ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

61ό έτος
25 Μαΐου 2018


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2018/760 του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 2018, για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα

1

 

 

Συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα

3

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/761 της Επιτροπής, της 16ης Φεβρουαρίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφάλειας μετά την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής ( 1)

16

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/762 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2018, για τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας σχετικά με τις απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 ( 1)

26

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/763 της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό πρακτικών ρυθμίσεων για την έκδοση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων κατ' εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 653/2007 της Επιτροπής ( 1)

49

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/764 της Επιτροπής, της 2ας Μαΐου 2018, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους όρους πληρωμής τους ( 1)

68

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/765 της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2018, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/2080 όσον αφορά την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που πωλείται μέσω διαγωνισμού

73

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/766 της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2018, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95 όσον αφορά τον καθορισμό των αντιπροσωπευτικών τιμών στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης

74

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/767 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2018, σχετικά με τον καθορισμό της χρονικής περιόδου των ένατων εκλογών των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία

76

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2018/768 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2018, για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην 55η σύνοδο της επιτροπής εμπειρογνωμόνων σε θέματα μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων του Διακυβερνητικού Οργανισμού για τις Διεθνείς Σιδηροδρομικές Μεταφορές όσον αφορά ορισμένες τροποποιήσεις του προσαρτήματος Γ της σύμβασης για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές

77

 

*

Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/769 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2018, για τον διορισμό τριών τακτικών μελών, έπειτα από πρόταση του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

80

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2018/770 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2018, για τον διορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους, έπειτα από πρόταση του Βασιλείου της Ισπανίας, στην Επιτροπή των Περιφερειών

81

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση απόφαση (ΕΕ) 2018/771 της Επιτροπής, της 25ης Ιανουαρίου 2018, σχετικά με το εφαρμοστέο σύστημα αξιολόγησης και επαλήθευσης της σταθερότητας της επίδοσης των διατάξεων αγκύρωσης που χρησιμοποιούνται σε δομικά έργα και προορίζονται να αποτρέπουν την πτώση προσώπων από ύψος ή να ανακόπτουν πτώσεις από ύψος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1)

82

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/1


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/760 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 14ης Μαΐου 2018

για τη σύναψη συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο v),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 19 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη προοδευτικής ελευθέρωσης των εμπορικών συναλλαγών στον τομέα των γεωργικών προϊόντων.

(2)

Σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2017/2182 του Συμβουλίου (2), η συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα («συμφωνία») υπογράφτηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2017, με την επιφύλαξη της σύναψής της.

(3)

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται, εξ ονόματος της Ένωσης, η συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου ορίζει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να καταθέσουν, εξ ονόματος της Ένωσης, το έγγραφο αποδοχής που προβλέπεται στη συμφωνία (3).

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 14 Μαΐου 2018.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

E. ZAHARIEVA


(1)  Έγκριση της 17ης Απριλίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα)

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2017/2182 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2017, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 309 της 24.11.2017, σ. 1).

(3)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/3


ΣΥΜΦΩΝΊΑ

υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη χορήγηση συμπληρωματικών εμπορικών προτιμήσεων για γεωργικά προϊόντα

Α.   Επιστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κυρία,

Έχω την τιμή να αναφερθώ στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας («συμβαλλόμενα μέρη»), σχετικά με τις διμερείς εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των γεωργικών προϊόντων, οι οποίες ολοκληρώθηκαν στις 5 Απριλίου 2017.

Νέος γύρος διαπραγματεύσεων σχετικά με τις εμπορικές συναλλαγές στον τομέα της γεωργίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της νορβηγικής κυβέρνησης ξεκίνησε βάσει του άρθρου 19 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο («συμφωνία ΕΟΧ»), με σκοπό την προώθηση προοδευτικής ελευθέρωσης των γεωργικών συναλλαγών μεταξύ των μερών, σε προτιμησιακή, αμοιβαία και εκατέρωθεν επωφελή βάση. Οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν σε τακτική βάση, αφού ελήφθη δεόντως υπόψη η εξέλιξη των γεωργικών πολιτικών και περιστάσεων εκάστου των συμβαλλομένων μερών, συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης των διμερών συναλλαγών και των εμπορικών συνθηκών με άλλους εμπορικούς εταίρους.

Σας επιβεβαιώνω ότι τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων έχουν ως εξής:

1.

Η Νορβηγία δεσμεύεται να χορηγήσει πρόσβαση άνευ δασμών στα προϊόντα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα I της παρούσας συμφωνίας.

2.

Η Νορβηγία δεσμεύεται να καθορίσει δασμολογικές ποσοστώσεις για τα προϊόντα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα II της παρούσας συμφωνίας.

3.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύεται να χορηγήσει πρόσβαση άνευ δασμών στα προϊόντα καταγωγής Νορβηγίας τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα IΙΙ της παρούσας συμφωνίας.

4.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύεται να καθορίσει δασμολογικές ποσοστώσεις για τα προϊόντα καταγωγής Νορβηγίας τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα IV της παρούσας συμφωνίας.

5.

Οι κωδικοί δασμολογίου που παρατίθενται στα παρατήματα I έως ΙV της παρούσας συμφωνίας αναφέρονται σε εκείνους που εφαρμόζονται στα συμβαλλόμενα μέρη από την 1η Ιανουαρίου 2017.

6.

Η εφαρμογή μιας ενδεχόμενης μελλοντικής συμφωνίας του ΠΟΕ για τη γεωργία δεν θα θίξει τις υφιστάμενες δασμολογικές ποσοστώσεις εισαγωγών στη Νορβηγία 600 τόνων χοιρείου κρέατος, 800 τόνων κρέατος πουλερικών και 900 τόνων βοείου κρέατος, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας, που υπεγράφη στις 15 Απριλίου 2011 («συμφωνία του 2011»). Ως εκ τούτου, το σημείο 7 της συμφωνίας του 2011 απαλείφεται.

7.

Όσον αφορά την πρόσθετη δασμολογική ποσόστωση για τις εισαγωγές 1 200 τόνων τυριού και πηγμένου γάλακτος για τυρί στη Νορβηγία, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι 700 τόνοι θα αποτελέσουν αντικείμενο διαχείρισης μέσω δημοπρασίας και 500 τόνοι θα υπαχθούν στο σύστημα χορήγησης πιστοποιητικών.

8.

Τα συμβαλλόμενα μέρη θα συνεχίσουν να καταβάλλουν προσπάθειες για την παγίωση όλων των διμερών παραχωρήσεων (των ήδη ισχυουσών και των προβλεπόμενων στην παρούσα συμφωνία), σε νέα ανταλλαγή επιστολών, η οποία αναμένεται να αντικαταστήσει τις υφιστάμενες διμερείς γεωργικές συμφωνίες.

9.

Οι κανόνες καταγωγής για τον σκοπό της εφαρμογής των παραχωρήσεων που αναφέρονται στα παραρτήματα I έως ΙV της παρούσας συμφωνίας καθορίζονται στο παράρτημα IV της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών της 2ας Μαΐου 1992 («συμφωνία του 1992»). Ωστόσο, εφαρμόζεται το παράρτημα II του πρωτοκόλλου 4 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ αντί του προσαρτήματος του παραρτήματος IV της συμφωνίας του 1992.

10.

Τα συμβαλλόμενα μέρη διασφαλίζουν ότι δεν θίγονται οι παραχωρήσεις που χορηγούν αμοιβαία.

11.

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να διασφαλίζουν ότι η διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων θα γίνεται κατά τρόπο που εγγυάται ότι οι εισαγωγές πραγματοποιούνται τακτικά και ότι οι ποσότητες που έχουν συμφωνηθεί για εισαγωγή μπορούν πράγματι να εισαχθούν.

12.

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να ανταλλάσσουν τακτικά πληροφορίες για τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο εμπορίου, τη διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων, τις τιμές και οιεσδήποτε άλλες χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τις αντίστοιχες εγχώριες αγορές και την εφαρμογή των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων αυτών.

13.

Οι διαβουλεύσεις θα πραγματοποιούνται κατόπιν σχετικού αιτήματος οιουδήποτε των συμβαλλομένων μερών για κάθε θέμα που σχετίζεται με την εφαρμογή των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων αυτών. Σε περίπτωση δυσκολίας στην εφαρμογή, οι διαβουλεύσεις αυτές θα πραγματοποιούνται το συντομότερο δυνατό, με σκοπό τη λήψη των κατάλληλων διορθωτικών μέτρων.

14.

Τα συμβαλλόμενα μέρη επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 19 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη προοδευτικής ελευθέρωσης των γεωργικών συναλλαγών. Για τον σκοπό αυτόν, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να προβούν, σε μια διετία, σε νέα επανεξέταση των όρων που διέπουν το εμπόριο γεωργικών προϊόντων, με σκοπό να διερευνήσουν πιθανές παραχωρήσεις.

15.

Σε περίπτωση νέας διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα συμβαλλόμενα μέρη θα προβούν σε εκτίμηση των επιπτώσεων στις διμερείς συναλλαγές, προκειμένου να προσαρμόσουν τις διμερείς προτιμήσεις κατά τρόπο ώστε να μπορέσουν να συνεχιστούν οι προϋπάρχουσες προτιμησιακές εμπορικές ροές μεταξύ της Νορβηγίας και των χωρών που προσχωρούν.

Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης της τελευταίας πράξης έγκρισης.

Παρακαλώ να μου επιβεβαιώσετε ότι η κυβέρνησή σας συμφωνεί με τα ανωτέρω.

Με εξαιρετική εκτίμηση,

Съставено в Брюксел на

Hecho en Bruselas, el

V Bruselu dne

Udfærdiget i Bruxelles, den

Geschehen zu Brüssel am

Brüssel,

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις

Done at Brussels,

Fait à Bruxelles, le

Sastavljeno u Bruxellesu

Fatto a Bruxelles, addì

Briselē,

Priimta Briuselyje,

Kelt Brüsszelben,

Magħmul fi Brussell,

Gedaan te Brussel,

Sporządzono w Brukseli, dnia

Feito em Bruxelas,

Întocmit la Bruxelles,

V Bruseli

V Bruslju,

Tehty Brysselissä

Utfärdat i Bryssel den

Utferdiget i Brussel,

Image

За Европейския съюз

Рог la Unión Europea

Za Evropskou unii

For Den Europæiske Union

Für die Europäische Union

Euroopa Liidu nimel

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

For the European Union

Pour l'Union européenne

Za Europsku uniju

Per l'Unione europea

Eiropas Savienības vārdā –

Europos Sąjungos vardu

Az Európai Unió részéről

Għall-Unjoni Ewropea

Voor de Europese Unie

W imieniu Unii Europejskiej

Pela União Europeia

Pentru Uniunea Europeană

Za Európsku úniu

Za Evropsko unijo

Euroopan unionin puolesta

För Europeiska unionen

For Den europeiske union

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΑΝΕΥ ΔΑΣΜΩΝ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ

Κωδικός νορβηγικού δασμολογίου

Περιγραφή των προϊόντων

01.01.2100

Άλογα, γαϊδούρια και μουλάρια κάθε είδους, ζωντανά. Άλογα· αναπαραγωγής καθαρής φυλής

01.01.2902

Άλογα, γαϊδούρια και μουλάρια κάθε είδους, ζωντανά. Άλλα άλογα· βάρους έως 133 kg

