ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

50ό έτος
7 Ιουλίου 2007


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο

2007/C 155/01

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΕΕ C 140 της 23.6.2007

1

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2007/C 155/02

Υπόθεση C-45/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 [αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Maatschap Schonewille-Prins κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit (Αγροτικές δομές — Καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων — Τομέας του βοείου κρέατος — Αναγνώριση και καταγραφή των βοοειδών — Αποκλεισμός και μείωση της πριμοδοτήσεως — Κοινοτικές μειώσεις και αποκλεισμοί — Εθνικές κυρώσεις)

2

2007/C 155/03

Υπόθεση C-157/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 [αίτηση του Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Winfried L. Holböck κατά Finanzamt Salzburg-Land (Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Ελευθερία εγκατάστασης — Φορολογία εισοδήματος — Διανομή μερισμάτων — Εισοδήματα από κεφάλαια που προέρχονται από τρίτη χώρα)

3

2007/C 155/04

Υπόθεση C-361/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας (Παράβαση κράτους μέλους — Διαχείριση των αποβλήτων — Οδηγίες 75/442/ΕΟΚ και 1999/31/ΕΚ — Παράνομοι και μη ελεγχόμενοι χώροι απορρίψεως — Χώροι απορρίψεως στο Nijar, στο Hoyo de Miguel και στην Cueva del Mojón)

3

2007/C 155/05

Υπόθεση C-394/05: Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2000/53/ΕΚ — Οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους — Άρθρα 3, παράγραφος 5, 5, παράγραφος 1, 7, παράγραφος 2, καθώς και 8, παράγραφοι 3 και 4 — Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο μη συμβατό με την οδηγία)

4

2007/C 155/06

Υπόθεση C-43/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 85/384/ΕΟΚ — Αρχιτέκτονες — Αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων — Υποχρέωση επιτυχούς συμμετοχής σε εξετάσεις για την εγγραφή στον αρχιτεκτονικό σύλλογο)

4

2007/C 155/07

Υπόθεση C-359/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2001/45/ΕΚ — Κοινωνική πολιτική — Προστασία των εργαζομένων — Χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας — Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας)

5

2007/C 155/08

Υπόθεση C-364/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2002/15/ΕΚ — Οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών — Μη εμπρόθεσμη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη)

5

2007/C 155/09

Υπόθεση C-375/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2003/105/ΕΚ — Προστασία των εργαζομένων — Αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες — Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

6

2007/C 155/10

Υπόθεση C-376/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 7007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2001/42/ΕΚ — Εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων — Παράλειψη μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

6

2007/C 155/11

Υπόθεση C-492/04: Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 10ης Μαΐου 2007 [αίτηση του Finanzgericht Baden-Württemberg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Lasertec Gesellschaft für Stanzformen mbH κατά Finanzamt Emmendingen (Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Kανονισμού Διαδικασίας — Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων — Ελευθερία εγκατάστασης — Φορολογία — Φόρος εταιρειών — Σύμβαση δανείου μεταξύ εταιρειών — Ημεδαπή δανειολήπτρια εταιρεία — Δανειοδότρια κεφαλαιουχική εταιρεία εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα — Έννοια σημαντική μερίδα συμμετοχής — Καταβολή τόκων δανείου — Χαρακτηρισμός — Συγκαλυμμένη διανομή κερδών)

7

2007/C 155/12

Υπόθεση C-312/05 P: Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 27ης Μαρτίου 2007 — TeleTech Holdings, Inc. κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), Teletech International SA (Αίτηση αναιρέσεως — Κοινοτικό σήμα — Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 — Κοινοτικό λεκτικό σήμα — Αίτηση περί αναγνωρίσεως ακυρότητας — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα)

7

2007/C 155/13

Υπόθεση C-155/07: Προσφυγή της 20ής Μαρτίου 2007 — Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

8

2007/C 155/14

Υπόθεση C-166/07: Προσφυγή της 26ης Μαρτίου 2007 — Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

8

2007/C 155/15

Υπόθεση C-169/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 30 Μαρτίου 2007 — Hartlauer Handelsgesellschaft mbH κατά Wiener Landesregierung und Oberösterreichische Landesregierung

8

2007/C 155/16

Υπόθεση C-173/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Oberlandesgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) στις 2 Απριλίου 2007 — Emirates Airlines, Direktion für Deutschland, κατά Diether Schenkel

9

2007/C 155/17

Υπόθεση C-185/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το House of Lords (Ηνωμένο Βασίλειο) στις 2 Απριλίου 2007 — Riunione Adriatica Di Sicurta SpA (RAS) κατά West Tankers Inc.

9

2007/C 155/18

Υπόθεση C-196/07: Προσφυγή της 11ης Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

10

2007/C 155/19

Υπόθεση C-203/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 16 Απριλίου 2007 η Ελληνική Δημοκρατία κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (Πρώτο τμήμα) που εκδόθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2007 στην υπόθεση T-231/04, Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

10

2007/C 155/20

Υπόθεση C-208/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bayerisches Landessozialgericht στις 15 Μαρτίου 2007 — Petra von Chamier-Glisczinki κατά Deutsche Angestellten-Krankenkasse Hamburg

11

2007/C 155/21

Υπόθεση C-211/07: Προσφυγή της 20ής Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδικής Δημοκρατίας

11

2007/C 155/22

Υπόθεση C-212/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Απριλίου 2007 η Indorata-Serviços e Gestão, Lda κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (πέμπτο τμήμα) στις 15 Φεβρουαρίου 2007, στην υπόθεση T-204/04, Indorata-Serviços e Gestão, Lda κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

12

2007/C 155/23

Υπόθεση C-215/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Γερμανία) στις 24 Απριλίου 2007 — Verlag Schawe GmbH κατά Sächsisches Druck- und Verlagshaus AG

12

2007/C 155/24

Υπόθεση C-217/07: Προσφυγή της 25ης Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών

13

2007/C 155/25

Υπόθεση C-219/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Raad van State van (Βέλγιο) στις 27 Απριλίου 2007 — VZW de Nationale Raad van Dierenkwekers en Liefhebbers en VZW Andibel κατά Βελγικού Δημοσίου

13

2007/C 155/26

Υπόθεση C-222/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ισπανία) στις 3 Μαΐου 2007 — UTECA (Unión de Televisiones Comerciales Asociadas) κατά Federación de Asociaciones de Productores Audiovisuales, Ente Público RTVE και Administración del Estado

14

2007/C 155/27

Υπόθεση C-224/07: Προσφυγή της 4ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

14

2007/C 155/28

Υπόθεση C-226/07: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Finanzgericht Düsseldorf (Γερμανία) στις 7 Μαΐου 2007 — Flughafen Köln-Bonn GmbH κατά Hauptzollamt Köln

15

2007/C 155/29

Υπόθεση C-229/07: Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Tribunal administratif de Paris (Γαλλία) στις 9 Μαΐου 2007 — Diana Mayeur κατά Ministre de la santé et des solidarités

15

2007/C 155/30

Υπόθεση C-230/07: Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών

16

2007/C 155/31

Υπόθεση C-234/07: Προσφυγή της 10ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

16

2007/C 155/32

Υπόθεση C-244/07: Προσφυγή της 22ας Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

16

2007/C 155/33

Υπόθεση C-245/07: Προσφυγή της 22ας Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

17

2007/C 155/34

Υπόθεση C-250/07: Προσφυγή της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

17

 

Πρωτοδικείο

2007/C 155/35

Συνέχιση της δραστηριότητας του Πρωτοδικείου μεταξύ 1ης και 17ης Σεπτεμβρίου 2007

19

2007/C 155/36

Υπόθεση T-151/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 24ης Μαΐου 2007 — Duales System Deutschland κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως — Σύστημα συλλογής και ανακυκλώσεως συσκευασιών που διατίθενται στο εμπόριο στη Γερμανία και φέρουν το σήμα Der Grüne Punkt — Απόφαση διαπιστώνουσα την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως — Παρεμπόδιση εισόδου στην αγορά — Τέλος οφειλόμενο λόγω της συμβάσεως για τη χρήση του λογοτύπου)

19

2007/C 155/37

Υπόθεση T-289/01: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 24ης Μαΐου 2007 — Duales System Deutschland κατά Επιτροπής (Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Σύστημα αποκομιδής και ανακυκλώσεως συσκευασιών που διατίθενται στο εμπόριο στη Γερμανία και φέρουν τον λογότυπο Der Grüne Punkt — Απόφαση περί απαλλαγής — Υποχρεώσεις επιβληθείσες από την Επιτροπή προς διασφάλιση του ανταγωνισμού — Αποκλειστικότητα χορηγηθείσα από τον εκμεταλλευόμενο το σύστημα στις αντισυμβαλλόμενες επιχειρήσεις αποκομιδής — Περιορισμός του ανταγωνισμού — Ανάγκη διασφαλίσεως της προσβάσεως των ανταγωνιστών στις εγκαταστάσεις αποκομιδής που χρησιμοποιεί ο εκμεταλλευόμενος το σύστημα — Δεσμεύσεις που υιοθέτησε ο εκμεταλλευόμενος το σύστημα)

19

2007/C 155/38

Υπόθεση T-324/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου 2007 — F κατά Επιτροπής (Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Επίδομα αποδημίας — Προσφυγή ακυρώσεως — Αγωγή αποζημιώσεως — Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α', του παραρτήματος VII του ΚΥΚ — Έννοια της εθνικής οργανώσεως — Συνήθης κατοικία και κύρια επαγγελματική δραστηριότητα — Απόρριψη αναδρομικώς του επιδόματος αποδημίας — Αναζήτηση αχρεωστήτου)

20

2007/C 155/39

Υπόθεση T-491/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου 2007 — Merant κατά ΓΕΕΑ — Focus Magazin Verlag (FOCUS) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού λεκτικού σήματος FOCUS — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα MICRO FOCUS — Κίνδυνος συγχύσεως — Ομοιότητα των σημείων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

20

2007/C 155/40

Υπόθεση T-500/04: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Επιτροπή κατά IIC (Ρήτρα διαιτησίας — Αρμοδιότητα του Πρωτοδικείου — Επιστροφή του ποσού που προκατέβαλε η Κοινότητα για χρηματοδοτούμενα σχέδια στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων τηλεπικοινωνιών — Απώλεια δικαιώματος — Δυνατότητα αποδόσεως των δαπανών που δηλώνεται ότι καταβλήθηκαν)

21

2007/C 155/41

Υπόθεση T-137/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου — La Perla κατά ΓΕΕΑ — Worldgem Brands (NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ακυρώσεως — Κοινοτικό λεκτικό σήμα NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC — Προγενέστερα εθνικά εικονιστικά σήματα και λεκτικό σήμα la PERLA και LA PERLA PARFUMS — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Άρθρα 52, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

21

2007/C 155/42

Υπόθεση T-158/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου 2007 — Trek Bicycle κατά ΓΕΕΑ — Audi (ALLTREK) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού λεκτικού σήματος ALLTREK — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TREK — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Απουσία κινδύνου συγχύσεως — Απουσία ομοιότητας προϊόντων — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

22

2007/C 155/43

Υπόθεση T-198/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Mebrom NV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Εξωσυμβατική ευθύνη — Εισαγωγή βρωμιούχου μεθυλίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Καθυστερημένη δημιουργία διαδικτυακού τόπου για την αίτηση και τη χορήγηση αδειών και ποσοστώσεων εισαγωγής — Άρθρα 6 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 — Ζημία λόγω διαφυγόντος κέρδους — Επέλευση της ζημίας)

22

2007/C 155/44

Υπόθεση T-216/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Mebrom κατά Επιτροπής (Προστασία της στιβάδας του όζοντος — Εισαγωγή μεθυλοβρωμιδίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Άρνηση χορηγήσεως ποσοστώσεως εισαγωγής για χρήση κρίσιμης σημασίας κατά το έτος 2005 — Προσφυγή ακυρώσεως — Παραδεκτό — Εφαρμογή των άρθρων 3, 4, 6 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη — Aσφάλεια δικαίου)

22

2007/C 155/45

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-241/05, T-262/05 έως T-264/05, T-346/05, T-347/05, T-29/06 έως T-31/06: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Μαΐου 2007 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ (Λευκά τετράγωνα πλακίδια με χρωματιστό σχέδιο άνθους) (Κοινοτικό σήμα — Αιτήσεις καταχωρίσεως τρισδιάστατων κοινοτικών σημάτων — Λευκά τετράγωνα πλακίδια με χρωματιστό σχέδιο άνθους — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα)

23

2007/C 155/46

Υπόθεση T-342/05: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Μαΐου 2007 — Henkel κατά ΓΕΕΑ — SERCA (COR) (Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος COR — Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα που περιλαμβάνει το λεκτικό στοιχείο dor σε γοτθική γραμματοσειρά — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

23

2007/C 155/47

Υπόθεση T-223/06 P: Απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Μαΐου 2007 — Κοινοβούλιο κατά Eistrup (Αίτηση αναιρέσεως — Δικόγραφο της προσφυγής υπογεγραμμένο με σφραγίδα της υπογραφής του δικηγόρου — Απαράδεκτο της προσφυγής)

24

2007/C 155/48

Υπόθεση T-18/07 R: Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 21ης Μαΐου 2007 — Hans Kronberger κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ασφαλιστικά μέτρα — Πράξη εκλογής μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Αίτηση προσωρινών μέτρων — Απαράδεκτο)

24

2007/C 155/49

Υπόθεση T-118/07: Προσφυγή της 16ης Απριλίου 2007 — P.P.TV κατά ΓΕΕΑ — Rentrak (PPT) κατά ΓΕΕΑ

24

2007/C 155/50

Υπόθεση T-131/07: Προσφυγή της 24ης Απριλίου 2007 — Mohr & Sohn κατά Επιτροπής

25

2007/C 155/51

Υπόθεση T-137/07: Αγωγή της 2ας Μαΐου 2007 — Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares κατά Επιτροπής

25

2007/C 155/52

Υπόθεση T-138/07: Προσφυγή της 4ης Μαΐου 2007 — Schindler Holding κ.λπ. κατά Επιτροπής

27

2007/C 155/53

Υπόθεση T-139/07: Προσφυγή της 2ας Μαΐου 2007 — Pioneer Hi-Bred International κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

28

2007/C 155/54

Υπόθεση T-140/07: Προσφυγή της 26ης Απριλίου 2007 — Chi Mei Optoelectronics Europe και Chi Mei Optoelectronics UK κατά Επιτροπής

28

2007/C 155/55

Υπόθεση T-144/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssensKrupp Liften Ascenseurs κατά Επιτροπής

29

2007/C 155/56

Υπόθεση T-145/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — OTIS κ.λπ. κατά Επιτροπής

30

2007/C 155/57

Υπόθεση T-146/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — United Technologies κατά Επιτροπής

30

2007/C 155/58

Υπόθεση T-147/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Aufzüge και ThyssenKrupp Fahrtreppen κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

31

2007/C 155/59

Υπόθεση T-148/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Ascenseurs Luxembourg κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

32

2007/C 155/60

Υπόθεση T-149/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Elevator κατά Επιτροπής

33

2007/C 155/61

Υπόθεση T-150/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Elevator κατά Επιτροπής

33

2007/C 155/62

Υπόθεση T-151/07: Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — KONE κ.λπ κατά Επιτροπής

34

2007/C 155/63

Υπόθεση T-152/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — Lange Uhren κατά ΓΕΕΑ (εικονιστικό σήμα που παριστάνει ωρολόγιο χειρός)

35

2007/C 155/64

Υπόθεση T-154/07: Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Liften κατά Επιτροπής

35

2007/C 155/65

Υπόθεση T-158/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — COFAC κατά Επιτροπής

36

2007/C 155/66

Υπόθεση T-159/07: Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — COFAC κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

36

2007/C 155/67

Υπόθεση T-161/07: Προσφυγή της 9ης Μαΐου 2007 — Group Lottuss κατά ΓΕΕΑ — Ugly (COYOTE UGLY)

37

2007/C 155/68

Υπόθεση T-162/07: Αγωγή της 8ης Μαΐου 2007 — Πήγασος Αλιευτική Ναυτική Εταιρεία κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

37

2007/C 155/69

Υπόθεση T-164/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 14 Μαΐου 2007 η Sundholm κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης την 1η Μαρτίου 2007 στην υπόθεση F-30/05, Sundholm κατά Επιτροπής

38

2007/C 155/70

Υπόθεση T-165/07: Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Red Bull κατά ΓΕΕΑ — Grupo Osborne (TORO)

39

2007/C 155/71

Υπόθεση T-166/07: Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Ιταλία κατά Επιτροπής

39

2007/C 155/72

Υπόθεση T-169/07: Προσφυγή της 16ης Μαΐου 2007 — Longevity Health Products κατά ΓΕΕΑ — Celltech Pharma (Cellutrim)

40

2007/C 155/73

Υπόθεση T-174/07: Προσφυγή της 21ης Μαΐου 2007 — Volkswagen AG κατά ΓΕΕΑ

40

2007/C 155/74

Υπόθεση T-180/07: Προσφυγή της 24ης Μαΐου 2007 — Promomadrid Desarollo Internacional de Madrid κατά ΓΕΕΑ (MADRIDEXPORTA)

41

2007/C 155/75

Υπόθεση T-183/07: Προσφυγή της 28ης Μαΐου 2007 — Πολωνία κατά Επιτροπής

41

2007/C 155/76

Υπόθεση T-438/05: Διάταξη του Πρωτοδικείου της11ης Μαΐου 2007 — Daishowa Seiki κατά ΓΕΕΑ — Tengelmann Warenhandelsgesellschaft (BIG PLUS)

42

2007/C 155/77

Υπόθεση T-148/06: Διάταξη του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Marie Claire κατά ΓΕΕΑ — Marie Claire Album (MARIE CLAIRE)

42

 

Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαικής Ένωσης

2007/C 155/78

Υπόθεση F-97/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 22ας Μαΐου 2007 — López Teruel κατά ΓΕΕΑ (Υπάλληλοι — Αναπηρία — Απόρριψη αιτήσεως περί συστάσεως επιτροπής αναπηρίας)

43

2007/C 155/79

Υπόθεση F-99/06: Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 22ας Μαΐου 2007 — López Teruel κατά ΓΕΕΑ (Υπάλληλοι — Αναρρωτική άδεια — Αντικανονική απουσία — Διαδικασία διαιτησίας — Προθεσμία διορισμού του ανεξάρτητου ιατρού)

43

2007/C 155/80

Υπόθεση F-2/06: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 2007 — Marcuccio κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Υπάλληλοι — Κοινωνική ασφάλεια — Ασφάλιση ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών — Εργατικό ατύχημα — Περάτωση διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 73 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως)

44

2007/C 155/81

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις F-27/06 και F-75/06: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (τρίτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Lofaro κατά Επιτροπής (Υπάλληλοι — Έκτακτος υπάλληλος — Παράταση της περιόδου δοκιμασίας — Απόλυση κατά τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας — Βλαπτικές πράξεις — Προθεσμία ασκήσεως διοικητικής ενστάσεως — Απαράδεκτο)

44

2007/C 155/82

Υπόθεση F-43/07: Προσφυγή της 9ης Μαΐου 2007 — Korjus κατά Δικαστηρίου

44

2007/C 155/83

Υπόθεση F-44/07: Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2007 — Barbin κατά Κοινοβουλίου

45

2007/C 155/84

Υπόθεση F-92/06: Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 25ης Μαΐου 2007 Antas κατά Συμβουλίου

45

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο

7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/1


(2007/C 155/01)

Τελευταία δημοσίευση του Δικαστηρίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΕ C 140 της 23.6.2007

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 129 της 9.6.2007

ΕΕ C 117 της 26.5.2007

ΕΕ C 96 της 28.4.2007

ΕΕ C 95 της 28.4.2007

ΕΕ C 82 της 14.4.2007

ΕΕ C 69 της 24.3.2007

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα σε:

 

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 [αίτηση του College van Beroep voor het bedrijfsleven (Κάτω Χώρες) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Maatschap Schonewille-Prins κατά Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit

(Υπόθεση C-45/05) (1)

(Αγροτικές δομές - Καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων - Τομέας του βοείου κρέατος - Αναγνώριση και καταγραφή των βοοειδών - Αποκλεισμός και μείωση της πριμοδοτήσεως - Κοινοτικές μειώσεις και αποκλεισμοί - Εθνικές κυρώσεις)

(2007/C 155/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

College van Beroep voor het bedrijfsleven

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Maatschap Schonewille-Prins

κατά

Minister van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — College van Beroep voor het bedrijfsleven — Ερμηνεία του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΚ) 1254/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (ΕΕ L 160, σ. 21), των άρθρων 44, 45 και 47, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 2419/2001 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3508/92 (ΕΕ L 327, σ. 11) — Ερμηνεία του άρθρου 11 του κανονισμού 3887/92 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 1992, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων (ΕΕ L 391, σ. 36) και του άρθρου 22 του κανονισμού (ΕΚ) 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 820/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 204, σ. 1) — Πριμοδότηση σφαγής — Τήρηση του κανονισμού 1760/2000 — Κοινοτικοί αποκλεισμοί και μειώσεις — Εφαρμογή εθνικών αποκλεισμών και μειώσεων — Διορθώσεις και συμπληρώσεις στα στοιχεία της ηλεκτρονικής βάσεως δεδομένων

Διατακτικό της αποφάσεως

1)

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) 1254/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η μη τήρηση της προθεσμίας κοινοποιήσεως στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων της μετακινήσεως ενός βοοειδούς με προορισμό ή προέλευση μια εκμετάλλευση, συνεπάγεται πλήρη αποκλεισμό της πριμοδοτήσεως σφαγής για το ζώο αυτό, καθιστά το εν λόγω βοοειδές μη επιλέξιμο για την πριμοδότηση σφαγής και, επομένως, συνεπάγεται αποκλεισμό από το ευεργέτημα της πριμοδοτήσεως αυτής για το ζώο αυτό.

2)

Από την εξέταση του δεύτερου ερωτήματος δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να θίξει, βάσει της αρχής της αναλογικότητας, το κύρος του άρθρου 21 του κανονισμού 1254/1999 καθόσον τούτο καθιστά μη επιλέξιμο για την πριμοδότηση σφαγής το βοοειδές για το οποίο η προθεσμία κοινοποιήσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1760/2000 δεν τηρήθηκε και, επομένως, συνεπάγεται τον αποκλεισμό από το ευεργέτημα της πριμοδοτήσεως αυτής για το ζώο αυτό.

3)

Τα άρθρα 44 και 45 του κανονισμού (ΕΚ) 2419/2001 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2001, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3508/92 του Συμβουλίου, δεν έχουν εφαρμογή στον αποκλεισμό από το ευεργέτημα της πριμοδοτήσεως σφαγής για βοοειδές για το οποίο τα στοιχεία σχετικά με τη μετακίνηση με προορισμό ή προέλευση τη γεωργική εκμετάλλευση δεν κοινοποιήθηκαν στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων εντός της προθεσμίας του άρθρου 7, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1760/2000, ώστε να καθιστούν επιλέξιμο για την πριμοδότηση σφαγής το εν λόγω βοοειδές, όταν αυτά τα εκπροθέσμως διαβιβασθέντα στην εν λόγω βάση στοιχεία είναι ορθά.

4)

Το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) 3887/92 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 1992, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων, και/ή το άρθρο 22 του κανονισμού 1760/2000 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι κράτος μέλος δεν μπορεί να προβλέπει εθνικές κυρώσεις οι οποίες συνίστανται σε μειώσεις και αποκλεισμούς του συνολικού ποσού της ενισχύσεως που μπορεί να ζητήσει ο γεωργός ο οποίος υπέβαλε αίτηση πριμοδοτήσεως σφαγής, εφόσον κυρώσεις αυτής της φύσεως περιλαμβάνονται ήδη λεπτομερώς στον κανονισμό 3887/92.


