ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

50ό έτος
27 Οκτωβρίου 2007


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

2007/C 255/01

Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την παρακολούθηση του Προγράμματος Εργασιών για καλύτερη εφαρμογή της Οδηγίας για την Προστασία Δεδομένων

1

2007/C 255/02

Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων όσον αφορά την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) — COM (2006) 817 τελικό

13

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2007/C 255/03

Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση ( 1 )

22

2007/C 255/04

Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση

24

2007/C 255/05

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4889 — Barclays Industrial Investments/Gemeaz/ Scapa) ( 1 )

31

2007/C 255/06

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4885 — Ineos/Nova/JV) ( 1 )

31

2007/C 255/07

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4836 — CVC/Univar) ( 1 )

32

2007/C 255/08

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.4822 — Advent International/Takko Holding) ( 1 )

32

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Επιτροπή

2007/C 255/09

Ισοτιμίες του ευρώ

33

2007/C 255/10

Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής των ΕΚ για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις όπως διατυπώθηκε κατά την 415η συνεδρίαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικς με προσχέδιο απόφασης στην υπόθεση COMP/C.38.121 — Σύνδεσμοι σωληνώσεων

34

2007/C 255/11

Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής των ΕΚ για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις όπως διατυπώθηκε κατά την 416η συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με σχέδιο απόφασης στην υπόθεση COMP/F/C.38.121 — Σύνδεσμοι σωληνώσεων

34

2007/C 255/12

Γνώμη των εκπροσώπων των κρατών ΕΖΕΣ σχετικά με προσχέδιο απόφασης στην υπόθεση COMP/C.38.121 — Εξαρτήματα (Συνεδρίαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2006 της συμβουλευτικής επιτροπής των ΕΚ για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις)

35

2007/C 255/13

Τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων περί της διαδικασίας στην υπόθεση COMP/38.121 — Σύνδεσμοι σωληνώσεων (σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 της απόφασης 2001/462/EΚ της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού — ΕΕ L 162 της 19.6.2001, σ. 21)

36

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Επιτροπή

2007/C 255/14

F-Castres: Χειρισμός τακτικών αεροπορικών υπηρεσιών — Εκμετάλλευση τακτικών αεροπορικών γραμμών μεταξύ Castres (Mazamet) και Παρισιού (Ορλύ) — Προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού από τη Γαλλία δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου για την ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας

38

2007/C 255/15

F-Castres: Χειρισμός τακτικών αεροπορικών υπηρεσιών — Εκμετάλλευση τακτικών αεροπορικών γραμμών μεταξύ Castres (Mazamet) και Λυών (Saint-Exupéry) αφενός, και μεταξύ Rodez (Marcillac) και Λυών (Saint-Exupéry) αφετέρου — Προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού από τη Γαλλία δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου για την ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας

42

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Επιτροπή

2007/C 255/16

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.4911 — Goldman Sachs/LOMO) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

45

2007/C 255/17

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.4944 — SAP/Business Objects) ( 1 )

46

2007/C 255/18

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.4899 — SCB/Süd-Chemie) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

47

2007/C 255/19

Πρόταση κανονισμού (EΚ) αριθ. …/… της Επιτροπής της […] που τροποποιεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 773/2004 σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδικασιών διευθέτησης διαφορών σε υποθέσεις συμπράξεων ( 1 )

48

2007/C 255/20

Σχέδιο Ανακοίνωση της Επιτροπής της […] σχετικά με την διεξαγωγή διαδικασιών διευθέτησης διαφορών εν όψει της έκδοσης αποφάσεων δυνάμει του άρθρου 7 και του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου σε περιπτώσεις συμπράξεων ( 1 )

51

 

ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

 

Επιτροπή

2007/C 255/21

Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

58

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/1


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την παρακολούθηση του Προγράμματος Εργασιών για καλύτερη εφαρμογή της Οδηγίας για την Προστασία Δεδομένων

(2007/C 255/01)

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 286,

το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 8,

την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2) και ιδίως το άρθρο 41,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΓΝΩΜΗ:

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Στις 7 Μαρτίου 2007, η Επιτροπή απέστειλε στον ΕΕΠΔ την ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την παρακολούθηση του Προγράμματος Εργασιών για καλύτερη εφαρμογή της Οδηγίας για την Προστασία Δεδομένων (3). Σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, ο ΕΕΠΔ παρουσιάζει την παρούσα γνωμοδότηση.

2.

Στην ανακοίνωση επαναλαμβάνεται η σημασία της οδηγίας 95/46/ΕΚ (4) ως ορόσημου στον τομέα της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και εξετάζεται η οδηγία και η εφαρμογή της σε τρία κεφάλαια: το παρελθόν, η ισχύουσα κατάσταση και το μέλλον. Το κεντρικό συμπέρασμα της ανακοίνωσης συνίσταται στο ότι η οδηγία δεν πρέπει να τροποποιηθεί. Θα πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω η εφαρμογή της οδηγίας με άλλα μέσα πολιτικής, τα περισσότερα εκ των οποίων θα είναι μη δεσμευτικού χαρακτήρα.

3.

Η παρούσα γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ ακολουθεί τη διάρθρωση της ανακοίνωσης. Το σημαντικότερο είναι το ότι ο ΕΕΠΔ συμμερίζεται το κεντρικό συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η οδηγία δεν πρέπει να τροποποιηθεί.

4.

Ωστόσο, αυτή η θέση του ΕΕΠΔ προκύπτει και από ρεαλιστικούς λόγους. Ο ΕΕΠΔ στηρίζεται στα ακόλουθα σημεία:

Βραχυπρόθεσμα, είναι περισσότερο σκόπιμο οι δραστηριότητες να αφορούν βελτιώσεις της εφαρμογής της οδηγίας. Όπως δείχνει η ανακοίνωση, είναι ακόμη δυνατές σημαντικές βελτιώσεις της εφαρμογής.

Περισσότερο μακροπρόθεσμα, φαίνονται αναπόφευκτες οι αλλαγές της οδηγίας, ενώ θα διατηρηθούν οι κεντρικές αρχές της.

Θα πρέπει ήδη τώρα να ορισθεί σαφής ημερομηνία επανεξέτασης για την προετοιμασία προτάσεων που θα οδηγήσουν σε αυτές τις αλλαγές. Η ημερομηνία αυτή θα δώσει ξεκάθαρα εναύσματα ώστε ο συλλογισμός για τις μελλοντικές αλλαγές να αρχίσει ήδη από τώρα.

5.

Αυτά τα σημεία έχουν ουσιαστική σημασία εφόσον πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η οδηγία λειτουργεί σε δυναμικό πλαίσιο. Πρώτον, η Ευρωπαϊκή Ένωση μεταβάλλεται: η ελεύθερη ροή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών — και μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών- έχει καταστεί σημαντικότερη και θα καταστεί ακόμη σημαντικότερη πραγματικότητα. Δεύτερον, η κοινωνία αλλάζει. Η κοινωνία των πληροφοριών εξελίσσεται και λαμβάνει όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας της παρακολούθησης (5). Αυτό συνεπάγεται αύξηση της ανάγκης για ουσιαστική προστασία των προσωπικών δεδομένων, ώστε να αντιμετωπισθούν αυτές οι νέες πραγματικότητες με πλήρως ικανοποιητικό τρόπο.

ΙΙ.   ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ

6.

Κατά την αξιολόγηση της ανακοίνωσης, ο ΕΕΠΔ θα εξετάσει ιδίως τις ακόλουθες προοπτικές που έχουν σχέση με αυτές τις αλλαγές:

Βελτίωση της εφαρμογής της οδηγίας καθ' εαυτήν: με ποιον τρόπο μπορεί να καταστεί η προστασία των δεδομένων αποδοτικότερη; Για την βελτίωση αυτή απαιτείται συνδυασμός μέσων πολιτικής, τα οποία θα ποικίλλουν από την καλύτερη επικοινωνία με την κοινωνία μέχρι την αυστηρότερη επιβολή του νόμου για την προστασία των δεδομένων.

Αλληλεπίδραση με την τεχνολογία: νέες τεχνολογικές εξελίξεις, όπως είναι οι εξελίξεις στην ανταλλαγή δεδομένων, τα συστήματα RFID (ραδιοσυχνικής αναγνώρισης), η βιομετρία και τα συστήματα διαχείρισης ταυτότητας, έχουν σαφείς επιπτώσεις στις απαιτήσεις για ένα αποτελεσματικό νομικό πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων. Επίσης, η ανάγκη ουσιαστικής προστασίας των προσωπικών δεδομένων ενός ατόμου μπορεί να επιβάλει περιορισμούς στη χρήση αυτών των νέων τεχνολογιών. Συνεπώς η αλληλεπίδραση έχει δύο πλευρές: η τεχνολογία επηρεάζει την νομοθεσία και η νομοθεσία επηρεάζει την τεχνολογία.

Συνολικά θέματα ιδιωτικής ζωής και δικαιοδοσίας, τα οποία αφορούν τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενώ η δικαιοδοσία του κοινοτικού νομοθέτη περιορίζεται στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα εξωτερικά σύνορα αποκτούν λιγότερη σημασία για τις ροές δεδομένων. Η οικονομία εξαρτάται όλο και περισσότερο από τα παγκόσμια δίκτυα. Οι επιχειρήσεις που έχουν τη βάση τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναθέτουν όλο και περισσότερο δραστηριότητες σε τρίτους, μεταξύ άλλων, την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων σε τρίτες χώρες. Επιπλέον, πρόσφατες περιπτώσεις, όπως είναι το SWIFT (Παγκόσμια εταιρία διατραπεζικών χρηματοπιστωτικών τηλεπικοινωνιών) και το PNR (κατάσταση ονομάτων επιβατών) επιβεβαιώνουν ότι άλλες δικαιοδοσίες επιδεικνύουν ενδιαφέρον για «δεδομένα που προέρχονται από την ΕΕ». Σε γενικές γραμμές, ο τόπος των εργασιών επεξεργασίας είναι λιγότερο σημαντικός.

Προστασία των δεδομένων και επιβολή του νόμου: πρόσφατες απειλές εναντίον της κοινωνίας, είτε συνδέονται είτε όχι με την τρομοκρατία, έχουν οδηγήσει σε (αιτήματα να δοθούν) περισσότερες δυνατότητες στις αρχές επιβολής του νόμου για να συλλέγουν, να αποθηκεύουν και να ανταλλάσσουν προσωπικά δεδομένα. Η διαχωριστική γραμμή από τον τρίτο πυλώνα της Συνθήκης ΕΕ (τομέας στον οποίο δεν εφαρμόζεται η οδηγία) καθίσταται αφενός σημαντικότερη και αφετέρου ρευστότερη. Υπάρχει μάλιστα κίνδυνος, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα προσωπικά δεδομένα να μην προστατεύονται ούτε από πράξεις του πρώτου πυλώνα ούτε από πράξεις του τρίτου πυλώνα (το «νομικό κενό»).

Οι συνέπειες, σε κάθε περίπτωση για την προστασία των δεδομένων και την επιβολή του νόμου, της θέσης σε ισχύ της μεταρρυθμιστικής συνθήκης, που προβλέπεται επί του παρόντος για το 2009.

ΙΙΙ.   ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ Η ΙΣΧΥΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

7.

Η πρώτη έκθεση για την εφαρμογή της οδηγίας για την προστασία των δεδομένων της 15ης Μαΐου 2003 περιλάμβανε πρόγραμμα εργασιών για την βελτίωση της εφαρμογής της οδηγίας για την προστασία των δεδομένων, με κατάλογο 10 πρωτοβουλιών που έπρεπε να εφαρμοσθούν το 2003 και το 2004. Η ανακοίνωση περιγράφει με ποιόν τρόπο έχει υλοποιηθεί κάθε μία από τις πράξεις αυτές.

8.

Με βάση την ανάλυση των εργασιών που διεξήχθησαν στο πλαίσιο του προγράμματος εργασιών, η ανακοίνωση καταλήγει σε θετική αξιολόγηση των βελτιώσεων που επιτεύχθηκαν κατά την εφαρμογή της οδηγίας. Στην αξιολόγηση της Επιτροπής, όπως συνοψίζεται στις επικεφαλίδες του κεφαλαίου 2 («ισχύουσα κατάσταση») της ανακοίνωσης, βασικά αναφέρεται ότι: η εφαρμογή έχει βελτιωθεί, μολονότι μερικά κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη θέσει ορθά σε εφαρμογή την οδηγία· εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη μερικές διαφορές, που όμως ως επί το πλείστον εμπίπτουν στο περιθώριο ελιγμών που προβλέπει η οδηγία και σε κάθε περίπτωση δεν αποτελούν πραγματικό πρόβλημα για την εσωτερική αγορά. Οι νομικές λύσεις που προβλέπει η οδηγία είναι, όπως έχει αποδειχθεί, ουσιαστικά οι ενδεδειγμένες για την διασφάλιση του θεμελιώδους δικαιώματος της προστασίας των δεδομένων, ενώ προσαρμόζονται στην εξέλιξη της τεχνολογίας και στις απαιτήσεις που επιβάλλονται για λόγους δημόσιου συμφέροντος.

9.

Ο ΕΕΠΔ συμμερίζεται σε γενικές γραμμές αυτή τη θετική αξιολόγηση. Ειδικότερα, ο ΕΕΠΔ αναγνωρίζει το σημαντικό έργο που έχει επιτελεσθεί στον τομέα των διασυνοριακών ροών δεδομένων: η διαπίστωση για την αρμόζουσα προστασία έναντι τρίτων χωρών, οι νέες τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες, η έκδοση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων, ο συλλογισμός για μια περισσότερο ομοιόμορφη ερμηνεία του άρθρου 26 πρώτη παράγραφος της οδηγίας και η βελτίωση των κοινοποιήσεων δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 2, όλα αυτά τείνουν να διευκολύνουν τη διεθνή διαβίβαση προσωπικών δεδομένων. Ωστόσο, η νομολογία του δικαστηρίου (6) έχει αποδείξει ότι χρειάζεται ακόμη δραστηριοποίηση σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα για την προσαρμογή στις εξελίξεις τόσο στον τεχνολογικό τομέα όσο και στον τομέα της επιβολής του νόμου.

10.

Η ανακοίνωση δείχνει επίσης ότι η επιβολή του νόμου και η ευαισθητοποίηση αποτελούν θέματα θεμελιώδους σημασίας για την προαγωγή της καλύτερης εφαρμογής, και ότι θα μπορούσαν να τύχουν περαιτέρω εκμετάλλευσης. Επιπλέον, η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και η εναρμόνιση στον τομέα των διατάξεων για τις κοινοποιήσεις και την πληροφόρηση αντιπροσωπεύουν επιτυχή προηγούμενα για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και τη μείωση του κόστους για τις επιχειρήσεις.

11.

Επιπλέον, η ανάλυση του παρελθόντος επιβεβαιώνει ότι βελτιώσεις δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς την ανάμιξη ευρέως φάσματος ενδιαφερομένων κύκλων συμφερόντων. Η Επιτροπή, οι αρχές προστασίας των δεδομένων και τα κράτη μέλη είναι κεντρικοί παράγοντες στις περισσότερες από τις διεξαγόμενες δράσεις. Ωστόσο, η σημασία του ρόλου των ιδιωτικών φορέων συνεχώς αυξάνεται, ιδίως προκειμένου για την προώθηση της αυτοεπιβολής ρυθμίσεων και των ευρωπαϊκών κωδίκων συμπεριφοράς, ή για την ανάπτυξη τεχνολογιών για καλύτερη προστασία της ιδιωτικής ζωής.

IV.   ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Α.   Το συμπέρασμα: η οδηγία δεν πρέπει να τροποποιηθεί τώρα

12.

Αρκετά επιχειρήματα υποστηρίζουν το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι, κάτω από τις παρούσες συνθήκες και βραχυπρόθεσμα, δεν θα πρέπει να αντιμετωπισθεί το ενδεχόμενο πρότασης τροποποίησης της οδηγίας.

13.

Βασικά η Επιτροπή παρουσιάζει δύο λόγους για να υποστηρίξει το συμπέρασμά της. Πρώτον, οι δυνατότητες της οδηγίας δεν έχουν χρησιμοποιηθεί πλήρως. Είναι ακόμη δυνατές σημαντικές βελτιώσεις της εφαρμογής της οδηγίας στις δικαιοδοσίες των κρατών μελών. Δεύτερον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, μολονότι η οδηγία αφήνει περιθώριο ελιγμών για τα κράτη μέλη, δεν τεκμαίρεται ότι οι αποκλίσεις εντός του περιθωρίου αυτού θέτουν πραγματικά προβλήματα στην εσωτερική αγορά.

14.

Βάσει αυτών των δύο λόγων, η Επιτροπή διατυπώνει το συμπέρασμά της με τον εξής τρόπο. Επεξηγεί τους στόχους της οδηγίας, με έμφαση στην εγγύηση της εμπιστοσύνης και κατόπιν αναφέρει ότι η οδηγία θέτει ορόσημο, είναι ουδέτερη από τεχνολογική άποψη και εξακολουθεί να παρέχει βάσιμες και αρμόζουσες λύσεις (7).

15.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τον τρόπο με τον οποίο διατυπώνεται αυτό το συμπέρασμα, αλλά είναι της γνώμης ότι το εν λόγω συμπέρασμα θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω εάν στηριχθεί σε δύο επιπλέον λόγους:

πρώτον, τη φύση της οδηγίας,

δεύτερο, τη νομοθετική πολιτική της Ένωσης.

Η φύση της οδηγίας

16.

Το θεμελιώδες δικαίωμα των φυσικών προσώπων για την προστασία των προσωπικών τους δεδομένων αναγνωρίζεται στο άρθρο 8 του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ένωσης και θεσπίζεται μεταξύ άλλων στη Σύμβαση 108 της 28ης Ιανουαρίου 1981 του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα. Στην ουσία, η οδηγία αποτελεί πλαίσιο που περιέχει τα κύρια στοιχεία της προστασίας αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος, διευκρινίζοντας και επεκτείνοντας τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που περιλαμβάνονται στην Σύμβαση (8).

17.

Ένα θεμελιώδες δικαίωμα έχει ως στόχο την προστασία των πολιτών υπό οιεσδήποτε συνθήκες σε μια δημοκρατική κοινωνία. Οι κύριες συνιστώσες αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος δεν θα πρέπει να αλλάζουν εύκολα λόγω εξελίξεων στην κοινωνία ή λόγω των πολιτικών προτιμήσεων των εκάστοτε κυβερνήσεων. Για παράδειγμα, οι απειλές εναντίον της κοινωνίας εκ μέρους τρομοκρατικών οργανώσεων μπορούν να οδηγήσουν σε διαφορετικά αποτελέσματα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις διότι ενδέχεται να χρειάζονται σημαντικότερες παρεμβολές στο θεμελιώδες δικαίωμα ενός προσώπου, αλλά δεν μπορούν να θιγούν ποτέ τα βασικά στοιχεία του δικαιώματος καθ'εαυτό ούτε να στερηθεί ή να περιορισθεί αδικαιολόγητα ένα φυσικό πρόσωπο κατά την άσκηση του δικαιώματος αυτού.

18.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της οδηγίας συνίσταται στο ότι εξετάζει το ενδεχόμενο προαγωγής της ελεύθερης ροής πληροφοριών στην εσωτερική αγορά. Και αυτός ο δεύτερος στόχος μπορεί να θεωρηθεί ως θεμελιώδης, μέσα σε μία εσωτερική αγορά που εξελίσσεται ακόμη περισσότερο, χωρίς εσωτερικά σύνορα. Η εναρμόνιση των βασικών διατάξεων του εθνικού δικαίου αποτελεί ένα από τα κυριότερα μέσα για την εξασφάλιση της δημιουργίας και της λειτουργίας αυτής της εσωτερικής αγοράς. Συγκεκριμενοποιεί την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα εθνικά τους νομικά συστήματα. Και για τους λόγους αυτούς θα πρέπει να εξετασθούν δεόντως τυχόν αλλαγές. Οι αλλαγές θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη.

19.

Ένα τρίτο χαρακτηριστικό της οδηγίας είναι ότι πρέπει να θεωρηθεί ως γενικό πλαίσιο επί του οποίου θεμελιώνονται συγκεκριμένες νομικές πράξεις. Αυτές οι συγκεκριμένες πράξεις περιλαμβάνουν την υλοποίηση μέτρων του γενικού πλαισίου καθώς και συγκεκριμένα πλαίσια για ειδικούς τομείς. Η οδηγία 2002/58/ΕΚ (9) για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες συνιστά ένα τέτοιο ειδικό πλαίσιο. Εφόσον αυτό είναι δυνατό, οι μεταβαλλόμενες εξελίξεις στην κοινωνία θα πρέπει να οδηγούν σε τροποποιήσεις των μέτρων εφαρμογής ή των ειδικών νομικών πλαισίων, όχι του γενικού πλαισίου επί του οποίου θεμελιώνονται.

Η νομοθετική πολιτική της Ένωσης

20.

Κατά την γνώμη του ΕΕΠΔ, το συμπέρασμα να μην τροποποιηθεί τώρα η οδηγία αποτελεί και τη λογική συνέπεια των γενικών αρχών της χρηστής διοίκησης και νομοθετικής πολιτικής. Οι νομοθετικές προτάσεις -ανεξαρτήτως του αν εμπλέκουν νέους τομείς κοινοτικής δράσης ή τροποποιούν υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς- θα πρέπει να υποβάλλονται μόνο εάν αποδεικνύεται επαρκώς η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα. Καμία νομοθετική πρόταση δεν θα πρέπει να υποβάλλεται εάν το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας άλλα εργαλεία, μικρότερης εμβέλειας.

21.

Υπό τις παρούσες συνθήκες, η αναγκαιότητα και η αναλογικότητα της τροποποίησης της οδηγίας δεν έχουν αποδειχθεί. Ο ΕΕΠΔ υπενθυμίζει ότι η οδηγία προβλέπει ένα γενικό πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων δυνάμει του κοινοτικού δικαίου. Πρέπει να εξασφαλίζει αφενός την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων, και συγκεκριμένα το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, όσον αφορά την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων, και αφετέρου την ελεύθερη ροή των προσωπικών δεδομένων εντός της εσωτερικής αγοράς.

22.

Ένα τέτοιο γενικό πλαίσιο δεν θα πρέπει να τροποποιηθεί μέχρις ότου έχει πλήρως εφαρμοσθεί στα κράτη μέλη, εκτός εάν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι στόχοι της οδηγίας δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσα στο παρόν πλαίσιο. Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, η Επιτροπή έχει -υπό τις παρούσες συνθήκες- διευκρινίσει ικανοποιητικά ότι οι δυνατότητες της οδηγίας δεν έχουν τύχει πλήρους εκμετάλλευσης (βλέπε Κεφάλαιο ΙΙΙ της παρούσας γνωμοδότησης). Επίσης, δεν τεκμηριώνεται ότι οι στόχοι δεν ήταν δυνατό να επιτευχθούν μέσα στο παρόν πλαίσιο.

Β.   Μακροπρόθεσμα οι αλλαγές φαίνονται αναπόφευκτες

23.

Πρέπει να εξασφαλισθεί επίσης ότι στο μέλλον οι αρχές της προστασίας των δεδομένων θα προσφέρουν ουσιαστική προστασία στα φυσικά πρόσωπα, έχοντας κατά νου το δυναμικό πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργεί η οδηγία (βλέπε σημείο 5 της παρούσας γνωμοδότησης) και τις προοπτικές του σημείου 6 της παρούσας γνωμοδότησης: βελτίωση της εφαρμογής, αλληλεπίδραση με την τεχνολογία, συνολική ιδιωτική ζωή και δικαιοδοσία, προστασία των δεδομένων και επιβολή του νόμου, καθώς και μία μεταρρυθμιστική συνθήκη. Αυτή η ανάγκη πλήρους εφαρμογής των αρχών της προστασίας των δεδομένων θέτει τα πρότυπα για τις μελλοντικές αλλαγές της οδηγίας. Ο ΕΕΠΔ υπενθυμίζει και πάλι ότι περισσότερο μακροπρόθεσμα οι αλλαγές της οδηγίας φαίνονται αναπόφευκτες.

24.

Ως προς την ουσία των τυχόν μελλοντικών μέτρων, ο ΕΕΠΔ προβλέπει ήδη στο παρόν στάδιο μερικά στοιχεία τα οποία θεωρεί βασικής σημασίας για οιοδήποτε μελλοντικό σύστημα προστασίας των δεδομένων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνουν τα εξής:

δεν χρειάζονται νέες αρχές, αλλά υπάρχει σαφής ανάγκη για άλλες διοικητικές διευθετήσεις, οι οποίες θα είναι αφενός ουσιαστικές και αρμόζουσες για μια δικτυωμένη κοινωνία και αφετέρου θα ελαχιστοποιούν τις διοικητικές δαπάνες,

το ευρύ πεδίο του νόμου για την προστασία των δεδομένων δεν θα πρέπει να αλλάξει. Θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις χρήσεις των προσωπικών δεδομένων και θα πρέπει να μην περιορίζεται στα ευαίσθητα δεδομένα ή διαφορετικά να περιορίζεται σε ειδικά συμφέροντα ή ιδιαίτερους κινδύνους. Με άλλα λόγια, ο ΕΕΠΔ απορρίπτει την «ελάχιστη» («de minimis») προσέγγιση όσον αφορά το πεδίο της προστασίας των δεδομένων. Αυτό εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους σε κάθε περίσταση,

ο νόμος για την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να εξακολουθήσει να καλύπτει ευρεία ποικιλία καταστάσεων, αλλά ταυτόχρονα να επιτρέπει ισόρροπη προσέγγιση σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, λαμβάνοντας υπόψη και άλλα αιτιολογημένα (δημόσια ή ιδιωτικά) συμφέροντα, καθώς και την ανάγκη για ελάχιστες γραφειοκρατικές συνέπειες. Το εν λόγω σύστημα θα πρέπει επίσης να επιτρέπει το ενδεχόμενο για τις αρχές προστασίας των δεδομένων να καθορίζουν προτεραιότητες και να εστιάζονται σε τομείς ή θέματα ιδιαίτερης σημασίας ή τα οποία εμπεριέχουν συγκεκριμένους κινδύνους,

το σύστημα θα πρέπει να εφαρμόζεται πλήρως στην χρήση προσωπικών δεδομένων για λόγους επιβολής του νόμου, μολονότι ενδέχεται να απαιτούνται κατάλληλα πρόσθετα μέτρα για την αντιμετώπιση ειδικών προβλημάτων του τομέα αυτού,

θα πρέπει να γίνουν οι αρμόζουσες διευθετήσεις για τη ροή των δεδομένων με τρίτες χώρες, όσο αυτό είναι δυνατό με βάση συνολικά πρότυπα για την προστασία των δεδομένων.

25.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται —σε σχέση με τις προκλήσεις των νέων τεχνολογιών— η εν εξελίξει επανεξέταση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ και η τυχόν ανάγκη περισσότερο συγκεκριμένων κανόνων για την εξέταση θεμάτων προστασίας των δεδομένων που θέτουν οι νέες τεχνολογίες όπως είναι το διαδίκτυο και η RFID (10). Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την ανασκόπηση αυτή και τις περαιτέρω δράσεις, μολονότι κατά τη γνωμοδότηση του δεν θα πρέπει να συνδέονται μόνο με τις τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το δυναμικό πλαίσιο στο σύνολό του και σε μακροπρόθεσμη προοπτική να εμπλέκουν και την οδηγία 95/46/ΕΚ. Επιπλέον, χρειάζεται περισσότερη εστίαση σε αυτή τη συνάρτηση. Δυστυχώς, η ανακοίνωση καταλήγει αόριστα:

Δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα για την διεξαγωγή των διαφόρων δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο κεφάλαιο 3 της ανακοίνωσης.

Δεν υπάρχει προθεσμία για την επακόλουθη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας. Το άρθρο 33 της οδηγίας προβλέπει ότι η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση «περιοδικώς» αλλά ούτε και αυτό δεν διευκρινίζει τα χρονικά διαστήματα.

Δεν υπάρχουν σημεία αναφοράς: η ανακοίνωση δεν παρέχει τη δυνατότητα αξιολόγησης της πραγματοποίησης των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων. Αναφέρεται απλώς στο πρόγραμμα εργασιών που παρουσιάσθηκε το 2003.

Δεν υπάρχουν ενδείξεις όσον αφορά τις περισσότερο μακροπρόθεσμες ενέργειες.

Ο ΕΕΠΔ εισηγείται στην Επιτροπή να προσδιορίσει τα εν λόγω στοιχεία.

V.   ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ

Α.   Πλήρης εφαρμογή

26.

Η πλήρης εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων της οδηγίας πρέπει να προηγείται οιασδήποτε μελλοντικής μεταβολής. Η πλήρης εφαρμογή αρχίζει από τη συμμόρφωση προς τις νομοθετικές προδιαγραφές της οδηγίας. Η ανακοίνωση αναφέρει (11) ότι ορισμένα κράτη μέλη απέτυχαν να μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο ορισμένες σημαντικές διατάξεις της οδηγίας, επισημαίνοντας ειδικότερα στη συνάρτηση αυτή τις διατάξεις περί ανεξαρτησίας της αρχής ελέγχου. Είναι καθήκον της Επιτροπής να παρακολουθεί τη συμμόρφωση και εφόσον το κρίνει πρέπον να κάνει χρήση των εξουσιών που της έχουν ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ.

27.

Στην ανακοίνωση προαναγγέλλεται ανακοίνωση που θα ερμηνεύει ορισμένες διατάξεις, και ιδιαίτερα τις διατάξεις που δυνατόν να οδηγούν σε τυπικές διαδικασίες παραβάσεων δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ.

28.

Πέραν αυτού, η οδηγία θεσμοθετεί άλλους μηχανισμούς για καλύτερη εφαρμογή. Πιό συγκεκριμένα, τα καθήκοντα της ομάδας του άρθρου 29 που απαριθμούνται στο άρθρου 30 της οδηγίας έχουν ειδικά σχεδιαστεί για τον σκοπό αυτό. Σκοπός τους είναι να ενεργοποιηθεί η εφαρμογή της προστασίας δεδομένων στα κράτη μέλη επί υψηλού και εναρμονισμένου επιπέδου και πέραν του απολύτως αναγκαίου να εκπληρωθούν οι υποχρεώσεις της οδηγίας. Στα πλαίσια του ρόλου που ασκεί, η ομάδα έχει συντάξει όλα αυτά τα χρόνια ένα μεγάλο αριθμό γνωμοδοτήσεων και άλλων εγγράφων.

29.

Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας εμπερικλείει τα ακόλουθα δύο στοιχεία:

θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη συμμορφώνονται ολοσχερώς προς τις δυνάμει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας υποχρεώσεις τους. Τούτο σημαίνει ότι οι διατάξεις της οδηγίας θα πρέπει να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο, επίσης δε στην πράξη ότι θα πρέπει να επιτευχθούν τα αποτελέσματα που προβλέπει η οδηγία,

θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στο πλήρες άλλα, μη δεσμευτικά εργαλεία, τα οποία ενδέχεται να συντελούν αποφασιστικά σε υψηλό και εναρμονισμένο επίπεδο προστασίας των δεδομένων.

Ο ΕΕΠΔ υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ των δύο στοιχείων λόγω των διαφορετικών νομικών συνεπειών καθώς και των συναφών με αυτά ευθυνών. Η πείρα λέει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να αναλάβει την πλήρη ευθύνη του πρώτου στοιχείου, ενώ η Ομάδα θα πρέπει να είναι ο βασικός συντελεστής σε ό,τι αφορά το δεύτερο στοιχείο.

30.

Μιά άλλη, ακριβέστερη διάκριση που θα πρέπει να γίνει σχετίζεται με τα διαθέσιμα εργαλεία για την καλυτερη εφαρμογή της οδηγίας, τα οποία περιλαμβάνουν τα εξής:

εκτελεστικά μέτρα. Τα μέτρα αυτά, που λαμβάνονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία της επιτροπολογίας, προβλέπονται στο Κεφάλαιο IV το σχετικό με τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες (βλέπε άρθρο 25 παρ. 6 και άρθρο 26 παρ. 3),

τομεακή νομοθεσία.

Διαδικασίες παραβάσεων δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ,

ερμηνευτικές ανακοινώσεις. Επίκεντρο των ανακοινώνσεων αυτών θα πρέπει να είναι οι διαδικασίες που ενδέχεται να οδηγούν σε διαδικασίες επί παραβάσει ή/και προορίζονται κυρίως να χρησιμεύσουν ως κατευθυντήρια γραμμή για την προστασία των δεδομένων στην πράξη (βλέπε επίσης σημεία 57-62) (12),

άλλες ανακοινώσεις, όπως για παράδειγμα η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με θέμα τις τεχνολογίες που βελτιώνουν την προστασία της ιδιωτικής ζωής,

προώθηση βέλτιστων πρακτικών. Το εργαλείο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ένα φάσμα θεμάτων όπως η απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών, οι οικονομικοί έλεγχοι, η ουσιαστική εφαρμογή και οι κυρώσεις κ.λπ. (βλέπε επίσης σημεία 63-67).

31.

Ο ΕΕΠΔ προτείνει στην Επιτροπή να δηλώσει ευκρινώς τον τρόπο με τον οποία θα χρησιμοποιήσει τα εργαλεία αυτά όταν θα καταρτίσει τις πολιτικές της βάση της ανακοίνωσης. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης εν προκειμένω να διαστείλει σαφώς τις ευθύνες της από εκείνες της Ομάδας. Πέραν αυτού εξυπακούεται ότι η καλή συνεργασία μεταξύ Επιτροπής και Ομάδας συνιστά οπωσδήποτε προϋπόθεση επιτυχίας.

Β.   Συσχετισμός με την τεχνολογία

32.

Κατά βάση, η διατύπωση των διατάξεων της οδηγίας είναι τεχνολογικά ουδέτερη. Η ανακοίνωση συνδέει την έμφαση στην τεχνολογική ουδετερότητα με ορισμένες τεχνολογικές εξελίξεις όπως το Διαδίκτυο, οι υπηρεσίες πρόσβασης που παρέχονται σε τρίτες χώρες, η ραδιοσυχνική αναγνώριση (RFID) και ο συνδυασμός δεδομένων ήχου και εικόνας με την αυτόματη αναγνώριση. Η ανακοίνωση διακρίνει δύο τύπους δράσεων· πρώτον τη συγκεκριμένη καθοδήγηση όσον αφορά την εφαρμογή των αρχών προστασίας των δεδομένων σε ένα μεταβαλλόμενο τεχνολογικό περιβάλλον με σημαντικό τον ρόλο της Ομάδας και της Ειδικής της Ομάδας για το Διαδίκτυο (Internet Task Force) (13). Δεύτερον, η ίδια η Επιτροπή θα μπορούσε να υποβάλει τομεακές νομοθετικές προτάσεις.

33.

Ο ΕΕΠΔ επικροτεί ως πρώτο βήμα την μεθόδευση αυτήν. Πιό μακροπρόθεσμα ωστόσο ενδέχεται να χρειαστούν και άλλα ουσιαστικότερα βήματα. Η εν προκειμένω ανακοίνωση θα μπροούσε να χρησιμοποιηθεί ως αφετηρία μιας τέτοιας μακροπρόθεσμης μεθόδευσης. Ο ΕΕΠΔ προτείνει να δρομολογηθεί, ως απόρροια της ανακοίνωσης, η συζήτηση για τη μεθόδευση αυτή. Ως πιθανά στοιχεία της εν λόγω μεθόδευσης θα μπορούσαν να αναφερθούν τα στοιχεία που ακολουθούν παρακάτω.

34.

Καταρχήν, ο συσχετισμός με τις τεχνολογίες λειτουργεί με δύο τρόπους. Αφ'ενός μεν οι νεοαναπτυσσόμενες τεχνολογίες ενδέχεται να απαιτούν τροποποιήσεις του νομοθετικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων. Αφ'ετέρου, η ανάγκη πραγματικής προστασίας των προσωπικών δεδομένων των ατόμων ενδέχεται να απαιτεί νέους περιορισμούς ή τις δέουσες διασφαλίσεις προκειμένου για τη χρησιμοποίηση ορισμένων τεχνολογιών, επακόλουθο με ακόμα μεγαλύτερες προεκτάσεις. Όμως οι νέες τεχνολογίες θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά ως αξιόπιστο μέσο για μεγαλύτερη προστασία της ιδιωτικής ζωής.

35.

Κατά δεύτερο λόγο, εάν οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποιηθούν από κρατικά όργανα για την εκτέλεση των δημοσίων καθηκόντων τους, ενδέχεται να χρειαστούν κάποια συγκεκριμένα όρια. Οι συζητήσεις για τη διαλειτουργικότητα και την πρόσβαση που διεξάγονται στον τομέα της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης όσον αφορά το Πρόγραμμα της Χάγης αποτελούν πρόσφορο παράδειγμα (14).

36.

Τρίτον, υπάρχει μια τάση για πολύ ευρύτερη χρήση του βιομετρικού υλικού όπως είναι το υλικό DNA-και όχι μόνον αυτό. Η συγκεκριμένη πρόκληση της χρησιμοποίησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που βασίζονται στο υλικό αυτό πιθανόν να έχει συνέπειες για τη νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων.

37.

