European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2024/842

12.3.2024

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/842 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 11ης Μαρτίου 2024

σχετικά με την εκ νέου επιβολή μέτρων διασφάλισης όσον αφορά την εισαγωγή ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου (1) (στο εξής: κανονισμός ΣΓΠ), και ιδίως το άρθρο 26,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Κατόπιν έρευνας διασφάλισης δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού ΣΓΠ, στις 17 Ιανουαρίου 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στο εξής: Επιτροπή) δημοσίευσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/67 της Επιτροπής (2) σχετικά με την επιβολή μέτρων διασφάλισης όσον αφορά τις εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 1006 30 27, 1006 30 48, 1006 30 67 και 1006 30 98, με τον οποίο η Επιτροπή επανέφερε τους δασμούς του κοινού δασμολογίου στις εισαγωγές ρυζιού Indica για περίοδο ενός έτους, και ακολούθησε σταδιακή μείωση του δασμολογικού συντελεστή που εφαρμόζεται για περίοδο δύο ετών (στο εξής: επίδικος κανονισμός).

1.1.   Η απόφαση στην υπόθεση T-246/19

(2)

Το Βασίλειο της Καμπότζης και η Cambodia Rice Federation προσέβαλαν τον επίδικο κανονισμό ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Γενικό Δικαστήριο).

(3)

Με την απόφασή του, της 9ης Νοεμβρίου 2022, στην υπόθεση T-246/19 Βασίλειο της Καμπότζης και Cambodia Rice Federation κατά Επιτροπής (στο εξής: απόφαση), το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/67 σχετικά με την επιβολή μέτρων διασφάλισης όσον αφορά τις εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας.

(4)

Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον περιόρισε αυθαιρέτως το πεδίο της έρευνάς της, που αφορά την προκληθείσα στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ζημία, μόνο στις μονάδες αποφλοίωσης λευκασμένου ή ημιλευκασμένου ρυζιού Indica που προέρχεται, κατόπιν μεταποίησης, από αναποφλοίωτο ρύζι (ρύζι paddy), το οποίο καλλιεργείται ή συγκομίζεται εντός της Ένωσης. Ο εσφαλμένος ορισμός των ενωσιακών παραγωγών κατέστησε επίσης ελαττωματική την ανάλυση της ύπαρξης σοβαρών δυσκολιών, δεδομένου ότι η Επιτροπή απέκλεισε ορισμένους από τους ενωσιακούς παραγωγούς από την εκτίμηση της ζημίας.

(5)

Το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης ότι η Επιτροπή δεν προσκόμισε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία όσον αφορά τις προσαρμογές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της ανάλυσης της υποτιμολόγησης.

(6)

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Επιτροπή προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγόντων και παρέβη την υποχρέωσή της να κοινοποιήσει τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις ουσιώδεις εκτιμήσεις ή τις λεπτομέρειες στα οποία αυτά στηρίζονται. Ειδικότερα, η Επιτροπή δεν κοινοποίησε πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία στα οποία βασίζονταν, αφενός, οι δείκτες κατανάλωσης και ζημίας και, αφετέρου, η ανάλυση της υποτιμολόγησης και οι προσαρμογές που έγιναν μετά τις παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων μερών επί του εγγράφου κοινοποίησης γενικών συμπερασμάτων.

1.2.   Εκτέλεση της απόφασης

(7)

Το άρθρο 266 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι τα θεσμικά όργανα οφείλουν να λαμβάνουν τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση των αποφάσεων των Δικαστηρίων της Ένωσης. Σε περίπτωση ακύρωσης πράξης που εκδόθηκε από τα θεσμικά όργανα στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας, όπως οι γενικές έρευνες διασφάλισης δυνάμει του κανονισμού ΣΓΠ, η συμμόρφωση προς την απόφαση του Δικαστηρίου της Ένωσης συνίσταται στην αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης από νέα πράξη, στην οποία έχει εξαλειφθεί η παρανομία που επισήμανε το Δικαστήριο (3).

(8)

Σύμφωνα με τη νομολογία, η διαδικασία αντικατάστασης της ακυρωθείσας πράξης μπορεί να επαναλαμβάνεται από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία (4). Αυτό συνεπάγεται ειδικότερα ότι, σε περίπτωση ακύρωσης πράξης με την οποία περατώνεται μια διοικητική διαδικασία, η εν λόγω ακύρωση δεν επηρεάζει αναγκαστικά τις προπαρασκευαστικές πράξεις, όπως, εν προκειμένη περιπτώσει, την έναρξη της διαδικασίας διασφάλισης. Μια κατάσταση όπου, για παράδειγμα, ακυρώνεται κανονισμός για την επιβολή γενικών μέτρων διασφάλισης δυνάμει του κανονισμού ΣΓΠ με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανέφερε τους δασμούς του κοινού δασμολογίου στις εισαγωγές για περίοδο τριών ετών, σημαίνει ότι, μετά την ακύρωση, η διαδικασία διασφάλισης εξακολουθεί να εκκρεμεί, διότι η πράξη με την οποία περατώθηκε η διαδικασία διασφάλισης έχει εξαφανιστεί από την ενωσιακή έννομη τάξη (5), εκτός εάν η παρανομία συνέβη κατά το στάδιο της έναρξης.

(9)

Στην παρούσα υπόθεση, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό για τους λόγους που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 4 έως 6.

(10)

Μετά την έκδοση της απόφασης, η Επιτροπή αποφάσισε, στις 19 Ιανουαρίου 2023, με ανακοίνωση (στο εξής: ανακοίνωση επανέναρξης) (6), να κινήσει εκ νέου την έρευνα και να τη συνεχίσει από το σημείο στο οποίο σημειώθηκε η παρατυπία.

(11)

Όπως εξηγείται στην ανακοίνωση επανέναρξης, σκοπός της επανέναρξης της αρχικής έρευνας ήταν η πλήρης αντιμετώπιση των σφαλμάτων που εντόπισε το Γενικό Δικαστήριο και η αξιολόγηση του κατά πόσον η εφαρμογή των κανόνων, όπως διευκρινίστηκε από το Γενικό Δικαστήριο, δικαιολογεί την εκ νέου επιβολή των μέτρων, γεγονός που θα οδηγούσε στην επαναφορά των δασμών του κοινού δασμολογίου στις εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης που υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 1006 30 27, 1006 30 48, 1006 30 67 και 1006 30 98, ακολουθούμενη από σταδιακή μείωση του εφαρμοστέου δασμολογικού συντελεστή, για την αρχική περίοδο των 3 ετών, δηλαδή μεταξύ της 18ης Ιανουαρίου 2019 και της 18ης Ιανουαρίου 2022.

(12)

Ταυτόχρονα με τη δημοσίευση της ανακοίνωσης επανέναρξης, σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2023/132 της Επιτροπής (7), η Επιτροπή έδωσε εντολή στις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναμείνουν το αποτέλεσμα της επανεξέτασης προτού αποφασίσουν σχετικά με οποιαδήποτε αίτηση επιστροφής δασμών που ακυρώθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο και να αναστείλουν τυχόν αιτήσεις επιστροφής των ακυρωθέντων δασμών έως ότου δημοσιευθεί το αποτέλεσμα της επανεξέτασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(13)

Η Επιτροπή ενημέρωσε τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με την επανέναρξη της διαδικασίας.

1.3.   Παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων μερών κατά την επανεξέταση

(14)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από ένα ενδιαφερόμενο μέρος (8).

(15)

Η Coceral εξέφρασε την ικανοποίησή της για την επανέναρξη της έρευνας σχετικά με τις εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης. Ταυτόχρονα, επανέλαβε τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας που οδήγησε στην έκδοση του επίδικου κανονισμού και επισήμανε περαιτέρω ότι ο επίδικος κανονισμός δεν παρείχε πλήρη εικόνα της αγοράς εμπορίου ρυζιού.

(16)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ορισμένοι από τους ισχυρισμούς της Coceral αναφέρονταν στην παρωχημένη ανάλυση του επίδικου κανονισμού και δεν ήταν πλέον λυσιτελείς ή είχαν ήδη εξεταστεί στον επίδικο κανονισμό από την Επιτροπή. Τα πορίσματα του επίδικου κανονισμού, τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν, ή αμφισβητήθηκαν αλλά απορρίφθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο, ή δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο και δεν επηρεάστηκαν από τα σφάλματα που διαπιστώθηκαν στην απόφαση, εξακολουθούν να ισχύουν πλήρως (9).

1.4.   Κοινοποίηση

(17)

Στις 20 Δεκεμβρίου 2023 η Επιτροπή ενημέρωσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τα ανωτέρω ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και την εξέταση βάσει των οποίων σκόπευε να προτείνει την εκ νέου επιβολή μέτρων διασφάλισης για το ρύζι Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας για την περίοδο από 18 Ιανουαρίου 2019 έως 18 Ιανουαρίου 2022.

(18)

Σε όλα τα μέρη δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας μπορούσαν να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων. Παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων ελήφθησαν από την Cambodia Rice Federation (στο εξής: CRF).

(19)

Στη συνέχεια, στις 11 Ιανουαρίου 2024 παρασχέθηκε περαιτέρω διευκρίνιση στην CRF σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού του όγκου των συνολικών πωλήσεων της Ένωσης. Η CRF δεν υπέβαλε περαιτέρω παρατηρήσεις σχετικά με τη διευκρίνιση.

(20)

Οι παρατηρήσεις που υπέβαλε η CRF εξετάστηκαν και, όπου κρίθηκε ενδεδειγμένο, ελήφθησαν υπόψη στον παρόντα κανονισμό.

2.   ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΝΤΟΠΙΣΕ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

2.1.   Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές ή άμεσα ανταγωνιστικό προϊόν

(21)

Το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε (10) ότι το λευκασμένο ή ημιλευκασμένο ρύζι Indica από αναποφλοίωτο ρύζι, είτε εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση είτε παράγεται εντός της Ένωσης, έχει πανομοιότυπα φυσικά, τεχνικά και χημικά χαρακτηριστικά. Και τα δύο χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς, υποβάλλονται σε επεξεργασία από τους ίδιους φορείς εκμετάλλευσης, διανέμονται μέσω παρόμοιων διαύλων και ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Επιπλέον, οι καταναλωτές γενικά δεν κάνουν διάκριση μεταξύ ενωσιακών και εισαγόμενων προϊόντων, δίνοντας έμφαση στην ισοδυναμία του ρυζιού που παράγεται στην Ένωση και του εισαγόμενου ρυζιού. Η εναλλαξιμότητα αυτών των τύπων ρυζιού, η οποία αναγνωρίζεται από τις μονάδες αποφλοίωσης, αναδεικνύει την ταυτότητά τους ανεξάρτητα από την καταγωγή τους. Κατά συνέπεια, κατά το Γενικό Δικαστήριο, ανεξαρτήτως της καταγωγής της πρώτης ύλης από την οποία μεταποιήθηκε, το λευκασμένο ή ημιλευκασμένο ρύζι Indica που παράγεται στην Ένωση πρέπει να χαρακτηρίζεται ως ομοειδές ή άμεσα ανταγωνιστικό προϊόν του λευκασμένου ή ημιλευκασμένου ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης.

(22)

Επομένως, λαμβάνοντας υπόψη τη διαπίστωση αυτή, η Επιτροπή έκρινε ότι το λευκασμένο ή ημιλευκασμένο ρύζι Indica που παράγεται στην Ένωση είναι ομοειδές ή άμεσα ανταγωνιστικό με το υπό εξέταση προϊόν, ανεξαρτήτως της καταγωγής της πρώτης ύλης από την οποία μεταποιήθηκε.

(23)

Σύμφωνα με την απόφαση, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι τόσο το παραγόμενο στην Ένωση όσο και το εισαγόμενο λευκασμένο ή ημιλευκασμένο ρύζι Indica έχουν πράγματι τα ίδια βασικά φυσικά, τεχνικά και χημικά χαρακτηριστικά. Έχουν τις ίδιες χρήσεις και πωλούνται μέσω παρεμφερών ή όμοιων διαύλων πωλήσεων, στην ίδια κατηγορία πελατών. Οι εν λόγω πελάτες είναι είτε έμποροι λιανικής πώλησης είτε μεταποιητές στην Ένωση. Το υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές και άμεσα ανταγωνιστικό προϊόν αναφέρονται από κοινού ως το υπό εξέταση προϊόν.