(1)  ΕΕ C 93 της 16.4.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 [αίτηση του Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Winfried L. Holböck κατά Finanzamt Salzburg-Land

(Υπόθεση C-157/05) (1)

(Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων - Ελευθερία εγκατάστασης - Φορολογία εισοδήματος - Διανομή μερισμάτων - Εισοδήματα από κεφάλαια που προέρχονται από τρίτη χώρα)

(2007/C 155/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Verwaltungsgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Winfried L. Holböck

κατά

Finanzamt Salzburg-Land

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Verwaltungsgerichtshof — Ερμηνεία των άρθρων 56 και 57 ΕΚ — Εθνική νομοθεσία περί φόρου επί των διανεμομένων μερισμάτων — Κατοχή των δύο τρίτων των μετοχών εταιρίας που εδρεύει σε τρίτο κράτος (Ελβετία) από φυσικό πρόσωπο το οποίο διαμένει στην εθνική επικράτεια — Φορολόγηση των μερισμάτων βάσει του κανονικού φορολογικού συντελεστή που ισχύει για το εισόδημα, αντίθετα προς ό,τι ισχύει για τα μερίσματα εθνικής προελεύσεως που φορολογούνται με μειωμένο συντελεστή

Διατακτικό της αποφάσεως

Το άρθρο 57, παράγραφος 1, ΕΚ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το άρθρο 56 ΕΚ δεν εμποδίζει την εφαρμογή από κράτος μέλος νομοθεσίας που ίσχυε στις 31 Δεκεμβρίου 1993, δυνάμει της οποίας μέτοχος που εισπράττει μερίσματα από ημεδαπή εταιρία φορολογείται με συντελεστή ίσο με το ήμισυ του μέσου φορολογικού συντελεστή, ενώ μέτοχος που κατέχει τα δύο τρίτα από το κεφάλαιο εταιρίας που εδρεύει σε τρίτη χώρα και εισπράττει μερίσματα από αυτήν φορολογείται με τον κανονικό συντελεστή φορολογίας εισοδήματος.


(1)  ΕΕ C 143 της 11.6.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-361/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Διαχείριση των αποβλήτων - Οδηγίες 75/442/ΕΟΚ και 1999/31/ΕΚ - Παράνομοι και μη ελεγχόμενοι χώροι απορρίψεως - Χώροι απορρίψεως στο Nijar, στο Hoyo de Miguel και στην Cueva del Mojón)

(2007/C 155/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: I. Martínez del Peral και Μ. Κωνσταντινίδης)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωποι: I. del Cuvillo Contreras και M. Muñoz Pérez)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 4, 9 και 13 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 1991 (ΕΕ L 78, σ. 32), και του άρθρου 14 της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182, σ. 1) — Χώροι απορρίψεως αποβλήτων στο Níjar, στο Hoyo de Miguel και στην Cueva del Mojón (La Mojonera).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, μη λαμβάνοντας εντός της ταχθείσας προθεσμίας τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την εφαρμογή, στους χώρους απορρίψεως αποβλήτων στο Níjar, στο Hoyo de Miguel και στην Cueva del Mojón (επαρχία της Almería), των άρθρων 4, 9 και 13 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 86), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 1991, και του άρθρου 14 της οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις αυτές.

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 296 της 26.11.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-394/05) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2000/53/ΕΚ - Οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους - Άρθρα 3, παράγραφος 5, 5, παράγραφος 1, 7, παράγραφος 2, καθώς και 8, παράγραφοι 3 και 4 - Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο μη συμβατό με την οδηγία)

(2007/C 155/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: D. Recchia και Μ. Κωνσταντινίδης)

Καθής: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: I. M. Braguglia και P. Gentili)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 10 και 12 της οδηγίας 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους (ΕΕ L 269, σ. 34)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Ιταλική Δημοκρατία, εκδίδοντας το νομοθετικό διάταγμα 209, της 24ης Ιουνίου 2003, με το οποίο μεταφέρονται στο εσωτερικό δίκαιο οι διατάξεις της οδηγίας 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους, κατά τρόπο μη συμβατό με την οδηγία αυτή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, παράγραφος 5, 5, παράγραφος 1, 7, παράγραφος 2, στοιχείο α', δεύτερο εδάφιο, καθώς και 8, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας αυτής.

2)

Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 22 της 28.1.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-43/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 85/384/ΕΟΚ - Αρχιτέκτονες - Αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων - Υποχρέωση επιτυχούς συμμετοχής σε εξετάσεις για την εγγραφή στον αρχιτεκτονικό σύλλογο)

(2007/C 155/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: H. Støvlbæk και P. Guerra e Andrade)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: L. Fernandes)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράβαση των άρθρων 2 και 10 της οδηγίας 85/384/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1985, για την αμοιβαία αναγνώριση των πτυχίων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων στον τομέα της αρχιτεκτονικής και τη θέσπιση μέτρων για τη διευκόλυνση της πραγματικής άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 223, σ. 15) — Επιβολή υποχρεώσεως στους αρχιτέκτονες άλλων κρατών μελών, που δεν είναι εγγεγραμμένοι στον αντίστοιχο εθνικό Σύλλογο, να υποβληθούν, προκειμένου να δύνανται να ασκούν το επάγγελμα του αρχιτέκτονα, σε εξετάσεις για την εγγραφή στον Αρχιτεκτονικό Σύλλογο του κράτους υποδοχής.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Πορτογαλική Δημοκρατία, απαιτώντας από τους κατόχους επαγγελματικών τίτλων στον τομέα της αρχιτεκτονικής, οι οποίοι χορηγήθηκαν από άλλα κράτη μέλη, να υποβληθούν σε εξετάσεις για την εγγραφή στον Πορτογαλικό Αρχιτεκτονικό Σύλλογο εφόσον δεν είναι εγγεγραμμένοι σε αρχιτεκτονικό σύλλογο άλλου κράτους μέλους, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2 και 10 της οδηγίας 85/384/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1985, για την αμοιβαία αναγνώριση των πτυχίων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων στον τομέα της αρχιτεκτονικής και τη θέσπιση μέτρων για τη διευκόλυνση της πραγματικής άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2001/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 2001.

2)

Καταδικάζει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 86 της 8.4.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

(Υπόθεση C-359/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2001/45/ΕΚ - Κοινωνική πολιτική - Προστασία των εργαζομένων - Χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας - Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας)

(2007/C 155/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: V. Kreuschitz και I. Kaufmann-Bühler)

Καθής: Δημοκρατία της Αυστρίας (εκπρόσωπος: C. Pesendorfer)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη θεσπίσεως, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, όλων των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2001/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 195, σ. 46)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Δημοκρατία της Αυστρίας, μη θεσπίζοντας εντός της ταχθείσας προθεσμίας όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2001/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ), όσον αφορά τα ομόσπονδα κράτη του Burgenland και της Καρινθίας και, όσον αφορά το ομόσπονδο κράτος της Κάτω Αυστρίας, παραλείποντας εν πάση περιπτώσει να κοινοποιήσει τις διατάξεις αυτές στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εντός της εν λόγω προθεσμίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 249 της 14.10.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-364/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2002/15/ΕΚ - Οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών - Μη εμπρόθεσμη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη)

(2007/C 155/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: N. Yerrell)

Καθού: Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου (εκπρόσωπος: C. Schiltz)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη εμπρόθεσμης θεσπίσεως των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80, σ. 35).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, παραλείποντας να θεσπίσει εμπρόθεσμα τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 249 της 14.10.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-375/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2003/105/ΕΚ - Προστασία των εργαζομένων - Αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες - Παράλειψη μεταφοράς στην εσωτερική έννομη τάξη εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2007/C 155/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: A. Caeiros και B. Schima)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: L. Fernandes και F. Fraústo de Azevedo)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη θεσπίσεως, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, των αναγκαίων διατάξεων για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2003/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2003, για τροποποίηση της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες (ΕΕ L 345, σ. 97)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τα αναγκαία νομοθετικά, κανονιστικά και διοικητικά μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς το άρθρο 2 της οδηγίας 2003/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2003, για τροποποίηση της οδηγίας 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 261 της 28.10.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 7007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-376/06) (1)

(Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 2001/42/ΕΚ - Εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων - Παράλειψη μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας)

(2007/C 155/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: A. Caeiros και J.-B. Laignelot)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: L. Fernandes και F. Fraústo de Azevedo)

Αντικείμενο

Παράβαση κράτους μέλους — Παράλειψη θεσπίσεως, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, των διατάξεων που είναι αναγκαίες για συμμόρφωση προς την οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων (ΕΕ L 197, σ. 30)

Διατακτικό

1)

Η Πορτογαλική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις νομοθετικές κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωσή της προς την οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

2)

Καταδικάζει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 261 της 28.10.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/7


Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 10ης Μαΐου 2007 [αίτηση του Finanzgericht Baden-Württemberg (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Lasertec Gesellschaft für Stanzformen mbH κατά Finanzamt Emmendingen

(Υπόθεση C-492/04) (1)

(Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Kανονισμού Διαδικασίας - Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων - Ελευθερία εγκατάστασης - Φορολογία - Φόρος εταιρειών - Σύμβαση δανείου μεταξύ εταιρειών - Ημεδαπή δανειολήπτρια εταιρεία - Δανειοδότρια κεφαλαιουχική εταιρεία εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα - Έννοια «σημαντική μερίδα συμμετοχής» - Καταβολή τόκων δανείου - Χαρακτηρισμός - Συγκαλυμμένη διανομή κερδών)

(2007/C 155/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Finanzgericht Baden-Württemberg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Lasertec Gesellschaft für Stanzformen mbH

κατά

Finanzamt Emmendingen

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως — Finanzgericht Baden-Württemberg — Ερμηνεία των άρθρων 56, παράγραφος 1, 57, παράγραφος 1, και 58 ΕΚ — Εθνική φορολογική νομοθεσία — Φόρος επί των εταιρικών κερδών — Φορολόγηση ως αφανών κερδών διανεμομένων από τους τόκους που καταβάλει ημεδαπή εταιρεία προς εξόφληση δανείου που έλαβε από ανώνυμη εταιρία εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο διατάσσει:

Εθνική ρύθμιση, δυνάμει της οποίας οι τόκοι δανείου που καταβάλλει ημεδαπή κεφαλαιουχική εταιρεία σε μεριδούχο που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα και κατέχει σημαντική μερίδα συμμετοχής στο κεφάλαιο της εταιρείας αυτής θεωρούνται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, συγκαλυμμένη διανομή κερδών ο επί των οποίων φόρος πρέπει να επιβληθεί στη δανειολήπτρια εταιρεία, επηρεάζει προεχόντως την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης υπό την έννοια των άρθρων 43 επ. ΕΚ. Δεν μπορεί να γίνει επίκληση των διατάξεων αυτών σε περίπτωση που εμπλέκεται εταιρεία τρίτης χώρας.


(1)  ΕΕ C 31 της 5.2.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/7


Διάταξη του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 27ης Μαρτίου 2007 — TeleTech Holdings, Inc. κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), Teletech International SA

(Υπόθεση C-312/05 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Κοινοτικό σήμα - Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 - Κοινοτικό λεκτικό σήμα - Αίτηση περί αναγνωρίσεως ακυρότητας - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα)

(2007/C 155/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: TeleTech Holdings, Inc. (εκπρόσωπος: E. Armijo Chávarri, δικηγόρος)

Άλλοι διάδικοι στη διαδικασία: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: J. García Murillo και I. de Medrano Caballero), Teletech International SA (εκπρόσωποι: J.-F. Adelle και F. Zimeray, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (δεύτερο τμήμα) της 25ης Μαΐου 2005, TeleTech Holdings, Inc. κατά ΓΕΕΑ (παρεμβαίνουσα: Teletech International SA) (υπόθεση Τ-288/03), με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή κατά αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ), ενώ παράλληλα δέχθηκε αίτηση περί αναγνωρίσεως της ακυρότητας του κοινοτικού σήματος «TELETECH GLOBAL VENTURES», την οποία υπέβαλε η εταιρία Teletech International S.A., δικαιούχος του εθνικού σήματος «TELETECH INTERNATIONAL»

Διατακτικό της διατάξεως

Το Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει την TeleTech Holdings, Inc. στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 281 της 12.11.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/8


Προσφυγή της 20ής Μαρτίου 2007 — Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-155/07)

(2007/C 155/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: R. Passos, A. Baas, D. Gauci)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: M. Arpio Santacruz, M. Sims, D. Canga Fano)

Αιτήματα του προσφεύγοντος

To προσφεύγoν ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση 2006/1016/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2006, που παρέχει κοινοτική εγγύηση στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων σε περίπτωση απωλειών λόγω δανείων και εγγυήσεων δανείων υπέρ προγραμμάτων εκτός Κοινότητας για παραβίαση της Συνθήκης ΕΚ·

να καταδικάσει Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επικαλείται ένα μόνο λόγο προς στήριξη της προσφυγής του, ο οποίος αντλείται από εσφαλμένη επιλογή της νομικής βάσης της επίμαχης απόφασης. Δεδομένου ότι πράγματι η απόφαση αυτή αφορά κυρίως αναπτυσσόμενες χώρες μεταξύ των υποψηφίων ή εν δυνάμει υποψηφίων χωρών για τη λήψη χρηματοδότησης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων με κοινοτική εγγύηση, έπρεπε να εκδοθεί βάσει του συνδυασμού των άρθρων 179 ΕΚ και 181 Α ΕΚ και όχι βάσει μόνο του τελευταίου άρθρου που αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του τη συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες.


(1)  ΕΕ L 414, σ. 95.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/8


Προσφυγή της 26ης Μαρτίου 2007 — Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

(Υπόθεση C-166/07)

(2007/C 155/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: I. Klavina και L. Visaggios)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (εκπρόσωποι: A. Vitro και M. Moores)

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Το προσφεύγον ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΚ) 1968/2006 (1) του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις χρηματοδοτικές συνεισφορές της Κοινότητας στο Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία (2007-2010)·

να καταδικάσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβάλλει ένα μοναδικό ισχυρισμό στο πλαίσιο της προσφυγής του που στηρίζεται στην εσφαλμένη επιλογή της νομικής βάσης του προσβαλλομένου κανονισμού. Δεδομένου ότι τα μέτρα που προβλέπει ο κανονισμός αυτός ανάγονται στις κοινοτικές παροχές στον τομέα της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, έπρεπε να ληφθούν βάσει του άρθρου 159, τρίτο εδάφιο ΕΚ, και όχι βάσει του άρθρου 308 ΕΚ που μπορεί να εφαρμοστεί μόνον αν καμιά άλλη διάταξη της Συνθήκης δεν αναθέτει στα κοινοτικά όργανα την αναγκαία εξουσία για την έκδοση της συγκεκριμένης πράξης.


(1)  ΕΕ L 409, σ. 81 και -διορθωτικό- ΕΕ 2007, L 36, σ. 31.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/8


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 30 Μαρτίου 2007 — Hartlauer Handelsgesellschaft mbH κατά Wiener Landesregierung und Oberösterreichische Landesregierung

(Υπόθεση C-169/07)

(2007/C 155/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Verwaltungsgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Hartlauer Handelsgesellschaft mbH

Καθού: Wiener Landesregierung und Oberösterreichische Landesregierung

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Αντιβαίνει προς το άρθρο 43 EΚ (σε συνδυασμό με το άρθρο 48 EΚ) η εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως σύμφωνα με την οποία απαιτείται, για την ίδρυση ιδιωτικού νοσηλευτικού ιδρύματος υπό τον τύπο εκμεταλλεύσεως ενός ανεξάρτητου κέντρου υγείας για την παροχή οδοντιατρικής περιθάλψεως (οδοντιατρικού κέντρου υγείας), άδεια ιδρύσεως και η άδεια αυτή δεν χορηγείται όταν, σύμφωνα με τον αναφερόμενο σκοπό του ιδρύματος και την προβλεπόμενη προσφορά υπηρεσιών σε σχέση με την υφιστάμενη προσφορά περιθάλψεως από τους εγκατεστημένους ιατρούς που είναι συμβεβλημένοι με ασφαλιστικά ταμεία, τις εγκαταστάσεις που ανήκουν σε ασφαλιστικά ταμεία και αυτές που είναι συμβεβλημένες με αυτά, καθώς και τους εγκατεστημένους οδοντιάτρους που είναι συμβεβλημένοι με ασφαλιστικά ταμεία, δεν υφίσταται ανάγκη για το σχεδιαζόμενο οδοντιατρικό κέντρο υγείας;

2)

Μεταβάλλεται η απάντηση στο πρώτο ερώτημα, στην περίπτωση που πρέπει να συμπεριληφθεί στον έλεγχο των υφισταμένων αναγκών και η υπάρχουσα προσφορά περιθάλψεως από τα τμήματα εξωτερικών ιατρείων των δημόσιων, ιδιωτικών κοινωφελών και λοιπών νοσηλευτικών ιδρυμάτων που είναι συμβεβλημένα με ασφαλιστικά ταμεία;


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/9


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Oberlandesgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) στις 2 Απριλίου 2007 — Emirates Airlines, Direktion für Deutschland, κατά Diether Schenkel

(Υπόθεση C-173/07)

(2007/C 155/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Oberlandesgericht Frankfurt am Main

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εφεσείουσα: Emirates Airlines, Direktion für Deutschland

Εφεσίβλητος: Diether Schenkel

Προδικαστικό ερώτημα

Πρέπει η διάταξη του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (1), να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο [χρησιμοποιούμενος στο γερμανικό κείμενο της εν λόγω διάταξης] όρος «πτήση» καλύπτει το αεροπορικό ταξίδι τόσο από το σημείο αναχώρησης μέχρι το σημείο προορισμού όσο και την επιστροφή, τουλάχιστον όταν η κράτηση έχει γίνει ευθύς εξαρχής με επιστροφή;


(1)  ΕΕ L 46, σ. 1.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/9


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το House of Lords (Ηνωμένο Βασίλειο) στις 2 Απριλίου 2007 — Riunione Adriatica Di Sicurta SpA (RAS) κατά West Tankers Inc.

(Υπόθεση C-185/07)

(2007/C 155/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούν δικαστήριο

House of Lords

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Riunione Adriatica Di Sicurta SpA (RAS)

Καθών: West Tankers Inc.

Προδικαστικό ερώτημα

Είναι συμβατό με τον κανονισμό 44/2001 (1) το να διατάσσει το δικαστήριο κράτους μέλους ένα πρόσωπο να μην κινήσει ή να μη συνεχίσει δικαστική διαδικασία εντός άλλου κράτους μέλους, με το αιτιολογικό ότι σε αμφότερες τις περιπτώσεις παραβιάζεται συμφωνία περί διαιτησίας;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις ΕΕ L 12, σ. 1.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/10


Προσφυγή της 11ης Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας

(Υπόθεση C-196/07)

(2007/C 155/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: V. Di Bucci και E. Gippini Fournier)

Καθού: Βασίλειο της Ισπανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας, μη ανακαλώντας χωρίς καθυστέρηση σειρά όρων που τέθηκαν με την απόφαση της Comisión Nacional de la Energía (CNE) (όροι πρώτος έως έκτος, όγδοος και δέκατος έβδομος) που κρίθηκαν ασυμβίβαστοι προς το κοινοτικό δίκαιο με το άρθρο 1 της αποφάσεως της Επιτροπής της 26ης Σεπτεμβρίου 2006 (υπόθεση αριθ. COMP/M.4197 — E.ON/Endesa — C (2006)4279 τελικό), και μη ανακαλώντας το αργότερο στις 19 Ιανουαρίου 2007 σειρά όρων που τέθηκαν με την απόφαση του υπουργού (τροποποιητικοί όροι πρώτος, δέκατος, ενδέκατος και δέκατος πέμπτος) που κρίθηκαν ασυμβίβαστοι προς το κοινοτικό δίκαιο με το άρθρο 1 της αποφάσεως της Επιτροπής της 20ής Δεκεμβρίου 2006 (υπόθεση αριθ. COMP/M.4197 — E.ON/Endesa — C(2006)7039 τελικό), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 2 των δύο αυτών αποφάσεων·

να καταδικάσει το Βασίλειο της Ισπανίας στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι ισπανικές αρχές δεν ανακάλεσαν σειρά όρων που τέθηκαν με την απόφαση της CNE (Εθνική Επιτροπή Ενεργείας, CNE) (όροι πρώτος έως έκτος, όγδοος και δέκατος έβδομος) που κρίθηκαν ασυμβίβαστοι προς το κοινοτικό δίκαιο με το άρθρο 1 της πρώτης αποφάσεως της Επιτροπής της 26ης Σεπτεμβρίου 2006 και δεν ανακάλεσαν τους τροποποιητικούς όρους που τέθηκαν με την απόφαση του υπουργού (τροποποιητικοί όροι πρώτος, δέκατος, ενδέκατος και δέκατος πέμπτος) που κρίθηκαν ασυμβίβαστοι προς το κοινοτικό δίκαιο με το άρθρο 1 της δεύτερης αποφάσεως της Επιτροπής της 20ής Δεκεμβρίου 2006.

Η πρώτη απόφαση υποχρεώνει το Βασίλειο της Ισπανίας να ανακαλέσει «χωρίς καθυστέρηση» τους εν λόγω όρους. Από της λήξεως της προθεσμίας που έθεσε η Επιτροπή προκειμένου το Βασίλειο της Ισπανίας να συμμορφωθεί προς την αιτιολογημένη γνώμη, έχουν παρέλθει σχεδόν έξι μήνες από της κοινοποιήσεως της πρώτης αποφάσεως, οπότε καθίσταται προφανές ότι το Βασίλειο της Ισπανίας δεν συμμορφώθηκε «χωρίς καθυστέρηση» με την υποχρέωση που επιβάλλει το άρθρο 2.

Η προθεσμία της 19ης Ιανουαρίου 2007 για τη συμμόρφωση προς τη δεύτερη απόφαση της Επιτροπής έχει λήξει, χωρίς το Βασίλειο της Ισπανίας να έχει ανακαλέσει τους όρους που κρίθηκαν ασυμβίβαστοι προς το κοινοτικό δίκαιο με την εν λόγω απόφαση.

Εκ τούτου συνάγεται ότι το Βασίλειο της Ισπανίας παρέβη, αντιστοίχως, το άρθρο 2 της πρώτης αποφάσεως της Επιτροπής καθώς και το άρθρο 2 της δεύτερης αποφάσεως της Επιτροπής.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/10


Αναίρεση που άσκησε στις 16 Απριλίου 2007 η Ελληνική Δημοκρατία κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (Πρώτο τμήμα) που εκδόθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2007 στην υπόθεση T-231/04, Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-203/07 P)

(2007/C 155/19)

Γλωσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Π. Μυλωνόπουλος και Στ. Τρεκλή)

Αντίδικος στην αναιρετική διαδικασία: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα

Να γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση αναιρέσεως

Να εξαφανισθεί η απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά το προσβαλλόμενο μέρος

Να γίνει δεκτή η προσφυγή μας σύμφωνα με το αιτητικό της

Να επιβληθεί η δικαστική μας δαπάνη σε βάρος της Επιτροπής

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 12, 13 και 15 του Αρχικού Μνημονίου Συνεργασίας, του άρθρου 14 του Προσθέτου Μνημονίου και των αρχών της καλής πίστης και προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι έκρινε ότι οι υποχρεώσεις των κρατών — μελών στα σχέδια Abuja I και II καθορίζονταν από τη συμπεριφορά του κάθε κράτους — μέλους και όχι ότι ήταν αμιγώς συμβατικού χαρακτήρα και καθορίζονταν από τις διατάξεις των δύο ως άνω Μνημονίων, ενώ περαιτέρω κατ' ορθή ερμηνεία των ως άνω διατάξεων των συμβατικών αυτών κειμένων, έπρεπε να κάνει δεκτό ότι οικονομικές υποχρεώσεις δεν είχαν γεννηθεί για την Ελληνική Δημοκρατία, καθόσον η τελευταία είχε μόνον υπογράψει και δεν είχε επικυρώσει το Πρόσθετο Μνημόνιο, επομένως δεν είχε εγκρίνει το τελευταίο και δεν είχαν εκπληρωθεί για εκείνη όλοι οι προβλεπόμενοι ειδικοί όροι γένεσης των οικονομικών υποχρεώσεων.

Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 15 του Αρχικού Μνημονίου Συνεργασίας κρίνοντας ότι πριν από την υπογραφή του Προσθέτου Μνημονίου συνομολογήθηκε σιωπηρά την 24η Φεβρουαρίου 1997 μεταξύ των εταίρων συμφωνία υλοποίησης του σχεδίου και ουσιαστικά καταργήθηκε με τον τρόπο αυτό ή τροποποιήθηκε το ως άνω άρθρο 15 παρ. 1


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/11


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bayerisches Landessozialgericht στις 15 Μαρτίου 2007 — Petra von Chamier-Glisczinki κατά Deutsche Angestellten-Krankenkasse Hamburg

(Υπόθεση C-208/07)

(2007/C 155/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bayerisches Landessozialgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Petra von Chamier-Glisczinki

Καθής: Deutsche Angestellten-Krankenkasse Hamburg

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει το άρθρο 19, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 (1) σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, να ερμηνευθεί, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων των άρθρων 18, 39 και 49 EΚ και του άρθρου 10 του κανονισμού 1612/68 (2), υπό την έννοια ότι ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός και τα μέλη της οικογενείας του δεν λαμβάνουν καμία παροχή σε χρήμα ούτε επιστροφή ιατρικών εξόδων για λογαριασμό του αρμόδιου φορέα, από τον φορέα του τόπου κατοικίας, εφόσον οι διατάξεις της νομοθεσίας που έχουν εφαρμογή για τον εν λόγω φορέα δεν προβλέπουν παροχές σε είδος αλλά μόνο σε χρήμα υπέρ των προσώπων που υπάγονται στον φορέα αυτόν;

2)

Ελλείψει της αξιώσεως αυτής, υφίσταται, βάσει των άρθρων 18, 39 και 49 EΚ, αξίωση αναλήψεως των δαπανών -κατόπιν προηγούμενης άδειας- για την παραμονή σε νοσηλευτικό ίδρυμα εντός άλλου κράτους μέλους, κατά του αρμοδίου φορέα, μέχρι του ύψους των παροχών που οφείλονται εντός του αρμοδίου κράτους μέλους;


(1)  ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 73.

(2)  ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/11


Προσφυγή της 20ής Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-211/07)

(2007/C 155/21)

Γλώσσα της διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: N. Yerell)

Καθής: Ιρλανδική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Ιρλανδική Δημοκρατία, διατηρώντας σε ισχύ τα σημεία 5.2 και 5.3 της συμφωνίας Motor Insurance Agreement της 31ης Μαΐου 2004 και, ιδίως, i) αποκλείοντας την καταβολή αποζημίωσης στους χρήστες οχημάτων οσάκις όλα τα εμπλεκόμενα οχήματα είναι ανασφάλιστα, καθώς και ii) περιορίζοντας το δικαίωμα αποζημίωσης στους επιβάτες ανασφάλιστου οχήματος το οποίο δεν ευθύνεται για το ατύχημα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων, και ιδίως από το άρθρο 1, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας αυτής, και

να καταδικάσει την Ιρλανδική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το σημείο 5.3 της συμφωνίας μεταξύ του Ιρλανδού Υπουργού Μεταφορών και της Motor Insurers' Bureau of Ireland (ένωσης των ιρλανδικών εταιριών ασφάλισης οχημάτων), της 31ης Μαΐου 2004, (στο εξής: συμφωνία) προβλέπει τον αποκλεισμό του δικαιώματος αποζημίωσης για όλους τους οδηγούς ανασφάλιστων οχημάτων, ανεξαρτήτως του αν ευθύνονται για το ατύχημα, γεγονός που βαίνει πέραν των ορίων του πεδίου εφαρμογής της προβλεπόμενης στο άρθρο 1, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας παρεκκλίσεως.

Όσον αφορά την κατάσταση των επιβατών ανασφάλιστων οχημάτων, το σημείο 5.2 της συμφωνίας προβλέπει τον γενικό αποκλεισμό του δικαιώματος αποζημίωσης σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο τραυματίας «γνώριζε, ή θα έπρεπε ευλόγως να γνωρίζει, ότι δεν υφίστατο ισχύον εγκεκριμένο ασφαλιστήριο». Όλοι οι επιβάτες ανασφάλιστων οχημάτων χρήζουν, συνεπώς, ίδιας μεταχείρισης, είτε επέβαιναν στο όχημα που προκάλεσε το ατύχημα, είτε όχι. Το σημείο αυτό αντίκειται προδήλως στη διατύπωση του άρθρου 1, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, με αποτέλεσμα οι δύο αυτές καταστάσεις να διαφοροποιούνται και να περιορίζεται ο αποκλεισμός του δικαιώματος αποζημίωσης στα πρόσωπα (περιλαμβανομένου του οδηγού) που επέβαιναν στο όχημα το οποίο προκάλεσε την υλική ζημία ή τη σωματική βλάβη.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/12


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Απριλίου 2007 η Indorata-Serviços e Gestão, Lda κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (πέμπτο τμήμα) στις 15 Φεβρουαρίου 2007, στην υπόθεση T-204/04, Indorata-Serviços e Gestão, Lda κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

(Υπόθεση C-212/07 P)

(2007/C 155/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Indorata-Serviços e Gestão, Lda (εκπρόσωπος: T. Wallentin, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ),

Αιτήματα της αναιρεσείουσας:

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει πλήρως την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 15ης Φεβρουαρίου 2007 (1), στην υπόθεση T-204/04,

να υποχρεώσει το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς να καταβάλει στην αναιρεσείουσα, φροντίδι του νομικού εκπροσώπου της, τα αναγκαία έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα στηρίζει την αίτησή της αναιρέσεως κατά της αναφερθείσας αποφάσεως του Πρωτοδικείου σε τέσσερις λόγους αναιρέσεως.

Με τον πρώτο της λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 40/94. Η διατύπωση «HAIRTRANSFER» δύναται -αντίθετα προς την άποψη του Πρωτοδικείου- να καταχωρηθεί, δεδομένου ότι λόγω του καινοφανούς χαρακτήρα της έχει διακριτική ικανότητα, επομένως είναι κατάλληλη για να διακρίνει τα χαρακτηριζόμενα με αυτήν προϊόντα και υπηρεσίες της αναιρεσείουσας από τα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων.

Με τον δεύτερο λόγο, η αναιρεσείουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού 40/94. Με τη διαπίστωσή του ότι το σημείο «HAIRTRANSFER» έχει επαρκώς άμεση και συγκεκριμένη σχέση με τα προϊόντα που αντιστοιχούν στα προϊόντα της κλάσεως 8, και ότι το σημείο «HAIRTRANSFER» προσδιορίζει στο οικείο κοινό τα προϊόντα της κλάσεως 22 και, συνεπώς, στο σύνολό του παρουσιάζει επίσης επαρκώς άμεση και συγκεκριμένη σχέση ως προς τα οικεία προϊόντα της κλάσεως 22, το Πρωτοδικείο ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα την επίμαχη διάταξη. Επιπλέον, το «HAIRTRANSFER» δεν μπορεί αυτό καθεαυτό να είναι περιγραφικό όσον αφορά τα απορριφθέντα προϊόντα δεδομένου ότι δεν μπορεί να προσδοθεί σε ένα προϊόν «αποκλειστικώς περιγραφική» λειτουργία μίας υπηρεσίας (!).

Ο τρίτος λόγος της αναιρέσεως αντλείται από παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Σημεία, τα οποία μπορούν μετά βεβαιότητας να συγκριθούν με την επίμαχη σύνθεση λέξεων αποτέλεσαν πράγματι αντικείμενο αποφάσεων του Γραφείου Εναρμονίσεως, για την καταχώριση ως κοινοτικών σημάτων. Η αναιρεσείουσα ανέφερε κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Πρωτοδικείου ότι το προκείμενο σημείο έχει διακριτικό χαρακτήρα επίσης βάσει της πάγιας νομολογίας του Γραφείου Εναρμονίσεως, του Αυστριακού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και των Γραφείων Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας πολυάριθμων κρατών μελών.

Τέλος, ο τέταρτος λόγος της αναιρέσεως αντλείται από παραβίαση γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου. Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του Πρωτοδικείου παραβιάζει πράγματι την αρχή της αντικειμενικότητας και την αρχή της νοηματικής αλληλουχίας στη λήψη της αποφάσεως, καθόσον εντός μιας και της αυτής αιτήσεως για την καταχώριση κοινοτικού σήματος επιχειρήθηκε μια αντικειμενικά μη κατανοητή διαφοροποίηση. Είναι εντελώς προφανές ότι η απορριφθείσα από το Γραφείο Εναρμονίσεως υπηρεσία της «πύκνωσης των μαλλιών» περιλαμβάνεται στην κλάση 44 στην υπηρεσία της επιμήκυνσης των μαλλιών. Επομένως, η έγκριση του σημείου «HAIRTRANSFER» για την υπηρεσία της «επιμήκυνσης των μαλλιών» και η απόρριψη για την υπηρεσία της «πύκνωσης των μαλλιών» δεν δικαιολογείται αντικειμενικά.


(1)  ΕΕ C 82, σ. 32.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/12


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Γερμανία) στις 24 Απριλίου 2007 — Verlag Schawe GmbH κατά Sächsisches Druck- und Verlagshaus AG

(Υπόθεση C-215/07)

(2007/C 155/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Verlag Schawe GmbH

Αναιρεσίβλητη: Sächsisches Druck- und Verlagshaus AG

Προδικαστικά ερωτήματα

1.

Αντιβαίνει στα άρθρα 7, παράγραφοι 1 και 5, 9 της οδηγίας 96/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1996, σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων (1) ρύθμιση κράτους μέλους βάσει της οποίας μία επίσημη βάση δεδομένων (εν προκειμένω: η συστηματική και πλήρης συλλογή όλων των δεδομένων για προκηρύξεις από ένα ομόσπονδο κράτος), η οποία δημοσιεύεται προς εξυπηρέτηση του υπηρεσιακού συμφέροντος προκειμένου να ενημερωθεί το κοινό, δεν απολαύει προστασίας ως δικαίωμα ειδικής φύσεως κατά την έννοια της οδηγίας;

2.

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Ισχύει τούτο και στην περίπτωση κατά την οποία η (επίσημη) βάση δεδομένων δεν έχει κατασκευαστεί από κρατική αρχή, αλλά από ιδιωτική επιχείρηση κατόπιν εντολής της, όλες δε οι αναθέτουσες αρχές αυτού του ομόσπονδου κράτους υποχρεούνται να θέτουν πάραυτα στη διάθεση αυτής της επιχειρήσεως τα δεδομένα που αφορούν τις προκηρύξεις τους;


(1)  ΕΕ L 77, σ. 20.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/13


Προσφυγή της 25ης Απριλίου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών

(Υπόθεση C-217/07)

(2007/C 155/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: W. Wils και P. Dejmek)

Καθού: Βασίλειο των Κάτω Χωρών

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι οι Κάτω Χώρες, μη λαμβάνοντας τα αναγκαία νομοθετικά, και κανονιστικά μέτρα για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2004/49/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας,

και προς

την οδηγία 2004/50/ΕΚ (2) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας και της οδηγίας 2001/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος,

ή τουλάχιστον μη ανακοινώνοντας τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή, παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από τις οδηγίες αυτές·

να καταδικάσει το Βασίλειο των Κάτω Χωρών στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά των οδηγιών στο εθνικό δίκαιο έληξε στις 30 Απριλίου 2006.


(1)  ΕΕ L 164, σ. 44.

(2)  ΕΕ L 164, σ. 114.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/13


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Raad van State van (Βέλγιο) στις 27 Απριλίου 2007 — VZW de Nationale Raad van Dierenkwekers en Liefhebbers en VZW Andibel κατά Βελγικού Δημοσίου

(Υπόθεση C-219/07)

(2007/C 155/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Raad van State van België

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσες: VZW de Nationale Raad van Dierkwekers en Liefhebbers en VZW Andibel

Καθού: Βελγικό Δημόσιο

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 30 της Συνθήκης της 25ης Μαρτίου 1957 περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθεαυτό θεωρούμενο ή σε συνδυασμό με τον κανονισμό (ΕΚ) 338/97 (1) του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους, την έννοια ότι απαγόρευση εισαγωγών και εμπορίας ζώων, θεσπισθείσα κατ' εφαρμογή του άρθρου 3bis, § 1, του νόμου της 14ης Αυγούστου 1986, περί προστασίας και ευζωίας των ζώων, δεν δικαιολογείται όσον αφορά θηλαστικά που εισάγονται από άλλο κράτος μέλος της ΕΕ και υπάγονται στις κατηγορίες Β, Γ ή Δ του κανονισμού ή τα οποία δεν κατονομάζονται στον κανονισμό, όταν αυτά τα θηλαστικά αποτελούν το αντικείμενο κατοχής σ' αυτό το κράτος μέλος, η νομοθεσία του οποίου συνάδει προς τις διατάξεις του κανονισμού;

2)

Αντίκειται το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΚ ή ο κανονισμός 338/97 σε ρύθμιση κράτους μέλους η οποία, βάσει της υφιστάμενης νομοθεσίας περί ευζωίας των ζώων, απαγορεύει οποιαδήποτε εμπορική εκμετάλλευση δειγμάτων ειδών, εκτός αν αυτά τα δείγματα ειδών μνημονεύονται ρητώς στην εν λόγω εθνική ρύθμιση, όταν ο σκοπός της προστασίας των εν λόγω ειδών, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης ΕΚ, μπορεί να επιτυγχάνεται το ίδιο αποτελεσματικά με μέτρα που περιορίζουν λιγότερο το ενδοκοινοτικό εμπόριο;


(1)  EE 1997 L 61, σ. 1.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/14


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ισπανία) στις 3 Μαΐου 2007 — UTECA (Unión de Televisiones Comerciales Asociadas) κατά Federación de Asociaciones de Productores Audiovisuales, Ente Público RTVE και Administración del Estado

(Υπόθεση C-222/07)

(2007/C 155/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Supremo

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: UTECA (Unión de Televisiones Comerciales Asociadas)

Καθής και παρεμβαίνουσες: Federación de Asociaciones de Productores Audiovisuales, Ente Público RTVE και Administración del Estado

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, [της 3ης Οκτωβρίου 1989], για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/36/ΕΚ (2), του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1997, έχουν τα κράτη μέλη τη δυνατότητα να υποχρεώνουν τους τηλεοπτικούς φορείς να διαθέτουν ποσοστό των εσόδων τους από την εκμετάλλευση για την προηγούμενη χρηματοδότηση ευρωπαϊκών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεταινιών;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, είναι σύμφωνη με την οδηγία αυτή και με το άρθρο 12 της Συνθήκης ΕΚ, σε συνδυασμό με τις λοιπές ειδικές διατάξεις στις οποίες αυτό αναφέρεται, εθνική διάταξη η οποία, πέραν του ότι περιλαμβάνει την υποχρέωση της προεκτεθείσας προηγούμενης χρηματοδοτήσεως, προβλέπει ότι το 60 % της εν λόγω χρηματοδοτήσεως προορίζεται για έργα με γλώσσα πρωτοτύπου την ισπανική;

3)

Συνιστά κρατική ενίσχυση, κατά την έννοια του άρθρου 87 της Συνθήκης ΕΚ, υπέρ της ισπανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας η υποχρέωση που επιβάλλεται με εθνική διάταξη στους τηλεοπτικούς φορείς και συνίσταται στη διάθεση ποσοστού των εσόδων τους από την εκμετάλλευση για την προηγούμενη χρηματοδότηση κινηματογραφικών ταινιών, όταν το 60 % του ποσού αυτού προορίζεται συγκεκριμένα για έργα με γλώσσα πρωτοτύπου την ισπανική, τα οποία στο μεγαλύτερο μέρος τους παράγονται από την εν λόγω βιομηχανία;


(1)  ΕΕ L 298, σ. 23.

(2)  ΕΕ L 202, σ. 60.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/14


Προσφυγή της 4ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-224/07)

(2007/C 155/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: N. Yerrell και P. Dejmek)

Καθού: Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου μη θεσπίζοντας όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 33 της οδηγίας αυτής·

Επικουρικώς:

Να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου μη γνωστοποιώντας στην Επιτροπή τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 33 της οδηγίας αυτής.

Να καταδικάσει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας 2004/49/ΕΚ στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 30 Απριλίου 2006.


(1)  ΕΕ L 164, σ. 44, και διορθωτικό, ΕΕ L 220, σ. 16.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/15


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Finanzgericht Düsseldorf (Γερμανία) στις 7 Μαΐου 2007 — Flughafen Köln-Bonn GmbH κατά Hauptzollamt Köln

(Υπόθεση C-226/07)

(2007/C 155/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Finanzgericht Düsseldorf

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Flughafen Köln/Bonn GmbH

Καθού: Hauptzollamt Köln

Προδικαστικά ερωτήματα

Πρέπει το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο α', της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (1), να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μπορεί να επικαλεστεί απευθείας τη διάταξη αυτή μια επιχείρηση η οποία χρησιμοποίησε φορολογούμενο πετρέλαιο εσωτερικής καύσεως της κλάσεως 2710 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας και υπέβαλε αίτηση για επιστροφή του φόρου;


(1)  EE L 283, σ. 51.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/15


Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Tribunal administratif de Paris (Γαλλία) στις 9 Μαΐου 2007 — Diana Mayeur κατά Ministre de la santé et des solidarités

(Υπόθεση C-229/07)

(2007/C 155/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal administratif de Paris

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Diana Mayeur

Καθού: Ministre de la santé et des solidarités

Προδικαστικό ερώτημα

Μπορεί ο υπήκοος τρίτης χώρας, σύζυγος κοινοτικού υπηκόου, να επικαλεσθεί, βάσει των διατάξεων του άρθρου 23 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ της 29ης Απριλίου 2004 (1), τους κοινοτικούς κανόνες σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων και την ελευθερία εγκαταστάσεως και υποχρεούνται, βάσει των ίδιων διατάξεων, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους από το οποίο ζητείται η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος νομικά κατοχυρωμένου να λάβουν υπόψη τους το σύνολο των διπλωμάτων, πιστοποιητικών ή άλλων τίτλων, ακόμη και αν αποκτήθηκαν εκτός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, εφόσον έχουν, τουλάχιστον, αναγνωριστεί σε άλλο κράτος μέλος, καθώς και την πρόσφορη πείρα του ενδιαφερομένου, προβαίνοντας σε συγκριτική εξέταση μεταξύ, αφενός, των ικανοτήτων που πιστοποιούνται με αυτά τα διπλώματα και αυτή την πείρα και, αφετέρου, των γνώσεων και των προσόντων που απαιτούνται από την εθνική νομοθεσία;


(1)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158, σ. 77, καθώς και -διορθωτικά- ΕΕ L 229, σ. 35 και ΕΕ 2005, L 197, σ. 34).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/16


Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου των Κάτω Χωρών

(Υπόθεση C-230/07)

(2007/C 155/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: W. Wils και M. Shotter)

Καθού: Βασίλειο των Κάτω Χωρών

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, μη θέτοντας, στο μέτρο του τεχνικώς εφικτού και σχετικά με τις κλήσεις στον ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης«112», στη διάθεση των αρχών που αντιμετωπίζουν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος, παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από το άρθρο 26, παράγραφος 3, της οδηγίας 2002/22/EK (1)·

να καταδικάσει το Βασίλειο των Κάτω Χωρών στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο έληξε στις 24 Ιουλίου 2003.


(1)  Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (ΕΕ L 108, σ. 51).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/16


Προσφυγή της 10ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-234/07)

(2007/C 155/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Shotter και G. Braga da Cruz)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, μη μεριμνώντας ώστε, στην πράξη και στο μέτρο που κάτι τέτοιο είναι τεχνική άποψη κατορθωτό, τα σχετικά με τον εντοπισμό του καλούντος στοιχεία να τίθενται στη διάθεση των αρχών που παρεμβαίνουν σε περίπτωση επείγοντος, όσον αφορά όλες τις κλήσεις που προορίζονται για τον ευρωπαϊκό ενιαίο αριθμό επειγουσών κλήσεων «112», έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 26, παράγραφος 3, της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (1), και

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας εξέπνευσε στις 24 Ιουλίου 2003.


(1)  ΕΕ L 108, σ. 51.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/16


Προσφυγή της 22ας Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου

(Υπόθεση C-244/07)

(2007/C 155/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: P. Dejmek και N. Yerrell)

Καθού: Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου μη θεσπίζοντας όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2004/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας και της οδηγίας 2001/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος (1), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4 της οδηγίας αυτής·

Επικουρικώς:

Να αναγνωρίσει ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου μη γνωστοποιώντας στην Επιτροπή τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας και της οδηγίας 2001/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4 της οδηγίας αυτής.

Να καταδικάσει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας 2004/49/ΕΚ στην εσωτερική έννομη τάξη έληξε στις 29 Απριλίου 2006.


(1)  ΕΕ L 164, σ. 114, και διορθωτικό, ΕΕ L 220, σ. 40.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/17


Προσφυγή της 22ας Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

(Υπόθεση C-245/07)

(2007/C 155/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Braun, P. Dejmek,)

Καθής: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, μη θεσπίζοντας εντός της προβλεπομένης προθεσμίας όλες τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 2004/50/EΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/48/EΚ (2) του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας και της οδηγίας 2001/16/ΕΚ (3) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος και μη ανακοινώνοντας στην Επιτροπή τις εν λόγω διατάξεις, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή·

να καταδικάσει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι της προσφυγής και κύρια επιχειρήματα

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας 2004/50/ΕΚ στο εσωτερικό δίκαιο έληξε στις 30 Απριλίου 2006.


(1)  ΕΕ L 164, σ. 114.

(2)  ΕΕ L 235, σ. 6.

(3)  ΕΕ L 110, σ. 1.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/17


Προσφυγή της 24ης Μαΐου 2007 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-250/07)

(2007/C 155/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: M. Πατακιά και D. Kukovec)

Καθής: Ελληνική Δημοκρατία

Αιτήματα:

Να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να δημοσιεύσει προηγουμένως προκήρυξη διαγωνισμού και καθυστερώντας αδικαιολόγητα να απαντήσει στο αίτημα του καταγγέλλοντος για διευκρίνηση των λόγων απόρριψης της προσφοράς του, παρέβη την υποχρέωση της για προκήρυξη διαγωνισμού πριν από τη δρομολόγηση διαδικασίας υποβολής προσφορών που υπέχει βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ (1) περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών, καθώς επίσης και την υποχρέωση που υπέχει βάσει του άρθρου 41 παράγραφος 4 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ όπως διαμορφώθηκαν από τη νομολογία του ΔΕΚ.

