ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 75E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

52ό έτος
31 Μαρτίου 2009


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

2009/C 075E/01

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 10/2009, της 9ης Ιανουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας ( 1 )

1

2009/C 075E/02

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 11/2009, της 9ης Ιανουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ( 1 )

16

2009/C 075E/03

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 12/2009, της 9ης Ιανουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 ( 1 )

38

2009/C 075E/04

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 13/2009, της 16ης Φεβρουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες και για την κατάργηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1172/95 του Συμβουλίου ( 1 )

58

2009/C 075E/05

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 14/2009, της 16ης Φεβρουαρίου 2009, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ομάδας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες (GERT) ( 1 )

67

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 75/1


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 10/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 9 Ιανουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 75 E/01)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Ιανουαρίου 2007 με τίτλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη» τονίστηκε η σημασία της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Η βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε κοινοτικό επίπεδο χαρακτηρίστηκε ως βασικό μέτρο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(2)

Με την απόφαση 2003/796/ΕΚ της Επιτροπής (4) συστάθηκε ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα σε θέματα ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου, καλούμενη «Ευρωπαϊκή ομάδα ρυθμιστικών αρχών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο», (ERGEG), ώστε να διευκολυνθεί η συνεννόηση, ο συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών φορέων των κρατών μελών, καθώς και μεταξύ των εν λόγω φορέων και της Επιτροπής, με σκοπό την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Η ομάδα αυτή απαρτίζεται από εκπροσώπους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που δημιουργήθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (5) και της οδηγίας 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (6).

(3)

Το έργο που επιτέλεσε η ERGEG από τη σύστασή της συνέβαλε θετικά στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου. Ωστόσο, όπως αναγνωρίζεται ευρέως από τον κλάδο και όπως προτείνει η ίδια η ERGEG, η εθελοντική συνεργασία μεταξύ εθνικών ρυθμιστικών αρχών θα πρέπει πλέον να ενταχθεί σε μια κοινοτική δομή με σαφείς αρμοδιότητες και με εξουσία έκδοσης ατομικών ρυθμιστικών αποφάσεων σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου 2007 ζήτησε από την Επιτροπή να προτείνει μέτρα σχετικά με τη σύσταση ανεξάρτητου μηχανισμού για τη συνεργασία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

(5)

Βάσει της εκτίμησης των επιπτώσεων όσον αφορά τους απαιτούμενους πόρους για μια κεντρική οντότητα, διαπιστώθηκε ότι μια ανεξάρτητη κεντρική οντότητα εμφανίζει αρκετά μακροπρόθεσμα πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες εναλλακτικές δυνατότητες. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να ιδρυθεί Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας («ο Οργανισμός»).

(6)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να εξασφαλίζει τον κατάλληλο συντονισμό και, εν ανάγκη, τη συμπλήρωση σε κοινοτική κλίμακα των ρυθμιστικών καθηκόντων που ασκούν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (7) και την οδηγία 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (7). Προς τούτο είναι απαραίτητο να εξασφαλιστούν η ανεξαρτησία, οι τεχνικές και ρυθμιστικές ικανότητες, η διαφάνεια και η αποτελεσματικότητα του Οργανισμού.

(7)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρακολουθεί την περιφερειακή συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, καθώς και την εκτέλεση των καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας («ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας») και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Αερίου («ΕΔΔΣΜ Αερίου»). Η συμμετοχή του Οργανισμού έχει ουσιώδη σημασία για την εξασφάλιση αποτελεσματικής και διαφανούς συνεργασίας μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, προς όφελος της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου.

(8)

Ο Οργανισμός διαδραματίζει σημαντικό ρόλο για την ανάπτυξη μη δεσμευτικών κατευθυντήριων γραμμών-πλαίσιο με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι κώδικες δικτύου. Θεωρείται επίσης σκόπιμο για τον Οργανισμό, και σύμφωνο προς τους στόχους του, να συμμετέχει στην επανεξέταση κωδίκων δικτύου (τόσο κατά τη δημιουργία τους όσο και κατά την τροποποίησή τους), ώστε να εξασφαλισθεί η συμμόρφωση προς τις μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές- πλαίσιο, προτού μπορέσει να τους συστήσει στην Επιτροπή προς έκδοση.

(9)

Ενδείκνυται να προβλεφθεί πλαίσιο που θα καθιστά εφικτή τη συνεργασία μεταξύ εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να διευκολύνει την ενιαία εφαρμογή, στο σύνολο της Κοινότητας, της νομοθεσίας που διέπει την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Θα πρέπει να αναγνωριστεί στον Οργανισμό η αρμοδιότητα έκδοσης ατομικών αποφάσεων σε περιπτώσεις όπου εμπλέκονται δύο ή περισσότερα κράτη μέλη. Η αρμοδιότητα αυτή θα πρέπει υπό ορισμένες συνθήκες να καλύπτει τεχνικά ζητήματα, το ρυθμιστικό καθεστώς που αφορά την υποδομή ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με την οποία συνδέονται ή ενδέχεται να συνδεθούν δύο τουλάχιστον κράτη μέλη και, τέλος, την εξαίρεση από τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς των νέων ηλεκτρικών γραμμών διασύνδεσης και των νέων υποδομών φυσικού αερίου που βρίσκονται σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη.

(10)

Δεδομένου ότι ο Οργανισμός έχει εποπτική εικόνα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, θα πρέπει να έχει συμβουλευτικό ρόλο έναντι της Επιτροπής όσον αφορά ζητήματα ρύθμισης της αγοράς. Θα πρέπει επίσης να υποχρεούται να ενημερώνει την Επιτροπή οσάκις διαπιστώνει ότι η συνεργασία μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς δεν αποφέρει τα αναγκαία αποτελέσματα ή ότι μια εθνική ρυθμιστική αρχή εξέδωσε απόφαση που δεν συμβαδίζει με τις κατευθυντήριες γραμμές και δεν συμμορφώνεται δεόντως προς τη γνώμη του Οργανισμού.

(11)

Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να μπορεί να εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για να συνδράμει τις ρυθμιστικές αρχές και τους φορείς της αγοράς στην ανταλλαγή ορθών πρακτικών.

(12)

Η δομή του Οργανισμού θα πρέπει να είναι πρόσφορη για την κάλυψη των ειδικών αναγκών ρύθμισης του κλάδου της ενέργειας. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να ληφθούν πλήρως υπόψη ο ειδικός ρόλος και η ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

(13)

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, τον έλεγχο της εκτέλεσής του, την κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού, την έκδοση δημοσιονομικών κανονισμών και τον διορισμό του διευθυντή. Θα πρέπει να θεσπιστεί σύστημα για την εκ περιτροπής ανανέωση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, τα οποία διορίζονται από το Συμβούλιο, ώστε να εξασφαλίζεται η ισόρροπη συμμετοχή των κρατών μελών συν τω χρόνω.

(14)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες για την άσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων με αποτελεσματικότητα και, προπάντων, με ανεξαρτησία. Η ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών αποτελεί όχι μόνο θεμελιώδη αρχή της χρηστής διακυβέρνησης, αλλά και βασική προϋπόθεση για την εμπιστοσύνη της αγοράς. Χωρίς να θίγονται τα μέλη του που ενεργούν εξ ονόματος των αντιστοίχων εθνικών τους αρχών, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο θα πρέπει συνεπώς να ενεργεί ανεξάρτητα από τα συμφέροντα της αγοράς και να μην επιζητεί ούτε να δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση κράτους μέλους, από την Επιτροπή ή από άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα.

(15)

Στις περιπτώσεις που ο Οργανισμός διαθέτει αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων, θα πρέπει να παρέχεται στους ενδιαφερόμενους, για λόγους διαδικαστικής οικονομίας, δικαίωμα προσφυγής σε Συμβούλιο Προσφυγών, το οποίο θα πρέπει να υπάγεται στον Οργανισμό αλλά ταυτόχρονα να είναι ανεξάρτητο από τη διοικητική και ρυθμιστική δομή του. Για λόγους συνέχειας, κατά τον διορισμό ή την ανανέωση των μελών του Συμβουλίου Προσφυγών θα πρέπει να είναι δυνατή η μερική αντικατάσταση των μελών του.

(16)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να χρηματοδοτείται κυρίως από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τέλη και από εθελοντικές εισφορές. Ειδικότερα, οι πόροι που σήμερα διατίθενται από κοινού από τις ρυθμιστικές αρχές για τη συνεργασία τους σε κοινοτικό επίπεδο θα πρέπει να συνεχίσουν να είναι διαθέσιμοι για τον Οργανισμό. Η κοινοτική διαδικασία του προϋπολογισμού θα πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται, όσον αφορά τις επιδοτήσεις που θα εγγράφονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ο έλεγχος των λογαριασμών θα πρέπει να διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο σύμφωνα με το άρθρο 91 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαίσιο για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8).

(17)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει προσωπικό υψηλού επαγγελματικού επιπέδου. Ειδικότερα, θα πρέπει να επωφελείται από τις ικανότητες και την πείρα υπαλλήλων αποσπασμένων από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Για το προσωπικό του Οργανισμού θα πρέπει να εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων («Κανονισμός Υπηρεσιακής Κατάστασης» και «καθεστώς επί του λοιπού προσωπικού» αντίστοιχα) δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 (9), καθώς και οι κανόνες που θεσπίζονται από κοινού από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού. Το Διοικητικό Συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θα πρέπει να θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα.

(18)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να τηρεί τους γενικούς κανόνες που ισχύουν για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα των κοινοτικών οργάνων. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να θεσπίσει πρακτικά μέτρα για την προστασία των εμπορικά ευαίσθητων δεδομένων και των προσωπικών δεδομένων.

(19)

Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να συμμετέχουν στο έργο του Οργανισμού χώρες που δεν είναι μέλη της Κοινότητας, βάσει κατάλληλων συμφωνιών που θα συναφθούν από την Κοινότητα.

(20)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (10).

(21)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει τις κατευθυντήριες γραμμές που είναι αναγκαίες για καταστάσεις στις οποίες ο Οργανισμός είναι αρμόδιος να αποφασίζει για τους όρους και τις προϋποθέσεις πρόσβασης σε διασυνοριακές υποδομές καθώς και για τη λειτουργική ασφάλεια των υποδομών αυτών. Εφόσον τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και αποβλέπουν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, διά συμπληρώσεώς του με μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(22)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, ο οποίος συνίσταται στη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σε κοινοτική κλίμακα, είναι αδύνατο να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Ίδρυση και νομικό καθεστώς

Άρθρο 1

Ίδρυση

1.   Με τον παρόντα κανονισμό ιδρύεται Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας («Οργανισμός»).

2.   Σκοπός του Οργανισμού είναι να συνδράμει τις ρυθμιστικές αρχές οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 34 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ και στο άρθρο 38 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, κατά την άσκηση σε κοινοτικό επίπεδο των ρυθμιστικών καθηκόντων που ασκούν στα κράτη μέλη και, όπου είναι αναγκαίο, να συντονίζει τη δράση τους.

3.   Μέχρις ότου ετοιμασθούν οι εγκαταστάσεις του, ο Οργανισμός θα φιλοξενείται σε εγκαταστάσεις της Επιτροπής.

Άρθρο 2

Νομικό καθεστώς

1.   Ο Οργανισμός είναι κοινοτικό όργανο με νομική προσωπικότητα.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, ο Οργανισμός διαθέτει την ευρύτερη δικαιοπρακτική ικανότητα που αναγνωρίζει το εθνικό δίκαιο σε νομικά πρόσωπα. Ειδικότερα, δύναται να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να είναι διάδικος.

3.   Ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον διευθυντή του.

Άρθρο 3

Σύνθεση

Ο Οργανισμός αποτελείται από:

α)

το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 12,

β)

το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, το οποίο ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 14,

γ)

τον διευθυντή, ο οποίος ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 16,

δ)

το Συμβούλιο Προσφυγών, το οποίο ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 4

Τύποι πράξεων του Οργανισμού

Ο Οργανισμός δύναται:

α)

να διατυπώνει γνώμες και συστάσεις προς τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς,

β)

να γνωμοδοτεί προς τις ρυθμιστικές αρχές,

γ)

να διατυπώνει γνώμες και συστάσεις προς την Επιτροπή,

δ)

να εκδίδει ατομικές αποφάσεις σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 7, 8 και 9.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Καθήκοντα

Άρθρο 5

Γενικά καθήκοντα

Ο Οργανισμός δύναται να γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή σχετικά με κάθε ζήτημα συνδεόμενο με τον σκοπό της ίδρυσής του, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή με δική του πρωτοβουλία.

Άρθρο 6

Καθήκοντα σχετικά με τη συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί προς την Επιτροπή σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας (7), και του ΕΔΔΣΜ Αερίου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (7).

2.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εκτέλεση των καθηκόντων του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και του ΕΔΔΣΜ Αερίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009.

3.   Ο Οργανισμός δύναται να γνωμοδοτεί:

α)

προς το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, και προς το ΕΔΔΣΜ Αερίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 σχετικά με τους κώδικες δικτύου, και

β)

προς το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, και προς το ΕΔΔΣΜ Αερίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, σχετικά με το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών και το σχέδιο μη δεσμευτικού δεκαετούς προγράμματος ανάπτυξης του δικτύου.

4.   Ο Οργανισμός διατυπώνει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη καθώς και συστάσεις προς το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, το ΕΔΔΣΜ Αερίου και την Επιτροπή, οσάκις κρίνει ότι το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών ή το σχέδιο μη δεσμευτικού δεκαετούς προγράμματος ανάπτυξης του δικτύου που του έχει υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και το άρθρο 9 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, δεν συμβάλλουν στην αποφυγή των διακρίσεων, στον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και την αποδοτική λειτουργία της αγοράς ή στην εξασφάλιση επαρκούς επιπέδου διασυνοριακής διασύνδεσης στην οποία έχουν πρόσβαση τρίτα μέρη.

Ο Οργανισμός υποβάλλει σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο στην Επιτροπή, εφόσον αυτό απαιτείται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009. Ο Οργανισμός επανεξετάζει το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο και το υποβάλλει εκ νέου στην Επιτροπή εφόσον αυτό απαιτείται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009.

Ο Οργανισμός παρέχει στο ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και στο ΕΔΔΣΜ Αερίου αιτιολογημένη γνώμη επί του κώδικα δικτύου σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και το άρθρο 6 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009.

Ο Οργανισμός υποβάλλει τον κώδικα δικτύου στην Επιτροπή και μπορεί να συστήσει την έκδοσή του σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και το άρθρο 6 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009. Ο Οργανισμός προετοιμάζει και υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο κώδικα δικτύου όπου αυτό απαιτείται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και του άρθρου 6 παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009.

5.   Ο Οργανισμός διατυπώνει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη προς την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, εφόσον το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και το ΕΔΔΣΜ Αερίου δεν μπόρεσε να εφαρμόσει κώδικα δικτύου που να έχει εκπονηθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή κώδικα δικτύου ο οποίος να έχει θεσπισθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 10 των εν λόγω κανονισμών αλλά ο οποίος δεν έχει θεσπισθεί από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 11 των εν λόγω κανονισμών.

6.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου και των κατευθυντήριων γραμμών που έχει θεσπίσει η Επιτροπή, όπως ορίζει το άρθρο 6 παράγραφος 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και το άρθρο 6 παράγραφος 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, και τα αποτελέσματά τους επί της εναρμόνισης των εφαρμοστέων κανόνων που αποβλέπουν στη διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς καθώς και επί της απαγόρευσης των διακρίσεων, του αποτελεσματικού ανταγωνισμού και της αποδοτικής λειτουργίας της αγοράς, υποβάλλει δε σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

7.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί την περιφερειακή συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, και λαμβάνει δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας κατά τη διατύπωση των γνωμοδοτήσεων, συστάσεων και αποφάσεών του.

Άρθρο 7

Καθήκοντα σχετικά με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές

1.   Ο Οργανισμός εκδίδει ατομικές αποφάσεις σχετικά με τεχνικά ζητήματα, εφόσον αυτές προβλέπονται στην οδηγία 2009/…/ΕΚ, την οδηγία 2009/…/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009.

2.   Ο Οργανισμός δύναται, σύμφωνα με το οικείο πρόγραμμα εργασιών ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, να εκδίδει μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για να συνδράμει τις ρυθμιστικές αρχές και τους παράγοντες της αγοράς στην ανταλλαγή ορθών πρακτικών.

3.   Ο Οργανισμός προωθεί τη συνεργασία μεταξύ εθνικών των ρυθμιστικών αρχών και μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών σε περιφερειακό επίπεδο και λαμβάνει δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας κατά τη διατύπωση των γνωμοδοτήσεων, συστάσεων και αποφάσεών του. Εφόσον ο Οργανισμός κρίνει ότι απαιτούνται δεσμευτικοί κανόνες για τη συνεργασία αυτή, διατυπώνει κατάλληλες συστάσεις προς την Επιτροπή.

4.   Κατόπιν αιτήματος οποιασδήποτε εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή της Επιτροπής, ο Οργανισμός γνωμοδοτεί σχετικά με το αν απόφαση εκδοθείσα από ρυθμιστική αρχή συμφωνεί με τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στην οδηγία 2009/…/ΕΚ, την οδηγία 2009/…/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009.

5.   Εάν η εθνική ρυθμιστική αρχή δεν δώσει κατάλληλη συνέχεια στην αναφερόμενη στην παράγραφο 4 γνωμοδότηση του Οργανισμού εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της, ο Οργανισμός ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

6.   Εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, μια εθνική ρυθμιστική αρχή αντιμετωπίζει δυσκολίες όσον αφορά την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών που αναφέρονται στην οδηγία 2009/…/ΕΚ, την οδηγία 2009/…/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009, δύναται να ζητήσει γνωμοδότηση από τον Οργανισμό. Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί, έπειτα από διαβουλεύσεις με την Επιτροπή, εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή της αίτησης αυτής.

7.   Ο Οργανισμός αποφασίζει σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση και την ασφάλεια λειτουργίας για υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που συνδέουν ή ενδέχεται να συνδέσουν δύο τουλάχιστον κράτη μέλη («διασυνοριακές υποδομές»), σύμφωνα με το άρθρο 8.

Άρθρο 8

Καθήκοντα σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση και την ασφάλεια λειτουργίας για τις διασυνοριακές υποδομές

1.   Ως προς τις διασυνοριακές υποδομές, ο Οργανισμός αποφασίζει σχετικά με τα ρυθμιστικά ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, τα οποία είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν τους όρους και τις προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση και την ασφάλεια λειτουργίας μόνον:

α)

εφόσον δεν κατέστη δυνατό να επιτευχθεί συμφωνία των αρμόδιων εθνικών ρυθμιστικών αρχών εντός έξι μηνών από την ημέρα που έλαβε γνώση της υπόθεσης η τελευταία από τις εν λόγω ρυθμιστικές αρχές, ή

β)

κατόπιν κοινής αιτήσεως των αρμόδιων εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

Οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν από κοινού την παράταση της προθεσμίας που αναφέρεται στο στοιχείο α) για έξι μήνες κατ' ανώτατο όριο.

Κατά την εκπόνηση της αποφάσεώς του, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις σχετικές εθνικές ρυθμιστικές αρχές και τους οικείους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και ενημερώνεται για τις προτάσεις και παρατηρήσεις όλων των οικείων διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς.

2.   Οι όροι και οι προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση στις διασυνοριακές υποδομές περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

διαδικασία για την κατανομή δυναμικότητας,

β)

χρονικά πλαίσια της κατανομής,

γ)

κατανομή των προσόδων συμφόρησης,

δ)

επιβολή τελών στους χρήστες των υποδομών όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 και στο άρθρο 35 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

3.   Όταν μια υπόθεση παραπεμφθεί στον Οργανισμό δυνάμει της παραγράφου 1, ο Οργανισμός:

α)

λαμβάνει την απόφασή του το πολύ εντός έξι μηνών από την ημέρα παραπομπής,

β)

μπορεί, εφόσον απαιτείται, να λάβει ενδιάμεση απόφαση προκειμένου να εξασφαλισθεί η ασφάλεια του εφοδιασμού ή η ασφάλεια λειτουργίας των σχετικών υποδομών.

4.   Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες ο Οργανισμός καθίσταται αρμόδιος για τους όρους και τις προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση και την ασφάλεια λειτουργίας των διασυνοριακών υποδομών. Τα εν λόγω μέτρα, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, δια συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 31 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 9

Λοιπά καθήκοντα

1.   Ο Οργανισμός δύναται, ως τελευταίος βαθμός αρμοδιότητας, να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με εξαιρέσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009. Δύναται επίσης να εγκρίνει εξαιρέσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 35 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, εφόσον η σχετική υποδομή βρίσκεται στην επικράτεια περισσότερων του ενός κρατών μελών.

2.   Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 ή το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009, για τις αποφάσεις των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σχετικά με την πιστοποίηση.

Άρθρο 10

Παροχή συμβουλών

Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ο Οργανισμός ζητεί ευρέως και σε πρώιμο στάδιο τη γνώμη των φορέων της αγοράς, των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, των καταναλωτών, των τελικών χρηστών και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, των αρχών ανταγωνισμού, με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο, ιδίως όταν τα καθήκοντα αυτά αφορούν τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Οργάνωση

Άρθρο 11

Διοικητικό Συμβούλιο

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο απαρτίζεται από έξι μέλη. Κάθε μέλος έχει έναν αναπληρωτή. Ένα μέλος και ο αναπληρωτής του διορίζεται από την Επιτροπή, ενώ πέντε μέλη και οι αναπληρωτές τους από το Συμβούλιο. Η θητεία τους είναι τετραετής και μπορεί να ανανεωθεί άπαξ. Για την πρώτη εντολή, η θητεία αυτή έχει διάρκεια έξι ετών για τα μισά μέλη και τους αναπληρωτές τους.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό του μεταξύ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτομάτως τον πρόεδρο, σε περίπτωση αδυναμίας του τελευταίου να ασκήσει τα καθήκοντά του. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι δύο έτη, με δυνατότητα άπαξ ανανέωσης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η θητεία του προέδρου και του αντιπροέδρου λήγει μόλις παύσουν να είναι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

3.   Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συγκαλούνται από τον πρόεδρό του. Ο πρόεδρος του Ρυθμιστικού Συμβουλίου ή το πρόσωπο που υποδεικνύει το εν λόγω Συμβούλιο και ο διευθυντής του Οργανισμού συμμετέχουν στις συζητήσεις, εκτός εάν το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίσει άλλως όσον αφορά τον διευθυντή. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές ετησίως σε τακτική συνεδρίαση. Συνεδριάζει επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κατόπιν αιτήματος του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών του. Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητή κάθε πρόσωπο με σημαίνουσα ενδεχομένως γνώμη. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου επιτρέπεται να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες, τηρουμένου του εσωτερικού κανονισμού του. Ο Οργανισμός παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο Διοικητικό Συμβούλιο.

4.   Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων μελών του.

5.   Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Ο εσωτερικός κανονισμός του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζει αναλυτικότερα:

α)

τους κανόνες της ψηφοφορίας, ιδίως δε τους όρους βάσει των οποίων ένα μέλος μπορεί να αντιπροσωπεύει άλλο μέλος, και, εφόσον είναι αναγκαίο, τους κανόνες για την απαρτία,

β)

τις ρυθμίσεις που διέπουν την εναλλαγή η οποία εφαρμόζεται για την ανανέωση των διοριζόμενων από το Συμβούλιο μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, ώστε να εξασφαλισθεί συν τω χρόνω ισόρροπη συμμετοχή των κρατών μελών.

6.   Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορούν να είναι μέλη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου.

7.   Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αναλαμβάνουν τη δέσμευση να δρουν ανεξάρτητα, προς το δημόσιο συμφέρον. Προς τούτο, υποβάλλουν δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων όπου καταδεικνύεται είτε η απουσία οιουδήποτε συμφέροντος, το οποίο μπορεί ενδεχομένως να επηρεάσει την ανεξαρτησία τους είτε η ύπαρξη τυχόν άμεσου ή έμμεσου συμφέροντος το οποίο μπορεί ενδεχομένως να επηρεάσει την ανεξαρτησία τους. Οι εν λόγω δηλώσεις υποβάλλονται δημοσίως, ετησίως και γραπτώς.

Άρθρο 12

Καθήκοντα του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου και λάβει τη συγκατάθεσή του σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2, διορίζει τον διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει επισήμως τα μέλη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1.

3.   Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει επισήμως τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εξασφαλίζει ότι ο Οργανισμός εκτελεί την αποστολή του και εκπληρώνει τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Πριν από τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και με την έγκριση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3, εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Το πρόγραμμα εργασιών εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού και δημοσιοποιείται.

6.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει και, εν ανάγκη, αναθεωρεί πολυετές πρόγραμμα. Η αναθεώρηση βασίζεται σε έκθεση αξιολόγησης την οποία εκπονεί ανεξάρτητος εξωτερικός εμπειρογνώμων κατ' αίτηση του Διοικητικού Συμβουλίου. Τα σχετικά έγγραφα δημοσιοποιούνται.

7.   Το Διοικητικό Συμβούλιο ασκεί τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του σύμφωνα με τα άρθρα 20 έως 23.

8.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, σχετικά με την αποδοχή κληροδοτημάτων, δωρεών ή επιχορηγήσεων από άλλες κοινοτικές πηγές ή οιωνδήποτε εθελοντικών συνεισφορών των κρατών μελών ή των ρυθμιστικών αρχών τους. Η γνώμη που διατυπώνει το Διοικητικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 5 εξετάζει ρητώς τις πηγές χρηματοδότησης που απαριθμούνται στην παρούσα παράγραφο.

9.   Το Διοικητικό Συμβούλιο, σε διαβούλευση με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, ασκεί πειθαρχική εξουσία έναντι του διευθυντή.

10.   Εφόσον είναι αναγκαίο, το Διοικητικό Συμβούλιο χαράσσει την πολιτική για το προσωπικό του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2.

11.   Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τις ειδικές διατάξεις για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 29.

12.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιεύει την ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες του Οργανισμού, βάσει του σχεδίου ετήσιας έκθεσης, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 8, και τη διαβιβάζει, έως τις 15 Ιουνίου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει ανεξάρτητη ενότητα, εγκεκριμένη από το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, η οποία αφορά τις ρυθμιστικές δραστηριότητες του Οργανισμού κατά το υπό εξέταση έτος.

13.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιεύει τον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 13

Ρυθμιστικό Συμβούλιο

1.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο απαρτίζεται από:

α)

ανώτερους εκπροσώπους των ρυθμιστικών αρχών, όπως προβλέπονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ και στο άρθρο 38 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, και έναν αναπληρωτή ανά κράτος μέλος από το εν ενεργεία ανώτερο προσωπικό των εν λόγω αρχών·

β)

έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

2.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο μεταξύ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο, σε περίπτωση αδυναμίας του τελευταίου να ασκήσει τα καθήκοντά του. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι δυόμισι έτη, με δυνατότητα ανανέωσης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η θητεία του προέδρου και του αντιπροέδρου λήγει μόλις παύσουν να είναι μέλη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου.

3.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία δύο τρίτων των παρόντων μελών του. Κάθε μέλος ή αναπληρωτής διαθέτει μία ψήφο.

4.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιεύει τον εσωτερικό κανονισμό του. Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει αναλυτικότερα τους κανόνες της ψηφοφορίας, κυρίως δε τους όρους αντιπροσώπευσης μέλους από άλλο μέλος, και, εφόσον είναι αναγκαίο, τους κανόνες για την απαρτία. Ο εσωτερικός κανονισμός μπορεί να προβλέπει ειδικές μεθόδους εργασίας για την εξέταση θεμάτων που προκύπτουν στο πλαίσιο περιφερειακών πρωτοβουλιών συνεργασίας.

5.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό και χωρίς να θίγονται τα μέλη του που ενεργούν εξ ονόματος της αντίστοιχης ρυθμιστικής τους αρχής, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο ενεργεί ανεξάρτητα και δεν επιζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση κράτους μέλους, την Επιτροπή ή άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα.

6.   Ο Οργανισμός παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο.

Άρθρο 14

Καθήκοντα του Ρυθμιστικού Συμβουλίου

1.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί προς τον διευθυντή σχετικά με τις γνώμες, συστάσεις και αποφάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5, 6, 7, 8 και 9 και οι οποίες εξετάζονται προς έγκριση. Επιπλέον, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, στο πεδίο της αρμοδιότητάς του, καθοδηγεί τον διευθυντή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

2.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί στο Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με τον υποψήφιο διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 και το άρθρο 15 παράγραφος 2. Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο λαμβάνει τη σχετική απόφαση με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του.

3.   Βάσει του άρθρου 12 παράγραφος 5 και του άρθρου 16 παράγραφος 6 και σύμφωνα με το προσχέδιο προϋπολογισμού που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει το πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, πριν από την 1η Σεπτεμβρίου, προς έγκριση.

4.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο εγκρίνει τη σχετική με τις ρυθμιστικές δραστηριότητες ανεξάρτητη ενότητα της ετήσιας έκθεσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 12 και στο άρθρο 16 παράγραφος 8.

Άρθρο 15

Διευθυντής

1.   Ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον διευθυντή του, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με την καθοδήγηση που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερη πρόταση και, οσάκις προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, σύμφωνα με τις γνώμες του Ρυθμιστικού Συμβουλίου. Υπό την επιφύλαξη των αντίστοιχων ρόλων του Διοικητικού Συμβουλίου και του Ρυθμιστικού Συμβουλίου όσον αφορά τα καθήκοντα του διευθυντή, ο διευθυντής δεν επιζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση, την Επιτροπή ή άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα.

2.   Ο διευθυντής διορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού ληφθεί η συγκατάθεση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου, με κριτήρια την αξία του καθώς και τις δεξιότητες και την πείρα του, από πίνακα τριών τουλάχιστον υποψηφίων, τους οποίους προτείνει η Επιτροπή έπειτα από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Προτού διορισθεί, ο επιλεγόμενος από το Διοικητικό Συμβούλιο υποψήφιος είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.

3.   Η θητεία του διευθυντή είναι πενταετής. Κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών πριν από τη λήξη αυτής της περιόδου η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση η οποία αφορά ιδίως:

α)

τις επιδόσεις του διευθυντή,

β)

τα καθήκοντα και τις ανάγκες του Οργανισμού κατά τα επόμενα έτη.

Η αξιολόγηση όσον αφορά το στοιχείο β) διενεργείται με τη συνδρομή ανεξάρτητου εξωτερικού εμπειρογνώμονα.

4.   Έπειτα από πρόταση της Επιτροπής, στην οποία λαμβάνονται υπόψη η αξιολόγηση και η γνώμη του Ρυθμιστικού Συμβουλίου για την αξιολόγηση αυτή και μόνον εφόσον δικαιολογείται από τα καθήκοντα και τις ανάγκες του Οργανισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή άπαξ, για μέγιστο διάστημα τριών ετών.

5.   Το Διοικητικό Συμβούλιο γνωστοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή. Εντός μηνός πριν από την παράταση της θητείας του, ο διευθυντής είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.

6.   Εάν δεν παραταθεί η θητεία του, ο διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του έως ότου διορισθεί ο αντικαταστάτης του.

7.   Ο διευθυντής είναι δυνατόν να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του μόνο με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, αφού ληφθεί η συγκατάθεση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει τη σχετική απόφαση με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του.

8.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να ζητήσουν από τον διευθυντή να υποβάλει έκθεση πεπραγμένων.

Άρθρο 16

Καθήκοντα του διευθυντή

1.   Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την εκπροσώπηση του Οργανισμού και είναι επιφορτισμένος με τη διοίκησή του.

2.   Ο διευθυντής προετοιμάζει τις εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου. Συμμετέχει στις εργασίες του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

3.   Ο διευθυντής εγκρίνει και δημοσιεύει τις γνώμες, συστάσεις και αποφάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5, 6, 7, 8 και 9, για τις οποίες έχει ληφθεί η συγκατάθεση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου.

4.   Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασιών του Οργανισμού, υπό την καθοδήγηση του Ρυθμιστικού Συμβουλίου και υπό τον διοικητικό έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου.

5.   Ο διευθυντής λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, κυρίως δε εκδίδει εσωτερικές διοικητικές εγκυκλίους και δημοσιεύει ανακοινώσεις, για να διασφαλίζεται η λειτουργία του Οργανισμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

6.   Κάθε έτος ο διευθυντής καταρτίζει σχέδιο προγράμματος εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το υποβάλλει στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο και στην Επιτροπή πριν από τις 30 Ιουνίου του έτους αυτού.

7.   Ο διευθυντής καταρτίζει προσχέδιο προϋπολογισμού του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1, και εκτελεί τον προϋπολογισμό του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 23.

8.   Κάθε έτος ο διευθυντής συντάσσει σχέδιο ετήσιας έκθεσης, η οποία περιλαμβάνει ανεξάρτητη ενότητα για τις ρυθμιστικές δραστηριότητες του Οργανισμού και μία για τα οικονομικά και διοικητικά θέματα.

9.   Σε σχέση με το προσωπικό του Οργανισμού, ο διευθυντής ασκεί τις εξουσίες που προβλέπει το άρθρο 27 παράγραφος 3.

Άρθρο 17

Συμβούλιο Προσφυγών

1.   Το Συμβούλιο Προσφυγών απαρτίζεται από έξι μέλη και έξι αναπληρωτές που επιλέγονται μεταξύ εν ενεργεία ή πρώην ανώτατων υπαλλήλων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, των αρχών ανταγωνισμού ή άλλων εθνικών ή κοινοτικών θεσμικών οργάνων με κατάλληλη πείρα στον τομέα της ενέργειας. Το Συμβούλιο Προσφυγών ορίζει τον πρόεδρό του. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Προσφυγών λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία τουλάχιστον τεσσάρων από τα έξι μέλη του. Το Συμβούλιο Προσφυγών συγκαλείται όποτε είναι αναγκαίο.

2.   Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών διορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, βάσει προτάσεως της Επιτροπής, έπειτα από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο.

3.   Η διάρκεια της θητείας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πενταετής. Η θητεία αυτή είναι ανανεώσιμη. Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών λαμβάνουν τις αποφάσεις τους ανεξάρτητα. Δεν δεσμεύονται από υποδείξεις. Δεν επιτρέπεται να ασκούν άλλα καθήκοντα στον Οργανισμό ή στο οικείο Διοικητικό ή Ρυθμιστικό Συμβούλιο. Μέλος του Συμβουλίου Προσφυγών δεν είναι δυνατόν να εκπέσει από την ιδιότητά του αυτή κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκτός εάν κριθεί ότι έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα και το Διοικητικό Συμβούλιο εκδώσει απόφαση έκπτωσης, κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ρυθμιστικό Συμβούλιο.

4.   Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε διαδικασία προσφυγής, εάν έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον σε αυτήν ή εάν διετέλεσαν στο παρελθόν εκπρόσωποι ενός εκ των διαδίκων ή εάν συμμετείχαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

5.   Εάν, για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 4 ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, ένα μέλος του Συμβουλίου Προσφυγών θεωρεί ότι ένα άλλο μέλος δεν πρέπει να συμμετάσχει σε διαδικασία προσφυγής, το πρώτο μέλος ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο Προσφυγών. Κάθε διάδικος δύναται να υποβάλει αίτηση εξαίρεσης μελών του Συμβουλίου Προσφυγών για οποιονδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 4 ή εάν υπάρχουν υπόνοιες μεροληψίας. Η αίτηση εξαίρεσης δεν μπορεί να στηρίζεται στην ιθαγένεια των μελών και δεν είναι παραδεκτή εάν ο διάδικος, μολονότι γνώριζε τον λόγο εξαίρεσης, προέβη σε διαδικαστική πράξη χωρίς να αντιταχθεί στη σύνθεση του Συμβουλίου Προσφυγών.

6.   Το Συμβούλιο Προσφυγών αποφασίζει σχετικά με τη δράση που πρέπει να αναληφθεί στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στις παραγράφους 4 και 5 χωρίς τη συμμετοχή του οικείου μέλους. Για τη λήψη της απόφασης αυτής, το οικείο μέλος αντικαθίσταται στο Συμβούλιο Προσφυγών από τον αναπληρωτή του, εκτός εάν και ο αναπληρωτής εμπίπτει στις εν λόγω περιπτώσεις. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο πρόεδρος διορίζει αντικαταστάτη μεταξύ των διαθέσιμων αναπληρωτών.

7.   Τα μέλη του Συμβουλίου Προσφυγών αναλαμβάνουν τη δέσμευση να ενεργούν ανεξάρτητα, προς το δημόσιο συμφέρον. Προς τούτο, υποβάλλουν δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων όπου καταδεικνύεται είτε η απουσία οιουδήποτε συμφέροντος, το οποίο μπορεί ενδεχομένως να επηρεάσει την ανεξαρτησία τους είτε η ύπαρξη τυχόν άμεσου ή έμμεσου συμφέροντος το οποίο μπορεί ενδεχομένως να επηρεάσει την ανεξαρτησία τους. Οι εν λόγω δηλώσεις υποβάλλονται δημοσίως, ετησίως και γραπτώς.

Άρθρο 18

Προσφυγές

1.   Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, δύναται να προσβάλει απόφαση που αναφέρεται στα άρθρα 7, 8 ή/και 9, η οποία απευθύνεται σε αυτό ή απόφαση η οποία, παρότι έχει τον τύπο απόφασης που απευθύνεται σε άλλο πρόσωπο, αφορά άμεσα και προσωπικά το συγκεκριμένο πρόσωπο.

2.   Η προσφυγή, μαζί με το υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι υποβολής της, υποβάλλεται εγγράφως στον Οργανισμό εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της απόφασης στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή, απουσία κοινοποιήσεως, από την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης του Οργανισμού. Τα Συμβούλιο Προσφυγών αποφασίζει σχετικά με την προσφυγή εντός δύο μηνών από την υποβολή της.

3.   Προσφυγή που ασκείται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, εφόσον θεωρεί ότι το επιβάλλουν οι περιστάσεις, το Συμβούλιο Προσφυγών δύναται να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης.

4.   Εάν η προσφυγή είναι παραδεκτή, το Συμβούλιο Προσφυγών εξετάζει κατά πόσον είναι βάσιμη. Καλεί, όσο συχνά απαιτείται, τους διαδίκους να καταθέσουν παρατηρήσεις σχετικά με κοινοποιήσεις που εκδίδει το ίδιο ή σχετικά με ανακοινώσεις εκ μέρους των άλλων διαδίκων, εντός καθορισμένων προθεσμιών. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να προβούν σε προφορική παρουσίαση.

5.   Υπό τους όρους του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Προσφυγών δύναται να ασκεί κάθε εξουσία που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Οργανισμού ή να παραπέμπει την υπόθεση στο αρμόδιο όργανο του Οργανισμού. Το τελευταίο δεσμεύεται από την απόφαση του Συμβουλίου Προσφυγών.

6.   Το Συμβούλιο Προσφυγών εγκρίνει και δημοσιεύει τον εσωτερικό κανονισμό του.

7.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το Συμβούλιο Προσφυγών δημοσιεύονται από τον Οργανισμό.

Άρθρο 19

Προσφυγές ενώπιον του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου

1.   Είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 230 της Συνθήκης, κατά αποφάσεων του Συμβουλίου Προσφυγών ή, στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναρμόδιο, κατά αποφάσεων του Οργανισμού.

2.   Στην περίπτωση που ο Οργανισμός δεν λάβει απόφαση, είναι δυνατόν να ασκηθεί προσφυγή λόγω παραλείψεως ενώπιον του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 232 της Συνθήκης.

3.   Ο Οργανισμός οφείλει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ώστε να συμμορφώνεται προς τις αποφάσεις του Πρωτοδικείου ή του Δικαστηρίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Δημοσιονομικές διατάξεις

Άρθρο 20

Προϋπολογισμός του Οργανισμού

1.   Τα έσοδα του Οργανισμού περιλαμβάνουν ιδίως:

α)

επιδότηση από την Κοινότητα, εγγεγραμμένη στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο τμήμα που αφορά την Επιτροπή),

β)

τα τέλη που καταβάλλονται στον Οργανισμό κατ' εφαρμογή του άρθρου 21,

γ)

ενδεχομένως, εθελοντικές συνεισφορές των κρατών μελών ή των οικείων ρυθμιστικών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 8,

δ)

ενδεχομένως, κληροδοτήματα, δωρεές ή επιχορηγήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 8.

2.   Τα έξοδα καλύπτουν τις δαπάνες προσωπικού, τα διοικητικά έξοδα και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.

3.   Τα έσοδα και τα έξοδα ισοσκελίζονται.

4.   Όλα τα έσοδα και τα έξοδα του Οργανισμού αποτελούν αντικείμενο προβλέψεων για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του.

Άρθρο 21

Τέλη

1.   Όταν υποβάλλεται αίτηση έκδοσης απόφασης εξαίρεσης κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 1, καταβάλλονται στον Οργανισμό τέλη.

2.   Το ύψος των τελών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζεται από την Επιτροπή.

Άρθρο 22

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

1.   Έως τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους ο διευθυντής καταρτίζει προσχέδιο προϋπολογισμού, το οποίο καλύπτει τις δαπάνες λειτουργίας και το πρόγραμμα εργασιών που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος, και διαβιβάζει το εν λόγω προσχέδιο προϋπολογισμού στο Διοικητικό Συμβούλιο, συνοδευόμενο από πίνακα προσωρινών θέσεων προσωπικού. Κάθε έτος, βάσει του προσχεδίου του προϋπολογισμού που καταρτίζεται από το διευθυντή, το Διοικητικό Συμβούλιο προβαίνει σε εκτίμηση των εσόδων και των εξόδων του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος. Η εκτίμηση αυτή, που περιλαμβάνει και σχέδιο οργανογράμματος, διαβιβάζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο στην Επιτροπή έως τις 31 Μαρτίου. Πριν από την έγκριση της εκτίμησης, το προσχέδιο που έχει καταρτισθεί από το διευθυντή διαβιβάζεται στο Ρυθμιστικό Συμβούλιο, το οποίο δύναται να γνωμοδοτήσει σχετικά με το προσχέδιο.

2.   Η εκτίμηση διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο («αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή»), ταυτόχρονα με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Βάσει των εκτιμήσεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που θεωρεί αναγκαίες σε σχέση με το οργανόγραμμα καθώς και το ποσό της επιχορήγησης που θα καταλογισθεί στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 272 της Συνθήκης.

4.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει το οργανόγραμμα του Οργανισμού.

5.   Ο προϋπολογισμός του Οργανισμού καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν είναι αναγκαίο, αναπροσαρμόζεται αναλόγως.

6.   Το Διοικητικό Συμβούλιο γνωστοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει σχέδια τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του, ειδικότερα κάθε σχέδιο που σχετίζεται με ακίνητη περιουσία, όπως μίσθωση ή αγορά κτιρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή. Εάν οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής προτίθεται να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί την πρόθεσή του αυτή στον Οργανισμό, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών που αφορούν το κτιριακό σχέδιο. Εάν δεν λάβει απάντηση, ο Οργανισμός μπορεί να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη.

Άρθρο 23

Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού

1.   Ο διευθυντής ασκεί καθήκοντα διατάκτη και εκτελεί τον προϋπολογισμό του Οργανισμού.

2.   Έως την 1η Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, ο υπόλογος του Οργανισμού διαβιβάζει στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος του Οργανισμού διαβιβάζει επίσης την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Στη συνέχεια, ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (11) («Δημοσιονομικός Κανονισμός»).

3.   Έως τις 31 Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Η έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

4.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του Δημοσιονομικού Κανονισμού, ο διευθυντής καταρτίζει υπ' ευθύνη του τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού και τους διαβιβάζει στο Διοικητικό Συμβούλιο για γνωμοδότηση.

5.   Το Διοικητικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού.

6.   Έως την 1η Ιουλίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, ο διευθυντής διαβιβάζει τους εν λόγω οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνωμοδότηση του Διοικητικού Συμβουλίου, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο.

7.   Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

8.   Ο διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση επί των παρατηρήσεων του τελευταίου, έως τις 15 Οκτωβρίου. Αποστέλλει επίσης αντίγραφο της απάντησης αυτής στο Διοικητικό Συμβούλιο και την Επιτροπή.

9.   Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου και όπως προβλέπεται στο άρθρο 146 παράγραφος 3 του Δημοσιονομικού Κανονισμού, κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το υπό εξέταση οικονομικό έτος.

