ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 141

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

62ό έτος
28 Μαΐου 2019


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2019/833 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για τον καθορισμό μέτρων διατήρησης και ελέγχου που εφαρμόζονται στη ζώνη διακανονισμού της Οργάνωσης Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1627 και για την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2115/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1386/2007

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών ( 1 )

42

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

28.5.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 141/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/833 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 20ής Μαΐου 2019

για τον καθορισμό μέτρων διατήρησης και ελέγχου που εφαρμόζονται στη ζώνη διακανονισμού της Οργάνωσης Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1627 και για την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2115/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1386/2007

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στόχος της κοινής αλιευτικής πολιτικής, όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), είναι και η διασφάλιση της εκμετάλλευσης των θαλασσίων βιολογικών πόρων που παρέχει βιώσιμες οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνθήκες.

(2)

Με την απόφαση 98/392/ΕΚ του Συμβουλίου (4), η Ένωση ενέκρινε τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας και τη συμφωνία για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, της 10ης Δεκεμβρίου 1982, σχετικά με τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλληλοεπικαλυπτόμενων και των άκρως μεταναστευτικών ιχθυαποθεμάτων, οι οποίες περιλαμβάνουν αρχές και κανόνες όσον αφορά τη διατήρηση και τη διαχείριση των έμβιων πόρων της θάλασσας. Στο πλαίσιο των ευρύτερων διεθνών υποχρεώσεών της, η Ένωση συμμετέχει στις προσπάθειες που καταβάλλονται στα διεθνή ύδατα για τη διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων.

(3)

Η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού («σύμβαση»), η οποία εγκρίθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3179/78 του Συμβουλίου (5). Στις 28 Σεπτεμβρίου 2007 εκδόθηκε τροποποίηση της σύμβασης, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 2010/717/ΕΕ του Συμβουλίου (6).

(4)

Η Οργάνωση Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού (NAFO) έχει την εξουσία να εγκρίνει νομικά δεσμευτικές αποφάσεις για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων υπό την αρμοδιότητά της. Οι εν λόγω αποφάσεις απευθύνονται ουσιαστικά στα συμβαλλόμενα μέρη της NAFO, αλλά μπορεί να περιλαμβάνουν και υποχρεώσεις για τους εκάστοτε φορείς εκμετάλλευσης (π.χ. για τον πλοίαρχο του εκάστοτε σκάφους). Με την έναρξη ισχύος τους, τα μέτρα διατήρησης και επιβολής της εφαρμογής (ΜΔΕ) της NAFO είναι δεσμευτικά για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της NAFO και, στην περίπτωση της Ένωσης, πρέπει να ενσωματωθούν στο δίκαιο της Ένωσης, στον βαθμό που δεν καλύπτονται ήδη από το δίκαιο της Ένωσης.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1386/2007 του Συμβουλίου (7) μετέφερε τα ΜΔΕ στο δίκαιο της Ένωσης.

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2115/2005 του Συμβουλίου (8) θέσπισε σχέδιο αποκατάστασης για το απόθεμα ιππόγλωσσας (χάλιμπατ) της Γροιλανδίας στην υποπεριοχή 2 της NAFO και τις διαιρέσεις 3ΚLΜΝΟ.

(7)

Από το 2008 και εξής τα ΜΔΕ τροποποιήθηκαν σε κάθε ετήσια συνεδρίαση των συμβαλλόμενων μερών της NAFO. Οι νέες αυτές διατάξεις πρέπει να ενσωματωθούν στο δίκαιο της Ένωσης· σε αυτές περιλαμβάνονται μέτρα διατήρησης για ορισμένα είδη, μέτρα προστασίας ευπαθών θαλάσσιων οικοσυστημάτων, διαδικασίες επιθεώρησης εν πλω και σε λιμένες, απαιτήσεις για τα σκάφη, η παρακολούθηση αλιευτικών δραστηριοτήτων και πρόσθετα μέτρα που λαμβάνει το κράτος λιμένα.

(8)

Λαμβανομένου υπόψη ότι ορισμένες διατάξεις των ΜΔΕ τροποποιούνται συχνότερα από τα συμβαλλόμενα μέρη της NAFO και αναμένεται να τροποποιηθούν περισσότερο στο μέλλον, προκειμένου να ενσωματωθούν ταχέως στο δίκαιο της Ένωσης οι μελλοντικές τροποποιήσεις των ΜΔΕ, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όσον αφορά τις ακόλουθες πτυχές: κατάλογο δραστηριοτήτων των ερευνητικών σκαφών· μέτρα σχετικά με την αλιεία γαρίδας της Αρκτικής· μεταβολή των βαθών αλίευσης και αναφορές σε περιοχές περιορισμού ή απαγόρευσης αλιείας· διαδικασίες σχετικά με τα σκάφη με άδεια αλιείας τα οποία διατηρούν επ' αυτών άνω των 50 τόνων ζώντος βάρους συνολικών αλιευμάτων που αλιεύθηκαν εκτός της ζώνης διακανονισμού και εισέρχονται στην περιοχή για να αλιεύσουν ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας, προϋποθέσεις για την έναρξη αλιείας ιππόγλωσσας της Γροιλανδίας· περιεχόμενο της ηλεκτρονικής διαβίβασης, κατάλογο έγκυρων εγγράφων που πρέπει να τηρούνται επί του σκάφους, περιεχόμενο του σχεδίου χωρητικότητας· έγγραφα που πρέπει να τηρούνται επί των σκαφών σχετικά με συμφωνίες ναύλωσης· δεδομένα του συστήματος παρακολούθησης σκαφών (VMS)· διατάξεις για την ηλεκτρονική αναφορά και το περιεχόμενο των κοινοποιήσεων και υποχρεώσεις του πλοιάρχου του σκάφους κατά την επιθεώρηση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι δε διαβουλεύσεις να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (9). Ειδικότερα, για να εξασφαλιστεί ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(9)

Η Επιτροπή που εκπροσωπεί την Ένωση στις συνεδριάσεις της NAFO εγκρίνει ετησίως ορισμένες καθαρά τεχνικές διατάξεις των ΜΔΕ, ιδίως όσον αφορά τον μορφότυπο και το περιεχόμενο της ανταλλαγής πληροφοριών, την επιστημονική ορολογία ή το κλείσιμο ευπαθών περιοχών. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τις εν λόγω διατάξεις των ΜΔΕ και τα παραρτήματά τους, θα πρέπει δε να έχει την εξουσία να προχωρά στην τροποποίησή τους.

(10)

Συνεπώς, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2115/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1386/2007 θα πρέπει να καταργηθούν.

(11)

Τον Νοέμβριο του 2018 η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση των Θυννοειδών του Ατλαντικού (ICCAT) ενέκρινε τη σύσταση 18-02 σχετικά με τη θέσπιση σχεδίου διαχείρισης για τον τόνο, η οποία θα αρχίσει να ισχύει στις 21 Ιουνίου 2019. Η σύσταση 18-02 καταργεί τη σύσταση 17-07 η οποία τροποποιεί τη σύσταση 14-04 σχετικά με σχέδιο αποκατάστασης για τον τόνο, η οποία εφαρμόστηκε στο ενωσιακό δίκαιο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1627 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Η σύσταση 18-02 περιέχει πιο ευέλικτες διατάξεις από αυτές που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1627.

(12)

Η Επιτροπή σχεδιάζει να εγκρίνει πρόταση κανονισμού με σκοπό την εφαρμογή της σύστασης 18-02 κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019. Είναι απίθανο οι συννομοθέτες να εκδώσουν τον εν λόγω κανονισμό πριν από την έναρξη ισχύος της σύστασης 18-02.

(13)

Στη διάρκεια συνεδρίασης τεχνικού χαρακτήρα για θέματα της ICCAT στις 11 Δεκεμβρίου 2018, τα κράτη μέλη εξέφρασαν την επιθυμία τους να εφαρμόσουν τουλάχιστον ορισμένες διατάξεις της σύστασης 18-02 σε ό,τι αφορά τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα, την ικανότητα εκτροφής και την αλιευτική ικανότητα και τις ανοικτές περιόδους από 21ης Ιουνίου 2019, ώστε να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού με άλλους που αλιεύουν τόνο. Πέραν τούτου, υπάρχουν νέες ενισχυμένες διατάξεις ελέγχου (π.χ. για τυχαίους ελέγχους εντός των εκτροφείων, εμπόριο ζώντων ιχθύων και πρακτικές εκτροφής) τις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόσουν επίσης από 21ης Ιουνίου 2019 βάσει της συντρέχουσας αρμοδιότητας στην πολιτική αυτή.

(14)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού ανάμεσα στα αλιευτικά σκάφη της Ένωσης και σε άλλους στόλους που αλιεύουν τόνο, τα μέτρα της ICCAT που θεσπίζονται με τη σύσταση 18-02 σχετικά με τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα, την ικανότητα εκτροφής και την αλιευτική ικανότητα και τις ανοικτές περιόδους θα πρέπει να περιληφθούν στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1627.

(15)

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1627 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται ως προς τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για εμπορικές αλιευτικές δραστηριότητες οι οποίες διεξάγονται σε αλιευτικούς πόρους στη ζώνη διακανονισμού της NAFO, όπως ορίζεται στο παράρτημα I της σύμβασης, καθώς και δραστηριότητες σκαφών τρίτων χωρών βάσει της σύμβασης NAFO σε ύδατα ή έδαφος της Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από τους υφιστάμενους κανονισμούς στον τομέα της αλιείας, ιδίως δε των διατάξεων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), και στους κανονισμούς του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 (12) και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 (13).

3.   Εκτός εάν προβλέπεται άλλως στον κανονισμό, τα ενωσιακά ερευνητικά σκάφη δεν περιορίζονται από μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που αφορούν την αλίευση ιχθύων, ιδίως όσον αφορά το μέγεθος των ματιών, τα όρια μεγέθους, τις περιοχές και τις εποχές απαγόρευσης αλιείας.

Άρθρο 2

Αντικείμενο

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους κανόνες για την υλοποίηση από την Ένωση των ΜΔΕ με σκοπό την ενιαία και αποτελεσματική εφαρμογή τους στο εσωτερικό της Ένωσης.

2.   Επιπλέον ο παρών κανονισμός τροποποιεί ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1627.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι κάτωθι ορισμοί:

1)   «σύμβαση»: η σύμβαση του 1979 για τη συνεργασία στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού, όπως τροποποιείται κατά διαστήματα·

2)   «ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση»: η περιοχή στην οποία εφαρμόζεται η σύμβαση, όπως περιγράφεται στο άρθρο IV παράγραφος 1. Η ζώνη που διέπεται από τη σύμβαση διαιρείται σε επιστημονικές και στατιστικές υποπεριοχές, διαιρέσεις και υποδιαιρέσεις οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα I της σύμβασης·

3)   «ζώνη διακανονισμού»: το τμήμα εκείνο της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση, εκτός εθνικής δικαιοδοσίας·

4)   «αλιευτικοί πόροι»: όλοι οι ιχθύες, τα μαλάκια και τα καρκινοειδή εντός της ζώνης που διέπεται από τη σύμβαση, εξαιρουμένων:

α)

των καθιστικών ειδών επί των οποίων τα παράκτια κράτη μπορούν να ασκούν κυριαρχικά δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 77 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας· και

β)

των ανάδρομων και κατάδρομων αποθεμάτων και των άκρως μεταναστευτικών ειδών που παρατίθενται στο παράρτημα I της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας στον βαθμό που η διαχείρισή τους πραγματοποιείται βάσει άλλων διεθνών συνθηκών·

5)   «αλιευτικές δραστηριότητες»: η συλλογή ή η μεταποίηση αλιευτικών πόρων, η εκφόρτωση ή η μεταφόρτωση αλιευτικών πόρων ή προϊόντων που προέρχονται από αλιευτικούς πόρους, ή κάθε άλλη δραστηριότητα προπαρασκευής και υποστήριξης ή σχετική με τη συλλογή αλιευτικών πόρων στη ζώνη διακανονισμού, όπου συμπεριλαμβάνονται:

α)

η πραγματική διερεύνηση, αλίευση αλιευτικών πόρων ή κάθε σχετική επιχειρούμενη προσπάθεια·

β)

κάθε δραστηριότητα που εύλογα αναμένεται να οδηγήσει στον εντοπισμό, την αλίευση ή τη συλλογή αλιευτικών πόρων για οποιονδήποτε σκοπό· και

γ)

κάθε εργασία, στη θάλασσα, προς υποστήριξη ή για την προπαρασκευή οποιασδήποτε δραστηριότητας που περιγράφεται στον παρόντα ορισμό· ωστόσο δεν περιλαμβάνονται οι ενέργειες που αφορούν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στις οποίες διακυβεύονται η υγεία και η ασφάλεια των μελών του πληρώματος ή η ασφάλεια του σκάφους·

6)   «αλιευτικό σκάφος»: κάθε ενωσιακό σκάφος που επιδίδεται ή πρόκειται να επιδοθεί σε αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών μεταποίησης ιχθύων και των σκαφών που επιδίδονται σε δραστηριότητες μεταφόρτωσης ή σε οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα προπαρασκευής ή σχετιζόμενη με αλιευτικές δραστηριότητες, ή σε πειραματικές ή εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες·

7)   «ερευνητικό σκάφος»: σκάφος που χρησιμοποιείται μόνιμα για έρευνα ή σκάφος που χρησιμοποιείται κανονικά για αλιευτικές δραστηριότητες ή δραστηριότητες υποστήριξης της αλιείας που χρησιμοποιείται προσωρινά για έρευνα στον τομέα της αλιείας·

8)   «ΜΔΕ»: τα ισχύοντα μέτρα διατήρησης και επιβολής της εφαρμογής που εγκρίθηκαν από την επιτροπή NAFΟ·

9)   «αλιευτικές δυνατότητες»: αλιευτικές ποσοστώσεις που κατανέμονται σε ένα κράτος μέλος με πράξη της Ένωσης που ισχύει ως προς τη ζώνη διακανονισμού·

10)   «ΕΥΕΑ»: η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14)·

11)   «ημέρα αλιείας»: κάθε ημερολογιακή ημέρα ή τμήμα ημερολογιακής ημέρας κατά την οποία ή το οποίο ένα αλιευτικό σκάφος είναι παρόν σε οποιαδήποτε διαίρεση της ζώνης διακανονισμού·

12)   «λιμένας»: περιλαμβάνονται οι υπεράκτιοι τερματικοί σταθμοί και άλλες εγκαταστάσεις εκφόρτωσης, μεταφόρτωσης, συσκευασίας, μεταποίησης, ανεφοδιασμού σε καύσιμα ή άλλα εφόδια·

13)   «σκάφος μη συμβαλλόμενου μέρους»: σκάφος που φέρει τη σημαία κράτους το οποίο δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της NAFO ούτε κράτος μέλος ή σκάφος για το οποίο υπάρχουν υποψίες ότι είναι χωρίς εθνικότητα·

14)   «μεταφόρτωση»: η απευθείας μεταφορά, από ένα αλιευτικό σκάφος σε άλλο, αλιευτικών πόρων ή προϊόντων·

15)   «μεσοπελαγική τράτα»: εργαλείο τράτας που έχει σχεδιαστεί για την αλιεία πελαγικών ειδών, του οποίου κανένα τμήμα δεν έχει σχεδιαστεί για να έρχεται ή να λειτουργεί σε επαφή με τον βυθό ανά πάσα στιγμή. Το εργαλείο δεν περιλαμβάνει δίσκους, καρούλια ή κυλίνδρους στο κάτω γραντί του ή άλλα εξαρτήματα που έχουν σχεδιαστεί για να έρχονται σε επαφή με τον βυθό, αλλά μπορεί να προσαρτάται προστατευτικό φύλλο·

16)   «ευπαθή θαλάσσια οικοσυστήματα» ή «ΕΘΟ»: τα ΕΘΟ που αναφέρονται στις παραγράφους 42 και 43 των διεθνών κατευθυντήριων γραμμών του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας (FAO) για τη διαχείριση της αλιείας βαθέων υδάτων στην ανοικτή θάλασσα·

17)   «αποτύπωμα», γνωστό και ως «υφιστάμενες ζώνες αλιείας βυθού»: το τμήμα της ζώνης διακανονισμού στο οποίο έχει πραγματοποιηθεί στο παρελθόν αλιεία βυθού και ορίζεται από τις συντεταγμένες του πίνακα 4 και απεικονίζεται στο σχήμα 2 των ΜΔΕ που αναφέρονται στα σημεία 1 και 2 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

18)   «αλιευτικές δραστηριότητες βυθού»: οποιαδήποτε αλιευτική δραστηριότητα όπου το αλιευτικό εργαλείο έρχεται σε επαφή ή είναι πιθανόν να έρθει σε επαφή με τον θαλάσσιο πυθμένα κατά την κανονική διεξαγωγή των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

19)   «μεταποιημένοι ιχθύες»: οποιοσδήποτε θαλάσσιος οργανισμός που έχει υποστεί φυσική μεταβολή μετά την αλίευση, συμπεριλαμβανομένων των ιχθύων που έχουν τεμαχιστεί σε φιλέτα, εκσπλαχνιστεί, συσκευαστεί, κονσερβοποιηθεί, καταψυχθεί, καπνιστεί, αλατιστεί, μαγειρευτεί, παστωθεί, αποξηρανθεί, ή παρασκευαστεί για την αγορά με οποιονδήποτε άλλο τρόπο·

20)   «εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες βυθού»: οι αλιευτικές δραστηριότητες βυθού που διεξάγονται εκτός του αποτυπώματος ή εντός του αποτυπώματος, με σημαντικές αλλαγές στη διεξαγωγή ή στην τεχνολογία που χρησιμοποιείται στον τομέα της αλιείας·

21)   «είδη-δείκτες ΕΘΟ»: τα είδη που είναι ενδεικτικά της ύπαρξης ΕΘΟ, όπως ορίζονται στο μέρος VI του παραρτήματος I.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 3 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

22)   «αριθμός ΔΝΟ»: ένας 7ψήφιος αριθμός, ο οποίος εκχωρείται σε ένα σκάφος υπό την εποπτεία του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού·

23)   «επιθεωρητής»: εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, επιθεωρητής των υπηρεσιών ελέγχου αλιείας ενός συμβαλλόμενου μέρους της NAFO που έχει διατεθεί στο κοινό πρόγραμμα επιθεώρησης και επιτήρησης που αναφέρεται στο κεφάλαιο VII·

24)   «ΠΛΑ αλιεία»: οι δραστηριότητες που περιγράφονται στο διεθνές σχέδιο δράσης για την πρόληψη, την αποτροπή και την εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας που εγκρίθηκε από τον FAΟ·

25)   «αλιευτικό ταξίδι»: για τα αλιευτικά σκάφη συμπεριλαμβάνεται ο χρόνος από την είσοδό τους μέχρι την αναχώρησή τους από τη ζώνη διακανονισμού και ο χρόνος που μεσολαβεί μέχρις ότου εκφορτωθούν ή μεταφορτωθούν όλα τα αλιεύματα που διατηρούνται επί του σκάφους και τα οποία αλιεύθηκαν στη ζώνη διακανονισμού·

26)   «ΚΠΑ»: χερσαίο κέντρο παρακολούθησης της αλιείας του κράτους μέλους σημαίας·

27)   «κατάλογος σκαφών ΠΛΑ αλιείας»: ο κατάλογος που καταρτίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 52 και 53 των ΜΔΕ·

28)   «σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις»: οι σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 17 έως 20 των διεθνών κατευθυντήριων γραμμών του FAO για τη διαχείριση της αλιείας βαθέων υδάτων στην ανοικτή θάλασσα·

29)   «στοιχείο-δείκτης ΕΘΟ»: στοιχείο-δείκτης ΕΘΟ που αναφέρεται σε τοπογραφικά, υδροφυσικά ή γεωλογικά χαρακτηριστικά τα οποία αποτελούν ένδειξη της δυνητικής ύπαρξης ΕΘΟ, όπως ορίζονται στο μέρος VII του παραρτήματος I.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 4 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

30)   «παρατηρητής»: πρόσωπο το οποίο εξουσιοδοτείται και πιστοποιείται από κράτος μέλος ή συμβαλλόμενο μέρος να παρατηρεί, να παρακολουθεί και να συλλέγει πληροφορίες επί αλιευτικού σκάφους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

Άρθρο 4

Ερευνητικά σκάφη

1.   Τα ερευνητικά σκάφη:

α)

δεν διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες που δεν συνάδουν με το ερευνητικό τους σχέδιο· ή

β)

δεν αλιεύουν γαρίδα της Αρκτικής στη διαίρεση 3L καθ' υπέρβαση της κατανομής του κράτους μέλους σημαίας του σκάφους.

2.   Το αργότερο δέκα ημέρες πριν από την έναρξη μιας περιόδου ερευνητικής αλιείας, το κράτος μέλος σημαίας:

α)

κοινοποιεί στην Επιτροπή, με ηλεκτρονική διαβίβαση στον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα II.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 5 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, όλα τα ερευνητικά σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία του και τα οποία έχουν εξουσιοδοτηθεί να διεξάγουν ερευνητικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού· και

β)

παρέχει στην Επιτροπή ερευνητικό σχέδιο για όλα τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του και τα οποία έχουν εξουσιοδοτηθεί να διεξάγουν έρευνα, με αναφορά του σκοπού και της θέσης και, για τα σκάφη που διεξάγουν ερευνητικές δραστηριότητες σε προσωρινή βάση, τις ημερομηνίες κατά τις οποίες το σκάφος θα χρησιμοποιηθεί ως ερευνητικό σκάφος.

3.   Το κράτος μέλος σημαίας κοινοποιεί αμέσως στην Επιτροπή την παύση των ερευνητικών δραστηριοτήτων από οποιοδήποτε σκάφος διεξάγει ερευνητικές δραστηριότητες σε προσωρινή βάση.

4.   Το κράτος μέλος σημαίας κοινοποιεί στην Επιτροπή όλες τις τροποποιήσεις του ερευνητικού σχεδίου το αργότερο δέκα ημέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω τροποποιήσεων. Το ερευνητικό σκάφος τηρεί αρχείο των μεταβολών επί του σκάφους.

5.   Τα σκάφη που διεξάγουν δραστηριότητες έρευνας διατηρούν πάντοτε ένα αντίγραφο του ερευνητικού σχεδίου στην αγγλική γλώσσα.

6.   Η Επιτροπή διαβιβάζει στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη σημαίας σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 4 και 5 το αργότερο επτά ημέρες πριν από την έναρξη της αλιευτικής περιόδου ή, στην περίπτωση τροποποιήσεων στο ερευνητικό σχέδιο, επτά ημέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος οποιασδήποτε τροποποίησης του ερευνητικού σχεδίου.

Άρθρο 5

Περιορισμοί αλιευμάτων και αλιευτικής προσπάθειας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλοι οι περιορισμοί αλιευμάτων και/ή αλιευτικής προσπάθειας εφαρμόζονται ως προς τα αποθέματα που προσδιορίζονται στις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες και, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, όλες οι ποσοστώσεις εκφράζονται σε μετρικούς τόνους ζωντανών αλιευμάτων.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν σε αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία τους να αλιεύουν αποθέματα για τα οποία δεν τους έχει κατανεμηθεί ποσόστωση σύμφωνα με τις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες (καλούμενη ποσόστωση «λοιπά»), εφόσον υπάρχει τέτοια ποσόστωση και δεν έχει κοινοποιηθεί απαγόρευση της αλιείας από τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO.

3.   Για τα αποθέματα που προσδιορίζονται στις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες και αλιεύονται εντός της ζώνης διακανονισμού από σκάφη τα οποία έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του, κάθε κράτος μέλος σημαίας:

α)

εξασφαλίζει ότι όλα τα είδη που προέρχονται από αποθέματα τα οποία απαριθμούνται στις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες και αλιεύονται από τα σκάφη τους, καταλογίζονται στην ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων κοκκινόψαρου που αλιεύονται στη διαίρεση 3Μ μεταξύ της εκτιμώμενης ημερομηνίας κατά την οποία λαμβάνεται το 50 % των συνολικά επιτρεπόμενων αλιευμάτων κοκκινόψαρου (TAC) της διαίρεσης 3Μ και της 1ης Ιουλίου·

β)

εξασφαλίζει ότι δεν διατηρούνται πλέον κοκκινόψαρα της διαίρεσης 3Μ επί των σκαφών του, μετά την εκτιμώμενη ημερομηνία κατά την οποία έχει αλιευθεί το 100 % των TAC κοκκινόψαρου της διαίρεσης 3M, με εξαίρεση το κοκκινόψαρο της διαίρεσης 3M που αλιεύθηκε πριν από την απαγόρευση της αλιείας·

γ)

κοινοποιεί στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ τα ονόματα των σκαφών της ΕΕ που σκοπεύουν να αλιεύσουν την ποσόστωση «λοιπά» τουλάχιστον 48 ώρες πριν από κάθε είσοδο και έπειτα από τουλάχιστον 48 ώρες απουσίας από τη ζώνη διακανονισμού. Η κοινοποίηση αυτή συνοδεύεται, ει δυνατόν, από εκτίμηση των προβλεπόμενων αλιευμάτων. Η κοινοποίηση αυτή αναρτάται στον ιστότοπο παρακολούθησης, ελέγχου και επιτήρησης (ΠΕΕ) της NAFO.

4.   Για κάθε ανάσυρση, το είδος που αποτελεί το μεγαλύτερο κατά βάρος ποσοστό του συνόλου των αλιευμάτων της ανάσυρσης θεωρείται ότι αλιεύεται με κατευθυνόμενη αλιεία του εν λόγω αποθέματος.

Άρθρο 6

Απαγορεύσεις της αλιείας

1.   Κάθε κράτος μέλος:

α)

απαγορεύει την οικεία αλιεία αποθεμάτων που απαριθμούνται στις αλιευτικές δυνατότητες που ισχύουν στη ζώνη διακανονισμού την ημερομηνία κατά την οποία τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι θα απορροφηθεί η συνολική ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος για τα σχετικά αποθέματα, συμπεριλαμβανομένων της εκτιμώμενης ποσότητας που θα αλιευθεί πριν από την απαγόρευση της αλιείας, των απορρίψεων και των εκτιμώμενων μη δηλωμένων αλιευμάτων από το σύνολο των σκαφών που έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του εν λόγω κράτους μέλους·

β)

εξασφαλίζει ότι τα σκάφη υπό τη σημαία του παύουν αμέσως τις αλιευτικές δραστηριότητες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε αλιεύματα, όταν ενημερωθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 3 ότι έχει απορροφηθεί πλήρως η ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος. Εάν το κράτος μέλος μπορεί να αποδείξει ότι εξακολουθεί να διαθέτει διαθέσιμη ποσόστωση για το εν λόγω απόθεμα σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα σκάφη του εν λόγω κράτους μέλους μπορούν να συνεχίσουν την αλιεία του εν λόγω αποθέματος·

γ)

απαγορεύει την αλιεία της γαρίδας της Αρκτικής στη διαίρεση 3M όταν συμπληρωθεί ο αριθμός των ημερών αλιείας που έχουν κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος. Ο αριθμός των ημερών αλιείας για κάθε σκάφος καθορίζεται με τη χρησιμοποίηση δεδομένων εντοπισμού θέσης VMS εντός της διαίρεσης 3Μ· κάθε τμήμα ημέρας θεωρείται πλήρης ημέρα·

δ)

απαγορεύει την οικεία κατευθυνόμενη αλιεία κοκκινόψαρου στη διαίρεση 3Μ μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία εκτιμάται ότι η σωρευτική ποσότητα δηλωμένων αλιευμάτων θα φτάσει το 50 % των συνολικών επιτρεπόμενων αλιευμάτων (TAC) κοκκινόψαρου στη διαίρεση 3M, όπως κοινοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 3, και της 1ης Ιουλίου·

ε)

απαγορεύει την οικεία κατευθυνόμενη αλιεία κοκκινόψαρου στη διαίρεση 3Μ την ημερομηνία κατά την οποία εκτιμάται ότι τα συσσωρευμένα αναφερθέντα αλιεύματα θα φτάσουν το 100 % των TAC κοκκινόψαρου στη διαίρεση 3M, όπως κοινοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 3·

στ)

κοινοποιεί πάραυτα στην Επιτροπή την ημερομηνία απαγόρευσης που προβλέπεται στα στοιχεία α) έως ε)·

ζ)

απαγορεύει στα σκάφη υπό τη σημαία του να συνεχίσουν κατευθυνόμενη αλιεία στη ζώνη διακανονισμού για ένα συγκεκριμένο απόθεμα στο πλαίσιο ποσόστωσης «λοιπά» πέραν των 5 ημερών από την κοινοποίηση από τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO, την οποία διαβίβασε η Επιτροπή, ότι η ποσόστωση «λοιπά» προβλέπεται να απορροφηθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 3·

η)

εξασφαλίζει ότι κανένα σκάφος υπό τη σημαία του δεν συνεχίζει κατευθυνόμενη αλιεία στη ζώνη διακανονισμού για συγκεκριμένο απόθεμα στο πλαίσιο της ποσόστωσης «λοιπά» έπειτα από κοινοποίηση από τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO ότι προβλέπεται να απορροφηθεί η συγκεκριμένη ποσόστωση, σύμφωνα με την παράγραφο 3·

θ)

μετά την απαγόρευση της αλιείας του σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, εξασφαλίζει ότι δεν διατηρούνται πλέον ιχθύς του εν λόγω αποθέματος επί των σκαφών που φέρουν τη σημαία του, εκτός αν επιτρέπεται άλλως από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Ένας τύπος αλιείας που έχει απαγορευθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να ανοιχθεί εκ νέου εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση από την Επιτροπή έπειτα από επικοινωνία με τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO:

α)

εάν ο εκτελεστικός γραμματέας της NAFO επιβεβαιώσει ότι η Επιτροπή απέδειξε ότι υπάρχει υπόλοιπο διαθέσιμης ποσόστωσης από την αρχική της κατανομή· ή

β)

εάν η μεταφορά ποσοστώσεων από άλλο συμβαλλόμενο μέρος της NAFO, σύμφωνα με τις αλιευτικές δυνατότητες, έχει ως αποτέλεσμα πρόσθετη ποσόστωση για το συγκεκριμένο απόθεμα του οποίου η αλιεία έχει απαγορευθεί.

3.   Η Επιτροπή ενημερώνει πάραυτα τα κράτη μέλη για την ημερομηνία απαγόρευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 7

Παρεμπίπτοντα αλιεύματα που διατηρούνται επί του σκάφους

1.   Ο πλοίαρχος του σκάφους, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών που έχουν ναυλωθεί σύμφωνα με το άρθρο 23, εξασφαλίζει ότι το σκάφος ελαχιστοποιεί τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα ειδών από αποθέματα τα οποία προσδιορίζονται στις αντίστοιχες αλιευτικές του δυνατότητες που ισχύουν κατά τη δραστηριοποίησή τους στη ζώνη διακανονισμού.

2.   Τα είδη που απαριθμούνται στις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες υπάγονται στην κατηγορία των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων, όταν αλιεύονται σε διαίρεση όπου υπάρχει κάποια από τις ακόλουθες καταστάσεις:

α)

δεν έχει κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος ποσόστωση για το απόθεμα αυτό στη συγκεκριμένη διαίρεση, σύμφωνα με τις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες·

β)

ισχύει απαγόρευση της αλιείας του συγκεκριμένου αποθέματος (προσωρινή αναστολή)· ή

γ)

η ποσόστωση «λοιπά» για ένα συγκεκριμένο απόθεμα έχει χρησιμοποιηθεί πλήρως, μετά την κοινοποίηση από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6.

3.   Ο πλοίαρχος του σκάφους, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών που έχουν ναυλωθεί σύμφωνα με το άρθρο 23, εξασφαλίζει ότι το σκάφος περιορίζει τη διατήρηση επί του σκάφους των ειδών που υπάγονται στην κατηγορία των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων στο μέγιστο όριο που ορίζεται παρακάτω:

α)

για τον γάδο στη διαίρεση 3Μ, το κοκκινόψαρο στη διαίρεση 3LN και το καλκάνι στη διαίρεση 3NO: 1 250 kg ή 5 %, όποιο είναι το μεγαλύτερο·

β)

για τον γάδο στη διαίρεση 3NO: 1 000 kg ή 4 %, όποιο είναι το μεγαλύτερο·

γ)

για όλα τα άλλα αποθέματα που απαριθμούνται στις αλιευτικές δυνατότητες, όταν δεν έχει κατανεμηθεί ειδική ποσόστωση στο κράτος μέλος: 2 500 kg ή 10 %, όποιο είναι το μεγαλύτερο·

δ)

όταν εφαρμόζεται απαγόρευση αλιείας (προσωρινή αναστολή) ή όταν έχει χρησιμοποιηθεί πλήρως η ποσόστωση «λοιπά» για το εν λόγω απόθεμα: 1 250 kg ή 5 %, όποιο είναι το μεγαλύτερο·

ε)

μόλις απαγορευθεί η κατευθυνόμενη αλιεία κοκκινόψαρου στη διαίρεση 3Μ σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο δ): 1 250 kg ή 5 %, όποιο είναι το μεγαλύτερο·

στ)

όταν διεξάγει κατευθυνόμενη αλιεία χωματίδας με κίτρινη ουρά στις διαιρέσεις 3LNO: 15 % καλκάνι Καναδά· διαφορετικά ισχύουν οι διατάξεις για τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα του άρθρου 6 παράγραφος 3 στοιχείο δ).

4.   Τα όρια και τα ποσοστά που προβλέπονται στην παράγραφο 3 υπολογίζονται για κάθε απόθεμα, ανά διαίρεση, ως το ποσοστό κατά βάρος για κάθε απόθεμα των συνολικών αλιευμάτων αποθεμάτων που απαριθμούνται στις αλιευτικές δυνατότητες που διατηρούνται επί του σκάφους για την εν λόγω διαίρεση κατά τη στιγμή της επιθεώρησης, με βάση τα αριθμητικά στοιχεία του ημερολογίου αλιείας.

5.   Ο υπολογισμός των επιπέδων των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων βενθικών ειδών στην παράγραφο 3 δεν περιλαμβάνει τα αλιεύματα γαρίδας της Αρκτικής στο σύνολο των αλιευμάτων επί του σκάφους.

Άρθρο 8

Υπέρβαση των ορίων των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων σε μια ανάσυρση

1.   Ο πλοίαρχος του σκάφους εξασφαλίζει ότι το σκάφος:

α)

δεν διεξάγει κατευθυνόμενη αλιεία των ειδών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2·

β)

πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις όταν, με εξαίρεση την κατευθυνόμενη αλιεία γαρίδας της Αρκτικής, το βάρος κάθε είδους που υπόκειται στα όρια παρεμπιπτόντων αλιευμάτων υπερβαίνει το ανώτερο από τα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 σε οποιαδήποτε ανάσυρση:

i)

μετακινείται αμέσως κατά τουλάχιστον 10 ναυτικά μίλια από το στίγμα της προηγούμενης σύρσης/πόντισης καθ' όλη τη διάρκεια της επόμενης σύρσης/πόντισης·

ii)

εγκαταλείπει τη διαίρεση και δεν επιστρέφει επί τουλάχιστον 60 ώρες εάν τα όρια παρεμπιπτόντων αλιευμάτων που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 υπερβούν και πάλι τα όρια μετά την πρώτη σύρση/πόντιση, αφού μετακινηθεί σύμφωνα με το στοιχείο β) σημείο i)·

iii)

πραγματοποιεί δοκιμαστική σύρση για μέγιστη διάρκεια 3 ωρών πριν από την έναρξη νέας αλίευσης έπειτα από απουσία τουλάχιστον 60 ωρών. Αν τα αποθέματα που υπόκεινται σε όρια παρεμπιπτόντων αλιευμάτων αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό, κατά βάρος, του συνολικού αλιεύματος που προκύπτει κατά την ανάσυρση, η δραστηριότητα δεν θεωρείται ότι αποτελεί κατευθυνόμενη αλιεία των εν λόγω αποθεμάτων και το σκάφος πρέπει να αλλάξει αμέσως στίγμα σύμφωνα με το στοιχείο β) σημεία i) και ii)· και

iv)

προσδιορίζει κάθε δοκιμαστική σύρση που διενεργείται σύμφωνα με το στοιχείο β) και καταγράφει στο ημερολόγιο αλιείας τις συντεταγμένες που αντιστοιχούν στις θέσεις έναρξης και λήξης κάθε δοκιμαστικής σύρσης που διενεργήθηκε.

