ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

62ό έτος
18 Δεκεμβρίου 2019


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2160 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα ανοίγματα υπό τη μορφή καλυμμένων ομολόγων ( 1 )

1

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2019/2161 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 για την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την καλύτερη επιβολή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών ( 1 )

7

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ ( 1 )

29

 

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/2163 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2019 για τον καθορισμό των όγκων ενεργοποίησης για τα έτη 2020 και 2021 με σκοπό την ενδεχόμενη επιβολή πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα οπωροκηπευτικά

58

 

*

Εκτελεστικός Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2164 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2019 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008 σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων όσον αφορά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, την επισήμανση και τον έλεγχο των προϊόντων ( 1 )

61

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/2165 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2019 για την έγκριση της τροποποίησης των προδιαγραφών του νέου τροφίμου σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής ( 1 )

81

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/2166 της Επιτροπής της 16ης Δεκεμβρίου 2019 για την τροποποίηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/908/ΕΕ όσον αφορά τη συμπερίληψη της Σερβίας και της Νότιας Κορέας στους καταλόγους τρίτων χωρών και εδαφών των οποίων οι εποπτικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις θεωρούνται ισοδύναμες για τους σκοπούς της αντιμετώπισης ανοιγμάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 )

84

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/2167 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2019 σχετικά με την έγκριση του σχεδίου στρατηγικής δικτύου για τις λειτουργίες του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού για την περίοδο 2020-2029

89

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/2168 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2019 σχετικά με τον διορισμό του προέδρου, των μελών και των αναπληρωτών τους στο Συμβούλιο Διαχείρισης Δικτύου και των μελών και των αναπληρωματικών μελών της Ευρωπαϊκής Μονάδας Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων για τις λειτουργίες του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας για την τρίτη περίοδο αναφοράς 2020-2024

90

 

*

Εκτελεστική Απόφαση (ΕΕ) 2019/2169 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2019 για την τροποποίηση του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ σχετικά με τα μέτρα ελέγχου της υγείας των ζώων όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2019) 9369]  ( 1 )

97

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2160 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 27ης Νοεμβρίου 2019

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα ανοίγματα υπό τη μορφή καλυμμένων ομολόγων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) προβλέπει την προνομιακή αντιμετώπιση των καλυμμένων ομολόγων υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) διευκρινίζει τα βασικά στοιχεία των καλυμμένων ομολόγων και παρέχει κοινό ορισμό των καλυμμένων ομολόγων.

(2)

Στις 20 Δεκεμβρίου 2013 η Επιτροπή ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) («EBA»), που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), να γνωμοδοτήσει σχετικά με την καταλληλότητα των συντελεστών στάθμισης κινδύνου όσον αφορά τα καλυμμένα ομόλογα που καθορίζονται στο άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της EBA της 1ης Ιουλίου 2014, η προνομιακή αντιμετώπιση των συντελεστών στάθμισης κινδύνου που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 συνιστά, καταρχήν, κατάλληλη αντιμετώπιση προληπτικής εποπτείας. Ωστόσο, η EBA συνέστησε να εξεταστεί περαιτέρω η συμπλήρωση των απαιτήσεων επιλεξιμότητας ώστε να καλύπτει η προνομιακή αντιμετώπιση των συντελεστών στάθμισης κινδύνου, τουλάχιστον, τους τομείς της μείωσης του κινδύνου ρευστότητας και της υπερεξασφάλισης, τον ρόλο των αρμόδιων αρχών και την περαιτέρω επεξεργασία των υφιστάμενων απαιτήσεων γνωστοποίησης στους επενδυτές.

(3)

Υπό το πρίσμα της γνωμοδότησης της EBA, είναι σκόπιμο να υιοθετηθούν συμπληρωματικές απαιτήσεις για τα καλυμμένα ομόλογα, γεγονός που θα έχει ως συνέπεια την ενίσχυση της ποιότητας των καλυμμένων ομολόγων που είναι επιλέξιμα για την ευνοϊκή κεφαλαιακή αντιμετώπιση δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(4)

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να μην εφαρμόζουν εν μέρει την απαίτηση κατάταξης των ανοιγμάτων έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων εντός των συνολικών στοιχείων κάλυψης για να πληρούνται οι προϋποθέσεις για την πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας και να επιτρέπουν αντ’ αυτού τα ανοίγματα έως το πολύ 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος ιδρύματος να κατατάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας. Εντούτοις, η εν λόγω μερική απαλλαγή εφαρμόζεται μόνο κατόπιν προηγούμενης διαβούλευσης με την EBA και μόνο όταν μπορεί να τεκμηριωθεί ενδεχόμενο σημαντικών προβλημάτων συγκέντρωσης που προκύπτουν στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη λόγω της εφαρμογής της πρώτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας. Δεδομένου ότι η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις κατάταξης των ανοιγμάτων στην πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, όπως διατίθενται από τους εξωτερικούς οργανισμούς πιστοληπτικών αξιολογήσεων, καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη στα περισσότερα κράτη μέλη εντός και εκτός της ζώνης του ευρώ, η εφαρμογή της εν λόγω μερικής απαλλαγής θεωρήθηκε απαραίτητη από τα κράτη μέλη με τις μεγαλύτερες αγορές καλυμμένων ομολόγων. Για την απλοποίηση της χρήσης ανοιγμάτων έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων ως εξασφάλισης καλυμμένων ομολόγων και προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα πιθανής συγκέντρωσης, είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 με τη θέσπιση κανόνα που να επιτρέπει τα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων έως το πολύ 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος ιδρύματος να κατατάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας αντί της πρώτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη γνώμη της EBA. Είναι απαραίτητο να επιτραπεί η χρήση της τρίτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας για βραχυπρόθεσμες καταθέσεις και παράγωγα σε συγκεκριμένα κράτη μέλη, όταν θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την απαίτηση για την πρώτη ή τη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας. Οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, μετά από διαβούλευση με την EBA, να επιτρέπουν τη χρήση της τρίτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας για συμβάσεις παραγώγων, προκειμένου να αντιμετωπίζονται πιθανά προβλήματα συγκέντρωσης.

(5)

Τα δάνεια που εξασφαλίζονται με μερίδια με εξοφλητική προτεραιότητα που έχουν εκδοθεί από γαλλικά Fonds Communs de Titrisation ή από ισοδύναμες οντότητες τιτλοποίησης που τιτλοποιούν ανοίγματα σχετικά με ακίνητα κατοικίας ή εμπορικά ακίνητα είναι επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων για ποσό που δεν υπερβαίνει το 10 % του ονομαστικού ποσού της καλυπτόμενης έκδοσης καλυμμένων ομολόγων («όριο του 10 %»). Ωστόσο, το άρθρο 496 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να παραιτηθούν από το όριο του 10 %. Επιπλέον, το άρθρο 503 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι η Επιτροπή επανεξετάζει την καταλληλότητα της παρέκκλισης που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να παραιτηθούν από το όριο του 10 %. Στις 22 Δεκεμβρίου 2013, η Επιτροπή ζήτησε από την EBA να παράσχει γνωμοδότηση επί του θέματος αυτού. Στη γνωμοδότησή της, η EBA επισήμανε ότι η χρήση μεριδίων με εξοφλητική προτεραιότητα που έχουν εκδοθεί από γαλλικά Fonds Communs de Titrisation ή από ισοδύναμες οντότητες που τιτλοποιούν ανοίγματα σχετικά με ακίνητα κατοικίας ή εμπορικά ακίνητα ως εξασφάλιση θα ήγειρε ανησυχίες όσον αφορά την προληπτική εποπτεία λόγω της δομής δύο επιπέδων των προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων που είναι εξασφαλισμένα με μερίδια τιτλοποίησης και θα οδηγούσε, ως εκ τούτου, σε ανεπαρκή διαφάνεια όσον αφορά την πιστωτική ποιότητα των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Κατά συνέπεια, η EBA συνέστησε να αφαιρεθεί, μετά την 31η Δεκεμβρίου 2017, η παρέκκλιση από το όριο του 10 % για τα μερίδια με εξοφλητική προτεραιότητα που προβλέπεται επί του παρόντος στο άρθρο 496 του εν λόγω κανονισμού.

(6)

Η συμπερίληψη στα συνολικά στοιχεία κάλυψης τιτλοποιημένων στεγαστικών ή εμπορικών ενυπόθηκων δανείων επιτρέπεται από περιορισμένο μόνο αριθμό εθνικών πλαισίων καλυμμένων ομολόγων. Η χρήση των εν λόγω δομών μειώνεται και θεωρείται ότι προσθέτει περιττή πολυπλοκότητα στα προγράμματα καλυμμένων ομολόγων. Είναι, επομένως, σκόπιμο να εξαλειφθεί εντελώς η χρήση των εν λόγω δομών ως επιλέξιμων στοιχείων ενεργητικού.

(7)

Καλυμμένα ομόλογα που εκδόθηκαν εντός ενδοομιλικών δομών ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων που συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί ως επιλέξιμη εξασφάλιση. Οι ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων δεν συνεπάγονται πρόσθετους κινδύνους από τη σκοπιά της προληπτικής εποπτείας, καθώς δεν εγείρουν τα ίδια ζητήματα πολυπλοκότητας με αυτά που εγείρει η χρήση δανείων που εξασφαλίζονται με μερίδια με εξοφλητική προτεραιότητα που έχουν εκδοθεί από γαλλικά Fonds Communs de Titrisation ή ισοδύναμες οντότητες που τιτλοποιούν ανοίγματα σχετικά με ακίνητα κατοικίας ή εμπορικά ακίνητα. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της EBA, η εξασφάλιση των καλυμμένων ομολόγων με ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει να επιτρέπεται χωρίς περιορισμούς όσον αφορά το υπόλοιπο των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος. Η απαίτηση της εφαρμογής του ορίου του 15 % ή του 10 % αναφορικά με τα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει κατά συνέπεια να αρθούν. Οι εν λόγω ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων διέπονται από την οδηγία (ΕΕ) 2019/2162

(8)

Στα καλυμμένα ομόλογα εφαρμόζονται οι αρχές αποτίμησης για τα ακίνητα που δίνονται σε εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων, προκειμένου τα εν λόγω ομόλογα να πληρούν τις απαιτήσεις προνομιακής αντιμετώπισης. Οι απαιτήσεις επιλεξιμότητας των στοιχείων ενεργητικού που χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων αφορούν τα γενικά ποιοτικά χαρακτηριστικά που διασφαλίζουν την ανθεκτικότητα των συνολικών στοιχείων κάλυψης και θα πρέπει, συνεπώς, να καθορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 Ως εκ τούτου, οι διατάξεις σχετικά με τη μεθοδολογία αποτίμησης θα πρέπει να καθορίζονται στην εν λόγω οδηγία και τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εκτίμηση της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται αναφορικά με τα εν λόγω κριτήρια επιλεξιμότητας των καλυμμένων ομολόγων.

(9)

Τα όρια για τον λόγο «δάνειο/αξία» (όρια LTV) αποτελούν απαραίτητο στοιχείο για τη διασφάλιση της πιστωτικής ποιότητας των καλυμμένων ομολόγων. Στο άρθρο 129 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θεσπίζονται όρια LTV για ενυπόθηκα δάνεια και ναυτικά προνόμια επί πλοίων, αλλά δεν διευκρινίζεται ο τρόπος εφαρμογής των εν λόγω ορίων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αβεβαιότητα. Τα όρια LTV θα πρέπει να εφαρμόζονται ως χαλαρά όρια κάλυψης,. Αυτό σημαίνει πως παρότι δεν υπάρχουν όρια ως προς το μέγεθος ενός υποκείμενου δανείου, ένα τέτοιο δάνειο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εξασφάλιση μόνο εντός των ορίων LTV για τα στοιχεία ενεργητικού. Τα όρια LTV καθορίζουν το εκατοστιαίο τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην απαίτηση κάλυψης για τις υποχρεώσεις. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι τα όρια LTV καθορίζουν το τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην κάλυψη του καλυμμένου ομολόγου.

(10)

Προκειμένου να διασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια, τα όρια LTV θα πρέπει να εφαρμόζονται για όλη τη διάρκεια του δανείου. Τα πραγματικά όρια LTV δεν θα πρέπει να αλλάξουν, αλλά θα πρέπει να παραμείνουν στο 80 % της αξίας του ακινήτου κατοικίας για τα στεγαστικά δάνεια, στο 60 % της αξίας του εμπορικού ακινήτου για τα εμπορικά δάνεια, με δυνατότητα αύξησης στο 70 % της εν λόγω αξίας, και στο 60 % της αξίας των πλοίων. Τα εμπορικά ακίνητα θα πρέπει να γίνονται κατανοητά σύμφωνα με τη γενική αντίληψη ότι τα ακίνητα αυτού του είδους συνιστούν ακίνητα που δεν προορίζονται για κατοικία, μεταξύ άλλων και όταν αποτελούν ιδιοκτησία μη κερδοσκοπικών οργανισμών.

(11)

Προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω η ποιότητα των καλυμμένων ομολόγων που τυγχάνουν προνομιακής αντιμετώπισης, η εν λόγω προνομιακή αντιμετώπιση θα πρέπει να υπόκειται σε ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης, δηλαδή σε επίπεδο εξασφάλισης που υπερβαίνει τις απαιτήσεις κάλυψης που αναφέρονται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2162. Η εν λόγω απαίτηση θα οδηγούσε σε μείωση των πιο σχετικών κινδύνων που απορρέουν στην περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του εκδότη. Η απόφαση κράτους μέλους να εφαρμόσει υψηλότερο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης σε καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα τα οποία βρίσκονται στην επικράτειά του δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα πιστωτικά ιδρύματα να επενδύουν σε άλλα καλυμμένα ομόλογα με χαμηλότερο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης που συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό και να επωφελούνται από τις διατάξεις του.

(12)

Στα πιστωτικά ιδρύματα που επενδύουν σε καλυμμένα ομόλογα απαιτείται να παρέχονται ορισμένες πληροφορίες όσον αφορά τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα τουλάχιστον ανά εξάμηνο. Οι απαιτήσεις διαφάνειας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των καλυμμένων ομολόγων, διασφαλίζοντας ενιαίο επίπεδο δημοσιοποίησης και παρέχοντας στους επενδυτές τη δυνατότητα να προβαίνουν στην απαραίτητη αξιολόγηση των κινδύνων, γεγονός που ενισχύει τη συγκρισιμότητα, τη διαφάνεια και τη σταθερότητα της αγοράς. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις διαφάνειας εφαρμόζονται σε όλα τα καλυμμένα ομόλογα, με τον καθορισμό των εν λόγω απαιτήσεων στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2162. Συνεπώς, αυτές οι απαιτήσεις θα πρέπει να απαλειφθούν από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(13)

Τα καλυμμένα ομόλογα είναι μακροπρόθεσμα χρηματοδοτικά μέσα και, ως εκ τούτου, εκδίδονται με προγραμματισμένη ληκτότητα πολλών ετών. Είναι, επομένως, αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι δεν θα επηρεαστούν από τον παρόντα κανονισμό τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007 ή πριν από τις 8 Ιουλίου 2022. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007 θα πρέπει να συνεχίσουν να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού, την υπερεξασφάλιση και τα στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης. Επιπλέον, άλλα καλυμμένα ομόλογα που συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 θα πρέπει να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις για την υπερεξασφάλιση και τα στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης και θα πρέπει να εξακολουθούν να είναι επιλέξιμα για την προνομιακή αντιμετώπιση που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό έως τη λήξη τους.

(14)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με τις διατάξεις εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του νέου πλαισίου για τη θέσπιση των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της έκδοσης καλυμμένων ομολόγων και των τροποποιημένων απαιτήσεων για την προνομιακή αντιμετώπιση, η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να μετατεθεί ούτως ώστε να συμπίπτει με την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας.

(15)

Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 129 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Προκειμένου να είναι επιλέξιμα για την προνομιακή αντιμετώπιση που προβλέπεται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, τα καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 3, 3α και 3β του παρόντος άρθρου και είναι εξασφαλισμένα με ένα από τα κατωτέρω επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού:

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη ή τη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας ή ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας όταν τα εν λόγω ανοίγματα έχουν τη μορφή:

i)

βραχυπρόθεσμων καταθέσεων με αρχική ληκτότητα που δεν υπερβαίνει τις 100 ημέρες, εφόσον χρησιμοποιούνται για να πληρούν την απαίτηση για απόθεμα ασφαλείας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης του άρθρου 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162, ή

ii)

συμβάσεων παραγώγων που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 11 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας, εφόσον επιτρέπονται από τις αρμόδιες αρχές,»·

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

δάνεια που εξασφαλίζονται με ακίνητα που προορίζονται για κατοικία έως το μικρότερο ποσό μεταξύ του ονομαστικού ποσού των υποθηκών, συνεκτιμώντας με κάθε προηγούμενη υποθήκη, και του 80 % της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου,»·

το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

δάνεια που εξασφαλίζονται με εμπορικά ακίνητα έως το μικρότερο ποσό μεταξύ του ονομαστικού ποσού των υποθηκών, συνεκτιμώντας κάθε προηγούμενη υποθήκη, και του 60 % της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου. Τα δάνεια που εξασφαλίζονται με εμπορικά ακίνητα είναι επιλέξιμα σε περίπτωση υπέρβασης μέχρι μέγιστου ποσοστού 70 % της ανωτέρω οριζόμενης τιμής του 60 % για το λόγο «δάνειο/αξία» εάν η αξία όλων των στοιχείων ενεργητικού που δόθηκαν ως εξασφάλιση των καλυμμένων ομολόγων υπερβαίνει το ονομαστικό υπόλοιπο των καλυμμένων ομολόγων κατά τουλάχιστον 10 % και η απαίτηση των ομολογιούχων είναι σύμφωνη με τις υποχρεώσεις ασφάλειας δικαίου του κεφαλαίου 4. Η απαίτηση των ομολογιούχων προηγείται όλων των άλλων απαιτήσεων επί της εξασφάλισης,»·

ii)

το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τους σκοπούς της παραγράφου 1α, τα ανοίγματα που δημιουργούνται από τη μεταβίβαση και τη διαχείριση πληρωμών από οφειλέτες δανείων που εξασφαλίζονται με ενυπόθηκα ακίνητα χρεωστικών τίτλων ή από τη μεταβίβαση και τη διαχείριση του προϊόντος εκκαθάρισης σε σχέση με τα δάνεια αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό των ορίων που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.»·

iii)

το τρίτο εδάφιο διαγράφεται·

β)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«1α.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ), ισχύουν τα εξής:

α)

για ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, το άνοιγμα δεν υπερβαίνει το 15 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος,

β)

για ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, το άνοιγμα δεν υπερβαίνει το 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος,

γ)

για ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας τα οποία έχουν τη μορφή βραχυπρόθεσμων καταθέσεων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο i) του παρόντος άρθρου, ή τη μορφή συμβάσεων παραγώγων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii) του παρόντος άρθρου, το συνολικό άνοιγμα δεν υπερβαίνει το 8 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος· οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 δύνανται, κατόπιν διαβούλευσης με την EBA, να επιτρέπουν ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας υπό τη μορφή συμβάσεων παραγώγων, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να τεκμηριωθεί το ενδεχόμενο σημαντικών προβλημάτων συγκέντρωσης στα οικεία κράτη μέλη λόγω της εφαρμογής των απαιτήσεων περί πρώτης και δεύτερης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο,

δ)

το συνολικό άνοιγμα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη, τη δεύτερη ή την τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας δεν υπερβαίνει το 15 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος και το συνολικό άνοιγμα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στη δεύτερη ή την τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας δεν υπερβαίνει το 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος.

1β.   Η παράγραφος 1α του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται στη χρήση καλυμμένων ομολόγων ως επιλέξιμης εξασφάλισης, όπως επιτρέπεται δυνάμει του άρθρου 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162.

1γ.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ), το όριο του 80 % εφαρμόζεται ανά δάνειο, καθορίζει το τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην κάλυψη των υποχρεώσεων που συνδέονται με το καλυμμένο ομόλογο και εφαρμόζεται για όλη τη διάρκεια του δανείου.

1δ.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία στ) και ζ), τα όρια του 60 % ή του 70 % εφαρμόζονται ανά δάνειο, καθορίζουν το τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην κάλυψη των υποχρεώσεων που συνδέονται με το καλυμμένο ομόλογο, και εφαρμόζονται για όλη τη διάρκεια του δανείου.»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Για τα ακίνητα και τα πλοία που δίνονται σε εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων που συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό, τηρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 208. Η παρακολούθηση των αξιών της περιουσίας σύμφωνα με το άρθρο 208 παράγραφος 3 στοιχείο α) διεξάγεται τακτικά και τουλάχιστον ετησίως για όλα τα ακίνητα και τα πλοία.»·

δ)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.   Εκτός από την εξασφάλισή τους με τα επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού που παρατίθενται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα καλυμμένα ομόλογα υπόκεινται σε ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης ύψους 5 %, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 14) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το συνολικό ονομαστικό ποσό όλων των στοιχείων κάλυψης όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 4) της εν λόγω οδηγίας είναι τουλάχιστον ίδιας αξίας με το συνολικό ονομαστικό υπόλοιπο των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων («αρχή της ονομαστικής αξίας») και αποτελείται από επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν χαμηλότερο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης για καλυμμένα ομόλογα ή να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές τους να καθορίσουν ένα τέτοιο επίπεδο, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

είτε ο υπολογισμός της υπερεξασφάλισης βασίζεται σε μία τυπική προσέγγιση όπου λαμβάνεται υπόψη ο υποκείμενος κίνδυνος των στοιχείων ενεργητικού, είτε η αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού υπόκειται στην αξία του ενυπόθηκου ακινήτου, και

β)

το ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης δεν είναι κατώτερο του 2 %, με βάση την αρχή της ονομαστικής αξίας που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφοι 6 και 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162.

Τα στοιχεία ενεργητικού που συμβάλλουν στο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης δεν υπόκεινται στα όρια μεγέθους ανοίγματος που καθορίζονται στην παράγραφο 1α και δεν συνυπολογίζονται στα εν λόγω όρια.

3β.   Τα επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης ως στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 13) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162, με την επιφύλαξη των ορίων για την πιστωτική ποιότητα και το μέγεθος ανοίγματος που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 1α του παρόντος άρθρου.»·

ε)

οι παράγραφοι 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007 δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 1α, 3, 3α και 3β. Είναι επιλέξιμα για προνομιακή αντιμετώπιση δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 έως τη λήξη τους.

7.   Τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 και τα οποία συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής τους δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 3α και 3β. Είναι επιλέξιμα για προνομιακή αντιμετώπιση δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 έως τη λήξη τους.»·

2)

στο άρθρο 416 παράγραφος 2 στοιχείο α), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

είναι καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 εκτός από τα αναφερόμενα στο σημείο i) του παρόντος στοιχείου,»·

3)

στο άρθρο 425, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα ιδρύματα αναφέρουν τις εισροές ρευστότητάς τους. Οι εισροές ρευστότητας δεν υπερβαίνουν το 75 % των εκροών ρευστότητας. Τα ιδρύματα μπορούν να εξαιρούν από το εν λόγω όριο τις εισροές ρευστότητας από καταθέσεις που κατέχουν σε άλλα ιδρύματα οι οποίες εμπίπτουν στην αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 113 παράγραφος 6 ή 7 του παρόντος κανονισμού.

Τα ιδρύματα μπορούν να εξαιρούν από το εν λόγω όριο τις εισροές ρευστότητας από ποσά οφειλόμενα από δανειολήπτες και επενδυτές ομολόγων όπου οι εν λόγω εισροές συνδέονται με ενυπόθηκη πίστωση χρηματοδοτούμενη με ομόλογα επιλέξιμα για την αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 4, 5 ή 6 του παρόντος κανονισμού ή με καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162. Τα ιδρύματα μπορούν να εξαιρούν τις εισροές από προνομιακά δάνεια τα οποία τα ιδρύματα έχουν επανεκχωρήσει άμεσα. Με την επιφύλαξη της προηγούμενης έγκρισης της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία σε ατομική βάση, το ίδρυμα μπορεί να εξαιρεί πλήρως ή εν μέρει τις εισροές, όταν ο πάροχος ρευστότητας είναι μητρικό ή θυγατρικό ίδρυμα του ιδρύματος, μητρική ή θυγατρική επιχείρηση επενδύσεων του ιδρύματος ή άλλη θυγατρική του ίδιου μητρικού ιδρύματος ή της ίδιας επιχείρησης επενδύσεων ή συνδέεται με το ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2013/34/ΕΕ.»·

4)

στο άρθρο 427 παράγραφος 1 στοιχείο β), το σημείο x) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«x)

υποχρεώσεις οι οποίες προκύπτουν από εκδοθέντες τίτλους που υπάγονται στην αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού ή από καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162,»·

5)

στο άρθρο 428 παράγραφος 1 στοιχείο η), το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iii)

χρηματοδοτούνται ισόποσα (άμεση επανεκχώρηση) μέσω ομολόγων επιλέξιμων για την αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού ή μέσω καλυμμένων ομολόγων όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162,»·

6)

το άρθρο 496 διαγράφεται·

7)

στο παράρτημα III σημείο 6, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

είναι καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 πλην όσων αναφέρονται στο στοιχείο β) του παρόντος σημείου.».

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 8 Ιουλίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 27 Νοεμβρίου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

T. TUPPURAINEN


(1)  ΕΕ C 382 της 23.10.2018, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 367 της 10.10.2018, σ. 56.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2019.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(5)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ (βλέπε σελίδα 29 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


ΟΔΗΓΙΕΣ

18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/7


ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2019/2161 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 27ης Νοεμβρίου 2019

για την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την καλύτερη επιβολή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 169 παράγραφος 1 και το άρθρο 169 παράγραφος 2 στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ορίζουν ότι η Ένωση συμβάλλει στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή, με μέτρα που θεσπίζει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 114 ΣΛΕΕ. Το άρθρο 38 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») προβλέπει ότι οι πολιτικές της Ένωσης διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας του καταναλωτή.

(2)

Το δίκαιο για την προστασία του καταναλωτή θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ολόκληρη την Ένωση. Εντούτοις, σύμφωνα με τον εκτενή έλεγχο καταλληλότητας του δικαίου για τους καταναλωτές και την εμπορία, που διενήργησε η Επιτροπή το 2016 και το 2017 στο πλαίσιο του προγράμματος βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT), συνάχθηκε ότι η αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών διακυβεύεται λόγω έλλειψης ενημέρωσης τόσο των εμπόρων όσο και των καταναλωτών και, ως εκ τούτου, τα υπάρχοντα μέσα επανόρθωσης θα μπορούσαν να αξιοποιούνται πιο συχνά.

(3)

Η Ένωση έχει ήδη λάβει μια σειρά μέτρων για τη βελτίωση της ενημέρωσης των καταναλωτών, των εμπόρων και των επαγγελματιών του νομικού κλάδου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών και για την καλύτερη επιβολή των δικαιωμάτων και των μέσων επανόρθωσης που έχουν στη διάθεσή τους οι καταναλωτές. Εντούτοις, εξακολουθούν να υφίστανται κενά όσον αφορά την απουσία από τα εθνικά δίκαια πραγματικά αποτελεσματικών και αναλογικών ποινών για την αποτροπή ενδοενωσιακών παραβάσεων και την επιβολή κυρώσεων για αυτές, τα ανεπαρκή ατομικά μέσα έννομης προστασίας για καταναλωτές που βλάπτονται από παραβιάσεις της εθνικής νομοθεσίας που μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο την οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), καθώς και ανεπάρκειες της διαδικασίας αγωγών παραλείψεως βάσει της οδηγίας 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4). Η αναθεώρηση της διαδικασίας αγωγών παραλείψεως θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ξεχωριστού νομικού μέσου για την τροποποίηση και την αντικατάσταση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ.

(4)

Οι οδηγίες 98/6/ΕΚ (5), 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ (6) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περιέχουν την υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν, στις εθνικές διατάξεις που μεταφέρουν τις εν λόγω οδηγίες στο εθνικό δίκαιο, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για την αντιμετώπιση των παραβάσεων. Επιπλέον, το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) απαιτεί από τα κράτη μέλη τη λήψη μέτρων εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων, με αποτελεσματικό, αποδοτικό και συντονισμένο τρόπο ώστε να επιτευχθεί η παύση ή η απαγόρευση εκτεταμένων παραβάσεων ή εκτεταμένων παραβάσεων με ενωσιακή διάσταση.

(5)

Οι ισχύοντες εθνικοί κανόνες για τις κυρώσεις διαφέρουν σημαντικά σε ολόκληρη την Ένωση. Ειδικότερα, η δυνατότητα επιβολής αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών προστίμων για εμπόρους υπεύθυνους για εκτεταμένες παραβάσεις ή εκτεταμένες παραβάσεις με ενωσιακή διάσταση δεν διασφαλίζεται από όλα τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να βελτιωθούν οι υφιστάμενοι κανόνες για τις κυρώσεις στις οδηγίες 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ και, ταυτόχρονα, θα πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες για τις κυρώσεις στο πλαίσιο της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου (8).

(6)

Θα πρέπει να εξακολουθήσει να εναπόκειται στα κράτη μέλη να επιλέγουν το είδος των επιβαλλομένων κυρώσεων και να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο τις σχετικές διαδικασίες επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των οδηγιών 93/13/ΕΟΚ, 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ όπως τροποποιούνται από την παρούσα οδηγία.

(7)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η συνεκτική εφαρμογή των κυρώσεων, ιδίως όσον αφορά τις ενδοενωσιακές παραβάσεις, τις εκτεταμένες παραβάσεις και τις εκτεταμένες παραβάσεις με ενωσιακή διάσταση όπως καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394, κοινά μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια για την επιβολή κυρώσεων θα πρέπει να περιληφθούν στις οδηγίες 93/13/ΕΟΚ, 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ. Τα εν λόγω κριτήρια θα πρέπει να περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τη φύση, τη βαρύτητα, την έκταση και τη διάρκεια της παράβασης, καθώς και κάθε μέσο επανόρθωσης που παρέχει ο έμπορος στον καταναλωτή για την προκληθείσα βλάβη. Η περίπτωση υποτροπής από τον ίδιο παραβάτη καταδεικνύει προδιάθεση για διάπραξη ανάλογων παραβάσεων και συνεπώς συνιστά σημαντική ένδειξη της βαρύτητας της συμπεριφοράς και, επομένως, της ανάγκης αύξησης του επιπέδου της κύρωσης προκειμένου να επιτευχθεί αποτρεπτικό αποτέλεσμα. Τα οικονομικά οφέλη που αποκομίζονται ή οι ζημίες που αποφεύγονται λόγω της παράβασης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι διαθέσιμα τα σχετικά στοιχεία. Μπορούν επίσης να λαμβάνονται υπόψη άλλα επιβαρυντικά ή ελαφρυντικά στοιχεία που προκύπτουν από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης.

(8)

Αυτά τα κοινά, μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια για την επιβολή των κυρώσεων ενδέχεται να μην είναι κατάλληλα όσον αφορά τις αποφάσεις επιβολής κυρώσεων για κάθε παράβαση, ιδίως σχετικά με ήσσονες παραβάσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να λάβουν υπόψη και άλλες γενικές αρχές δικαίου που ισχύουν στην επιβολή κυρώσεων, όπως η αρχή non bis in idem.

(9)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών τις οποίες αφορά η συντονισμένη δράση οφείλουν να λαμβάνουν εντός της δικαιοδοσίας τους κάθε απαραίτητο μέτρο εκτέλεσης σε βάρος του εμπόρου που ευθύνεται για την εκτεταμένη παράβαση ή την εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση, ώστε να επιτευχθεί η παύση ή η απαγόρευση της εν λόγω παράβασης. Κατά περίπτωση, οφείλουν να επιβάλλουν στον έμπορο που είναι υπεύθυνος για την εκτεταμένη παράβαση ή την εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση κυρώσεις, όπως πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές. Τα μέτρα εκτέλεσης οφείλουν να λαμβάνονται με αποτελεσματικό, αποδοτικό και συντονισμένο τρόπο, ώστε να επιτευχθεί η παύση ή η απαγόρευση της εκτεταμένης παράβασης ή της εκτεταμένης παράβασης με ενωσιακή διάσταση. Οι αρμόδιες αρχές τις οποίες αφορά η συντονισμένη δράση οφείλουν να επιδιώκουν την ταυτόχρονη λήψη μέτρων εκτέλεσης στα κράτη μέλη τα οποία αφορά η εν λόγω παράβαση.

(10)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αρχές των κρατών μελών επιβάλλουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις όσον αφορά εκτεταμένες παραβάσεις και εκτεταμένες παραβάσεις με ενωσιακή διάσταση που αποτελούν αντικείμενο μέτρων συντονισμένης διερεύνησης και εφαρμογής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394, θα πρέπει τα πρόστιμα να θεσπιστούν ως στοιχείο των κυρώσεων για ανάλογες παραβάσεις. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πρόστιμα έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν στο εθνικό τους δίκαιο το μέγιστο πρόστιμο για ανάλογες παραβάσεις σε επίπεδο που ισούται τουλάχιστον με το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του εμπόρου στο οικείο κράτος μέλος ή στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο έμπορος μπορεί επίσης να είναι όμιλος εταιρειών.

(11)

Όπως ορίζεται στα άρθρα 9 και 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394, κατά την επιβολή κυρώσεων θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη, κατά περίπτωση, η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της εν λόγω παράβασης. Η επιβολή κυρώσεων θα πρέπει να έχει αναλογικό χαρακτήρα και να συνάδει με το ενωσιακό και εθνικό δίκαιο, μεταξύ άλλων με τις ισχύουσες διαδικαστικές εγγυήσεις και τις αρχές του Χάρτη. Τέλος, οι επιβαλλόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι κατάλληλες για τη φύση και τη συνολική πραγματική ή δυνητική βλάβη που συνεπάγεται η παράβαση της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών. Η εξουσία επιβολής κυρώσεων οφείλει να ασκείται είτε απευθείας από τις αρμόδιες αρχές υπό δική τους ευθύνη είτε, ανάλογα με την περίπτωση, με προσφυγή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή άλλες δημόσιες αρχές ή ενδεχομένως με διαβίβαση εντολών σε εντεταλμένους φορείς ή μέσω αίτησης στα δικαστήρια που είναι αρμόδια για την έκδοση της αναγκαίας απόφασης, περιλαμβανομένης, εφόσον ενδείκνυται, της άσκησης έφεσης στην περίπτωση ανεπιτυχούς έκβασης της αίτησης έκδοσης της αναγκαίας απόφασης.

(12)

Εφόσον, ως αποτέλεσμα της συντονισμένης δράσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394, μια μεμονωμένη αρμόδια αρχή υπό την έννοια του εν λόγω κανονισμού επιβάλλει πρόστιμο στον υπεύθυνο έμπορο για την εκτεταμένη παράβαση ή την εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση, θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλει πρόστιμο ίσο με τουλάχιστον το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του εμπόρου σε όλα τα κράτη μέλη τα οποία αφορά η συντονισμένη δράση επιβολής της νομοθεσίας.

(13)

Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να διατηρούν ή να θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο υψηλότερα μέγιστα πρόστιμα βάσει του κύκλου εργασιών για εκτεταμένες παραβάσεις και εκτεταμένες παραβάσεις με ενωσιακή διάσταση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να βασίζουν τα πρόστιμα αυτά στον παγκόσμιο κύκλο εργασιών του εμπόρου ή να επεκτείνουν τους κανόνες για την επιβολή προστίμων σε άλλες παραβάσεις που δεν καλύπτονται από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και σχετίζονται με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394. Η υποχρέωση καθορισμού του προστίμου σε επίπεδο που ισούται τουλάχιστον με το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του εμπόρου δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε άλλους κανόνες των κρατών μελών για περιοδικές χρηματικές ποινές, όπως τα ημερήσια πρόστιμα, για τη μη συμμόρφωση με οποιαδήποτε απόφαση, διαταγή, προσωρινό μέτρο, δέσμευση του εμπόρου ή άλλο μέτρο που λαμβάνεται με στόχο τον τερματισμό της παράβασης.

(14)

Θα πρέπει να περιλαμβάνονται στην οδηγία 93/13/ΕΟΚ κανόνες για τις κυρώσεις, με σκοπό την ενίσχυση του αποτρεπτικού αποτελέσματός της. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να αποφασίζουν σχετικά με τη διοικητική ή τη δικαστική διαδικασία επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης της εν λόγω οδηγίας. Συγκεκριμένα, οι διοικητικές αρχές ή τα εθνικά δικαστήρια θα μπορούσαν να επιβάλλουν κυρώσεις κατά τον προσδιορισμό του καταχρηστικού χαρακτήρα των συμβατικών όρων, μεταξύ άλλων βάσει δικαστικών διαδικασιών που κινούνται από διοικητική αρχή. Οι κυρώσεις θα μπορούσαν επίσης να επιβάλλονται από τις διοικητικές αρχές ή τα εθνικά δικαστήρια όταν ο πωλητής ή προμηθευτής χρησιμοποιεί συμβατικούς όρους οι οποίοι ορίζονται ρητώς στο εθνικό δίκαιο ως καταχρηστικοί σε όλες τις περιπτώσεις, καθώς και όταν ο πωλητής ή προμηθευτής χρησιμοποιεί συμβατικές ρήτρες που έχουν κριθεί καταχρηστικές με οριστική και δεσμευτική απόφαση. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποφασίσουν ότι οι διοικητικές αρχές έχουν επίσης το δικαίωμα να θεμελιώνουν τον καταχρηστικό χαρακτήρα των συμβατικών όρων. Οι διοικητικές αρχές ή τα εθνικά δικαστήρια θα μπορούσαν επίσης να επιβάλλουν κύρωση με την ίδια απόφαση με την οποία θεμελιώνεται ο καταχρηστικός χαρακτήρας συμβατικών όρων. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να θεσπίσουν τους κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού για τυχόν δράσεις σε εθνικό επίπεδο σχετικά με τα ατομικά μέσα επανόρθωσης και τις κυρώσεις.

(15)

Όταν αποδίδουν τα έσοδα από την επιβολή προστίμων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν τις δυνατότητες ενίσχυσης της προστασίας του γενικού συμφέροντος των καταναλωτών, καθώς και άλλων προστατευόμενων δημόσιων συμφερόντων.

(16)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές που βλάπτονται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές έχουν στη διάθεσή τους μέσα έννομης προστασίας, προκειμένου να εξαλειφθούν οι συνέπειες των εν λόγω αθέμιτων πρακτικών. Η εισαγωγή ενός σαφούς πλαισίου ατομικών μέσων έννομης προστασίας θα διευκολύνει την ιδιωτική επιβολή. Ο καταναλωτής θα πρέπει να έχει δυνατότητα αποζημίωσης για την πρόκληση ζημιών και, κατά περίπτωση, μείωσης της τιμής ή καταγγελίας της σύμβασης, κατά τρόπο αναλογικό και αποτελεσματικό. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να διατηρούν ή να θεσπίζουν δικαιώματα σε άλλα μέσα έννομης προστασίας όπως η επισκευή ή η αντικατάσταση για τους καταναλωτές που βλάπτονται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, προκειμένου να διασφαλίσουν την πλήρη εξάλειψη των συνεπειών ανάλογων πρακτικών. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εμποδίζονται να καθορίζουν τους όρους εφαρμογής και τις επιπτώσεις των μέσων έννομης προστασίας για τους καταναλωτές. Κατά την εφαρμογή των μέσων έννομης προστασίας, θα μπορούσαν να λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, η βαρύτητα και η φύση της αθέμιτης εμπορικής πρακτικής, οι ζημίες που υπέστη ο καταναλωτής και άλλες σχετικές περιστάσεις, όπως το παράπτωμα του εμπόρου ή η παράβαση της σύμβασης.

(17)

Από τον έλεγχο καταλληλότητας του δικαίου για τους καταναλωτές και την εμπορία και την παράλληλη αξιολόγηση της οδηγίας 2011/83/ΕΕ προσδιορίστηκαν επίσης ορισμένοι τομείς στους οποίους θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν οι ισχύοντες κανόνες της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών. Στο πλαίσιο της συνεχούς ανάπτυξης ψηφιακών εργαλείων, είναι απαραίτητη η προσαρμογή του δικαίου της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών.

(18)

Η υψηλότερη κατάταξη ή η τυχόν προβεβλημένη τοποθέτηση εμπορικών προσφορών μεταξύ των αποτελεσμάτων διαδικτυακής αναζήτησης, εκ μέρους των παρόχων επιγραμμικών υπηρεσιών αναζήτησης, έχει σημαντικό αντίκτυπο στους καταναλωτές.

(19)

Η κατάταξη αναφέρεται στη σχετική προβολή που δίδεται στις προσφορές των εμπόρων ή στη συνάφεια που αποδίδεται σε αποτελέσματα αναζήτησης όπως παρουσιάζονται, οργανώνονται ή κοινοποιούνται από παρόχους επιγραμμικών υπηρεσιών αναζήτησης, μεταξύ άλλων όπως προκύπτουν από τη χρήση αλγοριθμικών αλληλουχιών, μηχανισμών αξιολόγησης ή γνωμοδότησης, οπτικών επισημάνσεων ή άλλων μέσων προεκβολής ή συνδυασμών τους.

(20)

Στο πλαίσιο αυτό, το παράρτημα I της οδηγίας 2005/29/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου να καταστεί σαφές ότι απαγορεύονται οι πρακτικές κατά τις οποίες ο έμπορος παρέχει πληροφορίες σε καταναλωτή υπό μορφή αποτελεσμάτων αναζήτησης μετά την υποβολή ερωτήματος επιγραμμικής αναζήτησης εκ μέρους του καταναλωτή χωρίς να κοινοποιούνται σαφώς τυχόν διαφημίσεις επί πληρωμή ή καταβολή τιμήματος ειδικά για την επίτευξη υψηλότερης κατάταξης προϊόντων μεταξύ των αποτελεσμάτων αναζήτησης. Όταν ένας έμπορος έχει καταβάλει άμεσο ή έμμεσο τίμημα στον πάροχο επιγραμμικών υπηρεσιών αναζήτησης για την υψηλότερη κατάταξη ενός προϊόντος μεταξύ των αποτελεσμάτων αναζήτησης, ο πάροχος επιγραμμικών υπηρεσιών αναζήτησης θα πρέπει να ενημερώνει σχετικά τους καταναλωτές υπό συνοπτική, εύκολα προσβάσιμη και κατανοητή μορφή. Η καταβολή έμμεσου τιμήματος θα μπορούσε να έχει τη μορφή αποδοχής από τον έμπορο κάθε είδους πρόσθετων υποχρεώσεων έναντι του παρόχου των επιγραμμικών υπηρεσιών αναζήτησης η οποία έχει ως συγκεκριμένο αποτέλεσμα την υψηλότερη κατάταξη. Η καταβολή έμμεσου τιμήματος μπορεί να συνίσταται σε αυξημένη προμήθεια ανά συναλλαγή, καθώς και σε διαφορετικά συστήματα αποζημίωσης που οδηγούν ειδικά σε υψηλότερη κατάταξη. Οι καταβολές τιμήματος για γενικές υπηρεσίες, όπως αμοιβές για συμπερίληψη στον κατάλογο αποτελεσμάτων ή συνδρομές μελών, οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών που προσφέρονται από τον πάροχο επιγραμμικών υπηρεσιών αναζήτησης στον έμπορο, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως καταβολή τιμήματος ειδικά για την επίτευξη υψηλότερης κατάταξης των προϊόντων, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω καταβολές τιμήματος δεν προορίζονται συγκεκριμένα για την επίτευξη υψηλότερης κατάταξης. Επιγραμμικές υπηρεσίες αναζήτησης μπορούν να παρέχονται από διαδικτυακούς εμπόρους διαφόρων ειδών, συμπεριλαμβανομένων των ενδιάμεσων φορέων, όπως οι επιγραμμικές αγορές, οι μηχανές αναζήτησης και οι ιστότοποι σύγκρισης.

(21)

Οι απαιτήσεις διαφάνειας όσον αφορά τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη ρυθμίζονται επίσης από τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Οι απαιτήσεις διαφάνειας βάσει του εν λόγω κανονισμού καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα διαδικτυακών ενδιάμεσων φορέων, συμπεριλαμβανομένων των επιγραμμικών αγορών, αλλά εφαρμόζονται μόνο μεταξύ εμπόρων και διαδικτυακών ενδιάμεσων φορέων. Συνεπώς, θα πρέπει να εισαχθούν παρόμοιες απαιτήσεις διαφάνειας στην οδηγία 2005/29/ΕΚ με στόχο τη διασφάλιση επαρκούς διαφάνειας έναντι των καταναλωτών, εκτός από την περίπτωση των παρόχων επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, οι οποίοι οφείλουν ήδη, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, να καθορίζουν τις βασικές παραμέτρους οι οποίες, μεμονωμένα ή συλλογικά, είναι οι πλέον σημαντικές για τον καθορισμό της κατάταξης και τη σχετική σημασία των εν λόγω βασικών παραμέτρων, παρέχοντας εύκολα προσβάσιμη και δημοσίως διαθέσιμη περιγραφή με απλή και κατανοητή διατύπωση στις επιγραμμικές μηχανές αναζήτησης των εν λόγω παρόχων.

(22)

Οι έμποροι που παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να αναζητούν αγαθά και υπηρεσίες, όπως οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τα ταξίδια, τη διαμονή και την ψυχαγωγία, που προσφέρονται από διαφορετικούς εμπόρους ή από καταναλωτές, θα πρέπει να ενημερώνουν τους καταναλωτές όσον αφορά τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη των προσφορών οι οποίες παρουσιάζονται στον καταναλωτή ως αποτέλεσμα του ερωτήματος αναζήτησης και τη σχετική τους σημασία έναντι άλλων παραμέτρων. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να είναι σύντομες και να καθίστανται εύκολα, εμφανώς και άμεσα διαθέσιμες. Ως παράμετροι που καθορίζουν την κατάταξη νοούνται τυχόν γενικά κριτήρια, διαδικασίες, συγκεκριμένα σήματα που ενσωματώνονται σε αλγόριθμους ή άλλοι μηχανισμοί προσαρμογής ή υποβάθμισης που χρησιμοποιούνται σε σχέση με την κατάταξη.

(23)

Η υποχρέωση ενημέρωσης σχετικά με τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη δεν θίγει την οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Οι έμποροι δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να αποκαλύπτουν τη λεπτομερή λειτουργία των μηχανισμών κατάταξής τους, συμπεριλαμβανομένων των αλγορίθμων. Οι έμποροι θα πρέπει να παρέχουν μια γενική περιγραφή των βασικών παραμέτρων που καθορίζουν την κατάταξη η οποία εξηγεί τις βασικές προκαθορισμένες παραμέτρους που χρησιμοποιούνται από τον έμπορο και τη σχετική σημασία τους έναντι άλλων παραμέτρων, αλλά η εν λόγω περιγραφή δεν είναι απαραίτητο να παρουσιάζεται με εξατομικευμένο τρόπο για κάθε επιμέρους ερώτημα αναζήτησης.

(24)

Κατά την προσφορά προϊόντων μέσω επιγραμμικών αγορών στους καταναλωτές, τόσο οι προμηθευτές της επιγραμμικής αγοράς όσο και οι τρίτοι προμηθευτές συμμετέχουν στην παροχή της προσυμβατικής ενημέρωσης που απαιτείται βάσει της οδηγίας 2011/83/ΕΕ. Κατά συνέπεια, οι καταναλωτές που χρησιμοποιούν την επιγραμμική αγορά μπορεί να μην αντιλαμβάνονται σαφώς ποιοι είναι οι αντισυμβαλλόμενοί τους και πώς επηρεάζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους.

(25)

Για τους σκοπούς των οδηγιών 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ, οι επιγραμμικές αγορές θα πρέπει να οριστούν με ανάλογο τρόπο όπως στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 524/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) και στην οδηγία (ΕΕ) 2016/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12). Ωστόσο, ο ορισμός της «επιγραμμικής αγοράς» θα πρέπει να επικαιροποιηθεί και να καταστεί πιο ουδέτερος από τεχνολογική άποψη, προκειμένου να καλύπτει τις νέες τεχνολογίες. Συνεπώς, κρίνεται σκόπιμο να γίνεται αναφορά, αντί σε «ιστότοπο», σε λογισμικό, συμπεριλαμβανομένου ιστοτόπου, μέρους ιστοτόπου ή εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται έμπορος ή άλλος εξ ονόματος του εμπόρου, σύμφωνα με την έννοια της «επιγραμμικής διεπαφής» όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

(26)

Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές απαιτήσεις ενημέρωσης για τις επιγραμμικές αγορές στις οδηγίες 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ, ώστε να ενημερώνονται οι καταναλωτές που χρησιμοποιούν τις επιγραμμικές αγορές σχετικά με τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη των προσφορών, αν συνάπτουν σύμβαση με έμπορο ή μη έμπορο, όπως με άλλον καταναλωτή.

(27)

Οι πάροχοι επιγραμμικών αγορών θα πρέπει να ενημερώνουν τους καταναλωτές κατά πόσον ο τρίτος που προσφέρει τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο είναι έμπορος ή όχι, με βάση τη δήλωση προς αυτούς του τρίτου. Όταν ο τρίτος που προσφέρει τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο δηλώνει ότι δεν έχει την ιδιότητα του εμπόρου, οι πάροχοι επιγραμμικών αγορών θα πρέπει να προβαίνουν σε σύντομη δήλωση διευκρινίζοντας ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών δεν εφαρμόζονται στη συναπτόμενη σύμβαση. Επιπλέον, οι καταναλωτές θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τον τρόπο επιμερισμού των υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη σύμβαση μεταξύ των τρίτων που προσφέρουν τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο και των προμηθευτών των επιγραμμικών αγορών. Η ενημέρωση θα πρέπει να παρέχεται με σαφή και κατανοητό τρόπο και όχι μόνο στους γενικούς όρους και προϋποθέσεις ή σε παρόμοια συμβατικά έγγραφα. Οι υποχρεώσεις ενημέρωσης για τους παρόχους επιγραμμικών αγορών θα πρέπει να είναι αναλογικές και να στοχεύουν στην εξεύρεση ισορροπίας μεταξύ ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και της ανταγωνιστικότητας των παρόχων επιγραμμικών αγορών. Δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους παρόχους επιγραμμικών αγορών να απαριθμούν συγκεκριμένα δικαιώματα των καταναλωτών όταν τους ενημερώνουν σχετικά με το εάν αυτά ισχύουν ή όχι. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων ενημέρωσης των καταναλωτών που προβλέπονται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ και ιδίως του άρθρου 6 παράγραφος 1 αυτής. Η παρεχόμενη ενημέρωση σχετικά με την ευθύνη για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών εξαρτάται από τις συμβατικές ρυθμίσεις μεταξύ των παρόχων επιγραμμικών αγορών και των σχετικών τρίτων εμπόρων. Ο πάροχος επιγραμμικής αγοράς θα μπορούσε να επισημαίνει ότι τρίτος έμπορος είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών ή να περιγράφει τις συγκεκριμένες ευθύνες του όταν ο εν λόγω πάροχος αναλαμβάνει την ευθύνη για ορισμένες πτυχές της σύμβασης, όπως η παράδοση ή η άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης.

