European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2023/2917

29.12.2023

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/2917 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 20ής Οκτωβρίου 2023

σχετικά με τις επαληθευτικές δραστηριότητες, τη διαπίστευση των ελεγκτών και την έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης από τις διαχειριστικές αρχές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και την επαλήθευση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από θαλάσσιες μεταφορές, και για την κατάργηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/2072 της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2015, για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/16/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο, το άρθρο 7 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 13 παράγραφος 6, το άρθρο 15 παράγραφος 5 και το άρθρο 16 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/2072 της Επιτροπής (2) θεσπίζει διατάξεις σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, σχετικά με τις απαιτήσεις όσον αφορά τις αρμοδιότητες και τις διαδικασίες, και σχετικά με τους κανόνες για τη διαπίστευση και την εποπτεία των ελεγκτών από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2023/957 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 για την εισαγωγή διατάξεων για τη συμπερίληψη των δραστηριοτήτων θαλάσσιων μεταφορών στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ που θεσπίστηκε με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και την επαλήθευση των εκπομπών πρόσθετων αερίων θερμοκηπίου και εκπομπών από πρόσθετους τύπους πλοίων. Θέσπισε επίσης την υποχρέωση των εταιρειών να υποβάλουν επαληθευμένα συγκεντρωτικά δεδομένα για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας (στο εξής: εκθέσεις σε επίπεδο εταιρείας) και ελεγμένες εκθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 σε περίπτωση αλλαγής εταιρείας (στο εξής: τμηματικές εκθέσεις εκπομπών), καθώς και την υποχρέωση των αρμόδιων διαχειριστικών αρχών να εγκρίνουν τα σχέδια παρακολούθησης και τις τροποποιήσεις τους.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 3ζε της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας πρέπει να εξασφαλίζει ότι η έκθεση συγκεντρωτικών δεδομένων για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας, που υποβάλλεται από ναυτιλιακή εταιρεία, επαληθεύεται σύμφωνα με τους κανόνες επαλήθευσης και διαπίστευσης που ορίζονται στο κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις σχετικά με την επαλήθευση και τη διαπίστευση που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, οι οποίες συμπληρώνουν τους κανόνες που ορίζονται στο κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, θα πρέπει να περιλαμβάνουν κανόνες για την επαλήθευση των συγκεντρωτικών δεδομένων για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας.

(3)

Επιπλέον, είναι αναγκαίο να προστεθεί ένα σύνολο κανόνων για την επαλήθευση των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας στο καθεστώς που ορίζεται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/2072, το οποίο ακολουθεί τα στάδια της επαλήθευσης των εκθέσεων εκπομπών, αλλά αποτρέπει την αλληλεπικάλυψη των δραστηριοτήτων επαλήθευσης όσον αφορά τις εκθέσεις σε επίπεδο πλοίου και τον περιττό πρόσθετο διοικητικό φόρτο.

(4)

Επιπλέον, είναι αναγκαίο να προστεθεί ένα σύνολο κανόνων για την επαλήθευση των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών στο καθεστώς που ορίζεται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/2072. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, οι τμηματικές εκθέσεις εκπομπών θα πρέπει να καλύπτουν τα ίδια στοιχεία με τις εκθέσεις εκπομπών, αλλά να περιορίζονται στην περίοδο που αντιστοιχεί στις δραστηριότητες που εκτελέστηκαν υπό την ευθύνη της εταιρείας. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο οι τμηματικές εκθέσεις εκπομπών να επαληθεύονται σύμφωνα με τους ίδιους κανόνες με τους κανόνες που ισχύουν για την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών.

(5)

Το άρθρο 6 παράγραφος 8 και το άρθρο 7 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 προβλέπουν, αντίστοιχα, την εξουσιοδότηση της Επιτροπής να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τη συμπλήρωση του εν λόγω κανονισμού όσον αφορά τους κανόνες έγκρισης σχεδίων παρακολούθησης από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές και όσον αφορά τους κανόνες έγκρισης των τροποποιήσεων των σχεδίων παρακολούθησης από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές. Το άρθρο 13 παράγραφος 6 και το άρθρο 15 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 εξουσιοδοτούν, αντίστοιχα, την Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τη συμπλήρωση του εν λόγω κανονισμού με τους κανόνες για την επαλήθευση των συγκεντρωτικών δεδομένων για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων επαλήθευσης και της διαδικασίας επαλήθευσης, και την έκδοση έκθεσης επαλήθευσης, καθώς και για την περαιτέρω εξειδίκευση των κανόνων που διέπουν τις αναφερόμενες στον εν λόγω κανονισμό δραστηριότητες επαλήθευσης. Το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 προβλέπει ότι η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις με σκοπό την περαιτέρω εξειδίκευση των μεθόδων διαπίστευσης ελεγκτών. Δεδομένου ότι αυτές οι δραστηριότητες επαλήθευσης, διαπίστευσης και έγκρισης κατ’ ουσίαν συνδέονται μεταξύ τους, στον παρόντα κανονισμό χρησιμοποιούνται αυτές οι πέντε νομικές βάσεις.

(6)

Οι επαληθευτικές δραστηριότητες περιλαμβάνουν την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης από τους ελεγκτές, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757. Κατά την αξιολόγηση ενός σχεδίου παρακολούθησης, οι ελεγκτές θα πρέπει να ασκούν ορισμένες δραστηριότητες για την αξιολόγηση της πληρότητας, της συνάφειας και της συμμόρφωσης των στοιχείων που υπέβαλε η εταιρεία όσον αφορά τη διαδικασία παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, ώστε να διαπιστώσουν αν το σχέδιο είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία που σχετίζονται με το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου δεδομένων, όπως περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης του πλοίου, σύμφωνα με τις κοινές αρχές παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 4 και στα παραρτήματα I και II του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757. Για τη διασφάλιση της ορθής επιβολής του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, όταν ο οργανισμός ή το πρόσωπο που έχει αναλάβει την ευθύνη για τη λειτουργία του πλοίου από τον πλοιοκτήτη και που, με την ανάληψη της ευθύνης αυτής, έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και τις ευθύνες που επιβάλλονται από τον διεθνή κώδικα διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και την πρόληψη της ρύπανσης, ο οποίος ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 336/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), αναλαμβάνει επίσης την ευθύνη για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, από την οδηγία 2003/87/ΕΚ, ο εν λόγω οργανισμός ή πρόσωπο θα πρέπει να παρέχει στον ελεγκτή, πριν από την έναρξη της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, έγγραφο που αποδεικνύει ότι έχει λάβει τη δέουσα εντολή από τον πλοιοκτήτη να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, από την οδηγία 2003/87/ΕΚ. Όσον αφορά τα πλοία των οποίων οι εκπομπές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, το έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2023/2599 της Επιτροπής (6) μπορεί να παρασχεθεί στον ελεγκτή για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης.

(7)

Ο παρών κανονισμός συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 προβλέποντας ειδικούς κανόνες όσον αφορά τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας, τη διαπίστευση των ελεγκτών και την αξιολόγηση και έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης. Οι εν λόγω δραστηριότητες θα πρέπει να τηρούν τις αρχές παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και στα παραρτήματα I και II του εν λόγω κανονισμού, καθώς και στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2023/2849 της Επιτροπής (7).

(8)

Η χρήση των εξουσιοδοτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 8 και στο άρθρο 7 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι η έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης και των τροποποιήσεών τους που χορηγείται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό πραγματοποιείται με εναρμονισμένο τρόπο από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές, ιδίως όσον αφορά τις κοινοποιήσεις και τις πληροφορίες που παρέχονται από τις εταιρείες και τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές.

(9)

Τα σχέδια παρακολούθησης των πλοίων των οποίων οι εκπομπές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 αλλά δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην έγκριση της αρμόδιας διαχειριστικής αρχής.

(10)

Κατά την έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης και των τροποποιήσεών τους, οι αρμόδιες διαχειριστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα συμπεράσματα του ελεγκτή σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης. Οι αποφάσεις για την έγκριση σχεδίων παρακολούθησης θα πρέπει να λαμβάνονται ανεξάρτητα από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές, δεδομένου ότι οι διαχειριστικές αρχές για ναυτιλιακές εταιρείες θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες που τελούν υπό την ευθύνη τους συμμορφώνονται με την οδηγία 2003/87/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, μεταξύ άλλων όσον αφορά την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων για τις σχετικές παραμέτρους κατά τη διάρκεια μιας περιόδου υποβολής εκθέσεων.

(11)

Όταν η αρμόδια διαχειριστική αρχή δεν εγκρίνει το σχέδιο παρακολούθησης, η εταιρεία θα πρέπει να το αναθεωρήσει σύμφωνα με τις πληροφορίες που της παρέχει η εν λόγω διαχειριστική αρχή και να υποβάλει αναθεωρημένη έκδοσή του για επαναξιολόγηση από τον ελεγκτή. Μπορούν να πραγματοποιούνται διάφορες ανταλλαγές μεταξύ των εταιρειών και των αρμόδιων διαχειριστικών αρχών πριν από την αποστολή του αναθεωρημένου σχεδίου παρακολούθησης στον ελεγκτή για επαναξιολόγηση, προκειμένου να αποφεύγεται ο περιττός διοικητικός φόρτος για τις εταιρείες και τους ελεγκτές.

(12)

Η εφαρμογή του άρθρου 13 παράγραφος 6 και του άρθρου 15 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 απαιτεί ένα συνολικό πλαίσιο κανόνων για να εξασφαλιστεί ότι η αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης, η επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας, και η έκδοση εκθέσεων επαλήθευσης που καθορίζονται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό πραγματοποιούνται με εναρμονισμένο τρόπο από ελεγκτές που διαθέτουν την τεχνική επάρκεια για να εκτελούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με ανεξαρτησία και αμεροληψία.

(13)

Εναρμονισμένοι κανόνες για την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης, την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας, και την έκδοση εγγράφων συμμόρφωσης από τους ελεγκτές θα πρέπει να ορίζουν σαφώς τις αρμοδιότητες των ελεγκτών.

(14)

Τα συμπεράσματα του ελεγκτή σχετικά με την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης είναι ουσιαστικής σημασίας για να μπορέσουν οι εταιρείες και οι αρμόδιες διαχειριστικές αρχές να κατανοήσουν το αποτέλεσμα των επαληθευτικών δραστηριοτήτων του ελεγκτή. Συνεπώς, είναι αναγκαίο τα εν λόγω συμπεράσματα να περιλαμβάνουν κάθε σχετική πληροφορία που διαπιστώνεται κατά την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής τυχόν μη διορθωμένων ελλείψεων συμμόρφωσης και σύνοψης των διαδικασιών του ελεγκτή, μεταξύ άλλων σε σχέση με τις επιτόπιες επισκέψεις.

(15)

Η παροχή εγγράφων και η ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μεταξύ εταιρειών και ελεγκτών είναι ουσιαστικής σημασίας για όλες τις πτυχές της διαδικασίας επαλήθευσης, ιδίως για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, την εκτέλεση της στρατηγικής ανάλυσης και της ανάλυσης κινδύνου, την επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών, της τμηματικής έκθεσης εκπομπών και της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα σύνολο εναρμονισμένων απαιτήσεων που διέπουν την παροχή πληροφοριών και εγγράφων που πρέπει να τίθενται στη διάθεση του ελεγκτή πριν από την έναρξη των επαληθευτικών δραστηριοτήτων και σε άλλα χρονικά σημεία κατά τη διάρκεια της επαλήθευσης.

(16)

Ο ελεγκτής θα πρέπει να ακολουθεί μια προσέγγιση βάσει κινδύνου κατά την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφοι 1, 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757. Η ανάλυση της τάσης των δηλούμενων δεδομένων προς ενδεχόμενες ουσιώδεις ανακρίβειες αποτελεί βασικό τμήμα της διαδικασίας επαλήθευσης και καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο ο ελεγκτής θα πρέπει να ασκεί τις δραστηριότητές του.

(17)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η συγκρισιμότητα των δεδομένων που παρακολουθούνται με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, το σχέδιο παρακολούθησης που έχει αξιολογηθεί ως ικανοποιητικό και, κατά περίπτωση, έχει εγκριθεί από την αρμόδια διαχειριστική αρχή, θα πρέπει να είναι το σημείο αναφοράς για τον ελεγκτή κατά την αξιολόγηση της έκθεσης εκπομπών ενός πλοίου.

(18)

Όλα τα στάδια στη διαδικασία επαλήθευσης μιας έκθεσης εκπομπών, μιας τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή μιας έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας είναι αλληλένδετα και θα πρέπει να καταλήγουν στην έκδοση έκθεσης επαλήθευσης που περιέχει δήλωση σχετικά με το αποτέλεσμα της επαλήθευσης. Ο βαθμός βεβαιότητας για την έκθεση επαλήθευσης θα πρέπει να σχετίζεται με τη διεξοδικότητα και τον βαθμό λεπτομέρειας των επαληθευτικών δραστηριοτήτων και τη διατύπωση της δήλωσης επαλήθευσης.

(19)

Η αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και η επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας θα πρέπει να διενεργούνται από ικανό προσωπικό. Συνεπώς, για την εκπλήρωση αυτών των υποχρεώσεων, οι ελεγκτές θα πρέπει να καθορίζουν εσωτερικές διαδικασίες και να τις βελτιώνουν συνεχώς. Τα κριτήρια διαπίστωσης της ικανότητας των ελεγκτών θα πρέπει να είναι τα ίδια σε όλα τα κράτη μέλη και, επίσης, να είναι επαληθεύσιμα, αντικειμενικά και διαφανή.

(20)

Για την προαγωγή της υψηλής ποιότητας στις επαληθευτικές δραστηριότητες, θα πρέπει να θεσπιστούν εναρμονισμένοι κανόνες προκειμένου να διαπιστώνεται αν ο ελεγκτής είναι ικανός, ανεξάρτητος και αμερόληπτος και, ως εκ τούτου, κατάλληλος για την εκτέλεση των απαιτούμενων δραστηριοτήτων.

(21)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη διαπίστευση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, όταν δεν προβλέπονται ειδικές διατάξεις σχετικά με τη διαπίστευση των ελεγκτών στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

(22)

Το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εξειδικεύει περαιτέρω τις μεθόδους διαπίστευσης των ελεγκτών για δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, δηλαδή σε σχέση με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Επομένως, ο παρών κανονισμός συμπληρώνει τους κανόνες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, ιδίως όσον αφορά τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα, τις απαιτήσεις σχετικά με τις ομάδες αξιολόγησης, την εφαρμογή της αξιολόγησης από ομότιμους κριτές μεταξύ εθνικών οργανισμών διαπίστευσης, καθώς και την αμοιβαία αναγνώριση ελεγκτών. Ο καθορισμός των εν λόγω πρόσθετων κανόνων είναι απαραίτητος προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα κριτήρια και τα πρότυπα που λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της διαπίστευσης των ελεγκτών για δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 ανταποκρίνονται στους σκοπούς και το περιεχόμενο των δραστηριοτήτων αυτών. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να συμβάλλουν στην περαιτέρω ενίσχυση των διαδικασιών επαλήθευσης και διαπίστευσης καθώς και στην εφαρμογή εναρμονισμένης προσέγγισης μεταξύ των κρατών μελών.

(23)

Το σύστημα επαλήθευσης και διαπίστευσης θα πρέπει να αποτρέπει την άσκοπη αναπαραγωγή διαδικασιών και οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει άλλων ενωσιακών νομοθετικών πράξεων, καθώς αυτή θα συνεπαγόταν μεγαλύτερη επιβάρυνση των κρατών μελών ή των οικονομικών φορέων. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να ληφθούν υπόψη οι βέλτιστες πρακτικές που προκύπτουν από την εφαρμογή εναρμονισμένων προτύπων που εκδόθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης με βάση εντολή που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με την οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), όπως αυτές που αφορούν τις απαιτήσεις για τους φορείς επικύρωσης και επαλήθευσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου προς χρήση στη διαπίστευση ή σε άλλες μορφές αναγνώρισης και εκείνες που αφορούν τις γενικές απαιτήσεις για τους φορείς διαπίστευσης που πραγματοποιούν διαπίστευση οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και άλλα τεχνικά έγγραφα που εκπονούνται από την Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Διαπίστευση.

(24)

Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που έχει οριστεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να διαπιστεύει και να εκδίδει επίσημες δηλώσεις σχετικά με την ικανότητα των ελεγκτών να ασκούν τις επαληθευτικές δραστηριότητες βάσει του παρόντος κανονισμού, να λαμβάνει διοικητικά μέτρα όπως η αναστολή ή η ανάκληση της διαπίστευσης, και να εποπτεύει τους ελεγκτές.

(25)

Η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των εθνικών οργανισμών διαπίστευσης και των αρμόδιων διαχειριστικών αρχών είναι ουσιαστικής σημασίας για την ορθή λειτουργία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει τις εκπομπές από θαλάσσιες μεταφορές από την περίοδο υποβολής εκθέσεων που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2024, και για την εποπτεία της ποιότητας της επαλήθευσης. Για λόγους διαφάνειας, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης και οι αρμόδιες διαχειριστικές αρχές καθιερώνουν αποτελεσματικά μέσα ανταλλαγής πληροφοριών. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων διαχειριστικών αρχών και μεταξύ των αρμόδιων διαχειριστικών αρχών και των εθνικών φορέων διαπίστευσης θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρότατες εγγυήσεις προστασίας του εμπιστευτικού χαρακτήρα και του επαγγελματικού απορρήτου και να είναι σύμφωνη με το εφαρμοστέο εθνικό και ενωσιακό δίκαιο.

(26)

Υπό το πρίσμα της συμπερίληψης των εκπομπών από δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η περαιτέρω ευθυγράμμιση των κανόνων για τις δραστηριότητες επαλήθευσης και διαπίστευσης που ισχύουν για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, οι οποίοι θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό, με τους κανόνες για τις δραστηριότητες επαλήθευσης και διαπίστευσης που ισχύουν για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τους άλλους τομείς που καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ, λαμβανομένων παράλληλα υπόψη των ειδικών χαρακτηριστικών του τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Η εν λόγω ευθυγράμμιση των κανόνων αφορά κυρίως τους κανόνες για τις επαληθευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των επιτόπιων επισκέψεων, την ανταλλαγή πληροφοριών, τις απαιτήσεις για τους ελεγκτές και τις απαιτήσεις για τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης.

(27)

Λόγω της έκτασης των αναγκαίων αλλαγών στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/2072 της Επιτροπής, κρίνεται σκόπιμη η κατάργηση του εν λόγω κανονισμού στο σύνολό του.

(28)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού αφορούν τις δραστηριότητες επαλήθευσης, έγκρισης και διαπίστευσης που σχετίζονται με τα αέρια του θερμοκηπίου τα οποία απελευθερώνονται από την 1η Ιανουαρίου 2024. Εξασφαλίζουν την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ, το οποίο πρόκειται να συμπεριλάβει τις εκπομπές από θαλάσσιες μεταφορές από την περίοδο υποβολής εκθέσεων που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2024, και τη συμπερίληψη των εκπομπών μεθανίου και υποξειδίου του αζώτου στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 από την περίοδο αναφοράς που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2024. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού να εφαρμοστούν από την 1η Ιανουαρίου 2024,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει διατάξεις σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών και των συγκεντρωτικών δεδομένων για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας. Επίσης, θεσπίζει απαιτήσεις ως προς τις αρμοδιότητες και τις διαδικασίες.

Ο παρών κανονισμός εξειδικεύει περαιτέρω τις μεθόδους διαπίστευσης των ελεγκτών από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης και τους κανόνες για την ανταλλαγή πληροφοριών.

