ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

61ό έτος
30 Οκτωβρίου 2018


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (EE) 2018/1618 της Επιτροπής, της 12ης Ιουλίου 2018, για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 231/2013 όσον αφορά τα καθήκοντα φύλαξης των θεματοφυλάκων ( 1 )

1

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/1619 της Επιτροπής, της 12ης Ιουλίου 2018, για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/438 όσον αφορά τα καθήκοντα φύλαξης των θεματοφυλάκων ( 1 )

6

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/1620 της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2018, για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα ( 1 )

10

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1621 της Επιτροπής, της 26ης Οκτωβρίου 2018, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/2080 όσον αφορά την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που πωλείται μέσω διαγωνισμού

25

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2018/1622 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με τη μη έγκριση ορισμένων δραστικών ουσιών βιοκτόνων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 )

26

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2018/1623 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2018, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κουνούπια μολυσμένα με Wolbachia με μη φυσικό τρόπο τα οποία χρησιμοποιούνται για σκοπούς ελέγχου των φορέων ( 1 )

30

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

30.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/1


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE) 2018/1618 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Ιουλίου 2018

για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 231/2013 όσον αφορά τα καθήκοντα φύλαξης των θεματοφυλάκων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (1), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 17,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ως αποτέλεσμα των διαφορετικών εθνικών νομοθεσιών περί κινητών αξιών και αφερεγγυότητας, οι οποίες δεν είναι εναρμονισμένες σε επίπεδο Ένωσης, υπάρχει απόκλιση όσον αφορά το επίπεδο προστασίας από κινδύνους αφερεγγυότητας των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν τεθεί σε θεματοφυλακή από τρίτους για τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων («ΟΕΕ») πελάτες. Στο πλαίσιο της επιδίωξης να εξασφαλιστεί ισχυρή προστασία των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη, όπως προβλέπεται δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις πιο ισχυρές νομικές απαιτήσεις του εθνικού δικαίου σε σχέση με τους εν λόγω μη εναρμονισμένους τομείς, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι υποχρεώσεις που αφορούν την ασφαλή φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων που ορίζονται στην οδηγία 2011/61/ΕΕ.

(2)

Επί του παρόντος οι αρμόδιες αρχές και ο κλάδος εφαρμόζουν με διαφορετικό τρόπο τις απαιτήσεις διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων οι οποίες ορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 231/2013 της Επιτροπής (2). Ενώ οι θεματοφύλακες, οι οποίοι βρίσκονται στο πρώτο επίπεδο της αλυσίδας θεματοφυλακής, έχουν την υποχρέωση να παρέχουν ατομικό λογαριασμό για τη διακράτηση χρηματοπιστωτικών μέσων για κάθε ΟΕΕ πελάτη, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι όταν η λειτουργία θεματοφυλακής ανατίθεται σε τρίτον, ο τελευταίος πρέπει να είναι σε θέση να διακρατεί περιουσιακά στοιχεία των πελατών ενός θεματοφύλακα, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων για τους ΟΕΕ και τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες («ΟΣΕΚΑ»), σε συλλογικό λογαριασμό. Ο εν λόγω συλλογικός λογαριασμός θα πρέπει πάντοτε να αποκλείει τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του θεματοφύλακα και τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του τρίτου, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε άλλους πελάτες του τρίτου. Αντίστοιχα, στις περιπτώσεις όπου η λειτουργία θεματοφυλακής ανατίθεται σε περαιτέρω τρίτους, ο ανάδοχος υποθεματοφύλακας θα πρέπει να είναι σε θέση να διακρατεί περιουσιακά στοιχεία των πελατών του αναθέτοντος αναδόχου θεματοφύλακα σε συλλογικό λογαριασμό. Ο εν λόγω συλλογικός λογαριασμός θα πρέπει πάντοτε να αποκλείει τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του αναδόχου υποθεματοφύλακα και τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του αναθέτοντος αναδόχου θεματοφύλακα, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε άλλους πελάτες του αναδόχου υποθεματοφύλακα. Αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου να επιτευχθεί μια υγιής ισορροπία μεταξύ της αποδοτικότητας της αγοράς και της προστασίας των επενδυτών.

(3)

Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απώλειας των περιουσιακών στοιχείων που κατέχονται σε συλλογικούς λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχονται από τρίτους, στους οποίους έχει ανατεθεί η λειτουργία θεματοφυλακής, η συχνότητα των ελέγχων συμφωνίας στοιχείων μεταξύ των λογαριασμών χρηματοοικονομικών τίτλων και των αρχείων του θεματοφύλακα ενός ΟΕΕ πελάτη και του τρίτου ή μεταξύ των τρίτων, εφόσον η λειτουργία θεματοφυλακής έχει ανατεθεί σε επόμενες βαθμίδες της αλυσίδας θεματοφυλακής, θα πρέπει να εξασφαλίζει την έγκαιρη διαβίβαση των σχετικών πληροφοριών προς τον θεματοφύλακα. Επιπλέον, η συχνότητα των εν λόγω ελέγχων συμφωνίας θα πρέπει να εξαρτάται από οποιαδήποτε κίνηση στον εν λόγω συλλογικό λογαριασμό, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε άλλους πελάτες του θεματοφύλακα τα οποία διατηρούνται στον ίδιο συλλογικό λογαριασμό με τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ.

(4)

Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να είναι σε θέση να εξακολουθήσει να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά του όταν η φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στους ΟΕΕ πελάτες του ανατίθεται σε τρίτους. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να απαιτείται ο θεματοφύλακας να τηρεί αρχείο του λογαριασμού χρηματοπιστωτικών μέσων που έχει ανοίξει ο θεματοφύλακας στο όνομα του ΟΕΕ πελάτη του ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, το οποίο αρχείο θα δείχνει ότι τα περιουσιακά στοιχεία που διατηρούνται υπό θεματοφυλακή από τρίτο μέρος ανήκουν στον συγκεκριμένο ΟΕΕ.

(5)

Για να ενισχυθεί η θέση των θεματοφυλάκων σε σχέση με τους τρίτους στους οποίους ανατίθεται η φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων, η σχέση αυτή θα πρέπει να τεκμηριώνεται με γραπτή σύμβαση ανάθεσης. Η εν λόγω σύμβαση θα πρέπει να επιτρέπει στον θεματοφύλακα να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση ότι τα περιουσιακά στοιχεία που διατηρούνται υπό θεματοφυλακή είναι κατάλληλα διασφαλισμένα και ότι ο εν λόγω τρίτος συμμορφώνεται ανά πάσα στιγμή με τη σύμβαση ανάθεσης και τις απαιτήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 231/2013. Επιπλέον, ο θεματοφύλακας και ο τρίτος θα πρέπει να συμφωνήσουν επισήμως εάν ο τρίτος επιτρέπεται να αναθέσει τη λειτουργία θεματοφυλακής σε περαιτέρω τρίτο. Στην περίπτωση αυτή, η ρύθμιση ή σύμβαση μεταξύ του αναθέτοντος τρίτου και του τρίτου στον οποίο ανατίθενται περαιτέρω τα καθήκοντα θεματοφυλακής θα πρέπει επίσης να υπόκεινται σε δικαιώματα και υποχρεώσεις ισοδύναμα με εκείνα που καθορίζονται μεταξύ του θεματοφύλακα και του αναθέτοντος τρίτου.

(6)

Προκειμένου να είναι σε θέση ο θεματοφύλακας να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η εποπτεία του θεματοφύλακα επί των τρίτων, ανεξάρτητα από το εάν ο τρίτος είναι εγκατεστημένος εντός ή εκτός της Ένωσης. Θα πρέπει να απαιτείται από τους θεματοφύλακες να επαληθεύουν κατά πόσον τα χρηματοπιστωτικά μέσα των ΟΕΕ έχουν καταχωριστεί ορθά στα λογιστικά βιβλία ενός τρίτου και ότι τα τηρούμενα αρχεία είναι επαρκώς ακριβή ώστε να είναι σε θέση να εντοπίζουν τη φύση, την τοποθεσία και την ιδιοκτησία των περιουσιακών στοιχείων που τηρούνται υπό θεματοφυλακή. Για να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων των θεματοφυλάκων, οι τρίτοι θα πρέπει να τους υποβάλλουν δήλωση σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή που επηρεάζει τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται υπό θεματοφυλακή για τους ΟΕΕ πελάτες των θεματοφυλάκων.

(7)

Ως μέρος των υποχρεώσεων των θεματοφυλάκων να ασκούν μέριμνα και επιμέλεια σε περίπτωση ανάθεσης των λειτουργιών θεματοφυλακής, πριν από την ανάθεση της εν λόγω λειτουργίας σε τρίτο που βρίσκεται εκτός της Ένωσης, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να λαμβάνει ανεξάρτητη νομική γνωμοδότηση που θα αξιολογεί τη νομοθεσία περί αφερεγγυότητας της τρίτης χώρας στην οποία το εν λόγω τρίτο μέρος βρίσκεται και θα περιλαμβάνει αξιολόγηση του επιπέδου προστασίας που εξασφαλίζεται για τους χωριστούς λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων στην εν λόγω δικαιοδοσία. Η γνωμοδότηση που παρέχεται για κάθε δικαιοδοσία από σχετικές ενώσεις του κλάδου ή από νομικές εταιρείες προς όφελος πολλών θεματοφυλάκων θα πρέπει να είναι αποδεκτή. Επιπλέον, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να διασφαλίζει ότι ο τρίτος που βρίσκεται εκτός της Ένωσης τον ενημερώνει για κάθε μεταβολή των περιστάσεων ή της νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας αυτής της τρίτης χώρας που μπορεί να επηρεάσει το καθεστώς των περιουσιακών στοιχείων των ΟΕΕ πελατών του θεματοφύλακα.

(8)

Προκειμένου να διατεθεί στους θεματοφύλακες επαρκής χρόνος ώστε να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να μετατεθεί για δεκαοκτώ μήνες μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(9)

Τα μέτρα που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών. (3)

(10)

Τα μέτρα που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της ομάδας εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών.

(11)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 231/2013 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 231/2013 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 89 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

διενεργούνται έλεγχοι, όσο συχνά απαιτείται, οι οποίοι συγκρίνουν τους εσωτερικούς λογαριασμούς και τα εσωτερικά αρχεία του θεματοφύλακα με εκείνα οποιουδήποτε τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες θεματοφύλακα βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ·»·

ii)

προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Σε σχέση με το στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου, η συχνότητα των ελέγχων προσδιορίζεται με βάση τα ακόλουθα:

α)

τη συνήθη συναλλακτική δραστηριότητα του ΟΕΕ·

β)

τυχόν συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εκτός της συνήθους συναλλακτικής δραστηριότητας·

γ)

τυχόν συναλλαγές που πραγματοποιούνται για λογαριασμό οποιουδήποτε άλλου πελάτη του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία φυλάσσονται από τον τρίτο στον ίδιο λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων με τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν ο θεματοφύλακας έχει αναθέσει σε τρίτον τα καθήκοντα του θεματοφύλακα για τα οποία είναι υπεύθυνος, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, εξακολουθεί να υπόκειται στις απαιτήσεις των στοιχείων α) έως ε) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Διασφαλίζει επίσης ότι ο εν λόγω τρίτος συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των στοιχείων β) έως ζ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και με τις περί διαχωρισμού υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 99.»·

2)

στο άρθρο 98, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α.   Μια σύμβαση με την οποία ο θεματοφύλακας διορίζει τρίτο για τη διακράτηση υπό θεματοφυλακή περιουσιακών στοιχείων των ΟΕΕ πελατών του εν λόγω θεματοφύλακα, περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες διατάξεις:

α)

εγγύηση του δικαιώματος του θεματοφύλακα στην ενημέρωση, την επιθεώρηση και την πρόσβαση στα σχετικά αρχεία και λογαριασμούς του τρίτου που κατέχει περιουσιακά στοιχεία υπό θεματοφυλακή ώστε να μπορεί ο θεματοφύλακας να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας και επίβλεψης και, ιδίως, να είναι σε θέση ο θεματοφύλακας:

i)

να ταυτοποιεί όλες τις οντότητες εντός της αλυσίδας θεματοφυλακής·

ii)

να επαληθεύει ότι η ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν καταγραφεί στους λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων ο οποίοι ανοίγονται στα βιβλία του θεματοφύλακα στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ, που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, αντιστοιχεί στην ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχονται σε θεματοφυλακή από τον τρίτο για τον εν λόγω ΟΕΕ, όπως καταγράφεται στο λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του τρίτου·

iii)

να επαληθεύει ότι η ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων, τα οποία έχουν καταγραφεί και φυλάσσονται σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων (ΚΑΤ) του εκδότη ή του πράκτορά του, στο όνομα του τρίτου για λογαριασμό των πελατών του, αντιστοιχεί στην ποσότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν καταγραφεί σε λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων οι οποίοι ανοίγονται στα βιβλία του θεματοφύλακα στο όνομα εκάστου των ΟΕΕ πελατών του ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με ισοδύναμα δικαιώματα και υποχρεώσεις που συμφωνήθηκαν μεταξύ του τρίτου και ενός άλλου τρίτου, σε περίπτωση περαιτέρω ανάθεσης λειτουργιών θεματοφυλακής.»·

3)

Το άρθρο 99 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Όταν έχουν ανατεθεί σε τρίτον οι λειτουργίες φύλαξης εν όλω ή εν μέρει, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι ο τρίτος στον οποίον έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες φύλαξης, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ενεργεί σύμφωνα με την υποχρέωση διαχωρισμού που ορίζεται στο στοιχείο δ) σημείο iii) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, διασφαλίζοντας και επαληθεύοντας ότι ο τρίτος:

α)

καταγράφει ορθά όλα τα ταυτοποιημένα χρηματοπιστωτικά μέσα στο λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του τρίτου, προκειμένου να κατέχει υπό θεματοφυλακή τα χρηματοπιστωτικά μέσα για τους πελάτες του θεματοφύλακα, ο οποίος αποκλείει ιδιόκτητα χρηματοπιστωτικά μέσα του θεματοφύλακα και του τρίτου και των άλλων πελατών του τρίτου, ώστε να μπορεί ο θεματοφύλακας να αντιστοιχεί την ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς που ανοίγονται στα βιβλία του θεματοφύλακα στο όνομα εκάστου των ΟΕΕ πελατών του ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ·

β)

τηρεί όλα τα απαραίτητα αρχεία και λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων ώστε ο θεματοφύλακας να είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση να ξεχωρίσει τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών του θεματοφύλακα από τα ίδια περιουσιακά στοιχεία του τρίτου, τα περιουσιακά στοιχεία των άλλων πελατών του τρίτου και τα περιουσιακά στοιχεία που διακρατούνται για τον θεματοφύλακα για ίδιο λογαριασμό·

γ)

τηρεί αρχεία και λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων κατά τρόπο που διασφαλίζει την ακρίβειά τους, ιδίως δε την αντιστοιχία τους με τα περιουσιακά στοιχεία που φυλάσσονται για λογαριασμό των ΟΕΕ πελατών του θεματοφύλακα και βάσει των οποίων ο θεματοφύλακας μπορεί ανά πάσα στιγμή να καθορίσει τον ακριβή χαρακτήρα, την τοποθεσία και το καθεστώς ιδιοκτησίας των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων·

δ)

υποβάλλει στον θεματοφύλακα δήλωση, σε τακτική βάση και, σε κάθε περίπτωση, κάθε φορά που συμβαίνει μια αλλαγή στις περιστάσεις, με λεπτομερή περιγραφή των περιουσιακών στοιχείων των ΟΕΕ πελατών του θεματοφύλακα·

ε)

διενεργεί ελέγχους, όσο συχνά απαιτείται, οι οποίοι συγκρίνουν τους λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων και τα εσωτερικά αρχεία του με εκείνα του τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες θεματοφυλακής βάσει του τρίτου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ.