(28)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), οι πάροχοι επιγραμμικών αγορών δεν θα πρέπει να υποχρεούνται σε επαλήθευση της νομικής κατάστασης των τρίτων προμηθευτών. Αντιθέτως, οι πάροχοι επιγραμμικών αγορών θα πρέπει να απαιτούν από τους τρίτους προμηθευτές στην επιγραμμική αγορά να δηλώνουν αν έχουν την ιδιότητα του εμπόρου ή όχι για τους σκοπούς του δικαίου για την προστασία των καταναλωτών και προκειμένου να παράσχουν αυτήν την πληροφορία στον πάροχο επιγραμμικής αγοράς.

(29)

Λαμβάνοντας υπόψη τις ταχείες τεχνολογικές εξελίξεις όσον αφορά τις επιγραμμικές αγορές και την ανάγκη διασφάλισης υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν ή να διατηρούν ειδικά πρόσθετα μέτρα για τον σκοπό αυτό. Οι εν λόγω διατάξεις θα πρέπει να είναι αναλογικές, να μην εισάγουν διακρίσεις και να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της οδηγίας 2000/31/ΕΚ.

(30)

Οι ορισμοί του ψηφιακού περιεχομένου και των ψηφιακών υπηρεσιών στην οδηγία 2011/83/ΕΕ θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τους αντίστοιχους ορισμούς της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15). Το ψηφιακό περιεχόμενο που καλύπτεται από την οδηγία (ΕΕ) 2019/770 καλύπτει μία ενιαία πράξη προμήθειας, σειρά επιμέρους πράξεων προμήθειας ή συνεχόμενη προμήθεια για ορισμένο χρονικό διάστημα. Το στοιχείο της συνεχόμενης προμήθειας δεν θα πρέπει κατ’ ανάγκη να σημαίνει μακροπρόθεσμη προμήθεια. Περιπτώσεις όπως η διαδικτυακή μετάδοση βιντεοκλίπ θα πρέπει να θεωρούνται συνεχόμενη προμήθεια για ορισμένο χρονικό διάστημα, ανεξαρτήτως της πραγματικής διάρκειας του οπτικοακουστικού αρχείου. Συνεπώς, μπορεί να είναι δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ ορισμένων τύπων ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών, δεδομένου ότι αμφότεροι μπορούν να συνεπάγονται συνεχή προμήθεια εκ μέρους του εμπόρου κατά τη διάρκεια της σύμβασης. Μεταξύ των παραδειγμάτων ψηφιακών υπηρεσιών συγκαταλέγονται οι υπηρεσίες διαμοιρασμού βίντεο και ήχου και άλλες υπηρεσίες φιλοξενίας αρχείων, η επεξεργασία κειμένου ή παιχνίδια που προσφέρονται σε περιβάλλον υπολογιστικού νέφους, η αποθήκευση στο νέφος, το διαδικτυακό ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι εφαρμογές υπολογιστικού νέφους. Η διαρκής δραστηριοποίηση του παρόχου των υπηρεσιών δικαιολογεί την εφαρμογή των κανόνων σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης που προβλέπεται στην οδηγία 2011/83/ΕΕ, οι οποίοι ουσιαστικά επιτρέπουν στον καταναλωτή να δοκιμάζει την υπηρεσία και να αποφασίζει, εντός περιόδου 14 ημερών από τη λήξη της σύμβασης, εάν θα συνεχίσει να τη χρησιμοποιεί ή όχι. Πολλές συμβάσεις για την παροχή ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο χαρακτηρίζονται από ενιαία πράξη προμήθειας στον καταναλωτή συγκεκριμένου προϊόντος ή προϊόντων ψηφιακού περιεχομένου, όπως συγκεκριμένα αρχεία μουσικής ή βίντεο. Οι συμβάσεις για την παροχή ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο εξακολουθούν να υπόκεινται στην εξαίρεση από το δικαίωμα υπαναχώρησης δυνάμει του άρθρου 16 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ, το οποίο προβλέπει ότι ο καταναλωτής χάνει το δικαίωμα υπαναχώρησης όταν ξεκινήσει η εκτέλεση της σύμβασης, όπως η μεταφόρτωση ή η μετάδοση ροής του περιεχομένου, με την επιφύλαξη της προηγούμενης ρητής συγκατάθεσης του καταναλωτή να ξεκινήσει η εκτέλεση στη διάρκεια της περιόδου ισχύος του δικαιώματος υπαναχώρησης και της εκ μέρους του αναγνώρισης ότι έχει χάσει συνεπακόλουθα το δικαίωμά του υπαναχώρησης. Σε περίπτωση αμφιβολίας για το κατά πόσον η σύμβαση είναι σύμβαση παροχής υπηρεσιών ή σύμβαση για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο, θα πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες που διέπουν το δικαίωμα υπαναχώρησης για τις υπηρεσίες.

(31)

Συχνά το ψηφιακό περιεχόμενο και οι ψηφιακές υπηρεσίες παρέχονται επιγραμμικά, στο πλαίσιο συμβάσεων βάσει των οποίων ο καταναλωτής δεν καταβάλλει χρήματα αλλά παρέχει προσωπικά δεδομένα στον έμπορο. Η οδηγία 2011/83/ΕΕ εφαρμόζεται ήδη σε συμβάσεις προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου το οποίο δεν παρέχεται σε υλικό μέσο (δηλαδή προμήθειας επιγραμμικού ψηφιακού περιεχομένου), ανεξάρτητα από το εάν ο καταναλωτής καταβάλλει χρηματικό τίμημα ή παρέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Ωστόσο, η εν λόγω οδηγία εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων ψηφιακών υπηρεσιών, βάσει των οποίων ο καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει τίμημα. Κατά συνέπεια, η εν λόγω οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις ψηφιακών υπηρεσιών βάσει των οποίων ο καταναλωτής παρέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον έμπορο χωρίς να καταβάλει τίμημα. Δεδομένων των ομοιοτήτων και της εναλλαξιμότητας των επ’ αμοιβή ψηφιακών υπηρεσιών και των ψηφιακών υπηρεσιών που παρέχονται έναντι της παροχής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι εν λόγω υπηρεσίες θα πρέπει να υπόκεινται στους ίδιους κανόνες που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία.

(32)

Θα πρέπει να διασφαλιστεί η συνέπεια μεταξύ του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2011/83/ΕΕ και της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770, η οποία εφαρμόζεται σε συμβάσεις προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου ή ψηφιακών υπηρεσιών βάσει των οποίων ο καταναλωτής παρέχει ή αναλαμβάνει να παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον έμπορο.

(33)

Ως εκ τούτου, το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2011/83/ΕΕ θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύπτει και τις συμβάσεις βάσει των οποίων ο προμηθευτής παρέχει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει ψηφιακή υπηρεσία στον καταναλωτή και ο καταναλωτής παρέχει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Κατά τρόπο ανάλογο με τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται όποτε ο καταναλωτής παρέχει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον έμπορο, εκτός της περίπτωσης κατά την οποία τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρέχει ο καταναλωτής υποβάλλονται σε επεξεργασία από τον έμπορο με αποκλειστικό σκοπό την παροχή ψηφιακού περιεχομένου ή ψηφιακής υπηρεσίας και ο έμπορος δεν επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα για οποιονδήποτε άλλο σκοπό. Οποιουδήποτε είδους επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16).

(34)

Με σκοπό την πλήρη ευθυγράμμιση με την οδηγία (ΕΕ) 2019/770, σε περίπτωση παροχής ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών χωρίς την καταβολή τιμήματος, η οδηγία 2011/83/ΕΕ δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται ούτε και σε καταστάσεις στις οποίες ο έμπορος συλλέγει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με αποκλειστικό σκοπό τη συμμόρφωση με νομικές απαιτήσεις στις οποίες υπόκειται ο έμπορος. Στις εν λόγω καταστάσεις μπορούν να περιλαμβάνονται, για παράδειγμα, περιπτώσεις όπου η εγγραφή του καταναλωτή απαιτείται βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας για λόγους ασφάλειας και ταυτοποίησης.

(35)

Η οδηγία 2011/83/ΕΕ δεν θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται σε καταστάσεις κατά τις οποίες ο έμπορος συλλέγει μόνο μεταδεδομένα, όπως πληροφορίες για τη συσκευή του καταναλωτή ή το ιστορικό περιήγησης, εκτός εάν η εν λόγω κατάσταση θεωρείται σύμβαση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Επίσης, δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε καταστάσεις όπου ο καταναλωτής, χωρίς να έχει συνάψει σύμβαση με τον έμπορο, εκτίθεται σε διαφημίσεις αποκλειστικά και μόνο προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση σε ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν το δικαίωμα να επεκτείνουν την εφαρμογή των κανόνων της εν λόγω οδηγίας σε τέτοιες καταστάσεις ή να ρυθμίζουν με άλλο τρόπο τέτοιες καταστάσεις, οι οποίες εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

(36)

Η έννοια της λειτουργικής δυνατότητας θα πρέπει να νοείται ότι αναφέρεται στους τρόπους με τους οποίους μπορεί να χρησιμοποιηθεί το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία. Για παράδειγμα, η απουσία ή η παρουσία τυχόν τεχνικών περιορισμών, όπως η προστασία μέσω ψηφιακής διαχείρισης δικαιωμάτων ή κωδικών περιοχής, θα μπορούσε να επηρεάζει τη δυνατότητα του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας να εκτελεί όλες τις λειτουργίες του έχοντας υπόψη τον σκοπό του. Η έννοια της διαλειτουργικότητας σχετίζεται με το κατά πόσον και σε ποιο βαθμό το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία μπορεί να λειτουργήσει με υλισμικό ή λογισμικό διαφορετικό από εκείνα με τα οποία χρησιμοποιούνται συνήθως ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακές υπηρεσίες ιδίου τύπου. Η επιτυχής λειτουργία θα μπορούσε να περιλαμβάνει, για παράδειγμα, την ικανότητα του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας να ανταλλάσσει πληροφορίες με το εν λόγω διαφορετικό λογισμικό ή υλισμικό και να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται. Η έννοια της συμβατότητας ορίζεται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/770.

(37)

Βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3 και του άρθρου 8 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/83/ΕΕ απαιτείται από τους εμπόρους, όσον αφορά τις συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος και τις συμβάσεις εξ αποστάσεως αντίστοιχα, να λαμβάνουν την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή ώστε να ξεκινήσει η εκτέλεση πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος του δικαιώματος υπαναχώρησης. Στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας προβλέπεται η επιβολή συμβατικής κύρωσης σε περίπτωση που ο έμπορος δεν εκπληρώσει την εν λόγω υποχρέωση, δηλαδή ότι ο καταναλωτής δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες. Ως εκ τούτου, η υποχρέωση λήψης της προηγούμενης ρητής συγκατάθεσης του καταναλωτή αφορά μόνο υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών υπηρεσιών, που παρέχονται έναντι της καταβολής του τιμήματος. Συνεπώς, η τροποποίηση του άρθρου 7 παράγραφος 3 και του άρθρου 8 παράγραφος 8 είναι απαραίτητη, προκειμένου η υποχρέωση των εμπόρων να λαμβάνουν την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή να εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις υπηρεσιών βάσει των οποίων ο καταναλωτής υποχρεούται να καταβάλει τίμημα.

(38)

Στο άρθρο 16 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ προβλέπεται εξαίρεση από το δικαίωμα υπαναχώρησης όσον αφορά ψηφιακό περιεχόμενο που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο, σε περίπτωση που ο καταναλωτής έχει παράσχει την προηγούμενη ρητή συγκατάθεσή του να ξεκινήσει η εκτέλεση πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος του δικαιώματος υπαναχώρησης και έχει αναγνωρίσει ότι διά της συγκατάθεσής του έχει χάσει το δικαίωμά του υπαναχώρησης. Στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας προβλέπεται η επιβολή συμβατικής κύρωσης σε περίπτωση που ο έμπορος δεν εκπληρώσει την εν λόγω υποχρέωση, δηλαδή ο καταναλωτής δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει για το καταναλωθέν ψηφιακό περιεχόμενο. Ως εκ τούτου, η υποχρέωση λήψης της προηγούμενης ρητής συγκατάθεσης και αναγνώρισης από τον καταναλωτή ισχύει μόνο για ψηφιακό περιεχόμενο που παρέχεται έναντι της καταβολής του τιμήματος. Συνεπώς, η τροποποίηση του άρθρου 16 στοιχείο ιγ) είναι απαραίτητη προκειμένου η υποχρέωση των εμπόρων να λαμβάνουν την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση και αναγνώριση του καταναλωτή να εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις βάσει των οποίων ο καταναλωτής υποχρεούται να καταβάλει τίμημα.

(39)

Στο άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/29/ΕΚ καθορίζονται οι υποχρεώσεις ενημέρωσης όσον αφορά την πρόσκληση για αγορά προϊόντος σε συγκεκριμένη τιμή. Οι εν λόγω υποχρεώσεις ενημέρωσης εφαρμόζονται ήδη στο στάδιο της διαφήμισης, ενώ η οδηγία 2011/83/ΕΕ επιβάλλει τις ίδιες και άλλες πιο αναλυτικές υποχρεώσεις ενημέρωσης στο μεταγενέστερο προσυμβατικό στάδιο (δηλαδή μόλις πριν ο καταναλωτής συνάψει σύμβαση). Κατά συνέπεια, οι έμποροι μπορεί να υποχρεωθούν να παρέχουν τις ίδιες πληροφορίες στο στάδιο της διαφήμισης (π.χ. επιγραμμική διαφήμιση σε ιστότοπο μέσων ενημέρωσης) και στο προσυμβατικό στάδιο (π.χ. στις σελίδες των επιγραμμικών διαδικτυακών καταστημάτων τους).

(40)

Στις υποχρεώσεις ενημέρωσης βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 2005/29/ΕΚ περιλαμβάνεται η ενημέρωση του καταναλωτή σχετικά με την πολιτική του εμπόρου για την αντιμετώπιση παραπόνων. Τα πορίσματα του ελέγχου καταλληλότητας του δικαίου για τους καταναλωτές και την εμπορία καταδεικνύουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στο προσυμβατικό στάδιο, το οποίο ρυθμίζεται από την οδηγία 2011/83/ΕΕ. Ως εκ τούτου, η υποχρέωση παροχής της εν λόγω ενημέρωσης στις προσκλήσεις αγοράς κατά το στάδιο της διαφήμισης σύμφωνα με την οδηγία 2005/29/ΕΚ θα πρέπει να απαλειφθεί.

(41)

Βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο η) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ απαιτείται από τους εμπόρους να παρέχουν στους καταναλωτές προσυμβατική ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης, συμπεριλαμβανομένου του υποδείγματος εντύπου υπαναχώρησης που καθορίζεται στο παράρτημα I τμήμα B της εν λόγω οδηγίας. Στο άρθρο 8 παράγραφος 4 της εν λόγω οδηγίας προβλέπονται απλούστερες υποχρεώσεις προσυμβατικής ενημέρωσης σε περίπτωση που η σύμβαση συνάπτεται με τη χρήση μέσου εξ αποστάσεως επικοινωνίας το οποίο παρέχει περιορισμένο χώρο ή χρόνο για την παροχή των πληροφοριών, όπως μέσω τηλεφώνου, φωνητικών υπηρεσιών υποβοήθησης της πραγματοποίησης αγορών ή σύντομου μηνύματος (SMS). Στην προσυμβατική ενημέρωση που πρέπει να παρέχεται διά του συγκεκριμένου μέσου εξ αποστάσεως επικοινωνίας περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης όπως ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο η). Ως εκ τούτου, στις εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνεται επίσης η παροχή του υποδείγματος εντύπου υπαναχώρησης που καθορίζεται στο παράρτημα I τμήμα B. Ωστόσο, η παροχή του υποδείγματος του εντύπου υπαναχώρησης δεν είναι εφικτή όταν η σύμβαση συνάπτεται με τη χρήση μέσων όπως το τηλέφωνο ή οι φωνητικές υπηρεσίες υποβοήθησης της πραγματοποίησης αγορών και ενδέχεται να μην είναι τεχνικά εφικτή με τρόπο που να διευκολύνει τον χρήστη με τη χρήση των υπόλοιπων μέσων εξ αποστάσεως επικοινωνίας που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να εξαιρεθεί η παροχή του υποδείγματος του εντύπου υπαναχώρησης από την ενημέρωση που υποχρεούνται να παρέχουν σε κάθε περίπτωση οι έμποροι διά του συγκεκριμένου μέσου εξ αποστάσεως επικοινωνίας που χρησιμοποιείται για τη σύναψη της σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4.

(42)

Στο άρθρο 16 στοιχείο α) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ προβλέπεται η δυνατότητα εξαίρεσης από το δικαίωμα υπαναχώρησης όσον αφορά συμβάσεις υπηρεσιών των οποίων η εκτέλεση έχει ολοκληρωθεί, εάν η εκτέλεση άρχισε με την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή και με την εκ μέρους του αναγνώριση ότι θα απολέσει το δικαίωμά του υπαναχώρησης μόλις η σύμβαση εκτελεσθεί πλήρως από τον έμπορο. Αντιθέτως, βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3 και του άρθρου 8 παράγραφος 8 της εν λόγω οδηγίας, που αφορούν τις υποχρεώσεις του εμπόρου σε καταστάσεις στις οποίες η εκτέλεση της σύμβασης ξεκινά πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος του δικαιώματος υπαναχώρησης, το μόνο που απαιτείται από τους εμπόρους είναι να λαμβάνουν την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή αλλά όχι την εκ μέρους του αναγνώριση ότι με την ολοκλήρωση της σύμβασης θα απολέσει το δικαίωμα υπαναχώρησης. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια μεταξύ των εν λόγω διατάξεων, είναι απαραίτητο να προστεθεί στο άρθρο 7 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφος 8 υποχρέωση του εμπόρου προκειμένου να λαμβάνει επίσης την εκ μέρους του καταναλωτή αναγνώριση ότι με την ολοκλήρωση της σύμβασης θα απολέσει το δικαίωμα υπαναχώρησης, εάν βάσει της σύμβασης ο καταναλωτής υποχρεούται να καταβάλει τίμημα. Επιπλέον, η διατύπωση του άρθρου 16 στοιχείο α) θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να λάβει υπόψη τις αλλαγές που εισάγονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφος 8, σύμφωνα με τις οποίες η υποχρέωση των εμπόρων να λαμβάνουν την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση και αναγνώριση του καταναλωτή εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις υπηρεσιών βάσει των οποίων ο καταναλωτής υποχρεούται να καταβάλει τίμημα. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μην εφαρμόζουν την υποχρέωση να λαμβάνεται η εκ μέρους του καταναλωτή αναγνώριση ότι με την ολοκλήρωση της σύμβασης θα απολέσει το δικαίωμα υπαναχώρησης σε συμβάσεις υπηρεσιών κατά τις οποίες ο καταναλωτής έχει ζητήσει ειδικά επίσκεψη από τον έμπορο με σκοπό την πραγματοποίηση επιδιορθώσεων. Στο άρθρο 16 στοιχείο γ) της εν λόγω οδηγίας προβλέπεται η δυνατότητα εξαίρεσης από το δικαίωμα υπαναχώρησης σχετικά με συμβόλαια που αφορούν την προμήθεια αγαθών που κατασκευάζονται σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή ή σαφώς εξατομικευμένων. Η εν λόγω εξαίρεση καλύπτει, για παράδειγμα, την κατασκευή και την εγκατάσταση εξατομικευμένων επίπλων στην οικία του καταναλωτή, όταν η προμήθειά τους πραγματοποιείται βάσει ενιαίας σύμβασης πώλησης.

(43)

Η εξαίρεση από το δικαίωμα υπαναχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 16 στοιχείο β) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι ισχύει για τις συμβάσεις μεμονωμένων παραδόσεων ενέργειας εκτός δικτύου, διότι η τιμή της εξαρτάται από διακυμάνσεις των αγορών πρώτων υλών ή των αγορών ενέργειας τις οποίες δεν είναι δυνατόν να ελέγξει ο έμπορος και οι οποίες ενδέχεται να συμβούν εντός της περιόδου υπαναχώρησης.

(44)

Το άρθρο 14 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/83/ΕΕ ορίζει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων, σε περίπτωση άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης, ο καταναλωτής δεν επιβαρύνεται με το κόστος εκτέλεσης των υπηρεσιών, της προμήθειας υπηρεσιών κοινής ωφελείας και της προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο. Όταν πληρούται οποιαδήποτε από τις εν λόγω προϋποθέσεις, ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει το τίμημα της υπηρεσίας, των υπηρεσιών κοινής ωφελείας ή του ψηφιακού περιεχομένου που έλαβε προτού ασκήσει το δικαίωμα υπαναχώρησης. Όσον αφορά το ψηφιακό περιεχόμενο, μία από τις εν λόγω μη σωρευτικές προϋποθέσεις, δηλαδή εκείνη του άρθρου 14 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο iii), είναι η μη παροχή της επιβεβαίωσης της σύμβασης, που περιλαμβάνει την επιβεβαίωση της προηγούμενης ρητής συγκατάθεσης του καταναλωτή να ξεκινήσει η εκτέλεση της σύμβασης πριν από τη λήξη της περιόδου ισχύος του δικαιώματος υπαναχώρησης και την εκ μέρους του αναγνώριση της συνεπακόλουθης απώλειας του δικαιώματος υπαναχώρησης. Ωστόσο, η εν λόγω προϋπόθεση δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των προϋποθέσεων για την απώλεια του δικαιώματος υπαναχώρησης που ορίζονται στο άρθρο 16 στοιχείο ιγ) της εν λόγω οδηγίας, δημιουργώντας αβεβαιότητα ως προς τη δυνατότητα των καταναλωτών να επικαλεστούν το άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο iii) όταν πληρούνται οι δύο άλλες προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο β), με συνεπακόλουθη απώλεια του δικαιώματος υπαναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 16 στοιχείο ιγ). Ως εκ τούτου, η προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο iii) θα πρέπει να προστεθεί στο άρθρο 16 στοιχείο ιγ), ώστε να μπορεί ο καταναλωτής να ασκεί το δικαίωμα υπαναχώρησης όταν η εν λόγω προϋπόθεση δεν πληρείται και, κατά συνέπεια, να διεκδικεί τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4.

(45)

Οι έμποροι μπορούν να εξατομικεύουν την τιμή των προσφορών τους για συγκεκριμένους καταναλωτές ή συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών βάσει αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων και κατάρτισης προφίλ συμπεριφοράς του καταναλωτή, αποκτώντας έτσι τη δυνατότητα να αξιολογούν την αγοραστική δύναμη του καταναλωτή. Ως εκ τούτου, οι καταναλωτές θα πρέπει να ενημερώνονται σαφώς όταν η τιμή που τους παρουσιάζεται εξατομικεύεται βάσει αυτοματοποιημένης λήψης απόφασης, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους δυνητικούς κινδύνους κατά τη λήψη των αποφάσεών τους αγοράς. Κατά συνέπεια, στην οδηγία 2011/83/ΕΕ θα πρέπει να προστεθεί ειδική υποχρέωση ενημέρωσης του καταναλωτή όταν η τιμή εξατομικεύεται βάσει αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων. Η εν λόγω υποχρέωση ενημέρωσης δεν θα πρέπει να ισχύει για τεχνικές όπως η «δυναμική» τιμολόγηση ή η τιμολόγηση «σε πραγματικό χρόνο» οι οποίες συνεπάγονται τη διαφοροποίηση της τιμής με πολύ ευέλικτο και γρήγορο τρόπο ως ανταπόκριση στις απαιτήσεις της αγοράς, όταν οι εν λόγω τεχνικές δεν συνεπάγονται εξατομίκευση βάσει αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων. Η εν λόγω υποχρέωση ενημέρωσης δεν θίγει τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, ο οποίος προβλέπει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα ενός ατόμου να μην υπόκειται σε αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ.

(46)

Λαμβανομένων υπόψη των τεχνολογικών εξελίξεων, είναι απαραίτητο να απαλειφθεί η αναφορά σε αριθμό τηλεομοιοτυπίας από τον κατάλογο των μέσων επικοινωνίας που περιλαμβάνεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ, δεδομένου ότι η φαξ χρησιμοποιείται πλέον σπάνια και έχει καταστεί σε μεγάλο βαθμό παρωχημένη.

(47)

Οι καταναλωτές βασίζονται όλο και περισσότερο σε αξιολογήσεις και θετικές κριτικές των καταναλωτών όταν λαμβάνουν αποφάσεις αγοράς. Επομένως, όταν οι έμποροι παρέχουν πρόσβαση σε αξιολογήσεις προϊόντων από καταναλωτές, θα πρέπει να ενημερώνουν τους καταναλωτές εάν υπάρχουν διεργασίες ή διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι οι δημοσιευόμενες αξιολογήσεις προέρχονται από καταναλωτές που έχουν όντως χρησιμοποιήσει ή αγοράσει τα προϊόντα. Εάν υπάρχουν τέτοιες διεργασίες ή διαδικασίες, οι έμποροι θα πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται οι έλεγχοι και να ενημερώνουν σαφώς τους καταναλωτές σχετικά με τον τρόπο πραγματοποίησης των αξιολογήσεων, για παράδειγμα, κατά πόσον όλες οι θετικές ή αρνητικές αξιολογήσεις όντως αναρτώνται ή κατά πόσον οι εν λόγω αξιολογήσεις έχουν λάβει χορηγία ή επηρεάζονται από συμβατική σχέση με έναν έμπορο. Επιπλέον, θα πρέπει να θεωρείται αθέμιτη εμπορική πρακτική η παραπλάνηση των καταναλωτών μέσω δηλώσεων ότι οι αξιολογήσεις ενός προϊόντος υποβλήθηκαν από καταναλωτές που όντως χρησιμοποίησαν ή αγόρασαν το εν λόγω προϊόν, χωρίς να έχουν ληφθεί εύλογα και αναλογικά μέτρα που να διασφαλίζουν ότι προέρχονται από τους εν λόγω καταναλωτές. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τεχνικά μέσα που θα επαληθεύουν την αξιοπιστία του προσώπου που αναρτά την αξιολόγηση, για παράδειγμα, ζητώντας του πληροφορίες για να επαληθεύσουν κατά πόσον ο καταναλωτής έχει όντως χρησιμοποιήσει ή αγοράσει το προϊόν.

(48)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τις αξιολογήσεις και τις θετικές κριτικές των καταναλωτών ισχύουν υπό την επιφύλαξη της κοινής και θεμιτής διαφημιστικής πρακτικής της διατύπωσης δηλώσεων που ενέχουν υπερβολές ή δηλώσεων οι οποίες δεν αναμένεται να εκληφθούν, ως έχουν, εν την κυριολεξία τους.

(49)

Οι έμποροι θα πρέπει επίσης να απαγορεύεται να υποβάλλουν ψευδείς αξιολογήσεις και θετικές κριτικές των καταναλωτών, όπως «like» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ή να αναθέτουν σε άλλους να το πράξουν για την προώθηση των προϊόντων τους, καθώς και να αλλοιώνουν τις αξιολογήσεις και τις θετικές γνώμες των καταναλωτών, όπως με τη δημοσίευση μόνο των θετικών κριτικών και τη διαγραφή των αρνητικών. Οι εν λόγω πρακτικές θα μπορούσαν επίσης να συμβούν με την παρέκταση των θετικών κριτικών σε κοινωνικά μέσα, όταν η θετική αλληλεπίδραση ενός χρήστη με συγκεκριμένο επιγραμμικό περιεχόμενο συνδέεται ή μεταφέρεται σε διαφορετικό αλλά συναφές περιεχόμενο, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ο χρήστης αντιμετωπίζει επίσης θετικά το συναφές περιεχόμενο.

(50)

Οι έμποροι θα πρέπει να απαγορεύεται να μεταπωλούν στους καταναλωτές εισιτήρια για πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις τα οποία απέκτησαν χρησιμοποιώντας λογισμικό, όπως τα «bots» (αυτοματοποιημένοι λογαριασμοί), που τους παρέχει τη δυνατότητα να αγοράζουν εισιτήρια πέραν των τεχνικών ορίων που επιβάλλονται από τον αρχικό πωλητή των εισιτηρίων ή να παρακάμπτουν τυχόν άλλα τεχνικά μέσα που θέτει σε εφαρμογή ο αρχικός πωλητής προκειμένου να διασφαλίσει τη δυνατότητα πρόσβασης όλων των ατόμων στα εισιτήρια. Αυτή η απαγόρευση δεν θίγει τυχόν άλλα εθνικά μέτρα που μπορούν να λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την προστασία των θεμιτών συμφερόντων των καταναλωτών και για τη διασφάλιση της πολιτιστικής πολιτικής και της ευρείας πρόσβασης όλων των ατόμων σε πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις, όπως η ρύθμιση της τιμής μεταπώλησης των εισιτηρίων.

(51)

Το άρθρο 16 του Χάρτη εγγυάται την επιχειρηματική ελευθερία σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές. Ωστόσο, η εμπορική προώθηση στα διάφορα κράτη μέλη αγαθών ως πανομοιότυπων, ενώ, στην πραγματικότητα, έχουν σαφώς διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά μπορεί να παραπλανήσει τους καταναλωτές και να τους οδηγήσει σε συναλλαγή στην οποία δεν θα προέβαιναν ειδάλλως.

(52)

Ως εκ τούτου, η εν λόγω πρακτική μπορεί να θεωρηθεί ότι αντίκειται στην οδηγία 2005/29/ΕΚ, με βάση αξιολόγηση των συναφών στοιχείων κατά περίπτωση. Προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή του ισχύοντος δικαίου της Ένωσης από τις αρμόδιες για την προστασία των καταναλωτών και τα τρόφιμα αρχές των κρατών μελών, παρασχέθηκαν κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή των ισχυόντων κανόνων της Ένωσης σχετικά με καταστάσεις τροφίμων δύο ποιοτήτων στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 29ης Σεπτεμβρίου 2017, «σχετικά με την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας περί τροφίμων και περί προστασίας των καταναλωτών σε ζητήματα προϊόντων δύο ποιοτήτων — Η περίπτωση των τροφίμων». Σε αυτό το πλαίσιο, το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Επιτροπής υπέβαλε, στις 25 Απριλίου 2018, «Πλαίσιο επιλογής και δοκιμών των τροφίμων για την αξιολόγηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών: εναρμονισμένη μεθοδολογία δοκιμών της ΕΕ».

(53)

Ωστόσο, ελλείψει ρητής διάταξης, η εμπειρία όσον αφορά την επιβολή του νόμου έχει καταδείξει ότι ενδέχεται να μην είναι σαφές στους καταναλωτές, τους εμπόρους και τις εθνικές αρμόδιες αρχές ποιες εμπορικές πρακτικές μπορεί να αντίκεινται στην οδηγία 2005/29/ΕΚ. Ως εκ τούτου, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να τροποποιηθεί προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου και για τους εμπόρους και για τις αρχές επιβολής του νόμου μέσω της αντιμετώπισης ειδικά της εμπορικής προώθησης ενός αγαθού ως πανομοιότυπου με αγαθό που διατίθεται σε αγορές σε διάφορα άλλα κράτη μέλη, στον βαθμό που το αγαθό αυτό έχει σαφώς διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αξιολογούν και να αντιμετωπίζουν κατά περίπτωση τέτοιες πρακτικές σύμφωνα με την οδηγία 2005/29/ΕΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία. Στο πλαίσιο της αξιολόγησής της, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη κατά πόσον η εν λόγω διαφοροποίηση μπορεί να αναγνωρίζεται εύκολα από τους καταναλωτές, το δικαίωμα ενός εμπόρου να προσαρμόζει τα αγαθά της ίδιας εμπορικής επωνυμίας για διαφορετικές γεωγραφικές αγορές λόγω θεμιτών και αντικειμενικών παραγόντων, όπως το εθνικό δίκαιο, η διαθεσιμότητα ή η εποχικότητα των πρώτων υλών ή οι προαιρετικές στρατηγικές που αποσκοπούν στη βελτίωση της πρόσβασης σε υγιή και θρεπτικά τρόφιμα, καθώς και το δικαίωμα του εμπόρου να προσφέρει αγαθά της ίδιας εμπορικής επωνυμίας σε συσκευασίες διαφορετικού βάρους ή όγκου σε διαφορετικές γεωγραφικές αγορές. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αξιολογούν κατά πόσον η εν λόγω διαφοροποίηση μπορεί να αναγνωρίζεται εύκολα από τους καταναλωτές εξετάζοντας τη διαθεσιμότητα και την επάρκεια των πληροφοριών. Είναι σημαντικό οι καταναλωτές να ενημερώνονται σχετικά με τη διαφοροποίηση των αγαθών λόγω θεμιτών και αντικειμενικών παραγόντων. Οι έμποροι θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να παρέχουν τις εν λόγω πληροφορίες με διάφορους τρόπους που παρέχουν στους καταναλωτές δυνατότητα πρόσβασης στις απαραίτητες πληροφορίες. Θα πρέπει γενικά να προτιμώνται από τους εμπόρους εναλλακτικές λύσεις για την αναγραφή πληροφοριών στην ετικέτα των αγαθών. Θα πρέπει να τηρούνται οι σχετικοί τομεακοί κανόνες της Ένωσης και οι κανόνες σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών.

(54)

Παρότι οι πωλήσεις εκτός εμπορικού καταστήματος αποτελούν νόμιμο και εδραιωμένο δίαυλο πωλήσεων, όπως οι πωλήσεις στο εμπορικό κατάστημα ενός εμπόρου και οι εξ αποστάσεως πωλήσεις, ορισμένες ιδιαίτερα επιθετικές ή παραπλανητικές τεχνικές εμπορικής προώθησης ή πώλησης στο πλαίσιο επισκέψεων στην οικία του καταναλωτή ή στη διάρκεια εκδρομών όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 σημείο 8) της οδηγίας 2011/83/ΕΕ μπορεί να ασκούν πίεση στους καταναλωτές να προβούν σε αγορές αγαθών ή υπηρεσιών που δεν θα αγόραζαν ειδάλλως ή σε αγορές σε υπερβολικά υψηλές τιμές, οι οποίες συχνά εμπεριέχουν την υποχρέωση άμεσης πληρωμής. Οι εν λόγω πρακτικές συχνά έχουν στόχο ηλικιωμένους ή άλλους ευάλωτους καταναλωτές. Ορισμένα κράτη μέλη θεωρούν τις εν λόγω πρακτικές ανεπιθύμητες και θεωρούν απαραίτητο τον περιορισμό ορισμένων μορφών και πτυχών των πωλήσεων εκτός εμπορικού καταστήματος κατά την έννοια της οδηγίας 2011/83/ΕΕ, όπως η επιθετική και παραπλανητική εμπορική προώθηση ή η πώληση ενός προϊόντος στο πλαίσιο μη προγραμματισμένων επισκέψεων στην οικία καταναλωτή ή εκδρομών. Όταν τίθενται τέτοιοι περιορισμοί για λόγους άλλους από την προστασία των καταναλωτών, όπως για λόγους δημόσιου συμφέροντος ή σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των καταναλωτών που προστατεύεται από το άρθρο 7 του Χάρτη, αυτοί δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2005/29/ΕΚ.

(55)

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και με σκοπό να διευκολυνθεί η επιβολή, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η οδηγία 2005/29/ΕΚ δεν θίγει την ελευθερία των κρατών μελών να θεσπίζουν εθνικές διατάξεις, ώστε να προστατεύσουν περαιτέρω τα νόμιμα συμφέροντα των καταναλωτών από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές όσον αφορά τις μη προγραμματισμένες επισκέψεις εμπόρου στην οικία τους με σκοπό την προσφορά ή την πώληση προϊόντων ή όσον αφορά εκδρομές που διοργανώνει έμπορος με στόχο ή αποτέλεσμα την προώθηση ή την πώληση προϊόντων στους καταναλωτές, σε περίπτωση που οι εν λόγω διατάξεις αιτιολογούνται για λόγους προστασίας των καταναλωτών. Κάθε παρόμοια διάταξη θα πρέπει να είναι αναλογική και να μην εισάγει διακρίσεις, αλλά ούτε και να απαγορεύει τους εν λόγω διαύλους πωλήσεων αυτούς καθ’ εαυτούς. Οι εθνικές διατάξεις που θεσπίζουν τα κράτη μέλη θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να καθορίζουν τις ώρες της ημέρας κατά τις οποίες δεν επιτρέπονται επισκέψεις στην οικία των καταναλωτών χωρίς ρητό αίτημά τους ή να απαγορεύουν τις εν λόγω επισκέψεις όταν ο καταναλωτής έχει υποδείξει εμφανώς ότι οι εν λόγω επισκέψεις δεν είναι αποδεκτές ή να ορίζουν τη διαδικασία πληρωμής. Επιπλέον, οι εν λόγω διατάξεις θα μπορούσαν να θεσπίζουν πιο προστατευτικούς κανόνες στους τομείς που εναρμονίζονται με την οδηγία 2011/83/ΕΕ. Ως εκ τούτου, η οδηγία 2011/83/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να επιτραπεί στα κράτη μέλη να θεσπίζουν εθνικά μέτρα που θα προβλέπουν μεγαλύτερη περίοδο για το δικαίωμα υπαναχώρησης και να παρεκκλίνουν από ειδικές εξαιρέσεις από το δικαίωμα υπαναχώρησης. Θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη να κοινοποιούν τυχόν εθνικές διατάξεις που θεσπίζουν σε αυτό το πλαίσιο στην Επιτροπή, ούτως ώστε η Επιτροπή να μπορεί να καθιστά τις εν λόγω πληροφορίες διαθέσιμες σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και να παρακολουθεί τον αναλογικό χαρακτήρα και τη νομιμότητα των εν λόγω μέτρων.

(56)

Όσον αφορά τις επιθετικές και παραπλανητικές πρακτικές στο πλαίσιο εκδηλώσεων που διοργανώνονται εκτός εμπορικού καταστήματος, η οδηγία 2005/29/ΕΚ δεν θίγει τους τυχόν όρους εγκατάστασης ή τα καθεστώτα αδειοδότησης που μπορούν να επιβάλλουν τα κράτη μέλη στους εμπόρους. Επιπλέον, η εν λόγω οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη του εθνικού δικαίου περί συμβάσεων και, ιδίως, των κανόνων εγκυρότητας, διαμόρφωσης ή αποτελέσματος μιας σύμβασης. Οι επιθετικές και παραπλανητικές πρακτικές στο πλαίσιο εκδηλώσεων που διοργανώνονται εκτός εμπορικού καταστήματος μπορούν να απαγορευθούν βάσει κατά περίπτωση αξιολόγησης σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 9 της εν λόγω οδηγίας. Επιπλέον, το παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας περιλαμβάνει μια γενική απαγόρευση πρακτικών κατά τις οποίες ο έμπορος δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν ενεργεί για σκοπούς που αφορούν το επάγγελμά του, καθώς και πρακτικών που δημιουργούν την εντύπωση ότι ο καταναλωτής δεν μπορεί να εγκαταλείψει το κατάστημα έως ότου συναφθεί η σύμβαση. Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον οι ισχύοντες κανόνες παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και επαρκή εργαλεία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των εν λόγω πρακτικών από τα κράτη μέλη.

(57)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει πτυχές του εθνικού δικαίου των συμβάσεων που δεν ρυθμίζονται από αυτήν. Κατά συνέπεια, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει το εθνικό δίκαιο των συμβάσεων που ρυθμίζει για παράδειγμα τη σύναψη ή την εγκυρότητα μιας σύμβασης, όπως σε περίπτωση απουσίας συγκατάθεσης ή μη εξουσιοδοτημένης εμπορικής δραστηριότητας.

(58)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών και την εξωδικαστική επίλυση διαφορών, το επιγραμμικό σημείο εισόδου που θα αναπτυχθεί από την Επιτροπή θα πρέπει να είναι, στο μέτρο του δυνατού, φιλικό προς τον χρήστη, κατάλληλο για κινητές συσκευές, εύκολα προσβάσιμο και εύχρηστο για όλους, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία («σχεδιασμός για όλους»).

(59)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 (17), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(60)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, ήτοι η βελτίωση της επιβολής και ο εκσυγχρονισμός του δικαίου για την προστασία των καταναλωτών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της ενωσιακής διάστασης του προβλήματος, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ

Στην οδηγία 93/13/ΕΟΚ παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8β

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τις εν λόγω κυρώσεις σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι συμβατικοί όροι ορίζονται ρητώς ως καταχρηστικοί σε κάθε περίσταση από το εθνικό δίκαιο ή κατά τις οποίες ένας πωλητής ή προμηθευτής εξακολουθεί να χρησιμοποιεί συμβατικούς όρους οι οποίοι κρίθηκαν καταχρηστικοί με οριστική απόφαση που λήφθηκε σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για την επιβολή κυρώσεων, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια, κατά περίπτωση:

α)

η φύση, η βαρύτητα, η έκταση και η διάρκεια της παράβασης,

β)

τυχόν ενέργειες του πωλητή ή προμηθευτή με σκοπό τον μετριασμό ή την επανόρθωση της ζημίας που υπέστησαν οι καταναλωτές,

γ)

τυχόν προηγούμενες παραβάσεις του πωλητή ή του προμηθευτή,

δ)

τα οικονομικά οφέλη που αποκόμισε ή τις ζημίες που απέφυγε ο πωλητής ή ο προμηθευτής λόγω της παράβασης, εφόσον είναι διαθέσιμα τα σχετικά στοιχεία,

ε)

οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον πωλητή ή στον προμηθευτή για την ίδια παράβαση σε άλλα κράτη μέλη σε διασυνοριακές υποθέσεις, όπου οι πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω κυρώσεις είναι διαθέσιμες μέσω του μηχανισμού που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1),

στ)

κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της υπόθεσης.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν πρόκειται να επιβληθούν κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394, περιλαμβάνουν τη δυνατότητα είτε επιβολής προστίμων μέσω διοικητικών διαδικασιών είτε κίνησης δικαστικών διαδικασιών για την επιβολή προστίμων, ή και τα δύο, το μέγιστο ύψος των οποίων είναι τουλάχιστον ίσο με το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του πωλητή ή του προμηθευτή στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

5.   Για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβάλλεται πρόστιμο σύμφωνα με την παράγραφο 4, αλλά δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του πωλητή ή του προμηθευτή, τα κράτη μέλη εισάγουν τη δυνατότητα επιβολής προστίμων, το μέγιστο ύψος των οποίων είναι τουλάχιστον 2 εκατομμύρια EUR.

6.   Τα κράτη μέλη, έως τις ... [24 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας], κοινοποιούν στην Επιτροπή τους κανόνες και τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση κάθε επακόλουθη τροποποίηση που τα επηρεάζει.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας 98/6/ΕΚ

Η οδηγία 98/6/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 6α

1.   Σε κάθε ανακοίνωση περί μείωσης τιμής υποδεικνύεται η προγενέστερη τιμή που εφάρμοζε ο έμπορος για καθορισμένο χρονικό διάστημα πριν από την εφαρμογή της μείωσης της τιμής.

2.   Ως προγενέστερη τιμή νοείται η χαμηλότερη τιμή που εφάρμοσε ο έμπορος κατά τη διάρκεια χρονικού διαστήματος όχι συντομότερο των 30 ημερών πριν από την εφαρμογή της μείωσης της τιμής.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν διαφορετικούς κανόνες για τα αγαθά τα οποία μπορούν να αλλοιωθούν ή λήγουν σύντομα.

4.   Όταν το προϊόν κυκλοφορεί στην αγορά για λιγότερο από 30 ημέρες, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν συντομότερο χρονικό διάστημα από εκείνο που ορίζεται στην παράγραφο 2.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, όταν η μείωση της τιμής αυξάνεται προοδευτικά, η προγενέστερη τιμή είναι η τιμή χωρίς τη μείωση της τιμής πριν από την πρώτη εφαρμογή της μείωσης της τιμής.».

2)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για την επιβολή κυρώσεων, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια, κατά περίπτωση:

α)

η φύση, η βαρύτητα, η έκταση και η διάρκεια της παράβασης,

β)

τυχόν ενέργειες του εμπόρου με σκοπό τον μετριασμό ή την επανόρθωση της ζημίας που υπέστησαν οι καταναλωτές,

γ)

τυχόν προηγούμενες παραβάσεις του εμπόρου,

δ)

τα οικονομικά οφέλη που αποκόμισε ή τις ζημίες που απέφυγε ο έμπορος λόγω της παράβασης, εάν τα σχετικά στοιχεία είναι διαθέσιμα,

ε)

οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον έμπορο για την ίδια παράβαση σε άλλα κράτη μέλη σε διασυνοριακές υποθέσεις, όπου οι πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω κυρώσεις είναι διαθέσιμες μέσω του μηχανισμού που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2),

στ)

κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της υπόθεσης.

3.   Τα κράτη μέλη, έως τις 28 Νοεμβρίου 2021, κοινοποιούν στην Επιτροπή τους κανόνες και τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση κάθε επακόλουθη τροποποίηση που τα επηρεάζει.

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).»."

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2005/29/ΕΚ

Η οδηγία 2005/29/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“γ)

“προϊόν”: κάθε αγαθό ή υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένης της ακίνητης περιουσίας, της ψηφιακής υπηρεσίας και του ψηφιακού περιεχομένου, καθώς και των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων·”

β)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιγ)

“κατάταξη”: η σχετική προβολή που δίδεται σε προϊόντα όπως παρουσιάζονται, οργανώνονται ή κοινοποιούνται από τον έμπορο, ανεξαρτήτως των τεχνολογικών μέσων που χρησιμοποιούνται για την εν λόγω παρουσίαση, οργάνωση ή κοινοποίηση·

ιδ)

“επιγραμμική αγορά”: η υπηρεσία η οποία χρησιμοποιεί λογισμικό, συμπεριλαμβανομένου ιστοτόπου, μέρους ιστοτόπου ή εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται έμπορος ή άλλος εξ ονόματος του εμπόρου, και η οποία επιτρέπει στους καταναλωτές να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με άλλους εμπόρους ή καταναλωτές χρησιμοποιώντας λογισμικό, συμπεριλαμβανομένου ιστοτόπου, μέρους ιστοτόπου ή εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται έμπορος ή άλλος εξ ονόματος του εμπόρου.»·

2)

Στο άρθρο 3, οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν διατάξεις για την προστασία των νόμιμων συμφερόντων των καταναλωτών όσον αφορά ορισμένες επιθετικές ή παραπλανητικές πρακτικές εμπορικής προώθησης ή πώλησης στο πλαίσιο μη προγραμματισμένων επισκέψεων ενός εμπόρου στην οικία καταναλωτή ή εκδρομές που διοργανώνει ένας έμπορος με στόχο ή αποτέλεσμα την προώθηση ή την πώληση προϊόντων στους καταναλωτές. Οι εν λόγω διατάξεις είναι αναλογικές, δεν εισάγουν διακρίσεις και αιτιολογούνται για λόγους προστασίας του καταναλωτή.

6.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή κάθε εθνική διάταξη που θεσπίζεται βάσει της παραγράφου 5, καθώς και τυχόν επακόλουθες αλλαγές. Η Επιτροπή καθιστά τις εν λόγω πληροφορίες εύκολα προσβάσιμες από τους καταναλωτές και τους εμπόρους σε ειδικό ιστότοπο.».

3)

Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γ)

κάθε εμπορική προώθηση αγαθού, σε ένα κράτος μέλος, ως πανομοιότυπου με αγαθό που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας σε άλλα κράτη μέλη, ενώ το εν λόγω αγαθό έχει σαφώς διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά, εκτός εάν αιτιολογείται από θεμιτούς και αντικειμενικούς παράγοντες.».

4)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

οι ρυθμίσεις για την πληρωμή, την παράδοση και την εκτέλεση, εφόσον αποκλίνουν από τις απαιτήσεις επαγγελματικής ευσυνειδησίας·»

ii)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

για τα προϊόντα που προσφέρονται σε επιγραμμικές αγορές, κατά πόσον ο τρίτος που προσφέρει τα προϊόντα είναι έμπορος ή όχι, με βάση τη δήλωση του εν λόγω τρίτου στον πάροχο της επιγραμμικής αγοράς.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Όταν παρέχεται στους καταναλωτές η δυνατότητα αναζήτησης προϊόντων που προσφέρονται από διαφορετικούς εμπόρους ή από καταναλωτές βάσει ερωτήματος υπό μορφή λέξης-κλειδιού, φράσης ή άλλου στοιχείου, ανεξαρτήτως του τόπου στον οποίο ολοκληρώνονται τελικά οι εν λόγω συναλλαγές, θεωρείται ουσιώδους σημασίας η παροχή γενικών πληροφοριών, σε ειδικό τμήμα της επιγραμμικής διεπαφής, άμεσα και εύκολα προσβάσιμου από τη σελίδα όπου παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της αναζήτησης, όσον αφορά τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη των προϊόντων τα οποία παρουσιάζονται στον καταναλωτή ως αποτέλεσμα του ερωτήματος αναζήτησης και τη σχετική σημασία των εν λόγω παραμέτρων έναντι άλλων. Η παρούσα παράγραφος δεν ισχύει για τους παρόχους επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 6) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. (*3)

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).»·"

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.   Όταν ο έμπορος παρέχει πρόσβαση σε αξιολογήσεις προϊόντων από καταναλωτές, θεωρείται ουσιώδους σημασίας η παροχή πληροφοριών σχετικά με το κατά πόσον και με ποιον τρόπο ο έμπορος διασφαλίζει ότι οι δημοσιευμένες αξιολογήσεις προέρχονται από καταναλωτές που έχουν όντως χρησιμοποιήσει ή αγοράσει το προϊόν.».

5)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

Μέσα επανόρθωσης

1.   Οι καταναλωτές που έχουν υποστεί βλάβη από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές έχουν πρόσβαση σε αναλογικά και αποτελεσματικά μέσα έννομης προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αποζημίωσης για την πρόκληση ζημιών στον καταναλωτή και, κατά περίπτωση, μείωσης της τιμής ή καταγγελίας της σύμβασης. Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν τους όρους εφαρμογής και τις επιπτώσεις των εν λόγω μέσων έννομης προστασίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, τη βαρύτητα και τη φύση της αθέμιτης εμπορικής πρακτικής, τις ζημίες που υπέστη ο καταναλωτής και άλλες σχετικές περιστάσεις.

2.   Τα εν λόγω μέσα έννομης προστασίας δεν θίγουν την εφαρμογή άλλων μέσων έννομης προστασίας που είναι διαθέσιμα στους καταναλωτές βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου.».