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για την έγκριση των σχεδίων παρακολούθησης και των τροποποιήσεών τους από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«διαπίστευση»: βεβαίωση από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης ότι ένας ελεγκτής πληροί τις απαιτήσεις των εναρμονισμένων προτύπων, κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 9) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, καθώς και τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και, ως εκ τούτου, είναι κατάλληλος για να εκτελεί τις επαληθευτικές δραστηριότητες σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 36·

2)

«έκθεση εκπομπών»: η έκθεση όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

3)

«τμηματική έκθεση εκπομπών»: η έκθεση όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

4)

«έκθεση σε επίπεδο εταιρείας»: τα συγκεντρωτικά δεδομένα για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο ιζ) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

5)

«έλλειψη συμμόρφωσης»: ένα από τα εξής:

α)

για τον σκοπό της αξιολόγησης σχεδίου παρακολούθησης, ότι το σχέδιο δεν πληροί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927 της Επιτροπής (10)·

β)

για τους σκοπούς της επαλήθευσης έκθεσης εκπομπών και τμηματικής έκθεσης εκπομπών, ένα από τα ακόλουθα:

i)

οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και άλλες συναφείς πληροφορίες δεν αναφέρονται σύμφωνα με τη μεθοδολογία παρακολούθησης που περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης το οποίο έχει αξιολογηθεί ως ικανοποιητικό από διαπιστευμένο ελεγκτή και, κατά περίπτωση, έχει εγκριθεί από την αρμόδια διαχειριστική αρχή·

ii)

τα υποβληθέντα δεδομένα δεν πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1928 της Επιτροπής (11) ή του παρόντος κανονισμού·

γ)

για τους σκοπούς της επαλήθευσης έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, ότι τα αναφερόμενα δεδομένα δεν πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927·

δ)

για τον σκοπό της διαπίστευσης, κάθε πράξη ή παράλειψη του ελεγκτή η οποία αντίκειται στις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και του παρόντος κανονισμού·

6)

«εύλογη βεβαιότητα»: υψηλός βαθμός βεβαιότητας, όχι όμως απόλυτη βεβαιότητα, που εκφράζεται με θετικές κρίσεις στη δήλωση επαλήθευσης, για το αν η έκθεση εκπομπών, η τμηματική έκθεση εκπομπών ή η έκθεση σε επίπεδο εταιρείας η οποία υποβάλλεται σε επαλήθευση είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες·

7)

«βαθμός βεβαιότητας»: το επίπεδο βεβαιότητας που εκφράζει ο ελεγκτής στην έκθεση επαλήθευσης με βάση τον στόχο του περιορισμού του κινδύνου της επαλήθευσης ανάλογα με τις περιστάσεις της ανάληψης επαληθευτικής υποχρέωσης·

8)

«επίπεδο σημαντικότητας»: το ποσοτικό κατώτατο όριο ή σημείο αποκοπής (cut-off point) πάνω από το οποίο ο ελεγκτής θεωρεί ουσιώδεις τις ανακρίβειες, εξεταζόμενες μεμονωμένα ή από κοινού·

9)

«εγγενής κίνδυνος»: η τάση παραμέτρων της έκθεσης εκπομπών, της τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας προς ανακρίβειες οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, ενδέχεται να είναι ουσιώδεις, πριν ληφθεί υπόψη το αποτέλεσμα σχετικών δραστηριοτήτων ελέγχου·

10)

«κίνδυνος του ελέγχου»: η τάση παραμέτρων της έκθεσης εκπομπών, της τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας προς ανακρίβειες οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, ενδέχεται να είναι ουσιώδεις και τις οποίες δεν προλαμβάνει ή δεν εντοπίζει και δεν διορθώνει εγκαίρως το σύστημα ελέγχου·

11)

«κίνδυνος του εντοπισμού»: ο κίνδυνος να μην εντοπίσει ο ελεγκτής ουσιώδη ανακρίβεια·

12)

«κίνδυνος της επαλήθευσης»: ο κίνδυνος (ο οποίος αποτελεί συνάρτηση του εγγενούς κινδύνου, του κινδύνου του ελέγχου και του κινδύνου του εντοπισμού) να μη συντάξει ο ελεγκτής την ενδεδειγμένη γνωμάτευση επαλήθευσης, όταν η έκθεση εκπομπών, η τμηματική έκθεση εκπομπών ή η έκθεση σε επίπεδο εταιρείας δεν είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες·

13)

«ανακρίβεια»: παράλειψη, ψευδής δήλωση ή σφάλμα στα υποβληθέντα δεδομένα, πέραν της επιτρεπτής αβεβαιότητας βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και λαμβανομένων υπόψη των κατευθυντήριων γραμμών που αναπτύχθηκαν από την Επιτροπή για τα εν λόγω ζητήματα·

14)

«ουσιώδης ανακρίβεια»: ανακρίβεια η οποία, κατά τη γνώμη του ελεγκτή, υπερβαίνει το επίπεδο σημαντικότητας ή θα μπορούσε με άλλο τρόπο να επηρεάσει τις συνολικές αναφερόμενες εκπομπές ή άλλες σχετικές πληροφορίες, είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες·

15)

«χώρος εγκαταστάσεων»: για τους σκοπούς της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης ή της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών ενός πλοίου ή της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, οι χώροι καθορισμού και διαχείρισης της διαδικασίας παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων των χώρων ελέγχου και αποθήκευσης των σχετικών δεδομένων και πληροφοριών·

16)

«εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης»: το σύνολο της εσωτερικής τεκμηρίωσης την οποία συντάσσει ο ελεγκτής για να καταγράψει τα αποδεικτικά στοιχεία και την αιτιολόγηση των δραστηριοτήτων που εκτελούνται για να αξιολογηθεί το σχέδιο παρακολούθησης ή για να επαληθευτεί μια έκθεση εκπομπών, μια τμηματική έκθεση εκπομπών ή μια έκθεση σε επίπεδο εταιρείας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

17)

«ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές»: μεμονωμένο μέλος ομάδας επαλήθευσης, υπεύθυνο για την αξιολόγηση ενός σχεδίου παρακολούθησης ή την επαλήθευση έκθεσης εκπομπών, τμηματικής έκθεσης ή έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας εκτός από τον επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές·

18)

«επικεφαλής ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές»: ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές που είναι επιφορτισμένος με τη διεύθυνση και την εποπτεία της ομάδας επαλήθευσης, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη διενέργεια της αξιολόγησης σχεδίου παρακολούθησης και την υποβολή σχετικής έκθεσης και για την υποβολή έκθεσης σχετικά με την επαλήθευση έκθεσης εκπομπών, τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας·

19)

«ανεξάρτητος εξεταστής»: πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί ειδικά από τον ελεγκτή να διενεργεί εσωτερικές δραστηριότητες εξέτασης, το οποίο ανήκει στην ίδια οντότητα, αλλά δεν έχει εκτελέσει καμία από τις επαληθευτικές δραστηριότητες που υπόκεινται σε εξέταση·

20)

«τεχνικός εμπειρογνώμονας»: πρόσωπο που προσφέρει βαθιά γνώση και πείρα σε συγκεκριμένο θέμα, η οποία είναι αναγκαία για την άσκηση επαληθευτικών δραστηριοτήτων για τους σκοπούς των άρθρων 4 έως 36 και δραστηριοτήτων διαπίστευσης για τους σκοπούς των άρθρων 46 έως 63·

21)

«αξιολογητής»: πρόσωπο στο οποίο ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναθέτει να αξιολογήσει ελεγκτή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, είτε μόνος είτε ως μέλος ομάδας αξιολόγησης·

22)

«επικεφαλής αξιολογητής»: αξιολογητής στον οποίο ανατίθεται η συνολική ευθύνη της αξιολόγησης ελεγκτή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

23)

«ομάδα αξιολόγησης»: ένας ή περισσότεροι αξιολογητές που διορίζονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης για την αξιολόγηση ελεγκτή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

24)

«ικανότητα»: η ικανότητα εφαρμογής γνώσεων και δεξιοτήτων για την άσκηση μιας δραστηριότητας·

25)

«αναλυτικές διαδικασίες»: ανάλυση των διακυμάνσεων και των τάσεων των δεδομένων, η οποία περιλαμβάνει ανάλυση των σχέσεων που δεν συμβιβάζονται με άλλες συναφείς πληροφορίες ή αποκλίνουν από την προβλεπόμενη ποσότητα·

26)

«σύστημα ελέγχου»: η αξιολόγηση κινδύνου της εταιρείας και το σύνολο των δραστηριοτήτων ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης της συνεχούς διαχείρισής τους, που έχει καθιερώσει, τεκμηριώσει, εφαρμόσει και διατηρήσει μια εταιρεία σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Γ σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

27)

«δραστηριότητες ελέγχου»: πράξεις της εταιρείας ή μέτρα που αυτή εφαρμόζει για τον μετριασμό των εγγενών κινδύνων.

Άρθρο 3

Τεκμήριο συμμόρφωσης

Ελεγκτής που επιδεικνύει συμμόρφωση με τα κριτήρια που καθορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 9) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ή σε μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις των άρθρων 4 έως 45 του παρόντος κανονισμού, εφόσον τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα καλύπτουν τις απαιτήσεις αυτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΠΑΛΗΘΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Αξιολόγηση σχεδίων παρακολούθησης

Άρθρο 4

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες

1.   Οι εταιρείες παρέχουν στον ελεγκτή το σχέδιο παρακολούθησης του πλοίου τους με βάση υπόδειγμα που αντιστοιχεί σε αυτό που περιέχεται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927. Αν το σχέδιο παρακολούθησης είναι σε γλώσσα άλλη από την αγγλική, παρέχουν αγγλική μετάφραση.

2.   Πριν από την έναρξη της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, η εταιρεία παρέχει επίσης στον ελεγκτή τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

σχετική τεκμηρίωση ή περιγραφή των εγκαταστάσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένων πιστοποιητικών των πηγών εκπομπών, των χρησιμοποιούμενων ροομέτρων (κατά περίπτωση), καθώς και των διαδικασιών και των διεργασιών ή διαγραμμάτων ροής που έχουν καταρτίσει και διατηρούν εκτός του σχεδίου, κατά περίπτωση, στα οποία γίνεται αναφορά στο σχέδιο, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών για τις δραστηριότητες ροής δεδομένων και τις δραστηριότητες ελέγχου·

β)

την αξιολόγηση κινδύνου που αναφέρεται στο παράρτημα I μέρος Γ σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και περιγραφή του συνολικού συστήματος ελέγχου·

γ)

στην περίπτωση των τροποποιήσεων στο σύστημα παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχεία γ) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, σχετικές επικαιροποιημένες εκδόσεις ή νέα έγγραφα που να παρέχουν τη δυνατότητα αξιολόγησης του τροποποιημένου σχεδίου·

δ)

όταν η εταιρεία είναι το νομικό ή φυσικό πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής ή ο ναυλωτής γυμνού πλοίου, στο οποίο ο πλοιοκτήτης έχει αναθέσει την ευθύνη της εκμετάλλευσης του πλοίου και το οποίο, με την ανάληψη της εν λόγω ευθύνης, έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και τις ευθύνες που επιβάλλει ο διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και την πρόληψη της ρύπανσης, όπως ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 336/2006, στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το εν λόγω νομικό ή φυσικό πρόσωπο έχει λάβει τη δέουσα εντολή από τον πλοιοκτήτη να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, με τα εθνικά μέτρα για τη μεταφορά της οδηγίας 2003/87/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο και την υποχρέωση παράδοσης δικαιωμάτων δυνάμει των άρθρων 3ζβ και 12 της εν λόγω οδηγίας (στο εξής: υποχρεώσεις του ΣΕΔΕ).

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο δ), το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στο εν λόγω στοιχείο παρέχει στον ελεγκτή έγγραφο στο οποίο αναφέρεται σαφώς ότι έχει λάβει τη δέουσα εντολή από τον πλοιοκτήτη να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, με τις υποχρεώσεις του ΣΕΔΕ.

Το έγγραφο υπογράφεται τόσο από τον πλοιοκτήτη όσο και από το εν λόγω νομικό ή φυσικό πρόσωπο.

Εάν το έγγραφο αυτό έχει συνταχθεί σε γλώσσα άλλη από την αγγλική, υποβάλλεται αγγλική μετάφραση.

Το έγγραφο περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την επωνυμία και τον ενιαίο αριθμό IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη του εντεταλμένου από τον πλοιοκτήτη νομικού ή φυσικού προσώπου·

β)

τη χώρα καταχώρισης του εντεταλμένου από τον πλοιοκτήτη νομικού ή φυσικού προσώπου, όπως καταγράφεται στο καθεστώς ενιαίου αριθμού IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη·

γ)

την επωνυμία και τον ενιαίο αριθμό IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη του πλοιοκτήτη·

δ)

τις ακόλουθες πληροφορίες για τον υπεύθυνο επικοινωνίας του πλοιοκτήτη:

i)

όνομα,

ii)

επώνυμο,

iii)

θέση,

iv)

επαγγελματική διεύθυνση,

v)

επαγγελματικό αριθμό τηλεφώνου,

vi)

επαγγελματική διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου,

ε)

την ημερομηνία εφαρμογής της εντολής από τον πλοιοκτήτη προς το νομικό ή φυσικό πρόσωπο,

στ)

τον αριθμό αναγνώρισης IMO του πλοίου.

4.   Η εταιρεία παρέχει, κατόπιν αιτήματος, κάθε άλλη πληροφορία που θεωρείται συναφής για τη διενέργεια της αξιολόγησης του σχεδίου.

Άρθρο 5

Αξιολόγηση σχεδίων παρακολούθησης

1.   Κατά την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, ο ελεγκτής εξετάζει τους ισχυρισμούς πληρότητας, ακρίβειας, συνάφειας και συμμόρφωσης με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 των πληροφοριών που παρέχονται στο σχέδιο παρακολούθησης.

2.   Ο ελεγκτής προβαίνει τουλάχιστον στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

εκτιμά ότι η εταιρεία χρησιμοποίησε το κατάλληλο υπόδειγμα σχεδίου παρακολούθησης και ότι παρέχονται πληροφορίες για όλα τα υποχρεωτικά στοιχεία που αναφέρονται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927·

β)

εξασφαλίζει ότι ο πλοιοκτήτης είναι ίδιος με τον καταχωρισμένο ιδιοκτήτη, όπως καταγράφεται στο καθεστώς ενιαίου αριθμού IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη·

γ)

εξασφαλίζει ότι η χώρα καταχώρισης της εταιρείας είναι ίδια με εκείνη που καταγράφεται στο καθεστώς ενιαίου αριθμού IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη·

δ)

όταν η εταιρεία δεν είναι ο πλοιοκτήτης, διασφαλίζει ότι η εταιρεία έχει λάβει τη δέουσα εντολή από τον πλοιοκτήτη να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, με τις υποχρεώσεις του ΣΕΔΕ·

ε)

επαληθεύει ότι οι πληροφορίες στο σχέδιο παρακολούθησης περιγράφουν με ακρίβεια και πληρότητα τις πηγές εκπομπών και τον εξοπλισμό μετρήσεων που είναι εγκατεστημένος επί του πλοίου, καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες για την παρακολούθηση και υποβολή των σχετικών πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757·

στ)

εξασφαλίζει ότι προβλέπονται επαρκείς ρυθμίσεις παρακολούθησης στην περίπτωση που η εταιρεία επιθυμεί να επωφεληθεί από την παρέκκλιση της «ανά πλου» παρακολούθησης των καυσίμων και των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, λαμβάνοντας υπόψη τις απαραίτητες πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 10 στοιχείο ια) του εν λόγω κανονισμού·

ζ)

κατά περίπτωση, εκτιμά αν οι πληροφορίες οι οποίες υποβλήθηκαν από την εταιρεία σχετικά με τα στοιχεία, τις διαδικασίες ή τους ελέγχους που υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο των υφιστάμενων συστημάτων διαχείρισης του πλοίου ή που καλύπτονται από εναρμονισμένα σχετικά πρότυπα ποιότητας, περιβαλλοντικά πρότυπα ή πρότυπα διαχείρισης είναι κατάλληλες για την παρακολούθηση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και άλλων σχετικών πληροφοριών και την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1928.

3.   Για τον σκοπό της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, ο ελεγκτής μπορεί να προβεί σε έρευνα, έλεγχο των εγγράφων, παρατήρηση και κάθε άλλη τεχνική ελέγχου που κρίνεται κατάλληλη.

Άρθρο 6

Επιτόπιες επισκέψεις

1.   Ο ελεγκτής εκτελεί επιτόπιες επισκέψεις, προκειμένου να κατανοήσει επαρκώς τις διαδικασίες που περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης και να επικυρώσει ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται εκεί είναι ακριβείς.

2.   Ο ελεγκτής προσδιορίζει τον χώρο ή τους χώρους της επιτόπιας επίσκεψης, αφού ληφθεί υπόψη η θέση όπου αποθηκεύεται η κρίσιμη μάζα συναφών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων ηλεκτρονικών ή έντυπων αντιγράφων εγγράφων των οποίων τα πρωτότυπα φυλάσσονται επί του πλοίου, καθώς και η θέση όπου πραγματοποιούνται δραστηριότητες ροής δεδομένων και δραστηριότητες ελέγχου.

3.   Ο ελεγκτής καθορίζει, επίσης, τις δραστηριότητες που πρόκειται να εκτελεστούν και τον χρόνο που απαιτείται για την επιτόπια επίσκεψη.

4.   Η εταιρεία παρέχει στον ελεγκτή πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χερσαίων τοποθεσιών της και του σχετικού πλοίου.

5.   Ο ελεγκτής μπορεί να διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο ελεγκτής διαθέτει επαρκή κατανόηση των συστημάτων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης, της εφαρμογής και της αποτελεσματικής λειτουργίας τους από την εταιρεία·

β)

η φύση και το επίπεδο πολυπλοκότητας του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου είναι τέτοια ώστε δεν είναι απαραίτητη η επιτόπια επίσκεψη·

γ)

ο ελεγκτής έχει τη δυνατότητα να λάβει και να αξιολογήσει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες εξ αποστάσεως·

δ)

όταν σοβαρές, έκτακτες και απρόβλεπτες περιστάσεις, εκτός του ελέγχου της εταιρείας, εμποδίζουν τον ελεγκτή να διενεργήσει επιτόπια επίσκεψη και οι περιστάσεις αυτές δεν μπορούν, αφού γίνει κάθε εύλογη προσπάθεια, να αντιμετωπιστούν.

Ο ελεγκτής λαμβάνει μέτρα ώστε ο κίνδυνος της επαλήθευσης να περιορίζεται σε αποδεκτό επίπεδο για να συναχθεί με εύλογη βεβαιότητα ότι το σχέδιο παρακολούθησης είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Η απόφαση για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης λαμβάνεται αφού διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης. Ο ελεγκτής ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την εταιρεία σχετικά με την απόφαση να διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης.

6.   Ο ελεγκτής μπορεί να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 5, υπό τον όρο ότι πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5 στοιχεία α), β) και γ).

Ο ελεγκτής λαμβάνει μέτρα ώστε ο κίνδυνος της επαλήθευσης να περιορίζεται σε αποδεκτό επίπεδο για να συναχθεί με εύλογη βεβαιότητα ότι το σχέδιο παρακολούθησης είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Η απόφαση για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης λαμβάνεται αφού διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιων επισκέψεων. Ο ελεγκτής ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την εταιρεία σχετικά με την απόφαση να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης.

7.   Η παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 5 δεν πραγματοποιείται σε καμία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν το σχέδιο παρακολούθησης πλοίου αξιολογείται για πρώτη φορά από τον ελεγκτή·

β)

εάν, κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων, το σχέδιο παρακολούθησης υπέστη τροποποιήσεις, όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχεία β) έως ε) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757.

8.   Εάν ο ελεγκτής διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη σύμφωνα με την παράγραφο 5 ή παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 6, πρέπει να παρέχει σχετική αιτιολόγηση στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 7

Αντιμετώπιση ελλείψεων συμμόρφωσης στο σχέδιο παρακολούθησης

1.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει ελλείψεις συμμόρφωσης στο πλαίσιο της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και ζητεί τις σχετικές διορθώσεις εντός προτεινόμενου χρονοδιαγράμματος.

2.   Η εταιρεία διορθώνει όλες τις ελλείψεις συμμόρφωσης που κοινοποιούνται από τον ελεγκτή και υποβάλλει αναθεωρημένο σχέδιο παρακολούθησης στον ελεγκτή σύμφωνα με το συμφωνηθέν χρονοδιάγραμμα, ώστε να μπορέσει ο ελεγκτής να επαναξιολογήσει το σχέδιο πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής εκθέσεων.

3.   Ο ελεγκτής τεκμηριώνει στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης, με την ένδειξη «Επιλύθηκε», κάθε έλλειψη συμμόρφωσης που διορθώνεται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης.

Άρθρο 8

Ανεξάρτητη εξέταση της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης

1.   Η ομάδα επαλήθευσης υποβάλλει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και το σχέδιο συμπερασμάτων που προκύπτει από την αξιολόγηση του σχεδίου σε ανεξάρτητο εξεταστή χωρίς καθυστέρηση και πριν από την κοινοποίησή τους στην εταιρεία.

2.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής εκτελεί εξέταση για να διασφαλιστεί ότι το σχέδιο παρακολούθησης έχει αξιολογηθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ότι επιδείχθηκε η δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και κρίση.

3.   Το πεδίο εφαρμογής της ανεξάρτητης εξέτασης καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας αξιολόγησης που περιγράφεται στα άρθρα 4 έως 9.

4.   Ο ελεγκτής συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης εξέτασης στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 9

Συμπεράσματα του ελεγκτή για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης

Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, ο ελεγκτής παρέχει αμέσως γραπτώς στην εταιρεία τα συμπεράσματα που συνάχθηκαν. Τα συμπεράσματα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

δήλωση σχετικά με το αν το σχέδιο παρακολούθησης εκτιμάται ότι είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1927 και, κατά περίπτωση, την οδηγία 2003/87/ΕΚ, ή αν περιέχει ελλείψεις συμμόρφωσης που το καθιστούν μη σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1927 και, κατά περίπτωση, την οδηγία 2003/87/ΕΚ·

β)

περιγραφή τυχόν μη διορθωμένων ελλείψεων συμμόρφωσης·

γ)

σύνοψη των διαδικασιών του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις επιτόπιες επισκέψεις, τους λόγους για τη διεξαγωγή εικονικών επιτόπιων επισκέψεων ή τους λόγους για την παραίτηση από αυτές·

δ)

όταν αξιολογείται σχέδιο παρακολούθησης μετά από τροποποιήσεις στο σχέδιο παρακολούθησης που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, σύνοψη των εν λόγω τροποποιήσεων κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου υποβολής εκθέσεων·

ε)

οποιοδήποτε άλλο σχετικό στοιχείο που εντοπίστηκε κατά την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης.