10.   Πριν από τις 15 Μαΐου του έτους N + 2, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χορηγεί στον διευθυντή απαλλαγή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N, κατόπιν συστάσεως του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Άρθρο 24

Δημοσιονομικοί κανόνες

Οι δημοσιονομικοί κανόνες που ισχύουν για τον Οργανισμό καταρτίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή. Επιτρέπεται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002, εάν το επιβάλλουν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας του Οργανισμού και μόνο με προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής.

Άρθρο 25

Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης

1.   Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, εφαρμόζονται στον Οργανισμό, χωρίς περιορισμό, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (12).

2.   Ο Οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (13) και θεσπίζει αμέσως τις κατάλληλες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού του Οργανισμού.

3.   Οι χρηματοδοτικές αποφάσεις, οι συμφωνίες και οι εκτελεστικές πράξεις που απορρέουν από αυτές, ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF δύνανται, εάν χρειασθεί, να διενεργήσουν επιτόπιους ελέγχους των δικαιούχων των ποσών που έχει καταβάλει ο Οργανισμός καθώς και των μελών του προσωπικού που είναι αρμόδια για τη χορήγηση των εν λόγω ποσών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 26

Προνόμια και ασυλίες

Στον Οργανισμό εφαρμόζεται το πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 27

Προσωπικό

1.   Στο προσωπικό του Οργανισμού, περιλαμβανομένου του διευθυντή του, εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης, το καθεστώς επί του λοιπού προσωπικού και οι κανόνες που θεσπίζονται από κοινού από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού και καθεστώτος.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

3.   Ο Οργανισμός ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του, τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων αρχή από το καθεστώς επί του λοιπού προσωπικού.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να θεσπίζει διατάξεις που επιτρέπουν την απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη στον Οργανισμό.

Άρθρο 28

Ευθύνη του Οργανισμού

1.   Σε περίπτωση μη συμβατικής ευθύνης, ο Οργανισμός αποκαθιστά, σύμφωνα με τις κοινές στο δίκαιο των κρατών μελών γενικές αρχές, κάθε ζημία που προκαλείται από τις υπηρεσίες του ή από το προσωπικό του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία για διαφορές οι οποίες αφορούν την αποζημίωση για τις ζημίες αυτές.

2.   Η προσωπική οικονομική και πειθαρχική ευθύνη των υπαλλήλων του Οργανισμού έναντι του Οργανισμού διέπεται από τις σχετικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο προσωπικό του Οργανισμού.

Άρθρο 29

Πρόσβαση σε έγγραφα

1.   Στα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή του ο Οργανισμός εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (14).

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τα πρακτικά μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, έως … (15).

3.   Κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται από τον Οργανισμό κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 είναι δυνατόν να υποβληθεί καταγγελία στο διαμεσολαβητή ή προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου, υπό τους όρους των άρθρων 195 και 230 της Συνθήκης, αντίστοιχα.

Άρθρο 30

Συμμετοχή τρίτων χωρών

1.   Στον Οργανισμό μπορούν να συμμετέχουν τρίτες χώρες που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Κοινότητα, βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο στον τομέα της ενέργειας και, όπου δει, στους τομείς του περιβάλλοντος και της ανταγωνιστικότητας.

2.   Βάσει των σχετικών διατάξεων των συμφωνιών αυτών, συνομολογούνται διακανονισμοί οι οποίοι προσδιορίζουν, ιδίως, τη φύση, την έκταση και τις διαδικαστικές πτυχές της συμμετοχής των χωρών αυτών στις εργασίες του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων για τις χρηματοδοτικές συνεισφορές και το προσωπικό.

Άρθρο 31

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 32

Γλωσσικό καθεστώς

1.   Στον Οργανισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (16).

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με το εσωτερικό γλωσσικό καθεστώς του Οργανισμού.

3.   Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Οργανισμού παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 33

Αξιολόγηση

1.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από ανεξάρτητο εξωτερικό εμπειρογνώμονα, αξιολογεί τις δραστηριότητες του Οργανισμού. Η εν λόγω αξιολόγηση καλύπτει τα αποτελέσματα που επιτυγχάνει ο Οργανισμός και τις μεθόδους εργασίας του, σε σχέση με το σκοπό, την εντολή και τα καθήκοντα που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στα οικεία ετήσια προγράμματα εργασιών.

2.   Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο πληροφορείται τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και εκδίδει συστάσεις προς την Επιτροπή όσον αφορά αλλαγές του παρόντος κανονισμού, τον Οργανισμό και τις μεθόδους εργασίας του, τις οποίες η Επιτροπή μπορεί να διαβιβάζει, μαζί με τις δικές της γνώμες και τις κατάλληλες προτάσεις, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει την πρώτη έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, το αργότερο τέσσερα έτη αφότου αναλάβει καθήκοντα ο πρώτος διευθυντής. Ακολούθως, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση αξιολόγησης τουλάχιστον ανά πενταετία.

Άρθρο 34

Έναρξη ισχύος και μεταβατικά μέτρα

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Τα άρθρα 5, 6, 7, 8, 9 και 10 τίθενται σε εφαρμογή από τις … (17).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 211, 19.8.2008, σ. 23.

(2)  ΕΕ C 172, 5.7.2008, σ. 55.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  ΕΕ L 296, 14.11.2003, σ. 34.

(5)  ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 37.

(6)  ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 57.

(7)  ΕΕ L …

(8)  ΕΕ L 357, 31.12.2002, σ. 72.

(9)  ΕΕ L 56, 4.3.1968, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(11)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 1.

(13)  ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 15.

(14)  ΕΕ L 145, 31.5.2001, σ. 43.

(15)  Έξι μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(16)  ΕΕ C 17, 6.10.1958, σ. 385.

(17)  18 μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2007, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, βάσει του άρθρου 95 της Συνθήκης, καθώς και δέσμη τεσσάρων άλλων προτάσεων για την εσωτερική ενεργειακή αγορά.

2.

Η Επιτροπή των Περιφερειών και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέδωσαν τη γνώμη τους για την πλήρη δέσμη στις 10 (1) και 22 Απριλίου 2008 (2), αντίστοιχα.

3.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε τη γνώμη του (3) σε πρώτη ανάγνωση στις 18 Ιουνίου 2008, εγκρίνοντας 73 τροπολογίες. Η Επιτροπή δεν υπέβαλε τροποποιημένη πρόταση.

4.

Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης.

II.   ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

5.

Η πρόταση αποτελεί μέρος της τρίτης δέσμης για την εσωτερική ενεργειακή αγορά, μαζί με την οδηγία σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, τον κανονισμό για τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, την οδηγία σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και τον κανονισμό σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας. Η πρόταση αποσκοπεί στη θέσπιση του κανονιστικού πλαισίου που απαιτείται προκειμένου το άνοιγμα της αγοράς να καταστεί πλήρως αποτελεσματικό και να δημιουργηθεί ενιαία αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της ίδρυσης οργανισμού για τους σκοπούς της στήριξης των ρυθμιστικών αρχών κατά την άσκηση σε κοινοτικό επίπεδο των ρυθμιστικών καθηκόντων που επιτελούνται σε εθνικό επίπεδο, και του συντονισμού των δράσεών τους, εάν χρειαστεί.

III.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

6.   Γενικές παρατηρήσεις

6.1.

Η Επιτροπή έκανε δεκτές όλες τις αλλαγές που επέφερε το Συμβούλιο στην πρότασή της.

6.2.

Όσον αφορά τις 73 τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο συντάχθηκε με την Επιτροπή

αποδεχόμενο τις ακόλουθες 25 τροπολογίες:

πλήρως (ενίοτε με αναδιατύπωση): 9, 12, 45, 47, 48, 49, 53, 54, 58, 59 και 66

εν μέρει/καταρχήν/κατά το πνεύμα: 3, 4, 11 (πρώτο μέρος), 13, 15, 16, 40, 44, 51, 57, 61, 64, 68 και 76· και

απορρίπτοντας τις ακόλουθες 25 τροπολογίες: 8, 17, 18, 20, 21, 22, 25, 29, 30, 34, 36, 37, 38, 46, 50, 52, 55, 56, 60, 62, 63, 67, 69, 71 και 73, για λόγους ουσίας, μορφής ή συνοχής.

6.3.

Το Συμβούλιο παρέκκλινε από τη θέση της Επιτροπής

αποδεχόμενο επί της ουσίας την τροπολογία 65 και

απορρίπτοντας τις ακόλουθες 23 τροπολογίες: 5, 6, 7, 10, 11 (δεύτερο μέρος), 14, 19, 24, 26, 27, 28, 31, 32, 33, 35, 39, 41, 42, 43, 70, 72, 74 και 75.

7.   Ειδικές παρατηρήσεις

7.1.

Όσον αφορά τις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έναντι των οποίων το Συμβούλιο παρέκκλινε από τη θέση της Επιτροπής:

α)

Το Συμβούλιο έκανε δεκτή την τροπολογία 65 (δυνάμει της οποίας ο Διευθυντής πρέπει να συμμορφώνεται πλήρως με τις γνώμες του ρυθμιστικού συμβουλίου).

β)

Το Συμβούλιο απέρριψε τις προαναφερόμενες 23 τροπολογίες (σημείο 6.3.) για τους εξής λόγους:

i)

τροπολογία 5: συνιστά επικάλυψη των καθηκόντων που ασκεί επί του παρόντος η Επιτροπή και δεν είναι σύμφωνη με τα καθήκοντα που προβλέπονται στην πρόταση της Επιτροπής

ii)

τροπολογία 6: δεν συνιστά προστιθέμενη αξία και είναι εσφαλμένη δεδομένου ότι η συνεργασία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών θα εξακολουθήσει να πραγματοποιείται εκτός του πλαισίου που προβλέπεται από τον Οργανισμό

iii)

τροπολογία 7: καθιστά ασαφές το αντικείμενο δραστηριοτήτων του Οργανισμού και έρχεται σε αντίφαση με τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα ορισμένων πράξεών του

iv)

τροπολογία 10: κάνει σύγχυση ανάμεσα στην ανεξαρτησία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, η οποία προβλέπεται στις οδηγίες για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, με την ανεξαρτησία των οργάνων του Οργανισμού

v)

τροπολογία 11 (δεύτερο μέρος): δεν έχει προστιθέμενη αξία και δεν είναι λογικά συνεκτική με τα καθήκοντα του Διευθυντή

vi)

τροπολογία 14: δεν είναι ευθυγραμμισμένη με τις λειτουργικές διατάξεις του κανονισμού

vii)

τροπολογία 19: γίνεται σύγχυση ανάμεσα στις πράξεις του Οργανισμού και στα καθήκοντά του όπως αυτά περιγράφονται στα άρθρα 5 έως 10

viii)

τροπολογία 24: το άρθρο 30 (συμμετοχή τρίτων χωρών) αρκεί προκειμένου να εξασφαλιστεί η δέουσα συμμετοχή τρίτων χωρών στις εργασίες του Οργανισμού.

ix)

τροπολογία 26: το Συμβούλιο σημειώνει ότι η Επιτροπή θα μπορούσε να δεχθεί την τροπολογία αυτή μόνον για μεμονωμένες αποφάσεις σε συγκεκριμένους τομείς υπό σαφώς καθορισμένες προϋποθέσεις. Επίσης, το Συμβούλιο κρίνει ότι δεν υπάρχει βάση για εκχώρηση των εξουσιών της Επιτροπής στους τομείς αυτούς, και σημειώνει επιπλέον ότι η τροπολογία θα περιορίσει τις εξουσίες του Οργανισμού σε τεχνικούς κωδικούς και μόνον, ενώ οι γνώμες του Οργανισμού θα πρέπει να καλύπτουν και τους κωδικούς της αγοράς.

x)

τροπολογίες 27 και 28: καλύπτονται ευρέως από τα άρθρα 6 παράγραφος 6, 7 παράγραφος 3 και 8 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

xi)

τροπολογία 31: ο Οργανισμός δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών

xii)

τροπολογίες 32 και 33: τα καθήκοντα αυτά εμπίπτουν συνήθως στις αρμοδιότητες της Επιτροπής

xiii)

τροπολογία 39: προκαλεί επικάλυψη των καθηκόντων που προβλέπονται στην οδηγία 2004/67 σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού με φυσικό αέριο με την οδηγία 2005/89 σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού με ηλεκτρισμό και τις επενδύσεις υποδομής

xiv)

τροπολογία 42: το άρθρο 7 της πρότασης αφορά τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και όχι τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς

xv)

τροπολογίες 35, 41 και 43: οι τροπολογίες 35 και 41 επαναλαμβάνουν το ίδιο περιεχόμενο και, όπως και η τροπολογία 43, συνιστούν επικάλυψη των καθηκόντων που ασκεί επί του παρόντος η Επιτροπή δυνάμει των οδηγιών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο

xvi)

τροπολογία 70: αντιβαίνει (γ) προς τον εθελοντικό χαρακτήρα των εθνικών συνεισφορών και (γα) μη εφαρμόσιμη από πρακτική άποψη

xvii)

τροπολογία 72: ο τρόπος διατύπωσης της γνώμης του Ρυθμιστικού Συμβουλίου θα μπορούσε να καθορίζεται στον εσωτερικό του κανονισμό

xviii)

τροπολογία 74: θα πρέπει να αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής να αποφασίζει για το εάν θα γίνονται διαβουλεύσεις κατά τη διενέργεια αξιολόγησης καθώς και για το εύρος αυτών

xix)

τροπολογία 75: η χρονική περίοδος που προβλέπεται σε αυτήν την τροπολογία είναι υπερβολικά σύντομη και δεν επιτρέπει μια ουσιαστική αξιολόγηση.

7.2.

Όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο εισήγαγε ορισμένες άλλες τροποποιήσεις (ουσίας ή/και τύπου) ώστε να προβλέπεται ότι ο Οργανισμός των Ρυθμιστικών Αρχών είναι ανεξάρτητος από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή και έχει σαφώς οριοθετημένη αποστολή που αντικατοπτρίζει αυστηρά τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί δυνάμει των οδηγιών και κανονισμών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο. Ο Οργανισμός εστιάζεται σε θέματα στα οποία συμμετέχουν περισσότερα του ενός κράτη μέλη, στο βαθμό που αφορούν τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων· η συμμετοχή του σε τεχνικά θέματα (καθορισμός κωδικών δικτύου) έχει ενισχυθεί, αλλά παραμένει συμβουλευτική. Εν γένει, οι εθνικές αρχές μπορούν να διαδραματίζουν το ρόλο που τους έχει ανατεθεί (π.χ. προσέγγιση δύο φάσεων για τον καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων όσον αφορά την πρόσβαση και την ασφάλεια λειτουργίας των διασυνοριακών υποδομών (άρθρο 8). Σε όλα αυτά τα καθήκοντα, λαμβάνονται δεόντως υπόψη τόσο η γνώμη των φορέων της αγοράς και των εθνικών αρχών (άρθρα 8 παράγραφος 1 και 10), όσο και η έκβαση της περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και ρυθμιστικών αρχών (άρθρα 6 παράγραφος 6 και 7 παράγραφος 3).

Η κοινή θέση προβλέπει (άρθρο 13) ισχυρό ρυθμιστικό συμβούλιο, αποτελούμενο από ανώτερους αντιπροσώπους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και τον Διευθυντή του Οργανισμού ο οποίος ενεργεί κατ' εντολή του ρυθμιστικού συμβουλίου. Η κοινή θέση προβλέπει επίσης ολιγομελές και αποτελεσματικό διοικητικό συμβούλιο (άρθρο 11), απαρτιζόμενο από έξι μέλη (όπως προτείνει το ΕΚ στην τροπολογία 44), εκ των οποίων τα πέντε διορίζονται από το Συμβούλιο και ένα από την Επιτροπή, με μερική εναλλαγή η οποία εξασφαλίζει την κατάλληλη διαχρονική συμμετοχή όλων των κρατών μελών. Για τη βελτίωση του δημοκρατικού ελέγχου, οι διατάξεις που αφορούν τη διαφάνεια ενισχύθηκαν σημαντικά, π.χ. όσον αφορά τα συμφέροντα των μελών του συμβουλίου (π.χ. άρθρο 11 παράγραφος 7).

Για την εξέλιξη του Οργανισμού με βάση την κτηθείσα εμπειρία, η κοινή θέση καθιερώνει μηχανισμό επανεξέτασης (άρθρο 33 παράγραφος 2) με σημαντική συμβολή του ρυθμιστικού συμβουλίου.


(1)  ΕΕ C 172, 5.7.2008, σ. 55.

(2)  ΕΕ C 211, 19.8.2008, σ. 23.

(3)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 75/16


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 11/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 9 Ιανουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 75 E/02)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών (2),

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στόχοι της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία υλοποιείται σταδιακά σε ολόκληρη την Κοινότητα από το 1999, είναι η παροχή πραγματικών επιλογών σε όλους τους καταναλωτές της Κοινότητας, είτε είναι πολίτες είτε επιχειρήσεις, η παροχή νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και η αύξηση του διασυνοριακού εμπορίου, ώστε να επιτευχθούν βελτιώσεις αποδοτικότητας, ανταγωνιστικές τιμές, υψηλότερα πρότυπα παρεχόμενων υπηρεσιών, και να ενισχυθεί ταυτόχρονα η ασφάλεια του εφοδιασμού και η αειφορία.

(2)

H οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (4) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας (5) συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία της εν λόγω εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

(3)

Ωστόσο, επί του παρόντος υφίστανται εμπόδια στην πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στην Κοινότητα, με ίσους και όχι δυσμενέστερους ή ασύμφορους όρους. Συγκεκριμένα, δεν παρέχεται ακόμη πρόσβαση στο δίκτυο χωρίς διακρίσεις και εξίσου αποτελεσματικό επίπεδο ρυθμιστικής εποπτείας σε κάθε κράτος μέλος.

(4)

Στην από 10 Ιανουαρίου 2007 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη» τονίσθηκε η σημασία της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και της δημιουργίας ίσων όρων ανταγωνισμού για όλες τις εγκατεστημένες στην Κοινότητα επιχειρήσεις. Οι από 10 Ιανουαρίου 2007 ανακοινώσεις της Επιτροπής με τίτλο «Προοπτικές για την εσωτερική αγορά αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας» και «Έρευνα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 στον ευρωπαϊκό κλάδο του αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας (Τελική Έκθεση)» αντιστοίχως κατέδειξαν ότι οι υφιστάμενοι κανόνες και μέτρα δεν παρέχουν το αναγκαίο πλαίσιο για την επίτευξη του στόχου μιας εύρυθμα λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς.

(5)

Πέραν της λεπτομερούς εφαρμογής του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου, το ρυθμιστικό πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας που θεσμοθετείται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 θα πρέπει να προσαρμοσθεί σύμφωνα με τις εν λόγω ανακοινώσεις.

(6)

Συγκεκριμένα, απαιτείται ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς για τη δημιουργία των κωδίκων δικτύου για την παροχή και τη διαχείριση αποτελεσματικής διασυνοριακής πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς, και για την εξασφάλιση συντονισμένου και αρκούντως μακροπρόθεσμου προγραμματισμού και τεχνικώς ορθής εξέλιξης του συστήματος μεταφοράς στην Κοινότητα, με τη δέουσα μέριμνα για το περιβάλλον. Οι κώδικες δικτύου θα πρέπει να συμμορφώνονται προς τις μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές — πλαίσιο που έχει εκπονήσει ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) («Οργανισμός»). Ο Οργανισμός θα πρέπει να διαδραματίζει κάποιο ρόλο στην αναθεώρηση των σχεδίων κωδίκων δικτύου, περιλαμβανομένης και της συμβατότητάς τους με τις μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές — πλαίσιο και να εισηγείται την έγκρισή τους από την Επιτροπή. Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στους κώδικες δικτύου και να εισηγείται την έγκρισή τους από την Επιτροπή. Οι διαχειριστές συστήματος μεταφοράς θα πρέπει να εκμεταλλεύονται τα δίκτυά τους σύμφωνα με τους εν λόγω κώδικες δικτύου.

(7)

Για να εξασφαλιστεί η βέλτιστη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και να παρέχεται η δυνατότητα διασυνοριακού εμπορίου και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την Ευρώπη, θα πρέπει να συγκροτηθεί Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας («EΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας»). Τα καθήκοντα του EΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας θα πρέπει να επιτελούνται τηρουμένων των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού οι οποίοι παραμένουν εν ισχύ για τις αποφάσεις του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας. Τα καθήκοντά του θα πρέπει να καθοριστούν σαφώς και η μέθοδος εργασίας του θα πρέπει να εξασφαλίζει αποτελεσματικότητα, αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα και διαφάνεια. Οι κώδικες δικτύου που εκπονεί το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας δεν αποσκοπούν στην αντικατάσταση των αναγκαίων εθνικών τεχνικών κωδίκων στα μη διασυνοριακά ζητήματα. Δεδομένου ότι είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη πρόοδος σε περιφερειακό επίπεδο, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς θα πρέπει να συγκροτήσουν περιφερειακές δομές ενταγμένες στη συνολική δομή συνεργασίας, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα αποτελέσματα σε περιφερειακό επίπεδο συμβαδίζουν με τους κώδικες δικτύου και με τα μη δεσμευτικά δεκαετή προγράμματα ανάπτυξης δικτύων σε επίπεδο Κοινότητας. Η συνεργασία εντός των εν λόγω περιφερειακών δομών προϋποθέτει αποτελεσματικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων δικτύου από τις δραστηριότητες παραγωγής και προμήθειας. Ελλείψει αποτελεσματικού διαχωρισμού, η περιφερειακή συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ενέχει τον κίνδυνο αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς.

(8)

Όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά αναμένουν με ενδιαφέρον το έργο που θα επιτελέσει το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας. Ως εκ τούτου, είναι καθοριστικής σημασίας μια αποτελεσματική διαδικασία διαβούλευσης και θα πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο οι υπάρχουσες δομές που έχουν συσταθεί για τη διευκόλυνση και τον εξορθολογισμό της διαδικασίας διαβούλευσης, όπως η Ένωση για τον Συντονισμό της Μεταφοράς Ηλεκτρισμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή ο Οργανισμός.

(9)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει τις βασικές αρχές όσον αφορά την τιμολόγηση και τον καταμερισμό του δυναμικού, ενώ παράλληλα να προβλέψει τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών για τις περαιτέρω βασικές αρχές και μεθοδολογίες, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ταχεία προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.

(10)

Σε μια ανοικτή και ανταγωνιστική αγορά, στους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς θα πρέπει να καταβάλλεται αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει ως αποτέλεσμα της χρήσης των δικτύων τους κατά τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας από τους διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς από όπου προέρχονται οι διασυνοριακές ροές και των δικτύων στα οποία καταλήγουν οι εν λόγω ροές.

(11)

Οι πληρωμές και τα έσοδα από τις αντισταθμίσεις μεταξύ των διαχειριστών δικτύων μεταφοράς θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των εθνικών τιμολογίων δικτύου.

(12)

Το πραγματικό ποσό που πρέπει να καταβάλλεται για τη διασυνοριακή πρόσβαση στο δίκτυο μπορεί να ποικίλλει σημαντικά, ανάλογα με τους εμπλεκόμενους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς και λόγω των διαφορών της διάρθρωσης των τιμολογίων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, απαιτείται κάποιος βαθμός εναρμόνισης ώστε να αποφεύγονται οι στρεβλώσεις στο εμπόριο.

(13)

Θα απαιτηθεί ένα κατάλληλο σύστημα μακροπρόθεσμων σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης, το οποίο θα βασίζεται στην αρχή ότι το ύψος των τελών πρόσβασης στο δίκτυο θα πρέπει να αντανακλά την ισορροπία παραγωγής και κατανάλωσης της συγκεκριμένης περιοχής, βάσει της διαφοροποίησης των επιβαρύνσεων των παραγωγών ή/και των καταναλωτών για την πρόσβαση στο δίκτυο.

(14)

Δεν ενδείκνυται η εφαρμογή τιμών εξαρτώμενων από την απόσταση ή, εφόσον λειτουργούν τα κατάλληλα σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης, ειδικών τιμολογίων μόνο για τους εξαγωγείς ή εισαγωγείς, τα οποία προστίθενται στα γενικά τέλη που καταβάλλονται για την πρόσβαση στο εθνικό δίκτυο.

(15)

Προϋπόθεση για την ύπαρξη πραγματικού ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι η επιβολή αμερόληπτων και διαφανών τελών για τη χρήση δικτύου, συμπεριλαμβανομένων των γραμμών διασύνδεσης, στο δίκτυο μεταφοράς. Στις γραμμές αυτές, θα πρέπει να προσφέρεται το μέγιστο δυναμικό που πληροί τα πρότυπα ασφαλείας για την ασφαλή λειτουργία των δικτύων.

(16)

Τα πρότυπα ασφάλειας, λειτουργίας και προγραμματισμού που χρησιμοποιούν οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς στα κράτη μέλη είναι σημαντικό να μην οδηγούν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια για τους συντελεστές της αγοράς όσον αφορά το διαθέσιμο δυναμικό μεταφοράς καθώς και τα πρότυπα ασφαλείας, προγραμματισμού και λειτουργίας που επηρεάζουν το διαθέσιμο δυναμικό μεταφοράς.

(17)

Η παρακολούθηση της αγοράς τα τελευταία χρόνια από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και από την Επιτροπή κατέδειξε ότι οι απαιτήσεις διαφάνειας και οι κανόνες που ισχύουν για την πρόσβαση στην υποδομή δεν επαρκούν.

(18)

Απαιτείται ισότιμη πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούν την υλική κατάσταση του συστήματος, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά να εκτιμούν τη συνολική κατάσταση ζήτησης και προσφοράς και να αντιλαμβάνονται για ποιους λόγους κυμαίνονται οι τιμές χονδρικής. Η απαίτηση αυτή συνεπάγεται ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, την προσφορά και τη ζήτηση, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών προγνώσεων, τη δυναμικότητα του δικτύου και της διασύνδεσης, τις ροές και τη συντήρηση, την εξισορρόπηση και την εφεδρική ισχύ.

(19)

Για να τονωθεί η εμπιστοσύνη στην αγορά, οι συμμετέχοντες σε αυτήν πρέπει να είναι βέβαιοι ότι μπορούν να επιβληθούν κυρώσεις για καταχρηστική συμπεριφορά. Θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να ερευνούν αποτελεσματικά καταγγελίες για χειραγώγηση της αγοράς. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαία η πρόσβαση των αρμοδίων αρχών στα δεδομένα που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με επιχειρησιακές αποφάσεις που λαμβάνουν οι επιχειρήσεις προμήθειας. Πολλές σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από τους παραγωγούς, οι οποίοι θα πρέπει να διατηρούν αυτές τις πληροφορίες στη διάθεση των αρμοδίων αρχών για καθορισμένο χρονικό διάστημα. Από την υποχρέωση αυτή θα πρέπει να εξαιρούνται οι μικροί παραγωγοί που δεν έχουν πραγματική δυνατότητα να στρεβλώσουν την αγορά.

(20)

Θα πρέπει να θεσπισθούν κανόνες για τη χρήση των εσόδων που προκύπτουν κατά τις διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης, εκτός εάν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της οικείας γραμμής διασύνδεσης δικαιολογεί την εξαίρεση από την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων.

(21)

Η διαχείριση των προβλημάτων συμφόρησης θα πρέπει να παρέχει τα κατάλληλα οικονομικά μηνύματα στους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς και τους συντελεστές της αγοράς και θα πρέπει να βασίζεται στους μηχανισμούς της αγοράς.

(22)

Οι επενδύσεις σε νέα μεγάλα έργα υποδομής πρέπει να προωθηθούν δυναμικά, με παράλληλη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Για να τονωθεί η θετική επίδραση των εξαιρουμένων γραμμών διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος στον ανταγωνισμό και την ασφάλεια του εφοδιασμού, θα πρέπει να αξιολογείται το ενδιαφέρον της αγοράς κατά τη φάση σχεδιασμού του έργου και να θεσπιστούν κανόνες για τη διαχείριση της συμφόρησης. Σε περίπτωση που γραμμές διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος βρίσκονται στο έδαφος περισσοτέρων του ενός κρατών μελών, το αίτημα εξαίρεσης πρέπει να χειρίζεται σε έσχατη ανάγκη ο Οργανισμός, ώστε να συνεκτιμώνται καλύτερα οι διασυνοριακές επιπτώσεις του και να διευκολύνεται ο διοικητικός χειρισμός του. Επιπλέον, λόγω των ασυνήθιστων χαρακτηριστικών κινδύνου της κατασκευής αυτών των εξαιρουμένων μεγάλων έργων υποδομής, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα να χορηγούνται στις επιχειρήσεις με συμφέροντα προμήθειας και παραγωγής προσωρινές παρεκκλίσεις από τους κανόνες πλήρους διαχωρισμού για τα σχετικά έργα.

(23)

Για να εξασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, θα πρέπει να προβλεφθούν διαδικασίες οι οποίες να καθιστούν δυνατή την έγκριση από την Επιτροπή, αποφάσεων και κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την τιμολόγηση και τον καταμερισμό δυναμικού, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη συμμετοχή των ρυθμιστικών αρχών των κρατών μελών σε αυτή τη διαδικασία, ενδεχομένως μέσω του ευρωπαϊκού φορέα τους. Οι ρυθμιστικές αρχές, από κοινού με άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, καλούνται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά τη συμβολή στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

(24)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τους κανόνες που περιέχονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται με βάση τον παρόντα κανονισμό.

(25)

Τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να χειρίζεται εμπιστευτικά τις πληροφορίες αυτές. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητεί σχετικές πληροφορίες απευθείας από τις οικείες επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ενημερώνονται οι αρμόδιες εθνικές αρχές.

(26)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να εξασφαλίζουν την εκτέλεσή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές.

(27)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(28)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να καταρτίζει ή να εκδίδει τις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση του ελάχιστου βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για να επιτευχθεί ο σκοπός του παρόντος κανονισμού. Επειδή τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και αφορούν την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπίζονται με εφαρμογή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης αριθ. 1999/468/ΕΚ.

(29)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η καθιέρωση εναρμονισμένου πλαισίου για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(30)

Δεδομένης της εμβέλειας των τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003, καλόν είναι, χάριν σαφήνειας και εξορθολογισμού, να ενσωματωθούν οι εν λόγω διατάξεις στο ενιαίο κείμενο νέου κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι:

α)

ο καθορισμός δίκαιων κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και, κατά συνέπεια, η ενίσχυση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών. Προς τούτο, απαιτούνται η θέσπιση μηχανισμού αντισταθμίσεων για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας και εναρμονισμένων αρχών για τα διασυνοριακά τέλη μεταφοράς καθώς και ο επιμερισμός του διαθέσιμου δυναμικού των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας·

β)

η διευκόλυνση της δημιουργίας εύρυθμης και διαφανούς αγοράς χονδρικής με υψηλή στάθμη ασφάλειας του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια. Ο παρών κανονισμός προβλέπει μηχανισμούς για την εναρμόνιση των κανόνων αυτών για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (6) με εξαίρεση τον ορισμό της «γραμμής διασύνδεσης», ο οποίος αντικαθίσταται ως εξής:

«γραμμή διασύνδεσης»: γραμμή μεταφοράς που διασχίζει ή γεφυρώνει σύνορο μεταξύ κρατών μελών και η οποία συνδέει τα εθνικά δίκτυα μεταφοράς των κρατών μελών.

2.   Ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«ρυθμιστικές αρχές»: οι ρυθμιστικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ·

β)

«διασυνοριακή ροή»: η φυσική ροή ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο μεταφοράς ενός κράτους μέλους, η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας παραγωγών ή/και καταναλωτών εκτός του εν λόγω κράτους μέλους στο δίκτυο μεταφοράς του. Εάν τα δίκτυα μεταφοράς δύο ή περισσότερων κρατών μελών αποτελούν τμήμα, εν όλω ή εν μέρει, ενιαίας ενότητας ελέγχου για τους σκοπούς και μόνο του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 13, η ενότητα ελέγχου ως σύνολο θεωρείται ότι αποτελεί τμήμα του δικτύου μεταφοράς ενός εκ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, ώστε να αποφεύγεται οι ροές που περνούν μέσα από τις ενότητες ελέγχου να θεωρούνται διασυνοριακές ροές και να οδηγούν στην καταβολή αντισταθμίσεων δυνάμει του άρθρου 13. Οι ρυθμιστικές αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών μπορούν να αποφασίζουν ποιο από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη είναι εκείνο του οποίου η ενότητα ελέγχου θεωρείται ότι αποτελεί μέρος στο σύνολό της·

γ)

«συμφόρηση»: η κατάσταση κατά την οποία η γραμμή διασύνδεσης που συνδέει εθνικά δίκτυα μεταφοράς δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώνει όλες τις φυσικές ροές που προκύπτουν από διεθνείς συναλλαγές που ζητούν οι συντελεστές της αγοράς, λόγω ελλιπούς δυναμικού των γραμμών διασύνδεσης ή/και των ενδιαφερόμενων εθνικών συστημάτων μεταφοράς·

δ)

«δηλωθείσα εξαγωγή»: η αποστολή ηλεκτρικής ενέργειας σε κάποιο κράτος μέλος, βάσει συμβατικής συμφωνίας σύμφωνα με την οποία ταυτόχρονη αντίστοιχη απορρόφηση (δηλωθείσα εισαγωγή) ηλεκτρικής ενέργειας συντελείται σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα·

ε)

«δηλωθείσα διαμετακόμιση»: η περίσταση κατά την οποία υπάρχει δηλωθείσα εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και όπου η καθορισθείσα οδός για τη συναλλαγή περιλαμβάνει χώρα στην οποία ούτε αποστέλλεται ούτε αντιστοίχως απορροφάται ταυτοχρόνως η ηλεκτρική ενέργεια·

στ)

«δηλωθείσα εισαγωγή»: η απορρόφηση ηλεκτρικής ενέργειας σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα ταυτόχρονα με την αποστολή ηλεκτρικής ενέργειας (δηλωθείσα εξαγωγή) σε άλλο κράτος μέλος·

ζ)

«νέα γραμμή διασύνδεσης»: η γραμμή διασύνδεσης που δεν έχει ολοκληρωθεί έως … (8).

Άρθρο 3

Πιστοποίηση των Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς

1.   Όταν κοινοποιείται στην Επιτροπή η απόφαση για την πιστοποίηση διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, η Επιτροπή την εξετάζει μόλις την λάβει. Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής της κοινοποίησης, η Επιτροπή δίνει τη γνώμη της στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή ως προς τη συμμόρφωση προς τα άρθρα 10 παράγραφος 2 ή με το άρθρο 11, και το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Κατά την κατάρτιση της γνώμης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη γνώμη του Οργανισμού σχετικά με την απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής. Εν τοιαύτη περιπτώσει, η δίμηνη προθεσμία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο παρατείνεται κατά δύο περαιτέρω μήνες.

Σε περίπτωση μη γνωμοδότησης από την Επιτροπή εντός της περιόδου που ορίζεται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο, θεωρείται ότι η Επιτροπή δεν εγείρει αντιρρήσεις κατά της απόφασης της ρυθμιστικής αρχής.

2.   Αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, η εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει εντός δύο μηνών την τελική της απόφαση όσον αφορά την πιστοποίηση του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής. Η απόφαση της ρυθμιστικής αρχής και η γνώμη της Επιτροπής δημοσιεύονται από κοινού.

3.   Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι ρυθμιστικές αρχές ή/και η Επιτροπή μπορούν να ζητούν από διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ή/και επιχειρήσεις που ασκούν οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας κάθε πληροφορία σχετική με την εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.   Οι ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή τηρούν την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζουν τις λεπτομέρειες της ακολουθητέας διαδικασίας για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

6.   Εφόσον η Επιτροπή έχει λάβει κοινοποίηση πιστοποίησης για διαχειριστή συστήματος μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 10 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για την πιστοποίηση. Η ρυθμιστική αρχή συμμορφώνεται προς την απόφαση της Επιτροπής.

Άρθρο 4

Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας

Όλοι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεργάζονται σε κοινοτικό επίπεδο μέσω του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, προκειμένου να προαγάγουν την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και να εξασφαλίσουν τη βέλτιστη διαχείριση και την ορθή τεχνική εξέλιξη του ευρωπαϊκού δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 5

Ίδρυση του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας

1.   Έως τις … (9), οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υποβάλλουν στην Επιτροπή και τον Οργανισμό το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού, περιλαμβανομένου του εσωτερικού κανονισμού για τις διαβουλεύσεις με άλλους ενδιαφερομένους, του προς ίδρυση ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας.

2.   Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής, ο Οργανισμός, αφού διαβουλευθεί με τις οργανώσεις που εκπροσωπούν όλους τους ενδιαφερομένους, γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελλοντικών μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή γνωμοδοτεί σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελλοντικών μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής της γνώμης του Οργανισμού.

4.   Εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής της γνώμης της Επιτροπής οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ιδρύουν το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, εγκρίνουν και δημοσιεύουν το καταστατικό και τον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 6

Καθορισμός κωδίκων δικτύου

1.   Η Επιτροπή, αφού διαβουλευθεί με τον Οργανισμό, το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και οι λοιποί ενδιαφερόμενοι, καταρτίζει κατάλογο ετήσιων προτεραιοτήτων προσδιορίζοντας τους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 6, προς συμπερίληψη στη διαμόρφωση κωδίκων δικτύου.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να καλεί τον Οργανισμό να της υποβάλει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει το εξάμηνο, σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο με σαφείς και αντικειμενικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7, για την εκπόνηση κάθε κώδικα δικτύου που αφορά τους τομείς του καταλόγου προτεραιοτήτων. Κάθε σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο συμβάλλει στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του Οργανισμού η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την περίοδο αυτή.

3.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται με το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και με άλλους ενδιαφερομένους σχετικά με το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο, επί δύο τουλάχιστον μήνες, κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο.

4.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο δεν συμβάλλει στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς, μπορεί να ζητεί από τον Οργανισμό να αναθεωρήσει το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο εντός εύλογης προθεσμίας και να το υποβάλει εκ νέου στην Επιτροπή.

5.   Εάν ο Οργανισμός δεν υποβάλει ή υποβάλει εκ νέου σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο εντός της περιόδου που έχει θέσει η Επιτροπή σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 4, η Επιτροπή καταρτίζει τη συγκεκριμένη μη δεσμευτική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο.

6.   Η Επιτροπή καλεί το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας να υποβάλει στον Οργανισμό κώδικα δικτύου σύμφωνο με τη σχετική μη δεσμευτική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.

7.   Εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής κώδικα δικτύου, εντός των οποίων ο Οργανισμός μπορεί να διεξαγάγει επίσημη διαβούλευση με τους σχετικούς ενδιαφερομένους, ο Οργανισμός παρέχει αιτιολογημένη γνώμη στο ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας σχετικά με τον κώδικα δικτύου.

8.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας μπορεί να τροποποιεί τον κώδικα δικτύου βάσει της γνώμης του Οργανισμού και να τον υποβάλλει εκ νέου στον Οργανισμό.

9.   Όταν ο Οργανισμός πεισθεί ότι ο κώδικας δικτύου είναι σύμφωνος με τις σχετικές μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές-πλαίσιο, ο Οργανισμός υποβάλλει τον κώδικα δικτύου στην Επιτροπή και μπορεί να εισηγηθεί την έγκρισή του.

10.   Όταν το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας δεν έχει εκπονήσει κώδικα δικτύου εντός της προθεσμίας που έχει θέσει η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 6, η Επιτροπή μπορεί να καλεί τον Οργανισμό να εκπονήσει σχέδιο κώδικα δικτύου βάσει της σχετικής μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο. Ο Οργανισμός μπορεί να αρχίσει περαιτέρω διαβούλευση κατά την εκπόνηση σχεδίου κώδικα δικτύου σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. Ο Οργανισμός υποβάλλει το σχέδιο κώδικα δικτύου το οποίο έχει εκπονήσει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο στην Επιτροπή και μπορεί να εισηγηθεί την έγκρισή του.

11.   Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει, με δική της πρωτοβουλία, σε περίπτωση που το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας δεν έχει αναπτύξει κώδικα δικτύου ή ο Οργανισμός δεν έχει εκπονήσει σχέδιο κώδικα δικτύου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου, ή κατόπιν συστάσεως του Οργανισμού σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, έναν ή περισσότερους κώδικες δικτύου στους τομείς που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 6.

Όταν η Επιτροπή προτείνει την έγκριση κώδικα δικτύου με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί να διαβουλεύεται με τον Οργανισμό, το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και όλους τους σχετικούς ενδιαφερομένους ως προς σχέδιο κώδικα δικτύου επί διάστημα δύο τουλάχιστον μηνών.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το 23 παράγραφος 2.

12.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα της Επιτροπής να εκδίδει και να τροποποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 7

Τροποποίηση των κωδίκων δικτύου

1.   Τα πρόσωπα που πιθανόν ενδιαφέρονται για ένα κώδικα δικτύου, περιλαμβανομένων και του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, των χρηστών του δικτύου και των καταναλωτών, δύνανται να προτείνουν στον Οργανισμό σχέδια τροποποιήσεων για οποιοδήποτε κώδικα δικτύου σύμφωνα με το άρθρο 6. Επίσης ο Οργανισμός με δική του πρωτοβουλία, μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις.

2.   Ο Οργανισμός θεσπίζει στον εσωτερικό του κανονισμό, αποτελεσματικές διαδικασίες αξιολόγησης των σχεδίων τροποποιήσεων και διαβουλεύσεις επί αυτών, και με το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και τους χρήστες των δικτύων. Μετά τη διαδικασία αυτή, ο Οργανισμός μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένες προτάσεις τροποποιήσεων στην Επιτροπή, παρέχοντας εξηγήσεις για τη συμβατότητα των προτάσεων αυτών με τους στόχους των κωδίκων δικτύων που παρατίθενται στο άρθρο 6 παράγραφος 2.

3.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του Οργανισμού, μπορεί να εγκρίνει τροποποιήσεις των κωδίκων δικτύου που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 6. Τα εν λόγω μέτρα, που αποσκοπούν στην τροποποίηση του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του με μη ουσιώδη στοιχεία, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

4.   Η εξέταση των προτεινόμενων τροποποιήσεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23 παράγραφος 2, περιορίζεται στην εξέταση τω πτυχών που αφορούν την προτεινόμενη τροποποίηση. Οι εν λόγω προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν θίγουν άλλες τροποποιήσεις που ενδέχεται να προτείνει η Επιτροπή.

Άρθρο 8

Καθήκοντα του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας

1.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας εκπονεί κώδικες δικτύου στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6.

2.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας μπορεί να εκπονεί κώδικες δικτύου στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 όταν οι κώδικες αυτοί δεν αφορούν τομείς που καλύπτονται από πρόκληση που του απευθύνει η Επιτροπή. Αυτοί οι κώδικες δικτύου υποβάλλονται στον Οργανισμό προς γνωμοδότηση.

3.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας εκπονεί:

α)

κοινά εργαλεία λειτουργίας του δικτύου, συμπεριλαμβανομένης κοινής κλίμακας ταξινόμησης συμβάντων, και ερευνητικά προγράμματα,

β)

μη δεσμευτικό δεκαετές κοινοτικής εμβέλειας πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων («σχέδιο ανάπτυξης δικτύων»), συμπεριλαμβανομένης προβλέψεως επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής, ανά διετία,

γ)

ετήσιο πρόγραμμα εργασιών,

δ)

ετήσια έκθεση,

ε)

ετήσιες προβλέψεις επάρκειας θερινής και χειμερινής παραγωγής,

4.   Η πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) καλύπτει τη συνολική επάρκεια του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας για την κάλυψη της τρέχουσας και της προβλεπόμενης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας για την επόμενη πενταετία, καθώς και για την περίοδο μεταξύ 5 και 15 ετών από την ημερομηνία της πρόβλεψης. Αυτή η ευρωπαϊκή πρόβλεψη επάρκειας παραγωγής βασίζεται στις εθνικές προβλέψεις επάρκειας παραγωγής που εκπονούνται από τους επιμέρους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς.

5.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) περιλαμβάνει κατάλογο και περιγραφή των προς εκπόνηση κωδίκων δικτύου, πρόγραμμα συντονισμού της λειτουργίας του δικτύου, και δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης που πρέπει να υλοποιηθούν εντός του συγκεκριμένου έτους, καθώς και ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.