6)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι για την επιβολή κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια, κατά περίπτωση:

α)

η φύση, η βαρύτητα, η έκταση και η διάρκεια της παράβασης,

β)

τυχόν ενέργειες του εμπόρου με σκοπό τον μετριασμό ή την επανόρθωση της ζημίας που υπέστησαν οι καταναλωτές,

γ)

τυχόν προηγούμενες παραβάσεις του εμπόρου,

δ)

τα οικονομικά οφέλη που αποκόμισε ή τις ζημίες που απέφυγε ο έμπορος λόγω της παράβασης, εφόσον είναι διαθέσιμα τα σχετικά στοιχεία,

ε)

οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον έμπορο για την ίδια παράβαση σε άλλα κράτη μέλη σε διασυνοριακές υποθέσεις, όπου οι πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω κυρώσεις είναι διαθέσιμες μέσω του μηχανισμού που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4),

στ)

κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της υπόθεσης.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν πρόκειται να επιβληθούν κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2934, περιλαμβάνουν τη δυνατότητα είτε επιβολής προστίμων μέσω διοικητικών διαδικασιών είτε κίνησης δικαστικών διαδικασιών για την επιβολή προστίμων, ή και τα δύο, το μέγιστο ύψος των οποίων είναι τουλάχιστον ίσο με το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του εμπόρου στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Με την επιφύλαξη του εν λόγω κανονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν, για εθνικούς συνταγματικούς λόγους, να περιορίσουν την επιβολή προστίμων στις εξής περιπτώσεις:

α)

παραβάσεις των άρθρων 6, 7, 8, 9 και του παραρτήματος I της παρούσας οδηγίας και

β)

συνεχιζόμενη χρήση εκ μέρους του εμπόρου εμπορικής πρακτικής που έχει κριθεί καταχρηστική από την αρμόδια εθνική αρχή ή δικαστήριο, όταν η εν λόγω εμπορική πρακτική δεν είναι μία από τις παραβάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α).

4.   Για περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβάλλεται πρόστιμο σύμφωνα με την παράγραφο 3, αλλά δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του εμπόρου, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τη δυνατότητα επιβολής προστίμων, το μέγιστο ύψος των οποίων είναι τουλάχιστον 2 εκατομμύρια EUR.

5.   Τα κράτη μέλη, έως τις 28 Νοεμβρίου 2021, κοινοποιούν στην Επιτροπή τους κανόνες και τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση κάθε επακόλουθη τροποποίηση που τα επηρεάζει.

(*4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).»."

7)

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«11α.

Παροχή αποτελεσμάτων αναζήτησης μετά την υποβολή ερωτήματος επιγραμμικής αναζήτησης εκ μέρους καταναλωτή χωρίς να κοινοποιείται σαφώς τυχόν διαφήμιση επί πληρωμή ή καταβολή τιμήματος ειδικά για την επίτευξη υψηλότερης κατάταξης προϊόντων μεταξύ των αποτελεσμάτων αναζήτησης.»

β)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«23α.

Η μεταπώληση εισιτηρίων εκδηλώσεων στους καταναλωτές εάν ο έμπορος τα απέκτησε χρησιμοποιώντας αυτοματοποιημένα μέσα για να παρακάμψει οποιοδήποτε επιβαλλόμενο όριο στον αριθμό των εισιτηρίων που επιτρέπεται να αγοράσει κάποιος ή οποιουσδήποτε άλλους κανόνες που ισχύουν για την αγορά εισιτηρίων.

23β.

Με τη δήλωση ότι οι αξιολογήσεις ενός προϊόντος υποβάλλονται από καταναλωτές που έχουν πράγματι χρησιμοποιήσει ή αγοράσει το προϊόν χωρίς να έχουν ληφθεί εύλογα και αναλογικά μέτρα προκειμένου να ελεγχθεί ότι προέρχονται από τους εν λόγω καταναλωτές.

23γ.

Η υποβολή ή η ανάθεση σε άλλο νομικό ή φυσικό πρόσωπο της υποβολής ψευδών αξιολογήσεων ή θετικών κριτικών καταναλωτών ή η διαστρέβλωση των αξιολογήσεων ή των θετικών κριτικών καταναλωτών, με σκοπό την προώθηση προϊόντων.».

Άρθρο 4

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2011/83/ΕΕ

Η οδηγία 2011/83/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2, το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 3) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3)

“αγαθά”: αγαθά όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/771 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5)

(*5)  Οδηγία (EE) 2019/771. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για τις πωλήσεις αγαθών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 28).»"

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«4α)

“δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα”: δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6)·

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).»·"

γ)

τα σημεία 5) και 6) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5)

“σύμβαση πώλησης”: κάθε σύμβαση βάσει της οποίας ο έμπορος μεταβιβάζει ή αναλαμβάνει να μεταβιβάσει την κυριότητα αγαθών στον καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένης κάθε σύμβασης που έχει ως αντικείμενο ταυτόχρονα την παροχή αγαθών και υπηρεσιών·

6)“

σύμβαση παροχής υπηρεσιών”: κάθε σύμβαση πλην σύμβασης πώλησης βάσει της οποίας ο έμπορος παρέχει ή αναλαμβάνει να παράσχει υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένης ψηφιακής υπηρεσίας, στον καταναλωτή»·

δ)

το σημείο 11) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11)

“ψηφιακό περιεχόμενο”: ψηφιακό περιεχόμενο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7)

(*7)  Οδηγία (EE) 2019/770 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 1).»"

ε)

προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«16)

“ψηφιακή υπηρεσία”: η ψηφιακή υπηρεσία όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770·

17)

“επιγραμμική αγορά”: υπηρεσία η οποία χρησιμοποιεί λογισμικό, συμπεριλαμβανομένου ιστοτόπου, μέρους ιστοτόπου ή εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται έμπορος ή άλλος εξ ονόματος του εμπόρου, και η οποία επιτρέπει στους καταναλωτές να συνάπτουν εξ αποστάσεως συμβάσεις με άλλους εμπόρους ή καταναλωτές·

18)

“πάροχος επιγραμμικής αγοράς”: κάθε έμπορος ο οποίος παρέχει επιγραμμική αγορά στους καταναλωτές·

19)

“συμβατότητα”: η συμβατότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770·

20)

“δυνατότητες λειτουργίας”: οι δυνατότητες λειτουργίας όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 11) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770·

21)

“διαλειτουργικότητα”: η διαλειτουργικότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/770.».

2)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, βάσει των όρων και στον βαθμό που ορίζεται στις διατάξεις της, σε οποιαδήποτε σύμβαση συνάπτεται μεταξύ ενός εμπόρου και ενός καταναλωτή όπου ο καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει να καταβάλει το τίμημα. Εφαρμόζεται σε συμβάσεις προμήθειας νερού, φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή τηλεθέρμανσης, μεταξύ άλλων και από δημόσιους παρόχους, στον βαθμό που τα προϊόντα αυτά παρέχονται σε συμβατική βάση.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης όταν ο έμπορος προμηθεύει ή αναλαμβάνει να προμηθεύσει ψηφιακό περιεχόμενο που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο ή ψηφιακή υπηρεσία προς τον καταναλωτή και ο καταναλωτής παρέχει ή αναλαμβάνει να παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον έμπορο, εξαιρουμένης της περίπτωσης κατά την οποία τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρέχει ο καταναλωτής υποβάλλονται σε επεξεργασία από τον έμπορο με αποκλειστικό σκοπό την παροχή ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο ή ψηφιακής υπηρεσίας σε συμφωνία με την παρούσα οδηγία ή προκειμένου ο έμπορος να συμμορφωθεί με τις νομικές απαιτήσεις στις οποίες υπόκειται και ο έμπορος δεν επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα για κανέναν άλλο σκοπό.»·

γ)

η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο ια) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ια)

για υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών, με την εξαίρεση του άρθρου 8 παράγραφος 2 και των άρθρων 19, 21 και 22·»

ii)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιδ)

για οποιαδήποτε αγαθά που πωλούνται στο πλαίσιο αναγκαστικής εκτέλεσης ή με άλλο τρόπο από δικαστική αρχή.».

3)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

επιπλέον της υπενθύμισης περί ύπαρξης της νομικής εγγύησης για τη συμμόρφωση αγαθών, ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών, την υπενθύμιση περί ύπαρξης εξυπηρέτησης μετά την πώληση και, κατά περίπτωση, εμπορικών εγγυήσεων, μαζί με τους σχετικούς όρους εφαρμογής·»

β)

τα στοιχεία ζ) και η) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

κατά περίπτωση, τις δυνατότητες λειτουργίας, μαζί με τα ισχύοντα τεχνικά μέτρα προστασίας, αγαθών με ψηφιακά στοιχεία, ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών·

η)

κατά περίπτωση, κάθε αξιόλογη συμβατότητα και διαλειτουργικότητα αγαθών με ψηφιακά στοιχεία, ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών της οποίας ο έμπορος έχει γνώση ή ευλόγως αναμένεται να έχει γνώση.».

4)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

τη γεωγραφική διεύθυνση όπου ο έμπορος είναι εγκατεστημένος, καθώς και τον αριθμό τηλεφώνου και τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του· επιπλέον, όταν ο έμπορος παρέχει άλλα μέσα επιγραμμικής επικοινωνίας που διασφαλίζουν ότι ο καταναλωτής μπορεί να διατηρήσει οποιαδήποτε γραπτή επικοινωνία με τον έμπορο σε σταθερό μέσο, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας και της ώρας της εν λόγω επικοινωνίας, η ενημέρωση περιλαμβάνει επίσης λεπτομέρειες σχετικά με τα εν λόγω άλλα μέσα· όλα τα εν λόγω μέσα επικοινωνίας που παρέχει ο έμπορος διασφαλίζουν ότι μπορεί ο καταναλωτής να έρθει σε επαφή με τον έμπορο γρήγορα και να επικοινωνήσει με αυτόν αποτελεσματικά· ανάλογα με την περίπτωση, ο έμπορος παρέχει επίσης τη γεωγραφική διεύθυνση και τα στοιχεία ταυτότητας του εμπόρου για λογαριασμό του οποίου ενεργεί.»·

ii)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«εα)

κατά περίπτωση, ότι η τιμή εξατομικεύτηκε βάσει αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων·»

iii)

το στοιχείο ιβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιβ)

υπενθύμιση της ύπαρξης νομικής εγγύησης για τη συμμόρφωση των αγαθών, του ψηφιακού περιεχομένου και των ψηφιακών υπηρεσιών·»

iv)

τα στοιχεία ιη) και ιθ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιη)

κατά περίπτωση, τις δυνατότητες λειτουργίας, μαζί με τα ισχύοντα τεχνικά μέτρα προστασίας, των αγαθών με ψηφιακά στοιχεία, του ψηφιακού περιεχομένου και των ψηφιακών υπηρεσιών·

ιθ)

κατά περίπτωση, κάθε αξιόλογη συμβατότητα και διαλειτουργικότητα αγαθών με ψηφιακά στοιχεία, ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών της οποίας ο έμπορος έχει γνώση ή ευλόγως αναμένεται να έχει γνώση.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία η), θ) και ι) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να παρέχονται με το υπόδειγμα οδηγιών για την υπαναχώρηση που παρατίθεται στο παράρτημα I τμήμα Α. Ο έμπορος έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών που ορίζονται στα στοιχεία η), θ) και ι) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εφόσον έχει παράσχει τις εν λόγω οδηγίες, σωστά συμπληρωμένες, στον καταναλωτή. Οι αναφορές στην περίοδο υπαναχώρησης 14 ημερών στο υπόδειγμα οδηγιών για την υπαναχώρηση που παρατίθεται στο παράρτημα I τμήμα Α αντικαθίστανται από αναφορές σε περίοδο υπαναχώρησης 30 ημερών σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1α.».

5)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 6α

Πρόσθετες ειδικές υποχρεώσεις ενημέρωσης για συμβάσεις που συνάπτονται σε επιγραμμικές αγορές

1.   Προτού ο καταναλωτής δεσμευτεί από εξ αποστάσεως σύμβαση ή οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά σε επιγραμμική αγορά, ο πάροχος της επιγραμμικής αγοράς, με την επιφύλαξη της οδηγίας 2005/29/ΕΚ, παρέχει στον καταναλωτή τις ακόλουθες πληροφορίες με τρόπο σαφή και κατανοητό, αλλά και κατάλληλο για τα μέσα επικοινωνίας εξ αποστάσεως:

α)

γενικές πληροφορίες, που είναι διαθέσιμες σε ειδικό τμήμα της επιγραμμικής διεπαφής, άμεσα και εύκολα προσβάσιμο από τη σελίδα όπου παρουσιάζονται οι προσφορές, σχετικά με τις βασικές παραμέτρους που καθορίζουν την κατάταξη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 2005/29/ΕΚ, των προσφορών που παρουσιάζονται στον καταναλωτή ως αποτέλεσμα του ερωτήματος αναζήτησης, και τη σχετική σημασία των εν λόγω παραμέτρων έναντι άλλων,

β)

κατά πόσον ο τρίτος που προσφέρει τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο είναι έμπορος ή όχι, με βάση τη δήλωση του εν λόγω τρίτου στον πάροχο της επιγραμμικής αγοράς,

γ)

όταν ο τρίτος που προσφέρει τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο δεν είναι έμπορος, ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών δεν εφαρμόζονται στη σύμβαση,

δ)

κατά περίπτωση, τον τρόπο επιμερισμού των υποχρεώσεων που σχετίζονται με τη σύμβαση μεταξύ του τρίτου που προσφέρει τα αγαθά, τις υπηρεσίες ή το ψηφιακό περιεχόμενο και του παρόχου της επιγραμμικής αγοράς, πληροφορία η οποία δεν θίγει οποιαδήποτε ευθύνη που ενδέχεται να φέρει σε σχέση με τη σύμβαση δυνάμει άλλης ενωσιακής ή εθνικής νομοθεσίας ο πάροχος της επιγραμμικής αγοράς ή ο έμπορος που αποτελεί τον τρίτο.

2.   Με την επιφύλαξη της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις ενημέρωσης για τους παρόχους επιγραμμικών αγορών. Οι εν λόγω διατάξεις είναι αναλογικές, δεν εισάγουν διακρίσεις και αιτιολογούνται για λόγους προστασίας των καταναλωτών.».

6)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εφόσον ο καταναλωτής επιθυμεί η εκτέλεση υπηρεσιών ή η προμήθεια νερού, φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας, όταν δεν διατίθενται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή σε καθορισμένη ποσότητα, ή η παροχή τηλεθέρμανσης να άρχεται στη διάρκεια της περιόδου υπαναχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 και η σύμβαση υποχρεώνει τον καταναλωτή να καταβάλει τίμημα, ο έμπορος απαιτεί από τον καταναλωτή να καταθέσει τη ρητή αίτησή του πάνω σε σταθερό μέσο και ζητεί από τον καταναλωτή να αναγνωρίσει ότι, μόλις η σύμβαση εκτελεσθεί πλήρως από τον έμπορο, ο καταναλωτής θα απολέσει το δικαίωμα υπαναχώρησης.».

7)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Εάν η σύμβαση συνάπτεται με μέσο επικοινωνίας εξ αποστάσεως το οποίο παρέχει περιορισμένο χώρο ή χρόνο για την απεικόνιση των πληροφοριών, ο έμπορος παρέχει, πάνω στο συγκεκριμένο μέσο ή διά του συγκεκριμένου μέσου πριν από τη σύναψη αυτής της σύμβασης, τουλάχιστον τις προσυμβατικές πληροφορίες που αφορούν τα βασικά χαρακτηριστικά των αγαθών ή των υπηρεσιών, την ταυτότητα του εμπόρου, τη συνολική τιμή, το δικαίωμα υπαναχώρησης, τη διάρκεια της σύμβασης και, εάν η σύμβαση είναι αορίστου χρόνου, τις προϋποθέσεις καταγγελίας της σύμβασης, κατά τα οριζόμενα, αντίστοιχα, στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), ε), η) και ιε), εξαιρουμένου του υποδείγματος του εντύπου υπαναχώρησης που καθορίζεται στο παράρτημα I τμήμα Β που αναφέρεται στο στοιχείο η). Οι λοιπές πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένου του υποδείγματος του εντύπου υπαναχώρησης, παρέχονται από τον έμπορο στον καταναλωτή με τον κατάλληλο τρόπο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.»

β)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Εφόσον ο καταναλωτής επιθυμεί η εκτέλεση υπηρεσιών ή η προμήθεια νερού, φυσικού αερίου ή ηλεκτρικής ενέργειας, όταν δεν διατίθενται προς πώληση σε περιορισμένο όγκο ή σε καθορισμένη ποσότητα, ή η παροχή τηλεθέρμανσης να άρχεται στη διάρκεια της περιόδου υπαναχώρησης που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2, και η σύμβαση υποχρεώνει τον καταναλωτή να καταβάλει τίμημα, ο έμπορος απαιτεί από τον καταναλωτή να καταθέσει ρητή αίτηση και ζητεί από τον καταναλωτή να αναγνωρίσει ότι, μόλις η σύμβαση εκτελεσθεί πλήρως από τον έμπορο, ο καταναλωτής θα απολέσει το δικαίωμα υπαναχώρησης.».

8)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες σύμφωνα με τους οποίους η περίοδος υπαναχώρησης των 14 ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρατείνεται σε 30 ημέρες για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο μη προγραμματισμένων επισκέψεων από τον έμπορο στην οικία καταναλωτή ή εκδρομών που διοργανώνει έμπορος με στόχο ή αποτέλεσμα την προώθηση ή την πώληση προϊόντων στους καταναλωτές, με σκοπό την προστασία των θεμιτών συμφερόντων των καταναλωτών έναντι επιθετικών ή παραπλανητικών πρακτικών εμπορικής προώθησης ή πώλησης. Οι εν λόγω κανόνες είναι αναλογικοί, δεν εισάγουν διακρίσεις και αιτιολογούνται για λόγους προστασίας των καταναλωτών.»

β)

στην παράγραφο 2, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, η περίοδος υπαναχώρησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου λήγει μετά από 14 ημέρες ή, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει κανόνες σύμφωνα με την παράγραφο 1α του παρόντος άρθρου, 30 ημέρες από:».

9)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εάν ο έμπορος έχει παράσχει στον καταναλωτή τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εντός 12 μηνών από την ημέρα που ορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2, η περίοδος υπαναχώρησης λήγει 14 ημέρες ή, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1α, 30 ημέρες μετά την ημέρα κατά την οποία ο καταναλωτής λαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες.».

10)

Στο άρθρο 13 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του καταναλωτή, ο έμπορος συμμορφώνεται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

5.   Ο έμπορος δεν χρησιμοποιεί κανένα περιεχόμενο, εκτός από δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που παρασχέθηκε ή δημιουργήθηκε από τον καταναλωτή κατά τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο, εκτός εάν το εν λόγω περιεχόμενο:

α)

δεν έχει καμία χρησιμότητα εκτός του πλαισίου του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο,

β)

αφορά μόνο τη δραστηριότητα του καταναλωτή κατά τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο,

γ)

έχει ομαδοποιηθεί με άλλα δεδομένα από τον έμπορο και δεν μπορεί να διαχωριστεί ή μπορεί να διαχωριστεί μόνο με δυσανάλογες προσπάθειες ή

δ)

έχει δημιουργηθεί από τον καταναλωτή από κοινού με άλλα πρόσωπα και άλλοι καταναλωτές είναι σε θέση να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το περιεχόμενο.

6.   Με την εξαίρεση των περιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο α), β) ή γ), ο έμπορος, κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή, θέτει στη διάθεση του καταναλωτή οποιοδήποτε περιεχόμενο, εκτός από δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, το οποίο παρασχέθηκε ή δημιουργήθηκε από τον καταναλωτή κατά τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο.

7.   Ο καταναλωτής δικαιούται να ανακτά το εν λόγω ψηφιακό περιεχόμενο δωρεάν, χωρίς να παρεμποδίζεται από τον έμπορο, σε εύλογο χρονικό διάστημα και σε κοινώς χρησιμοποιούμενο και αναγνώσιμο από μηχάνημα μορφότυπο.

8.   Σε περίπτωση υπαναχώρησης από τη σύμβαση, ο έμπορος μπορεί να εμποδίζει κάθε περαιτέρω χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας από τον καταναλωτή, συγκεκριμένα καθιστώντας το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία μη προσβάσιμα στον καταναλωτή ή απενεργοποιώντας τον λογαριασμό χρήστη του καταναλωτή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 6.».

11)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Σε περίπτωση υπαναχώρησης από τη σύμβαση, ο καταναλωτής αποφεύγει να χρησιμοποιεί το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία και να τα θέτει στη διάθεση τρίτων.»

β)

στην παράγραφο 4, το στοιχείο β) σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

ο καταναλωτής δεν έδωσε την προηγούμενη ρητή συγκατάθεσή του για να αρχίσει η εκτέλεση της σύμβασης πριν από το τέλος της δεκατετραήμερης ή της τριανταήμερης περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 9·».

12)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

συμβάσεις υπηρεσιών μετά την πλήρη εκτέλεση της υπηρεσίας αλλά, εφόσον προβλέπεται στη σύμβαση η υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει τίμημα, μόνο εάν η εκτέλεση άρχισε με την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή και με την εκ μέρους του αναγνώριση ότι θα απολέσει το δικαίωμά του υπαναχώρησης μόλις η σύμβαση εκτελεσθεί πλήρως από τον έμπορο»

ii)

το στοιχείο ιγ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιγ)

συμβάσεις προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου που δεν παρέχεται σε υλικό μέσο, εφόσον η εκτέλεση έχει ξεκινήσει, και, εφόσον προβλέπεται στη σύμβαση η υποχρέωση του καταναλωτή να καταβάλει τίμημα, σε περίπτωση που:

i)

ο καταναλωτής έδωσε την προηγούμενη ρητή συγκατάθεσή του ώστε να ξεκινήσει η εκτέλεση της σύμβασης στη διάρκεια της περιόδου ισχύος του δικαιώματος υπαναχώρησης,

ii)

ο καταναλωτής αναγνώρισε ότι χάνει συνεπακόλουθα το δικαίωμά του υπαναχώρησης και

iii)

ο έμπορος πρόεβη στην παροχή της επιβεβαίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 7.»

β)

προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις εξαιρέσεις από το δικαίωμα υπαναχώρησης που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β), γ) και ε) για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο μη προγραμματισμένων επισκέψεων εμπόρου στην οικία καταναλωτή ή εκδρομών που διοργανώνει έμπορος με στόχο ή αποτέλεσμα την προώθηση ή την πώληση προϊόντων στους καταναλωτές, με σκοπό την προστασία των θεμιτών συμφερόντων των καταναλωτών έναντι επιθετικών ή παραπλανητικών πρακτικών εμπορικής προώθησης ή πώλησης. Οι εν λόγω διατάξεις είναι αναλογικές, δεν εισάγουν διακρίσεις και αιτιολογούνται για λόγους προστασίας των καταναλωτών.

Στην περίπτωση συμβάσεων υπηρεσιών που επιβάλλουν στον καταναλωτή την υποχρέωση να καταβάλει τίμημα όταν ο καταναλωτής έχει ζητήσει ειδικά επίσκεψη από τον έμπορο με σκοπό την πραγματοποίηση επιδιορθώσεων, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ο καταναλωτής χάνει το δικαίωμα υπαναχώρησης μετά την πλήρη παροχή της υπηρεσίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση ξεκίνησε με την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του καταναλωτή.».

13)

Το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 24

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι για την επιβολή κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα μη εξαντλητικά και ενδεικτικά κριτήρια, κατά περίπτωση:

α)

η φύση, η βαρύτητα, η έκταση και η διάρκεια της παράβασης,

β)

τυχόν ενέργειες του εμπόρου με σκοπό τον μετριασμό ή την επανόρθωση της ζημίας που υπέστησαν οι καταναλωτές,

γ)

τυχόν προηγούμενες παραβάσεις του εμπόρου,

δ)

τα οικονομικά οφέλη που αποκόμισε ή τις ζημίες που απέφυγε ο έμπορος λόγω της παράβασης, εφόσον είναι διαθέσιμα τα σχετικά στοιχεία,

ε)

οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον έμπορο για την ίδια παράβαση σε άλλα κράτη μέλη σε διασυνοριακές υποθέσεις, όπου οι πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω κυρώσεις είναι διαθέσιμες μέσω του μηχανισμού που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*8),

στ)

κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της υπόθεσης.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν πρόκειται να επιβληθούν κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394, περιλαμβάνουν τη δυνατότητα είτε επιβολής προστίμων μέσω διοικητικών διαδικασιών είτε κίνησης δικαστικών διαδικασιών για την επιβολή προστίμων, ή και τα δύο, ενώ το μέγιστο ύψος των οποίων είναι τουλάχιστον ίσο με το 4 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του εμπόρου στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

4.   Για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβάλλεται πρόστιμο σύμφωνα με την παράγραφο 3, αλλά δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του εμπόρου, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τη δυνατότητα επιβολής προστίμων, το μέγιστο ύψος των οποίων είναι τουλάχιστον 2 εκατομμύρια EUR.

5.   Τα κράτη μέλη, έως τις ... [24 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας], κοινοποιούν στην Επιτροπή τους κανόνες και τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση κάθε επακόλουθη τροποποίηση που τα επηρεάζει.

(*8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).»."

14)

Στο άρθρο 29, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εάν κράτος μέλος κάνει χρήση οποιασδήποτε των ρυθμιστικών επιλογών του άρθρου 3 παράγραφος 4, του άρθρου 6 παράγραφοι 7 και 8, του άρθρου 7 παράγραφος 4, του άρθρου 8 παράγραφος 6, του άρθρου 9 παράγραφοι 1α και 3 και του άρθρου 16 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή μέχρι τις 28 Νοεμβρίου 2021. Το ίδιο πράττει και για οποιαδήποτε άλλη συνακόλουθη αλλαγή.».

15)

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

Το μέρος Α τροποποιείται ως εξής:

i)

το τρίτο εδάφιο κάτω από τον τίτλο «Δικαίωμα υπαναχώρησης» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Προκειμένου να ασκήσετε το δικαίωμα υπαναχώρησης, οφείλετε να μας [2] ενημερώσετε για την απόφασή σας να υπαναχωρήσετε από την παρούσα σύμβαση με μια ξεκάθαρη δήλωση (π.χ. επιστολή που θα σταλεί με ταχυδρομείο ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το συνημμένο υπόδειγμα εντύπου υπαναχώρησης, χωρίς τούτο να είναι υποχρεωτικό. [3]»

ii)

το σημείο 2 κάτω από τον τίτλο «Οδηγίες για τη συμπλήρωση του εντύπου» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«[2.] Αναγράψτε το ονοματεπώνυμό σας, τη γεωγραφική διεύθυνσή σας, τον αριθμό του τηλεφώνου σας και τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου σας.»

β)

Στο μέρος Β, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Προς [ο έμπορος οφείλει να αναγράψει εδώ το όνομά του, τη γεωγραφική του διεύθυνση και τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του]:».

Άρθρο 5

Πληροφορίες για τα δικαιώματα των καταναλωτών

Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι οι πολίτες που αναζητούν πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους ως καταναλωτές ή με την εξωδικαστική επίλυση διαφορών έχουν στη διάθεσή τους επιγραμμικό σημείο εισόδου μέσω της ενιαίας ψηφιακής θύρας που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18), που τους παρέχει τη δυνατότητα:

α)

πρόσβασης σε επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματά τους ως καταναλωτών της Ένωσης με σαφή, κατανοητό και εύκολα προσβάσιμο τρόπο και

β)

υποβολής καταγγελίας μέσω της πλατφόρμας ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών που έχει συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 524/2013 και προς το αρμόδιο κέντρο του Δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών, αναλόγως των εμπλεκόμενων μερών.

Άρθρο 6

Υποβολή εκθέσεων από την Επιτροπή και επανεξέταση

Έως τις 28 Μαΐου 2024, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει, κυρίως, αξιολόγηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας που αφορούν:

α)

εκδηλώσεις που διοργανώνονται εκτός εμπορικού καταστήματος και

β)

περιπτώσεις εμπορίας αγαθών ως πανομοιότυπων, ενώ έχουν σαφώς διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον οι εν λόγω περιπτώσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρότερες απαιτήσεις, μεταξύ άλλων στην απαγόρευση του παραρτήματος I της οδηγίας 2005/29/ΕΚ, και συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον απαιτούνται λεπτομερέστερες διατάξεις για την ενημέρωση σχετικά με τη διαφοροποίηση των αγαθών.

Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, εφόσον απαιτείται, από νομοθετική πρόταση.

Άρθρο 7

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Έως τις 28 Νοεμβρίου 2021 τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή σχετικά.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 28 Μαΐου 2022.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών μέτρων του εθνικού δικαίου τα οποία θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 8

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 9

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 27 Νοεμβρίου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

O Πρόεδρος

D. M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

O Πρόεδρος

T. TUPPURAINEN


(1)  ΕΕ C 440 της 6.12.2018, σ. 66.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2019.

(3)  Οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).

(4)  Οδηγία 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (ΕΕ L 110 της 1.5.2009, σ. 30).

(5)  Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).

(6)  Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1).

(8)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(10)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 524/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (κανονισμός για την ΗΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 1).

(12)  Οδηγία (EE) 2016/1148 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2016, σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο ασφάλειας συστημάτων δικτύου και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (ΕΕ L 194 της 19.7.2016, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2018, για την αντιμετώπιση του αδικαιολόγητου γεωγραφικού αποκλεισμού και άλλων μορφών διακριτικής μεταχείρισης με βάση την ιθαγένεια, τον τόπο διαμονής ή τον τόπο εγκατάστασης των πελατών εντός της εσωτερικής αγοράς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 60 I της 2.3.2018, σ. 1).

(14)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(15)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/770 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(17)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(18)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 2ας Οκτωβρίου 2018, για τη δημιουργία ενιαίας ψηφιακής θύρας με σκοπό την παροχή πρόσβασης σε πληροφορίες, σε διαδικασίες και σε υπηρεσίες υποστήριξης και επίλυσης προβλημάτων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 1).


18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/29


ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2019/2162 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 27ης Νοεμβρίου 2019

σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) προβλέπει πολύ γενικές απαιτήσεις όσον αφορά τα διαρθρωτικά στοιχεία των καλυμμένων ομολόγων. Οι εν λόγω απαιτήσεις περιορίζονται στην ανάγκη έκδοσης των καλυμμένων ομολόγων από πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει την καταστατική έδρα του σε κράτος μέλος και στην ανάγκη να υπόκεινται σε ειδική δημόσια εποπτεία και σε μηχανισμό διπλής προσφυγής. Τα εθνικά πλαίσια για τα καλυμμένα ομόλογα αντιμετωπίζουν τα ζητήματα αυτά και τα ρυθμίζουν πολύ πιο λεπτομερώς. Τα εν λόγω εθνικά πλαίσια περιέχουν επίσης άλλες διαρθρωτικές διατάξεις, ιδίως κανόνες σχετικά με τη σύνθεση των συνολικών στοιχείων κάλυψης, κριτήρια επιλεξιμότητας για στοιχεία ενεργητικού, τη δυνατότητα ένταξης στοιχείων ενεργητικού στα συνολικά στοιχεία κάλυψης, υποχρεώσεις διαφάνειας και υποβολής αναφορών και κανόνες σχετικά με τον μετριασμό του κινδύνου ρευστότητας. Οι προσεγγίσεις των κρατών μελών όσον αφορά το κανονιστικό πλαίσιο διαφέρουν επίσης επί της ουσίας. Σε αρκετά κράτη μέλη, δεν υφίσταται ειδικό εθνικό πλαίσιο για τα καλυμμένα ομόλογα. Κατά συνέπεια, τα βασικά διαρθρωτικά στοιχεία με τα οποία οφείλουν να είναι σύμφωνα τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται στην Ένωση δεν καθορίζονται ακόμη στο ενωσιακό δίκαιο.

(2)

Το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) προσθέτει επιπλέον προϋποθέσεις σε αυτές του άρθρου 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ για την εξασφάλιση προνομιακής αντιμετώπισης όσον αφορά κεφαλαιακές απαιτήσεις που δίνουν στα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία επενδύουν σε καλυμμένα ομόλογα τη δυνατότητα να διατηρούν λιγότερα κεφάλαια από ό,τι για την επένδυση σε άλλα στοιχεία ενεργητικού. Αν και οι επιπρόσθετες αυτές απαιτήσεις αυξάνουν το επίπεδο εναρμόνισης των καλυμμένων ομολόγων εντός της Ένωσης, εξυπηρετούν τον συγκεκριμένο σκοπό να καθοριστούν οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου οι επενδυτές καλυμμένων ομολόγων να απολαμβάνουν μία τέτοια προνομιακή αντιμετώπιση και δεν έχουν εφαρμογή εκτός του πλαισίου του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(3)

Άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις, όπως οι κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμοί (ΕΕ) 2015/35 (5) και (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής (6) και η οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), παραπέμπουν επίσης στον ορισμό της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, ως σημείο αναφοράς για τον προσδιορισμό των καλυμμένων ομολόγων που επωφελούνται από την προνομιακή αντιμετώπιση για επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα δυνάμει των εν λόγω πράξεων. Ωστόσο, η διατύπωση των εν λόγω πράξεων διαφέρει ανάλογα με τον σκοπό και το αντικείμενό τους και, ως εκ τούτου, δεν χρησιμοποιείται με συνέπεια ο όρος «καλυμμένα ομόλογα».

(4)

Συνολικά, η αντιμετώπιση των καλυμμένων ομολόγων μπορεί να θεωρηθεί εναρμονισμένη όσον αφορά τις προϋποθέσεις επένδυσης σε καλυμμένα ομόλογα. Υφίσταται, ωστόσο, έλλειψη εναρμόνισης στην Ένωση όσον αφορά τις προϋποθέσεις έκδοσης καλυμμένων ομολόγων και αυτό έχει ποικίλες συνέπειες. Πρώτον, μέσα που διαφέρουν τόσο ως προς τη φύση τους όσο και ως προς το επίπεδο κινδύνου και προστασίας των επενδυτών τυγχάνουν ίσης προνομιακής αντιμετώπισης. Δεύτερον, οι διαφορές μεταξύ των εθνικών πλαισίων ή η απουσία τέτοιου πλαισίου και η έλλειψη ενός κοινώς αποδεκτού ορισμού του όρου ‘καλυμμένο ομόλογο’ θα μπορούσαν να δημιουργήσουν εμπόδια για την ανάπτυξη μιας πραγματικά ολοκληρωμένης ενιαίας αγοράς για καλυμμένα ομόλογα. Τρίτον, οι διαφορές των διασφαλίσεων που παρέχουν οι εθνικοί κανόνες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κινδύνους για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, καθώς τα καλυμμένα ομόλογα με διαφορετικά επίπεδα προστασίας των επενδυτών μπορούν να αγοραστούν σε όλη την Ένωση και να τύχουν της προνομιακής αντιμετώπισης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και σε άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις.

(5)

Με την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών των εθνικών πλαισίων, βασισμένη σε ορισμένες βέλτιστες πρακτικές, αναμένεται, επομένως, να διασφαλιστεί η ομαλή και συνεχής ανάπτυξη αγορών καλυμμένων ομολόγων που να λειτουργούν εύρυθμα στην Ένωση και να περιοριστούν οι πιθανοί κίνδυνοι και τα τρωτά σημεία για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Με αυτήν την εναρμόνιση βάσει αρχών αναμένεται να καθιερωθεί μια κοινή βάση για την έκδοση όλων των καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση. Για την εναρμόνιση απαιτείται από όλα τα κράτη μέλη να καθιερώσουν πλαίσια για τα καλυμμένα ομόλογα, τα οποία αναμένεται να διευκολύνουν επίσης την ανάπτυξη των αγορών καλυμμένων ομολόγων στα κράτη μέλη όπου δεν υφίσταται τέτοια αγορά. Μια τέτοια αγορά θα εξασφαλίσει σταθερή πηγή χρηματοδότησης για τα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία, στη βάση αυτή, θα είναι σε καλύτερη θέση να προσφέρουν οικονομικά προσιτά ενυπόθηκα δάνεια για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις και θα μπορούν να θέτουν στη διάθεση των επενδυτών εναλλακτικές ασφαλείς επενδύσεις.

(6)

Στη σύστασή του της 20ής Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με τη χρηματοδότηση των πιστωτικών ιδρυμάτων (8), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου («ΕΣΣΚ») κάλεσε τις εθνικές αρμόδιες αρχές και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) («EBA»), που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), να προσδιορίσουν τις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τα καλυμμένα ομόλογα και να ενθαρρύνουν την εναρμόνιση των εθνικών πλαισίων. Συνέστησε επίσης τον συντονισμό, από την EBA, των μέτρων που λαμβάνουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές, ιδίως σε σχέση με την ποιότητα και τον διαχωρισμό των συνολικών στοιχείων κάλυψης, την προστασία των καλυμμένων ομολόγων έναντι του κινδύνου πτώχευσης, τους κινδύνους ενεργητικού και παθητικού που επηρεάζουν τα συνολικά στοιχεία κάλυψης και τη δημοσιοποίηση της σύνθεσης των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Με τη σύσταση κάλεσε επίσης την EBA να παρακολουθήσει τη λειτουργία της αγοράς των καλυμμένων ομολόγων με βάση τις βέλτιστες πρακτικές, που έχουν προσδιοριστεί από την EBA, για χρονικό διάστημα δύο ετών, ώστε να αξιολογηθεί η ανάγκη για νομοθετικά μέτρα, και ανάλογα να υποβάλει έκθεση στο ΕΣΣΚ και την Επιτροπή.

(7)

Τον Δεκέμβριο του 2013, η Επιτροπή ζήτησε τη γνωμοδότηση της EBA, σύμφωνα με το άρθρο 503 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(8)

Στην έκθεση που συνόδευε τη γνωμοδότησή της της 1ης Ιουλίου 2014, σε απάντηση τόσο στη σύσταση του ΕΣΣΚ της 20ής Δεκεμβρίου 2012, όσο και στο αίτημα της Επιτροπής για γνωμοδότηση του Δεκεμβρίου του 2013, η EBA συνέστησε την περαιτέρω σύγκλιση των εθνικών νομικών, κανονιστικών και εποπτικών πλαισίων για τα καλυμμένα ομόλογα, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση μιας ενιαίας προνομιακής αντιμετώπισης στάθμισης κινδύνου των καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση.

(9)

Όπως προβλεπόταν από το ΕΣΣΚ, η EBA παρακολούθησε τη λειτουργία της αγοράς των καλυμμένων ομολόγων με βάση τις βέλτιστες πρακτικές, όπως οριζόταν στην εν λόγω σύσταση, για δύο έτη. Με βάση την εν λόγω παρακολούθηση, η EBA παρέδωσε δεύτερη γνωμοδότηση και έκθεση σχετικά με τα καλυμμένα ομόλογα στο ΕΣΣΚ, το Συμβούλιο και την Επιτροπή στις 20 Δεκεμβρίου 2016 (10). Η εν λόγω έκθεση κατέληγε στο συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητη η περαιτέρω εναρμόνιση, για τη διασφάλιση περισσότερης συνέπειας ως προς τους ορισμούς και την κανονιστική αντιμετώπιση των καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση. Η έκθεση κατέληγε επίσης στο συμπέρασμα ότι η εναρμόνιση θα πρέπει να βασίζεται σε υφιστάμενες αγορές που λειτουργούν εύρυθμα σε ορισμένα κράτη μέλη.

(10)

Τα καλυμμένα ομόλογα κατά παράδοση εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα. Ο εγγενής σκοπός των καλυμμένων ομολόγων είναι να παρέχει χρηματοδότηση για δάνεια και μία από τις βασικές δραστηριότητες των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι να χορηγούν δάνεια σε μεγάλη κλίμακα. Αναλόγως, προκειμένου για τα καλυμμένα ομόλογα να επωφεληθούν από την προνομιακή μεταχείριση βάσει του δικαίου της Ένωσης, απαιτείται να εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα.

(11)

Με τη διατήρηση του δικαιώματος έκδοσης καλυμμένων ομολόγων αποκλειστικά από τα πιστωτικά ιδρύματα διασφαλίζεται ότι ο εκδότης έχει τις απαραίτητες γνώσεις για τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου που σχετίζεται με τα δάνεια στα συνολικά στοιχεία κάλυψης. Διασφαλίζεται επίσης ότι ο εκδότης υπόκειται σε κεφαλαιακές απαιτήσεις που προστατεύουν τους επενδυτές στο πλαίσιο του μηχανισμού διπλής προσφυγής, ο οποίος παρέχει στον επενδυτή, καθώς και στον αντισυμβαλλόμενο σε σύμβαση παραγώγων, αξίωση τόσο έναντι του εκδότη των καλυμμένων ομολόγων, όσο και έναντι των στοιχείων κάλυψης. Ως εκ τούτου, με τη διατήρηση του δικαιώματος έκδοσης καλυμμένων ομολόγων αποκλειστικά από τα πιστωτικά ιδρύματα διασφαλίζεται ότι τα καλυμμένα ομόλογα παραμένουν ένα ασφαλές και αποδοτικό εργαλείο χρηματοδότησης, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην προστασία των επενδυτών και στη χρηματοοικονομική σταθερότητα, που αποτελούν σημαντικούς στόχους δημόσιας πολιτικής υπέρ του γενικού συμφέροντος. Αυτό είναι επίσης σύμφωνο με την προσέγγιση των εθνικών αγορών που λειτουργούν εύρυθμα και στις οποίες επιτρέπεται μόνο σε πιστωτικά ιδρύματα να εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα.

(12)

Επομένως, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι μόνο τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, επιτρέπεται να εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα δυνάμει του ενωσιακού δικαίου. Τα εξειδικευμένα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι δεν δέχονται καταθέσεις, αλλά άλλου είδους επιστρεπτέα κεφάλαια από το κοινό, και, ως εκ τούτου, υπάγονται στον ορισμό του «πιστωτικού ιδρύματος» όπως προσδιορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Με την επιφύλαξη των βοηθητικών δραστηριοτήτων που επιτρέπονται δυνάμει του ισχύοντος εθνικού δικαίου, τα εξειδικευμένα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης είναι ιδρύματα τα οποία προβαίνουν μόνο σε ενυπόθηκο δανεισμό και δανεισμό σε οντότητες του δημόσιου τομέα, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης δανείων που αγοράζονται από άλλα πιστωτικά ιδρύματα. Ο κύριος σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να ρυθμίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα ως εργαλείο χρηματοδότησης, με τον καθορισμό των απαιτήσεων για τα προϊόντα και τη θέσπιση ειδικής εποπτείας στην οποία υπόκεινται τα πιστωτικά ιδρύματα, ώστε να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών.

(13)

Η ύπαρξη μηχανισμού διπλής προσφυγής είναι βασική έννοια και στοιχείο πολλών υφιστάμενων εθνικών πλαισίων για τα καλυμμένα ομόλογα. Αποτελεί επίσης βασικό χαρακτηριστικό των καλυμμένων ομολόγων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ. Είναι, επομένως, αναγκαίο να διευκρινιστεί η έννοια αυτή, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι επενδυτές και οι αντισυμβαλλόμενοι σε συμβάσεις παραγώγων σε όλη την Ένωση έχουν απαίτηση τόσο έναντι του εκδότη των καλυμμένων ομολόγων, όσο και επί των στοιχείων κάλυψης, υπό εναρμονισμένες προϋποθέσεις.

(14)

Η προστασία έναντι του κινδύνου πτώχευσης θα πρέπει επίσης να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό των καλυμμένων ομολόγων, ώστε να διασφαλιστεί η εξόφληση των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα κατά τη λήξη του ομολόγου. Η αυτόματη επίσπευση της εξόφλησης, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του εκδότη, μπορεί να διαταράξει την κατάταξη των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα. Επομένως, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η εξόφληση των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα σύμφωνα με το συμβατικό χρονοδιάγραμμα, ακόμη και σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης. Συνεπώς, η προστασία έναντι του κινδύνου πτώχευσης είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον μηχανισμό διπλής προσφυγής και θα πρέπει, επομένως, να αποτελεί επίσης βασικό χαρακτηριστικό του πλαισίου για τα καλυμμένα ομόλογα.

(15)

Άλλο βασικό χαρακτηριστικό των υφιστάμενων εθνικών πλαισίων για τα καλυμμένα ομόλογα είναι η απαίτηση τα στοιχεία κάλυψης να είναι πολύ υψηλής ποιότητας, προκειμένου να διασφαλίζεται η ανθεκτικότητα των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Τα στοιχεία κάλυψης έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με απαιτήσεις πληρωμής και με τα στοιχεία εξασφάλισης που εξασφαλίζουν τα εν λόγω στοιχεία κάλυψης. Είναι, επομένως, σκόπιμο να καθοριστούν τα γενικά ποιοτικά χαρακτηριστικά των επιλέξιμων στοιχείων κάλυψης.

(16)

Τα στοιχεία ενεργητικού που απαριθμούνται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να είναι επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης εντός ενός πλαισίου για τα καλυμμένα ομόλογα. Στοιχεία κάλυψης τα οποία έχουν παύσει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του άρθρου 129 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού θα πρέπει να εξακολουθούν να είναι επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, με την προϋπόθεση ότι πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Άλλα στοιχεία κάλυψης παρόμοιας υψηλής ποιότητας μπορούν επίσης να είναι επιλέξιμα δυνάμει της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω στοιχεία κάλυψης πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων σε σχέση με τα στοιχεία εξασφάλισης που εξασφαλίζουν την απαίτηση πληρωμής. Για τα ενσώματα στοιχεία εξασφάλισης, η κυριότητα θα πρέπει να καταγράφεται σε δημόσιο μητρώο, προκειμένου να διασφαλίζεται η εκτελεστότητα. Όταν δεν υπάρχει δημόσιο μητρώο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν μια εναλλακτική μορφή πιστοποίησης της κυριότητας και των απαιτήσεων που να είναι συγκρίσιμη με αυτήν που παρέχεται από την καταχώριση του βεβαρημένου ενσώματου στοιχείου σε δημόσιο μητρώο. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη κάνουν χρήση αυτής της εναλλακτικής μορφής πιστοποίησης, θα πρέπει επίσης να προβλέπουν διαδικασία για την εισαγωγή αλλαγών στον τρόπο καταγραφής της κυριότητας και των απαιτήσεων. Τα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να είναι επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β) της παρούσας οδηγίας, ανάλογα με το αν συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Τα ανοίγματα έναντι ασφαλιστικών επιχειρήσεων θα πρέπει επίσης να είναι επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας. Τα δάνεια προς δημόσιες επιχειρήσεις ή με την εγγύηση δημόσιων επιχειρήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2006/111/ΕΚ της Επιτροπής (11), μπορούν να είναι επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης, υπό την προϋπόθεση ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις παρέχουν βασικές δημόσιες υπηρεσίες για τη διατήρηση κοινωνικών δραστηριοτήτων κρίσιμης σημασίας.

Επιπλέον, αυτές οι δημόσιες επιχειρήσεις θα πρέπει να παρέχουν τις υπηρεσίες τους βάσει παραχώρησης ή έγκρισης από δημόσια αρχή, να υπόκεινται σε δημόσια εποπτεία και να διαθέτουν επαρκείς εξουσίες για τη δημιουργία εσόδων, ώστε να εξασφαλίζουν τη φερεγγυότητά τους. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίζουν να αποδεχτούν, στο εθνικό τους πλαίσιο, στοιχεία ενεργητικού υπό μορφή δανείων προς δημόσιες επιχειρήσεις ή με την εγγύηση δημόσιων επιχειρήσεων, θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον πιθανό αντίκτυπο στον ανταγωνισμό από το γεγονός ότι τέτοια στοιχεία ενεργητικού γίνονται αποδεκτά. Ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν θα πρέπει να θεωρούνται δημόσιες επιχειρήσεις. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να προβλέπουν στα εθνικά τους πλαίσια ότι ορισμένα στοιχεία ενεργητικού αποκλείονται από το να είναι επιλέξιμα για να περιληφθούν στα συνολικά στοιχεία κάλυψης. Για να είναι σε θέση οι επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα να αξιολογούν καλύτερα τον κίνδυνο ενός προγράμματος καλυμμένων ομολόγων, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να προβλέπουν κανόνες για τη διαφοροποίηση των κινδύνων σε σχέση με τη διασπορά και τη σημαντική συγκέντρωση, για τον αριθμό των δανείων ή των ανοιγμάτων στα συνολικά στοιχεία κάλυψης και για τον αριθμό των αντισυμβαλλομένων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζουν ποιο είναι το κατάλληλο επίπεδο διασποράς και σημαντικής συγκέντρωσης που απαιτείται δυνάμει του εθνικού τους δικαίου.

(17)

Τα καλυμμένα ομόλογα έχουν συγκεκριμένα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που αποσκοπούν στη διαρκή προστασία των επενδυτών. Τα εν λόγω χαρακτηριστικά περιλαμβάνουν την απαίτηση οι επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα να έχουν απαίτηση όχι μόνο έναντι του εκδότη, αλλά και επί στοιχείων ενεργητικού στα συνολικά στοιχεία κάλυψης. Οι εν λόγω διαρθρωτικές απαιτήσεις που σχετίζονται με τα προϊόντα διαφέρουν από τις προληπτικές απαιτήσεις που ισχύουν για πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα. Οι πρώτες δεν θα πρέπει να εστιάζουν στην εξασφάλιση της προληπτικής υγείας του εκδίδοντος ιδρύματος, αλλά να στοχεύουν στην προστασία των επενδυτών, μέσω της επιβολής ειδικών απαιτήσεων στο ίδιο το καλυμμένο ομόλογο. Πέρα από την ειδική απαίτηση χρήσης στοιχείων κάλυψης υψηλής ποιότητας, είναι επίσης σκόπιμο να ρυθμιστούν οι γενικές απαιτήσεις που αφορούν τα χαρακτηριστικά των συνολικών στοιχείων κάλυψης, με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση της προστασίας των επενδυτών. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικούς κανόνες με στόχο την προστασία των συνολικών στοιχείων κάλυψης, όπως κανόνες σχετικά με τον διαχωρισμό των στοιχείων κάλυψης. Ο διαχωρισμός μπορεί να επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο του ισολογισμού, μέσω οντότητας ειδικού σκοπού ή με άλλα μέσα. Ωστόσο, σκοπός του διαχωρισμού των συνολικών στοιχείων κάλυψης είναι νόμιμα να μη διαθέτουν πρόσβαση σε αυτά άλλοι πιστωτές πέραν των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα.

(18)

Η τοποθεσία των στοιχείων εξασφάλισης θα πρέπει επίσης να ρυθμίζεται, ώστε να διασφαλίζεται η επιβολή των δικαιωμάτων των επενδυτών. Είναι επίσης σημαντικό τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τη σύνθεση των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Επιπλέον, στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να καθοριστούν απαιτήσεις κάλυψης, υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να επιτρέπουν διάφορα μέσα για τον μετριασμό κινδύνων όπως εκείνων που έχουν σχέση με τα συναλλάγματα και τα επιτόκια. Ο υπολογισμός της κάλυψης και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι συμβάσεις παραγώγων μπορούν να περιληφθούν στα συνολικά στοιχεία κάλυψης θα πρέπει επίσης να καθοριστούν, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα συνολικά στοιχεία κάλυψης υπόκεινται σε κοινά υψηλά πρότυπα ποιότητας σε όλη την Ένωση. Ο υπολογισμός της κάλυψης θα πρέπει να ακολουθεί την αρχή της ονομαστικής αξίας για το κεφάλαιο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν άλλη μέθοδο υπολογισμού εκτός της αρχής της ονομαστικής αξίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω άλλη μέθοδος αποτελεί πιο συνετή προσέγγιση, δηλαδή δεν οδηγεί σε υψηλότερο δείκτη κάλυψης, στον οποίο τα στοιχεία κάλυψης είναι ο αριθμητής και οι υποχρεώσεις από καλυμμένα ομόλογα είναι ο παρονομαστής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν ένα επίπεδο υπερεξασφάλισης των καλυμμένων ομολόγων που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα τα οποία βρίσκονται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, υψηλότερο από την απαίτηση κάλυψης της παρούσας οδηγίας.

