ISSN 1725-2415

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 111E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

48ό έτος
11 Μαΐου 2005


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ανακοινώσεις

 

Συμβούλιο

2005/C 111E/1

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 14/2005, της 20ής Δεκεμβρίου 2004, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ

1

2005/C 111E/2

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 15/2005, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα όσον αφορά την πρόσβαση των υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν ( 1 )

19

2005/C 111E/3

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 16/2005, της 24ης Ιανουαρίου 2005, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας των οχημάτων με κινητήρα ( 1 )

23

2005/C 111E/4

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 17/2005, της 24ης Ιανουαρίου 2005, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα ( 1 )

28

2005/C 111E/5

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 18/2005, της 24ης Ιανουαρίου 2005, που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα οχήματα με κινητήρα όσον αφορά τα καθίσματα, τις αγκυρώσεις τους και τα υποστηρίγματα κεφαλής ( 1 )

33

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ανακοινώσεις

Συμβούλιο

11.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 111/1


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 14/2005

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 20 Δεκεμβρίου 2004

για την έκδοση της οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και την κατάργηση της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ

(2005/C 111 E/01)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Λαμβάνοντας ως βάση την ανακοίνωση της Επιτροπής για την αειφόρο ανάπτυξη, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επέλεξε ορισμένους στόχους ως γενική κατεύθυνση για τη μελλοντική ανάπτυξη σε τομείς προτεραιότητας όπως είναι οι φυσικοί πόροι και η δημόσια υγεία.

(2)

Το νερό είναι φυσικός πόρος που δεν υπάρχει σε αφθονία, η ποιότητα του οποίου θα πρέπει να προστατεύεται, να διαφυλάσσεται, να αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης και να αντιμετωπίζεται αναλόγως. Τα επιφανειακά ύδατα, ιδίως, αποτελούν ανανεώσιμους πόρους με περιορισμένες δυνατότητες ανάκαμψης από αρνητικές επιπτώσεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

(3)

Η κοινοτική πολιτική για το περιβάλλον θα πρέπει να αποσκοπεί σε προστασία υψηλού επιπέδου και να συμβάλλει στην επιδίωξη των στόχων της διαφύλαξης, της προστασίας και της βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος καθώς και προστασίας της ανθρώπινης υγείας.

(4)

Τον Δεκέμβριο του 2000, η Επιτροπή ενέκρινε ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με θέμα την ανάπτυξη νέας πολιτικής για τα ύδατα κολύμβησης και άρχισε ευρείας κλίμακας διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα και εμπλεκόμενα μέρη. Το κύριο αποτέλεσμα των εν λόγω διαβουλεύσεων ήταν η γενική υποστήριξη για την κατάρτιση νέας οδηγίας που να βασίζεται στα πιο πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα και να δίνει ιδιαίτερο βάρος στην ευρύτερη συμμετοχή του κοινού.

(5)

Η απόφαση αριθ. 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (4) περιέχει δέσμευση για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των υδάτων κολύμβησης, μεταξύ άλλων με την αναθεώρηση της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ, της 8ης Δεκεμβρίου 1975, σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης (5).

(6)

Βάσει της συνθήκης, κατά την προετοιμασία της πολιτικής για το περιβάλλον, η Κοινότητα πρέπει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει υπόψη τα διαθέσιμα επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα. Η οδηγία αυτή θα πρέπει να αξιοποιεί τα επιστημονικά δεδομένα κατά τη χρήση των πλέον αξιόπιστων παραμέτρων δεικτών για την πρόβλεψη του μικροβιολογικού κινδύνου για την υγεία και για να επιτύχει προστασία υψηλού επιπέδου. Θα πρέπει να αναληφθούν επειγόντως περαιτέρω επιδημιολογικές μελέτες όσον αφορά τους κινδύνους για την υγεία που σχετίζονται με την κολύμβηση, ιδίως στα γλυκά ύδατα.

(7)

Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και να προαχθεί η συνετή αξιοποίηση των πόρων, η παρούσα οδηγία πρέπει να συντονιστεί στενά με άλλα κοινοτικά νομοθετήματα που αφορούν τους υδάτινους πόρους, όπως οι οδηγίες 91/271/EΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (6) και 91/676/EΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης (7) και η οδηγία 2000/60/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (8).

(8)

Οι προσήκουσες πληροφορίες σχετικά με τα σχεδιαζόμενα μέτρα και τη συντελούμενη πρόοδο θα πρέπει να παρέχονται στους ενδιαφερόμενους. Το κοινό θα πρέπει να λαμβάνει προσήκουσες και έγκαιρες πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης καθώς και για τα μέτρα διαχείρισης του κινδύνου προκειμένου να αποφεύγονται κίνδυνοι για την υγεία, ιδίως στο πλαίσιο προβλέψιμης βραχυπρόθεσμης ρύπανσης ή ασυνηθών περιστάσεων. Θα πρέπει να εφαρμόζεται νέα τεχνολογία που επιτρέπει στο κοινό να ενημερώνεται κατά τρόπο αποτελεσματικό και συγκρίσιμο σχετικά με τα ύδατα κολύμβησης σε ολόκληρη την Κοινότητα.

(9)

Για τις ανάγκες της παρακολούθησης απαιτούνται εναρμονισμένες μέθοδοι και πρακτικές ανάλυσης. Απαιτείται παρατήρηση και αξιολόγηση της ποιότητας για μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε η ταξινόμηση των υδάτων ως προς την ποιότητα να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

(10)

Η συμμόρφωση θα πρέπει να είναι ζήτημα κατάλληλων διαχειριστικών μέτρων και διασφάλισης της ποιότητας, και όχι απλώς ζήτημα μετρήσεων και υπολογισμών. Επομένως, ως βάση για τη θέσπιση μέτρων διαχείρισης είναι σκόπιμο να υπάρχει σύστημα ταυτότητας των υδάτων κολύμβησης για την καλύτερη κατανόηση των κινδύνων. Παράλληλα, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην τήρηση των ποιοτικών προτύπων και τη συνεπή μετάβαση από την οδηγία 76/160/ΕΟΚ στη νέα οδηγία.

(11)

Στις 25 Ιουνίου 1998 η Κοινότητα υπέγραψε τη σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Ευρώπη σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη των αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε θέματα σχετικά με το περιβάλλον (σύμβαση του Arhus). Η κοινοτική νομοθεσία θα πρέπει να ευθυγραμμισθεί καταλλήλως προς τη σύμβαση αυτή ενόψει της επικύρωσής της από την Κοινότητα. Επομένως, είναι σκόπιμο η παρούσα οδηγία να περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες και να προβλέπει τη συμμετοχή του κοινού στην εφαρμογή της.

(12)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, ήτοι η επίτευξη από τα κράτη μέλη, βάσει κοινών προτύπων, καλής ποιότητας για τα ύδατα κολύμβησης και υψηλού βαθμού προστασίας εντός της Κοινότητας, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(13)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (9).

(14)

Σε κάθε κολυμβητική περίοδο καθίσταται προφανές ότι η ύπαρξη κοινοτικής πολιτικής για τα ύδατα κολύμβησης παραμένει σημαντική, δεδομένου ότι προστατεύει το κοινό από περιστασιακή και χρόνια ρύπανση που απορρίπτεται σε ή κοντά σε κοινοτικά ύδατα κολύμβησης. Η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης έχει συνολικά βελτιωθεί σημαντικά από τότε που τέθηκε σε ισχύ η οδηγία 76/160/ΕΟΚ. Ωστόσο, η εν λόγω οδηγία αντικατοπτρίζει τη γνώση και πείρα των αρχών της δεκαετίας του 1970. Έκτοτε έχουν μεταβληθεί οι χρήσεις των υδάτων κολύμβησης, όπως επίσης και το επίπεδο των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων. Επομένως, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει διατάξεις για:

α)

την παρακολούθηση και την ταξινόμηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης·

β)

τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και

γ)

την παροχή πληροφοριών στο κοινό όσον αφορά την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης.

2.   Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η διατήρηση, η προστασία και η βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος και η προστασία της ανθρώπινης υγείας, με τη συμπλήρωση της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

3.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε κάθε στοιχείο επιφανειακών υδάτων όπου η αρμόδια αρχή αναμένει ότι θα κολυμπά μεγάλος αριθμός ατόμων και όπου δεν έχει επιβάλει μόνιμη απαγόρευση της κολύμβησης ή δεν έχει εκδώσει μόνιμη σύσταση αποφυγής της κολύμβησης (εφεξής αποκαλούμενα «ύδατα κολύμβησης»). Δεν έχει εφαρμογή όσον αφορά:

α)

τα κολυμβητήρια και τις δεξαμενές ιαματικών λουτρών·

β)

τα περίκλειστα ύδατα που υπόκεινται σε επεξεργασία ή χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς·

γ)

τα τεχνητώς περίκλειστα ύδατα, που διαχωρίζονται από τα επιφανειακά και τα υπόγεια ύδατα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

Οι όροι «επιφανειακά ύδατα», «υπόγεια ύδατα», «εσωτερικά ύδατα», «μεταβατικά ύδατα», «παράκτια ύδατα» και «λεκάνη απορροής ποταμού» έχουν το ίδιο νόημα όπως και στην οδηγία 2000/60/ΕΚ.

2.

Ως «αρμόδια αρχή» νοείται η αρχή ή οι αρχές που καθορίζουν τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ή κάθε άλλη αρχή ή φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί ο ρόλος αυτός.

3.

«Μόνιμη» θεωρείται κάθε απαγόρευση ή σύσταση κατά της κολύμβησης η οποία διαρκεί τουλάχιστον μία ολόκληρη κολυμβητική περίοδο.

4.

«Μεγάλος αριθμός» όσον αφορά τους λουόμενους είναι ο αριθμός που η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι είναι μεγάλος, λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη τις τάσεις που εμφανίσθηκαν κατά το παρελθόν ή την τυχόν παρεχόμενη υποδομή ή εγκαταστάσεις ή άλλα μέτρα που λαμβάνονται για την προώθηση της κολύμβησης.

5.

Ως «ρύπανση» νοείται η παρουσία μικροβιολογικής μόλυνσης ή άλλων οργανισμών ή αποβλήτων που επηρεάζουν την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία των λουομένων σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9 και το παράρτημα Ι, στήλη Α.

6.

«Κολυμβητική περίοδος» είναι η περίοδος κατά την οποία αναμένεται η προσέλευση μεγάλου αριθμού λουομένων.

7.

Ως «διαχειριστικά μέτρα» νοούνται τα ακόλουθα μέτρα που λαμβάνονται για τα ύδατα κολύμβησης:

α)

καθορισμός και διατήρηση ταυτότητας για τα ύδατα κολύμβησης·

β)

καθορισμός χρονοδιαγράμματος παρακολούθησης·

γ)

παρακολούθηση των υδάτων κολύμβησης·

δ)

αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης·

ε)

ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης·

στ)

εντοπισμός και αξιολόγηση των αιτίων ρύπανσης που ενδέχεται να επηρεάζουν την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και να βλάπτουν την υγεία των λουομένων·

ζ)

παροχή πληροφοριών στο κοινό·

η)

ανάληψη δράσης για την πρόληψη της έκθεσης των λουομένων στη ρύπανση·

θ)

ανάληψη δράσης για τη μείωση του κινδύνου ρύπανσης.

8.

Ως «βραχυπρόθεσμη ρύπανση» νοείται η μικροβιολογική μόλυνση του παραρτήματος Ι, Μέρος Α, η οποία έχει σαφώς προσδιορίσιμα αίτια, δεν αναμένεται φυσιολογικά να επηρεάσει την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης για περισσότερο από 72 ώρες περίπου και για την οποία η αρμόδια αρχή έχει θεσπίσει διαδικασίες προκειμένου να προβλέπει και να αντιμετωπίζει παρόμοια περιστατικά βραχυπρόθεσμης ρύπανσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παράρτημα ΙΙ.

9.

Ως «ασυνήθης περίσταση» νοείται συμβάν ή συνδυασμός συμβάντων που επηρεάζει την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης στη συγκεκριμένη τοποθεσία και δεν αναμένεται να εμφανιστεί, κατά μέσον όρο, περισσότερο από μία φορά ανά τετραετία.

10.

Ως «σύνολο ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης» νοούνται τα δεδομένα που συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 3.

11.

Ως «αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης» νοείται η διαδικασία αξιολόγησης της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης με τη μέθοδο αξιολόγησης του παραρτήματος ΙΙ.

12.

Ως «ανάπτυξη κυανοβακτηρίων» νοείται η συσσώρευση κυανοβακτηρίων σε μορφή εξάνθησης, τάπητα ή αφρού.

13.

Ο όρος «ενδιαφερόμενο κοινό» έχει το ίδιο νόημα όπως και στην οδηγία 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1985 για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (10).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ

Άρθρο 3

Παρακολούθηση

1.   Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν ετησίως όλα τα ύδατα κολύμβησης και καθορίζουν τη διάρκεια της κολυμβητικής περιόδου. Αυτό γίνεται για πρώτη φορά πριν από την έναρξη της πρώτης κολυμβητικής περιόδου μετά την ημερομηνία του άρθρου 18 παράγραφος 1.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι παράμετροι του παραρτήματος Ι στήλη Α να παρακολουθούνται σύμφωνα με το παράρτημα IV.

3.   Το σημείο δειγματοληψίας βρίσκεται στον τόπο των υδάτων κολύμβησης όπου αναμένεται:

α)

το μεγαλύτερο πλήθος λουομένων· ή

β)

ο μεγαλύτερος κίνδυνος ρύπανσης σύμφωνα με την ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης.

4.   Πριν από την έναρξη κάθε κολυμβητικής περιόδου και για πρώτη φορά πριν από την έναρξη της τρίτης πλήρους κολυμβητικής περιόδου μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, καθορίζεται χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης για κάθε τοποθεσία υδάτων κολύμβησης. Η παρακολούθηση πραγματοποιείται το αργότερο τέσσερις ημέρες από την ημερομηνία που ορίζεται στο χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αρχίζουν την παρακολούθηση των παραμέτρων του παραρτήματος Ι, στήλη Α, κατά την πρώτη πλήρη κολυμβητική περίοδο μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Στην περίπτωση αυτήν, η παρακολούθηση πραγματοποιείται με τη συχνότητα που ορίζεται στο παράρτημα IV. Τα αποτελέσματα της παρακολούθησης αυτής μπορούν να χρησιμοποιούνται για την κατάρτιση των συνόλων ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης του άρθρου 4. Μόλις τα κράτη μέλη αρχίσουν την παρακολούθηση δυνάμει της παρούσας οδηγίας, μπορεί να παύει η παρακολούθηση των παραμέτρων του παραρτήματος της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ.

6.   Τα δείγματα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης ρύπανσης μπορούν να αγνοούνται. Τα δείγματα αυτά αντικαθίστανται από δείγματα που λαμβάνονται σύμφωνα με το παράρτημα IV.

7.   Σε ασυνήθεις περιστάσεις, επιτρέπεται η αναστολή του χρονοδιαγράμματος παρακολούθησης που προβλέπεται στην παράγραφο 4. Το χρονοδιάγραμμα επαναφέρεται σε ισχύ μόλις καταστεί δυνατόν μετά τη λήξη της ασυνήθους περίστασης. Νέα δείγματα λαμβάνονται το συντομότερο δυνατόν μετά τη λήξη της ασυνήθους περίστασης προς αντικατάσταση των δειγμάτων που ελλείπουν λόγω της ασυνήθους περίστασης.

8.   Τα κράτη μέλη αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε αναστολή του χρονοδιαγράμματος παρακολούθησης, δίνοντας τους σχετικούς λόγους. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις κοινοποιήσεις αυτές το αργότερο κατά την υποβολή της επόμενης ετήσιας έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 13.