Η συχνότητα των ελέγχων προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 1·

στ)

θεσπίζει επαρκείς οργανωτικές ρυθμίσεις για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο απώλειας ή απομείωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων ή των δικαιωμάτων που σχετίζονται με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα εξαιτίας κατάχρησης των χρηματοοικονομικών μέσων, απάτης, κακής διαχείρισης, πλημμελούς τήρησης αρχείων ή αμέλειας·

ζ)

όταν ο τρίτος είναι μια από τις ενότητες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου 18 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/73/ΕΚ η οποία υπόκειται σε αποτελεσματική προληπτική ρύθμιση και εποπτεία που έχει το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνο του ενωσιακού δικαίου και επιβάλλεται αποτελεσματικά, ο θεματοφύλακας λαμβάνει τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα μετρητά του ΟΕΕ τηρούνται σε λογαριασμό ή λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α.   Όταν ο θεματοφύλακας αναθέτει τις λειτουργίες θεματοφυλακής του σε τρίτον που βρίσκεται σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, πέραν των απαιτήσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο θεματοφύλακας εξασφαλίζει τα εξής:

α)

ο θεματοφύλακας λαμβάνει νομικές συμβουλές από ανεξάρτητο νομικό ή φυσικό πρόσωπο που επιβεβαιώνουν ότι το εφαρμοστέο δίκαιο περί αφερεγγυότητας αναγνωρίζει τα ακόλουθα:

i)

τον διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων των πελατών του θεματοφύλακα από τα ίδια περιουσιακά στοιχεία του τρίτου, από τα περιουσιακά στοιχεία των άλλων πελατών του τρίτου και από τα περιουσιακά στοιχεία που φυλάσσονται από τον τρίτο για ίδιο λογαριασμό του θεματοφύλακα·

ii)

ότι τα περιουσιακά στοιχεία των ΟΕΕ πελατών του θεματοφύλακα δεν αποτελούν μέρος της περιουσίας του τρίτου σε περίπτωση αφερεγγυότητας·

iii)

ότι τα περιουσιακά στοιχεία των ΟΕΕ πελατών του θεματοφύλακα δεν είναι διαθέσιμα προς διανομή μεταξύ των, ή προς ρευστοποίηση επ' ωφελεία των, πιστωτών του τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες θεματοφυλακής βάσει του άρθρο 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ·

β)

ο τρίτος λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:

i)

διασφαλίζει ότι πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο σημείο α) όταν συνάπτει τη συμφωνία ανάθεσης με τον θεματοφύλακα και σε διαρκή βάση καθ' όλη τη διάρκεια της ανάθεσης·

ii)

ενημερώνει αμέσως τον θεματοφύλακα όταν δεν πληρούται πλέον οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο στοιχείο θ)·

iii)

ενημερώνει τον θεματοφύλακα για τυχόν αλλαγές στην εφαρμοστέα νομοθεσία περί αφερεγγυότητας και την ουσιαστική της εφαρμογή.»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Οι παράγραφοι 1, 2 και 2α εφαρμόζονται, κατ' αναλογία, όταν ο τρίτος στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ έχει αποφασίσει να αναθέσει μέρος ή το σύνολο των λειτουργιών φύλαξης σε άλλον τρίτον βάσει του τρίτου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Απριλίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 231/2013 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012, προς συμπλήρωση της οδηγίας 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις εξαιρέσεις, τους γενικούς όρους λειτουργίας, τους θεματοφύλακες, τη μόχλευση, τη διαφάνεια και την εποπτεία (ΕΕ L 83 της 22.3.2013, σ. 1).

(3)  Γνωμοδότηση της ESMA, 20.7.2017, 34 45 277.


30.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/6


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/1619 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Ιουλίου 2018

για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/438 όσον αφορά τα καθήκοντα φύλαξης των θεματοφυλάκων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 26β,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ως αποτέλεσμα των διαφορετικών εθνικών νομοθεσιών περί κινητών αξιών και αφερεγγυότητας, οι οποίες δεν είναι εναρμονισμένες σε επίπεδο Ένωσης, υπάρχει απόκλιση όσον αφορά το επίπεδο προστασίας των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν τεθεί σε θεματοφυλακή για λογαριασμό των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες («ΟΣΕΚΑ») πελατών από κινδύνους αφερεγγυότητας. Στο πλαίσιο της επιδίωξης να εξασφαλιστεί ισχυρή προστασία των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη, όπως προβλέπεται δυνάμει της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις πιο ισχυρές νομικές απαιτήσεις του εθνικού δικαίου σε σχέση με τους εν λόγω μη εναρμονισμένους τομείς, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι υποχρεώσεις που αφορούν την ασφαλή φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων που ορίζονται στην οδηγία 2009/65/ΕΚ.

(2)

Επί του παρόντος οι αρμόδιες αρχές και ο κλάδος εφαρμόζουν με διαφορετικό τρόπο τις απαιτήσεις διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων οι οποίες ορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/438 της Επιτροπής (2). Ενώ οι θεματοφύλακες, οι οποίοι βρίσκονται στο πρώτο επίπεδο της αλυσίδας θεματοφυλακής, έχουν την υποχρέωση να παρέχουν ατομικό λογαριασμό για τη διακράτηση χρηματοπιστωτικών μέσων για κάθε ΟΣΕΚΑ πελάτη, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι όταν η λειτουργία θεματοφυλακής ανατίθεται σε τρίτον, ο τελευταίος πρέπει να είναι σε θέση να διακρατεί περιουσιακά στοιχεία των πελατών ενός θεματοφύλακα, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων για τους ΟΣΕΚΑ και τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων («ΟΕΕ»), σε συλλογικό λογαριασμό. Ο εν λόγω συλλογικός λογαριασμός θα πρέπει πάντοτε να αποκλείει τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του θεματοφύλακα και τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του τρίτου, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε άλλους πελάτες του τρίτου. Αντίστοιχα, στις περιπτώσεις όπου η λειτουργία θεματοφυλακής ανατίθεται σε περαιτέρω τρίτους, ο ανάδοχος υποθεματοφύλακας θα πρέπει να είναι σε θέση να διακρατεί περιουσιακά στοιχεία των πελατών του αναθέτοντος αναδόχου θεματοφύλακα σε συλλογικό λογαριασμό. Ο εν λόγω συλλογικός λογαριασμός θα πρέπει πάντοτε να αποκλείει τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του αναδόχου υποθεματοφύλακα και τα ιδιόκτητα περιουσιακά στοιχεία του αναθέτοντος αναδόχου θεματοφύλακα, καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε άλλους πελάτες του αναδόχου υποθεματοφύλακα. Αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου να επιτευχθεί μια υγιής ισορροπία μεταξύ της αποδοτικότητας της αγοράς και της προστασίας των επενδυτών.

(3)

Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απώλειας των περιουσιακών στοιχείων που κατέχονται σε συλλογικούς λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχονται από τρίτους, στους οποίους έχει ανατεθεί η λειτουργία θεματοφυλακής, η συχνότητα των ελέγχων συμφωνίας στοιχείων μεταξύ των λογαριασμών χρηματοοικονομικών τίτλων και των αρχείων του θεματοφύλακα ενός ΟΣΕΚΑ πελάτη και του τρίτου ή μεταξύ των τρίτων, εφόσον η λειτουργία θεματοφυλακής έχει ανατεθεί σε επόμενες βαθμίδες της αλυσίδας θεματοφυλακής, θα πρέπει να εξασφαλίζει την έγκαιρη διαβίβαση των σχετικών πληροφοριών προς τον θεματοφύλακα. Επιπλέον, η συχνότητα των εν λόγω ελέγχων συμφωνίας θα πρέπει να εξαρτάται από οποιαδήποτε κίνηση στον εν λόγω συλλογικό λογαριασμό, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε άλλους πελάτες του θεματοφύλακα τα οποία διατηρούνται στον ίδιο συλλογικό λογαριασμό με τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΣΕΚΑ.

(4)

Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να είναι σε θέση να εξακολουθήσει να ασκεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά του όταν η φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στους ΟΣΕΚΑ πελάτες του ανατίθεται σε τρίτον. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να απαιτείται ο θεματοφύλακας να τηρεί αρχείο του λογαριασμού χρηματοπιστωτικών μέσων που έχει ανοίξει ο θεματοφύλακας στο όνομα ενός ΟΣΕΚΑ ή στο όνομα της εταιρείας διαχείρισης που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ, το οποίο αρχείο θα δείχνει ότι τα περιουσιακά στοιχεία που διατηρούνται υπό θεματοφυλακή από τρίτο μέρος ανήκουν στον συγκεκριμένο ΟΣΕΚΑ.

(5)

Για να ενισχυθεί η θέση των θεματοφυλάκων σε σχέση με τους τρίτους στους οποίους ανατίθεται η φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων, η σχέση αυτή θα πρέπει να τεκμηριώνεται με γραπτή σύμβαση ανάθεσης. Η εν λόγω σύμβαση θα πρέπει να επιτρέπει στον θεματοφύλακα να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση ότι τα περιουσιακά στοιχεία που διατηρούνται υπό θεματοφυλακή είναι κατάλληλα διασφαλισμένα και ότι ο τρίτος συμμορφώνεται ανά πάσα στιγμή με τη σύμβαση ανάθεσης και τις απαιτήσεις της οδηγίας 2009/65/ΕΚ και του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/438. Επιπλέον, ο θεματοφύλακας και ο τρίτος θα πρέπει να συμφωνήσουν επισήμως εάν ο τρίτος επιτρέπεται να αναθέσει τις λειτουργίες θεματοφυλακής σε περαιτέρω τρίτο. Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση μεταξύ του αναθέτοντος τρίτου και του τρίτου στον οποίο ανατίθενται περαιτέρω τα καθήκοντα θεματοφυλακής θα πρέπει επίσης να υπόκεινται σε δικαιώματα και υποχρεώσεις ισοδύναμα με εκείνα που καθορίζονται μεταξύ του θεματοφύλακα και του αναθέτοντος τρίτου.

(6)

Προκειμένου να είναι σε θέση ο θεματοφύλακας να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί η εποπτεία του θεματοφύλακα επί των τρίτων, ανεξάρτητα από το εάν ο τρίτος είναι εγκατεστημένος εντός ή εκτός της Ένωσης. Θα πρέπει να απαιτείται από τους θεματοφύλακες να επαληθεύουν κατά πόσον τα χρηματοπιστωτικά μέσα των ΟΣΕΚΑ έχουν καταχωριστεί ορθά στα λογιστικά βιβλία των εν λόγω τρίτων. Τα αρχεία που τηρούνται από τρίτους θα πρέπει να είναι επαρκώς ακριβή ώστε να είναι δυνατόν να εντοπίζεται η φύση, η τοποθεσία και η ιδιοκτησία του περιουσιακού στοιχείου. Για να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων των θεματοφυλάκων, οι τρίτοι θα πρέπει να τους υποβάλλουν δήλωση σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή που επηρεάζει τα περιουσιακά στοιχεία που τηρούνται υπό θεματοφυλακή για τους ΟΣΕΚΑ πελάτες των θεματοφυλάκων.

(7)

Προκειμένου να βελτιωθεί η σαφήνεια και η ασφάλεια δικαίου του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/438, είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν ορισμένες εσωτερικές αναφορές οι οποίες είναι εσφαλμένες. Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/438 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως.

(8)

Προκειμένου να διατεθεί στους θεματοφύλακες επαρκής χρόνος ώστε να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να μετατεθεί για δεκαοκτώ μήνες μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(9)

Τα μέτρα που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών. (3)

(10)

Τα μέτρα που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της ομάδας εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών.

(11)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/438 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/438 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

διενεργούνται έλεγχοι, όσο συχνά απαιτείται, οι οποίοι συγκρίνουν τους εσωτερικούς λογαριασμούς και τα εσωτερικά αρχεία του θεματοφύλακα με εκείνα οποιουδήποτε τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες θεματοφύλακα βάσει του άρθρου 22α της οδηγίας 2009/65/ΕΚ.».

ii)

προστίθεται το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

«Σε σχέση με το στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου, η συχνότητα των ελέγχων προσδιορίζεται με βάση τα ακόλουθα:

α)

τη συνήθη συναλλακτική δραστηριότητα του ΟΕΕ·

β)

τυχόν συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εκτός της συνήθους συναλλακτικής δραστηριότητας·

γ)

τυχόν συναλλαγές που πραγματοποιούνται για λογαριασμό οποιουδήποτε άλλου πελάτη του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία φυλάσσονται από τον τρίτο στον ίδιο λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων με τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν ο θεματοφύλακας έχει αναθέσει τα καθήκοντα φύλαξής του, όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία που φυλάσσονται, σε τρίτον σύμφωνα με το άρθρο 22α της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, εξακολουθεί να υπόκειται στις απαιτήσεις των στοιχείων α) έως ε) της παραγράφου 1. Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει επίσης ότι ο εν λόγω τρίτος συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των στοιχείων β) έως ζ) της παραγράφου 1·»·

2)

στο άρθρο 15, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α   Μια σύμβαση με την οποία ο θεματοφύλακας διορίζει τρίτο για τη διακράτηση υπό θεματοφυλακή περιουσιακών στοιχείων των ΟΕΕ πελατών του εν λόγω θεματοφύλακα, περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες διατάξεις:

α)

εγγύηση του δικαιώματος του θεματοφύλακα στην ενημέρωση, την επιθεώρηση και την πρόσβαση στα σχετικά αρχεία και λογαριασμούς του τρίτου που κατέχει περιουσιακά στοιχεία υπό θεματοφυλακή ώστε να μπορεί ο θεματοφύλακας να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις επίβλεψης και δέουσας επιμέλειας και, ιδίως, να είναι σε θέση ο θεματοφύλακας:

i)

να ταυτοποιεί όλες τις οντότητες εντός της αλυσίδας θεματοφυλακής·

ii)

να επαληθεύει ότι η ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν καταγραφεί στους λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων ο οποίοι ανοίγονται στα βιβλία του θεματοφύλακα στο όνομα του ΟΣΕΚΑ ή στο όνομα της εταιρείας διαχείρισης που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ, αντιστοιχεί στην ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχονται σε θεματοφυλακή από τον τρίτο για τον εν λόγω ΟΣΕΚΑ, όπως καταγράφεται στον λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του τρίτου·

iii)

να επαληθεύει ότι η ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων, τα οποία έχουν καταγραφεί και φυλάσσονται σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων (ΚΑΤ) του εκδότη ή του πράκτορά του, στο όνομα του τρίτου για λογαριασμό των πελατών του, αντιστοιχεί στην ποσότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν καταγραφεί σε λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων οι οποίοι ανοίγονται στα βιβλία του θεματοφύλακα στο όνομα εκάστου των ΟΣΕΚΑ πελατών του ή στο όνομα της εταιρείας διαχείρισης που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ.