(19)

Ορισμένα κράτη μέλη απαιτούν ήδη την εκτέλεση ειδικών καθηκόντων από υπεύθυνο παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης όσον αφορά την ποιότητα των επιλέξιμων στοιχείων ενεργητικού και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με εθνικές απαιτήσεις κάλυψης. Είναι επομένως σημαντικό, προκειμένου να εναρμονιστεί η αντιμετώπιση των καλυμμένων ομολόγων σε όλη την Ένωση, να καθοριστούν με σαφήνεια τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης, στις περιπτώσεις που αυτός απαιτείται από το εθνικό πλαίσιο. Η ύπαρξη υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης δεν αίρει τις υποχρεώσεις των αρμόδιων εθνικών αρχών όσον αφορά τη δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων, ιδίως όσον αφορά τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στις διατάξεις εθνικού δικαίου που μεταφέρουν την παρούσα οδηγία.

(20)

Το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 καθορίζει ορισμένες προϋποθέσεις που οφείλουν να πληρούν καλυμμένα ομόλογα εξασφαλισμένα από οντότητες τιτλοποίησης. Μια από αυτές τις προϋποθέσεις αφορά τον βαθμό στον οποίο μπορούν να χρησιμοποιούνται στοιχεία κάλυψης αυτού του είδους και περιορίζει τη χρήση των εν λόγω δομών στο 10 % του ποσού των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων. Η προϋπόθεση αυτή μπορεί να αρθεί από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Η Επιτροπή, κατόπιν εξέτασης της σκοπιμότητας της εν λόγω απαλλαγής, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δυνατότητα χρήσης θέσεων σε τιτλοποίηση ή καλυμμένων ομολόγων ως στοιχείων κάλυψης για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο για άλλα καλυμμένα ομόλογα («ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων») και θα πρέπει να επιτρέπεται χωρίς περιορισμό με βάση το ποσό των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων. Για να εξασφαλίζεται το βέλτιστο επίπεδο διαφάνειας, τα συνολικά στοιχεία κάλυψης για καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εκτός ομίλου δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί από διαφορετικά πιστωτικά ιδρύματα εντός του ίδιου ομίλου. Επιπλέον, δεδομένου ότι η χρήση ενδοομιλικών δομών ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων παρέχει απαλλαγή από τα όρια για τα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία θεσπίζονται στο άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, θα πρέπει να απαιτείται τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί τόσο εντός ομίλου όσο και εκτός ομίλου να πληρούν τις προϋποθέσεις για την πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας κατά τη χρονική στιγμή της έκδοσης ή, σε περίπτωση μεταγενέστερης μεταβολής της βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας και με την επιφύλαξη της έγκρισης των αρμόδιων αρχών, τις προϋποθέσεις για τη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας. Σε περίπτωση που τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εντός ομίλου ή εκείνα που έχουν εκδοθεί εκτός ομίλου παύουν να πληρούν την εν λόγω απαίτηση, τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εντός ομίλου δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις ως επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού δυνάμει του άρθρου 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και, κατά συνέπεια, τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εκτός ομίλου στο πλαίσιο των σχετικών συνολικών στοιχείων ενεργητικού δεν επωφελούνται από την απαλλαγή του άρθρου 129 παράγραφος 1β του εν λόγω κανονισμού.

Σε περίπτωση που τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εντός ομίλου παύουν να συμμορφώνονται με τη σχετική απαίτηση περί βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας, θα πρέπει ωστόσο να εξακολουθούν να αποτελούν επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται με όλες τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, και, κατά συνέπεια, τα καλυμμένα ομόλογα τα οποία έχουν εκδοθεί εκτός ομίλου, είναι εξασφαλισμένα με τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εντός ομίλου ή με άλλα στοιχεία ενεργητικού και συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να μπορούν να χρησιμοποιούν το σήμα «Ευρωπαϊκά Καλυμμένα Ομόλογα». Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την επιλογή να επιτρέπουν τη χρήση των δομών αυτών. Ως εκ τούτου, για να είναι όντως διαθέσιμη η εν λόγω επιλογή για πιστωτικά ιδρύματα που ανήκουν σε όμιλο με παρουσία σε διαφορετικά κράτη μέλη, θα πρέπει όλα τα σχετικά κράτη μέλη να έχουν κάνει χρήση της εν λόγω επιλογής και να έχουν μεταφέρει τη σχετική διάταξη στη νομοθεσία τους.

(21)

Τα μικρά πιστωτικά ιδρύματα αντιμετωπίζουν δυσκολίες κατά την έκδοση καλυμμένων ομολόγων, καθώς η δημιουργία προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων συχνά συνεπάγεται υψηλό προκαταβολικό κόστος. Η ρευστότητα είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντική στις αγορές καλυμμένων ομολόγων και καθορίζεται, σε μεγάλο βαθμό, από τον όγκο των ανεξόφλητων ομολόγων. Είναι, επομένως, σκόπιμο να επιτραπεί η κοινή χρηματοδότηση από δύο ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να καταστεί δυνατή η έκδοση καλυμμένων ομολόγων από μικρότερα πιστωτικά ιδρύματα. Αυτό θα έδινε δυνατότητα να συγκεντρώνονται στοιχεία κάλυψης από αρκετά πιστωτικά ιδρύματα ως στοιχεία κάλυψης για καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί από ένα πιστωτικό ίδρυμα και θα διευκόλυνε την έκδοση καλυμμένων ομολόγων στα κράτη μέλη όπου δεν υφίσταται επί του παρόντος καλά αναπτυγμένη αγορά καλυμμένων ομολόγων. Οι απαιτήσεις για τη χρήση συμβάσεων κοινής χρηματοδότησης θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα στοιχεία κάλυψης που πωλούνται ή, σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει επιτρέψει την εν λόγω δυνατότητα, μεταβιβάζονται μέσω συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) στα εκδίδοντα πιστωτικά ιδρύματα πληρούν τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας και διαχωρισμού για τα στοιχεία κάλυψης, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης.

(22)

Η διαφάνεια των συνολικών στοιχείων κάλυψης που εξασφαλίζουν το καλυμμένο ομόλογο είναι ουσιώδες μέρος του εν λόγω είδους χρηματοπιστωτικού μέσου, καθώς ενισχύει τη συγκρισιμότητα και δίνει στους επενδυτές τη δυνατότητα να προβαίνουν στην απαραίτητη αξιολόγηση των κινδύνων. Το ενωσιακό δίκαιο περιλαμβάνει κανόνες για την κατάρτιση, έγκριση και διανομή του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά που βρίσκεται ή λειτουργεί σε κράτος μέλος. Με την πάροδο του χρόνου, δρομολογήθηκαν συμπληρωματικά προς το εν λόγω ενωσιακό δίκαιο αρκετές πρωτοβουλίες από τους εθνικούς νομοθέτες και τους συμμετέχοντες στην αγορά σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται σε επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα. Είναι, ωστόσο, απαραίτητο να διευκρινιστεί στο ενωσιακό δίκαιο το ελάχιστο κοινό επίπεδο πληροφόρησης στο οποίο θα πρέπει να έχουν πρόσβαση οι επενδυτές πριν ή κατά την αγορά καλυμμένων ομολόγων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα συμπλήρωσης των εν λόγω ελάχιστων απαιτήσεων με επιπλέον διατάξεις.

(23)

Βασικό στοιχείο της διασφάλισης της προστασίας των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα είναι ο περιορισμός του κινδύνου ρευστότητας του μέσου. Τούτο είναι κρίσιμο για τη διασφάλιση της έγκαιρης αποπληρωμής των υποχρεώσεων που απορρέουν από το καλυμμένο ομόλογο. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης, με σκοπό την αντιμετώπιση κινδύνων έλλειψης ρευστότητας, όπως οι αναντιστοιχίες στη ληκτότητα και τα επιτόκια, οι διακοπές πληρωμών, οι κίνδυνοι επικάλυψης, οι υποχρεώσεις πληρωμής που συνδέονται με συμβάσεις παραγώγων και άλλες λειτουργικές υποχρεώσεις που λήγουν εντός του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων. Το πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να αντιμετωπίζει καταστάσεις όπου καθίσταται δυσχερής η συμμόρφωση με την απαίτηση περί αποθέματος ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης, για παράδειγμα σε περιόδους ακραίων καταστάσεων όπου το απόθεμα ασφάλειας χρησιμοποιείται για την κάλυψη εκροών. Οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να παρακολουθούν τη συμμόρφωση με την απαίτηση περί αποθέματος ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης και, εάν χρειάζεται, να λαμβάνουν μέτρα που διασφαλίζουν ότι το πιστωτικό ίδρυμα συμμορφώνεται με την απαίτηση περί αποθέματος. Το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης διαφέρει από τις γενικές απαιτήσεις ρευστότητας που επιβάλλονται στα πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης, καθώς το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας σχετίζεται άμεσα με τα συνολικά στοιχεία κάλυψης και αποσκοπεί στον περιορισμό συγκεκριμένων κινδύνων ρευστότητας. Για να ελαχιστοποιηθεί η κανονιστική επιβάρυνση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να επιτρέπουν τη δέουσα αλληλεπίδραση με τις απαιτήσεις ρευστότητας που προβλέπονται σε άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης και εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς από το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν ότι, έως την ημερομηνία τροποποίησης των εν λόγω νομικών πράξεων της Ένωσης, η απαίτηση περί αποθέματος ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης έχει εφαρμογή μόνο αν δεν επιβάλλεται άλλη απαίτηση ρευστότητας στο πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο κατά την περίοδο που καλύπτεται από αυτές τις άλλες απαιτήσεις.

Με τις εν λόγω αποφάσεις θα πρέπει να αποφεύγεται η υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων να καλύπτουν τις ίδιες εκροές με διαφορετικά ρευστά στοιχεία ενεργητικού για την ίδια περίοδο. Η δυνατότητα των κρατών μελών να αποφασίζουν τη μη εφαρμογή του αποθέματος ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία ενεργητικού θα πρέπει να επαναξιολογείται στο πλαίσιο των μελλοντικών αλλαγών στις απαιτήσεις ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα βάσει του ενωσιακού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του εφαρμοστέου κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 460 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Οι κίνδυνοι ρευστότητας θα μπορούσαν να αντιμετωπίζονται με μέσα διαφορετικά από την παροχή ρευστών στοιχείων ενεργητικού, για παράδειγμα με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων που υπόκεινται σε δομές επεκτάσιμης ληκτότητας των οποίων οι παράγοντες ενεργοποίησης αφορούν την έλλειψη ρευστότητας ή τις ακραίες καταστάσεις. Στις εν λόγω περιπτώσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν να βασίζεται ο υπολογισμός του αποθέματος ασφάλειας ρευστότητας στην τελική ημερομηνία λήξης του καλυμμένου ομολόγου, λαμβάνοντας υπόψη πιθανές επεκτάσεις ληκτότητας, όταν οι παράγοντες ενεργοποίησης αφορούν τους κινδύνους ρευστότητας. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιτρέπουν οι απαιτήσεις ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης να μην εφαρμόζονται σε καλυμμένα ομόλογα που υπόκεινται σε απαιτήσεις ισόποσης χρηματοδότησης, εάν οι εισερχόμενες πληρωμές καθίστανται απαιτητές, βάσει σύμβασης, πριν από τις εξερχόμενες πληρωμές και στο μεταξύ τοποθετούνται σε στοιχεία ενεργητικού υψηλής ρευστότητας.

(24)

Σε ορισμένα κράτη μέλη έχουν αναπτυχθεί καινοτόμες δομές για τα προφίλ ληκτότητας, με σκοπό την αντιμετώπιση πιθανών κινδύνων ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένων των αναντιστοιχιών ληκτότητας. Οι εν λόγω δομές περιλαμβάνουν τη δυνατότητα επέκτασης της προγραμματισμένης ληκτότητας του καλυμμένου ομολόγου για ορισμένο χρονικό διάστημα ή τη δυνατότητα άμεσης μεταβίβασης των χρηματορροών από τα στοιχεία κάλυψης στους επενδυτές καλυμμένων ομολόγων. Για την εναρμόνιση των δομών επεκτάσιμης ληκτότητας σε όλη την Ένωση είναι σημαντικό να καθοριστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τις εν λόγω δομές, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν είναι υπερβολικά σύνθετες και δεν εκθέτουν τους επενδυτές σε αυξημένους κινδύνους. Σημαντικό χαρακτηριστικό των εν λόγω προϋποθέσεων είναι να διασφαλίζεται ότι το πιστωτικό ίδρυμα δεν μπορεί να επεκτείνει τη ληκτότητα κατά τη διακριτική του ευχέρεια. Η επέκταση της ληκτότητας θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο όταν έχουν συμβεί ή αναμένεται να συμβούν στο εγγύς μέλλον αντικειμενικά γεγονότα ενεργοποίησης που καθορίζονται σαφώς από το εθνικό δίκαιο. Τα εν λόγω γεγονότα ενεργοποίησης θα πρέπει να καθορίζονται με γνώμονα την πρόληψη της αθέτησης υποχρεώσεων, για παράδειγμα μέσω της αντιμετώπισης ελλείψεων ρευστότητας ή αδυναμιών ή διαταραχών της αγοράς. Οι επεκτάσεις θα μπορούσαν επίσης να διευκολύνουν τη συντεταγμένη εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα, δεδομένου ότι θα μπορούσαν να προβλέπονται σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης, προκειμένου να αποφεύγεται η εκποίηση στοιχείων ενεργητικού.

(25)

Η ύπαρξη ειδικού πλαισίου δημόσιας εποπτείας είναι στοιχείο καθορισμού των καλυμμένων ομολόγων σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ. Ωστόσο, η εν λόγω οδηγία δεν καθορίζει τη φύση και το περιεχόμενο της εν λόγω εποπτείας ή τις αρχές που θα πρέπει να είναι υπεύθυνες για την άσκηση της εν λόγω εποπτείας. Είναι επομένως σημαντικό τα συστατικά στοιχεία της εν λόγω δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων να είναι εναρμονισμένα και τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις των αρμόδιων εθνικών αρχών που τα εκτελούν να καθορίζονται με σαφήνεια.

(26)

Καθώς η δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων διακρίνεται από την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Ένωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να ορίζουν για την άσκηση της δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων αρμόδιες εθνικές αρχές που είναι διαφορετικές από τις αρμόδιες αρχές που ασκούν τη γενική εποπτεία του πιστωτικού ιδρύματος. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί η συνέπεια κατά την εφαρμογή της δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση, είναι απαραίτητο να υποχρεούνται οι αρμόδιες αρχές που ασκούν τη δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων να συνεργάζονται στενά με εκείνες που ασκούν τη γενική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και με την αρχή εξυγίανσης, κατά περίπτωση.

(27)

Η δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει να περιλαμβάνει τη χορήγηση άδειας στα πιστωτικά ιδρύματα για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων. Δεδομένου ότι μόνο στα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να επιτρέπεται να εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα, η απόκτηση άδειας λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει να αποτελεί προαπαιτούμενο για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας. Ενώ, στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι επιφορτισμένη με την αδειοδότηση των πιστωτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (13), μόνο οι αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να είναι αρμόδιες να χορηγούν άδειες για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και να ασκούν τη δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων. Ακολούθως, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ορίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, μπορούν να λάβουν άδεια για την άσκηση της δραστηριότητας έκδοσης καλυμμένων ομολόγων.

(28)

Το πεδίο εφαρμογής της άδειας θα πρέπει να αφορά το πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων. Το εν λόγω πρόγραμμα θα πρέπει να υπόκειται σε εποπτεία δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Ένα πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να διαθέτει περισσότερα του ενός προγράμματα καλυμμένων ομολόγων. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να απαιτείται χωριστή άδεια για κάθε πρόγραμμα. Ένα πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων μπορεί να περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα σύνολα στοιχείων κάλυψης. Η ύπαρξη περισσότερων συνόλων στοιχείων κάλυψης ή διαφορετικών εκδόσεων (διαφορετικοί διεθνείς αριθμοί αναγνώρισης τίτλων (ISIN)) στο πλαίσιο του ίδιου προγράμματος καλυμμένων ομολόγων δεν υποδηλώνει απαραίτητα την ύπαρξη πολλαπλών χωριστών προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων.

(29)

Τα υφιστάμενα προγράμματα καλυμμένων ομολόγων δεν θα πρέπει να απαιτείται να λάβουν νέα άδεια μόλις τεθούν σε εφαρμογή οι νέες διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, όσον αφορά καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται στο πλαίσιο υφιστάμενων προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων μετά την ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να συμμορφώνονται με όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Η συμμόρφωση αυτή θα πρέπει να εποπτεύεται από τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας ως μέρος της δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να παρέχουν οδηγίες βάσει του εθνικού δικαίου σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης μετά την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επανεξετάζουν ένα πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων και να αξιολογούν την ανάγκη τροποποίησης της άδειας για το εν λόγω πρόγραμμα. Μια τέτοια ανάγκη για τροποποίηση θα μπορούσε να οφείλεται σε ουσιαστικές αλλαγές στο επιχειρηματικό μοντέλο του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα, για παράδειγμα μετά από αλλαγή του εθνικού πλαισίου καλυμμένων ομολόγων ή μετά από αποφάσεις που έλαβε το πιστωτικό ίδρυμα. Οι αλλαγές αυτές θα μπορούσαν να θεωρούνται ουσιαστικές εφόσον καθιστούν αναγκαία την επαναξιολόγηση των όρων υπό τους οποίους χορηγήθηκε άδεια για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων.

(30)

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος προβλέπει τον διορισμό ειδικού διαχειριστή, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις αρμοδιότητες και τις επιχειρησιακές απαιτήσεις για τέτοιους ειδικούς διαχειριστές. Οι εν λόγω κανόνες θα μπορούσαν να αποκλείουν τη δυνατότητα του ειδικού διαχειριστή να συγκεντρώνει καταθέσεις ή άλλα επιστρεπτέα κεφάλαια από καταναλωτές και ιδιώτες επενδυτές, αλλά να επιτρέπουν τη συγκέντρωση καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων μόνο από επαγγελματίες επενδυτές.

(31)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα και προκειμένου να διασφαλιστεί παρόμοια αντιμετώπιση και συμμόρφωση σε όλη την Ένωση, θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη να προβλέπουν διοικητικές κυρώσεις και λοιπά διοικητικά μέτρα που να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν ποινικές κυρώσεις αντί διοικητικών κυρώσεων. Τα κράτη μέλη που επιλέγουν να προβλέψουν ποινικές κυρώσεις θα πρέπει να κοινοποιούν τις σχετικές διατάξεις του ποινικού δικαίου στην Επιτροπή.

(32)

Οι διοικητικές κυρώσεις και τα λοιπά διοικητικά μέτρα που προβλέπονται από τα κράτη μέλη θα πρέπει να πληρούν ορισμένες βασικές απαιτήσεις όσον αφορά τους αποδέκτες των εν λόγω κυρώσεων ή μέτρων, τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή τους, τις υποχρεώσεις δημοσίευσης από τις αρμόδιες αρχές που ασκούν δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων, την εξουσία επιβολής κυρώσεων και το επίπεδο διοικητικών χρηματικών προστίμων που μπορούν να επιβληθούν. Πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή άλλων διοικητικών μέτρων, θα πρέπει να παρέχεται στον αποδέκτη η δυνατότητα ακρόασης. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν εξαιρέσεις από το δικαίωμα ακρόασης σε σχέση με διοικητικά μέτρα πέραν των διοικητικών κυρώσεων. Κάθε τέτοια εξαίρεση θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις επικείμενου κινδύνου στις οποίες απαιτείται η ανάληψη επείγουσας δράσης για την πρόληψη σημαντικών ζημιών σε τρίτους, όπως οι επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα, ή για την πρόληψη ή την αποκατάσταση σημαντικής ζημίας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Στις περιπτώσεις αυτές, θα πρέπει να παρέχεται στον αποδέκτη η δυνατότητα ακρόασης μετά την επιβολή του μέτρου.

(33)

Θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που ασκούν δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, ώστε να διασφαλιστεί η συνεπής επιβολή των διοικητικών κυρώσεων και λοιπών διοικητικών μέτρων στην Ένωση, κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή λοιπών διοικητικών μέτρων και του επιπέδου των εν λόγω κυρώσεων. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν διοικητικά μέτρα σε σχέση με την επέκταση της ληκτότητας στο πλαίσιο δομών επεκτάσιμης ληκτότητας. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη προβλέπουν τέτοια μέτρα, αυτά θα μπορούσαν να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να ακυρώνουν την επέκταση της ληκτότητας και θα μπορούσαν να θεσπίζουν προϋποθέσεις για την ακύρωση αυτή, ώστε να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο ένα πιστωτικό ίδρυμα να επεκτείνει τη ληκτότητα κατά παράβαση των αντικειμενικών παραγόντων ενεργοποίησης που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο ή προκειμένου να διασφαλιστούν η χρηματοοικονομική σταθερότητα και η προστασία των επενδυτών.

(34)

Για τον εντοπισμό πιθανών παραβάσεων των απαιτήσεων για την έκδοση και την εμπορική προώθηση καλυμμένων ομολόγων, οι αρμόδιες αρχές που ασκούν δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει να διαθέτουν τις απαραίτητες εξουσίες διερεύνησης και αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την ενθάρρυνση της αναφοράς πιθανών ή πραγματικών παραβάσεων. Οι εν λόγω μηχανισμοί θα πρέπει να τελούν υπό την επιφύλαξη των δικαιωμάτων άμυνας κάθε προσώπου ή οντότητας που επηρεάζεται δυσμενώς από την άσκηση των εν λόγω εξουσιών και μηχανισμών.

(35)

Οι αρμόδιες αρχές που ασκούν τη δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει επίσης να έχουν την εξουσία επιβολής διοικητικών κυρώσεων και θέσπισης άλλων διοικητικών μέτρων, με σκοπό τη διασφάλιση του ευρύτερου δυνατού πεδίου δράσης σε περίπτωση παράβασης και τη διευκόλυνση της πρόληψης περαιτέρω παραβάσεων, ανεξάρτητα από το αν τα μέτρα αυτά συνιστούν διοικητική κύρωση ή άλλο διοικητικό μέτρο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν κυρώσεις επιπλέον των προβλεπόμενων στην παρούσα οδηγία.

(36)

Οι υφιστάμενοι εθνικοί νόμοι σχετικά με τα καλυμμένα ομόλογα χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι υπόκεινται σε λεπτομερή ρύθμιση σε εθνικό επίπεδο και σε εποπτεία της έκδοσης και των προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων, με σκοπό τη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα ανά πάσα στιγμή. Η εν λόγω εποπτεία περιλαμβάνει τη συνεχή παρακολούθηση των χαρακτηριστικών του προγράμματος, τις απαιτήσεις κάλυψης και την ποιότητα των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Ένα επαρκές επίπεδο πληροφόρησης των επενδυτών σχετικά με το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει την έκδοση καλυμμένων ομολόγων είναι βασικό στοιχείο της προστασίας των επενδυτών. Είναι, επομένως, σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν τακτικά πληροφορίες σχετικά με τις διατάξεις εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας και σχετικά με τον τρόπο άσκησης της δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων.

(37)

Τα καλυμμένα ομόλογα διατίθενται επί του παρόντος στην Ένωση υπό εθνικά νομίσματα και σήματα, ορισμένα εκ των οποίων έχουν καθιερωθεί, ενώ κάποια άλλα όχι. Είναι, επομένως, σκόπιμο τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα στην Ένωση να μπορούν να χρησιμοποιούν συγκεκριμένο σήμα, «Ευρωπαϊκά Καλυμμένα Ομόλογα», κατά την πώληση καλυμμένων ομολόγων τόσο σε επενδυτές της Ένωσης όσο και σε επενδυτές τρίτων χωρών, υπό την προϋπόθεση τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα να είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα είναι επίσης σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, θα πρέπει να παρέχεται στα πιστωτικά ιδρύματα η δυνατότητα να χρησιμοποιούν το σήμα «Ευρωπαϊκά Καλυμμένα Ομόλογα (Ανωτέρας Ποιότητας)». Το εν λόγω σήμα, το οποίο σημαίνει ότι πληρούνται συγκεκριμένες πρόσθετες απαιτήσεις που συνεπάγονται ενισχυμένη και πλήρως κατανοητή ποιότητα, μπορεί να είναι ελκυστικό ακόμη και σε κράτη μέλη με καθιερωμένα εθνικά σήματα. Στόχος των σημάτων «Ευρωπαϊκά Καλυμμένα Ομόλογα» και «Ευρωπαϊκά Καλυμμένα Ομόλογα (Ανωτέρας Ποιότητας)» είναι να γίνει πιο εύκολη για τους επενδυτές η αξιολόγηση της ποιότητας των καλυμμένων ομολόγων και, επομένως, να γίνουν πιο ελκυστικά ως επενδυτικοί φορείς τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης. Η χρήση των εν λόγω δύο σημάτων θα πρέπει, ωστόσο, να είναι προαιρετική και τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να διατηρήσουν τα δικά τους πλαίσια εθνικού νομίσματος και σήμανσης, παράλληλα με τα εν λόγω δύο σήματα.

(38)

Για την αξιολόγηση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει, σε στενή συνεργασία με την EBA, να παρακολουθεί την ανάπτυξη των καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση και να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με το επίπεδο προστασίας των επενδυτών και την ανάπτυξη των αγορών καλυμμένων ομολόγων. Η έκθεση θα πρέπει επίσης να εστιάζεται στις εξελίξεις όσον αφορά τα στοιχεία ενεργητικού που εξασφαλίζουν την έκδοση καλυμμένων ομολόγων. Καθώς η χρήση δομών επεκτάσιμης ληκτότητας σημειώνει αύξηση, η Επιτροπή θα πρέπει, επίσης, να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία των καλυμμένων ομολόγων με δομές επεκτάσιμης ληκτότητας και τους κινδύνους και τα οφέλη που απορρέουν από την έκδοση τέτοιων καλυμμένων ομολόγων.

(39)

Μια νέα κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, με την ονομασία Ευρωπαϊκοί Εξασφαλισμένοι Τίτλοι (ΕΕΤ), τα οποία θα καλύπτονται από στοιχεία ενεργητικού που ενέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τα ανοίγματα σε δημόσιο χρέος και τα ενυπόθηκα δάνεια και τα οποία δεν θα είναι επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης δυνάμει της παρούσας οδηγίας, προτάθηκε από συμμετέχοντες στην αγορά και άλλους φορείς ως πρόσθετο μέσο χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας από τις τράπεζες. Η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη της EBA, στις 3 Οκτωβρίου 2017, σε σχέση με την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο οι ΕΕΤ θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν τις βέλτιστες πρακτικές που καθορίστηκαν από την EBA για τα παραδοσιακά καλυμμένα ομόλογα, την κατάλληλη διαχείριση των κινδύνων που συνεπάγονται οι ΕΕΤ και τις πιθανές επιπτώσεις που θα έχει η έκδοση ΕΕΤ στο επίπεδο επιβάρυνσης των ισολογισμών των τραπεζών. Ως απάντηση, η EBA εξέδωσε έκθεση στις 24 Ιουλίου 2018. Παράλληλα με την έκθεση της EBA, η Επιτροπή δημοσίευσε μελέτη στις 12 Οκτωβρίου 2018. Η μελέτη της Επιτροπής και η έκθεση της EBA κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση, για παράδειγμα, όσον αφορά την κανονιστική αντιμετώπιση. Η Επιτροπή θα πρέπει, επομένως, να συνεχίσει να αξιολογεί κατά πόσο θα ήταν κατάλληλο ένα νομοθετικό πλαίσιο για τους ΕΕΤ και θα πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα πορίσματά της, συνοδευόμενη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.

(40)

Δεν υπάρχει επί του παρόντος καθεστώς ισοδυναμίας για την αναγνώριση, εκ μέρους της Ένωσης, των καλυμμένων ομολόγων που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα σε τρίτες χώρες, παρά μόνο σε προληπτικό πλαίσιο, στις περιπτώσεις που παρέχεται προνομιακή αντιμετώπιση όσον αφορά τη ρευστότητα σε ορισμένα ομόλογα τρίτων χωρών, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει, σε στενή συνεργασία με την EBA, να αξιολογήσει την ανάγκη και τη συνάφεια εισαγωγής καθεστώτος ισοδυναμίας για τους εκδότες τρίτων χωρών και τους επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα. Η Επιτροπή θα πρέπει, το αργότερο δύο έτη μετά την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη θα εφαρμόσουν τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, να υποβάλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.

(41)

Τα καλυμμένα ομόλογα χαρακτηρίζονται από προγραμματισμένη ληκτότητα πολλών ετών. Είναι, επομένως, απαραίτητο να συμπεριληφθούν μεταβατικά μέτρα, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν επηρεάζονται τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022. Τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία θα πρέπει, συνεπώς, να συνεχίζουν να συμμορφώνονται, σε συνεχή βάση, με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ και να εξαιρούνται από τις περισσότερες από τις νέες απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα θα πρέπει να μπορούν να συνεχίσουν να αναφέρονται ως καλυμμένα ομόλογα, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμόρφωσή τους με το άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, υπό τη μορφή που ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής τους, και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά υπόκειται σε εποπτεία από τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Η εποπτεία αυτή δεν θα πρέπει να επεκτείνεται στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας από τις οποίες εξαιρούνται τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα. Σε ορισμένα κράτη μέλη, οι ISIN παραμένουν ανοικτοί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ούτως ώστε να είναι δυνατή η συνεχής έκδοση καλυμμένων ομολόγων με τον εν λόγω κωδικό, με σκοπό την αύξηση του όγκου (μέγεθος έκδοσης) του εν λόγω καλυμμένου ομολόγου (συνεχείς εκδόσεις). Τα μεταβατικά μέτρα θα πρέπει να καλύπτουν συνεχείς εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων με ISIN που έχουν ανοίξει πριν από τις 8 Ιουλίου 2022, υπό ορισμένους περιορισμούς.

(42)

Ως αποτέλεσμα της καθιέρωσης ενιαίου πλαισίου για τα καλυμμένα ομόλογα, θα πρέπει επίσης να τροποποιηθεί η περιγραφή των καλυμμένων ομολόγων στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ. Η οδηγία 2014/59/ΕΕ ορίζει τα καλυμμένα ομόλογα μέσω παραπομπής στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ. Καθώς ο εν λόγω ορισμός θα πρέπει να τροποποιηθεί, το ίδιο θα πρέπει να συμβεί και με την οδηγία 2014/59/ΕΕ. Επιπλέον, προκειμένου να μην επηρεαστούν τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ πριν από τις 8 Ιουλίου 2022, τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα θα πρέπει να συνεχίσουν να αναφέρονται ως καλυμμένα ομόλογα έως τη λήξη τους. Συνεπώς, οι οδηγίες 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(43)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (14), τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να επισυνάπτουν στην κοινοποίηση των εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, όταν δικαιολογείται, και ένα ή περισσότερα έγγραφα που διευκρινίζουν τον δεσμό ανάμεσα στα στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα τμήματα των εθνικών πράξεων μεταφοράς. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(44)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η θέσπιση κοινού πλαισίου για τα καλυμμένα ομόλογα ώστε να διασφαλίζεται ότι τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση αντιστοιχούν στο προφίλ χαμηλότερου κινδύνου που δικαιολογεί την προνομιακή αντιμετώπιση στην Ένωση, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της ανάγκης περαιτέρω ανάπτυξης της αγοράς καλυμμένων ομολόγων και στήριξης των διασυνοριακών επενδύσεων στην Ένωση, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(45)

Ζητήθηκε η γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία και γνωμοδότησε στις 22 Αυγούστου 2018.

(46)

Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος και γνωμοδότησε στις 12 Οκτωβρίου 2018.

(47)

Τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα επεξεργάζονται σημαντικό όγκο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία θα πρέπει να συμμορφώνεται ανά πάσα στιγμή με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16). Ομοίως, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την ΕΒΑ, όταν αυτή, όπως απαιτείται από την παρούσα οδηγία, διατηρεί κεντρική βάση δεδομένων με διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα που της κοινοποιούνται από αρμόδιες εθνικές αρχές, θα πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΤΙΤΛΟΣ Ι

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει τους ακόλουθους κανόνες για την προστασία των επενδυτών όσον αφορά:

1)

τις απαιτήσεις για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων,

2)

τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των καλυμμένων ομολόγων,

3)

τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων,

4)

τις απαιτήσεις δημοσίευσης σε σχέση με τα καλυμμένα ομόλογα.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«καλυμμένο ομόλογο»: τίτλος δανειακής υποχρέωσης που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με τις διατάξεις εθνικού δικαίου για τη μεταφορά των υποχρεωτικών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και εξασφαλίζεται από στοιχεία κάλυψης στα οποία οι επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα έχουν δικαίωμα άμεσης προσφυγής ως προνομιακοί πιστωτές,

2)

«πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων»: τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά μιας έκδοσης καλυμμένων ομολόγων τα οποία καθορίζονται από νομικούς κανόνες και συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις, σύμφωνα με την άδεια που χορηγείται στο πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

3)

«συνολικά στοιχεία κάλυψης»: σαφώς καθορισμένο σύνολο στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τις υποχρεώσεις πληρωμής που συνδέονται με καλυμμένα ομόλογα τα οποία διαχωρίζονται από τα άλλα στοιχεία ενεργητικού που κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

4)

«στοιχεία κάλυψης»: στοιχεία ενεργητικού που περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης,

5)

«στοιχεία εξασφάλισης»: τα ενσώματα στοιχεία ενεργητικού και τα στοιχεία ενεργητικού υπό μορφή ανοιγμάτων που εξασφαλίζουν στοιχεία κάλυψης,

6)

«διαχωρισμός»: ενέργειες που πραγματοποιούνται από πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα προκειμένου να προσδιοριστούν τα στοιχεία κάλυψης και να οριοθετηθούν νόμιμα ώστε να μην έχουν πρόσβαση σε αυτά άλλοι πιστωτές πέραν των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα και των αντισυμβαλλομένων σε συμβάσεις παραγώγων,

7)

«πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

8)

«εξειδικευμένο ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης»: το πιστωτικό ίδρυμα που χρηματοδοτεί δάνεια αποκλειστικά ή κυρίως μέσω της έκδοσης καλυμμένων ομολόγων, που μπορεί σύμφωνα με τον νόμο να προβαίνει μόνο σε ενυπόθηκο δανεισμό και δανεισμό σε οντότητες του δημόσιου τομέα και που δεν επιτρέπεται να αποδέχεται καταθέσεις, αλλά μπορεί να αποδέχεται άλλα επιστρεπτέα κεφάλαια από το κοινό,

9)

«αυτόματη επίσπευση»: η περίπτωση στην οποία, με την αφερεγγυότητα ή την εξυγίανση του εκδότη, ένα καλυμμένο ομόλογο καθίσταται αυτομάτως άμεσα ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και στην οποία οι επενδυτές στο καλυμμένο ομόλογο διαθέτουν εκτελεστή απαίτηση εξόφλησης σε χρόνο προγενέστερο της αρχικής ημερομηνίας λήξης,

10)

«αγοραία αξία»: για τους σκοπούς της ακίνητης περιουσίας, η αγοραία αξία όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 76) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

11)

«αξία του ενυπόθηκου ακινήτου»: για τους σκοπούς της ακίνητης περιουσίας, η αξία του ενυπόθηκου ακινήτου όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 74) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

12)

«πρωτογενή στοιχεία ενεργητικού»: κυρίαρχα στοιχεία κάλυψης που καθορίζουν τη φύση των συνολικών στοιχείων κάλυψης,

13)

«στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης»: στοιχεία κάλυψης που συμβάλλουν στις απαιτήσεις κάλυψης, εκτός των πρωτογενών στοιχείων ενεργητικού,

14)

«υπερεξασφάλιση»: το συνολικό νόμιμο, συμβατικό ή εθελοντικό επίπεδο εξασφάλισης που υπερβαίνει την απαίτηση κάλυψης που καθορίζεται στο άρθρο 15,

15)

«απαιτήσεις ισόποσης χρηματοδότησης»: οι κανόνες που απαιτούν οι χρηματορροές μεταξύ υποχρεώσεων και στοιχείων ενεργητικού που καθίστανται απαιτητά να αντιστοιχίζονται μέσω της διασφάλισης, με συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις, ότι οι πληρωμές από τους δανειολήπτες και τους αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων καθίστανται απαιτητές πριν από την πραγματοποίηση πληρωμών στους επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα και στους αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων, ότι τα ποσά που εισπράχθηκαν είναι τουλάχιστον ίσης αξίας με τις πληρωμές που θα γίνουν προς τους επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα και τους αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων και ότι τα ποσά που λαμβάνονται από δανειολήπτες και αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3, μέχρι να καταστούν απαιτητές οι πληρωμές στους επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα και στους αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων,

16)

«καθαρές εκροές ρευστότητας»: όλες οι εκροές πληρωμών που καθίστανται απαιτητές σε μία ημέρα, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών κεφαλαίου και τόκων και των πληρωμών στο πλαίσιο συμβάσεων παραγώγων του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων, αφαιρουμένων όλων των εισροών πληρωμών που καθίστανται απαιτητές την ίδια ημέρα για απαιτήσεις που συνδέονται με τα στοιχεία κάλυψης,

17)

«δομή επεκτάσιμης ληκτότητας»: ο μηχανισμός που προβλέπει τη δυνατότητα επέκτασης της προγραμματισμένης λήξης των καλυμμένων ομολόγων, για προκαθορισμένο χρονικό διάστημα και σε περίπτωση επέλευσης συγκεκριμένου γεγονότος ενεργοποίησης,

18)

«δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων»: η εποπτεία των προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων με την οποία εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ισχύουν για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και η επιβολή των απαιτήσεων αυτών,

19)

«ειδικός διαχειριστής»: το πρόσωπο ή η οντότητα που έχει διοριστεί για τη διαχείριση προγράμματος καλυμμένων ομολόγων, σε περίπτωση αφερεγγυότητας πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος, ή όταν έχει διαπιστωθεί ότι το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις, εάν η σχετική αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι απειλείται σοβαρά η εύρυθμη λειτουργία του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος,

20)

«εξυγίανση»: η εξυγίανση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1) της οδηγίας 2014/59/ΕΕ,

21)

«όμιλος»: ο όμιλος όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 138) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

22)

«δημόσιες επιχειρήσεις»: οι δημόσιες επιχειρήσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2006/111/ΕΚ της Επιτροπής.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΚΑΛΥΜΜΕΝΩΝ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Διπλή προσφυγή και προστασία έναντι του κινδύνου πτώχευσης

Άρθρο 4

Διπλή προσφυγή

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες που παρέχουν στους επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα και στους αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων που συμμορφώνονται με το άρθρο 11 δικαίωμα στις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

απαίτηση έναντι του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

β)

στην περίπτωση της αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα, απαίτηση προτεραιότητας έναντι του κεφαλαίου και τυχόν δεδουλευμένων και μελλοντικών τόκων σε στοιχεία κάλυψης,

γ)

στην περίπτωση της αφερεγγυότητας του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα και σε περίπτωση που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί πλήρως απαίτηση προτεραιότητας όπως αναφέρεται στο στοιχείο β), απαίτηση έναντι της πτωχευτικής περιουσίας του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος της αυτής προτεραιότητας (pari passu) με τις απαιτήσεις των κοινών μη εξασφαλισμένων πιστωτών του πιστωτικού ιδρύματος που καθορίζονται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την κατάταξη σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

2.   Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιορίζονται στην πλήρη εξόφληση των υποχρεώσεων που συνδέονται με τα καλυμμένα ομόλογα.

3.   Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση αφερεγγυότητας εξειδικευμένου ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες με τους οποίους δίνεται στους επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα και στους αντισυμβαλλομένους σε συμβάσεις παραγώγων που συμμορφώνονται με το άρθρο 11 απαίτηση με υψηλότερη προτεραιότητα από εκείνη των κοινών μη εξασφαλισμένων πιστωτών του εν λόγω εξειδικευμένου ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης, που καθορίζεται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την κατάταξη σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, αλλά χαμηλότερη από εκείνη τυχόν άλλων προνομιακών πιστωτών.

Άρθρο 5

Προστασία καλυμμένων ομολόγων έναντι του κινδύνου πτώχευσης

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υποχρεώσεις πληρωμής που συνδέονται με καλυμμένα ομόλογα δεν υπόκεινται σε αυτόματη επίσπευση, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Συνολικά στοιχεία κάλυψης και κάλυψη

Τμήμα I

Επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού

Άρθρο 6

Επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν τα καλυμμένα ομόλογα να είναι ανά πάσα στιγμή εξασφαλισμένα με:

α)

στοιχεία ενεργητικού που είναι επιλέξιμα σύμφωνα με το άρθρο 129 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υπό την προϋπόθεση ότι το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 129 παράγραφοι 1α έως 3 του εν λόγω κανονισμού,

β)

στοιχεία κάλυψης υψηλής ποιότητας με τα οποία διασφαλίζεται ότι το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα διαθέτει απαίτηση πληρωμής όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 και τα οποία εξασφαλίζονται με στοιχεία εξασφάλισης όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3 ή

γ)

στοιχεία ενεργητικού υπό μορφή δανείων προς δημόσιες επιχειρήσεις ή με την εγγύηση δημόσιων επιχειρήσεων, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

2.   Η απαίτηση πληρωμής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) υπόκειται στις ακόλουθες νομικές απαιτήσεις:

α)

το στοιχείο ενεργητικού αντιπροσωπεύει απαίτηση για την πληρωμή ποσών με ελάχιστη αξία η οποία είναι προσδιοριστέα ανά πάσα στιγμή, είναι νομικά έγκυρη και εκτελεστή, δεν υπόκειται σε άλλους όρους πέραν της προϋπόθεσης ότι η απαίτηση πρέπει να λήγει σε μελλοντική ημερομηνία και είναι εξασφαλισμένη με υποθήκη, βάρος, προνόμιο ή άλλη εγγύηση,

β)

η υποθήκη, το βάρος, το προνόμιο ή η άλλη εγγύηση που εξασφαλίζει την απαίτηση πληρωμής είναι εκτελεστή,

γ)

έχουν εκπληρωθεί όλες οι νομικές απαιτήσεις για την εγγραφή της υποθήκης, του βάρους, του προνομίου ή της εγγύησης που εξασφαλίζει την απαίτηση πληρωμής,

δ)

η υποθήκη, το βάρος, το προνόμιο ή η εγγύηση που εξασφαλίζει την απαίτηση πληρωμής επιτρέπει στο πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα να ανακτήσει την αξία της απαίτησης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Τα κράτη μέλη απαιτούν τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα να αξιολογούν την εκτελεστότητα των απαιτήσεων πληρωμής και τη δυνατότητα ρευστοποίησης των στοιχείων εξασφάλισης, πριν τα συμπεριλάβουν στα συνολικά στοιχεία κάλυψης.

3.   Τα στοιχεία εξασφάλισης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) πληρούν μία από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

για τα ενσώματα στοιχεία εξασφάλισης, υφίστανται πρότυπα αποτίμησης γενικώς αποδεκτά από τους εμπειρογνώμονες τα οποία είναι κατάλληλα για το συγκεκριμένο ενσώματο στοιχείο εξασφάλισης και υπάρχει δημόσιο μητρώο στο οποίο καταγράφονται η κυριότητα και οι απαιτήσεις επί των εν λόγω ενσώματων στοιχείων εξασφάλισης ή

β)

για τα στοιχεία ενεργητικού υπό μορφή ανοιγμάτων, η ασφάλεια και η ευρωστία του αντισυμβαλλομένου στο άνοιγμα τεκμαίρεται από τη φοροδοτική ικανότητά του ή από το γεγονός ότι η επιχειρησιακή ευρωστία και η οικονομική φερεγγυότητά του τελούν υπό συνεχή δημόσια εποπτεία.

Τα ενσώματα στοιχεία εξασφάλισης που αναφέρονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου συμβάλλουν στην κάλυψη των υποχρεώσεων που συνδέονται με το καλυμμένο ομόλογο, μέχρι το μικρότερο ποσό κεφαλαίου μεταξύ των ενυπόθηκων απαιτήσεων που συνδέονται με οποιαδήποτε ενυπόθηκη απαίτηση κύριας εξοφλητικής προτεραιότητας και του 70 % της αξίας των εν λόγω ενσώματων στοιχείων εξασφάλισης. Τα ενσώματα στοιχεία εξασφάλισης που αναφέρονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου τα οποία εξασφαλίζουν στοιχεία ενεργητικού όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) δεν χρειάζεται να συμμορφώνονται με το όριο του 70 % ή με τα όρια του άρθρου 129 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Όταν, για τους σκοπούς του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, δεν υπάρχει δημόσιο μητρώο για ένα συγκεκριμένο ενσώματο στοιχείο εξασφάλισης, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν εναλλακτική μορφή πιστοποίησης της κυριότητας και των απαιτήσεων επί του εν λόγω ενσώματου στοιχείου εξασφάλισης, στον βαθμό που η εν λόγω μορφή πιστοποίησης παρέχει προστασία που μπορεί να είναι συγκρίσιμη με την προστασία που παρέχεται από δημόσιο μητρώο, υπό την έννοια ότι επιτρέπει ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη, σύμφωνα με το δίκαιο του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που σχετίζονται με την ταυτοποίηση των βεβαρημένων ενσώματων στοιχείων εξασφάλισης, τον προσδιορισμό της κυριότητας, την τεκμηρίωση και τον προσδιορισμό των επιβαρύνσεων και την εκτελεστότητα των εμπράγματων δικαιωμάτων.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ), τα καλυμμένα ομόλογα που εξασφαλίζονται με δάνεια προς δημόσιες επιχειρήσεις ή με την εγγύηση δημόσιων επιχειρήσεων ως πρωτογενή στοιχεία ενεργητικού υπόκεινται σε ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης ύψους 10 %, και σε όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι δημόσιες επιχειρήσεις παρέχουν βασικές δημόσιες υπηρεσίες βάσει άδειας, σύμβασης παραχώρησης ή άλλης μορφής ανάθεσης από δημόσια αρχή,

β)

οι δημόσιες επιχειρήσεις υπόκεινται σε δημόσια εποπτεία,

γ)

οι δημόσιες επιχειρήσεις διαθέτουν επαρκείς εξουσίες για τη δημιουργία εσόδων, οι οποίες διασφαλίζονται από το γεγονός ότι εν λόγω δημόσιες επιχειρήσεις:

i)

διαθέτουν επαρκή ευελιξία όσον αφορά την είσπραξη και την αύξηση τελών, χρεώσεων και εισπρακτέων απαιτήσεων για την παρεχόμενη υπηρεσία, ώστε να διασφαλίζεται η οικονομική ευρωστία και η φερεγγυότητά τους,

ii)

λαμβάνουν επαρκείς επιχορηγήσεις, με νομική βάση, ώστε να διασφαλίζεται η οικονομική ευρωστία και η φερεγγυότητά τους, ως αντάλλαγμα για την παροχή βασικών δημόσιων υπηρεσιών, ή

iii)

έχουν συνάψει συμφωνία μεταφοράς κερδών και ζημιών με δημόσια αρχή.

5.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τη μεθοδολογία και τη διαδικασία αποτίμησης των ενσώματων στοιχείων εξασφάλισης που εξασφαλίζουν στοιχεία ενεργητικού όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β). Με τους εν λόγω κανόνες διασφαλίζονται τουλάχιστον τα εξής:

α)

για κάθε ενσώματο στοιχείο εξασφάλισης, ότι υπάρχει μια τρέχουσα αποτίμηση στην αγοραία αξία ή στην αξία ενυπόθηκου ακινήτου ή σε χαμηλότερη αξία από αυτές, κατά τη συμπερίληψη του στοιχείου κάλυψης στα συνολικά στοιχεία κάλυψης,

β)

ότι η αποτίμηση διενεργείται από εκτιμητή ο οποίος διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα, την απαραίτητη ικανότητα και την απαραίτητη εμπειρία και

γ)

ότι ο εκτιμητής είναι ανεξάρτητος από τη διαδικασία λήψης πιστωτικών αποφάσεων, δεν λαμβάνει υπόψη κερδοσκοπικά στοιχεία στην αποτίμηση της αξίας του ενσώματου στοιχείου εξασφάλισης και τεκμηριώνει την αξία του ενσώματου στοιχείου εξασφάλισης με διαφανή και σαφή τρόπο.

6.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα να διαθέτουν διαδικασίες για να ελέγχουν ότι τα ενσώματα στοιχεία εξασφάλισης που εξασφαλίζουν στοιχεία ενεργητικού όπως αναφέρεται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου είναι επαρκώς ασφαλισμένα έναντι του κινδύνου ζημίας και ότι η απαίτηση ασφάλισης διαχωρίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12.

7.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα να τεκμηριώνουν τα στοιχεία κάλυψης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) και τη συμμόρφωση των δανειοδοτικών πολιτικών τους με τις διατάξεις μεταφοράς του παρόντος άρθρου στο εθνικό δίκαιο που μεταφέρουν το παρόν άρθρο.

8.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τη διασφάλιση της διαφοροποίησης των κινδύνων στα συνολικά στοιχεία κάλυψης, σε σχέση με τη διασπορά και τη σημαντική συγκέντρωση, για στοιχεία ενεργητικού που δεν είναι επιλέξιμα δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο α).

Άρθρο 7

Στοιχεία εξασφάλισης που βρίσκονται εκτός της Ένωσης

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα να περιλαμβάνουν στα συνολικά στοιχεία κάλυψης στοιχεία ενεργητικού εξασφαλισμένα με στοιχεία εξασφάλισης που βρίσκονται εκτός της Ένωσης.

2.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη συμπερίληψη των στοιχείων ενεργητικού όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1, διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών υποχρεώνοντας τα πιστωτικά ιδρύματα να επαληθεύουν ότι τα εν λόγω στοιχεία εξασφάλισης πληρούν όλες τις απαιτήσεις του άρθρου 6. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα εν λόγω στοιχεία εξασφάλισης παρέχουν παρόμοιο επίπεδο ασφάλειας με αυτό των στοιχείων εξασφάλισης που βρίσκονται εντός της Ένωσης και διασφαλίζουν ότι η ρευστοποίηση των εν λόγω στοιχείων εξασφάλισης είναι νόμιμα εκτελεστή κατά τρόπο ισοδύναμο, στην πράξη, με τη ρευστοποίηση στοιχείων εξασφάλισης που βρίσκονται εντός της Ένωσης.