2.   Στην κατευθυνόμενη αλιεία γαρίδας της Αρκτικής, η μετακίνηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) σημεία (i) και (ii) εφαρμόζεται όταν, σε οποιαδήποτε ανάσυρση, η ποσότητα του συνόλου των αποθεμάτων βενθικών ειδών που απαριθμούνται στις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες υπερβαίνει το 5 % στη διαίρεση 3Μ ή το 2,5 % στη διαίρεση 3L.

3.   Όταν ένα σκάφος διεξάγει κατευθυνόμενη αλιεία σελαχιού με νόμιμο μέγεθος ματιών κατάλληλου για την εν λόγω αλιεία, την πρώτη φορά που τα αλιεύματα αποθεμάτων για τα οποία ισχύουν όρια παρεμπιπτόντων αλιευμάτων, κατά το άρθρο 7 παράγραφος 2, αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό κατά βάρος του συνόλου των αλιευμάτων σε μια ανάσυρση, τα αλιεύματα αυτά θεωρούνται τυχαία αλιεύματα, αλλά το σκάφος απομακρύνεται αμέσως όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

4.   Το ποσοστό των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων σε οποιαδήποτε ανάσυρση υπολογίζεται για κάθε απόθεμα που απαριθμείται στις ισχύουσες αλιευτικές δυνατότητες ως το ποσοστό, κατά βάρος, του συνολικού αλιεύματος κατά την εν λόγω ανάσυρση.

Άρθρο 9

Γαρίδα της Αρκτικής

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η διαίρεση 3Μ περιλαμβάνει το τμήμα της διαίρεσης 3L που περικλείεται από τις γραμμές που συνδέουν τα σημεία τα οποία περιγράφονται στον πίνακα 1 και απεικονίζονται στο σχήμα 1(1) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 6 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

2.   Ένα σκάφος που αλιεύει γαρίδα της Αρκτικής και άλλα είδη κατά το ίδιο ταξίδι διαβιβάζει στην Επιτροπή έκθεση με την οποία επισημαίνει την αλλαγή αλιείας. Ο αριθμός των ημερών αλιείας υπολογίζεται αναλόγως.

3.   Οι ημέρες αλιείας που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δεν είναι μεταβιβάσιμες μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών της NAFO. Οι ημέρες αλιείας ενός συμβαλλόμενου μέρους της NAFO μπορούν να χρησιμοποιηθούν από σκάφος που έχει το δικαίωμα να φέρει τη σημαία άλλου συμβαλλόμενου μέρους της NAFO μόνο σύμφωνα με το άρθρο 23.

4.   Κανένα σκάφος δεν αλιεύει γαρίδα της Αρκτικής στη διαίρεση 3M μεταξύ ώρας 00:01 UTC (συντονισμένη παγκόσμια ώρα) της 1ης Ιουνίου και ώρας 24:00 UTC της 31ης Δεκεμβρίου στην περιοχή που περιγράφεται στον πίνακα 2 και απεικονίζεται στο σχήμα 1(2) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 7 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

5.   Όλη η αλιεία γαρίδας της Αρκτικής στη διαίρεση 3L πραγματοποιείται σε βάθη μεγαλύτερα των 200 μέτρων. Η αλιεία στη ζώνη διακανονισμού περιορίζεται σε περιοχή ανατολικά της γραμμής που οριοθετείται από τις συντεταγμένες που περιγράφονται στον πίνακα 3 και απεικονίζεται στο σχήμα 1(3) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 8 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

6.   Κάθε σκάφος που αλιεύει γαρίδα της Αρκτικής στη διαίρεση 3L, ή οι αντιπρόσωποί του για λογαριασμό του, ενημερώνει την αρμόδια λιμενική αρχή τουλάχιστον 24 ώρες νωρίτερα σχετικά με την αναμενόμενη ώρα άφιξής του και τις εκτιμώμενες ποσότητες γαρίδας της Αρκτικής επί του σκάφους, ανά διαίρεση.

Άρθρο 10

Ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας

1.   Τα ακόλουθα μέτρα εφαρμόζονται στα σκάφη συνολικού μήκους 24 μέτρων και άνω που επιδίδονται στην αλιεία ιππόγλωσσας της Γροιλανδίας στην υποπεριοχή 2 και στις διαιρέσεις 3KLMNO:

α)

κάθε κράτος μέλος κατανέμει την ποσόστωσή του για την ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας μεταξύ των αδειοδοτημένων σκαφών του·

β)

τα αδειοδοτημένα σκάφη εκφορτώνουν τα αλιεύματα ιππόγλωσσας της Γροιλανδίας μόνο σε καθορισμένο λιμένα συμβαλλόμενου μέρους της NAFO. Προς τον σκοπό αυτό, κάθε κράτος μέλος ορίζει έναν ή περισσότερους λιμένες στην επικράτειά του στους οποίους τα αδειοδοτημένα σκάφη μπορούν να εκφορτώνουν ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας·

γ)

κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή το όνομα κάθε λιμένα που έχει ορίσει. Οποιεσδήποτε επακόλουθες αλλαγές στον εν λόγω κατάλογο αποστέλλονται σε αντικατάσταση του προηγούμενου τουλάχιστον 20 ημέρες πριν από τη θέση της τροποποίησης σε ισχύ. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες αυτές στον ιστότοπο NAFO MCS·

δ)

τουλάχιστον 48 ώρες πριν από την προβλεπόμενη ώρα άφιξής του στον λιμένα, το αδειοδοτημένο σκάφος, ή ο αντιπρόσωπός του για λογαριασμό του, ανακοινώνει στην αρμόδια λιμενική αρχή ελέγχου της αλιείας την αναμενόμενη ώρα άφιξής του, την εκτιμώμενη συνολική ποσότητα ιππόγλωσσας της Γροιλανδίας που διατηρείται επί του σκάφους και τις πληροφορίες για τη διαίρεση ή τις διαιρέσεις στις οποίες ελήφθησαν τα αλιεύματα·

ε)

κάθε κράτος μέλος επιθεωρεί κάθε εκφόρτωση ιππόγλωσσας της Γροιλανδίας στους λιμένες του και εκπονεί έκθεση επιθεώρησης με τον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα IV.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 9 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και την αποστέλλει στην Επιτροπή με κοινοποίηση στην ΕΥΕΑ εντός 12 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης. Στην έκθεση προσδιορίζονται και παρέχονται λεπτομέρειες για τυχόν παράβαση του κανονισμού που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης σε λιμένα. Περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες που είναι διαθέσιμες σχετικά με παραβάσεις που διαπιστώθηκαν εν πλω κατά το τρέχον ταξίδι του επιθεωρηθέντος αλιευτικού σκάφους. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες στον ιστότοπο NAFO MCS.

2.   Οι ακόλουθες διαδικασίες εφαρμόζονται ως προς τα αδειοδοτημένα σκάφη που διατηρούν επ' αυτών πάνω από 50 τόνους βάρους ζώντων αλιευμάτων που έχουν αλιευθεί εκτός της ζώνης διακανονισμού και τα οποία εισέρχονται στη ζώνη διακανονισμού για να αλιεύσουν ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας:

α)

ο πλοίαρχος του σκάφους κοινοποιεί στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO, με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή φαξ, το αργότερο 72 ώρες πριν από την είσοδο του σκάφους στη ζώνη διακανονισμού, την ποσότητα των αλιευμάτων επί του σκάφους, το στίγμα με το γεωγραφικό πλάτος και μήκος όπου ο πλοίαρχος του σκάφους σκοπεύει να αρχίσει την αλιεία, την εκτιμώμενη ώρα άφιξης στο στίγμα και τα στοιχεία επικοινωνίας του αλιευτικού σκάφους (π.χ. ασύρματος, δορυφορικό τηλέφωνο ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο)·

β)

το σκάφος επιθεώρησης που σκοπεύει να επιθεωρήσει αλιευτικό σκάφος προτού αρχίσει να αλιεύει ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας κοινοποιεί στο εν λόγω αλιευτικό σκάφος και στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO τις συντεταγμένες ενός καθορισμένου σημείου επιθεώρησης το οποίο δεν υπερβαίνει τα 60 ναυτικά μίλια από τη θέση όπου ο πλοίαρχος του σκάφους εκτιμά ότι το σκάφος θα αρχίσει την αλιεία και ενημερώνει σχετικά τα άλλα σκάφη επιθεώρησης που ενδέχεται να δραστηριοποιούνται στη ζώνη διακανονισμού·

γ)

το αλιευτικό σκάφος που ενημερώνεται σύμφωνα με το στοιχείο β):

i)

μεταβαίνει στο καθορισμένο σημείο επιθεώρησης, και

ii)

εξασφαλίζει ότι το σχέδιο στοιβασίας των αλιευμάτων επί του σκάφους κατά την είσοδο στις ζώνες διακανονισμού πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 25 παράγραφος 5 και είναι διαθέσιμο στους επιθεωρητές κατόπιν αιτήματος·

δ)

το αλιευτικό σκάφος δεν μπορεί να αρχίσει την αλιεία προτού επιθεωρηθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εκτός εάν:

i)

δεν λάβει καμία κοινοποίηση εντός 72 ωρών από την κοινοποίηση που έχει διαβιβάσει σύμφωνα με το στοιχείο α)· ή

ii)

εντός τριών ωρών από την άφιξή του στο καθορισμένο σημείο επιθεώρησης, το σκάφος επιθεώρησης δεν έχει ξεκινήσει την προβλεπόμενη επιθεώρηση.

3.   Απαγορεύονται οι εκφορτώσεις ιππόγλωσσας της Γροιλανδίας από σκάφη μη συμβαλλόμενων μερών τα οποία πραγματοποίησαν αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού της NAFO.

Άρθρο 11

Καλαμάρι

Η αλίευση καλαμαριών μεταξύ ώρας 00:01 UTC της 1ης Ιανουαρίου και ώρας 24:00 UTC της 30ής Ιουνίου στις υποπεριοχές 3 και 4 απαγορεύεται.

Άρθρο 12

Διατήρηση και διαχείριση των καρχαριών

1.   Τα κράτη μέλη: αναφέρουν όλα τα αλιεύματα καρχαριών, συμπεριλαμβανομένων των διαθέσιμων ιστορικών δεδομένων, σύμφωνα με τη διαδικασία αναφοράς αλιευμάτων και αλιευτικής προσπάθειας που αναφέρεται στο άρθρο 25.

2.   Για κάθε παρατηρούμενη ανάσυρση που περιέχει καρχαρία της Γροιλανδίας, οι παρατηρητές καταγράφουν τον αριθμό, το εκτιμώμενο βάρος και το μετρούμενο μήκος (εκτιμώμενο μήκος αν δεν μπορεί να μετρηθεί το μήκος) ανά ανάσυρση ή πόντιση, το φύλο και την κατάσταση των αλιευμάτων (ζώντα, νεκρά ή άγνωστο) για κάθε μεμονωμένο καρχαρία της Γροιλανδίας.

3.   Απαγορεύεται:

α)

η αφαίρεση των πτερυγίων καρχαρία επί των σκαφών·

β)

η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση πτερυγίων καρχαρία πλήρως αποσπασμένων από σφάγιο.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, για να διευκολυνθεί η αποθήκευση επί του σκάφους, τα πτερύγια του καρχαρία επιτρέπεται να είναι μερικώς τετμημένα και διπλωμένα επί του σφαγίου.

5.   Κανένα αλιευτικό σκάφος δεν διατηρεί επί του σκάφους, δεν μεταφορτώνει ούτε εκφορτώνει πτερύγια που συλλέγονται κατά παράβαση του παρόντος άρθρου.

6.   Στους τύπους αλιείας που δεν στοχεύουν καρχαρίες, κάθε κράτος μέλος ενθαρρύνει κάθε σκάφος που έχει το δικαίωμα να φέρει τη σημαία του να απελευθερώνει τους ζωντανούς καρχαρίες, και ιδίως τα ιχθύδια, που δεν προορίζονται για χρήση ως τροφή ή για σκοπούς επιβίωσης.

7.   Τα κράτη μέλη, εφόσον είναι δυνατόν:

α)

αναλαμβάνουν έρευνα για τον προσδιορισμό τρόπων για να καταστούν τα αλιευτικά εργαλεία περισσότερο επιλεκτικά για την προστασία των καρχαριών·

β)

διεξάγουν έρευνα σχετικά με βασικές βιολογικές και οικολογικές παραμέτρους, τον κύκλο ζωής, τα χαρακτηριστικά συμπεριφοράς και τα πρότυπα μετανάστευσης, καθώς και τον προσδιορισμό δυνητικών περιοχών ζευγαρώματος, τοκετού και αναπαραγωγής των κύριων ειδών καρχαριών.

8.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής στην Επιτροπή, για διαβίβαση στην Εκτελεστική Γραμματεία της NAFO.

Άρθρο 13

Μέγεθος ματιών διχτυών

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, το μέγεθος των ματιών μετριέται με τη χρήση των οργάνων μέτρησης που ορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/2008 της Επιτροπής (15), σύμφωνα με το παράρτημα III.Α των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 10 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

2.   Κανένα σκάφος δεν αλιεύει με δίχτυ με μέγεθος ματιών μικρότερο από το προβλεπόμενο για κάθε ένα από τα ακόλουθα είδη:

α)

40 mm για γαρίδες και γαρίδες της Αρκτικής (PRA)·

β)

60 mm για θράψαλο του Βορρά (SQI)·

γ)

280 mm στον σάκο της τράτας και 220 mm σε όλα τα άλλα μέρη της τράτας για σελάχια (SKA)·

δ)

130 mm για όλους τους άλλους βενθικούς ιχθύς, όπως παρατίθενται στο παράρτημα I.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 11 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

ε)

100 mm για το πελαγικό κοκκινόψαρο του βυθού (REB) στην υποπεριοχή 2 και τις διαιρέσεις 1F και 3Κ· και

στ)

90 mm για το κοκκινόψαρο (RED) στην αλιεία με μεσοπελαγικές τράτες στις διαιρέσεις 3O, 3M και 3LN.

3.   Σκάφος που αλιεύει ένα είδος της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και το οποίο φέρει δίχτυα με μέγεθος ματιών μικρότερο από το καθοριζόμενο στην εν λόγω παράγραφο, εξασφαλίζει ότι τα δίχτυα αυτά προσδένονται και στοιβάζονται ασφαλώς και δεν είναι διαθέσιμα για άμεση χρήση κατά τη διάρκεια του εν λόγω τύπου αλιείας.

4.   Επιτρέπεται, ωστόσο, σε σκάφος που διεξάγει κατευθυνόμενη αλιεία για είδη άλλα από εκείνα που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου να αλιεύει τα ρυθμιζόμενα είδη με δίχτυα με μέγεθος ματιών μικρότερο από το καθοριζόμενο στην εν λόγω παράγραφο, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι απαιτήσεις σχετικά με παρεμπίπτοντα αλιεύματα του άρθρου 7 παράγραφος 3.

Άρθρο 14

Χρήση προσαρτημάτων και σήμανση εργαλείων

1.   Τα σχοινιά ενίσχυσης, οι διαχωριστικοί ιμάντες και οι πλωτήρες σάκου τράτας μπορούν να χρησιμοποιούνται στις τράτες, εφόσον τα εν λόγω προσαρτήματα δεν περιορίζουν κατά κανένα τρόπο το επιτρεπόμενο άνοιγμα ματιών ούτε φράζουν το άνοιγμα των ματιών.

2.   Κανένα σκάφος δεν χρησιμοποιεί μέσο ή διάταξη που φράζει ή μειώνει το μέγεθος των ματιών. Εντούτοις, τα σκάφη μπορούν να προσαρμόζουν τις διατάξεις που περιγράφονται στο παράρτημα III.Β των ΜΔΕ (επιτρεπόμενα προστατευτικά φύλλα άνω πλευράς/αλυσίδες με εγκάρσιο πείρο για την αλιεία γαρίδας) που αναφέρονται στο σημείο 12 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού στην άνω πλευρά του σάκου με τρόπο που να μη φράζει τα ανοίγματα των ματιών του σάκου, συμπεριλαμβανομένων των τεμαχίων επιμήκυνσης. Ιστιόπανα, δίχτυα και άλλα υλικά επιτρέπεται να προσαρμόζονται στο κάτω μέρος του σάκου μόνο στον βαθμό που απαιτείται για να προλαμβάνεται ή να ελαχιστοποιείται η φθορά του.

3.   Τα σκάφη που αλιεύουν γαρίδα της Αρκτικής στις διαιρέσεις 3L ή 3M πρέπει να χρησιμοποιούν πλέγματα ή σχάρες διαλογής με μέγιστη απόσταση των 22 mm. Τα σκάφη που αλιεύουν γαρίδα της Αρκτικής στο τμήμα 3L πρέπει επίσης να είναι εφοδιασμένα με αλυσίδες εναλλαγής με ελάχιστο μήκος 72 cm, όπως μετριέται σύμφωνα με το παράρτημα III.Β των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 12 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

4.   Για την αλιεία στις περιοχές που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1, επιτρέπεται μόνο η χρήση αλιευτικών εργαλείων μεσοπελαγικής τράτας.

5.   Κανένα αλιευτικό σκάφος:

α)

δεν χρησιμοποιεί εργαλεία που δεν έχουν σημανθεί σύμφωνα με τα γενικά αποδεκτά διεθνή πρότυπα, και ιδίως τη σύμβαση για την άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων στον Βόρειο Ατλαντικό του 1967· ή

β)

δεν τοποθετεί οποιονδήποτε σημαντήρα ή παρόμοιο αντικείμενο που επιπλέει στην επιφάνεια και προορίζεται για την υπόδειξη της θέσης των σταθερών αλιευτικών εργαλείων, χωρίς να εμφανίζει τον αριθμό νηολογίου του σκάφους.

Άρθρο 15

Απολεσθέντα ή εγκαταλελειμμένα αλιευτικά εργαλεία, ανάκτηση αλιευτικών εργαλείων

1.   Ο πλοίαρχος του σκάφους που αλιεύει στη ζώνη διακανονισμού:

α)

διαθέτει εξοπλισμό επί του αλιευτικού σκάφους για την ανάκτηση απολεσθέντων εργαλείων·

β)

αν απολεσθούν εργαλεία ή μέρος τους, προβαίνει σε κάθε εύλογη προσπάθεια να τα ανακτήσει το συντομότερο δυνατόν· και

γ)

δεν εγκαταλείπει σκόπιμα αλιευτικά εργαλεία, εκτός αν συντρέχουν λόγοι ασφαλείας.

2.   Εάν τα αλιευτικά εργαλεία δεν μπορούν να ανακτηθούν, ο πλοίαρχος του σκάφους γνωστοποιεί στο κράτος μέλος σημαίας εντός 24 ωρών τα εξής:

α)

το όνομα και το διακριτικό κλήσεως του σκάφους·

β)

το είδος των απολεσθέντων εργαλείων·

γ)

την ποσότητα των απολεσθέντων εργαλείων·

δ)

τον χρόνο κατά τον οποίο απωλέσθησαν τα εργαλεία·

ε)

το γεωγραφικό στίγμα όπου απωλέσθησαν τα εργαλεία· και

στ)

τα μέτρα που ελήφθησαν από το σκάφος για την ανάκτηση των απολεσθέντων εργαλείων.

3.   Μετά την ανάκτηση των απολεσθέντων εργαλείων, ο πλοίαρχος του σκάφους γνωστοποιεί στο κράτος μέλος σημαίας εντός 24 ωρών τα εξής:

α)

το όνομα και το διακριτικό κλήσεως του σκάφους που έχει ανακτήσει τα εργαλεία·

β)

το όνομα και το διακριτικό κλήσεως του σκάφους που απώλεσε τα εργαλεία (εφόσον είναι γνωστά)·

γ)

το είδος των εργαλείων που ανακτήθηκαν·

δ)

την ποσότητα των εργαλείων που ανακτήθηκαν·

ε)

τον χρόνο κατά τον οποίο ανακτήθηκαν τα εργαλεία· και

στ)

το γεωγραφικό στίγμα όπου ανακτήθηκαν τα εργαλεία.

4.   Το κράτος μέλος κοινοποιεί αμελλητί στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 για διαβίβαση στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO.

Άρθρο 16

Απαιτήσεις ελάχιστου μεγέθους ιχθύων

1.   Κανένα σκάφος δεν διατηρεί επί του σκάφους ιχθύς μικρότερους από το ελάχιστο μέγεθος που καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα I.Δ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 13 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, οι δε ιχθύες ρίπτονται αμέσως εκ νέου στη θάλασσα.

2.   Οι μεταποιημένοι ιχθύες που είναι μικρότεροι από το ισοδύναμο μήκος που καθορίζεται για το συγκεκριμένο είδος στο παράρτημα I.Δ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 13 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού θεωρείται ότι προέρχονται από ιχθύς οι οποίοι είναι μικρότεροι από το ελάχιστο μέγεθος ιχθύων που προβλέπεται για το συγκεκριμένο είδος.

3.   Όταν ο αριθμός των ιχθύων μικρότερου μεγέθους σε μία μόνο ανάσυρση υπερβαίνει το 10 % του συνόλου των ιχθύων στην εν λόγω ανάσυρση, το σκάφος διατηρεί για την επόμενή του σύρση ελάχιστη απόσταση 5 ναυτικών μιλίων από κάθε θέση της προηγούμενης σύρσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΘΟ ΣΤΗ ΖΩΝΗ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΑΛΙΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΒΥΘΟΥ

Άρθρο 17

Χάρτης αποτυπώματος (υφιστάμενες περιοχές αλιείας βυθού)

Ο χάρτης των υφιστάμενων περιοχών αλιείας βυθού στη ζώνη διακανονισμού που απεικονίζεται στο σχήμα 2 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 2 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού οριοθετείται στη δυτική πλευρά από το όριο της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης του Καναδά και στην ανατολική πλευρά από τις συντεταγμένες που απεικονίζονται στον πίνακα 4 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 1 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 18

Περιοχές απαγόρευσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων βυθού

1.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020, κανένα σκάφος δεν ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες βυθού σε οποιαδήποτε από τις περιοχές που απεικονίζονται στο σχήμα 3 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 14 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και ορίζονται με τη σύνδεση των συντεταγμένων που καθορίζονται στον πίνακα 5 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 15 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού με αριθμητική σειρά και με αφετηρία τη συντεταγμένη 1.

2.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020, κανένα σκάφος δεν ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες βυθού στην περιοχή της διαίρεσης 3Ο που απεικονίζεται στο σχήμα 4 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 16 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και ορίζεται με τη σύνδεση των συντεταγμένων που καθορίζονται στον πίνακα 6 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 17 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού με αριθμητική σειρά και με αφετηρία τη συντεταγμένη 1.

3.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020, κανένα σκάφος δεν ασκεί δραστηριότητες αλιείας βυθού στις περιοχές 1-13 που απεικονίζονται στο σχήμα 5 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 18 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και ορίζονται με τη σύνδεση των συντεταγμένων που καθορίζονται στον πίνακα 7 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 19 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού με αριθμητική σειρά και με αφετηρία τη συντεταγμένη 1.

4.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2018, κανένα σκάφος δεν ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες βυθού στην περιοχή 14 που απεικονίζεται στο σχήμα 5 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 18 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και ορίζεται με τη σύνδεση των συντεταγμένων που καθορίζονται στον πίνακα 7 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 19 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού με αριθμητική σειρά και με αφετηρία τη συντεταγμένη 1.

Άρθρο 19

Εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες βυθού

1.   Οι εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες βυθού υπόκεινται σε προηγούμενη εξερεύνηση που διεξάγεται σύμφωνα με το πρωτόκολλο εξερευνητικής αλιείας που παρατίθεται στο παράρτημα I.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 20 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη, τα σκάφη των οποίων επιθυμούν να διεξάγουν εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες βυθού, για τους σκοπούς της αξιολόγησης:

α)

γνωστοποιούν στην Επιτροπή την «Κοινοποίηση πρόθεσης διεξαγωγής εξερευνητικής αλιείας βυθού» σύμφωνα με το παράρτημα I.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 21 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, μαζί με την αξιολόγηση που απαιτείται βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 1·

β)

υποβάλλουν στην Επιτροπή «Έκθεση αλιευτικού ταξιδιού εξερευνητικής αλιείας βυθού» σύμφωνα με το παράρτημα I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 22 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού εντός δύο μηνών από την ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων εξερευνητικής αλιείας βυθού.

3.   Ο πλοίαρχος αλιευτικού σκάφους:

α)

ξεκινά τις εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες βυθού μόνο αφού λάβει έγκριση σύμφωνα με τα μέτρα διατήρησης και διαχείρισης για την πρόληψη σημαντικών δυσμενών επιπτώσεων από τις δραστηριότητες εξερευνητικής αλιείας στα ΕΘΟ, τα οποία εγκρίνονται από την επιτροπή NAFΟ·

β)

διαθέτει επιστημονικό παρατηρητή επί του σκάφους για τη διάρκεια της εξερευνητικής αλιευτικής δραστηριότητας βυθού.

Άρθρο 20

Προκαταρκτική αξιολόγηση των προτεινόμενων εξερευνητικών αλιευτικών δραστηριοτήτων βυθού

1.   Κάθε κράτος μέλος που προτίθεται να συμμετάσχει σε εξερευνητικές αλιευτικές δραστηριότητες βυθού υποβάλλει, προς υποστήριξη της πρότασής του, προκαταρκτική αξιολόγηση των γνωστών και αναμενόμενων επιπτώσεων στα ΕΘΟ της αλιευτικής δραστηριότητας βυθού την οποία θα ασκήσουν τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του.

2.   Η προκαταρκτική αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

α)

αποστέλλεται στην Επιτροπή το αργότερο μία εβδομάδα πριν από την έναρξη της συνεδρίασης του επιστημονικού συμβουλίου της NAFO τον Ιούνιο·

β)

καλύπτει τα στοιχεία για αξιολόγηση των προτεινόμενων εξερευνητικών αλιευτικών δραστηριοτήτων βυθού σύμφωνα με το παράρτημα I.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 23 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 21

Συνάντηση με είδη-δείκτες ΕΘΟ

1.   Η συνάντηση με είδη-δείκτες ΕΘΟ ορίζεται ως αλίευση ανά πόντιση (π.χ. σύρση τράτας, παραγάδι ή απλάδια διχτυών) που περιέχει περισσότερα από 7 kg του είδους pennatulacea και/ή 60 kg άλλων ζώντων κοραλλιών και/ή 300 kg σπόγγων.

2.   Κάθε κράτος μέλος απαιτεί από τους πλοιάρχους σκαφών που έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του και διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες βυθού στη ζώνη διακανονισμού να προσδιορίζουν ποσοτικά τα αλιεύματα των ειδών-δεικτών ΕΘΟ, όταν κατά τη διάρκεια των αλιευτικών δραστηριοτήτων διαπιστώνονται στοιχεία για ύπαρξη ειδών-δεικτών ΕΘΟ, σύμφωνα με το μέρος VI του παραρτήματος I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 3 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

3.   Εάν η ποσότητα των ειδών-δεικτών ΕΘΟ που αλιεύονται κατά την αλιευτική δραστηριότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 (όπως η σύρση τράτας ή η χρησιμοποίηση απλαδιών διχτυών ή παραγαδιών) υπερβαίνει το όριο που ορίζεται στην παράγραφο 1, ο πλοίαρχος του σκάφους:

α)

αναφέρει χωρίς καθυστέρηση τη συνάντηση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας που είναι συμβαλλόμενο μέρος, συμπεριλαμβανομένου του στίγματος που παρέχει το σκάφος, είτε το τελικό σημείο της σύρσης ή πόντισης είτε άλλο στίγμα που βρίσκεται πλησιέστερα στην ακριβή θέση συνάντησης, τα είδη-δείκτες που συνάντησε και την ποσότητα (kg) των ειδών-δεικτών ΕΘΟ που συνάντησε· και

β)

διακόπτει την αλιεία και απομακρύνεται τουλάχιστον κατά 2 ναυτικά μίλια από το τελικό σημείο σύρσης/πόντισης προς την κατεύθυνση όπου είναι το λιγότερο πιθανόν να υπάρξουν περαιτέρω συναντήσεις. Ο πλοίαρχος του σκάφους λαμβάνει τη βέλτιστη απόφαση βάσει όλων των διαθέσιμων πηγών πληροφοριών.

4.   Κάθε κράτος μέλος απαιτεί την παρουσία επί του σκάφους ενός παρατηρητή με επαρκή επιστημονική εμπειρογνωσία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 στοιχείο β) για τις περιοχές εκτός αποτυπώματος, ο οποίος:

α)

εντοπίζει τα κοράλλια, τους σπόγγους και άλλους οργανισμούς στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο ταξινόμησης, χρησιμοποιώντας το «Έντυπο συλλογής δεδομένων εξερευνητικής αλιείας» σύμφωνα με το παράρτημα I.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 24 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού· και

β)

διαβιβάζει τα αποτελέσματα της εν λόγω ταυτοποίησης στον πλοίαρχο του σκάφους για να διευκολύνει την ποσοτικοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

5.   Κάθε κράτος μέλος:

α)

διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή τις πληροφορίες συνάντησης που αναφέρει ο πλοίαρχος του σκάφους, εάν η ποσότητα των ειδών-δεικτών ΕΘΟ που αλιεύθηκαν κατά τη διάρκεια αλιευτικής δραστηριότητας (όπως η σύρση τράτας ή η χρησιμοποίηση απλαδιών διχτυών ή παραγαδιών) υπερβαίνει το όριο που ορίζεται στην παράγραφο 1·

β)

προειδοποιεί αμέσως για τη συνάντηση όλα τα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του· και

γ)

κλείνει προσωρινά, όπου είναι δυνατόν, ακτίνα δύο μιλίων γύρω από κάθε αναφερόμενη θέση συνάντησης ΕΘΟ εκτός αποτυπώματος κατόπιν κοινοποίησης από την Επιτροπή.

Η Επιτροπή μπορεί να ανοίξει ξανά προσωρινά κλειστές περιοχές κατόπιν κοινοποίησης από τη NAFO.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΚΑΦΗ ΚΑΙ ΝΑΥΛΩΣΗ

Άρθρο 22

Απαιτήσεις για τα σκάφη

1.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τα ακόλουθα με ηλεκτρονικά μέσα:

α)

κατάλογο των σκαφών υπό τη σημαία του στα οποία μπορεί να επιτρέπει να διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού, («κοινοποιηθέντα σκάφη»), σύμφωνα με τον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα II.Γ1 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 25 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

β)

κάθε διαγραφή από τον κατάλογο των κοινοποιηθέντων σκαφών, χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με τον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα II.Γ2 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 26 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

2.   Κανένα αλιευτικό σκάφος δεν επιτρέπεται να διεξάγει αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού εκτός εάν:

α)

περιλαμβάνεται στον κατάλογο των κοινοποιηθέντων σκαφών·

β)

τα επιλέξιμα σκάφη διαθέτουν αριθμό ΔΝΟ· και

γ)

έχουν άδεια του κράτους μέλους της σημαίας να ασκήσουν τέτοιες αλιευτικές δραστηριότητες (αδειοδοτημένο σκάφος).

3.   Κανένα κράτος μέλος δεν επιτρέπει σε αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία του να διεξάγει αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού, εκτός εάν είναι σε θέση να ασκήσει αποτελεσματικά τα καθήκοντα του κράτους σημαίας για το εν λόγω σκάφος.

4.   Κάθε κράτος μέλος διαχειρίζεται τον αριθμό των αδειοδοτημένων αλιευτικών σκαφών και την αλιευτική τους προσπάθεια κατά τρόπο που να λαμβάνει δεόντως υπόψη τις αλιευτικές δυνατότητες που διαθέτει το εν λόγω κράτος μέλος στη ζώνη διακανονισμού.

5.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικά μέσα:

α)

την ατομική άδεια διεξαγωγής αλιευτικών δραστηριοτήτων στη ζώνη διακανονισμού την οποία έχει χορηγήσει σε κάθε σκάφος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των κοινοποιηθέντων σκαφών στον μορφότυπο που καθορίζεται στο παράρτημα II.Γ3 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 27 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και το αργότερο 40 ημέρες πριν από την έναρξη των αλιευτικών δραστηριοτήτων για το ημερολογιακό έτος

Κάθε άδεια προσδιορίζει ιδίως τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης της ισχύος και τα είδη για τα οποία επιτρέπεται η κατευθυνόμενη αλιεία, εκτός εάν εξαιρούνται σύμφωνα με το παράρτημα II.Γ3 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 27 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού. Εάν το σκάφος σκοπεύει να αλιεύσει ρυθμιζόμενα είδη που αναφέρονται στις αλιευτικές δυνατότητες, προσδιορίζεται το απόθεμα που αντιστοιχεί στο ρυθμιζόμενο είδος και στη συγκεκριμένη περιοχή·

β)

την αναστολή της άδειας, στον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα II.Γ4 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 28 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, χωρίς καθυστέρηση, σε περίπτωση ανάκλησης της σχετικής άδειας ή οποιασδήποτε τροποποίησης του περιεχομένου της, όταν η ανάκληση ή η τροποποίηση πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος·

γ)

την επανάληψη άδειας που έχει ανασταλεί, η οποία διαβιβάζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο στοιχείο α).

6.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η περίοδος ισχύος της άδειας να συμπίπτει με την περίοδο πιστοποίησης σχετικά με την πιστοποίηση του σχεδίου χωρητικότητας που αναφέρεται στις παραγράφους 10 και 11.

7.   Κάθε αλιευτικό σκάφος φέρει ενδείξεις που αναγνωρίζονται εύκολα σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά πρότυπα, όπως οι προδιαγραφές του FAO για τη σήμανση και τα αναγνωριστικά στοιχεία των αλιευτικών σκαφών.

8.   Κανένα αλιευτικό σκάφος δεν ασκεί δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού χωρίς να διατηρεί επί του σκάφους έγκυρα έγγραφα που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας, τα οποία αναφέρουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία σχετικά με το σκάφος:

α)

το όνομα του σκάφους, εάν υπάρχει·

β)

το γράμμα ή τα γράμματα του λιμένα ή της περιοχής στην οποία είναι νηολογημένο, εάν υπάρχει·

γ)

τον αριθμό ή τους αριθμούς νηολογίου·

δ)

τον αριθμό ΔΝΟ·

ε)

το διεθνές διακριτικό κλήσεως ασυρμάτου, εάν υπάρχει·

στ)

τα ονόματα και τις διευθύνσεις του πλοιοκτήτη (πλοιοκτητών) και, κατά περίπτωση, των ναυλωτών·

ζ)

το συνολικό μήκος του·

η)

την ισχύ του κινητήρα του·

θ)

το σχέδιο χωρητικότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 10· και

ι)

εκτίμηση της ψυκτικής ικανότητας ή πιστοποίηση του συστήματος ψύξης.

9.   Κανένα αλιευτικό σκάφος δεν διεξάγει αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού χωρίς να διαθέτει ακριβές επικαιροποιημένο σχέδιο χωρητικότητας, το οποίο έχει πιστοποιηθεί από αρμόδια αρχή ή αναγνωριστεί από το κράτος μέλος σημαίας του.

10.   Το σχέδιο χωρητικότητας:

α)

λαμβάνει τη μορφή σχεδίου ή περιγραφής του χώρου αποθήκευσης ιχθύων, συμπεριλαμβανομένης της χωρητικότητας αποθήκευσης κάθε χώρου αποθήκευσης ιχθύων σε κυβικά μέτρα· το δε σχέδιο να περιλαμβάνει διαμήκη τομή του σκάφους, καθώς και σχέδιο κάθε καταστρώματος επί του οποίου εντοπίζεται χώρος αποθήκευσης ιχθύων και τις θέσεις των καταψυκτών·

β)

δείχνει ιδίως τις θέσεις κάθε πόρτας, καταπακτής και κάθε άλλης πρόσβασης σε κάθε χώρο αποθήκευσης ιχθύων, με αναφορά στα διαφράγματα·

γ)

αναφέρει τις κύριες διαστάσεις των δεξαμενών αποθήκευσης ιχθύων (δεξαμενές ψυχόμενου θαλάσσιου νερού) με αναγραφή, για καθεμία από αυτές, της βαθμονόμησης σε κυβικά μέτρα σε διαστήματα 10 cm· και

δ)

αναφέρει σαφώς την πραγματική κλίμακα στο σχέδιο.

