ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 405

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

63ό έτος
2 Δεκεμβρίου 2020


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων), (αναδιατύπωση)

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων), (αναδιατύπωση)

40

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/2033 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 575/2013, (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ( EE L 314 της 5.12.2019 )

79

 

*

Διορθωτικό στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2034 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2002/87/ΕΚ,Y 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ ( EE L 314 της 5.12.2019 )

84

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

2.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 405/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1783 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 25ης Νοεμβρίου 2020

για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων)

(αναδιατύπωση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου (3) έχει τροποποιηθεί στο παρελθόν. Με την ευκαιρία νέων ουσιωδών τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η Ένωση έθεσε ως στόχο να διατηρήσει και να αναπτύξει ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στον οποίο διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Προκειμένου να δημιουργήσει έναν τέτοιο χώρο, η Ένωση θεσπίζει, μεταξύ άλλων μέτρων, στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, τα μέτρα τα οποία είναι αναγκαία για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(3)

Για τους σκοπούς της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και της ανάπτυξης ενός χώρου αστικής δικαιοσύνης στην Ένωση, είναι αναγκαίο να βελτιωθεί περαιτέρω και να επιταχυνθεί η συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων διαφορετικών κρατών μελών στον τομέα της διεξαγωγής αποδείξεων. Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ταχύτητας των δικαστικών διαδικασιών μέσω της απλούστευσης και του εξορθολογισμού των μηχανισμών συνεργασίας για τη διεξαγωγή αποδείξεων σε διασυνοριακές διαδικασίες, ενώ ταυτόχρονα θα συμβάλλει στη μείωση των καθυστερήσεων και του κόστους για άτομα και επιχειρήσεις. Η παροχή μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και οι απλούστερες, εξορθολογισμένες και ψηφιοποιημένες διαδικασίες θα ενθαρρύνουν τα άτομα και τις επιχειρήσεις να συμμετέχουν σε διασυνοριακές συναλλαγές, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό το εμπόριο εντός της Ένωσης και, ως εκ τούτου, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(4)

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των διαφορετικών κρατών μελών σχετικά με τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις.

(5)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «δικαστήριο» θα πρέπει επίσης να νοούνται οι αρχές που ασκούν δικαστικά καθήκοντα, που ενεργούν βάσει εξουσιοδότησης από δικαστική αρχή ή που ενεργούν υπό τον έλεγχο δικαστικής αρχής, και που είναι αρμόδιες δυνάμει του εθνικού δικαίου για τη διεξαγωγή αποδείξεων για τους σκοπούς δικαστικών διαδικασιών σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις. Αυτό περιλαμβάνει ιδίως οι αρχές που χαρακτηρίζονται ως «δικαστήρια» με βάση άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης, όπως ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1111 του Συμβουλίου (4) και οι κανονισμοί (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 (5) και (ΕΕ) αριθ. 650/2012 (6) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(6)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ο υψηλότερος βαθμός σαφήνειας και ασφάλειας του δικαίου, η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων θα πρέπει να διαβιβάζεται σε έντυπο το οποίο συμπληρώνεται στη γλώσσα του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτελέσεως ή σε μια άλλη αναγνωρισμένη από το εν λόγω κράτος μέλος γλώσσα. Για τους ίδιους λόγους θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να χρησιμοποιούνται έντυπα και για την περαιτέρω επικοινωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων δικαστηρίων.

(7)

Για να εξασφαλιστεί η ταχεία διαβίβαση των παραγγελιών και των κοινοποιήσεων μεταξύ των κρατών μελών για τους σκοπούς της διεξαγωγής των αποδείξεων, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται όλες οι κατάλληλες σύγχρονες τεχνολογίες επικοινωνιών. Συνεπώς, κατά κανόνα, όλες οι επικοινωνίες και οι ανταλλαγές πράξεων θα πρέπει να γίνονται μέσω ασφαλούς και αξιόπιστου αποκεντρωμένου συστήματος τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ) που θα περιλαμβάνει τα εθνικά συστήματα ΤΠ που είναι διασυνδεδεμένα και τεχνικά διαλειτουργικά, για παράδειγμα, και με την επιφύλαξη της περαιτέρω τεχνολογικής προόδου, βάσει του e-CODEX. Επομένως, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ για την ανταλλαγή δεδομένων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο αποκεντρωμένος χαρακτήρας του εν λόγω συστήματος ΤΠ θα καταστήσει δυνατή την ανταλλαγή δεδομένων αποκλειστικά από ένα κράτος μέλος σε άλλο, χωρίς τη συμμετοχή οποιουδήποτε οργάνου της Ένωσης σε αυτές τις ανταλλαγές.

(8)

Με την επιφύλαξη της πιθανής μελλοντικής τεχνολογικής προόδου, το ασφαλές αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ και τα στοιχεία του δεν θα πρέπει να νοούνται κατ’ ανάγκη ως εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

(9)

Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την ευθύνη για τη δημιουργία, τη συντήρηση και τη μελλοντική ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς, το οποίο τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιήσουν αντί του εθνικού συστήματος ΤΠ, σύμφωνα με τις αρχές της προστασίας των δεδομένων εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού. Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς θα πρέπει να σχεδιασθεί, να αναπτυχθεί και να συντηρείται από την Επιτροπή σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις αρχές περί προστασίας των δεδομένων που καθορίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) 2018/1725 (8) και (ΕΕ) 2016/679 (9)του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ιδίως τις αρχές της προστασίας των δεδομένων ήδη εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού. Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει κατάλληλα τεχνικά μέτρα και να επιτρέπει τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για την εξασφάλιση ενός κατάλληλου επιπέδου ασφάλειας και διαλειτουργικότητας για τις ανταλλαγές πληροφοριών στο πλαίσιο της διεξαγωγής αποδείξεων.

(10)

Σε σχέση με τα στοιχεία του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ που είναι υπό την ευθύνη της Ένωσης, ο φορέας διαχείρισης θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους για να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία του εν λόγω συστήματος.

(11)

Η αρμόδια αρχή ή αρχές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, υπό την ιδιότητά τους ως υπευθύνων επεξεργασίας, θα πρέπει να έχουν την ευθύνη, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού για τη διαβίβαση παραγγελιών και άλλων κοινοποιήσεων μεταξύ κρατών μελών.

(12)

Η διαβίβαση μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ θα μπορούσε να καταστεί αδύνατη λόγω διακοπής λειτουργίας του συστήματος ή της φύσης των αποδείξεων, για παράδειγμα κατά τη διαβίβαση DNA ή δειγμάτων αίματος. Άλλα μέσα κοινοποίησης θα μπορούσαν, επίσης, να είναι καταλληλότερα σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπως στην περίπτωση όπου η μετατροπή ογκωδών εγγράφων σε ηλεκτρονική μορφή θα συνεπαγόταν δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση για τις αρμόδιες αρχές ή όπου το πρωτότυπο έγγραφο είναι απαραίτητο σε έντυπη μορφή για την αξιολόγηση της γνησιότητάς του. Όταν δεν θα χρησιμοποιείται το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ, η διαβίβαση θα πρέπει να πραγματοποιείται με τα πλέον κατάλληλα εναλλακτικά μέσα. Τα εναλλακτικά αυτά μέσα θα πρέπει να συνεπάγονται, μεταξύ άλλων, ότι η διαβίβαση πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατό και με ασφαλή τρόπο με άλλα ασφαλή ηλεκτρονικά μέσα ή ταχυδρομικώς.

(13)

Προκειμένου να ενισχυθούν οι ηλεκτρονικές διαβιβάσεις εγγράφων σε διασυνοριακό επίπεδο, η νομική ισχύς ή το παραδεκτό των εγγράφων που διαβιβάζονται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ως αποδεικτικά στοιχεία στη διαδικασία δεν θα πρέπει να απορρίπτονται αποκλειστικά λόγω του ότι προσκομίζονται σε ηλεκτρονική μορφή. Ωστόσο, η αρχή αυτή θα πρέπει να θίγει την εκτίμηση των νομικών αποτελεσμάτων ή του παραδεκτού των εγγράφων αυτών ως αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Επίσης, δεν θα πρέπει να θίγει την εθνική νομοθεσία όσον αφορά τη μετατροπή εγγράφων.

(14)

Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα των αρχών να ανταλλάσσουν πληροφορίες βάσει συστημάτων που θεσπίζονται με άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις, όπως ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1111 ή ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου (10), ακόμη και στις περιπτώσεις που οι εν λόγω πληροφορίες έχουν αποδεικτική αξία, αλλά θα πρέπει να παρέχεται στην αιτούσα αρχή η δυνατότητα να επιλέξει την πλέον κατάλληλη μέθοδο.

(15)

Οι παραγγελίες διεξαγωγής αποδείξεων θα πρέπει να εκτελούνται ταχέως. Εάν μία παραγγελία δεν είναι δυνατό να εκτελεσθεί 90 ημέρες μετά την παραλαβή της από το δικαστήριο εκτελέσεως, το δικαστήριο εκτελέσεως οφείλει να γνωστοποιεί στο αιτούν δικαστήριο τους λόγους οι οποίοι παρεμπόδισαν την ταχεία διεκπεραίωση του αιτήματος.

(16)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού, οι περιστάσεις στις οποίες είναι δυνατό να γίνει άρνηση εκτελέσεως της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων θα πρέπει να περιορίζονται σε αυστηρώς καθορισμένες εξαιρέσεις.

(17)

Το δικαστήριο εκτελέσεως θα πρέπει να εκτελεί την παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του.

(18)

Οι διάδικοι και οι ενδεχόμενοι εκπρόσωποί τους, θα πρέπει να δύνανται να παραστούν κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων, εφόσον αυτό προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τη διαδικασία, όπως θα συνέβαινε, εάν η διεξαγωγή αποδείξεων πραγματοποιούταν στο κράτος μέλος του αιτούντος δικαστηρίου. Θα πρέπει επίσης να έχουν το δικαίωμα να ζητούν να συμμετέχουν στη διεξαγωγή αποδείξεων, ώστε να έχουν ενεργητικότερο ρόλο κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων. Ωστόσο, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες δύνανται να συμμετέχουν θα πρέπει να ορίζονται από το δικαστήριο εκτελέσεως σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του.

(19)

Οι εντεταλμένοι του αιτούντος δικαστηρίου θα πρέπει να δύνανται να παραστούν κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων, αν αυτό συμβιβάζεται με τη νομοθεσία του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου, ώστε να έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα εκτίμησης των αποδείξεων. Θα πρέπει επίσης να έχουν το δικαίωμα να ζητούν να συμμετέχουν στη διεξαγωγή των αποδείξεων, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το δικαστήριο εκτελέσεως, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του, ώστε να έχουν ενεργητικότερο ρόλο κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων.

(20)

Για τη διευκόλυνση της διεξαγωγής αποδείξεων, ένα δικαστήριο κράτους μέλους θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του, να διεξάγει αποδείξεις απευθείας σε άλλο κράτος μέλος, εφόσον η παραγγελία απευθείας διεξαγωγής αποδείξεων γίνεται αποδεκτή από το τελευταίο και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως.

(21)

Οι σύγχρονες τεχνολογίες επικοινωνιών, όπως για παράδειγμα η βιντεοδιάσκεψη, η οποία αποτελεί σημαντικό μέσο για την απλούστευση και την επιτάχυνση της διεξαγωγής αποδείξεων, επί του παρόντος δεν αξιοποιούνται πλήρως. Στις περιπτώσεις όπου πρόκειται να διεξαχθούν αποδείξεις μέσω της εξέτασης προσώπου, όπως μάρτυρα, διάδικου μέρους ή εμπειρογνώμονα που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει να διεξάγει τις εν λόγω αποδείξεις απευθείας μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλης τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνιών, εφόσον υπάρχει η εν λόγω τεχνολογία στο δικαστήριο και το δικαστήριο κρίνει ότι η χρήση τέτοιου είδους τεχνολογίας ενδείκνυται λαμβανομένων υπόψη των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης και της δίκαιης διεξαγωγής της δίκης. Η βιντεοδιάσκεψη θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για την ακρόαση παιδιού, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1111. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως θεωρεί αναγκαία τη θέσπιση ορισμένων όρων, η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων θα πρέπει να διενεργείται υπό τους όρους αυτούς, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. Το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως θα πρέπει να μπορεί να απορρίπτει την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων εν όλω ή εν μέρει, εάν αυτή η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων ενδέχεται να αντιβαίνει στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του εν λόγω κράτους μέλους.

(22)

Στις περιπτώσεις όπου πρόκειται να διεξαχθούν αποδείξεις με την εξέταση προσώπου μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλης τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνιών, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει, κατόπιν αιτήσεώς του, να λαμβάνει βοήθεια για την εξεύρεση διερμηνέα, συμπεριλαμβανομένης της εξεύρεσης πιστοποιημένου διερμηνέα, αν αυτό ζητηθεί ρητά.

(23)

Το δικαστήριο που διεξάγει τις διαδικασίες θα πρέπει να παρέχει στους διαδίκους και τους νόμιμους εκπροσώπους τους οδηγίες σχετικά με τη διαδικασία προσκόμισης εγγράφων ή άλλου υλικού όταν η εξέταση πραγματοποιείται μέσω βιντεοδιάσκεψης ή κάθε άλλης κατάλληλης τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνιών.

(24)

Προκειμένου να διευκολύνεται η διεξαγωγή αποδείξεων από διπλωματικούς ή προξενικούς υπαλλήλους, τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διεξάγουν αποδείξεις στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και εντός της περιοχής όπου είναι διαπιστευμένοι, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης παραγγελίας, εξετάζοντας, χωρίς τη χρήση μέτρων καταναγκασμού, υπηκόους του κράτους μέλους, το οποίο εκπροσωπούν στο πλαίσιο διαδικασιών που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους, το οποίο εκπροσωπούν. Ωστόσο, θα πρέπει να επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κράτους μέλους κατά πόσον οι διπλωματικοί ή προξενικοί υπάλληλοί του έχουν την εξουσία να διεξάγουν αποδείξεις ως μέρος των καθηκόντων τους.

(25)

Η διεξαγωγή αποδείξεων από τους διπλωματικούς ή τους προξενικούς υπαλλήλους θα πρέπει να πραγματοποιείται στις εγκαταστάσεις της διπλωματικής τους αποστολής ή του προξενείου τους, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Μια τέτοια περίσταση θα μπορούσε να είναι ότι το προς ακρόαση πρόσωπο δεν είναι σε θέση να προσέλθει στις εγκαταστάσεις λόγω σοβαρής ασθένειας.

(26)

Η εκτέλεση παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να γεννά αξίωση επιστροφής τελών ή εξόδων. Ωστόσο, αν το δικαστήριο της εκτέλεσης ζητήσει την επιστροφή, οι αμοιβές εμπειρογνωμόνων και διερμηνέων, καθώς και τα έξοδα εφαρμογής από την εκτέλεση σύμφωνα με ειδική διαδικασία που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο ή από τη χρήση τεχνολογίας τηλεπικοινωνιών δεν θα πρέπει να βαρύνουν το δικαστήριο αυτό. Στην περίπτωση αυτή, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την ταχεία επιστροφή. Αν χρειάζεται η γνώμη εμπειρογνώμονος, το δικαστήριο της εκτελέσεως θα πρέπει να δύναται, πριν εκτελέσει την αίτηση, να ζητήσει από το αιτούν δικαστήριο επαρκή εγγύηση ή προκαταβολή όσον αφορά τα έξοδα της παραγγελίας.

(27)

Προκειμένου να επικαιροποιούνται τα έντυπα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού ή να πραγματοποιούνται τεχνικές τροποποιήσεις των εν λόγω εντύπων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την τροποποίηση του εν λόγω παραρτήματος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (11). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(28)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εκτελεστικές αρμοδιότητες θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12).

(29)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να υπερισχύει των διατάξεων οι οποίες περιέχονται σε διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή συμβάσεις που συνάπτονται από τα κράτη μέλη και έχουν το ίδιο πεδίο εφαρμογής με τον παρόντα κανονισμό. Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να συνάπτουν συμφωνίες ή συμβάσεις για την περαιτέρω προώθηση της συνεργασίας στο πεδίο της διεξαγωγής αποδείξεων, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω συμφωνίες ή συμβάσεις συνάδουν με τον παρόντα κανονισμό.

(30)

Είναι απαραίτητο να παρέχονται αποτελεσματικά μέσα συγκέντρωσης, προστασίας και προσκόμισης των αποδεικτικών στοιχείων, καθώς και να προστατεύονται τα δικαιώματα της υπεράσπισης και οι εμπιστευτικές πληροφορίες. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να ενθαρρυνθεί η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας.

(31)

Οι διαδικασίες για τη διεξαγωγή, την προστασία και την προσκόμιση αποδείξεων θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα δικονομικά δικαιώματα, καθώς και η ιδιωτική ζωή, η ακεραιότητα και η εμπιστευτικότητα των προσωπικών δεδομένων προστατεύονται, σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο.

(32)

Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων και ότι η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σέβεται την προστασία της ιδιωτικής ζωής, όπως κατοχυρώνεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οποιαδήποτε επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), καθώς και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία δυνάμει του παρόντος κανονισμού μόνο για τους συγκεκριμένους σκοπούς που ορίζονται σε αυτόν.

(33)

Σύμφωνα με τα σημεία 22 και 23 της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τον παρόντα κανονισμό βάσει πληροφοριών που θα συλλεχθούν μέσω ειδικών ρυθμίσεων παρακολούθησης, προκειμένου να εκτιμηθούν τα πραγματικά αποτελέσματα του παρόντος κανονισμού και η τυχόν ανάγκη για περαιτέρω δράση. Στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των παραγγελιών που έχουν διαβιβαστεί και των παραγγελιών εκτελεστεί, καθώς και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες η διαβίβαση πραγματοποιήθηκε με άλλα μέσα εκτός του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, θα πρέπει να παρέχουν στην Επιτροπή αυτά τα δεδομένα για σκοπούς παρακολούθησης. Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς που έχει αναπτυχθεί από την Επιτροπή ως σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών (back-end system) θα πρέπει να συλλέγει με προγραμματισμένο τρόπο τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για τους σκοπούς παρακολούθησης και τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή. Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη επιλέξουν να χρησιμοποιήσουν εθνικό σύστημα ΤΠ αντί του λογισμικού εφαρμογής αναφοράς που έχει αναπτυχθεί από την Επιτροπή το εν λόγω σύστημα μπορεί να είναι εξοπλισμένο να συλλέγει με προγραμματισμένο τρόπο τα δεδομένα αυτά, και στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

(34)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, αλλά μπορούν να επιτευχθούν αποτελεσματικότερα σε ενωσιακό επίπεδο, μέσω της θέσπισης ενός απλοποιημένου νομικού πλαισίου που θα εξασφαλίζει την απευθείας, αποτελεσματική και ταχεία διαβίβαση των παραγγελιών και των κοινοποιήσεων σχετικά με πράξεις διεξαγωγής αποδείξεων, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία ορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(35)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, ο οποίος και γνωμοδότησε στις 13 Σεπτεμβρίου 2019 (14).

(36)

Για να καταστούν οι διατάξεις του ευπρόσιτες και ευανάγνωστες, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 θα πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό.

(37)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιρλανδία γνωστοποίησε την επιθυμία της να συμμετάσχει στη θέσπιση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(38)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός ισχύει σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις στις οποίες το δικαστήριο ενός κράτους μέλους αιτείται, σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους:

α)

στο αρμόδιο δικαστήριο άλλου κράτους μέλους τη διεξαγωγή αποδείξεων, ή

β)

τη διεξαγωγή αποδείξεων απευθείας σε άλλο κράτος μέλος.

2.   Δεν επιτρέπεται παραγγελία για τη διεξαγωγή αποδείξεων εάν οι αποδείξεις δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε δικαστικές υποθέσεις που έχουν ήδη αρχίσει να εκδικάζονται ή πρόκειται να εκδικασθούν.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«δικαστήριο»: τα δικαστήρια και άλλες αρχές στα κράτη μέλη, όπως έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 31 παράγραφος 3, που έχουν δικαιοδοτικές αρμοδιότητες ή ενεργούν κατ’ εξουσιοδότηση δικαστικής αρχής ή υπό τον έλεγχο δικαστικής αρχής και έχουν, και που έχουν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αρμοδιότητα διεξαγωγής αποδείξεων για τους σκοπούς δικαστικών διαδικασιών σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις,

2)

«αποκεντρωμένο σύστημα τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ)»: δίκτυο εθνικών συστημάτων ΤΠ και διαλειτουργικών σημείων πρόσβασης, το οποίο λειτουργεί υπό την ατομική ευθύνη και τη διαχείριση κάθε κράτους μέλους και το οποίο καθιστά δυνατή την ασφαλή και αξιόπιστη διασυνοριακή ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών συστημάτων ΤΠ.

Άρθρο 3

Απευθείας επικοινωνία μεταξύ δικαστηρίων

1.   Παραγγελίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) αποστέλλονται από το δικαστήριο στο οποίο η υπόθεση έχει αρχίσει να εκδικάζεται ή πρόκειται να εκδικασθεί, («αιτούν δικαστήριο»), απευθείας στο αρμόδιο δικαστήριο ενός άλλου κράτους μέλους («δικαστήριο εκτελέσεως»), με σκοπό τη διεξαγωγή αποδείξεων.

2.   Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει κατάλογο των αρμοδίων δικαστηρίων για τη διεξαγωγή αποδείξεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Στον κατάλογο αυτό πρέπει να δηλώνεται η κατά τόπον και, όπου χρειάζεται, η ειδική αρμοδιότητα των δικαστηρίων αυτών.

Άρθρο 4

Κεντρικό όργανο

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα κεντρικό όργανο, το οποίο:

α)

παρέχει πληροφορίες στα δικαστήρια·

β)

επιλύει τις δυσχέρειες που μπορεί να προκύψουν σε σχέση με μια παραγγελία·

γ)

σε εξαιρετικές περιπτώσεις, διαβιβάζει μία παραγγελία στο αρμόδιο δικαστήριο μετά από αίτηση αιτούντος δικαστηρίου.

2.   Ομοσπονδιακά κράτη μέλη, κράτη μέλη με πλείονα νομικά συστήματα και κράτη μέλη με αυτόνομες εδαφικές μονάδες, δύνανται να ορίζουν περισσότερα από ένα κεντρικά όργανα.

3.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει επίσης το κεντρικό όργανο που προβλέπει η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ή μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές που είναι αρμόδιες για τη λήψη των αποφάσεων επί παραγγελιών που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 19.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Διαβίβαση παραγγελιών

Άρθρο 5

Τύπος και περιεχόμενο παραγγελιών

1.   Παραγγελίες υποβάλλονται μέσω του εντύπου Α ή, αναλόγως, του εντύπου ΙΒ του παραρτήματος I. Κάθε παραγγελία περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το αιτούν δικαστήριο και, ενδεχομένως, το δικαστήριο εκτελέσεως·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση των διαδίκων και των ενδεχόμενων εκπροσώπων τους·

γ)

τη φύση και το αντικείμενο της υποθέσεως, καθώς και σύντομη παρουσίαση του ιστορικού της·

δ)

περιγραφή της παραγγελθείσας διεξαγωγής αποδείξεων·

ε)

σε περίπτωση παραγγελίας εξέτασης ενός προσώπου:

το όνομα και τη διεύθυνση τωου προσώπου το οποίο καλείται να εξεταστεί,

τις ερωτήσεις οι οποίες πρόκειται να τεθούν στο πρόσωπο το οποίο καλείται να εξεταστεί ή το ιστορικό της υπόθεσης για την οποία το εν λόγω πρόσωπο καλείται να καταθέσει,

ενδεχομένως, μνεία ότι υφίσταται δικαίωμα αρνήσεως μαρτυρίας σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου,

το αίτημα να διεξαχθεί η κατάθεση ενόρκως ή με διαβεβαίωση αντί όρκου και, ενδεχομένως, ο σχετικός τύπος όρκου ή διαβεβαίωσης,

ενδεχομένως, κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί αναγκαία το αιτούν δικαστήριο·

στ)

σε περίπτωση παραγγελίας για άλλη διεξαγωγή αποδείξεων εκτός από αυτή που αναφέρεται στο στοιχείο ε)τα έγγραφα ή τα άλλα αντικείμενα τα οποία πρέπει να εξεταστούν·

ζ)

ενδεχομένως, το αίτημα σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφοι 3 ή 4, ή το άρθρο 13 ή 14, καθώς και τις αναγκαίες για την εφαρμογή της διάταξης αυτής επεξηγήσεις.