6.   Οι κώδικες δικτύου που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 καλύπτουν τους εξής τομείς, λαμβανομένων υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, των περιφερειακών ιδιαιτεροτήτων:

α)

κανόνες ασφαλείας και αξιοπιστίας δικτύου καθώς και κανόνες για το εφεδρικό τεχνικό δυναμικό μεταφοράς για τη λειτουργική ασφάλεια του δικτύου,

β)

κανόνες σύνδεσης με το δίκτυο,

γ)

κανόνες για την πρόσβαση τρίτων,

δ)

κανόνες για την ανταλλαγή δεδομένων και την εκκαθάριση,

ε)

κανόνες για τη διαλειτουργικότητα,

στ)

επιχειρησιακές διαδικασίες για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης,

ζ)

κανόνες για την κατανομή δυναμικού και τη διαχείριση της συμφόρησης,

η)

κανόνες για την εμπορία σχετιζόμενους με την τεχνική και επιχειρησιακή παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο δίκτυο και την εξισορρόπηση συστημάτων,

θ)

κανόνες για τη διαφάνεια,

ι)

κανόνες για την εξισορρόπηση, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για την εφεδρική ισχύ των δικτύων,

ια)

κανόνες σχετικά με εναρμονισμένα τιμολόγια μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης και των μηχανισμών για την αντιστάθμιση μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, και

ιβ)

ενεργειακή απόδοση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας.

7.   Οι κώδικες δικτύου αναπτύσσονται μόνο για θέματα διασυνοριακού δικτύου και δεν θίγουν το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν εθνικούς κώδικες για μη διασυνοριακά θέματα.

8.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύων και των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 11 καθώς και τον αντίκτυπό τους στην εναρμόνιση των εφαρμοστέων κανόνων που αποσκοπούν στην διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς. Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας υποβάλλει τα πορίσματά του στον Οργανισμό και περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της ανάλυσης στην ετήσια έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου.

9.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας καθιστά διαθέσιμες όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από τον Οργανισμό προκειμένου αυτός να εκπληρώσει τα καθήκοντά του βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1.

10.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας καταρτίζει και δημοσιεύει ανά διετία πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων. Το πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων περιλαμβάνει μοντελοποίηση του ενοποιημένου δικτύου, εκπόνηση σεναρίων, πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής και εκτίμηση της ανθεκτικότητας του συστήματος.

Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα ανάπτυξης του δικτύου:

α)

βασίζεται σε εθνικά επενδυτικά προγράμματα, περιφερειακά επενδυτικά προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, και, ανάλογα με την περίπτωση, στους προσανατολισμούς σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1364/2006/ΕΚ (10),

β)

όσον αφορά τις διασυνοριακές διασυνδέσεις, βασίζεται επίσης στις εύλογες ανάγκες των διαφορετικών χρηστών του δικτύου και περιλαμβάνει μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις των επενδυτών που αναφέρονται στο άρθρο 8 και στα άρθρα 13 και 22 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ,

γ)

εντοπίζει επενδυτικές ελλείψεις, ιδίως όσον αφορά τα διασυνοριακά δυναμικά.

11.   Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας κοινοποιεί τις απόψεις του στην Επιτροπή σχετικά με τη έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών που προβλέπονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 9

Παρακολούθηση από τον Οργανισμό

1.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εκτέλεση των καθηκόντων του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, και υποβάλλει σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εφαρμογή από το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας των κωδίκων δικτύου που καταρτίζονται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 και των κωδίκων δικτύου που έχουν αναπτυχθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 10 αλλά οι οποίοι δεν έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 11. Ο Οργανισμός παρέχει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη προς την Επιτροπή στις περιπτώσεις που το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας δεν έχει εφαρμόσει τους εν λόγω κώδικες δικτύου.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου και των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδει η Επιτροπή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 11, καθώς και τον αντίκτυπό τους στην εναρμόνιση των εφαρμοστέων κανόνων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς, καθώς και στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς, υποβάλλει δε σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

2.   Το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας υποβάλλει στον Οργανισμό το σχέδιο προγράμματος ανάπτυξης δικτύων και το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών καθώς και τις πληροφορίες για τη διαδικασία διαβούλευσης, προκειμένου να διατυπώσει τη γνώμη του.

Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής, ο Οργανισμός διατυπώνει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη καθώς και συστάσεις προς το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και την Επιτροπή εάν κρίνει ότι το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών ή το σχέδιο προγράμματος ανάπτυξης δικτύων που υπέβαλε το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας δεν συμβάλλει στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό, την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς ή σε επαρκές επίπεδο διασυνοριακής διασύνδεσης την οποία έχουν πρόσβαση τρίτοι.

Άρθρο 10

Διαβουλεύσεις

1.   Κατά την εκπόνηση των κωδίκων δικτύου, του σχεδίου προγράμματος ανάπτυξης δικτύων και του ετήσιου προγράμματος εργασιών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας διαβουλεύεται εκτενώς, σε πρώιμο στάδιο και κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο, με όλους τους σχετικούς συντελεστές της αγοράς, ιδίως δε με τις οργανώσεις που εκπροσωπούν όλους τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1. Στη διαβούλευση συμμετέχουν και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες εθνικές αρχές, οι επιχειρήσεις προμήθειας και παραγωγής, οι πελάτες, οι χρήστες του συστήματος, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κλαδικών ενώσεων, οι τεχνικοί οργανισμοί και οι πλατφόρμες ενδιαφερομένων. Η διαβούλευση αποσκοπεί στην καταγραφή των απόψεων και των προτάσεων όλων των συμμετεχόντων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

2.   Όλα τα έγγραφα και τα πρακτικά των συνεδριάσεων σχετικά με τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δημοσιοποιούνται.

3.   Πριν από την έγκριση του ετήσιου προγράμματος εργασιών και των κωδίκων δικτύων που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας αναφέρει τις παρατηρήσεις που έλαβε κατά τη διαβούλευση και τον τρόπο με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη. Αιτιολογεί τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι παρατηρήσεις δεν ελήφθησαν υπόψη.

Άρθρο 11

Δαπάνες

Οι δαπάνες για τις δραστηριότητες του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 12 βαρύνουν τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και συνυπολογίζονται κατά τον υπολογισμό των τιμών. Οι ρυθμιστικές αρχές εγκρίνουν τις δαπάνες αυτές μόνον εάν είναι εύλογες και αναλογικές.

Άρθρο 12

Περιφερειακή συνεργασία διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεργάζονται σε περιφερειακό επίπεδο στο πλαίσιο του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας για να συμβάλουν στην εκτέλεση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3. Ειδικότερα, δημοσιεύουν ανά διετία περιφερειακό επενδυτικό πρόγραμμα και μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις επενδύσεων με βάση το περιφερειακό επενδυτικό πρόγραμμα.

2.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς προάγουν λειτουργικές διευθετήσεις ώστε να εξασφαλίζεται η βέλτιστη διαχείριση του δικτύου, και προάγουν την ανάπτυξη χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενέργειας, την κατανομή διασυνοριακού δυναμικού μέσω αμερόληπτων λύσεων βασιζόμενων στην αγορά, με δέουσα προσοχή στα ειδικά πλεονεκτήματα των σιωπηρών δημοπρασιών για βραχυπρόθεσμο καταμερισμό, και την ενοποίηση μηχανισμών εξισορρόπησης και εφεδρικής ισχύος.

3.   Η γεωγραφική περιοχή που καλύπτει κάθε περιφερειακή συνεργασία είναι δυνατό να ορίζεται από την Επιτροπή, ανάλογα με τις υφιστάμενες δομές περιφερειακής συνεργασίας. Κάθε κράτος μέλος επιτρέπεται να προάγει τη συνεργασία με περισσότερες της μίας γεωγραφικές περιοχές. Το αναφερόμενο στην πρώτη πρόταση μέτρο, το οποίο αποσκοπεί στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να συμβουλεύεται το ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής Ενέργειας και τον Οργανισμό.

Άρθρο 13

Μηχανισμός αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς εισπράττουν αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των δικτύων τους.

2.   Η αντιστάθμιση της παραγράφου 1 καταβάλλεται από τους διαχειριστές των εθνικών συστημάτων μεταφοράς από τα οποία πηγάζουν και των συστημάτων στα οποία καταλήγουν οι διασυνοριακές ροές.

3.   Οι αντισταθμίσεις καταβάλλονται τακτικά για συγκεκριμένο παρελθόν χρονικό διάστημα. Τυχόν καταβληθείσες αντισταθμίσεις προσαρμόζονται, εφόσον απαιτείται, εκ των υστέρων ώστε να αντικατοπτρίζουν το κόστος που προκύπτει πραγματικά.

Το πρώτο χρονικό διάστημα για το οποίο καταβάλλονται αντισταθμίσεις καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18.

4.   Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23 παράγραφος 2, αποφασίζει σχετικά με τα καταβλητέα ποσά αντιστάθμισης.

5.   Το μέγεθος των μέσω των δικτύων διασυνοριακών ροών και το μέγεθος των διασυνοριακών ροών, οι οποίες ορίζεται ότι πηγάζουν από τα εθνικά συστήματα μεταφοράς ή/και καταλήγουν σε αυτά, καθορίζονται με βάση τις φυσικές ροές ηλεκτρικής ενέργειας που όντως μετρούνται επί συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

6.   Το κόστος που προκύπτει λόγω των μέσω του δικτύου διασυνοριακών ροών καθορίζεται με βάση το μελλοντικό μακροπρόθεσμο μέσο οριακό κόστος, λαμβανομένων υπόψη των απωλειών, των επενδύσεων για νέες υποδομές και μιας προσήκουσας αναλογίας του κόστους των υφιστάμενων υποδομών, εφόσον οι υποδομές χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά διασυνοριακών ροών, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της ανάγκης διασφάλισης της ασφάλειας εφοδιασμού. Κατά τον καθορισμό του κόστους που προκύπτει, χρησιμοποιούνται αναγνωρισμένες τυποποιημένες μεθοδολογίες κοστολόγησης. Το κέρδος που προκύπτει από κάποιο δίκτυο λόγω των μέσω αυτού διασυνοριακών ροών λαμβάνεται υπόψη για τη μείωση της λαμβανόμενης αντιστάθμισης.

Άρθρο 14

Τέλη πρόσβασης στα δίκτυα

1.   Τα τέλη που επιβάλλουν οι διαχειριστές δικτύου για την πρόσβαση στα δίκτυα πρέπει να διέπονται από διαφάνεια, να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη ασφάλειας των δικτύων και να αντανακλούν το πραγματικό κόστος που προκύπτει στο βαθμό που αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και να εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις. Τα τέλη αυτά δεν πρέπει να εξαρτώνται από την απόσταση.

2.   Οι παραγωγοί και οι καταναλωτές (φορτίο) επιτρέπεται να επιβαρύνονται για την πρόσβαση στα δίκτυα. Το μερίδιο του συνολικού ποσού των τελών δικτύου με το οποίο επιβαρύνονται οι παραγωγοί πρέπει να είναι χαμηλότερο από το μερίδιο με το οποίο επιβαρύνονται οι καταναλωτές, εφόσον καλύπτεται η ανάγκη κατάλληλων και αποτελεσματικών σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης. Ανάλογα με την περίπτωση, το επίπεδο των τιμολογίων που ισχύουν για τους παραγωγούς ή/και τους καταναλωτές παρέχει σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης σε κοινοτικό επίπεδο και λαμβάνει υπόψη το μέγεθος των απωλειών δικτύου και τη συμφόρηση που προκαλούνται και το κόστος επένδυσης για τις υποδομές. Αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να παρέχουν σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης στην επικράτειά τους ή να εφαρμόζουν μηχανισμούς που να εξασφαλίζουν ότι τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο που βαρύνουν τους καταναλωτές (φορτίο) είναι ενιαία σε ολόκληρη την επικράτειά τους.

3.   Κατά τον καθορισμό των τελών πρόσβασης στο δίκτυο λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

α)

οι πληρωμές και οι εισπράξεις που προκύπτουν με βάση το μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς,

β)

τα ποσά που όντως καταβλήθηκαν και εισπράχθηκαν καθώς και όλες οι αναμενόμενες για μελλοντικές χρονικές περιόδους πληρωμές, που υπολογίζονται με βάση παρελθούσες χρονικές περιόδους.

4.   Εφόσον λειτουργούν κατάλληλα και αποτελεσματικά σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης, σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα τέλη πρόσβασης στα δίκτυα που ισχύουν για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές εφαρμόζονται ανεξαρτήτως της χώρας προορισμού και της χώρας προέλευσης, αντίστοιχα, της ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τη συναφθείσα εμπορική σύμβαση. Αυτό θα συμβαίνει με την επιφύλαξη των τελών που επιβάλλονται επί των δηλωθεισών εξαγωγών και των δηλωθεισών εισαγωγών που απορρέουν από τη διαχείριση της συμφόρησης που αναφέρεται στο άρθρο 16.

5.   Δεν επιβάλλεται ειδικό τέλος δικτύου σε μεμονωμένες συναλλαγές για δηλωθείσα διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 15

Παροχή πληροφοριών

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συγκροτούν μηχανισμούς συντονισμού και ανταλλαγής πληροφοριών για να διασφαλίζεται η ασφάλεια των δικτύων στο πλαίσιο της διαχείρισης συμφόρησης.

2.   Τα πρότυπα ασφάλειας, λειτουργίας και προγραμματισμού που χρησιμοποιούν οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιοποιούνται. Οι δημοσιευόμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν γενικό σχέδιο για τον υπολογισμό του συνολικού δυναμικού μεταφοράς και του περιθωρίου αξιοπιστίας της μεταφοράς, με βάση τα ηλεκτρικά και φυσικά χαρακτηριστικά του δικτύου. Τα γενικά αυτά σχέδια υπόκεινται στην έγκριση των ρυθμιστικών αρχών.

3.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιεύουν κατά προσέγγιση υπολογισμούς του διαθέσιμου δυναμικού μεταφοράς για κάθε ημέρα, αναφέροντας και το τυχόν διαθέσιμο δυναμικό που έχει ήδη δεσμευθεί. Τα στοιχεία αυτά δημοσιεύονται σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή πριν από την ημέρα της μεταφοράς και περιλαμβάνουν οπωσδήποτε εκτιμήσεις για την επόμενη εβδομάδα και τον επόμενο μήνα καθώς και ποσοτική ένδειξη για την αναμενόμενη αξιοπιστία του διαθέσιμου δυναμικού.

4.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιεύουν δεδομένα σχετικά με τις συνολικές προβλέψεις και την πραγματική ζήτηση, τη διαθεσιμότητα και την πραγματική χρήση της παραγωγής και των πάγιων στοιχείων φορτίου, τη διαθεσιμότητα και τη χρήση του δικτύου και των διασυνδέσεων, την ισχύ εξισορρόπησης και το εφεδρικό δυναμικό. Για τη διαθεσιμότητα και την πραγματική χρήση της παραγωγής και πάγιων στοιχείων φορτίου μικρού μεγέθους, μπορούν να χρησιμοποιούνται συνολικά κατ' εκτίμηση δεδομένα.

5.   Τα σχετικά δεδομένα παρέχουν στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς οι ενδιαφερόμενοι συντελεστές της αγοράς.

6.   Οι επιχειρήσεις ηλεκτροπαραγωγής που έχουν στην ιδιοκτησία τους ή εκμεταλλεύονται μονάδες παραγωγής, εκ των οποίων τουλάχιστον μία μονάδα παραγωγής έχει εγκαταστημένη ισχύ τουλάχιστον 250 MW, τηρούν στη διάθεση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, της εθνικής αρχής ανταγωνισμού και της Επιτροπής, επί πέντε έτη, όλα τα ωριαία δεδομένα ανά μονάδα τα οποία είναι αναγκαία για να επαληθεύονται όλες οι επιχειρησιακές αποφάσεις κατανομής φορτίου και η συμπεριφορά των ανταγωνιστών κατά τις προσφορές στα χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας, τις δημοπρασίες για δυναμικό διασύνδεσης, τις αγορές εφεδρικής ισχύος και τις εξωχρηματιστηριακές αγορές. Στις ανά μονάδα και ανά ώρα καταχωρισμένες πληροφορίες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, δεδομένα σχετικά με το διαθέσιμο δυναμικό παραγωγής και τις δεσμευμένες εφεδρείες, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής αυτών των δεσμευμένων εφεδρειών σε κάθε μονάδα, τη χρονική στιγμή που πραγματοποιείται ο διαγωνισμός και τη χρονική στιγμή της παραγωγής.

Άρθρο 16

Γενικές αρχές διαχείρισης συμφόρησης

1.   Τα προβλήματα συμφόρησης δικτύου αντιμετωπίζονται με αμερόληπτες λύσεις που βασίζονται στην αγορά και δίνουν αποτελεσματικά οικονομικά μηνύματα στους συντελεστές της αγοράς και τους συμμετέχοντες διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς. Τα προβλήματα συμφόρησης δικτύου επιλύονται κατά προτίμηση με μεθόδους που δεν βασίζονται στις συναλλαγές, δηλαδή μεθόδους που δεν προϋποθέτουν την επιλογή μεταξύ συμβάσεων με διαφορετικούς συντελεστές της αγοράς.

2.   Διαδικασίες περικοπής των συναλλαγών χρησιμοποιούνται μόνον σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όταν ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς πρέπει να ενεργεί επειγόντως και δεν είναι δυνατή η αναδιανομή ή αντίρροπη συναλλαγή των ροών. Οι διαδικασίες αυτές δεν πρέπει να εφαρμόζονται κατά μεροληπτικό τρόπο.

Με εξαίρεση τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας, οι συντελεστές της αγοράς στους οποίους έχει επιμερισθεί δυναμικό αποζημιώνονται για οποιαδήποτε περικοπή.

3.   Το μέγιστο δυναμικό των διασυνδέσεων ή/και των δικτύων μεταφοράς που έχουν επιπτώσεις στις διασυνοριακές ροές διατίθεται στους συντελεστές της αγοράς που πληρούν τα πρότυπα ασφάλειας για την ασφαλή λειτουργία του δικτύου.

4.   Οι συντελεστές της αγοράς πληροφορούν τους συμμετέχοντες διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς σε εύλογο χρόνο πριν από την αντίστοιχη περίοδο δραστηριοτήτων κατά πόσον προτίθενται να εκμεταλλευθούν το επιμερισθέν δυναμικό. Το τυχόν αχρησιμοποίητο επιμερισθέν δυναμικό διατίθεται εκ νέου στην αγορά, με τρόπο ανοικτό, διαφανή και αμερόληπτο.

5.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συμψηφίζουν, στο βαθμό που είναι τεχνικώς εφικτό, το δυναμικό που απαιτείται για ροές ηλεκτρικής ενέργειας κατά αντίθετη κατεύθυνση σε συμφορημένη γραμμή διασύνδεσης ούτως ώστε η γραμμή αυτή να χρησιμοποιηθεί με το μέγιστο δυναμικό της. Εφόσον λαμβάνεται πλήρως υπόψη η ασφάλεια του δικτύου, δεν απορρίπτονται συναλλαγές οι οποίες μειώνουν τη συμφόρηση.

6.   Τυχόν έσοδα που προκύπτουν από τον επιμερισμό διασύνδεσης χρησιμοποιούνται για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

για να εξασφαλίζεται η πραγματική διαθεσιμότητα του επιμερισθέντος δυναμικού, ή/και

β)

για να διατηρούνται ή να αυξάνονται οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως με νέες γραμμές διασύνδεσης,

Εάν τα έσοδα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά για τους σκοπούς των στοιχείων α) και/ή β) του πρώτου εδαφίου, μπορούν να χρησιμοποιούνται, υπό την επιφύλαξη έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών, μέχρις ανωτάτου ποσού που καθορίζεται από τις εν λόγω ρυθμιστικές αρχές ως έσοδα τα οποία πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι ρυθμιστικές αρχές όταν εγκρίνουν τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό των τιμολογίων για το δίκτυο ή/και τον καθορισμό τιμολογίων δικτύου.

Το υπόλοιπο των εσόδων εγγράφεται σε χωριστή γραμμή εσωτερικού λογαριασμού μέχρις ότου μπορέσει να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς των στοιχείων α) ή/και β) του πρώτου εδαφίου.

Άρθρο 17

Νέες γραμμές διασύνδεσης

1.   Οι νέες γραμμές διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος είναι δυνατόν, κατόπιν σχετικού αιτήματος, να απαλλάσσονται, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, από τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού καθώς και των άρθρων 9, 31 και 36 παράγραφοι 6 και 8 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, με τους ακόλουθους όρους:

α)

η επένδυση πρέπει να αυξάνει τον ανταγωνισμό όσον αφορά την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας,

β)

ο βαθμός κινδύνου που συνδέεται με μια επένδυση είναι τέτοιος που η επένδυση μπορεί γίνει μόνο εφόσον χορηγηθεί απαλλαγή,

γ)

η γραμμή διασύνδεσης πρέπει να αποτελεί ιδιοκτησία φυσικού ή νομικού προσώπου διαφορετικού, τουλάχιστον ως προς τη νομική του μορφή, από τους διαχειριστές συστημάτων στα συστήματα των οποίων θα δημιουργηθεί η γραμμή διασύνδεσης,

δ)

εισπράττονται τέλη από τους χρήστες της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης,

ε)

μετά το μερικό άνοιγμα της αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 19 της οδηγίας 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (11) δεν έχει ανακτηθεί κανένα ποσοστό του κεφαλαίου ή του λειτουργικού κόστους της γραμμής διασύνδεσης από οποιαδήποτε συνιστώσα των τελών που καταβάλλονται για τη χρήση των συστημάτων μεταφοράς ή διανομής τα οποία συνδέονται από τη γραμμή διασύνδεσης,

στ)

η απαλλαγή δεν πρέπει να αποβαίνει εις βάρος του ανταγωνισμού ή της ουσιαστικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή της αποτελεσματικής λειτουργίας του ελεγχόμενου συστήματος με το οποίο συνδέεται η γραμμή διασύνδεσης.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σε γραμμές διασύνδεσης εναλλασσόμενου ρεύματος, υπό τον όρο ότι το κόστος και οι κίνδυνοι της συγκεκριμένης επένδυσης είναι ιδιαίτερα υψηλά σε σύγκριση με το κόστος και τους κινδύνους που διαπιστώνονται συνήθως κατά τη διασύνδεση δύο γειτονικών εθνικών συστημάτων μεταφοράς με γραμμή διασύνδεσης εναλλασσόμενου ρεύματος.

3.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται και για τις σημαντικές αυξήσεις δυναμικού σε υφιστάμενες γραμμές διασύνδεσης.

4.   Η απόφαση απαλλαγής που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 λαμβάνεται, κατά περίπτωση, από τις ρυθμιστικές αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών. Μια απαλλαγή μπορεί να καλύπτει το σύνολο ή μέρος του δυναμικού της νέας γραμμής διασύνδεσης ή της υφιστάμενης γραμμής διασύνδεσης με σημαντικά αυξημένο δυναμικό.

Όταν λαμβάνεται απόφαση απαλλαγής, λαμβάνεται κατά περίπτωση υπόψη η ανάγκη να επιβληθούν όροι όσον αφορά τη διάρκεια της απαλλαγής και την άνευ διακρίσεων πρόσβαση στη γραμμή διασύνδεσης. Όταν λαμβάνεται απόφαση για τους όρους αυτούς, λαμβάνονται ιδίως υπόψη το προς δημιουργία πρόσθετο δυναμικό ή η τροποποίηση του υφιστάμενου δυναμικού, ο χρονικός ορίζοντας του έργου και οι εθνικές συνθήκες.

Πριν από τη χορήγηση απαλλαγής οι ρυθμιστικές αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αποφασίζουν τους κανόνες και τους μηχανισμούς για τη διαχείριση και τον επιμερισμό του δυναμικού. Οι κανόνες διαχείρισης της συμφόρησης περιλαμβάνουν την υποχρέωση προσφοράς του αχρησιμοποίητου δυναμικού στην αγορά, οι δε χρήστες της εγκατάστασης δικαιούνται να διαθέτουν το οικείο συμβατικό δυναμικό στη δευτερογενή αγορά. Κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και στ) της παραγράφου 1, λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα της διαδικασίας επιμερισμού του δυναμικού.

Η απόφαση απαλλαγής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν όρων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, αιτιολογείται δεόντως και δημοσιεύεται.

5.   Οι αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 λαμβάνονται από τον Οργανισμό μόνον

α)

εάν οι ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμφωνία εντός έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής αίτησης απαλλαγής στην τελευταία από τις εν λόγω ρυθμιστικές αρχές, ή

β)

κατόπιν κοινού αιτήματος των ενδιαφερόμενων ρυθμιστικών αρχών.

Ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές.

6.   Ανεξάρτητα από τις παραγράφους 4 και 5, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι η ρυθμιστική αρχή ή ο Οργανισμός, ανάλογα με την περίπτωση, παρέχουν, προκειμένου να ληφθεί επίσημη απόφαση, στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους, τη γνώμη τους για την αίτηση απαλλαγής. Η γνώμη αυτή δημοσιεύεται μαζί με την απόφαση.

7.   Αντίγραφο κάθε αίτησης απαλλαγής διαβιβάζεται αμελλητί μόλις παραληφθεί από τις ρυθμιστικές αρχές στον Οργανισμό και την Επιτροπή προς ενημέρωση. Οι ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές ή ο Οργανισμός («κοινοποιούντες φορείς») κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή την απόφαση μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την απόφαση. Οι πληροφορίες αυτές είναι δυνατόν να υποβάλλονται στην Επιτροπή σε ομαδοποιημένη μορφή ώστε να μπορεί η Επιτροπή να καταλήξει σε τεκμηριωμένη απόφαση. Ειδικότερα, οι πληροφορίες περιέχουν:

α)

τους λεπτομερείς λόγους βάσει των οποίων χορηγήθηκε η απαλλαγή, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών πληροφοριών που δικαιολογούν την ανάγκη απαλλαγής,

β)

τη διεξαχθείσα ανάλυση για τον αντίκτυπο που θα έχει η χορήγηση της απαλλαγής στον ανταγωνισμό και στην ουσιαστική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας,

γ)

αιτιολόγηση για το χρονικό διάστημα και το μερίδιο του συνολικού δυναμικού της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης για τα οποία χορηγείται η απαλλαγή,

δ)

το αποτέλεσμα της διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές.

8.   Εντός δύο μηνών από την επομένη της παραλαβής της κοινοποίησης βάσει της παραγράφου 7, η Επιτροπή μπορεί να λάβει απόφαση με την οποία ζητεί από τους κοινοποιούντες φορείς να τροποποιήσουν ή να ανακαλέσουν την απόφαση χορήγησης απαλλαγής. Εάν η Επιτροπή ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες, η δίμηνη προθεσμία επιτρέπεται να παραταθεί κατά δύο επιπλέον μήνες. Η πρόσθετη αυτή προθεσμία αρχίζει την επομένη της ημέρας κατά την οποία παραλαμβάνονται οι πλήρεις πληροφορίες. Η αρχική δίμηνη προθεσμία είναι επίσης δυνατόν να παρατείνεται με τη συναίνεση της Επιτροπής και των κοινοποιούντων φορέων.

Εάν οι ζητούμενες πληροφορίες δεν διαβιβασθούν εντός της προθεσμίας που τάχθηκε στο αίτημα πρόσθετων πληροφοριών, θεωρείται ότι η κοινοποίηση ανακλήθηκε, εκτός εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, η προθεσμία παραταθεί με την συναίνεση της Επιτροπής και των κοινοποιούντων φορέων ή εάν οι κοινοποιούντες φορείς, με δεόντως αιτιολογημένη δήλωση, έχουν πληροφορήσει την Επιτροπή ότι θεωρούν την κοινοποίηση πλήρη.

Οι κοινοποιούντες φορείς συμμορφώνονται προς την απόφαση της Επιτροπής να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την απόφαση απαλλαγής εντός ενός μηνός και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά.

Η Επιτροπή διαφυλάσσει την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

Η απόφαση απαλλαγής που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή παύει να ισχύει δύο έτη από την έγκρισή της, εάν μέχρι τότε δεν έχει αρχίσει η κατασκευή της γραμμής διασύνδεσης, και πέντε έτη μετά την έκδοσή της, εάν μέχρι τότε η γραμμή διασύνδεσης δεν έχει τεθεί σε λειτουργία.

9.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των όρων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και να καθορίζει τη διαδικασία που πρέπει να τηρείται για την εφαρμογή των παραγράφων 4, 7 και 8 του παρόντος άρθρου. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 18

Κατευθυντήριες γραμμές

1.   Ανάλογα με την περίπτωση, κατευθυντήριες γραμμές για το μηχανισμό αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων διαμεταφοράς ορίζουν, σύμφωνα με τις αρχές των άρθρων 13 και 14:

α)

λεπτομέρειες σχετικά με την διαδικασία καθορισμού των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που οφείλουν να καταβάλλουν αντισταθμίσεις για διασυνοριακές ροές, συμπεριλαμβανομένου του επιμερισμού τους μεταξύ των διαχειριστών εθνικών συστημάτων μεταφοράς από τα οποία πηγάζουν οι διασυνοριακές ροές και των συστημάτων όπου οι ροές αυτές καταλήγουν, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2,

β)

λεπτομέρειες σχετικά με την ακολουθητέα διαδικασία πληρωμής καθώς και τον καθορισμό του πρώτου διαστήματος για το οποίο καταβάλλεται αντιστάθμιση, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο,

γ)

λεπτομέρειες των μεθόδων καθορισμού των διαμεταφερόμενων διασυνοριακών ροών για τις οποίες καταβάλλεται αντιστάθμιση δυνάμει του άρθρου 13, από άποψη τόσο της ποσότητας όσο και του τύπου των ροών, και καθορισμού του μεγέθους των εν λόγω ροών οι οποίες λογίζεται ότι πηγάζουν ή/και καταλήγουν στα εθνικά συστήματα μεταφοράς των επιμέρους κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 5,

δ)

λεπτομέρειες της μεθοδολογίας καθορισμού του κόστους και του κέρδους που προκύπτει λόγω της διαμεταφοράς διασυνοριακών ροών, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 6,

ε)

λεπτομέρειες της μεταχείρισης των ροών ηλεκτρικής ενέργειας που πηγάζουν από/καταλήγουν σε χώρες εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, στο πλαίσιο του μηχανισμού αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων διαμεταφοράς,

στ)

τη συμμετοχή των εθνικών συστημάτων που είναι διασυνδεδεμένα με γραμμές συνεχούς ρεύματος, σύμφωνα με το άρθρο 13.

2.   Στις κατευθυντήριες γραμμές είναι επίσης δυνατόν να καθορίζονται κατάλληλοι κανόνες οι οποίοι οδηγούν στην προοδευτική εναρμόνιση των αρχών στις οποίες βασίζεται ο καθορισμός τελών που επιβάλλονται στους παραγωγούς και τους καταναλωτές (φορτίο) δυνάμει των εθνικών τιμολογίων, όπου συμπεριλαμβάνονται η επίπτωση του μηχανισμού αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων διαμεταφοράς στα τέλη εθνικού δικτύου καθώς και τα κατάλληλα και αποτελεσματικά σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 14.

Οι κατευθυντήριες γραμμές προβλέπουν επίσης κατάλληλα και αποτελεσματικά εναρμονισμένα σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης σε κοινοτικό επίπεδο.

Τυχόν εναρμόνιση στο θέμα αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μηχανισμούς που να εξασφαλίζουν ότι τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο που βαρύνουν τους καταναλωτές (φορτίο) είναι συγκρίσιμα σε ολόκληρη την επικράτειά τους.

3.   Κατά περίπτωση, στις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες παρέχουν τον ελάχιστο βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού καθορίζονται επίσης:

α)

λεπτομέρειες σχετικά με την παροχή πληροφοριών, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 15,

β)

λεπτομέρειες σχετικά με τους κανόνες για την εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας,

γ)

λεπτομέρειες σχετικά με τους κανόνες παροχής επενδυτικών κινήτρων για δυναμικό γραμμών διασύνδεσης, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης,

δ)

λεπτομέρειες σχετικά με τα θέματα που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 6.

4.   Κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση και την κατανομή του διαθέσιμου δυναμικού μεταφοράς των διασυνδέσεων μεταξύ εθνικών συστημάτων ορίζονται στο Παράρτημα Ι.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τα θέματα που απαριθμούνται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Μπορεί να τροποποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τις αρχές που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 16, ιδίως, προκειμένου να περιληφθούν αναλυτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με όλες τις μεθόδους κατανομής δυναμικού που εφαρμόζονται στην πράξη και να εξασφαλισθεί ότι οι μηχανισμοί διαχείρισης της συμφόρησης εξελίσσονται κατά τρόπο που συνάδει με τους στόχους της εσωτερικής αγοράς. Ανάλογα με την περίπτωση, κατά τις τροποποιήσεις αυτές, ορίζονται κοινοί κανόνες σχετικά με τα στοιχειώδη πρότυπα ασφάλειας και λειτουργίας για τη χρήση και την εκμετάλλευση του δικτύου που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Κατά την έκδοση ή την τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή μεριμνά ώστε να παρέχουν τον στοιχειώδη βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού και να μην υπερβαίνουν το απολύτως αναγκαίο.

Κατά την έκδοση ή την τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή προσδιορίζει τις ενέργειες στις οποίες έχει προβεί όσον αφορά τη συμμόρφωση των κανόνων τρίτων χωρών, οι οποίες αποτελούν μέρος του κοινοτικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας, προς τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.

Η Επιτροπή, όταν εκδίδει για πρώτη φορά τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές, μεριμνά ώστε να καλύπτονται, με ένα μόνο σχέδιο μέτρου, τουλάχιστον τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και δ) και στην παράγραφο 2.

Άρθρο 19

Ρυθμιστικές αρχές

Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό και προς τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 18. Εφόσον ενδείκνυται για την επίτευξη των σκοπών του παρόντος κανονισμού, οι ρυθμιστικές αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή και τον Οργανισμό σύμφωνα με το κεφάλαιο IX της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Άρθρο 20

Παροχή πληροφοριών και εμπιστευτικότητα

1.   Τα κράτη μέλη και οι ρυθμιστικές αρχές παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν σχετικού αιτήματος, όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 18.

Συγκεκριμένα, για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφοι 4 και 6, οι ρυθμιστικές αρχές παρέχουν, τακτικά, πληροφορίες σχετικά με το κόστος που πραγματικά προκύπτει για τους εθνικούς διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς, καθώς και τα δεδομένα και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που αφορούν τις πραγματικές ροές στα δίκτυα των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και το κόστος του δικτύου.

Η Επιτροπή καθορίζει εύλογο χρονικό διάστημα, εντός του οποίου πρέπει να παρέχονται οι πληροφορίες, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των απαιτούμενων πληροφοριών και τον επείγοντα χαρακτήρα με τον οποίο ζητούνται οι πληροφορίες.

2.   Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή η ενδιαφερόμενη ρυθμιστική αρχή δεν παρέχει αυτές τις πληροφορίες εντός της ταχθείσας προθεσμίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να ζητεί όλες τις απαραίτητες για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 18 πληροφορίες απευθείας από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.

Όταν η Επιτροπή αποστέλλει αίτημα με το οποίο ζητεί πληροφορίες από επιχείρηση, διαβιβάζει ταυτοχρόνως αντίγραφο του αιτήματός της στις ρυθμιστικές αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η έδρα της επιχείρησης.

3.   Στο αίτημά της για παροχή πληροφοριών, η Επιτροπή αναφέρει τη νομική βάση του αιτήματος, την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να παρασχεθούν οι πληροφορίες, το σκοπό του αιτήματος καθώς και τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 για την παροχή εσφαλμένων, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών. Η Επιτροπή καθορίζει εύλογο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των απαιτούμενων πληροφοριών και τον επείγοντα χαρακτήρα τους.

4.   Οι ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων ή οι εκπρόσωποί τους και, σε περίπτωση νομικών προσώπων, τα πρόσωπα που είναι εκ του νόμου ή εκ του καταστατικού τους εξουσιοδοτημένα να τις εκπροσωπούν παρέχουν τις αιτούμενες πληροφορίες. Οι δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο δικηγόροι επιτρέπεται να παρέχουν τις πληροφορίες εξ ονόματος των πελατών τους, οπότε οι πελάτες φέρουν την απόλυτη ευθύνη εάν οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι ελλιπείς, εσφαλμένες ή παραπλανητικές.

5.   Σε περίπτωση που μια επιχείρηση δεν παρέχει τις αιτούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας που καθορίσθηκε από την Επιτροπή ή παρέχει ελλιπείς πληροφορίες, η Επιτροπή μπορεί να απαιτεί, με απόφασή της, την παροχή των πληροφοριών. Στην απόφαση καθορίζονται οι απαιτούμενες πληροφορίες και ορίζεται εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να παρασχεθούν. Στην απόφαση αναφέρονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2. Στην απόφαση αναφέρεται επίσης το δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή αποστέλλει ταυτοχρόνως αντίγραφο της απόφασής της στις ρυθμιστικές αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η κατοικία του προσώπου ή η έδρα της επιχείρησης.

6.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 18.

Η Επιτροπή δεν δημοσιοποιεί πληροφορίες που κατέχει σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εφόσον διέπονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 21

Δικαίωμα των κρατών μελών να προβλέπουν λεπτομερέστερα μέτρα

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να διατηρούν σε ισχύ ή να θεσπίζουν μέτρα τα οποία περιέχουν διατάξεις λεπτομερέστερες από εκείνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 22

Κυρώσεις

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλισθεί η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους κανόνες που αντιστοιχούν στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 στην Επιτροπή έως την 1η Ιουλίου 2004 και κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους. Κοινοποιούν τους κανόνες που δεν αντιστοιχούν σε διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 στην Επιτροπή έως … (12) και της κοινοποιούν αμέσως κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

2.   Η Επιτροπή μπορεί με απόφασή της να επιβάλλει στις επιχειρήσεις πρόστιμα που δεν υπερβαίνουν το 1 % του συνολικού κύκλου εργασιών κατά την προηγούμενη χρήση, στις περιπτώσεις που, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παρέχουν εσφαλμένες, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 ή εάν δεν ανταποκρίνονται σε αίτημα παροχής πληροφοριών εντός της προθεσμίας που ορίσθηκε με απόφαση εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο.

Κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σοβαρότητα της μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου.

3.   Οι κυρώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 και οι αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν έχουν ποινικό χαρακτήρα.

Άρθρο 23

Διαδικασία επιτροπών

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 46 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 24

Υποβολή εκθέσεων από την Επιτροπή

Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Στην έκθεση που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 47 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ (13), η Επιτροπή αναφέρεται και στην πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Στην έκθεση εξετάζεται ιδίως κατά πόσον ο παρών κανονισμός έχει αποδειχθεί επαρκής ώστε να διασφαλίζεται ότι οι διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας αντιμετωπίζουν όρους πρόσβασης στο δίκτυο που δεν εισάγουν διακρίσεις και εκφράζουν το συναφές κόστος, προκειμένου να συμβάλλουν στις επιλογές των καταναλωτών σε μια εύρυθμη εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και στην μακροπρόθεσμη ασφάλεια εφοδιασμού, καθώς και κατά πόσον έχουν καθιερωθεί αποτελεσματικά σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης. Εάν κρίνεται αναγκαίο, η έκθεση συνοδεύεται από τις κατάλληλες προτάσεις ή/και συστάσεις.

Άρθρο 25

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 καταργείται από την … (13). Κάθε αναφορά στον καταργούμενο κανονισμό θεωρείται ότι γίνεται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζεται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιέχεται στο Παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από … (13).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 211, 19.8.2008, σ. 23.

(2)  ΕΕ C 172, 5.7.2008, σ. 55.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 37.

(5)  ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 1.

(6)  EE L …

(7)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(8)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) 1228/2003.

(9)  Η ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, δηλαδή 18 μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(10)  Απόφαση αριθ. 1364/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για καθορισμό προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας (ΕΕ L 262, 22.9.2006, σ. 1).

(11)  ΕΕ L 27, 30.1.1997, σ. 20.

(12)  Η ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(13)  Δεκαοχτώ μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση και τον καταμερισμό της διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς ηλεκτρισμού των διασυνδέσεων μεταξύ εθνικών συστημάτων

1.   Γενικές διατάξεις

1.1.

Οι Διαχειριστές Συστήματος Μεταφορών (ΔΣΜ) επιχειρούν να αποδεχθούν όλες τις εμπορικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνεπάγονται διασυνοριακό εμπόριο.

1.2.

Όταν δεν συμβαίνει συμφόρηση, δεν πρέπει να περιορίζεται η πρόσβαση στη διασύνδεση. Οσάκις αυτό αποτελεί συνηθισμένη περίπτωση, δεν χρειάζεται να υπάρχει μόνιμη γενική διαδικασία καταμερισμού για την πρόσβαση σε υπηρεσίες διασυνοριακής μεταφοράς.

1.3.

Οσάκις οι προγραμματισμένες εμπορικές πράξεις δεν συμβιβάζονται με την ασφαλή λειτουργία του δικτύου, οι ΔΣΜ αμβλύνουν τη συμφόρηση συμμορφούμενοι προς τις απαιτήσεις της επιχειρησιακής ασφάλειας του διασυνδεδεμένου δικτύου, ενώ παράλληλα επιχειρούν να διασφαλίσουν ότι τυχόν συναφείς δαπάνες παραμένουν σε οικονομικώς συμφέρον επίπεδο. Εξετάζεται διορθωτική ανακατανομή ή αντεμπορία σε περιπτώσεις που δεν μπορούν να εφαρμοστούν μέτρα χαμηλότερου κόστους.

1.4.

Εάν παρουσιαστεί διαρθρωτική συμφόρηση, εφαρμόζονται αμέσως από τους ΔΣΜ ενδεδειγμένοι κανόνες και ρυθμίσεις διαχείρισης της συμφόρησης, που έχουν εκ των προτέρων καθοριστεί και συμφωνηθεί. Οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης διασφαλίζουν ότι οι φυσικές ροές ισχύος που συνδέονται με το σύνολο της καταμερισμένης δυναμικότητας μεταφοράς ανταποκρίνονται προς τα πρότυπα ασφάλειας του δικτύου.

1.5.

Οι υιοθετούμενες μέθοδοι για τη διαχείριση της συμφόρησης δίνουν επαρκείς οικονομικές ενδείξεις στους παράγοντες της αγοράς και στους ΔΣΜ, προωθούν τον ανταγωνισμό και είναι κατάλληλες για εφαρμογή σε περιφερειακό και κοινοτικών διαστάσεων επίπεδο.

1.6.

Κατά τη διαχείριση της συμφόρησης δεν γίνεται διάκριση βασιζόμενη στην εμπορική πράξη. Ένα ιδιαίτερο αίτημα για υπηρεσία μεταφοράς απορρίπτεται μόνον όταν πληρούνται σωρευτικώς οι κατωτέρω όροι:

α)

οι επαυξήσεις των φυσικών ροών ισχύος συνεπεία της αποδοχής του εν λόγω αιτήματος να σημαίνουν ότι δεν μπορεί πλέον να υπάρχει εγγύηση για την ασφαλή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρισμού, και

β)

η συνδεόμενη με το εν λόγω αίτημα αξία, σε νομισματικούς όρους, κατά τη διαδικασία διαχείρισης της συμφόρησης, να είναι χαμηλότερη απ' ό,τι όλα τα άλλα αιτήματα για τα οποία υπάρχει πρόθεση αποδοχής για την παροχή της ίδιας υπηρεσίας και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.

1.7.

Όταν καθορίζονται ενδεδειγμένες περιοχές δικτύου στις οποίες και μεταξύ των οποίων πρόκειται να εφαρμοστεί διαχείριση συμφόρησης, οι ΔΣΜ εμπνέονται από τις αρχές της αποτελεσματικότητας συγκριτικά με το κόστος και ελαχιστοποίησης των αρνητικών επιπτώσεων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, οι ΔΣΜ δεν περιορίζουν τη δυναμικότητα διασύνδεσης ώστε να επιλύσουν το πρόβλημα της συμφόρησης εντός της δικής τους περιοχής ελέγχου, με εξαίρεση όταν συντρέχουν οι προαναφερόμενοι λόγοι και λόγοι επιχειρησιακής ασφάλειας (1). Αν συμβεί μια τέτοια κατάσταση, αυτή θα περιγράφεται και παρουσιάζεται κατά διαφανή τρόπο από τους ΔΣΜ σε όλους τους χρήστες του συστήματος. Μια τέτοια κατάσταση επιτρέπεται να γίνεται ανεκτή μόνον έως ότου ευρεθεί μακροπρόθεσμη λύση. Η μεθοδολογία και τα αναγκαία έργα για την επίτευξη της μακροπρόθεσμης λύσης θα περιγράφονται και θα παρουσιάζονται κατά διαφανή τρόπο από τους ΔΣΜ σε όλους τους χρήστες του συστήματος.