να καταδικάσει την Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Η Επιτροπή έλαβε καταγγελία αναφορικά με παρατυπίες κατά τη διεξαγωγή διαγωνισμού που προκήρυξε η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) για τη μελέτη, προμήθεια, μεταφορά, εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία δύο ατμοηλεκτρικών μονάδων για τον ατμοηλεκτρικό σταθμό Αθερινόλακκου Κρήτης.

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ΔΕΗ παρέλειψε να δημοσιεύσει προκήρυξη διαγωνισμού, κατά παράβαση του άρθρου 20, παράγρ. 2 στοιχείο α) της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ, το οποίο προβλέπει εξαιρέσεις υπό την προϋπόθεση συνδρομής όρων οι οποίοι πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά. Ειδικότερα, η Επιτροπή θεωρεί ότι η ΔΕΗ προέβη σε καταχρηστική ερμηνεία του όρου «ακατάλληλες προσφορές» καθώς και της «ουσιώδους αλλαγής των όρων της αρχικής σύμβασης» προκειμένου να δικαιολογήσει εφαρμογή της εξαίρεσης της ως άνω διάταξης.

Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι δυνατή επίκληση λόγων επιτακτικών και επείγουσας ανάγκης, καθώς και απρόβλεπτων γεγονότων κατά την έννοια του άρθρου 20, παράγρ. 2 στοιχ. δ), εφόσον δεν τεκμηριώνονται από την ΔΕΗ.

Τέλος, υπό το φως της νομολογίας του Δικαστηρίου, η Επιτροπή θεωρεί ότι σημειώθηκε σημαντική καθυστέρηση σε ό,τι αφορά την αιτιολόγηση της απόρριψης της προσφοράς του καταγγέλλοντος, κατά παράβαση του άρθρου 41, παρ. 4 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει δυνάμει των άρθρων 20, παράγρ. 2 και 41, παράγρ. 4 της οδηγίας 93/28/ΕΟΚ.


(1)  ΕΕ L 199 της 9.8.1993, σ. 84.


Πρωτοδικείο

7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/19


Συνέχιση της δραστηριότητας του Πρωτοδικείου μεταξύ 1ης και 17ης Σεπτεμβρίου 2007

(2007/C 155/35)

Κατά τη συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου 2007, η Ολομέλεια του Πρωτοδικείου πιστοποίησε ότι, λόγω των δικαστικών διακοπών, η ορκωμοσία ενώπιον του Δικαστηρίου τεσσάρων νέων μελών του Πρωτοδικείου θα λάβει χώρα μετά τη λήξη των διακοπών αυτών και ότι, ως εκ τούτου, δυνάμει του άρθρου 5, τρίτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων των νέων μελών του Πρωτοδικείου:

η προεδρία του Πρωτοδικείου θα ασκείται από τον Πρόεδρο B. Vesterdorf·

η προεδρία των πενταμελών τμημάτων θα ασκείται από τους προέδρους τμήματος M. Jaeger, J. Pirrung, Μ. Βηλαρά και H. Legal·

η προεδρία του πρώτου τμήματος θα ασκείται από τον πρόεδρο τμήματος J. D. Cooke·

η απόφαση της 14ης Ιανουαρίου 2006 (EE C 10, σ. 19), σχετικά με τη σύνθεση του τμήματος αναιρέσεων και την ανάθεση υποθέσεων στο τμήμα αυτό, η απόφαση της 5ης Ιουλίου 2006 (ΕΕ C 190, σ. 14), σχετικά με τη σύνθεση του τμήματος μείζονος συνθέσεως και τον ορισμό του δικαστή που αντικαθιστά τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου κατά την εκδίκαση ασφαλιστικών μέτρων, και η απόφαση της 15ης Ιανουαρίου 2007 (JO C 42, σ. 22), σχετικά με την τοποθέτηση των δικαστών στα τμήματα και τα κριτήρια της αναθέσεως των υποθέσεων, θα εξακολουθήσουν να ισχύουν.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/19


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 24ης Μαΐου 2007 — Duales System Deutschland κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-151/01) (1)

(Ανταγωνισμός - Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως - Σύστημα συλλογής και ανακυκλώσεως συσκευασιών που διατίθενται στο εμπόριο στη Γερμανία και φέρουν το σήμα Der Grüne Punkt - Απόφαση διαπιστώνουσα την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως - Παρεμπόδιση εισόδου στην αγορά - Τέλος οφειλόμενο λόγω της «συμβάσεως για τη χρήση του λογοτύπου»)

(2007/C 155/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Der Grüne Punkt — Duales System Deutschland GmbH, πρώην Der Grüne Punkt — Duales System Deutschland AG (Κολωνία, Γερμανία) (εκπρόσωποι: W. Deselaers, B. Meyring και E. Wagner και C. Weidemann, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς S. Rating, στη συνέχεια P. Oliver, H. Gading και M. Schneider, και τέλος W. Mölls και R. Sauer)

Παρεμβαίνουσες προς υποστήριξη της καθής: Vfw AG (Κολωνία, Γερμανία), (εκπρόσωποι: H. F. Wissel και J. Dreyer, δικηγόροι)· Landbell AG für Rückhol-Systeme (Mayence, Γερμανία)· και BellandVision GmbH (Pegnitz, Γερμανία) (εκπρόσωποι: A. Rinne και A. Walz, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή περί ακυρώσεως της αποφάσεως 2001/463/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2001, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 82 [ΕΚ] (υπόθεση COMP D3/34493 — DSD) (ΕΕ L 166, σ. 1)

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η προσφεύγουσα, Der Grüne Punkt — Duales System Deutschland GmbH, φέρει τα έξοδά της καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Επιτροπή, η Landbell AG Rückhol-Systeme και η BellandVision GmbH, περιλαμβανομένων και των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.

3)

Η Vfw AG φέρει τα έξοδά της, περιλαμβανομένων και των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.


(1)  EE C 289 της 13.10.2001.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/19


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 24ης Μαΐου 2007 — Duales System Deutschland κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-289/01) (1)

(Ανταγωνισμός - Συμπράξεις - Σύστημα αποκομιδής και ανακυκλώσεως συσκευασιών που διατίθενται στο εμπόριο στη Γερμανία και φέρουν τον λογότυπο Der Grüne Punkt - Απόφαση περί απαλλαγής - Υποχρεώσεις επιβληθείσες από την Επιτροπή προς διασφάλιση του ανταγωνισμού - Αποκλειστικότητα χορηγηθείσα από τον εκμεταλλευόμενο το σύστημα στις αντισυμβαλλόμενες επιχειρήσεις αποκομιδής - Περιορισμός του ανταγωνισμού - Ανάγκη διασφαλίσεως της προσβάσεως των ανταγωνιστών στις εγκαταστάσεις αποκομιδής που χρησιμοποιεί ο εκμεταλλευόμενος το σύστημα - Δεσμεύσεις που υιοθέτησε ο εκμεταλλευόμενος το σύστημα)

(2007/C 155/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Der Grüne Punkt — Duales System Deutschland GmbH, πρώην Grüne Punkt — Duales System Deutschland AG (Κολωνία, Γερμανία) (εκπρόσωποι: W. Deselaers, B. Meyring και E. Wagner, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: αρχικώς S. Rating, στη συνέχεια P. Oliver, H. Gading και M. Schneider, και τέλος W. Mölls και R. Sauer)

Παρεμβαίνουσα προς στήριξη της καθής: Landbell AG für Rückhol-Systeme (Mayence, Γερμανία) (εκπρόσωποι: A. Rinne και A. Walz, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση του άρθρου 3 της αποφάσεως 2001/837/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Σεπτεμβρίου 2001, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (υποθέσεις COMP/34493 — DSD, COMP/37366 — Hofmann + DSD, COMP/37299 — Edelhoff + DSD, COMP/37291 — Rechmann + DSD, COMP/37288 — ARGE και πέντε άλλες επιχειρήσεις + DSD, COMP/37287 — AWG και πέντε άλλες επιχειρήσεις + DSD, COMP/37526 — Feldhaus + DSD, COMP/37254 — Nehlsen + DSD, COMP/37252 — Schönmakers + DSD, COMP/37250 — Altvater + DSD, COMP/37246 — DASS + DSD, COMP/37245 — Scheele + DSD, COMP/37244 — SAK + DSD, COMP/37243 — Fischer + DSD, COMP/37242 — Trienekens + DSD, COMP/37267 — Interseroh + DSD) (ΕΕ L 319, σ. 1), ή, επικουρικώς, την ακύρωση ολόκληρης της αποφάσεως αυτής, και την ακύρωση της δεσμεύσεως της προσφεύγουσας που περιλαμβάνεται στην αιτιολογική σκέψη 72 της αποφάσεως αυτής.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1.

Απορρίπτει την προσφυγή.

2.

Η προσφεύγουσα, Der Grüne Punkt — Duales System Deutschland GmbH, φέρει τα τρία τέταρτα των εξόδων της, τα τρία τέταρτα των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Landbell AG Rückhol-Systeme.

3.

Η Επιτροπή φέρει το ένα τέταρτο των εξόδων της καθώς και το ένα τέταρτο των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα.


(1)  EE C 44 της 16.2.2002.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/20


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου 2007 — F κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-324/04) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Υπάλληλοι - Επίδομα αποδημίας - Προσφυγή ακυρώσεως - Αγωγή αποζημιώσεως - Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α', του παραρτήματος VII του ΚΥΚ - Έννοια της εθνικής οργανώσεως - Συνήθης κατοικία και κύρια επαγγελματική δραστηριότητα - Απόρριψη αναδρομικώς του επιδόματος αποδημίας - Αναζήτηση αχρεωστήτου)

(2007/C 155/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: F (Rhode-Saint-Genèse, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: É. Boigelot, δικηγόρος)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: H. Krämer)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αφενός, αίτηση ακυρώσεως των αποφάσεων της Επιτροπής περί αρνήσεως χορηγήσεως στην προσφεύγουσα, αναδρομικώς, αποζημιώσεως αποδημίας και περί καθορισμού της μεθόδου για την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων συναφώς ποσών και, αφετέρου, αίτηση επιστροφής όλων των ποσών τα οποία κρατήθηκαν από τον μισθό της προσφεύγουσας, από τον Φεβρουάριο του 2004, πλέον τόκων, καθώς και αγωγή αποζημιώσεως για αποκατάσταση της υλικής ζημίας και ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή.

2)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  ΕΕ C 300 της 4.12.2004.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/20


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου 2007 — Merant κατά ΓΕΕΑ — Focus Magazin Verlag (FOCUS)

(Υπόθεση T-491/04) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού λεκτικού σήματος FOCUS - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα MICRO FOCUS - Κίνδυνος συγχύσεως - Ομοιότητα των σημείων - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94)

(2007/C 155/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Merant GmbH (Ismaning, Γερμανία) (εκπρόσωπος: A. Schulz, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), (εκπρόσωποι: αρχικώς D. Schennen, κατόπιν G. Schneiders)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Focus Magazin Verlag GmbH (Μόναχο, Γερμανία) (εκπρόσωπος: U. Gürtler, δικηγόρος)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 18ης Οκτωβρίου 2004, (υπόθεση R 542/2002-2) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Merant GmbH και Focus Magazin Verlag GmbH.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 18ης Οκτωβρίου 2004 (Υπόθεση R 542/2002-2).

2)

Το ΓΕΕΑ φέρει, εκτός από τα δικά του δικαστικά έξοδα, και τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, Merant GmbH.

3)

Η παρεμβαίνουσα, Focus Magazin Verlag GmbH, φέρει τα δικαστικά της έξοδα.


(1)  ΕΕ C 82 της 2.4.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/21


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Επιτροπή κατά IIC

(Υπόθεση T-500/04) (1)

(Ρήτρα διαιτησίας - Αρμοδιότητα του Πρωτοδικείου - Επιστροφή του ποσού που προκατέβαλε η Κοινότητα για χρηματοδοτούμενα σχέδια στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων τηλεπικοινωνιών - Απώλεια δικαιώματος - Δυνατότητα αποδόσεως των δαπανών που δηλώνεται ότι καταβλήθηκαν)

(2007/C 155/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Braun, W. Wils και L. Knittlmayers)

Εναγομένη: IIC Informations-Industrie Consulting GmbH (Königswinter, Γερμανία) (εκπρόσωποι: E. Rott και J. Wolff, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα, υποβληθέν δυνάμει του άρθρου 238 ΕΚ, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να επιστρέψει μέρος του ποσού που προκατέβαλε η Κοινότητα σε εκτέλεση δύο συμβάσεων χρηματοδοτήσεως στο πλαίσιο πολιτιστικών προγραμμάτων

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Υποχρεώνει την IIC Informations-Industrie Consulting GmbH να καταβάλει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 179 337 ευρώ ως κύρια οφειλή, πλέον τόκων υπερημερίας με ετήσιο επιτόκιο 4 % υπολογιζόμενων από την 1η Νοεμβρίου 1998 μέχρι την πλήρη εξόφληση των οφειλόμενων ποσών.

2)

Απορρίπτει την αγωγή κατά τα λοιπά.

3)

Απορρίπτει το αίτημα της IIC Informations-Industrie Consulting GmbH για προστασία από την αναγκαστική εκτέλεση της παρούσας αποφάσεως.

4)

Καταδικάζει την IIC Informations-Industrie Consulting GmbH στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 82 της 2.4.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/21


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου — La Perla κατά ΓΕΕΑ — Worldgem Brands (NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC)

(Υπόθεση T-137/05) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ακυρώσεως - Κοινοτικό λεκτικό σήμα NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC - Προγενέστερα εθνικά εικονιστικά σήματα και λεκτικό σήμα la PERLA και LA PERLA PARFUMS - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Άρθρα 52, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94)

(2007/C 155/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Gruppo La Perla SpA (Μπολόνια, Ιταλία) (εκπρόσωποι: R. Morresi και A. Dal Ferro, avocats)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Capostagno, στη συνέχεια O. Montalto)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Worldgem Brands — Gestão e Investimentos Lda, πρώην Cielo Brands — Gestão e Investimentos Lda, (Μαδέρα, Πορτογαλία) (εκπρόσωποι: G. Bozzola και C. Bellomunno, avocats)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 25ης Ιανουαρίου 2005 (υπόθεση R 537/2004-1), σχετικής με διαδικασία ακυρώσεως μεταξύ της Gruppo La Perla SpA και της Worldgem Brands — Gestão e Investimentos Lda.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), της 25ης Ιανουαρίου 2005 (υπόθεση R 537/2004-1).

2)

Καταδικάζει την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά της έξοδα, καθώς και στο ένα τρίτο των εξόδων της προσφεύγουσας.

3)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δύο τρίτα των δικαστικών της εξόδων.

4)

Το ΓΕΕΑ φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 132 της 28.5.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Μαΐου 2007 — Trek Bicycle κατά ΓΕΕΑ — Audi (ALLTREK)

(Υπόθεση T-158/05) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού λεκτικού σήματος ALLTREK - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TREK - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Απουσία κινδύνου συγχύσεως - Απουσία ομοιότητας προϊόντων - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»)

(2007/C 155/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Trek Bicycle Corp. (Waterloo, Wisconsin, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής) (εκπρόσωποι: J. Kroher και A. Hettenkofer, avocats)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: αρχικώς B. Müller, στη συνέχεια G. Schneider)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου: Audi AG (Ingolstadt, Γερμανία) (εκπρόσωποι: L. von Zumbush και M. Groebl, avocats)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως του τέταρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (ΓΕΕΑ), της 2ας Φεβρουαρίου 2005 (R 587/2004-4), σχετική με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Trek Bicycle Corp. και της Audi AG.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα).

3)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα.


(1)  EE C 171 της 9.7.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Mebrom NV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-198/05) (1)

(Εξωσυμβατική ευθύνη - Εισαγωγή βρωμιούχου μεθυλίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Καθυστερημένη δημιουργία διαδικτυακού τόπου για την αίτηση και τη χορήγηση αδειών και ποσοστώσεων εισαγωγής - Άρθρα 6 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 - Ζημία λόγω διαφυγόντος κέρδους - Επέλευση της ζημίας)

(2007/C 155/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Mebrom NV (Rieme-Ertvelde, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: C. Mereu και K. Van Maldegem, avocats)

Εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: U. Wolker και X. Lewis)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αγωγή αποζημίωσης για την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται να υπέστη η ενάγουσα από το γεγονός ότι η Επιτροπή παρέλειψε να δημιουργήσει ένα σύστημα που να επιτρέπει στην ενάγουσα να εισαγάγει στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2005 βρωμιούχο μεθύλιο για χρήση σε κρίσιμες περιπτώσεις.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αγωγή

2)

Η ενάγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής.


(1)  EE C 182 της 23.7.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/22


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Mebrom κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-216/05) (1)

(Προστασία της στιβάδας του όζοντος - Εισαγωγή μεθυλοβρωμιδίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Άρνηση χορηγήσεως ποσοστώσεως εισαγωγής για χρήση κρίσιμης σημασίας κατά το έτος 2005 - Προσφυγή ακυρώσεως - Παραδεκτό - Εφαρμογή των άρθρων 3, 4, 6 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) 2037/2000 - Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη - Aσφάλεια δικαίου)

(2007/C 155/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Mebrom NV (Rieme-Ertvelde, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: C. Mereu και K. Van Maldegem, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: U. Wölker και X. Lewis)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτημα ακυρώσεως της φερόμενης αποφάσεως την οποία περιείχε η επιστολή της Επιτροπής, της 11ης Απριλίου 2005, η οποία απευθυνόταν στην προσφεύγουσα και αφορούσε τη χορήγηση ποσοστώσεων εισαγωγής μεθυλοβρωμιδίου για το 2005.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η προσφεύγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής.


(1)  ΕΕ C 182 της 23.7.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/23


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Μαΐου 2007 — Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ (Λευκά τετράγωνα πλακίδια με χρωματιστό σχέδιο άνθους)

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-241/05, T-262/05 έως T-264/05, T-346/05, T-347/05, T-29/06 έως T-31/06) (1)

(Κοινοτικό σήμα - Αιτήσεις καταχωρίσεως τρισδιάστατων κοινοτικών σημάτων - Λευκά τετράγωνα πλακίδια με χρωματιστό σχέδιο άνθους - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 - Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα)

(2007/C 155/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: The Procter & Gamble Company (Σινσινάτι, Οχάιο, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωπος: G. Kuipers, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), (εκπρόσωποι: αρχικώς, από τον D. Schennen και, στη συνέχεια, από τον G. Schneiders)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Εννέα προσφυγές κατά των αποφάσεων του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 14ης Απριλίου 2005 (υπόθεση R 843/2004 1), της 3ης Μαΐου 2005 (υπόθεση R 845/2004 1), της 4ης Μαΐου 2005 (υπόθεση R 849/2004 1), της 1ης Ιουνίου 2005 (υπόθεση R 1184/2004 1), της 6ης Ιουλίου 2005 (υποθέσεις R 1188/2004 1 και R 1182/2004 1), της 16ης Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1183/2004 1), της 21ης Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1072/2004 1) και της 22ας Νοεμβρίου 2005 (υπόθεση R 1071/2004 1), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατων εμπορικών σημάτων.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει τις προσφυγές.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 205 της 20.8.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/23


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Μαΐου 2007 — Henkel κατά ΓΕΕΑ — SERCA (COR)

(Υπόθεση T-342/05) (1)

(«Κοινοτικό σήμα - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος COR - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα που περιλαμβάνει το λεκτικό στοιχείο “dor’ σε γοτθική γραμματοσειρά - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»)

(2007/C 155/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Henkel KGaA (Ντύσελντορφ, Γερμανία) (εκπρόσωπος: C. Osterrieth, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εκπρόσωποι: αρχικώς A. Folliard-Monguiral, στη συνέχεια G. Schneider)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ: Serra Y Roca, SA (SERCA) (Βαρκελώνη, Ισπανία)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 14ης Ιουλίου 2005 (υπόθεση R 556/2003-1) σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Henkel KGaA και Serra Y Roca, SA (SERCA).

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 296 της 26.11.2005.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/24


Απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Μαΐου 2007 — Κοινοβούλιο κατά Eistrup

(Υπόθεση T-223/06 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Δικόγραφο της προσφυγής υπογεγραμμένο με σφραγίδα της υπογραφής του δικηγόρου - Απαράδεκτο της προσφυγής)

(2007/C 155/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: H. von Hertzen και L. Knudsens)

Έτερος διάδικος στη διαδικασία: Ole Eistrup (Knebel, Δανία) (εκπρόσωποι: S. Hjelmborg και M. Honoré, δικηγόροι)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως που εξέδωσε στις 13 Ιουλίου 2006 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα), στην υπόθεση F-102/05, Eistrup κατά Κοινοβουλίου (που δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή), με την οποία ζητείται η αναίρεση της διατάξεως αυτής.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Πρωτοδικείο αποφασίζει:

1.

Αναιρεί τη διάταξη που εξέδωσε στις 13 Ιουλίου 2006 το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην υπόθεση F-102/05, Eistrup κατά Κοινοβουλίου (που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή).

2.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την ασκηθείσα από τον Ο. Eistrup ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης προσφυγή στην υπόθεση F-102/05.

3.

Κάθε διάδικος φέρει τα έξοδά του όσον αφορά την πρωτόδικη και την αναιρετική διαδικασία.


(1)  ΕΕ C 249 της 14.10.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/24


Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 21ης Μαΐου 2007 — Hans Kronberger κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-18/07 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Πράξη εκλογής μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου - Αίτηση προσωρινών μέτρων - Απαράδεκτο)

(2007/C 155/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Ηans Kronberger (Βιέννη, Αυστρία) (εκπρόσωπος: W. Weh, avocat)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: H. Kruck, N. Lorenz και M. Windisch)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Αίτηση προσωρινών μέτρων για την έκδοση απόφασης, αφενός, περί αναγνωρίσεως προσωρινής ακυρότητας της ανακηρύξεως του σημερινού κατόχου έδρας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και, αφετέρου, περί προσωρινής ανακηρύξεως ως κατόχου της έδρας αυτής του προσφεύγοντος.

Διατακτικό της διατάξεως

Ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου διατάσσει:

1.

Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

2.

Επιφυλάσσεται να αποφασίσει για τα δικαστικά έξοδα.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/24


Προσφυγή της 16ης Απριλίου 2007 — P.P.TV κατά ΓΕΕΑ — Rentrak (PPT) κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-118/07)

(2007/C 155/49)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: P.P.TV — Publicidade de Portugal e Televisão, S.A. (Lisboa) (εκπρόσωποι: I. de Carvalho Simões και J. Conceição Pimenta, abogados)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: RENTRAK Corp.

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να ακυρώσει την απόφαση R 1040/2005-1, που εκδόθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2007 από το πρώτο τμήμα προσφυγών του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (σχετική υπόθεση: απόφαση 2254/2005, της 27ης Ιουνίου 2005, του τμήματος ανακοπών του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς).

Να διατάξει, συνακολούθως, το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς να απορρίψει την αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος 1 758 382, όσον αφορά το σύνολο των απαριθμούμενων σε αυτήν υπηρεσιών.

Να καταδικάσει την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: RENTRAK Corp.

Σήμα προς καταχώριση: Λεκτικό σήμα PPT [υπηρεσίες διανομής βιντεοκασετών στη βάση μερισμού εσόδων ή αμοιβής χρήσης· εκμίσθωση βιντεοταινιών και ψηφιακών δίσκων πολλαπλών εφαρμογών (DVD)· εκμίσθωση συσκευών εγγραφής μαγνητοσκοπημένης εικόνας και συσκευές αναπαραγωγής ψηφιακών δίσκων πολλαπλών εφαρμογών (DVD)· διανομή βιντεοταινιών· εκμίσθωση βιντεοταινιών, ψηφιακών δίσκων πολλαπλών εφαρμογών (DVD), συσκευών εγγραφής μαγνητοσκοπημένης εικόνας και συσκευών αναπαραγωγής ψηφιακών δίσκων πολλαπλών εφαρμογών (DVD) επί γραμμής μέσω παγκόσμιου ηλεκτρονικού δικτύου· κλάση 41).