β)

λεπτομέρειες σχετικά με ισοδύναμα δικαιώματα και υποχρεώσεις που συμφωνήθηκαν μεταξύ του τρίτου και ενός άλλου τρίτου, σε περίπτωση περαιτέρω ανάθεσης λειτουργιών θεματοφυλακής.»·

3)

στο άρθρο 16, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Όταν έχουν ανατεθεί σε τρίτον οι λειτουργίες φύλαξης εν όλω ή εν μέρει, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι ο τρίτος στον οποίον έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες φύλαξης, βάσει του άρθρου 22α της οδηγίας 2009/65/ΕΚ ενεργεί σύμφωνα με την υποχρέωση διαχωρισμού που ορίζεται στο στοιχείο γ) του άρθρου 22α παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, διασφαλίζοντας και επαληθεύοντας ότι ο τρίτος:

α)

καταγράφει ορθά όλα τα ταυτοποιημένα χρηματοπιστωτικά μέσα στο λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων, ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του τρίτου, προκειμένου να κατέχει υπό θεματοφυλακή τα χρηματοπιστωτικά μέσα για τους πελάτες του θεματοφύλακα, ο οποίος αποκλείει ιδιόκτητα χρηματοπιστωτικά μέσα του θεματοφύλακα και του τρίτου και των άλλων πελατών του τρίτου, ώστε να μπορεί ο θεματοφύλακας να αντιστοιχεί την ποσότητα των ταυτοποιημένων χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς που ανοίγονται στα βιβλία του θεματοφύλακα στο όνομα εκάστου των ΟΣΕΚΑ πελατών του ή στο όνομα της εταιρείας διαχείρισης που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΣΕΚΑ·

β)

τηρεί όλα τα απαραίτητα αρχεία και λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων ώστε ο θεματοφύλακας να είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση να ξεχωρίσει τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών του θεματοφύλακα από τα ίδια περιουσιακά στοιχεία του τρίτου, τα περιουσιακά στοιχεία των άλλων πελατών του τρίτου και τα περιουσιακά στοιχεία που διακρατούνται για τον θεματοφύλακα για ίδιο λογαριασμό·

γ)

τηρεί αρχεία και λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων κατά τρόπο που διασφαλίζει την ακρίβειά τους, ιδίως δε την αντιστοιχία τους με τα περιουσιακά στοιχεία που φυλάσσονται για λογαριασμό των ΟΣΕΚΑ πελατών του θεματοφύλακα και βάσει των οποίων ο θεματοφύλακας μπορεί ανά πάσα στιγμή να καθορίσει τον ακριβή χαρακτήρα, την τοποθεσία και το καθεστώς ιδιοκτησίας των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων·

δ)

υποβάλλει στον θεματοφύλακα δήλωση, σε τακτική βάση και όποτε επέρχεται αλλαγή στις περιστάσεις, με λεπτομερή περιγραφή των περιουσιακών στοιχείων των ΟΣΕΚΑ πελατών του θεματοφύλακα·

ε)

διενεργεί ελέγχους, όσο συχνά απαιτείται, οι οποίοι συγκρίνουν τους λογαριασμούς χρηματοπιστωτικών μέσων και τα εσωτερικά αρχεία του με εκείνα του τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες θεματοφυλακής βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 22α παράγραφος 3 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ.

Η συχνότητα των ελέγχων προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1·

στ)

θεσπίζει επαρκείς οργανωτικές ρυθμίσεις για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο απώλειας ή απομείωσης των χρηματοπιστωτικών μέσων ή των δικαιωμάτων που σχετίζονται με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα εξαιτίας κατάχρησης των χρηματοοικονομικών μέσων, απάτης, κακής διαχείρισης, πλημμελούς τήρησης αρχείων ή αμέλειας·

ζ)

τηρεί τα μετρητά του ΟΣΕΚΑ σε λογαριασμό ή λογαριασμούς σε κεντρική τράπεζα τρίτης χώρας ή ενός πιστωτικού ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι οι προληπτικές, εποπτικές και ρυθμιστικές απαιτήσεις που εφαρμόζονται στα πιστωτικά ιδρύματα της εν λόγω τρίτης χώρας θεωρούνται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταγωγής των ΟΣΕΚΑ τα κράτη μέλη ως τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που ισχύουν στην Ένωση, σύμφωνα με το στοιχείο γ) του άρθρου 22 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ.»·

4)

Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«λαμβάνει νομικές συμβουλές από ανεξάρτητο νομικό ή φυσικό πρόσωπο που επιβεβαιώνει ότι το εφαρμοστέο δίκαιο περί αφερεγγυότητας αναγνωρίζει τον διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων των πελατών του θεματοφύλακα από τα ίδια περιουσιακά στοιχεία του τρίτου, από τα περιουσιακά στοιχεία των άλλων πελατών του τρίτου και από τα περιουσιακά στοιχεία που διακρατούνται από τον τρίτο για ίδιο λογαριασμό του θεματοφύλακα, και ότι τα περιουσιακά στοιχεία των ΟΣΕΚΑ πελατών του θεματοφύλακα δεν αποτελούν μέρος της περιουσίας του τρίτου μέρους σε περίπτωση αφερεγγυότητας και δεν είναι διαθέσιμα προς διανομή μεταξύ, ή προς ρευστοποίηση επ' ωφελεία τους, των πιστωτών του τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης σύμφωνα με το άρθρο 22α της οδηγίας 2009/65/ΕΚ.»

β)

Στην παράγραφο 2, τα στοιχεία δ) και ε) απαλείφονται·

γ)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

5)

Στο άρθρο 22, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εταιρεία διαχείρισης ή η εταιρεία επενδύσεων αποδεικνύει προς την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΟΣΕΚΑ ότι έχει πεισθεί για τον διορισμό του θεματοφύλακα και ότι ο διορισμός είναι προς το αποκλειστικό συμφέρον του ΟΣΕΚΑ και των επενδυτών του ΟΣΕΚΑ. Η εταιρεία διαχείρισης ή η εταιρεία επενδύσεων καθιστούν διαθέσιμα τα αποδεικτικά έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΟΣΕΚΑ.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Απριλίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/438 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2015, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις υποχρεώσεις των θεματοφυλάκων (ΕΕ L 78 της 24.3.2016, σ. 11).

(3)  Γνωμοδότηση της ESMA, 20.7.2017, 34 45 277.


30.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/10


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/1620 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Ιουλίου 2018

για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 460,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής (2) θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να βελτιωθεί η εναρμόνιση με τα διεθνή πρότυπα και να διευκολυνθεί η αποτελεσματικότερη διαχείριση της ρευστότητας από τα πιστωτικά ιδρύματα.

(2)

Ειδικότερα, προκειμένου να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι δραστηριότητες των πιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται εκτός της Ένωσης, θα πρέπει να υπάρξει απαλλαγή από τις απαιτήσεις για ελάχιστο ύψος έκδοσης για τα ρευστά στοιχεία ενεργητικού που κατέχει μια θυγατρική επιχείρηση σε τρίτη χώρα, ούτως ώστε τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού να μπορούν να αναγνωρίζονται για τους σκοπούς της ενοποίησης. Διαφορετικά, το μητρικό ίδρυμα μπορεί να υποστεί ανεπάρκεια ρευστών στοιχείων ενεργητικού σε ενοποιημένο επίπεδο, δεδομένου ότι η απαίτηση ρευστότητας που απορρέει από μια θυγατρική σε τρίτη χώρα θα συμπεριλαμβάνεται στην ενοποιημένη απαίτηση ρευστότητας, ενώ τα στοιχεία ενεργητικού που κατέχει η εν λόγω θυγατρική για την εκπλήρωση της δικής της απαίτησης ρευστότητας στην τρίτη χώρα θα εξαιρούνται από την ενοποιημένη απαίτηση ρευστότητας. Ωστόσο, τα στοιχεία ενεργητικού της θυγατρικής επιχείρησης σε τρίτη χώρα θα πρέπει να αναγνωρίζονται μόνον έως το επίπεδο των καθαρών εκροών ρευστότητας σε ακραίες συνθήκες που πραγματοποιούνται στο ίδιο νόμισμα όπως το νόμισμα στο οποίο είναι εκφρασμένα τα στοιχεία ενεργητικού και που προέρχονται από αυτή τη συγκεκριμένη θυγατρική. Επιπλέον, όπως και για οποιαδήποτε άλλα στοιχεία ενεργητικού τρίτων χωρών, τα στοιχεία ενεργητικού θα πρέπει να αναγνωρίζονται μόνον εάν πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν ρευστά στοιχεία ενεργητικού σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία της εν λόγω τρίτης χώρας.

(3)

Αναγνωρίζεται ότι οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να παρέχουν ρευστότητα στο δικό τους νόμισμα και ότι η πιστοληπτική διαβάθμιση των κεντρικών τραπεζών είναι λιγότερο σημαντική για σκοπούς ρευστότητας από ό,τι για σκοπούς φερεγγυότητας. Ως εκ τούτου, και προκειμένου να ευθυγραμμιστούν στενότερα οι κανόνες του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 με το διεθνές πρότυπο και να δημιουργηθούν ίσοι όροι ανταγωνισμού για τα πιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται διεθνώς, τα αποθεματικά που διατηρούνται, από θυγατρική ή υποκατάστημα σε τρίτη χώρα ενός πιστωτικού ιδρύματος της Ένωσης, στην κεντρική τράπεζα τρίτης χώρας, που δεν έχει πιστοληπτική αξιολόγηση βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας 1 από καθορισμένο εξωτερικό οργανισμό πιστοληπτικής αξιολόγησης, θα πρέπει να είναι επιλέξιμα ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 1, όταν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, τα εν λόγω αποθεματικά θα πρέπει να είναι επιλέξιμα εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα επιτρέπεται να τα αποσύρει ανά πάσα στιγμή σε περιόδους ακραίων καταστάσεων και, συν τοις άλλοις, οι προϋποθέσεις για την απόσυρσή τους έχουν καθοριστεί σε συμφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά, ή στους εφαρμοστέους κανόνες της τρίτης χώρας. Ωστόσο, τα εν λόγω αποθεματικά θα πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται ως στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 1 μόνο για την κάλυψη των καθαρών εκροών ρευστότητας υπό ακραίες συνθήκες που πραγματοποιούνται στο ίδιο νόμισμα στο οποίο είναι εκφρασμένα και τα αποθεματικά.

(4)

Είναι σκόπιμο να ληφθεί υπόψη ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3). Ο κανονισμός αυτός περιέχει κριτήρια για να προσδιοριστεί κατά πόσον μια τιτλοποίηση μπορεί να χαρακτηριστεί απλή, διαφανής και τυποποιημένη («STS») τιτλοποίηση. Δεδομένου ότι τα εν λόγω κριτήρια διασφαλίζουν ότι οι τιτλοποιήσεις STS είναι υψηλής ποιότητας, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται επίσης για να προσδιορίζεται ποιες τιτλοποιήσεις πρόκειται να καταλογίζονται ως υψηλής ποιότητας ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τον υπολογισμό της απαίτησης κάλυψης ρευστότητας. Οι τιτλοποιήσεις θα πρέπει άρα να είναι επιλέξιμες ως στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 2B, για τους σκοπούς του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (EE) 2015/61, εφόσον πληρούν όλες τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2402, επιπλέον των κριτηρίων που καθορίζονται ήδη στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2015/61 τα οποία αφορούν συγκεκριμένα τα χαρακτηριστικά τους σχετικά με τη ρευστότητα.

(5)

Η εφαρμογή του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61 δεν θα πρέπει να εμποδίζει την αποτελεσματική μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία. Οι συναλλαγές με την ΕΚΤ ή την κεντρική τράπεζα ενός κράτους μέλους είναι αναμενόμενο να ανανεωθούν υπό σοβαρές ακραίες συνθήκες. Συνεπώς, θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα απαλλαγής, από τις αρμόδιες αρχές, από τον μηχανισμό ρευστοποίησης για τον υπολογισμό του αποθέματος ασφαλείας ρευστότητας, σε περίπτωση εξασφαλισμένων συναλλαγών με την ΕΚΤ ή την κεντρική τράπεζα ενός κράτους μέλους, όταν οι συναλλαγές περιλαμβάνουν υψηλής ποιότητας ρευστά στοιχεία ενεργητικού σε τουλάχιστον ένα σκέλος της κάθε πράξης και πρόκειται να λήξουν εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών. Πάντως, πριν από τη χορήγηση της απαλλαγής, απαιτείται από τις αρμόδιες αρχές να προβαίνουν σε διαβουλεύσεις με την κεντρική τράπεζα που αποτελεί τον αντισυμβαλλόμενο της συναλλαγής, καθώς και με την ΕΚΤ, όταν αυτή η κεντρική τράπεζα είναι κεντρική τράπεζα του Ευρωσυστήματος. Επιπλέον, η απαλλαγή θα πρέπει να υπόκειται σε κατάλληλες ασφαλιστικές δικλείδες, προκειμένου να αποφεύγονται πιθανές ευκαιρίες ρυθμιστικού αρμπιτράζ ή αρνητικά κίνητρα για τα πιστωτικά ιδρύματα. Τέλος, για να υπάρξει πιο στενή ευθυγράμμιση των κανόνων της Ένωσης με το διεθνές πρότυπο της Επιτροπής της Βασιλείας (BCBS), οι εξασφαλίσεις που λαμβάνονται μέσω συναλλαγών παραγώγων θα πρέπει να αφαιρεθούν από τον μηχανισμό ρευστοποίησης.

(6)

Επιπλέον, η αντιμετώπιση των ποσοστών των εκροών και των εισροών για τις συμφωνίες πώλησης και επαναγοράς («repos»), τις συμφωνίες αγοράς και επαναπώλησης («reverse repos») και τις πράξεις ανταλλαγής εξασφαλίσεων θα πρέπει να εναρμονιστεί πλήρως με την προσέγγιση του διεθνούς προτύπου για τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας, που καθορίστηκε από την Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία («BCBS»). Ειδικότερα, ο υπολογισμός των ταμειακών εκροών θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με το ποσοστό παράτασης της πράξης (σε εναρμόνιση με την περικοπή της παρεχόμενης εξασφάλισης που εφαρμόζεται στην υποχρέωση ρευστότητας, όπως στο πρότυπο της BCBS), παρά με την αξία ρευστότητας της υποκείμενης εξασφάλισης.

(7)

Δεδομένου ότι έχουν προκύψει αποκλίνουσες ερμηνείες, είναι σημαντικό να αποσαφηνιστούν διάφορες διατάξεις του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/61, και ιδίως όσον αφορά την τήρηση της απαίτησης κάλυψης της ρευστότητας· την επιλεξιμότητα, για να συμπεριληφθούν στο απόθεμα ασφαλείας, των στοιχείων ενεργητικού που περιλαμβάνονται σε μια ομάδα και είναι διαθέσιμα για την άντληση χρηματοδότησης στο πλαίσιο πιστωτικών ορίων που διαχειρίζεται η κεντρική τράπεζα, των ΟΣΕ και των καταθέσεων και άλλων πηγών χρηματοδότησης σε δίκτυα συνεργασίας και προγράμματα θεσμικής προστασίας· τον υπολογισμό των πρόσθετων εκροών ρευστότητας για άλλα προϊόντα και υπηρεσίες την παραχώρηση προνομιακής μεταχείρισης σε ενδοομιλικές πιστωτικές διευκολύνσεις και διευκολύνσεις ρευστότητας· την αντιμετώπιση των αρνητικών θέσεων· και την αναγνώριση των οφειλόμενων ποσών από τίτλους που λήγουν εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών.