ΤΜΗΜΑ 2

Επαλήθευση εκθέσεων εκπομπών και τμηματικών εκθέσεων εκπομπών

Άρθρο 10

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες

1.   Πριν από την έναρξη της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών και της τμηματικής έκθεσης εκπομπών, οι εταιρείες παρέχουν στον ελεγκτή τις ακόλουθες υποστηρικτικές πληροφορίες:

α)

κατάλογο των πλόων που πραγματοποίησε το εν λόγω πλοίο κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων ή, όσον αφορά τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών, την περίοδο κατά την οποία το πλοίο τελούσε υπό την ευθύνη της εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

β)

σε περίπτωση που προέκυψαν κενά στα δεδομένα κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων:

i)

τον αριθμό των πλόων για τους οποίους προέκυψαν κενά στα δεδομένα, καθώς και τις περιστάσεις και τους λόγους για τα εν λόγω κενά στα δεδομένα·

ii)

τη μέθοδο εκτίμησης που εφαρμόστηκε για τον προσδιορισμό των υποκατάστατων τιμών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I μέρος Γ σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, στο σχέδιο παρακολούθησης·

iii)

την ποσότητα εκπομπών που υπολογίστηκε με βάση υποκατάστατες τιμές·

γ)

αντίγραφο της έκθεσης εκπομπών από το προηγούμενο έτος, κατά περίπτωση, εάν ο ελεγκτής δεν διενήργησε την επαλήθευση για τη συγκεκριμένη έκθεση·

δ)

αντίγραφο του σχεδίου ή των σχεδίων παρακολούθησης που εφαρμόστηκαν, με τα συμπεράσματα της αξιολόγησης που διενεργήθηκε από διαπιστευμένο ελεγκτή και, κατά περίπτωση, αποδεικτικά στοιχεία της έγκρισης από την αρμόδια διαχειριστική αρχή μαζί με την κοινοποίηση που απέστειλε η αρμόδια διαχειριστική αρχή στην εταιρεία.

2.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει το/τα ειδικό/-ά τμήμα/-τα ή έγγραφο/-α που θεωρείται/-ούνται συναφές/-ή για τους σκοπούς της επαλήθευσής του, οι εταιρείες πρέπει να παρέχουν επίσης τις ακόλουθες υποστηρικτικές πληροφορίες:

α)

αντίγραφα του επίσημου ημερολογίου του πλοίου και του βιβλίου πετρελαίου (εφόσον είναι ξεχωριστό)·

β)

αντίγραφα των εγγράφων ανεφοδιασμού καυσίμων·

γ)

αντίγραφα κάθε σχετικού πιστοποιητικού που αφορά καύσιμα για τους σκοπούς του προσδιορισμού των συντελεστών εκπομπών σύμφωνα με το παράρτημα I ή το παράρτημα II μέρος Γ σημείο 1.2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

δ)

αντίγραφα εγγράφων που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των μεταφερόμενων επιβατών και τον όγκο μεταφερόμενου φορτίου, τη διανυθείσα απόσταση και τον χρόνο παραμονής στη θάλασσα κατά τους πλόες του πλοίου στη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων.

3.   Επιπροσθέτως, και κατά περίπτωση με βάση την εφαρμοζόμενη μέθοδο παρακολούθησης, οι ελεγκτές μπορούν να ζητήσουν από την εταιρεία να παράσχει:

α)

επισκόπηση του τοπίου τεχνολογιών πληροφορικής στην οποία παρουσιάζεται η ροή δεδομένων για το σχετικό πλοίο·

β)

αποδεικτικά στοιχεία για τη συντήρηση και την ακρίβεια/αβεβαιότητα του εξοπλισμού μέτρησης/ροομέτρων (π.χ. πιστοποιητικά βαθμονόμησης)·

γ)

απόσπασμα των δεδομένων δραστηριότητας κατανάλωσης καυσίμου από ροόμετρα·

δ)

αντίγραφα αποδεικτικών στοιχείων των ενδείξεων μετρητή της δεξαμενής καυσίμου·

ε)

απόσπασμα δεδομένων δραστηριότητας από συστήματα άμεσων μετρήσεων των εκπομπών·

στ)

κάθε άλλη πληροφορία σχετική με την επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών.

4.   Σε περίπτωση αλλαγής εταιρείας, οι εμπλεκόμενες εταιρείες πρέπει να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια ώστε να παρέχουν στον ελεγκτή, κατόπιν αιτήματός του, τα υποστηρικτικά έγγραφα ή τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 σχετικά με τους πλόες που εκτελούνται στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.

5.   Οι εταιρείες διατηρούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4 για τις περιόδους που ορίζονται δυνάμει της διεθνούς σύμβασης του 1973 για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία (σύμβαση MARPOL) και της διεθνούς σύμβασης του 1988 για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα (σύμβαση SOLAS). Εν αναμονή της έκδοσης του εγγράφου συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 ή, για τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών, εν αναμονή της έκδοσης της έκθεσης επαλήθευσης, ο ελεγκτής μπορεί να ζητήσει οποιαδήποτε από τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3.

Άρθρο 11

Στρατηγική ανάλυση

1.   Κατά την έναρξη της επαλήθευσης, ο ελεγκτής εκτιμά το πιθανό είδος, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επαληθευτικών εργασιών διεξάγοντας στρατηγική ανάλυση όλων των δραστηριοτήτων του πλοίου.

2.   Για την κατανόηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας, ο ελεγκτής συγκεντρώνει και εξετάζει τις πληροφορίες που χρειάζονται προκειμένου να κρίνει αν η ομάδα επαλήθευσης είναι επαρκώς ικανή να εκτελέσει την επαλήθευση και αν ο αναφερόμενος στη σύμβαση χρόνος που πρόκειται να διατεθεί έχει προσδιοριστεί σωστά, καθώς και για να εξασφαλίσει ότι είναι σε θέση να διενεργήσει την απαραίτητη ανάλυση κινδύνου. Στις πληροφορίες αυτές περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα εξής:

α)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2·

β)

οι πληροφορίες που έχουν ληφθεί από την επαλήθευση τα προηγούμενα έτη, εάν ο ελεγκτής εκτελεί την επαλήθευση για την ίδια εταιρεία.

3.   Κατά την εξέταση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ο ελεγκτής αξιολογεί τουλάχιστον τις ακόλουθες πτυχές:

α)

τους κινητήρες του πλοίου και τους χρησιμοποιούμενους τύπους καυσίμων, καθώς και τον αριθμό των πλόων που πραγματοποίησε το εν λόγω πλοίο κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων·

β)

το σχέδιο παρακολούθησης όπως αξιολογήθηκε από τον ελεγκτή και, κατά περίπτωση, όπως εγκρίθηκε από την αρμόδια διαχειριστική αρχή·

γ)

τις δραστηριότητες ροής δεδομένων και το σύστημα ελέγχου.

4.   Κατά τη διεξαγωγή της στρατηγικής ανάλυσης, ο ελεγκτής εξακριβώνει τα εξής:

α)

αν το σχέδιο παρακολούθησης που υποβλήθηκε σε αυτόν είναι η πλέον πρόσφατη έκδοση και, όταν απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 8 και το άρθρο 7 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, εάν έχει εγκριθεί από την αρμόδια διαχειριστική αρχή·

β)

αν υπήρξαν τροποποιήσεις στο σχέδιο παρακολούθησης κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, και, κατά περίπτωση, αν έχουν εγκριθεί από την αρμόδια διαχειριστική αρχή.

Άρθρο 12

Διενέργεια ανάλυσης κινδύνου από τους ελεγκτές

1.   Εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, ο ελεγκτής προσδιορίζει και αναλύει όλα τα ακόλουθα:

α)

τους εγγενείς κινδύνους·

β)

τους κινδύνους του ελέγχου·

γ)

τους κινδύνους του εντοπισμού.

Κατά τον προσδιορισμό και την ανάλυση των στοιχείων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα της στρατηγικής ανάλυσης που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1.

2.   Κατά την εκτέλεση της ανάλυσης κινδύνου, ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη τομείς υψηλότερου κινδύνου επαλήθευσης και τουλάχιστον τα ακόλουθα: τα δεδομένα πλου, την κατανάλωση καυσίμου, τους χρησιμοποιούμενους τύπους καυσίμων, την εφαρμογή οποιασδήποτε παρέκκλισης από το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3α, στο άρθρο 12 παράγραφος 3β και στο άρθρο 12 παράγραφοι 3ε έως 3β της εν λόγω οδηγίας, τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, τη διανυθείσα απόσταση, τον χρόνο παραμονής στη θάλασσα, το μεταφερόμενο φορτίο και τη συγκέντρωση δεδομένων στην έκθεση εκπομπών ή στην τμηματική έκθεση εκπομπών.

3.   Κατά τον προσδιορισμό και την ανάλυση των πτυχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη, την πληρότητα, την ακρίβεια, τη συνέπεια, τη διαφάνεια και τη συνάφεια των πληροφοριών που υποβάλλονται.

4.   Εφόσον είναι σκόπιμο, υπό το πρίσμα των πληροφοριών που συγκεντρώνονται κατά την επαλήθευση, ο ελεγκτής αναθεωρεί την ανάλυση κινδύνου και τροποποιεί ή επαναλαμβάνει τις εκτελεστέες επαληθευτικές δραστηριότητες.

Άρθρο 13

Σχέδιο επαλήθευσης

Ο ελεγκτής καταρτίζει σχέδιο επαλήθευσης, το οποίο είναι ανάλογο με τα στοιχεία που συγκεντρώνονται και με τους κινδύνους που εντοπίζονται κατά την ανάλυση κινδύνου. Το σχέδιο επαλήθευσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

πρόγραμμα επαλήθευσης, στο οποίο περιγράφονται η φύση και το πεδίο εφαρμογής των επαληθευτικών δραστηριοτήτων, καθώς και ο προβλεπόμενος χρόνος και τρόπος εκτέλεσής τους·

β)

σχέδιο δοκιμασίας, στο οποίο καθορίζονται το πεδίο και οι μέθοδοι δοκιμασίας των δραστηριοτήτων ελέγχου και οι διαδικασίες για τις δραστηριότητες ελέγχου·

γ)

σχέδιο δειγματοληψίας δεδομένων, όπου παρατίθενται το πεδίο εφαρμογής και οι μέθοδοι δειγματοληψίας δεδομένων για τα σημεία δεδομένων στα οποία βασίστηκαν τα συγκεντρωτικά δεδομένα για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, την κατανάλωση καυσίμου ή άλλες σχετικές πληροφορίες στην έκθεση εκπομπών ή στην τμηματική έκθεση εκπομπών.

Άρθρο 14

Διαδικασία επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών και της τμηματικής έκθεσης εκπομπών

1.   Ο ελεγκτής εφαρμόζει το σχέδιο επαλήθευσης και, βάσει της ανάλυσης κινδύνου, επαληθεύει αν τα συστήματα παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων, όπως περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης που έχει αξιολογηθεί ως ικανοποιητικό, υπάρχουν στην πράξη και εφαρμόζονται ορθά.

Για τον σκοπό αυτό, ο ελεγκτής εξετάζει ποιες διαδικασίες να εφαρμόσει από τους παρακάτω τύπους διαδικασιών:

α)

έρευνα με το αρμόδιο προσωπικό·

β)

έλεγχος των εγγράφων·

γ)

διαδικασίες παρατήρησης και ελέγχου.

2.   Ο ελεγκτής επαληθεύει τα εξής:

α)

τις δραστηριότητες ροής δεδομένων και τα συστήματα που χρησιμοποιούνται στη ροή δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων της τεχνολογίας πληροφοριών·

β)

την κατάλληλη τεκμηρίωση, εφαρμογή και τήρηση των δραστηριοτήτων ελέγχου, καθώς και την αποτελεσματικότητα των εν λόγω δραστηριοτήτων ως προς τον μετριασμό των εγγενών κινδύνων·

γ)

την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών που περιλαμβάνονται στο σχέδιο παρακολούθησης ως προς τον μετριασμό των εγγενών κινδύνων και των κινδύνων του ελέγχου, καθώς και την εφαρμογή, επαρκή τεκμηρίωση και σωστή διατήρηση των διαδικασιών αυτών.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α), ο ελεγκτής ακολουθεί τη ροή δεδομένων, μελετώντας την αλληλουχία και την αλληλεπίδραση των δραστηριοτήτων ροής δεδομένων, από τα δεδομένα πρωτογενούς πηγής μέχρι τη σύνταξη της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών.

Για τους σκοπούς των στοιχείων β) και γ), ο ελεγκτής μπορεί να χρησιμοποιεί μεθόδους δειγματοληψίας που αφορούν ειδικά ένα πλοίο, υπό την προϋπόθεση ότι, βάσει της ανάλυσης κινδύνου, η δειγματοληψία είναι δικαιολογημένη.

Άρθρο 15

Επαλήθευση των υποβληθέντων δεδομένων

1.   Ο ελεγκτής επαληθεύει τα δεδομένα που υποβάλλονται στην έκθεση εκπομπών ή στην τμηματική έκθεση εκπομπών μέσω:

α)

λεπτομερών δοκιμών, μεταξύ άλλων με τον εντοπισμό των δεδομένων μέχρι την πρωταρχική πηγή δεδομένων·

β)

αντιπαραβολής των δεδομένων με εξωτερικές πηγές δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων παρακολούθησης του πλοίου·

γ)

εκτέλεσης ελέγχων συμφωνίας·

δ)

ελέγχου των κατώτατων ορίων σχετικά με τα κατάλληλα δεδομένα·

ε)

επαναλήψεων υπολογισμών.

2.   Στο πλαίσιο της επαλήθευσης των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής επαληθεύει:

α)

την πληρότητα των πηγών εκπομπών που περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης·

β)

την πληρότητα των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τους πλόες, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

γ)

την πληρότητα και τη συνοχή των δεδομένων σχετικά με τις εκπομπές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, μεταξύ άλλων όσον αφορά την εφαρμογή:

i)

του πεδίου εφαρμογής που ορίζεται στο άρθρο 3ζα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

ii)

της σταδιακής εισαγωγής απαιτήσεων για την παράδοση δικαιωμάτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 3ζβ της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

iii)

των παρεκκλίσεων από το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3α, στο άρθρο 12 παράγραφος 3β και στο άρθρο 12 παράγραφοι 3ε έως 12 παράγραφος 3β της εν λόγω οδηγίας·

δ)

τη συνοχή μεταξύ των αναφερόμενων συγκεντρωτικών δεδομένων και δεδομένων από συναφή τεκμηρίωση ή πρωταρχικές πηγές·

ε)

τη συνέπεια μεταξύ των συγκεντρωτικών δεδομένων για την κατανάλωση καυσίμου και των δεδομένων της αγοράς καυσίμου ή του κατ’ άλλο τρόπο εφοδιασμού με καύσιμα του εν λόγω πλοίου, κατά περίπτωση·

στ)

την αξιοπιστία και την ορθότητα των δεδομένων.

Άρθρο 16

Επαλήθευση των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για τα κενά δεδομένων

1.   Σε περίπτωση που έχουν χρησιμοποιηθεί μέθοδοι προβλεπόμενες στο αξιολογημένο από τον ελεγκτή και, κατά περίπτωση, εγκεκριμένο από την αρμόδια διαχειριστική αρχή σχέδιο παρακολούθησης για τη συμπλήρωση κενών των δεδομένων σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Γ του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, ο ελεγκτής επαληθεύει αν οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν κατάλληλες για τη συγκεκριμένη περίπτωση και αν εφαρμόστηκαν ορθά.

2.   Στις περιπτώσεις όπου οι μέθοδοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν αξιολογήθηκαν ή εγκρίθηκαν εκ των προτέρων, ο ελεγκτής επαληθεύει αν η προσέγγιση που χρησιμοποιεί η εταιρεία για τη συμπλήρωση κενών των δεδομένων, αφενός, εξασφαλίζει ότι δεν υποεκτιμώνται οι εκπομπές και, αφετέρου, δεν συνεπάγεται ουσιώδεις ανακρίβειες.

Άρθρο 17

Επίπεδο σημαντικότητας

1.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης των δεδομένων για την κατανάλωση καυσίμου και τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στην έκθεση εκπομπών και στην τμηματική έκθεση εκπομπών, το επίπεδο σημαντικότητας ορίζεται στο 5 % της αντίστοιχης συνολικής σημαντικότητας που αναφέρεται για κάθε στοιχείο κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων.

2.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης άλλων σχετικών πληροφοριών στην έκθεση εκπομπών και στην τμηματική έκθεση εκπομπών σχετικά με το μεταφερόμενο φορτίο, το μεταφορικό έργο, τη διανυθείσα απόσταση και τον χρόνο παραμονής στη θάλασσα, το επίπεδο σημαντικότητας ισούται με το 5 % της αντίστοιχης συνολικής σημαντικότητας που αναφέρεται για κάθε στοιχείο κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων.

Άρθρο 18

Επιτόπιες επισκέψεις

1.   Ο ελεγκτής εκτελεί επιτόπιες επισκέψεις με σκοπό να κατανοήσει επαρκώς την εταιρεία και το σύστημα παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, όπως περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης.

2.   Ο ελεγκτής προσδιορίζει τον χώρο ή τους χώρους της επιτόπιας επίσκεψης βάσει των αποτελεσμάτων της ανάλυσης κινδύνου και αφού ληφθεί υπόψη η θέση όπου αποθηκεύεται η κρίσιμη μάζα συναφών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων ηλεκτρονικών ή έντυπων αντιγράφων εγγράφων των οποίων τα πρωτότυπα φυλάσσονται επί του πλοίου, καθώς και η θέση όπου πραγματοποιούνται δραστηριότητες ροής δεδομένων και δραστηριότητες ελέγχου.

3.   Με βάση το αποτέλεσμα επιτόπιας επίσκεψης σε τοποθεσία στην ξηρά, στην οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι απαιτείται επαλήθευση επί του πλοίου, προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος ουσιωδών ανακριβειών στην έκθεση εκπομπών ή στην τμηματική έκθεση εκπομπών, ο ελεγκτής μπορεί να αποφασίσει να επισκεφθεί το πλοίο.

4.   Ο ελεγκτής καθορίζει, επίσης, τις δραστηριότητες που πρόκειται να εκτελεστούν και τον χρόνο που απαιτείται για την επιτόπια επίσκεψη.

5.   Η εταιρεία παρέχει στον ελεγκτή πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χερσαίων τοποθεσιών της και του σχετικού πλοίου.

6.   Ο ελεγκτής μπορεί να διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη υπό τον όρο ότι, βάσει του αποτελέσματος της ανάλυσης κινδύνου, πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο ελεγκτής διαθέτει επαρκή κατανόηση των συστημάτων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης, της εφαρμογής και της αποτελεσματικής λειτουργίας τους από την εταιρεία·

β)

η φύση και το επίπεδο πολυπλοκότητας του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου είναι τέτοια ώστε δεν είναι απαραίτητη η επιτόπια επίσκεψη·

γ)

ο ελεγκτής διαθέτει τη δυνατότητα εξ αποστάσεως λήψης και αξιολόγησης όλων των απαιτούμενων πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων της ορθής εφαρμογής της μεθοδολογίας που περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης και της επαλήθευσης των δεδομένων που υποβάλλονται στην έκθεση εκπομπών ή στην τμηματική έκθεση εκπομπών·

δ)

όταν σοβαρές, έκτακτες και απρόβλεπτες περιστάσεις, εκτός του ελέγχου της εταιρείας, εμποδίζουν τον ελεγκτή να διενεργήσει επιτόπια επίσκεψη και οι περιστάσεις αυτές δεν μπορούν, αφού γίνει κάθε εύλογη προσπάθεια, να αντιμετωπιστούν.

Ο ελεγκτής λαμβάνει μέτρα ώστε ο κίνδυνος της επαλήθευσης να περιορίζεται σε αποδεκτό επίπεδο για να συναχθεί με εύλογη βεβαιότητα ότι η έκθεση εκπομπών ή η τμηματική έκθεση εκπομπών είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου στοιχείο δ), ο ελεγκτής δεν διενεργεί εικονική επιτόπια επίσκεψη εάν δεν έχει διενεργηθεί επιτόπια επίσκεψη κατά τις τρεις περιόδους υποβολής εκθέσεων που προηγούνται αμέσως της τρέχουσας περιόδου υποβολής εκθέσεων. Η τριετής περίοδος αναφέρεται σε τρεις διαδοχικές περιόδους υποβολής εκθέσεων που αρχίζουν μετά την 1η Ιανουαρίου 2024, συμπεριλαμβανομένων των περιόδων υποβολής εκθέσεων κατά τις οποίες διενεργήθηκαν εικονικές επιτόπιες επισκέψεις σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στοιχείο δ).

Η απόφαση για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης λαμβάνεται αφού διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης. Ο ελεγκτής ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την εταιρεία σχετικά με την απόφαση να διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης.

7.   Ο ελεγκτής μπορεί να αποφασίσει να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 6, υπό τον όρο ότι πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις της παραγράφου 6 στοιχεία α), β) και γ).

Ο ελεγκτής λαμβάνει μέτρα ώστε ο κίνδυνος της επαλήθευσης να περιορίζεται σε αποδεκτό επίπεδο για να συναχθεί με εύλογη βεβαιότητα ότι η έκθεση εκπομπών ή η τμηματική έκθεση εκπομπών είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Η απόφαση για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης λαμβάνεται αφού διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διεξαγωγή επιτόπιων επισκέψεων. Ο ελεγκτής ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την εταιρεία σχετικά με την απόφαση να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης.

