ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

51ό έτος
25 Οκτωβρίου 2008


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

2008/C 270/01

Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για την απόφαση της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων κατά την εφαρμογή του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI) (2008/49/ΕΚ)

1

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 270/02

Ανακοίνωση της Επιτροπής — Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης

8

2008/C 270/03

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5154 — CASC JV) ( 1 )

15

2008/C 270/04

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5169 — Galp Energia España/Agip España) ( 1 )

15

2008/C 270/05

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5201 — Total Produce/Haluco/JV) ( 1 )

16

2008/C 270/06

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.5321 — LAHC/Barclays Life) ( 1 )

16

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 270/07

Ισοτιμίες του ευρώ

17

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

2008/C 270/08

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ( 1 )

18

2008/C 270/09

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ( 1 )

20

2008/C 270/10

Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις για την απασχόληση ( 1 )

22

2008/C 270/11

Πληροφορίες που κοινοποιούν τα κράτη μέλη σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα ( 1 )

24

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

Επιτροπή

2008/C 270/12

Ανακοίνωση για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές εθανολαμινών καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

26

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Επιτροπή

2008/C 270/13

Κρατική ενίσχυση — Ρουμανία — Κρατική ενίσχυση C 39/08 (πρώην N 148/08) — Ενίσχυση για επαγγελματική κατάρτιση υπέρ της Ford Craiova — Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων κατ' εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ ( 1 )

29

 

2008/C 270/14

Σημείωση για τον αναγνώστη(βλέπε σελίδα 3 του εξωφύλλου)

s3

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/1


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για την απόφαση της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων κατά την εφαρμογή του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI) (2008/49/ΕΚ)

(2008/C 270/01)

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 286,

το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 8,

την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και ιδίως το άρθρο 41,

ΕΝΕΚΡΙΝΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΗ:

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το σύστημα πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά

1.

Το σύστημα πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά («ΙΜΙ») είναι ένα ηλεκτρονικό εργαλείο που παρέχει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών τη δυνατότητα να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά. Το ΙΜΙ χρηματοδοτείται δυνάμει του προγράμματος «IDABC» (διαλειτουργική παροχή πανευρωπαϊκών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στις δημόσιες διοικήσεις, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες) (1).

2.

Το ΙΜΙ έχει σχεδιαστεί ως γενικό σύστημα για την υποστήριξη πολλαπλών τομέων της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά, προβλέπεται δε ότι η χρήση του θα διευρυνθεί ώστε να υποστηρίζει στο μέλλον πολλούς τομείς της νομοθεσίας. Αρχικά, το ΙΜΙ θα χρησιμοποιείται για να υποστηρίζει τις διατάξεις περί αμοιβαίας αρωγής της οδηγίας 2005/36/ΕΚ («οδηγία επαγγελματικών προσόντων») (2). Από το Δεκέμβριο του 2009 και μετά, το ΙΜΙ θα χρησιμοποιείται και για την υποστήριξη των διατάξεων περί διοικητικής συνεργασίας της οδηγίας 2006/123/ΕΚ («οδηγία υπηρεσιών») (3).

Η γνωμοδότηση της ομάδας προστασίας δεδομένων του άρθρου 29 και ο ρόλος του ΕΕΠΔ

3.

Την άνοιξη του 2007, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από την ομάδα προστασίας δεδομένων του άρθρου 29 («WP29») να εξετάσει τις επιπτώσεις του ΙΜΙ στην προστασία δεδομένων. Η WP29 γνωμοδότησε στις 20 Σεπτεμβρίου 2007 σχετικά με τις πτυχές του ΙΜΙ που αφορούν την προστασία δεδομένων (4). Η γνωμοδότηση της WP29 υποστηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να εκδώσει απόφαση για τη ρύθμιση των πτυχών του ΙΜΙ που αφορούν την προστασία δεδομένων, και να δώσει πλέον συγκεκριμένη νομική βάση στην ανταλλαγή δεδομένων εντός του ΙΜΙ.

4.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή ζήτησε τη γνωμοδότηση της WP29 πριν εκπονήσει την απόφαση ΙΜΙ. Ο ΕΕΠΔ συμμετέσχε δραστήρια στις εργασίες της υποομάδας που ασχολήθηκε με το ΙΜΙ και υποστηρίζει τα συμπεράσματα της γνωμοδότησης της WP29. Επίσης, ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή διαβουλεύθηκε ανεπίσημα με τον ΕΕΠΔ πριν εκδώσει την απόφαση ΙΜΙ, γεγονός που του έδωσε τη δυνατότητα να διατυπώσει, πριν από την έκδοση, συστάσεις οι οποίες ήταν ιδιαίτερα αναγκαίες, δεδομένου ότι η διαδικασία αφορά απόφαση της ίδιας της Επιτροπής και όχι πρόταση της Επιτροπής η οποία, στη συνέχεια, ακολουθεί τη νομοθετική διαδικασία με τη συμμετοχή του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η απόφαση 2008/49/ΕΚ της Επιτροπής

5.

Στις 12 Δεκεμβρίου 2007, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2008/49/ΕΚ σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων κατά την εφαρμογή του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά («απόφαση IMI»). Η απόφαση αυτή λαμβάνει υπόψη ορισμένες από τις συστάσεις του ΕΕΠΔ και της WP29 και προσδιορίζει τη νομική βάση.

Γενική ιδέα του ΕΕΠΔ για το ΙΜΙ

6.

Η γενική ιδέα του ΕΕΠΔ για το ΙΜΙ είναι θετική. Ο ΕΕΠΔ υποστηρίζει τους στόχους της Επιτροπής για τη σύσταση ηλεκτρονικού συστήματος για την ανταλλαγή πληροφοριών και για τη ρύθμιση των πτυχών της που άπτονται της προστασίας δεδομένων. Το απλουστευμένο αυτό σύστημα, όχι μόνον θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας, αλλά και θα συμβάλει στην εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις εφαρμοστέες νομοθετικές διατάξεις περί προστασίας δεδομένων, παρέχοντας σαφές πλαίσιο για τον καθορισμό των προς ανταλλαγή πληροφοριών και των σχετικών προϋποθέσεων.

7.

Ωστόσο, η σύσταση αυτού του κεντρικού ηλεκτρονικού συστήματος ενέχει και ορισμένους κινδύνους, κυρίως δε, τον κίνδυνο ότι ενδέχεται να ανταλλάσσονται περισσότερα δεδομένα και να διαδίδονται τα δεδομένα αυτά ευρύτερα από το απολύτως αναγκαίο για την αποτελεσματική συνεργασία, καθώς και ότι ορισμένα δεδομένα, στα οποία περιλαμβάνονται και δυνητικώς απηρχαιωμένα και ανακριβή δεδομένα, ενδέχεται να παραμένουν στο ηλεκτρονικό σύστημα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του αναγκαίου. Ένα άλλο λεπτό ζήτημα είναι η ασφάλεια μιας βάσης δεδομένων προσιτής στα 27 κράτη μέλη, δεδομένου ότι το σύστημα δεν μπορεί να είναι ασφαλέστερο από τον ασθενέστερο κρίκο του δικτύου.

8.

Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να ρυθμίζονται τα ζητήματα προστασίας δεδομένων από μια νομικώς δεσμευτική κοινοτική πράξη, κατά τον πληρέστερο και σαφέστερο τρόπο.

Σαφής οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής του ΙΜΙ

9.

Ο ΕΕΠΔ χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή ορίζει και οριοθετεί σαφώς το πεδίο εφαρμογής του ΙΜΙ με ένα παράρτημα στο οποίο αναγράφονται οι σχετικές κοινοτικές πράξεις βάσει των οποίων επιτρέπεται να ανταλλάσσονται πληροφορίες. Στις πράξεις αυτές συγκαταλέγονται η οδηγία επαγγελματικών προσόντων και η οδηγία υπηρεσιών· ωστόσο, αναμένεται ότι το πεδίο εφαρμογής του ΙΜΙ θα διευρυνθεί στο μέλλον. Όταν εκδίδονται νέες νομοθετικές πράξεις οι οποίες θα προβλέπουν ανταλλαγή πληροφοριών μέσω του ΙΜΙ, το παράρτημα θα επικαιροποιείται αναλόγως. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την τεχνική αυτή διότι i) οριοθετεί σαφώς το πεδίο εφαρμογής του ΙΜΙ, και ii) εξασφαλίζει διαφάνεια, παράλληλα δε iii) επιτρέπει ευελιξία στην περίπτωση που το ΙΜΙ χρησιμοποιείται για πρόσθετη ανταλλαγή πληροφοριών στο μέλλον. Η τεχνική αυτή εξασφαλίζει επίσης ότι δεν πραγματοποιούνται ανταλλαγές πληροφοριών μέσω του ΙΜΙ i) χωρίς να υπάρχει η δέουσα νομική βάση σε συγκεκριμένο νομοθέτημα εσωτερικής αγοράς το οποίο επιτρέπει ή επιβάλλει την ανταλλαγή πληροφοριών και ii) χωρίς να περιλαμβάνεται, στο παράρτημα της απόφασης ΙΜΙ, παραπομπή στην εν λόγω νομική βάση.

Κυριότερα μελήματα όσον αφορά την απόφαση ΙΜΙ

10.

Ωστόσο, ο ΕΕΠΔ δεν είναι ικανοποιημένος i) με την επιλογή της νομικής βάσης για την απόφαση ΙΜΙ, πράγμα που σημαίνει ότι, σήμερα, η απόφαση ΙΜΙ έχει αβέβαιη νομική βάση (βλέπε τμήμα 2 της ανά χείρας γνωμοδότησης), και ii) με το γεγονός ότι πολλές αναγκαίες διατάξεις για τη λεπτομερή ρύθμιση των πτυχών του ΙΜΙ οι οποίες άπτονται της προστασίας δεδομένων δεν έχουν ενσωματωθεί στο έγγραφο (βλέπε τμήμα 3 της ανά χείρας γνωμοδότησης).

11.

Δυστυχώς, στην πράξη, η λύση που επέλεξε η Επιτροπή συνεπάγεται ότι, αντίθετα προς τις προσδοκίες του ΕΕΠΔ και της WP29, η απόφαση ΙΜΙ δεν καλύπτει σήμερα πλήρως όλες τις κύριες πτυχές προστασίας δεδομένων του ΙΜΙ, ούτε, και το κυριότερο, τον τρόπο με τον οποίον οι κοινοί υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων επωμίζονται από κοινού την ευθύνη για τις ειδοποιήσεις και την παροχή δικαιωμάτων πρόσβασης στα υποκείμενα των δεδομένων, ή τα συγκεκριμένα, πρακτικά ζητήματα αναλογικότητας. Επίσης, ο ΕΕΠΔ εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη υποχρέωση της Επιτροπής να δημοσιεύει τις προκαθορισμένες ερωτήσεις και τα προκαθορισμένα πεδία δεδομένων στην ιστοσελίδα της, πράγμα που θα βελτίωνε τη διαφάνεια και τη νομική ασφάλεια.

2.   ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΙΜΙ

Η απόφαση IDABC

12.

Η νομική βάση της απόφασης ΙΜΙ, όπως ορίζεται στην ίδια την απόφαση, είναι η απόφαση 2004/387/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, περί της διαλειτουργικής παροχής πανευρωπαϊκών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στις δημόσιες διοικήσεις, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες («απόφαση IDABC») (5), και ιδίως το άρθρο 4.

13.

Η απόφαση IDABC είναι νομοθετική πράξη στο πλαίσιο του τίτλου XV της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας («συνθήκη ΕΚ»): Διευρωπαϊκά Δίκτυα. Το άρθρο 154 της συνθήκης ΕΚ ορίζει ότι η Κοινότητα συμβάλλει στη δημιουργία και την ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων όσον αφορά τα έργα υποδομής στους τομείς των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας. Η δράση αυτή αποσκοπεί στην προώθηση της διασύνδεσης και της διαλειτουργικότητας των εθνικών δικτύων, καθώς και της πρόσβασης στα δίκτυα αυτά. Το άρθρο 155 αναφέρει τα μέτρα που μπορεί να θεσπίζει η Κοινότητα στο πλαίσιο αυτό. Τα μέτρα αυτά είναι i) προσανατολισμοί, ii) κάθε δράση που αποδεικνύεται αναγκαία για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας των δικτύων, ιδίως στον τομέα της εναρμόνισης των τεχνικών προτύπων, iii) καθώς και υποστήριξη σχεδίων. Η απόφαση IDABC βασίζεται στο άρθρο 156 παράγραφος 1 που αφορά τη διαδικασία θέσπισης.

14.

Το άρθρο 4 της απόφασης IDABC ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι η Κοινότητα υλοποιεί σχέδια κοινού ενδιαφέροντος. Τα σχέδια αυτά πρέπει να περιλαμβάνονται σε κυλιόμενο πρόγραμμα εργασίας και να υλοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές των άρθρων 6 και 7 της απόφασης IDABC. Οι αρχές αυτές κυρίως ενθαρρύνουν την ευρεία συμμετοχή, προβλέπουν εύρωστη και αμερόληπτη διαδικασία, και προβλέπουν τεχνική τυποποίηση. Επίσης, οι εν λόγω αρχές αποσκοπούν στην εξασφάλιση της οικονομικής αξιοπιστίας και σκοπιμότητας των σχεδίων.

Η οδηγία υπηρεσιών και η οδηγία επαγγελματικών προσόντων

15.

Όπως προαναφέρεται, το σύστημα πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά θα χρησιμοποιείται, αρχικά, για την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο δύο οδηγιών:

της οδηγίας υπηρεσιών, και

της οδηγίας επαγγελματικών προσόντων.

16.

Το άρθρο 34 παράγραφος 1 της οδηγίας υπηρεσιών παρέχει συγκεκριμένη νομική βάση για τη θέσπιση ηλεκτρονικού συστήματος για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών ως συνοδευτικού μέτρου για τους σκοπούς της οδηγίας. Η παράγραφος 1 του άρθρου 34 έχει ως εξής: «Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, θεσπίζει ηλεκτρονικό σύστημα για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών λαμβάνοντας υπόψη τα υφιστάμενα συστήματα ενημέρωσης».

17.

Η οδηγία επαγγελματικών προσόντων δεν προβλέπει συγκεκριμένο ηλεκτρονικό σύστημα για την ανταλλαγή πληροφοριών, πολλές όμως διατάξεις της επιβάλλουν σαφώς την ανταλλαγή πληροφοριών. Οι διατάξεις που επιβάλλουν την ανταλλαγή πληροφοριών είναι, μεταξύ άλλων, το άρθρο 56 της οδηγίας, βάσει του οποίου οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και του κράτους μέλους καταγωγής πρέπει να συνεργάζονται στενά και να παρέχουν αμοιβαία υποστήριξη με σκοπό την ευχερέστερη εφαρμογή της οδηγίας. Η παράγραφος 2 του άρθρου 56 ορίζει ότι, κατά την επεξεργασία ορισμένων ευαίσθητων πληροφοριών, πρέπει να τηρείται η νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων. Εξάλλου, το άρθρο 8 ορίζει σαφώς ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής μπορούν να ζητούν από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης οποιαδήποτε σημαντική πληροφορία που έχει σχέση με τη νομιμότητα της εγκατάστασης και την ορθή συμπεριφορά του παρόχου υπηρεσιών καθώς και με την απουσία πειθαρχικών ή ποινικών κυρώσεων επαγγελματικού χαρακτήρα. Τέλος, η παράγραφος 2 του άρθρου 50 ορίζει ότι, σε περίπτωση δικαιολογημένων αμφιβολιών, το κράτος μέλος υποδοχής δύναται να απαιτεί από τις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους επιβεβαίωση του γνησίου των βεβαιώσεων και πιστοποιητικών και των τίτλων εκπαίδευσης.

Η ανάγκη για ορθή νομική βάση των διατάξεων για την προστασία δεδομένων

18.

Η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αναγνωρίζεται ως θεμελιώδες δικαίωμα στο άρθρο 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης καθώς και στη νομολογία που βασίζεται στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα («ΕΣΑΔ»).

19.

Στο άρθρο 1 της απόφασης ΙΜΙ, καθορίζονται οι αρμοδιότητες, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμμετεχόντων στο ΙΜΙ καθώς και των χρηστών του ΙΜΙ σε σχέση με τις απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων. Ο ΕΕΠΔ ερμηνεύει την αιτιολογική παράγραφο 7 ως προδιαγραφή του γενικού κοινοτικού πλαισίου προστασίας δεδομένων δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Η παράγραφος αυτή αφορά τον ορισμό των υπευθύνων επεξεργασίας δεδομένων και των αρμοδιοτήτων τους, τις περιόδους διατήρησης των δεδομένων και τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων. Επομένως, η απόφαση ΙΜΙ πραγματεύεται τους περιορισμούς και τον καθορισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων και αποσκοπεί στον καθορισμό υποκειμενικών δικαιωμάτων των πολιτών.

20.

Βάσει της νομολογίας δυνάμει της ΕΣΑΔ, δεν θα πρέπει να υπάρχει αμφιβολία όσον αφορά το νομικό καθεστώς των διατάξεων που περιορίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι διατάξεις αυτές πρέπει να θεσπίζονται με νομική πράξη η οποία να βασίζεται στη συνθήκη ΕΚ και της οποίας να είναι δυνατή η επίκληση ενώπιον δικαστηρίου. Το αντίθετο θα συνεπαγόταν νομική ανασφάλεια του υποκειμένου των δεδομένων αφού δεν θα μπορεί να βασίζεται στο γεγονός ότι μπορεί να επικαλεστεί τους κανόνες αυτούς ενώπιον δικαστηρίου.

21.

Το ζήτημα της ασφάλειας δικαίου είναι ακόμη σημαντικότερο αφού, δυνάμει του συστήματος της συνθήκης ΕΚ, οι εθνικοί δικαστές θα είναι αρμόδιοι να αποφασίζουν τη βαρύτητα που θα αποδίδουν στην απόφαση ΙΜΙ, πράγμα που ενδέχεται να οδηγήσει σε διαφορετικά αποτελέσματα σε διαφορετικά κράτη μέλη ή ακόμη και εντός ενός και μόνου κράτους μέλους. Αυτή η νομική ανασφάλεια είναι απαράδεκτη.

22.

Η έλλειψη (ασφάλειας για) νομική προσφυγή θα ήταν, οπωσδήποτε, αντίθετη προς το άρθρο 6 της ΕΣΑΔ το οποίο προβλέπει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, καθώς και προς τη νομολογία που βασίζεται στο άρθρο αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές, η Κοινότητα δεν θα τηρούσε τις υποχρεώσεις της δυνάμει του άρθρου 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση («ΣΕΕ»), το οποίο ορίζει ότι η Ένωση σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα τα οποία εγγυάται η ΕΣΑΔ.

Ατέλειες της επιλεγείσας νομικής βάσης

23.

Ο ΕΕΠΔ ανησυχεί σοβαρά για το γεγονός ότι, επιλέγοντας το άρθρο 4 της απόφασης IDABC ως νομική βάση της απόφασης, οι συντάκτες της απόφασης της Επιτροπής ενδέχεται να μην τηρούν τον προαναφερόμενο όρο της ασφάλειας δικαίου. Ο ΕΕΠΔ αναφέρει στη συνέχεια τα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να θέτουν υπό αμφισβήτηση την καταλληλότητα της επιλεγείσας νομικής βάσης της απόφασης ΙΜΙ:

το πλαίσιο του τίτλου XV της συνθήκης ΕΚ, Διευρωπαϊκά Δίκτυα. Δυνάμει του πλαισίου αυτού, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα μπορεί να συνεισφέρει στη σύσταση των δικτύων αυτών, προκειμένου να μπορέσουν οι ευρωπαίοι πολίτες να επωφεληθούν από καλύτερες, ασφαλέστερες και φθηνότερες μεταφορές, τηλεπικοινωνίες και ενέργεια (6). Δεν είναι σαφές εάν το πλαίσιο αυτό πρέπει να καλύπτει και τα δίκτυα μεταξύ δημόσιων αρχών τα οποία χρειάζονται για την εφαρμογή νομοθετικών πράξεων, όπως π.χ. στην περίπτωση του ΙΜΙ,

τα μέτρα που προβλέπονται στον τίτλο XV της συνθήκης ΕΚ (άρθρο 155). Όπως προαναφέρεται, τα μέτρα αυτά είναι i) προσανατολισμοί, ii) κάθε δράση που αποδεικνύεται αναγκαία για την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας των δικτύων, ιδίως στον τομέα της εναρμόνισης των τεχνικών προτύπων, iii) καθώς και υποστήριξη σχεδίων. Μολονότι το άρθρο αυτό δεν είναι τελείως σαφές —«κάθε δράση» μπορεί να σημαίνει οτιδήποτε— ο κατάλογος αυτός ενδεχόμενων μέτρων υποδηλώνει ότι οι στόχοι του τίτλου XV θα επιτευχθούν κυρίως με μη νομοθετικά μέτρα. Ο ΕΕΠΔ τονίζει ότι, στη συνάρτηση αυτή, η έκφραση «κάθε δράση» παραπέμπει ιδίως στην τεχνική τυποποίηση,

το άρθρο 4 της απόφασης IDABC αποσκοπεί στην υλοποίηση σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος που καθορίζονται στο κυλιόμενο πρόγραμμα εργασίας. Βάσει αυτού του προγράμματος εργασίας, συστάθηκε και χρηματοδοτείται το σύστημα ΙΜΙ. Ωστόσο, ο ΕΕΠΔ δεν είναι πεπεισμένος ότι το άρθρο 4 μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως νομική βάση για κανόνες προστασίας δεδομένων οι οποίοι να είναι δεσμευτικοί για τους συμμετέχοντες στο ΙΜΙ και να προβλέπουν υποκειμενικά δικαιώματα των πολιτών,

τα άρθρα 6 και 7 της απόφασης IDABC —στα οποία παραπέμπει το άρθρο 4— καθορίζουν ορισμένες αρχές για την υλοποίηση σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος. Οι αρχές αυτές αφορούν τη συμμετοχή, τη διαδικασία και την τεχνική τυποποίηση, καθώς και την οικονομική αξιοπιστία και σκοπιμότητα των σχεδίων, αλλά ούτε τις αρχές προστασίας δεδομένων ούτε άλλες ανάλογες αρχές δημόσιου δικαίου,

η διαδικασία της απόφασης IDABC: Σύμφωνα με την αιτιολογική παράγραφο 30 της απόφασης αυτής, τα μέτρα εφαρμογής θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή (7), δηλαδή μέσω διαδικασίας «επιτροπολογίας» με τη συμμετοχή αντιπροσώπων των κρατών μελών. Το αιτιολογικό της απόφασης ΙΜΙ δεν αναφέρει τη σύμπραξη της επιτροπής αυτής. Εξ όσων γνωρίζουμε, δεν έχει συμμετάσχει τέτοια επιτροπή,

ένα άλλο συγκεκριμένο σημείο είναι το γεγονός ότι η απόφαση ΙΜΙ απευθύνεται στα κράτη μέλη. Για το λόγο αυτόν, και παρά τις παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 που περιέχονται στην απόφαση, καθώς και την αναφορά της Επιτροπής, στο άρθρο 6, ως συμμετέχοντα στο ΙΜΙ, η απόφαση ΙΜΙ δεν μπορεί να αναφέρεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την ίδια την Επιτροπή.