2.   Η παραγγελία, καθώς και όλα τα συνημμένα έγγραφα αυτής απαλλάσσονται από την ανάγκη επικύρωσης ή άλλης ισοδύναμης διατύπωσης.

3.   Έγγραφα τα οποία το αιτούν δικαστήριο θεωρεί αναγκαία για την εκτέλεση της παραγγελίας, δέον να συνοδεύονται από μετάφραση των εγγράφων στη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί η παραγγελία.

Άρθρο 6

Γλώσσα

Παραγγελίες και κοινοποιήσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό συντάσσονται στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους εκτελέσεως ή, εφόσον οι επίσημες γλώσσες του εν λόγω κράτους είναι πλείονες, στην επίσημη ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η διεξαγωγή των αποδείξεων, ή σε άλλη γλώσσα την οποία έχει δηλώσει ως αποδεκτή το εν λόγω κράτος μέλος.

Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή την επίσημη ή τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, εκτός από τη δική του, την οποία ή τις οποίες επιτρέπει για τη συμπλήρωση των εντύπων που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 7

Διαβίβαση παραγγελίας και άλλων κοινοποιήσεων

1.   Οι παραγγελίες και οι κοινοποιήσεις που γίνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό διαβιβάζονται μέσω ασφαλούς και αξιόπιστου αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Το εν λόγω αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ βασίζεται σε διαλειτουργική λύση, όπως το e-CODEX.

2.   Το γενικό νομικό πλαίσιο για τη χρήση εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, εφαρμόζεται στις παραγγελίες και τις κοινοποιήσεις που διαβιβάζονται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ.

3.   Εάν οι παραγγελίες και οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου απαιτούν ή φέρουν σφραγίδα ή χειρόγραφη υπογραφή, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται αντ’ αυτών «εγκεκριμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες» ή «εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές», όπως αυτές ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014.

4.   Αν η διαβίβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν είναι δυνατή λόγω διακοπής λειτουργίας του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή λόγω της φύσης των σχετικών αποδείξεων ή λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, η διαβίβαση πραγματοποιείται με τα ταχύτερα, πλέον κατάλληλα εναλλακτικά μέσα, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας και της ασφάλειας.

Άρθρο 8

Νομική ισχύς των ηλεκτρονικών εγγράφων

Έγγραφα που διαβιβάζονται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ δεν αποστερούνται νομικής ισχύος ή παραδεκτού ως αποδεικτικά στοιχεία στις νομικές διαδικασίες αποκλειστικά και μόνο λόγω του γεγονότος ότι είναι σε ηλεκτρονική μορφή.

ΤΜΗΜΑ 2

Παραλαβή των παραγγελιών

Άρθρο 9

Παραλαβή των παραγγελιών

1.   Το αρμόδιο δικαστήριο εκτελέσεως αποστέλλει στο αιτούν δικαστήριο εντός επτά ημερών από την παραλαβή της παραγγελίας αποδεικτικό παραλαβής, χρησιμοποιώντας το έντυπο Β του παραρτήματος I. Εάν η παραγγελία δεν ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7, τότε το δικαστήριο εκτελέσεως περιλαμβάνει αντίστοιχη μνεία στο αποδεικτικό παραλαβής.

2.   Σε περίπτωση που το δικαστήριο εκτέλεσης δεν έχει δικαιοδοσία να εκτελέσει παραγγελία, μέσω του εντύπου Α του παραρτήματος I, η οποία πληροί τις προϋποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 6, το εν λόγω δικαστήριο διαβιβάζει την παραγγελία στο κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο του κράτους μέλους του και ενημερώνει σχετικώς το αιτούν δικαστήριο, χρησιμοποιώντας το έντυπο Γ του παραρτήματος I.

Άρθρο 10

Ελλιπείς παραγγελίες

1.   Εάν μια παραγγελία δεν μπορεί να εκτελεσθεί διότι δεν περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 5, το δικαστήριο εκτελέσεως ενημερώνει σχετικώς το αιτούν δικαστήριο αμελλητί και το αργότερο εντός 30 ημερών από την παραλαβή της παραγγελίας, χρησιμοποιώντας το έντυπο Δ του παραρτήματος I, και καλεί το αιτούν δικαστήριο να του διαβιβάσει τα ελλείποντα στοιχεία προσδιορίζοντας τα στοιχεία που λείπουν με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια.

2.   Αν μια παραγγελία δεν μπορεί να εκτελεσθεί διότι απαιτείται εγγύηση ή προκαταβολή σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3, το δικαστήριο της εκτελέσεως ενημερώνει το αιτούν δικαστήριο χωρίς καθυστέρηση, το αργότερο εντός 30 ημερών από την παραλαβή της αιτήσεως χρησιμοποιώντας το έντυπο Δ του παραρτήματος I και του γνωστοποιεί πώς πρέπει να καταβληθεί η εγγύηση ή η προκαταβολή. Το δικαστήριο της εκτελέσεως αποστέλλει, χρησιμοποιώντας το έντυπο Ε του παραρτήματος I, αποδεικτικό παραλαβής της εγγύησης ή της προκαταβολής χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός δέκα ημερών από την παραλαβή τους.

Άρθρο 11

Ολοκλήρωση της παραγγελίας

1.   Εάν το δικαστήριο εκτελέσεως έχει συμπεριλάβει μνεία στο αποδεικτικό παραλαβής σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, ότι η παραγγελία δεν πληροί τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7, ή εάν έχει ενημερώσει το αιτούν δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 10 ότι η παραγγελία δεν μπορεί να εκτελεσθεί διότι δεν περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 5, η προβλεπόμενη προθεσμία του άρθρου 12 αρχίζει να τρέχει όταν το δικαστήριο εκτελέσεως παραλάβει την παραγγελία δεόντως συμπληρωμένη.

2.   Αν το δικαστήριο εκτελέσεως έχει ζητήσει εγγύηση ή προκαταβολή σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3, η προβλεπόμενη προθεσμία του άρθρου 12 αρχίζει να τρέχει όταν καταβληθεί η εγγύηση ή η προκαταβολή.

ΤΜΗΜΑ 3

Διεξαγωγή των αποδείξεων από το δικαστήριο εκτελέσεως

Άρθρο 12

Γενικές διατάξεις για την εκτέλεση παραγγελίας

1.   Το δικαστήριο εκτελέσεως εκτελεί την παραγγελία αμελλητί και το αργότερο εντός 90 ημερών από την παραλαβή της παραγγελίας.

2.   Το δικαστήριο εκτελέσεως εκτελεί την παραγγελία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του.

3.   Το αιτούν δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την εκτέλεση της παραγγελίας κατά έναν ειδικό τύπο ο οποίος προβλέπεται από το εθνικό δίκαιό του, χρησιμοποιώντας το έντυπο Α του παραρτήματος I. Το δικαστήριο εκτελέσεως εκτελεί την παραγγελία σύμφωνα με την ειδική διαδικασία, εκτός εάν αυτό δεν συνάδει προς το εθνικό δίκαιό του ή δεν είναι σε θέση να το πράξει λόγω μειζόνων πρακτικών δυσκολιών. Εάν, για έναν από τους εν λόγω λόγους, το δικαστήριο εκτελέσεως δεν ανταποκρίνεται στην πρόσκληση για την εκτέλεση της παραγγελίας σύμφωνα με ειδική διαδικασία, ενημερώνει σχετικώς το αιτούν δικαστήριο χρησιμοποιώντας το έντυπο Η του παραρτήματος I.

4.   Το αιτούν δικαστήριο μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο εκτελέσεως να χρησιμοποιήσει συγκεκριμένες τηλεπικοινωνιακές τεχνολογίες κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων, ιδίως βιντεοδιασκέψεις ή τηλεδιασκέψεις.

Το δικαστήριο εκτελέσεως χρησιμοποιεί την τεχνολογία επικοινωνιών που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, εκτός αν τούτο δεν συνάδει προς το εθνικό δίκαιό του ή το δικαστήριο εκτελέσεως δεν είναι σε θέση να το πράξει λόγω μειζόνων πρακτικών δυσκολιών.

Εάν, για έναν από τους εν λόγω λόγους, το δικαστήριο εκτελέσεως δεν χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη τεχνολογία επικοινωνιών, ενημερώνει σχετικώς το αιτούν δικαστήριο χρησιμοποιώντας το έντυπο Η του παραρτήματος I.

Εάν η τεχνολογία επικοινωνιών που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν είναι διαθέσιμη στο αιτούν δικαστήριο ή το δικαστήριο εκτελέσεως, τα εν λόγω δικαστήρια μπορούν να διαθέσουν τέτοια τεχνολογία επικοινωνιών κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας.

Άρθρο 13

Διεξαγωγή αποδείξεων με την παρουσία και τη συμμετοχή των διαδίκων

1.   Εφόσον προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου, οι διάδικοι και οι ενδεχόμενοι εκπρόσωποί τους, έχουν δικαίωμα να παρίστανται κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων από το δικαστήριο εκτελέσεως.

2.   Το αιτούν δικαστήριο ενημερώνει στην παραγγελία του το δικαστήριο εκτελέσεως χρησιμοποιώντας το έντυπο Α του παραρτήματος I ότι οι διάδικοι και οι ενδεχόμενοι εκπρόσωποί τους πρόκειται να παρίστανται και ότι έχει ζητηθεί, ενδεχομένως, η συμμετοχή τους στη διεξαγωγή αποδείξεων. Η ενημέρωση αυτή μπορεί επίσης να γίνει σε οποιαδήποτε άλλη πρόσφορη στιγμή.

3.   Εάν ζητείται η συμμετοχή των διαδίκων και των ενδεχόμενων εκπροσώπων τους στη διεξαγωγή των αποδείξεων, το δικαστήριο εκτελέσεως ορίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες αυτοί μπορούν να συμμετάσχουν σύμφωνα με το άρθρο 12.

4.   Το δικαστήριο εκτελέσεως γνωστοποιεί στους διαδίκους και στους ενδεχόμενους εκπροσώπους τους, το χρόνο και τον τόπο της διεξαγωγής αποδείξεων και, ενδεχομένως, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες αυτοί μπορούν να συμμετάσχουν στη διεξαγωγή των αποδείξεων, χρησιμοποιώντας το έντυπο Θ του παραρτήματος I.

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν θίγουν τη δυνατότητα του δικαστηρίου εκτελέσεως να ζητήσει από τους διαδίκους και από τους ενδεχόμενους εκπροσώπους τους να παραστούν ή να συμμετάσχουν στη διεξαγωγή των αποδείξεων, εάν προβλέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους του.

Άρθρο 14

Διεξαγωγή αποδείξεων με την παρουσία και τη συμμετοχή των εντεταλμένων του αιτούντος δικαστηρίου

1.   Οι εντεταλμένοι του αιτούντος δικαστηρίου δικαιούνται να παραστούν στη διεξαγωγή αποδείξεων από το δικαστήριο εκτελέσεως, εφόσον τούτο συμβιβάζεται με τη νομοθεσία του αιτούντος κράτους μέλους.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «εντεταλμένος» συμπεριλαμβάνει μέλη του δικαστικού προσωπικού που ορίσθηκαν από το αιτούν δικαστήριο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του. Το αιτούν δικαστήριο δύναται να ορίσει, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιό του, οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όπως έναν πραγματογνώμονα.

3.   Το αιτούν δικαστήριο ενημερώνει το δικαστήριο εκτελέσεως διά της παραγγελίας του, χρησιμοποιώντας το έντυπο Α του παραρτήματος I, ότι θα παραστούν οι εντεταλμένοι του και, ενδεχομένως, ότι ζητείται η συμμετοχή τους στη διεξαγωγή αποδείξεων. Η ενημέρωση αυτή μπορεί επίσης να γίνει σε οποιαδήποτε άλλη πρόσφορη στιγμή.

4.   Εάν ζητηθεί η συμμετοχή των εντεταλμένων του αιτούντος δικαστηρίου στη διεξαγωγή αποδείξεων, το δικαστήριο εκτελέσεως ορίζει, σύμφωνα με το άρθρο 12, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες αυτοί μπορούν να συμμετάσχουν.

5.   Το δικαστήριο εκτελέσεως γνωστοποιεί στο αιτούν δικαστήριο το χρόνο και τον τόπο διεξαγωγής των αποδείξεων και, ενδεχομένως, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν οι εντεταλμένοι να συμμετάσχουν στη διεξαγωγή των αποδείξεων, χρησιμοποιώντας το έντυπο Θ του παραρτήματος I.

Άρθρο 15

Μέτρα καταναγκασμού

Εφόσον είναι αναγκαίο, το δικαστήριο εκτελέσεως εφαρμόζει κατά την εκτέλεση της παραγγελίας τα ενδεδειγμένα μέτρα καταναγκασμού στις περιπτώσεις και στην έκταση που προβλέπει το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτελέσεως για την εκτέλεση μιας παραγγελίας εθνικών αρχών ή διαδίκου προς τον ίδιο σκοπό.

Άρθρο 16

Άρνηση εκτελέσεως παραγγελιών

1.   Παραγγελία εξέτασης προσώπου δεν εκτελείται εάν το εν λόγω πρόσωπο επικαλείται δικαίωμα να αρνηθεί να καταθέσει ή μια απαγόρευση να καταθέσει:

α)

που προβλέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτελέσεως, ή

β)

που προβλέπεται από το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου και τέτοιο δικαίωμα ή απαγόρευση δηλώνεται στην παραγγελία ή, εφόσον απαιτείται, έχει βεβαιωθεί από το αιτούν δικαστήριο ύστερα από δική του πρωτοβουλία.

2.   Η εκτέλεση μιας παραγγελίας μπορεί να μην γίνεται δεκτή μόνον για λόγους άλλους από εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όταν ισχύει ένας ή περισσότεροι από τους ακόλουθους λόγους:

α)

η παραγγελία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού,

β)

η εκτέλεση της παραγγελίας δεν εμπίπτει στο πεδίο της δικαστικής αρμοδιότητας σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτελέσεως,

γ)

το αιτούν δικαστήριο δεν ικανοποίησε το αίτημα του δικαστηρίου εκτελέσεως για συμπλήρωση της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων σύμφωνα με το άρθρο 10 εντός 30 ημερών, αφότου το δικαστήριο εκτελέσεως κάλεσε το αιτούν δικαστήριο να συμπληρώσει την παραγγελία, ή

δ)

η εγγύηση ή η προκαταβολή που ζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 δεν καταβλήθηκε εντός 60 ημερών μετά το σχετικό αίτημα του δικαστηρίου της εκτελέσεως.

3.   Το δικαστήριο εκτελέσεως δεν επιτρέπεται να αρνηθεί την εκτέλεση εκ μόνου του λόγου ότι κατά το εθνικό δίκαιό του ένα άλλο δικαστήριο του κράτους αυτού έχει αποκλειστική αρμοδιότητα επί του επιδίκου αντικειμένου ή διότι η νομοθεσία του κράτους μέλους δεν δέχεται δικαίωμα προσφυγής επί του αντικειμένου αυτού.

4.   Σε περίπτωση άρνησης εκτελέσεως της παραγγελίας για έναν από τους λόγους οι οποίοι μνημονεύονται στην παράγραφο 2, το δικαστήριο εκτελέσεως το γνωρίζει στο αιτούν δικαστήριο εντός 60 ημερών αφότου παραλάβει την παραγγελία, χρησιμοποιώντας το έντυπο ΙΑ του παραρτήματος I.

Άρθρο 17

Κοινοποίηση καθυστέρησης

Εάν το δικαστήριο εκτελέσεως αδυνατεί να εκτελέσει την παραγγελία εντός 90 ημερών από την παραλαβή της παραγγελίας, το γνωρίζει στο αιτούν δικαστήριο χρησιμοποιώντας το έντυπο Ι του παραρτήματος I. Σε τέτοια περίπτωση, εκθέτει τους λόγους της καθυστέρησης, καθώς και το χρονικό διάστημα το οποίο κατά την κρίση του δικαστηρίου εκτελέσεως είναι αναγκαίο για την εκτέλεση της παραγγελίας.

Άρθρο 18

Διαδικασία μετά την εκτέλεση της παραγγελίας

Το δικαστήριο εκτελέσεως διαβιβάζει αμελλητί στο αιτούν δικαστήριο τα δικόγραφα από τα οποία απορρέει η εκτέλεση της παραγγελίας και, κατά περίπτωση, επιστρέφει τα έγγραφα που έλαβε από το αιτούν δικαστήριο. Στα εν λόγω έγγραφα επισυνάπτεται αποδεικτικό εκτελέσεως σύμφωνα με το έντυπο ΙΑ του παραρτήματος I.

ΤΜΗΜΑ 4

Απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων από το αιτούν δικαστήριο και διεξαγωγή αποδείξεων από διπλωματικούς πράκτορες ή προξενικούς υπαλλήλους

Άρθρο 19

Απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων από το αιτούν δικαστήριο

1.   Όταν δικαστήριο ζητεί τη διεξαγωγή αποδείξεων απευθείας σε άλλο κράτος μέλος, υποβάλλει παραγγελία στο προβλεπόμενο κεντρικό όργανο ή αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους, χρησιμοποιώντας το έντυπο ΙΒ του παραρτήματος I.

2.   Η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον σε εθελοντική βάση, χωρίς τη χρήση μέτρων καταναγκασμού.

Όταν η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων προϋποθέτει την εξέταση προσώπου, το αιτούν δικαστήριο ενημερώνει το πρόσωπο αυτό ότι η διεξαγωγή αποδείξεων θα πραγματοποιηθεί σε εθελοντική βάση.

3.   Η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων πραγματοποιείται από μέλος του δικαστικού προσωπικού ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όπως από πραγματογνώμονα, ο οποίος διορίζεται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου.

4.   Εντός 30 ημερών από την παραλαβή της παραγγελίας για την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων, το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως ενημερώνουν το αιτούν δικαστήριο κατά πόσον η παραγγελία αυτή έγινε αποδεκτή και, ενδεχομένως, ενημερώνει το αιτούν δικαστήριο για τους όρους υπό τους οποίους η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του, χρησιμοποιώντας το έντυπο ΙΓ του παραρτήματος I.

Το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή μπορεί να αναθέσει σε δικαστήριο του κράτους μέλους του να λάβει μέρος στην απευθείας διεξαγωγή των αποδείξεων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σωστά και ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων πρέπει να εκτελείται τηρούνται.

5.   Αν το αιτούν δικαστήριο δεν έχει ενημερωθεί, εντός 30 ημερών από την απόδειξη παραλαβής της παραγγελίας για την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων όσον αφορά την αποδοχή της παραγγελίας, μπορεί να αποστείλει υπενθύμιση στο κεντρικό όργανο ή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως. Αν το αιτούν δικαστήριο δεν λάβει απάντηση εντός 15 ημερών από την απόδειξη παραλαβής της υπενθύμισης, η παραγγελία για την απευθείας διεξαγωγή αποδείξενω θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιστάσεις κατά τις οποίες το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή δεν έχει ανταποκριθεί στην παραγγελία ακόμη και εντός της προθεσμίας που ακολούθησε την υπενθύμιση, μπορεί κατ’ εξαίρεση να γίνει οποτεδήποτε επίκληση των λόγων άρνησης της απευθείας διεξαγωγής αποδείξεων μετά τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, μέχρι τη στιγμή της πραγματικής απευθείας διεξαγωγής των αποδείξεων.

6,   Το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως μπορεί να αναθέτει σε δικαστήριο του κράτους μέλους του να παρέχει πρακτική βοήθεια κατά την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων.

7.   Το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως μπορεί να αρνηθεί μια παραγγελίας για απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων μόνον εάν:

α)

δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού,

β)

δεν περιλαμβάνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5, ή

γ)

η απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές της νομοθεσίας στο κράτος μέλος του.

8.   Υπό την επιφύλαξη των όρων που προβλέπονται από την παράγραφο 4, το αιτούν δικαστήριο προβαίνει σε απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους του.

Άρθρο 20

Απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλης τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνιών

1.   Στις περιπτώσεις στις οποίες πρόκειται να διεξαχθούν αποδείξεις μέσω της εξέτασης προσώπου που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος και το δικαστήριο ζητήσει την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων σύμφωνα με το άρθρο 19, το εν λόγω δικαστήριο διεξάγει τις εν λόγω αποδείξεις μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλης τεχνολογίαςεξ αποστάσεως επικοινωνιών, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω τεχνολογία είναι διαθέσιμη στο δικαστήριο και το δικαστήριο κρίνει ότι η χρήση τέτοιου είδους τεχνολογίας ενδείκνυται στις ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης.

2.   Η παραγγελία για διεξαγωγή αποδείξεων απευθείας μέσω βιντεοδιάσκεψης ή άλλης τεχνολογίας εξ αποστάσεως επικοινωνιών γίνεται με τη χρήση του εντύπου ΙΔ του παραρτήματος I. Σε αυτή την περίπτωση το αιτούν δικαστήριο και το κεντρικό όργανο ή η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτελέσεως ή το δικαστήριο στο οποίο έχει ανατεθεί η παροχή πρακτικής βοήθειας κατά την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων έρχονται σε συμφωνία για τις πρακτικές λεπτομέρειες της εξέτασης.

Κατόπιν αιτήσεως, το αιτούν δικαστήριο λαμβάνει βοήθεια για την εξεύρεση διερμηνέα εάν είναι απαραίτητο.

Άρθρο 21

Διεξαγωγή αποδείξεων μέσω διπλωματικών ή προξενικών υπαλλήλων

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν στην εθνική τους νομοθεσία τη δυνατότητα των δικαστηρίων τους να ζητούν από τους δικούς τους διπλωματικούς ή προξενικούς υπαλλήλους, στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και εντός της περιοχής όπου είναι διαπιστευμένοι, να διεξάγουν αποδείξεις στις εγκαταστάσεις της διπλωματικής τους αποστολής ή του προξενείου τους, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης παραγγελίας, εξετάζοντας, σε εθελοντική βάση και χωρίς την ανάγκη μέτρων καταναγκασμού, υπηκόους του κράτους μέλους το οποίο εκπροσωπούν στο πλαίσιο διαδικασιών που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους το οποίο εκπροσωπούν. Ο διπλωματικός ή προξενικός υπάλληλος στον οποίο υποβλήθηκε το αίτημα εκτελεί την παραγγελία σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους του.

ΤΜΗΜΑ 5

Έξοδα

Άρθρο 22

Έξοδα

1.   Η εκτέλεση της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων σύμφωνα με το άρθρο 12 δεν γεννά οποιασδήποτε αξίωσης επιστροφής τελών ή εξόδων.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, το δικαστήριο εκτελέσεως μπορεί να απαιτήσει την επιστροφή τελών ή εξόδων. Αν το δικαστήριο εκτελέσεως το ζητήσει, το αιτούν δικαστήριο διασφαλίζει την ταχεία επιστροφή των εξής:

των αμοιβών εμπειρογνωμόνων και διερμηνέων, και

των εξόδων εφαρμογής του άρθρου 12 παράγραφοι 3 και 4.

Η υποχρέωση των διαδίκων να καταβάλουν τα ανωτέρω τέλη και έξοδα διέπεται από τη νομοθεσία του αιτούντος δικαστηρίου.

3.   Αν απαιτείται η γνώμη εμπειρογνώμονα, το δικαστήριο της εκτελέσεως δύναται, πριν εκτελέσει την παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων, να ζητήσει από το αιτούν δικαστήριο επαρκή εγγύηση ή προκαταβολή έναντι του αναμενόμενου κόστους για τη γνώμη του εμπειρογνώμονα. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η εγγύηση ή προκαταβολή δεν αποτελεί όρο εκτέλεσης της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων.