Άρθρο 8

Ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων

Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τη χρήση ενδοομιλικών δομών ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων, στο πλαίσιο των οποίων καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί από πιστωτικό ίδρυμα που ανήκει σε όμιλο («καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί εντός ομίλου») χρησιμοποιούνται ως στοιχεία κάλυψης για την εξωτερική έκδοση καλυμμένων ομολόγων από άλλο πιστωτικό ίδρυμα που ανήκει στον ίδιο όμιλο («καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου»). Οι εν λόγω κανόνες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εντός ομίλου πωλούνται στο πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου,

β)

τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εντός ομίλου χρησιμοποιούνται ως στοιχεία κάλυψης στα συνολικά στοιχεία κάλυψης για τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου και εγγράφονται στον ισολογισμό του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου,

γ)

τα συνολικά στοιχεία κάλυψης για τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου περιλαμβάνουν μόνο καλυμμένα ομόλογα τα οποία έχουν εκδοθεί από ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα εντός του ομίλου,

δ)

το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου σκοπεύει να τα πωλήσει σε επενδυτές σε καλυμμένα ομόλογα εκτός του ομίλου,

ε)

τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται τόσο εντός όσο και εκτός ομίλου θεωρείται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις για την πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, όπως αναφέρεται στο τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, κατά την έκδοση και είναι εξασφαλισμένα με επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 της παρούσας οδηγίας,

στ)

στην περίπτωση των διασυνοριακών ενδοομιλικών δομών ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων, τα στοιχεία κάλυψης των καλυμμένων ομολόγων που εκδίδονται εντός ομίλου πληρούν τις απαιτήσεις επιλεξιμότητας και κάλυψης των καλυμμένων ομολόγων που εκδίδονται εκτός ομίλου.

Για τους σκοπούς του στοιχείου ε) του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 δύνανται να επιτρέπουν στα καλυμμένα ομόλογα που πληρούν τις προϋποθέσεις για τη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, μετά από αλλαγή που οδηγεί σε υποβάθμιση της πιστωτικής ποιότητας των καλυμμένων ομολόγων, να συνεχίσουν να αποτελούν μέρος μιας ενδοομιλικής δομής ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω αρμόδιες αρχές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αλλαγή στη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας δεν οφείλεται σε παράβαση των απαιτήσεων για την άδεια, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις με τις οποίες μεταφέρεται το άρθρο 19 παράγραφος 2 στο εθνικό δίκαιο. Στη συνέχεια, οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 κοινοποιούν στην EBA οποιαδήποτε απόφαση βάσει του παρόντος εδαφίου.

Άρθρο 9

Κοινή χρηματοδότηση

1.   Τα κράτη μέλη επιτρέπουν να χρησιμοποιούνται επιλέξιμα στοιχεία κάλυψης τα οποία έχουν δημιουργηθεί από πιστωτικό ίδρυμα και έχουν αγοραστεί από πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα, ως στοιχεία κάλυψης για την έκδοση καλυμμένων ομολόγων.

Τα κράτη μέλη ρυθμίζουν τις εν λόγω αγορές ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση των απαιτήσεων των άρθρων 6 και 12.

2.   Με την επιφύλαξη της απαίτησης που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν μεταφορές μέσω συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 2002/47/ΕΚ.

3.   Με την επιφύλαξη της απαίτησης που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να επιτρέπουν να χρησιμοποιούνται ως στοιχεία κάλυψης στοιχεία ενεργητικού που έχουν δημιουργηθεί από επιχείρηση η οποία δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα. Όταν τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της εν λόγω δυνατότητας, απαιτούν από το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα είτε να αξιολογεί τα πιστοδοτικά πρότυπα της επιχείρησης από την οποία προήλθαν τα στοιχεία κάλυψης, είτε να διενεργεί το ίδιο ενδελεχή αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη.

Άρθρο 10

Σύνθεση των συνολικών στοιχείων κάλυψης

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών θεσπίζοντας κανόνες σχετικά με τη σύνθεση των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Οι εν λόγω κανόνες καθορίζουν, κατά περίπτωση, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα μπορούν να περιλαμβάνουν πρωτογενή στοιχεία ενεργητικού με διαφορετικά γνωρίσματα όσον αφορά τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, τη διάρκεια ζωής ή το προφίλ κινδύνου στα συνολικά στοιχεία κάλυψης.

Άρθρο 11

Συμβάσεις παραγώγων στα συνολικά στοιχεία κάλυψης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, επιτρέποντας τη συμπερίληψη συμβάσεων παραγώγων στα συνολικά στοιχεία κάλυψης μόνο όταν πληρούνται τουλάχιστον οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι συμβάσεις παραγώγων περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης αποκλειστικά για σκοπούς αντιστάθμισης κινδύνων, ο όγκος τους προσαρμόζεται σε περίπτωση μείωσης του αντισταθμιζόμενου κινδύνου και αφαιρούνται όταν παύει να υφίσταται ο αντισταθμιζόμενος κίνδυνος,

β)

οι συμβάσεις παραγώγων τεκμηριώνονται επαρκώς,

γ)

οι συμβάσεις παραγώγων διαχωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12,

δ)

οι συμβάσεις παραγώγων δεν μπορούν να καταγγελθούν σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που εξέδωσε τα καλυμμένα ομόλογα,

ε)

οι συμβάσεις παραγώγων συμμορφώνονται με τους κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2.   Για τους σκοπούς της εξασφάλισης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για συμβάσεις παραγώγων που περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης. Οι εν λόγω κανόνες προσδιορίζουν:

α)

τα κριτήρια επιλεξιμότητας για τους αντισυμβαλλομένους της αντιστάθμισης κινδύνων,

β)

την απαραίτητη τεκμηρίωση που πρέπει να παρέχεται σχετικά με τις συμβάσεις παραγώγων.

Άρθρο 12

Διαχωρισμός των στοιχείων κάλυψης

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τη ρύθμιση του διαχωρισμού των στοιχείων κάλυψης. Οι εν λόγω κανόνες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

όλα τα στοιχεία κάλυψης μπορούν να αναγνωριστούν ανά πάσα στιγμή από το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

β)

όλα τα στοιχεία κάλυψης υπόκεινται σε νομικά δεσμευτικό και εκτελεστό διαχωρισμό από το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

γ)

όλα τα στοιχεία κάλυψης προστατεύονται από τυχόν απαιτήσεις τρίτων μερών και κανένα στοιχείο κάλυψης δεν αποτελεί μέρος της πτωχευτικής περιουσίας του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα, μέχρι να ικανοποιηθεί η απαίτηση προτεραιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β).

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, τα στοιχεία κάλυψης περιλαμβάνουν τυχόν εξασφαλίσεις που λαμβάνονται σε σχέση με θέσεις συμβάσεων παραγώγων.

2.   Ο διαχωρισμός των στοιχείων κάλυψης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα.

Άρθρο 13

Υπεύθυνος παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα να διορίζουν υπεύθυνο παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης για την άσκηση συνεχούς παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης ως προς τις απαιτήσεις των άρθρων 6 έως 12 και των άρθρων 14 έως 17.

2.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της επιλογής της παραγράφου 1, θεσπίζουν κανόνες όσον αφορά τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τον διορισμό και την παύση του υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης,

β)

τυχόν κριτήρια επιλεξιμότητας για τον υπεύθυνο παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης,

γ)

τον ρόλο και τα καθήκοντα του υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης, μεταξύ άλλων στην περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

δ)

την υποχρέωση υποβολής αναφοράς στις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2,

ε)

το δικαίωμα πρόσβασης στις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων του υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης.

3.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της επιλογής της παραγράφου 1, ο υπεύθυνος παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης είναι χωριστή και ανεξάρτητη οντότητα από το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα και από τον ελεγκτή του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος.

Τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα, ωστόσο, να επιτρέπουν ο υπεύθυνος παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης να μην είναι χωριστή οντότητα από το πιστωτικό ίδρυμα («εσωτερική εποπτεία χαρτοφυλακίου»), όταν:

α)

ο υπεύθυνος παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης είναι ανεξάρτητος από τη διαδικασία λήψης πιστωτικών αποφάσεων του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

β)

με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 στοιχείο α), τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν είναι δυνατή η παύση του υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης από τα καθήκοντά του χωρίς προηγούμενη έγκριση από το διοικητικό όργανο με εποπτική αρμοδιότητα του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα και

γ)

όταν αυτό είναι απαραίτητο, ο υπεύθυνος παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης έχει άμεση πρόσβαση στο διοικητικό όργανο με εποπτική αρμοδιότητα.

4.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την EBA, στις περιπτώσεις που κάνουν χρήση της επιλογής της παραγράφου 1.

Άρθρο 14

Πληροφόρηση των επενδυτών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα καλυμμένα ομόλογά τους που να είναι επαρκώς λεπτομερείς, ώστε να μπορούν οι επενδυτές να αξιολογήσουν το προφίλ και τους κινδύνους του εν λόγω προγράμματος και να επιδείξουν από τη μεριά τους τη δέουσα επιμέλεια.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες παρέχονται στους επενδυτές τουλάχιστον ανά τρίμηνο και περιλαμβάνουν τις ακόλουθες ελάχιστες πληροφορίες χαρτοφυλακίου:

α)

την αξία των συνολικών στοιχείων κάλυψης και των ανεξόφλητων καλυμμένων ομόλογων,

β)

κατάλογο των διεθνών αριθμών αναγνώρισης τίτλων (ISIN) για όλες τις εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος, στα οποία έχει αποδοθεί ένας ISIN,

γ)

τη γεωγραφική κατανομή και το είδος των στοιχείων κάλυψης, το μέγεθος του δανείου τους και τη μέθοδο αποτίμησης,

δ)

λεπτομέρειες σχετικά με τον κίνδυνο αγοράς, συμπεριλαμβανομένων του κινδύνου επιτοκίου και του συναλλαγματικού κινδύνου, και με τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους ρευστότητας,

ε)

τη δομή ληκτότητας των στοιχείων κάλυψης και των καλυμμένων ομολόγων, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της επισκόπησης των γεγονότων ενεργοποίησης της επέκτασης της ληκτότητας,

στ)

τα επίπεδα απαιτούμενης και διαθέσιμης κάλυψης, καθώς και τα επίπεδα εκ του νόμου, συμβατικής και εθελοντικής υπερεξασφάλισης,

ζ)

το ποσοστό των δανείων στα οποία θεωρείται ότι έχει επέλθει αθέτηση υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 178 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και, σε κάθε περίπτωση, των δανείων που παρουσιάζουν καθυστέρηση άνω των 90 ημερών.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για τα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται εκτός ομίλου, στο πλαίσιο ενδοομιλικών δομών ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 8, παρέχονται στους επενδυτές οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ή σχετικός σύνδεσμος προς αυτές, όσον αφορά το σύνολο των καλυμμένων ομολόγων του ομίλου που εκδίδονται εντός ομίλου. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται στους επενδυτές τουλάχιστον σε αθροιστική βάση.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, με την απαίτηση να δημοσιεύουν τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα στον ιστότοπό τους τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στους επενδυτές, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2. Τα κράτη μέλη δεν απαιτούν από τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα να δημοσιεύουν τις εν λόγω πληροφορίες σε έντυπη μορφή.

Τμήμα ΙΙ

Απαιτήσεις κάλυψης και ρευστότητας

Άρθρο 15

Απαιτήσεις κάλυψης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, με την απαίτηση συμμόρφωσης των προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων, ανά πάσα στιγμή, τουλάχιστον με τις απαιτήσεις κάλυψης των παραγράφων 2 έως 8.

2.   Όλες οι υποχρεώσεις των καλυμμένων ομολόγων καλύπτονται από απαιτήσεις για πληρωμή που συνδέονται με τα στοιχεία κάλυψης.

3.   Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνουν:

α)

τις υποχρεώσεις για την πληρωμή του ποσού του κεφαλαίου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων,

β)

τις υποχρεώσεις για την πληρωμή τυχόν τόκων επί ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων,

γ)

τις υποχρεώσεις πληρωμής που συνδέονται με συμβάσεις παραγώγων που τηρούνται σύμφωνα με το άρθρο 11 και

δ)

τα αναμενόμενα έξοδα που σχετίζονται με τη διατήρηση και τη διαχείριση για την εκκαθάριση του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο δ), τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν τον υπολογισμό κατ’ αποκοπή ποσού.

4.   Τα ακόλουθα στοιχεία κάλυψης θεωρείται ότι συμβάλλουν στην απαίτηση κάλυψης:

α)

τα πρωτογενή στοιχεία ενεργητικού,

β)

τα στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης,

γ)

τα ρευστά στοιχεία ενεργητικού που τηρούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 και

δ)

απαιτήσεις για πληρωμή που συνδέονται με συμβάσεις παραγώγων που τηρούνται σύμφωνα με το άρθρο 11.

Οι μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις, στις περιπτώσεις που θεωρείται ότι έχει λάβει χώρα αθέτηση υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 178 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, δεν συμβάλλουν στην κάλυψη.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) και της παραγράφου 4 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ), τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για την αποτίμηση των συμβάσεων παραγώγων.

6.   Κατά τον υπολογισμό της απαιτούμενης κάλυψης διασφαλίζεται ότι το συνολικό ποσό κεφαλαίου για όλα τα στοιχεία κάλυψης ισούται με το συνολικό ποσό κεφαλαίου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων ή το υπερβαίνει («αρχή της ονομαστικής αξίας»).

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν άλλες αρχές υπολογισμού, υπό την προϋπόθεση να μην έχουν ως αποτέλεσμα υψηλότερο ποσοστό κάλυψης από αυτό που υπολογίστηκε σύμφωνα με την αρχή της ονομαστικής αξίας.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τον υπολογισμό τυχόν πληρωτέων τόκων σε σχέση με ανεξόφλητα καλυμμένα ομόλογα και εισπρακτέων τόκων σε σχέση με στοιχεία κάλυψης, οι οποίοι αντικατοπτρίζουν αρχές χρηστής προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με τα εφαρμοστέα λογιστικά πρότυπα.

7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6 πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη δύνανται, κατά τρόπο που αντικατοπτρίζει αρχές χρηστής προληπτικής εποπτείας και σύμφωνα με τα εφαρμοστέα λογιστικά πρότυπα, να επιτρέπουν να λαμβάνονται υπόψη μελλοντικοί εισπρακτέοι τόκοι επί του στοιχείου κάλυψης, αφαιρουμένων των μελλοντικών καταβλητέων τόκων επί του αντίστοιχου καλυμμένου ομολόγου, για την αντιστάθμιση τυχόν ελλείψεων στην κάλυψη της υποχρέωσης πληρωμής κεφαλαίου που συνδέεται με το καλυμμένο ομόλογο, εφόσον υπάρχει στενή αντιστοιχία όπως ορίζεται στον εφαρμοστέο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι πληρωμές που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια ζωής του στοιχείου κάλυψης και οι οποίες είναι απαραίτητες για την κάλυψη της υποχρέωσης πληρωμής που συνδέεται με το αντίστοιχο καλυμμένο ομόλογο διαχωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 ή περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης με τη μορφή των στοιχείων κάλυψης που αναφέρονται στο άρθρο 6 έως ότου καταστούν απαιτητές οι πληρωμές και

β)

η προεξόφληση του στοιχείου κάλυψης είναι δυνατή μόνο με την άσκηση του δικαιώματος παράδοσης, όπως ορίζεται στον εφαρμοστέο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή, στην περίπτωση καλυμμένων ομολόγων που είναι εξοφλητέα στο άρτιο από το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα, μέσω της καταβολής, εκ μέρους του δανειολήπτη του στοιχείου κάλυψης, του ονομαστικού ποσού του εξοφλούμενου καλυμμένου ομολόγου.

8.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο υπολογισμός των στοιχείων κάλυψης και των υποχρεώσεων βασίζονται στην ίδια μέθοδο. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν διαφορετικές μεθόδους υπολογισμού για τον υπολογισμό των στοιχείων κάλυψης από τη μια πλευρά και των υποχρεώσεων από την άλλη, υπό την προϋπόθεση η χρήση των εν λόγω διαφορετικών μεθόδων να μην έχει ως αποτέλεσμα υψηλότερο ποσοστό κάλυψης από αυτό που υπολογίστηκε χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο για τον υπολογισμό τόσο των στοιχείων κάλυψης, όσο και των υποχρεώσεων.

Άρθρο 16

Απαίτηση για απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, με την απαίτηση τα συνολικά στοιχεία κάλυψης να περιέχουν, ανά πάσα στιγμή, απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας που αποτελείται από ρευστά στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να καλύψουν την καθαρή εκροή ρευστότητας του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων.

2.   Το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης καλύπτει τη μέγιστη σωρευτική καθαρή εκροή ρευστότητας κατά τις επόμενες 180 ημέρες.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης, που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αποτελείται από τα ακόλουθα είδη στοιχείων ενεργητικού, τα οποία διαχωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 της παρούσας οδηγίας:

α)

στοιχεία ενεργητικού που θεωρούνται στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 1, επιπέδου 2Α ή επιπέδου 2Β, σύμφωνα με τον εφαρμοστέο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 460 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα οποία αποτιμώνται σύμφωνα με τον εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό και δεν έχουν εκδοθεί από το πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει το ίδιο τα καλυμμένα ομόλογα, τη μητρική του επιχείρηση, πλην οντότητας του δημόσιου τομέα που δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα, θυγατρική του ή άλλη θυγατρική της μητρικής του επιχείρησης ή από οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση με την οποία το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί στενούς δεσμούς,

β)

βραχυπρόθεσμα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη ή στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας ή βραχυπρόθεσμες καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα που κατατάσσονται στην πρώτη, τη δεύτερη ή την τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 129 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τα είδη των ρευστών στοιχείων ενεργητικού που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχεία α) και β).

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις από ανοίγματα που θεωρούνται σε αθέτηση σύμφωνα με το άρθρο 178 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν μπορούν να συμβάλλουν στο απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης.

4.   Στις περιπτώσεις που πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα υπόκεινται σε απαιτήσεις ρευστότητας που προβλέπονται σε άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις και οι οποίες οδηγούν σε επικάλυψη με το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά των παραγράφων 1, 2 και 3 για την περίοδο που προβλέπεται στις εν λόγω ενωσιακές νομικές πράξεις. Τα κράτη μέλη μπορούν να κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας μόνο έως την ημερομηνία μέχρι την οποία ισχύει τροποποίηση των εν λόγω ενωσιακών νομικών πράξεων για την εξάλειψη της επικάλυψης και ενημερώνουν την Επιτροπή και την EBA όποτε κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν να βασίζεται ο υπολογισμός του κεφαλαίου για δομές επεκτάσιμης ληκτότητας στην τελική ημερομηνία λήξης σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις του καλυμμένου ομολόγου.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν να μην έχει εφαρμογή η παράγραφος 1 σε καλυμμένα ομόλογα που υπόκεινται σε απαιτήσεις ισόποσης χρηματοδότησης.

Άρθρο 17

Προϋποθέσεις για δομές επεκτάσιμης ληκτότητας

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν την έκδοση καλυμμένων ομολόγων με δομές επεκτάσιμης ληκτότητας, στις περιπτώσεις που η προστασία των επενδυτών διασφαλίζεται τουλάχιστον από τα εξής:

α)

η ληκτότητα μπορεί να επεκταθεί μόνο με βάση αντικειμενικούς παράγοντες ενεργοποίησης που καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο και όχι κατά τη διακριτική ευχέρεια του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

β)

τα γεγονότα ενεργοποίησης της επέκτασης της ληκτότητας καθορίζονται στους συμβατικούς όρους και προϋποθέσεις του καλυμμένου ομολόγου,

γ)

οι πληροφορίες που παρέχονται σε επενδυτές σχετικά με τη δομή ληκτότητας είναι επαρκείς, ώστε να μπορούν αυτοί να προσδιορίσουν τον κίνδυνο του καλυμμένου ομολόγου, και περιλαμβάνουν λεπτομερή περιγραφή:

i)

των γεγονότων ενεργοποίησης της επέκτασης της ληκτότητας,

ii)

των συνεπειών όσον αφορά την επέκταση της ληκτότητας της αφερεγγυότητας ή της εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα,

iii)

του ρόλου των αρμόδιων αρχών που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 και, κατά περίπτωση, του ειδικού διαχειριστή όσον αφορά την επέκταση της ληκτότητας,

δ)

η τελική ημερομηνία λήξης του καλυμμένου ομολόγου είναι προσδιορίσιμη ανά πάσα στιγμή,

ε)

στην περίπτωση της αφερεγγυότητας ή της εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος που έχει εκδώσει τα καλυμμένα ομόλογα, οι επεκτάσεις ληκτότητας δεν επηρεάζουν την κατάταξη των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα ούτε τροποποιούν την ακολουθία των αρχικών προθεσμιών λήξης του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων,

στ)

η επέκταση της ληκτότητας δεν επηρεάζει τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των καλυμμένων ομολόγων όσον αφορά τη διπλή προσφυγή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4, και την προστασία έναντι του κινδύνου πτώχευσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5.

2.   Τα κράτη μέλη που επιτρέπουν την έκδοση καλυμμένων ομολόγων με επεκτάσιμες δομές ληκτότητας ενημερώνουν την EBA αναλόγως.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΚΑΛΥΜΜΕΝΩΝ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

Άρθρο 18

Δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, με την πρόβλεψη ότι η έκδοση καλυμμένων ομολόγων υπόκειται σε δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων.

2.   Για τους σκοπούς της δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές. Ενημερώνουν την Επιτροπή και την EBA σχετικά με τις εν λόγω αρχές και αναφέρουν τυχόν καταμερισμό των λειτουργιών και των καθηκόντων τους.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 παρακολουθούν την έκδοση καλυμμένων ομολόγων, με σκοπό την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα καταγράφουν όλες τις συναλλαγές τους που σχετίζονται με το πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων και διαθέτουν επαρκή και κατάλληλα συστήματα και διαδικασίες τεκμηρίωσης.

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν περαιτέρω τη θέσπιση κατάλληλων μέτρων, ώστε οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου να μπορούν να λαμβάνουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας, να ερευνούν τυχόν παραβάσεις των εν λόγω απαιτήσεων και να επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις και λοιπά διοικητικά μέτρα, σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 23.

6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 έχουν την εξειδίκευση, τους πόρους, την επιχειρησιακή ικανότητα, τις εξουσίες και την ανεξαρτησία που θεωρούνται απαραίτητα για την άσκηση των λειτουργιών που αφορούν τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων.

Άρθρο 19

Άδεια για προγράμματα καλυμμένων ομολόγων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, καθιστώντας υποχρεωτική τη λήψη άδειας για κάθε πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων πριν από την έκδοση καλυμμένων ομολόγων στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος. Τα κράτη μέλη παραχωρούν την εξουσία χορήγησης της εν λόγω άδειας στις αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2.

2.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις απαιτήσεις για την άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον των εξής:

α)

επαρκούς προγράμματος λειτουργιών που καθορίζει την έκδοση των καλυμμένων ομολόγων,

β)

επαρκών πολιτικών, διαδικασιών και μεθόδων που αποσκοπούν στην προστασία των επενδυτών για την έγκριση, την τροποποίηση, την ανανέωση και την αναχρηματοδότηση δανείων που περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης,

γ)

της διοίκησης και του προσωπικού που ασχολούνται με το πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων και που έχουν επαρκή προσόντα και γνώσεις όσον αφορά την έκδοση των καλυμμένων ομολόγων και τη διαχείριση του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων,

δ)

διοικητικής δομής των συνολικών στοιχείων κάλυψης και της παρακολούθησής τους που πληροί τις εφαρμοστέες απαιτήσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 20

Δημόσια εποπτεία των καλυμμένων ομολόγων σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης

1.   Οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 συνεργάζονται με την αρχή εξυγίανσης, σε περίπτωση εξυγίανσης πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα διατηρούνται, μεταξύ άλλων τουλάχιστον μέσω της επαλήθευσης της συνεχούς και χρηστής διαχείρισης του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τον διορισμό ειδικού διαχειριστή, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των επενδυτών σε καλυμμένα ομόλογα διατηρούνται, μεταξύ άλλων τουλάχιστον μέσω της επαλήθευσης της συνεχούς και χρηστής διαχείρισης του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων για την περίοδο που αυτό κρίνεται αναγκαίο.

Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη κάνουν χρήση αυτής της επιλογής, δύνανται να απαιτούν να εγκρίνονται ο διορισμός και η παύση του ειδικού διαχειριστή από τις αρμόδιες αρχές τους που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2. Τα κράτη μέλη κάνουν χρήση αυτής της επιλογής απαιτούν τουλάχιστον να ζητείται η γνώμη των εν λόγω αρμόδιων αρχών όσον αφορά τον διορισμό και την παύση του ειδικού διαχειριστή.

3.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη προβλέπουν τον διορισμό ειδικού διαχειριστή σύμφωνα με την παράγραφο 2, θεσπίζουν κανόνες που καθορίζουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του εν λόγω ειδικού διαχειριστή, τουλάχιστον όσον αφορά:

α)

την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που συνδέονται με τα καλυμμένα ομόλογα,

β)

τη διαχείριση και τη ρευστοποίηση στοιχείων κάλυψης, συμπεριλαμβανομένης της μεταβίβασής τους, μαζί με τις υποχρεώσεις των καλυμμένων ομολόγων, σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα,

γ)

τις νομικές πράξεις που είναι απαραίτητες για την ορθή διαχείριση των συνολικών στοιχείων κάλυψης, για τη συνεχή παρακολούθηση της κάλυψης των υποχρεώσεων που συνδέονται με τα καλυμμένα ομόλογα, για την κίνηση διαδικασιών για την επαναφορά στοιχείων ενεργητικού στα συνολικά στοιχεία κάλυψης και για τη μεταβίβαση των στοιχείων ενεργητικού που απομένουν στην πτωχευτική περιουσία του πιστωτικού ιδρύματος που εξέδωσε τα καλυμμένα ομόλογα, μετά την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων των καλυμμένων ομολόγων.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο γ), τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στον ειδικό διαχειριστή να ενεργεί, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει τα καλυμμένα ομόλογα, βάσει της άδειας που διαθέτει το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα, υπό τις ίδιες επιχειρησιακές απαιτήσεις.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τον συντονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών, για τους σκοπούς της διαδικασίας αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης, μεταξύ των αρμόδιων αρχών που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2, του ειδικού διαχειριστή, εφόσον έχει διοριστεί, και, σε περίπτωση εξυγίανσης, της αρχής εξυγίανσης.

Άρθρο 21

Υποβολή αναφορών στις αρμόδιες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, απαιτώντας από τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα να υποβάλλουν αναφορές με τις πληροφορίες που καθορίζονται στην παράγραφο 2 σχετικά με τα προγράμματα καλυμμένων ομολόγων στις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2. Η εν λόγω υποβολή αναφορών πραγματοποιείται τακτικά, καθώς και κατόπιν αιτήματος των εν λόγω αρμόδιων αρχών. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τη συχνότητα της εν λόγω τακτικής υποβολής αναφορών.

2.   Στις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 απαιτείται οι παρεχόμενες πληροφορίες να περιλαμβάνουν πληροφορίες τουλάχιστον όσον αφορά τα ακόλουθα:

α)

την επιλεξιμότητα των στοιχείων ενεργητικού και τις απαιτήσεις των συνολικών στοιχείων κάλυψης σύμφωνα με τα άρθρα 6 έως 11,

β)

τον διαχωρισμό των στοιχείων κάλυψης σύμφωνα με το άρθρο 12,

γ)

κατά περίπτωση, τη λειτουργία του υπευθύνου παρακολούθησης των συνολικών στοιχείων κάλυψης σύμφωνα με το άρθρο 13,

δ)

τις απαιτήσεις κάλυψης σύμφωνα με το άρθρο 15,

ε)

το απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης σύμφωνα με το άρθρο 16,

στ)

κατά περίπτωση, τις προϋποθέσεις για δομές επεκτάσιμης ληκτότητας σύμφωνα με το άρθρο 17.

3.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 από τα πιστωτικά ιδρύματα που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα προς τις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα.

Άρθρο 22

Εξουσίες των αρμόδιων αρχών για τους σκοπούς της δημόσιας εποπτείας των καλυμμένων ομολόγων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προστασία των επενδυτών, παρέχοντας στις αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 όλες τις εξουσίες εποπτείας, έρευνας και επιβολής κυρώσεων που είναι απαραίτητες για την άσκηση του καθήκοντος της δημόσιας εποπτείας καλυμμένων ομολόγων.

2.   Οι εξουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

την εξουσία χορήγησης ή άρνησης έγκρισης σύμφωνα με το άρθρο 19,

β)

την εξουσία τακτικής εξέτασης του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων, με σκοπό την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας,

γ)

την εξουσία πραγματοποίησης επιτόπιων και μη επιτόπιων ελέγχων,

δ)

την εξουσία επιβολής διοικητικών κυρώσεων και λοιπών διοικητικών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 23,

ε)

την εξουσία έγκρισης και εφαρμογής κατευθυντήριων γραμμών εποπτείας σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων.

Άρθρο 23

Διοικητικές κυρώσεις και λοιπά διοικητικά μέτρα

1.   Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να προβλέπουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για την καθιέρωση κατάλληλων διοικητικών κυρώσεων και λοιπών διοικητικών μέτρων που εφαρμόζονται τουλάχιστον στις εξής περιπτώσεις:

α)

πιστωτικό ίδρυμα έχει λάβει άδεια για πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων μέσω ψευδών δηλώσεων ή άλλου αντικανονικού τρόπου,

β)

πιστωτικό ίδρυμα δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγήθηκε η άδεια για πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων,

γ)

πιστωτικό ίδρυμα εκδίδει καλυμμένα ομόλογα, χωρίς να λάβει άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 19,

δ)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 4,

ε)

πιστωτικό ίδρυμα εκδίδει καλυμμένα ομόλογα που δεν πληρούν τις απαιτήσεις που καθορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 5,

στ)

πιστωτικό ίδρυμα εκδίδει καλυμμένα ομόλογα που δεν είναι εξασφαλισμένα σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 6,

ζ)

πιστωτικό ίδρυμα εκδίδει καλυμμένα ομόλογα που είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που βρίσκονται εκτός της Ένωσης, κατά παράβαση των απαιτήσεων των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 7,

η)

πιστωτικό ίδρυμα εξασφαλίζει καλυμμένα ομόλογα που είναι εξασφαλισμένα σε ενδοομιλική δομή ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων, κατά παράβαση των απαιτήσεων των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 8,

θ)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν πληροί τις προϋποθέσεις για κοινή χρηματοδότηση που καθορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 9,

ι)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν πληροί τις απαιτήσεις για τη σύνθεση των συνολικών στοιχείων κάλυψης που καθορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 10,

ια)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν πληροί τις απαιτήσεις σχετικά με συμβάσεις παραγώγων στα συνολικά στοιχεία κάλυψης που καθορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 11,

ιβ)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν πληροί τις απαιτήσεις για τον διαχωρισμό των στοιχείων κάλυψης σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 12,

ιγ)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν υποβάλλει πληροφορίες ή υποβάλλει ελλιπείς ή ανακριβείς πληροφορίες, κατά παράβαση των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 14,

ιδ)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα επανειλημμένα και συστηματικά δεν διατηρεί απόθεμα ασφάλειας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης, κατά παράβαση των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 16,

ιε)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα με δομές επεκτάσιμης ληκτότητας δεν πληροί τις απαιτήσεις για δομές επεκτάσιμης ληκτότητας που καθορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 17,

ιστ)

πιστωτικό ίδρυμα που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα δεν υποβάλλει πληροφορίες ή υποβάλλει ελλιπείς ή ανακριβείς πληροφορίες όσον αφορά τις υποχρεώσεις του, κατά παράβαση των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά του άρθρου 21 παράγραφος 2.

Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν να μην προβλέψουν διοικητικές κυρώσεις ή λοιπά διοικητικά μέτρα για τις παραβάσεις που υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις βάσει του εθνικού τους δικαίου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους σχετικούς κανόνες του ποινικού δικαίου.

2.   Οι κυρώσεις και τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

ανάκληση της έγκρισης για πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων,

β)

δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου και τη φύση της παράβασης σύμφωνα με το άρθρο 24,

γ)

διαταγή προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψης της,

δ)

διοικητικά χρηματικά πρόστιμα.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης την αποτελεσματική επιβολή των κυρώσεων και των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή λοιπών διοικητικών μέτρων και του ύψους των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 λαμβάνουν υπόψη όλες τις ακόλουθες περιστάσεις, ανάλογα με την περίπτωση:

α)

τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης,

β)

τον βαθμό ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση,

γ)

την οικονομική ισχύ του φυσικού ή νομικού προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση, μεταξύ άλλων αναφορικά με τον συνολικό κύκλο εργασιών του νομικού προσώπου ή το ετήσιο εισόδημα του φυσικού προσώπου,

δ)

τη σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν, λόγω της παράβασης από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ευθύνεται για την παράβαση, στον βαθμό που τα εν λόγω κέρδη ή ζημίες μπορούν να προσδιοριστούν,

ε)

τις ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που οι εν λόγω ζημίες μπορούν να προσδιοριστούν,

στ)

τον βαθμό συνεργασίας του φυσικού ή νομικού προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση με τις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2,

ζ)

οποιεσδήποτε προηγούμενες παραβάσεις του φυσικού ή νομικού προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση,

η)

τυχόν πραγματικές ή πιθανές συστημικές συνέπειες της παράβασης.

5.   Σε περίπτωση που οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται σε νομικά πρόσωπα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης την επιβολή, από τις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2, των διοικητικών κυρώσεων και λοιπών διοικητικών μέτρων που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, σε μέλη του διοικητικού οργάνου και σε οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο που θεωρείται, δυνάμει του εθνικού δικαίου, υπαίτιο για την παράβαση.

6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, πριν λάβουν απόφαση για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή λοιπών διοικητικών μέτρων σύμφωνα με την παράγραφο 2, οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 δίνουν στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο τη δυνατότητα ακρόασης. Μπορούν να εφαρμόζονται εξαιρέσεις από το δικαίωμα ακρόασης προκειμένου να εγκριθούν τα εν λόγω λοιπά διοικητικά μέτρα σε περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται η ανάληψη επείγουσας δράσης για την πρόληψη σημαντικών ζημιών σε τρίτους ή σημαντικής ζημίας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Στις περιπτώσεις αυτές, παρέχεται στον ενδιαφερόμενο η δυνατότητα ακρόασης το συντομότερο δυνατό μετά την έγκριση του διοικητικού μέτρου και, εάν κριθεί απαραίτητο, το εν λόγω μέτρο αναθεωρείται.

7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε απόφαση επιβολής διοικητικών κυρώσεων ή λοιπών διοικητικών μέτρων που προβλέπεται στην παράγραφο 2 αιτιολογείται δεόντως και υπόκειται σε δικαίωμα προσφυγής.

Άρθρο 24

0 Δημοσίευση διοικητικών κυρώσεων και λοιπών διοικητικών μέτρων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας περιλαμβάνουν κανόνες βάσει των οποίων απαιτείται η δημοσιοποίηση των διοικητικών κυρώσεων και λοιπών διοικητικών μέτρων, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στους επίσημους ιστοτόπους των αρμόδιων αρχών που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2. Οι ίδιες υποχρεώσεις ισχύουν όταν ένα κράτος μέλος αποφασίζει να προβλέψει ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.

2.   Στους κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 απαιτείται κατ’ ελάχιστον η δημοσιοποίηση οποιασδήποτε απόφασης κατά της οποίας δεν έχει ασκηθεί προσφυγή ή δεν μπορεί πλέον να ασκηθεί προσφυγή και η οποία επιβάλλεται λόγω παράβασης των διατάξεων του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εν λόγω δημοσιοποίηση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης, καθώς και την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου στο οποίο επιβάλλεται η κύρωση ή το μέτρο. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν περαιτέρω ότι οι εν λόγω πληροφορίες δημοσιοποιούνται, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μετά την ενημέρωση του αποδέκτη σχετικά με την εν λόγω κύρωση ή μέτρο, καθώς και σχετικά με τη δημοσιοποίηση της απόφασης περί επιβολής της ποινής ή του μέτρου, στους επίσημους ιστοτόπους των αρμόδιων αρχών που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2.

4.   Όταν τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη δημοσιοποίηση απόφασης με την οποία επιβάλλονται κυρώσεις ή άλλα μέτρα εναντίον των οποίων εκκρεμεί προσφυγή, οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 δημοσιοποιούν επίσης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στους επίσημους ιστοτόπους τους, πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της προσφυγής και τα αποτελέσματά της.

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 δημοσιοποιούν την απόφαση με την οποία επιβάλλονται οι κυρώσεις ή τα μέτρα σε ανώνυμη βάση και κατά τρόπο σύμφωνο με το εθνικό δίκαιο, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν η κύρωση ή το μέτρο επιβάλλεται σε φυσικό πρόσωπο και η δημοσιοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θεωρείται δυσανάλογη,

β)

όταν η δημοσιοποίηση θα έθετε σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή μια διεξαγόμενη ποινική έρευνα,

γ)

όταν η δημοσιοποίηση θα προξενούσε, στον βαθμό που είναι δυνατόν να προσδιοριστεί αυτό, δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα πιστωτικά ιδρύματα ή φυσικά πρόσωπα.

6.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος δημοσιοποιεί απόφαση με την οποία επιβάλλεται κύρωση ή μέτρο σε ανώνυμη βάση, μπορεί να επιτρέπει την αναβολή της δημοσιοποίησης των σχετικών δεδομένων.

7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δημοσιοποιείται και κάθε τελεσίδικη δικαστική απόφαση που ακυρώνει απόφαση επιβολής κύρωσης ή μέτρου.

8.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε δημοσιοποίηση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 έως 6 παραμένει στους επίσημους ιστοτόπους των αρμόδιων αρχών που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2, για τουλάχιστον πέντε έτη από την ημερομηνία δημοσιοποίησής της. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στη δημοσιοποίηση διατηρούνται στον επίσημο ιστότοπο μόνο για το χρονικό διάστημα που είναι αναγκαίο, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω περίοδος διατήρησης καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη τις προθεσμίες παραγραφής που προβλέπονται στη νομοθεσία των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει τα 10 έτη.

9.   Οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 ενημερώνουν την EBA σχετικά με οποιεσδήποτε επιβαλλόμενες διοικητικές κυρώσεις και λοιπά διοικητικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων, όποτε συντρέχει περίπτωση, τυχόν αιτήσεων αναιρέσεως αυτών, καθώς και της έκβασής τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω αρμόδιες αρχές λαμβάνουν πληροφορίες και λεπτομέρειες όσον αφορά την τελική απόφαση για κάθε επιβαλλόμενη ποινική κύρωση, τις οποίες οι εν λόγω αρμόδιες αρχές υποβάλλουν και στην EBA.

10.   Η EBA διατηρεί κεντρική βάση δεδομένων με τις διοικητικές κυρώσεις και τα λοιπά διοικητικά μέτρα που της κοινοποιούνται. Μόνο οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 έχουν πρόσβαση στην εν λόγω βάση δεδομένων και αυτή ενημερώνεται βάσει των πληροφοριών που παρέχουν οι εν λόγω αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 25

Υποχρεώσεις συνεργασίας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 συνεργάζονται στενά με τις αρμόδιες αρχές που ασκούν τη γενική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με το σχετικό ενωσιακό δίκαιο που είναι εφαρμοστέο στα εν λόγω ιδρύματα, καθώς και με την αρχή εξυγίανσης σε περίπτωση εξυγίανσης πιστωτικού ιδρύματος που εκδίδει καλυμμένα ομόλογα.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι υπάρχει στενή συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2. Η εν λόγω συνεργασία περιλαμβάνει την ανταλλαγή πληροφοριών που είναι αναγκαίες για την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων των άλλων αρχών, σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

3.   Για τους σκοπούς της δεύτερης περιόδου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 γνωστοποιούν:

α)

όλες τις αναγκαίες πληροφορίες κατόπιν αιτήματος άλλης αρμόδιας αρχής που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 και

β)

με δική τους πρωτοβουλία, οποιαδήποτε ουσιώδη πληροφορία σε άλλες αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 σε άλλα κράτη μέλη.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 συνεργάζονται με την EBA ή, κατά περίπτωση, με την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18), για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

5.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι πληροφορίες θεωρούνται ουσιώδεις, εφόσον θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά την αξιολόγηση της έκδοσης καλυμμένων ομολόγων σε άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 26

Απαιτήσεις δημοσίευσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δημοσιεύονται οι ακόλουθες πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 στους επίσημους ιστοτόπους τους:

α)

τα κείμενα των εθνικών τους νόμων, κανονισμών, διοικητικών κανόνων και γενικών κατευθυντήριων γραμμών που έχουν εγκριθεί σε σχέση με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων,

β)

ο κατάλογος πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν άδεια να εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα,

γ)

ο κατάλογος καλυμμένων ομολόγων που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα «Ευρωπαϊκό Καλυμμένο Ομόλογο» και ο κατάλογος των καλυμμένων ομολόγων που νομιμοποιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα «Ευρωπαϊκό Καλυμμένο Ομόλογο (Ανωτέρας Ποιότητας)».

2.   Οι σύμφωνα με την παράγραφο 1 δημοσιευόμενες πληροφορίες επαρκούν για την αξιόπιστη σύγκριση των προσεγγίσεων που υιοθετούνται από τις αρμόδιες αρχές των διάφορων κρατών μελών οι οποίες έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2. Οι εν λόγω πληροφορίες επικαιροποιούνται, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τυχόν αλλαγές.

3.   Οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 κοινοποιούν στην EBA σε ετήσια βάση τον κατάλογο των πιστωτικών ιδρυμάτων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) και τους καταλόγους καλυμμένων ομολόγων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ).

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΣΗΜΑΝΣΗ

Άρθρο 27

Σήμανση

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το σήμα «Ευρωπαϊκό Καλυμμένο Ομόλογο» και η επίσημη μετάφρασή του σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης χρησιμοποιείται μόνο για καλυμμένα ομόλογα που πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το σήμα «Ευρωπαϊκό Καλυμμένο Ομόλογο (Ανωτέρας Ποιότητας)» και η επίσημη μετάφρασή του σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης χρησιμοποιείται μόνο για καλυμμένα ομόλογα τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας και πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/2160 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19).

ΤΙΤΛΟΣ V

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ

Άρθρο 28

Τροποποίηση της οδηγίας 2009/65/ΕΚ

Το άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αυξήσουν το όριο του 5 % της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο σε 25 % κατ’ ανώτατο όριο, σε περίπτωση που οι ομολογίες εκδόθηκαν πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 και πληρούσαν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής τους, ή σε περίπτωση που οι ομολογίες εμπίπτουν στον ορισμό των καλυμμένων ομολόγων στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

(*1)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ (ΕΕ L328 της 18.12.2019, σ.29).»."

2)

Το τρίτο εδάφιο απαλείφεται.

Άρθρο 29

Τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, το σημείο 96) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«96)

“καλυμμένο ομόλογο”: καλυμμένο ομόλογο όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) ή, όσον αφορά μέσο που εκδόθηκε πριν από τις 8 Ιουλίου 2022, ομόλογο όπως αναφέρεται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής του

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 30

Μεταβατικά μέτρα

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 και πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής τους, δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις των άρθρων 5 έως 12 και των άρθρων 15, 16, 17 και 19 της παρούσας οδηγίας, μπορούν όμως να συνεχίσουν να αναφέρονται ως καλυμμένα ομόλογα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία έως τη λήξη τους.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας παρακολουθούν τη συμμόρφωση των καλυμμένων ομολόγων που έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 με τις απαιτήσεις του άρθρου 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής τους, καθώς και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, στον βαθμό που εφαρμόζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν την παράγραφο 1 σε συνεχείς εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων για τις οποίες το άνοιγμα του ISIN πραγματοποιήθηκε πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 για έως 24 μήνες από την εν λόγω ημερομηνία, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω εκδόσεις συμμορφώνονται με όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

η ημερομηνία λήξης του καλυμμένου ομολόγου είναι πριν από τις 8 Ιουλίου 2027,

β)

το συνολικό μέγεθος έκδοσης των συνεχών εκδόσεων που πραγματοποιήθηκαν μετά τις 8 Ιουλίου 2022 δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του συνολικού μεγέθους έκδοσης των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων την εν λόγω ημερομηνία,

γ)

το συνολικό μέγεθος έκδοσης του καλυμμένου ομολόγου στη λήξη δεν υπερβαίνει τα 6 000 000 000 EUR ή το ισοδύναμο ποσό στο εθνικό νόμισμα,

δ)

τα στοιχεία εξασφάλισης βρίσκονται στο κράτος μέλος που εφαρμόζει την παράγραφο 1 στις συνεχείς εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων.

Άρθρο 31

Επανεξέταση και εκθέσεις

1.   Έως τις 8 Ιουλίου 2024, η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με την EBA, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση, σχετικά με τη δυνατότητα και, αν ναι, τον τρόπο θα μπορούσε να καθιερωθεί καθεστώς ισοδυναμίας για τα πιστωτικά ιδρύματα τρίτων χωρών που εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα και για τους επενδυτές στα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα, λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων στον τομέα των καλυμμένων ομολόγων, ιδίως της ανάπτυξης νομοθετικών πλαισίων σε τρίτες χώρες.

2.   Έως τις 8 Ιουλίου 2025, η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με την EBA, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το επίπεδο προστασίας των επενδυτών και σχετικά με τις εξελίξεις αναφορικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων στην Ένωση. Η έκθεση περιλαμβάνει τυχόν συστάσεις για περαιτέρω δράση. Η έκθεση περιλαμβάνει πληροφορίες για:

α)

τις εξελίξεις όσον αφορά τον αριθμό των αδειών έκδοσης καλυμμένων ομολόγων,

β)

τις εξελίξεις όσον αφορά τον αριθμό των καλυμμένων ομολόγων που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας και το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

γ)

τις εξελίξεις όσον αφορά τα στοιχεία ενεργητικού που δίνονται ως εξασφάλιση της έκδοσης καλυμμένων ομολόγων,

δ)

τις εξελίξεις όσον αφορά το επίπεδο υπερεξασφάλισης,

ε)

τις διασυνοριακές επενδύσεις σε καλυμμένα ομόλογα, περιλαμβανομένων των εισερχόμενων επενδύσεων από τρίτες χώρες και των εξερχόμενων επενδύσεων προς τρίτες χώρες,

στ)

τις εξελίξεις όσον αφορά την έκδοση καλυμμένων ομολόγων με δομές επεκτάσιμης ληκτότητας,

ζ)

τις εξελίξεις όσον αφορά τους κινδύνους και τα οφέλη της χρήσης των ανοιγμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

η)

τη λειτουργία των αγορών καλυμμένων ομολόγων.

3.   Έως τις 8 Ιουλίου 2024, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες σχετικά με τα θέματα που απαριθμούνται στην παράγραφο 2.

4.   Έως τις 8 Ιουλίου 2024, η Επιτροπή, αφού αναθέσει την εκπόνηση μελέτης για την αξιολόγηση των κινδύνων και των οφελών που προκύπτουν από τα καλυμμένα ομόλογα με δομές επεκτάσιμης ληκτότητας και παραλάβει την εν λόγω μελέτη και μετά από διαβούλευση με την EBA, εκδίδει έκθεση και υποβάλλει την εν λόγω μελέτη και την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενες, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.

5.   Έως τις 8 Ιουλίου 2024, η Επιτροπή εκδίδει έκθεση όσον αφορά τη δυνατότητα θέσπισης ενός μέσου διπλής προσφυγής με την ονομασία «Ευρωπαϊκοί Εξασφαλισμένοι Τίτλοι». Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο την εν λόγω έκθεση, συνοδευόμενη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.

Άρθρο 32

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 8 Ιουλίου 2021, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα το αργότερο από τις 8 Ιουλίου 2022.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι τρόποι πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών μέτρων εθνικού δικαίου τα οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 34

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 27 Νοεμβρίου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D. M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος

T. TUPPURAINEN


(1)  ΕΕ C 367 της 10.10.2018, σ. 56.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2019.

(3)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(5)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/35 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 12 της 17.1.2015, σ. 1).

(6)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα (ΕΕ L 11 της 17.1.2015, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).

(8)  Σύσταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, της 20ής Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με τη χρηματοδότηση των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΣΣΚ/2012/2) (ΕΕ C 119 της 25.4.2013, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (EE L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(10)  «EBA Report on covered bonds - Recommendations on harmonisation of covered bond frameworks in the EU» (Έκθεση της EBA σχετικά με τα καλυμμένα ομόλογα — συστάσεις για την εναρμόνιση των πλαισίων των καλυμμένων ομολόγων στην ΕΕ) (2016), EBA-Op-2016-23.

(11)  Οδηγία 2006/111/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2006, για τη διαφάνεια των χρηματοοικονομικών σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δημοσίων επιχειρήσεων καθώς και για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια εντός ορισμένων επιχειρήσεων (ΕΕ L 318 της 17.11.2006, σ. 17).

(12)  Οδηγία 2002/47/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (EE L 168 της 27.6.2002, σ. 43).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).

(14)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(18)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (EE L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(19)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2160 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα ανοίγματα υπό τη μορφή καλυμμένων ομολόγων (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/58


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2163 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2019

για τον καθορισμό των όγκων ενεργοποίησης για τα έτη 2020 και 2021 με σκοπό την ενδεχόμενη επιβολή πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα οπωροκηπευτικά

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 183 πρώτο εδάφιο στοιχείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 39 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/892 της Επιτροπής (2) προβλέπει ότι πρόσθετος εισαγωγικός δασμός, που αναφέρεται στο άρθρο 182 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, μπορεί να επιβληθεί στα προϊόντα και κατά τις περιόδους που περιλαμβάνονται στο παράρτημα VII του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού. Ο πρόσθετος αυτός εισαγωγικός δασμός πρέπει να επιβάλλεται εάν η ποσότητα των προϊόντων που τέθηκε σε ελεύθερη κυκλοφορία για οποιαδήποτε από τις περιόδους εφαρμογής που ορίζονται στο παράρτημα υπερβαίνει τον όγκο ενεργοποίησης των εισαγωγών ανά έτος για το εν λόγω προϊόν. Δεν επιβάλλεται πρόσθετος εισαγωγικός δασμός εάν δεν θεωρείται πιθανόν να διαταραχθεί η αγορά της Ένωσης από τις εισαγωγές ή εάν τα αποτελέσματα θα ήταν δυσανάλογα προς τον επιδιωκόμενο στόχο.

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 182 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, οι όγκοι ενεργοποίησης των εισαγωγών για την ενδεχόμενη εφαρμογή πρόσθετων εισαγωγικών δασμών για ορισμένα οπωροκηπευτικά βασίζονται σε στοιχεία για τις εισαγωγές και την εγχώρια κατανάλωση κατά τα προηγούμενα τρία έτη. Με βάση τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη για τα έτη 2016, 2017 και 2018, οι όγκοι ενεργοποίησης για ορισμένα οπωροκηπευτικά θα πρέπει να καθοριστούν για τα έτη 2020 και 2021.

(2)

Λαμβανομένου υπόψη ότι η περίοδος εφαρμογής των ενδεχόμενων πρόσθετων εισαγωγικών δασμών, όπως ορίζεται στο παράρτημα VII του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/892, ξεκινά για μια σειρά προϊόντων την 1η Ιανουαρίου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2020 και, επομένως, θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει το συντομότερο δυνατόν,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τα έτη 2020 και 2021, οι όγκοι ενεργοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 182 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 για τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα VII του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/892 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2020.