9.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ανάλυση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης να εκτελείται σύμφωνα με τις μεθόδους αναφοράς του παραρτήματος Ι και τους κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα V. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη χρήση άλλων μεθόδων ή κανόνων εφόσον μπορούν να αποδείξουν ότι τα λαμβανόμενα αποτελέσματα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που λαμβάνονται με τις μεθόδους του παραρτήματος Ι και τους κανόνες του παραρτήματος V. Τα κράτη μέλη που επιτρέπουν τη χρήση των ισοδύναμων αυτών μεθόδων ή κανόνων κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις συναφείς πληροφορίες σχετικά με τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους ή κανόνες και την ισοδυναμία τους.

Άρθρο 4

Αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να συγκεντρώνονται σύνολα ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης μέσω της παρακολούθησης των παραμέτρων του παραρτήματος Ι, στήλη Α.

2.   Η αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης γίνεται:

α)

σε σχέση με κάθε τοποθεσία υδάτων κολύμβησης·

β)

μετά το τέλος κάθε κολυμβητικής περιόδου·

γ)

με βάση το σύνολο ποιοτικών δεδομένων για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης το οποίο συγκροτείται σε σχέση με την εν λόγω κολυμβητική περίοδο και τις προηγούμενες τρεις κολυμβητικές περιόδους και

δ)

σύμφωνα με τη διαδικασία του παραρτήματος ΙΙ.

Εντούτοις, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίζει να διενεργεί αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης βάσει του συνόλου ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης το οποίο συγκροτείται σε σχέση μόνον με τις προηγούμενες τρεις κολυμβητικές περιόδους. Εάν λάβει την απόφαση αυτή, ενημερώνει προηγουμένως την Επιτροπή. Ενημερώνει επίσης την Επιτροπή εάν, στη συνέχεια, αποφασίσει να επαναλάβει τη διενέργεια αξιολογήσεων βάσει τεσσάρων κολυμβητικών περιόδων. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να μεταβάλλουν την εφαρμοστέα περίοδο αξιολόγησης συχνότερα από μια φορά ανά πενταετία.

3.   Τα σύνολα δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης περιλαμβάνουν πάντοτε 16 τουλάχιστον δείγματα ή, στις ειδικές περιστάσεις του παραρτήματος IV παράγραφος 2, 12 δείγματα.

4.   Ωστόσο, υπό την προϋπόθεση ότι:

είτε πληρούται η απαίτηση της παραγράφου 3,

είτε, στην περίπτωση υδάτων κολύμβησης των οποίων η κολυμβητική περίοδος δεν υπερβαίνει τις 8 εβδομάδες, το σύνολο ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης που χρησιμοποιείται για τη διενέργεια της αξιολόγησης περιλαμβάνει τουλάχιστον 8 δείγματα,

η αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης μπορεί να γίνεται με βάση ένα σύνολο ποιοτικών δεδομένων για ύδατα κολύμβησης το οποίο να αφορά λιγότερες από τέσσερις κολυμβητικές περιόδους εάν:

α)

πρόκειται για προσφάτως προσδιορισμένα ύδατα κολύμβησης·

β)

οποιεσδήποτε αλλαγές έχουν γίνει είναι πιθανόν να επηρεάσουν την ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης σύμφωνα με το άρθρο 5, οπότε η αξιολόγηση πραγματοποιείται με βάση σύνολο ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης απαρτιζόμενο αποκλειστικά και μόνο από τα αποτελέσματα δειγμάτων που έχουν συλλεχθεί μετά την επέλευση των αλλαγών· ή

γ)

η τοποθεσία υδάτων κολύμβησης είχε ήδη αξιολογηθεί σύμφωνα με την οδηγία 76/160/ΕΟΚ, οπότε χρησιμοποιούνται ισοδύναμα δεδομένα που συλλέγονται στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας και, προς τον σκοπό αυτό, οι παράμετροι 2 και 3 του παραρτήματος της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ θεωρείται ότι ισοδυναμούν προς τις παραμέτρους 2 και 1 του παραρτήματος Ι στήλη Α, της παρούσας οδηγίας.

5.   Βάσει των αξιολογήσεων της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης, τα κράτη μέλη μπορούν να διαχωρίζουν ή να ομαδοποιούν τα υπάρχοντα ύδατα κολύμβησης. Τα κράτη μέλη μπορούν να ομαδοποιούν τα υπάρχοντα ύδατα κολύμβησης μόνον εάν τα ύδατα αυτά:

α)

είναι συνεχόμενα·

β)

αξιολογήθηκαν κατά παρόμοιο τρόπο κατά τα προηγούμενα τέσσερα έτη σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4 στοιχείο γ) και

γ)

έχουν ταυτότητες υδάτων κολύμβησης οι οποίες εντοπίζουν κοινούς παράγοντες κινδύνου ή την απουσία τους.

Άρθρο 5

Ταξινόμηση και ποιοτικός χαρακτηρισμός των υδάτων κολύμβησης

1.   Βάσει της αξιολόγησης της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 4, και σύμφωνα με τα κριτήρια του παραρτήματος ΙΙ, τα κράτη μέλη ταξινομούν τα ύδατα κολύμβησης ως:

α)

«ανεπαρκούς ποιότητας»·

β)

«επαρκούς ποιότητας»·

γ)

«καλής ποιότητας»· ή

δ)

«εξαιρετικής ποιότητας».

2.   Η πρώτη ταξινόμηση σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας θα ολοκληρωθεί έως το τέλος της κολυμβητικής περιόδου του 2015.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, μέχρι το τέλος της κολυμβητικής περιόδου του 2015, όλα τα ύδατα κολύμβησης να είναι τουλάχιστον «επαρκούς ποιότητας». Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ρεαλιστικά και αναλογικά μέτρα τα οποία θεωρούν κατάλληλα με στόχο να αυξηθεί ο αριθμός των τοποθεσιών υδάτων κολύμβησης που χαρακτηρίζονται «εξαιρετικής ποιότητας» ή «καλής ποιότητας».

4.   Ωστόσο, με την επιφύλαξη της γενικής απαίτησης της παραγράφου 3, ορισμένα ύδατα κολύμβησης μπορούν προσωρινά να χαρακτηρίζονται «ανεπαρκούς ποιότητας» και, εντούτοις, να εξακολουθούν να είναι σύμφωνα προς την παρούσα οδηγία. Έχουν εντοπιστεί οι λόγοι για τους οποίους δεν επιτυγχάνεται ο χαρακτηρισμός «επαρκούς ποιότητας». Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

Για κάθε τοποθεσία υδάτων κολύμβησης που χαρακτηρίζεται «ανεπαρκούς ποιότητας», λαμβάνονται τα ακόλουθα μέτρα με ισχύ από την κολυμβητική περίοδο που έπεται του χαρακτηρισμού της:

i)

λαμβάνονται κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης κολύμβησης ή της σύστασης αποφυγής της κολύμβησης, προκειμένου να αποτραπεί η έκθεση των λουομένων στη ρύπανση και

ii)

λαμβάνονται κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα για την πρόληψη, τη μείωση ή την εξάλειψη των αιτίων της ρύπανσης.

β)

Εάν ορισμένα ύδατα κολύμβησης χαρακτηρίζονται «ανεπαρκούς ποιότητας» επί πέντε συναπτά έτη, εισάγεται μόνιμη απαγόρευση κολύμβησης ή μόνιμη σύσταση αποφυγής κολύμβησης. Ωστόσο, ένα κράτος μέλος μπορεί να εισαγάγει μόνιμη απαγόρευση κολύμβησης ή μόνιμη σύσταση αποφυγής κολύμβησης πριν από το τέλος της πενταετούς περιόδου που αναφέρει η προηγούμενη πρόταση, εφόσον κρίνει ότι η επίτευξη «επαρκούς ποιότητας» θα ήταν αδύνατη ή δυσανάλογα δαπανηρή.

5.   Όποτε εισάγεται μόνιμη απαγόρευση κολύμβησης ή μόνιμη σύσταση αποφυγής της κολύμβησης, το κοινό πληροφορείται ότι η εν λόγω περιοχή δεν αποτελεί πλέον τοποθεσία υδάτων κολύμβησης, ενημερώνεται δε και για τους λόγους του αποχαρακτηρισμού της.

Άρθρο 6

Ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να καταρτίζονται ταυτότητες των υδάτων κολύμβησης σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ. Κάθε ταυτότητα υδάτων κολύμβησης μπορεί να καλύπτει μία μοναδική τοποθεσία κολύμβησης ή περισσότερες της μιας συνεχόμενες τοποθεσίες κολύμβησης. Οι ταυτότητες υδάτων κολύμβησης καταρτίζονται για πρώτη φορά έως … (11).

2.   Οι ταυτότητες των υδάτων κολύμβησης επανεξετάζονται και ενημερώνονται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ.

3.   Κατά την κατάρτιση, την επανεξέταση και την ενημέρωση των ταυτοτήτων των υδάτων κολύμβησης, χρησιμοποιούνται καταλλήλως δεδομένα που προέρχονται από την παρακολούθηση και τις αξιολογήσεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα οποία είναι συναφή με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 7

Διαχειριστικά μέτρα για την αντιμετώπιση εκτάκτων περιστάσεων

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να λαμβάνονται έγκαιρα και κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα όταν γνωρίζουν ότι υπάρχουν απροσδόκητες καταστάσεις που επηρεάζουν ή θα μπορούσαν ευλόγως να επηρεάσουν αρνητικά την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και την υγεία των λουομένων. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ενημέρωση του κοινού και, εφόσον απαιτείται, προσωρινή απαγόρευση της κολύμβησης.

Άρθρο 8

Κίνδυνοι από κυανοβακτήρια

1.   Όταν από την ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης συνάγεται η δυνατότητα ανάπτυξης κυανοβακτηρίων, πραγματοποιείται κατάλληλη παρακολούθηση προκειμένου να εντοπιστούν εγκαίρως οι κίνδυνοι για την υγεία.

2.   Όταν εμφανίζεται ανάπτυξη κυανοβακτηρίων και έχει εντοπιστεί ή τεκμαίρεται κίνδυνος για την υγεία, λαμβάνονται αμέσως κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα προκειμένου να προληφθεί η έκθεση, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης του κοινού.

Άρθρο 9

Άλλες παράμετροι

1.   Όταν από την ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης συνάγεται τάση για την ανάπτυξη μακροφυκών ή/και θαλάσσιου φυτοπλαγκτού, διενεργούνται έρευνες για να καθοριστούν ο αποδεκτός τους χαρακτήρας και οι κίνδυνοι που αυτά παρουσιάζουν για την υγεία, λαμβάνονται δε κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης του κοινού.

2.   Τα ύδατα κολύμβησης ελέγχονται οπτικώς για την παρουσία ρύπων όπως κατάλοιπα πίσσας, γυαλιά, πλαστικά, καουτσούκ ή οποιαδήποτε άλλα απορρίμματα. Όταν εντοπιστεί τέτοια ρύπανση, λαμβάνονται κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης εφόσον απαιτείται, της ενημέρωσης του κοινού.

Άρθρο 10

Συνεργασία για τα διασυνοριακά ύδατα

Όταν από λεκάνη απορροής ποταμού προκύπτουν διασυνοριακές επιπτώσεις στην ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη συνεργάζονται δεόντως για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων μέσω της κατάλληλης ανταλλαγής πληροφοριών και της κοινής δράσης για τον έλεγχο των επιπτώσεων αυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 11

Συμμετοχή του κοινού

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη συμμετοχή του κοινού στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας παρέχοντας δυνατότητες στο ενδιαφερόμενο κοινό να διατυπώνει συστάσεις, παρατηρήσεις ή παράπονα. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις πληροφορίες που λαμβάνονται.

Άρθρο 12

Ενημέρωση του κοινού

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ακόλουθες πληροφορίες να διαδίδονται ενεργά και να είναι αμέσως διαθέσιμες κατά τη διάρκεια της κολυμβητικής περιόδου σε εύκολα προσιτό χώρο κοντά σε κάθε τοποθεσία υδάτων κολύμβησης:

α)

η τρέχουσα ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης·

β)

γενική περιγραφή των υδάτων κολύμβησης, σε μη τεχνική γλώσσα, βάσει της ταυτότητας των υδάτων κολύμβησης που καταρτίζεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ·

γ)

στην περίπτωση υδάτων κολύμβησης που έχουν υποστεί βραχυπρόθεσμη ρύπανση:

ειδοποίηση ότι τα ύδατα κολύμβησης έχουν υποστεί βραχυπρόθεσμη ρύπανση,

ένδειξη του αριθμού των ημερών κατά τη διάρκεια των οποίων απαγορεύθηκε η κολύμβηση ή συστήθηκε η αποφυγή της κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κολυμβητικής περιόδου λόγω της ρύπανσης αυτής και

προειδοποίηση όποτε προβλέπεται ή υπάρχει παρόμοια ρύπανση·

δ)

πληροφορίες σχετικά με τη φύση και την αναμενόμενη διάρκεια των ασυνηθών περιστάσεων σε τέτοια γεγονότα·

ε)

όταν απαγορεύεται η κολύμβηση ή συνιστάται η αποφυγή της, προειδοποίηση προς το κοινό και αιτιολόγηση και

στ)

αναφορά πηγών για πληρέστερη ενημέρωση.

2.   Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν πρόσφορα μέσα και τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένου του Διαδικτύου, για την ενεργό και άμεση διάδοση των πληροφοριών της παραγράφου 1 που αφορούν τα ύδατα κολύμβησης, καθώς και των ακόλουθων πληροφοριών:

α)

κατάλογος υδάτων κολύμβησης·

β)

ταξινόμηση κάθε τοποθεσίας υδάτων κολύμβησης κατά τα τελευταία τρία έτη και ταυτότητα των αντίστοιχων υδάτων κολύμβησης, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης που έχει πραγματοποιηθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία από την τελευταία ταξινόμηση και μετά·

γ)

στην περίπτωση υδάτων κολύμβησης που χαρακτηρίζονται «ανεπαρκούς ποιότητας», πληροφορίες σχετικά με τα αίτια της ρύπανσης και τα μέτρα που λαμβάνονται για την αποτροπή της έκθεσης των λουομένων στη ρύπανση και για την αντιμετώπιση των αιτίων όπως προβλέπεται με το άρθρο 5 παράγραφος 4 και

δ)

στην περίπτωση των υδάτων κολύμβησης που υφίστανται βραχυπρόθεσμη ρύπανση, γενικές πληροφορίες σχετικά με:

τις συνθήκες που είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε βραχυπρόθεσμη ρύπανση,

την πιθανότητα τέτοιας ρύπανσης και την πιθανή διάρκειά της και

τα αίτια της ρύπανσης και τα μέτρα που λαμβάνονται για την αποτροπή της έκθεσης των λουομένων στη ρύπανση και την αντιμετώπιση των αιτίων της.

Ο κατάλογος του στοιχείου α) είναι διαθέσιμος κάθε χρόνο πριν από την έναρξη της κολυμβητικής περιόδου. Τα αποτελέσματα της παρακολούθησης καθίστανται διαθέσιμα εντός μιας εβδομάδας.

3.   Οι πληροφορίες των παραγράφων 1 και 2 διαδίδονται μόλις καταστούν διαθέσιμες, παράγουν δε αποτελέσματα από την έναρξη της πέμπτης κολυμβητικής περιόδου μετά την ημερομηνία του άρθρου 18 παράγραφος 1.

4.   Όποτε είναι δυνατόν, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή παρέχουν στο κοινό πληροφορίες χρησιμοποιώντας τεχνολογία γεωγραφικών αναφορών και τις παρουσιάζουν κατά σαφή και συνεπή τρόπο, ιδίως μέσω της χρήσης πινακίδων και συμβόλων.

