ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 217

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

65ό έτος
22 Αυγούστου 2022


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2022/1412 της Επιτροπής, της 19ης Αυγούστου 2022, σχετικά με τη χορήγηση άδειας για τη χρήση αιθέριου ελαίου υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson ως πρόσθετη ύλη ζωοτροφών για όλα τα ζωικά είδη ( 1 )

1

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2022/1413 της Επιτροπής, της 19ης Αυγούστου 2022, για την τροποποίηση του παραρτήματος I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων ελέγχου για την αντιμετώπιση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων ( 1 )

6

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2022/1414 της Επιτροπής, της 4ης Δεκεμβρίου 2020, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων SA.21259 (2018/C) (πρώην 2018/NN) που εφάρμοσε η Πορτογαλία για τη Zona Franca da Madeira (ZFM) — Regime III [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2020) 8550]  ( 1 )

49

 

*

Εκτελεστική απόφαση (EE) 2022/1415 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2022, σχετικά με τη μερική έγκριση, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τροποποιημένων κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2022) 5783]

88

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

22.8.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 217/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2022/1412 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 19ης Αυγούστου 2022

σχετικά με τη χορήγηση άδειας για τη χρήση αιθέριου ελαίου υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson ως πρόσθετη ύλη ζωοτροφών για όλα τα ζωικά είδη

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 προβλέπει τη χορήγηση άδειας για τη χρήση πρόσθετων υλών στη διατροφή των ζώων, καθώς και τους όρους και τις διαδικασίες για τη χορήγηση αυτής της άδειας. Το άρθρο 10 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει την επαναξιολόγηση των πρόσθετων υλών που έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με την οδηγία 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2).

(2)

Βάσει της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ, το έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ είχε εγκριθεί χωρίς χρονικό περιορισμό ως πρόσθετη ύλη ζωοτροφών για όλα τα ζωικά είδη. Στη συνέχεια, η εν λόγω πρόσθετη ύλη καταχωρίστηκε στο μητρώο πρόσθετων υλών ζωοτροφών ως υφιστάμενο προϊόν, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, σε συνδυασμό με το άρθρο 7, υποβλήθηκε αίτηση για την επαναξιολόγηση του αιθέριου ελαίου υλάνγκ-υλάνγκ από τα άνθη της Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson για όλα τα ζωικά είδη.

(4)

Ο αιτών ζήτησε την ταξινόμηση της εν λόγω πρόσθετης ύλης στην κατηγορία πρόσθετων υλών «αισθητικές πρόσθετες ύλες» και στη λειτουργική ομάδα «αρωματικές σύνθετες ουσίες». Η εν λόγω αίτηση συνοδευόταν από τα στοιχεία και τα έγγραφα που απαιτούνται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

(5)

Ο αιτών ζήτησε να χορηγηθεί άδεια για τη χρήση της πρόσθετης ύλης και στο πόσιμο νερό. Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 δεν επιτρέπει τη χορήγηση άδειας για χρήση αρωματικών σύνθετων ουσιών στο πόσιμο νερό. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να επιτραπεί η χρήση αιθέριου ελαίου υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson στο πόσιμο νερό.

(6)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (στο εξής: Αρχή), στη γνώμη που εξέδωσε στις 27 Ιανουαρίου 2022 (3), κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, υπό τις προτεινόμενες συνθήκες χρήσης, το αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson δεν έχει δυσμενείς επιδράσεις στην υγεία των ζώων, στην υγεία των καταναλωτών ή στο περιβάλλον. Η Αρχή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι το αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson θα πρέπει να θεωρείται ερεθιστικό για το δέρμα και τους οφθαλμούς και ευαισθητοποιητικό του δέρματος και του αναπνευστικού συστήματος. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα πρέπει να ληφθούν κατάλληλα μέτρα προστασίας για την πρόληψη δυσμενών επιδράσεων στην υγεία του ανθρώπου, ιδίως όσον αφορά τους χρήστες της πρόσθετης ύλης.

(7)

Επίσης, η Αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, δεδομένου ότι το αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson αναγνωρίζεται πως αρωματίζει τα τρόφιμα και η λειτουργία του στις ζωοτροφές θα είναι ουσιαστικά η ίδια με τη λειτουργία του στα τρόφιμα, δεν απαιτείται περαιτέρω απόδειξη της αποτελεσματικότητάς του. Η Αρχή επαλήθευσε επίσης την έκθεση του εργαστηρίου αναφοράς που ορίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 η οποία αφορά τις μεθόδους ανάλυσης των πρόσθετων υλών ζωοτροφών στις ζωοτροφές.

(8)

Η αξιολόγηση του αιθέριου ελαίου υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson δείχνει ότι πληρούνται οι όροι χορήγησης της άδειας που προβλέπονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003. Συνεπώς, θα πρέπει να επιτραπεί η χρήση της εν λόγω ουσίας όπως καθορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

(9)

Θα πρέπει να προβλέπονται ορισμένες προϋποθέσεις με σκοπό τον καλύτερο έλεγχο. Ειδικότερα, στην ετικέτα των πρόσθετων υλών θα πρέπει να αναγράφεται η συνιστώμενη περιεκτικότητα. Σε περίπτωση υπέρβασης της εν λόγω περιεκτικότητας, στην ετικέτα των προμειγμάτων θα πρέπει να αναγράφονται ορισμένες πληροφορίες.

(10)

Το γεγονός ότι δεν χορηγείται άδεια για τη χρήση του αιθέριου ελαίου υλάνγκ-υλάνγκ από Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson ως αρωματικής ουσίας στο πόσιμο νερό δεν αποκλείει τη χρήση του σε σύνθετες ζωοτροφές που χορηγούνται με το νερό.

(11)

Καθώς δεν συντρέχουν λόγοι ασφάλειας οι οποίοι να επιβάλλουν την άμεση εφαρμογή των τροποποιήσεων των όρων χορήγησης της άδειας για την εν λόγω ουσία, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος, ώστε να ετοιμαστούν τα ενδιαφερόμενα μέρη για να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις που απορρέουν από την άδεια.

(12)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Χορήγηση άδειας

Χορηγείται άδεια για τη χρήση της ουσίας που προσδιορίζεται στο παράρτημα και ανήκει στην κατηγορία πρόσθετων υλών «αισθητικές πρόσθετες ύλες» και στη λειτουργική ομάδα «αρωματικές σύνθετες ουσίες» ως πρόσθετης ύλης ζωοτροφών για τη διατροφή των ζώων υπό τους όρους που καθορίζονται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Μεταβατικά μέτρα

1.   Η ουσία που προσδιορίζεται στο παράρτημα και τα προμείγματα που περιέχουν την εν λόγω ουσία, που έχουν παραχθεί και επισημανθεί πριν από τις 11 Μαρτίου 2023 σύμφωνα με τους κανόνες που ίσχυαν πριν από τις 11 Σεπτεμβρίου 2022, μπορούν να εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά και να χρησιμοποιούνται έως ότου εξαντληθούν τα υφιστάμενα αποθέματα.

2.   Οι σύνθετες ζωοτροφές και οι πρώτες ύλες ζωοτροφών που περιέχουν την ουσία αυτή όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα, οι οποίες έχουν παραχθεί και επισημανθεί πριν από τις 11 Σεπτεμβρίου 2023 σύμφωνα με τους κανόνες που ίσχυαν πριν από τις 11 Σεπτεμβρίου 2022, μπορούν να εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά και να χρησιμοποιούνται έως ότου εξαντληθούν τα υφιστάμενα αποθέματα, εάν προορίζονται για τροφοπαραγωγά ζώα.

3.   Οι σύνθετες ζωοτροφές και οι πρώτες ύλες ζωοτροφών που περιέχουν την ουσία αυτή όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα, οι οποίες έχουν παραχθεί και επισημανθεί πριν από τις 11 Σεπτεμβρίου 2023 σύμφωνα με τους κανόνες που ίσχυαν πριν από τις 11 Σεπτεμβρίου 2022, μπορούν να εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά και να χρησιμοποιούνται έως ότου εξαντληθούν τα υφιστάμενα αποθέματα, εάν προορίζονται για μη τροφοπαραγωγά ζώα.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Αυγούστου 2022.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29.

(2)  Οδηγία 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1970, περί των προσθέτων υλών στη διατροφή των ζώων (ΕΕ L 270 της 14.12.1970, σ. 1).

(3)  EFSA Journal 2022·20(2):7159.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθμός ταυτοποίησης της πρόσθετης ύλης

Πρόσθετη ύλη

Σύσταση, χημικός τύπος, περιγραφή, αναλυτική μέθοδος.

Είδος ή κατηγορία ζώου

Μέγιστη ηλικία

Ελάχιστη περιεκτικότητα

Μέγιστη περιεκτικότητα

Άλλες διατάξεις

Λήξη της περιόδου ισχύος της άδειας

mg πρόσθετης ύλης/kg πλήρους ζωοτροφής με περιεκτικότητα σε υγρασία 12 %

Κατηγορία: Αισθητικές πρόσθετες ύλες

Λειτουργική ομάδα: Αρωματικές σύνθετες ουσίες

2b103-eo

Αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ

Σύσταση της πρόσθετης ύλης

Αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ που λαμβάνεται από τα άνθη της Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson

Υγρή μορφή

Εστραγκόλη ≤ 0,008 %

Χαρακτηρισμός της δραστικής ουσίας

Αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ που λαμβάνεται με απόσταξη με υδρατμούς από τα άνθη της Cananga odorata (Lam) Hook f. & Thomson όπως ορίζεται από το Συμβούλιο της Ευρώπης  (1).

Γερμακρα-1(10),4(14),5-τριένιο: 9,5 – 28 %

α-Φαρνεσένιο: 3 – 21 %

Λιναλοόλη: 2 – 19 %

Οξικός βενζυλεστέρας: 0,5 – 14 %

Βενζοϊκός βενζυλεστέρας: 4,2 – 10 %

β-Καρυοφυλλένιο: 4 – 17 %

Αριθμός CAS: 8006-81-3

Αριθμός Einecs: 281-092-1

Αριθμός FEMA: 3199

Αριθμός CoE: 103

Αναλυτική μέθοδος  (2)

Για τον προσδιορισμό του β-καρυοφυλλενίου (φυτοχημικός δείκτης) στην πρόσθετη ύλη ζωοτροφών (αιθέριο έλαιο υλάνγκ-υλάνγκ):

αεριοχρωματογραφία σε συνδυασμό με ανιχνευτή ιονισμού φλόγας (GC-FID) (βάσει του ISO 3063)

Όλα τα ζωικά είδη εκτός από τις γάτες

-

-

-

1.

Η πρόσθετη ύλη ενσωματώνεται στη ζωοτροφή υπό μορφή προμείγματος.

2.

Στις οδηγίες χρήσης της πρόσθετης ύλης και των προμειγμάτων πρέπει να αναφέρονται οι συνθήκες αποθήκευσης και η σταθερότητα στη θερμική επεξεργασία.

3.

Απαγορεύεται η ανάμειξη με άλλες πρόσθετες ύλες που περιέχουν εστραγκόλη.

4.

Στην ετικέτα της πρόσθετης ύλης πρέπει να αναγράφονται τα ακόλουθα:

«Συνιστώμενη μέγιστη περιεκτικότητα, σε δραστική ουσία, ανά kg πλήρους ζωοτροφής με περιεκτικότητα σε υγρασία 12 %:

κοτόπουλα προς πάχυνση και άλλα ήσσονος σημασίας είδη πουλερικών προς πάχυνση: 1 mg·

όρνιθες ωοπαραγωγής και άλλα ήσσονος σημασίας είδη πουλερικών για ωοπαραγωγή και αναπαραγωγή, γαλοπούλες προς πάχυνση και κουνέλια: 1,5 mg·

χοιρίδια όλων των ειδών συϊδών: 2 mg·

όλοι οι συΐδες προς πάχυνση: 2,5 mg·

χοιρομητέρες και μηρυκαστικά γαλακτοπαραγωγής: 3 mg·

μηρυκαστικά προς πάχυνση και άλογα: 4,5 mg·

μόσχοι (υποκατάστατο γάλακτος), σκύλοι, ψάρια και διακοσμητικά ψάρια: 5 mg·

άλλα είδη εκτός από γάτες: 1 mg.»

5.

Η λειτουργική ομάδα, ο αριθμός ταυτοποίησης, η ονομασία και η προστιθέμενη ποσότητα της δραστικής ουσίας αναφέρονται στην ετικέτα του προμείγματος, όταν το επίπεδο χρήσης που προτείνεται στην ετικέτα του προμείγματος θα είχε ως αποτέλεσμα την υπέρβαση των επιπέδων που αναφέρονται στο σημείο 4.

6.

Για τους χρήστες της πρόσθετης ύλης και των προμειγμάτων, οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων ζωοτροφών καθορίζουν επιχειρησιακές διαδικασίες και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίζονται οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι από εισπνοή, δερματική επαφή ή επαφή με τα μάτια. Όταν οι κίνδυνοι αυτοί δεν μπορούν να εξαλειφθούν ή να μειωθούν στο ελάχιστο με τις εν λόγω διαδικασίες και τα εν λόγω μέτρα, η πρόσθετη ύλη και τα προμείγματα χρησιμοποιούνται με μέσα ατομικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένων και μέσων προστασίας του δέρματος, των ματιών και της αναπνοής.

11 Σεπτεμβρίου 2032

Γάτες

-

-

1


(1)  Φυσικές πηγές αρωματικών υλών — Έκθεση αριθ. 2 (2007).

(2)  Πληροφορίες σχετικά με τις αναλυτικές μεθόδους διατίθενται στην ακόλουθη διεύθυνση του εργαστηρίου αναφοράς: https://joint-research-centre.ec.europa.eu/eurl-fa-eurl-feed-additives/eurl-fa-authorisation/eurl-fa-evaluation-reports_el


22.8.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 217/6


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2022/1413 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 19ης Αυγούστου 2022

για την τροποποίηση του παραρτήματος I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων ελέγχου για την αντιμετώπιση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τις μεταδοτικές νόσους των ζώων και για την τροποποίηση και την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της υγείας των ζώων («νόμος για την υγεία των ζώων») (1), και ιδίως το άρθρο 71 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η αφρικανική πανώλη των χοίρων είναι λοιμώδης ιογενής νόσος δεσποζόμενων και άγριων χοιροειδών, η οποία μπορεί να επηρεάσει σοβαρά τον σχετικό ζωικό πληθυσμό και την κερδοφορία της κτηνοτροφίας, διαταράσσοντας τις μετακινήσεις φορτίων των εν λόγω ζώων και των προϊόντων τους εντός της Ένωσης και τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες.

(2)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/605 της Επιτροπής (2) εκδόθηκε στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 και θεσπίζει ειδικά μέτρα ελέγχου νόσων όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων, τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται για περιορισμένη χρονική περίοδο από τα κράτη μέλη που παρατίθενται στο παράρτημα I του εν λόγω κανονισμού (στο εξής: οικεία κράτη μέλη) στις απαγορευμένες ζώνες I, II και III που περιλαμβάνονται στο εν λόγω παράρτημα.

(3)

Οι περιοχές που αναφέρονται ως απαγορευμένες ζώνες I, II και III στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 βασίζονται στην επιδημιολογική κατάσταση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων στην Ένωση. Το παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 τροποποιήθηκε τελευταία με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2022/1366 της Επιτροπής (3), κατόπιν αλλαγών στην επιδημιολογική κατάσταση όσον αφορά την εν λόγω νόσο στη Λιθουανία, την Πολωνία και τη Σλοβακία.

(4)

Τυχόν τροποποιήσεις στις απαγορευμένες ζώνες I, II και III στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 θα πρέπει να βασίζονται στην επιδημιολογική κατάσταση όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων στις περιοχές που πλήττονται από την εν λόγω νόσο και στη συνολική επιδημιολογική κατάσταση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων στο οικείο κράτος μέλος, στο επίπεδο κινδύνου για την περαιτέρω εξάπλωση της εν λόγω νόσου, καθώς και σε επιστημονικά τεκμηριωμένες αρχές και κριτήρια για τον γεωγραφικό καθορισμό ζωνών λόγω της αφρικανικής πανώλης των χοίρων, όπως επίσης και στις κατευθυντήριες γραμμές της Ένωσης που συμφωνήθηκαν με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών, και είναι διαθέσιμες στο κοινό στον ιστότοπο της Επιτροπής (4). Οι τροποποιήσεις αυτές θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη διεθνή πρότυπα, όπως ο κώδικας υγείας χερσαίων ζώων (5) του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων, και αιτιολογήσεις για τη διαίρεση σε ζώνες που παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών.

(5)

Εκδηλώθηκαν νέες εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγρια χοιροειδή στη Γερμανία και την Ιταλία, και εστίες σε δεσποζόμενα χοιροειδή στη Λετονία.

(6)

Τον Αύγουστο του 2022 εκδηλώθηκαν διάφορες εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγρια χοιροειδή στο ομόσπονδο κράτος του Βραδεμβούργου στη Γερμανία, σε περιοχή που αναφέρεται επί του παρόντος ως απαγορευμένη ζώνη II στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 και η οποία βρίσκεται πολύ κοντά σε περιοχή που αναφέρεται επί του παρόντος ως απαγορευμένη ζώνη I. Αυτές οι νέες εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγρια χοιροειδή συνιστούν αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, η εν λόγω περιοχή που επί του παρόντος περιλαμβάνεται ως απαγορευμένη ζώνη I στο εν λόγω παράρτημα και η οποία βρίσκεται πολύ κοντά στην περιοχή στη Γερμανία που περιλαμβάνεται ως απαγορευμένη ζώνη ΙI και επλήγη από τις εν λόγω πρόσφατες εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων, θα πρέπει πλέον να περιληφθεί ως απαγορευμένη ζώνη II στο εν λόγω παράρτημα αντί ως απαγορευμένη ζώνη I, ενώ πρέπει επίσης να επαναπροσδιοριστούν τα υφιστάμενα όρια της απαγορευμένης ζώνης I, ώστε να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες αυτές εστίες.

(7)

Τον Αύγουστο του 2022 εκδηλώθηκε επίσης εστία αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγρια χοιροειδή στην περιφέρεια Piemonte στην Ιταλία, σε περιοχή που αναφέρεται επί του παρόντος ως απαγορευμένη ζώνη II στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 και η οποία βρίσκεται πολύ κοντά σε περιοχή που αναφέρεται επί του παρόντος ως απαγορευμένη ζώνη I. Αυτή η νέα εστία αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριο χοιροειδές συνιστά αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, η εν λόγω περιοχή που επί του παρόντος περιλαμβάνεται ως απαγορευμένη ζώνη I στο εν λόγω παράρτημα και η οποία βρίσκεται πολύ κοντά στην περιοχή στην Ιταλία που περιλαμβάνεται ως απαγορευμένη ζώνη ΙI και επλήγη από τις εν λόγω πρόσφατες εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων, θα πρέπει πλέον να περιληφθεί ως απαγορευμένη ζώνη II στο εν λόγω παράρτημα αντί ως απαγορευμένη ζώνη I, ενώ πρέπει επίσης να επαναπροσδιοριστούν τα υφιστάμενα όρια της απαγορευμένης ζώνης I, ώστε να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες αυτές εστίες.

(8)

Τέλος, τον Αύγουστο του 2022 εκδηλώθηκαν δύο εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε δεσποζόμενα χοιροειδή στους νομούς Balvu και Rēzeknes της Λετονίας, σε περιοχές που επί του παρόντος αναφέρονται ως απαγορευμένες ζώνες ΙΙ στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605. Αυτές οι νέες εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε δεσποζόμενα χοιροειδή συνιστούν αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω περιοχές της Λετονίας που επί του παρόντος περιλαμβάνονται ως απαγορευμένες ζώνες II στο εν λόγω παράρτημα, θα πρέπει τώρα να περιληφθούν ως απαγορευμένες ζώνες III στο εν λόγω παράρτημα αντί ως απαγορευμένες ζώνες II.

(9)

Μετά τις πρόσφατες αυτές εστίες αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγρια χοιροειδή στη Γερμανία και την Ιταλία, και τις εστίες σε δεσποζόμενα χοιροειδή στη Λετονία, και λαμβανομένης υπόψη της υφιστάμενης επιδημιολογικής κατάστασης όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων στην Ένωση, επανεκτιμήθηκε και επικαιροποιήθηκε η διαίρεση σε ζώνες στα εν λόγω κράτη μέλη. Επιπροσθέτως, επανεκτιμήθηκαν και επικαιροποιήθηκαν τα εφαρμοζόμενα μέτρα διαχείρισης του κινδύνου. Οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να αποτυπωθούν στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605.

(10)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις της επιδημιολογικής κατάστασης όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων στην Ένωση, και για να καταπολεμηθούν προδραστικά οι κίνδυνοι που συνδέονται με την εξάπλωση της εν λόγω νόσου, νέες απαγορευμένες ζώνες με επαρκή έκταση θα πρέπει να οριοθετηθούν στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Λετονία και να καταχωριστούν δεόντως ως απαγορευμένες ζώνες I, II και III στο παράρτημα Ι του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605. Δεδομένου ότι η κατάσταση όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων είναι πολύ δυναμική στην Ένωση, κατά την οριοθέτηση των εν λόγω νέων απαγορευμένων ζωνών ελήφθη υπόψη η κατάσταση στις γύρω περιοχές.

(11)

Δεδομένου του επείγοντος χαρακτήρα της επιδημιολογικής κατάστασης στην Ένωση όσον αφορά την εξάπλωση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων, είναι σημαντικό οι τροποποιήσεις που γίνονται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 με τον παρόντα εκτελεστικό κανονισμό να τεθούν σε ισχύ το συντομότερο δυνατόν.

(12)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 αντικαθίσταται από το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Αυγούστου 2022.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 84 της 31.3.2016, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/605 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2021, για τη θέσπιση ειδικών μέτρων ελέγχου για την αντιμετώπιση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων (ΕΕ L 129 της 15.4.2021, σ. 1).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2022/1366 της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2022, για την τροποποίηση του παραρτήματος I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 για τη θέσπιση ειδικών μέτρων ελέγχου για την αντιμετώπιση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων (ΕΕ L 205 της 5.8.2022, σ. 234).

(4)  Έγγραφο εργασίας SANTE/7112/2015/Rev. 3 «Principles and criteria for geographically defining ASF regionalisation» (Αρχές και κριτήρια για τη γεωγραφική περιφερειοποίηση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων). https://ec.europa.eu/food/animals/animal-diseases/control-measures/asf_el

(5)  Κώδικας υγείας χερσαίων ζώων του OIE, 29η έκδοση, 2021. Τόμοι I και II ISBN 978-92-95115-40-8· https://www.woah.org/en/what-we-do/standards/codes-and-manuals/terrestrial-code-online-access/


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/605 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΖΩΝΕΣ

ΜΕΡΟΣ I

1.   Γερμανία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στη Γερμανία:

Bundesland Brandenburg:

Landkreis Dahme-Spreewald:

Gemeinde Alt Zauche-Wußwerk,

Gemeinde Byhleguhre-Byhlen,

Gemeinde Märkische Heide, mit den Gemarkungen Alt Schadow, Neu Schadow, Pretschen, Plattkow, Wittmannsdorf, Schuhlen-Wiese, Bückchen, Kuschkow, Gröditsch, Groß Leuthen, Leibchel, Glietz, Groß Leine, Dollgen, Krugau, Dürrenhofe, Biebersdorf und Klein Leine,

Gemeinde Neu Zauche,

Gemeinde Schwielochsee mit den Gemarkungen Groß Liebitz, Guhlen, Mochow und Siegadel,

Gemeinde Spreewaldheide,

Gemeinde Straupitz,

Landkreis Märkisch-Oderland:

Gemeinde Müncheberg mit den Gemarkungen Müncheberg, Eggersdorf bei Müncheberg und Hoppegarten bei Müncheberg,

Gemeinde Bliesdorf mit den Gemarkungen Kunersdorf - westlich der B167 und Bliesdorf - westlich der B167

Gemeinde Märkische Höhe mit den Gemarkungen Reichenberg und Batzlow,

Gemeinde Wriezen mit den Gemarkungen Haselberg, Frankenfelde, Schulzendorf, Lüdersdorf Biesdorf, Rathsdorf - westlich der B 167 und Wriezen - westlich der B167

Gemeinde Buckow (Märkische Schweiz),

Gemeinde Strausberg mit den Gemarkungen Hohenstein und Ruhlsdorf,

Gemeine Garzau-Garzin,

Gemeinde Waldsieversdorf,

Gemeinde Rehfelde mit der Gemarkung Werder,

Gemeinde Reichenow-Mögelin,

Gemeinde Prötzel mit den Gemarkungen Harnekop, Sternebeck und Prötzel östlich der B 168 und der L35,

Gemeinde Oberbarnim,

Gemeinde Bad Freienwalde mit der Gemarkung Sonnenburg,

Gemeinde Falkenberg mit den Gemarkungen Dannenberg, Falkenberg westlich der L 35, Gersdorf und Kruge,

Gemeinde Höhenland mit den Gemarkungen Steinbeck, Wollenberg und Wölsickendorf,

Landkreis Barnim:

Gemeinde Joachimsthal östlich der L220 (Eberswalder Straße), östlich der L23 (Töpferstraße und Templiner Straße), östlich der L239 (Glambecker Straße) und Schorfheide (JO) östlich der L238,

Gemeinde Friedrichswalde mit der Gemarkung Glambeck östlich der L 239,

Gemeinde Althüttendorf,

Gemeinde Ziethen mit den Gemarkungen Groß Ziethen und Klein Ziethen westlich der B198,

Gemeinde Chorin mit den Gemarkungen Golzow, Senftenhütte, Buchholz, Schorfheide (Ch), Chorin westlich der L200 und Sandkrug nördlich der L200,

Gemeinde Britz,

Gemeinde Schorfheide mit den Gemarkungen Altenhof, Werbellin, Lichterfelde und Finowfurt,

Gemeinde (Stadt) Eberswalde mit der Gemarkungen Finow und Spechthausen und der Gemarkung Eberswalde südlich der B167 und westlich der L200,

Gemeinde Breydin,

Gemeinde Melchow,

Gemeinde Sydower Fließ mit der Gemarkung Grüntal nördlich der K6006 (Landstraße nach Tuchen), östlich der Schönholzer Straße und östlich Am Postweg,

Hohenfinow südlich der B167,

Landkreis Uckermark:

Gemeinde Passow mit den Gemarkungen Briest, Passow und Schönow,

Gemeinde Mark Landin mit den Gemarkungen Landin nördlich der B2, Grünow und Schönermark,

Gemeinde Angermünde mit den Gemarkungen Frauenhagen, Mürow, Angermünde nördlich und nordwestlich der B2, Dobberzin nördlich der B2, Kerkow, Welsow, Bruchhagen, Greiffenberg, Günterberg, Biesenbrow, Görlsdorf, Wolletz und Altkünkendorf,

Gemeinde Zichow,

Gemeinde Casekow mit den Gemarkungen Blumberg, Wartin, Luckow-Petershagen und den Gemarkungen Biesendahlshof und Casekow westlich der L272 und nördlich der L27,

Gemeinde Hohenselchow-Groß Pinnow mit der Gemarkung Hohenselchow nördlich der L27,

Gemeinde Tantow,

Gemeinde Mescherin

Gemeinde Gartz (Oder) mit der Gemarkung Geesow sowie den Gemarkungen Gartz und Hohenreinkendorf nördlich der L27 und B2 bis Gartenstraße,

Gemeinde Pinnow nördlich und westlich der B2,

Gemeinde Nordwestuckermark mit den Gemarkungen Zernikow, Holzendorf, Rittgarten, Falkenhagen, Schapow, Schönermark (NWU), Wilhelmshof, Naugarten, Horst, Gollmitz, Klein-Sperrenwalde und Kröchlendorff,

Gemeinde Boitzenburger-Land mit den Gemarkungen Berkholz, Wichmannsdorf, Kuhz und Haßleben,

Gemeinde Mittenwalde,

Gemeinde Gerswalde mit den Gemarkungen Gerswalde, Buchholz, Pinnow (GE), Kaakstedt und Fergitz

Gemeinde Flieth-Steglitz,

Gemeinde Angermünde mit den Gemarkungen Wilmersdorf und Schmiedeberg,

Gemeinde Oberuckersee mit der Gemarkung Grünheide,

Gemeinde Gramzow mit der Gemarkung Gramzow östlich der der K7315, Gemarkungen

Meichow, Neumeichow, Polßen

Gemeinde Randowtal mit den Gemarkungen Wollin, Schmölln, Schwaneberg, Grenz

Gemeinde Brüssow mit den Gemarkungen Battin, Grünberg und Trampe,

Gemeinde Carmzow-Wallmow.

Gemeinde Grünow mit der Gemarkung Grenz,

Gemeinde Schenkenberg mit der Gemarkung Kleptow,

Gemeinde Schönfeld,

Gemeinde Göritz,

Gemeinde Prenzlau mit den Gemarkungen Dedelow, Schönwerder und Dauer,

Gemeinde Uckerland mit der Gemarkung Bandelow südlich der Straße von Bandelow zum Bandlowsee und der Gemarkung Jagow südlich der Straße vom Bandlowsee zur K7341,

Landkreis Oder-Spree:

Gemeinde Storkow (Mark),

Gemeinde Spreenhagen mit den Gemarkungen Braunsdorf, Markgrafpieske, Lebbin und Spreenhagen,

Gemeinde Grünheide (Mark) mit den Gemarkungen Kagel, Kienbaum und Hangelsberg,

Gemeinde Fürstenwalde westlich der B 168 und nördlich der L 36,

Gemeinde Rauen,

Gemeinde Wendisch Rietz bis zur östlichen Uferzone des Scharmützelsees und von der südlichen Spitze des Scharmützelsees südlich der B246,

Gemeinde Reichenwalde,

Gemeinde Bad Saarow mit der Gemarkung Petersdorf und der Gemarkung Bad Saarow-Pieskow westlich der östlichen Uferzone des Scharmützelsees und ab nördlicher Spitze westlich der L35,

Gemeinde Tauche mit der Gemarkung Werder,

Gemeinde Steinhöfel mit den Gemarkungen Jänickendorf, Schönfelde, Beerfelde, Gölsdorf, Buchholz, Tempelberg und den Gemarkungen Steinhöfel, Hasenfelde und Heinersdorf westlich der L36 und der Gemarkung Neuendorf im Sande nördlich der L36,

Landkreis Spree-Neiße:

Gemeinde Turnow-Preilack mit der Gemarkung Turnow,

Gemeinde Drachhausen,

Gemeinde Schmogrow-Fehrow,

Gemeinde Drehnow,

Gemeinde Teichland mit den Gemarkungen Maust und Neuendorf,

Gemeinde Dissen-Striesow,

Gemeinde Briesen,

Gemeinde Spremberg mit den Gemarkungen, Klein Buckow westlich der B79, Radeweise, Radewiese, Stradow, Straußdorf, Wolkenberg und der Gemarkung Spremberg westlich der Tagebaurandstraße,

Gemeinde Drebkau mit den Gemarkungen Jehserig und Kausche,

Gemeinde Neuhausen/Spree mit den Gemarkungen Groß Oßnig, Groß Döbbern und Klein Döbbern westlich der B 97,

Gemeinde Drebkau mit der Gemarkung Schorbus östlich der L521,

Gemeinde Kolkwitz mit den Gemarkungen Klein Gaglow und Hähnchen,

Gemeinde Welzow mit der Gemarkung Welzow,

Kreisfreie Stadt Cottbus außer der Gemarkung Kahren,

Landkreis Oberspreewald-Lausitz:

Gemeinde Neupetershain,

Gemeinde Lauchhammer,

Gemeinde Schwarzheide,

Gemeinde Schipkau,

Gemeinde Senftenberg mit den Gemarkungen Brieske, Niemtsch, Senftenberg, Reppist, Hosena, Großkoschen, Kleinkoschen und Sedlitz,

die Gemeinde Schwarzbach mit der Gemarkung Biehlen,

Gemeinde Neu-Seeland mit den Gemarkungen Lieske, Bahnsdorf und Lindchen,

Gemeinde Großräschen mit den Gemarkungen Dörrwalde und Allmosen,

Gemeinde Tettau,

Landkreis Elbe-Elster:

Gemeinde Großthiemig,

Gemeinde Hirschfeld,

Gemeinde Gröden,

Gemeinde Schraden,

Gemeinde Merzdorf,

Gemeinde Röderland mit der Gemarkung Wainsdorf, Prösen, Stolzenhain a.d. Röder,

Gemeinde Plessa mit der Gemarkung Plessa,

Landkreis Prignitz:

Gemeinde Groß Pankow mit den Gemarkungen Baek, Tangendorf, Tacken, Hohenvier, Strigleben, Steinberg und Gulow,

Gemeinde Perleberg mit der Gemarkung Schönfeld,

Gemeinde Karstädt mit den Gemarkungen Postlin, Strehlen, Blüthen, Klockow, Premslin, Glövzin, Waterloo, Karstädt, Dargardt, Garlin und die Gemarkungen Groß Warnow, Klein Warnow, Reckenzin, Streesow und Dallmin westlich der Bahnstrecke Berlin/Spandau-Hamburg/Altona,

Gemeinde Gülitz-Reetz,

Gemeinde Putlitz mit den Gemarkungen Lockstädt, Mansfeld und Laaske,

Gemeinde Triglitz,

Gemeinde Marienfließ mit der Gemarkung Frehne,

Gemeinde Kümmernitztal mit der Gemarkungen Buckow, Preddöhl und Grabow,

Gemeinde Gerdshagen mit der Gemarkung Gerdshagen,

Gemeinde Meyenburg,

Gemeinde Pritzwalk mit der Gemarkung Steffenshagen,

Bundesland Sachsen:

Landkreis Bautzen

Gemeinde Arnsdorf, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Cunewalde,

Gemeinde Demitz-Thumitz, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Doberschau-Gaußig,

Gemeinde Göda, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Großharthau, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Großpostwitz/O.L.,

Gemeinde Hochkirch, sofern nicht bereits der Sperrzone II,

Gemeinde Kubschütz, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Neukirch/Lausitz,

Gemeinde Obergurig,

Gemeinde Schmölln-Putzkau,

Gemeinde Sohland a. d. Spree,

Gemeinde Stadt Bautzen, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Stadt Bischhofswerda, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Stadt Radeberg, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Stadt Schirgiswalde-Kirschau,

Gemeinde Stadt Wilthen,

Gemeinde Steinigtwolmsdorf,

Stadt Dresden:

Stadtgebiet, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Landkreis Meißen:

Gemeinde Diera-Zehren, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Glaubitz, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Hirschstein,

Gemeinde Käbschütztal,

Gemeinde Klipphausen, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Niederau, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Nünchritz, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Röderaue, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Stadt Gröditz, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Stadt Lommatzsch,

Gemeinde Stadt Meißen, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Stadt Nossen außer Ortsteil Nossen,

Gemeinde Stadt Riesa,

Gemeinde Stadt Strehla,

Gemeinde Stauchitz,

Gemeinde Wülknitz, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Gemeinde Zeithain,

Landkreis Mittelsachsen:

Gemeinde Reinsberg,

Landkreis Sächsische Schweiz-Osterzgebirge:

Gemeinde Bannewitz,

Gemeinde Dürrröhrsdorf-Dittersbach,

Gemeinde Kreischa,

Gemeinde Lohmen,

Gemeinde Müglitztal,

Gemeinde Stadt Dohna,

Gemeinde Stadt Freital,

Gemeinde Stadt Heidenau,

Gemeinde Stadt Hohnstein,

Gemeinde Stadt Neustadt i. Sa.,

Gemeinde Stadt Pirna,

Gemeinde Stadt Rabenau mit den Ortsteilen Lübau, Obernaundorf, Oelsa, Rabenau und Spechtritz,

Gemeinde Stadt Stolpen,

Gemeinde Stadt Tharandt mit den Ortsteilen Fördergersdorf, Großopitz, Kurort Hartha, Pohrsdorf und Spechtshausen,

Gemeinde Stadt Wilsdruff, sofern nicht bereits Teil der Sperrzone II,

Bundesland Mecklenburg-Vorpommern:

Landkreis Vorpommern Greifswald

Gemeinde Penkun südlich der Autobahn A11,

Gemeinde Nadrense südlich der Autobahn A11,

Landkreis Ludwigslust-Parchim:

Gemeinde Barkhagen mit den Ortsteilen und Ortslagen: Altenlinden, Kolonie Lalchow, Plauerhagen, Zarchlin, Barkow-Ausbau, Barkow,

Gemeinde Blievenstorf mit dem Ortsteil: Blievenstorf,

Gemeinde Brenz mit den Ortsteilen und Ortslagen: Neu Brenz, Alt Brenz,

Gemeinde Domsühl mit den Ortsteilen und Ortslagen: Severin, Bergrade Hof, Bergrade Dorf, Zieslübbe, Alt Dammerow, Schlieven, Domsühl, Domsühl-Ausbau, Neu Schlieven,

Gemeinde Gallin-Kuppentin mit den Ortsteilen und Ortslagen: Kuppentin, Kuppentin-Ausbau, Daschow, Zahren, Gallin, Penzlin,

Gemeinde Ganzlin mit den Ortsteilen und Ortslagen: Dresenow, Dresenower Mühle, Twietfort, Ganzlin, Tönchow, Wendisch Priborn, Liebhof, Gnevsdorf,

Gemeinde Granzin mit den Ortsteilen und Ortslagen: Lindenbeck, Greven, Beckendorf, Bahlenrade, Granzin,

Gemeinde Grabow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Fresenbrügge, Grabow, Griemoor, Heidehof, Kaltehof, Winkelmoor,

Gemeinde Groß Laasch mit den Ortsteilen und Ortslagen: Groß Laasch,

Gemeinde Kremmin mit den Ortsteilen und Ortslagen: Beckentin, Kremmin,

Gemeinde Kritzow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Schlemmin, Kritzow,

Gemeinde Lewitzrand mit dem Ortsteil und Ortslage: Matzlow-Garwitz (teilweise),

Gemeinde Lübz mit den Ortsteilen und Ortslagen: Bobzin, Broock, Broock Ausbau, Hof Gischow, Lübz, Lutheran, Lutheran Ausbau, Riederfelde, Ruthen, Wessentin, Wessentin Ausbau,

Gemeinde Neustadt-Glewe mit den Ortsteilen und Ortslagen: Hohes Feld, Kiez, Klein Laasch, Liebs Siedlung, Neustadt-Glewe, Tuckhude, Wabel,

Gemeinde Obere Warnow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Grebbin und Wozinkel, Gemarkung Kossebade teilweise, Gemarkung Herzberg mit dem Waldgebiet Bahlenholz bis an die östliche Gemeindegrenze, Gemarkung Woeten unmittelbar östlich und westlich der L16,

Gemeinde Parchim mit den Ortsteilen und Ortslagen: Dargelütz, Neuhof, Kiekindemark, Neu Klockow, Möderitz, Malchow, Damm, Parchim, Voigtsdorf, Neu Matzlow,

Gemeinde Passow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Unterbrüz, Brüz, Welzin, Neu Brüz, Weisin, Charlottenhof, Passow,

Gemeinde Plau am See mit den Ortsteilen und Ortslagen: Reppentin, Gaarz, Silbermühle, Appelburg, Seelust, Plau-Am See, Plötzenhöhe, Klebe, Lalchow, Quetzin, Heidekrug,

Gemeinde Rom mit den Ortsteilen und Ortslagen: Lancken, Stralendorf, Rom, Darze, Paarsch,

Gemeinde Spornitz mit den Ortsteilen und Ortslagen: Dütschow, Primark, Steinbeck, Spornitz,

Gemeinde Werder mit den Ortsteilen und Ortslagen: Neu Benthen, Benthen, Tannenhof, Werder.

2.   Εσθονία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες I στην Εσθονία:

Hiiu maakond.

3.   Ελλάδα

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στην Ελλάδα:

στην Περιφερειακή Ενότητα Δράμας:

οι τοπικές ή δημοτικές κοινότητες Σιδηρονέρου και Σκαλωτής, Λιβαδερού και Ξηροποτάμου (στον Δήμο Δράμας),

η τοπική κοινότητα Παρανεστίου (στον Δήμο Παρανεστίου),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κοκκινογείων, Μικροπόλεως, Πανοράματος, Πύργων (στον Δήμο Προσοτσάνης),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κάτω Νευροκοπίου, Χρυσοκεφάλου, Αχλαδέας, Βαθυτόπου, Βώλακος, Γρανίτου, Δασωτού, Εξοχής, Καταφύτου, Λευκογείων, Μικροκλεισούρας, Μικρομηλέας, Οχυρού, Παγονερίου, Περιθωρίου, Κάτω Βροντούς και Ποταμών (στον Δήμο Κάτω Νευροκοπίου),

στην Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κιμμερίων, Σταυρουπόλεως, Γέρακα, Δαφνώνος, Κομνηνών, Καρυοφύτου και Νεοχωρίου (στον Δήμο Ξάνθης),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Σατρών, Θερμών, Κοτύλης, Μύκης, Εχίνου και Ωραίου (στον Δήμο Μύκης),

η δημοτική κοινότητα Σελέρου και η τοπική κοινότητα Σουνίου (στον Δήμο Αβδήρων),

στην Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κομοτηνής, Ανθοχωρίου, Γρατίνης, Θρυλορίου, Κάλχαντος, Καρυδιάς, Κηκιδίου, Κοσμίου, Πανδρόσου, Αιγείρου, Καλλίστης, Μελέτης, Νέου Σιδηροχωρίου και Μεγάλου Δουκάτου (στον Δήμο Κομοτηνής),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Ηπίου, Αρριανών, Δαρμένης, Αρχοντικών, Φιλλύρας, Άνω Δροσίνης, Αράτου, Κέχρου και Οργάνης (στον Δήμο Αρριανών),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Ιάσμου, Σώστου, Ασωμάτων, Πολυάνθου, Αμβροσίας και Αμαξάδων (στον Δήμο Ιάσμου),

η δημοτική κοινότητα Αμαράντων (στον Δήμο Μαρωνείας – Σαπών),

στην Περιφερειακή Ενότητα Έβρου:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κυριακής, Μάνδρας, Μαυροκκλησίου, Μικρού Δερείου, Πρωτοκκλησίου, Ρούσσας, Γονικού, Γέρικου, Σιδηροχωρίου, Μεγάλου Δερείου, Σιδηρώς, Γιαννούλης, Αγριάνης και Πετρολόφου (στον Δήμο Σουφλίου),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Δικαίων, Άρζου, Ελαίας, Θεραπειού, Κομάρων, Μαρασίων, Ορμενίου, Πενταλόφου, Πετρωτών, Πλάτης, Πτελέας, Κυπρίνου, Ζώνης, Φυλακίου, Σπηλαίου, Νέας Βύσσης, Καβύλης, Καστανεών, Ριζίων, Στέρνας, Αμπελακίων, Βάλτου, Μεγάλης Δοξιπάρας, Νεοχωρίου και Χανδρά (στον Δήμο Ορεστιάδας),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Ασβεστάδων, Ελληνοχωρίου, Καρωτής, Κουφοβούνου, Κυανής, Μάνης, Σιτοχωρίου, Αλεποχωρίου, Ασπρονερίου, Μεταξάδων, Βρυσικών, Δόξης, Ελαφοχωρίου, Λάδης, Παλιουρίου και Ποιμενικού (στον Δήμο Διδυμοτείχου),

στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κερκίνης, Λιβαδιάς, Μακρινίτσης, Νεοχωρίου, Πλατανακίων, Πετριτσίου, Ακριτοχωρίου, Βυρωνείας, Γονίμου, Μανδρακίου, Μεγαλοχωρίου, Ροδοπόλεως, Άνω Ποροΐων, Κάτω Ποροΐων, Σιδηροκάστρου, Βαμβακοφύτου, Προμαχώνος, Καμαρωτού, Στρυμονοχωρίου, Χαροπού, Καστανούσσης, Χορτερού, Αχλαδοχωρίου, Αγκίστρου και Καπνοφύτου (στον Δήμο Σιντικής),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Σερρών, Ελαιώνος, Οινούσσας, Ορεινής και Άνω Βροντούς (στον Δήμο Σερρών),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Δασοχωρίου, Ηρακλείας, Βαλτερού, Καρπερής, Κοιμήσεως, Λιθοτόπου, Λιμνοχωρίου, Ποντισμένου και Χρυσοχωράφων (στον Δήμο Ηρακλείας).

4.   Λετονία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στη Λετονία:

Dienvidkurzemes novada, Grobiņas pagasts, Nīcas pagasta daļa uz ziemeļiem no apdzīvotas vietas Bernāti, autoceļa V1232, A11, V1222, Bārtas upes, Otaņķu pagasts, Grobiņas pilsēta,

Ropažu novada Stopiņu pagasta daļa, kas atrodas uz rietumiem no autoceļa V36, P4 un P5, Acones ielas, Dauguļupes ielas un Dauguļupītes.

5.   Λιθουανία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στη Λιθουανία:

Kalvarijos savivaldybė,

Klaipėdos rajono savivaldybė: Agluonėnų, Dovilų, Gargždų, Priekulės, Vėžaičių, Kretingalės ir Dauparų-Kvietinių seniūnijos,

Marijampolės savivaldybė,

Palangos miesto savivaldybė,

Vilkaviškio rajono savivaldybė: Bartninkų, Gižų, Gražiškių, Keturvalakių, Kybartų, Pajevonio,Šeimenos, Vilkaviškio miesto, Virbalio, Vištyčio seniūnijos.

6.   Ουγγαρία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στην Ουγγαρία:

Békés megye 950950, 950960, 950970, 951950, 952050, 952750, 952850, 952950, 953050, 953150, 953650, 953660, 953750, 953850, 953960, 954250, 954260, 954350, 954450, 954550, 954650, 954750, 954850, 954860, 954950, 955050, 955150, 955250, 955260, 955270, 955350, 955450, 955510, 955650, 955750, 955760, 955850, 955950, 956050, 956060, 956150 és 956160 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Bács-Kiskun megye 600150, 600850, 601550, 601650, 601660, 601750, 601850, 601950, 602050, 603250, 603750 és 603850 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Budapest 1 kódszámú, vadgazdálkodási tevékenységre nem alkalmas területe,

Csongrád-Csanád megye 800150, 800160, 800250, 802220, 802260, 802310 és 802450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Fejér megye 400150, 400250, 400351, 400352, 400450, 400550, 401150, 401250, 401350, 402050, 402350, 402360, 402850, 402950, 403050, 403450, 403550, 403650, 403750, 403950, 403960, 403970, 404650, 404750, 404850, 404950, 404960, 405050, 405750, 405850, 405950,

406050, 406150, 406550, 406650 és 406750 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Győr-Moson-Sopron megye 100550, 100650, 100950, 101050, 101350, 101450, 101550, 101560 és 102150 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Jász-Nagykun-Szolnok megye 750150, 750160, 750260, 750350, 750450, 750460, 754450, 754550, 754560, 754570, 754650, 754750, 754950, 755050, 755150, 755250, 755350 és 755450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Komárom-Esztergom megye 250150, 250250, 250450, 250460, 250550, 250650, 250750, 251050, 251150, 251250, 251350, 251360, 251650, 251750, 251850, 252250, kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Pest megye 571550, 572150, 572250, 572350, 572550, 572650, 572750, 572850, 572950, 573150, 573250, 573260, 573350, 573360, 573450, 573850, 573950, 573960, 574050, 574150, 574350, 574360, 574550, 574650, 574750, 574850, 574860, 574950, 575050, 575150, 575250, 575350, 575550, 575650, 575750, 575850, 575950, 576050, 576150, 576250, 576350, 576450, 576650, 576750, 576850, 576950, 577050, 577150, 577350, 577450, 577650, 577850, 577950, 578050, 578150, 578250, 578350, 578360, 578450, 578550, 578560, 578650, 578850, 578950, 579050, 579150, 579250, 579350, 579450, 579460, 579550, 579650, 579750, 580250 és 580450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe.