Τέταρτο, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η ίδια η κοινωνία αλλάζει, αποκτώντας ολοένα περισσότερα χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας της παρακολούθησης (15). Η εξέλιξη αυτή πρέπει να συζητηθεί σε βάθος. Σε μια τέτοια συζήτηση θα πρέπει να τεθούν ως κεντρικά ερωτήματα το αν η εξέλιξη αυτή είναι αναπόφευκτη, αν είναι καθήκον του Ευρωπαίου νομοθέτη να παρέμβει στην εξέλιξη αυτή επιβάλλοντάς της όρια και αν ο Ευρωπαίος νομοθέτης θα πρέπει να λάβει ουσιαστικά μέτρα και με ποιο τρόπο κ.ο.κ.

Γ.   Ιδιωτική ζωή και δικαιοδοσία σε παγκόσμιο επίπεδο

38.

Η προοπτική της ιδιωτικής ζωής και δικαιοδοσίας σε παγκόσμιο επίπεδο έχει περιορισμένο ρόλο στην ανακοίνωση. Η μόνη πρόθεση που εκφράζεται στη συνάρτηση αυτή είναι ότι η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί τα διεθνή φόρα και να συμβάλλει σε αυτά και να μεριμνά προκειμένου οι δεσμεύσεις των κρατών μελών να συνάδουν με τις δυνάμει της οδηγίας υποχρεώσεις τους. Πέραν αυτού, η Επιτροπή απαριθμεί έναν αριθμό δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται για την απλοποίηση των προδιαγραφών για τις διεθνείς διαβιβάσεις (βλέπε κεφάλαιο ΙΙΙ της παρούσας γνωμοδότησης).

39.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει τη λύπη του διότι η ανακοίνωση δεν δίνει πιό προβεβλημένο ρόλο στην προοπτική αυτήν.

40.

Ήδη το κεφάλαιο ΙV της οδηγίας (άρθρα 25 και 26) θεσμοθετεί ειδικό καθεστώς για τη διαβίβαση δεδομένων προς τρίτες χώρες, επί πλέον των γενικών κανόνων περί προστασίας των δεδομένων. Το ειδικό αυτό καθεστώς υπέστη βελτιώσεις όλα αυτά τα χρόνια με σκοπό να επιτευχθεί η χρυσή τομή μεταξύ προστασίας των ατόμων των οποίων τα δεδομένα πρέπει να διαβιβαστούν προς τρίτες χώρες και, συν τοις άλλοις, όσων επιτάσσουν οι διεθνείς συναλλαγές και η πραγματικότητα των παγκόσμιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Η Επιτροπή και η Ομάδα (16), αλλά και το Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο για παράδειγμα, έχουν επενδύσει πολλά στην προσπάθειά τους να καταστήσουν το σύστημα λειτουργικό, μέσω διαπιστώσεων καταλληλότητας, τυποποιημένων συμβατικών ρητρών, δεσμευτικών εταιρικών κανόνων κλπ.

41.

Για τη δυνατότητα εφαρμογής του συστήματος στο Διαδίκτυο, ιδιαίτερη σημασία είχε η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Lindqvist  (17). To Δικαστήριο επισημαίνει την πανταχού παρουσία των πληροφοριών στο Διαδίκτυο και κρίνει ότι η φόρτωση δεδομένων σε ιστοσελίδα του Διαδικτύου καθεαυτήν —ακόμα και όταν τα δεδομένα αυτά καθίστανται έτσι προσιτά σε άτομα από τρίτες χώρες που διαθέτουν τα τεχνικά μέσα πρόσβασης σε αυτά— δεν σύνιστά «διαβίβαση προς τρίτη χώρα».

42.

Μέσα σε μια διαδικτυωμένη κοινωνία, όπου τα φυσικά σύνορα χάνουν συνεχώς τη σημασία τους (βλέπε τα παραδείγματα στο σημείο 6 της γνωμοδότησης), το εν λόγω σύστημα —λογική και αναγκαία συνέπεια των εδαφικών περιορισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης— δεν θα παρέχει απόλυτη προστασία στον Ευρωπαίο ως υποκείμενο των δεδομένων: οι πληροφορίες στο Διαδίκτυο χαρακτηρίζονται από πανταχού παρουσία, ενώ η δικαιοδοσία του Ευρωπαίου νομοθέτη όχι.

43.

Το εγχείρημα είναι να βρεθούν πρακτικές λύσεις που θα συμβιβάζουν την ανάγκη προστασίας του Ευρωπαίου ως υποκειμένου των δεδομένων με τους εδαφικούς περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της. Στις παρατηρήσεις του επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής με θέμα τη στρατηγική για την εξωτερική διάσταση του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ο ΕΕΠΔ προτρέπει ήδη την Επιτροπή να ενεργήσει προληπτικά προωθώντας την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε διεθνές επίπεδο, υποστηρίζοντας διμερείς και πολυμερείς μεθοδεύσεις με τρίτες χώρες και τη συνεργασία με άλλους διεθνείς οργανισμούς (18).

44.

Οι πρακτικές αυτές λύσεις περιλαμβάνουν τα εξής:

περαιτέρω ανάπτυξη του παγκόσμιου πλαισίου προστασίας των δεδομένων. Ως βάση θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κάποιες γενικότερα αποδεκτές προδιαγραφές όπως οι κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για την προστασία των δεδομένων (1980) και οι κατευθυντήριες γραμμές του ΟΗΕ,

περαιτέρω ανάπτυξη του ειδικού καθεστώτος για τη διαβίβαση δεδομένων προς τρίτες χώρες, όπως περιέχεται στο Κεφάλαιο IV της οδηγίας (άρθρα 25 και 26),

διεθνείς συμφωνίες για τη δικαιοδοσία ή ανάλογες συμφωνίες με τρίτες χώρες,

επένδυση σε μηχανισμούς για την συμμόρφωση σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως η χρήση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων από πολυεθνικές εταιρείες ανεξάρτητα του τόπου στον οποίο επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα.

45.

Καμμία από τις λύσεις αυτές δεν είναι καινούργια. Χρειάζεται ωστόσο κάποια γενική θεώρηση του τρόπου με τον οποίο θα χρησιμοποιούνται πράγματι οι μέθοδοι αυτές με τον αποτελεσματικότερο τρόπο και του τρόπου με τον οποίο θα διασφαλίζεται ότι οι προδιαγραφές προστασίας των δεδομένων — που για την Ευρωπαϊκή Ένωση επέχουν θέση θεμελιωδών δικαιωμάτων- θα λειτουργούν και σε μια παγκόσμια διαδικτυωμένη κοινωνία. Ο ΕΕΠΔ καλεί την Επιτροπή να αρχίσει να καταρτίζει μια τέτοια γενική θεώρηση μαζί με τους αρμοδιότερους εκ των φορέων.

Δ.   Ουσιαστική εφαρμογή του νόμου

46.

Η ανακοίνωση δίνει εκτεταμένη προσοχή στις προδιαγραφές που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον, ιδίως χάριν της ασφάλειας. Επεξηγεί το άρθρο 3 παρ. 2 της οδηγίας και την ερμηνεία της διάταξης αυτής από το Δικαστήριο στην απόφαση «PNR» (19), καθώς και το άρθρο 13 της οδηγίας, συναφή συν τοις άλλοις με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Όπως επίσης υπογραμμίζει η ανακοίνωση, όταν η Επιτροπή βρίσκει τη χρυσή τομή μεταξύ μέτρων για την κατοχύρωση της ασφάλειας και αδιαπραγμάτευτων θεμελιωδών δικαιωμάτων, μεριμνά ώστε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να προστατεύονται όπως ορίζει το άρθρο 8 της ΕΣΑΔ, πράγμα που εφαρμόζεται κατά βάση και στον διατλαντικό διάλογο με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

47.

Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, προέχει να επαναβεβαιώσει η Επιτροπή τις υποχρεώσεις της Ένωσης για σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δυνάμει του άρθρου 6 ΣΕΕ με τον απερίφραστο τρόπο που κατοχυρώνει η ΕΣΑΔ.. Μια τέτοια δήλωση έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία τώρα που το Συμβούλιο αποφάσισε ότι δυνάμει της μεταρρυθμιστικής συνθήκης ο χάρτης θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έχει νομικώς δεσμευτικό χαρακτήρα. Το άρθρο 8 του χάρτη ορίζει το δικαίωμα ενός εκάστου για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τον αφορούν.

48.

Είναι παγκοίνως γνωστό ότι οι απαιτήσεις των διωκτικών αρχών να χρησιμοποιούν σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για την καταπολέμηση του εγκλήματος — προ πάντων δε για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας- ενέχουν τον κίνδυνο της υποβάθμισης του επιπέδου προστασίας των πολιτών, ακόμα και κάτω από τη στάθμη που εγγυάται το άρθρο 8 της ΕΣΑΔ και/ή η σύμβαση αριθ. 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης (20). Οι φόβοι αυτοί συνιστούν βασικό στοιχείο της τρίτης γνωμοδότησης του ΕΕΠΔ όσον αφορά την πρόταση απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, που εκδόθηκε στις 27 Απριλίου 2007.

49.

Στη συνάρτηση αυτή, είναι ζωτικό να ληφθεί ως βάση για την προστασία του πολίτη το επίπεδο προστασίας που προβλέπει η οδηγία, επίσης και όσον αφορά τις απαιτήσεις των διωκτικών αρχών. Η ΕΣΑΔ και η σύμβαση 108 προβλέπουν ελάχιστο επίπεδο προστασίας, δεν προνοούν όμως για την απαραίτητη ακρίβεια. Πέραν αυτού, χρειάστηκαν πρόσθετα μέτρα για να παρασχεθεί στον πολίτη η δέουσα προστασία. Η ανάγκη αυτή υπήρξε ένα από τα ελατήρια για την έκδοση της οδηγίας το 1995 (21).

50.

Έχει επίσης ζωτική σημασία να κατοχυρώνεται ουσιαστικά αυτός ο κανόνας προστασίας σε όλες τις περιπτώσεις όπου δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υφίστανται επεξεργασία για διωκτικούς σκοπούς. Μολονότι δεν ασχολείται με την επεξεργασία στα πλαίσια του τρίτου πυλώνα, η ανακοίνωση αναλύει με ευστοχία την περίπτωση κατά την οποία τα δεδομένα που συλλέγονται (και υφίστανται επεξεργασία) για εμπορικούς σκοπούς χρησιμοποιούνται για διωκτικούς σκοπούς, περίπτωση που γίνεται ολοένα και πιό συνήθης, δεδομένου ότι η εργασία της αστυνομίας στηρίζεται όλο και περισσότερο στην ύπαρξη πληροφοριών που κατέχουν τρίτοι. Η οδηγία 2006/24/ΕΚ (22) μπορεί να θεωρηθεί το καλύτερο παράδειγμα της τάσης αυτής: η εν λόγω οδηγία υποχρεώνει τους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών να αποθηκεύουν (επί μακρότερο) για σκοπούς επιβολής του νόμου τα δεδομένα που έχουν συλλέξει (και αποθηκεύσει) για εμπορικούς σκοπούς. Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, θα πρέπει να εξασφαλίζεται στο ακέραιο ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται και υφίστανται επεξεργασία εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας τυγχάνουν της δέουσας προστασίας χάριν του δημοσίου συμφέροντος, και ειδικότερα χάριν της ασφάλειας ή της καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις ωστόσο οι δύο τελευταίοι σκοποί ενδέχεται να κείνται εκτός πεδίου εφαρμογής της οδηγίας.

51.

Οι παρατηρήσεις αυτές οδηγούν στις κατωτέρω εισηγήσεις προς την Επιτροπή:

χρειάζεται περισσότερη μελέτη των συνεπειών της ανάμιξης ιδιωτικών επιχειρήσεων σε δραστηριότητες διωκτικού χαρακτήρα για την προστασία των δεδομένων, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται στο ακέραιο οι αρχές της οδηγίας 95/46/ΕΚ και ότι δεν υπάρχουν κενά που να παραβλάπτουν το θεμελιώδες δικαίωμα του πολίτη για προστασία των δεδομένων. Πιό συγκεκριμένα, θα πρέπει να διασφαλίζεται η δέουσα και συνεπής προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας και όταν επίσης υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία χάριν του δημοσίου συμφέροντος, είτε αυτό εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας είτε όχι,

η μελέτη αυτή θα πρέπει εν πάση περιπτώσει να περιλαμβάνει τις ανεπάρκειες του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου όπου το όριο μεταξύ πρώτου και τρίτου πυλώνα είναι ασαφές και όπου ενδέχεται να προκύψουν καταστάσεις στις οποίες η τυχόν νομοθετική πράξη για την προστασία των δεδομένων θα στερείται παντελώς των σχετικών βάσεων (23),

το άρθρο 13 της οδηγίας, το οποίο επιτρέπει εξαιρέσεις και περιορισμούς των αρχών της προστασίας των δεδομένων όταν αυτό είναι αναγκαίο, συν τοις άλλοις χάριν του δημοσίου συμφέροντος, πρέπει να νοηθεί κατά τρόπο που διαφυλάσσει το ωφέλιμο αποτέλεσμά της («effet utile») ως νευραλγικής σημασίας διεπαφή και εχέγγυο για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται εντός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας και σε ευθυγράμμιση με την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση «Österreichischer Rundfunk» (24) και με τη νομολογία του ΕΣΑΔ,

θα πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα υποβολής νομοθετικών προτάσεων με σκοπό την εναρμόνιση των προϋποθέσεων και των διασφαλίσεων για τη χρήση των εξαιρέσεων του άρθρου 13.

Ε.   Η κατάσταση που ενδέχεται να προκύψει δυνάμει της μεταρρυθμιστικής συνθήκης

52.

Στην ανακοίνωση, η Επιτροπή θίγει τον —τεράστιο— αντίκτυπο της συνταγματικής συνθήκης στον τομέα της προστασίας των δεδομένων. Η συνθήκη — που τώρα πλέον είναι μεταρρυθμιστική συνθήκη- θα έχει νευραλγική σημασία σε αυτόν τον τομέα. Η συνθήκη θα τερματίζει τον μηχανισμό των πυλώνων, η διάταξη περί προστασίας των δεδομένων (το σημερινό άρθρο 286 ΕΚ) θα αποσαφηνίζεται και ο χάρτης θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ένωσης που περιλαμβάνει διάταξη περί προστασίας των δεδομένων στο οικείο άρθρο 8 θα καθίσταται πράξη δεσμευτική.

53.

Η εντολή για την Διακυβερνητική Διάσκεψη (ΔΚΔ) δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία των δεδομένων. Το σημείο 19 στοιχείο (στ) ορίζει βασικά τρία τινά. Εν πρώτοις, ότι οι γενικοί κανόνες περί προστασίας των δεδομένων δεν θα θίγουν τις ειδικές διατάξεις που προβλέπονται στον Τίτλο ΚΕΠΠΑ (τον σημερινό δεύτερο πυλώνα)· δεύτερον, θα εγκριθεί δήλωση περί προστασίας των δεδομένων στους τομείς της αστυνομικής και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (τον σημερινό τρίτο πυλώνα) και τρίτο, θα εγκριθούν συγκεκριμένες καταχωρήσεις στα σχετικά πρωτόκολλα όσον αφροά τη θέση των κατ'ιδίαν κρατών μελών (το στοιχείο αυτό σχετίζεται κυρίως με την ιδιαίτερη θέση του Ηνωμένου Βασιλείυο όσον αφορά την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις).

54.

Εκείνο που θα χρειαστεί να αποσαφηνιστεί στα πλαίσια της ΔΚΔ είναι το δεύτερο στοιχείο (η δήλωση). Οι συνέπειες από την κατάργηση του μηχανισμού των πυλώνων και η ενδεχόμενη δυνατότητα εφαρμογής της οδηγίας περί αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις πρέπει να μελετηθούν δεόντως,, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η ευρύτερη δυνατή εφαρμογή των βασικών αρχών περί προστασίας των δεδομένων που περιλαμβάνει η οδηγία. Δεν είναι εδώ η θέση για άλλες λεπτομέρειες σχετικά με το ζήτημα. Ο ΕΕΠΔ έχει υποβάλει εισηγήσεις όσον αφορά την δήλωση σε επιστολή του προς την Προεδρία της ΔΚΔΚ (25).

VI.   ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Α.   Γενικά

55.

Η ανακοίνωση αναφέρεται σε σειρά εργαλείων και δράσεων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την καλύτερη εφαρμογή της οδηγίας στο μέλλον. Ο ΕΕΠΔ επιθυμεί να προβεί σε σχολιασμό τους, ταυτόχρονα δε να διερευνήσει τη δυνατότητα άλλων πρόσθετων μέσων που δεν μνημονεύει η ανακοίνωση.

Β.   Τομεακή νομοθεσία

56.

Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να είναι αναγκαία η συγκεκριμένη νομοθετική δράση σε επίπεδο ΕΕ. Πιό συγκεκριμένα, η τομεακή νομοθεσία ενδέχεται να αποδειχθεί απαραίτητη προκειμένου για την προσαρμογή των βασικών αρχών της οδηγίας σε ζητήματα που εγείρουν ορισμένες τεχνολογίες, όπως συνέβη στην περίπτωση των οδηγιών για την ιδιωτική ζωή στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά η ενδεχόμενη εφαρμογή ειδικής νομοθεσίας σε τομείς όπως η χρησιμοποίηση της τεχνολογίας ραδιοσυχνικής αναγνώρισης (RFID).

Γ.   Διαδικασίες επί παραβάσει

57.

Το ισχυρότερο μέσο που μνημονεύει η ανακοίνωση είναι η διαδικασία επί παραβάσει. Η ανακοίνωση προσδιορίζει έναν συγκεκριμένο τομέα ενδιαφέροντος, ήτοι την ανεξαρτησία των αρχών προστασίας των δεδομένων και τις εξουσίες τους, στους δε λοιπούς τομείς αναφέρεται απλώς γενικόλογα. Ο ΕΕΠΔ συμμερίζεται την άποψη ότι οι διαδικασίες επί παραβάσει συνιστούν ζωτικό και αναπόφευκτο μέσον για την περίπτωση που τα κράτη μέλη δεν μεριμνούν για την πλήρη εφαρμογήτης οδηγίας, ιδίως εάν ληφθεί υπ'όψη ότι από την καταληκτική προθεσμία εφαρμογής της οδηγίας έχουν περάσει εννέα σχεδόν χρόνια και ότι ο δομημένος διάλογος που προβλεπόταν στο πρόγραμμα εργασιών έχει ήδη ολοκληρωθεί. Μέχρι τη στιγμή αυτή ωστόσο κανένα κρούσμα παραβίασης της οδηγίας 95/46 δεν έχει αχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.

58.

Μια συγκριτική ανάλυση όλων των περιπτώσεων όπου εικάζεται (26) εσφαλμένη ή ατελής μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, καθώς και μια ερμηνευτική δήλωση ασφαλώς και θα μπορούσαν να βελτιώσουν την συνοχή του ρόλου της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των συνθηκών. Ωστόσον η εκπόνηση των μέσων αυτών, η οποία ενδέχεται να απαιτήσει κάποιο χρόνο και κάποια προσπάθεια, δεν θα πρέπει να καθυστερήσει τις διαδικασίες επί παραβάσει στους τομείς στους οποίους η Επιτροπή έχει ήδη διαπιστώσει εσφαλμένη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο ή εσφαλμένες πρακτικές.

59.

Για τον λόγο αυτόν, ο ΕΕΠΔ προτρέπει την Επιτροπή να επιδιώξει την καλύτερη εφαρμογής της οδηγίας, ενδεχομένως και μέσω των διαδικασιών επί παραβάσει. Στη συνάρτηση αυτή, ο ΕΕΠΔ θα κάνει χρήση της εξουσίας του να παρεμβαίνει ενώπιον του Δικαστηρίου, ούτως ώστε να συμμετέχει όπου ενδείκνυται σε διαδικασίες επί παραβάσει που αφορούν την εφρμογή της οδηγίας 95/46 ή άλλων νομοθετικών πράξεων στον τομέα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Δ.   Ερμηνευτική ανακοίνωση

60.

Η ανακοίνωση μνημονεύει επίσης μια ερμηνευτική ανακοίνωση ορισμένων διατάξεων, στην οποία η Επιτροπή θα διευκρινίζει τον τρόπο με τον οποίο κατανοεί εκείνες τις διατάξεις της οδηγίας των οποίων η εφαρμογή έχει αποδειχθεί προβληματική και ενδέχεται να οδηγεί σε διαδικασίες επί παραβάσει. Ο ΕΕΠΔ σημειώνει με ικανοποίηση ότι στη συνάρτηση αυτή η Επιτροπή θα λάβει υπ'όψη της ερμηνευτικής φύσεως εργασίες που διεξήγαγε η Ομάδα κατά την σύνταξη της αναμενόμενης ερμηνευτικής δήλωσης, επίσης δε ότι ζητείται δεόντως η γνώμη της Ομάδας προκειμένου η πείρα της να βοηθήσει στην εφαρμογή της οδηγίας στο εθνικό επίπεδο.

61.

Επίσης, ο ΕΕΠΔ επιβεβαιώνει ότι είναι πρόθυμος να συμβουλεύει την Επιτροπή σε όλα τα θέματα που άπτονται της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Αυτό ισχύει και για τα μέσα όπως η ανακοίνωση της Επιτροπής, που ναι μεν δεν είναι δεσμευτικά πλην αποσκοπούν στο να προσδιορίζεται η πολιτική της Επιτροπής στον τομέα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στην περίπτωση των ανακοινώσεων, για να είναι ουσιαστικός αυτός ο συμβουλευτικός ρόλος θα πρέπει να ζητείται η γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ προτού εγκριθεί η ερμηνευτική ανακοίνωση (27). Ο συμβουλευτικός ρόλος τόσο της Ομάδας του άρθρου 29 όσο και του ΕΕΠΔ θα δώσει πρόσθετη αξία στην ανακοίνωση ενώ ταυτόχρονα θα διαφυλάσσει την ανεξαρτησία της Επιτροπής να αποφασίζει ανεπηρέαστη αν θα κινήσει τυπικά διαδικασίες επί παραβάσει όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας.

62.

Ο ΕΕΠΔ σημειώνει με ικανοποίηση ότι η ανακοίνωση θα πραγματεύεται μικρό αριθμό άρθρων, επιτρέποντας έτσι να επικεντρωθεί η προσοχή σε νευραλγικότερα ζητήματα. Από την σκοπιά αυτήν ο ΕΕΠΔ εφιστά την προσοχή της Επιτροπής στα ζητήματα που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής στην ερμηνευτική ανακοίνωση και είναι τα εξής:

η έννοια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (28),

ο ορισμός και ο ρόλος του ελεγκτή δεδομένων ή του υπευθύνου για την επεξεργασία τους,

ο καθορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας,

η βασική αρχή του περιορισμού του σκοπού και της ασύμβατης χρήσης,

η νομική αιτιολόγηση της επεξεργασίας, ιδίως προκειμένου για την ρητή συγκατάθεση και τη στάθμιση των συμφερόντων.

Ε.   Άλλα μη δεσμευτικά μέσα

63.

Άλλα μη δεσμευτικά μέσα θα πρέπει να προνοούν για την εκ των προτέρων διάπλαση της συμμόρφωσης προς την προστασία των δεδομένων, ιδίως σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να στηρίζονται στην έννοια της «συνεκτίμησης της ιδιωτικής ζωής κατά τον σχεδιασμό» (privacy by design), φροντίζοντας ώστε η αρχιτεκτονική των νέων τεχνολογιών να διαμορφώνεται και να καταρτίζεται με τη δέουσα συνεκτίμηση των βασικών αρχών για την προστασία των δεδομένων. Η προώθηση τεχνολογικών προϊόντων που σέβονται την ιδιωτική ζωή θα πρέπει να συνιστά νευραλγικό στοιχείο σε ένα περιβάλλον όπου η «πανταχού παρούσα» ηλεκτρονική τεχνολογία αναπτύσσεται γοργά.

64.

Η ανάγκη να επεκταθεί το φάσμα συντελεστών στην επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων είναι άμεσα συνδεδεμένη. Αφ'ενός, ο ΕΕΠΔ τάσσεται ανεπιφύλακτα υπέρ του θεμελιώδους ρόλου των αρχών προστασίας των δεδομένων στην εφαρμογή των βασικών αρχών της οδηγίας με πλήρη χρήση των εξουσιών τους και του πεδίου συνεργασίας με την Ομάδα του άρθρου 29. Η αποτελεσματικότερη εφαρμογή της οδηγίας είναι ακόμα ένας από τους στόχους της «πρωτοβουλίας του Λονδίνου».

65.

Αφ'ετέρου, ο ΕΕΠΔ τονίζει ότι είναι επιθυμητή η προώθηση της ιδιωτικής εφαρμογής των βασικών αρχών προστασίας των δεδομένων μέσω της αυτορρύθμισης και του ανταγωνισμού. Οι διάφοροι κλάδοι της βιομηχανίας θα πρέπει να παρακινηθούν για εφαρμογή των βασικών αρχών προτασίας των δεδομένων και για τον μεταξύ τους ανταγωνισμό στην ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών σεβόμενων την ιδιωτική ζωή κατά τρόπο που να ενισχύει τη θέση τους στην αγορά, δεδομένου ότι θα ανταποκρίνονται καλύτερα στις προσδοκίες των καταναλωτών με ευαισθησία στα της ιδιωτικής τους ζωής. Στη συνάρτηση αυτή ένα καλό παράδειγμα αποτελούν οι «σφραγίδες ιδιωτικότητας» που μπορούν να τοποθετούνται σε προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν υποβληθεί σε διαδικασία πιστοποίησης (29).

66.

Ο ΕΕΠΔ θα ήθελε επίσης να επιστήσει την προσοχή της Επιτροπής σε άλλα εργαλεία τα οποία, αν και δεν μνημονεύονται στην ανακοίνωση, θα μπορούσαν να αποδειχθούν χρήσιμα για την καλύτερη εφαρμογή της οδηγίας. Παραδείγματα τέτοιων εργαλείων που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τις αρχές προστασίας των δεδομένων στην καλύτερη εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων είναι:

η συγκριτική αξιολόγηση,

η προώθηση και η κοινή εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών,

οι έλεγχοι της προστασίας των δεδομένων από τρίτους.

ΣΤ.   Άλλα μέσα για το απώτερο μέλλον

67.

Τέλος, ο ΕΕΠΔ αναφέρεται σε άλλα μέσα που δεν μνημονεύονται στην ανακοίνωση αλλά που θα μπορούσαν είτε να εξεταστούν στα πλαίσια μελλοντικής τροποποίησης της οδηγίας είτε να περιληφθούν σε άλλες οριζόντιες νομοθετικές πράξεις και συγκεκριμένα:

οι συλλογικές αγωγές που δίνουν σε ομάδες πολιτών τη δυνατότητα να ασκήσουν από κοινού προσφυγή σε θέματα που αφορούν την προστασία των δεδομένων θα μπορούσαν να αποτελούν ισχυρότατο εργαλείο για την ευκολότερη εφαρμογή της οδηγίας,

οι αγωγές που ασκούν νομικά πρόσωπα με καθήκον την προστασία των συμφερόντων ορισμένων κατηγοριών ατόμων όπως ενώσεις καταναλωτών και συνδικαλιστικές οργανώσεις ενδέχεται να έχουν ανάλογο αποτέλεσμα,

οι υποχρεώσεις των ελεγκτών δεδομένων να κοινοποιούν παραβιάσεις της προστασίας δεδομένων στα υποκείμενά τους θα συνιστούσαν όχι μόνο πολύτιμο εχέγγυο αλλά και τρόπο ευαισθητοποίησης των πολιτιών,

οι διατάξεις για την ευκολότερη χρήση σφραγίδων ιδιωτικότητας ή ελέγχων της προστασίας των δεδομένων από τρίτους (βλέπε σημεία 65 και 66) σε υπερεθνικό πλαίσιο.

Ζ.   Καλύτερη οριοθέτηση αρμοδιοτήτων των θεσμικών συντελεστών και ειδικότερα της Ομάδας

68.

Διάφοροι θεσμικοί συντελεστές έχουν αρμοδιότητες σε σχέση με την εφαρμογή της οδηγίας. Δυνάμει του άρθρου 28 της οδηγίας, οι αρχές ελέγχου των κρατών μελών είναι αρμόδιες για τον έλεγχο της εφαρμογής των εθνικών διατάξεων που μεταφέρουν την οδηγία στη νομοθεσία των κρατών μελών. Το άρθρο 29 θεσμοθετεί ομάδα συντιθέμενη από τις αρχές ελέγχου, ενώ το άρθρο 30 απαριθμεί τα καθήκοντά της. Δυνάμει του άρθρου 31, μια επιτροπή εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών επικουρεί την Επιτροπή όσον αφορά τα εκτελεστικά μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο (βάσει της διαδικασίας επιτροπολογίας).

69.

Η ανάγκη καλύτερης οριοθέτησης των αρμοδιοτήτων των διαφόρων συντελεστών υφίσταται ιδίως σε σχέση με την Ομάδα (τις δραστηριότητές της). Το άρθρο 30 παρ. 1 κατονομάζει τέσσερα καθήκοντα της Ομάδας που συνοψίζονται σε εξέτασης της εφαρμογής της οδηγίας στο εθνικό επίπεδο χάριν ομοιογένειας και γνωμοδότηση για τις εξελίξεις σε κοινοτικό επίπεδο: επίπεδο προστασίας, νομοθετικές προτάσεις και κώδικες δεοντολογίας. Ο κατάλογος αυτός δείχνει την εκτεταμένη αρμοδιότητα της Ομάδας στον τομέα προστασίας των δεδομένων, πράγμα που καταδεικνύουν έτι περαιτέρω τα έγγραφα που έχει συντάξει η Ομάδα όλα αυτά τα χρόνια.

70.

Κατά τα λεγόμενα της ανακοίνωσης, η Ομάδα «αποτελεί στοιχείο κλειδί για να εξασφαλισθεί η καλύτερη και πιό συνεκτική εφαρμογή». Ο ΕΕΠΔ συμφωνεί ολωσδιόλου με αυτή τη δήλωση, θεωρεί όμως αναγκαίο να δευκρινίζονται κάποια συγκεκριμένα στοιχεία των αρμοδιοτήτων.

71.

Εν πρώτοις, η ανακοίνωση απαιτεί επειγόντως να βελτιωθεί η συνεισφορά της Ομάδας, αφού οι εθνικές αρχές θα πρέπει να επιδιώξουν την ευθυγράμμιση των εθνικών τους πρακτικών με την κοινή γραμμή (30). Ο ΕΕΠΔ επικροτεί τις προθέσεις που εκφράζει η δήλωση, προειδοποιεί όμως για ενδεχόμενη σύγχυση αρμοδιοτήτων. Δυνάμει του άρθρου 211 ΕΚ, καθήκον της Επιτροπής είναι να παρακολουθεί τη συμμόρφωση στα κράτη μέλη, καθώς και τη συμμόρφωση των αρχών ελέγχου. Ως ανεξάρτητος σύμβουλος, η Ομάδα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι φέρει την ευθύνη της εφαρμογής των γνωμοδοτήσεών της από τις εθνικές αρχές.

72.

Δεύτερον, η Επιτροπή οφείλει να έχει επίγνωση των διαφορετικών της ρόλων στα πλαίσια της Ομάδας, δεδομένου ότι όχι μόνον συνιστά μέλος της Ομάδας αλλά και της παρέχει υπηρεσίες γραμματείας. Κατά την άσκηση του δεύτερου αυτού ρόλου της ως γραμματείας, η Επιτροπή οφείλει να στηρίζει την Ομάδα έτσι ώστε να μπορεί να εργάζεται με ανεξαρτησία. Αυτό σημαίνει κατ'αρχήν δύο τινά: η μεν Επιτροπή πρέπει να παρέχει τους αναγκαίους πόρους, ως προς δε το περιεχόμενο και την έκταση των δραστηριοτήτων της Ομάδας αλλά και τη φύση του παραγόμενου από αυτήν έργου, η γραμματεία οφείλει να ακολουθεί τις εντολές της Ομάδας και του προέδρου της. Γενικότερα, οι δραστηριότητες της Επιτροπής κατά την εκπλήρωση των λοιπών της καθηκόντων δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας δεν πρέπει να παρακωλύουν τη διαθεσιμότητά της ως γραμματείας.

73.

Τρίτον, μολονότι επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της ίδιας της Ομάδας να επιλέγει τις προτεραιότητές της, η Επιτροπή θα μπορούσε να επισημαίνει τι προσδοκά από την Ομάδα και με ποιόν τρόπο κρίνει ότι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν καλύτερα οι διαθέσιμοι πόροι.

74.

Τέταρτον, ο ΕΕΠΔ εκφράζει τη λύπη του διότι η Επιτροπή δεν κάνει σαφείς επισημάνσεις για την κατανομή των ρόλων μεταξύ Επιτροπής και Ομάδας. Ο ΕΕΠΔ καλεί την Επιτροπή να υποβάλει στην Ομάδα έγγραφο με τέτοιες επισημάνσεις. Ο ΕΕΠΔ προτείνει να συμπεριληφθούν στο εν λόγω έγγραφο τα κατωτέρω πιθανά ζητήματα:

επιτροπή θα μπορούσε να ζητήσει από την Ομάδα να εργαστεί για ορισμένα και συγκεκριμένα ζητήματα. Τα αιτήματα της Επιτροπής θα πρέπει να βασίζονται σε μια σαφή στρατηγική καθηκόντων και προτεραιοτήτων της Ομάδας,

η Ομάδα καθορίζει με σαφήνεια τις προτεραιότητές της σε ένα πρόγραμμα εργασιών,

Η Επιτροπή και η Ομάδα θα μπορούσαν ενδεχομένως να θεσμοθετήσουν τις μεταξύ τους διευθετήσεις σε μνημόνιο συνεννόησης,

έχει ζωτική σημασία να συμμετάσχει η Ομάδα πλήρως στην ερμηνεία της οδηγίας και να τροφοδοτήσει τις συζητήσεις που θα οδηγήσουν σε ενδεχόμενη τροποποίηση της οδηγίας.

VII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

75.

Ο ΕΕΠΔ συμφωνεί με το κεντρικό συμπέρασμα της Επιτροπής, σύμφωνα με το οποίο η οδηγία δεν θα πρέπει να τροποποιηθεί στο άμεσο μέλλον. Το συμπέρασμα αυτό θα μπορούσε να ενισχυθεί με επιχειρήματα βασισμένα στη φύση της οδηγίας και στη νομοθετική πολιτική της Ένωσης.

76.

Κατά την κρίση του ΕΕΠΔ, σημεία εκκίνησης είναι τα εξής:

βραχυπρόθεσμα, η δραστηριότητα καλύτερα να αναλώνεται σε βελτιώσεις της εφαρμογής της οδηγίας,

πιό μακροπρόθεσμα, οι τροποποιήσεις της οδηγίας μοιάζουν αναπόφευκτες,

θα πρέπει να οριστεί ήδη από τώρα σαφής ημερομηνία αναθεώρησης ώστε να εκπονηθούν προτάσεις που θα οδηγούν στις αλλαγές αυτές. Η ημερομηνία αυτή θα αποτελέσει σαφές κίνητρο για να αρχίσει ήδη από τώρα ο προβληματισμός για τις μελλοντικές αλλαγές.

77.

Τα βασικά στοιχεία των μελλοντικών αλλαγών περιλαμβάνουν τα εξής:

δεν χρειάζονται νέες βασικές αρχές, χρειάζονται όμως σαφώς άλλες διοικητικές ρυθμίσεις,

δεν θα πρέπει να μεταβληθεί το εύρος της νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων που ισχύει για πάσα χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,

η νομοθεσία για την προτασία των δεδομένων θα πρέπει να επιτρέπει ισορροπημένη προσέγγιση σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και θα πρέπει επίσης να επιτρέπει στις αρχές προστασίας των δεδομένων να θέτουν προτεραιότητες,

το σύστημα θα πρέπει να εφαρμόζεται πλήρως στη χρησιμοποίηση προσωπικών δεδομένων για διωκτικούς σκοπούς, μολονότι ενδέχεται να χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για την αντιμετώπιση ειδικών προβλημάτων αυτού του τομέα.

78.

Ο ΕΕΠΔ εισηγείται στην Επιτροπή να καθορίσει τα εξής: χρονοδιάγραμμα για τις δραστηριότητες που αναφέρει το Κεφάλαιο 3 της ανακοίνωσης· προθεσμία για μελλοντική έκθεση περί εφαρμογής της οδηγίας· εντολή για αξιολόγηση της επίτευξης των προβλεπομένων δραστηριοτήτων· υποδείξεις για τον τρόπο ενεργείας σε πιό μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

79.

Ο ΕΕΠΔ επιδοκιμάζει ως σημαντικό πρώτο βήμα την προσέγγιση έναντι της τεχνολογίας και προτείνει να αρχίσει η συζήτηση για μια μακρόπνοη προσέγγιση, στην οποία θα συμπεριλαμβάνεται συν τοις άλλοις ο βασικός διάλογος για την κοινωνία της παρακολούθησης. Δέχεται επίσης με ικανοποίηση τη διεξαγόμενη αναθεώρηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ και την πιθανή ανάγκη ειδικότερων κανόνων για την διευθέτηση ζητημάτων προστασίας των δεδομένων που γεννώνται από τις νέες τεχνολογίες, όπως το Διαδίκτυο και η ραδιοσυχνική αναγνώριση (RFID). Οι δραστηριότητες αυτές θα πρέπει να λαμβάνουν υπ'όψη την περιρρέουσα δυναμική στην ολότητά της και να συμπεριλαμβάνουν με μακροπρόθεσμη προοπτική την οδηγία 95/46/ΕΚ.