8.   Η παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 6 δεν πραγματοποιείται σε καμία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν η έκθεση εκπομπών ή η τμηματική έκθεση εκπομπών ενός πλοίου επαληθεύεται για πρώτη φορά από τον ελεγκτή·

β)

εάν ο ελεγκτής δεν έχει επισκεφθεί τους χώρους της εγκατάστασης κατά τις δύο περιόδους υποβολής εκθέσεων που προηγούνται αμέσως της τρέχουσας περιόδου υποβολής εκθέσεων.

9.   Για τα πλοία που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, η εταιρεία ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την αρμόδια διαχειριστική αρχή της σχετικά με την απόφαση του ελεγκτή να παραιτηθεί από τη διενέργεια της επιτόπιας επίσκεψης.

Η αρμόδια διαχειριστική αρχή μπορεί να αντιταχθεί στην απόφαση του ελεγκτή να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τις πληροφορίες που παρέχει ο ελεγκτής σχετικά με το αποτέλεσμα της ανάλυσης κινδύνου·

β)

πληροφορίες ότι όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες μπορούν να ληφθούν και να αξιολογηθούν εξ αποστάσεως·

γ)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διεξαγωγή επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με τις παραγράφους 7 και 8.

Σε περίπτωση αντίρρησης, η αρμόδια διαχειριστική αρχή κοινοποιεί στην εταιρεία την αντίρρηση και τους λόγους της αντίρρησης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, αλλά το αργότερο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε για την απόφαση του ελεγκτή να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης.

10.   Εάν ο ελεγκτής διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη σύμφωνα με την παράγραφο 6 ή παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 7, πρέπει να παρέχει σχετική αιτιολόγηση στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 19

Αντιμετώπιση των ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης στην έκθεση εκπομπών και στην τμηματική έκθεση εκπομπών

1.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης στο πλαίσιο της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και ζητεί τις σχετικές διορθώσεις εντός εύλογης προθεσμίας.

Η εταιρεία διορθώνει κάθε κοινοποιηθείσα ανακρίβεια ή έλλειψη συμμόρφωσης.

2.   Ο ελεγκτής τεκμηριώνει στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης, με την ένδειξη «Επιλύθηκε», κάθε ανακρίβεια ή έλλειψη συμμόρφωσης που διορθώθηκε κατά τη διάρκεια της επαλήθευσης.

3.   Όταν η εταιρεία δεν διορθώνει τυχόν ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής, πριν να εκδώσει την έκθεση επαλήθευσης, ζητά από την εταιρεία να εξηγήσει τα κύρια αίτια των ανακριβειών ή ελλείψεων συμμόρφωσης.

4.   Ο ελεγκτής κρίνει αν οι ανακρίβειες που δεν διορθώθηκαν έχουν επιπτώσεις, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, στα στοιχεία των συνολικών εκπομπών που δηλώθηκαν και αν αυτές οι επιπτώσεις συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες.

Ο ελεγκτής κρίνει αν η έλλειψη συμμόρφωσης που δεν διορθώθηκε έχει επιπτώσεις, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ελλείψεις συμμόρφωσης, στα δεδομένα που δηλώθηκαν στην έκθεση και αν αυτό συνεπάγεται ουσιώδη ανακρίβεια.

5.   Ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη τυχόν ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, βρίσκονται κάτω από το επίπεδο σημαντικότητας που ορίζεται στο άρθρο 17 ως ουσιώδεις ανακρίβειες, όπου αυτό δικαιολογείται λόγω της κλίμακας και της φύσης τους ή από τις ιδιαίτερες περιστάσεις υπό τις οποίες προέκυψαν.

Άρθρο 20

Συμπέρασμα της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών και της τμηματικής έκθεσης εκπομπών

Για την ολοκλήρωση της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών και της τμηματικής έκθεσης εκπομπών, ο ελεγκτής:

α)

επιβεβαιώνει ότι έχουν πραγματοποιηθεί όλες οι επαληθευτικές δραστηριότητες·

β)

εκτελεί τελικές αναλυτικές διαδικασίες στα συγκεντρωτικά δεδομένα, για να εξασφαλίσει ότι είναι απαλλαγμένα από ουσιώδεις ανακρίβειες·

γ)

επαληθεύει αν οι πληροφορίες που περιέχει η έκθεση πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και, κατά περίπτωση, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

δ)

πριν από τη δημοσίευση της έκθεσης επαλήθευσης, προετοιμάζει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και του σχεδίου έκθεσης και τα υποβάλλει στον ανεξάρτητο εξεταστή σύμφωνα με το άρθρο 23·

ε)

εξουσιοδοτεί κάποιον να επαληθεύσει την έκθεση με βάση τα πορίσματα του ανεξάρτητου εξεταστή και τα αποδεικτικά στοιχεία της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης, και ενημερώνει σχετικά την εταιρεία.

Άρθρο 21

Συστάσεις για βελτίωση

1.   Ο ελεγκτής ανακοινώνει στην εταιρεία συστάσεις για βελτίωση σε σχέση με μη διορθωμένες ανακρίβειες και ελλείψεις συμμόρφωσης που δεν συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες.

2.   Ο ελεγκτής μπορεί να ανακοινώσει και άλλες συστάσεις για βελτίωση τις οποίες θεωρεί σχετικές, υπό το πρίσμα του αποτελέσματος των επαληθευτικών δραστηριοτήτων.

3.   Κατά την ανακοίνωση των συστάσεων προς την εταιρεία, ο ελεγκτής πρέπει να παραμείνει ουδέτερος έναντι της εταιρείας, του πλοίου και του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. Δεν θέτει σε κίνδυνο την αμεροληψία του παρέχοντας συμβουλές ή αναπτύσσοντας μέρη της διαδικασίας παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

4.   Κατά την επαλήθευση που έπεται του έτους διατύπωσης των συστάσεων για βελτίωση στην έκθεση επαλήθευσης, ο ελεγκτής επαληθεύει αν και με ποιον τρόπο η εταιρεία εφάρμοσε τις εν λόγω συστάσεις βελτίωσης. Εάν η εταιρεία δεν εφάρμοσε τις εν λόγω συστάσεις, ο ελεγκτής αξιολογεί αν αυτό αυξάνει ή ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο ανακριβειών.

Άρθρο 22

Έκθεση επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών

1.   Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται, ο ελεγκτής εκδίδει έκθεση επαλήθευσης για κάθε έκθεση εκπομπών ή τμηματική έκθεση εκπομπών που υποβάλλεται σε επαλήθευση και διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση επαλήθευσης στην εταιρεία.

2.   Μετά την παραλαβή της έκθεσης επαλήθευσης σύμφωνα με την παράγραφο 1, η εταιρεία υποβάλλει την έκθεση επαλήθευσης μαζί με την έκθεση εκπομπών ή την τμηματική έκθεση εκπομπών στην αρμόδια διαχειριστική αρχή, κατά περίπτωση. Η έκθεση υποβάλλεται με αυτοματοποιημένα συστήματα και μορφότυπους ανταλλαγής δεδομένων.

3.   Η έκθεση επαλήθευσης περιλαμβάνει δήλωση που επαληθεύει την έκθεση εκπομπών ή την τμηματική έκθεση εκπομπών ως ικανοποιητική ή μη ικανοποιητική.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 3, η έκθεση εκπομπών ή η τμηματική έκθεση εκπομπών θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί ως ικανοποιητική μόνο εάν είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες. Η έκθεση εκπομπών ή οι τμηματικές εκθέσεις εκπομπών δεν επαληθεύεται/-ονται ως ικανοποιητική/-ές σε περίπτωση που περιέχει/-ουν ουσιώδεις ανακρίβειες οι οποίες δεν διορθώθηκαν πριν από την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης.

5.   Η έκθεση επαλήθευσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την επωνυμία της εταιρείας μαζί με τον ενιαίο αριθμό IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη του πλοιοκτήτη και την ταυτότητα του πλοίου·

β)

τίτλο όπου διευκρινίζεται ότι πρόκειται για έκθεση επαλήθευσης·

γ)

την ταυτότητα του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος και της επαγγελματικής διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του υπευθύνου επικοινωνίας·

δ)

τους στόχους και το πεδίο εφαρμογής της επαλήθευσης·

ε)

παραπομπή στην έκθεση εκπομπών και στην περίοδο υποβολής εκθέσεων που υποβάλλεται σε επαλήθευση ή στην τμηματική έκθεση εκπομπών και στην περίοδο κατά την οποία το πλοίο τελούσε υπό την ευθύνη της εταιρείας που υποβλήθηκε σε επαλήθευση·

στ)

κατά περίπτωση, τις συνολικές συγκεντρωτικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου του πλοίου που καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ σε σχέση με τις δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών και πρέπει να δηλώνονται βάσει της εν λόγω οδηγίας·

ζ)

παραπομπή σε ένα ή περισσότερα σχέδια παρακολούθησης που έχουν κριθεί ικανοποιητικά και, κατά περίπτωση, ένδειξη του αν το σχετικό σχέδιο παρακολούθησης έχει εγκριθεί από την αρμόδια διαχειριστική αρχή πριν από την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης·

η)

παραπομπή στα πρότυπα επαλήθευσης που χρησιμοποιήθηκαν·

θ)

σύνοψη των διαδικασιών του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις επιτόπιες επισκέψεις και τις ημερομηνίες διεξαγωγής τους και πληροφοριών σχετικά με τους λόγους για τη διεξαγωγή εικονικών επιτόπιων επισκέψεων ή τους λόγους παραίτησης από τη διεξαγωγή τους·

ι)

σύνοψη των αλλαγών στο σχέδιο παρακολούθησης και των δεδομένων δραστηριότητας κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, κατά περίπτωση·

ια)

δήλωση επαλήθευσης·

ιβ)

περιγραφή των μη διορθωμένων ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και της κλίμακάς τους, είτε έχουν ουσιώδη αντίκτυπο είτε όχι, και των στοιχείων της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών την οποία αφορούν, κατά περίπτωση·

ιγ)

περιγραφή οποιασδήποτε έλλειψης συμμόρφωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5) στοιχείο β) σημείο ii), η οποία διαπιστώθηκε κατά την επαλήθευση·

ιδ)

τον αριθμό των πλόων με κενά στα δεδομένα, εάν υπάρχουν, και την αντίστοιχη ποσότητα εκπομπών·

ιε)

κατά περίπτωση, συστάσεις για βελτίωση·

ιστ)

τα ονόματα του επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, του ανεξάρτητου εξεταστή και, κατά περίπτωση, του ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και του τεχνικού εμπειρογνώμονα που συμμετείχαν στην επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών ή της τμηματικής έκθεσης εκπομπών·

ιζ)

την ημερομηνία της έκθεσης επαλήθευσης και υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου εξ ονόματος του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του εν λόγω προσώπου.

6.   Ο ελεγκτής περιγράφει με επαρκείς λεπτομέρειες τις ανακρίβειες και τις ελλείψεις συμμόρφωσης στην έκθεση επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων πτυχών:

α)

την έκταση και το είδος των ανακριβειών ή της έλλειψης συμμόρφωσης·

β)

τους λόγους για τους οποίους η ανακρίβεια έχει ή όχι ουσιώδη επίδραση·

γ)

το στοιχείο της έκθεσης της εταιρείας που αφορά η ανακρίβεια ή το στοιχείο του σχεδίου παρακολούθησης ή τις νομικές υποχρεώσεις που αφορά η έλλειψη συμμόρφωσης·

Άρθρο 23

Ανεξάρτητη εξέταση της έκθεσης εκπομπών και της τμηματικής έκθεσης εκπομπών

1.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής εξετάζει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και το σχέδιο της έκθεσης επαλήθευσης, για να επαληθεύσει ότι η διαδικασία επαλήθευσης έχει διεξαχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ότι επιδείχθηκε η δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και κρίση.

2.   Το πεδίο εφαρμογής της ανεξάρτητης εξέτασης καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας επαλήθευσης που περιγράφεται στα άρθρα 10 έως 22.

3.   Μετά την επικύρωση της έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 20 στοιχείο ε), ο ελεγκτής συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης εξέτασης στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και ενημερώνει την Επιτροπή και το κράτος σημαίας του πλοίου σχετικά με το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση του εγγράφου συμμόρφωσης.

ΤΜΗΜΑ 3

Επαλήθευση των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας

Άρθρο 24

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες

1.   Πριν από την έναρξη της επαλήθευσης της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, οι εταιρείες παρέχουν στον ελεγκτή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την έκθεση σε επίπεδο εταιρείας για την περίοδο υποβολής εκθέσεων που πρέπει να επαληθευτεί και, κατά περίπτωση, αντίγραφο της επαληθευμένης έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας και της έκθεσης επαλήθευσης σε επίπεδο εταιρείας από το προηγούμενο έτος, εάν η επαλήθευση δεν διενεργήθηκε από τον ίδιο ελεγκτή·

β)

τις εκθέσεις εκπομπών και τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών μαζί με τις εκθέσεις επαλήθευσης για όλα τα πλοία υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων·

γ)

κατά περίπτωση, εάν κατά το προηγούμενο έτος η επαλήθευση της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας δεν διενεργήθηκε από τον ίδιο ελεγκτή, τις εκθέσεις εκπομπών και τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών του προηγούμενου έτους, μαζί με τις σχετικές εκθέσεις επαλήθευσης, για όλα τα πλοία υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά το προηγούμενο έτος·

δ)

κατάλογο όλων των πλοίων της εταιρείας ολικής χωρητικότητας 5 000 τόνων και άνω, με τον αριθμό αναγνώρισης IMO πλοίων, κατά τη διάρκεια περιόδου υποβολής εκθέσεων, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου κατά την οποία το πλοίο βρισκόταν υπό την κυριότητα της εταιρείας ή υπό την ευθύνη της εταιρείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 336/2006.

2.   Οι ελεγκτές μπορούν να ζητήσουν από την εταιρεία να παράσχει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία σχετική με την επαλήθευση της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, συμπεριλαμβανομένου αντιγράφου των σχεδίων παρακολούθησης πλοίων υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων και, κατά περίπτωση, αποδεικτικών στοιχείων για την αλλαγή της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων αποδεικτικών στοιχείων για την ημερομηνία αλλαγής.

Άρθρο 25

Στρατηγική ανάλυση

1.   Κατά την έναρξη της επαλήθευσης, ο ελεγκτής εκτιμά το πιθανό είδος, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επαληθευτικών εργασιών διεξάγοντας στρατηγική ανάλυση όλων των δραστηριοτήτων της εταιρείας.

2.   Για την κατανόηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας, ο ελεγκτής συγκεντρώνει και εξετάζει τις πληροφορίες που χρειάζονται προκειμένου να κρίνει αν η ομάδα επαλήθευσης είναι επαρκώς ικανή να εκτελέσει την επαλήθευση και αν ο αναφερόμενος στη σύμβαση χρόνος που πρόκειται να διατεθεί έχει προσδιοριστεί σωστά, καθώς και για να εξασφαλίσει ότι είναι σε θέση να διενεργήσει την απαραίτητη ανάλυση κινδύνου. Στις πληροφορίες περιλαμβάνονται τα εξής:

α)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 1,

β)

οι πληροφορίες που έχουν ληφθεί από την επαλήθευση τα προηγούμενα έτη, εάν ο ελεγκτής εκτελεί την επαλήθευση για την ίδια εταιρεία.

Άρθρο 26

Διενέργεια ανάλυσης κινδύνου από τους ελεγκτές

1.   Για τους σκοπούς της αξιολόγησης της πληρότητας και της συνοχής των υποβληθέντων δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, ο ελεγκτής εξετάζει τομείς υψηλότερου κινδύνου επαλήθευσης, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία όπως:

α)

τον αριθμό των πλοίων υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων·

β)

τον αριθμό των αλλαγών εταιρείας για πλοία υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων·

γ)

την ποικιλία των κινητήρων του πλοίου και τους χρησιμοποιούμενους τύπους καυσίμων·

δ)

τον αριθμό των διαφορετικών κρατών σημαίας·

ε)

το εύρος των διαφορετικών ελεγκτών που διενήργησαν επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών πλοίων υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων·

στ)

τον αριθμό των σχεδίων παρακολούθησης πλοίων υπό την ευθύνη της εταιρείας που δεν εγκρίθηκαν από την αρμόδια διαχειριστική αρχή πριν από την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης για τις σχετικές εκθέσεις εκπομπών ή τμηματικές εκθέσεις εκπομπών·

ζ)

τον αριθμό, τη φύση και την κλίμακα των ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης που σχετίζονται με τις εκθέσεις εκπομπών ή τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών πλοίων υπό την ευθύνη της εταιρείας, όπως αναφέρονται στις αντίστοιχες εκθέσεις επαλήθευσης.

2.   Εφόσον είναι σκόπιμο, υπό το πρίσμα των πληροφοριών που συγκεντρώνονται κατά την επαλήθευση, ο ελεγκτής αναθεωρεί την ανάλυση κινδύνου και τροποποιεί ή επαναλαμβάνει τις εκτελεστέες επαληθευτικές δραστηριότητες.

Άρθρο 27

Σχέδιο επαλήθευσης σε επίπεδο εταιρείας

Ο ελεγκτής καταρτίζει σχέδιο επαλήθευσης, το οποίο είναι ανάλογο με τα στοιχεία που συγκεντρώνονται και με τους κινδύνους που εντοπίζονται κατά την ανάλυση κινδύνου.

Το σχέδιο επαλήθευσης περιλαμβάνει πρόγραμμα επαλήθευσης στο οποίο περιγράφονται η φύση και το πεδίο εφαρμογής των επαληθευτικών δραστηριοτήτων, καθώς και ο προβλεπόμενος χρόνος και τρόπος εκτέλεσής τους, και, κατά περίπτωση, σχέδιο δειγματοληψίας δεδομένων.

Άρθρο 28

Διαδικασία επαλήθευσης της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας

Με βάση την ανάλυση κινδύνου, ο ελεγκτής εξετάζει το ενδεχόμενο εκτέλεσης των ακόλουθων τύπων διαδικασιών:

α)

έρευνα με το αρμόδιο προσωπικό·

β)

έλεγχος των εγγράφων·

γ)

διαδικασίες παρατήρησης και ελέγχου.

Άρθρο 29

Επαλήθευση των υποβαλλόμενων δεδομένων σε επίπεδο εταιρείας

1.   Ο ελεγκτής αξιολογεί την πληρότητα και τη συνοχή των δεδομένων που αναφέρονται στην έκθεση σε επίπεδο εταιρείας μέσω:

α)

λεπτομερών δοκιμών, μεταξύ άλλων με τον εντοπισμό τους μέχρι τη σχετική πηγή δεδομένων·

β)

αντιπαραβολής των δεδομένων με τα δεδομένα από τις επαληθευμένες εκθέσεις εκπομπών και, εάν είναι αναγκαίο, με εξωτερικές πηγές δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων παρακολούθησης πλοίων·

γ)

εκτέλεσης ελέγχων συμφωνίας·

δ)

επαναλήψεων υπολογισμών.

2.   Στο πλαίσιο της επαλήθευσης των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής επαληθεύει:

α)

την πληρότητα της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, συμπεριλαμβανομένης της συμπερίληψης όλων των πλοίων υπό την ευθύνη της εταιρείας κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων και των αντίστοιχων εκπομπών τους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

β)

την ορθότητα των υπολογισμών που οδηγούν στα συγκεντρωτικά δεδομένα για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας.

Άρθρο 30

Επίπεδο σημαντικότητας για τις εκθέσεις σε επίπεδο εταιρείας

1.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης μιας έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, όταν το άθροισμα των συνολικών συγκεντρωτικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου όλων των πλοίων που πρέπει να δηλώνονται σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ, όπως προσδιορίζονται σε επίπεδο πλοίου σύμφωνα με το παράρτημα II μέρος Γ σημεία 1.1 έως 1.7 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, υπερβαίνει τους 500 000 τόνους ισοδύναμου CO2, το επίπεδο σημαντικότητας είναι το 2 % των εν λόγω δεδομένων εκπομπών κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων.

2.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, όταν η ποσότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει τους 500 000 τόνους ισοδυνάμου CO2, το επίπεδο σημαντικότητας είναι το 5 % των δεδομένων εκπομπών κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων.

Άρθρο 31

Επιτόπιες επισκέψεις

1.   Ο ελεγκτής διενεργεί επιτόπιες επισκέψεις προκειμένου να επαληθεύσει έκθεση σε επίπεδο εταιρείας, ιδίως με βάση το αποτέλεσμα της ανάλυσης κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 26, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση όπου αποθηκεύεται η κρίσιμη μάζα συναφών δεδομένων και τη θέση όπου πραγματοποιούνται δραστηριότητες ροής δεδομένων και δραστηριότητες ελέγχου.

2.   Ο ελεγκτής καθορίζει, επίσης, τις δραστηριότητες που πρόκειται να εκτελεστούν και τον χρόνο που απαιτείται για την επιτόπια επίσκεψη.

3.   Η εταιρεία παρέχει στον ελεγκτή πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χερσαίων τοποθεσιών και των σχετικών πλοίων της.