7.   Πολωνία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στην Πολωνία:

w województwie kujawsko - pomorskim:

powiat rypiński,

powiat brodnicki,

powiat grudziądzki,

powiat miejski Grudziądz,

powiat wąbrzeski,

w województwie warmińsko-mazurskim:

gminy Wielbark i Rozogi w powiecie szczycieńskim,

w województwie podlaskim:

gminy Wysokie Mazowieckie z miastem Wysokie Mazowieckie, Czyżew i część gminy Kulesze Kościelne położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie wysokomazowieckim,

gminy Miastkowo, Nowogród, Śniadowo i Zbójna w powiecie łomżyńskim,

gminy Szumowo, Zambrów z miastem Zambrów i część gminy Kołaki Kościelne położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie zambrowskim,

gminy Grabowo, Kolno i miasto Kolno, Turośl w powiecie kolneńskim,

w województwie mazowieckim:

powiat ostrołęcki,

powiat miejski Ostrołęka,

gminy Bielsk, Brudzeń Duży, Bulkowo, Drobin, Gąbin, Łąck, Nowy Duninów, Radzanowo, Słupno, Staroźreby i Stara Biała w powiecie płockim,

powiat miejski Płock,

powiat ciechanowski,

gminy Baboszewo, Dzierzążnia, Joniec, Nowe Miasto, Płońsk i miasto Płońsk, Raciąż i miasto Raciąż, Sochocin w powiecie płońskim,

powiat sierpecki,

gmina Bieżuń, Lutocin, Siemiątkowo i Żuromin w powiecie żuromińskim,

część powiatu ostrowskiego niewymieniona w części II załącznika I,

gminy Dzieżgowo, Lipowiec Kościelny, Mława, Radzanów, Strzegowo, Stupsk, Szreńsk, Szydłowo, Wiśniewo w powiecie mławskim,

powiat przasnyski,

powiat makowski,

powiat pułtuski,

część powiatu wyszkowskiego niewymieniona w części II załącznika I,

część powiatu węgrowskiego niewymieniona w części II załącznika I,

część powiatu wołomińskiego niewymieniona w części II załącznika I,

gminy Mokobody i Suchożebry w powiecie siedleckim,

gminy Dobre, Jakubów, Kałuszyn, Stanisławów w powiecie mińskim,

gminy Bielany i gmina wiejska Sokołów Podlaski w powiecie sokołowskim,

powiat gostyniński,

w województwie podkarpackim:

powiat jasielski,

powiat strzyżowski,

część powiatu ropczycko – sędziszowskiego niewymieniona w części II i II załącznika I,

gminy Pruchnik, Rokietnica, Roźwienica, w powiecie jarosławskim,

gminy Fredropol, Krasiczyn, Krzywcza, Przemyśl, część gminy Orły położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 77, część gminy Żurawica na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 77 w powiecie przemyskim,

powiat miejski Przemyśl,

gminy Gać, Jawornik Polski, Kańczuga, część gminy Zarzecze położona na południe od linii wyznaczonej przez rzekę Mleczka w powiecie przeworskim,

powiat łańcucki,

gminy Trzebownisko, Głogów Małopolski, część gminy Świlcza położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 94 i część gminy Sokołów Małopolski położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 875 w powiecie rzeszowskim,

gmina Raniżów w powiecie kolbuszowskim,

gminy Brzostek, Jodłowa, Pilzno, miasto Dębica, część gminy Czarna położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr A4, część gminy Żyraków położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr A4, część gminy wiejskiej Dębica położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr A4 w powiecie dębickim,

w województwie świętokrzyskim:

gminy Nowy Korczyn, Solec–Zdrój, Wiślica, Stopnica, Tuczępy, Busko Zdrój w powiecie buskim,

powiat kazimierski,

powiat skarżyski,

część powiatu opatowskiego niewymieniona w części II załącznika I,

część powiatu sandomierskiego niewymieniona w części II załącznika I,

gminy Bogoria, Osiek, Staszów i część gminy Rytwiany położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 764, część gminy Szydłów położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 756 w powiecie staszowskim,

gminy Pawłów, Wąchock, część gminy Brody położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 9 oraz na południowy - zachód od linii wyznaczonej przez drogi: nr 0618T biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania w miejscowości Lipie, drogę biegnącą od miejscowości Lipie do wschodniej granicy gminy i część gminy Mirzec położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 744 biegnącą od południowej granicy gminy do miejscowości Tychów Stary a następnie przez drogę nr 0566T biegnącą od miejscowości Tychów Stary w kierunku północno - wschodnim do granicy gminy w powiecie starachowickim,

powiat ostrowiecki,

gminy Fałków, Ruda Maleniecka, Radoszyce, Smyków, Słupia Konecka, część gminy Końskie położona na zachód od linii kolejowej, część gminy Stąporków położona na południe od linii kolejowej w powiecie koneckim,

gminy Bodzentyn, Bieliny, Łagów, Morawica, Nowa Słupia, część gminy Raków położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogi nr 756 i 764, część gminy Chęciny położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 762, część gminy Górno położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy gminy łączącą miejscowości Leszczyna – Cedzyna oraz na południe od linii wyznaczonej przez ul. Kielecką w miejscowości Cedzyna biegnącą do wschodniej granicy gminy, część gminy Daleszyce położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 764 biegnącą od wschodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą łączącą miejscowości Daleszyce – Słopiec – Borków, dalej na północ od linii wyznaczonej przez tę drogę biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 764 do przecięcia z linią rzeki Belnianka, następnie na północ od linii wyznaczonej przez rzeki Belnianka i Czarna Nida biegnącej do zachodniej granicy gminy w powiecie kieleckim,

gminy Działoszyce, Michałów, Pińczów, Złota w powiecie pińczowskim,

gminy Imielno, Jędrzejów, Nagłowice, Sędziszów, Słupia, Sobków, Wodzisław w powiecie jędrzejowskim,

gminy Moskorzew, Radków, Secemin, część gminy Włoszczowa położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 742 biegnącą od północnej granicy gminy do miejscowości Konieczno i dalej na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Konieczno – Rogienice – Dąbie – Podłazie, część gminy Kluczewsko położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy gminy i łączącą miejscowości Krogulec – Nowiny - Komorniki do przecięcia z linią rzeki Czarna, następnie na północ od linii wyznaczonej przez rzekę Czarna biegnącą do przecięcia z linią wyznaczoną przez drogę nr 742 i dalej na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 742 biegnącą od przecięcia z linią rzeki Czarna do południowej granicy gminy w powiecie włoszczowskim,

w województwie łódzkim:

gminy Łyszkowice, Kocierzew Południowy, Kiernozia, Chąśno, Nieborów, część gminy wiejskiej Łowicz położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 92 biegnącej od granicy miasta Łowicz do zachodniej granicy gminy oraz część gminy wiejskiej Łowicz położona na wschód od granicy miasta Łowicz i na północ od granicy gminy Nieborów w powiecie łowickim,

gminy Cielądz, Rawa Mazowiecka z miastem Rawa Mazowiecka w powiecie rawskim,

gminy Bolimów, Głuchów, Godzianów, Lipce Reymontowskie, Maków, Nowy Kawęczyn, Skierniewice, Słupia w powiecie skierniewickim,

powiat miejski Skierniewice,

gminy Mniszków, Paradyż, Sławno i Żarnów w powiecie opoczyńskim,

powiat tomaszowski,

powiat brzeziński,

powiat łaski,

powiat miejski Łódź,

powat łódzki wschodni,

powiat pabianicki,

powiat wieruszowski,

gminy Aleksandrów Łódzki, Stryków, miasto Zgierz w powiecie zgierskim,

gminy Bełchatów z miastem Bełchatów, Drużbice, Kluki, Rusiec, Szczerców, Zelów w powiecie bełchatowskim,

powiat wieluński,

powiat sieradzki,

powiat zduńskowolski,

gminy Aleksandrów, Czarnocin, Grabica, Moszczenica, Ręczno, Sulejów, Wola Krzysztoporska, Wolbórz w powiecie piotrkowskim,

powiat miejski Piotrków Trybunalski,

gminy Masłowice, Przedbórz, Wielgomłyny i Żytno w powiecie radomszczańskim,

w województwie śląskim:

gmina Koniecpol w powiecie częstochowskim,

w województwie pomorskim:

gminy Ostaszewo, miasto Krynica Morska oraz część gminy Nowy Dwór Gdański położona na południowy - zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 55 biegnącą od południowej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 7, następnie przez drogę nr 7 i S7 biegnącą do zachodniej granicy gminy w powiecie nowodworskim,

gminy Lichnowy, Miłoradz, Malbork z miastem Malbork, część gminy Nowy Staw położna na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 55 w powiecie malborskim,

gminy Mikołajki Pomorskie, Stary Targ i Sztum w powiecie sztumskim,

powiat gdański,

Miasto Gdańsk,

powiat tczewski,

powiat kwidzyński,

w województwie lubuskim:

gmina Lubiszyn w powiecie gorzowskim,

gmina Dobiegniew w powiecie strzelecko – drezdeneckim,

w województwie dolnośląskim:

gminy Dziadowa Kłoda, Międzybórz, Syców, Twardogóra, część gminy wiejskiej Oleśnica położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr S8, część gminy Dobroszyce położona na wschód od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od północnej do południowej granicy gminy w powiecie oleśnickim,

gminy Jordanów Śląski, Kobierzyce, Mietków, Sobótka, część gminy Żórawina położona na zachód od linii wyznaczonej przez autostradę A4, część gminy Kąty Wrocławskie położona na południe od linii wyznaczonej przez autostradę A4 w powiecie wrocławskim,

część gminy Domaniów położona na południowy zachód od linii wyznaczonej przez autostradę A4 w powiecie oławskim,

gmina Wiązów w powiecie strzelińskim,

część powiatu średzkiego niewymieniona w części II załącznika I,

miasto Świeradów - Zdrój w powiecie lubańskim,

gminy Pielgrzymka, miasto Złotoryja, część gminy wiejskiej Złotoryja położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od północnej granicy gminy w miejscowości Nowa Wieś Złotoryjska do granicy miasta Złotoryja oraz na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 382 biegnącą od granicy miasta Złotoryja do wschodniej granicy gminy w powiecie złotoryjskim,

gmina Mirsk w powiecie lwóweckim,

gminy Janowice Wielkie, Mysłakowice, Stara Kamienica w powiecie karkonoskim,

część powiatu miejskiego Jelenia Góra położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 366,

gminy Bolków, Męcinka, Mściwojów, Paszowice, miasto Jawor w powiecie jaworskim,

gminy Dobromierz, Jaworzyna Śląska, Marcinowice, Strzegom, Żarów w powiecie świdnickim,

gminy Dzierżoniów, Pieszyce, miasto Bielawa, miasto Dzierżoniów w powiecie dzierżoniowskim,

gminy Głuszyca, Mieroszów w powiecie wałbrzyskim,

gmina Nowa Ruda i miasto Nowa Ruda w powiecie kłodzkim,

gminy Kamienna Góra, Marciszów i miasto Kamienna Góra w powiecie kamiennogórskim,

w województwie wielkopolskim:

gminy Koźmin Wielkopolski, Rozdrażew, miasto Sulmierzyce, część gminy Krotoszyn położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogi: nr 15 biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 36, nr 36 biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 15 do skrzyżowana z drogą nr 444, nr 444 biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 36 do południowej granicy gminy w powiecie krotoszyńskim,

gminy Brodnica, część gminy Dolsk położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 434 biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 437, a nastęnie na wschód od drogi nr 437 biegnącej od skrzyżowania z drogąnr 434 do południowej granicy gminy, część gminy Śrem położóna na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 310 biegnącą od zachodniej granicy gminy do miejscowości Śrem, następnie na wschód od drogi nr 432 w miejscowości Śrem oraz na wschód od drogi nr 434 biegnącej od skrzyżowania z drogą nr 432 do południowej granicy gminy w powiecie śremskim,

gminy Borek Wielkopolski, Piaski, Pogorzela, w powiecie gostyńskim,

gmina Grodzisk Wielkopolski i część gminy Kamieniec położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 308 w powiecie grodziskim,

gmina Czempiń w powiecie kościańskim,

gminy Kleszczewo, Kostrzyn, Kórnik, Pobiedziska, Mosina, miasto Puszczykowo, część gminy wiejskiej Murowana Goślina położona na południe od linii kolejowej biegnącej od północnej granicy miasta Murowana Goślina do północno-wschodniej granicy gminy w powiecie poznańskim,

gmina Kiszkowo i część gminy Kłecko położona na zachód od rzeki Mała Wełna w powiecie gnieźnieńskim,

powiat czarnkowsko-trzcianecki,

część gminy Wronki położona na północ od linii wyznaczonej przez rzekę Wartę biegnącą od zachodniej granicy gminy do przecięcia z droga nr 182, a następnie na wschód od linii wyznaczonej przez drogi nr 182 oraz 184 biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 182 do południowej granicy gminy w powiecie szamotulskim,

gmina Budzyń w powiecie chodzieskim,

gminy Mieścisko, Skoki i Wągrowiec z miastem Wągrowiec w powiecie wągrowieckim,

powiat pleszewski,

gmina Zagórów w powiecie słupeckim,

gmina Pyzdry w powiecie wrzesińskim,

gminy Kotlin, Żerków i część gminy Jarocin położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogi nr S11 i 15 w powiecie jarocińskim,

powiat ostrowski,

powiat miejski Kalisz,

powiat kaliski,

powiat turecki,

gminy Rzgów, Grodziec, Krzymów, Stare Miasto, Rychwał w powiecie konińskim,

powiat kępiński,

powiat ostrzeszowski,

w województwie opolskim:

gminy Domaszowice, Pokój, część gminy Namysłów położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od wschodniej do zachodniej granicy gminy w powiecie namysłowskim,

gminy Wołczyn, Kluczbork, Byczyna w powiecie kluczborskim,

gminy Praszka, Gorzów Śląski część gminy Rudniki położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 42 biegnącą od zachodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 43 i na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 43 biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 42 w powiecie oleskim,

gmina Grodkóww powiecie brzeskim,

gminy Komprachcice, Łubniany, Murów, Niemodlin, Tułowice w powiecie opolskim,

powiat miejski Opole,

w województwie zachodniopomorskim:

gminy Nowogródek Pomorski, Barlinek, Myślibórz, część gminy Dębno położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 126 biegnącą od zachodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 23 w miejscowości Dębno, następnie na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 23 do skrzyżowania z ul. Jana Pawła II w miejscowości Cychry, następnie na północ od ul. Jana Pawła II do skrzyżowania z ul. Ogrodową i dalej na północ od linii wyznaczonej przez ul. Ogrodową, której przedłużenie biegnie do wschodniej granicy gminy w powiecie myśliborskim,

gmina Stare Czarnowo w powiecie gryfińskim,

gmina Bielice, Kozielice, Pyrzyce w powiecie pyrzyckim,

gminy Bierzwnik, Krzęcin, Pełczyce w powiecie choszczeńskim,

część powiatu miejskiego Szczecin położona na zachód od linii wyznaczonej przez rzekę Odra Zachodnia biegnącą od północnej granicy gminy do przecięcia z drogą nr 10, następnie na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 10 biegnącą od przecięcia z linią wyznaczoną przez rzekę Odra Zachodnia do wschodniej granicy gminy,

gminy Dobra (Szczecińska), Kołbaskowo, Police w powiecie polickim,

w województwie małopolskim:

powiat brzeski,

powiat gorlicki,

powiat proszowicki,

część powiatu nowosądeckiego niewymieniona w części II załącznika I,

gminy Czorsztyn, Krościenko nad Dunajcem, Ochotnica Dolna w powiecie nowotarskim,

powiat miejski Nowy Sącz,

powiat tarnowski,

powiat miejski Tarnów,

część powiatu dąbrowskiego niewymieniona w części III załącznika I.

8.   Σλοβακία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στη Σλοβακία:

in the district of Nové Zámky, Sikenička, Pavlová, Bíňa, Kamenín, Kamenný Most, Malá nad Hronom, Belá, Ľubá, Šarkan, Gbelce, Bruty, Mužla, Obid, Štúrovo, Nána, Kamenica nad Hronom, Chľaba, Leľa, Bajtava, Salka, Malé Kosihy,

in the district of Veľký Krtíš, the municipalities of Ipeľské Predmostie, Veľká nad Ipľom, Hrušov, Kleňany, Sečianky,

in the district of Levice, the municipalities of Keť, Čata, Pohronský Ruskov, Hronovce, Želiezovce, Zalaba, Malé Ludince, Šalov, Sikenica, Pastovce, Bielovce, Ipeľský Sokolec, Lontov, Kubáňovo, Sazdice, Demandice, Dolné Semerovce, Vyškovce nad Ipľom, Preseľany nad Ipľom, Hrkovce, Tupá, Horné Semerovce, Hokovce, Slatina, Horné Turovce, Veľké Turovce, Šahy, Tešmak, Plášťovce, Ipeľské Uľany, Bátovce, Pečenice, Jabloňovce, Bohunice, Pukanec, Uhliská,

in the district of Krupina, the municipalities of Dudince, Terany, Hontianske Moravce, Sudince, Súdovce, Lišov,

the whole district of Ružomberok,

in the region of Turčianske Teplice, municipalties of Turček, Horná Štubňa, Čremošné, Háj, Rakša, Mošovce,

in the district of Martin, municipalties of Blatnica, Folkušová, Necpaly,

in the district of Dolný Kubín, the municipalities of Kraľovany, Žaškov, Jasenová, Vyšný Kubín, Oravská Poruba, Leštiny, Osádka, Malatiná, Chlebnice, Krivá,

in the district of Tvrdošín, the municipalities of Oravský Biely Potok, Habovka, Zuberec,

in the district of Žarnovica, the municipalities of Rudno nad Hronom, Voznica, Hodruša-Hámre,

the whole district of Žiar nad Hronom, except municipalities included in zone II.

9.   Ιταλία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες Ι στην Ιταλία:

Piedmont Region:

in the province of Alessandria, the municipalities of Casalnoceto, Oviglio, Tortona, Viguzzolo, Ponti, Frugarolo, Bergamasco, Castellar Guidobono, Berzano Di Tortona, Castelletto D'erro, Cerreto Grue, Carbonara Scrivia, Casasco, Carentino, Frascaro, Paderna, Montegioco, Spineto Scrivia, Villaromagnano, Pozzolo Formigaro, Momperone, Merana, Monleale, Terzo, Borgoratto Alessandrino, Casal Cermelli, Montemarzino, Bistagno, Castellazzo Bormida, Bosco Marengo, Spigno Monferrato, Castelspina, Denice, Volpeglino, Alice Bel Colle, Gamalero, Volpedo, Pozzol Groppo, Montechiaro D'acqui, Sarezzano,

in the province of Asti, the municipalities of Olmo Gentile, Nizza Monferrato, Incisa Scapaccino, Roccaverano, Castel Boglione, Mombaruzzo, Maranzana, Castel Rocchero, Rocchetta Palafea, Castelletto Molina, Castelnuovo Belbo, Montabone, Quaranti, Mombaldone, Fontanile, Calamandrana, Bruno, Sessame, Monastero Bormida, Bubbio, Cassinasco, Serole, Loazzolo, Cessole, Lesine, San Giorgio Scarampi,

in the province of Cuneo, the municipalities of Bergolo, Pezzolo Valle Uzzone, Cortemilia, Levice, Castelletto Uzzone, Perletto,

Liguria Region:

in the province of Genova, the Municipalities of Rovegno, Rapallo, Portofino, Cicagna, Avegno, Montebruno, Santa Margherita Ligure, Favale Di Malvaro, Recco, Camogli, Moconesi, Tribogna, Fascia, Uscio, Gorreto, Fontanigorda, Neirone, Rondanina, Lorsica, Propata;

in the province of Savona, the municipalities of Cairo Montenotte, Quiliano, Dego, Altare, Piana Crixia, Mioglia, Giusvalla, Albissola Marina, Savona,

Emilia-Romagna Region:

in the province of Piacenza, the municipalities of Ottone, Zerba,

Lombardia Region:

in the province of Pavia, the municipalities of Rocca Susella, Montesegale, Menconico, Val Di Nizza, Bagnaria, Santa Margherita Di Staffora, Ponte Nizza, Brallo Di Pregola, Varzi, Godiasco, Cecima,

Lazio Region:

in the province of Rome,

North: the municipalities of Riano, Castelnuovo di Porto, Capena, Fiano Romano, Morlupo, Sacrofano, Magliano Romano, Formello, Campagnano di Roma, Anguillara;

West: the municipality of Fiumicino;

South: the municipality of Rome between the boundaries of the municipality of Fiumicino (West), the limits of Zone 3 (North), the Tiber river up to the intersection with the Grande Raccordo Anulare GRA Highway, the Grande Raccordo Anulare GRA Highway up to the intersection with A24 Highway, A24 Highway up to the intersection with Viale del Tecnopolo, viale del Tecnopolo up to the intersection with the boundaries of the municipality of Guidonia Montecelio;

East: the municipalities of Guidonia Montecelio, Montelibretti, Palombara Sabina, Monterotondo, Mentana, Sant’Angelo Romano, Fonte Nuova.

ΜΕΡΟΣ II

1.   Βουλγαρία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες ΙΙ στη Βουλγαρία:

the whole region of Haskovo,

the whole region of Yambol,

the whole region of Stara Zagora,

the whole region of Pernik,

the whole region of Kyustendil,

the whole region of Plovdiv, excluding the areas in Part III,

the whole region of Pazardzhik, excluding the areas in Part III,

the whole region of Smolyan,

the whole region of Dobrich,

the whole region of Sofia city,

the whole region of Sofia Province,

the whole region of Blagoevgrad excluding the areas in Part III,

the whole region of Razgrad,

the whole region of Kardzhali,

the whole region of Burgas,

the whole region of Varna excluding the areas in Part III,

the whole region of Silistra,

the whole region of Ruse,

the whole region of Veliko Tarnovo,

the whole region of Pleven,

the whole region of Targovishte,

the whole region of Shumen,

the whole region of Sliven,

the whole region of Vidin,

the whole region of Gabrovo,

the whole region of Lovech,

the whole region of Montana,

the whole region of Vratza.

2.   Γερμανία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες II στη Γερμανία:

Bundesland Brandenburg:

Landkreis Oder-Spree:

Gemeinde Grunow-Dammendorf,

Gemeinde Mixdorf

Gemeinde Schlaubetal,

Gemeinde Neuzelle,

Gemeinde Neißemünde,

Gemeinde Lawitz,

Gemeinde Eisenhüttenstadt,

Gemeinde Vogelsang,

Gemeinde Ziltendorf,

Gemeinde Wiesenau,

Gemeinde Friedland,

Gemeinde Siehdichum,

Gemeinde Müllrose,

Gemeinde Briesen,

Gemeinde Jacobsdorf

Gemeinde Groß Lindow,

Gemeinde Brieskow-Finkenheerd,

Gemeinde Ragow-Merz,

Gemeinde Beeskow,

Gemeinde Rietz-Neuendorf,

Gemeinde Tauche mit den Gemarkungen Stremmen, Ranzig, Trebatsch, Sabrodt, Sawall, Mitweide, Lindenberg, Falkenberg (T), Görsdorf (B), Wulfersdorf, Giesensdorf, Briescht, Kossenblatt und Tauche,

Gemeinde Langewahl,

Gemeinde Berkenbrück,

Gemeinde Steinhöfel mit den Gemarkungen Arensdorf und Demitz und den Gemarkungen Steinhöfel, Hasenfelde und Heinersdorf östlich der L 36 und der Gemarkung Neuendorf im Sande südlich der L36,

Gemeinde Fürstenwalde östlich der B 168 und südlich der L36,

Gemeinde Diensdorf-Radlow,

Gemeinde Wendisch Rietz östlich des Scharmützelsees und nördlich der B 246,

Gemeinde Bad Saarow mit der Gemarkung Neu Golm und der Gemarkung Bad Saarow-Pieskow östlich des Scharmützelsees und ab nördlicher Spitze östlich der L35,

Landkreis Dahme-Spreewald:

Gemeinde Jamlitz,

Gemeinde Lieberose,

Gemeinde Schwielochsee mit den Gemarkungen Goyatz, Jessern, Lamsfeld, Ressen, Speichrow und Zaue,

Landkreis Spree-Neiße:

Gemeinde Schenkendöbern,

Gemeinde Guben,

Gemeinde Jänschwalde,

Gemeinde Tauer,

Gemeinde Peitz,

Gemeinde Turnow-Preilack mit der Gemarkung Preilack,

Gemeinde Teichland mit der Gemarkung Bärenbrück,

Gemeinde Heinersbrück,

Gemeinde Forst,

Gemeinde Groß Schacksdorf-Simmersdorf,

Gemeinde Neiße-Malxetal,

Gemeinde Jämlitz-Klein Düben,

Gemeinde Tschernitz,

Gemeinde Döbern,

Gemeinde Felixsee,

Gemeinde Wiesengrund,

Gemeinde Spremberg mit den Gemarkungen Groß Luja, Sellessen, Türkendorf, Graustein, Waldesdorf, Hornow, Schönheide, Lieskau, Bühlow, Groß Buckow, Jessen, Pulsberg, Roitz, Terpe und der Gemarkung Spremberg östlich der Tagebaurandstraße und der Gemarkung Klein Buckow östlich der B 97,

Gemeinde Welzow mit den Gemarkungen Proschim und Haidemühl,

Gemeinde Neuhausen/Spree mit den Gemarkungen Kahsel, Bagenz, Drieschnitz, Gablenz, Laubsdorf, Komptendorf und Sergen und der Gemarkung Roggosen, Haasow, Kathlow, Koppatz, Frauendorf, Neuhausen und den Gemarkungen Groß Döbern, Klein Döbern und Groß Oßnig östlich der B 97,

Kreisfreie Stadt Cottbus mit der Gemarkung Kahren,

Landkreis Märkisch-Oderland:

Gemeinde Bleyen-Genschmar,

Gemeinde Neuhardenberg

Gemeinde Golzow,

Gemeinde Küstriner Vorland,

Gemeinde Alt Tucheband,

Gemeinde Reitwein,

Gemeinde Podelzig,

Gemeinde Gusow-Platkow,

Gemeinde Seelow,

Gemeinde Vierlinden,

Gemeinde Lindendorf,

Gemeinde Fichtenhöhe,

Gemeinde Lietzen,

Gemeinde Falkenhagen (Mark),

Gemeinde Zeschdorf,

Gemeinde Treplin,

Gemeinde Lebus,

Gemeinde Müncheberg mit den Gemarkungen Jahnsfelde, Trebnitz, Obersdorf, Münchehofe und Hermersdorf,

Gemeinde Märkische Höhe mit der Gemarkung Ringenwalde,

Gemeinde Bliesdorf mit der Gemarkung Metzdorf und Gemeinde Bliesdorf – östlich der B167 bis östlicher Teil, begrenzt aus Richtung Gemarkungsgrenze Neutrebbin südlich der Bahnlinie bis Straße „Sophienhof“ dieser westlich folgend bis „Ruesterchegraben“ weiter entlang Feldweg an den Windrädern Richtung „Herrnhof“, weiter entlang „Letschiner Hauptgraben“ nord-östlich bis Gemarkungsgrenze Alttrebbin und Kunersdorf – östlich der B167,

Gemeinde Bad Freienwalde mit den Gemarkungen Altglietzen, Altranft, Bad Freienwalde, Bralitz, Hohenwutzen, Schiffmühle, Hohensaaten und Neuenhagen,

Gemeinde Falkenberg mit der Gemarkung Falkenberg östlich der L35,

Gemeinde Oderaue,

Gemeinde Wriezen mit den Gemarkungen Altwriezen, Jäckelsbruch, Neugaul, Beauregard, Eichwerder, Rathsdorf – östlich der B167 und Wriezen – östlich der B167,

Gemeinde Neulewin,

Gemeinde Neutrebbin,

Gemeinde Letschin,

Gemeinde Zechin,

Landkreis Barnim:

Gemeinde Lunow-Stolzenhagen,

Gemeinde Parsteinsee,

Gemeinde Oderberg,

Gemeinde Liepe,

Gemeinde Hohenfinow (nördlich der B167),

Gemeinde Niederfinow,

Gemeinde (Stadt) Eberswalde mit den Gemarkungen Eberswalde nördlich der B167 und östlich der L200, Sommerfelde und Tornow nördlich der B167,

Gemeinde Chorin mit den Gemarkungen Brodowin, Chorin östlich der L200, Serwest, Neuehütte, Sandkrug östlich der L200,

Gemeinde Ziethen mit der Gemarkung Klein Ziethen östlich der Serwester Dorfstraße und östlich der B198,

Landkreis Uckermark:

Gemeinde Angermünde mit den Gemarkungen Crussow, Stolpe, Gellmersdorf, Neukünkendorf, Bölkendorf, Herzsprung, Schmargendorf und den Gemarkungen Angermünde südlich und südöstlich der B2 und Dobberzin südlich der B2,

Gemeinde Schwedt mit den Gemarkungen Criewen, Zützen, Schwedt, Stendell, Kummerow, Kunow, Vierraden, Blumenhagen, Oderbruchwiesen, Enkelsee, Gatow, Hohenfelde, Schöneberg, Flemsdorf und der Gemarkung Felchow östlich der B2,

Gemeinde Pinnow südlich und östlich der B2,

Gemeinde Berkholz-Meyenburg,

Gemeinde Mark Landin mit der Gemarkung Landin südlich der B2,

Gemeinde Casekow mit der Gemarkung Woltersdorf und den Gemarkungen Biesendahlshof und Casekow östlich der L272 und südlich der L27,

Gemeinde Hohenselchow-Groß Pinnow mit der Gemarkung Groß Pinnow und der Gemarkung Hohenselchow südlich der L27,

Gemeinde Gartz (Oder) mit der Gemarkung Friedrichsthal und den Gemarkungen Gartz und Hohenreinkendorf südlich der L27 und B2 bis Gartenstraße,

Gemeinde Passow mit der Gemarkung Jamikow,

Kreisfreie Stadt Frankfurt (Oder),

Landkreis Prignitz:

Gemeinde Karstädt mit den Gemarkungen Neuhof und Kribbe und den Gemarkungen Groß Warnow, Klein Warnow, Reckenzin, Streesow und Dallmin östlich der Bahnstrecke Berlin/Spandau-Hamburg/Altona,

Gemeinde Berge,

Gemeinde Pirow mit den Gemarkungen Hülsebeck, Pirow, Bresch und Burow,

Gemeinde Putlitz mit den Gemarkungen Sagast, Nettelbeck, Porep, Lütkendorf, Putlitz, Weitgendorf und Telschow,

Gemeinde Marienfließ mit den Gemarkungen Jännersdorf, Stepenitz und Krempendorf,

Landkreis Oberspreewald-Lausitz:

Gemeinde Senftenberg mit der Gemarkung Peickwitz,

Gemeinde Hohenbocka,

Gemeinde Grünewald,

Gemeinde Hermsdorf,

Gemeinde Kroppen,

Gemeinde Ortrand,

Gemeinde Großkmehlen,

Gemeinde Lindenau,

Gemeinde Frauendorf,

Gemeinde Ruhland,

Gemeinde Guteborn

Gemeinde Schwarzbach mit der Gemarkung Schwarzbach,

Bundesland Sachsen:

Landkreis Bautzen:

Gemeinde Arnsdorf nördlich der B6,

Gemeinde Burkau,

Gemeinde Crostwitz,

Gemeinde Demitz-Thumitz nördlich der S111,

Gemeinde Elsterheide,

Gemeinde Frankenthal,

Gemeinde Göda nördlich der S111,

Gemeinde Großdubrau,

Gemeinde Großharthau nördlich der B6,

Gemeinde Großnaundorf,

Gemeinde Haselbachtal,

Gemeinde Hochkirch nördlich der B6,

Gemeinde Königswartha,

Gemeinde Kubschütz nördlich der B6,

Gemeinde Laußnitz,

Gemeinde Lichtenberg,

Gemeinde Lohsa,

Gemeinde Malschwitz,

Gemeinde Nebelschütz,

Gemeinde Neukirch,

Gemeinde Neschwitz,

Gemeinde Ohorn,

Gemeinde Oßling,

Gemeinde Ottendorf-Okrilla,

Gemeinde Panschwitz-Kuckau,

Gemeinde Puschwitz,

Gemeinde Räckelwitz,

Gemeinde Radibor,

Gemeinde Ralbitz-Rosenthal,

Gemeinde Rammenau,

Gemeinde Schwepnitz,

Gemeinde Spreetal,

Gemeinde Stadt Bautzen nördlich der S111 bis Abzweig S 156 und nördlich des Verlaufs S 156 bis Abzweig B6 und nördlich des Verlaufs der B 6 bis zur östlichen Gemeindegrenze,

Gemeinde Stadt Bernsdorf,

Gemeinde Stadt Bischofswerda nördlich der B6 nördlich der S111,

Gemeinde Stadt Elstra,

Gemeinde Stadt Großröhrsdorf,

Gemeinde Stadt Hoyerswerda,

Gemeinde Stadt Kamenz,

Gemeinde Stadt Königsbrück,

Gemeinde Stadt Lauta,

Gemeinde Stadt Pulsnitz,

Gemeinde Stadt Radeberg nördlich der B6,

Gemeinde Stadt Weißenberg,

Gemeinde Stadt Wittichenau,

Gemeinde Steina,

Gemeinde Wachau,

Stadt Dresden:

Stadtgebiet nördlich der BAB4 bis zum Verlauf westlich der Elbe, dann nördlich der B6,

Landkreis Görlitz,

Landkreis Meißen:

Gemeinde Diera-Zehren östlich der Elbe,

Gemeinde Ebersbach,

Gemeinde Glaubitz östlich des Grödel-Elsterwerdaer-Floßkanals,

Gemeinde Klipphausen östlich der S177,

Gemeinde Lampertswalde,

Gemeinde Moritzburg,

Gemeinde Niederau östlich der B101,

Gemeinde Nünchritz östlich der Elbe und südlich des Grödel-Elsterwerdaer-Floßkanals,

Gemeinde Priestewitz,

Gemeinde Röderaue östlich des Grödel-Elsterwerdaer-Floßkanals,

Gemeinde Schönfeld,

Gemeinde Stadt Coswig,

Gemeinde Stadt Gröditz östlich des Grödel-Elsterwerdaer-Floßkanals,

Gemeinde Stadt Großenhain,

Gemeinde Stadt Meißen östlich des Straßenverlaufs der S177 bis zur B6, dann B6 bis zur B101, ab der B101 Elbtalbrücke Richtung Norden östlich der Elbe,

Gemeinde Stadt Radebeul,

Gemeinde Stadt Radeburg,

Gemeinde Thiendorf,

Gemeinde Weinböhla,

Gemeinde Wülknitz östlich des Grödel-Elsterwerdaer-Floßkanals,

Landkreis Sächsische Schweiz-Osterzgebirge:

Gemeinde Stadt Wilsdruff nördlich der BAB4 zwischen den Abfahren Wilsdruff und Dreieck Dresden-West,

Bundesland Mecklenburg-Vorpommern:

Landkreis Ludwigslust-Parchim:

Gemeinde Balow mit dem Ortsteil: Balow,

Gemeinde Brunow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Bauerkuhl, Brunow (bei Ludwigslust), Klüß, Löcknitz (bei Parchim),

Gemeinde Dambeck mit dem Ortsteil und der Ortslage: Dambeck (bei Ludwigslust),

Gemeinde Ganzlin mit den Ortsteilen und Ortslagen: Barackendorf, Hof Retzow, Klein Damerow, Retzow, Wangelin,

Gemeinde Gehlsbach mit den Ortsteilen und Ortslagen: Ausbau Darß, Darß, Hof Karbow, Karbow, Karbow-Ausbau, Quaßlin, Quaßlin Hof, Quaßliner Mühle, Vietlübbe, Wahlstorf

Gemeinde Groß Godems mit den Ortsteilen und Ortslagen: Groß Godems, Klein Godems,

Gemeinde Karrenzin mit den Ortsteilen und Ortslagen: Herzfeld, Karrenzin, Karrenzin-Ausbau, Neu Herzfeld, Repzin, Wulfsahl,

Gemeinde Kreien mit den Ortsteilen und Ortslagen: Ausbau Kreien, Hof Kreien, Kolonie Kreien, Kreien, Wilsen,

Gemeinde Kritzow mit dem Ortsteil und der Ortslage: Benzin,

Gemeinde Lübz mit den Ortsteilen und Ortslagen: Burow, Gischow, Meyerberg,

Gemeinde Möllenbeck mit den Ortsteilen und Ortslagen: Carlshof, Horst, Menzendorf, Möllenbeck,

Gemeinde Muchow mit dem Ortsteil und Ortslage: Muchow,

Gemeinde Parchim mit dem Ortsteil und Ortslage: Slate,

Gemeinde Prislich mit den Ortsteilen und Ortslagen: Marienhof, Neese, Prislich, Werle,

Gemeinde Rom mit dem Ortsteil und Ortslage: Klein Niendorf,

Gemeinde Ruhner Berge mit den Ortsteilen und Ortslagen: Dorf Poltnitz, Drenkow, Griebow, Jarchow, Leppin, Malow, Malower Mühle, Marnitz, Mentin, Mooster, Poitendorf, Poltnitz, Suckow, Tessenow, Zachow,

Gemeinde Siggelkow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Groß Pankow, Klein Pankow, Neuburg, Redlin, Siggelkow,

Gemeinde Stolpe mit den Ortsteilen und Ortslagen: Barkow, Granzin, Stolpe Ausbau, Stolpe,

Gemeinde Ziegendorf mit den Ortsteilen und Ortslagen: Drefahl, Meierstorf, Neu Drefahl, Pampin, Platschow, Stresendorf, Ziegendorf,

Gemeinde Zierzow mit den Ortsteilen und Ortslagen: Kolbow, Zierzow.

3.   Εσθονία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες II στην Εσθονία:

Eesti Vabariik (välja arvatud Hiiu maakond).

4.   Λετονία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες II στη Λετονία:

Aizkraukles novads,

Alūksnes, novada Alsviķu, Annas, Ilzenes, Jaunalūksnes, Jaunlaicenes, Kalncempju, Liepnas, Malienas, Mālupes, Mārkalnes, Pededzes, Veclaicenes, Zeltiņu, Ziemera pagasts, Jaunannas pagasta daļa uz ziemeļrietumiem no Pededzes upes, Alūksnes pilsēta,

Augšdaugavas novads,

Ādažu novads,

Balvu, novada Baltinavas, Bērzpils, Briežuciema, Krišjāņu, Kupravas, Lazdukalna, Lazdulejas, Medņevas, Rugāju, Susāju, Šķilbēnu, Tilžas, Vectilžas, Vecumu, Žīguru, Viļakas pilsēta,

Bauskas novads,

Cēsu novads,

Dienvidkurzemes novada Aizputes, Cīravas, Lažas, Durbes, Dunalkas, Tadaiķu, Vecpils, Bārtas, Sakas, Bunkas, Priekules, Gramzdas, Kalētu, Virgas, Dunikas, Vaiņodes, Gaviezes, Rucavas, Vērgales, Medzes pagasts, Nīcas pagasta daļa uz dienvidiem no apdzīvotas vietas Bernāti, autoceļa V1232, A11, V1222, Bārtas upes, Embūtes pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa P116, P106, autoceļa no apdzīvotas vietas Dinsdurbe, Kalvenes pagasta daļa uz rietumiem no ceļa pie Vārtājas upes līdz autoceļam A9, uz dienvidiem no autoceļa A9, uz rietumiem no autoceļa V1200, Kazdangas pagasta daļa uz rietumiem no ceļa V1200, P115, P117, V1296, Aizputes, Durbes, Pāvilostas, Priekules pilsēta,

Dobeles novads,

Gulbenes, novada Beļavas, Daukstu, Druvienas, Galgauskas, Jaungulbenes, Lejasciema, Lizuma, Līgo, Rankas, Stāmerienas, Stradu, Tirzas pagasts, Litenes pagasta daļa uz rietumiem no Pededzes upes, Gulbenes pilsēta,

Jelgavas novads,

Jēkabpils novads,

Krāslavas novads,

Kuldīgas novada Alsungas, Gudenieku, Kurmāles, Rendas, Kabiles, Vārmes, Pelču, Snēpeles, Turlavas pagasts, Laidu pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa V1296, V1295, V1272, Raņķu pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa V1272 līdz robežai ar Ventas upi, Skrundas pagasta daļa uz ziemeļaustrumiem no Skrundas, Cieceres upes un Ventas upes, Ēdoles pagasta daļa uz rietumiem no autoceļa V1269, V1271, V1288, P119, Īvandes pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa P119, Rumbas pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa P120, Kuldīgas pilsēta,

Ķekavas novads,

Limbažu novads,

Līvānu novads,

Ludzas novads,

Madonas novads,

Mārupes novads,

Ogres novads,

Olaines novads,

Preiļu, novada Aglonas, Aizkalnes, Pelēču, Preiļu, Riebiņu, Rožkalnu, Saunas, Sīļukalna, Stabulnieku, Upmalas, Vārkavas pagasts, Galēnu pagasta daļa uz rietumiem no autoceļa V740, V595, Rušonas pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa V742, Preiļu pilsēta,

Rēzeknes, novada Audriņu, Bērzgales, Čornajas, Dekšāres, Dricānu, Gaigalavas, Griškānu, Ilzeskalna, Kantinieku, Kaunatas, Lendžu, Mākoņkalna, Nagļu, Nautrēnu, Ozolaines, Ozolmuižas, Pušas, Rikavas, Sakstagala, Sokolku, Stoļerovas, Stružānu, Vērēmu, Viļānu pagasts, Lūznavas pagasta daļa uz austrumiem no autoceļa A13 līdz apdzīvotai vietai Vertukšne, uz austrumiem no Vertukšnes ezera, Maltas pagasta daļa uz austrumiem no autoceļa Vertukšne – Rozentova un uz austrumiem no autoceļa P56, P57, V569, Feimaņu pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa V577, V742, Viļānu pilsēta,

Ropažu novada Garkalnes, Ropažu pagasts, Stopiņu pagasta daļa, kas atrodas uz austrumiem no autoceļa V36, P4 un P5, Acones ielas, Dauguļupes ielas un Dauguļupītes, Vangažu pilsēta,

Salaspils novads,

Saldus novads,

Saulkrastu novads,

Siguldas novads,

Smiltenes novads,

Talsu novads,

Tukuma novads,

Valkas novads,

Valmieras novads,

Varakļānu novads,

Ventspils novada Ances, Popes, Puzes, Tārgales, Vārves, Užavas, Usmas, Jūrkalnes pagasts, Ugāles pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa V1347, uz austrumiem no autoceļa P123, Ziru pagasta daļa uz rietumiem no autoceļa V1269, P108, Piltenes pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa V1310, V1309, autoceļa līdz Ventas upei, Piltenes pilsēta,

Daugavpils valstspilsētas pašvaldība,

Jelgavas valstspilsētas pašvaldība,

Jūrmalas valstspilsētas pašvaldība,

Rēzeknes valstspilsētas pašvaldība.

5.   Λιθουανία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες II στη Λιθουανία:

Alytaus miesto savivaldybė,

Alytaus rajono savivaldybė,

Anykščių rajono savivaldybė,

Akmenės rajono savivaldybė,

Birštono savivaldybė,

Biržų miesto savivaldybė,

Biržų rajono savivaldybė,

Druskininkų savivaldybė,

Elektrėnų savivaldybė,

Ignalinos rajono savivaldybė,

Jonavos rajono savivaldybė,

Joniškio rajono savivaldybė,

Jurbarko rajono savivaldybė: Eržvilko, Juodaičių, Seredžiaus, Smalininkų, Veliuonos ir Viešvilės seniūnijos,

Kaišiadorių rajono savivaldybė,

Kauno miesto savivaldybė,

Kauno rajono savivaldybė,

Kazlų rūdos savivaldybė: Kazlų Rūdos seniūnija, išskyrus Audiejiškės k., Aukštosios Išdagos k., Bagotosios k., Bartininkų k., Berštupio k., Beržnavienės k., Būdviečio II k., Geruliškės k., Girnupių k., Karklinių k., Kriauniškės k., Kučiškės k., Skindeliškės k., Stainiškės k., Stepkiškės k., Šakmušio k., Šiaudadūšės k., Šliurpkiškės k., Plutiškių seniūnija.

Kelmės rajono savivaldybė,

Kėdainių rajono savivaldybė,

Klaipėdos rajono savivaldybė: Judrėnų, Endriejavo ir Veiviržėnų seniūnijos,

Kupiškio rajono savivaldybė,

Kretingos rajono savivaldybė,

Lazdijų rajono savivaldybė,

Mažeikių rajono savivaldybė,

Molėtų rajono savivaldybė: Alantos, Balninkų, Čiulėnų, Inturkės, Joniškio, Luokesos, Mindūnų, Suginčių ir Videniškių seniūnijos,

Pagėgių savivaldybė,

Pakruojo rajono savivaldybė,

Panevėžio rajono savivaldybė,

Panevėžio miesto savivaldybė,

Pasvalio rajono savivaldybė,

Radviliškio rajono savivaldybė,

Rietavo savivaldybė,

Prienų rajono savivaldybė,

Plungės rajono savivaldybė,

Raseinių rajono savivaldybė,

Rokiškio rajono savivaldybė,

Skuodo rajono savivaldybė,

Šakių rajono savivaldybė:, Kriūkų, Kudirkos Naumiesčio, Lekėčių, Lukšių, Plokščių, Slavikų seniūnijos; Sudargo seniūnijos dalis, išskyrus Pervazninkų kaimą; Šakių seniūnijos dalis, išskyrus Juniškių, Bedalių, Zajošių, Kriaučėnų, Liukų, Gotlybiškių, Ritinių kaimus; seniūnija,

Šalčininkų rajono savivaldybė,

Šiaulių miesto savivaldybė,

Šiaulių rajono savivaldybė,

Šilutės rajono savivaldybė,

Širvintų rajono savivaldybė: Čiobiškio, Gelvonų, Jauniūnų, Kernavės, Musninkų ir Širvintų seniūnijos,

Šilalės rajono savivaldybė,

Švenčionių rajono savivaldybė,

Tauragės rajono savivaldybė,

Telšių rajono savivaldybė,

Trakų rajono savivaldybė,

Ukmergės rajono savivaldybė: Deltuvos, Lyduokių, Pabaisko, Pivonijos, Siesikų, Šešuolių, Taujėnų, Ukmergės miesto, Veprių, Vidiškių ir Žemaitkiemo seniūnijos,

Utenos rajono savivaldybė,

Varėnos rajono savivaldybė,

Vilniaus miesto savivaldybė,

Vilniaus rajono savivaldybė: Avižienių, Bezdonių, Buivydžių, Dūkštų, Juodšilių, Kalvelių, Lavoriškių, Maišiagalos, Marijampolio, Medininkų, Mickūnų, Nemenčinės, Nemenčinės miesto, Nemėžio, Pagirių, Riešės, Rudaminos, Rukainių, Sudervės, Sužionių, Šatrininkų ir Zujūnų seniūnijos,

Visagino savivaldybė,

Zarasų rajono savivaldybė.

6.   Ουγγαρία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες ΙΙ στην Ουγγαρία:

Békés megye 950150, 950250, 950350, 950450, 950550, 950650, 950660, 950750, 950850, 950860, 951050, 951150, 951250, 951260, 951350, 951450, 951460, 951550, 951650, 951750, 952150, 952250, 952350, 952450, 952550, 952650, 953250, 953260, 953270, 953350, 953450, 953550, 953560, 953950, 954050, 954060, 954150, 956250, 956350, 956450, 956550, 956650 és 956750 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Borsod-Abaúj-Zemplén megye valamennyi vadgazdálkodási egységének teljes területe,

Fejér megye 403150, 403160, 403250, 403260, 403350, 404250, 404550, 404560, 404570, 405450, 405550, 405650, 406450 és 407050 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Hajdú-Bihar megye valamennyi vadgazdálkodási egységének teljes területe,

Heves megye valamennyi vadgazdálkodási egységének teljes területe,

Jász-Nagykun-Szolnok megye 750250, 750550, 750650, 750750, 750850, 750970, 750980, 751050, 751150, 751160, 751250, 751260, 751350, 751360, 751450, 751460, 751470, 751550, 751650, 751750, 751850, 751950, 752150, 752250, 752350, 752450, 752460, 752550, 752560, 752650, 752750, 752850, 752950, 753060, 753070, 753150, 753250, 753310, 753450, 753550, 753650, 753660, 753750, 753850, 753950, 753960, 754050, 754150, 754250, 754360, 754370, 754850, 755550, 755650 és 755750 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Komárom-Esztergom megye: 250350, 250850, 250950, 251450, 251550, 251950, 252050, 252150, 252350, 252450, 252460, 252550, 252650, 252750, 252850, 252860, 252950, 252960, 253050, 253150, 253250, 253350, 253450 és 253550 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Nógrád megye valamennyi vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Pest megye 570150, 570250, 570350, 570450, 570550, 570650, 570750, 570850, 570950, 571050, 571150, 571250, 571350, 571650, 571750, 571760, 571850, 571950, 572050, 573550, 573650, 574250, 577250, 580050 és 580150 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Szabolcs-Szatmár-Bereg megye valamennyi vadgazdálkodási egységének teljes területe.