80.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει τη λύπη του διότι η προοπτική της ιδιωτικής ζωής και της δικαιοδοσίας σε παγκόσμιο επίπεδο παίζει περιορισμένο ρόλο στην ανακοίνωση και ζητεί πρακτικές λύσεις που να συμβιβάζουν την ανάγκη προστασίας των Ευρωπαίων ως υποκειμένων των δεδομένων με τους εδαφικούς περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, όπως φερ'ειπείν η περαιτέρω ανάπτυξη παγκόσμιου πλαισίου για την προτασία των δεδομένων· η περαιτέρω ανάπτυξη του ειδικού καθιστώτος για τη διαβίβαση δεδομένων προς τρίτες χώρες· οι διεθνείς συμφωνίες περί δικαιοδοσίας ή οι ανάλογες συμφωνίες με τρίτες χώρες· η επένδυση σε μηχανισμούς παγκόσμιας συμμόρφωσης, όπως η χρήση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις.

Ο ΕΕΠΔ καλεί την Επιτροπή να αρχίσει να διαμορφώνει μια συνολική θεώρηση αυτής της προοπτικής, σε συνεργασία με τους αρμοδιότερους εκ των φορέων.

81.

Όσον αφορά την επιβολή του νόμου, ο ΕΕΠΔ έχει να εισηγηθεί στην Επιτροπή:

τον περαιτέρω προβληματισμό για τις συνέπειες της ανάμιξης ιδιωτικών επιχειρήσεων σε δραστηριότητες επιβολής του νόμου,

τη διαφύλαξη του ωφέλιμου αποτελέσματος (effet utile) του άρθρου 13 της οδηγίας, με ενδεχόμενη πρόταση νομοθετικών πράξεων που αποσκοπούν σε εναρμόνιση των προϋποθέσεων και διασφαλίσεων προκειμένου να γίνεται προσφυγή στην εξαίρεση του άρθρου 13.

82.

Η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας σημαίνει 1) να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη συμμορφώνονται στο ακέραιο προς τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και 2) να χρησιμοποιηθούν στο πλήρες άλλα, μη δεσμευτικά εργαλεία που θα μπορούσαν να έχουν αποφασιστική σημασία σε ένα υψηλό και εναρμονισμένο επίπεδο προτασίας των δεδομένων. Ο ΕΕΠΔ καλεί την Επιτροπή να δηλώσει με σαφήνεια πώς θα χρησιμοποιήσει τα διάφορα μέσα και πώς διακρίνει τις οικείες αρμοδιότητες από εκείνες της Ομάδας.

83.

Όσον αφορά τα μέσα αυτά:

σε ορισμένες περιπτώσεις δυνατόν να χρειάζεται συγκεκριμένη νομοθετική δράση σε επίπεδο ΕΕ,

η Επιτροπή παρακινείται να επιδιώξει καλύτερη εφαρμογή της οδηγίας δια των διαδικασιών επί παραβάσει,

η Επιτροπή καλείται να χρησιμοποιήσει ως μέσο μια ερμηνευτική ανακοίνωση — σεβόμενη ταυτόχρονα τον συμβουλευτικό ρόλο της Ομάδας αλλά και του ΕΕΠΔ — για τα ακόλουθα ζητήματα: την έννοια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· τον καθορισμό του ρόλου του ελεγκτή δεδομένων ή του υπεύθυνου της επεξεργασίας τους· τον καθορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας· την αρχή του περιορισμού του σκοπού και την ασύμβατη χρήση· τη νομική αιτιολόγηση της επεξεργασίας, ιδίως σε ό,τι αφορά τη ρητή συγκατάθεση και τη στάθμιση συμφερόντων,

τα μη δεσμευτικά μέσα περιλαμβάνουν μέσα για τη διάπλαση της έννοιας «έλεγχος της προστασίας δεδομένων από τρίτους»,

πιό μακροπρόθεσμα επίσης: συλλογικές αγωγές· κίνηση αγωγών από νομικά πρόσωπα των οποίων οι δραστηριότητες επιδιώκουν την προστασία των συμφερόντων ορισμένων κατηγοριών ατόμων· υποχρέωση των ελεγκτών δεδομένων να γνωστοποιούν παραβιάσεις της προστασίας δεδομένων στα υποκείμενά τους· ρυθμίσεις για την ευκολότερη χρησιμοποίηση των «σφραγίδων ιδιωτικότητας» ή των ελέγχων από τρίτους σε υπερεθνικό πλαίσιο.

84.

Ο ΕΕΠΔ καλεί την Επιτροπη να υποβάλει στην Ομάδα έγγραφο στο οποίο θα πραγματεύεται με σαφήνεια την κατανομή των ρόλων μεταξύ Επιτροπής και Ομάδας, καθώς και τα εξής ζητήματα:

τα αιτήματα της Επιτροπής να εργαστεί σε κάποια συγκεκριμένα και εξειδικευμένα ζητήματα, με βάση μει σαφή στρατηγική καθηκόντων και προτεραιοτήτων της Ομάδας,

τη δυνατότητα θεσμοθέτησης ρυθμίσεων σε μνημόνιο συνεννόησης,

την πλήρη συμμετοχή της Ομάδας στην ερμηνεία της οδηγίας και στις συζητήσεις που ενδεχομένως θα οδηγήσουν σε τροποποιήσεις της οδηγίας.

85.

Οι συνέπειες της μεταρρυθμιστικής συνθήκης θα πρέπει να ληφθούν δεόντως υπ'όψη, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ευρύτερη δυνατή εφαρμογή των βασικών αρχών προστασίας των δεδομένων που περιέχει η οδηγία. Ο ΕΕΠΔ έχει καταθέσει προτάσεις σε επιστολή του προς τον Πρόεδρο της ΔΚΔ.

Βρυξέλλες, 25 Ιουλίου 2007.

Peter HUSTINX

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  EE L 281 της 23.11.1995, σ. 1.

(2)  EE L 8 της 12.1.2001, σ. 31

(3)  Eφεξής: «η ανακοίνωση».

(4)  Eφεξής: «η οδηγία».

(5)  Βλέπε σημείο 37 της παρούσας γνωμοδότησης.

(6)  Ιδίως η απόφαση του δικαστηρίου στις υποθέσεις Lindqvist και PNR (βλέπε υποσημείωση 17).

(7)  Σελίδα 9, τελευταία παράγραφος της ανακοίνωσης.

(8)  Αιτιολογική παράγραφος αριθ. 11 της οδηγίας.

(9)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(10)  Σελίδα 11 της ανακοίνωσης.

(11)  Σελίδα 6 της ανακοίνωσης, 3η παράγραφος.

(12)  Βλέπε π.χ. γνωμοδότηση αριθ. 4/2007 για την έννοια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (WP 136) της ομάδας, η οποία εγκρίθηκε στις 20 Ιουνίου 2007.

(13)  Η Ειδική Ομάδα για το Διαδίκτυο είναι υποομάδα της Ομάδας του άρθρου 29.

(14)  Βλέπε π.χ. τις παρατηρήσεις επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τη διαλειτουργικότητα των ευρωπαϊκών βάσεων δεδομένων, της 10ης Μαρτίου του 2006, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην ιστοσελίδα του ΕΕΠΔ.

(15)  Βλέπε: «Report on the Surveillance Society» που συνέταξε το Surveillance Studies Network για τον Επίτροπο Πληροφόρησης του ΗΒ και που παρουσιάστηκε στην 28η Διεθνή Διάσκεψη των Επιτρόπων για την Προστασία των Δεδομένων και της Ιδιωτικής Ζωής στο Λονδίνο από 2 έως 3 Νοεμβρίου του 2006 (βλέπε : www.privacyconference2006.co.uk (τμήμα «Documents»)).

(16)  Βλέπε φερ'ειπείν το έγγραφο εργασίας σχετικά με κοινή ερμηνεία του άρθρου 26 παρ. 1 της οδηγίας 95/46/ΕΚ της 24ης Οκτωβρίου 1955 που εγκρίθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2005 (WP 114)· έγγραφο εργασίας που δίνει συνέχεια στη διαδικασία συνεργασίας για τη διατύπωση κοινών γνωμοδοτήσεωνσχετικά με τις κατάλληλες διασφαλίσεις που απορρέουν από τους «δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες», το οποίο εγκρίθηκε στις 14 Απριλίου του 2005 (WP 107), και τη γνωμοδότηση 8/2003 σχετικά με σχέδιο τυποποιημένων εταιρικών κανόνων που υπέβαλε μια ομάδα επιχειρηματικών ενώσεων («εναλλακτικό υπόδειγμα σύμβασης») και που εγκρίθηκε στις 17 Δεκεμβρίου του 2003 (WP 84).

(17)  Απόφαση του Δικαστηρίου, της 6ης Νοεμβρίου 2003, υπόθεση C-101/01, Συλλ. [2003], σ. Ι-12971, σημεία 56-71.

(18)  Βλέπε την επιστολή προς τον Γενικό Διευθυντή της Διεύθυνσης «Δικαιοσύνη, Ελευθερία και Ασφάλεια» της Επιτροπής, με θέμα τη «Στρατηγική για την εξωτερική διάσταση του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης», της 28ης Νοεμβρίου του 2005, που είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα του ΕΕΠΔ.

(19)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 30ής Μαΐου 2006, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου (C-317/04) και Επιτροπής (C-318/04), Συλλ. [2006], σ. Ι-4721.

(20)  Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα, 28 Ιανουαρίου 1981.

(21)  Ο ΕΕΠΔ μνημονεύει την έλλειψη ακρίβειας της σύμβασης αριθ. 108 σε διάφορες γνώμες του και σε σχέση με την ανάγκη για απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου.

(22)  Οδηγία 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/58/ΕΚ (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54).

(23)  Το ζήτημα του «νομικού κενού» που έχει θέσει επανειλημμένα ο ΕΕΠΔ, κυρίως σε σχέση με την απόφαση «PNR» (βλέπε ετήσια έκθεση του 2006, σ. 47).

(24)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Μαΐου 2003, κοινές υποθέσεις C- 465/00, C-138/01 και C-139/01, Συλλ. [2003] σελ. Ι-4989.

(25)  Βλέπε επιστολή του ΕΕΠΔ της 23ης Ιουλίου 2007 προς την Προεδρία της ΔΚΔ με θέμα την προστασία των δεδομένων δυνάμει της μεταρρυθμιστικής συνθήκης, η οποία μπορεί να αναζητηθεί στην ιστοσελίδα του ΕΕΠΔ.

(26)  Βλέπε ανακοίνωση, σ. 6.

(27)  Βλέπει έγγραφο πολιτικής του ΕΕΠΔ με τίτλο «Ο ΕΕΠΔ ως σύμβουλος των κοινοτικών οργάνων επί προτάσεων νομοθεσίας και σχετικών εγγράφων», που μπορεί να αναζητηθεί στην ιστοσελίδα του ΕΕΠΔ (σημείο 5.2 του εγγράφου).

(28)  Το θέμα αυτό θίγει επίσης και η γνωμοδότηση αριθ. 4/2007 της Ομάδας, στην υποσημείωση 8.

(29)  Αξίζει να σημειωθεί το σχέδιο «EroPrise» που προωθεί η Αρχή Προστασίας των Δεδομένων του Σλέσβικ-Χολστάϊν στα πλαίσια του σχεδίου «Εten» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(30)  Βλέπε σελίδα 11 της ανακοίνωσης.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/13


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων όσον αφορά την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) — COM (2006) 817 τελικό

(2007/C 255/02)

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 286,

το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 8,

την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2), και ιδίως το άρθρο 41,

την αίτηση γνωμοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 που υποβλήθηκε στον ΕΕΠΔ στις 20 Δεκεμβρίου 2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

I.   ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Αίτηση γνωμοδότησης του ΕΕΠΔ

1.

Η πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) διαβιβάσθηκε από την Επιτροπή στον ΕΕΠΔ για γνωμοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι η παρούσα γνωμοδότηση θα πρέπει να αναφέρεται στο προοίμιο της απόφασης-πλαισίου (3).

Σημασία της πρότασης

2.

Με την πρόταση δεν επιδιώκεται σημαντική μεταβολή της εντολής ή των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ, αλλά κυρίως η παροχή μιας νέας και πλέον ευέλικτης νομικής βάσης στην Ευρωπόλ. Η Ευρωπόλ ιδρύθηκε το 1995 βάσει συμβάσεως μεταξύ των κρατών μελών, κατά την έννοια του άρθρου K.6 ΕΕ (νυν άρθρου 34) (4). Το μειονέκτημα των εν λόγω συμβάσεων από άποψη ευελιξίας και αποτελεσματικότητας είναι ότι απαιτούν επικύρωση από όλα τα κράτη μέλη, για την οποία, όπως αποδεικνύει η πρόσφατη πείρα, είναι δυνατόν να απαιτηθούν αρκετά έτη. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της παρούσας πρότασης, τα τρία πρωτόκολλα για την τροποποίηση της Σύμβασης Ευρωπόλ, που θεσπίστηκαν το 2000, 2002 και 2003 αντιστοίχως, δεν είχαν τεθεί ακόμη σε εφαρμογή στο τέλος του 2006 (5).

3.

Ωστόσο, η πρόταση προβλέπει επίσης ουσιώδεις μεταβολές, με στόχο την περαιτέρω βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπόλ. Διευρύνει την εντολή της Ευρωπόλ και περιέχει αρκετές νέες διατάξεις, με τις οποίες επιδιώκεται να διευκολυνθεί το έργο της Ευρωπόλ. Με την προοπτική αυτή, η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ Ευρωπόλ και άλλων φορέων (λ.χ. φορέων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας/Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρχών των κρατών μελών και τρίτων χωρών) αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Η πρόταση ορίζει ότι η Ευρωπόλ καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των δικών της συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων και των συστημάτων των κρατών μελών καθώς και φορέων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας/Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 10 παράγραφος 5 της πρότασης). Επιπλέον παρέχει στις εθνικές μονάδες απευθείας πρόσβαση στο σύστημα της Ευρωπόλ.

4.

Εξάλλου, η θέση της Ευρωπόλ ως φορέα υπαγομένου στον τίτλο VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (τρίτο πυλώνα) έχει συνέπειες όσον αφορά το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας των δεδομένων, δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται μόνο στην επεξεργασία κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο κοινοτικό δίκαιο και συνεπώς δεν καλύπτει κατ' αρχήν τις επεξεργασίες της Ευρωπόλ. Το κεφάλαιο V της πρότασης περιέχει ειδικούς κανόνες περί προστασίας και ασφάλειας των δεδομένων, οι οποίοι είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως lex specialis με πρόσθετες διατάξεις που υπερέχουν του lex generalis, δηλ. του γενικού νομοθετικού πλαισίου για την προστασία των δεδομένων. Ωστόσο, το γενικό αυτό νομοθετικό πλαίσιο για τον τρίτο πυλώνα δεν έχει θεσπιστεί ακόμη (βλ. κατωτέρω σημεία 37-40).

5.

Θα πρέπει τέλος να αναφερθεί ότι ορισμένες άλλες μεταβολές θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ευθυγράμμιση της θέσης της Ευρωπόλ προς εκείνη των άλλων φορέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχουν συσταθεί με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Μολονότι αυτό δεν αλλάζει θεμελιωδώς τη θέση της Ευρωπόλ, μπορεί να θεωρηθεί ως μια πρώτη, ενθαρρυντική εξέλιξη. Η Ευρωπόλ θα χρηματοδοτείται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και το προσωπικό της Ευρωπόλ θα υπάγεται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης της Κοινότητας. Κατά τον τρόπο αυτό ενισχύεται ο έλεγχος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (λόγω της θέσης του στη διαδικασία του προϋπολογισμού) και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (σε διαφορές σχετικά με τον προϋπολογισμό και θέματα προσωπικού). Ο ΕΕΠΔ θα έχει αρμοδιότητες όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το προσωπικό της Κοινότητας (βλ. κατωτέρω σημείο 47).

Επίκεντρο της παρούσας γνωμοδότησης

6.

Στην παρούσα γνωμοδότηση θα εξετασθούν διαδοχικά οι ουσιώδεις μεταβολές (βλ. σημείο 3), το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας των δεδομένων (βλ. σημείο 4) και οι διαρκώς περισσότερες ομοιότητες μεταξύ Ευρωπόλ και κοινοτικών φορέων (βλ. σημείο 5).

7.

Στη γνωμοδότηση θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αυξανόμενη σημασία της ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ Ευρωπόλ και άλλων φορέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία συνήθως υπόκειται στην εποπτεία του ΕΕΠΔ. Εν προκειμένω μπορούν να αναφερθούν ειδικά τα άρθρα 22, 25 και 48 της πρότασης. Ο πολύπλοκος χαρακτήρας του θέματος αυτού οδηγεί σε ανησυχίες τόσο ως προς την αρχή του περιορισμού του σκοπού όσο και ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας δεδομένων και την εποπτεία σε περιπτώσεις κατά τις οποίες διαφορετικοί εποπτικοί φορείς είναι αρμόδιοι για την εποπτεία διάφορων ευρωπαϊκών φορέων, ανάλογα με τον πυλώνα στον οποίο υπάγονται αυτοί. Ένας άλλος λόγος ανησυχίας συντρέχει όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα μεταξύ του Συστήματος Πληροφοριών της Ευρωπόλ και άλλων συστημάτων πληροφοριών.

II.   ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

8.

Το νομοθετικό περιβάλλον της παρούσας πρότασης μεταβάλλεται με ταχύ ρυθμό.

9.

Κατά πρώτο λόγο η παρούσα πρόταση εντάσσεται σε σειρά νομοθετικών δραστηριοτήτων στους τομείς της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας, με τις οποίες επιδιώκεται να βελτιωθούν οι δυνατότητες αποθήκευσης και ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς το σκοπό της επιβολής του νόμου. Ορισμένες από τις προτάσεις αυτές έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο — όπως, λ.χ., η απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 για την ανταλλαγή πληροφοριών και στοιχείων (6), ενώ άλλες εκκρεμούν ακόμη.

10.

Οι εν λόγω νομοθετικές δραστηριότητες κατευθύνονται από την αρχή της διαθεσιμότητας, η οποία εισήχθη ως σημαντική νέα αρχή δικαίου με το Πρόγραμμα της Χάγης του Νοεμβρίου 2004. Συνεπάγεται ότι οι πληροφορίες που απαιτούνται για την καταπολέμηση του εγκλήματος πρέπει να διέρχονται απρόσκοπτα τα εσωτερικά σύνορα της ΕΕ.

11.

Η αρχή της διαθεσιμότητας δεν αρκεί αφεαυτής. Απαιτούνται πρόσθετα νομοθετικά μέτρα ώστε να μπορούν οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές να προβαίνουν σε αποτελεσματικές ανταλλαγές πληροφοριών. Σε ορισμένες περιπτώσεις η πράξη που έχει επιλεγεί για τη διευκόλυνση αυτής της ανταλλαγής περιλαμβάνει τη δημιουργία ή τη βελτίωση συστήματος πληροφοριών σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το Σύστημα Πληροφοριών της Ευρωπόλ αποτελεί ένα τέτοιο σύστημα. Ο ΕΕΠΔ έχει ασχοληθεί με βασικές πτυχές των συστημάτων αυτών σε σχέση με το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν και θα ασχοληθεί με μερικές ακόμη από τις πτυχές αυτές σε σχέση με την παρούσα πρόταση. Οι εν λόγω πτυχές περιλαμβάνουν τους όρους υπό τους οποίους παρέχεται πρόσβαση στο σύστημα, τη διασύνδεση και τη διαλειτουργικότητα και τους εφαρμοστέους κανόνες περί προστασίας και εποπτείας των δεδομένων (7).

12.

Επιπλέον η πρόταση θα πρέπει να εξετασθεί βάσει των πλέον πρόσφατων εξελίξεων, όπως η πρωτοβουλία που παρουσίασε η γερμανική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την ενσωμάτωση της Συνθήκης του Prüm στο νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ.

13

Κατά δεύτερο λόγο το πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων στον τρίτο πυλώνα —αναγκαία προϋπόθεση της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα— δεν έχει (όπως αναφέρθηκε ήδη) θεσπισθεί ακόμη. Αντιθέτως οι διαπραγματεύσεις που διεξάγονται στο Συμβούλιο για την πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εξετάζονται στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις έχουν αποδειχθεί μάλλον δύσκολες. Η γερμανική Προεδρία του Συμβουλίου ανακοίνωσε ότι θα προταθεί νέο κείμενο (8), με κάποιες ουσιώδεις διαφορές σε σχέση με την προσέγγιση που ακολουθείται στην πρόταση της Επιτροπής.

14.

Κατά τρίτο λόγο η πρόταση συνδέεται άμεσα με τις εξελίξεις όσον αφορά τη συνθήκη για τη θέσπιση συντάγματος της Ευρώπης. Το άρθρο III-276 της συνταγματικής συνθήκης υποτίθεται ότι αποτελεί σημαντικό βήμα μιας διαδικασίας κατά την οποία αφενός ο ρόλος και τα καθήκοντα της Ευρωπόλ διευρύνονται βαθμιαία και αφετέρου η Ευρωπόλ ενσωματώνεται σταδιακά στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, το άρθρο αυτό περιλαμβάνει το όραμα που αποκρυσταλλώθηκε σχετικά με το μέλλον της Ευρωπόλ. Η παρούσα πρόταση υιοθετεί εν μέρει το όραμα αυτό, λαμβάνοντας υπόψη της την αβεβαιότητα που επικρατεί ως προς το εάν και πότε θα τεθούν σε ισχύ οι διατάξεις της συνταγματικής συνθήκης.

III.   ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ

Αρμοδιότητα και καθήκοντα της Ευρωπόλ

15.

Τα άρθρα 4 και 5 και το παράρτημα I της πρότασης καθορίζουν την εντολή της Ευρωπόλ. Η εν λόγω εντολή διευρύνεται πλέον, ώστε να καλύπτει επίσης την εγκληματικότητα η οποία δεν συνδέεται αυστηρά με το οργανωμένο έγκλημα, με βάση τον ίδιο κατάλογο σοβαρών εγκλημάτων που περιλαμβάνεται και στην απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης (9). Μια δεύτερη διεύρυνση του ρόλου της Ευρωπόλ θα είχε ως αποτέλεσμα να περιλαμβάνουν πλέον οι βάσεις δεδομένων πληροφορίες και στοιχεία λαμβανόμενα από ιδιωτικούς φορείς.

16.

Όσον αφορά την πρώτη διεύρυνση, αποτελεί λογικό βήμα της εξέλιξης της αστυνομικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Ο ΕΕΠΔ αναγνωρίζει ότι αυτό συνεπάγεται καλύτερη εναρμόνιση των νομοθετικών πράξεων με τις οποίες επιδιώκεται η διευκόλυνση της αστυνομικής συνεργασίας. Η εναρμόνιση είναι χρήσιμη, όχι μόνο επειδή προσφέρει συνθήκες που επιτρέπουν καλύτερη συνεργασία, αλλά και επειδή αυξάνει την ασφάλεια δικαίου για τον πολίτη και καθιστά δυνατό τον αποτελεσματικότερο έλεγχο της αστυνομικής συνεργασίας, δεδομένου ότι το πεδίο εφαρμογής των διάφορων πράξεων επεκτείνεται στις ίδιες κατηγορίες εγκλημάτων. Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι αυτή η διεύρυνση της εντολής προτείνεται λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας.

17.

Όσον αφορά τη δεύτερη διεύρυνση, εντάσσεται στην πρόσφατη τάση της αστυνομικής συνεργασίας στο πλαίσιο της οποίας αποκτά διαρκώς σημαντικότερη θέση η χρήση δεδομένων που συλλέγονται από ιδιωτικές επιχειρήσεις προς το σκοπό της επιβολής του νόμου. Ο ΕΕΠΔ αναγνωρίζει ότι η χρήση αυτή ενδέχεται να είναι αναγκαία. Ιδίως για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων σοβαρών εγκλημάτων, μπορεί να είναι απαραίτητη για την επιβολή του νόμου η πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες, περιλαμβανομένων πληροφοριών τις οποίες κατέχουν ιδιώτες (10). Η φύση ωστόσο των πληροφοριών και στοιχείων που προέρχονται από ιδιώτες απαιτεί πρόσθετες διασφαλίσεις, μεταξύ άλλων για να εξασφαλισθεί η ακρίβεια των πληροφοριών αυτών, δεδομένου ότι πρόκειται για δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν συλλεχθεί για εμπορικούς σκοπούς σε εμπορικό περιβάλλον. Θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες αυτές έχουν συλλεχθεί και υποβληθεί σε επεξεργασία νομίμως πριν διαβιβασθούν στην Ευρωπόλ, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για την εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ και ότι η Ευρωπόλ έχει πρόσβαση μόνο υπό σαφώς προσδιορισμένους όρους και περιορισμούς: η πρόσβαση θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο κατά περίπτωση και για ειδικούς σκοπούς, να υπόκειται δε σε δικαστικό έλεγχο στα κράτη μέλη (11). Ο ΕΕΠΔ συνιστά συνεπώς να περιληφθούν οι σχετικοί όροι και περιορισμοί στο κείμενο της απόφασης.

Άρθρο 10: Επεξεργασία πληροφοριών

18.

Το άρθρο 6 της Σύμβασης Ευρωπόλ ακολουθεί περιοριστική προσέγγιση όσον αφορά την επεξεργασία των συλλεγόμενων πληροφοριών από την Ευρωπόλ. Η εν λόγω επεξεργασία περιορίζεται σε τρεις συνιστώσες: το Σύστημα Πληροφοριών Ευρωπόλ, τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση και σύστημα καταλόγου. Το άρθρο 10 παράγραφος 1 της πρότασης αντικαθιστά την προσέγγιση αυτή με γενική διάταξη που επιτρέπει στην Ευρωπόλ να επεξεργάζεται πληροφοριακά στοιχεία και απόρρητες πληροφορίες στο βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της. Ωστόσο, το άρθρο 10 παράγραφος 3 της πρότασης ορίζει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εκτός του Συστήματος Πληροφοριών Ευρωπόλ και των αρχείων δεδομένων εργασίας προς ανάλυση υπόκειται σε όρους που αποφασίζει το Συμβούλιο κατόπιν διαβουλεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Κατά τον ΕΕΠΔ η διατύπωση της διάταξης αυτής είναι αρκετά σαφής ώστε να προστατεύονται τα νόμιμα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων. Θα πρέπει να προστεθεί στο άρθρο 10 παράγραφος 3 η διαβούλευση με τις αρχές προστασίας των δεδομένων πριν από τη λήψη σχετικής απόφασης από το Συμβούλιο, όπως προτείνεται στο σημείο 55.

19.

Στο άρθρο 10 παράγραφος 2, η δυνατότητα της Ευρωπόλ «να επεξεργάζεται δεδομένα με σκοπό να εξακριβώσει κατά πόσον τα εκάστοτε δεδομένα έχουν σημασία για την εκτέλεση των καθηκόντων της» φαίνεται να αντιβαίνει προς την αρχή της αναλογικότητας. Η διατύπωση αυτή δεν είναι πολύ σαφής και θα παρουσιάζει στην πράξη τον κίνδυνο διενέργειας επεξεργασιών για παντοειδείς απροσδιόριστους σκοπούς.

20.

Ο ΕΕΠΔ κατανοεί την ανάγκη επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε στάδιο κατά το οποίο δεν έχει εξακριβωθεί ακόμη η συνάφειά τους προς την εκτέλεση έργου της Ευρωπόλ. Ωστόσο, θα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η συνάφεια των οποίων δεν έχει εκτιμηθεί ακόμη περιορίζεται αυστηρά στο σκοπό της εκτίμησης της συνάφειάς τους, ότι η εκτίμηση αυτή διενεργείται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και ότι, εφόσον δεν έχει ελεγχθεί η συνάφεια, τα δεδομένα δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία προς το σκοπό της επιβολής του νόμου. Μια διαφορετική λύση, όχι μόνο θα έθιγε τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων, αλλά και θα έθετε προσκόμματα στην αποτελεσματικότητα της επιβολής του νόμου.

Κατά συνέπεια, προκειμένου να τηρηθεί η αρχή της αναλογικότητας, ο ΕΕΠΔ προτείνει να προστεθεί στο άρθρο 10 παράγραφος 2 μια διάταξη που να θεσπίζει την υποχρέωση αποθήκευσης των δεδομένων σε χωριστές βάσεις δεδομένων έως ότου εξακριβωθεί η συνάφεια προς συγκεκριμένο έργο της Ευρωπόλ. Επιπλέον, το χρονικό διάστημα για το οποίο επιτρέπεται η επεξεργασία των δεδομένων αυτών πρέπει να περιορίζεται αυστηρά και να μην υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τους 6 μήνες (12).

21.

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 5 της πρότασης, καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλισθεί η διαλειτουργικότητα με τα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων των κρατών μελών και τα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων που χρησιμοποιούν οι συναφείς προς την Κοινότητα και την Ένωση φορείς. Με την προσέγγιση αυτή αντιστρέφεται η προσέγγιση της Σύμβασης Ευρωπόλ (άρθρο 6 παράγραφος 2), που απαγορεύει τη σύνδεση με άλλα συστήματα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας.

22.

Ο ΕΕΠΔ, στις παρατηρήσεις του όσον αφορά την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη διαλειτουργικότητα των ευρωπαϊκών βάσεων δεδομένων (13), αντιτάχθηκε στην άποψη ότι η διαλειτουργικότητα αποτελεί κατά βάση τεχνική έννοια. Εάν οι βάσεις δεδομένων καταστούν διαλειτουργικές — πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι δυνατή η πρόσβαση και η ανταλλαγή δεδομένων — θα ασκούνται πιέσεις για τη χρήση της δυνατότητας αυτής στην πράξη. Αυτό συνεπάγεται ειδικούς κινδύνους συνδεόμενους με την αρχή του περιορισμού του σκοπού, δεδομένου ότι τα δεδομένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα για σκοπό διαφορετικό από εκείνο της συλλογής τους. Ο ΕΕΠΔ επιμένει ότι πρέπει να εφαρμόζονται αυστηροί όροι και εγγυήσεις όταν τίθεται πράγματι σε εφαρμογή η διασύνδεση με μια βάση δεδομένων.

23.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά συνεπώς να προστεθεί στην πρόταση μια διάταξη σύμφωνα με την οποία η διασύνδεση θα επιτρέπεται μόνο κατόπιν αποφάσεως σχετικά με τους όρους και τις εγγυήσεις της εν λόγω διασύνδεσης, ιδίως όσον αφορά την αναγκαιότητά της και τους σκοπούς για τους οποίους θα χρησιμοποιούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Για τη λήψη της σχετικής απόφασης θα απαιτείται προηγούμενη διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ και το κοινό εποπτικό όργανο. Η διάταξη αυτή θα μπορούσε να συνδέεται με το άρθρο 22 της πρότασης για τις σχέσεις με τα άλλα όργανα και οργανισμούς.

Άρθρο 11: Σύστημα Πληροφοριών Ευρωπόλ

24.

Ο ΕΕΠΔ σημειώνει όσον αφορά το άρθρο 11 παράγραφος 1 ότι έχει διαγραφεί ο ισχύων περιορισμός της πρόσβασης εθνικής μονάδας σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετικά με δυνητικούς παραβάτες που δεν έχουν διαπράξει (ακόμη) αξιόποινη πράξη. Ο περιορισμός αυτός περιλαμβάνεται ήδη στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της Σύμβασης και αφορά την απευθείας πρόσβαση στα λεπτομερή στοιχεία ταυτότητας των σχετικών προσώπων.

25.

Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ δεν δικαιολογείται αυτή η ουσιώδης τροποποίηση. Αντιθέτως, οι εν λόγω ειδικές διασφαλίσεις για τη συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων ευθυγραμμίζονται πλήρως με την προσέγγιση της πρότασης της Επιτροπής για απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εξετάζονται στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να παρασχεθούν περισσότερες διασφαλίσεις για την πρόσβαση στα δεδομένα των προσώπων που δεν έχουν διαπράξει (ακόμη) αξιόποινη πράξη και εν πάση περιπτώσει να μην αποδυναμωθεί η προστασία που παρέχεται δυνάμει της Σύμβασης Ευρωπόλ.

Άρθρο 20: Προθεσμίες αποθήκευσης

26.

Σύμφωνα με το τροποποιημένο κείμενο του άρθρου 21 παράγραφος 3 της Σύμβασης Ευρωπόλ (14), η ανάγκη της περαιτέρω διατήρησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν πρόσωπα κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 10 παράγραφος 1 εξετάζεται ανά έτος και η εξέταση αυτή πρέπει να αποδεικνύεται εγγράφως. Ωστόσο, το άρθρο 20 παράγραφος 1 της πρότασης δεν απαιτεί επανεξέταση πριν παρέλθουν τρία έτη από την εισαγωγή των δεδομένων. Ο ΕΕΠΔ δεν έχει πεισθεί ότι χρειάζεται αυτή η πρόσθετη ευελιξία και συνεπώς συνιστά να εισαχθεί στην πρόταση υποχρέωση ετήσιας επανεξέτασης. Η πρόταση θα πρέπει να τροποποιηθεί για τον πρόσθετο λόγο ότι πρέπει να περιέχει υποχρέωση τακτικής επανεξέτασης της αποθήκευσης και όχι μόνο μιας επανεξέτασης μετά τρία έτη.

Άρθρο 21: Πρόσβαση σε εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων

27.

Το άρθρο 21 αποτελεί γενική διάταξη που επιτρέπει στην Ευρωπόλ να αποκτά ηλεκτρονική πρόσβαση και να ανακτά δεδομένα από άλλα εθνικά και διεθνή συστήματα πληροφοριών. Η πρόσβαση αυτή θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο κατά περίπτωση και υπό αυστηρούς όρους. Ωστόσο, το άρθρο 21 επιτρέπει ευρύτατη πρόσβαση που δεν είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των καθηκόντων της Ευρωπόλ. Ο ΕΕΠΔ παραπέμπει εν προκειμένω στη γνωμοδότησή του της 20ής Ιανουαρίου 2006 όσον αφορά την πρόσβαση στο σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις (VIS) των αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την εσωτερική ασφάλεια (15). Ο ΕΕΠΔ συνιστά να τροποποιηθεί αναλόγως το κείμενο της πρότασης.

28.

Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η διάταξη, στο βαθμό που αφορά την πρόσβαση σε εθνικές βάσεις δεδομένων, είναι ευρύτερη από την κοινοποίηση πληροφοριών μεταξύ της Ευρωπόλ και εθνικών μονάδων, η οποία ρυθμίζεται μεταξύ άλλων στο άρθρο 12 παράγραφος 4 της πρότασης. Η πρόσβαση αυτή δεν θα υπάγεται μόνο στις διατάξεις της παρούσας απόφασης του Συμβουλίου, αλλά και στο εθνικό δίκαιο που διέπει την πρόσβαση στα δεδομένα και τη χρήση τους. Ο ΕΕΠΔ σημειώνει με ικανοποίηση την αρχή της εφαρμογής του αυστηρότερου κανόνα που περιέχεται στο άρθρο 21. Επιπλέον, η σημασία της κοινοποίησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ της Ευρωπόλ και εθνικών βάσεων δεδομένων, περιλαμβανομένης της πρόσβασης της Ευρωπόλ σε αυτές τις εθνικές βάσεις δεδομένων, είναι ένας ακόμη λόγος για τη θέσπιση της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εξετάζονται στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, ώστε να προσφέρεται επαρκές επίπεδο προστασίας.

Άρθρο 24: Κοινοποίηση δεδομένων σε τρίτους φορείς

29.

Το άρθρο 24 παράγραφος 1 θέτει δύο όρους για την κοινοποίηση δεδομένων σε δημόσιες αρχές τρίτων χωρών και διεθνείς οργανισμούς: α) η κοινοποίηση είναι δυνατή μόνο εφόσον τούτο είναι αναγκαίο σε επιμέρους περιπτώσεις για την καταπολέμηση του εγκλήματος και β) βάσει διεθνούς συμφωνίας η οποία διασφαλίζει ότι ο τρίτος φορέας παρέχει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας των δεδομένων. Το άρθρο 24 παράγραφος 2 προβλέπει παρεκκλίσεις σε έκτακτες περιπτώσεις, λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου προστασίας δεδομένων που ισχύει για το λαμβάνοντα φορέα. Ο ΕΕΠΔ κατανοεί την αναγκαιότητα των εξαιρέσεων αυτών και τονίζει ότι οι εξαιρέσεις πρέπει να εφαρμόζονται αυστηρά, κατά περίπτωση και σε ιδιαίτερα ασυνήθεις περιστάσεις. Το κείμενο του άρθρου 24 παράγραφος 2 απηχεί ικανοποιητικά τους όρους αυτούς.

Άρθρο 29: Δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα

30.