Η εγγύηση ή η προκαταβολή καταβάλλεται από τους διαδίκους αν αυτό προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

Εγχειρίδιο και τροποποίηση του παραρτήματος I

1.   Η Επιτροπή θα καταρτίσει και θα ενημερώνει τακτικά εγχειρίδιο, το οποίο θα περιλαμβάνει τα στοιχεία που παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 31 και τις ισχύουσες συμφωνίες και συμβάσεις σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 3. Η Επιτροπή διαθέτει το εγχειρίδιο και σε ηλεκτρονική μορφή, συγκεκριμένα μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις και στη διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

2.   Η Επιτροπή έχει την εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 24, προς το σκοπό της τροποποίησης του παραρτήματος I για την επικαιροποίηση των εντύπων που αναφέρονται σε αυτό ή την πραγματοποίηση τεχνικών τροποποιήσεων στα εν λόγω έντυπα.

Άρθρο 24

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπό τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 23 παράγραφος 2 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 22 Δεκεμβρίου 2020. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης θέτει τέλος στην εξουσιοδότηση που ορίζεται στην απόφαση αυτή. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται στην απόφαση αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 23 παράγραφος 2 τίθεται σε ισχύ μόνο αν δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα διατυπώσουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 25

Έκδοση εκτελεστικών πράξεων από την Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, καθορίζοντας τα εξής:

α)

τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν τις μεθόδους επικοινωνίας με ηλεκτρονικά μέσα για τους σκοπούς του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ·

β)

τις τεχνικές προδιαγραφές των πρωτοκόλλων επικοινωνίας·

γ)

τους στόχους ασφάλειας των πληροφοριών και τα σχετικά τεχνικά μέτρα για τη διασφάλιση των ελάχιστων προτύπων ασφάλειας των πληροφοριών για την επεξεργασία και την επικοινωνία πληροφοριών στο πλαίσιο του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ·

δ)

τους στόχους ελάχιστης διαθεσιμότητας και τις σχετικές ενδεχόμενες τεχνικές απαιτήσεις για τις υπηρεσίες που παρέχει το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ·

ε)

τη σύσταση διευθύνουσας επιτροπής απαρτιζόμενης από αντιπροσώπους των κρατών μελών για τη διασφάλιση της λειτουργίας και της συντήρησης του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται έως τις 23 Μαρτίου 2022, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2.

Άρθρο 26

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 27

Λογισμικό εφαρμογής αναφοράς

1.   Η Επιτροπή έχει την ευθύνη για τη δημιουργία, τη συντήρηση και τη μελλοντική ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς, το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν, ως σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών, αντί του εθνικού συστήματος ΤΠ. Η δημιουργία, η συντήρηση και η μελλοντική ανάπτυξη του λογισμικού εφαρμογής αναφοράς χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή παρέχει, συντηρεί και υποστηρίζει δωρεάν την εφαρμογή του λογισμικού στα οποία βασίζονται τα σημεία πρόσβασης.

Άρθρο 28

Κόστος του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ

1.   Κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει τα έξοδα εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης των σημείων πρόσβασής του που διασυνδέουν τα εθνικά συστήματα ΤΠ στο πλαίσιο του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ.

2.   Κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει τα έξοδα εγκατάστασης και προσαρμογής των εθνικών του συστημάτων ΤΠ, ώστε να είναι διαλειτουργικά με τα σημεία πρόσβασης, καθώς και τα έξοδα διαχείρισης, λειτουργίας και συντήρησης των εν λόγω συστημάτων.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να υποβάλουν αίτηση για επιχορηγήσεις για τη στήριξη των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις παραγράφους αυτές στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών προγραμμάτων της Ένωσης.

Άρθρο 29

Σχέση με συμφωνίες ή διακανονισμούς μεταξύ των κρατών μελών

1.   Ο παρών κανονισμός υπερισχύει, ως προς το πεδίο εφαρμογής του, των διατάξεων που περιλαμβάνονται σε διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή συμβάσεις που έχουν συναφθεί από τα κράτη μέλη και ειδικότερα στη σύμβαση της Χάγης της 1ης Μαρτίου 1954 περί πολιτικής δικονομίας και στη σύμβαση της Χάγης της 18ης Μαρτίου 1970 για τη λήψη μαρτυρικών αποδείξεων στην αλλοδαπή σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών που είναι μέρη αυτών των συμβάσεων.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να συνάπτουν επιμέρους συμφωνίες ή συμβάσεις, προκειμένου να διευκολύνεται η διεξαγωγή αποδείξεων, εφόσον οι εν λόγω συμφωνίες ή συμβάσεις συνάδουν προς τον παρόντα κανονισμό.

3.   Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή:

α)

αντίγραφο των συμφωνιών ή συμβάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και συνάπτονται μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και το σχέδιο οποιονδήποτε συμφωνιών ή συμβάσεων που προτίθενται να συνάψουν, και

β)

κάθε καταγγελία ή τροποποίηση των εν λόγω συμφωνιών ή συμβάσεων.

Άρθρο 30

Προστασία της διαβίβασης πληροφοριών

1.   Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού, περιλαμβανομένης της ανταλλαγής ή της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές, πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Κάθε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών από αρμόδιες αρχές σε επίπεδο Ένωσης πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν σχετίζονται με το χειρισμό μιας συγκεκριμένης υπόθεσης διαγράφονται αμέσως.

2.   Η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

3.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, οι πληροφορίες που διαβιβάζονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιούνται από το δικαστήριο εκτελέσεως μόνο για τον σκοπό για τον οποίο διαβιβάστηκαν.

4.   Τα δικαστήρια εκτελέσεως διασφαλίζουν ότι τέτοιες πληροφορίες παραμένουν εμπιστευτικές σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

5.   Οι παράγραφοι 3 και 4 δεν θίγουν τις εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν στους ενδιαφερόμενους να ενημερώνονται για το πώς χρησιμοποιήθηκαν οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

6.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.

Άρθρο 31

Επικοινωνία

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ακόλουθα:

α)

τον κατάλογο που προβλέπεταιστο άρθρο 3 παράγραφος 2, στον οποίο δηλώνεται η κατά τόπον και, κατά περίπτωση, η ειδική αρμοδιότητα των δικαστηρίων·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση των κεντρικών οργάνων και αρμοδίων αρχών που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3, καθώς και την κατά τόπον αρμοδιότητά τους·

γ)

τα τεχνικά μέσα, τα οποία διαθέτουν για την παραλαβή παραγγελίας τα δικαστήρια που μνημονεύονται στον κατάλογο που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2·

δ)

τις γλώσσες που γίνονται αποδεκτές για τη σύνταξη της παραγγελίας, όπως αναφέρονται στο άρθρο 6.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για κάθε τροποποίηση των πληροφοριών της παραγράφου 1.

3.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή στοιχεία των άλλων αρχών που είναι αρμόδιες για τη διεξαγωγή αποδείξεων για τους σκοπούς των δικαστικών διαδικασιών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιεσδήποτε μεταγενέστερες τροποποιήσεις των στοιχείων αυτών.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να γνωστοποιήσουν στην Επιτροπή εάν είναι σε θέση να θέσουν σε λειτουργία το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ νωρίτερα από ό,τι απαιτείται από τον παρόντα κανονισμό. Η Επιτροπή καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες σε ηλεκτρονική μορφή, ιδίως μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

Άρθρο 32

Παρακολούθηση

1.   Έως τις 2 Ιουλίου 2023, η Επιτροπή καταρτίζει λεπτομερές πρόγραμμα παρακολούθησης των συνεπειών, των αποτελεσμάτων και του αντίκτυπου του παρόντος κανονισμού.

2.   Το πρόγραμμα παρακολούθησης προσδιορίζει τη δράση που πρέπει να αναλάβουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη για την παρακολούθηση των συνεπειών, των αποτελεσμάτων και του αντίκτυπου του παρόντος κανονισμού. Καθορίζει πότε τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρέπει να συλλέγονται για πρώτη φορά, το αργότερο έως τις 2 Ιουλίου 2026 και ανά ποια επακόλουθα διαστήματα πρέπει να συγκεντρώνονται τα εν λόγω δεδομένα.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τα ακόλουθα στοιχεία που απαιτούνται για τους σκοπούς της παρακολούθησης, εφόσον υπάρχουν:

α)

τον αριθμό των παραγγελιών για τη διεξαγωγή αποδείξεων που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 και το άρθρο 19 παράγραφος 1 αντίστοιχα·

β)

τον αριθμό των παραγγελιών για τη διεξαγωγή αποδείξεων που εκτελούνται σύμφωνα με το άρθρο 12 και το άρθρο 19 παράγραφος 8 αντίστοιχα·

γ)

τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες η παραγγελία για τη διεξαγωγή αποδείξεων διαβιβάστηκε με άλλα μέσα εκτός του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4.

4.   Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς και, εάν υπάρχει τέτοιος εξοπλισμός, το εθνικό σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών συλλέγουν με προγραμματισμένο τρόπο τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και β) και τα διαβιβάζουν στην Επιτροπή σε τακτική βάση.

Άρθρο 33

Αξιολόγηση

1.   Το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του άρθρου 7 σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 3, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση για τα κύρια πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 34

Κατάργηση

1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 καταργείται από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1206/2001, το οποίο καταργείται από την ημερομηνία εφαρμογής του άρθρου 7 που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

2.   Κάθε παραπομπή στον καταργούμενο κανονισμό νοείται ως παραπομπή στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα III.

Άρθρο 35

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2022.

2.   Το άρθρο 31 παράγραφος 3 εφαρμόζεται από τις 23 Μαρτίου 2022.

3.   Το άρθρο 7 εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της περιόδου των τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 25.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2020.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D.M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. ROTH


(1)  ΕΕ C 62 της 15.2.2019, σ. 56.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Φεβρουαρίου 2019 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 4ης Νοεμβρίου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 2020 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 174 της 27.6.2001, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1111 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2019, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, και για τη διεθνή απαγωγή παιδιών (ΕΕ L 178 της 2.7.2019, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 107).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/96 για την προσωρινή αναστολή των αυτόνομων δασμών του κοινού δασμολογίου για ορισμένα βιομηχανικά και γεωργικά προϊόντα και προϊόντα αλιείας (ΕΕ L 7 της 10.1.2009, σ. 1).

(11)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(13)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(14)  ΕΕ C 370 της 31.10.2019, σ. 24.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΝΤΥΠΟ Α

ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (1)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αιτούν Δικαστήριο:

2.1.

Όνομα:

2.2.

Διεύθυνση:

2.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

2.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

2.2.3.

Χώρα:

2.3.

Τηλ.

2.4.

Φαξ ((*)):

2.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

3.

Δικαστήριο εκτέλεσης:

3.1.

Όνομα:

3.2.

Διεύθυνση:

3.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

3.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

3.2.3.

Χώρα:

3.3.

Τηλ.

3.4.

Φαξ ((*)):

3.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

4.

Στην αγωγή που άσκησε ο ενάγων (οι ενάγοντες)/ο αιτών (οι αιτούντες) (2)

4.1.

Όνομα:

4.2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλ. ((*)):

4.4.

Φαξ ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ((*)):

5.

Εκπρόσωποι του ενάγοντος/αιτούντος

5.1.

Όνομα:

5.2.

Διεύθυνση:

5.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

5.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

5.2.3.

Χώρα:

5.3.

Τηλ.

5.4.

Φαξ ((*)):

5.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

6.

Κατά του εναγόμενου(-ων)/αντιδίκου(-ων) (3)

6.1.

Όνομα:

6.2.

Διεύθυνση:

6.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

6.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

6.2.3.

Χώρα:

6.3.

Τηλ. ((*)):

6.4.

Φαξ ((*)):

6.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ((*)):

7.

Εκπρόσωποι του εναγομένου/αντιδίκου

7.1.

Όνομα:

7.2.

Διεύθυνση:

7.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

7.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

7.2.3.

Χώρα:

7.3.

Τηλ.

7.4.

Φαξ ((*)):

7.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

8.

Παρουσία και συμμετοχή των διαδίκων

8.1.

Οι διάδικοι και, ενδεχομένως, οι εκπρόσωποί τους, οι οποίοι θα παρίστανται κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων:☐

8.2.

Ζητείται η συμμετοχή των διαδίκων και, ενδεχομένως, των εκπροσώπων τους:☐

8.3.

Εάν κάποιος διάδικος ή ο εκπρόσωπός του πρόκειται να παραστεί κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων, θα απαιτηθεί διερμηνεία στην ακόλουθη γλώσσα: ☐BG, ☐ES, ☐CZ, ☐DE, ☐ET, ☐EL, ☐EN, ☐FR, ☐GA, ☐HR, ☐IT, ☐LV, ☐LT, ☐HU, ☐MT, ☐NL, ☐PL, ☐PT, ☐RO, ☐SK, ☐SL, ☐FI, ☐SV, ☐ άλλη:

9.

Παρουσία και συμμετοχή των εντεταλμένων του αιτούντος δικαστηρίου:☐

9.1.

Οι εντεταλμένοι θα παρίστανται κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων: ☐

9.2.

Ζητείται η συμμετοχή των εντεταλμένων: (4)

9.2.1.

Όνομα:

9.2.2.

Θέση:

9.2.3.

Αρμοδιότητες:

9.2.4.

Καθήκοντα:

9.3.

Εάν κάποιος εντεταλμένος του αιτούντος δικαστηρίου πρόκειται να παρίσταται κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων, θα απαιτηθεί διερμηνεία στην ακόλουθη γλώσσα: ☐ BG, ☐ ES, ☐ CZ, ☐ DE, ☐ ET, ☐ EL, ☐ EN, ☐ FR, ☐ GA, ☐ HR, ☐ IT, ☐ LV, ☐ LT, ☐ HU, ☐ MT, ☐ NL, ☐ PL, ☐ PT, ☐ RO, ☐ SK, SL, ☐ FI, ☐ SV, ☐ άλλη:

10.

Φύση και αντικείμενο της υπόθεσης και σύντομη παρουσίαση του περιεχομένου της (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.

Παραγγελθείσα διεξαγωγή αποδείξεων

11.1.

Περιγραφή της παραγγελθείσας διεξαγωγής των αποδείξεων (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.2.

Εξέταση μαρτύρων:

11.2.1.

Ονοματεπώνυμο:

11.2.2.

Ημερομηνία γέννησης, εάν είναι διαθέσιμη:

11.2.3.

Διεύθυνση:

11.2.3.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

11.2.3.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

11.2.3.3.

Χώρα:

11.2.4.

Τηλ. ((*)):

11.2.5.

Φαξ ((*)):

11.2.6.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ((*)):

11.2.7.

Ερωτήματα που τίθενται στο μάρτυρα ή παρουσίαση του περιεχομένου της υπόθεσης ως προς το οποίο θα εξετασθεί (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.2.8.

Δικαίωμα άρνησης των μαρτύρων σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου (ενδεχομένως στο παράρτημα):ναι ☐ όχι ☐

11.2.9.

Παράκληση να εξετασθούν οι μάρτυρες

11.2.9.1.

ενόρκως: ☐

11.2.9.2.

με διαβεβαίωση: ☐

11.2.10.

Κάθε άλλη πληροφορία την οποία θεωρεί αναγκαία το αιτούν δικαστήριο (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.3.

Άλλη διεξαγωγή αποδείξεων

11.3.1.

τα έγγραφα τα οποία πρέπει να εξεταστούν και περιγραφή της ζητούμενης διεξαγωγής αποδείξεων (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.3.2.

αντικείμενα τα οποία πρέπει να εξεταστούν και περιγραφή της ζητούμενης διεξαγωγής αποδείξεων (ενδεχομένως στο παράρτημα)

12.

Παράκληση να εκτελεστεί η παραγγελία

12.1.

σύμφωνα με ειδικό τύπο [άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783] προβλεπόμενο από το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου που περιγράφεται στο παράρτημα ☐

12.2.

και/ή με χρήση των τηλεπικοινωνιακών τεχνολογιών [άρθρο 12 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783] που αναφέρονται στο έντυπο ΙΔ ☐

12.3.

οι ακόλουθες πληροφορίες είναι απαραίτητες για την εκτέλεση της παραγγελίας:

13.

Λόγοι για τη μη διαβίβαση μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ [άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783] (5)

Η ηλεκτρονική διαβίβαση δεν ήταν δυνατή λόγω:

διακοπής της λειτουργίας του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ

της φύσης των αποδεικτικών στοιχείων

εξαιρετικών περιστάσεων

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Β

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (6)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Δικαστήριο εκτέλεσης

4.1.

Όνομα:

4.2.

Διεύθυνση:

4.3.

Τηλ.

4.4.

Φαξ ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

5.

Η παραγγελία παρελήφθη στις ……. (ημερομηνία παραλαβής) από το δικαστήριο το οποίο δηλούται στο σημείο 4.

6.

H παραγγελία δεν μπορεί να εξεταστεί διότι:

6.1.

Η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για τη συμπλήρωση του εντύπου δεν είναι αποδεκτή [άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783]:☐

6.1.1.

Παρακαλώ χρησιμοποιήστε μία από τις ακόλουθες γλώσσες:

6.2.

Το έγγραφο δεν είναι ευανάγνωστο:☐

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα

ΕΝΤΥΠΟ Γ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (7)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

3.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

4.

Η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου που αναφέρεται στο σημείο 3 της παραγγελίας για τη διεξαγωγή αποδείξεων και διαβιβάστηκε στο

4.1.

Όνομα του αρμοδίου δικαστηρίου:

4. 2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλ.

4.4.

Φαξ ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Δ

ΑΙΤΗΜΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (8)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

3.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης:

4.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

5.

Η παραγγελία για τη διεξαγωγή αποδείξεων μπορεί να εκτελεσθεί μόνον εάν υπάρχουν τα ακόλουθα συμπληρωματικά στοιχεία:

6.

Η παραγγελία για τη διεξαγωγή αποδείξεων δεν μπορεί να εκτελεστεί πριν καταβληθεί εγγύηση ή προκαταβολή σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 . Η εγγύηση ή η προκαταβολή καταβάλλεται ως εξής:

6.1.

Όνομα του δικαιούχου του λογαριασμού:

6.2.

Ονομασία τράπεζας, BIC ή άλλος σχετικός τραπεζικός κωδικός:

6.3.

Αριθμός λογαριασμού/IBAN:

6.4.

Ημερομηνία κατά την οποία οφειλόταν η πληρωμή:

6.5.

Ποσό της ζητούμενης εγγύησης ή προκαταβολής:

6.6.

Νόμισμα:

☐ ευρώ (EUR)

☐ βουλγαρικό λεβ (BGN)

☐ κροατική κούνα (HRK)

☐ τσεχική κορόνα (CZK)

☐ ουγγρικό φιορίνι (HUF)

☐ πολωνικό ζλότι (PLN)

☐ λίρα στερλίνα (GBP)

☐ ρουμανικό λέου (RON)

☐ σουηδική κορόνα (SEK)

Άλλο (να αναφερθεί ο κωδικός ISO):

6.7.

Αριθμός αναφοράς της πληρωμής/περιγραφής/μηνύματος στον παραλήπτη:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Ε

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ Η ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗΣ

[Άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (9)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης:

5.

Η εγγύηση ή η προκαταβολή παρελήφθη στις … (ημερομηνία παραλαβής) από το δικαστήριο το οποίο δηλούται στο σημείο 4.

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΣΤ (10)

ΑΙΤΗΜΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ

[Άρθρο 12 παράγραφος 1 και άρθρο 19 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (11)]

Η ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ ΕΣΤΑΛΗ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης/κεντρικού οργάνου/αρμόδιας αρχής:

5.

Επισυνάπτεται η αρχική παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων (έντυπο Α) ή η αρχική παραγγελία απευθείας διεξαγωγής αποδείξεων (έντυπο ΙΒ). ☐

Πληροφορίες στη διάθεση του αιτούντος δικαστηρίου:

5.1.

ημερομηνία αποστολής της παραγγελίας ☐

…………………………………

5.2.

ημερομηνία του αποδεικτικού παραλαβής ☐

…………………………………

5.3.

κοινοποίηση καθυστέρησης ☐

ημερομηνία……………………..

5.4.

ελήφθησαν άλλες πληροφορίες ☐

…………………………………………

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Ζ (12)

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ

[Άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (13)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης/κεντρικού οργάνου/αρμόδιας αρχής (εφόσον υπάρχει):

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης/κεντρικού οργάνου/αρμόδιας αρχής:

5.

ΛΟΓΟΙ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ:

5.1.

Η παραγγελία για τη διεξαγωγή αποδείξεων δεν παρελήφθη ☐

5.2.

Η εξακρίβωση της τρέχουσας διεύθυνσης του προς εξέταση προσώπου βρίσκεται σε εξέλιξη ☐

5.3.

Η επίδοση της κλήτευσης του προς εξέταση προσώπου βρίσκεται σε εξέλιξη ☐

5.4.

Το πρόσωπο δεν εμφανίστηκε στην ακρόαση παρά την επίδοση της κλήτευσης ☐

5.5.

Απάντηση στην παραγγελία … (ημερομηνία). Συνημμένη απάντηση ☐

5.6

Η εγγύηση ή προκαταβολή που ζητήθηκε στις ... (ημερομηνία) δεν έχει παραληφθεί ☐

5.7.

Άλλο: … ☐

6.

Εκτιμάται ότι η παραγγελία θα εκτελεσθεί έως …....(να αναφερθεί η εκτιμώμενη ημερομηνία)

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ H

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ ΓΙΑ ΕΙΔΙΚΟ ΤΥΠΟ ΚΑΙ/Η ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ

[Άρθρο 12 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (14)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης:

5.

Η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων κατά τον ειδικό τύπο που αναφέρεται στο σημείο 12.1 της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων (έντυπο Α) δεν μπορεί να εκτελεστεί δεδομένου ότι:

5.1.

ο αιτούμενος τύπος δεν συνάδει προς το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτέλεσης: ☐

5.2.

η διεξαγωγή του αιτούμενου τύπου δεν είναι δυνατή λόγω των ακόλουθων μειζόνων πραγματικών δυσκολιών: ☐

6.

Η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων δεν μπορεί να εκτελεστεί με χρήση τεχνολογίας τηλεπικοινωνιών που αναφέρονται στο σημείο 12.2. της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων (έντυπο Α) δεδομένου ότι:

6.1.

η χρήση των τηλεπικοινωνιακών τεχνολογιών δεν συνάδει προς το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτέλεσης ☐

6.2.

η χρήση των τηλεπικοινωνιακών τεχνολογιών δεν είναι δυνατή λόγω μειζόνων πραγματικών δυσκολιών ☐

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Θ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ, ΤΗΣ ΩΡΑΣ, ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

[Άρθρα 13 παράγραφος 4 και 14 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (15)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Αιτούν Δικαστήριο

3.1.

Όνομα:

3.2.

Διεύθυνση:

3.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

3.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

3.2.3.

Χώρα:

3.3.

Τηλ.

3.4.

Φαξ ((*)):

3.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

4.

Δικαστήριο εκτέλεσης

4.1.

Όνομα:

4.2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλ.

4.4.

Φαξ ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

5.

Ημερομηνία και ώρα της διεξαγωγής αποδείξεων:

6.

Τόπος διεξαγωγής των αποδείξεων, εφόσον διαφέρει από τον τόπο που δηλούται στο σημείο 4:

7.

Ενδεχομένως όροι συμμετοχής των διαδίκων και, αν υπάρχουν, των εκπροσώπων τους:

8.

Ενδεχομένως όροι συμμετοχής των εντεταλμένων του αιτούντος δικαστηρίου:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Ι

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗΣ

[Άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (16)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης:

5.

Η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων είναι αδύνατον να εκτελεσθεί εντός 90 ημερών από την παραλαβή της, για τους ακόλουθους λόγους:

5.1.

Η εξακρίβωση της τρέχουσας διεύθυνσης του προς εξέταση προσώπου βρίσκεται σε εξέλιξη ☐

5.2.

Η επίδοση της κλήτευσης του προς εξέταση προσώπου βρίσκεται σε εξέλιξη ☐

5.3.

Το πρόσωπο δεν εμφανίστηκε στην ακρόαση παρά την επίδοση της κλήτευσης ☐

5.4.