7.   Πολωνία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες ΙΙ στην Πολωνία:

w województwie warmińsko-mazurskim:

gminy Kalinowo, Stare Juchy, Prostki oraz gmina wiejska Ełk w powiecie ełckim,

powiat elbląski,

powiat miejski Elbląg,

powiat gołdapski,

powiat piski,

powiat bartoszycki,

powiat olecki,

powiat giżycki,

powiat braniewski,

powiat kętrzyński,

powiat lidzbarski,

gminy Dźwierzuty Jedwabno, Pasym, Świętajno, Szczytno i miasto Szczytno w powiecie szczycieńskim,

powiat mrągowski,

powiat węgorzewski,

powiat olsztyński,

powiat miejski Olsztyn,

powiat nidzicki,

gminy Kisielice, Susz, Zalewo w powiecie iławskim,

część powiatu ostródzkiego niewymieniona w części III załącznika I,

gmina Iłowo – Osada, część gminy wiejskiej Działdowo położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od wchodniej do zachodniej granicy gminy, część gminy Płośnica położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od wchodniej do zachodniej granicy gminy, część gminy Lidzbark położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 544 biegnącą od wschodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 541 oraz na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 541 biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 544 w powiecie działdowskim,

w województwie podlaskim:

powiat bielski,

powiat grajewski,

powiat moniecki,

powiat sejneński,

gminy Łomża, Piątnica, Jedwabne, Przytuły i Wizna w powiecie łomżyńskim,

powiat miejski Łomża,

powiat siemiatycki,

powiat hajnowski,

gminy Ciechanowiec, Klukowo, Szepietowo, Kobylin-Borzymy, Nowe Piekuty, Sokoły i część gminy Kulesze Kościelne położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie wysokomazowieckim,

gmina Rutki i część gminy Kołaki Kościelne położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie zambrowskim,

gminy Mały Płock i Stawiski w powiecie kolneńskim,

powiat białostocki,

powiat suwalski,

powiat miejski Suwałki,

powiat augustowski,

powiat sokólski,

powiat miejski Białystok,

w województwie mazowieckim:

gminy Domanice, Korczew, Kotuń, Mordy, Paprotnia, Przesmyki, Siedlce, Skórzec, Wiśniew, Wodynie, Zbuczyn w powiecie siedleckim,

powiat miejski Siedlce,

gminy Ceranów, Jabłonna Lacka, Kosów Lacki, Repki, Sabnie, Sterdyń w powiecie sokołowskim,

powiat łosicki,

powiat sochaczewski,

powiat zwoleński,

powiat kozienicki,

powiat lipski,

powiat radomski

powiat miejski Radom,

powiat szydłowiecki,

gminy Lubowidz i Kuczbork Osada w powiecie żuromińskim,

gmina Wieczfnia Kościelna w powicie mławskim,

gminy Bodzanów, Słubice, Wyszogród i Mała Wieś w powiecie płockim,

powiat nowodworski,

gminy Czerwińsk nad Wisłą, Naruszewo, Załuski w powiecie płońskim,

gminy: miasto Kobyłka, miasto Marki, miasto Ząbki, miasto Zielonka, część gminy Tłuszcz ograniczona liniami kolejowymi: na północ od linii kolejowej biegnącej od wschodniej granicy gminy do miasta Tłuszcz oraz na wschód od linii kolejowej biegnącej od północnej granicy gminy do miasta Tłuszcz, część gminy Jadów położona na północ od linii kolejowej biegnącej od wschodniej do zachodniej granicy gminy w powiecie wołomińskim,

powiat garwoliński,

gminy Boguty – Pianki, Brok, Zaręby Kościelne, Nur, Małkinia Górna, część gminy Wąsewo położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 60, część gminy wiejskiej Ostrów Mazowiecka położona na południe od miasta Ostrów Mazowiecka i na południe od linii wyznaczonej przez drogę 60 biegnącą od zachodniej granicy miasta Ostrów Mazowiecka do zachodniej granicy gminy w powiecie ostrowskim,

część gminy Sadowne położona na północny- zachód od linii wyznaczonej przez linię kolejową, część gminy Łochów położona na północny – zachód od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie węgrowskim,

gminy Brańszczyk, Długosiodło, Rząśnik, Wyszków, część gminy Zabrodzie położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr S8 w powiecie wyszkowskim,

gminy Cegłów, Dębe Wielkie, Halinów, Latowicz, Mińsk Mazowiecki i miasto Mińsk Mazowiecki, Mrozy, Siennica, miasto Sulejówek w powiecie mińskim,

powiat otwocki,

powiat warszawski zachodni,

powiat legionowski,

powiat piaseczyński,

powiat pruszkowski,

powiat grójecki,

powiat grodziski,

powiat żyrardowski,

powiat białobrzeski,

powiat przysuski,

powiat miejski Warszawa,

w województwie lubelskim:

powiat bialski,

powiat miejski Biała Podlaska,

gminy Batorz, Godziszów, Janów Lubelski, Modliborzyce w powiecie janowskim,

powiat puławski,

powiat rycki,

powiat łukowski,

powiat lubelski,

powiat miejski Lublin,

powiat lubartowski,

powiat łęczyński,

powiat świdnicki,

gminy Aleksandrów, Biszcza, Józefów, Księżpol, Łukowa, Obsza, Potok Górny, Tarnogród w powiecie biłgorajskim,

gminy Dołhobyczów, Mircze, Trzeszczany, Uchanie i Werbkowice w powiecie hrubieszowskim,

powiat krasnostawski,

powiat chełmski,

powiat miejski Chełm,

powiat tomaszowski,

część powiatu kraśnickiego niewymieniona w części III załącznika I,

powiat opolski,

powiat parczewski,

powiat włodawski,

powiat radzyński,

powiat miejski Zamość,

gminy Adamów, Grabowiec, Komarów – Osada, Krasnobród, Łabunie, Miączyn, Nielisz, Sitno, Skierbieszów, Stary Zamość, Zamość w powiecie zamojskim,

w województwie podkarpackim:

część powiatu stalowowolskiego niewymieniona w części III załącznika I,

gminy Cieszanów, Horyniec - Zdrój, Narol, Stary Dzików, Oleszyce, Lubaczów z miastem Lubaczów w powiecie lubaczowskim,

gminy Medyka, Stubno, część gminy Orły położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 77, część gminy Żurawica na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 77 w powiecie przemyskim,

gminy Chłopice, Jarosław z miastem Jarosław, Pawłosiów i Wiązownice w powiecie jarosławskim,

gmina Kamień w powiecie rzeszowskim,

gminy Cmolas, Dzikowiec, Kolbuszowa, Majdan Królewski i Niwiska powiecie kolbuszowskim,

powiat leżajski,

powiat niżański,

powiat tarnobrzeski,

gminy Adamówka, Sieniawa, Tryńcza, Przeworsk z miastem Przeworsk, Zarzecze w powiecie przeworskim,

część gminy Sędziszów Małopolski położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr A4, część gminy Ostrów nie wymieniona w części III załącznika I w powiecie ropczycko – sędziszowskim,

w województwie małopolskim:

gminy Nawojowa, Piwniczna Zdrój, Rytro, Stary Sącz, część gminy Łącko położona na południe od linii wyznaczonej przez rzekę Dunajec w powiecie nowosądeckim,

gmina Szczawnica w powiecie nowotarskim,

w województwie pomorskim:

gminy Dzierzgoń i Stary Dzierzgoń w powiecie sztumskim,

gmina Stare Pole, część gminy Nowy Staw położna na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 55 w powiecie malborskim,

gminy Stegny, Sztutowo i część gminy Nowy Dwór Gdański położona na północny - wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 55 biegnącą od południowej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 7, następnie przez drogę nr 7 i S7 biegnącą do zachodniej granicy gminy w powiecie nowodworskim,

w województwie świętokrzyskim:

gmina Tarłów i część gminy Ożarów położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 74 biegnącą od miejscowości Honorów do zachodniej granicy gminy w powiecie opatowskim,

część gminy Brody położona wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 9 i na północny - wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 0618T biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania w miejscowości Lipie oraz przez drogę biegnącą od miejscowości Lipie do wschodniej granicy gminy i część gminy Mirzec położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 744 biegnącą od południowej granicy gminy do miejscowości Tychów Stary a następnie przez drogę nr 0566T biegnącą od miejscowości Tychów Stary w kierunku północno – wschodnim do granicy gminy w powiecie starachowickim,

gmina Gowarczów, część gminy Końskie położona na wschód od linii kolejowej, część gminy Stąporków położona na północ od linii kolejowej w powiecie koneckim,

gminy Dwikozy i Zawichost w powiecie sandomierskim,

w województwie lubuskim:

gminy Bogdaniec, Deszczno, Kłodawa, Kostrzyn nad Odrą, Santok, Witnica w powiecie gorzowskim,

powiat miejski Gorzów Wielkopolski,

gminy Drezdenko, Strzelce Krajeńskie, Stare Kurowo, Zwierzyn w powiecie strzelecko – drezdeneckim,

powiat żarski,

powiat słubicki,

gminy Brzeźnica, Iłowa, Gozdnica, Wymiarki i miasto Żagań w powiecie żagańskim,

powiat krośnieński,

powiat zielonogórski

powiat miejski Zielona Góra,

powiat nowosolski,

część powiatu sulęcińskiego niewymieniona w części III załącznika I,

część powiatu międzyrzeckiego niewymieniona w części III załącznika I,

część powiatu świebodzińskiego niewymieniona w części III załącznika I,

powiat wschowski,

w województwie dolnośląskim:

powiat zgorzelecki,

gminy Gaworzyce, Grębocice, Polkowice i Radwanice w powiecie polkowickim,

część powiatu wołowskiego niewymieniona w części III załącznika I,

gmina Jeżów Sudecki w powiecie karkonoskim,

gminy Rudna, Ścinawa, miasto Lubin i część gminy Lubin niewymieniona w części III załącznika I w powiecie lubińskim,

gmina Malczyce, Miękinia, Środa Śląska, część gminy Kostomłoty położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr A4, część gminy Udanin położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr A4 w powiecie średzkim,

gmina Wądroże Wielkie w powiecie jaworskim,

gminy Kunice, Legnickie Pole, Prochowice, Ruja w powiecie legnickim,

gminy Wisznia Mała, Trzebnica, Zawonia, część gminy Oborniki Śląskie położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 340 w powiecie trzebnickim,

gminy Leśna, Lubań i miasto Lubań, Olszyna, Platerówka, Siekierczyn w powiecie lubańskim,

powiat miejski Wrocław,

gminy Czernica, Długołęka, Siechnice, część gminy Żórawina położona na wschód od linii wyznaczonej przez autostradę A4, część gminy Kąty Wrocławskie położona na północ od linii wyznaczonej przez autostradę A4 w powiecie wrocławskim,

gminy Jelcz - Laskowice, Oława z miastem Oława i część gminy Domaniów położona na północny wschód od linii wyznaczonej przez autostradę A4 w powiecie oławskim,

gmina Bierutów, miasto Oleśnica, część gminy wiejskiej Oleśnica położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr S8, część gminy Dobroszyce położona na zachód od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od północnej do południowej granicy gminy w powiecie oleśnickim,

gmina Cieszków, Krośnice, część gminy Milicz położona na wschód od linii łączącej miejscowości Poradów – Piotrkosice – Sulimierz – Sułów - Gruszeczka w powiecie milickim,

część powiatu bolesławieckiego niewymieniona w części III załącznika I,

powiat głogowski,

gmina Niechlów w powiecie górowskim,

gmina Świerzawa, Wojcieszów, część gminy Zagrodno położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Jadwisin – Modlikowice Zagrodno oraz na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 382 biegnącą od miejscowości Zagrodno do południowej granicy gminy w powiecie złotoryjskim,

gmina Gryfów Śląski, Lubomierz, Lwówek Śląski, Wleń w powiecie lwóweckim,

gminy Czarny Bór, Stare Bogaczowice, Walim, miasto Boguszów - Gorce, miasto Jedlina – Zdrój, miasto Szczawno – Zdrój w powiecie wałbrzyskim,

powiat miejski Wałbrzych,

gmina Świdnica, miasto Świdnica, miasto Świebodzice w powiecie świdnickim,

w województwie wielkopolskim:

gminy Siedlec, Wolsztyn, część gminy Przemęt położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Borek – Kluczewo – Sączkowo – Przemęt – Błotnica – Starkowo – Boszkowo – Letnisko w powiecie wolsztyńskim,

gmina Wielichowo, Rakoniewice, Granowo, część gminy Kamieniec położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 308 w powiecie grodziskim,

część powiatu międzychodzkiego niewymieniona w części III załącznika I,

część powiatu nowotomyskiego niewymieniona w części III załącznika I,

powiat obornicki,

część gminy Połajewo na położona na południe od drogi łączącej miejscowości Chraplewo, Tarnówko-Boruszyn, Krosin, Jakubowo, Połajewo - ul. Ryczywolska do północno-wschodniej granicy gminy w powiecie czarnkowsko-trzcianeckim,

powiat miejski Poznań,

gminy Buk, Czerwonak, Dopiewo, Komorniki, Rokietnica, Stęszew, Swarzędz, Suchy Las, Tarnowo Podgórne, część gminy wiejskiej Murowana Goślina położona na północ od linii kolejowej biegnącej od północnej granicy miasta Murowana Goślina do północno-wschodniej granicy gminy w powiecie poznańskim,

gminy

część powiatu szamotulskiego niewymieniona w części I i III załącznika I,

gmina Pępowo w powiecie gostyńskim,

gminy Kobylin, Zduny, część gminy Krotoszyn położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogi: nr 15 biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 36, nr 36 biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 15 do skrzyżowana z drogą nr 444, nr 444 biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 36 do południowej granicy gminy w powiecie krotoszyńskim,

gmina Wijewo w powiecie leszczyńskim,

w województwie łódzkim:

gminy Białaczów, Drzewica, Opoczno i Poświętne w powiecie opoczyńskim,

gminy Biała Rawska, Regnów i Sadkowice w powiecie rawskim,

gmina Kowiesy w powiecie skierniewickim,

w województwie zachodniopomorskim:

gmina Boleszkowice i część gminy Dębno położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 126 biegnącą od zachodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 23 w miejscowości Dębno, następnie na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 23 do skrzyżowania z ul. Jana Pawła II w miejscowości Cychry, następnie na południe od ul. Jana Pawła II do skrzyżowania z ul. Ogrodową i dalej na południe od linii wyznaczonej przez ul. Ogrodową, której przedłużenie biegnie do wschodniej granicy gminy w powiecie myśliborskim,

gminy Cedynia, Gryfino, Mieszkowice, Moryń, część gminy Chojna położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogi nr 31 biegnącą od północnej granicy gminy i 124 biegnącą od południowej granicy gminy w powiecie gryfińskim,

w województwie opolskim:

gminy Brzeg, Lubsza, Lewin Brzeski, Olszanka, Skarbimierz w powiecie brzeskim,

gminy Dąbrowa, Dobrzeń Wielki, Popielów w powiecie opolskim,

gminy Świerczów, Wilków, część gminy Namysłów położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od wschodniej do zachodniej granicy gminy w powiecie namysłowskim.

8.   Σλοβακία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες ΙΙ στη Σλοβακία:

the whole district of Gelnica except municipalities included in zone III,

the whole district of Poprad

the whole district of Spišská Nová Ves,

the whole district of Levoča,

the whole district of Kežmarok

in the whole district of Michalovce except municipalities included in zone III,

the whole district of Košice-okolie,

the whole district of Rožnava,

the whole city of Košice,

in the district of Sobrance: Remetské Hámre, Vyšná Rybnica, Hlivištia, Ruská Bystrá, Podhoroď, Choňkovce, Ruský Hrabovec, Inovce, Beňatina, Koňuš,

the whole district of Vranov nad Topľou,

the whole district of Humenné except municipalities included in zone III,

the whole district of Snina,

the whole district of Prešov except municipalities included in zone III,

the whole district of Sabinov except municipalities included in zone III,

the whole district of Svidník, except municipalities included in zone III,

the whole district of Stropkov, except municipalities included in zone III,

the whole district of Bardejov,

the whole district of Stará Ľubovňa,

the whole district of Revúca,

the whole district of Rimavská Sobota except municipalities included in zone III,

in the district of Veľký Krtíš, the whole municipalities not included in part I,

the whole district of Lučenec,

the whole district of Poltár,

the whole district of Zvolen, except municipalities included in zone III,

the whole district of Detva,

the whole district of Krupina, except municipalities included in zone I,

the whole district of Banska Stiavnica,

in the district of Žiar nad Hronom the municipalities of Hronská Dúbrava, Trnavá Hora,

the whole district of Banska Bystica, except municipalities included in zone III,

the whole district of Brezno,

the whole district of Liptovsky Mikuláš.

9.   Ιταλία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες ΙΙ στην Iταλία:

Piedmont Region:

in the Province of Alessandria, the municipalities of Cavatore, Castelnuovo Bormida, Cabella Ligure, Carrega Ligure, Francavilla Bisio, Carpeneto, Costa Vescovato, Grognardo, Orsara Bormida, Pasturana, Melazzo, Mornese, Ovada, Predosa, Lerma, Fraconalto, Rivalta Bormida, Fresonara, Malvicino, Ponzone, San Cristoforo, Sezzadio, Rocca Grimalda, Garbagna, Tassarolo, Mongiardino Ligure, Morsasco, Montaldo Bormida, Prasco, Montaldeo, Belforte Monferrato, Albera Ligure, Bosio, Cantalupo Ligure, Castelletto D'orba, Cartosio, Acqui Terme, Arquata Scrivia, Parodi Ligure, Ricaldone, Gavi, Cremolino, Brignano-Frascata, Novi Ligure, Molare, Cassinelle, Morbello, Avolasca, Carezzano, Basaluzzo, Dernice, Trisobbio, Strevi, Sant'Agata Fossili, Pareto, Visone, Voltaggio, Tagliolo Monferrato, Casaleggio Boiro, Capriata D'orba, Castellania, Carrosio, Cassine, Vignole Borbera, Serravalle Scrivia, Silvano D'orba, Villalvernia, Roccaforte Ligure, Rocchetta Ligure, Sardigliano, Stazzano, Borghetto Di Borbera, Grondona, Cassano Spinola, Montacuto, Gremiasco, San Sebastiano Curone, Fabbrica Curone, Spigno Monferrato, Montechiaro d'Acqui, Castelletto d'Erro, Ponti, Denice,

in the province of Asti, the municipality of Mombaldone,

Liguria Region:

in the province of Genova, the municipalities of Bogliasco, Arenzano, Ceranesi, Ronco Scrivia, Mele, Isola Del Cantone, Lumarzo, Genova, Masone, Serra Riccò, Campo Ligure, Mignanego, Busalla, Bargagli, Savignone, Torriglia, Rossiglione, Sant'Olcese, Valbrevenna, Sori, Tiglieto, Campomorone, Cogoleto, Pieve Ligure, Davagna, Casella, Montoggio, Crocefieschi, Vobbia;

in the province of Savona, the municipalities of Albisola Superiore, Celle Ligure, Stella, Pontinvrea, Varazze, Urbe, Sassello,

ΜΕΡΟΣ III

1.   Βουλγαρία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες ΙΙΙ στη Βουλγαρία:

in Blagoevgrad region:

the whole municipality of Sandanski

the whole municipality of Strumyani

the whole municipality of Petrich,

the Pazardzhik region:

the whole municipality of Pazardzhik,

the whole municipality of Panagyurishte,

the whole municipality of Lesichevo,

the whole municipality of Septemvri,

the whole municipality of Strelcha,

in Plovdiv region

the whole municipality of Hisar,

the whole municipality of Suedinenie,

the whole municipality of Maritsa

the whole municipality of Rodopi,

the whole municipality of Plovdiv,

in Varna region:

the whole municipality of Byala,

the whole municipality of Dolni Chiflik.

2.   Γερμανία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στη Γερμανία:

Bundesland Brandenburg:

Landkreis Uckermark:

Gemeinde Schenkenberg mit den Gemarkungen Wittenhof, Schenkenberg, Baumgarten und Ludwigsburg,

Gemeinde Randowtal mit den Gemarkungen Eickstedt und Ziemkendorf,

Gemeinde Grünow,

Gemeinde Uckerfelde,

Gemeinde Gramzow westlich der K7315,

Gemeinde Oberuckersee mit den Gemarkungen Melzow, Warnitz, Blankenburg, Seehausen, Potzlow

Gemeinde Nordwestuckermark mit den Gemarkungen Zollchow, Röpersdorf, Louisenthal, Sternhagen, Schmachtenhagen, Lindenhagen, Beenz (NWU), Groß-Sperrenwalde und Thiesort-Mühle,

Gemeinde Prenzlau mit den Gemarkungen Blindow, Ellingen, Klinkow, Basedow, Güstow, Seelübbe und die Gemarkung Prenzlau.

3.   Ιταλία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στην Ιταλία:

Sardinia Region: the whole territory

Lazio Region: the Area of the Municipality of Rome within the administrative boundaries of the Local Heatlh Unit “ASL RM1”.

4.   Λετονία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στη Λετονία:

Dienvidkurzemes novada Embūtes pagasta daļa uz ziemeļiem autoceļa P116, P106, autoceļa no apdzīvotas vietas Dinsdurbe, Kalvenes pagasta daļa uz austrumiem no ceļa pie Vārtājas upes līdz autoceļam A9, uz ziemeļiem no autoceļa A9, uz austrumiem no autoceļa V1200, Kazdangas pagasta daļa uz austrumiem no ceļa V1200, P115, P117, V1296,

Kuldīgas novada Rudbāržu, Nīkrāces, Padures pagasts, Laidu pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa V1296, V1295, V1272, Raņķu pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa V1272 līdz robežai ar Ventas upi, Skrundas pagasts (izņemot pagasta daļu uz ziemeļaustrumiem no Skrundas, Cieceres upes un Ventas upes), Skrundas pilsēta, Ēdoles pagasta daļa uz austrumiem no autoceļa V1269, V1271, V1288, P119, Īvandes pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa P119, Rumbas pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa P120,

Ventspils novada Zlēku pagasts, Ugāles pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa V1347, uz rietumiem no autoceļa P123, Ziru pagasta daļa uz austrumiem no autoceļa V1269, P108, Piltenes pagasta daļa uz dienvidiem no autoceļa V1310, V1309, autoceļa līdz Ventas upei,

Alūksnes novada Jaunannas pagasta daļa uz dienvidaustrumiem no Pededzes upes,

Balvu novada Kubulu, Vīksnas, Bērzkalnes, Balvu pagasts, Balvu pilsēta,

Gulbenes novada Litenes pagasta daļa uz austrumiem no Pededzes upes,

Preiļu novada Silajāņu pagasts, Galēnu pagasta daļa uz austrumiem no autoceļa V740, V595, Rušonas pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa V742,

Rēzeknes novada Silmalas pagasts, Lūznavas pagasta daļa uz rietumiem no autoceļa A13 līdz apdzīvotai vietai Vertukšne, uz rietumiem no Vertukšnes ezera, Maltas pagasta daļa uz rietumiem no autoceļa Vertukšne – Rozentova un uz rietumiem no autoceļa P56, P57, V569, Feimaņu pagasta daļa uz ziemeļiem no autoceļa V577, V742.

5.   Λιθουανία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στη Λιθουανία:

Jurbarko rajono savivaldybė: Jurbarko miesto seniūnija, Girdžių, Jurbarkų Raudonės, Skirsnemunės ir Šimkaičių seniūnijos,

Molėtų rajono savivaldybė: Dubingių ir Giedraičių seniūnijos,

Šakių rajono savivaldybė: Kidulių ir Gelgaudiškio seniūnijos; Šakių seniūnija: Juniškių, Bedalių, Zajošių, Kriaučėnų, Liukų, Gotlybiškių, Ritinių kaimai; Sudargo seniūnija: Pervazninkų kaimas, Barzdų, Griškabūdžio, Žvirgždaičių, Sintautų seniūnijos.

Kazlų rūdos savivaldybė: Antanavos, Jankų seniūnijos ir Kazlų Rūdos seniūnija: Audiejiškės k., Aukštosios Išdagos k., Bagotosios k., Bartininkų k., Berštupio k., Beržnavienės k., Būdviečio II k., Geruliškės k., Girnupių k., Karklinių k., Kriauniškės k., Kučiškės k., Skindeliškės k., Stainiškės k., Stepkiškės k., Šakmušio k., Šiaudadūšės k., Šliurpkiškės k.,

Vilkaviškio rajono savivaldybė: Pilviškių, Klausučių seniūnijos.

Širvintų rajono savivaldybė: Alionių ir Zibalų seniūnijos,

Ukmergės rajono savivaldybė: Želvos seniūnija,

Vilniaus rajono savivaldybė: Paberžės seniūnija.

6.   Πολωνία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στην Πολωνία:

w województwie zachodniopomorskim:

gminy Banie, Trzcińsko – Zdrój, Widuchowa, część gminy Chojna położona na wschód linii wyznaczonej przez drogi nr 31 biegnącą od północnej granicy gminy i 124 biegnącą od południowej granicy gminy w powiecie gryfińskim,

w województwie warmińsko-mazurskim:

część powiatu działdowskiego niewymieniona w części II załącznika I,

część powiatu iławskiego niewymieniona w części II załącznika I,

powiat nowomiejski,

gminy Dąbrówno, Grunwald i Ostróda z miastem Ostróda w powiecie ostródzkim,

w województwie lubelskim:

gminy Radecznica, Sułów, Szczebrzeszyn, Zwierzyniec w powiecie zamojskim,

gminy Biłgoraj z miastem Biłgoraj, Goraj, Frampol, Tereszpol i Turobin w powiecie biłgorajskim,

gminy Horodło, Hrubieszów z miastem Hrubieszów w powiecie hrubieszowskim,

gminy Dzwola, Chrzanów i Potok Wielki w powiecie janowskim,

gminy Gościeradów i Trzydnik Duży w powiecie kraśnickim,

w województwie podkarpackim:

powiat mielecki,

gminy Radomyśl nad Sanem i Zaklików w powiecie stalowowolskim,

część gminy Ostrów położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr A4 biegnącą od zachodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 986, a następnie na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 986 biegnącą od tego skrzyżowania do miejscowości Osieka i dalej na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Osieka- Blizna w powiecie ropczycko – sędziszowskim,

część gminy Czarna położona na północ wyznaczonej przez drogę nr A4, część gminy Żyraków położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr A4, część gminy wiejskiej Dębica położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr A4 w powiecie dębickim

gmina Wielkie Oczy w powiecie lubaczowskim,

gminy Laszki, Radymno z miastem Radymno, w powiecie jarosławskim,

w województwie lubuskim:

gminy Małomice, Niegosławice, Szprotawa, Żagań w powiecie żagańskim,

gmina Sulęcin w powiecie sulęcińskim,

gminy Bledzew, Międzyrzecz, Pszczew, Trzciel w powiecie międzyrzeckim,

część gminy Lubrza położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 92, część gminy Łagów położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 92, część gminy Świebodzin położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 92 w powiecie świebodzińskim,

w województwie wielkopolskim:

gminy Krzemieniewo, Lipno, Osieczna, Rydzyna, Święciechowa, Włoszakowice w powiecie leszczyńskim,

powiat miejski Leszno,

gminy Kościan i miasto Kościan, Krzywiń, Śmigiel w powiecie kościańskim,

część gminy Dolsk położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 434 biegnącą od północnej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 437, a następnie na zachód od drogi nr 437 biegnącej od skrzyżowania z drogą nr 434 do południowej granicy gminy, część gminy Śrem położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 310 biegnącą od zachodniej granicy gminy do miejscowości Śrem, następnie na zachód od drogi nr 432 w miejscowości Śrem oraz na zachód od drogi nr 434 biegnącej od skrzyżowania z drogą nr 432 do południowej granicy gminy w powiecie śremskim,

gminy Gostyń, Krobia i Poniec w powiecie gostyńskim,

część gminy Przemęt położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Borek – Kluczewo – Sączkowo – Przemęt – Błotnica – Starkowo – Boszkowo – Letnisko w powiecie wolsztyńskim,

powiat rawicki,

gminy Kuślin, Lwówek, Miedzichowo, Nowy Tomyśl w powiecie nowotomyskim,

gminy Chrzypsko Wielkie, Kwilcz w powiecie międzychodzkim,

,

gmina Pniewy, część gminy Duszniki położona na północ od linii wyznaczonej przez autostradę A2 oraz na zachód od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy gminy, łączącą miejscowości Ceradz Kościelny – Grzebienisko – Wierzeja – Wilkowo, biegnącą do skrzyżowania z autostradą A2, część gminy Kaźmierz położona zachód od linii wyznaczonej przez rzekę Sarna, część gminy Ostroróg położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 184 biegnącą od południowej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 116 oraz na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 116 biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 184 do zachodniej granicy gminy, część gminy Szamotuły położona na zachód od linii wyznaczonej przez rzekę Sarna biegnącą od południowej granicy gminy do przecięcia z drogą nr 184 oraz na zachód od linii wyznaczonej przez drogęn r 184 biegnącą od przecięcia z rzeką Sarna do północnej granicy gminy w powiecie szamotulskim,

w województwie dolnośląskim:

część powiatu górowskiego niewymieniona w części II załącznika I,

część gminy Lubin położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 335 biegnącą od zachodniej granicy gminy do granicy miasta Lubin oraz na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 333 biegnącą od granicy miasta Lubin do południowej granicy gminy w powiecie lubińskim

gminy Prusice, Żmigród, część gminy Oborniki Śląskie położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 340 w powiecie trzebnickim,

część gminy Zagrodno położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Jadwisin – Modlikowice - Zagrodno oraz na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 382 biegnącą od miejscowości Zagrodno do południowej granicy gminy, część gminy wiejskiej Złotoryja położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od północnej granicy gminy w miejscowości Nowa Wieś Złotoryjska do granicy miasta Złotoryja oraz na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 382 biegnącą od granicy miasta Złotoryja do wschodniej granicy gminy w powiecie złotoryjskim

gminy Gromadka i Osiecznica w powiecie bolesławieckim,

gminy Chocianów i Przemków w powiecie polkowickim,

gminy Chojnów i miasto Chojnów, Krotoszyce, Miłkowice w powiecie legnickim,

powiat miejski Legnica,

część gminy Wołów położona na wschód od linii wyznaczonej przez lnię kolejową biegnącą od północnej do południowej granicy gminy, część gminy Wińsko położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 36 biegnącą od północnej do zachodniej granicy gminy, część gminy Brzeg Dolny położona na wschód od linii wyznaczonej przez linię kolejową od północnej do południowej granicy gminy w powiecie wołowskim,

część gminy Milicz położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Poradów – Piotrkosice - Sulimierz-Sułów - Gruszeczka w powiecie milickim,

w województwie świętokrzyskim:

gminy Gnojno, Pacanów w powiecie buskim,

gminy Łubnice, Oleśnica, Połaniec, część gminy Rytwiany położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 764, część gminy Szydłów położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 756 w powiecie staszowskim,

gminy Chmielnik, Masłów, Miedziana Góra, Mniów, Łopuszno, Piekoszów, Pierzchnica, Sitkówka-Nowiny, Strawczyn, Zagnańsk, część gminy Raków położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogi nr 756 i 764, część gminy Chęciny położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 762, część gminy Górno położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy gminy łączącą miejscowości Leszczyna – Cedzyna oraz na północ od linii wyznczonej przez ul. Kielecką w miejscowości Cedzyna biegnącą do wschodniej granicy gminy, część gminy Daleszyce położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 764 biegnącą od wschodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą łączącą miejscowości Daleszyce – Słopiec – Borków, dalej na południe od linii wyznaczonej przez tę drogę biegnącą od skrzyżowania z drogą nr 764 do przecięcia z linią rzeki Belnianka, następnie na południe od linii wyznaczonej przez rzeki Belnianka i Czarna Nida biegnącej do zachodniej granicy gminy w powiecie kieleckim,

powiat miejski Kielce,

gminy Krasocin, część gminy Włoszczowa położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 742 biegnącą od północnej granicy gminy do miejscowości Konieczno i dalej na wschód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Konieczno – Rogienice – Dąbie – Podłazie, część gminy Kluczewsko położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy gminy i łączącą miejscowości Krogulec – Nowiny - Komorniki do przecięcia z linią rzeki Czarna, następnie na południe od linii wyznaczonej przez rzekę Czarna biegnącą do przecięcia z linią wyznaczoną przez drogę nr 742 i dalej na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 742 biegnącą od przecięcia z linią rzeki Czarna do południowej granicy gminyw powiecie włoszczowskim,

gmina Kije w powiecie pińczowskim,

gminy Małogoszcz, Oksa w powiecie jędrzejowskim,

w województwie małopolskim:

gminy Dąbrowa Tarnowska, Radgoszcz, Szczucin w powiecie dąbrowskim.

7.   Ρουμανία

Oι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στη Ρουμανία:

Zona orașului București,

Județul Constanța,

Județul Satu Mare,

Județul Tulcea,

Județul Bacău,

Județul Bihor,

Județul Bistrița Năsăud,

Județul Brăila,

Județul Buzău,

Județul Călărași,

Județul Dâmbovița,

Județul Galați,

Județul Giurgiu,

Județul Ialomița,

Județul Ilfov,

Județul Prahova,

Județul Sălaj,

Județul Suceava

Județul Vaslui,

Județul Vrancea,

Județul Teleorman,

Judeţul Mehedinţi,

Județul Gorj,

Județul Argeș,

Judeţul Olt,

Judeţul Dolj,

Județul Arad,

Județul Timiș,

Județul Covasna,

Județul Brașov,

Județul Botoșani,

Județul Vâlcea,

Județul Iași,

Județul Hunedoara,

Județul Alba,

Județul Sibiu,

Județul Caraș-Severin,

Județul Neamț,

Județul Harghita,

Județul Mureș,

Județul Cluj,

Județul Maramureş.

8.   Σλοβακία

Οι ακόλουθες απαγορευμένες ζώνες III στη Σλοβακία:

The whole district of Trebišov’,

The whole district of Vranov and Topľou,

In the district of Humenné: Lieskovec, Myslina, Humenné, Jasenov, Brekov, Závadka, Topoľovka, Hudcovce, Ptičie, Chlmec, Porúbka, Brestov, Gruzovce, Ohradzany, Slovenská Volová, Karná, Lackovce, Kochanovce, Hažín nad Cirochou, Závada, Nižná Sitnica, Vyšná Sitnica, Rohožník, Prituľany, Ruská Poruba, Ruská Kajňa,

In the district of Michalovce: Strážske, Staré, Oreské, Zbudza, Voľa, Nacina Ves, Pusté Čemerné, Lesné, Rakovec nad Ondavou, Petríkovce, Oborín, Veľké Raškovce, Beša, Petrovce nad Laborcom, Trnava pri Laborci, Vinné, Kaluža, Klokočov, Kusín, Jovsa, Poruba pod Vihorlatom, Hojné, Lúčky,Závadka, Hažín, Zalužice, Michalovce, Krásnovce, Šamudovce, Vŕbnica, Žbince, Lastomír, Zemplínska Široká, Čečehov, Jastrabie pri Michalovciach, Iňačovce, Senné, Palín, Sliepkovce, Hatalov, Budkovce, Stretava, Stretávka, Pavlovce nad Uhom, Vysoká nad Uhom, Bajany,

In the district of Rimavská Sobota: Jesenské, Gortva, Hodejov, Hodejovec, Širkovce, Šimonovce, Drňa, Hostice, Gemerské Dechtáre, Jestice, Dubovec, Rimavské Janovce, Rimavská Sobota, Belín, Pavlovce, Sútor, Bottovo, Dúžava, Mojín, Konrádovce, Čierny Potok, Blhovce, Gemerček, Hajnáčka,

In the district of Gelnica: Hrišovce, Jaklovce, Kluknava, Margecany, Richnava,

In the district Of Sabinov: Daletice,

In the district of Prešov: Hrabkov, Krížovany, Žipov, Kvačany, Ondrašovce, Chminianske Jakubovany, Klenov, Bajerov, Bertotovce, Brežany, Bzenov, Fričovce, Hendrichovce, Hermanovce, Chmiňany, Chminianska Nová Ves, Janov, Jarovnice, Kojatice, Lažany, Mikušovce, Ovčie, Rokycany, Sedlice, Suchá Dolina, Svinia, Šindliar, Široké, Štefanovce, Víťaz, Župčany,

the whole district of Medzilaborce,

In the district of Stropkov: Havaj, Malá Poľana, Bystrá, Mikové, Varechovce, Vladiča, Staškovce, Makovce, Veľkrop, Solník, Korunková, Bukovce, Krišľovce, Jakušovce, Kolbovce,

In the district of Svidník: Pstruša,

In the district of Zvolen: Očová, Zvolen, Sliač, Veľká Lúka, Lukavica, Sielnica, Železná Breznica, Tŕnie, Turová, Kováčová, Budča, Hronská Breznica, Ostrá Lúka, Bacúrov, Breziny, Podzámčok, Michalková, Zvolenská Slatina, Lieskovec,

In the district of Banská Bystrica: Sebedín-Bečov, Čerín, Dúbravica, Oravce, Môlča, Horná Mičiná, Dolná Mičiná, Vlkanová, Hronsek, Badín, Horné Pršany, Malachov, Banská Bystrica,

The whole district of Sobrance except municipalities included in zone II.

»

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

22.8.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 217/49


ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2022/1414 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 4ης Δεκεμβρίου 2020

σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων SA.21259 (2018/C) (πρώην 2018/NN) που εφάρμοσε η Πορτογαλία για τη Zona Franca da Madeira (ZFM) — Regime III

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2020) 8550]

(Το κείμενο στην πορτογαλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης (1) και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 12ης Μαρτίου 2015, η Επιτροπή ζήτησε πληροφορίες από την Πορτογαλία, στο πλαίσιο της παρακολούθησης του 2015 (στο εξής: παρακολούθηση του 2015) (2), προκειμένου να εξετάσει αν το καθεστώς ενισχύσεων Zona Franca da Madeira (στο εξής: καθεστώς ZFM ή Regime III), το οποίο η Επιτροπή ενέκρινε ως συμβατή ενίσχυση περιφερειακού χαρακτήρα, τηρούσε τους ισχύοντες κανόνες και ιδίως την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2007 (3) (στο εξής: απόφαση της Επιτροπής του 2007), που ίσχυσε από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, και την απόφαση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2013 (4) (στο εξής: απόφαση της Επιτροπής του 2013), που ίσχυσε από την 1η Ιανουαρίου 2013 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013. Καταρχάς, η Επιτροπή ζήτησε πληροφορίες σχετικά με το νομικό πλαίσιο του καθεστώτος (5) και, στη συνέχεια, εξέτασε την εφαρμογή του μέσω της επιλογής δείγματος 26 δικαιούχων που επωφελήθηκαν του καθεστώτος ZFM κατά τα έτη 2012 και 2013.

(2)

Η Πορτογαλία υπέβαλε πληροφορίες στις 4 Μαΐου 2015. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν πρόσθετες πληροφορίες στις 5 Ιουνίου 2015, αίτημα στο οποίο η Πορτογαλία ανταποκρίθηκε στις 6 Ιουλίου 2015. Την 1η Οκτωβρίου 2015 η Επιτροπή απηύθυνε στην Πορτογαλία νέο αίτημα παροχής πληροφοριών, στο οποίο η Πορτογαλία ανταποκρίθηκε στις 29 Οκτωβρίου 2015. Στις 29 Φεβρουαρίου 2016 οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν πρόσθετες πληροφορίες, αίτημα στο οποίο η Πορτογαλία ανταποκρίθηκε την 1η και στις 8 και 12 Απριλίου 2016. Μετά τα αιτήματα των υπηρεσιών της Επιτροπής για την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών, στις 29 Μαρτίου και στις 11 Αυγούστου 2017, η Πορτογαλία υπέβαλε πληροφορίες στις 2 Μαΐου και στις 11 Σεπτεμβρίου 2017, αντιστοίχως. Κατόπιν τηλεδιάσκεψης που είχε με τις πορτογαλικές αρχές στις 26 Οκτωβρίου 2017, η Επιτροπή υπέβαλε στην Πορτογαλία νέο αίτημα παροχής πληροφοριών στις 27 Οκτωβρίου, στο οποίο η Πορτογαλία ανταποκρίθηκε την 21η και στις 22 Νοεμβρίου 2017. Κατόπιν συνάντησης της Επιτροπής και των πορτογαλικών αρχών στις 4 Δεκεμβρίου 2017, η Πορτογαλία ζήτησε παράταση της προθεσμίας υποβολής των ελλειπουσών πληροφοριών έως το τέλος του Δεκεμβρίου του 2017. Στις 7 Δεκεμβρίου 2017 οι υπηρεσίες της Επιτροπής απηύθυναν στην Πορτογαλία τις ερωτήσεις στις οποίες αναμένονταν ακόμη απαντήσεις. Η Πορτογαλία υπέβαλε πληροφορίες στις 2 Φεβρουαρίου 2018. Κατόπιν αιτήματος της Πορτογαλίας, στις 27 Μαρτίου 2018 πραγματοποιήθηκε νέα συνάντηση μεταξύ της Επιτροπής και των πορτογαλικών αρχών.

(3)

Με επιστολή της 6ης Ιουλίου 2018, η Επιτροπή ενημέρωσε την Πορτογαλία ότι αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΣΛΕΕ) σε σχέση με το καθεστώς ZFM (στο εξής: απόφαση κίνησης της διαδικασίας) (6).

(4)

Με επιστολή της 30ής Ιουλίου 2018, οι πορτογαλικές αρχές επισήμαναν ότι το πλήρες κείμενο της απόφασης κίνησης της διαδικασίας συνιστά, κατ’ αυτές, εμπιστευτική πληροφορία και ζήτησαν από την Επιτροπή να μην δημοσιεύσει την απόφασή της και να δημοσιεύσει μόνο συνοπτική περίληψή της, της οποίας πρότειναν το κείμενο.

(5)

Με επιστολή της 11ης Σεπτεμβρίου 2018, η Πορτογαλία υπέβαλε κατάλογο όλων των εταιρειών που ήταν καταχωρισμένες στη ζώνη ελεύθερων συναλλαγών Μαδέρας (στο εξής: ZFM) για το διάστημα από το 2007 έως το 2014 καθώς και κατάλογο των 25 σημαντικότερων δικαιούχων ενίσχυσης στο διάστημα από το 2007 έως το 2011, καθώς και το 2014, όπως ζήτησε η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 64 σημεία 1 και 2 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας. Η Πορτογαλία ζήτησε εκ νέου παράταση της προθεσμίας για την υποβολή των ελλειπουσών πληροφοριών έως το τέλος του Σεπτεμβρίου του 2018. Η Πορτογαλία υπέβαλε στις 26 Σεπτεμβρίου 2018 τις παρατηρήσεις της σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας, βάσει του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, και σχετικά με τις πληροφορίες που ζήτησε η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 64 σημεία 3 έως 7 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(6)

Με επιστολή της 11ης Φεβρουαρίου 2019 (7), κατόπιν εκτενών συζητήσεων με την Πορτογαλία σχετικά με ζητήματα εμπιστευτικότητας όσον αφορά την απόφαση κίνησης της διαδικασίας, χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία επ’ αυτών, η Επιτροπή ενημέρωσε την Πορτογαλία ότι αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα εμπιστευτικότητας που υπέβαλαν οι πορτογαλικές αρχές και να δημοσιεύσει την απόφαση όπως εκδόθηκε στις 6 Ιουλίου 2018. Η Πορτογαλία δεν προσέφυγε κατά της απόφασης ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης και, με επιστολή της 5ης Μαρτίου 2019, συμφώνησε στη δημοσίευσή της.

(7)

Στις 15 Μαρτίου 2019 η απόφαση κίνησης της διαδικασίας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (8). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων.

(8)

Κατόπιν αιτήματος της Πορτογαλίας, στις 10 Απριλίου 2019 πραγματοποιήθηκε νέα συνάντηση μεταξύ της Επιτροπής και των πορτογαλικών αρχών. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, η Επιτροπή υπενθύμισε στην Πορτογαλία να υποβάλει τις ελλείπουσες πληροφορίες που ζητούνταν στην αιτιολογική σκέψη 64 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας. Μετά τη συνάντηση αυτή, με επιστολή της 24ης Απριλίου 2019, η Πορτογαλία υπέβαλε στοιχεία σχετικά με φορολογικούς ελέγχους που διενήργησαν οι εθνικές φορολογικές αρχές σε δικαιούχους του καθεστώτος ZFM. Επιπλέον, η Πορτογαλία υπέβαλε, για το ίδιο χρονικό διάστημα, στοιχεία σχετικά με τις αποκλίσεις που εντοπίστηκαν σε φορολογικές δηλώσεις εταιρειών της ZFM και πρόσθετα στοιχεία σχετικά με διορθώσεις του οφειλόμενου φόρου από φορολογουμένους στη ZFM.

(9)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις εκ μέρους των ενδιαφερομένων. Με επιστολές της 23ης Μαΐου και της 12ης Ιουνίου 2019, η Επιτροπή διαβίβασε τις εν λόγω παρατηρήσεις στην Πορτογαλία, στην οποία δόθηκε η δυνατότητα να απαντήσει. Τα σχόλια της Πορτογαλίας παρελήφθησαν με επιστολή της 26ης Ιουνίου 2019.

2.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

2.1.   Το καθεστώς ZFM στο πλαίσιο της απόφασης της Επιτροπής του 2007

(10)

Μετά την κοινοποίηση που υπέβαλε η Πορτογαλία, η Επιτροπή ενέκρινε το 2007 το καθεστώς ZFM (9) για το διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, βάσει των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα 2007-2013 (10) (στο εξής: ΚΓΠΕ 2007). Οι εταιρείες που είχαν καταχωριστεί και εγκριθεί στο πλαίσιο του καθεστώτος πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2013 (11) μπορούσαν να τύχουν μείωσης του φόρου εταιρειών ή άλλων φορολογικών απαλλαγών, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 12 της εν λόγω απόφασης, έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.

(11)

Η Επιτροπή ενέκρινε το καθεστώς ZFM ως συμβατή ενίσχυση λειτουργίας με στόχο την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και τη διαφοροποίηση της οικονομικής διάρθρωσης της Μαδέρας. Καθώς η Αυτόνομη Περιφέρεια Μαδέρας (στο εξής: ΑΠΜ) ορίζεται, στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (στο εξής: ΣΕΚ) (νυν άρθρο 349 της ΣΛΕΕ), ως εξόχως απόκεντρη περιοχή, είναι επιλέξιμη για περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΕΚ [νυν άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ]. Σκοπός της περιφερειακής ενίσχυσης λειτουργίας είναι η αντιστάθμιση, για τις επιχειρήσεις που ασκούν την οικονομική δραστηριότητά τους στην εν λόγω περιοχή, του πρόσθετου κόστους που προκύπτει από τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα των εξόχως απόκεντρων περιοχών (12).