Το άρθρο 29 ρυθμίζει το δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Πρόκειται για ένα από τα βασικά δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, που καθιερώνεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διασφαλίζεται επίσης από τη σύμβαση 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 και τη σύσταση αριθ. R (87) 15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης της 17ης Σεπτεμβρίου 1987. Το δικαίωμα αυτό αποτελεί μέρος της αρχής της δίκαιης και σύννομης επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και είναι σχεδιασμένο ώστε να προστατεύει τα ουσιώδη συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων. Ωστόσο, οι όροι που τίθενται με το άρθρο 29 περιορίζουν το δικαίωμα αυτό κατά τρόπο μη αποδεκτό βάσει των ανωτέρω.

31.

Κατά πρώτο λόγο το άρθρο 29 παράγραφος 3 ορίζει ότι η αίτηση πρόσβασης — που υποβάλλεται σε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 — διεκπεραιώνεται σύμφωνα με το άρθρο 29 και τη νομοθεσία και τις διαδικασίες που ισχύουν στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση. Κατά συνέπεια, το εθνικό δίκαιο μπορεί να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος πρόσβασης και να επιβάλει διαδικαστικές προϋποθέσεις. Αυτό θα μπορούσε να έχει αρνητικά αποτελέσματα. Λ.χ., αιτήσεις πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται επίσης από πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα δεν υφίστανται επεξεργασία από την Ευρωπόλ. Είναι ουσιώδες να εκτείνεται και στις αιτήσεις αυτές το δικαίωμα πρόσβασης. Πρέπει συνεπώς να εξασφαλισθεί ότι δεν θα εφαρμόζεται εθνικό δίκαιο που προβλέπει πλέον περιορισμένο δικαίωμα πρόσβασης.

32.

Κατά τον ΕΕΠΔ η παραπομπή του άρθρου 29 παράγραφος 3 στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να διαγραφεί και να αντικατασταθεί από εναρμονισμένους κανόνες όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, την ουσία και τη διαδικασία, κατά προτίμηση στην απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή, εφόσον απαιτείται, στην απόφαση του Συμβουλίου.

33.

Επιπλέον, το άρθρο 29 παράγραφος 4 απαριθμεί τους λόγους άρνησης της πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, σε περίπτωση που το υποκείμενο των δεδομένων επιθυμεί να ασκήσει το δικαίωμά του για πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και υφίστανται επεξεργασία από την Ευρωπόλ. Σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 4 η πρόσβαση δεν γίνεται δεκτή εφόσον «ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο» κάποια ειδικά συμφέροντα. Η διατύπωση αυτή είναι πολύ ευρύτερη από τη διατύπωση του άρθρου 19 παράγραφος 3 της Σύμβασης Ευρωπόλ, που επιτρέπει την άρνηση πρόσβασης μόνο «εφόσον κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο».

34.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά να διατηρηθεί η αυστηρότερη διατύπωση της Σύμβασης Ευρωπόλ. Πρέπει επίσης να διασφαλισθεί ότι ο υπεύθυνος της επεξεργασίας θα υποχρεούται να αιτιολογεί την άρνηση, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά η χρήση της εξαίρεσης αυτής. Η συγκεκριμένη αρχή ορίζεται ρητά στη σύσταση αριθ. R (87) 15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η διατύπωση της πρότασης της Επιτροπής δεν είναι αποδεκτή, δεδομένου ότι δεν σέβεται τη θεμελιώδη φύση του δικαιώματος πρόσβασης. Εξαιρέσεις από το εν λόγω δικαίωμα είναι δυνατόν να γίνουν δεκτές μόνο εφόσον αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου να προστατευθεί άλλο θεμελιώδες συμφέρον, εάν δηλαδή η πρόσβαση θα υπονόμευε το άλλο αυτό συμφέρον.

35.

Τέλος, πράγμα εξίσου σημαντικό, το δικαίωμα πρόσβασης περιορίζεται ιδιαίτερα από το μηχανισμό διαβούλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 5. Ο μηχανισμός αυτός εξαρτά την πρόσβαση από τη διαβούλευση με όλες τις οικείες αρμόδιες αρχές, όσον αφορά δε τα αρχεία προς ανάλυση και από τη συγκατάθεση της Ευρωπόλ και όλων των κρατών μελών που συμμετέχουν στην ανάλυση ή επηρεάζονται άμεσα από αυτήν. Ο εν λόγω μηχανισμός ανατρέπει εκ των πραγμάτων τη θεμελιώδη φύση του δικαιώματος πρόσβασης. Κατά γενικό κανόνα θα πρέπει να χορηγείται πρόσβαση, ενώ θα πρέπει να περιορίζεται μόνο σε ειδικές περιστάσεις. Αντιθέτως, σύμφωνα με το κείμενο της πρότασης, θα χορηγείται πρόσβαση μόνο έπειτά από σχετική διαβούλευση και αφού επιτευχθεί συναίνεση.

IV.   ΕΦΑΡΜΟΣΙΜΟΤΗΤΑ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Γενικό σημείο

36.

Η Ευρωπόλ θα είναι φορέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όχι κοινοτικό όργανο ή οργανισμός κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Για το λόγο αυτό, ο κανονισμός δεν εφαρμόζεται κανονικά στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ, με εξαίρεση ειδικές καταστάσεις. Το κεφάλαιο V της πρότασης εισάγει συνεπώς ένα ιδιόμορφο καθεστώς προστασίας δεδομένων, που βασίζεται επίσης σε εφαρμοστέο γενικό νομοθετικό πλαίσιο περί προστασίας δεδομένων.

Γενικό νομοθετικό πλαίσιο περί προστασίας δεδομένων στον τρίτο πυλώνα

37.

Η πρόταση αναγνωρίζει την ανάγκη γενικού νομοθετικού πλαισίου περί προστασίας δεδομένων. Σύμφωνα με το άρθρο 26 της πρότασης, ως γενικό νόμο η Ευρωπόλ εφαρμόζει τις αρχές της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εξετάζονται στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις. Η παραπομπή αυτή στην (προτεινόμενη) απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου αντικαθιστά την παραπομπή του άρθρου 14 παράγραφος 3 της Σύμβασης Ευρωπόλ στη σύμβαση 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 και τη σύσταση αριθ. R (87) 15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης της 17ης Σεπτεμβρίου 1987.

38.

Ο ΕΕΠΔ σημειώνει με ικανοποίηση το άρθρο 26 της πρότασης. Η εν λόγω διάταξη είναι καίρια για την αποτελεσματικότητα της προστασίας των δεδομένων, επίσης για λόγους συνοχής, δεδομένου ότι διευκολύνει την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς όφελος και της επιβολής του νόμου. Ωστόσο, θα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι οι δύο πράξεις είναι συμβατές μεταξύ τους, πράγμα που δεν είναι αυτονόητο αν ληφθούν υπόψη τα εξής:

το κείμενο της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου έχει συζητηθεί στο Συμβούλιο και έχει τροποποιηθεί σημαντικά κατά τις διαπραγματεύσεις, οδηγώντας τελικά σε αδιέξοδο στα τέλη του 2006,

η γερμανική Προεδρία ανακοίνωσε ότι θα προτείνει το Μάρτιο του 2007 νέο κείμενο, που θα περιέχει κυρίως γενικές αρχές περί προστασίας δεδομένων,

η άμεση εφαρμοσιμότητα της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου στις επεξεργασίες της Ευρωπόλ αποτελεί σημαντική πτυχή των διεξαγόμενων συζητήσεων,

ανάλογα με την έκβαση των διαπραγματεύσεων για την εν λόγω απόφαση-πλαίσιο στο Συμβούλιο, πιθανώς βάσει της γερμανικής προτάσεως, ενδέχεται να πρέπει να περιληφθούν πρόσθετες διασφαλίσεις στην παρούσα πρόταση. Το σημείο αυτό πρέπει να εκτιμηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν θα είναι σαφέστερη η έκβαση των διαπραγματεύσεων για την απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου.

39.

Ο ΕΕΠΔ τονίζει ότι η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου δεν θα πρέπει να εκδοθεί πριν θεσπίσει το Συμβούλιο πλαίσιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων, ώστε να εξασφαλισθεί κατάλληλο επίπεδο προστασίας των δεδομένων σύμφωνα με τα συμπεράσματα του ΕΕΠΔ στις δύο γνωμοδοτήσεις του όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής για απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου. (16)

40.

Εν προκειμένω ο ΕΕΠΔ υπογραμμίζει δύο ειδικά στοιχεία της πρότασης της Επιτροπής για απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου, τα οποία προσφέρονται ιδιαίτερα για την ενδυνάμωση της προστασίας που παρέχεται στα υποκείμενα των δεδομένων σε περίπτωση επεξεργασίας των δεδομένων τους από την Ευρωπόλ. Κατά πρώτο λόγο η πρόταση εισάγει δυνατότητες διάκρισης των επεξεργασιών δεδομένων ανάλογα με το βαθμό ακρίβειας και αξιοπιστίας. Τα δεδομένα που βασίζονται σε εκτιμήσεις διακρίνονται από τα δεδομένα που βασίζονται σε γεγονότα. Αυτή η σαφής διάκριση μεταξύ μη εξακριβωμένων δεδομένων και εξακριβωμένων δεδομένων αποτελεί σημαντική μέθοδο για τη συμμόρφωση με την αρχή της ποιότητας των δεδομένων. Κατά δεύτερο λόγο η πρόταση προβλέπει διάκριση μεταξύ των δεδομένων που αφορούν κατηγορίες προσώπων και βασίζονται στην ενδεχόμενη εμπλοκή τους σε αξιόποινη πράξη.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001

41.

Αυτό οδηγεί στην εφαρμοσιμότητα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σε δραστηριότητες της Ευρωπόλ. Ο εν λόγω κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται κατ' αρχάς όσον αφορά το προσωπικό της Ευρωπόλ όπως θα αναλυθεί στο σημείο 47. Έπειτα, όπως εκτίθεται στο μέρος IV της παρούσας γνωμοδότησης, ο κανονισμός θα εφαρμόζεται σε ανταλλαγές δεδομένων με κοινοτικούς φορείς, τουλάχιστον στο βαθμό που οι εν λόγω φορείς αποστέλλουν δεδομένα στην Ευρωπόλ. Σημαντικά παραδείγματα κοινοτικών φορέων αποτελούν οι αναφερόμενοι στο άρθρο 22 παράγραφος 1 της πρότασης.

42.

Αναμένεται ότι οι εν λόγω φορείς θα αποστέλλουν μάλλον τακτικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στην Ευρωπόλ. Κατά συνέπεια τα κοινοτικά όργανα και οργανισμοί θα υπόκεινται σε όλες τις υποχρεώσεις που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001, ιδίως όσον αφορά τη νομιμότητα της επεξεργασίας (άρθρο 5 του κανονισμού), τους προκαταρκτικούς ελέγχους (άρθρο 27) και τη διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ (άρθρο 28). Αυτό θέτει ερωτήματα ως προς την εφαρμοσιμότητα των άρθρων 7, 8 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Η Ευρωπόλ, που αποτελεί άλλο αποδέκτη, «εκτός από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας», και δεν υπόκειται στην οδηγία 95/46/ΕΚ, ενδέχεται να εμπίπτει στο άρθρο 9. Στην περίπτωση αυτή η επάρκεια της προστασίας που παρέχει η Ευρωπόλ θα πρέπει να εκτιμηθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, όπως συμβαίνει με τους άλλους διεθνείς οργανισμούς ή τις τρίτες χώρες. Η λύση αυτή θα δημιουργούσε ανασφάλεια και επιπλέον δεν θα ήταν σύμφωνη με τη βασική ιδέα της πρότασης όσον αφορά μεγαλύτερη ευθυγράμμιση της Ευρωπόλ με τα όργανα και τους οργανισμούς που έχουν συσταθεί με τη Συνθήκη ΕΚ. Μια καλύτερη λύση θα ήταν να έχει η Ευρωπόλ μεταχείριση κοινοτικού φορέα στο βαθμό που επεξεργάζεται δεδομένα προερχόμενα από κοινοτικούς φορείς. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να προστεθεί στο άρθρο 22 η εξής παράγραφος: «Εφόσον διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από κοινοτικά όργανα ή οργανισμούς, η Ευρωπόλ θεωρείται ως κοινοτικός φορέας κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001».

Ανταλλαγή δεδομένων με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)

43.

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF). Προς το παρόν, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ Ευρωπόλ και OLAF λαμβάνει χώρα βάσει διοικητικής συμφωνίας μεταξύ των δύο φορέων. Η εν λόγω συμφωνία προβλέπει την ανταλλαγή στρατηγικών και τεχνικών πληροφοριών, αλλά αποκλείει την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

44.

Η πρόταση απόφασης του Συμβουλίου είναι διαφορετικής φύσεως. Το άρθρο 22 παράγραφος 3 προβλέπει την ανταλλαγή πληροφοριών, περιλαμβανομένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ανταλλάσσονται δεδομένα μεταξύ της OLAF και των αρχών των κρατών μελών (17). Ο σκοπός της ανταλλαγής αυτής περιορίζεται στην απάτη, την ενεργητική και παθητική δωροδοκία και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Τόσο η OLAF όσο και η Ευρωπόλ λαμβάνουν υπόψη τους, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, τις απαιτήσεις του απορρήτου των ερευνών και της προστασίας των δεδομένων. Για την OLAF αυτό σημαίνει εν πάση περιπτώσει ότι πρέπει να διασφαλίζεται το επίπεδο προστασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

45.

Επιπλέον, το άρθρο 48 της πρότασης ορίζει ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 (18) εφαρμόζεται στην Ευρωπόλ. Η OLAF δύναται να διεξάγει διοικητικές έρευνες εντός της Ευρωπόλ και διαθέτει προς το σκοπό αυτό δικαίωμα απευθείας και απροειδοποίητης πρόσβασης σε οποιεσδήποτε πληροφορίες τις οποίες κατέχει η Ευρωπόλ (19). Κατά τον ΕΕΠΔ, το πεδίο εφαρμογής της διάταξης αυτής δεν είναι σαφές:

καλύπτει εν πάση περιπτώσει τις έρευνες της OLAF για περιπτώσεις απάτης, δωροδοκίας, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και άλλων παρατυπιών που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εντός της ιδίας της Ευρωπόλ,

συνεπάγεται επίσης ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται στις έρευνες αυτές, περιλαμβανομένης της εποπτείας της χρήσης των εξουσιών που διαθέτει η OLAF από τον ΕΕΠΔ.

46.

Ωστόσο, η διάταξη δεν καλύπτει και δεν πρέπει να καλύπτει τις έρευνες για παρατυπίες εκτός της Ευρωπόλ, τις οποίες θα ήταν δυνατόν να υποβοηθήσουν δεδομένα ευρισκόμενα στην κατοχή της Ευρωπόλ. Οι διατάξεις του άρθρου 22 παράγραφος 3 για την ανταλλαγή πληροφοριών, περιλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα ήταν επαρκείς στις περιπτώσεις αυτές. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να αποσαφηνισθεί κατά τα ανωτέρω το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 48 της πρότασης.

V.   ΕΥΘΥΓΡΑΜΜΙΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΣΤΑΘΕΙ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΣΤΑΘΕΙ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΕΚ

Προσωπικό της Ευρωπόλ

47.

Το προσωπικό της Ευρωπόλ θα υπάγεται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης. Στην περίπτωση επεξεργασίας δεδομένων που αφορούν το προσωπικό της Ευρωπόλ, θα πρέπει να εφαρμόζονται τόσο οι ουσιαστικοί κανόνες όσο και οι κανόνες περί εποπτείας του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, για λόγους συνοχής και αποφυγής των διακρίσεων. Στην αιτιολογική παράγραφο 12 της πρότασης αναφέρεται η εφαρμοσιμότητα του κανονισμού σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το προσωπικό της Ευρωπόλ. Κατά τον ΕΕΠΔ δεν αρκεί να αποσαφηνισθεί η έννοια αυτή στο αιτιολογικό. Το αιτιολογικό των κοινοτικών πράξεων δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα και δεν περιέχει κανονιστικές διατάξεις (20). Προκειμένου να εξασφαλισθεί πλήρως η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, θα πρέπει να προστεθεί μια παράγραφος στο διατακτικό της απόφασης — λ.χ. στο άρθρο 38 — που να αναφέρει ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το προσωπικό της Ευρωπόλ.

Εποπτεία όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων από την Ευρωπόλ

48.

Η πρόταση δεν επιδιώκει θεμελιώδη μεταβολή του συστήματος εποπτείας επί της Ευρωπόλ με τον κεντρικό ρόλο που ανατίθεται στην κοινή εποπτική αρχή. Κατά το προτεινόμενο νομοθετικό πλαίσιο η εποπτική αρχή θα συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 33 της πρότασης. Ωστόσο, ορισμένες μεταβολές του καθεστώτος και των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ θα έχουν ως αποτέλεσμα περιορισμένη συμμετοχή του ΕΕΠΔ, πέραν των καθηκόντων του όσον αφορά το προσωπικό της Ευρωπόλ. Για το λόγο αυτό, το άρθρο 33 παράγραφος 6 της πρότασης ορίζει ότι η κοινή εποπτική αρχή πρέπει να συνεργάζεται με τον ΕΕΠΔ καθώς και με άλλες εποπτικές αρχές. Η διάταξη αυτή απηχεί την υποχρέωση του ΕΕΠΔ να συνεργάζεται με την κοινή εποπτική αρχή δυνάμει του άρθρου 46 στοιχείο στ) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001). Ο ΕΕΠΔ χαιρετίζει τη διάταξη αυτή ως χρήσιμο μέσο για την προώθηση συνεπούς προσεγγίσεως όσον αφορά τα δεδομένα εποπτείας σε ολόκληρη την ΕΕ, ανεξαρτήτως πυλώνα.

49.

Όπως αναφέραμε ήδη, η παρούσα πρόταση δεν προβλέπει θεμελιώδεις μεταβολές του συστήματος εποπτείας. Ωστόσο, το ευρύτερο πλαίσιο της παρούσας πρότασης ενδέχεται να απαιτεί να εξετασθεί διεξοδικότερα το μελλοντικό σύστημα εποπτείας επί της Ευρωπόλ. Μπορούν να αναφερθούν δύο ειδικές εξελίξεις. Κατά πρώτο λόγο τα άρθρα 44 έως 47 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 (21) προβλέπουν μια νέα δομή για την εποπτεία επί του SIS II. Κατά δεύτερο λόγο, στο πλαίσιο της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εξετάζονται στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις η γερμανική Προεδρία ανακοίνωσε ότι εξετάζει ενδεχόμενη νέα δομή για την εποπτεία των ευρωπαϊκών συστημάτων πληροφοριών στο πλαίσιο του τρίτου πυλώνα, περιλαμβανομένης της Ευρωπόλ.

50.

Κατά τον ΕΕΠΔ η παρούσα γνωμοδότηση δεν προσφέρει την κατάλληλη ευκαιρία για την εξέταση θεμελιωδών μεταβολών στο σύστημα εποπτείας. Το σύστημα εποπτείας επί του SIS II, ως δικτυωμένο σύστημα, εντάσσεται στον πρώτο πυλώνα και δεν θα ενδεικνυόταν για την Ευρωπόλ, που αποτελεί φορέα του τρίτου πυλώνα, πράγμα που συνεπάγεται περιορισμένες αρμοδιότητες των κοινοτικών οργάνων, ιδίως δε της Επιτροπής και του Δικαστηρίου. Ελλείψει των διασφαλίσεων του τρίτου πυλώνα, θα εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη για ένα ειδικό σύστημα εποπτείας. Το άρθρο 31, λ.χ., ρυθμίζει τις προσφυγές φυσικών προσώπων. Επιπλέον, οι ιδέες σχετικά με μια νέα δομή εποπτείας των ευρωπαϊκών συστημάτων πληροφοριών, όπως ανακοινώθηκαν από τη γερμανική Προεδρία, δεν έχουν ωριμάσει ακόμη. Τέλος, το παρόν σύστημα λειτουργεί ικανοποιητικά.

51.

Ο ΕΕΠΔ θα επικεντρώσει συνεπώς τις παρατηρήσεις του στο δικό του ρόλο όσον αφορά την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ Ευρωπόλ και άλλων φορέων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι διατάξεις σχετικά με την εν λόγω ανταλλαγή αποτελούν σημαντικό νέο στοιχείο της πρότασης. Το άρθρο 22 παράγραφος 1 αναφέρει το FRONTEX, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το ΕΚΠΝΤ (22) καθώς και την OLAF. Όλοι αυτοί οι φορείς υπόκεινται στην εποπτεία του ΕΕΠΔ. Στο άρθρο 22 παράγραφος 2 ορίζεται ότι η Ευρωπόλ δύναται να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με τους εν λόγω φορείς, η οποία ενδέχεται να περιλαμβάνει την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Όσον αφορά την OLAF, η ανταλλαγή αυτή μπορεί να πραγματοποιείται και χωρίς να συναφθούν συμφωνίες συνεργασίας (άρθρο 22 παράγραφος 3). Συναφές είναι επίσης εν προκειμένω το άρθρο 48 της πρότασης, που εξετάζεται στα σημεία 45 και 46.

52.

Θα πρέπει να εξασφαλισθεί ότι ο ΕΕΠΔ θα μπορεί να ασκεί τις εξουσίες που του παρέχει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 5/2001 όσον αφορά τα δεδομένα που κοινοποιούν κοινοτικοί φορείς. Αυτό είναι ακόμη σημαντικότερο σε περιπτώσεις διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στις οποίες η Ευρωπόλ θα θεωρείται ως κοινοτικός φορέας κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, όπως έχει προταθεί ήδη. Το συγκεκριμένο στοιχείο προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη σημασία στη στενή συνεργασία με την κοινή εποπτική αρχή δυνάμει του άρθρου 33.

53.

Ο ΕΕΠΔ πρέπει να προβεί σε δύο ακόμη συστάσεις όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των σχετικών δεδομένων:

Το άρθρο 30 της πρότασης καθιερώνει το δικαίωμα του υποκειμένου των δεδομένων για διόρθωση ή διαγραφή ανακριβών δεδομένων που το αφορούν. Το άρθρο 30 παράγραφος 2 υποχρεώνει τα κράτη μέλη να διορθώνουν ή να διαγράφουν τα δεδομένα αυτά εφόσον έχουν διαβιβασθεί απευθείας από αυτά στην Ευρωπόλ. Απαιτείται μια ανάλογη διάταξη όσον αφορά τα δεδομένα που κοινοποιούνται από κοινοτικό φορέα που υπόκειται στην εποπτεία του ΕΕΠΔ, ώστε να εξασφαλισθεί ότι η Ευρωπόλ και ο εν λόγω κοινοτικός φορέας θα αντιδρούν κατά τον ίδιο τρόπο.

Το άρθρο 32 παράγραφος 2 ρυθμίζει το δικαίωμα φυσικού προσώπου να ελέγχει τη νομιμότητα της διαδικασίας σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κράτος μέλος έχει κοινοποιήσει ή συμβουλεύεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Απαιτείται μια ανάλογη διάταξη όσον αφορά τα δεδομένα που κοινοποιούνται από κοινοτικό φορέα που υπόκειται στην εποπτεία του ΕΕΠΔ.

54.

Βάσει των ανωτέρω, ο ΕΕΠΔ θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με την κοινή εποπτική αρχή, τουλάχιστον από τη στιγμή που θα τεθούν σε εφαρμογή οι συμφωνίες για την ανταλλαγή δεδομένων με κοινοτικούς φορείς. Πρόκειται για έναν από τους κύριους χώρους όπου θα υλοποιηθούν οι αμοιβαίες υποχρεώσεις συνεργασίας.

Διαβούλευση με τις αρχές προστασίας των δεδομένων

55.

Το άρθρο 10 παράγραφος 3 προβλέπει απόφαση του Συμβουλίου η οποία καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους η Ευρωπόλ δύναται να συγκροτήσει ορισμένα συστήματα για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να προστεθεί η υποχρέωση διαβούλευσης με τον ΕΕΠΔ και την κοινή εποπτική αρχή πριν από τη λήψη σχετικής απόφασης.

56.

Το άρθρο 22 ρυθμίζει τις σχέσεις της Ευρωπόλ με άλλα συναφή όργανα και οργανισμούς της Κοινότητας ή της Ένωσης. Οι σχέσεις συνεργασίες που μνημονεύονται στο άρθρο αυτό είναι δυνατόν να εφαρμόζονται με βάση συμφωνίες συνεργασίας και μπορούν να αφορούν την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να πραγματοποιείται διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ και την κοινή εποπτική αρχή κατά τη σύναψη συμφωνιών δυνάμει του άρθρου 22, στο βαθμό που οι συμφωνίες αυτές αφορούν την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία επεξεργάζονται κοινοτικά όργανα και οργανισμοί. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να τροποποιηθεί αναλόγως το κείμενο της πρότασης.

57.

Στο άρθρο 25 παράγραφος 2 αναφέρεται ότι θεσπίζονται κανόνες εφαρμογής που διέπουν τις ανταλλαγές με τα συναφή προς την Κοινότητα και την Ένωση όργανα και οργανισμούς. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να πραγματοποιείται διαβούλευση, όχι μόνο με την κοινή εποπτική αρχή, αλλά και με τον ΕΕΠΔ πριν από τη θέσπιση των σχετικών κανόνων, κατά την πρακτική του κοινοτικού νομοθέτη σύμφωνα με την οποία οι κοινοτικοί φορείς διαβουλεύονται με τον ΕΕΠΔ δυνάμει του άρθρου 28 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

Υπεύθυνος προστασίας δεδομένων

58.

Ο ΕΕΠΔ σημειώνει με ικανοποίηση το άρθρο 27, που περιέχει μια διάταξη σχετικά με υπεύθυνο προστασίας δεδομένων (ΥΠΔ) ο οποίος θα διασφαλίζει μεταξύ άλλων, υπό καθεστώς ανεξαρτησίας, τη νομιμότητα και την τήρηση των διατάξεων σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα καθήκοντα αυτά εισήχθησαν επιτυχώς σε κοινοτικό επίπεδο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001, εντός των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών. Εντός της Ευρωπόλ ασκούνται επίσης καθήκοντα ΥΠΔ, χωρίς όμως να υφίσταται έως σήμερα κατάλληλη νομική βάση.

59.

Για την επιτυχή λειτουργία του θεσμού του ΥΠΔ έχει ουσιώδη σημασία η αποτελεσματική νομοθετική εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του. Για το λόγο αυτό το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 περιέχει διάφορες διατάξεις με τις οποίες εξασφαλίζεται ο σχετικός στόχος. Ο ΥΠΔ διορίζεται για ορισμένη περίοδο και μπορεί να απαλλαγεί των καθηκόντων του μόνο υπό ιδιαίτερα έκτακτες συνθήκες. Του παρέχονται το αναγκαίο προσωπικό και πόροι. Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνει εντολές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

60.

Δυστυχώς οι διατάξεις αυτές δεν περιλαμβάνονται στην παρούσα πρόταση, με μόνη εξαίρεση τη διάταξη σχετικά με τη λήψη εντολών. Ο ΕΕΠΔ συνιστά συνεπώς θερμά να περιληφθούν στην πράξη οι εγγυήσεις σχετικά με την ανεξαρτησία του ΥΠΔ, όπως οι ειδικές διασφαλίσεις για το διορισμό του ΥΠΔ και την απαλλαγή του από τα καθήκοντά του καθώς και για την ανεξαρτησία του έναντι του διοικητικού συμβουλίου. Οι εν λόγω διατάξεις είναι αναγκαίες ώστε να εξασφαλισθεί η ανεξαρτησία του ΥΠΔ. Επιπλέον, οι διατάξεις αυτές θα ευθυγράμμιζαν περαιτέρω τη θέση του ΥΠΔ της Ευρωπόλ προς τη θέση των ΥΠΔ εντός των κοινοτικών οργάνων. Ο ΕΕΠΔ τονίζει τέλος ότι το άρθρο 27 παράγραφος 5 της πρότασης, που καλεί το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπόλ να θεσπίσει κανόνες εφαρμογές ως προς ορισμένες πτυχές της λειτουργίας του θεσμού του ΥΠΔ είναι εκ φύσεως ακατάλληλες ως εγγύηση της ανεξαρτησίας του ΥΠΔ. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ανεξαρτησία απαιτείται κυρίως έναντι της διοίκησης της Ευρωπόλ.

61.

Υπάρχει ένας ακόμη λόγος για την εναρμόνιση της διάταξης της απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τον ΥΠΔ με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Ο κανονισμός αυτός εφαρμόζεται όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του προσωπικού της Ευρωπόλ (βλ. σημείο 47), πράγμα που σημαίνει ότι για τα θέματα αυτά ο ΥΠΔ της Ευρωπόλ θα υπάγεται στον εν λόγω κανονισμό. Εν πάση περιπτώσει ο διορισμός ΥΠΔ θα πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις του κανονισμού.

62.

Επιπλέον, ο ΕΕΠΔ συνιστά να εφαρμοσθεί στην Ευρωπόλ το σύστημα προκαταρκτικών ελέγχων, όπως προβλέπεται για τους κοινοτικούς φορείς στο άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Το σύστημα των προκαταρκτικών ελέγχων έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό μέσο και διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην προστασία των δεδομένων εντός των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών.

63.

Θα ήταν τέλος χρήσιμο για τον ΥΠΔ της Ευρωπόλ να συμμετάσχει στο υφιστάμενο δίκτυο ΥΠΔ του πρώτου πυλώνα, εν ανάγκη εξαιρουμένων των δραστηριοτήτων του ΥΠΔ όσον αφορά το προσωπικό της Ευρωπόλ. Αυτό θα εξασφάλιζε περαιτέρω μια προσέγγιση των θεμάτων προστασίας δεδομένων κοινή προς εκείνη που ακολουθούν οι κοινοτικοί φορείς και θα ήταν απόλυτα σύμφωνο προς το στόχο που τίθεται στην αιτιολογική παράγραφο 16 της πρότασης, δηλ. τη συνεργασία με ευρωπαϊκά όργανα και οργανισμούς, ώστε να διασφαλίζεται ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τις επιταγές του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να προστεθεί στο αιτιολογικό της πρότασης ένα κείμενο στο οποίο να προσδιορίζεται ο στόχος αυτής της κοινής προσέγγισης. Το κείμενο αυτό θα μπορούσε να έχει ως εξής: «Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων θα συνεργάζεται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του με τους υπευθύνους προστασίας δεδομένων που έχουν διορισθεί σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία».

VI.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

64.

Ο ΕΕΠΔ κατανοεί την ανάγκη μιας νέας και πλέον ευέλικτης νομικής βάσης για την Ευρωπόλ, αλλά δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις ουσιαστικές μεταβολές, το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας των δεδομένων και τις αυξανόμενες ομοιότητες μεταξύ Ευρωπόλ και κοινοτικών φορέων.

65.

Όσον αφορά τις ουσιαστικές μεταβολές, ο ΕΕΠΔ συνιστά:

να περιληφθούν στο κείμενο της απόφασης ειδικοί όροι και περιορισμοί όσον αφορά τις πληροφορίες και τα στοιχεία που λαμβάνονται από ιδιωτικούς φορείς, μεταξύ άλλων για να εξασφαλισθεί η ακρίβεια των πληροφοριών αυτών, δεδομένου ότι πρόκειται για δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν συλλεχθεί για εμπορικούς σκοπούς σε εμπορικό περιβάλλον,

να εξασφαλισθεί ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η συνάφεια των οποίων δεν έχει εκτιμηθεί ακόμη περιορίζεται αυστηρά στο σκοπό της εκτίμησης της συνάφειάς τους. Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να αποθηκεύονται σε χωριστές βάσεις δεδομένων έως ότου εξακριβωθεί η συνάφεια προς συγκεκριμένο έργο της Ευρωπόλ, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες,

όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα με άλλα συστήματα επεξεργασίας εκτός της Ευρωπόλ, να εφαρμόζονται αυστηροί όροι και εγγυήσεις όταν τίθεται πράγματι σε εφαρμογή η διασύνδεση με άλλη βάση δεδομένων,

να περιληφθούν διασφαλίσεις για την πρόσβαση στα δεδομένα των προσώπων που δεν έχουν διαπράξει (ακόμη) αξιόποινη πράξη. Δεν θα πρέπει να αποδυναμωθούν οι διασφαλίσεις που παρέχονται δυνάμει της Σύμβασης Ευρωπόλ,

να εξασφαλισθεί ότι η ανάγκη της περαιτέρω διατήρησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν φυσικά πρόσωπα θα εξετάζεται ανά έτος και ότι η εξέταση αυτή θα αποδεικνύεται εγγράφως,

η αυτοματοποιημένη πρόσβαση και ανάκτηση δεδομένων από άλλα εθνικά και διεθνή συστήματα πληροφοριών θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο κατά περίπτωση, υπό αυστηρούς όρους,

όσον αφορά το δικαίωμα πρόσβασης: η παραπομπή του άρθρου 29 παράγραφος 3 στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να διαγραφεί και να αντικατασταθεί από εναρμονισμένους κανόνες όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, την ουσία και τη διαδικασία, κατά προτίμηση στην απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή, εφόσον απαιτείται, στην απόφαση του Συμβουλίου. Το άρθρο 29 παράγραφος 4 θα πρέπει να αναδιατυπωθεί, ώστε να επιτρέπει την άρνηση πρόσβασης μόνο «εφόσον κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο». Ο μηχανισμός διαβούλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 5 θα πρέπει να διαγραφεί.

66.

Η παρούσα απόφαση του Συμβουλίου δεν θα πρέπει να εκδοθεί πριν θεσπίσει το Συμβούλιο πλαίσιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων, ώστε να εξασφαλισθεί κατάλληλο επίπεδο προστασίας των δεδομένων σύμφωνα με τα συμπεράσματα του ΕΕΠΔ στις δύο γνωμοδοτήσεις του όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής για απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου. Τα δεδομένα που βασίζονται σε εκτιμήσεις θα πρέπει να διακρίνονται από τα δεδομένα που βασίζονται σε γεγονότα. Θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των δεδομένων που αφορούν κατηγορίες προσώπων και βασίζονται στην ενδεχόμενη εμπλοκή τους σε αξιόποινη πράξη.

67.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά να προστεθεί στο άρθρο 22 η εξής παράγραφος: «Εφόσον διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από κοινοτικά όργανα ή οργανισμούς, η Ευρωπόλ θεωρείται ως κοινοτικός φορέας κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001».

68.

Το άρθρο 48 της πρότασης, που αφορά τις έρευνες της OLAF, δεν θα πρέπει να καλύπτει τις έρευνες για παρατυπίες εκτός της Ευρωπόλ, τις οποίες θα ήταν δυνατόν να υποβοηθήσουν δεδομένα ευρισκόμενα στην κατοχή της Ευρωπόλ. Ο ΕΕΠΔ συνιστά να αποσαφηνισθεί το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 48 της πρότασης.

69.

Προκειμένου να εξασφαλισθεί πλήρως η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, θα πρέπει να προστεθεί μια παράγραφος στο διατακτικό της απόφασης που να αναφέρει ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το προσωπικό της Ευρωπόλ.

70.

Το πεδίο εφαρμογής δύο διατάξεων σχετικά με τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων (άρθρο 30 παράγραφος 2 και άρθρο 32 παράγραφος 2) θα πρέπει να επεκταθούν στα δεδομένα που κοινοποιούνται από κοινοτικό φορέα που υπόκειται στην εποπτεία του ΕΕΠΔ, ώστε να εξασφαλισθεί ότι η Ευρωπόλ και ο εν λόγω κοινοτικός φορέας θα αντιδρούν κατά τον ίδιο τρόπο.

71.

Τα άρθρα 10 παράγραφος 3, 22 και 25 παράγραφος 2 θα πρέπει να περιέχουν μια (ακριβέστερη) διάταξη όσον αφορά τη διαβούλευση με τις αρχές προστασίας των δεδομένων.

72.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά θερμά να περιληφθούν στην πράξη οι εγγυήσεις σχετικά με την ανεξαρτησία του ΥΠΔ, όπως οι ειδικές διασφαλίσεις για το διορισμό του ΥΠΔ και την απαλλαγή του από τα καθήκοντά του καθώς και για την ανεξαρτησία του έναντι του διοικητικού συμβουλίου, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

Βρυξέλλες, 16 Φεβρουαρίου 2007.

Peter HUSTINX

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31

(2)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1

(3)  Σύμφωνα με την πρακτική της Επιτροπής σε άλλες (πρόσφατες) υποθέσεις. Βλέπε όλως προσφάτως τη γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ της 12ης Δεκεμβρίου 2006 όσον αφορά τις προτάσεις τροποποίησης του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κανόνων εφαρμογής του (COM(2006) 213 τελικό και SEC(2006) 866 τελικό), όπως έχει δημοσιευθεί στο www.edps.europa.eu.

(4)  ΕΕ C 316 της 27.7.1995, σ. 1.

(5)  Η έναρξη ισχύος προβλέπεται για το Μάρτιο/Απρίλιο του 2007.

(6)  Απόφαση-πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 για την απλούστευση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 89).

(7)  Πρόκειται για επιλογή των κύριων πτυχών που αναφέρονται στη γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ όσον αφορά το SIS II, με βάση τη συνάφειά τους προς την παρούσα πρόταση. Βλ. γνωμοδότηση της 19ης Οκτωβρίου 2005 όσον αφορά τρεις προτάσεις για το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (COM (2005)230 τελικό, COM (2005)236 τελικό και COM (2005)237 τελικό), ΕΕ C 91 της 19.4.2006 σ. 38.