(8)

Επομένως, ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 τροποποιείται ως εξής:

1)

στο άρθρο 2 παράγραφος 3, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

τα στοιχεία ενεργητικού τρίτης χώρας τα οποία κατέχονται από θυγατρική επιχείρηση σε τρίτη χώρα μπορούν να αναγνωρίζονται ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τους σκοπούς της ενοποίησης, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν ρευστά στοιχεία ενεργητικού, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία της εν λόγω τρίτης χώρας η οποία ορίζει την απαίτηση κάλυψης της ρευστότητας, και πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

τα στοιχεία ενεργητικού πληρούν όλες τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον τίτλο II του παρόντος κανονισμού·

ii)

τα στοιχεία ενεργητικού δεν πληρούν την ειδική απαίτηση που καθορίζεται στον τίτλο II του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το ύψος της έκδοσης, αλλά πληρούν όλες τις άλλες απαιτήσεις που προβλέπονται σε αυτόν.

Τα στοιχεία ενεργητικού που είναι δυνατόν να αναγνωρίζονται βάσει του σημείου ii) μπορούν να αναγνωρίζονται μόνον έως το ύψος των καθαρών εκροών ρευστότητας σε ακραίες συνθήκες που πραγματοποιούνται στο συγκεκριμένο νόμισμα στο οποίο είναι εκφρασμένα και που προέρχονται από την ίδια θυγατρική επιχείρηση·»·

2)

το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα σημεία 8) και 9) απαλείφονται·

β)

το σημείο 11) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11.

ως “ακραία κατάσταση” νοείται μια ξαφνική ή σοβαρή επιδείνωση της φερεγγυότητας ή ρευστότητας ενός πιστωτικού ιδρύματος, που οφείλεται σε μεταβολές των συνθηκών της αγοράς ή σε ιδιαίτερους παράγοντες, ως αποτέλεσμα της οποίας υπάρχει σημαντικός κίνδυνος να μην είναι σε θέση το πιστωτικό ίδρυμα να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις του οι οποίες πρόκειται να λήξουν μέσα στις επόμενες 30 ημερολογιακές ημέρες·»·

3)

το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα πιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν και παρακολουθούν τον δείκτη κάλυψης ρευστότητάς τους στο νόμισμα υποβολής αναφορών για το σύνολο των στοιχείων, ανεξαρτήτως από το νόμισμα στο οποίο είναι πραγματικά εκφρασμένα.

Επιπλέον, τα πιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν και παρακολουθούν χωριστά τον δείκτη κάλυψης ρευστότητάς τους για ορισμένα στοιχεία, ως εξής:

α)

για τα στοιχεία που υπόκεινται σε χωριστή υποβολή αναφορών σε νόμισμα άλλο από το νόμισμα υποβολής αναφορών, σύμφωνα με το άρθρο 415 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα πιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν και παρακολουθούν χωριστά τον δείκτη κάλυψης ρευστότητάς τους στο εν λόγω διαφορετικό νόμισμα·

β)

για τα στοιχεία που είναι εκφρασμένα στο νόμισμα υποβολής αναφορών, όταν το συνολικό ποσό των υποχρεώσεων που είναι εκφρασμένες σε νομίσματα άλλα από το νόμισμα υποβολής αναφορών ανέρχεται τουλάχιστον στο 5 % των συνολικών υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος, εξαιρουμένων των εποπτικών κεφαλαίων και των εκτός ισολογισμού στοιχείων, τα πιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν και παρακολουθούν χωριστά τον δείκτη κάλυψης ρευστότητάς τους στο νόμισμα υποβολής αναφορών.

Τα πιστωτικά ιδρύματα υποβάλλουν στην αρμόδια αρχή τους στοιχεία σχετικά με τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας, σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:

«6.   Τα πιστωτικά ιδρύματα αποφεύγουν τον διπλό υπολογισμό των ρευστών στοιχείων ενεργητικού, των εισροών και των εκροών.»·

4)

το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα στοιχεία ενεργητικού συνίστανται σε ακίνητη περιουσία, δικαιώματα, προνόμια ή συμμετοχές, που κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα ή περιλαμβάνονται σε μια ομάδα όπως αναφέρεται στο στοιχείο α), και είναι ελεύθερα από οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος. Για τους σκοπούς αυτούς, ένα στοιχείο ενεργητικού θεωρείται μη βεβαρημένο, εφόσον δεν υπόκειται σε κανέναν νομικό, συμβατικό, κανονιστικό ή άλλο περιορισμό που εμποδίζει το πιστωτικό ίδρυμα να ρευστοποιήσει, να πωλήσει, να μεταβιβάσει, να εκχωρήσει ή, γενικότερα, να διαθέσει το στοιχείο ενεργητικού μέσω συμφωνίας οριστικής πώλησης ή επαναγοράς εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών. Τα ακόλουθα στοιχεία ενεργητικού θεωρούνται μη βεβαρημένα:

α)

στοιχεία ενεργητικού που περιλαμβάνονται σε μια ομάδα και είναι διαθέσιμα για άμεση χρήση ως εξασφάλιση, για την άντληση πρόσθετης χρηματοδότησης στο πλαίσιο πιστωτικών ορίων στη διάθεση του πιστωτικού ιδρύματος που έχουν δεσμευθεί, αλλά δεν έχουν αναληφθεί ακόμη ή, εάν η διαχείριση της ομάδας γίνεται από κεντρική τράπεζα, στο πλαίσιο πιστωτικών ορίων στη διάθεση του πιστωτικού ιδρύματος που δεν έχουν δεσμευθεί και δεν έχουν αναληφθεί ακόμη. Στο σημείο αυτό περιλαμβάνονται στοιχεία ενεργητικού που τοποθετούνται από ένα πιστωτικό ίδρυμα στο κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα σε ένα δίκτυο συνεργασίας ή θεσμικό σύστημα προστασίας. Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να θεωρούν ότι τα στοιχεία ενεργητικού εντός της ομάδας είναι βεβαρημένα κατά σειρά αύξουσας ρευστότητας με βάση την κατάταξη της ρευστότητας που ορίζεται στο κεφάλαιο 2, ξεκινώντας με τα στοιχεία ενεργητικού που δεν είναι επιλέξιμα για το απόθεμα ασφαλείας ρευστότητας·

β)

στοιχεία ενεργητικού τα οποία έχει λάβει το πιστωτικό ίδρυμα ως εξασφάλιση για σκοπούς μείωσης του πιστωτικού κινδύνου στο πλαίσιο συναλλαγών αγοράς με συμφωνία επαναπώλησης ή συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων και τα οποία το πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να διαθέσει.»·

β)

η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εκτός εάν πληρούνται μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

ο εκδότης είναι οντότητα του δημόσιου τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β)·

ii)

το στοιχείο ενεργητικού είναι καλυμμένο ομόλογο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο στ) ή στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή δ) ή στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο ε)·

iii)

το στοιχείο ενεργητικού ανήκει στην κατηγορία που περιγράφεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο ε)·»·

ii)

το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

οποιαδήποτε άλλη οντότητα που εκτελεί μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που παρατίθενται στο παράρτημα I της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ως κύρια επιχειρηματική δραστηριότητα. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι ΟΕΣΤ θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνονται στις οντότητες που αναφέρονται στο παρόν στοιχείο.»·

γ)

στην παράγραφο 7, παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο αα):

«αα)

στα ανοίγματα έναντι των κεντρικών κυβερνήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·»·

5)

το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

τα ανοίγματα έναντι κεντρικών τραπεζών που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ)·»·

β)

στην παράγραφο 3, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

είτε με την καθιέρωση εσωτερικών συστημάτων και ελέγχων, ώστε το τμήμα διαχείρισης της ρευστότητας να ασκεί αποτελεσματικό λειτουργικό έλεγχο για τη ρευστοποίηση των ρευστών στοιχείων ενεργητικού, ανά πάσα στιγμή εντός της περιόδου ακραίων συνθηκών 30 ημερολογιακών ημερών, και την απόκτηση πρόσβασης στα ενδεχόμενα κεφάλαια, χωρίς να επέλθει άμεση σύγκρουση με οποιαδήποτε υπάρχουσα επιχειρησιακή στρατηγική ή στρατηγική διαχείρισης κινδύνου. Συγκεκριμένα, ένα στοιχείο ενεργητικού δεν περιλαμβάνεται στο απόθεμα ασφαλείας ρευστότητας, εάν η ρευστοποίηση του στοιχείου ενεργητικού χωρίς αντικατάσταση καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου ακραίων συνθηκών 30 ημερολογιακών ημερών αφαιρεί αντιστάθμιση, γεγονός το οποίο θα δημιουργούσε ανοικτή θέση κινδύνου πέραν των εσωτερικών ορίων του πιστωτικού ιδρύματος·»·

6)

το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 στοιχείο β), το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iii)

τα αποθεματικά που διατηρεί το πιστωτικό ίδρυμα σε μια κεντρική τράπεζα που αναφέρεται στο σημείο i) ή ii), εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα επιτρέπεται να αποσύρει τα εν λόγω αποθεματικά ανά πάσα στιγμή σε περιόδους ακραίων καταστάσεων και εφόσον οι προϋποθέσεις για την εν λόγω απόσυρση έχουν καθοριστεί σε συμφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής του πιστωτικού ιδρύματος και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά, ή στους εφαρμοστέους κανόνες της τρίτης χώρας.

Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου, ισχύουν τα ακόλουθα:

όταν τα αποθεματικά διατηρούνται από θυγατρικό πιστωτικό ίδρυμα, οι προϋποθέσεις για την απόσυρση καθορίζονται σε συμφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας του θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά, ή στους εφαρμοστέους κανόνες της τρίτης χώρας, ανάλογα με την περίπτωση·

όταν τα αποθεματικά διατηρούνται από υποκατάστημα, οι προϋποθέσεις για την απόσυρση καθορίζονται σε συμφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας όπου βρίσκεται το υποκατάστημα και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά, ή στους εφαρμοστέους κανόνες της τρίτης χώρας, ανάλογα με την περίπτωση·»·

β)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

τα ακόλουθα στοιχεία ενεργητικού:

i)

στοιχεία ενεργητικού που αντιστοιχούν σε απαιτήσεις έναντι ή απαιτήσεις καλυπτόμενες από την εγγύηση της κεντρικής κυβέρνησης ή της κεντρικής τράπεζας τρίτης χώρας, που δεν έχουν λάβει πιστοληπτική αξιολόγηση βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας 1 από καθορισμένο ΕΟΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 114 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

τα αποθεματικά που διατηρεί το πιστωτικό ίδρυμα σε μια κεντρική τράπεζα που αναφέρεται στο σημείο i), εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα επιτρέπεται να αποσύρει τα εν λόγω αποθεματικά ανά πάσα στιγμή σε περιόδους ακραίων καταστάσεων και εφόσον οι προϋποθέσεις για την εν λόγω απόσυρση έχουν καθοριστεί είτε σε συμφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών της εν λόγω τρίτης χώρας και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά είτε στους εφαρμοστέους κανόνες της εν λόγω τρίτης χώρας.

Για τους σκοπούς του σημείου ii), ισχύουν τα ακόλουθα:

όταν τα αποθεματικά διατηρούνται από θυγατρικό πιστωτικό ίδρυμα, οι προϋποθέσεις για την απόσυρση καθορίζονται είτε σε συμφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας του θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά είτε στους εφαρμοστέους κανόνες της τρίτης χώρας·

όταν τα αποθεματικά διατηρούνται από υποκατάστημα, οι προϋποθέσεις για την απόσυρση καθορίζονται είτε σε συμφωνία μεταξύ της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας όπου βρίσκεται το υποκατάστημα και της κεντρικής τράπεζας στην οποία διατηρούνται τα αποθεματικά είτε στους εφαρμοστέους κανόνες της τρίτης χώρας.

Το συνολικό ποσό των στοιχείων ενεργητικού που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των σημείων i) και ii) του πρώτου εδαφίου και είναι εκφρασμένα σε ένα δεδομένο νόμισμα, τα οποία μπορεί να τα αναγνωρίσει το πιστωτικό ίδρυμα ως στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 1, δεν υπερβαίνουν το ύψος των καθαρών εκροών ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος υπό ακραίες συνθήκες, που πραγματοποιούνται στο ίδιο νόμισμα.

Επιπλέον, όταν ένα μέρος ή το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των σημείων i) και ii) του πρώτου εδαφίου είναι εκφρασμένα σε ένα νόμισμα το οποίο δεν αποτελεί το εθνικό νόμισμα της συγκεκριμένης τρίτης χώρας, το πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να αναγνωρίσει τα συγκεκριμένα στοιχεία ενεργητικού ως επιπέδου 1 μόνον έως ένα ποσό που ισούται με το ύψος των καθαρών εκροών ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος υπό ακραίες συνθήκες, που πραγματοποιούνται στο εν λόγω ξένο νόμισμα, οι οποίες αντιστοιχούν στις δραστηριότητες του πιστωτικού ιδρύματος εντός της περιοχής δικαιοδοσίας στην οποία αναλαμβάνεται ο κίνδυνος ρευστότητας·»·

γ)

στην παράγραφο 1 στοιχείο στ), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«τα ανοίγματα έναντι ιδρυμάτων εντός των συνολικών στοιχείων κάλυψης πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή, σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει τη μερική απαλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο·»·

δ)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η αγοραία αξία των εξαιρετικά υψηλής ποιότητας καλυμμένων ομολόγων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ) υπόκειται σε περικοπή τουλάχιστον 7 %. Με εξαίρεση τα όσα ορίζονται σε σχέση με τις μετοχές ή τα μερίδια σε ΟΣΕ στο άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ), δεν απαιτείται καμία περικοπή επί της αξίας των εναπομεινάντων στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 1.»·

7)

το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

τα ανοίγματα έναντι ιδρυμάτων εντός των συνολικών στοιχείων κάλυψης πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή, σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει τη μερική απαλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο·»·

β)

στην παράγραφο 1 στοιχείο δ), το σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iv)

τα ανοίγματα έναντι ιδρυμάτων εντός των συνολικών στοιχείων κάλυψης πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή, σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει τη μερική απαλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο·»·

8)

το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα ανοίγματα υπό τη μορφή τίτλων προερχόμενων από τιτλοποίηση, όπως αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο α), θεωρούνται τιτλοποιήσεις επιπέδου 2Β, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για την τιτλοποίηση ο χαρακτηρισμός “STS” ή “απλή, διαφανής και τυποποιημένη”, ή χαρακτηρισμός που παραπέμπει άμεσα ή έμμεσα σε αυτούς τους όρους, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) και χρησιμοποιείται όντως κατά τον τρόπο αυτό·

β)

πληρούνται τα κριτήρια που καθορίζονται στην παράγραφο 2 και στις παραγράφους 10 έως 13 του παρόντος άρθρου.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με τη δημιουργία ειδικού πλαισίου για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 35).»·"

β)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

α)

«η θέση έχει λάβει πιστοληπτική αξιολόγηση βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας 1 από καθορισμένο ΕΟΠΑ, σύμφωνα με τα άρθρο 264 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή αντίστοιχης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας σε περίπτωση βραχυπρόθεσμης πιστοληπτικής αξιολόγησης·»

β)

