|
ISSN 1977-0669 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
63ό έτος |
|
|
|
II Μη νομοθετικές πράξεις |
|
|
|
|
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ |
|
|
|
* |
|
|
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
|
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Νομοθετικές πράξεις
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/696 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 25ης Μαΐου 2020
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα, λόγω της πανδημίας COVID-19
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 100 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Η πανδημία COVID-19 έχει οδηγήσει σε απότομη μείωση της εναέριας κυκλοφορίας ως αποτέλεσμα της σημαντικής μείωσης της ζήτησης μεταφορών και της θέσπισης από τα κράτη μέλη και τρίτες χώρες άμεσων μέτρων όπως το κλείσιμο των συνόρων και οι απαγορεύσεις εναέριας κυκλοφορίας για την ανάσχεση της πανδημίας. |
|
(2) |
Τα αριθμητικά στοιχεία που δημοσίευσε ο Eurocontrol, που είναι ο διαχειριστής δικτύου εναερίου κυκλοφορίας του ενιαίου ευρωπαϊκού ουρανού, δειχνουν πτώση της αεροπορικής κίνησης κατά περίπου 90 % για την περιοχή της Ευρώπης στα τέλη Μαρτίου του 2020 σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2019. Οι αερομεταφορείς αναφέρουν σημαντικές μειώσεις των μελλοντικών κρατήσεων λόγω της πανδημίας COVID-19, και ματαιώνουν πτήσεις για τη χειμερινή περίοδο προγραμματισμού δρομολογίων 2019-2020 και τη θερινή περίοδο 2020. Η αιφνίδια πτώση της ζήτησης και ο άνευ προηγουμένου ρυθμός ακυρώσεων προκάλεσε για τους αερομεταφορείς σοβαρά προβλήματα ρευστότητας αμέσως συνδεόμενα με την πανδημία COVID-19. |
|
(3) |
Ενωσιακοί αερομεταφορείς οι οποίοι ήταν οικονομικά υγιείς πριν από την πανδημία COVID-19 αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας που θα μπορούσαν να προκαλέσουν την αναστολή ή ανάκληση της άδειας εκμετάλλευσής τους, ή την αντικατάστασή της από προσωρινή άδεια, χωρίς διαρθρωτική οικονομική ανάγκη. Η χορήγηση προσωρινής άδειας σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) θα μπορούσε να στείλει αρνητικό μήνυμα στην αγορά σχετικά με την ικανότητα επιβίωσης ενός αερομεταφορέα, το οποίο με τη σειρά του θα επιδείνωνε τα κατά τα άλλα συγκυριακά οικονομικά προβλήματά της. Βάσει της αξιολόγησης που διενεργείται κατά την περίοδο μεταξύ 1ης Μαρτίου 2020 και 31ης Δεκεμβρίου 2020, είναι συνεπώς σκόπιμο, υπό τον όρο ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια και ότι υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ικανοποιητικής οικονομικής ανασυγκρότησης εντός 12 μηνών, η άδεια εκμετάλλευσης των εν λόγω αερομεταφορέων να μην αναστέλλεται ή να μην ανακαλείται. Στο τέλος αυτής της 12μηνης περιόδου, ο ενωσιακός αερομεταφορέας θα πρέπει να υπόκειται στη διαδικασία του άρθρου άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008. Η υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 για ενημέρωση της Επιτροπής τεκμαίρεται εφαρμοζομένη επίσης επί των αποφάσεων να μην ανασταλεί ή να μην ανακληθεί η άδεια εκμετάλλευσης. |
|
(4) |
Εκτός από τα έκτακτα μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν σε περίπτωση απρόοπτων βραχυχρόνιων προβλημάτων, λόγω απρόβλεπτων και αναπόφευκτων καταστάσεων, σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απορρίπτουν, να περιορίζουν ή να επιβάλουν προϋποθέσεις στην άσκηση δικαιωμάτων κίνησης, για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που ανακύπτουν από την πανδημία COVID-19, των οποίων η διάρκεια μπορεί να παραταθεί. Τα έκτακτα μέτρα στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19 θα πρέπει να τηρούν τις αρχές της αναλογικότητας και της διαφάνειας, και να βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις, εφαρμοζόμενα σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008. |
|
(5) |
Σε αερολιμένες όπου ο αριθμός των παρεχόντων υπηρεσίες εδάφους είναι περιορισμένος δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 2 και του άρθρου 9 της οδηγίας 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου (3), οι πάροχοι μπορούν να επιλέγονται για μέγιστη περίοδο επτά ετών. Οι παρέχοντες υπηρεσίες των οποίων η περίοδος πλησιάζει στο τέλος της μπορούν, για τον λόγο αυτό, να αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Κρίνεται συνεπώς σκόπιμο να παραταθεί αυτή η μέγιστη χρονική περίοδος. |
|
(6) |
Ως αποτέλεσμα της πανδημίας COVID-19, σε αερολιμένες στους οποίους ο αριθμός των παρεχόντων υπηρεσίες εδάφους είναι περιορισμένος, ένας ή περισσότεροι παρέχοντες μπορεί να παύσουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους προτού καταστεί δυνατή η επιλογή νέου παρέχοντα με βάση τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/67/ΕΚ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, είναι σκόπιμο ο οργανισμός διαχείρισης του αερολιμένα να μπορεί να επιλέξει απευθείας έναν παρέχοντα υπηρεσίες εδάφους για την παροχή υπηρεσιών για μέγιστη περίοδο έξι μηνών. Υπενθυμίζεται ότι, οταν ο οργανισμός διαχείρισης του αερολιμένα χρειάζεται να προμηθευθεί υπηρεσίες εδάφους λόγω της πανδημίας COVID-19 και αποτελεί αναθέτοντα φορέα κατά την έννοια του άρθρου 4 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), θα πρέπει να τηρεί την εν λόγω οδηγία. |
|
(7) |
Χρειάζεται μια ικανοποιητική οικονομική ανόρθωση με στόχο την αποφυγή απολύσεων και με εγγυήσεις ότι η ανόρθωση αυτή δεν θα θίξει τα δικαιώματα των εργαζομένων. Η επέκταση των αδειών των παρόχων υπηρεσιών εδάφους θα πρέπει να επιδιώκει τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. |
|
(8) |
Η πορεία της πανδημίας COVID-19 και η επίδρασή της στον τομέα των αερομεταφορών είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Η Επιτροπή θα πρέπει να αναλύει συνεχώς τις επιπτώσεις της πανδημίας στον τομέα των αερομεταφορών και, εάν εξακολουθούν οι αντίξοες συνθήκες, η Ένωση θα πρέπει να είναι σε θέση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση να παρατείνει την περίοδο εφαρμογής των μέτρων του παρόντος κανονισμού. |
|
(9) |
Προκειμένου να παρατείνεται, όταν είναι αναγκαίο και δικαιολογημένο, η περίοδος κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές αδειοδότησης μπορούν να μην αναστείλουν ή να μην ανακαλέσουν τις άδειες εκμετάλλευσης, η περίοδος κατά την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να απορρίπτουν, να περιορίζουν ή να επιβάλουν προϋποθέσεις στην άσκηση δικαιωμάτων κίνησης, και η περίοδος κατά την οποία είναι δυνατή η παράταση των συμβάσεων των παρεχόντων υπηρεσίες εδάφους και η περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο οργανισμός διαχείρισης ενός αερολιμένα μπορεί να επιλέξει απευθείας πάροχο υπηρεσιών εδάφους, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (5). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. |
|
(10) |
Λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα που συνεπάγονται οι εξαιρετικές περιστάσεις λόγω της πανδημίας COVID-19 οι οποίες δικαιολογούν τα προτεινόμενα μέτρα, και ιδίως για την ταχεία έγκριση των αναγκαίων μέτρων ώστε να αντιμετωπιστούν τα σοβαρά και άμεσα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τομέας, θεωρήθηκε σκόπιμο να προβλεφθεί εξαίρεση από την προθεσμία των οκτώ εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), στη ΣΛΕΕ και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. |
|
(11) |
Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 λόγω της πανδημίας COVID-19, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, αλλά μπορεί, λόγω της έκτασης και των επιπτώσεών της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. |
|
(12) |
Η απρόβλεπτη και αιφνίδια εκδήλωση της πανδημίας COVID-19 και οι σχετικές νομοθετικές διαδικασίες που απαιτούνται για την έγκριση των σχετικών μέτρων κατέστησαν αδύνατη την έγκαιρη έγκριση τέτοιων μέτρων. Για τον λόγο αυτό, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει επίσης να καλύπτουν την περίοδο πριν από την έναρξη ισχύος του. Δεδομένης της φύσης των εν λόγω διατάξεων, η προσέγγιση αυτή δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την παραβίαση της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των ενδιαφερομένων. |
|
(13) |
Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
|
(14) |
Λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα που συνεπάγονται οι εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες δικαιολογούν τα μέτρα που θεσπίζονται, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Στο άρθρο 1, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Ο παρών κανονισμός ρυθμίζει τη χορήγηση αδειών στους κοινοτικούς αερομεταφορείς, το δικαίωμα των κοινοτικών αερομεταφορέων να εκτελούν ενδοκοινοτικά αεροπορικά δρομολόγια και την τιμολόγηση των ενδοκοινοτικών αεροπορικών δρομολογίων. Θεσπίζει επίσης προσωρινούς κανόνες για την παροχή υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Ένωσης.». |
|
2) |
Στο άρθρο 9, παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι: «1α. Με βάση τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες πραγματοποιούνται από την 1η Μαρτίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, η αρμόδια αρχή αδειοδότησης μπορεί να αποφασίσει πριν από το τέλος αυτής της περιόδου να μην αναστείλει ή να μην ανακαλέσει την άδεια εκμετάλλευσης του ενωσιακού αερομεταφορέα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια και ότι υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ικανοποιητικής χρηματοοικονομικής ανασυγκρότησης εντός των επόμενων 12 μηνών. Επανεξετάζει τις επιδόσεις του εν λόγω ενωσιακού αερομεταφορέα στο τέλος της 12μηνης περιόδου και αποφασίζει αν η άδεια εκμετάλλευσης αναστέλλεται ή ανακαλείται και χορηγείται προσωρινή άδεια βάσει της παραγράφου 1. 1β. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, βάσει των στοιχείων που δημοσιεύει ο Eurocontrol,που διαχειρίζεται το δίκτυο εναερίου κυκλοφορίας στον ενιαίο ευρωπαικό ουρανό, ότι η μείωση του επιπέδου της εναέριας κυκλοφορίας σε σύγκριση με το επίπεδο της αντίστοιχης περιόδου του 2019 συνεχίζεται και είναι πιθανό να συνεχιστεί, και, διαπιστώσει επίσης, βάσει των βέλτιστων διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων, όπως αυτών του Ευρωπαικού κέντρου πρόληψης και ελέγχου των ασθενειών, ότι η κατάσταση αυτή αποτελεί συνέπεια των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 25α για να τροποποιήσει τον παρόντα κανονισμό αναλόγως με την παράταση της περιόδου από την 1η Μαρτίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 που αναφέρεται στην παράγραφο 1α του παρόντος άρθρου. 1γ. Η Επιτροπή παρακολουθεί συνεχώς την κατάσταση με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο 1β. Βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνοπτική έκθεση σχετικά με το θέμα αυτό έως τις 15 Νοεμβρίου 2020. Όταν πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1β, η Επιτροπή εκδίδει το συντομότερο δυνατόν την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που προβλέπεται στην παράγραφο 1β. 1δ. Εάν, σε περίπτωση παρατεταμένων επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών στην Ένωση, το επιβάλλουν επιτακτικοί λόγοι επείγοντος, η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.». |
|
3) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 21α Έκτακτα μέτρα που συνδέονται με την πανδημία COVID-19 1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 21, για την περίοδο από την 1η Μαρτίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, τα κράτη μέλη μπορούν, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 1, να απορρίπτουν, να περιορίζουν ή να επιβάλουν προϋποθέσεις στην άσκηση δικαιωμάτων κίνησης, εάν τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19. Τα μέτρα αυτά είναι σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της διαφάνειας και βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις. 2. Το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τη διάρκειά τους, και τους παρέχει επαρκή αιτιολόγηση για την ανάγκη λήψης των εν λόγω μέτρων. Εάν το κράτος μέλος τροποποιήσει, αναστείλει ή ανακαλέσει τα μέτρα αυτά μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. 3. Η Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε κράτους μέλους ή από τα άλλα εμπλεκόμενα κράτη μέλη, ή με δική της πρωτοβουλία, μπορεί να αναστείλει τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εάν δεν πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 ή εάν αντιβαίνουν κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο στην ενωσιακή νομοθεσία. 4. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, βάσει των βέλτιστων επιστημονικών γνώσεων αποδεικτικών στοιχείων και δεδομένων, όπως αυτών του Ευρωπαικού κέντρου πρόληψης και ελέγχου των ασθενειών, που επιβεβαιώνουν τη συνέχιση της πανδημίας COVID-19, ότι οι απαγορεύσεις, οι περιορισμοί ή η επιβολή προϋποθέσεων στην άσκηση των δικαιωμάτων κίνησης από τα κράτη μέλη πιθανόν να είναι αναγκαίοι πέραν της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 25α για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού αναλόγως με την παράταση της εν λόγω περιόδου. 5. Η Επιτροπή παρακολουθεί συνεχώς την κατάσταση με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνοπτική έκθεση σχετικά με το εν λόγω θέμα έως τις 15 Νοεμβρίου 2020. Όταν είναι αναγκαίο, η Επιτροπή εκδίδει το συντομότερο δυνατόν την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4. 6. Εάν, σε περίπτωση παρατεταμένων επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών στην Ένωση, το επιβάλλουν επιτακτικοί λόγοι επείγοντος, η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.». |
|
4) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ IVα ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΔΑΦΟΥΣ Άρθρο 24α 1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου (*1), οι συμβάσεις ή οι άδειες που χορηγούνται στους παρέχοντες υπηρεσίες εδάφους οι οποίοι έχουν επιλεγεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας και οι οποίες λήγουν την περίοδο από τις 28 Μαΐου 2020 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021 μπορούν να παραταθούν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, 2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της οδηγίας 96/67/ΕΚ για την περίοδο από την 1η Μαρτίου 2020 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, εάν ένας παρέχων υπηρεσίες εδάφους παύσει τη δραστηριότητά του πριν από το τέλος της περιόδου για την οποία επελέγη, ο οργανισμός διαχείρισης του αερολιμένα ή η αρμοδία αρχή του κράτους μέλους μπορεί να επιλέξει απευθείας παρέχοντα υπηρεσίες εδάφους, ο οποίος θα παρέχει τις υπηρεσίες για μέγιστη περίοδο έξι μηνών ή για την περίοδο έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, ανάλογα με το ποια περίοδος είναι μεγαλύτερη. 3. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, με βάση τα στοιχεία που δημοσιεύει ο Eurocontrol, ότι η μείωση του επιπέδου της εναέριας κυκλοφορίας, σε σύγκριση με το επίπεδο της αντίστοιχης περιόδου του 2019, συνεχίζεται και είναι πιθανό να συνεχιστεί, ότι η κατάσταση αυτή οφείλεται στις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 και ότι οδηγεί σε διακοπή της παροχής υπηρεσιών εδάφους ή σε δυσκολίες πρόσβασης σε χρηματοδότηση για τους παρέχοντες υπηρεσίες εδάφους στους αερολιμένες της Ένωσης, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 25α για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού με την ανάλογη παράταση των περιόδων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. 4. Η Επιτροπή παρακολουθεί συνεχώς την κατάσταση με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο 3. Βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνοπτική έκθεση σχετικά με το θέμα αυτό έως τις 15 Νοεμβρίου 2020. Όπου είναι αναγκαίο, η Επιτροπή εκδίδει το συντομότερο δυνατόν την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που προβλέπεται στην παράγραφο 3. 5. Εάν, σε περίπτωση παρατεταμένων επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών στην Ένωση, το επιβάλλουν επιτακτικοί λόγοι επείγοντος, η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου. (*1) Οδηγία 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Κοινότητας (ΕΕ L 272 της 25.10.1996, σ. 36).»." |
|
5) |
Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα: «Άρθρο 25α Άσκηση της εξουσιοδότησης 1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου. 2. Η αναφερόμενη στο άρθρο 9 παράγραφος 1β, στο άρθρο 21α παράγραφος 4 και στο άρθρο 24α παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο ενός έτους από τις 28 Μαΐου 2020. 3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1β, στο άρθρο 21α παράγραφος 4 και στο άρθρο 24α παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. 4. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. 5. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. 6. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 9 παράγραφος 1β, 21α παράγραφος 4 και 24α παράγραφος 3αρχίζει να ισχύει μόνο αν δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. Άρθρο 25β Διαδικασία επείγοντος 1. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται βάσει του παρόντος άρθρου αρχίζει να ισχύει αμέσως και εφαρμόζεται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγοντος. 2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 25α. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.». |
Άρθρο 2
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2020.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
A. METELKO-ZGOMBIC
(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 2020.