4.   Ο ελεγκτής μπορεί να διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη υπό τον όρο ότι, βάσει του αποτελέσματος της ανάλυσης κινδύνου, πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο ελεγκτής διαθέτει τη δυνατότητα εξ αποστάσεως λήψης και αξιολόγησης όλων των απαιτούμενων πληροφοριών·

β)

όταν σοβαρές, έκτακτες και απρόβλεπτες περιστάσεις, εκτός του ελέγχου της εταιρείας, εμποδίζουν τον ελεγκτή να διενεργήσει επιτόπια επίσκεψη και οι περιστάσεις αυτές δεν μπορούν, αφού γίνει κάθε εύλογη προσπάθεια, να αντιμετωπιστούν.

Ο ελεγκτής λαμβάνει μέτρα ώστε ο κίνδυνος της επαλήθευσης να περιορίζεται σε αποδεκτό επίπεδο για να συναχθεί με εύλογη βεβαιότητα ότι η έκθεση σε επίπεδο εταιρείας είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Η απόφαση για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης λαμβάνεται αφού διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης. Ο ελεγκτής ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την εταιρεία σχετικά με την απόφαση να διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διενέργεια εικονικής επιτόπιας επίσκεψης.

5.   Με βάση το αποτέλεσμα της ανάλυσης κινδύνου, ο ελεγκτής μπορεί να αποφασίσει να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4, υπό τον όρο ότι πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο ελεγκτής διαθέτει τη δυνατότητα εξ αποστάσεως λήψης και αξιολόγησης όλων των απαιτούμενων πληροφοριών·

β)

δεν είναι η πρώτη φορά που ο ελεγκτής επαληθεύει έκθεση σε επίπεδο εταιρείας για την εν λόγω εταιρεία·

γ)

η επαλήθευση μπορεί να διενεργηθεί με εύλογη βεβαιότητα χωρίς να διενεργηθεί τέτοια επιτόπια επίσκεψη.

Ο ελεγκτής λαμβάνει μέτρα ώστε ο κίνδυνος της επαλήθευσης να περιορίζεται σε αποδεκτό επίπεδο για να συναχθεί με εύλογη βεβαιότητα ότι η έκθεση σε επίπεδο εταιρείας είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Η απόφαση για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης λαμβάνεται αφού διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης. Ο ελεγκτής ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την εταιρεία σχετικά με την απόφαση να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης.

6.   Για τα πλοία που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, η εταιρεία ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την αρμόδια διαχειριστική αρχή της σχετικά με την απόφαση του ελεγκτή να παραιτηθεί από τη διενέργεια της επιτόπιας επίσκεψης.

Η αρμόδια διαχειριστική αρχή μπορεί να αντιταχθεί στην απόφαση του ελεγκτή να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τις πληροφορίες που παρέχει ο ελεγκτής σχετικά με το αποτέλεσμα της ανάλυσης κινδύνου·

β)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την παραίτηση από τη διεξαγωγή της επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 5.

Σε περίπτωση αντίρρησης, η αρμόδια διαχειριστική αρχή κοινοποιεί στην εταιρεία την αντίρρηση και τους λόγους της αντίρρησης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, αλλά το αργότερο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε για την απόφαση του ελεγκτή να παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης.

7.   Εάν ο ελεγκτής διενεργήσει εικονική επιτόπια επίσκεψη σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή παραιτηθεί από τη διενέργεια επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 5, πρέπει να παρέχει σχετική αιτιολόγηση στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 32

Αντιμετώπιση των ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης στην έκθεση σε επίπεδο εταιρείας

1.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης στην έκθεση σε επίπεδο εταιρείας στο πλαίσιο της επαλήθευσής της, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και ζητεί τις σχετικές διορθώσεις εντός εύλογης προθεσμίας.

Η εταιρεία διορθώνει κάθε κοινοποιηθείσα ανακρίβεια ή έλλειψη συμμόρφωσης.

2.   Ο ελεγκτής τεκμηριώνει στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης κάθε ανακρίβεια ή έλλειψη συμμόρφωσης που διορθώθηκε κατά τη διάρκεια της επαλήθευσης με την ένδειξη «Επιλύθηκε».

3.   Όταν η εταιρεία δεν διορθώνει τυχόν ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής, πριν να εκδώσει την έκθεση επαλήθευσης, ζητά από την εταιρεία να εξηγήσει τα κύρια αίτια των ανακριβειών ή ελλείψεων συμμόρφωσης.

4.   Ο ελεγκτής κρίνει αν οι ανακρίβειες που δεν διορθώθηκαν έχουν επιπτώσεις, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, στα στοιχεία των συνολικών εκπομπών που δηλώθηκαν και αν αυτές οι επιπτώσεις συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες.

Ο ελεγκτής κρίνει αν η έλλειψη συμμόρφωσης που δεν διορθώθηκε έχει επιπτώσεις, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ελλείψεις συμμόρφωσης, στα δεδομένα που δηλώθηκαν στην έκθεση και αν αυτό συνεπάγεται ουσιώδη ανακρίβεια.

5.   Ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη τυχόν ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, βρίσκονται κάτω από το επίπεδο σημαντικότητας που ορίζεται στο άρθρο 30 ως ουσιώδεις ανακρίβειες, όπου αυτό δικαιολογείται λόγω της κλίμακας και της φύσης τους ή από τις ιδιαίτερες περιστάσεις υπό τις οποίες προέκυψαν.

Άρθρο 33

Συμπεράσματα της επαλήθευσης της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας

Για να ολοκληρώσει την επαλήθευση της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, ο ελεγκτής:

α)

επιβεβαιώνει ότι έχουν πραγματοποιηθεί όλες οι επαληθευτικές δραστηριότητες·

β)

εκτελεί τελικές αναλυτικές διαδικασίες στα συγκεντρωτικά δεδομένα, για να εξασφαλίσει ότι είναι απαλλαγμένα από ουσιώδεις ανακρίβειες·

γ)

επαληθεύει αν οι πληροφορίες που περιέχει η έκθεση πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

δ)

πριν από τη δημοσίευση της έκθεσης επαλήθευσης, προετοιμάζει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και του σχεδίου έκθεσης και τα υποβάλλει στον ανεξάρτητο εξεταστή σύμφωνα με το άρθρο 36·

ε)

εξουσιοδοτεί κάποιον να επαληθεύσει την έκθεση με βάση τα πορίσματα του ανεξάρτητου εξεταστή και τα αποδεικτικά στοιχεία της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης, και ενημερώνει σχετικά την εταιρεία.

Άρθρο 34

Συστάσεις για βελτίωση

1.   Ο ελεγκτής ανακοινώνει στην εταιρεία συστάσεις για βελτίωση σε σχέση με μη διορθωμένες ανακρίβειες και ελλείψεις συμμόρφωσης που δεν συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες.

2.   Ο ελεγκτής μπορεί να ανακοινώσει και άλλες συστάσεις για βελτίωση τις οποίες θεωρεί σχετικές, υπό το πρίσμα του αποτελέσματος των επαληθευτικών δραστηριοτήτων.

3.   Κατά την ανακοίνωση των συστάσεων προς την εταιρεία, ο ελεγκτής πρέπει να παραμείνει ουδέτερος έναντι της εταιρείας, των πλοίων και του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. Δεν θέτει σε κίνδυνο την αμεροληψία του παρέχοντας συμβουλές ή αναπτύσσοντας μέρη της διαδικασίας παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

4.   Κατά την επαλήθευση που έπεται του έτους διατύπωσης των συστάσεων για βελτίωση στην έκθεση επαλήθευσης, ο ελεγκτής επαληθεύει αν και με ποιον τρόπο η εταιρεία εφάρμοσε τις εν λόγω συστάσεις βελτίωσης. Εάν η εταιρεία δεν εφάρμοσε τις εν λόγω συστάσεις, ο ελεγκτής αξιολογεί αν αυτό αυξάνει ή ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο ανακριβειών.

Άρθρο 35

Έκθεση επαλήθευσης σε επίπεδο εταιρείας

1.   Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται, ο ελεγκτής εκδίδει έκθεση επαλήθευσης σχετικά με την έκθεση σε επίπεδο εταιρείας που υποβάλλεται σε επαλήθευση και διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση επαλήθευσης στην εταιρεία.

2.   Μόλις παραλάβει την έκθεση επαλήθευσης σύμφωνα με την παράγραφο 1, η εταιρεία υποβάλλει την έκθεση επαλήθευσης μαζί με την έκθεση σε επίπεδο εταιρείας στην αρμόδια διαχειριστική αρχή. Οι εκθέσεις υποβάλλονται με αυτοματοποιημένα συστήματα και μορφότυπους ανταλλαγής δεδομένων.

3.   Η έκθεση επαλήθευσης περιλαμβάνει δήλωση που επαληθεύει την έκθεση σε επίπεδο εταιρείας ως ικανοποιητική ή μη ικανοποιητική.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 3, η έκθεση σε επίπεδο εταιρείας θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί ως ικανοποιητική μόνο εάν είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες. Η έκθεση σε επίπεδο εταιρείας δεν επαληθεύεται ως ικανοποιητική σε περίπτωση που περιέχει ουσιώδεις ανακρίβειες οι οποίες δεν διορθώθηκαν πριν από την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης.

5.   Η έκθεση επαλήθευσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την επωνυμία της εταιρείας και τον ενιαίο αριθμό IMO αναγνώρισης εταιρείας και καταχωρισμένου ιδιοκτήτη του πλοιοκτήτη·

β)

τίτλο όπου διευκρινίζεται ότι πρόκειται για έκθεση επαλήθευσης·

γ)

την ταυτότητα του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος και της επαγγελματικής διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του υπευθύνου επικοινωνίας·

δ)

τους στόχους και το πεδίο εφαρμογής της επαλήθευσης·

ε)

παραπομπή στην έκθεση σε επίπεδο εταιρείας και στην περίοδο υποβολής εκθέσεων προς επαλήθευση·

στ)

τα συγκεντρωτικά δεδομένα για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας, καθώς και τα δεδομένα για τις εκπομπές που πρέπει να υποβάλλονται με τη χρήση του μορφότυπου που ορίζεται στο παράρτημα IX του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής (12)·

ζ)

παραπομπή στα πρότυπα επαλήθευσης που χρησιμοποιήθηκαν·

η)

σύνοψη των διαδικασιών του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις επιτόπιες επισκέψεις και τις ημερομηνίες διεξαγωγής τους και πληροφοριών σχετικά με τους λόγους για τη διεξαγωγή εικονικών επιτόπιων επισκέψεων ή τους λόγους για την παραίτηση από αυτές σύμφωνα με το άρθρο 31·

θ)

δήλωση επαλήθευσης·

ι)

περιγραφή των μη διορθωμένων ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 32, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και της κλίμακάς τους, είτε έχουν ουσιώδη αντίκτυπο είτε όχι, και των στοιχείων της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας την οποία αφορούν, κατά περίπτωση·

ια)

περιγραφή κάθε ζητήματος έλλειψης συμμόρφωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5) στοιχείο γ), το οποίο διαπιστώθηκε κατά την επαλήθευση·

ιβ)

κατά περίπτωση, συστάσεις για βελτίωση·

ιγ)

τα ονόματα του επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, του ανεξάρτητου εξεταστή και, κατά περίπτωση, του ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και του τεχνικού εμπειρογνώμονα που συμμετείχαν στην επαλήθευση της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας·

ιδ)

την ημερομηνία της έκθεσης επαλήθευσης και υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου εξ ονόματος του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος του εν λόγω προσώπου.

6.   Ο ελεγκτής περιγράφει τις ανακρίβειες ή τις ελλείψεις συμμόρφωσης με επαρκείς λεπτομέρειες στην έκθεση επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων πτυχών:

α)

την έκταση και το είδος των ανακριβειών ή της έλλειψης συμμόρφωσης·

β)

τους λόγους για τους οποίους η ανακρίβεια έχει ή όχι ουσιώδη επίδραση·

γ)

το στοιχείο της έκθεσης που αφορά η ανακρίβεια ή τις νομικές υποχρεώσεις που αφορά η έλλειψη συμμόρφωσης.

Άρθρο 36

Ανεξάρτητη εξέταση της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας

1.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής εξετάζει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και το σχέδιο της έκθεσης επαλήθευσης, για να επαληθεύσει ότι η διαδικασία επαλήθευσης έχει διεξαχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ότι επιδείχθηκε η δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και κρίση.

2.   Το πεδίο εφαρμογής της ανεξάρτητης εξέτασης καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας επαλήθευσης που περιγράφεται στα άρθρα 24 έως 35.

3.   Μετά την επικύρωση της έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 33 στοιχείο ε), ο ελεγκτής συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης εξέτασης στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΚΤΕΣ

Άρθρο 37

Διαδικασία διασφάλισης διαρκούς ικανότητας

1.   Ο ελεγκτής καθορίζει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί διαδικασία διασφάλισης διαρκούς ικανότητας, ώστε να εξασφαλίζει ότι το σύνολο του προσωπικού στο οποίο ανατίθενται επαληθευτικές δραστηριότητες είναι ικανό να εκτελεί τα καθήκοντα που αναλαμβάνει.

2.   Για τους σκοπούς της διαδικασίας διασφάλισης ικανότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής καθορίζει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί τις ακόλουθες πτυχές:

α)

γενικά κριτήρια ικανότητας για το σύνολο του προσωπικού που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες·

β)

ειδικά κριτήρια ικανότητας για κάθε θέση προσωπικού του ελεγκτή που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες, ιδίως για τον επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, τον ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, τον ανεξάρτητο εξεταστή και τον τεχνικό εμπειρογνώμονα·

γ)

μέθοδο για τη διασφάλιση της διαρκούς ικανότητας και της τακτικής αξιολόγησης των επιδόσεων του συνόλου του προσωπικού που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες·

δ)

διαδικασία που εξασφαλίζει τη συνεχή κατάρτιση του προσωπικού το οποίο αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες·

ε)

διαδικασία με την οποία εκτιμάται αν η ανάληψη επαληθευτικής υποχρέωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης του ελεγκτή και αν αυτός διαθέτει την ικανότητα, το προσωπικό και τους πόρους που απαιτούνται για να συγκροτήσει την ομάδα επαλήθευσης και να ολοκληρώσει με επιτυχία τις επαληθευτικές δραστηριότητες εντός του απαιτούμενου χρονικού διαστήματος.

Όταν ο ελεγκτής αξιολογεί την ικανότητα του προσωπικού σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στοιχείο γ), βασίζεται στα κριτήρια ικανότητας που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β).

Η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) διαδικασία εμπεριέχει επίσης διαδικασία με την οποία εκτιμάται αν η ομάδα επαλήθευσης διαθέτει όλες τις ικανότητες και το προσωπικό που απαιτούνται για την εκτέλεση επαληθευτικών δραστηριοτήτων με αντικείμενο συγκεκριμένη εταιρεία.

Ο ελεγκτής καταρτίζει γενικά και ειδικά κριτήρια ικανότητας τα οποία είναι σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 38 παράγραφος 4 και των άρθρων 39, 40 και 41.

3.   Ο ελεγκτής πρέπει να παρακολουθεί τακτικά, και τουλάχιστον σε ετήσια βάση, τις επιδόσεις του συνόλου του προσωπικού που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες, προκειμένου να επιβεβαιώνεται η διαρκής ικανότητά τους.

4.   Ο ελεγκτής επανεξετάζει τακτικά τη συνεχή διαδικασία διασφάλισης ικανότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ώστε να εξασφαλίζει:

α)

την κατάρτιση των κριτηρίων ικανότητας της παραγράφου 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν την ικανότητα·

β)

την αντιμετώπιση όλων των ζητημάτων που ενδέχεται να εντοπιστούν όσον αφορά τον καθορισμό γενικών και ειδικών κριτηρίων ικανότητας κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β)·

γ)

την επικαιροποίηση και διατήρηση όλων των απαιτήσεων της διαδικασίας διασφάλισης ικανότητας, κατά περίπτωση.

5.   Ο ελεγκτής διαθέτει σύστημα καταγραφής των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων που διεξάγονται στο πλαίσιο της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 διαδικασίας διασφάλισης ικανότητας.

6.   Η ικανότητα και οι επιδόσεις κάθε ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και κάθε επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές αξιολογούνται από επαρκώς ικανό αξιολογητή.

Ο ικανός αξιολογητής παρακολουθεί τους εν λόγω ελεγκτές όταν επαληθεύουν την έκθεση εκπομπών ή την τμηματική έκθεση εκπομπών στους χώρους των εγκαταστάσεων της εταιρείας, για να διαπιστώσει αν πληρούν τα κριτήρια ικανότητας.

7.   Όταν δεν αποδεικνύεται ότι ένα μέλος του προσωπικού ικανοποιεί πλήρως τα κριτήρια ικανότητας για συγκεκριμένο καθήκον που του έχει ανατεθεί, ο ελεγκτής προσδιορίζει και οργανώνει πρόσθετη κατάρτιση ή εποπτευόμενη απόκτηση εργασιακής πείρας για το εν λόγω μέλος του προσωπικού. Ο ελεγκτής παρακολουθεί το εν λόγω μέλος του προσωπικού έως ότου αυτό αποδείξει στον ελεγκτή ότι ικανοποιεί τα κριτήρια ικανότητας.

Άρθρο 38

Ομάδες επαλήθευσης

1.   Για κάθε ειδική ανάληψη επαληθευτικής υποχρέωσης, ο ελεγκτής συγκροτεί ομάδα επαλήθευσης ικανή να εκτελέσει τις επαληθευτικές δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 36.

2.   Η ομάδα επαλήθευσης απαρτίζεται από έναν επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και, κατά περίπτωση, υπό το πρίσμα της κατανόησης της πολυπλοκότητας των καθηκόντων που πρέπει να εκτελούνται από τον ελεγκτή και της ικανότητάς του να διενεργεί την αναγκαία ανάλυση κινδύνου, από κατάλληλο αριθμό ελεγκτών ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και τεχνικών εμπειρογνωμόνων.

3.   Για την ανεξάρτητη εξέταση των επαληθευτικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την ανάληψη συγκεκριμένης επαληθευτικής υποχρέωσης, ο ελεγκτής ορίζει ανεξάρτητο εξεταστή, ο οποίος δεν είναι μέλος της ομάδας επαλήθευσης.

4.   Τα μέλη της ομάδας οφείλουν να έχουν σαφή αντίληψη του ιδιαίτερου ρόλου τους στο πλαίσιο της διαδικασίας επαλήθευσης και πρέπει να είναι σε θέση να επικοινωνούν αποτελεσματικά στην απαιτούμενη γλώσσα για να εκτελούν τις επαληθευτικές εργασίες τους και να εξετάζουν τις πληροφορίες που υποβάλλονται από την εταιρεία.

5.   Όταν η ομάδα επαλήθευσης αποτελείται από ένα μόνο πρόσωπο, το πρόσωπο αυτό πληροί όλες τις απαιτήσεις για την ικανότητα του ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και του επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, καθώς και τις απαιτήσεις της παραγράφου 4.

Άρθρο 39

Απαιτήσεις για την ικανότητα για τους ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και τους επικεφαλής ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές

1.   Οι ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές πρέπει να έχουν την ικανότητα να αξιολογούν τα σχέδια παρακολούθησης και να επαληθεύουν τις εκθέσεις εκπομπών, τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών και τις εκθέσεις σε επίπεδο εταιρείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, την οδηγία 2003/87/ΕΚ και τον παρόντα κανονισμό.

2.   Προς τούτο, οι ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές διαθέτουν τουλάχιστον:

α)

γνώσεις σχετικά με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, την οδηγία 2003/87/ΕΚ, τον παρόντα κανονισμό, τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1927, τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1928, άλλες σχετικές νομοθετικές πράξεις, πρότυπα και εφαρμοστέες κατευθυντήριες γραμμές, καθώς και με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές και τη νομοθεσία που έχουν εκδοθεί από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο ελεγκτής ή το κράτος μέλος της αρμόδιας διαχειριστικής αρχής για την εταιρεία για την οποία διενεργεί την επαλήθευση ο ελεγκτής·

β)

γνώσεις και πείρα όσον αφορά τον έλεγχο δεδομένων και πληροφοριών, όπου συμπεριλαμβάνονται:

i)

οι μεθοδολογίες ελέγχου δεδομένων και πληροφοριών, η εφαρμογή του επιπέδου σημαντικότητας και η εκτίμηση της σπουδαιότητας των ανακριβειών,

ii)

η ανάλυση των εγγενών κινδύνων και των κινδύνων του ελέγχου,

iii)

οι τεχνικές δειγματοληψίας σε σχέση με τη δειγματοληψία δεδομένων και την εξακρίβωση των δραστηριοτήτων ελέγχου,

iv)

η αξιολόγηση συστημάτων δεδομένων και πληροφοριών, συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών, δραστηριοτήτων ροής δεδομένων, δραστηριοτήτων ελέγχου, συστημάτων ελέγχου και διαδικασιών για δραστηριότητες ελέγχου·

γ)

την ικανότητα να εκτελούν δραστηριότητες που σχετίζονται με την επαλήθευση έκθεσης εκπομπών, τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας, όπως απαιτείται από τα άρθρα 4 έως 36.