11.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε, ανά διετία, το σχέδιο χωρητικότητας των αδειοδοτημένων σκαφών του να πιστοποιείται από την αρμόδια αρχή ως προς την ακρίβειά του.

Άρθρο 23

Συμφωνίες ναύλωσης

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «συμβαλλόμενο μέρος ναύλωσης» νοείται το συμβαλλόμενο μέρος που διαθέτει μια κατανομή, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I.A και στο παράρτημα I.B των ΜΔΕ, ή το κράτος μέλος που διαθέτει κατανομή αλιευτικών δυνατοτήτων, και ως «κράτος μέλος σημαίας» νοείται το κράτος μέλος στο οποίο είναι νηολογημένο το ναυλωμένο σκάφος.

2.   Το σύνολο ή μέρος της αλιευτικής κατανομής ενός συμβαλλόμενου μέρους ναύλωσης μπορεί να συγκομισθεί με τη χρήση ναυλωμένου σκάφους («ναυλωμένο σκάφος») που έχει το δικαίωμα να φέρει τη σημαία κράτους μέλους, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

το κράτος μέλος σημαίας έχει συναινέσει γραπτώς στη συμφωνία ναύλωσης·

β)

η συμφωνία ναύλωσης περιορίζεται σε ένα αλιευτικό σκάφος ανά κράτος μέλος σημαίας σε οποιοδήποτε ημερολογιακό έτος·

γ)

η διάρκεια των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της συμφωνίας ναύλωσης δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες σωρευτικά σε οποιοδήποτε ημερολογιακό έτος· και

δ)

το ναυλωμένο σκάφος δεν είναι σκάφος το οποίο έχει διαπιστωθεί στο παρελθόν ότι έχει εμπλακεί σε ΠΛΑ αλιεία.

3.   Όλα τα αλιεύματα και τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα που αλιεύονται από το ναυλωμένο σκάφος σύμφωνα με τη συμφωνία ναύλωσης αποδίδονται στο συμβαλλόμενο μέρος ναύλωσης.

4.   Το κράτος μέλος σημαίας δεν επιτρέπει στο ναυλωμένο σκάφος, κατά τη διεξαγωγή αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της συμφωνίας ναύλωσης, να αλιεύει ταυτόχρονα οποιαδήποτε από τις κατανομές του κράτους μέλους σημαίας ή στο πλαίσιο άλλης ναύλωσης.

5.   Καμία μεταφόρτωση εν πλω δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την προηγούμενη έγκριση του συμβαλλόμενου μέρους της NAFO ναύλωσης, το οποίο εξασφαλίζει ότι εκτελείται υπό την επίβλεψη παρατηρητή επί του σκάφους.

6.   Το κράτος μέλος σημαίας κοινοποιεί γραπτώς στην Επιτροπή, πριν από την έναρξη της συμφωνίας ναύλωσης, τη συγκατάθεσή του για τη συμφωνία ναύλωσης.

7.   Το κράτος μέλος σημαίας ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά με την επέλευση των ακόλουθων γεγονότων:

α)

έναρξη αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της συμφωνίας ναύλωσης·

β)

αναστολή των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της συμφωνίας ναύλωσης·

γ)

επανάληψη των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ναύλωσης που έχει ανασταλεί·

δ)

λήξη των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της συμφωνίας ναύλωσης.

8.   Το κράτος μέλος σημαίας τηρεί χωριστό αρχείο των δεδομένων αλιευμάτων και παρεμπιπτόντων αλιευμάτων από αλιευτικές δραστηριότητες σύμφωνα με κάθε ναύλωση σκάφους που φέρει τη σημαία του και τα αναφέρει στο συμβαλλόμενο μέρος ναύλωσης και στην Επιτροπή.

9.   Το ναυλωμένο σκάφος διατηρεί ανά πάσα στιγμή τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το όνομα, τον αριθμό νηολογίου του κράτους σημαίας, τον αριθμό ΔΝΟ και το κράτος σημαίας του σκάφους·

β)

το προηγούμενο όνομα (ονόματα) και το κράτος (κράτη) σημαίας του σκάφους, εάν υπάρχουν·

γ)

το όνομα και τη διεύθυνση του πλοιοκτήτη (πλοιοκτητών) και, κατά περίπτωση, των φορέων εκμετάλλευσης του σκάφους·

δ)

αντίγραφο της συμφωνίας ναύλωσης και κάθε άδειας αλιείας που έχει εκδώσει το συμβαλλόμενο μέρος ναύλωσης στο ναυλωμένο σκάφος· και

ε)

την κατανομή που αντιστοιχεί στο σκάφος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ

Άρθρο 24

Απαιτήσεις επισήμανσης προϊόντων

1.   Όταν μεταποιούνται, όλα τα είδη που αλιεύονται στη ζώνη διακανονισμού επισημαίνονται με τρόπο που να επιτρέπει την αναγνώριση κάθε είδους και κατηγορίας προϊόντων. Όλα τα είδη πρέπει να φέρουν επισήμανση με τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

το όνομα του σκάφους αλίευσης·

β)

τον κωδικό μορφής παρουσίασης του προϊόντος, όπως παρατίθεται στο παράρτημα I.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 11 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

γ)

στην περίπτωση των γαρίδων της Αρκτικής την ημερομηνία αλίευσης·

δ)

τη ζώνη διακανονισμού και τη διαίρεση αλιείας· και

ε)

τον κωδικό μορφής παρουσίασης του προϊόντος όπως παρατίθεται στο παράρτημα II.ΙΑ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 29 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι ετικέτες πρέπει να επικολλώνται, να σφραγίζονται ή να γράφονται στέρεα στη συσκευασία κατά τη στιγμή της στοιβασίας και να έχουν μέγεθος που να μπορεί να διαβαστεί από τους επιθεωρητές κατά την κανονική άσκηση των καθηκόντων τους.

3.   Η επισήμανση γίνεται με μελάνι σε φόντο που προκαλεί χρωματική αντίθεση.

4.   Κάθε συσκευασία περιλαμβάνει μόνο:

α)

μία κατηγορία μορφής προϊόντος·

β)

μία διαίρεση αλίευσης·

γ)

μία ημερομηνία αλίευσης (στην περίπτωση της γαρίδας της Αρκτικής)· και

δ)

ένα είδος.

Άρθρο 25

Παρακολούθηση αλιευμάτων

1.   Για την παρακολούθηση των αλιευμάτων, κάθε αλιευτικό σκάφος χρησιμοποιεί ένα ημερολόγιο αλιείας, ένα ημερολόγιο παραγωγής και ένα σχέδιο στοιβασίας για την καταγραφή των αλιευτικών δραστηριοτήτων στη ζώνη διακανονισμού:

2.   Κάθε αλιευτικό σκάφος τηρεί ημερολόγιο αλιείας που διατηρείται επί του σκάφους επί 12 τουλάχιστον μήνες και σύμφωνα με το παράρτημα II.Α των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 30 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και:

α)

καταγράφει με ακρίβεια τα αλιεύματα κάθε σύρσης/πόντισης που αφορά τη μικρότερη γεωγραφική περιοχή για την οποία έχει κατανεμηθεί ποσόστωση·

β)

αναφέρει τη διάθεση των αλιευμάτων κάθε σύρσης/πόντισης, συμπεριλαμβανομένης της ποσότητας (σε χιλιόγραμμα ζώντος βάρους) κάθε αποθέματος που διατηρείται επί του σκάφους, απορρίπτεται, εκφορτώνεται ή μεταφορτώνεται κατά τη διάρκεια του τρέχοντος αλιευτικού ταξιδίου.

3.   Κάθε αλιευτικό σκάφος τηρεί ημερολόγιο παραγωγής που διατηρείται επί του σκάφους επί δώδεκα τουλάχιστον μήνες και:

α)

καταγράφει την ημερήσια αθροιστική παραγωγή για κάθε είδος και τύπο προϊόντος σε χιλιόγραμμα για την προηγούμενη ημέρα από τις 00:01 UTC έως τις 24:00 UTC·

β)

συσχετίζει την παραγωγή κάθε είδους και τύπου προϊόντος με τη μικρότερη γεωγραφική περιοχή για την οποία έχει κατανεμηθεί ποσόστωση·

γ)

απαριθμεί τους συντελεστές μετατροπής που χρησιμοποιούνται για τη μετατροπή του βάρους παραγωγής κάθε τύπου προϊόντος σε ζων βάρος, όταν καταγράφεται στο ημερολόγιο αλιείας·

δ)

επισημαίνει κάθε καταχώριση σύμφωνα με το άρθρο 24.

4.   Κάθε αλιευτικό σκάφος, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ευθύνη του πλοιάρχου του σκάφους για θέματα ασφάλειας και ναυσιπλοΐας, αποθηκεύει όλα τα αλιεύματα που αλιεύονται στη ζώνη διακανονισμού χωριστά από όλα τα αλιεύματα που αλιεύονται εκτός της ζώνης διακανονισμού και εξασφαλίζει ότι ο διαχωρισμός αυτός είναι σαφώς οριοθετημένος με τη χρήση πλαστικού, κόντρα πλακέ ή δικτυώματος.

5.   Κάθε αλιευτικό σκάφος τηρεί σχέδιο στοιβασίας που:

α)

αναφέρει σαφώς:

i)

τη θέση και την ποσότητα, εκφραζόμενη ως βάρος προϊόντος σε χιλιόγραμμα, κάθε είδους εντός κάθε κύτους αλιευμάτων·

ii)

τη θέση, σε κάθε κύτος, της γαρίδας που αλιεύθηκε στη διαίρεση 3L και στη διαίρεση 3M, καθώς και την ποσότητα γαρίδας, σε χιλιόγραμμα, ανά διαίρεση·

iii)

την κάτοψη των προϊόντων εντός κάθε κύτους αλιευμάτων·

β)

επικαιροποιείται καθημερινά για την προηγούμενη ημέρα από τις 00:01 έως τις 24:00 UTC και

γ)

διατηρείται επί του σκάφους έως την πλήρη εκφόρτωση όλων των αλιευμάτων από το σκάφος.

6.   Κάθε αλιευτικό σκάφος διαβιβάζει ηλεκτρονικά στο οικείο ΚΠΑ αναφορές, σύμφωνα με τον μορφότυπο και το περιεχόμενο που καθορίζονται για κάθε τύπο αναφοράς που περιλαμβάνεται στο παράρτημα II.Δ και στο παράρτημα II.ΣΤ των ΜΔΕ που αναφέρονται στα σημεία 31 και 32 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τα εξής:

α)

αλιεύματα κατά την είσοδο (COE): ποσότητα αλιευμάτων επί του σκάφους ανά είδος κατά την είσοδο στη ζώνη διακανονισμού, η οποία διαβιβάζεται τουλάχιστον έξι ώρες πριν από την είσοδο του σκάφους·

β)

αλιεύματα κατά την έξοδο (COX): ποσότητα αλιευμάτων επί του σκάφους κατά είδος κατά την έξοδο από τη ζώνη διακανονισμού, η οποία διαβιβάζεται τουλάχιστον έξι ώρες πριν από την έξοδο του σκάφους·

γ)

αναφορά αλιευμάτων (CAT): ποσότητα αλιευμάτων που διατηρήθηκε και ποσότητα που απορρίφθηκε ανά είδος για την ημέρα που προηγείται της αναφοράς, ανά διαίρεση, συμπεριλαμβανομένων των δηλώσεων μηδενικών αλιευμάτων, που αποστέλλονται καθημερινά πριν από τις 12:00 UTC. Τα μηδενικά αλιεύματα που διατηρούνται και οι μηδενικές απορρίψεις όλων των ειδών αναφέρονται με τη χρήση του τριψήφιου αλφαριθμητικού κωδικού MZZ (θαλάσσια είδη που δεν προσδιορίζονται) και της ποσότητας ως «0» όπως υποδεικνύουν τα ακόλουθα παραδείγματα (//CA/MZZ 0//και//RJ/MZZ 0//)·

δ)

αλιεύματα επί του σκάφους (COB): για κάθε σκάφος που αλιεύει γαρίδα της Αρκτικής στη διαίρεση 3L, πριν από την είσοδο ή την έξοδο από τη διαίρεση 3L, που διαβιβάζεται μία ώρα πριν από τη διέλευση των συνόρων της διαίρεσης 3L·

ε)

μεταφόρτωση (TRA):

i)

από το παραδίδον σκάφος, διαβιβάζεται τουλάχιστον είκοσι τέσσερις ώρες πριν από τη μεταφόρτωση· και

ii)

από το σκάφος παραλαβής, το αργότερο μία ώρα μετά τη μεταφόρτωση·

στ)

λιμάνι εκφόρτωσης (POR): από σκάφος που παρέλαβε αλιεύματα από μεταφόρτωση τουλάχιστον είκοσι τέσσερις ώρες πριν από οποιαδήποτε εκφόρτωση.

Αλιεύματα ειδών που απαριθμούνται στο παράρτημα I.Γ των ΜΔΕ, για τα οποία το συνολικό βάρος ζώντων αλιευμάτων επί του σκάφους είναι μικρότερο από 100 χιλιόγραμμα, μπορούν να αναφέρονται με τον τριψήφιο αλφαριθμητικό κωδικό MZZ (είδη θαλάσσης που δεν προσδιορίζονται), εκτός από την περίπτωση των καρχαριών. Όλοι οι καρχαρίες πρέπει να αναφέρονται σε επίπεδο είδους με τον αντίστοιχο τριψήφιο αλφαριθμητικό κωδικό που παρουσιάζεται στο παράρτημα I.Γ ή αν δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα I.Γ των ΜΔΕ ή στον κατάλογο ειδών του αρχείου ΑSFΙS για στατιστικούς σκοπούς στον τομέα της αλιείας του FAO, στον βαθμό που αυτό είναι δυνατό. Όταν δεν είναι δυνατή η αναφορά ανά συγκεκριμένο είδος, τα είδη καρχαρία καταγράφονται είτε ως μεγάλοι καρχαρίες (SHX) είτε ως σκυλόψαρα (DGX), ανάλογα με την περίπτωση και σύμφωνα με τους τριψήφιους αλφαριθμητικούς κωδικούς που παρουσιάζονται στο παράρτημα I. Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 11 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού. Καταγράφεται επίσης το εκτιμώμενο βάρος κάθε καρχαρία που αλιεύεται ανά ανάσυρση ή πόντιση.

7.   Οι αναφορές που αναφέρονται στην παράγραφο 6 μπορούν να ακυρωθούν χρησιμοποιώντας την έκθεση ακύρωσης που καθορίζεται στο παράρτημα II.ΣΤ (8) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 32 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού. Εάν οποιαδήποτε από αυτές τις αναφορές αποτελέσει αντικείμενο διόρθωσης, αποστέλλεται νέα αναφορά χωρίς καθυστέρηση μετά την αναφορά ακύρωσης εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

Το ΚΠΑ του κράτους σημαίας κοινοποιεί αμελλητί στην Επιτροπή την αποδοχή της αναφοράς ακύρωσης από τα σκάφη του.

8.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε το οικείο ΚΠΑ να διαβιβάζει ηλεκτρονικά τις αναφορές που αναφέρονται στην παράγραφο 6, αμέσως μετά την παραλαβή τους, στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO, σύμφωνα με τον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα II.Δ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 31 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, με κοινοποίηση στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ.

9.   Κάθε κράτος μέλος:

α)

αναφέρει τα προσωρινά μηνιαία αλιεύματά του ανά είδος και περιοχή αποθέματος και τις προσωρινές μηνιαίες ημέρες αλιείας του για την αλιεία γαρίδας της Αρκτικής στη διαίρεση 3Μ, ανεξάρτητα από το αν διαθέτει ή όχι ποσόστωση ή κατανομή αλιευτικής προσπάθειας για τα σχετικά αποθέματα. Διαβιβάζει τις αναφορές αυτές στην Επιτροπή εντός 20 ημερών από το τέλος του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο αντλήθηκαν τα αλιεύματα·

β)

εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες του ημερολογίου υποβάλλονται στην Επιτροπή είτε σε επεκτάσιμη γλώσσα σήμανσης XML (Extensible Markup Language) είτε σε μορφότυπο αρχείου Microsoft Excel, εντός 60 ημερών από τη λήξη κάθε αλιευτικού ταξιδίου, και ότι περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα στοιχεία που προβλέπονται στο παράρτημα II.ΙΔ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 33 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 26

Σύστημα παρακολούθησης σκαφών (VMS)

1.   Κάθε αλιευτικό σκάφος που δραστηριοποιείται στη ζώνη διακανονισμού πρέπει να είναι εξοπλισμένο με δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης ικανό για συνεχή αυτόματη μετάδοση στίγματος στο οικείο χερσαίο ΚΠΑ, τουλάχιστον μία φορά την ώρα, με τα ακόλουθα δεδομένα VMS:

α)

τα στοιχεία αναγνώρισης του σκάφους·

β)

το πλέον πρόσφατο στίγμα του σκάφους, ανά γεωγραφικό πλάτος και γεωγραφικό μήκος, με περιθώριο ανοχής σφάλματος όχι μεγαλύτερο από 500 μέτρα και με διάστημα εμπιστοσύνης 99 %·

γ)

την ημερομηνία και ώρα UTC καθορισμού του στίγματος· και

δ)

την πορεία/κατεύθυνση και ταχύτητα του σκάφους.

2.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι το οικείο ΚΠΑ:

α)

λαμβάνει τα δεδομένα στίγματος που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τα καταγράφει χρησιμοποιώντας τους ακόλουθους κωδικούς 3 γραμμάτων:

i)

«ΕΝΤ», το πρώτο στίγμα VMS που διαβιβάζεται από κάθε σκάφος κατά την είσοδό του στη ζώνη διακανονισμού·

ii)

«POS», κάθε στίγμα VMS που διαβιβάζεται εν συνεχεία από κάθε σκάφος από τη ζώνη διακανονισμού· και

iii)

«EXI», το πρώτο στίγμα VMS που διαβιβάζεται από κάθε σκάφος κατά την έξοδο από τη ζώνη διακανονισμού·

β)

είναι εξοπλισμένο με υλικό και λογισμικό υπολογιστή για την αυτόματη επεξεργασία δεδομένων και την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων και εφαρμόζει διαδικασίες αντιγράφων ασφαλείας και ανάκτησης των δεδομένων και καταγράφει τα δεδομένα που λαμβάνονται από τα αλιευτικά σκάφη σε μορφή αναγνώσιμη από υπολογιστή, τα οποία διατηρεί επί τρία τουλάχιστον έτη· και

γ)

κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ το όνομα, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου, το τέλεξ, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τον αριθμό τηλεομοιοτυπίας του ΚΠΑ και τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις.

3.   Κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει όλα τα έξοδα που συνδέονται με το δικό του VMS.

4.   Όταν ένας επιθεωρητής παρατηρεί αλιευτικό σκάφος στη ζώνη διακανονισμού και δεν έχει λάβει στοιχεία σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 ή 8, ο επιθεωρητής ενημερώνει τον πλοίαρχο του σκάφους και την Επιτροπή.

5.   Το κράτος μέλος μεριμνά ώστε ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης του σκάφους που φέρει τη σημαία του ή ο αντιπρόσωπός του να ενημερώνεται όταν το δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης του σκάφους εμφανίζει δυσλειτουργία ή δεν λειτουργεί.

6.   Σε περίπτωση βλάβης του δορυφορικού συστήματος παρακολούθησης, ο πλοίαρχος του σκάφους μεριμνά για την επισκευή ή την αντικατάστασή του εντός ενός μηνός από τη βλάβη αυτή ή, όταν ένα αλιευτικό ταξίδι διαρκεί περισσότερο από ένα μήνα, η επισκευή ή η αντικατάσταση ολοκληρώνεται κατά την επόμενη είσοδο του σκάφους σε λιμένα.

7.   Κανένα αλιευτικό σκάφος δεν μπορεί να αρχίσει αλιευτικό ταξίδι με ελαττωματικό δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης.

8.   Κάθε αλιευτικό σκάφος που δραστηριοποιείται με ελαττωματικό δορυφορικό σύστημα παρακολούθησης διαβιβάζει, τουλάχιστον μία φορά κάθε 4 ώρες, τα δεδομένα στίγματος VMS στο ΚΠΑ του κράτους μέλους σημαίας του με άλλα διαθέσιμα μέσα επικοινωνίας, ιδίως με δορυφόρο, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ασύρματο, φαξ ή τέλεξ.

9.   Το κράτος μέλος σημαίας διασφαλίζει ότι:

α)

το ΚΠΑ διαβιβάζει τα δεδομένα στίγματος VMS στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO, με κοινοποίηση στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ, όσο το δυνατόν συντομότερα αλλά το αργότερο 24 ώρες μετά την παραλαβή τους, και μπορεί να επιτρέψει στα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του να διαβιβάζουν δεδομένα στίγματος VMS μέσω δορυφόρου, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ασυρμάτου, τηλεομοιοτυπίας ή τέλεξ απευθείας στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFΟ· και

β)

τα δεδομένα στίγματος VMS που διαβιβάζονται στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO είναι σύμφωνα με τον μορφότυπο ανταλλαγής δεδομένων που προβλέπεται στο παράρτημα II.Ε των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 34 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και περιγράφονται περαιτέρω στο παράρτημα II.Δ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 31 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

10.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιεί δεδομένα VMS της NAFO για έρευνα και διάσωση ή για σκοπούς ασφάλειας στη θάλασσα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΩΝ

Άρθρο 27

Πρόγραμμα παρατηρητών

1.   Οι παρατηρητές είναι ανεξάρτητοι και αμερόληπτοι, έχουν δε την κατάρτιση, τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες να επιτελούν όλα τα καθήκοντα, τις αρμοδιότητες και τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο. Οι παρατηρητές επιτελούν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές τους με αμερόληπτο τρόπο, ανεξάρτητα από την εθνικότητα και τη σημαία την οποία φέρει το σκάφος, χωρίς καμία αθέμιτη επιρροή ή όφελος που συνδέεται με την αλιευτική δραστηριότητα οποιουδήποτε σκάφους που αλιεύει στη ζώνη διακανονισμού.

2.   Με την επιφύλαξη της εξαίρεσης της παραγράφου 3, κάθε αλιευτικό σκάφος που διεξάγει αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού μεταφέρει ανά πάσα στιγμή τουλάχιστον έναν παρατηρητή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παρόν πρόγραμμα. Τα αλιευτικά σκάφη δεν επιτρέπεται να ξεκινήσουν την αλιεία μέχρις ότου ο παρατηρητής τοποθετηθεί στο αλιευτικό σκάφος. Η απουσία παρατηρητή όταν απαιτείται η παρουσία του θεωρείται σοβαρή παράβαση.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, και με την προϋπόθεση ότι η NAFO δεν έχει ζητήσει υψηλότερο επίπεδο κάλυψης παρατηρητών, ένα κράτος μέλος μπορεί να επιτρέπει στα αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία του να μεταφέρουν παρατηρητή για λιγότερο από το 100 %, αλλά όχι λιγότερο από το 25 %, των αλιευτικών ταξιδιών που πραγματοποιεί ο στόλος του ή των ημερών κατά τις οποίες τα αλιευτικά σκάφη είναι παρόντα στη ζώνη διακανονισμού στη διάρκεια του έτους, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος σημαίας, για τα σκάφη που δεν μεταφέρουν παρατηρητή:

α)

εξασφαλίζει ότι τα σχετικά σκάφη στοχεύουν είδη σε περιοχές όπου αναμένεται να υπάρξουν αμελητέα παρεμπίπτοντα αλιεύματα άλλων ειδών·

β)

εξασφαλίζει ότι το σκάφος συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις αναφοράς σε πραγματικό χρόνο·

γ)

προβαίνει σε φυσική επιθεώρηση ή αξιολογεί με άλλο τρόπο, όπως κρίνεται σκόπιμο, ύστερα από εκτίμηση κινδύνου, κάθε εκφόρτωση στους λιμένες του από το σχετικό σκάφος σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες παρακολούθησης, ελέγχου και επιτήρησης. Αν εντοπιστεί και επιβεβαιωθεί παράβαση του κανονισμού, καταρτίζει έκθεση επιθεώρησης στον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα IV.Γ των ΜΔΕ (PSC 3) που αναφέρονται στο σημείο 9 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και τη διαβιβάζει στην Επιτροπή το συντομότερο δυνατόν μετά την επιβεβαίωση της παράβασης:

δ)

το συντομότερο δυνατόν πριν από το αλιευτικό ταξίδι, διαβιβάζει στην Επιτροπή τα εξής:

i)

το όνομα, τον αριθμό ΔΝΟ και το διεθνές διακριτικό κλήσεως ασυρμάτου του σκάφους,

ii)

τους παράγοντες που στηρίζουν την απόφαση να χορηγηθεί παρέκκλιση από την κάλυψη 100 %·

ε)

υποβάλλει στην Επιτροπή μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, αναφορά η οποία περιέχει σύγκριση όλων των σχετικών αλιευτικών δραστηριοτήτων που δείχνει τη διαφορά ανάμεσα στα ταξίδια κατά τα οποία ήταν παρών στο σκάφος παρατηρητής και τα ταξίδια κατά τα οποία ο παρατηρητής είχε αποσυρθεί. Η Επιτροπή διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές στη Εκτελεστική Γραμματεία της NAFO πριν από την 1η Μαρτίου κάθε έτους.

4.   Όταν ένας επιθεωρητής απευθύνει ανακοίνωση παράβασης σε αλιευτικό σκάφος επί του οποίου δεν είναι παρών παρατηρητής, εκτός αν η απουσία του παρατηρητή τηρεί την παράγραφο 3, τη στιγμή της ανακοίνωσης, η παράβαση θεωρείται σοβαρή για τους σκοπούς του άρθρου 35 παράγραφος 1 και, εφόσον το κράτος μέλος σημαίας δεν απαιτεί από το αλιευτικό σκάφος να μεταβεί αμέσως στον λιμένα σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 3, αποστέλλει χωρίς καθυστέρηση παρατηρητή στο αλιευτικό σκάφος.

5.   Κάθε κράτος μέλος:

α)

κάθε χρόνο, προτού οι στόλοι που φέρουν τη σημαία του αρχίσουν να αλιεύουν στη ζώνη διακανονισμού, στέλνει στην Επιτροπή ενημερωνόμενο κατάλογο παρατηρητών (όνομα και ταυτότητα κατά περίπτωση) τους οποίους προτίθεται να τοποθετήσει σε σκάφη που φέρουν τη σημαία του και δραστηριοποιούνται στη ζώνη διακανονισμού, ο οποίος δημοσιεύεται στον ιστότοπο ΠΕΕ·

β)

απαιτεί από τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του να μεταφέρουν παρατηρητή από τον κατάλογο του σημείου α), σύμφωνα με το παρόν πρόγραμμα·

γ)

στον βαθμό που είναι πρακτικά εφικτό, εξασφαλίζει ότι οι επιμέρους παρατηρητές δεν τοποθετούνται στο ίδιο σκάφος σε διαδοχικά ταξίδια·

δ)

εξασφαλίζει ότι οι παρατηρητές είναι εξοπλισμένοι με ανεξάρτητη συσκευή αμφίδρομης επικοινωνίας στη θάλασσα·

ε)

προχωρά στις ενδεδειγμένες ενέργειες όσον αφορά τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του ώστε να εγγυηθεί ασφαλείς συνθήκες εργασίας, την προστασία, ασφάλεια και ευημερία των παρατηρητών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, σε συμμόρφωση με διεθνή πρότυπα ή κατευθυντήριες γραμμές·

στ)

εξασφαλίζει ότι οι παρατηρητές μεταχειρίζονται όλα τα δεδομένα και τις πληροφορίες σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες που συλλέγονται στη διάρκεια της αποστολής τους, συμπεριλαμβανομένων φωτογραφιών και βίντεο, σύμφωνα με τις ισχύουσες απαιτήσεις εμπιστευτικότητας.

6.   Όταν παραλάβει έκθεση από παρατηρητή που αναφέρει αναντιστοιχίες με τα ΜΔΕ ή κάποιο περιστατικό, μεταξύ άλλων περιπτώσεις παρακώλυσης, εκφοβισμού, παρεμβολής ή διαφορετικού είδους παρεμπόδισης του παρατηρητή από την εκτέλεση των καθηκόντων του, όσον αφορά σκάφος που φέρει τη σημαία του, το κράτος μέλος:

α)

αντιμετωπίζει την αναφορά με τη μέγιστη ευαισθησία και διακριτικότητα, σύμφωνα με τις ισχύουσες απαιτήσεις εμπιστευτικότητας·

β)

αξιολογεί τις αναντιστοιχίες που εντοπίστηκαν στην έκθεση παρατηρητή και προβαίνει στις επακόλουθες ενέργειες που θεωρεί ενδεδειγμένες·

γ)

συντάσσει έκθεση με θέμα τις επακόλουθες ενέργειες και την υποβάλλει στην Επιτροπή.

7.   Κάθε κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή:

α)

το αργότερο 24 ώρες πριν από την τοποθέτηση παρατηρητή σε αλιευτικό σκάφος, δημοσιεύει στον ιστότοπο ΠΕΕ το όνομα του αλιευτικού σκάφους και το διεθνές διακριτικό κλήσεως ασυρμάτου, μαζί με το όνομα και την ταυτότητα (κατά περίπτωση) του σχετικού παρατηρητή·

β)

ηλεκτρονικά και χωρίς καθυστέρηση μετά την παραλαβή, την ημερήσια αναφορά παρατηρητή που αναφέρεται στην παράγραφο 11 στοιχείο ε)·

γ)

εντός 20 ημερών από την άφιξη του σκάφους στον λιμένα, την αναφορά ταξιδίου του παρατηρητή που αναφέρεται στην παράγραφο 11·

δ)

μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, έκθεση για τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

8.   Αν ένα αλιευτικό σκάφος μεταφέρει παρατηρητή από άλλο κράτος μέλος ή συμβαλλόμενο μέρος της NAFO, ο εν λόγω παρατηρητής υποβάλλει έκθεση στο κράτος σημαίας του σκάφους.

9.   Αν ένα αλιευτικό σκάφος δεν μεταφέρει παρατηρητή ενώ οφείλει να μεταφέρει, το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να επιτρέψει σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος να τοποθετήσει παρατηρητή στο σκάφος.

10.   Αν στη διάρκεια της τοποθέτησης, διαπιστωθεί ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τον παρατηρητή, το κράτος μέλος σημαίας προχωρά σε ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι ο παρατηρητής αποβιβάζεται από το σκάφος εκτός αν και μέχρις ότου αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος.

11.   Οι παρατηρητές που είναι παρόντες στο σκάφος που τους έχει ανατεθεί εκτελούν τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

καταγράφουν για κάθε ανάσυρση/πόντιση, στον μορφότυπο που προσδιορίζεται στο παράρτημα II.ΙΓ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 35 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού («αναφορά ταξιδίου του παρατηρητή»):

i)

την ποσότητα όλων των αλιευμάτων, ανά είδος, συμπεριλαμβανομένων των απορρίψεων και των δεικτών ΕΘΟ που αναφέρονται στο μέρος VI του παραρτήματος I.E. των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 3 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού:

όπως καταγράφεται στα ημερολόγια αλιείας και παραγωγής του σκάφους,

όπως εκτιμάται ανεξάρτητα από τον παρατηρητή.

Όταν είναι αδύνατον ο παρατηρητής να εκτιμήσει ανεξάρτητα μια ανάσυρση, τα σχετικά πεδία δεδομένων παραμένουν κενά και στην ενότητα για τα σχόλια σημειώνονται:

ii)

τυχόν εντοπισθείσες αναντιστοιχίες ανάμεσα στις διάφορες πηγές δεδομένων για τα αλιεύματα·

iii)

είδος εργαλείου, μέγεθος ματιών, εξαρτήματα στερέωσης·

iv)

δεδομένα αλιευτικής προσπάθειας·

v)

γεωγραφικό πλάτος και μήκος, βάθος αλίευσης·

vi)

στην περίπτωση αλιείας με τράτα, ο χρόνος από το τέλος της πόντισης μέχρι την έναρξη της ανάκτησης των εργαλείων. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η έναρξη της πόντισης και το τέλος της ανάκτησης·

β)

παρακολουθούν το σχέδιο στοιβασίας του σκάφους που αναφέρεται στο άρθρο 25 και καταγράφουν στην αναφορά ταξιδίου του παρατηρητή τυχόν αναντιστοιχίες που εντοπίζουν·

γ)

καταγράφουν τυχόν παρατηρηθείσα διακοπή ή παρεμβολή στο VMS·

δ)

ποντίζουν τα όργανα του σκάφους μόνο με τη συμφωνία του πλοιάρχου του σκάφους·

ε)

διαβιβάζουν ημερησίως, είτε το σκάφος αλιεύει είτε όχι, πριν από τις 12:00 UTC στο ΚΠΑ του κράτους μέλους σημαίας, σύμφωνα με το παράρτημα II.Ζ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 36 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, την αναφορά του παρατηρητή ανά διαίρεση·

στ)

πραγματοποιούν τις εργασίες, μεταξύ άλλων για επιστημονικούς σκοπούς, που μπορεί να ζητήσει η NAFΟ·

ζ)

υποβάλλουν την έκθεση του παρατηρητή, σε μορφή αναγνώσιμη από υπολογιστή, όπου είναι δυνατόν με συνημμένες τις σχετικές φωτογραφίες που τράβηξε ο παρατηρητής:

i)

όσο το δυνατόν συντομότερα μετά την έξοδο από τη ζώνη διακανονισμού και το αργότερο κατά την άφιξη του σκάφους σε λιμένα, στο κράτος μέλος σημαίας,

ii)

αμέσως μετά την άφιξη σε λιμένα, στην τοπική αρχή λιμενικής επιθεώρησης αν λάβει χώρα επιθεώρηση στον λιμένα·

η)

τίθενται στη διάθεση επιθεωρητών στη θάλασσα, ή στον λιμένα με την άφιξη του σκάφους, για τους σκοπούς του ελέγχου των αλιευτικών δραστηριοτήτων του σκάφους·

θ)

σε ό,τι αφορά τυχόν περιστατικά αναντιστοιχίας με τον κανονισμό:

i)

αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας του σκάφους κάθε αναντιστοιχία με τον κανονισμό, μεταξύ άλλων περιπτώσεις παρακώλυσης, εκφοβισμού, παρεμβολής ή διαφορετικού είδους παρεμπόδισης του παρατηρητή από την εκτέλεση των καθηκόντων του, χρησιμοποιώντας την ανεξάρτητη συσκευή αμφίδρομης επικοινωνίας, και

ii)

διατηρούν λεπτομερή αρχεία, συμπεριλαμβανομένων φωτογραφιών και βίντεο, σχετικά με τις περιστάσεις και πληροφορίες που αφορούν περιπτώσεις αναντιστοιχίας με τον κανονισμό, προς διαβίβαση στο ΚΠΑ του κράτους μέλους σημαίας με την πρώτη ευκαιρία, και το αργότερο κατά την άφιξη του σκάφους σε λιμένα.

12.   Ο πλοίαρχος του σκάφους που φέρει τη σημαία κράτους μέλους:

α)

προσφέρει τη συνεργασία και τη βοήθεια που τυχόν απαιτούνται ώστε να είναι σε θέση ο παρατηρητής να εκπληρώσει τα καθήκοντά του. Η συνεργασία αυτή περιλαμβάνει την παροχή στον παρατηρητή της απαιτούμενης πρόσβασης στα αλιεύματα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που το σκάφος προτίθεται ενδεχομένως να απορρίψει·

β)

παρέχει τροφή και κατάλυμα στον παρατηρητή, προδιαγραφών τουλάχιστον ίδιων με εκείνες που προβλέπονται για τους αξιωματικούς του σκάφους. Αν δεν υπάρχει κατάλυμα για τους αξιωματικούς, παρέχεται στον παρατηρητή κατάλυμα με προδιαγραφές που αντιστοιχούν όσο γίνεται στο κατάλυμα αξιωματικού, αλλά όχι χαμηλότερες από τις προδιαγραφές για το κατάλυμα του πληρώματος·

γ)

παρέχει πρόσβαση σε όλα τα επιχειρησιακά μέρη του σκάφους που είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων του παρατηρητή, συμπεριλαμβανομένων των αμπαριών του σκάφους, των χώρων παραγωγής, της γέφυρας, του εξοπλισμού για την επεξεργασία απορριμμάτων καθώς και του εξοπλισμού ναυσιπλοΐας και επικοινωνίας·

δ)

δεν παρακωλύει, δεν εκφοβίζει, δεν παρεμβαίνει, δεν επηρεάζει, δεν δωροδοκεί και δεν επιχειρεί να δωροδοκήσει τον παρατηρητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του/της·

ε)

περιλαμβάνει τον παρατηρητή σε όλες τις ασκήσεις για αντιμετώπιση έκτακτου περιστατικού που πραγματοποιούνται επί του σκάφους· και

στ)

ενημερώνει τον παρατηρητή όταν μια ομάδα επιθεώρησης έχει κοινοποιήσει την πρόθεσή της να επιβιβαστεί στο σκάφος.