Ενδεχόμενες λύσεις για την αντιμετώπιση των ατελειών της επιλεγείσας νομικής βάσης

24.

Για τους προαναφερόμενους λόγους, η απόφαση ΙΜΙ χρειάζεται στέρεη νομική βάση. Υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς το εάν η νομική βάση της απόφασης ΙΜΙ ανταποκρίνεται στην απαίτηση ασφάλειας δικαίου. Ο ΕΕΠΔ συνιστά στην Επιτροπή να επανεξετάσει τη νομική αυτή βάση και να αναζητήσει λύσεις για την αντιμετώπιση των ατελειών της επιλεγείσας νομικής βάσης, αντικαθιστώντας ενδεχομένως την απόφαση ΙΜΙ από νομική πράξη που να ανταποκρίνεται στην απαίτηση ασφάλειας δικαίου.

25.

Εν προκειμένω, η καταλληλότερη λύση θα ήταν ίσως η έκδοση, από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωριστής νομικής πράξης για το σύστημα ΙΜΙ, παρόμοιας προς το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν, το σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις και άλλες μεγάλες ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων.

26.

Ο ΕΕΠΔ προτείνει ανάλυση της λύσης αυτής. Η χωριστή αυτή νομική πράξη θα μπορούσε να καλύπτει τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμμετεχόντων και των χρηστών του ΙΜΙ όσον αφορά τις απαιτήσεις προστασίας δεδομένων (δηλαδή, το αντικείμενο που ορίζεται στην απόφαση ΙΜΙ), καθώς και άλλες απαιτήσεις που αφορούν τη σύσταση και τη λειτουργία του συστήματος ΙΜΙ.

27.

Μια δεύτερη λύση θα ήταν η εξεύρεση νομικής βάσης στις διάφορες νομικές πράξεις της εσωτερικής αγοράς. Στο μέτρο που η απόφαση ΙΜΙ εφαρμόζεται στην ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη συνάρτηση της οδηγίας υπηρεσιών, θα πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω εάν η ίδια η οδηγία αυτή —ιδίως δε το άρθρο 34— θα μπορούσε να αποτελέσει την απαιτούμενη νομική βάση. Στο βαθμό που η απόφαση ΙΜΙ εφαρμόζεται στην ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη συνάρτηση της οδηγίας επαγγελματικών προσόντων, η λύση αυτή θα λειτουργούσε εξ ίσου καλά: θα μπορούσε επίσης να δημιουργηθεί μια ειδική και σαφής νομική βάση μέσω της τροποποίησης της ίδιας της οδηγίας.

28.

Όσον αφορά άλλες νομοθετικές πράξεις για την εσωτερική αγορά που ενδέχεται, στο μέλλον, να απαιτούν ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, θα μπορούσε, κάθε φορά, να θεσπίζεται συγκεκριμένη νομική βάση στην εκάστοτε νέα νομοθετική πράξη.

3.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΙΜΙ

29.

Στο τμήμα αυτό της γνωμοδότησης, ο ΕΕΠΔ εξετάζει τις διατάξεις που ρυθμίζουν τις πτυχές προστασίας δεδομένων του ΙΜΙ, όπως αυτές περιλαμβάνονται στην απόφαση ΙΜΙ. Οι συστάσεις του ΕΕΠΔ θα μπορούσαν να περιληφθούν σε νέα νομική πράξη που θα αντικαταστήσει την απόφαση ΙΜΙ, όπως προαναφέρεται. Ωστόσο, ελλείψει τέτοιας νομικής πράξης, οι συστάσεις θα μπορούσαν να περιληφθούν στην ίδια την απόφαση ΙΜΙ, με τροποποίησή της.

30.

Επιπλέον, ορισμένες από τις συστάσεις αυτές μπορούν ήδη να εφαρμοστούν στην πράξη από τους συμμετέχοντες στο ΙΜΙ, χωρίς τροποποίηση της απόφασης. Ο ΕΕΠΔ ευελπιστεί ότι η Επιτροπή θα δεχθεί, τουλάχιστον στο επιχειρησιακό επίπεδο, τις συστάσεις της ανά χείρας γνωμοδότησης, στο μέτρο που αφορούν τις δραστηριότητες της Επιτροπής ως συμμετέχοντα στο ΙΜΙ, και, κατ' αυτόν τον τρόπο, θα τις υπαγάγει στην εποπτεία του ΕΕΠΔ.

Άρθρο 2 — Προκαθορισμένα πεδία δεδομένων: διαφάνεια και αναλογικότητα

31.

Ο ΕΕΠΔ χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή δημοσίευσε στην ιστοσελίδα του ΙΜΙ το πρώτο σύνολο προκαθορισμένων ερωτήσεων και άλλων πεδίων δεδομένων, τα οποία αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της οδηγίας επαγγελματικών προσόντων.

32.

Προκειμένου η ορθή αυτή πρακτική να καταστεί σαφής υποχρέωση της Επιτροπής και, κατ' αυτόν τον τρόπο, να εξασφαλιστεί και να βελτιωθεί περαιτέρω η διαφάνεια, ο ΕΕΠΔ συνιστά να προβλεφθεί με νομική πράξη η υποχρέωση της Επιτροπής να δημοσιεύει τις προκαθορισμένες ερωτήσεις και άλλα πεδία δεδομένων στην ιστοσελίδα του ΙΜΙ.

33.

Όσον αφορά την αναλογικότητα, μια νομική πράξη για το ΙΜΙ θα πρέπει να ορίζει ότι οι προκαθορισμένες ερωτήσεις και τα άλλα πεδία δεδομένων πρέπει να είναι κατάλληλα, σχετικά και όχι υπερβολικά. Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ διατυπώνει δύο συγκεκριμένες συστάσεις όσον αφορά την αναλογικότητα:

θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι το ΙΜΙ δεν προορίζεται για καθημερινή χρήση προκειμένου να ελέγχεται το ιστορικό των μετακινούμενων επαγγελματιών και παρόχων υπηρεσιών, αλλά μόνον στις περιπτώσεις που το επιτρέπει η εφαρμοστέα νομοθεσία και εφόσον υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες i) ως προς τη γνησιότητα των πληροφοριών που υποβάλλει ο μετακινούμενος πάροχος υπηρεσιών στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ή ii) ως προς την επιλεξιμότητά του για εγκατάσταση ή άσκηση του επαγγέλματός του στο κράτος μέλος υποδοχής,

για να ελαχιστοποιηθεί η περιττή διαβίβαση ευαίσθητων αλλά ενίοτε άχρηστων δεδομένων, απαιτείται διάταξη που να ορίζει ότι, όταν δεν είναι απολύτως απαραίτητο να διαβιβαστούν πραγματικές πληροφορίες ποινικού μητρώου, οι προκαθορισμένες ερωτήσεις και απαντήσεις στη διεπαφή του ΙΜΙ δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν αίτημα για την υποβολή ποινικού μητρώου και θα πρέπει να διατυπώνονται διαφορετικά, ώστε να ελαχιστοποιείται η ανταλλαγή ευαίσθητων δεδομένων. Για παράδειγμα, μπορεί να αρκεί για την αρμόδια αρχή μιας χώρας υποδοχής να γνωρίζει ότι ένας μετακινούμενος δικηγόρος είναι νομίμως εγγεγραμμένος στο δικηγορικό σύλλογο της πατρίδας του και τηρεί τις σχετικές υποχρεώσεις, και δεν χρειάζεται να γνωρίζει εάν το ποινικό του μητρώο περιλαμβάνει καταδίκη για τροχαίες παραβάσεις, εάν αυτό δεν τον εμποδίζει να εργάζεται ως δικηγόρος στην πατρίδα του.

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο — Από κοινού έλεγχος και κατανομή αρμοδιοτήτων

34.

Η κατανομή αρμοδιοτήτων στο άρθρο 3 της απόφασης ΙΜΙ είναι ασαφής. Ο ΕΕΠΔ αναγνωρίζει ότι ενδέχεται να είναι αδύνατον να προσδιοριστεί στην απόφαση ΙΜΙ κάθε επιμέρους πράξη επεξεργασίας και να απονεμηθεί αρμοδιότητα για την καθεμία στην Επιτροπή ή τη συγκεκριμένη αρμόδια αρχή του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Ωστόσο, τουλάχιστον όσον αφορά τις σημαντικότερες υποχρεώσεις προστασίας δεδομένων που υπέχει ένας υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων, η απόφαση ΙΜΙ θα έπρεπε να παρέχει κάποιες οδηγίες.

35.

Συγκεκριμένα, ο ΕΕΠΔ συνιστά να διευκρινίζεται σε μια νομική πράξη για το ΙΜΙ ότι:

κάθε αρμόδια αρχή και κάθε συντονιστής ΙΜΙ είναι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων για τις οικείες δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων ως χρήστες του συστήματος,

η Επιτροπή δεν είναι χρήστης, αλλά διαχειριστής του συστήματος, και είναι αρμόδια, κατά κύριο λόγο, για την τεχνική λειτουργία, τη συντήρηση και τη συνολική ασφάλεια του συστήματος, και

οι συμμετέχοντες στο ΙΜΙ επιμερίζονται τις αρμοδιότητες για την ειδοποίηση, την παροχή των δικαιωμάτων πρόσβασης, ένστασης και διόρθωσης, με τον τρόπο που προβλέπεται στις (νεοεισαγόμενες) παραγράφους, όπως συζητείται κατωτέρω.

Ειδοποίηση προς τα υποκείμενα των δεδομένων

36.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά να προστεθεί στη νομική πράξη για το ΙΜΙ μια νέα παράγραφος για την κατανομή αρμοδιοτήτων, μεταξύ κοινών υπευθύνων επεξεργασίας δεδομένων, όσον αφορά την ειδοποίηση, με βάση μια σταδιακή προσέγγιση. Συγκεκριμένα, το σχετικό κείμενο θα πρέπει να ορίζει τα εξής:

πρώτον, η Επιτροπή, στην ιστοσελίδα της που είναι αφιερωμένη στο ΙΜΙ, θα πρέπει να παρέχει πλήρη ειδοποίηση περί ιδιωτικότητας η οποία να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται δυνάμει των άρθρων 10 και 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σε σαφή και απλή διατύπωση. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να καλύπτει η ειδοποίηση τις περιορισμένες πράξεις επεξεργασίας της Επιτροπής όσον αφορά τα δεδομένα στα οποία έχει πρόσβαση (δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των χρηστών του ΙΜΙ), και να αναφέρει τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών των διαφόρων κρατών μελών, πράγμα που είναι ο σκοπός της βάσης δεδομένων,

δεύτερον, κάθε αρμόδια αρχή θα πρέπει, επίσης, να αναρτά ειδοποίηση περί ιδιωτικότητας στην ιστοσελίδα της. Η ειδοποίηση αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει παραπομπή και σύνδεσμο προς την ειδοποίηση περί ιδιωτικότητας της Επιτροπής, καθώς και άλλες λεπτομέρειες για τη συγκεκριμένη αρχή ή το συγκεκριμένο κράτος μέλος. Για παράδειγμα, η ειδοποίηση αυτή θα πρέπει να αναφέρει τους τυχόν περιορισμούς των δικαιωμάτων πρόσβασης ή πληροφόρησης που ισχύουν για συγκεκριμένες χώρες. Η αναγραφή της ειδοποίησης θα μπορεί να συντονίζεται από το μοναδικό γραφείο συνδέσμου μεταξύ των αρμόδιων αρχών κάθε επιμέρους χώρας,

τρίτον, το αργότερο κατά την εισαγωγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και εφόσον δεν ισχύει κάποιος περιορισμός, θα πρέπει να απευθύνεται ειδοποίηση απευθείας στα υποκείμενα των δεδομένων με τρόπο διαφορετικό από την ειδοποίηση περί ιδιωτικότητας που περιέχεται στην ιστοσελίδα. Μια συνιστώμενη προσέγγιση θα ήταν να περιέχεται, στην αλληλογραφία που ανταλλάσσουν οι αρμόδιες αρχές με το υποκείμενο των δεδομένων (συνήθως, το μετακινούμενο πάροχο υπηρεσιών ή επαγγελματία), μια σύντομη παραπομπή στο ΙΜΙ και ένας σύνδεσμος προς τις σχετικές διαδικτυακές ειδοποιήσεις περί ιδιωτικότητας.

Δικαιώματα πρόσβασης, ένστασης και διόρθωσης

37.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά επίσης να προστεθεί μια νέα παράγραφος η οποία:

να διευκρινίζει το πρόσωπο στο οποίο τα υποκείμενα των δεδομένων θα πρέπει να απευθύνουν το αίτημα πρόσβασής τους, την ένστασή τους, ή το αίτημα διόρθωσής τους,

να διευκρινίζει την αρχή που είναι αρμόδια να αποφασίζει για τα αιτήματα αυτά, και

να καθορίζει μια διαδικασία για την περίπτωση που το υποκείμενο των δεδομένων υποβάλλει το αίτημά του σε συμμετέχοντα στο ΙΜΙ ο οποίος δεν είναι αρμόδιος να αποφαίνεται για τα αιτήματα αυτά.

38.

Εξάλλου, θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι η Επιτροπή μπορεί να παρέχει πρόσβαση μόνον στα δεδομένα στα οποία έχει η ίδια θεμιτή πρόσβαση. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν θα είναι υποχρεωμένη να παρέχει πρόσβαση στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών. Ωστόσο, εάν το υποκείμενο των δεδομένων απευθύνει τέτοιο αίτημα στην Επιτροπή, η Επιτροπή θα πρέπει να κατευθύνει, το συντομότερο δυνατόν, τα υποκείμενα των δεδομένων στις αρχές που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές και να τα ενημερώνει αναλόγως.

Άρθρο 4 — Διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των προσώπων που αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής πληροφοριών

39.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 της απόφασης ΙΜΙ ορίζει ότι τα δεδομένα αποθηκεύονται επί έξι μήνες μετά το «τυπικó κλείσιμο» της ανταλλαγής πληροφοριών.

40.

Ο ΕΕΠΔ κατανοεί ότι οι αρμόδιες αρχές ενδέχεται να χρειάζονται κάποια ευελιξία όσον αφορά τη διατήρηση των δεδομένων διότι, εκτός από τις αρχικές ερωτήσεις και απαντήσεις, ενδέχεται να υπάρχουν και άλλες ερωτήσεις μεταξύ αρμόδιων αρχών για την ίδια υπόθεση. Όντως, κατά την εκπόνηση της γνωμοδότησης της WP29, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι οι διοικητικές εργασίες, στο πλαίσιο των οποίων ενδέχεται να χρειάζεται ανταλλαγή πληροφοριών, ολοκληρώνονται συνήθως εντός δύο περίπου μηνών και ότι η εξάμηνη περίοδος διατήρησης αποσκοπεί στην παροχή ευελιξίας σε περίπτωση απρόβλεπτων καθυστερήσεων.

41.

Επομένως, και βάσει των διευκρινίσεων της Επιτροπής, ο ΕΕΠΔ αμφιβάλλει εάν υπάρχει θεμιτός λόγος να διατηρούνται τα δεδομένα στο ΙΜΙ επί ένα ακόμη εξάμηνο μετά το τυπικό κλείσιμο της ανταλλαγής πληροφοριών. Κατά συνέπεια, ο ΕΕΠΔ συνιστά να αρχίζει η εξάμηνη προθεσμία διαγραφής κατά την ημερομηνία κατά την οποία η αιτούσα αρχή απευθύνεται για πρώτη φορά στην ομόλογή της για μια δεδομένη ανταλλαγή πληροφοριών. Όντως, μια καλύτερη προσέγγιση θα ήταν να καθορίζεται μια ημερομηνία αυτόματης διαγραφής ανάλογα με τον τύπο ανταλλαγής πληροφοριών (και να αρχίζει η προθεσμία από την έναρξη της ανταλλαγής). Για παράδειγμα, μολονότι μια εξάμηνη περίοδος διατήρησης ενδέχεται να αρκεί για τις ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει της οδηγίας επαγγελματικών προσόντων, η περίοδος αυτή μπορεί να μην αρκεί για άλλες ανταλλαγές πληροφοριών στο πλαίσιο μελλοντικής νομοθεσίας της εσωτερικής αγοράς.

42.

Ο ΕΕΠΔ προσθέτει επίσης ότι, εάν δεν ληφθούν υπόψη οι συστάσεις του, θα πρέπει τουλάχιστον να διευκρινιστεί η έννοια του «τυπικού κλεισίματος» της ανταλλαγής πληροφοριών. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι τα δεδομένα δεν θα διατηρούνται στη βάση δεδομένων για διάστημα μεγαλύτερο από το απαιτούμενο απλώς και μόνον διότι η αρμόδια αρχή δεν «έκλεισε την υπόθεση».

43.

Εξάλλου, ο ΕΕΠΔ συνιστά να αντιστραφεί η λογική της διαγραφής-διατήρησης στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 4. Η Επιτροπή θα πρέπει οπωσδήποτε να ανταποκρίνεται στις αιτήσεις διαγραφής εντός 10 ημερών, ανεξαρτήτως του εάν η άλλη αρμόδια αρχή που συμμετέχει στην ανταλλαγή πληροφοριών επιθυμεί να διατηρήσει τις πληροφορίες στο ΙΜΙ. Ωστόσο, θα πρέπει να υπάρχει ένας αυτόματος μηχανισμός για να ειδοποιείται αυτή η άλλη αρμόδια αρχή ώστε να μην χάνει τα δεδομένα και να μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να κατεβάζει ή να τυπώνει τις πληροφορίες και να τις αποθηκεύει για δική της χρήση εκτός ΙΜΙ και σύμφωνα με τους οικείους κανόνες προστασίας δεδομένων. Μια δεκαήμερη προθεσμία ειδοποίησης θεωρείται εύλογη τόσο ως ανώτατο όσο και ως κατώτατο όριο. Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να διαγράφει τις πληροφορίες πριν από την εκπνοή της δεκαήμερης αυτής προθεσμίας μόνον εφόσον και οι δύο αρχές συμφωνούν για τη διαγραφή αυτήν.

Μέτρα ασφαλείας

44.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά επίσης να διευκρινιστούν τα μέτρα ασφαλείας που πρέπει να λαμβάνονται, είτε από την Επιτροπή είτε από τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές των κρατών μελών.

Από κοινού εποπτεία

45.

Επειδή οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει του ΙΜΙ υπόκεινται σε πολλαπλές εθνικές νομοθετικές διατάξεις περί προστασίας δεδομένων και στην εποπτεία πολλαπλών εθνικών αρχών προστασίας δεδομένων (επιπλέον της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της εποπτικής εξουσίας του ΕΕΠΔ όσον αφορά ορισμένες πτυχές των πράξεων επεξεργασίας), ο ΕΕΠΔ συνιστά να περιέχει η νομική πράξη για το ΙΜΙ και σαφείς διατάξεις που να διευκολύνουν την από κοινού εποπτεία του ΙΜΙ από τις διάφορες εμπλεκόμενες αρχές προστασίας δεδομένων. Η από κοινού εποπτεία θα μπορούσε να βασίζεται στο υπόδειγμα των νομικών πράξεων για τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (8).