1.8.

Όταν εξισορροπείται το δίκτυο εντός της περιοχής ελέγχου μέσω επιχειρησιακών μέτρων στο δίκτυο και μέσω ανακατανομής, ο ΔΣΜ συνεκτιμά τις επενέργειες των εν λόγω μέτρων σε γειτονικές περιοχές ελέγχου.

1.9.

Έως την 1η Ιανουαρίου 2008, θα θεσπιστούν κατά συντονισμένο τρόπο και υπό ασφαλείς επιχειρησιακές συνθήκες μηχανισμοί για την ολιγόωρη διαχείριση συμφόρησης της δυναμικότητας της γραμμής διασύνδεσης, ώστε να μεγιστοποιούνται οι ευκαιρίες εμπορίας και πρόβλεψης διασυνοριακής εξισορρόπησης.

1.10.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές αξιολογούν σε τακτά διαστήματα τις μεθόδους διαχείρισης της συμφόρησης, αποδίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στη συμμόρφωση προς τις αρχές και τους κανόνες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές, όπως και προς τους όρους και προϋποθέσεις που έχουν τάξει οι ίδιες οι ρυθμιστικές αρχές βάσει των ανωτέρω αρχών και κανόνων. Η αξιολόγηση αυτή περιλαμβάνει διαβούλευση όλων των παραγόντων της αγοράς και εκπόνηση εξειδικευμένων μελετών.

2.   Μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης

2.1.

Οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης θα είναι βασισμένοι στους μηχανισμούς της αγοράς, ώστε να διευκολύνεται η αποδοτική διασυνοριακή εμπορία. Για το σκοπό αυτό, η δυναμικότητα καταμερίζεται μόνο μέσω εμφανών (δυναμικότητας) ή αφανών (δυναμικότητας και ενέργειας) δημοπρασιών. Και οι δύο μέθοδοι επιτρέπεται να συνυπάρχουν στην ίδια διασύνδεση. Για ολιγόωρη εμπορία, μπορεί να χρησιμοποιείται συνεχής συναλλαγή.

2.2.

Ανάλογα με τις συνθήκες ανταγωνισμού, οι μηχανισμοί διαχείρισης της συμφόρησης πιθανώς να χρειάζεται να προβλέπουν καταμερισμό δυναμικότητας μεταφοράς τόσο μακροπρόθεσμα όσο και βραχυπρόθεσμα.

2.3.

Κάθε διαδικασία κατανομής δυναμικότητας θα διαθέτει ένα προδιαγεγραμμένο κλάσμα της διαθέσιμης δυναμικότητας διασύνδεσης συν τυχόν εναπομένουσα δυναμικότητα μη κατανεμηθείσα προηγουμένως και τυχόν δυναμικότητα ελευθερούμενη από κατόχους δυναμικότητας που την έλαβαν σε προηγούμενους καταμερισμούς.

2.4.

Οι ΔΣΜ βελτιστοποιούν το βαθμό στον οποίο η δυναμικότητα είναι αμετάκλητη, συνεκτιμώντας τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εμπλεκόμενων ΔΣΜ, όπως και τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των παραγόντων της αγοράς, ώστε να διευκολύνεται ο ενεργός και αποδοτικός ανταγωνισμός. Ένα εύλογο κλάσμα δυναμικότητας μπορεί να προσφέρεται στην αγορά σε μειωμένο αμετάκλητο βαθμό, σε όλες όμως τις περιπτώσεις θα γίνονται γνωστές στους παράγοντες της αγοράς οι επακριβείς συνθήκες μεταφοράς της ενέργειας σε διασυνοριακές γραμμές.

2.5.

Τα δικαιώματα πρόσβασης για μακροπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους καταμερισμούς είναι αμετάκλητα δικαιώματα δυναμικότητας μεταφοράς. Κατά τη στιγμή της ανάδειξης του δικαιούχου υπόκεινται στις αρχές της χρήσης-είτε-απώλειας και της χρήσης-είτε-πώλησης.

2.6.

Οι ΔΣΜ καθορίζουν μια ενδεδειγμένη δομή για τον καταμερισμό δυναμικότητας μεταξύ διαφορετικών χρονικών πλαισίων. Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει επιλογή κράτησης ενός ελάχιστου ποσοστού δυναμικότητας διασύνδεσης για ημερήσιο ή ολιγόωρο καταμερισμό. Η δομή αυτή καταμερισμού υπόκειται σε επανεξέταση από τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές. Κατά τη διατύπωση των προτάσεών τους, οι ΔΣΜ λαμβάνουν υπόψη:

α)

τα χαρακτηριστικά των αγορών,

β)

τις επιχειρησιακές συνθήκες, όπως τις επιπτώσεις συνδυασμού αμετάκλητα δηλωμένων χρονοδιαγραμμάτων,

γ)

το επίπεδο εναρμόνισης των υιοθετούμενων ποσοστών και χρονικών πλαισίων για τους διάφορους ισχύοντες μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας.

2.7.

Ο καταμερισμός δυναμικότητας δεν επιτρέπεται να προβλέπει διακρίσεις μεταξύ παραγόντων της αγοράς που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τα δικαιώματά τους για να αξιοποιήσουν διμερείς συμβάσεις προσφοράς ή για να υποβάλλουν προσφορές σε συναλλαγές ισχύος. Οι συμβάσεις κατακυρώνονται στις προσφορές υψηλότερης τιμής, είτε είναι εμφανείς είτε αφανείς σε δεδομένο χρονικό πλαίσιο.

2.8.

Στις ζώνες όπου οι αγορές οικονομικών προβλέψεων ηλεκτρικής ενέργειας είναι καλώς αναπτυγμένες και έχουν δείξει την αποτελεσματικότητά τους, το σύνολο της δυναμικότητας διασύνδεσης μπορεί να καταμερίζεται μέσω αφανούς δημοπρασίας.

2.9.

Εκτός από την περίπτωση των νέων γραμμών διασύνδεσης, οι οποίες απολαύουν εξαιρέσεως βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού, δεν επιτρέπεται ο καθορισμός εφεδρικών τιμών σε μεθόδους καταμερισμού δυναμικότητας.

2.10.

Όλοι οι δυνητικοί παράγοντες της αγοράς επιτρέπεται κατ' αρχήν να συμμετέχουν στη διαδικασία καταμερισμού, χωρίς περιορισμούς. Για να αποφευχθεί η δημιουργία ή επιδείνωση προβλημάτων σχετικών με δυνητική χρήση δεσπόζουσας θέσης τυχόν παίκτη της αγοράς, οι σχετικές ρυθμιστικές ή/και αρμόδιες για τις συνθήκες ανταγωνισμού αρχές, όποτε κρίνεται αναγκαίο, μπορεί να επιβάλλουν περιορισμούς εν γένει ή σε μεμονωμένη επιχείρηση λόγω δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.

2.11.

Οι παράγοντες της αγοράς ορίζουν αμετάκλητα την εκ μέρους των χρήση της δυναμικότητας στους ΔΣΜ εντός καθορισμένης προθεσμίας για κάθε χρονικό πλαίσιο. Η προθεσμία ορίζεται έτσι ώστε οι ΔΣΜ να είναι σε θέση να αναδιαθέτουν αχρησιμοποίητη δυναμικότητα προς ανακαταμερισμό κατά το επόμενο σχετικό χρονικό πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων των ολιγόωρων συνόδων.

2.12.

Η δυναμικότητα είναι ελεύθερα εμπορεύσιμη σε δευτερογενή βάση, υπό τον όρο ότι ο ΔΣΜ ενημερώνεται επαρκώς πρωτύτερα. Οσάκις ένας ΔΣΜ απορρίπτει τυχόν δευτερογενές εμπόριο (πράξη), αυτό πρέπει να γνωστοποιείται σαφώς και διαφανώς και να εξηγείται σε όλους τους παράγοντες της αγοράς από τον εν λόγω ΔΣΜ, να κοινοποιείται δε στη ρυθμιστική αρχή.

2.13.

Οι οικονομικές συνέπειες της αδυναμίας τήρησης των υποχρεώσεων που συνδέονται με τον καταμερισμό δυναμικότητας βαρύνουν εκείνους που είναι υπεύθυνοι για την αδυναμία αυτή. Οσάκις οι παράγοντες της αγοράς αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν την δυναμικότητα που έχουν δεσμευθεί να χρησιμοποιήσουν ή, στην περίπτωση εμφανώς δημοπρατούμενης δυναμικότητας, αδυνατούν να εμπορευθούν σε δευτερογενή βάση ή να επιστρέψουν τη δυναμικότητα εγκαίρως, χάνουν τα δικαιώματα για την εν λόγω δυναμικότητα και καταβάλλουν χρηματικό ποσό που αντανακλά το σχετικό κόστος. Οποιαδήποτε επιβάρυνση που αντανακλά το κόστος για τη μη χρήση δυναμικότητας πρέπει να είναι δικαιολογημένη και αναλογικού ύψους. Παρομοίως, αν ένας ΔΣΜ δεν τηρήσει την υποχρέωσή του, είναι υπόχρεος αποζημίωσης του παράγοντα της αγοράς για την απώλεια δικαιωμάτων δυναμικότητας. Για το σκοπό αυτό, δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν παρεπόμενες απώλειες. Οι έννοιες και μέθοδοι καίριας σημασίας για τον προσδιορισμό των οικονομικών ευθυνών που συνεπάγεται η αδυναμία τήρησης των υποχρεώσεων προκαθορίζονται ως προς τις οικονομικές συνέπειες, υπόκεινται δε σε επανεξέταση από τη σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή ή αρχές.

3.   Συντονισμός

3.1.

Ο καταμερισμός δυναμικότητας σε μια διασύνδεση αποτελεί αντικείμενο συντονισμού και εφαρμόζεται χρησιμοποιώντας από κοινού διαδικασίες καταμερισμού από τους εμπλεκόμενους ΔΣΜ. Στις περιπτώσεις όπου οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ δύο χωρών (ΔΣΜ) αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά τις συνθήκες φυσικής ροής σε τυχόν τρίτη χώρα (ΔΣΜ), οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης συντονίζονται μεταξύ όλων των ΔΣΜ που επηρεάζονται τοιουτοτρόπως, μέσω από κοινού διαδικασίας διαχείρισης της συμφόρησης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι ΔΣΜ διασφαλίζουν τη μη μονομερή επινόηση διαδικασίας διαχείρισης της συμφόρησης που έχει σοβαρές επενέργειες στις φυσικές ροές ηλεκτρικής ενέργειας σε άλλα δίκτυα.

3.2.

Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2007, εφαρμόζονται μια από κοινού συντονισμένη μέθοδος διαχείρισης της συμφόρησης και διαδικασία για τον καταμερισμό δυναμικότητας στην αγορά τουλάχιστον ετησίως, μηνιαίως και για την επαύριον, μεταξύ των χωρών στις ακόλουθες ζώνες (περιφέρειες):

α)

Βόρεια Ευρώπη (δηλαδή Δανία, Σουηδία, Φινλανδία, Γερμανία και Πολωνία),

β)

Βορειοδυτική Ευρώπη (δηλαδή χώρες Μπενελούξ, Γερμανία και Γαλλία),

γ)

Ιταλία (δηλαδή Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Σλοβενία και Ελλάδα),

δ)

Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (δηλαδή Γερμανία, Πολωνία, Τσεχική Δημοκρατία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Αυστρία και Σλοβενία),

ε)

Νοτιοδυτική Ευρώπη (δηλαδή Ισπανία, Πορτογαλία και Γαλλία),

στ)

Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία και Γαλλία,

ζ)

Βαλτικές χώρες (δηλαδή Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία).

Σε διασύνδεση στην οποία εμπλέκονται χώρες που ανήκουν σε περισσότερες από μία ζώνες, η εφαρμοζόμενη μέθοδος διαχείρισης μπορεί να διαφέρει ώστε να διασφαλίζεται η συμβατότητα με τις μεθόδους που εφαρμόζονται σε άλλες ζώνες στις οποίες ανήκουν οι εν λόγω χώρες. Στην περίπτωση αυτή, οι ΔΣΜ προτείνουν τη μέθοδο διαχείρισης η οποία υπόκειται σε επανεξέταση από τις σχετικές ρυθμιστικές αρχές.

3.3.

Οι ζώνες που αναφέρονται στο σημείο 2.8 επιτρέπεται να διαθέτουν το σύνολο της δυναμικότητας διασύνδεσης μέσω καταμερισμού για την επαύριον.

3.4.

Καθορίζονται συμβατές διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης και στις επτά ανωτέρω ζώνες, με σκοπό τη δημιουργία μιας αληθώς ενοποιημένης εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Οι δραστηριοποιούμενοι στην αγορά δεν πρέπει να έρχονται αντιμέτωποι με ασύμβατα περιφερειακά συστήματα.

3.5.

Με σκοπό την προώθηση ισότιμου και αποτελεσματικού ανταγωνισμού, καθώς και της διασυνοριακής εμπορίας, ο συντονισμός μεταξύ ΔΣΜ εντός των παρατιθέμενων στο σημείο 3.2 ζωνών περιλαμβάνει όλα τα βήματα, από τον υπολογισμό της δυναμικότητας και τη βελτιστοποίηση του καταμερισμού, έως την ασφαλή λειτουργία του δικτύου, με σαφή απόδοση ευθυνών. Ο συντονισμός περιλαμβάνει, συγκεκριμένα:

α)

Τη χρήση κοινού μοντέλου μεταφοράς το οποίο πραγματεύεται αποδοτικά αλληλοεξαρτώμενες φυσικές ροές σε βρόχο και λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες ασυμφωνίες μεταξύ φυσικών και εμπορικών ροών,

β)

Τον καταμερισμό και την ανάδειξη δικαιούχου δυναμικότητας ώστε να αντιμετωπίζονται αποδοτικά αλληλοεξαρτώμενες φυσικές ροές σε βρόχο,

γ)

Τις πανομοιότυπες υποχρεώσεις σε κατόχους δυναμικότητας για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τη, σκοπούμενη χρήση της δυναμικότητας, δηλαδή ανάδειξη δικαιούχου δυναμικότητας (για εμφανείς δημοπρασίες),

δ)

Πανομοιότυπα χρονικά πλαίσια και προθεσμίες υποβολής των προσφορών,

ε)

Πανομοιότυπες δομές για τον καταμερισμό δυναμικότητας μεταξύ διαφορετικών χρονικών πλαισίων (π.χ. 1 ημέρας, 3 ωρών, 1 εβδομάδας κλπ.) και από πλευράς παρτίδων πωλούμενης δυναμικότητας (ποσότητες ισχύος σε MW, MWh, κλπ.),

στ)

Συνεπές συμβατικό πλαίσιο με τους παράγοντες της αγοράς,

ζ)

Επαλήθευση των ροών για συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ασφάλειας του δικτύου για επιχειρησιακό προγραμματισμό και για λειτουργία σε κλίμακα πραγματικού χρόνου,

η)

Λογιστική παρακολούθηση και τακτοποίηση πράξεων διαχείρισης της συμφόρησης.

3.6.

Ο συντονισμός περιλαμβάνει επίσης την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ΔΣΜ. Η φύση, ο χρόνος και η συχνότητα ανταλλαγής πληροφοριών είναι συμβατή προς τις δραστηριότητες του σημείου 3.5 και τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Η ανταλλαγή αυτή πληροφοριών θα επιτρέπει ειδικότερα στους ΔΣΜ να προβλέπουν όσο γίνεται καλύτερα τη συνολική κατάσταση στο διασυνδεδεμένο δίκτυο, ώστε να εκτιμούν τις ροές στο δίκτυό τους και τις διαθέσιμες δυναμικότητες διασύνδεσης. Όποιος ΔΣΜ συγκεντρώνει πληροφορίες για λογαριασμό άλλων ΔΣΜ υποχρεούται να δίνει στο συμμετέχοντα ΔΣΜ τα αποτελέσματα της συγκέντρωσης στοιχείων.

4.   Χρονοδιάγραμμα για εργασίες επέμβασης στην αγορά

4.1.

Ο καταμερισμός της διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς πραγματοποιείται επαρκώς εκ των προτέρων. Πριν από κάθε καταμερισμό, οι εμπλεκόμενοι ΔΣΜ δημοσιεύουν από κοινού την προς καταμερισμό δυναμικότητα, λαμβάνοντας υπόψη, όταν κρίνεται αναγκαίο, την ελευθερούμενη δυναμικότητα από τυχόν αμετάκλητα δικαιώματα μεταφοράς και, οσάκις έχει σημασία, τις συναφείς εκκαθαρισμένες αναδείξεις δικαιούχων, παράλληλα με τυχόν χρονικές περιόδους στη διάρκεια των οποίων θα μειωθεί ή δεν θα είναι διαθέσιμη η δυναμικότητα (λόγω συντήρησης, για παράδειγμα).

4.2.

Συνεκτιμώντας πλήρως την ασφάλεια δικτύου, η ανάδειξη δικαιούχων δυναμικότητας μεταφοράς πραγματοποιείται επαρκώς εκ των προτέρων, πριν από τις για την επαύριον συνόδους όλων των σχετικών οργανωμένων αγορών και πριν από τη δημοσίευση της προς καταμερισμό δυναμικότητας βάσει του για την επαύριον ή ολιγόωρου μηχανισμού κατανομής. Οι αναδείξεις δικαιούχων δυναμικότητας μεταφοράς κατά την αντίθετη κατεύθυνση εκκαθαρίζονται ώστε να γίνεται αποδοτική χρήση της διασύνδεσης.

4.3.

Διαδοχικοί ολιγόωροι καταμερισμοί διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς για την ημέρα D πραγματοποιούνται τις ημέρες D-1 και D, μετά την έκδοση των ενδεικτικών ή πραγματικών χρονοδιαγραμμάτων παραγωγής της επαύριον.

4.4.

Όταν καταστρώνεται παρέμβαση στο διασυνδεδεμένο δίκτυο για την επαύριον, οι ΔΣΜ ανταλλάσσουν πληροφορίες με γειτονικούς ΔΣΜ, συμπεριλαμβανομένων της προβλεπόμενης τοπολογίας διασυνδεδεμένου δικτύου, του βαθμού διαθεσιμότητας και της προβλεπόμενης παραγωγής μονάδων ηλεκτροπαραγωγής και των ροών φορτίου, ώστε να βελτιστοποιείται η χρήση του συνολικού δικτύου μέσω επιχειρησιακών μέτρων σε συμμόρφωση προς τους κανόνες για ασφαλή λειτουργία του διασυνδεδεμένου δικτύου.

5.   Διαφάνεια

5.1.

Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τα πάσης φύσεως στοιχεία που συνδέονται με το βαθμό διαθεσιμότητας του δικτύου, την πρόσβαση σε αυτό και τη χρήση του, συμπεριλαμβανομένης εκθέσεως για το πού και γιατί υφίσταται συμφόρηση, τις εφαρμοζόμενες μεθόδους για τη διαχείριση της συμφόρησης και τα σχέδια για τη μελλοντική διαχείρισή της.

5.2.

Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν γενική περιγραφή της εφαρμοζόμενης μεθόδου διαχείρισης της συμφόρησης υπό διαφορετικές περιστάσεις, για την μεγιστοποίηση της διαθέσιμης δυναμικότητας στην αγορά, και γενικό μηχανισμό για τον υπολογισμό της δυναμικότητας διασύνδεσης για τα διάφορα χρονικά πλαίσια, με βάση τις πραγματικά επικρατούσες στο δίκτυο ηλεκτρικές και φυσικές συνθήκες. Ένας τέτοιος μηχανισμός υπόκειται σε επανεξέταση των ρυθμιστικών αρχών των οικείων κρατών μελών.

5.3.

Η διαχείριση της συμφόρησης και οι διαδικασίες καταμερισμού δυναμικότητας που χρησιμοποιούνται, μαζί με τους χρόνους και τις διαδικασίες για υποβολή αίτησης για δυναμικότητα, περιγραφή των προσφερόμενων προϊόντων και των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων αμφοτέρων των ΔΣΜ και του φορέα που αποκτά τη δυναμικότητα, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών ευθυνών που συνεπάγεται η αδυναμία τήρησης των υποχρεώσεων, περιγράφονται αναλυτικά και γίνονται διαθέσιμα κατά διαφανή τρόπο από τους ΔΣΜ σε όλους τους δυνητικούς χρήστες του δικτύου.

5.4.

Τα επιχειρησιακά και προγραμματικά πρότυπα ασφάλειας αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των πληροφοριών που δημοσιεύουν οι ΔΣΜ σε ανοικτό και ανακοινώσιμο στο κοινό έγγραφο. Το έγγραφο αυτό υπόκειται επίσης σε επανεξέταση από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

5.5.

Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τα πάσης φύσεως σχετικά στοιχεία που αφορούν το διασυνοριακό εμπόριο, με βάση τις καλύτερες δυνατές προβλέψεις. Προκειμένου να εκπληρώσουν την υποχρέωση αυτή, οι οικείοι παράγοντες της αγοράς διαβιβάζουν στους ΔΣΜ τα σχετικά στοιχεία. Ο τρόπος κατά τον οποίο δημοσιεύονται οι πληροφορίες αυτές υπόκειται σε επανεξέταση από τις ρυθμιστικές αρχές. Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

ετησίως: πληροφορίες σχετικά με τη μακροπρόθεσμη εξέλιξη της υποδομής μεταφοράς και τον αντίκτυπό της στη δυναμικότητα διασυνοριακής μεταφοράς·

β)

μηνιαίως: προβλέψεις, για τον επόμενο μήνα και το επόμενο έτος, της δυναμικότητας μεταφοράς προς διάθεση στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη τις πάσης φύσεως πληροφορίες που διαθέτουν οι ΔΣΜ τη στιγμή υπολογισμού των προβλέψεων (π.χ. αντίκτυπος της θερινής και χειμερινής εποχής στη δυναμικότητα των γραμμών, συντήρηση στο διασυνδεδεμένο δίκτυο, βαθμός διαθεσιμότητας των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κλπ.)·

γ)

εβδομαδιαίως: προβλέψεις, για την επόμενη εβδομάδα, της δυναμικότητας μεταφοράς προς διάθεση στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη τις πάσης φύσεως σχετικές πληροφορίες που διαθέτουν οι ΔΣΜ κατά τη στιγμή υπολογισμού των προβλέψεων, όπως η πρόβλεψη του καιρού, οι προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης του διασυνδεδεμένου δικτύου, ο βαθμός διαθεσιμότητας των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κλπ.·

δ)

ημερησίως: πρόβλεψη, για την επαύριον και σε ολιγόωρη βάση, της δυναμικότητας μεταφοράς προς διάθεση στην αγορά για κάθε αγοραία χρονική μονάδα, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις εκκαθαρισμένες αναδείξεις δικαιούχου για την επαύριον, τα χρονοδιαγράμματα παραγωγής της επαύριον, τις προβλέψεις ζήτησης ισχύος και τις προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης του διασυνδεδεμένου δικτύου·

ε)

την ήδη καταμερισμένη συνολική δυναμικότητα, ανά αγοραία χρονική μονάδα, και όλες τις σχετικές συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιείται η δυναμικότητα αυτή (π.χ. συμψηφιστική τιμή δημοπράτησης, υποχρεώσεις για τον τρόπο κατά τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί η δυναμικότητα κλπ.), ώστε να προσδιορίζεται τυχόν εναπομένουσα δυναμικότητα·

στ)

την καταμερισμένη δυναμικότητα όσο συντομότερα γίνεται μετά από κάθε κατανομή, καθώς και την ένδειξη των καταβληθεισών τιμών·

ζ)

τη συνολική χρησιμοποιούμενη δυναμικότητα, ανά αγοραία χρονική μονάδα, αμέσως μετά την ανάδειξη δικαιούχου·

η)

όσο γίνεται πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο: συγκεντρωτικές πραγματοποιηθείσες εμπορικές και φυσικές ροές, ανά αγοραία χρονική μονάδα, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των συνεπειών τυχόν διορθωτικών επεμβάσεων των ΔΣΜ (όπως περικοπών) για την επίλυση προβλημάτων του δικτύου ή του συστήματος·

θ)

εκ των προτέρων ενημέρωση σχετικά με προγραμματισμένες διακοπές λειτουργίας και εκ των υστέρων ενημέρωση για την προηγούμενη ημέρα σχετικά με προγραμματισμένες και έκτακτες διακοπές λειτουργίας μονάδων ηλεκτροπαραγωγής ισχύος μεγαλύτερης από 100 MW.

5.6.

Οι πάσης φύσεως σχετικές πληροφορίες πρέπει να είναι διαθέσιμες στην αγορά εγκαίρως για τη διαπραγμάτευση των πάσης φύσεως πράξεων (όπως ο χρόνος διαπραγμάτευσης ετήσιων συμβάσεων παροχής ηλεκτρισμού σε βιομηχανικούς πελάτες ή ο χρόνος κατά τον οποίο οι προσφορές πρέπει να σταλούν σε οργανωμένες αγορές).

5.7.

Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την προβλεπόμενη ζήτηση και ηλεκτροπαραγωγή, σύμφωνα με τα χρονικά πλαίσια που αναφέρονται στα σημεία 5.5 και 5.6. Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν επίσης τις σχετικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τη διασυνοριακή αγορά εξισορρόπησης.

5.8.

Όταν δημοσιεύονται προβλέψεις, θα δημοσιεύονται επίσης και οι εκ των υστέρων πραγματοποιηθείσες τιμές για τις προβλεπόμενες πληροφορίες, κατά τη χρονική περίοδο που ακολουθεί εκείνη για την οποία εφαρμόζεται η πρόβλεψη ή το αργότερο κατά την επόμενη ημέρα (D+1).

5.9.

Οι πάσης φύσεως πληροφορίες που δημοσιεύονται από τους ΔΣΜ είναι ελεύθερα διαθέσιμες σε εύκολα προσπελάσιμη μορφή. Τα πάσης φύσεως στοιχεία είναι επίσης προσπελάσιμα μέσω κατάλληλων και τυποποιημένων μέσων ανταλλαγής πληροφοριών, προς καθορισμό σε στενή συνεργασία με τους παράγοντες της αγοράς. Τα στοιχεία θα περιλαμβάνουν πληροφορίες για τις παρελθούσες χρονικές περιόδους, κατ' ελάχιστο δυο ετών, ώστε οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά να μπορούν επίσης να έχουν πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία.

5.10.

Σε τακτά διαστήματα, οι ΔΣΜ ανταλλάσσουν επαρκούς ακρίβειας σειρά στοιχείων για το δίκτυο και τη ροή φορτίου, ώστε να υπάρχει δυνατότητα υπολογισμών ροής φορτίου για έκαστο ΔΣΜ στην αντίστοιχη περιοχή του. Η ίδια σειρά στοιχείων γίνεται διαθέσιμη στις ρυθμιστικές αρχές και στην Επιτροπή, αν το ζητήσουν. Οι ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή διασφαλίζουν εχεμύθεια στο χειρισμό της σειράς αυτής στοιχείων, στο εσωτερικό των υπηρεσιών και από τυχόν σύμβουλο που διενεργεί αναλυτική εργασία για λογαριασμό τους, με βάση τα εν λόγω στοιχεία.

6.   Χρήση εισοδήματος συμφόρησης

6.1.

Οι συνδεόμενες με προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης μπορεί να παράγουν εισόδημα μόνον εφόσον συμβεί συμφόρηση η οποία δημιουργείται για το εν λόγω χρονικό πλαίσιο, με εξαίρεση την περίπτωση νέων διασυνδετικών γραμμών οι οποίες απολαύουν της εξαίρεσης βάσει του άρθρου 7 του παρόντος κανονισμού. Η διαδικασία για τη διανομή του ανωτέρου εισοδήματος υπόκειται σε επανεξέταση από τις ρυθμιστικές αρχές και ούτε αλλοιώνει τη διαδικασία καταμερισμού υπέρ κάποιου μέρους που ζητεί δυναμικότητα ή ενέργεια ούτε αποτελεί αντικίνητρο για τη μείωση της συμφόρησης.

6.2.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές χειρίζονται κατά διαφανή τρόπο την προτεραιότητα για τη χρήση εισοδήματος που προκύπτει από τον καταμερισμό δυναμικότητας διασύνδεσης.

6.3.

Το εισόδημα διασύνδεσης επιμερίζεται μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ σύμφωνα με κριτήρια που συμφωνούνται μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ και επανεξετάζονται από τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές.

6.4.

Οι ΔΣΜ καθορίζουν σαφώς και εκ των προτέρων τη χρήση που θα κάνουν για τυχόν εισόδημα συμφόρησης που αποκτούν, υποβάλλουν δε αναφορά για το πώς πραγματικά χρησιμοποιήθηκε το εισόδημα αυτό. Οι ρυθμιστικές αρχές επαληθεύουν ότι η εν λόγω χρήση συμμορφώνεται προς τον παρόντα κανονισμό και τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και ότι το συνολικό ποσό του εισοδήματος συμφόρησης που προέκυψε από τον καταμερισμό δυναμικότητας διασύνδεσης αφιερώνεται σε έναν ή περισσότερους από τους τρεις σκοπούς που περιγράφονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.

6.5.

Σε ετήσια βάση και έως τις 31 Ιουλίου εκάστου έτους, οι ρυθμιστικές αρχές δημοσιεύουν έκθεση στην οποία εμφαίνεται το ποσό εισοδήματος που συγκεντρώθηκε στο δωδεκάμηνο διάστημα έως τις 30 Ιουνίου του ιδίου έτους και η χρήση που έγινε για τα υπόψη εισοδήματα, μαζί με επαλήθευση ότι η εν λόγω χρήση συμμορφώνεται προς τον παρόντα κανονισμό και τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και το συνολικό ποσό του εισοδήματος συμφόρησης αφιερώθηκε σε ένα ή περισσότερους από τους τρεις προδιαγεγραμμένους σκοπούς.

6.6.

Η χρήση του εισοδήματος συμφόρησης για επενδύσεις προς διατήρηση ή αύξηση δυναμικότητας διασύνδεσης αποδίδεται κατά προτίμηση σε συγκεκριμένα προκαθορισμένα έργα τα οποία συμβάλλουν στην ανακούφιση της υφισταμένης συναφούς συμφόρησης και τα οποία μπορεί επίσης να υλοποιηθούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διαδικασία έγκρισης.


(1)  Επιχειρησιακή ασφάλεια σημαίνει «η διατήρηση του συστήματος μεταφορών εντός συμφωνημένων ορίων ασφαλείας».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1228/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 3

Άρθρο 13

Άρθρο 4

Άρθρο 14

Άρθρο 5

Άρθρο 15

Άρθρο 6

Άρθρο 16

Άρθρο 7

Άρθρο 17

Άρθρο 8

Άρθρο 18

Άρθρο 9

Άρθρο 19

Άρθρο 10

Άρθρο 20

Άρθρο 11

Άρθρο 21

Άρθρο 12

Άρθρο 22

Άρθρο 13

Άρθρο 23

Άρθρο 14

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 15

Άρθρο 26

Παράρτημα

Παράρτημα Ι


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2007 η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας, βασιζόμενη στο άρθρο 95 της συνθήκης, μαζί με δέσμη τεσσάρων άλλων προτάσεων που αφορούν την εσωτερική αγορά ενέργειας.

2.

Η Επιτροπή των Περιφερειών και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή γνωμοδότησαν επί της συνολικής δέσμης στις 10 (1) και στις 22 Απριλίου 2008 (2) αντιστοίχως.

3.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε τη γνώμη (3) του σε πρώτη ανάγνωση στις 18 Ιουνίου 2008, εγκρίνοντας 32 τροπολογίες. Η Επιτροπή δεν υπέβαλε τροποποιητική πρόταση.

4.

Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση σύμφωνα με το άρθρο 251 της συνθήκης, υπό μορφή αναδιατυπωμένου κανονισμού.

ΙΙ.   ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

5.

Η πρόταση αποτελεί μέρος της τρίτης δέσμης για την εσωτερική αγορά ενέργειας, μαζί με την οδηγία περί κοινών κανόνων για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, τον κανονισμό περί των όρων πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, την οδηγία περί κοινών κανόνων για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και τον κανονισμό για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, αποσκοπεί δε στο να συμβάλει στην επίτευξη του στόχου της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας θεσπίζοντας ειδικότερα:

διατάξεις με σκοπό την ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ φορέων του συστήματος μεταφοράς, συν τοις άλλοις με τη συγκρότηση Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρισμού (EΔΔΣΜ Ηλεκτρισμού)·

βελτιωμένες προδιαγραφές διαφάνειας.

ΙΙΙ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

6.   Γενικές παρατηρήσεις

6.1.

Το Συμβούλιο έκρινε ότι η αναδιατύπωση των διατάξεων του κανονισμού παρέχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και συνοχή με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1228/2003, καθιστώντας παράλληλα πιο ευανάγνωστες τις διατάξεις αυτές. Ωστόσο, στα πλαίσια της ενέργειάς του αυτής, το Συμβούλιο κατ' αρχήν σεβάστηκε απολύτως την τροποποιητική πρόταση της Επιτροπής, μην επεμβαίνοντας σε διατάξεις που δεν έθιγε η πρόταση της Επιτροπής, παρεκτός όταν υπήρχε ανάγκη τροποποίησης εξ αιτίας των αλλαγών που επέφερε στην πρόταση το Συμβούλιο, των αλλαγών στις παραπομπές από την επαναρίθμηση των άρθρων κλπ. Το Συμβούλιο ακολούθησε στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά την ίδια μεταχείριση των τομέων της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου.

Η Επιτροπή δέχθηκε όλες τις αλλαγές που επέφερε στην πρότασή της το Συμβούλιο.

6.2.

Όσον αφορά τις 32 τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις οποίες συγκαταλέγεται και μία προφορική τροπολογία, το Συμβούλιο ακολούθησε την Επιτροπή

δεχόμενο τις ακόλουθες επτά τροπολογίες

πλήρως: την τροπολογία 12,

εν μέρει/κατ' αρχήν: τις τροπολογίες 11, 15, 18, 2, 29 και 32,

και

απορρίπτοντας τις ακόλουθες έξι τροπολογίες: 5, 13, 19, 26, 27 και 30 για λόγους ουσίας, λογικής συνοχής ή τύπων.

6.3.

Το Συμβούλιο παρεξέκλινε από τη θέση της Επιτροπής

δεχόμενο μία τροπολογία: την τροπολογία 23 (εν μέρει)

και

απορρίπτοντας τις εξής 18 τροπολογίες: 1, 2, 3, 4, 6, 7, 8, 9, 10, 14, 17, 20, 21, 22, 25, 28, 31 και την προφορική τροπολογία.

7.   Συγκεκριμένες παρατηρήσεις:

7.1.

Όσον αφορά τις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όπου το Συμβούλιο παρεξέκλινε από τη θέση της Επιτροπής:

α)

Το Συμβούλιο δέχθηκε εν μέρει την τροπολ. 23, διότι κρίνει ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις και εντός ορισμένων ορίων θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα, κατά τον καθορισμό των τιμολογίων δικτύου, να συνυπολογίζονται τα έσοδα από συμφορήσεις.

β)

Το Συμβούλιο απέρριψε τις 18 τροποποιήσεις που απαριθμούνται ανωτέρω (σημείο 6.3) για τους εξής λόγους:

i)

Οι τροπολογίες δεν είναι απαραίτητες ή δεν έχουν πρόσθετη αξία, κυρίως επειδή τα ζητήματα καλύπτονται εν μέρει/επαρκώς σε άλλα μέρη του κειμένου, ή επειδή αρκεί η διατύπωση που προτείνει η Επιτροπή: τροπολ. 1, 2, 3, 4· οι τροπολ. 7 και 8 είναι άνευ αντικειμένου· το ζήτημα της προφορικής τροπολ. καλύπτεται ήδη στο άρθρο 8 (8 + 9).

ii)

Η τροπολογία εισάγει κείμενο που δεν είναι το κατάλληλο όσον αφορά τον ρόλο των ρυθμιστικών αρχών, συν τοις άλλοις και επειδή τα καθήκοντα και οι εξουσίες των αρχών αυτών ορίζονται στην οδηγία περί ηλεκτρικής ενέργειας: τροπολ. 9· τροπολ. 10 (επί πλέον, το Συμβούλιο έχει μεταφέρει το άρθρο σχετικά με τη λιανική πώληση στην οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια)· τροπολ. 20, 31.

iii)

Την τροπολ. 6, διότι δεν είναι αρμοδιότητα της Επιτροπής να καταρτίζει οδικούς χάρτες όσον αφορά το δίκτυο μεταφοράς.

iv)

Οι τροπολ. 14 και 21 εισάγουν νέο κείμενο που δεν αντιστοιχεί στον ρόλο που απονέμει το Συμβούλιο στον Οργανισμό· πέραν αυτού, για νομικούς λόγους ο Οργανισμός δεν είναι πρέπον να υιοθετεί ή να εγκρίνει κώδικες δικτύου, ούτε να λαμβάνει αποφάσεις γενικής εμβέλειας.

v)

Την τροπολ. 17, επειδή η διαβούλευση (άρθρο 10) θα πρέπει να διεξάγεται από το ΕΔΔΣΜ· η διαβούλευση στην οποία θα πρέπει να προβαίνει ο Οργανισμός διαλαμβάνεται στο άρθρο 6.

vi)

Η τροπολ. 22 δεν είναι η κατάλληλη, δεδομένου ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η υπέρμετρη κανονιστική ρύθμιση.

vii)

Την τροπολ. 25 επειδή θα πρέπει να διατηρηθεί ο παραλληλισμός με τη διαδικασία εξαιρέσεων που προβλέπεται για το φυσικό αέριο (άρθρο 35 της οδηγίας για το φυσικό αέριο).

viii)

Η τροπολ. 28 εκφεύγει από τα πλαίσια του κανονισμού και προβλέπει για τα κράτη μέλη καθήκοντα που θα πρέπει να είναι καθήκοντα των ΔΣΜ.

7.2.

Αναφορικά με την πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο εισήγαγε ορισμένες άλλες τροποποιήσεις (ουσίας και/ή τύπων)· οι κυριότερες παρατίθενται κατωτέρω.

α)

Πιστοποίηση ΔΣΜ:

Το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να μεταφερθεί το μέρος της διαδικασίας πιστοποίησης που ορίζει τον ρόλο της Επιτροπής σε αυτή τη διαδικασία, από την οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια σε ένα νέο άρθρο 3 του υπό εξέταση κανονισμού.

β)

Καθορισμός και τροποποίηση κωδίκων δικτύου:

Το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να θεσπίσει λεπτομερέστερη διαδικασία καθορισμού κωδίκων δικτύου (άρθρο 6) και άλλη —συνοπτικότερη— διαδικασία για την τροποποίηση των κωδίκων δικτύου (άρθρο 7). Τα άρθρα αυτά αντικατέστησαν το άρθρο 2ε της πρότασης της Επιτροπής. Το Συμβούλιο απένειμε σαφή ρόλο στον Οργανισμό, ο οποίος θα πρέπει να καταρτίσει γενικές, μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές ως βάση για τους κώδικες δικτύου που θα καθορίσει το ΕΔΔΣΜ, να επανεξετάσει τα σχέδια κωδίκων δικτύου και να αξιολογήσει τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των κωδίκων δικτύου. Σε περίπτωση που είναι απαραίτητο, η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει τους κώδικες αυτούς με τη διαδικασία της επιτροπολογίας, ούτως ώστε να καθίστανται δεσμευτικοί (βλέπε επίσης αιτιολογική παράγραφο 6).

γ)

Παρακολούθηση από τον Οργανισμό

Το Συμβούλιο εισήγαγε δύο παραγράφους που καθορίζουν τον εποπτικό ρόλο του Οργανισμού σε σχέση με την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου από την ΕΔΔΣΜ (άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο).

δ)

Εξαιρέσεις για νέες γραμμές διασύνδεσης

Όσον αφορά τη χορήγηση εξαιρέσεων για νέες γραμμές διασύνδεσης μεταξύ κρατών μελών (άρθρο 17), το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να εμπλέκεται ο Οργανισμός μόνο στις περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες εθνικές κανονιστικές αρχές αδυνατούν να συμφωνήσουν ή υποβάλλουν κοινή αίτηση προς τον Οργανισμό (παρ. 5). Επίσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ορίζουν εφ' όσον το επιθυμούν ότι η τυπική απόφαση για την εξαίρεση λαμβάνεται από άλλον αρμόδιο οργανισμό του κράτους μέλους, με βάση τη γνωμοδότηση της ρυθμιστικής αρχής (παρ. 6).

ε)

Αγορές λιανικής:

Το Συμβούλιο θεώρησε σκόπιμο να αναδιατυπωθεί το άρθρο για τις αγορές λιανικής, συν τοις άλλοις με αφαίρεση της αναφοράς στον διασυνοριακό χαρακτήρα, και να μεταφερθεί από τον κανονισμό (άρθρο 7α της πρότασης της Επιτροπής) στην οδηγία για την ηλεκτρική ενέργεια (νέο άρθρο 40).

στ)

Άλλα σημεία:

Το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να χρησιμοποιείται ο όρος «πρόγραμμα ανάπτυξης του δικτύου» αντί του όρου «επενδυτικό σχέδιο» και να διευκρινίζεται ότι ο χαρακτήρας των σχεδίων αυτών είναι μη δεσμευτικός (άρθρο 8 παρ. 3 στοιχείο (β)).

Ακολουθώντας τους τύπους της αναδιατύπωσης, το Συμβούλιο εισήγαγε νέο άρθρο για την κατάργηση της ισχύουσας νομοθετικής πράξης (άρθρο 25).


(1)  ΕΕ C 172, 5.7.2008, σ. 55.

(2)  ΕΕ C 211, 19.8.2008, σ. 23.

(3)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 75/38


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 12/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 9 Ιανουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 75 E/03)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στόχοι της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, η οποία υλοποιείται σταδιακά σε ολόκληρη την Κοινότητα από το 1999, είναι η παροχή πραγματικών επιλογών σε όλους τους καταναλωτές της Κοινότητας, είτε πολίτες είτε επιχειρήσεις, η παροχή νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και η αύξηση του διασυνοριακού εμπορίου, ώστε να επιτευχθούν βελτιώσεις αποδοτικότητας, ανταγωνιστικές τιμές, υψηλότερα πρότυπα παρεχόμενων υπηρεσιών, και να ενισχυθεί ταυτόχρονα η ασφάλεια του εφοδιασμού και η αειφορία.

(2)

H οδηγία 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (4) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, περί όρων πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (5) συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία της εν λόγω εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου.

(3)

Η εμπειρία που αποκτήθηκε από την εφαρμογή και την παρακολούθηση του πρώτου συνόλου κατευθυντήριων οδηγιών καλής πρακτικής που θεσπίσθηκαν από το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ρυθμίσεων για το φυσικό αέριο («Φόρουμ της Μαδρίτης») το 2002, δείχνει ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται η πλήρης εφαρμογή των κανόνων που ορίζουν οι εν λόγω κατευθυντήριες οδηγίες σε όλα τα κράτη μέλη και να παρέχεται στην πράξη ελάχιστη εγγύηση για ισότιμες προϋποθέσεις πρόσβασης στην αγορά, οι κανόνες αυτοί απαιτείται να καταστούν δεσμευτικοί.

(4)

Ένα δεύτερο σύνολο κοινών κανόνων με τίτλο «Δεύτερες κατευθυντήριες οδηγίες καλής πρακτικής» θεσπίσθηκαν στη συνάντηση του Φόρουμ της Μαδρίτης στις 24 και 25 Σεπτεμβρίου 2003. Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στον καθορισμό, με βάση αυτές τις δεύτερες κατευθυντήριες οδηγίες, βασικών αρχών και κανόνων σχετικά με την πρόσβαση στο δίκτυο και τις υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών, τη διαχείριση της συμφόρησης, τη διαφάνεια, την εξισορρόπηση και την εμπορία δικαιωμάτων δυναμικότητας.

(5)

Η οδηγία 2009/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (6) προβλέπει διαχειριστές συνδυασμένων δικτύων μεταφοράς και διανομής. Κατά συνέπεια, οι κανόνες του παρόντος κανονισμού δεν απαιτούν τροποποίηση της οργάνωσης των εθνικών δικτύων μεταφοράς και διανομής που είναι σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

(6)

Οι αγωγοί υψηλής πίεσης που συνδέουν τοπικούς διανομείς με το δίκτυο αερίου και που δεν χρησιμοποιούνται κυρίως στο πλαίσιο της τοπικής διανομής περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(7)

Απαιτείται ο προσδιορισμός των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία καθορίζονται τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι αυτά συνάδουν απολύτως με την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και με τις ανάγκες μιας ομαλά λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς, ότι λαμβάνεται πλήρως υπόψη η ανάγκη για ακεραιότητα του συστήματος και ότι αντιπροσωπεύουν το πραγματικά καταβληθέν κόστος, εφόσον αυτό αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης απόδοσης των επενδύσεων, και, όπου ενδείκνυται, λαμβανομένης υπόψη της συγκριτικής αξιολόγησης των τιμολογίων από τις ρυθμιστικές αρχές.