13.   Εκτός αν υπάρχει διαφορετική διευθέτηση με άλλο συμβαλλόμενο μέρος της NAFO ή κράτος μέλος σημαίας, κάθε κράτος μέλος αναλαμβάνει τα έξοδα αμοιβής των παρατηρητών που αποστέλλει. Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να επιτρέπει σε φορείς εκμετάλλευσης στον τομέα της αλιείας να συνεισφέρουν στο κόστος αμοιβής των παρατηρητών, με την επιφύλαξη της παραγράφου 14.

14.   Οι παρατηρητές δεν έχουν οικονομικά ή άλλα συμφέροντα σε οποιοδήποτε σκάφος ή σκάφη της NAFO και αμείβονται με τρόπο που αποδεικνύει την οικονομική ανεξαρτησία τους από σκάφη αλιεύοντα στη ζώνη διακανονισμού.

15.   Οι πληροφορίες τις οποίες απαιτείται να παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχεία γ) και δ), την παράγραφο 5 στοιχείο α), την παράγραφο 6 στοιχείο γ) και την παράγραφο 7 διαβιβάζονται στην Επιτροπή ή στον φορέα που αυτή καθορίζει, που εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται στην Εκτελεστική Γραμματεία της NAFO χωρίς καθυστέρηση και ανεβαίνουν στον ιστότοπο της NAFO MCS.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΟΙΝΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ

Άρθρο 28

Γενικές διατάξεις

1.   Η ΕΥΕΑ συντονίζει τις δραστηριότητες επιτήρησης και επιθεώρησης για λογαριασμό της Ένωσης. Προς το σκοπό αυτόν, μπορεί να καταρτίζει, σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, κοινά επιχειρησιακά προγράμματα επιτήρησης και επιθεώρησης («πρόγραμμα»). Τα κράτη μέλη, των οποίων τα σκάφη δραστηριοποιούνται στη ζώνη διακανονισμού της NAFO, θεσπίζουν τα απαιτούμενα μέτρα για να διευκολύνουν την υλοποίηση του προγράμματος, ειδικότερα όσον αφορά τους απαιτούμενους ανθρώπινους και υλικούς πόρους και τις περιόδους και τις περιοχές στις οποίες πρόκειται να αναπτυχθούν οι πόροι αυτοί.

2.   Η επιθεώρηση και η επιτήρηση διεξάγονται από επιθεωρητές που έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη και γνωστοποιούνται στην ΕΥΕΑ στο πλαίσιο του προγράμματος.

3.   Τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με την Επιτροπή και την ΕΥΕΑ, μπορούν με αμοιβαία συμφωνία να τοποθετούν επιθεωρητές και συντονιστές της ΕΥΕΑ, τους οποίους η ΕΥΕΑ έχει διαθέσει στο πρόγραμμα, σε πλατφόρμα επιθεώρησης άλλου συμβαλλόμενου μέρους της NAFO.

4.   Όταν υπάρχουν περισσότερα από 15 αλιευτικά σκάφη των κρατών μελών σε οποιαδήποτε δεδομένη στιγμή στη ζώνη διακανονισμού, η ΕΥΕΑ και τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κατά την περίοδο αυτή:

α)

να υπάρχει επιθεωρητής ή άλλη αρμόδια αρχή στη ζώνη διακανονισμού· ή

β)

μια αρμόδια αρχή να είναι παρούσα στην επικράτεια συμβαλλόμενου μέρους της NAFO παρακείμενου στην περιοχή της σύμβασης·

γ)

τα κράτη μέλη ανταποκρίνονται χωρίς καθυστέρηση σε κάθε ανακοίνωση παράβασης στη ζώνη διακανονισμού από αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία τους.

5.   Τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο πρόγραμμα διαβιβάζουν σε κάθε πλατφόρμα επιθεώρησης, κατά την είσοδό της στη ζώνη διακανονισμού, κατάλογο με τις διοπτεύσεις και επιβιβάσεις που διεξήγαγαν κατά τις προηγούμενες δέκα ημέρες, συμπεριλαμβανομένων των ημερομηνιών, των συντεταγμένων και κάθε άλλης συναφούς πληροφορίας.

6.   Κάθε κράτος μέλος που συμμετέχει στο πρόγραμμα, σε συντονισμό με την Επιτροπή ή την ΕΥΕΑ, εξασφαλίζει ότι κάθε πλατφόρμα επιθεώρησης που φέρει τη σημαία του και δραστηριοποιείται στη ζώνη διακανονισμού διατηρεί ασφαλή επαφή, καθημερινά όπου είναι δυνατόν, με κάθε άλλη πλατφόρμα επιθεώρησης της ζώνης διακανονισμού, έτσι ώστε να ανταλλάσσουν τις απαραίτητες πληροφορίες για τον συντονισμό των δραστηριοτήτων τους.

7.   Οι επιθεωρητές που επισκέπτονται ένα ερευνητικό σκάφος σημειώνουν το καθεστώς του σκάφους και περιορίζουν τις διαδικασίες επιθεώρησης στις ενέργειες που απαιτούνται για να βεβαιωθούν ότι το σκάφος διεξάγει δραστηριότητες σύμφωνες με το ερευνητικό του σχέδιο. Όταν οι επιθεωρητές έχουν βάσιμους λόγους να υποψιάζονται ότι το σκάφος διεξάγει δραστηριότητες που δεν συνάδουν με το ερευνητικό του σχέδιο, η Επιτροπή και η ΕΥΕΑ πρέπει να ενημερώνονται αμέσως.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα σκάφη που δραστηριοποιούνται στη ζώνη διακανονισμού τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης από τους επιθεωρητές, οι οποίοι αποφεύγουν να διενεργούν δυσανάλογο αριθμό επιθεωρήσεων σε σκάφη που φέρουν τη σημαία συμβαλλόμενου μέρους της NAFO. Για κάθε τριμηνιαία περίοδο, ο αριθμός των επιθεωρήσεων που διενεργούν οι επιθεωρητές τους σε σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία άλλου συμβαλλόμενου μέρους της NAFO, αντανακλά, στο μέτρο του δυνατού, το ποσοστό της συνολικής αλιευτικής δραστηριότητας στη ζώνη διακανονισμού που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το επίπεδο των αλιευμάτων και των πλοιοημερών. Για τον καθορισμό της συχνότητας των επιθεωρήσεων, οι επιθεωρητές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις αλιευτικές πρακτικές και την καταγραφή συμμόρφωσης κάθε αλιευτικού σκάφους.

9.   Κράτος μέλος που συμμετέχει στο πρόγραμμα διασφαλίζει ότι, με εξαίρεση την περίπτωση επιθεώρησης αλιευτικού σκάφους που φέρει τη δική του σημαία και σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, οι επιθεωρητές και οι ασκούμενοι επιθεωρητές που έχουν διατεθεί στο πρόγραμμα:

α)

παραμένουν υπό τον επιχειρησιακό του έλεγχο·

β)

εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος προγράμματος·

γ)

δεν οπλοφορούν κατά την επιβίβαση στο σκάφος·

δ)

απέχουν από την επιβολή των νόμων και των κανονισμών που αφορούν τα ύδατα της Ένωσης·

ε)

τηρούν γενικώς αποδεκτούς διεθνείς κανονισμούς, διαδικασίες και πρακτικές που αφορούν την ασφάλεια του επιθεωρηθέντος σκάφους και του πληρώματός του·

στ)

δεν παρεμποδίζουν τις αλιευτικές δραστηριότητες ή τη στοιβασία του αλιευτικού προϊόντος και, στο μέτρο του δυνατού, αποφεύγουν ενέργειες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς την ποιότητα των αλιευμάτων επί του σκάφους· και

ζ)

ανοίγουν τα δοχεία κατά τρόπο που διευκολύνει την άμεση επανασφράγιση, επανασυσκευασία και ενδεχόμενη επαναποθήκευση.

10.   Όλες οι εκθέσεις επιθεώρησης, επιτήρησης και έρευνας που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο VII και οι συναφείς εικόνες ή αποδείξεις θεωρούνται εμπιστευτικές, σύμφωνα με το παράρτημα II.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 37 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 29

Απαιτήσεις κοινοποίησης

1.   Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στην ΕΥΕΑ (με κοινοποίηση στην Επιτροπή), το αργότερο την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους, τις ακόλουθες πληροφορίες στη NAFO η οποία και ανεβάζει τις πληροφορίες αυτές στον ιστότοπο της NAFO MCS:

α)

τα στοιχεία επικοινωνίας της αρμόδιας αρχής που ενεργεί ως σημείο επαφής με σκοπό την άμεση κοινοποίηση των παραβάσεων στη ζώνη διακανονισμού και τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις των πληροφοριών αυτές, τουλάχιστον 15 ημέρες πριν από την έναρξη ισχύος της τροποποίησης·

β)

τα ονόματα των επιθεωρητών και των ασκούμενων επιθεωρητών, καθώς και το όνομα, το διακριτικό κλήσεως ασυρμάτου και τα στοιχεία επαφής επικοινωνίας κάθε πλατφόρμας επιθεώρησης που έχει διαθέσει στο πρόγραμμα. Κοινοποιεί κάθε τροποποίηση των στοιχείων που έχουν κοινοποιηθεί, όποτε είναι δυνατόν, τουλάχιστον 60 ημέρες εκ των προτέρων.

2.   Κράτος μέλος που συμμετέχει στο πρόγραμμα μεριμνά ώστε η ΕΥΕΑ να ενημερώνεται εκ των προτέρων για την ημερομηνία, την ώρα έναρξης και λήξης κάθε περιπολίας της πλατφόρμας επιθεώρησης που έχει διαθέσει στο πρόγραμμα.

Άρθρο 30

Διαδικασίες επιτήρησης

1.   Όταν ένας επιθεωρητής παρατηρεί στη ζώνη διακανονισμού αλιευτικό σκάφος το οποίο φέρει τη σημαία συμβαλλόμενου μέρους της NAFO, για το οποίο υπάρχουν λόγοι να υποπτεύεται ότι υπάρχει προφανής παράβαση του παρόντος κανονισμού, και όταν δεν είναι εφικτή η διενέργεια άμεσης επιθεώρησης, ο επιθεωρητής:

α)

συμπληρώνει το έντυπο έκθεσης επιτήρησης σύμφωνα με το παράρτημα IV.A των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 38 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού· Εάν ο επιθεωρητής έχει πραγματοποιήσει ογκομετρική εκτίμηση ή ανάλυση της σύνθεσης αλιευμάτων σχετικά με το περιεχόμενο μιας ανάσυρσης, η έκθεση επιτήρησης περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με τη σύνθεση της ανάσυρσης και αναφέρει τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για την ογκομετρική εκτίμηση·

β)

καταγράφει τις εικόνες του σκάφους, καθώς και τη θέση, την ημερομηνία και την ώρα καταγραφής της εικόνας· και

γ)

διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση ηλεκτρονικά την έκθεση επιτήρησης και τις εικόνες στην αρμόδια αρχή του.

2.   Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που λαμβάνει την εν λόγω έκθεση επιτήρησης αμελλητί:

α)

διαβιβάζει την έκθεση επιτήρησης στην ΕΥΕΑ, η οποία την αναρτά στον ιστότοπο NAFO MCS για διαβίβαση στο συμβαλλόμενο μέρος του κράτους σημαίας του σκάφους·

β)

διαβιβάζει αντίγραφο των εικόνων που έχουν καταγραφεί στην ΕΥΕΑ η οποία, με τη σειρά της, τις διαβιβάζει στο συμβαλλόμενο μέρος που είναι το κράτος σημαίας του σκάφους ή στο κράτος μέλος σημαίας εάν είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος που διενεργεί την επιθεώρηση·

γ)

εξασφαλίζει την ασφάλεια και τη συνέχεια των αποδεικτικών στοιχείων για επόμενες επιθεωρήσεις.

3.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους, κατά την παραλαβή έκθεσης επιτήρησης σχετικά με σκάφος που φέρει τη σημαία του, διεξάγει την έρευνα που κρίνεται αναγκαία για τον καθορισμό των κατάλληλων επακόλουθων ενεργειών.

4.   Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει την έκθεση έρευνας στην ΕΥΕΑ, η οποία την αναρτά στον ιστότοπο NAFO MCS και την αποστέλλει στην Επιτροπή.

Άρθρο 31

Διαδικασίες επιβίβασης και επιθεώρησης για τα συμβαλλόμενα μέρη

Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι, για κάθε επιθεώρηση που διεξάγεται στο πλαίσιο του προγράμματος, οι επιθεωρητές του:

α)

πριν από την επιβίβαση, κοινοποιούν στο αλιευτικό σκάφος με τον ασύρματο, με χρήση του διεθνούς κώδικα σημάτων, το όνομα της πλατφόρμας επιθεώρησης·

β)

επιδεικνύουν, στο σκάφος επιθεώρησης και στο σκάφος επιβίβασης, τον επισείοντα που απεικονίζεται στο παράρτημα IV.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 39 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

γ)

εξασφαλίζουν ότι κατά τη διάρκεια της επιβίβασης το σκάφος επιθεώρησης παραμένει σε ασφαλή απόσταση από τα αλιευτικά σκάφη·

δ)

δεν απαιτούν από το αλιευτικό σκάφος να σταματήσει ή να πραγματοποιήσει ελιγμούς κατά τη σύρση, τη ρίψη ή την ανάσυρση·

ε)

περιορίζουν τον μέγιστο αριθμό επιθεωρητών κάθε ομάδας επιθεώρησης σε τέσσερις, συμπεριλαμβανομένου κάθε ασκούμενου επιθεωρητή ο οποίος μπορεί να συνοδεύει την ομάδα επιθεώρησης αποκλειστικά και μόνο για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Σε περίπτωση που ασκούμενος επιθεωρητής συνοδεύει τους επιθεωρητές, οι επιθεωρητές παρουσιάζουν τον ασκούμενο στον πλοίαρχο του σκάφους κατά την επιβίβαση. Ο ασκούμενος επιθεωρητής παρακολουθεί απλώς την επιθεώρηση που διενεργείται από τους εξουσιοδοτημένους επιθεωρητές και δεν παρεμβαίνει κατά κανένα τρόπο στις δραστηριότητες του αλιευτικού σκάφους·

στ)

κατά την επιβίβαση, υποβάλλουν στον πλοίαρχο του σκάφους τα έγγραφα ταυτότητας NAFO που εκδίδονται από τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο β) των ΜΔΕ·

ζ)

περιορίζουν τις επιθεωρήσεις σε τέσσερις ώρες ή στον απαιτούμενο χρόνο για την ανάσυρση του διχτυού και την επιθεώρηση του διχτυού και των αλιευμάτων, αναλόγως τι διαρκεί περισσότερο, με εξαίρεση:

i)

την περίπτωση παράβασης· ή

ii)

την περίπτωση στην οποία ο επιθεωρητής εκτιμά ότι η ποσότητα των αλιευμάτων επί του σκάφους είναι διαφορετική από την ποσότητα αλιευμάτων που καταγράφεται στο ημερολόγιο αλιείας, οπότε ο επιθεωρητής περιορίζει την επιθεώρηση σε μία επιπλέον ώρα, προκειμένου να επαληθεύσει τους υπολογισμούς και τις διαδικασίες, και να επανεξετάσει τα σχετικά έγγραφα τεκμηρίωσης που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό των αλιευμάτων που αλιεύθηκαν στη ζώνη διακανονισμού και των αλιευμάτων που διατηρούνται επί του σκάφους·

η)

συγκεντρώνουν όλες τις σχετικές πληροφορίες που παρέχονται από τον παρατηρητή προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 32

Υποχρεώσεις του πλοιάρχου του σκάφους κατά τη διάρκεια επιθεώρησης

Κάθε πλοίαρχος του σκάφους λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διευκολύνει την επιθεώρηση με τους εξής τρόπους:

α)

διασφαλίζει ότι, όταν ένα σκάφος επιθεώρησης έχει ανακοινώσει ότι πρόκειται να αρχίσει επιθεώρηση, κανένα έτοιμο για ανάσυρση δίχτυ δεν ανασύρεται επί του σκάφους για τουλάχιστον 30 λεπτά μετά το σήμα του σκάφους επιθεώρησης·

β)

κατόπιν αιτήματος πλατφόρμας επιθεώρησης και στον βαθμό που συμβιβάζεται με τους κανόνες ναυτικής τεχνικής, διευκολύνει την επιβίβαση των επιθεωρητών·

γ)

παρέχει σκάλα επιβίβασης σύμφωνα με το παράρτημα IV.Ζ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 40 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

δ)

διασφαλίζει ότι κάθε μηχανικός ανυψωτήρας είναι κατάλληλος για ασφαλή χρήση, συμπεριλαμβανομένης της ασφαλούς πρόσβασης από τον ανυψωτήρα στο κατάστρωμα·

ε)

παρέχει στους επιθεωρητές πρόσβαση σε όλους τους σχετικούς χώρους, καταστρώματα και θαλάμους, στα μεταποιημένα και αμεταποίητα αλιεύματα, στα δίχτυα ή άλλα αλιευτικά εργαλεία, στον εξοπλισμό και σε κάθε σχετικό έγγραφο το οποίο κρίνουν αναγκαίο για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τον κανονισμό·

στ)

καταγράφει και παρέχει στους επιθεωρητές, εφόσον ζητηθεί, τις συντεταγμένες που αντιστοιχούν στο γεωγραφικό στίγμα έναρξης και λήξης οιασδήποτε δοκιμαστικής σύρσης που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο iii)·

ζ)

κατόπιν αιτήματος του επιθεωρητή, προσκομίζει τα έγγραφα νηολόγησης, τα σχέδια ή τις περιγραφές των θαλάμων ψαριών, τα ημερολόγια παραγωγής και τα σχέδια στοιβασίας και παρέχει κάθε εύλογη βοήθεια την οποία ζητεί ο επιθεωρητής για να βεβαιωθεί ότι η πραγματική στοιβασία των αλιευμάτων είναι σύμφωνη με το σχέδιο στοιβασίας·

η)

δεν παρεμβαίνει σε καμία επαφή μεταξύ των επιθεωρητών και του παρατηρητή, μεταξύ άλλων σέβεται την απαραίτητη ιδιωτικότητα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους·

θ)

διευκολύνει τη λήψη δειγμάτων μεταποιημένων ιχθύων από τους επιθεωρητές, για σκοπούς ταυτοποίησης των ειδών μέσω ανάλυσης DΝΑ·

ι)

λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για τη διατήρηση της ακεραιότητας κάθε σφραγίδας που τοποθετείται από τους επιθεωρητές και των αποδεικτικών στοιχείων που διατηρούνται επί του σκάφους, εκτός αν το κράτος σημαίας αποφασίσει διαφορετικά·

ια)

προκειμένου να διασφαλίσει τη συνέχεια των αποδεικτικών στοιχείων, όταν έχουν τοποθετηθεί σφραγίδες και/ή έχουν διασφαλισθεί αποδεικτικά στοιχεία, υπογράφει το κατάλληλο τμήμα της έκθεσης επιθεώρησης στο οποίο αναγνωρίζεται η τοποθέτηση των σφραγίδων·

ιβ)

παύει την αλιεία, όταν το ζητήσουν οι επιθεωρητές σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 στοιχείο β)·

ιγ)

κατόπιν αιτήματος, θέτει στη διάθεση των επιθεωρητών τη χρήση του εξοπλισμού επικοινωνίας του σκάφους και τον χειριστή του εξοπλισμού για την αποστολή και τη λήψη μηνυμάτων·

ιδ)

κατόπιν αιτήματος των επιθεωρητών, απομακρύνει κάθε τμήμα των αλιευτικών εργαλείων που φαίνεται να μην είναι εγκεκριμένο βάσει του παρόντος κανονισμού·

ιε)

εάν οι επιθεωρητές έχουν πραγματοποιήσει καταχωρίσεις στα ημερολόγια, παρέχει στον επιθεωρητή αντίγραφο κάθε σελίδας όπου εμφανίζεται η εν λόγω καταχώριση και, κατόπιν αιτήματος των επιθεωρητών, υπογράφει κάθε σελίδα για να επιβεβαιώσει ότι πρόκειται για ακριβές αντίγραφο· και

ιστ)

εάν του έχει ζητηθεί να παύσει την αλιεία, δεν επαναλαμβάνει την αλιεία μέχρις ότου:

i)

οι επιθεωρητές ολοκληρώσουν την επιθεώρηση και εξασφαλίσουν κάθε αποδεικτικό στοιχείο, και

ii)

ο πλοίαρχος του σκάφους υπογράψει το κατάλληλο τμήμα της έκθεσης επιθεώρησης που αναφέρεται στο στοιχείο ια).

Άρθρο 33

Έκθεση επιθεώρησης και παρακολούθηση

1.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε οι επιθεωρητές του να συμπληρώνουν μια έκθεση επιθεώρησης με τον μορφότυπο που ορίζεται στο παράρτημα IV.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 41 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού («έκθεση επιθεώρησης») σε σχέση με κάθε επιθεώρηση.

2.   Για τον σκοπό της έκθεσης επιθεώρησης:

α)

ένα αλιευτικό ταξίδι θεωρείται ότι βρίσκεται σε εξέλιξη όταν το επιθεωρούμενο σκάφος φέρει επ' αυτού αλιεύματα που συλλέχθηκαν στη ζώνη διακανονισμού κατά τη διάρκεια του ταξιδιού·

β)

κατά τη σύγκριση των καταχωρίσεων στο ημερολόγιο παραγωγής με τις καταχωρίσεις στο ημερολόγιο αλιείας, οι επιθεωρητές μετατρέπουν το βάρος παραγωγής σε ζων βάρος, με βάση τους συντελεστές μετατροπής που ορίζονται στα παραρτήματα XIII, XIV και XV του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 404/2011 της Επιτροπής (16)· για τα ενωσιακά αλιευτικά όσον αφορά τα είδη και τις μορφές που καλύπτονται από τα εν λόγω παραρτήματα, και οι συντελεστές μετατροπής που χρησιμοποιούνται από τον πλοίαρχο σε άλλες περιπτώσεις·

γ)

οι επιθεωρητές:

i)

συνοψίζουν, με βάση τις καταχωρίσεις στα ημερολόγια, τα αλιεύματα του σκάφους στη ζώνη διακανονισμού ανά είδος και ανά διαίρεση για το τρέχον αλιευτικό ταξίδι·

ii)

καταγράφουν τις περιλήψεις στο τμήμα 12 της έκθεσης επιθεώρησης, καθώς και τις διαφορές μεταξύ των καταγεγραμμένων αλιευμάτων και των εκτιμήσεών τους για τα αλιεύματα επί του σκάφους στο τμήμα 14.1 της έκθεσης επιθεώρησης·

iii)

μετά την ολοκλήρωση της επιθεώρησης, υπογράφουν την έκθεση επιθεώρησης και την παρουσιάζουν στον πλοίαρχο του σκάφους για υπογραφή και τυχόν σχόλια και σε κάθε μάρτυρα που επιθυμεί ενδεχομένως να υποβάλει δήλωση·

iv)

ειδοποιούν αμέσως την αρμόδια αρχή τους και της διαβιβάζουν τις πληροφορίες και τις εικόνες εντός 24 ωρών ή το συντομότερο δυνατόν· και

v)

παρέχουν αντίγραφο της έκθεσης στον πλοίαρχο του σκάφους και καταγράφουν δεόντως στο κατάλληλο τμήμα της έκθεσης επιθεώρησης κάθε άρνηση του πλοιάρχου του σκάφους να επιβεβαιώσει την παραλαβή.

3.   Το κράτος μέλος επιθεώρησης:

α)

διαβιβάζει στην ΕΥΕΑ την έκθεση επιθεώρησης εν πλω, ει δυνατόν εντός 20 ημερών από την επιθεώρηση για δημοσίευση στον ιστότοπο NAFO MCS ·

β)

τηρεί τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2, αφού οι επιθεωρητές εκδώσουν ανακοίνωση παράβασης.

4.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε οι εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης που καταρτίζονται από τους επιθεωρητές NAFO να έχουν ισοδύναμο αποδεικτικό χαρακτήρα για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών στις εκθέσεις επιθεώρησης και επιτήρησης των δικών του επιθεωρητών.

5.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται για τη διευκόλυνση δικαστικών ή άλλων διαδικασιών που έχουν κινηθεί σε συνέχεια της έκθεσης που υποβάλλεται από επιθεωρητή NAFO σύμφωνα με το πρόγραμμα.

Άρθρο 34

Διαδικασίες που αφορούν παραβάσεις

1.   Κάθε κράτος μέλος που διενεργεί επιθεώρηση εξασφαλίζει ότι οι επιθεωρητές του, μόλις διαπιστώσουν παράβαση του παρόντος κανονισμού:

α)

καταγράφουν την παράβαση στην έκθεση επιθεώρησης·

β)

καταχωρίζουν και υπογράφουν σημείωση στο ημερολόγιο αλιείας ή σε άλλο σχετικό έγγραφο του επιθεωρούμενου σκάφους, αναφέροντας την ημερομηνία, τις γεωγραφικές συντεταγμένες και τη φύση της παράβασης, κάνουν αντίγραφο κάθε σχετικής καταχώρισης και ζητούν από τον πλοίαρχο του σκάφους να υπογράψει κάθε σελίδα ώστε να βεβαιώσει ότι πρόκειται για ακριβές αντίγραφο του πρωτοτύπου·

γ)

καταγράφουν εικόνες κάθε εργαλείου, αλιευμάτων ή άλλων στοιχείων που κρίνουν αναγκαία σε σχέση με την παράβαση·

δ)

κατά περίπτωση, τοποθετούν με ασφαλή τρόπο τη σφραγίδα επιθεώρησης που απεικονίζεται στη σφραγίδα επιθεώρησης NAFO η οποία παρατίθεται στο παράρτημα IV.ΣΤ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 42 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, και καταγράφουν δεόντως στην έκθεση επιθεώρησης τα μέτρα που ελήφθησαν και τον αύξοντα αριθμό κάθε σφραγίδας·

ε)

ζητούν από τον πλοίαρχο του σκάφους:

i)

προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια των αποδεικτικών στοιχείων, να υπογράψει το τμήμα της έκθεσης επιθεώρησης στο οποίο αναγνωρίζεται η τοποθέτηση των σφραγίδων, και

ii)

να κάνει γραπτή δήλωση στο κατάλληλο τμήμα της έκθεσης επιθεώρησης·

στ)

ζητούν από τον πλοίαρχο του σκάφους να αφαιρέσει οποιοδήποτε τμήμα του αλιευτικού εργαλείου το οποίο φαίνεται να μην είναι εγκεκριμένο βάσει του παρόντος κανονισμού· και

ζ)

όπου είναι εφικτό, ενημερώνουν τον παρατηρητή για την παράβαση.

2.   Το κράτος μέλος επιθεώρησης:

α)

εντός 24 ωρών από τη διαπίστωση της παράβασης, διαβιβάζει γραπτή κοινοποίηση της παράβασης που ανέφεραν οι επιθεωρητές του στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ, η οποία με τη σειρά της τη διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας συμβαλλόμενου μέρους ή του κράτους μέλους, εάν διαφέρει από το κράτος μέλος επιθεώρησης, καθώς και τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO. Η γραπτή κοινοποίηση περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναγράφονται στο σημείο 15 της έκθεσης επιθεώρησης του παραρτήματος IV.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 41 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού αναφέρει τα σχετικά μέτρα και περιγράφει λεπτομερώς τη βάση για την έκδοση της ανακοίνωσης παράβασης και τα αποδεικτικά στοιχεία προς υποστήριξη της κοινοποίησης· και, όπου είναι δυνατόν, συνοδεύεται από εικόνες των εργαλείων, των αλιευμάτων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων σχετικών με την παράβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

β)

εντός πέντε ημερών από την επιστροφή του σκάφους στον λιμένα, διαβιβάζει την έκθεση επιθεώρησης στην Επιτροπή και την ΕΥΕΑ.

Η ΕΥΕΑ δημοσιεύει την έκθεση επιθεώρησης στον ιστότοπο NAFO MCS σε μορφότυπο PDF.

3.   Η ανάληψη ενεργειών σε συνέχεια παραβάσεων από το κράτος μέλος σημαίας διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36.

Άρθρο 35

Πρόσθετες διαδικασίες για σοβαρές παραβάσεις

1.   Κάθε μία από τις ακόλουθες παραβάσεις συνιστά σοβαρή παράβαση, κατά την έννοια του άρθρου 90 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009:

α)

αλίευση ποσόστωσης «λοιπά» χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση στην Επιτροπή, κατά παράβαση του άρθρου 5·

β)

αλίευση ποσόστωσης «λοιπά» για περισσότερο από πέντε εργάσιμες ημέρες μετά την απαγόρευση της αλιείας, σε αντίθεση με το άρθρο 5·

γ)

κατευθυνόμενη αλιεία αποθέματος του οποίου η αλιεία έχει ανασταλεί ή του οποίου η αλιεία έχει άλλως απαγορευθεί, κατά παράβαση του άρθρου 6·

δ)

κατευθυνόμενη αλιεία αποθεμάτων ή ειδών μετά την ημερομηνία απαγόρευσης της αλιείας που κοινοποιείται στην Επιτροπή από το κράτος μέλος σημαίας, κατά παράβαση του άρθρου 6·

ε)

αλιεία σε απαγορευμένη περιοχή, κατά παράβαση του άρθρου 9 παράγραφος 5 και του άρθρου 11·

στ)

αλιεία με αλιευτικά εργαλεία βυθού σε περιοχή όπου απαγορεύεται κάθε αλιευτική δραστηριότητα βυθού, κατά παράβαση του κεφαλαίου IIΙ·

ζ)

χρήση μη επιτρεπόμενου μεγέθους ματιών, κατά παράβαση του άρθρου 13·

η)

αλιεία χωρίς έγκυρη άδεια·

θ)

εσφαλμένη καταγραφή αλιευμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 25·

ι)

μη μεταφορά ή παρεμπόδιση της λειτουργίας του δορυφορικού συστήματος παρακολούθησης, κατά παράβαση του άρθρου 26·

ια)

μη κοινοποίηση μηνυμάτων σχετικά με τα αλιεύματα, κατά παράβαση του άρθρου 10 παράγραφος 3 ή του άρθρου 25·

ιβ)

παρακώλυση, εκφοβισμός, παρεμβολή ή παρεμπόδιση των επιθεωρητών ή των παρατηρητών από την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή άσκηση οποιασδήποτε άλλης μορφής έμμεσης πίεσης·

ιγ)

διάπραξη παράβασης όταν δεν υπάρχει παρατηρητής επί του σκάφους·

ιδ)

απόκρυψη, αλλοίωση ή εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων που σχετίζονται με έρευνα, συμπεριλαμβανομένης της ρήξης ή της παραβίασης σφραγίδων ή της πρόσβασης σε σφραγισμένες περιοχές·

ιε)

παρουσίαση παραποιημένων εγγράφων ή παροχή ψευδών πληροφοριών σε επιθεωρητή, με συνέπεια τη μη ανίχνευση σοβαρής παράβασης·

ιστ)

εκφόρτωση, μεταφόρτωση ή χρησιμοποίηση άλλων λιμενικών υπηρεσιών:

i)

σε λιμένα που δεν έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 παράγραφος 1· ή

ii)

χωρίς την άδεια του κράτους λιμένα που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 6·

ιζ)

μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του άρθρου 41 παράγραφος 1·

ιη)

μη επιβίβαση επιθεωρητού, αν απαιτείται.

2.   Όταν αναφέρει ένα σκάφος για διάπραξη σοβαρής παράβασης, ο επιθεωρητής:

α)

λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια και τη συνέχεια των αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της σφράγισης του αμπαριού του σκάφους ή/και των αλιευτικών εργαλείων για περαιτέρω επιθεώρηση·

β)

ζητά από τον πλοίαρχο του σκάφους να παύσει κάθε αλιευτική δραστηριότητα που φαίνεται να συνιστά σοβαρή παράβαση· και

γ)

ειδοποιεί αμέσως την αρμόδια αρχή του επιθεωρητή και διαβιβάζει σε αυτήν τις πληροφορίες και, όπου αυτό είναι δυνατόν, εικόνες, εντός 24 ωρών. Η αρμόδια αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές ενημερώνει το συμβαλλόμενο μέρος ή το κράτος μέλος σημαίας, που είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος επιθεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 34.

3.   Σε περίπτωση σοβαρής παράβασης που αφορά σκάφος που φέρει τη σημαία τους, τα κράτη μέλη σημαίας:

α)

βεβαιώνουν τη λήψη των σχετικών πληροφοριών και εικόνων χωρίς καθυστέρηση·

β)

εξασφαλίζουν ότι το επιθεωρούμενο σκάφος δεν θα επαναλάβει την αλιεία μέχρι περαιτέρω κοινοποίηση·

γ)

επανεξετάζουν την υπόθεση χρησιμοποιώντας όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες και το διαθέσιμο υλικό, και, εντός 72 ωρών· απαιτούν από το σκάφος να μεταβεί αμέσως σε λιμένα για πλήρη έλεγχο υπό την εποπτεία του, εάν είναι εμφανής κάποια από τις ακόλουθες σοβαρές παραβάσεις:

i)

κατευθυνόμενη αλιεία αποθέματος του οποίου η αλιεία έχει ανασταλεί·

ii)

κατευθυνόμενη αλιεία αποθέματος του οποίου η αλιεία απαγορεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 6·

iii)

εσφαλμένη καταγραφή αλιευμάτων, κατά παράβαση του άρθρου 25· ή

iv)

επανάληψη της ίδιας σοβαρής παράβασης κατά τη διάρκεια περιόδου 6 μηνών.

4.   Όταν η σοβαρή παράβαση συνίσταται σε εσφαλμένη καταγραφή των αλιευμάτων, η πλήρης επιθεώρηση εξασφαλίζει τη φυσική επιθεώρηση και απαρίθμηση των συνολικών αλιευμάτων επί του σκάφους, ανά είδος και διαίρεση.

5.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «εσφαλμένη καταγραφή των αλιευμάτων» νοείται η διαφορά τουλάχιστον 10 τόνων ή ποσοστού 20 %, ανάλογα με το ποια είναι μεγαλύτερη, μεταξύ των εκτιμήσεων των επιθεωρητών για τα μεταποιημένα αλιεύματα επί του σκάφους ανά είδος ή συνολικά και των αριθμητικών στοιχείων που καταγράφονται στο ημερολόγιο παραγωγής, που υπολογίζονται ως ποσοστό των στοιχείων του ημερολογίου παραγωγής.

6.   Με τη συγκατάθεση του κράτους μέλους σημαίας και, εάν το συμβαλλόμενο μέρος της NAFO του κράτους λιμένα δεν είναι το ίδιο με το κράτος μέλος του επιθεωρητή, επιθεωρητές από το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος λιμένα της NAFO ή το κράτος μέλος λιμένα μπορούν να συμμετέχουν στην πλήρη επιθεώρηση και απαρίθμηση των αλιευμάτων.

7.   Εάν δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 3 στοιχείο γ) σημείο i), το κράτος μέλος σημαίας:

α)

είτε επιτρέπει στο σκάφος να επαναλάβει την αλιεία. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος σημαίας υποβάλλει γραπτή αιτιολόγηση στην Επιτροπή το αργότερο εντός δυο ημερών από την κοινοποίηση της παράβασης, η οποία με τη σειρά της τη διαβιβάζει στον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO, σχετικά με τον λόγο για τον οποίο δεν έχει δοθεί εντολή στο σκάφος να επιστρέψει σε λιμένα· ή

β)

είτε απαιτεί από το σκάφος να μεταβεί αμέσως σε λιμένα για πλήρη φυσική επιθεώρηση, υπό την εποπτεία του.

8.   Όταν το κράτος μέλος σημαίας δίνει εντολή για τον κατάπλου του επιθεωρούμενου σκάφους σε λιμένα, οι επιθεωρητές μπορούν να επιβιβαστούν ή να παραμείνουν επί του σκάφους καθώς αυτό κατευθύνεται σε λιμένα, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος σημαίας δεν απαιτεί από τον επιθεωρητή να εγκαταλείψει το σκάφος.