Απάντηση στην παραγγελία … (ημερομηνία). Συνημμένη απάντηση ☐

5.5.

Η εγγύηση ή προκαταβολή που ζητήθηκε στις ... (ημερομηνία) δεν έχει παραληφθεί ☐

5.6.

Άλλο (να διευκρινισθεί): … ☐

6.

Εκτιμάται ότι η παραγγελία θα εκτελεσθεί έως … (να αναφερθεί η εκτιμώμενη ημερομηνία).

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΙΑ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρα 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (17)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης:

5.

Η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων εκτελέστηκε ☐

Επισυνάπτονται τα δικόγραφα που επιβεβαιώνουν ότι η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων εκτελέστηκε:

6.

Η εκτέλεση της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων απορρίφθηκε διότι:

6.1.

Το πρόσωπο που επρόκειτο να εξεταστεί επικαλέστηκε δικαίωμα άρνησης κατάθεσης ή επικαλέστηκε απαγόρευση κατάθεσης: ☐

6.1.1.

σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτέλεσης: ☐

6.1.2.

σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου:

6.2.

Η παραγγελία διεξαγωγής αποδείξεων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 ☐

6.3.

Η εκτέλεση της παραγγελίας διεξαγωγής αποδείξεων δεν υπάγεται στο πεδίο δικαστικής αρμοδιότητας σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του δικαστηρίου εκτέλεσης ☐

6.4.

Το αιτούν δικαστήριο δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του δικαστηρίου εκτέλεσης για παροχή συμπληρωματικών στοιχείων με ημερομηνία … (ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συμπληρωματικά στοιχεία)☐

6.5.

Η εγγύηση ή η προκαταβολή που ζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 δεν καταβλήθηκε. ☐

7.

Άλλοι λόγοι για τη μη εκτέλεση:☐

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΙΒ

ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ ΓΙΑ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρα 19 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (18)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του κεντρικού οργάνου/αρμόδιας αρχής ((*)):

3.

Αιτούν Δικαστήριο:

3.1.

Όνομα:

3.2.

Διεύθυνση:

3.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

3.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

3.2.3.

Χώρα:

3.3.

Τηλ.

3.4.

Φαξ ((*)):

3.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

4.

Κεντρικό όργανο/αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης

4.1.

Όνομα:

4.2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλ.

4.4.

Φαξ ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

5.

Στην αγωγή που άσκησε ο ενάγων (οι ενάγοντες)/ο αιτών (οι αιτούντες) (19)

5.1.

Όνομα:

5.2.

Διεύθυνση:

5.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

5.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

5.2.3.

Χώρα:

5.3.

Τηλ. ((*)):

5.4.

Φαξ ((*)):

5.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ((*)):

6.

Εκπρόσωποι του ενάγοντος/αιτούντος

6.1.

Όνομα

6.2.

Διεύθυνση:

6.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

6.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

6.2.3.

Χώρα:

6.3.

Τηλ.

6.4.

Φαξ ((*)):

6.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

7.

Κατά του εναγομένου(-ων)/αντιδίκου(-ων) (20)

7.1.

Όνομα:

7.2.

Διεύθυνση:

7.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

7.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

7.2.3.

Χώρα:

7.3.

Τηλ. ((*)):

7.4.

Φαξ ((*)):

7.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ((*)):

8.

Εκπρόσωποι του εναγομένου/αντιδίκου

8.1.

Όνομα:

8.2.

Διεύθυνση:

8.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

8.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

8.2.3.

Χώρα:

8.3.

Τηλ.

8.4.

Φαξ ((*)):

8.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

9.

Η διεξαγωγή των αποδείξεων γίνεται από:

9.1.

Όνομα:

9.2.

Θέση:

9.3.

Αρμοδιότητες:

9.4.

Καθήκοντα:

10.

Φύση και αντικείμενο της υπόθεσης και σύντομη παρουσίαση του περιεχομένου της (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.

Παραγγελθείσα διεξαγωγή αποδείξεων

11.1.

Περιγραφή της διεξαγωγής των αποδείξεων (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.2.

Εξέταση μαρτύρων

11.2.1.

Ονοματεπώνυμο:

11.2.2

Ημερομηνία γέννησης, εάν είναι διαθέσιμη:

11.2.3.

Διεύθυνση:

11.2.3.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

11.2.3.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

11.2.3.3.

Χώρα:

11.2.4.

Τηλ. ((*)):

11.2.5.

Φαξ ((*)):

11.2.6.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ((*)):

11.2.7.

Ερωτήματα που τίθενται στο μάρτυρα ή παρουσίαση του περιεχομένου της υπόθεσης ως προς το οποίο θα εξετασθεί (ενδεχομένως στο παράρτημα):

11.2.8.

Δικαίωμα άρνησης των μαρτύρων σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου (ενδεχομένως στο παράρτημα):ναι ☐ όχι

11.3.

Άλλη διεξαγωγή αποδείξεων (ενδεχομένως στο παράρτημα):

12.

Το αιτούν δικαστήριο ζητά την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων με τα τηλεπικοινωνιακά μέσα που αναφέρονται στο έντυπο ΙΔ ☐

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΙΓ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ/ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ

[Άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (21)]

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου:

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του κεντρικού οργάνου/αρμόδιας αρχής:

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου:

4.

Κεντρικό όργανο/αρμόδια αρχή

4.1.

Όνομα:

4.2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλ.

4.4.

Φαξ ((*))

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

5.

Ενημέρωση από το κεντρικό όργανο/αρμόδια αρχή

5.1.

Η απευθείας εκτέλεση σύμφωνα με την παραγγελία είναι αποδεκτή: ☐

5.2.

Η απευθείας εκτέλεση σύμφωνα με την παραγγελία είναι αποδεκτή υπό τους ακόλουθους όρους (ενδεχομένως στο παράρτημα):

5.3.

Η απευθείας εκτέλεση σύμφωνα με την παραγγελία δεν είναι αποδεκτή για τους ακόλουθους λόγους:

5.3.1.

η παραγγελία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783: ☐

5.3.2.

η παραγγελία δεν περιλαμβάνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783: ☐

5.3.3.

η παραγγελθείσα απευθείας εκτέλεση αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές της νομοθεσίας του κράτους μέλους του κεντρικού οργάνου/της αρμόδιας αρχής:☐

6.

Στο ακόλουθο δικαστήριο ανατέθηκε η παροχή πρακτικής βοήθειας κατά την απευθείας διεξαγωγή αποδείξεων:

6.1.

Όνομα:

6.2.

Διεύθυνση:

6.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

6.2.2.

Περιοχή και ταχυδρομικός κώδικας:

6.2.3.

Χώρα:

6.3.

Τηλ.

6.4.

Φαξ ((*)):

6.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΙΔ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΒΙΝΤΕΟΔΙΑΣΚΕΨΗΣ Η ΑΛΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

Άρθρο 12 παράγραφος 4 και άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων) (22)

1.

Αριθμός πρωτοκόλλου του αιτούντος δικαστηρίου ((*)):

2.

Αριθμός πρωτοκόλλου του δικαστηρίου εκτέλεσης ((*)):

3.

Όνομα του αιτούντος δικαστηρίου ((*)):

4.

Όνομα του δικαστηρίου εκτέλεσης ((*)):

5.

Τεχνικά δεδομένα του αιτούντος δικαστηρίου:

5.1.

ISDN ((*)):

5.2.

IP:

5.3.

Τηλ. δικαστικής αίθουσας ((*)):

5.4.

Άλλο:

6.

Προτιμώμενη μορφή σύνδεσης (σε περίπτωση διαφόρων επιλογών στο σημείο 5):

7.

Προτιμώμενη (-ες) ημερομηνία (-ες) και ώρα (-ες) σύνδεσης:

7.1.

ημερομηνία:

7.2.

ώρα (23):

8.

Προτιμώμενη (-ες) ημερομηνία (-ες) και ώρα (-ες) δοκιμαστικής σύνδεσης:

8.1.

ημερομηνία:

8.2.

ώρα (23):

8.3.

υπεύθυνος επικοινωνίας για τη δοκιμαστική σύνδεση ή άλλη τεχνική βοήθεια:

8.4.

ηλώσσα επικοινωνίας: ☐ BG, ☐ ES, ☐ CZ, ☐ DE, ☐ ET, ☐ EL, ☐ EN, ☐ FR, ☐ GA, ☐ HR, ☐ IT, ☐ LV, ☐ LT, ☐ HU, ☐ MT, ☐ NL, ☐ PL, ☐ PT, ☐ RO, ☐ SK, ☐ SL, ☐ FI, ☐ SV, ☐ άλλη:

8.5.

αριθ. τηλεφώνου σε περίπτωση τεχνικών δυσκολιών κατά τη δοκιμαστική σύνδεση ή τη διεξαγωγή αποδείξεων:

9.

Πληροφορίες για τη διερμηνεία:

9.1.

Ζητείται βοήθεια για την εξεύρεση διερμηνέα: ☐

9.2.

Γλώσσες: ☐ BG, ☐ ES, ☐ CZ, ☐ DE, ☐ ET, ☐ EL, ☐ EN, ☐ FR, ☐ GA, ☐ HR, ☐ IT, ☐ LV, ☐ LT, ☐ HU, ☐ MT, ☐ NL, ☐ PL, ☐ PT, ☐ RO, ☐ SK, ☐ SL, ☐ FI, ☐ SV, ☐ άλλη:

10.

Πληροφορίες για το αν θα πραγματοποιηθεί καταγραφή των αποδείξεων (24):

10.1.

ναι ☐

10.2.

όχι ☐

11.

Άλλο: …

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή και/ή σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή και/ή ηλεκτρονική σφραγίδα:


(1)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(2)  Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός ενάγοντες/αιτούντες, παραθέστε πληροφορίες, όπως αναφέρονται στα σημεία 4.1. έως 4.5.

(3)  Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός εναγόμενοι/αντίδικοι, παραθέστε πληροφορίες, όπως αναφέρονται στα σημεία 6.1. έως 6.5.

(4)  Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός εντεταλμένοι, παραθέστε πληροφορίες, όπως αναφέρονται στο σημείο 9.2.

(5)  Το παρόν στοιχείο ισχύει μόνο από την ημερομηνία εφαρμογής του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ.

(6)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(7)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(8)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(9)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(10)  Η χρήση του παρόντος εντύπου είναι προαιρετική.

(11)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(12)  Η χρήση του παρόντος εντύπου είναι προαιρετική.

(13)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(14)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(15)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(16)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(17)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

(18)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(19)  Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός ενάγοντες/αιτούντες, παραθέστε πληροφορίες, όπως αναφέρονται στα σημεία 5.1. έως 5.5.

(20)  Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός εναγόμενοι/αντίδικοι, παραθέστε πληροφορίες, όπως αναφέρονται στα σημεία 7.1. έως 7.5.

(21)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(22)  ΕΕ 405 της 2.12.2020, σ. 1

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(23)  Τοπική ώρα του κράτους μέλους εκτέλεσης.

(24)  Π.χ. επιγραμμική (online) οπτικοακουστική καταγραφή ή απομαγνητοφώνηση της διεξαγωγής αποδείξεων


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΜΕ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΙΚΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 174 της 27.6.2001, σ. 1).

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1103/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσαρμογή στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου ορισμένων πράξεων που υπόκεινται στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο — Προσαρμογή στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο — Τρίτο μέρος (ΕΕ L 304 της 14.11.2008, σ. 80).

Μόνο τροποποιήσεις στα άρθρα 19 παράγραφοι 2 και 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1206/2001


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 8

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

Άρθρο 12 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 13 παράγραφος 5

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 12 παράγραφος 4

Άρθρο 14 παράγραφος 4

Άρθρο 12 παράγραφος 5

Άρθρο 14 παράγραφος 5

Άρθρο 13

Άρθρο 15

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφος 4

Άρθρο 16 παράγραφος 4

Άρθρο 15

Άρθρο 17

Άρθρο 16

Άρθρο 18

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 17 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 5

Άρθρο 19 παράγραφος 6

Άρθρο 17 παράγραφος 5

Άρθρο 19 παράγραφος 7

Άρθρο 17 παράγραφος 6

Άρθρο 19 παράγραφος 8

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 18

Άρθρο 22

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 20

Άρθρο 26

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 21 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 21 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 29 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 21 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

Άρθρο 29 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 30

Άρθρο 22 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 1

Άρθρο 22 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 3

Άρθρο 31 παράγραφος 4

Άρθρο 32

Άρθρο 23

Άρθρο 33 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 24

Άρθρο 34

Άρθρο 24 παράγραφος 1

Άρθρο 35 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 24 παράγραφος 2

Άρθρο 35 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 35 παράγραφος 3

Παράρτημα

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα III


2.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 405/40


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1784 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 25ης Νοεμβρίου 2020

περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις («επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων»)

(αναδιατύπωση)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) έχει τροποποιηθεί στο παρελθόν. Δεδομένου ότι πρέπει να γίνουν περαιτέρω ουσιαστικές τροποποιήσεις, ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να αναδιατυπωθεί για λόγους σαφήνειας.

(2)

Η Ένωση έθεσε ως στόχο να διατηρήσει και να αναπτύξει ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, στον οποίο διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Για να δημιουργήσει έναν τέτοιο χώρο, η Ένωση θεσπίζει, μεταξύ άλλων μέτρων, στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις, τα μέτρα τα οποία είναι αναγκαία για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(3)

Για τους σκοπούς της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και την ανάπτυξη ενός χώρου αστικής δικαιοσύνης στην Ένωση, είναι αναγκαίο να βελτιωθεί περαιτέρω και να επιταχυνθεί η διαβίβαση και η επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών και εξώδικων πράξεων μεταξύ των κρατών μελών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ενώ παράλληλα θα κατοχυρώνεται υψηλό επίπεδο ασφάλειας και προστασίας κατά τη διαβίβαση των πράξεων αυτών και θα διασφαλίζονται τα δικαιώματα των παραληπτών και η προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ταχύτητας των δικαστικών διαδικασιών μέσω της απλούστευσης και του εξορθολογισμού των διαδικασιών επίδοσης ή κοινοποίησης δικαστικών και εξώδικων πράξεων στην Ένωση, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στη μείωση των καθυστερήσεων και του κόστους για τα άτομα και τις επιχειρήσεις. Η μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και οι απλούστερες, εξορθολογισμένες και ψηφιοποιημένες διαδικασίες, θα ενθαρρύνουν τα άτομα και τις επιχειρήσεις να συμμετέχουν σε διασυνοριακές συναλλαγές, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό το εμπόριο εντός της Ένωσης και, ως εκ τούτου, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(4)

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες σχετικά με την επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών και εξώδικων πράξεων στα κράτη μέλη σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε άλλες υποθέσεις όπως φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις.

(5)

Η διασυνοριακή επίδοση ή κοινοποίηση θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως υπηρεσία μεταξύ κρατών μελών.

(6)

Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του διαδίκου στο κράτος μέλος του δικάζοντος δικαστηρίου, αλλά θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επίδοση ή κοινοποίηση οποιασδήποτε πράξης στον διάδικο σε άλλο κράτος μέλος, εφόσον η επίδοση ή κοινοποίηση αυτή απαιτείται βάσει του δικαίου του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου, ανεξάρτητα από το αν το έγγραφο επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε στον αντιπρόσωπο του διαδίκου.

(7)

Όταν ένας αποδέκτης δεν έχει γνωστή διεύθυνση για επίδοση ή κοινοποίηση στο κράτος μέλος του δικάζοντος δικαστηρίου, αλλά μία ή περισσότερες γνωστές διευθύνσεις για επίδοση ή κοινοποίηση σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, η πράξη θα πρέπει να διαβιβάζεται στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος για επίδοση ή κοινοποίηση δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Το γεγονός αυτό δεν θα πρέπει να θεωρείται επίδοση ή κοινοποίηση στο εσωτερικό του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου. Ειδικότερα, η πράξη δεν θα πρέπει να επιδίδεται ή να κοινοποιείται στον παραλήπτη με πλασματική μέθοδο επίδοσης ή κοινοποίησης, όπως η επίδοση ή κοινοποίηση με ανακοίνωση στον πίνακα ανακοινώσεων του δικαστηρίου ή με κατάθεση της πράξης στη δικογραφία.

(8)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, με τον όρο «εξώδικες πράξεις» θα πρέπει να νοείται ότι περιλαμβάνονται πράξεις που έχουν συνταχτεί ή επικυρωθεί από δημόσια αρχή ή δημόσιο λειτουργό, και άλλες πράξεις, των οποίων η επίσημη διαβίβαση προς παραλήπτη που διαμένει σε άλλο κράτος μέλος είναι απαραίτητη για την άσκηση, την απόδειξη ή την προστασία δικαιώματος ή αξίωσης σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις. Με τον όρο «εξώδικες πράξεις» δεν θα πρέπει να νοείται ότι περιλαμβάνονται πράξεις τις οποίες εκδίδουν διοικητικές αρχές για τους σκοπούς διοικητικών διαδικασιών.

(9)

Η αποτελεσματικότητα και η ταχύτητα των δικαστικών διαδικασιών σε αστικές υποθέσεις προϋποθέτει την άμεση και ταχεία διαβίβαση δικαστικών και εξώδικων πράξεων μεταξύ τοπικών υπηρεσιών οριζομένων από τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να ορίσουν ξεχωριστές υπηρεσίες διαβίβασης ή υπηρεσίες παραλαβής ή να ορίσουν μία ή περισσότερες υπηρεσίες που αναλαμβάνουν και τα δύο αυτά καθήκοντα για μια περίοδο πέντε ετών. Θα πρέπει, ωστόσο, να είναι δυνατή η ανανέωση του εν λόγω ορισμού υπηρεσίας κάθε πέντε χρόνια.

(10)

Για να εξασφαλιστεί η ταχεία διαβίβαση των πράξεων μεταξύ των κρατών μελών προκειμένου να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν εκεί, θα πρέπει να χρησιμοποιείται κάθε κατάλληλη σύγχρονη τεχνολογία επικοινωνιών, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται ορισμένοι όροι ως προς την ακεραιότητα και την αξιοπιστία της πράξης που παραλαμβάνεται. Συνεπώς, κατά κανόνα, όλες οι επικοινωνίες και οι ανταλλαγές πράξεων μεταξύ των υπηρεσιών και των φορέων που ορίζονται από τα κράτη μέλη, θα πρέπει να γίνονται μέσω ασφαλούς και αξιόπιστου αποκεντρωμένου συστήματος τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ) που θα περιλαμβάνει τα εθνικά συστήματα ΤΠ και θα είναι διασυνδεδεμένο και τεχνικά διαλειτουργικό, για παράδειγμα, και με την επιφύλαξη της περαιτέρω τεχνολογικής προόδου, με βάση το e-CODEX. Αναλόγως, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ για την ανταλλαγή δεδομένων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο αποκεντρωμένος χαρακτήρας του εν λόγω συστήματος ΤΠ θα καταστήσει δυνατή την ανταλλαγή δεδομένων αποκλειστικά μεταξύ ενός κράτους μέλους με άλλο, χωρίς τη συμμετοχή οποιουδήποτε οργάνου της Ένωσης σε αυτές τις ανταλλαγές.

(11)

Με την επιφύλαξη της πιθανής μελλοντικής τεχνολογικής προόδου, το ασφαλές αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ και τα στοιχεία του δεν θα πρέπει να νοούνται αναγκαστικά ως «εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης», όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

(12)

Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την ευθύνη για τη δημιουργία, τη συντήρηση και τη μελλοντική ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς, το οποίο τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να επιλέξουν να χρησιμοποιήσουν αντί του εθνικού συστήματος ΤΠ, σύμφωνα με τις αρχές της προστασίας των δεδομένων ήδη εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού. Η Επιτροπή θα πρέπει να σχεδιάσει, να αναπτύξει και να συντηρήσει το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις αρχές περί προστασίας των δεδομένων που ορίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) 2018/1725 (5) και (ΕΕ) 2016/679 (6) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ιδίως τις αρχές περί προστασίας των δεδομένων ήδη εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού. Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει κατάλληλα τεχνικά μέτρα και να διευκολύνει τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ένα επίπεδο ασφάλειας και διαλειτουργικότητας κατάλληλο για την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο της επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων.

(13)

Σε σχέση με τα στοιχεία του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ που είναι υπό την ευθύνη της Ένωσης, ο φορέας διαχείρισης θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία του συστήματος.

(14)

Η αρμόδια αρχή ή αρχές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, υπό την ιδιότητά τους ως υπευθύνων επεξεργασίας, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 θα πρέπει να έχουν την ευθύνη σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού για τη διαβίβαση πράξεων μεταξύ κρατών μελών.

(15)

Η διαβίβαση μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ θα μπορούσε να καταστεί αδύνατη λόγω διακοπής λειτουργίας του συστήματος. Άλλα μέσα επικοινωνίας θα μπορούσαν να είναι καταλληλότερα, μεταξύ άλλων σε εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν περιπτώσεις στις οποίες η μετατροπή ογκώδους δικογραφίας σε ηλεκτρονική μορφή θα συνεπαγόταν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο για την υπηρεσία διαβίβασης ή όπου η έντυπη μορφή της πρωτότυπης πράξης είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση της γνησιότητάς της. Όταν δεν θα χρησιμοποιείται το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ, η διαβίβαση θα πρέπει να πραγματοποιείται με τα πλέον κατάλληλα εναλλακτικά μέσα. Τα εναλλακτικά αυτά μέτρα θα πρέπει να συνεπάγονται, μεταξύ άλλων, ότι η διαβίβαση πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατό και με ασφαλή τρόπο με άλλα ασφαλή ηλεκτρονικά μέσα ή ταχυδρομικώς.

(16)

Για να ενισχυθούν οι ηλεκτρονικές διασυνοριακές διαβιβάσεις πράξεων μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, οι πράξεις αυτές δεν θα πρέπει να αποστερούνται νομικής ισχύος και παραδεκτού ως αποδεικτικών στοιχείων σε διαδικασίες, αποκλειστικά και μόνο λόγω του ότι βρίσκονται σε ηλεκτρονική μορφή. Ωστόσο, η εν λόγω αρχή δεν θα πρέπει να θίγει κατ’ άλλο τρόπο την εκτίμηση των νομικών αποτελεσμάτων ή του παραδεκτού των εν λόγω πράξεων ως αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Επίσης, δεν θα πρέπει να θίγει το εθνικό δίκαιο όσον αφορά τη μετατροπή εγγράφων.

(17)

Για να διευκολυνθεί η διαβίβαση και η επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων μεταξύ κρατών μελών, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται τα έντυπα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I. Η προς διαβίβαση πράξη θα πρέπει να συνοδεύεται από αίτηση που συντάσσεται επί του εντύπου Α του παραρτήματος I. Το έντυπο θα πρέπει να συμπληρώνεται στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους παραλαβής ή, εφόσον οι επίσημες γλώσσες του εν λόγω κράτους μέλους είναι πλείονες, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη ή σε άλλη γλώσσα την οποία το εν λόγω κράτος μέλος έχει δηλώσει ότι μπορεί να δεχθεί. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να δηλώνει την ή τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, πέραν της δικής του γλώσσας, τις οποίες αποδέχεται.

(18)

Η απόδειξη παραλαβής σύμφωνα με το έντυπο Δ του παραρτήματος I θα πρέπει να αποστέλλεται στην υπηρεσία διαβίβασης αυτόματα μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή με άλλα μέσα το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, εντός επτά ημερών από την παραλαβή της πράξης.

(19)

Κατά την παραλαβή της βεβαίωσης μη επίδοσης ή μη κοινοποίησης πράξεων, είναι σημαντικό για την υπηρεσία διαβίβασης να γνωρίζει εάν οι αρχές του κράτους μέλους παραλαβής έχουν υποβάλει αιτήσεις σε μητρώα κατοικίας ή σε άλλες βάσεις δεδομένων, εφόσον υπάρχουν τέτοια μητρώα ή βάσεις δεδομένων, για την εξεύρεση νέας διεύθυνσης του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή εάν οι αρχές τους υποβάλλουν τέτοιες αιτήσεις με δική τους πρωτοβουλία σε περιπτώσεις στις οποίες η διεύθυνση που αναφέρεται στην αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης δεν είναι ορθή. Ωστόσο, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να επιβάλλει στις αρχές των κρατών μελών την υποχρέωση να υποβάλλουν τέτοιες αιτήσεις.