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3).
(3) Οδηγία 96/67/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1996, σχετικά με την πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους στους αερολιμένες της Κοινότητας (ΕΕ L 272 της 25.10.1996, σ. 36).
(4) Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 243).
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/7 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2020/697 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 25ης Μαΐου 2020
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/352, ώστε να μπορεί ο φορέας διαχείρισης του λιμένα ή η αρμόδια αρχή να παρέχει ευελιξία όσον αφορά την είσπραξη τελών λιμενικών υποδομών στο πλαίσιο της επιδημικής έκρηξης της COVID-19
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 100 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Η επιδημική έκρηξη της COVID-19 έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Οι σοβαρές συνέπειες για τις υπηρεσίες των θαλάσσιων μεταφορών και τη χρήση των λιμενικών υποδομών έχουν γενικευθεί από τις αρχές του Μαρτίου του 2020 και είναι πιθανόν να συνεχίσουν όλο το 2020. Η απαλλαγή από την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών ή η αναστολή, η μείωση ή η αναβολή της εν λόγω καταβολής θα μπορούσε να συμβάλει στη βιώσιμη οικονομική λειτουργία των φορέων εκμετάλλευσης πλοίων υπό αυτές τις έκτακτες περιστάσεις. |
|
(2) |
Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), τα κράτη μέλη απαιτείται να διασφαλίζουν την είσπραξη τελών λιμενικών υποδομών. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 δεν προβλέπει καμία εξαίρεση από την υποχρέωση είσπραξης τελών. |
|
(3) |
Λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας των συνεπειών της επιδημικής έκρηξης της COVID-19, κρίνεται σκόπιμο να επιτραπεί στον φορέα διαχείρισης του λιμένα ή στην αρμόδια αρχή να αποφασίζουν να απαλλάσσουν από την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών ή να αναστέλλουν, να μειώνουν ή να αναβάλλουν την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών που οφείλονται για την περίοδο από 1ης Μαρτίου 2020 έως 31 Οκτωβρίου 2020. Εντούτοις, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να μην επεμβαίνει στην οργάνωση των λιμένων των κρατών μελών. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να διατηρούν την αρμοδιότητα ρύθμισης της υιοθέτησης τέτοιων αποφάσεων από τον φορέα διαχείρισης του λιμένα ή την αρμόδια αρχή. Μια τέτοια απαλλαγή από την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών ή μια τέτοια αναστολή, μείωση ή αναβολή της εν λόγω καταβολής θα πρέπει να παρέχεται κατά τρόπο διαφανή, αντικειμενικό και χωρίς διακρίσεις. |
|
(4) |
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης, κρίνεται επίσης σκόπιμο να επιτραπεί στον φορέα διαχείρισης του λιμένα ή στην αρμόδια αρχή να παρεκκλίνουν από την προβλεπόμενη στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/352 υποχρέωση ενημέρωσης των χρηστών της λιμενικής υποδομής για τυχόν αλλαγές στη φύση ή το επίπεδο των τελών λιμενικών υποδομών τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω αλλαγών. |
|
(5) |
Επειδή ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/352 για την αντιμετώπιση της επείγουσας κατάστασης που δημιούργησε η επιδημική έκρηξη της COVID-19, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της έκτασης και των επιπτώσεων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. |
|
(6) |
Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα που συνεπάγονται οι έκτακτες περιστάσεις που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID-19 οι οποίες δικαιολογούν τα προτεινόμενα μέτρα, και πιο συγκεκριμένα προκειμένου να εκδοθούν τα αναγκαία μέτρα ταχέως με στόχο τη συμβολή στη βιώσιμη οικονομική λειτουργία των φορέων εκμετάλλευσης πλοίων, κρίθηκε σκόπιμο να προβλεφθεί εξαίρεση από την προθεσμία των οκτώ εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ, στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. |
|
(7) |
Η απρόβλεπτη και αιφνίδια επιδημική έκρηξη της COVID-19 και οι νομοθετικές διαδικασίες που απαιτούνται για την έκδοση των σχετικών μέτρων σήμαιναν ότι ήταν αδύνατη η έγκαιρη έκδοση τέτοιων μέτρων. Για τον λόγο αυτόν, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται στα τέλη λιμενικών υποδομών που οφείλονται για μία περίοδο πριν από την έναρξη ισχύος του. Δεδομένου του χαρακτήρα των εν λόγω διατάξεων, η προσέγγιση αυτή δεν έχει ως αποτέλεσμα την παραβίαση της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των ενδιαφερομένων. |
|
(8) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως. |
|
(9) |
Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/352 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:
«3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφοι 1, 3 και 4, ο φορέας διαχείρισης του λιμένα ή η αρμόδια αρχή δύναται να αποφασίσει να απαλλάσσει από την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών ή να αναστέλλει, να μειώνει ή να αναβάλλει την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών που οφείλονται για την περίοδο από 1ης Μαρτίου 2020 έως 31 Οκτωβρίου 2020. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι τέτοιες αποφάσεις οφείλουν να τηρούν τις απαιτήσεις που καθορίζονται προς τούτο στο εθνικό δίκαιο. Η απαλλαγή από την καταβολή τελών λιμενικών υποδομών ή η αναστολή, η μείωση ή η αναβολή της εν λόγω καταβολής παρέχεται κατά τρόπο διαφανή, αντικειμενικό και χωρίς διακρίσεις.
Ο φορέας διαχείρισης του λιμένα ή η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι χρήστες του λιμένα και οι εκπρόσωποι ή οι ενώσεις των χρηστών του λιμένα ενημερώνονται σχετικώς. Δεν εφαρμόζεται το χρονικό όριο των δύο μηνών που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 5.».
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2020.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
A. METELKO-ZGOMBIĆ
(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2020 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2020.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2017, για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και κοινών κανόνων για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων (ΕΕ L 57 της 3.3.2017, σ. 1).
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/10 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/698 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 25ης Μαΐου 2020
για τη θέσπιση ειδικών και προσωρινών μέτρων λόγω της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19 και σχετικά με την ανανέωση ή επέκταση ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και με την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης σε ορισμένους τομείς της νομοθεσίας για τις μεταφορές
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 και το άρθρο 100 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Η επιδημική έκρηξη της COVID‐19 και η επακόλουθη κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας αποτελούν μια άνευ προηγουμένου πρόκληση για τα κράτη μέλη και συνιστούν σημαντική επιβάρυνση για τις εθνικές αρχές, τους πολίτες της Ένωσης και τους οικονομικούς φορείς, ιδίως στον τομέα των μεταφορών. Η κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας έχει δημιουργήσει έκτακτες περιστάσεις που επηρεάζουν τη συνήθη δραστηριότητα των αρμόδιων αρχών στα κράτη μέλη, καθώς και το έργο των επιχειρήσεων μεταφορών όσον αφορά τις διοικητικές διατυπώσεις που πρέπει να διεκπεραιωθούν σε διάφορους τομείς μεταφορών, και οι οποίες δεν μπορούσαν ευλόγως να είχαν προβλεφθεί κατά τον χρόνο έκδοσης των σχετικών μέτρων. Οι εν λόγω έκτακτες περιστάσεις έχουν σημαντικό αντίκτυπο σε διάφορους τομείς που καλύπτονται από το ενωσιακό δίκαιο για τις μεταφορές. |
|
(2) |
Ειδικότερα, οι μεταφορείς και άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ενδέχεται να μην είναι σε θέση να ολοκληρώσουν τις διατυπώσεις ή τις διαδικασίες που απαιτούνται προκειμένου να συμμορφωθούν με ορισμένες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου για την ανανέωση ή την παράταση της ισχύος πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων ή για την ολοκλήρωση άλλων βημάτων που είναι αναγκαία για τη διατήρηση της ισχύος τους. Για τους ίδιους λόγους, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που ορίζει το ενωσιακό δίκαιο και να διασφαλίσουν τη διεκπεραίωση των σχετικών αιτημάτων που υποβάλλουν οι μεταφορείς πριν λήξουν οι ισχύουσες προθεσμίες. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν μέτρα για την αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών, καθώς και για την ύπαρξη ασφάλειας δικαίου και την ορθή εφαρμογή των σχετικών νομικών πράξεων. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να προβλεφθούν προσαρμογές, ιδίως όσον αφορά ορισμένες προθεσμίες, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα της Επιτροπής να επιτρέπει παρατάσεις κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε κράτους μέλους. |
|
(3) |
Η οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) θεσπίζει τους εφαρμοστέους κανόνες σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών. Οι οδηγοί αυτοί πρέπει να κατέχουν πιστοποιητικό επαγγελματικής ικανότητας (ΠΕΙ) και να αποδεικνύουν ότι έχουν ολοκληρώσει την περιοδική κατάρτιση με την κατοχή άδειας οδήγησης ή δελτίου επιμόρφωσης οδηγού στο οποίο καταχωρίζεται η περιοδική κατάρτιση. Λόγω των δυσκολιών που συνεπάγεται για τον κάτοχο ΠΕΙ η ολοκλήρωση της περιοδικής κατάρτισης και η ανανέωση των ΠΕΙ που πιστοποιούν την κατάρτιση αυτή εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, που είχαν ήδη ανακύψει την 1η Φεβρουαρίου 2020 σε ορισμένα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς των εν λόγω πιστοποιητικών κατά επτά μήνες από την ημερομηνία λήξης τους, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια των οδικών μεταφορών. Τα μέτρα σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα, που έχουν ληφθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/59/ΕΚ, το παράρτημα Ι της οδηγίας 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), ή το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2003/59/ΕΚ πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ. |
|
(4) |
Η οδηγία 2006/126/ΕΚ θεσπίζει κανόνες για τις άδειες οδήγησης. Προβλέπει την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών οδήγησης που εκδίδουν τα κράτη μέλη με βάση ενωσιακό υπόδειγμα άδειας οδήγησης και θεσπίζει σειρά ελάχιστων απαιτήσεων για τις άδειες αυτές. Ειδικότερα, οι οδηγοί μηχανοκίνητων οχημάτων πρέπει να διαθέτουν έγκυρη άδεια οδήγησης, η οποία πρέπει να ανανεώνεται ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, να ανταλλάσσεται μετά τη λήξη της διοικητικής της ισχύος. Λόγω των δυσκολιών ανανέωσης των αδειών οδήγησης εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, που είχαν ήδη ανακύψει την 1η Φεβρουαρίου 2020 σε ορισμένα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς ορισμένων αδειών κατά επτά μήνες από την ημερομηνία λήξης τους, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια της οδικής κινητικότητας. |
|
(5) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) θεσπίζει κανόνες για τους ταχογράφους στις οδικές μεταφορές. Η συμμόρφωση με τους κανόνες για τον χρόνο οδήγησης, τον χρόνο εργασίας και τις περιόδους ανάπαυσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και στην οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διασφάλιση του θεμιτού ανταγωνισμού και της οδικής ασφάλειας. Λόγω της ανάγκης να εξασφαλιστεί η συνέχεια της παροχής υπηρεσιών οδικών μεταφορών, παρά τις δυσκολίες κατά την εκτέλεση των τακτικών επιθεωρήσεων των ταχογράφων λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, οι επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, οι οποίες θα έπρεπε να διενεργηθούν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θα πρέπει πλέον να διενεργηθούν το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα έπρεπε να έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο. Για τον ίδιο λόγο, οι δυσκολίες ανανέωσης και αντικατάστασης των καρτών οδηγού λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 δικαιολογούν τη χορήγηση πρόσθετης προθεσμίας στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για τους σκοπούς αυτούς. Στις περιπτώσεις αυτές, οι οδηγοί θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, και την υποχρέωση, να καταφύγουν σε βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις για την καταγραφή των απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με τον χρόνο οδήγησης, τον χρόνο εργασίας και τις περιόδους ανάπαυσης, έως ότου λάβουν νέα κάρτα. |
|
(6) |
Η οδηγία 2014/45/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) θεσπίζει κανόνες για τους περιοδικούς τεχνικούς ελέγχους των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους. Ο περιοδικός τεχνικός έλεγχος είναι ένα σύνθετο έργο με το οποίο εξασφαλίζεται ότι τα οχήματα διατηρούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης τους σε ασφαλή και αποδεκτή περιβαλλοντικά κατάσταση. Λόγω δυσκολιών διενέργειας των περιοδικών τεχνικών ελέγχων ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, που είχαν ήδη ανακύψει την 1η Φεβρουαρίου 2020 σε ορισμένα κράτη μέλη, οι περιοδικοί τεχνικοί έλεγχοι που θα έπρεπε να διενεργηθούν μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 θα πρέπει πλέον να διενεργηθούν σε μεταγενέστερη ημερομηνία, αλλά όχι αργότερα από επτά μήνες μετά την αρχική προθεσμία και τα σχετικά πιστοποιητικά θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν μέχρι την εν λόγω μεταγενέστερη ημερομηνία. |