Άρθρο 36

Επακόλουθες ενέργειες σε περίπτωση παραβάσεων

1.   Σε περίπτωση παράβασης από σκάφος που φέρει τη σημαία του, το κράτος μέλος:

α)

διερευνά πλήρως, και ενδεχομένως, αν είναι αναγκαίο, μέσω της φυσικής επιθεώρησης του αλιευτικού σκάφους το συντομότερο δυνατό·

β)

συνεργάζεται με το επιθεωρούν συμβαλλόμενο μέρος της NAFO ή με το επιθεωρούν κράτος μέλος, εάν διαφέρει από το κράτος μέλος σημαίας, με στόχο τη διαφύλαξη των αποδεικτικών στοιχείων και της αλυσίδας επιτήρησης υπό μορφή που διευκολύνει τις διαδικασίες, σύμφωνα με τη νομοθεσία του·

γ)

αναλαμβάνει άμεση δικαστική ή διοικητική δράση σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία κατά των υπευθύνων του σκάφους· και

δ)

διασφαλίζει ότι οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβάσεων είναι επαρκώς αυστηρές ώστε να είναι αποτελεσματικές για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, αποτρέπουν τη διάπραξη περαιτέρω παραβάσεων ή την επανάληψή τους, και αφαιρούν από τους παραβάτες το όφελος που προκύπτει από τις παράνομες δραστηριότητές τους.

2.   Οι δικαστικές ή διοικητικές ενέργειες και κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) μπορούν να περιλαμβάνουν, χωρίς να περιορίζονται σε αυτά, τα ακόλουθα, ανάλογα με τη σοβαρότητα του αδικήματος και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο:

α)

χρηματικές ποινές·

β)

κατάσχεση των παράνομων αλιευτικών εργαλείων και αλιευμάτων του σκάφους·

γ)

αναστολή ή ανάκληση της άδειας διεξαγωγής αλιευτικών δραστηριοτήτων· και

δ)

μείωση ή ακύρωση οποιωνδήποτε αλιευτικών ποσοστώσεων.

3.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι αντιμετωπίζει όλες τις ανακοινώσεις περί παραβάσεων, σαν να είχε αναφερθεί η παράβαση από τους δικούς του επιθεωρητές.

4.   Το κράτος μέλος σημαίας και το κράτος μέλος λιμένα γνωστοποιούν αμέσως στην Επιτροπή:

α)

τις δικαστικές ή διοικητικές ενέργειες και κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ)·

β)

το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο τέσσερις μήνες μετά τη διαπίστωση σοβαρής παράβασης, έκθεση στην οποία αναφέρεται η πρόοδος της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερών στοιχείων για κάθε μέτρο που έχει λάβει ή δρομολογήσει σε σχέση με την παράβαση· και

γ)

μετά την ολοκλήρωση της έρευνάς του, έκθεση σχετικά με το τελικό αποτέλεσμα.

Άρθρο 37

Εκθέσεις των κρατών μελών σχετικά με την επιθεώρηση, την επιτήρηση και τις παραβάσεις

1.   Κάθε κράτος μέλος υποβάλλει σύμφωνα με το πρόγραμμα ετησίως, έως την 1η Φεβρουαρίου, έκθεση προς την Επιτροπή και την ΕΥΕΑ με τα εξής στοιχεία:

α)

τον αριθμό των επιθεωρήσεων των αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία κάθε κράτους μέλους και άλλου συμβαλλόμενου μέρους της NAFO, που διενήργησε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος·

β)

το όνομα κάθε αλιευτικού σκάφους για το οποίο οι επιθεωρητές έχουν εκδώσει ανακοίνωση παράβασης, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας και της θέσης της επιθεώρησης και της φύσης της παράβασης·

γ)

τον αριθμό των ωρών πτήσης που πραγματοποίησε το αεροσκάφος επιτήρησής του σε περιπολίες, τον αριθμό των διοπτεύσεων που πραγματοποίησε το εν λόγω αεροσκάφος, τον αριθμό των εκθέσεων επιτήρησης που έχει διαβιβάσει και, για κάθε τέτοια έκθεση, την ημερομηνία, την ώρα και τη θέση των διοπτεύσεων·

δ)

τα μέτρα που έλαβε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής των ειδικών όρων για τυχόν δικαστικές ή διοικητικές ενέργειες ή κυρώσεις που επιβλήθηκαν (π.χ. ποσό των προστίμων, αξία των κατασχεθέντων ιχθύων και/ή εργαλείων, γραπτές προειδοποιήσεις), όσον αφορά:

i)

κάθε παράβαση που αναφέρεται από έναν επιθεωρητή και αφορά πλοία που έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σημαία του· και

ii)

Κάθε έκθεση επιτήρησης που έχει λάβει.

Μέχρι την 1η Μαρτίου κάθε χρόνο, η Επιτροπή διαβιβάζει τα στοιχεία του πρώτου εδαφίου στον Εκτελεστικό Γραμματέα NAFO.

2.   Οι εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) αναφέρουν την τρέχουσα κατάσταση της υπόθεσης. Το κράτος μέλος εξακολουθεί να απαριθμεί την παράβαση αυτή σε κάθε μεταγενέστερη έκθεση έως ότου αναφέρει το τελικό αποτέλεσμα της παράβασης.

3.   Ένα κράτος μέλος παρέχει επαρκώς λεπτομερείς εξηγήσεις σχετικά με κάθε παράβαση για την οποία δεν έχει προβεί σε καμία ενέργεια ή για την οποία δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΛΙΜΕΝΑ ΣΚΑΦΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΦΕΡΟΥΝ ΤΗ ΣΗΜΑΙΑ ΑΛΛΟΥ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Άρθρο 38

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται στις εκφορτώσεις, τις μεταφορτώσεις ή στη χρήση λιμένων κρατών μελών από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία άλλου συμβαλλόμενου μέρους της NAFO και διεξάγουν αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού. Το παρόν κεφάλαιο ισχύει για τα σκάφη που μεταφέρουν αλιεύματα στη ζώνη διακανονισμού ή τα αλιευτικά προϊόντα που προέρχονται από τα εν λόγω αλιεύματα και τα οποία δεν έχουν προηγουμένως εκφορτωθεί ή μεταφορτωθεί σε λιμένα.

Άρθρο 39

Καθήκοντα του κράτους μέλους λιμένα

1.   Το κράτος μέλος λιμένα διαβιβάζει στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ κατάλογο των καθορισμένων λιμένων στους οποίους επιτρέπεται η είσοδος αλιευτικών σκαφών με σκοπό την εκφόρτωση, τη μεταφόρτωση ή/και την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και εξασφαλίζει στο μέγιστο δυνατό βαθμό ότι κάθε καθορισμένος λιμένας διαθέτει επαρκή ικανότητα να διενεργεί επιθεωρήσεις σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο. Η Επιτροπή δημοσιεύει τον κατάλογο των καθορισμένων λιμένων στον ιστότοπο NAFO MCS, σε μορφότυπο PDF. Οιεσδήποτε επακόλουθες αλλαγές στον εν λόγω κατάλογο αναρτώνται σε αντικατάσταση του προηγούμενου, τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν από τη θέση της τροποποίησης σε ισχύ.

2.   Το κράτος μέλος λιμένα καθορίζει ελάχιστη προθεσμία για την υποβολή προηγούμενου αιτήματος. Η προθεσμία για την υποβολή προηγούμενου αιτήματος είναι τρεις εργάσιμες ημέρες πριν από την εκτιμώμενη ώρα άφιξης. Εντούτοις, σε συμφωνία με την Επιτροπή, το κράτος μέλος λιμένα δύναται να προβλέψει διαφορετική προθεσμία για την υποβολή προηγούμενου αιτήματος, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, το είδος των αλιευτικών προϊόντων ή την απόσταση μεταξύ των αλιευτικών πεδίων και των λιμένων του. Το κράτος μέλος λιμένα παρέχει στην Επιτροπή την πληροφορία σχετικά με την προθεσμία για την υποβολή προηγούμενου αιτήματος, την οποία θα δημοσιεύσει στον ιστότοπο NAFO MCS, σε μορφότυπο PDF.

3.   Το κράτος μέλος λιμένα διορίζει την αρμόδια αρχή η οποία θα λειτουργήσει ως το σημείο επαφής για την παραλαβή αιτημάτων σύμφωνα με το άρθρο 41, την παραλαβή επιβεβαιώσεων σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 2 και την έκδοση αδειών σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Το κράτος μέλος λιμένα παρέχει την ονομασία της αρμόδιας αρχής και τα στοιχεία επικοινωνίας της στην Επιτροπή, η οποία θα δημοσιεύσει τις πληροφορίες αυτές στον ιστότοπο NAFO MCS, σε μορφότυπο PDF.

4.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1, 2 και 3 δεν εφαρμόζονται όταν η Ένωση δεν επιτρέπει εκφορτώσεις, μεταφορτώσεις ή χρήση λιμένων από σκάφη που έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σημαία άλλου συμβαλλόμενου μέρους της NAFO.

5.   Εάν το σκάφος έχει συμμετάσχει σε εργασίες μεταφόρτωσης, το κράτος μέλος λιμένα διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση αντίγραφο του εντύπου που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφοι 1 και 2 στο συμβαλλόμενο μέρος της NAFO το σκάφος του οποίου φέρει τη σημαία και στο συμβαλλόμενο μέρος της NAFO τα παραδίδοντα σκάφη του οποίου φέρουν τη σημαία.

6.   Τα αλιευτικά σκάφη δεν επιτρέπεται να εισέρχονται στον λιμένα χωρίς προηγούμενη έγκριση από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους λιμένα. Η άδεια εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης ή χρησιμοποίησης άλλων λιμενικών υπηρεσιών χορηγείται μόνον εφόσον έχει παραληφθεί επιβεβαίωση από το συμβαλλόμενο μέρος σημαίας της NAFO, όπως αναφέρεται στο άρθρο 40 παράγραφος 2.

7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, το κράτος μέλος λιμένα δύναται να επιτρέπει το σύνολο ή μέρος μιας εκφόρτωσης ελλείψει της επιβεβαίωσης που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο υπό τον ακόλουθο όρο:

α)

τα οικεία αλιεύματα διατηρούνται αποθηκευμένα υπό τον έλεγχο των αρμόδιων αρχών·

β)

οι ιχθύες αποδεσμεύονται προς πώληση, διάθεση, παραγωγή ή μεταφορά μόλις παραληφθεί η επιβεβαίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 6·

γ)

αν δεν παραληφθεί η επιβεβαίωση εντός 14 ημερών από την ολοκλήρωση των εργασιών εκφόρτωσης, το κράτος μέλος λιμένα μπορεί να κατασχέσει τους ιχθύς και να τους διαθέσει σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες.

8.   Το κράτος μέλος λιμένα γνωστοποιεί αμελλητί στον πλοίαρχο του σκάφους την απόφασή του σχετικά με το εάν θα επιτρέψει ή αν θα αρνηθεί τον κατάπλου στον λιμένα ή εάν το σκάφος βρίσκεται σε λιμάνι, την εκφόρτωση, τη μεταφόρτωση και άλλη χρήση του λιμένα. Εάν εγκριθεί η είσοδος τους σκάφους, το κράτος μέλος λιμένα επιστρέφει στον πλοίαρχο του σκάφους αντίγραφο του εντύπου προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα του παραρτήματος II.ΙΒ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 43 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού με το μέρος Γ δεόντως συμπληρωμένο. Το αντίγραφο αυτό αποστέλλεται επίσης στην Επιτροπή για να αναρτηθεί χωρίς καθυστέρηση στον ιστότοπο NAFO MCS. Σε περίπτωση άρνησης, το κράτος μέλος λιμένα κάνει επίσης κοινοποίηση στο συμβαλλόμενο μέρος σημαίας της NAFO.

9.   Σε περίπτωση ακύρωσης του προηγούμενου αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 2, το κράτος μέλος λιμένα αποστέλλει στην Επιτροπή αντίγραφο του ακυρωθέντος εντύπου προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα για ανάρτηση στον ιστότοπο NAFO MCS και για αυτόματη διαβίβαση στο συμβαλλόμενο μέρος σημαίας της NAFO.

10.   Το κράτος μέλος λιμένα διεξάγει επιθεωρήσεις σε ποσοστό τουλάχιστον 15 % όλων των εκφορτώσεων ή μεταφορτώσεων τέτοιου τύπου κατά τη διάρκεια κάθε έτους αναφοράς, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά. Κατά τον προσδιορισμό των προς επιθεώρηση σκαφών, το κράτος μέλος λιμένα δίνει προτεραιότητα σε:

α)

σκάφη στα οποία δεν επετράπη προηγουμένως η είσοδος ή η χρήση λιμένα σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος κανονισμού· και

β)

σε αιτήματα άλλων συμβαλλομένων μερών της NAFO, κρατών ή περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας («ΠΟΔΑ») να επιθεωρηθεί ένα συγκεκριμένο σκάφος.

11.   Οι επιθεωρήσεις πρέπει να είναι συνεπείς με το παράρτημα IV.Η των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 44 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού και να πραγματοποιούνται από επιθεωρητές εξουσιοδοτημένους από το κράτος μέλος λιμένα οι οποίοι υποβάλλουν έγγραφα ταυτότητας στον πλοίαρχο του σκάφους πριν από την επιθεώρηση.

12.   Με την επιφύλαξη της συμφωνίας του κράτους μέλους λιμένα, η Επιτροπή μπορεί να καλέσει επιθεωρητές άλλων συμβαλλομένων μερών της NAFO να συνοδεύσουν τους δικούς τους επιθεωρητές και να παρακολουθήσουν την επιθεώρηση.

13.   Η επιθεώρηση στον λιμένα συνεπάγεται την παρακολούθηση του συνόλου της εκφόρτωσης ή της μεταφόρτωσης των αλιευτικών πόρων στον εν λόγω λιμένα. Κατά τη διάρκεια κάθε επιθεώρησης τέτοιου είδους, ο επιθεωρητής του κράτους μέλους λιμένα οφείλει τουλάχιστον:

α)

να αντιπαραβάλει με τις ποσότητες κάθε είδους που εκφορτώνεται ή μεταφορτώνεται·

i)

τις ποσότητες ανά είδος οι οποίες καταγράφονται στο εν λόγω ημερολόγιο πλοίου·

ii)

τις αναφορές αλιευμάτων και δραστηριοτήτων· και

iii)

όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα αλιεύματα που παρέχονται στα έντυπα προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα του παραρτήματος II.ΙΒ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 43 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

β)

να ελέγχει και να καταγράφει τις ποσότητες ανά είδος αλιεύματος το οποίο παραμένει επί του σκάφους μετά την ολοκλήρωση της εκφόρτωσης ή της μεταφόρτωσης·

γ)

να ελέγχει οιαδήποτε πληροφορία λαμβάνεται από επιθεωρήσεις οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με το κεφάλαιο VII·

δ)

να ελέγχει όλα τα δίχτυα επί του σκάφους και να καταγράφει τις μετρήσεις του μεγέθους ματιών·

ε)

να ελέγχει το μέγεθος των ιχθύων για να εξακριβώσει τη συμμόρφωση με τις ελάχιστες απαιτήσεις ως προς το μέγεθος·

στ)

κατά περίπτωση, να ταυτοποιεί τα είδη για τη συμμόρφωση με την ακρίβεια της δήλωσης αλιευμάτων.

14.   Το κράτος μέλος λιμένα επικοινωνεί, ει δυνατόν, με τον πλοίαρχο του σκάφους ή τα ανώτερα μέλη του πληρώματος του σκάφους, καθώς και με τον παρατηρητή και, όπου είναι δυνατόν και απαιτείται, εξασφαλίζει ότι ο επιθεωρητής συνοδεύεται από διερμηνέα.

15.   Το κράτος μέλος λιμένα, όπου είναι δυνατόν, αποφεύγει την αδικαιολόγητη καθυστέρηση του αλιευτικού σκάφους και εξασφαλίζει την ελάχιστη δυνατή παρέμβαση ή όχληση του σκάφους, συμπεριλαμβανομένης της αποφυγής της περιττής υποβάθμισης της ποιότητας των αλιευμάτων.

16.   Κάθε επιθεώρηση τεκμηριώνεται με τη συμπλήρωση του εντύπου επιθεώρησης ελέγχου από το κράτος λιμένα (PSC-3), όπως προβλέπεται στο παράρτημα IV.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 9 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού. Η διαδικασία ολοκλήρωσης της έκθεσης επιθεώρησης σχετικά με τον έλεγχο από το κράτος λιμένα και ο χειρισμός της, περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

οι επιθεωρητές εντοπίζουν και παρέχουν λεπτομέρειες για τυχόν παραβίαση του κανονισμού που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης σε λιμένα. Οι λεπτομέρειες περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές πληροφορίες που είναι διαθέσιμες σχετικά με παραβάσεις που εντοπίστηκαν στη θάλασσα κατά τη διάρκεια της τρέχουσας διαδρομής του επιθεωρηθέντος αλιευτικού σκάφους·

β)

οι επιθεωρητές μπορούν να εισάγουν τυχόν παρατηρήσεις που θεωρούν χρήσιμες·

γ)

ο πλοίαρχος του σκάφους δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις ή να εκφράσει αντιρρήσεις όσον αφορά την έκθεση επιθεώρησης, και να επικοινωνήσει, ενδεχομένως, με τις συναφείς αρχές του κράτους σημαίας, ειδικότερα εφόσον ο πλοίαρχος του σκάφους συναντά δυσκολίες στην κατανόηση του περιεχομένου της έκθεσης·

δ)

οι επιθεωρητές υπογράφουν την έκθεση και ζητούν από τον πλοίαρχο του σκάφους να υπογράψει την έκθεση. Η υπογραφή της έκθεσης από τον πλοίαρχο του σκάφους συνιστά απλώς αποδεικτικό παραλαβής αντιγράφου αυτής·

ε)

ο πλοίαρχος του σκάφους λαμβάνει αντίγραφο της έκθεσης που περιέχει το αποτέλεσμα της επιθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων πιθανών μέτρων που θα μπορούσαν να ληφθούν.

17.   Το κράτος μέλος λιμένα αποστέλλει χωρίς καθυστέρηση αντίγραφο κάθε έκθεσης επιθεώρησης ελέγχου από το κράτος λιμένα στην Επιτροπή και στην ΕΥΕΑ. Η Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση επιθεώρησης ελέγχου από το κράτος λιμένα στον ιστότοπο NAFO MCS, σε μορφότυπο PDF, για αυτόματη διαβίβαση στο συμβαλλόμενο μέρος της NAFO του οποίου το σκάφος φέρει τη σημαία και στο κράτος σημαίας κάθε σκάφους το οποίο μεταφόρτωσε αλιεύματα στο επιθεωρούμενο αλιευτικό σκάφος.

Άρθρο 40

Καθήκοντα του κράτους μέλους σημαίας

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο πλοίαρχος κάθε σκάφους που φέρει τη σημαία τους να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις των πλοιάρχων των σκαφών που ορίζονται στο άρθρο 41.

2.   Το κράτος μέλος του αλιευτικού σκάφους που προτίθεται να εκφορτώσει ή να μεταφορτώσει ή να χρησιμοποιήσει άλλες λιμενικές υπηρεσίες ή όταν το σκάφος έχει αναλάβει εργασίες μεταφόρτωσης εκτός λιμένα επιβεβαιώνει με επιστροφή αντιγράφου του εντύπου, έντυπο προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα που ορίζεται στο παράρτημα II.ΙΒ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 43 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, το οποίο διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 5 με το μέρος Β δεόντως συμπληρωμένο, αναφέροντας ότι:

α)

το αλιευτικό σκάφος που δήλωσε ότι αλίευσε τους ιχθύς διαθέτει επαρκή ποσόστωση για τα δηλωθέντα είδη·

β)

οι δηλωθείσες ποσότητες των ιχθύων επί του σκάφους έχουν δεόντως αναφερθεί ανά είδος και συνυπολογισθεί κατά τον υπολογισμό τυχόν ισχυόντων περιορισμών των αλιευμάτων ή της αλιευτικής προσπάθειας·

γ)

το αλιευτικό σκάφος που δήλωσε ότι αλίευσε τους ιχθύς διέθετε άδεια αλιείας στις δηλωθείσες περιοχές· και

δ)

η παρουσία του σκάφους στην περιοχή στην οποία δήλωσε ότι αλίευσε τα αλιεύματά του, έχει επαληθευθεί βάσει δεδομένων VMS.

3.   Το κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή τα στοιχεία επικοινωνίας της αρμόδιας αρχής, η οποία ενεργεί ως σημείο επαφής για την παραλαβή αιτημάτων σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 5 και με την παροχή επιβεβαίωσης σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 6. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες αυτές στον ιστότοπο NAFO MCS, σε μορφότυπο PDF.

Άρθρο 41

Υποχρεώσεις του πλοιάρχου του σκάφους

1.   Ο πλοίαρχος ή ο αντιπρόσωπος κάθε αλιευτικού σκάφους που προτίθεται να καταπλεύσει στον λιμένα διαβιβάζει την αίτηση εισόδου στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους λιμένα εντός της περιόδου αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 2. Το αίτημα αυτό συνοδεύεται από το έντυπο προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα που ορίζεται στο παράρτημα II.ΙΒ μέρος Α των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 43 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, το οποίο συμπληρώνεται δεόντως ως εξής:

α)

το έντυπο προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα PSC 1, όπως αναφέρεται στο παράρτημα II.ΙΒ.A των ΜΔΕ, χρησιμοποιείται όταν το σκάφος μεταφέρει, εκφορτώνει, μεταφορτώνει τα δικά του αλιεύματα· και

β)

το έντυπο προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα PSC 2, όπως αναφέρεται στο παράρτημα II.ΙΒ.Β των ΜΔΕ, χρησιμοποιείται όταν το σκάφος εκτελεί εργασίες μεταφόρτωσης. Συμπληρώνεται ξεχωριστό έντυπο για κάθε παραδίδον σκάφος·

γ)

αμφότερα τα έντυπα PSC 1 και PSC 2 συμπληρώνονται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα σκάφος μεταφέρει, εκφορτώνει ή μεταφορτώνει τα δικά του αλιεύματα και τα αλιεύματα που ελήφθησαν με μεταφόρτωση.

2.   Ο πλοίαρχος του σκάφους ή ο πράκτορας μπορεί να ακυρώσει προηγούμενο αίτημα, ενημερώνοντας τις αρμόδιες αρχές του λιμένα στον οποίο προτίθεντο να καταπλεύσουν. Το αίτημα συνοδεύεται από αντίγραφο του αρχικού εντύπου προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα που ορίζεται στο παράρτημα II.ΙΒ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 43 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού στο οποίο έχει αναγραφεί η λέξη «cancelled» κατά μήκος.

3.   Ο πλοίαρχος του σκάφους δεν ξεκινά εργασίες εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης ή δεν χρησιμοποιεί άλλες λιμενικές υπηρεσίες προτού δοθεί άδεια από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή πριν από την εκπνοή της εκτιμώμενης ώρας άφιξης (ETA), όπως αναφέρεται στο PSC1 ή στο PSC2. Ωστόσο, οι εργασίες εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης και η χρήση άλλων λιμενικών υπηρεσιών μπορούν να ξεκινήσουν πριν από την εκτιμώμενη ώρα άφιξης μετά τη χορήγηση άδειας από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους λιμένα.

4.   Ο πλοίαρχος του σκάφους:

α)

συνεργάζεται και βοηθά στην επιθεώρηση του αλιευτικού σκάφους η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διαδικασίες και δεν παρακωλύει, εκφοβίζει ή παρεμβαίνει στο έργο των επιθεωρητών του κράτους μέλους λιμένα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους·

β)

παρέχει πρόσβαση στους χώρους, στα καταστρώματα, στους θαλάμους του σκάφους, στα αλιεύματα, στα δίχτυα και στα άλλα αλιευτικά εργαλεία ή στον εξοπλισμό και παρέχει οιαδήποτε σχετική πληροφορία την οποία ζητούν οι επιθεωρητές του κράτους λιμένα, περιλαμβανομένων αντιγράφων οιωνδήποτε συναφών εγγράφων.

Άρθρο 42

Παραβάσεις που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια επιθεωρήσεων σε λιμένα

Όταν διαπιστώνεται παράβαση κατά τη διάρκεια επιθεώρησης πλοίου σε λιμένα, ισχύουν οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 34 έως 37.

Άρθρο 43

Εμπιστευτικότητα

Όλες οι εκθέσεις επιθεώρησης και έρευνας και οι σχετικές εικόνες ή αποδεικτικά στοιχεία και τα έντυπα που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο αντιμετωπίζονται από τα κράτη μέλη, τις αρμόδιες αρχές, τους φορείς εκμετάλλευσης, τους πλοιάρχους των πλοίων και το πλήρωμα ως εμπιστευτικά, σύμφωνα με το παράρτημα II.Β των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 37 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΜΗ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ

Άρθρο 44

Τεκμήριο άσκησης ΠΛΑ αλιείας

Θεωρείται ότι ένα σκάφος μη συμβαλλόμενων μερών έχει υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα του κανονισμού και έχει εμπλακεί σε ΠΛΑ αλιεία, εάν:

α)

διοπτευθεί ή γίνει αντιληπτό να ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού·

β)

συμμετάσχει στη μεταφόρτωση με άλλο σκάφος μη συμβαλλομένου μέρους που έχει διοπτευθεί ή γίνει αντιληπτό να ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες εντός ή εκτός της ζώνης διακανονισμού· και/ή

γ)

έχει περιληφθεί στον κατάλογο ΠΛΑ αλιείας της Επιτροπής Αλιείας Βορειοανατολικού Ατλαντικού («NEAFC») (17).

Άρθρο 45

Παρακολούθηση και επιθεώρηση των σκαφών μη συμβαλλομένων μερών στη ζώνη διακανονισμού

Κάθε κράτος μέλος που διεξάγει δραστηριότητες επιθεώρησης ή/και επιτήρησης στη ζώνη διακανονισμού που επιτρέπονται στο πλαίσιο του κοινού προγράμματος επιθεώρησης και επιτήρησης, το οποίο διοπτεύει ή εντοπίζει σκάφος μη συμβαλλομένου μέρους το οποίο ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη διακανονισμού:

α)

διαβιβάζει αμέσως τις πληροφορίες στην Επιτροπή χρησιμοποιώντας τον μορφότυπο της έκθεσης επιτήρησης που παρατίθεται στο παράρτημα IV.Α των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 38 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού·

β)

προσπαθεί να ενημερώσει τον πλοίαρχο ότι το σκάφος θεωρείται ότι ασκεί ΠΛΑ αλιεία και ότι οι πληροφορίες αυτές θα διανεμηθούν σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, τις σχετικές ΠΟΔΑ και το κράτος σημαίας του σκάφους·

γ)

εάν χρειάζεται, ζητεί άδεια από τον πλοίαρχο του σκάφους να επιβιβαστεί στο σκάφος για επιθεώρηση· και

δ)

όταν ο πλοίαρχος του σκάφους συμφωνεί με την επιθεώρηση:

i)

διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή τις διαπιστώσεις του επιθεωρητή χρησιμοποιώντας το έντυπο έκθεσης επιθεώρησης που παρατίθεται στο παράρτημα IV.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο σημείο 41 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού· και

ii)

παρέχει αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης στον πλοίαρχο του σκάφους.

Άρθρο 46

Είσοδος σε λιμένα και επιθεώρηση σκαφών μη συμβαλλομένου μέρους

1.   Κάθε πλοίαρχος σκάφους ενός μη συμβαλλομένου μέρους ζητεί άδεια να καταπλεύσει σε λιμένα από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους λιμένα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41.

2.   Κάθε κράτος μέλος λιμένα:

α)

διαβιβάζει αμελλητί στο κράτος σημαίας του σκάφους και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που έχει λάβει σύμφωνα με το άρθρο 41·

β)

αρνείται την είσοδο σε λιμένα σε σκάφος μη συμβαλλομένου μέρους, εφόσον:

i)

ο πλοίαρχος του σκάφους δεν έχει εκπληρώσει τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφος 1· ή

ii)

το κράτος σημαίας δεν έχει επιβεβαιώσει τις αλιευτικές δραστηριότητες του σκάφους σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 2·

γ)

ενημερώνει τον πλοίαρχο του σκάφους ή τον πράκτορα, το κράτος σημαίας του εν λόγω σκάφους και την Επιτροπή για την απόφασή του να αρνηθεί την είσοδο σε λιμένα, την εκφόρτωση, τη μεταφόρτωση ή άλλη χρήση του λιμένα από οποιοδήποτε σκάφος μη συμβαλλομένου μέρους·

δ)

αποσύρει την άρνηση εισόδου σε λιμένα μόνο εάν το κράτος λιμένα έχει διαπιστώσει ότι υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι οι λόγοι για τους οποίους δεν επετράπη η είσοδος ήταν ανεπαρκείς ή εσφαλμένοι ή ότι οι λόγοι αυτοί δεν ισχύουν πλέον·

ε)

ενημερώνει τον πλοίαρχο του σκάφους ή τον πράκτορα, το κράτος σημαίας του εν λόγω σκάφους και την Επιτροπή για την απόφασή του να αποσύρει την άρνηση εισόδου σε λιμένα, την εκφόρτωση, τη μεταφόρτωση ή άλλη χρήση του λιμένα από οποιοδήποτε σκάφος μη συμβαλλομένου μέρους·

στ)

όταν επιτρέπει την είσοδο, εξασφαλίζει ότι το σκάφος επιθεωρείται από δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους με γνώση του κανονισμού και ότι η επιθεώρηση διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφοι 11 έως 17· και

ζ)

αποστέλλει χωρίς καθυστέρηση αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης και λεπτομέρειες για κάθε μεταγενέστερη ενέργεια που έχει λάβει στην Επιτροπή.

3.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε κανένα σκάφος μη συμβαλλομένου μέρους να μην εκτελεί εργασίες εκφόρτωσης ή μεταφόρτωσης ή άλλη χρήση των λιμένων του, εκτός εάν το σκάφος έχει επιθεωρηθεί από τους δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους του που είναι ενημερωμένοι σχετικά με τον κανονισμό και ο πλοίαρχος του σκάφους διαπιστώνει ότι τα είδη ιχθύων στο σκάφος που υπόκεινται στη σύμβαση συλλέχθηκαν εκτός της ζώνης διακανονισμού ή σύμφωνα με τον κανονισμό.

Άρθρο 47

Προσωρινός κατάλογος σκαφών ΠΛΑ αλιείας

1.   Εκτός από τις πληροφορίες που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 44, κάθε κράτος μέλος μπορεί να διαβιβάσει αμελλητί στην Επιτροπή κάθε πληροφορία που μπορεί να βοηθήσει στην ταυτοποίηση σκάφους μη συμβαλλομένου μέρους που ενδέχεται να ασκεί ΠΛΑ αλιεία στη ζώνη διακανονισμού.

2.   Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος αντιταχθεί στη συμπερίληψη σκάφους που περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της NEAFC στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας της NAFO ή στη διαγραφή του από αυτόν, το εν λόγω σκάφος εγγράφεται από τον εκτελεστικό γραμματέα της NAFO στον προσωρινό κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας.

Άρθρο 48

Μέτρα κατά των σκαφών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή, την πρόληψη και την εξάλειψη της ΠΛΑ αλιείας, σε σχέση με οποιοδήποτε σκάφος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας, όπως μεταξύ άλλων μέτρα με τα οποία:

α)

απαγορεύεται σε κάθε σκάφος που φέρει τη σημαία του, εκτός από περίπτωση ανωτέρας βίας, να συμμετέχει σε αλιευτικές δραστηριότητες με το εν λόγω σκάφος, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των κοινών αλιευτικών δραστηριοτήτων·

β)

απαγορεύεται η παροχή προμηθειών, καυσίμων ή άλλων υπηρεσιών στο εν λόγω σκάφος·

γ)

απαγορεύεται η είσοδος σε λιμένα του εν λόγω σκάφους και, εάν το σκάφος βρίσκεται σε λιμένα, απαγορεύεται η χρήση του λιμένα, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας ή κινδύνου, για λόγους επιθεώρησης ή για τη λήψη κατάλληλων μέτρων επιβολής·

δ)

απαγορεύεται η αλλαγή πληρώματος, εκτός εάν απαιτείται σε περίπτωση ανωτέρας βίας·

ε)

αρνείται τη χορήγησης άδειας στο σκάφος αυτό να αλιεύει σε ύδατα υπό την εθνική του δικαιοδοσία·

στ)

απαγορεύει τη ναύλωση τέτοιου σκάφους·

ζ)

αρνείται να δώσει στα σκάφη αυτά τη δυνατότητα να φέρουν τη σημαία του·

η)

απαγορεύει την εκφόρτωση και την εισαγωγή αλιευμάτων από το σκάφος ή αλιευμάτων ανιχνεύσιμων σε τέτοιο σκάφος·

θ)

ενθαρρύνει τους εισαγωγείς, τους μεταφορείς και άλλους ενδιαφερόμενους τομείς να απέχουν από τη διαπραγμάτευση της μεταφόρτωσης των αλιευμάτων με τέτοια σκάφη· και

ι)

συλλέγει και ανταλλάσσει οποιεσδήποτε κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με το σκάφος αυτό με τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη, τα μη συμβαλλόμενα μέρη και τις ΠΟΔΑ, με σκοπό τον εντοπισμό, την αποτροπή και την παρεμπόδιση της χρήσης ψευδών πιστοποιητικών εισαγωγής ή εξαγωγής σε σχέση με αλιεύματα ή αλιευτικά προϊόντα από τέτοια σκάφη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 49

Εμπιστευτικότητα

Εκτός από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 112 και 113 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εμπιστευτική μεταχείριση των ηλεκτρονικών αναφορών και μηνυμάτων που διαβιβάζονται προς τη NAFO και λαμβάνονται από αυτή σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α), το άρθρο 4 παράγραφος 6, το άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο γ), το άρθρο 10 παράγραφος 2, το άρθρο 15 παράγραφος 4, το άρθρο 22 παράγραφοι 1, 5 και 6, το άρθρο 23 παράγραφος 6, το άρθρο 25 παράγραφος 8, το άρθρο 26 παράγραφος 9, το άρθρο 27 παράγραφοι 3, 5, 6, 7 και 15, το άρθρο 29 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 34 παράγραφοι 2, το άρθρο 36 παράγραφος 4, το άρθρο 37 παράγραφος 1 και το άρθρο 39 παράγραφος 8.

Άρθρο 50

Διαδικασία τροποποιήσεων

1.   Η Επιτροπή εκδίδει έως τις 18 Δεκεμβρίου 2019 κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 51 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τις διατάξεις των ΜΔΕ και τα παραρτήματά τους που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 51 για την τροποποίηση στη συνέχεια της εν λόγω κατ' εξουσιοδότηση πράξης.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 51, για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού με σκοπό την προσαρμογή του σε μέτρα που θεσπίζει η NAFO και δεσμεύουν την Ένωση και τα κράτη μέλη της όσον αφορά τα ακόλουθα:

α)

τον κατάλογο των δραστηριοτήτων των ερευνητικών σκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1·

β)

τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 9 σχετικά με τις περιοχές αλιείας γαρίδας της Αρκτικής· την υποβολή σχετικών εκθέσεων, την αλλαγή τύπου αλιείας, βαθών αλίευσης και τις αναφορές σε περιοχές περιορισμού ή απαγόρευσης αλιείας·

γ)

τις διαδικασίες σχετικά με τα σκάφη που διατηρούν επ' αυτών πάνω από 50 τόνους συνολικού βάρους ζώντων αλιευμάτων και εισέρχονται στη ζώνη διακανονισμού για να αλιεύουν ιππόγλωσσα της Γροιλανδίας όσον αφορά το περιεχόμενο των κοινοποιήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) και τους όρους έναρξης της αλιείας που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο δ)·

δ)

το περιεχόμενο της ηλεκτρονικής διαβίβασης στο άρθρο 22 παράγραφος 5, τον κατάλογο έγκυρων εγγράφων που πρέπει να τηρούνται επί του σκάφους σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 8 και το περιεχόμενο του σχεδίου χωρητικότητας που περιγράφεται στο άρθρο 22 παράγραφος 10·

ε)

την τεκμηρίωση που πρέπει να τηρείται επί ναυλωμένων σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 9·

στ)

την υποχρέωση για αυτόματη και συνεχή μετάδοση των δεδομένων VMS, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1, καθώς και καθήκοντα του ΚΠΑ που προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφοι 2 και 9·

ζ)

το επίπεδο κάλυψης παρατηρητών του άρθρου 27 παράγραφος 3, τις διατάξεις σχετικά με την εκ μέρους των κρατών μελών ηλεκτρονική υποβολή στοιχείων του άρθρου 27 παράγραφος 7, τα καθήκοντα παρατηρητή κατά το άρθρο 27 παράγραφος 11 και τα καθήκοντα του πλοιάρχου του σκάφους κατά το άρθρο 27 παράγραφος 12·

η)

τις υποχρεώσεις του πλοιάρχου του σκάφους κατά τη διάρκεια των ελέγχων του άρθρου 32.