(8)  Το νέο αυτό κείμενο αναμένεται μάλλον για το Μάρτιο του 2007.

(9)  Απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1).

(10)  Βλ. εν προκειμένω τη γνωμοδότηση της 26ης Σεπτεμβρίου 2005 όσον αφορά την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη διατήρηση δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή δημόσιων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2002 / 58/ΕΚ (COM (2005) 438 τελικό) (ΕΕ C 298 της 29.11.2005, σ. 1).

(11)  Βλ. επίσης παρόμοιες συστάσεις τη γνωμοδότηση της 19ης Δεκεμβρίου 2005 όσον αφορά την πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (COM (2005)475 τελικό) (ΕΕ C 47 της 25.2.2006, σ. 27).

(12)  Αυτή είναι η ανώτατη περίοδος αποθήκευσης που προβλέπεται στο άρθρο 6α της Σύμβασης Ευρωπόλ μετά την προσθήκη των τροποποιήσεων των τριών πρωτοκόλλων που αναφέρονται στο σημείο 2.

(13)  Παρατηρήσεις της 10ης Μαρτίου 2006, όπως έχουν δημοσιευθεί στον ιστότοπο του ΕΕΠΔ.

(14)  Όπως περιέχεται στη Σύμβαση Ευρωπόλ μετά την προσθήκη των τροποποιήσεων των τριών πρωτοκόλλων που αναφέρονται στο σημείο 2.

(15)  Γνωμοδότηση της 20ής Ιανουαρίου 2006 όσον αφορά την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την εσωτερική ασφάλεια καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων (COM (2005) 600 τελικό) (ΕΕ C 97 της 25.4.2006, σ. 6).

(16)  Γνωμοδότηση της 19ης Δεκεμβρίου 2005 (ΕΕ C 47 της 25.2.2006, σ. 27) και δεύτερη γνωμοδότηση της 29ης Νοεμβρίου 2006, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην ΕΕ (βλ. www.edps.europa.eu).

(17)  Η διάταξη βασίζεται στο άρθρο 7 του Δεύτερου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων (ΕΕ C 221 της 19.7.1997, σ. 12).

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), (ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1).

(19)  Βλ. άρθρα 1 παράγραφος 3 και 4 παράγραφος 2 του κανονισμού.

(20)  Βλ., λ.χ., Διεθνή Συμφωνία της 22ας Δεκεμβρίου 1998 για τις κοινές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ποιότητα της διατύπωσης της κοινοτικής νομοθεσίας (ΕΕ C 73 της 17.3.1999, σ. 1), κατευθυντήρια γραμμή 10.

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II), (ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4).

(22)  Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας.


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/22


Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ

Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/03)

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

27.6.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 558/05

Κράτος μέλος

Πολωνία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Wsparcie dla zakładów aktywności zawodowej

Νομική βάση

Art. 25, art. 29 ust. 3 i art. 31 ust. 1 ustawy o rehabilitacji z dnia 27 sierpnia 1977 r. o rehabilitacji zawodowej i społecznej oraz zatrudniania osób niepełnosprawnych (Dz.U. nr 123, poz 776 z późn. zm.); art. 7 ust. 2 pkt 4 ustawy z dnia 12 stycznia 1991 r. o podatkach i opłatach lokalnych (Dz.U. z 2002 r. nr 9, poz. 84); art. 7 ust. 2 pkt 4 ustawy z dnia 30 października 2002 r. o podatku leśnym (Dz.U. nr 200, poz. 1682 ze zm.); art. 12 ust.2 pkt 4 ustawy z dnia 15 listopada 1984 r. o podatku rolnym (DzU. nr 94. poz. 431); art..38 ust. 2 ustawy 26 lipca 1991 r. o podatku dochodowym od osób fizycznych (Dz.U. nr 14, poz. 176).

Είδος μέτρου

Στόχος

Κοινωνική αρωγή προς μεμονωμένους καταναλωτές

Είδος ενίσχυσης

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 17 542 636 εκατ. PLN

Ένταση

Μέτρο που δεν συνιστά ενίσχυση

Διάρκεια

Κλάδοι της οικονομίας

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

31.8.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 79/07

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ayudas a Proyectos de Investigación, Desarrollo e Innovación dirigidos al uso y gestión de los recursos naturales y las conservación de los hábitats y ecosistemas

Νομική βάση

Proyecto de Orden por la que se establecen las bases reguladoras para la concesión de subvenciones en la Acción Estratégica para el uso y gestión de los recursos naturales y la conservación de los hábitats y ecosistemas, correspondientes al Programa Nacional de Ciencias y Tecnologías Medioambientales, en el marco del Plan Nacional de Investigación Científica, Desarrollo e Innovación Tecnológica 2004-2007

Είδος μέτρου

Καθεστώς ενισχύσεων

Στόχος

Έρευνα και ανάπτυξη

Είδος ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη ετήσια δαπάνη: 2007: 12,5 — 2008: 8,75 — 2009: 7,5 εκατ. EUR· προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση: 28,75 εκατ. EUR

Ένταση

50 %-25 %

Διάρκεια

μέχρι τις 2009

Κλάδοι της οικονομίας

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Ministerio de Medio Ambiente

Plaza de San Juan de la Cruz, s/n

E-28071 Madrid

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/24


Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ

Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση

(2007/C 255/04)

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

30.7.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 21/07

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Murcia

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ayudas para paliar los daños producidos en los cultivos de olivar y viñedos en los municipios de Jumilla y Yecla por las heladas de enero de 2006

Νομική βάση

Orden de 11 de octubre de 2006 de la Consejería de Agricultura

Τύπος του μέτρου

Καθεστώς

Στόχος

Αποζημιώσεις για τις ζημιές που προκλήθηκαν από δυσμενείς καιρικές συνθήκες

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση ενίσχυση

Προϋπολογισμός

1 800 000 EUR

Ένταση

100 % κατ' ανώτατο όριο

Διάρκεια

Ad hoc

Οικονομικός τομέας

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της αρμόδιας υπηρεσίας χορήγησης της ενίσχυσης

Consejería de Agricultura y Agua

Comunidad Autónoma de la Región de Murcia

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

20.8.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 62/07

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Galicia

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ayudas para la reparación de daños causados en el sector agrario por las inundaciones acaecidas en octubre y noviembre de 2006

Νομική βάση

Ordenes de noviembre de 2006 y diciembre de 2006, por las que se dictan disposiciones para el desarrollo en el sector agrario de los Decretos no 180/2006 y 227/2006, de medidas urgentes de ayuda para la reparación de los daños causados por las inundaciones en los meses de octubre y noviembre

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Αντιστάθμιση απωλειών οφειλόμενων σε εξαιρετικό συμβάν

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

900 000 EUR

Ένταση

100 % κατ' ανώτατο όριο

Διάρκεια

Ad hoc

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Consejería del Medio Rural

Xunta de Galicia

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

25.7.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 83/07

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Murcia

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Programas de colaboración para la formación y transferencia tecnológica del sector agroalimentario y del medio rural

Νομική βάση

Orden de 19 de diciembre de 2006, de la Consejería de Agricultura y Agua, por la que se establecen las bases reguladoras y la convocatoria para el año 2007 de las líneas de ayuda para programas de colaboración para la formación y transferencia tecnológica del sector agroalimentario y del medio rural

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

961 695 EUR

Ένταση

100 %-75 %

Διάρκεια

2007

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Consejería de Agricultura y de Agua

Comunidad Autónoma de la Región de Murcia

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

19.7.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 143/07

Κράτος μέλος

Ιταλία

Περιφέρεια

Marche

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Interventi di soccorso nelle zone agricole danneggiate da calamità naturali (piogge alluvionali dal 16 al 26 settembre 2006 nella provincia di Ancona)

Νομική βάση

Decreto legislativo n. 102/2004

Τύπος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Αποζημιώσεις για ζημίες στις γεωργικές διαρθρώσεις που προκλήθηκαν από δυσμενείς καιρικές συνθήκες

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση ενίσχυση

Προϋπολογισμός

Γίνεται αναφορά στο εγκεκριμένο καθεστώς (NN 54/A/04)

Ένταση

Έως 100 %

Διάρκεια

Έως το τέλος των πληρωμών

Οικονομικός τομέας

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της αρμόδιας υπηρεσίας χορήγησης της ενίσχυσης

Ministero delle Politiche agricole e forestali

Via XX settembre, 20

I-00187 Roma

Άλλες πληροφορίες

Μέτρο εφαρμογής του καθεστώτος ενισχύσεων του εγκεκριμένου από την Επιτροπή στο πλαίσιο του φακέλου κρατικών ενισχύσεων NN 54/A/04 (Επιστολή C(2005)1622τελ, της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2005)

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

19.7.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 164/07

Κράτος μέλος

Ιρλανδία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Scheme of Investment Aid for the Development of the Potato Sector 2007-2013

Νομική βάση

National Development Plan 2007-2013

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Στήριξη επενδύσεων σε εξοπλισμό και εγκαταστάσεις για την παραγωγή, την αποθήκευση και την εμπορία γεωμήλων πλην των γεωμήλων για παραγωγή αμύλου

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

8 εκατ. EUR

Ένταση

40 %

50 % για νέους γεωργούς

Διάρκεια

Ημερομηνία της επιστολής της Επιτροπής έως τις 31.12.2013

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Κωδικός NACE

A001 — Γεωργία, θήρα και συναφείς δραστηριότητες

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Department of Agriculture and Food

Agriculture House

Kildare Street

Dublin 2

Ireland

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

19.7.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 193/07

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Galicia

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ayudas al sector forestal — Fomento de las frondosas caducifolias

Νομική βάση

Orden de la Conselleria do Medio Rural de la Xunta de Galicia por la que se establecen las bases y se convocan para el año 2007 las ayudas para el fomento de las frondosas caducifolias

Τύπος του μέτρου

Καθεστώς

Στόχος

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση ενίσχυση

Προϋπολογισμός

9 000 000 EUR

Ένταση

70 % κατ' ανώτατο όριο

Διάρκεια

2007-2012

Οικονομικός τομέας

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της αρμόδιας υπηρεσίας χορήγησης της ενίσχυσης

Consejería del Medio Rural

Comunidad Autónoma de Galicia

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

27.7.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 204/07

Κράτος μέλος

Ηνωμένο Βασίλειο

Περιφέρεια

England

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

The English Woodland Grants Scheme 2005 — Woodland Regeneration Grant

Νομική βάση

The Forestry Act 1979

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Προώθηση της οικολογικής, προστατευτικής και ψυχαγωγικής λειτουργίας των δασών

Μορφή ενίσχυσης

Επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

10 εκατ. GBP (14,8 εκατ. EUR)

Ένταση

Έως 45 %

Διάρκεια

Από την ημερομηνία έγκρισης της Επιτροπής έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Δασοκομία και υλοτομία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Forestry Commission England

Great Eastern House

Tenison Road

Cambridge CB1 2DU

United Kingdom

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

8.8.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 219/07

Κράτος μέλος

Ιρλανδία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Conservation of Plant and Animal Genetic Resources Scheme

Νομική βάση

Council Regulation (EC) No 1467/94 on the conservation, characterization, collection and utilization of genetic resources in agriculture. Funding is provided for annually in the National Budgetary Estimates process

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Διατήρηση γενετικών πόρων

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Συνολικός προϋπολογισμός 1,05 εκατ. EUR

Ένταση

Διάρκεια

2007-2013

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Department of Agriculture and Food

Maynooth Business Campus

Maynooth

Co. Kildare

Ireland

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

20.8.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 271/07

Κράτος μέλος

Γαλλία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Aides en faveur de la recherche et du développement dans les filières grandes cultures

Νομική βάση

L 611.1 et L 621.1 et suivants du Code Rural

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Ενισχύσεις για τη βασική έρευνα

Μορφή ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Ετήσιες δαπάνες: 6 εκατ. EUR

Συνολικό ποσό: 42 εκατ. EUR

Ένταση

80 % κατά μέσο όρο και κατ’εξαίρεση 100 %

Διάρκεια

2007-2013

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Γεωργικός τομέας — κλάδοι παραγωγής αροτραίων καλλιεργειών (δημητριακά-ρύζι, ελαιούχοι σπόροι- φυτικές λιπαρές ύλες, πρωτεϊνούχοι σπόροι — όσπρια, αποξηραμένες ζωοτροφές, κλωστικά φυτά και μεταξοσκώληκες, ζάχαρη)

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

ONIGC

12, rue Rol-Tanguy

F-93555 Montreuil sous Bois Cedex

Άλλες πληροφορίες

Δέσμευση της Γαλλίας να κοινοποιήσει στην Επιτροπή τις πληροφορίες σχετικά με τις χορηγηθείσες ενισχύσεις στις ετήσιες εκθέσεις όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

20.8.2007

Αριθμός ενίσχυσης

N 273/07

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Andalucía

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ayudas para la lucha contra la mosca mediterránea de la fruta y contra los insectos vectores de los virus de los cultivos hortícolas

Νομική βάση

Orden por la que se modifica la Orden de 13 de marzo de 2006, por la que se declara la existencia oficial de las plagas que se citan, se establecen las medidas de control y las ayudas para su ejecución

Είδος του μέτρου

Καθεστώς ενίσχυσης

Στόχος

Μορφή ενίσχυσης

Χορήγηση πόρων

Προϋπολογισμός

31 884 750 EUR

Ένταση

75 %-50 %

Διάρκεια

2007-2011

Σχετικοί οικονομικοί τομείς

Γεωργία

Ονομασία και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Consejería de Agricultura y Pesca

Comunidad Autónoma de Andalucía

Άλλες πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο στην διεύθυνση:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/31


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4889 — Barclays Industrial Investments/Gemeaz/ Scapa)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/05)

Στις 26 Σεπτεμβρίου 2007, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32007M4889. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/31


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4885 — Ineos/Nova/JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/06)

Στις 28 Σεπτεμβρίου 2007, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32007M4885. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/32


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4836 — CVC/Univar)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/07)

Στις 17 Σεπτεμβρίου 2007, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32007M4836. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/32


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.4822 — Advent International/Takko Holding)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/08)

Στις 17 Αυγούστου 2007, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις για την παραπάνω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την κηρύξει συμβατή με την κοινή αγορά. Η απόφαση βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στην αγγλική γλώσσα και θα δημοσιευθεί μετά την απάλειψη τυχόν επιχειρηματικών απορρήτων που περιέχει. Θα διατίθεται:

από τον δικτυακό τόπο του Europa για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/comm/competition/mergers/cases/). Στον τόπο αυτό προσφέρονται διάφορα εργαλεία για τον εντοπισμό των μεμονωμένων υποθέσεων συγκεντρώσεων, όπως ευρετήρια με τις εταιρείες, τους αριθμούς υποθέσεων, τις ημερομηνίες και τους διάφορους κλάδους,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο του EUR-Lex με τον αριθμό εγγράφου 32007M4822. Το EUR-Lex είναι δικτυακός τόπος που δίνει πρόσβαση στην κοινοτική νομοθεσία (http://eur-lex.europa.eu).


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Επιτροπή

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/33


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

26 Οκτωβρίου 2007

(2007/C 255/09)

1 ευρώ=

 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,4384

JPY

ιαπωνικό γιεν

164,50

DKK

δανική κορόνα

7,4549

GBP

λίρα στερλίνα

0,70100

SEK

σουηδική κορόνα

9,1800

CHF

ελβετικό φράγκο

1,6732

ISK

ισλανδική κορόνα

86,85

NOK

νορβηγική κορόνα

7,7095

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CYP

κυπριακή λίρα

0,5842

CZK

τσεχική κορόνα

26,962

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

252,25

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7021

MTL

μαλτέζικη λίρα

0,4293

PLN

πολωνικό ζλότι

3,6309

RON

ρουμανικό λέι

3,3541

SKK

σλοβακική κορόνα

33,291

TRY

τουρκική λίρα

1,7161

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,5734

CAD

καναδικό δολάριο

1,3830

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

11,1488

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,8792

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

2,0927

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 308,94

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

9,3630

CNY

κινεζικό γιουάν

10,7845

HRK

κροατικό κούνα

7,3449

IDR

ινδονησιακή ρουπία

13 121,80

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,8122

PHP

πέσο Φιλιππινών

63,372

RUB

ρωσικό ρούβλι

35,5790

THB

ταϊλανδικό μπατ

45,626


(1)  

Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/34


Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής των ΕΚ για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις όπως διατυπώθηκε κατά την 415η συνεδρίαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικς με προσχέδιο απόφασης στην υπόθεση COMP/C.38.121 — Σύνδεσμοι σωληνώσεων

(2007/C 255/10)

1.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία περιλαμβάνεται στο σχέδιο απόφασης και αναφέρεται στο προϊόν και στη γεωγραφική περιοχή που επηρεάζεται από το καρτέλ.

2.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα πραγματικά περιστατικά ως συμφωνία ή/και εναρμονισμένη πρακτική κατά την έννοια του άρθρου 81 της Συνθήκης και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ.

3.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η εν λόγω παράβαση είναι μία και συνεχής, ιδίως όσον αφορά την περίοδο που ακολούθησε τις επιθεωρήσεις του Μαρτίου/Απριλίου 2001.

4.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με το σχέδιο απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά τους αποδέκτες της απόφασης, ιδίως δε ως προς τον καταλογισμό των ευθυνών στις μητρικές εταιρείες των εμπλεκόμενων ομίλων.

5.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την αξιολόγηση των αιτήσεων επιείκειας και την κατάταξή τους.

6.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την απόφαση της Επιτροπής να θέσει τέλος στη διαδικασία κατά της FNAS.

7.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συνιστά τη δημοσίευση της γνώμης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/34


Γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής των ΕΚ για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις όπως διατυπώθηκε κατά την 416η συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με σχέδιο απόφασης στην υπόθεση COMP/F/C.38.121 — Σύνδεσμοι σωληνώσεων

(2007/C 255/11)

1.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή όσον αφορά τα βασικά ποσά των προστίμων.

2.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή όσον αφορά την αύξηση του βασικού ποσού λόγω επιβαρυντικών περιστάσεων.

3.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή όσον αφορά τη μείωση του βασικού ποσού λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων.

4.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με την Επιτροπή όσον αφορά τη μείωση των προστίμων σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή ή τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (ΕΕ C 207 της 18.7.1996, σ. 4).

5.

Η συμβουλευτική επιτροπή συμφωνεί με τα οριστικά ποσά των προστίμων που πρότεινε η Επιτροπή.

6.

Η συμβουλευτική επιτροπή συνιστά τη δημοσίευση της γνώμης της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/35


Γνώμη των εκπροσώπων των κρατών ΕΖΕΣ σχετικά με προσχέδιο απόφασης στην υπόθεση COMP/C.38.121 — Εξαρτήματα

(Συνεδρίαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2006 της συμβουλευτικής επιτροπής των ΕΚ για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις)

(2007/C 255/12)

1.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία περιλαμβάνεται στο σχέδιο απόφασης και αναφέρεται στο προϊόν και στη γεωγραφική περιοχή που επηρεάζεται από το καρτέλ.

2.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα πραγματικά περιστατικά ως συμφωνία ή/και εναρμονισμένη πρακτική κατά την έννοια του άρθρου 81 της συνθήκης και του άρθρου 53 της συμφωνίας ΕΟΧ.

3.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η εν λόγω παράβαση είναι μία και συνεχής, ιδίως όσον αφορά την περίοδο που ακολούθησε τις επιθεωρήσεις του Μαρτίου/Απριλίου 2001.

4.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με το σχέδιο απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά τους αποδέκτες της απόφασης, ιδίως δε ως προς τον καταλογισμό των ευθυνών στις μητρικές εταιρείες των εμπλεκόμενων ομίλων.

5.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσον αφορά την αξιολόγηση των αιτήσεων επιείκειας και την κατάταξή τους.

6.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συμφωνεί με την απόφαση της Επιτροπής να θέσει τέλος στη διαδικασία κατά της FNAS.

7.

O εκπρόσωπος των κρατών ΕΖΕΣ συνιστά τη δημοσίευση της γνώμης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/36


Τελική έκθεση του συμβούλου ακροάσεων περί της διαδικασίας στην υπόθεση COMP/38.121 — Σύνδεσμοι σωληνώσεων

(σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 16 της απόφασης 2001/462/EΚ της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2001, σχετικά με τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού — ΕΕ L 162 της 19.6.2001, σ. 21)

(2007/C 255/13)

Τον Ιανουάριο του 2001 η εταιρεία Mueller Industries Inc. υπέβαλε αίτηση επιείκειας δυνάμει της ανακοίνωσης του 1996 της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή ή τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων. Αιτήσεις επιείκειας υπέβαλαν επίσης: η IMI τον Σεπτέμβριο του 2003, η Delta τον Μάρτιο του 2004, η Frabo τον Ιούλιο του 2004 και η Oystertec τον Μάιο του 2005.

Στις 22 και 23 Μαρτίου 2001 η Επιτροπή διενήργησε επιθεωρήσεις, οι οποίες αφορούσαν τόσο τους χαλκοσωλήνες όσο και τους συνδέσμους σωληνώσεων. Εν συνεχεία αποφασίστηκε να διεξαχθούν τρεις χωριστές έρευνες για τους χαλκοσωλήνες υδραυλικών εγκαταστάσεων (38.069), τους βιομηχανικούς σωλήνες (38.240) και τους συνδέσμους σωληνώσεων (38.121). Στις 24 και 25 Απριλίου 2001, η Επιτροπή διενήργησε στις εγκαταστάσεις του ομίλου Delta επιθεωρήσεις οι οποίες αφορούσαν μόνο τους συνδέσμους σωληνώσεων. Τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2002 η Επιτροπή απηύθυνε σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη σειρά αιτήσεων παροχής πληροφοριών βάσει του άρθρου 11 του κανονισμού αριθ. 17 του Συμβουλίου και αργότερα βάσει του άρθρου 18 του κανονισμού αριθ. 1/2003.

Η παρούσα απόφαση αφορά μόνον την τελευταία από τις εν λόγω υποθέσεις, δεδομένου ότι οι άλλες δύο αποτέλεσαν ήδη αντικείμενο αποφάσεων της Επιτροπής.

Κοινοποίηση αιτιάσεων και πρόσβαση στο φάκελο

Στις 22 Σεπτεμβρίου 2005 η Επιτροπή εξέδωσε κοινοποίηση αιτιάσεων (εφεξής «ΚΟ») την οποία απέστειλε σε 30 επιχειρήσεις και σε μια ένωση επιχειρήσεων. Σε αυτήν την ΚΟ η Επιτροπή περιέγραφε μια ενιαία και διαρκή παραβίαση που διαπράχθηκε σε ευρωπαϊκή κλίμακα επί περίοδο 13 ετών. Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη απάντησαν εγκαίρως, εκτός από ένα παραλήπτη, την εταιρεία Supergrif SL, η οποία είχε εκποιηθεί από την Delta τον Οκτώβριο του 2002 στη διοίκηση της Supergrif και δεν υπέβαλε απαντήσεις στην ΚΟ. Στη διαδικασία δεν ενεπλάκησαν τρίτα μέρη, όπως είθισται σε υποθέσεις συμπράξεων.

Με επιστολή που απηύθυνε στις 22 Δεκεμβρίου 2005, ηAalberts αιτήθηκε πρόσβαση στις απαντήσεις στην ΚΟ που υπέβαλαν τα άλλα μέρη· το ίδιο έπραξε και η IMI με επιστολή που απηύθυνε την επομένη. Οι αιτήσεις αυτές απορρίφθηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής διότι αποτελεί πάγια πρακτική της Επιτροπής να χορηγεί πρόσβαση σε φάκελο υπόθεσης κατόπιν σχετικού αιτήματος και, κανονικά, μία και μοναδική φορά, μετά την αποστολή της κοινοποίησης αιτιάσεων της Επιτροπής στα μέρη.

Ως εκ τούτου, κατά γενικό κανόνα δεν παρέχεται πρόσβαση στις απαντήσεις που δίδουν τα άλλα μέρη στις αιτιάσεις της Επιτροπής. Εξάλλου, κατά πάγια νομολογία (βλέπε απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Μαρτίου 2000 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-25/95 και άλλες, Cimenteries σκέψεις 380 κ.ε.) η Επιτροπή δεν υποχρεούται να γνωστοποιεί σε όλα τα μέρη τις απαντήσεις στην κοινοποίηση των αιτιάσεων.

Προφορικές ακροάσεις

Ωστόσο, κατά την προφορική ακρόαση που έλαβε χώρα στις 26-27 Ιανουαρίου 2006, έκανα δεκτό ότι, στο πλαίσιο των δικαιωμάτων υπεράσπισης των εταιρειών Tomkins και Pegler, ήταν αναγκαίο να προβούν σε ανταλλαγή των απαντήσεων που έδωσαν στην ΚΟ. Δεδομένου ότι η Επιτροπή έκρινε ότι η Tomkins είναι υπεύθυνη για την θυγατρική της Pegler, και ότι η Επιτροπή θα αντλούσε επιχειρήματα από την απάντηση της Pegler για να υποστηρίξει αυτή την άποψη, και καθώς η Pegler θα έπρεπε με τη σειρά της να γνωρίζει σε ποια αποδεικτικά στοιχεία στήριζε τους ισχυρισμούς της η Tomkins, οι εν λόγω εταιρείες συμφώνησαν να έχουν αμοιβαία πρόσβαση στις απαντήσεις τους, γεγονός που οδήγησε σε έντονους διαξιφισμούς μεταξύ των δύο εταιρειών.

Εκτός από τις εταιρείες Comap, Flowflex και Supergrif, όλοι οι παραλήπτες της ΚΟ ήταν παρόντες στην ακρόαση.

Σχέδιο τελικής απόφασης

Οι αιτιάσεις έναντι της FNAS που είχαν περιληφθεί στην ΚΟ δεν υπάρχουν πλέον στο σχέδιο απόφασης. Δεδομένων των εξηγήσεων που παρασχέθηκαν, τόσο με τη γραπτή απάντηση στην ΚΟ που υπέβαλε η FNAS όσο και κατά την ακρόαση, αποφασίστηκε να διακοπεί η διαδικασία κατά της FNAS, ως μη εμπλεκομένης στις παραβιάσεις.

Στο σχέδιο απόφασης που υποβάλλεται στην Επιτροπή περιλαμβάνονται μόνον αιτιάσεις για τις οποίες δόθηκε η δυνατότητα στα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Θεωρώ, ως εκ τούτου, ότι έγινε σεβαστό το δικαίωμα ακρόασης όλων των μερών.

Βρυξέλλες, 13 Σεπτεμβρίου 2006.

Serge DURANDE


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Επιτροπή

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/38


F-Castres: Χειρισμός τακτικών αεροπορικών υπηρεσιών

Εκμετάλλευση τακτικών αεροπορικών γραμμών μεταξύ Castres (Mazamet) και Παρισιού (Ορλύ)

Προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού από τη Γαλλία δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου για την ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας

(2007/C 255/14)

1.   Εισαγωγή: Κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, της 23.7.1992, για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών, η Γαλλία επέβαλε υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στην τακτική αεροπορική γραμμή μεταξύ Castres (Mazamet) και Παρισιού (Ορλύ). Τα απαιτούμενα πρότυπα γι' αυτές τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C 18 της 22.1.2002, σ. 3.

Η Γαλλία αποφάσισε, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 εδάφιο δ) του εν λόγω κανονισμού και εφόσον την 1.3.2008 κανένας αερομεταφορέας δεν θα έχει αρχίσει ή δεν πρόκειται να αρχίσει την εκμετάλλευση της εν λόγω τακτικής αεροπορικής γραμμής σύμφωνα με τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και χωρίς να ζητεί οικονομική αντιστάθμιση, να περιορίσει την πρόσβαση στην εν λόγω γραμμή σε έναν μόνο αερομεταφορέα και να παραχωρήσει, μετά από πρόσκληση υποβολής προσφορών, το δικαίωμα εκμετάλλευσης της συγκεκριμένης αεροπορικής γραμμής από την 1.4.2008.

2.   Αναθέτουσα αρχή: Chambre de commerce et d'industrie de Castres-Mazamet, 40, allées Alphonse Juin, BP 30217, F-81101 Castres Cedex. Tél. (33) 563 51 46 46. Fax (33) 563 51 46 99. E-mail: f.chambert@castres-mazamet.cci.fr.

3.   Αντικείμενο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών: Εκτέλεση, από την 1.4.2008, τακτικών αεροπορικών δρομολογίων σύμφωνα με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Κύρια χαρακτηριστικά της σύμβασης: Σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία συνάπτεται μεταξύ του αερομεταφορέα, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Castres-Mazamet και του κράτους, σύμφωνα με το άρθρο 8 του διατάγματος αριθ. 2005-473, της 16.5.2005, σχετικά ιδίως με τους κανόνες χορήγησης οικονομικών αντισταθμίσεων από το κράτος.

Ο ανάδοχος θα εισπράττει τα έσοδα. Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Castres-Mazamet και το κράτος θα του καταβάλλουν χρηματοδοτική εισφορά ίση με τη διαφορά μεταξύ των πραγματικών δαπανών προ φόρων (ΦΠΑ, ειδικών φόρων αερομεταφορών) εκμετάλλευσης των δρομολογίων και των εμπορικών εσόδων προ φόρων (ΦΠΑ, ειδικών φόρων αερομεταφορών) από την εν λόγω εκμετάλλευση, εντός των ορίων της μέγιστης οικονομικής αντιστάθμισης για την οποία έχει δεσμευθεί ο ανάδοχος, αφαιρουμένων ενδεχομένως των ποσών των ποινικών ρητρών που αναφέρονται στο σημείο 9-4 της παρούσας προκήρυξης.

5.   Διάρκεια της σύμβασης: Η σύμβαση (σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας) έχει διάρκεια τριών ετών, αρχής γενομένης από την 1.4.2008.

6.   Συμμετοχή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών: Η συμμετοχή είναι ανοικτή σε όλους τους αερομεταφορείς κατόχους ισχύουσας άδειας εκμετάλλευσης που έχει εκδοθεί βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92 του Συμβουλίου, της 23.7.1992, σχετικά με τις άδειες των αερομεταφορέων.

7.   Διαδικασία κατακύρωσης και κριτήρια επιλογής των υποψηφίων: Η παρούσα πρόσκληση υποβολής προσφορών υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε), στ), ζ), η) και θ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, στις διατάξεις του κεφαλαίου IV τμήμα 1 του Νόμου 93-122 της 29.1.1993, σχετικά με την πρόληψη της διαφθοράς και τη διαφάνεια της οικονομικής ζωής και των δημοσίων διαδικασιών, καθώς και στις πράξεις εφαρμογής τους (ιδίως το διάταγμα αριθ. 97-638 της 31.5.1997 που εκδόθηκε για την εφαρμογή του Νόμου αριθ. 97-210 της 11.3.1997 σχετικά με την ενίσχυση της καταπολέμησης της παράνομης εργασίας), και στο διάταγμα αριθ. 2005-473 της 16.5.2005 σχετικά κυρίως με τους κανόνες χορήγησης οικονομικών αντισταθμίσεων από το κράτος, όπως και στις τρεις αποφάσεις που εκδόθηκαν στις 16.5.2005 για την εφαρμογή του.

7-1.   Κατάρτιση του φακέλου υποψηφιότητας: Ο φάκελος υποψηφιότητας πρέπει να συνταχθεί στη γαλλική γλώσσα. Εάν χρειαστεί, οι υποψήφιοι πρέπει να μεταφράσουν στα Γαλλικά τα έγγραφα που έχουν εκδοθεί από δημόσιες αρχές και έχουν συνταχθεί σε επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υποψήφιοι μπορούν επίσης να επισυνάψουν στη γαλλική έκδοση μια άλλη έκδοση συνταχθείσα σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ωστόσο δεν θα θεωρηθεί αυθεντική.

Ο φάκελος υποψηφιότητας περιλαμβάνει τα εξής:

επιστολή υποψηφιότητας, υπογεγραμμένη από τον διευθύνοντα ή από τον εκπρόσωπό του, και συνοδευόμενη από την εξουσιοδότηση που του παρέχει το δικαίωμα να υπογράφει,

υπόμνημα παρουσίασης της επιχείρησης, στο οποίο διευκρινίζονται οι επαγγελματικές και χρηματοοικονομικές ικανότητες του υποψηφίου στον τομέα των αερομεταφορών, καθώς και οι τυχόν σχετικές συστάσεις του. Το υπόμνημα αυτό πρέπει να επιτρέπει την αξιολόγηση της ικανότητας του υποψηφίου να εξασφαλίσει τη συνέχεια της παροχής δημόσιας υπηρεσίας και την ίση μεταχείριση των χρηστών, ο υποψήφιος μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να βασισθεί στο υπόδειγμα του εντύπου DC5 που χρησιμοποιείται για τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων,

τον συνολικό κύκλο εργασιών και τον κύκλο εργασιών υπηρεσιών αντίστοιχων με εκείνες που αφορά η παρούσα πρόσκληση κατά τα τρία τελευταία έτη ή, εάν το επιθυμεί ο υποψήφιος, τους ισολογισμούς και τους λογαριασμούς αποτελεσμάτων των τριών τελευταίων οικονομικών ετών. Εάν ο υποψήφιος δεν είναι σε θέση να υποβάλει αυτά τα στοιχεία, εκθέτει τους λόγους,

μεθοδολογικό σημείωμα ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο υποψήφιος προτίθεται να ανταποκριθεί στον φάκελο του διαγωνισμού, εάν του επιτραπεί να υποβάλει προσφορά από το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Castres-Mazamet, όπου εκτίθενται ιδίως:

τα τεχνικά και ανθρώπινα μέσα που θα διαθέσει ο υποψήφιος για την εκτέλεση των δρομολογίων,

ο αριθμός, τα τυπικά προσόντα και η τοποθέτηση του προσωπικού και, ενδεχομένως, οι προσλήψεις στις οποίες ο υποψήφιος προτίθεται να προβεί,

οι τύποι των χρησιμοποιούμενων αεροσκαφών και, ενδεχομένως, ο αριθμός νηολόγησής τους,

αντίγραφο της άδειας εκμετάλλευσης αερομεταφορέα του υποψηφίου,

εάν η άδεια εκμετάλλευσης έχει εκδοθεί από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλο από τη Γαλλία, ο υποψήφιος πρέπει επίσης να διευκρινίσει τα ακόλουθα στοιχεία:

εθνικότητα των αδειών κυβερνήτη,

δίκαιο εφαρμοστέο στις συμβάσεις εργασίας,

καθεστώς υπαγωγής στους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης,

τα μέτρα που έχουν ληφθεί προς συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων L. 341-5 και των άρθρων D. 341-5 και επόμενων του κώδικα εργασίας που αφορούν την προσωρινή απόσπαση μισθωτών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών στο εθνικό έδαφος,

τα πιστοποιητικά ή τις υπεύθυνες δηλώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 του διατάγματος αριθ. 97-638 της 31.5.1997 και στην απόφαση της 31.1.2003 που εκδόθηκε για την εφαρμογή του άρθρου 8 του προαναφερόμενου διατάγματος, με τα οποία βεβαιώνεται η τακτική εκπλήρωση από τον υποψήφιο των υποχρεώσεών του καταβολής φόρων και κοινωνικών εισφορών, ιδίως σε ό,τι αφορά:

τον εταιρικό φόρο,

τον φόρο προστιθέμενης αξίας,

τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, ασφάλισης κατά εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών και οικογενειακών επιδομάτων,

τον φόρο πολιτικής αεροπορίας,

τα αερολιμενικά τέλη,

τον φόρο επί των αεροπορικών ηχητικών οχλήσεων,

τον φόρο αλληλεγγύης.

Για τους υποψηφίους από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός της Γαλλίας, τα πιστοποιητικά ή οι βεβαιώσεις πρέπει να έχουν εκδοθεί από τις αρχές και οργανισμούς της χώρας καταγωγής τους,

υπεύθυνη δήλωση περί μη καταδίκης εγγεγραμμένης στο δελτίο αριθ. 2 για παραβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα L. 324-9, L. 324-10, L. 341-6, L. 125-1 και L. 125-3 του κώδικα εργασίας,

υπεύθυνη δήλωση ή/και οποιοδήποτε δικαιολογητικό που βεβαιώνει την τήρηση της υποχρέωσης απασχόλησης εργαζομένων με ειδικές ανάγκες που προβλέπεται στο άρθρο L. 323-1 του κώδικα εργασίας,

απόσπασμα Kα εγγραφής στο εμπορικό μητρώο και στο μητρώο εταιρειών, ή οποιοδήποτε ισοδύναμο έγγραφο,

κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92 της 23.7.1992, πιστοποιητικό ασφάλισης, με ημερομηνία έκδοσης μικρότερη των τριών μηνών, για την κάλυψη αστικής ευθύνης σε περίπτωση ατυχήματος, ιδίως όσον αφορά τους επιβάτες, τις αποσκευές, το φορτίο, το ταχυδρομείο και τρίτους, και σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 785/2004 της 21.4.2004, και ιδίως το άρθρο 4,

σε περίπτωση μέτρου διασφάλισης ή συλλογικής διαδικασίας, αντίγραφο των σχετικών δικαστικών αποφάσεων (εάν δεν έχουν συνταχθεί στη γαλλική γλώσσα, πρέπει να συνοδεύονται από επικυρωμένη μετάφραση).