Λήγει στις 30 Ιουνίου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/892 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2017, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (ΕΕ L 138 της 25.5.2017, σ. 57).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Όγκοι ενεργοποίησης για τα προϊόντα και τις περιόδους που καθορίζονται στο παράρτημα VII του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/892, για την ενδεχόμενη επιβολή πρόσθετων εισαγωγικών δασμών

Με την επιφύλαξη των κανόνων για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας, η περιγραφή των εμπορευμάτων έχει μόνο ενδεικτική αξία. Το πεδίο εφαρμογής των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών καθορίζεται, για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, από την εμβέλεια των κωδικών ΣΟ όπως υφίστανται κατά την έκδοση του παρόντος κανονισμού.

Αύξων αριθμός

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή των προϊόντων

Περίοδος εφαρμογής

Όγκος ενεργοποίησης (σε τόνους)

2020

2021

78.0020

0702 00 00

Ντομάτες

Από την 1η Ιουνίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου

 

54 848

78.0015

Από την 1η Οκτωβρίου

έως τις 31 Μαΐου

578 315

78.0065

0707 00 05

Αγγούρια

Από την 1η Μαΐου έως τις 31 Οκτωβρίου

 

62 171

78.0075

Από την 1η Νοεμβρίου

έως τις 30 Απριλίου

48 583

78.0085

0709 91 00

Αγκινάρες

Από την 1η Νοεμβρίου

έως τις 30 Ιουνίου

8 244

78.0100

0709 93 10

Κολοκυθάκια

Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου

 

94 081

78.0110

0805 10 22

0805 10 24

0805 10 28

Πορτοκάλια

Από την 1η Δεκεμβρίου

έως τις 31 Μαΐου

466 660

78.0120

0805 22 00

Κλημεντίνες

Από την 1η Νοεμβρίου

έως το τέλος Φεβρουαρίου

241 919

78.0130

0805 21

0805 29 00

Μανταρίνια (στα οποία περιλαμβάνονται και τα tangerines και satsumas)· wilkings και παρόμοια υβρίδια εσπεριδοειδών

Από την 1η Νοεμβρίου

έως το τέλος Φεβρουαρίου

96 897

78.0160

0805 50 10

Λεμόνια

Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Μαΐου

 

351 591

78.0155

Από την 1η Ιουνίου έως τις 31 Δεκεμβρίου

 

621 073

78.0170

0806 10 10

Επιτραπέζια σταφύλια

Από τις 16 Ιουλίου έως τις 16 Νοεμβρίου

 

214 307

78.0175

0808 10 80

Μήλα

Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Αυγούστου

 

595 028

78.0180

Από την 1η Σεπτεμβρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου

 

1 154 623

78.0220

0808 30 90

Αχλάδια

Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Απριλίου

 

141 496

78.0235

Από την 1η Ιουλίου έως τις 31 Δεκεμβρίου

 

106 940

78.0250

0809 10 00

Βερίκοκα

Από την 1η Ιουνίου έως τις 31 Ιουλίου

 

7 166

78.0265

0809 29 00

Κεράσια, εκτός από τα βύσσινα

Από τις 16 Μαΐου έως τις 15 Αυγούστου

 

104 573

78.0270

0809 30

Ροδάκινα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα μπρουνιόν και τα νεκταρίνια

Από τις 16 Ιουνίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου

 

3 482

78.0280

0809 40 05

Δαμάσκηνα

Από τις 16 Ιουνίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου

 

204 681


18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/61


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2164 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2019

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008 σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων όσον αφορά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, την επισήμανση και τον έλεγχο των προϊόντων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 (1), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 1, το άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α) και το άρθρο 21 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, διάφορα κράτη μέλη έχουν διαβιβάσει φακέλους σχετικά με ορισμένες ουσίες στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, προκειμένου να λάβουν έγκριση και να συμπεριληφθούν στα παραρτήματα I, II, VI και VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008 της Επιτροπής (2). Οι εν λόγω φάκελοι εξετάστηκαν από την ομάδα εμπειρογνωμόνων για την παροχή τεχνικών συμβουλών στον τομέα της βιολογικής παραγωγής (EGTOP) και την Επιτροπή.

(2)

Στις συστάσεις της σχετικά με τα λιπάσματα (3), η EGTOP κατέληξε, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι οι ουσίες «βιοξυλάνθρακας», «απορρίμματα μαλακίων και κελύφη αυγών» και «χουμικά και φουλβικά οξέα» συνάδουν με τους στόχους και τις αρχές της βιολογικής παραγωγής. Επομένως, οι ουσίες αυτές θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008. Η EGTOP συνέστησε επίσης να αποσαφηνιστεί ο ορισμός του «ανθρακικού ασβεστίου» που περιέχεται στο εν λόγω παράρτημα.

(3)

Στις συστάσεις της σχετικά με τα προϊόντα φυτοπροστασίας (4), η EGTOP κατέληξε, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι οι ουσίες «μαλτοδεξτρίνη», «υπεροξείδιο του υδρογόνου», «τερπένια (ευγενόλη, γερανιόλη και θυμόλη)», «χλωριούχο νάτριο», «cerevisane» και πυρεθρίνες από φυτά πλην του Chrysanthemum cinerariaefolium, συνάδουν με τους στόχους και τις αρχές της βιολογικής παραγωγής. Επομένως, οι ουσίες αυτές θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008. Επιπλέον, η EGTOP διατύπωσε συστάσεις σχετικά με τη διάρθρωση του εν λόγω παραρτήματος.

(4)

Στις συστάσεις της σχετικά με τις ζωοτροφές (5), η EGTOP κατέληξε, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι οι ουσίες «κόμμι γκουάρ» ως πρόσθετο ζωοτροφών, «εκχύλισμα καστανιάς» ως οργανοληπτικό πρόσθετο, και η «άνυδρη βηταΐνη» για μονογαστρικά ζώα και μόνο φυσικής ή βιολογικής προέλευσης συνάδουν με τους στόχους και τις αρχές της βιολογικής παραγωγής. Επομένως, οι ουσίες αυτές θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο παράρτημα VI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008. Στο εν λόγω παράρτημα, η αναφορά σε ορισμένα πρόσθετα ενσιρωμένων ζωοτροφών είναι ασαφής και πρέπει να αποσαφηνιστεί ώστε να αποφευχθεί η σύγχυση.

(5)

Στις συστάσεις της σχετικά με τα τρόφιμα (6), η EGTOP κατέληξε, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι οι ουσίες «γλυκερίνη» ως υγραντική ουσία σε καψάκια γέλης και ως επικάλυψη επιφάνειας δισκίων, «μπεντονίτης» ως βοηθητικό μέσο επεξεργασίας, «L(+)γαλακτικό οξύ και υδροξείδιο του νατρίου» ως βοηθητικό μέσο επεξεργασίας για την εκχύλιση φυτικών πρωτεϊνών και «κόμμι τάρα σε σκόνη» ως πυκνωτικό μέσο και «εκχύλισμα λυκίσκου και εκχύλισμα κολοφωνίου πεύκου» στην παραγωγή ζάχαρης συνάδουν με τους στόχους και τις αρχές της βιολογικής παραγωγής. Επομένως, οι ουσίες αυτές θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο παράρτημα VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008. Επιπλέον, η EGTOP συνέστησε να τεθεί η προϋπόθεση να παράγονται βιολογικά το κόμμι τάρα σε σκόνη, οι λεκιθίνες, η γλυκερίνη, το κόμμι από χαρούπια, το κόμμι τζελάν, το αραβικό κόμμι, το κόμμι γκουάρ και ο καρναουβικός κηρός. Για να δοθεί επαρκής χρόνος προσαρμογής στη νέα αυτή απαίτηση, θα πρέπει να προβλεφθεί για τις επιχειρήσεις τριετής μεταβατική περίοδος.

(6)

Στο παράρτημα VIΙΙα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 889/2008, ορισμένες αναφορές στα ονόματα των πρόσθετων υλών είναι ανακριβείς και πρέπει να αποσαφηνιστούν προκειμένου να αποφευχθεί η σύγχυση.

(7)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 889/2008 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής βιολογικής παραγωγής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 889/2008 τροποποιείται ως εξής:

1)

το παράρτημα I αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού·

2)

το παράρτημα II αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού·

3)

το παράρτημα VI αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού·

4)

το παράρτημα VIII αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος IV του παρόντος κανονισμού·

5)

το παράρτημα VIIΙα αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 889/2008 της Επιτροπής, της 5ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων όσον αφορά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, την επισήμανση και τον έλεγχο των προϊόντων (ΕΕ L 250 της 18.9.2008, σ. 1).

(3)  Τελική έκθεση για τα λιπάσματα III https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/food-farming-fisheries/farming/documents/final-report-egtop-fertilizers-iii_en.pdf.

(4)  Τελική έκθεση σχετικά με τα προϊόντα φυτοπροστασίας IV https://ec.europa.eu/info/publications/egtop-reports-organic-production_en.

(5)  Τελική έκθεση για τις ζωοτροφές III και για τα τρόφιμα V https://ec.europa.eu/info/publications/egtop-reports-organic-production_en.

(6)  Τελική έκθεση σχετικά με τα τρόφιμα IV και τελική έκθεση σχετικά με τις ζωοτροφές III και τα τρόφιμα V https://ec.europa.eu/info/publications/egtop-reports-organic-production_en.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Λιπάσματα, βελτιωτικά εδάφους και θρεπτικά συστατικά που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και στο άρθρο 6δ παράγραφος 2

Σημείωση:

Α: τα οποία επιτρέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 και η έγκρισή τους ανανεώθηκε με το άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007

Β: τα οποία επιτρέπονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007

Έγκριση

Ονομασία

Σύνθετα προϊόντα ή προϊόντα που περιέχουν αποκλειστικά τα στοιχεία που απαριθμούνται κατωτέρω:

Περιγραφή, απαιτήσεις σύνθεσης, όροι χρήσης

A

Κοπριά αγροκτήματος

Προϊόν που αποτελείται από μείγμα περιττωμάτων ζώων και φυτικής ύλης (στρωμνή ζώων).

Η προέλευση από εντατικοποιημένη εκτροφή απαγορεύεται

A

Αποξηραμένη κοπριά αγροκτήματος και αφυδατωμένη κοπριά πουλερικών

Η προέλευση από εντατικοποιημένη εκτροφή απαγορεύεται

A

Κομποστοποιημένα ζωικά περιττώματα, συμπεριλαμβανομένης της κοπριάς πουλερικών καθώς και της κομποστοποιημένης κοπριάς αγροκτήματος

Η προέλευση από εντατικοποιημένη εκτροφή απαγορεύεται

A

Υγρά ζωικά περιττώματα

Χρήση μετά από ελεγχόμενη ζύμωση ή/και κατάλληλη αραίωση

Η προέλευση από εντατικοποιημένη εκτροφή απαγορεύεται

Β

Μείγματα οικιακών απορριμμάτων που έχουν υποστεί λιπασματοποίηση ή ζύμωση

Προϊόν που παράγεται από διαχωριζόμενα στην πηγή οικιακά απορρίμματα με λιπασματοποίηση ή αναερόβια ζύμωση για παραγωγή βιοαερίου

Οικιακά απορρίμματα μόνο φυτικής και ζωικής προέλευσης

Μόνον όταν παράγονται σε, αποδεκτό από το κράτος μέλος, κλειστό και ελεγχόμενο σύστημα συλλογής

Μέγιστη συγκέντρωση σε mg/kg ξηράς ουσίας:

κάδμιο: 0,7· χαλκός: 70· νικέλιο: 25· μόλυβδος: 45· ψευδάργυρος: 200· υδράργυρος

0,4· χρώμιο (ολικό): 70· χρώμιο (VI): μη ανιχνεύσιμο

A

Τύρφη

Χρήση που περιορίζεται στη φυτοκομία (κηπευτικά, ανθοκομία, δενδροκομία, φυτώρια)

A

Απόβλητα καλλιέργειας μανιταριών

Η αρχική σύνθεση του υποστρώματος περιορίζεται στα προϊόντα του παρόντος παραρτήματος

A

Περιττώματα σκωλήκων (κομπόστα γαιοσκωλήκων) και εντόμων

 

A

Γκουανό

 

A

Μείγματα φυτικών υλών που έχουν υποστεί λιπασματοποίηση ή ζύμωση

Προϊόν που λαμβάνεται από μείγματα φυτικών υλών τα οποία έχουν υποστεί λιπασματοποίηση ή αναερόβια ζύμωση για παραγωγή βιοαερίου

Β

Χωνευμένο υπόλειμμα παραγωγής βιοαερίου, το οποίο προέρχεται από τη χώνευση ζωικών υποπροϊόντων από κοινού με ύλες φυτικής ή ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα

Τα ζωικά υποπροϊόντα (συμπεριλαμβανομένων των υποπροϊόντων άγριων ζώων) της κατηγορίας 3 και το περιεχόμενο πεπτικού συστήματος της κατηγορίας 2 [κατηγορίες 2 και 3, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)] δεν πρέπει να προέρχονται από εντατική κτηνοτροφία.

Οι διεργασίες πρέπει να είναι σύμφωνες με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 142/2011 της Επιτροπής.

Δεν πρέπει να εφαρμόζονται σε βρώσιμα μέρη του καλλιεργούμενου φυτού

Β

Τα κατωτέρω προϊόντα και υποπροϊόντα ζωικής προέλευσης:

 

Αιματάλευρο

 

Χηλάλευρο

 

Κερατάλευρο

 

Οστεάλευρο ή αποζελατινοποιημένο οστεάλευρο

 

Ιχθυάλευρο

 

Κρεατάλευρο

 

Άλευρο φτερών, τριχώματος και «chiquette»

 

Μαλλί

 

Γούνα (1)

 

Τρίχωμα

 

Γαλακτοκομικά προϊόντα

 

Υδρολυμένες πρωτεΐνες (2)

(1)

Μέγιστη συγκέντρωση χρωμίου (VI) σε mg/kg ξηράς ουσίας: μη ανιχνεύσιμο

(2)

Δεν πρέπει να εφαρμόζονται σε βρώσιμα μέρη του καλλιεργούμενου φυτού

A

Προϊόντα και παραπροϊόντα φυτικής προέλευσης για λιπάσματα

π.χ.: πλακούντες ελαιούχων σπόρων, μεμβράνες κακάου, ριζίδια βύνης

Β

Υδρολυμένες πρωτεΐνες φυτικής προέλευσης

 

A

Φύκια και προϊόντα φυκιών

Εφόσον λαμβάνονται απευθείας από:

(i)

φυσική επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της αφυδάτωσης, της ψύξης και της άλεσης,

(ii)

εκχύλιση με νερό ή με όξινα ή/και αλκαλικά διαλύματα,

(iii)

ζύμωση

A

Πριονίδια και θρύμματα ξύλου

Από ξύλο που δεν έχει υποστεί χημική επεξεργασία μετά την υλοτόμηση

A

Κομποστοποιημένοι φλοιοί δένδρων

Από ξύλο που δεν έχει υποστεί χημική επεξεργασία μετά την υλοτόμηση

A

Τέφρα ξύλου

Από ξύλο που δεν έχει υποστεί χημική επεξεργασία μετά την υλοτόμηση

A

Μαλακά φυσικά φωσφορικά ορυκτά αλεσμένα

Προϊόν που προσδιορίζεται στο σημείο 7 του παραρτήματος I.Α.2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (2).

Περιεκτικότητα σε κάδμιο κατώτερη ή ίση προς 90 mg/kg P205

A

Φωσφορικό αργίλιο-ασβέστιο

Προϊόν που προσδιορίζεται στο σημείο 6 του παραρτήματος I.A.2. του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003

Περιεκτικότητα σε κάδμιο κατώτερη ή ίση προς 90 mg/kg P205

Χρήση περιορισμένη στα αλκαλικά εδάφη (ph> 7,5)

A

Σκωρίες αποφωσφάτωσης

Προϊόν που προσδιορίζεται στο σημείο 1 του παραρτήματος I.A.2. του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003

A

Ακατέργαστα άλατα καλίου ή καϊνίτης

Προϊόν που προσδιορίζεται στο σημείο 1 του παραρτήματος I.A.3. του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003

A

Θειικό κάλιο το οποίο περιέχει ενδεχομένως άλας μαγνησίου

Προϊόν που παράγεται από ακατέργαστο καλιούχο άλας με φυσική διαδικασία εκχύλισης και που είναι δυνατό να περιέχει και άλατα μαγνησίου

A

Βινάσση και εκχυλίσματα βινάσσης

Εξαιρούνται οι αμμωνιακές βινάσσες

A

Ανθρακικό ασβέστιο, για παράδειγμα: κρητίδα, μάργα, αλεσμένος ασβεστόλιθος, βελτιωτικό της Βρετάνης, (maerl-ασβεστοφύκη), φωσφορικός ασβεστόλιθος κ.λπ.

Μόνο φυσικής προέλευσης

Β

Απορρίμματα μαλακίων

Μόνο από βιώσιμη αλιεία, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημεία 1) και 7) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 ή από βιολογική υδατοκαλλιέργεια

Β

Κελύφη αυγών

Απαγορεύεται η προέλευση από εντατική πτηνοτροφία.

A

Μαγνήσιο και ανθρακικό ασβέστιο

Μόνο φυσικής προέλευσης

π.χ. μαγνησίτης, αλεσμένο μαγνήσιο, ασβεστόλιθος

A

Θειικό μαγνήσιο (κισερίτης)

Μόνο φυσικής προέλευσης

A

Διάλυμα χλωριούχου ασβεστίου

Διαφυλλική επέμβαση μηλιών μετά τον εντοπισμό έλλειψης ασβεστίου

A

Θειικό ασβέστιο (γύψος)

Προϊόντα που προσδιορίζονται στο σημείο 1 του παραρτήματος I.Δ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003

Μόνο φυσικής προέλευσης

A, B

Βιομηχανική άσβεστος από παραγωγή ζάχαρης

Υποπροϊόν παραγωγής ζάχαρης από ζαχαρότευτλα και ζαχαροκάλαμα

A

Βιομηχανική άσβεστος από παραγωγή αλατιού σε κενό

Υποπροϊόν παραγωγής αλατιού σε κενό από ορεινή άλμη

A

Στοιχειακό θείο

Προϊόντα που προσδιορίζονται στο παράρτημα I.Δ.3. του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003

A

Ιχνοστοιχεία

Ανόργανα μικροθρεπτικά στοιχεία που απαριθμούνται στο μέρος Ε του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003

A

Χλωριούχο νάτριο

 

A

Σκόνη πετρωμάτων και άργιλοι

 

Β

Λεοναρδίτης (ακατέργαστο οργανικό ίζημα πλούσιο σε χουμικά οξέα)

Μόνον εφόσον αποτελεί υποπροϊόν εξορυκτικών δραστηριοτήτων

Β

Χουμικά και φουλβικά οξέα

Μόνον εάν παρασκευάζονται από ανόργανα άλατα/διαλύματα εκτός των αμμωνιακών αλάτων· ή εάν προέρχονται από τον καθαρισμό πόσιμου νερού

Β

Ξυλίτης

Μόνον εφόσον αποτελεί υποπροϊόν εξορυκτικών δραστηριοτήτων (π.χ. υποπροϊόν της εξόρυξης λιγνίτη)

Β

Χιτίνη (πολυσακχαρίτης που λαμβάνεται από το κέλυφος μαλακοστράκων)

Μόνο εάν προέρχονται από βιώσιμη αλιεία, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημεία 1) και 7) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 ή από βιολογική υδατοκαλλιέργεια

Β

Πλούσιο σε οργανική ύλη ίζημα που σχηματίζεται υπό αναερόβιες συνθήκες σε μάζες γλυκών υδάτων

(π.χ. σαπροπηλός)

Μόνο οργανικά ιζήματα που αποτελούν υποπροϊόντα της διαχείρισης μαζών γλυκών υδάτων ή εξορύσσονται από περιοχές που καλύπτονταν κατά το παρελθόν από γλυκά ύδατα

Ανάλογα με την περίπτωση, η μέθοδος απόληψης θα πρέπει να περιορίζει στο ελάχιστο τις επιπτώσεις στο υδατικό σύστημα

Μόνον ιζήματα που προέρχονται από πηγές απαλλαγμένες από φυτοφάρμακα, έμμονους οργανικούς ρύπους και πετρελαιοειδή

Μέγιστη συγκέντρωση σε mg/kg ξηράς ουσίας: κάδμιο: 0,7· χαλκός: 70· νικέλιο: 25· μόλυβδος: 45· ψευδάργυρος: 200· υδράργυρος 0,4· χρώμιο (ολικό): 70· χρώμιο (VI): μη ανιχνεύσιμο

Β

Βιοξυλάνθρακας — προϊόν πυρόλυσης που παράγεται από ευρύ φάσμα οργανικών υλικών φυτικής προέλευσης και εφαρμόζεται ως βελτιωτικό εδάφους

Μόνο από φυτικά υλικά, μη κατεργασμένα ή κατεργασμένα με προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II.

Μέγιστη τιμή 4 mg πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων (PAH) ανά kg ξηράς ουσίας. Η τιμή αυτή αναθεωρείται ανά διετία, λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου συσσώρευσης λόγω πολλαπλών εφαρμογών

»

(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 142/2011 της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2011, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την εφαρμογή της οδηγίας 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά ορισμένα δείγματα και τεμάχια που εξαιρούνται από κτηνιατρικούς ελέγχους στα σύνορα οι οποίοι αναφέρονται στην εν λόγω οδηγία (ΕΕ L 54 της 26.2.2011, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τα λιπάσματα (ΕΕ L 304 της 21.11.2003, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Παρασιτοκτόνα — Προϊόντα φυτοπροστασίας που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1

Όλες οι ουσίες που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα πρέπει να πληρούν τουλάχιστον τους όρους χρήσης που προσδιορίζονται στο παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής (1). Στη δεύτερη στήλη κάθε πίνακα καθορίζονται περιοριστικότερες προϋποθέσεις για τη χρήση στη βιολογική παραγωγή.

1.   Ουσίες φυτικής ή ζωικής προέλευσης

Ονομασία

Περιγραφή, απαιτήσεις σύνθεσης, όροι χρήσης

Allium sativum (Εκχύλισμα σκόρδου)

 

Αζαδιραχτίνη, η οποία αποτελεί προϊόν εκχύλισης από την Azadirachta indica (δένδρο Neem)

 

Κηρός μελισσών

Μόνο ως μέσο προστασίας τραυμάτων κλαδέματος

COS-OGA

 

Υδρολυμένες πρωτεΐνες εκτός από ζελατίνη

 

Λαμιναρίνη

Τα φαιοφύκη είτε καλλιεργούνται με βιολογική μέθοδο σύμφωνα με το άρθρο 6δ, είτε συγκομίζονται κατά τρόπο βιώσιμο σύμφωνα με το άρθρο 6γ

Μαλτοδεξτρίνη

 

Φερομόνες

Μόνο σε παγίδες και εξατμιστήρες

Φυτικά έλαια

Όλες οι χρήσεις έχουν εγκριθεί, εκτός από τη χρήση ως ζιζανιοκτόνο.

Πυρεθρίνες

μόνο φυτικής προέλευσης

Κασία (κάσια) που εκχυλίζεται από το Quassia amara

Μόνον ως εντομοκτόνο, απωθητικό

Απωθητικά (λόγω οσμής) ζωικής ή φυτικής προέλευσης/λίπος προβάτου

Μόνο για μη βρώσιμα μέρη του καλλιεργούμενου φυτού και εφόσον οι φυτικές ύλες του δεν δίδονται ως τροφή σε αιγοπρόβατα

Salix spp. Cortex (άλλως φλοιός ιτιάς)

 

Τερπένια (ευγενόλη, γερανιόλη και θυμόλη)

 

2.   Βασικές ουσίες

Βασικές ουσίες που βασίζονται σε τρόφιμα (συμπεριλαμβανομένων των εξής: λεκιθίνες, σακχαρόζη, φρουκτόζη, ξίδι, ορός γάλακτος, υδροχλωρική χιτοζάνη  (2) και Equisetum arvense κ.λπ.)

Μόνον οι βασικές ουσίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009  (3), οι οποίες είναι τρόφιμα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και είναι φυτικής ή ζωικής προέλευσης.

Ουσίες που δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως ζιζανιοκτόνα

3.   Μικροοργανισμοί και ουσίες που παράγονται ή προέρχονται από μικροοργανισμούς

Ονομασία

Περιγραφή, απαιτήσεις σύνθεσης, όροι χρήσης

Μικροοργανισμοί

Μη προερχόμενοι από ΓΤΟ

Spinosad (σπινοσάδη)

 

Cerevisane

 

4.   Ουσίες άλλες από αυτές που αναφέρονται στα τμήματα 1, 2 και 3

Ονομασία

Περιγραφή, απαιτήσεις σύνθεσης, όροι ή περιορισμοί χρήσεως

Πυριτικό αργίλιο (καολίνης)

 

Υδροξείδιο του ασβεστίου

Ως μυκητοκτόνο, μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο στα οπωροφόρα δένδρα και στα φυτώριά τους για τον έλεγχο του Nectria galligena

Διοξείδιο του άνθρακα

 

Ενώσεις χαλκού υπό μορφή: υδροξειδίου του χαλκού, οξυχλωριούχου χαλκού, οξειδίου του χαλκού, βορδιγάλειου πολτού και τριβασικού θειικού χαλκού

 

Φωσφορικό διαμμώνιο

Μόνο ως προσελκυστικό σε παγίδες

Αιθυλένιο

 

Λιπαρά οξέα

Όλες οι χρήσεις έχουν εγκριθεί, εκτός από τη χρήση ως ζιζανιοκτόνο.

Φωσφορικός σίδηρος [ορθοφωσφορικός σίδηρος (III)]

Παρασκευάσματα επιφανειακής εφαρμογής μεταξύ των καλλιεργούμενων φυτών

Υπεροξείδιο του υδρογόνου

 

Διατομίτης (Kieselgur)

 

Θειική άσβεστος (πολυθειούχο ασβέστιο)

 

Παραφινέλαιο

 

Όξινο ανθρακικό κάλιο και όξινο ανθρακικό νάτριο (άλλως διττανθρακικό κάλιο/διττανθρακικό νάτριο)

 

Πυρεθροειδή (μόνο δ-μεθρίνη και λ-κυαλοθρίνη)

Μόνο σε παγίδες με συγκεριμένα προσελκυστικά· μόνο κατά των Batrocera oleae και Ceratitis capitata Wied

Χαλαζιακή άμμος

 

Χλωριούχο νάτριο

Όλες οι χρήσεις έχουν εγκριθεί, εκτός από τη χρήση ως ζιζανιοκτόνο.

Θείο

 

»

(1)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής, της 25ης Μαΐου 2011, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κατάλογο των εγκεκριμένων δραστικών ουσιών (ΕΕ L 153 της 11.6.2011, σ. 1).

(2)  Προερχόμενες από βιώσιμη αλιεία ή βιολογική υδατοκαλλιέργεια

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Πρόσθετα ζωοτροφών χρησιμοποιούμενα για τη διατροφή των ζώων και αναφερόμενα στο άρθρο 22 στοιχείο ζ), στο άρθρο 24 παράγραφος 2 και στο άρθρο 25ιγ παράγραφος 2

Τα πρόσθετα ζωοτροφών που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα πρέπει να επιτραπούν βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

1.   ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ

α)   Συντηρητικά

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

 

E 200

Σορβικό οξύ

 

 

E 236

Μυρμηκικό οξύ

 

 

E 237

Μυρμηκικό νάτριο

 

 

E 260

Οξικό οξύ

 

 

E 270

Γαλακτικό οξύ

 

 

E 280

Προπιονικό οξύ

 

 

E 330

Κιτρικό οξύ

 

β)   Αντιοξειδωτικά

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

 

1b306(i)

Εκχυλίσματα τοκοφερόλης από φυτικά έλαια

 

 

1b306(ii)

Εκχυλίσματα πλούσια σε τοκοφερόλη από φυτικά έλαια (πλούσια σε δ-τοκοφερόλη)

 

γ)   Γαλακτωματοποιητές, σταθεροποιητές, πυκνωτικά μέσα και πηκτωματογόνοι παράγοντες

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

 

1c322

Λεκιθίνες

Μόνον όταν προέρχονται από βιολογική πρώτη ύλη

 

 

 

Χρήση περιοριζόμενη στις ζωοτροφές για υδατοκαλλιέργειες.

δ)   Συνδετικά και αντισυσσωματωτικά μέσα

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

 

E 412

Κόμμι γκουάρ

 

 

E 535

Σιδηροκυανιούχο νάτριο

Μέγιστη δόση 20 mg/kg NaCl, εκφραζόμενη ως σιδηροκυανιούχο ανιόν.

 

E 551b

Κολλοειδές διοξείδιο του πυριτίου

 

 

E 551c

Kieselgur (γη διατόμων, καθαρή)

 

 

1m558i

Μπεντονίτης

 

 

E 559

Καολινιτική άργιλος, απαλλαγμένη αμιάντου

 

 

E 560

Φυσικά μείγματα στεατίτη και χλωρίτη

 

 

E 561

Βερμικουλίτης

 

 

E 562

Σηπιόλιθος

 

 

E 566

Νατρόλιθος-φωνόλιθος

 

 

1g568

Κλινοπτιλόλιθος ιζηματογενούς προέλευσης

 

 

E 599

Περλίτης

 

ε)   Πρόσθετα ενσιρωμένων ζωοτροφών

Αναγνωριστικός

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

1k

1k236

Ένζυμα, μικροοργανισμοί

Μυρμηκικό οξύ,

Χρήση περιοριζόμενη στην παραγωγή ενσιρωμένων ζωοτροφών, όταν οι καιρικές συνθήκες δεν επιτρέπουν επαρκή ζύμωση.

Η χρήση μυρμηκικού, προπιονικού οξέος και των νατριούχων αλάτων τους στην παραγωγή ενσιρωμένων ζωοτροφών επιτρέπεται μόνον όταν δεν είναι δυνατή η επαρκής ζύμωση λόγω των καιρικών συνθηκών.

1k237

Μυρμηκικό

1k280

Προπιονικό οξύ

1k281

Προπιονικό νάτριο

2.   ΟΡΓΑΝΟΛΗΠΤΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

2b

Αρωματικές ενώσεις

Μόνον εκχυλίσματα από γεωργικά προϊόντα.

 

Castanea sativa Mill.: Εκχύλισμα καστανιάς

 

3.   ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ

α)   Βιταμίνες, προβιταμίνες και σαφώς προσδιορισμένες από χημικής άποψης ουσίες με ανάλογη δράση

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

3a

Βιταμίνες και προβιταμίνες

Προερχόμενες από γεωργικά προϊόντα.

Εάν είναι συνθετικές, μόνον όσες είναι πανομοιότυπες με τις βιταμίνες που προέρχονται από γεωργικά προϊόντα επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για μονογαστρικά ζώα και ζώα υδατοκαλλιέργειας.

Εάν είναι συνθετικές, μόνον οι βιταμίνες Α, D και Ε που είναι πανομοιότυπες με εκείνες που προέρχονται από γεωργικά προϊόντα επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για τα μηρυκαστικά· η χρήση υπόκειται στην πρότερη έγκριση των κρατών μελών, η οποία συναρτάται με την αξιολόγηση της δυνατότητας των μηρυκαστικών βιολογικής εκτροφής να προσλαμβάνουν τις απαραίτητες ποσότητες των εν λόγω βιταμινών από το σιτηρέσιό τους.

3a920

Άνυδρη βεταΐνη

Μόνο για τα μονογαστρικά ζώα

Αποκλειστικά φυσικής προέλευσης και, όταν είναι διαθέσιμη, βιολογικής προέλευσης

β)   Ενώσεις ιχνοστοιχείων

 

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

 

E1 Σίδηρος

 

 

 

3b101

Ανθρακικός σίδηρος(II) (σιδηρίτης)

 

 

3b103

Μονοένυδρος θειικός σίδηρος(II)

 

 

3b104

Επταένυδρος θειικός σίδηρος(II)

 

 

3b201

Ιωδίδιο του καλίου

 

 

3b202

Ιωδικό ασβέστιο, άνυδρο

 

 

3b203

Επικαλυμμένοι κόκκοι άνυδρου ιωδικού ασβεστίου

 

 

3b301

Τετραένυδρο οξικό κοβάλτιο(II)

 

 

3b302

Ανθρακικό κοβάλτιο(II)

 

 

3b303

Μονοένυδρο ανθρακικό κοβάλτιο(ΙΙ)-υδροξείδιο του κοβαλτίου(ΙΙ) (2:3)

 

 

3b304

Επικαλυμμένοι κόκκοι μονοένυδρου ανθρακικού κοβαλτίου (ΙΙ)-υδροξειδίου του κοβαλτίου (ΙΙ) (2:3)

 

 

3b305

Επταένυδρο θειικό κοβάλτιο (II)

 

 

3b402

Βασικός ανθρακικός χαλκός(II), μονοένυδρος

 

 

3b404

Οξείδιο του χαλκού (II)

 

 

3b405

Πενταένυδρος θειικός χαλκός(II)

 

 

3b409

Οξυχλωριούχος χαλκός (TBCC)

 

 

3b502

Οξείδιο του μαγγανίου (II)

 

 

3b503

Θειικό μαγγάνιο, μονοένυδρο

 

 

3b603

Οξείδιο του ψευδαργύρου

 

 

3b604

Θειικός ψευδάργυρος, επταένυδρος

 

 

3b605

Θειικός ψευδάργυρος, μονοένυδρος

 

 

3b609

Μονοένυδρος υδροξυχλωριούχος ψευδάργυρος (TBZC)

 

 

3b701

Διένυδρο μολυβδαινικό νάτριο

 

 

3b801

Σεληνιώδες νάτριο

 

 

3b810, 3b811, 3b812,

3b813 και 3b817

Ζύμη με προσθήκη σεληνίου, ανενεργός

 

4.   ΖΩΟΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΣΘΕΤΑ

Αναγνωριστικός κωδικός ή λειτουργική ομάδα

Ουσία

Περιγραφή, όροι χρήσης

4a, 4b, 4c και 4d

Ένζυμα και μικροοργανισμοί στην κατηγορία «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες»

 

»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Προϊόντα και ουσίες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή μεταποιημένων βιολογικών τροφίμων, μαγιάς και προϊόντων μαγιάς που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 27α στοιχείο α)

ΤΜΗΜΑ A — ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΑΤΑΛΥΤΗ

Για τον υπολογισμό που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, τα πρόσθετα τροφίμων που σημειώνονται με αστερίσκο στη στήλη του κωδικού πρέπει να υπολογίζονται ως συστατικά γεωργικής προέλευσης.

Κωδικός

Ονομασία

Παρασκευή τροφίμων

Ειδικοί όροι και περιορισμοί επιπλέον του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008

φυτικής προέλευσης

ζωικής προέλευσης

E 153

Φυτικός άνθρακας

 

X

Κατσικίσιο τυρί με τέφρα

Τυρί Morbier

E 160b*

Ανάτο, μπιξίνη, νορμπιξίνη

 

X

Τυρί Red Leicester

Τυρί Double Gloucester

Τυρί Cheddar

Τυρί Mimolette

E 170

Ανθρακικό ασβέστιο

X

X

Δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για χρώση ή εμπλουτισμό των προϊόντων με ασβέστιο

E 220

Διοξείδιο του θείου

X

X (μόνο για το υδρόμελι)

Σε οίνους από φρούτα (οίνοι που παρασκευάζονται από φρούτα πλην των σταφυλιών, στους οποίους περιλαμβάνονται ο μηλίτης και ο απιδίτης) και υδρόμελι με και χωρίς προσθήκη ζάχαρης: 100 mg/l (Μέγιστη περιεκτικότητα διαθέσιμη από όλες τις πηγές, εκφραζόμενη ως SO2 σε mg/l)

E 223

Μεταδιθειώδες νάτριο

 

X

Καρκινοειδή (μαλακόστρακα)

E 224

Μεταδιθειώδες κάλιο

X

X (μόνο για το υδρόμελι)

Σε οίνους από φρούτα (οίνοι που παρασκευάζονται από φρούτα πλην των σταφυλιών, στους οποίους περιλαμβάνονται ο μηλίτης και ο απιδίτης) και υδρόμελι με και χωρίς προσθήκη ζάχαρης: 100 mg/l (Μέγιστη περιεκτικότητα διαθέσιμη από όλες τις πηγές, εκφραζόμενη ως SO2 σε mg/l)

E250

Νιτρώδες νάτριο

 

X

Για προϊόντα κρέατος. Μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον έχει καταδειχθεί με τρόπο που ικανοποιεί την αρμόδια αρχή ότι δεν υπάρχει τεχνολογική εναλλακτική λύση, η οποία παρέχει τα ίδια εχέγγυα ή/και καθιστά δυνατή τη διατήρηση των ειδικών χαρακτηριστικών του προϊόντος. Όχι σε συνδυασμό με το E252. Ενδεικτική προστιθέμενη ποσότητα εκφραζόμενη ως NaNO2: 80 mg/kg, μέγιστη ποσότητα υπολειμμάτων εκφραζόμενη ως NaNO2: 50 mg/kg

E252

Νιτρικό κάλιο

 

X

Για προϊόντα κρέατος. Μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον εφόσον έχει καταδειχθεί με τρόπο που ικανοποιεί την αρμόδια αρχή ότι δεν υπάρχει τεχνολογική εναλλακτική λύση, η οποία παρέχει τα ίδια εχέγγυα ή/και καθιστά δυνατή τη διατήρηση των ειδικών χαρακτηριστικών του προϊόντος. Όχι σε συνδυασμό με το E250. Ενδεικτική προστιθέμενη ποσότητα εκφραζόμενη ως NaNO3: 80 mg/kg, μέγιστη ποσότητα υπολειμμάτων εκφραζόμενη ως NaNO3: 50 mg/kg

E 270

Γαλακτικό οξύ

X

X

 

E 290

Διοξείδιο του άνθρακα

X

X

 

E 296

Μηλικό οξύ

X

 

 

E 300

Ασκορβικό οξύ

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα κρέατος

E 301

Ασκορβικό νάτριο

 

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα κρέατος σε συνάρτηση με τα νιτρικά άλατα και νιτρώδη άλατα

E 306(*)

Εκχύλισμα πλούσιο σε τοκοφερόλες

X

X

Αντιοξειδωτικό

E 322(*)

Λεκιθίνες

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: γαλακτοκομικά προϊόντα.

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, μόνον όταν προέρχονται από βιολογικές πρώτες ύλες.

E 325

Γαλακτικό νάτριο

 

X

Προϊόντα με βάση το γάλα και προϊόντα κρέατος

E 330

Κιτρικό οξύ

X

X

 

E 331

Κιτρικό νάτριο

X

X

 

E 333

Κιτρικό ασβέστιο

X

 

 

E 334

Τρυγικό οξύ [L(+)-]

X

X (μόνο για το υδρόμελι)

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: υδρόμελι.

E 335

Τρυγικό νάτριο

X

 

 

E 336

Τρυγικό κάλιο

X

 

 

E 341 (i)

Φωσφορικό μονοασβέστιο

X

 

Διογκωτικό για αλεύρι «που φουσκώνει μόνο του»

E 392*

Εκχυλίσματα δενδρολίβανου

X

X

Μόνον όταν προέρχονται από βιολογική παραγωγή

E 400

Αλγινικό οξύ

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα με βάση το γάλα

E 401

Αλγινικό νάτριο

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα με βάση το γάλα

E 402

Αλγινικό κάλιο

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα με βάση το γάλα

E 406

Άγαρ

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα με βάση το γάλα και προϊόντα κρέατος

E 407

Καραγενάνη

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα με βάση το γάλα

E 410*

Κόμμι από χαρούπια

X

X

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022.

E 412*

Κόμμι γκουάρ

X

X

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022.

E 414*

Αραβικό κόμμι

X

X

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022.

E 415

Ξανθανικό κόμμι

X

X

 

E 417

Κόμμι τάρα σε σκόνη

X

X

Πυκνωτικό μέσο

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022.

E 418

Κόμμι τζελάν

X

X

Μόνο η υψηλής περιεκτικότητας σε ακύλια μορφή

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022.

E 422

Γλυκερίνη

X

X

Μόνο φυτικής προέλευσης

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022.

Για εκχυλίσματα φυτών, αρωματικές ύλες, ως υγραντική ουσία σε καψάκια γέλης και ως επικάλυψη επιφάνειας δισκίων

E 440 (i)*

Πηκτίνη

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: προϊόντα με βάση το γάλα

E 464

Υδροξυπροπυλο-μεθυλοκυτταρίνη

X

X

Υλικό εγκλεισμού για κάψουλες

E 500

Ανθρακικό νάτριο

X

X

 

E 501

Ανθρακικό κάλιο

X

 

 

E 503

Ανθρακικό Αμμώνιο

X

 

 

E 504

Ανθρακικό μαγνήσιο

X

 

 

E 509

Χλωριούχο ασβέστιο

 

X

Πήξη γάλακτος

E 516

Θειικό ασβέστιο

X

 

Φορέας

E 524

Υδροξείδιο του νατρίου

X

 

Επιφανειακή κατεργασία των «Laugengebäck» και ρύθμιση της οξύτητας των βιολογικών αρωματικών υλών

E 551

Διοξείδιο του πυριτίου

X

X

Για βότανα και καρυκεύματα σε αποξηραμένη μορφή σε σκόνη, αρωματικές ύλες και πρόπολη

E 553b

Τάλκης

X

X

Όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης: επιφανειακή επεξεργασία λουκάνικων

E 901

Κηρός μελισσών

X

 

Ως υλικό για γλασάρισμα μόνο για προϊόντα ζαχαροπλαστικής.

Κηρός μελισσών βιολογικής παραγωγής

E 903

Καρναουβικός κηρός

X

 

Ως υλικό για γλασάρισμα για προϊόντα ζαχαροπλαστικής.

Ως μέθοδος μετριασμού για την υποχρεωτική επεξεργασία των καρπών με βαθιά ψύξη ως μέτρο απομόνωσης έναντι επιβλαβών οργανισμών [εκτελεστική οδηγία (ΕΕ) 2017/1279 της Επιτροπής]  (1)

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή. Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022. Μέχρι την ημερομηνία αυτή,,μόνον όταν προέρχεται από βιολογικές πρώτες ύλες.

E 938

Αργό

X

X

 

E 939

Ήλιο

X

X

 

E 941

Άζωτο

X

X

 

E 948

Οξυγόνο

X

X

 

E 968

Ερυθριτόλη

X

X

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή χωρίς χρήση τεχνολογίας ιονανταλλαγής

ΤΜΗΜΑ B — ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

Ονομασία

Παρασκευή όλων των τροφίμων φυτικής προέλευσης

Παρασκευή όλων των τροφίμων ζωικής προέλευσης

Ειδικοί όροι και περιορισμοί επιπλέον του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1333/2008

Νερό

X

X

Πόσιμο νερό υπό την έννοια της οδηγίας 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου

Χλωριούχο ασβέστιο

X

 

Πηκτικό μέσο

Ανθρακικό ασβέστιο

X

 

 

Υδροξείδιο του ασβεστίου

X

 

 

Θειικό ασβέστιο

X

 

Πηκτικό μέσο

Χλωριούχο μαγνήσιο (ή nigari)

X

 

Πηκτικό μέσο

Ανθρακικό κάλιο

X

 

Όσον αφορά τρόφιμα φυτικής προέλευσης: ξήρανση σταφυλιών

Ανθρακικό νάτριο

X

X

 

Γαλακτικό οξύ

 

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: για τη ρύθμιση του pH της άλμης κατά την παραγωγή τυρού

L(+)γαλακτικό οξύ από ζύμωση

X

 

Όσον αφορά τρόφιμα φυτικής προέλευσης: για την παρασκευή εκχυλισμάτων φυτικών πρωτεϊνών

Κιτρικό οξύ

X

X

 

Υδροξείδιο του νατρίου

X

 

Όσον αφορά τρόφιμα φυτικής προέλευσης: για παραγωγή ζάχαρης και σακχάρων· για την παραγωγή ελαίων με εξαίρεση την παραγωγή ελαιολάδου· για την παρασκευή εκχυλισμάτων φυτικών πρωτεϊνών

Θειικό οξύ

X

X

Παραγωγή ζελατίνης

Παραγωγή ζάχαρης και σακχάρων

Εκχύλισμα λυκίσκου

X

 

Όσον αφορά τρόφιμα φυτικής προέλευσης: μόνο για αντιμικροβιακή χρήση στην παραγωγή ζάχαρης.

Όταν είναι διαθέσιμο από βιολογική παραγωγή

Εκχύλισμα κολοφωνίου πεύκου

X

 

Όσον αφορά τρόφιμα φυτικής προέλευσης: μόνο για αντιμικροβιακή χρήση στην παραγωγή ζάχαρης.

Όταν είναι διαθέσιμο από βιολογική παραγωγή

Υδροχλωρικό οξύ

 

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: Παραγωγή ζελατίνης· για τη ρύθμιση του pH της άλμης στην επεξεργασία των τυρών Gouda-, Edam και Maasdammer, Boerenkaas, Friese και Leidse Nagelkaas

Υδροξείδιο του αμμωνίου

 

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: παραγωγή ζελατίνης

Υπεροξείδιο του υδρογόνου

 

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: παραγωγή ζελατίνης

Διοξείδιο του άνθρακα

X

X

 

Άζωτο

X

X

 

Αιθανόλη

X

X

Διαλύτης

Δεψικό οξύ

X

 

Βοηθητικό μέσο διήθησης

Ωοαλβουμίνη

X

 

 

Καζεΐνη

X

 

 

Ζελατίνη

X

 

 

Ιχθυόκολλα

X

 

 

Φυτικά έλαια

X

X

Λιπαντικό, αντικολλητικό ή αντιαφριστικό.

Μόνον όταν προέρχονται από βιολογική παραγωγή

Πήκτωμα ή κολλοειδές διάλυμα διοξειδίου του πυριτίου

X

 

 

Ενεργός άνθρακας

X

 

 

Τάλκης

X

 

Σύμφωνα με τα ειδικά κριτήρια καθαρότητας για το πρόσθετο τροφίμων E 553b

Μπεντονίτης

X

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: ως κολλητικό μέσο για το υδρόμελι

Κυτταρίνη

X

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: Παραγωγή ζελατίνης

Γη διατόμων

X

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: Παραγωγή ζελατίνης

Περλίτης

X

X

Όσον αφορά τρόφιμα ζωικής προέλευσης: Παραγωγή ζελατίνης

Κελύφη φουντουκιών

X

 

 

Ρυζάλευρο

X

 

 

Κηρός μελισσών

X

 

Αντικολλητικό.

Κηρός μελισσών βιολογικής παραγωγής

Καρναουβικός κηρός

X

 

Αντικολλητικό.

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2022. Μέχρι την ημερομηνία αυτή„ μόνον όταν προέρχεται από βιολογικές πρώτες ύλες.

Οξικό οξύ/ξύδι

 

X

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή.

Μόνο για τη μεταποίηση ιχθύων. Από φυσική ζύμωση. Δεν πρέπει να παράγεται από ΓΤΟ

Υδροχλωρική θειαμίνη

X

X

Μόνο για χρήση σε επεξεργασία οίνων από φρούτα, όπου συμπεριλαμβάνονται ο μηλίτης και ο απίτης, καθώς και το υδρόμελι

Φωσφορικό διαμμώνιο

X

X

Μόνο για χρήση σε επεξεργασία οίνων από φρούτα, όπου συμπεριλαμβάνονται ο μηλίτης και ο απίτης, καθώς και το υδρόμελι

Ίνες ξύλου

X

X

Η πηγή της ξυλείας θα πρέπει να περιορίζεται στην πιστοποιημένη ξυλεία η οποία έχει παραχθεί με βιώσιμο τρόπο.

Η ξυλεία που χρησιμοποιείται δεν πρέπει να περιέχει τοξικά συστατικά (επεξεργασία μετά τη συγκομιδή, φυσικές τοξίνες ή τοξίνες από μικροοργανισμούς)

ΤΜΗΜΑ Γ — ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΜΑΓΙΑΣ

Ονομασία

Πρωτογενής μαγιά

Παρασκευάσματα/σκευάσματα μαγιάς

Ειδικοί όροι

Χλωριούχο ασβέστιο

X

 

 

Διοξείδιο του άνθρακα

X

X

 

Κιτρικό οξύ

X

 

Για τη ρύθμιση του pH στην παραγωγή μαγιάς

Γαλακτικό οξύ

X

 

Για τη ρύθμιση του pH στην παραγωγή μαγιάς

Άζωτο

X

X

 

Οξυγόνο

X

X

 

Άμυλο γεωμήλων

X

X

Για διήθηση

Μόνον όταν προέρχεται από βιολογική παραγωγή

Ανθρακικό νάτριο

X

X

Για τη ρύθμιση του pH

Φυτικά έλαια

X

X

Λιπαντικό, αντικολλητικό ή αντιαφριστικό Μόνον όταν προέρχονται από βιολογική παραγωγή

»

(1)  Εκτελεστική οδηγία (ΕΕ) 2017/1279 της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2017, για την τροποποίηση των παραρτημάτων I έως V της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 184 της 15.7.2017, σ. 33).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙΙα

Προϊόντα και ουσίες εγκεκριμένες για χρήση ή προσθήκη σε βιολογικά προϊόντα του αμπελοοινικού τομέα που αναφέρονται στο άρθρο 29γ

Τύπος επεξεργασίας σύμφωνα με το παράρτημα I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009

Ονομασία του προϊόντος ή της ουσίας

Ειδικοί όροι, περιορισμοί εντός των ορίων και όρων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 606/2009

Σημείο 1: Χρήση για αερισμό ή οξυγόνωση

Αέρας

Αέριο οξυγόνο

 

Σημείο 3: Φυγοκέντρηση και διήθηση

Περλίτης

Κυτταρίνη

Γη διατόμων

Χρησιμοποιείται μόνο ως αδρανές ενισχυτικό διήθησης

Σημείο 4: Χρήση για τη δημιουργία αδρανούς ατμόσφαιρας και για την επεξεργασία του προϊόντος απουσία αέρος

Άζωτο

Διοξείδιο του άνθρακα

Αργό

 

Σημεία 5, 15 και 21: Χρήση

Ζυμομύκητες (1), κυτταρικά τοιχώματα ζυμομυκήτων

 

Σημείο 6: Χρήση

Φωσφορικό διαμμώνιο

Υδροχλωρική θειαμίνη

Προϊόντα αυτόλυσης ζυμομυκήτων

 

Σημείο 7: Χρήση

Διοξείδιο του θείου

Όξινο θειώδες κάλιο ή μεταδιθειώδες κάλιο

α)

Η μέγιστη περιεκτικότητα σε διοξείδιο του θείου δεν υπερβαίνει τα 100 χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο για τους ερυθρούς οίνους όπως αναφέρονται στο σημείο 1 στοιχείο α) του μέρους Α του παραρτήματος I.Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009, με επίπεδο υπολειμματικών σακχάρων μικρότερο των 2 γραμμαρίων ανά λίτρο.

β)

Η μέγιστη περιεκτικότητα σε διοξείδιο του θείου δεν υπερβαίνει τα 150 χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο για τους λευκούς και τους ερυθρωπούς οίνους όπως αναφέρονται στο σημείο 1 στοιχείο β) του μέρους Α του παραρτήματος I.Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009, με επίπεδο υπολειμματικών σακχάρων μικρότερο των 2 γραμμαρίων ανά λίτρο.

γ)

Για όλους τους άλλους οίνους, η μέγιστη περιεκτικότητα σε διοξείδιο του θείου που εφαρμόζεται σύμφωνα με το παράρτημα I.Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009 την 1η Αυγούστου 2010 μειώνεται κατά 30 χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο.