01.01.2908

Άλογα, γαϊδούρια και μουλάρια κάθε είδους, ζωντανά. Άλλα άλογα· Άλλα

02.07.4300

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα, πουλερικών της κλάσης 01.05 · από πάπιες· συκώτια «φουά-γκρα», νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

02.07.5300

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα, πουλερικών της κλάσης 01.05 · από χήνες· συκώτια «φουά-γκρα», νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

05.06.9010

Κόκαλα και οστεώδεις άξονες κεράτων, ακατέργαστα, απολιπασμένα, απλά επεξεργασμένα (όχι όμως κομμένα σε σχήματα), επεξεργασμένα με οξύ ή αποζελατινωμένα· σκόνες και απορρίμματα από αυτές τις ύλες· Άλλα· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

05.11.9911

Προϊόντα ζωικής προέλευσης, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού· ζώα μη ζωντανά των κεφαλαίων 1 ή 3, ακατάλληλα για τη διατροφή του ανθρώπου· άλλα· Αίμα σε σκόνη, ακατάλληλο για τη διατροφή του ανθρώπου· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

05.11.9930

Προϊόντα ζωικής προέλευσης, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού· ζώα μη ζωντανά των κεφαλαίων 1 ή 3, ακατάλληλα για τη διατροφή του ανθρώπου· άλλα· Κρέατα και αίμα· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

05.11.9980

Προϊόντα ζωικής προέλευσης, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού· ζώα μη ζωντανά των κεφαλαίων 1 ή 3, ακατάλληλα για τη διατροφή του ανθρώπου· άλλα· άλλα· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

06.02.1021

Άλλα φυτά ζωντανά (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ρίζες τους), μοσχεύματα και μπόλια· λευκό (φύτρα) μανιταριών· μοσχεύματα χωρίς ρίζα και μπόλια· μοσχεύματα για φυτώρια ή για φυτοκομικούς σκοπούς, εξαιρουμένων πράσινων φυτών, από 15 Δεκεμβρίου έως 30 Απριλίου. Begonia, κάθε είδους, Campanula isophylla, Eupharboria pulcherrima, Poinsettia pulcherrima, Fuchsia, Hibiscus, Kalanchoe και αναρριχόμενη Petunia (Petunia hybrida, Petunia atkinsiana)

06.02.1024

Άλλα φυτά ζωντανά (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ρίζες τους), μοσχεύματα και μπόλια· λευκό (φύτρα) μανιταριών· μοσχεύματα χωρίς ρίζα και μπόλια· μοσχεύματα για φυτώρια ή για φυτοκομικούς σκοπούς, εξαιρουμένων πράσινων φυτών, από 15 Δεκεμβρίου έως 30 Απριλίου. Πελαργόνια (Pelargonium)

06.02.9032

Άλλα φυτά ζωντανά (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ρίζες τους), μοσχεύματα και μπόλια· λευκό (φύτρα) μανιταριών· Άλλα· με ρίζες σε μπάλα χώματος ή άλλο περιβάλλον καλλιέργειας· άλλα φυτά σε γλάστρα ή φυτά για φύτευση, συμπεριλαμβανομένων φυτών οπωροκηπευτικών, για διακοσμητικούς σκοπούς· πράσινα φυτά σε γλάστρα από 1ης Μαΐου έως 14 Δεκεμβρίου. Asplenium, Begonia x rex-cultorum Chlorophytum, Euonymus japanicus, Fatsia japonica, Aralia sieboldii, Ficus elastica, Monstera, Philodendron scandens, Radermachera, Stereospermum, Syngonium και X-Fatshedera, έστω και όταν εισάγονται ως μέρος μικτών παρτίδων φυτών

ex ex 07.08.2009  (1)

Λαχανικά λοβοφόρα, με ή χωρίς λοβό, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη· φασόλια· φασόλια, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη (Vigna spp., Phaseolus spp.), με εξαίρεση τα χλωρά φασόλια, το είδος βίγνα ή ημιτριπόδιος, τα κιτρινοφάσουλα και τα πράσινα φασόλια

07.09.9930

Άλλα λαχανικά, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη· άλλα· άλλα· γλυκό καλαμπόκι· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

ex ex 07.10.2209  (1)

Λαχανικά άβραστα ή βρασμένα στο νερό ή στον ατμό, κατεψυγμένα· λαχανικά λοβοφόρα, με ή χωρίς λοβό· φασόλια (Vigna spp., Phaseolus spp.)· με εξαίρεση τα χλωρά φασόλια, το είδος βίγνα ή ημιτριπόδιος, τα κιτρινοφάσουλα και τα πράσινα φασόλια.

07.11.5100

Λαχανικά διατηρημένα προσωρινά (π.χ. με διοξείδιο του θείου ή σε άρμη, θειωμένο νερό ή σε νερό στο οποίο έχουν προστεθεί άλλες ουσίες που χρησιμεύουν για να εξασφαλισθεί προσωρινά η διατήρησή τους), αλλά ακατάλληλα για διατροφή στην κατάσταση που βρίσκονται· μανιτάρια και τρούφες· μανιτάρια του γένους Αgaricus

07.11.5900

Λαχανικά διατηρημένα προσωρινά (π.χ. με διοξείδιο του θείου ή σε άρμη, θειωμένο νερό ή σε νερό στο οποίο έχουν προστεθεί άλλες ουσίες που χρησιμεύουν για να εξασφαλισθεί προσωρινά η διατήρησή τους), αλλά ακατάλληλα για διατροφή στην κατάσταση που βρίσκονται· μανιτάρια και τρούφες· άλλα

07.14.3009

Ρίζες μανιόκας, αραρούτης ή σαλεπιού, κόνδυλοι ηλίανθου (ψευδοκολοκάσια), γλυκοπατάτες και παρόμοιες ρίζες και κόνδυλοι με υψηλή περιεκτικότητα σε άμυλο ή ινουλίνη, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξηραμένα, έστω και κομμένα σε τεμάχια ή συσσωματωμένα σε μορφή σβόλων· την εντεριώνη (ψίχα) του φοίνικα των Μολλούκων (αρτόδενδρου). Ίγναμα (κόνδυλος της διοσκουρέας) (Dioscorea spp.)· για μη κτηνοτροφικούς σκοπούς

ex ex 07.14.4000  (1)

Ρίζες μανιόκας, αραρούτης ή σαλεπιού, κόνδυλοι ηλίανθου (ψευδοκολοκάσια), γλυκοπατάτες και παρόμοιες ρίζες και κόνδυλοι με υψηλή περιεκτικότητα σε άμυλο ή ινουλίνη, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξηραμένα, έστω και κομμένα σε τεμάχια ή συσσωματωμένα σε μορφή σβόλων· την εντεριώνη (ψίχα) του φοίνικα των Μολλούκων (αρτόδενδρου). κολοκασία η εδώδιμος — τάρο (Colocasia spp.)

07.14.5009

Ρίζες μανιόκας, αραρούτης ή σαλεπιού, κόνδυλοι ηλίανθου (ψευδοκολοκάσια), γλυκοπατάτες και παρόμοιες ρίζες και κόνδυλοι με υψηλή περιεκτικότητα σε άμυλο ή ινουλίνη, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξηραμένα, έστω και κομμένα σε τεμάχια ή συσσωματωμένα σε μορφή σβόλων· την εντεριώνη (ψίχα) του φοίνικα των Μολλούκων (αρτόδενδρου). ξανθόσωμα το βελόφυλλο (Xanthosoma spp.)· για μη κτηνοτροφικούς σκοπούς

08.11.2011

Καρποί και φρούτα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· μούρα, βατόμουρα ή μούρα-σμέουρα

08.11.2012

Καρποί και φρούτα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· φραγκοστάφυλα, λευκά και κόκκινα

08.11.2013

Καρποί και φρούτα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· φραγκοστάφυλα πράσινα (λαγοκέρασα)

08.11.2092

Καρποί και φρούτα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· Άλλα· Μούρα, βατόμουρα ή μούρα-σμέουρα

08.11.2094

Καρποί και φρούτα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· Άλλα· Άσπρα ή κόκκινα φραγκοστάφυλα

08.11.2095

Καρποί και φρούτα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· Άλλα· Φραγκοστάφυλα πράσινα (λαγοκέρασα)

08.12.1000

Καρποί και φρούτα προσωρινά διατηρημένα (π.χ. με διοξείδιο του θείου ή σε άλμη, θειωμένο νερό ή σε νερό στο οποίο έχουν προστεθεί άλλες ουσίες που χρησιμεύουν για να εξασφαλισθεί προσωρινά η διατήρησή τους), αλλά ακατάλληλα για διατροφή στην κατάσταση που βρίσκονται. Κεράσια

10.08.5000

Φαγόπυρο το εδώδιμο (μαύρο σιτάρι), κεχρί και κεχρί το μακρό· άλλα δημητριακά· κουινόα ή χηνοπόδιο (Chenopodium quinoa)

11.09.0010

Γλουτένη σιταριού, έστω και σε ξερή κατάσταση· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

12.12.2910

Χαρούπια, φύκια, ζαχαρότευτλα και ζαχαροκάλαμα, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξεραμένα, έστω και σε σκόνη· κουκούτσια και αμύγδαλα καρπών και άλλα φυτικά προϊόντα (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ρίζες κιχωρίου, μη φρυγμένες, της ποικιλίας Cichorium intybus sativum), που χρησιμεύουν κυρίως για διατροφή του ανθρώπου και που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού· Φύκια· Άλλα· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

17.02.2010

Άλλα ζάχαρα, στα οποία περιλαμβάνεται η λακτόζη, η μαλτόζη, η γλυκόζη και η φρουκτόζη (λεβυλόζη), χημικώς καθαρά, σε στερεή κατάσταση· σιρόπια από ζάχαρα χωρίς προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών· υποκατάστατα του μελιού, έστω και αναμειγμένα με φυσικό μέλι· ζάχαρα και μελάσες καραμελωμένα· ζάχαρο και σιρόπι σφενδάμνου· για κτηνοτροφικούς σκοπούς

20.08.9300

Καρποί και φρούτα και άλλα βρώσιμα μέρη φυτών, αλλιώς παρασκευασμένα ή διατηρημένα, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ή αλκοόλης, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού· άλλα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα μείγματα, με εξαίρεση εκείνα της διάκρισης 2008.1900 · καρποί των φυτών airelles, myrtilles (Vaccinium macrocarpon, Vaccinium oxycoccos, Vaccinium vitis-idaea)

20.09.8100

Χυμοί φρούτων (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο μούστος σταφυλιών) ή λαχανικών, που δεν έχουν υποστεί ζύμωση, χωρίς προσθήκη αλκοόλης, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· χυμοί κάθε άλλου φρούτου ή λαχανικού. Καρποί των φυτών airelles, myrtilles (Vaccinium macrocarpon, Vaccinium oxycoccos, Vaccinium vitis-idaea)

ex ex 20.09.8999

Χυμοί φρούτων (στους οποίους περιλαμβάνεται και ο μούστος σταφυλιών) ή λαχανικών, που δεν έχουν υποστεί ζύμωση, χωρίς προσθήκη αλκοόλης, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών· χυμοί κάθε άλλου φρούτου ή λαχανικού. Άλλα· άλλα· άλλα· χυμός ή συμπυκνωμένος χυμός των φυτών myrtilles

22.06

Άλλα ποτά που προέρχονται από ζύμωση (π.χ. μηλίτης, απίτης, υδρόμελι, σακέ)· μείγματα ποτών που προέρχονται από ζύμωση και μείγματα ποτών που προέρχονται από ζύμωση και μη αλκοολούχων ποτών, μη κατονομαζόμενα ούτε περιλαμβανόμενα αλλού