3.   Οι τροποποιήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιορίζονται αυστηρά στην εφαρμογή τροποποιήσεων των ΜΔΕ στο δίκαιο της Ένωσης.

Άρθρο 51

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία για την έκδοση κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 50 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 17 Ιουνίου 2019. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η ανάθεση αρμοδιότητας παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιτεθεί στην εν λόγω παράταση το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 50 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή ζητά τη γνώμη των εμπειρογνωμόνων που ορίζονται από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία, της 13ης Απριλίου 2016, για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 50 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 52

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2115/2005 και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1386/2007 καταργούνται.

Άρθρο 53

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1627

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/1627 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 3 προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«27)

“μεγάλο πελαγικό παραγαδιάρικο σκάφος”, πελαγικό παραγαδιάρικο σκάφος συνολικού μήκους άνω των 24 μέτρων·

28)

“γρι-γρι”, κυκλωτικό δίχτυ, το κάτω μέρος του οποίου κλείνει με τη βοήθεια ενός σχοινιού (στίγκου) που βρίσκεται στο κάτω μέρος του διχτύου, το οποίο διέρχεται από σειρά δακτυλίων κατά μήκος του κάτω γραντιού, επιτρέποντας το στιγκάρισμα και το κλείσιμο του διχτυού.».

2)

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Ετήσια σχέδια διαχείρισης της αλιευτικής ικανότητας

1.   Κάθε κράτος μέλος καθορίζει ετήσιο σχέδιο διαχείρισης της αλιευτικής ικανότητας για να προσαρμόσει τον αριθμό των αλιευτικών σκαφών, προκειμένου να αποδείξει ότι η αλιευτική ικανότητα αντιστοιχεί στις αλιευτικές δυνατότητες που έχουν κατανεμηθεί στα αλιευτικά σκάφη την αντίστοιχη χρονική περίοδο.

2.   Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν την αλιευτική ικανότητα χρησιμοποιώντας τις παραμέτρους που πρότεινε η SCRS της ICCAT και εγκρίθηκαν από την ICCAT το 2009.

Τα κράτη μέλη μπορούν να κατανέμουν τομεακές ποσοστώσεις σε παράκτια σκάφη μικρής κλίμακας που έχουν άδεια να αλιεύουν τόνο και το δηλώνουν στα σχέδια αλιείας τους. Περιλαμβάνουν επίσης τα πρόσθετα μέτρα για τη στενή παρακολούθηση της κατανάλωσης της ποσόστωσης του εν λόγω στόλου στα οικεία σχέδια παρακολούθησης, ελέγχου και επιθεώρησης. Τα κράτη μέλη μπορούν να δίνουν άδεια σε διαφορετικό αριθμό σκαφών να χρησιμοποιούν πλήρως τις αλιευτικές τους δυνατότητες χρησιμοποιώντας τις παραμέτρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Η Πορτογαλία και η Ισπανία μπορούν να κατανέμουν τομεακές ποσοστώσεις σε σκάφη αλιείας με καλάμια που δραστηριοποιούνται στα ύδατα γύρω από τις Αζόρες, τη Μαδέρα και τις Κανάριες Νήσους. Η τομεακή ποσόστωση και τα πρόσθετα μέτρα για την παρακολούθηση της κατανάλωσής της ορίζονται σαφώς στα αντίστοιχα ετήσια σχέδια.

4.   Όταν τα κράτη μέλη κατανέμουν τομεακές ποσοστώσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3, δεν εφαρμόζεται η απαίτηση ελάχιστης ποσόστωσης των 5 τόνων που καθόρισε η SCRS το 2009.

5.   Η προσαρμογή της αλιευτικής ικανότητας για τα γρι-γρι περιορίζεται σε μέγιστη αύξηση 20 % σε σύγκριση με την αλιευτική ικανότητα αναφοράς του 2018.

6.   Για την περίοδο 2019-2020, τα κράτη μέλη μπορούν να δίνουν άδεια σε έναν αριθμό παγίδων για αλιεία τόνου ο οποίος επιτρέπει την πλήρη εκμετάλλευση των αλιευτικών δυνατοτήτων τους.».

3)

Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 10

Ετήσια σχέδια διαχείρισης εκτροφής

1.   Μέχρι τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους, κάθε κράτος μέλος με ποσόστωση τόνου διαβιβάζει στην Επιτροπή ετήσιο σχέδιο διαχείρισης εκτροφής σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Η Επιτροπή συγκεντρώνει και ενσωματώνει τα σχέδια στο ενωσιακό σχέδιο. Η Επιτροπή διαβιβάζει το εν λόγω σχέδιο στη Γραμματεία της ICCAT έως τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους για συζήτηση και έγκριση από την ICCAT.

3.   Στο ετήσιο σχέδιο διαχείρισης εκτροφής κάθε κράτος μέλος αποδεικνύει ότι η συνολική ικανότητα εισερχόμενων ποσοτήτων και η συνολική ικανότητα εκτροφής αντιστοιχούν στην εκτιμώμενη ποσότητα τόνου που είναι διαθέσιμη για εκτροφή.

4.   Τα κράτη μέλη περιορίζουν την οικεία ικανότητα εκτροφής τόνου στη συνολική ικανότητα εκτροφής που καταγράφεται στο “μητρώο εγκαταστάσεων εκτροφής τόνου” της ICCAT ή έλαβε άδεια και δηλώθηκε στην ICCAT το 2018.

5.   Το ανώτατο όριο εισερχόμενων ποσοτήτων τόνου που έχουν συλληφθεί σε άγρια κατάσταση στα εκτροφεία κράτους μέλους περιορίζεται στο επίπεδο εισερχόμενων ποσοτήτων που καταγράφηκε στο “μητρώο εγκαταστάσεων εκτροφής τόνου” της ICCAT από τα εκτροφεία του εν λόγω κράτους μέλους τα έτη 2005, 2006, 2007 ή 2008.

6.   Αν ένα κράτος μέλος χρειάζεται να αυξήσει το ανώτατο όριο εισερχόμενων ποσοτήτων τόνου που έχουν συλληφθεί σε άγρια κατάσταση σε ένα ή περισσότερα εκτροφεία τόνου του, η αύξηση αυτή αντιστοιχεί στις αλιευτικές δυνατότητες που έχουν κατανεμηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών ζώντος τόνου.

7.   Τα κράτη μέλη εκτροφής εξασφαλίζουν ότι οι επιστήμονες στους οποίους η SCRS έχει αναθέσει το καθήκον δοκιμών για να προσδιοριστεί ο ρυθμός ανάπτυξης στη διάρκεια της περιόδου πάχυνσης έχουν πρόσβαση και, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του πρωτοκόλλου, τους παρέχεται βοήθεια για την πραγματοποίηση δοκιμών σύμφωνα με το τυποποιημένο πρωτόκολλο που ανέπτυξε η SCRS για την παρακολούθηση των αναγνωρίσιμων επιμέρους ιχθύων.».

4)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Αλιευτικές περίοδοι

1.   Επιτρέπεται η αλιεία τόνου με γρι-γρι στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο από τις 26 Μαΐου έως την 1η Ιουλίου.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αλιεία τόνου με γρι-γρι στην Αδριατική μπορεί να διαρκέσει ως τις 15 Ιουλίου για ιχθύς εκτροφής στην Αδριατική (αλιευτική ζώνη FΑΟ 37.2.1).

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, αν ένα κράτος μέλος μπορεί να αποδείξει ότι, λόγω ανέμων που αγγίζουν ή ξεπερνούν τα 5 Μποφόρ, ορισμένα από τα σκάφη του αλίευσης με γρι-γρι που αλιεύουν τόνο στον Ανατολικό Ατλαντικό κα τη Μεσόγειο δεν ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν τις κανονικές ημέρες αλιείας τους στη διάρκεια του έτους, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να μεταφέρει κατ' ανώτατο όριο 10 χαμένες ημέρες μέχρι τις 11 Ιουλίου για τα σχετικά σκάφη στη διάρκεια του έτους.

4.   Η αλιεία τόνου επιτρέπεται στον Ανατολικό Ατλαντικό και τη Μεσόγειο από μεγάλα πελαγικά παραγαδιάρικα σκάφη αλιείας κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 31ης Μαΐου.

5.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν ανοικτές περιόδους για τους στόλους τους, εκτός από τα σκάφη γρι-γρι και τα μεγάλα πελαγικά παραγαδιάρικα σκάφη, στα ετήσια σχέδια αλιείας τους.».

5)

Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 16

Παρεμπίπτοντα αλιεύματα

1.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει παρεμπίπτοντα αλιεύματα τόνου στο πλαίσιο της ποσόστωσής του και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή όταν διαβιβάζει το ετήσιο σχέδιο αλιείας του.

2.   Το επίπεδο παρεμπιπτόντων αλιευμάτων τόνου δεν ξεπερνά το 20 % των συνολικών αλιευμάτων επί του σκάφους στο τέλος κάθε αλιευτικού ταξιδιού. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό αυτών των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων σε σχέση με τα συνολικά αλιεύματα επί του σκάφους ορίζεται σαφώς στο ετήσιο σχέδιο αλιείας. Τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα μπορούν να υπολογίζονται με βάση το βάρος ή με βάση τον αριθμό δειγμάτων. Ο υπολογισμός με βάση τον αριθμό δειγμάτων ισχύει μόνο για τον τόνο και τα θυννοειδή που διαχειρίζεται η ICCAT. Το επίπεδο επιτρεπόμενων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων για τον στόλο παράκτιων σκαφών μικρής κλίμακας μπορεί να υπολογίζεται σε ετήσια βάση.

3.   Όλα τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα νεκρών τόνων, που διατηρούνται επί του σκάφους ή απορρίπτονται, αφαιρούνται από την ποσόστωση του κράτους μέλους σημαίας, καταγράφονται και αναφέρονται στην Επιτροπή.

4.   Όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν ποσόστωση τόνου, τα σχετικά παρεμπίπτοντα αλιεύματα αφαιρούνται από την ειδική ενωσιακή ποσόστωση παρεμπιπτόντων αλιευμάτων τόνου που έχει θεσπισθεί σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ και το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

5.   Αν η ποσόστωση που κατανέμεται στο κράτος μέλος του σχετικού αλιευτικού σκάφους ή παγίδας έχει ήδη εξαντληθεί, δεν επιτρέπεται η αλίευση τόνων και τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν την απελευθέρωσή τους. Η μεταποίηση και η εμπορική εκμετάλλευση νεκρών τόνων απαγορεύεται και όλα τα αλιεύματα καταγράφονται. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν πληροφορίες για αυτά τα αλιεύματα σε ετήσια βάση στην Επιτροπή, η οποία διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές στη Γραμματεία της ICCAT.

6.   Τα σκάφη που δεν αλιεύουν ενεργά τόνο διαχωρίζουν σαφώς τις ποσότητες τόνου που διατηρούνται επί του σκάφους από άλλα είδη ώστε να επιτρέπουν στις ελεγκτικές αρχές να παρακολουθούν τη συμμόρφωση με το παρόν άρθρο. Τα εν λόγω παρεμπίπτοντα αλιεύματα μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης εφόσον συνοδεύονται από το eBCD.».

Άρθρο 54

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 53 εφαρμόζεται από την 21η Ιουνίου 2019.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Μαΐου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. CIAMBA


(1)  Γνώμη της 23ης Ιανουαρίου 2019.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2019.

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την κοινή αλιευτική πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22).

(4)  Απόφαση 98/392/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1998, για τη σύναψη από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, της 10ης Δεκεμβρίου 1982, για το δίκαιο της θάλασσας και της συμφωνίας, της 28ης Ιουλίου 1994, σχετικά με την εφαρμογή του μέρους XI της εν λόγω σύμβασης (ΕΕ L 179 της 23.6.1998, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3179/78 του Συμβουλίου, της 28ης Δεκεμβρίου 1978, περί συνάψεως από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα της συμβάσεως περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (ΕΕ L 378 της 30.12.1978, σ. 1).

(6)  Απόφαση 2010/717/ΕΕ του Συμβουλίου, της 8ης Νοεμβρίου 2010, για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των τροποποιήσεων της σύμβασης περί της μελλοντικής πολυμερούς συνεργασίας στον τομέα της αλιείας του Βορειοδυτικού Ατλαντικού (ΕΕ L 321 της 7.12.2010, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1386/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τον καθορισμό των μέτρων διατήρησης και επιβολής της εφαρμογής που ισχύουν στη ζώνη διακανονισμού της Οργάνωσης Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού (ΝΑFO) (ΕΕ L 318 της 5.12.2007, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2115/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2005, για τη θέσπιση σχεδίου ανάκτησης του χάλιμπατ της Γροιλανδίας στο πλαίσιο της Οργάνωσης Αλιείας Βορειοδυτικού Ατλαντικού (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 3).

(9)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1627 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 252 της 16.9.2016, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2403 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη βιώσιμη διαχείριση των εξωτερικών αλιευτικών στόλων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 81).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, τροποποίησης των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 και (ΕΚ) αριθ. 601/2004 και κατάργησης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1093/94 και (ΕΚ) αριθ. 1447/1999 (ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2009 περί θεσπίσεως ενωσιακού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/473 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ελέγχου της Αλιείας (ΕΕ L 83 της 25.3.2019, σ. 18).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/2008 της Επιτροπής, της 10ης Ιουνίου 2008, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/98 όσον αφορά τον προσδιορισμό του μεγέθους των ματιών και τη μέτρηση του πάχους του νήματος των διχτυών αλιείας (ΕΕ L 151 της 11.6.2008, σ. 5).

(16)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 404/2011 της Επιτροπής, της 8ης Απριλίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 περί της θέσπισης κοινοτικού συστήματος ελέγχου για την εξασφάλιση της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΕΕ L 112 της 30.4.2011, σ. 1).

(17)  Η σύμβαση για τη μελλοντική πολυμερή συνεργασία στον τομέα της αλιείας στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, η οποία υπεγράφη στο Λονδίνο στις 18 Νοεμβρίου 1980 και τέθηκε σε ισχύ στις 17 Μαρτίου 1982 και στην οποία προσχώρησε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις 13 Ιουλίου 1981 (ΕΕ L 227 της 12.8.1981, σ. 22).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1)

Πίνακας 4 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 17 και στο άρθρο 17·

2)

Σχήμα 2 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 17 και στο άρθρο 17·

3)

Μέρος VI του παραρτήματος I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 21, στο άρθρο 21 παράγραφος 2 και στο άρθρο 27 παράγραφος 11 στοιχείο α) σημείο i),

4)

Μέρος VII του παραρτήματος I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 29·

5)

Μορφότυπος που ορίζεται στο παράρτημα II.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

6)

Πίνακας 1 και σχήμα 1(1) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1·

7)

Πίνακας 2 και σχήμα 1(2) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4·

8)

Πίνακας 3 και σχήμα 1(3) των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5·

9)

Μορφότυπος που ορίζεται στο παράρτημα IV.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο ε), στο άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχείο γ) και στο άρθρο 39 παράγραφος 16·

10)

Παράρτημα III.A των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1·

11)

Παράρτημα I.Γ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο δ), στο άρθρο 24 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 25 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο·

12)

Παράρτημα III.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφοι 2 και 3·

13)

Παράρτημα I.Δ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 2·

14)

Σχήμα 3 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1·

15)

Πίνακας 5 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1·

16)

Σχήμα 4 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2·

17)

Πίνακας 6 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2·

18)

Σχήμα 5 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφοι 3 και 4·

19)

Πίνακας 7 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφοι 3 και 4·

20)

Πρωτόκολλο εξερευνητικής αλιείας στο παράρτημα I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1·

21)

«Κοινοποίηση πρόθεσης διεξαγωγής εξερευνητικής αλιείας βυθού» στο παράρτημα I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

22)

«Έκθεση αλιευτικού ταξιδιού εξερευνητικής αλιείας βυθού» στο παράρτημα I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο β)·

23)

Στοιχεία για την αξιολόγηση των προτεινόμενων εξερευνητικών αλιευτικών δραστηριοτήτων βυθού στο παράρτημα I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 στοιχείο β)·

24)

«Έντυπο συλλογής δεδομένων εξερευνητικής αλιείας» στο παράρτημα I.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 4 στοιχείο α)·

25)

Μορφότυπος που ορίζεται για τον κατάλογο των σκαφών στο παράρτημα II.Γ1 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

26)

Μορφότυπος που ορίζεται για τη διαγραφή από τον κατάλογο των σκαφών στο παράρτημα II.Γ2 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχείο β)·

27)

Μορφότυπος που ορίζεται για την ατομική άδεια για κάθε σκάφος στο παράρτημα II.Γ3 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχείο α)·

28)

Μορφότυπος που ορίζεται για την αναστολή της άδειας στο παράρτημα II.Γ4 των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 5 στοιχείο β)·

29)

Κατάλογος κωδικών μορφής παρουσίασης του προϊόντος στο παράρτημα II.ΙΑ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 στοιχείο ε)·

30)

Πρότυπο ημερολογίου αλιείας στο παράρτημα II.Α των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2·

31)

Μορφότυπος για την αναφορά αλιευμάτων στο παράρτημα II.Δ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφοι 6 και 8 και στο άρθρο 26 παράγραφος 9 στοιχείο β)·

32)

Μορφότυπος για την ακύρωση της αναφοράς αλιευμάτων στο παράρτημα II.ΣΤ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφοι 6 και 7·

33)

Παράρτημα II.ΙΔ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 9 στοιχείο β)·

34)

Μορφότυπος ανταλλαγής δεδομένων στο παράρτημα II.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 9 στοιχείο β)·

35)

Έκθεση του παρατηρητή στο παράρτημα II.ΙΓ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 11 στοιχείο α)·

36)

Αναφορά στο παράρτημα II.Ζ των ΜΔΕ που διαβιβάζεται ημερησίως από τον παρατηρητή όπως αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 11 στοιχείο ε)·

37)

Κανόνες περί εμπιστευτικότητας στο παράρτημα II.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 10 και στο άρθρο 43·

38)

Έντυπο έκθεσης επιτήρησης στο παράρτημα IV.A των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 45 στοιχείο α)·

39)

Εικόνα του επισείοντος στο παράρτημα IV.E των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 31 στοιχείο β)·

40)

Κανόνες για την παροχή σκάλας επιβίβασης στο παράρτημα IV.Ζ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 32 στοιχείο γ)·

41)

Έκθεση επιθεώρησης στο παράρτημα IV.B των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 33 παράγραφος 1, στο άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο α) και στο άρθρο 45 στοιχείο δ)·

42)

Σφραγίδα επιθεώρησης NAFO στο παράρτημα IV.ΣΤ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

43)

Έντυπο προηγούμενου αιτήματος ελέγχου από το κράτος λιμένα στο παράρτημα II.ΙΒ των ΜΔΕ που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 8 και παράγραφος 13 στοιχείο α) σημείο iii), στο άρθρο 40 παράγραφος 2 και στο άρθρο 41 παράγραφοι 1 και 2·

44)

Παράρτημα IV.H των ΜΔΕ για τις επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 11.


28.5.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 141/42


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/834 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 20ής Μαΐου 2019

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) τέθηκε σε ισχύ στις 16 Αυγούστου 2012. Οι απαιτήσεις που περιέχει, δηλαδή η κεντρική εκκαθάριση τυποποιημένων συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων (OTC)· οι απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας και οι απαιτήσεις μετριασμού του λειτουργικού κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται κεντρικά· οι υποχρεώσεις αναφοράς των συμβάσεων παραγώγων· οι απαιτήσεις για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP) και οι απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών συμβάλλουν στη μείωση του συστημικού κινδύνου μέσω της αύξησης της διαφάνειας των αγορών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και της μείωσης του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου και του λειτουργικού κινδύνου που συνδέεται με τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα.

(2)

H απλούστευση ορισμένων τομέων που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και μια πιο αναλογική προσέγγιση σε αυτούς είναι σύμφωνες με το πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου της Επιτροπής, το οποίο υπογραμμίζει την ανάγκη μείωσης του κόστους και απλούστευσης έτσι ώστε οι στόχοι των πολιτικών της Ένωσης να επιτυγχάνονται με τον πιο αποδοτικό τρόπο, και αποσκοπεί ειδικότερα στη μείωση του κανονιστικού και διοικητικού φόρτου. Η εν λόγω απλούστευση και μια πιο αναλογική προσέγγιση, ωστόσο, δεν θα πρέπει να θίγει τους γενικούς στόχους που είναι η προώθηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και ο μετριασμός των συστημικών κινδύνων, σύμφωνα με τη δήλωση των ηγετών της G-20 κατά τη συνάντηση κορυφής της 26ης Σεπτεμβρίου 2009 στο Πίτσμπουργκ.

(3)

Τα αποτελεσματικά και ανθεκτικά μετασυναλλακτικά συστήματα και οι αγορές ασφαλειών αποτελούν απαραίτητα στοιχεία μιας εύρυθμα λειτουργούσας ένωσης κεφαλαιαγορών και υποστηρίζουν τις προσπάθειες για τη στήριξη των επενδύσεων, της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας σύμφωνα με τις πολιτικές προτεραιότητες της Επιτροπής.

(4)

Το 2015 και το 2016 η Επιτροπή πραγματοποίησε δύο δημόσιες διαβουλεύσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Επίσης η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΑΚΑΑ), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) συνέβαλαν στη συζήτηση σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού. Από αυτές τις δημόσιες διαβουλεύσεις συνάγεται ότι οι ενδιαφερόμενοι στηρίζουν τους στόχους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και ότι δεν είναι αναγκαία μια σημαντική αναδιάρθρωση του κανονισμού αυτού. Στις 23 Νοεμβρίου 2016 η Επιτροπή ενέκρινε γενική έκθεση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Παρότι οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 δεν ήταν όλες πλήρως εφαρμοστέες και, ως εκ τούτου, η συνολική αξιολόγηση του κανονισμού αυτού δεν ήταν εφικτή, η έκθεση εντόπισε τομείς στους οποίους ήταν αναγκαία η ανάληψη στοχευμένης δράσης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι στόχοι του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 επιτυγχάνονται με πιο αναλογικό, αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει να καλύπτει όλους τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που μπορεί να αντιπροσωπεύουν σημαντικό συστημικό κίνδυνο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ως εκ τούτου, ο ορισμός του χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου θα πρέπει να τροποποιηθεί.

(6)

Στο πλαίσιο προγραμμάτων αγοράς μετοχών από εργαζόμενους, που συνήθως θεσπίζονται από επιχείρηση, άτομα μπορούν, άμεσα ή έμμεσα, να προεγγραφούν για την αγορά, να αγοράσουν, να λάβουν ή να κατέχουν μετοχές της εν λόγω επιχείρησης ή άλλης επιχείρησης του ιδίου ομίλου, υπό τον όρο ότι το εν λόγω πρόγραμμα ωφελεί τουλάχιστον τους εργαζόμενους, ή τους πρώην εργαζόμενους, της εν λόγω επιχείρησης ή άλλης επιχείρησης του ιδίου ομίλου, ή τα μέλη ή τα πρώην μέλη του συμβουλίου της εν λόγω επιχείρησης ή άλλης επιχείρησης του ιδίου ομίλου. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής της 8ης Ιουνίου 2017 σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, τα μέτρα που σχετίζονται με προγράμματα αγοράς μετοχών από εργαζομένους αποτελούν ενδεχομένως τρόπο ενίσχυσης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών με στόχο την ενθάρρυνση των επενδύσεων από το ευρύ επενδυτικό κοινό. Ως εκ τούτου και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) ή οι οργανισμοί εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ), που συστήνονται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση ενός ή περισσοτέρων προγραμμάτων αγοράς μετοχών από εργαζομένους, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος.

(7)

Ορισμένοι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν όγκο δραστηριότητας σε αγορές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ο οποίος είναι υπερβολικά χαμηλός για να αντιπροσωπεύει σημαντικό συστημικό κίνδυνο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και υπερβολικά χαμηλός για να είναι οικονομικά βιώσιμη η κεντρική εκκαθάριση. Οι εν λόγω αντισυμβαλλόμενοι, που κοινώς αναφέρονται ως μικροί χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση εκκαθάρισης, αλλά θα πρέπει να συνεχίσουν να υπόκεινται στην απαίτηση ανταλλαγής ασφαλειών για τον μετριασμό κάθε είδους συστημικού κινδύνου. Ωστόσο, όταν η θέση του χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλόμενου υπερβαίνει το κατώφλι εκκαθάρισης για μία τουλάχιστον κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, υπολογιζόμενη σε επίπεδο ομίλου, θα πρέπει να ενεργοποιεί την υποχρέωση εκκαθάρισης για όλες τις κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων λόγω της διασύνδεσης των χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων και των πιθανών συστημικών κινδύνων για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι οποίοι ενδέχεται να προκύψουν εάν οι εν λόγω συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δεν εκκαθαρίζονταν κεντρικά. Ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει ανά πάσα στιγμή να αποδείξει ότι οι θέσεις του δεν υπερβαίνουν πλέον το κατώφλι εκκαθάρισης για οποιαδήποτε κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, οπότε στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να πάψει να ισχύει η υποχρέωση εκκαθάρισης.

(8)

Οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι είναι λιγότερο διασυνδεδεμένοι από τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους. Επιπλέον, είναι συχνά κατά κύριο λόγο ενεργοί μόνο σε μία κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Συνεπώς, η δραστηριότητά τους ενέχει λιγότερους συστημικούς κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα σε σχέση με τη δραστηριότητα των χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων. Επομένως, το πεδίο εφαρμογής της υποχρέωσης εκκαθάρισης για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που επιλέγουν να υπολογίσουν τη θέση τους κάθε 12 μήνες σε σχέση με τα κατώφλια εκκαθάρισης θα πρέπει να περιοριστεί. Οι εν λόγω μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης μόνο όσον αφορά τις κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπερβαίνουν το κατώφλι εκκαθάρισης. Οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει, ωστόσο, να εξακολουθούν να υπόκεινται στην απαίτηση για ανταλλαγή ασφαλειών όταν γίνεται υπέρβαση οποιουδήποτε από τα κατώφλια εκκαθάρισης. Οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που επιλέγουν να μην υπολογίσουν τις θέσεις τους σε σχέση με τα κατώφλια εκκαθάρισης θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης σε όλες τις κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να αποδείξει ότι οι θέσεις τους δεν υπερβαίνουν πλέον το κατώφλι εκκαθάρισης για μια κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, οπότε στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να πάψει να ισχύει η υποχρέωση εκκαθάρισης για την εν λόγω κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

(9)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τυχόν εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να επανεξετάζει περιοδικά τα κατώφλια εκκαθάρισης και να τα επικαιροποιεί όταν κρίνεται απαραίτητο. Αυτή η περιοδική επανεξέταση θα πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση.

(10)

Η απαίτηση εκκαθάρισης ορισμένων συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται πριν από την ημερομηνία κατά την οποία η υποχρέωση εκκαθάρισης παράγει αποτελέσματα δημιουργεί έλλειψη ασφάλειας δικαίου και λειτουργικές επιπλοκές, ενώ προσφέρει περιορισμένα οφέλη. Ειδικότερα, η εν λόγω απαίτηση συνεπάγεται επιπλέον κόστη και φόρτο για τους αντισυμβαλλομένους στις συμβάσεις αυτές και ενδέχεται επίσης να επηρεάσει την ομαλή λειτουργία της αγοράς χωρίς να βελτιώνει σημαντικά την ενιαία και συνεπή εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή χωρίς να καθορίζει ισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά. Συνεπώς, η απαίτηση αυτή θα πρέπει να καταργηθεί.

(11)

Οι αντισυμβαλλόμενοι με περιορισμένο όγκο δραστηριότητας σε αγορές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης στην κεντρική εκκαθάριση, είτε ως πελάτες ενός εκκαθαριστικού μέλους είτε μέσω ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης. Τα εκκαθαριστικά μέλη και οι πελάτες των εκκαθαριστικών μελών που παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης άμεσα σε άλλους αντισυμβαλλομένους ή έμμεσα επιτρέποντας στους δικούς τους πελάτες να παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές σε άλλους αντισυμβαλλομένους θα πρέπει συνεπώς να υποχρεούνται να το πράττουν υπό δίκαιους, εύλογους, αμερόληπτους και διαφανείς εμπορικούς όρους. Ενώ η απαίτηση αυτή δεν θα πρέπει να συνεπάγεται ρύθμιση των τιμών ή υποχρέωση σύναψης σύμβασης, θα πρέπει να επιτρέπεται στα εκκαθαριστικά μέλη και τους πελάτες να ελέγχουν τους κινδύνους που συνδέονται με τις προσφερόμενες υπηρεσίες εκκαθάρισης, για παράδειγμα τους κινδύνους αντισυμβαλλομένου.

(12)

Οι πληροφορίες σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που καλύπτονται από χορήγηση άδειας σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ενδέχεται να μην προσδιορίζουν όλες τις κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων τις οποίες έχει λάβει άδεια να εκκαθαρίζει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η ΕΑΚΑΑ είναι σε θέση να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις της όσον αφορά την υποχρέωση εκκαθάρισης, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ χωρίς καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που λαμβάνουν από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σχετικά με την πρόθεσή του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου να αρχίσει να εκκαθαρίζει μια κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που περιλαμβάνεται σε υφιστάμενη άδειά του.

(13)

H προσωρινή αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης θα πρέπει να επιτρέπεται σε ορισμένες εξαιρετικές καταστάσεις. Η εν λόγω αναστολή θα πρέπει να επιτρέπεται όταν τα κριτήρια βάσει των οποίων υπήχθησαν στην υποχρέωση εκκαθάρισης συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων παύουν να πληρούνται. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δεν προσφέρονται πλέον για υποχρεωτική κεντρική εκκαθάριση ή όταν υπήρξε ουσιαστική μεταβολή σε ένα από αυτά τα κριτήρια όσον αφορά συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης θα πρέπει επίσης να επιτρέπεται όταν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος παύει να παρέχει υπηρεσία εκκαθάρισης για συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ή για συγκεκριμένο τύπο αντισυμβαλλομένου, και οι άλλοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι δεν μπορούν να παρέμβουν αρκετά γρήγορα ώστε να αναλάβουν την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών εκκαθάρισης. Η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης θα πρέπει επίσης να είναι δυνατή όπου κρίνεται αναγκαία για την αποφυγή σοβαρής απειλής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης. Προκειμένου να εγγυηθεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να αποφύγει τη διαταραχή της αγοράς, η ΕΑΚΑΑ οφείλει, έχοντας κατά νου τους στόχους της G20, να εξασφαλίσει ότι, όταν είναι σκόπιμη η κατάργηση της υποχρέωσης εκκαθάρισης, αρχίζει να εφαρμόζεται στη διάρκεια της αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης και εγκαίρως ώστε να καθίσταται δυνατή η τροποποίηση των σχετικών κανονιστικών τεχνικών προτύπων.

(14)

Η υποχρέωση των αντισυμβαλλομένων, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), να διαπραγματεύονται παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης σε τόπους διαπραγμάτευσης ενεργοποιείται, σύμφωνα με τη διαδικασία της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης που περιγράφεται λεπτομερώς στον εν λόγω κανονισμό, όταν δηλώνεται ότι μια κατηγορία παραγώγων υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης ενδέχεται να καταστήσει αδύνατη τη συμμόρφωση των αντισυμβαλλομένων με την υποχρέωση διαπραγμάτευσης. Κατά συνέπεια, όταν έχει ζητηθεί η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης και θεωρείται ότι υπάρχει ουσιαστική μεταβολή στα κριτήρια βάσει των οποίων παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση διαπραγμάτευσης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προτείνει την ταυτόχρονη αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αντί για τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

(15)

Η αναφορά για τις ιστορικές συμβάσεις αποδείχθηκε δύσκολη διότι για ορισμένα στοιχεία για τα οποία τώρα απαιτείται αναφορά, δεν απαιτείτο αναφορά πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Αυτό οδήγησε σε υψηλό ποσοστό μη αναφοράς και σε κακή ποιότητα των παρεχόμενων δεδομένων, ενώ ο φόρτος της αναφοράς των εν λόγω συμβάσεων παραμένει σημαντικός. Επομένως, είναι εξαιρετικά πιθανό αυτά τα ιστορικά δεδομένα να μη χρησιμοποιηθούν. Επιπλέον, ορισμένες από τις εν λόγω συμβάσεις θα έχουν ήδη λήξει πριν από την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας για την αναφορά τους και, μαζί τους, η αντίστοιχη έκθεση και κίνδυνοι. Για αυτό το λόγο, η απαίτηση αναφοράς ιστορικών συμβάσεων θα πρέπει να καταργηθεί.

(16)

Οι εντός του ομίλου συναλλαγές στις οποίες συμμετέχουν μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι αντιπροσωπεύουν σχετικά μικρό μέρος των συνολικών συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και χρησιμοποιούνται κυρίως για εσωτερική αντιστάθμιση εντός ομίλων. Ως εκ τούτου, οι συναλλαγές αυτές δεν συμβάλλουν σημαντικά στον συστημικό κίνδυνο και στη διασυνδεσιμότητα, όμως η υποχρέωση αναφοράς αυτών των συναλλαγών συνεπάγεται υψηλό κόστος και φόρτο για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους. Οι συναλλαγές μεταξύ αντισυμβαλλομένων εντός ομίλου κατά τις οποίες τουλάχιστον ένας από τους αντισυμβαλλομένους είναι μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει συνεπώς να εξαιρούνται από την υποχρέωση αναφοράς, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης του μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλόμενου.

(17)

Το 2017 η Επιτροπή ξεκίνησε έλεγχο καταλληλότητας της δημόσιας υποβολής εκθέσεων από εταιρείες. Σκοπός του ελέγχου αυτού είναι να συλλεχθούν αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη συνέπεια, τη συνοχή, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα του ενωσιακού πλαισίου υποβολής αναφορών. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να αναλυθεί περαιτέρω η πιθανότητα να αποφευχθεί η περιττή επανάληψη της υποβολής αναφορών και η πιθανότητα να μειωθεί ή να απλουστευθεί η υποβολή αναφορών συμβάσεων μη εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη έγκαιρης υποβολής αναφορών, καθώς και τις πράξεις και τα μέτρα που εγκρίνονται δυνάμει των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και (ΕΕ) αριθ. 600/2014. Ιδίως, η εν λόγω ανάλυση θα πρέπει να εξετάσει τα αναφερόμενα λεπτομερή στοιχεία, τη δυνατότητα πρόσβασης των σχετικών αρχών στα δεδομένα, καθώς και μέτρα για την περαιτέρω απλούστευση των αλυσίδων αναφοράς συμβάσεων μη εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ιδίως για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, χωρίς αδικαιολόγητη απώλεια πληροφοριών. Μια πιο γενική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας των μέτρων που έχουν θεσπιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για τη βελτίωση της λειτουργίας και τη μείωση του φόρτου υποβολής αναφορών συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να εξεταστεί όταν θα υπάρχει επαρκής εμπειρία και στοιχεία από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα και την δυνατότητα πρόσβασης στα δεδομένα που αναφέρονται στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, καθώς και την ανάληψη και εφαρμογή κατ' εξουσιοδότηση καθηκόντων αναφοράς.

(18)

Προκειμένου να μειωθεί ο φόρτος της αναφοράς συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει, κατά κανόνα, να είναι ο μόνος υπόχρεος και κατά νόμο υπεύθυνος για την αναφορά, τόσο εκ μέρους του ιδίου όσο και εκ μέρους ενός μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που δεν υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνήφθησαν από τους εν λόγω αντισυμβαλλομένους, καθώς και για την εξασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αναφοράς του, ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να παρέχει τα λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος δεν μπορεί ευλόγως να αναμένεται να κατέχει. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι δυνατό ένας μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος να επιλέγει να αναφέρει τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων του. Σε αυτή την περίπτωση, ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να ενημερώνει σχετικά τον χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο και να είναι υπόχρεος και κατά νόμο υπεύθυνος για την αναφορά των εν λόγω στοιχείων και για την εξασφάλιση της ορθότητάς τους.