Σημείο 9: Χρήση

Άνθρακας οινολογικής χρήσης

 

Σημείο 10: Διαύγαση

Βρώσιμη ζελατίνη (2)

Πρωτεϊνικές ύλες φυτικής προέλευσης από σιτάρι ή αρακά (2)

Ιχθυόκολλα (2)

Ωοαλβουμίνη (2)

Ταννίνες (2)

Πρωτεΐνες γεωμήλων (2)

Εκχυλίσματα πρωτεϊνών ζυμομυκήτων (2)

Καζεΐνες

Χιτοζάνη που προέρχεται από τον μύκητα Aspergillus niger

Καζεϊνικό κάλιο

Διοξείδιο του πυριτίου

Μπεντονίτης

Πηκτινολυτικά ένζυμα

 

Σημείο 12: Χρήση για αύξηση της οξύτητας

Γαλακτικό οξύ

L(+) τρυγικό οξύ

 

Σημείο 13: Χρήση για μείωση της οξύτητας

L(+) τρυγικό οξύ

Ανθρακικό ασβέστιο

Ουδέτερο τρυγικό κάλιο

Διττανθρακικό κάλιο

 

Σημείο 14: Προσθήκη

Ρητίνη πεύκης της χαλεπίου

 

Σημείο 17: Χρήση

Γαλακτικά βακτήρια

 

Σημείο 19: Προσθήκη

L-ασκορβικό οξύ

 

Σημείο 22: Χρήση για την παραγωγή φυσαλίδων

Άζωτο

 

Σημείο 23: Προσθήκη

Διοξείδιο του άνθρακα

 

Σημείο 24: Προσθήκη για τη σταθεροποίηση του οίνου

Κιτρικό οξύ

 

Σημείο 25: Προσθήκη

Ταννίνες (2)

 

Σημείο 27: Προσθήκη

M-τρυγικό οξύ

 

Σημείο 28: Χρήση

Κόμμι ακακίας (2) (= αραβικό κόμμι)

 

Σημείο 30: Χρήση

Όξινο τρυγικό κάλιο

 

Σημείο 31: Χρήση

Κιτρικός χαλκός

 

Σημείο 35: Χρήση

Μαννοπρωτεΐνες από ζυμομύκητες

 

Σημείο 38: Χρήση

Τεμάχια ξύλου δρυός

 

Σημείο 39: Χρήση

Αλγινικό κάλιο

 

Σημείο 44: Χρήση

Χιτοζάνη που προέρχεται από τον μύκητα Aspergillus niger

 

Σημείο 51: Χρήση

Αδρανοποιημένοι ζυμομύκητες

 

Τύπος επεξεργασίας σύμφωνα με το παράρτημα III σημείο A στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009

Θειικό ασβέστιο

Μόνο για τον «vino generoso» ή τον «vino generoso de licor»

»

(1)  Για τα μεμονωμένα στελέχη ζυμομυκήτων: προέρχονται από βιολογικές πρώτες ύλες, εάν διατίθενται.

(2)  Προέρχονται από βιολογικές πρώτες ύλες, εάν διατίθενται.


18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/81


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2165 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2019

για την έγκριση της τροποποίησης των προδιαγραφών του νέου τροφίμου «σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum» σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα νέα τρόφιμα, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1852/2001 της Επιτροπής (1), και ιδίως το άρθρο 12,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/2283 προβλέπει ότι μόνο τα νέα τρόφιμα που έχουν εγκριθεί και περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο μπορούν να διατίθενται στην αγορά εντός της Ένωσης.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283, εκδόθηκε ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής (2) ο οποίος θεσπίζει ενωσιακό κατάλογο εγκεκριμένων νέων τροφίμων.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283, η Επιτροπή αποφασίζει για την έγκριση και τη διάθεση νέου τροφίμου στην αγορά της Ένωσης και για την επικαιροποίηση του ενωσιακού καταλόγου.

(4)

Με την εκτελεστική απόφαση 2014/155/ΕΕ της Επιτροπής (3), εγκρίθηκε, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), η διάθεση στην αγορά σπορέλαιου κορίανδρου από Coriandrum sativum ως νέου συστατικού τροφίμων που θα χρησιμοποιείται σε συμπληρώματα διατροφής.

(5)

Στις 2 Ιουλίου 2019 η εταιρεία Ovalie Innovation («ο αιτών») υπέβαλε αίτηση στην Επιτροπή για την αλλαγή των προδιαγραφών του σπορέλαιου κορίανδρου από Coriandrum sativum σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283. Ο αιτών ζήτησε να μειωθεί το ελάχιστο επίπεδο ελαϊκού οξέος από 8,0 % που είναι σήμερα σε 7,0 %.

(6)

Ο αιτών δικαιολόγησε το αίτημα αναφέροντας ότι η αλλαγή είναι αναγκαία για να αντικατοπτρίζεται η φυσική διακύμανση των επιπέδων ελαϊκού οξέος που παρατηρείται στο φυτό Coriandrum sativum.

(7)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν είναι απαραίτητη η αξιολόγηση της ασφάλειας της υφιστάμενης αίτησης από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων («η Αρχή») σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283. Το ελαϊκό οξύ είναι το κύριο φυσικό συστατικό του ελαιολάδου. Περιέχεται επίσης φυσικά, σε επίπεδα ίδια με τα προτεινόμενα επίπεδα για το νέο τρόφιμο, σε μια σειρά άλλων βασικών τροφίμων που έχουν μακρά ιστορία ασφαλούς κατανάλωσης,

(8)

Η προτεινόμενη μεταβολή των επιπέδων ελαϊκού οξέος του σπορέλαιου κορίανδρου από Coriandrum sativum δεν μεταβάλλει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης της ασφάλειας που διενήργησε η Αρχή (5) και στην οποία στηρίχθηκε η έγκρισή του με την εκτελεστική απόφαση 2014/155/ΕΕ. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να τροποποιηθούν οι προδιαγραφές του νέου τροφίμου «σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum» στο προτεινόμενο επίπεδο για την τιμή του ελαϊκού οξέος.

(9)

Οι πληροφορίες που περιέχονται στην αίτηση επαρκούν για να διαπιστωθεί ότι οι προτεινόμενες αλλαγές στις προδιαγραφές του νέου τροφίμου «σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum» συμμορφώνονται με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283.

(10)

Συνεπώς, το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο ενωσιακός κατάλογος εγκεκριμένων νέων τροφίμων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283 και περιλαμβάνεται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/2470, σχετικά με το νέο τρόφιμο «σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum», τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 327 της 11.12.2015, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2017, για την κατάρτιση ενωσιακού καταλόγου νέων τροφίμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα νέα τρόφιμα (ΕΕ L 351 της 30.12.2017, σ. 72).

(3)  Εκτελεστική απόφαση 2014/155/ΕΕ της Επιτροπής, της 19ης Μαρτίου 2014, για την έγκριση της διάθεσης στην αγορά σπορέλαιου από κορίανδρο ως νέου συστατικού τροφίμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 85 της 21.3.2014, σ. 13).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1997, σχετικά με τα νέα τρόφιμα και τα νέα συστατικά τροφίμων (ΕΕ L 43 της 14.2.1997, σ. 1).

(5)  EFSA Journal 2013·11(10):3422


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 η εγγραφή για το «σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum» στον πίνακα 2 (Προδιαγραφές) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

‘Εγκεκριμένο νέο τρόφιμο

Προδιαγραφές

«Σπορέλαιο κορίανδρου από Coriandrum sativum

Περιγραφή/Ορισμός:

Το σπορέλαιο κοριάνδρου είναι έλαιο που περιέχει γλυκερίδια λιπαρών οξέων και παράγεται από τους σπόρους του κορίανδρου, Coriandrum sativum L.

Ελαφρά κίτρινο χρώμα, ευχάριστη γεύση

Αριθ. CAS: 8008-52-4

Σύσταση λιπαρών οξέων:

Παλμιτικό οξύ (C16:0): 2-5 %

Στεατικό οξύ (C18:0): < 1,5 %

Πετροσελινικό οξύ (cis-C18: 1 (n-12)): 60-75 %

Ελαϊκό οξύ (cis-C18:1 (n-9)): 7-15 %

Λινελαϊκό οξύ (C18:2): 12-19 %

α-Λινολενικό οξύ (C18:3): < 1,0 %

Trans-λιπαρά οξέα: ≤ 1,0 %

Καθαρότητα:

Δείκτης διάθλασης (20 °C): 1,466-1,474

Βαθμός οξύτητας: ≤ 2,5 mg KOH/g

Αριθμός υπεροξειδίων (PV): ≤ 5,0 meq/kg

Αριθμός ιωδίου: 88-110 μονάδες

Αριθμός σαπωνοποίησης: 179-200 mg KOH/g

Μη σαπωνοποιήσιμες ύλες: ≤ 15 g/kg»’.


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/84


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/2166 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 16ης Δεκεμβρίου 2019

για την τροποποίηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/908/ΕΕ όσον αφορά τη συμπερίληψη της Σερβίας και της Νότιας Κορέας στους καταλόγους τρίτων χωρών και εδαφών των οποίων οι εποπτικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις θεωρούνται ισοδύναμες για τους σκοπούς της αντιμετώπισης ανοιγμάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 107 παράγραφος 4, το άρθρο 114 παράγραφος 7, το άρθρο 115 παράγραφος 4, το άρθρο 116 παράγραφος 5 και το άρθρο 142 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ της Επιτροπής (2) περιλαμβάνει καταλόγους τρίτων χωρών και εδαφών των οποίων οι εποπτικές και κανονιστικές ρυθμίσεις κρίνονται ισοδύναμες με τις αντίστοιχες εποπτικές και κανονιστικές ρυθμίσεις που ισχύουν στην Ένωση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(2)

Η ισοδυναμία προσδιορίστηκε μέσω ανάλυσης βάσει αποτελεσμάτων των κανονιστικών και εποπτικών ρυθμίσεων της τρίτης χώρας, στο πλαίσιο της οποίας εξετάζεται η ικανότητά τους να επιτυγχάνουν τους ίδιους γενικούς στόχους με τις εποπτικές και κανονιστικές ρυθμίσεις της Ένωσης. Οι στόχοι αφορούν, ειδικότερα, τη σταθερότητα και την ακεραιότητα τόσο του εγχώριου όσο και του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος στο σύνολό του· την αποτελεσματική και κατάλληλη προστασία των καταθετών και λοιπών καταναλωτών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών· τη συνεργασία μεταξύ των διαφόρων παραγόντων του χρηματοπιστωτικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών και εποπτικών αρχών· την ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητα της εποπτείας· και την αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή των σχετικών διεθνώς συμφωνημένων προτύπων. Για να επιτυγχάνουν τους ίδιους γενικούς στόχους με εκείνους των ενωσιακών εποπτικών και κανονιστικών ρυθμίσεων, οι εποπτικές και κανονιστικές ρυθμίσεις της τρίτης χώρας θα πρέπει να συμμορφώνονται με ορισμένα επιχειρησιακά, οργανωτικά και εποπτικά πρότυπα που αντικατοπτρίζουν τα ουσιώδη στοιχεία των ενωσιακών εποπτικών και ρυθμιστικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στις σχετικές κατηγορίες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

(3)

Στις αξιολογήσεις της, η Επιτροπή εξέτασε την εξέλιξη των εποπτικών και κανονιστικών ρυθμίσεων της Σερβίας και της Νότιας Κορέας, μετά την έκδοση της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2019/536 της Επιτροπής (3), και έλαβε υπόψη τις διαθέσιμες πηγές πληροφοριών, περιλαμβανομένης της αξιολόγησης που πραγματοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, η οποία συνιστούσε τα εποπτικά και κανονιστικά πλαίσια που ισχύουν για τα πιστωτικά ιδρύματα στις εν λόγω τρίτες χώρες να θεωρηθούν ισοδύναμα με το ενωσιακό νομικό πλαίσιο για τους σκοπούς του άρθρου 107 παράγραφος 3, του άρθρου 114 παράγραφος 7, του άρθρου 115 παράγραφος 4, του άρθρου 116 παράγραφος 5 και του άρθρου 142 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Η Επιτροπή επισημαίνει περαιτέρω ότι η Σερβία έχει βελτιώσει σημαντικά το πλαίσιό της κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και ότι οι σχετικές εργασίες συνεχίζονται.

(4)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Σερβία και η Νότια Κορέα διαθέτουν εποπτικές και κανονιστικές ρυθμίσεις που πληρούν μια σειρά επιχειρησιακών, οργανωτικών και εποπτικών προτύπων τα οποία είναι τουλάχιστον ισοδύναμα με τα ουσιώδη στοιχεία των ενωσιακών εποπτικών και κανονιστικών ρυθμίσεων που εφαρμόζονται σε πιστωτικά ιδρύματα. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεωρούνται οι εποπτικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις που εφαρμόζονται στα πιστωτικά ιδρύματα που βρίσκονται στη Σερβία και στη Νότια Κορέα ως τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που ισχύουν στην Ένωση για τους σκοπούς του άρθρου 107 παράγραφος 3, του άρθρου 114 παράγραφος 7, του άρθρου 115 παράγραφος 4, του άρθρου 116 παράγραφος 5 και του άρθρου 142 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(5)

Επομένως, η εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί, προκειμένου να συμπεριληφθεί η Σερβία και η Νότια Κορέα στους σχετικούς καταλόγους τρίτων χωρών και εδαφών των οποίων οι εποπτικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις θεωρούνται ισοδύναμες με το ενωσιακό καθεστώς, για τους σκοπούς της αντιμετώπισης των ανοιγμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 107, 114, 115, 116 και 142 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(6)

Οι κατάλογοι των τρίτων χωρών και εδαφών που θεωρούνται ισοδύναμες/-α για τους σκοπούς των σχετικών διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν είναι οριστικοί. Η Επιτροπή, επικουρούμενη από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί σε τακτική βάση την εξέλιξη των εποπτικών και κανονιστικών ρυθμίσεων τρίτων χωρών και εδαφών με σκοπό την επικαιροποίηση, ανάλογα με την περίπτωση και τουλάχιστον ανά πέντε έτη, των καταλόγων τρίτων χωρών και εδαφών που παρατίθενται στην εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη, ειδικότερα, τις εξελίξεις των εποπτικών και κανονιστικών ρυθμίσεων, στην Ένωση και σε παγκόσμιο επίπεδο, και υπό το πρίσμα νέων διαθέσιμων πηγών σχετικών πληροφοριών.

(7)

Η τακτική επανεξέταση των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας που εφαρμόζονται στις τρίτες χώρες και τα εδάφη που απαριθμούνται στα παραρτήματα I έως V της εκτελεστικής απόφασης 2014/908/ΕΕ δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση για επιμέρους τρίτες χώρες ή εδάφη, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης, σε περίπτωση που καταστεί αναγκαίο, λόγω των σχετικών εξελίξεων, να επαναξιολογήσει η Επιτροπή την αναγνώριση που χορηγείται με την εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης της ισοδυναμίας.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τραπεζών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

το παράρτημα I αντικαθίσταται από το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα I της παρούσας απόφασης·

2)

το παράρτημα IV αντικαθίσταται από το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα II της παρούσας απόφασης·

3)

το παράρτημα V αντικαθίσταται από το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα III της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 16 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Εκτελεστική απόφαση 2014/908/ΕΕ της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2014, σχετικά με την ισοδυναμία των εποπτικών και ρυθμιστικών απαιτήσεων ορισμένων τρίτων χωρών και εδαφών για τους σκοπούς της αντιμετώπισης ανοιγμάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (ΕΕ L 359 της 16.12.2014, σ. 155).

(3)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/536 της Επιτροπής, της 29ης Μαρτίου 2019, για την τροποποίηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/908/ΕΕ όσον αφορά τους καταλόγους τρίτων χωρών και εδαφών των οποίων οι εποπτικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις θεωρούνται ισοδύναμες για τους σκοπούς της αντιμετώπισης ανοιγμάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 92 της 1.4.2019, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΕΔΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 (ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ)

1.

Αργεντινή

2.

Αυστραλία

3.

Βραζιλία

4.

Καναδάς

5.

Κίνα

6.

Φερόες Νήσοι

7.

Γροιλανδία

8.

Γκέρνζι

9.

Χονγκ Κονγκ

10.

Ινδία

11.

Νήσος του Μαν

12.

Ιαπωνία

13.

Τζέρζι

14.

Μεξικό

15.

Μονακό

16.

Νέα Ζηλανδία

17.

Σαουδική Αραβία

18.

Σερβία

19.

Σινγκαπούρη

20.

Νότια Αφρική

21.

Νότια Κορέα

22.

Ελβετία

23.

Τουρκία

24.

ΗΠΑ

»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΕΔΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 4 (ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ)

1.

Αργεντινή

2.

Αυστραλία

3.

Βραζιλία

4.

Καναδάς

5.

Κίνα

6.

Φερόες Νήσοι

7.

Γροιλανδία

8.

Γκέρνζι

9.

Χονγκ Κονγκ

10.

Ινδία

11.

Νήσος του Μαν

12.

Ιαπωνία

13.

Τζέρζι

14.

Μεξικό

15.

Μονακό

16.

Νέα Ζηλανδία

17.

Σαουδική Αραβία

18.

Σερβία

19.

Σινγκαπούρη

20.

Νότια Αφρική

21.

Νότια Κορέα

22.

Ελβετία

23.

Τουρκία

24.

ΗΠΑ

»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΕΔΑΦΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 (ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ)

Πιστωτικά ιδρύματα:

1.

Αργεντινή

2.

Αυστραλία

3.

Βραζιλία

4.

Καναδάς

5.

Κίνα

6.

Φερόες Νήσοι

7.

Γροιλανδία

8.

Γκέρνζι

9.

Χονγκ Κονγκ

10.

Ινδία

11.

Νήσος του Μαν

12.

Ιαπωνία

13.

Τζέρζι

14.

Μεξικό

15.

Μονακό

16.

Νέα Ζηλανδία

17.

Σαουδική Αραβία

18.

Σερβία

19.

Σινγκαπούρη

20.

Νότια Αφρική

21.

Νότια Κορέα

22.

Ελβετία

23.

Τουρκία

24.

ΗΠΑ

Επιχειρήσεις επενδύσεων:

1.

Αυστραλία

2.

Βραζιλία

3.

Καναδάς

4.

Κίνα

5.

Χονγκ Κονγκ

6.

Ινδονησία

7.

Ιαπωνία (περιορίζεται στους φορείς του τομέα των χρηματοπιστωτικών μέσων τύπου I)

8.

Μεξικό

9.

Νότια Κορέα

10.

Σαουδική Αραβία

11.

Σινγκαπούρη

12.

Νότια Αφρική

13.

ΗΠΑ

»

18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/89


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/2167 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2019

σχετικά με την έγκριση του σχεδίου στρατηγικής δικτύου για τις λειτουργίες του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού για την περίοδο 2020-2029

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για την οργάνωση και τη χρήση του εναέριου χώρου στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για τον εναέριο χώρο») (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής (2) και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/123 της Επιτροπής (3), ο διαχειριστής δικτύου που διορίζεται σύμφωνα με τους εν λόγω κανονισμούς οφείλει να καταρτίζει και να επικαιροποιεί το σχέδιο στρατηγικής δικτύου.

(2)

Βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 677/2011 και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/123, το σχέδιο στρατηγικής δικτύου πρέπει να εγκρίνεται από την Επιτροπή μετά την έγκρισή του από το συμβούλιο διαχείρισης δικτύου.

(3)

Στις 27 Ιουνίου 2019, το συμβούλιο διαχείρισης δικτύου ενέκρινε το σχέδιο στρατηγικής δικτύου για την περίοδο 2020-2029. Η περίοδος αυτή ευθυγραμμίζεται με τις σχετικές περιόδους αναφοράς και καλύπτει την περίοδο διορισμού του διαχειριστή δικτύου.

(4)

Το σχέδιο στρατηγικής δικτύου θα πρέπει να εγκριθεί.

(5)

Η παρούσα απόφαση θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει επειγόντως, πριν από την έναρξη της περιόδου που καλύπτει το σχέδιο στρατηγικής δικτύου.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Ενιαίου Ουρανού που έχει συσταθεί με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται το σχέδιο στρατηγικής δικτύου 2020-2029, όπως εγκρίθηκε από το συμβούλιο διαχείρισης δικτύου κατά την 25η συνεδρίασή του στις 27 Ιουνίου 2019 (5).

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 20.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2011, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εκτέλεσης λειτουργιών δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας (ΔΕΚ) και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010 (ΕΕ L 185 της 15.7.2011, σ. 1).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/123 της Επιτροπής, της 24ης Ιανουαρίου 2019, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων εκτέλεσης των λειτουργιών του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ATM) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής (ΕΕ L 28 της 31.1.2019, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1).

(5)  Σχέδιο στρατηγικής δικτύου για τις λειτουργίες του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού για την περίοδο 2020-2029, το οποίο δημοσιεύθηκε με στοιχεία εγγράφου NMB/19/25/7 στον δικτυακό τόπο του διαχειριστή δικτύου: https://www.eurocontrol.int/network-manager#key-documents


18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/90


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/2168 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2019

σχετικά με τον διορισμό του προέδρου, των μελών και των αναπληρωτών τους στο Συμβούλιο Διαχείρισης Δικτύου και των μελών και των αναπληρωματικών μελών της Ευρωπαϊκής Μονάδας Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων για τις λειτουργίες του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας για την τρίτη περίοδο αναφοράς 2020-2024

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για την οργάνωση και τη χρήση του εναέριου χώρου στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (κανονισμός για τον εναέριο χώρο) (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής (2) και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/123 της Επιτροπής (3) συστήνεται συμβούλιο διαχείρισης δικτύου για την παρακολούθηση και την καθοδήγηση της εκτέλεσης των λειτουργιών του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας. Συστήνεται επίσης Ευρωπαϊκή Μονάδα Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων η οποία επιφορτίζεται με τη διασφάλιση της αποτελεσματικής διαχείρισης κρίσεων σε επίπεδο δικτύου.

(1)

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία τους, ο πρόεδρος, οι αντιπρόεδροι, τα μέλη του Συμβουλίου Διαχείρισης Δικτύου και οι αναπληρωτές τους, καθώς και τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη της Ευρωπαϊκής Μονάδας Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων θα πρέπει να διορίζονται για τουλάχιστον μία περίοδο αναφοράς του μηχανισμού επιδόσεων, δηλαδή από το 2020 έως και το 2024, όπως καθορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/317 της Επιτροπής (4).

(2)

Τον Απρίλιο του 2019, οι οντότητες που πρέπει να εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο Διαχείρισης Δικτύου πρότειναν υποψήφια μέλη με δικαίωμα ψήφου και αναπληρωματικά μέλη στο Συμβούλιο Διαχείρισης Δικτύου. Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/123, ζητήθηκε η γνώμη των κρατών μελών, τα οποία διατύπωσαν τη γνώμη τους σχετικά με τις προτεινόμενες υποψηφιότητες.

(3)

Τον Οκτώβριο του 2019, τα υποψήφια μέλη με δικαίωμα ψήφου πρότειναν τον υποψήφιο πρόεδρο και δύο υποψήφιους αντιπροέδρους για το νέο συμβούλιο.

(4)

Τον Νοέμβριο του 2019, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/123, ο Eurocontrol πρότεινε τα υποψήφια μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου που θα εκπροσωπούν τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας των συνδεδεμένων χωρών στο νέο Συμβούλιο.

(5)

Τον Απρίλιο του 2019, οι οργανισμοί που πρέπει να εκπροσωπούνται στην Ευρωπαϊκή Μονάδα Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων πρότειναν υποψήφιους για την Ευρωπαϊκή Μονάδα Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων.

(6)

Σύμφωνα με τις εν λόγω προτάσεις, θα πρέπει τώρα να διοριστούν ο πρόεδρος, οι αντιπρόεδροι και τα μέλη του Συμβουλίου Διαχείρισης Δικτύου και οι αναπληρωτές τους, καθώς και τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη της Ευρωπαϊκής Μονάδας Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων.

(7)

Η παρούσα απόφαση θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ επειγόντως πριν από την έναρξη της περιόδου που καλύπτεται από τους εν λόγω διορισμούς.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Ενιαίου Ουρανού που συστάθηκε με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα πρόσωπα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι διορίζονται πρόεδρος, αντιπρόεδροι και μέλη του συμβουλίου διαχείρισης δικτύου και αναπληρωτές τους, αντίστοιχα, για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024.

Άρθρο 2

Τα πρόσωπα που απαριθμούνται στο παράρτημα IΙ διορίζονται μέλη και αναπληρωματικά μέλη, αντίστοιχα, της Ευρωπαϊκής Μονάδας Συντονισμού Αεροπορικών Κρίσεων για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 20.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2011, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εκτέλεσης λειτουργιών δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας (ΔΕΚ) και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010 (ΕΕ L 185 της 15.7.2011, σ. 1).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/123 της Επιτροπής, της 24ης Ιανουαρίου 2019, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων εκτέλεσης των λειτουργιών του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ATM) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής (ΕΕ L 28 της 31.1.2019, σ. 1).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/317 της Επιτροπής, της 11ης Φεβρουαρίου 2019, σχετικά με την καθιέρωση μηχανισμού επιδόσεων και συστήματος χρέωσης τελών στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό και με την κατάργηση των εκτελεστικών κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 390/2013 και (ΕΕ) αριθ. 391/2013 (ΕΕ L 56 της 25.2.2019, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΜΕΛΗ ΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΨΗΦΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΗ ΧΩΡΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΨΗΦΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΙΚΤΥΟΥ

Πρόεδρος:

κ. Simon HOCQUARD

Γενικός διευθυντής CANSO (Οργανισμός Υπηρεσιών Πολιτικής Αεροναυτιλίας)

1η Αντιπρόεδρος:

κα Sylviane LUST

Γενική διευθύντρια AIRE (Πρωτοβουλία Ατλαντικής Διαλειτουργικότητας για τη Μείωση των Εκπομπών)

2ος Αντιπρόεδρος:

κ. Luc LAVEYNE

Κύριος σύμβουλος του ACI (Διεθνές Συμβούλιο Αερολιμένων) Ευρώπης


Χρήστες του εναέριου χώρου

 

Μέλη με δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικά μέλη

AIRE/ERA

κα Sylviane LUST

Γενική διευθύντρια

Διεθνής αντιπροσωπεία αεροπορικών εταιρειών στην Ευρώπη (AIRE)

κ. Russell DUDLEY

Προϊστάμενος πολιτικής και τεχνικών ζητημάτων

Ευρωπαϊκή Ένωση Περιφερειακών Αεροπορικών Γραμμών (ERA)

A4E

κ. Francis RICHARDS

Προϊστάμενος ATM

EasyJet Airline Company Limited

κ. Choorah SINGH

Διοικητικός γενικός διευθυντής

Laudamotion

IATA

κ. Giancarlo BUONO

Περιφερειακός διευθυντής αεροπορικής ασφάλειας και πτητικών λειτουργιών

Διεθνής Ένωση Αεροπορικών Μεταφορών (IATA)

κ. Rory SERGISON

Βοηθός διευθυντής, Υποδομές της εναέριας κυκλοφορίας (ΑΤΜ)

Διεθνής Ένωση Αεροπορικών Μεταφορών (IATA)

EBAA (Ευρωπαϊκή Ένωση Ιδιωτικής Αεροπλοΐας)/IAOPA (Διεθνής Ένωση Ιδιοκτητών και Χειριστών Αεροσκαφών)/EAS (Βασικές Αεροπορικές Υπηρεσίες)

κα Vanessa RULLIER-FRANCAUD

Ανώτατο διοικητικό στέλεχος, ATM και ειδικά έργα

Ευρωπαϊκή Ένωση Ιδιωτικής Αεροπλοΐας (EBAA)

Δρ. Michael ERB

Ανώτερος αντιπρόεδρος

Διεθνές Συμβούλιο Ενώσεων Κατόχων και Χειριστών Αεροσκαφών (IAOPA)


Πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας ανά λειτουργικό τμήμα του εναέριου χώρου

 

Μέλη με δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικά μέλη

BALTIC

κ. Janusz JANISZEWSKI

Εκτελών χρέη προέδρου

Polish Air Navigation Services Agency (PANSA)

κ. Nerijus MALECKAS

Διοικητικός γενικός διευθυντής

Lithuanian Air Navigation Services - State Enterprise "Oro Navigacija"

BLUEMED

κα Δέσποινα ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

Επικεφαλής του τμήματος διαχείρισης & ανάπτυξης του φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας/D21

Ελληνικός Φορέας Παροχής Υπηρεσιών Αεροναυτιλίας (ΓΦΠΥΑΝ/ΗΑΝSΡ)

κ. Maurizio PAGGETTI

Διοικητικός γενικός διευθυντής

Ente Nazionale Assistenza al Volo (ENAV)

DANUBE

κ. Georgi PEEV

Γενική διευθύντρια

Bulgarian Air Traffic Services Authority (BULATSA)

κ. Fănică CÂRNU

Αναπληρώτρια γενική διευθύντρια

Romanian Air Traffic Services Administration (ROMATSA)

DK-SE

κα Carin HOLTZRIN KJELLANDER

Διευθύντρια διεθνών υποθέσεων

LFV

κα Lise KRONBORG

Επικεφαλής στρατηγικών προγραμμάτων

Navigation Via Air (NAVIAIR)

FABCE

κ. Kornél SZEPESSY

Γενική διευθύντρια

HUNGAROCONTROL

κα Valerie HACKL

Διευθύνουσα σύμβουλος

AUSTRO CONTROL

FABEC

κ. Robert SCHICKLING

Διοικητικός γενικός διευθυντής

Deutsche Flugsicherung GmbH (DFS)

κ. Maurice GEORGES

Διευθυντής υπηρεσιών αεροναυτιλίας

Direction des Services de la Navigation aérienne (DSNA)

 

 

κ. François-Xavier PRACH

Πρόεδρος

ANSP FABEC Group

NEFAB

κ. Üllar SALUMÄE

Προϊστάμενος τμήματος υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας (ATS)

Estonian Air Navigation Service

κ. Tormod RANGNES

Διευθυντής επιχειρήσεων

AVINOR Air Navigation Service

SOUTH-WEST

κ. Enrique MAURER SOMOLINOS

Διευθυντής Υπηρεσιών αεροναυτιλίας

Spanish Air Navigation (ENAIRE)

κ. Carlos REIS

Διευθυντής επιχειρήσεων

Navegação Aérea de Portugal (NAV Portugal)

ΗΒ-ΙΡΛΑΝΔΙΑ

κ. Billy HAHN

Διευθυντής Επιχειρήσεων και Στρατηγικής ΑΤΜ

Irish Aviation Authority (IAA)

κα Juliet KENNEDY

Διευθυντής επιχειρήσεων

National Air Traffic Services UK (NATS)


Φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων

 

Μέλη με δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικά μέλη

 

κ. Luc LAVEYNE

Κύριος σύμβουλος

Διεθνές Συμβούλιο Αερολιμένων

ACI Ευρώπης

κα Isabelle BAUMELLE

Διοικητική γενική διευθύντρια & Διευθύντρια μάρκετινγκ αερομεταφορέων

Société Aéroports de la Côte d’Azur

 

κ. Giovanni RUSSO

Διοικητικός γενικός διευθυντής

Aéroport International de Genève

κ. Mark C. BURGESS

Προϊστάμενος επιχειρησιακού σχεδιασμού, επιδόσεων & λειτουργιών μετασχηματισμού

Heathrow Airport Limited


Στρατιωτικοί

 

Μέλη με δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικά μέλη

Στρατιωτικοί πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας

Αντισυνταγματάρχης Raymond MARTIN

Προϊστάμενος υπηρεσίας εναέριας κυκλοφορίας

Αρχηγείο ιρλανδικής αεροπορίας

Συνταγματάρχης Bernhard MAYR

Τοπικός διοικητής της γερμανικής αρχής στρατιωτικής αεροπορίας (GE MAA)

Γερμανία

Στρατιωτικοί χρήστες του εναέριου χώρου

Ταξίαρχος Etienne HERFELD

Directeur de la circulation aérienne militaire française (DIRCAM)

Direction de la sécurité aéronautique d’Etat (DSAE)

Συνταγματάρχης Stéphane GOURG

Direction de la circulation aérienne militaire française (DIRCAM)


Πρόεδρος του Συμβουλίου Διαχείρισης Δικτύου

 

Μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Simon HOCQUARD

Γενικός διευθυντής CANSO

κα Sylviane LUST

Γενική διευθύντρια AIRE

 

κ. Luc LAVEYNE

Κύριος σύμβουλος ACI


Ευρωπαϊκή Επιτροπή

 

Μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Filip CORNELIS

Διευθυντής αεροπορίας

ΓΔ MOVE Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κα Christine BERG

Προϊσταμένη διοικητικής μονάδας «Ενιαίος Ευρωπαϊκός Ουρανός»

ΓΔ MOVE της Ευρωπαϊκής Επιτροπής


Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

 

Μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικό μέλος

 

Gunnar Örn Indriðason

Νoμικός σύμβουλoς, επιθεωρητής ασφάλειας

Εποπτεύουσα αρχή της ΕΖΕΣ

Θα οριστεί


Διαχειριστής δικτύου

 

Μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Iacopo PRISSINOTTI

Προϊστάμενος της Διεύθυνσης

διαχείρισης δικτύου του EUROCONTROL

κ. Razvan BUCUROIU

Προϊστάμενος δικτύου και στρατηγικής ανάπτυξης

Διεύθυνση διαχείρισης δικτύου

EUROCONTROL


Πρόεδρος της ομάδας εργασίας για τις επιχειρήσεις (NDOP)

 

Μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Xavier BENAVENT

Διευθυντής επιχειρήσεων

ENAIRE

Θα οριστεί


Εκπρόσωποι των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας συνδεδεμένων χωρών

 

Μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικά μέλη

 

 

 

1η Ιανουαρίου 2020 – 31 Δεκεμβρίου 2020

Εκπρόσωπος του παρόχου υπηρεσιών αεροναυτιλίας της Τουρκίας (DHMI)

Θα οριστεί

 

Εκπρόσωπος του παρόχου υπηρεσιών αεροναυτιλίας της Αλβανίας (ALBCONTROL)

Θα οριστεί

1η Ιανουαρίου 2021 – 31 Δεκεμβρίου 2021

Θα οριστεί

Θα οριστεί

 

Θα οριστεί

Θα οριστεί

1η Ιανουαρίου 2022 – 31 Δεκεμβρίου 2022

Θα οριστεί

Θα οριστεί

 

Θα οριστεί

Θα οριστεί

1η Ιανουαρίου 2023 – 31 Δεκεμβρίου 2023

Θα οριστεί

Θα οριστεί

 

Θα οριστεί

Θα οριστεί

1η Ιανουαρίου 2024 – 31 Δεκεμβρίου 2024

Θα οριστεί

Θα οριστεί

 

Θα οριστεί

Θα οριστεί


Eurocontrol

 

Μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Eamonn BRENNAN

Γενικός διευθύντης

EUROCONTROL

κ. Philippe MERLO

Διευθυντής European Civil-Military Aviation (DECMA)

EUROCONTROL


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΤΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ

Κράτη μέλη

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

Εκπρόσωπος του κράτους μέλους που ασκεί την Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Εκπρόσωπος του κράτους μέλους που ασκεί την επόμενη Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης


Κράτη ΕΖΕΣ

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

Εκπρόσωπος του κράτους μέλους της ΕΖΕΣ που εκτελεί χρέη προέδρου στη Μόνιμη Επιτροπή των χωρών τα κράτη της ΕΖΕΣ

Εκπρόσωπος του κράτους μέλους της ΕΖΕΣ που εκτελεί χρέη προέδρου στην επόμενη Μόνιμη Επιτροπή των χωρών τα κράτη της ΕΖΕΣ


Ευρωπαϊκή Επιτροπή

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Filip CORNELIS

Διευθυντής αεροπορίας

ΓΔ MOVE Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κα Christine BERG

Προϊσταμένη διοικητικής μονάδας «Ενιαίος Ευρωπαϊκός Ουρανός»

ΓΔ MOVE της Ευρωπαϊκής Επιτροπής


Οργανισμός

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Denis KOEHL

Κύριος στρατιωτικός σύμβουλος

EASA

κ. Augustin KLUS

Πρότυπα ATM/ANS, Ανώτερος εμπειρογνώμονας υλοποίησης & εποπτείας

EASA


Eurocontrol

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Donal Handley

Επικεφαλής του γραφείου του γενικού διευθυντή

EUROCONTROL

κ. Philippe Merlo

Διευθυντής DECMA

Directorate European Civil-Military Aviation

EUROCONTROL


Διαχειριστής δικτύου

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Iacopo PRISSINOTTI

Προϊστάμενος της Διεύθυνσης

διαχείρισης δικτύου του

EUROCONTROL

κ. Kenneth Thomas

Διευθυντής δραστηριοτήτων EACCC

Διεύθυνση διαχείρισης δικτύου

EUROCONTROL


Στρατιωτικοί

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

Αντισυνταγματάρχης Hans-Jörg Fietz

Γερμανική αρχή στρατιωτικής αεροπορίας

Αντισυνταγματάρχης Gert Jan van Kralingen

Ολλανδική αρχή στρατιωτικής αεροπορίας


Πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κα Tanja Grobotek

Διευθύντρια ευρωπαϊκών υποθέσεων

CANSO

κ. Flavio Sgrò

ENAV


Φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Guillaume Auquier

Προϊστάμενος τμήματος ρύθμισης, πολιτικής και συμμόρφωσης

Groupe ADP

κ. Olivier Jankovec

Γενική διευθύντρια

ACI Ευρώπης


Χρήστες του εναέριου χώρου

 

Μέλος

Αναπληρωματικό μέλος

 

κ. Carlo Verelst

Προϊστάμενος υποδομών ATM στην Ευρώπη της IATA

κ. Achim Baumann

Διευθυντής πολιτικής

A4E


18.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/97


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2019/2169 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Δεκεμβρίου 2019

για την τροποποίηση του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ σχετικά με τα μέτρα ελέγχου της υγείας των ζώων όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2019) 9369]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοενωσιακό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (2), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου που διέπουν την παραγωγή, μεταποίηση, διανομή και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (3), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) θεσπίζει κανόνες για την πρόληψη και τον έλεγχο των νόσων των ζώων που μεταδίδονται στα ζώα ή στον άνθρωπο, συμπεριλαμβανομένων κανόνων που προβλέπουν τη λήψη έκτακτων μέτρων σε περίπτωση κρουσμάτων ορισμένων καταγεγραμμένων νόσων, συμπεριλαμβανομένης της αφρικανικής πανώλης των χοίρων. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 εφαρμόζεται από τις 21 Απριλίου 2021. Με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) καταργήθηκαν οι οδηγίες 89/662/ΕΟΚ και 90/425/ΕΟΚ με ισχύ από τις 14 Δεκεμβρίου 2019. Ωστόσο, το άρθρο 164 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι το άρθρο 9 της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και το άρθρο 10 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ εξακολουθούν να ισχύουν όσον αφορά τα θέματα που διέπονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429 έως την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

(2)

Η εκτελεστική απόφαση 2014/709/ΕΕ της Επιτροπής (6) θεσπίζει μέτρα ελέγχου της υγείας των ζώων όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη στα οποία έχουν επιβεβαιωθεί κρούσματα της εν λόγω νόσου σε οικόσιτους ή άγριους χοίρους («τα οικεία κράτη μέλη»). Στο παράρτημα της εν λόγω εκτελεστικής απόφασης οριοθετούνται και παρατίθενται, στα μέρη I έως IV, ορισμένες περιοχές των οικείων κρατών μελών, κατανεμημένες ανάλογα με το επίπεδο του κινδύνου με βάση την επιδημιολογική κατάσταση όσον αφορά την εν λόγω νόσο. Το παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ έχει τροποποιηθεί αρκετές φορές προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές της επιδημιολογικής κατάστασης στην Ένωση όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων, οι οποίες πρέπει να αποτυπώνονται στο εν λόγω παράρτημα. Το παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ τροποποιήθηκε τελευταία με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/2114 της Επιτροπής (7), έπειτα από την εκδήλωση κρουσμάτων αφρικανικής πανώλης των χοίρων στη Λιθουανία και την Πολωνία.

(3)

Η οδηγία 2002/60/ΕΚ του Συμβουλίου (8) θεσπίζει τα ελάχιστα μέτρα που πρέπει να λαμβάνει η Ένωση για την καταπολέμηση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων. Ειδικότερα, το άρθρο 9 της οδηγίας 2002/60/ΕΚ προβλέπει την οριοθέτηση ζώνης προστασίας και ζώνης επιτήρησης όταν επιβεβαιωθεί επίσημα η διάγνωση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε εκμετάλλευση, ενώ τα άρθρα 10 και 11 της εν λόγω οδηγίας καθορίζουν τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται στις ζώνες προστασίας και στις ζώνες επιτήρησης προκειμένου να αποτρέπεται η διασπορά της εν λόγω νόσου. Η πρόσφατη πείρα έχει δείξει ότι τα μέτρα που προβλέπονται στην οδηγία 2002/60/ΕΚ, και ιδίως τα μέτρα καθαρισμού και απολύμανσης των εκμεταλλεύσεων που έχουν προσβληθεί και άλλα μέτρα που αφορούν την εκρίζωση της νόσου, είναι αποτελεσματικά για τον έλεγχο της διασποράς της εν λόγω νόσου.

(4)

Από την ημερομηνία έκδοσης της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2019/2114, η επιδημιολογική κατάσταση στην Πολωνία και τη Σλοβακία έχει βελτιωθεί όσον αφορά τους οικόσιτους χοίρους λόγω των μέτρων που εφαρμόζουν τα εν λόγω κράτη μέλη σύμφωνα με την οδηγία 2002/60/ΕΚ. Επιπλέον, υπήρξαν περαιτέρω κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους στην Πολωνία, τη Λιθουανία και την Ουγγαρία.

(5)

Λαμβανομένης υπόψη της αποτελεσματικότητας των μέτρων που εφαρμόζονται στην Πολωνία και τη Σλοβακία σύμφωνα με την οδηγία 2002/60/ΕΚ, και ιδίως εκείνων που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο β) και στο άρθρο 10 παράγραφος 5, καθώς και σύμφωνα με τα μέτρα περιορισμού του κινδύνου όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων τα οποία αναφέρονται στον Κώδικα Υγείας Χερσαίων Ζώων του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων («κώδικας ΟΙΕ»), ορισμένες περιοχές στις περιφέρειες chełmski, parczewski, włodawski και radzyński της Πολωνίας και στην περιφέρεια Trebišov της Σλοβακίας, που επί του παρόντος περιλαμβάνονται στο μέρος III του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ, θα πρέπει πλέον να περιληφθούν στο μέρος ΙΙ του εν λόγω παραρτήματος, ενόψει της λήξης της περιόδου των τριών μηνών από την ημερομηνία του τελικού καθαρισμού και της απολύμανσης των μολυσμένων εγκαταστάσεων και λόγω της απουσίας εστιών αφρικανικής πανώλης των χοίρων στις εν λόγω περιοχές κατά τους τελευταίους τρεις μήνες, σύμφωνα με τον κώδικα ΟΙΕ. Δεδομένου ότι στο μέρος III του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ περιλαμβάνονται οι περιοχές στις οποίες η επιδημιολογική κατάσταση εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη και να είναι πολύ δυναμική, όταν γίνονται οποιεσδήποτε τροποποιήσεις σε περιοχές που περιλαμβάνονται στο εν λόγω μέρος, θα πρέπει να δίνεται πάντοτε ιδιαίτερη προσοχή στις επιπτώσεις στις γύρω περιοχές, όπως έχει γίνει στην προκειμένη περίπτωση. Συνεπώς, το παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(6)

Περαιτέρω, έπειτα από την εκδήλωση των πρόσφατων κρουσμάτων αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους στην Πολωνία, τη Λιθουανία και την Ουγγαρία και λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας επιδημιολογικής κατάστασης στην Ένωση, επανεκτιμήθηκε και επικαιροποιήθηκε η περιφερειοποίηση στα εν λόγω τρία κράτη μέλη. Επιπροσθέτως, επανεκτιμήθηκαν και επικαιροποιήθηκαν και τα εφαρμοζόμενα μέτρα διαχείρισης του κινδύνου. Οι μεταβολές αυτές πρέπει να αποτυπωθούν και στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ.

(7)

Τον Δεκέμβριο του 2019 παρατηρήθηκαν αρκετά κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους στην περιφέρεια białobrzeski της Πολωνίας, σε περιοχές που επί του παρόντος αναφέρονται στο μέρος I του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ. Τα εν λόγω κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους συνιστούν αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω περιοχές της Πολωνίας που έχουν προσβληθεί από την αφρικανική πανώλη των χοίρων θα πρέπει πλέον να περιληφθούν στο μέρος ΙΙ του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ, αντί του μέρους Ι αυτού.

(8)

Επίσης, τον Δεκέμβριο του 2019 παρατηρήθηκαν αρκετά κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους στις περιφέρειες lubelski, niżański και bielski της Πολωνίας, σε περιοχές που επί του παρόντος αναφέρονται στο μέρος II του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ, οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά σε περιοχές που αναφέρονται στο μέρος Ι του εν λόγω παραρτήματος. Τα εν λόγω κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους συνιστούν αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω περιοχές της Πολωνίας που αναφέρονται στο μέρος I του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ και οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά σε περιοχές που αναφέρονται στο μέρος II και έχουν προσβληθεί από τα εν λόγω πρόσφατα κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων θα πρέπει πλέον να περιληφθούν στο μέρος II του εν λόγω παραρτήματος, αντί του μέρους I αυτού.

(9)

Τον Δεκέμβριο του 2019 παρατηρήθηκε ένα κρούσμα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριο χοίρο στην επαρχία Telšiai της Λιθουανίας, σε περιοχή που επί του παρόντος αναφέρεται στο μέρος II του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ, η οποία βρίσκεται πολύ κοντά σε περιοχή που αναφέρεται στο μέρος Ι του εν λόγω παραρτήματος. Το εν λόγω κρούσμα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριο χοίρο συνιστά αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, η εν λόγω περιοχή της Λιθουανίας που αναφέρεται στο μέρος I του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ και η οποία βρίσκεται πολύ κοντά σε περιοχή που αναφέρεται στο μέρος II και έχει προσβληθεί από το εν λόγω πρόσφατο κρούσμα αφρικανικής πανώλης των χοίρων θα πρέπει πλέον να περιληφθεί στο μέρος II του εν λόγω παραρτήματος, αντί του μέρους I αυτού.

(10)

Τον Δεκέμβριο του 2019 παρατηρήθηκε ένα κρούσμα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριο χοίρο στην επαρχία Békés της Ουγγαρίας, σε περιοχή που επί του παρόντος αναφέρεται στο μέρος I του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ. Το εν λόγω κρούσμα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριο χοίρο συνιστά αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, η εν λόγω περιοχή της Ουγγαρίας που έχει προσβληθεί από την αφρικανική πανώλη των χοίρων θα πρέπει πλέον να περιληφθεί στο μέρος ΙΙ του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ, αντί του μέρους I αυτού.

(11)

Επίσης, τον Δεκέμβριο του 2019 παρατηρήθηκαν αρκετά κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους στις επαρχίες Szabolcs-Szatmár-Bereg, Nógrád και Pest της Ουγγαρίας, σε περιοχές που επί του παρόντος αναφέρονται στο μέρος II του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ, οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά σε περιοχές που αναφέρονται στο μέρος Ι του εν λόγω παραρτήματος. Τα εν λόγω κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους συνιστούν αυξημένο επίπεδο κινδύνου, το οποίο θα πρέπει να αποτυπωθεί στο εν λόγω παράρτημα. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω περιοχές της Ουγγαρίας που αναφέρονται στο μέρος I του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ και οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά σε περιοχές που αναφέρονται στο μέρος II και έχουν προσβληθεί από τα εν λόγω πρόσφατα κρούσματα αφρικανικής πανώλης των χοίρων θα πρέπει πλέον να περιληφθούν στο μέρος II του εν λόγω παραρτήματος, αντί του μέρους I αυτού.

(12)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις στην επιδημιολογική κατάσταση ως προς την αφρικανική πανώλη των χοίρων στην Ένωση και να καταπολεμηθούν προδραστικά οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη διασπορά της εν λόγω νόσου, νέες περιοχές υψηλού κινδύνου με επαρκή έκταση θα πρέπει να οριοθετηθούν στην Πολωνία, τη Λιθουανία και την Ουγγαρία και να περιληφθούν δεόντως στα μέρη Ι και ΙΙ του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ. Συνεπώς, το παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(13)

Δεδομένου του επείγοντος χαρακτήρα της επιδημιολογικής κατάστασης στην Ένωση όσον αφορά τη διασπορά της αφρικανικής πανώλης των χοίρων, είναι σημαντικό οι τροποποιήσεις που γίνονται στο παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ με την παρούσα απόφαση να αρχίσουν να παράγουν αποτελέσματα το συντομότερο δυνατόν.

(14)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Στέλλα ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13.

(2)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29.

(3)  ΕΕ L 18 της 23.1.2003, σ. 11.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τις μεταδοτικές νόσους των ζώων και για την τροποποίηση και την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της υγείας των ζώων («νόμος για την υγεία των ζώων») (ΕΕ L 84 της 31.3.2016, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (EE) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1).

(6)  Εκτελεστική απόφαση 2014/709/ΕΕ της Επιτροπής, της 9ης Οκτωβρίου 2014, σχετικά με τα μέτρα ελέγχου της υγείας των ζώων όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη και για την κατάργηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/178/ΕΕ (ΕΕ L 295 της 11.10.2014, σ. 63).

(7)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/2114 της Επιτροπής, της 6ης Δεκεμβρίου 2019, για την τροποποίηση του παραρτήματος της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ σχετικά με τα μέτρα ελέγχου της υγείας των ζώων όσον αφορά την αφρικανική πανώλη των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη (ΕΕ L 318 της 10.12.2019, σ. 163).