2.2.   Ορισμός του κλάδου παραγωγής της Ένωσης

(24)

Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον περιόρισε αυθαιρέτως το πεδίο της έρευνάς της, που αφορά την προκληθείσα στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ζημία, μόνο στις μονάδες αποφλοίωσης λευκασμένου ή ημιλευκασμένου ρυζιού Indica που προέρχεται, κατόπιν μεταποίησης, από αναποφλοίωτο ρύζι (ρύζι paddy), το οποίο καλλιεργείται ή συγκομίζεται εντός της Ένωσης (11).

(25)

Ως εκ τούτου, στην επανεκτίμησή της και υπό το πρίσμα των πορισμάτων του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή έκρινε ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αποτελείται από όλες τις μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού Indica της Ένωσης, ανεξάρτητα από την προέλευση της πρώτης ύλης από την οποία μεταποιήθηκε.

(26)

Εν ολίγοις, για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας, η Επιτροπή όρισε τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ως τις μονάδες αποφλοίωσης ή μεταποίησης αναποφλοίωτου ή αποφλοιωμένου ρυζιού Indica στην Ένωση.

(27)

Υπό το πρίσμα του τροποποιημένου ορισμού του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 25, και προκειμένου να συγκεντρωθούν οι πρόσθετες πληροφορίες που κρίθηκαν αναγκαίες για τη διενέργεια εις βάθος επανεξέτασης της οικονομικής και/ή χρηματοοικονομικής κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, η Επιτροπή δρομολόγησε νέα διαδικασία δειγματοληψίας για τους ενωσιακούς παραγωγούς (στο εξής: μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού).

(28)

Η Επιτροπή κάλεσε άμεσα ή έμμεσα (μέσω της ένωσης μονάδων αποφλοίωσης) όλες τις γνωστές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού στην Ένωση να συμμετάσχουν στη διαδικασία δειγματοληψίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχαν εξαιρεθεί από το δείγμα στον επίδικο κανονισμό, διότι μεταποιούσαν μόνο εισαγόμενο αναποφλοίωτο ή αποφλοιωμένο ρύζι καταγωγής τρίτης χώρας.

(29)

Κανένας πρόσθετος ενωσιακός παραγωγός δεν απάντησε στη διαδικασία δειγματοληψίας εντός της προθεσμίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε το αρχικό δείγμα το οποίο περιλάμβανε τις ακόλουθες εταιρείες: Herba Riceamills, S.L. Ebro Foods, Riso Scotti SpA, Riso Viazzo, και Riso Ticino. Κανένα μέρος δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με το σημείωμα που επιβεβαιώνει το δείγμα (12). Το 2017 οι τέσσερις παραγωγοί στην Ένωση που συνεργάστηκαν πλήρως στην έρευνα παρήγαγαν περίπου 165 000 τόνους λευκασμένου και ημιλευκασμένου ρυζιού Indica, ποσότητα που αντιπροσωπεύει το 17,5 % της συνολικής εκτιμώμενης ενωσιακής παραγωγής ρυζιού Indica (περίπου 944 000 τόνοι). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεώρησε το εν λόγω δείγμα αντιπροσωπευτικό.

(30)

Για να συγκεντρώσει τα ελλείποντα στοιχεία σχετικά με την πρώτη ύλη καταγωγής τρίτης χώρας (αναποφλοίωτο ή αποφλοιωμένο ρύζι), η Επιτροπή εξέδωσε αναθεωρημένο ερωτηματολόγιο προς τις μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού του δείγματος. Ενώ ορισμένες μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού απάντησαν υποβάλλοντας το επικαιροποιημένο ερωτηματολόγιο, άλλες επιβεβαίωσαν τις πληροφορίες που είχαν παρασχεθεί προηγουμένως κατά την αρχική έρευνα.

(31)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν εφάρμοσε επαρκώς την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τον καθορισμό αντιπροσωπευτικού δείγματος των ενωσιακών παραγωγών, και συγκεκριμένα ότι δεν κατέβαλε επαρκείς προσπάθειες για να επικοινωνήσει με τους ενωσιακούς παραγωγούς. Ως εκ τούτου, κατά την CRF, η συνολική αξιολόγηση της οικονομικής και/ή χρηματοπιστωτικής κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής από την Επιτροπή, στο μέτρο που αφορά μικροοικονομικά στοιχεία και πορίσματα σχετικά με τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος, εξακολουθούσε να πάσχει.

(32)

Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς. Σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αποτελούνταν από όλες τις μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού Indica της Ένωσης, ανεξάρτητα από την προέλευση της πρώτης ύλης από την οποία μεταποιήθηκε. Στην ανακοίνωση επανέναρξης, η Επιτροπή κατέστησε σαφές ότι η αρχική έρευνα άρχισε εκ νέου από το σημείο στο οποίο σημειώθηκε η παρατυπία και κάλεσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να παρουσιαστούν, να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους, να υποβάλουν πληροφορίες και να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με ζητήματα που αφορούν την επανέναρξη της έρευνας.

(33)

Μετά την επανέναρξη της έρευνας, στις 15 Φεβρουαρίου 2023 η Επιτροπή κάλεσε τις μονάδες αποφλοίωσης του δείγματος που έλαβαν μέρος στην αρχική έρευνα να αναθεωρήσουν τις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιο και να υποβάλουν τα σχετικά στοιχεία για την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος, ανεξάρτητα από το αν το ρύζι indica που χρησιμοποιήθηκε εισήχθη ή καλλιεργήθηκε στην ΕΕ (t23.000906). Η Επιτροπή επισήμανε ότι, ως άμεση συνέπεια της επανέναρξης, το ερωτηματολόγιο που είχε υποβληθεί προηγουμένως έπρεπε να επικαιροποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη «το ρύζι Indica που παράγεται με βάση το ρύζι, ανεξάρτητα από το αν το χρησιμοποιούμενο ρύζι έχει εισαχθεί ή καλλιεργηθεί στην ΕΕ».

(34)

Επιπλέον, η Επιτροπή προσπάθησε να προσεγγίσει όλες τις γνωστές και άγνωστες μονάδες αποφλοίωσης που παράγουν ρύζι indica. Ειδικότερα, η Επιτροπή επικοινώνησε απευθείας με τις γνωστές μονάδες αποφλοίωσης που βρίσκονται στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία (που κυρίως μεταποιούν εισαγόμενο αποφλοιωμένο/αναποφλοίωτο ρύζι), με τις εθνικές ενώσεις επιχειρήσεων αποφλοίωσης της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας και με τη Federation of European Rice Millers (Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού), ζητώντας από τις ενώσεις να ενημερώσουν τα μέλη τους σχετικά με τη νέα διαδικασία δειγματοληψίας και να τα ενθαρρύνει να συμμετάσχουν. Πρέπει να υπενθυμιστεί, όπως αναφέρεται στη συνοδευτική επιστολή της 17ης Φεβρουαρίου 2023 (t23.000887) που εστάλη στα δυνητικά ενδιαφερόμενα μέρη, ότι σκοπός της Επιτροπής ήταν να διορθώσει το σφάλμα που διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο (περιορίζοντας το πεδίο της έρευνας μόνο στις μονάδες αποφλοίωσης λευκασμένου ή ημιλευκασμένου ρυζιού Indica που μεταποιήθηκε από αναποφλοίωτο ρύζι που καλλιεργείται ή συγκομίζεται στην ΕΕ) και, ως εκ τούτου, να διευρύνει το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών και όχι απλώς να αντικαταστήσει τις εταιρείες του δείγματος που είχαν ήδη επιλεγεί στην αρχική έρευνα.

(35)

Δεδομένων όλων των ενεργειών της Επιτροπής, όπως περιγράφονται ανωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό της CRF ότι δεν κατέβαλε επαρκείς προσπάθειες για να προσεγγίσει τις μονάδες αποφλοίωσης της Ένωσης.

(36)

Η CRF ισχυρίστηκε επίσης ότι οι εταιρείες δεν διέθεταν πλέον αξιόπιστα αρχεία, ιδίως όχι των συγκεκριμένων στοιχείων που ζήτησε η Επιτροπή, ώστε να είναι σε θέση να απαντήσουν με ακρίβεια στο ερωτηματολόγιο και ότι η ανησυχία αυτή σήμαινε ότι τα επικαιροποιημένα στοιχεία των υφιστάμενων ενωσιακών παραγωγών του δείγματος δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστα.

(37)

Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό ως αβάσιμο. Κανένας από τους ενωσιακούς παραγωγούς δεν επικαλέστηκε δυσκολίες στην παροχή πρόσθετων στοιχείων λόγω του χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε μεταξύ του χρόνου υποβολής της αίτησης και της περιόδου που εξετάζεται στο ερωτηματολόγιο. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τον μη εμπιστευτικό φάκελο, οι μονάδες αποφλοίωσης του δείγματος ήταν σε θέση να υποβάλουν εκ νέου αναθεωρημένο ερωτηματολόγιο, κατά περίπτωση, μεταξύ άλλων με στοιχεία σχετικά με τις ποσότητες που παρήχθησαν από εισαγόμενο αποφλοιωμένο και αναποφλοίωτο ρύζι.

(38)

Η CRF ισχυρίστηκε ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής ήταν μη συνεργάσιμος, καθώς μόνο το 17,5 % του ενωσιακού κλάδου παραγωγής συνεργάστηκε, και ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε καταλήξει στο κατάλληλο συμπέρασμα και να περατώσει την έρευνα.

(39)

Σε απάντηση στον ισχυρισμό αυτό, η Επιτροπή ανέφερε ότι, στο πλαίσιο ενός κατακερματισμένου κλάδου παραγωγής, έκρινε ότι ένα δείγμα αποτελούμενο από το 17,5 % της συνολικής ενωσιακής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος θεωρήθηκε επαρκώς αντιπροσωπευτικό ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα όσον αφορά τους μικροοικονομικούς δείκτες του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, δεν υπάρχει διάταξη στον κανονισμό ΣΓΠ ή στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1083/2013 της Επιτροπής (13) σχετικά με τους διαδικαστικούς κανόνες που καθορίζουν συγκεκριμένο επίπεδο αντιπροσωπευτικότητας του δείγματος. Επιπλέον, τρεις από τις τέσσερις μονάδες αποφλοίωσης του δείγματος επεξεργάστηκαν αναποφλοίωτο/αποφλοιωμένο ρύζι που δεν προέρχεται από την ΕΕ. Ο όγκος της παραγωγής ρυζιού καταγωγής εκτός ΕΕ αυξήθηκε με την πάροδο του χρόνου με κορύφωση στο 40 % του συνολικού δείγματος. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

(40)

Η CRF ισχυρίστηκε ότι η σειρά με την οποία η Επιτροπή επικοινώνησε με τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά τη διενέργεια της διαδικασίας δειγματοληψίας κατέστησε τη διαδικασία μεροληπτική έναντι των εταιρειών που περιλαμβάνονταν ήδη στο δείγμα της αρχικής έρευνας και, ως εκ τούτου, κατέστησε άκυρη τη νέα διαδικασία δειγματοληψίας.

(41)

Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς. Πρώτον, η ανακοίνωση επανέναρξης κάλεσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους και να παράσχουν πληροφορίες στην Επιτροπή. Δεύτερον, η σειρά αποστολής επιστολών δεν είχε σημασία για την απόφαση σχετικά με τη δειγματοληψία των ενωσιακών παραγωγών. Αυτό τονίζεται από το γεγονός ότι οι επιστολές που απεστάλησαν ήταν τυποποιημένες επιστολές με τις οποίες τα μέρη καλούνταν να συνεργαστούν και να υποβάλουν στοιχεία. Τρίτον, η απόφαση σχετικά με το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών ελήφθη στις 8 Μαρτίου 2023, πολύ αφότου υπήρξε επικοινωνία με τους δυνητικούς ενωσιακούς παραγωγούς και τις ενώσεις τους και τους ζητήθηκε να συνεργαστούν. Υπό την έννοια αυτή, η απόφαση δειγματοληψίας ελήφθη μόλις όλα τα δυνητικά ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για την επανέναρξη και τους δόθηκε η δυνατότητα να εκφράσουν την πρόθεσή τους να συνεργαστούν στην έρευνα.