4.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

46.

Ο ΕΕΠΔ υποστηρίζει τους στόχους της Επιτροπής για τη σύσταση ηλεκτρονικού συστήματος για την ανταλλαγή πληροφοριών και για τη ρύθμιση των πτυχών της που άπτονται της προστασίας δεδομένων.

47.

Η απόφαση ΙΜΙ χρειάζεται στέρεη νομική βάση, για τους λόγους που προαναφέρονται. Ο ΕΕΠΔ συνιστά στην Επιτροπή να επανεξετάσει την επιλεγείσα νομική βάση και να αναζητήσει λύσεις για την αντιμετώπιση των ατελειών της επιλεγείσας νομικής βάσης, αντικαθιστώντας ενδεχομένως την απόφαση ΙΜΙ από νομική πράξη που να ανταποκρίνεται στην απαίτηση ασφάλειας δικαίου.

48.

Ως την καλύτερη δυνατή λύση, ο ΕΕΠΔ προτείνει να εξεταστεί η δυνατότητα έκδοσης, από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωριστής νομικής πράξης για το σύστημα ΙΜΙ, παρόμοιας προς το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν, το σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις και άλλες μεγάλες ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων.

49.

Εναλλακτικά, θα μπορούσε να εξεταστεί εάν το άρθρο 34 της οδηγίας υπηρεσιών και παρόμοιες διατάξεις μελλοντικών νομοθετημάτων της εσωτερικής αγοράς θα μπορούσαν να αποτελέσουν την απαιτούμενη νομική βάση.

50.

Εξάλλου, η ανά χείρας γνωμοδότηση περιέχει ορισμένες συστάσεις για διατάξεις για τη ρύθμιση των πτυχών προστασίας δεδομένων του ΙΜΙ οι οποίες θα μπορούσαν να περιληφθούν σε νέα νομοθετική πράξη που θα αντικαταστήσει την απόφαση ΙΜΙ, όπως προαναφέρεται, ή, ελλείψει τέτοιας νομικής πράξης, στην ίδια την απόφαση ΙΜΙ με τροποποίησή της.

51.

Πολλές από τις συστάσεις μπορούν ήδη να εφαρμοστούν από τους συμμετέχοντες στο ΙΜΙ, χωρίς να τροποποιηθεί η απόφαση. Ο ΕΕΠΔ ευελπιστεί ότι η Επιτροπή θα δεχθεί, τουλάχιστον στο επιχειρησιακό επίπεδο, τις συστάσεις της ανά χείρας γνωμοδότησης, στο μέτρο που αφορούν τις δραστηριότητες της Επιτροπής ως συμμετέχοντα στο ΙΜΙ.

52.

Οι συστάσεις αυτές αφορούν τη διαφάνεια και την αναλογικότητα, τον από κοινού έλεγχο και την κατανομή αρμοδιοτήτων, την ειδοποίηση προς τα υποκείμενα των δεδομένων, τα δικαιώματα πρόσβασης, ένστασης και διόρθωσης, τη διατήρηση των δεδομένων, τα μέτρα ασφαλείας και την από κοινού εποπτεία.

Βρυξέλλες, 22 Φεβρουαρίου 2008.

Peter HUSTINX

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  Bλέπε σημείο 12 της ανά χείρας γνωμοδότησης.

(2)  Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 22).

(3)  Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36).

(4)  Γνωμοδότηση αριθ. 7/2007 της WP29 σχετικά με θέματα προστασίας δεδομένων που συνδέονται με το σύστημα πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (ΙΜΙ), WP140.

(5)  ΕΕ L 144 της 30.4.2004, όπως διορθώθηκε στο ΕΕ L 181 της 18.5.2004, σ. 25.

(6)  Βλέπε Λευκή Βίβλο της Επιτροπής «Ανάπτυξη, Ανταγωνιστικότητα και Απασχόληση» [COM(93) 700 τελικό].

(7)  ΕΕ L 184 της 29.12.2006, σ. 23.

(8)  Βλέπε άρθρα 44 έως 46 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4), και άρθρα 60 έως 62 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2007, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 205 της 7.8.2007, σ. 63).


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/8


Ανακοίνωση της Επιτροπής — Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης

(2008/C 270/02)

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση επιδεινώθηκε αισθητά και πλέον έχει πλήξει σοβαρά τον τραπεζικό τομέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πέρα από τα ειδικά προβλήματα που αφορούν ιδίως την αγορά ενυπόθηκης πίστης και στοιχείων εξασφαλισμένων με ενυπόθηκα δάνεια στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ή συνδέονται με ζημίες οφειλόμενες σε υπερβολικά παρακινδυνευμένες στρατηγικές μεμονωμένων τραπεζών, τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρήθηκε γενικότερος κλονισμός της εμπιστοσύνης έναντι του τραπεζικού τομέα. Λόγω της διάχυτης αβεβαιότητας όσον αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, η αγορά διατραπεζικών δανείων παρέλυσε με αποτέλεσμα να καταστεί βαθμιαία δυσκολότερη η πρόσβαση σε ρευστότητα για όλους τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

2.

Η τρέχουσα κατάσταση απειλεί την ύπαρξη μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών που αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω του επιχειρηματικού μοντέλου ή των επιχειρηματικών πρακτικών που εφάρμοζαν και των οποίων οι αδυναμίες κατέστησαν εμφανείς και μάλιστα οξύνθηκαν εξαιτίας της κρίσης των χρηματοπιστωτικών αγορών. Για να ανακτήσουν οι οργανισμοί αυτοί τη βιωσιμότητά τους και να μην χρεοκοπήσουν θα απαιτηθεί εκτενής αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων τους. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, η κρίση επηρεάζει εξίσου και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κατά βάση υγιείς των οποίων οι δυσχέρειες οφείλονται αποκλειστικά στις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στην αγορά και οι οποίες έχουν περιορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την πρόσβαση σε ρευστότητα. Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των οργανισμών αυτών μπορεί να απαιτήσει αναδιάρθρωση μικρότερης έκτασης. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για τη στήριξη (ορισμένων) οργανισμών δραστηριοποιούμενων στην εθνική τους χρηματοπιστωτική αγορά μπορεί να ευνοήσουν τους οργανισμούς αυτούς εις βάρος άλλων που δραστηριοποιούνται είτε στο ίδιο είτε σε άλλα κράτη μέλη.

3.

Το Συμβούλιο ECOFIN εξέδωσε στις 7 Οκτωβρίου 2008 συμπεράσματα με τα οποία δεσμεύεται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ενίσχυση της υγείας και της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και η ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η ανακεφαλαιοποίηση ευάλωτων και σημαντικών για το σύστημα χρηματοπιστωτικών οργανισμών αναγνωρίσθηκε ως ένας, μεταξύ άλλων, τρόπος κατάλληλης προστασίας των συμφερόντων των καταθετών και της σταθερότητας του συστήματος. Περαιτέρω συμφωνήθηκε ότι η δημόσια παρέμβαση πρέπει να αποφασισθεί σε εθνικό επίπεδο, αλλά εντός ενός συντονισμένου πλαισίου και βάσει ορισμένων κοινών αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1). Με την ευκαιρία αυτή η Επιτροπή προσφέρθηκε να διατυπώσει σύντομα οδηγίες όσον αφορά το ευρύτερο πλαίσιο εντός του οποίου θα πρέπει να αξιολογούνται γρήγορα, αφενός, η συμβατότητα των καθεστώτων ανακεφαλαιοποίησης και παροχής εγγυήσεων με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και, αφετέρου, οι περιπτώσεις εφαρμογής τέτοιου είδους καθεστώτων.

4.

Λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της κρίσης, που τώρα θέτει σε κίνδυνο και τράπεζες κατά βάση υγιείς, τον μεγάλο βαθμό ολοκλήρωσης και αλληλεξάρτησης των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς και το ότι οι σοβαρές επιπτώσεις που θα είχε η χρεοκοπία ενός σημαντικού για το σύστημα χρηματοπιστωτικού οργανισμού θα επέτειναν την κρίση ακόμη περισσότερο, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι τα κράτη μέλη ενδέχεται να κρίνουν αναγκαία τη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Εξαιτίας της ιδιάζουσας φύσης των σημερινών προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού τομέα, τέτοια μέτρα ενδέχεται να βαίνουν πέραν της σταθεροποίησης μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών και να περιλαμβάνουν γενικά καθεστώτα.

5.

Ενώ οι έκτακτες συνθήκες που επικρατούν σήμερα πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη κατά την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις σε μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει ότι τα μέτρα αυτά δεν προκαλούν περιττές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ χρηματοπιστωτικών οργανισμών δραστηριοποιούμενων στην αγορά ούτε δευτερογενείς αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα κράτη μέλη. Σκοπός της παρούσαςανακοίνωσης είναι η παροχή καθοδήγησης ως προς τα κριτήρια βάσει των οποίων θα θεωρούνται συμβατά με τη συνθήκη τα γενικά καθεστώτα, καθώς και μεμονωμένες περιπτώσεις εφαρμογής τέτοιων καθεστώτων και ad hoc περιπτώσεις σημαντικές για το σύστημα. Κατά την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών σε μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη, η Επιτροπή θα ενεργήσει με την απαιτούμενη ταχύτητα ώστε να εξασφαλισθεί ασφάλεια δικαίου και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

2.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

6.

Οι κρατικές ενισχύσεις σε μεμονωμένες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα αξιολογούνται κατά κανόνα βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων (2) (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές διάσωσης και αναδιάρθρωσης») όπου καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο η Επιτροπή ερμηνεύει το άρθρο 83 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης σε σχέση με τις ενισχύσεις του τύπου αυτού. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές είναι γενικής εφαρμογής, ενώ προβλέπουν και ορισμένα συγκεκριμένα κριτήρια για τον χρηματοπιστωτικό τομέα.

7.

Επιπλέον, βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης η Επιτροπή δύναται να επιτρέψει τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων «για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους».

8.

Η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι σύμφωνα με τη νομολογία και την πρακτική λήψεως των αποφάσεών της (3), το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης απαιτεί συσταλτική ερμηνεία ως προς το τι μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή διαταραχή της οικονομίας κράτους μέλους.

9.

Λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα της τρέχουσας κρίσης των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον ενδεχόμενο αντίκτυπό της στο σύνολο της οικονομίας των κρατών μελών, η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) μπορεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, να χρησιμεύσει ως νομική βάση για μέτρα ενίσχυσης που αποβλέπουν στην αντιμετώπιση της συστημικής αυτής κρίσης. Αυτό ισχύει, ιδίως, για ενισχύσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο γενικού καθεστώτος στο οποίο υπάγονται διάφοροι ή όλοι οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί ενός κράτους μέλους. Εάν οι αρμόδιες για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα αρχές ενός κράτους μέλους αναφέρουν στην Επιτροπή ότι υπάρχει κίνδυνος τέτοιας σοβαρής διαταραχής, το στοιχείο αυτό θα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για την αξιολόγηση από την Επιτροπή.

10.

Οι ad hoc παρεμβάσεις των κρατών μελών δεν αποκλείονται υπό συνθήκες που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο β). Τόσο για τα καθεστώτα όσο και για τις παρεμβάσεις ad hoc, η μεν αξιολόγηση της ενίσχυσης πρέπει να βασίζεται στις γενικές αρχές που καθορίζουν οι κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης που εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης, αλλά οι παρούσες περιστάσεις μπορεί να επιτρέπουν την έγκριση έκτακτων μέτρων, όπως επείγουσες διαρθρωτικές παρεμβάσεις, προστασία των δικαιωμάτων τρίτων, όπως πιστωτές, καθώς και μέτρα διάσωσης που ενδεχομένως υπερβαίνουν το χρονικό διάστημα των 6 μηνών.

11.

Πρέπει να τονισθεί, ωστόσο, ότι με βάση τα ανωτέρω η προσφυγή στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) δεν μπορεί να θεωρείται σκόπιμη κατ' αρχήν σε περίπτωση κρίσης σε άλλους τομείς, εφόσον ο κίνδυνος άμεσων επιπτώσεων για το σύνολο της οικονομίας ενός κράτους μέλους δεν είναι ανάλογος. Όσον αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η επίκληση της διάταξης αυτής επιτρέπεται μόνον σε πραγματικά έκτακτες περιστάσεις όπου απειλείται η λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών στο σύνολό της.

12.

Εφόσον υπάρχει σοβαρή διαταραχή της οικονομίας κράτους μέλους που πληροί τα ανωτέρω κριτήρια, η εφαρμογή του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) είναι δυνατή όχι για αόριστο χρονικό διάστημα, αλλά μόνον εφόσον η κατάσταση κρίσης το δικαιολογεί.

13.

Αυτό συνεπάγεται ότι τα γενικά καθεστώτα που θεσπίζονται στη βάση αυτή, π.χ. υπό μορφή καθεστώτος παροχής εγγυήσεων ή ανακεφαλαιοποίησης, θα πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά και να τερματίζονται μόλις το επιτρέψει η οικονομική κατάσταση του υπόψη κράτους μέλους. Μολονότι δέχεται ότι επί του παρόντος είναι αδύνατο να προβλεφθεί πόσο θα διαρκέσουν τα έκτακτα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι χρηματοπιστωτικές αγορές και ότι μπορεί να αποδειχθεί απαραίτητη η παράταση της ισχύος ενός μέτρου, εφόσον η κρίση συνεχίζεται προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, η Επιτροπή θεωρεί ότι, για να είναι συμβατό ένα γενικό καθεστώς, το οικείο κράτος μέλος θα πρέπει απαραιτήτως να το επανεξετάζει τουλάχιστον ανά εξάμηνο και να υποβάλει σχετική έκθεση στην Επιτροπή για τα αποτελέσματα της επανεξέτασης.

14.

Επιπλέον, η Επιτροπή κρίνει ότι η μεταχείριση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που, ενώ μεν δεν διαθέτουν ρευστότητα, είναι κατά τα άλλα υγιείς σε περιόδους που δεν χαρακτηρίζονται από τις τρέχουσες έκτακτες περιστάσεις, πρέπει να διαφέρει από τη μεταχείριση χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν ενδογενή προβλήματα. Στην πρώτη περίπτωση, τα προβλήματα βιωσιμότητας είναι εκ φύσεως εξωγενή και οφείλονται στην παρούσα ακραία κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών και όχι σε έλλειψη αποτελεσματικότητας ή στην ανάληψη υπερβολικών κινδύνων. Έτσι, οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που θα προκύψουν από καθεστώτα που στηρίζουν τη βιωσιμότητα τέτοιων οργανισμών θα είναι, κατά κανόνα, περιορισμένες και θα απαιτήσουν αναδιάρθρωση μικρότερης κλίμακας. Αντιθέτως, άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ενδέχεται να επηρεασθούν ιδιαιτέρως από ζημίες οφειλόμενες π.χ. σε έλλειψη αποτελεσματικότητας, κακή διαχείριση ενεργητικού-παθητικού ή παρακινδυνευμένες στρατηγικές, θα υπάγονται στο κανονικό πλαίσιο των ενισχύσεων διάσωσης και θα χρειάζονται ιδίως εκτενή αναδιάρθρωση, καθώς και αντισταθμιστικά μέτρα ώστε να περιορισθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού (4). Σε κάθε περίπτωση, όμως, εφόσον δεν υπάρχουν κατάλληλα μέτρα ασφαλείας, οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού από προγράμματα παροχής εγγυήσεων και ανακεφαλαιοποίηση μπορεί να είναι σημαντικές, δεδομένου ότι μπορεί να δοθούν αθέμιτα πλεονεκτήματα στους δικαιούχους εις βάρος των ανταγωνιστών τους ή να επιδεινωθούν τα προβλήματα ρευστότητας χρηματοπιστωτικών οργανισμών ευρισκόμενων σε άλλα κράτη μέλη.

15.

Πέραν αυτού, σύμφωνα με τις γενικές αρχές στις οποίες βασίζονται οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων της συνθήκης, οι οποίες προβλέπουν ότι η χορηγούμενη ενίσχυση πρέπει να μην υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της και ότι οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού πρέπει να αποφεύγονται ή να ελαχιστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού, και λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες συνθήκες, όλα τα γενικά μέτρα στήριξης πρέπει:

να είναι καλά στοχοθετημένα ώστε να μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικά ο στόχος της αντιμετώπισης σοβαρής διαταραχής της οικονομίας,

να είναι ανάλογα προς το πρόβλημα και να μην εκτείνονται πέραν του αναγκαίου για τον σκοπό αυτόν, και

να έχουν σχεδιασθεί κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί τις δευτερογενείς αρνητικές συνέπειες για τους ανταγωνιστές, άλλους τομείς της οικονομίας και άλλα κράτη μέλη.

16.

Η τήρηση των κριτηρίων αυτών σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και τις θεμελιώδεις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στη συνθήκη, ιδίως της αρχής της ίσης μεταχείρισης, είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Στην αξιολόγησή της η Επιτροπή θα λάβει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια προκειμένου να αποφανθεί ως προς τη συμβατότητα των μέτρων κρατικής ενίσχυσης που αναφέρονται παρακάτω.

3.   ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

17.

Με βάση τις προαναφερθείσες αρχές διατυπώνονται οι ακόλουθες θέσεις όσον αφορά τα καθεστώτα εγγύησης υποχρεώσεων τα οποία προκύπτουν από εξαγγελίες, νομοθετικές ρυθμίσεις ή συμβατικά καθεστώτα, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι θέσεις αυτές είναι γενικού χαρακτήρα και πρέπει να προσαρμοσθούν στις ειδικές περιστάσεις της εκάστοτε υπόθεσης.

Επιλεξιμότητα για την υπαγωγή σε καθεστώς εγγυήσεων

18.

Σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού μπορεί να προκύψει αν ορισμένοι παράγοντες της αγοράς αποκλείονται από την εγγύηση. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για την κάλυψη χρηματοπιστωτικών οργανισμών από τέτοια εγγύηση πρέπει να είναι αντικειμενικά, να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τη σημασία του ρόλου τους για το οικείο τραπεζικό σύστημα και για το σύνολο της οικονομίας και να μην εισάγουν διακρίσεις, ούτως ώστε να αποφεύγονται αδικαιολόγητες στρεβλώσεις σε όμορες αγορές και στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς. Κατ' εφαρμογή της αρχής της μη διάκρισης λόγω εθνικότητας, το καθεστώς θα πρέπει να καλύπτει όλους τους οργανισμούς που έχουν την καταστατική τους έδρα στο ίδιο κράτος μέλος, περιλαμβανομένων των θυγατρικών τους, και ασκούν σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων τους σε αυτό το κράτος μέλος.

Καθ' ύλην πεδίο εφαρμογής μιας εγγύησης — είδη καλυπτόμενων υποχρεώσεων

19.

Υπό τις τρέχουσες έκτακτες περιστάσεις μπορεί να χρειασθεί να καθησυχασθούν οι καταθέτες ότι δεν θα υποστούν ζημίες, ούτως ώστε να περιορισθεί το ενδεχόμενο της μαζικής απόσυρσης καταθέσεων και αδικαιολόγητων δευτερογενών αρνητικών επιπτώσεων σε υγιείς τράπεζες. Ως εκ τούτου, κατ' αρχήν, στο πλαίσιο μιας συστημικής κρίσης, η παροχή γενικών εγγυήσεων για την προστασία των καταθέσεων (και χρεών) ιδιωτών πελατών μπορεί να αποτελεί θεμιτό στοιχείο της δημόσιας πολιτικής που προτάσσεται ως απάντηση.

20.

Σε περίπτωση που οι εγγυήσεις εκτείνονται πέραν των λιανικών καταθέσεων, η επιλογή των καλυπτόμενων κατηγοριών χρεών και υποχρεώσεων πρέπει να στοχεύει, στο μέτρο του δυνατού, τη συγκεκριμένη πηγή προβλημάτων και να περιορίζεται σε ό,τι κρίνεται αναγκαίο για την αντιμετώπιση των συναφών πτυχών της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ώστε να μην καθυστερήσει η αναγκαία προσαρμογή και να μην προκληθούν επιζήμιοι ηθικοί κίνδυνοι (5).

21.

Κατά την εφαρμογή της αρχής αυτής, η παράλυση του διατραπεζικού δανεισμού εξαιτίας του κλονισμού της εμπιστοσύνης μεταξύ χρηματοπιστωτικών οργανισμών μπορεί επίσης να δικαιολογεί την παροχή εγγυήσεων για ορισμένα είδη χονδρικών καταθέσεων, ακόμη και για βραχυπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους χρεωστικούς τίτλους, στο μέτρο που τέτοιες υποχρεώσεις δεν προστατεύονται ήδη καταλλήλως από υφιστάμενους επενδυτικούς διακανονισμούς ή άλλα μέσα (6).

22.

Η κάλυψη με εγγύηση και άλλων κατηγοριών χρεών πέραν του σχετικά ευρέως αυτού πεδίου θα απαιτούσε πιο εμπεριστατωμένο έλεγχο των στοιχείων που τη δικαιολογούν.

23.