3.   Επιπλέον, για τους σκοπούς της αξιολόγησης των σχεδίων παρακολούθησης και της επαλήθευσης των εκθέσεων για τις εκπομπές, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας, λαμβάνεται υπόψη από τους ελεγκτές η τομεακή γνώση και πείρα στις σχετικές πτυχές, όπως καθορίζεται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

4.   Οι επικεφαλής ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές πληρούν τις απαιτήσεις για την ικανότητα των ελεγκτών ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και διαθέτουν αποδεδειγμένα την ικανότητα να ηγούνται ομάδων επαλήθευσης και να αναλαμβάνουν την ευθύνη της διεξαγωγής των επαληθευτικών δραστηριοτήτων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 40

Απαιτήσεις για την ικανότητα των ανεξάρτητων εξεταστών

1.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής έχει την κατάλληλη αρμοδιότητα για την εξέταση του σχεδίου συμπερασμάτων για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, του σχεδίου έκθεσης επαλήθευσης και της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 8, 23 και 36.

2.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 39 παράγραφος 4 για την ικανότητα των επικεφαλής ελεγκτών ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές.

3.   Προκειμένου να εκτιμήσει αν η εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης είναι πλήρης και αν έχουν συγκεντρωθεί επαρκή αποδεικτικά στοιχεία κατά τη διάρκεια των επαληθευτικών δραστηριοτήτων, ο ανεξάρτητος εξεταστής διαθέτει την απαραίτητη ικανότητα για τα εξής:

α)

ανάλυση των πληροφοριών που παρασχέθηκαν και επιβεβαίωση της πληρότητας και της ακεραιότητάς τους·

β)

αμφισβήτηση ελλειπόντων ή αντιφατικών πληροφοριών·

γ)

έλεγχο των διαδρομών των δεδομένων, προκειμένου να εκτιμηθεί αν η εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης παρέχει επαρκείς πληροφορίες για την υποστήριξη του σχεδίου συμπερασμάτων για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, του σχεδίου έκθεσης επαλήθευσης και των συμπερασμάτων που εξετάστηκαν στην εσωτερική εξέταση.

Άρθρο 41

Αξιοποίηση τεχνικών εμπειρογνωμόνων

1.   Κατά την άσκηση επαληθευτικών δραστηριοτήτων, ο ελεγκτής μπορεί να ζητεί από τεχνικούς εμπειρογνώμονες να προσφέρουν τις λεπτομερείς γνώσεις και την πείρα τους σε συγκεκριμένο θέμα, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη στήριξη του ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και του επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές κατά την εκτέλεση των επαληθευτικών τους δραστηριοτήτων.

2.   Σε περίπτωση που ο ανεξάρτητος εξεταστής δεν διαθέτει την ικανότητα αξιολόγησης συγκεκριμένου θέματος της διαδικασίας εξέτασης, ο ελεγκτής ζητεί τη βοήθεια τεχνικού εμπειρογνώμονα.

3.   Ο τεχνικός εμπειρογνώμονας διαθέτει την απαιτούμενη ικανότητα και πείρα για την αποτελεσματική στήριξη του ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και του επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, ή του ανεξάρτητου εξεταστή όταν είναι αναγκαίο, σχετικά με το θέμα για το οποίο ζητούνται οι γνώσεις και η πείρα του εν λόγω εμπειρογνώμονα. Επιπλέον, ο τεχνικός εμπειρογνώμονας έχει επαρκή αντίληψη των θεμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 39.

4.   Ο τεχνικός εμπειρογνώμονας αναλαμβάνει καθορισμένα καθήκοντα υπό τη διεύθυνση και την πλήρη ευθύνη του ανεξάρτητου εξεταστή ή του επικεφαλής ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές της ομάδας επαλήθευσης στο πλαίσιο της οποίας ενεργεί ο τεχνικός εμπειρογνώμονας.

Άρθρο 42

Διαδικασίες για τις επαληθευτικές δραστηριότητες

1.   Οι ελεγκτές καθορίζουν, τεκμηριώνουν, εφαρμόζουν και διατηρούν μία ή περισσότερες διαδικασίες και διεργασίες για τις επαληθευτικές δραστηριότητες που περιγράφονται στα άρθρα 4 έως 36.

2.   Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των εν λόγω διαδικασιών και διεργασιών, οι ελεγκτές εκτελούν τις δραστηριότητες σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ως προς τις απαιτήσεις για τους φορείς επικύρωσης και επαλήθευσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου προς χρήση στη διαπίστευση ή σε άλλες μορφές αναγνώρισης (13).

3.   Οι ελεγκτές καθιερώνουν, τεκμηριώνουν, εφαρμόζουν και διατηρούν σύστημα διαχείρισης της ποιότητας, ώστε να διασφαλίζεται η συνεπής διαμόρφωση, εφαρμογή, βελτίωση και επανεξέταση των διαδικασιών και διεργασιών σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

πολιτικές και αρμοδιότητες·

β)

επανεξέταση του συστήματος διαχείρισης·

γ)

εσωτερικούς ελέγχους·

δ)

διορθωτικές ενέργειες·

ε)

δράσεις για την αντιμετώπιση κινδύνων και ευκαιριών, και την ανάληψη προληπτικής δράσης·

στ)

έλεγχο τεκμηριωμένων πληροφοριών.

4.   Επιπλέον, οι ελεγκτές καταρτίζουν τις ακόλουθες διαδικασίες, διεργασίες και ρυθμίσεις σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 2:

α)

διαδικασία και πολιτική επικοινωνίας με την εταιρεία·

β)

κατάλληλες ρυθμίσεις για τη διαφύλαξη της εμπιστευτικότητας των αποκτώμενων πληροφοριών·

γ)

διαδικασία αντιμετώπισης προσφυγών των εταιρειών·

δ)

διαδικασία αντιμετώπισης καταγγελιών (συμπεριλαμβανομένου ενδεικτικού χρονοδιαγράμματος) των εταιρειών·

ε)

διαδικασία για την έκδοση αναθεωρημένης έκθεσης επαλήθευσης, στις περιπτώσεις που εντοπίζεται σφάλμα στην έκθεση επαλήθευσης, στην έκθεση εκπομπών, στην τμηματική έκθεση εκπομπών ή στην έκθεση σε επίπεδο εταιρείας, αφότου ο ελεγκτής υποβάλει την έκθεση επαλήθευσης στην εταιρεία·

στ)

διαδικασία ή διεργασία για την ανάθεση επαληθευτικών δραστηριοτήτων σε τρίτους οργανισμούς·

ζ)

διαδικασία ή διεργασία που εξασφαλίζει ότι ο ελεγκτής αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τις επαληθευτικές δραστηριότητες που εκτελούνται από πρόσωπα επί συμβάσει·

η)

διεργασίες που διασφαλίζουν την ορθή λειτουργία του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3, στις οποίες περιλαμβάνονται:

i)

διεργασίες για την επανεξέταση του συστήματος διαχείρισης τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο, με συχνότητα που δεν υπερβαίνει τους 15 μήνες μεταξύ δύο επανεξετάσεων του συστήματος διαχείρισης·

ii)

διεργασίες για τη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο, με συχνότητα που δεν υπερβαίνει τους 15 μήνες μεταξύ δύο εσωτερικών ελέγχων·

iii)

διεργασίες για τον εντοπισμό και τη διαχείριση περιπτώσεων έλλειψης συμμόρφωσης στις δραστηριότητες του ελεγκτή και για την εκτέλεση διορθωτικών ενεργειών για την αντιμετώπιση των εν λόγω περιπτώσεων έλλειψης συμμόρφωσης·

iv)

διεργασίες για τον εντοπισμό κινδύνων και ευκαιριών στις δραστηριότητες του ελεγκτή και για την ανάληψη προληπτικής δράσης με στόχο τον μετριασμό των εν λόγω κινδύνων·

v)

διεργασίες για τον έλεγχο τεκμηριωμένων πληροφοριών.

Άρθρο 43

Εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης

1.   Ο ελεγκτής καταρτίζει εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης, η οποία περιέχει τουλάχιστον:

α)

τα αποτελέσματα των επαληθευτικών δραστηριοτήτων που εκτελέστηκαν·

β)

το σχέδιο επαλήθευσης, τη στρατηγική ανάλυση και την ανάλυση κινδύνου·

γ)

επαρκείς πληροφορίες για να τεκμηριώσει την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης και του σχεδίου έκθεσης επαλήθευσης, μεταξύ των άλλων, αιτιολογήσεις των αποφάσεων ως προς το αν οι ανακρίβειες ήταν ουσιώδεις.

2.   Η εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης συντάσσεται κατά τρόπο ώστε ο αναφερόμενος στα άρθρα 8, 23 και 36 ανεξάρτητος εξεταστής και ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης να μπορούν να εκτιμήσουν αν η επαλήθευση διενεργήθηκε σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Κατόπιν αιτήματος, ο ελεγκτής παρέχει στην αρμόδια διαχειριστική αρχή πρόσβαση στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και σε άλλες σχετικές πληροφορίες, προκειμένου να διευκολύνει την αξιολόγηση της επαλήθευσης από την αρμόδια διαχειριστική αρχή. Η αρμόδια διαχειριστική αρχή μπορεί να ορίσει προθεσμία εντός της οποίας ο ελεγκτής πρέπει να παράσχει πρόσβαση στην εν λόγω τεκμηρίωση.

Άρθρο 44

Τήρηση αρχείων και επικοινωνία

1.   Οι ελεγκτές τηρούν και διαχειρίζονται μητρώα για να μπορούν να αποδείξουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων όσον αφορά την ικανότητα και την αμεροληψία του προσωπικού τους.

2.   Ο ελεγκτής παρέχει τακτικά πληροφορίες στην εταιρεία σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

3.   Οι ελεγκτές διαφυλάσσουν την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνονται κατά την επαλήθευση, σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 45

Αμεροληψία και ανεξαρτησία

1.   Ο ελεγκτής είναι ανεξάρτητος από την εταιρεία και ασκεί με αμεροληψία τις επαληθευτικές του δραστηριότητες.

Για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας, ο ελεγκτής και οποιοδήποτε τμήμα της ίδιας νομικής οντότητας δεν είναι εταιρεία όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, δεν είναι ιδιοκτήτης τέτοιας εταιρείας ούτε ανήκει στην ιδιοκτησία τέτοιας εταιρείας και δεν έχει σχέσεις με την εταιρεία οι οποίες θα μπορούσαν να πλήξουν την ανεξαρτησία και την αμεροληψία του. Ο ελεγκτής είναι επίσης ανεξάρτητος από φορείς που εμπορεύονται δικαιώματα εκπομπής στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου το οποίο έχει θεσπιστεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 19 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

2.   Η οργάνωση των ελεγκτών είναι τέτοια ώστε να διασφαλίζει την αντικειμενικότητα, την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται οι σχετικές απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

3.   Οι ελεγκτές δεν ασκούν επαληθευτικές δραστηριότητες για εταιρεία η οποία δημιουργεί μη αποδεκτό κίνδυνο στην αμεροληψία τους ή για την οποία υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων. Ο ελεγκτής δεν χρησιμοποιεί για την αξιολόγηση σχεδίου παρακολούθησης ή για την επαλήθευση έκθεσης εκπομπών, τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας μέλη του προσωπικού ή συμβασιούχους για τους οποίους συντρέχει πραγματική ή δυνητική σύγκρουση συμφερόντων. Ο ελεγκτής εξασφαλίζει επίσης ότι οι δραστηριότητες του προσωπικού ή οργανισμών δεν θίγουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα, την ανεξαρτησία και την αμεροληψία της επαλήθευσης. Για τον σκοπό αυτό, ο ελεγκτής παρακολουθεί τους κινδύνους για την αμεροληψία και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση των εν λόγω κινδύνων.

4.   Μη αποδεκτός κίνδυνος για την αμεροληψία ή σύγκρουση συμφερόντων θεωρείται ότι προκύπτει, μεταξύ άλλων, όταν ο ελεγκτής ή οποιοδήποτε τμήμα της ίδιας νομικής οντότητας, παρέχει τα εξής:

α)

υπηρεσίες διαβούλευσης για την ανάπτυξη μέρους της διαδικασίας παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης της μεθοδολογίας παρακολούθησης, της σύνταξης της έκθεσης εκπομπών, της τμηματικής έκθεσης εκπομπών ή της έκθεσης σε επίπεδο εταιρείας και της εκπόνησης του σχεδίου παρακολούθησης·

β)

τεχνική συνδρομή στην ανάπτυξη ή συντήρηση του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων εκπομπών ή άλλων σχετικών πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

5.   Στις σχέσεις μεταξύ ελεγκτή και εταιρείας θεωρείται ότι συντρέχει σύγκρουση συμφερόντων στο πρόσωπο του ελεγκτή ιδιαίτερα σε κάποια από τις παρακάτω περιπτώσεις:

α)

όταν η σχέση του ελεγκτή με την εταιρεία βασίζεται σε κοινή ιδιοκτησία, κοινή διοίκηση, κοινή διαχείριση ή κοινό προσωπικό, κοινούς πόρους, κοινά οικονομικά και από κοινού σύναψη συμβάσεων ή προώθηση στην αγορά·

β)

όταν στην εταιρεία έχουν παρασχεθεί υπηρεσίες συμβουλευτικής που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α) ή τεχνική συνδρομή που αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο β) από εταιρεία συμβούλων, φορέα τεχνικής συνδρομής ή άλλο οργανισμό που έχει σχέσεις με τον ελεγκτή και απειλεί την αμεροληψία του.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο β), η αμεροληψία του ελεγκτή θεωρείται ότι κλονίζεται όταν οι σχέσεις του με την εταιρεία συμβούλων, τον φορέα τεχνικής συνδρομής ή τον άλλο οργανισμό βασίζεται σε κοινή ιδιοκτησία, κοινή διοίκηση, κοινή διαχείριση ή κοινό προσωπικό, κοινούς πόρους, κοινά οικονομικά, από κοινού σύναψη συμβάσεων ή προώθηση στην αγορά και από κοινού καταβολή προμήθειας επί των πωλήσεων ή άλλου οικονομικού κινήτρου για την παραπομπή νέων πελατών.

6.   Οι ελεγκτές δεν αναθέτουν σε τρίτους την ανεξάρτητη εξέταση ή την έκδοση των εκθέσεων επαλήθευσης.

7.   Όταν οι ελεγκτές προβαίνουν σε εξωτερική ανάθεση άλλων επαληθευτικών δραστηριοτήτων, πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

Ωστόσο, η σύναψη συμβάσεων με φυσικά πρόσωπα για την εκτέλεση επαληθευτικών δραστηριοτήτων δεν συνιστά ανάθεση σε τρίτους για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου εάν ο ελεγκτής, κατά τη σύναψη συμβάσεων με τα εν λόγω άτομα, αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για τις επαληθευτικές δραστηριότητες που εκτελούνται από συμβασιούχους. Κατά τη σύναψη συμβάσεων με φυσικά πρόσωπα για την εκτέλεση επαληθευτικών δραστηριοτήτων, ο ελεγκτής απαιτεί από τα εν λόγω πρόσωπα να υπογράψουν γραπτή συμφωνία που προβλέπει ότι συμμορφώνονται με τις διαδικασίες του ελεγκτή και ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων κατά την εκτέλεση των εν λόγω επαληθευτικών δραστηριοτήτων.

8.   Οι ελεγκτές καθορίζουν, τεκμηριώνουν, εφαρμόζουν και διατηρούν διαδικασία που εξασφαλίζει τη διαρκή αμεροληψία και ανεξαρτησία των ελεγκτών και των τμημάτων της ίδιας νομικής οντότητας, των άλλων οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 5, καθώς και όλων των μελών του προσωπικού και συμβασιούχων που συμμετέχουν στην επαλήθευση. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει μηχανισμό διασφάλισης της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας του ελεγκτή και ανταποκρίνεται στις σχετικές απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

9.   Κατά την επαλήθευση της ίδιας εταιρείας όπως και κατά το προηγούμενο έτος, ο ελεγκτής αξιολογεί τον κίνδυνο για την αμεροληψία και λαμβάνει μέτρα για τη μείωση του κινδύνου για την αμεροληψία.

10.   Εάν ο επικεφαλής ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές αναλάβει ετήσιες επαληθεύσεις εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας για περίοδο έξι συναπτών ετών για συγκεκριμένη εταιρεία, ο επικεφαλής ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές απέχει επί τρία συναπτά έτη από την παροχή υπηρεσιών επαλήθευσης εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας για την ίδια εταιρεία. Η μέγιστη εξαετής περίοδος περιλαμβάνει επαληθεύσεις εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας οι οποίες εκτελούνται για την εταιρεία μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗ ΕΛΕΓΚΤΩΝ

Άρθρο 46

Διαπίστευση ελεγκτών

1.   Όταν δεν προβλέπονται ειδικές διατάξεις σχετικά με τη διαπίστευση των ελεγκτών στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

2.   Όσον αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαπίστευση και τις απαιτήσεις για τους οργανισμούς διαπίστευσης, εφαρμόζεται το εναρμονισμένο πρότυπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ως προς τις γενικές απαιτήσεις για τους οργανισμούς διαπίστευσης που διαπιστεύουν οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης (14).

Άρθρο 47

Πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης

Το πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης των ελεγκτών καλύπτει την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας.

Άρθρο 48

Στόχοι της διαδικασίας διαπίστευσης

Κατά τη διαδικασία διαπίστευσης και την ετήσια εποπτεία των διαπιστευμένων ελεγκτών, σύμφωνα με τα άρθρα 50 έως 55, κάθε εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εκτιμά αν ο ελεγκτής και το προσωπικό του που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες:

α)

έχουν την ικανότητα να αξιολογούν τα σχέδια παρακολούθησης και να επαληθεύουν τις εκθέσεις εκπομπών, τις τμηματικές εκθέσεις εκπομπών και τις εκθέσεις σε επίπεδο εταιρείας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

β)

πράγματι αξιολογούν σχέδια παρακολούθησης και επαληθεύουν εκθέσεις εκπομπών, τμηματικές εκθέσεις εκπομπών και εκθέσεις σε επίπεδο εταιρείας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

πληρούν τις απαιτήσεις για τους ελεγκτές που αναφέρονται στα άρθρα 37 έως 45, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία.

Άρθρο 49

Αιτήσεις διαπίστευσης

1.   Οι αιτήσεις διαπίστευσης περιέχουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

2.   Επιπλέον, πριν από την έναρξη της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 50, ο ελεγκτής που υποβάλλει αίτηση διαπίστευσης (στο εξής: αιτών) θέτει στη διάθεση του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης πληροφορίες σχετικά με τις ακόλουθες πτυχές:

α)

τις διαδικασίες και τις διεργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 1 και το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 3·

β)

τα κριτήρια ικανότητας που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), τα αποτελέσματα της διαδικασίας διασφάλισης διαρκούς ικανότητας που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, καθώς και άλλη συναφή τεκμηρίωση της ικανότητας του συνόλου του προσωπικού που μετέχει σε επαληθευτικές δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 39 και 40·

γ)

τη διαδικασία εξασφάλισης διαρκούς αμεροληψίας και ανεξαρτησίας που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 8, συμπεριλαμβανομένων αρχείων που αφορούν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία του αιτούντος και του προσωπικού του·

δ)

τους τεχνικούς εμπειρογνώμονες και το βασικό προσωπικό που μετέχει στην αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και στην επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας·

ε)

τις διαδικασίες και διεργασίες για τη διασφάλιση κατάλληλης επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης που αναφέρεται στο άρθρο 43·

στ)

συναφή αρχεία, όπως αναφέρονται στο άρθρο 44·

ζ)

όλες τις άλλες πληροφορίες που ζητεί ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης.

Άρθρο 50

Αξιολόγηση

1.   Για τους σκοπούς της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 48, η ομάδα αξιολόγησης που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 57 τουλάχιστον:

α)

εξετάζει όλα τα σχετικά έγγραφα και αρχεία που παρασχέθηκαν από τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 49·

β)

διενεργεί επιτόπια επίσκεψη με σκοπό την εξέταση αντιπροσωπευτικού δείγματος της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης και την αξιολόγηση της εφαρμογής του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας και των διαδικασιών ή διεργασιών για τις επαληθευτικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 42·

γ)

παρακολουθεί τις επιδόσεις και την ικανότητα αντιπροσωπευτικού αριθμού μελών του προσωπικού του αιτούντος που μετέχουν στην αξιολόγηση σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση εκθέσεων εκπομπών, τμηματικών εκθέσεων εκπομπών και εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας για να διασφαλίσει ότι ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η ομάδα αξιολόγησης διενεργεί τις δραστηριότητες που περιγράφονται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

3.   Η ομάδα αξιολόγησης αναφέρει τα ευρήματά της και τυχόν ελλείψεις συμμόρφωσης στον αιτούντα και ζητά απάντηση, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

4.   Ο αιτών λαμβάνει διορθωτική δράση για να αντιμετωπίσει κάθε αναφερθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 έλλειψη συμμόρφωσης και υποβάλλει απάντηση στην οποία αναφέρει τη δράση που έλαβε ή προτίθεται να λάβει, εντός προθεσμίας που ορίζει ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης, για να τις επιλύσει.

5.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εξετάζει την απάντηση που υποβάλλει ο αιτών σύμφωνα με την παράγραφο 4.