(42)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς της CRF σχετικά με το δείγμα των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού indica.

3.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΩΣΙΑΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(43)

Σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού ΣΓΠ, η ύπαρξη σοβαρών δυσκολιών θα πρέπει να διαπιστώνεται όταν οι ενωσιακοί παραγωγοί αντιμετωπίζουν επιδείνωση των οικονομικών και/ή χρηματοοικονομικών τους συνθηκών. Κατά την εξέταση της ύπαρξης ή μη μιας τέτοιας επιδείνωσης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 23 του κανονισμού ΣΓΠ, εφόσον υπάρχουν τέτοιες πληροφορίες. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εξέτασε τα σχετικά στοιχεία προκειμένου να διαπιστώσει αν οι μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού αντιμετώπιζαν σοβαρές δυσκολίες.

3.1.   Ύπαρξη σοβαρών δυσκολιών

3.1.1.   Ενωσιακή κατανάλωση

(44)

Η Επιτροπή προσδιόρισε την ενωσιακή κατανάλωση χρησιμοποιώντας στοιχεία που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη και στατιστικές εισαγωγών που διατίθενται μέσω της Eurostat. Αναγνωρίζοντας τον υψηλό κατακερματισμό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και την απουσία συγκεντρωτικών δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με την κατανάλωση λευκασμένου ρυζιού, η Επιτροπή επέλεξε τη «μεθοδολογία ισολογισμού» (14). Η μεθοδολογία αυτή χρησιμοποιείται εδώ και αρκετά χρόνια από τη Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης για την εκτίμηση της ενωσιακής κατανάλωσης όχι μόνο για το ρύζι, αλλά και για όλα τα σιτηρά και τους ελαιούχους σπόρους.

(45)

Με βάση τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, η ενωσιακή κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος εκφρασμένη σε ισοδύναμο αλεσμένου ρυζιού, η οποία εκτιμήθηκε κατά την περίοδο έρευνας για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-28) (15), εξελίχθηκε ως εξής:

Πίνακας 1

Κατανάλωση (τόνοι)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Κατανάλωση

1 502 020

1 583 957

1 589 263

1 628 824

1 564 224

Δείκτης

100

105

106

108

104

Πηγή:

Υποβολές των κρατών μελών της ΕΕ, και Eurostat (Αριθμός αναφοράς t23.005068 για τον ανοικτό φάκελο προσβάσιμο μόνο για τα ενδιαφερόμενα μέρη).

(46)

Η κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση παρουσίασε κάποιες διακυμάνσεις κατά την περίοδο της έρευνας. Η κατανάλωση κορυφώθηκε την ΠΕ2015, όταν ήταν κατά 8 % υψηλότερη από ό,τι στην αρχή της περιόδου. Η κατανάλωση μειώθηκε κατά 4 % μεταξύ της ΠΕ2015 και της ΠΕ2016. Παρά την εν λόγω διακύμανση, η κατανάλωση αυξήθηκε συνολικά κατά 4 % κατά την περίοδο της έρευνας.

3.1.2.   Αύξηση των εισαγωγών από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία και αντίστοιχο μερίδιο αγοράς τους

(47)

Η Επιτροπή διερεύνησε κατά πόσον το υπό εξέταση προϊόν εισάγεται σε όγκο και/ή σε τιμές που προκαλούν ή απειλούν να προκαλέσουν σοβαρές δυσκολίες στους ενωσιακούς παραγωγούς ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ανέλυσε τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο έρευνας (16). Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει την εξέλιξη των εισαγωγών.

Πίνακας 2

Όγκος εισαγωγών και παραγωγή της Ένωσης (τόνοι)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Όγκος εισαγωγών από την Καμπότζη

163 786

224 426

248 912

298 717

253 867

Δείκτης

100

137

152

182

155

Όγκος εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία

2 075

28 666

52 689

35 958

62 808

Δείκτης

100

1 381

2 539

1 733

3 027

Σύνολο εισαγωγών από Καμπότζη & Μιανμάρ/Βιρμανία

165 861

253 091

301 601

334 675

316 675

Δείκτης

100

153

182

202

191

Εκτιμώμενη παραγωγή της Ένωσης (17)

1 111 772

1 119 099

1 029 042

1 057 764

944 271

Δείκτης

100

101

93

95

85

Σύνολο εισαγωγών από την Καμπότζη/Εκτιμ. ενωσιακή παραγωγή

15  %

20  %

24  %

28  %

27  %

Σύνολο εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία/Εκτιμ. ενωσιακή παραγωγή

0  %

3  %

5  %

4  %

7  %

Σύνολο εισαγωγών από Καμπότζη & Μιανμάρ/Βιρμανία/Εκτιμ. ενωσιακή παραγωγή

15  %

23  %

29  %

32  %

34  %

Πηγή:

Eurostat [σε ισοδύναμο αλεσμένου προϊόντος — Το ισοδύναμο αλεσμένου προϊόντος είναι το αποτέλεσμα της μετατροπής μιας ποσότητας αναποφλοίωτου, αποφλοιωμένου ή ημιλευκασμένου ρυζιού σε αντίστοιχη ποσότητα λευκασμένου ρυζιού. Οι τιμές μετατροπής καθορίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1312/2008 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2008 (ΕΕ L 344 της 20.12.2008, σ. 56)].

(48)

Ο όγκος των εισαγωγών από την Καμπότζη αυξήθηκε κατά την περίοδο έρευνας από περίπου 164 000 τόνους σε περίπου 254 000 τόνους. Αυξήθηκαν σημαντικά έως την ΠΕ2015 και στη συνέχεια μειώθηκαν ελαφρά, γεγονός που συνέπεσε με τη μείωση της κατανάλωσης κατά την ΠΕ2016. Παρά τη μείωση, οι εισαγωγές από την Καμπότζη παρέμειναν κατά 55 % υψηλότερες από ό,τι κατά την ΠΕ2012.

(49)

Όσον αφορά τις εισαγωγές από τη Μιανμάρ/Βιρμανία, αυξήθηκαν επίσης σημαντικά κατά την περίοδο έρευνας από περίπου 2 000 τόνους σε περίπου 63 000 τόνους. Ωστόσο, παρέμειναν σε χαμηλότερο επίπεδο σε σύγκριση με την Καμπότζη. Σημείωσαν σημαντική αύξηση στις ΠΕ2013 και ΠΕ2014 και, στη συνέχεια, ελαφρά μείωση στην ΠΕ2015, ενώ αυξήθηκαν απότομα ξανά την ΠΕ2016, σημειώνοντας αξιοσημείωτη τριακονταπλάσια αύξηση σε σύγκριση με την αρχή της περιόδου.

(50)

Οι εισαγωγές από την Καμπότζη αύξησαν το μερίδιό τους στην εκτιμώμενη ενωσιακή παραγωγή από 15 % την ΠΕ2012 σε 27 % την ΠΕ2016, με αποτέλεσμα να κερδίσουν 12 ποσοστιαίες μονάδες. Οι εισαγωγές από τη Μιανμάρ/Βιρμανία αύξησαν το μερίδιό τους στην εκτιμώμενη ενωσιακή παραγωγή από σχεδόν μηδέν την ΠΕ2012 σε 7 % την ΠΕ2016. Και οι δύο χώρες παρουσίασαν αυξημένες τάσεις, ενώ η εκτιμώμενη ενωσιακή παραγωγή σημείωσε αξιοσημείωτη μείωση κατά 15 %. Οι εισαγωγές από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία αύξησαν το μερίδιο αγοράς τους από 15 % την ΠΕ2012 σε 34 % την ΠΕ2016, ενώ η εκτιμώμενη παραγωγή της Ένωσης σημείωσε αξιοσημείωτη μείωση.

(51)

Οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος, σε σύγκριση με τις συνολικές εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση, εξελίχθηκαν ως εξής:

Πίνακας 3

Όγκος και μερίδιο εισαγωγών (τόνοι)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Όγκος εισαγωγών από την Καμπότζη

163 786

224 426

248 912

298 717

253 867

Όγκος εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία

2 075

28 666

52 689

35 958

62 808

Όγκος εισαγωγών από τις οικείες χώρες

165 861

253 091

301 601

334 675

316 675

Όγκος συνολικών εισαγωγών

430 096

531 014

596 774

630 416

632 277

Μερίδιο των εισαγωγών από την Καμπότζη

38  %

42  %

42  %

47  %

40  %

Δείκτης

100

111

110

124

105

Μερίδιο των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία

0,5  %

6  %

9  %

6  %

10  %

Δείκτης

100

1 119

1 830

1 182

2 059

Μερίδιο εισαγωγών από τις οικείες χώρες

39  %

48  %

51  %

53  %

50  %

Δείκτης

100

124

131

138

130

Πηγή:

Eurostat (σε ισοδύναμο αλεσμένου προϊόντος)

(52)

Το μερίδιο εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την Καμπότζη αυξήθηκε κατά 5 % κατά την περίοδο της έρευνας από 38 % σε 40 %, με κορύφωση στο 47 % την ΠΕ2015.

(53)

Το μερίδιο εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τη Μιανμάρ/Βιρμανία εικοσαπλασιάστηκε κατά την περίοδο της έρευνας από 0,5 % σε 10 % την ΠΕ2016.

(54)

Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία, εκφρασμένο ως ποσοστό επί της συνολικής κατανάλωσης της Ένωσης (βλέπε αιτιολογική σκέψη 45), εξελίχθηκε ως εξής:

Πίνακας 4

Μερίδιο αγοράς

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την Καμπότζη

10,9  %

14,2  %

15,7  %

18,3  %

16,2  %

Δείκτης

100

130

144

168

149

Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία

0,1  %

1,8  %

3,3  %

2,2  %

4,0  %

Δείκτης

100

1 310

2 400

1 598

2 907

Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις οικείες χώρες

11,0  %

16,0  %

19,0  %

20,5  %

20,2  %

Δείκτης

100

145

172

186

183

Πηγή:

Υποβολές των κρατών μελών της ΕΕ, και Eurostat.

(55)

Η Καμπότζη αύξησε το μερίδιο αγοράς της από 10,9 % σε 16,2 %, ενώ το μερίδιο αγοράς της Μιανμάρ/Βιρμανίας αυξήθηκε από 0,1 % σε 4 %. Το συνδυασμένο μερίδιο αγοράς σχεδόν διπλασιάστηκε κατά την περίοδο έρευνας, από 11 % σε 20,2 %, και παρέμεινε σταθερά υψηλό προς το τέλος της περιόδου έρευνας.

3.1.3.   Τιμές εισαγωγής

(56)

Η εξέλιξη της μέσης τιμής (τιμή CIF στα σύνορα της ΕΕ) του προϊόντος που εισάγεται από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία δείχνει τις ακόλουθες τάσεις:

Πίνακας 5

Τιμές εισαγωγής (σε EUR/τόνο)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Τιμή Καμπότζης (EUR/τόνο)

588,4

512,9

562,6

547,4

552,2

Δείκτης

100

87

96

93

94

Τιμή Μιανμάρ/Βιρμανίας (EUR/τόνο)

420,0

366,5

414,7

410,1

405,4

Δείκτης

100

87

99

98

97

Σταθμισμένη μέση τιμή των οικείων χωρών (EUR/τόνο)

586,3

496,3

536,7

532,6

523,1

Δείκτης

100

85

92

91

89

Πηγή:

Eurostat.

(57)

Η τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Καμπότζης μειώθηκε κατά 6 % κατά την περίοδο της έρευνας, ενώ η τιμή εισαγωγής καταγωγής Μιανμάρ/Βιρμανίας μειώθηκε κατά 3 % κατά την ίδια περίοδο. Οι τιμές εισαγωγής από τη Μιανμάρ/Βιρμανία παρέμειναν σταθερά χαμηλότερες από εκείνες της Καμπότζης. Η συνδυασμένη μέση σταθμισμένη τιμή εισαγωγής μειώθηκε κατά 11 % κατά την περίοδο της έρευνας.