(19)

Επιπλέον, θα πρέπει να προσδιοριστεί η ευθύνη για την αναφορά συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων όταν ένας ή αμφότεροι οι αντισυμβαλλόμενοι είναι ΟΣΕΚΑ ή ΟΕΕ. Συνεπώς, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η εταιρεία διαχείρισης ενός ΟΣΕΚΑ είναι υπόχρεη και κατά νόμο υπεύθυνη να υποβάλλει αναφορές εκ μέρους του εν λόγω ΟΣΕΚΑ για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που σύναψε ο ΟΣΕΚΑ, καθώς και για την εξασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων. Ομοίως, ένας διαχειριστής ΟΕΕ θα πρέπει να είναι υπόχρεος και κατά νόμο υπεύθυνος να υποβάλλει αναφορές εκ μέρους του εν λόγω ΟΕΕ για τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που σύναψε ο ΟΕΕ, καθώς και για την εξασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων.

(20)

Προκειμένου να αποφευχθούν οι ασυνέπειες στην Ένωση κατά την εφαρμογή των τεχνικών μετριασμού του κινδύνου, λόγω της περιπλοκότητας των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου, οι οποίες απαιτούν έγκαιρη, ακριβή και κατάλληλα διαχωρισμένη ανταλλαγή ασφαλειών μεταξύ αντισυμβαλλομένων, πράγμα που συνεπάγεται τη χρήση εσωτερικών υποδειγμάτων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εγκρίνουν τις εν λόγω διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου ή οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή των διαδικασιών αυτών, πριν αυτές εφαρμοστούν.

(21)

Η ανάγκη για διεθνή κανονιστική σύγκλιση και η ανάγκη για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και τους μικρούς χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους να μειώσουν τους κινδύνους που συνδέονται με τις εκθέσεις τους στον συναλλαγματικό κίνδυνο, καθιστά απαραίτητο να καθοριστούν ειδικές διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου για τις προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος που διακανονίζονται με φυσική παράδοση και τις πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων που διακανονίζονται με φυσική παράδοση. Λόγω του ειδικού προφίλ κινδύνου τους, είναι σκόπιμο να περιοριστεί η υποχρεωτική ανταλλαγή περιθωρίων διαφορών αποτίμησης για τις προθεσμιακές πράξεις συναλλάγματος που διακανονίζονται με φυσική παράδοση και τις πράξεις ανταλλαγής νομισμάτων που διακανονίζονται με φυσική παράδοση στις συναλλαγές μεταξύ των πλέον συστημικών αντισυμβαλλομένων, προκειμένου να περιοριστεί η συσσώρευση συστημικών κινδύνων και να αποφευχθούν διεθνείς κανονιστικές αποκλίσεις. Θα πρέπει επίσης να εξασφαλισθεί διεθνής κανονιστική σύγκλιση όσον αφορά τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου για άλλες κατηγορίες παραγώγων.

(22)

Στις υπηρεσίες μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου περιλαμβάνονται υπηρεσίες όπως η συμπίεση χαρτοφυλακίου. Η συμπίεση χαρτοφυλακίου εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014. Προκειμένου να ευθυγραμμιστεί ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 όπου κρίνεται απαραίτητο και σκόπιμο, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις διαφορές ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κανονισμούς, τις δυνατότητες παράκαμψης της υποχρέωσης εκκαθάρισης και τον βαθμό στον οποίο οι υπηρεσίες μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου μετριάζουν ή μειώνουν τους κινδύνους, η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και το ΕΣΣΚ, θα πρέπει να αξιολογήσουν ποιες, αν υπάρχουν, συναλλαγές που προκύπτουν από τις υπηρεσίες μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση εκκαθάρισης.

(23)

Προκειμένου να υπάρχει περισσότερη διαφάνεια και προβλεψιμότητα των αρχικών περιθωρίων ασφαλείας και να υποχρεωθούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι να μην τροποποιήσουν με φιλοκυκλικό τρόπο τα μοντέλα αρχικού περιθωρίου ασφαλείας που εφαρμόζουν, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να παρέχουν στα εκκαθαριστικά μέλη τους όχι μόνο εργαλεία για την προσομοίωση των απαιτήσεων αρχικού περιθωρίου ασφαλείας και θα πρέπει να τους παρέχουν μια λεπτομερή επισκόπηση των μοντέλων αρχικού περιθωρίου ασφαλείας που χρησιμοποιούν. Αυτό είναι σύμφωνο με τα διεθνή πρότυπα που δημοσιεύθηκαν από την Επιτροπή Πληρωμών και Υποδομών της Αγοράς και από το Συμβούλιο του Διεθνούς Οργανισμού Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς, ιδίως δε με το υπόδειγμα για τη δημοσιοποίηση πληροφοριών που δημοσιεύθηκε τον Δεκέμβριο του 2012 και με τα δημόσια πρότυπα δημοσιοποίησης για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που δημοσιεύθηκαν το 2015, τα οποία απαιτούνται για την προαγωγή της ακριβούς κατανόησης του κινδύνου και του κόστους που συνεπάγεται οποιαδήποτε συμμετοχή των εκκαθαριστικών μελών σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο από τα εκκαθαριστικά μέλη και για την ενίσχυση της διαφάνειας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων έναντι των συμμετεχόντων στην αγορά.

(24)

Οι εθνικές νομοθεσίες περί αφερεγγυότητας των κρατών μελών δεν θα πρέπει να περιορίζουν την ικανότητα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων να εκτελούν με επαρκή ασφάλεια δικαίου τη μεταβίβαση θέσεων του πελάτη ή να καταβάλλουν το προϊόν μιας εκκαθάρισης απευθείας στους πελάτες, σε περίπτωση αφερεγγυότητας εκκαθαριστικού μέλους, σε ό,τι αφορά περιουσιακά στοιχεία που διατηρούνται σε συλλογικούς και σε ατομικούς διαχωρισμένους λογαριασμούς πελατών. Για την παροχή κινήτρων για την εκκαθάριση και για τη βελτίωση της πρόσβασης σε αυτή, οι εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών περί αφερεγγυότητας δεν θα πρέπει να εμποδίζουν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους να ακολουθούν τις προκαθορισμένες διαδικασίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις που διατηρούνται σε συλλογικούς και σε ατομικούς διαχωρισμένους λογαριασμούς πελατών που τηρούνται στο εκκαθαριστικό μέλος και στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Όταν καθορίζονται ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, οι έμμεσοι πελάτες θα πρέπει παρόλ' αυτά να συνεχίζουν να χαίρουν προστασίας ισοδύναμης με εκείνη που προβλέπεται βάσει των κανόνων περί διαχωρισμού και δυνατότητας μεταφοράς και των προκαθορισμένων διαδικασιών του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(25)

Τα πρόστιμα που είναι σε θέση να επιβάλλει η ΕΑΚΑΑ σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών τα οποία υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της θα πρέπει να είναι αρκετά αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά, ώστε να διασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα των εποπτικών εξουσιών της ΕΑΚΑΑ και να αυξάνουν τη διαφάνεια των θέσεων και της έκθεσης των παραγώγων. Τα ποσά των προστίμων που προβλέφθηκαν αρχικά στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αποδείχθηκαν ανεπαρκώς αποτρεπτικά, λαμβανομένου υπόψη του υφιστάμενου κύκλου εργασιών των αρχείων καταγραφής συναλλαγών, γεγονός που θα μπορούσε ενδεχομένως να περιορίσει την αποτελεσματικότητα των εποπτικών εξουσιών της ΕΑΚΑΑ δυνάμει του εν λόγω κανονισμού σχετικά με τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Ως εκ τούτου, το ανώτατο όριο των βασικών ποσών των προστίμων θα πρέπει να αυξηθεί.

(26)

Οι αρχές των τρίτων χωρών θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών της Ένωσης στις περιπτώσεις που η τρίτη χώρα πληροί ορισμένες προϋποθέσεις οι οποίες εξασφαλίζουν την επεξεργασία αυτών των δεδομένων και που η τρίτη χώρα προβλέπει νομικά δεσμευτική και εκτελεστή υποχρέωση χορήγησης στις αρχές της Ένωσης άμεσης πρόσβασης στα δεδομένα που αναφέρονται στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών στην εν λόγω τρίτη χώρα.

(27)

O κανονισμός (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) προβλέπει μια απλουστευμένη διαδικασία για την καταχώριση αρχείων καταγραφής συναλλαγών ήδη καταχωρισμένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, τα οποία επιθυμούν να παρατείνουν την καταχώριση με σκοπό να παρέχουν τις υπηρεσίες τους που αφορούν τις συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων. Θα πρέπει να καθιερωθεί αντίστοιχη απλουστευμένη διαδικασία καταχώρισης για την καταχώριση αρχείων καταγραφής συναλλαγών ήδη καταχωρισμένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2365 τα οποία επιθυμούν να επεκτείνουν την καταχώριση αυτή προκειμένου να παρέχουν τις υπηρεσίες τους που αφορούν τις συμβάσεις παραγώγων.

(28)

Η ανεπαρκής ποιότητα και διαφάνεια των δεδομένων που διατίθενται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών καθιστά δυσχερή τη χρήση των δεδομένων αυτών από τις οντότητες στις οποίες έχει χορηγηθεί πρόσβαση στα δεδομένα αυτά για την από μέρους τους παρακολούθηση των αγορών παραγώγων και εμποδίζει τις ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές να εντοπίσουν εγκαίρως τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Προκειμένου να βελτιωθούν η ποιότητα και η διαφάνεια των δεδομένων και να ευθυγραμμιστούν οι απαιτήσεις αναφοράς του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 με εκείνες των κανονισμών (ΕΕ) 2015/2365 και (ΕΕ) αριθ. 600/2014, είναι αναγκαίο να εναρμονιστούν περαιτέρω οι κανόνες και οι απαιτήσεις αναφοράς, και ιδίως τα πρότυπα δεδομένων, οι μορφότυποι, οι μέθοδοι και οι ρυθμίσεις για την αναφορά, καθώς και οι εφαρμοστέες από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών διαδικασίες για την επικύρωση των αναφερόμενων δεδομένων όσον αφορά την πληρότητα και την ορθότητά τους, καθώς και οι διαδικασίες για τη συμφωνία των δεδομένων με εκείνα που διατηρούνται σε άλλα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Επιπλέον, τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών θα πρέπει να παρέχουν στους μη αναφέροντες αντισυμβαλλομένους, κατόπιν αίτησής τους, πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα που αναφέρονται εκ μέρους τους υπό εύλογους εμπορικούς όρους.

(29)

Όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχονται από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 καθιέρωσε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ως εκ τούτου, οι αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν το αρχείο καταγραφής συναλλαγών στο οποίο επιθυμούν να υποβάλουν αναφορά και θα πρέπει να είναι σε θέση να αλλάξουν αρχείο καταγραφής συναλλαγών εφόσον το επιθυμούν. Για τη διευκόλυνση αυτής της αλλαγής και για τη διασφάλιση της συνεχούς διαθεσιμότητας των δεδομένων χωρίς να γίνεται διπλή αναφορά, τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλες πολιτικές για τη διασφάλιση της ομαλής μεταφοράς των αναφερόμενων δεδομένων προς άλλα αρχεία καταγραφής συναλλαγών εφόσον ζητηθεί από έναν αντισυμβαλλόμενο που υπόκειται στην υποχρέωση αναφοράς.

(30)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ορίζει ότι η υποχρέωση εκκαθάρισης δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων έως ότου αναπτυχθεί από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατάλληλη τεχνική λύση για να μεταβιβάζονται οι ασφάλειες που δεν συνίστανται σε μετρητά ως περιθώρια διαφορών αποτίμησης. Καθώς δεν έχει αναπτυχθεί έως τώρα βιώσιμη λύση που να διευκολύνει τη συμμετοχή των μηχανισμών συνταξιοδοτικών καθεστώτων στην κεντρική εκκαθάριση, η εν λόγω μεταβατική περίοδος θα πρέπει να παραταθεί για τουλάχιστον άλλα δύο έτη. Ωστόσο, η κεντρική εκκαθάριση θα πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί απώτερο στόχο, εφόσον ότι οι τρέχουσες ρυθμιστικές εξελίξεις και οι εξελίξεις της αγοράς δίνουν τη δυνατότητα στους συμμετέχοντες στην αγορά να αναπτύξουν κατάλληλες τεχνικές λύσεις εντός της εν λόγω χρονικής περιόδου. Με τη βοήθεια της ΕΑΚΑΑ, της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών) (ΕΑΤ) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) (ΕΑΑΕΣ) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) και του ΕΣΣΚ, η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί την πρόοδο που σημειώνουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, τα εκκαθαριστικά μέλη και οι μηχανισμοί συνταξιοδοτικών καθεστώτων προς την εξεύρεση βιώσιμων λύσεων για τη διευκόλυνση της συμμετοχής των μηχανισμών συνταξιοδοτικών καθεστώτων στην κεντρική εκκαθάριση και να υποβάλει έκθεση σχετικά με την εν λόγω πρόοδο. Η έκθεση αυτή θα πρέπει επίσης να καλύπτει τις λύσεις και το συναφές κόστος για τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων, λαμβάνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο υπόψη τις ρυθμιστικές εξελίξεις και τις εξελίξεις της αγοράς, όπως τις αλλαγές όσον αφορά τον τύπο χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Προκειμένου να καλυφθούν εξελίξεις που δεν έχουν προβλεφθεί έως την έκδοση του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να παρατείνει την εν λόγω μεταβατική περίοδο δύο φορές για περίοδο ενός έτους, αφού αξιολογήσει με προσοχή κατά πόσον υφίσταται ανάγκη για μια τέτοια παράταση.

(31)

Η μεταβατική περίοδος κατά την οποία μηχανισμοί συνταξιοδοτικών καθεστώτων εξαιρέθηκαν από την υποχρέωση εκκαθάρισης έληξε στις 16 Αυγούστου 2018. Για λόγους ασφάλειας του δικαίου και προκειμένου να αποφευχθεί κάθε ασυνέχεια, είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί αναδρομικά η παράταση της μεταβατικής περιόδου στις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνήψαν οι μηχανισμοί συνταξιοδοτικών καθεστώτων το διάστημα από 17 Αυγούστου 2018 έως τις 16 Ιουνίου 2019.

(32)

Προκειμένου να απλουστευθεί το κανονιστικό πλαίσιο, θα πρέπει να εξεταστεί ο βαθμός στον οποίο είναι απαραίτητο και σκόπιμο να ευθυγραμμιστεί η υποχρέωση διαπραγμάτευσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 με τις τροποποιήσεις που επέρχονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού στην υποχρέωση εκκαθάρισης για τα παράγωγα, ιδίως στο εύρος των οντοτήτων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Όταν συγκεντρωθούν επαρκής πείρα και δεδομένα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να εκπονηθεί γενικότερη εκτίμηση όσον αφορά τον αντίκτυπό του στο επίπεδο εκκαθάρισης από τα διάφορα είδη αντισυμβαλλομένων και στην κατανομή της εκκαθάρισης εντός κάθε κατηγορίας αντισυμβαλλομένων, καθώς και όσον αφορά την προσβασιμότητα των υπηρεσιών εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον είναι αποδοτικές για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην εκκαθάριση οι μεταβολές που επέρχονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης υπό δίκαιους, εύλογους, αμερόληπτους και διαφανείς εμπορικούς όρους.

(33)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση ως προς το πότε οι εμπορικοί όροι για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης θεωρούνται δίκαιοι, εύλογοι, αμερόληπτοι και διαφανείς, και προκειμένου, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να δοθεί πρόσθετος χρόνος στους συμμετέχοντες στην αγορά να αναπτύξουν λύσεις εκκαθάρισης για τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), για τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι εμπορικοί όροι για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης θεωρούνται δίκαιοι, εύλογοι, αμερόληπτοι και διαφανείς και για την παράταση της μεταβατικής περιόδου κατά την οποία η υποχρέωση εκκαθάρισης δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνήψαν οι μηχανισμοί συνταξιοδοτικών καθεστώτων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (11). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(34)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και ιδίως όσον αφορά την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης και της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης και όσον αφορά την άμεση πρόσβαση των οικείων αρχών τρίτων χωρών σε πληροφορίες που περιέχονται σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών εγκατεστημένα στην Ένωση, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες. Οι εξουσίες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12). Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει αμέσως εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις για την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης και της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης για συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, επειδή είναι αναγκαίο να υπάρξει ταχέως απόφαση για την επίτευξη ασφάλειας δικαίου σχετικά με το αποτέλεσμα της διαδικασίας αναστολής και, ως εκ τούτου, συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης.

(35)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεπής εναρμόνιση των κανόνων για τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου, για την καταχώριση των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και για τις απαιτήσεις αναφοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να εγκρίνει κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που έχουν καταρτιστεί από την ΕΑΤ ή την ΕΑΚΑΑ όσον αφορά τα ακόλουθα: τις εποπτικές διαδικασίες για τη διασφάλιση της αρχικής και συνεχούς επικύρωσης των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου οι οποίες απαιτούν την έγκαιρη, επακριβή και κατάλληλα διαχωρισμένη ανταλλαγή ασφαλειών· τα λεπτομερή στοιχεία της απλουστευμένης αίτησης για την επέκταση της καταχώρισης αρχείου καταγραφής συναλλαγών ήδη καταχωρισμένου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2365·οι διαδικασίες για τη συμφωνία των δεδομένων μεταξύ των αρχείων καταγραφής συναλλαγών, οι διαδικασίες προς εφαρμογή από το αρχείο καταγραφής συναλλαγών για τον έλεγχο της συμμόρφωσης του αναφέροντος αντισυμβαλλομένου ή της υποβάλλουσας οντότητας με τις απαιτήσεις αναφοράς καθώς και για τον έλεγχο της πληρότητας και της ορθότητας των δεδομένων που αναφέρονται· τους όρους και τις προϋποθέσεις, τις ρυθμίσεις και την απαιτούμενη τεκμηρίωση βάσει των οποίων παρέχεται σε ορισμένες οντότητες πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει αυτά τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων με κατ' εξουσιοδότηση πράξεις βάσει του άρθρου 290 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

(36)

Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να εγκρίνει εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που έχουν καταρτιστεί από την ΕΑΚΑΑ όσον αφορά τα πρότυπα δεδομένων για τις πληροφορίες προς αναφορά σχετικά με τις διάφορες κατηγορίες παραγώγων και τις μεθόδους και ρυθμίσεις αναφοράς, καθώς και τον μορφότυπο της αίτησης για επέκταση της καταχώρισης αρχείου καταγραφής συναλλαγών ήδη καταχωρισμένου βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων δυνάμει του άρθρου 291 ΣΛΕΕ και σύμφωνα το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

(37)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή να διασφαλιστεί ότι οι κανόνες είναι αναλογικοί, δεν έχουν ως αποτέλεσμα περιττό διοικητικό φόρτο ή κόστος συμμόρφωσης, δεν θέτουν σε κίνδυνο τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, και αυξάνουν τη διαφάνεια των θέσεων και των ανοιγμάτων σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορούν, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(38)

Η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αναβληθεί προκειμένου να θεσπιστούν όλα τα απαραίτητα εκτελεστικά μέτρα και να δοθεί η δυνατότητα στους συμμετέχοντες στην αγορά να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τους σκοπούς της συμμόρφωσης.

(39)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 τροποποιείται ως εξής:

1)

στο άρθρο 2, το σημείο 8) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8)   “χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι”:

α)

επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1)·

β)

πιστωτικά ιδρύματα που έχουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2)·

γ)

ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3)·

δ)

ΟΣΕΚΑ και, όπου αρμόζει, οι εταιρείες διαχείρισής τους, που έχουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2009/65/ΕΚ, εκτός εάν οι ΟΣΕΚΑ έχουν συσταθεί αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση ενός ή περισσοτέρων προγραμμάτων αγοράς μετοχών από εργαζομένους·

ε)

ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΙΕΣΠ), όπως ορίζεται στο άρθρο 6 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4)·

στ)

οργανισμοί εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ), όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι οποίοι είτε είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση είτε τελούν υπό τη διαχείριση διαχειριστή οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που έχει άδεια λειτουργίας ή έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, εκτός εάν οι ΟΕΕ έχουν συσταθεί αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση ενός ή περισσοτέρων προγραμμάτων αγοράς μετοχών από εργαζομένους ή εκτός εάν οι εν λόγω ΟΕΕ είναι οντότητες ειδικού σκοπού τιτλοποίησης όπως αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, και, όπου αρμόζει, οι ΔΟΕΕ τους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση,

ζ)

κεντρικά αποθετήρια τίτλων που έχουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5)·

(*1)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349)."

(*2)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (EE L 176 της 27.6.2013, σ. 338)."

(*3)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1)."

(*4)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΙΕΣΠ) (ΕΕ L 354 της 23.12.2016, σ. 37)."

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με τη βελτίωση του διακανονισμού αξιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων και για την τροποποίηση των οδηγιών 98/26/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 1).»."

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

τα στοιχεία α) σημείο i) έως α) σημείο iv) αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:

«i)

μεταξύ δύο χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων που πληρούν τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 4α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο·

ii)

μεταξύ ενός χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που πληροί τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 4α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και ενός μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που πληροί τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο·

iii)

μεταξύ δύο μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων που πληρούν τους όρους του άρθρου 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο·

iv)

μεταξύ, αφενός, ενός χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που πληροί τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 4α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ή ενός μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που πληροί τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και, αφετέρου, μιας οντότητας εγκατεστημένης σε τρίτη χώρα, η οποία θα υπαγόταν στην υποχρέωση εκκαθάρισης εάν ήταν εγκατεστημένη στην Ένωση·»·

ii)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

συνάπτονται ή ανανεώνονται κατά ή μετά την ημερομηνία από την οποία παράγει αποτελέσματα η υποχρέωση εκκαθάρισης, εφόσον, κατά την ημερομηνία στην οποία συνάπτονται ή ανανεώνονται, αμφότεροι οι αντισυμβαλλόμενοι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο στοιχείο α)·»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Χωρίς να υποχρεούνται να συνάπτουν σύμβαση, τα εκκαθαριστικά μέλη και οι πελάτες που παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης, είτε άμεσα είτε έμμεσα, παρέχουν τις εν λόγω υπηρεσίες με δίκαιους, εύλογους, αμερόληπτους και διαφανείς εμπορικούς όρους. Τα εκκαθαριστικά μέλη και οι πελάτες αυτοί λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο για τον εντοπισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση και την παρακολούθηση συγκρούσεων συμφερόντων, ιδίως μεταξύ της μονάδας διαπραγμάτευσης και της μονάδας εκκαθάρισης, που ενδέχεται να επηρεάζουν δυσμενώς τη δίκαιη, εύλογη, αμερόληπτη και διαφανή παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης. Τέτοια μέτρα λαμβάνονται επίσης σε περίπτωση που οι υπηρεσίες διαπραγμάτευσης και εκκαθάρισης παρέχονται από διαφορετικές νομικές οντότητες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο.

Τα εκκαθαριστικά μέλη και οι πελάτες επιτρέπεται να ελέγχουν τους κινδύνους που συνδέονται με τις προσφερόμενες υπηρεσίες εκκαθάρισης.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 82, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι εμπορικοί όροι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου θεωρούνται δίκαιοι, εύλογοι, αμερόληπτοι και διαφανείς, με βάση τα ακόλουθα:

α)

τις απαιτήσεις που αφορούν τον δίκαιο και διαφανή χαρακτήρα των τελών, των τιμών, των πολιτικών έκπτωσης και των λοιπών γενικών συμβατικών όρων και προϋποθέσεων σχετικά με τον πίνακα τιμών, με την επιφύλαξη της εμπιστευτικότητας των συμβατικών ρυθμίσεων με επιμέρους αντισυμβαλλομένους·

β)

τους παράγοντες που αποτελούν εύλογους εμπορικούς όρους για την εξασφάλιση αμερόληπτων και ορθολογικών συμβατικών ρυθμίσεων·

γ)

τις απαιτήσεις που διευκολύνουν τις υπηρεσίες εκκαθάρισης σε ισότιμη και αμερόληπτη βάση, με βάση το κόστος και τους κινδύνους, ώστε οι τυχόν διαφορές στις τιμές που χρεώνονται να είναι ανάλογες προς το κόστος, τους κινδύνους και τα οφέλη· και

δ)

τα κριτήρια ελέγχου του κινδύνου για το εκκαθαριστικό μέλος ή τον πελάτη που συνδέονται με τις προσφερόμενες υπηρεσίες εκκαθάρισης.».

3)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 4α

Χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης

1.   Κάθε 12 μήνες ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει θέσεις σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μπορεί να υπολογίζει, τη συνολική μέση θέση στο τέλος του μήνα για τους προηγούμενους 12 μήνες σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Όταν ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος δεν υπολογίζει τις θέσεις του ή όταν το αποτέλεσμα αυτού του υπολογισμού υπερβαίνει οποιοδήποτε από τα κατώφλια εκκαθάρισης που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο β), ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος:

α)

ενημερώνει για το γεγονός αυτό αμέσως την ΕΑΚΑΑ και την οικεία αρμόδια αρχή, και κατά περίπτωση, αναφέρει την περίοδο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό·

β)

καθορίζει ρυθμίσεις εκκαθάρισης εντός τεσσάρων μηνών από την ενημέρωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου· και

γ)

υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 για όλες τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων οι οποίες σχετίζονται με κάθε υποκείμενη στην υποχρέωση εκκαθάρισης κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και συνάπτονται ή ανανεώνονται αφού παρέλθει διάστημα άνω των τεσσάρων μηνών από την ενημέρωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου.

2.   Ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 κατά την 17η Ιουνίου 2019 ή που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης αυτή σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση αυτή και συνεχίζει την εκκαθάριση έως ότου ο εν λόγω χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος αποδείξει στην οικεία αρμόδια αρχή ότι η συνολική μέση θέση του στο τέλος του μήνα για τους προηγούμενους 12 μήνες δεν υπερβαίνει το κατώφλι εκκαθάρισης που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο β).

Ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος είναι σε θέση να αποδείξει στην οικεία αρμόδια αρχή ότι ο υπολογισμός της συνολικής μέσης θέσης στο τέλος του μήνα για τους προηγούμενους 12 μήνες δεν οδηγεί σε συστηματική υποεκτίμηση της θέσης αυτής.

3.   Κατά τον υπολογισμό των θέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος περιλαμβάνει όλες τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που έχει συνάψει ο εν λόγω χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος ή έχουν συνάψει άλλες οντότητες του ομίλου στον οποίο ανήκει ο συγκεκριμένος χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, για τους ΟΣΕΚΑ και τους ΟΕΕ, οι θέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 υπολογίζονται στο επίπεδο του οργανισμού.

Οι εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζονται περισσότερους από έναν ΟΣΕΚΑ και οι ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται περισσότερους από έναν ΟΕΕ είναι σε θέση να αποδείξουν στην οικεία αρμόδια αρχή ότι ο υπολογισμός των θέσεων στο επίπεδο του οργανισμού δεν οδηγεί:

α)

σε συστηματική υποεκτίμηση των θέσεων κανενός εκ των οργανισμών που διαχειρίζονται ή των θέσεων του διαχειριστή· και

β)

σε παράκαμψη της υποχρέωσης εκκαθάρισης.

Οι οικείες αρμόδιες αρχές του χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου και των λοιπών οντοτήτων εντός του ομίλου καθορίζουν διαδικασίες συνεργασίας για την εξασφάλιση του αποτελεσματικού υπολογισμού των θέσεων σε επίπεδο ομίλου.».

4)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Σε περίπτωση που αρμόδια αρχή χορηγήσει άδεια σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να εκκαθαρίσει μια κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δυνάμει του άρθρου 14 ή 15 ή σε περίπτωση που η κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που σκοπεύει να αρχίσει να εκκαθαρίζει ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εμπίπτει σε υφιστάμενη άδεια που έχει χορηγηθεί δυνάμει του άρθρου 14 ή 15, η αρμόδια αρχή κοινοποιεί αμέσως στην ΕΑΚΑΑ την εν λόγω άδεια ή την κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που σκοπεύει να αρχίσει να εκκαθαρίζει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος.»·

β)

στην παράγραφο 2 το στοιχείο γ) διαγράφεται.

5)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, το στοιχείο ε) διαγράφεται·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εάν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν διαθέτει πλέον άδεια ή αναγνώριση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό για την εκκαθάριση μιας συγκεκριμένης κατηγορίας εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, η ΕΑΚΑΑ τον αφαιρεί αμέσως από το δημόσιο μητρώο σε σχέση με την εν λόγω κατηγορία παραγώγων.».

6)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 6α

Αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης

1.   Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να αναστείλει την υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 για συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ή για συγκεκριμένο τύπο αντισυμβαλλομένου, όταν πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δεν είναι πλέον κατάλληλες για κεντρική εκκαθάριση σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο και στο άρθρο 5 παράγραφος 5·

β)

ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι πιθανό να παύσει να εκκαθαρίζει τις ανωτέρω συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και κανένας άλλος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν είναι σε θέση να εκκαθαρίσει τις ανωτέρω συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων χωρίς διακοπή·

γ)

η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης για τις εν λόγω συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ή για συγκεκριμένο τύπο αντισυμβαλλομένου είναι απαραίτητη προκειμένου να αποφευχθεί ή να αντιμετωπιστεί σοβαρή απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Ένωση και η αναστολή αυτή είναι ανάλογη προς τους εν λόγω σκοπούς.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) του πρώτου εδαφίου, πριν από την αίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΚΑΑ διαβουλεύεται με το ΕΣΣΚ και τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 22.

Η αίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνοδεύεται από στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούται τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο εδάφιο αυτό.

Σε περίπτωση που η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης θεωρείται από την ΕΑΚΑΑ ουσιώδης μεταβολή στα κριτήρια έναρξης ισχύος της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, η αίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μπορεί επίσης να περιλαμβάνει αίτηση να ανασταλεί η υποχρέωση διαπραγμάτευσης που ορίζεται στο άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2 του εν λόγω κανονισμού για τις ίδιες συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων τις οποίες αφορά η αίτηση αναστολής της υποχρέωση εκκαθάρισης.

2.   Υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των εκκαθαριστικών μελών και οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 22 μπορούν να ζητήσουν από την ΕΑΚΑΑ να υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης. Στην αίτηση της αρμόδιας αρχής αναφέρονται οι λόγοι και υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούται τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου.

Εντός 48 ωρών από την παραλαβή της αίτησης της αρμόδιας αρχής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου με βάση τους λόγους και τα στοιχεία που παρέχει η αρμόδια αρχή, η ΕΑΚΑΑ είτε ζητεί από την Επιτροπή να αναστείλει την υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 είτε απορρίπτει την αίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει την οικεία αρμόδια αρχή για την απόφασή της. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ απορρίψει την αίτηση που υπέβαλε η αρμόδια αρχή, αναφέρει τους λόγους γραπτώς.

3.   Οι αιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν δημοσιοποιούνται.

4.   Η Επιτροπή, χωρίς αναίτια καθυστέρηση μετά την παραλαβή της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και με βάση τους λόγους και τα στοιχεία που παρέχει η ΕΑΚΑΑ, είτε αναστέλλει την υποχρέωση εκκαθάρισης για συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ή για συγκεκριμένο τύπο αντισυμβαλλομένου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μέσω εκτελεστικής πράξης, είτε απορρίπτει τη ζητούμενη αναστολή. Όταν η Επιτροπή απορρίπτει τη ζητούμενη αναστολή, αναφέρει τους λόγους γραπτώς στην ΕΑΚΑΑ. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και τους διαβιβάζει τους λόγους που ανέφερε στην ΕΑΚΑΑ. Οι εν λόγω πληροφορίες δεν δημοσιοποιούνται.

Η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 86 παράγραφος 3.

5.   Όποτε ζητείται από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η εκτελεστική πράξη σχετικά με την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης για συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μπορεί επίσης να αναστέλλει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις ίδιες συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπόκεινται στην εν λόγω αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης.

6.   Η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης και, κατά περίπτωση, την υποχρέωση διαπραγμάτευσης κοινοποιείται στην ΕΑΚΑΑ και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής και στο δημόσιο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 6.

7.   Η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης σύμφωνα με την παράγραφο 4 ισχύει για αρχική περίοδο τριών μηνών κατά μέγιστο από την ημερομηνία εφαρμογής της εν λόγω αναστολής.

Η αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 ισχύει για την ίδια αρχική περίοδο.

8.   Όταν οι λόγοι για την αναστολή εξακολουθούν να ισχύουν, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει μέσω εκτελεστικής πράξης την αναστολή που αναφέρεται στην παράγραφο 4 για πρόσθετες περιόδους τριών μηνών κατά μέγιστο, με συνολική περίοδο αναστολής που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες. Η παράταση της αναστολής δημοσιεύεται σύμφωνα με την παράγραφο 6.

Η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 86 παράγραφος 3.

Η ΕΑΚΑΑ, σε εύθετο χρόνο πριν από τη λήξη της περιόδου αναστολής που αναφέρεται στην παράγραφο 7 της παρούσας παραγράφου ή τυχόν περιόδου παράτασης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με το κατά πόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι λόγοι της αναστολής. Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ διαβουλεύεται με το ΕΣΣΚ και τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 22. Η ΕΑΚΑΑ αποστέλλει αντίγραφο της εν λόγω γνωμοδότησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η εν λόγω γνωμοδότηση δεν δημοσιοποιείται.

Η εκτελεστική πράξη για την παράταση της αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης είναι επίσης δυνατόν να παρατείνει την περίοδο της αναστολής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 7.

Η παράταση της αναστολής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης ισχύει για την ίδια περίοδο με την παράταση της αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης.».

7)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι αντισυμβαλλόμενοι και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι διασφαλίζουν ότι τα λεπτομερή στοιχεία για κάθε σύμβαση παραγώγων που έχουν συνάψει, καθώς και κάθε τροποποίηση ή λήξη της σύμβασης, αναφέρονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1α έως 1στ σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών το οποίο έχει καταχωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 55 ή αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 77. Τα λεπτομερή στοιχεία υποβάλλονται το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη σύναψη, την τροποποίηση ή τη λήξη της σύμβασης.

Η υποχρέωση αναφοράς ισχύει για συμβάσεις παραγώγων οι οποίες:

α)

συνήφθησαν πριν από τις 12 Φεβρουαρίου 2014 και παραμένουν άληκτες την ημερομηνία αυτή·

β)

συνήφθησαν στις ή μετά τις 12 Φεβρουαρίου 2014.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3, η υποχρέωση αναφοράς δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εντός του ίδιου ομίλου, όταν τουλάχιστον ένας από τους αντισυμβαλλομένους είναι μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος ή θα χαρακτηριζόταν ως μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος εάν ήταν εγκατεστημένος στην Ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

αμφότεροι οι αντισυμβαλλόμενοι περιλαμβάνονται στην ίδια ενοποίηση σε πλήρη βάση·

β)

αμφότεροι οι αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται σε διαδικασίες ενδεδειγμένης κεντρικής αξιολόγησης κινδύνων, μέτρησης και ελέγχου· και

γ)

η μητρική επιχείρηση δεν είναι χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος.

Οι αντισυμβαλλόμενοι κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές την πρόθεσή τους να εφαρμόσουν την εξαίρεση που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο. Η εξαίρεση είναι έγκυρη εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές προς τις οποίες έγινε η κοινοποίηση δηλώσουν, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της κοινοποίησης, ότι κατά την κρίση της δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο τρίτο εδάφιο.»·

β)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«1α.   Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι είναι οι μόνοι υπόχρεοι και κατά νόμο υπεύθυνοι για την αναφορά, εξ ονόματος αμφότερων των αντισυμβαλλομένων, των λεπτομερών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται με μη χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο ο οποίος δεν πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, καθώς και για τη διασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων.