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Εθνικό πορτογαλικό σήμα 330.375, χαρακτηριζόμενο από την παρουσία του λεκτικού στοιχείου «PPTV» (υπηρεσίες εκπαιδεύσεως, επιμορφώσεως (επαγγελματικής καταρτίσεως) και ψυχαγωγίας και αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες· κλάση 41).

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Δέχεται την ανακοπή και απορρίπτει την αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Ακυρώνει την απόφαση του τμήματος ανακοπών και απορρίπτει την ανακοπή.

Λόγοι ακυρώσεως:

Ομοιότητα των υπηρεσιών: Η ερμηνεία εκ μέρους του τμήματος προσφυγών ότι οι υπηρεσίες που συνδέονται με το επίδικο σήμα, καθόσον αφορούν την απλή διανομή, δεν προορίζονται για τους ίδιους καταναλωτές, και, ως εκ τούτου, δεν συνδέονται με τις υπηρεσίες που παρέχει η προσφεύγουσα, είναι υπερβολικά στενή.

Γραφική ομοιότητα και κίνδυνος συγχύσεως: Τα τρία πρώτα γράμματα και των δύο σημείων είναι ακριβώς τα ίδια. Κανένα από τα δύο σήματα δεν έχει άμεσο νόημα για τον Πορτογάλο καταναλωτή· επομένως, θα γίνουν αντιληπτά ως σημεία επινοημένα και, ως εκ τούτου, πρωτότυπα.

Ο κίνδυνος συγχύσεως περιέχει τον κίνδυνο συνδέσεως.

Ακόμη και αν οι Πορτογάλοι καταναλωτές κατορθώσουν να διακρίνουν τα σήματα, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να τους αποδώσουν την ίδια προέλευση ή να σκεφθούν ότι υπάρχουν εμπορικές, οικονομικές ή οργανωτικές σχέσεις μεταξύ των δικαιούχων εταιριών, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει κατάσταση αθέμιτου ανταγωνισμού, ακόμη και αν δεν είναι αυτή η πρόθεση της αιτούσας την καταχώριση του επίδικου σήματος.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/25


Προσφυγή της 24ης Απριλίου 2007 — Mohr & Sohn κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-131/07)

(2007/C 155/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Paul Mohr & Sohn, Baggerei und Schiffahrt (Niederwalluf (Rhg), Γερμανία) (εκπρόσωπος: F. von Waldstein, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα του προσφεύγοντος

Ο προσφεύγων ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση της καθής της 28ης Φεβρουαρίου 2007 και να υποχρεώσει την Επιτροπή να χορηγήσει στον προσφεύγοντα άδεια εξαιρέσεως του γερανοφόρου σκάφους «Niclas» βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 718/1999 του Συμβουλίου, της 29ης Μαρτίου 1999, σχετικά με μια πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας των κοινοτικών στόλων στην εσωτερική ναυσιπλοΐα για την προώθηση των μεταφορών διά της πλωτής οδού·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων βάλλει κατά της αποφάσεως της Επιτροπής DG-Greffe (2007) D/200972 της 28ης Φεβρουαρίου 2007 η οποία αφορά την βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 718/1999 (1) υποβληθείσα αίτηση περί χορηγήσεως άδειας εξαιρέσεως του γερανοφόρου σκάφους «Niclas». Ο προσφεύγων ζήτησε να εξαιρεθεί αυτό το πλοίο ειδικών χρήσεων από την εφαρμογή του κανόνα «παλιό για νέο». Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η καθής αποφάσισε να μην χορηγήσει άδεια εξαιρέσεως για το γερανοφόρο σκάφος «Niclas».

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων υποστηρίζει, μεταξύ άλλων ότι το γερανοφόρο σκάφος «Niclas» δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 718/1999. Συναφώς, προβάλλει ότι το εν λόγω σκάφος δεν διαθέτει έγγραφα που να αποδεικνύουν ότι ανήκει στον στόλο των πλοίων που διαπλέουν τον Ρήνο τα οποία αποτελούν εντούτοις προϋπόθεση για τη νόμιμη μεταφορά εμπορευμάτων στις ευρωπαϊκές υδάτινες οδούς. Κατά τον προσφεύγοντα, το γερανοφόρο σκάφος «Niclas» δεν διαφέρει από τα σκάφη που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την αποθήκευση εμπορευμάτων βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο στ', του κανονισμού 718/1999 ή από τα σκάφη με κλαπέτα καθώς και από τα πλωτά μηχανήματα κατασκευαστικών εταιρειών κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, στοιχείο ζ', του ίδιου κανονισμού.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 718/1999 του Συμβουλίου, της 29ης Μαρτίου 1999, σχετικά με μια πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας των κοινοτικών στόλων στην εσωτερική ναυσιπλοΐα για την προώθηση των μεταφορών διά της πλωτής οδού.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/25


Αγωγή της 2ας Μαΐου 2007 — Portela — Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-137/07)

(2007/C 155/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Portela, Comércio de artigos ortopédicos e hospitalares, Lda. (Queluz, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: C. Mourato, δικηγόρος)

Εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της ενάγουσας

Η ενάγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

Να υποχρεώσει την Επιτροπή να ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 14 B της οδηγίας 93/42/ΕΟΚ, της 14ης Ιουνίου 1993 (1), υποχρεώνοντας συγκεκριμένα τον κοινοποιημένο οργανισμό, μέσω του γερμανικού κράτους, να ενεργοποιήσει την υποχρεωτική ασφάλιση αστικής ευθύνης που προβλέπει το άρθρο 6 του παραρτήματος XI της οδηγίας 93/42, της 14ης Ιουνίου και το στοιχείο α' του άρθρου 7 του εγγράφου MEDDEV 2.10-2 Ver, της 1ης Απριλίου 2001, ώστε να αποζημιωθεί η ενάγουσα για τη ζημία που υπέστη·

Επικουρικώς, αν η ενάγουσα δεν αποζημιωθεί για τις ζημίες που υπέστη με την ασφάλεια υποχρεωτικής αστικής ευθύνης, να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 2 419 665,42 € ως αποζημίωση για τις ζημίες που υπέστη·

Να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει στην ενάγουσα τόκους υπερημερίας υπολογιζόμενους βάσει του επιτοκίου αναφοράς που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προσαυξημένου κατά 2 εκατοστιαίες μονάδες από την ημερομηνία ασκήσεως της αγωγής·

Να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, βάσει του άρθρου 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ιδίως στα αναγκαία έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η ενάγουσα στο πλαίσιο της διαδικασίας, μεταξύ των οποίων τα έξοδα μεταφοράς και διαμονής, καθώς και την αμοιβή και τις δαπάνες του δικηγόρου, κατά το άρθρο 9, στοιχείο β', του ίδιου κανονισμού.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στο πλαίσιο των εμπορικών της δραστηριοτήτων, η ενάγουσα, εμπορική εταιρία με έδρα στην Πορτογαλία, εισήγαγε από την Ταϊβάν, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2002, δύο παρτίδες 5 184 ψηφιακών θερμομέτρων που είχε παρασκευάσει η εταιρία Geon Corporation (στο εξής: Geon), τα οποία αποδείχθηκαν ελαττωματικά.

Το σύστημα ελέγχου ποιότητας της Geon ελέγχθηκε από τον TÜV Rheinland, o οποίος, ως κοινοποιημένος οργανισμός αρμόδιος για τη διαδικασία αυτή, είχε τη νόμιμη υποχρέωση να προβεί στις κατάλληλες επιθεωρήσεις και αξιολογήσεις ώστε να εξακριβώσει αν ο κατασκευαστής εφαρμόζει το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας, με την περαιτέρω δυνατότητα να πραγματοποιήσει αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή, κατά τις οποίες, εφόσον είναι αναγκαίο, μπορεί να πραγματοποιήσει δοκιμές ή να αναθέσει τη διεξαγωγή τους σε τρίτους, προκειμένου να ελέγξει την καλή λειτουργία του συστήματος ελέγχου ποιότητας, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, σύμφωνα με τα σημεία 4.2 και 4.3 του παραρτήματος V της οδηγίας.

Ο εν λόγω κοινοποιημένος οργανισμός, ο TÜV Rheinland, δεν κατάφερε να εξακριβώσει αν το προϊόν που πιστοποίησε μπορούσε να διατεθεί με ασφάλεια στο εμπόριο στην Ευρώπη, αρνούμενος επίσης να αναλάβει τις ευθύνες του, όταν ειδοποιήθηκε από την ενάγουσα για τα σοβαρά προβλήματα που προκλήθηκαν λόγω του προϊόντος αυτού.

Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο εν λόγω οργανισμός παρέβη το άρθρο 4 του παραρτήματος V της οδηγίας και τα άρθρα 1, 2 και 4, ιδίως δε τα άρθρα 4.1, 4.3 και 4.4 της Ενότητας Δ (Διασφάλιση ποιότητας παραγωγής) της αποφάσεως 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου (2).

Η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, όταν ανακύπτει κάποια αμφιβολία ως προς την αρμοδιότητα ενός κοινοποιημένου οργανισμού, συνίσταται, όπως αναφέρεται στο σημείο 6.2.2, §1, του Οδηγού για την εφαρμογή οδηγιών που εκπονούνται με βάση τις διατάξεις της νέας προσέγγισης ή της σφαιρικής προσέγγισης, στην επαναξιολόγηση της ικανότητας του οργανισμού αυτού να προβεί στις δράσεις για τις οποίες είναι αρμόδιος.

Εναπόκειτο στην Επιτροπή να απαιτήσει από την αρμόδια γερμανική αρχή, δυνάμει του σημείου A, κεφάλαιο I, του παραρτήματος της αποφάσεως 93/465, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα σύμφωνα με το έγγραφο MEDDEV 2.10-2 Rev 1, του Απριλίου 2001, προκειμένου να στραφεί κατά του οργανισμού που η ίδια είχε ορίσει.

Για τις περιπτώσεις όπως η υπό κρίση, στις οποίες διαπιστώνεται σφάλμα κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως της ποιότητας παραγωγής της οικείας επιχειρήσεως, που με αποτέλεσμα να διατίθενται στο εμπόριο προϊόντα που δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα ποιότητας και δημιουργούν κίνδυνο για την υγεία των καταναλωτών, όπως και συνέβη, το άρθρο 6 του παραρτήματος XI της οδηγίας ορίζει ότι ο κοινοποιημένος οργανισμός οφείλει να συνάψει σύμβαση αστικής ασφάλισης, η οποία ενεργοποιείται σε περίπτωση ατυχήματος, καλύπτοντας ειδικώς τις περιπτώσεις στις οποίες οι κοινοποιημένος οργανισμός υποχρεούται να αποσύρει ή να καταργήσει πιστοποιητικά, όπως ορίζεται εξάλλου ρητώς στο σημείο 7 του εγγράφου MEDDEV 2.10-2 Rev 1.

Ανεξαρτήτως των ευθυνών των εθνικών φορέων που είναι αρμόδιοι για τον έλεγχο της αγοράς που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κοινοποιημένου οργανισμού και παρόλο που η Επιτροπή δεν μπορεί να στραφεί απευθείας κατά του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού, εναπόκειται σ' αυτή, η οποία ειδοποιείται συστηματικά για τα σοβαρά προβλήματα που ενδεχομένως ανακύπτουν, να ενεργήσει από κοινού με το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα του εν λόγω οργανισμού, υποχρεώνοντάς το να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να μπορέσει να εγγυηθεί την ασφάλεια και την υγεία των ευρωπαίων πολιτών, όπως προκύπτει από την παράγραφο 1 του άρθρου 152 της Συνθήκης ΕΚ.

Η ενάγουσα απλώς ζήτησε να υποχρεώσει η Επιτροπή την αρμόδια γερμανική αρχή, την BfArM, μέσω του γερμανικού κράτους, να ενεργοποιήσει τη νόμιμη ασφάλιση αστικής ευθύνης, ώστε να μπορέσει η ενάγουσα να αποζημιωθεί για τις ζημίες που υπέστη από τη διάθεση στην αγορά προϊόντων που έφεραν τη σήμανση CE χωρίς να ανταποκρίνονται στα πρότυπα ποιότητας.

Στο σημείο του 8.3.3, ο Οδηγός ορίζει ότι «[η] Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση της ρήτρας διασφαλίσεως σε κοινοτικό επίπεδο και για να διασφαλίζει ότι αυτή ισχύει στο σύνολο της Κοινότητας».

Το Infarmed (Εθνικό Ινστιτούτο Φαρμακείων και Φαρμακευτικών Προϊόντων) ανέστειλε την εμπορία του προϊόντος στην Πορτογαλία και διέταξε να αποσυρθεί βάσει του άρθρου 14 B της οδηγίας.

Κατ' αυτόν τον τρόπο η Επιτροπή παρέβη τις ακόλουθες διατάξεις: το άρθρο 152, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΕΚ, το άρθρο 14 B της οδηγίας 93/42, τα σημεία 6.2.2, §1, 8.2.2, 8.2.3, 8.3.2 και 8.3.3 του Οδηγού για την εφαρμογή των οδηγιών που έχουν καταρτιστεί με βάση τη νέα προσέγγιση ή τη σφαιρική προσέγγιση, καθώς και το σημείο A του κεφάλαιο I του παραρτήματος της αποφάσεως 93/465.

Η Επιτροπή, μη εκπληρώνοντας τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις προαναφερθείσες διατάξεις, παρακώλυσε τη δυνατότητα της ενάγουσας να αποζημιωθεί για τις ζημίες που υπέστη μέσω της ενεργοποιήσεως της προαναφερθείσας υποχρεωτικής ασφάλισης αστικής ευθύνης.

Η ενάγουσα προσδοκούσε να πουλήσει τουλάχιστον 500 000 θερμόμετρα ανά έτος.

Από τη στιγμή που αποφασίστηκε η απόσυρση του προϊόντος από την αγορά, η ενάγουσα αποκλείστηκε από την αγορά αυτή και η εικόνα της συνδέθηκε ανεπανόρθωτα με τη μη συμβατότητα των προϊόντων που διέθεσε στην αγορά.

Οι ζημίες που υπέστη η ενάγουσα ανέρχονται συνολικά σε 2 419 665,42 €.


(1)  Οδηγία 93/42/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1993, περί των ιατροτεχνολογικών προϊόντων (ΕΕ L 169, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 220, σ. 23.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/27


Προσφυγή της 4ης Μαΐου 2007 — Schindler Holding κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-138/07)

(2007/C 155/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Schindler Holding Ltd (Hergiswil, Ελβετία), Schindler Management AG (Ebikon, Ελβετία), S.A. Schindler N.V. (Βρυξέλλες, Βέλγιο), Schindler Sàrl (Λουξεμβούργο, Μ.Δ. Λουξεμβούργου), Schindler Liften B.V. ('s-Gravenhage, Κάτω Χώρες) και Schindler Deutschland Holding GmbH (Βερολίνο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: R. Bechtold, W. Bosch, U. Soltész και S. Hirsbrunner, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

δυνάμει του άρθρου 231, παράγραφος 1, ΕΚ να ακυρώσει την απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2007 (υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators)·

επικουρικώς, να μειώσει τα πρόστιμα που επιβάλλονται με την απόφαση·

δυνάμει του άρθρου 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα των προσφευγουσών.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες βάλλουν κατά της αποφάσεως της Επιτροπής C(2007) 512 τελικό της 21ης Φεβρουαρίου 2007 επί της υποθέσεως COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators. Με την προσβαλλόμενη απόφαση επιβλήθηκαν πρόστιμα στις προσφεύγουσες και σε άλλες επιχειρήσεις λόγω της συμμετοχής τους σε σύμπραξη κατά την κατασκευή και τη συντήρηση ανελκυστήρων και κυλιόμενων κλιμάκων στο Βέλγιο, τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες. Κατά την Επιτροπή, οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως:

αντίθεση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1) στην αρχή της απαγορεύσεως της προβλέψεως εντελώς αόριστων ποινών, δεδομένου ότι η διάταξη αυτή παρέχει στην Επιτροπή απεριόριστη διακριτική εξουσία κατά τον υπολογισμό των προστίμων·

παραβίαση της απαγορεύσεως της αναδρομικότητας από τα πρόστιμα που επέβαλε η Επιτροπή·

ανίσχυρο των κατευθυντήριων γραμμών για τη διαδικασία υπολογισμού των προστίμων (στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές 1998) (2), δεδομένου ότι δεν διαφοροποιούν επαρκώς τα αρχικά ποσά σε σχέση με τη διαπραττόμενη παράβαση και αφήνουν στην Επιτροπή υπέρμετρα μεγάλη διακριτική ευχέρεια κατά τον υπολογισμό των προστίμων·

αντίθεση στον νόμο της αποδεικτικής διαδικασίας που στηρίχθηκε στις καταθέσεις μεταμεληθέντων συναυτουργών ή συμμετόχων που κατέθεσαν ως μάρτυρες κατηγορίας βάσει της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων (3) λόγω παραβιάσεως της αρχής nemo tenetur, ήτοι λόγω προσβολής του δικαιώματος αρνήσεως ομολογίας, λόγω παραβάσεως της αρχής in dubio pro reo και λόγω παραβιάσεως της αρχής της αναλογικότητας καθώς και λόγω υπερβάσεως της διακριτικής ευχέρειας από την Επιτροπή διά της εκδόσεως της ρυθμίσεως αυτής·

παραβίαση της αρχής της διακρίσεως των εξουσιών και των απαιτήσεων που πρέπει να πληροί μια σύμφωνη προς τις αρχές του κράτους δικαίου διαδικασία·

αντίθεση της προσβαλλόμενης αποφάσεως προς το διεθνές δίκαιο λόγω του απαλλοτριωτικού χαρακτήρα των επιβληθέντων προστίμων·

παράβαση των κατευθυντηρίων γραμμών 1998 λόγω των υπέρμετρα υψηλών βασικών και αρχικών ποσών σε σχέση με τις συγκεκριμένες παραβάσεις·

παράβαση των κατευθυντηρίων γραμμών 1998 λόγω της μη επαρκούς συνεκτιμήσεως ήτοι της παραλείψεως συνεκτιμήσεως ορισμένων ελαφρυντικών περιστάσεων·

παράβαση της ρυθμίσεως του 2002 περί συνεργασίας μεταμεληθέντων συναυτουργών ή συμμετόχων οι οποίοι καταθέτουν ως μάρτυρες κατηγορίας λόγω των υπέρμετρα χαμηλών μειώσεων ή του αδικαιολόγητου αποκλεισμού τους παρά την ύπαρξη αυτού του είδους της συνεργασίας

δυσανάλογο ύψος των προστίμων·

έλλειψη νομιμότητας της προσβαλλόμενης αποφάσεως, στον βαθμό που στρέφεται κατά των εταιριών Schindler Holding Ltd και Schindler Management AG, δεδομένου ότι η εν λόγω απόφαση δεν κοινοποιήθηκε νομίμως στις εταιρείες αυτές ελλείψει συμφωνίας στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου με την Ελβετία·

μη συνδρομή των προϋποθέσεων για την εις ολόκληρον ευθύνη της Schindler Holding Ltd·

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, δεδομένου ότι τα επιβληθέντα πρόστιμα υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα ανώτατα όρια.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚΑΧ (ΕΕ 1998, C 9, σ. 3).

(3)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/28


Προσφυγή της 2ας Μαΐου 2007 — Pioneer Hi-Bred International κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-139/07)

(2007/C 155/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Pioneer Hi-Bred International Inc. (Johnston, ΗΠΑ) (εκπρόσωπος: J. Temple Lang, solicitor)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να διαπιστώσει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 18 της οδηγίας 2001/18 για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον, καθόσον παρέλειψε να παραδώσει στην κανονιστική επιτροπή σχέδιο μέτρων που πρέπει να ληφθούν κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, της αποφάσεως του Συμβουλίου.

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 232 ΕΚ, ότι η Επιτροπή, κατά παράβαση του άρθρου 18 της οδηγίας 2001/18 για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον (1), δεν ενήργησε προκειμένου να εκδοθεί απόφαση σχετικά με την κοινοποίηση της προσφεύγουσας περί διαθέσεως στην αγορά ανθεκτικού στα παράσιτα γενετικώς τροποποιημένου αραβοσίτου της σειράς 1507.

Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι, κατά τη διαδικασία που προβλέπει η οδηγία, η Επιτροπή οφείλει να μεριμνά για την έκδοση και δημοσίευση αποφάσεως επί κοινοποιήσεως εντός της προθεσμίας που τάσσει η οδηγία. Ισχυρίζεται επίσης ότι η Επιτροπή, παραλείποντας να παραδώσει στην κανονιστική επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν, παρέβη την υποχρέωσή της να ενεργήσει ώστε να εκδοθεί η απόφαση αυτή, μολονότι πληρούνταν κατά την οδηγία όλες οι προϋποθέσεις που θέτει ως προς την προσφεύγουσα και τα άλλα μέρη.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι η Επιτροπή κλήθηκε να λάβει θέση κατά το άρθρο 232 ΕΚ αλλά δεν το έπραξε. Κατά την προσφεύγουσα, τούτο είχε δυσμενείς επιπτώσεις στη νομική θέση της.


(1)  Οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2001 L 106, σ. 1).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/28


Προσφυγή της 26ης Απριλίου 2007 — Chi Mei Optoelectronics Europe και Chi Mei Optoelectronics UK κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-140/07)

(2007/C 155/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Chi Mei Optoelectronics Europe BV (Hoofddorp, Κάτω Χώρες) και Chi Mei Optoelectronics UK (Havant, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: S. Völcker, F. Louis, A.Vallery, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή τους, οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως C (2007) 546 της Επιτροπής της 15ης Φεβρουαρίου 2007, με την οποία ζητήθηκε από τις προσφεύγουσες, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003 (1) του Συμβουλίου, να παράσχουν συγκεκριμένα στοιχεία και έγγραφα αφορώντα τις πρακτικές οι οποίες διερευνώνται στο πλαίσιο της υποθέσεως COMP/F/39309 — Thin Films Transistors Liquid Crystal Displays.

Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη, καθόσον η Επιτροπή δεν διαθέτει την προς έρευνα και εκτέλεση εξουσία να υποχρεώνει τις ευρωπαϊκές θυγατρικές εταιρίες να προσκομίζουν έγγραφα και να παρέχουν στοιχεία τα οποία υπόκεινται αποκλειστικά στη φύλαξη και τον έλεγχο νομικών φορέων που δεν εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της Επιτροπής. Υποστηρίζεται συνεπώς ότι η Επιτροπή πλανήθηκε περί το δίκαιο αποστέλλοντας στις προσφεύγουσες μια τυπική αίτηση παροχής πληροφοριών και συνεπώς επιβάλλοντάς τους την υποχρέωση να προσκομίσουν έγγραφα και στοιχεία που βρίσκονται υπό τον αποκλειστικό έλεγχο και την κατοχή της μητρικής τους εταιρίας που είναι εγκατεστημένη εκτός του κοινοτικού εδάφους.

