της εκάστοτε οικονομικής, κοινωνικής και δημογραφικής καταστάσεως και της συγκεκριμένης καταστάσεως της αγοράς εργασίας;

4)

Παραβιάζει την απαγόρευση των διακρίσεων λόγω ηλικίας του άρθρου 1 και του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία, το κράτος που κηρύσσει και διατηρεί ως υποχρεωτική τη συλλογική σύμβαση εργασίας που επιτρέπει στον εργοδότη να τερματίσει εργασιακές σχέσεις σε συγκεκριμένη προκαθορισμένη ηλικία (εν προκειμένω: συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας), όταν αυτό συμβαίνει ανεξαρτήτως της εκάστοτε συγκεκριμένης οικονομικής, κοινωνικής και δημογραφικής καταστάσεως και της συγκεκριμένης καταστάσεως της αγοράς εργασίας;


(1)  ΕΕ L 303, σ. 16.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/11


Προσφυγή της 2ας Φεβρουαρίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Πολωνίας

(Υπόθεση C-49/09)

2009/C 102/15

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: Δ. Τριανταφύλλου και K. Hermann)

Καθής: Δημοκρατία της Πολωνίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, επιβάλλοντας μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 7 % στην παράδοση, την εισαγωγή και το ενδοκοινοτικό εμπόριο ενδυμάτων και ενδυματολογικών μικροαντικειμένων (αξεσουάρ) για βρέφη και παιδικών υποδημάτων βάσει του άρθρου 41, παράγραφος 2, του νόμου περί φόρου αγαθών και υπηρεσιών («ustawa o podatku od towarów i usług») της 11ης Μαρτίου 2004, σε συνδυασμό με τις θέσεις 45 και 47 του παραρτήματος III του νόμου αυτού, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 98 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1), σε συνδυασμό με το παράρτημα III της οδηγίας αυτής·

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Πολωνίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Κατά την άποψη της Επιτροπής, είναι αντίθετη προς το άρθρο 98 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ η επιβολή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ 7 % στην παράδοση, την εισαγωγή και το ενδοκοινοτικό εμπόριο ενδυμάτων και ενδυματολογικών μικροαντικειμένων (αξεσουάρ) για βρέφη και παιδικών υποδημάτων βάσει του άρθρου 41, παράγραφος 2, του νόμου περί φόρου αγαθών και υπηρεσιών της 11ης Μαρτίου 2004, σε συνδυασμό με τις θέσεις 45 και 47 του παραρτήματος III του νόμου αυτού. Η επιβολή του ως άνω μειωμένου συντελεστή στα εν λόγω αγαθά δεν καλύπτεται από καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπουν για τη Δημοκρατία της Πολωνίας το παράρτημα XII, κεφάλαιο 9 («Φόροι»), σημείο 1, στοιχεία α' και β, της πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως της Δημοκρατίας της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 128 της οδηγίας 2006/112.


(1)  ΕΕ L 347, της 11.12.2006, σ. 1.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/11


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Juzgado Mercantil Νο 4 de Barcelona (Ισπανία) στις 13 Φεβρουαρίου 2009 — Axel Waltz κατά Clickair SA

(Υπόθεση C-63/09)

2009/C 102/16

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Juzgado Mercantil Νο 4 de Barcelona

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Axel Waltz

Εναγομένη: Clickair SA

Προδικαστικό ερώτημα

Το όριο ευθύνης στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 22.2 της Συμβάσεως για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, που υπογράφηκε στο Μόντρεαλ στις 28 Μαΐου 1999, περιλαμβάνει, εκτός από τις υλικές ζημίες, και την ηθική βλάβη από την απώλεια των αποσκευών;


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/12


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 17 Φεβρουαρίου 2009 — Alexander Hengartner και Rudolf Gasser

(Υπόθεση C-70/09)

2009/C 102/17

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Verwaltungsgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγοντες: Alexander Hengartner, Rudolf Gasser

Καθής: Vorarlberger Landesregierung

Προδικαστικό ερώτημα

Αποτελεί η θήρα, όταν ο δικαιούμενος που την ασκεί πωλεί τα ζώα που σκοτώνει στην ημεδαπή, μη μισθωτή δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 43 ΕΚ, ακόμη και στην περίπτωση που, συνολικά, με τη δραστηριότητα αυτή δεν επιδιώκεται η επίτευξη κέρδους;


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/12


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Cour de cassation (Γαλλία) στις 18 Φεβρουαρίου 2009 — Etablissements Rimbaud SA κατά Directeur général des impôts, Directeur des services fiscaux d'Aix-en-Provence

(Υπόθεση C-72/09)

2009/C 102/18

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour de cassation (Γαλλία).

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Etablissements Rimbaud SA.

Καθού: Directeur général des impôts, Directeur des services fiscaux d'Aix-en-Provence.

Προδικαστικό ερώτημα

Το άρθρο 40 της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο απαγορεύει νομοθεσία όπως αυτή των άρθρων 990 D επ. του γενικού κώδικα φορολογίας, όπως ίσχυαν κατά την επίμαχη περίοδο, που απαλλάσσει από τον φόρο του 3% επί της αγοραίας αξίας των κείμενων στη Γαλλία ακινήτων τις εταιρίες που εδρεύουν στη Γαλλία και εξαρτά την απαλλαγή αυτή, προκειμένου περί εταιρίας που εδρεύει σε κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, μη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την ύπαρξη συμβάσεως διοικητικής συνδρομής συναφθείσας μεταξύ της Γαλλίας και του κράτους αυτού με σκοπό την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής ή από το γεγονός ότι, κατ’ εφαρμογήν συνθήκης περιέχουσας ρήτρα περί απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, τα εν λόγω νομικά πρόσωπα δεν πρέπει να υπόκεινται σε βαρύτερη φορολογία από αυτήν στην οποία υπόκεινται οι εγκατεστημένες στη Γαλλία εταιρίες;


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/12


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Cour de cassation (Βέλγιο) στις 18 Φεβρουαρίου 2009 — Bâtiments et Ponts Consruction SA και Thyssenkrupp Industrieservice κατά Berlaymont 2000 SA

(Υπόθεση C-74/09)

2009/C 102/19

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour de cassation (Βέλγιο)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσες: Bâtiments et Ponts Consruction SA και Thyssenkrupp Industrieservice

Αναιρεσίβλητη: Berlaymont 2000 SA

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μήπως η υποχρέωση ενός προσώπου να έχει καταχωριστεί στο οικείο μητρώο για να του ανατεθεί δημόσια σύμβαση στο Βέλγιο, όπως η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται από το άρθρο I.G. της ισχύουσας εν προκειμένω ειδικής συγγραφής υποχρεώσεων, αντίκειται στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και στο άρθρο 24, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων (1), αν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στην αναθέτουσα αρχή να αποκλείσει από τη σύμβαση τον υποβαλόντα προσφορά αλλοδαπό εργολήπτη ο οποίος δεν έχει καταχωριστεί αλλά έχει προσκομίσει ισοδύναμα πιστοποιητικά που εκδόθηκαν από τις δικές του εθνικές διοικητικές αρχές;

2)

Μήπως αντίκειται στην αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και στο άρθρο 24, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων, το να αναγνωριστεί σε βελγική αναθέτουσα αρχή η εξουσία να απαιτήσει από τους αλλοδαπούς υποβαλόντες προσφορά να υποβάλουν σε βελγική αρχή –την επιτροπή καταχωρίσεως εργοληπτών– την εξέταση του κύρους των πιστοποιητικών φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας που τους χορηγήθηκαν από τις φορολογικές και κοινωνικοασφαλιστικές αρχές του κράτους τους;


(1)  EE L 199, σ. 54.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/13


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Commissione Tributaria Provinciale di Alessandria (Ιταλία) στις 20 Φεβρουαρίου 2009 — Agra Srl κατά Agenzia Dogane Ufficio delle Dogane di Alessandria

(Υπόθεση C-75/09)

2009/C 102/20

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Commissione Tributaria Provinciale di Alessandria

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Agra Srl

Καθής: Agenzia Dogane Ufficio delle Dogane di Alessandria

Προδικαστικό ερώτημα

1)

Έχει παραγραφεί ή/και αποσβεσθεί λόγω παρόδου τριετίας από την ημερομηνία της τελωνειακής διασαφήσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 ν.δ. 374/2000, σε συνδυασμό με το άρθρο 221, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 2913/1992 και με τη μεταγενέστερη παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, λαμβανομένου υπόψη και του άρθρου 84, παράγραφος 3, του ενιαίου κειμένου νομοθετικών διατάξεων στον τελωνειακό τομέα (π.δ. 43/1973), το δικαίωμα της Agenzia delle Dogane να προβεί σε επαναβεβαίωση, ή μπορεί η εν λόγω τριετής προθεσμία να διακοπεί ή/και να ανασταλεί ενόσω εκκρεμεί ποινική διαδικασία για παράβαση σχετική με τους δασμούς τους οποίους αφορά η βεβαίωση.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/13


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio (Ιταλία) στις 20 Φεβρουαρίου 2009 — Gowan Comercio Internacional e servicos limitada κατά Ministero della Salute

(Υπόθεση C-77/09)

2009/C 102/21

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Gowan Comercio Internacional e servicos limitada

Καθού: Ministero della Salute

Προδικαστικό ερώτημα

Είναι νόμιμη η οδηγία 2006/134/ΕΚ που περιόρισε σημαντικά τη χρήση της ουσίας fenarimol, λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων της τεχνικής-επιστημονικής έρευνας η οποία διεξήχθη από το εισηγούμενο κράτος μέλος και η οποία φαίνεται ότι κατέληξε στο ότι ο κίνδυνος που απορρέει από την εν λόγω χρήση είναι αποδεκτός;


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/13


Αναίρεση που άσκησε στις 24 Φεβρουαρίου 2009 η Compagnie des bateaux mouches SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (έβδομο τμήμα) στις 10 Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση T-365/06, Bateaux mouches κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση C-78/09 P)

2009/C 102/22

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Compagnie des bateaux mouches SA (εκπρόσωπος: G. Barbaut, avocat)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα. σχέδια και υποδείγματα), Jean-Noël Castanet

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να κρίνει παραδεκτή την προσφυγή της εταιρίας Compagnie des bateaux mouches·

να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 10ης Δεκεμβρίου 2008 (υπόθεση T-365/06)·

να καταδικάσει το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα προβάλλει δύο λόγους προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει την εκ μέρους του Πρωτοδικείου παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (1). Συναφώς, προσάπτει, πρώτον, στο Πρωτοδικείο ότι παραγνώρισε τον εγγενή διακριτικό χαρακτήρα που είχε εξαρχής το σήμα. Δεύτερον, ο εν λόγω διακριτικός χαρακτήρας διατηρήθηκε και ενισχύθηκε μάλιστα με την πάροδο του χρόνου, λόγω της εκ μέρους της αναιρεσείουσας εκμεταλλεύσεως. Συγκεκριμένα, το σήμα «BATEAUX MOUCHES» έχει τεθεί επί των πλοίων που χρησιμοποιεί η αναιρεσείουσα –και μόνον αυτή– για τις τουριστικές περιηγήσεις στον Σηκουάνα, η χρήση των όρων «bateaux mouches» στις μηχανές αναζητήσεως στο Διαδίκτυο παραπέμπει κατευθείαν στην ιστοσελίδα της αναιρεσείουσας και η τελευταία έχει εφαρμόσει ενεργητική πολιτική προστασίας του σήματός της από κάθε καταχρηστική χρησιμοποίηση.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι ερμήνευσε εσφαλμένως τα κριτήρια της νομολογίας που καθιστούν δυνατό να αποδειχθεί ότι το σήμα «BATEAUX MOUCHES» απέκτησε, δια της χρήσεως, διακριτικό χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία που είναι ικανά να αποδείξουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος, όπως είναι το μερίδιο της αγοράς που αναλογεί στο σήμα, η ένταση, η γεωγραφική έκταση και η διάρκεια της χρήσεως του σήματος αυτού, το μέγεθος των επενδύσεων στις οποίες έχει προβεί η επιχείρηση για την προώθησή του, το ποσοστό των ενδιαφερομένων κύκλων που αναγνωρίζει, χάρη στο σήμα, το προϊόν ή την υπηρεσία ως προερχόμενα από συγκεκριμένη επιχείρηση έπρεπε να αναλυθούν από το Πρωτοδικείο συνολικώς και όχι εν μέρει.


(1)  ΕΕ 1994, L 11, σ. 1.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/14


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ελλάδα) στις 25 Φεβρουαρίου 2009 — Ίδρυμα Τύπου Α.Ε. κατά Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης

(Υπόθεση C-81/09)

2009/C 102/23

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Αιτούν δικαστήριο

Συμβούλιο της Επικρατείας

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Ίδρυμα Τύπου A.E.