Άρθρο 13

Εκθέσεις

1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και την αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης για κάθε τοποθεσία υδάτων κολύμβησης, καθώς και περιγραφή των σημαντικών διαχειριστικών μέτρων που έχουν ληφθεί. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετησίως τις πληροφορίες αυτές έως τις 31 Δεκεμβρίου, όσον αφορά την προηγούμενη κολυμβητική περίοδο. Αρχίζουν να παρέχουν τις πληροφορίες αυτές μετά την πρώτη αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης σύμφωνα με το άρθρο 4.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν ετησίως στην Επιτροπή, πριν από την έναρξη της κολυμβητικής περιόδου, όλα τα ύδατα που χαρακτηρίζονται ύδατα κολύμβησης, καθώς και τον λόγο για οποιαδήποτε μεταβολή σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αυτό γίνεται για πρώτη φορά πριν από την έναρξη της πρώτης κολυμβητικής περιόδου μετά την ημερομηνία του άρθρου 18 παράγραφος 1.

3.   Όταν έχει αρχίσει η παρακολούθηση των υδάτων κολύμβησης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, η ετήσια υποβολή εκθέσεων στην Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 1 συνεχίζεται σύμφωνα με την οδηγία 76/160/ΕΟΚ μέχρις ότου καταστεί δυνατή η πρώτη αξιολόγηση σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, για την ετήσια έκθεση, δεν λαμβάνεται υπόψη η παράμετρος 1 του παραρτήματος της οδηγίας 76/160/EΟΚ, ενώ οι παράμετροι 2 και 3 του παραρτήματος της οδηγίας 76/160/EΟΚ θεωρούνται ισοδύναμες προς τις παραμέτρους 2 και 1 της στήλης Α του παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας.

4.   Η Επιτροπή δημοσιεύει ετήσια συνοπτική έκθεση για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης στην Κοινότητα, η οποία αναφέρει την ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης, τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία και τα σημαντικά διαχειριστικά μέτρα που ελήφθησαν. Η Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση αυτήν έως τις 30 Απριλίου εκάστου έτους, μεταξύ άλλων μέσω του Διαδικτύου. Για τη σύνταξη της έκθεσης, η Επιτροπή χρησιμοποιεί, εφόσον είναι δυνατόν και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, τα συστήματα συλλογής, αξιολόγησης και παρουσίασης δεδομένων που υπάρχουν στο πλαίσιο της συναφούς κοινοτικής νομοθεσίας, ιδίως της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Έκθεση και επανεξέταση

1.   Η Επιτροπή υποβάλλει, έως το 2018, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την επανεξέταση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

2.   Η έκθεση λαμβάνει ιδίως υπόψη τα ακόλουθα:

α)

τα αποτελέσματα σχετικής ευρωπαϊκής επιδημιολογικής μελέτης που πραγματοποιεί η Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη·

β)

άλλες επιστημονικές, αναλυτικές και επιδημιολογικές εξελίξεις όσον αφορά τις παραμέτρους για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και

γ)

συστάσεις της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας.

3.   Βάσει της έκθεσης αυτής καθώς και της εκτενούς αξιολόγησης επιπτώσεων, η Επιτροπή δύναται, εφόσον κριθεί απαραίτητο, να συνοδεύσει την έκθεσή της με προτάσεις τροποποίησης της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 15

Τεχνικές προσαρμογές και εκτελεστικά μέτρα

Με τη διαδικασία του άρθρου 16 παράγραφος 2, μπορεί να αποφασιστεί:

α)

ο προσδιορισμός του προτύπου EN/ISO σχετικά με την ισοδυναμία των μικροβιολογικών μεθόδων για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 9·

β)

ο καθορισμός λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφος 1 και του άρθρου 12 παράγραφος 4·

γ)

η προσαρμογή των μεθόδων ανάλυσης για τις παραμέτρους του παραρτήματος Ι λαμβανομένης υπόψη της επιστημονικής και τεχνικής προόδου·

δ)

η προσαρμογή του παραρτήματος V λαμβανομένης υπόψη της επιστημονικής και τεχνικής προόδου·

ε)

ο καθορισμός κατευθυντηρίων γραμμών για την κοινή μέθοδο αξιολόγησης μεμονωμένων δειγμάτων.

Άρθρο 16

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.   Όταν γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/EΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η προθεσμία του άρθρου 5 παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρίμηνη.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 17

Κατάργηση

1.   Η οδηγία 76/160/ΕΟΚ καταργείται από την 31η Δεκεμβρίου 2014. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η κατάργηση αυτή δεν επηρεάζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών ως προς τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής οι οποίες προβλέπονται στην καταργούμενη οδηγία.

2.   Η παρούσα οδηγία έχει εφαρμογή και αντικαθιστά την οδηγία 76/160/ΕΟΚ από τη στιγμή κατά την οποία το εκάστοτε κράτος μέλος έχει θεσπίσει όλες τις νομικές, διοικητικές και πρακτικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία.

3.   Κάθε παραπομπή στην καταργηθείσα οδηγία θεωρείται παραπομπή στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 18

Εφαρμογή

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως … (12). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, οι διατάξεις αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Τα κράτη μέλη αποφασίζουν τους τρόπους της αναφοράς.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 19

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 20

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 39.

(2)  ΕΕ C 244 της 10.10.2003, σ. 31.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2003 (ΕΕ C 82 Ε της 1.4.2004, σ. 115), κοινή θέση του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2004 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 31 της 5.2.1976, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(6)  ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003.

(8)  EE L 327 της 22.12.2000, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 2455/2001/EΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2001, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(10)  ΕΕ L 175 της 5.7.1985, σ. 40· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/35/ΕΚ (ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 17).

(11)  Έξι έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(12)  Τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΓΙΑ ΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΥΔΑΤΑ

 

Α

Β

Γ

Δ

Ε

Παράμετρος

Εξαιρετική ποιότητα

Καλή ποιότητα

Επαρκής ποιότητα

Μέθοδοι ανάλυσης αναφοράς

1

Εντερόκοκκοι (cfu/100 ml)

200 (1)

400 (1)

360 (2)

ISO 7899-1 ή

ISO 7899-2

2

Κολοβακτηρίδια (cfu/100 ml)

500 (1)

1 000 (1)

900 (2)

ISO 9308-3 ή

ISO 9308-1

ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΥΔΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΥΔΑΤΑ

 

Α

Β

Γ

Δ

Ε

Παράμετρος

Εξαιρετική ποιότητα

Καλή ποιότητα

Επαρκής ποιότητα

Μέθοδοι ανάλυσης αναφοράς

1

Εντερόκοκκοι (cfu/100 ml)

100 (3)

200 (3)

200 (4)

ISO 7899-1 ή

ISO 7899-2

2

Κολοβακτηρίδια (cfu/100 ml)

250 (3)

500 (3)

500 (4)

ISO 9308-3 ή

ISO 9308-1


(1)  Βάσει αξιολόγησης σύμφωνα με το 95ο εκατοστημόριο. Βλέπε παράρτημα II.

(2)  Βάσει αξιολόγησης σύμφωνα με το 90ό εκατοστημόριο. Βλέπε παράρτημα II.

(3)  Βάσει αξιολόγησης σύμφωνα με το 95ο εκατοστημόριο. Βλέπε παράρτημα II.

(4)  Βάσει αξιολόγησης σύμφωνα με το 90ό εκατοστημόριο. Βλέπε παράρτημα II.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΔΑΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ

1.   ΑΝΕΠΑΡΚΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Τα ύδατα κολύμβησης ταξινομούνται ως ύδατα «ανεπαρκούς ποιότητας» εάν, στο σύνολο των ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης για την τελευταία περίοδο αξιολόγησης (1), οι τιμές εκατοστημορίου (2) των μικροβιολογικών απαριθμήσεων είναι χειρότερες (3) από τις τιμές «επαρκούς ποιότητας» της στήλης Δ του παραρτήματος Ι.

2.   ΕΠΑΡΚΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Τα ύδατα κολύμβησης ταξινομούνται ως ύδατα «επαρκούς ποιότητας»:

1.

εάν στο σύνολο των ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης για την τελευταία περίοδο αξιολόγησης, οι τιμές εκατοστημορίου των μικροβιολογικών απαριθμήσεων είναι ίσες ή καλύτερες (4) από τις τιμές «επαρκούς ποιότητας» της στήλης Δ του παραρτήματος Ι, και

2.

εάν τα ύδατα κολύμβησης υπόκεινται σε βραχυπρόθεσμα περιστατικά ρύπανσης, με την προϋπόθεση ότι:

i)

λαμβάνονται επαρκή διαχειριστικά μέτρα, τα οποία περιλαμβάνουν επιτήρηση, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και παρακολούθησης, με σκοπό να προλαμβάνεται η έκθεση των λουομένων μέσω προειδοποίησης ή, όπου απαιτείται, απαγόρευσης της κολύμβησης,

ii)

λαμβάνονται επαρκή διαχειριστικά μέτρα για την πρόληψη, μείωση ή εξάλειψη των αιτιών ρύπανσης και

iii)

ο αριθμός των δειγμάτων που αγνοήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6, λόγω βραχυπρόθεσμης ρύπανσης κατά την τελευταία περίοδο αξιολόγησης δεν υπερβαίνει το 15 % του συνολικού αριθμού δειγμάτων που προβλέπονται στο χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης της περιόδου αυτής ή ένα δείγμα ανά κολυμβητική περίοδο, αναλόγως με το ποιο είναι μεγαλύτερο.

3.   ΚΑΛΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Τα ύδατα κολύμβησης ταξινομούνται ως ύδατα «καλής ποιότητας»:

1.

εάν στο σύνολο των ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης για την τελευταία περίοδο αξιολόγησης, οι τιμές εκατοστημορίου των μικροβιολογικών απαριθμήσεων είναι ίσες ή καλύτερες (4) από τις τιμές «καλής ποιότητας» της στήλης Γ του παραρτήματος Ι και

2.

εάν τα ύδατα κολύμβησης υπόκεινται σε βραχυπρόθεσμα περιστατικά ρύπανσης, με την προϋπόθεση ότι:

i)

λαμβάνονται επαρκή διαχειριστικά μέτρα, τα οποία περιλαμβάνουν επιτήρηση, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και παρακολούθησης, με σκοπό να προλαμβάνεται η έκθεση των λουομένων μέσω προειδοποίησης ή, όπου απαιτείται, απαγόρευσης της κολύμβησης,

ii)

λαμβάνονται επαρκή διαχειριστικά μέτρα για την πρόληψη, μείωση ή εξάλειψη των αιτιών ρύπανσης και

iii)

ο αριθμός των δειγμάτων που αγνοήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6, λόγω βραχυπρόθεσμης ρύπανσης κατά την τελευταία περίοδο αξιολόγησης δεν υπερβαίνει το 15 % του συνολικού αριθμού δειγμάτων που προβλέπονται στο χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης της περιόδου αυτής, ή ένα δείγμα ανά κολυμβητική περίοδο, αναλόγως του ποιο είναι μεγαλύτερο.

4.   ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Τα ύδατα κολύμβησης ταξινομούνται ως ύδατα «εξαιρετικής ποιότητας»:

1.

εάν στο σύνολο των ποιοτικών δεδομένων για τα ύδατα κολύμβησης για την τελευταία περίοδο αξιολόγησης, οι τιμές εκατοστημορίου των μικροβιολογικών απαριθμήσεων είναι ίσες ή καλύτερες από τις τιμές «εξαιρετικής ποιότητας» του παραρτήματος Ι στήλη Β και

2.

εάν τα ύδατα κολύμβησης υπόκεινται σε βραχυπρόθεσμα περιστατικά ρύπανσης, με την προϋπόθεση ότι:

i)

λαμβάνονται επαρκή διαχειριστικά μέτρα, τα οποία περιλαμβάνουν επιτήρηση, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και παρακολούθησης, με σκοπό να προλαμβάνεται η έκθεση των λουομένων μέσω προειδοποίησης ή, όπου απαιτείται, απαγόρευσης της κολύμβησης,

ii)

λαμβάνονται επαρκή διαχειριστικά μέτρα για την πρόληψη, μείωση ή εξάλειψη των αιτιών ρύπανσης και

iii)

ο αριθμός των δειγμάτων που αγνοήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6, λόγω βραχυπρόθεσμης ρύπανσης κατά την τελευταία περίοδο αξιολόγησης δεν υπερβαίνει το 15 % του συνολικού αριθμού δειγμάτων που προβλέπονται στο χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης της περιόδου αυτής, ή ένα δείγμα ανά κολυμβητική περίοδο, αναλόγως με το ποιο είναι μεγαλύτερο.


(1)  Ως «τελευταία περίοδος αξιολόγησης» νοούνται οι τέσσερις τελευταίες κολυμβητικές περιόδους, ή, ανάλογα με την περίπτωση, η περίοδος που προσδιορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 ή 4.

(2)  Βάσει εκατοστημοριακού υπολογισμού της log10 συνάρτησης πυκνότητας πιθανότητας των μικροβιολογικών δεδομένων που προέρχονται από τη συγκεκριμένη τοποθεσία υδάτων κολύμβησης, η τιμή του εκατοστημορίου προκύπτει ως εξής:

i)

Λαμβάνεται ο δεκαδικός λογάριθμος [log10] όλων των μικροβιολογικών απαριθμήσεων της προς αξιολόγηση σειράς δεδομένων (εάν κάποια τιμή είναι μηδενική, λαμβάνεται αντί αυτής ο δεκαδικός λογάριθμος του ελάχιστου ορίου ανίχνευσης της αναλυτικής μεθόδου που έχει χρησιμοποιηθεί).

ii)

Υπολογίζεται ο αριθμητικός μέσος όρος (μ) των δεκαδικών λογαρίθμων.

iii)

Υπολογίζεται η τυπική απόκλιση (σ) των δεκαδικών λογαρίθμων.

Η τιμή του ανώτερου 90ού εκατοστημορίου της συνάρτησης πυκνότητας πιθανότητας των δεδομένων προκύπτει από την εξίσωση: άνω 90ό εκατοστημόριο = αντιλογάριθμος (μ +1,282 σ).

Η τιμή του ανώτερου 95ου εκατοστημορίου της συνάρτησης πυκνότητας πιθανότητας των δεδομένων προκύπτει από την εξίσωση: άνω 95ο εκατοστημόριο = αντιλογάριθμος (μ +1,65 σ).

(3)  «Χειρότερος» σημαίνει υψηλότερες τιμές συγκέντρωσης εκφραζόμενες σε cfu/100 ml.

(4)  «Καλύτερος» σημαίνει χαμηλότερες τιμές συγκέντρωσης εκφραζόμενες σε cfu/100 ml.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ

1.

Η ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης του άρθρου 6 αποτελείται από τα ακόλουθα:

α)

περιγραφή των φυσικών, γεωγραφικών και υδρολογικών χαρακτηριστικών των υδάτων κολύμβησης, καθώς και άλλων επιφανειακών υδάτων στη λεκάνη απορροής των εν λόγω υδάτων κολύμβησης που μπορούν ενδεχομένως να αποτελέσουν πηγή ρύπανσης, τα οποία είναι συναφή με τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην οδηγία 2000/60/ΕΚ·

β)

εντοπισμό και αξιολόγηση των αιτιών ρύπανσης που ενδέχεται να επηρεάζουν τα ύδατα κολύμβησης και να βλάπτουν την υγεία των λουομένων·

γ)

αξιολόγηση της δυνατότητας ανάπτυξης κυανοβακτηρίων·

δ)

αξιολόγηση της δυνατότητας ανάπτυξης μακροφυκών ή/και φυτοπλαγκτού·

ε)

εάν, από την αξιολόγηση στο πλαίσιο του στοιχείο β), συνάγεται ότι υπάρχει κίνδυνος βραχυπρόθεσμης ρύπανσης, τις ακόλουθες πληροφορίες:

την αναμενόμενη φύση, συχνότητα και διάρκεια της αναμενόμενης βραχυπρόθεσμης ρύπανσης,

λεπτομέρειες για τις τυχόν άλλες αιτίες ρύπανσης, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστικών μέτρων που λαμβάνονται και του χρονοδιαγράμματος για την εξάλειψή τους,

τα διαχειριστικά μέτρα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης ρύπανσης και τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας των φορέων που είναι υπεύθυνοι για τη λήψη των μέτρων αυτών,

στ)

την τοποθεσία του σημείου παρακολούθησης.