(12)

Το καθεστώς ZFM, όπως είχε εγκριθεί από την Επιτροπή το 2007, ενέκρινε τη χορήγηση ενίσχυσης υπό μορφή μείωσης του φόρου εισοδήματος εταιρειών (13) επί των κερδών που προκύπτουν από δραστηριότητες οι οποίες ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα (14), απαλλαγής από τον δημοτικό και τοπικό φόρο, καθώς και απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης ακινήτων για τη σύσταση επιχείρησης στη ZFM (15), έως τα μέγιστα ποσά ενίσχυσης με βάση τα ανώτατα όρια φορολογητέας βάσης επί της ετήσιας φορολογητέας βάσης των δικαιούχων. Τα ανώτατα αυτά όρια καθορίστηκαν με βάση τον αριθμό των θέσεων εργασίας που θα διατηρούσε ο δικαιούχος κάθε οικονομικό έτος, ως εξής:

Αριθμός θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν/διατηρήθηκαν ανά έτος

Ανώτατα όρια φορολογητέας βάσης σε EUR

Μέγιστα ποσά ενίσχυσης σε EUR

1 -2

2 000 000

420 000

3 -5

2 600 000

546 000

6 -30

16 000 000

3 360 000

31 -50

26 000 000

5 460 000

51 -100

40 000 000

8 400 000

> 100

150 000 000

31 500 000

(13)

Υπό ορισμένες προϋποθέσεις (16), εταιρείες καταχωρισμένες στη βιομηχανική ζώνη ελεύθερων συναλλαγών του καθεστώτος ZFM μπορούσαν να επωφεληθούν περαιτέρω μείωσης κατά 50 % του φόρου εισοδήματος εταιρειών.

(14)

Η πρόσβαση στο καθεστώς ZFM περιορίστηκε στις δραστηριότητες του καταλόγου που περιλαμβάνεται στην απόφαση της Επιτροπής του 2007, με βάση τη στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, NACE αναθ. 1.1 (17): γεωργία και ζωική παραγωγή (ενότητα A, κωδικοί 01.4 και 02.02), αλιεία, ιχθυοκαλλιέργεια και συναφείς υπηρεσίες (ενότητα B, κωδικός 05), μεταποιητικές βιομηχανίες (ενότητα D), παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος, αερίου και νερού (ενότητα E, κωδικός 40), χονδρικό εμπόριο (ενότητα G, κωδικοί 50 και 51), μεταφορές και επικοινωνίες (ενότητα I, κωδικοί 60-64), δραστηριότητες σχετικές με ακίνητη περιουσία, μίσθωση και υπηρεσίες σε εταιρείες (ενότητα K, κωδικοί 70-74), ανώτερη και ανώτατη εκπαίδευση και/ή εκπαίδευση για ενηλίκους (ενότητα M, κωδικοί 80.3 και 80.4), άλλες δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών υπέρ του κοινωνικού συνόλου (ενότητα O, κωδικοί 90, 92 και 93.01) (18). Σε περίπτωση μεταβολών στον κατάλογο, δεδομένου ότι τα συστήματα ταξινόμησης του είδους αυτού επιδέχονται περαιτέρω ανάπτυξη, οι πορτογαλικές αρχές συμφώνησαν να τις κοινοποιήσουν δεόντως στην Επιτροπή (19).

(15)

Όλες οι δραστηριότητες που αφορούν ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ασφαλιστικές εταιρείες καθώς και δραστηριότητες συναφείς με χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ασφαλιστικές εταιρείες (τίτλος I, κωδικοί NACE 65-67), καθώς και όλες οι δραστηριότητες τύπου «ενδοομιλικών υπηρεσιών» (κέντρα συντονισμού, διαχείρισης διαθεσίμων ή διανομής) που θα μπορούσαν να ασκούνται στο πλαίσιο του τίτλου Κ, κωδικός 74 (υπηρεσίες που παρέχονται κυρίως προς επιχειρήσεις) εξαιρέθηκαν από το πεδίο εφαρμογής του καθεστώτος (20). Η απόφαση της Επιτροπής του 2007 περιλάμβανε επίσης τη δέσμευση των πορτογαλικών αρχών να παράσχουν στην Επιτροπή τις επωνυμίες των εταιρειών των οποίων οι αιτήσεις καταχώρισης στο καθεστώς ZFM είχαν απορριφθεί και τους λόγους της απόρριψής τους (21).

2.2.   Το καθεστώς ZFM στο πλαίσιο της απόφασης της Επιτροπής του 2013

(16)

Κατόπιν κοινοποίησης από την Πορτογαλία, η Επιτροπή ενέκρινε, το 2013, την αύξηση κατά 36,7 % των ανώτατων ορίων φορολογητέας βάσης επί των οποίων θα εφαρμοζόταν η μείωση του φόρου εισοδήματος εταιρειών. Επομένως, από το 2013, τα ανώτατα όρια φορολογητέας βάσης και τα μέγιστα ποσά ενίσχυσης ήταν τα ακόλουθα:

Αριθμός θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν/διατηρήθηκαν ανά έτος

Ανώτατα όρια φορολογητέας βάσης σε EUR (2013-2014)

Μέγιστο ποσό ενίσχυσης σε EUR (2013-2014)

1 -2

2 730 000

546 000

3 -5

3 550 000

710 000

6 -30

21 870 000

4 374 000

31 -50

35 540 000

7 108 000

51 -100

54 680 000

10 936 000

> 100

205 500 500

41 100 000

(17)

Στην κοινοποίηση που κατέληξε στην απόφαση της Επιτροπής του 2013, οι πορτογαλικές αρχές ανέφεραν ότι όλες οι λοιπές προϋποθέσεις του καθεστώτος, όπως αυτό εγκρίθηκε το 2007, παρέμεναν αμετάβλητες (22).

2.3.   Το καθεστώς ZFM που θέσπισε η Πορτογαλία και οι απόψεις της Πορτογαλίας κατά την παρακολούθηση του 2015

(18)

Η Επιτροπή παρακολούθησε το Regime III για τα έτη 2012 και 2013 στο πλαίσιο της παρακολούθησης του 2015 (23). Οι πληροφορίες που προσκόμισε η Πορτογαλία κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης και της επακόλουθης αυτεπάγγελτης έρευνας (στο εξής: έρευνα του 2016) είχαν τα ακόλουθα αποτελέσματα:

2.3.1.   Προέλευση των κερδών που επωφελούνται της μείωσης του φόρου εισοδήματος

(19)

Όπως αναφέρεται στις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013, η επιτρεπόμενη, βάσει του καθεστώτος ZFM, μείωση φόρου εφαρμόζεται μόνο «επί των κερδών που προκύπτουν από δραστηριότητες οι οποίες ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα» (24). Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης του 2015, η Επιτροπή ζήτησε διευκρινίσεις όσον αφορά την εφαρμογή της εν λόγω προϋπόθεσης. Από την παρακολούθηση του 2015 και την έρευνα του 2016 προέκυψε ότι ορισμένες εταιρείες που ήταν καταχωρισμένες στο καθεστώς ZFM και περιλαμβάνονταν στο δείγμα επωφελήθηκαν του μειωμένου φόρου εισοδήματος εταιρειών επί κερδών που προέκυψαν από δραστηριότητες οι οποίες δεν «ασκούνταν πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα».

(20)

Η Πορτογαλία επιβεβαίωσε την κατάσταση αυτή και επισήμανε συναφώς ότι, όσον αφορά τον φόρο εισοδήματος εταιρειών, υποκείμενοι στον φόρο με έδρα ή τόπο πραγματικής διοίκησης στη Μαδέρα φορολογούνταν στη Μαδέρα για το σύνολο των κερδών τους, ανεξαρτήτως του αν η δραστηριότητά τους παρήγαγε έσοδα, χρησιμοποιούσε εισροές και/ή επιβαρυνόταν με κόστος σε διαφορετική τοποθεσία από εκείνη της έδρας ή του τόπου πραγματικής διοίκησής τους, εφόσον τα εν λόγω κέρδη, οι εισροές και το κόστος λαμβάνονταν, κατανέμονταν και πραγματοποιούνταν από την επιχείρηση και συνδέονταν με τη δραστηριότητά της. Τα εν λόγω κέρδη παράγονταν στο σύνολό τους εντός ή εκτός της πορτογαλικής επικράτειας και, υπό την προϋπόθεση ότι παράγονταν από δραστηριότητες που επιτρέπονταν εντός της ZFM και ασκούνταν από οντότητες που είχαν την έδρα ή τον τόπο πραγματικής διοίκησής τους στη Μαδέρα, τα εν λόγω κέρδη δηλώνονταν και λαμβάνονταν υπόψη για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης, και του ποσού επί του οποίου εφαρμοζόταν ο σχετικός φορολογικός συντελεστής (25).

(21)

Η Πορτογαλία εξήγησε ότι, προκειμένου να διασφαλίζεται ορθή δήλωση των κερδών για φορολογικούς σκοπούς, το καθεστώς ZFM απαιτούσε την τήρηση χωριστής λογιστικής, αφενός, για τα κέρδη που θεωρούνταν ως παραγόμενα στην πορτογαλική επικράτεια, τα οποία υπέκειντο στον κανονικό φόρο εισοδήματος, και, αφετέρου, για τα κέρδη που θεωρούνταν παραγόμενα εκτός της πορτογαλικής επικράτειας, τα οποία υπέκειντο στον μειωμένο συντελεστή φόρου εισοδήματος εταιρειών του καθεστώτος ZFM. Τα πρώτα περιλαμβάνουν τα κέρδη που οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM αποκτούν από συναλλαγές με κατοίκους της πορτογαλικής επικράτειας, ή της γεωγραφικής περιοχής της, η οποία περιλαμβάνει την ΑΠΜ, αλλά δεν περιλαμβάνει την καθαυτό ζώνη ελεύθερων συναλλαγών Μαδέρας. Τα δεύτερα περιλαμβάνουν τα κέρδη που οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM αποκτούν από τις συναλλαγές τους με οντότητες μη κατοίκους της εθνικής επικρατείας καθώς και εκείνα που παράγονταν στην καθαυτό ZFM (26).

(22)

Η Πορτογαλία υποστήριξε ότι, λαμβανομένων υπόψη των κωδικών NACE που επιτρέπονται στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM και του κυρίως διεθνούς χαρακτήρα και αντικειμένου των δραστηριοτήτων που ασκούνται στη ZFM, η προϋπόθεση οι δραστηριότητες να ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα δεν σημαίνει, ούτε μπορεί να σημαίνει, ότι οι δραστηριότητες πρέπει να περιορίζονται, από γεωγραφικής απόψεως, στην επικράτεια της Μαδέρας και τα κέρδη μόνο σε αυτά που αποκτώνται στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή (27). Επομένως, κατά την Πορτογαλία, η «συσταλτική ερμηνεία» της Επιτροπής δεν αντικατοπτρίζει την παρούσα κατάσταση, δεν συνάδει με τον σκοπό των καθεστώτων για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, ο οποίος είναι η προσέλκυση επενδύσεων από την ενιαία αγορά και εκτός αυτής, και δεν είναι επίσης συνεπής με τη θεμελιώδη ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων στην Ένωση. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας του Regime III της Μαδέρας σε σύγκριση με άλλες δικαιοδοσίες που ανταγωνίζονται τη Μαδέρα ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή ενέκρινε την αύξηση των ανώτατων ορίων του καθεστώτος το 2013: τούτο κατέδειξε ότι η προσέλκυση διεθνών και όχι μόνο περιφερειακών επιχειρήσεων ήταν, και παραμένει, πολύ σημαντικό στοιχείο για την ανάπτυξη των εξόχως απόκεντρων περιοχών.

(23)

Επιπλέον, η Πορτογαλία επισήμανε ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι η δραστηριότητα ασκούνταν πραγματικά και ουσιαστικά στην ΑΠΜ, εάν ασκούνταν όντως στη Μαδέρα και αν η εταιρεία διέθετε εκεί κατάλληλο γραφείο, επαρκές προσωπικό και επαρκείς πόρους και πραγματικό και αποτελεσματικό κέντρο λήψης αποφάσεων. Η Πορτογαλία υποστήριξε επίσης ότι τούτο δεν σημαίνει ότι το σύνολο των ανθρώπινων πόρων της εταιρείας έπρεπε οπωσδήποτε να ασκεί τα καθήκοντά του εκεί ή ότι η δραστηριότητα της εταιρείας πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στη γεωγραφική περιοχή της Μαδέρας. Τέλος, η Πορτογαλία επισήμανε ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο όρος «δραστηριότητες που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα», όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 14 της απόφασης της Επιτροπής του 2007, αφορά μόνο δραστηριότητες οι οποίες πραγματοποιούνται εντός της επικράτειας της ΑΠΜ (28).

(24)

Επιπλέον, η Πορτογαλία επισήμανε ότι οι ετήσιες φορολογικές δηλώσεις, βάσει των οποίων καθορίζονται ο οφειλόμενος φόρος και η μείωση του φόρου, καταρτίζονται με αυτοαξιολόγηση των δικαιούχων. Οι εν λόγω δηλώσεις θεωρούνται κατά τεκμήριο αληθείς και ακριβείς από τις φορολογικές αρχές και στη συνέχεια επικυρώνονται σε κεντρικό επίπεδο από τη Φορολογική και Τελωνειακή Αρχή. Σε περίπτωση αμφιβολιών, το τεκμήριο παύει να ισχύει, οι δε φορολογικές αρχές μπορούν να ζητήσουν πρόσθετες πληροφορίες προκειμένου να αξιολογήσουν αν τα έσοδα στα οποία εφαρμόζεται ο μειωμένος συντελεστής αφορούν πραγματικά συναλλαγές με μη κατοίκους (29).

(25)

Τέλος, η Πορτογαλία επισήμανε ότι, σε περιπτώσεις αμφιβολιών, διενεργήθηκαν φορολογικοί έλεγχοι σχετικά με το αν η δραστηριότητα ήταν αληθής και ασκούνταν πραγματικά, καθώς και ότι έχει θεσπιστεί διεθνής συνεργασία με άλλες φορολογικές αρχές και ανταλλάσσονται συναφώς πληροφορίες (30).

2.3.2.   Δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας στην περιοχή

(26)

Το καθεστώς ZFM που ενέκρινε η Επιτροπή καθόριζε τον αριθμό των θέσεων εργασίας που οι δικαιούχοι θα δημιουργήσουν και θα διατηρήσουν στην περιοχή ως ένα από τα θεμελιώδη κριτήρια για τη συμβατότητά του, συνέδεε δε τη μέγιστη επιτρεπόμενη ενίσχυση με τον αριθμό θέσεων εργασίας ως συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη.

(27)

Από την παρακολούθηση του 2015 και την επακόλουθη έρευνα του 2016 προέκυψε ότι ορισμένες εταιρείες καταχωρισμένες στο καθεστώς ZFM, οι οποίες επωφελήθηκαν από τον μειωμένο φόρο εισοδήματος εταιρειών, δεν μπορούσαν να αποδείξουν την πραγματική δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας στην περιοχή, τον αντικειμενικό υπολογισμό του αριθμού των θέσεων εργασίας ή το ότι οι δηλωθέντες υπάλληλοι ασκούσαν τη δραστηριότητά τους στη Μαδέρα.

(28)

Σε σχέση με την εφαρμογή του καθεστώτος ZFM, η Πορτογαλία ενημέρωσε ότι θεωρεί ως δεόντως δημιουργηθείσα θέση εργασίας κάθε είδους σχέση εργασίας η οποία προβλέπεται από τον εθνικό εργατικό κώδικα (31), σύμφωνα με τον οποίο η σχέση απασχόλησης μπορεί να θεσπιστεί υπό οποιαδήποτε από τις προβλεπόμενες από τον νόμο μορφές (32). Στη βάση αυτή, δέχθηκε ως δεόντως δημιουργηθείσα θέση εργασίας για τους σκοπούς της εφαρμογής του καθεστώτος ZFM κάθε απασχόληση οποιασδήποτε νομικής φύσης και ανεξαρτήτως του αριθμού ωρών, ημερών, μηνών πραγματικής εργασίας ετησίως. Δεδομένου ότι η εργασία μελών διοικητικού συμβουλίου και η μερική απασχόληση επιτρέπονται από το εθνικό δίκαιο, οι θέσεις υπαλλήλων με καθεστώς μερικής απασχόλησης (κάθε είδους) και τα μέλη διοικητικού συμβουλίου που δηλώθηκαν ως απασχολούμενα σε περισσότερες δικαιούχους εταιρείες προσμετρήθηκαν ως δεόντως δημιουργηθείσες θέσεις εργασίας για τον σκοπό του υπολογισμού του μέγιστου φορολογικού πλεονεκτήματος για κάθε δικαιούχο εταιρεία που τους δήλωσε.

(29)

Επομένως, για τον σκοπό του υπολογισμού της φορολογικής ελάφρυνσης δικαιούχων του καθεστώτος ZFM, η Πορτογαλία δεν έλαβε υπόψη, ούτε έλεγξε, τα ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης (στο εξής: ΙΠΑ) (33), αλλά μόνο τις θέσεις εργασίας που δήλωσαν οι δικαιούχοι στις ετήσιες φορολογικές δηλώσεις τους (Έντυπο 22, «Modelo 22» (34)), και σε ορισμένες περιπτώσεις, στις δηλώσεις που υπέβαλαν οι δικαιούχοι εταιρείες σε σχέση με την παρακράτηση φόρου επί του εισοδήματος των υπαλλήλων τους (Έντυπο 10, «Modelo 10», Έντυπο 30, «Modelo 30», ή μηνιαία κατάσταση μισθοδοσίας, declaração mensal de remunerações, στο εξής: DMR (35)): οι τελευταίες αυτές δηλώσεις μπορεί να παρέχουν τη δυνατότητα διασταυρούμενου ελέγχου με τις πληροφορίες για τις δηλωθείσες θέσεις εργασίας στο «Modelo 22» (36). Όλες οι ως άνω δηλώσεις θεωρούνται κατά τεκμήριο αληθείς, κατά την έννοια του άρθρου 75 του γενικού φορολογικού νόμου («Lei Geral Tributária»). Εάν οι οντότητες δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους υποβολής δηλώσεων, είτε παραλείποντας να υποβάλουν δηλώσεις είτε υποβάλλοντας εσφαλμένες πληροφορίες, εφαρμόζονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στον γενικό νόμο περί φορολογικών αδικημάτων («Regime Geral das Infrações Tributárias») (37).

(30)

Από το 2013, η DMR περιλάμβανε μηνιαίες καταστάσεις (38), η δε Πορτογαλία ανέφερε ότι έλαβε υπόψη μόνο τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δηλώθηκε τον Δεκέμβριο κάθε έτους, ανεξαρτήτως του αν οι οικείοι υπάλληλοι εργάστηκαν ή όχι για την εταιρεία καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Όταν η Επιτροπή ζήτησε από την Πορτογαλία να παράσχει υπολογισμούς του αριθμού των θέσεων εργασίας ως ΙΠΑ, σύμφωνα με τον ορισμό των ΚΓΠΕ 2007, η Πορτογαλία ισχυρίστηκε ότι ο εν λόγω ορισμός της απασχόλησης δεν εφαρμόζεται στις περιφερειακές ενισχύσεις λειτουργίας αλλά μόνο στα καθεστώτα επενδυτικών ενισχύσεων που εγκρίνονται βάσει των ΚΓΠΕ 2007, καθώς δεν περιλαμβάνεται ειδικώς στην ενότητα των ΚΓΠΕ 2007 για τις ενισχύσεις λειτουργίας, αλλά στην ενότητα για τις επενδυτικές ενισχύσεις. Η Πορτογαλία ισχυρίστηκε επίσης ότι ο ορισμός του αριθμού απασχολουμένων στο άρθρο 5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/2008 της Επιτροπής (39) (γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία, στο εξής: ΓΚΑΚ 2008) σχετίζεται μόνο με τον ορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) εντός του πεδίου εφαρμογής του ΓΚΑΚ 2008 και δεν εφαρμόζεται στο καθεστώς Regime III, το οποίο υπόκειται σε ad hoc απόφαση. Η Πορτογαλία ισχυρίστηκε επίσης ότι κύριος σκοπός του εγκεκριμένου καθεστώτος ZFM δεν είναι η δημιουργία θέσεων εργασίας ή η αντιστάθμιση του μισθολογικού κόστους, αλλά μάλλον η προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής σε εξόχως απόκεντρη περιοχή μέσω του εκσυγχρονισμού και της διαφοροποίησης της οικονομίας της (40).

(31)

Στο πλαίσιο της έρευνας του 2016, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν από την Πορτογαλία να παράσχει τον αριθμό μητρώου κοινωνικής ασφάλισης όλων των υπαλλήλων που απασχολήθηκαν από δικαιούχους του καθεστώτος ZFM κατά τα έτη 2012 και 2013, προκειμένου να ελέγξει ενδεχόμενη διπλή καταμέτρηση των θέσεων εργασίας. Μολονότι προσκόμισε τα εν λόγω στοιχεία, η Πορτογαλία επισήμανε ότι δεν είχαν σημασία για τους σκοπούς της εφαρμογής του καθεστώτος ZFM, καθώς πρόκειται για φορολογικό καθεστώς, οι δε έλεγχοι διενεργούνται μέσω φορολογικών δηλώσεων (41).

(32)

Επιπλέον, η Πορτογαλία επισήμανε ότι οι δικαιούχοι εταιρείες δεν υποχρεούνται να υποβάλουν στη φορολογική διοίκηση οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο της σχέσης απασχόλησης που έχουν με τους δηλωθέντες υπαλλήλους, καθώς η βεβαίωση φόρου πραγματοποιείται βάσει των φορολογικών δηλώσεων («Modelos») που αναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 29 της παρούσας απόφασης (42). Η φορολογική διοίκηση ενδέχεται να ζητήσει τις εν λόγω πληροφορίες μόνο εάν έχει στοιχεία που δημιουργούν υπόνοιες για σφάλματα, παραλείψεις, ανακρίβειες κ.λπ. (43) Το άρθρο 16 του πορτογαλικού εργατικού κώδικα προβλέπει την προστασία της ιδιωτικής ζωής, με αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται αυτομάτως η πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία περιέχονται σε σχέση απασχόλησης, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων (44). Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 2 και το άρθρο 75 παράγραφος 1 του Lei Geral Tributária, θεωρείται, κατά τεκμήριο, ότι οι υποκείμενοι στον φόρο ενεργούν καλόπιστα. Επομένως, οι δηλώσεις που υποβάλλουν καθώς και τα στοιχεία και οι αξιολογήσεις των λογαριασμών ή της λογιστικής τους θεωρούνται, κατά τεκμήριο, αληθή και αποτέλεσμα καλόπιστων ενεργειών (45).

(33)

Επιπλέον, η Πορτογαλία προσκόμισε πληροφορίες, οι οποίες καταδεικνύουν ότι, για ορισμένους δικαιούχους ενίσχυσης βάσει του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα της παρακολούθησης του 2015 και στην επακόλουθη έρευνα του 2016, μέρος των θέσεων εργασίας για τις οποίες χορηγήθηκαν φορολογικές ελαφρύνσεις βρίσκονταν εκτός της Μαδέρας (ορισμένες ακόμη και εκτός της Ένωσης). Η Πορτογαλία επισήμανε ότι, για τον σκοπό της εφαρμογής του καθεστώτος ZFM, η πρακτική της είναι να λαμβάνει υπόψη θέσεις εργασίας που δημιουργούνται εντός ή εκτός της περιφέρειας της Μαδέρας: εφόσον οι θέσεις εργασίας δημιουργούνται από εταιρεία καταχωρισμένη στη ZFM, δεν είναι αναγκαίο να δημιουργούνται στην περιοχή αυτή. Καθώς, σύμφωνα με το πορτογαλικό εργατικό δίκαιο, οι εταιρείες και οι υπάλληλοι μπορούν να ορίζουν ελεύθερα τον τόπο παροχής των υπηρεσιών των υπαλλήλων, για τους σκοπούς της εφαρμογής του καθεστώτος ZFM, ο τόπος εργασίας μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε, ακόμη και εκτός της Μαδέρας και της Πορτογαλίας. Η Πορτογαλία επισήμανε επίσης ότι τα δεδομένα των «υπαλλήλων» που περιέχονταν στις οικείες φορολογικές δηλώσεις δεν είχαν καμία σχέση με την ιθαγένειά τους (δηλαδή η ιθαγένεια δεν έχει σημασία για φορολογικούς σκοπούς) (46). Επιπλέον, κατά την Πορτογαλία, οι υπάλληλοι εταιρειών δικαιούχων του καθεστώτος ZFM, οι οποίοι εργάζονται μόνιμα εκτός της Πορτογαλίας, είναι αντικειμενικά αμειβόμενοι υπάλληλοι της δικαιούχου εταιρείας και συμβάλλουν, μέσω της εργασίας τους, στη δημιουργία εσόδων για τη δικαιούχο εταιρεία και, επομένως, οι θέσεις εργασίας τους πρέπει να ληφθούν υπόψη ως «θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν και διατηρήθηκαν» για τον σκοπό της εφαρμογής του καθεστώτος ZFM (47).

(34)

Όσον αφορά τους ελέγχους που διενήργησαν οι πορτογαλικές αρχές σχετικά με τον αριθμό θέσεων εργασίας που δημιούργησαν και διατήρησαν οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM, η Πορτογαλία επισήμανε ότι, σε περίπτωση αποκλίσεων μεταξύ των πληροφοριών που περιέχονται στις διάφορες δηλώσεις, το «Modelo 10» και το «Modelo 30», καθώς και η DMR (από την 1η Ιανουαρίου 2013) υπερισχύουν του «Modelo 22» (48). Μετά το αίτημα παροχής πληροφοριών των υπηρεσιών της Επιτροπής, σχετικά με διάφορες αποκλίσεις που εντοπίστηκαν κατά την παρακολούθηση του 2015, η Πορτογαλία ανέφερε ότι το «Modelo 22» καθιστά δυνατό τον ποσοτικό προσδιορισμό μόνο για τις θέσεις που συνεπάγονται παρακράτηση φόρου οι οποίες δημιουργήθηκαν και διατηρήθηκαν κατά την οικεία περίοδο. Τούτο μπορεί να συνεπάγεται αποκλίσεις με τα άλλα «Modelos», ειδικότερα στην περίπτωση εισοδήματος υπαλλήλων χαμηλότερου ορισμένου κατώτατου ορίου που δεν συνεπάγεται παρακράτηση φόρου. Επιπλέον, η Πορτογαλία ενημέρωσε ότι οι φορολογικές αρχές ζήτησαν από τις οικείες εταιρείες να διορθώσουν τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δήλωσαν στις ετήσιες φορολογικές δηλώσεις τους, χωρίς να αμφισβητηθεί ποτέ η καθαυτό απόδειξη της ύπαρξης των θέσεων εργασίας.

(35)

Η Πορτογαλία ανέφερε επίσης ότι, κατά την εφαρμογή του Regime III, ακόμη και σε περίπτωση παράλειψης, εκ μέρους των δικαιούχων, να δηλώσουν τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στην περιοχή, θεώρησε ότι οι ετήσιες φορολογικές δηλώσεις υποβλήθηκαν δεόντως και, ως εκ τούτου, η βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου και του ποσού της μείωσης φόρου δεν επηρεάστηκε.

(36)

Τέλος, η Πορτογαλία ισχυρίστηκε ότι, για συγκεκριμένο είδος εταιρειών συμμετοχών —τις «Sociedades Gestoras de Participações Sociais» (στο εξής: SGPS)—, το καθεστώς ZFM δεν απαιτεί τη δημιουργία θέσεων εργασίας προκειμένου οι εν λόγω εταιρείες να επωφεληθούν της μείωσης του φόρου εταιρειών. Κατά την Πορτογαλία, η απαλλαγή των SGPS από την υποχρέωση δημιουργίας θέσεων εργασίας περιλαμβανόταν στο σχέδιο νομοθετικού διατάγματος (49) που προσαρτήθηκε στην κοινοποίηση. Επομένως, κατά τη γνώμη της, η έγκριση του καθεστώτος με την απόφαση της Επιτροπής του 2007 ενέκρινε επίσης έμμεσα την εν λόγω απαλλαγή, μαζί με τις λοιπές διατάξεις του ίδιου νόμου.

3.   ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

(37)

Στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, η Επιτροπή εξέφρασε την προκαταρκτική άποψη ότι το καθεστώς ZFM συνιστά κρατική ενίσχυση για τους σκοπούς του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ και πρόσθεσε ότι διατηρεί σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τη συμβατότητα του καθεστώτος, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, με την εσωτερική αγορά.

(38)

Όσον αφορά την ύπαρξη ενίσχυσης, η Επιτροπή κατέληξε, σε προκαταρκτική βάση, στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς ZFM που εφάρμοσε η Πορτογαλία υπέρ των εταιρειών της ZFM συνιστά κρατική ενίσχυση (50). Αποφασίζεται από το Δημόσιο και καταλογίζεται σε αυτό (51). Η ενίσχυση είναι επιλεκτική, καθώς παρέχει πλεονέκτημα στις εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στη ZFM στον βαθμό που παρέχει στις εταιρείες της ZFM τη δυνατότητα μείωσης του κανονικώς οφειλόμενου φόρου εισοδήματος εταιρειών, η οποία δεν δικαιολογείται από τη λογική του φορολογικού συστήματος (52). Στο μέτρο που εταιρείες καταχωρισμένες στη ZFM ασκούσαν δραστηριότητες ανοικτές στον διεθνή ανταγωνισμό, η Επιτροπή κατέληξε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι το καθεστώς ZFM νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, καθώς μπορεί να βελτιώσει την ανταγωνιστική θέση των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM σε σύγκριση με εκείνη άλλων εταιρειών με τις οποίες ανταγωνίζονται (53).

(39)

Όσον αφορά τον σύννομο χαρακτήρα του καθεστώτος ZFM, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας σχετικά με δύο ζητήματα (54):

i)

τη γεωγραφική προέλευση των κερδών και

ii)

τη μη επαλήθευση της δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας στην περιοχή.

(40)

Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013, το καθεστώς ZFM εγκρίθηκε με την προϋπόθεση ότι η επιτρεπόμενη μείωση φόρου εισοδήματος θα εφαρμοστεί σε κέρδη που προκύπτουν από δραστηριότητες που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στην περιοχή. Η θεμελιώδης αυτή προϋπόθεση συνδέεται αυστηρά με τον στόχο των περιφερειακών ενισχύσεων λειτουργίας για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές (δηλαδή την αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες στις εν λόγω περιοχές λόγω των διαρθρωτικών μειονεκτημάτων των περιοχών) και επίσης εξηγεί γιατί η έγκριση, με την απόφαση της Επιτροπής του 2007, βασίστηκε στη μελέτη σχετικά με το πρόσθετο κόστος με το οποίο επιβαρύνονται εταιρείες στην εξόχως απόκεντρη περιοχή της Μαδέρας (55).

(41)

Η Επιτροπή κατέληξε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι, εάν οι εταιρείες δεν ασκούν τη δραστηριότητά τους στη Μαδέρα, δεν επιβαρύνονται με οποιοδήποτε πρόσθετο κόστος λόγω της άσκησης της δραστηριότητάς τους σε εξόχως απόκεντρη περιοχή. Επομένως, δεν μπορούν να θεωρηθούν νόμιμοι δικαιούχοι του εγκεκριμένου καθεστώτος ZFM και δεν δικαιούνται περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας.

(42)

Η Επιτροπή παρατήρησε επίσης ότι η Πορτογαλία δεν προσκόμισε οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με ενδεχόμενους ελέγχους που είχαν διενεργήσει οι αρμόδιες φορολογικές αρχές όσον αφορά την προέλευση των εσόδων που δηλώθηκαν και στα οποία εφαρμόστηκε η μείωση φόρου εισοδήματος. Επιπλέον, όπως προκύπτει από την περίπτωση κάθε δικαιούχου του καθεστώτος που περιλήφθηκε στο δείγμα, η Πορτογαλία δεν υπέβαλε πληροφορίες σχετικά με τον τόπο πραγματικής άσκησης της δραστηριότητας, αλλά περιορίστηκε μόνο στην υποβολή της διεύθυνσης της έδρας των δικαιούχων στη Μαδέρα. Δεδομένου ότι η Πορτογαλία αναγνώρισε ότι οι μειώσεις φόρου εφαρμόζονται κυρίως στο εισόδημα από δραστηριότητες εκτός Πορτογαλίας, υπήρχε ήδη σοβαρή ένδειξη ότι η σχετική προϋπόθεση συμβατότητας, η οποία αφορά την προέλευση των κερδών που επωφελούνται της μείωσης του φόρου εισοδήματος, δεν πληρούνταν. Επιπλέον, η αναφερόμενη εργασία υπαλλήλων εκτός της Μαδέρας ή ακόμη και εκτός της Ένωσης, ή η ανυπαρξία υπαλλήλων λόγω του υψηλού αριθμού διπλών καταμετρήσεων, όπως προέκυψε από την παρακολούθηση του 2015, ήταν επίσης σοβαρές ενδείξεις ότι οι φορολογικές ελαφρύνσεις που χορηγήθηκαν σε δικαιούχους του καθεστώτος ZFM μπορεί να μην συνδέονταν με κέρδη παραγόμενα στην περιοχή.

(43)

Όσον αφορά το κριτήριο συμβατότητας που σχετίζεται με τη δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας στην περιφέρεια της Μαδέρας, η Επιτροπή κατέληξε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι η Πορτογαλία εφάρμοσε το καθεστώς ZFM, καθ’ όλη τη διάρκειά του, κατά τρόπο που δεν συνάδει με τον σκοπό του εγκεκριμένου καθεστώτος καθώς και με τα κριτήρια συμβατότητας που καθορίστηκαν στις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013. Η μη επαλήθευση της δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας καταδείχθηκε από τα αποτελέσματα της παρακολούθησης του 2015, κατά τα οποία: i) υπάλληλοι που εργάστηκαν για τμήμα του φορολογικού έτους ελήφθησαν υπόψη ως υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης, ii) υπάλληλοι και μέλη του διοικητικού συμβουλίου καταμετρήθηκαν ταυτόχρονα ως κανονικοί υπάλληλοι σε περισσότερες από μία εταιρείες της ZFM και iii) υπάλληλοι που εργάζονταν εκτός της Μαδέρας, ακόμη και εκτός της Ένωσης, λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό της δημιουργίας θέσεων εργασίας στις οποίες βασίστηκε η έκπτωση φόρου εισοδήματος που προβλέπεται από το καθεστώς, στοιχεία τα οποία η Πορτογαλία επιβεβαίωσε, στο σύνολό τους, ως συνήθη πρακτική κατά την έρευνα του 2016.

(44)

Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η έννοια της «θέσης εργασίας» και ο τρόπος υπολογισμού των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και διατηρήθηκαν στην περιοχή δεν αντιστοιχούσαν στους ορισμούς, τις προϋποθέσεις και τις αρχές που καθορίζονται στις ΚΓΠΕ 2007.

(45)

Σε προκαταρκτική βάση, η Επιτροπή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι οι δραστηριότητες που ασκούσαν υπάλληλοι εκτός της περιοχής δεν μπορούν να θεωρηθούν δραστηριότητες πραγματικά και ουσιαστικά ασκούμενες στη Μαδέρα, μολονότι τα παραγόμενα έσοδα μπορούν να κατανεμηθούν σε εταιρείες ευρισκόμενες στη ZFM.

(46)

Επίσης, κατά την προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής, οι φορολογικοί έλεγχοι που διενήργησαν οι πορτογαλικές φορολογικές αρχές είναι επίσης σοβαρή ένδειξη ότι, στην πράξη, η Πορτογαλία δεν διασφαλίζει κατάλληλο έλεγχο της συμμόρφωσης με τα θεμελιώδη κριτήρια συμβατότητας που καθορίστηκαν στις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013. Συγκεκριμένα, η Πορτογαλία δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι διενήργησε ελέγχους εκτός του πεδίου της παρακολούθησης των υπηρεσιών της Επιτροπής· εν πάση περιπτώσει, η φύση των εν λόγω ελέγχων φαινόταν να έχει εξολοκλήρου φορολογικούς σκοπούς και να μην συνδέεται με τα ανωτέρω κριτήρια· και [30 %-40 %] (*1)του συνόλου των υπαλλήλων που δηλώθηκαν ως υπάλληλοι δικαιούχων του καθεστώτος ZFM για τα έτη 2012 και 2013 καταμετρήθηκαν ως εργαζόμενοι σε περισσότερες από μία εταιρείες δικαιούχους του καθεστώτος ZFM με σκοπό την επίτευξη της μείωσης φόρου για τους δικαιούχους.

(47)

Τέλος, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες όσον αφορά τη διατήρηση των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν, βάσει των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης του 2015, τα οποία κατέδειξαν πολύ υψηλή διακύμανση του αριθμού των υπαλλήλων που απασχολούνταν κάθε μήνα από τους δικαιούχους του καθεστώτος ZFM.

(48)

Επιπλέον, η Επιτροπή εξέτασε αν μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM μπορούν να θεωρηθούν συμβατές, εάν απαλλάσσονται κατά κατηγορία βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής (γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία, στο εξής: ΓΚΑΚ 2014) (56), ο οποίος ενδέχεται να εφαρμόζεται αναδρομικά σε μεμονωμένες ενισχύσεις χορηγηθείσες πριν από την έναρξη ισχύος των αντίστοιχων διατάξεων του ΓΚΑΚ 2014, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις (57).

(49)

Η Αυτόνομη Περιφέρεια Μαδέρας (ΑΠΜ) είναι, κατά το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ, εξόχως απόκεντρη περιοχή. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 4 του ΓΚΑΚ 2014, είναι επιλέξιμη για περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας βάσει της παρέκκλισης που προβλέπεται στο άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: i) οι δικαιούχοι ασκούν πραγματικά τη δραστηριότητά τους στην εξόχως απόκεντρη περιοχή και ii) το ετήσιο ποσό ενίσχυσης δεν υπερβαίνει μέγιστο ποσοστό της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται ετησίως ή του ετήσιου κόστους εργασίας που φέρει ο δικαιούχος ή του ετήσιου κύκλου εργασιών του δικαιούχου που πραγματοποιείται στη συγκεκριμένη περιοχή.

(50)

Το καθεστώς ZFM συνίσταται σε φορολογικές ελαφρύνσεις, όπως περιγράφηκε στην αιτιολογική σκέψη 12 της παρούσας απόφασης, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των δαπανών με τις οποίες θα έπρεπε να επιβαρυνθούν οι εταιρείες στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους. Ως εκ τούτου, συνιστά ενίσχυση λειτουργίας υπέρ των εταιρειών που μπορούν να επωφεληθούν αυτού στη ZFM. Ωστόσο, βάσει των πληροφοριών που υπέβαλε η Πορτογαλία κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, η Επιτροπή διατύπωσε την προκαταρκτική άποψη ότι οι δικαιούχοι του καθεστώτος που εφάρμοσε η Πορτογαλία δεν ασκούσαν κατ’ ανάγκη τη δραστηριότητά τους στη Μαδέρα. Επιπλέον, η Επιτροπή κατέληξε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι τα σχετικά ποσά ενίσχυσης δεν σχετίζονταν κατ’ ανάγκη με την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, το κόστος εργασίας ή τον κύκλο εργασιών που παράγονται στη Μαδέρα (58).

(51)

Συμπερασματικά, η Επιτροπή εξέφρασε την προκαταρκτική άποψη ότι το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, δεν συνάδει με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013 και, εν πάση περιπτώσει, με τις ΚΓΠΕ 2007, δεδομένου ότι τα δύο ζητήματα που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 39 των αποφάσεων αντικατόπτριζαν τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την έγκριση της περιφερειακής ενίσχυσης λειτουργίας βάσει των ΚΓΠΕ 2007. Η Επιτροπή διατύπωσε επίσης αμφιβολίες για το αν οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του καθεστώτος μπορούν να θεωρηθούν συμβατές βάσει του ΓΚΑΚ 2014 για τις ενισχύσεις λειτουργίας στις εξόχως απόκεντρες περιοχές (59). Τέλος, η Επιτροπή διατύπωσε αμφιβολίες για το αν το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, μπορεί να θεωρηθεί συμβατό απευθείας βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι οι πορτογαλικές αρχές φαίνεται να το έχουν εφαρμόσει κατά τρόπο που δεν αντισταθμίζει τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα τα οποία ενδέχεται πράγματι να ανακύπτουν για τις εταιρείες στο πλαίσιο της δραστηριότητάς τους στη Μαδέρα (60).

4.   ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑΣ

4.1.   Πρόσθετες πληροφορίες που υπέβαλε η Πορτογαλία κατά τη διάρκεια της διεξοδικής έρευνας

(52)

Με την απόφαση κίνησης της διαδικασίας, η Επιτροπή ζήτησε από την Πορτογαλία να προσκομίσει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με εφαρμογή του καθεστώτος ZFM καθ’ όλη τη διάρκειά του (2007 έως 2014) (61). Ειδικότερα, η Επιτροπή ζήτησε από την Πορτογαλία να παράσχει:

κατάλογο όλων των εταιρειών που ήταν καταχωρισμένες στη ZFM για το διάστημα από το 2007 έως το 2014, με μνεία των ποσών ενίσχυσης που έλαβαν σε κάθε έτος·

κατάλογο όλων των υπαλλήλων που απασχόλησαν οι καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες (2007 έως 2014)·

κατάλογο των 25 σημαντικότερων αποδεκτών ενίσχυσης στη ZFM βάσει του καθεστώτος III κατά τα έτη 2007 έως 2011 και 2014 (με μνεία των ποσών ενίσχυσης που έλαβαν σε κάθε έτος και του αριθμού υπαλλήλων που λήφθηκε υπόψη για τη χορήγηση της μείωσης του φόρου και με παροχή σχετικών αποδεικτικών έγγραφων)·

απόδειξη της προέλευσης του εισοδήματος όλων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα, οι οποίοι επιλέχθηκαν κατά την παρακολούθηση για τα έτη 2012 και 2013, καθώς και των 25 σημαντικότερων αποδεκτών ενίσχυσης στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM για τα έτη 2007 έως 2011 και 2014 (συμπεριλαμβανομένων σχετικών αποδεικτικών έγγραφων·

απόδειξη του πραγματικού τόπου άσκησης της δραστηριότητας όλων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα για το διάστημα από το 2007 έως το 2014 (συμπεριλαμβανομένων σχετικών αποδεικτικών έγγραφων)·

υπολογισμό του αριθμού των υπαλλήλων όλων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα (έτη 2007 έως 2014) σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης βάσει του ορισμού που προβλέπεται στο σημείο 58 και στην υποσημείωση 52 των ΚΓΠΕ 2007 (συμπεριλαμβανομένων σχετικών αποδεικτικών έγγραφων)·

μη προβληθέντα προηγουμένως επιχειρήματα όσον αφορά τη συμβατότητα των προϋποθέσεων του καθεστώτος ZFM που εφάρμοσε η Πορτογαλία βάσει του ΓΚΑΚ 2014 ή του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ.

(53)

Η Επιτροπή ενημέρωσε περαιτέρω την Πορτογαλία ότι, χωρίς τις προαναφερθείσες πληροφορίες, θα λάμβανε απόφαση βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της (62).

(54)

Με επιστολές της 11ης και της 26ης Σεπτεμβρίου 2018 (63) και της 24ης Απριλίου 2019, αντιστοίχως, η Πορτογαλία υπέβαλε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του καθεστώτος ZFM καθώς και παρατηρήσεις επί της απόφασης έναρξης της διαδικασίας.

(55)

Στις 11 Σεπτεμβρίου 2018 η Πορτογαλία υπέβαλε στοιχεία για όλες τις εταιρείες που ήταν καταχωρισμένες στη ZFM καθ’ όλη τη διάρκεια του καθεστώτος (από το 2007 έως το 2014). Υπέβαλε επίσης τα ποσά των ενισχύσεων που έλαβε κάθε έτος κάθε δικαιούχος έως το 2014. Η Πορτογαλία υπέβαλε επίσης κατάλογο των 25 σημαντικότερων δικαιούχων ενίσχυσης του καθεστώτος ZFM κατά τα έτη 2007 έως 2011 και 2014 (64), με μνεία των ποσών ενίσχυσης που έλαβαν. Επιπλέον, με επιστολή της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, η Πορτογαλία υπέβαλε, για τα έτη 2007 έως 2014, κατάλογο των υπαλλήλων που απασχόλησαν όλες οι εταιρείες που ήταν καταχωρισμένες στη ZFM (65). Ωστόσο, οι πληροφορίες αυτές δεν καθιστούν δυνατή την πλήρη επαλήθευση των προβληματικών ζητημάτων που εντοπίστηκαν κατά την παρακολούθηση: i) μέλη διοικητικού συμβουλίου και εργαζόμενοι που κατέχουν τέτοιες θέσεις συγχρόνως σε περισσότερες εταιρείες στη ZFM, ii) περιπτώσεις διπλής καταμέτρησης θέσεων εργασίας και iii) θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης οι οποίες λήφθηκαν υπόψη για σκοπούς δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας και πλήρεις φορολογικές ελαφρύνσεις χορηγηθείσες σε εταιρείες της ZFM.

(56)

Η Πορτογαλία δεν προσκόμισε πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των υπαλλήλων που λήφθηκε υπόψη για τη χορήγηση της μείωσης του φόρου για τα έτη 2008, 2009 και 2010 (66), οι δε πληροφορίες που προσκόμισε για τα έτη 2011 και 2014 ήταν ελλιπείς (67). Επιπλέον, για κάθε έτος, οι υποβληθείσες πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των υπαλλήλων παρουσιάζονται με ασαφή τρόπο: i) διαφορετικές πηγές και ii) διαφορετικές περίοδοι δήλωσης χωρίς άμεση σχέση μεταξύ του αριθμού των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν/διατηρήθηκαν και του ποσού ενίσχυσης που λήφθηκε σε κάθε περίοδο.

(57)

Επιπλέον, η Πορτογαλία δεν προσκόμισε τις ακόλουθες πληροφορίες, δεδομένα και δικαιολογητικά έγγραφα (68) που ήταν αναγκαία για την αξιολόγηση της συμβατότητας της ενίσχυσης:

απόδειξη των εγγράφων που χρησιμοποιήθηκαν για την επαλήθευση του αριθμού των υπαλλήλων· για τα έτη έως το 2010, η Πορτογαλία διευκρίνισε ότι οι εταιρείες δεν υποχρεούνταν να δηλώνουν τον αριθμό υπαλλήλων στις φορολογικές δηλώσεις τους·

απόδειξη της προέλευσης του εισοδήματος των δικαιούχων που περιλαμβάνονταν στο δείγμα οι οποίοι επιλέχθηκαν κατά την προκαταρκτική έρευνα (69) και των 25 σημαντικότερων δικαιούχων του καθεστώτος ZFM για τα έτη 2007 έως 2009 (70)·

απόδειξη του πραγματικού τόπου άσκησης της δραστηριότητας των υπαλλήλων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFΜ·

υπολογισμός του αριθμού των υπαλλήλων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα οι οποίοι επιλέχθηκαν κατά την παρακολούθηση για τα έτη 2012 και 2013, καθώς και των 25 σημαντικότερων δικαιούχων ενίσχυσης για τα έτη 2007 έως 2011 και 2014, σε ΙΠΑ σύμφωνα με τον ορισμό που καθορίζεται στο σημείο 58 και στην υποσημείωση 52 των ΚΓΠΕ 2007.

(58)

Στη συνάντηση με τις υπηρεσίες της Επιτροπής που πραγματοποιήθηκε στις 10 Απριλίου 2019, η οποία αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 8 της παρούσας απόφασης, η Επιτροπή υπενθύμισε στην Πορτογαλία τα διαδικαστικά βήματα της τρέχουσας επίσημης διαδικασίας έρευνας καθώς και την αναληφθείσα από τον Σεπτέμβριο του 2017 δέσμευση αμοιβαίας συνεργασίας, η οποία είχε αποβεί άκαρπη έως τότε. Επιπλέον, η Επιτροπή κάλεσε την Πορτογαλία να παράσχει τις ελλείπουσες πληροφορίες, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 64 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας, ώστε οι υπηρεσίες της Επιτροπής να διαθέτουν πλήρες σύνολο πραγματικών στοιχείων/πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ZFM.