«η θέση ανήκει στο τμήμα ή στα τμήματα τιτλοποίησης με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα και διαθέτει την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα ανά πάσα στιγμή καθ' όλη τη διάρκεια της πράξης. Για τους σκοπούς αυτούς, ένα τμήμα τιτλοποίησης θεωρείται ότι έχει την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα, εφόσον, μετά την επίδοση ειδοποίησης αναγκαστικής εκτέλεσης και, ενδεχομένως, ειδοποίησης επίσπευσης, το τμήμα τιτλοποίησης δεν εξαρτάται από άλλα τμήματα τιτλοποίησης της ίδιας πράξης ή προγράμματος τιτλοποίησης σε σχέση με την είσπραξη κεφαλαίου και τόκων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα οφειλόμενα ποσά δυνάμει συμβάσεων παραγώγων επί επιτοκίων ή συναλλάγματος, σύμφωνα με το άρθρο 242 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·»·

ii)

τα στοιχεία γ) έως στ) και τα στοιχεία η) έως ια) απαλείφονται·

iii)

το στοιχείο ζ) τροποποιείται ως εξής:

α)

η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«η θέση τιτλοποίησης εξασφαλίζεται από μια ομάδα υποκείμενων ανοιγμάτων και τα εν λόγω υποκείμενα ανοίγματα είτε ανήκουν όλα σε μία μόνον από τις ακόλουθες υποκατηγορίες είτε αποτελούνται από έναν συνδυασμό στεγαστικών δανείων που αναφέρονται στο σημείο i) και στεγαστικών δανείων που αναφέρονται στο σημείο ii):»·

β)

το σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iv)

δάνεια αγοράς αυτοκινήτου και χρηματοδοτικές μισθώσεις σε δανειολήπτες ή μισθωτές που είναι εγκατεστημένοι ή διαμένουν σε κράτη μέλη. Για τους σκοπούς αυτούς, δάνεια αγοράς αυτοκινήτου και χρηματοδοτικές μισθώσεις περιλαμβάνουν δάνεια ή μισθώσεις για τη χρηματοδότηση μηχανοκίνητων οχημάτων ή ρυμουλκουμένων, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημεία 11) και 12) της οδηγίας 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), δίκυκλων μοτοσικλετών ή μηχανοκίνητων τρίκυκλων, όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 168/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4), ή ερπυστριοφόρων οχημάτων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 2007/46/ΕΚ. Τέτοια δάνεια ή μισθώσεις μπορεί να περιλαμβάνουν προϊόντα συμπληρωματικής ασφάλισης και υπηρεσιών ή πρόσθετο εξοπλισμό οχημάτων και, στην περίπτωση των μισθώσεων, την υπολειμματική αξία των μισθωμένων οχημάτων. Όλα τα δάνεια και οι χρηματοδοτικές μισθώσεις στην ομάδα εξασφαλίζονται μέσω εγγείου οφειλής πρώτης προτεραιότητας ή εξασφάλισης επί του οχήματος ή κατάλληλης εγγύησης υπέρ της ΟΕΣΤ, όπως μέσω μιας διάταξης περί παρακράτησης της κυριότητας·

(*2)  Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 263 της 9.10.2007, σ. 1)."

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Φεβρουαρίου 2013, για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς γεωργικών και δασικών οχημάτων (ΕΕ L 60 της 2.3.2013, σ. 1)."

(*4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 168/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2013, για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων και τετράκυκλων (ΕΕ L 60 της 2.3.2013, σ. 52).»·"

α)

οι παράγραφοι 3 έως 9 απαλείφονται·

9)

το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 3, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

εάν το πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει γνώση των υποκείμενων ανοιγμάτων του ΟΣΕ, υποθέτει, για τους σκοπούς του προσδιορισμού του επιπέδου ρευστότητας των υποκείμενων στοιχείων ενεργητικού, και για τους σκοπούς της απόδοσης του κατάλληλου ποσοστού περικοπής στα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού, ότι ο ΟΣΕ επενδύει σε ρευστά στοιχεία ενεργητικού, μέχρι το μέγιστο επιτρεπόμενο όριο βάσει της εντολής του, με την ίδια αύξουσα τάξη όπως έχουν ταξινομηθεί αυτά τα ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τους σκοπούς της παραγράφου 2, αρχίζοντας από στοιχεία ενεργητικού που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο η) και κατ' αύξουσα τάξη μέχρις ότου επιτευχθεί το ανώτατο συνολικό όριο της επένδυσης.»·

β)

στην παράγραφο 4, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η ορθότητα των υπολογισμών του ιδρύματος θεματοφυλακής ή της εταιρείας διαχείρισης του ΟΣΕ, κατά τον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας και των ποσοστών περικοπής για τις μετοχές ή τα μερίδια σε ΟΣΕ, επιβεβαιώνεται από εξωτερικό ελεγκτή τουλάχιστον σε ετήσια βάση.»·

10)

το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 16

Καταθέσεις και άλλες πηγές χρηματοδότησης σε δίκτυα συνεργασίας και προγράμματα θεσμικής προστασίας

1.   Σε περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα ανήκει σε ένα θεσμικό σύστημα προστασίας του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 113 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σε ένα δίκτυο που είναι επιλέξιμο για την απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 10 του εν λόγω κανονισμού ή σε ένα συνεταιριστικό δίκτυο ενός κράτους μέλους, οι καταθέσεις όψεως που το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί στο κεντρικό ίδρυμα μπορούν να αντιμετωπίζονται ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού, εκτός εάν το κεντρικό ίδρυμα που λαμβάνει τις καταθέσεις, τις αντιμετωπίζει ως λειτουργικές καταθέσεις. Σε περίπτωση που οι καταθέσεις αντιμετωπίζονται ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού, η μεταχείρισή τους γίνεται σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες διατάξεις:

α)

εφόσον, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία ή τα νομικώς δεσμευτικά έγγραφα που διέπουν το σύστημα ή το δίκτυο, το κεντρικό ίδρυμα υποχρεούται να κατέχει ή να επενδύει τις καταθέσεις σε ρευστά στοιχεία ενεργητικού συγκεκριμένου επιπέδου ή κατηγορίας, οι καταθέσεις αντιμετωπίζονται ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού του ίδιου επιπέδου ή κατηγορίας, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

β)

εφόσον το κεντρικό ίδρυμα δεν υποχρεούται να κατέχει ή να επενδύει τις καταθέσεις σε ρευστά στοιχεία ενεργητικού συγκεκριμένου επιπέδου ή κατηγορίας, οι καταθέσεις αντιμετωπίζονται ως στοιχεία ενεργητικού επιπέδου 2B, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, και τα οφειλόμενα ποσά υπόκεινται σε ελάχιστο ποσοστό περικοπής 25 %.

2.   Σε περίπτωση που, σύμφωνα με το δίκαιο ενός κράτους μέλους ή τα νομικώς δεσμευτικά έγγραφα που διέπουν ένα από τα δίκτυα ή τα συστήματα που περιγράφονται στην παράγραφο 1, το πιστωτικό ίδρυμα έχει πρόσβαση, εντός 30 ημερολογιακών ημερών, σε μη αναληφθείσα χρηματοδότηση της ρευστότητας από το κεντρικό ίδρυμα ή από άλλο ίδρυμα εντός του ιδίου δικτύου ή συστήματος, η χρηματοδότηση αυτή αντιμετωπίζεται ως στοιχείο ενεργητικού επιπέδου 2B, στον βαθμό που δεν εξασφαλίζεται με ρευστά στοιχεία ενεργητικού και δεν αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34. Εφαρμόζεται ελάχιστο ποσοστό περικοπής 25 % στο μη αναληφθέν δεσμευμένο κεφάλαιο της χρηματοδότησης ρευστότητας.»·

11)

το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι απαιτήσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται μετά την προσαρμογή για τις επιπτώσεις στο απόθεμα ρευστών διαθεσίμων από πράξεις εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, πράξεις εξασφαλισμένου δανεισμού ή πράξεις ανταλλαγής εξασφαλίσεων με τη χρήση ρευστών στοιχείων ενεργητικού για τουλάχιστον ένα σκέλος της πράξης, εφόσον οι πράξεις λήγουν εντός 30 ημερολογιακών ημερών, μετά την αφαίρεση τυχόν ισχυόντων ποσοστών περικοπής και υπό την προϋπόθεση ότι το πιστωτικό ίδρυμα πληροί τις λειτουργικές απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 8.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4.   Η αρμόδια αρχή μπορεί, κατά περίπτωση, να απαλλάσσει από την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3, εν όλω ή εν μέρει, όσον αφορά μία ή περισσότερες πράξεις εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, εξασφαλισμένου δανεισμού ή ανταλλαγής εξασφαλίσεων που χρησιμοποιούν ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τουλάχιστον ένα σκέλος της πράξης και λήγουν εντός 30 ημερολογιακών ημερών, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο αντισυμβαλλόμενος της συναλλαγής ή των συναλλαγών είναι η ΕΚΤ ή η κεντρική τράπεζα κράτους μέλους·

β)

συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που ενέχουν συστημικό κίνδυνο ο οποίος επηρεάζει τον τραπεζικό τομέα ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών·

γ)

η αρμόδια αρχή προέβη σε διαβουλεύσεις με την κεντρική τράπεζα που αποτελεί τον αντισυμβαλλόμενο της συναλλαγής ή των συναλλαγών, καθώς και με την ΕΚΤ όταν αυτή η κεντρική τράπεζα είναι κεντρική τράπεζα του Ευρωσυστήματος, πριν από τη χορήγηση της απαλλαγής.»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5.   Η ΕΑΤ υποβάλλει, έως 19ης Νοεμβρίου 2020, έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την τεχνική καταλληλότητα του μηχανισμού ρευστοποίησης που προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 4, και για το κατά πόσον ενδέχεται να έχει επιζήμιες επιπτώσεις στις επιχειρηματικές δραστηριότητες και το προφίλ κινδύνου των πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα στην Ένωση, στη σταθερότητα και την εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, στην οικονομία ή στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία. Στην έκθεση αυτή αξιολογείται η δυνατότητα να αλλάξει ο μηχανισμός ρευστοποίησης που προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 4 και, σε περίπτωση που η ΕΑΤ κρίνει είτε ότι ο ισχύων μηχανισμός ρευστοποίησης είναι τεχνικώς ακατάλληλος είτε ότι έχει επιζήμιες επιπτώσεις, θα πρέπει να προτείνει εναλλακτικές λύσεις και να αξιολογήσει τις επιπτώσεις τους.

Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την έκθεση της ΕΑΤ που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο κατά την προετοιμασία τυχόν περαιτέρω κατ' εξουσιοδότηση πράξης, σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 460 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.»·

12)

το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 21

Συμψηφισμός των συναλλαγών παραγώγων

1.   Τα πιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν τις εκροές και τις εισροές ρευστότητας που αναμένονται κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 30 ημερολογιακών ημερών, για τις συμβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και για τα πιστωτικά παράγωγα, σε καθαρή βάση και ανά αντισυμβαλλόμενο, με την προϋπόθεση ύπαρξης διμερών συμφωνιών συμψηφισμού οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 295 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα πιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν τις ταμειακές εκροές και εισροές που προκύπτουν από συναλλαγές παραγώγων σε ξένο νόμισμα οι οποίες συνεπάγονται πλήρη ανταλλαγή ποσών αρχικού κεφαλαίου σε ταυτόχρονη βάση (ή εντός της ίδιας ημέρας) σε καθαρή βάση, ακόμη και όταν οι εν λόγω συναλλαγές δεν καλύπτονται από διμερή συμφωνία συμψηφισμού.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η καθαρή βάση θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει τις εξασφαλίσεις που πρόκειται να παρασχεθούν ή να ληφθούν εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών. Ωστόσο, στην περίπτωση εξασφαλίσεων που πρόκειται να ληφθούν εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών, η καθαρή βάση θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει τις εξασφαλίσεις, μόνον εάν πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι εξασφαλίσεις, όταν ληφθούν, θα μπορούν να θεωρηθούν ρευστό στοιχείο ενεργητικού σύμφωνα με τον τίτλο II του παρόντος κανονισμού·

β)

το πιστωτικό ίδρυμα θα δικαιούται νομικά και θα είναι σε θέση λειτουργικά να επαναχρησιμοποιήσει τις εξασφαλίσεις, όταν ληφθούν.»·

13)

το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

το τρέχον ανεξόφλητο υπόλοιπο για τις σταθερές και άλλες καταθέσεις λιανικής, που προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 25·

β)

τα τρέχοντα ανεξόφλητα υπόλοιπα άλλων υποχρεώσεων που καθίστανται ληξιπρόθεσμες, μπορεί να καταστούν απαιτητές από τον εκδότη ή από τον πάροχο της χρηματοδότησης ή συνεπάγονται την προσδοκία του παρόχου της χρηματοδότησης ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα εξοφλήσει την υποχρέωση εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 27 και 28 και στο άρθρο 31α·»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Ο υπολογισμός των εκροών ρευστότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1 υπόκειται σε ενδεχόμενο συμψηφισμό με αλληλοεξαρτώμενες εισροές, που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 26.»·

14)

στο άρθρο 23, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα πιστωτικά ιδρύματα αξιολογούν τακτικά την πιθανότητα και τον δυνητικό όγκο των εκροών ρευστότητας, κατά τη διάρκεια 30 ημερολογιακών ημερών, όσον αφορά τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που δεν αναφέρονται στα άρθρα 27 έως 31α και τα οποία προσφέρουν ή εγγυώνται ή τα οποία οι ενδεχόμενοι αγοραστές θεωρούν συνδεδεμένα με αυτά. Τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, αλλά όχι αποκλειστικά:

α)

άλλες εκτός ισολογισμού και ενδεχόμενες χρηματοδοτικές υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των μη δεσμευμένων χρηματοδοτικών διευκολύνσεων·

β)

μη εκταμιευθέντα δάνεια και προκαταβολές προς αντισυμβαλλομένους χονδρικής·

γ)

στεγαστικά δάνεια που έχουν συμφωνηθεί, αλλά δεν έχουν εκταμιευθεί ακόμη·

δ)

πιστωτικές κάρτες·

ε)

υπεραναλήψεις·

στ)

προγραμματισμένες εκροές που σχετίζονται με την ανανέωση υφιστάμενων δανείων λιανικής ή χονδρικής ή την επέκταση νέων δανείων λιανικής ή χονδρικής·

ζ)

πληρωμές από παράγωγα, εκτός από τις συμβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και πιστωτικά παράγωγα·

η)

εκτός ισολογισμού προϊόντα που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση του εμπορίου.»·

15)

στο άρθρο 25 παράγραφος 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

η κατάθεση είναι λογαριασμός με πρόσβαση αποκλειστικά μέσω διαδικτύου·»·

16)

στο τέλος του άρθρου 26, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Οι αρμόδιες αρχές γνωστοποιούν στην ΕΑΤ ποια ιδρύματα επωφελούνται από τον συμψηφισμό των εκροών με αλληλοεξαρτώμενες εισροές, βάσει του παρόντος άρθρου. Η ΕΑΤ δύναται να ζητήσει δικαιολογητικά.»·

17)

το άρθρο 28 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα πιστωτικά ιδρύματα πολλαπλασιάζουν τις υποχρεώσεις που λήγουν εντός 30 ημερολογιακών ημερών και που προκύπτουν από εξασφαλισμένες πιστοδοτήσεις ή από συναλλαγές με όρους κεφαλαιαγοράς, όπως ορίζονται αντίστοιχα στο άρθρο 192 σημεία 2) και 3) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, επί:

α)