Τέτοιες εγγυήσεις, κατ' αρχήν, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν χρέη μειωμένης εξασφάλισης (κεφάλαια 2ης κατηγορίας) ή την κάλυψη αδιακρίτως όλων των υποχρεώσεων, δεδομένου ότι αυτό θα διασφάλιζε απλώς τα συμφέροντα των μετόχων και άλλων επενδυτών κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου. Εάν καλύπτονται χρέη του είδους αυτού καθιστώντας έτσι δυνατή τη διόγκωση των κεφαλαίων και, κατ' επέκταση, της δανειοδοσίας, ενδέχεται να πρέπει να επιβληθούν ειδικοί περιορισμοί.

Χρονικός ορίζοντας του καθεστώτος εγγυήσεων

24.

Η διάρκεια και το πεδίο εφαρμογής οιουδήποτε καθεστώτος εγγυήσεων που εκτείνεται πέραν της εγγύησης λιανικών καταθέσεων πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο. Σύμφωνα με τις γενικές αρχές που αναπτύσσονται ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να εκτιμηθεί η διάρκεια των θεμελιωδών αδυναμιών που παρατηρούνται στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, η Επιτροπή θεωρεί ότι απαραίτητο στοιχείο για τη συμβατότητα των γενικών καθεστώτων είναι η ανά εξάμηνο επανεξέτασή τους από το κράτος μέλος, η οποία θα πρέπει να καλύπτει τα στοιχεία που αιτιολογούν τη συνέχιση της εφαρμογής τους και τα περιθώρια προσαρμογών λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κατάστασης στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής θα πρέπει να υποβάλλονται στην Επιτροπή. Εφόσον εξασφαλίζεται η τακτική επανεξέτασή του, η έγκριση του καθεστώτος δύναται να καλύπτει περίοδο διάρκειας άνω των έξι μηνών και το πολύ δύο ετών, κατ' αρχήν. Δύναται δε να παραταθεί κατόπιν εγκρίσεως της Επιτροπής, εφόσον το απαιτεί η κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Σε περίπτωση που το καθεστώς επιτρέπει την κάλυψη των σχετικών χρεών με εγγυήσεις μέχρι μια ημερομηνία μετά τη λήξη της περιόδου για την οποία αυτές παρέχονται βάσει του καθεστώτος, απαιτούνται επιπρόσθετα μέτρα διασφάλισης προκειμένου να αποφευχθεί η υπερβολική στρέβλωση του ανταγωνισμού. Τέτοια μέτρα μπορούν να είναι η χορήγηση εγγυήσεων για περίοδο μικρότερη από εκείνην που προβλέπεται κατ' αρχήν στην παρούσα ανακοίνωση, αποτρεπτικοί όροι τιμολόγησης και κατάλληλα ποσοτικά όρια ως προς τα καλυπτόμενα χρέη.

Ενισχύσεις περιοριζόμενες στο ελάχιστο — συμβολή του ιδιωτικού τομέα

25.

Κατ' εφαρμογή της γενικής αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις σύμφωνα με την οποία το ποσό και η ένταση ενίσχυσης πρέπει να περιορίζεται αυστηρά στο ελάχιστο, τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλιστεί η σημαντική συμβολή από μέρους των δικαιούχων ή/και του τομέα στο κόστος της εγγύησης και, στις περιπτώσεις που είναι αναγκαίο, στο κόστος της κρατικής παρέμβασης εφόσον καταπέσει η εγγύηση.

26.

Ο ακριβής υπολογισμός και σύνθεση της συμβολής αυτής εξαρτάται από τις συγκεκριμένες συνθήκες. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο κατάλληλος συνδυασμός ορισμένων ή όλων των στοιχείων που αναφέρονται κατωτέρω (7) θα ικανοποιούσε την απαίτηση διατήρησης της ενίσχυσης στο ελάχιστο απαιτούμενο:

to καθεστώς εγγυήσεων πρέπει να βασίζεται στην καταβολή κατάλληλου τιμήματος από μέρους των δικαιούχων χρηματοπιστωτικών οργανισμών σε μεμονωμένη βάση ή/και από τον χρηματοπιστωτικό τομέα ως σύνολο (8). Λαμβάνοντας υπόψη πόσο δύσκολος είναι ο προσδιορισμός μιας αγοραίας τιμής για εγγυήσεις αυτού του είδους και μεγέθους ελλείψει συγκρίσιμου μεγέθους αναφοράς, καθώς και τα προβλήματα που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν υπό τις τρέχουσες συνθήκες οι δικαιούχοι κατά την καταβολή των ποσών που θα πρέπει κανονικά να τους χρεωθούν, οι επιβαρύνσεις που θα χρεώνονται για τη χρηματοδότηση του καθεστώτος θα πρέπει να προσεγγίζουν όσο το δυνατό περισσότερο την πιθανολογούμενη αγοραία τιμή. Η σύσταση κατάλληλων μηχανισμών καθορισμού τιμών που θα αντικατοπτρίζουν τον εκάστοτε βαθμό κινδύνου και τα διαφορετικά πιστωτικά χαρακτηριστικά και ανάγκες των δικαιούχων, θα αποτελούσε σημαντική συμβολή στην αναλογικότητα του μέτρου,

Εάν χρειασθεί η ενεργοποίηση της εγγύησης, μια περαιτέρω σημαντική συμβολή του ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να είναι η κάλυψη τουλάχιστον ενός σημαντικού μέρους των εκκρεμουσών υποχρεώσεων από την δικαιούχο επιχείρηση (εφόσον συνεχίζει να υφίσταται) ή από τον τομέα, η δε παρέμβαση του κράτους μέλους θα περιορίζεται στα ποσά που υπερβαίνουν τη συμβολή αυτή,

η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι δικαιούχοι ενδέχεται να μην είναι σε θέση να καταβάλλουν αμέσως το προσήκον τίμημα στο ακέραιο. Ως εκ τούτου, προκειμένου να συμπληρωθούν ή εν μέρει να υποκατασταθούν τα ανωτέρω στοιχεία, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέψουν ρήτρα περί αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών ή ρήτρα βελτίωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης που θα υποχρεώνει τους δικαιούχους είτε να καταβάλουν ένα πρόσθετο τίμημα για την παροχή της εγγύησης καθεαυτής (σε περίπτωση που δεν καταπέσει) είτε να επιστρέψουν τουλάχιστον μέρος των ποσών που παρέσχε το κράτος μέλος ως εγγύηση (σε περίπτωση που αυτή καταπέσει) αμέσως μόλις είναι σε θέση να το πράξουν.

Πρόληψη των αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

27.

Με δεδομένο ότι κάθε καθεστώς εγγυήσεων ενέχει κινδύνους να επηρεάσει αρνητικά τις μη δικαιούχους τράπεζες, περιλαμβανομένων και των εγκατεστημένων σε άλλα κράτη μέλη, το σύστημα πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλους μηχανισμούς για την ελαχιστοποίηση των εν λόγω στρεβλώσεων και της ενδεχόμενης κατάχρησης των διασφαλίσεων. Αυτοί οι μηχανισμοί, οι οποίοι είναι επίσης σημαντικοί για την αποφυγή κινδύνων ηθικής φύσεως, θα πρέπει να συνδυάζουν δεόντως ορισμένα ή όλα τα ακόλουθα στοιχεία (9):

επιβολή υποχρεώσεων συμπεριφοράς ώστε οι δικαιούχοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να μην προβαίνουν σε επιθετική ανάπτυξη με βάση τις εγγυήσεις σε βάρος των ανταγωνιστών που δεν τυγχάνουν παρόμοιας προστασίας. Αυτό μπορεί να εξασφαλισθεί, για παράδειγμα:

με περιορισμούς στην εμπορική συμπεριφορά, όπως διαφημίσεις που επικαλούνται το γεγονός ότι η δικαιούχος τράπεζα καλύπτεται από εγγυήσεις, στις πρακτικές τιμολόγησης ή στην επιχειρηματική ανάπτυξη, π.χ. με την καθιέρωση ανώτατου ορίου για τα μερίδια αγοράς (10),

με περιορισμούς ως προς το μέγεθος του ισολογισμού των δικαιούχων οργανισμών με βάση κατάλληλα σημεία αναφοράς [π.χ. αύξηση του ΑΕΠ ή του μεγέθους της χρηματαγοράς (11)],

με την απαγόρευση συμπεριφοράς που θα ήταν ασυμβίβαστη με τους σκοπούς της εγγύησης, όπως για παράδειγμα επαναγορά μετοχών από δικαιούχους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή χορήγηση νέων δικαιωμάτων προαιρέσεως αγοράς μετοχών στα διοικητικά στελέχη,

κατάλληλες διατάξεις που επιτρέπουν στα οικεία κράτη μέλη να επιβάλλουν αυτές τις υποχρεώσεις συμπεριφοράς, ιδίως με την κύρωση της άρσης της εγγυητικής προστασίας από τον δικαιούχο χρηματοπιστωτικό οργανισμό σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

Συνοδεία με μέτρα προσαρμογής

28.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι, για να αποφευχθούν όσο είναι δυνατόν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, ένα γενικό καθεστώς εγγυήσεων πρέπει να θεωρείται προσωρινό μέτρο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των οξέων συμπτωμάτων της τρέχουσας κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα εν λόγω μέτρα δεν μπορούν, εξ ορισμού, να αποτελέσουν ολοκληρωμένη απάντηση στα ριζικά αίτια της κρίσης, που οφείλεται σε διαρθρωτικές ανεπάρκειες στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών ή στα ειδικά προβλήματα μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών ή σε συνδυασμό και των δύο.

29.

Ως εκ τούτου, ένα καθεστώς εγγυήσεων πρέπει να συνοδευθεί, σε εύθετο χρόνο, από τα αναγκαία μέτρα προσαρμογής για τον κλάδο στο σύνολό του ή/και από την αναδιάρθρωση ή την εκκαθάριση μεμονωμένων δικαιούχων, ιδίως όσον αφορά εκείνους για τους οποίους πρέπει να καταπέσει η εγγύηση.

Εφαρμογή του καθεστώτος στις μεμονωμένες περιπτώσεις

30.

Στις περιπτώσεις που πρέπει να γίνει προσφυγή στο καθεστώς εγγυήσεων προς όφελος μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, το εν λόγω μέτρο επείγουσας διάσωσης με στόχο τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του αφερέγγυου οργανισμού, από το οποίο προκύπτουν επιπρόσθετες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού πέραν εκείνων που οφείλονται στη γενική εισαγωγή του καθεστώτος, πρέπει απαραιτήτως να συνοδευτεί, μόλις η κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών το επιτρέπει, από κατάλληλες ενέργειες που θα οδηγήσουν σε αναδιάρθρωση ή εκκαθάριση του δικαιούχου. Κατόπιν αυτού απαιτείται ανακοίνωση σχεδίου αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης για τους αποδέκτες των πληρωμών βάσει της εγγύησης, το οποίο η Επιτροπή θα αξιολογήσει χωριστά κατά πόσον είναι συμβατό με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων (12).

31.

Κατά την αξιολόγηση ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης, η Επιτροπή θα έχει ως γνώμονα τις ακόλουθες απαιτήσεις:

να εξασφαλίζει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρηματοπιστωτικού οργανισμού,

να εξασφαλίζει τον περιορισμό της εν λόγω ενίσχυσης στο ελάχιστο δυνατόν και την ύπαρξη σημαντικής ιδιωτικής συμμετοχής στο κόστος της αναδιάρθρωσης,

να αποτρέπει κάθε αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την άντληση αδικαιολόγητου οφέλους από την ενεργοποίηση της εγγύησης.

32.

Κατά την αξιολόγηση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να βασισθεί στην πείρα που αποκόμισε από την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κατά το παρελθόν, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας κρίσης που έλαβε τέτοιες διαστάσεις ώστε να χαρακτηρίζεται ως σοβαρή διαταραχή της οικονομίας των κρατών μελών.

33.

Η Επιτροπή θα λαμβάνει επίσης υπόψη τη διάκριση ανάμεσα στα μέτρα ενίσχυσης που κατέστησαν αναγκαία αποκλειστικά λόγω του τρέχοντος προβλήματος άντλησης ρευστότητας από ένα κατά βάση υγιή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, αφενός, και στη συνδρομή προς δικαιούχους που πάσχουν επιπλέον από διαρθρωτικά προβλήματα φερεγγυότητας συνδεόμενα, για παράδειγμα, με το συγκεκριμένο επιχειρηματικό τους μοντέλο ή την επενδυτική τους στρατηγική, αφετέρου. Καταρχήν, η ενίσχυση της τελευταίας κατηγορίας δικαιούχων είναι πιθανό να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα.

4.   ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

34.

Ένα δεύτερο συστημικό μέτρο για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης θα ήταν η θέσπιση ενός καθεστώτος ανακεφαλαιοποίησης, το οποίο θα χρησιμοποιείται για τη στήριξη των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που είναι κατά βάση υγιείς, αλλά ενδέχεται να βρεθούν σε δυσχερή θέση λόγω των ακραίων συνθηκών στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Στόχος θα ήταν η παροχή δημοσίων πόρων για την άμεση ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των χρηματοπιστωτικών οργανισμών ή για τη διευκόλυνση της εισφοράς ιδιωτικών κεφαλαίων με άλλα μέσα, ώστε να αποφευχθούν οι αρνητικές συστημικές δευτερογενείς επιπτώσεις.

35.

Καταρχήν, οι προηγούμενες θέσεις σχετικά με τα γενικά καθεστώτα εγγυήσεων ισχύουν, κατά αναλογία, και για τα καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης. Αυτό αφορά

τα αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κριτήρια επιλεξιμότητας,

το προσωρινό πεδίο εφαρμογής του καθεστώτος,

τον περιορισμό των ενισχύσεων στο απολύτως αναγκαίο,

την ανάγκη διασφαλίσεων έναντι πιθανών καταχρήσεων και αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, έχοντας υπόψη ότι ο αμετάκλητος χαρακτήρας των κεφαλαιακών εισφορών καθιστά αναγκαίες ορισμένες προβλέψεις στο καθεστώς που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να ελέγχουν και να επιβάλλουν την τήρηση αυτών των διασφαλίσεων, καθώς και να λαμβάνουν μέτρα για την αποφυγή αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, κατά περίπτωση, σε μεταγενέστερο στάδιο (13), και

την απαίτηση να ακολουθείται η ανακεφαλαιοποίηση, ως μέτρο επείγουσας ανάγκης που στηρίζει τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό στη διάρκεια της κρίσης, από σχέδιο αναδιάρθρωσης του δικαιούχου, το οποίο θα εξετάζει χωριστά η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη διάκριση μεταξύ κατά βάση υγιών χρηματοπιστωτικών οργανισμών που επηρεάζονται αποκλειστικά και μόνο από τους τρέχοντες περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση σε ρευστότητα αφενός, και δικαιούχων με επιπλέον προβλήματα φερεγγυότητας περισσότερο διαρθρωτικού χαρακτήρα, που συνδέονται, για παράδειγμα, με το συγκεκριμένο επιχειρηματικό τους μοντέλο ή με την επενδυτική στρατηγική τους αφετέρου, καθώς και τις επιπτώσεις αυτής της διάκρισης στην έκταση της απαιτούμενης αναδιάρθρωσης.

36.

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του μέτρου της ανακεφαλαιοποίησης οδηγεί στις ακόλουθες εκτιμήσεις:

37.

Τα κριτήρια επιλογής θα πρέπει να είναι αντικειμενικά, όπως η ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς επιπέδου κεφαλαιοποίησης σε σχέση με τις απαιτήσεις φερεγγυότητας, και να μην οδηγούν σε αυθαίρετες διακρίσεις. Η εκτίμηση της ανάγκης για υποστήριξη από τις αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας θα αποτελούσε θετικό στοιχείο.

38.

Η εισφορά κεφαλαίου πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο και να μην επιτρέπει στον δικαιούχο να ασκεί επιθετικές εμπορικές στρατηγικές ή να επεκτείνει τις δραστηριότητές του ή να επιδιώκει άλλους σκοπούς που θα επέφεραν αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό, η διατήρηση αυστηρών κανόνων όσον αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις φερεγγυότητας, ή/και ο περιορισμός στο συνολικό μέγεθος του ισολογισμού του χρηματοπιστωτικού οργανισμού θα εκτιμώνται θετικά. Οι δικαιούχοι θα πρέπει να συνεισφέρουν όσο το δυνατόν, στο πλαίσιο της παρούσας κρίσης, με δικά τους μέσα, περιλαμβανομένης ιδιωτικής συμμετοχής (14).

39.

Οι κεφαλαιακές παρεμβάσεις στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς πρέπει να γίνονται με όρους που ελαχιστοποιούν το ποσό της ενίσχυσης. Ανάλογα με τα επιλεγόμενα μέσα (π.χ. μετοχές, τίτλοι warrant, κεφάλαιο μειωμένης εξασφάλισης, κ.λπ.), το οικείο κράτος μέλος θα πρέπει, κατ' αρχήν, να αποκτά δικαιώματα αξίας αντίστοιχης με τη συμβολή του στην ανακεφαλαιοποίηση. Η τιμή έκδοσης των νέων μετοχών πρέπει να καθορίζεται με αγορακεντρική αξιολόγηση. Για να εξασφαλισθεί η παροχή κρατικής στήριξης μόνο έναντι κατάλληλης αντιπαροχής, θα κρίνονται θετικά μέσα όπως οι προνομιούχες μετοχές με επαρκή αμοιβή. Εναλλακτικά, θα πρέπει να εξετάζεται η δυνατότητα εισαγωγής μηχανισμών ανάκτησης (clawback) ή ρητρών βελτίωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης.

40.

Ανάλογες εκτιμήσεις θα ισχύουν και για τα άλλα μέτρα και καθεστώτα που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του προβλήματος από πλευράς στοιχείων ενεργητικού των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, τα οποία θα συνέβαλαν στην ενίσχυση των κεφαλαιακών απαιτήσεων των οργανισμών. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που το κράτος μέλος αγοράζει ή ανταλλάσσει στοιχεία ενεργητικού, κατά τη σχετική αποτίμηση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ενυπάρχοντες κίνδυνοι, χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις όσον αφορά τους πωλητές.

41.

Η έγκριση του καθεστώτος ενίσχυσης δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση υποβολής ανά εξάμηνο έκθεσης στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του καθεστώτος και ατομικών σχεδίων για τις δικαιούχους επιχειρήσεις εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της εκάστοτε παρέμβασης (15).

42.

Όπως και στην περίπτωση των καθεστώτων εγγύησης, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τον αμετάκλητο χαρακτήρα που έχουν από τη φύση τους τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης, η Επιτροπή θα προβαίνει στις αξιολογήσεις των εν λόγω σχεδίων μεριμνώντας ώστε η ανακεφαλαιοποίηση βάσει του καθεστώτος να έχει συνολικά αποτελέσματα ανάλογα με ένα μέτρο ανακεφαλαιοποίησης που λαμβάνεται εκτός τέτοιου καθεστώτος σύμφωνα με τις αρχές των κατευθυντήριων γραμμών για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συστημικής κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

5.   ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

43.

Στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ένα κράτος μέλος ενδέχεται επίσης να επιθυμεί να προβεί σε ελεγχόμενη λύση και εκκαθάριση ορισμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην επικράτειά του. Η εν λόγω ελεγχόμενη εκκαθάριση, η οποία ενδεχομένως πραγματοποιείται σε συνδυασμό με τη συνεισφορά δημόσιων πόρων, δύναται να εφαρμόζεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις είτε σε δεύτερο στάδιο μετά την ενίσχυση διάσωσης προς συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό οργανισμό, όταν καθίσταται σαφές ότι ο τελευταίος δεν μπορεί να προβεί σε επιτυχή αναδιάρθρωση, είτε εξ αρχής. Η ελεγχόμενη λύση και εκκαθάριση ενδέχεται επίσης να αποτελεί στοιχείο γενικού καθεστώτος εγγυήσεων, π.χ. εφόσον ένα κράτος μέλος αναλαμβάνει να προβεί σε εκκαθάριση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών για τους οποίους πρέπει να ενεργοποιηθεί η σχετική εγγύηση.

44.

Και πάλι, η αξιολόγηση του σχετικού καθεστώτος και των μεμονωμένων μέτρων εκκαθάρισης που λαμβάνονται βάσει του εν λόγω καθεστώτος, ακολουθεί τις ίδιες γραμμές, κατ' αναλογία, που περιγράφονται παραπάνω για τα καθεστώτα εγγυήσεων.

45.

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του μέτρου της εκκαθάρισης οδηγεί στις ακόλουθες εκτιμήσεις:

46.

Στο πλαίσιο της εκκαθάρισης πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων ηθικής φύσεως, αποκλείοντας ιδίως το ενδεχόμενο να επωφεληθούν οι μέτοχοι και ορισμένες κατηγορίες πιστωτών από ενισχύσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας ελεγχόμενης λύσης και εκκαθάρισης.

47.

Για να αποφευχθούν οι αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, η φάση της εκκαθάρισης θα πρέπει να περιορίζεται στο χρονικό διάστημα που είναι απολύτως αναγκαίο για την εύρυθμη διεκπεραίωσή της. Για όσο διάστημα ο δικαιούχος χρηματοπιστωτικός οργανισμός εξακολουθεί να λειτουργεί, δεν θα πρέπει να ασκεί νέες δραστηριότητες, αλλά να συνεχίζει απλώς τις υφιστάμενες. Η άδεια λειτουργίας της τράπεζας να πρέπει να αφαιρεθεί το ταχύτερο δυνατόν.