(59)

Με επιστολή της 24ης Απριλίου 2019 (71), προκειμένου να αντικρούσει την προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής σχετικά με τον μη πρόσφορο χαρακτήρα των φορολογικών ελέγχων (72), η Πορτογαλία υπέβαλε στοιχεία σχετικά με τους φορολογικούς ελέγχους που διενεργήθηκαν, στο διάστημα από το 2015 έως το 2018, σε δικαιούχους του καθεστώτος ZFM (73). Στο προαναφερθέν διάστημα, δρομολογήθηκαν [300-600] φορολογικοί έλεγχοι και ολοκληρώθηκαν [300-600] φορολογικοί έλεγχοι. Οι αναφερθείσες φορολογικές διορθώσεις ανέρχονται σε περίπου [100-250] εκατ. EUR. Η Πορτογαλία ανέφερε επίσης αποκλίσεις σχετικά με [100-300] φορολογικές δηλώσεις δικαιούχων του καθεστώτος ZFM. Ωστόσο, όσον αφορά τους περατωθέντες φορολογικούς ελέγχους για το καθεστώς ZFM (Regime III), οι υποβληθείσες πληροφορίες δεν καθιστούσαν δυνατή τη διαπίστωση σχέσης μεταξύ των φορολογικών ελέγχων και των διορθώσεων που αναφέρθηκαν και των δύο ζητημάτων σε σχέση με τα οποία κινήθηκε η επίσημη διαδικασία έρευνας.

(60)

Επιπλέον, η Πορτογαλία αναγνώρισε ότι τα κριτήρια σχετικά με τη δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας θα πρέπει να αποσαφηνιστούν περαιτέρω, με στόχο την εξάλειψη κάθε αμφιβολίας σχετικά με την ερμηνεία τους, μέσω πρόληψης της κατάχρησης της σχετικής ενίσχυσης και θέσπισης περαιτέρω μέτρων που θα διασφαλίζουν ότι η καταμέτρηση των θέσεων εργασίας συμβάλλει στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της Μαδέρας (74). Συναφώς, η Πορτογαλία υπέβαλε σχέδιο απόφασης («projeto de despacho da Vice-Presidência do Governo Regional da Madeira»), στο οποίο αποσαφηνίζεται η έννοια της «δημιουργίας θέσεων εργασίας» σύμφωνα με τους ορισμούς των ΚΓΠΕ 2007 (75).

(61)

Στο πλαίσιο αυτό, η Πορτογαλία αναγνώρισε ότι η θέσπιση νομοθετικών τροποποιήσεων στο καθεστώς ZFM ήταν αναγκαία για την αποφυγή δυνητικών καταχρήσεων. Επιπλέον, η Πορτογαλία πρότεινε σύνολο νομοθετικών, κανονιστικών και ελεγκτικών μέτρων για το καθεστώς ZFM, σε σχέση με τα οποία ζήτησε τη συμφωνία της Επιτροπής μέσω σύστασης για την πρόταση κατάλληλων μέτρων προς το οικείο κράτος μέλος, βάσει του άρθρου 22 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου (76). Εναλλακτικά, η Πορτογαλία πρότεινε την έγκριση των εν λόγω νομοθετικών τροποποιήσεων με απόφαση της Επιτροπής («υπό όρους απόφαση»), όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 (77).

(62)

Συναφώς, πέραν της αποσαφήνισης της έννοιας της «δημιουργίας θέσεων εργασίας» που αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 60 της παρούσας απόφασης, η Πορτογαλία πρότεινε τις ακόλουθες τροποποιήσεις στη νομική βάση του καθεστώτος ZFM (78): i) την εξαίρεση των SGPS (79)· ii) τη διάθεση των εσόδων του φόρου εισοδήματος εταιρειών του καθεστώτος ZFM σε σκοπούς της πολιτικής για την υγεία και την εκπαίδευση· iii) τη θέσπιση ειδικής ρήτρας απαγόρευσης καταχρήσεων για το καθεστώς ZFM σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου (80) για τις πρακτικές φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά την ασυμφωνία στη μεταχείριση υβριδικών μέσων με τρίτες χώρες· και iv) τον καθορισμό κριτηρίων για τον προσδιορισμό φορολογουμένων μεγάλου πλούτου στη ZFM, των οποίων η φορολογική κατάσταση απαιτεί διαρκή παρακολούθηση από το Γραφείο της Ελεύθερης Ζώνης («Gabinete da Zona Franca») (81), συμπληρωματικά προς τις πράξεις φορολογικών ελέγχων που θα διενεργούνται σε ετήσια βάση.

4.2.   Παρατηρήσεις της Πορτογαλίας

(63)

Οι παρατηρήσεις που υπέβαλε η Πορτογαλία, με την επιστολή της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, συνοψίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις που ακολουθούν.

(64)

Η Πορτογαλία ισχυρίζεται ότι αρνητική απόφαση σχετικά με το καθεστώς ZFM θα έχει εξαιρετικά δυσμενείς και ανεπανόρθωτες συνέπειες στην οικονομική βιωσιμότητα της Μαδέρας (82). Επομένως, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη την ιδιότητα της Μαδέρας ως εξόχως απόκεντρης περιοχής, η οποία αναγνωρίζεται στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ.

(65)

Η Πορτογαλία υποστηρίζει περαιτέρω ότι η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει κατά την αξιολόγησή της τον οικονομικό αντίκτυπο του καθεστώτος ZFM στην ανάπτυξη της περιοχής (83), ειδικότερα μέσω της εξέτασης των οικονομικών συνεπειών του στο εθνικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές εμπόριο (84).

(66)

Τέλος, η Πορτογαλία θεωρεί ότι η τρέχουσα διεξοδική έρευνα συνιστά διάκριση εις βάρος της Μαδέρας σε σχέση με άλλες δικαιοδοσίες, οι οποίες εφαρμόζουν προτιμησιακούς συντελεστές φόρου εισοδήματος και δεν υπάγονται στους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις (85).

Ύπαρξη ενίσχυσης

(67)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM δεν περιλαμβάνει κρατικούς πόρους (δηλαδή αύξηση των δαπανών ή ακόμη μείωση των εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού). Το καθεστώς δεν συνιστά «πραγματική φορολογική δαπάνη», αλλά απλώς και μόνο εικονική φορολογική δαπάνη ή ακόμη και λογιστική κατασκευή («θεωρητική απώλεια φορολογικών εσόδων») (86). Η Πορτογαλία εξηγεί περαιτέρω ότι οι εταιρείες εγκαθίστανται στη ZFM, και επενδύουν εκεί, μόνον εφόσον υφίσταται φορολογική ελάφρυνση. Διαφορετικά, χωρίς τη φορολογική ελάφρυνση, δεν θα εγκαθίσταντο στη ZFM ούτε θα κατέβαλλαν τους συνήθεις φόρους που ισχύουν στην ηπειρωτική Πορτογαλία ή στη Μαδέρα (87).

(68)

Η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι το καθεστώς ZFM είναι μέρος της γενικής οικονομίας του πορτογαλικού φορολογικού συστήματος (88). Η Πορτογαλία θεωρεί επίσης ότι, σύμφωνα με την πρακτική της Επιτροπής (89), χαμηλός φορολογικός συντελεστής ο οποίος εφαρμόζεται στο σύνολο κράτους μέλους ή αυτόνομης περιφέρειας θα πρέπει να θεωρείται γενικό μέτρο και, ως εκ τούτου, δεν παρέχει πλεονέκτημα στις εγκατεστημένες στη ZFM εταιρείες (90).

(69)

Η Πορτογαλία θεωρεί επίσης ότι το καθεστώς ZFM δεν είναι επιλεκτικό, καθώς το μέτρο δεν συνιστά «ευνοϊκή μεταχείριση ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής» κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η Πορτογαλία ισχυρίζεται ότι, δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 6 του καθεστώτος φορολογικών κινήτρων) (Estatuto dos Benefícios Fiscais, EBF), κάθε εταιρεία που ασκεί εμπορική, βιομηχανική, ναυτιλιακή ή άλλη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών (εφόσον δεν εξαιρείται ρητώς από το καθεστώς, όπως συμβαίνει με τις ασφαλιστικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες) μπορεί να εγκατασταθεί στη ZFM. Ως εκ τούτου, οι φορολογικές ελαφρύνσεις που απολαύουν οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM δεν πληρούν την προϋπόθεση της επιλεκτικότητας, η οποία είναι απαραίτητη για την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης. Τέλος, δεν μπορεί καν να συναχθεί ότι υφίσταται εν τοις πράγμασι επιλεκτικότητα, δεδομένου ότι οι οικείες φορολογικές ελαφρύνσεις δεν περιορίζονται σε ορισμένες κατηγορίες ή τομείς με κοινά χαρακτηριστικά.

(70)

Η Πορτογαλία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς ZFM πρέπει να θεωρηθεί γενικό μέτρο μάλλον παρά μέτρο κρατικής ενίσχυσης (91). Το υπό εξέταση μέτρο δεν συνεπάγεται επιλεκτικό πλεονέκτημα για τις καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες και μπορεί να δικαιολογηθεί από τη λογική του φορολογικού συστήματος. Τέλος, η Πορτογαλία θεωρεί ότι η Επιτροπή φέρει το βάρος απόδειξης του αν το καθεστώς ZFM περιλαμβάνει ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(71)

Επιπλέον, η Πορτογαλία ισχυρίζεται ότι, εάν θεωρηθεί ότι το καθεστώς ZFM συνεπάγεται «ενίσχυση», αυτή πρέπει να χαρακτηριστεί «υφιστάμενη ενίσχυση». Το καθεστώς ZFM είναι προγενέστερο της προσχώρησης της Πορτογαλίας στην ΕΟΚ (92) και δεν έχει υποστεί ουσιώδεις μεταβολές εκτός του πλαισίου διαπραγμάτευσης για την υφιστάμενη ενίσχυση. Επομένως, το καθεστώς ZFM δεν θα πρέπει να υπόκειται στην προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ. Αντιθέτως, η Επιτροπή θα πρέπει να κινήσει τη διαδικασία λήψης κατάλληλων μέτρων (93), τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν τη μεταβολή του περιεχομένου του καθεστώτος ενίσχυσης, τη θέσπιση απαιτήσεων ή την αποσαφήνισή του. Εναλλακτικά, η Πορτογαλία προτείνει στην Επιτροπή να εκδώσει θετική απόφαση υποκείμενη σε όρους («υπό όρους απόφαση») (94).

Προέλευση των κερδών που επωφελούνται της μείωσης του φόρου εισοδήματος

(72)

Η Πορτογαλία αναγνωρίζει ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013 προβλέπουν ότι η ενίσχυση με τη μορφή μείωσης του φόρου εισοδήματος εταιρειών εφαρμόζεται σε «κέρδη που προκύπτουν από δραστηριότητες που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα» (95). Ωστόσο, η Πορτογαλία απορρίπτει το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι, εάν δεν ασκούν τις δραστηριότητές τους στη Μαδέρα, οι εταιρείες δεν επιβαρύνονται με πρόσθετο κόστος λόγω της άσκησης δραστηριότητας σε εξόχως απόκεντρη περιοχή και, ως εκ τούτου, δεν δικαιούνται περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας (96).

(73)

Η Πορτογαλία υπενθυμίζει ότι το ποσοτικά προσδιορισμένο πρόσθετο κόστος με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες στην εξόχως απόκεντρη περιοχή της Μαδέρας (97) προσαρμόστηκε στην οικονομική διάσταση της ZFM, η οποία αναγνωρίστηκε από την απόφαση της Επιτροπής του 2007 (98). Επιπλέον, η τρέχουσα εφαρμογή του καθεστώτος ZFM είναι απολύτως συνεπής με εκείνη που προκύπτει από τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013, στις οποίες η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «το μέτρο παρέχει τη δυνατότητα αντιστάθμισης του πρόσθετου κόστους εταιρειών εγκατεστημένων στην εν λόγω εξόχως απόκεντρη περιοχή» (99). Περαιτέρω, η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι οι φορολογικές ελαφρύνσεις του καθεστώτος ZFM είναι σημαντικά χαμηλότερες από το «πρόσθετο κόστος», η δε προϋπόθεση οι δραστηριότητες να «ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα» αντικατοπτρίζεται στην υποχρέωση αδειοδότησης και στη συμμόρφωση της ZFM με άλλες νομικές απαιτήσεις, με αποτέλεσμα οι καταχωρισμένες στο καθεστώς ZFM (Regime III) επιχειρήσεις να είναι νόμιμοι δικαιούχοι του καθεστώτος και να δικαιούνται περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας (100)

(74)

Η Πορτογαλία επαναλαμβάνει ότι η φράση «ασκούν τις δραστηριότητές τους στη Μαδέρα» θα πρέπει να σημαίνει απλώς και μόνο ότι η δραστηριότητα ασκείται στη Μαδέρα, μέσω καταστατικής έδρας, διοίκησης και κέντρου λήψης αποφάσεων, χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη πλήρους μόνιμου ανθρώπινου κεφαλαίου στη Μαδέρα. Η Πορτογαλία θεωρεί ότι, μέσω της απαίτησης πραγματικής άσκησης στη Μαδέρα δραστηριοτήτων οι οποίες έχουν εξ ορισμού διεθνή χαρακτήρα, η Επιτροπή αρνείται τη σχέση των εν λόγω διεθνών δραστηριοτήτων με την περιοχή, η οποία αναγνωρίστηκε με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013 (101).

(75)

Επιπλέον, η Πορτογαλία επαναλαμβάνει την άποψή της ότι η απαίτηση οι δραστηριότητες να ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα δεν σημαίνει, ούτε μπορεί να σημαίνει, ότι οι δραστηριότητες πρέπει να περιορίζονται, από γεωγραφικής απόψεως, στο έδαφος της Μαδέρας και ότι τα κέρδη πρέπει να αποκτώνται αποκλειστικά και μόνο στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Επομένως, η «συσταλτική ερμηνεία» της Επιτροπής δεν συνάδει με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης σχετικά με το «κέντρο των κύριων συμφερόντων» (102), την πρακτική λήψης αποφάσεων της Επιτροπής και τη νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης σχετικά με τα «δευτερογενή αποτελέσματα» (103) καθώς και με τη θεμελιώδη ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων στην Ένωση.

(76)

Η Πορτογαλία θεωρεί επίσης ότι η δυνατότητα καταλογισμού συνδέεται με τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η έδρα της εταιρείας ή τον τόπο της πραγματικής διοίκησής της. Τούτο συνάδει πλήρως με την απόφαση της Επιτροπής του 2007, στην οποία προβλέπεται ότι «το καθεστώς εφαρμόζεται αδιακρίτως σε εταιρείες κατοίκους και μη κατοίκους Πορτογαλίας» (104). Στην απόφαση της Επιτροπής του 2013 αναγνωρίζεται επίσης ότι οι δραστηριότητες των αδειοδοτημένων εταιρειών στη ZFM έχουν κατ’ ουσία διεθνή χαρακτήρα, δεδομένου ότι «οι δραστηριότητες που ασκούν οι εν λόγω εταιρείες είναι ανοικτές σε διεθνή ανταγωνισμό» (105). Επομένως, η νέα ερμηνεία της αιτιολογικής σκέψης 14 της απόφασης της Επιτροπής του 2007, κατά την οποία οι σχετικές δραστηριότητες μπορούν να ασκηθούν πλήρως μόνο εντός των στενών γεωγραφικών ορίων της Μαδέρας, έρχεται σε αντίθεση με το καθαυτό καθεστώς ZFM, ως βασικό μέσο προσέλκυσης επενδύσεων από την εσωτερική αγορά και εκτός αυτής, και με τις ΚΓΠΕ 2007. Αντιβαίνει επίσης στον στόχο του άρθρου 349 της ΣΛΕΕ, το οποίο επιτρέπει τη λήψη ειδικών (φορολογικών) μέτρων για την προσέλκυση επενδύσεων και, επομένως, την παρότρυνση του εκσυγχρονισμού και της διαφοροποίησης της οικονομίας.

(77)

Επιπλέον, η Πορτογαλία τηρεί τις δεσμεύσεις της που απορρέουν από το σχέδιο δράσης του ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (106) (στο εξής: σχέδιο δράσης BEPS) που υπέγραψε το 2016. Το σχέδιο δράσης BEPS περιλαμβάνει την έννοια της «ουσιώδους δραστηριότητας», η οποία περιορίζει την εφαρμογή των προ τιμησιακών καθεστώτων στα κέρδη που έχουν αιτιώδη συνάφεια με το κόστος το οποίο επιβαρύνει την εταιρεία για την ανάπτυξη του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου.

(78)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι, κατά την εξέταση του σύννομου χαρακτήρα του καθεστώτος ZFM, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη το κριτήριο της «ουσιώδους δραστηριότητας», όπως ορίζεται στους κανόνες του ΟΟΣΑ, και, ειδικότερα, τις «γενικές κατευθυντήριες αρχές σχετικά με την αξιολόγηση μέτρων στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης BEPS» (107). Η Πορτογαλία θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να περιλάβει στην αξιολόγησή της τις υφιστάμενες νομικές πράξεις της Ένωσης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης και ειδικότερα τους κανόνες σχετικά με την κατάχρηση γνήσιων διευθετήσεων που θεσπίζονται με την οδηγία (ΕΕ) 2016/1164. Θα πρέπει επίσης να λάβει υπόψη τους κανόνες για την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις που θέσπισε η οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου (108).

(79)

Η Πορτογαλία εξηγεί ότι οι κανόνες για τη φοροαποφυγή που θεσπίστηκαν με την οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 προορίζονται να εφαρμόζονται σε μη γνήσιες διευθετήσεις (δηλαδή καταστάσεις στις οποίες εταιρείες εγκατεστημένες σε περιοχές χαμηλής φορολογίας οι οποίες δεν ασκούν κανενός είδους οικονομική δραστηριότητα φορολογούνται με χαμηλότερο ή ακόμη και μηδενικό φορολογικό συντελεστή). Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, για τον σκοπό της αξιολόγησης της νομιμότητας εταιρειών εγκατεστημένων στη ZFM, η Επιτροπή θα πρέπει να στηριχθεί σε γενικές ρήτρες απαγόρευσης καταχρήσεων, κατά το στάδιο αξιολόγησης της χορήγησης της κρατικής ενίσχυσης. Η Πορτογαλία θεωρεί απαράδεκτο να συνάγεται το συμπέρασμα ότι το φορολογικό πλεονέκτημα που χορηγείται σε εταιρείες αδειοδοτημένες στη ZFM, το οποίο συνιστά «φορολογική ελάφρυνση», σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι οι εν λόγω εταιρείες συμμετέχουν σε μη γνήσια διευθέτηση (109).

(80)

Τέλος, η Πορτογαλία περιγράφει το ισχύον σύστημα φορολογικού ελέγχου όσον αφορά τις καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες (110). Επιπλέον, η Πορτογαλία περιγράφει την επαλήθευση της απαίτησης λογιστικού διαχωρισμού όσον αφορά τα κέρδη που αποκτώνται στη ZFM (111) και, στη βάση αυτή, αντικρούει την άποψη της Επιτροπής στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας ότι υπάρχουν αμφιβολίες όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των ελέγχων που διενεργούν οι φορολογικές αρχές (112).

Δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας στην περιοχή

(81)

Η Πορτογαλία εξηγεί ότι η θέσπιση των περιορισμών που αφορούν τον ελάχιστο αριθμό θέσεων εργασίας είναι εγγενής στη λογική μέτρου απαγόρευσης καταχρήσεων: στόχος είναι να αποφευχθεί η απόκτηση αδικαιολόγητου πλεονεκτήματος στη Μαδέρα από εταιρείες οι οποίες δεν ασκούν ουσιώδη οικονομική δραστηριότητα. Ωστόσο, αυτό δεν επιβάλλει ούτε δικαιολογεί την ερμηνεία της απαίτησης για τις θέσεις εργασίας εκτός του πλαισίου του εφαρμοστέου ενωσιακού και εθνικού δικαίου.

(82)

Παραπέμποντας στη νομοθεσία της Ένωσης για την εναρμόνιση (113), η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι το δίκαιο της Ένωσης δεν εφαρμόζει ομοιόμορφη έννοια της «σύμβασης εργασίας» ή της «σχέσης εργασίας» ή του «εργαζομένου» (114) ή, κατά συνέπεια, της «θέσης εργασίας». Η οικεία έννοια της «θέσης εργασίας» καθορίζεται στο πορτογαλικό εργατικό δίκαιο (115), το οποίο δεν αντιβαίνει στο εφαρμοστέο δίκαιο της Ένωσης.

(83)

Η Πορτογαλία θεώρησε πάντοτε ότι η απαίτηση οι αδειοδοτημένες οντότητες να δραστηριοποιούνται στη ZFM για τη δημιουργία ή τη διατήρηση θέσεων εργασίας τηρείται μόνο εφόσον η σύμβαση εργασίας καταρτίζεται με εταιρεία εγκατεστημένη στη ZFM (116). Οι μορφές συμβάσεων εργασίας που προβλέπονται από τους ενωσιακούς και τους εθνικούς κανόνες δεν μπορούν να παραβλεφθούν, και ειδικότερα η προσωρινή εργασία, καθώς και η (θεμελιώδης) ελευθερία κυκλοφορίας των εργαζομένων.

(84)

Η Πορτογαλία ισχυρίζεται περαιτέρω ότι το πνεύμα της νομοθεσίας της Ένωσης (117) και της νομολογίας των δικαστηρίων της Ένωσης (118) είναι η αποδοχή και η προστασία των διαφόρων μορφών σχέσης απασχόλησης (προσωρινών ή μόνιμων) και της κινητικότητας των εργαζομένων στα κράτη μέλη καθώς εκλαμβάνουν το φαινόμενο αυτό (κινητικότητα) ως θετικό στοιχείο για την ανάπτυξη της οικονομίας των κρατών μελών. Ομοίως, η Ένωση αναγνωρίζει γενικά την ελευθερία των εταιρειών να παρέχουν υπηρεσίες από άλλα κράτη μέλη, να μεταθέτουν προσωρινά τους υπαλλήλους τους στα εν λόγω κράτη μέλη, και τούτο αντικατοπτρίζει επίσης την κινητικότητα των τρεχουσών σχέσεων απασχόλησης, χωρίς να σημαίνει ότι δεν επαληθεύεται ο ουσιώδης χαρακτήρας της οικονομικής δραστηριότητας των εταιρειών. Ως εκ τούτου, η Πορτογαλία δεν δέχεται ότι ο σύννομος χαρακτήρας του καθεστώτος ZFM εξαρτάται άμεσα από τη δημιουργία ορισμένου αριθμού θέσεων εργασίας ή βασίζεται σε αναχρονιστική αντίληψη της «θέσης εργασίας», βασισμένη αποκλειστικά στην έννοια του χώρου (φυσικού τόπου) στον οποίο οι εργαζόμενοι ασκούν τα καθήκοντά τους σε μόνιμη βάση (119).

(85)

Η Πορτογαλία παραπέμπει στις διαπραγματεύσεις με την Επιτροπή στο πλαίσιο των αποφάσεων της Επιτροπής του 2002 για την έγκριση του Regime II (120), μετά τις οποίες η Πορτογαλία δέχθηκε να περιλάβει σε αυτό τα ανώτατα όρια φορολογητέας βάσης σε σχέση με τον αριθμό θέσεων εργασίας· ωστόσο, τούτο δεν σήμαινε ότι η συγκεκριμένη προϋπόθεση συνιστούσε εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση, η δε Πορτογαλία δεν εφάρμοσε ποτέ το καθεστώς θεωρώντας ότι συνιστούσε τέτοια προϋπόθεση (121).

(86)

Τέλος, η Πορτογαλία θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM δεν είναι καθεστώς ενίσχυσης της απασχόλησης, αλλά καθεστώς ενίσχυσης της διαφοροποίησης και του εκσυγχρονισμού της οικονομίας της Μαδέρας. Στόχος του καθεστώτος ZFM είναι πρωτίστως να συμβάλει στο περιφερειακό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ). Η συμβολή του καθεστώτος στο ΑΕΠ της Μαδέρας καταδεικνύει τη στενή σχέση μεταξύ των οικονομικών δραστηριοτήτων που ασκούν οι εταιρείες της ZFM και της περιοχής.

Ορισμός του αριθμού των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν

(87)

Η Πορτογαλία επαναλαμβάνει ότι οι έννοιες της «δημιουργίας θέσεων εργασίας» και των «ετήσιων μονάδων εργασίας» (ΕΜΕ) που καθορίζονται στο σημείο 58 και στην υποσημείωση 52 των ΚΓΠΕ 2007 δεν έχουν εφαρμογή στο καθεστώς ZFM. Οι ορισμοί εφαρμόζονται μόνο στις «περιφερειακές επενδυτικές ενισχύσεις» (τμήμα 4 των ΚΓΠΕ 2007) και όχι στις ενισχύσεις λειτουργίας (τμήμα 5 των ΚΓΠΕ 2007). Επιπλέον, η Πορτογαλία υπογραμμίζει ότι, εν αντιθέσει προς όσα ανέφερε η Επιτροπή στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας (122), δεν υπάρχει προηγούμενο εφαρμογής της έννοιας των ΕΜΕ σε περιφερειακή ενίσχυση σε εξόχως απόκεντρη περιοχή. Σύμφωνα με τις πορτογαλικές αρχές, λόγω του εξαιρετικού χαρακτήρα των εξόχως απόκεντρων περιοχών, θα πρέπει να γίνει δεκτός διαφορετικός ορισμός της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Η Πορτογαλία υπενθυμίζει, γενικότερα, ότι οι ΚΓΠΕ 2007 καθώς και οι προϋποθέσεις των αποφάσεων της Επιτροπής του 2007 και του 2013 δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα. Εν πάση περιπτώσει, όσον αφορά την έννοια της δημιουργίας θέσεων εργασίας στις ΚΓΠΕ 2007, η Πορτογαλία δεν δεσμεύτηκε ποτέ να εφαρμόσει τέτοια έννοια. Ως εκ τούτου, ο υπολογισμός των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και διατηρήθηκαν στην περιοχή δεν θα πρέπει να υπόκειται στις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις ΚΓΠΕ 2007 ή στον αριθμό απασχολουμένων που καθορίζεται βάσει του άρθρου 5 της σύστασης της Επιτροπής σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (123).

Θέσεις εργασίας ευρισκόμενες εκτός της περιφέρειας της Μαδέρας

(88)

Η Πορτογαλία επαναλαμβάνει επίσης ότι η δραστηριότητα των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM δεν θα πρέπει υποχρεωτικά να ασκείται στην περιοχή, καθώς στόχος του καθεστώτος είναι η προσέλκυση ξένων επενδύσεων και η ανάπτυξη διεθνών υπηρεσιών. Συσταλτική ερμηνεία η οποία περιορίζει τη δραστηριότητα στο έδαφος της Μαδέρας αφαιρεί το κίνητρο για τη διεθνοποίηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και αντιστρέφει τη λογική της περιφερειακής ανάπτυξης που πρέπει να προωθηθεί. Η Πορτογαλία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας αποκλειστικά και μόνο στη Μαδέρα ή η είσπραξη φόρων δεν είναι τα πρωταρχικά μελήματα του καθεστώτος ZFM.

Έλεγχοι της δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας

(89)

Η Πορτογαλία επαναλαμβάνει ότι ο έλεγχος της δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας από το καθεστώς ZFM διενεργείται επαρκώς μέσω των ετήσιων φορολογικών δηλώσεων «Modelos 10, 30 και DMR (δηλώσεις μηνιαίων καταστάσεων)» και της δήλωσης των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν/διατηρήθηκαν όπως αναφέρεται στο «Modelo 22», παράρτημα D, πεδίο 6 (υποχρεωτικό μόνο για τους αποδέκτες ενίσχυσης βάσει του καθεστώτος ZFM) (124). Σύμφωνα με το πορτογαλικό εργατικό δίκαιο, οι εν λόγω δηλώσεις καθιστούν δυνατό τον έλεγχο των υφιστάμενων θέσεων εργασίας στην αρχή και στο τέλος του οικονομικού έτους.

(90)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι το πορτογαλικό φορολογικό σύστημα περιλαμβάνει πολλά μέσα τα οποία καθιστούν δυνατό τον αποτελεσματικό έλεγχο του καθεστώτος ZFM. Οι εγκατεστημένες στη ZFM εταιρείες υπόκεινται σε έλεγχο από τη Φορολογική και Τελωνειακή Αρχή (στο εξής: AT), την περιφερειακή κυβέρνηση, τη γενική επιθεώρηση οικονομικών και όλες τις λοιπές φορολογικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων της διεύθυνσης φορολογικού ελέγχου και της μονάδας φορολογουμένων μεγάλου πλούτου. Επιπλέον, εάν διαπιστωθεί παράνομη δραστηριότητα κινούνται διαδικασίες για διοικητικά αδικήματα ή ακόμη και ποινικές διαδικασίες. Η εποπτεία, η επιθεώρηση και ο έλεγχος της νομιμότητας των δραστηριοτήτων που ασκούνται στη ZFM αποτελεί προτεραιότητα των εθνικών σχεδίων φορολογικού ελέγχου.

(91)

Τέλος, η Πορτογαλία θεωρεί ότι η προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής, κατά την οποία οι διάφορες φορολογικές δηλώσεις δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βάση για ακριβή υπολογισμό του αριθμού των θέσεων εργασίας που διατήρησε κάθε δικαιούχος του καθεστώτος ZFM και δεν μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως θεμιτή εναλλακτική δυνατότητα για τον ορισμό των θέσεων εργασίας κατά την έννοια των ΚΓΠΕ 2007 (125), συνιστά παράβαση του οφειλόμενου σεβασμού των λειτουργιών του κράτους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη

(92)

Η Πορτογαλία υπογραμμίζει τη συμβολή του καθεστώτος ZFM στην περιφερειακή ανάπτυξη της εξόχως απόκεντρης περιοχής της Μαδέρας, υποβάλλει δε συναφώς μελέτη (126) στην οποία καταδεικνύεται η βαρύτητα της ZFM στη διεθνοποίηση και τη διαφοροποίηση της οικονομίας της Μαδέρας. Η Πορτογαλία υποστηρίζει περαιτέρω ότι το μέτρο που εφαρμόστηκε συνάδει με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013 και με τους εφαρμοστέους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Εξάλλου, η Πορτογαλία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει, με συνεπή τρόπο, το καθεστώς ZFM ως προς τις πολιτικές της Ένωσης για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές σε σχέση με την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή.

Αναδρομική εφαρμογή του ΓΚΑΚ του 2014

(93)

Η Πορτογαλία επαναλαμβάνει ότι ο ΓΚΑΚ 2014 δεν μπορεί να εφαρμοστεί αναδρομικά σε μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM με σκοπό την αναγνώριση της συμβατότητάς τους, εάν απαλλάχθηκαν βάσει του συγκεκριμένου γενικού κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία. Επιπλέον, η Πορτογαλία θεωρεί ότι η ευέλικτη ερμηνεία του ΓΚΑΚ 2014 δεν απαιτεί να ασκούν οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM τις οικονομικές δραστηριότητές τους αποκλειστικά και μόνο στην εξόχως απόκεντρη περιοχή της Μαδέρας. Η Πορτογαλία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή του καθεστώτος ZFM πρέπει να βασίζεται στις ΚΓΠΕ 2007, οι οποίες ίσχυαν τότε.

Ανάκτηση και παραβίαση των αρχών της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ασφάλειας δικαίου

(94)

Η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι η Επιτροπή ενέκρινε κατ’ επανάληψη στο παρελθόν το καθεστώς ZFM. Επομένως, δεν μπορεί να ζητήσει πλέον από τις εθνικές φορολογικές αρχές να ανακτήσουν την ενίσχυση.

(95)

Η Πορτογαλία θεωρεί επιπλέον ότι όλες οι φορολογικές ελαφρύνσεις χορηγήθηκαν με πλήρη σεβασμό του καθεστώτος ZFM. Επομένως, διαφορετική ερμηνεία δεν συνάδει με τις απαιτήσεις της σαφήνειας, της ακρίβειας και της προβλεψιμότητας των αποτελεσμάτων που προβλέπονται στην πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης (127). Η Πορτογαλία και οι αποδέκτες της ενίσχυσης θεώρησαν ότι μπορούσαν δικαιολογημένα να πιστεύουν ότι το εφαρμοζόμενο καθεστώς ZFM καλύπτεται νόμιμα από τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013. Η Πορτογαλία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι εταιρείες που έλαβαν ενίσχυση στο πλαίσιο του Regime III απέκτησαν δικαίωμα στην ασφάλεια δικαίου και δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι δεν θα αποτελέσουν αντικείμενο απόφασης ανάκτησης.

5.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑΣ

5.1.   Παρατηρήσεις ενδιαφερομένων

(96)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από 102 ενδιαφερομένους (πολίτες, εταιρείες ή ενώσεις εταιρειών). Οι περισσότερες παρατηρήσεις υποβλήθηκαν από εταιρείες της ZFM και τους υπαλλήλους τους (94 εκ των 102). Οι ενδιαφερόμενοι τόνισαν τις ανησυχίες τους όσον αφορά την παύση ή τον περιορισμό της λειτουργίας της ZFM, που θα είχε ως αποτέλεσμα μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας και αρνητικές συνέπειες για την περιφερειακή οικονομία. Επιπλέον, υποστήριξαν ότι η φύση των δραστηριοτήτων που ασκούν οι εταιρείες της ZFM δεν θα πρέπει να περιορίζεται στο έδαφος της Μαδέρας, όχι μόνον λόγω του μικρού μεγέθους της αγοράς της, αλλά κυρίως επειδή η διεθνοποίηση της οικονομίας εξόχως απόκεντρης περιοχής είναι ένας εκ των αρχικών στόχων της ZFM. Περαιτέρω, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η άποψη της Επιτροπής σχετικά με «τον τόπο στον οποίο ασκούνται οι οικονομικές δραστηριότητες» συνιστά συσταλτική ερμηνεία των όρων λειτουργίας της ZFM σε πλαίσιο ανοικτής και παγκόσμιας οικονομίας.

(97)

Η Επιτροπή έλαβε επίσης παρατηρήσεις από επτά κλαδικές ενώσεις εταιρειών (128) και από την εταιρεία που διαχειρίζεται τη ZFM (129). Οι εν λόγω ενδιαφερόμενοι επέκριναν ομόφωνα την, κατ’ αυτούς, συσταλτική ερμηνεία της Επιτροπής σχετικά με τη σύνδεση του ποσού της ενίσχυσης και της δημιουργίας και τη διατήρησης πραγματικών θέσεων εργασίας στη Μαδέρα με την εφαρμογή της απαλλαγής φόρου εισοδήματος για εισόδημα που προκύπτει από «δραστηριότητες που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα».

(98)

Τα επιχειρήματα που πρόβαλαν οι ενδιαφερόμενοι προς στήριξη των απόψεών τους σχετικά με την ύπαρξη ενίσχυσης, την προέλευση των κερδών και τη δημιουργία θέσεων εργασίας συνοψίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις που ακολουθούν.

(99)

Μόνο ένας ενδιαφερόμενος, η Εμπορική και Βιομηχανική Ένωση Funchal (Associação Comercial e Industrial do Funchal, ACIF) (130), υποστηρίζει ότι η μείωση του φόρου εισοδήματος εταιρειών δεν συνιστά ενίσχυση. Η ACIF θεωρεί ότι η μείωση φόρου αντιπροσωπεύει απλώς και μόνο τη διαφορά των μη εισπραχθέντων φόρων επί εισοδήματος το οποίο, απουσία της εν λόγω μείωσης φόρου, δεν θα υφίστατο καθόλου. Το καθεστώς ZFM αφορά αμιγώς θεωρητική και τεχνητή φορολογική δαπάνη, η οποία προβλέπεται στον προϋπολογισμό και υπολογίζεται ετησίως μόνο για λογιστικούς σκοπούς, καθώς δεν αντιστοιχεί σε πραγματική φορολογική δαπάνη ούτε σε μείωση εισπραττόμενων εσόδων. Η εξάλειψη των φορολογικών ελαφρύνσεων του καθεστώτος ZFM δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την είσπραξη της εν λόγω διαφοράς φόρου. Η ACIF θεωρεί επίσης ότι, εάν η Μαδέρα συγκριθεί με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν ανταγωνιστικά φορολογικά συστήματα, οι οποίες δεν αντιμετωπίζουν τους ίδιους μόνιμους περιορισμούς και δεν περιορίζουν τις φορολογικές ελαφρύνσεις με βάση τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται, διαπιστώνεται ότι κανένα οικονομικό πλεονέκτημα δεν συνδέεται με το καθεστώς ZFM της Μαδέρας. Συναφώς, είναι εξαιρετικά απίθανο το καθεστώς ZFM να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

(100)

Οι ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι η τοποθεσία δραστηριοτήτων και θέσεων εργασίας, που έχουν εκ φύσεως διεθνή χαρακτήρα, στην περιοχή της Μαδέρας περιορίζει αδικαιολόγητα τη στήριξη υπέρ της εξόχως απόκεντρης περιοχής της Μαδέρας στην απλή αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες στη Μαδέρα λόγω των φυσικών μειονεκτημάτων της, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ.

(101)

Οι ενδιαφερόμενοι θεωρούν ότι η ερμηνεία της Επιτροπής παραβλέπει το γεγονός ότι κάθε εγκατεστημένη στη ZFM εταιρεία μπορεί να επωφεληθεί του καθεστώτος μόνο εάν διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση στη Μαδέρα, λαμβανομένου υπόψη του υποδείγματος σύμβασης του ΟΟΣΑ για την αποφυγή διπλής φορολογίας (131), και έχει στην περιοχή τόσο την κατοικία όσο και τον πραγματικό τόπο άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητάς της.

(102)

Επιπλέον, οι ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι μεγάλος αριθμός δραστηριοτήτων τις οποίες οι εταιρείες της ZFM ασκούν επί του παρόντος επιπλέον άυλων δραστηριοτήτων πρέπει να ασκούνται σε τόπο διαφορετικό από την έδρα τους. Ο περιορισμός της δυνατότητας αυτής θα συνιστά δυσμενή διάκριση και μεταχείριση της Μαδέρας, η οποία είναι ακατανόητη και αδικαιολόγητη, ιδίως στην περίπτωση κινήτρων που δεν συνιστούν πραγματική φορολογική δαπάνη —αλλά μάλλον εικονική ή φαινόμενη δαπάνη— ή απώλεια φορολογικών εσόδων για την περιοχή της Μαδέρας.

(103)

Λιγοστοί μόνο ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή δεν επιτρέπει τη διεθνοποίηση της οικονομίας της Μαδέρας, παροτρύνοντας αντ’ αυτής τον οικονομικό απομονωτισμό, που θα συνιστά παραβίαση των αρχών της οικονομίας της αγοράς και της ενσωμάτωσης μειονεκτουσών περιοχών σε αυτήν.

(104)

Οι ενδιαφερόμενοι θεωρούν περαιτέρω καταχρηστική την υπαγωγή του καθεστώτος ZFM στους ορισμούς, τις προϋποθέσεις και τις αρχές που καθορίζονται στις ΚΓΠΕ 2007 όσον αφορά τον ορισμό και τον υπολογισμό των θέσεων εργασίας, δεδομένου ότι το καθεστώς ενίσχυσης εγκρίθηκε ως περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας και όχι ως επενδυτική ενίσχυση. Ως εκ τούτου, δεν ενδείκνυται, ούτε κατ’ αναλογία, η εφαρμογή των κριτηρίων και των εννοιών που ορίζονται στη σκέψη 58 και στην υποσημείωση 52 των ΚΓΠΕ 2007 στην αξιολόγηση των περιφερειακών κρατικών ενισχύσεων λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης που εγκρίθηκε στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM. Τέλος, οι ενδιαφερόμενοι ισχυρίζονται ότι η έννοια της «θέσης εργασίας» πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα των ορισμών και των προϋποθέσεων που καθορίζονται στον πορτογαλικό εργατικό κώδικα.

(105)

Οι ενδιαφερόμενοι επισημαίνουν περαιτέρω ότι, στις διατάξεις του ΓΚΑΚ, η έννοια της «δημιουργίας θέσεων εργασίας» προβλέπεται αποκλειστικά και μόνο στο άρθρο 14, που ρυθμίζει τις περιφερειακές επενδυτικές ενισχύσεις, και στο άρθρο 17, που ρυθμίζει τις επενδυτικές ενισχύσεις προς ΜΜΕ. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, για την οριοθέτηση των επιλέξιμων δαπανών τους, το «εκτιμώμενο μισθολογικό κόστος που προκύπτει από τη δημιουργία θέσεων εργασίας ως αποτέλεσμα αρχικής επένδυσης [υπολογίζεται] σε περίοδο δύο ετών». Οι ενδιαφερόμενοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «η ενίσχυση που χορηγήθηκε στις εταιρείες στη ZFM δεν σχετίζεται με μισθολογικό κόστος, δεν εμπίπτει σε οποιαδήποτε αρχική επένδυση και δεν περιορίζεται σε περίοδο δύο ετών».

(106)

Λιγοστοί μόνο ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι η έννοια του «αριθμού ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ)» καθορίζεται μόνο στο άρθρο 5 του παραρτήματος I του ΓΚΑΚ 2014 (όπως συνέβαινε στο πλαίσιο του ΓΚΑΚ 2008). Ισχυρίζονται, επιπλέον, ότι η έννοια προορίζεται να «προστατεύει» τις ΜΜΕ, ώστε να μην θεωρούνται όλοι οι υπάλληλοί τους «πραγματικοί» και να προσμετρώνται ως «υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης», ειδικότερα προκειμένου να αποφευχθεί η υπέρβαση του μέγιστου αποδεκτού αριθμού εργαζομένων για τη διατήρηση της ιδιότητας της ΜΜΕ (132).

(107)

Επιπλέον, οι ενδιαφερόμενοι ισχυρίζονται ότι η «απαίτηση ΕΜΕ» για τις θέσεις διοίκησης των εταιρειών που επωφελούνται του καθεστώτος δεν έχει νόημα από λογικής και νομικής απόψεως. Σύμφωνα με τους εφαρμοστέους εθνικούς κανόνες που διέπουν τα μέλη της διοίκησης εταιρειών (133), η άσκηση τέτοιων καθηκόντων/εργασιών σε περισσότερες από μία εταιρείες είναι νόμιμη. Επομένως, η ερμηνεία της Επιτροπής κατά την οποία «δεν επιτρέπεται» η άσκηση τέτοιων καθηκόντων/εργασιών σε περισσότερες από μία εταιρείες όχι μόνο υπονομεύει το εθνικό νομικό πλαίσιο, αλλά παραβλέπει επίσης το λειτουργικό περιεχόμενο των επίμαχων καθηκόντων/θέσεων και τα χαρακτηριστικά των προσώπων που κατέχουν τις εν λόγω θέσεις.

(108)

Οι ενδιαφερόμενοι ισχυρίζονται ότι οι θέσεις και τα καθήκοντα διοίκησης δεν απαιτούν πλήρη και αποκλειστική παρουσία και διαθεσιμότητα, καθώς τα εν λόγω καθήκοντα ασκούνται συνήθως από άτομα με υψηλά προσόντα και δεξιότητες, τα οποία ασκούν συχνά άλλες επαγγελματικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες. Υπάρχουν αναρίθμητες περιπτώσεις διαχειριστών/μελών διοικητικού συμβουλίου και/ή διευθυντών-επιχειρηματιών που συνδέονται με πλείονες εταιρείες, οι οποίοι συμβάλλουν με την εμπειρογνωσία και τις επαγγελματικές δεξιότητές τους στην ανάπτυξη των εν λόγω εταιρειών. Οι ενδιαφερόμενοι συμπεραίνουν περαιτέρω ότι, εν αντιθέσει προς την άποψη της Επιτροπής, δεν υπάρχει κανόνας ή περιορισμός όσον αφορά την ενδεχόμενη σώρευση θέσεων/καθηκόντων σε περισσότερες από μία εγκατεστημένες στη ZFM εταιρείες. Επομένως, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου εταιρειών θεωρούνται «πραγματικοί υπάλληλοι», εφόσον τηρούνται οι κανόνες της εθνικής νομοθεσίας προς τον σκοπό αυτό.

(109)

Λιγοστοί μόνο ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι υφίσταται διάκριση υπέρ της Μαδέρας βάσει του ιδιότητάς της ως εξόχως απόκεντρης περιοχής η οποία αναγνωρίζεται στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ, τονίζουν δε τη σημασία της ZFM στην οικονομία της Μαδέρας (134) (συμπεριλαμβανομένου ποσοτικού προσδιορισμού του αντικτύπου στην περιοχή, εάν οι περισσότερες επιχειρήσεις ή όλες οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται επί του παρόντος εκεί παύσουν τις συναλλαγές τους (135)).

(110)

Τέλος, μικρός αριθμός ενδιαφερομένων υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε ανάκτηση θα συνιστά παραβίαση των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης. Προς τούτο, οι εν λόγω ενδιαφερόμενοι ισχυρίζονται ότι, εάν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς που εφάρμοσε η Πορτογαλία συνιστά παράνομη ενίσχυση, η Επιτροπή θα παραβιάσει τις αρχές της ασφάλειας δικαίου (136) και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, όπως έχουν διατυπωθεί στη νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης (137).

5.2.   Παρατηρήσεις της Πορτογαλίας

(111)

Στις 23 Μαΐου και στις 12 Ιουνίου 2018 η Επιτροπή διαβίβασε στην Πορτογαλία τις παρατηρήσεις που έλαβε από τους ενδιαφερομένους. Η απάντηση της Πορτογαλίας στις ως άνω παρατηρήσεις μπορεί να συνοψιστεί ως εξής (138).

(112)

Η Πορτογαλία υπογραμμίζει ότι σε όλες οι παρατηρήσεις που λήφθηκαν από τους ενδιαφερομένους αναφέρεται ρητώς ότι το καθεστώς ZFM το οποίο εφάρμοσε η Πορτογαλία είναι συμβατό με την εσωτερική αγορά. Στις παρατηρήσεις αυτές υπογραμμίζονται επίσης η σημασία της ZFM για την περιφερειακή ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και την απασχόληση στην περιοχή της Μαδέρας καθώς και η συμβολή της στη μείωση των συνεπειών της ιδιότητας της Μαδέρας ως εξόχως απόκεντρης περιοχής. Επομένως, οι ενδιαφερόμενοι θεωρούν ότι οι κίνδυνοι και οι καταστάσεις που οδήγησαν την Επιτροπή στα προκαταρκτικά συμπεράσματά της δεν αποδεικνύονται.

(113)

Η Πορτογαλία επισημαίνει περαιτέρω ότι το πλήθος και το περιεχόμενο των παρατηρήσεων που λήφθηκαν καταδεικνύουν την απουσία αισθητών συνεπειών του καθεστώτος στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών ή στον ανταγωνισμό.

(114)

Επιπλέον, η Πορτογαλία θεωρεί τις γενικότερες θετικές παρατηρήσεις που λήφθηκαν, την απουσία παρατηρήσεων από δικαιοδοσίες που ανταγωνίζονται το καθεστώς ZFM και την απουσία παρατηρήσεων από εταιρείες που δεν επωφελούνται του καθεστώτος ισχυρές ενδείξεις της προσήκουσας εφαρμογής του καθεστώτος.

(115)

Η Πορτογαλία ζητεί από την Επιτροπή να λάβει υπόψη τη νομική φύση της ΑΠΜ ως εξόχως απόκεντρης περιοχής κατά την έννοια και για τους σκοπούς του άρθρου 349 της ΣΛΕΕ και της πράξης προσχώρησης της Πορτογαλίας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), και να θεωρήσει δικαιολογημένη τη διάκριση υπέρ της Μαδέρας που προκύπτει από το εγκεκριμένο καθεστώς.

(116)

Η Πορτογαλία θεωρεί περαιτέρω ότι η ZFM έχει μεγάλη σημασία τόσο για το κράτος όσο και για τον εκσυγχρονισμό, τη διαφοροποίηση και την ανάπτυξη της οικονομίας της περιοχής της Μαδέρας, καθώς συμβάλλει αποφασιστικά στα οικονομικά και χρηματοοικονομικά συστήματα και έχει σημαντικό αντίκτυπο στην εθνική οικονομία και τα δημόσια οικονομικά. Ο εν λόγω εκσυγχρονισμός και η ανάπτυξη δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν χωρίς την ύπαρξη των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και αναπτύχθηκαν πραγματικά στην περιοχή σε συνδυασμό με τις υλικές επενδύσεις.