0 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 10 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 1 που αναφέρονται στο άρθρο 10, με εξαίρεση τα καλυμμένα ομόλογα εξαιρετικά υψηλής ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

β)

7 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 10 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού της κατηγορίας που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

γ)

15 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 11 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2A που αναφέρονται στο άρθρο 11·

δ)

25 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 13 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) σημείο i), ii) ή iv)·

ε)

30 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 12 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού της κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο ε)·

στ)

35 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 13 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) σημείο iii) ή v)·

ζ)

50 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 12 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή στ)·

η)

το ποσοστό της ελάχιστης περικοπής που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος κανονισμού, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με μετοχές ή μερίδια σε ΟΣΕ που, εκτός όταν χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις των εν λόγω συναλλαγών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 15, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού του ιδίου επιπέδου με τα υποκείμενα ρευστά στοιχεία ενεργητικού·

θ)

100 %, όταν οι υποχρεώσεις είναι εξασφαλισμένες με στοιχεία ενεργητικού που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής οποιουδήποτε εκ των στοιχείων α) έως η) του παρόντος εδαφίου.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, στις περιπτώσεις όπου ο αντισυμβαλλόμενος στις εξασφαλισμένες πιστοδοτήσεις ή τις συναλλαγές με όρους κεφαλαιαγοράς είναι η εγχώρια κεντρική τράπεζα του πιστωτικού ιδρύματος, το ποσοστό εκροών ισούται με 0 %. Ωστόσο, στις περιπτώσεις όπου η συναλλαγή πραγματοποιείται μέσω υποκαταστήματος με την κεντρική τράπεζα του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας όπου βρίσκεται το υποκατάστημα, εφαρμόζεται ποσοστό εκροής 0 % μόνον εάν το υποκατάστημα έχει την ίδια πρόσβαση σε ρευστότητα κεντρικής τράπεζας, ακόμη και σε περιόδους ακραίων καταστάσεων, όπως τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία έχουν συσταθεί στο εν λόγω κράτος μέλος ή στην τρίτη χώρα.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, για τις εξασφαλισμένες πιστοδοτήσεις ή τις συναλλαγές με όρους κεφαλαιαγοράς που θα απαιτούσαν ποσοστό εκροών, βάσει αυτού του πρώτου εδαφίου, μεγαλύτερο του 25 %, το ποσοστό εκροών ισούται με 25 %, όταν ο αντισυμβαλλόμενος της συναλλαγής είναι επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος.

4.   Οι πράξεις ανταλλαγής εξασφαλίσεων, και οι λοιπές συναλλαγές παρόμοιας μορφής, που λήγουν εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών, οδηγούν σε εκροή, όταν το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας υπόκειται σε απαιτήσεις χαμηλότερης περικοπής, σύμφωνα με το κεφάλαιο 2, σε σχέση με το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοδοσίας. Η εκροή υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας την αγοραία αξία του στοιχείου ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας επί τη διαφορά μεταξύ του ποσοστού εκροών που ισχύει για το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοδοσίας και του ποσοστού εκροών που ισχύει για το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας, που προσδιορίζεται σύμφωνα με τα ποσοστά που καθορίζονται στην παράγραφο 3. Για τους σκοπούς του υπολογισμού αυτού, εφαρμόζεται ποσοστό περικοπής 100 % σε στοιχεία ενεργητικού που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν ρευστά στοιχεία ενεργητικού.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, όταν ο αντισυμβαλλόμενος στην πράξη ανταλλαγής εξασφαλίσεων, ή άλλη συναλλαγή παρόμοιας μορφής, είναι η εγχώρια κεντρική τράπεζα του πιστωτικού ιδρύματος, το ποσοστό εκροών που εφαρμόζεται στην αγοραία αξία του στοιχείου ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας ισούται με 0 %. Ωστόσο, στις περιπτώσεις όπου η συναλλαγή πραγματοποιείται μέσω υποκαταστήματος με την κεντρική τράπεζα του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας όπου βρίσκεται το υποκατάστημα, εφαρμόζεται ποσοστό εκροής 0 % μόνον εάν το υποκατάστημα έχει την ίδια πρόσβαση σε ρευστότητα κεντρικής τράπεζας, ακόμη και σε περιόδους ακραίων καταστάσεων, όπως τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία έχουν συσταθεί στο εν λόγω κράτος μέλος ή στην τρίτη χώρα.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, για τις πράξεις ανταλλαγής εξασφαλίσεων, ή άλλες συναλλαγές παρόμοιας μορφής, που θα απαιτούσαν ποσοστό εκροών μεγαλύτερο του 25 %, βάσει αυτού του πρώτου εδαφίου, το ποσοστό εκροών που εφαρμόζεται στην αγοραία αξία του στοιχείου ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας ισούται με 25 %, όταν ο αντισυμβαλλόμενος είναι επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος.»·

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 7, 8 και 9:

«7.   Τα στοιχεία ενεργητικού που αποτελούν αντικείμενο δανειοληψίας χωρίς εξασφάλιση, τα οποία λήγουν εντός επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών, θεωρείται ότι εξαντλούνται πλήρως, οδηγώντας σε εκροή ύψους 100 % των ρευστών στοιχείων ενεργητικού, εκτός εάν το πιστωτικό ίδρυμα κατέχει τα στοιχεία ενεργητικού που αποτελούν αντικείμενο δανειοληψίας και τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού δεν αποτελούν μέρος του αποθέματος ασφαλείας ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος.

8.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “εγχώρια κεντρική τράπεζα” νοείται οποιαδήποτε από τις εξής:

α)

κάθε κεντρική τράπεζα του Ευρωσυστήματος, όταν το κράτος μέλος καταγωγής του πιστωτικού ιδρύματος έχει υιοθετήσει το ευρώ ως εθνικό του νόμισμα·

β)

η εθνική κεντρική τράπεζα του κράτους μέλους καταγωγής του πιστωτικού ιδρύματος, όταν το εν λόγω κράτος μέλος δεν έχει υιοθετήσει το ευρώ ως εθνικό του νόμισμα·

γ)

η κεντρική τράπεζα της τρίτης χώρας στην οποία έχει συσταθεί το πιστωτικό ίδρυμα.

9.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως “επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος” νοείται οποιαδήποτε από τις εξής:

α)

η κεντρική κυβέρνηση, μια οντότητα του δημόσιου τομέα, μια περιφερειακή κυβέρνηση ή τοπική αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του πιστωτικού ιδρύματος·

β)

η κεντρική κυβέρνηση, μια οντότητα του δημόσιου τομέα, μια περιφερειακή κυβέρνηση ή τοπική αρχή του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας στην οποία έχει συσταθεί το πιστωτικό ίδρυμα, για τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται από το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα.

γ)

μια πολυμερής τράπεζα ανάπτυξης.

Ωστόσο, οι οντότητες του δημόσιου τομέα, οι περιφερειακές κυβερνήσεις και οι τοπικές αρχές υπολογίζονται ως επιλέξιμοι αντισυμβαλλόμενοι μόνον όταν έχουν συντελεστή στάθμισης κινδύνου 20 % ή χαμηλότερο, σύμφωνα με το άρθρο 115 ή το άρθρο 116 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπως ισχύει.»·

18)

στο άρθρο 29, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ο πάροχος και ο αποδέκτης της ρευστότητας θα εμφανίζουν χαμηλό προφίλ κινδύνου ρευστότητας, μετά την εφαρμογή του χαμηλότερου ποσοστού εκροών που προτείνεται στην παράγραφο 1 και την εφαρμογή του ποσοστού εισροών που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου·»·

β)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

το προφίλ κινδύνου ρευστότητας του αποδέκτη της ρευστότητας λαμβάνεται επαρκώς υπόψη κατά τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας του παρόχου της ρευστότητας.»·

19)

το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 2 έως 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το πιστωτικό ίδρυμα υπολογίζει και κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή μια συμπληρωματική εκροή για όλες τις συμβάσεις που συνάπτει, των οποίων οι συμβατικοί όροι οδηγούν, εντός 30 ημερολογιακών ημερών και έπειτα από ουσιώδη επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας του πιστωτικού ιδρύματος, σε συμπληρωματικές εκροές ρευστότητας ή ανάγκες παροχής εξασφαλίσεων. Το πιστωτικό ίδρυμα κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή την εν λόγω εκροή, το αργότερο κατά την υποβολή των αναφορών σύμφωνα με το άρθρο 415 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η εκροή αυτή είναι ουσιώδης όσον αφορά τις δυνητικές εκροές ρευστότητας του πιστωτικού ιδρύματος, απαιτεί από το πιστωτικό ίδρυμα να προσθέσει συμπληρωματική εκροή για τις εν λόγω συμβάσεις, που αντιστοιχεί στις πρόσθετες ανάγκες παροχής εξασφαλίσεων ή εκροές μετρητών που προκύπτουν από ουσιώδη επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας του πιστωτικού ιδρύματος, αντίστοιχα με την υποβάθμιση της εξωτερικής πιστοληπτικής του αξιολόγησης τουλάχιστον κατά τρεις βαθμίδες. Το πιστωτικό ίδρυμα εφαρμόζει ποσοστό εκροής ύψους 100 % σε αυτές τις συμπληρωματικές εξασφαλίσεις ή εκροές μετρητών. Το πιστωτικό ίδρυμα εξετάζει τακτικά την έκταση αυτής της ουσιώδους επιδείνωσης, υπό το πρίσμα των στοιχείων που είναι συναφή βάσει των συμβάσεων που έχει συνάψει, και κοινοποιεί το αποτέλεσμα της εξέτασης αυτής στην αρμόδια αρχή.

3.   Το πιστωτικό ίδρυμα προσθέτει συμπληρωματική εκροή, που αντιστοιχεί σε ανάγκες παροχής εξασφαλίσεων που θα προέκυπταν από τον αντίκτυπο σεναρίου δυσμενών εξελίξεων στην αγορά στις συναλλαγές παραγώγων του πιστωτικού ιδρύματος, εφόσον είναι ουσιώδεις. Ο εν λόγω υπολογισμός πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/208 της Επιτροπής (*5).

4.   Οι εκροές και οι εισροές, που αναμένονται εντός 30 ημερολογιακών ημερών, από τις συμβάσεις που παρατίθενται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και από πιστωτικά παράγωγα, λαμβάνονται υπόψη σε καθαρή βάση, σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού. Στην περίπτωση καθαρής εκροής, το πιστωτικό ίδρυμα πολλαπλασιάζει το αποτέλεσμα με ποσοστό εκροής 100 %. Τα πιστωτικά ιδρύματα δεν περιλαμβάνουν στους εν λόγω υπολογισμούς τις απαιτήσεις ρευστότητας που προκύπτουν από την εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

5.   Όταν το πιστωτικό ίδρυμα έχει αρνητική θέση που καλύπτεται από δανειοληψία τίτλων χωρίς εξασφάλιση, το πιστωτικό ίδρυμα προσθέτει συμπληρωματική εκροή, που αντιστοιχεί στο 100 % της αγοραίας αξίας των τίτλων ή άλλων στοιχείων ενεργητικού που πωλούνται με ανοικτή πώληση, εκτός εάν οι όροι με τους οποίους έχει δανειστεί το πιστωτικό ίδρυμα απαιτούν την επιστροφή τους μόνον έπειτα από 30 ημερολογιακές ημέρες. Όταν η αρνητική θέση καλύπτεται από εξασφαλισμένη συναλλαγή χρηματοδότησης τίτλων, το πιστωτικό ίδρυμα θεωρεί ότι η αρνητική θέση θα διατηρηθεί καθ' όλη τη διάρκεια των 30 ημερολογιακών ημερών και θα λάβει ποσοστό εκροής ύψους 0 %.

(*5)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/208 της Επιτροπής, της 31ης Οκτωβρίου 2016, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις συμπληρωματικές εκροές ρευστότητας που αντιστοιχούν σε ανάγκες παροχής εξασφαλίσεων που προκύπτουν από τον αντίκτυπο σεναρίου δυσμενών εξελίξεων στην αγορά στις συναλλαγές παραγώγων ενός ιδρύματος (ΕΕ L 33 της 8.2.2017, σ. 14).»·"

β)

η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Οι καταθέσεις που λαμβάνονται ως εξασφάλιση δεν θεωρούνται υποχρεώσεις για τους σκοπούς του άρθρου 24, 25, 27, 28 ή 31α, αλλά υπόκεινται στις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 του παρόντος άρθρου, ανάλογα με την περίπτωση. Το ποσό των μετρητών που λαμβάνονται και υπερβαίνουν το ποσό των μετρητών που λαμβάνονται ως εξασφάλιση αντιμετωπίζονται ως καταθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 24, 25, 27, 28 ή 31α.»·

γ)

η παράγραφος 11 απαλείφεται·

δ)

η παράγραφος 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«12.   Όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών βασικής μεσολάβησης, σε περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα έχει καλύψει τις ανοικτές πωλήσεις ενός πελάτη, έχοντας πραγματοποιήσει εσωτερική αντιστοίχισή τους με τα στοιχεία ενεργητικού ενός άλλου πελάτη, και τα στοιχεία ενεργητικού δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ώστε να θεωρηθούν ρευστά στοιχεία ενεργητικού, οι πράξεις αυτές υπόκεινται σε ποσοστό εκροής ύψους 50 % για την ενδεχόμενη υποχρέωση.»·

20)

το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Το μη αναληφθέν δεσμευμένο ποσό της διευκόλυνσης παροχής ρευστότητας που έχει παρασχεθεί σε ΟΕΣΤ, για να μπορέσει η εν λόγω ΟΕΣΤ να αγοράσει στοιχεία ενεργητικού, πλην τίτλων, από πελάτες που δεν είναι χρηματοπιστωτικοί πελάτες, πολλαπλασιάζεται επί 10 %, στο μέτρο που υπερβαίνει το ποσό των συγκεκριμένων στοιχείων ενεργητικού που έχουν αγοραστεί από πελάτες και εφόσον το μέγιστο ποσό που μπορεί να αναληφθεί περιορίζεται δυνάμει σύμβασης στο ποσό των αγοραζόμενων στοιχείων ενεργητικού.»·

β)

στην παράγραφο 9, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο ζ), όταν αυτά τα προνομιακά δάνεια χορηγούνται ως δάνεια άμεσης επανεκχώρησης μέσω άλλου πιστωτικού ιδρύματος που ενεργεί ως διαμεσολαβητής, μπορεί να εφαρμοστεί συμμετρική εισροή και εκροή από το πιστωτικό ίδρυμα που ενεργεί ως διαμεσολαβητής. Η εν λόγω εισροή και εκροή υπολογίζεται εφαρμόζοντας στις μη αναληφθείσες δεσμευμένες πιστωτικές και ταμειακές διευκολύνσεις που ελήφθησαν και χορηγήθηκαν το ποσοστό που ισχύει για τις διευκολύνσεις αυτές δυνάμει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου και τηρώντας τους όρους και τις απαιτήσεις που επιβάλλονται κατά τα άλλα σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.»·

γ)

η παράγραφος 10 απαλείφεται·

21)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 31α:

«Άρθρο 31a

Εκροές από υποχρεώσεις και δεσμεύσεις που δεν καλύπτονται από άλλες διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου

1.   Τα πιστωτικά ιδρύματα πολλαπλασιάζουν με ποσοστό εκροής ύψους 100 % οποιεσδήποτε υποχρεώσεις οι οποίες καθίστανται ληξιπρόθεσμες εντός 30 ημερολογιακών ημερών, πλην των υποχρεώσεων που αναφέρονται στα άρθρα 24 έως 31.