2.

Σε περίπτωση υδάτων κολύμβησης που ταξινομούνται ως «καλής ποιότητας», «επαρκούς ποιότητας» ή «ανεπαρκούς ποιότητας», η ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης επανεξετάζεται τακτικά για να ελεγχθεί εάν έχουν μεταβληθεί τα σημεία που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 και, εφόσον απαιτείται, καθίσταται επίκαιρη. Η συχνότητα και η έκταση της επανεξέτασης καθορίζονται ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα της ρύπανσης. Ωστόσο, η επανεξέταση καλύπτει τουλάχιστον τις διατάξεις και διενεργείται τουλάχιστον με τη συχνότητα που ορίζεται στο ακόλουθο χρονοδιάγραμμα.

Ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης

«Καλής ποιότητας»

«Επαρκούς ποιότητας»

«Ανεπαρκούς ποιότητας»

Διενέργεια επανεξέτασης τουλάχιστον

ανά τετραετία

ανά τριετία

ανά διετία

Σημεία προς επανεξέταση

(στοιχεία της παραγράφου 1)

α) έως στ)

α) έως στ)

α) έως στ)

Σε περίπτωση υδάτων κολύμβησης που είχαν ταξινομηθεί προηγουμένως ως «εξαιρετικής ποιότητας», η ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης πρέπει να επανεξετασθεί και ενδεχομένως να επικαιροποιηθεί μόνον εφόσον η ταξινόμηση μετατρέπεται σε «καλής ποιότητας», «επαρκούς ποιότητας» ή «ανεπαρκούς ποιότητας». Η επανεξέταση πρέπει να καλύπτει όλα τα σημεία της παραγράφου 1.

3.

Σε περίπτωση σημαντικών δομικών έργων ή σημαντικών μετατροπών στα έργα υποδομής ως προς τα ύδατα κολύμβησης ή πλησίον τους, η ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης πρέπει να καθίσταται επίκαιρη πριν από την έναρξη της επόμενης κολυμβητικής περιόδου.

4.

Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, οι πληροφορίες των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 πρέπει να αναφέρονται σε λεπτομερή χάρτη.

5.

Εφόσον το κρίνει σκόπιμο η αρμόδια αρχή, είναι δυνατόν να επισυνάπτονται ή να περιλαμβάνονται και άλλες συναφείς πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ

1.

Λίγο πριν από την έναρξη κάθε κολυμβητικής περιόδου, πρέπει να λαμβάνεται ένα δείγμα. Λαμβανομένου υπόψη του επιπλέον αυτού δείγματος και με την επιφύλαξη της παραγράφου, πρέπει να διενεργούνται τουλάχιστον τέσσερις δειγματοληψίες και αναλύσεις ανά κολυμβητική περίοδο.

2.

Ωστόσο, μόνον τρία δείγματα χρειάζεται να λαμβάνονται και να αναλύονται ανά κολυμβητική περίοδο για τα ύδατα κολύμβησης τα οποία:

α)

είτε έχουν κολυμβητική περίοδο που δεν υπερβαίνει τις 8 εβδομάδες·

β)

είτε ευρίσκονται σε περιοχή με ειδικούς γεωγραφικούς περιορισμούς.

3.

Οι ημερομηνίες δειγματοληψίας πρέπει να κατανέμονται καθ' όλη της διάρκεια της κολυμβητικής περιόδου, το δε διάστημα μεταξύ των ημερομηνιών δειγματοληψίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τον ένα μήνα.

4.

Σε περίπτωση βραχυπρόθεσμης ρύπανσης, λαμβάνεται ένα πρόσθετο δείγμα έτσι ώστε να επιβεβαιώνεται ότι το περιστατικό έχει λήξει. Το δείγμα αυτό δεν αποτελεί μέρος του συνόλου των ποιοτικών στοιχείων των υδάτων κολύμβησης.

Εάν χρειάζεται να αντικατασταθεί αγνοηθέν δείγμα, λαμβάνεται πρόσθετο δείγμα 7 ημέρες μετά το τέλος της βραχυπρόθεσμης ρύπανσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΚΑΝΟΝΕΣ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

1.   ΣΗΜΕΙΟ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ

Εάν είναι δυνατόν, τα δείγματα πρέπει να λαμβάνονται 30 εκατοστά κάτω από την επιφάνεια του ύδατος και σε ύδατα βάθους τουλάχιστον 1 μέτρου.

2.   ΑΠΟΣΤΕΙΡΩΣΗ ΤΩΝ ΦΙΑΛΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ

Οι φιάλες δειγματοληψίας πρέπει:

να αποστειρώνονται σε αυτόκλειστο επί 15 λεπτά τουλάχιστον σε 121 oC, ή

να υποβάλλονται σε ξηρή αποστείρωση σε θερμοκρασία μεταξύ 160 oC και 170 oC επί 1 ώρα τουλάχιστον, ή

να είναι ακτινοβολημένα δοχεία δειγμάτων που λαμβάνονται απευθείας από τον κατασκευαστή.

3.   ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ

Ο όγκος της φιάλης/δοχείου δειγματοληψίας πρέπει να εξαρτάται από την ποσότητα του νερού που χρειάζεται για τη δοκιμή κάθε παραμέτρου. Η ελάχιστη χωρητικότητα είναι κατά κανόνα 250 ml.

Τα δοχεία δειγματοληψίας πρέπει να είναι διαφανή και άχρωμα (από γυαλί, πολυαιθυλένιο ή πολυπροπυλένιο).

Για να αποφεύγεται η τυχαία μόλυνση του δείγματος, πρέπει να χρησιμοποιείται ασηπτική τεχνική ώστε οι φιάλες να διατηρούνται στείρες. Δεν χρειάζεται άλλος στείρος εξοπλισμός (π.χ. στείρα χειρουργικά γάντια ή λαβίδες ή ράβδοι) εάν η διαδικασία εφαρμόζεται ορθά.

Το δείγμα πρέπει να ταυτοποιείται σαφώς με ανεξίτηλο μελάνι επί του δοχείου δείγματος και επί του εντύπου δειγματοληψίας.

4.   ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΗ

Τα δείγματα του νερού πρέπει, σε όλα τα στάδια της μεταφοράς, να προστατεύονται από έκθεση στο φως, ιδίως δε από απευθείας έκθεση στο ηλιακό φως.

Το δείγμα πρέπει να διατηρείται σε θερμοκρασία 4 oC περίπου, σε ψυκτικό δοχείο ή σε ψυγείο (αναλόγως του κλίματος) μέχρις ότου φθάσει στο εργαστήριο. Εάν η μεταφορά μέχρι το εργαστήριο ενδέχεται να διαρκέσει πάνω από 4 ώρες, η μεταφορά πρέπει να γίνεται με ψυγείο.

Ο χρόνος μεταξύ δειγματοληψίας και ανάλυσης πρέπει να είναι ο βραχύτερος δυνατός. Συνιστάται ανάλυση των δειγμάτων την ίδια ημέρα. Εάν αυτό δεν είναι δυνατόν για πρακτικούς λόγους, η επεξεργασία των δειγμάτων πρέπει να γίνεται εντός 24 το πολύ ωρών. Στο μεταξύ, τα δείγματα πρέπει να αποθηκεύονται στο σκοτάδι και σε θερμοκρασία 4 oC (± 3 οC).


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Επιτροπή εξέδωσε την πρότασή της (1) για νέα οδηγία σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης τον Οκτώβριο του 2002 και την τροποποιημένη πρότασή της τον Απρίλιο του 2004.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσε τη γνώμη του σε πρώτη ανάγνωση τον Οκτώβριο του 2003 (2).

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έδωσε τη γνώμη της τον Ιούνιο του 2003 (3).

Η Επιτροπή των Περιφερειών έδωσε τη γνώμη της τον Απρίλιο του 2003 (4).

Το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή θέση του στις 20 Δεκεμβρίου 2004.

ΙΙ.   ΣΚΟΠΟΣ

Η νέα οδηγία προβλέπεται να ακυρώσει και να αντικαταστήσει την οδηγία 76/160/ΕΟΚ. Στόχος της είναι η βελτίωση της προστασίας της δημόσιας υγείας με την ενίσχυση των προτύπων ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και τον εκσυγχρονισμό του νομικού πλαισίου για τη διαχείριση της ποιότητας. Ειδικότερα, η νέα οδηγία αναμένεται:

να συμπληρώσει την οδηγία 2000/60/ΕΚ («οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα»),

να μειώσει τις παραμέτρους που θα πρέπει να παρακολουθούνται με στόχο την ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης ανάλογα με την ποιότητά τους και να καθιερώσει μια καινούργια μεθοδολογία ταξινόμησης,

να λαμβάνει υπόψη τη λήψη προληπτικών μέτρων διαχείρισης, και όχι απλώς στατιστικά αποτελέσματα,

να ενισχύσει την ενημέρωση του κοινού για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, συμπεριλαμβανομένου μέσω ενός συστήματος ταυτότητας των υδάτων κολύμβησης.

ΙΙΙ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Η κοινή θέση έχει ενσωματώσει την πλειονότητα των έπειτα από πρώτη ανάγνωση τροπολογιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είτε λέξη προς λέξη, είτε εν μέρει, είτε ως προς το πνεύμα τους. Ωστόσο, δεν αντανακλά ορισμένες τροπολογίες:

λόγω της έλλειψης συνεπείας με τη διατύπωση του άρθρου 174 της συνθήκης (τροπολογία 1),

διότι κατά τη γνώμη του Συμβουλίου και της Επιτροπής, θα είχαν οδηγήσει σε περιττή αλληλοκάλυψη με τις ισχύουσες απαιτήσεις της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα (τροπολογίες 2 και 58, 4, 16 και 33), ή

διότι το Συμβούλιο έκρινε ότι αυτές είναι περιττές και ότι ενδεχομένως θα προκαλούσαν σύγχυση (τροπολογίες 6, 8 και 12).

Η κοινή θέση περιλαμβάνει επίσης και ορισμένες άλλες αλλαγές. Στα παρακάτω τμήματα του κειμένου περιγράφονται οι αλλαγές ουσίας. Επιπλέον, υπάρχουν αλλαγές στη διατύπωση για την αποσαφήνιση του κειμένου ή για τη διασφάλιση της γενικής λογικής συνοχής της οδηγίας.

2.   Σκοπός, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί (άρθρα 1 και 2)

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 παρουσιάζει εν μέρει λογική συνέπεια με την τροπολογία 65 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ωστόσο, το Συμβούλιο δεν μπορεί να συμφωνήσει με την επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας πέραν των κολυμβητικών δραστηριοτήτων ώστε να εφαρμόζεται και σε άλλες δραστηριότητες για λόγους αναψυχής. Κατόπιν τούτου, η κοινή θέση δεν περιλαμβάνει καμία αναφορά σε τέτοιες δραστηριότητες και δεν ενσωματώνει τις τροπολογίες 5, 7 ή 22.

Ο ορισμός των «υδάτων κολύμβησης» εμφανίζεται τώρα στο άρθρο 1 παράγραφος 3, δεδομένου ότι ο όρος αυτός καθορίζει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

Το άρθρο 2 ενσωματώνει περαιτέρω ορισμούς από την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα και έχει λογική συνέπεια με την τροπολογία 10 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επίσης περιλαμβάνει τους ορισμούς για άλλους βασικούς όρους, και συγκεκριμένα για τους όρους «αρμόδια αρχή», «μόνιμη», «μεγάλος αριθμός», «ρύπανση», «βραχυπρόθεσμη ρύπανση», «ανάπτυξη κυανοβακτηρίων» και «ενδιαφερόμενο κοινό».

3.   Παρακολούθηση (άρθρο 3 και παραρτήματα IV και V)

Το άρθρο 3 είναι γενικά συνεπές με τις τροπολογίες 11, 52 και 54 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά παρέχει μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά την τοποθεσία του σημείου παρακολούθησης. Επίσης περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τη βραχυπρόθεσμη ρύπανση και προνοεί για τη χρήση ισοδύναμων μεθόδων και κανόνων υπό ορισμένες συνθήκες, κάποιες από τις οποίες μπορεί να αποσαφηνίζονται από επιτροπολογία.

Το παράρτημα IV προβλέπει αυξημένη απαίτηση για ελάχιστη δειγματοληψία σε σύγκριση με την αρχική πρόταση της Επιτροπής, με στόχο την αύξηση της αξιοπιστίας της στατιστικής μεθοδολογίας. Ωστόσο, προνοεί επίσης για τη συνεκτίμηση των ιδιαιτέρως σύντομης διάρκειας κολυμβητικών περιόδων που επικρατούν στο βόρειο μέρος της ΕΕ και για τους ειδικούς γεωγραφικούς περιορισμούς (π.χ. απομακρυσμένα νησιά). Δεν υφίσταται πλέον καμία άμεση σχέση ανάμεσα στη συχνότητα της δειγματοληψίας και την ταξινόμηση.

Το παράρτημα V είναι συνεπές με την τροπολογία 35 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και, εν μέρει, με την τροπολογία 75.

4.   Αξιολόγηση της ποιότητας (άρθρο 4)

Η κοινή θέση υιοθετεί 4 κολυμβητικές περιόδους ως την κανονική χρονική περίοδο αξιολόγησης, αλλά παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα της επιλογής μιας χρονικής περιόδου αξιολόγησης αποτελούμενης από 3 κολυμβητικές περιόδους, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η κοινή θέση καθορίζει τον ελάχιστο αριθμό των απαιτούμενων δειγμάτων και τις συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να πραγματοποιηθεί η υποδιαίρεση ή η ομαδοποίηση υδάτων κολύμβησης.

5.   Ταξινόμηση και ποιοτικός χαρακτηρισμός (άρθρο 5 και παραρτήματα Ι και ΙΙ)

Το άρθρο 5 ενσωματώνει αρκετές βασικές καινοτομίες σε σύγκριση με την αρχική πρόταση της Επιτροπής. Ειδικότερα:

αναβάλλει την υποχρεωτική εφαρμογή του νέου συστήματος ταξινόμησης έως το 2015 (ώστε να υπάρχει συνέπεια με το χρονοδιάγραμμα της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα),

εισάγει μια νέα ταξινόμηση («επαρκής ποιότητα») η οποία θα παρέχει το ίδιο τουλάχιστον επίπεδο προστασίας της υγείας στα πλαίσια των ελάχιστων απαιτήσεων της ισχύουσας οδηγίας και θα αποτελεί ένα σκαλοπάτι πριν από τα ύδατα «καλής ποιότητας» ή «εξαιρετικής ποιότητας» και

καθορίζει με σαφήνεια τις συνθήκες υπό τις οποίες τα ύδατα κολύμβησης θα μπορούσαν προσωρινά να ταξινομούνται ως «ανεπαρκούς ποιότητας» (συμπεριλαμβανομένου μέσω διατύπωσης συνεπούς με τον στόχο της τροπολογίας 17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου).

Το παράρτημα Ι προβλέπει την πραγματοποίηση της ταξινόμησης με βάση δύο μικροβιολογικές παραμέτρους. Οι απαιτήσεις όσον αφορά άλλους τύπους ρύπανσης διατηρούνται (άρθρο 9), αλλά δεν θα επηρεάζουν την ταξινόμηση. Κατά συνέπεια, η κοινή θέση δεν ενσωματώνει την τροπολογία 31 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Το παράρτημα Ι προβλέπει αξιολογήσεις που βασίζονται τόσο στο 95ο όσο και στο 90ό εκατοστημόριο. Οι οριακές τιμές για τις ταξινομήσεις «εξαιρετική ποιότητα» και «καλή ποιότητα» θα βασίζονται σε αξιολόγηση σύμφωνα με το 95ο εκατοστημόριο, ενώ η οριακή τιμή για την ταξινόμηση «επαρκής ποιότητα» θα βασίζεται σε αξιολόγηση σύμφωνα με το 90ό εκατοστημόριο ώστε να μειώνεται ο κίνδυνος στατιστικών ανωμαλιών όταν χρησιμοποιείται μικρό σύνολο δεδομένων.