Ειδικότερα, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά παράβαση του άρθρου 18, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 1/2003 του Συμβουλίου, καθόσον παραβλέπει τη θεωρία σχετικά με την κυριότητα των εγγράφων και τον έλεγχό τους και συνεπώς τους περιορισμούς που είναι εγγενείς στις διατάξεις αυτές. Επιπροσθέτως, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβαίνει ορισμένες γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου, όπως είναι οι αρχές της εδαφικότητας, της κυριαρχίας, της μη επεμβάσεως και της ισότητας των κρατών, καθόσον θεωρεί ότι υφίσταται εξουσία επιβολής υποχρεώσεως σε μια εταιρία που είναι εγκατεστημένη εκτός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΚ) (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/29


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssensKrupp Liften Ascenseurs κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-144/07)

(2007/C 155/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ThyssensKrupp Liften Ascenseurs NV/SA (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: V. Turner και D. Mes, advocaten)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που αφορά την προσφεύγουσα·

επικουρικώς, να μειώσει το πρόστιμο το οποίο επιβλήθηκε εις ολόκληρον στην προσφεύγουσα·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως C(2007)512 τελικό (υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Ανελκυστήρες και κυλιόμενες κλίμακες) της Επιτροπής. Ζητεί να ακυρωθεί η απόφαση κατά το μέρος που την αφορά ή τουλάχιστον να μειωθεί το πρόστιμο που της επιβλήθηκε.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει, πρώτον, ότι η Επιτροπή δεν είχε την εξουσία να εφαρμόσει το άρθρο 81 ΕΚ, καθόσον η παράβαση δεν είχε αισθητές συνέπειες για το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

Επικουρικώς, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή δεν ήταν η κατ' εξοχήν κατάλληλη αρχή ανταγωνισμού για την εφαρμογή του άρθρου 81 ΕΚ, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου των αρχών ανταγωνισμού (1). Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή με το να κινήσει μια διαδικασία διέψευσε τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη που η προσφεύγουσα μπορούσε να έχει από την εφαρμογή της ανακοινώσεως αυτής.

Τρίτον, η Επιτροπή, με το να κινήσει μια διαδικασία και με το να επιβάλει πρόστιμο, παραβίασε την αρχή «non bis in idem», την αρχή της βεβαιότητας δικαίου, την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και την αρχή της χρηστής διοικήσεως, καθόσον η βελγική αρχή ανταγωνισμού είχε δώσει εχέγγυα στην προσφεύγουσα ως προς το ότι δεν θα της επιβληθεί πρόστιμο για συμμετοχή στη σύμπραξη που αποτελεί αντικείμενο της προσβαλλόμενης αποφάσεως.

Περαιτέρω, η Επιτροπή κακώς όρισε ότι η προσφεύγουσα, η ThyssenKrupp Elevators AG και η ThyssenKrupp AG ευθύνονται εις ολόκληρον για την παράβαση που διέπραξε η προσφεύγουσα.

Η προσφεύγουσα διατείνεται επίσης ότι η Επιτροπή, με τον καθορισμό του επιβλητέου προστίμου, παρέβη το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (2), τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τον υπολογισμό των προστίμων (3) την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και την αρχή της αναλογικότητας. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν τήρησε το κατά το άρθρο 23 ανώτατο όριο των προστίμων.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η Επιτροπή παρέβη την ανακοίνωση περί επιεικείας (4) και την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όταν καθόρισε τη μείωση του επιβλητέου στην προσφεύγουσα προστίμου λόγω συνεργασίας της προσφεύγουσας εντός του πλαισίου της ανακοινώσεως περί επιεικείας.

Τέλος, η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, την αρχή της αναλογικότητας, την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και την αρχή της χρηστής διοικήσεως όταν καθόρισε τη μείωση του επιβλητέου στην προσφεύγουσα προστίμου λόγω συνεργασίας της προσφεύγουσας εκτός του πλαισίου της ανακοινώσεως περί επιεικείας.


(1)  ΕΕ 2004, C 101, σ. 43.

(2)  Κανονισμός του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(3)  Ανακοίνωση της Επιτροπής — Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚΑΧ (ΕΕ 1998, C 9, σ. 3).

(4)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε υποθέσεις συμπράξεων (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/30


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — OTIS κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-145/07)

(2007/C 155/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Otis SA (Dilbeek, Βέλγιο), Otis GmbH & Co. OHG (Βερολίνο, Γερμανία), Otis BV (Amersfoort, Κάτω Χώρες) και Otis Elevator Co. (Farmington, ΗΠΑ) (εκπρόσωποι: A. Winckler, δικηγόρος, και J. Temple Lang, Solicitor)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει ή να μειώσει ουσιωδώς το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην Οtis δυνάμει της αποφάσεως,

να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα της Otis, καθώς και τα λοιπά σχετικά με την υπόθεση έξοδα και δαπάνες, και

να λάβει οποιοδήποτε άλλο μέτρο κρίνει προσήκον.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή τους, οι προσφεύγουσες ζητούν τη μερική ακύρωση, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΕΚ, της αποφάσεως C(2007) 512 τελικό της Επιτροπής, της 21ης Φεβρουαρίου 2007, περί διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ (υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators), με την οποία κρίθηκε ότι οι προσφεύγουσες, μεταξύ άλλων επιχειρήσεων, ευθύνονταν λόγω της συμμετοχής τους σε τέσσερις ενιαίες, σύνθετες και συνεχείς παραβάσεις του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ, συνιστάμενες στην κατανομή αγορών μέσω συμφωνιών και/ή συμπράξεων για την ανάθεση δημοσίων έργων και συμβάσεων με αντικείμενο την πώληση, την εγκατάσταση, τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό των ανελκυστήρων και των κυλιομένων κλιμάκων.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλουν πέντε λόγους ακυρώσεως, χωρίς να αμφισβητούν τις διαπιστώσεις της προσβαλλομένης αποφάσεως περί τα πραγματικά περιστατικά.

Η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως το σχετικό νομικό κριτήριο, αποφαινόμενη ότι η Otis Elevator Company ευθύνεται για τη συμπεριφορά των τοπικών εταιριών, δεδομένου ότι η Otis Elevator Company δεν ασκούσε αποφασιστική επιρροή στην καθημερινή εμπορική συμπεριφορά αυτών των τοπικών θυγατρικών και δεν μπορούσε να γνωρίζει τη συνιστώσα παράβαση συμπεριφορά τους.

Η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως τις κατευθυντήριες γραμμές για την επιβολή προστίμων (1) και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας:

διότι αύξησε το ποσό του προστίμου, προκειμένου αυτό να έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα, βασιζόμενη στον κύκλο εργασιών ολοκλήρου του ομίλου· και

κατά τον καθορισμό του βασικού ποσού για τη Γερμανία, δεδομένου ότι η Επιτροπή παρέλειψε να λάβει υπόψη της ότι οι παράνομες συμφωνίες αφορούσαν μόνο τις κυλιόμενες κλίμακες και τους «υψηλής αξίας»/υψηλής ταχύτητας ανελκυστήρες, που αποτελούν μικρό μόνο μέρος του συνόλου των ανελκυστήρων.

Η Επιτροπή παραβίασε την ανακοίνωση περί επιεικείας (2):

διότι δεν χορήγησε στην Otis απαλλαγή από την επιβολή προστίμου για τις παράνομες συμφωνίες στη Γερμανία, ενώ η Otis ήταν η μόνη εταιρία που παρέσχε αποδείξεις και πληροφοριακά στοιχεία για την πλήρη έκταση και διάρκεια των συμφωνιών που αφορούσαν τους ανελκυστήρες και τις κυλιόμενες κλίμακες, ή

διότι δεν χορήγησε μερική απαλλαγή από την επιβολή προστίμου όσον αφορά είτε τις κυλιόμενες κλίμακες είτε τους ανελκυστήρες για ορισμένα χρονικά διαστήματα και διότι παρέλειψε να αιτιολογήσει την επιλογή της αυτή.

Επικουρικώς, η Επιτροπή έπρεπε να χορηγήσει μείωση του προστίμου κατά 50 % και, εν πάση περιπτώσει, σαφώς σημαντικότερη μείωση από το 25 %. Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή παρέλειψε να εκτιμήσει την έκταση και τη σημαντική προστιθέμενη αξία των αποδείξεων που παρέσχε η Otis.

Επιπλέον, η Επιτροπή προσέβαλε τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη της Otis και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας:

διότι παρέλειψε να χορηγήσει τη συνήθη μείωση κατά 10 %, λόγω μη αμφισβητήσεως των πραγματικών περιστατικών που αφορούσαν το Βέλγιο, τη Γερμανία και το Λουξεμβούργο, και

διότι παρέλειψε να χορηγήσει μείωση λόγω παροχής διευκρινίσεων και συμπληρωματικών στοιχείων.

Τέλος, η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένα την ανακοίνωση περί επιεικείας και τις κατευθυντήριες γραμμές για την επιβολή προστίμων κατά τον καθορισμό του προστίμου που αφορούσε το Βέλγιο, τη Γερμανία και το Λουξεμβούργο.


(1)  Ανακοίνωση της Επιτροπής της 14ης Ιανουαρίου 1998, τιτλοφορούμενη «Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού αριθ. 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, της συνθήκης ΕΚΑΧ» (ΕΕ 1998, C 9, σ. 3).

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ.3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/30


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — United Technologies κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-146/07)

(2007/C 155/57)

Γλώσσα της διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: United Technologies (Hartford, ΗΠΑ) (εκπρόσωποι: A. Winckler, lawyer, και J. Temple Lang, solicitor)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει ή να μειώσει σημαντικά το πρόστιμο που επιβλήθηκε στη UTC βάσει της αποφάσεως αυτής·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα και

να λάβει κάθε άλλο μέτρο που κρίνει κατάλληλο.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα ζητεί τη μερική ακύρωση, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΕΚ, της αποφάσεως C(2007) 512 τελικό της Επιτροπής, της 21ης Φεβρουαρίου 2007 (υπόθεση COMP/E-1/38.823 — Ανελκυστήρες και κυλιόμενες κλίμακες), βάσει της οποίας προσήφθη στην προσφεύγουσα, καθώς και σε άλλες επιχειρήσεις, η συμμετοχή σε τέσσερις ενιαίες, σύνθετες και διαρκείς παραβάσεις του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ, μέσω της κατανομής αγορών που προκάλεσε η εκ μέρους τους σύναψη συμφωνιών και/ή συμπράξεων με αντικείμενο διαγωνισμούς και άλλες συμβάσεις πωλήσεως, εγκαταστάσεως, συντηρήσεως και εκσυγχρονισμού ανελκυστήρων και κυλιόμενων κλιμάκων.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, καταρχάς, ότι κακώς η Επιτροπή έκρινε ότι η απλή πλήρης κυριότητα, από νομικής απόψεως, μιας θυγατρικής δικαιολογούσε τη διαπίστωση της ευθύνης της μητρικής εταιρίας. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει i) ότι το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 (1) απαιτεί απόδειξη της υπάρξεως δόλου ή αμέλειας, ii) ότι η μητρική εταιρία πρέπει να έχει ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο επί της εμπορικής πολιτικής της θυγατρικής εταιρίας κατά την περίοδο παραβάσεως ή να γνώριζε την παραβατική συμπεριφορά και να μην έκανε τίποτα προς παύση της παραβάσεως, και iii) ότι η ευθύνη της μητρικής εταιρίας για αντίθετες προς τον ανταγωνισμό παραβάσεις των θυγατρικών της πρέπει να στηρίζεται στη πραγματική συμπεριφορά της και όχι στην ικανότητά της να θίξει τον ανταγωνισμό.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, επίσης, ότι ανέτρεψε οποιοδήποτε τεκμήριο ευθύνης, καθόσον οι θυγατρικές της καθόριζαν αυτόνομα τη συνήθη εμπορική πρακτική τους, και ότι οι οικείοι εργαζόμενοι δεν τήρησαν τις προβλεπόμενες οδηγίες μετά την εκ μέρους της προσφεύγουσας λήψη όλων των εύλογων μέτρων για την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού. Υποστηρίζει, περαιτέρω, ότι η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε τη διαπίστωσή της ότι η προσφεύγουσα δεν ανέτρεψε το τεκμήριο ευθύνης.

Η προσφεύγουσα φρονεί, εξάλλου, ότι η αύξηση του επιβληθέντος προστίμου κατά 70 % για λόγους μεγέθους της εταιρίας και για αποτρεπτικούς σκοπούς είναι αδικαιολόγητη και δυσανάλογη.

Τέλος, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή περί ίσης μεταχειρίσεως, καθόσον έκρινε υπεύθυνη την προσφεύγουσα για την παράνομη συμπεριφορά των θυγατρικών της, ενώ διαπίστωσε, εφαρμόζοντας διαφορετικό νομικό κριτήριο, ότι η Mitsubishi Electric Corporation Japan δεν ευθυνόταν για τη συμπεριφορά της θυγατρικής της.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΚ) (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/31


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Aufzüge και ThyssenKrupp Fahrtreppen κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-147/07)

(2007/C 155/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: ThyssenKrupp Aufzüge GmbH (Neuhausen auf den Fildern, Γερμανία) και ThyssenKrupp Fahrtreppen GmbH (Αμβούργο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: δικηγόροι U. Itzen και K. Blau-Hansen)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση καθόσον αφορά τις προσφεύγουσες·

επικουρικώς, να μειώσει αναλόγως το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε εις ολόκληρον στις προσφεύγουσες με την προσβαλλομένη απόφαση·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες βάλλουν κατά της αποφάσεως της Επιτροπής C (2007) 512 τελικό, της 21ης Φεβρουαρίου 2007, στην υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators. Με την προσβαλλομένη απόφαση επιβλήθηκαν πρόστιμα στις προσφεύγουσες και σε άλλες επιχειρήσεις λόγω της συμμετοχής σε σύμπραξη επιχειρήσεων στον τομέα της εγκαταστάσεως και της συντηρήσεως ανελκυστήρων και μηχανικών κλιμάκων στη Γερμανία. Κατά την άποψη της Επιτροπής, οι οικείες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ.

Προς θεμελίωση της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τους εξής λόγους προσφυγής:

Αναρμοδιότητα της Επιτροπής ελλείψει διακρατικής σημασίας της προσαπτομένης τοπικής παραβάσεως·

δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εις ολόκληρον ευθύνη των προσφευγουσών με τις μητρικές τους εταιρίες, διότι αυτές είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητες·

δυσανάλογος χαρακτήρας των βασικών ποσών κατά τον υπολογισμό του προστίμου σε σχέση με τον πράγματι θιγόμενο όγκο της αγοράς·

παράνομος χαρακτήρας του αποτρεπτικού συντελεστή, δεδομένου ότι κατά τον υπολογισμό του προστίμου σημασία έχουν μόνον οι πωλήσεις των προσφευγουσών και αυτές δεν δικαιολογούν την εφαρμογή του εν λόγω συντελεστή·

ελλιπής αιτιολογία για την προσαύξηση λόγω υποτροπής στο πλαίσιο του υπολογισμού του προστίμου, λόγω νομικών σφαλμάτων κατά την προσμέτρηση προηγουμένων προστίμων και λόγω σφαλμάτων κατά την εκτίμηση·

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1), διότι η Επιτροπή, ενόψει του ανωτάτου ορίου του προστίμου της τάξεως του 10 % του κύκλου εργασιών της επιχειρήσεως, έλαβε υπόψη τον κύκλο εργασιών της συμπράξεως και όχι τον κύκλο εργασιών των προσφευγουσών·

εσφαλμένη εφαρμογή της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (2), διότι η προστιθεμένη αξία της συνεργασίας των προσφευγουσών δεν ελήφθη επαρκώς υπόψη.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (EE 2002, C 45, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/32


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Ascenseurs Luxembourg κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-148/07)

(2007/C 155/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ThyssenKrupp Ascenseurs Luxembourg Sàrl (Howald, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: η δικηγόρος K. Beckmann)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση καθόσον αφορά την προσφεύγουσα·

επικουρικώς, να μειώσει αναλόγως το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε εις ολόκληρον στην προσφεύγουσα με την προσβαλλομένη απόφαση·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως της Επιτροπής C (2007) 512 τελικό, της 21ης Φεβρουαρίου 2007, στην υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators. Με την προσβαλλομένη απόφαση επιβλήθηκαν πρόστιμα στην προσφεύγουσα και σε άλλες επιχειρήσεις λόγω της συμμετοχής σε σύμπραξη επιχειρήσεων στον τομέα της εγκαταστάσεως και της συντηρήσεως ανελκυστήρων και μηχανικών κλιμάκων στο Λουξεμβούργο. Κατά την άποψη της Επιτροπής, οι οικείες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ.

Προς θεμελίωση της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους εξής λόγους προσφυγής:

Αναρμοδιότητα της Επιτροπής ελλείψει διακρατικής σημασίας της προσαπτομένης τοπικής παραβάσεως·

παραβίαση της αρχής ne bis in idem, διότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη την πριν από την κίνηση της διαδικασίας υπέρ της προσφεύγουσας εκδοθείσα απόφαση περί αμνηστίας της λουξεμβουργέζικης αρχής σύμπραξης επιχειρήσεων·

δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εις ολόκληρον ευθύνη της προσφεύγουσας με τις μητρικές της εταιρίες, διότι αυτή είναι νομικώς και οικονομικώς ανεξάρτητη·

δυσανάλογος χαρακτήρας όσον αφορά τον καθορισμό του ποσού του προστίμου σε σύγκριση με την πραγματική σπουδαιότητα της προσφεύγουσας στην αγορά·

παράνομος χαρακτήρας του αποτρεπτικού συντελεστή, δεδομένου ότι κατά τον υπολογισμό του προστίμου, σημασία έχουν μόνον οι πωλήσεις της προσφεύγουσας και αυτές δεν δικαιολογούν την εφαρμογή του εν λόγω συντελεστή·

ελλιπής αιτιολογία για την προσαύξηση λόγω υποτροπής στο πλαίσιο του υπολογισμού του προστίμου, λόγω νομικών σφαλμάτων κατά την προσμέτρηση προηγουμένων προστίμων και λόγω σφαλμάτων κατά την εκτίμηση·

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1), διότι η Επιτροπή, ενόψει του ανωτάτου ορίου του προστίμου της τάξεως του 10 % του κύκλου εργασιών της επιχειρήσεως, έλαβε υπόψη τον κύκλο εργασιών της συμπράξεως και όχι τον κύκλο εργασιών της προσφεύγουσας·

εσφαλμένη εφαρμογή της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (2), διότι η προστιθεμένη αξία της συνεργασίας της προσφεύγουσας δεν ελήφθη επαρκώς υπόψη·

δεν ελήφθη επαρκώς υπόψη η συνεργασία της προσφεύγουσας εκτός της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (EE 2002, C 45, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/33


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Elevator κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-149/07)

(2007/C 155/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ThyssenKrupp Elevator AG (Düsseldorf, Γερμανία) (εκπρόσωποι: T. Klose και J. Ziebarth, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στον βαθμό που αφορά την προσφεύγουσα,

επικουρικώς, να μειώσει δεόντως το ύψος του προστίμου που επέβαλε η προσβαλλόμενη απόφαση στην προσφεύγουσα ως υπόχρεη εις ολόκληρον,

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως της Επιτροπής C(2007) 512 τελικό της 21ης Φεβρουαρίου 2007 επί της υποθέσεως COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators. Με την προσβαλλόμενη απόφαση, επιβλήθηκαν πρόστιμα στην προσφεύγουσα και σε άλλες επιχειρήσεις λόγω της συμμετοχής τους σε σύμπραξη κατά την κατασκευή και τη συντήρηση ανελκυστήρων και κυλιόμενων κλιμάκων στο Βέλγιο, τη Γερμανία και το Λουξεμβούργο. Κατά την Επιτροπή, οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως:

αναρμοδιότητα της Επιτροπής δεδομένου ότι η προσαπτόμενη παράβαση έχει τοπικό και όχι διακρατικό χαρακτήρα·

παραβίαση της αρχής ne bis in idem, δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της υπέρ της προσφεύγουσας τις αμνηστευτικές αποφάσεις που είχαν εκδώσει πριν από την κίνηση της διαδικασίας οι εθνικές αρχές ελέγχου των συμπράξεων του Βελγίου και του Λουξεμβούργου·

μη συνδρομή των προϋποθέσεων για την εις ολόκληρον ευθύνη της προσφεύγουσας μετά των θυγατρικών εταιριών της, δεδομένου ότι η ίδια δεν μετείχε στις παραβάσεις, οι δε θυγατρικές εταιρίες της είναι ανεξάρτητες από νομικής και οικονομικής απόψεως καθώς και μη συνδρομή αντικειμενικού λόγου ο οποίος να δικαιολογεί την επέκταση της ευθύνης στην προσφεύγουσα,

δυσαναλογία των αρχικών ποσών κατά τον υπολογισμό των προστίμων σε σύγκριση με τον όγκο της αγοράς που πράγματι αφορούν·

δυσαναλογία του πολλαπλασιαστή αποτροπής, δεδομένου ότι ο πολλαπλασιαστής αυτός αποκλίνει σε σημαντικό βαθμό από τη μεταχείριση που έτυχαν άλλες επιχειρήσεις παρεμφερούς μεγέθους σε παρεμφερείς υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν αποφάσεις κατά το ίδιο χρονικό διάστημα·

μη παράθεση αιτιολογίας για το επιπλέον ποσό που επιβλήθηκε λόγω υποτροπής στο πλαίσιο του υπολογισμού του προστίμου λόγω νομικού σφάλματος κατά τον καταλογισμό των προστίμων που προηγήθηκαν·

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1), δεδομένου ότι, σε σχέση με το ανώτατο όριο του προστίμου του 10 % επί του κύκλου εργασιών της επιχειρήσεως, θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη μόνον ο κύκλος εργασιών των εμπλεκομένων θυγατρικών εταιριών·

πλημμελής εφαρμογή της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων (2), δεδομένου ότι δεν ελήφθη επαρκώς υπόψη η προστιθέμενη αξία της συνεργασίας της προσφεύγουσας.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/33


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Elevator κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-150/07)

(2007/C 155/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ThyssenKrupp AG (Duisburg και Essen, Γερμανία) (εκπρόσωποι: M. Klusmann και S.Thomas, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στον βαθμό που αφορά την προσφεύγουσα·

επικουρικώς, να μειώσει δεόντως το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση στην προσφεύγουσα ως υπόχρεη εις ολόκληρον·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως της Επιτροπής C(2007) 512 τελικό της 21ης Φεβρουαρίου 2007 επί της υποθέσεως COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators. Με την προσβαλλόμενη απόφαση επιβλήθηκαν εις βάρος της προσφεύγουσας και άλλων επιχειρήσεων πρόστιμα λόγω της συμμετοχής σε σύμπραξη στο πλαίσιο της κατασκευής και συντηρήσεως ανελκυστήρων και κυλιόμενων κλιμάκων στο Βέλγιο, τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο και τις Κάτω Χώρες. Κατά την Επιτροπή, οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 ΕΚ.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως:

αναρμοδιότητα της Επιτροπής δεδομένου ότι η προσαπτόμενη παράβαση έχει τοπικό και όχι διακρατικό χαρακτήρα·

παραβίαση της αρχής ne bis in idem, δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της υπέρ της προσφεύγουσας τις αμνηστευτικές απόφασεις που είχαν εκδώσει πριν από την κίνηση της διαδικασίας οι εθνικές αρχές ελέγχου των συμπράξεων του Βελγίου, του Λουξεμβούργου και των Κάτω Χωρών·