Εναγόμενος: Υπουργός Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης

Προδικαστικά ερωτήματα

«Η οδηγία 68/151/ΕΟΚ, ορίζουσα στο άρθρο 1 αυτής ότι “τα μέτρα συντονισμού που καθορίζονται από την παρούσα οδηγία αφορούν τις νομοθετικές κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των Κρατών μελών, που ισχύουν για τις εξής μορφές εταιρειών:” …– για την Ελλάδα: ανώνυμη εταιρεία…..», εμπεριέχει ρύθμιση, η οποία απαγορεύει την θέσπιση εθνικής διατάξεως, όπως εκείνη του άρθρου 4 παρ. 3 του ν. 2328/1995, κατά το μέρος που αυτή ορίζει ότι τα προβλεπόμενα στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού πρόστιμα για παραβιάσεις της νομοθεσίας και των κανόνων δεοντολογίας που διέπουν τη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών, επιβάλλονται από κοινού και εις ολόκληρο, όχι μόνο στην εταιρεία κάτοχο της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας του τηλεοπτικού σταθμού, αλλά και σε όλους του μετόχους που κατέχουν ποσοστό μετοχών μεγαλύτερο από δυόμισι τις εκατό (2,5%);


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/14


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ελλάδα) στις 25 Φεβρουαρίου 2009 — Δήμος Αγίου Νικολάου Κρήτης κατά Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

(Υπόθεση C-82/09)

2009/C 102/24

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Αιτούν δικαστήριο

Συμβούλιο της Επικρατείας

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: Δήμος Αγίου Νικολάου Κρήτης

Εναγόμενος: Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

Προδικαστικά ερωτήματα

Α)

Εφαρμόζονται οι διδόμενοι από το άρθρο 3 α) και β) του Κανονισμού 2152/2003 ορισμοί του δάσους και της δασικής εκτάσεως και σε θέματα προστασίας και διαχειρίσεως εν γένει των κατά τους ανωτέρω ορισμούς δασών και δασικών εκτάσεων, τα οποία δεν ρυθμίζονται ρητά από αυτόν προβλέπονται όμως από τις εθνικές έννομες τάξεις;

Β)

Εάν στο ανωτέρω ερώτημα Α δοθεί θετική απάντηση, επιτρέπεται στις εθνικές έννομες τάξεις να ορίζουν ως δάση ή δασικές εκτάσεις και εκτάσεις οι οποίες δεν αποτελούν δάση ή δασικές εκτάσεις σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 3 α) και β)του Κανονισμού 2152/2003; και

Γ)

Εάν στο ανωτέρω ερώτημα Β δοθεί θετική απάντηση, ο επιτρεπόμενος να δοθεί από τις εθνικές έννομες τάξεις ορισμός, ως δασών και δασικών εκτάσεων, και εκτάσεων που δεν αποτελούν δάση ή δασικές εκτάσεις σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 3 α) και β) του Κανονισμού 2152/2003, μπορεί να διαφοροποιείται από τον ορισμό που δίνει ο ανωτέρω Κανονισμός τόσο ως προς τα συστατικά στοιχεία της έννοιας του δάσους ή της δασικής εκτάσεως που ο Κανονισμός διαλαμβάνει όσο και ως προς τον αριθμητικό προσδιορισμό των μεγεθών των τυχόν κοινών με αυτόν (τον Κανονισμό) συστατικών στοιχείων; Ή ο ορισμός αυτός των εθνικών εννόμων τάξεων μπορεί μεν να περιλαμβάνει συστατικά στοιχεία της έννοιας του δάσους ή της δασικής εκτάσεως διαφορετικά από αυτά που διαλαμβάνει ο ορισμός του Κανονισμού, ως προς τα κοινά όμως με αυτόν στοιχεία επιτρέπεται μεν να μην τα προσδιορίζει αριθμητικώς, όχι δε και να αποκλίνει, εάν προβαίνει σε τέτοιο αριθμητικό προσδιορισμό από εκείνον (τον αριθμητικό προσδιορισμό) του Κανονισμού;


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/15


Αναίρεση που άσκησε στις 25 Φεβρουαρίου 2009 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (έβδομο τμήμα) στην υπόθεση T-388/02, Kronoply GmbH & Co. KG και Kronotex GmbH & Co. KG κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπέρ της οποίας είχαν παρέμβει η Zellstoff Stendal GmbH, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και το Land Sachsen-Anhalt

(Υπόθεση C-83/09 P)

2009/C 102/25

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: K. Gross και V. Kreuschitz)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Kronoply GmbH & Co. KG, Kronotex GmbH & Co. KG, Zellstoff Stendal GmbH, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και Land Sachsen-Anhalt

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος κατά το οποίο έκρινε παραδεκτή την προσφυγή ακυρώσεως που είχαν ασκήσει η Kronoply GmbH & Co. KG και η Kronotex GmbH & Co. KG κατά της αποφάσεως της Επιτροπής της 19ης Ιουνίου 2002 να μην προβάλει αντιρρήσεις σχετικά με τη χορηγηθείσα από τη Γερμανία ενίσχυση υπέρ της επιχειρήσεως Zellstoff Stendal GmbH για την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής χαρτοπολτού,

να απορρίψει ως αβάσιμη την προσφυγή ακυρώσεως που είχαν ασκήσει η Kronoply GmbH & Co. KG και η Kronotex GmbH & Co. KG κατά της επίμαχης πράξης,

να καταδικάσει την Kronoply GmbH & Co. KG και την Kronotex GmbH & Co. KG στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Κατά την άποψη της Επιτροπής, η ενεργητική νομιμοποίηση των ενδιαφερομένων κατά την έννοια του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ για την άσκηση προσφυγής κατά των αποφάσεων περί ενισχύσεων προσκρούει στις προϋποθέσεις παραδεκτού των προσφυγών τις οποίες θέτει το άρθρο 230, παράγραφος 4, ΕΚ. Οι ενδιαφερόμενοι που δεν εμπλέκονται στη διαδικασία χορηγήσεως των ενισχύσεων δεν έχουν αξιώσεις που να μπορούν να ασκηθούν δικαστικά. Αντίθετα, για να εξακριβωθεί ποιον αφορά ατομικά η επίμαχη πράξη, πρέπει να εφαρμόζεται η λύση που έδωσε το Δικαστήριο με την απόφαση Plaumann. Το μόνο κριτήριο δηλαδή είναι αν η ενίσχυση έχει οικονομικές συνέπειες για τον προσφεύγοντα.

Επιπλέον, κατά την Επιτροπή, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προσδίδεται μια ανεπίτρεπτη διαφορετική ερμηνεία στα αιτήματα της προσφυγής. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο εξέτασε ορισμένα επί της ουσίας επιχειρήματα της προσφεύγουσας, τα οποία η προσφεύγουσα δεν είχε αναπτύξει σε σχέση με την προστασία των δικαιωμάτων που υποστηρίζει ότι είχε κατά τη διαδικασία χορηγήσεως των ενισχύσεων, ενώ η προσφυγή κρίθηκε παραδεκτή αποκλειστικά και μόνο για την προστασία των διαδικαστικών αυτών δικαιωμάτων της προσφεύγουσας.

Κατά την Επιτροπή, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση μπορεί, σε τελική ανάλυση, να οδηγήσει στην καθιέρωση ενός ξένου προς το κοινοτικό δίκαιο θεσμού, μιας actio popularis κατά των αποφάσεων περί ενισχύσεων.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/16


Αίτηση αναιρέσεως της Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda, που ασκήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2009, κατά της διατάξεως της 17ης Δεκεμβρίου 2008, την οποία εξέδωσε το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (όγδοο τμήμα) στην υπόθεση T-137/07, Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda, κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-85/09 P)

2009/C 102/26

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda (εκπρόσωπος: C. Mourato, δικηγόρος)

Έτερος διάδικος: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει μερικώς την αναιρεσιβαλλομένη διάταξη κατά το μέτρο που έκρινε μη αποδειχθείσα την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παραλείψεως της Επιτροπής και της προβληθείσας από την αναιρεσείουσα ζημίας (σκέψεις 96, 97, 99, 100 και 101 της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως).

Κρίνοντας δε την ουσία της αναιρέσεως,

Κυρίως, να αναγνωρίσει ότι, στην υπό κρίση διαφορά, συντρέχουν οι προϋποθέσεις της εξωσυμβατικής ευθύνης της Επιτροπής· να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει αποζημίωση για την προβαλλόμενη ζημία· και να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των διαδικασιών, περιλαμβανομένων και των της αναιρεσείουσας.

Επικουρικώς, να παραπέμψει την υπόθεση στο Πρωτοδικείο, για να ερευνήσει αυτό την πλήρωση των προϋποθέσεων της εξωσυμβατικής ευθύνης· να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει αποζημίωση για την προβαλλόμενη ζημία· και να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα –περιλαμβανομένων και των της αναιρεσείουσας– της παρούσας αναιρέσεως και της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαδικασίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Ανεπαρκής αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης διατάξεως, καθ’ όσον το Πρωτοδικείο δεν απάντησε στα επιχειρήματα τα οποία προέβαλε η αναιρεσείουσα στα σημεία 92 και 93 του εισαγωγικού της δίκης εγγράφου της, ότι η έλλειψη εντολοδόχου του κατασκευαστή για τον κοινοτικό χώρο –η ύπαρξη του οποίου είναι υποχρεωτική σύμφωνα με την οδηγία– καθιστούσε αδύνατη την πραγματοποιηθείσα από τον κοινοποιημένο οργανισμό διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης· τέλος, στον ισχυρισμό της Επιτροπής ότι δεν είχε κληθεί να παρέμβει στη διαδικασία διασφαλίσεως, διότι η πορτογαλική αρχή, Infarmed, δεν είχε ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 14β της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 98/79/ΕΚ (2) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 1998, για τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro·

Εσφαλμένη εκτίμηση της αιτιώδους συναφείας που υφίσταται μεταξύ της συμπεριφοράς της Επιτροπής και της ζημίας που υπέστη η αναιρεσείουσα και εσφαλμένη ερμηνεία των άρθρων 8 και 14β της οδηγίας, εκ μέρους του Πρωτοδικείου·

Προσβολή των δικαιωμάτων του αμυνομένου λόγω μη διεξαγωγής των αιτηθέντων από την αναιρεσείουσα αποδείξεων.


(1)  ΕΕ 1993, L 169, σ. 1

(2)  ΕΕ 1998, L 331, σ. 1


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/16


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το VAT and Duties Tribunal, Manchester (Ηνωμένο Βασίλειο) στις 27 Φεβρουαρίου 2009 — Future Health Technologies Ltd κατά Her Majesty's Commissioners of Revenue and Customs

(Υπόθεση C-86/09)

2009/C 102/27

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

VAT and Duties Tribunal, Manchester

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Future Health Technologies Ltd

Καθών: Her Majesty's Commissioners of Revenue and Customs

Προδικαστικά ερωτήματα

1.

Οσάκις το κράτος μέλος δέχεται ότι παρέχονται οι υπηρεσίες από οργανισμό που πρέπει να θεωρηθεί ως ίδρυμα δεόντως αναγνωρισμένο και της αυτής φύσεως με νοσοκομείο ή κέντρο ιατρικής περίθαλψης και διάγνωσης κατά την έννοια του άρθρου 132, παράγραφος 1, στοιχείο β', της βασικής οδηγίας ΦΠΑ (1), έχει η έκφραση «νοσοκομειακή και ιατρική περίθαλψη» από το άρθρο 132, παράγραφος 1, στοιχείο β', την έννοια ότι περιλαμβάνει το σύνολο ή άλλως, μία ή περισσότερες (και ποιες) υπηρεσίες από τις κατωτέρω περιγραφόμενες (που περιγράφονται λεπτομερέστερα στη συμφωνημένη έκθεση πραγματικών περιστατικών):

α)

παροχή στους γονείς του τέκνου που δεν έχει γεννηθεί ακόμα ενός δέματος με τον αναγκαίο ιατρικό εξοπλισμό με τον οποίο θα μπορέσει ο ανεξάρτητος ιατρός που επιβλέπει τον τοκετό να συλλέξει αίμα από τον ομφάλιο λώρο του παιδιού αμέσως μετά τον τοκετό·

β)

εξέταση του συλλεχθέντος αίματος σε ειδική εγκατάσταση προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν είναι μολυσμένο από ασθένεια που μπορεί να μεταδοθεί διά του αίματος ή διά των βλαστοκυττάρων που εξάγονται από το αίμα σε περίπτωση θεραπευτικής χρήσεως των βλαστοκυττάρων (παρόμοια εξέταση επαναλαμβάνεται μετά από έξι μήνες)·

γ)

επεξεργασία του αίματος αυτού από και υπό την επίβλεψη δεόντως ειδικευμένου ιατρού για τη λήψη δείγματος βλαστοκυττάρων καταλλήλων για θεραπευτική ιατρική χρήση·

δ)

αποθήκευση του αίματος και των βλαστοκυττάρων υπό επιστημονικά ελεγμένες συνθήκες, κατάλληλες για τη διατήρηση του αίματος και των βλαστοκυττάρων σε αρίστη κατάσταση· και/ή

ε)

απόδοση του αίματος όταν το ζητήσουν οι γονείς (μέχρις ότου το παιδί συμπληρώσει το 18ο έτος) για χρήση στο πλαίσιο ιατρικής περίθαλψης·

2.