23.03.1012

Κατάλοιπα αμυλοποιίας και παρόμοια κατάλοιπα, πολτοί τεύτλων, υπολείμματα ζαχαροκάλαμου και άλλα απορρίμματα ζαχαροποιίας, υπολείμματα και απορρίμματα ζυθοποιίας ή οινοπνευματοποιίας, έστω και συσσωματωμένα με μορφή σβόλων· κατάλοιπα αμυλοποιίας και παρόμοια κατάλοιπα· για κτηνοτροφικούς σκοπούς· από πατάτες.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΙΣ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ

Κωδικός νορβηγικού δασμολογίου

Περιγραφή των προϊόντων

Ενοποιημένες δασμολογικές ποσοστώσεις (ετήσια ποσότητα σε τόνους)

Εκ των οποίων πρόσθετες ποσοστώσεις (1)

Δασμός στο πλαίσιο της ποσόστωσης (NOK/kg)

 

Κρέατα βοοειδών, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

2 500

1 600

0

02.01.1000

Ολόκληρα σφάγια ή μισά σφάγια

02.01.2001

Τέταρτα του σφαγίου, που ονομάζονται «αλληλοσυμπληρούμενα» δηλ. μπροστινά και πισινά τέταρτα του ιδίου ζώου, που παρουσιάζονται ταυτόχρονα

02.01.2002

Άλλα μπροστινά τέταρτα

02.01.2003

Άλλα πισινά τέταρτα

02.01.2004

Τεμάχια με κάθετο τεμαχισμό

 

Κρέατα βοοειδών, κατεψυγμένα

 

 

 

02.02.1000

Ολόκληρα σφάγια ή μισά σφάγια

02.02.2001

Τέταρτα του σφαγίου, που ονομάζονται «αλληλοσυμπληρούμενα», δηλ. μπροστινά και πισινά τέταρτα του ιδίου ζώου, που παρουσιάζονται ταυτόχρονα

02.02.2002

Άλλα μπροστινά τέταρτα

02.02.2003

Άλλα πισινά τέταρτα

02.02.2004

Τεμάχια με κάθετο τεμαχισμό

 

Κρέατα χοιροειδών, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα

300 (2)

300 (2)

15

02.03.1904

Κοιλιακή χώρα (πανσέτα-entrelardés) και τεμάχια αυτής· Με κόκαλα.

 

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα, πουλερικών της κλάσης 01.05

Από πετεινούς και κότες του είδους Gallus domesticus.

950

150

0

02.07.1100

Μη τεμαχισμένα, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

02.07.1200

Μη τεμαχισμένα, κατεψυγμένα

02.07.2400

Από γάλους και γαλοπούλες.

Μη τεμαχισμένα, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

02.07.2500

Μη τεμαχισμένα, κατεψυγμένα

02.07.4401

Από πάπιες, νωπές ή διατηρημένες με απλή ψύξη·

στήθη και τεμάχια από στήθη

200

100

30

 

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων, βρώσιμα, αλατισμένα ή σε άρμη, αποξεραμένα ή καπνιστά. Αλεύρια και σκόνες κρεάτων ή παραπροϊόντων σφαγίων, βρώσιμα

Κρέατα χοιροειδών. Χοιρομέρια (ζαμπόν), ωμοπλάτες και τεμάχια αυτών, με κόκαλα.

600 (3)

200 (3)

0

02.10.1101

Που περιέχουν τουλάχιστον 15 % κατά βάρος κόκαλα

02.10.1109

Άλλα (με κόκαλα σε ποσοστό λιγότερο από 15 %)

02.10.1900

Άλλα (εκτός από χοιρομέρια (ζαμπόν), ωμοπλάτες και τεμάχια αυτών, με κόκαλα)

04.06

Τυριά και πηγμένο γάλα για τυρί

8 400

1 200

0

ex ex 06.02.9043  (4)

06.02.9044

Άλλα φυτά ζωντανά (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ρίζες τους), μοσχεύματα και μπόλια· λευκό (φύτρα) μανιταριών

Άλλα· φυτά σε γλάστρα ή φυτά για φύτευση, σε άνθηση.

20 εκατ. NOK

12 εκατ. NOK

0

06.02.9031

Πράσινα φυτά σε δοχεία από 1ης Μαΐου έως 14 Δεκεμβρίου (5)

7 εκατ. NOK

3 εκατ. NOK

0

 

Μαρούλια (Lactuca sativa) και ραδίκια (Cichorium spp.), νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

Μαρούλια Iceberg·

από 1η Μαρτίου έως 31η Μαΐου·

500 (6)

100 (6)

0

07.05.1112

Ολόκληρα

07.05.1119

Άλλα

10.05.9010

Καλαμπόκι

Για κτηνοτροφικούς σκοπούς

15 000

5 000

0

16.01.0000

Λουκάνικα, σαλάμια και παρόμοια προϊόντα από κρέας, παραπροϊόντα σφαγίων ή αίμα· παρασκευάσματα διατροφής με βάση τα προϊόντα αυτά

600

200

0

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΑΝΕΥ ΔΑΣΜΩΝ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή συνδυασμένης ονοματολογίας

0101 21 00

Άλογα ζωντανά, αναπαραγωγής καθαρής φυλής

0101 29 10

Άλογα ζωντανά, εκτός από τα αναπαραγωγής καθαρής φυλής που προορίζονται για σφαγή

0101 29 90

Άλογα, ζωντανά, εκτός από τα αναπαραγωγής καθαρής φυλής, εκτός από εκείνα που προορίζονται για σφαγή

0207 43 00

Συκώτια «φουά-γκρα» πάπιας, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

0207 53 00

Συκώτια «φουά-γκρα» χήνας, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη

ex 0506 90 00

Κόκαλα και οστεώδεις άξονες κεράτων, ακατέργαστα, απολιπασμένα, αποζελατινωμένα ή απλά επεξεργασμένα, καθώς και σκόνες και απορρίμματα αυτών (εκτός από οστεΐνη και κόκαλα επεξεργασμένα με οξύ ή κομμένα σε σχήματα) για τη διατροφή των ζώων

ex 0511 99 85

Αίμα σε σκόνη, για τη διατροφή των ζώων, ακατάλληλο για τη διατροφή του ανθρώπου

ex 0511 99 85

Κρέατα και αίμα για κτηνοτροφικούς σκοπούς, ακατάλληλο για τη διατροφή του ανθρώπου

ex 0511 99 85

Άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, ακατάλληλα για τη διατροφή του ανθρώπου (άλλα από προϊόντα από ψάρια ή μαλακόστρακα, μαλάκια ή άλλα ασπόνδυλα υδρόβια· ζώα μη ζωντανά του κεφαλαίου 3· αίμα· κρέας· φυσικοί σπόγγοι ζωικής προέλευσης· σπέρμα ταύρου)

ex 0602 10 90

Μοσχεύματα κάθε είδους των ειδώνBegonia, Campanula isophylla, Euphorbia pulcherrima, Poinsettia pulcherrima, Fuchsia, Hibiscus, Kalanchoe και αναρριχώμενη Petunia(Petunia hybrida, Petunia atkinsiana) για φυτώρια ή για φυτοκομικούς σκοπούς [εξαιρουμένων πράσινων φυτών, από 15 Δεκεμβρίου έως 30 Απριλίου]

ex 0602 10 90

Μοσχεύματα Pelargonium για φυτώρια ή για φυτοκομικούς σκοπούς [εξαιρουμένων πράσινων φυτών, από 15 Δεκεμβρίου έως 30 Απριλίου]

ex 0602 90 99

Asplenium, Begonia x rex-cultorum, Chlorophytum, Euonymus japanicus, Fatsia japonica, Aralia sieboldii, Ficus elastica, Monstera, Philodendron scandens, Radermachera, Stereospermum, Syngonium και X-Fatshedera, που παρουσιάζονται ως πράσινα φυτά σε γλάστρες από την 1η Μαΐου έως τις 14 Δεκεμβρίου

ex 0708 20 00

Φασόλια (Vigna spp., Phaseolus spp.) με ή χωρίς λοβό, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη, με εξαίρεση τα χλωρά φασόλια, το είδος βίγνα ή ημιτριπόδιος, τα κιτρινοφάσουλα και τα πράσινα φασόλια

ex 0709 99 60

Γλυκό καλαμπόκι για τη διατροφή των ζώων, νωπό ή διατηρημένο με απλή ψύξη

ex 0710 22 00

Φασόλια (Vigna spp., Phaseolus spp.) άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, με εξαίρεση τα χλωρά φασόλια, το είδος βίγνα ή ημιτριπόδιος, τα κιτρινοφάσουλα και τα πράσινα φασόλια

0711 51 00

Μανιτάρια του γένους Agaricus, διατηρημένα προσωρινά, αλλά ακατάλληλα για άμεση κατανάλωση στην κατάσταση που βρίσκονται

0711 59 00

Μανιτάρια (με εξαίρεση το γένος Agaricus), και τρούφες, διατηρημένα προσωρινά, αλλά ακατάλληλα για άμεση κατανάλωση στην κατάσταση που βρίσκονται

ex 0714 30 00

Ίγναμα (κόνδυλος της διοσκουρέας) (Dioscorea spp.) που δεν χρησιμοποιείται για τη διατροφή των ζώων, νωπό ή διατηρημένο με απλή ψύξη, κατεψυγμένο ή αποξηραμένο, έστω και κομμένο σε τεμάχια ή συσσωματωμένο σε μορφή σβόλων

ex 0714 40 00

Κολοκασία η εδώδιμος - τάρο (Colocasia spp.) που δεν χρησιμοποιείται για τη διατροφή των ζώων, νωπή ή διατηρημένη με απλή ψύξη, κατεψυγμένη ή αποξηραμένη, έστω και κομμένη σε τεμάχια ή συσσωματωμένη σε μορφή σβόλων

ex 0714 50 00

Ξανθόσωμα το βελόφυλλο (Xanthosoma spp.) που δεν χρησιμοποιείται για τη διατροφή των ζώων, νωπό ή διατηρημένο με απλή ψύξη, κατεψυγμένο ή αποξηραμένο, έστω και κομμένο σε τεμάχια ή συσσωματωμένο σε μορφή σβόλων

ex 0811 20 11

Μούρα, βατόμουρα ή μούρα-σμέουρα, φραγκοστάφυλα κάθε είδους, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών, περιεκτικότητας σε ζάχαρα που υπερβαίνει το 13 % κατά βάρος

ex 0811 20 19

Μούρα, βατόμουρα ή μούρα-σμέουρα, φραγκοστάφυλα κάθε είδους, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών, περιεκτικότητας σε ζάχαρα που δεν υπερβαίνει το 13 % κατά βάρος

0811 20 51

Φραγκοστάφυλα κόκκινα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών

0811 20 59

Μούρα ή βατόμουρα, άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών

ex 0811 20 90

Μούρα-σμέουρα, φραγκοστάφυλα λευκά και φραγκοστάφυλα πράσινα (λαγοκέρασα), άψητα ή ψημένα στον ατμό ή βρασμένα στο νερό, κατεψυγμένα, έστω και με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών

0812 10 00

Κεράσια, προσωρινά διατηρημένα, αλλά ακατάλληλα για άμεση κατανάλωση στην κατάσταση που βρίσκονται