Υπάρχουν διαφορετικές οριακές τιμές για τα εσωτερικά και τα παράκτια ύδατα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα αυτή τη στιγμή επιστημονικά δεδομένα, η παρουσία του ιδίου επιπέδου μικροβιολογικής μόλυνσης αντιπροσωπεύει υψηλότερο κίνδυνο για την υγεία σε αλμυρό νερό παρά σε γλυκό νερό.

Ο τίτλος της στήλης Ε είναι συνεπής με την τροπολογία 57 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Το παράρτημα ΙΙ είναι συνεπές με τη γενική αρχή στην οποία βασίζεται η τροπολογία 19 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υπό την έννοια ότι η βραχυπρόθεσμη ρύπανση κανονικά δεν θα επηρεάζει την ταξινόμηση των υδάτων κολύμβησης εφόσον η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για την προστασία της υγείας των λουομένων.

6.   Ταυτότητα των υδάτων κολύμβησης (άρθρο 6 και παράρτημα ΙΙΙ)

Στην κοινή θέση καθίσταται σαφές ότι θα μπορούσε να υπάρχει ενιαία ταυτότητα για συνεχόμενες τοποθεσίες κολύμβησης. Επίσης παρατείνονται η προθεσμία για την κατάρτιση των πρώτων ταυτοτήτων και το χρονικό διάστημα μεταξύ επανεξετάσεων, σε αναγνώριση του σχετικού φόρτου εργασίας.

Το παράρτημα ΙΙΙ είναι συνεπές με τις τροπολογίες 32 και 34 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

7.   Συμμετοχή του κοινού (άρθρο 11)

Η κοινή θέση είναι συνεπής με την τροπολογία 20 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ο ορισμός του «ενδιαφερόμενου κοινού» στο άρθρο 2 περιλαμβάνει σαφέστατα τα ενδιαφερόμενα μέρη σε τοπικό επίπεδο. Το υπόλοιπο μέρος της τροπολογίας περιττεύει, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 18 και της οδηγίας 2003/4/ΕΚ.

8.   Ενημέρωση του κοινού (άρθρο 12)

Στην κοινή θέση έχουν ομαδοποιηθεί σε ένα ενιαίο άρθρο όλες οι γενικές απαιτήσεις για την ενημέρωση του κοινού. Οι απαιτήσεις αυτές είναι συνεπείς με τους στόχους των τροπολογιών 15 και 18 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Με το να ενθαρρύνει τη χρήση πινακίδων και συμβόλων και με το να προνοεί για τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων στον τομέα αυτόν μέσω της επιτροπολογίας [άρθρα 12 παράγραφος 4 και 15 παράγραφος 1 στοιχείο β)], η κοινή θέση είναι εν μέρει συνεπής με τους στόχους των τροπολογιών 21, 23 και 27 (και, έπειτα από ανάγνωση αυτών των διατάξεων μαζί με το άρθρο 7, με τον στόχο της τροπολογίας 24).

Η κοινή θέση είναι επίσης συνεπής με την τροπολογία 26 και με μέρος της τροπολογίας 25, υπό την έννοια ότι προϋποθέτει ότι η πληροφορία πρέπει να είναι αμέσως διαθέσιμη στο Διαδίκτυο.

9.   Έκθεση και επανεξέταση (άρθρο 14)

Το Συμβούλιο συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει την εφαρμογή και τη λειτουργία της οδηγίας. Ως εκ τούτου, η κοινή θέση είναι συνεπής με τον στόχο της τροπολογίας 28. Ωστόσο, προσδιορίζει ορισμένα βασικά ζητήματα τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν στην έκθεση της Επιτροπής, και συγκεκριμένα:

τα αποτελέσματα της επιδημιολογικής μελέτης που πρέπει να πραγματοποιήσει η Επιτροπή ως θέμα επείγουσας σημασίας για την επίτευξη στοιχείων με μεγαλύτερη επιστημονική βεβαιότητα όσον αφορά τους κινδύνους για την υγεία που σχετίζονται με την κολύμβηση, ιδίως στα γλυκά ύδατα,

τις συστάσεις της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, οι οποίες θα ισοδυναμούν με την ταξινόμηση ως «καλής ποιότητας» αντί για τις ελάχιστες απαιτήσεις της οδηγίας.

10.   Επιτροπολογία (άρθρα 15 και 16)

Η κοινή θέση περιλαμβάνει μια ενιαία διάταξη που απαριθμεί τις τεχνικές αποφάσεις που θα μπορούσαν να ληφθούν μέσω της επιτροπολογίας (άρθρο 15).

Ωστόσο, το Συμβούλιο πιστεύει ότι οι αποφάσεις αυτές θα πρέπει να είναι προαιρετικές και όχι υποχρεωτικές. Επιπλέον, δεν μπορεί να συμφωνήσει με την προσθήκη νέων παραμέτρων για την ανίχνευση ιών μέσω της επιτροπολογίας. Ως εκ τούτου η κοινή θέση δεν ενσωματώνει τις τροπολογίες 29 και 30 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

11.   Λοιπά

Επιπλέον, η κοινή θέση περιλαμβάνει:

απλουστευμένους κανόνες σε απάντηση μέτρων για την αντιμετώπιση εκτάκτων περιστάσεων, των οποίων το πεδίο εφαρμογής είναι τώρα το ίδιο με εκείνο του υπόλοιπου μέρους της οδηγίας (άρθρο 7) και

απαίτηση για τα κράτη μέλη να πραγματοποιούν κατάλληλη παρακολούθηση και να λαμβάνουν τα κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας από τους κινδύνους ανάπτυξης κυανοβακτηρίων (άρθρο 8).

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Το Συμβούλιο πιστεύει ότι η κοινή θέση αντιπροσωπεύει μια ισορροπημένη δέσμη μέτρων τα οποία αναμένεται να επιτρέψουν την απαιτούμενη σε μεγάλο βαθμό αναθεώρηση των κοινοτικών κανόνων για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και να ενισχύσουν το επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας με σταδιακό και ορθολογικό τρόπο χωρίς αδικαιολόγητη επιβάρυνση των σχετικών αρχών. Το Συμβούλιο προσβλέπει στη διεξαγωγή εποικοδομητικού διαλόγου με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με στόχο την έγκαιρη έκδοση της οδηγίας.


(1)  ΕΕ C 45 Ε της 25.2.2003, σ. 127.

(2)  ΕΕ C 82 Ε της 1.4.2004, σ. 115.

(3)  ΕΕ C 220 της 16.9.2003, σ. 39.

(4)  ΕΕ C 244 της 10.10.2003, σ. 31.


11.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 111/19


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 15/2005

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 22 Δεκεμβρίου 2004

για την έκδοση κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα όσον αφορά την πρόσβαση των υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/C 111 E/02)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο δ),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 9 της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1999 σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων (3), προβλέπει ότι τα κράτη μέλη αλληλοβοηθούνται για τη θέση σε εφαρμογή της ανωτέρω οδηγίας και μπορούν να ανταλλάσσουν διμερώς ή πολυμερώς πληροφορίες, ιδίως προκειμένου να εξακριβώνουν, πριν από την έκδοση κάθε άδειας κυκλοφορίας, το νομικό καθεστώς του οχήματος, ενδεχομένως, στο κράτος μέλος όπου είχε εκδοθεί η προηγούμενη άδεια κυκλοφορίας. Η εξακρίβωση αυτή μπορεί ειδικότερα να συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση διασυνδεδεμένων ηλεκτρονικών μέσων.

(2)

Το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (ή «SIS»), το οποίο δημιουργήθηκε βάσει των διατάξεων του τίτλου IV της σύμβασης του 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (4) (εφεξής καλούμενης «σύμβαση Σένγκεν του 1990»), και ενσωματώθηκε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το πρωτόκολλο το προσαρτημένο στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αποτελεί ηλεκτρονικό δίκτυο μεταξύ των κρατών μελών και συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων δεδομένα για τα οχήματα με κινητήρα κυλινδρισμού άνω των 50 cc, που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί. Βάσει του άρθρου 100 της σύμβασης Σένγκεν του 1990, τα δεδομένα σχετικά με τα εν λόγω οχήματα με κινητήρα, τα οποία αναζητούνται προκειμένου να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά μέσα σε ποινική διαδικασία, καταχωρούνται στο SIS.

(3)

Η πρωτοβουλία του Βασιλείου των Κάτων Χωρών για την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου για την αντιμετώπιση της διασυνοριακής εγκληματικότητας σχετικά με τα οχήματα (5) περιλαμβάνει τη χρήση του SIS ως αναπόσπαστου μέρους της στρατηγικής για την επιβολή του νόμου στον τομέα της εγκληματικότητας που σχετίζεται με τα οχήματα.

(4)

Βάσει του άρθρου 101 παράγραφος 1 της σύμβασης Σένγκεν του 1990, η πρόσβαση στα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο SIS καθώς και το δικαίωμα της απευθείας αναζήτησής τους επιφυλάσσονται αποκλειστικά υπέρ των αρχών που είναι αρμόδιες για τους συνοριακούς ελέγχους και άλλους αστυνομικούς και τελωνειακούς ελέγχους που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και για το συντονισμό τους.

(5)

Το άρθρο 102 παράγραφος 4 της σύμβασης Σένγκεν του 1990 προβλέπει ότι τα δεδομένα δεν μπορούν καταρχήν να χρησιμοποιηθούν για διοικητικούς σκοπούς.

(6)

Οι υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες στα κράτη μέλη για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων και που έχουν σαφώς ορισθεί για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που εισάγονται στο SIS και αφορούν τα οχήματα με κινητήρα κυλινδρισμού άνω των 50 cc, τα ρυμουλκούμενα και τα τροχόσπιτα με βάρος, χωρίς φορτίο, ανώτερο των 750 κιλών, καθώς και άδειες κυκλοφορίας οχημάτων και αριθμούς πινακίδων κυκλοφορίας που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί, ώστε να μπορούν να ελέγχουν εάν τα οχήματα που τους παρουσιάζονται για χορήγηση άδειας κυκλοφορίας έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί. Προς τούτο πρέπει να θεσπιστούν κανόνες που επιτρέπουν την πρόσβαση των υπηρεσιών αυτών στα εν λόγω δεδομένα και να τους επιτραπεί η χρησιμοποίηση των εν λόγω δεδομένων για τον διοικητικό σκοπό της τακτικής έκδοσης αδειών κυκλοφορίας οχημάτων.

(7)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι σε περίπτωση θετικής ένδειξης, θα λαμβάνονται τα μέτρα που προβλέπονται στο πλαίσιο του άρθρου 100 παράγραφος 2 της σύμβασης Σένγκεν του 1990.

(8)

Η σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο της 20ής Νοεμβρίου 2003 σχετικά με το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενεάς (SIS II) περιέχει ορισμένες σημαντικές ανησυχίες και σκέψεις σχετικά με την ανάπτυξη του SIS, με ιδιαίτερη έμφαση στην πρόσβαση στο SIS των ιδιωτικών φορέων, όπως είναι οι υπηρεσίες έκδοσης άδειας κυκλοφορίας οχημάτων.

(9)

Στο βαθμό που οι υπηρεσίες οι οποίες είναι υπεύθυνες στα κράτη μέλη για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων δεν είναι κρατικές υπηρεσίες, η πρόσβαση στο SIS θα πρέπει να χορηγείται έμμεσα, ήτοι μέσω αρχής όπως μνημονεύεται στο άρθρο 101 παράγραφος 1 της σύμβασης Σένγκεν του 1990, που είναι αρμόδια για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 118 της σύμβασης Σένγκεν του 1990.

(10)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (6) καθώς και οι ειδικοί κανόνες της σύμβασης Σένγκεν του 1990 για την προστασία των δεδομένων, οι οποίοι συμπληρώνουν ή διευκρινίζουν τις αρχές που θεσπίζονται με την οδηγία αυτή, εφαρμόζονται στην επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων από τις υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες στα κράτη μέλη για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων.

(11)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η χορήγηση πρόσβασης στο SIS σε υπηρεσίες κρατών μελών υπεύθυνες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων, προς διευκόλυνση των καθηκόντων τους βάσει της οδηγίας 1999/37/ΕΚ, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω της φύσεως του SIS ως κοινού συστήματος πληροφοριών, και μπορεί συνεπώς να επιτευχθεί μόνο σε επίπεδο Κοινότητος, η Κοινότητα μπορεί να εγκρίνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία προς επίτευξη του σκοπού αυτού.

(12)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν επαρκές χρονικό διάστημα εντός του οποίου να λάβουν τα πρακτικά μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(13)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 σημείο Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999 σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας, για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (7).

(14)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(15)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί πράξη που βασίζεται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή σχετίζεται άλλως με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της Πράξης Προσχώρησης του 2003,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στον τίτλο IV της σύμβασης Σένγκεν του 1990 προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 102α

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 92 παράγραφος 1, το άρθρο 100 παράγραφος 1, το άρθρο 101 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 102 παράγραφοι 1, 4 και 5, οι υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες στα κράτη μέλη για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων, όπως αναφέρονται στην οδηγία 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999, σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων (8), δικαιούνται πρόσβασης στα ακόλουθα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν με μοναδικό σκοπό να ελέγχουν εάν τα οχήματα που τους παρουσιάζονται για χορήγηση άδειας κυκλοφορίας έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί:

α)

δεδομένα τα οποία αφορούν οχήματα με κινητήρα κυλινδρισμού άνω των 50 cc που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί·

β)

δεδομένα τα οποία αφορούν ρυμουλκούμενα και τροχόσπιτα, με βάρος, χωρίς φορτίο, ανώτερο των 750 κιλών, που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί·

γ)

δεδομένα τα οποία αφορούν άδειες κυκλοφορίας οχημάτων και αριθμούς πινακίδων οχημάτων που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί.

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους διέπει την πρόσβαση των υπηρεσιών αυτών στα εν λόγω δεδομένα.

2.   Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 που είναι κρατικές υπηρεσίες, δικαιούνται να συμβουλεύονται απευθείας τα δεδομένα του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.

Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 που δεν είναι κρατικές υπηρεσίες έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν της εν λόγω παραγράφου, μόνο μέσω αρχής όπως μνημονεύεται στο άρθρο 101 παράγραφος 1. Η εν λόγω αρχή δικαιούται να συμβουλεύεται απευθείας τα δεδομένα και να τα διαβιβάζει στις υπηρεσίες αυτές. Το σχετικό κράτος μέλος διασφαλίζει ότι οι υπηρεσίες και οι εργαζόμενοι σε αυτές υποχρεούνται να τηρούν τους τυχόν περιορισμούς όσον αφορά την επιτρεπτή χρησιμοποίηση των δεδομένων που τους διαβιβάζονται από την αρχή.

3.   Το άρθρο 100 παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται σε αναζήτηση που γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Η κοινοποίηση από υπηρεσίες της παραγράφου 1 προς αστυνομικές ή δικαστικές αρχές πληροφοριών που προκύπτουν από αναζήτηση στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν και δημιουργούν υπόνοιες διάπραξης ποινικού αδικήματος διέπεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 2

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Εφαρμόζεται … (9)

3.   Για τα κράτη μέλη στα οποία οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν σχετικά με το SIS δεν ισχύουν ακόμη, ο παρών κανονισμός θα αρχίσει να ισχύει εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία θα τεθούν σε ισχύ οι εν λόγω διατάξεις για τα κράτη αυτά, όπως ορίζεται στην απόφαση … του Συμβουλίου, η οποία εκδόθηκε προς τούτο σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες.