(58)

Η τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος ήταν χαμηλότερη από την ενωσιακή τιμή πώλησης του ομοειδούς και άμεσα ανταγωνιστικού προϊόντος καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής από την Καμπότζη και της τιμής πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε από 17 % κατά την ΠΕ2012 σε 30 % την ΠΕ2016, ενώ η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής της Μιανμάρ/Βιρμανίας και της τιμής πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε από 41 % το 2012 σε 49 % την ΠΕ2016. Δεδομένου ότι, σε γενικές γραμμές, οι καταναλωτές δεν κάνουν καμία διάκριση μεταξύ των διαφόρων προελεύσεων του ρυζιού Indica, η διαφορά τιμής μεταξύ των τιμών της Καμπότζης και της Μιανμάρ/Βιρμανίας και των τιμών των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού (βλέπε αιτιολογική σκέψη 98) είναι αρκετά σημαντική, με αποτέλεσμα οι εισαγωγές από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία να ασκούν πίεση στις τιμές της Ένωσης.

(59)

Συμπερασματικά, οι εισαγωγές από την Καμπότζη αυξήθηκαν σημαντικά σε απόλυτες τιμές (55 %, βλέπε αιτιολογική σκέψη 47), καθώς και σε όρους μεριδίου αγοράς +5,3 ποσοστιαίες μονάδες (από 10,9 % στο 16,2 % — βλέπε αιτιολογική σκέψη 54) κατά την περίοδο της έρευνας. Ακόμη και αν ο όγκος εισαγωγών (βλέπε αιτιολογική σκέψη 51) μειώθηκε κατά την ΠΕ2016 σε σύγκριση με την ΠΕ2015 (από 298 717 τόνους σε 253 867 τόνους), παρέμεινε σημαντικά υψηλότερος από τον όγκο των εισαγωγών στην αρχή της περιόδου έρευνας (163 786 τόνοι). Επιπλέον, η τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος μειώθηκε σημαντικά από 588,4 σε 552,2 EUR/τόνο (βλέπε πίνακα 5 στην αιτιολογική σκέψη 56) κατά την περίοδο της έρευνας. Αυτή η τιμή εισαγωγής ήταν χαμηλότερη τόσο από την τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής όσο και από το κόστος παραγωγής του καθ’ όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου (βλέπε αιτιολογική σκέψη 78). Ως εκ τούτου, όσον αφορά τους υψηλούς όγκους και τιμές, οι εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης άσκησαν πίεση στις οικονομικές επιδόσεις των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού κατά την περίοδο της έρευνας.

(60)

Οι εισαγωγές από τη Μιανμάρ/Βιρμανία αυξήθηκαν εκθετικά σε απόλυτες τιμές (3 027 %, βλέπε αιτιολογική σκέψη 47), καθώς και σε όρους μεριδίου αγοράς +3,9 ποσοστιαίες μονάδες (από 0,1 % στο 4,0 % — βλέπε αιτιολογική σκέψη 54) κατά την περίοδο της έρευνας. Ακόμη και αν ο όγκος εισαγωγών (αιτιολογική σκέψη 51) μειώθηκε ελαφρά κατά την ΠΕ2015 σε σύγκριση με την ΠΕ2014 (από 52 689 τόνους σε 35 958 τόνους), επιταχύνθηκε ξανά κατά την ΠΕ2016 με 62 808 τόνους, 30 φορές υψηλότερος από τον όγκο των εισαγωγών στην αρχή της περιόδου έρευνας (2 075 τόνοι). Επιπλέον, η τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος μειώθηκε από 428,8 σε 413,9 EUR/τόνο (βλέπε πίνακα 5 στην αιτιολογική σκέψη 56) κατά την περίοδο της έρευνας. Επίσης, η τιμή εισαγωγής από τη Μιανμάρ/Βιρμανία ήταν σημαντικά χαμηλότερη τόσο από την τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής όσο και από το κόστος παραγωγής του καθ’ όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου (βλέπε αιτιολογική σκέψη 78), ακόμα χαμηλότερη από την τιμή εισαγωγής από την Καμπότζη. Παρά τον χαμηλότερο όγκο εισαγωγών ρυζιού Indica καταγωγής Μιανμάρ/Βιρμανίας, δεδομένης της απότομης αύξησης, ασκήθηκε επίσης πίεση στις οικονομικές επιδόσεις των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού κατά την περίοδο της έρευνας.

(61)

Η ανάλυση είναι η ίδια όταν εξετάζονται από κοινού οι επιπτώσεις των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία και την Καμπότζη. Όσον αφορά τόσο τους όγκους όσο και τις τιμές, οι εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας άσκησαν πίεση στις οικονομικές επιδόσεις των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού κατά την περίοδο της έρευνας.

3.1.4.   Οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

(62)

Ορισμένοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων το μερίδιο αγοράς, η παραγωγή, οι εισαγωγές και οι τιμές εισαγωγής, προήλθαν από μακροστατιστικά στοιχεία, ενώ άλλοι (όπως η παραγωγή των μονάδων αποφλοίωσης του δείγματος, η παραγωγική ικανότητα και η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, οι τιμές πώλησης, το κόστος παραγωγής, η κερδοφορία, η απασχόληση και τα αποθέματα) βασίστηκαν σε απαντήσεις από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος μέσω ερωτηματολογίων.

3.1.5.   Μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

(63)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο όγκος πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής εξελίχθηκαν ως εξής:

Πίνακας 6

Ενωσιακή κατανάλωση και μερίδιο αγοράς

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Κατανάλωση

1 502 020

1 583 957

1 589 263

1 628 824

1 564 224

Δείκτης

100

105

106

108

104

Μερίδιο αγοράς

71,4  %

66,5  %

62,4  %

61,3  %

59,6  %

Δείκτης

100

93

88

86

83

Πηγή:

Στοιχεία που υπέβαλαν τα κράτη μέλη της ΕΕ, Eurostat και απαντήσεις των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος στα ερωτηματολόγια.

(64)

Παρά την αύξηση της ενωσιακής κατανάλωσης κατά 4 % μεταξύ της ΠΕ2012 και της ΠΕ2016, το μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκε σημαντικά από 71,4 % σε 59,6 % (-17 %). Ως εκ τούτου, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να επωφεληθεί πλήρως από την επέκταση της ενωσιακής κατανάλωσης έως την ΠΕ2015 και το μερίδιο αγοράς του μειώθηκε περαιτέρω την ΠΕ2016.

4.   ΠΑΡΑΓΩΓΗ

(65)

Η εκτιμώμενη ενωσιακή παραγωγή εξελίχθηκε ως εξής:

Πίνακας 7

Παραγωγή (σε ισοδύναμο αλεσμένου προϊόντος σε τόνους)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Χρησιμοποιήσιμη παραγωγή αναποφλοίωτου ρυζιού στην Ένωση

685 183

676 984

545 677

447 255

423 963

– Σπόροι ρυζιού

12 071

10 292

8 415

7 592

8 541

+ Εισαγωγές πρώτης ύλης (αναποφλοίωτη/αποφλοιωμένη)

440 153

454 852

493 894

619 786

530 946

– Εξαγωγές πρώτης ύλης (αναποφλοίωτη/αποφλοιωμένη)

1 493

2 445

2 115

1 686

2 098

Εκτιμώμενη ενωσιακή παραγωγή

1 111 772

1 119 099

1 029 042

1 057 764

944 271

Δείκτης

100

101

93

95

85

Πηγή:

Υποβολές των κρατών μελών της ΕΕ, και Eurostat.

(66)

Η εκτιμώμενη ενωσιακή παραγωγή κατά την περίοδο της έρευνας μειώθηκε σημαντικά, κατά 15 % σε σχετικούς όρους και κατά 167 501 τόνους σε απόλυτες τιμές, από 1 111 772 σε 944 271 τόνους.

(67)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ισχυρίστηκε ότι τα στοιχεία παραγωγής δεν λάμβαναν υπόψη τα αποθέματα αναποφλοίωτου και αποφλοιωμένου ρυζιού ούτε άλλες χρήσεις για το αναποφλοίωτο ή αποφλοιωμένο ρύζι και, ως εκ τούτου, η CRF αμφισβήτησε την αξιοπιστία των στοιχείων παραγωγής.

(68)

Πράγματι, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το απόθεμα κατά την εκτίμηση της ενωσιακής παραγωγής, όπως φαίνεται στον πίνακα 7. Ωστόσο, σκοπός της διαδικασίας αυτής δεν ήταν να καθοριστεί η ακριβής ποσότητα παραγωγής, αλλά να καταδειχθεί η τάση. Η αρνητική τάση που είναι ορατή στον πίνακα 7 επιβεβαιώνεται περαιτέρω από την εξέλιξη της ποσότητας παραγωγής που αναφέρθηκε από τον ενωσιακό παραγωγό του δείγματος, όπως φαίνεται στον πίνακα 8. Κατά την εκτίμησή της, η Επιτροπή θεώρησε ότι όλο το προϊόν που συγκομίστηκε κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης περιόδου εμπορίας αποφλοιώθηκε κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου· στον θεωρητικό αυτό υπολογισμό, το αρχικό και τελικό απόθεμα της πρώτης ύλης αφαιρέθηκαν αμοιβαία από την εξίσωση. Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η μεθοδολογία που εφαρμόζεται για την εκτίμηση της συνολικής ενωσιακής παραγωγής είναι κατάλληλη και ότι μια μικρή προσθήκη ή αφαίρεση των ποσοτήτων των αποθεμάτων της πρώτης ύλης που δεν έχουν υποστεί μεταποίηση εντός της περιόδου εμπορίας δεν θα είχε μεταβάλει την τάση παραγωγής της περιόδου.

(69)

Όσον αφορά την πιθανή αφαίρεση του αναποφλοίωτου ρυζιού για άλλες χρήσεις από την εκτιμώμενη παραγωγή, η Επιτροπή δεν γνώριζε άλλη πιθανή χρήση του αναποφλοίωτου ή αποφλοιωμένου ρυζιού πέραν των σπόρων που αφαίρεσε κατά τον υπολογισμό της. Επιπλέον, η CRF δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό της σχετικά με άλλες πιθανές χρήσεις και τον τρόπο με τον οποίο θα αλλοιώνονταν τα δεδομένα που χρησιμοποίησε η Επιτροπή. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

4.1.1.   Παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(70)

Η παραγωγική ικανότητα των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος για το υπό εξέταση προϊόν παρουσίασε επίσης πτωτική τάση. Μειώθηκε κατά 10 % κατά την περίοδο της έρευνας.

Πίνακας 8

Παραγωγή, παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Παραγωγική ικανότητα

304 231

304 231

304 231

304 231

304 231

Δείκτης

100

100

100

100

100

Παραγωγή

183 581

180 387

184 891

167 505

165 080

Δείκτης

100

98

101

91

90

Χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

60,3  %

59,3  %

60,8  %

55,1  %

54,3  %

Δείκτης

100

98

101

91

90

Πηγή:

Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος

(71)

Η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας για το υπό εξέταση προϊόν μειώθηκε από 60,3 % σε 54,3 %.

4.1.2.   Αποθέματα

(72)

Τα επίπεδα των αποθεμάτων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο ως εξής:

Πίνακας 9

Αποθέματα (σε τόνους)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Τελικό απόθεμα

12 378

10 989

15 299

10 138

20 002

Δείκτης

100

89

124

82

162

Παραγωγή

183 581

180 387

184 891

167 505

165 080

Τελικά αποθέματα ως ποσοστό της παραγωγής

7  %

6  %

8  %

6  %

12  %

Δείκτης

100

90

123

90

180

Πηγή:

Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος.

(73)

Τα τελικά αποθέματα, μολονότι παρουσίαζαν διακυμάνσεις, αυξήθηκαν κατά 62 % κατά την περίοδο της έρευνας, από 12 378 τόνους σε 20 002 τόνους. Ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να μειώσει τον όγκο των τελικών αποθεμάτων παρά την αυξανόμενη ζήτηση (βλέπε αιτιολογική σκέψη 45) έναντι των ανταγωνιστικών χαμηλών τιμών των εισαγωγών από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία. Τα τελικά αποθέματα, εκφρασμένα ως ποσοστό της παραγωγής, αυξήθηκαν επίσης κατά την περίοδο έρευνας κατά 80 %.