1008 50 00

Κουινόα ή χηνοπόδιο (Chenopodium quinoa)

ex 1109 00 00

Γλουτένη σιταριού, για τη διατροφή των ζώων, έστω και σε ξερή κατάσταση

ex 1212 29 00

Φύκια για τη διατροφή των ζώων, νωπά ή διατηρημένα με απλή ψύξη, κατεψυγμένα ή αποξηραμένα, έστω και σε σκόνη

ex 1702 20 10

Ζάχαρο σφενδάμνου σε στερεή κατάσταση, με προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών, για τη διατροφή των ζώων

ex 1702 20 90

Ζάχαρο σφενδάμνου (άλλο από αυτό σε στερεή κατάσταση, με προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών, για τη διατροφή των ζώων

2008 93

Καρποί των φυτών airelles, myrtilles (Vaccinium macrocarpon, Vaccinium oxycoccos, Vaccinium vitis-idaea), αλλιώς παρασκευασμένα ή διατηρημένα, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ή αλκοόλης

2009 81

Χυμός των καρπών των φυτών airelles, myrtilles (Vaccinium macrocarpon, Vaccinium oxycoccos, Vaccinium vitisidaea), που δεν έχει υποστεί ζύμωση, χωρίς προσθήκη αλκοόλης, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών

ex 2009 89

Χυμός ή συμπυκνωμένος χυμός του φυτού myrtilles, που δεν έχει υποστεί ζύμωση, χωρίς προσθήκη αλκοόλης, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών

2206

Άλλα ποτά που προέρχονται από ζύμωση (π.χ. μηλίτης, απίτης, υδρόμελι, σακέ)· μείγματα ποτών που προέρχονται από ζύμωση και μείγματα ποτών που προέρχονται από ζύμωση και μη αλκοολούχων ποτών, μη κατονομαζόμενα ούτε περιλαμβανόμενα αλλού

ex 2303 10 90

Κατάλοιπα αμυλοποιίας και παρόμοια κατάλοιπα από πατάτες, για τη διατροφή των ζώων

2302 50

Πίτουρα εν γένει και άλλα υπολείμματα, έστω και συσσωματωμένα με μορφή σβόλων, από το κοσκίνισμα, το άλεσμα ή άλλες κατεργασίες των δημητριακών ή οσπριοειδών:

Οσπριοειδών

ex 2309 90 31

Παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων, που δεν περιέχουν άμυλα κάθε είδους ή που περιέχουν τέτοιες ύλες σε ποσοστό κατά βάρος κατώτερο ή ίσο του 10 %, με εξαίρεση τις τροφές για σκύλους ή γάτες, συσκευασμένα για τη λιανική πώληση και μη προοριζόμενα για ιχθυοτροφή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΑΣΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΝΟΡΒΗΓΙΑΣ

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή συνδυασμένης ονοματολογίας

Ενοποιημένες δασμολογικές ποσοστώσεις (ετήσια ποσότητα σε τόνους)

Εκ των οποίων πρόσθετες ποσοστώσεις (7)

Δασμός στο πλαίσιο της ποσόστωσης (EUR/kg)

0207 14 30

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα, πουλερικών της κλάσης 0105 :

 

Από πετεινούς και κότες του είδους Gallus domesticus

 

Τεμάχια με κόκαλα, κατεψυγμένα

 

Φτερούγες ολόκληρες, έστω και χωρίς τα άκρα

550

550

0

0207 14 70

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα, πουλερικών της κλάσης 0105 :

 

Από πετεινούς και κότες του είδους Gallus domesticus

 

Άλλα τεμάχια με κόκαλα, κατεψυγμένα

150

150

0

0204

Κρέατα προβατοειδών ή αιγοειδών, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα

500

0

0

0210

Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων, βρώσιμα, αλατισμένα ή σε άρμη, αποξεραμένα ή καπνιστά. αλεύρια και σκόνες, βρώσιμα, από κρέατα ή εντόσθια

0404 10

Ορός γάλακτος, τροποποιημένος ή μη, έστω και συμπυκνωμένος ή με προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών

1 250

1 250

0

0404 10 02

Ορός γάλακτος, τροποποιημένος ή μη, σε σκόνη, σε κόκκους ή σε άλλες στερεές μορφές, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών και περιεκτικότητας κατά βάρος σε πρωτεΐνες «περιεκτικότητα σε άζωτο × 6,38» <= 15 % και σε λιπαρές ουσίες <= 1,5 %

3 150

3 150

0

0603 19 70

Άνθη και μπουμπούκια ανθέων, κομμένα, για ανθοδέσμες ή διακοσμήσεις, νωπά, εκτός από τριαντάφυλλα, γαρίφαλα, ορχιδέες, χρυσάνθεμα, κρίνα (Lilium spp.), γλαδιόλες και Ranunculi

500 000 EUR

500 000 EUR

0

1602

Άλλα παρασκευάσματα και κονσέρβες κρεάτων, παραπροϊόντων σφαγίων ή αίματος

300

300

0

2005 20 20

Πατάτες, σε λεπτές φέτες, τηγανητές ή ψητές, αλατισμένες ή αρωματισμένες, σε ερμητικά κλειστές συσκευασίες, που προορίζονται για άμεση κατανάλωση

350

150

0

2309 90 96

Παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων· Άλλα

200

200

0

3502 20

Αλβουμίνες (στις οποίες περιλαμβάνονται και τα συμπυκνώματα δύο ή περισσοτέρων πρωτεϊνών ορού γάλακτος που περιέχουν, κατά βάρος που υπολογίζεται σε ξερή ύλη, περισσότερο από 80 % πρωτεΐνες ορού γάλακτος), αλβουμινικά άλατα και άλλα παράγωγα των αλβουμινών:

Γαλακτοαλβουμίνη, συμπεριλαμβανομένων των συμπυκνωμάτων δύο ή περισσότερων πρωτεϊνών ορού γάλακτος

500

500

0

Β.   Επιστολή του Βασιλείου της Νορβηγίας

Κυρία,

Έχω την τιμή να σας γνωρίσω ότι έλαβα επιστολή σας με σημερινή ημερομηνία, η οποία έχει ως εξής:

«Έχω την τιμή να αναφερθώ στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας («συμβαλλόμενα μέρη»), σχετικά με τις διμερείς εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των γεωργικών προϊόντων, οι οποίες ολοκληρώθηκαν στις 5 Απριλίου 2017.

Νέος γύρος διαπραγματεύσεων σχετικά με τις γεωργικές συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της νορβηγικής κυβέρνησης ξεκίνησε βάσει του άρθρου 19 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο («συμφωνία ΕΟΧ»), με σκοπό την προώθηση της προοδευτικής ελευθέρωσης των γεωργικών συναλλαγών μεταξύ των μερών, σε προτιμησιακή, αμοιβαία και εκατέρωθεν επωφελή βάση. Οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν σε τακτική βάση, αφού ελήφθη δεόντως υπόψη η εξέλιξη των γεωργικών πολιτικών και περιστάσεων εκάστου των συμβαλλομένων μερών, συμπεριλαμβανομένης της εξέλιξης των διμερών συναλλαγών και των εμπορικών συνθηκών με άλλους εμπορικούς εταίρους.

Σας επιβεβαιώνω ότι τα αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων έχουν ως εξής:

1.

Η Νορβηγία δεσμεύεται να χορηγήσει πρόσβαση άνευ δασμών στα προϊόντα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα I της παρούσας συμφωνίας.

2.

Η Νορβηγία δεσμεύεται να καθορίσει δασμολογικές ποσοστώσεις για τα προϊόντα καταγωγής Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα II της παρούσας συμφωνίας.

3.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύεται να χορηγήσει πρόσβαση άνευ δασμών στα προϊόντα καταγωγής Νορβηγίας τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα IΙΙ της παρούσας συμφωνίας.

4.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύεται να καθορίσει δασμολογικές ποσοστώσεις για τα προϊόντα καταγωγής Νορβηγίας τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα IV της παρούσας συμφωνίας.

5.

Οι κωδικοί δασμολογίου που παρατίθενται στα παρατήματα I έως ΙV της παρούσας συμφωνίας αναφέρονται σε εκείνους που εφαρμόζονται στα συμβαλλόμενα μέρη από την 1η Ιανουαρίου 2017.

6.

Η εφαρμογή μιας ενδεχόμενης μελλοντικής συμφωνίας του ΠΟΕ για τη γεωργία δεν θα θίξει τις υφιστάμενες δασμολογικές ποσοστώσεις εισαγωγών στη Νορβηγία 600 τόνων χοιρείου κρέατος, 800 τόνων κρέατος πουλερικών και 900 τόνων βοείου κρέατος, όπως απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου της Νορβηγίας, που υπεγράφη στις 15 Απριλίου 2011 («συμφωνία του 2011»). Ως εκ τούτου, το σημείο 7 της συμφωνίας του 2011 απαλείφεται.

7.

Όσον αφορά την πρόσθετη δασμολογική ποσόστωση για τις εισαγωγές 1 200 τόνων τυριού και πηγμένου γάλακτος για τυρί στη Νορβηγία, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι 700 τόνοι θα αποτελέσουν αντικείμενο διαχείρισης μέσω δημοπρασίας και 500 τόνοι θα υπαχθούν στο σύστημα χορήγησης πιστοποιητικών.

8.

Τα συμβαλλόμενα μέρη θα συνεχίσουν να καταβάλλουν προσπάθειες για την παγίωση όλων των διμερών παραχωρήσεων (των ήδη ισχυουσών και των προβλεπόμενων στην παρούσα συμφωνία), σε νέα ανταλλαγή επιστολών, η οποία αναμένεται να αντικαταστήσει τις υφιστάμενες διμερείς γεωργικές συμφωνίες.

9.

Οι κανόνες καταγωγής για τον σκοπό της εφαρμογής των παραχωρήσεων που αναφέρονται στα παραρτήματα I έως ΙV της παρούσας συμφωνίας καθορίζονται στο παράρτημα ΙV της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών της 2ας Μαΐου 1992 («συμφωνία του 1992»). Ωστόσο, εφαρμόζεται το παράρτημα II του πρωτοκόλλου 4 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ αντί του προσαρτήματος του παραρτήματος IV της συμφωνίας του 1992.

10.

Τα συμβαλλόμενα μέρη διασφαλίζουν ότι δεν θίγονται οι παραχωρήσεις που χορηγούν αμοιβαία.

11.

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να διασφαλίζουν ότι η διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων θα γίνεται κατά τρόπο που εγγυάται ότι οι εισαγωγές πραγματοποιούνται τακτικά και ότι οι ποσότητες που έχουν συμφωνηθεί για εισαγωγή μπορούν πράγματι να εισαχθούν.

12.

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να ανταλλάσσουν τακτικά πληροφορίες για τα προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο εμπορίου, τη διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων, τις τιμές και οιεσδήποτε άλλες χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τις αντίστοιχες εγχώριες αγορές και την εφαρμογή των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων αυτών.

13.

Οι διαβουλεύσεις θα πραγματοποιούνται κατόπιν σχετικού αιτήματος οιουδήποτε των συμβαλλομένων μερών για κάθε θέμα που σχετίζεται με την εφαρμογή των αποτελεσμάτων των διαπραγματεύσεων αυτών. Σε περίπτωση δυσκολίας στην εφαρμογή, οι διαβουλεύσεις αυτές θα πραγματοποιούνται το συντομότερο δυνατό, με σκοπό τη λήψη των κατάλληλων διορθωτικών μέτρων.

14.