4.   Το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού καθίσταται δεσμευτικό για τη Νορβηγία 270 ημέρες από την ημερομηνία της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.   Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις περί κοινοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της συμφωνίας σύνδεσης Σένγκεν με τη Νορβηγία και την Ισλανδία (10), η Νορβηγία θα κοινοποιήσει στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, πριν από την ημερομηνία της παραγράφου 4, ότι πληρούνται οι συνταγματικές απαιτήσεις προκειμένου να δεσμευθεί από το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 110 της 30.4.2004, σ. 1

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της1ης Απριλίου 2004 (ΕΕ C 103 Ε της 29.4.2004, σ. 794) και απόφαση του Συμβουλίου της …

(3)  ΕΕ L 138 της 1.6.1999, σ. 57· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/127/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 10 της 16.1.2004, σ. 29).

(4)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19· σύμβαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 871/2004 του Συμβουλίου (ΕΕ L 162 της 30.4.2004, σ. 29).

(5)  ΕΕ C 34 της 7.2.2004, σ. 18.

(6)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(8)  ΕΕ L 138 της 1.6.1999, σ. 57· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/127/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 10 της 16.1.2004, σ. 29)».

(9)  Έξι μήνες από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος κανονισμού.

(10)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Στις 3 Σεπτεμβρίου 2003, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των διατάξεων της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 για τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα όσον αφορά την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν των υπηρεσιών των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την έκδοση αδειών κυκλοφορίας οχημάτων.

2.

Η ΕΜΑ επιβεβαίωσε την πολιτική συμφωνία για το ανωτέρω σχέδιο κανονισμού στις 9 Νοεμβρίου 2004. Μετά την οριστική διατύπωση από νομική και γλωσσική πλευρά, το Συμβούλιο θα εγκρίνει την κοινή του θέση στις 22 Δεκεμβρίου 2004.

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

3.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσε τη γνώμη του (1) την 1η Απριλίου 2004, προτείνοντας δέκα τροπολογίες (2).

4.

Όλες οι τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και έγιναν αποδεκτές από την Επιτροπή (τροπολογίες αριθ. 1, 2, 3, 5, 6 και 7) ενσωματώθηκαν στο κείμενο. Η τροπολογία 8, η οποία αναφέρθηκε ότι δεν είναι αποδεκτό από την Επιτροπή (3), την οποία ωστόσο έκριναν αποδεκτή οι υπηρεσίες της Επιτροπής, περιλήφθηκε επίσης στην κοινή θέση.

5.

Οι λοιπές τροπολογίες (τροπολογίες 4, 10 και 11) που δεν έγιναν αποδεκτές από την Επιτροπή δεν περιλήφθηκαν στην κοινή θέση, επειδή εκτιμάται ότι το σημερινό σχέδιο κανονισμού δεν παρέχει την ορθή και επαρκή νομική βάση για τις διατάξεις αυτές.

6.

Ωστόσο, όσον αφορά την τροπολογία 4, το Συμβούλιο έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η σημερινή διατύπωση του κανονισμού προϋποθέτει ότι θα έχουν τεθεί σε εφαρμογή πριν να τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός οι συναφείς διατάξεις του σχεδίου απόφασης του Συμβουλίου για την εισαγωγή ορισμένων νέων λειτουργιών όσον αφορά το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν, συμπεριλαμβανόμενων λειτουργιών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Δεδομένου ότι έχει επιτευχθεί συμφωνία για το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου και, για την έγκρισή του, αναμένεται μόνο η άρση μιας κοινοβουλευτικής επιφύλαξης, το Συμβούλιο επιθυμεί να διατηρηθεί το σημερινό κείμενο. Το ζήτημα θα επανεξεταστεί προσεκτικά κατά τη δεύτερη ανάγνωση, με βάση την πρόοδο που θα έχει επιτευχθεί, όσον αφορά το προαναφερόμενο σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου, έως εκείνη τη στιγμή.


(1)  ΕΕ C 103 Ε της 29.4.2004, σ. 794.

(2)  Τα αποτελέσματα της πρώτης ανάγνωσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περιλαμβάνονται στο έγγραφο 7965/04 CODEC 485 SIRIS 49 COMIX 231.

(3)  Βλέπε έγγραφο 7965/04 CODEC 485 SIRIS 49 COMIX 231.


11.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 111/23


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 16/2005

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 24 Ιανουαρίου 2005

για την έκδοση οδηγίας 2004/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τροποποίηση της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας των οχημάτων με κινητήρα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/C 111 E/03)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση ζωνών ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης μπορεί να συμβάλει σε σημαντική μείωση των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών σε περίπτωση ατυχήματος, ακόμη και λόγω ανατροπής του οχήματος. Η τοποθέτησή τους σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων θα αποτελέσει αναμφισβήτητα σημαντικό βήμα προς τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας και τη συνακόλουθη διάσωση ανθρώπινων ζωών.

(2)

Σημαντικό κοινωνικό όφελος μπορεί να προκύψει αν όλα τα οχήματα εφοδιασθούν με ζώνες ασφαλείας.

(3)

Στο ψήφισμά του, της 18ης Φεβρουαρίου 1986, σχετικά με κοινά μέτρα για τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος για την οδική ασφάλεια (3), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τόνισε την ανάγκη να καταστεί υποχρεωτική η χρήση των ζωνών ασφαλείας για όλους τους επιβάτες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, με την εξαίρεση των επιβατών οχημάτων δημόσιων συγκοινωνιών. Επομένως, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των λεωφορείων δημόσιων συγκοινωνιών και άλλων οχημάτων όσον αφορά την υποχρεωτική τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και συστημάτων συγκράτησης.

(4)

Σύμφωνα με την οδηγία 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1970, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στην έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους (4), το κοινοτικό σύστημα έγκρισης τύπου εφαρμόζεται για όλα τα νέα οχήματα της κατηγορίας M1 μόνο από την 1η Ιανουαρίου 1998. Συνεπώς, μόνο τα οχήματα αυτά πρέπει να εξοπλίζονται με αγκυρώσεις που προορίζονται για ζώνες ασφαλείας ή/και συστήματα συγκράτησης που πληρούν τις διατάξεις της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ (5).

(5)

Έως ότου επεκταθεί το κοινοτικό σύστημα έγκρισης τύπου σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων, η τοποθέτηση αγκυρώσεων που προορίζονται για ζώνες ασφαλείας ή/και συστήματα συγκράτησης θα πρέπει να είναι υποχρεωτική, προς το συμφέρον της οδικής ασφάλειας, για τα οχήματα που ανήκουν σε άλλες κατηγορίες πλην της M1.

(6)

Η οδηγία 76/115/ΕΟΚ περιέχει ήδη όλες τις τεχνικές και διοικητικές διατάξεις που επιτρέπουν την έγκριση τύπου οχημάτων άλλων κατηγοριών πλην της M1. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη δεν χρειάζεται να θεσπίσουν περαιτέρω διατάξεις.

(7)

Από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 96/38/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 1996, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας των οχημάτων με κινητήρα, πλείονα κράτη μέλη έχουν ήδη καταστήσει υποχρεωτικές και για ορισμένες κατηγορίες οχημάτων πλην της M1, τις διατάξεις που περιέχονται σ' αυτή. Οι κατασκευαστές και οι προμηθευτές τους έχουν, επομένως, αναπτύξει την κατάλληλη τεχνολογία.

(8)

Η οδηγία 76/115/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(9)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η βελτίωση της οδικής ασφάλειας με την εισαγωγή της υποχρεωτικής τοποθέτησης ζωνών ασφαλείας σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ

Η οδηγία 76/115/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 2 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Τα οχήματα των κατηγοριών M2 και M3 υποδιαιρούνται σε κλάσεις όπως ορίζεται στο τμήμα 2 του παραρτήματος I της οδηγίας 2001/85/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2001, περί ειδικών διατάξεων για οχήματα μεταφοράς επιβατών άνω των οκτώ θέσεων εκτός της θέσεως του οδηγού (6).

2.

Το παράρτημα Ι τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 1.9. διαγράφεται·

β)

το σημείο 4.3.1. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.3.1.

Τα οχήματα που ανήκουν στις κατηγορίες M1, M2 (κλάση III ή B), M3 (κλάση III ή B) και N πρέπει να είναι εξοπλισμένα με αγκυρώσεις ζωνών ασφαλείας ανταποκρινόμενες στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.»·

γ)

το σημείο 4.3.8. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.3.8

Για τα καθίσματα τα οποία προορίζονται για χρήση μόνον όταν το όχημα είναι σταθμευμένο, καθώς και για κάθε άλλο κάθισμα οχήματος που δεν καλύπτεται από τα σημεία 4.3.1 έως 4.3.5, δεν απαιτούνται αγκυρώσεις για τις ζώνες. Αν το όχημα είναι εφοδιασμένο με αγκυρώσεις για παρόμοια καθίσματα, οι αγκυρώσεις αυτές πρέπει να συμμορφώνονται προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Εντούτοις, οι αγκυρώσεις που προορίζονται για χρήση μόνον σε συνδυασμό με ζώνη ατόμου με αναπηρίες, ή με κάθε άλλο σύστημα συγκράτησης που αναφέρεται στο άρθρο 2α της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα (7), δεν χρειάζεται να πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας με την προϋπόθεση ότι έχουν σχεδιασθεί και κατασκευασθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας ώστε να παρέχουν το μέγιστο εφικτό επίπεδο ασφάλειας.

Άρθρο 2

Σχεδιαζόμενα μέτρα για άτομα με αναπηρίες

Όχι αργότερα από τις … (8) η Επιτροπή εξετάζει ειδικές διαδικασίες για την εναρμόνιση των απαιτήσεων για αγκυρώσεις που προορίζονται για χρήση μόνον σε συνδυασμό με ζώνη ατόμου με αναπηρίες, ή με κάθε άλλο σύστημα συγκράτησης που αναφέρεται στο άρθρο 2α της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ, βάσει υφιστάμενων διεθνών προτύπων και απαιτήσεων των εθνικών νομοθεσιών ώστε να παρέχεται ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας με αυτό της παρούσας οδηγίας. Αν ενδείκνυται, η Επιτροπή υποβάλει σχέδιο μέτρων. Οι τροποποιήσεις της παρούσας οδηγίας θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.

Άρθρο 3

Εφαρμογή

1.   Από … (9), τα κράτη μέλη δεν δύνανται για λόγους που αφορούν τις αγκυρώσεις ζωνών ασφαλείας, που συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία:

α)

να αρνούνται τη χορήγηση έγκρισης τύπου ΕΚ ή εθνικής έγκρισης τύπου, όσον αφορά τύπο οχήματος·

β)

να απαγορεύουν την ταξινόμηση, την πώληση ή τη θέση σε κυκλοφορία νέων οχημάτων.

2.   Από … (10), και όσον αφορά τις αγκυρώσεις ζωνών ασφαλείας, που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη, για κάθε νέο τύπο οχήματος:

α)

δεν χορηγούν πλέον την έγκριση τύπου ΕΚ·

β)

αρνούνται τη χορήγηση εθνικής έγκρισης τύπου.

3.   Από … (11), και όσον αφορά τις αγκυρώσεις ζωνών ασφαλείας, που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 76/115/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη:

α)

θεωρούν ότι τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης τα οποία συνοδεύουν νέα οχήματα δεν ισχύουν πλέον για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ·

β)

αρνούνται την ταξινόμηση, πώληση ή θέση σε κυκλοφορία νέων οχημάτων, εκτός αν γίνεται χρήση των διατάξεων του άρθρου 8 παράγραφος 2 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.

Άρθρο 4

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την … (12). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

2.   Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από … (13).

3.   Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

4.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των κυριότερων διατάξεων εθνικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 8.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 91 Ε της 15.4.2004, σ. 496), κοινή θέση του Συμβουλίου της 24ης Ιανουαρίου 2004 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην ΕΕ).

(3)  ΕΕ C 68 της 24.3.1986, σ. 35.

(4)  ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 153 της 30.4.2004, σ. 103).

(5)  EE L 24 της 30.1.1976, σ. 6· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/38/EK της Επιτροπής (EE L 187 της 26.7.1996, σ. 95).

(6)  ΕΕ L 42 της 13.2.2002, σ. 1».

(7)  ΕΕ L 220 της 29.8.1977, σ. 95· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003».

(8)  24 μήνες μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

(9)  Ημερομηνία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

(10)  Έξι μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(11)  Δέκα οκτώ μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(12)  Έξι μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(13)  Έξι μήνες και μια ημέρα μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η προτεινόμενη οδηγία, που υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 20 Ιουνίου 2003 (1), βασίζεται στο άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έδωσε τη γνώμη της (2) στις 10 Δεκεμβρίου 2003.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ολοκλήρωσε την πρώτη του ανάγνωση και έδωσε τη γνώμη του στις 17 Δεκεμβρίου 2003 (3).

Στις 24 Ιανουαρίου 2005 το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή του θέση όπως περιλαμβάνεται στο έγγραφο 11933/04.

ΙΙ.   ΣΤΟΧΟΣ

Η προτεινόμενη οδηγία αποσκοπεί να τροποποιήσει την οδηγία 76/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1975, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/38/ΕΚ περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας των οχημάτων με κινητήρα προκειμένου να επιβληθεί η τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας στα οχήματα με κινητήρα, εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων.

Οι ακόλουθες δύο οδηγίες αφορούν επίσης την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας σε σχέση με οχήματα:

οδηγία 74/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1974, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/37/ΕΚ, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καθίσματα των οχημάτων με κινητήρα,

οδηγία 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1977, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/3/ΕΚ, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα.

Με στόχο την υποχρεωτική τοποθέτηση των ζωνών ασφαλείας σε όλα τα οχήματα, η Επιτροπή πρότεινε να τροποποιηθούν οι τρεις οδηγίες συγχρόνως, για τεχνικούς λόγους.

Λαμβανομένου υπόψη ότι ο τελικός στόχος της προτεινόμενης δράσης είναι να βελτιωθεί η οδική ασφάλεια, οι οδηγίες θα πρέπει να εκδοθούν ταυτόχρονα και να εφαρμοστούν την ίδια ημερομηνία.

ΙΙΙ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Στην κοινή θέση που καθορίσθηκε ομόφωνα, το Συμβούλιο:

τροποποίησε το άρθρο 1, ώστε να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εξαιρούν από τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας τις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας και των συστημάτων συγκράτησης για άτομα με αναπηρίες,

προσέθεσε νέο άρθρο με το οποίο καλείται η Επιτροπή να εξετάσει ειδικές διαδικασίες για την εναρμόνιση των απαιτήσεων για άτομα με αναπηρίες,

μετέθεσε διάφορες ημερομηνίες έναρξης ισχύος οριζόμενες στο άρθρο 3,

απέρριψε τις 4 τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αποσκοπούσαν στο να επιτρέπεται βάσει του άρθρου 1 η τοποθέτηση ζωνών με αγκύρωση δύο σημείων σε πλευρικά καθίσματα τουριστικών πούλμαν, καθόσον το Συμβούλιο συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής όσον αφορά τους κινδύνους των πλευρικών καθισμάτων σε όλους τους τύπους οχημάτων.

2.   Νέα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην κοινή θέση, σε σύγκριση με την πρόταση της Επιτροπής

Άρθρο 1 σημείο 2:

Το κείμενο της Επιτροπής συμπληρώθηκε με ειδικές διατάξεις σχετικά με τις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας και των συστημάτων συγκράτησης για άτομα με αναπηρίες, επιτρέποντας οι αγκυρώσεις αυτές να εξαιρούνται από τις τεχνικές διατάξεις της οδηγίας.