48.

Για να εξασφαλισθεί ο περιορισμός του ύψους της ενίσχυσης στο ελάχιστο αναγκαίο με βάση τον επιδιωκόμενο στόχο, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η προστασία της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στην παρούσα αναταραχή ενδέχεται να απαιτήσει την ικανοποίηση ορισμένων πιστωτών της εκκαθαριζόμενης τράπεζας με τη λήψη μέτρων ενίσχυσης. Η θέσπιση κριτηρίων για την επιλογή των συγκεκριμένων κατηγοριών υποχρεώσεων στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ακολουθεί τους ίδιους κανόνες που ισχύουν για τις υποχρεώσεις οι οποίες καλύπτονται από καθεστώς εγγυήσεων.

49.

Για να εξασφαλισθεί η μη καταβολή οποιασδήποτε ενίσχυσης στους αγοραστές του χρηματοπιστωτικού οργανισμού ή τμημάτων αυτού ή των πωλούμενων οντοτήτων, θα πρέπει οπωσδήποτε να τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά τις σχετικές πωλήσεις. Για να εξακριβώσει την ενδεχόμενη ύπαρξη ενίσχυσης, η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

η διαδικασία πωλήσεων πρέπει να είναι ανοικτή και χωρίς διακρίσεις,

η πώληση θα πρέπει να πραγματοποιείται με τους όρους της αγοράς,

ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός ή η κυβέρνηση, ανάλογα με το επιλεγόμενο σύστημα, θα πρέπει να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν υψηλότερη τιμή πώλησης για τα σχετικά στοιχεία ενεργητικού και παθητικού,

σε περίπτωση που είναι αναγκαία η χορήγηση ενίσχυσης στην πωλούμενη οικονομική δραστηριότητα, θα απαιτηθεί ατομική εξέταση σύμφωνα με τις αρχές των κατευθυντήριων γραμμών για τη διάσωση και αναδιάρθρωση.

50.

Εφόσον με βάση τα κριτήρια αυτά διαπιστώνεται ότι παρέχεται ενίσχυση στους αγοραστές ή στις πωλούμενες οντότητες, θα πρέπει να εξετασθεί ιδιαιτέρως κατά πόσον η εν λόγω ενίσχυση είναι συμβατή.

6.   ΠΑΡΟΧΗ ΑΛΛΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

51.

Κατά την αντιμετώπιση οξέων προβλημάτων ρευστότητας που έχουν ορισμένοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, τα κράτη μέλη επιθυμούν ενδεχομένως να συνοδεύουν τα καθεστώτα παροχής εγγυήσεων ή ανακεφαλαιοποίησης με συμπληρωματικές μορφές στήριξης της ρευστότητας παρέχοντας δημόσιους πόρους (περιλαμβανομένων κεφαλαίων από την Κεντρική Τράπεζα). Η Επιτροπή έχει καταστήσει σαφές ότι στις περιπτώσεις που ένα κράτος μέλος/Κεντρική Τράπεζα αντιδρά σε τραπεζική κρίση όχι με επιλεκτικά μέτρα υπέρ μεμονωμένων τραπεζών, αλλά με γενικά μέτρα που απευθύνονται σε όλους τους ανάλογους παράγοντες της αγοράς (π.χ. παρέχοντας δάνεια σε όλη την αγορά με ίσους όρους), τα εν λόγω γενικά μέτρα συνήθως δεν εμπίπτουν στο πεδίο των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων και δεν χρειάζεται να κοινοποιούνται στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θεωρεί, για παράδειγμα, ότι οι δραστηριότητες των κεντρικών τραπεζών που συνδέονται με τη νομισματική πολιτική, όπως πράξεις ανοιχτής αγοράς και πάγιες διευκολύνσεις, δεν εμπίπτουν στους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Επίσης, η ειδική στήριξη ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού οργανισμού μπορεί να διαπιστωθεί ότι δεν συνιστά ενίσχυση υπό ορισμένες συνθήκες. Η Επιτροπή θεωρεί (16) ότι στην περίπτωση αυτή η παροχή κεφαλαίων της Κεντρικής Τράπεζας προς τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό ενδέχεται να διαπιστωθεί ότι δεν συνιστά ενίσχυση, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, όπως:

ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός είναι φερέγγυος κατά τον χρόνο παροχής της ρευστότητας και η τελευταία δεν αποτελεί μέρος ευρύτερης δέσμης ενισχύσεων,

η διευκόλυνση είναι πλήρως εξασφαλισμένη με εγγυήσεις για τις οποίες ισχύουν αρχικά περιθώρια ασφαλείας (haircuts), ανάλογα με την ποιότητα και την αγοραία αξία τους,

η Κεντρική Τράπεζα χρεώνει τον δικαιούχο με ορισμένο επιτόκιο ως ποινή,

το μέτρο λαμβάνεται με πρωτοβουλία της ίδιας της Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως δεν υποστηρίζεται με καμία αντεγγύηση εκ μέρους του κράτους.

52.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι υπό τις παρούσες εξαιρετικές περιστάσεις ένα καθεστώς στήριξης της ρευστότητας με δημόσιους πόρους (περιλαμβανομένης της Κεντρικής Τράπεζας) εφόσον συνιστά ενίσχυση, μπορεί να κριθεί συμβατό σύμφωνα με τις αρχές των κατευθυντήριων γραμμών για τη διάσωση και αναδιάρθρωση. Υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται τακτική επανεξέταση του εν λόγω καθεστώτος ρευστότητας ανά εξάμηνο (17), η έγκριση του καθεστώτος μπορεί να καλύπτει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών και μέχρι δύο ετών καταρχήν. Μπορεί δε να παραταθεί περαιτέρω η εφαρμογή του με έγκριση της Επιτροπής, σε περίπτωση που το απαιτεί η κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

7.   ΤΑΧΕΙΑ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

53.

Κατά την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα τα οποία αφορά η παρούσα ανακοίνωση, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, θα πρέπει να εξασφαλίζει τόσο την επίτευξη του στόχου τους, όσο και τον περιορισμό στο ελάχιστο δυνατόν των σχετικών στρεβλώσεων του ανταγωνισμού εντός και μεταξύ των κρατών μελών. Για να διευκολυνθεί η συνεργασία αυτή και να δοθεί τόσο στα κράτη μέλη όσο και στους τρίτους η αναγκαία ασφάλεια δικαίου ως προς τη συμφωνία των λαμβανομένων μέτρων με τη συνθήκη (που αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές), έχει πρωταρχική σημασία τα κράτη μέλη να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις προθέσεις τους και να κοινοποιούν τα σχέδια εισαγωγής των σχετικών μέτρων όσο το δυνατόν νωρίτερα και διεξοδικότερα και σε κάθε περίπτωση πριν από την εφαρμογή τους. Η Επιτροπή έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η ταχεία έκδοση απόφασης μόλις ολοκληρωθεί η κοινοποίηση, εν ανάγκη εντός 24 ωρών ή ακόμη και μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο.


(1)  Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου ECOFIN αναφέρουν τις εξής βασικές αρχές:

οι παρεμβάσεις πρέπει να γίνονται εγκαίρως και η παρεχόμενη υποστήριξη πρέπει, κατ' αρχήν, να είναι προσωρινή,

τα κράτη μέλη πρέπει να επαγρυπνούν για τα συμφέροντα των φορολογουμένων,

οι υφιστάμενοι μέτοχοι πρέπει να φέρουν με τον δέοντα τρόπο τις συνέπειες της παρέμβασης,

τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να επιφέρουν αλλαγές στη διοίκηση των οργανισμών,

τα διευθυντικά στελέχη δεν πρέπει να έχουν υπερβολικές αποδοχές — οι κυβερνήσεις δύνανται, μεταξύ άλλων, να παρέμβουν και σε επίπεδο αμοιβών,

πρέπει να προστατεύονται τα θεμιτά συμφέροντα των ανταγωνιστών, ιδίως μέσω των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις,

πρέπει να αποφεύγονται αρνητικά δευτερογενή αποτελέσματα.

(2)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(3)  Βλέπε κατ' αρχήν τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-132/96 και T-143/96, Freistaat Sachsen και Volkswagen AG κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II-3663, σκέψη 167. Επιβεβαιώνεται στην απόφαση της Επιτροπής 98/490/ΕΚ στην υπόθεση C 47/96, Crédit Lyonnais, σημείο 10.1 (ΕΕ L 221 της 8.8.1998, σ. 28), την απόφαση 2005/345/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 28/02, Bankgesellschaft Berlin, σημεία 153 και επόμενα (ΕΕ L 116 της 4.5.2005, σ. 1), και στην απόφαση 2008/263/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 50/06, BAWAG, σημείο 166 (ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 7). Βλέπε απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση NN 70/07, Northern Rock (ΕΕ C 43 της 16.2.2008, σ. 1), απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση NN 25/08, Ενισχύσεις διάσωσης προς την WestLB (ΕΕ C 189 της 26.7.2008, σ. 3), απόφαση της Επιτροπής της 4ης Ιουνίου 2008 στην υπόθεση C 9/08, SachsenLB, που δεν έχει δημοσιευθεί.

(4)  Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η ακριβής φύση και η χρονική στιγμή της αναδιάρθρωσης μπορεί να επηρεασθούν από την τρέχουσα αναταραχή των χρηματοπιστωτικών αγορών.

(5)  Ο περιορισμός του ύψους της διαθέσιμης εγγύησης, ενδεχομένως σε σχέση με το μέγεθος του ισολογισμού του δικαιούχου μπορεί επίσης να συμβάλει στη διαφύλαξη της αναλογικότητας του καθεστώτος από την άποψη αυτή.

(6)  Όπως π.χ. καλυπτόμενα ομόλογα, και χρέη και καταθέσεις με εξασφαλίσεις υπό μορφή κρατικών ή καλυπτόμενων ομολόγων.

(7)  Πρόκειται για μη εξαντλητικό κατάλογο των μέσω που συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου της διατήρησης της ενίσχυσης στο ελάχιστο απαιτούμενο.

(8)  Π.χ. μέσω μιας ένωσης ιδιωτικών τραπεζών.

(9)  Μη εξαντλητικός κατάλογος των μέσων που συμβάλλουν στον στόχο της αποφυγής αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

(10)  Η παρακράτηση κερδών για να εξασφαλισθεί η κατάλληλη ανακεφαλαιοποίηση θα μπορούσε επίσης να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο αυτό.

(11)  Ενώ παράλληλα διασφαλίζεται η διαθεσιμότητα των πιστώσεων στην οικονομία, ιδίως σε περίπτωση ύφεσης.

(12)  Κατ αρχήν, η Επιτροπή θεωρεί ότι σε περίπτωση καταβολών σε δικαιούχο χρηματοπιστωτικό οργανισμό θα πρέπει να ακολουθήσει εντός έξι μηνών σχέδιο αναδιάρθρωσης ή σχέδιο εκκαθάρισης, ανάλογα με την περίπτωση. Για να διευκολυνθεί το έργο των κρατών μελών και της Επιτροπής, η τελευταία θα είναι διατεθειμένη να εξετάζει ομαδικά κοινοποιήσεις παραπλήσιων περιπτώσεων αναδιάρθρωσης/εκκαθάρισης. Η Επιτροπή ενδέχεται να θεωρήσει ότι δεν υπάρχει ανάγκη υποβολής σχεδίου, σε περίπτωση που η κοινοποίηση αφορά καθαρή εκκαθάριση του οργανισμού ή εφόσον το μέγεθός του είναι πολύ μικρό.

(13)  Σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης.

(14)  Η εξαρχής πρόβλεψη ορισμένης συνεισφοράς μπορεί να χρειαστεί να συμπληρωθεί με διατάξεις που επιτρέπουν την επιβολή πρόσθετων συνεισφορών σε μεταγενέστερο στάδιο.

(15)  Για να διευκολυνθεί το έργο των κρατών μελών και της Επιτροπής, η τελευταία θα είναι διατεθειμένη να εξετάζει ομαδικά κοινοποιήσεις παρόμοιων περιπτώσεων αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή ενδέχεται να θεωρήσει ότι δεν υπάρχει ανάγκη υποβολής σχεδίου που αφορά καθαρή εκκαθάριση του οργανισμού ή εφόσον το μέγεθός της εναπομένουσας οικονομικής δραστηριότητας είναι πολύ μικρό.

(16)  Βλέπε για παράδειγμα Northern Rock (ΕΕ C 43 της 16.2.2008, σ. 1).

(17)  Οι αρχές που προαναφέρθηκαν στο σημείο 24 θα εφαρμόζονται και σχετικά με την επανεξέταση αυτή.


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/15


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5154 — CASC JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/03)

Στις 14 Αυγούστου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32008M5154. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/15


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5169 — Galp Energia España/Agip España)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/04)

Στις 9 Σεπτεμβρίου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράγου 32008M5169. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/16


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5201 — Total Produce/Haluco/JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/05)

Στις 11 Αυγούστου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32008M5201. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/16


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.5321 — LAHC/Barclays Life)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/06)

Στις 15 Οκτωβρίου 2008, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32008M5321. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/17


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

24 Οκτωβρίου 2008

(2008/C 270/07)

1 ευρώ=

 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,2596

JPY

ιαπωνικό γιεν

117,4

DKK

δανική κορόνα

7,4565

GBP

λίρα στερλίνα

0,8061

SEK

σουηδική κορόνα

9,9815

CHF

ελβετικό φράγκο

1,4566

ISK

ισλανδική κορόνα

305

NOK

νορβηγική κορόνα

8,8

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

24,995

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

277

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7097

PLN

πολωνικό ζλότι

3,8675

RON

ρουμανικό λέι

3,675

SKK

σλοβακική κορόνα

30,505

TRY

τουρκική λίρα

2,1434

AUD

αυστραλιανό δολάριο

2,0506

CAD

καναδικό δολάριο

1,5994

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

9,7632

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

2,2829

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,9011

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 833,98

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

14,01

CNY

κινεζικό γιουάν

8,6198

HRK

κροατικό κούνα

7,2377

IDR

ινδονησιακή ρουπία

12 864,29

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,5106

PHP

πέσο Φιλιππινών

61,49

RUB

ρωσικό ρούβλι

34,3035

THB

ταϊλανδικό μπατ

43,702

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,9916

MXN

μεξικανικό πέσο

17,4455


(1)  

Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/18


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/08)

Αριθμός ενίσχυσης

XS 198/08

Κράτος μέλος

Γερμανία

Περιφέρεια

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Unternehmerkapital — KfW Kapital für Arbeit und Investitionen (KMU-Fenster der Fremdkapitaltranche)

Νομική βάση

KfW-Gesetz, Merkblatt zum KfW-Unternehmerkapital- KfW Kapital für Arbeit und Investitionen (Anlage 1)

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 162 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 5 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

1.7.2008

Διάρκεια

Απεριόριστη

Στόχος

Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι τομείς που είναι επιλέξιμοι για ενισχύσεις προς ΜΜΕ

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

KfW-Bankengruppe

Palmengartenstraße 5-9

D-60325 Frankfurt


Αριθμός ενίσχυσης

XS 227/08

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

La Rioja

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Bases Reguladoras de la concesión de subvenciones destinadas a la bonificación de intereses de préstamos y contratos de arrendamiento financiero para financiar inversiones empresariales realizadas por pequeñas y medianas empresas

Νομική βάση

Orden 13/2008, de 3 de junio de 2008 de la Consejería de Industria, Innovación y Empleo, por la que se aprueban las bases reguladoras de la concesión de subvenciones por la Agencia de Desarrollo Económico de La Rioja destinadas a la bonificación de intereses de préstamos y contratos de arrendamiento financiero para financiar inversiones empresariales realizadas por pequeñas y medianas empresas, en régimen de concurrencia competitiva. (B.O.R. no 75/2008, de 7 de junio)

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 0,8 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 5 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

7.6.2008

Διάρκεια

31.12.2013

Στόχος

Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι τομείς που είναι επιλέξιμοι για ενισχύσεις προς ΜΜΕ

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Agencia de Desarrollo Económico de La Rioja

C/Muro de la Mata 13-14

E-26071 Logroño (La Rioja)

Dirección Internet publicación régimen de ayuda:

http://www.larioja.org/npRioja/default/defaultpage.jsp?idtab=449883


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/20


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης EK στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/09)

Αριθμός ενίσχυσης

XS 111/08

Κράτος μέλος

Αυστρία

Περιφέρεια

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

proVISION_Vorsorge für Natur und Gesellschaft: zweite Ausschreibung

Νομική βάση

Forschungsprogramm proVISION_Vorsorge für Natur und Gesellschaft: zweite Ausschreibung

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 2,7 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 5 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

5.2008

Διάρκεια

30.6.2008

Στόχος

Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Κλάδοι της οικονομίας

Άλλες υπηρεσίες

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Bundesministerium für Wissenschaft und Forschung

Minoritenplatz 5

A-1014 Wien


Αριθμός ενίσχυσης

XS 184/08

Κράτος μέλος

Ιταλία

Περιφέρεια

Lazio

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Aiuti alle piccole e medie imprese per la ricerca industriale e lo sviluppo precompetitivo nell'ambito del Distretto Tecnologico delle Bioscienze

Νομική βάση

Delibera CIPE 27.5.2005, n. 35

Deliberazione Giunta Regionale 21.3.2008, n. 193 «Approvazione dello schema del II Accordo integrativo dell'Accordo di Programma Quadro Ricerca, Innovazione tecnologica, Reti Telematiche — Stralcio APQ6 Costituzione di un Distretto Tecnologico delle Bioscienze …»

Determinazione del Direttore del Dipartimento Economico e Occupazionale, n. 1101 del 20 maggio 2008, pubblicata sul BURL del 28.5.2008

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 10 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 5 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

25.5.2008

Διάρκεια

31.12.2008

Στόχος

Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Κλάδοι της οικονομίας

Έρευνα και πειραματική ανάπτυξη στη βιοτεχνολογία

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Regione Lazio — Direzione Regionale Sviluppo economico, Ricerca, Innovazione e Turismo

Via Rosa Raimondi Garibaldi, 7

I-00145 Roma


Αριθμός ενίσχυσης

XS 200/08

Κράτος μέλος

Αυστρία

Περιφέρεια

Vorarlberg

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης ή επωνυμία της εταιρείας που λαμβάνει μεμονωμένη ενίσχυση

Interreg IV Alpenrhein-Bodensee-Hochrhein

 

Aktionsfeld 1.1: Regionale Wettbewerbsfähigkeit und Innovation

 

Aktionsfeld 1.2: Förderung von Innovation und Wissenstransfer

 

Aktionsfeld 3: Förderung des Humankapitals und der Grenzüberschreitenden Mobilität

 

Aktionsfeld 2.1: Förderung der Standortattraktiviät

Νομική βάση

Interreg IV Programm Alpenrhein-Bodensee-Hochrhein

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 2 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 5 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

1.7.2008

Διάρκεια

31.12.2008

Στόχος

Μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι τομείς που είναι επιλέξιμοι για ενισχύσεις προς ΜΜΕ

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Land Vorarlberg im Auftrag der Programmpartner

Landhaus/Römerstr. 15

A-6900 Bregenz


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/22


Πληροφορίες που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις για την απασχόληση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/10)

Αριθμός ενίσχυσης

XE 25/08

Κράτος μέλος

Λεττονία

Περιφέρεια

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης

Atbalstītās nodarbinātības pasākumi mērķgrupu bezdarbniekiem

Νομική βάση

Latvijas Republikas Ministru kabineta 2008. gada 8. aprīļa noteikumi Nr. 258 “Noteikumi par darbības programmas “Cilvēkresursi un nodarbinātība” papildinājuma apakšaktivitāti “Atbalstītās nodarbinātības pasākumi mērķgrupu bezdarbniekiem””

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 0,54 εκατ. LVL

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 5 και τα άρθρα 5 και 6 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

1.8.2008

Διάρκεια του καθεστώτος

30.12.2013

Στόχος της ενίσχυσης

Απασχόληση

Τομείς της οικονομίας

Όλοι οι κοινοτικοί τομείς (1) που είναι επιλέξιμοι για ενισχύσεις απασχόλησης

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Nodarbinātības valsts aģentūra

K. Valdemāra iela 38k-1

LV-1010 Rīga


Αριθμός ενίσχυσης

XE 34/08

Κράτος μέλος

Αυστρία

Περιφέρεια

Vorarlberg

Τίτλος του καθεστώτος ενίσχυσης

Interreg IV Programm Alpenrhein-Bodensee-Hochrhein; Interreg IV Alpenrhein-Bodensee-Hochrhein

 

Aktionsfeld 1.1: Regionale Wettbewerbsfähigkeit und Innovation

 

Aktionsfeld 1.2: Förderung von Innovation und Wissenstransfer

 

Aktionsfeld 1.3: Förderung des Humankapitals und der Grenzüberschreitenden Mobilität

 

Aktionsfeld 2.1: Förderung der Standortattraktiviät

Νομική βάση

Interreg IV Programm Alpenrhein-Bodensee-Hochrhein

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 2 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 έως 5 και τα άρθρα 5 και 6 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

1.7.2008

Διάρκεια του καθεστώτος

31.12.2008

Στόχος της ενίσχυσης

Άρθρο 4: Δημιουργία απασχόλησης· άρθρο 5: Πρόσληψη εργαζομένων σε μειονεκτική θέση και εργαζομένων με ειδικές ανάγκες

Τομείς της οικονομίας

Όλοι οι κοινοτικοί τομείς (2) που είναι επιλέξιμοι για ενισχύσεις απασχόλησης

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Land Vorarlberg im Auftrag der Programmpartner

Landhaus/Römerstraße 15

A-6900 Bregenz


(1)  Με εξαίρεση τον τομέα της ναυπηγίας και άλλους τομείς που υπάγονται σε ειδικούς κανόνες κανονισμών και οδηγιών που διέπουν όλες τις κρατικές ενισχύσεις των τομέων αυτών.