Τα συμβαλλόμενα μέρη επιβεβαιώνουν τη δέσμευσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 19 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη προοδευτικής ελευθέρωσης των γεωργικών συναλλαγών. Για τον σκοπό αυτόν, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να προβούν, σε μια διετία, σε νέα επανεξέταση των όρων που διέπουν το εμπόριο γεωργικών προϊόντων, με σκοπό να διερευνήσουν πιθανές παραχωρήσεις.

15.

Σε περίπτωση νέας διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα συμβαλλόμενα μέρη θα προβούν σε εκτίμηση των επιπτώσεων στις διμερείς συναλλαγές, προκειμένου να προσαρμόσουν τις διμερείς προτιμήσεις κατά τρόπο ώστε να μπορέσουν να συνεχιστούν οι προϋπάρχουσες προτιμησιακές εμπορικές ροές μεταξύ της Νορβηγίας και των χωρών που προσχωρούν.

Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης της τελευταίας πράξης έγκρισης.».

Έχω την τιμή να σας επιβεβαιώσω ότι το Βασίλειο της Νορβηγίας συμφωνεί με το περιεχόμενο της παρούσας επιστολής.

Με εξαιρετική εκτίμηση,

Utferdiget i Brussel,

Съставено в Брюксел на

Hecho en Bruselas, el

V Bruselu dne

Udfærdiget i Bruxelles, den

Geschehen zu Brüssel am

Brüssel,

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις

Done at Brussels,

Fait à Bruxelles, le

Sastavljeno u Bruxellesu

Fatto a Bruxelles, addì

Briselē,

Priimta Briuselyje,

Kelt Brüsszelben,

Magħmul fi Brussell,

Gedaan te Brussel,

Sporządzono w Brukseli, dnia

Feito em Bruxelas,

Întocmit la Bruxelles,

V Bruseli

V Bruslju,

Tehty Brysselissä

Utfärdat i Bryssel den

Image

For Kongeriket Norge

За Кралство Норвегия

Por el Reino de Noruega

Za Norské království

For Kongeriget Norge

Für das Königreich Norwegen

Norra Kuningriigi nimel

Για το Βασίλειο της Νορβηγίας

For the Kingdom of Norway

Pour le Royaume de Norvège

Za Kraljevinu Norvešku

Per il Regno di Norvegia

Norvēģijas Karalistes vārdā –

Norvegijos Karalystės vardu

A Norvég Királyság részéről

Għar-Renju tan-Norveġja

Voor het Koninkrijk Noorwegen

W imieniu Królestwa Norwegii

Pelo Reino da Noruega

Pentru Regatul Norvegiei

Za Nórske kráľovstvo

Za Kraljevino Norveško

Norjan kuningaskunnan puolesta

För Konungariket Norge

Image


(1)  Τα προϊόντα αυτά εισάγονται αδασμολόγητα. Ωστόσο, η Νορβηγία επιφυλάσσεται του δικαιώματος να επιβάλει δασμό, εάν τα προϊόντα εισάγονται για κτηνοτροφικούς σκοπούς.

(1)  Για την περίοδο 1.1-31.12, και κατά το πρώτο έτος εφαρμογής της συμφωνίας κατ' αναλογία, εφόσον απαιτείται. Πρόσθετες ποσοστώσεις που πρέπει να προστεθούν στις ισχύουσες ποσοστώσεις, οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο προηγούμενων συμφωνιών ΕΕ-Νορβηγίας.

(2)  Κατά την περίοδο 1.12-31.12.

(3)  Η ποσότητα αφορά τις εισαγωγές χοιρομεριού (ζαμπόν) με κόκαλα. Όσον αφορά τις εισαγωγές χοιρομεριού (ζαμπόν) χωρίς κόκαλα χρησιμοποιείται συντελεστής μετατροπής 1,15.

(4)  Με εξαίρεση τα παρακάτω φυτά: Argyranthemum frutescens, Chyrsanthemum frutescens, Begonia x hiemalis, Begonia elatior, Campanula, Dendranthema x grandiflora, Chrysanthemum x morifolium, Euphorbia pulcherrima, Poinsettia pulcherrima, Hibiscus, Kalanchoe, Pelargonium, Primula και Saintpaulia.

(5)  Συμπεριλαμβάνονται τα ακόλουθα φυτά: Condiaeum, Croton, Dieffenbachia, Epipremnum, Scindapsus aureum, Hedera, Nephrolepis, Peperomia obtusifolia, Peperomia rotundifolia, Schefflera, Soleirolia και Helxine, έστω και όταν εισάγονται ως μέρος μικτών ομάδων φυτών.

(6)  Κριτήρια τελικού χρήστη: Βιομηχανία μεταποίησης.

(7)  Για την περίοδο 1.1-31.12, και κατά το πρώτο έτος εφαρμογής της συμφωνίας κατ' αναλογία, εφόσον απαιτείται. Πρόσθετες ποσοστώσεις που πρέπει να προστεθούν στις ισχύουσες ποσοστώσεις, οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο προηγούμενων συμφωνιών ΕΕ-Νορβηγίας.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/16


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/761 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Φεβρουαρίου 2018

σχετικά με τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφάλειας μετά την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση ERA-REC-115-REC του Οργανισμού Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία παραδόθηκε στην Επιτροπή στις 9 Μαρτίου 2017, σχετικά με την αναθεώρηση των κοινών μεθόδων ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και της κοινής μεθόδου ασφάλειας για την εποπτεία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι κοινές μέθοδοι ασφάλειας («ΚΜΑ») περιγράφουν τον τρόπο αξιολόγησης των επιπέδων ασφάλειας, της επίτευξης των στόχων ασφάλειας και της συμμόρφωσης προς άλλες απαιτήσεις ασφάλειας.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, οι ΚΜΑ αναθεωρούνται τακτικά, με βάση την πείρα που αποκτάται από την εφαρμογή τους και με βάση τη συνολική εξέλιξη της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και με σκοπό την εν γένει διατήρηση και, εφόσον είναι εύλογα εφικτό, τη συνεχή βελτίωσή της.

(3)

Η Επιτροπή, με την εκτελεστική απόφαση της 1ης Σεπτεμβρίου 2016 (2), εξουσιοδότησε τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Οργανισμός») σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 να αναθεωρήσει τους κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 (3), (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 (4) και (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 (5). Στις 9 Μαρτίου 2017 ο Οργανισμός εξέδωσε τη σύστασή του, την οποία συνόδευσε με έκθεση για τα αποτελέσματα της διαβούλευσης των εθνικών αρχών ασφάλειας, των κοινωνικών εταίρων και χρηστών και με έκθεση εκτίμησης των επιπτώσεων των τροποποιημένων προς έγκριση ΚΜΑ, ανταποκρινόμενος στην εντολή της Επιτροπής. Η Επιτροπή εξέτασε τη σύσταση που εκδόθηκε από τον Οργανισμό προκειμένου να επαληθεύσει την εκπλήρωση της εντολής που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(4)

Μετά την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας, η εθνική αρχή ασφάλειας θα πρέπει να εκτελεί δραστηριότητες εποπτείας προκειμένου να ελέγχει κατά πόσο οι ρυθμίσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά κατά τη λειτουργία και ότι τηρούνται όλες οι αναγκαίες απαιτήσεις σε διαρκή βάση.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 και 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, στις περιπτώσεις που σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής είναι επίσης υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς που δεν έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, οι δραστηριότητες εποπτείας που διεξάγονται από εθνικές αρχές ασφάλειας με στόχο τον έλεγχο της εφαρμογής των σχετικών ΚΜΑ που αναφέρονται στο άρθρο 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 από υπεύθυνους για τη συντήρηση φορείς αποτελούν δικαιολογημένα μέσα εποπτείας της αποδοτικότητας των συστημάτων διαχείρισης ασφάλειας των εν λόγω σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και διαχειριστών ασφάλειας.

(6)

Για τις εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να προβλέπεται διαδικασία εποπτείας με στόχο τη βελτίωση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης στις προσεγγίσεις που ακολουθούν όσον αφορά τις δραστηριότητες εποπτείας και τις αποφάσεις που λαμβάνουν κατά τη διάρκεια των εν λόγω δραστηριοτήτων.

(7)

Οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να είναι υπόλογες για τις αποφάσεις τους και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να διαθέτουν εσωτερικούς κανονισμούς ή διαδικασίες βάσει των οποίων μπορούν να κληθούν να λογοδοτήσουν.

(8)

Η εποπτεία θα πρέπει να επικεντρώνεται κυρίως στις δραστηριότητες εκείνες τις οποίες η εθνική αρχή ασφάλειας θεωρεί ότι ενέχουν τους σοβαρότερους κινδύνους ή στις περιπτώσεις που οι κίνδυνοι ελέγχονται λιγότερο. Προς τον σκοπό αυτόν, η εθνική αρχή ασφάλειας θα πρέπει να καταστρώνει και να εφαρμόζει στρατηγική και σχέδιο/-α εποπτείας βάσει κινδύνου, όπου περιγράφεται πώς επιλέγει τους στόχους των δραστηριοτήτων της και πώς καθορίζει τις προτεραιότητές της όσον αφορά την εποπτεία.

(9)

Τα μέτρα επιβολής που λαμβάνουν οι εθνικές αρχές ασφάλειας για να διασφαλίσουν ότι οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής συμμορφώνονται με την εκ του νόμου υποχρέωση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, θα πρέπει να είναι ανάλογα των ενδεχόμενων κινδύνων για την ασφάλεια ή της πιθανής σοβαρότητας της ενδεχόμενης μη συμμόρφωσης με τις εκ του νόμου υποχρεώσεις τους.

(10)

Για να είναι δυνατή η εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο θ) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η εθνική αρχή ασφάλειας θα πρέπει επίσης, βάσει των αποτελεσμάτων από τις δραστηριότητες εποπτείας της, να συντάσσει απόφαση σχετικά με την αποδοτικότητα του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας.

(11)

Οι τεχνικές ελέγχου και επιθεώρησης της εποπτείας θα πρέπει να περιλαμβάνουν συνήθως συνεντεύξεις με άτομα σε διάφορα επίπεδα οργάνωσης, επανεξέταση εγγράφων και αρχείων σχετιζόμενων με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας και εξέταση των αποτελεσμάτων του συστήματος διαχείρισης στην ασφάλεια που αναδεικνύονται από επιθεωρήσεις ή ανάλογες δραστηριότητες.

(12)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο Οργανισμός, ενεργώντας ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, και οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να ενεργούν συντονισμένα, όταν και όπου κρίνεται απαραίτητο, και να διασφαλίζουν την πλήρη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ δραστηριοτήτων αξιολόγησης και εποπτείας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν προειδοποιήσεων που απευθύνονται στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις. Παρομοίως, οι αντίστοιχες εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να ενεργούν συντονισμένα στην περίπτωση διασυνοριακών υποδομών.

(13)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η εποπτεία διενεργείται αποτελεσματικά από τις εθνικές αρχές ασφάλειας και να ενισχυθεί η μεταξύ τους αμοιβαία εμπιστοσύνη, οι εν λόγω αρχές θα πρέπει να μεριμνήσουν ώστε το προσωπικό που συμμετέχει στην εποπτεία να διαθέτει τις απαραίτητες δεξιότητες. Προς τον σκοπό αυτόν θα πρέπει να προσδιοριστούν οι εν λόγω δεξιότητες.