(8)

Κατά τον υπολογισμό των τιμολογίων για πρόσβαση στο δίκτυο, είναι σημαντικό να συνεκτιμάται το πραγματικά καταβληθέν κόστος, εφόσον αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, καθώς και η ανάγκη ύπαρξης αντίστοιχων αποδόσεων των επενδύσεων και κινήτρων για τη δημιουργία νέων υποδομών. Από την άποψη αυτή, και ιδίως εάν υπάρχει πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ σωληναγωγών, η συγκριτική αξιολόγηση των τιμολογίων εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

(9)

Η χρήση ρυθμίσεων βασιζόμενων στην αγορά, όπως οι πλειστηριασμοί, με σκοπό τον καθορισμό των τιμολογίων, πρέπει να συμβιβάζεται με την οδηγία 2009/…/ΕΚ.

(10)

Απαιτείται ελάχιστο κοινό σύνολο υπηρεσιών πρόσβασης τρίτων μερών προκειμένου να προβλεφθεί ελάχιστο πρακτικό πρότυπο πρόσβασης για όλη την Κοινότητα και να εξασφαλίζονται η επαρκής ευθυγράμμιση των υπηρεσιών πρόσβασης τρίτων και η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων μιας ομαλά λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου.

(11)

Επί του παρόντος, υπάρχουν εμπόδια στην πώληση φυσικού αερίου με ίσους και όχι δυσμενέστερους ή ασύμφορους όρους στην Κοινότητα. Συγκεκριμένα, δεν παρέχεται ακόμη σε όλα τα κράτη μέλη πρόσβαση στο δίκτυο χωρίς διακρίσεις και εξίσου αποτελεσματικό επίπεδο ρυθμιστικής εποπτείας.

(12)

Στην από 10 Ιανουαρίου 2007 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη» τονίσθηκε η σημασία της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και της δημιουργίας ίσων όρων ανταγωνισμού για όλες τις εγκατεστημένες στην Κοινότητα επιχειρήσεις φυσικού αερίου. Οι από 10 Ιανουαρίου 2007 ανακοινώσεις της Επιτροπής με τίτλο «Προοπτικές για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας» και «Έρευνα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 στον ευρωπαϊκό κλάδο του αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας (Τελική Έκθεση)» κατέδειξαν ότι οι υφιστάμενοι κανόνες και μέτρα δεν παρέχουν το αναγκαίο πλαίσιο για την επίτευξη του στόχου μιας εύρυθμα λειτουργούσας εσωτερικής αγοράς.

(13)

Πέραν του ότι θα πρέπει να υλοποιηθεί πλήρως το υπάρχον ρυθμιστικό πλαίσιο, το ρυθμιστικό πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου που θεσμοθετείται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 θα πρέπει να προσαρμοσθεί σύμφωνα με τις εν λόγω ανακοινώσεις.

(14)

Συγκεκριμένα, απαιτείται ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, προκειμένου να εξασφαλιστεί σε διασυνοριακό επίπεδο η δημιουργία κωδίκων δικτύου για την παροχή και την διαχείριση αποτελεσματικής διασυνοριακής πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς, να εξασφαλιστεί ο συντονισμένος και αρκούντως μακροπρόθεσμος προγραμματισμός και η τεχνικώς ορθή εξέλιξη του συστήματος μεταφοράς στην Κοινότητα, με τη δέουσα μέριμνα για το περιβάλλον. Οι κώδικες δικτύου θα πρέπει να είναι σύμφωνοι προς τις μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές — πλαίσιο που εκπονεί ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 (6) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οργανισμός»). Ο Οργανισμός θα πρέπει να διαδραματίζει κάποιο ρόλο στην αναθεώρηση των σχεδίων κωδίκων δικτύου, περιλαμβανομένης και της συμμόρφωσής τους με τις κατευθυντήριες γραμμές — πλαίσιο, και να μπορεί να εισηγείται την έγκρισή τους από την Επιτροπή. Θα πρέπει επίσης να αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στους κώδικες δικτύου και να μπορεί να εισηγείται την έγκρισή τους από την Επιτροπή. Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς θα πρέπει να εκμεταλλεύονται τα δίκτυά τους σύμφωνα με τους εν λόγω κώδικες δικτύου.

(15)

Για να εξασφαλιστεί η βέλτιστη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου στην Κοινότητα, θα πρέπει να συγκροτηθεί Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Φυσικού Αερίου («EΔΔΣΜ Φυσικού Αερίου»). Τα καθήκοντα του EΔΔΣΜ Φυσικού Αερίου θα πρέπει να επιτελούνται τηρουμένων των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού οι οποίοι παραμένουν εν ισχύι για τις αποφάσεις του ΕΔΔΣΜ Φυσικού Αερίου. Τα καθήκοντά του θα πρέπει να καθοριστούν σαφώς και η μέθοδος εργασίας του θα πρέπει να εξασφαλίζει αποτελεσματικότητα, αντιπροσωπευτικότητα και διαφάνεια. Οι κώδικες δικτύου που εκπονεί το ΕΔΔΣΜ Φυσικού Αερίου δεν αποσκοπούν στην αντικατάσταση των αναγκαίων εθνικών κωδίκων δικτύου για μη διασυνοριακά ζητήματα. Δεδομένου ότι είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη πρόοδος σε περιφερειακό επίπεδο, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς θα πρέπει να συγκροτήσουν περιφερειακές δομές ενταγμένες στη συνολική δομή συνεργασίας, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα αποτελέσματα σε περιφερειακό επίπεδο συμβαδίζουν με τους κώδικες δικτύου και τα μη δεσμευτικά δεκαετή προγράμματα ανάπτυξης δικτύων σε επίπεδο Κοινότητας. Η συνεργασία εντός των εν λόγω περιφερειακών δομών προϋποθέτει τον αποτελεσματικό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων δικτύου από τις δραστηριότητες παραγωγής και προμήθειας. Ελλείψει αυτού του διαχωρισμού, η περιφερειακή συνεργασία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ενέχει τον κίνδυνο αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς.

(16)

Όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά αναμένουν με ενδιαφέρον το έργο που θα επιτελέσει το ΕΔΔΣΜ Φυσικού Αερίου. Ως εκ τούτου, είναι καθοριστικής σημασίας η ύπαρξη αποτελεσματικής διαδικασίας διαβούλευσης και θα πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο οι υπάρχουσες δομές που έχουν συσταθεί για τη διευκόλυνση και τον εξορθολογισμό της διαδικασίας διαβούλευσης, όπως ο Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος για την Απλούστευση των Συναλλαγών Ενέργειας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή ο Οργανισμός.

(17)

Για να τονωθεί ο ανταγωνισμός μέσω ρευστών αγορών αερίου χονδρικής, είναι ουσιώδες να καταστεί δυνατό το εμπόριο αερίου ανεξάρτητα από τη θέση του στο σύστημα. Ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί τούτο είναι να παρέχεται η ελευθερία στους χρήστες δικτύου να προβαίνουν σε κρατήσεις δυναμικότητας εισόδου και εξόδου που να είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους, με αποτέλεσμα το αέριο να μεταφέρεται κατά ζώνες αντί να ακολουθεί την προβλεπόμενη στη σύμβαση διαδρομή. Οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι που συμμετείχαν στο έκτο Φόρουμ της Μαδρίτης, στις 30 και 31 Οκτωβρίου 2002, εξέφρασαν την προτίμησή τους για συστήματα εισόδου — εξόδου προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Οι τιμές δεν θα πρέπει να εξαρτώνται από την οδό μεταφοράς· ως εκ τούτου, οι τιμές που ορίζονται για ένα ή περισσότερα σημεία εισόδου δεν πρέπει να έχουν σχέση με τις τιμές που ορίζονται για ένα ή περισσότερα σημεία εξόδου και αντιστρόφως.

(18)

Οι αναφορές σε εναρμονισμένες συμβάσεις μεταφοράς στο πλαίσιο της χωρίς διακρίσεις πρόσβασης στο δίκτυο επιχειρήσεων εκμετάλλευσης συστήματος μεταφοράς δεν σημαίνουν ότι οι όροι και οι προϋποθέσεις των συμβάσεων μεταφοράς συγκεκριμένης επιχείρησης εκμετάλλευσης δικτύου μεταφοράς πρέπει να είναι ταυτόσημες με εκείνες άλλης επιχείρησης εκμετάλλευσης δικτύου μεταφοράς στο ίδιο κράτος μέλος ή σε άλλο, εκτός εάν έχουν τεθεί ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται από όλες τις συμβάσεις μεταφοράς.

(19)

Στα δίκτυα αερίου υπάρχει σημαντική συμβατική συμφόρηση. Κατά συνέπεια, οι αρχές σχετικά με τη διαχείριση της συμφόρησης και την κατανομή δυναμικότητας για νέες ή επαναδιαπραγματευόμενες συμβάσεις βασίζονται στην ελευθέρωση της αναξιοποίητης δυναμικότητας, η οποία συνίσταται στην παροχή της δυνατότητας στους χρήστες δικτύου να υπενοικιάζουν ή να επαναπωλούν τις συμβατικές δυναμικότητές τους και στην επιβολή υποχρέωσης στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς να προσφέρουν αναξιοποίητη δυναμικότητα στην αγορά, τουλάχιστον μία ημέρα πριν και σε διακοπτόμενη βάση. Δεδομένου ότι είναι μεγάλο το μερίδιο των συμβάσεων που έχουν ήδη συναφθεί και ότι είναι αναγκαίο να διαμορφωθούν συνθήκες πραγματικά ισότιμου ανταγωνισμού μεταξύ των χρηστών νέας και υπάρχουσας δυναμικότητας, οι εν λόγω αρχές θα πρέπει να εφαρμοστούν σε όλες τις συμβάσεις δυναμικότητας, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων που έχουν ήδη συναφθεί.

(20)

Παρόλο που η φυσική συμφόρηση των δικτύων σπάνια αποτελεί πρόβλημα προς το παρόν στην Κοινότητα, ενδέχεται να αποτελέσει πρόβλημα στο μέλλον. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό να διατυπωθεί η βασική αρχή για τη διάθεση της υπό συμφόρηση δυναμικότητας σε τέτοιες περιπτώσεις.

(21)

Η παρακολούθηση της αγοράς τα τελευταία χρόνια από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και από την Επιτροπή κατέδειξε ότι δεν επαρκούν οι απαιτήσεις διαφάνειας και οι κανόνες που ισχύουν για την πρόσβαση στην υποδομή.

(22)

Απαιτείται ισότιμη πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούν την υλική κατάσταση του συστήματος, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά να εκτιμούν τη συνολική κατάσταση ζήτησης και προσφοράς και να αντιλαμβάνονται για ποιους λόγους κυμαίνονται οι τιμές χονδρικής. Η απαίτηση αυτή συνεπάγεται ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με την προσφορά και τη ζήτηση, τη δυναμικότητα του δικτύου, τις ροές και τη συντήρηση, την εξισορρόπηση και την χρήση της αποθήκευσης. Η σημασία αυτών των πληροφοριών για τη λειτουργία της αγοράς απαιτεί τη χαλάρωση των υπαρχόντων περιορισμών δημοσίευσης για λόγους εμπιστευτικότητας.

(23)

Οι απαιτήσεις εμπιστευτικότητας για εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες είναι όμως ιδιαιτέρως σημαντικές όταν πρόκειται για δεδομένα εμποροστρατηγικού χαρακτήρα για την επιχείρηση, όταν υπάρχει μόνον ένας χρήστης για μια εγκατάσταση αποθήκευσης ή όταν πρόκειται για δεδομένα σχετικά με σημεία εξόδου ενός συστήματος ή υποσυστήματος συνδεδεμένα όχι με άλλο σύστημα μεταφοράς ή διανομής παρά με ένα και μόνο βιομηχανικό τελικό καταναλωτή, η δημοσίευση των οποίων θα αποκάλυπτε εμπιστευτικά στοιχεία σχετικά με τις διεργασίες παραγωγής του.

(24)

Για να τονωθεί η εμπιστοσύνη στην αγορά, οι συμμετέχοντες σε αυτήν πρέπει να είναι βέβαιοι ότι μπορούν να επιβληθούν κυρώσεις για καταχρηστική συμπεριφορά. Πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να ερευνούν αποτελεσματικά καταγγελίες για χειραγώγηση της αγοράς. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαία η πρόσβαση των αρμοδίων αρχών στα δεδομένα που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με επιχειρησιακές αποφάσεις που λαμβάνουν οι επιχειρήσεις προμήθειας. Στην αγορά φυσικού αερίου όλες αυτές οι αποφάσεις κοινοποιούνται στους διαχειριστές συστημάτων ως κρατήσεις δυναμικότητας, ορισμοί δυναμικότητας και πραγματοποιηθείσες ροές. Οι διαχειριστές συστημάτων πρέπει να διατηρούν αυτές τις πληροφορίες στη διάθεση των αρμοδίων αρχών για καθορισμένο χρονικό διάστημα.

(25)

Η πρόσβαση στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης αερίου και στις εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου («ΥΦΑ») είναι ανεπαρκής και, κατά συνέπεια, οι σχετικοί κανόνες θα πρέπει να βελτιωθούν. Από την παρακολούθηση της αγοράς, η Ευρωπαϊκή Ομάδα Ρυθμιστικών Αρχών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις καλές πρακτικές πρόσβασης τρίτων μερών για διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης, που συμφωνήθηκαν από τους διαχειριστές συστημάτων στο Φόρουμ της Μαδρίτης, εφαρμόζονται ανεπαρκώς και, ως εκ τούτου, πρέπει να καταστούν υποχρεωτικές.

(26)

Τα διαφανή συστήματα εξισορρόπησης που δεν εισάγουν διακρίσεις για το αέριο, τη λειτουργία των οποίων εξασφαλίζουν οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς, αποτελούν σημαντικούς μηχανισμούς, ιδίως για νεοεισερχόμενους στην αγορά, οι οποίοι έχουν, ενδεχομένως, μεγαλύτερη δυσκολία εξισορρόπησης του συνολικού τους χαρτοφυλακίου πωλήσεων από ό,τι οι εταιρείες που είναι ήδη εγκατεστημένες στη σχετική αγορά. Ενδείκνυται, συνεπώς, ο καθορισμός κανόνων που θα εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς θέτουν σε λειτουργία τέτοιους μηχανισμούς κατά τρόπο συμβατό με διαφανείς και αποτελεσματικούς όρους πρόσβασης στο δίκτυο χωρίς να εισάγουν διακρίσεις.

(27)

Η εμπορία πρωτογενών δικαιωμάτων δυναμικότητας αποτελεί σημαντικό τμήμα της ανάπτυξης ανταγωνιστικής αγοράς και της δημιουργίας ρευστότητας. Κατά συνέπεια, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει βασικούς κανόνες για το ζήτημα αυτό.

(28)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τους κανόνες που περιέχονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται βάσει αυτού.

(29)

Στις κατευθυντήριες γραμμές που προσαρτώνται στον παρόντα κανονισμό, ορίζονται ειδικοί λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής, με βάση τις δεύτερες κατευθυντήριες οδηγίες καλής πρακτικής. Εφόσον ενδείκνυται, οι κανόνες αυτοί θα εξελίσσονται με το χρόνο, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών στα εθνικά δίκτυα αερίου.

(30)

Σε περίπτωση που προτείνει τροποποίηση των κατευθυντηρίων γραμμών που επισυνάπτονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την προηγούμενη διαβούλευση όλων των μερών τα οποία αφορούν οι κατευθυντήριες γραμμές και τα οποία εκπροσωπούνται από επαγγελματικές οργανώσεις, και των κρατών μελών στο πλαίσιο του φόρουμ της Μαδρίτης.

(31)

Θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες εθνικές αρχές να παρέχουν σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να χειρίζεται τις πληροφορίες αυτές ως εμπιστευτικές.

(32)

Ο παρών κανονισμός και οι κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται σύμφωνα με αυτόν, ισχύουν με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων περί ανταγωνισμού

(33)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(34)

Ειδικότερα, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία να καταρτίζει ή να εκδίδει τις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση του ελάχιστου βαθμού εναρμόνισης που απαιτείται για να επιτευχθεί ο σκοπός του παρόντος κανονισμού. Επειδή τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και αφορούν την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων διά της συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να εκδίδονται με εφαρμογή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(35)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η καθιέρωση δίκαιων κοινών κανόνων για τους όρους πρόσβασης σε δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, εγκαταστάσεις αποθήκευσης και εγκαταστάσεις ΥΦΑ, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, και, κατά συνέπεια, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(36)

Δεδομένης της εμβέλειας των τροποποιήσεων τις οποίες υφίσταται, διά του παρόντος, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1775/2005, καλόν είναι, χάριν σαφήνειας και εξορθολογισμού, να αναδιατυπωθούν οι οικείες διατάξεις με την ενσωμάτωσή τους στο ενιαίο κείμενο ενός νέου κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι:

α)

η θέσπιση αμερόληπτων κανόνων για τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών για τη διασφάλιση της σωστής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς αερίου·

β)

η θέσπιση αμερόληπτων κανόνων για τους όρους πρόσβασης σε εγκαταστάσεις ΥΦΑ και εγκαταστάσεις αποθήκευσης λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών, και

γ)

η διευκόλυνση της δημιουργίας εύρυθμης και διαφανούς αγοράς χονδρικής με υψηλή στάθμη ασφάλειας του εφοδιασμού σε αέριο. Ο παρών κανονισμός προβλέπει μηχανισμούς για την εναρμόνιση των κανόνων αυτών για τις διασυνοριακές ανταλλαγές αερίου.

Οι στόχοι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τον καθορισμό εναρμονισμένων αρχών για την τιμολόγηση, ή τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την τιμολόγηση, για την πρόσβαση στο δίκτυο, όχι όμως για τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης, για την δημιουργία υπηρεσιών πρόσβασης τρίτων και εναρμονισμένων αρχών για την κατανομή της δυναμικότητας και τη διαχείριση της συμφόρησης, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαφάνειας, για τους κανόνες εξισορρόπησης και τα τέλη για τη διαταραχή της ισορροπίας και τη διευκόλυνση της εμπορίας δυναμικότητας.

Ο παρών κανονισμός, με εξαίρεση το άρθρο 19 παράγραφος 4, ισχύει μόνον για τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης που εμπίπτουν στο άρθρο 32 παράγραφοι 3 ή 4 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Τα κράτη μέλη μπορούν να συνιστούν οντότητα ή οργανισμό σύμφωνα με την οδηγία 2009/…/ΕΚ, προκειμένου να διεκπεραιώνει μία ή περισσότερες από τις λειτουργίες που τυπικά ανατίθενται στον διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, ο οποίος υπόκειται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω οντότητα ή οργανισμός υπόκειται σε πιστοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού και υπόκειται σε διορισμό σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι κάτωθι ορισμοί:

1)

ως «μεταφορά» νοείται η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω δικτύου, το οποίο περιέχει κυρίως σωληναγωγούς υψηλής πίεσης, εκτός από δίκτυο σωληναγωγών προς τα ανάντη και εκτός από το τμήμα των σωληναγωγών υψηλής πίεσης που χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο της τοπικής διανομής φυσικού αερίου, με στόχο την παράδοσή του σε πελάτες, χωρίς όμως να περιλαμβάνει τον εφοδιασμό,

2)

ως «σύμβαση μεταφοράς» νοείται σύμβαση που έχει συνάψει ο διαχειριστής δικτύου μεταφοράς με χρήστη του δικτύου προκειμένου να γίνει μεταφορά,

3)

ως «δυναμικότητα» νοείται η μέγιστη ροή, που εκφράζεται σε κανονικά κυβικά μέτρα ανά μονάδα χρόνου ή σε μονάδες ενέργειας ανά μονάδα χρόνου, την οποία δικαιούται ο χρήστης του δικτύου σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης μεταφοράς,

4)

ως «αχρησιμοποίητη δυναμικότητα» νοείται η αμετάβλητη δυναμικότητα την οποία ένας χρήστης του δικτύου έχει αποκτήσει δυνάμει σύμβασης μεταφοράς, χωρίς όμως να την έχει ορίσει κατά τη στιγμή της συμβατικά καθορισμένης λήξης της προθεσμίας,

5)

ως «διαχείριση συμφόρησης» νοείται η διαχείριση του χαρτοφυλακίου δυναμικότητας του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς με στόχο τη βέλτιστη και μέγιστη χρήση των τεχνικών δυνατοτήτων και τον έγκαιρο εντοπισμό των μελλοντικών σημείων συμφόρησης και κορεσμού,

6)

ως «δευτερογενής αγορά» νοείται η αγορά της δυναμικότητας που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας εκτός των πλαισίων της πρωτογενούς αγοράς,

7)

ως «ορισμός» νοείται η εκ των προτέρων γνωστοποίηση από τον χρήστη του δικτύου προς τον διαχειριστή συστημάτων μεταφοράς της πραγματικής ροής αερίου την οποία επιθυμεί να εισάγει ή να εξάγει από το σύστημα,

8)

ως «επανορισμός» νοείται η μεταγενέστερη γνωστοποίηση διορθωμένου ορισμού,

9)

ως «ακεραιότητα συστήματος» νοείται κάθε κατάσταση όσον αφορά δίκτυο μεταφοράς, περιλαμβανομένων των απαραίτητων εγκαταστάσεων μεταφοράς, στην οποία η πίεση και η ποιότητα του φυσικού αερίου παραμένει εντός των ελάχιστων και μέγιστων ορίων τα οποία καθορίζονται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η μεταφορά του φυσικού αερίου από τεχνικής πλευράς,

10)

ως «περίοδος εξισορρόπησης» νοείται η περίοδος εντός της οποίας θα πρέπει να έχει αντισταθμισθεί από κάθε χρήστη του δικτύου η παράδοση ποσότητας φυσικού αερίου, εκπεφρασμένη σε μονάδες ενέργειας, μέσω της εισαγωγής της ίδιας ποσότητας φυσικού αερίου στο δίκτυο μεταφοράς σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς ή τον κώδικα του δικτύου,

11)

ως «χρήστης του δικτύου» νοείται ο πελάτης ή ο πιθανός πελάτης του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, καθώς και οι ίδιοι οι διαχειριστές δικτύου μεταφοράς, εφόσον αυτό απαιτείται προκειμένου να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους σε σχέση με τη μεταφορά,

12)

ως «διακοπτόμενες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που διατίθενται από διαχειριστές δικτύων μεταφοράς σε σχέση με διακοπτόμενη δυναμικότητα,

13)

ως «διακοπτόμενη δυναμικότητα» νοείται η δυναμικότητα μεταφοράς φυσικού αερίου που είναι δυνατόν να διακόπτεται από τον διαχειριστή συστημάτων μεταφοράς ανάλογα με τους όρους που καθορίζονται στη σύμβαση μεταφοράς,

14)

ως «μακροπρόθεσμες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που διατίθενται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς για περίοδο ενός έτους ή μεγαλύτερη,

15)

ως «βραχυπρόθεσμες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που διατίθενται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς για περίοδο μικρότερη του ενός έτους,

16)

ως «αμετάβλητη δυναμικότητα» νοείται η δυναμικότητα μεταφοράς αερίου για την οποία υπάρχει συμβατική εγγύηση του διαχειριστή συστημάτων μεταφοράς ότι δεν είναι διακοπτόμενη,

17)

ως «αμετάβλητες υπηρεσίες» νοούνται υπηρεσίες που παρέχονται από τον διαχειριστή δικτύου μεταφοράς σε σχέση με αμετάβλητη δυναμικότητα,

18)

ως «τεχνική δυναμικότητα» νοείται η μέγιστη αμετάβλητη δυναμικότητα την οποία είναι σε θέση να προσφέρει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς στους χρήστες του δικτύου, λαμβανομένων υπόψη της ακεραιότητας του δικτύου και των λειτουργικών απαιτήσεων του δικτύου μεταφοράς,

19)

ως «συμβατική δυναμικότητα» νοείται η δυναμικότητα την οποία έχει διαθέσει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς στον χρήστη του δικτύου μέσω σύμβασης μεταφοράς,

20)

ως «διαθέσιμη δυναμικότητα» νοείται το τμήμα της τεχνικής δυναμικότητας που δεν καταμερίζεται και διατίθεται ακόμη στο δίκτυο τη δεδομένη στιγμή,

21)

ως «συμβατική συμφόρηση» νοείται η κατάσταση κατά την οποία το επίπεδο της ζήτησης της αμετάβλητης δυναμικότητας υπερβαίνει την τεχνική δυναμικότητα,

22)

ως «πρωτογενής αγορά» νοείται η αγορά της δυναμικότητας που διατίθεται στο εμπόριο απευθείας από τον διαχειριστή συστημάτων μεταφοράς,

23)

ως «φυσική συμφόρηση» νοείται η κατάσταση κατά την οποία το επίπεδο της ζήτησης για τις πραγματικές παραδόσεις υπερβαίνει σε ορισμένες χρονικές στιγμές την τεχνική δυναμικότητα.

24)

ως «δυναμικότητα εγκατάστασης αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ)» νοείται δυναμικότητα τερματικού σταθμού ΥΦΑ για την εισαγωγή, την εκφόρτωση, επικουρικές υπηρεσίες, την προσωρινή αποθήκευση και επαναεριοποίηση ΥΦΑ,

25)

ως «χώρος» νοείται ο όγκος αερίου τον οποίο δικαιούται να χρησιμοποιεί χρήστης εγκατάστασης αποθήκευσης για την αποθήκευση αερίου,

26)

ως «ικανότητα απόληψης» νοείται ο ρυθμός απόληψης αερίου από εγκατάσταση αποθήκευσης, τον οποίο δικαιούται ο χρήστης της,

27)

ως «ικανότητα έγχυσης» νοείται ο ρυθμός τροφοδότησης με αέριο εγκατάστασης αποθήκευσης τον οποίο δικαιούται ο χρήστης της,

28)

ως «δυναμικότητα αποθήκευσης» νοείται οιοσδήποτε συνδυασμός χώρου, ικανότητας απόληψης και ικανότητας έγχυσης·

2.   Υπό την επιφύλαξη των ορισμών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ισχύουν επίσης οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ και είναι συναφείς με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εξαιρουμένου του ορισμού «μεταφορά» στο σημείο 3 του εν λόγω άρθρου.

Οι ορισμοί στα σημεία 3 έως 23 της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου σχετικά με τη μεταφορά ισχύουν κατ' αναλογία για τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ.

Άρθρο 3

Πιστοποίηση των Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς

1.   Όταν κοινοποιείται στην Επιτροπή η απόφαση για την πιστοποίηση διαχειριστή συστημάτων μεταφοράς, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, η Επιτροπή την εξετάζει μόλις την λάβει. Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής της κοινοποίησης, η Επιτροπή δίνει τη γνώμη της στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή ως προς τη συμμόρφωση προς το άρθρο 10 παράγραφος 2 ή το άρθρο 11 και το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Κατά την κατάρτιση της γνώμης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τον Οργανισμό να γνωμοδοτήσει σχετικά με την απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής. Εν τοιαύτη περιπτώσει, η δίμηνη προθεσμία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο παρατείνεται κατά δύο περαιτέρω μήνες.

Σε περίπτωση μη γνωμοδότησης από την Επιτροπή εντός της περιόδου που αναφέρεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, θεωρείται ότι η Επιτροπή δεν εγείρει αντιρρήσεις κατά της απόφασης της ρυθμιστικής αρχής.

2.   Αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, η εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει εντός δύο μηνών την τελική της απόφαση όσον αφορά την πιστοποίηση του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής. Η απόφαση της ρυθμιστικής αρχής και η γνώμη της Επιτροπής δημοσιεύονται από κοινού.

3.   Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι ρυθμιστικές αρχές ή/και η Επιτροπή μπορούν να ζητούν από διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και επιχειρήσεις που ασκούν οιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας κάθε πληροφορία σχετική με την εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.   Οι ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή τηρούν την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζουν τις λεπτομέρειες της ακολουθητέας διαδικασίας για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 2.

6.   Όταν η Επιτροπή λαμβάνει κοινοποίηση πιστοποίησης από διαχειριστή συστημάτων μεταφοράς κατά το άρθρο 9 παράγραφος 10 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για την πιστοποίηση. Η ρυθμιστική αρχή συμμορφώνεται προς την απόφαση της Επιτροπής.

Άρθρο 4

Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Αερίου

Όλοι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεργάζονται σε κοινοτικό επίπεδο μέσω της σύστασης ΕΔΔΣΜ Αερίου, προκειμένου να προαγάγουν την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και να εξασφαλίσουν τη βέλτιστη διαχείριση και την ορθή τεχνική εξέλιξη του ευρωπαϊκού δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου.

Άρθρο 5

Ίδρυση του ΕΔΔΣΜ Αερίου

1.   Έως τις … (8), οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς αερίου υποβάλλουν στην Επιτροπή και τον Οργανισμό το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού, περιλαμβανομένου του εσωτερικού κανονισμού για τις διαβουλεύσεις με άλλους ενδιαφερόμενους, του προς ίδρυση ΕΔΔΣΜ Αερίου.

2.   Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής, ο Οργανισμός, αφού διαβουλευθεί με τις οργανώσεις που εκπροσωπούν όλους τους ενδιαφερομένους, γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελλοντικών μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή γνωμοδοτεί για το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελλοντικών μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής της γνώμης του Οργανισμού.

4.   Εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής της γνώμης της Επιτροπής, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ιδρύουν το ΕΔΔΣΜ Αερίου, εγκρίνουν και δημοσιεύουν το καταστατικό και τον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 6

Καθορισμός κωδίκων δικτύου

1.   Η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με τον Οργανισμό, το ΕΔΔΣΜ Αερίου και τους λοιπούς ενδιαφερομένους, καταρτίζει κατάλογο ετήσιων προτεραιοτήτων προσδιορίζοντας τους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 6 οι οποίοι πρέπει να περιληφθούν στην εκπόνηση των κωδίκων δικτύου.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να καλέσει τον Οργανισμό να της υποβάλει, εντός εύλογης προθεσμίας που δεν υπερβαίνει το εξάμηνο, σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο με σαφείς και αντικειμενικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7, για την εκπόνηση κωδίκων δικτύου που αφορούν τομείς προσδιοριζόμενους στον κατάλογο προτεραιοτήτων. Κάθε κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο συμβάλλει σε αποφυγή διακρίσεων, ουσιαστικό ανταγωνισμό και αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του Οργανισμού, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτήν.

3.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται με το ΕΔΔΣΜ Αερίου και με άλλους αρμόδιους ενδιαφερομένους για το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο, επί διάστημα δύο τουλάχιστον μηνών, κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο.

4.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο συμβάλλει σε αποφυγή διακρίσεων, ουσιαστικό ανταγωνισμό και αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς, μπορεί να ζητήσει από τον Οργανισμό να αναθεωρήσει το σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο εντός εύλογης προθεσμίας και να το υποβάλει εκ νέου στην Επιτροπή.

5.   Εάν ο Οργανισμός δεν υποβάλει ή δεν υποβάλει εκ νέου σχέδιο μη δεσμευτικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται βάσει των παραγράφων 2 ή 4, η Επιτροπή καταρτίζει τη συγκεκριμένη μη δεσμευτική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο.

6.   Η Επιτροπή καλεί το ΕΔΔΣΜ Αερίου να υποβάλει στον Οργανισμό κώδικα δικτύου σύμφωνο προς τη σχετική μη δεσμευτική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο, εντός εύλογης προθεσμίας που δεν υπερβαίνει το δωδεκάμηνο.

7.   Εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής κώδικα δικτύου, περίοδο κατά την οποία ο Οργανισμός μπορεί να κινεί επίσημη διαβούλευση με τους αρμόδιους ενδιαφερομένους, ο Οργανισμός υποβάλλει αιτιολογημένη γνώμη στο ΕΔΔΣΜ Αερίου για τον κώδικα δικτύου.

8.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου μπορεί να τροποποιήσει τον κώδικα δικτύου βάσει της γνώμης του Οργανισμού και να το υποβάλει εκ νέου στον Οργανισμό.

9.   Εάν ο Οργανισμός είναι ικανοποιημένος ότι ο κώδικας δικτύου είναι σύμφωνος προς τις μη δεσμευτικές σχετικές κατευθυντήριες γραμμές-πλαίσιο, ο Οργανισμός υποβάλλει τον κώδικα δικτύου στην Επιτροπή και μπορεί να εισηγηθεί την έγκρισή του.

10.   Εάν το ΕΔΔΣΜ Αερίου δεν έχει εφαρμόσει έναν κώδικα δικτύου εντός της περιόδου που έχει καθοριστεί από την Επιτροπή βάσει της παραγράφου 6, η Επιτροπή μπορεί να καλέσει τον Οργανισμό να εκπονήσει σχέδιο κώδικα δικτύου με βάση τη σχετική μη δεσμευτική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο. Ο Οργανισμός μπορεί να κινήσει μια περαιτέρω διαβούλευση κατά τη διάρκεια της εκπόνησης σχεδίου κώδικα δικτύου βάσει της παρούσας παραγράφου. Ο Οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο κώδικα δικτύου που έχει εκπονηθεί βάσει της παρούσας παραγράφου και μπορεί να εισηγηθεί την έγκρισή του.

11.   Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει, με δική της πρωτοβουλία σε περίπτωση που το ΕΔΔΣΜ Αερίου δεν έχει αναπτύξει κώδικα δικτύου ή ο Οργανισμός δεν έχει εκπονήσει σχέδιο κώδικα δικτύου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου, ή κατόπιν συστάσεως του Οργανισμού, του ΕΔΔΣΜ ή οιουδήποτε άλλου ενδιαφερομένου, βάσει της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου, έναν ή περισσότερους κώδικες δικτύου στους τομείς που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 6.

Όταν η Επιτροπή προτείνει την έγκριση κώδικα με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί να διαβουλεύεται με τον Οργανισμό, το ΕΔΔΣΜ Αερίου και όλους τους σχετικούς ενδιαφερόμενους ως προς το σχέδιο κώδικα δικτύου επί διάστημα δύο τουλάχιστον μηνών.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 2.

12.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα της Επιτροπής να εκδίδει και να τροποποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 23.

Άρθρο 7

Τροποποίηση των κωδίκων δικτύου

1.   Πρόσωπα που ενδέχεται να ενδιαφέρονται για κώδικα δικτύου που έχει καθορισθεί δυνάμει του άρθρου 6, συμπεριλαμβανομένων του ΕΔΔΣΜ Αερίου, των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, των χρηστών του δικτύου και των καταναλωτών, δύνανται να προτείνουν στον Οργανισμό σχέδια τροποποιήσεων του εν λόγω κώδικα. Ο Οργανισμός δύναται επίσης να προτείνει τροποποιήσεις εξ ιδίας πρωτοβουλίας.

2.   Ο Οργανισμός καθορίζει στον Εσωτερικό του Κανονισμό αποτελεσματικές διαδικασίες για την αξιολόγηση των σχεδίων τροποποιήσεων και τη διεξαγωγή διεξοδικών διαβουλεύσεων επ' αυτών, μεταξύ άλλων με τον ΕΔΔΣΜ Αερίου και τους χρήστες του δικτύου. Αφού ακολουθήσει αυτές τις διαδικασίες, ο Οργανισμός δύναται να υποβάλλει στην Επιτροπή αιτιολογημένες προτάσεις τροποποιήσεων, εκθέτοντας πώς αυτές συμβιβάζονται με τους οριζόμενους στο άρθρο 6 παράγραφος 2 στόχους των κωδίκων δικτύου.

3.   Λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του Οργανισμού, η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει τροποποιήσεις των κωδίκων δικτύου που εγκρίνει δυνάμει του άρθρου 6. Τα μέτρα αυτά, που σκοπό έχουν την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται με την αναφερόμενη στο άρθρο 28 παράγραφος 2 κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.

4.   Η εξέταση τυχόν προτεινόμενων τροποποιήσεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 28 παράγραφος 2 περιορίζεται στην εξέταση των πτυχών που σχετίζονται με την προτεινόμενη τροποποίηση. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν θίγουν τυχόν άλλες τροποποιήσεις που ενδέχεται να προτείνει η Επιτροπή.

Άρθρο 8

Καθήκοντα του ΕΔΔΣΜ Αερίου

1.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου εκπονεί κώδικες δικτύου στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, κατόπιν προσκλήσεως που του απευθύνει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6.

2.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου μπορεί να εκπονεί κώδικες δικτύου στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 όταν οι κώδικες αυτοί δεν αφορούν τομείς που καλύπτονται από πρόκληση που του απευθύνει η Επιτροπή. Αυτοί οι κώδικες δικτύου υποβάλλονται στον Οργανισμό προς γνωμοδότηση.

3.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου εκπονεί:

α)

κοινά εργαλεία λειτουργίας του δικτύου και ερευνητικά προγράμματα,

β)

μη δεσμευτικό δεκαετές κοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων («σχέδιο ανάπτυξης δικτύων»), συμπεριλαμβανομένης προβλέψεως επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής, ανά διετία,

γ)

ετήσιο πρόγραμμα εργασιών,

δ)

ετήσια έκθεση,

ε)

ετήσιες προβλέψεις επάρκειας θερινής και χειμερινής παραγωγής,

4.   Η πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 3 καλύπτει τη συνολική επάρκεια του συστήματος αερίου για την κάλυψη της τρέχουσας και της προβλεπόμενης ζήτησης αερίου για την επόμενη πενταετία καθώς και για την περίοδο μεταξύ πέντε και δέκα ετών από την ημερομηνία της πρόβλεψης. Αυτή η πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκή παραγωγής βασίζεται στις εθνικές προβλέψεις επάρκειας παραγωγής που εκπονούνται από τους επιμέρους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς.

5.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) περιλαμβάνει κατάλογο και περιγραφή των προς εκπόνηση κωδίκων δικτύου πρόγραμμα συντονισμού της λειτουργίας του δικτύου, και δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης, που πρέπει να υλοποιηθούν εντός του συγκεκριμένου έτους, καθώς και ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.

6.   Οι κώδικες δικτύου που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 καλύπτουν τους εξής τομείς, λαμβανομένων υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, των περιφερειακών ιδιαιτεροτήτων:

α)

κανόνες ασφαλείας και αξιοπιστίας δικτύου,

β)

κανόνες σύνδεσης με το δίκτυο,

γ)

κανόνες για την πρόσβαση τρίτων,

δ)

κανόνες για την ανταλλαγή δεδομένων και την εκκαθάριση,

ε)

κανόνες για τη διαλειτουργικότητα,

στ)

επιχειρησιακές διαδικασίες για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης,

ζ)

κανόνες για την κατανομή δυναμικού και τη διαχείριση της συμφόρησης,

η)

κανόνες για την εμπορία σχετιζόμενους με την τεχνική και επιχειρησιακή παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο δίκτυο και την εξισορρόπηση συστημάτων,

θ)

κανόνες για τη διαφάνεια,

ι)

κανόνες για την εξισορρόπηση, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για τις διαδικασίες ορισμού, κανόνων για τα τέλη εξισορρόπησης και κανόνων για τη λειτουργική εξισορρόπηση μεταξύ των συστημάτων των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς,

ια)

κανόνες σχετικά με εναρμονισμένα τιμολόγια μεταφοράς, και

ιβ)

ενεργειακή απόδοση των δικτύων αερίου.

7.   Οι κώδικες δικτύου αναπτύσσονται μόνο για θέματα διασυνοριακού δικτύου και δεν θίγουν το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν εθνικούς κώδικες για μη διασυνοριακά θέματα.

8.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου και των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 11, καθώς και τον αντίκτυπό τους στην εναρμόνιση των εφαρμοστέων κανόνων που αποσκοπούν στην διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς. Το ΕΔΔΣΜ Αερίου υποβάλλει τα πορίσματά του στον Οργανισμό, και εκθέτει τα αποτελέσματα της ανάλυσης στην ετήσια έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου.

9.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου καθιστά διαθέσιμες όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από τον Οργανισμό προκειμένου να εκπληρώσουν τα καθήκοντά του βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1.

10.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου καταρτίζει και δημοσιεύει ανά διετία πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων όπως προβλέπεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 3. Το πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων περιλαμβάνει μοντελοποίηση του ενοποιημένου δικτύου, εκπόνηση σεναρίων, πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής και ζήτησης και εκτίμηση της ανθεκτικότητας του συστήματος.

Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα ανάπτυξης του δικτύου:

α)

βασίζεται σε εθνικά επενδυτικά προγράμματα, περιφερειακά επενδυτικά προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, και, ανάλογα με την περίπτωση, στους προσανατολισμούς σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1364/2006/ΕΚ (9),

β)

όσον αφορά τις διασυνοριακές διασυνδέσεις, βασίζεται επίσης στις εύλογες ανάγκες των διαφορετικών χρηστών του δικτύου και περιλαμβάνει μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις των επενδυτών που αναφέρονται στα άρθρα 14 και 22 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

γ)

εντοπίζει επενδυτικές ελλείψεις, ιδίως όσον αφορά τα διασυνοριακά δυναμικά.

11.   Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, το ΕΔΔΣΜ Αερίου δίνει τις απόψεις του στην Επιτροπή σχετικά με τη έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών που προβλέπονται στο άρθρο 23.

Άρθρο 9

Παρακολούθηση από τον Οργανισμό

1.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εκτέλεση των καθηκόντων του ΕΔΔΣΜ Αερίου τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, και υποβάλλει σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εφαρμογή, από το ΕΔΔΣΜ Αερίου, των κωδίκων δικτύου που εκπονούνται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 και των κωδίκων δικτύου που έχουν εκπονηθεί δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφοι 1 έως 10 αλλά δεν έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 11. Ο Οργανισμός διαβιβάζει στην Επιτροπή δεόντως αιτιολογημένη γνώμη όποτε το ΕΔΔΣΜ Αερίου παραλείπει να εφαρμόσει κάποιους από αυτούς τους κώδικες.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου και των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδει η Επιτροπή όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 11, καθώς και τις επιπτώσεις τους στην εναρμόνιση των εφαρμοστέων κανόνων που αποσκοπούν στην διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς, καθώς και την αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς, και υποβάλλει σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

2.   Το ΕΔΔΣΜ Αερίου υποβάλλει στον Οργανισμό, προκειμένου αυτός να γνωμοδοτήσει, το σχέδιο προγράμματος ανάπτυξης του δικτύου και το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών, καθώς και τις πληροφορίες για τη διαδικασία διαβούλευσης.

Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής, ο Οργανισμός διατυπώνει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη καθώς και συστάσεις προς το ΕΔΔΣΜ Αερίου και την Επιτροπή, εάν κρίνει ότι το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών ή το σχέδιο προγράμματος ανάπτυξης του δικτύου που υπέβαλε το ΕΔΔΣΜ Αερίου δεν συμβάλλουν στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό, την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς ή σε επαρκές επίπεδο διασυνοριακής διασύνδεσης την οποία έχουν πρόσβαση τρίτοι.

Άρθρο 10

Διαβουλεύσεις

1.   Κατά την εκπόνηση των κωδίκων δικτύου, του σχεδίου του προγράμματος ανάπτυξης του δικτύου και του ετήσιου προγράμματος εργασιών του που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, το ΕΔΔΣΜ Αερίου διαβουλεύεται εκτενώς, σε πρώιμο στάδιο και κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο, με όλους τους σχετικούς συντελεστές της αγοράς, ιδίως δε με τις οργανώσεις που εκπροσωπούν όλους τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1. Στη διαβούλευση συμμετέχουν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες εθνικές αρχές, οι επιχειρήσεις προμήθειας και παραγωγής, οι πελάτες, οι χρήστες του δικτύου, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κλαδικών ενώσεων, οι τεχνικοί οργανισμοί και οι πλατφόρμες ενδιαφερομένων. Η διαβούλευση αποσκοπεί στην καταγραφή των απόψεων και των προτάσεων όλων των σχετικών φορέων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

2.   Όλα τα έγγραφα και τα πρακτικά των συνεδριάσεων σχετικά με διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δημοσιοποιούνται.

3.   Πριν από την έγκριση του ετήσιου προγράμματος εργασιών και των κωδίκων δικτύου που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, το ΕΔΔΣΜ Αερίου δηλώνει τις παρατηρήσεις που έλαβε κατά τη διαβούλευση και τον τρόπο με τον οποίο οι εν λόγω παρατηρήσεις έχουν ληφθεί υπόψη, αιτιολογώντας τις περιπτώσεις που οι παρατηρήσεις δεν λήφθηκαν υπόψη.