(8)  Οδηγία 2002/60/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων για την καταπολέμηση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων και την τροποποίηση της οδηγίας 92/119/ΕΟΚ όσον αφορά την πολιοεγκεφαλίτιδα του χοίρου και την αφρικανική πανώλη των χοίρων (ΕΕ L 192 της 20.7.2002, σ. 27).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα της εκτελεστικής απόφασης 2014/709/ΕΕ αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

‘ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΜΕΡΟΣ I

1.   Βέλγιο

Οι ακόλουθες περιοχές του Βελγίου:

in Luxembourg province:

the area is delimited clockwise by:

Frontière avec la France,

Rue Mersinhat,

La N818jusque son intersection avec la N83,

La N83 jusque son intersection avec la N884,

La N884 jusque son intersection avec la N824,

La N824 jusque son intersection avec Le Routeux,

Le Routeux,

Rue d’Orgéo,

Rue de la Vierre,

Rue du Bout-d’en-Bas,

Rue Sous l’Eglise,

Rue Notre-Dame,

Rue du Centre,

La N845 jusque son intersection avec la N85,

La N85 jusque son intersection avec la N40,

La N40 jusque son intersection avec la N802,

La N802 jusque son intersection avec la N825,

La N825 jusque son intersection avec la E25-E411,

La E25-E411jusque son intersection avec la N40,

N40: Burnaimont, Rue de Luxembourg, Rue Ranci, Rue de la Chapelle,

Rue du Tombois,

Rue Du Pierroy,

Rue Saint-Orban,

Rue Saint-Aubain,

Rue des Cottages,

Rue de Relune,

Rue de Rulune,

Route de l’Ermitage,

N87: Route de Habay,

Chemin des Ecoliers,

Le Routy,

Rue Burgknapp,

Rue de la Halte,

Rue du Centre,

Rue de l’Eglise,

Rue du Marquisat,

Rue de la Carrière,

Rue de la Lorraine,

Rue du Beynert,

Millewée,

Rue du Tram,

Millewée,

N4: Route de Bastogne, Avenue de Longwy, Route de Luxembourg,

Frontière avec le Grand-Duché de Luxembourg,

Frontière avec la France,

La N87 jusque son intersection avec la N871 au niveau de Rouvroy,

La N871 jusque son intersection avec la N88,

La N88 jusque son intersection avec la rue Baillet Latour,

La rue Baillet Latour jusque son intersection avec la N811,

La N811 jusque son intersection avec la N88,

La N88 jusque son intersection avecla N883 au niveau d’Aubange,

La N883 jusque son intersection avec la N81 au niveau d’Aubange,

La N81 jusque son intersection avec la E25-E411,

La E25-E411 jusque son intersection avec la N40,

La N40 jusque son intersection avec la rue du Fet,

Rue du Fet,

Rue de l’Accord jusque son intersection avec la rue de la Gaume,

Rue de la Gaume jusque son intersection avec la rue des Bruyères,

Rue des Bruyères,

Rue de Neufchâteau,

Rue de la Motte,

La N894 jusque son intersection avec laN85,

La N85 jusque son intersection avec la frontière avec la France.

2.   Εσθονία

Οι ακόλουθες περιοχές της Εσθονίας:

Hiiu maakond.

3.   Ουγγαρία

Οι ακόλουθες περιοχές της Ουγγαρίας:

Békés megye 950150, 950250, 950350, 950450, 950550, 950650, 950660, 950750, 950950, 950960, 950970, 951050, 951150, 951250, 951950, 952050, 952150, 952550, 952750, 952850, 952950, 953050, 953150, 953250, 953260, 953270, 953350, 953650, 953660, 953750, 953850, 953950, 953960, 954050, 954060, 954150, 954350, 954450, 954550, 954650, 954750, 954850, 954860, 954950, 955050, 955270, 955350, 955450, 955650, 955750, 955760, 955950, 956150, 956160 és és956450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Bács-Kiskun megye 600150, 600850, 601550, 601650, 601660, 601750, 601850, 601950, 602050, 603250, 603750 és 603850 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Budapest 1 kódszámú, vadgazdálkodási tevékenységre nem alkalmas területe,

Csongrád megye 800150, 800160, 800250, 802220, 802260, 802310 és 802450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Fejér megye 400150, 400250, 400351, 400352, 400450, 400550, 401150, 401250, 401350, 402050, 402350, 402360, 402850, 402950, 403050, 403250, 403350, 403450, 403550, 403650, 403750, 403950, 403960, 403970, 404570, 404650, 404750, 404850, 404950, 404960, 405050, 405750, 405850, 405950, 406050, 406150, 406550, 406650 és 406750 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Hajdú-Bihar megye 900750, 901250, 901260, 901270, 901350, 901551, 901560, 901570, 901580, 901590, 901650, 901660, 902450, 902550, 902650, 902660, 902670, 902750, 903650, 903750, 903850, 903950, 903960, 904050, 904060, 904150, 904250, 904350, 904950, 904960, 905050, 905060, 905070, 905080, 905150, 905250 és 905260 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Jász-Nagykun-Szolnok megye 750150, 750160, 750250, 750260, 750350, 750450, 750460, 751250, 751260, 754450, 754550, 754560, 754570, 754650, 754750, 754950, 755050, 755150, 755250, 755350 és 755450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Komárom-Esztergom megye 251360, 251550, 251850, 251950, 252050, 252150, 252250, 252350, 252450, 252550, 252650, 252750, és 253550 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Nógrád megye 552010, 552150, 552250, 552350, 552450, 552460, 552520, 552550, 552610, 552620, 552710, 552850, 552860, 552950, 552970, 553050, 553110, 553250, 553260, 553350, 553650, 553750, 553850, 553910és 554050 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Pest megye 570150, 570250, 570350, 570450, 570550, 570650, 570750, 570850, 571050, 571150, 571250, 571350, 571550, 571610, 571750, 571760, 572150, 572250, 572350, 572550, 572650, 572750, 572850, 572950, 573150, 573250, 573260, 573350, 573360, 573450, 573850, 573950, 573960, 574050, 574150, 574350, 574360, 574550, 574650, 574750, 574850, 574860, 574950, 575050,575150, 575250, 575350, 575550, 575650, 575750, 575850, 575950, 576050, 576150, 576250, 576350, 576450, 576650, 576750, 576850, 576950, 577050, 577150, 577250, 577350, 577450, 577650, 577850, 577950, 578050, 578150, 578250, 578350, 578360, 578450, 578550, 578560, 578650, 578850, 578950, 579050, 579150, 579250, 579350, 579450, 579460, 579550, 579650, 579750, 580050, 580250 és 580450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Szabolcs-Szatmár-Bereg megye 851950, 852350, 852450, 852550, 852750, 853751, 853850, 853950, 853960, 854050, 855650 és 855660 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe.

4.   Λετονία

Οι ακόλουθες περιοχές της Λετονίας:

Alsungas novads,

Kuldīgas novada Gudenieku pagasts,

Pāvilostas novads,

Stopiņu novada daļa, kas atrodas uz rietumiem no autoceļa V36, P4 un P5, Acones ielas, Dauguļupes ielas un Dauguļupītes,

Ventspils novada Jūrkalnes pagasts,

Grobiņas novads,

Rucavas novada Dunikas pagasts.

5.   Λιθουανία

Οι ακόλουθες περιοχές της Λιθουανίας:

Klaipėdos rajono savivaldybės: Agluonėnų, Priekulės, Veiviržėnų, Judrėnų, Endriejavo ir Vėžaičių seniūnijos,

Plungės rajono savivaldybės: Babrungo, Kulių, Nausodžio, Paukštakių, Platelių, Plungės miesto, Šateikių ir Žemaičių Kalvarijos seniūnijos,

Skuodo rajono savivaldybės: Aleksandrijos, Lenkimų, Mosėdžio, Notėnų, Skuodo, Skuodo miesto, Šačių seniūnijos.

6.   Πολωνία

Οι ακόλουθες περιοχές της Πολωνίας:

w województwie warmińsko-mazurskim:

gminy Wielbark i Rozogi w powiecie szczycieńskim,

gminy Janowiec Kościelny, Janowo i Kozłowo w powiecie nidzickim,

powiat działdowski,

gminy Łukta, Miłomłyn, Dąbrówno, Grunwald i Ostróda z miastem Ostróda w powiecie ostródzkim,

gminy Kisielice, Susz, Iława z miastem Iława, Lubawa z miastem Lubawa, w powiecie iławskim,

w województwie podlaskim:

gminy Kulesze Kościelne, Wysokie Mazowieckie z miastem Wysokie Mazowieckie, Czyżew w powiecie wysokomazowieckim,

gminy Miastkowo, Nowogród, Śniadowo i Zbójna w powiecie łomżyńskim,

powiat zambrowski,

w województwie mazowieckim:

powiat ostrołęcki,

powiat miejski Ostrołęka,

gminy Bielsk, Brudzeń Duży, Drobin, Gąbin, Łąck, Nowy Duninów, Radzanowo, Słupno i Stara Biała w powiecie płockim,

powiat miejski Płock,

powiat sierpecki,

powiat żuromiński,

gminy Andrzejewo, Brok, Małkinia Górna, Stary Lubotyń, Szulborze Wielkie, Wąsewo, Zaręby Kościelne i Ostrów Mazowiecka z miastem Ostrów Mazowiecka w powiecie ostrowskim,

gminy Dzierzgowo, Lipowiec Kościelny, miasto Mława, Radzanów, Szreńsk, Szydłowo i Wieczfnia Kościelna, w powiecie mławskim,

powiat przasnyski,

powiat makowski,

gminy Gzy, Obryte, Zatory, Pułtusk i część gminy Winnica położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Bielany, Winnica i Pokrzywnica w powiecie pułtuskim,

gminy Brańszczyk, Długosiodło, Rząśnik, Wyszków, Zabrodzie i część gminy Somianka położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 62 w powiecie wyszkowskim,

gmina Błędów w powiecie grójeckim,

gminy Iłża, Kowala, Przytyk, Skaryszew, Wierzbica, Wolanów, Zakrzew i część gminy Jedlińsk położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr S7 w powiecie radomskim,

powiat miejski Radom,

powiat szydłowiecki,

gminy Borkowice, Gielniów, Odrzywół, Przysucha, Rusinów, Wieniawa w powiecie przysuskim,

gmina Kazanów w powiecie zwoleńskim,

gminy Ciepielów, Chotcza, Lipsko, Rzeczniów i Sienno w powiecie lipskim,

powiat gostyniński,

w województwie podkarpackim:

gmina Wielkie Oczy w powiecie lubaczowskim,

gminy Laszki, Radymno z miastem Radymno, część gminy Wiązownica położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 867 i gmina wiejska Jarosław w powiecie jarosławskim,

gminy Bojanów, Pysznica, Zaleszany i miasto Stalowa Wola w powiecie stalowowolskim,

powiat tarnobrzeski,

gminy Przeworsk z miastem Przeworsk, Gać Jawornik Polski, Kańczuga, Tryńcza i Zarzecze w powiecie przeworskim,

powiat łańcucki,

gminy Trzebownisko, Głogów Małopolski i część gminy Sokołów Małopolski położona na południe od linii wyznaczonej przez droge nr 875 w powiecie rzeszowskim,

powiat kolbuszowski,

w województwie świętokrzyskim:

gminy Lipnik, Opatów, Wojciechowice, Sadowie i część gminy Ożarów położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 74 w powiecie opatowskim,

powiat sandomierski,

gmina Brody w powiecie starachowickim,

powiat ostrowiecki,

w województwie łódzkim:

gminy Łyszkowice, Kocierzew Południowy, Kiernozia, Chąśno, część gminy wiejskiej Łowicz położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 92 i Nieborów w powiecie łowickim,

gminy Biała Rawska, Cielądz, Rawa Mazowiecka z miastem Rawa Mazowiecka, Regnów i Sadkowice w powiecie rawskim,

gminy Bolimów, Godzianów, Kowiesy, Maków, Nowy Kawęczyn i Skierniewice w powiecie skierniewickim,

powiat miejski Skierniewice,

gminy Drzewica i Poświętne w powiecie opoczyńskim,

gminy Czerniewice, Inowłódz i Rzeczyca w powiecie tomaszowskim,

w województwie pomorskim:

powiat nowodworski,

gminy Lichnowy, Miłoradz, Nowy Staw, Malbork z miastem Malbork w powiecie malborskim,

gminy Mikołajki Pomorskie, Stary Targ i Sztum w powiecie sztumskim,

powiat gdański,

Miasto Gdańsk,

powiat tczewski,

powiat kwidzyński,

w województwie lubuskim:

gminy Szlichtyngowa i Wschowa w powiecie wschowskim,

gminy Iłowa, Wymiarki, miasto Gozdnica, w powiecie żagańskim,

gminy Brody, Lipinki Łużyckie, Przewóz, Trzebiel, Tuplice, część gminy Lubsko połozona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 287, część gminy Żary położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 12, miasto Łęknica i miasto Żary w powiecie żarskim;

gminy Bytnica, Krosno Odrzańskie, Maszewo i Gubin z miastem Gubin w powiecie krośnieńskim,

gminy Międzyrzecz, Pszczew, Trzciel w powiecie międzyrzeckim,

gmina Lubrza, Łagów, Skąpe, część gminy Zbąszynek położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową, część gminy Szczaniec położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową, część gminy Świebodzin położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie świebodzińskim,

w województwie dolnośląskim:

gminy Bolesławiec z miastem Bolesławiec, Gromadka i Osiecznica w powiecie bolesławieckim,

gmina Węgliniec w powiecie zgorzeleckim,

gminy Pęcław, Jerzmanowa, część gminy wiejskiej Głogów położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 12 i miasta Głogów położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 12 w powiecie głogowskim,

gminy Chocianów, Grębocice, Radwanice, Przemków i część gminy Polkowice położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 331 w powiecie polkowickim,

gmina Niechlów w powiecie górowskim.

w województwie wielkopolskim:

powiat leszczyński,

powiat miejski Leszno,

powiat nowotomyski,

gminy Granowo, Grodzisk Wielkopolski i Kamieniec w powiecie grodziskim,

gminy Stęszew i Buk w powiecie poznańskim,

powiat kościański.

7.   Ρουμανία

Οι ακόλουθες περιοχές της Ρουμανίας:

Județul Suceava.

8.   Σλοβακία

Οι ακόλουθες περιοχές της Σλοβακίας:

the whole district of Vranov nad Topľou,

the whole district of Humenné,

the whole district of Snina,

the whole district of Sobrance,

the whole district of Košice-mesto,

in the district of Michalovce, the whole municipalities of Tušice, Moravany, Pozdišovce, Michalovce, Zalužice, Lúčky, Závadka, Hnojné, Poruba pod Vihorlatom, Jovsa, Kusín, Klokočov, Kaluža, Vinné, Trnava pri Laborci, Oreské, Staré, Zbudza, Petrovce nad Laborcom, Lesné, Suché, Rakovec nad Ondavou, Nacina Ves, Voľa, Pusté Čemerné and Strážske,

in the district of Košice - okolie, the whole municipalities not included in Part II.

9.   Ελλάδα

Οι ακόλουθες περιοχές της Ελλάδας:

Στην Περιφερειακή Ενότητα Δράμας:

οι τοπικές ή δημοτικές κοινότητες Σιδηρονέρου και Σκαλωτής, Λιβαδερού και Ξηροποτάμου (στον Δήμο Δράμας),

η τοπική κοινότητα Παρανεστίου (στον Δήμο Παρανεστίου),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κοκκινογείων, Μικροπόλεως, Πανοράματος, Πύργων (στον Δήμο Προσοτσάνης),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κάτω Νευροκοπίου, Χρυσοκεφάλου, Αχλαδέας, Βαθυτόπου, Βώλακος, Γρανίτου, Δασωτού, Εξοχής, Καταφύτου, Λευκογείων, Μικροκλεισούρας, Μικρομηλέας, Οχυρού, Παγονερίου, Περιθωρίου, Κάτω Βροντούς και Ποταμών (στον Δήμο Κάτω Νευροκοπίου),

Στην Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κιμμερίων, Σταυρουπόλεως, Γέρακα, Δαφνώνος, Κομνηνών, Καρυοφύτου και Νεοχωρίου (στον Δήμο Ξάνθης),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Σατρών, Θερμών, Κοτύλης, Μύκης, Εχίνου και Ωραίου (στον Δήμο Μύκης),

η δημοτική κοινότητα Σελέρου και η τοπική κοινότητα Σουνίου (στον Δήμο Αβδήρων),

Στην Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κομοτηνής, Ανθοχωρίου, Γρατίνης, Θρυλορίου, Κάλχαντος, Καρυδιάς, Κηκιδίου, Κοσμίου, Πανδρόσου, Αιγείρου, Καλλίστης, Μελέτης, Νέου Σιδηροχωρίου και Μεγάλου Δουκάτου (στον Δήμο Κομοτηνής),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες κοινότητες Ηπίου, Αρριανών, Δαρμένης, Αρχοντικών, Φιλλύρας, Άνω Δροσίνης, Αράτου, Κέχρου και Οργάνης (στον Δήμο Αρριανών),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Ιάσμου, Σώστου, Ασωμάτων, Πολυάνθου, Αμβροσίας και Αμαξάδων (στον Δήμο Ιάσμου),

η δημοτική κοινότητα Αμαράντων (στον Δήμο Μαρωνείας – Σαπών),

Στην Περιφερειακή Ενότητα Έβρου:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κυριακής, Μάνδρας, Μαυροκκλησίου, Μικρού Δερείου, Πρωτοκκλησίου, Ρούσσας, Γονικού, Γέρικου, Σιδηροχωρίου, Μεγάλου Δερείου, Σιδηρώς, Γιαννούλης, Αγριάνης και Πετρολόφου (στον Δήμο Σουφλίου),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Δικαίων, Άρζου, Ελαίας, Θεραπειού, Κομάρων, Μαρασίων, Ορμενίου, Πενταλόφου, Πετρωτών, Πλάτης, Πτελέας, Κυπρίνου, Ζώνης, Φυλακίου, Σπηλαίου, Νέας Βύσσης, Καβύλης, Καστανεών, Ριζίων, Στέρνας, Αμπελακίων, Βάλτου, Μεγάλης Δοξιπάρας, Νεοχωρίου και Χανδρά (στον Δήμο Ορεστιάδας),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Ασβεστάδων, Ελληνοχωρίου, Καρωτής, Κουφοβούνου, Κυανής, Μάνης, Σιτοχωρίου, Αλεποχωρίου, Ασπρονερίου, Μεταξάδων, Βρυσικών, Δόξης, Ελαφοχωρίου, Λάδης, Παλιουρίου και Ποιμενικού (στον Δήμο Διδυμοτείχου),

Στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών:

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Κερκίνης, Λιβαδιάς, Μακρινίτσης, Νεοχωρίου, Πλατανακίων, Πετριτσίου, Ακριτοχωρίου, Βυρωνείας, Γονίμου, Μανδρακίου, Μεγαλοχωρίου, Ροδοπόλεως, Άνω Ποροΐων, Κάτω Ποροΐων, Σιδηροκάστρου, Βαμβακοφύτου, Προμαχώνος, Καμαρωτού, Στρυμονοχωρίου, Χαροπού, Καστανούσσης και Χορτερού, Αχλαδοχωρίου, Αγκίστρου και Καπνοφύτου (στον Δήμο Σιντικής),

οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Σερρών, Ελαιώνος και Οινούσσας και Ορεινής και Άνω Βροντούς (στον Δήμο Σερρών),

Οι δημοτικές ή τοπικές κοινότητες Δασοχωρίου, Ηρακλείας, Βαλτερού, Καρπερής, Κοιμήσεως, Λιθοτόπου, Λιμνοχωρίου, Ποντισμένου και Χρυσοχωράφων (στον Δήμο Ηρακλείας).

ΜΕΡΟΣ II

1.   Βέλγιο

Οι ακόλουθες περιοχές του Βελγίου:

in Luxembourg province:

the area is delimited clockwise by:

La frontière avec la France au niveau de Florenville,

La N85 jusque son intersection avec la N894au niveau de Florenville,

La N894 jusque son intersection avec larue de la Motte,

La rue de la Motte jusque son intersection avec la rue de Neufchâteau,

La rue de Neufchâteau,

La rue des Bruyères jusque son intersection avec la rue de la Gaume,

La rue de la Gaume jusque son intersection avec la rue de l’Accord,

La rue de l’Accord,

La rue du Fet,

La N40 jusque son intersection avec la E25-E411,

La E25-E411 jusque son intersection avec la N81 au niveau de Weyler,

La N81 jusque son intersection avec la N883 au niveau d’Aubange,

La N883 jusque son intersection avec la N88 au niveau d’Aubange,

La N88 jusque son intersection avec la N811,

La N811 jusque son intersection avec la rue Baillet Latour,

La rue Baillet Latour jusque son intersection avec la N88,

La N88 jusque son intersection avec la N871,

La N871 jusque son intersection avec la N87 au niveau de Rouvroy,

La N87 jusque son intersection avec la frontière avec la France.

2.   Βουλγαρία

Οι ακόλουθες περιοχές της Βουλγαρίας:

the whole region of Haskovo,

the whole region of Yambol,

the whole region of Sliven,

the whole region of Stara Zagora,

the whole region of Gabrovo,

the whole region of Pernik,

the whole region of Kyustendil,

the whole region of Dobrich,

the whole region of Plovdiv,

the whole region of Pazardzhik,

the whole region of Smolyan,

the whole region of Burgas excluding the areas in Part III,

the whole region of Veliko Tarnovo excluding the areas in Part III,

the whole region of Shumen excluding the areas in Part III,

the whole region of Varna excluding the areas in Part III.

3.   Εσθονία

Οι ακόλουθες περιοχές της Εσθονίας:

Eesti Vabariik (välja arvatud Hiiu maakond).

4.   Ουγγαρία

Οι ακόλουθες περιοχές της Ουγγαρίας:

Békés megye 950850, 950860, 951260, 951350, 951450, 951460, 951550, 951650, 951750, 952250, 952350, 952450, 952650, 953450, 953510, 956250, 956350, 956550, 956650 és 956750 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Borsod-Abaúj-Zemplén megye 650100, 650200, 650300, 650400, 650500, 650600, 650700, 650800, 650900, 651000, 651100, 651200, 651300, 651400, 651500, 651610, 651700, 651801, 651802, 651803, 651900, 652000, 652100, 652200, 652300, 652601, 652602, 652603, 652700, 652900, 653000, 653100,653200, 653300, 653401, 653403, 653500, 653600, 653700, 653800, 653900, 654000, 654201, 654202, 654301, 654302, 654400, 654501, 654502, 654600, 654700, 654800, 654900, 655000, 655100, 655200, 655300, 655400, 655500, 655600, 655700, 655800, 655901, 655902, 656000, 656100, 656200, 656300, 656400, 656600, 656701, 656702, 656800, 656900, 657010, 657100, 657300, 657400, 657500, 657600, 657700, 657800, 657900, 658000, 658100, 658201, 658202, 658310, 658401, 658402, 658403, 658404, 658500, 658600, 658700, 658801, 658802, 658901, 658902, 659000, 659100, 659210, 659220, 659300, 659400, 659500, 659601, 659602, 659701, 659800, 659901, 660000, 660100, 660200, 660400, 660501, 660502, 660600 és 660800, valamint 652400, 652500 és 652800 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Fejér megye 403150, 403160, 403260, 404250, 404550, 404560, 405450, 405550, 405650, 406450 és 407050 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Hajdú-Bihar megye 900150, 900250, 900350, 900450, 900550, 900650, 900660, 900670, 901850, 900850, 900860, 900930, 900950, 901050, 901150, 901450, 901750, 901950, 902050, 902150, 902250, 902350, 902850, 902860, 902950, 902960, 903050, 903150, 903250, 903350, 903360, 903370, 903450, 903550, 904450, 904460, 904550, 904650, 904750, 904760, 904850, 904860, 905350, 905360, 905450 és 905550 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Heves megye 700150, 700250, 700260, 700350, 700450, 700460, 700550, 700650, 700750, 700850, 700860, 700950, 701050, 701111, 701150, 701250, 701350, 701550, 701560, 701650, 701750, 701850, 701950, 702050, 702150, 702250, 702260, 702350, 702450, 702550, 702750, 702850, 702950, 703050, 703150, 703250, 703350, 703360, 703370, 703450, 703550, 703610, 703750, 703850, 703950, 704050, 704150, 704250, 704350, 704450, 704550, 704650, 704750, 704850, 704950, 705050, 705150,705250, 705350, 705450,705510 és 705610 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Jász-Nagykun-Szolnok megye 750550, 750650, 750750, 750850, 750970, 750980, 751050, 751150, 751160, 751350, 751360, 751450, 751460, 751470, 751550, 751650, 751750, 7151850, 751950, 752150, 752250, 752350, 752450, 752460, 752550, 752560, 752650, 752750, 752850, 752950, 753060, 753070, 753150, 753250, 753310, 753450, 753550, 753650, 753660, 753750, 753850, 753950, 753960, 754050, 754150, 754250, 754360, 754370, 754850, 755550, 755650 és 755750 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Komárom-Esztergom megye: 252460, 252850, 252860, 252950, 252960, 253050, 253150, 253250, 253350 és 253450 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Nógrád megye 550110, 550120, 550130, 550210, 550310, 550320, 550450, 550460, 550510, 550610, 550710, 550810, 550950, 551010, 551150, 551160, 551250, 551350, 551360, 551450, 551460, 551550, 551650, 551710, 551810, 551821,552360 és 552960 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Pest megye 570950, 571850, 571950, 572050, 573550, 573650, 574250 és 580150 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe,

Szabolcs-Szatmár-Bereg megye 850950, 851050, 851150, 851250, 851350, 851450, 851550, 851560, 851650, 851660, 851751, 851752, 852850, 852860, 852950, 852960, 853050, 853150, 853160, 853250, 853260, 853350, 853360, 853450, 853550, 853560, 853650, 854150, 854250, 854350, 854450, 854550, 854560, 854650, 854660, 854750, 854850, 854860, 854870, 854950, 855050, 855150, 855250, 855350, 855450, 855460, 855550, 855750, 855850, 855950, 855960, 856051, 856150, 856250, 856260, 856350, 856360, 856450, 856550, 856650, 856750, 856760, 856850, 856950, 857050, 857150, 857350, 857450, 857650, valamint 850150, 850250, 850260, 850350, 850450, 850550, 852050, 852150, 852250, 857550, 850650, 850850, 851851 és 851852 kódszámú vadgazdálkodási egységeinek teljes területe.

5.   Λετονία

Οι ακόλουθες περιοχές της Λετονίας:

Ādažu novads,

Aizputes novads,

Aglonas novads,

Aizkraukles novads,

Aknīstes novads,

Alojas novads,

Alūksnes novads,

Amatas novads,

Apes novads,

Auces novads,

Babītes novads,

Baldones novads,

Baltinavas novads,

Balvu novads,

Bauskas novads,

Beverīnas novads,

Brocēnu novads,

Burtnieku novads,

Carnikavas novads,

Cēsu novads,

Cesvaines novads,

Ciblas novads,

Dagdas novads,

Daugavpils novads,

Dobeles novads,

Dundagas novads,

Durbes novads,

Engures novads,

Ērgļu novads,

Garkalnes novads,

Gulbenes novads,

Iecavas novads,

Ikšķiles novads,

Ilūkstes novads,

Inčukalna novads,

Jaunjelgavas novads,

Jaunpiebalgas novads,

Jaunpils novads,

Jēkabpils novads,

Jelgavas novads,

Kandavas novads,

Kārsavas novads,

Ķeguma novads,

Ķekavas novads,

Kocēnu novads,

Kokneses novads,

Krāslavas novads,

Krimuldas novads,

Krustpils novads,

Kuldīgas novada Ēdoles, Īvandes, Padures, Rendas, Kabiles, Rumbas, Kurmāles, Pelču, Snēpeles, Turlavas, Laidu un Vārmes pagasts, Kuldīgas pilsēta,

Lielvārdes novads,

Līgatnes novads,

Limbažu novads,

Līvānu novads,

Lubānas novads,

Ludzas novads,

Madonas novads,

Mālpils novads,

Mārupes novads,

Mazsalacas novads,

Mērsraga novads,

Naukšēnu novads,

Neretas novads,

Ogres novads,

Olaines novads,

Ozolnieku novads,

Pārgaujas novads,

Pļaviņu novads,

Preiļu novads,

Priekules novads,

Priekuļu novads,

Raunas novads,

republikas pilsēta Daugavpils,

republikas pilsēta Jelgava,

republikas pilsēta Jēkabpils,

republikas pilsēta Jūrmala,

republikas pilsēta Rēzekne,

republikas pilsēta Valmiera,

Rēzeknes novads,

Riebiņu novads,

Rojas novads,

Ropažu novads,

Rugāju novads,

Rundāles novads,

Rūjienas novads,

Salacgrīvas novads,

Salas novads,

Salaspils novads,

Saldus novads,

Saulkrastu novads,

Sējas novads,

Siguldas novads,

Skrīveru novads,

Skrundas novads,

Smiltenes novads,

Stopiņu novada daļa, kas atrodas uz austrumiem no autoceļa V36, P4 un P5, Acones ielas, Dauguļupes ielas un Dauguļupītes,

Strenču novads,

Talsu novads,

Tērvetes novads,

Tukuma novads,

Vaiņodes novads,

Valkas novads,

Varakļānu novads,

Vārkavas novads,

Vecpiebalgas novads,

Vecumnieku novads,

Ventspils novada Ances, Tārgales, Popes, Vārves, Užavas, Piltenes, Puzes, Ziru, Ugāles, Usmas un Zlēku pagasts, Piltenes pilsēta,

Viesītes novads,

Viļakas novads,

Viļānu novads,

Zilupes novads.

6.   Λιθουανία

Οι ακόλουθες περιοχές της Λιθουανίας:

Alytaus miesto savivaldybė,

Alytaus rajono savivaldybė: Alytaus, Alovės, Butrimonių, Daugų, Nemunaičio, Pivašiūnų, Punios, Raitininkų seniūnijos,

Anykščių rajono savivaldybė,

Akmenės rajono savivaldybė,

Biržų miesto savivaldybė,

Biržų rajono savivaldybė,

Druskininkų savivaldybė,

Elektrėnų savivaldybė,

Ignalinos rajono savivaldybė,

Jonavos rajono savivaldybė,

Joniškio rajono savivaldybė,

Jurbarko rajono savivaldybė,

Kaišiadorių rajono savivaldybė,

Kalvarijos savivaldybė,

Kauno miesto savivaldybė,

Kauno rajono savivaldybė: Domeikavos, Garliavos, Garliavos apylinkių, Karmėlavos, Lapių, Linksmakalnio, Neveronių, Rokų, Samylų, Taurakiemio, Vandžiogalos ir Vilkijos seniūnijos, Babtų seniūnijos dalis į rytus nuo kelio A1, Užliedžių seniūnijos dalis į rytus nuo kelio A1 ir Vilkijos apylinkių seniūnijos dalis į vakarus nuo kelio Nr. 1907,

Kelmės rajono savivaldybė,

Kėdainių rajono savivaldybė,

Kupiškio rajono savivaldybė,

Lazdijų rajono savivaldybė,

Marijampolės savivaldybė: Degučių, Marijampolės, Mokolų, Liudvinavo ir Narto seniūnijos,

Mažeikių rajono savivaldybė,

Molėtų rajono savivaldybė,

Pagėgių savivaldybė,

Pakruojo rajono savivaldybė,

Panevėžio rajono savivaldybė,

Panevėžio miesto savivaldybė,

Pasvalio rajono savivaldybė,

Radviliškio rajono savivaldybė,

Rietavo savivaldybė,

Prienų rajono savivaldybė: Stakliškių ir Veiverių seniūnijos,

Plungės rajono savivaldybė: Alsėdžių, Žlibinų ir Stalgėnų seniūnijos,

Raseinių rajono savivaldybė,

Rokiškio rajono savivaldybė,

Skuodo rajono savivaldybės: Barstyčių ir Ylakių seniūnijos,

Šakių rajono savivaldybė,

Šalčininkų rajono savivaldybė,

Šiaulių miesto savivaldybė,

Šiaulių rajono savivaldybė,

Šilutės rajono savivaldybė,

Širvintų rajono savivaldybė,

Šilalės rajono savivaldybė,

Švenčionių rajono savivaldybė,

Tauragės rajono savivaldybė,

Telšių rajono savivaldybė,

Trakų rajono savivaldybė,

Ukmergės rajono savivaldybė,

Utenos rajono savivaldybė,

Varėnos rajono savivaldybė,

Vilniaus miesto savivaldybė,

Vilniaus rajono savivaldybė,

Vilkaviškio rajono savivaldybė: Bartninkų, Gražiškių, Keturvalakių, Kybartų, Klausučių, Pajevonio, Šeimenos, Vilkaviškio miesto, Virbalio, Vištyčio seniūnijos,

Visagino savivaldybė,

Zarasų rajono savivaldybė.

7.   Πολωνία

Οι ακόλουθες περιοχές της Πολωνίας:

w województwie warmińsko-mazurskim:

gminy Kalinowo, Prostki i gmina wiejska Ełk w powiecie ełckim,

gminy Elbląg, Gronowo Elbląskie, Milejewo, Młynary, Markusy, Rychliki i Tolkmicko w powiecie elbląskim,

powiat miejski Elbląg,

powiat gołdapski,

gmina Wieliczki w powiecie oleckim,

powiat piski,

gmina Górowo Iławeckie z miastem Górowo Iławeckie w powiecie bartoszyckim,

gminy Biskupiec, Gietrzwałd, Jonkowo, Purda, Stawiguda, Świątki, Olsztynek i miasto Olsztyn oraz część gminy Barczewo położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie olsztyńskim,

gmina Miłakowo, część gminy Małdyty położona na południowy – zachód od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od Olsztyna do Elbląga i część gminy Morąg położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od Olsztyna do Elbląga w powiecie ostródzkim,

część gminy Ryn położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową łączącą miejscowości Giżycko i Kętrzyn w powiecie giżyckim,

gminy Braniewo i miasto Braniewo, Frombork, Lelkowo, Pieniężno, Płoskinia oraz część gminy Wilczęta położona na pólnoc od linii wyznaczonej przez drogę nr 509 w powiecie braniewskim,

gmina Reszel, część gminy Kętrzyn położona na południe od linii kolejowej łączącej miejscowości Giżycko i Kętrzyn biegnącej do granicy miasta Kętrzyn, na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 591 biegnącą od miasta Kętrzyn do północnej granicy gminy oraz na zachód i na południe od zachodniej i południowej granicy miasta Kętrzyn, miasto Kętrzyn i część gminy Korsze położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy łączącą miejscowości Krelikiejmy i Sątoczno i na wschód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Sątoczno, Sajna Wielka biegnącą do skrzyżowania z drogą nr 590 w miejscowości Glitajny, a następnie na wschód od drogi nr 590 do skrzyżowania z drogą nr 592 i na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 592 biegnącą od zachodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 590 w powiecie kętrzyńskim,

gminy Lubomino i Orneta w powiecie lidzbarskim,

gmina Nidzica w powiecie nidzickim,

gminy Dźwierzuty, Jedwabno, Pasym, Szczytno i miasto Szczytno i Świętajno w powiecie szczycieńskim,

powiat mrągowski,

gmina Zalewo w powiecie iławskim,

w województwie podlaskim:

gminy Rudka, Brańsk z miastem Brańsk, i część gminy Boćki położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 19 w powiecie bielskim,

powiat grajewski,

powiat moniecki,

powiat sejneński,

gminy Łomża, Piątnica, Jedwabne, Przytuły i Wiznaw powiecie łomżyńskim,

powiat miejski Łomża,

gminy Dziadkowice, Grodzisk, Mielnik, Nurzec-Stacja i Siemiatycze z miastem Siemiatycze w powiecie siemiatyckim,

gminy Białowieża, Czyże, Narew, Narewka, Hajnówka z miastem Hajnówka i część gminy Dubicze Cerkiewne położona na północny wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 1654B w powiecie hajnowskim,

gminy Klukowo, Szepietowo, Kobylin-Borzymy, Nowe Piekuty i Sokoły w powiecie wysokomazowieckim,

powiat kolneński z miastem Kolno,

gminy Czarna Białostocka, Dobrzyniewo Duże, Gródek, Michałowo, Supraśl, Tykocin, Wasilków, Zabłudów, Zawady, Choroszcz i część gminy Poświętne położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 681 w powiecie białostockim,

powiat suwalski,

powiat miejski Suwałki,

powiat augustowski,

powiat sokólski,

powiat miejski Białystok,

w województwie mazowieckim:

powiat siedlecki,

powiat miejski Siedlce,

gminy Bielany, Ceranów, Kosów Lacki, Repki i gmina wiejska Sokołów Podlaski w powiecie sokołowskim,

powiat węgrowski,

powiat łosicki,

gminy Grudusk, Opinogóra Górna, Gołymin-Ośrodek i część gminy Glinojeck położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 7 w powiecie ciechanowskim,

powiat sochaczewski,

gminy Policzna, Przyłęk, Tczów i Zwoleń w powiecie zwoleńskim,

gminy Garbatka – Letnisko, Gniewoszów i Sieciechów w powiecie kozienickim,

gmina Solec nad Wisłą w powiecie lipskim,

gminy Gózd, Jastrzębia, Jedlnia Letnisko, Pionki z miastem Pionki i część gminy Jedlińsk położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr S7 w powiecie radomskim,

gminy Bodzanów, Bulkowo, Staroźreby, Słubice, Wyszogród i Mała Wieś w powiecie płockim,

powiat nowodworski,

powiat płoński,

gminy Pokrzywnica, Świercze i część gminy Winnica położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Bielany, Winnica i Pokrzywnica w powiecie pułtuskim,

powiat wołomiński,

część gminy Somianka położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 62 w powiecie wyszkowskim,

gminy Borowie, Garwolin z miastem Garwolin, Górzno, Miastków Kościelny, Parysów, Pilawa, Trojanów, Żelechów, część gminy Wilga położona na północ od linii wyznaczonej przez rzekę Wilga biegnącą od wschodniej granicy gminy do ujścia do rzeki Wisły w powiecie garwolińskim,

gmina Boguty – Pianki w powiecie ostrowskim,

gminy Stupsk, Wiśniewo i część gminy Strzegowo położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 7 w powiecie mławskim,

powiat otwocki,

powiat warszawski zachodni,

powiat legionowski,

powiat piaseczyński,

powiat pruszkowski,

gminy Belsk Duży, Goszczyn, Chynów, Grójec, Jasieniec, Mogielnica, Nowe Miasto nad Pilicą, Pniewy i Warka w powiecie grójeckim,

powiat grodziski,

powiat żyrardowski,

gminy Białobrzegi, Promna, Radzanów, Stara Błotnica, Wyśmierzyce w powiecie białobrzeskim,

gminy Klwów i Potworów w powiecie przysuskim,

powiat miejski Warszawa,

w województwie lubelskim:

powiat bialski,

powiat miejski Biała Podlaska,

gminy Aleksandrów, Biłgoraj z miastem Biłgoraj, Biszcza, Józefów, Księżpol, Łukowa, Obsza, Potok Górny i Tarnogród, część gminy Frampol położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 74, część gminy Goraj położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 835, część gminy Tereszpol położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 858, część gminy Turobin położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 835 w powiecie biłgorajskim,

powiat janowski,

powiat puławski,

powiat rycki,

gminy Stoczek Łukowski z miastem Stoczek Łukowski, Wola Mysłowska, Trzebieszów, Stanin, gmina wiejska Łuków i miasto Łuków w powiecie łukowskim,

gminy Bychawa, Jabłonna, Krzczonów, Garbów Strzyżewice, Wysokie, Bełżyce, Borzechów, Niedrzwica Duża, Konopnica, Wojciechów i Zakrzew w powiecie lubelskim,

gminy Rybczewice i Piaski w powiecie świdnickim,

gmina Fajsławice, część gminy Żółkiewka położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 842 i część gminy Łopiennik Górny położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 17 w powiecie krasnostawskim,

powiat hrubieszowski,

gminy Krynice, Rachanie, Tarnawatka, Łaszczów, Telatyn, Tyszowce i Ulhówek w powiecie tomaszowskim,

gminy Białopole, Chełm, Dorohusk, Dubienka, Kamień, Leśniowice, Ruda – Huta, Sawin, Wojsławice, Żmudź w powiecie chełmskim,

powiat miejski Chełm,

gmina Adamów, Miączyn, Sitno, Komarów-Osada, Krasnobród, Łabunie, Zamość, Grabowiec, część gminy Zwierzyniec położona na południowy-wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 858 i część gminy Skierbieszów położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 843 w powiecie zamojskim,

powiat miejski Zamość,

powiat kraśnicki,

powiat opolski,

gminy Dębowa Kłoda, Jabłoń, Podedwórze, Sosnowica w powiecie parczewskim,

gminy Hanna, Stary Brus, Wola Uhruska, Wyryki, gmina wiejska Włodawa oraz część gminy Hańsk położona na wschód od linii wyznaczonej od drogi nr 819 w powiecie włodawskim,

gmina Komarówka Podlaska w powiecie radzyńskim,

w województwie podkarpackim:

gminy Radomyśl nad Sanem i Zaklików w powiecie stalowowolskim,

gminy Horyniec-Zdrój, Cieszanów, Oleszyce, Stary Dzików i Lubaczów z miastem Lubaczów w powiecie lubaczowskim,

gminy Adamówka i Sieniawa w powiecie przeworskim,

część gminy Wiązownica położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 867 w powiecie jarosławskim,

gmina Kamień, część gminy Sokołów Małopolski położona na północ od linii wyznaczonej przez droge nr 875 w powiecie rzeszowskim,

powiat leżajski,

powiat niżański,

w województwie pomorskim:

gminy Dzierzgoń i Stary Dzierzgoń w powiecie sztumskim,

gmina Stare Pole w powiecie malborskim,

w województwie świętokrzyskim:

gmina Tarłów i część gminy Ożarów polożona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 74 w powiecie opatowskim,

w województwie lubuskim:

gmina Sława w powiecie wschowskim,

gminy Bobrowice i Dąbie w powiecie krośnieńskim,

powiay nowosolski,

powiat zielonogórski,

powiat miejski Zielona Góra,

gmina Jasień, część gminy Lubsko połozona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 287 i część gminy wiejskiej Żary położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 12 w powiecie żarskim;

gminy Brzeźnica, Małomice, Niegosławice, Szprotawa, Żagań i miasto Żagań w powiecie żagańskim,

część gminy Zbąszynek położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową, część gminy Szczaniec położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową, część gminy Świebodzin położona na południe od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie świebodzińskim,

w województwie dolnośląskim:

gmina Kotla, Żukowice, część gminy wiejskiej Głogów położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 12, część miasta Głogów położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 12 w powiecie głogowskim,

gmina Gaworzyce w powiecie polkowickim,

w województwie wielkopolskim:

powiat wolsztyński,

gminy Rakoniewice i Wielichowo w powiecie grodziskim.

8.   Σλοβακία

Οι ακόλουθες περιοχές της Σλοβακίας:

in the district of Košice – okolie, the whole municipalities of Ďurkov, Kalša, Košický Klečenov, Nový Salaš, Rákoš, Ruskov, Skároš, Slančík, Slanec, Slanská Huta, Slanské Nové Mesto, Svinica and Trstené pri Hornáde,

the whole district of Trebisov,

in the district of Michalovce, the whole municipalities of the district not already included in Part I.

9.   Ρουμανία

Οι ακόλουθες περιοχές της Ρουμανίας:

Judeţul Bistrița-Năsăud.

ΜΕΡΟΣ III

1.   Βουλγαρία

Οι ακόλουθες περιοχές της Βουλγαρίας:

the whole region of Kardzhali,

the whole region of Blagoevgrad,

the whole region of Montana,

the whole region of Ruse,

the whole region of Razgrad,

the whole region of Silistra,

the whole region of Pleven,

the whole region of Vratza,

the whole region of Vidin,

the whole region of Targovishte,

the whole region of Lovech,

the whole region of Sofia city,

the whole region of Sofia Province,

in the region of Shumen:

in the municipality of Shumen:

Salmanovo,

Radko Dimitrivo,

Vetrishte,

Kostena reka,

Vehtovo,

Ivanski,

Kladenets,

Drumevo,

the whole municipality of Smyadovo,

the whole municipality of Veliki Preslav,

the whole municipality of Varbitsa,

in the region of Varna:

the whole municipality of Dalgopol,

the whole municipality of Provadiya,

in the region of Veliko Tarnovo:

the whole municipality of Svishtov,

the whole municipality of Pavlikeni,

the whole municipality of Polski Trambesh,

the whole municipality of Strajitsa,

in Burgas region:

the whole municipality of Burgas,

the whole municipality of Kameno,

the whole municipality of Malko Tarnovo,

the whole municipality of Primorsko,

the whole municipality of Sozopol,

the whole municipality of Sredets,

the whole municipality of Tsarevo,

the whole municipality of Sungurlare,

the whole municipality of Ruen,

the whole municipality of Aytos.

2.   Λιθουανία

Οι ακόλουθες περιοχές της Λιθουανίας:

Alytaus rajono savivaldybė: Simno, Krokialaukio ir Miroslavo seniūnijos,

Birštono savivaldybė,

Kauno rajono savivaldybė: Akademijos, Alšėnų, Batniavos, Čekiškės, Ežerėlio, Kačerginės, Kulautuvos, Raudondvario, Ringaudų ir Zapyškio seniūnijos, Babtų seniūnijos dalis į vakarus nuo kelio A1, Užliedžių seniūnijos dalis į vakarus nuo kelio A1 ir Vilkijos apylinkių seniūnijos dalis į rytus nuo kelio Nr. 1907,

Kazlų Rudos savivaldybė,

Marijampolės savivaldybė: Gudelių, Igliaukos, Sasnavos ir Šunskų seniūnijos,

Prienų rajono savivaldybė: Ašmintos, Balbieriškio, Išlaužo, Jiezno, Naujosios Ūtos, Pakuonio, Prienų ir Šilavotos seniūnijos,

Vilkaviškio rajono savivaldybės: Gižų ir Pilviškių seniūnijos.

3.   Πολωνία

Οι ακόλουθες περιοχές της Πολωνίας:

w województwie warmińsko-mazurskim:

Gminy Bisztynek, Sępopol i Bartoszyce z miastem Bartoszyce w powiecie bartoszyckim,

gminy Kiwity i Lidzbark Warmiński z miastem Lidzbark Warmiński w powiecie lidzbarskim,

gminy Srokowo, Barciany, część gminy Kętrzyn położona na północ od linii kolejowej łączącej miejscowości Giżycko i Kętrzyn biegnącej do granicy miasta Kętrzyn oraz na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 591 biegnącą od miasta Kętrzyn do północnej granicy gminy i część gminy Korsze położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę biegnącą od wschodniej granicy łączącą miejscowości Krelikiejmy i Sątoczno i na zachód od linii wyznaczonej przez drogę łączącą miejscowości Sątoczno, Sajna Wielka biegnącą do skrzyżowania z drogą nr 590 w miejscowości Glitajny, a następnie na zachód od drogi nr 590 do skrzyżowania z drogą nr 592 i na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 592 biegnącą od zachodniej granicy gminy do skrzyżowania z drogą nr 590 w powiecie kętrzyńskim,

gmina Stare Juchy w powiecie ełckim,

część gminy Wilczęta położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 509 w powiecie braniewskim,

część gminy Morąg położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od Olsztyna do Elbląga, część gminy Małdyty położona na północny – wschód od linii wyznaczonej przez linię kolejową biegnącą od Olsztyna do Elbląga w powiecie ostródzkim,

gminy Godkowo i Pasłęk w powiecie elbląskim,

gminy Kowale Oleckie, Olecko i Świętajno w powiecie oleckim,

powiat węgorzewski,

gminy Kruklanki, Wydminy, Miłki, Giżycko z miastem Giżycko i część gminy Ryn położona na północ od linii kolejowej łączącej miejscowości Giżycko i Kętrzyn w powiecie giżyckim,

gminy Jeziorany, Kolno, Dywity, Dobre Miasto i część gminy Barczewo położona na północ od linii wyznaczonej przez linię kolejową w powiecie olsztyńskim,

w województwie podlaskim:

gminy Orla, Wyszki, Bielsk Podlaski z miastem Bielsk Podlaski i część gminy Boćki położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 19 w powiecie bielskim,

gminy Łapy, Juchnowiec Kościelny, Suraż, Turośń Kościelna, część gminy Poświętne położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 681 w powiecie białostockim,

gminy Kleszczele, Czeremcha i część gminy Dubicze Cerkiewne położona na południowy zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 1654B w powiecie hajnowskim,

gminy Perlejewo, Drohiczyn i Milejczyce w powiecie siemiatyckim,

gmina Ciechanowiec w powiecie wysokomazowieckim,

w województwie mazowieckim:

gminy Łaskarzew z miastem Łaskarzew, Maciejowice, Sobolew i część gminy Wilga położona na południe od linii wyznaczonej przez rzekę Wilga biegnącą od wschodniej granicy gminy do ujścia dorzeki Wisły w powiecie garwolińskim,

powiat miński,

gminy Jabłonna Lacka, Sabnie i Sterdyń w powiecie sokołowskim,

gminy Ojrzeń, Sońsk, Regimin, Ciechanów z miastem Ciechanów i część gminy Glinojeck położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 7 w powiecie ciechanowskim,

część gminy Strzegowo położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 7 w powiecie mławskim,

gmina Nur w powiecie ostrowskim,

gminy Grabów nad Pilicą, Magnuszew, Głowaczów, Kozienice w powiecie kozienickim,

gmina Stromiec w powiecie białobrzeskim,

w województwie lubelskim:

gminy Bełżec, Jarczów, Lubycza Królewska, Susiec, Tomaszów Lubelski i miasto Tomaszów Lubelski w powiecie tomaszowskim,

gminy Wierzbica, Rejowiec, Rejowiec Fabryczny z miastem Rejowiec Fabryczny, Siedliszcze w powiecie chełmskim,

gminy Izbica, Gorzków, Rudnik, Kraśniczyn, Krasnystaw z miastem Krasnystaw, Siennica Różana i część gminy Łopiennik Górny położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 17, część gminy Żółkiewka położona na południe od linii wyznaczonej przez drogę nr 842 w powiecie krasnostawskim,

gmina Stary Zamość, Radecznica, Szczebrzeszyn, Sułów, Nielisz, część gminy Skierbieszów położona na zachód od linii wyznaczonej przez drogę nr 843, część gminy Zwierzyniec położona na północny-zachód od linii wyznaczonej przez droge nr 858 powiecie zamojskim,

część gminy Frampol położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 74, część gminy Goraj położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 835, część gminy Tereszpol położona na północ od linii wyznaczonej przez drogę nr 858, część gminy Turobin położona na wschód od linii wyznaczonej przez drogę nr 835 w powiecie biłgorajskim,

gmina Urszulin i część gminy Hańsk położona na zachód od linii wyznaczonej przez droge nr 819 w powiecie włodawskim,

powiat łęczyński,

gmina Trawniki w powiecie świdnickim,

gminy Adamów, Krzywda, Serokomla, Wojcieszków w powiecie łukowskim,

gminy Milanów, Parczew, Siemień w powiecie parczewskim,

gminy Borki, Czemierniki, Kąkolewnica, Radzyń Podlaski z miastem Radzyń Podlaski, Ułan-Majorat, Wohyń w powiecie radzyńskim,

powiat lubartowski,

gminy Głusk, Jastków, Niemce i Wólka w powiecie lubelskim,

gminy Mełgiew i miasto Świdnik w powiecie świdnickim,

powiat miejski Lublin,

w województwie podkarpackim:

gmina Narol w powiecie lubaczowskim.

4.   Ρουμανία

Οι ακόλουθες περιοχές της Ρουμανίας:

Zona orașului București,

Județul Constanța,

Județul Satu Mare,

Județul Tulcea,

Județul Bacău,

Județul Bihor,

Județul Brăila,

Județul Buzău,

Județul Călărași,

Județul Dâmbovița,

Județul Galați,

Județul Giurgiu,

Județul Ialomița,

Județul Ilfov,

Județul Prahova,

Județul Sălaj,

Județul Vaslui,

Județul Vrancea,

Județul Teleorman,

Judeţul Mehedinţi,

Județul Gorj,

Județul Argeș,

Judeţul Olt,

Judeţul Dolj,

Județul Arad,

Județul Timiș,

Județul Covasna,

Județul Brașov,

Județul Botoșani,

Județul Vâlcea,

Județul Iași,

Județul Hunedoara,

Județul Alba,

Județul Sibiu,

Județul Caraș-Severin,

Județul Neamț,

Județul Harghita,

Județul Mureș,

Județul Cluj,

Judeţului Maramureş.

ΜΕΡΟΣ IV

Iταλία

Οι ακόλουθες περιοχές της Ιταλίας:

tutto il territorio della Sardegna.