(14)

Οι εθνικές αρχές ασφάλειας που συμμετέχουν στην εποπτεία διαχειριστή υποδομής με διασυνοριακές υποδομές ή σιδηροδρομικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις εποπτείας και να συντονίζουν την άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων ώστε να διασφαλίζεται η ανταλλαγή και αξιοποίηση οποιασδήποτε βασικής πληροφορίας σχετικά με τον διαχειριστή υποδομής ή τη σιδηροδρομική επιχείρηση, ιδίως ως προς γνωστούς κινδύνους και τις επιδόσεις ασφάλειας, ώστε οι δραστηριότητες εποπτείας να επικεντρώνονται στις περιοχές υψηλότερου κινδύνου για τη συνολική λειτουργία.

(15)

Οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να συνεργάζονται, εφόσον απαιτείται, με άλλες αρμόδιες αρχές ή οργανισμούς που αλληλεπιδρούν στον σιδηροδρομικό τομέα, όπως ρυθμιστικούς φορείς και φορείς έκδοσης αδειών κατά την έννοια της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) ή τις αρμόδιες αρχές για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους ισχύοντες κανόνες περί του χρόνου εργασίας, οδήγησης και ανάπαυσης για τους οδηγούς τρένων, προκειμένου να εκπληρώνουν τις αντίστοιχες εντολές τους, να ανταλλάσσουν πληροφορίες, να επιλύουν τυχόν διαφορές σε επίπεδο προσέγγισης, να αποτρέπουν τις σχετικές δυσμενείς επιπτώσεις στο σιδηροδρομικό σύστημα και να συντονίζουν την αντίδρασή τους σε οποιαδήποτε μη συμμόρφωση με το ρυθμιστικό πλαίσιο ασφάλειας.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, το νέο καθεστώς πιστοποίησης της ασφάλειας θα αρχίσει να εφαρμόζεται στις 16 Ιουνίου 2019. Ωστόσο, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να ενημερώσουν τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 ότι έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς και μπορούν, επομένως, να εξακολουθήσουν να εκδίδουν πιστοποιητικά σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) έως τις 16 Ιουνίου 2020. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να εναρμονιστούν οι ημερομηνίες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού με τις ημερομηνίες που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/798, ώστε να είναι δυνατή η ομαλή μετάβαση στο νέο καθεστώς πιστοποίησης.

(17)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 είναι πλέον παρωχημένος και πρέπει να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει κοινές μεθόδους ασφάλειας («ΚΜΑ»), οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, για την εποπτεία της διαχείρισης ασφάλειας από εθνικές αρχές ασφάλειας μετά τη χορήγηση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και μετά τη χορήγηση έγκρισης ασφάλειας σε διαχειριστές υποδομής.

Άρθρο 2

Ορισμός

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)   «οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας»: ο οργανισμός που είναι αρμόδιος για την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, είτε ο Οργανισμός είτε εθνική αρχή ασφάλειας·

β)   «εναπομένον προβληματικό σημείο»: ελάσσονος σημασίας θέμα που διαπιστώθηκε κατά την αξιολόγηση αίτησης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας, το οποίο δεν εμποδίζει την έκδοσή του και μπορεί να αναβληθεί για μεταγενέστερη εποπτεία.

Άρθρο 3

Διαδικασία εποπτείας

1.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας εφαρμόζουν τη διαδικασία εποπτείας όπως ορίζεται στο παράρτημα I.

2.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας προβλέπουν εσωτερικές ρυθμίσεις ή διαδικασίες διαχείρισης της διαδικασίας εποπτείας.

3.   Για τους σκοπούς της εποπτείας, οι εθνικές αρχές ασφάλειας αποδέχονται τις εγκρίσεις, τις αναγνωρίσεις ή τα πιστοποιητικά προϊόντων ή υπηρεσιών που υποβάλλουν σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής, ή εργολήπτες, εταίροι ή προμηθευτές τους, τα οποία χορηγήθηκαν σύμφωνα με το συναφές ενωσιακό δίκαιο, ως αποδεικτικό στοιχείο της ικανότητας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και διαχειριστών υποδομής να πληρούν τις αντίστοιχες απαιτήσεις που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2018/762 της Επιτροπής (8).

Άρθρο 4

Τεχνικές εποπτείας

Οι εθνικές αρχές ασφάλειας υιοθετούν κατάλληλες τεχνικές, όπως ελέγχους και επιθεωρήσεις, και, κατά τον προγραμματισμό των δραστηριοτήτων εποπτείας τους, επιλέγουν τις πλέον κατάλληλες.

Άρθρο 5

Σύνδεσμοι μεταξύ εποπτείας και αξιολόγησης

1.   Η εθνική αρχή ασφάλειας που πραγματοποιεί την εποπτεία χρησιμοποιεί και, κατά περίπτωση, ανταλλάσσει πληροφορίες που συλλέγονται σχετικά με τις επιδόσεις του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας κατά τις δραστηριότητες εποπτείας της για τους σκοπούς της ανανέωσης ή της επικαιροποίησης ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας ή εγκρίσεων ασφάλειας.

2.   Στις περιπτώσεις που η εθνική αρχή ασφάλειας της παραγράφου 1 δεν είναι αρμόδια για την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή της έγκρισης ασφάλειας, συνεργάζεται αμέσως με τον Οργανισμό ο οποίος ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, ή με την αντίστοιχη εθνική αρχή ασφάλειας, στην περίπτωση διασυνοριακών υποδομών, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, μετά την παραλαβή αίτησης ανανέωσης ή επικαιροποίησης.

Η εθνική αρχή ασφάλειας, βασιζόμενη στο αποτέλεσμα της συνεργασίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, σταχυολογεί και θέτει στο επίκεντρο τις πληροφορίες που είναι σημαντικές προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσο το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή υποδομής λειτουργεί αποτελεσματικά, περιλαμβάνοντας τουλάχιστον τα εξής:

α)

περιγραφή των σοβαρών περιπτώσεων μη συμμόρφωσης που μπορεί να επηρεάσουν τις επιδόσεις ασφάλειας ή να δημιουργήσουν σοβαρούς κινδύνους ασφάλειας, και οποιουδήποτε άλλου προβληματικού σημείου που εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων εποπτείας μετά την προηγούμενη αξιολόγηση·

β)

την κατάσταση του σχεδίου (ή των σχεδίων) δράσης που έχει καταρτίσει η σιδηροδρομική επιχείρηση ή ο διαχειριστής υποδομής για να επιλύσει τυχόν σοβαρή περίπτωση μη συμμόρφωσης και οποιοδήποτε άλλο προβληματικό σημείο που αναφέρεται στο σημείο α) και σχετικές δράσεις που έχει αναλάβει η εθνική αρχή ασφάλειας για την εποπτεία της επίλυσης των εν λόγω θεμάτων·

γ)

τη συνολική εικόνα των επιδόσεων ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή υποδομής που δραστηριοποιείται στο οικείο κράτος μέλος·

δ)

την κατάσταση του σχεδίου (ή των σχεδίων) δράσης που έχει καταρτίσει η σιδηροδρομική επιχείρηση ή ο διαχειριστής υποδομής για να επιλύσει εναπομένοντα προβληματικά σημεία από προηγούμενη αξιολόγηση.

Άρθρο 6

Επάρκεια του προσωπικού που συμμετέχει στην εποπτεία

1.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας μεριμνούν ώστε το προσωπικό που συμμετέχει στην εποπτεία να διαθέτει τις ακόλουθες δεξιότητες:

α)

γνώση του συναφούς κανονιστικού πλαισίου που ισχύει για την εποπτεία·

β)

γνώση της λειτουργίας του σιδηροδρομικού συστήματος·

γ)

κατάλληλο επίπεδο κριτικής ανάλυσης·

δ)

πείρα στην εποπτεία συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας ή παρόμοιου συστήματος διαχείρισης στον σιδηροδρομικό τομέα ή συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σε τομέα με ισοδύναμες επιχειρησιακές και τεχνικές προκλήσεις·

ε)

γνώσεις και πείρα στη λήψη συνεντεύξεων·

στ)

επίλυση προβλημάτων, επικοινωνία και ομαδική εργασία.

2.   Σε περίπτωση ομαδικής εργασίας, οι δεξιότητες είναι δυνατόν να κατανέμονται μεταξύ των μελών της ομάδας.

3.   Για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της παραγράφου 1, οι εθνικές αρχές ασφάλειας καθιερώνουν σύστημα διαχείρισης της επάρκειας το οποίο περιλαμβάνει:

α)

τον καθορισμό προφίλ δεξιοτήτων για κάθε θέση εργασίας ή ρόλο·

β)

την πρόσληψη προσωπικού σύμφωνα με τα προφίλ δεξιοτήτων που έχουν καθοριστεί·

γ)

τη διατήρηση, την ανάπτυξη και την αξιολόγηση της επάρκειας του προσωπικού σύμφωνα με τα προφίλ δεξιοτήτων που έχουν καθοριστεί.

Άρθρο 7

Κριτήρια λήψης αποφάσεων

1.   Η εθνική αρχή ασφάλειας θεσπίζει και δημοσιεύει κριτήρια λήψης αποφάσεων σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης της ορθής εφαρμογής ενός συστήματος διαχείρισης ασφάλειας από σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστή υποδομής, και της αποδοτικότητας του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας ως προς τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας που σχετίζονται με τις δραστηριότητες της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή υποδομής.

Τα κριτήρια περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης και αντιμετώπισης από την εθνική αρχή ασφάλειας των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης που εντοπίζονται στο σύστημα διαχείρισης ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης και του διαχειριστή υποδομής.

2.   Η εθνική αρχή ασφάλειας θεσπίζει και δημοσιεύει διαδικασία που αναφέρει λεπτομερώς τον τρόπο υποβολής καταγγελίας από σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής ή οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος όσον αφορά αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τις δραστηριότητες εποπτείας.

Άρθρο 8

Συντονισμός μεταξύ των εθνικών αρχών ασφάλειας και συνεργασία με άλλες αρχές ή οργανισμούς

1.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας που συμμετέχουν στην εποπτεία διαχειριστή υποδομής με διασυνοριακή/-ές υποδομή/-ές ή σιδηροδρομικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη συντονίζουν την άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 7 και 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

Μετά τη χορήγηση της έγκρισης ασφάλειας ή του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, οι εθνικές αρχές ασφάλειας αποφασίζουν αμέσως ποια αρχή θα αναλάβει ηγετικό ρόλο για τον συντονισμό της εποπτείας της ορθής εφαρμογής και της αποδοτικότητας του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των εθνικών αρχών ασφάλειας που απορρέουν από το άρθρο 16 παράγραφος 2 σημεία δ) και ι) και του άρθρου 17 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι εθνικές αρχές ασφάλειας θεσπίζουν ρυθμίσεις με βάση το πλαίσιο συντονισμένης και κοινής εποπτείας που ορίζεται στο παράρτημα II.

3.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας επίσης θεσπίζουν ρυθμίσεις συνεργασίας με εθνικούς φορείς έρευνας, με οργανισμούς πιστοποίησης των υπεύθυνων για τη συντήρηση φορέων και με λοιπές αρμόδιες αρχές ή οργανισμούς.

Άρθρο 9

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 καταργείται από τις 16 Ιουνίου 2019.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 16 Ιουνίου 2019. Ωστόσο, το άρθρο 5 παράγραφος 2 και το άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται από τις 16 Ιουνίου 2020 στα κράτη μέλη που έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 ότι έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Φεβρουαρίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102.