6.   Εάν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης θεωρήσει την απάντηση του αιτούντος ή την ανάληψη δράσης ανεπαρκή ή ατελέσφορη, ζητεί από τον αιτούντα να υποβάλει περαιτέρω πληροφορίες ή να αναλάβει περαιτέρω δράση.

7.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί επίσης να ζητήσει αποδεικτικά στοιχεία ή να διενεργήσει αξιολόγηση παρακολούθησης, για να εκτιμήσει την πραγματική εφαρμογή της διορθωτικής δράσης.

Άρθρο 51

Απόφαση σχετικά με τη διαπίστευση και πιστοποιητικό διαπίστευσης

1.   Όταν προετοιμάζει και λαμβάνει την απόφασή του σχετικά με τη χορήγηση, την παράταση ή την ανανέωση της διαπίστευσης αιτούντος, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

2.   Εφόσον ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης έχει αποφασίσει να χορηγήσει ή να ανανεώσει τη διαπίστευση ενός αιτούντος, χορηγεί στον εν λόγω αιτούντα σχετικό πιστοποιητικό διαπίστευσης. Το πιστοποιητικό διαπίστευσης χορηγείται για όλες τις επαληθευτικές δραστηριότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

3.   Το πιστοποιητικό διαπίστευσης περιέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

4.   Το πιστοποιητικό διαπίστευσης ισχύει για μέγιστο χρονικό διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία έκδοσής του από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης.

Άρθρο 52

Ετήσια εποπτεία

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διενεργεί ετήσια εποπτεία σε κάθε ελεγκτή στον οποίο χορηγεί πιστοποιητικό διαπίστευσης. Η εποπτεία αυτή περιλαμβάνει, τουλάχιστον:

α)

μια επιτόπια επίσκεψη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο β)·

β)

αυτοψία των επιδόσεων και αξιολόγηση της ικανότητας αντιπροσωπευτικού αριθμού μελών του προσωπικού του ελεγκτή, σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

2.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διενεργεί την πρώτη εποπτεία ελεγκτή σύμφωνα με την παράγραφο 1 εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού διαπίστευσης.

3.   Ο σχεδιασμός εποπτείας παρέχει τη δυνατότητα στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης να αξιολογήσει αντιπροσωπευτικά δείγματα των δραστηριοτήτων του ελεγκτή που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής του πιστοποιητικού διαπίστευσης και του προσωπικού που ασχολείται με τις επαληθευτικές δραστηριότητες, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

4.   Με βάση τα αποτελέσματα της εποπτείας, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αποφασίζει αν θα επικυρώσει ή όχι την παράταση της διαπίστευσης.

5.   Όταν ελεγκτής διενεργεί επαλήθευση για εταιρεία που έχει ανατεθεί στη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας κράτους μέλους διαφορετικού από το κράτος μέλος του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή μπορεί να ζητήσει από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του εν λόγω άλλου κράτους μέλους να αναλάβει δραστηριότητες εποπτείας εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Άρθρο 53

Επαναξιολόγηση

1.   Πριν λήξει η ισχύς του πιστοποιητικού διαπίστευσης που έχει χορηγήσει, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης επαναξιολογεί τον εν λόγω ελεγκτή για να προσδιορίσει αν η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού μπορεί να παραταθεί.

2.   Ο σχεδιασμός της επαναξιολόγησης εξασφαλίζει ότι ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αξιολογεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα των δραστηριοτήτων του ελεγκτή που καλύπτονται από το πιστοποιητικό.

3.   Κατά τον προγραμματισμό και τη διεξαγωγή της επαναξιολόγησης, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ικανοποιεί τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 54

Έκτακτη αξιολόγηση

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί ανά πάσα στιγμή να υποβάλει τον ελεγκτή σε έκτακτη αξιολόγηση, ώστε να εξασφαλίζεται ότι συνεχίζει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Προκειμένου να είναι ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης σε θέση να εκτιμήσει την ανάγκη έκτακτης αξιολόγησης, ο ελεγκτής τον ενημερώνει πάραυτα για κάθε σημαντική μεταβολή οποιασδήποτε πτυχής του καθεστώτος ή της λειτουργίας του η οποία είναι συναφής με τη διαπίστευσή του.

Στις σημαντικές μεταβολές περιλαμβάνονται οι αναφερόμενες στο εναρμονισμένο πρότυπο του άρθρου 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 55

Διοικητικά μέτρα

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί να αναστείλει ή να ανακαλέσει τη διαπίστευση ενός ελεγκτή, εφόσον ο ελεγκτής δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναστέλλει ή ανακαλεί τη διαπίστευση ενός ελεγκτή, εφόσον το ζητήσει ο ελεγκτής.

3.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης καθορίζει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί διαδικασία για την αναστολή και την ανάκληση της διαπίστευσης, σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

4.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναστέλλει τη διαπίστευση ενός ελεγκτή, εφόσον ο ελεγκτής:

α)

διέπραξε σοβαρή παράβαση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού·

β)

συστηματικά και επανειλημμένα δεν συμμορφώθηκε με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

γ)

παραβίασε τυχόν άλλους ειδικούς όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης.

5.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ανακαλεί τη διαπίστευση ελεγκτή, σε περίπτωση που:

α)

ο ελεγκτής δεν διόρθωσε την κατάσταση εξαιτίας της οποίας ελήφθη απόφαση αναστολής του πιστοποιητικού διαπίστευσης·

β)

ανώτερο διοικητικό στέλεχος του ελεγκτή ή μέλος του προσωπικού του που συμμετέχει σε επαληθευτικές δραστηριότητες βάσει του παρόντος κανονισμού έχει κριθεί ένοχο για απάτη·

γ)

ο ελεγκτής έχει παράσχει εσκεμμένα ανακριβείς πληροφορίες ή έχει αποκρύψει σκόπιμα πληροφορίες.

6.   Οι αποφάσεις εθνικού οργανισμού διαπίστευσης για αναστολή ή ανάκληση διαπίστευσης, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 4 και 5, υπόκεινται σε προσφυγή σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

7.   Οι αποφάσεις εθνικού οργανισμού διαπίστευσης για αναστολή ή ανάκληση διαπίστευσης τίθενται σε ισχύ με την κοινοποίησή τους στον ελεγκτή. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εξετάζει τις επιπτώσεις στις δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν πριν από τις εν λόγω αποφάσεις με βάση τη φύση της έλλειψης συμμόρφωσης.

8.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης παύει την αναστολή πιστοποιητικού διαπίστευσης, εφόσον λάβει ικανοποιητικές πληροφορίες και καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ελεγκτής συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

Άρθρο 56

Απαιτήσεις για τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης

1.   Όταν δεν προβλέπονται ειδικές διατάξεις σχετικά με τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης στον παρόντα κανονισμό ή στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης που έχουν οριστεί βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 57

Ομάδα αξιολόγησης

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ορίζει ομάδα αξιολόγησης για κάθε αξιολόγηση που διενεργείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

2.   Η ομάδα αξιολόγησης απαρτίζεται από έναν επικεφαλής αξιολογητή υπεύθυνο για τη διεξαγωγή αξιολόγησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και, όταν είναι αναγκαίο, από κατάλληλο αριθμό αξιολογητών ή τεχνικών εμπειρογνωμόνων με σχετικές γνώσεις και πείρα στο συγκεκριμένο πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης.

3.   Η ομάδα αξιολόγησης περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα πρόσωπο με τα ακόλουθα προσόντα:

α)

επαρκή γνώση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, του παρόντος κανονισμού και της λοιπής σχετικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

β)

την απαιτούμενη ικανότητα και αντίληψη για την αξιολόγηση των επαληθευτικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 36 και επαρκή γνώση των χαρακτηριστικών των διαφόρων τύπων σκαφών και της παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, την κατανάλωση καυσίμου και άλλες σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Άρθρο 58

Απαιτήσεις για την ικανότητα των αξιολογητών

1.   Οι αξιολογητές διαθέτουν την ικανότητα να εκτελούν τις δραστηριότητες σύμφωνα με τα άρθρα 50 έως 55. Προς τούτο, οι αξιολογητές:

α)

ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2·

β)

διαθέτουν επαρκείς γνώσεις σχετικά με τον έλεγχο δεδομένων και πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο β), τις οποίες έχουν αποκτήσει με κατάρτιση ή μέσω πρόσβασης σε πρόσωπο με γνώσεις και πείρα όσον αφορά τα εν λόγω δεδομένα και πληροφορίες·

γ)

διαθέτουν επαρκείς γνώσεις για τη σχετική νομοθεσία, καθώς και για τις εφαρμοστέες κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο α).

2.   Επιπλέον των απαιτήσεων για την ικανότητα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι επικεφαλής αξιολογητές αποδεικνύουν την ικανότητα να ηγούνται ομάδων αξιολόγησης και να είναι υπεύθυνοι για τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Επιπλέον των απαιτήσεων για την ικανότητα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι εσωτερικοί εξεταστές και τα πρόσωπα που αποφασίζουν σχετικά με τη χορήγηση, την παράταση ή την ανανέωση διαπίστευσης διαθέτουν επαρκείς γνώσεις και πείρα για την αξιολόγηση της διαπίστευσης.

Άρθρο 59

Τεχνικοί εμπειρογνώμονες

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί να συμπεριλαμβάνει στην ομάδα αξιολόγησης τεχνικούς εμπειρογνώμονες, προκειμένου να προσφέρουν λεπτομερείς γνώσεις και πείρα σε συγκεκριμένο θέμα οι οποίες χρειάζονται για την υποστήριξη του επικεφαλής αξιολογητή ή του αξιολογητή.

2.   Ο τεχνικός εμπειρογνώμονας διαθέτει την απαιτούμενη ικανότητα για την αποτελεσματική στήριξη του επικεφαλής αξιολογητή και του αξιολογητή σχετικά με το θέμα για το οποίο ζητούνται οι γνώσεις και η ειδίκευση του εμπειρογνώμονα. Επιπλέον, ο τεχνικός εμπειρογνώμονας:

α)

διαθέτουν επαρκείς γνώσεις για τη σχετική νομοθεσία, καθώς και για τις εφαρμοστέες κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο α).

β)

κατανοεί επαρκώς τις επαληθευτικές δραστηριότητες.

3.   Οι τεχνικοί εμπειρογνώμονες αναλαμβάνουν καθορισμένα καθήκοντα, υπό τη διεύθυνση και την πλήρη ευθύνη του επικεφαλής αξιολογητή της εν λόγω ομάδας αξιολόγησης.

Άρθρο 60

Καταγγελίες

Σε περίπτωση υποβολής καταγγελίας σχετικά με τον ελεγκτή στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης από τη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας, την εταιρεία, το οικείο κράτος σημαίας για τα πλοία που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους ή από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, αλλά το αργότερο τρεις μήνες από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας:

α)

αποφαίνεται σχετικά με την εγκυρότητα της καταγγελίας·

β)

εξασφαλίζει ότι παρέχεται στον ενδιαφερόμενο ελεγκτή η δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του·

γ)

λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την εξέταση της καταγγελίας·

δ)

καταγράφει την καταγγελία και τα μέτρα που έλαβε·

ε)

απαντά στον καταγγέλλοντα.

Άρθρο 61

Αξιολόγηση από ομοτίμους

1.   Όταν οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης υποβάλλονται σε τακτική αξιολόγηση από ομοτίμους σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας εφαρμόζει κατάλληλα κριτήρια, καθώς και αποτελεσματική και ανεξάρτητη διαδικασία αξιολόγησης από ομοτίμους, προκειμένου να εκτιμήσει αν:

α)

ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που αποτελεί το αντικείμενο της αξιολόγησης από ομοτίμους ασκεί τις δραστηριότητες διαπίστευσης σύμφωνα με τα άρθρα 46 έως 55·

β)

ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που αποτελεί το αντικείμενο της αξιολόγησης από ομοτίμους ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των άρθρων 56 έως 63.

Τα κριτήρια περιλαμβάνουν απαιτήσεις για την ικανότητα των ομότιμων αξιολογητών και ομάδων αξιολόγησης, οι οποίες είναι ειδικές για τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και για το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου που έχει θεσπιστεί με την οδηγία 2003/87/ΕΚ.

2.   Ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας δημοσιεύει το αποτέλεσμα της αξιολόγησης εθνικού οργανισμού διαπίστευσης από ομότιμους κριτές που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και το ανακοινώνει στην Επιτροπή, στις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης στα κράτη μέλη, καθώς και στις διαχειριστικές αρχές ναυτιλιακής εταιρείας ή στη συντονιστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 64 του παρόντος κανονισμού.

3.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, εφόσον ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης έχει ήδη υποβληθεί με επιτυχία σε αξιολόγηση από ομοτίμους, την οποία οργάνωσε ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής σε νέα αξιολόγηση από ομοτίμους μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού εάν μπορεί να αποδείξει τη συμμόρφωσή του με τον παρόντα κανονισμό.

Προς τούτο, ο ενδιαφερόμενος εθνικός οργανισμός διαπίστευσης υποβάλλει αίτημα και την απαραίτητη τεκμηρίωση στον αναγνωρισμένο βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέα.

Ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας αποφαίνεται αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις απαλλαγής.

Η απαλλαγή ισχύει για μέγιστη περίοδο τριών ετών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης.

Άρθρο 62

Αμοιβαία αναγνώριση ελεγκτών

Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, σε περίπτωση που η διαδικασία αξιολόγησης από ομοτίμους δεν έχει ολοκληρωθεί για έναν εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, τα κράτη μέλη αποδέχονται τα πιστοποιητικά διαπίστευσης των ελεγκτών που έχουν διαπιστευτεί από τον εν λόγω εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, υπό τον όρο ότι ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας έχει αρχίσει την αξιολόγηση του εν λόγω εθνικού οργανισμού διαπίστευσης από ομοτίμους και δεν έχει διαπιστώσει μη συμμόρφωσή του με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 63

Παρακολούθηση των παρεχόμενων υπηρεσιών

Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει, κατά τη διάρκεια επιθεώρησης την οποία διενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 4 της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), ότι ένας ελεγκτής δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό, η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας ή ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης του εν λόγω κράτους μέλους ενημερώνει τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή.

Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή θεωρεί την κοινοποίηση των σχετικών στοιχείων καταγγελία κατά την έννοια του άρθρου 60, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα και απαντά στη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας ή στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 64

Ανταλλαγή πληροφοριών και συντονιστικές αρχές

1.   Το κράτος μέλος θεσμοθετεί αποτελεσματική ανταλλαγή κατάλληλων πληροφοριών και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ του οικείου εθνικού οργανισμού διαπίστευσης και της διαχειριστικής αρχής ναυτιλιακής εταιρείας.

2.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει ορίσει περισσότερες από μία αρχές κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, μία από τις εν λόγω αρχές εξουσιοδοτείται από το εν λόγω κράτος μέλος να λειτουργεί ως συντονιστική αρχή για την ανταλλαγή πληροφοριών, τον συντονισμό της συνεργασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τις δραστηριότητες των άρθρων 64 έως 71.

Άρθρο 65

Πρόγραμμα εργασιών διαπίστευσης και διαχειριστική έκθεση

1.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης θέτει στη διάθεση της διαχειριστικής αρχής ναυτιλιακής εταιρείας κάθε κράτους μέλους ένα πρόγραμμα εργασιών διαπίστευσης, το οποίο περιέχει τον κατάλογο των ελεγκτών που έχουν διαπιστευτεί από τον εν λόγω εθνικό οργανισμό διαπίστευσης. Το πρόγραμμα εργασιών διαπίστευσης περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε ελεγκτή:

α)

πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητες που έχει προγραμματίσει ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ως προς τον συγκεκριμένο ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων εποπτείας και επαναξιολόγησης·

β)

τις ημερομηνίες των προβλεπόμενων αυτοψιών που θα διενεργήσει ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης για να αξιολογήσει τον ελεγκτή·

γ)

πληροφορίες σχετικά με το αν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης έχει ζητήσει από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους να διενεργήσει δραστηριότητες εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 5.

Εφόσον επέλθουν μεταβολές στις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης υποβάλλει στη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας επικαιροποιημένο πρόγραμμα εργασιών έως τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους.

2.   Μετά την υποβολή του προγράμματος εργασιών διαπίστευσης σύμφωνα με την παράγραφο 1, η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας παρέχει στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης κάθε σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων κάθε εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας και των εφαρμοστέων κατευθυντήριων γραμμών.

3.   Έως την 1η Ιουνίου κάθε έτους, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης καταθέτει διαχειριστική έκθεση στη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας. Η διαχειριστική έκθεση περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε ελεγκτή που έχει διαπιστευτεί από τον εν λόγω εθνικό οργανισμό διαπίστευσης:

α)

τα στοιχεία της διαπίστευσης των ελεγκτών που διαπιστεύτηκαν πρόσφατα από τον εν λόγω εθνικό οργανισμό διαπίστευσης·

β)

σύνοψη των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων εποπτείας και επαναξιολόγησης από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης·

γ)

σύνοψη των αποτελεσμάτων των έκτακτων αξιολογήσεων που διενεργήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των λόγων που υπαγόρευσαν τη διενέργειά τους·

δ)

καταγγελίες εις βάρος του ελεγκτή που ενδεχομένως υποβλήθηκαν μετά την τελευταία διαχειριστική έκθεση και τα μέτρα που έλαβε ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης·

ε)

λεπτομέρειες των μέτρων που έλαβε ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης κατόπιν των πληροφοριών που του κοινοποίησε η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας.

Άρθρο 66

Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα διοικητικά μέτρα

Εάν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης επιβάλει σε ελεγκτή διοικητικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 55 ή εάν παύσει η αναστολή διαπίστευσης ή μια απόφαση επί προσφυγής ανατρέψει την απόφαση εθνικού οργανισμού διαπίστευσης να επιβάλει διοικητικά μέτρα αναφερόμενα στο άρθρο 55, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ενημερώνει σχετικά τη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας και τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης κάθε κράτους μέλους.

Άρθρο 67

Ανταλλαγή πληροφοριών από τη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας

1.   Η αρμόδια διαχειριστική αρχή κοινοποιεί ετησίως στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή που διενεργεί επαλήθευση για εταιρεία υπό την ευθύνη της τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τα σχετικά αποτελέσματα από τον έλεγχο της έκθεσης εκπομπών, των τμηματικών εκθέσεων εκπομπών, των εκθέσεων σε επίπεδο εταιρείας και των εκθέσεων επαλήθευσης, ιδίως για κάθε ζήτημα υποβληθέντων δεδομένων που δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1928 ή του παρόντος κανονισμού·

β)

τα αποτελέσματα της επιθεώρησης της εταιρείας, όταν τα εν λόγω αποτελέσματα είναι σημαντικά για τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης όσον αφορά τη διαπίστευση και την εποπτεία του ελεγκτή ή όταν τα εν λόγω αποτελέσματα περιλαμβάνουν ζήτημα που διαπιστώθηκε σχετικά με δεδομένα που δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1928 ή του παρόντος κανονισμού·

γ)

τα αποτελέσματα από την αξιολόγηση της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης του συγκεκριμένου ελεγκτή, εφόσον η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας έχει αξιολογήσει την εν λόγω τεκμηρίωση σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3·

δ)

καταγγελίες που έλαβε η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας σχετικά με τον εν λόγω ελεγκτή.

2.   Όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας εντόπισε ζητήματα στα υποβληθέντα δεδομένα τα οποία δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1928 ή του παρόντος κανονισμού, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης θεωρεί την κοινοποίηση των εν λόγω πληροφοριών καταγγελία από τη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας σχετικά με τον εν λόγω ελεγκτή κατά την έννοια του άρθρου 60.

Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης προχωρά στις κατάλληλες ενέργειες για να εξετάσει τις ανωτέρω πληροφορίες και να απαντήσει στη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, αλλά το αργότερο τρεις μήνες από την ημερομηνία λήψης των πληροφοριών. Στην απάντησή του προς τη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης την ενημερώνει σχετικά με τις ενέργειές του και, κατά περίπτωση, τα διοικητικά μέτρα που επιβλήθηκαν στον ελεγκτή.

Άρθρο 68

Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εποπτεία

1.   Όταν ζητείται από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για εταιρεία για την οποία ο ελεγκτής διενεργεί επαλήθευση να αναλάβει δραστηριότητες εποπτείας, σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 5, ο εν λόγω εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναφέρει τις διαπιστώσεις του στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των δύο εθνικών οργανισμών διαπίστευσης.

2.   Όταν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή εξετάζει αν ο τελευταίος ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, λαμβάνει υπόψη τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 διαπιστώσεις.

3.   Σε περίπτωση που από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 διαπιστώσεις προκύπτει ότι ο ελεγκτής δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που τον έχει διαπιστεύσει λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ενημερώνει τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης που άσκησε δραστηριότητες εποπτείας σχετικά με:

α)

τα μέτρα που έλαβε ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που έχει διαπιστεύσει τον ελεγκτή·

β)

τον τρόπο με τον οποίο ο ελεγκτής επέλυσε τα προβλήματα που αφορούσαν οι διαπιστώσεις, κατά περίπτωση·

γ)

τα διοικητικά μέτρα που επιβλήθηκαν στον ελεγκτή, κατά περίπτωση.