(20)

Όταν μία αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης δεν μπορεί να εκτελεστεί με βάση τις διαβιβασθείσες πληροφορίες ή πράξεις, όταν δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, όταν η μη συμμόρφωση με τις απαιτούμενες τυπικές προϋποθέσεις καθιστά αδύνατη την επίδοση ή κοινοποίηση, ή όταν απεστάλη σε υπηρεσία παραλαβής η οποία δεν έχει κατά τόπο αρμοδιότητα, η υπηρεσία παραλαβής θα πρέπει να λάβει τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό χωρίς αδικαιολόγητη, αναίτια και μη αναγκαία καθυστέρηση, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών περιστάσεων, συμπεριλαμβανομένων των μέσων επικοινωνίας που διαθέτει η υπηρεσία παραλαβής.

(21)

Η ταχύτητα διαβίβασης απαιτεί την επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης εντός των ημερών που έπονται της παραλαβής της. Η επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων θα πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός μηνός αφού παραληφθούν από την υπηρεσία παραλαβής.

(22)

Η υπηρεσία παραλαβής θα πρέπει να εξακολουθεί να προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης ακόμη και αν αυτή δεν μπόρεσε να γίνει εντός ενός μηνός από την παραλαβή της πράξης, επειδήγια παράδειγμα ο εναγόμενος απουσίαζε για διακοπές από την κατοικία του ή από τον τόπο εργασίας του λόγω επαγγελματικών υποθέσεων. Ωστόσο, προκειμένου να αποφευχθεί μια χωρίς τέλος υποχρέωση της υπηρεσίας παραλαβής να μεριμνά για την επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης, η υπηρεσία διαβίβασης θα πρέπει να μπορεί να ορίζει προθεσμία, μετά την πάροδο της οποίας δεν θα είναι πλέον αναγκαία η επίδοση ή η κοινοποίηση του εντύπου Α του Παραρτήματος I.

(23)

Για να διασφαλιστεί ότι ο παρών κανονισμός είναι αποτελεσματικός, οι συνθήκες υπό τις οποίες είναι δυνατόν να μη γίνει δεκτή επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων θα πρέπει να περιορίζονται σε εξαιρετικές περιστάσεις.

(24)

Σε κάθε περίπτωση που η προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη δεν έχει συνταχθεί στην επίσημη γλώσσα, ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης, η υπηρεσία παραλαβής θα πρέπει να ενημερώνει εγγράφως τον παραλήπτη με το έντυπο IB του παραρτήματος I ότι ο παραλήπτης μπορεί να αρνηθεί να παραλάβει την προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη, εάν αυτή δεν έχει συνταχθεί σε γλώσσα που κατανοεί ή στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης. Ο κανόνας αυτός θα πρέπει να ισχύει και για κάθε επόμενη επίδοση ή κοινοποίηση, εάν ο παραλήπτης ασκήσει το δικαίωμά του να αρνηθεί την παραλαβή. Το δικαίωμα άρνησης θα πρέπει επίσης να ισχύει για την επίδοση ή κοινοποίηση από διπλωματικούς ή προξενικούς πράκτορες, την επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς, την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση και την απευθείας επίδοση ή κοινοποίηση. Θα πρέπει να είναι δυνατό να εξασφαλιστεί εναλλακτικά η επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης για την οποία προβλήθηκε άρνηση παραλαβής με την επίδοση ή κοινοποίηση μετάφρασης της πράξης στον παραλήπτη.

(25)

Εάν η μετάφραση είναι συνημμένη σε μια προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη, θα πρέπει να πιστοποιείται ή να κρίνεται κατάλληλη για διαδικασίες σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους προέλευσης. Η μετάφραση θα πρέπει να τίθεται στη διάθεση του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να γίνει η επίδοση ή κοινοποίηση. Η μετάφραση των πράξεων σε άλλη γλώσσα για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό δεν θίγει τη δυνατότητα του αποδέκτη να αμφισβητήσει την ορθότητα της μετάφρασης σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου.

(26)

Εάν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει την πράξη και το δικαστήριο ή η αρχή που έχει επιληφθεί της δικαστικής διαδικασίας, αποφασίζουν κατόπιν ελέγχου ότι η άρνηση δεν είναι δικαιολογημένη, το εν λόγω δικαστήριο ή η αρχή θα πρέπει να εξετάσουν κατάλληλο τρόπο ενημέρωσης του παραλήπτη για την εν λόγω απόφαση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Για τους σκοπούς εξακρίβωσης εάν η άρνηση ήταν δικαιολογημένη, το δικαστήριο ή αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές πληροφορίες που υπάρχουν στον φάκελο για να προσδιορίσει τις γλωσσικές δεξιότητες του παραλήπτη. Κατά περίπτωση, κατά την εκτίμηση των γλωσσικών δεξιοτήτων του παραλήπτη, το δικαστήριο ή η αρχή μπορεί να λαμβάνει υπόψη αποδεικτικά στοιχεία, για παράδειγμα πράξεις που συνέταξε ο παραλήπτης στην οικεία γλώσσα, εάν το επάγγελμα του παραλήπτη συνεπάγεται συγκεκριμένες γλωσσικές δεξιότητες, εάν ο παραλήπτης είναι πολίτης του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου ή εάν ο παραλήπτης είχε διαμείνει για παρατεταμένο διάστημα στο εν λόγω κράτος μέλος.

(27)

Λόγω των δικονομικών διαφορών που υπάρχουν στα διάφορα κράτη μέλη, η ημερομηνία που λαμβάνεται υπόψη για την επίδοση ή κοινοποίηση διαφέρει ανά κράτος μέλος. Λαμβάνοντας υπόψη τούτο και τις δυσκολίες που δημιουργεί, ο παρών κανονισμός προβλέπει ένα σύστημα όπου η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης καθορίζεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους παραλαβής. Όταν ωστόσο, σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους, μια πράξη πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον αιτούντα η ημερομηνία που καθορίζεται από το δίκαιο του κράτους αυτού. Αυτό το σύστημα διπλής ημερομηνίας υπάρχει μόνο σε περιορισμένο αριθμό κρατών μελών. Εφόσον τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το σύστημα αυτό, θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή, η οποία θα πρέπει να καθιστά τις εν λόγω πληροφορίες διαθέσιμες ηλεκτρονικά μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις που θεσπίστηκε με την απόφαση 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου (7) και στη διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

(28)

Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν ένα ενιαίο πάγιο τέλος για την παρέμβαση δικαστικού λειτουργού ή προσώπου αρμόδιου σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής. Το εν λόγω τέλος θα πρέπει να τηρεί τις αρχές της αναλογικότητας και της μη εισαγωγής διακρίσεων. Η απαίτηση για ενιαίο πάγιο τέλος δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν διαφορετικά τέλη για διαφορετικούς τύπους επίδοσης ή κοινοποίησης, εφόσον τηρούνται οι εν λόγω αρχές.

(29)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να επιδίδει ή να κοινοποιεί πράξεις σε κατοίκους άλλου κράτους μέλους, απευθείας ταχυδρομικώς, με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής ή ισοδύναμο έγγραφο. Θα πρέπει να είναι δυνατή ή χρήση ταχυδρομικών υπηρεσιών, ιδιωτικών ή δημόσιων, για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων σε διάφορες μορφές επιστολών, συμπεριλαμβανομένων των δεσμών επιστολών.

(30)

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (8), η απευθείας επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε έγκυρα, ακόμη και αν η πράξη δεν έχει παραδοθεί στον παραλήπτη αυτοπροσώπως, όταν αυτή έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στον παραλήπτη στη διεύθυνση κατοικίας του σε ενήλικο άτομο που ζει στο ίδιο νοικοκυριό με τον παραλήπτη ή απασχολείται εκεί από τον παραλήπτη και το οποίο έχει την ικανότητα και είναι πρόθυμο να παραλάβει την πράξη, εκτός εάν το δίκαιο του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου επιτρέπει μόνο την επίδοση ή κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στον παραλήπτη αυτοπροσώπως.

(31)

Η αποτελεσματικότητα και η ταχύτητα των διασυνοριακών δικαστικών διαδικασιών απαιτεί να υπάρχουν δίαυλοι που να επιτρέπουν την απευθείας, ταχεία και ασφαλή επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων σε πρόσωπα σε άλλα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να είναι δυνατό να επιδίδεται ή να κοινοποιείται πράξη απευθείας με ηλεκτρονικά μέσα σε παραλήπτη που έχει γνωστή διεύθυνση για επίδοση ή κοινοποίηση σε άλλο κράτος μέλος. Οι όροι χρήσης αυτού του είδους απευθείας ηλεκτρονικής επίδοσης ή κοινοποίησης θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση χρησιμοποιείται μόνο μέσω ηλεκτρονικών μέσων που είναι διαθέσιμα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στο εσωτερικό της χώρας, και θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις για την προστασία των συμφερόντων των παραληπτών, συμπεριλαμβανομένων υψηλών τεχνικών προτύπων και της απαίτησης για ρητή συναίνεση του παραλήπτη.

(32)

Θα πρέπει να μπορεί να γίνεται ηλεκτρονικά επίδοση ή κοινοποίηση στον παραλήπτη με χρήση εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, υπό την προϋπόθεση ότι ο παραλήπτης έχει δώσει εκ των προτέρων τη ρητή συναίνεσή του για τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων για τους σκοπούς της επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων κατά τη διάρκεια δικαστικών διαδικασιών. Στις περιπτώσεις αυτές, η προηγούμενη ρητή συναίνεση θα μπορεί να δοθεί για συγκεκριμένες διαδικασίες ή ως γενική συγκατάθεση για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών με τον συγκεκριμένο τρόπο επίδοσης ή κοινοποίησης. Η εν λόγω συναίνεση θα μπορούσε επίσης να παρέχεται όταν, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου, οι διαδικαστικές πράξεις του κράτους μέλους μπορούν να επιδίδονται ή να κοινοποιούνται μέσω ηλεκτρονικού συστήματος και ο παραλήπτης έχει συναινέσει στη χρήση αυτού του συστήματος σε σχέση με την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων πριν από την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στον παραλήπτη μέσω του εν λόγω συστήματος.

(33)

Θα πρέπει να μπορεί να γίνεται ηλεκτρονικά επίδοση ή κοινοποίηση στον παραλήπτη χωρίς χρήση εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, υπό την προϋπόθεση ότι ο παραλήπτης έχει δώσει εκ των προτέρων τη ρητή συναίνεσή του στο δικαστήριο ή στην αρχή που επιλήφθηκε της διαδικασίας ή στον υπεύθυνο επίδοσης ή κοινοποίησης στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, να αποστείλει ηλεκτρονική επιστολή σε συγκεκριμένη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας υπό την προϋπόθεση ότι παραλαμβάνεται απόδειξη παραλαβής της πράξης από τον παραλήπτη. Ο παραλήπτης θα πρέπει να βεβαιώνει την παραλαβή της πράξης υπογράφοντας και επιστρέφοντας απόδειξη παραλαβής ή αποστέλλοντας ηλεκτρονική επιστολή από τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που παρέσχε ο παραλήπτης για την επίδοση ή κοινοποίηση. Η απόδειξη παραλαβής θα πρέπει να μπορεί να υπογράφεται ηλεκτρονικά. Για να εγγυηθούν την ασφάλεια της διαβίβασης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να καθορίσουν τους πρόσθετους όρους υπό τους οποίους θα αποδεχθούν την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, όταν το δίκαιό τους ορίζει αυστηρότερους όρους όσον αφορά την επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή όταν το δίκαιό τους δεν επιτρέπει την εν λόγω επίδοση ή κοινοποίηση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Οι εν λόγω όροι θα μπορούν να αφορούν ζητήματα όπως η ταυτοποίηση του αποστολέα και του παραλήπτη, η ακεραιότητα των αποστελλόμενων πράξεων και η προστασία της μετάδοσης από εξωτερικές παρεμβολές.

(34)

Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον σε συγκεκριμένη δίκη θα πρέπει να μπορεί να επιδώσει ή να κοινοποιήσει απευθείας τις πράξεις μέσω δικαστικών επιμελητών, υπαλλήλων ή άλλων αρμόδιων προσώπων του κράτους μέλους παραλαβής, υπό τον όρο ότι αυτό επιτρέπεται από το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

(35)

Όταν το εθνικό δίκαιο και ο παρών κανονισμός επιτρέπουν στο δικαστήριο να εκδώσει απόφαση ακόμη και αν δεν έχει παραληφθεί βεβαίωση επίδοσης ή κοινοποίησης ή παράδοσης της εισαγωγικού δικογράφου ή ισοδύναμου εγγράφου, θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε εύλογη προσπάθεια για την παραλαβή της βεβαίωσης μέσω των αρμόδιων αρχών ή φορέων του κράτους μέλους παραλαβής πριν από την έκδοση απόφασης σύμφωνα με οποιεσδήποτε άλλες απαιτήσεις που διασφαλίζουν τα συμφέροντα του εναγομένου. Εφόσον συνάδει προς το εθνικό δίκαιο, θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε εύλογη προσπάθεια να ενημερώνεται ο εναγόμενος, η διεύθυνση ή ο λογαριασμός του οποίου είναι γνωστά στο επιληφθέν δικαστήριο, ότι έχει κινηθεί δικαστική διαδικασία σε βάρος του, μέσω όλων των διαθέσιμων διαύλων επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των μέσων της σύγχρονης τεχνολογίας επικοινωνιών.

(36)

Η Επιτροπή θα πρέπει να συντάξει εγχειρίδιο με τις πληροφορίες που αφορούν τη δέουσα εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Το εγχειρίδιο θα πρέπει να είναι διαθέσιμο στο Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο για Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε οι πληροφορίες στο εγχειρίδιο να είναι πλήρεις και επίκαιρες, κυρίως όσον αφορά τα στοιχεία των υπηρεσιών παραλαβής και διαβίβασης.

(37)

Για τον υπολογισμό των προθεσμιών και διοριών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου (9).

(38)

Προκειμένου να ενημερωθούν τα έντυπα στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού ή να πραγματοποιηθούν τεχνικές αλλαγές στα εν λόγω έντυπα, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις τροποποιήσεις του εν λόγω παραρτήματος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι διαβουλεύσεις αυτές να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (10). Ειδικότερα, για να εξασφαλιστεί η ισότιμη συμμετοχή στην εκπόνηση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την εκπόνηση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(39)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(40)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να υπερισχύει των διατάξεων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών που συνάπτονται από τα κράτη μέλη και έχουν το ίδιο πεδίο εφαρμογής με τον παρόντα κανονισμό, ιδίως της σύμβασης της Χάγης, της 15ης Νοεμβρίου 1965 για την επίδοση και κοινοποίηση στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη. Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να συνάπτουν συμφωνίες ή διακανονισμούς, προκειμένου να επιταχύνεται ή να απλουστεύεται η διαβίβαση των πράξεων, εφόσον οι εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμοί συνάδουν με τις διατάξεις του.

(41)

Τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες όλων των ενδιαφερόμενων προσώπων τηρούνται πλήρως και γίνονται σεβαστά σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ιδίως τα δικαιώματα για ισότιμη πρόσβαση στη δικαιοσύνη, μη διακριτική μεταχείριση και για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής.

(42)

Τα δεδομένα που διαβιβάζονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να υπόκεινται σε καθεστώς προστασίας. Τέτοια προστασία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12). Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν σχετίζονται με τον χειρισμό μιας συγκεκριμένης υπόθεσης θα πρέπει να διαγράφονται αμέσως.

(43)

Σύμφωνα με τα σημεία 22 και 23 της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τον παρόντα κανονισμό βάσει πληροφοριών που συλλέγονται μέσω ειδικών ρυθμίσεων παρακολούθησης, προκειμένου να εκτιμηθούν τα πραγματικά αποτελέσματα του παρόντος κανονισμού και η ανάγκη για τυχόν περαιτέρω δράση. Όταν τα κράτη μέλη συλλέγουν δεδομένα για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, ειδικότερα πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των αιτήσεων που έχουν διαβιβαστεί και των αιτήσεων που έχουν παραληφθεί, τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες η διαβίβαση πραγματοποιήθηκε με άλλα μέσα εκτός από το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ, τον αριθμό των παραληφθεισών βεβαιώσεων μη επίδοσης ή μη κοινοποίησης πράξεων και τον αριθμό των αρνήσεων πράξεων για γλωσσικούς λόγους που έλαβαν οι υπηρεσίες διαβίβασης, θα πρέπει να παρέχουν στην Επιτροπή τα εν λόγω δεδομένα για τους σκοπούς της παρακολούθησης. Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς που έχει αναπτυχθεί από την Επιτροπή ως σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών (back-end system) θα πρέπει να να συλλέγει με προγραμματισμένο τρόπο τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για τους σκοπούς παρακολούθησης και τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή. Όταν τα κράτη μέλη επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν εθνικό σύστημα ΤΠ αντί του λογισμικού εφαρμογής αναφοράς που έχει αναπτύξει η Επιτροπή, το εν λόγω σύστημα δύναται να έχει εξοπλισθεί να συλλέγει με προγραμματισμένο τρόπο τα εν λόγω δεδομένα και, σε αυτήν την περίπτωση, τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

(44)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, λόγω των διαφορών μεταξύ των εθνικών κανόνων που διέπουν τη δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, μπορούν όμως, λόγω της άμεσης εφαρμογής και του δεσμευτικού χαρακτήρα του παρόντος κανονισμού, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(45)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 ο οποίος και γνωμοδότησε στις 13 Σεπτεμβρίου 2019 (13).

(46)

Για να καταστούν οι διατάξεις του πιο ευπρόσιτες και ευανάγνωστες, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 θα πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό.

(47)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να συμμετάσχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(48)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στη διασυνοριακή επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις. Δεν εφαρμόζεται, ειδικότερα, σε φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις ή όταν πρόκειται για την ευθύνη κράτους μέλους για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας («acta iure imperii»).

2.   Εξαιρουμένου του άρθρου 7, ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται όταν η διεύθυνση του παραλήπτη πράξης είναι άγνωστη.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στην επίδοση ή κοινοποίηση πράξης εντός του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του προσώπου προς το οποίο γίνεται η επίδοση ή κοινοποίηση, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του εν λόγω προσώπου.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

ως «κράτος μέλος του δικάζοντος δικαστηρίου» νοείται το κράτος μέλος στο οποίο διεξάγεται η δικαστική διαδικασία·

2)

ως «αποκεντρωμένο σύστημα τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ)» νοείται το δίκτυο εθνικών συστημάτων ΤΠ και διαλειτουργικών σημείων πρόσβασης, το οποίο λειτουργεί υπό την ατομική ευθύνη και διαχείριση κάθε κράτους μέλους και το οποίο επιτρέπει την ασφαλή και αξιόπιστη διασυνοριακή ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών συστημάτων ΤΠ.

Άρθρο 3

Υπηρεσίες διαβίβασης και παραλαβής

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τους δημόσιους λειτουργούς, αρχές ή άλλα πρόσωπα, που είναι αρμόδια για τη διαβίβαση δικαστικών ή εξώδικων πράξεων προς επίδοση ή κοινοποίηση σε άλλο κράτος μέλος («υπηρεσίες διαβίβασης»).

2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τους δημόσιους λειτουργούς, αρχές ή άλλα πρόσωπα, που είναι αρμόδια για την παραλαβή δικαστικών ή εξώδικων πράξεων από άλλο κράτος μέλος («υπηρεσίες παραλαβής»).

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ξεχωριστές υπηρεσίες διαβίβασης και υπηρεσίες παραλαβής, ή να ορίσουν μία ή περισσότερες υπηρεσίες για την επιτέλεση και των δύο καθηκόντων. Τα ομοσπονδιακά κράτη, τα κράτη με πλείονα νομικά συστήματα ή τα κράτη με αυτόνομες εδαφικές μονάδες δύνανται να ορίσουν περισσότερες υπηρεσίες. Ο ορισμός αυτός ισχύει επί πέντε έτη με δυνατότητα ανανέωσης ανά πενταετία.

4.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τις ονομασίες και διευθύνσεις των υπηρεσιών παραλαβής που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3·

β)

τις γεωγραφικές περιοχές στις οποίες οι εν λόγω υπηρεσίες παραλαβής υπάγονται στην αρμοδιότητά τους·

γ)

τα μέσα με τα οποία οι εν λόγω υπηρεσίες παραλαβής μπορούν να παραλαμβάνουν πράξεις όταν εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4· και

δ)

τις γλώσσες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συμπλήρωση του εντύπου που εμφαίνεται στο παράρτημα I.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε μεταβολή αυτών των στοιχείων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 4

Κεντρική αρχή

Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια κεντρική αρχή που είναι αρμόδια να:

α)

παρέχει πληροφορίες στις υπηρεσίες διαβίβασης·

β)

επιλύει τυχόν προβλήματα κατά τη διαβίβαση των προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων·

γ)

διαβιβάζει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αίτηση υπηρεσίας στην αρμόδια υπηρεσία παραλαβής, κατόπιν αιτήματος της υπηρεσίας διαβίβασης.

Τα ομοσπονδιακά κράτη μέλη, τα κράτη μέλη με πλείονα νομικά συστήματα και τα κράτη με αυτόνομες εδαφικές μονάδες δύνανται να ορίζουν περισσότερες κεντρικές αρχές.

Άρθρο 5

Μέσα επικοινωνίας που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες διαβίβασης, τις υπηρεσίες παραλαβής και από τις κεντρικές αρχές

1.   Οι προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξεις, οι αιτήσεις, οι επικυρώσεις, τα αποδεικτικά παραλαβής, οι βεβαιώσεις και κάθε επικοινωνία που πραγματοποιείται με βάση τα έντυπα στο παράρτημα I μεταξύ των υπηρεσιών διαβίβασης και παραλαβής, μεταξύ των υπηρεσιών αυτών και των κεντρικών αρχών ή μεταξύ των κεντρικών αρχών των διαφόρων κρατών μελών, διαβιβάζονται μέσω ασφαλούς και αξιόπιστου αποκεντρωμένου συστήματος τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ). Το εν λόγω αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ βασίζεται σε διαλειτουργική λύση όπως το e-CODEX.

2.   Στις προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξεις, τις αιτήσεις, τις επικυρώσεις, τα αποδεικτικά παραλαβής, τις βεβαιώσεις και την κάθε επικοινωνία που διαβιβάζονται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, εφαρμόζεται το γενικό νομικό πλαίσιο για τη χρήση εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης το οποίο θεσπίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014.

3.   Όταν οι προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξεις, οι αιτήσεις, οι επικυρώσεις, τα αποδεικτικά παραλαβής, οι βεβαιώσεις και κάθε άλλη επικοινωνία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου χρειάζονται ή φέρουν σφραγίδα ή χειρόγραφη υπογραφή, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν αντ’ αυτής «εγκεκριμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες» ή «εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές», όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014.

4.   Όταν η διαβίβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν είναι δυνατή λόγω διακοπής λειτουργίας του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή όταν συντρέχουν έκτακτες περιστάσεις, η διαβίβαση πραγματοποιείται με τα ταχύτερα, πλέον πρόσφορα εναλλακτικά μέσα, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για διασφάλιση της αξιοπιστίας και της ασφάλειας.

Άρθρο 6

Νομική ισχύς των ηλεκτρονικών πράξεων

Οι πράξεις που διαβιβάζονται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ δεν αποστερούνται νομικής ισχύος ούτε θεωρούνται απαράδεκτα ως αποδεικτικά στοιχεία στις δικαστικές διαδικασίες αποκλειστικά και μόνο λόγω του ότι βρίσκονται σε ηλεκτρονική μορφή.