Άρθρο 11

Δαπάνες

Οι δαπάνες για τις δραστηριότητες του ΕΔΔΣΜ Αερίου που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 12 βαρύνουν τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και συνυπολογίζονται κατά τον υπολογισμό των τιμών. Οι ρυθμιστικές αρχές εγκρίνουν τις δαπάνες αυτές μόνον εάν είναι εύλογες και αναλογικές.

Άρθρο 12

Περιφερειακή συνεργασία διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεργάζονται σε περιφερειακό επίπεδο στο πλαίσιο του ΕΔΔΣΜ Αερίου για να συμβάλλουν στην εκτέλεση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3. Ειδικότερα, δημοσιεύουν ανά διετία περιφερειακό επενδυτικό πρόγραμμα, και μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις επενδύσεων με βάση το περιφερειακό επενδυτικό πρόγραμμα.

2.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς προάγουν λειτουργικές διευθετήσεις ώστε να εξασφαλίζεται η βέλτιστη διαχείριση του δικτύου, και προάγουν την ανάπτυξη χρηματιστηρίων ενέργειας, την κατανομή διασυνοριακού δυναμικού μέσω αμερόληπτων λύσεων βασιζόμενων στην αγορά, με δέουσα προσοχή στα ειδικά πλεονεκτήματα των σιωπηρών δημοπρασιών για βραχυπρόθεσμο καταμερισμό και την ενοποίηση μηχανισμών εξισορρόπησης και εφεδρικής ισχύος.

3.   Η γεωγραφική περιοχή που καλύπτει κάθε περιφερειακή συνεργασία είναι δυνατόν να ορίζεται από την Επιτροπή, ανάλογα με τις υφιστάμενες δομές περιφερειακής συνεργασίας. Κάθε κράτος μέλος επιτρέπεται να προάγει τη συνεργασία με περισσότερες της μιας γεωγραφικές περιοχές. Το αναφερόμενο στην πρώτη πρόταση μέτρο, τα οποίο αποσκοπεί στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, εγκρίνεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2.

Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή μπορεί να συμβουλεύεται το ΕΔΔΣΜ Αερίου και τον Οργανισμό.

Άρθρο 13

Τιμολόγια πρόσβασης στα δίκτυα

1.   Τα τιμολόγια ή οι μέθοδοι υπολογισμού των τιμολογίων που εφαρμόζονται από τους διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς και έχουν εγκριθεί από τις ρυθμιστικές αρχές δυνάμει του άρθρου 40 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, καθώς και τα τιμολόγια που έχουν δημοσιευθεί δυνάμει του άρθρου 31 παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας είναι διαφανή, λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη για ακεραιότητα και βελτίωση του δικτύου και αντιπροσωπεύουν το πραγματικά καταβληθέν κόστος, εφόσον αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και είναι διαφανές, συμπεριλαμβανομένης της κατάλληλης απόδοσης των επενδύσεων, και, όπου ενδείκνυται, λαμβάνουν υπόψη τη συγκριτική αξιολόγηση των τιμολογίων από τις ρυθμιστικές αρχές. Τα τιμολόγια ή οι μέθοδοι υπολογισμού που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους, εφαρμόζονται κατά τρόπο που δεν συνεπάγεται διακρίσεις.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι τα τιμολόγια μπορούν επίσης να καθορίζονται μέσω ρυθμίσεων με βάση την αγορά, όπως οι πλειστηριασμοί, υπό την προϋπόθεση ότι οι ρυθμίσεις αυτές και τα έσοδα που αποφέρουν έχουν εγκριθεί από τη ρυθμιστική αρχή.

Τα τιμολόγια ή οι μέθοδοι υπολογισμού που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό τους, διευκολύνουν το αποδοτικό εμπόριο αερίου και τον ανταγωνισμό με ταυτόχρονη αποφυγή των διασταυρούμενων επιδοτήσεων μεταξύ των χρηστών των δικτύων και παρέχουν κίνητρα για την πραγματοποίηση επενδύσεων και τη διατήρηση ή τη δημιουργία της διαλειτουργικότητας των δικτύων μεταφοράς.

Τα τιμολόγια πρόσβασης για τους χρήστες δικτύου ορίζονται χωριστά για κάθε σημείο εισόδου ή εξόδου του συστήματος μεταφοράς. Οι μηχανισμοί επιμερισμού του κόστους και η μεθοδολογία καθορισμού των τιμών όσον αφορά τα σημεία εισόδου και εξόδου εγκρίνονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι έπειτα από μεταβατική περίοδο, δηλαδή έως τις … (10), τα τέλη δικτύου δεν υπολογίζονται με βάση την προβλεπόμενη στη σύμβαση διαδρομή.

2.   Τα τιμολόγια πρόσβασης στα δίκτυα δεν περιορίζουν ούτε τη ρευστότητα της αγοράς ούτε στρεβλώνουν το διασυνοριακό εμπόριο των διαφόρων δικτύων μεταφοράς. Σε περίπτωση που οι διαφορές των δομών τιμολόγησης ή των μηχανισμών εξισορρόπησης παρεμποδίζουν το εμπόριο μεταξύ δικτύων μεταφοράς και, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 40 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, προχωρούν ενεργά στη σύγκλιση των δομών και των αρχών τιμολόγησης, συμπεριλαμβάνοντας και την εξισορρόπηση.

Άρθρο 14

Υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών που αφορούν διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς:

α)

μεριμνούν για την παροχή υπηρεσιών χωρίς διακρίσεις σε όλους τους χρήστες του δικτύου. Ιδίως, όταν διαχειριστής δικτύου μεταφοράς παρέχει την ίδια υπηρεσία σε διαφορετικούς πελάτες, το πράττει με τους ίδιους συμβατικούς όρους και με τις ίδιες προϋποθέσεις, χρησιμοποιώντας είτε εναρμονισμένες συμβάσεις μεταφοράς είτε κοινό κώδικα δικτύου εγκεκριμένα από αρμόδια αρχή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 40 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ·

β)

παρέχουν αμετάβλητες και διακοπτόμενες υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών. Η τιμή της διακοπτόμενης δυναμικότητας αντιστοιχεί στην πιθανότητα διακοπής·

γ)

προσφέρουν στους χρήστες των δικτύων μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες υπηρεσίες.

2.   Οι συμβάσεις μεταφοράς που υπογράφονται με μη τυποποιημένες ημερομηνίες έναρξης ή με βραχύτερη διάρκεια από την τυπική ετήσια σύμβαση μεταφοράς, δεν συνεπάγονται αυθαίρετα υψηλότερα ή χαμηλότερα τιμολόγια που δεν ανταποκρίνονται στην αξία της αγοράς της υπηρεσίας, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 13, παράγραφος 1.

3.   Οσάκις ενδείκνυται, μπορούν να επιτρέπονται οι υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων, υπό την προϋπόθεση της παροχής των απαραίτητων εγγυήσεων από τους χρήστες των δικτύων όσον αφορά τη φερεγγυότητά τους. Οι εγγυήσεις αυτές δεν πρέπει να συνιστούν αδικαιολόγητους φραγμούς στην είσοδο στην αγορά και πρέπει να μην συνεπάγονται διακρίσεις, να είναι διαφανείς και αναλογικές.

Άρθρο 15

Υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών που αφορούν εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων ΥΦΑ και αποθήκευσης:

α)

εξασφαλίζουν ότι προσφέρουν υπηρεσίες χωρίς διακρίσεις σε όλους τους χρήστες δικτύου οι οποίες ανταποκρίνονται στη ζήτηση της αγοράς· ειδικότερα, όταν διαχειριστής συστήματος ΥΦΑ και αποθήκευσης παρέχει την ίδια υπηρεσία σε διαφορετικούς πελάτες, πρέπει να την προσφέρει με ισοδύναμους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις·

β)

παρέχουν υπηρεσίες συμβατές με τη χρήση διασυνδεδεμένων συστημάτων μεταφοράς αερίου και διευκολύνουν την πρόσβαση, μέσω της συνεργασίας με το διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς·

γ)

δημοσιοποιούν τις σχετικές πληροφορίες, ειδικότερα δε δεδομένα σχετικά με τη χρήση και τη διαθεσιμότητα υπηρεσιών, εντός χρονικού πλαισίου που ανταποκρίνεται στις εύλογες εμπορικές ανάγκες των χρηστών εγκατάστασης ΥΦΑ και εγκατάστασης αποθήκευσης.

2.   Οι διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης:

α)

παρέχουν αμετάβλητες και διακοπτόμενες υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών· η τιμή της διακοπτόμενης δυναμικότητας αντιστοιχεί στην πιθανότητα διακοπής·

β)

προσφέρουν στους χρήστες εγκατάστασης αποθήκευσης μακροχρόνιες και βραχυχρόνιες υπηρεσίες

γ)

προσφέρουν στους χρήστες εγκατάστασης υπηρεσίες χώρου αποθήκευσης, ικανότητας απόληψης και ικανότητας έγχυσης, μεμονωμένες ή σε συνδυασμό.

3.   Συμβάσεις με εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ δεν έχουν ως αποτέλεσμα αυθαίρετα υψηλότερα τιμολόγια στις περιπτώσεις που έχουν υπογραφεί:

α)

εκτός έτους φυσικού αερίου με μη τυπικές ημερομηνίες έναρξης, ή

β)

με βραχύτερη διάρκεια από την τυπική σύμβαση με εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ.

4.   Όταν ενδείκνυται, επιτρέπεται να παρέχονται υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών, υπό την προϋπόθεση της παροχής των απαραίτητων εγγυήσεων από τους χρήστες των δικτύων όσον αφορά τη φερεγγυότητά τους. Οι εγγυήσεις αυτές δεν συνιστούν αδικαιολόγητους φραγμούς στην είσοδο στην αγορά και δεν συνεπάγονται διακρίσεις, είναι διαφανείς και πληρούν την αρχή της αναλογικότητας.

5.   Συμβατικά όρια για το ελάχιστο μέγεθος δυναμικότητας εγκατάστασης ΥΦΑ ή αποθήκευσης αιτιολογούνται με βάση τεχνικούς περιορισμούς και επιτρέπουν σε χρήστες μικρότερου χώρου αποθήκευσης να αποκτούν πρόσβαση σε υπηρεσίες αποθήκευσης.

Άρθρο 16

Αρχές για τους μηχανισμούς κατανομής δυναμικότητας και τις διαδικασίες διαχείρισης συμφόρησης που αφορούν τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς

1.   Η μέγιστη δυναμικότητα σε όλα τα σχετικά σημεία που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 3, διατίθεται στους φορείς της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη την ακεραιότητα και την αποτελεσματική λειτουργία του δικτύου.

2.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς εφαρμόζουν και δημοσιεύουν διαφανείς μηχανισμούς κατανομής δυναμικότητας που δεν συνεπάγονται διακρίσεις, οι οποίοι:

α)

παρέχουν οικονομικά μηνύματα κατάλληλα για την αποτελεσματική και μέγιστη αξιοποίηση της δυναμικότητας και διευκολύνουν τις επενδύσεις σε νέα υποδομή·

β)

είναι συμβατοί με τους μηχανισμούς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των αγορών άμεσης παράδοσης (spot) και των κόμβων διαπραγμάτευσης, και ταυτόχρονα είναι ευέλικτοι και ικανοί να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς·

γ)

είναι συμβατοί με τα συστήματα πρόσβασης στο δίκτυο των κρατών μελών.

3.   Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εφαρμόζουν και δημοσιεύουν μη διακριτικές και διαφανείς διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης οι οποίες βασίζονται στις ακόλουθες αρχές:

α)

σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης, ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς προσφέρει αναξιοποίητη δυναμικότητα στην πρωτογενή αγορά, με προθεσμία ενημέρωσης τουλάχιστον μία ημέρα πριν και σε διακοπτόμενη βάση·

β)

οι χρήστες του συστήματος που επιθυμούν να επαναπωλήσουν ή να υπενοικιάσουν τη αναξιοποίητη συμβατική τους δυναμικότητα στη δευτερογενή αγορά έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν. Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν από τους χρήστες του δικτύου κοινοποίηση ή ενημέρωση του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς.

4.   Στην περίπτωση που υφίσταται φυσική συμφόρηση, οι διαχειριστές δικτύου μεταφοράς, ή, ενδεχομένως, οι ρυθμιστικές αρχές, εφαρμόζουν διαφανείς μηχανισμούς καταμερισμού της δυναμικότητας, οι οποίες δεν συνεπάγονται διακρίσεις.

5.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς διενεργούν τακτικά εκτιμήσεις της ζήτησης στην αγορά για νέες επενδύσεις. Όταν προγραμματίζουν νέες επενδύσεις, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς εκτιμούν τη ζήτηση στην αγορά.

Άρθρο 17

Αρχές που διέπουν τους μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας και τις διαδικασίες διαχείρισης συμφόρησης όσον αφορά τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ

1.   Στους συμμετέχοντες στην αγορά διατίθεται η μέγιστη δυναμικότητα εγκατάστασης αποθήκευσης και εγκατάστασης ΥΦΑ, λαμβάνοντας υπόψη την ακεραιότητα και την αποτελεσματική λειτουργία του δικτύου.

2.   Οι διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης και ΥΦΑ εφαρμόζουν και δημοσιεύουν διαφανείς μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας που δεν συνεπάγονται διακρίσεις, οι οποίοι:

α)

παρέχουν οικονομικά μηνύματα κατάλληλα για την αποτελεσματική και μέγιστη αξιοποίηση της δυναμικότητας και διευκολύνουν τις επενδύσεις σε νέα υποδομή·

β)

είναι συμβατοί με τους μηχανισμούς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων και των αγορών άμεσης παράδοσης (spot) και των κόμβων διαπραγμάτευσης, και ταυτόχρονα είναι ευέλικτοι και ικανοί να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς·

γ)

είναι συμβατοί με τα συνδεδεμένα συστήματα πρόσβασης στο δίκτυο.

3.   Οι συμβάσεις με εγκαταστάσεις αποθήκευσης και εγκαταστάσεις ΥΦΑ περιλαμβάνουν μέτρα για να εμποδίζεται η επί κερδοσκοπία αποθεματοποίηση, λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες αρχές που ισχύουν σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης:

α)

σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης, ο διαχειριστής του συστήματος προσφέρει αναξιοποίητη δυναμικότητα ΥΦΑ και αποθήκευσης στην πρωτογενή αγορά· η προσφορά για τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης γίνεται τουλάχιστον μία ημέρα πριν και σε διακοπτόμενη βάση·

β)

οι χρήστες εγκατάστασης αποθήκευσης και ΥΦΑ που επιθυμούν να επαναπωλήσουν τη συμβατική τους δυναμικότητα στη δευτερογενή αγορά έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν.

Άρθρο 18

Απαιτήσεις διαφάνειας που αφορούν διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιοποιούν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες που παρέχουν και τους σχετικούς όρους που ισχύουν, σε συνδυασμό με τις απαιτούμενες τεχνικές πληροφορίες προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να έχουν πλήρη πρόσβαση στο δίκτυο.

2.   Για να εξασφαλίζεται η διαφανής, αντικειμενική και αμερόληπτη τιμολόγηση και να διευκολύνεται η αποτελεσματική χρήση του δικτύου αερίου, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς ή οι αρμόδιες εθνικές αρχές πρέπει να δημοσιεύουν δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένες πληροφορίες σχετικά με την τιμολογιακή διαμόρφωση, τη μεθοδολογία και τη δομή.

3.   Για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, κάθε διαχειριστής δικτύου μεταφοράς δημοσιοποιεί τακτικά και περιοδικά αριθμητικές πληροφορίες σχετικά με τις τεχνικές, συμβατικές και διαθέσιμες δυναμικότητες για όλα τα σχετικά σημεία, συμπεριλαμβανομένων των σημείων εισόδου και εξόδου, υπό εύχρηστη τυποποιημένη μορφή.

4.   Τα σχετικά σημεία του δικτύου μεταφοράς για τα οποία πρέπει να δημοσιοποιούνται οι πληροφορίες, εγκρίνονται από τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές κατόπιν διαβουλεύσεων με τους χρήστες του δικτύου.

5.   Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς κοινολογούν πάντα τις πληροφορίες που απαιτεί ο παρών κανονισμός κατά εύληπτο, ποσοτικώς σαφή και ευκόλως προσβάσιμο τρόπο, που δεν συνεπάγεται διακρίσεις.

6.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιοποιούν εκ των προτέρων και εκ των υστέρων πληροφορίες για την προσφορά και τη ζήτηση, με βάση ορισμούς δυναμικότητας, προβλέψεις και πραγματοποιηθείσες εισροές ή εκροές του συστήματος. Ο βαθμός αναλυτικότητας των πληροφοριών δημοσιεύεται και ανταποκρίνεται στις πληροφορίες που διαθέτει ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς.

Διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιεύουν τα μέτρα που λήφθηκαν, καθώς και το κόστος που προέκυψε και τα έσοδα από την εξισορρόπηση του συστήματος.

Οι οικείοι συμμετέχοντες στην αγορά διαβιβάζουν στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς τα δεδομένα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 19

Απαιτήσεις διαφάνειας που αφορούν τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και τις εγκαταστάσεις ΥΦΑ

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης και ΥΦΑ δημοσιοποιούν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες που παρέχουν και τους σχετικούς όρους που ισχύουν, σε συνδυασμό με τις τεχνικές πληροφορίες που απαιτούνται προκειμένου οι χρήστες εγκαταστάσεων αποθήκευσης και ΥΦΑ να έχουν πλήρη πρόσβαση σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ.

2.   Για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, κάθε διαχειριστής συστήματος αποθήκευσης και ΥΦΑ δημοσιοποιεί τακτικά και περιοδικά αριθμητικές πληροφορίες, σε εύχρηστη τυποποιημένη μορφή, σχετικά με τις συμβατικές και τις διαθέσιμες δυναμικότητες αποθήκευσης και ΥΦΑ.

3.   Οι διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης και ΥΦΑ αποκαλύπτουν πάντα τις πληροφορίες που απαιτεί ο παρών κανονισμός κατά εύληπτο, ποσοτικώς σαφή και ευκόλως προσβάσιμο τρόπο, χωρίς διακρίσεις.

4.   Όλοι οι διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης και ΥΦΑ δημοσιεύουν την ποσότητα αερίου σε κάθε εγκατάσταση αποθήκευσης ή ΥΦΑ, ή ομάδα εγκαταστάσεων αποθήκευσης εάν τούτο αντιστοιχεί προς τον τρόπο με τον οποίο προσφέρεται πρόσβαση στους χρήστες του συστήματος, εισροές και εκροές, καθώς και τη διαθέσιμες δυναμικότητες αποθήκευσης και εγκατάστασης ΥΦΑ, συμπεριλαμβανομένων ων εγκαταστάσεων που εξαιρούνται από την πρόσβαση τρίτων μερών. Οι πληροφορίες κοινοποιούνται επίσης στο διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς, ο οποίος τις δημοσιεύει συγκεντρωτικά ανά σύστημα ή υποσύστημα που καθορίζεται από τα σχετικά σημεία. Οι πληροφορίες ενημερώνονται τουλάχιστον σε καθημερινή βάση.

Σε περιπτώσεις όπου ένας χρήστης συστήματος αποθήκευσης είναι ο μόνος χρήστης μιας εγκατάστασης αποθήκευσης, ο εν λόγω χρήστης μπορεί να υποβάλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή αιτιολογημένη αίτηση για εμπιστευτική μεταχείριση των πληροφοριών στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο. Εφόσον η εθνική ρυθμιστική αρχή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το αίτημα είναι δικαιολογημένο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την ανάγκη ισορροπίας μεταξύ του συμφέροντος νόμιμης προστασίας των επαγγελματικών μυστικών, η δημοσιοποίηση των οποίων θα μπορούσε να επιδράσει αρνητικά στην όλη εμπορική στρατηγική του χρήστη του συστήματος αποθήκευσης, και του στόχου της δημιουργίας ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς αερίου, μπορεί να επιτρέψει στον χρήστη του συστήματος αποθήκευσης να μη δημοσιοποιήσει τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο στοιχεία, επί ένα χρόνο κατ' ανώτατο όριο. Το εδάφιο αυτό εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των υποχρεώσεων κοινοποίησης και δημοσιοποίησης του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, εκτός εάν τα συγκεντρωτικά στοιχεία ταυτίζονται με τα στοιχεία του συγκεκριμένου συστήματος αποθήκευσης των οποίων η εθνική ρυθμιστική αρχή ενέκρινε τη μη δημοσιοποίηση

Άρθρο 20

Τήρηση αρχείων από διαχειριστές συστημάτων

Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς, οι διαχειριστές συστημάτων αποθήκευσης και οι διαχειριστές συστημάτων ΥΦΑ διατηρούν επί πέντε έτη στη διάθεση των εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένης της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, της εθνικής αρχής ανταγωνισμού και της Επιτροπής, όλες τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 18 και 19 και στο μέρος 3 του Παραρτήματος Ι.

Άρθρο 21

Κανόνες εξισορρόπησης και τέλη διαταραχής ισορροπίας

1.   Οι κανόνες εξισορρόπησης συγκροτούνται κατά δίκαιο και διαφανή τρόπο που δεν συνεπάγεται διακρίσεις και στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα. Οι κανόνες εξισορρόπησης αντιπροσωπεύουν πραγματικές ανάγκες του δικτύου, λαμβανομένων υπόψη των πόρων που διαθέτει ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς. Οι κανόνες εξισορρόπησης βασίζονται στην αγορά.

2.   Προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να είναι σε θέση να προβαίνουν έγκαιρα σε διορθωτικές ενέργειες, οι διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς παρέχουν επαρκείς, επίκαιρες και αξιόπιστες πληροφορίες μέσω του Διαδικτύου σχετικά με την κατάσταση εξισορρόπησης των χρηστών του δικτύου.

Το επίπεδο της πληροφόρησης αντιστοιχεί στο επίπεδο των πληροφοριών που διαθέτει ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς και στην περίοδο εκκαθάρισης για την οποία υπολογίστηκαν τα τέλη εξισορρόπησης.

Οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται ατελώς.

3.   Τα τέλη διαταραχής ισορροπίας αντιπροσωπεύουν στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό το κόστος, ενώ ταυτόχρονα παρέχουν τα κατάλληλα κίνητρα στους χρήστες του δικτύου να εξισορροπούν τις εισαγωγές και τις απολήψεις αερίου. Δεν ενθαρρύνουν τη διασταυρούμενη επιδότηση μεταξύ χρηστών του δικτύου και δεν εμποδίζουν την είσοδο νεοεισερχόμενων στην αγορά.

Τυχόν μέθοδος υπολογισμού των τελών διαταραχής της ισορροπίας καθώς και τα τελικά τιμολόγια δημοσιοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές ή τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς, αναλόγως.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς εναρμονίζουν τα καθεστώτα εξισορρόπησης και βελτιώνουν τις δομές και τα επίπεδα των τελών εξισορρόπησης προκειμένου να διευκολύνουν το εμπόριο αερίου.

Άρθρο 22

Εμπορία δικαιωμάτων δυναμικότητας

Κάθε διαχειριστής συστήματος μεταφοράς, διαχειριστής συστήματος αποθήκευσης και διαχειριστής ΥΦΑ λαμβάνει εύλογα μέτρα προκειμένου να καθιστά δυνατή και να διευκολύνει την ελεύθερη εμπορία των δικαιωμάτων δυναμικότητας. Κάθε τέτοιος διαχειριστής αναπτύσσει για την πρωτογενή αγορά εναρμονισμένες συμβάσεις και διαδικασίες για τη μεταφορά, τις εγκαταστάσεις ΥΦΑ και αποθήκευσης, προκειμένου να διευκολύνει το δευτερογενές εμπόριο δυναμικότητας και αναγνωρίζει τη μεταβίβαση δικαιωμάτων πρωτογενούς δυναμικότητας, εφόσον του κοινοποιείται από τους χρήστες του συστήματος.

Οι εναρμονισμένες συμβάσεις και διαδικασίες για τη μεταφορά, τις εγκαταστάσεις ΥΦΑ και αποθήκευσης κοινοποιούνται στις ρυθμιστικές αρχές.

Άρθρο 23

Κατευθυντήριες γραμμές

1.   Εφόσον ενδείκνυται, καθορίζονται με κατευθυντήριες γραμμές για τον ελάχιστο βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για να επιτευχθεί ο σκοπός του παρόντος κανονισμού:

α)

οι λεπτομέρειες σχετικά με τις υπηρεσίες πρόσβασης τρίτων μερών, συμπεριλαμβανομένου του χαρακτήρα, της διάρκειας και άλλων απαιτήσεων για τις υπηρεσίες αυτές, σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15·

β)

οι λεπτομέρειες σχετικά με τις αρχές που διέπουν τους μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας και την εφαρμογή των διαδικασιών διαχείρισης συμφορήσεων σε περίπτωση συμβατικής συμφόρησης, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17·

γ)

οι λεπτομέρειες σχετικά με την παροχή πληροφοριών και για τον καθορισμό των τεχνικών πληροφοριών που απαιτούνται προκειμένου οι χρήστες του δικτύου να αποκτήσουν αποτελεσματική πρόσβαση στο σύστημα, καθώς και ορισμός όλων των σχετικών σημείων για τις απαιτήσεις διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύονται σε όλα τα σχετικά σημεία και χρονοδιάγραμμα για τη δημοσίευση των πληροφοριών αυτών, σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19·

δ)

οι λεπτομέρειες σχετικά με τη μέθοδο τιμολόγησης για το διασυνοριακό εμπόριο φυσικού αερίου, σύμφωνα με το άρθρο 13·

ε)

οι λεπτομέρειες σχετικά με τα θέματα που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 6.

2.   Κατευθυντήριες γραμμές για τα θέματα που απαριθμούνται στα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 1 όσον αφορά τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ορίζονται στο Παράρτημα Ι.

Η Επιτροπή δύναται να τροποποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου και να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές στα θέματα που απαριθμούνται στα στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου αυτού. Τα εν λόγω μέτρα, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων διά της συμπληρώσεώς του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 2.

3.   Η εφαρμογή και η τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού αντανακλούν τις διαφορές μεταξύ των εθνικών δικτύων φυσικού αερίου και, συνεπώς, δεν απαιτούν ενιαίους και αναλυτικούς όρους και προϋποθέσεις για την πρόσβαση τρίτων μερών σε κοινοτικό επίπεδο. Μπορούν να θέτουν, όμως, ελάχιστες απαιτήσεις για την επίτευξη αμερόληπτων και διαφανών συνθηκών πρόσβασης στο δίκτυο που είναι απαραίτητες για μια εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, οι οποίες στη συνέχεια μπορούν να εφαρμόζονται υπό το πρίσμα των διαφορών μεταξύ των εθνικών δικτύων αερίου.

Άρθρο 24

Ρυθμιστικές αρχές

Στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους με βάση τον παρόντα κανονισμό, οι ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό και με τις κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 23.

Συνεργάζονται, οσάκις ενδείκνυται, μεταξύ τους και με την Επιτροπή και τον Οργανισμό, σύμφωνα με το κεφάλαιο VIII της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Άρθρο 25

Παροχή πληροφοριών

Τα κράτη μέλη και οι ρυθμιστικές αρχές παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος, όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τους σκοπούς του άρθρου 23.

Η Επιτροπή καθορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να υποβάλλονται οι πληροφορίες, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα και τον επείγοντα χαρακτήρα των απαιτούμενων πληροφοριών.

Άρθρο 26

Δικαίωμα των κρατών μελών να προβλέπουν λεπτομερέστερα μέτρα

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να διατηρούν σε ισχύ ή να θεσπίζουν μέτρα τα οποία περιέχουν λεπτομερέστερες διατάξεις από εκείνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 23.

Άρθρο 27

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες που διέπουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περιπτώσεις παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους κανόνες που αντιστοιχούν στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1755/2005 έως την 1η Ιουλίου 2006 και της κοινοποιούν επίσης, αμελλητί, οιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή τους. Κοινοποιούν τους κανόνες που δεν αντιστοιχούν σε διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 στην Επιτροπή έως … (11) και της κοινοποιούν αμελλητί κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

2.   Οι κυρώσεις που προβλέπονται με βάση την παράγραφο 1 δεν υπάγονται στο ποινικό δίκαιο.

Άρθρο 28

Διαδικασία επιτροπών

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συστήνεται με βάση το άρθρο 50 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Άρθρο 29

Έκθεση της Επιτροπής

Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Στην έκθεσή της που υποβάλλει βάσει του άρθρου 51 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, η Επιτροπή αναφέρει επίσης σχετικά με την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση εξετάζει ιδίως την έκταση στην οποία ο παρών κανονισμός επέτυχε να εξασφαλίσει όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς αερίου, οι οποίοι ανταποκρίνονται στο κόστος και δεν συνεπάγονται διακρίσεις, προκειμένου να συμβάλει, αφενός, στις επιλογές των καταναλωτών σε μια ομαλά λειτουργούσα εσωτερική αγορά και, αφετέρου, στην μακροπρόθεσμη ασφάλεια του εφοδιασμού. Η έκθεση συνοδεύεται, εν ανάγκη, από κατάλληλες προτάσεις και/ή συστάσεις.

Άρθρο 30

Παρεκκλίσεις και εξαιρέσεις

Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για:

α)

Τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου που βρίσκονται στα κράτη μέλη καθ' όσο χρόνο ισχύουν οι παρεκκλίσεις που έχουν χορηγηθεί δυνάμει του άρθρου 48 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ. Τα κράτη μέλη στα οποία έχουν χορηγηθεί παρεκκλίσεις δυνάμει του άρθρου 48 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στην Επιτροπή για προσωρινή παρέκκλιση από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, για περίοδο μέχρι δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία παύει να ισχύει η αναφερόμενη στο παρόν σημείο παρέκκλιση·

β)

τις σημαντικές νέες υποδομές, δηλαδή τις διασυνδέσεις, τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και ΥΦΑ και τις σημαντικές αυξήσεις δυναμικότητας των ήδη υφισταμένων υποδομών και τις τροποποιήσεις των υποδομών αυτών που καθιστούν δυνατή την ανάπτυξη νέων πηγών προμήθειας αερίου κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 35 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ, οι οποίες εξαιρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 9, 14, 31, 32, 33 ή του άρθρου 40 παράγραφοι 6, 7 και 8 της εν λόγω οδηγίας, ενόσω εξαιρούνται από τις διατάξεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, εκτός της παραγράφου 4 του άρθρου 19 του παρόντος κανονισμού· ή

γ)

τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου για τα οποία έχουν χορηγηθεί παρεκκλίσεις δυνάμει του άρθρου 47 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

Άρθρο 31

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 καταργείται από τις … (8). Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιέχεται στο Παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 32

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από τις … (8).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 211, 19.8.2008, σ. 23.

(2)  ΕΕ C 172, 5.7.2008, σ. 55.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  ΕΕ L 176, 15.7.2003, σ. 57.

(5)  ΕΕ L 289, 3.11.2005, σ. 1.

(6)  ΕΕ L …

(7)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.

(8)  18 μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(9)  Aπόφαση αριθ. 1364/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για καθορισμό προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας (ΕΕ L 262, 22.9.2006, σ. 1).

(10)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(11)  Η ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

1.   ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΤΡΙΤΩΝ ΜΕΡΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

1.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς παρέχουν αμετάβλητες και διακοπτόμενες υπηρεσίες μέχρι ελάχιστης περιόδου μίας ημέρας.

2.

Οι εναρμονισμένες τυπικές συμβάσεις μεταφοράς και ο κοινός κώδικας του δικτύου συντάσσονται κατά τρόπο που να διευκολύνεται η εμπορία και η επαναχρησιμοποίηση της δυναμικότητας την οποία κατέχουν οι χρήστες του δικτύου βάσει σύμβασης, χωρίς να εμποδίζεται η απελευθέρωση δυναμικότητας.

3.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς αναπτύσσουν κώδικες δικτύου και εναρμονισμένες συμβάσεις μετά από κατάλληλη διαβούλευση με τους χρήστες δικτύου.

4.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εφαρμόζουν τυποποιημένες διαδικασίες ορισμού και επανορισμού. Αναπτύσσουν πληροφοριακά συστήματα και ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας προκειμένου να διαθέτουν επαρκή δεδομένα στους χρήστες των δικτύων και να απλοποιούν τις συναλλαγές, όπως τους ορισμούς, τις συμβάσεις δυναμικότητας και τη μεταφορά δικαιωμάτων δυναμικότητας μεταξύ χρηστών του δικτύου.

5.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς εναρμονίζουν τις τυποποιημένες διαδικασίες αίτησης και τους χρόνους απόκρισης σύμφωνα με τις καλύτερες βιομηχανικές πρακτικές με στόχο την ελαχιστοποίηση των χρόνων απόκρισης. Το αργότερο μέχρι την 1η Ιουλίου 2006, παρέχουν ηλεκτρονικά συστήματα κράτησης και επιβεβαίωσης δυναμικότητας μέσω δικτύου και διαδικασίες ορισμού και επανορισμού, μετά από διαβούλευση με τους σχετικούς χρήστες του δικτύου.

6.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δεν χρεώνουν χωριστά τους χρήστες του δικτύου για αιτήματα παροχής πληροφοριών και συναλλαγές που σχετίζονται με τις συμβάσεις μεταφοράς τις οποίες έχουν συνάψει και που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τυποποιημένους κανόνες και διαδικασίες.

7.

Τα αιτήματα παροχής πληροφοριών που απαιτούν εξαιρετικές ή υπέρογκες δαπάνες, όπως μελέτες σκοπιμότητας, είναι δυνατόν να χρεώνονται χωριστά, εφόσον τα έξοδα είναι δυνατόν να δικαιολογηθούν δεόντως.

8.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς συνεργάζονται με άλλους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς για τον συντονισμό της συντήρησης των αντίστοιχων δικτύων τους, προκειμένου να ελαχιστοποιούν την πιθανότητα διαταραχής των υπηρεσιών μεταφοράς για τους χρήστες του δικτύου και τους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς σε άλλους τομείς και προκειμένου να εξασφαλίζουν ισότιμα οφέλη όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης.

9.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τουλάχιστον μία φορά ετησίως, σε προκαθορισμένη προθεσμία και κατόπιν έγκαιρης προειδοποίησης, όλες τις προγραμματισμένες περιόδους συντήρησης που είναι δυνατόν να επηρεάζουν τα δικαιώματα των χρηστών των δικτύων, τα οποία απορρέουν από τις συμβάσεις μεταφοράς καθώς και τις σχετικές λειτουργικές πληροφορίες. Αυτό περιλαμβάνει την έγκαιρη και χωρίς διακρίσεις δημοσίευση κάθε μεταβολής των προγραμματισμένων περιόδων συντήρησης και ενημέρωση μη προγραμματισμένης συντήρησης, ευθύς ως η πληροφορία περιέρχεται σε γνώση του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς. Κατά τις περιόδους συντήρησης, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τακτικά επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις λεπτομέρειες και την αναμενόμενη διάρκεια καθώς και τις επιπτώσεις της συντήρησης.

10.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διατηρούν και μεταβιβάζουν στην αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος, ημερήσιο ημερολόγιο της πραγματοποιηθείσας συντήρησης και των διαταραχών της ροής που σημειώθηκαν. Οι πληροφορίες διατίθενται επίσης κατόπιν αιτήματος σε όσους επηρεάζονται από τυχόν διαταραχές.

2.   ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ

2.1.   ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

1.

Οι μηχανισμοί καταμερισμού δυναμικότητας και οι διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης διευκολύνουν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού και την ομαλή εμπορία της δυναμικότητας και είναι συμβατοί με τους μηχανισμούς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των αγορών άμεσης παράδοσης (spot) και των κόμβων διαπραγμάτευσης. Είναι ευέλικτοι και προσαρμόσιμοι στις εξελισσόμενες συνθήκες της αγοράς.

2.

Αυτοί οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες λαμβάνουν υπόψη την ακεραιότητα του σχετικού δικτύου καθώς και την ασφάλεια του εφοδιασμού.

3.

Αυτοί οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες δεν εμποδίζουν την είσοδο νεοεισερχόμενων στην αγορά ούτε δημιουργούν αδικαιολόγητους φραγμούς για την είσοδο στην αγορά. Δεν εμποδίζουν τους φορείς της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των νεοεισερχόμενων στην αγορά και εταιρειών με μικρό μερίδιο αγοράς, να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά.

4.

Οι εν λόγω μηχανισμοί και διαδικασίες αποτελούν τους κατάλληλους οικονομικούς δείκτες για την αποτελεσματική και μέγιστη αξιοποίηση της τεχνικής δυναμικότητας και τη διευκόλυνση των επενδύσεων σε νέες υποδομές.

5.

Οι χρήστες του δικτύου ειδοποιούνται για περιστάσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη διαθεσιμότητα της συμβατικής δυναμικότητας. Η πληροφόρηση όσον αφορά τη διακοπή πρέπει να απηχεί το επίπεδο της πληροφόρησης που διαθέτουν οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς.

6.

Σε περίπτωση δυσκολιών όσον αφορά την εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων παράδοσης που οφείλονται στην ακεραιότητα του συστήματος, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς θα πρέπει να ενημερώνουν τους χρήστες του δικτύου και προσπαθούν να εξεύρουν, αμελλητί, λύση που δεν θα συνεπάγεται διακρίσεις.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς συνεργάζονται με τους χρήστες του δικτύου όσον αφορά τις διαδικασίες πριν από την εφαρμογή τους, και συμφωνούν επ' αυτών με τη ρυθμιστική αρχή.

2.2.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ

1.

Στην περίπτωση που η συμβατική δυναμικότητα δεν χρησιμοποιείται, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διαθέτουν τη δυναμικότητα αυτή στην πρωτογενή αγορά σε διακοπτόμενη βάση, μέσω συμβάσεων διαφοροποιημένης διάρκειας, για όσον καιρό η δυναμικότητα αυτή δεν διατίθεται από τον ενδιαφερόμενο χρήστη του δικτύου στη δευτερογενή αγορά σε εύλογη τιμή.

2.

Τα έσοδα από τη διατεθείσα διακοπτόμενη δυναμικότητα κατανέμονται με βάση τους κανόνες που καθορίζει ή εγκρίνει η αρμόδια ρυθμιστική αρχή. Οι κανόνες αυτοί είναι συμβατοί με την απαίτηση αποτελεσματικής και αποδοτικής χρήσης του συστήματος.

3.

Η αρμόδια ρυθμιστική αρχή είναι δυνατόν να καθορίζει εύλογη τιμή της διατεθείσας διακοπτόμενης δυναμικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές επικρατούσες συνθήκες.

4.

Εφόσον απαιτείται, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς καταβάλλουν εύλογες προσπάθειες να προσφέρουν τουλάχιστον μέρος της αχρησιμοποίητης δυναμικότητας στην αγορά ως αμετάβλητη δυναμικότητα.

3.   ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΟΙ ΧΡΗΣΤΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΝ ΠΛΗΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ, ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΥΤΕΣ

3.1.   ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΟΙ ΧΡΗΣΤΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΝ ΠΛΗΡΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΔΙΚΤΥΟ

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες σχετικά με τα δίκτυα και τις υπηρεσίες τους:

α)

Λεπτομερή και πλήρη περιγραφή των διάφορων υπηρεσιών που προσφέρονται καθώς και τις τιμές τους·

β)

τους διάφορους τύπους των συμβάσεων μεταφοράς που διατίθενται για τις υπηρεσίες αυτές και, όπου ισχύει, τον κώδικα του δικτύου και/ή τους τυπικούς όρους που περιγράφουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όλων των χρηστών του δικτύου, συμπεριλαμβανομένων των εναρμονισμένων συμβάσεων μεταφοράς και άλλων σχετικών εγγράφων·

γ)

τις εναρμονισμένες διαδικασίες που ισχύουν κατά τη χρήση του δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των κυριότερων όρων·

δ)

διατάξεις σχετικά με τον καταμερισμό της δυναμικότητας, τη διαχείριση συμφορήσεων και τις διαδικασίες εναντίον της επί κερδοσκοπία αποθεματοποίησης και της επαναχρησιμοποίησης·

ε)

κανόνες που ισχύουν για την εμπορία δυναμικότητας στη δευτερογενή αγορά έναντι του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς·

στ)

εφόσον ισχύουν, τα επίπεδα ευελιξίας και ανοχής που περιλαμβάνονται στις υπηρεσίες μεταφοράς και άλλες υπηρεσίες χωρίς χωριστό τέλος, την επιπλέον παρεχόμενη ευελιξία καθώς και τα αντίστοιχα τέλη·

ζ)

λεπτομερή περιγραφή του δικτύου αερίου του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, που περιλαμβάνει όλα τα σχετικά σημεία διασύνδεσης του δικτύου με εκείνα άλλων διαχειριστών δικτύων μεταφοράς και/ή υποδομές αερίου, όπως υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και την υποδομή που απαιτείται για την παροχή βοηθητικών υπηρεσιών, όπως καθορίζονται στο άρθρο 2, σημείο 14 της οδηγίας 2009/…/ΕΚ·

η)

πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα του αερίου και τις απαιτήσεις πίεσης·

θ)

κανόνες που ισχύουν για τη σύνδεση με το δίκτυο του διαχειριστή·

ι)

κάθε έγκαιρα παρεχόμενη πληροφορία σχετικά με προτεινόμενες και/ή υφιστάμενες αλλαγές στις υπηρεσίες ή τους όρους, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που αναφέρονται στα σημεία α) ως θ).

3.2.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ

Τα σχετικά σημεία περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

Όλα τα σημεία εισόδου στο δίκτυο του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς·

β)

τα σημαντικότερα σημεία εξόδου και ζώνες εξόδου που καλύπτουν τουλάχιστον το 50 % της συνολικής δυναμικότητας εξόδου του δικτύου για δεδομένο διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων όλων των σημείων εξόδου ή ζωνών εξόδου που καλύπτουν τουλάχιστον το 2 % της συνολικής δυναμικότητας εξόδου του δικτύου·

γ)

όλα τα σημεία που συνδέουν διαφορετικά δίκτυα του διαχειριστή δικτύου μεταφοράς·

δ)

όλα τα σημεία που συνδέουν το δίκτυο ενός διαχειριστή δικτύου μεταφοράς με τερματικό υγροποιημένου φυσικού αερίου·

ε)

Όλα τα σημαντικά σημεία εντός του δικτύου δεδομένου διαχειριστή δικτύου μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των σημείων σύνδεσης με κόμβους αερίου. Όλα τα σημεία που θεωρούνται σημαντικά και τα οποία, βάσει της εμπειρίας, υπάρχει πιθανότητα να παρουσιάσουν φυσική συμφόρηση.

στ)

όλα τα σημεία που συνδέουν το δίκτυο δεδομένου διαχειριστή δικτύου μεταφοράς με την υποδομή που απαιτείται για την παροχή βοηθητικών υπηρεσιών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 14, της οδηγίας 2009/…/ΕΚ.

3.3.   ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΥΤΕΣ

1.

Σε όλα τα σχετικά σημεία, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της δυναμικότητας μέχρι και σε ημερήσια βάση· η δημοσίευση γίνεται στο διαδίκτυο σε τακτικά/κυλιόμενα διαστήματα και με τυποποιημένο, φιλικό προς τον χρήστη, τρόπο:

α)

Μέγιστη τεχνική δυναμικότητα για τη ροή και στις δύο κατευθύνσεις,

β)

συνολική συμβατική και διακοπτόμενη δυναμικότητα,

γ)

διαθέσιμη δυναμικότητα.

2.

Για όλα τα σχετικά σημεία, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν τις διαθέσιμες δυναμικότητες για περίοδο τουλάχιστον 18 μηνών εκ των προτέρων και επικαιροποιούν τις πληροφορίες αυτές τουλάχιστον κάθε μήνα ή συχνότερα, σε περίπτωση που διατίθενται νέες πληροφορίες.

3.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν ημερήσιες επικαιροποιήσεις της διαθεσιμότητας βραχυπρόθεσμων υπηρεσιών (προηγούμενη ημέρα, προηγούμενη εβδομάδα) με βάση, μεταξύ άλλων, ορισμούς, επικρατούσες συμβατικές δεσμεύσεις και κανονικές μακροπρόθεσμες προβλέψεις διαθέσιμων δυναμικοτήτων σε ετήσια βάση για τα επόμενα 10 έτη και για όλα τα σχετικά σημεία.