(2)  Με εξαίρεση τον τομέα της ναυπηγίας και άλλους τομείς που υπάγονται σε ειδικούς κανόνες κανονισμών και οδηγιών που διέπουν όλες τις κρατικές ενισχύσεις των τομέων αυτών.


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/24


Πληροφορίες που κοινοποιούν τα κράτη μέλη σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/11)

Αριθμός ενίσχυσης

XR 78/08

Κράτος μέλος

Ιταλία

Περιφέρεια

Sardegna

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει συμπληρωματικά ενίσχυση ad hoc

Contratto di investimento per le PMI operanti nei settori dell'industria, dell'artigianato e dei servizi

Νομική βάση

Legge regionale n. 7/2005 «Disposizioni per la formazione del bilancio annuale e pluriennale della Regione», articolo 11 e s.m.i.;

Direttive di attuazione approvate con Deliberazione della Giunta Regionale n. 20/16 del 1.4.2008«Strumenti di incentivazione ai sensi dell'articolo 11 della L. R. n. 7/2005» e s.m.i., articoli 6-9

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη

17,5 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

25 %

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

1.4.2008

Διάρκεια

31.12.2013

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι επιλέξιμοι κλάδοι για επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Regione Autonoma della Sardegna

Assessorato alla Programmazione, Bilancio, Credito e Assetto del territorio

Centro Regionale di Programmazione

Viale Mameli 88

I-09100 Cagliari

Η διεύθυνση που δημοσιεύθηκε το καθεστώς ενισχύσεων στο Διαδίκτυο

http://www.regione.sardegna.it

http://www.regione.sardegna.it/j/v/66?v=9&c=27&c1=&n=10&s=1&mese=200804&p=10

Λοιπές πληροφορίες


Αριθμός ενίσχυσης

XR 100/08

Κράτος μέλος

Ιταλία

Περιφέρεια

Campania

Τίτλος του καθεστώτος ενισχύσεων ή επωνυμία της επιχείρησης που λαμβάνει συμπληρωματικά ενίσχυση ad hoc

Contratto di programma regionale

Νομική βάση

Legge regionale 12/07, regolamento n. 4/2007, Disciplinare articoli 11 e 12, Delibera Giunta Regionale n. 514 del 21 marzo 2008, Decreto dirigenziale n. 217 del 17 aprile 2008

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη

49,3 εκατ. EUR

Μέγιστη ένταση ενίσχυσης

30 %

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού

Ημερομηνία εφαρμογής

19.6.2008

Διάρκεια

31.12.2013

Κλάδοι της οικονομίας

Περιορίζεται σε συγκεκριμένους κλάδους

NACE: D, G, H, I 63.3, K74

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Regione Campania

AGC 12 Sviluppo Economico

1)

Settore Programmazione delle Politiche per lo Sviluppo Economico

2)

Settore Aiuti alle imprese e sviluppo insediamenti produttivi

3)

Settore Regolazione dei Mercati

AGC 13 Turismo e Beni Culturali

4)

Settore Strutture Ricettive ed Infrastrutture Turistiche

Centro Direzionale Isola A/6

I-80143 Napoli

Η διεύθυνση που δημοσιεύθηκε το καθεστώς ενισχύσεων στο Διαδίκτυο

http://www.economiacampania.net/index001.php?part=articolo&ida=345

Λοιπές πληροφορίες


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Επιτροπή

25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/26


Ανακοίνωση για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές εθανολαμινών καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

(2008/C 270/12)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη (1) των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές εθανολαμινών καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («η ενδιαφερόμενη χώρα»), η Επιτροπή έλαβε αίτηση για επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (2) («ο βασικός κανονισμός»).

1.   Aίτηση επανεξέτασης

Η αίτηση υποβλήθηκε στις 25 Ιουλίου 2008 από τους ακόλουθους κοινοτικούς παραγωγούς: «BASF SE/AG, INEOS Oxide Ltd, Sasol Germany GmbH», «Akzo Nobel Functional Chemicals AB» («οι αιτούντες»), οι οποίοι εκπροσωπούν ένα σημαντικό ποσοστό, στην εν λόγω περίπτωση πάνω από 50 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής εθανολαμινών.

2.   Προϊόν

Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο επανεξέτασης είναι εθανολαμίνες καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («το υπό εξέταση προϊόν προϊόν»), που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ ex 2922 11 00, ex 2922 12 00 και 2922 13 10. Οι εν λόγω κωδικοί ΣΟ παρατίθενται για πληροφοριακούς και μόνο λόγους.

3.   Ισχύοντα μέτρα

Τα μέτρα που ισχύουν επί του παρόντος είναι οι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1583/2006 του Συμβουλίου (3).

4.   Λόγοι επανεξέτασης

Η αίτηση βασίζεται στο επιχείρημα ότι η λήξη ισχύος των μέτρων είναι πιθανό να οδηγήσει στη συνέχιση ή την επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

Ο ισχυρισμός περί ντάμπινγκ στηρίζεται στη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας, που καθορίστηκε με βάση τις εγχώριες τιμές, και των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα.

Βάσει των ανωτέρω, το υπολογιζόμενο περιθώριο ντάμπινγκ είναι σημαντικό.

Ο αιτών ισχυρίζεται, επιπλέον, ότι είναι πιθανό να πραγματοποιηθούν περαιτέρω ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ. Στο πλαίσιο αυτό, ο αιτών υποβάλλει αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, εάν επιτραπεί η λήξη ισχύος των μέτρων, το σημερινό επίπεδο εισαγωγών του εν υπό εξέταση προϊόντος είναι πιθανόν να αυξηθεί λόγω των πρόσφατων επενδύσεων στην παραγωγική ικανότητα στην εν λόγω χώρα.

Προβάλλεται εξάλλου ο ισχυρισμός ότι οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος είναι πιθανόν να αυξηθούν λόγω των μέτρων που εφαρμόζονται σε παραδοσιακές αγορές, άλλες από αυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (π.χ. Ασία, Νότιος Αμερική). Όλα αυτά μπορούν να οδηγήσουν στον αναπροσανατολισμό των εξαγωγών από άλλες τρίτες προς την Κοινότητα.

Επιπλέον, ο αιτών ισχυρίζεται ότι η βελτιωμένη κατάσταση όσον αφορά τη ζημία οφείλεται κυρίως στην ύπαρξη μέτρων και ότι η τυχόν επανάληψη σημαντικών εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ από την ενδιαφερόμενη χώρα θα ήταν πιθανόν να οδηγήσει σε επανάληψη της ζημίας για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, εάν επιτραπεί η λήξη των μέτρων.

5.   Διαδικασία

Η Επιτροπή, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος των μέτρων, αρχίζει επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

5.1.   Διαδικασία για τον προσδιορισμό της πιθανότητας άσκησης πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας

Η έρευνα θα καθορίσει κατά πόσον η λήξη της ισχύος των μέτρων είναι πιθανό να οδηγήσει ή να μην οδηγήσει σε συνέχιση ή επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και σε ζημία.

α)   Ερωτηματολόγια

Για να συγκεντρώσει η Επιτροπή τις πληροφορίες που θεωρεί απαραίτητες για την έρευνα, θα αποστείλει ερωτηματολόγια στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και σε όλες τις ενώσεις παραγωγών στην Κοινότητα, στους εξαγωγείς/παραγωγούς στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, σε όλες τις ενώσεις εξαγωγέων/παραγωγών, στους εισαγωγείς, σε όλες τις γνωστές ενώσεις εισαγωγέων και στις αρχές της ενδιαφερόμενης εξάγουσας χώρας.

β)   Συγκέντρωση πληροφοριών και ακροάσεις

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους, να υποβάλουν πληροφορίες πέραν των απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο και να παράσχουν αποδεικτικά στοιχεία. Οι εν λόγω πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να υποβληθούν στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 6 στοιχείο β).

Επιπλέον, η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί σε ακρόαση τα ενδιαφερόμενα μέρη, υπό την προϋπόθεση ότι θα υποβάλουν αίτηση στην οποία αποδεικνύουν ότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση. Η εν λόγω αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 6 στοιχείο γ).

5.2.   Διαδικασία για την αξιολόγηση του κοινοτικού συμφέροντος

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού και εφόσον επιβεβαιωθεί η πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ και της ζημίας, θα ληφθεί απόφαση εάν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η διατήρηση των μέτρων αντιντάμπινγκ. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή θα αποστείλει ερωτηματολόγια στο γνωστό κοινοτικό κλάδο παραγωγής, τους εισαγωγείς και τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις τους, τους αντιπροσωπευτικούς χρήστες και τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις καταναλωτών. Τα εν λόγω μέρη, συμπεριλαμβανομένων αυτών που δεν είναι γνωστά στην Επιτροπή, μπορούν, εφόσον αποδείξουν ότι υφίσταται αντικειμενική σχέση μεταξύ της δραστηριότητάς τους και του υπό εξέταση προϊόντος, να αναγγελθούν και να προσκομίσουν στοιχεία στην Επιτροπή εντός της γενικής προθεσμίας που ορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο β). Τα μέρη που έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία μπορούν να ζητήσουν ακρόαση, εκθέτοντας τους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται η ακρόασή τους, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο σημείο 6 στοιχείο γ). Σημειωτέον ότι τα τυχόν στοιχεία που θα υποβληθούν δυνάμει του άρθρου 21 του βασικού κανονισμού θα ληφθούν υπόψη μόνον εφόσον τεκμηριώνονται με πραγματικά αποδεικτικά στοιχεία κατά την υποβολή τους

6.   Προθεσμίες

α)   Για την αίτηση αποστολής ερωτηματολογίου ή άλλα έντυπα αίτησης

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα η οποία οδήγησε στην επιβολή των μέτρων που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης, πρέπει να ζητήσουν ερωτηματολόγιο ή άλλα έντυπα αίτησης, το συντομότερο δυνατό, και το αργότερο εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

β)   Για την αναγγελία των μερών, την υποβολή απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο και την παροχή άλλης τυχόν πληροφορίας

Για να μπορέσουν να ληφθούν υπόψη κατά την έρευνα οι παρατηρήσεις τους, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη οφείλουν να αναγγελθούν, ερχόμενα σε επαφή με την Επιτροπή, να εκθέσουν τις απόψεις τους και να απαντήσουν στο ερωτηματολόγιο ή να υποβάλουν τυχόν άλλα στοιχεία, εντός 40 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά. Εφιστάται η προσοχή στο γεγονός ότι τα μέρη μπορούν να ασκήσουν τα περισσότερα διαδικαστικά δικαιώματα που καθορίζονται στο βασικό κανονισμό μόνον εφόσον αναγγελθούν εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας.

γ)   Ακροάσεις

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν επίσης να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση από την Επιτροπή εντός της ίδιας προθεσμίας των 40 ημερών.

7.   Γραπτές παρατηρήσεις, απαντήσεις στα ερωτηματολόγια και αλληλογραφία

Όλες οι γραπτές παρατηρήσεις, καθώς και οι πληροφορίες που ζητούνται στην παρούσα ανακοίνωση, οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο και η αλληλογραφία που διαβιβάζονται εμπιστευτικώς φέρουν την ένδειξη «Περιορισμένης διανομής» (4) και, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, συνοδεύονται από περίληψη μη εμπιστευτικού χαρακτήρα, η οποία φέρει την ένδειξη «Προς έλεγχο από τα ενδιαφερόμενα μέρη».

Commission address for correspondence:

Διεύθυνση αλληλογραφίας της Επιτροπής

Directorate General for Trade

Directorate H

Office: N 105 4/92

B-1049 Brussels

Τηλεομοιοτυπία: (32-2) 295 65 05

8.   Μη συνεργασία

Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες ή δεν τις παρέχει εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται συμπεράσματα, είτε θετικά είτε αρνητικά, με βάση τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

Όταν διαπιστώνεται ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος έχει προσκομίσει ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία, τα εν λόγω στοιχεία δεν λαμβάνονται υπόψη και είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Αν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται να συνεργαστεί ή συνεργάζεται μεν αλλά μόνον εν μέρει, οπότε χρησιμοποιούνται τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, το αποτέλεσμα ενδέχεται να είναι λιγότερο ευνοϊκό για το εν λόγω μέρος απ' ό,τι θα ήταν αν είχε συνεργασθεί.

9.   Χρονοδιάγραμμα της έρευνας

Η έρευνα θα ολοκληρωθεί σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού εντός 15 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

10.   Δυνατότητα αίτησης για επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού

Επειδή αυτή η έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα πορίσματά της δεν οδηγούν στην τροποποίηση του επιπέδου των υφισταμένων μέτρων αλλά στην κατάργηση ή τη διατήρηση των εν λόγω μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

Εάν ένα συμβαλλόμενο στη διαδικασία μέρος θεωρεί ότι η επανεξέταση του επιπέδου των μέτρων επιβάλλεται προκειμένου να καταστεί δυνατή η τροποποίηση (π.χ. αύξηση ή μείωση) του επιπέδου των μέτρων, αυτό το συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

Τα συμβαλλόμενα μέρη που επιθυμούν να ζητήσουν τέτοιου είδους επανεξέταση, η οποία θα μπορούσε να διεξαχθεί ανεξάρτητα από την επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος που αναφέρεται στην παρούσα ανακοίνωση, μπορούν να έλθουν σε επαφή με την Επιτροπή στη διεύθυνση που αναφέρεται παραπάνω.

11.   Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Επισημαίνεται ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θα συγκεντρωθούν στο πλαίσιο αυτής της έρευνας θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (5).

12.   Σύμβουλος ακροάσεων

Σημειώνεται επίσης ότι εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την άσκηση του δικαιώματός τους υπεράσπισης, μπορούν να ζητήσουν την παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων της ΓΔ Εμπορίου. Ο σύμβουλος ακροάσεων ενεργεί ως διαμεσολαβητής μεταξύ των ενδαφερόμενων μερών και των υπηρεσιών της Επιτροπής παρέχοντας, όπου χρειαστεί, συμβουλές για διαδικαστικά θέματα που αφορούν την προστασία των συμφερόντων τους στην εν λόγω έρευνα, ιδίως όσον αφορά θέματα σχετικά με την πρόσβαση στο φάκελο, την εμπιστευτικότητα, την παράταση των προθεσμιών και την επεξεργασία της γραπτής ή/και προφορικής υποβολής απόψεων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ανατρέξουν στις ιστοσελίδες του συμβούλου ακροάσεων στο δικτυακό τόπο της ΓΔ Εμπορίου (http://ec.europa.eu/trade) για περισσότερες πληροφορίες και στοιχεία επικοινωνίας.


(1)  ΕΕ C 71 της 18.3.2008, σ. 13.

(2)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 294 της 25.10.2006, σ. 2

(4)  Η ένδειξη αυτή σημαίνει ότι το έγγραφο προορίζεται αποκλειστικά για εσωτερική χρήση. Το έγγραφο αυτό προστατεύεται δυνάμει του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43). Πρόκειται για έγγραφο εμπιστευτικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού και του άρθρου 6 της συμφωνίας ΠΟΕ για την εφαρμογή του άρθρου VI της ΓΣΔΕ του 1994 (Συμφωνία αντιντάμπινγκ).

(5)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επιτροπή

25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/29


ΚΡΑΤΙΚΉ ΕΝΊΣΧΥΣΗ — ΡΟΥΜΑΝΊΑ

Κρατική ενίσχυση C 39/08 (πρώην N 148/08) — Ενίσχυση για επαγγελματική κατάρτιση υπέρ της Ford Craiova

Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων κατ' εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 270/13)

Με επιστολή της 10ης Οκτωβρίου 2008, το κείμενο της οποίας αναπαράγεται, στην αυθεντική γλώσσα, μετά την παρούσα σύνοψη, η Επιτροπή γνωστοποίησε στη Ρουμανία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την προαναφερόμενη ενίσχυση για επαγγελματική κατάρτιση.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την ενίσχυση για επαγγελματική κατάρτιση κατά της οποίας η Επιτροπή κινεί την εν λόγω διαδικασία, εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας σύνοψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate General for Competition

State Aid Greffe

Rue de la Loi/Wetstraat 200

B-1049 Brussels

Φαξ (32-2) 296 12 42

Οι παρατηρήσεις αυτές θα κοινοποιηθούν στη Ρουμανία. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερομένου μέρους που υποβάλλει παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς, διευκρινίζοντας τους λόγους.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Η προβλεπόμενη ενίσχυση υπέρ της Ford Craiova, Ρουμανία, κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή την 1η Απριλίου 2008.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Δικαιούχος της ενίσχυσης θα είναι η ρουμανική εταιρεία κατασκευής αυτοκινήτων Ford Craiova, η οποία απέκτησε τις εγκαταστάσεις παραγωγής και τις εμπορικές δραστηριότητες τις οποίες εκμεταλλεύονταν στο παρελθόν η SC Automobile Craiova SA και η SC Daewoo Automobile SA Romania.

Οι ρουμανικές αρχές προτίθενται να χορηγήσουν ενίσχυση για επαγγελματική εκπαίδευση ύψους 57 εκατ. EUR για την πραγματοποίηση ενός προγράμματος επαγγελματικής εκπαίδευσης του οποίου οι επιλέξιμες δαπάνες ανέρχονται συνολικά σε 141 εκατ. EUR. Το πρόγραμμα επαγγελματικής εκπαίδευσης προβλέπεται να διαρκέσει από το 2008 ως το 2012 και να καλύψει τόσο το υφιστάμενο όσο και το μελλοντικό προσωπικό, που εκτιμάται συνολικά σε 9 000 άτομα. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τα ακόλουθα θέματα: i) εκπαίδευση για θέματα υγείας και ασφάλειας στον χώρο εργασίας, ii) βασικές γνώσεις (γραφή, ανάγνωση και πρακτική αριθμητική, πληροφορική, αγγλικά, επικοινωνία, διοικητικά θέματα κ.λπ.), iii) βασικά στοιχεία επιχειρηματικής δραστηριότητας (στόχος είναι να αποκτήσει το προσωπικό που κατέχει διοικητικές θέσεις ή είναι επικεφαλής ομάδων επιχειρηματικές γνώσεις ευρωπαϊκού και διεθνούς επιπέδου, με ειδικά τμήματα διοίκησης επιχειρήσεων, διεξαγωγής διαπραγματεύσεων και άσκησης ποιοτικού ελέγχου) και iv) βιομηχανική εξειδίκευση (δηλαδή βιομηχανικές και τεχνικές γνώσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες παραγωγής της μονάδας της Craiova).

Το πρόγραμμα επαγγελματικής εκπαίδευσης περιλαμβάνει κυρίως ενέργειες γενικού χαρακτήρα, καθώς και ορισμένες ενέργειες εξειδικευμένου χαρακτήρα.

Σύμφωνα με τις παρασχεθείσες πληροφορίες, οι τεχνικές γνώσεις του προσωπικού των εγκαταστάσεων της Craiova στον τομέα παραγωγής οχημάτων και κινητήρων είναι μάλλον περιορισμένες με αποτέλεσμα να μην αρκούν για τη λειτουργία της προηγμένης μονάδας παραγωγής που κατασκευάζει η Ford. Στο πλαίσιο αυτό, οι ρουμανικές αρχές ισχυρίζονται ότι το προσωπικό (το υφιστάμενο και, λόγω της έλλειψης ειδικευμένου εργατικού δυναμικού στην περιοχή, το προσωπικό που πρόκειται να προσληφθεί) θα πρέπει να ακολουθήσει εκτενή επαγγελματική εκπαίδευση.

Οι ρουμανικές αρχές ισχυρίσθηκαν επίσης ότι η ενίσχυση για επαγγελματική εκπαίδευση είναι απαραίτητη, διότι αν η κυβέρνηση δεν είχε δεσμευθεί να την χορηγήσει, η Ford δεν θα είχε αγοράσει την μονάδα παραγωγής της Craiova και θα είχε επενδύσει αλλού.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Στο στάδιο αυτό, η Επιτροπή εκφράζει σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά την συμβατότητα της προβλεπόμενης ενίσχυσης με την κοινή αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ.