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος διαθέτει όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αναφοράς, ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος θα πρέπει να παρέχει στον χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο τα λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που έχουν συνάψει μεταξύ τους, τα οποία ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος δεν μπορεί ευλόγως να αναμένεται να κατέχει. Ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος είναι υπεύθυνος να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω λεπτομερή στοιχεία είναι ορθά.

Ανεξαρτήτως του πρώτου εδαφίου, οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, οι οποίοι έχουν ήδη επενδύσει σε σύστημα υποβολής εκθέσεων, μπορεί να αποφασίσουν να αναφέρουν τα λεπτομερή στοιχεία των συμβάσεων τους σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα με χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών. Στην περίπτωση αυτή, οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι ενημερώνουν τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους με τους οποίους έχουν συνάψει συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για την απόφασή τους, πριν την αναφορά των εν λόγω λεπτομερών στοιχείων. Σε αυτή την περίπτωση, οι μη χρηματοοικονομικοί συμβαλλόμενοι έχουν την υποχρέωση και τη νομική ευθύνη για την αναφορά των εν λόγω λεπτομερών στοιχείων και για την εξασφάλιση της ορθότητάς τους.

Ένας μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος που δεν πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και ο οποίος συνάπτει σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων με οικονομική οντότητα εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα δεν υποχρεούται να υποβάλει αναφορά σύμφωνα με το άρθρο 9 και δεν είναι νομικά υπεύθυνος για την αναφορά ή για τη διασφάλιση της ορθότητας των λεπτομερών στοιχείων των εν λόγω συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, εφόσον:

α)

η εν λόγω οντότητα τρίτης χώρας θα θεωρούταν χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος αν ήταν εγκατεστημένη στην Ένωση·

β)

το νομικό καθεστώς αναφοράς στο οποίο υπόκειται η εν λόγω οντότητα τρίτης χώρας έχει κριθεί ισοδύναμο σύμφωνα με το άρθρο 13· και

γ)

ο χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος της τρίτης χώρας έχει αναφέρει τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με το νομικό καθεστώς αναφοράς της εν λόγω τρίτης χώρας σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών το οποίο υπόκειται σε νομικά δεσμευτική και εκτελεστή υποχρέωση να παρέχεται στις οντότητες του άρθρου 81 παράγραφος 3 απευθείας και άμεση πρόσβαση στα δεδομένα.

1β)   η εταιρεία διαχείρισης ενός ΟΣΕΚΑ είναι υπόχρεη και κατά νόμο υπεύθυνη για την αναφορά των λεπτομερών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στις οποίες είναι αντισυμβαλλόμενος ο εν λόγω ΟΣΕΚΑ, καθώς και για τη εξασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων.

1γ)   ο διαχειριστής ΟΕΕ είναι υπόχρεος και κατά νόμο υπεύθυνος για την αναφορά των λεπτομερών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στις οποίες είναι αντισυμβαλλόμενος ο σχετικός ΟΕΕ, καθώς και για την εξασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων·

1δ)   ο εξουσιοδοτημένος φορέας που είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση —και ενεργεί για λογαριασμό— ενός ΙΕΣΠ το οποίο, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα είναι υπόχρεος και κατά νόμο υπεύθυνος για την αναφορά των λεπτομερών στοιχείων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στις οποίες είναι αντισυμβαλλόμενος το εν λόγω ΙΕΣΠ, καθώς και για την εξασφάλιση της ορθότητας των αναφερόμενων λεπτομερών στοιχείων.

1ε)   οι αντισυμβαλλόμενοι και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που υποχρεούνται να αναφέρουν τα λεπτομερή στοιχεία των συμβάσεων παραγώγων μεριμνούν ώστε αυτά τα λεπτομερή στοιχεία να αναφέρονται χωρίς επαναλήψεις.

1στ)   Οι αντισυμβαλλόμενοι και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι οι οποίοι υπόκεινται στην υποχρέωση αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορούν να αναθέσουν κατ' εξουσιοδότηση την εν λόγω υποχρέωση αναφοράς.»·

γ)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 3, η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με το ΕΣΚΤ, καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό:

α)

των προτύπων και μορφοτύπων δεδομένων για τις προς αναφορά πληροφορίες, οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

i)

παγκόσμιους αναγνωριστικούς κωδικούς νομικής οντότητας (LEI)·

ii)

διεθνείς αριθμούς αναγνώρισης τίτλων (ISIN)·

iii)

μοναδικούς αναγνωριστικούς κωδικούς συναλλαγής (UTI)·

β)

τις μεθόδους και τις ρυθμίσεις για την υποβολή αναφορών·

γ)

τη συχνότητα των αναφορών·

δ)

την ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να αναφέρονται οι συμβάσεις παραγώγων.

Κατά την εκπόνηση των εν λόγω σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις και τα πρότυπα που έχουν συμφωνηθεί σε επίπεδο Ένωσης ή σε παγκόσμιο επίπεδο και τη συνοχή τους με τις απαιτήσεις αναφοράς που ορίζονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365 (*6) και στο άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουνίου 2020.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, περί διαφάνειας των συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων και επαναχρησιμοποίησης, και περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 1).»."

8)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε 12 μήνες ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος που λαμβάνει θέσεις σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μπορεί να υπολογίζει τη συνολική μέση θέση στο τέλος του μήνα για τους προηγούμενους 12 μήνες σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Όταν ένας μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος δεν υπολογίζει τις θέσεις του ή όταν το αποτέλεσμα αυτού του υπολογισμού όσον αφορά μία ή περισσότερες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων υπερβαίνει οποιοδήποτε από τα κατώφλια εκκαθάρισης που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), ο εν λόγω μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος:

α)

ενημερώνει για το γεγονός αυτό αμέσως την ΕΑΚΑΑ και τη σχετική αρμόδια αρχή, και, κατά περίπτωση, αναφέρει την περίοδο που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό·

β)

καθορίζει ρυθμίσεις εκκαθάρισης εντός τεσσάρων μηνών από την ενημέρωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου της παρούσας παραγράφου·

γ)

υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται ή ανανεώνονται αφού παρέλθει χρονικό διάστημα άνω των τεσσάρων μηνών από την ενημέρωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου, οι οποίες σχετίζονται είτε με τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων για τις οποίες το αποτέλεσμα του υπολογισμού υπερβαίνει τα κατώφλια εκκαθάρισης είτε, στις περιπτώσεις που ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος δεν έχει υπολογίσει τη θέση του, με κάθε υποκείμενη στην υποχρέωση εκκαθάρισης κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.

2.   Ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 κατά την 17η Ιουνίου 2019 ή που υπόκειται στην υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση αυτή και συνεχίσει την εκκαθάριση έως ότου ο εν λόγω μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος αποδείξει στην σχετική αρμόδια αρχή ότι η συνολική μέση θέση του στο τέλος του μήνα για τους προηγούμενους 12 μήνες δεν υπερβαίνει το κατώφλι εκκαθάρισης που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου.

Ο μη χρηματοοικονομικός αντισυμβαλλόμενος είναι σε θέση να αποδείξει στην οικεία αρμόδια αρχή ότι ο υπολογισμός της συνολικής μέσης θέσης στο τέλος του μήνα για τους προηγούμενους 12 μήνες δεν οδηγεί σε συστηματική υποεκτίμηση της θέσης.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Οι σχετικές αρμόδιες αρχές του μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου και των άλλων οντοτήτων εντός του ομίλου καθορίζουν διαδικασίες συνεργασίας για την εξασφάλιση του αποτελεσματικού υπολογισμού των θέσεων σε επίπεδο ομίλου.»·

γ)

στην παράγραφο 4 το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατόπιν διαβούλευσης με το ΕΣΣΚ και άλλες αρμόδιες αρχές, η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει περιοδικά τα κατώφλια εκκαθάρισης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) και, όπου είναι αναγκαίο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τη διασύνδεση των χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων, προτείνει να τροποποιήσει τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο 4.

Αυτή η περιοδική επανεξέταση συνοδεύεται από έκθεση της ΕΑΚΑΑ σχετικά με το θέμα.».

9)

Στο άρθρο 11, η παράγραφος 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου, περιλαμβανομένων των επιπέδων και του είδους της πρόσθετης ασφάλειας, καθώς και των ρυθμίσεων διαχωρισμού που απαιτούνται που αναφέρονται στην παράγραφο 3·»·

ii)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«αα)

τις εποπτικές διαδικασίες για την εξασφάλιση της αρχικής και διαρκούς επικύρωσης των εν λόγω διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου·»·

β)

το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι ΕΕΑ υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων, εξαιρουμένων εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο αα) πρώτο εδάφιο, στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.

Η ΕΑΤ, σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, υποβάλλει στην Επιτροπή τα σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο στοιχείο αα) πρώτο εδάφιο έως τις 18 Ιουνίου 2020.».

10)

Στο άρθρο 38, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«6.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος παρέχει στα εκκαθαριστικά μέλη του ένα εργαλείο προσομοίωσης που τους επιτρέπει να καθορίσουν το ποσό του πρόσθετου αρχικού περιθωρίου σε ακαθάριστη βάση που μπορεί να απαιτήσει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατά την εκκαθάριση μιας νέας συναλλαγής. Το εργαλείο αυτό είναι προσπελάσιμο μόνο βάσει ασφαλούς πρόσβασης και τα αποτελέσματα της προσομοίωσης δεν είναι δεσμευτικά.

7.   Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος παρέχει στα εκκαθαριστικά μέλη του πληροφορίες σχετικά με τα μοντέλα αρχικού περιθωρίου που χρησιμοποιεί. Οι πληροφορίες:

α)

εξηγούν σαφώς τον σχεδιασμό του μοντέλου αρχικού περιθωρίου και τον τρόπο λειτουργίας του·

β)

περιγράφουν σαφώς τις βασικές παραδοχές και τους περιορισμούς του μοντέλου αρχικού περιθωρίου και τις περιστάσεις υπό τις οποίες οι εν λόγω υποθέσεις δεν ισχύουν πλέον·

γ)

είναι τεκμηριωμένες.».

11)

Στο άρθρο 39, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«11.   Οι εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών περί αφερεγγυότητας δεν εμποδίζουν τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφοι 5, 6 και 7 για τα περιουσιακά στοιχεία και τις θέσεις που καταγράφονται στους λογαριασμούς οι οποίοι αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 5 του παρόντος άρθρου.».

12)

Το άρθρο 56 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 55 παράγραφος 1, τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών υποβάλλουν στην ΕΑΚΑ ένα από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

αίτηση καταχώρισης·

β)

αίτηση επέκτασης της καταχώρισης, εάν το αρχείο καταγραφής συναλλαγών είναι ήδη καταχωρισμένο δυνάμει του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Προκειμένου να διασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό:

α)

των λεπτομερών στοιχείων της αίτησης καταχώρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α)·

β)

των λεπτομερών στοιχείων της απλουστευμένης αίτησης επέκτασης της καταχώρισης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουνίου 2020.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Για να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες εφαρμογής της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό:

α)

του μορφότυπου της αίτησης καταχώρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α)·

β)

του μορφότυπου της αίτησης επέκτασης της καταχώρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

Σε συνάρτηση με το πρώτο εδάφιο στοιχείο β), η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει απλουστευμένο μορφότυπο.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουνίου 2020.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.».

13)

Στο άρθρο 62 η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Εάν ένα αίτημα παροχής αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων ή διαβίβασης δεδομένων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε) προϋποθέτει μια αρμόδια εθνική αρχή να έχει άδεια εκ μέρους των δικαστικών αρχών σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, η ΕΑΚΑΑ ζητεί επίσης την εν λόγω άδεια. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί επίσης να ζητεί την εν λόγω άδεια ως προληπτικό μέτρο.».

14)

Το άρθρο 63 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξάγει όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις σε οιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, έκταση ή ιδιοκτησία των νομικών προσώπων κατά το άρθρο 61 παράγραφος 1. Οσάκις απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή και την αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξάγει την επιτόπια επιθεώρηση χωρίς προειδοποίηση.·

2.   Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης μπορούν να εισέρχονται σε οιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, έκταση ή ιδιοκτησία των νομικών προσώπων για τα οποία έχει εκδοθεί απόφαση έρευνας από την ΕΑΚΑΑ, διαθέτουν δε όλες τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 62 παράγραφος 1. Διαθέτουν επίσης την εξουσία να σφραγίζουν οιουσδήποτε επαγγελματικούς χώρους και βιβλία ή αρχεία κατά την περίοδο της επιθεώρησης και στην έκταση που είναι αναγκαίο για αυτήν.»·

β)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Εάν για την επιτόπια επιθεώρηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ή για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 7 η εθνική αρμόδια αρχή υποχρεούται να έχει άδεια από δικαστική αρχή σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, η ΕΑΚΑΑ ζητεί επίσης την εν λόγω άδεια. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί επίσης να ζητεί την άδεια αυτή ως προληπτικό μέτρο.».

15)

Το άρθρο 64 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν υποβάλλει τον φάκελο των πορισμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στην ΕΑΚΑΑ, ο πραγματογνώμονας ενημερώνει τα υπό έρευνα πρόσωπα. Τα εν λόγω πρόσωπα έχουν το δικαίωμα να αποκτούν πρόσβαση στον φάκελο, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν επεκτείνεται σε εμπιστευτικές πληροφορίες ή στα προπαρασκευαστικά έγγραφα εσωτερικής χρήσης της ΕΑΚΑΑ.»·

β)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Εάν η ΕΑΚΑΑ, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, διαπιστώσει σοβαρές ενδείξεις πιθανής ύπαρξης περιστατικών τα οποία γνωρίζει ότι είναι δυνάμενα να συνιστούν ποινικό αδίκημα βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, παραπέμπει την υπόθεση στις σχετικές εθνικές αρχές, προκειμένου να διερευνηθεί και ενδεχομένως να ασκηθεί ποινική δίωξη. Επιπροσθέτως, η ΕΑΚΑΑ δεν επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές, εάν γνωρίζει ότι προγενέστερη αθώωση ή καταδίκη βάσει πανομοιότυπων περιστατικών ή βάσει περιστατικών που είναι κατ' ουσία τα ίδια έχει ήδη αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου κατόπιν ποινικής διαδικασίας βάσει του εθνικού δικαίου.».

16)

Στο άρθρο 65 η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

στο στοιχείο α), το ποσό «20 000 EUR» αντικαθίσταται από το ποσό «200 000 EUR»·

β)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στο παράρτημα Ι τμήμα Ι στοιχεία α), β) και δ) έως ια) και στο παράρτημα Ι τμήμα ΙΙ στοιχεία α), β) και η), το ύψος των προστίμων είναι τουλάχιστον 5 000 EUR και δεν υπερβαίνει τα 100 000 EUR.»·

γ)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γ)

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στο παράρτημα Ι τμήμα IV, το ύψος των προστίμων είναι τουλάχιστον 5 000 EUR και δεν υπερβαίνει τα 10 000 EUR.».

17)

στο άρθρο 67 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Πριν από τη λήψη οιασδήποτε απόφασης δυνάμει του άρθρου 73 παράγραφος 1 και περί περιοδικής χρηματικής ποινής δυνάμει του άρθρου 66 παράγραφος 1, η ΕΑΚΑΑ παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα πορίσματά της στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες. Η ΕΑΚΑΑ θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνο στα πορίσματα για τα οποία δόθηκε η δυνατότητα στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν ισχύει για τις αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 73 παράγραφος 1 σημεία α), γ) και δ) εάν απαιτείται επείγουσα δράση για την αποτροπή σημαντικής και άμεσης ζημίας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ή για την αποτροπή σημαντικής και άμεσης ζημίας στην ακεραιότητα, τη διαφάνεια, την αποτελεσματικότητα και την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της σταθερότητας ή της ορθότητας των στοιχείων που παρέχονται στο αρχείο καταγραφής συναλλαγών. Σε αυτήν την περίπτωση, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εκδίδει προσωρινή απόφαση και να παρέχει στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα τη δυνατότητα ακρόασης το συντομότερο δυνατό μετά τη λήψη της απόφασής της.».

18)

Στο άρθρο 72, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το ύψος κάθε τέλους που επιβάλλεται σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών καλύπτει όλες τις εύλογες διοικητικές δαπάνες της ΕΑΚΑΑ σχετικά με την καταχώρισή του και τις δραστηριότητες εποπτείας της ΕΑΚΑΑ και είναι ανάλογο προς τον κύκλο εργασιών του εν λόγω αρχείου καταγραφής συναλλαγών και τον τύπο της καταχώρισης και της εποπτείας που ασκείται από την ΕΑΚΑΑ.».

19)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 76α

Αμοιβαία άμεση πρόσβαση στα δεδομένα

1.   Εάν είναι αναγκαίο για την άσκηση των καθηκόντων τους, οι αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, στις οποίες είναι εγκατεστημένα ένα ή περισσότερα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, έχουν άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει εκδώσει προς τούτο εκτελεστική πράξη σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2.   Με την υποβολή αίτησης από τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 86 παράγραφος 2, που ορίζουν αν το νομικό πλαίσιο της τρίτης χώρας της αιτούσας αρχής πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών που είναι εγκατεστημένα στην εν λόγω τρίτη χώρα είναι δεόντως αδειοδοτημένα·

β)

υπάρχει συνεχώς αποτελεσματική εποπτεία και αποτελεσματική επιβολή του νόμου όσον αφορά τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών στην εν λόγω τρίτη χώρα·

γ)

υπάρχουν εγγυήσεις όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των επιχειρηματικών απορρήτων που γνωστοποιούνται σε τρίτους από τις αρχές, και οι εγγυήσεις αυτές είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό·

δ)

τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην τρίτη χώρα υπέχουν νομικά δεσμευτική και εκτελεστή υποχρέωση να παρέχουν στις οντότητες του άρθρου 81 παράγραφος 3 απευθείας και άμεση πρόσβαση στα δεδομένα.».

20)

Στο άρθρο 78, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«9.   Το αρχείο καταγραφής συναλλαγών θεσπίζει τις ακόλουθες διαδικασίες και πολιτικές:

α)

διαδικασίες για την αποτελεσματική συμφωνία των δεδομένων μεταξύ των αρχείων καταγραφής συναλλαγών·

β)

διαδικασίες για την επαλήθευση της πληρότητας και της ορθότητας των αναφερόμενων δεδομένων ·

γ)

πολιτικές για την ομαλή μεταφορά δεδομένων σε άλλα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, εφόσον το ζητήσουν οι αντισυμβαλλόμενοι ή οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που αναφέρονται στο άρθρο 9 ή όπου είναι άλλως αναγκαίο.

10.   Προκειμένου να διασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό:

α)

των διαδικασιών για τη συμφωνία των δεδομένων μεταξύ των αρχείων καταγραφής συναλλαγών·

β)

των διαδικασιών που πρέπει να εφαρμόσει το αρχείο καταγραφής συναλλαγών για να επαληθεύσει τη συμμόρφωση του αναφέροντος αντισυμβαλλομένου ή του φορέα υποβολής στοιχείων με τις απαιτήσεις αναφοράς και να επαληθεύσει την πληρότητα και την ορθότητα των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 9.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουνίου 2020.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.».

21)

Στο άρθρο 80 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5α.   Κατόπιν αίτησης, το αρχείο καταγραφής συναλλαγών παρέχει πρόσβαση στις πληροφορίες που υποβάλλονται εξ ονόματός τους στους αντισυμβαλλομένους που δεν υποχρεούνται να αναφέρουν τα λεπτομερή στοιχεία των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων τους σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 1α έως 1δ και στους αντισυμβαλλομένους και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν αναθέσει σε τρίτους την από μέρους τους υποχρέωση αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1στ.».

22)

Το άρθρο 81 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 3, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιζ)

των οικείων αρχών τρίτης χώρας σε σχέση με την οποία έχει εκδοθεί εκτελεστική πράξη δυνάμει του άρθρου 76α·»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Για να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ, έπειτα από διαβούλευση με τα μέλη του ΕΣΚΤ, καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων για τη διευκρίνιση των εξής:

α)

των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιεύονται ή να διατίθενται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3·

β)

της συχνότητας δημοσίευσης των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

γ)

των επιχειρησιακών προτύπων που απαιτούνται για τη συγκέντρωση και τη σύγκριση δεδομένων μεταξύ των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και για την πρόσβαση των οντοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στις εν λόγω πληροφορίες·

δ)

των όρων και προϋποθέσεων, των ρυθμίσεων και της απαιτούμενης τεκμηρίωσης βάσει της οποίας τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών παρέχουν πρόσβαση στις οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουνίου 2020.

Κατά την εκπόνηση των εν λόγω σχεδίων κανονιστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ μεριμνά ώστε η δημοσίευση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να μην αποκαλύπτει την ταυτότητα οποιουδήποτε συμβαλλόμενου μέρους σε οποιαδήποτε σύμβαση.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα κανονιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.».

23)

Στο άρθρο 82 οι παράγραφοι 2 έως 6 αντικαθίστανται από τα εξής:

«2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 παράγραφος 6, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, στο άρθρο 64 παράγραφος 7, στο άρθρο 70, στο άρθρο 72 παράγραφος 3 και στο άρθρο 85 παράγραφος 2 ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή γίνεται επ' αόριστον.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 παράγραφος 6, στο άρθρο 4 παράγραφος 3, στο άρθρο 64 παράγραφος 7, στο άρθρο 70, στο άρθρο 72 παράγραφος 3 και στο άρθρο 85 παράγραφος 2 ανάθεση εξουσιών μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ.

4.   Πριν από την έκδοση κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή έρχεται σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ και διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 1 παράγραφος 6, του άρθρου 4 παράγραφος 3, του άρθρου 64 παράγραφος 7, του άρθρου 70, του άρθρου 72 παράγραφος 3 και του άρθρου 85 παράγραφος 2 τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν διατυπωθεί αντίρρηση είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο για περίοδο τριών μηνών από την ημέρα που η εν λόγω πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

24)

Το άρθρο 85 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Έως τις 18 Ιουνίου 2024 η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και καταρτίζει γενική έκθεση. Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από ενδεδειγμένες προτάσεις.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Έως τις 17 Ιουνίου 2023 η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα εξής:

α)

τον αντίκτυπο του κανονισμού (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7) στο επίπεδο εκκαθάρισης από τους χρηματοοικονομικούς και τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους και την κατανομή της εκκαθάρισης εντός κάθε είδους μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων, ιδίως όσον αφορά τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους που έχουν περιορισμένο όγκο δραστηριότητας σε αγορές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και όσον αφορά την καταλληλότητα των κατωφλίων εκκαθάρισης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 4·

β)

τον αντίκτυπο του κανονισμού (ΕΕ) 2019/834 στην ποιότητα και προσβασιμότητα των δεδομένων που αναφέρονται στα αρχεία καταγραφής συναλλαγών καθώς και την ποιότητα των πληροφοριών που διατίθενται από αρχεία καταγραφής συναλλαγών·

γ)

τις αλλαγές στο πλαίσιο υποβολής αναφορών, μεταξύ άλλων την ανάληψη και εφαρμογή κατ' εξουσιοδότηση καθηκόντων αναφοράς όπως καθορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1α και ειδικότερα τον αντίκτυπό της στον φόρτο υποβολής αναφοράς για μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης·

δ)

την προσβασιμότητα των υπηρεσιών εκκαθάρισης, ειδικότερα κατά πόσον η απαίτηση παροχής υπηρεσιών εκκαθάρισης, άμεσα ή έμμεσα, με δίκαιους, εύλογους, αμερόληπτους και διαφανείς εμπορικούς όρους όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3α έχει διευκολύνει αποτελεσματικά την πρόσβαση στην εκκαθάριση.

(*7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής (ΕΕ L 141 της 28.5.2019, σ. 42).»·"

γ)

οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Έως τις 18 Ιουνίου 2020, και στη συνέχεια κάθε 12 μήνες έως την τελική παράταση που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο, η Επιτροπή εκπονεί έκθεση στην οποία αξιολογείται κατά πόσον έχουν αναπτυχθεί βιώσιμες τεχνικές λύσεις για τη μεταφορά από τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων χρηματικών και μη χρηματικών ασφαλειών, ως περιθωρίων διαφορών αποτίμησης και η ανάγκη λήψης μέτρων για τη διευκόλυνση αυτών των βιώσιμων τεχνικών λύσεων.

Η ΕΑΚΑΑ, έως τις 18 Δεκεμβρίου 2019 και, στη συνέχεια, κάθε 12 μήνες έως την τελική παράταση που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο, σε συνεργασία με την ΕΑΑΕΣ, την ΕΑΤ και το ΕΣΣΚ, υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή για την αξιολόγηση των εξής:

α)

κατά πόσον οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, τα εκκαθαριστικά μέλη και οι μηχανισμοί συνταξιοδοτικών καθεστώτων έχουν καταβάλει τη δέουσα προσπάθεια και έχουν αναπτύξει βιώσιμες τεχνικές λύσεις που διευκολύνουν τη συμμετοχή των μηχανισμών αυτών στον κεντρικό συμψηφισμό με την καταχώριση χρηματικών και μη χρηματικών ασφαλειών ως περιθωρίων διαφορών αποτίμησης, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων των λύσεων αυτών στη ρευστότητα και στην ενίσχυση των κυκλικών τάσεων της αγοράς και των δυνητικών νομικών και άλλων επιπλοκών τους·

β)

του όγκου και της φύσης της δραστηριότητας των μηχανισμών συνταξιοδοτικών καθεστώτων σε αγορές εκκαθαριζόμενων και μη εκκαθαριζόμενων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων και κάθε σχετικού συστημικού κινδύνου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα·

γ)

των συνεπειών εκπλήρωσης από τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων της απαίτησης εκκαθάρισης όσον αφορά τις επενδυτικές τους στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε μετατόπισης των ταμειακών διαθεσίμων τους και της κατανομής μη χρηματικών περιουσιακών στοιχείων·

δ)

των συνεπειών των κατωφλίων εκκαθάρισης που προσδιορίζονται δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 4 στοιχείο β) για τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων·

ε)

των επιπτώσεων άλλων νομικών απαιτήσεων στις διαφορές κόστους μεταξύ εκκαθαρισμένων και μη εκκαθαρισμένων συναλλαγών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, περιλαμβανομένων των απαιτήσεων περιθωρίου για μη εκκαθαρισμένα παράγωγα και του υπολογισμού του δείκτη μόχλευσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

στ)

αν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα για να διευκολυνθεί μια λύση εκκαθάρισης για τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 82 για την παράταση της διετούς περιόδου του άρθρου 89 παράγραφος 1 δύο φορές, για ένα έτος κάθε φορά, εφόσον διαπιστώσει ότι δεν έχει αναπτυχθεί βιώσιμη τεχνική λύση και ότι οι δυσμενείς συνέπειες των κεντρικά εκκαθαρισμένων συμβάσεων παραγώγων επί των συνταξιοδοτικών παροχών των μελλοντικών συνταξιούχων παραμένουν αμετάβλητες.

Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, τα εκκαθαριστικά μέλη και οι μηχανισμοί συνταξιοδοτικών καθεστώτων καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συμβάλλουν στην ανάπτυξη βιώσιμων τεχνικών λύσεων, οι οποίες θα διευκολύνουν την εκκαθάριση των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων από τους μηχανισμούς αυτούς.

Η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα εμπειρογνωμόνων αποτελούμενη από εκπροσώπους των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, των εκκαθαριστικών μελών, των μηχανισμών συνταξιοδοτικών καθεστώτων και άλλων ενδιαφερόμενων μερών σε αυτές τις βιώσιμες τεχνικές λύσεις, προκειμένου να παρακολουθεί τις προσπάθειές τους και να αξιολογεί την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην ανάπτυξη βιώσιμων τεχνικών λύσεων, οι οποίες θα διευκολύνουν την εκκαθάριση των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων από τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων, μεταξύ άλλων τη μεταφορά από τους μηχανισμούς αυτούς χρηματικών και μη χρηματικών ασφαλειών, ως περιθωρίων διαφορών αποτίμησης. Η εν λόγω ομάδα εμπειρογνωμόνων συνεδριάζει τουλάχιστον κάθε έξι μήνες. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τα εκκαθαριστικά μέλη και τους μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων κατά τη σύνταξη των εκθέσεών της σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

3.   Έως τις 18 Δεκεμβρίου 2020 η Επιτροπή εκπονεί έκθεση στην οποία αξιολογείται:

α)

κατά πόσον η υποχρέωση αναφοράς συναλλαγών δυνάμει του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και δυνάμει του παρόντος κανονισμού δημιουργεί επανάληψη της υποχρέωσης αναφοράς συναλλαγών για μη εξωχρηματιστηριακά παράγωγα και κατά πόσον η αναφορά μη εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών θα μπορούσε να μειωθεί ή να απλοποιηθεί για όλους τους αντισυμβαλλόμενους χωρίς αδικαιολόγητη απώλεια πληροφοριών·

β)

η αναγκαιότητα και η σκοπιμότητα ευθυγράμμισης της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης για τα παράγωγα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 με τις τροποποιήσεις που επέρχονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/834 με την υποχρέωση εκκαθάρισης για τα παράγωγα, ιδίως το εύρος των οντοτήτων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης·

γ)

κατά πόσον τυχόν συναλλαγές που απορρέουν άμεσα από υπηρεσίες μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της συμπίεσης χαρτοφυλακίου, θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό στον οποίο αυτές οι συναλλαγές μετριάζουν τους κινδύνους, ιδίως τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και τον λειτουργικό κίνδυνο, τη δυνατότητα παράκαμψης της υποχρέωσης εκκαθάρισης και το δυνητικό αντικίνητρο σε κεντρική εκκαθάριση.

Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από ενδεδειγμένες προτάσεις.»·

δ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Έως τις 18 Μαΐου 2020, η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή. Η έκθεση αυτή αξιολογεί:

α)

τη συνέπεια των απαιτήσεων αναφοράς για μη εξωχρηματιστηριακά παράγωγα βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και βάσει του άρθρου 9 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τόσο τα λεπτομερή στοιχεία των συμβάσεων παραγώγων που πρέπει να αναφερθούν όσο και την πρόσβαση σε δεδομένα από τις σχετικές οντότητες και το κατά πόσο οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν·

β)

τη δυνατότητα περαιτέρω απλούστευσης των αλυσίδων αναφοράς για όλους τους αντισυμβαλλομένους, συμπεριλαμβανομένων όλων των έμμεσων πελατών, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για έγκαιρη αναφορά και λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014·

γ)

την ευθυγράμμιση της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης για τα παράγωγα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 με τις τροποποιήσεις που επέρχονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/834 με την υποχρέωση εκκαθάρισης για τα παράγωγα, ιδίως το εύρος των οντοτήτων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης·

δ)

σε συνεργασία με το ΕΣΣΚ, κατά πόσον τυχόν συναλλαγές που απορρέουν άμεσα από υπηρεσίες μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου, συμπεριλαμβανομένης της συμπίεσης χαρτοφυλακίου, θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1· αυτή η έκθεση:

i)

διερευνά τη συμπίεση χαρτοφυλακίου και άλλες διαθέσιμες υπηρεσίες μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου που δεν επιφέρουν διαμόρφωση τιμών και μειώνουν τους μη αγοραίους κινδύνους χαρτοφυλακίων παραγώγων χωρίς μεταβολή του κινδύνου αγοράς των χαρτοφυλακίων, όπως η εξισορρόπηση συναλλαγών·

ii)

εξηγεί τους σκοπούς και τη λειτουργία τέτοιων υπηρεσιών μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου, τον βαθμό στον οποίο μετριάζουν τον κίνδυνο, ιδίως τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και τον λειτουργικό κίνδυνο, και αξιολογεί την ανάγκη εκκαθάρισης τέτοιων συναλλαγών, ή εξαίρεσής τους από την εκκαθάριση, προκειμένου να υπάρχει διαχείριση του συστημικού κινδύνου· και

iii)

αξιολογεί σε ποιον βαθμό κάθε εξαίρεση από την υποχρέωση εκκαθάρισης τέτοιων υπηρεσιών αποθαρρύνει την κεντρική εκκαθάριση και μπορεί να οδηγήσει τους αντισυμβαλλομένους σε παράκαμψη της υποχρέωσης εκκαθάρισης·

ε)

κατά πόσον ο κατάλογος των χρηματοοικονομικών μέσων που θεωρούνται άκρως ρευστοποιήσιμα με ελάχιστο πιστωτικό κίνδυνο αγοράς και πιστωτικό κίνδυνο, σύμφωνα με το άρθρο 47, θα μπορούσε να επεκταθεί και κατά πόσον ο εν λόγω κατάλογος θα μπορούσε να συμπεριλάβει ένα ή περισσότερα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2017/1131 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, (*8).

(*8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1131 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 8).»."

25)

Στο άρθρο 86, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Όποτε γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.».

26)

Στο άρθρο 89 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Έως τις 18 Ιουνίου 2021, η υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για τις οποίες μπορεί να μετρηθεί αντικειμενικά ότι μειώνουν τους επενδυτικούς κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την χρηματοοικονομική φερεγγυότητα των μηχανισμών συνταξιοδοτικών καθεστώτων, και στις οντότητες που έχουν συσταθεί για να παρέχουν αποζημίωση σε μέλη των μηχανισμών αυτών σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής.

Η υποχρέωση εκκαθάρισης που αναφέρεται στο άρθρο 4 δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου οι οποίες έχουν συναφθεί από μηχανισμούς συνταξιοδοτικών καθεστώτων ανάμεσα από 17 Αυγούστου 2018 έως τις 16 Ιουνίου 2019.».

27)

Το παράρτημα I τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος, με εξαίρεση τα εξής:

α)

οι διατάξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 σημεία 10) και 11) του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το άρθρο 38 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 39 παράγραφος 11 του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012 εφαρμόζονται από τις 18 Δεκεμβρίου 2019·

β)

οι διατάξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 σημείο 7) στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το άρθρο 9 παράγραφοι 1α) έως 1δ) του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012 εφαρμόζονται από τις 18 Ιουνίου 2020·

γ)

οι διατάξεις που ορίζονται στο άρθρο 1 σημείο 2) στοιχείο β) και σημείο 20) του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το άρθρο 4 παράγραφος 3α και το άρθρο 78 παράγραφοι 9 και 10 του κανονισμού (EE) αριθ. 648/2012 εφαρμόζεται από τις 18 Ιουνίου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Μαΐου 2019.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. CIAMBA


(1)  ΕΕ C 385 της 15.11.2017, σ. 10.

(2)  ΕΕ C 434 της 15.12.2017, σ. 63.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2019.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, περί διαφάνειας των συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων και επαναχρησιμοποίησης, και περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).

(11)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (EE L 55 της 28.2.2011, σ. 13).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

1)

στο τμήμα Ι προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«θ)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών παραβαίνει το άρθρο 78 παράγραφος 9 στοιχείο α) λόγω μη θέσπισης κατάλληλων διαδικασιών για τον έλεγχο της αποτελεσματικής συμφωνίας των δεδομένων μεταξύ των αρχείων καταγραφής συναλλαγών·

ι)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών παραβαίνει το άρθρο 78 παράγραφος 9 στοιχείο β) λόγω μη θέσπισης κατάλληλων διαδικασιών προκειμένου να επαληθεύεται η πληρότητα και η ορθότητα των υποβαλλόμενων δεδομένων ·

ια)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών παραβαίνει το άρθρο 78 παράγραφος 9 στοιχείο γ) λόγω μη θέσπισης κατάλληλων πολιτικών για την ομαλή μεταφορά δεδομένων σε άλλα αρχεία καταγραφής συναλλαγών εφόσον ζητηθεί από τους αντισυμβαλλομένους και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που αναφέρονται στο άρθρο 9 ή εάν αυτό είναι αναγκαίο για οιονδήποτε άλλο λόγο.»·

2)

στο τμήμα IV, προστίθεται το εξής στοιχείο:

«δ)

το αρχείο καταγραφής συναλλαγών παραβαίνει το άρθρο 55 παράγραφος 4 λόγω μη κοινοποίησης στην ΕΑΚΑΑ σε εύθετο χρόνο τυχόν ουσιωδών αλλαγών στους όρους καταχώρισής του.».