Άρθρο 2

Προστέθηκε νέο άρθρο με το οποίο καλείται η Επιτροπή να υποβάλει, εφόσον ενδείκνυται, σχέδιο μέτρων για την εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας που εφαρμόζεται στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκράτησης για άτομα με αναπηρίες.

Άρθρο 3 (πρώην άρθρο 2)

Όλες οι ημερομηνίες όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας μετατέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από χρονικές στιγμές που εξαρτώνται από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας νέας οδηγίας.

ΙV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η κοινή θέση, η οποία αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό με την πρόταση της Επιτροπής, καθορίσθηκε ομόφωνα από το Συμβούλιο. Οι κυριότερες αλλαγές στην πρόταση της Επιτροπής αφορούν την εξαίρεση που επιτρέπεται σε σχέση με τις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης για άτομα με αναπηρίες, καθώς και την προσαρμογή των ημερομηνιών μεταφοράς της οδηγίας και έναρξης ισχύος της.


(1)  Έγγραφο 10887/03 ENT 114 CODEC 908.

(2)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 8.

(3)  ΕΕ C 91 Ε της 15.4.2004, σ. 496.


11.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 111/28


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 17/2005

που καθορίσθηκε από το Συμβούλιο στις 24 Ιανουαρίου 2005

για την έκδοση οδηγίας 2005/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τροποποίηση της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/C 111 E/04)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση ζωνών ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης μπορεί να συμβάλει σε σημαντική μείωση των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών σε περίπτωση ατυχήματος, ακόμη και λόγω ανατροπής του οχήματος. Η τοποθέτησή τους σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων θα αποτελέσει αναμφισβήτητα σημαντικό βήμα προς τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας και τη συνακόλουθη διάσωση ανθρώπινων ζωών.

(2)

Σημαντικό κοινωνικό όφελος μπορεί να προκύψει, αν όλα τα οχήματα εφοδιασθούν με ζώνες ασφαλείας.

(3)

Στο ψήφισμά του, της 18ης Φεβρουαρίου 1986, σχετικά με κοινά μέτρα για τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος για την οδική ασφάλεια (3), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τόνισε την ανάγκη να καταστεί υποχρεωτική η χρήση των ζωνών ασφαλείας για όλους τους επιβάτες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, με την εξαίρεση των επιβατών οχημάτων δημόσιων συγκοινωνιών. Επομένως, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των λεωφορείων δημόσιων συγκοινωνιών και άλλων οχημάτων όσον αφορά την υποχρεωτική τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και συστημάτων συγκράτησης.

(4)

Σύμφωνα με την οδηγία 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1970, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν την έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους (4), το κοινοτικό σύστημα έγκρισης τύπου εφαρμόζεται για όλα τα νέα οχήματα της κατηγορίας M1 μόνο από την 1η Ιανουαρίου 1998. Συνεπώς, μόνο τα οχήματα αυτά πρέπει να εξοπλίζονται με ζώνες ασφαλείας ή/και συστήματα συγκράτησης που πληρούν τις διατάξεις της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ (5).

(5)

Έως ότου επεκταθεί το κοινοτικό σύστημα έγκρισης τύπου σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων, η τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και συστημάτων συγκράτησης θα πρέπει να είναι υποχρεωτική, προς το συμφέρον της οδικής ασφάλειας, για τα οχήματα που εμπίπτουν σε άλλες κατηγορίες πλην της M1.

(6)

Η οδηγία 77/541/ΕΟΚ περιέχει ήδη όλες τις τεχνικές και διοικητικές διατάξεις που επιτρέπουν την έγκριση τύπου οχημάτων άλλων κατηγοριών πλην της M1. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη δεν χρειάζεται να θεσπίσουν περαιτέρω διατάξεις.

(7)

Από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 96/36/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 1996 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης των μηχανοκίνητων οχημάτων (6), πλείονα κράτη μέλη έχουν ήδη καταστήσει υποχρεωτικές, και για ορισμένες κατηγορίες οχημάτων πλην της M1, τις διατάξεις που περιέχονται σ' αυτή. Οι κατασκευαστές και οι προμηθευτές τους έχουν, επομένως, αναπτύξει την κατάλληλη τεχνολογία.

(8)

Η οδηγία 2001/85/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2001, περί ειδικών διατάξεων για οχήματα μεταφοράς επιβατών, άνω των οκτώ θέσεων εκτός της θέσεως του οδηγού (7), προβλέπει διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ατόμων μειωμένης κινητικότητας, όπως τα άτομα με αναπηρίες, στα οχήματα μεταφοράς επιβατών άνω των οκτώ θέσεων. Αυτό είναι αναγκαίο για να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να εγκρίνουν την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και συστημάτων συγκράτησης που δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ αλλά έχουν σχεδιασθεί ειδικά για την εξασφάλιση της προστασίας των εν λόγω ατόμων στα οχήματα αυτά.

(9)

Η οδηγία 77/541/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(10)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η βελτίωση της οδικής ασφάλειας με την εισαγωγή της υποχρεωτικής τοποθέτησης ζωνών ασφαλείας σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς, λόγω των διαστάσεων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ

Η οδηγία 77/541/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 2α

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται, βάσει του εθνικού δικαίου, να επιτρέπουν την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή συστημάτων συγκράτησης άλλων από εκείνα που καλύπτει η παρούσα οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν σχεδιασθεί για άτομα με αναπηρίες.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να εξαιρούν από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας τα συστήματα συγκράτησης που έχουν σχεδιασθεί με τρόπο ώστε να συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του παραρτήματος VII της οδηγίας 2001/85/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2001, περί ειδικών διατάξεων για οχήματα μεταφοράς επιβατών άνω των οκτώ θέσεων εκτός της θέσεως του οδηγού (8).

3.   Οι απαιτήσεις του σημείου 3.2.1 του Παραρτήματος Ι της παρούσας οδηγίας δεν ισχύουν για τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης που καλύπτονται από τις παραγράφους 1 και 2.

2.

Στο άρθρο 9 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Τα οχήματα των κατηγοριών M2 και M3 υποδιαιρούνται σε κλάσεις, όπως ορίζεται στο σημείο 2 του παραρτήματος I της οδηγίας 2001/85/ΕΚ.»

3.

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

Η υποσημείωση σε σχέση με το σημείο 3.1. διαγράφεται.

β)

Το σημείο 3.1.1. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.1.1.

Με εξαίρεση τα καθίσματα τα οποία προορίζονται για χρήση μόνον όταν το όχημα είναι σταθμευμένο, τα καθίσματα των οχημάτων που εμπίπτουν στις κατηγορίες M1, M2 (της κλάσης III ή B), Μ3 (της κλάσης III ή B) και N εξοπλίζονται με ζώνες ασφαλείας ή/και συστήματα συγκράτησης σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Στα οχήματα της κλάσης I, II ή A που εμπίπτουν στις κατηγορίες M2 ή M3 μπορούν να τοποθετούνται ζώνες ασφαλείας ή/και συστήματα συγκράτησης, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.»

Άρθρο 2

Σχεδιαζόμενα μέτρα για άτομα με αναπηρίες

Όχι αργότερα από τις … (9), η Επιτροπή εξετάζει ειδικές διαδικασίες για την εναρμόνιση των απαιτήσεων για τις ζώνες ασφαλείας που προορίζονται για άτομα με αναπηρίες, βάσει υφιστάμενων διεθνών προτύπων και απαιτήσεων εθνικών νομοθεσιών ώστε να παρέχεται ισοδύναμο επίπεδο ασφάλειας με αυτό της παρούσας οδηγίας. Εφόσον ενδείκνυται, η Επιτροπή υποβάλλει σχέδιο μέτρων. Η τροποποίηση της παρούσας οδηγίας γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.

Άρθρο 3

Εφαρμογή

1.   Από … (10), τα κράτη μέλη δεν δύνανται, για λόγους που αφορούν την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και την τοποθέτηση συστημάτων συγκράτησης που συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία:

α)

να αρνούνται τη χορήγηση έγκρισης τύπου ΕΚ ή εθνικής έγκρισης τύπου, όσον αφορά τύπο οχήματος·

β)

να απαγορεύουν την ταξινόμηση, την πώληση ή τη θέση σε κυκλοφορία νέων οχημάτων.

2.   Από … (11) και όσον αφορά την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και την τοποθέτηση συστημάτων συγκράτησης, που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη, για κάθε νέο τύπο οχήματος:

α)

δεν χορηγούν πλέον την έγκριση τύπου ΕΚ·

β)

αρνούνται τη χορήγηση εθνικής έγκρισης τύπου.

3.   Από … (12), και όσον αφορά την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και την τοποθέτηση συστημάτων συγκράτησης, που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη:

α)

θεωρούν ότι τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης τα οποία συνοδεύουν νέα οχήματα δεν ισχύουν πλέον για τους σκοπούς του άρθρου 7, παράγραφος 1 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ·

β)

αρνούνται την ταξινόμηση, πώληση ή θέση σε κυκλοφορία νέων οχημάτων, εκτός αν γίνεται χρήση των διατάξεων του άρθρου 8, παράγραφος 2 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.

Άρθρο 4

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις … (13). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

2.   Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από τις … (14).

3.   Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

4.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των κυριότερων διατάξεων εθνικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 10.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 91 Ε της 15.4.2004, σ. 491), κοινή θέση του Συμβουλίου της 24ης Ιανουαρίου 2004 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην ΕΕ).

(3)  ΕΕ C 68 της 24.3.1986, σ. 35.

(4)  ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 153 της 30.4.2004, σ. 103).

(5)  ΕΕ L 220 της 29.8.1977, σ. 95· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(6)  ΕΕ L 178 της 17.7.1996, σ. 15.

(7)  ΕΕ L 42 της 13.2.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 42 της 13.2.2002, σ. 1

(9)  24 μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

(10)  Ημερομηνία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

(11)  Έξι μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(12)  Δέκα οκτώ μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(13)  Έξι μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(14)  Έξι μήνες και μία ημέρα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η προτεινόμενη οδηγία, η οποία υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 20 Ιουνίου 2003 (1), βασίζεται στο άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή γνωμοδότησε (2) στις 10 Δεκεμβρίου 2003.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περάτωσε την πρώτη του ανάγνωση και γνωμοδότησε στις 17 Δεκεμβρίου 2003 (3).

Στις …2004 το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή του θέση όπως περιλαμβάνεται στο έγγρ. 11934/04.

ΙΙ.   ΣΤΟΧΟΣ

Η προτεινόμενη οδηγία έχει ως στόχο την τροποποίηση της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1977, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2003/3/ΕΚ της Επιτροπής, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκράτησης των οχημάτων με κινητήρα, με σκοπό την επιβολή της τοποθέτησης ζωνών ασφαλείας σε όλα τα οχήματα με κινητήρα εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων.

Οι ακόλουθες δύο οδηγίες αφορούν επίσης την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας σε οχήματα:

Οδηγία 74/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1974, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/37/ΕΚ, της Επιτροπής, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καθίσματα των οχημάτων με κινητήρα,

Οδηγία 76/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1975, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/38/ΕΚ της Επιτροπής, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας των οχημάτων με κινητήρα.

Αποβλέποντας στην υποχρεωτική τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας σε όλα τα οχήματα, η Επιτροπή πρότεινε την ταυτόχρονη τροποποίηση των τριών οδηγιών, για τεχνικούς λόγους.

Έχοντας υπόψη ότι τελικός στόχος της προτεινόμενης δράσης είναι η βελτίωση της οδικής ασφάλειας, οι οδηγίες πρέπει να εκδοθούν ταυτόχρονα και να εφαρμοστούν την ίδια ημερομηνία.

ΙΙΙ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Στην κοινή θέση, η οποία εγκρίθηκε ομόφωνα, το Συμβούλιο:

τροποποίησε το άρθρο 1, ώστε να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εξαιρούν από τις διατάξεις της οδηγίας τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης που προορίζονται για άτομα με αναπηρία,

προσέθεσε νέο άρθρο με το οποίο καλεί την Επιτροπή να εξετάσει ειδικές διαδικασίες για την εναρμόνιση των απαιτήσεων για τα άτομα με αναπηρία,

μετέθεσε για αργότερα διάφορες ημερομηνίες έναρξης ισχύος που ορίζει το άρθρο 2,

απέρριψε την τροπολογία του ΕΚ για το άρθρο 1, που αποσκοπεί να επιτρέπεται η τοποθέτηση ζωνών δύο σημείων στα πλευρικά καθίσματα στα τουριστικά πούλμαν, καθόσον το Συμβούλιο συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής όσον αφορά τους κινδύνους των πλευρικών καθισμάτων σε όλους τους τύπους οχημάτων.

2.   Νέα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην κοινή θέση σε σύγκριση με την πρόταση της Επιτροπής

Άρθρο 1 σημείο 1

Το κείμενο της Επιτροπής αντικαταστάθηκε από νέο κείμενο σύμφωνα με το οποίο επιτρέπεται η εξαίρεση των ζωνών ασφαλείας και των συστημάτων συγκράτησης που προορίζονται για άτομα με αναπηρία από τις τεχνικές διατάξεις της οδηγίας.

Άρθρο 2

Έχει προστεθεί νέο άρθρο, σύμφωνα με το οποίο καλείται η Επιτροπή να υποβάλει, αν χρειάζεται, σχέδιο μέτρων για την εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών που αφορούν τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης που προορίζονται για άτομα με αναπηρία.

Άρθρο 3 (πρώην άρθρο 2)

Όλες οι ημερομηνίες εφαρμογής της παρούσας οδηγίας μετατέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από χρονικές στιγμές που εξαρτώνται από την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω νέας οδηγίας.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η κοινή θέση, η οποία συμπίπτει βασικά με την πρόταση της Επιτροπής, εγκρίθηκε ομόφωνα από το Συμβούλιο. Οι κύριες αλλαγές στην πρόταση της Επιτροπής αφορούν την εξαίρεση που επιτρέπεται όσον αφορά τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης που προορίζονται για άτομα με αναπηρία και την προσαρμογή των ημερομηνιών μεταφοράς της οδηγίας και έναρξης ισχύος της.


(1)  Έγγραφο 10886/03 ENT 113 CODEC 907.

(2)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 10.

(3)  ΕΕ C 91 Ε της 15.4.2004, σ. 491.


11.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 111/33


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 18/2005

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 24 Ιανουαρίου 2005

για την έκδοση οδηγίας 2005/… /ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, για τροποποίηση της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα οχήματα με κινητήρα όσον αφορά τα καθίσματα, τις αγκυρώσεις τους και τα υποστηρίγματα κεφαλής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/C 111 E/05)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Έρευνες έχουν δείξει ότι η χρήση ζωνών ασφαλείας και συστημάτων συγκράτησης μπορεί να συμβάλει σε σημαντική μείωση των θανάτων και των σοβαρών τραυματισμών σε περίπτωση ατυχήματος, ακόμη και λόγω ανατροπής του οχήματος. Η τοποθέτησή τους σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων θα αποτελέσει αναμφισβήτητα σημαντικό βήμα προς τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας και τη συνακόλουθη διάσωση ανθρώπινων ζωών.

(2)

Σημαντικό κοινωνικό όφελος μπορεί να προκύψει αν όλα τα οχήματα εφοδιασθούν με ζώνες ασφαλείας.

(3)

Στο ψήφισμά του, της 18ης Φεβρουαρίου 1986, σχετικά με κοινά μέτρα για τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος για την οδική ασφάλεια (3), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τόνισε την ανάγκη να καταστεί υποχρεωτική η χρήση των ζωνών ασφαλείας για όλους τους επιβάτες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, με την εξαίρεση των επιβατικών οχημάτων δημόσιων συγκοινωνιών. Επομένως, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των λεωφορείων δημόσιων συγκοινωνιών και άλλων οχημάτων όσον αφορά την υποχρεωτική τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας ή/και συστημάτων συγκράτησης.