4.1.3.   Όγκος πωλήσεων

(74)

Ο όγκος πωλήσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο ως εξής:

Πίνακας 10

Όγκος παραγωγής (σε τόνους)

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Συνολικός όγκος πωλήσεων στην Ένωση

1 071 923

1 052 943

992 488

998 408

931 947

Δείκτης

100

98

93

93

87

Όγκος πωλήσεων στην ενωσιακή αγορά — μη συνδεδεμένοι πελάτες

205 626

200 999

202 131

186 139

179 069

Δείκτης

100

98

98

91

87

Πηγή:

Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος, στοιχεία που υπέβαλαν τα κράτη μέλη της ΕΕ, και Eurostat.

(75)

Ο όγκος πωλήσεων στην Ένωση σε μη συνδεδεμένους πελάτες των ενωσιακών παραγωγών μειώθηκε κατά 13 %. Οι συνολικές ενωσιακές πωλήσεις ολόκληρου του κλάδου παραγωγής ακολουθούν ελαφρώς διαφορετική τάση, αλλά τελειώνουν με το ίδιο αποτέλεσμα (δηλαδή μείωση κατά 13 %).

(76)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο υπολόγισε τον συνολικό όγκο πωλήσεων των ενωσιακών παραγωγών και δεν είχε κοινοποιήσει τα πρωτογενή στοιχεία.

(77)

Σε απάντηση στον ισχυρισμό αυτό, η Επιτροπή επιβεβαίωσε στην CRF, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 11 Ιανουαρίου 2024, ότι όλα τα υποκείμενα στοιχεία που χρησιμοποίησε η Επιτροπή για τον καθορισμό των μακροοικονομικών δεικτών είχαν ήδη τεθεί στη διάθεση όλων των ενδιαφερόμενων μερών στις 30 Οκτωβρίου 2023 στον ανοικτό φάκελο (t23.005068) και, μετά από ορισμένες παρατηρήσεις, σε δεύτερη έκδοση στις 20 Δεκεμβρίου 2023 (t23.006965). Με βάση τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στους δύο προαναφερθέντες φακέλους, η Επιτροπή υπολόγισε τις ενωσιακές πωλήσεις αφαιρώντας τον όγκο των εισαγωγών από τρίτες χώρες από τη συνολική ενωσιακή κατανάλωση.

4.1.4.   Τιμή πώλησης, κόστος παραγωγής και κερδοφορία

(78)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η μέση σταθμισμένη μοναδιαία τιμή πώλησης των μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού του δείγματος, σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην Ένωση, το κόστος παραγωγής τους και η κερδοφορία τους εξελίχθηκαν ως εξής:

Πίνακας 11

Τιμές πώλησης, κόστος παραγωγής και κερδοφορία

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Μέση μοναδιαία τιμή πώλησης στην Ένωση (σε EUR/τόνο)

723,8

729,7

767,3

786,7

805,3

Δείκτης

100

101

106

109

111

Μοναδιαίο κόστος παραγωγής (σε EUR/τόνο)

719

704

725

759

815

Δείκτης

100

98

101

106

113

Κερδοφορία

0,7  %

3,5  %

5,6  %

3,6  %

–1,2  %

Δείκτης

100

516

809

521

– 175

Πηγή:

Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος (Τα στοιχεία που υπέβαλαν οι ενωσιακοί παραγωγοί βασίζονται σε ημερολογιακά έτη και όχι σε περιόδους εμπορίας. Δεδομένης της σημαντικής αλληλεπικάλυψης των εν λόγω περιόδων, οι τάσεις παραμένουν, ωστόσο, αντιπροσωπευτικές για την περίοδο έρευνας).

(79)

Το κόστος παραγωγής των μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού του δείγματος αυξήθηκε σημαντικά κατά την περίοδο της έρευνας, κατά 6 % στην ΠΕ2015 και κατά 13 % στην ΠΕ2016.

(80)

Οι μοναδιαίες τιμές για τις μονάδες αποφλοίωσης του δείγματος αυξήθηκαν κατά 11 % κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Ταυτόχρονα, το κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 13 % την ίδια περίοδο. Ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να αυξήσει τις τιμές του σύμφωνα με την αύξηση του κόστους παραγωγής του και, ως εκ τούτου, κατέστη ζημιογόνος έως το τέλος της περιόδου έρευνας.

(81)

Η κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής παρουσίασε διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, αρχής γενομένης από το νεκρό σημείο της ΠΕ2012· στη συνέχεια αυξήθηκε και έφθασε στο ανώτατο επίπεδο του 5,6 % κατά τη ΠΕ2014, ενώ ακολούθησε πτωτική πορεία και έφθασε το – 1,2 % την ΠΕ2016 (βλέπε αιτιολογική σκέψη 78). Η τάση αυτή μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να αυξήσει τις τιμές του για να καλύψει επαρκώς την αύξηση του κόστους του, όπως φαίνεται στον ανωτέρω πίνακα.

4.1.5.   Απασχόληση

(82)

Η απασχόληση εξελίχθηκε ως εξής κατά την περίοδο της έρευνας:

Πίνακας 12

Απασχόληση

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Αριθμός υπαλλήλων

224

223

176

151

158

Δείκτης

100

99

78

67

70

Πηγή:

Απαντήσεις ενωσιακών παραγωγών του δείγματος στα ερωτηματολόγια.

(83)

Ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε κατά 30 % κατά την περίοδο της έρευνας.

4.1.6.   Πτωχεύσεις

(84)

Η Επιτροπή δεν διαθέτει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις πτωχεύσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας όσον αφορά τους ενωσιακούς παραγωγούς.

4.2.   Συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη σοβαρών δυσκολιών

(85)

Κατά την περίοδο της έρευνας, η κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε τόσο από οικονομική όσο και από χρηματοοικονομική άποψη.

(86)

Ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν μπόρεσε να επωφεληθεί από τη συνολική αύξηση της κατανάλωσης κατά 4 % και έχασε το 17 % του μεριδίου αγοράς του. Ταυτόχρονα, το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε αντίστοιχα κατά 5,3 % από την Καμπότζη και κατά 3,9 % από τη Μιανμάρ/Βιρμανία. Σε απόλυτες τιμές, το μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκε από 71,4 % κατά την ΠΕ2012 σε 59,6 % κατά την ΠΕ2016. Η παραγωγή, οι όγκοι πωλήσεων, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας και η απασχόληση μειώθηκαν στο σύνολό τους. Τα αποθέματα αυξήθηκαν επίσης, λόγω της πίεσης των εισαγωγών ρυζιού Indica από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία σε τιμές ακόμη χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού.

(87)

Η παραγωγή στην Ένωση μειώθηκε κατά 15 %. Ως εκ τούτου, οι οικονομικές δυσκολίες προέκυψαν κυρίως από την άποψη της απώλειας όγκου πωλήσεων και της πίεσης στις τιμές που ασκούσαν οι εισαγωγές από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία. Για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, το κόστος παραγωγής αυξήθηκε ταχύτερα από την αύξηση της τιμής πώλησης. Κατά την ΠΕ2016, οι ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού υπέστησαν ζημίες λόγω σημαντικών όγκων εισαγωγών σε χαμηλές τιμές από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία. Οι ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού έπρεπε να πωλούν σε τιμές κάτω του κόστους παραγωγής για να είναι ανταγωνιστικές στην αγορά.

(88)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής υπέστη επιδείνωση της οικονομικής και χρηματοοικονομικής του κατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 23 του κανονισμού ΣΓΠ.

(89)

Μετά την κοινοποίηση, η CRF υπέβαλε παρατηρήσεις εκφράζοντας ανησυχίες σχετικά με την αξιοπιστία ορισμένων παραγόντων, ιδίως όσον αφορά το μερίδιο αγοράς, τις συνολικές πωλήσεις στην Ένωση, τις τιμές πώλησης και την κερδοφορία, καθώς τα νέα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για τους σκοπούς της εκ νέου κινηθείσας έρευνας διέφεραν ή παρουσίαζαν διαφορετική τάση από τους οικονομικούς παράγοντες του επίμαχου κανονισμού.

(90)

Η Επιτροπή έκρινε ότι οι συγκρίσεις αυτές δεν ήταν συναφείς και, ως εκ τούτου, απέρριψε τις παρατηρήσεις αυτές διότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 8, ο επίδικος κανονισμός ακυρώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο. Επιπλέον, δεδομένου ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος και, ως εκ τούτου, του ενωσιακού κλάδου παραγωγής διέφερε στις δύο έρευνες, τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό των διαφόρων οικονομικών παραγόντων είναι επίσης διαφορετικά και, ως εκ τούτου, κατέστησαν μη συγκρίσιμα. Σε κάθε περίπτωση, το σχετικό νομικό κριτήριο της επανέναρξης της έρευνας δεν ήταν να διαπιστωθεί η οικονομική κατάσταση των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού indica, σε σύγκριση με τις ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης του αρχικού κανονισμού, αλλά να διαπιστωθεί αν οι ενωσιακοί παραγωγοί, όπως ορίζονται στην αιτιολογική σκέψη 26, υπέστησαν οικονομικές δυσκολίες.

4.3.   Ανάλυση των παραγόντων που προκάλεσαν τη ζημία

(91)

Μόλις η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού υπέστησαν επιδείνωση της οικονομικής και χρηματοοικονομικής τους κατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 23 του κανονισμού ΣΓΠ, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον υπήρχε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, αφενός, και των σοβαρών δυσκολιών των μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού της Ένωσης, αφετέρου. Η Επιτροπή ανέλυσε επίσης κατά πόσον οι σοβαρές δυσκολίες οφείλονταν σε άλλους παράγοντες πέραν των εισαγωγών από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία.

4.3.1.   Αντίκτυπος των εισαγωγών από την Καμπότζη

(92)

Ο πίνακας και τα διαγράμματα που ακολουθούν καταδεικνύουν σαφώς τη χρονική σύμπτωση μεταξύ της εξέλιξης των εισαγωγών από την Καμπότζη και της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, η οποία αποδεικνύεται από σημαντική απώλεια μεριδίων αγοράς, προκαλώντας σοβαρές δυσκολίες στις ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού.

Πίνακας 13α

Μερίδιο αγοράς

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

71,4  %

66,5  %

62,4  %

61,3  %

59,6  %

Μερίδιο αγοράς της Καμπότζης

10,9  %

14,2  %

15,7  %

18,3  %

16,2  %

Πηγή:

Υποβολές των κρατών μελών της ΕΕ, και Eurostat.

Διάγραμμα 1α

Εξέλιξη του μεριδίου αγοράς (σε ποσοστά)

Image 1

Διάγραμμα 2α

Εξέλιξη του μεριδίου αγοράς (σε τόνους)

Image 2

(93)

Ο όγκος των εισαγωγών από την Καμπότζη αυξήθηκε πάνω από 90 000 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας. Αυτή η αύξηση των εισαγωγών από την Καμπότζη υπερέβη σημαντικά την αύξηση της κατανάλωσης στην ενωσιακή αγορά (που περιορίστηκε στους 62 000 τόνους, ποσό που αντιστοιχεί σε αύξηση της τάξης του 4 %) και εμπόδισε τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τον όγκο των πωλήσεών του σύμφωνα με την αύξηση της κατανάλωσης.

4.3.2.   Αντίκτυπος των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία

(94)

Ο πίνακας και τα διαγράμματα που ακολουθούν καταδεικνύουν επίσης σαφώς τη χρονική σύμπτωση μεταξύ της εξέλιξης των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία και της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, η οποία αποδεικνύεται εκ νέου από σημαντική απώλεια μεριδίων αγοράς, προκαλώντας σοβαρές δυσκολίες στις ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού.

Πίνακας 13β

Μερίδιο αγοράς

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

71,4  %

66,5  %

62,4  %

61,3  %

59,6  %

Μερίδιο αγοράς της Μιανμάρ/Βιρμανία

0,1  %

1,8  %

3,3  %

2,2  %

4,0  %

Πηγή:

Υποβολές των κρατών μελών της ΕΕ, και Eurostat.