|
(7) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) θεσπίζει κοινούς κανόνες όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα. Η επιδημική έκρηξη της COVID‐19 και η επακόλουθη κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας έχει σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομική κατάσταση του τομέα και ορισμένες επιχειρήσεις μεταφορών δεν πληρούν πλέον την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας. Δεδομένου του μειωμένου επιπέδου δραστηριότητας που συνεπάγεται η κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας, μπορεί να αναμένεται ότι θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος απ’ ό,τι συνήθως προκειμένου οι επιχειρήσεις να αποδείξουν ότι η απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας θα ικανοποιείται και πάλι σε μόνιμη βάση. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να παραταθεί η μέγιστη προθεσμία που προβλέπεται για τους σκοπούς αυτούς στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 από έξι σε δώδεκα μήνες, όσον αφορά αξιολογήσεις της οικονομικής επιφάνειας των επιχειρήσεων μεταφορών, που καλύπτουν το σύνολο ή μέρος της περιόδου μεταξύ 1ης Μαρτίου 2020 και 30ής Σεπτεμβρίου 2020. Εάν έχει ήδη διαπιστωθεί τέτοια αδυναμία και η προθεσμία που έχει καθοριστεί από την αρμόδια αρχή δεν έχει ακόμη εκπνεύσει, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να μπορεί να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία σε 12 μήνες συνολικά. |
|
(8) |
Οι κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 (9) και (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 (10) θεσπίζουν κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών και πρόσβασης στη διεθνή αγορά υπηρεσιών μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία, αντίστοιχα. Για τις διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές και τις διεθνείς μεταφορές επιβατών με πούλμαν και λεωφορεία απαιτείται, μεταξύ άλλων, η κατοχή κοινοτικής άδειας και, στην περίπτωση οδηγών υπηκόων τρίτων χωρών και οι οποίοι εκτελούν εμπορευματικές μεταφορές, η βεβαίωση οδηγού. Η λειτουργία τακτικών γραμμών με λεωφορεία και πούλμαν υπόκειται επίσης σε χορήγηση άδειας. Οι εν λόγω άδειες, βεβαιώσεις και εγκρίσεις μπορούν να ανανεωθούν, αφού εξακριβωθεί ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις. Λόγω των δυσκολιών ανανέωσης των αδειών και των βεβαιώσεων εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ισχύς τους κατά έξι μήνες από την ημερομηνία λήξης τους, ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια των οδικών μεταφορών. |
|
(9) |
Η οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), θεσπίζει κανόνες για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. Λαμβανομένων υπόψη των μέτρων εγκλεισμού σε συνδυασμό με τον πρόσθετο φόρτο εργασίας που συνεπάγεται η ανάσχεση της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, οι εθνικές αρχές, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας και, ενόψει της επικείμενης λήξης ισχύος των υφιστάμενων εγκρίσεων ασφάλειας, όσον αφορά την έκδοση των εγκρίσεων αυτών για μεταγενέστερη περίοδο που καλύπτεται αντιστοίχως από τα άρθρα 10 και 12 της παρούσας οδηγίας. Ως εκ τούτου, η προθεσμία για την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας θα πρέπει να παραταθεί κατά έξι μήνες, και τα σχετικά υφιστάμενα ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας θα πρέπει αντιστοίχως να εξακολουθήσουν να ισχύουν. Ομοίως, η ισχύς τέτοιων εγκρίσεων ασφάλειας θα πρέπει να παραταθεί κατά έξι μήνες. |
|
(10) |
Σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ορισμένα κράτη μέλη παρέτειναν την περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της εν λόγω οδηγίας. Επομένως, στα εν λόγω κράτη μέλη εξακολουθούν να ισχύουν οι κανόνες της οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12). Είναι επομένως επίσης αναγκαίο να προβλεφθεί παράταση των προθεσμιών για την ανανέωση των πιστοποιητικών ασφαλείας και των εγκρίσεων ασφάλειας που έχουν εκδοθεί δυνάμει των άρθρων 10 και 11 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ και να διευκρινιστεί ότι τα σχετικά πιστοποιητικά και εγκρίσεις ασφάλειας εξακολουθούν αντίστοιχα να ισχύουν. |
|
(11) |
Η οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) θεσπίζει κανόνες σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Ένωσης. Το άρθρο 14 παράγραφος 5 και το άρθρο 16 της εν λόγω οδηγίας ορίζουν ότι η ισχύς των αδειών μηχανοδηγού περιορίζεται σε δέκα έτη και υπόκειται σε περιοδικούς ελέγχους. Λόγω των δυσχερειών όσον αφορά την ανανέωση της άδειας συνεπεία των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, η ισχύς των αδειών που λήγουν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 θα πρέπει να παραταθεί κατά έξι μήνες από την ημερομηνία λήξης τους. Ομοίως, στους μηχανοδηγούς θα πρέπει να χορηγηθεί επιπλέον περίοδος έξι μηνών για την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων. |
|
(12) |
Με την οδηγία 2012/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) δημιουργείται ενιαίος ευρωπαϊκός σιδηροδρομικός χώρος. Βάσει του άρθρου 23 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας, οι αρχές αδειοδότησης μπορούν να διενεργούν τακτική αναθεώρηση ώστε να διαπιστώσουν ότι μία σιδηροδρομική επιχείρηση εξακολουθεί να πληροί τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας σχετικά με την άδειά της. Βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, η αρχή αδειοδότησης μπορεί να αναστείλει ή να ανακαλέσει μια άδεια λόγω μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας και μπορεί να χορηγήσει προσωρινή άδεια μέχρις ότου αναδιοργανωθεί οικονομικά η σιδηροδρομική επιχείρηση, με την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια. Λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, οι αρχές αδειοδότησης αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στη διενέργεια τακτικών αναθεωρήσεων σε σχέση με υπάρχουσες άδειες και στη λήψη των σχετικών αποφάσεων, όσον αφορά στην έκδοση νέων αδειών μετά τη λήξη της προσωρινής άδειας. Ως εκ τούτου, οι προθεσμίες για την πραγματοποίηση τακτικών επανεξετάσεων, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, λήγουν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θα πρέπει να παραταθούν κατά έξι μήνες. Παρομοίως, η ισχύς των σχετικών προσωρινών αδειών που λήγουν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 θα πρέπει να παραταθεί κατά έξι μήνες. |
|
(13) |
Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, οι αρχές αδειοδότησης αποφασίζουν επί των αιτήσεων χορήγησης αδειών εντός τριών μηνών από την υποβολή όλων των σχετικών πληροφοριών, ιδίως δε των στοιχείων που αναφέρονται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας. Λόγω δυσχερειών κατά τη λήψη των σχετικών αποφάσεων συνεπεία των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, είναι αναγκαίο να παραταθεί η εν λόγω προθεσμία κατά έξι μήνες. |
|
(14) |
Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που ήταν οικονομικά σταθερές πριν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναστολή ή ανάκληση της άδειας ή στην αντικατάστασή της από προσωρινή άδεια χωρίς να υπάρχει διαρθρωτική οικονομική ανάγκη. Η χορήγηση προσωρινής άδειας σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ θα μπορούσε να στείλει αρνητικό μήνυμα στην αγορά σχετικά με την ικανότητα επιβίωσης των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, το οποίο με τη σειρά του θα επιδείνωνε τα προσωρινά τους οικονoμικά προβλήματα. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι, όταν η αρχή αδειοδότησης, βάσει του ελέγχου που διενεργήθηκε την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, διαπιστώσει ότι μια σιδηροδρομική επιχείρηση δεν μπορεί πλέον να πληροί τις απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική επιφάνεια, θα πρέπει να είναι σε θέση πριν από την 31η Αυγούστου 2020, να αποφασίσει να μην αναστείλει ή ανακαλέσει την άδεια της εν λόγωσιδηροδρομικής επιχείρησης, υπό τον όρο ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια και υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ικανοποιητικής χρηματοοικονομικής ανασυγκρότησης της σιδηροδρομικής επιχείρησης εντός των επόμενων έξι μηνών. Μετά την 31η Αυγούστου 2020, η σιδηροδρομική επιχείρηση θα πρέπει να υπόκειται στους γενικούς κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας. |
|
(15) |
Η οδηγία 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου (15) θεσπίζει προϋποθέσεις για την απόκτηση του εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Ένωση. Μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους, οι κάτοχοι πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους πρέπει να υποβάλλονται σε περιοδικές ιατρικές εξετάσεις. Λόγω των μέτρων που λαμβάνονται σε σχέση με την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, και ιδίως της περιορισμένης πρόσβασης σε ιατρικές υπηρεσίες για ιατρικές εξετάσεις, οι κάτοχοι πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους ενδέχεται να μην μπορούν να υποβληθούν στις απαιτούμενες ιατρικές εξετάσεις όπως οφείλουν εντός της περιόδου την οποία αφορούν τα εν λόγω μέτρα. Ως εκ τούτου, για τις περιπτώσεις στις οποίες η προθεσμία για την υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις διαφορετικά θα είχε λήξει ή θα έληγε μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παραταθεί κατά έξι μήνες σε καθεμία από τις εν λόγω περιπτώσεις. Τα πιστοποιητικά κυβερνήτη σκάφους θα πρέπει αντιστοίχως να εξακολουθήσουν να ισχύουν. |
|
(16) |
Η οδηγία (ΕΕ) 2016/1629 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) θεσπίζει τεχνικές προδιαγραφές για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Το άρθρο 10 της εν λόγω οδηγίας θεσπίζει περιορισμό για την περίοδο ισχύος των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Επιπλέον, το άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629 προβλέπει ότι τα έγγραφα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πριν από τις 6 Οκτωβρίου 2018 δυνάμει της οδηγίας που ίσχυε προηγουμένως, συγκεκριμένα της οδηγίας 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17), παραμένουν σε ισχύ μέχρι να λήξουν. Τα μέτρα που λαμβάνονται για την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 μπορεί να καταστήσουν ανέφικτο και ενίοτε αδύνατο για τις αρμόδιες αρχές να διενεργήσουν τους τεχνικούς ελέγχους προκειμένου να παραταθεί η ισχύς των σχετικών πιστοποιητικών ή, στην περίπτωση των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, να γίνει η αντικατάστασή τους. Ως εκ τούτου, για να επιτραπεί η συνέχιση της λειτουργίας των σχετικών σκαφών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, είναι σκόπιμο να παραταθεί για περίοδο έξι μηνών η ισχύς των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, καθώς και των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020. |
|
(17) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18) θεσπίζει κανόνες για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις. Η οδηγία 2005/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) θεσπίζει μέτρα για την ενίσχυση της ασφάλειας των λιμένων ενόψει απειλών για συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Η εν λόγω οδηγία διασφαλίζει επίσης ότι τα μέτρα ασφάλειας που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004 επωφελούνται της ενισχυμένης ασφάλειας των λιμένων.Η συνεχιζόμενη κρίση στον τομέα της δημόσιας υγείας καθιστά δυσχερή για τις αρχές των κρατών μελών την διενέργεια επιθεωρήσεων και ελέγχων για την ασφάλεια στη θάλασσαενόψει της ανανέωσης ορισμένων εγγράφων στον τομέα της την ασφάλειας στη θάλασσα. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να παραταθούν οι προθεσμίες για τις αξιολογήσεις ασφάλειας και τα σχέδια ασφάλειας που απαιτούνται από τις εν λόγω νομικές πράξεις της Ένωσης κατά εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να παρασχεθεί στα κράτη μέλη και στον ναυτιλιακό κλάδο η δυνατότητα να λάβουν μια ευέλικτη και ρεαλιστική προσέγγιση και να παραμείνουν ανοικτές οι βασικές αλυσίδες εφοδιασμού, χωρίς να διακυβεύεται η ασφάλεια. Θα πρέπει επίσης να παρέχεται ευελιξία όσον αφορά τα γυμνάσια και τις ασκήσεις για την ασφάλεια στη θάλασσα, τις οποίες οι νομικές πράξεις της Ένωσης στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα απαιτεί να εκτελούνται εντός ορισμένων χρονικών πλαισίων. |
|
(18) |
Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η εφαρμογή των κανόνων από τους οποίους παρεκκλίνει ο παρών κανονισμός, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την ανανέωση ή την παράταση της ισχύος πιστοποιητικών, αδειών ή εγκρίσεων, είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη και πέραν των ημερομηνιών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, λόγω των μέτρων που έχει λάβει για την πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, η Επιτροπή, εφόσον ζητηθεί από το εν λόγω κράτος μέλος, θα πρέπει να έχει την εξουσία να επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να παρατείνει περαιτέρω τις περιόδους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, κατά περίπτωση. Προκειμένου να κατοχυρωθεί ασφάλεια δικαίου και να εξασφαλιστεί παράλληλα ότι δεν διακυβεύεται η προστασία και η ασφάλεια των μεταφορών, η εν λόγω παράταση θα πρέπει να περιορίζεται στην αναγκαία χρονική περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση διατυπώσεων, διαδικασιών, ελέγχων και κατάρτισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες. |
|
(19) |
Μολονότι η επιδημική έκρηξη της COVID‐19 έχει πλήξει το σύνολο της Ένωσης, δεν έχει επηρεάσει όλες τις χώρες με ομοιόμορφο τρόπο. Τα κράτη μέλη έχουν πληγεί σε διαφορετικούς βαθμούς και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Δεδομένου ότι οι παρεκκλίσεις από τους κανόνες που θα εφαρμόζονταν κανονικά θα πρέπει να περιορίζονται στο αναγκαίο, θα πρέπει, όσον αφορά την οδηγία 2006/126/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014, την οδηγία 2014/45/ΕΕ, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 και την οδηγία 2007/59/ΕΚ, τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν να εφαρμόζουν αυτές τις νομικές πράξεις χωρίς να εφαρμόζουν τις προβλεπόμενες στον παρόντα κανονισμό παρεκκλίσεις, όταν η εφαρμογή των εν λόγω νομικών πράξεων εξακολουθεί να είναι εφικτή. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύσει και όταν ένα κράτος μέλος αντιμετώπισε τέτοιες δυσχέρειες αλλά έλαβε κατάλληλα εθνικά μέτρα για να τις μετριάσει. Εντούτοις, τα κράτη μέλη που επιλέγουν να κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας δεν θα πρέπει να εμποδίζουν κανέναν οικονομικό φορέα ή πρόσωπο να βασίζεται στις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και οι οποίες εφαρμόζονται σε άλλο κράτος μέλος, και θα πρέπει ιδίως να αναγνωρίζουν άδειες, πιστοποιητικά ή εγκρίσεις, των οποίων η ισχύς έχει παραταθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού. |
|
(20) |
Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η παράταση των προθεσμιών που ορίζονται στο ενωσιακό δίκαιο για την ανανέωση και την παράταση της περιόδου ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων, και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης ως απόκριση στις έκτακτες περιστάσεις που προκαλούνται από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 στον τομέα των οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών και της ασφάλειας στη θάλασσα, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, και μπορεί, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων. |
|
(21) |
Εν όψει του επείγοντος χαρακτήρα λόγω των εξαιρετικών περιστάσεων που έχουν προκληθεί από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, θεωρήθηκε σκόπιμο να εφαρμοστεί παρέκκλιση από την περίοδο των οκτώ εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. |
|
(22) |
Λόγω της απρόβλεπτης και αιφνίδιας φύσης της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, κατέστη αδύνατη η έγκαιρη λήψη σχετικών μέτρων. Για τον λόγο αυτό, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού θα πρέπει επίσης να καλύπτουν την περίοδο πριν από την έναρξη ισχύος του. Δεδομένης της φύσης των εν λόγω διατάξεων, η προσέγγιση αυτή δεν έχει ως αποτέλεσμα την παραβίαση της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των ενδιαφερομένων. |
|
(23) |
Υπό το πρίσμα της επιτακτικής ανάγκης για αντιμετώπιση χωρίς καθυστέρηση των περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 στον τομέα των οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών και της ασφάλειας στη θάλασσα, ενώ, κατά περίπτωση, παρέχει στα κράτη μέλη εύλογο χρονικό διάστημα για να ενημερώσουν την Επιτροπή εάν αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν ορισμένες παρεκκλίσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να συντομευθούν κατά το δυνατόν οι καταστάσεις νομικής αβεβαιότητας που επηρεάζουν πολλές αρχές και επιχειρήσεις σε διάφορους τομείς, ιδίως όταν οι σχετικές προθεσμίες έχουν ήδη λήξει, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται ειδικά και προσωρινά μέτρα για την ανανέωση και την παράταση της περιόδου ισχύος ορισμένων πιστοποιητικών, αδειών και εγκρίσεων και την αναβολή ορισμένων περιοδικών ελέγχων και περιοδικής κατάρτισης ως αντίδραση στις έκτακτες περιστάσεις που προκαλούνται από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19 στον τομέα των οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών και της ασφάλειας στη θάλασσα.
Άρθρο 2
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2003/59/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/59/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ολοκλήρωση από κάτοχο πιστοποιητικού επαγγελματικής ικανότητας (ΠΕΙ) της περιοδικής κατάρτισης, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών σε κάθε περίπτωση. Τα ΠΕΙ παραμένουν αναλόγως σε ισχύ.
2. Η ισχύς της σήμανσης του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» που προβλέπεται στο παράρτημα I της οδηγίας 2006/126/ΕΚ, η οποία προστίθεται από τις αρμόδιες αρχές είτε στην άδεια οδήγησης είτε στο δελτίο επιμόρφωσης οδηγού που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/59/ΕΚ με βάση τα ΠΕΙ που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, θεωρείται ότι παρατείνεται για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία που αναγράφεται σε κάθε τέτοια άδεια ή δελτίο επιμόρφωσης οδηγού.
3. Η ισχύς των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2003/59/ΕΚ, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται σε κάθε τέτοιο δελτίο.
4. Με την επιφύλαξη των διασυνοριακών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις των οδηγιών 2003/59/ΕΚ και 2006/126/ΕΚ που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου κατά την περίοδο μεταξύ 1ης Φεβρουαρίου 2020 και 28ης Μαΐου 2020 παραμένουν σε ισχύ.
5. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ολοκλήρωση της περιοδικής κατάρτισης ή η πιστοποίησή της, η σήμανση του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» ή η ανανέωση των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού είναι πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ 1ης Φεβρουαρίου 2020 και 31ης Αυγούστου 2020 ή τις επτάμηνες περιόδους που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κατά περίπτωση, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Αυγούστου 2020.
6. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 5, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η εν λόγω περιοδική κατάρτιση ή η σχετική πιστοποίηση, η σήμανση του εναρμονισμένου ενωσιακού κωδικού «95» ή η ανανέωση των δελτίων επιμόρφωσης οδηγού και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 3
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2006/126/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 της οδηγίας 2006/126/ΕΚ και το σημείο 3 στοιχείο δ) του παραρτήματος I της εν λόγω οδηγίας, η ισχύς των αδειών οδήγησης οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών από την ημερομηνία λήξης ισχύος που αναφέρεται σε κάθε άδεια οδήγησης.
2. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των αδειών οδήγησης είναι πιθανό να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 1, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των επτά μηνών ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
3. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των αδειών οδήγησης και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση αδειών οδήγησης κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, αφού πρώτα ενημερώσει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1, οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 4
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, οι τακτικές επιθεωρήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, οι οποίες διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν διενεργηθεί ή θα έπρεπε να διενεργηθούν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο, διενεργούνται το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν διενεργηθεί σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όταν ένας οδηγός υποβάλλει αίτηση ανανέωσης της κάρτας οδηγού σύμφωνα με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών χορηγούν νέα κάρτα οδηγού το αργότερο δύο μήνες από τη λήψη της αίτησης. Έως ότου ο οδηγός λάβει νέα κάρτα οδηγού από τις αρχές έκδοσης των καρτών, εφαρμόζεται αναλόγως στον οδηγό το άρθρο 35 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, εφόσον ο οδηγός μπορεί να αποδείξει ότι έχει υποβληθεί αίτηση ανανέωσης της κάρτας οδηγού σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 29 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όταν ένας οδηγός υποβάλλει αίτηση αντικατάστασης της κάρτας οδηγού σύμφωνα με την παράγραφο 4 του εν λόγω άρθρου μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών χορηγούν κάρτα αντικατάστασης το αργότερο δύο μήνες από τη λήψη της αίτησης. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 29 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, ο οδηγός μπορεί να συνεχίσει να οδηγεί μέχρι την παραλαβή νέας κάρτας οδηγού από τις αρχές έκδοσης καρτών, υπό τον όρο ότι ο οδηγός μπορεί να αποδείξει ότι η κάρτα οδηγού επεστράφη στην αρμόδια αρχή όταν η κάρτα είχε φθαρεί ή παρουσίαζε ελάττωμα και ότι ζητήθηκε η αντικατάστασή της.
4. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι οι τακτικές επιθεωρήσεις, η ανανέωση των καρτών οδηγού ή η αντικατάσταση των καρτών οδηγού όπως απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014 είναι πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή τις ισχύουσες προθεσμίες για την έκδοση νέας κάρτας οδηγού ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Αυγούστου 2020.
5. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες οι τακτικές επιθεωρήσεις, η ανανέωση των καρτών οδηγού ή η αντικατάσταση των καρτών οδηγού και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
6. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διεξαγωγή τακτικών επιθεωρήσεων, την ανανέωση καρτών οδηγού ή την αντικατάσταση καρτών οδηγού κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τη μετρίαση τέτοιων δυσκολιών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1, 2 και 3 αφού πρώτα ενημερώσει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1, 2 και 3 όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 5
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2014/45/ΕΕ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 1 και το άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/45/ΕΕ και το σημείο 8 του παραρτήματος II της εν λόγω οδηγίας, οι προθεσμίες για τη διενέργεια των τεχνικών ελέγχων, οι οποίοι, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί ή θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 της οδηγίας 2014/45/ΕE και το σημείο 8 του παραρτήματος II της εν λόγω οδηγίας, η ισχύς των πιστοποιητικών τεχνικού ελέγχου με ημερομηνία λήξης μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται, ή ότι έχει παραταθεί, για περίοδο επτά μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια τεχνικών ελέγχων ή η σχετική πιστοποίηση είναι πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των επτά μηνών ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η διενέργεια των τεχνικών ελέγχων ή η σχετική πιστοποίηση, και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη τη διενέργεια τεχνικών ελέγχων ή τη σχετική πιστοποίηση κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ως συνέπεια των εξαιρετικών περιστάσεων λόγω της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για το μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2 αφού ενημερώσει πρώτα την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2 όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 6
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1071/2009
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, όταν αρμόδια αρχή διαπιστώνει, βάσει των ετήσιων λογαριασμών και βεβαιώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 και στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού για τις λογιστικές χρήσεις που καλύπτουν το σύνολο ή μέρος της περιόδου μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 30ης Σεπτεμβρίου 2020, ότι μια επιχείρηση μεταφορών δεν πληροί την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, η προθεσμία που ορίζεται από την αρμόδια αρχή κατά την εν λόγω περίοδο για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, όταν η αρμόδια αρχή έχει διαπιστώσει πριν από τις 28 Μαΐου 2020 ότι μια επιχείρηση μεταφορών δεν πληροί την απαίτηση της οικονομικής επιφάνειας που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού και έχει καθορίσει προθεσμία εντός της οποίας η επιχείρηση μεταφορών οφείλει να διορθώσει την κατάσταση, η αρμόδια αρχή μπορεί να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία υπό την προϋπόθεση ότι η προθεσμία δεν έχει λήξει στις 28 Μαΐου 2020. Η προθεσμία που παρατείνεται με τον τρόπο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 μήνες.