(2)  Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 1ης Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με την εξουσιοδότηση του Οργανισμού Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αναθεώρηση της κοινής μεθόδου ασφάλειας για αξιολόγηση της συμμόρφωσης και της κοινής μεθόδου ασφάλειας για την εποπτεία, και την κατάργηση της εκτελεστικής απόφασης C(2014) 1649 final [C(2016) 5504 final].

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης πιστοποιητικών σιδηροδρομικής ασφάλειας (ΕΕ L 326 της 10.12.2010, σ. 11).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης έγκρισης σιδηροδρομικής ασφάλειας (ΕΕ L 327 της 11.12.2010, σ. 13).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφάλειας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας (ΕΕ L 320 της 17.11.2012, σ. 3).

(6)  Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).

(7)  Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).

(8)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/762 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας για τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 της Επιτροπής (Βλέπε σελίδα 26 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Διαδικασία εποπτείας όπως αναφέρεται στο άρθρο 3

1.   ΓΕΝΙΚΑ

Η εθνική αρχή ασφάλειας θεσπίζει διαρθρωμένη και ελέγξιμη διαδικασία για ολόκληρη τη δραστηριότητα, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που προβλέπονται παρακάτω. Αυτό διασφαλίζει ότι η διαδικασία εποπτείας είναι επαναληπτική και λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για συνεχή βελτίωση, όπως φαίνεται στο διάγραμμα παρακάτω στο προσάρτημα.

2.   ΚΑΤΑΣΤΡΩΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΟΥ/-ΩΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

Η εθνική αρχή ασφάλειας:

α)

συλλέγει από διάφορες πηγές και αναλύει δεδομένα/πληροφορίες που τροφοδοτούν τη στρατηγική και το σχέδιο ή τα σχέδια εποπτείας. Στις πηγές περιλαμβάνονται πληροφορίες που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης συστημάτων διαχείρισης της ασφάλειας, αποτελέσματα προηγούμενων δραστηριοτήτων εποπτείας, πληροφορίες από εγκρίσεις υποσυστημάτων ή οχημάτων, αναφορές/συστάσεις εθνικών φορέων έρευνας σχετικές με ατυχήματα, άλλες εκθέσεις ή δεδομένα ατυχημάτων/περιστατικών, οι ετήσιες εκθέσεις ασφάλειας σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής προς την εθνική αρχή ασφάλειας, ετήσιες εκθέσεις συντήρησης από φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση, καταγγελίες πολιτών και άλλες σχετικές πηγές·

β)

προσδιορίζει, στη στρατηγική εποπτείας, τους τομείς κινδύνου για τη διενέργεια στοχευμένων δραστηριοτήτων εποπτείας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από την ενοποίηση και διαχείριση ανθρώπινων και οργανωτικών παραγόντων, κατά περίπτωση·

γ)

καταρτίζει σχέδιο ή σχέδια εποπτείας από τα οποία προκύπτει με ποιο τρόπο θα εφαρμόσει τη στρατηγική εποπτείας κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής έγκυρων ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας και εγκρίσεων ασφάλειας·

δ)

προβαίνει σε αρχική εκτίμηση των απαιτούμενων πόρων για την υλοποίηση του σχεδίου ή των σχεδίων εποπτείας, βάσει των προσδιορισμένων τομέων-στόχων·

ε)

διαθέτει πόρους για την υλοποίηση του σχεδίου ή των σχεδίων εποπτείας·

στ)

εξετάζει, στη στρατηγική και στο/στα σχέδιο/-ια εποπτείας, τυχόν ζητήματα που αφορούν διασυνοριακές υπηρεσίες ή υποδομή/-ές μέσω συντονισμού με άλλη εθνική αρχή (ή άλλες εθνικές αρχές) ασφάλειας.

3.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ/ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΟΥ/-ΩΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

Η εθνική αρχή ασφάλειας:

α)

κοινοποιεί τους γενικούς στόχους της στρατηγικής και συνολική εξήγηση του/των σχεδίου/-ων εποπτείας στις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή διαχειριστές υποδομής και, εάν είναι σκόπιμο, ευρύτερα σε άλλους ενδιαφερόμενους·

β)

εξηγεί σε γενικές γραμμές στις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή διαχειριστές υποδομής με ποιον τρόπο θα υλοποιηθεί/-ούν το/τα σχέδιο/-α εποπτείας.

4.   ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

Η εθνική αρχή ασφάλειας:

α)

υλοποιεί το σχέδιο ή τα σχέδια·

β)

προβαίνει σε κατάλληλες ενέργειες για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής προς τις οικείες νομικές υποχρεώσεις, στις οποίες συγκαταλέγεται και η ενδεχόμενη έκδοση επείγουσας προειδοποίησης ασφάλειας και η εφαρμογή προσωρινών μέτρων ασφάλειας, εάν είναι αναγκαίο·

γ)

αξιολογεί πόσο ορθά σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής κατάρτισε και υλοποίησε σχέδιο ή σχέδια εποπτείας για την αντιμετώπιση περίπτωσης μη συμμόρφωσης ή εναπομένοντος προβληματικού σημείου εντός καθορισμένης χρονικής περιόδου·

δ)

καταγράφει τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων εποπτείας.

5.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

Η εθνική αρχή ασφάλειας:

α)

γνωστοποιεί τα πορίσματα των δραστηριοτήτων εποπτείας της στην αντίστοιχη σιδηροδρομική επιχείρηση ή στον αντίστοιχο διαχειριστή υποδομής, και εντοπίζει τα πεδία μη συμμόρφωσης που διαπιστώθηκαν από πλευράς της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή υποδομής και πεδία ορθής πρακτικής για τη στήριξη βελτίωσης της ασφάλειας·

β)

έχει συνολική εικόνα των επιδόσεων ασφάλειας κάθε επιμέρους σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής που δραστηριοποιείται στο οικείο κράτος μέλος·

γ)

δημοσιεύει και κοινοποιεί στους ενδιαφερόμενους τις απόψεις της σχετικά με τις γενικές επιδόσεις ασφάλειας στο κράτος μέλος·

δ)

δημοσιεύει και κοινοποιεί στους ενδιαφερόμενους τις απόψεις της σχετικά με την αποτελεσματικότητα του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας·

ε)

αξιοποιεί και, κατά περίπτωση, γνωστοποιεί πληροφορίες για τις επιδόσεις του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας που συλλέγονται κατά την εποπτεία σιδηροδρομικών επιχειρήσεων ή διαχειριστών υποδομής, πριν από την εκ νέου αξιολόγηση της αίτησης ανανέωσης ή επικαιροποίησης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή της έγκρισης ασφάλειας, ενώ ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας ή ως αρμόδια εθνική αρχή ασφάλειας, στην περίπτωση διασυνοριακών υποδομών·

στ)

κατά περίπτωση, λαμβάνει μέτρα επιβολής, προσδιορίζει κατά πόσο δικαιολογείται ο περιορισμός ή η ανάκληση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή της έγκρισης ασφάλειας και, στις περιπτώσεις που δεν είναι αρμόδιος για την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή της έγκρισης ασφάλειας, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή.

6.   ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ

Με βάση τις πληροφορίες και την πείρα που αποκτά κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων εποπτείας και επιδόσεων ασφάλειας τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κράτους μέλους, η εθνική αρχή ασφάλειας σε τακτά χρονικά διαστήματα:

α)

διεξάγει επανεξέταση της στρατηγικής και του/των σχεδίου/-ων εποπτείας προκειμένου να ελέγξει την αρχική στοχευμένη δραστηριότητα, την αξιοποίηση των δεδομένων/πληροφοριών από διάφορες πηγές, τα αποτελέσματα εποπτείας και εάν η διάθεση των πόρων ήταν η κατάλληλη, την αλλαγή των προτεραιοτήτων εφόσον είναι αναγκαίο·

β)

αναθεωρεί το σχέδιο ή τα σχέδια, εφόσον χρειάζεται, και εξετάζει τις επιπτώσεις των αλλαγών στη στρατηγική εποπτείας·

γ)

συνεισφέρει, εφόσον χρειάζεται, με τις απόψεις της και τις τυχόν προτάσεις της στο οικείο κράτος μέλος, για να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενες ελλείψεις του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας.

Προσάρτημα

Image

Επιβολή, προώθηση και/ή ανάπτυξη ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας

Είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων,

Λήψη αναλογικών μέτρων

Γενικοί στόχοι της στρατηγικής εποπτείας γενική εξήγηση των σχεδίων εποπτείας και εξήγηση πώς αυτά τα σχέδια θα υλοποιηθούν

Περαπτώ-σεις μη συμ-μόρφωσης

Κάθε σχετική πληροφορία

Ετήσιες εκθέσεις ασφάλειας από σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής

Δεδομένα ατυχη-μάτων/περιστατικών

Οργανισμός ή συναφής εθνική αρχή ασφάλειας

Αποδοτικότητα του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας

Αξιολόγηση επιδόσεων ασφάλειας

Αξιολόγηση συνάφειας και αποτελεσματικότητας σχεδίων δράσης

Συναφείς πληροφορίες που συλλέγονται σχετικά με τις επιδόσεις του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας

Κατάστρωση και εφαρμογή των σχεδίων δράσης

Αποτελέσματα εποπτείας

Γενικές επιδόσεις ασφάλειας στα κράτη μέλη

Όχι

Ναι

Εκθέσεις έρευνας

Αποτελέσματα προηγούμενης εποπτείας

Καταγραφή αποτελεσμάτων εποπτείας

Όχι

Ναι

Εφαρμογή των σχεδίων

Κατάστρωση στρατηγικής και σχεδίων εποπτείας και συντονισμός των δραστηριοτήτων εποπτείας με άλλες εθνικές αρχές ασφάλειας

Επανεξέταση των δραστηριοτήτων εποπτείας

Εντοπισμός τομέων κινδύνου

Συλλογή και ανάλυση πληροφοριών

Πληροφορίες που συλλέγονται κατά την αξιολόγηση

Σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής

Εθνική αρχή ασφάλειας που εκτελεί την εποπτεία


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πλαίσιο συντονισμένης και κοινής εποπτείας όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2

Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ασφάλειας θεσπίζουν ρυθμίσεις με βάση τις ακόλουθες αρχές και συγκεκριμένα στοιχεία:

1.

Συμφωνούν ποιες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής δραστηριοποιούνται κατά τρόπο ώστε να απαιτείται συντονισμένη ή κοινή εποπτεία.

2.

Συμφωνούν επί κοινής/-ών γλώσσας/-ών και του επιπέδου εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς των ρυθμίσεων συντονισμού τους.

3.

Συμφωνούν για τις πληροφορίες που πρόκειται να ανταλλάξουν και επί χρονοδιαγράμματος για την ανταλλαγή:

α)

ανταλλάσσουν συναφείς πληροφορίες για σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής που προσδιορίζονται σύμφωνα με το σημείο 1 και γνωστοποιούν τα αποτελέσματα από τις δραστηριότητες αξιολόγησής τους·

β)

παρέχουν αντίγραφα των εγκρίσεων ασφάλειας, κατά περίπτωση·

γ)

κοινοποιούν αποτελέσματα από συναφείς δραστηριότητες εποπτείας, συμπεριλαμβανομένων αποφάσεων και μέτρων επιβολής, κατά περίπτωση·

δ)

κοινοποιούν πληροφορίες για τις επιδόσεις ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και διαχειριστών υποδομής που προσδιορίζονται σύμφωνα με το σημείο 1 σε κάθε κράτος μέλος.

4.