7-2.   Τρόποι εξέτασης των υποψηφιοτήτων: Οι υποψήφιοι θα επιλεγούν με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

επαγγελματικές και χρηματοοικονομικές εγγυήσεις των υποψηφίων,

ικανότητα των υποψηφίων να διασφαλίσουν τη συνεχή παροχή της δημόσιας υπηρεσίας αερομεταφορών και την ίση μεταχείριση των χρηστών της εν λόγω υπηρεσίας,

τήρηση από τους υποψηφίους της υποχρέωσης απασχόλησης εργαζομένων με ειδικές ανάγκες που προβλέπεται στο άρθρο L. 323-1 του κώδικα εργασίας.

8.   Κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης: Οι μεταφορείς των οποίων η υποψηφιότητα θα γίνει δεκτή και θα επιλεγεί θα κληθούν, σε ένα δεύτερο στάδιο, να υποβάλουν την προσφορά τους σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει ο συγκεκριμένος κανονισμός της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, ο οποίος και θα τους αποσταλεί.

Οι προσφορές που θα υποβληθούν τοιουτοτρόπως θα αποτελέσουν αντικείμενο ελεύθερης διαπραγμάτευσης από την αρμόδια αρχή του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Castres-Mazamet.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, για την επιλογή μεταξύ των προσφορών που θα υποβληθούν θα ληφθεί υπόψη η ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας, και ιδίως τα ναύλα και όροι που μπορούν να προσφερθούν στους χρήστες, καθώς και το κόστος του αιτούμενου αντισταθμίσματος.

9.   Απαραίτητες συμπληρωματικές πληροφορίες:

9-1.   Οικονομική αντιστάθμιση: Στις προσφορές που θα υποβάλουν οι υποψήφιοι των οποίων θα έχει επιλεγεί η υποψηφιότητα πρέπει να αναφέρεται ρητά το μέγιστο ποσό που ζητείται ως οικονομική αντιστάθμιση για την εκμετάλλευση της γραμμής επί τρία έτη, αρχής γενομένης από την 1.4.2008 (με ετήσιο αναλυτικό λογαριασμό). Το ακριβές ύψος της οικονομικής αντιστάθμισης που θα χορηγηθεί τελικά καθορίζεται ετησίως, εκ των υστέρων, σε συνάρτηση με τις δαπάνες και τα έσοδα που έχει όντως παράγει η παροχή της υπόψη υπηρεσίας, εντός των ορίων του ποσού που αναφέρεται στην προσφορά. Το μέγιστο αυτό όριο οικονομικής αντιστάθμισης θα μπορεί να αναθεωρηθεί μόνο σε περίπτωση απρόβλεπτης τροποποίησης των όρων εκμετάλλευσης.

Οι ετήσιες πληρωμές καταβάλλονται υπό μορφή προκαταβολών και υπολοίπου εξόφλησης. Το υπόλοιπο εξόφλησης καταβάλλεται μόνον εφόσον εγκριθούν οι λογαριασμοί του αερομεταφορέα για την υπόψη αεροπορική γραμμή και εφόσον επαληθευθούν οι όροι εκμετάλλευσης της γραμμής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 9-2 κατωτέρω.

Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης πριν από την κανονική της λήξη, εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 9-2 το συντομότερο δυνατόν ώστε να καταστεί δυνατή η καταβολή στον αερομεταφορέα του υπολοίπου της οφειλόμενης οικονομικής αντιστάθμισης, της οποίας το μέγιστο όριο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μειώνεται κατ' αναλογία της πραγματικής διάρκειας της εκμετάλλευσης.

9-2.   Επαλήθευση της εκτέλεσης της γραμμής και των λογαριασμών του μεταφορέα: Η εκτέλεση των δρομολογίων και η αναλυτική λογιστική του αερομεταφορέα για τα δεδομένα δρομολόγια εξετάζονται τουλάχιστον μία φορά ανά έτος σε συνεννόηση με τον αερομεταφορέα.

9-3.   Τροποποίηση και καταγγελία της σύμβασης: Εάν ο αερομεταφορέας κρίνει ότι η απρόβλεπτη τροποποίηση των όρων εκμετάλλευσης δικαιολογεί την αναθεώρηση του μέγιστου ποσού της οικονομικής αντιστάθμισης, μπορεί να υποβάλει σχετικό αιτιολογημένο αίτημα στα άλλα υπογράφοντα μέρη της σύμβασης, τα οποία έχουν στη διάθεσή τους χρονικό περιθώριο δύο μηνών για να αποφανθούν επ' αυτού. H σύμβαση μπορεί τότε να τροποποιηθεί με τροποποιητική συμφωνία.

Οποιοδήποτε από τα υπογράφοντα μέρη της σύμβασης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση πριν από την κανονική λήξη της ισχύος της μόνον εφόσον τηρήσει εξάμηνη προθεσμία προειδοποίησης. Σε περίπτωση αθέτησης των συμβατικών του υποχρεώσεων, ο αερομεταφορέας θεωρείται ότι έχει καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς προειδοποίηση, εφόσον δεν αρχίσει και πάλι να εκτελεί το δρομολόγιο σύμφωνα προς τις υποχρεώσεις του εντός ενός μηνός από την παραλαβή προειδοποιητικής επιστολής.

9-4.   Ποινικές ρήτρες ή άλλες μειώσεις προβλεπόμενες από τη σύμβαση: Η μη τήρηση από τον αερομεταφορέα της προθεσμίας προειδοποίησης που αναφέρεται στο σημείο 9-3 επιφέρει επιβολή είτε διοικητικού προστίμου κατ' εφαρμογή του άρθρου R.330-20 του κώδικα πολιτικής αεροπορίας, είτε ποινικής ρήτρας υπολογιζόμενης με βάση τον αριθμό των μηνών αθέτησης της σύμβασης και το πραγματικό έλλειμμα της γραμμής κατά το εξεταζόμενο έτος, με ανώτατο όριο τη μέγιστη οικονομική αντιστάθμιση που προβλέπεται στο σημείο 9-1.

Σε περίπτωση περιορισμένης παράβασης των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, εφαρμόζεται μείωση της μέγιστης οικονομικής αντιστάθμισης που προβλέπεται στο σημείο 9-1, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου R.330-20 του κώδικα πολιτικής αεροπορίας.

Στον υπολογισμό της μείωσης αυτής λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, ο αριθμός των πτήσεων που ματαιώθηκαν για λόγους καταλογιζόμενους στον αερομεταφορέα, ο αριθμός των πτήσεων που πραγματοποιήθηκαν με μεταφορική ικανότητα μικρότερη από την απαιτούμενη, ο αριθμός των πτήσεων που πραγματοποιήθηκαν χωρίς να τηρηθούν οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας όσον αφορά τους ενδιάμεσους σταθμούς ή τις εφαρμοζόμενες τιμές.

10.   Όροι αποστολής των φακέλων υποψηφιότητας: Οι φάκελοι υποψηφιότητας εσωκλείονται σε σφραγισμένο φάκελο που φέρει την ένδειξη: «Réponse à l'appel de candidatures Ligne aérienne Castres (Mazamet)/Paris (Orly) – À n'ouvrir que par le destinataire» . Οι φάκελοι υποψηφιότητας πρέπει να αποσταλούν με συστημένη επιστολή έναντι απόδειξης παραλαβής (θα ληφθεί υπόψη η ημερομηνία που αναγράφεται στο αποδεικτικό της παραλήπτριας αρχής) ή να επιδοθούν ιδιοχείρως έναντι βεβαίωσης παραλαβής, και να περιέλθουν το αργότερο στις 4.12.2007 και ώρα 12.00 τοπική, στην ακόλουθη διεύθυνση:

Chambre de commerce et d'industrie de Castres-Mazamet, 40, allées Alphonse Juin, BP 30217, F-81101 Castres Cedex.

11.   Επακόλουθη διαδικασία: Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Castres-Mazamet θα απευθύνει στους επιλεγέντες υποψηφίους, το αργότερο στις 7.12.2007, τον φάκελο του διαγωνισμού, στον οποίο θα περιλαμβάνονται ιδίως οι όροι του διαγωνισμού και το σχέδιο της σύμβασης.

Οι υποψήφιοι που θα επιλεγούν θα πρέπει να υποβάλουν την προσφορά τους το αργότερο στις 4.1.2008 και ώρα 12.00 τοπική.

Η προσφορά δεσμεύει τον υποψήφιο επί 280 ημέρες από την υποβολή της.

12.   Ισχύς της πρόσκλησης υποβολής προσφορών: Η πρόσκληση υποβολής προσφορών ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι κανένας κοινοτικός αερομεταφορέας δεν θα υποβάλει, έως την 1.3.2008, πρόγραμμα εκμετάλλευσης της εν λόγω γραμμής από την 1.4.2008, σύμφωνα με τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας χωρίς να λάβει καμία οικονομική αντιστάθμιση.

13.   Αιτήματα παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών: Για να λάβουν πληροφορίες που ενδεχομένως τους είναι απαραίτητες, οι υποψήφιοι μπορούν να απευθύνονται, αποκλειστικά και μόνο μέσω επιστολής ή τηλεομοιοτυπίας, στον πρόεδρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Castres-Mazamet, στη διεύθυνση και στον αριθμό τηλεομοιοτυπικού που αναφέρονται στην παράγραφο 2.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/42


F-Castres: Χειρισμός τακτικών αεροπορικών υπηρεσιών

Εκμετάλλευση τακτικών αεροπορικών γραμμών μεταξύ Castres (Mazamet) και Λυών (Saint-Exupéry) αφενός, και μεταξύ Rodez (Marcillac) και Λυών (Saint-Exupéry) αφετέρου

Προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού από τη Γαλλία δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου για την ανάθεση δημόσιας υπηρεσίας

(2007/C 255/15)

1.   Εισαγωγή: Κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, της 23.7.1992, για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών, η Γαλλία επέβαλε υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας στις τακτικές αεροπορικές γραμμές μεταξύ Castres (Mazamet) και Λυών (Saint-Exupéry) και μεταξύ Rodez (Marcillac) και Λυών (Saint-Exupéry). Τα απαιτούμενα πρότυπα γι' αυτές τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C 18 της 22.1.2002, σ. 6.

Εφόσον την 1.5.2008 κανένας αερομεταφορέας δεν θα έχει αρχίσει ή δεν πρόκειται να αρχίσει την εκμετάλλευση των τακτικών αεροπορικών γραμμών μεταξύ Castres και Rodez αφενός και Rodez και Λυών αφετέρου, σύμφωνα με τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και χωρίς να ζητεί οικονομική αντιστάθμιση, η Γαλλία αποφάσισε, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του ανωτέρω κανονισμού, να περιορίσει την πρόσβαση στις εν λόγω γραμμές σε έναν μόνο αερομεταφορέα και να παραχωρήσει, κατόπιν πρόσκλησης υποβολής προσφορών, το δικαίωμα εκμετάλλευσης των εν λόγω αεροπορικών γραμμών από την 1.6.2008.

2.   Αναθέτουσα αρχή: Chambre de commerce et d'industrie de Castres-Mazamet, 40, allées Alphonse Juin, BP 30217, F-81101 Castres Cedex. Tél. (33) 563 51 46 46. Fax (33) 563 51 46 99. E-mail: f.chambert@castres-mazamet.cci.fr.

και

Société anonyme d'économie mixte locale (SAEML) Air 12, Aéroport de Rodez-Marcillac, route de Décazeville, F-12330 Salles-la-Source. Tél. (33) 565 76 02 00. Fax (33) 565 42 99 97. E-mail: aeroport-rodez-marcillac@wanadoo.fr.

3.   Αντικείμενο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών: Eκτέλεση, από την 1.6.2008, τακτικών αεροπορικών δρομολογίων σύμφωνα με τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Κύρια χαρακτηριστικά της σύμβασης: Σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία συνάπτεται μεταξύ του αερομεταφορέα, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Castres-Mazamet (Chambre de commerce et d'industrie de Castres-Mazamet), της Société anonyme d'économie mixte locale Air 12 και του κράτους, σύμφωνα με το άρθρο 8 του διατάγματος αριθ. 2005-473 της 16.5.2005 σχετικά ιδίως με τους κανόνες χορήγησης οικονομικών αντισταθμίσεων από το κράτος.

Ο ανάδοχος θα εισπράττει τα έσοδα. Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Castres-Mazamet, η Société anonyme d'économie mixte locale Air 12 και το κράτος θα του καταβάλλουν χρηματοδοτική εισφορά ίση με τη διαφορά μεταξύ των πραγματικών δαπανών προ φόρων (ΦΠΑ, ειδικών φόρων αερομεταφορών) εκμετάλλευσης των δρομολογίων και των εμπορικών εσόδων προ φόρων (ΦΠΑ, ειδικών φόρων αερομεταφορών) από την εν λόγω εκμετάλλευση, εντός των ορίων της μέγιστης οικονομικής αντιστάθμισης για την οποία έχει δεσμευθεί ο ανάδοχος, αφαιρουμένων ενδεχομένως των ποσών των ποινικών ρητρών που αναφέρονται στο σημείο 9-4 της παρούσας προκήρυξης.

5.   Διάρκεια της σύμβασης: Η σύμβαση (σύμβαση ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας) έχει διάρκεια τριών ετών, αρχής γενομένης από την 1.6.2008.

6.   Συμμετοχή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών: Η συμμετοχή είναι ανοικτή σε όλους τους αερομεταφορείς κατόχους ισχύουσας άδειας εκμετάλλευσης που έχει εκδοθεί βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92 του Συμβουλίου, της 23.7.1992, σχετικά με τις άδειες των αερομεταφορέων.

7.   Διαδικασία κατακύρωσης και κριτήρια επιλογής των υποψηφίων: Η παρούσα πρόσκληση υποβολής προσφορών υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε), στ), ζ), η) και θ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, στις διατάξεις του κεφαλαίου IV τμήμα 1 του Νόμου 93-122 της 29.1.1993, σχετικά με την πρόληψη της διαφθοράς και τη διαφάνεια της οικονομικής ζωής και των δημοσίων διαδικασιών, καθώς και στις πράξεις εφαρμογής τους (ιδίως το διάταγμα αριθ. 97-638 της 31.5.1997 που εκδόθηκε για την εφαρμογή του Νόμου αριθ. 97-210 της 11.3.1997 σχετικά με την ενίσχυση της καταπολέμησης της παράνομης εργασίας), και στο διάταγμα αριθ. 2005-473 της 16.5.2005 σχετικά κυρίως με τους κανόνες χορήγησης οικονομικών αντισταθμίσεων από το κράτος, όπως και στις τρεις αποφάσεις που εκδόθηκαν στις 16.5.2005 για την εφαρμογή του.

7-1.   Κατάρτιση του φακέλου υποψηφιότητας: Ο φάκελος υποψηφιότητας πρέπει να συνταχθεί στη γαλλική γλώσσα. Εάν χρειαστεί, οι υποψήφιοι πρέπει να μεταφράσουν στα Γαλλικά τα έγγραφα που έχουν εκδοθεί από δημόσιες αρχές και έχουν συνταχθεί σε επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υποψήφιοι μπορούν επίσης να επισυνάψουν στη γαλλική έκδοση μια άλλη έκδοση συνταχθείσα σε άλλη επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ωστόσο δεν θα θεωρηθεί αυθεντική.

Ο φάκελος υποψηφιότητας περιλαμβάνει τα εξής:

επιστολή υποψηφιότητας, υπογεγραμμένη από τον διευθύνοντα ή από τον εκπρόσωπό του, και συνοδευόμενη από την εξουσιοδότηση που του παρέχει το δικαίωμα να υπογράφει,

υπόμνημα παρουσίασης της επιχείρησης, στο οποίο διευκρινίζονται οι επαγγελματικές και χρηματοοικονομικές ικανότητες του υποψηφίου στον τομέα των αερομεταφορών, καθώς και οι τυχόν σχετικές συστάσεις του. Το υπόμνημα αυτό πρέπει να επιτρέπει την αξιολόγηση της ικανότητας του υποψηφίου να εξασφαλίσει τη συνέχεια της παροχής δημόσιας υπηρεσίας και την ίση μεταχείριση των χρηστών, ο υποψήφιος μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να βασισθεί στο υπόδειγμα του εντύπου DC5 που χρησιμοποιείται για τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων,

τον συνολικό κύκλο εργασιών και τον κύκλο εργασιών υπηρεσιών αντίστοιχων με εκείνες που αφορά η παρούσα πρόσκληση κατά τα τρία τελευταία έτη ή, εάν το επιθυμεί ο υποψήφιος, τους ισολογισμούς και τους λογαριασμούς αποτελεσμάτων των τριών τελευταίων οικονομικών ετών. Εάν ο υποψήφιος δεν είναι σε θέση να υποβάλει αυτά τα στοιχεία, εκθέτει τους λόγους,

μεθοδολογικό σημείωμα ως προς τον τρόπο με τον οποίο ο υποψήφιος προτίθεται να ανταποκριθεί στον φάκελο του διαγωνισμού, εάν του επιτραπεί να υποβάλει προσφορά από το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Castres-Mazamet και τη SAEML Air 12, όπου εκτίθενται ιδίως:

τα τεχνικά και ανθρώπινα μέσα που θα διαθέσει ο υποψήφιος για την εκτέλεση των δρομολογίων,

ο αριθμός, τα τυπικά προσόντα και η τοποθέτηση του προσωπικού και, ενδεχομένως, οι προσλήψεις στις οποίες ο υποψήφιος προτίθεται να προβεί,

οι τύποι των χρησιμοποιούμενων αεροσκαφών και, ενδεχομένως, ο αριθμός νηολόγησής τους,

αντίγραφο της άδειας εκμετάλλευσης αερομεταφορέα του υποψηφίου,

εάν η άδεια εκμετάλλευσης έχει εκδοθεί από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης άλλο από τη Γαλλία, ο υποψήφιος πρέπει επίσης να διευκρινίσει τα ακόλουθα στοιχεία:

εθνικότητα των αδειών κυβερνήτη,

δίκαιο εφαρμοστέο στις συμβάσεις εργασίας,

καθεστώς υπαγωγής στους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης,

τα μέτρα που έχουν ληφθεί προς συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων L. 341-5 και των άρθρων D. 341-5 και επόμενων του κώδικα εργασίας που αφορούν την προσωρινή απόσπαση μισθωτών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών στο εθνικό έδαφος,

τα πιστοποιητικά ή τις υπεύθυνες δηλώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 του διατάγματος αριθ. 97-638 της 31.5.1997 και στην απόφαση της 31.1.2003 που εκδόθηκε για την εφαρμογή του άρθρου 8 του προαναφερόμενου διατάγματος, με τα οποία βεβαιώνεται η τακτική εκπλήρωση από τον υποψήφιο των υποχρεώσεών του καταβολής φόρων και κοινωνικών εισφορών, ιδίως σε ό,τι αφορά:

τον εταιρικό φόρο,

τον φόρο προστιθέμενης αξίας,

τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, ασφάλισης κατά εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών και οικογενειακών επιδομάτων,

τον φόρο πολιτικής αεροπορίας,

τα αερολιμενικά τέλη,

τον φόρο επί των αεροπορικών ηχητικών οχλήσεων,

τον φόρο αλληλεγγύης,

Για τους υποψηφίους από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός της Γαλλίας, τα πιστοποιητικά ή οι βεβαιώσεις πρέπει να έχουν εκδοθεί από τις αρχές και οργανισμούς της χώρας καταγωγής τους,

υπεύθυνη δήλωση περί μη καταδίκης εγγεγραμμένης στο δελτίο αριθ. 2 για παραβάσεις που αναφέρονται στα άρθρα L. 324-9, L. 324-10, L. 341-6, L. 125-1 και L. 125-3 του κώδικα εργασίας,

υπεύθυνη δήλωση ή/και οποιοδήποτε δικαιολογητικό που βεβαιώνει την τήρηση της υποχρέωσης απασχόλησης εργαζομένων με ειδικές ανάγκες που προβλέπεται στο άρθρο L. 323-1 του κώδικα εργασίας,

απόσπασμα Kα εγγραφής στο εμπορικό μητρώο και στο μητρώο εταιρειών ή οποιοδήποτε ισοδύναμο έγγραφο,

κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2407/92, της 23.7.1992, πιστοποιητικό ασφάλισης, με ημερομηνία έκδοσης μικρότερη των τριών μηνών, για την κάλυψη αστικής ευθύνης σε περίπτωση ατυχήματος, ιδίως όσον αφορά τους επιβάτες, τις αποσκευές, το φορτίο, το ταχυδρομείο και τρίτους, και σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 785/2004 της 21.4.2004, και ιδίως το άρθρο 4,

σε περίπτωση μέτρου διασφάλισης ή συλλογικής διαδικασίας, αντίγραφο των σχετικών δικαστικών αποφάσεων (εάν δεν έχουν συνταχθεί στη γαλλική γλώσσα, πρέπει να συνοδεύονται από επικυρωμένη μετάφραση).

7-2.   Τρόποι εξέτασης των υποψηφιοτήτων: Οι υποψήφιοι θα επιλεγούν με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

επαγγελματικές και χρηματοοικονομικές εγγυήσεις των υποψηφίων,

ικανότητα των υποψηφίων να διασφαλίσουν τη συνεχή παροχή της δημόσιας υπηρεσίας αερομεταφορών και την ίση μεταχείριση των χρηστών της εν λόγω υπηρεσίας,

τήρηση από τους υποψηφίους της υποχρέωσης απασχόλησης εργαζομένων με ειδικές ανάγκες που προβλέπεται στο άρθρο L. 323-1 του κώδικα εργασίας.

8.   Κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης: Οι μεταφορείς των οποίων η υποψηφιότητα θα γίνει δεκτή και θα επιλεγεί θα κληθούν, σε ένα δεύτερο στάδιο, να υποβάλουν την προσφορά τους σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει ο συγκεκριμένος κανονισμός της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, ο οποίος και θα τους αποσταλεί.

Οι προσφορές που θα υποβληθούν τοιουτοτρόπως θα αποτελέσουν αντικείμενο ελεύθερης διαπραγμάτευσης από τις αρμόδιες αρχές του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Castres-Mazamet και της Société anonyme d'économie mixte locale Air 12.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92, για την επιλογή μεταξύ των προσφορών που θα υποβληθούν θα ληφθεί υπόψη η ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας, και ιδίως τα ναύλα και οι όροι που μπορούν να προσφερθούν στους χρήστες, καθώς και το κόστος του αιτούμενου αντισταθμίσματος.

9.   Απαραίτητες συμπληρωματικές πληροφορίες:

9-1.   Οικονομική αντιστάθμιση: Στις προσφορές που θα υποβάλουν οι υποψήφιοι των οποίων θα έχει επιλεγεί η υποψηφιότητα πρέπει να αναφέρεται ρητά το μέγιστο ποσό που ζητείται ως οικονομική αντιστάθμιση για την εκμετάλλευση της γραμμής επί τρία έτη, αρχής γενομένης από την 1.6.2008 (με ετήσιο αναλυτικό λογαριασμό). Το ακριβές ύψος της οικονομικής αντιστάθμισης που θα χορηγηθεί τελικά καθορίζεται ετησίως, εκ των υστέρων, σε συνάρτηση με τις δαπάνες και τα έσοδα που έχει όντως παράγει η παροχή της υπόψη υπηρεσίας, εντός των ορίων του ποσού που αναφέρεται στην προσφορά. Το μέγιστο αυτό όριο οικονομικής αντιστάθμισης θα μπορεί να αναθεωρηθεί μόνο σε περίπτωση απρόβλεπτης τροποποίησης των όρων εκμετάλλευσης.

Οι ετήσιες πληρωμές καταβάλλονται υπό μορφή προκαταβολών και υπολοίπου εξόφλησης. Το υπόλοιπο εξόφλησης καταβάλλεται μόνον εφόσον εγκριθούν οι λογαριασμοί του αερομεταφορέα για την υπόψη αεροπορική γραμμή και εφόσον επαληθευθούν οι όροι εκμετάλλευσης της γραμμής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 9-2 κατωτέρω.

Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης πριν από την κανονική της λήξη, εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 9-2 το συντομότερο δυνατόν ώστε να καταστεί δυνατή η καταβολή στον αερομεταφορέα του υπολοίπου της οφειλόμενης οικονομικής αντιστάθμισης, της οποίας το μέγιστο όριο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μειώνεται κατ' αναλογία της πραγματικής διάρκειας της εκμετάλλευσης.

9-2.   Επαλήθευση της εκτέλεσης της γραμμής και των λογαριασμών του μεταφορέα: Η εκτέλεση των δρομολογίων και η αναλυτική λογιστική του μεταφορέα για τα συγκεκριμένα δρομολόγια εξετάζονται τουλάχιστον μία φορά ετησίως σε συνεννόηση με τον μεταφορέα.

9-3.   Τροποποίηση και καταγγελία της σύμβασης: Εάν ο αερομεταφορέας κρίνει ότι η απρόβλεπτη τροποποίηση των όρων εκμετάλλευσης δικαιολογεί την αναθεώρηση του μέγιστου ποσού της οικονομικής αντιστάθμισης, μπορεί να υποβάλει σχετικό αιτιολογημένο αίτημα στα άλλα υπογράφοντα μέρη της σύμβασης, τα οποία έχουν στη διάθεσή τους χρονικό περιθώριο δύο μηνών για να αποφανθούν επ' αυτού. H σύμβαση μπορεί τότε να τροποποιηθεί με τροποποιητική συμφωνία.

Οποιοδήποτε από τα υπογράφοντα μέρη της σύμβασης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση πριν από την κανονική λήξη της ισχύος της μόνον εφόσον τηρήσει εξάμηνη προθεσμία προειδοποίησης. Σε περίπτωση αθέτησης των συμβατικών του υποχρεώσεων, ο αερομεταφορέας θεωρείται ότι έχει καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς προειδοποίηση, εφόσον δεν αρχίσει και πάλι να εκτελεί τα δρομολόγια σύμφωνα προς τις υποχρεώσεις του εντός ενός μηνός από την παραλαβή προειδοποιητικής επιστολής.

9-4.   Ποινικές ρήτρες ή άλλες μειώσεις προβλεπόμενες από τη σύμβαση: Η μη τήρηση από τον αερομεταφορέα της προθεσμίας προειδοποίησης που αναφέρεται στο σημείο 9-3 επιφέρει επιβολή είτε διοικητικού προστίμου κατ' εφαρμογή του άρθρου R.330-20 του κώδικα πολιτικής αεροπορίας, είτε ποινικής ρήτρας υπολογιζόμενης με βάση τον αριθμό των μηνών αθέτησης της σύμβασης και το πραγματικό έλλειμμα της γραμμής κατά το εξεταζόμενο έτος, με ανώτατο όριο τη μέγιστη οικονομική αντιστάθμιση που προβλέπεται στο σημείο 9-1.

Σε περίπτωση περιορισμένης παράβασης των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, εφαρμόζεται μείωση της μέγιστης οικονομικής αντιστάθμισης που προβλέπεται στο σημείο 9-1, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου R.330-20 του κώδικα πολιτικής αεροπορίας.

Στον υπολογισμό της μείωσης αυτής λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, ο αριθμός των πτήσεων που ματαιώθηκαν για λόγους καταλογιζόμενους στον αερομεταφορέα, ο αριθμός των πτήσεων που πραγματοποιήθηκαν με μεταφορική ικανότητα μικρότερη από την απαιτούμενη, ο αριθμός των πτήσεων που πραγματοποιήθηκαν χωρίς να τηρηθούν οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας όσον αφορά τους ενδιάμεσους σταθμούς ή τις εφαρμοζόμενες τιμές.

10.   Όροι αποστολής των φακέλων υποψηφιότητας: Οι φάκελοι υποψηφιότητας εσωκλείονται σε σφραγισμένο φάκελο που φέρει την ένδειξη: «Réponse à l'appel de candidatures Ligne aérienne Castres (Mazamet)/Rodez (Marcillac)/Lyon (Saint-Exupéry) — À n'ouvrir que par le destinataire». Οι φάκελοι υποψηφιότητας πρέπει να αποσταλούν με συστημένη επιστολή έναντι απόδειξης παραλαβής (θα ληφθεί υπόψη η ημερομηνία που αναγράφεται στο αποδεικτικό της παραλήπτριας αρχής) ή να επιδοθούν ιδιοχείρως έναντι βεβαίωσης παραλαβής, και να περιέλθουν το αργότερο στις 4.12.2007 και ώρα 12.00 τοπική, στην ακόλουθη διεύθυνση:

Chambre de commerce et d'industrie de Castres-Mazamet, 40, allées Alphonse Juin, BP 30217, F-81101 Castres Cedex.

11.   Επακόλουθη διαδικασία: Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Castres-Mazamet θα απευθύνει στους επιλεγέντες υποψηφίους, το αργότερο στις 7.12.2007, τον φάκελο του διαγωνισμού, στον οποίο θα περιλαμβάνονται ιδίως οι όροι του διαγωνισμού και το σχέδιο της σύμβασης.

Οι υποψήφιοι που θα επιλεγούν θα πρέπει να υποβάλουν την προσφορά τους το αργότερο στις 4.1.2008 και ώρα 12.00 τοπική.

Η προσφορά δεσμεύει τον υποψήφιο επί 280 ημέρες από την υποβολή της.

12.   Ισχύς της πρόσκλησης υποβολής προσφορών: Η πρόσκληση υποβολής προσφορών ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι κανένας κοινοτικός αερομεταφορέας δεν θα υποβάλει, έως την 1.5.2008, πρόγραμμα εκμετάλλευσης της εν λόγω γραμμής από την 1.6.2008, σύμφωνα με τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας και χωρίς καμία οικονομική αντιστάθμιση.

13.   Αιτήματα παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών: Για να λάβουν πληροφορίες που ενδεχομένως τους είναι απαραίτητες, οι υποψήφιοι μπορούν να απευθύνονται, αποκλειστικά και μόνο μέσω επιστολής ή τηλεομοιοτυπίας, στον πρόεδρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Castres-Mazamet, στη διεύθυνση και στον αριθμό τηλεομοιοτυπικού που αναφέρονται στην παράγραφο 2.


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Επιτροπή

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/45


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.4911 — Goldman Sachs/LOMO)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/16)

1.

Στις 19 Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση The Goldman Sachs Group, Inc. (Goldman Sachs, ΗΠΑ) αποκτά με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης LOMO Group (LOMO, Γερμανία) με αγορά τίτλων.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Goldman Sachs: επενδυτική τραπεζική, διαπραγμάτευση και επενδύσεις κεφαλαίων, διαχείριση στοιχείων ενεργητικού, παροχή επενδυτικών υπηρεσιών,

για την LOMO: εκμετάλλευση πρατηρίων καυσίμων και σταθμών εξυπηρέτησης σε αυτοκινητόδρομους.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.4911 — Goldman Sachs/LOMO. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004,σ. 1.

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/46


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.4944 — SAP/Business Objects)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/17)

1.

Στις 22 Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση SAP AG («SAP», Γερμανία) αποκτά με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης Business Objects S.A. («BO», Γαλλία/ΗΠΑ) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την SAP: συστήματα λογισμικού για επιχειρήσεις,

για την BO: συστήματα λογισμικού για επιχειρηματικές αναλύσεις, εκπαίδευση και συναφείς υπηρεσίες.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.4944 — SAP/Business Objects. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004,σ. 1.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/47


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.4899 — SCB/Süd-Chemie)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/18)

1.

Στις 19 Οκτωβρίου 2007, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας προτεινόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση SC-Beteiligungsgesellschaft mbH (SCB, Γερμανία), που τελευταία ελέγχεται από την JP Morgan Chase & Co. (JPMorgan Chase, ΗΠΑ), αποκτά με την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού του Συμβουλίου έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης Süd-Chemie AG (Süd-Chemie, Γερμανία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την SCB: ειδικού σκοπού φορέας της JPMorgan Chase,

για την JPMorgan Chase: χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες,

για την Süd-Chemie: ειδικά χημικά προϊόντα.

3.

Κατά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα συναλλαγή θα μπορούσε να εμπέσει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 139/2004. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση στην Επιτροπή.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά COMP/M.4899 — SCB/Süd-Chemie. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Eπιτροπή με φαξ [αριθμός (32-2) 296 43 01 ή 296 72 44] ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

B-1049 Bruxelles/Brussel


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32.


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/48


ΠΡΌΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΫ (EΚ) αριθ. …/… ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της […]

που τροποποιεί τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 773/2004 σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδικασιών διευθέτησης διαφορών σε υποθέσεις συμπράξεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/19)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,

τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (1), και ιδίως το άρθρο 33,

αφού δημοσίευσε προσχέδιο αυτού του κανονισμού (2),

μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 773/2004 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη διεξαγωγή από την Επιτροπή των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ (3) θεσπίζει κανόνες για τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών στις διαδικασίες αυτές.

(2)

Τα εμπλεκόμενα μέρη πρέπει να είναι διατεθειμένα να παραδεχτούν τη συμμετοχή τους σε σύμπραξη κατά παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης και την ευθύνη τους όσον αφορά τη συμμετοχή αυτή, εάν δύνανται να προβλέψουν ευλόγως τα αναμενόμενα πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά τη συμμετοχή τους στην παράβαση και το ύψος των ενδεχομένων προστίμων και συμφωνούν με τα πορίσματα αυτά. Η Επιτροπή θα έπρεπε να είναι σε θέση να αποκαλύψει σ' αυτά τα μέρη, όπου είναι κατάλληλο, τις αιτιάσεις που σκοπεύει να τους απευθύνει όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που περιέχονται στον φάκελο και τα σχετικά πρόστιμα που ενδεχομένως θα τους επιβληθούν. Αυτή η έγκαιρη αποκάλυψη θα επέτρεπε στα εμπλεκόμενα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις τους επί των αιτιάσεων τις οποίες σκοπεύει να τους απευθύνει η Επιτροπή, καθώς και την ενδεχόμενη ευθύνη τους.

(3)

Όταν η Επιτροπή, στην κοινοποίηση αιτιάσεων, αναφέρει τις υποβληθείσες εγγράφως προτάσεις διευθέτησης διαφορών των μερών και, κατά συνέπεια τα μέρη στις απαντήσεις τους επιβεβαιώνουν ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων αντιστοιχεί στο περιεχόμενο των γραπτών προτάσεών τους προς διευθέτηση των διαφορών, η Επιτροπή θα έπρεπε να προβεί άμεσα στην έκδοση της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 7 και το άρθρο 23 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις συμπράξεις και τις δεσπόζουσες θέσεις σύμφωνα με το άρθρο 14 του ιδίου κανονισμού.

(4)

Συνεπώς, είναι αναγκαία η θέσπιση μιας διαδικασίας διευθέτησης διαφορών που θα επιτρέψει στην Επιτροπή να επεξεργάζεται ταχύτερα τις υποθέσεις συμπράξεων μέσω συμφωνίας με τα μέρη.

(5)

Η πείρα αποδεικνύει ότι η συστηματική διαβίβαση στους καταγγέλλοντες μιας μη απόρρητης εκδοχής της κοινοποίησης των αιτιάσεων δύναται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη βούληση των εμπλεκομένων μερών να συνεργαστούν με την Επιτροπή. Ενώ οι καταγγέλλοντες θα έπρεπε να συνεχίσουν να αποτελούν μέρος της διαδικασίας, να ενημερώνονται σχετικά και να είναι σε θέση να παρέχουν τις απόψεις τους σχετικά με τη φύση και το αντικείμενο της διαδικασίας εγγράφως, η Επιτροπή από την πλευρά της θα έπρεπε να καθορίσει με ποιον τρόπο αυτές οι έγγραφες πληροφορίες πρέπει να δοθούν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση.

(6)

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 773/2004 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (EΚ) αριθ. 773/2004 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 2 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο

«1.   Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει ανά πάσα στιγμή την κίνηση διαδικασίας ενόψει της έκδοσης απόφασης δυνάμει του κεφαλαίου III του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, αλλά όχι αργότερα από την ημερομηνία κατά την οποία καταρτίζει την προκαταρκτική εκτίμηση όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, ή κοινοποιεί τις αιτιάσεις, ή ζητάει από τα μέρη να εκφράσουν το ενδιαφέρον τους να συμμετάσχουν σε συζητήσεις διευθέτησης διαφορών ή από την ημερομηνία δημοσίευσης της ανακοίνωσης δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 4 του ίδιου κανονισμού, με υπερισχύουσα την πρώτη χρονολογικά ημερομηνία.»

2.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οσάκις η Επιτροπή προβαίνει σε κοινοποίηση αιτιάσεων σχετικά με υπόθεση για την οποία έχει λάβει καταγγελία, ενημερώνει εγγράφως τον καταγγέλλοντα σχετικά με τη φύση και το αντικείμενο της διαδικασίας, και τάσσει προθεσμία εντός της οποίας ο καταγγέλλων μπορεί να γνωστοποιήσει εγγράφως τις απόψεις του. Η Επιτροπή δύναται επίσης να παράσχει στον καταγγέλλοντα αντίγραφο της μη απόρρητης εκδοχής της κοινοποίησης των αιτιάσεων.»

3.

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή ενημερώνει τα εμπλεκόμενα μέρη σχετικά με τις αιτιάσεις που διατυπώνονται εναντίον τους. Η κοινοποίηση αιτιάσεων γνωστοποιείται εγγράφως χωριστά σε κάθε εμπλεκόμενο μέρος για το οποίο διατυπώνονται αιτιάσεις.»