Άρθρο 7
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1072/2009
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, η ισχύς των κοινοτικών αδειών, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών. Τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, η ισχύς των βεβαιώσεων οδηγού, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση κοινοτικών αδειών ή βεβαιώσεων οδηγού είναι πιθανό να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των έξι μηνών, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των κοινοτικών αδειών ή των βεβαιώσεων οδηγού και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση κοινοτικών αδειών ή βεβαιώσεων οδηγού κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ως συνέπεια των εξαιρετικών περιστάσεων λόγω της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τομ μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2, αφού πρώτα ενημερώσει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2 όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 8
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/2009
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, η ισχύς των κοινοτικών αδειών, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών. Τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, οι αποφάσεις επί των αιτήσεων χορήγησης άδειας τακτικών υπηρεσιών που υποβάλλονται από τους μεταφορείς μεταξύ 12ης Δεκεμβρίου 2019 και 31ης Αυγούστου 2020 λαμβάνονται από την εκδίδουσα αρχή εντός έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών των οποίων έχει ζητηθεί η συμφωνία στο πλαίσιο τέτοιας αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, κοινοποιούν στην εκδίδουσα αρχή την απόφασή τους επί της αίτησης εντός τριών μηνών. Εάν η εκδίδουσα αρχή δεν λάβει απάντηση εντός τριών μηνών, θεωρείται ότι οι εν λόγω αρχές έχουν συμφωνήσει και η εκδίδουσα αρχή μπορεί να χορηγήσει την άδεια. Η παράταση της προθεσμίας σε τρεις μήνες για τα κράτη μέλη των οποίων η συμφωνία ζητήθηκε βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, εφαρμόζεται στις αιτήσεις που έχουν παραληφθεί μετά τις 27 Μαρτίου 2020.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των κοινοτικών αδειών είναι πιθανό να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή μεταξύ 12ης Δεκεμβρίου 2019 και 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των έξι μηνών ή οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των κοινοτικών αδειών και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση κοινοτικών αδειών κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ως συνέπεια των εξαιρετικών περιστάσεων λόγω της επιδημικής έκρηξης της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1 αφού πρώτα ενημερώσει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1 όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 9
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/798
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, οι προθεσμίες για την ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται, ή ότι έχουν παραταθεί, για περίοδο έξι μηνών. Τα σχετικά ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η ισχύς των εγκρίσεων ασφαλείας, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 ή η παράταση της περιόδου ισχύος των εγκρίσεων ασφάλειας είναι πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των έξι μηνών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας ή η παράταση της περιόδου ισχύος των εγκρίσεων ασφάλειας και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 10
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2004/49/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας, τα οποία διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί για περίοδο έξι μηνών. Τα σχετικά πιστοποιητικά ασφάλειας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ανανέωση των εγκρίσεων ασφάλειας, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί για περίοδο έξι μηνών. Οι σχετικές εγκρίσεις ασφάλειας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των πιστοποιητικών ασφαλείας ή των εγκρίσεων ασφάλειας είναι πιθανό να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή τις περιόδους των έξι μηνών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των πιστοποιητικών ασφάλειας ή των εγκρίσεων ασφάλειας και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 11
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2007/59/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 14 παράγραφος 5 της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, οι άδειες, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί για περίοδο έξι μηνών από την ημερομηνία λήξης ισχύος κάθε τέτοιας άδειας.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 και τα παραρτήματα II και VII της οδηγίας 2007/59/ΕΚ, οι προθεσμίες για την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί για περίοδο έξι μηνών σε κάθε περίπτωση. Οι άδειες που αναφέρονται στο άρθρο 14 και τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των αδειών ή η ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων είναι πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά τις περιόδους μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των έξι μηνών που ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2 αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των αδειών ή η ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Όταν ένα κράτος μέλος δεν αντιμετωπίζει, και είναι απίθανο να αντιμετωπίσει, δυσχέρειες που καθιστούν ανέφικτη την ανανέωση των αδειών ή την ολοκλήρωση των περιοδικών ελέγχων κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ως συνέπεια των έκτακτων περιστάσεων που προκλήθηκαν από την επιδημική έκρηξη της COVID‐19, ή έχει λάβει κατάλληλα εθνικά μέτρα για τον μετριασμό των δυσχερειών αυτών, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2 αφού πρώτα ενημερώσει την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη και δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κράτος μέλος το οποίο αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις παραγράφους 1 και 2 όπως προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τις διασυνοριακές δραστηριότητες οποιουδήποτε οικονομικού φορέα ή προσώπου που βασίστηκε στις παρεκκλίσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 οι οποίες ισχύουν σε άλλο κράτος μέλος.
Άρθρο 12
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2012/34/ΕΕ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, όταν ο φορέας έκδοσης των αδειών έχει προβλέψει επανεξέταση σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι προθεσμίες για την πραγματοποίηση της τακτικής επανεξέτασης, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί για περίοδο έξι μηνών.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, η ισχύς των προσωρινών αδειών, οι οποίες διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ 1ης Μαρτίου 2020 και 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών από την ημερομηνία λήξης ισχύος που αναφέρεται σε κάθε προσωρινή άδεια.
3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, ο φορέας έκδοσης των αδειών αποφασίζει επί των αιτήσεων που υποβάλλονται μεταξύ της 12ης Ιανουαρίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 το αργότερο εντός εννέα μηνών από την υποβολή όλων των σχετικών πληροφοριών, ιδίως δε των στοιχείων που αναφέρονται στο παράρτημα III της εν λόγω οδηγίας.
4. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια τακτικής επανεξέτασης ή η άρση της αναστολής των αδειών ή η έκδοση νέων αδειών σε περιπτώσεις που οι άδειες έχουν προηγουμένως ανακληθεί είναι πιθανόν να παραμείνουν ανέφικτες και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει το κράτος μέλος για την πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των έξι μηνών ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Αυγούστου 2020.
5. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η άρση της αναστολής των αδειών ή η έκδοση νέων αδειών κατόπιν προηγούμενης ανάκλησης και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 13
Αντιμετώπιση των αδειών σιδηροδρομικών επιχειρήσεων βάσει της οδηγίας 2012/34/ΕΕ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/34/ΕΕ, εάν ο φορέας έκδοσης των αδειών, βάσει εξέτασης που αναφέρεται στην εν λόγω διάταξη, η οποία διενεργήθηκε κατά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, διαπιστώσει ότι μια σιδηροδρομική επιχείρηση δεν μπορεί πλέον να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις σχετικά με την χρηματοοικονομική επιφάνεια που αναφέρονται στο άρθρο 20 της εν λόγω οδηγίας, μπορεί, πριν από την 31η Αυγούστου 2020, να αποφασίσει να μην αναστείλει ή να μην ανακαλέσει την άδεια της εν λόγω σιδηροδρομικής επιχείρησης, εφόσον δεν διακυβεύεται η ασφάλεια και με την προϋπόθεση ότι υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ικανοποιητικής χρηματοοικονομικής ανασυγκρότησης της σιδηροδρομικής επιχείρησης εντός των επόμενων έξι μηνών.
Άρθρο 14
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 96/50/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 96/50/ΕΚ, οι προθεσμίες για την υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί για περίοδο έξι μηνών. Τα πιστοποιητικά κυβερνήτη σκάφους των προσώπων που υπόκεινται στην υποχρέωση ιατρικών εξετάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας εξακολουθούν να ισχύουν αναλόγως.
2. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ολοκλήρωση των ιατρικών εξετάσεων είναι πιθανό να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή την περίοδο των έξι μηνών που ορίζεται στην παράγραφο 1 ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
3. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που προσδιορίζονται στην παράγραφο 1, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η υποβολή σε ιατρικές εξετάσεις και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 15
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/1629
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, η ισχύς των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας, η οποία θα είχε λήξει ή θα έληγε μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1629, η ισχύς των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών βάσει της οδηγίας 2006/87/ΕΚ πριν από τις 6 Οκτωβρίου 2018, η οποία, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, διαφορετικά θα είχε λήξει ή θα έληγε μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνεται ή ότι έχει παραταθεί για περίοδο έξι μηνών.
3. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η ανανέωση των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είναι πιθανό να παραμείνει ανέφικτη και πέραν της 31ης Αυγούστου 2020 λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020 ή τις περιόδους των έξι μηνών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 αντιστοίχως, ή και τις δύο. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
4. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ανανέωση των ενωσιακών πιστοποιητικών εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 16
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 725/2004
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, οι προθεσμίες για τη διενέργεια της περιοδικής αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφαλείας των λιμενικών εγκαταστάσεων, οι οποίες, σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί έως τις 30 Νοεμβρίου 2020.
2. Κατά παρέκκλιση από το τμήμα 13.6 του παραρτήματος III μέρος B του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, εάν το 2020 τα γυμνάσια δεν θα μπορούσαν να έχουν πραγματοποιηθεί ή δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν εντός των τακτών χρονικών διαστημάτων που προβλέπονται στο εν λόγω τμήμα, πραγματοποιούνται τουλάχιστον δύο φορές κατά τη διάρκεια του 2020, με μέγιστο διάστημα έξι μηνών μεταξύ τους.
3. Κατά παρέκκλιση από τα τμήματα 13.7 και 18.6 του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, οι προθεσμίες των 18 μηνών για την πραγματοποίηση των διαφόρων τύπων ασκήσεων, οι οποίες, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί κατά έξι μήνες σε κάθε περίπτωση, αλλά πάντως όχι πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2020.
4. Για τους σκοπούς των απαιτήσεων που προβλέπονται στα τμήματα 13.7 και 18.6 του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, σύμφωνα με την οποία οι διάφοροι τύποι ασκήσεων πρέπει να διενεργούνται τουλάχιστον μία φορά κάθε ημερολογιακό έτος, οι ασκήσεις που διεξάγονται το 2021 κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από έγκριση δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι έχουν επίσης διενεργηθεί το 2020.
5. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια αξιολογήσεων ασφαλείας των λιμενικών εγκαταστάσεων ή των διαφόρων τύπων ασκήσεων που αναφέρονται στα τμήματα 13.7 και 18.6 του παραρτήματος ΙΙΙ μέρος Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004, είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη πέραν της 31ης Αυγούστου 2020, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, την προθεσμία ή τις περιόδους των έξι μηνών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 αντιστοίχως, ή οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
6. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 5, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η διενέργεια αξιολογήσεων ασφαλείας των λιμενικών εγκαταστάσεων ή των διαφόρων τύπων ασκήσεων και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 17
Παράταση των προθεσμιών που προβλέπονται στην οδηγία 2005/65/ΕΚ
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10 της οδηγίας 2005/65/ΕΚ, οι προθεσμίες για τη διενέργεια της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφαλείας λιμένα και των σχεδίων ασφαλείας λιμένα οι οποίες, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί κατά έξι μήνες σε κάθε περίπτωση αλλά πάντως όχι πέραν της 30ής Νοεμβρίου 2020.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 7 και το παράρτημα ΙΙI της οδηγίας 2005/65/ΕΚ, οι προθεσμίες των 18 μηνών για την ολοκλήρωση των ασκήσεων εκπαίδευσης, οι οποίες, σύμφωνα με το εν λόγω παράρτημα, διαφορετικά θα είχαν λήξει ή θα έληγαν μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, θεωρείται ότι παρατείνονται ή ότι έχουν παραταθεί κατά έξι μήνες σε κάθε περίπτωση, αλλά πάντως όχι πέραν της 30ής Νοεμβρίου 2020.
3. Για τους σκοπούς της απαίτησης που προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 2005/65/ΕΚ, σύμφωνα με την οποία οι ασκήσεις εκπαίδευσης πρέπει να διενεργούνται τουλάχιστον μία φορά κάθε ημερολογιακό έτος, οι ασκήσεις εκπαίδευσης που διεξάγονται το 2021 κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από έγκριση εκδοθείσα δυνάμει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, θεωρείται επίσης ότι έχουν διενεργηθεί το 2020.
4. Όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η διενέργεια της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφαλείας λιμένα και των σχεδίων ασφαλείας λιμένα ή η ολοκλήρωση των ασκήσεων εκπαίδευσης είναι πιθανό να παραμείνουν ανέφικτες πέραν της 31ης Αυγούστου 2020, λόγω των μέτρων που έχει λάβει και που αποσκοπούν στην πρόληψη ή την ανάσχεση της εξάπλωσης της COVID‐19, μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση για την έγκριση παράτασης των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, κατά περίπτωση. Η αίτηση αυτή μπορεί να αφορά την περίοδο μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 31ης Αυγούστου 2020, τις προθεσμίες, τις περιόδους των έξι μηνών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 αντιστοίχως, ή οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών. Υποβάλλεται στην Επιτροπή έως την 1η Αυγούστου 2020.
5. Όταν, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εκδίδει απόφαση που επιτρέπει στο οικείο κράτος μέλος να εφαρμόσει παράταση των περιόδων και των προθεσμιών που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, αντιστοίχως, όπως δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση. Η παράταση είναι περιορισμένη ώστε να αντικατοπτρίζει την περίοδο κατά την οποία είναι πιθανόν να παραμείνει ανέφικτη η ολοκλήρωση της αναθεώρησης των αξιολογήσεων ασφαλείας λιμένα και των σχεδίων ασφαλείας λιμένα ή η ολοκλήρωση της εκπαίδευσης και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση αυτή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 18
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από τις 4 Ιουνίου 2020.
Εντούτοις, το άρθρο 3 παράγραφος 4, το άρθρο 4 παράγραφος 6, το άρθρο 5 παράγραφος 5, το άρθρο 7 παράγραφος 5, το άρθρο 8 παράγραφος 5 και το άρθρο 11 παράγραφος 5 εφαρμόζονται από τις 28 Μαΐου 2020.
Το πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις αναδρομικές ισχείς που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 17.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2020.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
A. METELKO-ZGOMBIĆ
(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2020.
(2) Οδηγία 2003/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2003, σχετικά με την αρχική επιμόρφωση και την περιοδική κατάρτιση των οδηγών ορισμένων οδικών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου και της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 76/914/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 226 της 10.9.2003, σ. 4).
(3) Οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την άδεια οδήγησης (ΕΕ L 403 της 30.12.2006, σ. 18).
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 1).
(6) Οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35).
(7) Οδηγία 2014/45/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/ΕΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2014, σ. 51).
(8) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 51).
(9) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 72).
(10) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 88).
(11) Οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102).
(12) Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).
(13) Οδηγία 2007/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με την πιστοποίηση του προσωπικού οδήγησης μηχανών έλξης και συρμών στο σιδηροδρομικό σύστημα της Κοινότητας (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 51).
(14) Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).
(15) Οδηγία 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με την εναρμόνιση των προϋποθέσεων απόκτησης εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Κοινότητα (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 31).
(16) Οδηγία (ΕΕ) 2016/1629 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας, την τροποποίηση της οδηγίας 2009/100/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2006/87/ΕΚ (ΕΕ L 252 της 16.9.2016, σ. 118).
(17) Οδηγία 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας και την κατάργηση της οδηγίας 82/714/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 389 της 30.12.2006, σ. 1).
(18) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις (ΕΕ L 129 της 29.4.2004, σ. 6).
(19) Οδηγία 2005/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την ενίσχυση της ασφαλείας των λιμένων (ΕΕ L 310 της 25.11.2005, σ. 28).