(4)

Σύμφωνα με την οδηγία 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1970, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν την έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους (4), το κοινοτικό σύστημα έγκρισης τύπου εφαρμόζεται για όλα τα νέα οχήματα της κατηγορίας M1 μόνο από την 1η Ιανουαρίου 1998. Συνεπώς, μόνο τα οχήματα αυτά πρέπει να εξοπλίζονται με καθίσματα, αγκυρώσεις καθισμάτων και υποστηρίγματα κεφαλής που πληρούν τις διατάξεις της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ (5).

(5)

Έως ότου επεκταθεί το κοινοτικό σύστημα έγκρισης τύπου σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων, η τοποθέτηση καθισμάτων και αγκυρώσεων καθισμάτων συμβατών με την τοποθέτηση αγκυρώσεων ζωνών ασφαλείας θα πρέπει να είναι υποχρεωτική, προς το συμφέρον της οδικής ασφάλειας, για τα οχήματα που ανήκουν σε άλλες κατηγορίες πλην της M1.

(6)

Η οδηγία 74/408/ΕΟΚ περιέχει ήδη όλες τις τεχνικές και διοικητικές διατάξεις που επιτρέπουν την έγκριση τύπου οχημάτων άλλων κατηγοριών πλην της M1. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη δεν χρειάζεται να θεσπίσουν περαιτέρω διατάξεις.

(7)

Από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 96/37/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 1996, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6), πλείονα κράτη μέλη έχουν ήδη καταστήσει υποχρεωτικές, και για ορισμένες κατηγορίες οχημάτων πλην της M1, τις διατάξεις που περιέχονται σ' αυτή. Οι κατασκευαστές και οι προμηθευτές τους έχουν, επομένως, αναπτύξει την κατάλληλη τεχνολογία.

(8)

Ερευνητικές εργασίες έδειξαν ότι δεν είναι δυνατόν να εξοπλισθούν τα πλευρικά καθίσματα με ζώνες ασφαλείας που να εξασφαλίζουν το ίδιο επίπεδο ασφάλειας στους επιβάτες όπως τα καθίσματα που βλέπουν προς τα εμπρός. Για λόγους ασφάλειας, είναι αναγκαίο να καταργηθούν τα εν λόγω καθίσματα σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων.

(9)

Η οδηγία 74/408/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(10)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η βελτίωση της οδικής ασφάλειας με την εισαγωγή της υποχρεωτικής τοποθέτησης ζωνών ασφαλείας σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων, δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και μπορεί, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ

Η οδηγία 74/408/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα οχήματα των κατηγοριών M2 και M3 υποδιαιρούνται σε κλάσεις, όπως ορίζεται στο σημείο 2 του παραρτήματος I της οδηγίας 2001/85/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2001, περί ειδικών διατάξεων για οχήματα μεταφοράς επιβατών άνω των οκτώ θέσεων εκτός της θέσεως του οδηγού (7).

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα καθίσματα που βλέπουν προς τα οπίσω.»

2.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 3α

1.   Απαγορεύεται η τοποθέτηση πλευρικών καθισμάτων σε οχήματα των κατηγοριών M1, N1, M2 (των κλάσεων III ή B) και M3 (των κλάσεων III ή B).

2.   Η παράγραφος 1 δεν ισχύει για τα ασθενοφόρα ή τα οχήματα που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.»

3.

Το παράρτημα ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1.1. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.1.

Οι απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος δεν ισχύουν για καθίσματα που βλέπουν προς τα οπίσω ή για τα υποστηρίγματα κεφαλής με τα οποία είναι εφοδιασμένα τα καθίσματα αυτά.»

β)

Το σημείο 2.3. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.3.

“Κάθισμα” νοείται κατασκευή που μπορεί να ενσωματωθεί ή μη στη δομή του οχήματος, πλήρης, με το κάλυμμά της, προοριζόμενη να καθίζει έναν ενήλικα. Ο όρος καλύπτει τόσο το μεμονωμένο κάθισμα όσο και το προοριζόμενο για ένα άτομο τμήμα πάγκου καθισμάτων.

Ανάλογα με τον προσανατολισμό του, το κάθισμα ορίζεται ως εξής:

2.3.1

“Κάθισμα που βλέπει προς τα εμπρός” είναι το κάθισμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώ το όχημα κινείται και το οποίο βλέπει προς το εμπρόσθιο μέρος του οχήματος με τρόπο που το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του καθίσματος να σχηματίζει γωνία μικρότερη από +10ο ή -10ο με το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του οχήματος.

2.3.2.

“Κάθισμα που βλέπει προς τα οπίσω” είναι το κάθισμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώ το όχημα κινείται και το οποίο βλέπει προς το οπίσθιο μέρος του οχήματος με τρόπο που το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του καθίσματος να σχηματίζει γωνία μικρότερη από +10ο ή –10ο με το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του οχήματος.

2.3.3

“Πλευρικό κάθισμα” είναι το κάθισμα που, όσον αφορά την ευθυγράμμισή του με το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του οχήματος, δεν εμπίπτει σε κανέναν από τους ορισμούς που δίδονται στα σημεία 2.3.1 ή 2.3.2.»

γ)

Το σημείο 2.9 διαγράφεται.

4.

Στο παράρτημα ΙΙΙ, το σημείο 2.5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.5.

“Κάθισμα” νοείται κατασκευή που μπορεί να ενσωματωθεί μέσω αγκύλωσης ή μη στη δομή του οχήματος, συμπεριλαμβανομένου του καλύμματός της και του εξοπλισμού πρόσδεσης, και προορίζεται για χρήση επί οχήματος και για να καθίζει έναν ή περισσότερους ενήλικες.

Ανάλογα με τον προσανατολισμό του, το κάθισμα ορίζεται ως εξής:

2.5.1.

“Κάθισμα που βλέπει προς τα εμπρός” είναι το κάθισμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώ το όχημα κινείται και το οποίο βλέπει προς το εμπρόσθιο μέρος του οχήματος με τρόπο που το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του καθίσματος να σχηματίζει γωνία μικρότερη από +10ο ή –10ο με το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του οχήματος.

2.5.2.

“Κάθισμα που βλέπει προς τα οπίσω” είναι το κάθισμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώ το όχημα κινείται και το οποίο βλέπει προς το οπίσθιο μέρος του οχήματος με τρόπο που το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του καθίσματος να σχηματίζει γωνία μικρότερη από +10ο ή –10ο με το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του οχήματος.

2.5.3.

“Πλευρικό κάθισμα” είναι το κάθισμα που, όσον αφορά την ευθυγράμμισή του με το κατακόρυφο επίπεδο συμμετρίας του οχήματος, δεν εμπίπτει σε κανέναν από τους ορισμούς που δίδονται στα σημεία 2.5.1 ή 2.5.2.»

5.

Το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)

Το σημείο 1.1. αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.1.

Οι προδιαγραφές του παρόντος παραρτήματος έχουν εφαρμογή στα οχήματα των κατηγοριών N1, N2 ή N3 και των κατηγοριών M2 και M3 που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παραρτήματος III. Εξαιρέσει των διατάξεων του σημείου 2.5, οι προδιαγραφές τυγχάνουν επίσης εφαρμογής στα πλευρικά καθίσματα όλων των κατηγοριών οχημάτων.»

β)

Το σημείο 2.4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.4.

Όλα τα καθίσματα που είναι δυνατόν να αναδιπλώνονται προς τα εμπρός που διαθέτουν συμπτυσσόμενο προς τα κάτω ερεισίνωτο πρέπει να μανδαλώνονται αυτομάτως στην κανονική θέση καθημένου. Η παρούσα απαίτηση δεν εφαρμόζεται για καθίσματα που είναι τοποθετημένα στον χώρο για αναπηρικές καρέκλες των οχημάτων των κατηγοριών Μ2 ή Μ3 των κλάσεων Ι, ΙΙ ή Α.»

Άρθρο 2

Εφαρμογή

1.   Από … (8), τα κράτη μέλη δεν δύνανται, για λόγους που αφορούν τα καθίσματα, τις αγκυρώσεις τους και τα υποστηρίγματα κεφαλής που συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία:

α)

να αρνούνται τη χορήγηση έγκρισης τύπου ΕΚ ή εθνικής έγκρισης τύπου, όσον αφορά τύπο οχήματος·

β)

να απαγορεύουν την ταξινόμηση, την πώληση ή τη θέση σε κυκλοφορία νέων οχημάτων.

2.   Από … (9), και όσον αφορά τα καθίσματα, τις αγκυρώσεις τους και τα υποστηρίγματα κεφαλής που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη, για κάθε νέο τύπο οχήματος:

α)

δεν χορηγούν πλέον την έγκριση τύπου ΕΚ·

β)

αρνούνται τη χορήγηση εθνικής έγκρισης τύπου.

3.   Από … (10), και όσον αφορά τα καθίσματα, τις αγκυρώσεις τους και τα υποστηρίγματα κεφαλής που δεν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη:

α)

θεωρούν ότι τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης τα οποία συνοδεύουν νέα οχήματα δεν ισχύουν πλέον για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ·

β)

αρνούνται την ταξινόμηση, πώληση ή θέση σε κυκλοφορία νέων οχημάτων, εκτός αν γίνεται χρήση των διατάξεων του άρθρου 8 παράγραφος 2 της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ.

Άρθρο 3

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις … (11). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

2.   Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από τις … (12).

3.   Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

4.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των κυριότερων διατάξεων εθνικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 5

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, …

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 6.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ C 91 Ε της 15.4.2004, σ. 487), κοινή θέση του Συμβουλίου της 24ης Ιανουαρίου 2004 και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ C 68 της 24.3.1986, σ. 35.

(4)  ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 153 της 30.4.2004, σ. 103).

(5)  ΕΕ L 221 της 12.8.1974, σ. 1· οδηγία η οποία τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(6)  ΕΕ L 186 της 25.7.1996, σ. 28.

(7)  ΕΕ L 42 της 13.2.2002, σ. 1

(8)  Ημερομηνία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.

(9)  Έξι μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(10)  Δέκα οκτώ μήνες μετά την ημερομηνία η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

(11)  Έξι μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(12)  Έξι μήνες και μία ημέρα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η προτεινόμενη οδηγία, η οποία υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 20 Ιουνίου 2003 (1), βασίζεται στο άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ.

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή γνωμοδότησε (2) στις 10 Δεκεμβρίου 2003.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περάτωσε την πρώτη του ανάγνωση και γνωμοδότησε στις 17 Δεκεμβρίου 2003 (3).

Στις 24 Ιανουαρίου 2005 το Συμβούλιο καθόρισε την κοινή του θέση όπως περιλαμβάνεται στο έγγραφο 11935/04.

ΙΙ.   ΣΤΟΧΟΣ

Η προτεινόμενη οδηγία έχει ως στόχο την τροποποίηση της οδηγίας 74/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1974, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/37/ΕΚ της Επιτροπής, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καθίσματα των οχημάτων με κινητήρα, με σκοπό την επιβολή της τοποθέτησης ζωνών ασφαλείας στα οχήματα με κινητήρα εκτός των επιβατικών αυτοκινήτων.

Οι ακόλουθες δύο οδηγίες αφορούν επίσης την τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας σε οχήματα:

οδηγία 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1974, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/3/ΕΚ, της Επιτροπής, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις ζώνες ασφαλείας και στα συστήματα συγκρατήσεως των οχημάτων με κινητήρα,

οδηγία 76/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1975, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/38/ΕΚ της Επιτροπής, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις αγκυρώσεις των ζωνών ασφαλείας των οχημάτων με κινητήρα.

Aποβλέποντας στην υποχρεωτική τοποθέτηση ζωνών ασφαλείας σε όλα τα οχήματα, η Επιτροπή πρότεινε, για τεχνικούς λόγους, την ταυτόχρονη τροποποίηση των τριών οδηγιών.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι τελικός στόχος της προτεινόμενης δράσης είναι η βελτίωση της οδικής ασφάλειας, οι οδηγίες θα πρέπει να εκδοθούν ταυτόχρονα και να τεθούν σε εφαρμογή την ίδια ημερομηνία.

III.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

1.   Γενικά

Στην ομοφώνως εγκριθείσα κοινή θέση, το Συμβούλιο:

τροποποίησε το άρθρο 1, περιλαμβάνοντας ιδίως στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας τα πτυσσόμενα καθίσματα και προσθέτοντας ορισμούς για την ταξινόμηση των διαφόρων προσανατολισμών των καθισμάτων,

μετέθεσε για αργότερα, στο άρθρο 2, διάφορες ημερομηνίες έναρξης ισχύος,

απέρριψε τις τρεις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Η τροπολογία αριθ. 3 του ΕΚ με την οποία προτείνεται νέα αιτιολογική σκέψη 8α όσον αφορά δοκιμές που θα εξετάσει η Επιτροπή για τα πλευρικά καθίσματα, απορρίφθηκε διότι το Συμβούλιο δεν πιστεύει ότι απαιτούνται περαιτέρω δοκιμές προκειμένου να αποδειχθεί ότι τα πλευρικά καθίσματα είναι επικίνδυνα για τους επιβάτες όλων των ειδών οχημάτων,

Οι τροπολογίες αριθ. 1 και 2 του άρθρου 1 που περιορίζουν την απαγόρευση τοποθέτησης πλευρικών καθισμάτων σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων με κινητήρα, απορρίφθηκαν διότι το Συμβούλιο συμμερίζεται τις ανησυχίες της Επιτροπής που υπαγορεύουν την απαγόρευση των πλευρικών καθισμάτων σε όλες τις κατηγορίες οχημάτων για την ασφάλεια των επιβατών.

2.   Νέα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην κοινή θέση συγκριτικά με την πρόταση της Επιτροπής

Άρθρο 1 σημείο 1

Απαλοιφή της αναφοράς στη μη εφαρμογή της οδηγίας στα «πτυσσόμενα καθίσματα».

Σημείο 2

Η υποχρέωση των κρατών μελών να απαγορεύουν την τοποθέτηση πλευρικών καθισμάτων μεταφέρθηκε στο άρθρο 2 περί εφαρμογής,

διευκρινίσθηκε το πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης τοποθέτησης πλευρικών καθισμάτων.

Προστέθηκαν δύο νέα σημεία (3 και 4) για να προσδιοριστούν οι διάφοροι προσανατολισμοί των καθισμάτων: καθίσματα που βλέπουν προς τα εμπρός, καθίσματα που βλέπουν προς τα πίσω και πλευρικά καθίσματα.

Σημείο 5 (πρώην σημείο 3)

Σε νέα παράγραφο προσδιορίζεται ότι το σύστημα αυτόματης ασφάλισης που απαιτείται για τα πτυσσόμενα καθίσματα δεν εφαρμόζεται στα πτυσσόμενα καθίσματα που είναι τοποθετημένα σε χώρους για αναπηρικές καρέκλες σε οχήματα των κατηγοριών Μ2 ή Μ3 των κλάσεων Ι, ΙΙ ή Α (αστικά λεωφορεία).

Άρθρο 2

Όλες οι ημερομηνίες εφαρμογής της παρούσας οδηγίας μετατέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από χρονικές στιγμές που εξαρτώνται από την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω νέας οδηγίας.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η κοινή θέση, η οποία συμπίπτει κατά βάση με την πρόταση της Επιτροπής, εγκρίθηκε ομόφωνα από το Συμβούλιο. Οι κύριες αλλαγές στην πρόταση της Επιτροπής αφορούν αφενός την προσθήκη των πτυσσόμενων καθισμάτων στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας και αφετέρου τους ορισμούς των διαφόρων προσανατολισμών των καθισμάτων. Έχουν επιπλέον προσαρμοστεί οι ημερομηνίες μεταφοράς της οδηγίας και έναρξης ισχύος της.


(1)  Έγγραφο 10888/03 ENT 115 CODEC 909.

(2)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 6.

(3)  ΕΕ C 91 Ε της 15.4.2004, σ. 487.