Άρθρο 69

Ανταλλαγή πληροφοριών με το κράτος μέλος εγκατάστασης του ελεγκτή

Στην περίπτωση της διαπίστευσης ελεγκτή από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος, το πρόγραμμα εργασιών διαπίστευσης και η διαχειριστική έκθεση που αναφέρονται στο άρθρο 65 παρέχονται επίσης στη διαχειριστική αρχή ναυτιλιακής εταιρείας του κράτους μέλους εγκατάστασης του ελεγκτή.

Άρθρο 70

Βάσεις δεδομένων για τους διαπιστευμένους ελεγκτές

1.   Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης συγκροτούν και διαχειρίζονται μια βάση δεδομένων, η οποία είναι διαθέσιμη στο κοινό και περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

όνομα, αριθμό διαπίστευσης και επαγγελματική διεύθυνση όλων των ελεγκτών που έχει διαπιστεύσει ο συγκεκριμένος εθνικός οργανισμός διαπίστευσης·

β)

την ημερομηνία χορήγησης και την ημερομηνία λήξης της διαπίστευσης·

γ)

πληροφορίες σχετικά με τυχόν διοικητικά μέτρα που επιβλήθηκαν στον ελεγκτή.

2.   Οποιαδήποτε μεταβολή στο καθεστώς των ελεγκτών πρέπει να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή χρησιμοποιώντας το σχετικό τυποποιημένο υπόδειγμα.

3.   Ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας διευκολύνει και εναρμονίζει την πρόσβαση στις εθνικές βάσεις δεδομένων, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική και οικονομικά αποδοτική επικοινωνία μεταξύ εθνικών οργανισμών διαπίστευσης, ελεγκτών, εταιρειών και διαχειριστικών αρχών ναυτιλιακής εταιρείας. Ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 φορέας μπορεί να συγχωνεύει αυτές τις βάσεις δεδομένων σε μια ενιαία και κεντρική βάση δεδομένων.

Άρθρο 71

Κοινοποίηση από τους ελεγκτές

1.   Για να είναι σε θέση ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης να συντάσσει το πρόγραμμα εργασιών διαπίστευσης και τη διαχειριστική έκθεση που αναφέρονται στο άρθρο 65, ο ελεγκτής κοινοποιεί, έως τις 15 Νοεμβρίου κάθε έτους, τις ακόλουθες πληροφορίες στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης που τον έχει διαπιστεύσει:

α)

τον προγραμματισμένο χρόνο και τόπο διεξαγωγής των επαληθεύσεων που πρόκειται να διενεργηθούν από τον ελεγκτή·

β)

την επαγγελματική διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας των εταιρειών των οποίων τα σχέδια παρακολούθησης, οι εκθέσεις εκπομπών, οι τμηματικές εκθέσεις εκπομπών ή οι εκθέσεις σε επίπεδο εταιρείας υπόκεινται σε επαλήθευση·

γ)

τα ονόματα των μελών της ομάδας επαλήθευσης.

2.   Σε περίπτωση μεταβολής των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 πληροφοριών, ο ελεγκτής γνωστοποιεί τις αλλαγές στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης εντός προθεσμίας που συμφωνείται μεταξύ τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Έγκριση σχεδίων παρακολούθησης

Άρθρο 72

Γενικοί κανόνες έγκρισης σχεδίων παρακολούθησης από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές

Για τους σκοπούς της έγκρισης σχεδίων παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, κάθε αρμόδια διαχειριστική αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι τα σχέδια παρακολούθησης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 6 και στα παραρτήματα I και II του εν λόγω κανονισμού, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα συμπεράσματα του ελεγκτή σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης.

Άρθρο 73

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες στις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές

Η εταιρεία παρέχει στην αρμόδια διαχειριστική αρχή τα συμπεράσματα του ελεγκτή σχετικά με την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης και τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που της παρέχουν τη δυνατότητα να διεκπεραιώσει τις διαδικασίες έγκρισης.

Άρθρο 74

Διαδικασία έγκρισης

1.   Η αρμόδια διαχειριστική αρχή κοινοποιεί στην εταιρεία την έγκριση του σχεδίου παρακολούθησης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, χρησιμοποιώντας αυτοματοποιημένα συστήματα και μορφότυπους ανταλλαγής δεδομένων.

2.   Εάν η αρμόδια διαχειριστική αρχή δεν εγκρίνει το σχέδιο παρακολούθησης, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εξηγώντας τους λόγους της μη έγκρισης, προκειμένου να μπορέσει η εταιρεία να αναθεωρήσει το σχέδιο παρακολούθησής της.

Η σχετική εταιρεία αναθεωρεί το σχέδιο παρακολούθησής της αναλόγως. Η εταιρεία υποβάλλει το αναθεωρημένο σχέδιο παρακολούθησης προς επαναξιολόγηση από τον ελεγκτή, μαζί με τους λόγους της μη έγκρισης από την αρμόδια διαχειριστική αρχή. Μόλις ο ελεγκτής εκτιμήσει ότι το αναθεωρημένο σχέδιο παρακολούθησης συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, η εταιρεία το υποβάλλει εκ νέου προς έγκριση στην αρμόδια διαχειριστική αρχή.

ΤΜΗΜΑ 2

Έγκριση τροποποιήσεων των σχεδίων παρακολούθησης

Άρθρο 75

Γενικοί κανόνες έγκρισης τροποποιήσεων των σχεδίων παρακολούθησης από τις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές

1.   Η εταιρεία υποβάλλει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση το τροποποιημένο σχέδιο παρακολούθησής της στην αρμόδια διαχειριστική αρχή μόλις λάβει ειδοποίηση από τον ελεγκτή ότι το σχέδιο παρακολούθησης συμμορφώνεται ή, όσον αφορά τις τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, μόλις ενημερώσει τους ελεγκτές σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς της έγκρισης τροποποιήσεων των σχεδίων παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, κάθε αρμόδια διαχειριστική αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι τα τροποποιημένα σχέδια παρακολούθησης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 6 και στα παραρτήματα I και II του εν λόγω κανονισμού, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα συμπεράσματα του ελεγκτή σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης.

Άρθρο 76

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες στις αρμόδιες διαχειριστικές αρχές

1.   Η εταιρεία παρέχει στην αρμόδια διαχειριστική αρχή τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του τροποποιημένου σχεδίου παρακολούθησης και τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που της παρέχουν τη δυνατότητα να διεκπεραιώσει τις διαδικασίες έγκρισης.

2.   Όσον αφορά τις τροποποιήσεις σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, η εταιρεία υποβάλλει στην αρμόδια διαχειριστική αρχή αποδεικτικά στοιχεία της αλλαγής εταιρείας, καθώς και ένδειξη του αν το σχέδιο παρακολούθησης είχε εγκριθεί από την αρμόδια διαχειριστική αρχή πριν από την αλλαγή της εταιρείας, με υποστηρικτικά στοιχεία, σε περίπτωση που η εν λόγω διαχειριστική αρχή δεν είναι η ίδια.

Άρθρο 77

Διαδικασία έγκρισης

1.   Η αρμόδια διαχειριστική αρχή κοινοποιεί στην εταιρεία την έγκριση του τροποποιημένου σχεδίου παρακολούθησης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, χρησιμοποιώντας αυτοματοποιημένα συστήματα και μορφότυπους ανταλλαγής δεδομένων.

2.   Εάν η αρμόδια διαχειριστική αρχή δεν εγκρίνει το σχέδιο παρακολούθησης, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εξηγώντας τους λόγους της μη έγκρισης, προκειμένου να μπορέσει η εταιρεία να αναθεωρήσει το σχέδιο παρακολούθησής της.

Η σχετική εταιρεία αναθεωρεί το σχέδιο παρακολούθησής της αναλόγως. Η εταιρεία υποβάλλει το αναθεωρημένο σχέδιο παρακολούθησης προς επαναξιολόγηση από τον ελεγκτή, μαζί με τους λόγους της μη έγκρισης από την αρμόδια διαχειριστική αρχή. Μόλις εκτιμηθεί ότι το αναθεωρημένο σχέδιο παρακολούθησης συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, η εταιρεία το υποβάλλει εκ νέου προς έγκριση στην αρμόδια διαχειριστική αρχή.

Άρθρο 78

Εφαρμογή και τήρηση αρχείων τροποποιήσεων

1.   Πριν λάβει την έγκριση του τροποποιημένου σχεδίου παρακολούθησης από την αρμόδια διαχειριστική αρχή σύμφωνα με το άρθρο 77, η εταιρεία μπορεί να προβαίνει στην παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων με βάση το τροποποιημένο σχέδιο παρακολούθησης, όταν η παρακολούθηση σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο παρακολούθησης θα είχε ως αποτέλεσμα ελλιπή δεδομένα για τις εκπομπές.

Σε περιπτώσεις αμφιβολίας η εταιρεία χρησιμοποιεί παράλληλα τόσο το τροποποιημένο όσο και το αρχικό σχέδιο παρακολούθησης για να διενεργεί όλη την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με αμφότερα τα σχέδια, και τηρεί αρχεία για τα αποτελέσματα και των δύο σχεδίων παρακολούθησης.

2.   Αφότου λάβει έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 77, η εταιρεία χρησιμοποιεί μόνο τα δεδομένα που σχετίζονται με το τροποποιημένο σχέδιο παρακολούθησης και φέρει εις πέρας την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων στο σύνολό τους χρησιμοποιώντας μόνο το τροποποιημένο σχέδιο παρακολούθησης από την ημερομηνία κατά την οποία είναι εφαρμοστέα η εν λόγω εκδοχή του σχεδίου παρακολούθησης.

3.   Η εταιρεία τηρεί αρχεία για όλες τις τροποποιήσεις του σχεδίου παρακολούθησης. Για κάθε τροποποίηση, το αρχείο περιέχει:

α)

περιγραφή, με διαφάνεια, της τροποποίησης·

β)

αιτιολογία της τροποποίησης·

γ)

κατά περίπτωση, τα συμπεράσματα του ελεγκτή για την αξιολόγηση του τροποποιημένου σχεδίου παρακολούθησης·

δ)

την ημερομηνία υποβολής του τροποποιημένου σχεδίου παρακολούθησης στην αρμόδια διαχειριστική αρχή·

ε)

ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του τροποποιημένου σχεδίου παρακολούθησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 79

Κατάργηση

1.   Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/2072 καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2024.

2.   Οι παραπομπές στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/2072 νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 80

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2024.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Οκτωβρίου 2023.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)   ΕΕ L 123 της 19.5.2015, σ. 55.

(2)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/2072 της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με τις επαληθευτικές δραστηριότητες και τη διαπίστευση των ελεγκτών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές (ΕΕ L 320 της 26.11.2016, σ. 5).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2023/957 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 για την εισαγωγή διατάξεων για τη συμπερίληψη των δραστηριοτήτων θαλάσσιων μεταφορών στο σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ και για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και την επαλήθευση των εκπομπών πρόσθετων αερίων θερμοκηπίου και εκπομπών από πρόσθετους τύπους πλοίων (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 105).

(4)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 336/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2006, για την εφαρμογή του διεθνούς κώδικα διαχείρισης της ασφάλειας εντός της Κοινότητας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3051/95 του Συμβουλίου (ΕΕ L 64 της 4.3.2006, σ. 1).

(6)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2023/2599 της Επιτροπής, της 22 Νοεμβρίου 2023, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη διαχείριση των ναυτιλιακών εταιρειών από τις διαχειριστικές αρχές ναυτιλιακής εταιρείας (ΕΕ L, 2023/2599, 23.11.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2023/2599/oj).

(7)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2023/ΧΧΧ της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 2023, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κανόνες για την υποβολή εκθέσεων και την υποβολή των συγκεντρωτικών δεδομένων για τις εκπομπές σε επίπεδο εταιρείας (ΕΕ L, 2023/2849, 15.12.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2023/2849/oj).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(9)  Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37).

(10)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1927 της Επιτροπής, της 4ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με τα υποδείγματα για τα σχέδια παρακολούθησης, τις εκθέσεις εκπομπών και τα έγγραφα συμμόρφωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές (ΕΕ L 299 της 5.11.2016, σ. 1).

(11)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1928 της Επιτροπής, της 4ης Νοεμβρίου 2016, για τον προσδιορισμό του μεταφερόμενου φορτίου για κατηγορίες πλοίων που δεν είναι επιβατηγά, ro-ro και πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές (ΕΕ L 299 της 5.11.2016, σ. 22).

(12)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη λειτουργία του ενωσιακού μητρώου (ΕΕ L 177 της 2.7.2019, σ. 3).

(13)  ISO 14065:2020 Γενικές αρχές και απαιτήσεις για φορείς επικύρωσης και επαλήθευσης περιβαλλοντικών πληροφοριών.

(14)  ISO/IEC 17029:2019 Αξιολόγηση συμμόρφωσης — Γενικές αρχές και απαιτήσεις για τους φορείς επικύρωσης και επαλήθευσης, που αναφέρεται στο παράρτημα II της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2020/1835 της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με τα εναρμονισμένα πρότυπα διαπίστευσης και αξιολόγησης της συμμόρφωσης (ΕΕ L 408 της 4.12.2020, σ. 6).

(15)  Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΤΟΜΕΑΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 39 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Για τους σκοπούς του άρθρου 39 παράγραφος 3, λαμβάνονται υπόψη οι γνώσεις και η πείρα στα εξής:

α)

κατανόηση των σχετικών κανονισμών στο πλαίσιο της σύμβασης MARPOL και της σύμβασης SOLAS, όπως εκείνων για την ενεργειακή απόδοση για τα πλοία (1), του τεχνικού κώδικα Nox (2), του κανονισμού για τα οξείδια του θείου (3), του κανονισμού για την ποιότητα του μαζούτ (4), του κώδικα ευστάθειας σε άθικτη κατάσταση του 2008 και σχετικών κατευθυντήριων γραμμών [όπως καθοδήγηση για την ανάπτυξη του Σχεδίου Διαχείρισης Ενεργειακής Απόδοσης Σκαφών (SEEMP) (5)

β)

πιθανές συνέργειες ανάμεσα στην παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, και τα υφιστάμενα συστήματα διαχείρισης θαλάσσιων μεταφορών [συμπεριλαμβανομένου του κώδικα διαχείρισης της ασφάλειας (ISM)] και άλλη σχετική τομεακή καθοδήγηση (π.χ. καθοδήγηση σχετικά με την ανάπτυξη του SEEMP)·

γ)

πηγές εκπομπών επί του πλοίου·

δ)

εγγραφή πλόων και διαδικασίες με τις οποίες εξασφαλίζεται η πληρότητα και η ακρίβεια του καταλόγου πλόων και του καταλόγου πλοίων (όπως υποβλήθηκαν από την εταιρεία)·

ε)

αξιόπιστες εξωτερικές πηγές (περιλαμβανομένων των δεδομένων παρακολούθησης πλοίων) που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στη διασταύρωση πληροφοριών με δεδομένα από τα πλοία·

στ)

μέθοδοι υπολογισμού της κατανάλωσης καυσίμου, όπως εφαρμόζονται από τα πλοία στην πράξη·

ζ)

την εφαρμογή επιπέδων αβεβαιότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και τη σχετική καθοδήγηση·

η)

την εφαρμογή συντελεστών εκπομπών για όλα τα καύσιμα και τις πηγές εκπομπών που χρησιμοποιούνται στο πλοίο και για όλες τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757·

θ)

γνώση των εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο καταλογισμού των εκπομπών από βιοκαύσιμα, των εκπομπών από μείγμα πηγών μηδενικού συντελεστή και πηγών που δεν είναι μηδενικού συντελεστή, καθώς και των εκπομπών από ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης και καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα·

ι)

κατανόηση της πιστοποίησης καυσίμων σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·

ια)

χειρισμός καυσίμου, καθαρισμός καυσίμου, συστήματα δεξαμενής·

ιβ)

συντήρηση πλοίων/ποιοτικός έλεγχος του εξοπλισμού μέτρησης·

ιγ)

έγγραφα ανεφοδιασμού καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των δελτίων παράδοσης των αποθηκών καυσίμων·

ιδ)

επιχειρησιακά ημερολόγια, περιλήψεις πλόων και λιμένων, ημερολόγια καταστρώματος πλοίου·

ιε)

εμπορικά έγγραφα, όπως συμφωνίες ναύλωσης, φορτωτικές·

ιστ)

υφιστάμενες θεσμοθετημένες απαιτήσεις·

ιζ)

λειτουργία των συστημάτων ανεφοδιασμού καυσίμων του πλοίου·

ιη)

καθορισμός της πυκνότητας του καυσίμου από τα πλοία στην πράξη·

ιθ)

διαδικασίες και δραστηριότητες ροής δεδομένων για τον υπολογισμό του μεταφερόμενου φορτίου (σε όγκο ή μάζα), όπως εφαρμόζεται σε τύπους πλοίων και σε δραστηριότητες στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

κ)

έννοια μεταφερόμενου νεκρού βάρους, όπως εφαρμόζεται σε τύπους πλοίων και σε δραστηριότητες στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1928·

κα)

διεργασίες ροής δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της διανυθείσας απόστασης και του χρόνου παραμονής στη θάλασσα κατά τους πλόες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757·

κβ)

μηχανήματα και τεχνικά συστήματα που χρησιμοποιούνται επί του πλοίου για τον προσδιορισμό της κατανάλωσης καυσίμου, του μεταφορικού έργου και άλλων σχετικών πληροφοριών.


(1)  Κανονισμός 22, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.

(2)  Αναθεωρημένος τεχνικός κώδικας για τον έλεγχο των εκπομπών οξειδίων του αζώτου από θαλάσσιες μηχανές ντίζελ [ψήφισμα MEPC.176(58), όπως τροποποιήθηκε από το ψήφισμα MEPC. 177 (58)].

(3)  Κανονισμός 14, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.

(4)  Κανονισμός 18, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.

(5)  Κανονισμός 22, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.

(6)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/2072

Ο παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 σημείο 1

Άρθρο 2 σημείο 1

Άρθρο 2 σημείο 2

Άρθρο 2 σημείο 5

Άρθρο 2 σημείο 3

Άρθρο 2 σημείο 6

Άρθρο 2 σημεία 4 έως 13

Άρθρο 2 σημεία 8 έως 17

Άρθρο 2 σημεία 14 έως 17

Άρθρο 2 σημεία 19 έως 22

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α) και γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 6 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 6

Άρθρο 6 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 8

Άρθρο 7

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 12 στοιχείο α)

Άρθρο 13 στοιχείο α)

Άρθρο 12 στοιχείο β)

Άρθρο 13 στοιχείο γ)

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 15

Άρθρο 17

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 3

Άρθρο 18 παράγραφος 4

Άρθρο 16 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 7

Άρθρο 16 παράγραφος 5

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 6

Άρθρο 18 παράγραφος 10

Άρθρο 17

Άρθρο 19

Άρθρο 18 στοιχεία α) έως ε)

Άρθρο 20 στοιχεία α) έως ε)

Άρθρο 18 στοιχείο στ)

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 19

Άρθρο 21

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφος 4 στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 20 παράγραφος 4 στοιχείο δ)

Άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχείο ε)

Άρθρο 20 παράγραφος 4 στοιχεία ε) έως ι)

Άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχεία ζ) έως ιβ)

Άρθρο 20 παράγραφος 4 στοιχείο ια)

Άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχείο ιε)

Άρθρο 20 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ)

Άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχείο ιζ)

Άρθρο 21

Άρθρο 23

Άρθρο 22

Άρθρο 37

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 38 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 38 παράγραφος 4

Άρθρο 24

Άρθρο 39

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 40 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 40 παράγραφος 3

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 41 παράγραφος 3

Άρθρο 27

Άρθρο 42

Άρθρο 28

Άρθρο 43

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 44 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 45 παράγραφος 2

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 45 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 45 παράγραφος 4

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 45 παράγραφος 6

Άρθρο 30 παράγραφος 5

Άρθρο 45 παράγραφος 7

Άρθρο 30 παράγραφος 6

Άρθρο 45 παράγραφος 8

Άρθρο 31

Άρθρο 47

Άρθρο 32

Άρθρο 48

Άρθρο 33

Άρθρο 46 παράγραφος 2

Άρθρο 34

Άρθρο 35

Άρθρο 49

Άρθρο 36

Άρθρο 50

Άρθρο 37

Άρθρο 51

Άρθρο 38

Άρθρο 52

Άρθρο 39 παράγραφος 1

Άρθρο 53 παράγραφος 1

Άρθρο 39 παράγραφος 2

Άρθρο 53 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 40

Άρθρο 54

Άρθρο 41 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 55 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 41 παράγραφος 4 στοιχείο α)

Άρθρο 55 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 41 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 55 παράγραφος 4 στοιχείο γ)

Άρθρο 41 παράγραφοι 5 έως 8

Άρθρο 55 παράγραφοι 5 έως 8

Άρθρο 42

Άρθρο 56 παράγραφος 2

Άρθρο 43

Άρθρο 57

Άρθρο 44

Άρθρο 58

Άρθρο 45 παράγραφος 1

Άρθρο 59 παράγραφος 1

Άρθρο 45 παράγραφος 2

Άρθρο 59 παράγραφος 3

Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 70 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 70 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 70 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 46 παράγραφος 2

Άρθρο 70 παράγραφος 2

Άρθρο 46 παράγραφος 3

Άρθρο 70 παράγραφος 3

Άρθρο 47

Άρθρο 80


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2023/2917/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)