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/25 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2020/699 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 25ης Μαΐου 2020
σχετικά με προσωρινά μέτρα για τις γενικές συνελεύσεις των ευρωπαϊκών εταιρειών (SE) και των ευρωπαϊκών συνεταιριστικών εταιρειών (SCE)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 352,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Για να αναχαιτίσουν την εξάπλωση της νόσου COVID-19, η οποία, στις 11 Μαρτίου 2020, η οποία κηρύχθηκε πανδημία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει σειρά μέτρων άνευ προηγουμένου, ιδίως μέτρων εγκλεισμού και κοινωνικής αποστασιοποίησης των προσώπων. |
|
(2) |
Τα μέτρα αυτά μπορεί να εμποδίσουν τις εταιρείες και τις συνεταιριστικές εταιρείες να συμμορφωθούν με τις νομικές υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει του εθνικού και του ενωσιακού εταιρικού δικαίου, καθιστώντας σημαντικά δύσκολο για αυτούς να οργανώνουν γενικές συνελεύσεις. |
|
(3) |
Σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη έχουν θέσει σε εφαρμογή μέτρα έκτακτης ανάγκης για τη στήριξη εταιρειών και συνεταιριστικών εταιρειών και για την παροχή προς αυτές απαραίτητων εργαλείων και ευελιξίας υπό τις τρέχουσες εξαιρετικές περιστάσεις που προκλήθηκαν λόγω της εξάπλωσης της πανδημίας COVID-19. Ειδικότερα, πολλά κράτη μέλη επέτρεψαν τη χρήση ψηφιακών εργαλείων και διαδικασιών για τη διεξαγωγή γενικών συνελεύσεων, και παρέτειναν τις προθεσμίες για τη διεξαγωγή γενικών συνελεύσεων το 2020. |
|
(4) |
Σε ενωσιακό επίπεδο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου (1), ρυθμίζει τις ευρωπαϊκές εταιρείες («SE») και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου (2) ρυθμίζει τις ευρωπαϊκές συνεταιριστικές εταιρείες («SCE»). Και οι δυο κανονισμοί απαιτούν τη διεξαγωγή γενικής συνέλευσης εντός έξι μηνών από το κλείσιμο της εταιρικής χρήσης. Λαμβανομένων υπόψη των τρεχουσών εξαιρετικών περιστάσεων που προκλήθηκαν λόγω της εξάπλωσης της πανδημίας COVID-19, θα πρέπει να χορηγηθεί προσωρινή παρέκκλιση από την εν λόγω απαίτηση. Δεδομένου ότι η διεξαγωγή γενικών συνελεύσεων είναι ουσιώδης για να εξασφαλιστεί ότι λαμβάνονται εγκαίρως οι απαιτούμενες από τον νόμο ή οι οικονομικά αναγκαίες αποφάσεις, θα πρέπει να επιτραπεί στις SE και τις SCE να διεξαγάγουν τη γενική συνέλευσή τους εντός 12 μηνών από το κλείσιμο της εταιρικής χρήσης, υπό την προϋπόθεση ότι η συνέλευση θα συνέλθει το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2020. Καθώς πρόκειται για προσωρινό μέτρο λόγω των τρεχουσών εξαιρετικών περιστάσεων που προκλήθηκαν λόγω της εξάπλωσης της πανδημίας COVID-19, η παρέκκλιση θα πρέπει να ισχύει μόνο για τις γενικές συνελεύσεις που πρέπει να συνέλθουν το 2020. |
|
(5) |
Δεν προβλέπονται εξουσίες από τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) για την θέσπιση του παρόντος κανονισμού, άλλες πλην εκείνων που ορίζονται στο άρθρο 352. |
|
(6) |
Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η παροχή προσωρινής λύσης έκτακτης ανάγκης για τις SE και τις SCE που θα τους επιτρέψει να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 σχετικά με το χρονοδιάγραμμα της διεξαγωγής γενικών συνελεύσεων, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων των μέτρων, να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του στόχου αυτού. |
|
(7) |
Λόγω του ότι η προθεσμία των έξι μηνών που προβλέπεται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 θα εκπνεύσει τον Μάιο ή τον Ιούνιο του 2020, και δεδομένου ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι προθεσμίες σύγκλησης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ επειγόντως. |
|
(8) |
Δεδομένης της επείγουσας κατάστασης, είναι σκόπιμο να εφαρμοστεί παρέκκλιση από την προθεσμία των οκτώ εβδομάδων που προβλέπεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ, στη ΣΛΕΕ και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Προσωρινό μέτρο σχετικά με τις γενικές συνελεύσεις των ευρωπαϊκών εταιρειών (SE)
Όταν, σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2157/2001, πρέπει να συνέλθει η γενική συνέλευση της SE εντός του 2020, η γενική συνέλευση μπορεί, κατά παρέκκλιση της εν λόγω διάταξης, να συνέλθει εντός 12 μηνών από το κλείσιμο της εταιρικής χρήσης, υπό την προϋπόθεση ότι η συνέλευση θα συνέλθει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.
Άρθρο 2
Προσωρινό μέτρο σχετικά με τις γενικές συνελεύσεις των ευρωπαϊκών συνεταιριστικών εταιρειών (SCE)
Όταν, σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003, πρέπει να συνέλθει η γενική συνέλευση της SCE εντός του 2020, η γενική συνέλευση μπορεί, κατά παρέκκλιση της εν λόγω διάταξης, να συνέλθει εντός 12 μηνών από το κλείσιμο της εταιρικής χρήσης, υπό την προϋπόθεση ότι η συνέλευση θα συνέλθει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2020.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
G. GRLIĆ RADMAN
(1) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου, της 8ης Οκτωβρίου 2001, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρίας (SE) (ΕΕ L 294 της 10.11.2001, σ. 1).
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής εταιρείας (SCE) (ΕΕ L 207 της 18.8.2003, σ. 1).
ΟΔΗΓΙΕΣ
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/27 |
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2020/700 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ
της 25ης Μαΐου 2020
για την τροποποίηση των οδηγιών (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798 όσον αφορά την παράταση των περιόδων μεταφοράς τους στο εθνικό δίκαιο
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,
Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) και με το άρθρο 33 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), τα κράτη μέλη επρόκειτο να είχαν θέσει σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για αυτά ώστε να συμμορφωθούν με τις σχετικές διατάξεις των εν λόγω οδηγιών έως τις 16 Ιουνίου 2019. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 και με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, τα κράτη μέλη είχαν τη δυνατότητα να παρατείνουν την περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο κατά ένα έτος. |
|
(2) |
Δεκαεπτά κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή και στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Οργανισμός») την παράταση των προθεσμιών μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798 έως τις 16 Ιουνίου 2020. |
|
(3) |
Λόγω της έκτακτης και απρόβλεπτης κατάστασης που προκλήθηκε από την επιδημική έκρηξη της COVID-19, ορισμένα από τα εν λόγω κράτη μέλη αντιμετωπίζουν δυσκολίες να ολοκληρώσουν τις νομοθετικές εργασίες εντός των δεδομένων προθεσμιών μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και, ως εκ τούτου, υπάρχει κίνδυνος μη συμμόρφωσης με αυτές. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει νομική αβεβαιότητα για τον σιδηροδρομικό κλάδο, τις εθνικές αρχές και τον Οργανισμό όσον αφορά τη νομοθεσία που εφαρμόζεται για την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των σιδηροδρόμων. Η αδυναμία ορισμένων κρατών μελών να μεταφέρουν τις οδηγίες (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798 στο εθνικό τους δίκαιο λόγω της επιδημικής έκρηξης της COVID-19 έχει επιζήμιες συνέπειες για τον σιδηροδρομικό τομέα. |
|
(4) |
Είναι σημαντικό να παρασχεθεί νομική σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου στον κλάδο των σιδηροδρομικών μεταφορών, επιτρέποντας, κατά περίπτωση, στα κράτη μέλη να εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν, από την 16η Ιουνίου 2020 και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, τις οδηγίες 2004/49/ΕΚ (4) και 2008/57/ΕΚ (5) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
(5) |
Καθώς η επιδημική έκρηξη της COVID-19 συνέπεσε με το τελικό στάδιο έγκρισης των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους πρόσθετη περίοδο για να ολοκληρώσουν τη διαδικασία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. |
|
(6) |
Οι προθεσμίες μεταφοράς των οδηγιών (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798 θα πρέπει να παραταθούν έως τις 31 Οκτωβρίου 2020. Οι ημερομηνίες κατάργησης των οδηγιών 2004/49/ΕΚ και 2008/57/ΕΚ, όπως καθορίζονται στο άρθρο 58 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 και στο άρθρο 34 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, αντίστοιχα, θα πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως. |
|
(7) |
Βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 έχουν εκδοθεί ορισμένες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αντικατοπτρίζουν προηγούμενες προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Λόγω της παρούσας κατάστασης, είναι ανάγκη να ευθυγραμμιστούν οι πράξεις αυτές με τη νέα προθεσμία μεταφοράς. |
|
(8) |
Λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα που συνεπάγονται οι εξαιρετικές περιστάσεις εξαιτίας της επιδημικής έκρηξης της COVID-19, θεωρήθηκε σκόπιμο να προβλεφθεί εξαίρεση από την προθεσμία των οκτώ εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωσης (ΣΕΕ), στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. |
|
(9) |
Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η τροποποίηση των οδηγιών (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798 εξαιτίας της επιδημικής έκρηξης της COVID-19, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της έκτασης και των επιπτώσεών της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. |
|
(10) |
Συνεπώς, οι οδηγίες (ΕΕ) 2016/797 και (ΕΕ) 2016/798 θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως. |
|
(11) |
Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να εξασφαλιστεί η άμεση εφαρμογή των μέτρων που προβλέπει, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797
Η οδηγία (ΕΕ) 2016/797 τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Στο άρθρο 54, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «4. Το αργότερο από τις 16 Ιουνίου 2019, ο Οργανισμός αναλαμβάνει τα καθήκοντα έγκρισης σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 24 και τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 19 όσον αφορά τις περιοχές χρήσης στα κράτη μέλη που δεν έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2. Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 21 και 24, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών τα οποία έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 μπορούν να συνεχίσουν να χορηγούν εγκρίσεις σύμφωνα με την οδηγία 2008/57/ΕΚ έως τις 16 Ιουνίου 2020. Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 21 και 24, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών τα οποία έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2α μπορούν να συνεχίσουν να χορηγούν εγκρίσεις σύμφωνα με την οδηγία 2008/57/ΕΚ έως τις 31 Οκτωβρίου 2020.». |
|
2) |
Στο άρθρο 57, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: «2α. Τα κράτη μέλη που έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, μπορούν να την παρατείνουν περαιτέρω έως τις 31 Οκτωβρίου 2020. Τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο εφαρμόζονται από την ημερομηνία αυτή. Τα εν λόγω κράτη μέλη ενημερώνουν σχετικά τον Οργανισμό και την Επιτροπή έως τις 29 Μαΐου 2020.». |
|
3) |
Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 58, η ημερομηνία «16 Ιουνίου 2020» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2020». |
Άρθρο 2
Τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798
Η οδηγία (ΕΕ) 2016/798 τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 6α Ευθυγράμμιση των ΚΜΑ με τις αναθεωρημένες προθεσμίες Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 για να ευθυγραμμιστούν οι ημερομηνίες εφαρμογής των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6 με την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2α. Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27α εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.». |
|
2) |
Στο άρθρο 27, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «7. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 6α ανατίθεται στην Επιτροπή από τις 28 Μαΐου 2020 έως τις 31 Οκτωβρίου 2020.». |
|
3) |
Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 27α Διαδικασία επείγοντος 1. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο αρχίζουν να ισχύουν αμέσως και εφαρμόζονται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο αναφέρει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγοντος. 2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 6. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.». |
|
4) |
Στο άρθρο 31, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Το αργότερο από τις 16 Ιουνίου 2019, o Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα πιστοποίησης δυνάμει του άρθρου 10 όσον αφορά τις περιοχές λειτουργίας στα κράτη μέλη τα οποία δεν έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό ή την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών τα οποία έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 μπορούν να συνεχίσουν να εκδίδουν πιστοποιητικά σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ, έως τις 16 Ιουνίου 2020. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10, οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών τα οποία έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2α μπορούν να συνεχίσουν να εκδίδουν πιστοποιητικά σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ, έως τις 31 Οκτωβρίου 2020.». |
|
5) |
Στο άρθρο 33 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος: «2α. Τα κράτη μέλη που έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, μπορούν να την παρατείνουν περαιτέρω έως τις 31 Οκτωβρίου 2020. Τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο εφαρμόζονται από την ημερομηνία αυτή. Τα εν λόγω κράτη μέλη ενημερώνουν σχετικά τον Οργανισμό και την Επιτροπή έως τις 29 Μαΐου 2020.». |
|
6) |
Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 34 η ημερομηνία «16 Ιουνίου 2020» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2020». |
Άρθρο 3
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2020.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
A. METELKO-ZGOMBIĆ
(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 2020.
(2) Οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 44).
(3) Οδηγία (EE) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102).
(4) Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (Οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).
(5) Οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του κοινοτικού σιδηροδρομικού συστήματος (ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1).