Διάγραμμα 1β

Εξέλιξη του μεριδίου αγοράς (σε ποσοστά)

Image 3

Διάγραμμα 2β

Εξέλιξη του μεριδίου αγοράς (σε τόνους)

Image 4

(95)

Ο όγκος των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία αυξήθηκε κατά περίπου 60 000 τόνους κατά την περίοδο της έρευνας. Μια τέτοια αύξηση των εισαγωγών από τη Μιανμάρ/Βιρμανία σχεδόν ισοβάθμισε την αύξηση της κατανάλωσης στην ενωσιακή αγορά (που περιορίστηκε συνολικά στους 62 000 τόνους, ποσό που αντιστοιχεί σε αύξηση της τάξης του 4 %) και εμπόδισε τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τον όγκο του σύμφωνα με την αύξηση της κατανάλωσης.

(96)

Οι 5,3 ποσοστιαίες μονάδες που κέρδισε η Καμπότζη σε μερίδιο αγοράς και οι 3,9 ποσοστιαίες μονάδες που κέρδισε η Μιανμάρ/Βιρμανία σε μερίδιο αγοράς συνέπεσαν με την απώλεια μεριδίου αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατά 11,8 ποσοστιαίες μονάδες, από 71,4 % την ΠΕ2012 σε 59,6 % την ΠΕ2016. Ως εκ τούτου, αυτή η αύξηση του μεριδίου αγοράς από τις εισαγωγές σε χαμηλές τιμές έγινε εις βάρος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

4.3.3.   Εξέλιξη τιμής και κόστους

(97)

Όπως εξηγείται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 45 και 92-96, η αύξηση του επιπέδου κατανάλωσης προς το τέλος της περιόδου έρευνας συνέπεσε με ακόμη μεγαλύτερη και σημαντική αύξηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από έκαστη χώρα, την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία. Αυτή η απότομη αύξηση των εισαγωγών σε χαμηλές τιμές, ως απόρροια της αυξανόμενης κατανάλωσης, οδήγησε σε κορεσμό της ενωσιακής αγοράς και μείωσε το μερίδιο αγοράς των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού, οι οποίες δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τις τιμές εισαγωγής που ήταν ακόμη χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής τους.

(98)

Πράγματι, η αύξηση των εισαγωγών οφειλόταν στις χαμηλές τιμές τους. Η τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος ήταν συνεχώς χαμηλότερη από τη μέση τιμή πώλησης του ομοειδούς και άμεσα ανταγωνιστικού προϊόντος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Επιπλέον, η μέση τιμή εισαγωγής ήταν επίσης σημαντικά χαμηλότερη από το μέσο κόστος παραγωγής των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Ο κατωτέρω πίνακας δείχνει τη λεπτομερή διαφορά τιμής μεταξύ της τιμής εισαγωγής από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία και της τιμής πώλησης και του κόστους παραγωγής του ενωσιακού κλάδου παραγωγής:

Πίνακας 14

Σύγκριση τιμών και κόστους

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Μέση μοναδιαία τιμή πώλησης στην Ένωση (σε EUR/τόνο)

723,8

729,7

767,3

786,7

805,3

Μοναδιαίο κόστος παραγωγής (σε EUR/τόνο)

718,9

703,8

724,7

758,6

815,0

Τιμή εισαγωγής από την Καμπότζη (EUR/τόνο)

600,8

523,6

574,4

558,9

563,8

Τιμή εισαγωγής από τη Μιανμάρ/Βιρμανία (EUR/τόνο)

428,8

374,2

423,4

418,7

413,9

Διαφορά τιμής Καμπότζης σε %

17,0  %

28,2  %

25,1  %

29,0  %

30,0  %

Διαφορά τιμής Μιανμάρ/Βιρμανίας σε %

40,8  %

48,7  %

44,8  %

46,8  %

48,6  %

Πηγή:

Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος, Eurostat (Οι τιμές της Καμπότζης και της Μιανμάρ/Βιρμανίας αυξήθηκαν με την πρόσθεση εξόδων μετά την εισαγωγή (που ανέρχονται σε ποσοστό 2,1 %), προκειμένου να επιτευχθεί συγκρίσιμη τιμή στα σύνορα της ΕΕ.).

(99)

Η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής από την Καμπότζη και της τιμής πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε από 17 % κατά την ΠΕ2012 σε 30 % την ΠΕ2016, ενώ η διαφορά μεταξύ της τιμής εισαγωγής της Μιανμάρ/Βιρμανίας και της τιμής πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε από 41 % το 2012 σε 49 % την ΠΕ2016. Οι εισαγωγές σε χαμηλές τιμές από τις οικείες χώρες προκάλεσαν σημαντική συμπίεση των τιμών. Ως εκ τούτου, οι ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού δεν μπόρεσαν να αυξήσουν επαρκώς την τιμή πώλησής τους ώστε να καλύψουν το κόστος παραγωγής τους κατά την ΠΕ2016, με αποτέλεσμα να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση στις οικονομικές τους επιδόσεις και, ως εκ τούτου, να καταστούν ζημιογόνες έως το τέλος της περιόδου έρευνας.

(100)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών από τις οικείες χώρες και των σοβαρών δυσκολιών που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.

(101)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ισχυρίστηκε ότι ο προσδιορισμός της Επιτροπής των σοβαρών δυσχερειών όσον αφορά τις σοβαρές δυσκολίες βασίστηκε σε σωρευτική εκτίμηση των επιπτώσεων που έχουν οι εισαγωγές ρυζιού από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία στον όγκο και στις τιμές.

(102)

Η Επιτροπή έκρινε ότι εξέτασε δεόντως ξεχωριστά τον όγκο και τις επιπτώσεις των εισαγωγών ρυζιού από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία στις τιμές, καθώς και σωρευτικά στην κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων. Ωστόσο, για λόγους σαφήνειας, η Επιτροπή επανεξέτασε την απόφασή της να διαχωρίσει σαφώς και να διακρίνει τα αποτελέσματα των εισαγωγών της Καμπότζης από τις εισαγωγές της Μιανμάρ/Βιρμανίας. Για τον σκοπό αυτό, στις 29 Ιανουαρίου 2024 η Επιτροπή απέστειλε πρόσθετη μερική κοινοποίηση (στο εξής: πρόσθετη μερική κοινοποίηση) στην CRF, η οποία περιορίστηκε στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης των σοβαρών δυσχερειών του ενωσιακού κλάδου παραγωγής (τμήμα 3 του κανονισμού) και επέτρεψε την υποβολή παρατηρήσεων.

(103)

Μετά την πρόσθετη μερική κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ήταν της γνώμης ότι η Επιτροπή, πρώτον, δεν προέβη σε χωριστή αξιολόγηση για την Καμπότζη όσον αφορά τον όγκο του ρυζιού indica και τις επιπτώσεις στις τιμές στην ενωσιακή αγορά και, δεύτερον, ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε κοινοποιήσει ολόκληρο το δεύτερο γενικό έγγραφο γνωστοποίησης και όχι μόνο το αποτέλεσμα της επαναξιολόγησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(104)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό σχετικά με τη σωρευτική αξιολόγηση, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό της CRF, πρώτον, επειδή η Επιτροπή προέβη σε χωριστή ανάλυση των επιπτώσεων των όγκων και των τιμών των εισαγωγών της Καμπότζης στην ενωσιακή αγορά από την ανάλυση της Μιανμάρ/Βιρμανίας· δεύτερον, η CRF δεν τεκμηρίωσε τους λόγους και τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή δεν προέβη σε κατάλληλη ατομική ανάλυση, δεδομένου ότι υπήρχαν όλοι οι επιμέρους δείκτες.

(105)

Όσον αφορά το δεύτερο μέρος του ισχυρισμού της CRF, σχετικά με ένα νέο ολόκληρο δεύτερο γενικό έγγραφο γνωστοποίησης, η Επιτροπή, σε απάντηση στην παρατήρηση της CRF σχετικά με την έλλειψη χωριστής ανάλυσης των εισαγωγών της Καμπότζης και της Μιανμάρ/Βιρμανίας, για λόγους σαφήνειας, έκρινε σκόπιμο να προβεί σε δεύτερη γνωστοποίηση μόνο του μέρους που επηρεάζεται από τον ισχυρισμό της CRF σχετικά με τη σωρευτική αξιολόγηση και επειδή υπογράμμισε περαιτέρω την ατομική ανάλυση για την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία, όσον αφορά την επιδείνωση των οικονομικών και/ή χρηματοπιστωτικών συνθηκών των ενωσιακών παραγωγών.

(106)

Η Επιτροπή κατέληξε, ειδικότερα, στο συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από την Καμπότζη σε σύγκριση με τη Μιανμάρ/Βιρμανία ήταν πιο σημαντικές σε όγκο, φθάνοντας σε υψηλότερο μερίδιο αγοράς, ενώ τιμολογούνταν χαμηλότερα από το λευκασμένο ρύζι Indica των ενωσιακών παραγωγών. Επιπλέον, ενώ οι εισαγωγές από τη Μιανμάρ/Βιρμανία ήταν χαμηλότερες σε σχέση με τους όγκους της Καμπότζης, οι τιμές τους ήταν ακόμη χαμηλότερες από εκείνες της Καμπότζης. Ως εκ τούτου, είναι σαφές ότι, είτε αξιολογούμενες συνδυαστικά είτε χωριστά, και οι δύο πηγές εισαγωγών προκάλεσαν τη σοβαρή δυσκολία στους παραγωγούς της Ένωσης.

(107)

Η CRF ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή, στην κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων της, θα έπρεπε να είχε παράσχει ανάλυση υποτιμολόγησης. Ως εκ τούτου, η CRF ζήτησε από την Επιτροπή να παράσχει πρόσθετη κοινοποίηση τελικών συμπερασμάτων που να περιλαμβάνει την ελλείπουσα ανάλυση της υποτιμολόγησης.

(108)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι το άρθρο 22 παράγραφος 1 του κανονισμού ΣΓΠ δεν απαιτεί ανάλυση της υποτιμολόγησης και αναφέρεται μόνο στις εισαγωγές σε «όγκο και/ή τιμές» που προκαλούν σοβαρές δυσκολίες στους ενωσιακούς παραγωγούς ομοειδών και άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων.

(109)

Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο, στη σκέψη 113 της απόφασης, αναγνώρισε ρητά ότι ο κανονισμός ΣΓΠ δεν προβλέπει ρητή υποχρέωση ανάλυσης της υποτιμολόγησης ούτε μέθοδο υπολογισμού όσον αφορά τον προσδιορισμό της επίπτωσης των εισαγωγών. Στη σκέψη 115 της απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται μία αλλά περισσότερες μέθοδοι ανάλυσης βάσει των οποίων είναι δυνατό να εξετασθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις τις οποίες τάσσουν τα άρθρα 22 και 23 του κανονισμού ΣΓΠ και ότι η Επιτροπή διαθέτει ορισμένη εξουσία εκτιμήσεως όταν επιλέγει τη μέθοδο βάσει της οποίας πρέπει να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές κατά την επιλογή μεταξύ των διαφόρων μεθόδων υπολογισμού.

(110)

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η Επιτροπή στην επανέναρξη της έρευνας αποφάσισε να μην διενεργήσει ανάλυση υποτιμολόγησης, αλλά να συγκρίνει την εξέλιξη των τιμών του υπό εξέταση προϊόντος με τα ομοειδή και άμεσα ανταγωνιστικά προϊόντα και το κόστος παραγωγής των ενωσιακών παραγωγών. Η Επιτροπή έκρινε ότι η ανάλυση της σύγκρισης τιμών και κόστους που πραγματοποιείται στον πίνακα 14 αποτελεί κατάλληλη μέθοδο για την εκτίμηση των σοβαρών δυσχερειών των ενωσιακών παραγωγών. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός για τη διενέργεια ανάλυσης της υποτιμολόγησης απορρίπτεται.

4.3.4.   Άλλοι παράγοντες

(111)

Η Επιτροπή αξιολόγησε επίσης το κατά πόσον άλλοι παράγοντες ενδέχεται να συνέβαλαν στις σοβαρές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού. Ειδικότερα, η Επιτροπή εξέτασε τον αντίκτυπο των εισαγωγών από τρίτες χώρες στην οικονομική και χρηματοπιστωτική επιδείνωση των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού.