Η Επιτροπή έχει κάθε λόγο να θεωρήσει ότι ο δικαιούχος θα ήταν αναγκασμένος να παράσχει επαγγελματική εκπαίδευση και χωρίς την ενίσχυση. Μετά τις επενδύσεις που πραγματοποίησε στην μονάδα παραγωγής αυτοκινήτων της Craiova, στη Ρουμανία, η Ford πρέπει οπωσδήποτε να εκπαιδεύσει το υφιστάμενο προσωπικό ώστε να αρχίσει να λειτουργεί η εν λόγω μονάδα. Επίσης, φαίνεται μάλλον δύσκολο να βρεί στην τοπική αγορά προσωπικό με πλήρη επαγγελματική κατάρτιση και όλες τις απαιτούμενες δεξιότητες για την παραγωγή αυτοκινήτων.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερομένων αμφιβολιών, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Comisia dorește să informeze România că, în urma examinării informațiilor furnizate de autoritățile dumneavoastră privind măsura menționată anterior, a decis să inițieze procedura prevăzută la articolul 88 alineatul (2) din Tratatul CE.

1.   PROCEDURA

1.

Printr-o notificare trimisă la data de 1 aprilie 2008, România a notificat ajutorul în cauză.

2.

Printr-o scrisoare din 18 aprilie 2008, Comisia a solicitat informații complementare, care îi erau necesare pentru evaluarea ajutorului notificat. România a furnizat aceste informații printr-o scrisoare înregistrată de Comisie la data de 25 iunie 2008. La 18 iulie 2008, Comisia s-a întâlnit cu autoritățile române și cu reprezentanții beneficiarului. S-a convenit, de asemenea, că termenul de 2 luni în care Comisia are obligația să finalizeze evaluarea notificării și să adopte o decizie, conform dispozițiilor articolului 4 alineatul (5) din Regulamentul (CE) nr. 659/1999, va începe la 18 iulie 2008.

2.   DESCRIEREA PROIECTULUI

2.1.   Beneficiarul

3.

Beneficiarul ajutorului va fi societatea română producătoare de automobile Ford Craiova, care a preluat la 12 septembrie 2007 instalațiile de producție și activitatea economică gestionate anterior de SC Automobile Craiova SA (denumită în continuare ACSA) și SC Daewoo Automobile SA România (denumită în continuare DWAR), în urma privatizării acestora de către agenția română de privatizare AVAS.

4.

Prin decizia din 27 februarie 2008, Comisia a constatat că privatizarea ACSA și DWAR a condus la acordarea de ajutoare incompatibile ca urmare a condițiilor atașate vânzării (1). Comisia a dispus recuperarea a 27 milioane EUR.

5.

Uzina de automobile Ford Craiova are în prezent 3 900 de angajați. Până la sfârșitul anului 2012, societatea intenționează să angajeze peste 7 000 de oameni și posibil, pe termen lung, chiar 9 000. Instalațiile sale sunt potrivite atât pentru producerea de automobile, cât și pentru fabricarea de motoare și cutii de viteză. Cu toate acestea, producția de automobile a încetat în ianuarie 2008. Producția de motoare și cutii de viteze va continua în 2008 și va fi furnizată General Motors în baza unui contract de furnizare încheiat în trecut de DWAR, urmând să se diminueze progresiv până la încetarea completă a activității în cursul anului 2009.

6.

Prin decizia din 30 aprilie 2008, Comisia a aprobat un ajutor regional pentru investiții în valoare de 143 milioane EUR pentru un proiect de investiții de 675 milioane EUR la uzina Craiova (2). Ajutorul regional a atins intensitățile maxime permise. Conform acestui proiect regional pentru investiții, producția de automobile va începe în 2009, iar cea de motoare în 2011. Data prevăzută pentru finalizarea proiectului și atingerea capacității maxime de producție este 2012.

7.

Uzina de automobile este situată într-o regiune care poate beneficia de ajutor în temeiul articolului 87 alineatul (3) litera (a) din Tratatul CE.

2.2.   Proiectul de formare

8.

Se intenționează ca proiectul de formare să fie realizat în perioada 2008-2012 și să îi vizeze atât pe angajații actuali, cât și pe cei viitori, în total 9 000 de oameni, conform estimărilor.

9.

Costurile eligibile pentru proiectul de formare în favoarea Ford Craiova reprezintă 141 milioane EUR, dintre care 139,7 milioane urmează să fie cheltuite pentru formare generală, iar 1,7 milioane pentru formare specifică. România aplică o intensitate a ajutorului de 50 % pentru măsurile de formare generală, respectiv un ajutor de 69,9 milioane EUR, și 25 % pentru măsurile de formare specifică, respectiv un ajutor de 0,4 milioane EUR.

10.

Cu toate că ajutorul pentru formare ar putea atinge o valoare de 70 milioane EUR pentru costurile eligibile totale ale proiectului, România intenționează să acorde și, prin urmare, să notifice un ajutor de 57 milioane EUR. Ajutorul va fi acordat progresiv, pe măsură ce se derulează cursurile, până la atingerea plafonului de 57 milioane EUR.

11.

Proiectul poate fi împărțit în următoarele patru «tematici»:

(a)   Formare privind sănătatea și securitatea

12.

Această temă de formare cuprinde în total 79 de cursuri, menite să instruiască personalul privind comportamentele sigure la locul de muncă, și acoperă 15 domenii: cerințe legale, precum drepturi și obligații adresate tuturor angajaților; instrucțiuni în caz de urgență, de incendiu și privind evacuarea; prevenirea incendiilor și utilizarea stingătoarelor; asigurarea curățeniei — păstrarea unui spațiu de lucru curat; mediu — standarde în domeniul mediului, de ex. ISO 14001; manipularea materialelor/ergonomie; echipament individual de protecție; utilizarea în condiții de siguranță a echipamentelor; utilizarea în condiții de siguranță a uneltelor manuale și electrice; utilizarea scărilor/lucrul la înălțime; spații închise; protecția pielii; securitatea la birou; lucrul cu materiale periculoase și semnalizarea de securitate.

13.

Formarea va cuprinde, pentru toate cele 15 domenii, o introducere privind principiile de bază, respectiv reglementările și responsabilitățile legale ale angajaților și angajatorilor, operarea în condiții de siguranță, principii de mentenanță și reparare, sisteme de gestionare a securității, întocmirea de rapoarte, identificarea riscurilor, controlul și prevenirea accidentelor, însă și elemente de comportament, precum sensibilizarea cu privire la pericolele, riscurile și accidentele care pot surveni într-un mediu de lucru industrial, rolurile și responsabilitățile în cadrul gestionării aspectelor de securitate la locul de muncă și impactul comportamentului individual și de grup asupra gestionării securității la locul de muncă, dezvoltarea unei atitudini receptive față de aspectele de securitate și felul în care acest lucru poate îmbunătăți nivelul de garantare a securității.

14.

România susține că orice formare consacrată acestei tematici depășește ceea ce angajatorul are obligația să asigure în temeiul legii. De asemenea, România consideră că, deși normele și practicile de securitate de la uzina Craiova sunt considerabil inferioare celor din alte unități industriale din Europa, angajații existenți au un nivel suficient de cunoștințe în domeniul securității; cu toate acestea, formarea are în vedere ca aceștia să «se dezvețe» de comportamentele și practicile trecute. În opinia României, formarea de noi angajați la Craiova va presupune investirea unor eforturi semnificativ mai importante decât formarea de angajați în Europa de vest.

15.

Majoritatea cursurilor (respectiv 65) reprezintă, în opinia României, formare generală. Numai trei cursuri («lucrul cu produse biodestructive», «principii privind siguranța pietonilor» și «folosirea și amplasarea sistemelor suplimentare de reținere») sunt specifice (3). În ceea ce privește restul cursurilor, România susține că, din moment ce sunt fie obligatorii prin lege (de ex. «Evaluatorii de risc»), fie specifice întreprinderii Ford (de ex. «Formare privind intrarea în siguranță în stația de lucru — Stadiul 2 ECPL pentru mentenanță», «Sistemul mecanic antifurt (MATS) și gestionarea datelor privind materialele periculoase»), acestea vor fi asigurate în orice eventualitate, chiar și în absența ajutorului. Prin urmare, nu se solicită ajutor pentru aceste cursuri.

16.

Formarea în cadrul acestei tematici acoperă, în opinia României, costuri eligibile în valoare de 16,26 milioane EUR, pentru care se solicită un ajutor de formare de 7,79 milioane EUR.

(b)   Competențe fundamentale

17.

Această formare cuprinde în total 58 de cursuri, care urmăresc atingerea unui nivel de cunoștințe comparabil cu cel înregistrat în alte state membre. Aceste cursuri de formare vor pune la dispoziția angajaților diferite competențe cu valoare generală la locul de muncă: capacitatea de a comunica în limba engleză, capacitatea de a utiliza o gamă largă de instrumente electronice, competențe lingvistice și numerice, comunicare, lucrul în echipă, capacitatea de a conduce, precum și capacitatea de a lucra într-un mediu axat pe atingerea obiectivelor și obținerea de rezultate.

18.

Toate cele 58 de cursuri reprezintă formare generală. Numai jumătate din durata de desfășurare a trei cursuri («Formare privind fișele de sarcini (Task cards)», «Noțiuni introductive privind tablourile de bord (Score cards)» și «Strategii, obiective și indicatori cheie ai performanței») este considerată ca fiind formare care ar fi acordată și în absența ajutorului. Prin urmare, nu se solicită niciun ajutor pentru această secțiune.

19.

Costurile eligibile totale pentru cursurile din cadrul acestei tematici sunt în valoare de 84,3 milioane EUR, dintre care 42,1 milioane sunt solicitate ca ajutor pentru formare. Dintre aceste costuri eligibile, 44,5 milioane EUR urmează să fie cheltuite pentru transmiterea de competențe lingvistice și numerice unui număr de aproximativ 5 000 de angajați […] (4). A doua sumă ca valoare din cadrul acestei tematici, reprezentând 14,2 milioane EUR, urmează să fie cheltuită pentru predarea limbii engleză unui număr de 3 000 de angajați […].

(c)   Baze în afaceri

20.

România explică faptul că nivelul de înțelegere a practicilor economice europene și internaționale la uzina Craiova este limitat. Multor angajați le lipsește cunoașterea și înțelegerea practicilor economice. Vor fi, prin urmare, necesare cursuri avansate de formare pentru a transmite acestor angajați un nivel de cunoștințe comparabil cu cel al omologilor lor vest-europeni. Cu toate acestea, România subliniază faptul că angajații dețin competențele de bază necesare pentru a asigura funcționarea societății.

21.

75 de cursuri din cadrul acestei tematici sunt menite să asigure alinierea forței de muncă respective la practicile economice europene și globale. Formarea îi va viza pe membrii personalului aflați în poziții de conducere sau pe șefii de echipă și va acoperi competențe precum înțelegerea mediului de control intern și de reglementare din cadrul UE și la nivel global, înțelegerea conexiunilor dintre funcțiile de exploatare, suport și cele centralizate în cadrul unei organizații globale, managementul de proiect, negociere etc.

22.

Formarea are un caracter general în cazul a 52 de cursuri și este specifică în cazul a patru dintre ele. 17 cursuri sunt clasificate ca neeligibile din cauza faptului că sunt considerate necesare pentru exploatarea uzinei și ar fi acordate chiar și în absența ajutorului.

23.

Costurile eligibile totale pentru cursurile din cadrul acestei tematici sunt în valoare de 7,5 milioane EUR, dintre care 3,7 milioane sunt solicitate ca ajutor pentru formare.

(d)   Competențe industriale

24.

Această tematică va viza competențele industriale și tehnice relevante pentru linia de producție a uzinei Craiova. România explică faptul că, având în vedere nivelul investițiilor în această unitate de producție, inclusiv achiziționarea de noi echipamente, instalații și sisteme mai avansate din punct de vedere tehnologic, va exista o nevoie presantă de a dezvolta competențele industriale și tehnice ale angajaților. În plus, nivelul existent de informații privind cursurile de formare profesională disponibile, care acoperă competențele industriale în domenii precum mecanică, electronică, sudură, electricitate și hidraulică, ar putea indica faptul că nivelul competențelor în aceste domenii este cu mult în urma celui din alte state membre. Exploatarea, întreținerea și repararea acestor echipamente presupun deținerea unui set comun de competențe de bază, prealabile asigurării unei formări specifice privind noile echipamente. Cu toate acestea, competențele deținute în prezent permit funcționarea imediată a uzinei Craiova. Prin urmare, în opinia României, măsurile prevăzute depășesc ca domeniu de aplicare formarea necesară pentru exploatarea uzinei.

25.

Formarea din cadrul acestei tematici cuprinde 58 de cursuri, dintre care 55 sunt considerate a fi formare generală (de ex. Competențe electrice și electronice de bază, Hidraulică, Metrologie, Motoare electrice, Tehnologia și asamblarea motoarelor, Mașini electrice, Puncte de control programabile etc.). Un curs — MODAPTS (Studierea timpilor in operațiunile de mișcare — Motion Determine Operator Time Study) — constituie formare specifică. Două cursuri, respectiv Asamblarea motoarelor și formarea cu privire la simularea procesului de fabricație, sunt considerate a fi neeligibile din cauza faptului că acestea ar fi asigurate de Ford chiar în absența ajutorului.

26.

Măsurile de formare din cadrul acestei tematici au drept scop perfecționarea forței de lucru existente cu privire la principiile tehnice fundamentale de mecanică, de fabricare a instrumentelor de lucru, finisare a metalelor, vopsire prin pulverizare, electricitate, electronică, hidraulică, sudură, la pregătirea de bază ca vânzător, conducerea automobilului, întreținerea preventivă totală, competențe medicale, de ex. formarea privind acordarea primului ajutor, perfecționarea doctorilor și a asistentelor medicale care lucrează în cadrul uzinei, competențe privind securitatea și igiena alimentară și menajeră.

27.

Costurile eligibile totale pentru cursurile din cadrul acestei tematici sunt în valoare de 33,4 milioane EUR, dintre care 16,6 milioane sunt solicitate ca ajutor pentru formare.

28.

În concluzie, următoarele tabele prezintă costurile eligibile totale pentru fiecare tematică individuală de formare și cuantumul maxim al ajutorului pentru formare solicitat:

Tabelul 1

Formare generală

Tematici

Costuri eligibile

Compensații salariale

Costuri eligibile totale

Ajutoare pentru formare

(intensitatea ajutorului 50 %)

Securitate

[…]

[…]

14 908 254 EUR

7 454 127 EUR

Competențe fundamentale

[…]

[…]

84 304 782 EUR

42 152 391 EUR

Baze în afaceri

[…]

[…]

7 361 239 EUR

3 680 619 EUR

Competențe industriale

[…]

[…]

33 233 111EUR

16 611 556 EUR

Total general

103 501 229 EUR

36 296 157 EUR

139 797 386 EUR

69 898 693 EUR


Formare specifică

Tematici

Costuri eligibile

Compensații salariale

Costuri eligibile totale

Ajutoare pentru formare

(intensitatea ajutorului 25 %)

Securitate

[…]

[…]

1 357 081 EUR

339 270 EUR

Competențe fundamentale

[…]

[…]

0 EUR

0 EUR

Baze în afaceri

[…]

[…]

147 115 EUR

36 779 EUR

Competențe industriale

[…]

[…]

232 594 EUR

58 148 EUR

Total formare specifică

1 432 486 EUR

304 304 EUR

1 736 790 EUR

434 197 EUR

Total

104 933 715 EUR

36 600 462 EUR

141 534 176 EUR

70 332 891 EUR

Efect stimulativ

29.

România explică faptul că un factor hotărâtor care a stat la baza deciziei Ford de a achiziționa și a investi în uzina de automobile Craiova l-a constituit angajamentul ferm al guvernului de a acorda Ford ajutor regional pentru investiții și formare. Într-adevăr, Guvernul României a publicat la 7 septembrie 2007 o scrisoare conținând un angajament ferm de a acorda ajutoare pentru formare în valoare de 57 milioane EUR. În absența acestui angajament, Ford ar fi luat în considerare posibilitatea de a realiza proiectul de investiții în altă locație, chiar în afara Uniunii Europene. Conform Ford, în comparație cu investiția de la Craiova, o locație într-o zonă neconstruită ar fi oferit anumite avantaje din punctul de vedere al personalului: posibilitatea de a selecta angajați calificați și absența obligației de a angaja personal pentru o perioadă neproductivă lungă (5).

30.

În absența ajutorului, România susține că Ford ar asigura numai cursurile de formare specifice Ford, în valoare de 29,7 milioane EUR, formare necesară pentru ca uzina să poată să înceapă să funcționeze și pe care Ford ar trebui să o acorde oricum. Prin urmare, această formare nu poate beneficia de ajutor.

3.   EVALUAREA AJUTORULUI

Existența ajutorului

31.

Comisia consideră că măsura constituie ajutor de stat în sensul articolului 87 alineatul (1) din Tratatul CE: acesta ia forma unei subvenții acordate din resurse de stat. Măsura este selectivă prin aceea că se limitează la Ford Craiova. Subvenția selectivă ar putea denatura concurența, oferind Ford un avantaj asupra societăților concurente care nu beneficiază de ajutor, ca urmare a faptului că scutește Ford de costuri care altfel ar fi fost în sarcina sa. În cele din urmă, piețele pentru producția de automobile și motoare sunt caracterizate de schimburi comerciale extinse între statele membre, iar Ford este unul dintre actorii importanți pe această piață.

Temeiul juridic al evaluării

32.

România a notificat ajutorul în baza Regulamentului (CE) nr. 68/2001 al Comisiei din 12 ianuarie 2001 privind aplicarea articolelor 87 și 88 din Tratatul CE la ajutoarele pentru formare (6), astfel cum a fost modificat prin Regulamentul (CE) nr. 363/2004 al Comisiei din 25 februarie 2004 (7) și prin Regulamentul (CE) nr. 1976/2006 al Comisiei din 20 decembrie 2006 (8).

33.

Conform articolului 5 din Regulamentul (CE) nr. 68/2001, atunci când valoarea ajutorului acordat unei întreprinderi pentru un singur proiect de formare depășește 1 milion EUR, ajutorul nu este exceptat de la obligația notificării prevăzută la articolul 88 alineatul (3) din Tratatul CE. Comisia observă că, în acest caz, ajutorul propus este de 57 milioane EUR, că această sumă trebuie plătită unei singure întreprinderi și că proiectul de formare constituie un singur proiect. Prin urmare, Comisia consideră că obligația notificării, prevăzută în Regulamentul (CE) nr. 68/2001, s-a aplicat ajutorului propus și că aceasta a fost respectată de România.

34.

Cu toate acestea, Regulamentul (CE) nr. 68/2001 a încetat să se aplice la 30 iunie 2008, respectiv după notificarea ajutorului, iar dispozițiile comunitare relevante privind ajutorul pentru formare pot fi găsite în prezent în Regulamentul (CE) nr. 800/2008 (9) («Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare»), care a intrat de curând în vigoare. Prin urmare, Comisia își va întemeia evaluarea compatibilității ajutorului cu piața comună pe dispozițiile Regulamentului general de exceptare pe categorii de ajutoare. În această privință, Comisia observă inițial că Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare prevede că anumite forme de ajutor de stat sunt compatibile cu piața comună în sensul articolul 87 alineatul (3) din tratat și sunt exceptate de la obligația notificării în baza articolului 88 alineatul (3) din tratat. Cu toate acestea, această exceptare este însoțită de unele condiții. În primul rând, Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare nu se aplică ajutorului ad hoc acordat întreprinderilor mari (10), cum este cazul ajutorului notificat de România. În al doilea rând și în orice condiții, conform articolului 6 din regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare, atunci când cuantumul ajutorului acordat unei întreprinderi pentru un singur proiect de formare depășește 2 milioane EUR, ajutorul nu este exceptat de la obligația notificării prevăzută la articolul 88 alineatul (3) din Tratatul CE. Prin urmare, Comisia constată că ajutorul face în continuare obiectul obligației de notificare și în conformitate cu dispozițiile Regulamentului general de exceptare pe categorii de ajutoare și că România a respectat această obligație.

35.

Atunci când evaluează un ajutor individual pentru formare care nu îndeplinește condițiile pentru acordarea exceptării prevăzută în Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare, Comisia trebuie să realizeze o evaluare individuală în baza articolului 87 alineatul (3) litera (c) din Tratatul CE înainte de a autoriza punerea în aplicare a ajutorului. În ceea ce privește ajutoarele pentru formare, această evaluare se va face ținând cont în special de condițiile relevante stabilite în Regulamentul general de exceptare pe categorii (a se vedea considerentul 7 din regulamentul respectiv). Acest lucru este, de asemenea, consecvent cu practica Comisiei cu privire la cazurile de ajutor pentru formare în temeiul Regulamentului (CE) nr. 68/2001, care rămâne relevant în această privință (11). Acest lucru presupune în special o verificare a conformității cu criteriile specifice de exceptare referitoare la ajutoarele pentru formare prevăzute în secțiunea 8 din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare, în plus față de examinarea măsurii în care ajutorul îndeplinește condiția generală de a avea un efect stimulativ, astfel cum se prevede la articolul 8 din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare (12).

Compatibilitatea cu piața comună

36.

Comisia a evaluat prima facie conformitatea proiectului notificat cu criteriile formale de exceptare prevăzute în secțiunea 8 din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare.

37.