Επικουρικώς έχει ο όρος δραστηριότητες «στενά συνδεόμενες» με νοσοκομειακή και ιατρική περίθαλψη κατά το άρθρο 132, παράγραφος 1, στοιχείο β', της βασικής οδηγίας ΦΠΑ την έννοια ότι περιλαμβάνει όλες ή κάποια (και ποια) από τις προαναφερθείσες υπηρεσίες·

3.

Οσάκις το κράτος μέλος δέχεται ότι οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται από ή υπό την επίβλεψη ενός ή περισσοτέρων καταλλήλως ειδικευμένων ιατρών, έχει η έκφραση «παροχές ιατρικής περίθαλψης» από το άρθρο 132, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της βασικής οδηγίας ΦΠΑ την έννοια ότι περιλαμβάνει το σύνολο ή επικουρικώς μία ή περισσότερες (και ποιες) υπηρεσίες από τις κατωτέρω περιγραφόμενες (που περιγράφονται λεπτομερέστερα στη συμφωνημένη έκθεση περιστατικών):

στ)

παροχή στους γονείς του τέκνου που δεν έχει γεννηθεί ακόμα ενός δέματος με τον αναγκαίο ιατρικό εξοπλισμό με τον οποίο θα μπορέσει ο ανεξάρτητος ιατρός που επιβλέπει τον τοκετό να συλλέξει αίμα από τον ομφάλιο λώρο του παιδιού αμέσως μετά τον τοκετό·

ζ)

εξέταση του συλλεχθέντος αίματος σε ειδική εγκατάσταση προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν είναι μολυσμένο από ασθένεια που μπορεί να μεταδοθεί διά του αίματος ή διά των βλαστοκυττάρων που εξάγονται από το αίμα σε περίπτωση θεραπευτικής χρήσεως των βλαστοκυττάρων (παρόμοια εξέταση επαναλαμβάνεται μετά από έξι μήνες)·

η)

επεξεργασία του αίματος αυτού από και υπό την επίβλεψη δεόντως ειδικευμένου ιατρού για τη λήψη δείγματος βλαστοκυττάρων καταλλήλων για θεραπευτική ιατρική χρήση·

θ)

αποθήκευση του αίματος και των βλαστοκυττάρων υπό επιστημονικά ελεγμένες συνθήκες κατάλληλες για τη διατήρηση του αίματος και των βλαστοκυττάρων σε αρίστη κατάσταση· και/ή

ι)

απόδοση του αίματος όταν το ζητήσουν οι γονείς (μέχρις ότου το παιδί συμπληρώσει το 18ο έτος) για χρήση στο πλαίσιο ιατρικής περίθαλψης;


(1)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (OJ L 347, σ. 1).


Πρωτοδικείο

1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/18


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαρτίου 2009 — R κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-156/08 P) (1)

(Αναίρεση - Υπαλληλική υπόθεση - Δόκιμοι υπάλληλοι - Έκθεση αξιολογήσεως για την περίοδο δοκιμασίας - Δεν υφίσταται βλαπτική πράξη - Προθεσμία ασκήσεως προσφυγής - Εκπρόθεσμο)

2009/C 102/28

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: R (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: Y. Minatchy, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Martin και K. Herrmann)

Αντικείμενο

Αίτηση αναιρέσεως της διατάξεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 19ης Φεβρουαρίου 2008, F-49/07, R κατά Επιτροπής (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στη Συλλογή).

Διατακτικό

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

O R φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και εκείνα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή στο πλαίσιο της παρούσας δίκης.


(1)  ΕΕ C 171 της 5.7.2008.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/18


Προσφυγή της 9ης Φεβρουαρίου 2009 — Deutsche Behindertenhilfe — Aktion Mensch κατά ΓΕΕΑ (diegesellschafter.de)

(Υπόθεση T-47/09)

2009/C 102/29

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγoν: Deutsche Behindertenhilfe — Aktion Mensch eV (Mainz, Γερμανία) (εκπρόσωποι: V. Töbelmann και A. Piltz, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Το προσφεύγον ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 27ης Νοεμβρίου 2008 στην υπόθεση R 1094/2008-1,

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «diegesellschafter.de» για υπηρεσίες των κλάσεων 35 και 41 (αίτηση αριθ. 4 606 372)

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β' και γ', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), διότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει τον απαραίτητο διακριτικό χαρακτήρα και δεν υπάρχει καμία ανάγκη να παραμείνει διαθέσιμο.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/18


Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2009 — Swarovski κατά ΓΕΕΑ — Swarovski (Daniel Swarovski Privat)

(Υπόθεση T-55/09)

2009/C 102/30

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Daniel Swarovski (Volders, Αυστρία) (εκπρόσωπος: R. Küppers, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Swarovski AG (Triesen, Λιχτενστάιν)

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 9 Νοεμβρίου 2008 απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών στην υπόθεση R 0348/2008-1·

να απορρίψει την προσφυγή·

να καταδικάσει την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Ο προσφεύγων

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «Daniel Swarovski Privat» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 3, 4, 8, 9, 15, 16, 18, 20, 21, 26, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 39 και 44 (αίτηση καταχωρίσεως αριθ. 3 981 099)

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η Swarovski AG

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το λεκτικό σήμα «DANIEL SWAROVSKI» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 16, 18, 21, 25 και 41 (κοινοτικό σήμα αριθ. 3 895 133)· το λεκτικό σήμα «Swarovski» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 2, 3, 6, 8, 9, 11, 16, 18, 19, 20, 21, 24, 25, 28, 34, 35 και 41 (κοινοτικό σήμα αριθ. 3 895 091)· το λεκτικό σήμα «Swarovski» για υπηρεσίες της κλάσεως 36 (αυστριακό λεκτικό σήμα αριθ. 218 795)· το λεκτικό σήμα «Swarovski» για προϊόντα των κλάσεων 11, 16, 21 και 34 (αυστριακό λεκτικό σήμα αριθ. 96 389) και το λεκτικό σήμα «Swarovski» για προϊόντα των κλάσεων 8, 9, 11, 14, 18, 21, 25 και 26 (διεθνής καταχώριση για την Ιταλία αριθ. 528 189)

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Μερική αποδοχή της ανακοπής

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Μερική απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφοι 1, στοιχείο β', και 5, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), διότι δεν συντρέχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων, δεν υφίσταται η απαιτούμενη βλάβη των προγενεστέρων σημάτων και επιπλέον έγινε εσφαλμένος καθορισμός της εκτάσεως της προστασίας των προγενεστέρων σημάτων


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/19


Προσφυγή-αγωγή της 9ης Φεβρουαρίου 2009 — Alfastar Benelux κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-57/09)

2009/C 102/31

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Alfastar Benelux (Ixelles, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: N. Κεραμιδάς, δικηγόρος)

Καθού-εναγόμενο: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Αιτήματα της προσφεύγουσας-ενάγουσας

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του Συμβουλίου να απορρίψει την προσφορά της προσφεύγουσας, που υποβλήθηκε σε απάντηση της ανοικτής προσκλήσεως για υποβολή προσφορών UCA-218-07 με αντικείμενο την «Τεχνική συντήρηση — υπηρεσίες βοήθειας προς τον χρήστη και επιτόπιας παρεμβάσεως για τους προσωπικούς υπολογιστές, τους εκτυπωτές και τις περιφερειακές μονάδες Η/Υ της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου» (1), απόφαση που ανακοινώθηκε στην προσφεύγουσα με έγγραφο της 1ης Δεκεμβρίου 2008, και όλες τις περαιτέρω συναφείς αποφάσεις του Συμβουλίου περιλαμβανομένης της αποφάσεως να ανατεθεί η σύμβαση στον ανάδοχο·

να υποχρεώσει το Συμβούλιο να καταβάλει στην προσφεύγουσα, για την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη από την επίμαχη διαδικασία διαγωνισμού, αποζημίωση ίση με το ποσό των 2 937 902 ευρώ ή με το μέρος του ποσού αυτού που θα αντιστοιχεί στην ημερομηνία ακυρώσεως της πιο πάνω αποφάσεως του Συμβουλίου·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, ακόμη και αν απορριφθεί η προσφυγή-αγωγή.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στην παρούσα υπόθεση, η προσφεύγουσα ζητεί να ακυρωθεί η απόφαση του καθού-εναγομένου (στο εξής: καθού) να απορρίψει την προσφορά που η προσφεύγουσα υπέβαλε σε απάντηση της ανοικτής προσκλήσεως για υποβολή προσφορών UCA-218-07 με αντικείμενο την «Τεχνική συντήρηση — υπηρεσίες βοήθειας προς τον χρήστη και επιτόπιας παρεμβάσεως για τους προσωπικούς υπολογιστές, τους εκτυπωτές και τις περιφερειακές μονάδες Η/Υ της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου» και να αναθέσει τη σύμβαση στον ανάδοχο. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ζητεί αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη σχετικά με τη διαδικασία διαγωνισμού.

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις νομικούς ισχυρισμούς.

Πρώτον, διατείνεται ότι το καθού υπέπεσε σε διάφορα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως όσον αφορά: τη μη πιστοποίηση της τεχνικής ικανότητας του ανάδοχου, το γεγονός ότι το προσωπικό του ανάδοχου δεν έχει εξουσιοδότηση ασφάλειας από το NATO, το γεγονός ότι ο ανάδοχος δεν διέθετε το προσωπικό που πρότεινε, τη σχέση που τα προσόντα του προσωπικού του ανάδοχου έχουν με εκείνα της προσφεύγουσας, τη βαθμολόγηση της μεταφοράς τεχνογνωσίας και την αξιολόγηση του αριθμού των μελών του προσωπικού που πρότειναν εκείνοι που υπέβαλαν προσφορά.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το καθού δεν τήρησε την υποχρέωσή του ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων και την υποχρέωσή του διαφάνειας.

Τρίτον, προβάλλει ότι η πρόσκληση για την υποβολή προσφορών περιείχε πλείστες αντιφάσεις και ανακριβείς πληροφορίες.

Τέλος, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το καθού παρέβη την υποχρέωσή του να αιτιολογεί τις πράξεις του.


(1)  ΕΕ 2008/S 91-122796.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/20


Προσφυγή της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Herhof κατά ΓΕΕΑ — Stabilator (stabilator)

(Υπόθεση T-60/09)

2009/C 102/32

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Herhof-Verwaltungsgesellschaft mbH (Solms, Γερμανία) (εκπρόσωποι: A. Zinnecker και T. Bösling, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Stabilator sp. z o.o. (Gdynia, Πολωνία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 16ης Δεκεμβρίου 2008 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις R 483/2008-4 και R 705/2008-4·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Stabilator sp. z o.o.

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «stabilator» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 19, 37 και 42 (αίτηση αριθ. 4 068 961)

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το λεκτικό σήμα «STABILAT» για προϊόντα των κλάσεων 1, 7, 11, 20, 37, 40 και 42

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Μερική αποδοχή της ανακοπής και μερική απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Μερική ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως και απόρριψη της ανακοπής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), διότι μεταξύ των αντιτασσομένων σημάτων υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως ή τουλάχιστον κίνδυνος συνειρμού.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/21


Προσφυγή της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Meica κατά ΓΕΕΑ — Bösinger Fleischwaren (Schinken King)

(Υπόθεση T-61/09)

2009/C 102/33

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Meica Ammerländische Fleischwarenfabrik Fritz Meinen GmbH & Co. KG (Edewecht, Γερμανία) (εκπρόσωπος: S. Russlies, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Bösinger Fleischwaren GmbH (Bösingen, Γερμανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 11ης Δεκεμβρίου 2008 (υπόθεση R 1049/2007-1)·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Bösinger Fleischwaren GmbH

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «Schinken King» για προϊόντα των κλάσεων 29 και 30 (αίτηση αριθ. 3 720 968)

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το κοινοτικό λεκτικό σήμα «Curry King» (αριθ. 2 885 077) για προϊόντα της κλάσεως 30 και τα γερμανικά λεκτικά σήματα «Curry King» (αριθ. 399 02969,9) και «King» (αριθ. 304 04434,2) για προϊόντα των κλάσεων 29 και 30

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της ανακοπής

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), διότι μεταξύ των αντιτασσομένων σημάτων υφίσταται κίνδυνος συνειρμού και παράβαση του άρθρου 74, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, λόγω ελλιπούς αιτιολογίας της αποφάσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/21


Προσφυγή της 13ης Φεβρουαρίου 2009 — Rintisch κατά ΓΕΕΑ — Bariatrix Europe (PROTI SNACK)

(Υπόθεση T-62/09)

2009/C 102/34

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Bernhard Rintisch (Bottrop, Γερμανία) (εκπρόσωπος: A. Dreyer, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Bariatrix Europe Inc. SAS (Guilherand Granges, Γαλλία)

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 15ης Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση R 740/2008-4 και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «PROTI SNACK» για προϊόντα των κλάσεων 5, 29, 30 και 32 — αίτηση υπ’ αριθ. 4 992 145