Άρθρο 7

Συνδρομή για τον εντοπισμό διευθύνσεων

1.   Όταν δεν είναι γνωστή η διεύθυνση του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί μια δικαστική ή εξώδικη πράξη σε άλλο κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει συνδρομή για τον προσδιορισμό της διεύθυνσης με τουλάχιστον έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

την παροχή εντεταλμένων αρχών στις οποίες οι υπηρεσίες διαβίβασης μπορούν να απευθύνουν αιτήσεις για τον προσδιορισμό της διεύθυνσης του προσώπου στο οποίο πρέπει να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη.

β)

την πρόβλεψη δυνατότητας σε πρόσωπα που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη να υποβάλλουν αιτήσεις, ακόμη και ηλεκτρονικά, γιαπαροχή πληροφοριών σχετικά με διευθύνσεις προσώπων προς τα οποία πρέπει να γίνει επίδοση ή κοινοποίηση απευθείας σε μητρώα κατοικίας ή σε άλλες βάσεις δεδομένων που είναι προσβάσιμες στο κοινό με τη χρήση τυποποιημένου εντύπου διαθέσιμου στη […] διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης· ή

γ)

την παροχή λεπτομερών πληροφοριών, μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης, σχετικά με τα διαθέσιμα μέσα για τον προσδιορισμό της διεύθυνσης των προσώπων προς τα οποία πρέπει να γίνει η επίδοση ή κοινοποίηση.

2.   Κάθε κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες με σκοπό τη διάθεσή τους μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης:

α)

τα μέσα συνδρομής που το κράτος μέλος θα παρέχει στο έδαφός του σύμφωνα με την παράγραφο 1·

β)

κατά περίπτωση, τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β)·

γ)

εάν οι αρχές του κράτους μέλους παραλαβής υποβάλουν, με δική τους πρωτοβουλία, αιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με τις διευθύνσεις στα μητρώα κατοικίας ή σε άλλες βάσεις δεδομένων, σε περιπτώσεις στις οποίες η διεύθυνση που αναφέρεται στην αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης δεν είναι ορθή.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε μεταβολή αυτών των στοιχείων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο..

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων

Άρθρο 8

Διαβίβαση πράξεων

1.   Οι δικαστικές πράξεις διαβιβάζονται απευθείας και το ταχύτερο δυνατό μεταξύ των υπηρεσιών διαβίβασης και παραλαβής.

2.   Η προς διαβίβαση πράξη συνοδεύεται από αίτηση που συντάσσεται επί του εντύπου Α στο παράρτημα I. Το έντυπο συμπληρώνεται στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους παραλαβής ή, εφόσον οι επίσημες γλώσσες του εν λόγω κράτους μέλους είναι πλείονες, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη ή σε άλλη γλώσσα την οποία το εν λόγω κράτος μέλος έχει δηλώσει ότι θα δεχθεί.

Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε επίσημη γλώσσα της Ένωσης πέραν της δικής του, στην οποία το έντυπο μπορεί να συμπληρωθεί.

3.   Πράξεις διαβιβαζόμενες δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα εξαιρούνται από απαιτήσεις βεβαίωσης της γνησιότητας ή ανάλογη διατύπωση.

4.   Όταν η υπηρεσία διαβίβασης απαιτεί την επιστροφή ενός αντιγράφου της πράξης που έχει αποσταλεί σε έντυπη μορφή σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 συνοδευόμενου από τη βεβαίωση του άρθρου 14, αποστέλλει την εν λόγω πράξη εις διπλούν.

Άρθρο 9

Μετάφραση των πράξεων

1.   Η υπηρεσία διαβίβασης στην οποία το αιτούν μέρος έχει καταθέσει την προς διαβίβαση πράξη επισημαίνει στον αιτούντα ότι ο παραλήπτης μπορεί να αρνηθεί την πράξη εάν αυτή δεν έχει συνταχθεί σε μια από τις γλώσσες που ορίζει το άρθρο 12 παράγραφος 1.

2.   Ο αιτών επιβαρύνεται με τυχόν έξοδα μετάφρασης πριν από τη διαβίβαση της πράξης, υπό την επιφύλαξη μεταγενέστερης απόφασης δικαστηρίου ή αρμόδιας αρχής περί καταλογισμού των εξόδων.

Άρθρο 10

Παραλαβή των πράξεων από την υπηρεσία παραλαβής

1.   Μετά την παραλαβή μιας πράξης, η υπηρεσία παραλαβής αποστέλλει αυτόματα στην υπηρεσία διαβίβασης μια απόδειξη παραλαβής το συντομότερο δυνατό μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή, όταν η απόδειξη παραλαβής αποστέλλεται με άλλα μέσα, το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός επτά ημερών από την παραλαβή, χρησιμοποιώντας το έντυπο Δ του παραρτήματος I.

2.   Όταν η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης δεν μπορεί να εκτελεστεί με βάση τις διαβιβασθείσες πληροφορίες ή πράξεις, η υπηρεσία παραλαβής επικοινωνεί με την υπηρεσία διαβίβασης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και ζητεί τις ελλείπουσες πληροφορίες ή πράξεις χρησιμοποιώντας το έντυπο Ε του παραρτήματος I.

3.   Εάν είναι σαφές ότι η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού ή εάν η μη τήρηση των απαιτούμενων τυπικών προϋποθέσεων καθιστά αδύνατη την επίδοση ή κοινοποίηση, η αίτηση και οι διαβιβασθείσες πράξεις επιστρέφονται, άμα την παραλαβή τους, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην υπηρεσία διαβίβασης, μαζί με τη βεβαίωση επιστροφής χρησιμοποιώντας το έντυπο ΣΤ του παραρτήματος I.

4.   Όταν μία υπηρεσία παραλαβής παραλαμβάνει πράξη για την επίδοση ή κοινοποίηση της οποίας είναι κατά τόπο αναρμόδια, διαβιβάζει την εν λόγω πράξη και τη σχετική αίτηση, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία παραλαβής του κράτους μέλους παραλαβής, εφόσον η αίτηση πληροί τους όρους του άρθρου 8 παράγραφος 2. Η υπηρεσία παραλαβής συγχρόνως ενημερώνει σχετικά την υπηρεσία διαβίβασης χρησιμοποιώντας το έντυπο Ζ του παραρτήματος I. Αμέσως μόλις παραληφθούν η πράξη και η αίτηση από την κατά τόπο αρμόδια υπηρεσία παραλαβής του κράτους μέλους παραλαβής, η εν λόγω υπηρεσία παραλαβής αποστέλλει στην υπηρεσία διαβίβασης απόδειξη παραλαβής το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση εντός επτά ημερών από την παραλαβή χρησιμοποιώντας το έντυπο Η του παραρτήματος I.

Άρθρο 11

Επίδοση ή κοινοποίηση των πράξεων

1.   Η υπηρεσία παραλαβής επιδίδει ή κοινοποιεί την πράξη ή μεριμνά προς τούτο σύμφωνα είτε με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, είτε με την ειδική μέθοδο που ζήτησε η υπηρεσία διαβίβασης, εφόσον αυτή δεν αντιβαίνει στο δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

2.   Η υπηρεσία παραλαβής φροντίζει ώστε η επίδοση ή κοινοποίηση να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό και, οπωσδήποτε, εντός μηνός από την παραλαβή. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση ή κοινοποίηση εντός μηνός από την παραλαβή της πράξης, η υπηρεσία παραλαβής:

α)

ενημερώνει αμέσως την υπηρεσία διαβίβασης μέσω του εντύπου ΙΑ του παραρτήματος I ή εάν η υπηρεσία διαβίβασης έχει ζητήσει πληροφορίες μέσω του εντύπου Θ του παραρτήματος I μέσω του εντύπου Ι του παραρτήματος I και

β)

εξακολουθεί να προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης σε περίπτωση που η επίδοση ή κοινοποίηση φαίνεται εφικτή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, εκτός εάν η υπηρεσία διαβίβασης ορίζει πως η επίδοση ή κοινοποίηση δεν είναι πλέον αναγκαία.

Άρθρο 12

Άρνηση παραλαβής πράξης

1.   Ο παραλήπτης μπορεί να αρνηθεί να παραλάβει την προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη, εάν αυτή η πράξη δεν έχει συνταχθεί ή δεν συνοδεύεται από μετάφραση είτε:

α)

σε γλώσσα την οποία ο παραλήπτης κατανοεί, ή

β)

στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους παραλαβής ή, εάν αυτό το κράτος έχει περισσότερες επίσημες γλώσσες, στην επίσημη ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου πρόκειται να γίνει η επίδοση ή κοινοποίηση.

2.   Η υπηρεσία παραλαβής ενημερώνει τον παραλήπτη για το δικαίωμα που προβλέπεται στην παράγραφο 1, εάν η πράξη δεν έχει συνταχθεί στη γλώσσα που αναφέρεται στο στοιχείο β) της εν λόγω παραγράφου ή δεν συνοδεύεται από μετάφραση στη γλώσσα αυτή, επισυνάπτοντας στην προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη το έντυπο IB του παραρτήματος I το οποίο παρέχεται:

α)

στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους προέλευσης· και

β)

στη γλώσσα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

Εάν υπάρχει ένδειξη ότι ο παραλήπτης κατανοεί επίσημη γλώσσα άλλου κράτους μέλους, παρέχεται επίσης το έντυπο IB του παραρτήματος I στη γλώσσα αυτή.

Όταν ένα κράτος μέλος μεταφράζει το έντυπο ΙΒ του παραρτήματος I σε γλώσσα τρίτης χώρας, κοινοποιεί την εν λόγω μετάφραση στην Επιτροπή με σκοπό να την καταστήσει διαθέσιμη στη διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

3.   Ο παραλήπτης μπορεί να αρνηθεί την πράξη είτε κατά τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης είτε εντός δύο εβδομάδων από τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης συντάσσοντας γραπτή δήλωση άρνησης αποδοχής. Για τον σκοπό αυτό, ο παραλήπτης μπορεί να επιστρέψει στην υπηρεσία παραλαβής το έντυπο IB του παραρτήματος I ή γραπτή δήλωση στην οποία αναφέρεται ότι ο παραλήπτης αρνείται να παραλάβει την πράξη λόγω της γλώσσας στην οποία έχει συνταχθεί.

4.   Όταν η υπηρεσία παραλαβής πληροφορηθεί ότι ο παραλήπτης αρνήθηκε την προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 3, ενημερώνει αμέσως την υπηρεσία διαβίβασης μέσω της βεβαίωσης επίδοσης ή κοινοποίησης ή μη επίδοσης ή μη κοινοποίησης χρησιμοποιώντας το έντυπο ΙΑ του παραρτήματος I, και επιστρέφει την αίτηση και, εφόσον είναι διαθέσιμη, κάθε πράξη της οποίας ζητείται η μετάφραση.

5.   Η επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης, την οποία ο παραλήπτης αρνήθηκε να παραλάβει, μπορεί να θεραπευθεί μέσω της επίδοσης ή κοινοποίησης στον παραλήπτη, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, της εν λόγω πράξης μαζί με μετάφραση σε μια από τις γλώσσες που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Σε τέτοια περίπτωση, η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της πράξης είναι η ημερομηνία κατά την οποία η πράξη και η μετάφρασή της, επιδόθηκαν ή κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής. Εντούτοις, όπου το δίκαιο ενός κράτους μέλους απαιτεί μια πράξη να επιδίδεται ή να κοινοποιείται εντός τακτής προθεσμίας, λαμβάνεται υπόψη για τον αιτούντα η ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της αρχικής πράξης, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

6.   Οι παράγραφοι 1 έως 5 εφαρμόζονται και στους άλλους τρόπους διαβίβασης και επίδοσης ή κοινοποίησης δικαστικών πράξεων που προβλέπονται στο τμήμα 2.

7.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, οι διπλωματικοί ή προξενικοί πράκτορες σε περιπτώσεις όπου η επίδοση ή κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 17 και η αρχή ή πρόσωπο σε περιπτώσεις όπου η επίδοση ή η κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 18, 19 ή 20, ενημερώνουν τον παραλήπτη ότι αυτός μπορεί να αρνηθεί την προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη και ότι είτε το έντυπο ΙΒ του παραρτήματος I είτε η γραπτή δήλωση άρνησης πρέπει να αποσταλεί στους συγκεκριμένους πράκτορες ή αρχή ή πρόσωπο, αντιστοίχως.

Άρθρο 13

Ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 12 παράγραφος 5, η ημερομηνία της επίδοσης ή κοινοποίησης μιας πράξης, δυνάμει του άρθρου 11, είναι η ημερομηνία κατά την οποία η πράξη επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής.

2.   Όταν όμως το δίκαιο ενός κράτους μέλους απαιτεί μια πράξη να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί εντός τακτής προθεσμίας, λαμβάνεται υπόψη για τον αιτούντα η ημερομηνία που καθορίζεται από το δίκαιο του κράτους αυτού.

3.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης στους άλλους τρόπους διαβίβασης και επίδοσης ή κοινοποίησης δικαστικών πράξεων που προβλέπονται στο τμήμα 2.

Άρθρο 14

Βεβαίωση επίδοσης ή κοινοποίησης και αντίγραφο της επιδοθείσας ή κοινοποιηθείσας πράξης

1.   Με την ολοκλήρωση των διατυπώσεων σχετικά με την επίδοση ή κοινοποίηση της επίδικης πράξης η υπηρεσία παραλαβής εκδίδει βεβαίωση ολοκλήρωσης των εν λόγω διατυπώσεων χρησιμοποιώντας το έντυπο ΙΑ του παραρτήματος I και το αποστέλλει στην αρχή διαβίβασης μαζί με αντίγραφο της οικείας πράξης, σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 8 παράγραφος 4.

2.   Η βεβαίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συμπληρώνεται στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους προέλευσης ή σε άλλη γλώσσα που το κράτος μέλος προέλευσης έχει δηλώσει ότι θα δεχθεί. Κάθε κράτος μέλος δηλώνει μια ή περισσότερες επίσημες γλώσσες της Ένωσης εκτός από τη δική του, στην οποία το έντυπο ΙΑ του παραρτήματος I μπορεί να συμπληρωθεί.

Άρθρο 15

Έξοδα επίδοσης ή κοινοποίησης

1.   Η επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων προερχομένων από το κράτος μέλος δεν δημιουργεί καμία υποχρέωση καταβολής ή επιστροφής τελών ή εξόδων για τις υπηρεσίες που προσέφερε το κράτος μέλος παραλαβής.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο αιτών καταβάλλει ή επιστρέφει τα έξοδα από:

α)

τη σύμπραξη δικαστικού επιμελητή ή αρμόδιου προσώπου κατά το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής·

β)

τη χρήση ειδικής μεθόδου επίδοσης ή κοινοποίησης.

Τα κράτη μέλη καθορίζουν ένα ενιαίο πάγιο τέλος για τη σύμπραξη δικαστικού επιμελητή ή αρμόδιου προσώπου κατά το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής. Το εν λόγω τέλος είναι σύμφωνο με της αρχές της αναλογικότητας και της μη εισαγωγής διακρίσεων. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν αυτά τα πάγια τέλη στην Επιτροπή.

ΤΜΗΜΑ 2

Άλλοι τρόποι διαβίβασης και επίδοσης ή κοινοποίησης δικαστικών πράξεων

Άρθρο 16

Διαβίβαση διά της διπλωματικής ή προξενικής οδού

Σε εξαιρετικές περιστάσεις, κάθε κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιεί τη διπλωματική ή την προξενική οδό για τη διαβίβαση δικαστικών πράξεων με σκοπό την επίδοση ή κοινοποίησή τους στις υπηρεσίες παραλαβής ή τα κεντρικά όργανα άλλου κράτους μέλους.

Άρθρο 17

Επίδοση ή κοινοποίηση από διπλωματικούς ή προξενικούς πράκτορες

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβαίνουν απευθείας μέσω των διπλωματικών ή προξενικών του πρακτόρων στην επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων σε κατοίκους άλλου κράτους μέλους, χωρίς κανένα καταναγκασμό.

2.   Κάθε κράτος μέλος δύναται να κοινοποιεί στην Επιτροπή ότι απαγορεύει την επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων στο έδαφός του, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, εκτός εάν οι σχετικές πράξεις πρόκειται να επιδοθούν ή να κοινοποιηθούν σε πολίτες του κράτους μέλους προέλευσης των πράξεων.

Άρθρο 18

Επίδοση ή κοινοποίηση ταχυδρομικώς

Η επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων μπορεί να γίνεται ταχυδρομικώς απευθείας σε πρόσωπα που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής ή ισοδύναμο έγγραφο.

Άρθρο 19

Ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση

1.   Η επίδοση ή κοινοποίηση δικαστικών πράξεων μπορεί να γίνεται απευθείας σε πρόσωπο που έχει γνωστή διεύθυνση για επίδοση ή κοινοποίηση σε άλλο κράτος μέλος με οποιαδήποτε ηλεκτρονικά μέσα επίδοσης ή κοινοποίησης που είναι διαθέσιμα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στο εσωτερικό της χώρας, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

οι πράξεις αποστέλλονται και παραλαμβάνονται μέσω εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, και ο παραλήπτης έχει δώσει εκ των προτέρων τη ρητή συναίνεσή του για τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων κατά τη διάρκεια δικαστικών διαδικασιών, ή

β)

ο παραλήπτης έχει δώσει εκ των προτέρων τη ρητή συναίνεσή του στο δικαστήριο ή στην αρχή που επιλήφθηκε της διαδικασίας ή στον υπεύθυνο επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής να αποστείλει ηλεκτρονική επιστολή σε συγκεκριμένη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τους σκοπούς της παραλαβής προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξης κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας και ο παραλήπτης επιβεβαιώνει την παραλαβή της πράξης με απόδειξη παραλαβής, αναφέροντας την ημερομηνία παραλαβής.

2.   Για να εγγυηθεί την ασφάλεια της διαβίβασης, κάθε κράτος μέλος μπορεί να καθορίσει και να κοινοποιήσει στην Επιτροπή τους πρόσθετους όρους υπό τους οποίους θα αποδεχθεί την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), όταν το δίκαιό του ορίζει αυστηρότερες προϋποθέσεις για το σκοπό αυτό ή δεν επιτρέπει την ηλεκτρονική επίδοση ή κοινοποίηση.

Άρθρο 20

Απευθείας επίδοση ή κοινοποίηση

1.   Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον σε συγκεκριμένη δίκη μπορεί να επιδώσει ή να κοινοποιήσει απευθείας δικαστικές πράξεις μέσω δικαστικών επιμελητών, υπαλλήλων ή άλλων αρμόδιων προσώπων του κράτους μέλους παραλαβής, υπό τον όρο ότι αυτό επιτρέπεται από το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

2.   Τα κράτη μέλη που επιτρέπουν την άμεση επίδοση ή κοινοποίηση παρέχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες σχετικά με κάθε επάγγελμα ή αρμόδιο πρόσωπο που επιτρέπεται να πραγματοποιεί απευθείας επιδόσεις ή κοινοποιήσεις πράξεων στο έδαφός τους. Η Επιτροπή καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΞΩΔΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21

Διαβίβαση και επίδοση ή κοινοποίηση εξώδικων πράξεων

Οι εξώδικες πράξεις μπορούν να διαβιβαστούν και να επιδοθούν ή κοινοποιηθούν σε άλλο κράτος μέλος βάσει του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Ερημοδικία εναγομένου

1.   Εάν πρέπει να διαβιβαστεί εισαγωγικό δικόγραφο ή ισοδύναμο έγγραφο σε άλλο κράτος μέλος προς επίδοση ή κοινοποίηση βάσει του παρόντος κανονισμού και ο εναγόμενος δεν παρίσταται, δεν εκδίδεται απόφαση επί της ουσίας μέχρις ότου διαπιστωθεί ότι η επίδοση ή κοινοποίηση ή η παράδοση του δικογράφου ή ισοδύναμου εγγράφου έγιναν εγκαίρως, ώστε ο εναγόμενος να είναι σε θέση να αμυνθεί, και ότι:

α)

η πράξη επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε όπως ορίζει το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, προκειμένου για την επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων στα πλαίσια διαδικασιών εντός του κράτους αυτού κατά προσώπων ευρισκομένων στο έδαφός του· ή

β)

η πράξη επιδόθηκε πράγματι στον εναγόμενο ή στην κατοικία του με άλλη μέθοδο, προβλεπόμενη από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Κάθε κράτος μέλος έχει την ευχέρεια να δηλώσει στην Επιτροπή το γεγονός ότι το δικαστήριο, παρά την παράγραφο 1, μπορεί να εκδώσει απόφαση, ακόμη και αν δεν έχει παραληφθεί βεβαίωση επίδοσης ή κοινοποίησης του εισαγωγικού δικογράφου ή ισοδύναμου εγγράφου, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η πράξη διαβιβάστηκε με μία από τις μεθόδους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό·

β)

από τη διαβίβαση της πράξης έχει παρέλθει διάστημα, το οποίο το δικαστήριο αξιολογεί για κάθε περίπτωση χωριστά και το οποίο δεν μπορεί να είναι λιγότερο από έξι μήνες·

γ)

δεν έχει παραληφθεί καμία βεβαίωση, μολονότι έχει καταβληθεί κάθε εύλογη προσπάθεια παραλαβής μίας βεβαίωσης μέσω των αρμόδιων αρχών ή φορέων του κράτους μέλους παραλαβής.

Οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εμποδίζουν τα δικαστήρια να διατάξουν οιαδήποτεπροσωρινά ή ασφαλιστικά μέτρα σε αιτιολογημένες περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης.

4.   Εάν χρειαστεί να διαβιβαστεί εισαγωγικό δικόγραφο ή ισοδύναμο έγγραφο σε άλλο κράτος μέλος προς επίδοση ή κοινοποίηση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και εκδοθεί απόφαση κατά ερημοδικήσαντος εναγομένου, ο δικαστής έχει την ευχέρεια να απαλλάξει τον εναγόμενο από τα αποτελέσματα χωρίς να λάβει υπόψη την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ένδικου μέσου κατά της απόφασης, εφόσον πληρούνται και οι δύο ακόλουθοι όροι:

α)

ο εναγόμενος, χωρίς υπαιτιότητά του, δεν έλαβε εγκαίρως γνώση του εγγράφου ώστε να αμυνθεί, ή δεν έλαβε εγκαίρως γνώση της απόφασης ώστε να ασκήσει ένδικο μέσο· και

β)

οι ισχυρισμοί του εναγομένου δεν φαίνονται εκ πρώτης όψεως παντελώς αβάσιμοι.

Η αίτηση απαλλαγής μπορεί να υποβληθεί μόνο μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα αφότου ο εναγόμενος έλαβε γνώση της απόφασης.

Κάθε κράτος μέλος έχει την ευχέρεια να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή ότι αυτή η αίτηση απαλλαγής είναι απαράδεκτη εάν υποβληθεί μετά την πάροδο ορισμένου διαστήματος που θα ορίζεται στη γνωστοποίησή του. η προθεσμία αυτή ουδέποτε μπορεί να είναι συντομότερη του ενός έτους από την έκδοση της απόφασης. Οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

5.   Η παράγραφος 4 δεν εφαρμόζεται στις αποφάσεις που αφορούν την προσωπική κατάσταση ή την ικανότητα δικαίου.

Άρθρο 23

Τροποποίηση του παραρτήματος I

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 24 για την τροποποίηση του παραρτήματος I, προκειμένου να επικαιροποιηθούν τα έντυπα που καθορίζονται σε αυτό ή να γίνουν τεχνικές αλλαγές σε αυτά τα έντυπα.

Άρθρο 24

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 23 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 22 Δεκεμβρίου 2020. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 23 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 23 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 25

Έκδοση εκτελεστικών πράξεων από την Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, καθορίζοντας τα ακόλουθα:

α)

τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν τις μεθόδους επικοινωνίας με ηλεκτρονικά μέσα για τους σκοπούς του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ·

β)

τις τεχνικές προδιαγραφές των πρωτοκόλλων επικοινωνίας·

γ)

τους στόχους που αφορούν την ασφάλεια των πληροφοριών και τα σχετικά τεχνικά μέτρα για τη διασφάλιση των ελάχιστων προτύπων ασφάλειας πληροφοριών για την επεξεργασία και την κοινοποίηση πληροφοριών στο πλαίσιο του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ·

δ)

τους στόχους ελάχιστης διαθεσιμότητας και τις σχετικές ενδεχόμενες τεχνικές απαιτήσεις για τις υπηρεσίες που παρέχει το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ·

ε)

τη σύσταση διευθύνουσας επιτροπής απαρτιζόμενης από αντιπροσώπους των κρατών μελών για τη διασφάλιση της λειτουργίας και της συντήρησης του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται έως τις 23 Μαρτίου 2022 σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2.