2.   Όταν το σύνολο όλων των συμβατικών δεσμεύσεων για χορήγηση χρηματοδότησης σε μη χρηματοπιστωτικούς πελάτες εντός 30 ημερολογιακών ημερών, εκτός των δεσμεύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 24 έως 31, υπερβαίνει το ποσό των εισροών από αυτούς τους μη χρηματοπιστωτικούς πελάτες, που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο α), το πλεόνασμα υπόκειται σε ποσοστό εκροής ύψους 100 %. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, στους μη χρηματοπιστωτικούς πελάτες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αλλά όχι αποκλειστικά, φυσικά πρόσωπα, ΜΜΕ, εταιρείες, κράτη, πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης και οντότητες του δημόσιου τομέα, αλλά εξαιρούνται οι χρηματοπιστωτικοί πελάτες και οι κεντρικές τράπεζες.»·

22)

το άρθρο 32 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα πιστωτικά ιδρύματα εφαρμόζουν ποσοστό εισροής 100 % στις εισροές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των εξής εισροών:

α)

οφειλόμενων ποσών από κεντρικές τράπεζες και χρηματοπιστωτικούς πελάτες με εναπομένουσα ληκτότητα που δεν υπερβαίνει τις 30 ημερολογιακές ημέρες·

β)

οφειλόμενων ποσών από συναλλαγές χρηματοδότησης του εμπορίου, που αναφέρονται στο άρθρο 162 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με εναπομένουσα ληκτότητα που δεν υπερβαίνει τις 30 ημερολογιακές ημέρες·

γ)

οφειλόμενων ποσών από τίτλους που λήγουν εντός 30 ημερολογιακών ημερών·

δ)

οφειλόμενων ποσών από θέσεις σε κύριους δείκτες μετοχικών τίτλων, υπό τον όρο ότι δεν γίνεται διπλός υπολογισμός με ρευστά στοιχεία ενεργητικού. Τα εν λόγω ποσά περιλαμβάνουν ποσά που οφείλονται βάσει σύμβασης εντός 30 ημερολογιακών ημερών, όπως μερίσματα σε μετρητά από τους εν λόγω κύριους δείκτες και μετρητά που οφείλονται από τους εν λόγω μετοχικούς τίτλους που έχουν πωληθεί, αλλά δεν έχουν ακόμη διακανονιστεί, εάν δεν αναγνωρίζονται ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού σύμφωνα με τον τίτλο II.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, οι εισροές που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο υπόκεινται στις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

τα οφειλόμενα ποσά από μη χρηματοπιστωτικούς πελάτες με εναπομένουσα ληκτότητα που δεν υπερβαίνει τις 30 ημερολογιακές ημέρες, με την εξαίρεση των οφειλόμενων ποσών από τους πελάτες αυτούς από συναλλαγές χρηματοδότησης του εμπορίου ή τίτλους που λήγουν, για την πληρωμή κεφαλαίου μειώνονται κατά το 50 % της αξίας τους. Για τους σκοπούς του παρόντος στοιχείου, ο όρος “μη χρηματοπιστωτικοί πελάτες” έχει την ίδια έννοια όπως στο άρθρο 31α παράγραφος 2. Ωστόσο, τα πιστωτικά ιδρύματα που ενεργούν ως διαμεσολαβητές τα οποία έχουν λάβει δέσμευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο, από πιστωτικό ίδρυμα που έχει συσταθεί και χρηματοδοτείται από την κεντρική ή περιφερειακή κυβέρνηση τουλάχιστον ενός κράτους μέλους, προκειμένου να εκταμιεύουν προνομιακό δάνειο σε τελικό δικαιούχο, ή έχουν λάβει παρόμοια δέσμευση από πολυμερή τράπεζα ανάπτυξης ή οντότητα του δημόσιου τομέα, μπορούν να λαμβάνουν υπόψη μια εισροή έως το ποσό της εκροής που εφαρμόζουν στην αντίστοιχη δέσμευση να χορηγούν τα εν λόγω προνομιακά δάνεια·

β)

τα οφειλόμενα ποσά από εξασφαλισμένες πιστοδοτήσεις και από συναλλαγές με όρους κεφαλαιαγοράς, όπως ορίζονται αντίστοιχα στο άρθρο 192 σημεία 2) και 3) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με εναπομένουσα ληκτότητα που δεν υπερβαίνει τις 30 ημερολογιακές ημέρες, πολλαπλασιάζονται επί:

i)

0 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 10 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 1 που αναφέρονται στο άρθρο 10, με εξαίρεση τα καλυμμένα ομόλογα εξαιρετικά υψηλής ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

ii)

7 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 10 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού της κατηγορίας που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

iii)

15 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 11 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2A που αναφέρονται στο άρθρο 11·

iv)

25 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 13 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) σημείο i), ii) ή iv)·

v)

30 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 12 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού της κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο ε)·

vi)

35 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 13 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) σημείο iii) ή v)·

vii)

50 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 12 του παρόντος κανονισμού, ως ρευστά στοιχεία ενεργητικού οποιασδήποτε κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2B που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή στ)·

viii)

το ποσοστό της ελάχιστης περικοπής που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος κανονισμού, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που, είτε επαναχρησιμοποιούνται σε άλλη συναλλαγή είτε όχι, θα μπορούσαν να θεωρηθούν, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 15, ως μετοχές ή μερίδια σε ΟΣΕ του ιδίου επιπέδου με τα υποκείμενα ρευστά στοιχεία ενεργητικού·

ix)

100 %, όταν είναι εξασφαλισμένα με στοιχεία ενεργητικού που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής οποιουδήποτε εκ των σημείων i) έως viii) του παρόντος στοιχείου.

Ωστόσο, δεν αναγνωρίζονται εισροές, όταν η εξασφάλιση χρησιμοποιείται από το πιστωτικό ίδρυμα για την κάλυψη αρνητικής θέσης, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 5 δεύτερη περίοδος·

γ)

τα οφειλόμενα ποσά από συμβάσεις δανεισμού περιθωρίου που λήγουν εντός των επόμενων 30 ημερολογιακών ημερών, που χορηγήθηκαν έναντι εξασφαλίσεων από μη ρευστά στοιχεία ενεργητικού, μπορούν να λάβουν ποσοστό εισροών 50 %. Οι εν λόγω εισροές μπορούν να ληφθούν υπόψη μόνον όταν το πιστωτικό ίδρυμα δεν χρησιμοποιεί τις εξασφαλίσεις, που έλαβε αρχικά έναντι των δανείων, για την κάλυψη τυχόν αρνητικών θέσεων·

δ)

τα οφειλόμενα ποσά, τα οποία αντιμετωπίζονται από το πιστωτικό ίδρυμα που τα οφείλει σύμφωνα με το άρθρο 27, με εξαίρεση τις καταθέσεις στο κεντρικό ίδρυμα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3, πολλαπλασιάζονται επί το αντίστοιχο συμμετρικό ποσοστό εισροής. Σε περίπτωση που δεν μπορεί να προσδιοριστεί το αντίστοιχο ποσοστό, εφαρμόζεται ποσοστό εισροής 5 %·

ε)

οι πράξεις ανταλλαγής εξασφαλίσεων, και οι λοιπές συναλλαγές παρόμοιας μορφής, που λήγουν εντός 30 ημερολογιακών ημερών, οδηγούν σε εισροή, όταν το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοδοσίας υπόκειται σε απαιτήσεις χαμηλότερης περικοπής, σύμφωνα με το κεφάλαιο 2, σε σχέση με το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας. Η εισροή υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας την αγοραία αξία του στοιχείου ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοδοσίας επί τη διαφορά μεταξύ του ποσοστού εισροών που ισχύει για το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοληψίας και του ποσοστού εισροών που ισχύει για το στοιχείο ενεργητικού που αποτελεί αντικείμενο δανειοδοσίας, σύμφωνα με τα ποσοστά που καθορίζονται στο στοιχείο β). Για τους σκοπούς του υπολογισμού αυτού, εφαρμόζεται ποσοστό περικοπής 100 % σε στοιχεία ενεργητικού που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθούν ρευστά στοιχεία ενεργητικού.

στ)

όταν η εξασφάλιση που λαμβάνεται μέσω συναλλαγών αγοράς με συμφωνία επαναπώλησης, δανειοληψίας τίτλων, ανταλλαγής εξασφαλίσεων, ή άλλης συναλλαγής παρόμοιας μορφής, που λήγουν εντός 30 ημερολογιακών ημερών, χρησιμοποιείται για την κάλυψη αρνητικών θέσεων που μπορεί να παραταθούν πέραν των 30 ημερολογιακών ημερών, το πιστωτικό ίδρυμα θεωρεί ότι οι εν λόγω συναλλαγές αγοράς με συμφωνία επαναπώλησης, δανειοληψίας τίτλων, ανταλλαγής εξασφαλίσεων, ή άλλης συναλλαγής παρόμοιας μορφής, θα ανανεωθούν και δεν θα οδηγήσουν σε τυχόν ταμειακές εισροές που αντικατοπτρίζουν την ανάγκη να συνεχίσει να καλύπτει την αρνητική θέση ή να αγοράσει εκ νέου τους σχετικούς τίτλους. Οι αρνητικές θέσεις περιλαμβάνουν τόσο τις περιπτώσεις όπου σε ένα χαρτοφυλάκιο αντιστοιχισμένων θέσεων το πιστωτικό ίδρυμα πραγματοποίησε οριστική ανοικτή πώληση ενός τίτλου, στο πλαίσιο μιας συναλλακτικής στρατηγικής ή στρατηγικής αντιστάθμισης, όσο και τις περιπτώσεις όπου σε ένα χαρτοφυλάκιο αντιστοιχισμένων θέσεων το πιστωτικό ίδρυμα έχει δανειστεί έναν τίτλο για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και τον έχει δανείσει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα·

ζ)

δεν λαμβάνονται υπόψη ως εισροή μη αναληφθείσες πιστωτικές ή ταμειακές διευκολύνσεις, μεταξύ των οποίων μη αναληφθείσες δεσμευμένες ταμειακές διευκολύνσεις από κεντρικές τράπεζες, και άλλες δεσμεύσεις που έχουν ληφθεί, πλην αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 34·

η)

τα οφειλόμενα ποσά από τίτλους που έχουν εκδοθεί από το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα ή μια ΟΕΣΤ με την οποία το πιστωτικό ίδρυμα διατηρεί στενούς δεσμούς λαμβάνονται υπόψη σε καθαρή βάση και εφαρμόζοντας ποσοστό εισροών με βάση το ποσοστό εισροών που εφαρμόζεται στα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού σύμφωνα με το παρόν άρθρο·

θ)

τα δάνεια με μη προσδιορισμένη συμβατική ημερομηνία λήξης λαμβάνονται υπόψη με ποσοστό εισροής 20 %, υπό τον όρο ότι η σύμβαση επιτρέπει στο πιστωτικό ίδρυμα να προβεί σε ανάληψη ή να ζητήσει πληρωμή εντός 30 ημερολογιακών ημερών.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Οι εκροές και οι εισροές που αναμένονται εντός 30 ημερολογιακών ημερών, από τις συμβάσεις που παρατίθενται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και από πιστωτικά παράγωγα, υπολογίζονται σε καθαρή βάση, σύμφωνα με το άρθρο 21, και πολλαπλασιάζονται με ποσοστό εισροής 100 % σε περίπτωση καθαρής εισροής.»·

23)

το άρθρο 34 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ο πάροχος και ο αποδέκτης της ρευστότητας θα εμφανίζουν χαμηλό προφίλ κινδύνου ρευστότητας, μετά την εφαρμογή του υψηλότερου ποσοστού εισροών που προτείνεται στην παράγραφο 1 και την εφαρμογή του ποσοστού εκροών που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου·»·

β)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

το προφίλ κινδύνου ρευστότητας του αποδέκτη της ρευστότητας λαμβάνεται επαρκώς υπόψη κατά τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας του παρόχου της ρευστότητας.»·

24)

το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

Ποσό του “πλεονάσματος των ρευστών διαθεσίμων”: το ποσό αυτό αποτελείται από τα στοιχεία που ορίζονται στο παρόν:

α)

το προσαρμοσμένο ποσό των στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 1 πλην καλυμμένων ομολόγων, το οποίο ισούται με την αξία, έπειτα από περικοπές, του συνόλου των ρευστών στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 1, εξαιρουμένων των καλυμμένων ομολόγων επιπέδου 1, τα οποία κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα μετά τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, εξασφαλισμένου δανεισμού ή ανταλλαγής εξασφαλίσεων, που λήγει εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υπολογισμού, και εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα και ο αντισυμβαλλόμενος ανταλλάσσουν ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τουλάχιστον ένα σκέλος της πράξης·

β)

το προσαρμοσμένο ποσό των καλυμμένων ομολόγων επιπέδου 1, το οποίο ισούται με την αξία, έπειτα από περικοπές, του συνόλου των καλυμμένων ομολόγων επιπέδου 1, τα οποία κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα μετά τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, εξασφαλισμένου δανεισμού ή ανταλλαγής εξασφαλίσεων, που λήγει εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υπολογισμού, και εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα και ο αντισυμβαλλόμενος ανταλλάσσουν ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τουλάχιστον ένα σκέλος της πράξης·

γ)

το προσαρμοσμένο ποσό των στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2A, το οποίο ισούται με την αξία, έπειτα από περικοπές, του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2A, τα οποία κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα μετά τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, εξασφαλισμένου δανεισμού ή ανταλλαγής εξασφαλίσεων, που λήγει εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υπολογισμού, και εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα και ο αντισυμβαλλόμενος ανταλλάσσουν ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τουλάχιστον ένα σκέλος της πράξης· και

δ)

το προσαρμοσμένο ποσό των στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2Β, το οποίο ισούται με την αξία, έπειτα από περικοπές, του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού επιπέδου 2Β, τα οποία κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα μετά τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, εξασφαλισμένου δανεισμού ή ανταλλαγής εξασφαλίσεων, που λήγει εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υπολογισμού, και εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα και ο αντισυμβαλλόμενος ανταλλάσσουν ρευστά στοιχεία ενεργητικού για τουλάχιστον ένα σκέλος της πράξης.»·

β)

η παράγραφος 5 απαλείφεται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από 30ής Απριλίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2018.

Για την Επιτροπή

Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα (ΕΕ L 11 της 17.1.2015, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με τη δημιουργία ειδικού πλαισίου για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 35).


30.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/25


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/1621 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Οκτωβρίου 2018

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/2080 όσον αφορά την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που πωλείται μέσω διαγωνισμού

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1240 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2016, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη δημόσια παρέμβαση και την ενίσχυση για ιδιωτική αποθεματοποίηση (2), και ιδίως το άρθρο 28,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να καθοριστούν οι ποσότητες του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που καλύπτονται από τον διαγωνισμό ο οποίος προκηρύχθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/2080 (3) της Επιτροπής, το άρθρο 1 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει προθεσμία για τη δημόσια αποθεματοποίηση αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας κατάστασης στην αγορά γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, όσον αφορά την ανάκαμψη των τιμών και το υψηλό επίπεδο των αποθεμάτων παρέμβασης, είναι σκόπιμο να διατεθεί προς πώληση πρόσθετη ποσότητα αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη, με αλλαγή της ημερομηνίας εισόδου στο απόθεμα.