(112)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο όγκος των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες εξελίχθηκε ως εξής:

Πίνακας 15

Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

Χώρα

 

ΠΕ2012

ΠΕ2013

ΠΕ2014

ΠΕ2015

ΠΕ2016

Ταϊλάνδη

όγκος

137 240

138 540

136 370

141 263

150 409

δείκτης

100

101

99

103

110

Μερίδιο αγοράς

9,1  %

8,7  %

8,6  %

8,7  %

9,6  %

Μέση τιμή

939

861

893

822

741

δείκτης

100

92

95

88

79

Ινδία

όγκος

53 326

47 083

64 992

72 373

79 683

δείκτης

100

88

122

136

149

Μερίδιο αγοράς

3,6  %

3,0  %

4,1  %

4,4  %

5,1  %

Μέση τιμή

913

1 056

1 058

893

959

δείκτης

100

116

116

98

105

Πακιστάν

όγκος

27 438

35 201

37 634

34 991

32 616

δείκτης

100

128

137

128

119

Μερίδιο αγοράς

1,8  %

2,2  %

2,4  %

2,1  %

2,1  %

Μέση τιμή

921

1 003

1 004

838

926

δείκτης

100

109

109

91

101

Ταϊλάνδη, Ινδία, Πακιστάν συγκεντρωτικά

όγκος

218 004

220 824

238 996

248 627

262 708

δείκτης

100

101

110

114

121

Μερίδιο αγοράς

14,5  %

13,9  %

15,0  %

15,3  %

16,8  %

Μέση τιμή

930

926

955

845

831

δείκτης

100

100

103

91

89

Όλες οι τρίτες χώρες (συμπεριλαμβανομένων της Ταϊλάνδης, της Ινδίας και του Πακιστάν) εκτός της Καμπότζης και της Μιανμάρ/Βιρμανίας

όγκος

264 235

277 922

295 174

295 741

315 602

δείκτης

100

105

112

112

119

Μερίδιο αγοράς

17,6  %

17,5  %

18,6  %

18,2  %

20,2  %

Μέση τιμή

860

837

879

802

775

δείκτης

100

97

102

93

90

Πηγή:

Eurostat.

(113)

Οι εισαγωγές από όλες τις τρίτες χώρες (οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 50 % των συνολικών εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση), εκτός από τις οικείες χώρες, αυξήθηκαν κατά 19 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο σε απόλυτες τιμές και κέρδισαν το 2,6 % του μεριδίου αγοράς (ποσοστά με βάση στοιχεία σε ισοδύναμο λευκασμένου προϊόντος).

(114)

Ακόμη και αν οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες μπορούν να εξηγήσουν εν μέρει τη μείωση των μεριδίων της ενωσιακής αγοράς, η αύξηση κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών αυτών των άλλων τρίτων χωρών (από 17,6 % σε 20,2 %), ακόμη και σωρευτικά, είναι χαμηλότερη από την αύξηση του μεριδίου αγοράς της Καμπότζης, 5,3 ποσοστιαίες μονάδες (από 10,9 % σε 16,2 %) και της Μιανμάρ/Βιρμανίας, 3,9 ποσοστιαίες μονάδες (από 0,1 % σε 4,0 %) (βλέπε πίνακα 4 ανωτέρω).

Διάγραμμα 3

Σύγκριση τιμής και κόστους

Image 5

*

EUR/τόνο συμπεριλαμβανομένων των εξόδων μετά την εισαγωγή στο επίπεδο του 2,1 %.

(115)

Κατόπιν λεπτομερούς ανάλυσης των εισαγωγών από τρίτες χώρες, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι μεγαλύτερες εξαγωγικές χώρες, όπως η Ταϊλάνδη, η Ινδία και το Πακιστάν (που αντιστοιχούσαν στο 41 % των συνολικών εισαγωγών ρυζιού Indica στην Ένωση κατά το τελευταίο έτος της έρευνας), έχουν σημαντικά υψηλότερες μέσες τιμές για το υπό εξέταση προϊόν σε σύγκριση με τις εισαγωγές από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία, καθώς και τις ενωσιακές τιμές πώλησης. Ως εκ τούτου, οι εισαγωγές από τις εν λόγω μεγάλες εξαγωγικές χώρες δεν προκαλούν σοβαρές δυσκολίες στους ενωσιακούς παραγωγούς.

(116)

Η διαφορά τιμής μεταξύ των εισαγωγών από όλες τις τρίτες χώρες και των εισαγωγών από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία ενισχύει επίσης το συμπέρασμα ότι οι χαμηλότερες τιμές σε σημαντικούς όγκους εισαγωγών επέτρεψαν στη Μιανμάρ/Βιρμανία και την Καμπότζη να επεκτείνουν ταχέως τις εξαγωγές τους στην Ένωση κατά την περίοδο της έρευνας, θέτοντας τις ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού σε σοβαρές δυσκολίες από οικονομική και χρηματοοικονομική άποψη. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η Καμπότζη, η Μιανμάρ/Βιρμανία, η Ταϊλάνδη, η Ινδία και το Πακιστάν αντιπροσώπευαν μεταξύ 89 % και 92 % των συνολικών εισαγωγών κατά την περίοδο της έρευνας. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 51, ο συνολικός όγκος εισαγωγών από την Καμπότζη αντιπροσώπευε το 42 % του συνολικού μεριδίου των εισαγωγών καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Το μερίδιο της Μιανμάρ/Βιρμανίας αντιστοιχεί σε 6,5 %.

(117)

Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ακόμη και αν οι εισαγωγές από όλες τις τρίτες χώρες ενδέχεται να συνέβαλαν σε περιορισμένο βαθμό στην οικονομική επιδείνωση που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής, το γεγονός αυτό δεν άμβλυνε την αιτιώδη συνάφεια που διαπιστώθηκε με τις εισαγωγές από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία.

(118)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ισχυρίστηκε ότι η παντελής έλλειψη ανάλυσης των επιπτώσεων του ρυζιού japonica στις ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού indica καθιστά ελλαττωματική ολόκληρη την ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας. Επιπλέον, η CRF ισχυρίστηκε ότι οι μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού χρησιμοποιούν τα ίδια μηχανήματα για την επεξεργασία του ρυζιού indica και japonica, και είναι αποδεδειγμένο ότι οι μονάδες αποφλοίωσης μπορούν εύκολα να επεξεργάζονται εναλλάξ τους δύο τύπους ρυζιού και ότι η Επιτροπή θα πρέπει να παράσχει συμπληρωματική ανάλυση της αγοράς ρυζιού japonica, αξιολογώντας τον όγκο παραγωγής, την παραγωγική ικανότητα, το κέρδος και την απασχόληση.

(119)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι η CRF δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό της ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε συμπληρώσει την ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας με την αξιολόγηση της αγοράς ρυζιού japonica. Η CRF, πέραν μιας απλής δήλωσης, δεν υπέβαλε αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη σημασία της ανάπτυξης της αγοράς λευκασμένου ρυζιού japonica για την οικονομική κατάσταση των ενωσιακών παραγωγών λευκασμένου ρυζιού indica. Επιπλέον, ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι μονάδες αποφλοίωσης μπορούν εύκολα να επεξεργάζονται εναλλάξ το ρύζι indica και japonica, τα στοιχεία που εξέτασε η Επιτροπή έδειξαν ότι δεν πραγματοποιήθηκε προσαρμογή, δεδομένου ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες λόγω των εισαγωγών ρυζιού indica. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν η παραγωγή japonica αυξήθηκε κατά την ΠΕ2015 και την ΠΕ2016 μετά από μείωση κατά την περίοδο ΠΕ2012 έως ΠΕ2014, η εξέλιξη αυτή δεν μείωσε την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών του ρυζιού indica και των σοβαρών δυσχερειών που διαπιστώθηκαν. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται ως αβάσιμος.

(120)

Η CRF ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε χρονική σύμπτωση μεταξύ της εξέλιξης των εισαγωγών και της επιδείνωσης της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής όσον αφορά την κερδοφορία από το 2015/2016 έως το 2016/2017.

(121)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι η CRF ξεχώρισε ένα έτος από την περίοδο της έρευνας και το παρουσίασε μεμονωμένα, εκτός πλαισίου. Ωστόσο, η αξιολόγηση των σοβαρών δυσχερειών εξετάζει τις τάσεις πολλών διαδοχικών ετών, όπως ορίζει το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1083/2013. Μόνο οι τάσεις και η συσχέτιση των τάσεων σε μια τέτοια πιο μακρά περίοδο μπορούν να δώσουν μια αξιόπιστη εικόνα των σοβαρών δυσκολιών και των αιτίων τους. Η εξέταση των τάσεων καθ’ όλη την περίοδο της έρευνας δεν αφήνει την ερευνούσα αρχή να παραπλανηθεί από ακραίες τιμές, όπως εκείνη στην οποία βασίστηκε η CRF στο επιχείρημά της.

(122)

Επιπλέον, η Επιτροπή έδειξε ότι, εξετάζοντας τις τάσεις καθ’ όλη την περίοδο της έρευνας, είναι σαφές ότι οι εισαγωγές από την Καμπότζη αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 50 % από την ΠΕ2014 (βλέπε πίνακα 2 του κανονισμού) και το μερίδιο αγοράς τους αυξήθηκε κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες. Ταυτόχρονα, όλοι οι σημαντικοί δείκτες για την κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής παρουσίασαν σημαντικές μειώσεις (βλέπε αιτιολογική σκέψη 66 σχετικά με την παραγωγή, αιτιολογική σκέψη 71 σχετικά με τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, αιτιολογική σκέψη 82 σχετικά με την απασχόληση και αιτιολογική σκέψη 75 για τις πωλήσεις). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή διαπίστωσε σαφώς τη χρονική σύμπτωση μεταξύ της αύξησης των εισαγωγών από την Καμπότζη και των μεριδίων αγοράς, και της επιδείνωσης της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

4.3.5.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(123)

Η Επιτροπή καθόρισε αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των σοβαρών δυσκολιών που αντιμετώπιζε ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής και των εισαγωγών από κάθε χώρα, ήτοι από την Καμπότζη και, ξεχωριστά, από τη Μιανμάρ/Βιρμανία. Η Επιτροπή αξιολόγησε επίσης άλλους παράγοντες, ιδίως τις εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες, που ενδέχεται να συνέβαλαν στις εν λόγω δυσκολίες. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι εισαγωγές από τρίτες χώρες δεν άμβλυναν την αιτιώδη συνάφεια, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να υπάρχει πραγματική αιτιώδης σχέση μεταξύ των εισαγωγών της Καμπότζης αλλά και της Μιανμάρ/Βιρμανίας και των σοβαρών δυσκολιών των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οποιοσδήποτε αντίκτυπος των προαναφερθέντων παραγόντων στην κατάσταση των ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού δεν άμβλυνε τη σχέση μεταξύ, αφενός, του όγκου των εισαγωγών, ειδικά από την Καμπότζη, και των τιμών από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία και, αφετέρου, των σοβαρών δυσκολιών που αντιμετώπιζαν οι ενωσιακές μονάδες αποφλοίωσης ρυζιού.

5.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(124)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, η CRF ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν είχε κοινοποιήσει όλα τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις που το Γενικό Δικαστήριο διέταξε την Επιτροπή να κοινοποιήσει, παραβιάζοντας έτσι τα δικαιώματα άμυνάς της.

(125)

Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό ως αβάσιμο. Πράγματι, η Επιτροπή κοινοποίησε όλα τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ρύζι indica εισάγεται από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία σε ποσότητες και σε τιμές που προκάλεσαν σοβαρές δυσκολίες στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και, κατά συνέπεια, είναι δικαιολογημένο να ληφθούν μέτρα διασφάλισης. Ειδικότερα, η Επιτροπή κοινοποίησε στις 30 Οκτωβρίου 2023 με σημείωμα για τον φάκελο όλα τα δεδομένα και τη μεθοδολογία που χρησιμοποίησε για τον υπολογισμό της κατανάλωσης και των δεικτών ζημίας. Επιπλέον, μετά τις αρχικές παρατηρήσεις της CRF πάνω στο σημείωμα, η Επιτροπή το αναθεώρησε και το διέθεσε εκ νέου στην αναθεωρημένη μορφή του κατά τον χρόνο της κοινοποίησης των τελικών συμπερασμάτων. Επιπλέον, η Επιτροπή, όπως της ζήτησε η CRF, παρέτεινε την προθεσμία για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων από τις 3 Ιανουαρίου 2024 έως τις 8 Ιανουαρίου 2024, παρέχοντας στην CRF πέντε επιπλέον ημέρες για την υποβολή παρατηρήσεων πέραν των νομίμως προβλεπόμενων δεκατεσσάρων ημερολογιακών ημερών. Όσον αφορά τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης, όπως εξηγείται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 107-109, η Επιτροπή αποφάσισε να μην προβεί σε υπολογισμό της υποτιμολόγησης και, ως εκ τούτου, δεν υπήρχε ανάγκη κοινοποίησης σχετικά με το θέμα αυτό. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι το δικαίωμα υπεράσπισης των μερών έγινε σεβαστό και ο ισχυρισμός της CRF περί του αντιθέτου απορρίπτεται.