4.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δημοσιεύουν ιστορικά στοιχεία μέγιστου και ελάχιστου ποσοστού χρήσης δυναμικότητας και μέσους ετήσιους όρους της ροής σε όλα τα σχετικά σημεία για τα τρία τελευταία έτη και σε κυλιόμενη βάση.

5.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διατηρούν ημερήσιο ημερολόγιο της πραγματικής συνολικής ροής τουλάχιστον επί τρίμηνο.

6.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς διατηρούν αρχεία όλων των συμβάσεων δυναμικότητας και άλλων σχετικών πληροφοριών που αφορούν τον υπολογισμό και την εξασφάλιση πρόσβασης στις διαθέσιμες δυναμικότητες, στα οποία έχουν πρόσβαση οι αρμόδιες εθνικές ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους.

7.

Οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς παρέχουν φιλικά προς τον χρήστη εργαλεία υπολογισμού των τιμολογίων για τις διαθέσιμες υπηρεσίες και για την επαλήθευση της διαθέσιμης δυναμικότητας σε σύνδεση.

8.

Στην περίπτωση που οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς δεν έχουν τη δυνατότητα να δημοσιεύσουν τις πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 7, ζητούν τη γνώμη των αρμόδιων εθνικών ρυθμιστικών τους αρχών και εκπονούν πρόγραμμα δράσης για να υλοποιήσουν τις απαιτήσεις αυτές, το ταχύτερο δυνατόν, και, πάντως, το αργότερο, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2006.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1775/2005

Παρών κανονισμός

Άρθρο1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 3

Άρθρο 13

Άρθρο 4

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 5

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 6

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 7

Άρθρο 21

Άρθρο 8

Άρθρο 22

Άρθρο 9

Άρθρο 23

Άρθρο 10

Άρθρο 24

Άρθρο 11

Άρθρο 25

Άρθρο 12

Άρθρο 26

Άρθρο 13

Άρθρο 27

Άρθρο 14

Άρθρο 28

Άρθρο 15

Άρθρο 29

Άρθρο 16

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 17

Άρθρο 32

Παράρτημα

Παράρτημα Ι


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΟΓΗ

1.

Στις 19 Σεπτεμβρίου 2007, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1775/2005 σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, βάσει του άρθρου 95 της Συνθήκης, στα πλαίσια δέσμης, μαζί με τέσσερις άλλες προτάσεις που αφορούν την εσωτερική αγορά ενέργειας.

2.

Η Επιτροπή των Περιφερειών και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή διατύπωσαν τη γνώμη τους για το σύνολο της δέσμης στις 10 (1) και 22 Απριλίου 2008 (2) αντίστοιχα.

3.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατύπωσε τη γνώμη του (3) σε πρώτη ανάγνωση στις 9 Ιουλίου 2008, εγκρίνοντας 47 τροπολογίες. Η Επιτροπή δεν υπέβαλε τροποποιημένη πρόταση.

4.

Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση σύμφωνα με το άρθρο 251 της Συνθήκης, υπό τη μορφή αναδιατυπωμένου κανονισμού.

II.   ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

5.

Η πρόταση αποτελεί μέρος της τρίτης δέσμης για την εσωτερική αγορά ενέργειας, μαζί με την οδηγία σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, τον κανονισμό σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας, την οδηγία σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, και τον κανονισμό για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, αποσκοπεί δε στο να συμβάλει να συμβάλει στην επίτευξη του στόχου της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, προβλέποντας ιδίως:

διατάξεις με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, μεταξύ άλλων, μέσω της σύστασης Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Φυσικού Αερίου (ΕΔΔΣΜ Φυσικού Αερίου)·

βελτιωμένες προδιαγραφές διαφάνειας·

διατάξεις με στόχο τη βελτίωση της πρόσβασης στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου και στις εγκαταστάσεις ΥΦΑ.

III.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

6.   Γενικές παρατηρήσεις

6.1.

Το Συμβούλιο έκρινε ότι η αναδιατύπωση των διατάξεων του κανονισμού παρέχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και συνοχή με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1775/2005, καθιστώντας παράλληλα πιο ευανάγνωστες τις διατάξεις αυτές. Ωστόσο, στα πλαίσια της ενέργειάς του αυτής, το Συμβούλιο κατ' αρχήν σεβάστηκε απολύτως την τροποποιητική πρόταση της Επιτροπής, μην επεμβαίνοντας σε διατάξεις που δεν έθιγε η πρόταση της Επιτροπής, παρεκτός όταν υπήρχε ανάγκη τροποποίησης εξ αιτίας των αλλαγών που επέφερε στην πρόταση το Συμβούλιο, των αλλαγών στις παραπομπές από την επαναρίθμηση των άρθρων κλπ. Το Συμβούλιο ακολούθησε στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά την ίδια μεταχείριση των τομέων της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου.

Η Επιτροπή δέχθηκε όλες τις αλλαγές που επέφερε στην πρότασή της το Συμβούλιο.

6.2.

Όσον αφορά τις 47 τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ακολούθησε την Επιτροπή

δεχόμενο τις ακόλουθες επτά τροπολογίες εν μέρει/κατ' αρχήν: 12, 14, 16, 19, 50, 51 και 44

και

απορρίπτοντας τις ακόλουθες έξι τροπολογίες: 4, 7, 13, 15, 23 και 28, για λόγους ουσίας, και/ή τύπου.

6.3.

Το Συμβούλιο παρεξέκλινε από τη θέση της Επιτροπής

δεχόμενο τρεις τροπολογίες: 40 (κατ' αρχήν), 42 (ως προς το πνεύμα της) και 45 (εν μέρει)

και

απορρίπτοντας τις ακόλουθες 31 τροπολογίες: 1-3, 5, 6, 8-11, 17, 18, 49, 22, 24-27, 29-31, 47, 33-39, 41, 43 και 46.

7.   Ειδικές παρατηρήσεις:

7.1.

Όσον αφορά τις τροπολογίες του ΕΚ όπου το Συμβούλιο αποκλίνει από τη θέση της Επιτροπής:

α)

Το Συμβούλιο δέχεται

την τροπ. 40 κατ' αρχήν διότι θεωρεί ότι απαιτείται μνεία της «ομάδας εγκαταστάσεων αποθήκευσης», αλλά πρέπει να προστεθεί και ένας όρος·

την τροπ. 42 ως προς το πνεύμα της διότι θεωρεί ότι η εμπιστευτική διαχείριση δεδομένων σχετικά με την αποθήκευση μπορεί να είναι απαραίτητη υπό ορισμένες προϋποθέσεις και εντός ορίων·

την τροπ. 45 εν μέρει, διαγράφοντας ορισμένα σημεία για τα οποία η Επιτροπή είχε προτείνει τη δυνατότητα έγκρισης κατευθυντηρίων γραμμών μέσω της διαδικασίας επιτροπολογίας.

β)

Το Συμβούλιο απέρριψε τις 31 τροπολογίες που αναφέρονται ανωτέρω (σημείο 6.3.) για τους εξής λόγους:

i)

Οι τροπολογίες αφορούν διατάξεις που δεν περιλαμβάνονται στην πρόταση της Επιτροπής· οι τροπολογίες απορρίφθηκαν κατ' αρχήν (βλ. ανωτέρω σημείο 6.1): τροπ. 24, 25 και 31.

ii)

Οι τροπολογίες δεν είναι απαραίτητες ή δεν προσθέτουν αξία, κυρίως διότι τα θέματα καλύπτονται εν μέρει/επαρκώς από άλλα σημεία του κειμένου: τροπ. 2· η τροπ. 3 καλύπτεται επαρκώς από την αιτιολογική σκέψη 14· τροπ. 5, 6, 8, 11, 17· η τροπ. 49 καλύπτεται από το άρθρο 8 (παρ. 8 + 9)· η τροπ. 27 καλύπτεται επαρκώς από το άρθρο 13, παρ. 1· τροπ. 30· η τροπ. 33 καλύπτεται επαρκώς από το άρθρο 1, στοιχείο γ)· η τροπ. 34 καλύπτεται εν μέρει από το άρθρο 16, παρ. 5· οι τροπ. 36, 37 και 38 (πρώτο μέρος)· τροπ. 43: η αρχή καλύπτεται από το άρθρο 1.

iii)

Οι τροπολογίες δεν είναι σαφείς: τροπ. 1 και 29.

iv)

Η τροπολογία εισάγει κείμενο το οποίο δεν είναι κατάλληλο, μεταξύ άλλων, διότι τα καθήκοντα και οι εξουσίες των ρυθμιστικών αρχών ορίζονται στην οδηγία για το φυσικό αέριο: τροπ. 9, 10 (επιπλέον, το Συμβούλιο έχει μεταφέρει το άρθρο για τις αγορές λιανικής στην οδηγία για το φυσικό αέριο), 38 (δεύτερο μέρος), 39, 46.

v)

Οι τροπολογίες δεν είναι κατάλληλες: τροπ. 26 διότι το άρθρο 13 αφορά τα τιμολόγια, όχι τους κανόνες πρόσβασης· τροπ. 47 ιδίως λόγω της διαγραφής του στοιχείου β) της παραγράφου 3 του άρθρου 16.

vi)

Η τροπ. 18 εισάγει κείμενο το οποίο δεν αντιστοιχεί στο ρόλο τον οποίο επιφυλάσσει το Συμβούλιο στον Οργανισμό· ο Οργανισμός δεν είναι πρέπον, για νομικούς λόγους, να εγκρίνει κωδικούς δικτύου ή να λαμβάνει αποφάσεις με γενική εμβέλεια.

vii)

Την τροπ. 22 διότι οι διαβουλεύσεις (άρθρο 10) θα πρέπει να διενεργούνται από το ΕΔΔΣΜ· η διαβούλευση που οφείλει να διενεργεί ο Οργανισμός καλύπτεται από το άρθρο 6.

viii)

Η τροπ. 35 δεν είναι κατάλληλη διότι να μπορούσε να οδηγήσει σε υπερβολική ρύθμιση και το κείμενο που εισάγεται με την τροπ. 41 δεν είναι απαραίτητο για τη λειτουργία του κανονισμού.

7.2

Αναφορικά με την πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο εισήγαγε ορισμένες άλλες τροποποιήσεις (ουσίας και/ή τύπου)· οι κυριότερες παρατίθενται κατωτέρω.

a)

Πιστοποίηση ΔΣΜ:

Το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να μεταφερθεί το μέρος της διαδικασίας πιστοποίησης που ορίζει τον ρόλο της Επιτροπής σε αυτή τη διαδικασία, από την οδηγία για το φυσικό αέριο στο νέο άρθρο 3 του υπό εξέταση κανονισμού.

β)

Καθορισμός και τροποποίηση κωδίκων δικτύου:

Το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να θεσπίσει λεπτομερέστερη διαδικασία καθορισμού κωδίκων δικτύου (άρθρο 6) και άλλη —συνοπτικότερη— διαδικασία για την τροποποίηση των κωδίκων δικτύου (άρθρο 7). Τα άρθρα αυτά αντικατέστησαν το άρθρο 2 στοιχείο ε της πρότασης της Επιτροπής. Το Συμβούλιο απένειμε σαφή ρόλο στον Οργανισμό, ο οποίος θα πρέπει να καταρτίσει γενικές, μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές πλαισίου ως βάση για τους κώδικες δικτύου που θα καθορίσει το ΕΔΔΣΜ, να επανεξετάσει τα σχέδια κωδίκων δικτύου και να αξιολογήσει τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των κωδίκων δικτύου. Σε περίπτωση που είναι απαραίτητο, η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει τους κώδικες αυτούς με τη διαδικασία της επιτροπολογίας, ούτως ώστε να καθίστανται δεσμευτικοί (βλέπε επίσης αιτιολογική παράγραφο 14).

γ)

Παρακολούθηση από τον Οργανισμό

Το Συμβούλιο εισήγαγε δύο παραγράφους που καθορίζουν τον εποπτικό ρόλο του Οργανισμού σε σχέση με την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου από το ΕΔΔΣΜ (άρθρο 9 παράγραφος 1 εδάφια 2 και 3).

δ)

Απαιτήσεις διαφάνειας/εμπιστευτικότητας

Το Συμβούλιο θεώρησε σημαντικό να εξασφαλισθεί η εμπιστευτικότητα για εμπορικώς ευαίσθητα δεδομένα όσον αφορά την αποθήκευση, με την επιφύλαξη της έγκρισης από τη ρυθμιστική αρχή (αιτιολογική σκέψη 23 και άρθρο 19, παρ. 4, δεύτερο εδάφιο).

ε)

Αγορές λιανικής:

Το Συμβούλιο θεώρησε σκόπιμο να αναδιατυπωθεί το άρθρο για τις αγορές λιανικής, συν τοις άλλοις, με αφαίρεση της αναφοράς στον διασυνοριακό χαρακτήρα, και να μεταφερθεί από τον κανονισμό (άρθρο 8α της πρότασης της Επιτροπής) στην οδηγία για το φυσικό αέριο (νέο άρθρο 44).

στ)

Λοιπά σημεία:

Το Συμβούλιο επανέφερε το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 1 το οποίο απορρέει από τον ισχύοντα κανονισμό για το φυσικό αέριο και συμφωνεί με το πνεύμα της πρότασης της Επιτροπής.

Το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί ο όρος «πρόγραμμα ανάπτυξης του δικτύου» αντί του όρου «επενδυτικό πρόγραμμα» και να διευκρινισθεί ότι τα προγράμματα αυτά είναι μη δεσμευτικά (άρθρο 8, παρ. 3 στοιχείο α)).

Ακολουθώντας τον τύπο της αναδιατύπωσης, το Συμβούλιο εισήγαγε νέο άρθρο για την κατάργηση της ισχύουσας νομοθετικής πράξης (άρθρο 31).


(1)  ΕΕ C 172, 5.7.2008, σ. 55.

(2)  ΕΕ C 211, 19.8.2008, σ. 23.

(3)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 75/58


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 13/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 16 Φεβρουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες και για την κατάργηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1172/95 του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 75 E/04)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 285 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι στατιστικές πληροφορίες σχετικά με τις εμπορικές ροές των κρατών μελών με τις τρίτες χώρες έχουν ουσιαστική σημασία για τις οικονομικές και εμπορικές πολιτικές της Κοινότητας και για την ανάλυση των εξελίξεων της αγοράς ως προς μεμονωμένα αγαθά. Η διαφάνεια του στατιστικού συστήματος θα πρέπει να βελτιωθεί ώστε το σύστημα να μπορεί να ανταποκρίνεται στο μεταβαλλόμενο διοικητικό περιβάλλον και να ικανοποιεί τις νέες απαιτήσεις των χρηστών. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1172/95 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 1995, σχετικά με τις στατιστικές για τις ανταλλαγές αγαθών της Κοινότητας και των κρατών μελών της με τις τρίτες χώρες (3) θα πρέπει, επομένως, να αντικατασταθεί από νέο κανονισμό σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 285 παράγραφος 2 της Συνθήκης.

(2)

Οι στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου βασίζονται σε δεδομένα που προέρχονται από τελωνειακές διασαφήσεις, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (4) (στο εξής ο «τελωνειακός κώδικας»). Η πρόοδος της ευρωπαϊκής ενοποίησης και οι αλλαγές που συνεπάγεται ως προς τον εκτελωνισμό, συμπεριλαμβανομένων των ενιαίων αδειών για τη χρήση της απλουστευμένης διασάφησης ή της διαδικασίας τοπικού εκτελωνισμού, καθώς και για τον κεντρικό εκτελωνισμό, που θα προκύψουν από την τρέχουσα διαδικασία εκσυγχρονισμού του τελωνειακού κώδικα όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (5) (στο εξής «εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας»), επιβάλλουν ορισμένες αλλαγές. Συγκεκριμένα, καθιστούν αναγκαία την προσαρμογή του τρόπου κατάρτισης των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου, την επανεξέταση της έννοιας του κράτους μέλους εισαγωγής ή εξαγωγής και τον ακριβέστερο καθορισμό της πηγής δεδομένων για την κατάρτιση των κοινοτικών στατιστικών.

(3)

Οι απλουστεύσεις των τελωνειακών διατυπώσεων και ελέγχων βάσει του εκσυγχρονισμένου τελωνειακού κώδικα μπορεί να οδηγήσουν σε μη διαθεσιμότητα τελωνειακών διασαφήσεων. Προκειμένου να διατηρείται πλήρης η κατάρτιση στατιστικών για το εξωτερικό εμπόριο, θα πρέπει να θεσπιστούν μέτρα που θα διασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς που επωφελούνται της απλούστευσης θα παρέχουν στατιστικά δεδομένα.

(4)

Η απόφαση αριθ. 70/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, για ένα περιβάλλον χωρίς χαρτί για τα τελωνεία και τις εμπορικές επιχειρήσεις (6), θα συστήσει ηλεκτρονικό τελωνειακό σύστημα ανταλλαγής των δεδομένων που περιλαμβάνονται στις τελωνειακές διασαφήσεις. Για να καταγράφεται η πραγματική εμπορική ροή των αγαθών μεταξύ των κρατών μελών και των τρίτων χωρών και για να εξασφαλίζεται ότι στο σχετικό κράτος μέλος είναι διαθέσιμα τα δεδομένα για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, είναι αναγκαίες και θα πρέπει να καθοριστούν οι ρυθμίσεις μεταξύ των τελωνειακών και των στατιστικών αρχών. Στις ρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνονται κανόνες για την ανταλλαγή των δεδομένων μεταξύ των διοικήσεων των κρατών μελών. Το εν λόγω σύστημα ανταλλαγής δεδομένων θα πρέπει να χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο την υποδομή των τελωνειακών αρχών.

(5)

Για την κατανομή των εξαγωγών και των εισαγωγών της Κοινότητας ανά κράτος μέλος, είναι αναγκαίο να συγκεντρώνονται δεδομένα για το «κράτος μέλος προορισμού», για τις εισαγωγές, και για το «κράτος μέλος πραγματικής εξαγωγής», για τις εξαγωγές. Μεσοπρόθεσμα, για τους σκοπούς των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου, αυτά τα κράτη μέλη θα πρέπει να ονομάζονται κράτος μέλος εισαγωγής και κράτος μέλος εξαγωγής.

(6)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα αγαθά που προορίζονται για το εξωτερικό εμπόριο πρέπει να ταξινομούνται σύμφωνα με τη «συνδυασμένη ονοματολογία» που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987 για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (7) (στο εξής «συνδυασμένη ονοματολογία»).

(7)

Για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες ενημέρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Επιτροπής σχετικά με το μερίδιο του ευρώ στις διεθνείς εμπορευματικές συναλλαγές, η λογιστική μονάδα για τις εξαγωγές και τις εισαγωγές θα πρέπει να αναφέρεται σε συγκεντρωτικό επίπεδο.

(8)

Για τους σκοπούς των εμπορικών διαπραγματεύσεων και της διαχείρισης της εσωτερικής αγοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τη προτιμησιακή μεταχείριση των αγαθών που εισάγονται στην Κοινότητα.

(9)

Οι στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου παρέχουν δεδομένα για την κατάρτιση των ισοζυγίων πληρωμών και των εθνικών λογαριασμών. Τα χαρακτηριστικά βάσει των οποίων είναι δυνατή η προσαρμογή τους για τους σκοπούς των ισοζυγίων πληρωμών θα πρέπει να αποτελέσουν τμήμα του υποχρεωτικού και τυποποιημένου συνόλου δεδομένων.

(10)

Οι στατιστικές των κρατών μελών για τις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης και τις ελεύθερες ζώνες δεν υπόκεινται σε εναρμονισμένες διατάξεις. Ωστόσο, η κατάρτιση αυτών των στατιστικών για εθνικούς σκοπούς παραμένει προαιρετική.

(11)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν στη Eurostat ετήσια ομαδοποιημένα δεδομένα για το εμπόριο, ταξινομημένα κατά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά, που μεταξύ άλλων θα διευκολύνουν την ανάλυση του τρόπου λειτουργίας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Ο σύνδεσμος μεταξύ των επιχειρήσεων και των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών δημιουργείται συνδυάζοντας τα δεδομένα για τον εισαγωγέα και τον εξαγωγέα που είναι διαθέσιμα στην τελωνειακή διασάφηση με τα δεδομένα που ζητούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 117/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινού πλαισίου όσον αφορά τα μητρώα επιχειρήσεων για στατιστικούς σκοπούς (8).

(12)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 1997, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές (9) παρέχει πλαίσιο αναφοράς για τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, για να είναι χρήσιμες οι στατιστικές, το ιδιαίτερα λεπτομερές επίπεδο των πληροφοριών για τις εμπορικές συναλλαγές απαιτεί την εφαρμογή ειδικών κανόνων απορρήτου.

(13)

Η διαβίβαση δεδομένων που υπόκεινται στο στατιστικό απόρρητο διέπεται από τους κανόνες που ορίζουν ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 322/97 και ο κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΟΚ) αριθ. 1588/90 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο (10). Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τους ανωτέρω κανονισμούς εξασφαλίζουν την φυσική και λογική προστασία των εμπιστευτικών δεδομένων και εξασφαλίζουν ότι δεν γίνεται παράνομη γνωστοποίηση και χρήση για μη στατιστικούς σκοπούς, όταν παράγονται και διαδίδονται οι κοινοτικές στατιστικές.

(14)

Για την παραγωγή και τη διάδοση κοινοτικών στατιστικών στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και η στατιστική υπηρεσία της Κοινότητας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις αρχές που καθορίζονται στον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, ο οποίος εγκρίθηκε από την Επιτροπή Στατιστικού Προγράμματος στις 24 Φεβρουαρίου 2005 και προσαρτήθηκε στη σύσταση της Επιτροπής της 25ης Μαΐου 2005 σχετικά με την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και την υπευθυνότητα των εθνικών και κοινοτικών στατιστικών αρχών.

(15)

Θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις οι οποίες θα παραμείνουν σε ισχύ έως ότου οι αλλαγές της τελωνειακής νομοθεσίας αποδώσουν πρόσθετα δεδομένα στην τελωνειακή διασάφηση και έως ότου η κοινοτική νομοθεσία επιβάλει την ηλεκτρονική ανταλλαγή των τελωνειακών δεδομένων.

(16)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η θέσπιση ενός κοινού πλαισίου για τη συστηματική παραγωγή κοινοτικών στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου, είναι αδύνατο να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς, λόγω της κλίμακας και των συνεπειών του κανονισμού, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(17)

Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου 1999/468/ΕΚ, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (11).

(18)

Ειδικότερα, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να προσαρμόσει τον κατάλογο των τελωνειακών διαδικασιών καθώς και των τελωνειακών προορισμών ή χρήσεων που καθορίζουν μια εξαγωγή ή μια εισαγωγή για τις στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου, να θεσπίσει διαφορετικούς ή ειδικούς κανόνες για τα αγαθά ή τις μετακινήσεις για τα οποία, για μεθοδολογικούς λόγους, απαιτούνται ειδικές διατάξεις, να προσαρμόσει τον κατάλογο των αγαθών και μετακινήσεων που εξαιρούνται από τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου, να καθορίσει πηγές δεδομένων άλλες από την τελωνειακή διασάφηση για τα μητρώα εισαγωγής και εξαγωγής σχετικά με ορισμένα αγαθά ή μετακινήσεις, να προσδιορίσει τα στατιστικά δεδομένα, μεταξύ άλλων τους κωδικούς που πρέπει να χρησιμοποιούνται, να καθορίσει τις απαιτήσεις για δεδομένα που αφορούν ορισμένα αγαθά ή μετακινήσεις, να καθορίσει απαιτήσεις για την κατάρτιση στατιστικών, να προσδιορίσει χαρακτηριστικά των δειγμάτων, να καθορίσει την περίοδο αναφοράς και το επίπεδο ομαδοποίησης των χωρών εταίρων, τα αγαθά και τα εθνικά νομίσματα· επίσης, να προσαρμόσει την προθεσμία διαβίβασης των στατιστικών, το περιεχόμενο, την κάλυψη και τους όρους αναθεώρησης για στατιστικές που ήδη διαβιβάστηκαν, καθώς και να καθορίσει την προθεσμία διαβίβασης των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών κατά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά και των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά λογιστική μονάδα. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με νέα, μη ουσιώδη στοιχεία, αυτά τα μέτρα πρέπει να λαμβάνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ένα κοινό πλαίσιο για τη συστηματική παραγωγή κοινοτικών στατιστικών σχετικά με τις εμπορικές συναλλαγές με τρίτες χώρες (στο εξής «στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου»).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«αγαθά» είναι κάθε κινητή περιουσία, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας·

β)

«στατιστικό έδαφος της Κοινότητας» είναι το «τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας», όπως ορίζεται στον τελωνειακό κώδικα, με την προσθήκη της Νήσου Ελιγολάνδης στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας·

γ)

«εθνικές στατιστικές αρχές» είναι τα εθνικά στατιστικά ιδρύματα και τα άλλα όργανα τα οποία είναι αρμόδια σε κάθε κράτος μέλος για την παραγωγή στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου·

δ)

«τελωνειακές αρχές» είναι οι «τελωνειακές αρχές» όπως ορίζονται στον τελωνειακό κώδικα·

ε)

«τελωνειακή διασάφηση» είναι η «τελωνειακή διασάφηση» όπως ορίζεται στον τελωνειακό κώδικα·

στ)

«απόφαση των τελωνειακών αρχών» είναι κάθε επίσημη πράξη των τελωνειακών αρχών που συνδέεται με αποδεκτές τελωνειακές διασαφήσεις και έχει νομική ισχύ έναντι ενός ή περισσοτέρων προσώπων.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

1.   Στις στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου καταγράφονται οι εισαγωγές και οι εξαγωγές αγαθών.

Μια εξαγωγή καταγράφεται από τα κράτη μέλη σε περίπτωση που τα αγαθά εξέρχονται από το στατιστικό έδαφος της Κοινότητας σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες τελωνειακές διαδικασίες ή αποδεκτό τελωνειακό προορισμό, όπως ορίζονται στον τελωνειακό κώδικα:

α)

εξαγωγή·

β)

τελειοποίηση προς επανεισαγωγή·

γ)

επανεξαγωγή ύστερα από τελειοποίηση προς επανεξαγωγή ή μεταποίηση υπό τελωνειακό έλεγχο.

Μια εισαγωγή καταγράφεται από τα κράτη μέλη σε περίπτωση που τα εμπορεύματα εισέρχονται στο στατιστικό έδαφος της Κοινότητας σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες τελωνειακές διαδικασίες, όπως ορίζονται στον τελωνειακό κώδικα:

α)

θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία·

β)

τελειοποίηση προς επανεξαγωγή·

γ)

μεταποίηση υπό τελωνειακό έλεγχο.

2.   Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού για την προσαρμογή του καταλόγου των τελωνειακών διαδικασιών ή του αποδεκτού τελωνειακού προορισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις του τελωνειακού κώδικα ή οι διατάξεις που απορρέουν από διεθνείς συνθήκες, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

3.   Για λόγους μεθοδολογίας, απαιτούνται ειδικές διατάξεις για ορισμένα αγαθά ή μετακινήσεις. Αυτό αφορά τις βιομηχανικές μονάδες, τα πλοία και τα αεροσκάφη, τα προϊόντα θαλάσσης, τις προμήθειες πλοίων και αεροσκαφών, τις τμηματικές αποστολές, τα στρατιωτικά είδη, τα αγαθά προς ή από εγκαταστάσεις ανοικτής θάλασσας, τα διαστημικά οχήματα, τα προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας, αερίου και τα απόβλητα (στο εξής «ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις»).

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις και διαφορετικές ή ειδικές διατάξεις που ισχύουν για αυτά, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

4.   Για λόγους μεθοδολογίας, ορισμένα αγαθά ή μετακινήσεις εξαιρούνται από τις στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου. Αυτό αφορά το νομισματικό χρυσό και μέσα πληρωμής που αποτελούν το επίσημο νόμισμα, αγαθά των οποίων η προβλεπόμενη χρήση είναι διπλωματικού ή παρεμφερούς χαρακτήρα, μετακινήσεις αγαθών μεταξύ κράτους μέλους εισαγωγής και εξαγωγής και των σταθμευμένων στο εξωτερικό εθνικών ενόπλων δυνάμεών τους καθώς και ορισμένα αγαθά που έχουν αποκτηθεί και διατίθενται από αλλοδαπές ένοπλες δυνάμεις, ειδικά αγαθά που δεν αποτελούν αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής, μετακινήσεις πυραύλων φορέων δορυφόρου πριν από την εκτόξευσή του, αγαθά προς επισκευή και κατόπιν αυτής, αγαθά για προσωρινή χρήση ή κατόπιν αυτής, αγαθά που χρησιμεύουν ως φορείς εξατομικευμένων και μεταφορτωμένων πληροφοριών και αγαθά που δηλώνονται προφορικά στις τελωνειακές αρχές των οποίων η αξία δεν υπερβαίνει το στατιστικό όριο των 1 000 ευρώ ή τα 1 000 χιλιόγραμμα σε καθαρή μάζα ή αγαθά που δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν την εξαίρεση αγαθών ή μετακινήσεων από τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

Άρθρο 4

Πηγή των δεδομένων

1.   Η πηγή δεδομένων για τις εγγραφές εισαγωγών και εξαγωγών των αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 είναι η τελωνειακή διασάφηση, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή αλλαγών των στατιστικών δεδομένων που απορρέουν από σχετικές με αυτά τελωνειακές αποφάσεις.

2.   Εφόσον οι περαιτέρω απλουστεύσεις των τελωνειακών διατυπώσεων και ελέγχων σύμφωνα με το άρθρο 116 του εκσυγχρονισμένου τελωνειακού κώδικα συνεπάγονται τη μη διαθεσιμότητα εγγραφών εισαγωγών και εξαγωγών των αγαθών από τις τελωνειακές αρχές, ο οικονομικός φορέας στον οποίο έχει χορηγηθεί η απλούστευση, παρέχει τα στατιστικά δεδομένα που ορίζονται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν άλλες πηγές δεδομένων για την κατάρτιση των εθνικών στατιστικών έως την ημερομηνία εφαρμογής μηχανισμού αμοιβαίας ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 7, παράγραφος 2.

4.   Για ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις, όπως προβλέπονται από το άρθρο 3 παράγραφος 3 μπορούν να χρησιμοποιηθούν άλλες πηγές δεδομένων αντί της τελωνειακής διασάφησης.

5.   Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν τη συλλογή δεδομένων σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3. Στα μέτρα αυτά λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη η ανάγκη σύστασης αποτελεσματικού συστήματος το οποίο θα περιορίζει το διοικητικό φόρτο των οικονομικών φορέων και των διοικήσεων.

Άρθρο 5

Στατιστικά δεδομένα

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν το ακόλουθο σύνολο δεδομένων από τα τις εγγραφές εισαγωγών και εξαγωγών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

α)

ροή των εμπορικών συναλλαγών (εισαγωγές, εξαγωγές)·

β)

μηνιαία περίοδος αναφοράς·

γ)

στατιστική αξία των αγαθών στα εθνικά σύνορα του κράτους μέλους εισαγωγής ή εξαγωγής·

δ)

ποσότητα, εκφρασμένη σε καθαρή μάζα, και σε μια πρόσθετη μονάδα εφόσον αναφέρεται στην τελωνειακή διασάφηση·

ε)

εμπορευόμενος, δηλ. ο εισαγωγέας/παραλήπτης για τις εισαγωγές και ο εξαγωγέας/αποστολέας για τις εξαγωγές·

στ)

τα κράτη μέλη εισαγωγής ή εξαγωγής, δηλαδή το κράτος μέλος στο οποίο κατατίθεται η τελωνειακή διασάφηση, εφόσον αναφέρεται στην τελωνειακή διασάφηση:

(i)

για τις εισαγωγές, το κράτος μέλος προορισμού·

(ii)

για τις εξαγωγές, το κράτος μέλος πραγματικής εξαγωγής·

ζ)

οι χώρες-εταίροι, δηλαδή

(i)

για τις εισαγωγές, η χώρα καταγωγής και η χώρα αποστολής/εξαγωγής·

(ii)

για τις εξαγωγές, η χώρα του τελευταίου γνωστού προορισμού·

η)

τα αγαθά, σύμφωνα με τη συνδυασμένη ονοματολογία, δηλαδή:

(i)

για τις εισαγωγές, ο κωδικός των αγαθών της διάκρισης Taric·

(ii)

για τις εξαγωγές, ο κωδικός των αγαθών της διάκρισης της συνδυασμένης ονοματολογίας·

θ)

ο κωδικός της τελωνειακής διαδικασίας που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της στατιστικής διαδικασίας·

ι)

η φύση της συναλλαγής, εφόσον αναφέρεται στην τελωνειακή διασάφηση·

ια)

η προτιμησιακή μεταχείριση κατά την εισαγωγή σε περίπτωση που χορηγείται από τις τελωνειακές αρχές,

ιβ)

η λογιστική μονάδα, εφόσον αναφέρεται στην τελωνειακή διασάφηση·

ιγ)

ο τρόπος μεταφοράς, με λεπτομερή αναφορά:

(i)

του τρόπου μεταφοράς στα σύνορα·

(ii)

του τρόπου μεταφοράς εντός του κοινοτικού εδάφους·

(iii)

του εμπορευματοκιβωτίου.

2.   Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν περαιτέρω προδιαγραφές για τα δεδομένα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων των κωδικών που πρέπει να χρησιμοποιούνται, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

3.   Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά και με την επιφύλαξη της τελωνειακής νομοθεσίας, τα δεδομένα περιλαμβάνονται στην τελωνειακή διασάφηση.

4.   Για «ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις», όπως προβλέπονται από το άρθρο 3 παράγραφος 3 και για δεδομένα που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, μπορεί να απαιτηθεί περιορισμένο σύνολο δεδομένων.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν αυτό το περιορισμένο σύνολο δεδομένων, εγκρίνεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

Άρθρο 6

Κατάρτιση των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν, για κάθε μηνιαία περίοδο αναφοράς, στατιστικές για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές αγαθών, εκφραζόμενες σε αξία και ποσότητα, ανά:

α)

κώδικα αγαθών·

β)

κράτη μέλη εισαγωγής/εξαγωγής·

γ)

χώρες-εταίρους·

δ)

στατιστική διαδικασία·

ε)

φύση της συναλλαγής·

στ)

προτιμησιακή μεταχείριση, για τις εισαγωγές·

ζ)

τρόπο μεταφοράς.

Οι διατάξεις εφαρμογής για την κατάρτιση των στατιστικών μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

2.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν ετήσιες στατιστικές των εμπορικών συναλλαγών κατά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά, και συγκεκριμένα την οικονομική δραστηριότητα που ασκεί η επιχείρηση σύμφωνα με το τμήμα ή το διψήφιο επίπεδο της κοινής στατιστικής ονοματολογίας των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Κοινότητα (NACE) και ανά κατηγορία μεγέθους υπολογιζόμενη ανάλογα με τον αριθμό των υπαλλήλων.

Οι στατιστικές καταρτίζονται με σύνδεση των δεδομένων για τα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά που έχουν καταγραφεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 177/2008 με τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές. Για το σκοπό αυτό, οι εθνικές τελωνειακές αρχές προσκομίζουν τον αριθμό αναγνώρισης του συγκεκριμένου εμπόρου στις εθνικές στατιστικές αρχές.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, σε σχέση με τη σύνδεση των δεδομένων και αυτών των στατιστικών που πρέπει να καταρτιστούν, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

3.   Κάθε δύο έτη, τα κράτη μέλη καταρτίζουν στατιστικές των εμπορικών συναλλαγών ταξινομώντας τα δεδομένα κατά λογιστική μονάδα.

Τα κράτη μέλη καταρτίζουν τις στατιστικές με βάση αντιπροσωπευτικό δείγμα εγγραφών για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές από τις τελωνειακές διασαφήσεις που περιλαμβάνουν τα δεδομένα για τη λογιστική μονάδα. Αν η λογιστική μονάδα για τις εξαγωγές δεν αναφέρεται στην τελωνειακή διασάφηση, πραγματοποιείται έρευνα για τη συγκέντρωση των απαιτούμενων δεδομένων.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν τα χαρακτηριστικά του δείγματος, την περίοδο αναφοράς και το επίπεδο ομαδοποίησης για τις χώρες-εταίρους, τα αγαθά και τα εθνικά νομίσματα, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

4.   Η κατάρτιση από τα κράτη μέλη πρόσθετων στατιστικών για εθνικούς σκοπούς μπορεί να καθορίζεται σε περίπτωση που τα δεδομένα αναφέρονται στην τελωνειακή διασάφηση.

5.   Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να καταρτίζουν και να διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου για στατιστικά δεδομένα τα οποία, σύμφωνα με τον τελωνειακό κώδικα ή τις εθνικές οδηγίες, δεν έχουν καταγραφεί προς το παρόν ούτε μπορούν να συναχθούν ευθέως από άλλα δεδομένα της τελωνειακής διασάφησης που έχει κατατεθεί στις τελωνειακές τους υπηρεσίες. Η διαβίβαση των ακόλουθων δεδομένων είναι, συνεπώς, προαιρετική για τα κράτη μέλη:

α)

για τις εισαγωγές, το κράτος μέλος προορισμού·

β)

για τις εξαγωγές, το κράτος μέλος πραγματικής εξαγωγής·

γ)

τη φύση της συναλλαγής.

Άρθρο 7

Ανταλλαγή δεδομένων

1.   Το συντομότερο δυνατόν και, το αργότερο, εντός του μήνα που ακολουθεί εκείνον κατά τον οποίο οι τελωνειακές διασαφήσεις έγιναν δεκτές ή αποτέλεσαν το αντικείμενο τελωνειακών αποφάσεων, οι εθνικές στατιστικές αρχές λαμβάνουν από τις τελωνειακές αρχές τις εγγραφές εισαγωγών και εξαγωγών, με βάση τις διασαφήσεις που έχουν κατατεθεί στις εν λόγω αρχές.

Τα μητρώα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα στατιστικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 τα οποία, σύμφωνα με τον τελωνειακό κώδικα ή τις εθνικές οδηγίες, περιλαμβάνονται στην τελωνειακή διασάφηση.

2.   Από την ημερομηνία εφαρμογής του μηχανισμού αμοιβαίας ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων, οι τελωνειακές αρχές διασφαλίζουν ότι τις εγγραφές εισαγωγών και εξαγωγών διαβιβάζονται στην εθνική στατιστική υπηρεσία του κράτους μέλους που αναφέρεται στο μητρώο ως:

α)

για τις εισαγωγές, το κράτος μέλος προορισμού ·

β)

για τις εξαγωγές, το κράτος μέλος πραγματικής εξαγωγής.

Ο μηχανισμός αμοιβαίας ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων εφαρμόζεται το αργότερο κατά την εφαρμογή του Τίτλου 1, κεφάλαιο 2, τμήμα 1 του εκσυγχρονισμένου τελωνειακού κώδικα.

3.   Οι διατάξεις εφαρμογής για τον καθορισμό της διαβίβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

Άρθρο 8

Διαβίβαση των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου στην Επιτροπή (Eurostat)

1.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) τις στατιστικές που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, το αργότερο 40 ημέρες μετά τη λήξη κάθε μηνιαίας περιόδου αναφοράς.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι στατιστικές περιλαμβάνουν πληροφορίες για το σύνολο των εισαγωγών και των εξαγωγών κατά τη συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς, πραγματοποιώντας προσαρμογές όταν δεν υπάρχουν διαθέσιμα μητρώα.

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν επικαιροποιημένες στατιστικές, όταν οι στατιστικές που έχουν ήδη διαβιβαστεί αναθεωρούνται.

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν και τυχόν απόρρητες στατιστικές πληροφορίες στα αποτελέσματα που διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat).

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν την προσαρμογή της προθεσμίας για τη διαβίβαση των στατιστικών, του περιεχομένου, της κάλυψης και τους όρους αναθεώρησης των στατιστικών που έχουν ήδη διαβιβαστεί, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

2.   Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, τα οποία αφορούν την προθεσμία διαβίβασης των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά λογιστική μονάδα που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

3.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τις στατιστικές σε ηλεκτρονική μορφή, σύμφωνα με ένα πρότυπο ανταλλαγής. Οι πρακτικές ρυθμίσεις για τη διαβίβαση των αποτελεσμάτων μπορούν να καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

Άρθρο 9

Αξιολόγηση της ποιότητας

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, για τη διαβίβαση των στατιστικών εφαρμόζονται οι ακόλουθες διαστάσεις ποιότητας:

α)

η «καταλληλότητα» δηλώνει το βαθμό στον οποίο οι στατιστικές ικανοποιούν τις τρέχουσες και τις δυνητικές ανάγκες των χρηστών·

β)

η «ακρίβεια» δηλώνει την προσέγγιση των εκτιμήσεων προς τις άγνωστες πραγματικές αξίες·

γ)

η «έγκαιρη υποβολή» δηλώνει το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της διαθεσιμότητας των πληροφοριών και του γεγονότος ή φαινομένου που περιγράφεται·

δ)

η «εμπρόθεσμη υποβολή» δηλώνει το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας διάθεσης των δεδομένων και της προθεσμίας εντός της οποίας θα έπρεπε να έχουν παραδοθεί·

ε)

η «προσβασιμότητα» και η «σαφήνεια» αναφέρονται στους όρους και τις διατυπώσεις βάσει των οποίων οι χρήστες μπορούν να προμηθεύονται, να χρησιμοποιούν και να ερμηνεύουν τα δεδομένα·

στ)

η «συγκρισιμότητα» αναφέρεται στη μέτρηση του αντικτύπου των διαφορών σε εφαρμοσμένες στατιστικές έννοιες και εργαλεία/διαδικασίες μέτρησης, όταν γίνεται σύγκριση των στατιστικών μεταξύ γεωγραφικών περιοχών, κλάδων ή διαχρονικά·

ζ)

η «συνοχή» αναφέρεται στην καταλληλότητα των δεδομένων να συνδυάζονται με αξιοπιστία κατά διαφορετικούς τρόπους και για διαφορετικές χρήσεις.

2.   Τα κράτη μέλη αποστέλλουν ετησίως στην Επιτροπή (Eurostat) έκθεση για την ποιότητα των στατιστικών που διαβιβάζονται.

3.   Κατά την εφαρμογή των ποιοτικών διαστάσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στις στατιστικές που καλύπτει ο παρών κανονισμός, οι διατυπώσεις και η δομή των εκθέσεων ποιότητας καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 2.

Η Επιτροπή (Eurostat) αξιολογεί την ποιότητα των διαβιβαζόμενων στατιστικών.

Άρθρο 10

Διάδοση των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου

1.   Σε κοινοτικό επίπεδο, οι στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 και διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, διαδίδονται από την Επιτροπή (Eurostat), ταξινομημένες τουλάχιστον κατά διάκριση της συνδυασμένης ονοματολογίας.

Μόνον κατόπιν αιτήματος ενός εισαγωγέα ή εξαγωγέα, οι εθνικές αρχές ενός κράτους μέλους αποφασίζουν αν οι στατιστικές εξωτερικού εμπορίου του συγκεκριμένου κράτους μέλους που ενδέχεται να επιτρέπουν την αναγνώριση του προαναφερόμενου εισαγωγέα ή εξαγωγέα θα διαδοθούν ή θα τροποποιηθούν κατά τρόπο ώστε με τη διάδοσή τους να μη θίγεται το στατιστικό απόρρητο.

2.   Με την επιφύλαξη της διάδοσης δεδομένων σε εθνικό επίπεδο οι λεπτομερείς στατιστικές της διάκρισης Taric και οι προτιμήσεις δεν διαδίδονται από την Επιτροπή (Eurostat), εφόσον η αποκάλυψή τους θα μπορούσε να υπονομεύσει την προστασία του δημοσίου συμφέροντος όσον αφορά την εμπορική και τη γεωργική πολιτική της Κοινότητας.

Άρθρο 11

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή στατιστικών συναλλαγών αγαθών με τρίτες χώρες.

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρεις μήνες.

3.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Άρθρο 12

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1172/95 καταργείται από 1ης Ιανουαρίου 2010.

Εξακολουθεί να ισχύει για τα δεδομένα που υπάγονται σε περιόδους αναφοράς προγενέστερες της 1ης Ιανουαρίου 2010.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 70, 15.3.2008, σ. 1.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2008 (μη δημοσιευμένη ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και κοινή θέση του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2009.

(3)  ΕΕ L 118, 25.5.1995, σ. 10.

(4)  ΕΕ L 302, 19.10.1992, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 145, 4.6.2008, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 23, 26.1.2008, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 256, 7.9.1987, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 61, 5.3.2008, σ. 6.

(9)  ΕΕ L 52, 22.2.1997, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 151, 15.6.1990, σ. 1

(11)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23.