(3)

Επομένως, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2080 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Για να καταστεί το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη διαθέσιμο προς πώληση χωρίς καθυστέρηση, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/2080, η ημερομηνία «1η Ιουλίου 2016» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Αυγούστου 2016».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2018.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 206 της 30.7.2016, σ. 71.

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2080 της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 2016, για την προκήρυξη διαγωνισμού πώλησης αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 321 της 29.11.2016, σ. 45).


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

30.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/26


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/1622 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Οκτωβρίου 2018

σχετικά με τη μη έγκριση ορισμένων δραστικών ουσιών βιοκτόνων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 89 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 της Επιτροπής (2), όπως έχει τροποποιηθεί από τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/698 (3), θεσπίζει, στο παράρτημα II, κατάλογο με συνδυασμούς δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα επανεξέτασης των υπαρχουσών δραστικών ουσιών σε βιοκτόνα την 3η Φεβρουαρίου 2017.

(2)

Για μια σειρά συνδυασμών δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος που περιλαμβάνονται στον εν λόγω κατάλογο, όλοι οι συμμετέχοντες απέσυραν την υποστήριξή τους έγκαιρα.

(3)

Όσον αφορά ορισμένες δραστικές ουσίες που παράγονται επί τόπου, η ονομασία των δραστικών αυτών ουσιών και των πρόδρομων ουσιών τους, οι οποίες υποστηρίζονται στο πλαίσιο του προγράμματος επανεξέτασης, έχει αποσαφηνιστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια. Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει, σε ορισμένες περιπτώσεις, στον επαναπροσδιορισμό της δραστικής ουσίας σύμφωνα με το άρθρο 13 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014.

(4)

Δημοσιεύτηκε κοινοποίηση με την οποία προσκαλούνται τα πρόσωπα που επιθυμούν να υποστηρίξουν αυτούς τους συνδυασμούς δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος, οι οποίοι επαναπροσδιορίστηκαν και επί του παρόντος δεν υποστηρίζονται, συμπεριλαμβανομένης της επί τόπου παραγωγής των δραστικών ουσιών για τους τύπους προϊόντος που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014, έτσι ώστε ο ρόλος του συμμετέχοντος να μπορεί να αναληφθεί από κάποιον άλλο.

(5)

Για ορισμένους συνδυασμούς δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος δεν έχει υποβληθεί κοινοποίηση ή η κοινοποίηση έχει υποβληθεί και απορριφθεί δυνάμει των παραγράφων 4 ή 5 του άρθρου 17 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 20 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014, οι εν λόγω συνδυασμοί δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος δεν θα πρέπει να εγκρίνονται για χρήση σε βιοκτόνα.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής βιοκτόνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι δραστικές ουσίες που παρατίθενται στο παράρτημα δεν εγκρίνονται για τους τύπους προϊόντων οι οποίοι αναφέρονται σε αυτό.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

(2)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 της Επιτροπής, της 4ης Αυγούστου 2014, σχετικά με το πρόγραμμα εργασιών για τη συστηματική εξέταση όλων των υπαρχουσών δραστικών ουσιών που περιέχονται σε βιοκτόνα τα οποία αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 294 της 10.10.2014, σ. 1).

(3)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/698 της Επιτροπής, της 3ης Φεβρουαρίου 2017, για την τροποποίηση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014 σχετικά με το πρόγραμμα εργασιών για τη συστηματική εξέταση όλων των υπαρχουσών δραστικών ουσιών που περιέχονται σε βιοκτόνα τα οποία αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 103 της 19.4.2017, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Συνδυασμοί δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος που δεν εγκρίνονται, συμπεριλαμβανομένης κάθε μορφής νανοϋλικού:

η επί τόπου παραγωγή των δραστικών ουσιών για τους τύπους προϊόντος που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014, εκτός εάν η δραστική ουσία παράγεται από την/τις πρόδρομη/-ες ουσία/-ες που αναφέρεται/-ονται στην καταχώριση του πίνακα του εν λόγω παραρτήματος για τους συγκεκριμένους συνδυασμούς δραστικής ουσίας/τύπου προϊόντος·

οι συνδυασμοί ουσίας/τύπου προϊόντος που απαριθμούνται στον παρακάτω πίνακα, συμπεριλαμβανομένης κάθε επί τόπου παραγωγής των εν λόγω ουσιών με τη χρήση οποιασδήποτε πρόδρομης ουσίας που δεν αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014:

Αριθμός καταχώρισης στο παράρτημα II του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1062/2014

Ονομασία της ουσίας

Κράτος μέλος - εισηγητής

Αριθμός EC

Αριθμός CAS

Τύπος/-οι προϊόντος

60

Κιτρικό οξύ

BE

201-069-1

77-92-9

1

172

Χλωριούχο κετυλοπυριδίνιο

UK

204-593-9

123-03-5

2

195

2-διφαινυλικό νάτριο

ES

205-055-6

132-27-4

1, 2, 3

288

N-(Διχλωροφθορο-μεθυλοθειο)-N′,N′-διμεθυλο-N-φαινυλοσουλφαμίδιο (Dichlofluanid)

UK

214-118-7

1085-98-9

7

365

Άλας του πυριδινο-2-θειολ 1-οξειδίου με νάτριο (Sodium pyrithione)

SE

223-296-5

3811-73-2

3

401

Άργυρος

SE

231-131-3

7440-22-4

9

405

Διοξείδιο του θείου

DE

231-195-2

7446-09-5

4

424

Βρωμιούχο νάτριο

NL

231-599-9

7647-15-6

2, 11, 12

458

Θειικό αμμώνιο

UK

231-984-1

7783-20-2

11,12

1016

Χλωριούχος άργυρος

SE

232-033-3

7783-90-6

10, 11

515

Βρωμιούχο αμμώνιο

SE

235-183-8

12124-97-9

11, 12

526

2-διφαινυλικό κάλιο

ES

237-243-9

13707-65-8

6, 9, 10, 13

529

Βρωμοχλωρίδιο

NL

237-601-4

13863-41-7

11

541

π-χλωρο-μ-κρεσολικό νάτριο

FR

239-825-8

15733-22-9

1, 2, 3, 6, 9, 13

609

Μείγμα cis- και trans-π-μινθανο-3,8-διόλης (Κιτριοδιόλη)

UK

Μη διαθέσιμο

Μη διαθέσιμο

19

620

Θειικό τετράκις(υδροξυμεθυλο)φωσφόνιο (1:2) (THPS)

MT

259-709-0

55566-30-8

2

673

Χλωριούχο διδεκυλοδιμεθυλαμμώνιο [DDAC (C8-10)]

IT

270-331-5

68424-95-3

5

785

6-(φθαλιμιδο)υπεροξυεξανικό οξύ (PAP)

IT

410-850-8

128275-31-0

3, 4

792

Σύμπλοκο τετραχλωροδεκαοξειδίου (TCDO)

DE

420-970-2

92047-76-2

1

952

Bacillus sphaericus εκτός από Bacillus sphaericus 2362, στέλεχος ABTS-1743

IT

Μικροοργανισμός

143447-72-7

18

955

Bacillus thuringiensis subsp.israelensis ορότυπος H14, εκτός του στελέχους AM65-52 και του στελέχους SA3A

IT

Μικροοργανισμός

Μη διαθέσιμο

18

957

Bacillus subtilis

DE

Μικροοργανισμός

Μη διαθέσιμο

3

939

Ενεργό χλώριο: παρασκευάζεται με αντίδραση υποχλωριώδους οξέος και υποχλωριώδους νατρίου που παράγονται επιτόπου

SK

Μείγμα

Μη διαθέσιμο

2, 3, 4, 5, 11, 12

824

Ζεόλιθος αργύρου-ψευδαργύρου

SE

Μη διαθέσιμο

130328-20-0

5

1013

Ζεόλιθος αργύρου-χαλκού

SE

Μη διαθέσιμο

130328-19-7

5

835

Esfenvalerate/(S)-2-(4-χλωροφαινυλο)-3-μεθυλοβουτυρικό (S)-α-κυανο-3-φαινοξυβενζύλιο (Esfenvalerate)

PT

Φυτοπροστατευτικό προϊόν

66230-04-4

18


30.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/30


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/1623 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Οκτωβρίου 2018

σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κουνούπια μολυσμένα με Wolbachia με μη φυσικό τρόπο τα οποία χρησιμοποιούνται για σκοπούς ελέγχου των φορέων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 28 Σεπτεμβρίου 2017 η Γαλλία ζήτησε από την Επιτροπή να αποφασίσει αν τα βακτήρια του γένους Wolbachia («τα βακτήρια») ή κάθε παρασκεύασμα που περιέχει τα βακτήρια με τα οποία θα ενοφθαλμιστούν τα κουνούπια, καθώς και κουνούπια μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο με τα βακτήρια («κουνούπια μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο») που χρησιμοποιούνται για σκοπούς ελέγχου των φορέων είναι βιοκτόνα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 ή κατεργασμένα αντικείμενα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) του εν λόγω κανονισμού ή τίποτε από τα δύο.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλε η Γαλλία, τα εν λόγω ενδοκυττάρια βακτήρια μεταδίδονται κάθετα, κληρονομούνται από τη μητέρα και είναι φυσικά παρόντα στο 40 % περίπου των αρθροπόδων. Η μόλυνση των κουνουπιών από τα βακτήρια μπορεί να μειώσει την ικανότητα ορισμένων κουνουπιών να μεταδίδουν ορισμένους παθογόνους ιούς και παράσιτα, παρεμβαίνοντας στους εν λόγω παθογόνους παράγοντες εντός των κουνουπιών, και προάγει την αναπαραγωγή μολυσμένων θηλυκών κουνουπιών και την εξάπλωση των βακτηρίων στον πληθυσμό των κουνουπιών. Επιπλέον, καθώς τα αρσενικά κουνούπια που έχουν μολυνθεί από τα βακτήρια είναι ασύμβατα με τοπικά θηλυκά κουνούπια, η εισαγωγή αυτών των μολυσμένων αρσενικών κουνουπιών στον πληθυσμό-στόχο μειώνει τη δυνατότητα αναπαραγωγής του. Ως εκ τούτου, οι εκστρατείες ελέγχου φορέων βασίζονται στην ελευθέρωση κουνουπιών μολυσμένων με μη φυσικό τρόπο σε πληθυσμό κουνουπιών, με σκοπό να ελεγχθεί το μέγεθος του πληθυσμού και/ή να μειωθεί η ικανότητά τους να μεταδίδουν συγκεκριμένα παθογόνα στον άνθρωπο.

(3)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τη Γαλλία, δεν είναι όλα τα είδη των κουνουπιών ή τα μεμονωμένα κουνούπια εντός ενός είδους μολυσμένα με φυσικό τρόπο με τα βακτήρια ή με στέλεχος των βακτηρίων που είναι εκμεταλλεύσιμο για τους σκοπούς του ελέγχου φορέων. Ως εκ τούτου, οι μη φυσικές μολύνσεις πρέπει να διενεργούνται υπό εργαστηριακές συνθήκες, προκειμένου να δημιουργηθούν κουνούπια μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο με κατάλληλο στέλεχος των βακτηρίων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με διάφορες τεχνικές μόλυνσης, συμπεριλαμβανομένου του ενοφθαλμισμού των βακτηρίων σε ενήλικα θηλυκά κουνούπια ή στο κυτταρόπλασμα των αυγών των κουνουπιών.

(4)

Ως εκ τούτου, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, είναι σημαντικό να αξιολογείται χωριστά το καθεστώς των βακτηρίων ή κάθε παρασκευάσματος που περιέχει τα βακτήρια που θα ενοφθαλμίζονται σε κουνούπια και το καθεστώς των κουνουπιών που είναι μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο, ανεξαρτήτως της τεχνικής της μόλυνσης που χρησιμοποιείται.

(5)

Τα βακτήρια είναι μικροοργανισμοί κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(6)

Τα κουνούπια είναι επιβλαβείς οργανισμοί κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, δεδομένου ότι ενδέχεται να έχουν ανεπιθύμητη παρουσία ή επιζήμια επίδραση στον άνθρωπο ή στα ζώα.

(7)

Τα βακτήρια έχουν έμμεση δράση στον πληθυσμό των κουνουπιών, είτε με τον έλεγχο του μεγέθους του είτε με τη μείωση της ικανότητάς του να μεταδίδει συγκεκριμένα παθογόνα και, συνεπώς, θα πρέπει να θεωρηθούν δραστική ουσία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(8)

Ο τύπος προϊόντων 18, εντομοκτόνα, ακαρεοκτόνα και προϊόντα για την καταπολέμηση άλλων αρθροπόδων, όπως ορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, καλύπτει προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση αρθροπόδων, με άλλα μέσα πλην της απώθησης ή της προσέλκυσής τους. Δεδομένου ότι τα βακτήρια ενοφθαλμίζονται σε κουνούπια με την πρόθεση να ασκήσουν περιοριστική δράση σε πληθυσμούς κουνουπιών, η χρήση αυτή εμπίπτει στην περιγραφή του τύπου προϊόντων 18.

(9)

Τα βακτήρια ή το παρασκεύασμα που περιέχει τα βακτήρια ασκούν περιοριστική δράση σε κουνούπια με άλλα μέσα πέραν της απλής φυσικής ή μηχανικής δράσης.

(10)

Για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, τα βακτήρια ή τα παρασκευάσματα που περιέχουν τα βακτήρια θα πρέπει να θεωρηθούν ουσία ή μείγμα, αντιστοίχως, που αποτελείται από ή περιέχει μια δραστική ουσία. Κατά συνέπεια, τα βακτήρια ή κάθε παρασκεύασμα που περιέχει τα βακτήρια, όπως παρέχονται στον χρήστη που πραγματοποιεί τον ενοφθαλμισμό σε κουνούπια, είναι βιοκτόνα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 και υπάγονται στον τύπο προϊόντων 18.

(11)

Τα μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο κουνούπια δεν είναι μικροοργανισμοί κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(12)

Τα μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο κουνούπια δεν είναι ουσία ή μείγμα κατά την έννοια του άρθρου 3 σημεία 1 και 2, αντίστοιχα, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, τα κουνούπια αυτά δεν είναι ούτε ουσία ούτε μείγμα για τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού.

(13)

Κατά συνέπεια, τα μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο κουνούπια δεν είναι δραστική ουσία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012. Ως εκ τούτου, τα μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο κουνούπια δεν μπορούν να είναι βιοκτόνο κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση του εν λόγω κανονισμού.

(14)

Τα μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο κουνούπια δεν είναι αντικείμενα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012, δεν θεωρούνται αντικείμενα για τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού. Συνεπώς, τα μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο κουνούπια δεν μπορούν να θεωρηθούν κατεργασμένα αντικείμενα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

(15)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής βιοκτόνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα βακτήρια του γένους Wolbachia ή κάθε παρασκεύασμα που περιέχει τα εν λόγω βακτήρια που χρησιμοποιούνται για τον ενοφθαλμισμό των εν λόγω βακτηρίων σε κουνούπια με στόχο τη δημιουργία μολυσμένων με μη φυσικό τρόπο κουνουπιών για σκοπούς ελέγχου φορέων θεωρούνται βιοκτόνο κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

Κουνούπια μολυσμένα με μη φυσικό τρόπο, ανεξάρτητα από την τεχνική της μόλυνσης που χρησιμοποιείται, δεν θεωρούνται ούτε βιοκτόνο ούτε κατεργασμένο αντικείμενο κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχεία α) και ιβ), αντιστοίχως, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/EΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1)