μη συνδρομή των προϋποθέσεων για την εις ολόκληρον ευθύνη της προσφεύγουσας μετά των θυγατρικών εταιριών της, δεδομένου ότι η ίδια η προσφεύγουσα δεν μετέσχε στη διάπραξη των παραβάσεων, οι θυγατρικές εταιρίες της έχουν από νομικής και οικονομικής απόψεως λειτουργική ανεξαρτησία και δεν υπάρχει αντικειμενική αιτιολογία για την επέκταση της ευθύνης επί της προσφεύγουσας·

δυσαναλογία των αρχικών ποσών κατά τον υπολογισμό του ύψους του προστίμου σε σύγκριση με τον όγκο της αγοράς που πράγματι αφορά·

δυσαναλογία του πολλαπλασιαστή αποτροπής, δεδομένου ότι ο πολλαπλασιαστής αυτός αποκλίνει σε σημαντικό βαθμό από τη μεταχείριση που έτυχαν άλλες επιχειρήσεις παρεμφερούς μεγέθους σε παρεμφερείς υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν αποφάσεις κατά το ίδιο χρονικό διάστημα·

μη παράθεση αιτιολογίας για το λόγω υποτροπής του δράστη επιπλέον ποσό που επιβλήθηκε στο πλαίσιο του υπολογισμού του προστίμου λόγω νομικού σφάλματος κατά τον καταλογισμό των προστίμων που προηγήθηκαν·

παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1), δεδομένου ότι, σε σχέση με το ανώτατο όριο του προστίμου του 10 % επί του κύκλου εργασιών της επιχειρήσεως, θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη μόνον ο κύκλος εργασιών των εμπλεκομένων θυγατρικών εταιριών·

πλημμελής εφαρμογή της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων (2), δεδομένου ότι δεν ελήφθη επαρκώς υπόψη η προστιθέμενη αξία της συνεργασίας της προσφεύγουσας και στις τέσσερις εμπλεκόμενες χώρες.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/34


Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — KONE κ.λπ κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-151/07)

(2007/C 155/62)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: KONE Corp. (Ελσίνκι, Φινλανδία), KONE GmbH (Αννόβερο, Γερμανία) και KONE BV (Χάγη, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: T. Vinje, Solicitor, D. Paemen, J. Schindler, B. Nijs, δικηγόροι, J. Flynn, QC και D. Scannell, Barrister)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 2, παράγραφος 2, της αποφάσεως, με το οποίο επιβλήθηκε πρόστιμο στις KONE Corporation και KONE GmbH, και είτε να μην επιβληθεί καθόλου πρόστιμο ή να επιβληθεί μικρότερο πρόστιμο από το καθορισθέν με την απόφαση της Επιτροπής·

να ακυρώσει το άρθρο 2, παράγραφος 4, της Επιτροπής, με το οποίο επιβλήθηκε πρόστιμο στις KONE Corporation και KONE BV, και να καθοριστεί μικρότερο πρόστιμο από το καθορισθέν με την απόφαση της Επιτροπής·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την υπό κρίση προσφυγή, οι προσφεύγουσες ζητούν, σύμφωνα με το άρθρο 230 ΕΚ, τη μερική ακύρωση της αποφάσεως C(2007) 512 τελικό της Επιτροπής, της 21ης Φεβρουαρίου 2007 (υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Elevators and Escalators), με την οποία κρίθηκε ότι οι προσφεύγουσες, μεταξύ άλλων επιχειρήσεων, ευθύνονταν για τη συμμετοχή τους σε τέσσερις ενιαίες, σύνθετες και διαρκείς παραβάσεις του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ συνιστάμενες στην κατανομή αγορών, μέσω συμφωνιών ή/και συμπράξεων περί αναθέσεως δημοσίων έργων και συμβάσεων με αντικείμενο την πώληση, την εγκατάσταση, τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό ανελκυστήρων και κυλιομένων κλιμάκων.

Οι προσφεύγουσες, KONE Corporation και τα παραρτήματά της, KONE GmbH και KONE BV, αμφισβητούν την προσβαλλομένη απόφαση μόνον όσον αφορά την επιβολή προστίμων στην ΚΟΝΕ ως σύνολο για τη συμμετοχή της σε παραβάσεις στη Γερμανία και στις Κάτω Χώρες.

Όσον αφορά την παράβαση που έγινε στη Γερμανία, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως κατά την επιμέτρηση του προστίμου. Συγκεκριμένα, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται, πρώτον, ότι η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως την ανακοίνωση περί επιεικείας (1) του 2002, καθόσον (1) όφειλε να μην επιβάλει πρόστιμο στην ΚΟΝΕ σύμφωνα με το σημείο 8, παράγραφοι α' και β', της ανακοινώσεως· ή, επικουρικώς, (2) όφειλε να μειώσει το πρόστιμο των προσφευγουσών σύμφωνα με την τελευταία παράγραφο του σημείου 23 της εν λόγω ανακοινώσεως.

Δεύτερον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως τις κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, της συνθήκης ΕΚΑΧ του 1998 (2) (στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές του 1998), καθόσον (1) προφανώς, δεν έλαβε υπόψη το μέγεθος της θιγόμενης αγοράς κατά την επιμέτρηση του προστίμου· (2) δεν εκτίμησε ορθώς το γεγονός ότι οι προσφεύγουσες δεν αμφισβήτησαν τα πραγματικά περιστατικά, καθώς προκύπτει από τη χορήγηση μειώσεως μόνον 1 % για την εν λόγω συμβολή τους στην απόδειξη της παραβάσεως.

Τρίτον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή δεν τήρησε βασικές αρχές του κοινοτικού δικαίου, καθόσον (1) προσέβαλε την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης εφόσον δεν τις πληροφόρησε εγκαίρως περί της επιβολής προστίμων· (2) προσέβαλε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως αντιμετωπίζοντας διαφορετικά προσφεύγουσες, ευρισκόμενες σε παρεμφερείς καταστάσεις μη επιβολής προστίμων· και (3) παραβίασε τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών αρνούμενη να τους χορηγήσει την πρόσβαση σε έγγραφα.

Όσον αφορά την παράβαση που έγινε στις Κάτω Χώρες, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη αρνούμενη να μειώσει το πρόστιμο και καθορίζοντας το σε 79 750 000 ευρώ. Ειδικότερα, οι προσφεύγουσες προβάλλουν ότι, πρώτον, η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως την ανακοίνωση περί επιεικείας του 2002, καθόσον δεν μείωσε το πρόστιμο των προσφευγουσών λόγω αναγνωρίσεως του ότι οι προσφεύγουσες παρείχαν πληροφορίες και συνεργάστηκαν κατά τη διοικητική διαδικασία. Δεύτερον, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή προσέβαλε την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ίσης μεταχειρίσεως. Τέλος, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως τις κατευθυντήριες γραμμές του 1998 διότι δεν έλαβε υπόψη τις ελαφρυντικές περιστάσεις υπέρ των προσφευγουσών και δεν εκτίμησε ορθώς το γεγονός ότι οι προσφεύγουσες δεν αμφισβήτησαν τα πραγματικά περιστατικά.


(1)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ.3).

(2)  ΕΕ 1998, C 9 σ. 3.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/35


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — Lange Uhren κατά ΓΕΕΑ (εικονιστικό σήμα που παριστάνει ωρολόγιο χειρός)

(Υπόθεση T-152/07)

(2007/C 155/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Lange Uhren GmbH (Glashütte, Γερμανία) (εκπρόσωπος: M. Schaeffer, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 15ης Φεβρουαρίου 2007, στην υπόθεση R 1176/2005-1·

να διαπιστώσει ότι οι διατάξεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1) δεν αποκλείουν τη δημοσίευση του κοινοτικού σήματος αριθ. 2 542 694 για προϊόντα της κλάσεως 14 («πολυτελή ωρολόγια χειρός και όργανα μετρήσεως του χρόνου· δίσκοι για πολυτελή ωρολόγια χειρός»)·

επικουρικώς, να διαπιστώσει ότι το κοινοτικό σήμα αριθ. 2 542 694 του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα από τη χρήση όσον αφορά τα προϊόντα της κλάσεως 14, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Εικονιστικό σήμα που παριστάνει ωρολόγιο χειρός για προϊόντα της κλάσεως 14 (αίτηση αριθ. 2 542 694)

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής

Λόγοι ακυρώσεως:

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, καθόσον το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει τον απαιτούμενο διακριτικό χαρακτήρα.

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, καθόσον διαπιστώθηκε, κατόπιν πεπλανημένης νομικής αναλύσεως, ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα εκ της χρήσεώς του.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/35


Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — ThyssenKrupp Liften κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-154/07)

(2007/C 155/64)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: ThyssenKrupp Liften BV (Krimpen aan den IJssel, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: O.W. Brouwer και A.C.E. Stoffer, advocaten)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που αφορά την προσφεύγουσα·

επικουρικώς, να μειώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα βάλλει κατά της αποφάσεως C(2007)512 τελικό (υπόθεση COMP/E-1/38.823 — PO/Ανελκυστήρες και κυλιόμενες κλίμακες) της Επιτροπής.

Η προσφεύγουσα προβάλλει όμοιους λόγους ακυρώσεως με εκείνους που προβάλλονται στην υπόθεση T-144/07, ThyssenKrupp Liften Ascenseurs κατά Επιτροπής.

Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επιπλέον ότι η Επιτροπή, αυξάνοντας με αποτρεπτικό συντελεστή 100 % το ποσό αφετηρίας του προστίμου, παρέβη το άρθρο 23, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1) και τις στηριζόμενες στη διάταξη αυτή κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων (2) και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας και την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Η προσφεύγουσα προβάλλει επίσης ότι η Επιτροπή σε αντίθεση με το άρθρο 23, παράγραφος 1, του κανονισμού 1/2003 και με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων αύξησε το πρόστιμο κατά 50 % λόγω υποτροπής.


(1)  Κανονισμός του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ L 1, σ. 1).

(2)  Ανακοίνωση της Επιτροπής — Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚΑΧ (ΕΕ 1998, C 9, σ. 3).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/36


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — COFAC κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-158/07)

(2007/C 155/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: COFAC — Cooperativa de Formação e Animação Cultural, crl (Λισσαβώνα, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: Luís Gomes, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει, δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, την απόφαση D(2004)24253 της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2004, καθόσον μειώνει το ποσό της χρηματοδοτικής συνδρομής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) που χορηγήθηκε στην προσφεύγουσα με την απόφαση C(87)0860, της 30ής Απριλίου 1987 (φάκελος 880707 Ρ1).

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Την 1η Μαρτίου 2007 κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα η απόφαση της Επιτροπής να μειώσει κατά 25 291,75 ευρώ τη χρηματοδοτική συνδρομή την οποία το όργανο αυτό είχε χορηγήσει με την απόφαση C(87)0860, της 30ής Απριλίου 1987, με την αιτιολογία ότι «υπάρχουν ενδείξεις ότι σημειώθηκαν παρατυπίες κατά την εκτέλεση ορισμένων δράσεων επαγγελματικής καταρτίσεως που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ, […] αφού περατώθηκαν οι ποινικές διαδικασίες που αφορούσαν τη διαχείριση και τη συγκεκριμένη εκτέλεση των χορηγηθεισών ενισχύσεων […] και αφού επενέχθησαν οι διορθώσεις όσον αφορά τις δομές κόστους και χρηματοδοτήσεως του φακέλου, σύμφωνα με τις δικαστικές αποφάσεις ή με τους λογιστικούς ελέγχους ή επανεκτιμήσεις που πραγματοποιήθηκαν στους εμπλεκόμενους φορείς.»

Ωστόσο, η διαδικασία που κινήθηκε ενώπιον των πορτογαλικών δικαστηρίων κατά της προσφεύγουσας κατέληξε σε απόφαση περί παραγραφής, οπότε φυσικά δεν υπάρχουν στοιχεία επί της ουσίας δυνάμενα να συναχθούν από τη διαδικασία αυτή.

Επιπλέον, η προσφεύγουσα ουδέποτε ενημερώθηκε από τις εθνικές αρχές ότι οι λογιστικοί έλεγχοι/νέες αναλύσεις επρόκειτο να ολοκληρωθούν σύντομα, διαδικασίες στις οποίες η προσφεύγουσα δεν μετέσχε με κανένα τρόπο και, εν πάση περιπτώσει, ουδέποτε για να αμυνθεί κατά των κατηγοριών καταχρήσεως των δομών κόστους και χρηματοδοτήσεως του φακέλου.

Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι αποφάσεις της Επιτροπής που μειώνουν ή καταργούν συνδρομή χρηματοδοτούμενη από το ΕΚΤ είναι ικανές να επηρεάζουν άμεσα και ατομικά τους αποδέκτες αυτής της χρηματοδοτικής συνδρομής.

Η προσφεύγουσα ουδέποτε είχε την ευκαιρία να διατυπώσει λυσιτελώς ενώπιον της Επιτροπής την άποψή της σχετικά με τη μείωση των συνδρομών, οπότε η απόφαση που έλαβε η Επιτροπή είναι παράνομη και πρέπει, για τον λόγο αυτό, να ακυρωθεί.

Συγκεκριμένα, η απόφαση περί της οποίας πρόκειται ελήφθη κατά παραβίαση των δικαιωμάτων άμυνας, τα οποία αποτελούν θεμελιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου, σύμφωνα με την οποία σε όλους τους αποδέκτες σε σχέση προς τους οποίους ενδέχεται να ληφθεί απόφαση θίγουσα αισθητά τα συμφέροντά τους πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα να εκθέσουν λυσιτελώς την άποψή τους επί των στοιχείων επί των οποίων στηρίζεται η απόφαση.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/36


Προσφυγή της 7ης Μαΐου 2007 — COFAC κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-159/07)

(2007/C 155/66)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: COFAC — Cooperativa de Formación y Animación Cultural, crl (Λισσαβώνα, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: Luis Gomes, δικηγόρος)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει το άρθρο 230 ΕΚ, της Αποφάσεως της Επιτροπής D(2004)24253, της 9ης Νοεμβρίου 2004, περί μειώσεως του ποσού της συνεισφοράς του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που χορηγήθηκε στην προσφεύγουσα με την απόφαση C(87)0860, της 30ής Απριλίου 1987 (φάκελος αριθ. 870927 P 1).

να καταδικάσει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι ισχυρισμοί και τα κύρια επιχειρήματα είναι πανομοιότυπα προς αυτά που έχουν προβληθεί στο πλαίσιο της υποθέσεως T-158/07.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/37


Προσφυγή της 9ης Μαΐου 2007 — Group Lottuss κατά ΓΕΕΑ — Ugly (COYOTE UGLY)

(Υπόθεση T-161/07)

(2007/C 155/67)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Group Lottuss Corporation, SL (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωποι: J. Grau Mora, A. Angulo Lafora, M. Ferrándiz Avendaño και J Arribas García, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: UGLY, INC.

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει (εν μέρει) την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 2ας Μαρτίου 2007, καθόσον με αυτή απορρίπτεται εν μέρει η αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος αριθ. 2.428.795 «COYOTE UGLY» της GROUP LOTTUSS CORP. SL·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Group Lottuss Corporation, SL

Σήμα προς καταχώριση: το εικονιστικό σήμα «COYOTE UGLY» (αίτηση αριθ. 2.428.795) για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 41 και 42

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Ugly, Inc.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: κοινοτικό λεκτικό σήμα «COYOTE UGLY» για προϊόντα των κλάσεων 14, 16, 21, 25, 32 και 34, καθώς και τα προγενέστερα μη καταχωρισμένα γνωστά, λεκτικά και εικονιστικά «COYOTE UGLY» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 14, 16, 21, 25, 32, 33, 34, 41 και 42.

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: μερική αποδοχή της ανακοπής και απόρριψη της αιτήσεως κοινοτικού σήματος όσον αφορά τις υπηρεσίες της κλάσεως 42.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: ακύρωση της προσβαλλόμενης αποφάσεως καθόσον με αυτή απορρίπτεται η ανακοπή κατά των «υπηρεσιών ψυχαγωγίας καθώς και των υπηρεσιών για δισκοθήκες και αίθουσες ψυχαγωγίας» της κλάσεως 41 που αφορούσε η αίτηση καταχωρίσεως και απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως για τις εν λόγω υπηρεσίες.

Λόγοι ακυρώσεως: εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 για το κοινοτικό σήμα.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/37


Αγωγή της 8ης Μαΐου 2007 — Πήγασος Αλιευτική Ναυτική Εταιρεία κατά Συμβουλίου και Επιτροπής

(Υπόθεση T-162/07)

(2007/C 155/68)

Γλώσσα της προσφυγής: η ελληνική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Πήγασος Αλιευτική Ναυτική Εταιρεία (Μοσχάτο, Ελλάδα) (Εκπρόσωπος: Ν. Σκανδάμης, δικηγόρος)

Εναγόμενοι: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της ενάγουσας

να αναγνωριστεί ότι το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με σειρά παράνομων πράξεων και παραλείψεών τους, παραβίασαν τις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου της ελεύθερης κυκλοφορίας, της οικονομικής ελευθερίας, της αναλογικότητας, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των δικαιούμενων και της αρχής της παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στο χώρο της διενέργειας αλιείας, σε συνορεύουσα ζώνη τρίτης χώρας (Τυνησίας) και της προώθησης των αλιευμάτων στο κοινοτικό τελωνειακό έδαφος διαμέσου του εδάφους της τρίτης αυτής χώρας, συνδεδεμένης προς την Κοινότητα και υπό τελωνειακή επιτήρηση (in transit)·

να επιβληθεί στα κοινοτικά όργανα υποχρέωση καταβολής στην εταιρεία της ενάγουσας ποσού (23 608 551 δηνάρια) εικοσιτριών χιλιάδων εξακοσίων οκτώ δηναρίων και πεντακοσίων πενήντα ενός χιλιοστών του δηναρίου και ποσού (188 583,18 + 10 806 323,44 + 1 000 000 = 11 994 906,62 €) έντεκα εκατομμυρίων εννιακοσίων ενενήντα τεσσάρων χιλιάδων και εννιακοσίων έξι ευρώ και εξήντα δύο λεπτών, ως αποζημίωσης, κατά τα άρθρα 235 και 288 εδ. 2 ΕΚ.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι υπέστη οικονομική ζημία εκ της αδυναμίας εισαγωγής στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας προϊόντων κοινοτικής καταγωγής και υλοποίησης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας λόγω σειράς παράνομων πράξεων και συμπεριφορών των κοινοτικών οργάνων και δη:

α)

της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το λόγο ότι θέσπισε τον Κανονισμό (ΕOΚ) 2454/93 (1), ο οποίος επιβάλλει την προσκόμιση πλήρως συμπληρωμένου του κοινοτικού τελωνειακού εγγράφου Τ2Μ ως μόνου αποδεικτικού μέσου της καταγωγής κοινοτικών αλιευμάτων και συστατικού του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας,

β)

της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διεξήγαγε εκ μέρους της Κοινότητας τις διαπραγματεύσεις με την Τυνησία για την κατάρτιση της Συμφωνίας Συνδέσεως και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που την κύρωσε, για το λόγο ότι παρέλειψαν να λάβουν πρόνοια ώστε τα κοινοτικής καταγωγής αλιεύματα, προερχόμενα από κοινοτικούς αλιείς δραστηριοποιημένους εκτός των χωρικών υδάτων της Τυνησίας, να μην αποστερούνται του εγγενούς δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας,

γ)

της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το λόγο ότι, αν συμμετέχουν στο αρμόδιο για την τροποποίηση της Συμφωνίας όργανο, δε μερίμνησαν, κατά την ενάγουσα, για τη ρύθμιση του ζητήματος της προαναφερθείσας ειδικής κατηγορίας αλιέων, αν και τελούσαν σε γνώση του ανακύψαντος προβλήματος,

δ)

της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το λόγο ότι παρέλειψε να ασκήσει την προσήκουσα εποπτεία επί των ελληνικών αρχών, παρά μάλιστα τη διατύπωση σχετικού αιτήματος της εταιρείας.

Περαιτέρω, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι οι παραπάνω πράξεις και παραλείψεις παραβιάζουν υπέρτερους κανόνες δικαίου που έχουν τεθεί για την προστασία των ιδιωτών και δη:

α)

του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης των εμπορευμάτων, για την άσκηση του οποίου οι διοικητικές διατυπώσεις έχουν διαπιστωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα,

β)

του δικαιώματος της επιχειρηματικής ελευθερίας, ο πυρήνας της οποίας θίγεται από την απαγόρευση εναλλακτικής απόδειξης της καταγωγής,

γ)

της αρχής της αναλογικότητας, η οποία δεν συμβιβάζεται με τον αποκλεισμό όλων — πλην του Τ2Μ — των πρόσφορων αποδεικτικών μέσων της καταγωγής

δ)

της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, ο οποίος — αν και συμπεριφέρθηκε ως συνετός παρατηρητής της αγοράς — υπέστη σοβαρή ζημία, εκ του γεγονότος ότι έκανε χρήση των εκ του κοινοτικού δικαίου δικαιωμάτων του,

ε)

της αρχής της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η οποία αντίκειται στην «αρνησιδικία» που αντιμετώπισε η εταιρεία εκ των ελληνικών, τυνησιακών και κοινοτικών αρχών.

Επικουρικώς της αξίωσης αποζημίωσης που επικαλείται η ενάγουσα υπαινίσσεται, ότι ο ασυνήθης και ειδικός χαρακτήρας της ζημίας που υπέστη επιτρέπει την ανόρθωση της ανωτέρω βλάβης, καθώς θεωρεί ότι συντρέχουν, εν προκειμένω, οι προϋποθέσεις τής «άνευ πταίσματος αποζημιωτικής ευθύνης» της Κοινότητας.


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 1993 για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 253, σ. 1).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/38


Αναίρεση που άσκησε στις 14 Μαΐου 2007 η Sundholm κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης την 1η Μαρτίου 2007 στην υπόθεση F-30/05, Sundholm κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-164/07 P)

(2007/C 155/69)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Asa Sundholm (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, A. Coolen, J.-N. Louis, E. Marchal, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να εξαφανίσει την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (δεύτερο τμήμα) της 1ης Μαρτίου 2007 στην υπόθεση F-30/05 (Sundholm κατά Επιτροπής)·

αποφαινόμενο εκ νέου να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κατάρτιση Εκθέσεως Εξελίξεως Σταδιοδρομίας για το 2003 καθώς και να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα σχετικά με την πρωτόδικη δίκη και την αναίρεση έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την αίτησή της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ζητεί την εξαφάνιση της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης περί απορρίψεως της προσφυγής με την οποία η αναιρεσείουσα είχε ζητήσει την ακύρωση της Εκθέσεως Εξελίξεως Σταδιοδρομίας της για την περίοδο μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 31 Δεκεμβρίου 2003.

Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης υπέπεσε σε νομική πλάνη απορρίπτοντας τον λόγο ακυρώσεως που αντλούνταν από προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/39


Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Red Bull κατά ΓΕΕΑ — Grupo Osborne (TORO)

(Υπόθεση T-165/07)

(2007/C 155/70)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Red Bull GmbH (Fuschl am See, Αυστρία) (εκπρόσωποι: H. O'Neill, Solicitor, και V. von Bomhard και A. Renck, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Grupo Osborne SA (El Puerto de Santa Maria, Ισπανία)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), της 20ής Φεβρουαρίου 2007, στην υπόθεση αριθ. R 147/2005-4, και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Αιτών την καταχώριση κοινοτικού σήματος: Grupo Osborne SA.

Σήμα προς καταχώριση: Το εικονιστικό σήμα «TORO» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 32, 33 και 42 — αίτηση αριθ. 1 500 917.

Δικαιούχος του κατά τη διαδικασία ανακοπής αντιταχθέντος σήματος ή σημείου: Η προσφεύγουσα.