Άρθρο 26

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 27

Λογισμικό εφαρμογής αναφοράς

1.   Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία, τη συντήρηση και τη μελλοντική ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς, το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν ως το οικείο σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών αντί του εθνικού συστήματος ΤΠ. Η δημιουργία, η συντήρηση και η μελλοντική ανάπτυξη λογισμικού εφαρμογής αναφοράς χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή παρέχει, συντηρεί και υποστηρίζει δωρεάν την εφαρμογή των συστατικών στοιχείων του λογισμικού στα οποία βασίζονται τα σημεία πρόσβασης.

Άρθρο 28

Κόστος του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ

1.   Κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει τα έξοδα εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης των σημείων πρόσβασής του που διασυνδέουν τα εθνικά συστήματα ΤΠ στο πλαίσιο του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ.

2.   Κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει τα έξοδα εγκατάστασης και προσαρμογής των εθνικών του συστημάτων ΤΠ, ώστε να είναι διαλειτουργικά με τα σημεία πρόσβασης, και αναλαμβάνει τα έξοδα διαχείρισης, λειτουργίας και συντήρησης των εν λόγω συστημάτων.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να υποβάλουν αίτηση για επιχορηγήσεις για τη στήριξη των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις παραγράφους αυτές στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών προγραμμάτων της Ένωσης.

Άρθρο 29

Σχέσεις με άλλες συμφωνίες ή διακανονισμούς μεταξύ κρατών μελών

1.   Για θέματα εμπίπτοντα στο πεδίο εφαρμογής του, ο παρών κανονισμός υπερισχύει άλλων διατάξεων που περιλαμβάνονται σε διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς που συνάπτονται από τα κράτη μέλη, και ιδίως ης σύμβασης της Χάγης της 15ης Νοεμβρίου 1965 σχετικά με την επίδοση στο εξωτερικό δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών που είναι μέρη αυτής.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να συνάπτουν επιμέρους συμφωνίες ή διακανονισμούς προκειμένου να επιταχύνεται ή να απλουστεύεται περαιτέρω η διαβίβαση των πράξεων, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμοί συνάδουν με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή:

α)

αντίγραφο των συμφωνιών ή διακανονισμών της παραγράφου 2, που έχουν συναφθεί μεταξύ κρατών μελών, καθώς και τα σχέδια τέτοιων συμφωνιών ή διακανονισμών που προτίθενται να συνάψουν· και

β)

κάθε καταγγελία ή τροποποίηση των εν λόγω συμφωνιών ή διακανονισμών.

Άρθρο 30

Δικαστική αρωγή

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 24 της σύμβασης της Χάγης, της 1ης Μαρτίου 1954, για την πολιτική δικονομία ή του άρθρου 13 της σύμβασης για τη διευκόλυνση της διεθνούς πρόσβασης στη δικαιοσύνη, της 25ης Οκτωβρίου 1980, μεταξύ των κρατών μελών που είναι μέρη αυτών των συμβάσεων.

Άρθρο 31

Προστασία των διαβιβαζόμενων πληροφοριών

1.   Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού, περιλαμβανομένης της ανταλλαγής ή της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές, πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Κάθε ανταλλαγή ή διαβίβαση δεδομένων από αρμόδιες αρχές σε επίπεδο Ένωσης πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725.

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν σχετίζονται με τον χειρισμό μιας συγκεκριμένης υπόθεσης διαγράφονται αμέσως.

2.   Η αρμόδια αρχή ή αρχές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

3.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, οι πληροφορίες που διαβιβάζονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιούνται από την υπηρεσία παραλαβής μόνο για το σκοπό για τον οποίο διαβιβάστηκαν.

4.   Οι υπηρεσίες παραλαβής διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές παραμένουν απόρρητες, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

5.   Οι παράγραφοι 3 και 4 δεν θίγουν τις εθνικές διατάξεις που επιτρέπουν στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να ενημερώνονται για το πώς χρησιμοποιήθηκαν οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

6.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.

Άρθρο 32

Σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων βάσει του δικαίου της Ένωσης

Τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες όλων των ενδιαφερόμενων προσώπων τηρούνται πλήρως και γίνονται σεβαστά σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ιδίως τα δικαιώματα για ισότιμη πρόσβαση στη δικαιοσύνη, μη διακριτική μεταχείριση και για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής.

Άρθρο 33

Γνωστοποίηση, δημοσίευση και εγχειρίδιο

1.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 3, 7, 12, 14, 17, 19, 20 και 22.

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή εάν το εθνικό τους δίκαιο απαιτεί μια πράξη να επιδίδεται ή να κοινοποιείται εντός τακτής προθεσμίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 5 και στο άρθρο 13 παράγραφος 2.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να γνωστοποιήσουν στην Επιτροπή εάν είναι σε θέση να θέσουν σε λειτουργία το αποκεντρωμένο σύστημα ΤΠ νωρίτερα από ό,τι απαιτείται από τον παρόντα κανονισμό. Η Επιτροπή καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες σε ηλεκτρονική μορφή, ιδίως μέσω της διαδικτυακής πύλης της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που της γνωστοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξαιρουμένων των διευθύνσεων και των λοιπών στοιχείων επαφής των υπηρεσιών και κεντρικών οργάνων και των γεωγραφικών περιοχών οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία τους.

4.   Η Επιτροπή καταρτίζει και ενημερώνει τακτικά ένα εγχειρίδιο που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή διαθέτει το εγχειρίδιο και σε ηλεκτρονική μορφή, συγκεκριμένα μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις και στη διαδικτυακή πύλη της ευρωπαϊκής ηλεκτρονικής δικαιοσύνης.

Άρθρο 34

Παρακολούθηση

1.   Έως τις 2 Ιουλίου 2023, η Επιτροπή καταρτίζει λεπτομερές πρόγραμμα παρακολούθησης των συνεπειών, των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων του παρόντος κανονισμού.

2.   Το πρόγραμμα παρακολούθησης διευκρινίζει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη για την παρακολούθηση των συνεπειών, των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων του παρόντος κανονισμού. Καθορίζει πότε τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρέπει να συλλέγονται για πρώτη φορά, η οποία πρέπει να είναι το αργότερο έως τις 2 Ιουλίου 2026 και ανά ποια επακόλουθα διαστήματα πρέπει να συγκεντρώνονται τα εν λόγω δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

3.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τα ακόλουθα στοιχεία που απαιτούνται για τους σκοπούς της παρακολούθησης εφόσον είναι διαθέσιμα,:

α)

τον αριθμό των αιτήσεων επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 8·

β)

τον αριθμό των αιτήσεων επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων που εκτελούνται σύμφωνα με το άρθρο 11·

γ)

τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες η αίτηση επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων διαβιβάστηκε με άλλους τρόπους και όχι μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4·

δ)

τον αριθμό των βεβαιώσεων μη επίδοσης ή μη κοινοποίησης πράξεων που έχουν παραληφθεί·

ε)

τον αριθμό των αρνήσεων πράξεων για γλωσσικούς λόγους που παρελήφθησαν από τις υπηρεσίες διαβίβασης.

4.   Το λογισμικό εφαρμογής αναφοράς, και, όταν υπάρχει σχετικός εξοπλισμός, το εθνικό σύστημα υποστηρικτικών λειτουργιών προγραμματίζεται να συλλέγει τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α), β) και δ) και να τα διαβιβάζει στην Επιτροπή σε τακτική βάση.

Άρθρο 35

Αξιολόγηση

1.   Το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του άρθρου 5 σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 2, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση για τα κύρια πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από νομοθετική πρόταση.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση της έκθεσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 36

Κατάργηση

1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 καταργείται από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τα άρθρα 4 και 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1392/2007, τα οποία καταργούνται από την ημερομηνία εφαρμογής των άρθρων 5, 8 και 10, που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα III.

Άρθρο 37

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2022.

2.   Τα άρθρα 5, 8 και 10 εφαρμόζονται από την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την περίοδο των τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 25.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2020.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. ROTH


(1)  ΕΕ C 62 της 15.2.2019, σ. 56.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Φεβρουαρίου 2019 (δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 4ης Νοεμβρίου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 2020 (δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις («επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων») και κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου (ΕΕ L 324 της 10.12.2007, σ. 79).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(7)  Απόφαση 2001/470/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαΐου 2001, σχετικά με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου για αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 174 της 27.6.2001, σ. 25).

(8)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2017, Andrew Marcus Henderson κατά Novo Banco SA, C-354/15, ECLI:EU:C:2017:157.

(9)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 1971 περί καθορισμού των κανόνων που ισχύουν για τις περιόδους, τις ημερομηνίες και τις προθεσμίες (ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1).

(10)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  ΕΕ C 370 της 31.10.2019, σ. 24.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΝΤΥΠΟ A

ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

[Άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (1)]

Αριθ. πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

1.   ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ

1.1.

Ονομασία:

1.2.

Διεύθυνση:

1.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

1.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

1.2.3.

Χώρα:

1.3.

Τηλ.

1.4.

Φαξ ((*)):

1.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

2.   ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

2.1.

Ονομασία:

2.2.

Διεύθυνση:

2.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

2.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

2.2.3.

Χώρα:

2.3.

Τηλ.

2.4.

Φαξ ((*)):

2.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

3.   ΑΙΤΩΝ (-ΟΥΝΤΕΣ) (2)

3.1.

Ονομασία:

3.2.

Διεύθυνση:

3.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

3.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

3.2.3.

Χώρα:

3.3.

Τηλέφωνο  ((*)):

3.4.

Φαξ  ((*)):

3.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου  ((*)):

4.   ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ

4.1.

Ονομασία:

4.1.1.

Ημερομηνία γέννησης, εφόσον είναι διαθέσιμη:

4.2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλέφωνο  ((*)):

4.4.

Φαξ  ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου  ((*)):

4.6.

Αριθμός δελτίου ταυτότητας/αριθμός κοινωνικής ασφάλισης/αριθμός οργάνωσης/ή ισοδύναμο στοιχείο  ((*)):

4.7.

Άλλες πληροφορίες σχετικά με τον παραλήπτη  ((*)):

5.   ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

5.1.

Σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής ☐

5.2.

Σύμφωνα με την ακόλουθη ειδική μέθοδο ☐

5.2.1.

Εάν αυτή η μέθοδος δεν συμβιβάζεται με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, τότε η επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης (των πράξεων) γίνεται σύμφωνα με το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους:

5.2.1.1.

ναι ☐

5.2.1.2.

όχι ☐

6.   ΠΡΑΞΗ ΠΡΟΣ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

6.1.

Φύση της πράξης

6.1.1.

δικαστική πράξη

6.1.1.1.

κλήτευση ☐

6.1.1.2.

απόφαση ☐

6.1.1.3.

ένδικα μέσα ☐

6.1.1.4.

άλλο (να προσδιοριστεί):

6.1.2.

εξώδικη πράξη ☐

6.2.

Ημερομηνία ή προθεσμία μετά την οποία δεν απαιτείται πλέον επίδοση ή κοινοποίηση ((*)):

… (ημέρα) … (μήνας) … (έτος)

6.3.

Γλώσσα της πράξης

6.3.1.

πρωτότυπη BG ☐, ES ☐, CS ☐, DE ☐, ET ☐, EL ☐, EN ☐, FR ☐, GA ☐, HR ☐, IT ☐, LV ☐, LT ☐, HU ☐, MT ☐, NL ☐, PL ☐, PT ☐, RO ☐, SK ☐, SL ☐, FI ☐, SV ☐, άλλη ☐ (να προσδιοριστεί))

6.3.2.

μετάφραση  ((*)) BG ☐, ES ☐, CS ☐, DE ☐, ET ☐, EL ☐, EN ☐, FR ☐, GA ☐, HR ☐, IT ☐, LV ☐, LT ☐, HU ☐, MT ☐, NL ☐, PL ☐, PT ☐, RO ☐, SK ☐, SL ☐, FI ☐, SV ☐, άλλη ☐ (να προσδιοριστεί)

6.4.

Αριθμός συνημμένων εγγράφων:

7.   ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΡΝΗΣΗΣ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

Για τους σκοπούς του άρθρου 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 να αναφέρετε σε ποια από τις ακόλουθες γλώσσες, επιπλέον της γλώσσας του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση, πρέπει να παρασχεθούν οι πληροφορίες:

7.1.

Επίσημη γλώσσα ή μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους προέλευσης (3): BG ☐, ES ☐, CZ ☐, DE ☐, ET ☐, EL ☐, EN☐, FR ☐, GA ☐, HR ☐, IT ☐, LV ☐, LT ☐, HU ☐, MT ☐, NL ☐, PL☐, PT ☐, RO ☐, SK ☐, SL ☐, FI ☐, SV ☐

7.2.

Επίσημη γλώσσα άλλου κράτους μέλους την οποία ο παραλήπτης ενδέχεται να κατανοεί: BG ☐, ES ☐, CS ☐, DE ☐, ET ☐, EL ☐, EN ☐, FR ☐, GA ☐, HR ☐, IT ☐, LV ☐, LT ☐, HU ☐, MT ☐, NL ☐, PL ☐, PT ☐, RO ☐, SK ☐, SL ☐, FI ☐, SV ☐

8.   ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΣΥΝΟΔΕΥΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ (άρθρο 5 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784)

8.1.

Ναι (σε αυτή την περίπτωση, να αποστείλετε δύο αντίγραφα της πράξης που πρόκειται να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί) ☐

8.2.

Όχι ☐

9.   Λόγοι μη διαβίβασης μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ [άρθρο 5 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 ] (4)

Η ηλεκτρονική διαβίβαση δεν κατέστη δυνατή λόγω:

διακοπής της λειτουργίας του συστήματος ΤΠ

έκτακτων περιστάσεων

1.

Βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 πρέπει να προβείτε σε όλες τις ενέργειες που απαιτούνται για την επίδοση ή κοινοποίηση της πράξης το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός προθεσμίας ενός μηνός από την παραλαβήτης. Εάν δεν κατέστη δυνατό να επιδώσετε ή να κοινοποιήσετε την πράξη εντός μηνός από την παραλαβή της, πρέπει να ενημερώσετε τη συγκεκριμένη υπηρεσία αναφέροντας το γεγονός αυτό στο σημείο 2 της βεβαίωσης επίδοσης ή κοινοποίησης ή μη επίδοσης ή μη κοινοποίησης των πράξεων.

2.

Εάν δεν μπορείτε να επιδώσετε ή να κοινοποιήσετε την πράξη με βάση τις διαβιβασθείσες πληροφορίες ή πράξεις, πρέπει, βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784, να επικοινωνήσετε με την υπηρεσία διαβίβασης προκειμένου να λάβετε τις ελλείπουσες πληροφορίες ή πράξεις, χρησιμοποιώντας το έντυπο Ε του παρατήματος Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784.

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ B (5)

ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΕΠΙΔΟΘΕΙ Ή ΝΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΙ Η ΠΡΑΞΗ

[Άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (6)  (7)]

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

1.   ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ

1.1.

Ονομασία:

1.2.

Διεύθυνση:

1.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

1.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

1.2.3.

Χώρα:

1.3.

Τηλέφωνο ((*)):

1.4.

Φαξ  ((*)):

1.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

2.   ΑΡΧΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΥΠΟΒΑΛΛΕΤΑΙ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ

2.1.

Ονομασία:

2.2.

Διεύθυνση:

2.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

2.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

2.2.3.

Χώρα:

2.3.

Τηλέφωνο  ((*)):

2.4.

Φαξ  ((*)):

2.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

3.   ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ

3.1.

Ονομασία:

3.2.

Τελευταία γνωστή διεύθυνση:

3.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

3.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

3.2.3.

Χώρα:

3.3.

Γνωστά προσωπικά στοιχεία του παραλήπτη (εάν είναι φυσικό πρόσωπο), εφόσον είναι διαθέσιμα:

3.3.1.

Επώνυμο κατά τη γέννηση:

3.3.2.

άλλη γνωστή (ες) ονομασία (ες):

3.3.3.

Ημερομηνία και τόπος γέννησης:

3.3.4.

Αριθμός δελτίου ταυτότητας/αριθμός κοινωνικής ασφάλισης/ή ισοδύναμο στοιχείο:

3.3.5.

Γένος μητέρας ή όνομα πατέρα:

3.3.6.

Άλλες πληροφορίες

3.4.

Γνωστά στοιχεία του παραλήπτη (εάν είναι νομικό πρόσωπο), εφόσον είναι διαθέσιμα:

3.4.1.

Αριθμός καταχώρισης ή ισοδύναμο:

3.4.2.

Όνομα(-τα) μέλους(-ών) του Συμβουλίου/εκπροσώπου:

3.5.

Τηλέφωνο  ((*)):

3.6.

Φαξ  ((*)):

3.7.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου  ((*)):

3.8.

Άλλα στοιχεία, εφόσον υπάρχουν:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Γ (8)

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΕΠΙΔΟΘΕΙ Ή ΝΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΙ Η ΠΡΑΞΗ

[Άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (9)  (10)]

Αριθμός πρωτοκόλλου της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

1.   ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ

1.1.

Ονομασία:

1.2.

Γνωστή διεύθυνση:

1.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

1.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

1.2.3.

Χώρα:

1.3.

Δεν κατέστη δυνατό να προσδιοριστεί η διεύθυνση

1.4.

Άλλες πληροφορίες:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Δ

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

[Άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ)2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (11)]


Το παρόν αποδεικτικό παραλαβής θα πρέπει να αποστέλλεται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή με άλλο τρόπο […] το συντομότερο δυνατό μετά την παραλαβή της πράξης και οπωσδήποτε εντός επτά ημερών από την παραλαβή (12).

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Παραλήπτης:

1.   ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Ε

ΑΙΤΗΜΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ Ή ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

[Άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (13)]

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Παραλήπτης:

1.

Η αίτηση δεν μπορεί να εκτελεστεί χωρίς τις ακόλουθες συμπληρωματικές πληροφορίες:

1.1.

Ονομασία του παραλήπτη ((*)):

1.2.

Ημερομηνία γέννησης ((*)):

1.3.

Αριθμός δελτίου ταυτότητας/αριθμός κοινωνικής ασφάλισης/αριθμός οργάνωσης/ή ισοδύναμο στοιχείο ((*)):

1.4.

Άλλο (να προσδιοριστεί):

2.

Η αίτηση δεν μπορεί να εκτελεστεί χωρίς τα ακόλουθα έγγραφα:

2.1.

Πράξεις προς επίδοση ή κοινοποίηση ((*)):

2.2.

Αποδεικτικό πληρωμής ((*)):

2.3.

Άλλο (να προσδιοριστεί):

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΣΤ

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

[Άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (14)]


Η αίτηση και η πράξη πρέπει να επιστραφούν μετά την παραλαβή.

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Παραλήπτης:

1.   ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ:

1.1.

Η αίτηση εκφεύγει σαφώς του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού:

1.1.1.

άγνωστη διεύθυνση ☐

1.1.2.

η πράξη δεν αφορά αστική ή εμπορική υπόθεση ☐

1.1.3.

η επίδοση ή κοινοποίηση δεν γίνεται μεταξύ κρατών μελών ☐

1.1.4.

άλλο (να προσδιοριστεί):

1.2.

Επειδή δεν έχουν τηρηθεί οι απαιτούμενες τυπικές προϋποθέσεις, η επίδοση ή κοινοποίηση δεν είναι δυνατή:

1.2.1.

η πράξη δεν είναι ευανάγνωστη ☐

1.2.2.

η γλώσσα που χρησιμοποιείται για τη συμπλήρωση των εντύπων είναι εσφαλμένη ☐

1.2.3.

άλλο (να προσδιοριστεί):

1.3.

Η μέθοδος της επίδοσης ή κοινοποίησης δεν συμβιβάζεται με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής [άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 ] ☐

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Ζ

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΑΝΑΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟ ΑΡΜΟΔΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

[Άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (15)]


Η αίτηση και η πράξη διαβιβάστηκαν στην ακόλουθη υπηρεσία παραλαβής, η οποία έχει κατά τόπο αρμοδιότητα για την επίδοση ή κοινοποίηση:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Παραλήπτης:

1.   ΑΡΜΟΔΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

1.1.

Ονομασία:

1.2.

Διεύθυνση:

1.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

1.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

1.2.3.

Χώρα:

1.3.

Τηλ.

1.4.

Φαξ ((*)):

1.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Η

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟ ΑΡΜΟΔΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ

[Άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις(επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (16)]


Η παρούσα απόδειξη παραλαβής θα πρέπει να αποστέλλεται μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ή με άλλο τρόπο το συντομότερο δυνατό μετά την παραλαβή της πράξης και σε κάθε περίπτωση εντός επτά ημερών από την παραλαβή (17)

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Παραλήπτης:

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ:

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Θ (18)

ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ Ή ΤΗ ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

[Άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (19)]


Η επίδοση ή κοινοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση ή κοινοποίηση εντός μηνός από την παραλαβή, η υπηρεσία παραλαβής ειδοποιεί την υπηρεσία διαβίβασης.

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής (εφόσον είναι διαθέσιμος):

1.   Η ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΗΚΕ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΛΗΦΘΕΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ Ή ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

1.1.

Η αίτηση διαβιβάστηκε ☐

ημερομηνία: …

1.2.

Το αποδεικτικό παραλαβής ελήφθη ☐

ημερομηνία: …

1.3.

Άλλες πληροφορίες ελήφθησαν ☐

2.   ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ

2.1.

Ονομασία:

Τα στοιχεία 2.2 έως 2.6 είναι προαιρετικά όταν επισυνάπτεται αντίγραφο της αίτησης επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων:

2.2.

Διεύθυνση:

2.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

2.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

2.3.

Χώρα:

2.4.

Τηλ.

2.5.

Φαξ ((*)):

2.6.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

3.   ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ

3.1.

Ονομασία:

Τα στοιχεία αυτά είναι προαιρετικά όταν επισυνάπτεται αντίγραφο της αίτησης επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων:

3.2.

Διεύθυνση:

3.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

3.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

3.3.

Χώρα:

3.4.

Τηλ.

3.5.

Φαξ ((*)):

3.6.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

4.   ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ

4.1.

Ονομασία:

4.1.1.

Ημερομηνία γέννησης, εφόσον είναι διαθέσιμη:

Τα στοιχεία αυτά είναι προαιρετικά όταν επισυνάπτεται αντίγραφο της αίτησης επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων:

4.2.

Διεύθυνση:

4.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

4.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

4.2.3.

Χώρα:

4.3.

Τηλέφωνο  ((*)):

4.4.

Φαξ  ((*)):

4.5.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου  ((*)):

4.6.

Αριθμός δελτίου ταυτότητας/αριθμός κοινωνικής ασφάλισης/αριθμός οργάνωσης/ή ισοδύναμο στοιχείο  ((*)):

4.7.

Άλλες πληροφορίες σχετικά με τον παραλήπτη  ((*)):

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ Ι (20)

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ Ή ΤΗ ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

[Άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (21)]

Αριθμός πρωτοκόλλου της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Παραλήπτης:

1.   ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

1.1.

Η αίτηση δεν παρελήφθη ☐

1.2.

Η αίτηση δεν μπορεί να εκτελεστεί εντός μηνός από την παραλαβή της για τους ακόλουθους λόγους:

1.2.1.

Ο προσδιορισμός της τρέχουσας διεύθυνσης του παραλήπτη βρίσκεται σε εξέλιξη ☐

1.2.2.

Η επίδοση ή κοινοποίηση βρίσκεται σε εξέλιξη - τα έγγραφα έχουν αποσταλεί στον παραλήπτη, αλλά η παράδοσή τους δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί ☐

1.2.3.