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 30 Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο την προαναφερόμενη πρόταση (1).

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατύπωσε τη γνώμη του σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Σεπτεμβρίου 2008. Η γνώμη περιλαμβάνει 35 τροπολογίες (2).

Σύμφωνα με τη διαδικασία συναπόφασης (άρθρο 251 ΣΕΚ), το Συμβούλιο, στις 16 Φεβρουαρίου 2009, έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της πρώτης ανάγνωσης του Κοινοβουλίου, εξέδωσε κοινή θέση όσον αφορά το σχέδιο κανονισμού.

II.   ΣΤΟΧΟΣ

Σκοπός της παρούσας πρότασης κανονισμού είναι η αναθεώρηση του ισχύοντος στατιστικού συστήματος για τις εμπορικές συναλλαγές με τρίτες χώρες (Extrastat) με στόχο:

να καταστεί η νομοθεσία σαφέστερη, απλούστερη και πιο διαφανής,

να προσαρμοστεί το σύστημα των στατιστικών του εξωκοινοτικού εμπορίου στις αλλαγές που θα επέλθουν στις διαδικασίες της τελωνειακής διασάφησης με την καθιέρωση των ενιαίων αδειών οι οποίες θα χρησιμοποιούνται στην απλουστευμένη διασάφηση ή στη διαδικασία εκτελωνισμού στον προσδιοριζόμενο από τον εισαγωγέα τόπο, καθώς επίσης και με τον κεντρικό εκτελωνισμό βάσει του εκσυγχρονισμένου κοινοτικού τελωνειακού κώδικα,

να περιοριστεί το «φαινόμενο του Ρότερνταμ» που οδηγεί,

α)

σε υπερεκπροσώπηση, στις στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου, των κρατών μελών με υψηλό επίπεδο εκτελωνισμού ή εξαγωγών τα οποία, όμως, ενεργούν μόνο ως χώρες διαμετακόμισης, σε βάρος των κρατών μελών πραγματικού προορισμού ή αποστολής των εμπορευμάτων και

β)

σε διπλή καταγραφή των ίδιων εμπορευμάτων στο σύστημα Extrastat ως μη κοινοτικών εμπορευμάτων και στη συνέχεια πάλι στο Extrastat ως κοινοτικών εμπορευμάτων προερχόμενων από άλλο κράτος μέλος, με συγκρίσιμη κατάσταση κατά την εξαγωγή·

να αυξηθεί η καταλληλότητα, η ακρίβεια, η επικαιρότητα και η συγκρισιμότητα των στατιστικών του εξωτερικού εμπορίου και να καθιερωθεί ένα σύστημα αξιολόγησης της ποιότητας·

να δοθεί υποστήριξη στη σύνδεση των στατιστικών του εμπορίου με τις στατιστικές των επιχειρήσεων·

να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των χρηστών μέσω της κατάρτισης πρόσθετων στατιστικών του εμπορίου χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που αναφέρονται στις τελωνειακές διασαφήσεις·

να ελέγχεται, σύμφωνα με τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, η προνομιακή πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα του εξωτερικού εμπορίου.

Η πρόταση ενσωματώνει επίσης τις τροπολογίες που προβλέπονται στον κανονισμό για τη βελτίωση της προστασίας και της ασφάλειας των εμπορευμάτων που διέρχονται από κοινοτικά σύνορα, τον οποίο εξέδωσαν το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο στις 13 Απριλίου 2005 (3).

III.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Το Συμβούλιο, στην κοινή του θέση, ενέκρινε την μεγάλη πλειοψηφία των τροπολογιών του Κοινοβουλίου και εξέδωσε κείμενο το οποίο είναι σε μεγάλο βαθμό πανομοιότυπο με τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση. Το Συμβούλιο συμμερίζεται πλήρως τους στόχους της πρότασης για απλούστευση της κοινοτικής νομοθεσίας, για προσαρμογή του συστήματος των στατιστικών του εξωκοινοτικού εμπορίου στις αλλαγές που θα επέλθουν στις διαδικασίες της τελωνειακής διασάφησης και για περιορισμό του «φαινομένου του Ρότερνταμ». Μετά από διεξοδική εξέταση της πρότασης κατά τη διάρκεια της σλοβένικης και της γαλλικής προεδρίας και υπό το φως των πρακτικών επιπτώσεων της εφαρμογής του εκσυγχρονισμένου τελωνειακού κώδικα για τις εθνικές διοικήσεις, την Επιτροπή και το εμπόριο, το Συμβούλιο έκανε κάποιες αλλαγές, τεχνικού κυρίως χαρακτήρα, οι οποίες συνοψίζονται στο τμήμα 3.

2.   Τροπολογίες του ΕΚ

2.1.   Τροπολογίες που ενσωμάτωσε το Συμβούλιο

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε 27 τροπολογίες για την πρόταση (4), 24 εκ των οποίων ενσωματώθηκαν, εν όλο ή εν μέρει, στην κοινή θέση του Συμβουλίου. Είναι οι τροπολογίες 5, 6, 7, 9, 10, 11, 12 (εν μέρει), 13, 14 (εν μέρει), 15 (εν μέρει), 20, 21 (εν μέρει), 22, 23, 24, 25, 28, 29, 30, 31, 32 (εν μέρει) 33, 34 και 35.

2.2.   Τροπολογίες που δεν ενσωμάτωσε ή ενσωμάτωσε εν μέρει το Συμβούλιο

Τροπολογία 12

Η τροπολογία αυτή ενσωματώθηκε εν μέρει, με διατύπωση που το Συμβούλιο κρίνει ακριβέστερη, όσον αφορά την περιγραφή της εξαίρεσης για τα εμπορεύματα που δηλώθηκαν προφορικά.

Τροπολογία 14

Η τροπολογία αυτή ενσωματώθηκε εν μέρει. Όσον αφορά την πρόβλεψη εκτελεστικών μέτρων (νέα παράγραφος 5 στο κείμενο του Συμβουλίου), το Συμβούλιο θεωρεί ότι οι εκτελεστικές εξουσίες πρέπει να αφορούν τη συλλογή στοιχείων σε (νέες) παραγράφους και την παράγραφο 4: τον καθορισμό άλλων πηγών δεδομένων εκτός από την τελωνειακή διασάφηση και επίσης τα στατιστικά δεδομένα που παρέχει ο οικονομικός φορέας που επωφελείται από περαιτέρω απλούστευση των τελωνειακών διαδικασιών και ελέγχων. Επιπλέον, το Συμβούλιο υπογράμμισε την ανάγκη θέσπισης αποτελεσματικού συστήματος που θα ελαχιστοποιήσει τη διοικητική επιβάρυνση.

Τροπολογία 15

Το Συμβούλιο μπορεί να ενσωματώσει εν μέρει αυτήν την τροπολογία. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν άλλες πηγές δεδομένων για την κατάρτιση των εθνικών τους στατιστικών έως ότου εφαρμοστεί ο μηχανισμός αμοιβαίας ηλεκτρονικής ανταλλαγής. Η αναφορά στο άρθρο 7, παράγραφος 3 γίνεται αναφορά στο άρθρο 7, παράγραφος 2.

Τροπολογία 18

Το Συμβούλιο θα προτιμούσε ακριβέστερη διατύπωση (βλ. τμήμα 3).

Τροπολογία 21

Το Συμβούλιο θεωρεί ότι περιορισμένα σύνολα δεδομένων μπορούν να απαιτούνται και για τα δεδομένα που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2 (στο κείμενο της κοινής θέσης).

Τροπολογία 26

Το Συμβούλιο θεωρεί ότι, όταν εφαρμοστεί ο μηχανισμός αμοιβαίας ηλεκτρονικής ανταλλαγής, τα μητρώα εισαγωγών και εξαγωγών πρέπει να διαβιβάζονται στην εθνική στατιστική αρχή του κράτους μέλους που αναφέρεται στο μητρώο ως το κράτος μέλος τελικού προορισμού, για τις εισαγωγές ή ως το κράτος μέλος πραγματικής εξαγωγής, για τις εξαγωγές.

Τροπολογία 27

Το Συμβούλιο δεν ενσωμάτωσε την τροπολογία αυτή αλλά προέβλεψε εναλλακτική λύση στο πλαίσιο του άρθρου 4 παράγραφος 2 (στο κείμενο της κοινής θέσης — βλ. τμήμα 3).

Τροπολογία 32

Το Συμβούλιο ενσωμάτωσε εν μέρει την τροπολογία αυτή, με ελαφρά αναδιατύπωση («της διάκρισης Taric και οι προτιμήσεις»).

3.   Νέα στοιχεία που εισήγαγε το Συμβούλιο

Το παρόν τμήμα παρέχει επισκόπηση των νέων στοιχείων που εισάγει το Συμβούλιο στην κοινή θέση του, πέραν των τροπολογιών του ΕΚ που ενσωματώνονται. Η εν λόγω επισκόπηση παραβλέπει στοιχεία καθαρά τεχνικού ή υφολογικού χαρακτήρα.

Σημειωτέον, επίσης, ότι οι αλλαγές που εισήγαγε το Συμβούλιο επέφεραν σημαντική αναδιάρθρωση της πρότασης και επακόλουθη νέα αρίθμηση των αιτιολογικών παραγράφων και των παραγράφων σε ορισμένα άρθρα.

3.1   Αιτιολογική παράγραφος 3

Η παράγραφος αυτή εξηγεί ότι, μετά τη θέσπιση στο πλαίσιο του Εκσυγχρονισμένου Τελωνειακού Κώδικα διευκολύνσεων για τους οικονομικούς φορείς υπό μορφή απλοποιημένων διαδικασιών και ελέγχων, μπορεί να μην είναι διαθέσιμες τελωνειακές διασαφήσεις· σε περίπτωση που οι διασαφήσεις αυτές είναι η πηγή των στατιστικών δεδομένων για το εξωτερικό εμπόριο, ο κανονισμός πρέπει να θεσπίζει μέτρα που να διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα αυτά θα παρέχονται από τους φορείς στους οποίους χορηγήθηκαν διευκολύνσεις.

3.2   Αιτιολογική παράγραφος 4

Η αιτιολογική αυτή παράγραφος αναφέρεται στην απόφαση για τα ηλεκτρονικά τελωνεία («e-customs»), βάσει της οποίας θεσπίζεται ηλεκτρονικό τελωνειακό σύστημα για την ανταλλαγή των δεδομένων που περιέχονται σε τελωνειακές διασαφήσεις. Το σύστημα ανταλλαγής δεδομένων που χρησιμοποιούνται για στατιστικές θα εκμεταλλεύεται όσο το δυνατόν περισσότερο την υποδομή που προσφέρεται από τις τελωνειακές αρχές.

3.3   Άρθρο 4 παράγραφος 2

Η νέα αυτή παράγραφος θεσπίζει την αρχή σύμφωνα με την οποία οι οικονομικοί φορείς στους οποίους χορηγούνται διευκολύνσεις βάσει των οποίων μπορεί να μην υπάρχουν διαθέσιμες τελωνειακές διασαφήσεις και τα σχετικά στατιστικά δεδομένα θα παρέχουν τα στατιστικά αυτά δεδομένα.

3.4   Άρθρο 4 παράγραφος 5

Το Συμβούλιο προσέθεσε πρόταση προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα ελαχιστοποιηθεί η διοικητική επιβάρυνση των οικονομικών φορέων και των διοικητικών υπηρεσιών, ως συνέπεια της διαδικασίας συλλογής δεδομένων.

3.5   Άρθρο 5 παράγραφος 4

Το Συμβούλιο προσέθεσε αναφορά στα δεδομένα που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2.

3.6   Άρθρο 7 παράγραφος 2

Στην κοινή του θέση, το Συμβούλιο δεν ενσωμάτωσε την τροπολογία αριθ. 26 του ΕΚ (όπως εξηγείται στο τμήμα 2), διότι θεωρεί ότι, όταν εφαρμοστεί ο μηχανισμός ηλεκτρονικής ανταλλαγής, τα δεδομένα πρέπει να διαβιβάζονται από τις τελωνειακές αρχές στην εθνική στατιστική αρχή του κράτους μέλους (τελικού προορισμού ή πραγματικής εξαγωγής). Επιπλέον, το Συμβούλιο θεωρεί ότι ο προαναφερόμενος μηχανισμός πρέπει να εφαρμοστεί το αργότερο όταν αρχίσει να εφαρμόζεται το σχετικό τμήμα του εκσυγχρονισμένου τελωνειακού κώδικα.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Το Συμβούλιο θεωρεί ότι η κοινή του θέση, η οποία προέκυψε από διεξοδική εξέταση της πρότασης κατά τη διάρκεια δύο Προεδριών και υποστηρίζεται πλήρως από την Επιτροπή, είναι απολύτως σύμφωνη με τους στόχους της πρότασης.

Επιπλέον, η κοινή θέση ενσωματώνει την ευρεία πλειοψηφία των τροπολογιών του Κοινοβουλίου.

Τα νέα στοιχεία που προσέθεσε το Συμβούλιο εκφράζουν την ανάγκη προσαρμογής του κειμένου στην πρακτική και τεχνική πραγματικότητα και καλύτερης εξισορρόπησης των απαιτήσεων των εθνικών διοικητικών αρχών και των τελωνειακών διευκολύνσεων που παραχωρούνται στους οικονομικούς φορείς.


(1)  ΕΕ L 145, 4.6.2008, σ. 1.

(2)  8 τροπολογίες (αριθ. 1-4, 8, 16, 17 και 19) δεν αφορούν όλες τις γλωσσικές αποδόσεις και ως εκ τούτου δεν ετέθησαν σε ψηφοφορία.

(3)  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, για τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, ΕΕ L 117 της 4.5.2005, σ. 13.

(4)  Βλ. υποσημείωση 2.


31.3.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 75/67


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 14/2009

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 16 Φεβρουαρίου 2009

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για την ίδρυση της Ομάδας Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες (GERT)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/C 75 E/05)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (4), η οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (5), η οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) (6), η οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (7) και η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (8) (καλούμενες από κοινού «η οδηγία-πλαίσιο και οι ειδικές οδηγίες») έχουν ως στόχο τη δημιουργία μιας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρονικών επικοινωνιών εντός της Κοινότητας και παράλληλα την κατοχύρωση υψηλών επιπέδων επενδύσεων, καινοτομίας και προστασίας του καταναλωτή μέσω της αύξησης του ανταγωνισμού.

(2)

Η ανάγκη ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ που θα εφαρμόζεται με συνέπεια σε όλα τα κράτη μέλη είναι βασική για την επιτυχή ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ ορίζει στόχους που πρέπει να επιτευχθούν και προβλέπει πλαίσιο δράσης για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές (ΕΡΑ), παρέχοντάς τους ταυτόχρονα ευελιξία σε ορισμένους τομείς για να εφαρμόζουν τους κανόνες ανάλογα με τις εθνικές συνθήκες.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλισθούν η ανάπτυξη συνεπών ρυθμιστικών πρακτικών και η συνεπής εφαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ, η Επιτροπή δημιούργησε, σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής 2002/627/ΕΚ της 29ης Ιουλίου 2002 σχετικά με τη σύσταση της ομάδας των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών (9), την Ομάδα των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών (ERG) για να συμβουλεύει και να επικουρεί την Επιτροπή στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και, γενικότερα, για να παρέχει τη διεπαφή μεταξύ των ΕΡΑ και της Επιτροπής.

(4)

Η ERG συνέβαλε θετικά στην ανάπτυξη εναρμονισμένων ρυθμιστικών πρακτικών διευκολύνοντας τη συνεργασία μεταξύ των ΕΡΑ και μεταξύ των ΕΡΑ και της Επιτροπής. Η προσέγγιση αυτή για την ενίσχυση της συνοχής μεταξύ ΕΡΑ μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και γνώσεων περί πρακτικών εμπειριών έχει αποδειχθεί επιτυχής κατά το βραχύ διάστημα μετά την ανάπτυξη της ERG. Η συνέχιση και η ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ ΕΡΑ είναι απαραίτητες για την περαιτέρω ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(5)

Αυτό απαιτεί ενδυνάμωση της ERG και αναγνώρισή της στο ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ ως Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες («GERT»). Η GERT δεν θα πρέπει να συσταθεί ως κοινοτικός οργανισμός ούτε να διαθέτει νομική προσωπικότητα. Η GERT θα πρέπει να αντικαταστήσει την ERG, να παρέχει εμπειρογνωμοσύνη και να εμπνέει εμπιστοσύνη χάρη στην ανεξαρτησία της, την ποιότητα των συμβουλών που θα παρέχει και των πληροφοριών που θα διαδίδει, τη διαφάνεια των διαδικασιών και μεθόδων λειτουργίας της, και την επιμέλεια με την οποία εκτελεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται.

(6)

Η GERT θα πρέπει, μέσω της συγκέντρωσης εμπειρογνωσίας, να επικουρεί τις ΕΡΑ, χωρίς να τις υποκαθιστά στην άσκηση των καθηκόντων τους ή να επικαλύπτει τις ήδη αναληφθείσες εργασίες και να επικουρεί την Επιτροπή στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της.

(7)

Η GERT θα πρέπει να συνεχίσει το έργο της ERG, αναπτύσσοντας τη συνεργασία μεταξύ ΕΡΑ και μεταξύ των ΕΡΑ και της Επιτροπής, ούτως ώστε να εξασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή σε όλα τα κράτη μέλη του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς.

(8)

Η GERT θα πρέπει επίσης να χρησιμεύσει ως φορέας προβληματισμού, συζήτησης και παροχής συμβουλών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ως εκ τούτου, η GERT θα πρέπει να παρέχει συμβουλές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, κατόπιν αιτήματός τους ή ιδία πρωτοβουλία.

(9)

Οι εργασίες της GERT θα πρέπει να εστιάσουν στην εκ των προτέρων ρύθμιση των αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως στα πλαίσια της διαδικασίας ανάλυσης της αγοράς. Η GERT θα πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά της σε συνεργασία, και με την επιφύλαξη του ρόλου τους, με υπάρχουσες ομάδες και επιτροπές, όπως είναι η επιτροπή επικοινωνιών, η οποία έχει συσταθεί με την οδηγία 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), η επιτροπή ραδιοφάσματος, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 676/2002/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση ραδιοφάσματος) (10), η ομάδα για την πολιτική ραδιοφάσματος, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 2002/622/EΚ της Επιτροπής της 26ης Ιουλίου 2002 σχετικά με τη σύσταση ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος (11) και η επιτροπή επικοινωνίας η οποία έχει συσταθεί σύμφωνα με την οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1997 για την τροποποίηση της οδηγίας 89/552/ΕΚ του Συμβουλίου για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (12).

(10)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή η περαιτέρω ανάπτυξη συνεπών ρυθμιστικών πρακτικών μέσω της ενίσχυσης της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των ΕΡΑ και μεταξύ των ΕΡΑ και της Επιτροπής, μεταξύ άλλων μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών, προκειμένου να αναπτυχθεί περαιτέρω η εσωτερική αγορά υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω της ευρωπαϊκής κλίμακας του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και μπορούν, κατά συνέπεια, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και γενικά καθήκοντα

Άρθρο 1

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και στόχοι

1.   Συγκροτείται συμβουλευτική ομάδα των εθνικών ρυθμιστικών αρχών (ΕΡΑ) για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών, καλούμενη Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες («GERT»).

2.   Η GERT ενεργεί στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) και των οδηγιών 2002/19/ΕΚ, 2002/20/ΕΚ, 2002/21/ΕΚ, 2002/22/ΕΚ και 2002/58/ΕΚ (ειδικές οδηγίες), δηλαδή όσον αφορά την οικονομική ρύθμιση των αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

3.   Η GERT ασκεί τα καθήκοντά της με ανεξαρτησία, αμεροληψία και διαφάνεια. Σε όλες τις δράσεις της, η GERT επιδιώκει τους ίδιους στόχους με αυτούς που ορίζει το άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγίας πλαισίου) για τις ΕΡΑ. Συγκεκριμένα, η GERT συμβάλλει στην ανάπτυξη και καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με σκοπό να εξασφαλισθεί η συνεπής εφαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.

4.   Η GERT προάγει τη συνεργασία μεταξύ των ΕΡΑ καθώς και μεταξύ των ΕΡΑ και της Επιτροπής και παρέχει συμβουλές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Άρθρο 2

Ρόλος της GERT στην εφαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ

1.   Η GERT:

(α)

αναπτύσσει και διαδίδει στις ΕΡΑ βέλτιστες ρυθμιστικές πρακτικές, όπως κοινές προσεγγίσεις, μεθόδους ή κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ,

(β)

κατόπιν αιτήματος, παρέχει συνδρομή στις ΕΡΑ όσον αφορά ρυθμιστικά ζητήματα, μεταξύ άλλων, διατυπώνοντας γνώμες για διασυνοριακές διαφορές, σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) ή επικουρώντας τις ΕΡΑ στα πλαίσια της ανάλυσης συναφών αγορών, σύμφωνα με το άρθρο της 16, της εν λόγω οδηγίας,

(γ)

διατυπώνει γνώμες περί σχεδίων αποφάσεων, συστάσεων και κατευθυντηρίων γραμμών της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2,

(δ)

εκδίδει εκθέσεις ή παρέχει συμβουλές, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή ιδία πρωτοβουλία, και παρέχει συμβουλές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατόπιν αιτήματος ή ιδία πρωτοβουλία, για οποιοδήποτε θέμα αφορά τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και εμπίπτει στην αρμοδιότητά της,

(ε)

κατόπιν αιτήματος, επικουρεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις ΕΡΑ όσον αφορά τη διάδοση βέλτιστων ρυθμιστικών πρακτικών σε τρίτες χώρες.

2.   Τα σχέδια αποφάσεων, συστάσεων και κατευθυντηρίων γραμμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στοιχείο γ) είναι:

(α)

αποφάσεις και/ή γνώμες για σχέδια μέτρων των ΕΡΑ που αφορούν τον καθορισμό αγορών, τον προσδιορισμό των επιχειρήσεων με σημαντική ισχύ στην αγορά και την εφαρμογή λύσεων, σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο),

(β)

συστάσεις και/ή κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη μορφή, το περιεχόμενο και το επίπεδο λεπτομέρειας των ανακοινώσεων σύμφωνα με το άρθρο 7α της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο),

(γ)

συστάσεις σχετικά με συναφείς αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο),

(δ)

αποφάσεις σχετικά με τον καθορισμό διακρατικών αγορών, σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο),

(ε)

συστάσεις σχετικά με την εναρμόνιση, σύμφωνα με το άρθρο 19 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο),

(στ)

αποφάσεις με τις οποίες επιτρέπεται ή όχι στις ΕΡΑ να λάβουν έκτακτα μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας για την πρόσβαση.

3.   Οι ΕΡΑ και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη στο μέγιστο βαθμό όλες τις γνώμες, συμβουλές ή βέλτιστες ρυθμιστικές πρακτικές της GERT.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Οργάνωση της GERT

Άρθρο 3

Σύνθεση

1.   Η GERT απαρτίζεται από τους προϊσταμένους ή υψηλόβαθμους αντιπροσώπους της ΕΡΑ που έχει ιδρυθεί σε κάθε κράτος μέλος με πρωταρχικό καθήκον την επίβλεψη της καθημερινής λειτουργίας της αγοράς των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

2.   Περιλαμβάνει έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος.

3.   Η Επιτροπή έχει καθεστώς παρατηρητή και εκπροσωπείται σε κατάλληλο επίπεδο.

4.   Οι ΕΡΑ των κρατών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) και των υποψηφίων για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση κρατών έχουν καθεστώς παρατηρητή και εκπροσωπούνται σε κατάλληλο επίπεδο.

Άρθρο 4

Λειτουργικές ρυθμίσεις

1.   Η GERT θεσπίζει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό της.

2.   Οι γνώμες, οι βέλτιστες ρυθμιστικές πρακτικές και οι εκθέσεις της GERT εγκρίνονται με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο.

Ο εσωτερικός κανονισμός ορίζει λεπτομερέστερα τους κανόνες ψηφοφορίας, συμπεριλαμβανομένων των όρων αντιπροσώπευσης ενός μέλους από άλλο, των κανόνων για την απαρτία και των προθεσμιών για τη σύγκληση των συνεδριάσεων. Ο εσωτερικός κανονισμός μπορεί επίσης να προβλέπει διαδικασίες επείγουσας ψηφοφορίας.

Οι γνώμες, οι βέλτιστες ρυθμιστικές πρακτικές και οι εκθέσεις που εγκρίνονται από την GERT δημοσιοποιούνται και αναφέρουν τις ενδεχόμενες επιφυλάξεις μιας ΕΡΑ, εφόσον εκείνη το ζητήσει.

3.   Η GERT εκλέγει πρόεδρο και αντιπροέδρους μεταξύ των μελών της, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της. Η διάρκεια θητείας του προέδρου και των αντιπροέδρων είναι μονοετής. Ο πρόεδρος και οι αντιπρόεδροι είναι υπεύθυνοι για την εκπροσώπηση της GERT.

4.   Οι συνεδριάσεις ολομέλειας της GERT συγκαλούνται από τον πρόεδρό της και διεξάγονται τουλάχιστον τέσσερις φορές ετησίως σε τακτική συνεδρίαση. Η GERT συνεδριάζει επίσης εκτάκτως με πρωτοβουλία του προέδρου της, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κατόπιν αιτήματος του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών της. Η ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης καθορίζεται από τον Πρόεδρο και δημοσιεύεται.

5.   Η GERT μπορεί, κατά περίπτωση, να οργανώνει τις εργασίες της συγκροτώντας ομάδες εμπειρογνωμόνων.

6.   Η Επιτροπή καλείται σε όλες τις συνεδριάσεις ολομέλειας της GERT και μπορεί να καλείται να συμμετάσχει και σε συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων.

7.   Στις συνεδριάσεις της GERT μπορούν να συμμετέχουν ως παρατηρητές εμπειρογνώμονες από τα κράτη του ΕΟΧ και από τα υποψήφια για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση κράτη. Η GERT μπορεί να καλεί στις συνεδριάσεις της άλλους εμπειρογνώμονες και παρατηρητές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 5

Διαβούλευση

Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η GERT, προτού καταρτίσει γνώμες, βέλτιστες ρυθμιστικές πρακτικές ή εκθέσεις, διαβουλεύεται με τους ενδιαφερομένους και τους παρέχει τη δυνατότητα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους εντός εύλογης προθεσμίας. Η GERT δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης, με την επιφύλαξη του άρθρου 8.

Άρθρο 6

Διαφάνεια και υποχρέωση λογοδοσίας

1.   Η GERT διεξάγει τις δραστηριότητές της με υψηλό επίπεδο διαφάνειας. Η GERT μεριμνά ώστε να παρέχονται στο κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος αντικειμενικές, αξιόπιστες και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες, ιδίως όσον αφορά τα αποτελέσματα των εργασιών της.

2.   Κάθε έτος, έπειτα από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, η GERT εγκρίνει πρόγραμμα εργασιών για το επόμενο έτος, το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή και το δημοσιοποιεί. Η GERT δημοσιεύει επίσης ετήσια έκθεση των δραστηριοτήτων της.

3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να ζητήσουν από την GERT ενημέρωση για θέματα που αφορούν τις δραστηριότητές της.

Άρθρο 7

Παροχή πληροφοριών στην GERT

Η Επιτροπή και οι ΕΡΑ παρέχουν τις πληροφορίες που ζητεί η GERT για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Η διαχείριση των πληροφοριών γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 5 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

Άρθρο 8

Εμπιστευτικότητα

Η GERT δεν δημοσιεύει ούτε αποκαλύπτει σε τρίτους πληροφορίες που επεξεργάζεται ή λαμβάνει και για τις οποίες έχει ζητηθεί η τήρηση εμπιστευτικότητας.

Όταν οι συμβουλές που ζητούνται ή τα θέματα που θίγονται είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα, τα μέλη της GERT καθώς και οι παρατηρητές και όλα τα άλλα πρόσωπα υποχρεούνται να μην αποκαλύπτουν πληροφορίες που έχουν περιέλθει στη γνώση τους μέσω των εργασιών της GERT ή των ομάδων εμπειρογνωμόνων της.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 31 Δεκεμβρίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 224, 30.8.2008, σ. 50.

(2)  ΕΕ C 257, 9.10.2008, σ. 51.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2009 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της …

(4)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 33.

(5)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 7.

(6)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 51.

(8)  ΕΕ L 201, 31.7.2002, σ. 37.

(9)  ΕΕ L 200, 30.7.2002, σ. 38.

(10)  ΕΕ L 108, 24.4.2002, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 198, 27.7.2002, σ. 49.

(12)  ΕΕ L 202, 30.7.1997, σ. 60.


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 16 Noεμβρίου 2007, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Αγορά Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (1). Στις 19 Νοεμβρίου 2007 το Συμβούλιο παρέλαβε την πρόταση της Επιτροπής (2).

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γνωμοδότησε σε πρώτη ανάγνωση στις 24 Σεπτεμβρίου 2008.

Η Επιτροπή των Περιφερειών γνωμοδότησε στις 19 Ιουνίου 2008 (3).

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή γνωμοδότησε στις 29 Μαΐου 2008 (4).

Η Επιτροπή τροποποίησε την πρότασή της στις 5 Νοεμβρίου 2008 (5).

Το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση στις 16 Φεβρουαρίου 2009.

ΙΙ.   ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Στόχος του προτεινόμενου κανονισμού, ο οποίος συνιστά μέρος του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και τον οποίο υπέβαλε η Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2007, είναι η δημιουργία νέου κοινοτικού οργάνου, πράγμα το οποίο θα συμβάλει, εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας πλαισίου και των ειδικών οδηγιών, στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προωθώντας συγκεκριμένα την ανάπτυξη των ηλεκτρονικών επικοινωνιών κοινοτικής εμβέλειας. Το όργανο αυτό πρόκειται να λειτουργήσει ως κέντρο ειδικών γνώσεων για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε επίπεδο ΕΕ, στηριζόμενο στην εμπειρία των εθνικών κανονιστικών αρχών. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα επιτευχθεί η συγκροτημένη εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, πράγμα που θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και θα συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα.

ΙΙΙ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1)   Γενικές παρατηρήσεις

Μολονότι το Συμβούλιο επέλεξε διαφορετική μορφή νομοθετικής πράξης από εκείνη που προτείνει η Επιτροπή, η κοινή θέση συμπεριλαμβάνει τις περισσότερες από τις τροπολογίες που ενέκρινε σε πρώτη ανάγνωση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε εξ ολοκλήρου, είτε εν μέρει είτε στις γενικές τους γραμμές.

Η κοινή θέση περιλαμβάνει επίσης έναν αριθμό νέων τροποποιήσεων που επιδιώκουν να δημιουργήσουν ένα ευπροσάρμοστο και ανεξάρτητο όργανο, η φέρουσα κατασκευή του οποίου θα βασίζεται στο ιδιωτικό δίκαιο.

Ένα μέρος των τροπολογιών που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει συμπεριληφθεί στην κοινή θέση επειδή το Συμβούλιο τις έκρινε περιττές ή μη αποδεκτές ή — σε ορισμένες περιπτώσεις- επειδή οι διατάξεις της αρχικής πρότασης της Επιτροπής είτε αναδιατυπώθηκαν είτε αναθεωρήθηκαν εκ βάθρων.

Πιο συγκεκριμένα, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση με την προοπτική της βελτίωσης και της ενίσχυσης των υφισταμένων μηχανισμών, και ειδικότερα της Ευρωπαϊκής Ομάδας Ρυθμιστικών Αρχών («GRE»). Το προτεινόμενο νέο όργανο θα πρέπει να αντικαταστήσει την υφιστάμενη Ευρωπαϊκή Ομάδα και να βελτιώσει τις λεπτομέρειες της λειτουργίας της ούτως ώστε να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Το Συμβούλιο επέλεξε να ρυθμίζονται τα της Ευρωπαϊκής Ομάδας τυπικά με κανονισμό, όπου καθορίζονται ακριβέστερα τα καθήκοντα και η λειτουργία της, καθώς και οι σχέσεις της με τα κοινοτικά όργανα. Το νέο αυτό όργανο που επονομάζεται ΟΕΡΤ («Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες») δεν θα έχει νομική προσωπικότητα αλλά η φέρουσα κατασκευή του θα βασίζεται στο ιδιωτικό δίκαιο. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η ΟΕΡΤ θα συσταθεί ως όργανο ευπροσάρμοστο και αποτελεσματικό που θα δρά με ανεξαρτησία εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, και ειδικότερα εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας πλαισίου και των ειδικών οδηγιών.

Το Συμβούλιο προσέθεσε ή τροποποίησε έναν αριθμό διατάξεων για να εξασφαλιστεί ότι η σύνθεση της ΟΕΡΤ είναι ευδιάκριτη, η εσωτερική της οργάνωση ανάλογη με τα καθήκοντά της και οι κανόνες για τη λήψη αποφάσεων απλοί και αποτελεσματικοί. Το Συμβούλιο έκρινε σημαντικό —ομοφωνώντας εν προκειμένω με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο— να ασκεί το νέο όργανο τις αρμοδιότητές του με διαφάνεια και να λογοδοτεί στα ευρωπαϊκά όργανα.

2)   Συγκεκριμένες παρατηρήσεις

α)   Αντικείμενο, πεδία εφαρμογής και στόχοι

Το Συμβούλιο συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την οποία θα πρέπει να δημιουργηθεί νέο όργανο στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (τροπολογίες 7-13). Το νέο όργανο, ο χαρακτήρας του οποίου θα είναι συμβουλευτικός, θα πρέπει να επικουρεί τις ΕΚΑ («Εθνικές Κανονιστικές Αρχές») και να υποβοηθεί την Επιτροπή στην εκτέλεση των καθηκόντων της (τροπολογία 12). Θα πρέπει επίσης να χρησιμεύει ως όργανο προβληματισμού, συζητήσεων και γνωμοδότησης για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να συμβουλεύει δε τα θεσμικά όργανα είτε κατόπιν αίτησής τους είτε με δική του πρωτοβουλία (τροπολογίες 17-18, 52). Άλλωστε το όργανο αυτό μέλλει να αντικαταστήσει την GRE (ERG — «European Regulators' Group»), η οποία συμβουλεύει και επικουρεί προς το παρόν την Επιτροπή στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς (τροπολογία 13). Θα πρέπει να συνεχίσει τις εργασίες της GRE (ERG) δρώντας υπέρ της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή, σε όλα τα κράτη μέλη, του κανονιστικού πλαισίου για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που θα συμβάλλει με τον τρόπο αυτόν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς (τροπολογίες 11, 48-49, 53).

Το Συμβούλιο συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την οποία οι δραστηριότητες του νέου οργάνου πρέπει να εγγράφονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας πλαισίου και των ειδικών οδηγιών και να καθορίζονται με σαφήνεια (τροπολογίες 47-50, 56-60, 64, 69, 75-78, 80, 85, 87, 91-92, 97, 98, 99, 105). Από συμφώνου με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο θεωρεί ότι αποστολή της ΟΕΡΤ είναι επίσης και η εκπόνηση και διάδοση, στους κόλπους των ΕΚΑ, των βέλτιστων κανονιστικών πρακτικών, όπως κοινές προσεγγίσεις, μέθοδοι και κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου (τροπολογία 53). Συμμερίζεται επίσης με τα δύο θεσμικά όργανα την άποψη ότι ο ENISA («Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών») δεν θα πρέπει να αποτελέσει συνιστώσα του νέου οργάνου, το οποίο δεν θα πρέπει να έχει αρμοδιότητες ευρωπαϊκού επιπέδου όσον αφορά τα ζητήματα της ασφάλειας των πληροφοριακών δικτύων (τροπολογίες 9-10, 24, 27, 36, 50, 56, 65, 89, 107 στοιχείο (δ), 143).

Εν αντιθέσει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο θεωρεί ότι η ονομασία ΟΕΡΤ («Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Τηλεπικοινωνίες») είναι καταλληλότερη για το νέο αυτό όργανο απ' ό,τι η ονομασία «BERT» (Φορέας των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Τηλεπικοινωνιών) (τροπολογία 47). Παρότι το Συμβούλιο συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι για τη δημιουργία ενός τέτοιου οργάνου χρειάζεται στερεότερη βάση (τροπολογία 8), κρίνει ότι η ΟΕΡΤ δεν πρέπει να έχει χαρακτηριστικά φορέα ούτε να διαθέτει νομική προσωπικότητα (τροπολογίες 14, 51). Ακριβώς όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο φρονεί ότι η ΟΕΡΤ θα εισκομίσει την εμπειρία της και θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη λόγω της ανεξαρτησίας της, της ποιότητας των συμβουλών που θα παρέχει και των πληροφοριών που θα διαβιβάζει, της διαφάνειας και των διαδικασιών και τρόπων λειτουργίας της καθώς και της επιμέλειας που θα επιδεικνύει κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων της (τροπολογία 12). Το Συμβούλιο θεωρεί εξ άλλου ότι η ΟΕΡΤ πρέπει απαραιτήτως να συσταθεί βάσει κοινοτικού κανονισμού, προκειμένου να αναπτυχθεί περισσότερο μια συγκροτημένη κανονιστική πρακτική χάρη στους εντατικότερους ρυθμούς συνεργασίας και συντονισμού των ΕΚΑ μεταξύ τους και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής, ούτως ώστε να ενισχυθεί η εσωτερική αγορά υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Η αρχή της αναλογικότητας απαγορεύει την υπέρβαση των αναγκαίων προς επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου. Το Συμβούλιο κρίνει ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ΟΕΡΤ που ως όργανο διακρίνεται από μεγαλύτερη ευελιξία και λιγότερη γραφειοκρατία απ' ό,τι ένας κοινοτικός φορέας.

Όσον αφορά τα καθήκοντα της ΟΕΡΤ, εν αντιθέσει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το Συμβούλιο θεωρεί ότι οι δραστηριότητες της ΟΕΡΤ θα πρέπει να ασκούνται κυρίως με άξονα τα ζητήματα που άπτονται της οικονομικής ρύθμισης των αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και να αποκλείονται δραστηριότητες που δεν έχουν καθοριστεί με σαφήνεια εκ των προτέρων (τροπολογίες 16, 19, 20, 22, 26, 28, 68, 70, 71, 79, 81-84, 86, 93, 95, 102, 103-104, 106). Το Συμβούλιο δεν συμμερίζεται την άποψη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η ΟΕΡΤ θα πρέπει να συμβουλεύει επίσης τους φορείς της αγοράς (τροπολογίες 15, 54), διότι κατά την κρίση του η ΟΕΡΤ θα πρέπει να μπορεί να ασκεί τα καθήκοντά της εν ανεξαρτησία και αποφεύγοντας κάθε σύγκρουση συμφερόντων. Μολονότι το Συμβούλιο κρίνει επωφελές το να προσπαθεί η ΟΕΡΤ να εκπληρώνει τα καθήκοντά της συνεργαζόμενη με τις υφιστάμενες ομάδες και επιτροπές, δεν θεωρεί σωστό να παρέχει η ΟΕΡΤ συμβουλές σε αυτές τις ομάδες και επιτροπές (τροπολογίες 81-84, 88).

β)   Σύνθεση και κανόνες λειτουργίας

Το Συμβούλιο συμμερίζεται τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σύμφωνα με την οποία το νέο όργανο θα πρέπει να συγκροτείται από αρμοδίους υψηλού επιπέδου προερχόμενους από την ΕΚΑ που έχει συσταθεί σε κάθε κράτος μέλος, με βασική αποστολή να επιτηρεί καθημερινά τη λειτουργία της αγοράς δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και ότι θα πρέπει να απαρτίζεται από ένα μέλος ανά κράτος μέλος. Συμφωνεί επίσης ότι η Επιτροπή θα πρέπει να έχει καθεστώς παρατηρητή (τροπολογία 108) και ότι το νέο όργανο θα πρέπει να έχει πρόεδρο και αντιπροέδρους εκλεγόμενους μεταξύ των μελών του (τροπολογία 109). Το Συμβούλιο συμμερίζεται τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι το νέο όργανο θα πρέπει να εκπληρώνει τα καθήκοντά του με ανεξαρτησία, αμεροληψία και διαφάνεια (τροπολογία 112) και να λαμβάνει τις αποφάσεις του με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του (τροπολογία 111). Όπως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο κρίνει ότι οι ΕΚΑ και η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπ' όψη τις γνώμες που εκφέρει η ΟΕΡΤ (τροπολογία 72).

Το Συμβούλιο είναι σύμφωνο με την απλοποίηση της διάρθρωσης και των καθηκόντων του νέου οργάνου που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και δη σε παραβολή με τον μηχανισμό που προτείνει η Επιτροπή (τροπολογίες 107 στοιχεία δ και ε, 115-117, 119-120, 122, 125, 129-130, 138, 143-147) και συμμερίζεται τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για ορισμένους κανόνες λειτουργίας, όπως φερ' επείν η έγκριση του εσωτερικού κανονισμού από το νέο όργανο (τροπολογία 111) ή η σύγκληση των συνεδριάσεων (τροπολογία 110).

Ωστόσο το Συμβούλιο τάσσεται υπέρ οργανωτικής και οικονομικής διάρθρωσης πιο ευέλικτης και λιγότερο γραφειοκρατικής από εκείνη που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Συμβούλιο δεν θεωρεί απαραίτητη για την εύρυθμη εκτέλεση των καθηκόντων της ΟΕΡΤ ούτε τη δημιουργία ρυθμιστικού συμβουλίου ούτε τη θέση του γενικού διευθυντή (τροπολογίες 107, 108, 114, 126-127, 131, 133-139, 142). Για να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία της ΟΕΡΤ, το Συμβούλιο φρονεί ότι η ΟΕΡΤ δεν θα πρέπει να χρηματοδοτείται είτε εξ ολοκλήρου είτε εν μέρει από κοινοτικό προϋπολογισμό για την ΟΕΡΤ (τροπολογίες 37, 51, 168, 149-151, 153-154). Για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, το Συμβούλιο θεωρεί ότι η επιλογή μορφής κοινοτικού φορέα δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε ανάλογη προς τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΟΕΡΤ (τροπολογίες 14, 51, 163, 168). Όσον αφορά τα δυόμισι χρόνια θητείας του προέδρου και των αντιπροέδρων, το Συμβούλιο θεωρεί καταλληλότερη τη συντόμευση της θητείας κατά ένα χρόνο (τροπολογία 109).

γ)   Διαφάνεια και απόρρητο

Το Συμβούλιο φρονεί όπως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι, εάν πριν από τη γνωμοδότηση είναι ανάγκη να συνιστώνται βέλτιστες πρακτικές ή να καταρτίζονται εκθέσεις, η ΟΕΡΤ θα πρέπει να διαβουλεύεται με τους ενδιαφερομένους και να τους δίνει την ευκαιρία να διατυπώσουν παρατηρήσεις εντός λογικής προθεσμίας.

Τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαβούλευσης θα πρέπει κατ' αρχήν να δημοσιοποιούνται, οι δε επιφυλάξεις που τυχόν διατυπώνει μια ΕΚΑ να περιλαμβάνονται στην αίτησή της (τροπολογία 156). Το Συμβούλιο συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι η ΟΕΡΤ θα πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά της με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια (τροπολογία 31).

Δέχεται επίσης ότι κατ' αρχήν η ΟΕΡΤ θα πρέπει να δημοσιεύει το ετήσιο πρόγραμμά της καθώς και ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές της, και να λογοδοτεί για τις δραστηριότητές της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, παρότι οι οργανωτικοί κανόνες που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαφέρουν από εκείνους που προτείνει το Συμβούλιο (τροπολογίες 101, 118, 124, 136, 139-142, 152). Το Συμβούλιο θεωρεί όπως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι η ΟΕΡΤ θα πρέπει να σέβεται δεόντως την αρχή του απορρήτου (τροπολογίες 39-40, 96). Πιο συγκεκριμένα, το Συμβούλιο φρονεί ότι η ΟΕΡΤ δεν θα πρέπει ούτε να δημοσιεύει ούτε να αποκαλύπτει σε τρίτους τις πληροφορίες που εξετάζει ή που δέχεται, για τις οποίες έχει ζητηθεί να αντιμετωπιστούν ως εμπιστευτικές. Επίσης, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στα μέλη της ΟΕΡΤ, στους παρατηρητές και σε κάθε άλλο πρόσωπο να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση τους στα πλαίσια των εργασιών της ΟΕΡΤ ή των ομάδων εμπειρογνωμόνων.


(1)  Com(2007) 699 τελικό.

(2)  Έγγρ. 15408/07.

(3)  ΕΕ C 257 της 9.10.2008, σ. 68.

(4)  TEN/327-329 — CESE 984/2008 — 2007/0247 (COD) — 2007/0248 (COD) — 2007/0249 (COD).

(5)  Com(2008) 720 final.