Αντιταχθέν δικαίωμα επί σήματος ή σημείου: Τα εθνικά λεκτικά σήματα «TORO ROSSO» και «TORO ROJO» για προϊόντα της κλάσεως 32, καθώς και εθνικά, διεθνή και κοινοτικά λεκτικά και εικονιστικά σήματα που περιέχουν τη λέξη «BULL», μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλες λέξεις, για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 32, 33 και 42.

Απόφαση του τμήματος ανακοπών: Η ανακοπή έγινε δεκτή για το σύνολο των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών εκτός των «υπηρεσιών προσωρινής καταλύσεως»

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Ακύρωση της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, καθόσον δέχεται την ανακοπή όσον αφορά τον «ζύθο» (κλάση 32), τα «οινοπνευματώδη ποτά, εκτός οίνων και ζύθου» (κλάση 33) και τις «υπηρεσίες εστιάσεως (παροχής διατροφής και ποτών), όπου περιλαμβάνονται υπηρεσίες καφενείου, εστιατορίων που σερβίρουν ελαφρά γεύματα (σνακ μπαρ), εστιατορίου, καφετέριας, μπυραρίας, καντίνας και οινοπωλείου» (κλάση 42)· η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος γίνεται δεκτή γι' αυτά τα προϊόντα και υπηρεσίες.

Λόγοι ακυρώσεως: Παράβαση του άρθρου 73, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 40/94 του Συμβουλίου, καθόσον το τμήμα προσφυγών δεν αιτιολόγησε σαφώς την απόφασή του, δεδομένου ότι δεν προσδιόρισε επακριβώς και με πληρότητα σε ποια από τα στοιχεία που προσκόμισαν οι διάδικοι βασίσθηκε.

Επίσης, παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του ως άνω κανονισμού, καθόσον το τμήμα προσφυγών θεώρησε ότι δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη η φήμη παρά την εννοιολογική ομοιότητα των επίμαχων σημάτων και τη φήμη των προγενεστέρων σημάτων.

Τέλος, παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού αυτού, καθόσον το τμήμα προσφυγών εφήρμοσε το κριτήριο έκρινε ότι τα επίμαχα εμπορικά σήματα πρέπει να εμφανίζουν ομοιότητα σε βαθμό που να δημιουργείται σύγχυση, ενώ, κατά την προσφεύγουσα, αρκεί ο καταναλωτής να μπορεί να «συσχετίσει» τα δύο σήματα.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/39


Προσφυγή της 8ης Μαΐου 2007 — Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-166/07)

(2007/C 155/71)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: Paolo Gentili, Avvocato dello Stato)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προκήρυξη γενικού διαγωνισμού EPSO/AD/94/07 για την κατάρτιση πίνακα προσλήψεως σε 125 θέσεις υπαλλήλων διοικήσεως (AD 5) στον τομέα της πληροφόρησης, της επικοινωνίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης·

να ακυρώσει την προκήρυξη γενικού διαγωνισμού EPSO/AST/37/07 για την κατάρτιση πίνακα προσλήψεως σε 110 θέσεις βοηθών διοικήσεως (AST3) στον τομέα της επικοινωνίας και της πληροφόρησης.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι λόγοι ακυρώσεως και τα κύρια επιχειρήματα είναι παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στην υπόθεση T-156/07, Ισπανία κατά Επιτροπής.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/40


Προσφυγή της 16ης Μαΐου 2007 — Longevity Health Products κατά ΓΕΕΑ — Celltech Pharma (Cellutrim)

(Υπόθεση T-169/07)

(2007/C 155/72)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Longevity Health Products Inc. (Nassau, Bahamas) (εκπρόσωπος: J. E. Korab, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Celltech Pharma GmbH & Co. KG

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να κρίνει παραδεκτή την προσφυγή·

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών της 7ης Μαρτίου 2007 και να απορρίψει το αίτημα ακυρώσεως της Celltech Pharma GmbH & Co. KG κατά του κοινοτικού σήματος αριθ. 3 979 036 και

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Καταχωρισμένο κοινοτικό σήμα του οποίου ζητείται η ακύρωση: Το λεκτικό σήμα «Cellutrim» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 3, 5 και 35 (αίτηση υπ' αριθ. 3 979 036).

Δικαιούχος του κοινοτικού σήματος: Η προσφεύγουσα.

Αιτούσα την ακύρωση κοινοτικού σήματος: Celltech Pharma GmbH & Co. KG.

Σήμα του οποίου δικαιούχος είναι η προσφεύγουσα: Το λεκτικό σήμα «Cellutrim» για προϊόντα της κλάσεως 5.

Απόφαση του τμήματος ακυρώσεως: Ακύρωση του εν λόγω κοινοτικού σήματος για προϊόντα της κλάσεως 5.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως: Πεπλανημένη αιτιολογία του τμήματος προσφυγών, καθόσον δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των δύο σημάτων.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/40


Προσφυγή της 21ης Μαΐου 2007 — Volkswagen AG κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση T-174/07)

(2007/C 155/73)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Volkswagen AG (Wolfsburg, Γερμανία) (εκπρόσωπος: S. Risthaus, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 7ης Μαρτίου 2007 επί της υποθέσεως R 1479/2005-1, η οποία κοινοποιήθηκε στις 23 Μαρτίου 2007·

να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: το λεκτικό σήμα «TDI» για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 4, 7 και 37 (αίτηση υπ' αριθ. 842 302).

Απόφαση του εξεταστή: απόρριψη της αιτήσεως καταχωρίσεως.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: απόρριψη της προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως:

Παράβαση του άρθρου 62, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (1), καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση δεν τήρησε την απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών της 12ης Μαΐου 2003 στην υπόθεση R 53/2002-4·

Παράβαση του άρθρου 74, παράγραφος 1, πρώτη φράση, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, καθόσον στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν εξετάζονται, δεόντως και αυτεπαγγέλτως, πραγματικά περιστατικά·

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του κατατεθέντος σήματος·

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται ότι το κατατεθέν σήμα έχει περιγραφικό χαρακτήρα·

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται ότι το κατατεθέν σήμα δεν απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα από τη χρήση.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/41


Προσφυγή της 24ης Μαΐου 2007 — Promomadrid Desarollo Internacional de Madrid κατά ΓΕΕΑ (MADRIDEXPORTA)

(Υπόθεση T-180/07)

(2007/C 155/74)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Promomadrid Desarollo Internacional de Madrid S.A. (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: M. Aznar Alonso, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να κρίνει ότι η απόφαση της 7ης Μαρτίου 2007 του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ αντιβαίνει στον κανονισμό ΕΚ 40/94 για το κοινοτικό σήμα, καθόσον απορρίπτει την αίτηση καταχωρίσεως μικτού κοινοτικού σήματος αριθ. 4.659.553 MadridΕxporta για τις κλάσεις 16, 35, 36, 38, 39, 41 και 42·

να κρίνει ότι στο μικτό κοινοτικό σήμα αριθ. 4.659.553 MadridΕxporta για τις κλάσεις 16, 35, 36, 38, 39, 41 και 42 δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, αλλά το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα·

να καταδικάσει στα δικαστικά έξοδα το καθού και, ενδεχομένως, την παρεμβαίνουσα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Σήμα προς καταχώριση: Μικτό σήμα «MADRIDEXPORTA» (αίτηση καταχωρίσεως σήματος αριθ. 4.659.553), για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 16, 35, 36, 38, 39, 41 και 42.

Απόφαση του εξεταστή: Απόρριψη της αιτήσεως.

Απόφαση του τμήματος προσφυγών: Απόρριψη της προσφυγής.

Λόγοι ακυρώσεως: Εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 7, παράγραφοι 1, στοιχείο γ', και 3, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 για το κοινοτικό σήμα.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/41


Προσφυγή της 28ης Μαΐου 2007 — Πολωνία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-183/07)

(2007/C 155/75)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Πολωνίας (εκπρόσωπος: E. Ośniecka-Tamecka)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει, δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, την απόφαση της Επιτροπής C (2007) 1295 τελικό, της 26ης Μαρτίου 2007, σχετικά με το εθνικό σχέδιο κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, το οποίο κοινοποίησε η Πολωνία σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

να εκδικάσει την υπόθεση στην πολωνική γλώσσα, σύμφωνα με το άρθρο 35, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της Πολωνίας.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων C (2007) 1295 τελικό, της 26ης Μαρτίου 2007, σχετικά με το εθνικό σχέδιο κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, το οποίο κοινοποίησε η Πολωνία σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1). Με την απόφαση αυτή, η Επιτροπή έκρινε ότι ορισμένες πτυχές του σχεδίου κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής CO2 για τα έτη 2008-2012, το οποίο της κοινοποίησε η Πολωνία στις 30 Ιουνίου 2006, δεν συμβιβάζονται με τα άρθρα 9, εδάφια 1 και 3, 10 και 13, εδάφιο 2, καθώς και με τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Η επίμαχη απόφαση καθορίζει, για το διάστημα 2008-2012, τη μέση ετήσια ποσόστωση δικαιωμάτων εκπομπής ως προς την Πολωνία σε 208,5 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα. Έτσι μειώθηκε κατά 26,7 % το όριο των 284, 6 εκατομμυρίων τόνων για την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα κατά τα έτη 2008-2012, το οποίο πρότεινε η Πολωνία με το εθνικό σχέδιο κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής που κοινοποίησε στην Επιτροπή.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι, καθόσον η Επιτροπή έλαβε την απόφασή της μετά την παρέλευση της τρίμηνης προθεσμίας για την απόρριψη του κοινοποιηθέντος από την Πολωνία εθνικού σχεδίου κατανομής ή οποιασδήποτε πτυχής του, παρέβη το άρθρο 9, εδάφιο 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Η Επιτροπή παρέβη, ως εκ τούτου, ουσιώδη τύπο και υπερέβη τις αρμοδιότητές της.

Επιπλέον, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 9, εδάφιο 1, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και το κριτήριο 3 του παραρτήματος III της ίδιας οδηγίας στο μέτρο κατά το οποίο, κατά την εκτίμηση του κοινοποιηθέντος από την Πολωνία εθνικού σχεδίου κατανομής δικαιωμάτων για τα έτη 2008-2012, αδικαιολογήτως δεν προέβη σε εκτίμηση των στοιχείων που γνωστοποίησε η Πολωνία με το εν λόγω σχέδιο και αντικατέστησε την ανάλυση των στοιχείων αυτών με ανάλυση ιδίων στοιχείων, τα οποία προέκυψαν από ανομοιογενή εφαρμογή του επιλεγέντος από την ίδια μοντέλου οικονομικής ανάλυσης. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή παρέβη ουσιώδη τύπο.

Η Επιτροπή διέπραξε παράβαση ουσιώδους τύπου και για τον λόγο ότι κατά την έκδοση της επίμαχης αποφάσεως δεν έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι η Κοινότητα δεσμεύεται από διεθνείς συμβάσεις (ιδίως από το Πρωτόκολλο του Κιότο)· κατά συνέπεια παραβίασε τα κριτήρια 1, 2 και 12 του παραρτήματος III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Περαιτέρω η Επιτροπή, καθόσον αδικαιολογήτως περιόρισε τη δυνατότητα μεταφοράς δικαιωμάτων εκπομπής CO2 από την πρώτη (2005-2007) στη δεύτερη (2008—2012) περίοδο υπολογισμού, παρέβη τα άρθρα 9, εδάφιο 3, και 13, εδάφιο 2, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και υπερέβη συνεπώς τις αρμοδιότητές της.

Επιπλέον η Επιτροπή παρέβη ουσιώδη τύπο καθόσον δεν γνωστοποίησε στην προσφεύγουσα, πριν από την έκδοση της αποφάσεως, τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους σκόπευε να λάβει την απόφαση αυτή. Επομένως ήταν αδύνατον για την προσφεύγουσα να κρίνει αν η προσβαλλόμενη απόφαση συμβιβαζόταν με το άρθρο 175, παράγραφος 2, στοιχείο γ', ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 7, παράγραφος 1, ΕΚ.

Τέλος, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πιθανόν να θίγει την ενεργειακή ασφάλεια της προσφεύγουσας, διότι εκδόθηκε χωρίς προηγούμενη ακρόασή της και δεν λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη ενεργειακή κατάσταση της Πολωνίας· ως εκ τούτου, η Επιτροπή υπερέβη τις αρμοδιότητές της.


(1)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275, σ. 32).


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/42


Διάταξη του Πρωτοδικείου της11ης Μαΐου 2007 — Daishowa Seiki κατά ΓΕΕΑ — Tengelmann Warenhandelsgesellschaft (BIG PLUS)

(Υπόθεση T-438/05) (1)

(2007/C 155/76)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 96 της 22.4.2006.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/42


Διάταξη του Πρωτοδικείου της 22ας Μαΐου 2007 — Marie Claire κατά ΓΕΕΑ — Marie Claire Album (MARIE CLAIRE)

(Υπόθεση T-148/06) (1)

(2007/C 155/77)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Ο πρόεδρος του δεύτερου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 190 της 12.8.2006.


Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαικής Ένωσης

7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/43


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 22ας Μαΐου 2007 — López Teruel κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση F-97/06) (1)

(Υπάλληλοι - Αναπηρία - Απόρριψη αιτήσεως περί συστάσεως επιτροπής αναπηρίας)

(2007/C 155/78)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Adelaida López Teruel (Guadalajara, Ισπανία) (εκπρόσωποι: G. Vandersanden, L. Levi και C. Ronzi, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωπος: I. de Medrano Caballero)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως του ΓΕΕΑ της 2ας Σεπτεμβρίου 2005 με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της προσφεύγουσας περί συστάσεως επιτροπής αναπηρίας για την εκτίμηση της ανικανότητάς της να εκτελεί τα καθήκοντα που αντιστοιχούν στη θέση της και του δικαιώματός της να λάβει σύνταξη αναπηρίας.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2005 με την οποία το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) απέρριψε την αίτηση της A. López Teruel περί συγκλήσεως επιτροπής αναπηρίας.

2.

Καταδικάζει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 237 της 30.9.2006, σ. 24.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/43


Απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 22ας Μαΐου 2007 — López Teruel κατά ΓΕΕΑ

(Υπόθεση F-99/06) (1)

(Υπάλληλοι - Αναρρωτική άδεια - Αντικανονική απουσία - Διαδικασία διαιτησίας - Προθεσμία διορισμού του ανεξάρτητου ιατρού)

(2007/C 155/79)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Adelaida López Teruel (Guadalajara, Ισπανία) (εκπρόσωποι: G. Vandersanden, L. Levi και C. Ronzi, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (εκπρόσωπος: I. de Medrano Caballero)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της αποφάσεως της Αρμόδιας για τους Διορισμούς Αρχής της 20ής Οκτωβρίου 2005, η οποία αφορά την αναρρωτική άδεια της προσφεύγουσας και ελήφθη κατόπιν των συμπερασμάτων του διαιτητή που προβλέπεται στο άρθρο 59, παράγραφος 1, του ΚΥΚ.

Διατακτικό της αποφάσεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίζει:

1.

Ακυρώνει την απόφαση του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 20ής Οκτωβρίου 2005, στο μέτρο που αντιμετωπίζει την απουσία της A. López Teruel ως αδικαιολόγητη απουσία από τις 8 έως τις 20 Φεβρουαρίου 2005 και από τις 7 Απριλίου έως τις 2 Αυγούστου 2005.

2.

Απορρίπτει τα αιτήματα της προσφυγής κατά τα λοιπά.

3.

Το ΓΕΕΑ φέρει τα δικαστικά έξοδά του καθώς και το ένα τρίτο των δικαστικών εξόδων της A. López Teruel.


(1)  EE C 249 της 14.10.2006, σ. 18.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/44


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (πρώτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 2007 — Marcuccio κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση F-2/06) (1)

(Υπάλληλοι - Κοινωνική ασφάλεια - Ασφάλιση ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών - Εργατικό ατύχημα - Περάτωση διαδικασίας εφαρμογής του άρθρου 73 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως)

(2007/C 155/80)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Marcuccio (Tricase, Ιταλία) (εκπρόσωπος: Ι. Cazzato, avocat)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοπτήτων (εκπρόσωποι: C. Berardis-Kayser, A. Dal Ferro, avocat)

Αντικείμενο της υποθέσεως

Ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής να περατώσει τη διαδικασία για την λήψη από τον προσφεύγοντα των προβλεπομένων από το άρθρο 73 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως παροχών κατόπιν ατυχήματος που συνέβη στον προσφεύγοντα στις 10 Σεπτεμβρίου 2003.

Διατακτικό της διατάξεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διατάσσει:

1.

Aπορρίπτει την προσφυγή ως προδήλως απαράδεκτη.

2.

Οι διάδικοι φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  ΕΕ C 86 της 8.4.2006, σ. 48.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/44


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (τρίτο τμήμα) της 24ης Μαΐου 2007 — Lofaro κατά Επιτροπής

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις F-27/06 και F-75/06) (1)

(Υπάλληλοι - Έκτακτος υπάλληλος - Παράταση της περιόδου δοκιμασίας - Απόλυση κατά τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας - Βλαπτικές πράξεις - Προθεσμία ασκήσεως διοικητικής ενστάσεως - Απαράδεκτο)

(2007/C 155/81)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: Alessandro Lofaro (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: J. -L. Laffineur)

Καθής-εναγομένη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: J. Currall και K. Herrmann, επικουρούμενοι στην υπόθεση F-27/06 από την F. Longfils)

Αντικείμενο των υποθέσεων

Στην υπόθεση F-27/06:

Αφενός, ακύρωση των αποφάσεων της Επιτροπής περί παρατάσεως της περιόδου δοκιμασίας του προσφεύγοντος-ενάγοντος και περί λύσεως της συμβάσεώς του κατά λήξη της περιόδου αυτής και, αφετέρου, αίτημα περί αποζημιώσεως.

Στην υπόθεση F-75/06:

Αφενός, ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 28ης Σεπτεμβρίου 2005 περί απολύσεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος κατά τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας και της εκθέσεως για την περίοδο δοκιμασίας επί της οποίας στηρίχθηκε η απόφαση αυτή και, αφετέρου, αίτημα περί αποζημιώσεως

Διατακτικό της διατάξεως

Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διατάσσει:

1.

Απορρίπτει τις προσφυγές ως απαράδεκτες

2.

Οι διάδικοι φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.


(1)  F-27/06: ΕΕ C 208 της 6.5.2006, σ. 35 και F-75/06: ΕΕ C 212 της 2.9.2006, σ. 48.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/44


Προσφυγή της 9ης Μαΐου 2007 — Korjus κατά Δικαστηρίου

(Υπόθεση F-43/07)

(2007/C 155/82)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Nina Korjus (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: J. Ortlinghaus, δικηγόρος)

Καθού: Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

Να ακυρωθεί η απόφαση περί διορισμού της, στο μέτρο που με την απόφαση αυτή κατατάσσεται σε βαθμό κατ' εφαρμογήν του άρθρου 13, παράγραφος 1, του παραρτήματος XIII του ΚΥΚ·

Να ανασυσταθεί η σταδιοδρομία της (συμπεριλαμβανόμενων της αξιολογήσεως της πείρας της στον κατ' αυτόν τον τρόπο διορθωμένο βαθμό, των δικαιωμάτων της για προαγωγή και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων της), και τούτο με αφετηρία τον βαθμό στον οποίο θα έπρεπε να διορισθεί βάσει της προκηρύξεως του διαγωνισμού κατόπιν του οποίου συμπεριελήφθη στον πίνακα επιτυχόντων, είτε στον βαθμό που μνημονευόταν σ' αυτή την προκήρυξη διαγωνισμού είτε στον βαθμό που αναλογεί στον αντίστοιχό του σύμφωνα με την κατάταξη που προβλέπεται από τον νέο ΚΥΚ με χρόνο αφετηρίας την απόφαση περί διορισμού·

Να της χορηγηθεί το ευεργέτημα της καταβολής τόκων υπερημερίας βάσει επιτοκίου ορισθησομένου από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επί του συνόλου των ποσών που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ του μισθού που αντιστοιχεί στην κατάταξή της που μνημονεύεται στην απόφαση περί διορισμού και στην κατάταξη την οποία αυτή θα δικαιούνταν μέχρι την ημερομηνία λήψεως της κανονικής αποφάσεως περί κατατάξεως σε βαθμό·

Να καταδικασθεί το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα, επιτυχούσα του διαγωνισμού CJ/LA/32 (1), του οποίου η προκήρυξη δημοσιεύθηκε πριν από την 1η Μαΐου 2004, προσλήφθηκε μετά τη θέση σε ισχύ του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2004, για την τροποποίηση του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως της Υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθώς και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων (2). Κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του παραρτήματος XIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως της Υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ) όπως τροποποιήθηκε με τον ανωτέρω κανονισμό, η προσφεύγουσα κατατάχθηκε στον βαθμό AD 7 αντί των βαθμών LA 7 ή LA 6, όπως προβλεπόταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

Με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα προβάλλει, μεταξύ άλλων, παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 5, του ΚΥΚ, παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως, της αναλογικότητας, της χρηστής διοικήσεως και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης καθώς και παράβαση του άρθρου 31, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, στο μέτρο που, αφενός, αυτή προσλήφθηκε σε βαθμό χαμηλότερο αυτού που μνημονευόταν στην προκήρυξη διαγωνισμού και, αφετέρου, η κατάταξη των επιτυχόντων του ίδιου διαγωνισμού έγινε σε διαφορετικά επίπεδα, ανάλογα με το αν αυτοί προσλήφθηκαν πριν ή μετά τη θέση σε ισχύ του κανονισμού 723/2004.

Επιπλέον, η προσφεύγουσα επικαλείται παράβαση του άρθρου 10 του ΚΥΚ, στο μέτρο που δεν ζητήθηκε η γνώμη της μνημονευομένης από τη διάταξη αυτή επιτροπής όσον αφορά το ζήτημα της κατατάξεως των επιτυχόντων διαγωνισμών των οποίων οι προκηρύξεις αναφέρονταν στην παλιά διάρθρωση των σταδιοδρομιών.


(1)  EE C 221 A της 3ης Αυγούστου 1999, σ. 7.

(2)  EE L 124 της 27.4.2004, σ. 1.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/45


Προσφυγή της 14ης Μαΐου 2007 — Barbin κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση F-44/07)

(2007/C 155/83)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Florence Barbin (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: S. Orlandi, J.-N. Louis, A. Coolen και E. Marchal, δικηγόροι)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης:

Να αναγνωρίσει τον παράνομο χαρακτήρα του σημείου I.2, στοιχείο γ', των «Εκτελεστικών μέτρων σχετικά με τη χορήγηση μονάδων αξιολογήσεως και την προαγωγή» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαΐου 2006·

να ακυρώσει την απόφαση της 16ης Οκτωβρίου 2006 της Αρμόδιας για τους Διορισμούς Αρχής (ΑΔΑ) να χορηγήσει στην προσφεύγουσα μία μονάδα αξιολογήσεως όσον αφορά το έτος προαγωγών 2005·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα, μόνιμος υπάλληλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βαθμού AD 11, επικαλείται λόγους περίπου όμοιους προς αυτούς που έχουν προβληθεί στο πλαίσιο της υποθέσεως F-148/06 (1).


(1)  ΕΕ C 42 της 24.2.2007, σ. 48.


7.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/45


Διάταξη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της 25ης Μαΐου 2007 Antas κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση F-92/06) (1)

(2007/C 155/84)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του πρώτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως κατόπιν φιλικού διακανονισμού.


(1)  ΕΕ C 237 30.9.2006 σ. 21.