În primul rând, intensitatea ajutorului pare să fie limitată la plafoanele indicate la articolul 39 alineatul (2) din regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare: 25 % pentru formare specifică și 60 % pentru formare generală. Cu toate că ar fi putut în principiu să mărească plafoanele cu 10 puncte de bază, având în vedere faptul că proiectul este situat într-o zonă asistată în temeiul articolului 87 alineatul (3) litera (a) din Tratatul CE, România nu a făcut acest lucru.

38.

În al doilea rând, costurile eligibile ale măsurii notificate indicate în tabelul 1 sunt conforme la prima vedere cu dispozițiile articolului 39 alineatul (4) din regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare. În special, costurile de personal legate de angajarea stagiarilor (respectiv compensațiile salariale) care sunt acoperite de ajutor sunt limitate la suma echivalentă cu totalul celorlalte costuri eligibile.

Necesitatea ajutorului

39.

Comisia observă că o măsură de ajutor pentru formare poate fi considerată compatibilă cu piața comună în temeiul articolului 87 alineatul (3) litera (c) din Tratatul CE numai atunci când aceasta nu este imediat necesară pentru desfășurarea activităților beneficiarului (13). Atunci când ajutorul nu determină derularea unor activități suplimentare față de cele care ar fi realizate ținând cont exclusiv de forțele pieței, ajutorul nu poate fi considerat ca având efecte pozitive în măsură să compenseze denaturarea comerțului și, prin urmare, nu poate fi autorizat. Astfel, nu se poate considera că ajutorul pentru formare «facilitează» dezvoltarea economică, în sensul articolului 87 alineatul (3) litera (c) din Tratatul CE, și corectează imperfecțiunea pieței care determină societățile în general să investească insuficient în formarea lucrătorilor lor, astfel cum se precizează la considerentul 62 din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare, în cazul în care societatea ar fi realizat oricum activitățile care beneficiază de ajutor, chiar și în absența acestuia (14). În cazul unui ajutor ad hoc în favoarea unor întreprinderi mari, ajutor care nu cade sub incidența regulamentului general de exceptare pe categorii de ajutoare, Comisia va evalua efectul stimulativ în contextul notificării ajutorului pe baza instrumentelor comunitare aplicabile (considerentul 32 din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare).

40.

În cazul de față, Comisia are motive să considere că beneficiarul ar trebui să asigure angajaților săi, cel puțin într-o anumită măsură, formarea care face obiectul evaluării, chiar și în absența ajutorului. Cu toate acestea, acest lucru nu exclude posibilitatea ca anumite măsuri de formare să depășească ceea ce este necesar pentru începerea activității și, în această măsură, pot fi eligibile pentru acordarea de ajutor pentru formare.

41.

Autoritățile române susțin că necesitatea ajutorului decurge din mai multe aspecte. În primul rând, Guvernul României s-a angajat, înainte ca Ford să cumpere uzina de automobile, să acorde ajutor pentru formare și ajutor regional Ford. Dacă nu ar fi existat acest angajament, Ford nu ar fi cumpărat societatea și, astfel, nu ar fi asigurat niciun curs de formare. În schimb, ar fi construit o nouă uzină de automobile într-o zonă neconstruită și ar fi angajat personal deja pregătit și calificat.

42.

În al doilea rând, autoritățile române afirmă că ajutorul pentru formare este necesar pentru a compensa nivelul mai scăzut de competențe al forței de muncă locale în comparație cu media din UE. România subliniază că forța de muncă de la Craiova are în prezent capacitatea de a produce automobile și motoare la nivelul mediu al economiei românești de dinainte de aderare, astfel încât pentru a schimba această situație, Ford trebuie să prevadă măsuri de formare aprofundată generală și specifică pentru educarea angajaților. Astfel, ajutorul va fi în beneficiul angajaților slab calificați și va genera efecte externe pozitive pentru întreaga regiune, care se confruntă cu un nivel ridicat al șomajului.

43.

În ultimul rând, autoritățile române argumentează că formarea prevăzută a fi acordată nu este necesară pentru funcționarea uzinei. Prin urmare, în absența ajutorului, Ford nu ar organiza în aceeași măsură cursurile de formare care fac obiectul evaluării, ci ar asigura doar o formare minimă specifică Ford, necesară pentru ca uzină să poată începe să funcționeze. Costurile pentru aceste cursuri de formare specifice Ford se ridică la 29,7 milioane EUR, reprezentând aproximativ 20 % în comparație cu costurile eligibile notificate.

44.

Comisia are îndoieli în acest stadiu cu privire la argumentele prezentate de România, din mai multe motive.

45.

În primul rând, necesitatea și efectul stimulativ al ajutorului pentru formare în cazul de față trebuie evaluate în contextul cumpărării recente de către Ford a uzinei Craiova, precum și al planurilor sale de a transforma uzina într-o unitate de producție modernă, la cel mai înalt nivel tehnologic. Ford înființează o unitate de producție cu totul nouă, care va avea în comun cu uzina inițială doar locația. Proiectul de investiții vizează extinderea, modernizarea și modificarea fundamentală a uzinei existente, inclusiv crearea de noi capacități, în vederea asigurării producției de noi automobile și noi motoare de înaltă tehnologie.

46.

Comisia observă faptul că (re)localizarea întreprinderilor reprezintă o practică obișnuită în Uniunea Europeană, prin care întreprinderile încearcă să reducă nivelul costurilor, să își mărească rentabilitatea și să rămână competitive pe piață. Întreprinderile care iau în considerare o posibilă relocalizare a producției lor compară deseori mai multe locații potențiale din diferite state membre. Decizia privind locația este influențată în cele din urmă nu numai de previziunile privind costurile de exploatare (inclusiv costurile de formare a angajaților ale căror competențe sunt sub nivelul mediu european) și alte avantaje sau dezavantaje economice (respectiv existența unor instalații de producție, existența de forță de muncă etc.), ci și, într-o anumită măsură, de o posibilă asistență din partea guvernului (ajutor regional). Comisia constată că beneficiarul a primit cuantumul maxim permis pentru ajutorul regional pentru investiții, respectiv 143 milioane EUR, pentru proiectul său de investiții la Craiova.

47.

Cu toate acestea, formarea în vederea desfășurării activităților într-o nouă locație — spre deosebire de ajutorul regional pentru investiții (15) — nu poate fi justificată prin considerații privind situarea regională, din moment ce obiectivul ajutorului pentru formare nu este să atragă investiții într-o anumită regiune, ci să corecteze nivelul insuficient al investițiilor în formare la nivelul Comunității (16). Ajutorul pentru formare urmărește să mărească numărul lucrătorilor calificați în Uniunea Europeană, ceea ce în cele din urmă va îmbunătăți competitivitatea economiei comunitare și va avea un efect pozitiv asupra strategiei de ocupare a forței de muncă și asupra societății în ansamblul său.

48.

În al doilea rând, Comisia nu este convinsă în acest stadiu de afirmațiile României conform cărora necesitatea ajutorului pentru formare decurge din necesitatea de a compensa nivelul mai scăzut de competențe în regiunile asistate prin intermediul ajutorului pentru formare. Aceste niveluri mai scăzute de competențe țin, în principiu, de handicapul regional care trebuie depășit prin ajutorul regional pentru investiții. Obiectivul ajutorului regional este nu numai de a mări numărul locurilor de muncă create în mod direct sau indirect, ci și de a avea un impact pozitiv asupra calității locurilor de muncă create și a nivelului de competențe cerut.

49.

În cazul de față, Comisia are motive să creadă că Ford a luat decizia de a investi în Craiova fiind pe deplin conștientă de situația tehnică a uzinei și de nivelul slab de calificare al forței de muncă. Pentru a depăși aceste handicapuri, Comisia a aprobat cuantumul maxim permis pentru ajutorul regional pentru investiții conform Orientărilor privind ajutorul regional. O asistență suplimentară din partea guvernului sub forma ajutorului pentru formare pentru a compensa aceste handicapuri regionale ar constitui de fapt o completare a ajutorului prin care s-ar evita aplicarea plafoanelor prevăzute pentru ajutorul regional.

50.

Într-adevăr, se pare că societatea are la dispoziție două opțiuni: fie să recruteze personal deja calificat în limita termenilor contractului de cumpărare a acțiunilor, fie să apeleze la forța de muncă existentă, care, în ciuda unui nivel mai scăzut de competențe decât în alte locații din Europa, are totuși experiență în ceea ce privește producția de automobile. Întrucât contractul de cumpărare a acțiunilor cere companiei Ford să mențină forța de muncă originară pentru o perioadă de patru ani, Ford poate avea stimulente solide de a folosi forța de muncă existentă, care ar cere companiei Ford să ofere cel puțin o parte din formarea planificată. De asemenea, în cadrul proiectului regional de investiții pentru care a primit ajutor regional pentru investiții, Ford s-a angajat să crească substanțial numărul personalului angajat direct până la peste 7 000 de oameni, eventual până la 9 000 pe termen lung. În acest stadiu, România nu a prezentat informații conform cărora Ford ar putea recruta de pe piața locală mai multe mii de angajați deja calificați pentru a-și respecta angajamentele. În plus, având în vedere nivelul general tehnic și de competențe mai scăzut al forței de muncă din România, Comisia se întreabă dacă Ford nu va trebui să prevadă oricum anumite măsuri de formare chiar și pentru angajații nou recrutați.

51.

În al treilea rând, conform informațiilor furnizate de România, Ford are intenția să creeze la Craiova o unitate de producție la cel mai înalt nivel tehnologic. În acest scop, societatea are în vedere construirea de noi linii de producție, inclusiv a unui sistem de producție modern și flexibil, specific Ford, o modernizare substanțială a unei părți funcționale a uzinei și dezvoltarea capacităților existente, în vederea integrării pe deplin a unității de producție Craiova în cadrul operațiilor sale de producție din Europa. Având în vedere nivelul scăzut de cunoștințe și competențe al forței de muncă de la Craiova, astfel cum rezultă din argumentele prezentate de România, este foarte puțin probabil ca Ford să poată să nu asigure cursurile de formare prevăzute fără a periclita investițiile tehnologice și funcționarea fără probleme a uzinei de automobile. În plus, Comisia are îndoieli cu privire la capacitatea Ford de a găsi angajați deja calificați pe piața locală și de a evita în acest fel să asigure cursurile de formare prevăzute. În orice caz, Comisia nu a primit informații mai precise în această privință.

52.

În al patrulea rând, Comisia se întreabă dacă o parte din formare nu este obligatorie conform legislației naționale și europene privind siguranța și securitatea la locul de muncă sau conform standardelor interne de calitate ale Ford. România susține faptul că uzina de automobile Craiova funcționează în conformitate cu normele legale în vigoare și că, prin urmare, formarea ar depăși ceea ce este cerut prin lege sau ceea ce Ford Craiova ar trebui oricum să întreprindă pentru a respecta standardele interne ale grupului. Cu toate acestea, România afirmă de asemenea că forța de muncă locală are un nivel de competențe și informare mai scăzut decât cel din alte unități de producție din Europa de Vest sau din alte uzine Ford. Comisia ar dori să aibă acces la mai multe informații detaliate cu privire la această situație pentru a putea fi în măsură să verifice dacă formarea depășește într-adevăr ceea ce Ford Craiova ar trebui să asigure oricum în virtutea obligațiilor legale sau pentru a-și putea desfășura operațiunile și dacă ajutorul notificat are un efect stimulativ.

53.

În cele din urmă, România a notificat un ajutor în valoare de 57 milioane EUR pentru un proiect de formare pentru care teoretic ar fi putut fi acordat un ajutor de 70 milioane EUR, susținând că ajutorul aprobat va fi acordat progresiv, pe măsură ce se derulează cursurile respective, până la atingerea plafonului de 57 milioane EUR. În plus, România a afirmat că, în cazul în care Comisia ar considera că anumite cursuri nu pot beneficia de ajutor pentru formare, reducerea cuantumului ajutorului s-ar face mai degrabă din suma totală «teoretică» de 70 milioane EUR decât din cea plafonată. Cu toate acestea, România nu a indicat nici ordinea în care ar trebui să fie asigurate cursurile, nici criteriile pe baza cărora beneficiarul va stabili prioritatea acestora. De asemenea, România nu a prezentat argumente dacă beneficiarul va asigura numai formarea pentru care va fi aprobat ajutorul sau dacă acesta va lua în considerare posibilitatea de a asigura de asemenea, în lipsa ajutorului de stat, cursurile care ar fi considerate de Comisie ca putând beneficia de ajutor pentru formare, dar pentru care nu se va asigura finanțare în cadrul subvenției de 57 milioane EUR, ceea ce va însemna că o parte din cursurile de formare, pentru care se afirmă că ar exista un efect stimulativ al ajutorului, ar fi de asemenea asigurate în absența ajutorului. În aceste condiții, Comisia are motive să se îndoiască de efectul stimulativ al ajutorului notificat.

54.

În consecință, Comisia se întreabă dacă o parte considerabilă din cursurile de formare sau chiar toate vor trebui să fie asigurate de Ford oricum, chiar și în absența ajutorului, pentru ca Ford să poată să înceapă exploatarea uzinei și dacă handicapul reprezentat de nivelul în general mai scăzut de competențe al forței de muncă nu trebuie considerat ca fiind deja compensat prin ajutorul regional pentru investiții.

Principiul Deggendorf

55.

De asemenea, Comisia ia notă de faptul că, prin decizia mai sus menționată din 27 februarie 2008 în cazul de Ajutor de Stat C 46/07, a declarat ajutorul acordat în cadrul procesului de privatizare a companiei Automobile Craiova ilegal și incompatibil și a solicitat recuperarea acestui ajutor. Comisia consideră că așa-numita jurisprudență Deggendorf  (17) se aplică în cazul de fața. Conform principiilor relevate în această jurisprudență, un nou ajutor de stat nu poate fi plătit până când ajutorul incompatibil acordat anterior nu este recuperat în întregime.

56.

La acest stadiu, informațiile transmise de România nu au permis Comisiei să concluzioneze că obligația de recuperare prevăzută în decizia din 27 februarie 2008 a fost respectată. De asemenea, România nici nu a și-a asumat obligația de a nu plăti ajutorul pentru formare până când această recuperare nu are loc. În aceste circumstanțe, Comisia consideră că ajutorul notificat poate fi incompatibil cu așa-numitul principiu Deggendorf.

4.   DECIZIE

În lumina considerațiilor anterioare, Comisia a hotărât să inițieze procedura prevăzută la articolul 88 alineatul (2) din Tratatul CE și cere României să furnizeze, în termen de o lună de la primirea prezentei scrisori, toate documentele, informațiile și datele necesare pentru evaluarea compatibilității ajutorului, în special:

informații detaliate privind măsurile de formare care sunt necesare pentru ca societatea să poată să înceapă să funcționeze conform standardelor Ford și care, prin urmare, ar trebui să fie asigurate de beneficiar oricum, chiar și în absența ajutorului,

informații privind ordinea în care se vor desfășura cursurile de formare,

informații privind costurile legate de atragerea angajaților deja calificați,

informații privind piața forței de muncă pentru producția de automobile la nivel național și european, în special privind disponibilitatea lucrătorilor calificați,

informații privind normele interne de siguranță și securitate la nivel național, european și în cadrul Ford.

Se solicită României să transmită, fără întârziere, o copie a prezentei scrisori potențialului beneficiar al ajutorului.

Comisia dorește să reamintească României că articolul 88 alineatul (3) din Tratatul CE are efect de suspendare și vă atrage atenția asupra articolului 14 din Regulamentul (CE) nr. 659/1999 al Consiliului, care prevede că orice ajutor ilegal poate fi recuperat de la beneficiar.

Comisia avertizează România că va informa părțile interesate prin publicarea prezentei scrisori, precum și a unui rezumat relevant al ei în Jurnalul Oficial al Uniunii Europene. Comisia va informa, de asemenea, Autoritatea AELS de Supraveghere trimițându-i o copie a acestei scrisori. Toate părțile interesate vor fi invitate să-și prezinte observațiile în termen de o lună de la data acestei publicări.»


(1)  Decizia Comisiei din 27 februarie 2008 prind Ajutorul de Stat C 46/07, Privatizarea societății Automobile Craiova, România, nepublicată încă.

(2)  Decizia Comisiei din 30 aprilie 2008 prind Ajutorul de Stat N 767/07, Ajutor regional pentru investiții în favoarea Ford Craiova, nepublicată încă.

(3)  Termenii «formare generală» și «formare specifică» sunt folosiți conform definiției de la articolul 38 din Regulamentul (CE) nr. 800/2008 al Comisiei din 6 august 2008 de declarare a anumitor categorii de ajutoare compatibile cu piața comună în aplicarea articolelor 87 și 88 din tratat (Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare) (JO L 214, 9.8.2008, p. 3).

(4)  Informații confidențiale.

(5)  În cadrul privatizării ACSA și DWAR, agenția română de privatizare AVAS a impus cumpărătorului obligația de a păstra forța de muncă de 3 900 de salariați pentru o perioada de patru ani după achiziționare. Această obligație a fost inclusă în contractul ulterior de cumpărare a acțiunilor, anexa 1 la notificare.

(6)  JO L 10, 13.1.2001, p. 20.

(7)  JO L 63, 28.2.2004, p. 20.

(8)  JO L 368, 23.12.2006, p. 85.

(9)  A se vedea nota de subsol 3.

(10)  A se vedea articolele 1 alineatul (5) și 2 alineatul (3) din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare.

(11)  A se vedea Decizia Comisiei din 4 iulie 2006 privind Ajutorul de Stat C 40/05, Ford Genk (JO L 366, 21.12.2006, p. 32); Decizia Comisiei din 4 aprilie 2007 privind Ajutorul de Stat C 14/06, General Motors Belgium (JO L 243, 18.9.2007, p. 71); Decizia Comisiei din 12 septembrie 2007 privind Ajutorul de Stat C 35/07, Volvo Cars Gent (JO C 265, 7.11.2007, p. 21).

(12)  Cerința privind existența unui efect stimulativ este explicată la considerentul 28 din regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare:«Pentru a se asigura că ajutorul este necesar și are un efect stimulativ cu privire la dezvoltarea de noi activități sau proiecte, prezentul regulament nu ar trebui să se aplice ajutorului destinat unor activități pe care beneficiarul ar putea să le desfășoare deja și în condițiile pieței …».

(13)  A se vedea Decizia Comisiei din 2 iulie 2008 privind Ajutorul de Stat C 18/07, DHL Leipzig-Halle, nepublicată încă; Deciziile Comisiei General Motors Belgium și Ford Genk.

(14)  În contextul ajutoarelor pentru formare, considerentul 62 din Regulamentul general de exceptare pe categorii de ajutoare precizează că «Formarea are, de obicei, efecte externe pozitive pentru societate în ansamblul său, ca urmare a faptului că mărește rezerva de lucrători calificați din rândul cărora pot face recrutări alte societăți, îmbunătățește competitivitatea economiei comunitare și joacă un rol important în cadrul strategiei comunitare de ocupare a forței de muncă … Având în vedere faptul că întreprinderile din cadrul Comunității investesc în general insuficient în formarea lucrătorilor lor, în special atunci când formarea respectivă are un caracter general și nu prezintă avantaje imediate și concrete pentru întreprinderea în cauză, ajutorul de stat poate contribui la remedierea acestei disfuncționalități a pieței. Prin urmare, aceste ajutoare ar trebui exceptate, în anumite condiții, de la obligația notificării prealabile.».

(15)  A se vedea considerentele 2 și 3 din Orientările privind ajutorul regional pentru perioada 2007-2013:

«2.

Pentru că are în vedere depășirea handicapurilor regiunilor defavorizate, ajutoarele de stat regionale promovează coeziunea economică, socială și teritorială a statelor membre și a Uniunii Europene în ansamblul său. Această caracteristică geografică deosebește ajutoarele regionale de alte forme de ajutoare orizontale, cum ar fi ajutoarele pentru cercetare, dezvoltare și inovare, ocuparea forței de muncă, formare sau protecție a mediului, care urmăresc alte obiective de interes comun în conformitate cu articolul 87 alineatul (3) din tratat, chiar dacă uneori nivelurile acestora sunt mai mari în zonele defavorizate datorită dificultăților specifice cu care se confruntă.

3.

Ajutoarele de stat regionale pentru investiții sunt destinate susținerii dezvoltării celor mai defavorizate regiuni prin sprijinirea investițiilor și a creării de noi locuri de muncă. Acestea favorizează extinderea și diversificarea activităților economice ale întreprinderilor situate în regiunile cele mai puțin favorizate, în special prin încurajarea întreprinderilor să înființeze noi sedii secundare în aceste regiuni.».

(16)  A se vedea decizia Comisiei DHL Leipzig-Halle.

(17)  Tribunalul de prima instanță, 13 septembrie 1995, TWD/Comisie, T-244/93 și T-486/93, REC., I-2265; Curtea de justiție, 15 mai 1997, TWD/Comisie, C-355/95, Rec. I-2549.


25.10.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 270/s3


ΣΗΜΕΊΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΏΣΤΗ

Τα θεσμικά όργανα αποφάσισαν να μην εμφανίζουν πλέον στα κείμενά τους τη μνεία της τελευταίας τροποποίησης των πράξεων στις οποίες παραπέμπουν.

Εάν δεν υπάρχει μνεία περί του αντιθέτου, οι πράξεις στις οποίες γίνεται παραπομπή στα κείμενα που δημοσιεύονται στο παρόν τεύχος νοούνται στην εκάστοτε ισχύουσα μορφή τους.