(117)

Η Πορτογαλία υπογραμμίζει ότι η ποικιλομορφία των δραστηριοτήτων που ασκούνται στη ZFM, το πλήθος των άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν, οι (εγχώριες και ξένες) επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν, η κατανάλωση που παράχθηκε, η σημαντική συμβολή στον περιφερειακό προϋπολογισμό των φόρων που εισπράχθηκαν καθώς και η διεθνοποίηση της περιφερειακής οικονομίας είναι καθοριστικής σημασίας παράγοντες για την οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα της Μαδέρας. Τούτο προκύπτει επίσης από τις οικονομικές μελέτες που προσαρτώνται στις παρατηρήσεις που υπέβαλε η ACIF.

(118)

Επιπλέον, κατά την άποψη της Πορτογαλίας οι παρατηρήσεις των ενδιαφερομένων επιβεβαιώνουν ότι οι πορτογαλικές αρχές άσκησαν τις εποπτικές εξουσίες τους όσον αφορά τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας του καθεστώτος. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν καταδεικνύουν ότι, σε κάποιον βαθμό, ο έλεγχος που άσκησαν οι πορτογαλικές αρχές έναντι των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM υπήρξε πιο απαιτητικός από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

(119)

Τέλος, η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι το άρθρο 36 του EBF επιβάλλει τη δημιουργία θέσεων εργασίας χωρίς να αναφέρει ρητώς ότι οι εν λόγω θέσεις εργασίας πρέπει να δημιουργηθούν στην περιοχή. Η Πορτογαλία ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας δεν συνιστά μέσο επαλήθευσης του τρόπου με τον οποίο κάθε εταιρεία συμβάλλει συγκεκριμένα στην ανάπτυξη της περιοχής· αντιθέτως, θεωρείται απλώς και μόνο κριτήριο ουσιώδους οικονομικής δραστηριότητας, υπό το πρίσμα των συστάσεων του ΟΟΣΑ και της ομάδας του κώδικα δεοντολογίας (φορολογία των επιχειρήσεων) (139), με σκοπό τον αποκλεισμό εικονικών εταιρειών (140).

6.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

6.1.   Ύπαρξη ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ

(120)

Στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, ως κρατικές ενισχύσεις ορίζονται «ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές».

(121)

Συνεπώς, προκειμένου ένα μέτρο στήριξης να θεωρηθεί ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, πρέπει να πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις: i) πρέπει να χρηματοδοτείται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων και να καταλογίζεται στο Δημόσιο· ii) πρέπει να παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα στους δικαιούχους διά της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής· iii) πρέπει να νοθεύει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό· και iv) πρέπει να μπορεί να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.

(122)

Στις αιτιολογικές σκέψεις που ακολουθούν η Επιτροπή θα αξιολογήσει αν το καθεστώς ZFM που εφάρμοσε η Πορτογαλία υπέρ των δικαιούχων της ZFM πληροί τα κριτήρια που αναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 121 και συνιστά, επομένως, κρατική ενίσχυση.

6.1.1.   Κρατικοί πόροι και καταλογισμός στο Δημόσιο

(123)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM δεν περιλαμβάνει κρατικούς πόρους επειδή δεν αντιστοιχεί σε «πραγματικές φορολογικές δαπάνες», αλλά απλώς και μόνο σε εικονικές φορολογικές δαπάνες («θεωρητική απώλεια φορολογικών εσόδων») και, ως εκ τούτου, δεν είναι μέτρο κρατικής ενίσχυσης (141).

(124)

Ένας ενδιαφερόμενος, η ACIF, προβάλλει παρόμοια επιχειρήματα και θεωρεί ότι το καθεστώς δεν συνιστά ενίσχυση (142).

(125)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι το πορτογαλικό Σύνταγμα αναγνωρίζει τη Μαδέρα ως «Αυτόνομη Περιφέρεια» με δικό της πολιτικό και διοικητικό καθεστώς («Estatuto Político-Administrativo da Região Autónoma da Madeira» (143), στο εξής: Estatuto) και θεσμούς αυτοδιοίκησης. Η Επιτροπή παρατηρεί περαιτέρω ότι, βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 του Estatuto, η Αυτόνομη Περιφέρεια Μαδέρας (ΑΠΜ) απολαύει, μεταξύ άλλων, χρηματοοικονομικής, οικονομικής και δημοσιονομικής αυτονομίας. Η Επιτροπή επισημαίνει εξάλλου ότι το Estatuto διασφαλίζει την ύπαρξη ειδικού «περιφερειακού φορολογικού συστήματος», το οποίο περιλαμβάνει επίσης ρητώς τη ZFM (144). Οι φόροι και τα τέλη που εισπράττουν οι περιφερειακές αρχές είναι έσοδα της ΑΠΜ (145), τα δε φορολογικά έσοδα είναι, μεταξύ άλλων, αυτά που προκύπτουν από το εισόδημα και τα κέρδη νομικών προσώπων και τα τέλη χαρτοσήμου (146). Η ΑΠΜ διαθέτει ίδια φορολογική αρμοδιότητα και την εξουσία να προσαρμόζει τις εθνικές φορολογικές διατάξεις σε συγκεκριμένα περιφερειακά χαρακτηριστικά (147). Επιπλέον, το περιφερειακό κοινοβούλιο έχει την εξουσία να μειώνει τον συντελεστή του φόρου εισοδήματος εταιρειών που θεσπίζεται σε ετήσια βάση από το εθνικό κοινοβούλιο για το έδαφος της Πορτογαλίας (148). Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το άρθρο 36 του EBF ρυθμίζει το νομικό πλαίσιο της ZFM (149).

(126)

Όπως περιγράφηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 12 και 13 της παρούσας απόφασης, το καθεστώς ZFM αφορά μείωση του φόρου εισοδήματος εταιρειών και άλλες απαλλαγές από φόρους που καταβάλλονται κανονικά στο πορτογαλικό Δημόσιο (150). Ειδικότερα, το καθεστώς ZFM επιτρέπει την καταβολή μειωμένου φόρου εισοδήματος εταιρειών σε σύγκριση με τον φόρο που καταβάλλεται κανονικά επί του εισοδήματος εταιρειών βάσει του κώδικα φορολογίας εισοδήματος εταιρειών – εισόδημα και κέρδη νομικών προσώπων (Código do Imposto sobre o Rendimento das Pessoas Coletivas, στο εξής: CIRC) (151), συμπεριλαμβανομένης, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, περαιτέρω μείωσης κατά 50 % του φόρου εισοδήματος εταιρειών.

(127)

Η απώλεια φορολογικών εσόδων για το Δημόσιο ισοδυναμεί με την κατανάλωση κρατικών πόρων υπό μορφή φορολογικών δαπανών. Όταν επιτρέπει τη μείωση του φόρου στο πλαίσιο του CIRC, σύμφωνα με το καθεστώς ZFM που εγκρίθηκε με το άρθρο 36 του EBF, η Πορτογαλία παραιτείται από έσοδα τα οποία θα αποκτούσε εάν δεν είχε θεσπίσει τη συγκεκριμένη φορολογική διάταξη. Η μείωση του φόρου εισοδήματος εταιρειών χορηγείται μέσω κρατικών πόρων. Το εν λόγω μέτρο θεσπίστηκε με τη μορφή κρατικής ρύθμισης [δηλαδή με το καθεστώς φορολογικών κινήτρων, Estatuto dos Benefícios Fiscais (EBF), που ψηφίστηκε από το κοινοβούλιο] και συνιστά νομοθετική πράξη καταλογιστέα στο πορτογαλικό Δημόσιο. Δεδομένου ότι χορηγείται από τις πορτογαλικές αρχές, η εν λόγω φορολογική ελάφρυνση καταλογίζεται στο Δημόσιο.

(128)

Η έννοια της «ενίσχυσης» δεν καλύπτει μόνον τις θετικές παροχές, αλλά και τις παρεμβάσεις εκείνες οι οποίες, ανεξαρτήτως μορφής, ελαφρύνουν τις επιβαρύνσεις που κανονικώς βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης και οι οποίες κατά συνέπεια, χωρίς να είναι επιδοτήσεις υπό τη στενή έννοια του όρου, είναι της ιδίας φύσεως ή έχουν τα ίδια αποτελέσματα (152).

(129)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μείωση του φόρου εισοδήματος εταιρειών (συμπεριλαμβανομένης της πρόσθετης μείωσης του φόρου εισοδήματος εταιρειών κατά 50 % για τις εταιρείες που ασκούν βιομηχανικές δραστηριότητες στη βιομηχανική ζώνη της ZFM) χορηγείται από κρατικούς πόρους και είναι καταλογιστέα στο Δημόσιο (153).

6.1.2.   Επιλεκτικό πλεονέκτημα

(130)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM δεν είναι επιλεκτικό, καθώς το μέτρο δεν συνιστά «ευνοϊκή μεταχείριση ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής» κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η Πορτογαλία θεωρεί ότι κάθε εταιρεία που ασκεί εμπορική, βιομηχανική, ναυτιλιακή ή άλλη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών μπορεί να εγκατασταθεί στη ZFM. Ισχυρίζεται ότι το καθεστώς ZFM είναι μέρος της γενικής οικονομίας του πορτογαλικού φορολογικού συστήματος και ότι το μέτρο δεν συνεπάγεται επιλεκτικό πλεονέκτημα για τις καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες. Συνεπώς, δεν συνιστά κρατική ενίσχυση. Το καθεστώς ZFM θα πρέπει μάλλον να χαρακτηριστεί γενικό μέτρο (154).

(131)

Κατά πάγια νομολογία της Ένωσης, για να εκτιμηθεί αν ένα κρατικό μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση, πρέπει να προσδιοριστεί αν οι ωφελούμενες επιχειρήσεις αντλούν οικονομικό όφελος το οποίο δεν θα είχαν αποκομίσει υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς, ήτοι ελλείψει κρατικής παρέμβασης. Μέτρο με το οποίο οι δημόσιες αρχές παρέχουν σε ορισμένες επιχειρήσεις φορολογική απαλλαγή, το οποίο περιάγει τους δικαιούχους σε ευνοϊκότερη οικονομική κατάσταση σε σχέση με τους λοιπούς φορολογουμένους, συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (155). Ομοίως, μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση μέτρο που χορηγεί σε ορισμένες επιχειρήσεις μείωση του κανονικώς οφειλόμενου φόρου.

(132)

Το καθεστώς ZFM είναι καθεστώς περιφερειακής ενίσχυσης το οποίο, όπως εγκρίθηκε με την απόφαση της Επιτροπής του 2007, επέτρεψε τη χορήγηση ενισχύσεων με τη μορφή μειωμένου φόρου εισοδήματος εταιρειών επί των κερδών που προκύπτουν από δραστηριότητες που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα, καθώς και άλλες φορολογικές απαλλαγές, όπως περιγράφηκε στην αιτιολογική σκέψη 12 της παρούσας απόφασης.

(133)

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 127 της παρούσας απόφασης, το καθεστώς ZFM διέπεται από το άρθρο 36 του EBF (156).

(134)

Οι επιχειρήσεις στην περιοχή της Μαδέρας υπέκειντο σε διάφορους (κανονικούς) συντελεστές φόρου εισοδήματος εταιρειών στο διάστημα από το 2007 έως το 2014 βάσει διαδοχικών περιφερειακών δημοσιονομικών πράξεων (157). Οι καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες επωφελούνται μείωσης φόρου εισοδήματος εταιρειών επί των κερδών (158) ή άλλων φορολογικών απαλλαγών έως την 31η Δεκεμβρίου 2020. Το καθεστώς ZFM παρέχει στους δικαιούχους τη δυνατότητα να εξοικονομούν χρήματα κατά την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών τους. Η εν λόγω παρέκκλιση θεσπίζεται με ειδικό σκοπό να ωφελήσει και να προωθήσει τις δραστηριότητες εταιρειών καταχωρισμένων στη ZFM, περιάγοντας τις εν λόγω εταιρείες σε ευνοϊκότερη θέση από άλλες εταιρείες που βρίσκονται αλλού στη χώρα ή στην ΑΠΜ.

(135)

Ως εκ τούτου, το υπό εξέταση μέτρο παρέχει πλεονέκτημα μόνο στις εγκατεστημένες στη ZFM εταιρείες. Λαμβανομένου υπόψη του γεωγραφικού πεδίου εφαρμογής του, το υπό εξέταση μέτρο είναι επιλεκτικό, καθώς είναι διαθέσιμο μόνο στις εταιρείες που είναι καταχωρισμένες στην περιορισμένη ZFM.

(136)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, μέσω της μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης που θα έπρεπε να καταβάλουν κανονικά, το καθεστώς ZFM παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα στις εταιρείες που είναι καταχωρισμένες στη ZFM, κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

6.1.3.   Νόθευση του ανταγωνισμού και επιπτώσεις στις συναλλαγές

(137)

Η Πορτογαλία δεν υποστήριξε ευθέως ότι το μέτρο δεν νοθεύει ούτε απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και ότι δεν επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών (159). Αντιθέτως, ένας από τους ενδιαφερόμενους, η ACIF, υποστήριξε ότι είναι εξαιρετικά απίθανο το καθεστώς ZFM να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών (160).

(138)

Ένα μέτρο που λαμβάνεται από το κράτος θεωρείται ότι νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό όταν είναι ικανό να βελτιώσει την ανταγωνιστική θέση της δικαιούχου επιχείρησης σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες ανταγωνίζεται (161). Επομένως, η νόθευση του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ τεκμαίρεται μόλις το Δημόσιο παράσχει οικονομικό πλεονέκτημα σε επιχείρηση η οποία δραστηριοποιείται σε απελευθερωμένους τομείς όπου υπάρχει ή θα μπορούσε να υπάρχει ανταγωνισμός (162). Όταν μια κρατική ενίσχυση οικονομικού χαρακτήρα ενισχύει τη θέση μιας επιχείρησης σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις που την ανταγωνίζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, οι τελευταίες πρέπει να θεωρείται ότι επηρεάζονται από την ενίσχυση (163).

(139)

Στο μέτρο που οι καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες ασκούν δραστηριότητες ανοικτές στον διεθνή ανταγωνισμό, το επίμαχο μέτρο βελτιώνει την ανταγωνιστική θέση τους και απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και, επομένως, μπορεί να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.

6.1.4.   Χαρακτηρισμός υφιστάμενης ενίσχυσης και κατάλληλα μέτρα

(140)

Η Πορτογαλία ισχυρίζεται ότι, εφόσον ενέχει «ενίσχυση», το καθεστώς ZFM θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως υφιστάμενη ενίσχυση. Η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι η ZFM δημιουργήθηκε το 1980 (164), δηλαδή είναι προγενέστερη της προσχώρησης της Πορτογαλίας στην ΕΟΚ το 1986 και δεν έχει υποστεί ουσιώδεις μεταβολές εκτός του πλαισίου διαπραγμάτευσης για την υφιστάμενη ενίσχυση. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να χαρακτηριστεί «υφιστάμενη ενίσχυση» κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 (165).

(141)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Πορτογαλία θεωρεί ότι η Επιτροπή θα πρέπει να προτείνει κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχιζόμενη συμβατότητα του καθεστώτος ZFM με την εσωτερική αγορά, τα οποία μπορούν να περιλαμβάνουν τη μεταβολή του περιεχομένου του καθεστώτος ενίσχυσης, τη θέσπιση απαιτήσεων ή την αποσαφήνιση υφιστάμενων απαιτήσεων (166).

(142)

Βάσει του άρθρου 1 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589, ως «υφιστάμενη ενίσχυση» νοούνται «όλες οι ενισχύσεις οι οποίες υφίσταντο πριν από την έναρξη ισχύος της ΣΛΕΕ στα οικεία κράτη μέλη, δηλαδή καθεστώτα ενισχύσεων και μεμονωμένες ενισχύσεις που είχαν τεθεί σε εφαρμογή πριν και συνεχίζουν να εφαρμόζονται μετά την έναρξη ισχύος της ΣΛΕΕ στα οικεία κράτη μέλη».

(143)

Το άρθρο 26 και το σημείο 10 του παραρτήματος I της πράξης προσχώρησης της Πορτογαλίας (167) προβλέπουν προσαρμογές σε πράξεις εκδοθείσες από τα θεσμικά όργανα, οι οποίες περιλαμβάνουν, στην ενότητα της τελωνειακής νομοθεσίας, τη «Zona Franca na Região Autónoma da Madeira». Στην πράξη προσχώρησης δεν προβλέπεται ότι η ZFM θα πρέπει να θεωρείται υφιστάμενη ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 1 της ΣΕΚ (νυν άρθρου 108 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ).

(144)

Επιπλέον, το καθεστώτος ZFM (Regime I) κοινοποιήθηκε για πρώτη φορά, στο πλαίσιο των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, το 1986 και εγκρίθηκε με απόφαση της Επιτροπής της 25ης Μαΐου 1987. Από το 1987 το καθεστώς ZFM παρατάθηκε επανειλημμένως και τα διάδοχα καθεστώτα εγκρίθηκαν με αποφάσεις της Επιτροπής το 2002 και το 2007, αντίστοιχα (168). Εξάλλου, το καθεστώς ZFM μεταβλήθηκε ουσιωδώς με τα διάδοχα καθεστώτα I, II και III. Το Regime I δεν απαιτούσε τη δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας. Η εν λόγω απαίτηση θεσπίστηκε με το Regime II (σε συνδυασμό με τη θέσπιση ανώτατων ορίων φορολογητέας βάσης επί της ετήσιας φορολογητέας βάσης των δικαιούχων) και διατηρήθηκε στο Regime III. Από το Regime II εξαιρέθηκαν όλες οι δραστηριότητες που αφορούν ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ασφαλιστικές εταιρείες καθώς και δραστηριότητες συναφείς με χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ασφαλιστικές εταιρείες καθώς και όλες οι δραστηριότητες τύπου «ενδοομιλικών υπηρεσιών» (κέντρα συντονισμού, διαχείρισης διαθεσίμων ή διανομής) (169). Θεσπίστηκε επίσης σταδιακή μείωση της ενίσχυσης στο σύστημα μέσω της αύξησης των εφαρμοστέων φορολογικών συντελεστών (1 % το 2003 και το 2004, 2 % το 2005 και το 2006 και 3 % από το 2007). Τέλος, θεσπίστηκε η πρόσθετη ελάφρυνση που αφορά τη μείωση κατά 50 % του φόρου εισοδήματος εταιρειών για τις εταιρείες που βρίσκονται στη βιομηχανική ζώνη ελεύθερων συναλλαγών της ZFM. Βάσει του Regime III, και ειδικότερα μετά την απόφαση της Επιτροπής του 2013, εγκρίθηκε αύξηση κατά 36,7 % του ανώτατων ορίων φορολογητέας βάσης επί των οποίων μπορεί να εφαρμοστεί η μείωση του φόρου εισοδήματος εταιρειών.

(145)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, το υπό εξέταση μέτρο δεν συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση η οποία εμπίπτει στην έννοια του άρθρου 1 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589. Επομένως, το άρθρο 22 του εν λόγω κανονισμού, βάσει του οποίου η Πορτογαλία ζητεί από την Επιτροπή να περιοριστεί στη λήψη «κατάλληλων μέτρων» δεν έχει εφαρμογή.

6.1.5.   Ενισχύσεις ήσσονος σημασίας

(146)

Σε περιπτώσεις στις οποίες μεμονωμένοι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM έλαβαν πλεονέκτημα που δεν υπερβαίνει τα κατώτατα όρια τα οποία θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 (170), το εν λόγω πλεονέκτημα δεν θα θεωρηθεί κρατική ενίσχυση και, ως εκ τούτου, δεν θα θεωρηθεί ότι εμπίπτει στην απαγόρευση του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ), εφόσον πληρούνται όλες οι λοιπές προϋποθέσεις που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό. Στο ίδιο πνεύμα, οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM που έλαβαν πλεονέκτημα το οποίο δεν υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1407/2013 της Επιτροπής (171) (ο οποίος εφαρμόζεται αναδρομικά στην παρούσα υπόθεση δυνάμει του άρθρου του 7 παράγραφος 1) δεν έλαβαν κρατική ενίσχυση που εμπίπτει στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, εφόσον πληρούνται όλες οι λοιπές προϋποθέσεις που προβλέπονται στην εν λόγω ρύθμιση.

(147)

Βάσει των ποσοτικών στοιχείων που υπέβαλε η Πορτογαλία, φαίνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις το ποσό της ενίσχυσης που έλαβαν οι δικαιούχοι του καθεστώτος είναι χαμηλότερο του κατώτατου ορίου των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας των 200 000 EUR.

Συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη ενίσχυσης

(148)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι το μέτρο που εφάρμοσε η Πορτογαλία υπέρ των εταιρειών της ZFM συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(149)

Παρεμπιπτόντως, επισημαίνεται επιπλέον ότι η Πορτογαλία δεν αμφισβήτησε τη διαπίστωση περί ύπαρξης ενίσχυσης στην οποία κατέληξε η Επιτροπή με την απόφαση του 2007 (172).

6.2.   Συμβατότητα της ενίσχυσης

6.2.1.   Συμμόρφωση του καθεστώτος ZFM με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013

(150)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσαν οι πορτογαλικές αρχές, συνάδει με τις δεσμεύσεις που η Πορτογαλία ανέλαβε κατά τον χρόνο της κοινοποίησης καθώς και με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

Προέλευση των κερδών που επωφελούνται της μείωσης του φόρου εισοδήματος

(151)

Το καθεστώς ZFM αξιολογήθηκε βάσει των ΚΓΠΕ 2007 ως περιφερειακή ενίσχυση λειτουργίας και εγκρίθηκε με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013. Το καθεστώς ZFM επέτρεπε τη χορήγηση ενίσχυσης με τη μορφή μειωμένου φόρου εισοδήματος εταιρειών επί των κερδών που προκύπτουν από δραστηριότητες που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα και με τη μορφή απαλλαγής από άλλους φόρους, έως τα μέγιστα ποσά ενίσχυσης, υπολογιζόμενα βάσει των ανώτατων ορίων φορολογητέας βάσης που καθορίστηκαν με βάση τον αριθμό των θέσεων εργασίας που διατηρούσαν οι δικαιούχοι κάθε οικονομικό έτος.

(152)

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κοινοποίησης η οποία κατέληξε στην απόφαση της Επιτροπής του 2007, η Πορτογαλία δεν αμφισβήτησε ότι οι μειώσεις φόρου που προβλέπονταν από το καθεστώς θα περιορίζονταν σε δραστηριότητες ασκούμενες στη Μαδέρα, όπως υπομνήσθηκε στην αιτιολογική σκέψη 32 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας (173).

(153)

Οι ΚΓΠΕ 2007 επιτρέπουν τη χορήγηση περιφερειακής ενίσχυσης λειτουργίας μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (174): «ενισχύσεις του τύπου αυτού είναι δυνατόν να χορηγούνται σε περιφέρειες που είναι επιλέξιμες κατά την παρέκκλιση κατά το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) [νυν άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ], υπό τον όρο ότι i) δικαιολογούνται από τη συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη και από τον χαρακτήρα τους, και ii) το ύψος τους να είναι ανάλογο προς τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν (175)».

(154)

Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η Μαδέρα είναι εξόχως απόκεντρη περιοχή για τους σκοπούς του άρθρου 349 της ΣΛΕΕ και είναι, επομένως, επιλέξιμη βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ.

(155)

Ωστόσο, η συμβολή καθεστώτος ενίσχυσης λειτουργίας στην περιφερειακή ανάπτυξη περιοχής πρέπει να αξιολογείται σε σχέση με, και κατά τρόπο αναλογικό προς, τα μειονεκτήματα της εν λόγω περιοχής, τα οποία στην περίπτωση των εξόχως απόκεντρων περιοχών είναι διαρθρωτικά και μόνιμα μειονεκτήματα που αναγνωρίζονται από τη ΣΛΕΕ, όπως μεγάλη απόσταση, νησιωτικός χαρακτήρας, μικρή έκταση, δύσκολη μορφολογία και κλίμα, οικονομική εξάρτηση από μικρό αριθμό προϊόντων, όπως κατοχυρώνονται στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ.

(156)

Όπως υπομνήσθηκε στην αιτιολογική σκέψη 30 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας, ο λόγος ύπαρξης των περιφερειακών ενισχύσεων λειτουργίας για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές είναι η αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους το οποίο επιβαρύνει τις εταιρείες στις εν λόγω περιοχές λόγω των προαναφερθέντων μειονεκτημάτων.

(157)

Κατά την αξιολόγηση του καθεστώτος ZFM, το πρόσθετο κόστος προσδιορίστηκε και ποσοτικοποιήθηκε βάσει μελέτης που υπέβαλαν οι πορτογαλικές αρχές. Στην απόφαση της Επιτροπής του 2007, η αναλογικότητα του μέτρου αξιολογήθηκε βάσει του εν λόγω ποσοτικά προσδιορισμένου πρόσθετου κόστους, στο συνολικό επίπεδο της ZFM καθώς και στο επίπεδο κάθε δικαιούχου καταχωρισμένου στη ZFM (176).

(158)

Όσον αφορά την προέλευση των κερδών που επωφελούνται της μείωσης του φόρου εισοδήματος, η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι πρέπει να αξιολογηθεί σε σχέση με τη συμβολή του καθεστώτος στην περιφερειακή ανάπτυξη της ΑΠΜ και δεν θα πρέπει να περιοριστεί γεωγραφικά στην περιοχή, καθώς τούτο θα αναγάγει το καθεστώς στήριξης σε απλή αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες που βρίσκονται στη ZFM (177). Η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι, όπως εφαρμόστηκε, το καθεστώς συνάδει με τα διεθνή φορολογικά πρότυπα και ότι οι καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες ασκούν εκεί ουσιώδη δραστηριότητα κατά την έννοια του σχεδίου δράσης BEPS του ΟΟΣΑ, υπόκεινται σε νομικές φορολογικές απαιτήσεις και υποβάλλονται σε πολλούς ελέγχους (178). Οι ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν γενικά τη θέση αυτή (179).

(159)

Εν αντιθέσει προς όσα ισχυρίζεται η Πορτογαλία (180), οι καταχωρισμένες στη ZFM εταιρείες επιβαρύνονται με το εν λόγω πρόσθετο κόστος μόνο εάν ασκούν πραγματικά και ουσιαστικά τις δραστηριότητές τους στη Μαδέρα, και τούτο συνεπάγεται ότι τα κέρδη τους προκύπτουν από πράξεις που επιβαρύνονται άμεσα με τέτοιο πρόσθετο κόστος. Άλλα είδη κερδών, τα οποία δεν επιβαρύνονται με τέτοιο κόστος καθώς προκύπτουν από δραστηριότητες που ασκούνται εκτός της περιοχής, δεν πρέπει να προσμετρώνται στη φορολογητέα βάση που επωφελείται του φορολογικού μέτρου.

(160)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η Πορτογαλία δήλωσε σαφώς καθ’ όλη την παρακολούθηση του 2015 και επιβεβαίωσε κατά τη διάρκεια της επίσημης έρευνας ότι οι δικαιούχοι δεν υποχρεούνταν να ασκούν τη δραστηριότητά τους στην περιοχή και ότι ακόμη και δραστηριότητες που ασκούνταν εκτός της περιοχής επωφελούνταν της χορηγούμενης βάσει του καθεστώτος ενίσχυσης (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 20 και 21 της παρούσας απόφασης).

(161)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο καλούμενος «γεωγραφικός περιορισμός» της προέλευσης των κερδών που κατήγγειλε η Πορτογαλία μετουσιώνει απλώς, στις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013, τις βασικές αρχές που διατυπώνονται στις ΚΓΠΕ 2007 και ότι, όσον αφορά την προέλευση των κερδών, η εφαρμογή του καθεστώτος ZFM δεν συνάδει με τις διατάξεις περί ενισχύσεων λειτουργίας που περιέχονται στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.

(162)

Στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, η Επιτροπή δεν διατύπωσε αμφιβολίες όσον αφορά τη συνέπεια του καθεστώτος με διεθνή φορολογικά πρότυπα και νομικές φορολογικές απαιτήσεις. Για τους σκοπούς του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων, ο πραγματικός και ουσιαστικός χαρακτήρας της δραστηριότητας που ασκούν οι δικαιούχοι πρέπει να αξιολογηθεί σε σχέση με τις αρχές σχετικά με τις ενισχύσεις λειτουργίας που περιέχονται στις ΚΓΠΕ 2007, οι οποίες υπομνήσθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 156 και 157 της παρούσας απόφασης, και όχι σε σχέση με τις φορολογικές συμφωνίες του ΟΟΣΑ, οι οποίες επιδιώκουν ίδιους φορολογικούς σκοπούς.

(163)

Ομοίως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η νομική απαίτηση περί λογιστικού διαχωρισμού, για φορολογικούς σκοπούς, όσον αφορά το εισόδημα που παράγεται στη ZFM, η οποία περιγράφηκε στην αιτιολογική σκέψη 21 της παρούσας απόφασης, δεν αρκεί καθεαυτήν για να διασκεδάσει τις αμφιβολίες της Επιτροπής όσον αφορά την καταλληλότητα της φορολογητέας βάσης του καθεστώτος ZFM, δεδομένου ότι η παραγωγή εισοδήματος στη ZFM που υπόκειται στην εν λόγω απαίτηση δεν ορίζεται σε σχέση με τις αρχές για τις ενισχύσεις λειτουργίας που προβλέπονται στην ΚΓΠΕ 2007.

(164)

Αντιθέτως, ο εν λόγω λογιστικός διαχωρισμός καταδεικνύει μόνο ότι ο χαμηλότερος φορολογικός συντελεστής εφαρμοζόταν σε κέρδη που προέκυπταν από συναλλαγές μεταξύ, αφενός, των δικαιούχων της ενίσχυσης και, αφετέρου, οντοτήτων που είχαν την κατοικία τους στη ZFM καθώς και οντοτήτων που είχαν την κατοικία τους εκτός του εθνικού εδάφους της Πορτογαλίας. Ωστόσο, ο εν λόγω λογιστικός διαχωρισμός δεν μπορεί να οδηγήσει σε κανένα συμπέρασμα όσον αφορά το αν οι συναλλαγές προέκυπταν από δραστηριότητες ασκούμενες πραγματικά και ουσιαστικά, από τους δικαιούχους της ενίσχυσης, εντός ή εκτός της Μαδέρας.

(165)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι διεξοδικοί φορολογικοί έλεγχοι όσον αφορά τη φορολογητέα βάση και την προέλευση των κερδών διενεργήθηκαν υπό το πρίσμα της προσέγγισης που εφάρμοσαν οι πορτογαλικές αρχές, η οποία υπομνήσθηκε στην αιτιολογική σκέψη 158 της παρούσας απόφασης, και δεν έλαβαν υπόψη τη σχέση μεταξύ επιλέξιμων κερδών και πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες στη ZFM, η οποία εξυπακούεται στις ΚΓΠΕ 2007 και στις επακόλουθες αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

(166)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα επιχειρήματα που πρόβαλε η Πορτογαλία όσον αφορά τη συνέπεια με φορολογικούς κανόνες, νομικές απαιτήσεις και φορολογικούς ελέγχους δεν είναι λυσιτελή για την αξιολόγηση της εφαρμογής του καθεστώτος ZFM σε σχέση με τις ΚΓΠΕ 2007 και τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

(167)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αμφιβολίες της όσον αφορά την προέλευση των κερδών που επωφελήθηκαν της μείωσης φόρου στη ZFM εξακολουθούν να υφίστανται και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, σε σχέση με το συγκεκριμένο κριτήριο, η εφαρμογή του καθεστώτος ZFM συνιστά παράβαση των αποφάσεων της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

Δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας στην περιοχή

(168)

Όπως υπομνήσθηκε στην αιτιολογική σκέψη 151 της παρούσας απόφασης, τα μέγιστα ποσά ενίσχυσης από τα οποία μπορούν να επωφεληθούν οι δικαιούχοι που είναι καταχωρισμένοι στη ZFM, βάσει του εγκεκριμένου καθεστώτος περιφερειακής ενίσχυσης λειτουργίας, υπολογίζονται βάσει των ανώτατων ορίων φορολογητέας βάσης που καθορίστηκαν με βάση τον αριθμό των θέσεων εργασίας που διατήρησαν οι δικαιούχοι κάθε οικονομικό έτος.

(169)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η απαίτηση δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας ήταν προϋπόθεση πρόσβασης στο καθεστώς και ήταν ενσωματωμένη στη μέθοδο υπολογισμού του ποσού της ενίσχυσης στο καθεστώς ZFM που κοινοποίησε η Πορτογαλία (181), το οποίο εγκρίθηκε με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

(170)

Επιπλέον, στην απόφαση της Επιτροπής του 2007 εκτιμήθηκε ότι η δημιουργία θέσεων εργασίας στο καθεστώς ZFM συνέβαλε στην περιφερειακή ανάπτυξη (182).

(171)

Η Επιτροπή επισημαίνει περαιτέρω ότι η δημιουργία/διατήρηση θέσεων εργασίας ήταν εγγενές στοιχείο του εγκεκριμένου περιφερειακού καθεστώτος ZFM. Ως εκ τούτου, ο αριθμός των θέσεων εργασίας συνιστά παράμετρο του ποσού της ενίσχυσης και τρόπο μέτρησης της συμβολής του καθεστώτος στην περιφερειακή ανάπτυξη και, για αμφότερους τους σκοπούς αυτούς, θα πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενική αποδεδειγμένη μέθοδο η οποία χρησιμοποιείται στην πρακτική λήψης αποφάσεων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

(172)

Η Πορτογαλία απορρίπτει τον στενό ορισμό των θέσεων εργασίας σε ΙΠΑ ή ΕΜΕ που χρησιμοποίησε η Επιτροπή για τον σκοπό του υπολογισμού των ποσών της ενίσχυσης. Αντιθέτως, η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι ο «ορισμός των θέσεων εργασίας» που χρησιμοποιεί συνάδει με τους εθνικούς και διεθνείς εργατικούς κανόνες, ότι οι δικαιούχοι υποβάλλονταν σε πολλούς ελέγχους, των οποίων τα αποτελέσματα κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή, και ότι, ως εκ τούτου, η εφαρμογή του καθεστώτος, συνάδει με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

(173)

Αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η Πορτογαλία (183), η Επιτροπή θεωρεί ότι η εφαρμογή της μεθόδου που καθορίζεται στο σημείο 58 των ΚΓΠΕ 2007, και ειδικότερα στη σχετική υποσημείωση 52, για τον υπολογισμό του αριθμού των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν/διατηρήθηκαν, κατά την οποία «ως “αριθμός εργαζομένων” νοείται ο αριθμός των ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ), δηλαδή ο αριθμός των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που έχουν εργαστεί κατά τη διάρκεια ενός έτους. Η μερική και η εποχιακή απασχόληση ισοδυναμούν με κλάσματα των ΕΜΕ», είναι προσήκουσα, μολονότι ο εν λόγω ορισμός περιλαμβάνεται μόνο στο τμήμα των ΚΓΠΕ 2007 που αφορούν τις περιφερειακές ενισχύσεις λειτουργίας. Η εν λόγω μέθοδος αναφέρεται επίσης στο άρθρο 5 της σύστασης της Επιτροπής σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (184), που εφαρμόζεται γενικά στη νομοθεσία της Ένωσης και ειδικότερα στους κανόνες της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, δεδομένου ότι οι εν λόγω συστάσεις περιλήφθηκαν συστηματικά ως παράρτημα I στον ΓΚΑΚ 2008, καθώς και στον ΓΚΑΚ 2014.

(174)

Αντίθετα προς όσα ισχυρίζεται η Πορτογαλία, ο συγκεκριμένος ορισμός των θέσεων εργασίας, σε ΙΠΑ και ΕΜΕ, είναι ο καλύτερος τρόπος συνεκτίμησης, χωρίς διακρίσεις, κάθε είδους σχέσης εργασίας και σύμβασης (μόνιμη ή προσωρινή απασχόληση, υπάλληλοι και μέλη διοικητικού συμβουλίου που έχουν συνάψει συμβάσεις εργασίας με πλείονες εταιρείες, τηλεργαζόμενοι), καθώς καθιστά δυνατό τον αντικειμενικό και επαληθεύσιμο υπολογισμό του χρόνου πραγματικής απασχόλησης του υπαλλήλου σε εταιρεία που βρίσκεται στη ZFM. Η Επιτροπή τηρεί ουδέτερη στάση όσον αφορά τη φύση της θέσης εργασίας βάσει του εθνικού δικαίου, εφόσον οι θέσεις εργασίας υπολογίζονται, για τους σκοπούς των κρατικών ενισχύσεων, με αντικειμενικό τρόπο.

(175)

Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή παρατηρεί περαιτέρω ότι, ανεξάρτητα από τον ορισμό που περιέχεται στην υποσημείωση 52 των ΓΚΠΕ 2007, η Πορτογαλία δεν εφάρμοσε κανέναν ορισμό των θέσεων εργασίας ο οποίος καθιστά δυνατή την πραγματική μέτρηση του αριθμού των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και διατηρήθηκαν στη Μαδέρα. Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 28 της παρούσας απόφασης, η Πορτογαλία δέχθηκε ως δεόντως δημιουργηθείσα θέση εργασίας στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM κάθε απασχόληση οποιασδήποτε νομικής φύσης, ανεξαρτήτως του αριθμού ωρών, ημερών και μηνών πραγματικής εργασίας ετησίως, την οποία οι δικαιούχοι δήλωναν στις ετήσιες φορολογικές δηλώσεις τους. Η Πορτογαλία δέχθηκε την εν λόγω απασχόληση χωρίς να εξετάσει τον πραγματικό χρόνο εργασίας του εργαζομένου σε κάθε δικαιούχο και χωρίς να μετατρέψει την εν λόγω απασχόληση σε ΙΠΑ.

(176)

Λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης του 2015 και των πληροφοριών που υπέβαλε η Πορτογαλία κατά τη διάρκεια της επίσημης έρευνας, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι πορτογαλικές αρχές δεν ήταν σε θέση να ελέγξουν, βάσει των δηλώσεων των δικαιούχων, τον πραγματικό ή τον διαρκή χαρακτήρα των θέσεων εργασίας που δηλώθηκαν όπως απαιτούνταν από τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013, ακριβώς λόγω της έλλειψης κοινής αντικειμενικής μεθοδολογίας υπολογισμού εφαρμοστέας σε όλες τις περιπτώσεις σχέσεων εργασίας.

(177)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Πορτογαλία δεν επιβεβαίωσε ότι όλες οι θέσεις εργασίας που καταχωρίστηκαν για την εφαρμογή του καθεστώτος ZFM καλύπτονταν από υπαλλήλους που συνέβαλαν σε δραστηριότητες που ασκούνταν πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα. Οι πορτογαλικές αρχές ανέφεραν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η παράλειψη δήλωσης αριθμού υπαλλήλων στις ετήσιες δηλώσεις δεν επηρέαζε τη βεβαίωση του οφειλόμενου φόρου και της φορολογικής ελάφρυνσης· σε ορισμένες άλλες περιπτώσεις, στο πλαίσιο της παρακολούθησης του 2015, εντοπίστηκαν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι θέσεις εργασίας βρίσκονταν εκτός της ZFM, της Μαδέρας ακόμη και εκτός της Ένωσης. Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Πορτογαλία δεν υπέβαλε πληροφορίες σχετικά με τον τόπο πραγματικής άσκησης της δραστηριότητας των υπαλλήλων όλων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM, παρά τα επανειλημμένα αιτήματα της Επιτροπής (185).

(178)

Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η Πορτογαλία προσκόμισε έγγραφα που καταδεικνύουν ότι διενεργήθηκαν πολλοί έλεγχοι στους δικαιούχους του καθεστώτος ZFM. Αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η Πορτογαλία, η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε ποτέ την αποτελεσματικότητα των καθαυτό φορολογικών ελέγχων που διενεργούν οι πορτογαλικές αρχές, αλλά μόνο την αποτελεσματικότητά τους όσον αφορά τον ακριβή υπολογισμό του αριθμού θέσεων εργασίας που διατήρησε κάθε δικαιούχος του καθεστώτος ZFM και την αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και των δραστηριοτήτων που ασκούνται πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα. Τα έγγραφα που κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή επιβεβαιώνουν την πραγματική διενέργεια των ελέγχων για φορολογικούς σκοπούς. Ωστόσο, τα στοιχεία που συλλέχθηκαν είναι αλυσιτελή από την άποψη των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, δεδομένου ότι οι έλεγχοι δεν επαλήθευσαν τα δύο ζητήματα που διακυβεύονται στην παρούσα υπόθεση: τον ακριβή υπολογισμό του αριθμού των θέσεων εργασίας που διατήρησε κάθε δικαιούχος του καθεστώτος ZFM και τη σχέση μεταξύ των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν και των δραστηριοτήτων που άσκησε πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα ο εν λόγω δικαιούχος.

(179)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αμφιβολίες της όσον αφορά το κριτήριο της δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας στη ZFM εξακολουθούν να υφίστανται και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, σε σχέση με το συγκεκριμένο κριτήριο, η εφαρμογή του καθεστώτος ZFM συνιστά παράβαση των αποφάσεων της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

Συμπέρασμα

(180)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, συνιστά παράβαση των αποφάσεων της Επιτροπής του 2007 και του 2013, με τις οποίες εγκρίθηκε το Regime III, και είναι, επομένως, παράνομο.

6.2.2.   Συμβατότητα του καθεστώτος ZFM με τις ΚΓΠΕ 2007

(181)

Η Πορτογαλία υποστηρίζει ότι δεν αποδέχθηκε ποτέ την ερμηνεία της Επιτροπής όσον αφορά τις προϋποθέσεις των αποφάσεών της του 2007 και του 2013 σε σχέση με την προέλευση των κερδών και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η Πορτογαλία θεωρεί, εξάλλου, ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν είναι δεσμευτικές, καθώς οι εν λόγω αποφάσεις εκδόθηκαν βάσει των ΚΓΠΕ 2007, τις οποίες η Πορτογαλία θεωρεί επίσης μη δεσμευτικές (186).

(182)

Η Πορτογαλία ισχυρίζεται περαιτέρω ότι ο ορισμός της δημιουργίας θέσεων εργασίας που αναφέρεται στην απόφαση της Επιτροπής του 2007, όσον αφορά τα ΙΠΑ και τις ΕΜΕ, δεν περιέχεται στο τμήμα των ΚΓΠΕ 2007 για τις ενισχύσεις λειτουργίας, κάτι το οποίο η Επιτροπή δεν αρνείται (187). Ως εκ τούτου, κατά την άποψη των πορτογαλικών αρχών, το καθεστώς ZFM θα πρέπει να αξιολογηθεί μόνο βάσει των σημείων 76 έως 83 των ΚΓΠΕ 2007.

(183)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Πορτογαλία αποδέχθηκε τις ΚΓΠΕ 2007 και τα επακόλουθα κατάλληλα μέτρα (188) με επιστολή της 10ης Μαΐου 2006, και τούτο σημαίνει ότι κάθε περιφερειακό καθεστώς ενίσχυσης πρέπει να τηρεί τους κανόνες που καθορίζονται στις ΚΓΠΕ 2007 (189).

(184)

Βάσει των σημείων 76 και 80 των ΚΓΠΕ 2007, η χορήγηση ενισχύσεων λειτουργίας σε εξόχως απόκεντρες περιοχές επιτρέπεται εφόσον: i) αποσκοπούν στην αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες κατά την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, λόγω των παραγόντων που προσδιορίζονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της ΣΕΚ (νυν άρθρο 349 της ΣΛΕΕ), ii) δικαιολογούνται από τη συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη και iii) είναι αναλογικές προς τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν.

(185)

Επομένως, στο μέτρο που το καθεστώς ZFM ωφέλησε εταιρείες που δεν ασκούσαν πραγματικά και ουσιαστικά τις δραστηριότητές τους στην περιοχή και, επομένως, δεν επιβαρύνθηκαν με το πρόσθετο κόστος που αναφέρεται στις ΚΓΠΕ 2007, η εφαρμογή του καθεστώτος δεν ήταν σύμφωνη με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 184 της παρούσας απόφασης.

(186)

Επιπλέον, ελλείψει αξιολόγησης της προϋπόθεσης δημιουργίας/διατήρησης θέσεων εργασίας ως προς την έννοια της δημιουργίας θέσεων εργασίας που καθορίζεται στο τμήμα των ΚΓΠΕ 2007 για τις επενδυτικές ενισχύσεις ή στην πρακτική της Επιτροπής σε υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων, το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, δεν συνάδει, εν πάση περιπτώσει, με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις ΚΓΠΕ 2007 σχετικά με τις ενισχύσεις λειτουργίας, καθώς δεν συνδέεται η προέλευση των κερδών με το πραγματικό πρόσθετο κόστος.

Συμπέρασμα

(187)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM που εφάρμοσε η Πορτογαλία συνιστά παράβαση των διατάξεων των ΚΓΠΕ 2007 και, ως εκ τούτου, συνιστά παράνομη ενίσχυση και δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατό με την εσωτερική αγορά.

6.2.3.   Συμβατότητα του καθεστώτος ενίσχυσης απευθείας βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ

(188)

Η Πορτογαλία ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τον αντίκτυπο του καθεστώτος ZFM «κατά τρόπο συνεπή με τις πολιτικές της ΕΕ για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές σε σχέση με την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή» και να λάβει υπόψη ότι το καθεστώς ZFM «είναι το πιο αποτελεσματικό μέσο οικονομικής πολιτικής για την προώθηση της συνοχής, της οικονομικής ανάπτυξης και της οικονομικής βιωσιμότητας της Μαδέρας» (190).

(189)

Βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, είναι δυνατόν να θεωρηθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά οι ενισχύσεις για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών που προβλέπονται στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ, λαμβανομένης υπόψη της διαρθρωτικής, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασής τους.

(190)

Στις ΚΓΠΕ 2007, η Επιτροπή καθόρισε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι περιφερειακές ενισχύσεις μπορούν να θεωρηθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά και όρισε τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των περιοχών που πληρούν τους όρους του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ. Κατά τη νομολογία (191), θεσπίζοντας κανόνες συμπεριφοράς και αναγγέλλοντας, με τη δημοσίευσή τους, ότι θα τους εφαρμόζει εφεξής στις περιπτώσεις που αφορούν οι κανόνες αυτοί, η Επιτροπή αυτοπεριορίζεται κατά την άσκηση της οικείας εξουσίας εκτιμήσεως και δεν μπορεί, καταρχήν, να αποκλίνει από τους κανόνες αυτούς, άλλως θα ακυρωθούν οι πράξεις της, λόγω παραβιάσεως γενικών αρχών του δικαίου, όπως είναι η ίση μεταχείριση ή η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Επομένως, η Επιτροπή υποχρεούται να αξιολογήσει την παρούσα υπόθεση βάσει των εφαρμοστέων κατευθυντήριων γραμμών, δηλαδή των ΚΓΠΕ 2007, εκτός εάν οι πορτογαλικές αρχές αποδείξουν ότι εξαιρετικές περιστάσεις, διαφοροποιούμενες εκείνων που λαμβάνονται υπόψη στις ΚΓΠΕ 2007, υποχρεώνουν την Επιτροπή να αξιολογήσει το καθεστώς ZFM απευθείας βάσει της Συνθήκης. Ωστόσο, στην παρούσα υπόθεση, οι πορτογαλικές αρχές δεν επικαλέστηκαν, και κατά μείζονα λόγο δεν απέδειξαν, τη συνδρομή τέτοιων εξαιρετικών περιστάσεων. Επομένως, ακόμη και αν η συμβατότητα του καθεστώτος ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, θα πρέπει να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των ΚΓΠΕ 2007, η Επιτροπή θα αξιολογήσει, παρ’ όλα αυτά, χάριν πληρότητας, στις αιτιολογικές σκέψεις που ακολουθούν, αν το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, μπορεί να είναι συμβατό απευθείας βάσει της ΣΛΕΕ.

Συμβολή στην επίτευξη στόχου κοινού συμφέροντος

(191)

Η Πορτογαλία ισχυρίζεται ότι το καθεστώς ZFM συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη της ΑΠΜ, η οποία αναγνωρίζεται ως εξόχως απόκεντρη περιοχή από τη ΣΛΕΕ. Οι πορτογαλικές αρχές υπέβαλαν στοιχεία σχετικά με τον αντίκτυπο του καθεστώτος σε μακροοικονομικό επίπεδο.