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/31 |
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2020/701 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 25ης Μαΐου 2020
σχετικά με την παροχή μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής στους εταίρους της διεύρυνσης και της γειτονίας στο πλαίσιο της πανδημίας της COVID-19
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 212 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Η πανδημία της COVID-19 έχει πολύ επιζήμιες επιπτώσεις στην οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα στις περιοχές διεύρυνσης και γειτονίας. Οι εταίροι αντιμετωπίζουν επί του παρόντος ασθενή και ταχέως επιδεινούμενα ισοζύγια πληρωμών και δημοσιονομική κατάσταση και η οικονομία εισέρχεται σε ύφεση. Υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα υπέρ του να προχωρήσει η Ένωση γρήγορα και αποφασιστικά στη στήριξη των οικονομιών αυτών. Ως εκ τούτου, η παρούσα απόφαση καλύπτει δέκα εταίρους: τη Δημοκρατία της Αλβανίας, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Κοσσυφοπέδιο (*), το Μαυροβούνιο και τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας στην περιοχή της διεύρυνσης, τη Γεωργία, τη Δημοκρατία της Μολδαβίας και την Ουκρανία στην ανατολική γειτονία και το Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας και τη Δημοκρατία της Τυνησίας στη νότια γειτονία («εταίροι»). |
|
(2) |
Ο επείγων χαρακτήρας της συνδρομής σχετίζεται με την άμεση ανάγκη των εταίρων για κεφάλαια, πέραν εκείνων που θα παρασχεθούν μέσω άλλων μέσων της Ένωσης και από διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς, κράτη μέλη και άλλους διμερείς χορηγούς. Τούτο είναι αναγκαίο προκειμένου να επιτραπεί βραχυπρόθεσμο περιθώριο άσκησης πολιτικής, ώστε οι αρχές των εταίρων να εφαρμόσουν μέτρα για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από την πανδημία της COVID-19. |
|
(3) |
Οι αρχές κάθε εταίρου και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έχουν ήδη συμφωνήσει σε ένα πρόγραμμα που θα στηριχθεί από πιστωτική συμφωνία με το ΔΝΤ ή αναμένεται να συμφωνήσουν σύντομα σε τέτοιο πρόγραμμα. |
|
(4) |
Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να συνιστά έκτακτο χρηματοδοτικό μέσο για τη στήριξη, άνευ όρων και χωρίς ειδικό σκοπό, του ισοζυγίου πληρωμών, με σκοπό την αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών εξωτερικής χρηματοδότησης του δικαιούχου, σε συνδυασμό με μη προληπτική πιστωτική συμφωνία με το ΔΝΤ, η οποία υπόκειται σε συμφωνημένο πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Στο πλαίσιο της πανδημίας της COVID-19, η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει επίσης να είναι διαθέσιμη για εταίρους που επωφελούνται από χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης από το ΔΝΤ, η οποία μπορεί να παρέχεται χωρίς προαπαιτούμενες δράσεις και/ή προϋποθέσεις, όπως μέσω του μηχανισμού ταχείας χρηματοδότησης. Η εν λόγω συνδρομή θα πρέπει, συνεπώς, να είναι μικρότερη σε διάρκεια, να περιορίζεται σε δύο εκταμιεύσεις και να υποστηρίζει την εφαρμογή ενός προγράμματος πολιτικής που θα περιλαμβάνει περιορισμένο σύνολο μεταρρυθμιστικών μέτρων. |
|
(5) |
Η χρηματοδοτική στήριξη των εταίρων από την Ένωση συνάδει με τις πολιτικές διεύρυνσης και γειτονίας της Ένωσης. |
|
(6) |
Δεδομένου ότι οι εταίροι είναι είτε εταίροι υπό προσχώρηση ή σε προενταξιακό καθεστώς, είτε καλύπτονται από την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας, είναι επιλέξιμοι για λήψη της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης. |
|
(7) |
Δεδομένου ότι οι δραματικά επιδεινούμενες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης των εταίρων αναμένεται ότι θα είναι πολύ υψηλότερες από τους πόρους που θα χορηγηθούν από το ΔΝΤ και άλλους πολυμερείς οργανισμούς, η παροχή μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής από την Ένωση προς τους εταίρους, υπό τις τρέχουσες εξαιρετικές περιστάσεις, θεωρείται κατάλληλη απόκριση στα αιτήματα των εταίρων για στήριξη της οικονομικής σταθεροποίησης. Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα στηρίξει την οικονομική σταθεροποίηση, συμπληρώνοντας τους πόρους που διατίθενται βάσει της πιστωτικής συμφωνίας με το ΔΝΤ. |
|
(8) |
Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να αποσκοπεί στην αποκατάσταση μιας βιώσιμης κατάστασης εξωτερικής χρηματοδότησης για τους εταίρους, στηρίζοντας με τον τρόπο αυτόν την επάνοδο στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. |
|
(9) |
Το ποσό της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης βασίζεται σε προκαταρκτική εκτίμηση των υπολειπόμενων αναγκών εξωτερικής χρηματοδότησης κάθε εταίρου και λαμβάνει υπόψη την ικανότητα αυτοχρηματοδότησής του μέσω ιδίων πόρων, ιδίως μέσω των συναλλαγματικών αποθεμάτων που διαθέτει. Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να συμπληρώνει τα προγράμματα και τους πόρους που χορηγούν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Κατά τον καθορισμό του ποσού της συνδρομής λαμβάνονται επίσης υπόψη η ανάγκη να διασφαλιστεί δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ της Ένωσης και άλλων χορηγών, καθώς και η προϋπάρχουσα διάθεση και άλλων μέσων εξωτερικής χρηματοδότησης της Ένωσης και η προστιθέμενη αξία της συνολικής συμμετοχής της Ένωσης. |
|
(10) |
Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα συμφωνεί νομικά και ουσιαστικά με τις βασικές αρχές και τους στόχους των διάφορων τομέων της εξωτερικής δράσης και των άλλων συναφών πολιτικών της Ένωσης, καθώς και με τα μέτρα που λαμβάνονται στους εν λόγω τομείς και πολιτικές. |
|
(11) |
Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να υποστηρίζει την εξωτερική πολιτική της έναντι των εταίρων. Η Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) θα πρέπει να συνεργάζονται στενά σε όλη τη διάρκεια της πράξης μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής για τον συντονισμό και τη διασφάλιση της συνοχής της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης. |
|
(12) |
Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να υποστηρίζει την προσήλωση των εταίρων στις κοινές με την Ένωση αξίες, στις οποίες περιλαμβάνονται η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, η χρηστή διακυβέρνηση, ο σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η βιώσιμη ανάπτυξη και η μείωση της φτώχειας, καθώς και η προσήλωσή τους στις αρχές του ελεύθερου και θεμιτού εμπορίου που διεξάγεται βάσει κανόνων. |
|
(13) |
Προϋπόθεση για τη χορήγηση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης θα πρέπει να είναι ο σεβασμός από μέρους των εταίρων των ουσιαστικών θεσμών της δημοκρατίας, στους οποίους περιλαμβάνεται το πολυκομματικό κοινοβουλευτικό σύστημα, και του κράτους δικαίου και η εγγύηση του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Επιπλέον, οι ειδικοί στόχοι της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης θα πρέπει να αφορούν την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας και της λογοδοσίας των συστημάτων διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών στους εταίρους και να προωθούν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν στόχο να στηρίξουν τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση. Η Επιτροπή και η ΕΥΕΔ θα πρέπει να παρακολουθούν τακτικά τόσο την πλήρωση των προϋποθέσεων όσο και την επίτευξη των εν λόγω στόχων. |
|
(14) |
Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης που συνδέονται με την παρούσα μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης, οι εταίροι θα πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης και καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και οποιωνδήποτε άλλων παρατυπιών που συνδέονται με την εν λόγω συνδρομή. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για τη διενέργεια εξακριβώσεων από την Επιτροπή και ελέγχων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. |
|
(15) |
Η αποδέσμευση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης δεν θίγει τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ως αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής. |
|
(16) |
Τα ποσά που έχουν προβλεφθεί και απαιτούνται για την παροχή της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τις πιστώσεις του προϋπολογισμού που προβλέπονται στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. |
|
(17) |
Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να τελεί υπό τη διαχείριση της Επιτροπής. Για να διασφαλιστεί η δυνατότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου να παρακολουθούν την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, η Επιτροπή θα πρέπει να τα ενημερώνει τακτικά για τις εξελίξεις που αφορούν την εν λόγω συνδρομή και να τους παρέχει τα σχετικά έγγραφα. |
|
(18) |
Για να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). |
|
(19) |
Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης θα πρέπει να υπόκειται σε όρους οικονομικής πολιτικής που θα καθοριστούν σε μνημόνιο συνεννόησης («ΜΣ»). Για να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής και για λόγους αποδοτικότητας, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να διαπραγματευθεί τους εν λόγω όρους με τις αρχές των εταίρων υπό την εποπτεία της επιτροπής των αντιπροσώπων των κρατών μελών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει κατ’ αρχήν να εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις εκτός από αυτές που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό. Λαμβανομένων υπόψη των δυνητικά σημαντικών επιπτώσεων συνδρομής άνω των 90 εκατομμυρίων EUR, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία εξέτασης όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 για πράξεις που υπερβαίνουν το εν λόγω κατώτατο όριο. Λαμβανομένου υπόψη του ποσού της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης σε κάθε εταίρο, θα πρέπει να εφαρμοστεί η συμβουλευτική διαδικασία για την έγκριση του ΜΣ με το Μαυροβούνιο, ενώ η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να εφαρμόζεται για την έγκριση του ΜΣ με τους άλλους εταίρους που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση και, αντίστοιχα, για τη μείωση, αναστολή ή ακύρωση της εν λόγω συνδρομής. |
|
(20) |
Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης, δηλαδή η στήριξη της οικονομίας των εταίρων που αντιμετωπίζουν επί του παρόντος ασθενή και ταχέως επιδεινούμενα ισοζύγια πληρωμών και δημοσιονομική κατάσταση, με την οικονομία να εισέρχεται σε ύφεση, ως συνέπεια της πανδημίας της COVID-19, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, αλλά μπορεί, λόγω της έκτασης και των επιπτώσεών της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου. |
|
(21) |
Λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα που συνεπάγονται οι εξαιρετικές περιστάσεις εξαιτίας της πανδημίας της COVID-19 και τις απορρέουσες οικονομικές συνέπειες, θεωρήθηκε σκόπιμο να προβλεφθεί εξαίρεση από την προθεσμία των οκτώ εβδομάδων που αναφέρεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ, στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας. |
|
(22) |
Η παρούσα απόφαση θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
1. Η Ένωση χορηγεί μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή («μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης») στη Δημοκρατία της Αλβανίας, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Γεωργία, το Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας, το Κοσσυφοπέδιο, τη Δημοκρατία της Μολδαβίας, το Μαυροβούνιο, τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, τη Δημοκρατία της Τυνησίας και την Ουκρανία («εταίροι»), μέγιστου συνολικού ποσού 3 δισεκατομμυρίων EUR, με σκοπό τη στήριξη της οικονομικής σταθεροποίησης των εταίρων και ενός προγράμματος ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Η συνδρομή συμβάλλει στην κάλυψη των επειγουσών αναγκών του ισοζυγίου πληρωμών των εταίρων, όπως προσδιορίζονται στο πρόγραμμα που στηρίζει το ΔΝΤ, και διατίθεται ως εξής:
|
α) |
180 εκατομμύρια EUR για τη Δημοκρατία της Αλβανίας, |
|
β) |
250 εκατομμύρια EUR για τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, |
|
γ) |
150 εκατομμύρια EUR για τη Γεωργία, |
|
δ) |
200 εκατομμύρια EUR για το Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας, |
|
ε) |
100 εκατομμύρια EUR για το Κοσσυφοπέδιο, |
|
στ) |
100 εκατομμύρια EUR για τη Δημοκρατία της Μολδαβίας, |
|
ζ) |
60 εκατομμύρια EUR για το Μαυροβούνιο, |
|
η) |
160 εκατομμύρια EUR για τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, |
|
θ) |
600 εκατομμύρια EUR για τη Δημοκρατία της Τυνησίας, |
|
ι) |
1,2 δισεκατομμύρια EUR για την Ουκρανία. |
2. Ολόκληρο το ποσό της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης χορηγείται σε κάθε εταίρο υπό μορφή δανείων. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να δανειστεί, εξ ονόματος της Ένωσης, τα αναγκαία κεφάλαια από τις κεφαλαιαγορές ή από χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και να τα δανείσει στη συνέχεια στον εταίρο. Τα δάνεια έχουν μέγιστη μέση διάρκεια 15 ετών.
3. Η Επιτροπή διαχειρίζεται την αποδέσμευση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης κατά τρόπο συνεπή προς τις συμφωνίες ή τις συνεννοήσεις μεταξύ του ΔΝΤ και του εταίρου. Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τις εξελίξεις που αφορούν τη μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών εκταμιεύσεων, και διαβιβάζει τα σχετικά έγγραφα στα εν λόγω θεσμικά όργανα εγκαίρως.
4. Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης διατίθεται για περίοδο 12 μηνών, αρχής γενομένης από την πρώτη ημέρα μετά την έναρξη ισχύος του ΜΣ που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.
5. Εάν οι ανάγκες χρηματοδότησης ενός εταίρου μειωθούν σημαντικά κατά την περίοδο εκταμίευσης της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις, η Επιτροπή, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, μειώνει το ποσό της συνδρομής, την αναστέλλει ή την ακυρώνει.
Άρθρο 2
1. Προϋπόθεση για τη χορήγηση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης είναι ο σεβασμός από μέρους του εταίρου των ουσιαστικών θεσμών της δημοκρατίας, στους οποίους περιλαμβάνεται το πολυκομματικό κοινοβουλευτικό σύστημα, και του κράτους δικαίου και η εγγύηση του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
2. Η Επιτροπή και η ΕΥΕΔ παρακολουθούν την τήρηση της προϋπόθεσης της παραγράφου 1 καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης.
3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται σύμφωνα με την απόφαση 2010/427/ΕΕ του Συμβουλίου (3).