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το καταχωρισμένο στη Γερμανία υπ’ αριθ. 39 702 429 λεκτικό σήμα «PROTI» για προϊόντα των κλάσεων 29 και 32· το καταχωρισμένο στη Γερμανία υπ’ αριθ. 39 608 644 εικονιστικό σήμα «PROTIPOWER» για προϊόντα των κλάσεων 29 και 32· το καταχωρισμένο στη Γερμανία υπ’ αριθ. 39 549 559 λεκτικό σήμα «PROTIPLUS» για προϊόντα των κλάσεων 29 και 32 και το καταχωρισμένο στη Γερμανία υπ’ αριθ. 39 629 195 σήμα που συνίσταται στον διακριτικό τίτλο «PROTITOP» για προϊόντα των κλάσεων 29, 30 και 32

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της ανακοπής

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, καθόσον το τμήμα προσφυγών δεν εκτίμησε επί της ουσίας την ανακοπή· παράβαση του άρθρου 74, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, καθόσον το τμήμα προσφυγών δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια ή, τουλάχιστον, δεν εξήγησε με ποιον τρόπο το έπραξε· κατάχρηση εξουσίας, καθόσον το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη του έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσα.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/22


Προσφυγή της 17ης Φεβρουαρίου 2009 — Volkswagen κατά ΓΕΕΑ — Suzuki Motor (SWIFT GTi)

(Υπόθεση T-63/09)

2009/C 102/35

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Volkswagen AG (Wolfsburg, Γερμανία) (εκπρόσωποι: H.-P. Schrammek, C. Drzymalla και S. Risthaus, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Suzuki Motor Corporation

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 9.12.2008 στην υπόθεση R-749/2007-2,

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Suzuki Motor Corporation

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «SWIFT GTi» για προϊόντα της κλάσης 12 (αίτηση αριθ. 3 456 084)

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία της ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το γερμανικό λεκτικό σήμα «GTI» (αριθ. 39 406 386) και το διεθνές λεκτικό σήμα «GTI» (αριθ. 717 592) για προϊόντα της κλάσης 12

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της ανακοπής

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), διότι μεταξύ των επίμαχων σημάτων υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/23


Προσφυγή της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Micro Shaping κατά ΓΕΕΑ (>packaging)

(Υπόθεση T-64/09)

2009/C 102/36

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Micro Shaping Ltd (Worthing, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωπος: A. Franke, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 11ης Δεκεμβρίου 2008 — υπόθεση R 1063/2008-1 — σχετικά με την υπ’ αριθ. 006354311 αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος «>packaging»·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Το λεκτικό σήμα «>packaging» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 16, 17 και 42 (αίτηση καταχωρίσεως αριθ. 6 354 311)

Απόφαση του εξεταστή: Μερική απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β' και γ', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), διότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση διαθέτει τον απαιτούμενο διακριτικό χαρακτήρα και δεν συντρέχει ανάγκη ο εν λόγω όρος να παραμείνει ελεύθερος, καθώς και παραβίαση της επιταγής περί ακροάσεως του άρθρου 73 του κανονισμού 40/94.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/23


Αναίρεση που άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2009 o Enzo Reali κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 11 Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση F-136/06, Reali κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-65/09 P)

2009/C 102/37

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Enzo Reali (Φλωρεντία, Ιταλία) (εκπρόσωπος: S. Pappas, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και, ακολούθως, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής·

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη να καταβάλει το σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-136/06 (1), με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του αναιρεσείοντος, με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της αρμόδιας για τη σύναψη συμβάσεων αρχής, η οποία τον κατέταξε σε ορισμένο βαθμό και κλιμάκιο κατά την πρόσληψή του ως υπαλλήλου επί συμβάσει της Επιτροπής.

Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, ο αναιρεσείων προβάλλει τέσσερις λόγους αναιρέσεως.

Πρώτον, υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης (στο εξής: ΔΔΔ) διέπραξε νομικό σφάλμα κρίνοντας απαράδεκτο τον λόγο ακυρώσεως που προβλήθηκε με την προσφυγή σε πρώτο βαθμό για τον παράνομο χαρακτήρα ορισμένων γενικών εκτελεστικών διατάξεων (στο εξής: ΓΕΔ) λόγω μη προβολής του λόγου αυτού με την προηγηθείσα διοικητική ένσταση. Ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι το ζήτημα της ελλείψεως αρμοδιότητας της Επιτροπής στο οποίο παρέπεμπε ο λόγος ακυρώσεως περί παρανόμου έπρεπε να εξετασθεί από το ΔΔΔ αυτεπαγγέλτως. Επικουρικώς, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι, ακόμη κι αν το ΔΔΔ δεν όφειλε να εξετάσει το ζήτημα αυτό αυτεπαγγέλτως, αυτός ο λόγος ακυρώσεως θα έπρεπε να έχει κριθεί παραδεκτός, καθόσον η νομιμότητα του συγκεκριμένου κριτηρίου κατατάξεώς του είχε ήδη αμφισβητηθεί με την αρχική διοικητική ένσταση.

Δεύτερον, ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι το ΔΔΔ διέπραξε νομικό σφάλμα κατά την εκτίμηση των διπλωμάτων του. Υποστηρίζει ότι ο καθορισμός της αξίας ενός πτυχίου πρέπει να γίνεται βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους στο οποίο απονεμήθηκε το πτυχίο αυτό, καθόσον ο καθορισμός αυτός εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών και ότι το ΔΔΔ περιόρισε αυθαιρέτως το πεδίο εφαρμογής και διαστρέβλωσε τη σχετική ιταλική νομοθεσία.

Τρίτον, ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι το ΔΔΔ προσέβαλε την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων κατά την εκτίμηση της αξίας των διπλωμάτων του και συγκρίνοντάς τα με τα διπλώματα προσώπου που έχει ολοκληρώσει προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών.

Τέταρτον, ο αναιρεσείων αναφέρει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση περιέχει το αντιφατικό επιχείρημα ότι, κατά τη γνώμη του, το ΔΔΔ φαίνεται να λαμβάνει μεν υπόψη την ιταλική νομοθεσία αλλά να μην εφαρμόζει τη νομοθεσία αυτή για την επίλυση της διαφοράς.


(1)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/24


Προσφυγή της 18ης Φεβρουαρίου 2009 — Pilkington Group κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-72/09)

2009/C 102/38

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Pilkington Group (St Helens, Ηνωμένο Βασίλειο), Pilkington Automotive Ltd (Lathom, Ηνωμένο Βασίλειο), Pilkington Automotive Deutschland GmbH (Witten, Γερμανία), Pilkington Holding GmbH (Gelsenkirchen, Γερμανία), Pilkington Italia SpA (San Salvo, Ιταλία) (εκπρόσωποι: J. Scott, S. Wisking και K. Φουντουκάκος-Κυριακάκος, Solicitors)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 1, στοιχείο γ', της αποφάσεως ή, επικουρικώς το άρθρο 1, στοιχείο γ', στο μέτρο που ορίζει ότι η Pilkington παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ πριν τον Ιανουάριο του 1999·

να ακυρώσει το άρθρο 2, στοιχείο γ', της αποφάσεως και/ή να διατάξει ουσιαστική μείωση του προστίμου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα των προσφευγουσών.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή τους οι προσφεύγουσες ζητούν, βάσει του άρθρου 230 ΕΚ, τη μερική ακύρωση της αποφάσεως C (2008) 6815 της Επιτροπής, της 12ης Νοεμβρίου 2008, [υπόθεση COMP/39.125 — Υαλοπίνακες οχημάτων (Carglass)] και, ειδικότερα, του άρθρου 1, στοιχείο γ', που αναφέρει ότι οι προσφεύγουσες παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ καθόσον μετείχαν, από 10 Μαρτίου 1998 έως 3 Σεπτεμβρίου 2002 σε σύμπλεγμα συμφωνιών και/ή εναρμονισμένες πρακτικές στον τομέα υαλοπινάκων οχημάτων στον ΕΟΧ, ή, επικουρικώς την ακύρωση του άρθρου 1, στοιχείο γ', της προσβαλλομένης αποφάσεως καθόσον αναφέρει ότι οι προσφεύγουσες παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ πριν τις 15 Ιανουαρίου 1999. Επιπλέον και κατά συνέπεια, οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση του άρθρου 2, στοιχείο γ', της προσβαλλομένης αποφάσεως, που επιβάλλει πρόστιμο στις προσφεύγουσες, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, ύψους 370 εκατομμυρίων ευρώ και/ή την ουσιαστική μείωση προστίμου.

Οι προσφεύγουσες προβάλλουν έντεκα ισχυρισμούς με την προσφυγή τους, τρεις από τους οποίους αφορούν σοβαρές πλάνες στον χαρακτηρισμό πραγματικών περιστατικών της παραβατικής συμπεριφοράς κατά την απόφαση, επτά από τους οποίους αφορούν πλάνες ως προς τον καθορισμό του προστίμου, ενώ ο τελευταίος αφορά το γεγονός ότι οι περιστάσεις της υποθέσεως στο σύνολό τους δικαιολογούν την άσκηση από το Πρωτοδικείο της απεριόριστης αρμοδιότητάς του να μειώσει ουσιαστικά το πρόστιμο.

Πρώτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2003 (1) δεδομένου ότι εσφαλμένα εκτίμησε τη φύση και συνεπώς υπερεκτίμησε σε μεγάλο βαθμό τη σοβαρότητα ενδεχομένης παραβατικής συμπεριφοράς. Ειδικότερα, υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή χαρακτήρισε εσφαλμένα την παραβατική συμπεριφορά η οποία δεν συνιστά πλήρες καρτέλ με προκαθορισμένους κανόνες ούτε διαπνέεται από στόχο καλύπτοντα ολόκληρη την αγορά.

Δεύτερον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2003 διότι εσφαλμένα εκτίμησε τη διάρκεια ενδεχομένης παραβατικής συμπεριφοράς των προσφευγουσών· και συγκεκριμένα, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι προσφεύγουσες μετείχαν σε ενιαία και συνεχή παράβαση από τις 10 Μαρτίου 1998 και εφεξής.

Τρίτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2003 διότι εσφαλμένα εκτίμησε και δη υπερεκτίμησε σε μεγάλο βαθμό την έκταση των επί μέρους ρόλων των προσφευγουσών σε ενδεχομένη παραβατική συμπεριφορά.

Τέταρτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 και/ή τις κατευθυντήριες γραμμές για την επιβολή προστίμων (2) καθότι επέβαλε πρόστιμο το οποίο είναι προδήλως υπερβολικό αν ληφθεί υπόψη η συνολική φύση της συμπεριφοράς που περιγράφεται στην απόφαση ·ειδικότερα, εκτίμησε το ποσοστό βαρύτητας των οικείων πωλήσεων που θα χρησιμοποιείτο για τον υπολογισμό του προστίμου, σύμφωνα με τις παραγράφους 19 έως 23 των κατευθυντήριων γραμμών περί προστίμων, στο 16 %.

Πέμπτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι λόγω του σφάλματος supérieur που περιγράφεται στον δεύτερο ισχυρισμό ανωτέρω, η Επιτροπή παρέβη και πάλι το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 και/ή τις κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων καθόσον υπολόγισε το βασικό ποσό του προστίμου που επέβαλε στις προσφεύγουσες με συντελεστή διάρκειας 4,5 έτη.

Έκτον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη επίσης το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 και/ή τις κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων διότι δεν έλαβε υπόψη ελαφρυντικές περιστάσεις για τις προσφεύγουσες κατά τον καθορισμό του προστίμου που τους επέβαλε.

Έβδομον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή το άρθρο 253 ΕΚ και/ή τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2003 και/ή τις κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων διότι χρησιμοποίησε ανακριβή αριθμό σχετικά με τις πωλήσεις προκειμένου να υπολογίσει το πρόστιμο που τους επέβαλε.

Όγδοον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2003 και/ή τις κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων διότι επέβαλε στις προσφεύγουσες πρόστιμο το οποίο, ανεξάρτητα από τα επιχειρήματα που διατυπώνονται με τους προεκτεθέντες ισχυρισμούς, είναι προδήλως δυσανάλογο λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υποθέσεως.

Ένατον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή τον κανονισμό (ΕΚ) 1/2003 και/ή τις κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων καθότι το πρόστιμο που τους επέβαλε είναι άκρως υπερβολικό αν ληφθεί υπόψη η υποχρέωση που υπέχει η Επιτροπή από το κοινοτικό δίκαιο να επιφυλάσσει ίση μεταχείριση στα μέρη οσάκις επιβάλλει πρόστιμα κατά το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003.

Δέκατον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ και το άρθρο 53 ΕΟΧ και/ή το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 καθώς και την παράγραφο 32 των κατευθυντήριων γραμμών περί προστίμων καθότι τους επέβαλε πρόστιμο το οποίο υπερβαίνει το όριο που προβλέπουν οι προαναφερθείσες διατάξεις.