(192)

Ειδικότερα, οι πορτογαλικές αρχές τονίζουν τη σημαντική συμβολή του καθεστώτος ZFM στη δημοσιονομική εξυγίανση της ΑΠΜ. Σύμφωνα με την Περιφερειακή Φορολογική Αρχή Μαδέρας, η συμβολή των εταιρειών της ZFM στον περιφερειακό προϋπολογισμό της Μαδέρας ανήλθε περίπου σε [10-20] % κατά μέσο όρο στο διάστημα 2012-2018 (192).

(193)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι, αντίθετα προς την προκαταρκτική άποψη που διατύπωσε στην αιτιολογική σκέψη 33 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας, το καθεστώς ZFM μπορεί να συμβάλει στην περιφερειακή ανάπτυξη της Μαδέρας, ως εξόχως απόκεντρης περιοχής, και, ως εκ τούτου, στην επίτευξη στόχου κοινού συμφέροντος.

Ο πρόσφορος και ανάλογος χαρακτήρας

(194)

Η ενίσχυση λειτουργίας προορίζεται να απαλλάξει μια επιχείρηση από τις δαπάνες στις οποίες θα έπρεπε να υποβληθεί η ίδια στο πλαίσιο της τρέχουσας διαχείρισής της ή των συνήθων δραστηριοτήτων της (193).

(195)

Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο είδος ενίσχυσης μπορεί να χορηγηθεί κατ’ εξαίρεση στις εξόχως απόκεντρες περιοχές οι οποίες είναι επιλέξιμες βάσει της παρέκκλισης που προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΕΚ [νυν άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ], εφόσον αποσκοπεί στην αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους που προκύπτει κατά την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας λόγω των παραγόντων που προσδιορίζονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2) της ΣΕΚ (νυν άρθρο 349 της ΣΛΕΕ) (194).

(196)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι εταιρείες που επωφελήθηκαν από το καθεστώς, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, απαλλάχθηκαν από τις κανονικές φορολογικές επιβαρύνσεις, μολονότι ορισμένες εταιρείες ασκούσαν δραστηριότητες για τις οποίες δεν επιβαρύνονταν με πρόσθετο κόστος λόγω των διαρθρωτικών μειονεκτημάτων της περιοχής, όπως αξιολογήθηκε στα τμήματα 6.2.1 και 6.2.2 της παρούσας απόφασης.

(197)

Στο πλαίσιο αυτό, δεδομένου ότι δεν εφαρμόστηκε κατά τρόπο ώστε να αντιμετωπιστούν οι διαρθρωτικές δυσχέρειες τις οποίες οι εταιρείες μπορεί όντως να αντιμετωπίζουν κατά την άσκηση της δραστηριότητάς τους στη Μαδέρα, το καθεστώς ZFM δεν μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλο ούτε αναλογικό σε σχέση με τις αρχές/προϋποθέσεις των περιφερειακών ενισχύσεων λειτουργίας που αποσκοπούν στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης των εξόχως απόκεντρων περιοχών (άρθρο 349 της ΣΛΕΕ) λόγω της διαρθρωτικής, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασής τους.

Συμπέρασμα

(198)

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, συνιστά παράβαση του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ και, ως εκ τούτου, συνιστά παράνομη ενίσχυση και δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατό με την εσωτερική αγορά.

6.2.4.   Συμβατότητα της ενίσχυσης με τον ΓΚΑΚ 2014

(199)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι ο ΓΚΑΚ 2014 δεν εφαρμόζεται αναδρομικά σε μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM με σκοπό την αναγνώριση της συμβατότητάς τους (195). Επιπλέον, η Πορτογαλία θεωρεί ότι ευέλικτη ερμηνεία του ΓΚΑΚ 2014 δεν απαιτεί να ασκούν οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM τις οικονομικές δραστηριότητές τους στη Μαδέρα. Η χορήγηση μεμονωμένων ενισχύσεων πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα των προϋποθέσεων για τις περιφερειακές ενισχύσεις λειτουργίας που προβλέπονται στις ΚΓΠΕ 2007 και καλύπτονται επίσης από τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013.

(200)

Δεδομένου ότι η Πορτογαλία εφάρμοσε το καθεστώς κατά παράβαση των αποφάσεων της Επιτροπής του 2007 και του 2013 και δεδομένου ότι το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατό με την εσωτερική αγορά βάσει των ΚΓΠΕ 2007, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει αν μεμονωμένες ενισχύσεις οι οποίες χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος, μπορούν, παρ’ όλα αυτά, να θεωρηθούν συμβατές (196) βάσει του ΓΚΑΚ 2014, ο οποίος μπορεί να εφαρμοστεί αναδρομικά σε μεμονωμένες ενισχύσεις, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις (197).

(201)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 4 του ΓΚΑΚ 2014, «στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, τα καθεστώτα ενισχύσεων λειτουργίας αντισταθμίζουν το πρόσθετο κόστος λειτουργίας που προκύπτει σε αυτές τις περιοχές ως άμεσο αποτέλεσμα ενός ή περισσότερων από τα μόνιμα μειονεκτήματα που αναφέρονται στο άρθρο 349 της Συνθήκης, όταν οι δικαιούχοι ασκούν την οικονομική δραστηριότητά τους σε εξόχως απόκεντρη περιοχή, υπό την προϋπόθεση ότι το ετήσιο ποσό ενίσχυσης ανά δικαιούχο δυνάμει όλων των καθεστώτων ενισχύσεων λειτουργίας που εφαρμόζονται βάσει του παρόντος κανονισμού δεν υπερβαίνει ένα από τα ακόλουθα ποσοστά: α) το 35 % της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται ετησίως από τον δικαιούχο στη συγκεκριμένη εξόχως απόκεντρη περιοχή· β) το 40 % του ετήσιου κόστους εργασίας που φέρει ο δικαιούχος στη συγκεκριμένη εξόχως απόκεντρη περιοχή· γ) το 30 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του δικαιούχου που πραγματοποιείται στη συγκεκριμένη εξόχως απόκεντρη περιοχή». Όπως αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, η συλλογιστική για την κατ’ εξαίρεση έγκριση της χορήγησης ενίσχυσης λειτουργίας σε εταιρεία είναι η αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστος που προκύπτει από την άσκηση της δραστηριότητάς της στην εξόχως απόκεντρη περιοχή.

(202)

Η Αυτόνομη Περιφέρεια Μαδέρας είναι, κατά το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ, εξόχως απόκεντρη περιοχή. Επομένως, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 4 του ΓΚΑΚ 2014, είναι επιλέξιμη για περιφερειακή ενίσχυση δυνάμει της παρέκκλισης που προβλέπεται στο άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: i) οι δικαιούχοι ασκούν τη δραστηριότητά τους στην εξόχως απόκεντρη περιοχή και ii) το ετήσιο ποσό ενίσχυσης δεν υπερβαίνει μέγιστο ποσοστό της ετήσιας ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας ή του ετήσιου κόστους εργασίας που φέρει ο δικαιούχος ή του ετήσιου κύκλου εργασιών του δικαιούχου που πραγματοποιείται στη συγκεκριμένη περιοχή.

(203)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το μέτρο που εφαρμόστηκε συνίσταται σε φορολογικές ελαφρύνσεις, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των δαπανών με τις οποίες θα έπρεπε να επιβαρυνθούν οι εταιρείες στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους. Ως εκ τούτου, συνιστά ενίσχυση λειτουργίας υπέρ των εταιρειών που μπορούν να επωφεληθούν αυτού στη ZFM.

(204)

Βάσει των πληροφοριών που υπέβαλε η Πορτογαλία κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης του 2015, οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM που εφάρμοσε η Πορτογαλία δεν ασκούν κατ’ ανάγκη την πραγματική δραστηριότητά τους στη Μαδέρα. Επιπλέον, τα σχετικά ποσά ενίσχυσης δεν σχετίζονται κατ’ ανάγκη με την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, το κόστος εργασίας ή τον κύκλο εργασιών που παράγονται στη Μαδέρα.

Συμπέρασμα

(205)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, συνιστούν παράβαση των διατάξεων του ΓΚΑΚ 2014.

Συμπέρασμα

(206)

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, συνιστά παράνομη ενίσχυση η οποία δεν είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ.

(207)

Ως εκ τούτου, η έκδοση υπό όρους απόφασης, κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589, όπως πρότεινε η Πορτογαλία (198), δεν είναι κατάλληλο μέσο για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που τέθηκαν στο τμήμα 6.2 της παρούσας απόφασης.

7.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ

7.1.   Ανάκτηση

(208)

Σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης, η Επιτροπή έχει αρμοδιότητα, όταν διαπιστώσει ότι η ενίσχυση είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά, να αποφασίσει αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα πρέπει να την καταργήσει ή να την τροποποιήσει (199). Από την πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης προκύπτει επίσης ότι η υποχρέωση για το κράτος μέλος να καταργήσει ενίσχυση την οποία η Επιτροπή θεωρεί ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά αποσκοπεί στην επαναφορά στην πρότερη κατάσταση (200).

(209)

Στο πλαίσιο αυτό, τα δικαστήρια της Ένωσης έχουν αποφανθεί ότι ο εν λόγω στόχος επιτυγχάνεται όταν ο δικαιούχος αποδώσει τα ποσά που χορηγήθηκαν υπό μορφή παράνομων ενισχύσεων, χάνοντας έτσι το πλεονέκτημα που απολάμβανε στην εσωτερική αγορά σε σχέση με τους ανταγωνιστές του, και τα πράγματα επανέλθουν στην προ της καταβολής της ενίσχυσης κατάσταση (201).

(210)

Σύμφωνα με τη νομολογία, το άρθρο 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 ορίζει ότι «[σ]ε περίπτωση αρνητικής απόφασης για υπόθεση παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφασίζει την εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την ανάκτηση της ενίσχυσης από τον δικαιούχο».

(211)

Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι το υπό εξέταση μέτρο εφαρμόστηκε κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ και πρέπει να θεωρηθεί παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση, το ποσό της ενίσχυσης θα πρέπει να ανακτηθεί ώστε να αποκατασταθεί η κατάσταση της εσωτερικής αγοράς που επικρατούσε πριν από τη χορήγησή του. Η ανάκτηση θα πρέπει να καλύπτει την περίοδο από την ημερομηνία κατά την οποία η ενίσχυση τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι την πραγματική ανάκτησή της. Τα προς ανάκτηση ποσά θα πρέπει να είναι τοκοφόρα μέχρι την πραγματική ανάκτησή τους.

Προσδιορισμός των δικαιούχων από τους οποίους θα πρέπει να ανακτηθεί η ενίσχυση

(212)

Οι παράνομες και ασυμβίβαστες ενισχύσεις πρέπει να ανακτώνται από τις επιχειρήσεις οι οποίες πράγματι επωφελήθηκαν από αυτές. Ωστόσο, όταν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει, στην ίδια την απόφαση, όλες τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει παράνομες και ασυμβίβαστες ενισχύσεις, ο προσδιορισμός αυτός πρέπει να πραγματοποιηθεί στην αρχή της εφαρμογής της διαδικασίας ανάκτησης από το οικείο κράτος μέλος, το οποίο θα πρέπει να εξετάσει μεμονωμένα την περίπτωση κάθε σχετικής επιχείρησης.

(213)

Εν προκειμένω, οι δυνητικοί δικαιούχοι της παράνομης και ασυμβίβαστης κρατικής ενίσχυσης είναι τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που ήταν καταχωρισμένα στη ZFM από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2014. Από την αρχική αυτή ομάδα δικαιούχων, οι πορτογαλικές αρχές θα πρέπει να εξαιρέσουν από την ανάκτηση τα φυσικά και νομικά πρόσωπα για τα οποία μπορούν να προσκομιστούν αποδείξεις ότι: i) συμμορφώθηκαν με τις αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε να επωφεληθούν του καθεστώτος ZFM που εγκρίθηκε με τις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013, κάτι το οποίο σημαίνει ότι τα κέρδη τους συνδέονταν με δραστηριότητα την οποία άσκησαν πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα και με θέσεις εργασίας που πραγματικά δημιούργησαν/διατήρησαν στην περιοχή· ή ii) το συνολικό πλεονέκτημα που έλαβε κάθε δικαιούχος στο πλαίσιο του καθεστώτος δεν υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 (202) ή στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1407/2013 (203), εφόσον τα εν λόγω πλεονεκτήματα πληρούν επίσης τις λοιπές προϋποθέσεις που καθορίζονται στους εν λόγω κανονισμούς· ή iii) η μεμονωμένη ενίσχυση που έλαβε οποιοσδήποτε δικαιούχος πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σε κανονισμό που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1588 του Συμβουλίου (204), όπως ο ΓΚΑΚ 2014.

(214)

Τα λοιπά φυσικά και νομικά πρόσωπα που επωφελήθηκαν του καθεστώτος ZFM είναι οι δικαιούχοι της παρανόμως χορηγηθείσας κρατικής ενίσχυσης από τους οποίους οι πορτογαλικές αρχές πρέπει να ανακτήσουν το πλεονέκτημα υπό μορφή ενίσχυσης που έλαβαν.

Ποσοτικός προσδιορισμός της ενίσχυσης

(215)

Η Επιτροπή δεν υποχρεούται από τη νομοθεσία να καθορίζει το ακριβές ύψος της προς ανάκτηση ενίσχυσης, ιδίως εάν δεν διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία προς τούτο. Αντιθέτως, αρκεί η απόφαση της Επιτροπής να περιέχει στοιχεία βάσει των οποίων το κράτος μέλος μπορεί να καθορίσει το προς ανάκτηση ποσό χωρίς υπέρμετρη δυσκολία.

(216)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η Πορτογαλία θα πρέπει να εφαρμόσει την ακόλουθη μεθοδολογία προκειμένου να καθορίσει το ποσό της ασυμβίβαστης ενίσχυσης που πρέπει να ανακτηθεί από κάθε δικαιούχο:

α)

να καθορίσει, ανά έτος, τον αριθμό θέσεων εργασίας, σε ΕΜΕ, που δημιούργησε και διατήρησε στην περιοχή κάθε δικαιούχος·

β)

να καθορίσει, ανά έτος, τη φορολογητέα βάση σε σχέση με κέρδη που σχετίζονται με δραστηριότητα που ασκήθηκε πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα·

γ)

να εφαρμόσει τον φορολογικό συντελεστή του καθεστώτος ZFM στη συγκεκριμένα φορολογητέα βάση λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν ο οποίος προσδιορίστηκε στο στοιχείο α), με βάση τους πίνακες υπολογισμού που παρουσιάστηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 12 και 16 της παρούσας απόφασης·

δ)

το ποσό της ενίσχυσης θα είναι ίσο με το πραγματικό ποσό που έλαβε κάθε δικαιούχος ανά έτος μείον το ποσό που συνδέεται πραγματικά με τη δραστηριότητα που ασκήθηκε στη Μαδέρα υπολογιζόμενο όπως αναφέρεται στο σημείο γ).

(217)

Σε κάθε περίπτωση στην οποία απαιτείται ανάκτηση, η ανάκτηση εφαρμόζεται από τον χρόνο κατά τον οποίο χορηγήθηκε το πλεονέκτημα στους δικαιούχους, δηλαδή από την ημερομηνία της νομικής πράξης με την οποία χορηγήθηκε στους δικαιούχους το δικαίωμα να επωφεληθούν του εν λόγω καθεστώτος, με την επιφύλαξη της προθεσμίας παραγραφής για την ανάκτηση της ενίσχυσης που προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589.

(218)

Τα προς ανάκτηση ποσά πρέπει να περιλαμβάνουν τόκους από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι την πραγματική ανάκτησή τους. Οι τόκοι θα πρέπει να υπολογιστούν με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (205).

(219)

Κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Πορτογαλία δυσκολεύτηκε να προσκομίσει αξιόπιστες πληροφορίες για τον προσδιορισμό των δικαιούχων και την εκτίμηση του αν έλαβαν ενίσχυση στο πλαίσιο του καθεστώτος και του ποσού αυτής. Δεν αποκλείεται, κατά την κατάρτιση του τελικού καταλόγου δικαιούχων και των αντίστοιχων ποσών ενίσχυσης που πρέπει να ανακτηθούν, κατά τα προβλεπόμενα στη μέθοδο που περιγράφηκε στην αιτιολογική σκέψη 216 της παρούσας απόφασης, η Πορτογαλία να χρειαστεί εκ νέου πρόσθετο χρόνο. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ανάκτηση παράνομων και ασυμβίβαστων κρατικών ενισχύσεων (206), όσον αφορά τον χρόνο ανάκτησης από μεμονωμένους δικαιούχους των παράνομων και ασυμβίβαστων ποσών κρατικής ενίσχυσης, οι πορτογαλικές αρχές θα πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους τέσσερις μήνες για την υποβολή τελικού καταλόγου των δικαιούχων και σχεδίου εφαρμογής της διαδικασίας ανάκτησης και οκτώ μήνες για την πραγματική εφαρμογή της ανάκτησης.

7.2.   Ασφάλεια δικαίου και δικαιολογημένη εμπιστοσύνη

(220)

Η Πορτογαλία θεωρεί ότι οι εταιρείες που έλαβαν ενίσχυση στο πλαίσιο του καθεστώτος ZFM απέκτησαν δικαίωμα στην ασφάλεια δικαίου και δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι δεν θα αποτελέσουν αντικείμενο απόφασης ανάκτησης (207).

(221)

Μικρός αριθμός ενδιαφερομένων πρόβαλαν παρόμοιο επιχείρημα (208).

(222)

Κατά πάγια νομολογία, η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης είναι γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης. Η εν λόγω αρχή έγινε σταδιακά δεκτή στην έννομη τάξη της Ένωσης από τη νομολογία, η οποία την έχει περιγράψει ως «υπέρτερο κανόνα δικαίου» για την προστασία των φυσικών προσώπων (209), έχει επισημάνει ότι «περιλαμβάνεται μεταξύ των θεμελιωδών αρχών της Κοινότητας» (210) και την έχει χαρακτηρίσει «γενική αρχή» (211). Θεωρείται απόρροια της αρχής της ασφάλειας δικαίου, η οποία επιτάσσει η νομοθεσία της Ένωσης να είναι ακριβής και η εφαρμογή της προβλέψιμη από τα πρόσωπα που υπόκεινται σε αυτήν, έχοντας ως σκοπό, σε περίπτωση μεταστροφής των κανόνων, να εξασφαλίσει την προστασία των εννόμων καταστάσεων που διέπουν ειδικώς ένα ή πλείονα φυσικά ή νομικά πρόσωπα (212). Όπως περιγράφηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 12 έως 17 της παρούσας απόφασης, οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις αποφάσεις της Επιτροπής του 2007 και του 2013 προκειμένου το καθεστώς ZFM να θεωρείται συμβατό με την εσωτερική αγορά ήταν σαφείς, η δε εφαρμογή των εν λόγω απαιτήσεων ήταν σαφώς προβλέψιμη. Ως εκ τούτου, απόφαση ανάκτησης στην παρούσα υπόθεση τηρεί πλήρως την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

(223)

Κατά πάγια νομολογία, το δικαίωμα επίκλησης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προϋποθέτει ότι έχουν δοθεί από θεσμικό όργανο της Ένωσης στον ενδιαφερόμενο συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές (213). Ωστόσο, ένα πρόσωπο δεν μπορεί να επικαλεστεί την παραβίαση της εν λόγω αρχής εκτός εάν του έχουν δοθεί συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις από τη διοίκηση (214).

(224)

Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να δημιουργηθεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι ορισμένη ενίσχυση είναι σύννομη, εκτός αν χορηγήθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 της ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι ένας επιμελής επιχειρηματίας θα πρέπει κανονικά να είναι σε θέση να διαπιστώσει αν τηρήθηκε η διαδικασία αυτή (215).

(225)

Όπως προκύπτει από την παρούσα απόφαση, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί την ύπαρξη και τη συμβατότητα του καθεστώτος ενίσχυσης που είχε εγκρίνει με τις αποφάσεις της του 2007 και του 2013. Η παρούσα απόφαση αφορά την εφαρμογή του καθεστώτος ZFM στο μέτρο που η Πορτογαλία δεν τήρησε τους όρους των εν λόγω αποφάσεων (δηλαδή στο μέτρο που επέτρεψε σε ορισμένες εταιρείες καταχωρισμένες στη ZFM να επωφεληθούν ενίσχυσης με τη μορφή μειωμένου συντελεστή φορολόγησης των κερδών που προκύπτουν από δραστηριότητες που δεν ασκούνταν πραγματικά και ουσιαστικά στη Μαδέρα και υπολογιζόμενης βάσει μη επαληθεύσιμου αριθμού θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν ή διατηρήθηκαν στη ZFM). Το γεγονός ότι η Επιτροπή ενέκρινε το καθεστώς ZFM με τις αποφάσεις της του 2007 και του 2013 δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Επιτροπή έδωσε συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις ότι το Regime III θα αντιμετωπιστεί ως συμβατή ενίσχυση ακόμη και σε περιπτώσεις στις οποίες δεν τηρούνται οι όροι της έγκρισης.

(226)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει περαιτέρω ότι είχε ζητήσει τη συμπερίληψη στο σχέδιο νόμου που η Πορτογαλία κοινοποίησε στις 28 Ιουνίου 2006 ρητής διάταξης που να προβλέπει ότι οι μειώσεις φόρου θα περιορίζονται σε κέρδη που προκύπτουν από δραστηριότητες που ασκούνται στη Μαδέρα (216). Η Πορτογαλία αρνήθηκε να πράξει κάτι τέτοιο καθώς θεώρησε ότι τέτοια διάταξη δεν ήταν αναγκαία, δεδομένου ότι αυτό απέρρεε από τη νομική βάση της ZFM (217) ..

(227)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παρατηρήσεων, η Πορτογαλία και οι δικαιούχοι του καθεστώτος ZFM δεν μπορούν να ισχυριστούν βασίμως ότι η διαπίστωση ότι το καθεστώς ZFM, όπως το εφάρμοσε η Πορτογαλία, συνιστά ενίσχυση ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά παραβιάζει τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ή της ασφάλειας δικαίου, με αποτέλεσμα να αποκλείεται η ανάκτηση της επίμαχης ασυμβίβαστης ενίσχυσης.

8.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(228)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Πορτογαλία εφάρμοσε παρανόμως το καθεστώς ZFM κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ και ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε σε μεμονωμένους δικαιούχους στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Στο μέτρο που εφαρμόστηκε από την Πορτογαλία κατά παράβαση της απόφασης της Επιτροπής C(2007)3037 final και της απόφασης της Επιτροπής C(2013)4043 final, το καθεστώς ενίσχυσης «Zona Franca da Madeira (ZFM) — Regime III» τέθηκε σε εφαρμογή παρανόμως, κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και είναι ασυμβίβαστο με την εσωτερική αγορά.

Άρθρο 2

Οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν δυνάμει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση εφόσον, κατά τον χρόνο χορήγησής τους, πληρούσαν τις προϋποθέσεις που καθορίζει κανονισμός που θεσπίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1588, ο οποίος ισχύει κατά τον χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης.

Άρθρο 3

Οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν δυνάμει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 οι οποίες, κατά τον χρόνο χορήγησής τους, πληρούσαν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 ή καθορίζονται με κανονισμό που θεσπίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1588 είναι συμβατές με την εσωτερική αγορά έως το ανώτατο όριο των εντάσεων ενίσχυσης που ισχύουν για το συγκεκριμένο είδος ενισχύσεων.

Άρθρο 4

1.   Η Πορτογαλία ανακτά από τους δικαιούχους τις ασυμβίβαστες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1.

2.   Για τα προς ανάκτηση ποσά οφείλονται τόκοι από την ημερομηνία που τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι τον χρόνο της πραγματικής ανάκτησής τους.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004.

4.   Η Πορτογαλία καταργεί το ασυμβίβαστο καθεστώς ενίσχυσης στο μέτρο που αναφέρεται στο άρθρο 1 και ακυρώνει κάθε εκκρεμή πληρωμή της ενίσχυσης από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

1.   Η ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1 είναι άμεση και πραγματική.

2.   Η Πορτογαλία διασφαλίζει την εκτέλεση της παρούσας απόφασης εντός οκτώ μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 6

1.   Εντός τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Πορτογαλία διαβιβάζει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

κατάλογο των δικαιούχων που έλαβαν ενισχύσεις βάσει του καθεστώτος ενίσχυσης που ορίζεται στο άρθρο 1 και το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που έλαβε καθένας από τους εν λόγω δικαιούχους βάσει του καθεστώτος·

β)

το συνολικό ποσό (αρχικό κεφάλαιο και τόκοι ανάκτησης) που θα πρέπει να ανακτηθεί από κάθε δικαιούχο·

γ)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έλαβε και προβλέπεται να λάβει για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση.

2.   Η Πορτογαλία τηρεί ενήμερη την Επιτροπή σχετικά με την πρόοδο των εθνικών μέτρων που λήφθηκαν για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάκτηση της ενίσχυσης η οποία χορηγήθηκε βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 1. Υποβάλλει αμέσως, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, στοιχεία σχετικά με τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί και τα μέτρα που προβλέπονται για τη συμμόρφωσή της προς την παρούσα απόφαση.

Η Πορτογαλία παρέχει επίσης λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα ποσά της ενίσχυσης και των τόκων ανάκτησης που έχουν ήδη ανακτηθεί από τους δικαιούχους.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Πορτογαλική Δημοκρατία.

Η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύσει τα στοιχεία ταυτότητας των δικαιούχων της ασυμβίβαστης ενίσχυσης, καθώς και τα ποσά της ενίσχυσης και των τόκων ανάκτησης που θα ανακτηθούν κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης, με την επιφύλαξη του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589.

Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2020.

Για την Επιτροπή

Margrethe VESTAGER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 101 της 15.3.2019, σ. 7.

(2)  Βάσει του άρθρου 108 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, «[η] Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, εξετάζει διαρκώς τα καθεστώτα ενισχύσεων που υφίστανται στα κράτη αυτά». Βλέπε επίσης άρθρο 21 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 9). Προς τούτο, η Επιτροπή εξετάζει τακτικά, βάσει δείγματος καθεστώτων, αν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ορθά τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις από την άποψη τόσο της συμμόρφωσης της εθνικής νομοθεσίας όσο και της χορήγησης μεμονωμένων ενισχύσεων, στη δεύτερη περίπτωση βάσει δείγματος δικαιούχων. Η παρακολούθηση του 2015 αφορά τα έτη 2012 και 2013.

(3)  Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση (ΕΕ C 240 της 12.10.2007, σ. 1).

(4)  Έγκριση κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 107 και 108 της ΣΛΕΕ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση (ΕΕ C 220 της 1.8.2013, σ. 1).

(5)  Άρθρο 36 του καθεστώτος φορολογικών κινήτρων (Estatuto dos Benefícios Fiscais, στο εξής: EBF) που εγκρίθηκε με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 215/89 της 1ης Ιουλίου 1989, όπως αναδημοσιεύτηκε με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 108/2008 της 26ης Ιουνίου 2008 και τροποποιήθηκε με τον νόμο αριθ. 83/2013 της 9ης Δεκεμβρίου 2013. Βλέπε επίσης νομοθετικό διάταγμα αριθ. 165/86 της 26ης Ιουνίου 1986, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του νόμου αριθ. 55/2013 της 8ης Αυγούστου 2013 και την απόφαση αριθ. 46/2010 του Περιφερειακού υπουργείου Οικονομικών (Secretaria Regional do Plano e das Finanças) της 18ης Αυγούστου 2010.

(6)  Κρατική ενίσχυση — Πορτογαλία — Κρατική ενίσχυση SA.21259 (2018/C) (πρώην 2018/NN) — Zona Franca da Madeira (ZFM) — Regime III — Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ C 101 της 15.3.2019, σ. 7).

(7)  C(2019) 1066 final (δεν υπόκειται σε δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα).

(8)  Κρατική ενίσχυση — Πορτογαλία — Κρατική ενίσχυση SA.21259 (2018/C) (πρώην 2018/NN) – Zona Franca da Madeira (ZFM) — Regime III — Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ C 101 της 15.3.2019, σ. 7).

(9)  Το καθεστώς ZFM περιλαμβάνει το Διεθνές Επιχειρηματικό Κέντρο Μαδέρας (International Business Centre of Madeira, IBCM), το Διεθνές Νηολόγιο (MAR) και τη Βιομηχανική Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών (Industrial Free Trade Zone, IFTZ). Εγκρίθηκε για πρώτη φορά το 1987 (Regime I) με την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Μαΐου 1987 στην υπόθεση N 204/86 (SG(87) D/6736)· παρατάθηκε το 1992 με την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Ιανουαρίου 1992 στην υπόθεση E 13/91 (SG(92) D/1118) και το 1995 με την απόφαση της Επιτροπής της 3ης Φεβρουαρίου 1995 στην υπόθεση E 19/94 (SG(95) D/1287). Το διάδοχο καθεστώς (Regime II) εγκρίθηκε με την απόφαση της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2002 στην υπόθεση N222/A/2002 (ΕΕ C 65 της 19.3.2003, σ. 23). Το 2007 η Επιτροπή ενέκρινε τρίτο διάδοχο καθεστώς (Regime III) με την απόφαση της 27ης Ιουνίου 2007 στην υπόθεση N 421/2006 (ΕΕ C 240 της 12.10.2007, σ. 1), το οποίο τροποποιήθηκε το 2013 (τροποποίηση του Regime III) με την απόφαση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2013 στην υπόθεση SA.34160 (2011/N) (ΕΕ C 220 της 1.8.2013, σ. 1). Το 2013 η διάρκεια του τρίτου διάδοχου καθεστώτος (Regime III) παρατάθηκε έως τις 30 Ιουνίου 2014 με την απόφαση της Επιτροπής της 26ης Νοεμβρίου 2013 στην υπόθεση SA. 37668 (2013/N) (ΕΕ C 37 της 7.2.2014, σ. 10) και το 2014 (παράταση του Regime III έως το τέλος του 2014) με την απόφαση της Επιτροπής της 8ης Μαΐου 2014 στην υπόθεση SA. 38586 (2014/N) (ΕΕ C 210 της 4.7.2014, σ. 27).

(10)  ΕΕ C 54 της 4.3.2006, σ. 13.

(11)  Μετά τις δύο παρατάσεις που ενέκρινε η Επιτροπή με τις αποφάσεις που αναφέρονται στην υποσημείωση 9, η ημερομηνία λήξης παρατάθηκε έως την 31η Δεκεμβρίου 2014.

(12)  Μεγάλη απόσταση, νησιωτικός χαρακτήρας, μικρή έκταση, δύσκολη μορφολογία και κλίμα, οικονομική εξάρτηση από μικρό αριθμό προϊόντων.

(13)  3 % από το 2007 έως το 2009, 4 % από το 2010 έως το 2012 και 5 % από το 2013 έως το 2020.

(14)  Αιτιολογική σκέψη 14 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(15)  Αιτιολογική σκέψη 17 της απόφασης της Επιτροπής του 2007. Βλέπε επίσης άρθρο 36 παράγραφοι 1 και 10 και άρθρο 33 παράγραφοι 4 έως 8 και 11 του EBF.

(16)  Τουλάχιστον δύο από τις ακόλουθες: α) εκσυγχρονισμός του περιφερειακού οικονομικού ιστού μέσω τεχνολογικών καινοτομιών σε σχέση με προϊόντα, τη μεταποίηση ή επιχειρηματικές μεθόδους· β) διαφοροποίηση της περιφερειακής οικονομίας, ιδίως μέσω της εισαγωγής νέων δραστηριοτήτων με υψηλή προστιθέμενη αξία· γ) απασχόληση ανθρώπινων πόρων υψηλής ειδίκευσης· δ) βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών· και ε) δημιουργία τουλάχιστον 15 νέων θέσεων εργασίας που πρέπει να διατηρηθούν για διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών (αιτιολογική σκέψη 16 της απόφασης της Επιτροπής του 2007 και άρθρο 36 παράγραφος 5 του EBF).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 29/2002 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου για τη στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 6 της 10.1.2002, σ. 3).

(18)  Αιτιολογική σκέψη 25 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(19)  Αιτιολογική σκέψη 29 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(20)  Αιτιολογική σκέψη 26 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(21)  Αιτιολογική σκέψη 32 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(22)  Αιτιολογική σκέψη 12 της απόφασης της Επιτροπής του 2013.

(23)  Υποσημείωση 2 ανωτέρω.

(24)  Υποσημείωση 14 ανωτέρω.

(25)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 11ης Σεπτεμβρίου 2017 (2017/085166), σ. 20-23.

(26)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 22.

(27)  Έγγραφα της Πορτογαλίας της 31ης Μαρτίου 2016 (2016/031779), σ. 6, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 18.

(28)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 31ης Μαρτίου 2016, σ. 6, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 23.

(29)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 21ης Νοεμβρίου 2017 (2017/110431), σ. 7.

(30)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 2ας Μαΐου 2017 (2017/042449), σ. 11· της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 25, και της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 28-29.

(31)  Νόμος αριθ. 7/2009 της 12ης Φεβρουαρίου 2009.

(32)  Όπως αποστολή/τοποθέτηση (άρθρα 7 και 8), σύμβαση με περισσότερους εργοδότες (άρθρο 101), σύμβαση ορισμένου χρόνου και τηλεργασία (άρθρο 139), σύμβαση αορίστου χρόνου (άρθρο 147), μερική απασχόληση (άρθρο 150), διαλείπουσα εργασία (άρθρο 157), απόσπαση (άρθρο 161), προσωρινή εργασία (άρθρο 172), δανεισμός (άρθρο 288), περιστασιακές αναθέσεις εργασίας (άρθρο 289) κ.λπ. Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 2ας Μαΐου 2017, σ. 7.

(33)  Βάσει του ορισμού που προβλέπεται στο σημείο 58 και στην υποσημείωση 52 των ΚΓΠΕ 2007. [δηλαδή «ως “αριθμός εργαζομένων” νοείται ο αριθμός των ετήσιων μονάδων εργασίας (ΕΜΕ), δηλαδή ο αριθμός των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που έχουν εργαστεί κατά τη διάρκεια ενός έτους. Η μερική και η εποχιακή απασχόληση ισοδυναμούν με κλάσματα των ΕΜΕ»]. Η έννοια των ΕΜΕ αναφέρεται επίσης στο άρθρο 5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/2008 της Επιτροπής [και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής]. Βλέπε υποσημειώσεις 39 και 56 κατωτέρω.

(34)  Βάσει των άρθρων 117 και 127 του κώδικα φόρου εισοδήματος εταιρειών (στο εξής: CIRC), οι εταιρείες υποβάλλουν το «Modelo 22» (παράρτημα D, πεδίο 6 — «Οντότητες με άδεια στη ZFM») σε ετήσια βάση για να δηλώσουν τον αριθμό θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν/διατηρήθηκαν, προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 36 του EBF. Σύμφωνα με τις πορτογαλικές αρχές, το «Modelo 22» καθιστά δυνατό μόνο τον ποσοτικό προσδιορισμό των θέσεων εργασίας που συνεπάγονται παρακράτηση φόρου, οι οποίες δημιουργούνται και διατηρούνται κατά τη σχετική περίοδο (απόφαση αριθ. 16566-A/2012 του ιδιαίτερου γραφείου του υπουργού Οικονομικών). Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας, της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 3-4.

(35)  Το «Modelo 10» υποβάλλεται από εταιρείες για τη δήλωση ετήσιου, φορολογητέου, απαλλασσόμενου και μη φορολογητέου εισοδήματος υποκειμένων στον φόρο (υπαλλήλων των εταιρειών) που υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος στην πηγή, οι οποίοι είναι κάτοικοι Πορτογαλίας για φορολογικούς σκοπούς. Το «Modelo 30» είναι το ίδιο είδος φορολογικής δήλωσης, αλλά αφορά το εισόδημα υποκειμένων στον φόρο (υπαλλήλων των εταιρειών) οι οποίοι δεν είναι κάτοικοι Πορτογαλίας. Σύμφωνα με τις πορτογαλικές αρχές, η εν λόγω φορολογική δήλωση περιέχει μόνο πληροφορίες σχετικά με τη χώρα κατοικίας του υποκειμένου στον φόρο, η οποία μπορεί να μην ταυτίζεται με τη χώρα στην οποία ασκεί τη δραστηριότητά του ως υπαλλήλου υπό τη διεύθυνση της εταιρείας στην οποία απασχολείται. Η DMR, η οποία εφαρμόζεται από το φορολογικό έτος 2013 (υπουργική εκτελεστική απόφαση αριθ. 6/2013 της 10ης Ιανουαρίου 2013), επιτελεί την ίδια λειτουργία, αλλά μόνο για εισόδημα από μισθωτή εργασία και σε μηνιαία βάση. Περιέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με την παρακράτηση φόρου, τις υποχρεωτικές εισφορές σε συστήματα κοινωνικής ασφάλισης και τα νόμιμα επιμέρους συστήματα για την υγεία και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις (βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 2-3). Οι πορτογαλικές φορολογικές αρχές θεωρούν όλες τις ανωτέρω δηλώσεις «παρεπόμενες υποχρεώσεις», καθώς δεν συνεπάγονται τη βεβαίωση φόρου.

(36)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 29ης Οκτωβρίου 2015 (2015/107167), της 2ας Μαΐου 2017, σ. 8-9, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 25.

(37)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 2.

(38)  Υποσημείωση 35 ανωτέρω.

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/2008 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2008, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την κοινή αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης (ΕΕ L 214 της 9.8.2008, σ. 3).

(40)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 15-16, και της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 5-6.

(41)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 2ας Μαΐου 2017, σ. 7, της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 14 και 17, και της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 1.

(42)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 6ης Ιουλίου 2015 (2015/065783), σ. 8, της 31ης Μαρτίου 2016, σ. 19, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 17.

(43)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 29ης Οκτωβρίου 2015, σ. 11, της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 25, και της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 7. Όταν το θεωρεί αναγκαίο, η εθνική φορολογική αρχή ζητεί από τις εταιρείες να υποβάλουν τη σύμβαση απασχόλησης των υπαλλήλων τους. Εάν η σύμβαση απασχόλησης δεν είναι διαθέσιμη [σε πολλές περιπτώσεις η σχέση εργασίας συνάπτεται χωρίς να επισημοποιηθεί εγγράφως —συμβάσεις αορίστου χρόνου και πλήρους απασχόλησης— καθώς, στο πορτογαλικό δίκαιο, ισχύει η αρχή της ελευθερίας τήρησης τύπου (άρθρο 219 του αστικού κώδικα)], ενδέχεται να ζητηθεί από τον υποκείμενο στον φόρο να αποδείξει την ύπαρξη σχέσης απασχόλησης με άλλον τρόπο. Ειδικότερα, βλέπε επιστολές της Πορτογαλίας της 31ης Μαρτίου και της 2ας Μαΐου 2017, σ. 5 και σ. 9, αντίστοιχα.

(44)  Επιστολή της Πορτογαλίας, της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 16-17.

(45)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 7-8.

(46)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 4.

(47)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 31ης Μαρτίου 2016, σ. 5-6.

(48)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 2ας Μαΐου 2017, σ. 9, και της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 2.

(49)  Άρθρο 36 παράγραφος 8 του σχεδίου νομοθετικού διατάγματος για την τροποποίηση του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 163/2003 της 24ης Ιουλίου 2003, του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 215/1989 της 1ης Ιουλίου 1989 και του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 500/80 της 20ής Οκτωβρίου 1980. Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 28ης Ιουνίου 2006 (1900/80392).

(50)  Αιτιολογική σκέψη 54 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(51)  Αιτιολογική σκέψη 51 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(52)  Αιτιολογική σκέψη 52 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(53)  Αιτιολογική σκέψη 53 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(54)  Αιτιολογική σκέψη 63 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(55)  «Towards a Diversification Strategy for Madeira Autonomous Region — Recommendations to overcome the problem of ultra-peripherality, final report», ECORYS-NEI (Netherlands Economic Institute), Ρότερνταμ, 2004.

(*1)  Εμπιστευτικές πληροφορίες.

(56)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2014, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης (ΕΕ L 187 της 26.6.2014, σ. 1).

(57)  Άρθρο 58 του ΓΚΑΚ 2014.

(58)  Αιτιολογική σκέψη 60 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(59)  Αιτιολογική σκέψη 61 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(60)  Αιτιολογική σκέψη 62 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(61)  Αιτιολογική σκέψη 64 σημεία 1 έως 7 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας. Επομένως, πέραν των δύο ετών που αποτέλεσαν αντικείμενο της παρακολούθησης του 2015 (δηλαδή 2012 και 2013). Επιπλέον επισημαίνεται ότι οι περισσότερες από τις πληροφορίες που ζητήθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 64 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας είχαν ήδη περιληφθεί σε επανειλημμένα και άκαρπα αιτήματα παροχής πληροφοριών που απηύθυνε η Επιτροπή στην Πορτογαλία κατά την έρευνα του 2016· αφορούσαν ειδικότερα i) απόδειξη της προέλευσης του εισοδήματος που λήφθηκε υπόψη για τον υπολογισμό της φορολογητέας βάσης για όλους τους δικαιούχους του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα, ii) απόδειξη του τόπου πραγματικής άσκησης της δραστηριότητας για όλους τους δικαιούχους του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα, iii) υπολογισμό του αριθμού των υπαλλήλων (συμπεριλαμβανομένων θέσεων διοίκησης) για όλους τους δικαιούχους του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα και iv) απόδειξη ελέγχου των δραστηριοτήτων των δικαιούχων του καθεστώτος ZFM που περιλαμβάνονταν στο δείγμα για τα έτη 2012 και 2013, βλέπε επιστολές της Επιτροπής της 29ης Φεβρουαρίου 2016 (D/020793), της 29ης Μαρτίου 2017 (D/030362), της 11ης Αυγούστου 2017 (D/069475) και της 2ας Οκτωβρίου 2017 (D/099275).

(62)  Αιτιολογική σκέψη 64 δεύτερο εδάφιο της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(63)  Επιστολές της 11ης Σεπτεμβρίου 2018 (2018/144207) και της 26ης Σεπτεμβρίου 2018 (2018/153989).

(64)  Πληροφορίες για τα έτη 2012 και 2013 παρασχέθηκαν στο πλαίσιο της παρακολούθησης του 2015.

(65)  Πληροφορίες βάσει στοιχείων που υπέβαλαν οι κοινωνικές ασφαλίσεις και η φορολογική αρχή στις 6 Αυγούστου 2018.

(66)  Από το 2007 έως το 2010 το «Modelo 22» δεν ζητούσε τις πληροφορίες αυτές από τους υποκειμένους στον φόρο.

(67)  Για το έτος 2011, υπάρχουν πληροφορίες για 25 εκ των 62 αποδεκτών ενίσχυσης. Για το 2014, υπάρχουν πληροφορίες για 25 εκ των 526 αποδεκτών ενίσχυσης.

(68)  Πληροφορίες που ζητήθηκαν βάσει της αιτιολογικής σκέψης 64 σημεία 3 έως 6 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(69)  Όσον αφορά την αιτιολογική σκέψη 64 σημείο 3 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας, η Πορτογαλία εξηγεί ότι οι εθνικές φορολογικές αρχές ζήτησαν τις σχετικές πληροφορίες από τους δικαιούχους του καθεστώτος ZFM. Ωστόσο, «οι [εν λόγω] πληροφορίες δεν είναι ακόμη διαθέσιμες». Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 127, σ. 30.

(70)  Η Πορτογαλία δεν υπέβαλε στοιχεία για τους 25 σημαντικότερους δικαιούχους ενίσχυσης του καθεστώτος ZFM για τα έτη 2007 έως 2009 επειδή οι αποδέκτες ενίσχυσης ήταν λιγότεροι από 25 σε κάθε έτος: 2007:0· 2008:9 και 2009:20.

(71)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 24ης Απριλίου 2019 (2019/055874).

(72)  Αιτιολογικές σκέψεις 36, 44 και 45 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(73)  Η έκθεση καλύπτει επίσης το Regime IV, το διάδοχο καθεστώς ZFM (2015-2020), το οποίο η Πορτογαλία εφαρμόζει από την 1η Ιανουαρίου 2015 βάσει του ΓΚΑΚ 2014.

(74)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 24ης Απριλίου 2019, σ. 4.

(75)  Στόχος του σχεδίου απόφασης είναι να διασφαλίσει τα εξής: i) τη συνεκτίμηση της μερικής απασχόλησης μόνο αναλογικά προς τον αριθμό ωρών εργασίας («ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης»), ii) τη σχέση μεταξύ του εργαζομένου και της περιοχής της Μαδέρας και iii) τη μη συμπερίληψη στον ορισμό της δημιουργίας και της διατήρησης θέσεων εργασίας μέσω προσωρινής εργασίας. Εν αντιθέσει προς το πρώτο κείμενο του σχεδίου απόφασης που υποβλήθηκε στις 6 Απριλίου 2018, το παρόν κείμενο εφαρμόζεται επίσης στο Regime III (το «σχέδιο απόφασης του 2018» εφαρμοζόταν μόνο στο Regime IV).

(76)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 9).

(77)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 24ης Απριλίου 2019, σ. 3.

(78)  Το άρθρο 36 του EBF καλύπτει ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο της αποκλειστικής νομοθετικής αρμοδιότητας του εθνικού κοινοβουλίου (δηλαδή φόρους και φορολογικά πλεονεκτήματα). Βλέπε άρθρο 165 παράγραφος 1 σημείο i) του πορτογαλικού Συντάγματος. Η Πορτογαλία αναγνώρισε ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις με στόχο τη θέσπιση «νέου καθεστώτος» για τη ZFM απαιτούν περαιτέρω νομοθετικές πράξεις που θα εγκριθούν από το εθνικό κοινοβούλιο και δεν μπορούν να εφαρμοστούν απλώς και μόνο μέσω διοικητικών μέτρων. Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 24ης Απριλίου 2019, σ. 4.

(79)  Αιτιολογική σκέψη 36 της παρούσας απόφασης.

(80)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/1164 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2016, για τη θέσπιση κανόνων κατά πρακτικών φοροαποφυγής που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 193 της 19.7.2016, σ. 1).

(81)  Κανονιστικό διάταγμα αριθ. 14/2015/M της 19ης Αυγούστου 2015. Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1, αποστολή του γραφείου είναι η παρακολούθηση και ο συντονισμός των δραστηριοτήτων που ασκούνται στη ZFM.

(82)  Το 2016 η ZFM κατέστησε δυνατή την είσπραξη φόρου εταιρειών ύψους σχεδόν [100-200] εκατ. EUR (σχεδόν το [15-25] % των συνολικών φόρων που εισπράχθηκαν κατά το συγκεκριμένο έτος στην περιοχή). Αρνητική απόφαση θα έχει ως αποτέλεσμα τη μετεγκατάσταση άνω των [1 000-2 000] καταχωρισμένων στη ZFM εταιρειών σε άλλες περιοχές ή χώρες και τη σημαντική αύξηση της ανεργίας στην περιοχή (το 2014 υπήρχαν [4 000-6 000] άμεσες, έμμεσες και επαγόμενες θέσεις εργασίας στη ZFM, οι οποίες αντιπροσώπευαν το [1-10] % της συνολικής απασχόλησης στη Μαδέρα). Βλέπε επιστολές της Πορτογαλίας της 2ας Μαΐου 2017, σ. 6, και της 26ης Σεπτεμβρίου 2018 (παράρτημα I), σ. 62.

(83)  Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλε η Περιφερειακή Διεύθυνση Στατιστικής της Μαδέρας («Direção Regional de Estatística da Madeira»), στο διάστημα 2012-2015, η δραστηριότητα της ZFM αντιπροσώπευε, κατά μέσο όρο, περίπου το [1-10] % της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) και το [0,5-10] % της απασχόλησης στην ΑΠΜ. Οι δραστηριότητες που συνδέονται με το εμπόριο, τις μεταφορές και την αποθήκευση καθώς και με τη διαμονή και την εστίαση συνέβαλαν περισσότερο στη συνολική ΑΠΑ των εγκατεστημένων στη ZFM εταιρειών (περίπου το [70-80] %). Οι κατασκευαστικές δραστηριότητες, οι οποίες συνδέονται με τη βιομηχανία, συνέβαλαν περισσότερο στη συνολική απασχόληση που δημιουργήθηκε στην περιοχή ([30-40] %). Το 2014 η ZFM αντιπροσώπευε το [1-10] % της προστιθέμενης αξίας που δημιουργήθηκε στην περιοχή, δηλαδή περίπου [200-400] εκατ. EUR, «Tax and economic analysis report — Madeira Free Trade Zone», Ernest & Young, 24 Σεπτεμβρίου 2018, σ. 60-62 (παράρτημα I της επιστολής της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018).