4.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 10α:

«Άρθρο 10α

Διαδικασία διευθέτησης διαφορών σε υποθέσεις συμπράξεων

1.   Μετά την έναρξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, η Επιτροπή δύναται να ορίσει προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη έχουν τη δυνατότητα να δηλώσουν εγγράφως εάν είναι διατεθειμένα να συμμετάσχουν σε συζητήσεις διευθέτησης διαφορών ενόψει της πιθανής υποβολής προτάσεων διευθέτησης διαφορών. Η Επιτροπή δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη της προτάσεις που παρελήφθησαν μετά τη λήξη της προθεσμίας.

Εάν δύο ή περισσότερα μέρη που ανήκουν στην ίδια επιχείρηση δηλώσουν ότι είναι διατεθειμένα να συμμετάσχουν σε συζητήσεις διευθέτησης διαφορών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, αυτά τα μέρη ορίζουν κοινούς εντεταλμένους εκπροσώπους που θα συμμετάσχουν εξ ονόματός τους στις συζητήσεις με την Επιτροπή.

2.   Η Επιτροπή δύναται να ενημερώσει τα μέρη που είναι διατεθειμένα να υποβάλουν προτάσεις διευθέτησης διαφορών σχετικά με:

α)

τις αιτιάσεις που πρόκειται να τους απευθύνει·

β)

τα αποδεικτικά στοιχεία που τις στηρίζουν και

γ)

τα ενδεχόμενα πρόστιμα.

Σε περίπτωση που οι συζητήσεις διευθέτησης διαφορών φθάσουν σε ένα στάδιο στο οποίο οι προαναφερθείσες πληροφορίες έχουν αποκαλυφθεί στα μέρη κατόπιν αιτήσεώς τους ή κατ' άλλον τρόπο, η Επιτροπή δύναται να ορίσει προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη θα δεσμεύονται να υποβάλουν έγγραφες προτάσεις διευθέτησης διαφορών που να αντικατοπτρίζουν τα αποτελέσματα των συζητήσεων που διεξήχθησαν και στις οποίες αναγνωρίζουν τη συμμετοχή τους σε παράβαση του άρθρου 81 της Συνθήκης, καθώς και την ευθύνη τους. Η Επιτροπή δεν υποχρεούται να λάβει υπόψη έγγραφες προτάσεις διευθέτησης διαφορών που παρελήφθησαν μετά τη λήξη της προθεσμίας

3.   Όταν η γνωστοποιηθείσα στα μέρη κοινοποίηση αιτιάσεων εγκρίνει το περιεχόμενο των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών, η έγγραφη απάντηση στην κοινοποίηση αιτιάσεων από πλευράς των εμπλεκομένων μερών θα επιβεβαιώνει, εντός της προθεσμίας που όρισε η Επιτροπή, ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων που τους απεστάλη αντιστοιχεί στο περιεχόμενο των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών. Η Επιτροπή δύναται τότε να προβεί άμεσα στην έκδοση της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 7 και το άρθρο 23 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή συμπράξεων και δεσποζουσών θέσεων σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου.»

5.

Το άρθρο 11 παράγραφος 1, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή παρέχει στα μέρη προς τα οποία αποστέλλει κοινοποίηση αιτιάσεων τη δυνατότητα να τύχουν ακρόασης, πριν ζητήσει τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003.»

6.

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή παρέχει στα μέρη προς τα οποία αποστέλλει κοινοποίηση αιτιάσεων τη δυνατότητα να αναπτύξουν τα επιχειρήματα τους σε προφορική εξέταση, εάν ζητήσουν τούτο στο πλαίσιο των υποβαλλόμενων από αυτούς γραπτών παρατηρήσεων.

2.   Εντούτοις, όταν τα μέρη υποβάλλουν εγγράφως τις προτάσεις τους διευθέτησης διαφορών θα επιβεβαιώνουν στην Επιτροπή ότι θα ζητήσουν μόνο να τους δοθεί η ευκαιρία να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους κατά τη διάρκεια προφορικής εξέτασης, εάν η κοινοποίηση αιτιάσεων δεν εγκρίνει το περιεχόμενο των εγγράφων προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών.»

7.

Στο άρθρο 15 η ακόλουθη παράγραφος προστίθεται ως παράγραφος 1α:

«1α.   Μετά την έναρξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, η Επιτροπή κάνει γνωστά, όπου είναι προσήκον, τα αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν τις προβλεπόμενες αιτιάσεις στα μέρη που προτίθενται να υποβάλουν προτάσεις διευθέτησης διαφορών ώστε να τους επιτρέψει να το πράξουν. Ενόψει αυτών, τα μέρη στην υποβολή των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών θα επιβεβαιώνουν στην Επιτροπή ότι, εάν η κοινοποίηση αιτιάσεων δεν εγκρίνει το περιεχόμενο των εγγράφων προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών, θα ζητήσουν μόνο πρόσβαση στον φάκελο μετά από παραλαβή της κοινοποίησης αιτιάσεων.»

8.

Το άρθρο 17 παράγραφος 1 και το άρθρο 17 παράγραφος 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Οσάκις τάσσει τις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, στο άρθρο 6 παράγραφος 1, στο άρθρο 7 παράγραφος 1, στο άρθρο 10α παράγραφος 2, στο άρθρο 10α παράγραφος 3 και στο άρθρο 16 παράγραφος 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τόσο τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προς υποβολή παρατηρήσεων όσο και τον επείγοντα χαρακτήρα της υπόθεσης.»

«3.   Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, στο άρθρο 10α παράγραφος 1, στο άρθρο 10α παράγραφος 2 και στο άρθρο 16 παράγραφος 3 και στο άρθρο 16 παράγραφος 3 δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από δύο εβδομάδες. Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 10α παράγραφος 3 δεν μπορεί να είναι βραχύτερη από μία εβδομάδα.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την … [ημερομηνία].

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, […]

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1419/2006 (ΕΕ L 269 της 28.9.2006, σ. 1.)

(2)  ΕΕ C 255 της 27.10.2007, σ. 48

(3)  ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 18· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1792/2006 (ΕΕ L 362 της 20.12.2006, σ. 1.)


27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/51


ΣΧΈΔΙΟ ΑΝΑΚΟΊΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της […]

σχετικά με την διεξαγωγή διαδικασιών διευθέτησης διαφορών εν όψει της έκδοσης αποφάσεων δυνάμει του άρθρου 7 και του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου σε περιπτώσεις συμπράξεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/C 255/20)

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Με την παρούσα ανακοίνωση θεσπίζεται ένα πλαίσιο για την ανταμοιβή της συνεργασίας κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών διευθέτησης διαφορών που δρομολογήθηκαν με σκοπό την εφαρμογή του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ (1) σε περιπτώσεις συμπράξεων. Η διαδικασία διευθέτησης διαφορών θα επιτρέψει στην Επιτροπή να εξετάζει περισσότερες υποθέσεις με τους ίδιους πόρους, αυξάνοντας εν γένει τον αποτρεπτικό χαρακτήρα της δράσης της Επιτροπής και ενισχύοντας συγχρόνως το ενδιαφέρον των πολιτών για την αποτελεσματική και έγκαιρη τιμωρία των παραβατών από τη Επιτροπή. Η συνεργασία στην οποία αναφέρεται η παρούσα ανακοίνωση διαφέρει από την εθελούσια παροχή αποδεικτικών στοιχείων για την ενεργοποίηση ή την προώθηση των ερευνών που διενεργεί η Επιτροπή, η οποία καλύπτεται από την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (2) (εφεξής «η ανακοίνωση περί επιείκειας»). Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συνεργασία την οποία προσφέρει μια επιχείρηση εμπίπτει στο πεδίο αμφοτέρων των ανακοινώσεων της Επιτροπής, θα είναι δυνατό να ανταμειφθεί σωρευτικά αντιστοίχως (3).

2.

Σε περίπτωση που ένα από τα εμπλεκόμενα μέρη είναι διατεθειμένο να παραδεχθεί τη συμμετοχή του σε σύμπραξη κατά παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ και την ευθύνη που συνεπάγεται η συμμετοχή του αυτή, μπορεί επίσης να συμβάλει στην επιτάχυνση της διαδικασίας η οποία καταλήγει στην έκδοση της σχετικής απόφασης σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (4) με τον τρόπο και με τα εχέγγυα που διευκρινίζονται στην παρούσα ανακοίνωση. Μολονότι η Επιτροπή, ως ερευνητική αρχή και θεματοφύλακας της συνθήκης με αρμοδιότητα έκδοσης εκτελεστικών αποφάσεων υπό την αίρεση του δικαστικού ελέγχου των δικαστηρίων της Κοινότητας, δεν διαπραγματεύεται το ζήτημα της ύπαρξης παράβασης της κοινοτικής νομοθεσίας και της επιβολής της κατάλληλης κύρωσης, μπορεί ωστόσο να ανταμείψει την συνεργασία που περιγράφεται στην παρούσα ανακοίνωση.

3.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 773/2004 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη διεξαγωγή από την Επιτροπή των διαδικασιών δυνάμει των άρθρων 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ (5) θεσπίζει τους κύριους πρακτικούς κανόνες σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδικασιών σε υποθέσεις συμπράξεων, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών που ακολουθούνται στις περιπτώσεις διευθέτησης διαφορών. Στο πλαίσιο αυτό, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 773/2004 παρέχει στην Επιτροπή τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει εάν θα ακολουθήσει ή όχι διαδικασίες διευθέτησης διαφορών σε περιπτώσεις συμπράξεων, εξασφαλίζοντας συγχρόνως ότι δεν θα είναι δυνατόν να επιβληθεί στα εμπλεκόμενα μέρη η όποια διαδικασία διευθέτησης διαφορών επιλεγεί.

4.

Η αποτελεσματική επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού είναι συμβατή με τον πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας των μερών, στοιχείο που συνιστά θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου και πρέπει να τηρείται σε κάθε περίπτωση, ιδίως σε διαδικασίες σχετικά με την παράβαση των κανόνων περί ανταγωνισμού οι οποίες μπορεί να καταλήξουν στην επιβολή κυρώσεων. Ως εκ τούτου, οι κανόνες που διέπουν τη διεξαγωγή των διαδικασιών της Επιτροπής για την εφαρμογή του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ οφείλουν να παρέχουν στις σχετικές επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων τη δυνατότητα να διατυπώνουν αποτελεσματικώς την άποψή τους επί του υποστατού και της λυσιτέλειας των πραγματικών περιστατικών, των ενστάσεων και των περιστάσεων που επικαλείται η Επιτροπή (6), καθ' όλη τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας.

2.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

5.

Η Επιτροπή διαθέτει ευρέα περιθώρια διακριτικής ευχέρειας τα οποία της επιτρέπουν να αποφασίζει σε ποιες υποθέσεις είναι δυνατόν να διερευνηθεί κατά πόσον τα εμπλεκόμενα μέρη θα ενδιαφέρονταν να ακολουθήσουν διαδικασία διευθέτησης διαφορών· μπορεί επίσης να αποφασίζει την κίνηση ή τη διακοπή τέτοιων διαδικασιών ή την οριστική διευθέτηση μιας υπόθεσης. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα επίτευξης συμφωνίας μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών όσον αφορά το πεδίο ενδεχομένων αιτιάσεων εντός ενός εύλογου χρονοδιαγράμματος, με συνυπολογισμό παραγόντων όπως ο αριθμός των εμπλεκομένων μερών, οι προβλεπόμενες αντικρουόμενες θέσεις όσον αφορά τον καταλογισμό των ευθυνών, ο βαθμός αμφισβήτησης των πραγματικών περιστατικών. Επιπλέον, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η προοπτική επίτευξης διαδικαστικής αποτελεσματικότητας στο πλαίσιο της συνολικής προόδου που επιτεύχθηκε στην διαδικασία διευθέτησης διαφορών. Μπορεί επίσης να ληφθούν υπόψη άλλοι παράγοντες, όπως ενδεχομένως η δημιουργία προδεδικασμένου. Η Επιτροπή μπορεί να συμμετάσχει σε συνομιλίες περί διευθέτησης διαφοράς μόνον κατόπιν γραπτού αιτήματος των εμπλεκομένων μερών.

6.

Μολονότι τα μέλη δεν έχουν το δικαίωμα να προβούν τα ίδια σε διευθέτηση, σε περίπτωση που η Επιτροπή θεωρεί ότι μια υπόθεση μπορεί, κατ' αρχήν, να προσφέρεται για διευθέτηση, διερευνά κατά πόσον είναι σκόπιμο να συμφωνήσουν όλα τα μέρη σχετικά με την εφαρμογή διαδικασίας διευθέτησης της διαφοράς τους.

7.

Τα μέρη και οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους δεν έχουν το δικαίωμα να αποκαλύψουν σε οιαδήποτε επιχείρηση ή τρίτο μέρος, ασχέτως της δικαιοδοσίας στην οποία ανήκει, το περιεχόμενο των συνομιλιών τους ή των εγγράφων στα οποία ενδεχομένως τους δόθηκε πρόσβαση ενόψει διαδικασίας διευθέτησης διαφοράς, εκτός εάν έχουν λάβει εκ των προτέρων ρητή άδεια από την Επιτροπή. Σε περίπτωση παράβασης της απαγόρευσης αυτής, η Επιτροπή μπορεί να αγνοήσει το αίτημα της επιχείρησης να εφαρμοστεί διαδικασία διευθέτησης μιας διαφοράς. Η παράβαση αυτή μπορεί μάλιστα να αποτελέσει επιβαρυντικό στοιχείο κατά την έννοια του σημείου 28 των κατευθυντήριων γραμμών της Επιτροπής για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 23 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 (7) (εφεξής «οι κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων»).

2.1.   Κίνηση της διαδικασίας και διερευνητικές ενέργειες με στόχο τη διευθέτηση της διαφοράς

8.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή εξετάζει τη δυνατότητα έκδοσης απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 7 ή/και το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, οφείλει να προσδιορίσει και να αναγνωρίσει εκ των προτέρων ως διαδικαστικά μέρη κάθε νομικό πρόσωπο στο οποίο ενδέχεται να επιβληθεί κύρωση για παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ.

9.

Προς τον σκοπό αυτό, η κίνηση της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 για την έκδοση τέτοιας απόφασης μπορεί να πραγματοποιηθεί ανά πάσα στιγμή, αλλά οπωσδήποτε πριν από την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή θα κοινοποιήσει τις αιτιάσεις κατά των ενδιαφερομένων μερών. Εξάλλου, το άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 προβλέπει ότι, σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει σκόπιμο να διερευνήσει το ενδιαφέρον των μερών να πραγματοποιήσουν συνομιλίες για τη διευθέτηση της διαφοράς τους, αποφασίζει την κίνηση διαδικασίας όχι αργότερα από την ημερομηνία κατά την οποία είτε κοινοποιεί τις αιτιάσεις είτε καλεί τα μέρη να εκφράσουν γραπτώς το ενδιαφέρον τους να συμμετάσχουν σε διαδικασία διευθέτησης της διαφοράς τους, με υπερισχύουσα την πρώτη χρονολογικά ημερομηνία.

10.

Αφού κινηθεί η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, η Επιτροπή έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα εφαρμογής του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ στη συγκεκριμένη υπόθεση (8).

11.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει σκόπιμο να διερευνήσει κατά πόσον τα εμπλεκόμενα μέρη επιθυμούν να συμμετάσχουν σε συνομιλίες για τη διευθέτηση της διαφοράς τους, θέτει προθεσμία δύο τουλάχιστον εβδομάδων, σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 1 και το άρθρο 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004, εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να δηλώσουν γραπτώς εάν προτίθενται να συμμετάσχουν σε συνομιλίες για τη διευθέτηση της διαφοράς τους, προκειμένου, σε μεταγενέστερο στάδιο, να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις.

12.

Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη που ανήκουν στην ίδια επιχείρηση και προτίθενται να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις και να λάβουν μέρος σε συνομιλίες με σκοπό την διευθέτηση διαφοράς οφείλουν να διορίσουν από κοινού νομικούς αντιπροσώπους, δεόντως εξουσιοδοτημένους να τους εκπροσωπούν· ο διορισμός αυτός μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή, πάντως όχι αργότερα από την προθεσμία που αναφέρεται στο σημείο 11.

13.

Η Επιτροπή μπορεί να μην λάβει υπόψη μια αίτηση απαλλαγής από την επιβολή προστίμου ή μείωσης προστίμου σύμφωνα με την ανακοίνωση περί επιείκειας εφόσον αυτή υποβληθεί μετά την πάροδο της προθεσμίας που αναφέρεται στο σημείο 11.

2.2.   Κίνηση διαδικασίας διευθέτησης διαφοράς: συνομιλίες για τη διευθέτηση της διαφοράς

14.

Σε περίπτωση κατά την οποία ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη ζητήσει να διεξαχθεί συνομιλία με σκοπό τη διευθέτηση διαφοράς σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα σημεία 11 και 12, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να κινήσει τη διαδικασία διευθέτησης διαφορών μέσω διμερών επαφών μεταξύ της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής και των μερών που έχουν ζητήσει τη διευθέτηση της διαφοράς.

15.

Καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, η Επιτροπή διατηρεί τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει σχετικά με τον προσήκοντα τρόπο και με το ρυθμό με τον οποίο διεξάγονται με καθεμία από τις επιχειρήσεις οι διμερείς συνομιλίες για τη διευθέτηση της διαφοράς. Σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 (9), αυτό περιλαμβάνει τον προσδιορισμό, λαμβανομένης υπόψη της συνολικής προόδου που πραγματοποιήθηκε στην διαδικασία διευθέτησης διαφορών, της σειράς και της ακολουθίας των διμερών συνομιλιών για τη διευθέτηση της διαφοράς, καθώς και της χρονικής στιγμής κατά την οποία θα αποκαλυφθούν συγκεκριμένες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών στοιχείων που περιλαμβάνονται στο φάκελο της Επιτροπής και βάσει των οποίων στοιχειοθετούνται οι προβλεπόμενες αιτιάσεις και επιβάλλεται το ενδεχόμενο πρόστιμο (10). Οι πληροφορίες αποκαλύπτονται σε εύθετο χρόνο, ανάλογα με την πρόοδο των συνομιλιών για τη διευθέτηση της διαφοράς.

16.

Αυτή η έγκαιρη αποκάλυψη πληροφοριών στο πλαίσιο των συνομιλιών για τη διευθέτηση μιας διαφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 2 και το άρθρο 15 παράγραφος 1α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004, επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα μέρη να πληροφορηθούν περί των σημαντικότερων στοιχείων που έχουν ληφθεί υπόψη μέχρι τούδε, όπως τα καταγγελλόμενα πραγματικά περιστατικά, ο νομικός χαρακτηρισμός αυτών των πραγματικών περιστατικών, η βαρύτητα και η διάρκεια της πιθανολογούμενης σύμπραξης, η απόδοση ευθυνών, ο υπολογισμός του εύρους των ενδεχόμενων προστίμων (11), καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίζονται οι ενδεχόμενες αιτιάσεις (12). Τοιουτοτρόπως τα ενδιαφερόμενα μέρη θα μπορέσουν να υποστηρίξουν τις θέσεις τους σχετικά με ενδεχόμενες αιτιάσεις κατ' αυτών και θα είναι σε θέση να αποφασίσουν βάσει των κατάλληλων πληροφοριών εάν θα προχωρήσουν ή όχι σε διαδικασία για τη διευθέτηση της διαφοράς.

17.

Εφόσον σημειωθεί πρόοδος στις συνομιλίες για τη διευθέτηση μιας διαφοράς με αποτέλεσμα να υπάρχει κοινή ερμηνεία όσον αφορά το πεδίο ενδεχόμενων αιτιάσεων και τον υπολογισμό του εύρους ενδεχόμενων προστίμων, η Επιτροπή θα χορηγεί τελική προθεσμία τουλάχιστον XXX εργάσιμων ημερών προκειμένου μια επιχείρηση να καταθέσει ένα τελικό έγγραφο με τις παρατηρήσεις της στο πλαίσιο της διαδικασίας διευθέτησης διαφορών, σύμφωνα με τo άρθρο 10α παράγραφος 2 και τo άρθρο 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος. Πριν χορηγηθεί τέτοια προθεσμία, τα μέρη έχουν το δικαίωμα να λάβουν γνώση των πληροφοριών που αναφέρονται στο σημείο 16 εφόσον το ζητήσουν. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος ενός των μερών, οι υπηρεσίες της Επιτροπής μπορούν να του χορηγήσουν πρόσβαση σε μη εμπιστευτικές εκδοχές οιουδήποτε προσβάσιμου εγγράφου το οποίο αναφέρεται στο φάκελο της υπόθεσης τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, εφόσον κρίνουν ότι κατά τον τρόπο αυτόν επιτρέπουν στο ενδιαφερόμενο μέρος να αποκτήσει βεβαιότητα ως προς τη θέση του σχετικά με οποιεσδήποτε άλλες πτυχές της σύμπραξης και εφόσον δεν διακυβεύεται η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας όπως αναφέρεται στο σημείο 5 (13).

18.

Tα μέρη μπορούν να απευθυνθούν στον σύμβουλο ακροάσεων ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διευθέτησης διαφορών για ζητήματα που μπορεί να προκύψουν σχετικά με την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας. Καθήκον του συμβούλου ακροάσεων είναι να μεριμνά για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης των δικαιωμάτων άμυνας κατά τις διαδικασίες για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού.

19.

Σε περίπτωση που τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης διαφοράς, η διαδικασία που καταλήγει στη λήψη τελικής απόφασης για την υπόθεσή τους ακολουθεί τις γενικές διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 2, του άρθρου 12 παράγραφος 1 και του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004, και όχι αυτές που ρυθμίζουν την διαδικασία διευθέτησης διαφορών.

2.3.   Υποβολή γραπτών παρατηρήσεων στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης διαφορών

20.

Τα μέρη που συμφωνούν να συμμετάσχουν σε διαδικασία διευθέτησης διαφοράς οφείλουν να υποβάλουν επίσημο αίτημα κίνησης της διαδικασίας διευθέτησης με τη μορφή γραπτών παρατηρήσεων. Οι γραπτές παρατηρήσεις που υποβάλλονται στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης διαφορών όπως προβλέπεται στο άρθρο 10α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 πρέπει να περιλαμβάνουν:

α)

την παραδοχή, με όρους που δεν επιδέχονται παρερμηνεία, της ευθύνης των μερών για την παράβαση η οποία περιγράφεται συνοπτικά όσον αφορά τα κύρια πραγματικά περιστατικά, τον νομικό χαρακτηρισμό τους και τη διάρκεια της συμμετοχής τους στην εν λόγω παράβαση, σύμφωνα με το αποτέλεσμα των συνομιλιών που διεξήχθησαν για τη διευθέτηση της διαφοράς·

β)

μια ενδεικτική αναφορά (14) σχετικά με το ανώτατο ύψος του προστίμου που τα μέρη προβλέπουν ότι θα επιβάλει η Επιτροπή και το οποίο τα μέρη αποδέχονται στο πλαίσιο της διαδικασίας διευθέτησης της διαφοράς·

γ)

επιβεβαίωση από τα ενδιαφερόμενα μέρη ότι έχουν ενημερωθεί επαρκώς σχετικά με τις αιτιάσεις που προτίθεται να καταθέσει κατ' αυτών η Επιτροπή και ότι τους παρασχέθηκαν επαρκείς δυνατότητες να κάνουν τις απόψεις τους γνωστές στην Επιτροπή·

δ)

επιβεβαίωση από τα μέρη ότι, δεδομένων όσων αναφέρονται ανωτέρω, δεν προτίθενται να ζητήσουν πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης ούτε νέα προφορική ακρόαση, παρά μόνον εάν η Επιτροπή δεν εγκρίνει τις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν στο πλαίσιο της διαδικασίας διευθέτησης της διαφοράς·

ε)

την συγκατάθεση των μερών να λάβουν την κοινοποίηση των αιτιάσεων και την τελική απόφαση όπως προβλέπουν τα άρθρα 7 και 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 σε μια δεδομένη επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

21.

Η παραδοχή της ευθύνης και οι επιβεβαιώσεις που υποβάλλουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης διαφοράς συνιστούν έκφραση της δέσμευσής τους να συνεργαστούν για την ταχεία διεκπεραίωση της υπόθεσης μετά τη διαδικασία διευθέτησης της διαφοράς. Ωστόσο, αυτή η παραδοχή και οι επιβεβαιώσεις υποβάλλονται υπό την αίρεση της αποδοχής εκ μέρους της Επιτροπής του αιτήματός τους για διευθέτηση της διαφοράς, συμπεριλαμβανομένου του προβλεπόμενου ανώτατου ποσού του προστίμου.

22.

Ως εκ τούτου, τα γραπτά αιτήματα για διευθέτηση μιας διαφοράς δεν μπορούν να ανακληθούν μονομερώς από τα μέρη που τα υπέβαλαν παρά μόνον εάν η Επιτροπή δεν κάνει δεκτό το αίτημά τους για διευθέτηση της διαφοράς εγκρίνοντας τις γραπτές παρατηρήσεις τους κατ' αρχάς με την κοινοποίηση των αιτιάσεων και, τέλος, με τελική απόφαση (βλέπε σχετικά σημεία 27 και 29). Η κοινοποίηση των αιτιάσεων θεωρείται ότι εγκρίνει τις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα μέρη εάν αντανακλά το περιεχόμενό τους όσον αφορά τη περιγραφή της σύμπραξης και την συμμετοχή της συγκεκριμένης επιχείρησης σε αυτή καθώς και τον νομικό χαρακτηρισμό της σύμπραξης. Επιπλέον, μια τελική απόφαση θεωρείται ότι εγκρίνει τις γραπτές παρατηρήσεις των μερών εφόσον επιβάλλει επίσης πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται τις παρατηρήσεις αυτές.

2.4.   Κοινοποίηση των αιτιάσεων και απντήησεις

23.

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004, η υποβολή γραπτώς της κοινοποίησης των αιτιάσεων σε κάθε ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά των οποίων διατυπώνονται οι αιτιάσεις αποτελεί υποχρεωτική προπαρασκευαστική ενέργεια πριν την έκδοση οιασδήποτε τελικής απόφασης (15). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εκδίδει κοινοποίηση των αιτιάσεων ακόμα και στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης διαφορών (16).

24.

Για την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων άμυνας των μερών, η Επιτροπή, πριν εκδώσει τελική απόφαση, πρέπει να ακούσει τις απόψεις τους επί των αιτιάσεων που έχει διατυπώσει κατ' αυτών και να λάβει γνώση των αποδεικτικών στοιχείων που διαθέτουν· οφείλει δε να λάβει υπόψη τις θέσεις των μερών τροποποιώντας την προπαρασκευαστική της ανάλυση, εφόσον κριθεί αναγκαίο (17). Η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση όχι μόνο να αποδέχεται ή να απορρίπτει τα σχετικά επιχειρήματα που προβάλλουν τα μέρη στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας, αλλά και να προβαίνει σε δική της ανάλυση των στοιχείων που θέτουν υπόψη της τα μέρη, προκειμένου είτε να άρει τις αιτιάσεις της εφόσον αυτές αποδειχθούν αβάσιμες είτε να συμπληρώσει και να επανεκτιμήσει τόσον από πραγματικής όσο και από νομικής άποψης τα επιχειρήματα που προβάλλει προς υποστήριξη των αιτιάσεων στις οποίεςεμμένει (18).

25.

Μέσω της κατάθεσης επίσημου αιτήματος για διευθέτηση μιας διαφοράς με τη μορφή γραπτών παρατηρήσεων οι οποίες υποβάλλονται πριν την κοινοποίηση των αιτιάσεων, τα μέρη επιτρέπουν στην Επιτροπή να λάβει αποτελεσματικά υπόψη τις απόψεις τους (19) ήδη στο στάδιο κατά το οποίο εκπονεί την κοινοποίηση των αιτιάσεων, και όχι μόλις λίγο πριν την διαβούλευση με την Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Συμπράξεις και τις Δεσπόζουσες Θέσεις (εφεξής «η Συμβουλευτική Επιτροπή») ή πριν την έκδοση της τελικής απόφασης (20). Στο πλαίσιο αυτό, η κοινοποίηση των αιτιάσεων προς τα μέρη μπορεί να αντλεί στοιχεία από το περιεχόμενο των γραπτών παρατηρήσεων που υπέβαλαν, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, ενώ το ύψος του ενδεχόμενου προστίμου μπορεί να αναθεωρηθεί προς τα κάτω λαμβανομένων υπόψη των γραπτών παρατηρήσεων (21).

26.

Εφόσον με την κοινοποίηση των αιτιάσεων εγκριθούν οι γραπτές παρατηρήσεις των μερών, τα ενδιαφερόμενα μέρη, εντός προθεσμίας τουλάχιστον μιας εβδομάδας η οποία καθορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα τα άρθρα 10α παράγραφος 3 και 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 733/2004, πρέπει να απαντήσουν στην κοινοποίηση επιβεβαιώνοντας απλώς (με όρους που δεν επιδέχονται παρερμηνεία) ότι η κοινοποίηση των αιτιάσεων αντιστοιχεί στο περιεχόμενο των γραπτών παρατηρήσεων που υπέβαλαν και ότι, ως εκ τούτου, ισχύει η δέσμευσή τους ότι θα συμμετάσχουν στην διαδικασία διευθέτησης της διαφοράς. Εφόσον δεν δοθεί τέτοια απάντηση, η Επιτροπή μπορεί να αγνοήσει το αίτημα της σχετικής επιχείρησης να ακολουθηθεί η διαδικασία διευθέτησης διαφορών.

27.

Η Επιτροπή μπορεί νομίμως να εκδώσει κοινοποίηση των αιτιάσεων με την οποία δεν θα εγκρίνει τις γραπτές παρατηρήσεις που υποβάλλουν τα μέρη στο πλαίσιο της διαδικασίας διευθέτησης της διαφοράς τους. Σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 2, του άρθρου 12 παράγραφος 1 και του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 733/2004. Η παραδοχή των ευθυνών τους εκ μέρους των μερών όπως περιλαμβάνεται στις γραπτές τους παρατηρήσεις θεωρείται ανακληθείσα και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επιβαρυντικό στοιχείο κατά κανενός εκ των μερών που εμπλέκονται στη διαδικασία. Ως εκ τούτου, τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν δεσμεύονται πλέον από τις γραπτές παρατηρήσεις που έχουν υποβάλει για τη διευθέτηση, και μπορεί να οριστεί νέα προθεσμία για να παρουσιάσουν εκ νέου τα επιχειρήματα υπεράσπισής τους, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να ζητήσουν την πραγματοποίηση προφορικής ακρόασης και την πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης, εάν το επιθυμούν.

2.5.   Απόφαση της Επιτροπής και ανταμοιβή για τη διευθέτηση της διαφοράς

28.

Εφόσον τα μέρη απαντήσουν στην κοινοποίηση των αιτιάσεων επιβεβαιώνοντας την δέσμευσή τους ότι θα προβούν σε διευθέτηση της διαφοράς τους, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 773/2004 επιτρέπει στην Επιτροπή να προβεί, χωρίς άλλη διαδικαστική πράξη, στην έκδοση της οριστικής απόφασης η οποία λαμβάνεται μεταγενέστερα σύμφωνα με τα άρθρα 7 ή/και 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, κατόπιν διαβούλευσης με την Συμβουλευτική Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003. Αυτό σημαίνει ιδίως ότι τα εν λόγω μέρη δεν μπορούν να ζητήσουν την πραγματοποίηση προφορικής ακρόασης ούτε πρόσβαση στον φάκελο της υπόθεσης, εφόσον οι γραπτές παρατηρήσεις που υποβάλλουν στο πλαίσιο της διαδικασίας διευθέτησης της διαφοράς τους εγκριθούν με την κοινοποίηση των αιτιάσεων (22), σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 (23) και το άρθρο 15 παράγραφος 1α (24) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004.

29.

Η Επιτροπή δικαιούται να λάβει τελική θέση η οποία αποκλίνει από την προκαταρκτική θέση που διετύπωσε στην κοινοποίηση των αιτιάσεων εγκρίνοντας τις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα μέρη στο πλαίσιο διαδικασίας διαφοράς, είτε λόγω των επιχειρημάτων που εξέφρασε η Συμβουλευτική Επιτροπή είτε για άλλους λόγους που θα λάβει υπόψη το Σώμα των Επιτρόπων δεδομένης της τελικής αυτονομίας που διαθέτει προς τον σκοπό αυτό (25). Ωστόσο, σε περίπτωση που η Επιτροπή αποφασίσει να ακολουθήσει αυτή την άγουσα, ενημερώνει τα μέρη για την πρόθεσή της και τους υποβάλλει νέα κοινοποίηση των αιτιάσεων ώστε να τους δώσει την ευκαιρία υπεράσπισης, βάσει των γενικών δικονομικών κανόνων (26). Εννοείται ότι στην περίπτωση αυτή τα μέρη θα είχαν το δικαίωμα πρόσβασης στο φάκελο της υπόθεσης καθώς και το δικαίωμα να τύχουν ακρόασης και να απαντήσουν στην κοινοποίηση των αιτιάσεων. Σε περίπτωση που τα μέρη παραδέχθηκαν στις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν για τη διευθέτηση ότι φέρουν ευθύνη, η παραδοχή αυτή θα θεωρηθεί τότε ότι ανακαλείται και δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατ' αυτών στο πλαίσιο της διαδικασίας.

30.

Tο τελικό ύψος του προστίμου σε μια συγκεκριμένη υπόθεση προσδιορίζεται στην απόφαση με την οποία διαπιστώνεται η παράβαση και επιβάλλεται κύρωση δυνάμει του άρθρου 7 και του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003.

31.

Σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθεί η Επιτροπή, το γεγονός ότι μια επιχείρηση συνεργάστηκε με την Επιτροπή σύμφωνα με την παρούσα ανακοίνωση κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας θα αναφέρεται σε κάθε απόφαση, ώστε να αιτιολογείται το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε.

32.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή αποφασίσει να επιβραβεύσει ένα μέρος για τη διευθέτηση μιας διαφοράς σύμφωνα με την παρούσα ανακοίνωση, μειώνει κατά XX % το ύψος του προστίμου αφού επιβάλει το ανώτατο όριο του 10 % σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 2 σημείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 (27), τυχόν δε ειδική προσαύξηση για αποτρεπτικούς λόγους (28) που επιβάλλεται σχετικά δεν θα μπορεί να υπερβεί το διπλάσιο του ποσού.

33.

Σε περίπτωση διευθέτησης διαφοράς έναντι επιχειρήσεων οι οποίες υπέβαλαν αίτηση επιείκειας, τους χορηγείται μείωση προστίμου ίση με το άθροισμα της επιβράβευσης λόγω επιείκειας συν την επιβράβευση λόγω της διευθέτησης της διαφοράς.

3.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

34.

Η παρούσα ανακοίνωση εφαρμόζεται σε κάθε υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιον της Επιτροπής κατά την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα ή μετά την δημοσίευση αυτή.

35.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι κανονικά η δημόσια αποκάλυψη εγγράφων και γραπτών ή μηχανικώς καταγραμμένων δηλώσεων που έχει λάβει στο πλαίσιο της παρούσας ανακοίνωσης θα έθετε σε κίνδυνο ορισμένα δημόσια ή ιδιωτικά συμφέροντα, όπως για παράδειγμα, την προστασία του σκοπού των ελέγχων και των ερευνών κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (29), ακόμη και μετά την έκδοση της απόφασης.

36.

Οι τελικές αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 230 της συνθήκης ΕΚ. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 229 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, το Δικαστήριο διαθέτει πλήρη δικαιοδοσία για τον έλεγχο των αποφάσεων με τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις και οι οποίες ελήφθησαν δυνάμει του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003.


(1)  Στο παρόν κείμενο, η αναφορά στο άρθρο 81 της συνθήκης EΚ καλύπτει επίσης το άρθρο 53 της συμφωνίας EΟΧ, εφόσον εφαρμόζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 56 της συμφωνίας ΕΟΧ.

(2)  ΕΕ C 298 της 8.12.2006, σ. 17.

(3)  Βλέπε σημείο 33.

(4)  ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 419/2006 (ΕΕ L 269 της 28.9.2006, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 18· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/200Y (ΕΕ L … της …, σ. …).

(6)  Υπόθεση 85/76 Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, Συλλογή 1979, σ. 461, σκέψεις 9 και 11. Υπόθεση T 11/89 Shell κατά Επιτροπής [1992] Συλλογή II 757, σκέψη 39· συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-10/92, T-11/92, T-12/92 και T-15/92 [1992] Συλλογή CBR II.-2667, Cimenteries CBR, σκέψη 39· συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-191/98, T 212/98 έως T-214/98 Atlantic Container Line και άλλοι κατά Επιτροπής [2003] Συλλογή II-3275, σκέψη 138· απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Οκτωβρίου 2003 στην υπόθεση C-176/99 P, ARBED SA κατά Επιτροπής, σκέψη 19· απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-15/02, BASF AG κατά Επιτροπής, της 15ης Mαρτίου 2006, σκέψη 44· απόφαση του Πρωτοδικείου της 27ης Σεπτεμβρίου 2006 στην υπόθεση T-329/01, Archer Daniels Midland Co. κατά Επιτροπής (γλυκονικό νάτριο), σκέψη 358.