Άρθρο 3
1. Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, συμφωνεί με τις αρχές κάθε εταίρου σχετικά με σαφώς καθορισμένους όρους οικονομικής πολιτικής και χρηματοδοτικούς όρους, εστιάζοντας στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, από τους οποίους εξαρτάται η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης. Οι εν λόγω όροι οικονομικής πολιτικής και οι εν λόγω χρηματοδοτικοί όροι καθορίζονται σε ΜΣ το οποίο περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα για την εκπλήρωση των εν λόγω όρων. Οι όροι οικονομικής πολιτικής και οι χρηματοδοτικοί όροι που καθορίζονται στο ΜΣ συνάδουν με τις συμφωνίες ή συνεννοήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που εφαρμόζει ο εταίρος με τη στήριξη του ΔΝΤ.
2. Οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποσκοπούν, ειδικότερα, στην ενίσχυση της αποδοτικότητας, της διαφάνειας και της λογοδοσίας των συστημάτων διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών στους εταίρους, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη χρήση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης. Κατά τον σχεδιασμό των μέτρων πολιτικής λαμβάνονται επίσης δεόντως υπόψη η πρόοδος όσον αφορά το αμοιβαίο άνοιγμα των αγορών, η ανάπτυξη θεμιτών εμπορικών συναλλαγών βάσει κανόνων και άλλες προτεραιότητες στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης. Η Επιτροπή παρακολουθεί τακτικά την πρόοδο στην επίτευξη των εν λόγω στόχων.
3. Οι λεπτομερείς χρηματοδοτικοί όροι της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης καθορίζονται σε δανειακή σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών κάθε εταίρου χωριστά («δανειακή σύμβαση»).
4. Η Επιτροπή επαληθεύει, σε τακτικά διαστήματα, ότι εξακολουθούν να τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, συμπεριλαμβανομένου και του κατά πόσον οι οικονομικές πολιτικές του εταίρου συνάδουν με τους στόχους της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή συνεργάζεται στενά με το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα και, εφόσον είναι αναγκαίο, με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και με το Συμβούλιο.
Άρθρο 4
1. Με την επιφύλαξη των όρων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης διατίθεται από την Επιτροπή με τη μορφή δανείου σε δύο δόσεις. Το ύψος κάθε δόσης καθορίζεται στο ΜΣ.
2. Τα ποσά της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης διατίθενται, όποτε απαιτείται, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 480/2009 του Συμβουλίου (4).
3. Η απόφαση της Επιτροπής για την αποδέσμευση των δόσεων εξαρτάται από την εκπλήρωση όλων των ακόλουθων όρων:
|
α) |
της προϋπόθεσης που ορίζεται στο άρθρο 2, |
|
β) |
των συνεχών ικανοποιητικών επιδόσεων ως προς την εφαρμογή μη προληπτικής πιστωτικής συμφωνίας του ΔΝΤ, |
|
γ) |
της ικανοποιητικής εφαρμογής των όρων οικονομικής πολιτικής και των χρηματοδοτικών όρων που συμφωνούνται στο ΜΣ. |
Η αποδέσμευση της δεύτερης δόσης πραγματοποιείται, κατ' αρχήν, το νωρίτερο τρεις μήνες μετά την αποδέσμευση της πρώτης δόσης.
4. Όταν δεν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 3 πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή αναστέλλει προσωρινά ή ακυρώνει την εκταμίευση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους λόγους της αναστολής ή ακύρωσης.
5. Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης εκταμιεύεται στην Κεντρική Τράπεζα του εταίρου. Με την επιφύλαξη των διατάξεων που πρόκειται να συμφωνηθούν στο ΜΣ, περιλαμβανομένης της επιβεβαίωσης των υπολειπόμενων δημοσιονομικών χρηματοδοτικών αναγκών, τα ενωσιακά κονδύλια μπορεί να μεταβιβάζονται στο Υπουργείο Οικονομικών ως τελικό δικαιούχο.
Άρθρο 5
1. Οι δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις που σχετίζονται με τη μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης διενεργούνται σε ευρώ με την ίδια τοκοφόρο ημερομηνία και δεν εμπλέκουν την Ένωση στη μεταβολή της διάρκειας ούτε την εκθέτουν σε κινδύνους συναλλάγματος ή επιτοκίου ή σε οποιουσδήποτε άλλους εμπορικούς κινδύνους.
2. Όταν το επιτρέπουν οι περιστάσεις και εφόσον υποβάλλει αίτημα ο εταίρος, η Επιτροπή μπορεί να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την προσθήκη ρήτρας πρόωρης εξόφλησης στους όρους και τις προϋποθέσεις του δανείου και την ύπαρξη ανάλογης ρήτρας στους όρους και τις προϋποθέσεις των δανειοληπτικών πράξεων.
3. Όταν οι περιστάσεις επιτρέπουν βελτίωση του επιτοκίου του δανείου και εφόσον υποβάλλει σχετικό αίτημα ο εταίρος, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να αναχρηματοδοτήσει το σύνολο, ή μέρος, των αρχικών δανειοληπτικών πράξεων ή μπορεί να αναπροσαρμόσει τους αντίστοιχους χρηματοδοτικούς όρους. Οι πράξεις αναχρηματοδότησης ή αναπροσαρμογής διενεργούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 4 και δεν έχουν ως αποτέλεσμα την παράταση της διάρκειας των εν λόγω δανειοληπτικών πράξεων ή την αύξηση του οφειλόμενου κεφαλαίου κατά την ημερομηνία διεξαγωγής των πράξεων αναχρηματοδότησης ή αναπροσαρμογής.
4. Όλα τα έξοδα της Ένωσης που συνδέονται με τις δανειοληπτικές και τις δανειοδοτικές πράξεις στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης βαρύνουν τον εταίρο.
5. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τις εξελίξεις ως προς τις πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3.
Άρθρο 6
1. Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης υλοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).
2. Η μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης υλοποιείται υπό άμεση διαχείριση.
3. Η δανειακή σύμβαση περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες:
|
α) |
διασφαλίζουν ότι ο εταίρος ελέγχει τακτικά αν η χρηματοδότηση που χορηγείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης χρησιμοποιείται ορθά, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη παρατυπιών και απάτης και, εάν είναι απαραίτητο, κινεί νομική διαδικασία για την ανάκτηση ποσών καταβληθέντων βάσει της παρούσας απόφασης τα οποία χρησιμοποιήθηκαν παρανόμως, |
|
β) |
διασφαλίζουν την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, προβλέποντας ιδίως ειδικά μέτρα για την πρόληψη και την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παρατυπίας που επηρεάζει τη μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης, σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 (6) και (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (7), τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και, για τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου (9). Προς αυτό τον σκοπό, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) εξουσιοδοτείται ρητά να διεξάγει έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και εξακριβώσεων, μεταξύ άλλων ψηφιακών επιχειρήσεων εγκληματολογικών ερευνών και συνεντεύξεων, |
|
γ) |
εξουσιοδοτούν ρητά την Επιτροπή, ή τους αντιπροσώπους της, να διενεργούν ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και εξακριβώσεων, |
|
δ) |
εξουσιοδοτούν ρητά την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο να διενεργούν ελέγχους κατά και μετά την περίοδο διαθεσιμότητας της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων ελέγχων εγγράφων και επιτόπιων ελέγχων, όπως οι επιχειρησιακές αξιολογήσεις, |
|
ε) |
διασφαλίζουν ότι η Ένωση δικαιούται την πρόωρη αποπληρωμή του δανείου, εάν διαπιστωθεί ότι, σε σχέση με τη διαχείριση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης, ο εταίρος έχει εμπλακεί σε οποιαδήποτε πράξη απάτης ή διαφθοράς ή σε οποιαδήποτε άλλη παράνομη δραστηριότητα σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, και |
|
στ) |
διασφαλίζουν ότι όλες οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται η Ένωση σε σχέση με δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις δυνάμει της παρούσας απόφασης βαρύνουν τον εταίρο. |
4. Πριν από την υλοποίηση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης, η Επιτροπή αξιολογεί, μέσω επιχειρησιακής αξιολόγησης, την ορθότητα των δημοσιονομικών ρυθμίσεων, των διοικητικών διαδικασιών και των μηχανισμών εσωτερικού και εξωτερικού ελέγχου του εταίρου που σχετίζονται με τη συνδρομή.
Άρθρο 7
1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 στη μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης για το Μαυροβούνιο, ενώ εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 στη μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης για τους άλλους εταίρους που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση.
Άρθρο 8
1. Η Επιτροπή υποβάλλει, έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης κατά το προηγούμενο έτος, η οποία περιλαμβάνει αξιολόγηση της εν λόγω εφαρμογής. Στην έκθεση:
|
α) |
εξετάζεται η πρόοδος που έχει σημειωθεί όσον αφορά την υλοποίηση της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης, |
|
β) |
αξιολογούνται η οικονομική κατάσταση και οι προοπτικές των εταίρων, καθώς και η πρόοδος στην εφαρμογή των μέτρων πολιτικής που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, |
|
γ) |
παρουσιάζεται η σχέση μεταξύ των όρων οικονομικής πολιτικής που καθορίζονται στο ΜΣ, των τρεχουσών οικονομικών και δημοσιονομικών επιδόσεων των εταίρων και των αποφάσεων της Επιτροπής να αποδεσμεύσει τις δόσεις της μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης. |
2. Το αργότερο δύο έτη μετά τη λήξη της περιόδου διαθεσιμότητας που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση εκ των υστέρων αξιολόγησης όσον αφορά τα αποτελέσματα και την αποδοτικότητα της περατωθείσας μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης, καθώς και τον βαθμό στον οποίο συνέβαλε στην επίτευξη των σκοπών της συνδρομής.
Άρθρο 9
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2020.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
D. M. SASSOLI
Για το Συμβούλιο
Η Πρόεδρος
A. METELKO-ZGOMBIĆ
(1) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2020.
(*) Η ονομασία αυτή χρησιμοποιείται με επιφύλαξη των θέσεων ως προς το καθεστώς και συνάδει με την απόφαση 1244 (1999) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και τη γνώμη του Διεθνούς Δικαστηρίου σχετικά με τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(3) Απόφαση 2010/427/EE του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 2010, για τον καθορισμό της οργάνωσης και της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΕ L 201 της 3.8.2010, σ. 30).
(4) Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 480/2009 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, για την ίδρυση Ταμείου εγγυήσεων για τις εξωτερικές δράσεις (ΕΕ L 145 της 10.6.2009, σ. 10).
(5) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).
(6) Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 312 της 23.12.1995, σ. 1).
(7) Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).
(8) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1939 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (ΕΕ L 283 της 31.10.2017, σ. 1).
II Μη νομοθετικές πράξεις
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
|
27.5.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 165/38 |
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2020/702 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 20ής Μαΐου 2020
για την περαιτέρω παράταση της προσωρινής παρέκκλισης από τον εσωτερικό κανονισμό του Συμβουλίου που εισάχθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2020/430 και παρατάθηκεμε την απόφαση (ΕΕ) 2020/556 ενόψει των ταξιδιωτικών δυσχερειών που προκαλείη πανδημία της COVID-19 στην Ένωση
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 240 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Με την απόφαση (ΕΕ) 2020/430 του Συμβουλίου (1) εισάχθηκε παρέκκλιση ενός μηνός από το άρθρο 12 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του εσωτερικού κανονισμού του Συμβουλίου (2) όσον αφορά αποφάσεις χρήσης της συνήθους γραπτής διαδικασίας, όταν οι εν λόγω αποφάσεις λαμβάνονται από την Επιτροπή των Μόνιμων Αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών (ΕΜΑ). Η εν λόγω παρέκκλιση προβλεπόταν να ισχύσει έως τις 23 Απριλίου 2020. |
|
(2) |
Στην απόφαση (ΕΕ) 2020/430 προβλέπεται ότι, εφόσον δικαιολογείται από συνεχιζόμενες εξαιρετικές περιστάσεις, το Συμβούλιο δύναται να ανανεώσει την εν λόγω απόφαση. Στις 21 Απριλίου 2020, το Συμβούλιο, με την απόφαση (ΕΕ) 2020/556 (3), παρέτεινε την παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 1 της απόφασης (ΕΕ) 2020/430 για περαιτέρω περίοδο ενός μηνός από τις 23 Απριλίου 2020. Η εν λόγω παράταση της παρέκκλισης λήγει στις 23 Μαΐου 2020. |
|
(3) |
Δεδομένου ότι οι εξαιρετικές περιστάσεις που προκαλεί η πανδημία της νόσου COVID-19 εξακολουθούν να υφίστανται, με τα έκτακτα προληπτικά μέτρα και μέτρα περιορισμού που έλαβαν τα κράτη μέλη να εξακολουθούν να ισχύουν, είναι αναγκαίο να παραταθεί η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 1 της απόφασης (ΕΕ) 2020/430, όπως παρατάθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2020/556, για περαιτέρω περιορισμένη περίοδο έως τις 10 Ιουλίου 2020, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 1 της απόφασης (ΕΕ) 2020/430, όπως παρατάθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2020/556, παρατείνεται περαιτέρω έως τις 10 Ιουλίου 2020.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία της έκδοσής της.
Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 20 Μαΐου 2020.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
G. GRLIĆ RADMAN
(1) Απόφαση (ΕΕ) 2020/430 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 2020, για προσωρινή παρέκκλιση από τον εσωτερικό κανονισμό του Συμβουλίου ενόψει των ταξιδιωτικών δυσχερειών που προκαλεί η πανδημία της COVID-19 στην Ένωση (ΕΕ L 88 I της 24.3.2020, σ. 1).
(2) Απόφαση 2009/937/ΕΕ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2009, για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΕ L 325 της 11.12.2009, σ. 35).
(3) Απόφαση (ΕΕ) 2020/556 του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2020, για την παράταση της προσωρινής παρέκκλισης από τον εσωτερικό κανονισμό του Συμβουλίου που εισάχθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2020/430 ενόψει των ταξιδιωτικών δυσχερειών που προκαλεί η πανδημία της COVID-19 στην Ένωση (ΕΕ L 128 I της 23.4.2020, σ. 1).