(84)  Το 2014 οι εταιρείες της ZFM διασφάλισαν το 79 % των εξαγωγών ([50-200] εκατ. EUR). Σε σύγκριση με το 2014, το 2016 οι εξαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκαν από [20 000-30 000] σε [30 000-40 000] χιλιάδες EUR. Οι τομείς των τροφίμων και της γεωργίας αντιπροσώπευαν τον κυρίως όγκο των εξαγωγών, ακολουθούμενοι από τους τομείς των μηχανημάτων και των ειδών κλωστοϋφαντουργίας, οι οποίοι είχαν αναμφισβήτητα θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Βλέπε «Tax and economic analysis report», Ernest & Young, 24 Σεπτεμβρίου 2018, σ. 68.

(85)  Κύπρος, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Κάτω Χώρες. Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σ. 14-16.

(86)  Στους γενικούς προϋπολογισμούς του κράτους στο διάστημα από το 1999 έως το 2004 αναφέρονται τα εξής: «Η εν λόγω απαλλαγή […] συνιστά φόρο μη εισπραχθέντα επί εισοδήματος το οποίο, απουσία της ελάφρυνσης αυτής, δεν θα υφίστατο» (γενικός προϋπολογισμός του κράτους του 2002) ή «η κατάργηση του ισχύοντος καθεστώτος […] ασφαλώς δεν θα έχει ως συνέπεια την απόκτηση των εν λόγω φορολογικών εσόδων» (γενικός προϋπολογισμός του κράτους του 2004).

(87)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 50, σ. 18.

(88)  Επιστολές της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 29, σ. 13, και της 11ης Σεπτεμβρίου 2017, σ. 30.

(89)  Απόφαση (ΕΕ) 2019/1252 της Επιτροπής, της 19ης Σεπτεμβρίου 2018, σχετικά με τις φορολογικές αποφάσεις SA.38945 (2015/C) (πρώην 2015/NN) (πρώην 2014/CP) τις οποίες έθεσε σε εφαρμογή το Λουξεμβούργο υπέρ της McDonald’s Europe (ΕΕ L 195 της 23.7.2019, σ. 20).

(90)  «Tax and economic analysis report», Ernest & Young, 24 Σεπτεμβρίου 2018, σ. 67.

(91)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 28, σ. 13, και «Tax and economic analysis report», Ernest & Young, 24 Σεπτεμβρίου 2018, σ. 66-68.

(92)  Αιτιολογική σκέψη 10 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(93)  Άρθρο 22 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589. Βλέπε αιτιολογική σκέψη 61 της παρούσας απόφασης.

(94)  Άρθρο 9 παράγραφος 4 και άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589. Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 24ης Απριλίου 2019, σ. 3. Βλέπε επίσης αιτιολογική σκέψη 61 της παρούσας απόφασης.

(95)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 88, σ. 20.

(96)  Αιτιολογική σκέψη 30 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(97)  Υποσημείωση 55 ανωτέρω. Το ελάχιστο πρόσθετο κόστος που προκύπτει από τον εξόχως απόκεντρο χαρακτήρα της Μαδέρας ανέρχεται σε 26 % της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) του ιδιωτικού τομέα ή 16,7 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της Μαδέρας, συνολικού ύψους περίπου 400 εκατ. EUR το 1998. Βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 46 και 48 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(98)  Αιτιολογική σκέψη 51 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(99)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 124.

(100)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 125.

(101)  Αιτιολογικές σκέψεις 11, 25, 72 και 73 της απόφασης της Επιτροπής του 2007 και αιτιολογικές σκέψεις 24, 26 και 28 της απόφασης της Επιτροπής του 2013.

(102)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 2006, Eurofood IFSC, C-341/04, ECLI:EU:C:2006:281, σκέψεις 34-36, και απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Weald Leasing, C-103/09, ECLI:EU:C:2010:804, σκέψη 44.

(103)  Δραστηριότητες εκτός συγκεκριμένης περιοχής μπορούν να ωφελήσουν σημαντικά την οικεία περιοχή. Κατά την Πορτογαλία, η Επιτροπή αναγνώρισε την εν λόγω αρχή σε απόφαση του 2007 σχετική με τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα: απόφαση της Επιτροπής C (2007) 5115 final, της 27ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την υπόθεση SA.21502 (N522/2006) France — Loi de programme pour l’outre-mer — Aides fiscales à l’investissement, ενότητες 2.8.3 και 2.8.8, σ. 24-25. Βλέπε επίσης απόφαση του Δικαστηρίου της 19ης Δεκεμβρίου 2012, GAMP, C-579/11, ECLI:EU:C:2012:833, σκέψεις 30 έως 39.

(104)  Αιτιολογική σκέψη 22, υποσημείωση 9 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(105)  Αιτιολογική σκέψη 22 της απόφασης της Επιτροπής του 2013.

(106)  Δράση 5 «Αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των επιζήμιων φορολογικών πρακτικών, μέσω της συνεκτίμησης της διαφάνειας και της ουσίας» και δράση 6 «Πρόληψη της κατάχρησης των Συνθηκών» (http://www.oecd.org/tax/beps/action-plan-on-base-erosion-and-profit-shifting-9789264202719-en.htm).

(107)  Δράση 5 του BEPS Έκθεση και κατευθυντήριες γραμμές του φόρουμ του ΟΟΣΑ για τον επιζήμιο φορολογικό ανταγωνισμό, σχετικά με την απαίτηση ουσιώδους δραστηριότητας στο πλαίσιο καθεστώτων που δεν αφορούν διανοητική ιδιοκτησία (https://www.oecd.org/tax/beps/beps-actions/action5/).

(108)  Οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).

(109)  «Tax and economic analysis report», Ernest & Young, 24 Σεπτεμβρίου 2018, σ. 66.

(110)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημεία 282 έως 318.

(111)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημεία 296 έως 298.

(112)  Αιτιολογική σκέψη 34 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(113)  Οδηγία 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (ΕΕ L 225 της 12.8.1998, σ. 16), οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (ΕΕ L 82 της 22.3.2001, σ. 16) και οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1).

(114)  Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα M. Poiares Maduro της 27ης Ιανουαρίου 2005 στην υπόθεση Celtec, C-478/03, ECLI:EU:C:2005:66.

(115)  Νόμος αριθ. 7/2009 της 12ης Φεβρουαρίου 2009, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο αριθ. 14/2018 της 19ης Μαρτίου 2018.

(116)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 222.

(117)  Οδηγία 2008/104/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί της εργασίας μέσω εταιρείας προσωρινής απασχόλησης (ΕΕ L 327 της 5.12.2008, σ. 9)· κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 492/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης (ΕΕ L 141 της 27.5.2011, σ. 1), και οδηγία 2014/54/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (ΕΕ L 128 της 30.4.2014, σ. 8).

(118)  Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα D. Ruiz-Jarabo Colomer της 10ης Ιουλίου 2003 στην υπόθεση Collins, C-138/02, ECLI:EU:C:2003:409.

(119)  «Tax and economic analysis report», Ernest & Young, 24 Σεπτεμβρίου 2018, σ. 54.

(120)  Απόφαση C(2002) 4811 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2002, Κρατική ενίσχυση N 222/A/02 — Πορτογαλία — Καθεστώς ενισχύσεων της ελεύθερης ζώνης της Μαδέρας για την περίοδο 2003-2006 (ΕΕ C 65 της 19.3.2003, σ. 23) και απόφαση C(2003) 92, της Επιτροπής, της 4ης Απριλίου 2003 (Κρατική ενίσχυση N222/B/2002 — Portugal — Regime de auxílios da Zona Franca da Madeira para o período 2003-2006). Βλέπε επίσης επιστολή της Επιτροπής D/52122 της 25ης Φεβρουαρίου 2002 και απαντητική επιστολή της Πορτογαλίας της 3ης Ιουνίου 2002 (1580).

(121)  Η δέσμευση πρέπει να ερμηνευθεί σε σχέση με τη θέση που διατύπωσε η Πορτογαλία κατά τη «διαδικασία διαπραγμάτευσης» του καθεστώτος ενίσχυσης. Η Πορτογαλία ισχυρίστηκε ότι το καθεστώς ZFM θα πρέπει να εξεταστεί λαμβανομένης υπόψη της αναλογικότητας του πρόσθετου κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι εταιρείες στην εξόχως απόκεντρη περιοχή της Μαδέρας [«ο περιορισμός της έννοιας της αναλογικότητας απλώς και μόνο στο πρόσθετο κόστος που μπορεί να προσδιοριστεί ποσοτικά μειώνει τη σημασία του άρθρου 349 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρου 299 παράγραφος 2 της ΣΕΚ)»]. Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σ. 22-24.

(122)  Αιτιολογική σκέψη 41 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(123)  Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων [C(2003) 1422] (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(124)  Αιτιολογική σκέψη 29 της παρούσας απόφασης.

(125)  Αιτιολογική σκέψη 42 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(126)  Υποσημείωση 55 ανωτέρω.

(127)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Φεβρουαρίου 1996, Duff κ.λπ., C-63/93, ECLI:EU:C:1996:51, σκέψη 20, και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Γ. Κοσμά της 8ης Ιουνίου 1995, ECLI:EU:C:1995:170· απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Ιουνίου 2007, Britannia Alloys & Chemicals κατά Επιτροπής, C-76/06 P, ECLI:EU:C:2007:326, σκέψη 79· και απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Νοεμβρίου 2008, Förster, C-158/07, ECLI:EU:C:2008:630, σκέψη 67.

(128)  Associação Comercial e Industrial do Funchal («ACIF»), Câmara do Comércio e Indústria dos Açores («CCIA»), Confederação de Comércio e Serviços de Portugal («CCP»), Confederação da Indústria Portuguesa («CIP»), Confederação de Turismos de Portugal («CTP»), European International Ship Owners Association of Portugal («EISAP») και «EURODOM» (αντιπροσωπευτική ένωση των γαλλικών εξόχως απόκεντρων περιοχών).

(129)  Sociedade de Desenvolvimento da Madeira SA («SDM»). Από το 1984 η SDM είναι υπεύθυνη, για λογαριασμό της Περιφερειακής κυβέρνησης της Μαδέρας («σύμβαση παραχώρησης»), για τη διαχείριση, τη διοίκηση και την προώθηση της ZFM [γνωστής επίσης ως «Διεθνές Επιχειρηματικό Κέντρο Μαδέρας» (International Business Centre of Madeira, IBC)].

(130)  Η ACIF είναι επιχειρηματική ένωση η οποία αντιπροσωπεύει 800 συνδεδεμένες εταιρείες από κάθε τομέα δραστηριότητας (63 % στο εμπόριο και τις υπηρεσίες, 23 % στη βιομηχανία και 14 % στον τουρισμό).

(131)  Υπόδειγμα σύμβασης του ΟΟΣΑ για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σχετικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου: επίτομη έκδοση 2017 (https://www.oecd-ilibrary.org/taxation/model-tax-convention-on-income-and-on-capital-condensed-version_20745419).

(132)  Βλέπε επιστολή της ACIF της 12ης Απριλίου 2019, παράρτημα I σχετικά με την προάσπιση της ZFM και των εταιρειών της, σ. 26.

(133)  Η άσκηση των εν λόγω καθηκόντων δεν αμείβεται. Τυχόν αμοιβή καθορίζεται ελεύθερα από την εταιρεία και δεν συνδέεται κατ’ ανάγκη με τον αριθμό ωρών πραγματικής εργασίας ή με την αμοιβή που λαμβάνουν άλλοι υπάλληλοι. Τα καθήκοντα δεν ασκούνται σε αποκλειστική βάση, εκτός εάν επιβληθούν από την εταιρεία και γίνουν αποδεκτά από το μέλος του διοικητικού συμβουλίου. Κατά κανόνα, τα εν λόγω καθήκοντα ασκούνται βάσει απαλλαγής από το ωράριο εργασίας και δεν υπόκεινται σε κατώτατο ή ανώτατο όριο ωρών εργασίας.

(134)  Όσον αφορά την απασχόληση, την 31η Δεκεμβρίου 2017, στη ZFM απασχολούνταν [5 000-10 000] άτομα ([1 000-3 000] σε διεθνείς υπηρεσίες· [100-1 000] στη βιομηχανική ζώνη και [4 000-6 000] στο διεθνές νηολόγιο). Σύμφωνα με στοιχεία που προέρχονται άμεσα από μελέτη που διενήργησε η ACIF, το 2018 [1 000-3 000] εργαζόμενοι απασχολούνταν στο τμήμα διεθνών υπηρεσιών της ZFM. Την 31η Δεκεμβρίου 2018 στη ZFM ήταν εγκατεστημένες [1 000-3 000] εταιρείες. Σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωση η φορολογική αρχή Μαδέρας, το 2018 η ZFM παρήγαγε άμεσα φορολογικά έσοδα για την Αυτόνομη Περιφέρεια Μαδέρας ύψους [50 000-200 000] χιλιάδων EUR, τα οποία αντιπροσωπεύουν το [10-20] % των συνολικών φορολογικών εσόδων που εισπράχθηκαν στην περιοχή. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Πορτογαλίας του 2013, η ZFM αντιπροσώπευε το [10-20] % των άμεσων επενδύσεων στην Πορτογαλία. Βλέπε προάσπιση από την ACIF της ZFM και των εγκατεστημένων σε αυτήν εταιρειών, σ. 29-35 (παράρτημα I προσαρτημένο στην επιστολή της ACIF της 12ης Απριλίου 2019).

(135)  Εάν υποτεθεί ότι όλες οι εταιρείες που είναι εγκατεστημένες επί του παρόντος στη ZFM παύσουν να δραστηριοποιούνται στην περιοχή (σενάριο 1), εκτιμάται ότι η ΑΠΑ θα μειωθεί από [1-10] % έως [10-20] %, ως ποσοστό της ΑΠΑ το 2015, και ότι θα απολεσθούν από [1 000-4 000] έως [5 000-7 000] θέσεις εργασίας. Εάν διατηρηθεί μέρος της τρέχουσας δραστηριότητας, αλλά οι εταιρείες που αντιπροσωπεύουν [80-90] % της ΑΠΑ που παράγεται επί του παρόντος στη ZFM παύσουν να δραστηριοποιούνται στην περιοχή (σενάριο 2), τα προβλεπόμενα αποτελέσματα συνιστούν επίσης κρίση, με μείωση της ΑΠΑ από [1-10] % έως [1-10] % και απώλεια [1 000-3 000] έως [4 000-6 000] θέσεων εργασίας. Βλέπε επιστολή της ACIF της 12ης Απριλίου 2018, σ. 36-37, και προσαρτημένη μελέτη που παρήγγειλε η ACIF στο Κέντρο Εφαρμοσμένων Μελετών του πορτογαλικού Καθολικού Πανεπιστημίου Λισαβόνας: CONFRARIA, João, «Impacto do Centro Internacional de Negócios da Madeira na economia da Região», Universidade Católica de Lisboa – Centro de Estudos Aplicados, 4 Απριλίου 2019, σ. 1-25.

(136)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Ιουλίου 2012, SIAT, C-318/10, ECLI:EU:C:2012:415· απόφαση του Δικαστηρίου της 3ης Οκτωβρίου 2013, Itelcar, C-282/12, ECLI:EU:C:2013:629· και απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Ιουνίου 2015, Berlington Hungary κ.λπ., C-98/14, ECLI:EU:C:2015:386.

(137)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Νοεμβρίου 2005, Γερμανία κατά Επιτροπής, C-506/03, ECLI:EU:C:2005:715, σκέψη 58· και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 3ης Δεκεμβρίου 2014, Castelnou Energía κατά Επιτροπής, T-57/11, ECLI:EU:T:2014:1021, σκέψη 189.

(138)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Ιουνίου 2019 (2019/082914).

(139)  Την 1η Δεκεμβρίου 1997 το Συμβούλιο και οι αντιπρόσωποι των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνερχόμενοι στο πλαίσιο του Συμβουλίου εξέδωσαν ψήφισμα σχετικά με κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων, με στόχο την αντιμετώπιση του επιζήμιου φορολογικού ανταγωνισμού. Η ομάδα του κώδικα δεοντολογίας (φορολογία των επιχειρήσεων) συστάθηκε στο πλαίσιο του Συμβουλίου από το Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων στις 9 Μαρτίου 1998 για την αξιολόγηση φορολογικών μέτρων τα οποία μπορεί να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κώδικα δεοντολογίας (ΕΕ C 99 της 1.4.1998, σ. 1). Βλέπε https://www.consilium.europa.eu/el/council-eu/preparatory-bodies/code-conduct-group/.

(140)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Ιουνίου 2019, σ. 3.

(141)  Αιτιολογική σκέψη 67 της παρούσας απόφασης.

(142)  Αιτιολογική σκέψη 99 της παρούσας απόφασης.

(143)  Νόμος αριθ. 13/91 της 5ης Ιουνίου 1991, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο αριθ. 130/99 της 21ης Αυγούστου 1999 και τον νόμο αριθ. 12/2000 της 21ης Ιουνίου 2000.

(144)  Άρθρο 107 παράγραφος 4 και άρθρο 146 του Estatuto.

(145)  Άρθρο 108 στοιχείο b) του Estatuto.

(146)  Άρθρο 112 παράγραφος 1 στοιχεία b) και e) του Estatuto. Βλέπε επίσης άρθρο 26 του νόμου αριθ. 2/2013 της 2ας Σεπτεμβρίου 2013 (νόμος περί οικονομικών των αυτόνομων περιφερειών, Lei das Finanças das Regiões Autónomas, στο εξής: LFRA).

(147)  Άρθρα 55 και 56 του LFRA.

(148)  Άρθρο 59 παράγραφος 2 του LFRA.

(149)  Άρθρο 146 παράγραφος 4 του Estatuto και άρθρο 59 παράγραφος 6 του LFRA.

(150)  Άρθρα 5 και 26 και άρθρο 59 παράγραφοι 2, 3, 4 και 6 του LFRA. Για το διάστημα από το 2007 έως το 2013, βλέπε νόμο αριθ. 1/2007 της 19ης Φεβρουαρίου, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο αριθ. 1/2010 της 29ης Μαρτίου 2010, με τον νόμο αριθ. 2/2010 της 16ης Ιουνίου 2010 και με τον νόμο αριθ. 64/2012 της 20ής Δεκεμβρίου 2012.

(151)  3 % από το 2007 έως το 2009, 4 % από το 2010 έως το 2012, 5 % από το 2013 έως το 2020, αντί 29 % το 2007, 20 % από το 2008 έως το 2011, 25 % από το 2012 έως το 2013, 23 % το 2014 και 21 % από το 2015 έως το 2020.

(152)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Νοεμβρίου 2001, Adria-Wien Pipeline και Wietersdorfer & Peggauer Zementwerke, C-143/99, ECLI:EU:C:2001:598, σκέψη 38· απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Μαρτίου 1994, Banco Exterior de España, C-387/92, ECLI:EU:C:1994:100, σκέψη 13· και απόφαση του Δικαστηρίου της 1ης Δεκεμβρίου 1998, Ecotrade, C-200/97, ECLI:EU:C:1998:579, σκέψη 34.

(153)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Μαΐου 2002, Γαλλία κατά Επιτροπής, C-482/99, ECLI:EU:C:2002:294, σκέψη 24· απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Απριλίου 2006, Deutsche Bahn κατά Επιτροπής, T-351/02, ECLI:EU:T:2006:104, σκέψη 103.

(154)  Βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 68 και 69 της παρούσας απόφασης.

(155)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze κ.λπ., C-222/04, ECLI:EU:C:2006:8, σκέψη 132.

(156)  Υποσημείωση 5 ανωτέρω.

(157)  29 % το 2007 (άρθρο 12 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 3/2007/M της 9ης Ιανουαρίου 2007)· 20 % από το 2008 έως το 2011 (άρθρο 15 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 2/2008/M της 16ης Ιανουαρίου 2008, άρθρο 14 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 45/2008/M της 31ης Δεκεμβρίου 2008, άρθρο 13 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 34/2009/M της 31ης Δεκεμβρίου 2009 και άρθρο 14 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 2/2011/M της 10ης Ιανουαρίου 2008)· 25 % από το 2012 έως το 2013 (άρθρο 2 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 20/2011/M της 26ης Δεκεμβρίου 2011 και άρθρο 16 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 42/2012/M της 31ης Δεκεμβρίου 2012)· 23 % το 2014 (άρθρο 18 του Decreto Legislativo Regional αριθ. 31-A/2013/M της 31ης Δεκεμβρίου 2013).

(158)  Υποσημείωση 15 ανωτέρω.

(159)  Αιτιολογική σκέψη 113 της παρούσας απόφασης.

(160)  Αιτιολογική σκέψη 99 in fine της παρούσας απόφασης.

(161)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Σεπτεμβρίου 1980, Philip Morris, C-730/79, ECLI:EU:C:1980:209, σκέψη 11· και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Ιουνίου 2000, Alzetta κ.λπ. κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-298/97, T-312/97, T-313/97, T-315/97, T-600/97 έως 607/97, T-1/98, T-3/98 έως T-6/98 και T-23/98, ECLI:EU:T:2000:151, σκέψη 80.

(162)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Ιουνίου 2000, Alzetta κ.λπ. κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-298/97, T-312/97, T-313/97, T-315/97, T-600/97 έως 607/97, T-1/98, T-3/98 έως T-6/98 και T-23/98, ECLI:EU:T:2000:151, σκέψεις 141 έως 147.

(163)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 4ης Απριλίου 2001, Regione autonoma Friuli-Venezia Giulia κατά Επιτροπής, Τ-288/97, ECLI:EU:T:2001:115, σκέψη 41.

(164)  Νομοθετικό διάταγμα αριθ. 500/80 της 20ής Οκτωβρίου 1980 και περιφερειακό κανονιστικό διάταγμα αριθ. 53/82 της 23ης Αυγούστου 1982. Βλέπε επίσης νομοθετικό διάταγμα αριθ. 502/85 της 30ής Δεκεμβρίου 1985 και νομοθετικό διάταγμα αριθ. 165/86 της 26ης Ιουνίου 1986.

(165)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 67.

(166)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 85.

(167)  Πράξη περί των όρων προσχωρήσεως του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των συνθηκών (ΕΕ L 302 της 15.11.1985, σ. 23).

(168)  Βλέπε υποσημείωση 9 ανωτέρω.

(169)  Βλέπε προοίμιο του νομοθετικού διατάγματος 163/2003 της 24ης Ιουλίου 2003.

(170)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της Συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5). Ο εν λόγω κανονισμός ίσχυσε από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013 (βλέπε άρθρο 6).

(171)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1407/2013 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (ΕΕ L 352 της 24.12.2013, σ. 1).

(172)  Στο πλαίσιο της κοινοποίησης του καθεστώτος ZFM στην Επιτροπή το 2006, η Πορτογαλία αναφέρεται στο καθεστώς ZFM ως «καθεστώς περιφερειακής ενίσχυσης λειτουργίας». Βλέπε επιστολή της Πορτογαλίας της 28ης Ιουνίου 2006 (1900/80932)· ειδικότερα σημεία 2.1 και 10 του γενικού εντύπου κοινοποίησης, σημείο 1.2 του συμπληρωματικού δελτίου πληροφοριών, προοίμιο του κοινοποιηθέντος σχεδίου νόμου, αιτιολογική έκθεση και προοίμιο του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 163/2003 της 24ης Ιουλίου 2003. Βλέπε επίσης επιστολές της Πορτογαλίας της 29ης Οκτωβρίου 2015, σ. 22, της 31ης Μαρτίου 2016, σ. 4, και της 21ης Νοεμβρίου 2017, σ. 5-6.

(173)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 19ης Δεκεμβρίου 2006.

(174)  ΚΓΠΕ 2007, σημείο 6.

(175)  ΚΓΠΕ 2007, σημείο 76.

(176)  Αιτιολογικές σκέψεις 53 και 59 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(177)  Αιτιολογική σκέψη 74 της παρούσας απόφασης.

(178)  Αιτιολογική σκέψη 77 της παρούσας απόφασης.

(179)  Αιτιολογικές σκέψεις 100 και 101 της παρούσας απόφασης.

(180)  Αιτιολογικές σκέψεις 73 και 74 της παρούσας απόφασης.

(181)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 28ης Ιουνίου 2006 (κοινοποίηση του Regime III).

(182)  Αιτιολογική σκέψη 64 της απόφασης της Επιτροπής του 2007.

(183)  Αιτιολογική σκέψη 87 της παρούσας απόφασης.

(184)  Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων [C(2003) 1422] (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(185)  Αιτιολογικές σκέψεις 52 και 57 της παρούσας απόφασης.

(186)  Έγγραφο της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2019, σημεία 106, 107 και 272.

(187)  Αιτιολογική σκέψη 41 της απόφασης κίνησης της διαδικασίας.

(188)  Η Επιτροπή πρότεινε κατάλληλα μέτρα για την τροποποίηση ή την κατάργηση προηγούμενων υφιστάμενων περιφερειακών καθεστώτων ενίσχυσης, λόγω των νεοεκδοθέντων κανόνων, όπως συμβαίνει πάντοτε μετά την έκδοση νέων κατευθυντήριων γραμμών.

(189)  Κρατικές ενισχύσεις: κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις για την περίοδο 2007-2013: αποδοχή από 24 κράτη μέλη, των κατάλληλων μέτρων που πρότεινε η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ (2006/C 153/04) (ΕΕ C 153 της 1.7.2006, σ. 1).

(190)  Επιστολή της Πορτογαλίας της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, σημείο 209.

(191)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Μαρτίου 2016, Ελλάδα κατά Επιτροπής, C-431/14 P, ECLI:EU:C:2016:145, σκέψεις 69 και 70.

(192)  «Centro Internacional de Negócios da Madeira», Sociedade de Desenvolvimento da Madeira, Στατιστικά στοιχεία, Δεκέμβριος 2018.

(193)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Σεπτεμβρίου 2009, Diputación Foral de Álava κ.λπ. κατά Επιτροπής, T-30/01 έως T-32/01 και T-86/02 έως T-88/02, ECLI:EU:T:2009:314, σκέψη 226.

(194)  ΚΓΠΕ 2007, σημείο 80.

(195)  Άρθρο 58 παράγραφος 1 του ΓΚΑΚ 2014.

(196)  Η Επιτροπή δεν θεωρεί αναγκαία τη διενέργεια ανάλυσης του χαρακτήρα ενίσχυσης του καθεστώτος, δεδομένου ότι η Πορτογαλία δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι το καθεστώς ZFM δεν συνιστά καθεστώς ενίσχυσης κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1, δεν ισχύει πλέον).

(197)  Άρθρο 58 παράγραφος 1 του ΓΚΑΚ 2014.

(198)  Αιτιολογική σκέψη 71 της παρούσας απόφασης.

(199)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Ιουλίου 1973, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-70/72, ECLI:EU:C:1973:87, σκέψη 13.

(200)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Μαρτίου 1990, Βέλγιο κατά Επιτροπής, C-142/87, ECLI:EU:C:1990:125, σκέψη 66.

(201)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Ιουνίου 1999, Βέλγιο κατά Επιτροπής, C-75/97, ECLI:EU:C:1999:311, σκέψεις 64 και 65.

(202)  Υποσημείωση 170 ανωτέρω.

(203)  Υποσημείωση 171 ανωτέρω.

(204)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1588 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, για την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 1).

(205)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1). Βλέπε, ειδικότερα, την τροποποίηση του άρθρου 9 και του άρθρου 11 παράγραφος 3 με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 271/2008 της Επιτροπής, της 30ής Ιανουαρίου 2008, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 82 της 25.3.2008, σ. 1).

(206)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ανάκτηση παράνομων και ασυμβίβαστων κρατικών ενισχύσεων (2019/C 247/01) (ΕΕ C 247 της 23.7.2019, σ. 1), σημεία 68 και 72.

(207)  Αιτιολογικές σκέψεις 94 και 95 της παρούσας απόφασης.

(208)  Αιτιολογική σκέψη 110 της παρούσας απόφασης.

(209)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Μαΐου 1975, CNTA κατά Επιτροπής, 74/74, ECLI:EU:C:1975:59, σκέψη 44.

(210)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Ιουνίου 2005, VEMW κ.λπ., C-17/03, ECLI:EU:C:2005:362, σκέψη 73.

(211)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Οκτωβρίου 2001, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-403/99, ECLI:EU:C:2001:507, σκέψη 35.

(212)  Βλέπε συναφώς, απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Μαΐου 2000, Rombi και Arkopharma, C-107/97, ECLI:EU:C:2000:253, σκέψη 66 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα P. Léger της 9ης Φεβρουαρίου 2006 στην υπόθεση Βέλγιο και Forum 187 κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-182/03 και C-217/03, ECLI:EU:C:2006:89, σημείο 367.

(213)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Ιουλίου 2011, Alcoa Trasformazioni κατά Επιτροπής, C-194/09 P, ECLI:EU:C:2011:497, σκέψη 71 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία· απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Ιουνίου 2005, Branco κατά Επιτροπής, T-347/03, ECLI:EU:T:2005:265, σκέψη 102 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία· απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Φεβρουαρίου 2006, Cementbouw Handel & Industrie κατά Επιτροπής, T-282/02, ECLI:EU:T:2006:64, σκέψη 77· απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Ιουνίου 2009, CPEM κατά Επιτροπής, T-444/07, ECLI:EU:T:2009:227, σκέψη 126.

(214)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Φεβρουαρίου 2006, TEA-CEGOS κ.λπ. κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-376/05 και T-383/05, ECLI:EU:T:2006:47, σκέψη 88 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία. Βλέπε, επίσης, κατ’ αναλογίαν, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Νοεμβρίου 2009, Γαλλία και France Télécom κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-427/04 και T-17/05, ECLI:EU:T:2009:474, σκέψη 261.

(215)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Μαρτίου 1997, Land Rheinland-Pfalz κατά Alcan Deutschland, C-24/95, ECLI:EU:C:1997:163, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία.

(216)  Επιστολή της 9ης Νοεμβρίου 2006 (D/54422).

(217)  Επιστολή απάντησης της Πορτογαλίας της 19ης Δεκεμβρίου 2006.


22.8.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 217/88


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (EE) 2022/1415 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 18ης Αυγούστου 2022

σχετικά με τη μερική έγκριση, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τροποποιημένων κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2022) 5783]

(Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (1), και ιδίως το άρθρο 19 παράγραφος 3,

Αφού ζήτησε τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 22 Φεβρουαρίου 2022 οι ιταλικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008, για ένα νέο σχέδιο διατάγματος σχετικά με τους τροποποιημένους κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo) (στο εξής: σχέδιο διατάγματος Giovannini).

2.   ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

2.1.   Το σχέδιο διατάγματος Giovannini

(2)

Το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini τροποποιεί το άρθρο 4 του διατάγματος της 3ης Μαρτίου 2000 σχετικά με τους κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo), όπως τροποποιήθηκε, ως εξής:

«Παράγραφος 1:

Οι αερομεταφορείς μπορούν να εκτελούν τακτικά διατερματικά δρομολόγια με αεροσκάφη στενής ατράκτου μεταξύ του αερολιμένα Milan Linate και άλλων αερολιμένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή αερολιμένων που ανήκουν σε κράτος το οποίο έχει συνάψει με την Ευρωπαϊκή Ένωση συμφωνία κάθετου τύπου για τη ρύθμιση των υπηρεσιών αερομεταφορών του και οι οποίοι βρίσκονται επίσης εντός ακτίνας 1 500 km —μετρούμενης σύμφωνα με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής— από τον αερολιμένα Milan Linate, εντός των ορίων της καθορισμένης λειτουργικής δυναμικότητας του αερολιμένα Milan Linate. Μόνον οι ακόλουθοι αερομεταφορείς μπορούν να εκτελούν τα εν λόγω δρομολόγια:

α)

μεταφορείς που ορίζονται ως κοινοτικοί αερομεταφορείς βάσει του άρθρου 2 παράγραφοι 10 και 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, και πληρούν τις απαιτήσεις που έχουν καθορίσει οι αρμόδιες αεροπορικές αρχές, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό·

β)

μεταφορείς καθορισμένοι από χώρα για την εκτέλεση υπηρεσιών αερομεταφορών βάσει συμφωνίας κάθετου τύπου που έχει συνάψει η εν λόγω χώρα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό τον όρο ότι το δρομολόγιο αφορά αερολιμένα εντός ακτίνας 1 500 km —μετρούμενης σύμφωνα με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής— από τον αερολιμένα Milan Linate.»

(3)

Το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini τροποποιεί επίσης το άρθρο 4 του διατάγματος της 3ης Μαρτίου 2000 σχετικά με τους κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo), όπως τροποποιήθηκε, ως εξής:

«Παράγραφος 2:

Για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις διατάξεις της παραγράφου 1, η διανομή και η πώληση εισιτηρίων, καθώς και η μεταφορά επιβατών σε διατερματικά δρομολόγια από ή προς τον αερολιμένα Milan Linate επιτρέπεται μόνο για αερολιμένες που βρίσκονται εντός των γεωγραφικών ορίων που καθορίζονται στην παράγραφο 1.»

(4)

Στις αιτιολογικές σκέψεις του σχεδίου διατάγματος Giovannini αναφέρεται ότι η τροποποίηση των υφιστάμενων κανόνων για την κατανομή της εναέριας κυκλοφορίας μεταξύ των αερολιμένων του Μιλάνου είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί ότι ο αερολιμένας Milan Linate παραμένει «αστικός αερολιμένας» που εξυπηρετεί προορισμούς μικρών αποστάσεων και να αξιοποιηθεί πλήρως η ανάπτυξη του αερολιμένα Milan Malpensa ως κομβικού αερολιμένα. Επιπλέον, ο αερολιμένας Milan Linate θα πρέπει να συνδεθεί με αερολιμένες εκτός της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι βρίσκονται σε ακτίνα 1 500 km, και ότι η Ένωση έχει συνάψει οριζόντια ή συνολική συμφωνία αεροπορικών μεταφορών με την τρίτη χώρα στην οποία βρίσκεται ο αερολιμένας.

(5)

Στις επεξηγήσεις που συνόδευαν την κοινοποίηση, οι ιταλικές αρχές ανέφεραν ότι η εφαρμογή του άρθρου 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2 θα διευκολύνει τη συνέχιση των δρομολογίων μεταξύ του αερολιμένα Milan Linate και χωρών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, τα κράτη μέλη του Κοινού Ευρωπαϊκού Εναέριου Χώρου ή το Μαρόκο, εντός των καθορισμένων ορίων χωρητικότητας του αερολιμένα, δηλαδή 18 ωριαίες μετακινήσεις.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2, η ακτίνα των 1 500 km γύρω από τον αερολιμένα Milan Linate μετράται σύμφωνα με τη μέθοδο της μεγιστοκύκλιας διαδρομής. Στην κοινοποίησή τους, οι ιταλικές αρχές εξήγησαν ότι η εν λόγω απόσταση χρησιμοποιείται στη νομοθεσία της Ένωσης ως όριο για την κατηγοριοποίηση πτήσεων διαφορετικών αποστάσεων [π.χ. κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2)].

(7)

Όσον αφορά το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3, οι ιταλικές αρχές διευκρίνισαν ότι η διάταξη αυτή αποσκοπεί στη διασφάλιση της εφαρμογής του σχεδίου του άρθρου 4 παράγραφος 1 και αντικατοπτρίζει την προσέγγιση των ισχυόντων κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας. Οι ισχύοντες κανόνες αναθέτουν στην εθνική αρχή πολιτικής αεροπορίας την παρακολούθηση της εναέριας κυκλοφορίας στους αερολιμένες Milan Linate και Milan Malpensa και την υποβολή εκθέσεων στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, ώστε να αξιολογηθεί αν τηρούνται οι εν λόγω κανόνες και αν απαιτείται η λήψη πρόσθετων μέτρων.

2.2.   Διαβούλευση που διεξήγαγαν οι ιταλικές αρχές

(8)

Στις 6 Σεπτεμβρίου 2021 η ιταλική αρχή πολιτικής αεροπορίας (ENAC), σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008, κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη σε διαβούλευση που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στις 8 Σεπτεμβρίου 2021, στον αερολιμένα Milan Linate.

(9)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι ιταλικές αρχές, στη διαβούλευση συμμετείχαν οι επιτροπές χρηστών των αερολιμένων Linate και Malpensa, οι οποίες απαρτίζονταν από αερομεταφορείς, εταιρείες υπηρεσιών επίγειας εξυπηρέτησης, τον οργανισμό διαχείρισης του αερολιμένα και τον συντονιστή των χρονοθυρίδων.

(10)

Σύμφωνα με την έκθεση διαβούλευσης, η πλειονότητα των μερών τάχθηκε υπέρ της προτεινόμενης τροποποίησης.

3.   ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΠΟΥ ΔΙΕΞΗΓΑΓΕ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ

(11)

Στις 25 Μαρτίου 2022 η Επιτροπή δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3) περίληψη των προτεινόμενων τροποποιήσεων των κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας, όπως κοινοποιήθηκαν από τις ιταλικές αρχές, και έδωσε στα ενδιαφερόμενα μέρη προθεσμία 20 ημερών για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(12)

Η Επιτροπή παρέλαβε παρατηρήσεις από πέντε ενδιαφερόμενα μέρη, τα περισσότερα από τα οποία επιθυμούσαν να τηρηθεί η ανωνυμία τους.

(13)

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2, παρότι ένα μέρος ζήτησε να επεκταθεί η ακτίνα πέραν των 1 500 km, ώστε να συμπεριληφθούν περισσότεροι προορισμοί.

(14)

Τρία ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ρητά το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3, με το επιχείρημα ότι αυτό θα ενίσχυε τη συμμόρφωση με το σχέδιο του άρθρου 4 παράγραφος 1 και θα διατηρούσε τον αερολιμένα Linate ως πραγματικό διατερματικό αερολιμένα. Ένα ενδιαφερόμενο μέρος εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3, υποστηρίζοντας ότι η απαγόρευση της πώλησης εισιτηρίων σε προορισμούς εκτός του πεδίου εφαρμογής του σχεδίου του άρθρου 4 παράγραφος 1 είναι δυσανάλογη. Το εν λόγω μέρος εξέφρασε επίσης σοβαρές ανησυχίες ως προς τον τρόπο εφαρμογής της διάταξης και αμφιβολίες ως προς το αν η διάταξη θα ήταν κατάλληλη για την αντιμετώπιση προβλημάτων χωρητικότητας.

4.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

(15)

Καταρχάς, η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι τρεις αερολιμένες στους οποίους εφαρμόζεται ο κοινοποιημένος κανόνας κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας —Milan Linate, Milan Malpensa και Orio al Serio (Bergamo)— πληρούν τις τέσσερις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008. Οι αερολιμένες εξυπηρετούν το αστικό συγκρότημα του Μιλάνου, το οποίο πληροί την πρώτη προϋπόθεση. Η υποδομή και οι συγκοινωνιακές συνδέσεις μεταξύ των τριών αερολιμένων και μεταξύ αυτών και της πόλης του Μιλάνου είναι σύμφωνες με τη δεύτερη και την τρίτη προϋπόθεση. Επιπλέον, οι αερολιμένες παρέχουν τις αναγκαίες υπηρεσίες στους αερομεταφορείς κατά τρόπο που ικανοποιεί την τέταρτη προϋπόθεση.

(16)

Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι προηγούμενες αποφάσεις της Επιτροπής ενέκριναν τη θέσπιση κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας που είχαν ως στόχο την καθιέρωση του αερολιμένα Milan Malpensa ως διεθνούς κόμβου και του Milan Linate ως διατερματικού αερολιμένα για τον περιορισμό της ροής της κυκλοφορίας στον εν λόγω αερολιμένα.

(17)

Ειδικότερα, τα διατάγματα Bersani και Bersani 2, της 5ης Ιανουαρίου 2001, που εγκρίθηκαν με την απόφαση 2001/163/ΕΚ της Επιτροπής (4), επέβαλαν στον αερολιμένα Milan Linate περιορισμούς στον αριθμό των ημερήσιων πτήσεων με επιστροφή προς αερολιμένες της Ένωσης που προσδιορίζονται με βάση τον όγκο της επιβατικής κίνησης. Τα διατάγματα Bersani και Bersani 2 περιόρισαν επίσης τον αερολιμένα Milan Linate στην εξυπηρέτηση αεροσκαφών μονού διαδρόμου για τακτικές διατερματικές γραμμές σύνδεσης μόνον εντός της ΕΕ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ώθηση της εναπομένουσας εναέριας κυκλοφορίας προς τον αερολιμένα Malpensa.

(18)

Το διάταγμα Del Rio, της 18ης Νοεμβρίου 2016, που εγκρίθηκε με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2019 της Επιτροπής (5), είχε ως στόχο τη βελτιστοποίηση της χρήσης του αερολιμένα Milan Linate και τη βελτίωση της συνδεσιμότητάς του με όλες τις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, και παράλληλα την πλήρη αξιοποίηση του αναπτυξιακού δυναμικού του κόμβου Malpensa στο πλαίσιο του ειδικού του ρόλου ως διηπειρωτικής πύλης. Ως εκ τούτου, το διάταγμα Del Rio κατάργησε τους περιορισμούς στις συχνότητες με βάση τον όγκο της επιβατικής κίνησης που θα μπορούσε να εξυπηρετείται από και προς τον αερολιμένα Linate, διατηρώντας ωστόσο τις διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες μόνον οι προορισμοί εντός της Ένωσης μπορούσαν να εξυπηρετούνται με αεροσκάφη στενής ατράκτου.

(19)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί την πολιτική της Ιταλίας όσον αφορά τους αερολιμένες Milan Malpensa και Milan Linate.

(20)

Όσον αφορά το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2, η Επιτροπή επισημαίνει ότι καταργεί ορισμένους περιορισμούς που επιβάλλονται στις υπηρεσίες αερομεταφορών στον αερολιμένα Linate. Νέοι προορισμοί τρίτων χωρών μπορούν να εξυπηρετούνται από και προς τον αερολιμένα Linate, οι οποίοι βρίσκονται σε ακτίνα 1 500 km από τον αερολιμένα και σε χώρα με την οποία η Ένωση έχει συνάψει οριζόντια ή συνολική συμφωνία αεροπορικών μεταφορών.

(21)

Με βάση την προσέγγιση που ακολουθήθηκε στην εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2019, στον βαθμό που το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2 καταργεί τους περιορισμούς στην πρόσβαση προς και από τον αερολιμένα Linate, ώστε να δίνει τη δυνατότητα στους αερομεταφορείς να έχουν μεγαλύτερη αποδοτικότητα και ευελιξία όσον αφορά τον προγραμματισμό των πτήσεών τους ανάλογα με τη ζήτηση των επιβατών, δεν τίθεται ζήτημα αναλογικότητας.

(22)

Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή του άρθρου 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2 θα είχε ως αποτέλεσμα την προσθήκη νέων προορισμών στον αερολιμένα Linate με διαφανή τρόπο και βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που δεν οδηγούν στην εισαγωγή διακρίσεων μεταξύ αερομεταφορέων της Ένωσης ή προορισμών της Ένωσης.

(23)

Όσον αφορά το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ανακύπτουν προβλήματα ως προς την αναλογικότητα και τη διαφάνεια, σε αντίθεση με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008.

(24)

Η διάταξη απαγορεύει τη διανομή και την πώληση εισιτηρίων μεταξύ του αερολιμένα Milan Linate και οποιουδήποτε προορισμού εκτός του πεδίου εφαρμογής του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2, καθώς και κάθε δρομολόγιο ανταπόκρισης (σε αντίθεση με το απευθείας διατερματικό δρομολόγιο). Όπως διευκρίνισαν οι ιταλικές αρχές κατά τη διάρκεια συνεδριάσεων με τις υπηρεσίες της Επιτροπής στις 4 Απριλίου 2022 και στις 30 Ιουνίου 2022, σε συνέχεια των γραπτών ερωτήσεων που απέστειλαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής την 1η Απριλίου 2022, αυτό όχι μόνον εμποδίζει τους αερομεταφορείς να προσφέρουν δρομολόγια με τον αερολιμένα Milan Linate ως σημείο μετεπιβίβασης, αλλά και δρομολόγια προς ή από τον αερολιμένα Linate με ανταπόκριση στη συνέχεια σε άλλους αερολιμένες εκτός Μιλάνου. Πράγματι, η διάταξη ρυθμίζει τη ροή της μετεπιβίβασης επιβατών σε αερολιμένες εκτός Μιλάνου.

(25)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο περιορισμός των πτήσεων ανταπόκρισης και της μετεπιβίβασης επιβατών στον αερολιμένα Linate είναι αναλογικός για την επίτευξη του στόχου της διατήρησής του ως διατερματικού αερολιμένα και της προώθησης της ανάπτυξης του αερολιμένα Malpensa ως διεθνούς κόμβου. Ωστόσο, η ρύθμιση της ροής μετεπιβίβασης επιβατών σε αερολιμένες εκτός Μιλάνου υπερβαίνει το νόμιμο πεδίο εφαρμογής των κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες που εξυπηρετούν μια συγκεκριμένη πόλη ή ένα αστικό συγκρότημα, εν προκειμένω το Μιλάνο.

(26)

Επιπλέον, η προτεινόμενη τροποποίηση υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής αερολιμένων της Ιταλίας και παρεμβαίνει αδικαιολόγητα στην επιχειρηματική ελευθερία των αερομεταφορέων και στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών σε αερολιμένες εκτός Μιλάνου.

(27)

Επιπλέον, το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3 θέτει ζητήματα διαφάνειας, καθώς δεν είναι σαφές πώς θα εφαρμοστούν οι κανόνες από τις ιταλικές αρχές. Η εν λόγω διάταξη δεν διευκρινίζει αν θα παρακολουθούνται μόνο τα δρομολόγια των αερομεταφορέων ή αν οι ταξιδιωτικοί πράκτορες και οι διανομείς εισιτηρίων θα είναι επίσης υπεύθυνοι για την εμφάνιση ορισμένων δρομολογίων με ανταπόκριση εκτός του αερολιμένα του Linate. Επίσης, δεν είναι σαφές αν η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην κάλυψη των επιβατών που διοργανώνουν οι ίδιοι την ανταπόκρισή τους στα δρομολόγια των οποίων ούτε οι αερομεταφορείς ούτε τα ταξιδιωτικά γραφεία ή άλλοι διανομείς εισιτηρίων έχουν τον έλεγχο.

5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(28)

Εν κατακλείδι, η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2, το οποίο τροποποιεί τους υφιστάμενους κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo), είναι συμβατό με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008.

(29)

Όσον αφορά το άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι δεν είναι συμβατό με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνονται τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 1 του σχεδίου διατάγματος Giovannini όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 2 σχετικά με τους τροποποιημένους κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Milan Malpensa, Milan Linate και Orio al Serio (Bergamo), το οποίο υποβλήθηκε στην Επιτροπή στις 22 Φεβρουαρίου 2022.

Απορρίπτεται η έγκριση των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 1 του εν λόγω σχεδίου διατάγματος όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2022.

Για την Επιτροπή

Adina VĂLEAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46 της 17.2.2004, σ. 1).

(3)  Κοινοποίηση από την Ιταλία για την εφαρμογή του άρθρου 19 παράγραφος 2 του κανονισμού 1008/2008, σχετικά με τους κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας μεταξύ των αερολιμένων Milan Malpensa και Milan Linate (ΕΕ C 134 της 25.3.2022, σ. 28).

(4)  Απόφαση 2001/163/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2000, περί διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92 του Συμβουλίου (Υπόθεση ΤRΕΝ/ΑΜΑ/12/00 — Οι ιταλικοί κανόνες κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας στο σύστημα αερολιμένων του Μιλάνου) (ΕΕ L 58 της 28.2.2001, σ. 29).

(5)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/2019 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με την έγκριση, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τροποποιημένων κανόνων κατανομής της εναέριας κυκλοφορίας για τους αερολιμένες Μιλάνο Malpensa, Μιλάνο Linate και Orio al Serio (Bergamo) (ΕΕ L 312 της 18.11.2016, σ. 73).