(7)  ΕΕ C 210 της 1.9.2006, σ. 2.

(8)  Το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 προβλέπει τα ακόλουθα: «Η κίνηση διαδικασίας με σκοπό την έκδοση απόφασης κατ' εφαρμογή του κεφαλαίου ΙΙΙ από την Επιτροπή συνεπάγεται την απώλεια από τις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών της αρμοδιότητάς τους να εφαρμόζουν τα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης. Εάν η αρχή ανταγωνισμού κράτους μέλους έχει ήδη επιληφθεί μιας υπόθεσης, η Επιτροπή κινεί διαδικασία μόνον κατόπιν διαβούλευσης με αυτή την εθνική αρχή ανταγωνισμού

(9)  «Η Επιτροπή δύναται να ενημερώσει τα μέρη που είναι διατεθειμένα να υποβάλουν προτάσεις διευθέτησης διαφορών σχετικά με: α) τις αιτιάσεις που πρόκειται να τους απευθύνει, β) τα αποδεικτικά στοιχεία που τις στηρίζουν και γ) τα ενδεχόμενα πρόστιμα (…)» (άρθρο 10α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004).

(10)  Η αναφορά στα «ενδεχόμενα πρόστιμα» στο άρθρο 10α παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 παρέχει στις υπηρεσίες της Επιτροπής τη δυνατότητα να δώσουν στα μέρη που συμμετέχουν στις συνομιλίες για τη διευθέτηση διαφοράς μια εκτίμηση για το πρόστιμο που ενδεχομένως θα τους επιβληθεί βάσει των οδηγιών που περιλαμβάνονται στις κατευθυντήριες γραμμές περί προστίμων, των διατάξεων της παρούσας ανακοίνωσης και της ανακοίνωσης περί επιείκειας, κατά περίπτωση.

(11)  Απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 100/80 έως 103/80 Musique diffusion française και άλλοι κατά Επιτροπής [1983] Συλλογή 1825, σκέψη 21, και απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-16/99 Lögstör Rör κατά Επιτροπής [2002] Συλλογή II-1633, σκέψη 193, κυρωθείσα κατ' έφεση με την απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-189/02 P, C-202/02 P, C-205/02 P, C-208/02 P και C-213/02 P Dansk Rørindustri και άλλοι κατά Επιτροπής [2005] Συλλογή I-0000, ιδίως σκέψη 428· αποφάσεις του Πρωτοδικίου, της 15ης Mαρτίου 2006, στην υπόθεση T-15/02, BASF AG κατά Επιτροπής, σκέψη 48· και της 27ης Σεπτεμβρίου 2006 στην υπόθεση T-329/01, Archer Daniels Midland Co. κατά Επιτροπής (γλυκονικό νάτριο), σκέψη 361.

(12)  Το άρθρο 15 παράγραφος 1α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 επιτρέπει στην Επιτροπή να αποφασίζει κατά την κρίση της πότε τα μέρη που προτίθενται να υποβάλουν γραπτές παρατηρήσεις στο πλαίσιο διαδικασίας διευθέτησης μιας διαφοράς θα λάβουν γνώση, μετά την κίνηση της διαδικασίας, των αποδεικτικών στοιχείων στο φάκελο της υπόθεσης βάσει των οποίων πρόκειται να καταθέσει τις αιτιάσεις της.

(13)  Προς τον σκοπό αυτό, θα παρέχεται στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλογος όλων των προσβάσιμων εγγράφων που περιλαμβάνονται στον φάκελο της υπόθεσης την συγκεκριμένη χρονική στιγμή.

(14)  Αποτελέσματα των συζητήσεων στα σημεία 16 και 17.

(15)  Δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004: «Η Επιτροπή ενημερώνει εγγράφως τα εμπλεκόμενα μέρη σχετικά με τις αιτιάσεις που διατυπώνονται εναντίον τους. Η κοινοποίηση αιτιάσεων αποστέλλεται γραπτώς χωριστά σε κάθε εμπλεκόμενο μέρος.» Δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 και του άρθρου 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003, η Επιτροπή βασίζει τις αποφάσεις της μόνο σε αιτιάσεις επί των οποίων οι σχετικοί παραλήπτες της κοινοποίησης των αιτιάσεων είχαν την ευκαιρία να κάνουν παρατηρήσεις.

(16)  Όπως αναφέρεται στην σκέψη 58 της απόφασης του Πρωτοδικείου της 15ης Μαρτίου 2006 στην υπόθεση T-15/02, BASF AG κατά Επιτροπής, «(…) Ανεξαρτήτως του βαθμού συνεργασίας μιας επιχειρήσεως, η λειτουργία μιας κοινοποίησης αιτιάσεων εξακολουθεί να συνίσταται στην παροχή όλων των αναγκαίων στοιχείων στις επιχειρήσεις και στις ενώσεις επιχειρήσεων, ώστε να μπορέσουν να αμυνθούν προσηκόντως πριν εκδώσει η Επιτροπή οριστική απόφαση (αποφάσεις Ahlström Osakeyhtiö κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 46 ανωτέρω, σκέψη 42, και υπόθεση C-283/98 P Mo och Domsjö κατά Επιτροπής, σκέψη 46 ανωτέρω, σκέψη 63). Από την άποψη αυτή, το γεγονός ότι η προσφεύγουσα συνεργάστηκε με την Επιτροπή, αναγνώρισε ότι διέπραξε παράνομες πράξεις και περιέγραψε τις εν λόγω πράξεις ουδόλως αναιρεί το δικαίωμά της και το συμφέρον της να λάβει από την Επιτροπή μια πράξη που να εκθέτει κατά ακριβή τρόπο όλες τις αιτιάσεις που η τελευταία διατύπωσε κατά της προσφεύγουσας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που στηρίζονται ενδεχομένως σε δηλώσεις ή σε αποδείξεις που προσκόμισαν άλλες εμπλεκόμενες επιχειρήσεις (…)». Στο πλαίσιο της άμεσης διευθέτησης διαφορών η κοινοποίηση των αιτιάσεων πρέπει να περιλαμβάνει τις πληροφορίες οι οποίες θα επιτρέψουν στα μέρη να επιβεβαιώσουν ότι προσυπογράφουν τις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν.

(17)  Σύμφωνα με πάγια νομολογία, η Επιτροπή θεμελιώνει τις αποφάσεις της αποκλειστικά και μόνο στις αιτιάσεις για τις οποίες εδόθη στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους και προς τον σκοπό αυτό πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποκτούν γνώση του φακέλου της Επιτροπής, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος των επιχειρήσεων για την προστασία του επιχειρηματικού απόρρητου (πρβλ. συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-39/92 και T-40/92, CB και Europay κατά Επιτροπής [1994], Συλλογή II-49, σκέψη 47·συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-191/98, T 212/98 έως T-214/98 Atlantic Container Line και άλλοι κατά Επιτροπής [2003], Συλλογή II-3275, σκέψη 138).

(18)  Βλέπε αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις 41/69 ACF Chemiefarma κατά Επιτροπής [1970] Συλλογή 661, σκέψεις 47, 91 και 92·συνεκδικασθείσες υποθέσεις 40/73 έως 48/73, 50/73, 54/73 έως 56/73, 111/73, 113/73 έως 1148/73 Suiker Unie και άλλοι κατά Επιτροπής[1975] Συλλογή 1663, σκέψεις 80, 437 and 438· και συνεκδικασθείσες υποθέσεις 209/78 έως 215/78 και 218/78 Van Landewyck και άλλοι κατά Επιτροπής [1980] Συλλογή 3125, σκέψη 68· και αποφάσεις του Πρωτοδικείου στην υπόθεση Τ-44/00 Mannesmannröhren-Werke κατά Επιτροπής [2004], Συλλογή ΙΙ-0000, σκέψεις 98-100, και στην υπόθεση T-15/02, BASF AG κατά Επιτροπής, της 15ης Mαρτίου 2006, σκέψεις 93 και 95.

(19)  Επ' αυτού, στην αιτιολογική σκέψη 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. XXX/2008 της Επιτροπής αναφέρονται τα εξής: «(…). Αυτή η έγκαιρη αποκάλυψη θα επέτρεπε στα εμπλεκόμενα μέρη να εκφράσουν τις απόψεις τους επί των αιτιάσεων τις οποίες σκοπεύει να τους απευθύνει η Επιτροπή, καθώς και την ενδεχόμενη ευθύνη τους. (…)».

(20)  Όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 και στο άρθρο 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 αντιστοίχως:

«Η Επιτροπή παρέχει στα μέρη προς τα οποία έχει αποστείλει κοινοποίηση αιτιάσεων τη δυνατότητα να τύχουν ακρόασης πριν ζητήσει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.1/2003» [άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004].

«Πριν από τη λήψη των αποφάσεων που προβλέπονται στα άρθρα 7, 8 και 23 και στο άρθρο 24 παράγραφος 2, η Επιτροπή παρέχει στις επιχειρήσεις ή τις ενώσεις επιχειρήσεων τις οποίες αφορά η διαδικασία που έχει κινήσει η Επιτροπή τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τις αιτιάσεις της Επιτροπής. Η Επιτροπή θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνο στις αιτιάσεις για τις οποίες δόθηκε στα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Οι καταγγέλλοντες μετέχουν στενά στη διαδικασία» [άρθρο 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003].

(21)  Βλέπε σχετικά τις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Musique diffusion française και άλλοι κατά Επιτροπής, ανωτέρω, σκέψη 21·υπόθεση 322/81 Michelin κατά Επιτροπής [1983], Συλλογή 3461, σκέψη 19 και Lögstör Rör κατά Επιτροπής, ανωτέρω, σκέψη 200·και την απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-15/02, BASF AG κατά Επιτροπής, της 15ης Mαρτίου 2006, σκέψη 62.

(22)  Κατ' αρχήν, οι προφορικές ακροάσεις και η πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης πραγματοποιούνται κατόπιν αιτήματος των μερών, ώστε να εξασφαλισθεί η άσκηση του δικαιώματος υπεράσπισής τους.

(23)  Το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 προβλέπει τα εξής: «2. Εντούτοις, όταν τα μέρη υποβάλλουν εγγράφως τις προτάσεις τους διευθέτησης διαφορών θα επιβεβαιώνουν στην Επιτροπή ότι θα ζητήσουν μόνο να τους δοθεί η ευκαιρία να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους κατά τη διάρκεια προφορικής εξέτασης, εάν η κοινοποίηση αιτιάσεων δεν εγκρίνει το περιεχόμενο των εγγράφων προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών

(24)  Το άρθρο 15 παράγραφος 1α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 773/2004 προβλέπει τα εξής: «1α. Μετά την έναρξη της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 6 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1/2003, η Επιτροπή κάνει γνωστά, όπου είναι προσήκον, τα αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν τις προβλεπόμενες αιτιάσεις στα μέρη που προτίθενται να υποβάλουν προτάσεις διευθέτησης διαφορών ώστε να τους επιτρέψει να το πράξουν. Ενόψει αυτών, τα μέρη στην υποβολή των προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών θα επιβεβαιώνουν στην Επιτροπή ότι, εάν η κοινοποίηση αιτιάσεων δεν εγκρίνει το περιεχόμενο των εγγράφων προτάσεών τους διευθέτησης διαφορών, θα ζητήσουν μόνο πρόσβαση στον φάκελο μετά από παραλαβή της κοινοποίησης αιτιάσεων

(25)  Βλέπε σχετικά συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-129/95, T-2/96 και T-97/96 Neue Maxhütte Stahlwerke και Lech-Stahlwerke κατά Επιτροπής [1999] Συλλογή II-17, σκέψη 231, και υπόθεση T-16/02 Audi κατά OHIM (ΓΕΕΑ) [2003] Συλλογή II 5167, σκέψη 75 απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-15/02, BASF AG κατά Επιτροπής, της 15ης Mαρτίου 2006, σκέψη 94.

(26)  Σύμφωνα με τη νομολογία: «Έτσι, αφενός, υπάρχει προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας οφειλόμενη σε απόκλιση μεταξύ της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και της τελικής αποφάσεως μόνον όταν μια αιτίαση που περιελήφθη στην τελική απόφαση δεν είχε εκτεθεί επαρκώς στην ανακοίνωση των αιτιάσεων ώστε να παράσχει τη δυνατότητα στους αποδέκτες της να αμυνθούν. Αφετέρου, ο νομικός χαρακτηρισμός των πραγματικών περιστατικών που περιέχεται στην ανακοίνωση των αιτιάσεων δεν μπορεί, εξ ορισμού, να είναι παρά προσωρινός και μια μεταγενέστερη απόφαση της Επιτροπής δεν μπορεί να ακυρωθεί με μοναδική αιτιολογία ότι τα τελικά συμπεράσματα που αντλούνται από τα πραγματικά αυτά περιστατικά δεν αντιστοιχούν ακριβώς στον προσωρινό αυτό χαρακτηρισμό. Πράγματι, η Επιτροπή οφείλει να ακούσει τους αποδέκτες της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και, ενδεχομένως, να λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώνουν προς απάντηση στις αιτιάσεις ώστε να τροποποιήσει την ανάλυσή της, σεβόμενη ακριβώς τα δικαιώματα άμυνάς τους». (Υπόθεση T-44/00 Mannesmannröhren-Werke κατά Επιτροπής [2004] Συλλογή II-0000, σκέψεις 98 έως 100· υπόθεση T-15/02 BASF AG κατά Επιτροπής, σκέψη 95).

(27)  ΕΕ C 210 της 1.9.2006, σ. 2.

(28)  Σημείο 30 των κατευθυντήριων γραμμών περί προστίμων.

(29)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.


ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Επιτροπή

27.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 255/58


Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

(2007/C 255/21)

Η δημοσίευση αυτή παρέχει το δικαίωμα υποβολής ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου (1). Οι ενστάσεις διαβιβάζονται στην Επιτροπή εντός έξι μηνών από την παρούσα δημοσίευση.

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Αίτηση τροποποίησης βάσει των άρθρων 9 και 17 παράγραφος 2

«CARNALENTEJANA»

Αριθ. EΚ: PT/PDO/117/0209/08.04.2002

ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )

Αιτούμενη(-ες) τροποποίηση(-εις)

Τίτλοι προδιαγραφών:

Image

Ονομασία του προϊόντος

Image

Περιγραφή

Image

Γεωγραφική περιοχή

Image

Απόδειξη προέλευσης

Image

Μέθοδος παραγωγής

Image

Δεσμός

Image

Επισήμανση

Image

Εθνικές απαιτήσεις

Τροποποίηση(-εις):

1.   Περιγραφή του προϊόντος

Η ομάδα παραγωγών, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση του προϊόντος με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, ειδικότερα τις τροποποιήσεις στην κλίμακα βαθμολόγησης για τα σφάγια ελαφρών βοοειδών ζώων (Portaria [αύξων αριθμός Συμβουλίου] αριθ. 363/2001 της 9ης Απριλίου 2001), υπέβαλε δεόντως τεκμηριωμένη αίτηση για τροποποίηση αυτού του τμήματος.

Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες τάσεις της αγοράς και προκειμένου να εναρμονιστεί περισσότερο το προϊόν με τη συμπεριφορά και τις προτιμήσεις των καταναλωτών, η ομάδα αποφάσισε να διαφοροποιήσει την εμπορική παρουσίαση του προϊόντος. Επομένως, το κρέας CARNALENTEJANA θα πωλείται στο εξής με τη μορφή κιμά, διαμορφωμένων ή τυλιγμένων τεμαχίων κρέατος, κύβων, λωρίδων, κ.λπ., συσκευασμένων σε πλαστικούς δίσκους ή άλλα κατάλληλα υλικά, υπό ελεγχόμενη ατμόσφαιρα, αεροστεγώς συσκευασμένο ή ταχείας κατάψυξης, όπου το κρέας CARNALENTEJANA θα αντιπροσωπεύει, κατά κανόνα, τουλάχιστον το 95 % κατά βάρος του τελικού προϊόντος. Δεδομένου ότι ολόκληρη η διαδικασία παραγωγής πραγματοποιείται στην περιοχή προέλευσης, εξασφαλίζεται η πλήρης ιχνηλασιμότητα, μαζί με τον αυστηρό έλεγχο της χρήσης της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης, της χρησιμοποίησης μιας γνήσιας μορφής παρουσίασης και της διατήρησης της παραδοσιακής ποιότητας του προϊόντος, δηλαδή χωρίς παραπλάνηση ή απογοήτευση των καταναλωτών. Για όλους αυτούς τους λόγους, η Ομάδα υπέβαλε στις πορτογαλικές αρχές δεόντως τεκμηριωμένη αίτηση για τροποποιήσεις στην παρουσίαση του προϊόντος.

2.   Γεωγραφική περιοχή

Οι παραγωγοί σε ορισμένους δήμους που γειτονεύουν με τη γεωγραφική περιοχή παραγωγής του «Carnalentejana» απευθύνθηκαν στην ομάδα παραγωγών που είναι υπεύθυνη για την ονομασία προέλευσης με σκοπό την επέκταση της περιοχής, με το σκεπτικό ότι πληρούν όλους τους όρους που απαιτούνται για την παραγωγή του προϊόντος, ιδίως όσον αφορά τις ζωοτροφές, τις τεχνικές εκτροφής, την πυκνότητα του ζωικού κεφαλαίου και το σύστημα εκτροφής καλλιέργειας και τη φυλή ζώων και τον παραδοσιακό χαρακτήρα που συνδέονται με την ενλόγω περιοχή. Η ομάδα παραγωγών εξέτασε την αίτηση αυτή και την τεκμηρίωσε με μια έρευνα/μελέτη που υποβλήθηκε στις πορτογαλικές αρχές οι οποίες και την υποστήριξαν.

Ο καθορισμός της γεωγραφικής περιοχής παραγωγής βασίστηκε αποκλειστικά σε ένα διοικητικό κριτήριο όταν συντάχθηκε αρχικά ο φάκελος, και τώρα αναγνωρίζεται ότι δεν δόθηκε προσοχή σε ορισμένες γειτονικές περιοχές οι οποίες, δεδομένου ότι χαρακτηρίζονται από τις ίδιες συνθήκες όσον αφορά το έδαφος και το κλίμα, τις τεχνικές εκτροφής, το δείκτη πυκνότητας του ζωικού κεφαλαίου, την επικρατούσα βλάστηση, τη φυλή και το σύστημα και τις πρακτικές εκτροφής, παράγουν ένα προϊόν με φυσικά, χημικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που είναι τα ίδια με του «Carnalentejana». Κατά συνέπεια, οι παραγωγοί σε εκείνες τις περιοχές υφίστανται σημαντικές οικονομικές απώλειες, δεδομένου ότι δεν μπορούν να εμπορευτούν τα προϊόντα τους με την ίδια ονομασία που χρησιμοποιούν οι γείτονές τους.

3.   Μέθοδος παραγωγής

Οι ζητούμενες τροποποιήσεις αφορούν τη δυνατότητα να παρουσιάζονται τα προϊόντα κρέατος, με κατάλληλη συσκευασία, υπό ελεγχόμενη ατμόσφαιρα, αεροστεγώς συσκευασμένο ή ταχείας κατάψυξης. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αυθεντικότητα και η ποιότητα του προϊόντος, να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών, να διευκολύνεται ο έλεγχος και να είναι δυνατή η πλήρης ιχνηλασιμότητα τόσο του προϊόντος όσο και της διαδικασίας μεταποίησης, όλες οι διαδικασίες τεμαχισμού, επεξεργασίας και συσκευασίας του κρέατος πρέπει να πραγματοποιούντα μέσα στη καθορισμένη γεωγραφική περιοχή, και το ίδιο πρέπει να συμβαίνει όσον αφορά τη γέννηση, την εκτροφή, την πάχυνση και τη σφαγή των ζώων καθώς και τον τεμαχισμό των σφαγίων. Ωστόσο, κάποιες από τις διαδικασίες επεξεργασίας/συσκευασίας μπορούν να πραγματοποιούνται έξω από τη γεωγραφική περιοχή εφ' όσον δεν υπάρχει καμία τοπική δομή μεταποίησης ικανή να καλύψει τις απαιτήσεις της Ομάδας που αφορούν την υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων και τον έλεγχο των διαδικασιών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ενισχύεται το σύστημα επιθεώρησης, εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα και καθιερώνεται ανώτατη απόσταση 500 χλμ για τη μεταφορά του κρέατος, ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση της ποιότητας και να διευκολύνονται οι έλεγχοι.

4.   Επισήμανση

Η Ομάδα Παραγωγών έχει ζητήσει τροποποιήσεις σε αυτό το τμήμα προκειμένου να συμμορφωθεί με τη νέα ισχύουσα εθνική και κοινοτική νομοθεσία. Ανεξάρτητα από την εμπορική παρουσίαση και με την επιφύλαξη ως προς τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις επισήμανσης που καθορίζονται στη γενική νομοθεσία, είναι υποχρεωτική η χρησιμοποίηση του όρου «CARNALENTEJANA — PDO», του σήματος πιστοποίησης, του λογότυπου CARNALENTEJANA και του κοινοτικού λογότυπου. Όταν το προϊόν χρησιμοποιείται ώς συστατικό σε μεταποιημένα προϊόντα, μόνο οι λέξεις «Elaborado a partir de CARNALENTEJANA — DOP» ['Παρασκευασμένο από CARNALENTEJANA — ΠΟΠ'] μπορούν να χρησιμοποιούνται στην επισήμανση, υπό τον όρο της συμμόρφωσης με ορισμένες απαιτήσεις αδειοδότησης και ελέγχου, και απαγορεύεται ρητώς η χρήση των λέξεων «CARNALENTEJANA — ΠΟΠ», του κοινοτικού λογότυπου ή οποιουδήποτε άλλου παραπλανητικού όρου ή ένδειξης που μπορούν να βλάψουν τη φήμη της ΠΟΠ.

ΣΥΝΟΨΗ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«CARNALENTEJANA»

Αριθ. ΕΚ: PT/PDO/117/0209/08.04.2002

ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )

Στην παρούσα σύνοψη παρατίθενται τα κύρια στοιχεία των προδιαγραφών για ενημερωτικούς σκοπούς.

1.   Αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους:

Ονομασία:

Instituto de Desenvolvimento Rural e Hidráulica

Διεύθυνση:

Av. Afonso Costa, 3

P-1949-002 Lisboa

Τηλ.:

(351) 21 844 22 00

Φαξ:

(351) 21 844 22 02

e-mail:

idrha@idrha.min-agricultura.pt

2.   Ομάδα:

Ονομασία:

CARNALENTEJANA — Agrupamento de Produtores de Bovinos de Raça Alentejana, SA

Διεύθυνση:

Estrada do Moinho Vento

P-7350-230 Elvas

Τηλ.:

(351) 268 639480

Φαξ:

(351) 268 622455

e-mail:

caalentejo@mail.telepac.pt

Σύνθεση:

Παραγωγοί/μεταποιητές ( X ) Λοιποί ( )

3.   Τύπος προϊόντος:

Κλάση 1.1: Νωπά κρέατα (και βρώσιμα παραπροϊόντα σφαγίων)

4.   Προδιαγραφές:

[σύνοψη των απαιτήσεων του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

4.1.   Ονομασία: «Carnalentejana»

4.2.   Περιγραφή: Ημιμόρια και τεταρτημόρια σφαγίων, κρέας αεροστεγώς συσκευασμένο ή κρέας συσκευασμένο υπό ελεγχόμενη ατμόσφαιρα, καθώς και παρασκευάσματα από το κρέας αυτό, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα, από ζώα καταγεγραμμένα στο Livro de Nascimentos da Raça Bovina Alentejana [Μητρώο γεννήσεων ζώων της φυλής βοοειδών Alentejana] και τα οποία έχουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

Εκτός από τις παραδοσιακές μορφές —σφάγια, πλήρη τεμάχια και κομμένα τεμάχια—, το CARNALENTEJANA μπορεί να διατίθεται στην αγορά με τη μορφή κιμά, διαμορφωμένων ή τυλιγμένων τεμαχίων κρέατος, κύβων, λωρίδων, κ.λπ., συσκευασμένων σε πλαστικούς δίσκους ή άλλα κατάλληλα υλικά, υπό ελεγχόμενη ατμόσφαιρα, αεροστεγώς συσκευασμένο ή ταχείας κατάψυξης, όπου το κρέας CARNALENTEJANA θα αντιπροσωπεύει, κατά κανόνα, τουλάχιστον το 95 % κατά βάρος του τελικού προϊόντος. Για τα παρασκευάσματα στα οποία το CARNALENTEJANA χρησιμοποιείται ως συστατικό, πρέπει να είναι το μόνο στοιχείο στην ομάδα προϊόντων «κρέατος» και πρέπει να αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 60 % του βάρους του τελικού προϊόντος.

4.3.   Γεωγραφική περιοχή: Λαμβάνοντας υπόψη τα εξής: τη γεωγραφική κατανομή του montado [οικοσύστημα που χαρακτηρίζεται από δένδρα φελλοδρυός και αρίας δρυός] και της φυλής βοοειδών Alentejana· την τοποθεσία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, οι οποίες είναι συνεπώς ικανές να εφαρμόζουν το απαιτούμενο καθεστώς εκτροφής και φροντίδας· την τεχνογνωσία που συνδέεται με την εκτροφή και τη φροντίδα των ζώων· τους κανόνες που διέπουν τη σφαγή, τον τεμαχισμό και την παραγωγή των σφαγίων, των ημιμορίων, των τεμαχίων και των μεταποιημένων προϊόντων βοδινού κρέατος γενικά· τις γενικές απαιτήσεις που διέπουν την επιθεώρηση και την ιχνηλασιμότητα του βοδινού κρέατος· τις συγκεκριμένες απαιτήσεις επιθεώρησης και ιχνηλασιμότητας που έχουν θεσπίσει οι παραγωγοί CARNALENTEJANA με δική τους πρωτοβουλία· την ανάγκη να μην εξαπατηθούν οι παραδοσιακοί καταναλωτές CARNALENTEJANA· την επιτακτική ανάγκη να αποδεικνύεται η γεωγραφική και ζωική προέλευση κάθε τεμαχίου ή συσκευασίας, και την ανάγκη να προσφέρεται στους καταναλωτές ένα αυθεντικό και αξιόπιστο προϊόν, η γεωγραφική περιοχή της γέννησης, της εκτροφής, της πάχυνσης και της σφαγής των ζώων, του τεμαχισμού των σφαγίων, των ημιμορίων και των τεταρτημορίων, του τεμαχισμού και της κοπής σε μεγαλύτερα ή μικρότερα τεμάχια, συμπεριλαμβανομένου του τελικού τεμαχισμού, της μετατροπής ορισμένων τεμαχίων σε προϊόντα κιμά και μεταποιημένα προϊόντα και της συσκευασίας των τεμαχίων, των τεμαχισμένων σε φέτες προϊόντων και των μεταποιημένων προϊόντων — περιορίζεται από φυσική άποψη στις εξής περιοχές:

στους δήμους που ανήκουν στα Distritos Beja, Évora και Portalegre·

στους δήμους Alcácer do Sal, Alcochete, Grândola, Montijo, Moita, Palmela, Setúbal, Santiago do Cacém και Sines στο Distrito Setúbal·

στους δήμους Abrantes, Almeirim, Alpiarça, Benavente, Chamusca, Constância, Coruche, Golegã, Mação, Salvaterra de Magos, Santarém, Sardoal και Vila Nova da Barquinha στο Distrito Santarém·

στους δήμους Castelo Branco, Idanha-a-Nova, Proença-a-Nova και Vila Velha de Ródão στο Distrito Castelo Branco.

4.4.   Απόδειξη προέλευσης: Η προέλευση της φυλής βοοειδών Alentejana έχει καθιερωθεί εθιμικά. Οι εργασίες συνεχίζονται για πάνω από 40 χρόνια στον τομέα της επιλογής και της βελτίωσης της φυλής. Υπάρχει γενεαλογικό βιβλίο και ένωση κτηνοτρόφων.

Το κρέας πρέπει να προέρχεται από ζώα της φυλής Alentejana που έχουν καταγραφεί στο μητρώο γεννήσεων της φυλής, τα οποία γεννιούνται, εκτρέφονται και παχύνονται σε εκμεταλλεύσεις που βρίσκονται μέσα στην καθορισμένη γεωγραφική περιοχή και έχουν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά που έχει καταχωρίσει η ομάδα. Το σύνολο της γραμμής παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της σφαγής, του τεμαχισμού, της μεταποίησης και της συσκευασίας, πρέπει να πραγματοποιείται υπό τον έλεγχο του αρμόδιου οργανισμού. Ο έλεγχος καλύπτει όλα τα στάδια της γραμμής παραγωγής, και συγκεκριμένα από τη γέννηση των ζώων και την εγγραφή τους στο μητρώο, συμπεριλαμβανομένης της διατροφής και της φροντίδας τους, έως τα στάδια σφαγής, τεμαχισμού, μεταποίησης και συσκευασίας. Έχει εφαρμοστεί ένα πλήρες σύστημα ιχνηλασιμότητας, που επιτρέπει να εξασφαλίζεται οποιαδήποτε στιγμή η σύνδεση μεταξύ του προϊόντος και του ζώου από από το οποίο προέρχεται το προϊόν, με τη βοήθεια αριθμημένου σήματος πιστοποίησης.

4.5.   Μέθοδος παραγωγής: Από ζώα της φυλής βοοειδών Alentejana καταγεγραμμένα στον κατάλογο των γεννήσεων, από γονείς εγγεγραμμένους στο γενεαλογικό βιβλίο, που εκτρέφονται στο πλαίσιο εκτατικής κτηνοτροφίας, με δείκτες πυκνότητας ζωικού κεφαλαίου χαμηλότερους από 1,4 ζώα ανά εκτάριο, σύμφωνα με τις τοπικές παραδοσιακές πρακτικές. Οι μόσχοι θηλάζουν τις μητέρες τους έως την ηλικία των 6-9 μηνών, οπότε η διατροφή τους συμπληρώνεται βαθμιαία με βοσκή και συμπυκνωμένες ζωοτροφές που επιτρέπονται από την Ομάδα. Τα όρια ηλικίας για τη σφαγή είναι καθορισμένα και τυποποιημένα, όπως επίσης και οι κανόνες για τη διατροφή και τη φροντίδα των ζώων. Το CARNALENTEJANA μπορεί να πωλείται υπό τις διάφορες μορφές που ορίζονται στις προδιαγραφές: σφάγια, πλήρη τεμάχια και κομμένα τεμάχια, απλά μεταποιημένα προϊόντα ή παρασκευάσματα, με ή χωρίς λαχανικά, κατάλληλα συσκευασμένα, υπό ελεγχόμενη ατμόσφαιρα, αεροστεγώς συσκευασμένα ή ταχείας κατάψυξης. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αυθεντικότητα και η ποιότητα των προϊόντων, να εξασφαλίζεται η προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, να είναι δυνατός ο έλεγχος και να επιτρέπεται η πλήρης ιχνηλασιμότητα τόσο των προϊόντων όσο και της διαδικασίας, όλες οι διαδικασίες τεμαχισμού, μεταποίησης και συσκευασίας του κρέατος πρέπει να πραγματοποιούνται μέσα στη καθορισμένη γεωγραφική περιοχή, και το ίδιο πρέπει να συμβαίνει όσον αφορά τη γέννηση, την εκτροφή, την πάχυνση και τη σφαγή των ζώων, καθώς και τον τεμαχισμό των σφαγίων. Ωστόσο, κάποιες από τις διαδικασίες μεταποίησης/συσκευασίας μπορούν να πραγματοποιούνται έξω από τη γεωγραφική περιοχή εφ' όσον δεν υπάρχει καμία τοπική δομή μεταποίησης ικανή να καλύψει τις απαιτήσεις της Ομάδας που αφορούν την υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων και τον έλεγχο των διαδικασιών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ενισχύεται το σύστημα επιθεώρησης, εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα και καθιερώνεται ανώτατη απόσταση 500 χλμ για τη μεταφορά του κρέατος, ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση της ποιότητας και να διευκολύνονται οι έλεγχοι.

4.6.   Δεσμός: Η φυλή βοοειδών Alentejana εκτρέφεται σε κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις στο Alentejo και τις γειτονικές περιοχές της Πορτογαλίας με εμφανώς μεσογειακές γεωργικές και κλιματολογικές συνθήκες, θερμά ξηρά καλοκαίρια και χαρακτηριστικοί μεσογειακοί φυσικοί βοσκότοποι που δίνουν στο κρέας ειδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Οι μονάδες παραγωγής αποτελούνται κατά κανόνα από αγέλες μερικών δεκάδων αγελάδων αναπαραγωγής, που εκτρέφονται στο πλαίσιο εκτατικής κτηνοτροφίας σε εκμεταλλεύσεις όπου η κτηνοτροφία είναι συνήθως συμβιωτική με την παραγωγή δημητριακών. Η συμπληρωματικότητα των δύο παραγωγών έχει σταθερά διαχρονικό χαρακτήρα. Η χρήση του αχύρου και των καλαμιών των δημητριακών για τη διατροφή των βοοειδών στο Alentejo είναι συνήθης πρακτική και έχει ουσιαστική σημασία για τη διατήρηση των κοπαδιών την εποχή που τα φυσικά λιβάδια αρχίζουν να είναι ανεπαρκή, δηλαδή κατά την περίοδο από τις αρχές του καλοκαιριού έως το χειμώνα. Η βοσκή γίνεται συνήθως στο subcoberto [στρώμα χόρτων] των montados de azinho e sobro [συστάδων αρίας δρυός και φελλοδρυός], όπου από το φθινόπωρο και μετά τα βελανίδια αποτελούν απόθεμα τροφής και άριστο συμπλήρωμα για το χόρτο, η θρεπτική αξία του οποίου εξακολουθεί να είναι χαμηλή αυτή την εποχή του έτους.

4.7.   Οργανισμός ελέγχου:

Όνομα:

CERTIALENTEJO — Certificação de Produtos Agrícolas, Lda

Διεύθυνση:

Rua Diana de Liz — Horta do Bispo

Apartado 320

P-7006-804 Évora

Τηλ.:

(351) 26 676  95 64/5

Φαξ:

(351) 26 676  95 66

e-mail:

geral@certialentejo.pt

Η «CERTIALENTEJO — Certificação de Produtos Agrícolas, Lda.» έχει αναγνωριστεί ότι καλύπτει τις απαιτήσεις του 45011:2001.

4.8.   Επισήμανση: Μαζί με τα στοιχεία που επιβάλλονται από τη γενική νομοθεσία, είναι επίσης υποχρεωτικά τα εξής:

ο όρος «CARNALENTEJANA — Denominação de Origem Protegida»·

το σήμα πιστοποίησης με το όνομα του προϊόντος, το όνομα του οργανισμού ελέγχου και πιστοποίησης και έναν αύξοντα αριθμό που εξασφαλίζει την ιχνηλασιμότητα του προϊόντος·

ο λογότυπος CARNALENTEJANA και ο κοινοτικός λογότυπος ΠΟΠ, όπως αναπαράγονται παρακάτω:

Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί το όνομα ή η εταιρική ονομασία και η διεύθυνση του παραγωγού να αντικατασταθούν από το όνομα οποιουδήποτε άλλου οργανισμού, ακόμα και αν αυτός έχει την ευθύνη για το προϊόν, ή το συσκευάζει ή το πωλεί.

Η εμπορική ονομασία — Carnalentejana DOP — δεν μπορεί να συμπληρώνεται από οποιαδήποτε άλλη αναφορά ή ένδειξη, ούτε καν από τα εμπορικά σήματα των διανομέων ή άλλων.

Τα τρόφιμα που περιέχουν CARNALENTEJANA μπορούν να πωλούνται σε συσκευασίες που φέρουν την ένδειξη «Elaborado a partir de CARNALENTEJANA — DOP» [«Παρασκευασμένο από CARNALENTEJANA — ΠΟΠ»], υπό τις εξής προϋποθέσεις:

Το Carnalentejana (πιστοποιημένο υπό αυτή τη μορφή) είναι το μόνο συστατικό της ομάδας προϊόντων «κρέατος» στο τελικό προϊόν, και

Το Carnalentejana (πιστοποιημένο υπό αυτή τη μορφή) είναι το κύριο συστατικό κατά βάρος στο τελικό προϊόν, και

οι χρήστες του προϊόντος που φέρει αυτήν την προστατευμένη ονομασία είναι εξουσιοδοτημένοι από την Ομάδα Παραγωγών που ασκεί τη διαχείριση.

Η Ομάδα είναι επίσης υπεύθυνη για την εγγραφή αυτών των χρηστών σε ειδικά μητρώα τα οποία, μόλις χορηγηθεί η έγκριση, πρέπει να επιθεωρηούνται από τον οργανισμό πιστοποίησης και ελέγχου όσον αφορά την ορθή χρήση της προστατευόμενης ονομασίας στην επισήμανση και τις χρησιμοποιούμενες ποσότητες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, απαγορεύεται η χρήση του κοινοτικού λογότυπου ή οποιωνδήποτε άλλων λογότυπων ή ενδείξεων που μπορούν να βλάψουν τη φήμη της ΠΟΠ.


(1)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12.

(2)  Τα σφάγια των νεαρών ταύρων, των δαμαλίδων, των ταύρων και των αγελάδων που έχουν ταξινομηθεί ως P επιτρέπονται εάν προορίζεται για τεμαχισμό