Ενδέκατον, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το πρόστιμο που τους επεβλήθη είναι εν πάση περιπτώσει, προδήλως δυσανάλογο· υπερβολικό· και ακατάλληλο, και κατά συνέπεια ζητούν από το Πρωτοδικείο να ασκήσει την απεριόριστη αρμοδιότητά του κατά το άρθρο 229 ΕΚ και το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 και να μεταρρυθμίσει το ύψος του προστίμου, μειώνοντάς το σημαντικά.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).

(2)  Κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο καθορισμού των προστίμων που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 2, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (ΕΕ 2006, C 210, σ. 2).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/25


Προσφυγή της Compagnie de Saint-Gobain κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2009

(Υπόθεση T-73/09)

2009/C 102/39

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Compagnie de Saint-Gobain (Courbevoie, Γαλλία) (εκπρόσωποι: P. Hubert και E. Durand, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση C(2008) 6815 τελικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περί διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (Υπόθεση COMP/39.125 — Υαλοπίνακες αυτοκινήτων)· καθώς και τους λόγους που στηρίζουν το διατακτικό, καθόσον η απόφαση αυτή απευθύνθηκε στην Compagnie de Saint-Gobain, και να συναγάγει όλες τις επιβεβλημένες συνέπειες όσον αφορά το ποσόν του προστίμου·

επικουρικώς, ανεξαρτήτως του αν η απόφαση απευθύνεται στην Compagnie de Saint-Gobain, να μειώσει το ποσόν του επιβληθέντος στις εταιρίες του ομίλου Saint-Gobain προστίμου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί τη μερική ακύρωση της από 12 Νοεμβρίου 2008 αποφάσεως της Επιτροπής C(2008) 6815 τελικό, στην υπόθεση COMP/39.125 — Υαλοπίνακες αυτοκινήτων, με την οποία η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ορισμένες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81, παράγραφος1, ΕΚ και το άρθρο 53, παράγραφος 1, της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο κατανέμοντας τις συμβάσεις προμήθειας υαλοπινάκων αυτοκινήτων και συντονίζοντας τις πολιτικές τιμών τους και τις στρατηγικές εφοδιασμού στην ευρωπαϊκή αγορά των υαλοπινάκων αυτοκινήτων.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους που αντλούνται από:

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 (1) και παραβίαση της αρχής του προσωποπαγούς των ποινών, καθόσον η προσβαλλομένη απόφαση απευθύνθηκε στην Compagnie de Saint-Gobain ως μητρική εταιρία της εταιρίας Saint-Gobain Glass France SA χωρίς να έχει λάβει προσωπικά και άμεσα μέρος στην παράβαση·

έλλειψη αιτιολογίας, παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού1/2003 και παραβίαση της αρχής του προσωποπαγούς των ποινών, εφόσον η Επιτροπή δεν κατέδειξε ότι το σύνολο του ενοποιημένου κύκλου εργασιών του ομίλου Saint-Gobain μπορούσε να χρησιμεύσει ως βάση για την επιβολή κυρώσεων·

παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αρχής της μη αναδρομικότητας των ποινών, στο μέτρο που η Επιτροπή εφάρμοσε αναδρομικώς τις κατευθυντήριες γραμμές του 2006 σχετικά με τα πρόστιμα (2) σε προγενέστερα της θέσεώς τους σε ισχύ πραγματικά περιστατικά και τα οποία είχαν πλήρως ολοκληρωθεί πριν από την ημερομηνία αυτή·

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, εφόσον καμία περίπτωση υποτροπής δεν μπορεί νομίμως να ληφθεί υπόψη.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).

(2)  Κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 23, παράγραφος 2, σημείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (ΕΕ 2006, C 210, σ. 2).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/26


Προσφυγή της Γαλλικής Δημοκρατίας κατά της Επιτροπής που ασκήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2009

(Υπόθεση T-74/09)

2009/C 102/40

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues και B. Cabouat)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την από 8 Δεκεμβρίου 2008 απόφαση 2008/960/ΕΚ της Επιτροπής, περί εξαιρέσεως από την κοινοτική χρηματοδότηση ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), καθόσον αποκλείει ορισμένες δαπάνες που πραγματοποίησε η Γαλλική Δημοκρατία υπέρ των οργανώσεων των παραγωγών οπωροκηπευτικών για τα οικονομικά έτη 2005 και 2006·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της από 8 Δεκεμβρίου 2008 αποφάσεως 2008/960/ΕΚ της Επιτροπής, περί εξαιρέσεως από την κοινοτική χρηματοδότηση ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), τμήμα Εγγυήσεων, και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), καθόσον αποκλείει για τα οικονομικά έτη 2005 και 2006 ορισμένες δαπάνες που πραγματοποίησε η Γαλλική Δημοκρατία.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους αντλούμενους από:

εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 11, παράγραφος 2, στοιχείο δ', του κανονισμού 2200/96 (1), καθόσον, αντιθέτως προς όσα συνήγαγε η Επιτροπή, η Γαλλική Κυβέρνηση πληροί τις προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη αυτή, εφόσον κάθε παραγωγός διαθέτει τα απαραίτητα τεχνικά μέσα και, σύμφωνα με τον σκοπό της οικονομικής αποτελεσματικότητας που επιδιώκει ο κανονισμός αυτός, το γεγονός ότι κάθε παραγωγός κατέχει τα απαραίτητα τεχνικά μέσα του δίνει τη δυνατότητα, υπό ορισμένες συνθήκες, καλύτερης προσαρμογής απ’ ό,τι ένα ενιαίο κέντρο επιλογής, αποθηκεύσεως και συσκευασίας που διατίθεται από την οργάνωση των παραγωγών·

εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 11, παράγραφος 1, στοιχείο γ', σημείο 3, του κανονισμού 2200/96 καθόσον η Επιτροπή κακώς θεώρησε ότι η Γαλλική Κυβέρνηση δεν τήρησε τις προϋποθέσεις της διατάξεως αυτής που προβλέπει ότι τα καταστατικά των οργανώσεων των παραγωγών υποχρεώνουν τους συμμετέχοντες παραγωγούς να πωλούν το σύνολο της παραγωγής τους μέσω της οργανώσεως των παραγωγών, ενώ η γαλλική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει ενεργό ρόλο της οργανώσεως των παραγωγών στην εμπορία των προϊόντων και τον καθορισμό των τιμών πωλήσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών (ΕΕ L 297, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/27


Προσφυγή της 16ης Φεβρουαρίου 2009 — Asociación Farmaceuticos Mundi (FARMA MUNDI FARMACEUTICOS MUNDI) — Mundipharma κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-76/09)

2009/C 102/41

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mundipharma GmbH (Limburg (Lahn), Γερμανία) (Εκπρόσωπος: F. Nielsen, lawyer)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Asociación Farmaceuticos Mundi (Alfafar (Βαλένθια), Ισπανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 1ης Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση R 852/2008-2· και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Ο αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Σήμα προς καταχώριση: Το εικονιστικό σήμα «FARMA MUNDI FARMACEUTICOS MUNDI», για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 5, 35 και 39 — αίτηση καταχωρίσεως υπ. αριθ. 4 841 136

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν σήμα ή σημείο: Το καταχωρισμένο υπ’ αριθ. 4 304 622 κοινοτικό σήμα «mundi pharma» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 5 και 44

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Απόρριψη της ανακοπής

Απόφαση του τμήματος προσφυγών:Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, εφόσον το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως έκρινε ότι δεν υπάρχει ομοιότητα μεταξύ των προϊόντων και/ή των υπηρεσιών που καλύπτονται από τα εμπλεκόμενα σήματα.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/28


Αναίρεση που άσκησε στις 25 Φεβρουαρίου 2009 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 11 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-148/06, Collée κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-78/09 P)

2009/C 102/42

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: C. Burgos και A. Lukošiūtė)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Laurent Collée (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο)

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Το αναιρεσείον ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να αναιρέσει πλήρως την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης·

να αποφανθεί οριστικώς επί της διαφοράς απορρίπτοντας την προσφυγή του L. Collée ως αβάσιμη·

να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων κατά νόμον.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, το Κοινοβούλιο ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως που εξέδωσε στις 11 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης (ΔΔΔ), στην υπόθεση F-148/06, Collée κατά Κοινοβουλίου, με την οποία το ΔΔΔ ακύρωσε την απόφαση του Κοινοβουλίου περί χορηγήσεως στον προσφεύγοντα δύο μονάδων αξιολογήσεως, όσον αφορά το έτος προαγωγών 2004.

Προς στήριξη της αιτήσεώς του αναιρέσεως, το Κοινοβούλιο προβάλλει τέσσερις λόγους αναιρέσεως αντλούμενους από:

διαστρέβλωση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών μέσων, εφόσον το ΔΔΔ έκρινε ότι ο L. Collée δεν έλαβε τρίτη μονάδα αξιολογήσεως για τον λόγο και μόνον ότι τα προσόντα του δεν ήσαν ανώτερα των υπαλλήλων που είχαν λάβει τρεις μονάδες, ενώ από τη συγκριτική εξέταση που πραγματοποιήθηκε για να δοθεί απάντηση στη διοικητική ένσταση του L. Collée προέκυψε ότι η έκθεση βαθμολογίας του δεν ήταν ισοδύναμη με την έκθεση βαθμολογίας των υπαλλήλων που έλαβαν τρεις μονάδες·

έλλειψη αιτιολογίας, εφόσον το ΔΔΔ δεν εξήγησε τους λόγους για τους οποίους απέστη προγενέστερης νομολογίας, καθώς και από αντίφαση αιτιολογίας, αφενός, των σκέψεων 42 και 46 σε σχέση με τη σκέψη 18 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και, αφετέρου, των σκέψεων 43 και 46 σε σχέση με τις σκέψεις 44 και 45 της εν λόγω αποφάσεως·

παράβαση του άρθρου 45 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των Υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΥΚ) και της συναφούς νομολογίας, καθόσον η απαίτηση του Κοινοβουλίου να υπάρχουν ανώτερα προσόντα για τη χορήγηση τρίτης μονάδας αξιολογήσεως δεν αντιβαίνει προς το άρθρο 45 του ΚΥΚ· επομένως, ένας υπάλληλος πρέπει να καταλάβει υψηλότερη θέση από τον τελευταίο υπάλληλο, ο οποίος έλαβε τρεις μονάδες αξιολογήσεως, στην κλίμακα στην οποία κατατάσσονται οι υπάλληλοι κατά φθίνουσα σειρά βάσει των προσόντων τους·

παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, εφόσον προσάφθηκε στο Κοινοβούλιο ότι παρέβη την αρχή αυτή, ενώ ο L. Collée δεν βρισκόταν σε όμοια θέση με τους υπαλλήλους που έλαβαν τρεις μονάδες αξιολογήσεως.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/28


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Φεβρουαρίου 2009 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 9 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-52/05, Q κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-80/09 P)

2009/C 102/43

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: V. Joris και B. Eggers)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Q (Βρυξέλλες, Βέλγιο)

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να αναιρέσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 9ης Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση F-52/05, καθόσον με την απόφαση αυτή γίνεται δεκτός ο δεύτερος λόγος που αντλείται από την παράνομη σιωπηρή απόρριψη μέτρου απομακρύνσεως, καθώς και τα αιτήματα αποζημιώσεως σε σχέση με το μέτρο απομακρύνσεως και την παράβαση του καθήκοντος αρωγής·

να απορρίψει την προσφυγή που άσκησε η Q ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-52/05, κατά το μέτρο που έγινε δεκτή από το εν λόγω Δικαστήριο·

να αποφανθεί κατά νόμο επί των δικαστικών εξόδων της ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης διαδικασίας και της αναιρετικής διαδικασίας·

επικουρικώς,

να αναιρέσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 9ης Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση F-52/05;

να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, η Επιτροπή ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως της 9ης Δεκεμβρίου 2008, που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης (ΔΔΔ) στην υπόθεση F-52/05, Q κατά Επιτροπής, με την οποία το ΔΔΔ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής περί απορρίψεως της αιτήσεως αρωγής που υπέβαλε η Q σε σχέση με προβαλλόμενη ηθική παρενόχληση καθόσον δεν ελήφθησαν προσωρινά μέτρα απομακρύνσεως και περί επιβολής στην Επιτροπή της υποχρεώσεως να καταβάλει στην Q το ποσό των 18 000 ευρώ ως αποζημίωση.

Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει δύο επιχειρήματα που αντλούνται από:

πλάνη περί το δίκαιο σχετικά με την κρίση ότι «κάποια παράβαση του καθήκοντος αρωγής» συνιστά παράνομη συμπεριφορά στοιχειοθετούσα την εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας, καθόσον i) η παράβαση του καθήκοντος αρωγής δεν είναι αρκούντως κατάφωρη για να στοιχειοθετήσει την εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας και ii) το ΔΔΔ έκρινε ότι υπήρξε παράβαση του εν λόγω καθήκοντος αρωγής ενώ δεν υπήρξε ηθική παρενόχληση υπό την έννοια του άρθρου 12α του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

πλάνη περί το δίκαιο σχετικά με την κρίση ότι η σιωπηρή άρνηση λήψεως μέτρου απομακρύνσεως στοιχειοθετεί την εξ αδικοπραξίας ευθύνη της Επιτροπής, καθόσον το ΔΔΔ παρέλειψε να εξακριβώσει την ύπαρξη κατάφωρης παραβάσεως κανόνα δικαίου με αντικείμενο τη χορήγηση δικαιωμάτων σε ιδιώτες.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/29


Προσφυγή της 20ής Φεβρουαρίου 2009 — Dennekamp κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-82/09)

2009/C 102/44

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: G. -J. Dennekamp (Giethoorn, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: O. Brouwer και A. Stoffer, δικηγόροι)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα του προσφεύγοντος σύμφωνα με το άρθρο 87 του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, περιλαμβανομένων και των εξόδων ενδεχομένων παρεμβαινόντων και των εξόδων που οφείλονται στην αίτηση ταχείας εκδικάσεως.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στις 20 Οκτωβρίου 2008, ο προσφεύγων ζήτησε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 (1), να του επιτρέψει την πρόσβαση σε (i) όλα τα έγγραφα που δείχνουν ποια Μέλη του Κοινοβουλίου (ΜΕΚ) υπάγονται στο Επικουρικό Σύστημα Συνταξιοδοτήσεως, (ii) κατάλογο των ονομάτων των ΜΕΚ που υπάγονταν στο Επικουρικό Σύστημα Συνταξιοδοτήσεως την 1η Σεπτεμβρίου 2005 και (iii) κατάλογο ονομάτων των παρόντων μελών του Προσθέτου Συστήματος Συνταξιοδοτήσεως για τα οποία το Κοινοβούλιο καταβάλει μηνιαία εισφορά. Το Κοινοβούλιο απέρριψε την αίτηση του προσφεύγοντος και επιβεβαίωσε την άρνησή του με την απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2008.

Με την παρούσα προσφυγή ο προσφεύγων ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως A (2008) 22050, της 17ης Δεκεμβρίου 2008, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την άρνηση προσβάσεως στα έγγραφα που ζήτησε ο προσφεύγων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001.

Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η άρνηση στηρίζεται σε πλάνη εκτιμήσεως και συνιστά πρόδηλη παραβίαση των κανόνων και αρχών που διέπουν την πρόσβαση σε έγγραφα που θεσπίζουν οι κανονισμοί (ΕΚ) 1049/2001 και (ΕΚ) 45/2001 (2). Κατά τούτο το Κοινοβούλιο προσέβαλε το δικαίωμα του προσφεύγοντος για πρόσβαση σε έγγραφα των οργάνων της Κοινότητας όπως θεσπίζεται στο άρθρο 255 ΕΚ, στο άρθρο 42 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον κανονισμό (ΕΚ) 1049/2001.

Με την προσφυγή του, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η απόφαση εμφανίζει τις ακόλουθες νομικές πλάνες και πλάνες εκτιμήσεως.

(α)

Κατά τον προσφεύγοντα, το Κοινοβούλιο παρέβη το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 και εσφαλμένα στήριξε την άρνησή του στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β' του εν λόγω κανονισμού δεδομένου ότι η γνωστοποίηση των ζητηθέντων εγγράφων δεν μπορεί να θίξει την ιδιωτική ζωή των οικείων ΜΕΚ.

(β)

Επιπλέον το Κοινοβούλιο φέρεται ότι δεν εφάρμοσε σωστά τον κανονισμό (ΕΚ) 45/2001, δεδομένου ότι εσφαλμένα έκρινε ότι η αίτηση του προσφεύγοντος πρέπει να εξεταστεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 45/2001.

(γ)

Εξάλλου, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι το Κοινοβούλιο δεν στάθμισε δίκαια το δημόσιο συμφέρον που εξυπηρετεί γνωστοποίηση και τα ιδιωτικά συμφέροντα που φέρονται θιγόμενα. Επίσης παρέλειψε να εξετάσει σε ποιο βαθμό αυτά τα ιδιωτικά συμφέροντα θίγονται πραγματικά και συγκεκριμένα.

(δ)

Κατά τον προσφεύγοντα το Κοινοβούλιο παρέβη το άρθρο 235 ΕΚ διότι δεν παρέθεσε επαρκή αιτιολογία για την άρνησή του. Τέλος ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η απόφαση δεν δείχνει ότι το Κοινοβούλιο προέβη σε συγκεκριμένη εκτίμηση για κάθε επί μέρους έγγραφο στο οποίο ο προσφεύγων ζήτησε πρόσβαση.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ 2001 L 145, σ. 43).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ 2001 L 8, σ. 1).


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/30


Αγωγή της 27ης Φεβρουαρίου 2009 — Idromacchine κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-88/09)

2009/C 102/45

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Ενάγοντες: Idromacchine Srl (Porto Maghera, Ιταλία), Alessandro Capuzzo (Mirano, Ιταλία), Roberto Capuzzo (Mogliano Veneto, Ιταλία) (εκπρόσωποι: W. Viscardini και G. Donà, δικηγόροι)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των εναγόντων

Οι ενάγοντες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

A)

να υποχρεώσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να:

1)

καταβάλει στην Idromacchine Srl, λόγω περιουσιακής ζημίας, το ποσό των 5 459 641,28 ευρώ (ή άλλο ποσό που πρόκειται να καθορίσει ενδεχομένως το Πρωτοδικείο),

2)

λόγω μη περιουσιακής ζημίας,

να καταβάλει στην Idromacchine Srl ποσό που πρόκειται να προσδιοριστεί κατ’ επιείκεια –ενδεικτικώς, ίσο με σημαντικό ποσοστό της περιουσιακής ζημίας (επί παραδείγματι από 30 έως 50 %)·

να καταβάλει στους Alessandro Capuzzo και Roberto Capuzzo ποσό που πρόκειται να προσδιοριστεί για τον καθένα χωριστά κατ’ επιείκεια, επίσης ενδεικτικώς, ίσο με σημαντικό ποσοστό της περιουσιακής ζημίας (επί παραδείγματι από 30 έως 50 %)

3)

να αποκαταστήσει την εικόνα των Idromacchine Srl και Alessandro Capuzzo και Roberto Capuzzo –με τρόπο που θα κρίνει ως τον πλέον ενδεδειγμένο το Πρωτοδικείο (επί παραδείγματι με ad hoc δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα και/ή με επιστολή προς τους σημαντικότερους εντολείς του συναφούς κλάδου– διατάσσοντας τη διόρθωση των πληροφοριών σχετικά με τους ενάγοντες, όπως αυτές δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως της 18ης Φεβρουαρίου 2005, σειρά C 42, σ. 15 επ.

B)

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι η εκ μέρους της Επιτροπής δημοσίευση του ονόματος της Idromacchine Srl –υποκείμενο δικαίου τρίτο σε σχέση με το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται τύποις η απόφαση της Επιτροπής της 30ής Δεκεμβρίου 2004 C (2004) 5426 τελικό, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως της 18ης Φεβρουαρίου 2005, σειρά C 42, σ. 15 επ., καθώς και επιζήμιες για την ίδια πληροφορίες που την αφορούν– συνιστά σοβαρή παραβίαση πολλών αρχών του κοινοτικού δικαίου και ως εκ τούτου ζητούν την αποκατάσταση των περιουσιακών και μη ζημιών τις οποίες αυτοί υπέστησαν.

Ειδικότερα, δημοσιεύοντας τις ανωτέρω πληροφορίες χωρίς να προβεί στους αναγκαίους ελέγχους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται κυρίως η εκ των προτέρων ακρόαση των εναγόντων, η Επιτροπή παρέβη τις υποχρεώσεις περί επιδείξεως επιμελείας, προστασίας του δικαιώματος άμυνας και του επαγγελματικού απορρήτου.

Εν πάση περιπτώσει, δοθέντος ότι η δημοσιευθείσα απόφαση δεν απευθύνεται στην Idromacchine Srl, η δημοσίευση στοιχείων που την αφορούν πρέπει να εκληφθεί ως μέτρο δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο από την Επιτροπή σκοπό, ο οποίος περιορίζεται στη δημοσιοποίηση υποθέσεων που αφορούν την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων περί ανταγωνισμού.

Όσον αφορά τις επελθούσες ζημίες, η δημοσίευση με τη χρήση των προαναφερθεισών εκφράσεων προκάλεσε μηδενισμό του κύκλου εργασιών της Idromacchine Srl στον τομέα δραστηριοτήτων της και έβλαψε σοβαρά τη φήμη της εταιρίας και των προσώπων που την εκπροσωπούν.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/31


Προσφυγή της 27ης Φεβρουαρίου 2009 — Mojo Concerts και Amsterdam Music Dome Exploitatie κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-90/09)

2009/C 102/46

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mojo Concerts BV (Delft, Ολλανδία) και Amsterdam Music Dome Exploitatie BV (Delft, Ολλανδία) (εκπρόσωπος: S. Beeston, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως των Επιτροπής της 21ης Οκτωβρίου 2008, περί της εκ μέρους του Δήμου Ρότερνταμ επενδύσεως στο συγκρότημα Ahoy [μέτρο ενισχύσεως C 4/2008 (πρώην Ν 97/2007, πρώην CP 91/2007)].

Κατά τις προσφεύγουσες, από τη συλλογιστική της Επιτροπής στην προσβαλλομένη απόφαση προκύπτει ότι η κρίση της είναι προδήλως εσφαλμένη και τα λογικά βήματα της συλλογιστικής είναι εσφαλμένα και/ή ανεπαρκώς αιτιολογημένα.

Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται κατ’ αρχάς ότι η καθορισθείσα τιμή ενοικιάσεως και η αξία των μετοχών του Ahoy δεν είναι σύμφωνες με τις τιμές της αγοράς. Περαιτέρω, οι προσφεύγουσας ισχυρίζονται ότι μια επένδυση η οποία συνεπάγεται απλώς τη διατήρηση της αξίας, μπορεί παρά ταύτα να παρέχει πλεονέκτημα. Εξάλλου, κατά την εκτίμηση της τιμής ενοικιάσεως και της αξίας των μετοχών δεν ελήφθη υπόψη η επένδυση. Επιπλέον, κατά τις προσφεύγουσες, οι συμβατικοί περιορισμοί που συμφωνήθηκαν μεταξύ του Δήμου και του ιδιώτη που εκμεταλλεύεται το συγκρότημα δεν εμποδίζουν την παραγωγή υπεραξίας από την επένδυση. Τέλος, ο μηχανισμός επιμερισμού του κέρδους δεν αποτελεί συμπληρωματική εγγύηση για τον σύμφωνο προς τους κανόνες της αγοράς χαρακτήρα των πράξεων.

Οι προσφεύγουσες προβάλλουν επίσης διαδικαστικές ελλείψεις και ελλείψεις ως προς την αιτιολογία, λόγω του ότι η Επιτροπή ουδόλως ή ανεπαρκώς συνεκτίμησε στο πλαίσιο της προσβαλλομένης αποφάσεως τα επιχειρήματα που προέβαλαν οι προσφεύγουσες, λόγω του ότι τμήματα του φακέλου της υποθέσεως χαρακτηρίσθηκαν κακώς ως απόρρητα και λόγω του ότι οι προσφεύγουσες δεν πληροφορήθηκαν όλα τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, πράγμα το οποίο αποτελεί παράβαση της υποχρεώσεως ακροάσεως.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/32


Αναίρεση που άσκησε στις 2 Μαρτίου 2009 η Carina Skareby κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στις 15 Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση F-34/07, Skareby κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-91/09 P)

2009/C 102/47

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Carina Skareby (Leuven, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Rodrigues και C. Bernard-Glanz, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να κρίνει την αίτηση αναιρέσεως παραδεκτή,

να αναιρέσει την απόφαση που εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-34/07,

να δεχθεί τα αιτήματα ακυρώσεως και αποζημιώσεως που υπέβαλε η αναιρεσείουσα ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ζητεί την αναίρεση της αποφάσεως που εξέδωσε στις 15 Δεκεμβρίου 2008 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης (ΔΔΔ) στην υπόθεση F-34/07, Skareby κατά Επιτροπής, απορρίπτοντας την προσφυγή με την οποία η αναιρεσείουσα είχε ζητήσει, αφενός, την ακύρωση της έκθεσής της εξελίξεως σταδιοδρομίας του έτους 2005 και, αφετέρου, αποζημίωση.

Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως αντλούμενους από εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, από παράβαση του άρθρου 5 των γενικών εκτελεστικών διατάξεων, του άρθρου 43 του ΚΥΚ των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και από εσφαλμένη αιτιολογία, δεδομένου ότι το ΔΔΔ συμπέρανε ότι δεν μπορεί να προσάψει στην Επιτροπή ότι δεν προέβη σε αξιολόγηση της αναιρεσείουσας για την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2005, μολονότι η έκθεση εξελίξεως σταδιοδρομίας της αναιρεσείουσας του έτους 2005 αποτελεί πανομοιότυπη σχεδόν επανάληψη της εκθέσεως εξελίξεως σταδιοδρομίας της αναιρεσείουσας του έτους 2004.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/32


Προσφυγή της 26ης Φεβρουαρίου 2009 — United Phosphorus κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-95/09)

2009/C 102/48

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: United Phosphorus (Warringthon, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: C. Mereu και Van Maldegem, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή,

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας,

να διατάξει κάθε άλλο ή περαιτέρω μέτρο που θα κρίνει επιβεβλημένο.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, η προσφεύγουσα ζητεί, βάσει του άρθρου 230 ΕΚ, την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής 2008/902/ΕΚ της 7ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με τη μη καταχώριση της ουσίας napropamide στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την ανάκληση των εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω ουσία (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 6281) (1). Τα προσβαλλόμενα μέτρα θα ισχύσουν από τις 7 Μαΐου 2009.

Η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως προς στήριξη της προσφυγής της.

Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ενέχει πρόδηλα σφάλματα εκτίμησης. Κατά την προσφεύγουσα, τα συμπεράσματα που περιλαμβάνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογούνται επαρκώς από επιστημονικής απόψεως και η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη όλα τα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία, κατά παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414 (2) και του άρθρου 11, παράγραφος 2, του κανονισμού 1490/2002 (3).

Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παρέβη ουσιώδεις τύπους, ήτοι το άρθρο 11 του κανονισμού 1490/2002, καθόσον η αντιφατική συμπεριφορά της στέρησε την προσφεύγουσα του δικαιώματος να αποσύρει την αίτησή της περί καταχωρίσεως ορισμένης δραστικής ουσίας έναντι παρατεταμένης μεταβατικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας είναι δυνατή η εκ νέου υποβολή φακέλου. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση εντός των εφαρμοστέων διαδικαστικών προθεσμιών και ότι, κατ’ ακολουθία, παρέβη το άρθρο 11, παράγραφος 4, του κανονισμού 1490/2002.

Τρίτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παραβίασε θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου, όπως την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, το δικαίωμα ακροάσεως και το δικαίωμα άμυνας της προσφεύγουσας, καθώς επίσης και την κατ' άρθρο 5 ΕΚ αρχή της αναλογικότητας, δεδομένου ότι, κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή θα μπορούσε να έχει παρατείνει τις εφαρμοστέες προθεσμίες, ώστε να παράσχει περισσότερο χρόνο στην ΕΑΑΤ να εξετάσει τις πληροφορίες και τα στοιχεία που υπέβαλε η προσφεύγουσα. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε επαρκώς την αντίθεση της στην εκτίμηση του κράτους μέλους-εισηγητή και της ΕΑΑΤ και ότι, κατ’ ακολουθία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 253 ΕΚ.


(1)  ΕΕ 2008 L 326, σ. 35

(2)  Οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ 1991 L 230, σ. 1)

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 1490/2002 της Επιτροπής, της 14ης Αυγούστου 2002, για τη θέσπιση περαιτέρω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της τρίτης φάσης του προγράμματος εργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) 451/2000 (ΕΕ 2002 L 224, σ. 23)


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/33


Προσφυγή της 11ης Μαρτίου 2009 — Tubesca κατά ΓΕΕΑ — Tubos del Mediterráneo (T TUMESA TUBOS DEL MEDITERRANEO S.A.)

(Υπόθεση T-98/09)

2009/C 102/49

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Tubesca (Ailly-sur-Noye, Γαλλία) (Εκπρόσωπος: F. Greffe, avocat)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Tubos del Mediterráneo, SA (Sagunto, Ισπανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο

Να ακυρωθεί η απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 17ης Δεκεμβρίου 2008, προσφυγή R 518/2008-4.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Αιτούσα την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Tubos del Mediterráneo, SA

Σήμα προς καταχώριση: Εικονιστικό σήμα «T TUMESA TUBOS DEL MEDITERRANEO S.A.» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 6, 35 και 42 — αίτηση καταχώρισης υπ. αριθ. 4 085 098

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Εθνικό λεκτικό και διεθνές εικονιστικό σήμα «TUBESCA» για προϊόντα των κλάσεων 6, 19 και 20

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Ανακοπή εν μέρει δεκτή· μερική απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως του αιτηθέντος σήματος

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Ακύρωση της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών και απόρριψη της ανακοπής

Λόγοι ακυρώσεως: Υφίσταται, για τον μέσο ή τον τελικό καταναλωτή, κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των συγκρουομένων σημάτων, τούτο δε κατά μείζονα λόγο επειδή τα σήματα «TUBESCA» είναι παγκοίνως γνωστά και έχουν ισχυρό διακριτικό χαρακτήρα.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/34


Προσφυγή της 4ης Μαρτίου 2009 — Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-99/09)

2009/C 102/50

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: P. Gentili, avvocato dello Stato)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το υπ’ αριθ. 000841 έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής — Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής, της 2ας Φεβρουαρίου 2009, (έγγραφο υπ’ αριθ. 1), με αντικείμενο «Πληρωμές της Επιτροπής διαφορετικές από το αιτηθέν ποσό», το οποίο περιλαμβάνει την ακόλουθη απόφαση: «Ως εκ τούτου, η ημερομηνία από την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ως απαράδεκτα τα έξοδα σχετικά με τον στόχο 1.7 του ΠΕΠ [Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα] 2000-2006 είναι η 29η Ιουνίου 2007 και όχι η 17η Μαΐου 2006, όπως ανακοινώθηκε με το προαναφερθέν σημείωμα της 22ας Δεκεμβρίου 2008»

να ακυρώσει το υπ’ αριθ. 001059 έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής — Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής, της 6ης Φεβρουαρίου 2009, (έγγραφο υπ’ αριθ. 2), με αντικείμενο «Αναστολή της αιτήσεως πληρωμής και αιτηθείσες πληροφορίες σχετικά με τις δημοσιονομικές διορθώσεις δυνάμει του άρθρου 39 του κανονισμού (ΕΚ) 1260/1999 του ΠΕΠ Καμπανίας», το οποίο περιλαμβάνει την ακόλουθη απόφαση: «Ως εκ τούτου, η ημερομηνία από την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ως απαράδεκτα τα έξοδα σχετικά με τον στόχο 1.7 του ΠΕΠ 2000-2006 είναι η 29η Ιουνίου 2007 και όχι η 17η Μαΐου 2006, όπως προαναφέρθηκε»

να ακυρώσει το υπ’ αριθ. 012480 έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής — Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Πολιτικής, της 22ας Δεκεμβρίου 2008, (έγγραφο υπ’ αριθ. 3), με αντικείμενο το ΠΕΠ Καμπανίας 2000-2006 (αριθ. CCI 19899 IT 16 1 PO 007) — Συνέπειες εκ της διαδικασίας παραβάσεως 2007/2195 επί της διαχειρίσεως των αποβλήτων στην Καμπανία, με το οποίο έγγραφο «η Επιτροπή ζητεί την αφαίρεση, αρχής γενομένης από την επόμενη αίτηση πληρωμής, όλων των εξόδων που αφορούν τον στόχο 1.7 και κατεβλήθησαν μετά τις 29 Ιουνίου 2007».

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη των ισχυρισμών της, η προσφεύγουσα επικαλείται παράβαση των άρθρων 32, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στ', και δεύτερο εδάφιο, και 39, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 1260/1999 (1). Η Ιταλική Δημοκρατία ισχυρίζεται ειδικότερα ότι:

α)

Για να θεωρηθεί απαράδεκτη αίτηση πληρωμής χρηματικής εισφοράς ενός διαρθρωτικού ταμείου λόγω του ότι εκκρεμεί διαδικασία παραβάσεως πρέπει το συγκεκριμένο αντικείμενο της διαδικασίας παραβάσεως να ταυτίζεται ακριβώς με το αντικείμενο της αιτήσεως πληρωμής.

β)

Στα πλαίσια της διαδικασίας παραβάσεως, η Επιτροπή βάλλει κατά της καταστάσεως της τελικής διαθέσεως των αποβλήτων επειδή δεν υφίστανται οι αναγκαίες δομές (εγκαταστάσεις θερμικής αποτεφρώσεως, χώροι ταφής) για τη διεξαγωγή της συγκεκριμένης φάσεως στην «αλυσίδα» των αποβλήτων κατά τρόπο συνάδοντα προς την οδηγία. Αντιθέτως, είναι άσχετες προς το συγκεκριμένο αντικείμενο της διαδικασίας παραβάσεως άλλες φάσεις της «αλυσίδας» και άλλοι τρόποι διαχειρίσεως των αποβλήτων, πέραν της τελικής διαθέσεως. Συγκεκριμένα, οι διάφοροι τρόποι ανακτήσεως των αποβλήτων εξαρτώνται από την αποκομιδή τους. Εκτός και αν ο στόχος 1.7 του ΠΕΠ Καμπανίας 2000 και οι πράξεις (προγράμματα) που αυτός περιλαμβάνει αναφέρονται επί τούτου στη φάση της ανακτήσεως των αποβλήτων και της χωριστής αποκομιδής από την οποία αυτή εξαρτάται.

γ)

Με σημείωμα της 20ής Οκτωβρίου 2008 στο οποίο αναφέρονται τα βαλλόμενα σημειώματα, η Επιτροπή εξέφρασε ορισμένες επιφυλάξεις σε επίπεδο διαχειρίσεως των αποβλήτων της 28ης Δεκεμβρίου 2007. Εντούτοις, κανένα από τα ανωτέρω επιχειρήματα με τα οποία επικρίνεται η διαχείριση της 28ης Δεκεμβρίου 2007 δεν αποτέλεσε σε καμία περίπτωση αντικείμενο της διαδικασίας παραβάσεως 2007/2195, αν μη τι άλλο επειδή η διαδικασία αυτή στηρίχθηκε στην ισχύουσα κατά τη λήξη της προθεσμίας της αιτιολογημένης γνώμης κατάσταση, ήτοι την ισχύουσα την 1η Μαρτίου 2008 κατάσταση.

δ)

Η απόφαση της Επιτροπής να θεωρήσει απαράδεκτες τις αιτήσεις πληρωμής του στόχου 1.7 για τον λόγο ότι «δεν παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις όσον αφορά την ορθή υλοποίηση των πράξεων συγχρηματοδοτήσεως εκ μέρους του ΕΤΠΑ στο πλαίσιο του στόχου 1.7» ουδέποτε κατέστη εφικτό να εκδοθεί κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 32, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, στοιχείο στ', δεύτερη προϋπόθεση (ήτοι να εκκρεμεί διαδικασία παραβάσεως). Το πολύ, η απόφαση αυτή θα μπορούσε να είχε εκδοθεί κατ’ εφαρμογήν της πρώτης προϋποθέσεως η οποία διατυπώνεται με την ανωτέρω διάταξη (αναστολή πληρωμών δυνάμει του άρθρου 39, παράγραφος 2, του κανονισμού 1260/1999). Πλην όμως τούτο θα συνεπαγόταν την κίνηση της κατ’ αντιπαράθεση διαδικασίας την οποία η Επιτροπή επιδίωκε να αποφύγει.

Τέλος, η ενάγουσα επικαλείται την παράβαση ουσιώδους τύπου λόγω ελλείψεως αιτιολογήσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία (ΕΕ L 161, σ. 1).


Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/36


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2009 — Arpaillange κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-104/06) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Συμβασιούχοι υπάλληλοι - Πρόσληψη - Κατάταξη - Πρώην μεμονωμένοι εμπειρογνώμονες - Πτυχίο - Επαγγελματική εμπειρία - Ένσταση περί ελλείψεως νομιμότητας)

2009/C 102/51

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Joséphine Arpaillange κ.λπ. (Σαντιάγο, Χιλή) (εκπρόσωποι: S. Rodrigues και C. Bernard Glanz, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και G. Berscheid)

Παρεμβαίνον υπέρ της καθής: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: I. Sulce και B. Driessen)

Αντικείμενο

Αφενός, ακύρωση των αποφάσεων της αρμόδιας αρχής για τη σύναψη συμβάσεων (ΑΑΣΣ) περί καθορισμού των όρων προσλήψεως των προσφευγόντων, όπως αυτοί προκύπτουν από τις συμβάσεις τους ως συμβασιούχων υπαλλήλων, καθόσον ο αριθμός των ετών επαγγελματικής εμπειρίας που η ΑΑΣΣ αναγνώρισε στους προσφεύγοντες είναι μικρότερος από τον αριθμό των ετών επαγγελματικής εμπειρίας που οι προσφεύγοντες έχουν πράγματι συμπληρώσει και, αφετέρου, αίτημα αποζημιώσεως

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 261 της 28.10.2006, σ. 35.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/36


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2009 — Lafleur-Tighe κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-24/07) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Συμβασιούχοι υπάλληλοι - Πρόσληψη - Κατάταξη σε βαθμό - Πρώην μεμονωμένοι εμπειρογνώμονες - Επαγγελματική εμπειρία - Πτυχίο - Πιστοποιητικό ισοτιμίας - Παραδεκτό - Νέο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό)

2009/C 102/52

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Virgine Lafleur-Tighe (Makati, Φιλιππίνες) (εκπρόσωποι: S. Rodrigues και C. Bernard-Glanz, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και G. Berscheid)

Αντικείμενο

Αφενός, ακύρωση της αποφάσεως της Αρμόδιας για τους Διορισμούς Αρχής (ΑΔΑ) περί κατατάξεως της προσφεύγουσας στην ομάδα εργασίας IV, στον βαθμό 13, κλιμάκιο 1, κατά την ημερομηνία της προσλήψεώς της ως συμβασιούχου υπαλλήλου, καθόσον κατά τον υπολογισμό της επαγγελματικής εμπειρίας της δεν ελήφθη υπόψη το χρονικό διάστημα μεταξύ της λήψεως του πρώτου πτυχίου της (Bachelor) και της λήψεως του δευτέρου πτυχίου της (Maîtrise) και, αφετέρου, αναδρομική ανακατάταξη της προσφεύγουσας στον βαθμό 14

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 117 της 26.5.2007, σ. 36.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/37


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2009 — Πατσαρίκα κατά Cedefop

(Υπόθεση F-63/07) (1)

(Υπάλληλοι - Συμβασιούχοι υπάλληλοι - Εσωτερική μετάθεση - Δικαιώματα άμυνας - Απόλυση μετά το πέρας της περιόδου δοκιμασίας - Διαδικασία εκδόσεως ερήμην αποφάσεως)

2009/C 102/53

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Μαρία Πατσαρίκα, (Θεσσαλονίκη, Ελλάδα) (εκπρόσωποι: N. Κορογιαννάκης και Ν. Κεραμίδας, δικηγόροι)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop) (εκπρόσωποι: M. Fuchs, επικουρούμενος από τον Π. Ανέστη, δικηγόρο)

Αντικείμενο

Αφενός, ακύρωση της αποφάσεως του CEDEFOP, της 20ής Σεπτεμβρίου 2006, με την οποία λύθηκε η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου της προσφεύγουσας-ενάγουσας κατά τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως.

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Η M. Πατσαρίκα φέρει τα τρία τέταρτα των δικαστικών της εξόδων.

3.

Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης φέρει τα δικαστικά του έξοδα και το ένα τέταρτο των δικαστικών εξόδων της Μ. Πατσαρίκα.


(1)  EE C 283 της 24.11.2007, σ. 43.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/37


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (Δεύτερο Τμήμα) της 29ης Ιανουαρίου 2009 — Petrilli κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-98/07) (1)

(Δημόσια Διοίκηση - Επικουρικοί συμβασιούχοι υπάλληλοι - Παραδεκτό - Βλαπτική πράξη - Άρθρα 3β και 88 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων - Διάρκεια συμβάσεως - Άρθρο 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, περί της μέγιστης διάρκειας χρησιμοποιήσεως μη μόνιμου προσωπικού στις υπηρεσίες της Επιτροπής - Νομιμότητα)

2009/C 102/54

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Nicole Petrilli (Woluwé-Saint-Etienne, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: J.-L. Lodomez, avocat)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Martin και B. Eggers)

Αντικείμενο

Αφενός, ακύρωση της αποφάσεως της ΑΔΑ με την οποία απορρίφθηκε, κατ’ εφαρμογή της αποφάσεως της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, περί της μέγιστης διάρκειας χρησιμοποιήσεως μη μόνιμου προσωπικού στις υπηρεσίες της Επιτροπής, η αίτηση της προσφεύγουσας-ενάγουσας περί ανανεώσεως της συμβάσεώς της και, αφετέρου, αγωγή αποζημιώσεως.

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 20ής Ιουλίου 2007, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της N. Petrilli περί παρατάσεως της συμβάσεώς της ως επικουρικής συμβασιούχου υπαλλήλου.

2.

Οι διάδικοι θα διαβιβάσουν στο Δικαστήριο ΔΔ, εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας μη οριστικής απόφασης, είτε το ποσό που θα καθορίσουν από κοινού ως αποζημίωση λόγω παρανομίας της απόφασης της 20ής Ιουλίου 2007, είτε, ελλείψει συμφωνίας, τα αιτήματά τους με αριθμητική αναφορά του ποσού αυτού.

3.

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 297 της 8.12.2008, σ. 48.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/38


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2009 — Κυριάκος Τσιριμιάγκος κατά Επιτροπής των Περιφερειών

(Υπόθεση F-100/07) (1)

(Δημόσια διοίκηση - Υπάλληλοι - Αμοιβή - Μεταφορά τμήματος των αποδοχών εκτός του κράτους τοποθέτησης - Άρθρο 17, παράγραφος 2, στοιχείο β', του παραρτήματος VII του προϊσχύσαντος Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως - Λογαριασμός στεγαστικού ταμιευτηρίου - Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων - Προϋποθέσεις - Παράτυπες μεταφορές - Πρόδηλος χαρακτήρας της παρατυπίας)

2009/C 102/55

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Κυριάκος Τσιριμιάγκος (Kraainem, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: M.-A. Lucas, avocat)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: P. Cervilla, επικουρούμενος από τον B. Wagenbaur, avocat)

Αντικείμενο

Ακύρωση της αποφάσεως της 21ης Νοεμβρίου 2006 περί επιστροφής των καταβληθέντων στον προσφεύγοντα-ενάγοντα ποσών βάσει διορθωτικού συντελεστή επί του τμήματος των αποδοχών του που μεταφέρθηκε στη Γαλλία από τον Απρίλιο 2004 ως τον Μάιο 2005 λόγω μη τηρήσεως των απαιτούμενων για τη μεταφορά αυτή προϋποθέσεων — Αγωγή αποζημιώσεως

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 21ης Νοεμβρίου 2006, όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση της 21ης Ιουνίου 2007, κατά το μέτρο που διατάσσει την επιστροφή του ποσού ύψους 15 300 ευρώ που προκύπτει από την εφαρμογή του διορθωτικού συντελεστή επί των αποδοχών του Κ. Τσιριμιάγκου σε πίστωση του λογαριασμού του στεγαστικού ταμιευτηρίου, από τον Απρίλιο 2004 ως τον Μάιο 2005.

2.

Υποχρεώνει την Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιστρέψει στον Κ. Τσιριμιάγκο το ποσό των 15 300 ευρώ που κρατήθηκε από τον μισθό του και προκύπτει από την εφαρμογή του διορθωτικού συντελεστή επί των μεταφορών σε πίστωση του λογαριασμού του στεγαστικού ταμιευτηρίου, από τον Απρίλιο 2004 ως τον Μάιο 2005 συν τους τόκους υπερημερίας· οι τόκοι αυτοί υπολογίζονται από την ημερομηνία της επιστροφής και ως την πλήρη αποπληρωμή, βάσει του ισχύοντος κατά την επίμαχη περίοδο σταθερού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τις βασικές συναλλαγές αναχρηματοδότησης αυξημένου κατά δύο μονάδες.

3.

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή κατά τα λοιπά.

4.

Η Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρει, εκτός από τα δικαστικά της έξοδα, το ήμισυ των δικαστικών εξόδων του προσφεύγοντος-ενάγοντος.

5.

Ο προσφεύγων-ενάγων φέρει το ήμισυ των δικαστικών του εξόδων.


(1)  EE C 269 της 10.11.2007, σ. 73.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/38


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (Πρώτο Τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2009 — Σταύρος Γιαπράκης κατά Επιτροπής των Περιφερειών

(Υπόθεση F-106/07) (1)

(Δημόσια διοίκηση - Υπάλληλοι - Αμοιβή - Μεταφορά τμήματος των αποδοχών εκτός του κράτους τοποθέτησης - Άρθρο 17, παράγραφος 2, στοιχείο β', του παραρτήματος VII του προϊσχύσαντος Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως - Λογαριασμός στεγαστικού ταμιευτηρίου - Επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων - Προϋποθέσεις - Παράτυπες μεταφορές - Πρόδηλος χαρακτήρας της παρατυπίας)

2009/C 102/56

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Σταύρος Γιαπράκης (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: M.-A: Lucas, avocat)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: P. Cervilla, επικουρούμενος από τον W. Wagenbaur, avocat)

Αντικείμενο

Ακύρωση της αποφάσεως της 21ης Νοεμβρίου 2006 περί επιστροφής των καταβληθέντων στον προσφεύγοντα-ενάγοντα ποσών βάσει διορθωτικού συντελεστή επί του τμήματος των αποδοχών του που μεταφέρθηκε στη Γαλλία από τον Απρίλιο 2004 ως τον Ιούνιο 2005 λόγω μη τηρήσεως των απαιτούμενων για τη μεταφορά αυτή προϋποθέσεων — Αγωγή αποζημιώσεως

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 21ης Νοεμβρίου 2006 περί επιστροφής των ποσών που προκύπτουν από την εφαρμογή του διορθωτικού συντελεστή επί του τμήματος των αποδοχών του Σ. Γιαπράκη που μεταφέρθηκε στη Γαλλία από τον Απρίλιο 2004 ως τον Ιούνιο 2005 ύψους 1 246,06 ευρώ.

2.

Υποχρεώνει την Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιστρέψει στον Σ. Γιαπράκη το ποσό των 1 246,06 ευρώ συν τους τόκους υπερημερίας από την ημερομηνία της επιστροφής και ως την πλήρη αποπληρωμή, βάσει του ισχύοντος κατά την επίμαχη περίοδο σταθερού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τις βασικές συναλλαγές αναχρηματοδότησης αυξημένου κατά δύο μονάδες.

3.

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή κατά τα λοιπά.

4.

Καταδικάζει την Επιτροπή των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.


(1)  EE C 297 της 8.12.2007, σ. 49.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/39


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (Δεύτερο Τμήμα) της 12ης Μαρτίου 2009 — Hambura κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση F-4/08) (1)

(Δημόσια Διοίκηση - Έκτακτοι υπάλληλοι - Πρόσληψη - Διαδικασία επιλογής - Απόρριψη υποψηφιότητας - Προκήρυξη διαγωνισμού PE/95/S - Μη χρησιμοποίηση του εντύπου υποψηφιότητας που περιλαμβάνεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Παραδεκτό - Προηγούμενη διοικητική διαδικασία)

2009/C 102/57

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Johannes Hambura (Soultzbach, Γαλλία) (εκπρόσωπος: S. Hambura, avocat)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: S. Seyr και K. Zejdova)

Αντικείμενο

Ακύρωση της απόφασης της Διεύθυνσης Προσωπικού της 5ης Δεκεμβρίου 2007 περί απορρίψεως της υποψηφιότητας του προσφεύγοντος, ακύρωση του διαγωνισμού PE/95/S, τομέας: ιατρός και επανέναρξη του διαγωνισμού, επιτρεπομένης της χρήσεως μεταφορτωνόμενης πράξεως υποβολής υποψηφιότητας.

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Καταδικάζει τον J. Hambura στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.


(1)  EE C 92 της 12.4.2008, σ 50.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/39


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 11ης Φεβρουαρίου 2009 — Schönberger κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση F-7/08) (1)

(Δημόσια Διοίκηση - Υπάλληλοι - Προαγωγή - Συγκριτική εξέταση προσόντων - Απόδοση μορίων βαθμολογίας - Αρχή ίσης μεταχειρίσεως)

2009/C 102/58

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Peter Schönberger (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: O. Mader, avocat)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: S. Seyr και K. Zejdova)

Αντικείμενο

Ακύρωση της αποφάσεως του Κοινοβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2007, να αποδώσει στον προσφεύγοντα λιγότερα μόρια βαθμολογίας από αυτά που επιθυμούσε.

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί μη αποδόσεως στον P. Schönberger τρίτου μορίου βαθμολογίας στο πλαίσιο της βαθμολογήσεως του 2003

2.

Καταδικάζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 64 της 8.3.2008 σ. 69.


1.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 102/40


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (τρίτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 2008 — Domínguez González κατά Επιτροπής

(Υπόθεση F-88/07) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Τεχνικός βοηθός διοικήσεως - Ένσταση αναρμοδιότητας - Ένσταση απαραδέκτου - Αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης)

2009/C 102/59

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Ενάγων: Juan Luís Domínguez González (Gérone, Ισπανία) (εκπρόσωποι: αρχικώς, R. Nicolazzi Angelats, εν συνεχεία, R. Nicolazzi Angelats και M.-C. Oller Gil, δικηγόροι)

Εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και L. Lozano Palacios)

Αντικείμενο

Αίτημα αποκατάστασης της ζημίας την οποία ισχυρίζεται ότι υπέστη ο ενάγων από την καταγγελία της συμβάσεώς του εργασίας με την ΕCHO λόγω των αποτελεσμάτων της ιατρικής εξέτασης.

Διατακτικό

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διατάσσει:

1.

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης είναι αναρμόδιο να αποφανθεί επί της αγωγής.

2.

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 37 της 9.2.2008, σ. 34.