(126)

Η CRF ισχυρίστηκε επίσης ότι προέβαλαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διάφορους άλλους λόγους ακυρώσεως οι οποίοι δεν εξετάστηκαν και, ως εκ τούτου, δεν απορρίφθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο, γεγονός που κατέδειξε περαιτέρω παρανομίες στην αρχική ανάλυση της Επιτροπής. Σύμφωνα με την CRF, αυτοί οι λόγοι ακυρώσεως που δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο εξακολουθούν να θίγουν την τρέχουσα ανάλυση της Επιτροπής.

(127)

Η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό ως αβάσιμο, ιδίως επειδή η CRF δεν εξήγησε και δεν τεκμηρίωσε τον τρόπο με τον οποίο οι ισχυρισμοί που είχε διατυπώσει ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ήταν συναφείς για την υπό εξέταση έρευνα.

(128)

Επιπλέον, δεδομένου ότι ορισμένες από τις παρατηρήσεις της CRF που ελήφθησαν μετά την κοινοποίηση των τελικών συμπερασμάτων είχαν ως αποτέλεσμα την αναθεώρηση της σωρευτικής αξιολόγησης που πραγματοποίησε η Επιτροπή, στις 28 Ιανουαρίου 2024 η Επιτροπή απέστειλε πρόσθετη μερική κοινοποίηση στην CRF και την έθεσε στη διάθεση όλων των ενδιαφερόμενων μερών. Μόνο η CRF υπέβαλε πρόσθετες παρατηρήσεις σχετικά με την πρόσθετη μερική κοινοποίηση που εξετάστηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 102-105.

6.   ΤΕΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(129)

Συνάγεται το συμπέρασμα ότι το ρύζι Indica από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία αποτελούσε αντικείμενο εισαγωγής σε όγκους και τιμές που προκαλούσαν σοβαρές δυσκολίες στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και, συνεπώς, δικαιολογείται η θέσπιση μέτρων διασφάλισης.

(130)

Σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού ΣΓΠ, οι δασμοί του κοινού δασμολογίου ύψους 175 EUR/τόνο θα πρέπει, επομένως, να επιβεβαιωθούν και να αποκατασταθούν για την περίοδο μεταξύ 18 Ιανουαρίου 2019 και 18 Ιανουαρίου 2020, και έπειτα να μειωθούν σταδιακά για το έτος 2 (150 EUR/τόνο) και το έτος 3 (125 EUR/τόνο).

(131)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ανάλυση και τα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας αντιμετωπίζουν πλήρως τα σφάλματα που εντόπισε το Γενικό Δικαστήριο και είναι της άποψης ότι η εφαρμογή των κανόνων, όπως διευκρινίστηκε από το Γενικό Δικαστήριο, δικαιολογεί την εκ νέου επιβολή των μέτρων.

(132)

Η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι, όπως αναφέρεται στον επίδικο κανονισμό, τα μέτρα διασφάλισης θα πρέπει να απελευθερωθούν σταδιακά κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Πράγματι, ο κανονισμός ΣΓΠ έχει ως πρωταρχικό στόχο να συνδράμει τις αναπτυσσόμενες χώρες στις προσπάθειές τους να μειώσουν τη φτώχεια και να προαγάγουν τη χρηστή διακυβέρνηση και τη βιώσιμη ανάπτυξη, βοηθώντας τες ιδίως στη δημιουργία θέσεων εργασίας, την εκβιομηχάνιση και την απόκτηση επιπλέον εσόδων μέσω του διεθνούς εμπορίου. Το ειδικό καθεστώς Όλα εκτός από όπλα (EBA), όπως ορίζεται στον κανονισμό ΣΓΠ, συνδράμει τις φτωχότερες και πλέον αδύναμες χώρες να αξιοποιήσουν τις εμπορικές ευκαιρίες. Οι χώρες αυτές μοιράζονται σε μεγάλο βαθμό ένα παρόμοιο οικονομικό προφίλ. Είναι ευάλωτες λόγω της χαμηλής και μη διαφοροποιημένης εξαγωγικής βάσης και απολαύουν, ως εκ τούτου, ορισμένων μέτρων προστασίας στο πλαίσιο του κανονισμού ΣΓΠ, όπως, για παράδειγμα, απαλλαγή από τη διαβάθμιση των προϊόντων και από την εφαρμογή αυτόματων διασφαλίσεων.

(133)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι δικαιολογείται η σταδιακή μείωση του δασμολογικού συντελεστή για την τριετή περίοδο, όπως περιγράφεται κατωτέρω, για τους δικαιούχους του καθεστώτος ΕΒΑ.

(134)

Μια σταδιακή μείωση είναι επίσης επαρκής για να αντισταθμιστεί η επιδείνωση της οικονομικής και/ή χρηματοοικονομικής κατάστασης των μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού της Ένωσης.

(135)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να επαναφέρει τον ακόλουθο δασμό για περίοδο 3 ετών.

 

έτος 1

έτος 2

έτος 3

Δασμός (EUR/τόνο)

175

150

125

(136)

Δεδομένου ότι η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι οι δασμοί θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ όσον αφορά τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν από την Καμπότζη και τη Μιανμάρ/Βιρμανία κατά την περίοδο μεταξύ 18 Ιανουαρίου 2019 και 18 Ιανουαρίου 2022, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να απορρίψουν κάθε αίτηση επιστροφής,

(137)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 978/2012.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Οι δασμοί του κοινού δασμολογίου για τις εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας, το οποίο υπάγεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ 1006 30 27, 1006 30 48, 1006 30 67 και 1006 30 98, επανεισάγονται όσον αφορά τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν για την περίοδο μεταξύ 18 Ιανουαρίου 2019 και 18 Ιανουαρίου 2022.

2.   Ο δασμός που εφαρμόζεται σε EUR ανά τόνο του προϊόντος που περιγράφεται στην παράγραφο 1 είναι 175 για το πρώτο έτος (από τις 18 Ιανουαρίου 2019 έως τις 18 Ιανουαρίου 2020), 150 για το δεύτερο έτος (από τις 18 Ιανουαρίου 2020 έως τις 18 Ιανουαρίου 2021) και 125 για το τρίτο έτος (από τις 18 Ιανουαρίου 2021 έως τις 18 Ιανουαρίου 2022).

Άρθρο 2

Κανένας δασμός που έχει εισπραχθεί σύμφωνα με το άρθρο 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/67 δεν επιστρέφεται ούτε διαγράφεται.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Μαρτίου 2024.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)   ΕΕ L 303 της 31.10.2012, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/67 της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 2019, σχετικά με την επιβολή μέτρων διασφάλισης όσον αφορά την εισαγωγή ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας (ΕΕ L 15 της 17.1.2019, σ. 5).

(3)  Αστερίς κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις 97, 193, 99 και 215/86, ECLI:EU:C:1988:46, σκέψεις 27 και 28· και υπόθεση Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T-440/20, ECLI:EU:T:2022:318, σκέψη 115.

(4)  Υπόθεση Ισπανία κατά Επιτροπής, C-415/96, ECLI:EU:C:1998:533, σκέψη 31· Υπόθεση Industrie des Poudres Sphériques κατά Συμβουλίου, C-458/98 P, ECLI:EU:C:2000:531, σκέψεις 80 έως 85· Υπόθεση Alitalia κατά Επιτροπής, T-301/01, EU:T:2008:262, σκέψεις 99 και 142· Région Nord-Pas-de-Calais κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-267/08 και T-279/08, ECLI:EU:T:2011:209, σκέψη 83.

(5)  Υπόθεση Ισπανία κατά Επιτροπής, C-415/96, ECLI:EU:C:1998:533, σκέψη 31· Υπόθεση Industrie des Poudres Sphériques κατά Συμβουλίου, C-458/98 P, ECLI:EU:C:2000:531, σκέψεις 80 έως 85.

(6)  Ανακοίνωση επανέναρξης της έρευνας διασφάλισης σε συνέχεια της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Νοεμβρίου 2022 στην υπόθεση T-246/19 σχετικά με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/67 της Επιτροπής σχετικά με την επιβολή μέτρων διασφάλισης όσον αφορά την εισαγωγή ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης και Μιανμάρ/Βιρμανίας (ΕΕ C 18 της 19.1.2023, σ. 8).

(7)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2023/132 της Επιτροπής, της 18ης Ιανουαρίου 2023, σχετικά με μέτρα διασφάλισης όσον αφορά τις εισαγωγές ρυζιού Indica καταγωγής Καμπότζης μετά την επανέναρξη της έρευνας με σκοπό την εφαρμογή της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Νοεμβρίου 2022 στην υπόθεση T-246/19, όσον αφορά τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/67 (ΕΕ L 17 της 19.1.2023, σ. 88).

(8)  Η Coceral είναι η ευρωπαϊκή ένωση εμπορίου σιτηρών, ελαιούχων σπόρων, ρυζιού, οσπρίων, ελαιολάδου, ελαίων και λιπών, ζωοτροφών, και γεωργικών προϊόντων.

(9)  Υπόθεση Jinan Meide Casting Co. Ltd, T-650/17, ECLI:EU:T:2019:644, σκέψεις 333-342.

(10)  Η απόφαση, σκέψεις 86-91.

(11)  Η απόφαση, σκέψη 97.

(12)  Σημείωμα στον φάκελο που επιβεβαιώνει το δείγμα ενωσιακών μονάδων αποφλοίωσης ρυζιού της 8ης Μαρτίου 2023 (t23.001276).

(13)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1083/2013 της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 2013, για τη θέσπιση κανόνων που αφορούν τη διαδικασία προσωρινής αναστολής των δασμολογικών προτιμήσεων και τη λήψη γενικών μέτρων διασφάλισης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (ΕΕ L 293 της 5.11.2013, σ. 16).

(14)  Επεξήγηση της μεθοδολογίας που εφαρμόζει η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης για τον υπολογισμό της ενωσιακής κατανάλωσης διατίθεται στον ακόλουθο σύνδεσμο: https://agriculture.ec.europa.eu/system/files/2019-02/balance-sheet-methodology-for-cereals-oilseeds-rice_en_0.pdf

(15)   «ΕΕ-28» είναι η συντομογραφία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με 28 κράτη μέλη από την προσχώρηση της Κροατίας το 2013 έως την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου το 2020.

(16)  Η περίοδος έρευνας, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 11 του επίδικου κανονισμού, κάλυψε την περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου 2012 έως τις 31 Αυγούστου 2017. Το χρονικό διάστημα μεταξύ συγκομιδών στη γεωργία καλείται συνήθως περίοδος εμπορίας (στο εξής: ΠΕ) και για το ρύζι αυτή αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου και λήγει την 31η Αυγούστου του επόμενου έτους (π.χ. ΠΕ 2016 = 1η Σεπτεμβρίου 2016 έως 31 Αυγούστου 2017).

(17)  Η εκτιμώμενη παραγωγή της Ένωσης (βλέπε λεπτομερή υπολογισμό στην αιτιολογική σκέψη 65) υπολογίζεται με την προσθήκη των εισαγωγών στη χρησιμοποιήσιμη παραγωγή, την αφαίρεση των εξαγωγών αναποφλοίωτου/αποφλοιωμένου ρυζιού, και την αφαίρεση των σπόρων με τη χρήση των στοιχείων που δημοσιεύθηκαν στο σημείωμα του φακέλου σχετικά με την κατανάλωση με ημερομηνία 30 Οκτωβρίου 2023 (αριθμός αναφοράς t23.005068) στον ανοικτό φάκελο στον οποίο έχουν πρόσβαση μόνο τα ενδιαφερόμενα μέρη.


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2024/842/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)