Η επίδοση ή κοινοποίηση βρίσκεται σε εξέλιξη - τα έγγραφα έχουν αποσταλεί στον παραλήπτη, αλλά η προθεσμία άρνησης δεν έχει ακόμη εκπνεύσει ☐

1.2.4.

Δεν έχουν ακόμη εξαντληθεί όλες οι δυνατότητες επίδοσης ή κοινοποίησης ☐

1.2.5.

Η επίδοση ή κοινοποίηση έχει ήδη πραγματοποιηθεί. (βλέπε συνημμένο αντίγραφο της βεβαίωσης) ☐

1.2.6.

Η αίτηση απαντήθηκε στις … (ημερομηνία). Επισυνάπτεται η απάντηση ☐

1.2.7.

Εκκρεμεί αίτηση παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών ή συμπληρωματικού εγγράφου ☐

1.2.8.

Άλλο ☐

1.3.

Εκτιμάται ότι η αίτηση θα εκτελεστεί έως …

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΙΑ

ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ Ή ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

[Άρθρα 11 παράγραφος 2, 12 παράγραφος 4 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (22)]


Η επίδοση ή κοινοποίηση πρέπει να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό. Εάν δεν καταστεί δυνατό να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί η πράξη εντός μηνός από την παραλαβή της, η υπηρεσία παραλαβής ειδοποιεί την υπηρεσία διαβίβασης [άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784]

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας διαβίβασης:

Αριθμός πρωτοκόλλου της υπηρεσίας παραλαβής:

Παραλήπτης:

1.   ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ (Άρθρο 14)

1.1.

Ημερομηνία και διεύθυνση της επίδοσης ή κοινοποίησης

1.2.

Η πράξη

1.2.1.

επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, συγκεκριμένα

1.2.1.1.

παραδόθηκε ☐

1.2.1.1.1.

στον παραλήπτη αυτοπροσώπως ☐

1.2.1.1.2.

σε άλλο πρόσωπο ☐

1.2.1.1.2.1.

Όνομα:

1.2.1.1.2.2.

Διεύθυνση:

1.2.1.1.2.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

1.2.1.1.2.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

1.2.1.1.2.2.3.

Χώρα:

1.2.1.1.2.3.

Σχέση με τον παραλήπτη:

Συγγενής ☐ υπάλληλος ☐ άλλο ☐

1.2.1.1.3.

διεύθυνση του παραλήπτη ☐

1.2.1.1.4.

σε άλλη διεύθυνση (να προσδιοριστεί) ☐ (23)

1.2.1.2.

επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε ταχυδρομικώς ☐

1.2.1.2.1.

χωρίς αποδεικτικό παραλαβής ☐

1.2.1.2.2.

μαζί με το συνημμένο αποδεικτικό παραλαβής ☐

1.2.1.2.2.1.

από τον παραλήπτη ☐

1.2.1.2.2.2.

από άλλο πρόσωπο ☐

1.2.1.2.2.2.1.

Όνομα:

1.2.1.2.2.2.2.

Διεύθυνση:

1.2.1.2.2.2.2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

1.2.1.2.2.2.2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

1.2.1.2.2.2.2.3.

Χώρα:

1.2.1.2.2.2.3.

Φύση της σχέσης με τον παραλήπτη:

Συγγενής ☐ υπάλληλος ☐ άλλο ☐

1.2.1.3.

ηλεκτρονική επίδοση (να αναφέρετε με ποιον τρόπο): ☐

1.2.1.4.

άλλη μέθοδος επίδοσης ή κοινοποίησης (να αναφέρετε με ποιον τρόπο): ☐

1.2.2.

επιδόθηκε ή κοινοποιήθηκε σύμφωνα με την ακόλουθη μέθοδο (να αναφέρετε με ποιον τρόπο): ☐

1.3.

Ο παραλήπτης της πράξης ενημερώθηκε εγγράφως σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (EE) 2020/1784 , ότι μπορεί να την αρνηθεί, εάν αυτή δεν έχει συνταχθεί ή δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης.

2.   ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 11 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 2020/1784

Η επίδοση ή κοινοποίηση δεν κατέστη δυνατή εντός μηνός από την παραλαβή ☐

3.   ΑΡΝΗΣΗ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ [Άρθρο 12 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784]

3.1.

Ο παραλήπτης αρνήθηκε να παραλάβει την πράξη λόγω της γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε ☐

3.1.1.

Ημερομηνία κατά την οποία επιχειρήθηκε η επίδοση ή κοινοποίηση:

3.1.2.

Ημερομηνία άρνησης, εφόσον είναι διαθέσιμη:

3.2.

Η πράξη επισυνάπτεται στην παρούσα βεβαίωση.

3.2.1.

Ναι ☐

3.2.2.

Όχι ☐

4.   ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΜΗ ΕΠΙΔΟΣΗΣ Ή ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

4.1.

Άγνωστη διεύθυνση

4.1.1.

Πραγματοποιήθηκαν ενέργειες για να προσδιοριστεί η διεύθυνση (24) ναι ☐ όχι ☐

4.2.

Ο παραλήπτης δεν ανευρίσκεται ☐

4.3.

Η πράξη δεν κατέστη δυνατό να επιδοθεί ή να κοινοποιηθεί πριν από την ημερομηνία ή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο σημείο 6.2. της αίτησης επίδοσης ή κοινοποίησης πράξεων (έντυπο Α) ☐

4.4.

Άλλο (να προσδιοριστεί): ☐

4.5.

Η πράξη επισυνάπτεται στην παρούσα βεβαίωση ναι ☐ όχι ☐

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:

ΕΝΤΥΠΟ ΙΒ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΟΥ ΝΑ ΑΡΝΗΘΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΕΠΙΔΟΣΗ Ή ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΑΞΗ

[Άρθρο 12 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) (25)]

Παραλήπτης:

I.   ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ

Το συνημμένο έγγραφο σας επιδίδεται ή κοινοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1784.

Έχετε δικαίωμα να αρνηθείτε τη συνημμένη προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη εφόσον δεν είναι συνταγμένη ή δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε γλώσσα την οποία κατανοείτε ή στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης.

Εάν επιθυμείτε να ασκήσετε αυτό το δικαίωμα, πρέπει είτε να δηλώσετε την άρνηση παραλαβής κατά τη χρονική στιγμή της επίδοσης ή κοινοποίησης απευθείας στο πρόσωπο που επιδίδει ή κοινοποιεί την πράξη, είτε, εντός δύο εβδομάδων από την επίδοση ή κοινοποίηση, να επιστρέψετε στη διεύθυνση που αναφέρεται κατωτέρω, το παρόν έντυπο συμπληρωμένο από εσάς ή γραπτή δήλωση στην οποία αναφέρεται ότι αρνείστε τη συνημμένη προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη λόγω της γλώσσας στην οποία έχει συνταχθεί.

Σημειωτέον ότι σε περίπτωση που αρνηθείτε τη συνημμένη προς επίδοση ή κοινοποίηση πράξη αλλά το δικαστήριο ή η αρχή που επιλαμβάνεται των δικαστικών διαδικασιών, στο πλαίσιο των οποίων κατέστη αναγκαία η επίδοση ή κοινοποίηση, αποφασίσει στη συνέχεια ότι η άρνηση δεν ήταν δικαιολογημένη, δύναται να επιβάλει τις έννομες συνέπειες που προβλέπονται για αδικαιολόγητη άρνηση πράξης από το δίκαιο του κράτους μέλους του δικάζοντος δικαστηρίου, όπως να θεωρήσει ότι η επίδοση ή κοινοποίηση έλαβε χώρα.

II.   ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΑΦΕΙ ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ (26):

1.

Ονομασία:

2.

Διεύθυνση:

2.1.

Οδός και αριθμός/ταχυδρομική θυρίδα:

2.2.

Τόπος και ταχυδρομικός κώδικας:

2.3.

Χώρα:

3.

Αριθ. πρωτοκόλλου:

4.

Τηλ.

5.

Φαξ ((*)):

6.

Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου:

III.   ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ (27):

Αρνούμαι να παραλάβω την πράξη διότι δεν είναι συνταγμένη ή δεν συνοδεύεται από μετάφραση σε γλώσσα την οποία κατανοώ ή στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του τόπου επίδοσης ή κοινοποίησης.

Κατανοώ την/τις ακόλουθη/ες γλώσσα/ες:

Βουλγαρικά

Λιθουανικά

Ισπανικά

Ουγγρικά

Τσεχικά

Μαλτεζικά

Γερμανικά

Ολλανδικά

Εσθονικά

Πολωνικά

Ελληνικά

Πορτογαλικά

Αγγλικά

Ρουμανικά

Γαλλικά

Σλοβακικά

Ιρλανδικά

Σλοβενικά

Κροατικά

Φινλανδικά

Ιταλικά

Σουηδικά

Λετονικά

Άλλη ☐ (να προσδιοριστεί): …

Τόπος:

Ημερομηνία:

Υπογραφή ή/και σφραγίδα ή ηλεκτρονική υπογραφή ή/και ηλεκτρονική σφραγίδα:


(1)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(2)  Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός αιτούντες, να παρασχεθούν τα στοιχεία τους, όπως καθορίζονται στα σημεία 3.1. έως 3.5.

(3)  Το στοιχείο αυτό ισχύει μόνο για τα κράτη μέλη που έχουν περισσότερες από μία επίσημες γλώσσες.

(4)  Το σημείο αυτό ισχύει μόνο από την ημερομηνία εφαρμογής του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784.

(5)  Η χρήση του παρόντος εντύπου είναι προαιρετική

(6)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(7)  Το παρόν έντυπο ισχύει μόνο για τα κράτη μέλη που παρέχουν συνδρομή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784.

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(8)  Η χρήση του παρόντος εντύπου είναι προαιρετική.

(9)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(10)  Το παρόν έντυπο ισχύει μόνο για τα κράτη μέλη που παρέχουν συνδρομή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2020/1784.

(11)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(12)  Η υποχρέωση αποστολής του αποδεικτικού μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ισχύει μόνο από την ημερομηνία εφαρμογής του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού (EE) 2020/1784.

(13)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(14)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(15)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(16)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(17)  Η υποχρέωση αποστολής του αποδεικτικού μέσω του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ ισχύει μόνο από την ημερομηνία εφαρμογής του αποκεντρωμένου συστήματος ΤΠ σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού (EE) 2020/1784.

(18)  Η χρήση του παρόντος εντύπου είναι προαιρετική.

(19)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(20)  Η χρήση του παρόντος εντύπου είναι προαιρετική.

(21)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(22)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(23)  Διεύθυνση που προσδιορίστηκε από την υπηρεσία παραλαβής σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (EE) 2020/1784.

(24)  Το στοιχείο αυτό ισχύει μόνο για τα κράτη μέλη που παρέχουν συνδρομή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (EE) 2020/1784.

(25)  ΕΕ L 405 της 2.12.2020, σ. 40.

(26)  Να συμπληρωθεί από την αρχή που εκτελεί την επίδοση ή κοινοποίηση

((*))  Το στοιχείο αυτό είναι προαιρετικό.

(27)  Να συμπληρωθεί και να υπογραφεί από τον παραλήπτη.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Καταργούμενος κανονισμός με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεων

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση ή κοινοποίηση πράξεων) και κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1348/2000 του Συμβουλίου (ΕΕ L 324 της 10.12.2007, σ. 79).

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 517/2013 του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 2013, για την προσαρμογή ορισμένων κανονισμών και αποφάσεων στους τομείς της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, του εταιρικού δικαίου, της πολιτικής ανταγωνισμού, της γεωργίας, της ασφάλειας των τροφίμων, της κτηνιατρικής και φυτοϋγειονομικής πολιτικής, της πολιτικής μεταφορών, της ενέργειας, της φορολογίας, των στατιστικών, των διευρωπαϊκών δικτύων, της δικαιοσύνης και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας και της ασφάλειας, του περιβάλλοντος, της τελωνειακής ένωσης, των εξωτερικών σχέσεων, της εξωτερικής πολιτικής, και της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας και των θεσμικών οργάνων, λόγω της προσχώρησης της Δημοκρατίας της Κροατίας (ΕΕ L 158 της 10.6.2013, σ. 1).

Μόνο τροποποιήσεις στα παραρτήματα I και II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1393/2007


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1393/2007

Ο παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3

-

-

Άρθρο 1 παράγραφος 3

-

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

-

Άρθρο 5 παράγραφοι 2, 3 και 4

-

Άρθρο 6

-

Άρθρο 7

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 5

Άρθρο 9

Άρθρο 6

Άρθρο 10

Άρθρο 7

Άρθρο 11

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 1, 2 και 3

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 12 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 12 παράγραφος 6

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 12 παράγραφος 7

Άρθρο 9

Άρθρο 13

Άρθρο 10

Άρθρο 14

Άρθρο 11

Άρθρο 15

Άρθρο 12

Άρθρο 16

Άρθρο 13

Άρθρο 17

Άρθρο 14

Άρθρο 18

-

Άρθρο 19

Άρθρο 15

Άρθρο 20 παράγραφος 1

-

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 16

Άρθρο 21

Άρθρο 17

Άρθρο 23

-

Άρθρο 24

-

Άρθρο 25

Άρθρο 18

Άρθρο 26

-

Άρθρο 27

-

Άρθρο 28

Άρθρο 19

Άρθρο 22

Άρθρο 20

Άρθρο 29

Άρθρο 21

Άρθρο 30

-

Άρθρο 31 παράγραφος 1

-

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 31 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 4

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 31 παράγραφος 5

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 31 παράγραφος 6

-

Άρθρο 32

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 1

-

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 33 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 33 παράγραφος 4

-

Άρθρο 34

Άρθρο 24

Άρθρο 35 παράγραφος 1

-

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 25

Άρθρο 36

Άρθρο 26

Άρθρο 37

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα I

-

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Παράρτημα III


Διορθωτικά

2.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 405/79


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/2033 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 575/2013, (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και (ΕΕ) αριθ. 806/2014

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 314 της 5ης Δεκεμβρίου 2019 )

1.

Στη σελίδα 46, στο άρθρο 57 παράγραφος 2:

αντί:

«2.   Έως τις 26 Ιουνίου 2026 ή την ημερομηνία εφαρμογής σε πιστωτικά ιδρύματα της εναλλακτικής τυποποιημένης προσέγγισης που προβλέπεται στο τρίτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 1α […]»

διάβαζε:

«2.   Έως τις 26 Ιουνίου 2026 ή την ημερομηνία εφαρμογής σε πιστωτικά ιδρύματα για σκοπούς απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων της εναλλακτικής τυποποιημένης προσέγγισης που προβλέπεται στο τρίτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 1α […]».

2.

Στη σελίδα 52, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 10) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 84 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) πρώτη περίπτωση:

αντί:

«—

το άθροισμα της απαίτησης που καθορίζεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 500 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1,»

διάβαζε:

«—

το άθροισμα της απαίτησης που καθορίζεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1,».

3.

Στη σελίδα 53, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 10) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 84 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii):

αντί:

«ii)

το ποσό του ενοποιημένου κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που αφορά την εν λόγω θυγατρική και που απαιτείται σε ενοποιημένη βάση για να επιτευχθεί το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 500 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1,»

διάβαζε:

«ii)

το ποσό του ενοποιημένου κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που αφορά την εν λόγω θυγατρική και που απαιτείται σε ενοποιημένη βάση για να επιτευχθεί το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1,».

4.

Στη σελίδα 53, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 10) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 84 παράγραφος 1 στοιχείο β):

αντί:

«β)

τα δικαιώματα μειοψηφίας της θυγατρικής εκπεφρασμένα ως ποσοστό όλων των μέσων κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 της εν λόγω επιχείρησης προσαυξημένο κατά τη σχετική διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, τα σχετικά κέρδη εις νέον και τα λοιπά αποθεματικά.»

διάβαζε:

«β)

τα δικαιώματα μειοψηφίας της θυγατρικής εκπεφρασμένα ως ποσοστό όλων των στοιχείων κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 της εν λόγω επιχείρησης.”·».

5.

Στη σελίδα 53, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 11) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 85 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) πρώτη περίπτωση:

αντί:

«—

το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 500 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο της κατηγορίας 1,»

διάβαζε:

«—

το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο της κατηγορίας 1,».

6.

Στη σελίδα 53, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 11) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 85 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii):

αντί:

«ii)

το ποσό του ενοποιημένου κεφαλαίου της κατηγορίας 1 που αφορά τη θυγατρική και που απαιτείται σε ενοποιημένη βάση για να επιτευχθεί το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 500 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο της κατηγορίας 1,»

διάβαζε:

«ii)

το ποσό του ενοποιημένου κεφαλαίου της κατηγορίας 1 που αφορά τη θυγατρική και που απαιτείται σε ενοποιημένη βάση για να επιτευχθεί το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις καλύπτονται από το κεφάλαιο της κατηγορίας 1,».

7.

Στη σελίδα 53, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 11) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 85 παράγραφος 1 στοιχείο β):

αντί:

«β)

το αποδεκτό κεφάλαιο της κατηγορίας 1 της θυγατρικής εκπεφρασμένο ως ποσοστό όλων των μέσων της κατηγορίας 1 της εν λόγω επιχείρησης προσαυξημένο κατά τη σχετική διαφορά από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, τα κέρδη εις νέον και τα λοιπά αποθεματικά.»

διάβαζε:

«β)

το αποδεκτό κεφάλαιο της κατηγορίας 1 της θυγατρικής εκπεφρασμένο ως ποσοστό όλων των στοιχείων κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 και πρόσθετων στοιχείων της κατηγορίας 1 της εν λόγω επιχείρησης.”·».

8.

Στη σελίδα 54, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 12) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 87 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) πρώτη περίπτωση:

αντί:

«—

το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 500 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες,»

διάβαζε:

«—

το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες,».

9.

Στη σελίδα 54, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 12) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 87 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii):

αντί:

«ii)

το ποσό των ιδίων κεφαλαίων που συνδέεται με τη θυγατρική και το οποίο απαιτείται σε ενοποιημένη βάση για να επιτευχθεί το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 500 του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες,»

διάβαζε:

«ii)

το ποσό των ιδίων κεφαλαίων που συνδέεται με τη θυγατρική και το οποίο απαιτείται σε ενοποιημένη βάση για να επιτευχθεί το άθροισμα της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού, των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 458 και 459 του παρόντος κανονισμού, των ειδικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της εν λόγω οδηγίας, καθώς και οποιωνδήποτε πρόσθετων απαιτήσεων τοπικών εποπτικών κανονισμών σε τρίτες χώρες,».

10.

Στη σελίδα 54, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 12) στοιχείο α), στο τροποποιούμενο άρθρο 87 παράγραφος 1 στοιχείο β):

αντί:

«β)

τα αποδεκτά ίδια κεφάλαια της θυγατρικής, εκπεφρασμένα ως ποσοστό όλων των μέσων ιδίων κεφαλαίων της θυγατρικής τα οποία περιλαμβάνονται σε στοιχεία κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, πρόσθετα στοιχεία της κατηγορίας 1 και της κατηγορίας 2 και της σχετικής διαφοράς από την έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, των κερδών εις νέον και των λοιπών αποθεματικών.”·»

διάβαζε:

«β)

τα αποδεκτά ίδια κεφάλαια της θυγατρικής, εκπεφρασμένα ως ποσοστό του αθροίσματος όλων των στοιχείων κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, των πρόσθετων στοιχείων της κατηγορίας 1 και των πρόσθετων στοιχείων της κατηγορίας 2, με εξαίρεση τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 62 στοιχεία γ) και δ), της εν λόγω επιχείρησης.”·».

11.

Στη σελίδα 55, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 25):

αντί:

«25.

Στο άρθρο 395, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“1.   […] σε όλους τους συνδεδεμένους πελάτες που δεν είναι ιδρύματα δεν υπερβαίνει το 25 % του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 του ιδρύματος.”.»

διάβαζε:

«25.

Στο άρθρο 395 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“1.   […] σε όλους τους συνδεδεμένους πελάτες που δεν είναι ιδρύματα ή επιχειρήσεις επενδύσεων δεν υπερβαίνει το 25 % του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 του ιδρύματος.”.».

12.

Στη σελίδα 56, στο άρθρο 62 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013] σημείο 33)

αντί:

«33.

Στο άρθρο 498 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Μέχρι τις 26 Ιουνίου 2021, […].”.»

διάβαζε:

«33.

Το άρθρο 498 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 498

Απαλλαγή για διαπραγματευτές βασικών εμπορευμάτων

Μέχρι τις 26 Ιουνίου 2021, […].”.».

13.

Στη σελίδα 61, στο άρθρο 63 [Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014] σημεία 6) και 7):

αντί:

«6.

Το άρθρο 49 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: […].

7.

Στο άρθρο 52, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: […]”.»

διάβαζε:

«6.

Το άρθρο 49 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: […].

6α)

Το άρθρο 50 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 9, στο άρθρο 2 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 5, στο άρθρο 17 παράγραφος 3, στο άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 40 παράγραφος 8, στο άρθρο 41 παράγραφος 8, στο άρθρο 42 παράγραφος 7, στο άρθρο 45 παράγραφος 10, στο άρθρο 47 παράγραφος 1α και στο άρθρο 52 παράγραφοι 10 και 12 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από τις 2 Ιουλίου 2014.”·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 9, στο άρθρο 2 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 5, στο άρθρο 17 παράγραφος 3, στο άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 40 παράγραφος 8, στο άρθρο 41 παράγραφος 8, στο άρθρο 42 παράγραφος 7, στο άρθρο 45 παράγραφος 10, στο άρθρο 47 παράγραφος 1α και στο άρθρο 52 παράγραφοι 10 και 12 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.”·

γ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“5.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 9, το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 13 παράγραφος 2, το άρθρο 15 παράγραφος 5, το άρθρο 17 παράγραφος 3, το άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 31 παράγραφος 4, το άρθρο 40 παράγραφος 8, το άρθρο 41 παράγραφος 8, το άρθρο 42 παράγραφος 7, το άρθρο 45 παράγραφος 10, το άρθρο 47 παράγραφος 1α και το άρθρο 52 παράγραφοι 10 ή 12 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημέρωσαν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.”·

7.

Στο άρθρο 52, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: […]”.».

14.

Στη σελίδα 63, στο άρθρο 66 παράγραφος 3 στοιχείο β):

αντί:

«β)

το άρθρο 62 σημείο 30) εφαρμόζεται από τις 25 Δεκεμβρίου 2019.»

διάβαζε:

«β)

το άρθρο 62 σημεία 30), 32) και 33) εφαρμόζεται από τις 25 Δεκεμβρίου 2019.».


2.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 405/84


Διορθωτικό στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2034 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2002/87/ΕΚ,Y 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 314 της 5ης Δεκεμβρίου 2019 )

1.

O τίτλος στη σελίδα περιεχομένων και ο τίτλος στη σελίδα 64:

αντί:

«σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2002/87/ΕΚ,Y 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ»

διάβαζε:

«σχετικά με την προληπτική εποπτεία επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2002/87/ΕΚ, 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ».

2.

Στη σελίδα 71, άρθρο 2 παράγραφος 2:

αντί:

«2.

… σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033.»

διάβαζε:

«2.

… σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 1 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033.».

3.

Στη σελίδα 102, άρθρο 54:

αντί:

«Σύμφωνα με το τμήμα 3 του κεφαλαίου 2 του παρόντος τίτλου, …»

διάβαζε:

«Σύμφωνα με το τμήμα 3 του κεφαλαίου 1 του παρόντος τίτλου, …».

4.

Στη σελίδα 110, άρθρο 63 σημείο 2):

αντί:

«2)

Στο άρθρο 45, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

“3.

Σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033, …”.»

διάβαζε:

«2)

Στο άρθρο 45, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

“3.

Σύμφωνα με το άρθρο 65 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033, …”.».

5.

Στη σελίδα 113, άρθρο 67 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 26 Ιουνίου 2021. Ωστόσο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με το άρθρο 64 σημείο 5) από τις 26 Μαρτίου 2020.»

διάβαζε:

«Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 26 Ιουνίου 2021. Ωστόσο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με το άρθρο 62 σημείο 6) όσον αφορά το άρθρο 8α παράγραφος 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ έως τις 27 Δεκεμβρίου 2020 και τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με το άρθρο 64 σημείο 5) από τις 26 Μαρτίου 2020.».