Κοινοποιούν κριτήρια λήψης αποφάσεων:

α)

κοινοποιούν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο επίτευξης των στόχων των δραστηριοτήτων κάθε εθνικής αρχής ασφάλειας για κάθε ενδιαφερόμενη σιδηροδρομική επιχείρηση και διαχειριστή υποδομής στο πλαίσιο του σχεδίου εποπτείας·

β)

καθιερώνουν διάλογο μεταξύ αρμόδιων εθνικών αρχών ασφάλειας σχετικά με την προτεινόμενη αντίδραση για την αντιμετώπιση σημαντικών κενών συμμόρφωσης.

5.

Διαχειρίζονται τον συντονισμό:

α)

κοινοποιούν υφιστάμενες στρατηγικές και σχέδια εποπτείας·

β)

καθορίζουν κοινά σημεία ενδιαφέροντος και/ή κοινά θέματα·

γ)

σχεδιάζουν με αποδοτικό τρόπο μεμονωμένες, συντονισμένες ή κοινές πρωτοβουλίες χωρίς να προκαλούν περιττή ενόχληση στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και στους διαχειριστές υποδομής και αποφεύγοντας τις αλληλεπικαλύψεις στην εμβέλεια των εν λόγω πρωτοβουλιών.

6.

Συμφωνούν ποια ή ποιες εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να αναλαμβάνουν την παρακολούθηση της συνέχειας δράσεων οι οποίες στοχεύουν στην αντιμετώπιση εναπομένοντος προβληματικού σημείου και των οποίων η ολοκλήρωση έχει αναβληθεί για εποπτεία, κατά περίπτωση.

7.

Συμφωνούν για τους τομείς στους οποίους επικεντρώνονται συντονισμένα ή από κοινού:

α)

εντοπίζουν τους βασικούς κινδύνους, για τις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους αντίστοιχους διαχειριστές υποδομής, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπίζονται συντονισμένα ή από κοινού από εθνικές αρχές ασφάλειας·

β)

συμφωνούν ποια εθνική αρχή ασφάλειας θα αναλάβει ηγετικό ρόλο σε δραστηριότητες για συγκεκριμένα θέματα, κατά περίπτωση, με βάση σαφώς καθορισμένα κριτήρια·

γ)

συμφωνούν ποια είδη δραστηριοτήτων κοινής εποπτείας θα αναλάβουν, κατά περίπτωση·

δ)

συμφωνούν με ποιο τρόπο θα πρέπει να ενημερώνονται οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής για τις ρυθμίσεις και τις συμφωνίες που συνάπτουν οι εθνικές αρχές ασφάλειας.

8.

Κοινοποιούν ορθές πρακτικές:

α)

καθορίζουν ρυθμίσεις για την επανεξέταση και τον συντονισμό σε τακτική βάση των δραστηριοτήτων εποπτείας για τις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους αντίστοιχους διαχειριστές υποδομής·

β)

καθορίζουν ρυθμίσεις για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του συντονισμού και της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένου του Οργανισμού, κατά περίπτωση.


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/26


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/762 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 8ης Μαρτίου 2018

για τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας σχετικά με τις απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1169/2010

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση ERA-REC-115-REC του Οργανισμού Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παραδόθηκε στην Επιτροπή στις 9 Μαρτίου 2017, σχετικά με την αναθεώρηση των κοινών μεθόδων ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και των κοινών μεθόδων ασφάλειας για την εποπτεία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι κοινές μέθοδοι ασφάλειας (ΚΜΑ) περιγράφουν τον τρόπο αξιολόγησης των επιπέδων ασφάλειας, της επίτευξης των στόχων ασφάλειας και της συμμόρφωσης προς άλλες απαιτήσεις ασφάλειας.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, οι ΚΜΑ πρόκειται να αναθεωρούνται τακτικά, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πείρα από την εφαρμογή τους, καθώς και η γενικότερη εξέλιξη της ασφάλειας των σιδηροδρόμων, με σκοπό την εν γένει διατήρηση και, εφόσον είναι εύλογα εφικτό, τη συνεχή βελτίωση της ασφάλειας.

(3)

Με την εκτελεστική απόφαση της 1ης Σεπτεμβρίου 2016 (2), η Επιτροπή έδωσε εντολή στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Οργανισμός») σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 να αναθεωρήσει τους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 (3), (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 (4) και (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής (5). Στις 9 Μαρτίου 2017 ο Οργανισμός ανταποκρινόμενος στην εντολή της Επιτροπής εξέδωσε τη σύστασή του, στην οποία είχε επισυνάψει έκθεση με αντικείμενο τα αποτελέσματα της διαβούλευσης με τις εθνικές αρχές ασφάλειας, τους κοινωνικούς εταίρους και τους χρήστες, και έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων των τροποποιημένων ΚΜΑ που πρόκειται να εγκριθούν. Η Επιτροπή εξέτασε τη σύσταση που εξέδωσε ο Οργανισμός για να επαληθεύσει ότι η εντολή της είχε εκπληρωθεί όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(4)

Σκοπός του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας είναι να διασφαλιστεί ότι οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής επιτυγχάνουν τους λειτουργικούς τους στόχους κατά τρόπο ασφαλή. Το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας συχνά είναι ενσωματωμένο σε άλλα συστήματα διαχείρισης ώστε να αυξάνονται οι συνολικές επιδόσεις του οργανισμού και να μειώνεται το κόστος, παράλληλα δε να καθίστανται αμοιβαίες οι προσπάθειες σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού. Προς τον σκοπό αυτό, το κοινό πλαίσιο των ISO υψηλού επιπέδου (6) χρησιμοποιείται για τη λειτουργική διάρθρωση των απαιτήσεων του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798. Το εν λόγω πλαίσιο διευκολύνει τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους διαχειριστές υποδομής στην κατανόηση και την εφαρμογή προσέγγισης ανά διαδικασία κατά την ανάπτυξη, την εφαρμογή, τη συντήρηση και τη συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας.

(5)

Μόλις αποκτήσει ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας ή έγκριση ασφάλειας, ο αιτών πρέπει να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το οικείο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(6)

Η συμπεριφορά του ανθρώπου διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία των σιδηροδρόμων. Όταν κρίνεται ότι η εν λόγω συμπεριφορά συνετέλεσε σε ατύχημα ή περιστατικό, οφείλεται ενδεχομένως σε οργανωτικούς παράγοντες, όπως ο φόρτος εργασίας ή ο σχεδιασμός της θέσης εργασίας, οι οποίοι επηρέασαν τη συμπεριφορά του ανθρώπου και, ως εκ τούτου, οδήγησαν σε μείωση των επιδόσεων και επιδείνωση των συνεπειών. Επομένως, είναι ουσιαστικό οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομής να ακολουθούν συστηματική προσέγγιση για τη στήριξη των ανθρώπινων επιδόσεων και τη διαχείριση των ανθρώπινων και οργανωτικών παραγόντων του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας.

(7)

Ο τρόπος με τον οποίο η ασφάλεια νοείται, αποτιμάται και ιεραρχείται σε έναν οργανισμό αντικατοπτρίζει την πραγματική δέσμευση όσον αφορά την ασφάλεια σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού. Συνεπώς, είναι επίσης σημαντικό οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομών να προσδιορίζουν τις δράσεις και τις συμπεριφορές που μπορούν να διαμορφώσουν θετική νοοτροπία ασφάλειας και να προωθούν, μέσω του οικείου συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, αυτή τη νοοτροπία αμοιβαίας εμπιστοσύνης και μάθησης, στην οποία το προσωπικό ενθαρρύνεται να συμβάλλει για την ανάπτυξη της ασφάλειας με την αναφορά επικίνδυνων περιστατικών και την παροχή πληροφοριών σχετικών με την ασφάλεια.

(8)

Στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι η οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου (7) και οι σχετικές επιμέρους οδηγίες εφαρμόζονται πλήρως όσον αφορά την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων στην κατασκευή, τη λειτουργία και τη συντήρηση των σιδηροδρόμων. Δεν δημιουργούνται άλλες αρμοδιότητες ή καθήκοντα για την εκδίδουσα αρχή, η οποία πρέπει να ελέγχει μόνον εάν, για την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας, ο αιτών έχει συνεκτιμήσει τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια. Είναι πάντοτε δυνατόν η ευθύνη για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με την οδηγία 89/391/ΕΟΚ να ανατίθεται σε άλλες αρμόδιες αρχές τις οποίες ορίζει το κράτος μέλος.

(9)

Στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας πρέπει, κατά περίπτωση, να λαμβάνονται υπόψη τυχόν πρόσθετοι κίνδυνοι που ενέχει η σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων και, ως εκ τούτου, πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(10)

Οι κανονισμοί (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 θα καταστούν άνευ αντικειμένου και, συνεπώς, πρέπει να αντικατασταθούν από τον παρόντα κανονισμό.

(11)

Όσον αφορά τα πιστοποιητικά ασφάλειας, όπως προκύπτει από το άρθρο 10 παράγραφος 15 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η εθνική αρχή ασφάλειας μπορεί να απαιτήσει την αναθεώρηση των πιστοποιητικών ασφάλειας μετά από ουσιαστικές μεταβολές του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας. Οι αλλαγές που επέρχονται με το άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 και τον παρόντα κανονισμό, αν και αξιοσημείωτες και σημαντικές, δεν είναι ουσιώδεις. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 θα πρέπει να εφαρμόζεται για τα πιστοποιητικά ασφάλειας που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) έως την ημερομηνία λήξης τους. Για τον ίδιο λόγο, είναι επίσης αναγκαίο να μετατεθεί η ημερομηνία κατάργησης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 έως το τέλος της τελευταίας ημέρας της περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας μπορεί ο κανονισμός να εφαρμόζεται ακόμη από τις εθνικές αρχές ασφάλειας για λόγους εποπτείας. Επιπλέον, σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798, τα υφιστάμενα πιστοποιητικά ασφάλειας εξακολουθούν να υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, στην οποία βασίσθηκε ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010.

(12)

Όσον αφορά τις εγκρίσεις ασφάλειας, όπως προκύπτει από το άρθρο 12 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η εθνική αρχή ασφάλειας μπορεί να απαιτήσει την αναθεώρηση των εγκρίσεων ασφάλειας μετά από ουσιαστικές μεταβολές του ρυθμιστικού πλαισίου ασφάλειας. Οι αλλαγές που επέρχονται με το άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 και τον παρόντα κανονισμό, αν και αξιοσημείωτες και σημαντικές, δεν είναι ουσιώδεις. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 θα πρέπει να εφαρμόζεται για τις εγκρίσεις ασφάλειας που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου έως την ημερομηνία λήξης τους. Για τον ίδιο λόγο, είναι επίσης αναγκαίο να μετατεθεί η ημερομηνία κατάργησης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 έως το τέλος της τελευταίας ημέρας της περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας μπορεί να εφαρμόζεται ακόμη από τις εθνικές αρχές ασφαλείας για λόγους εποπτείας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει κοινές μεθόδους ασφάλειας («ΚΜΑ») για τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας που σχετίζονται με τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους διαχειριστές υποδομής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο στ) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

2.   Ο παρών κανονισμός ισχύει για τα ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας και τις εγκρίσεις ασφάλειας που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798.

Άρθρο 2

Ορισμός

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας» νοείται ο φορέας που είναι αρμόδιος για την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, είτε ο Οργανισμός είτε εθνική αρχή ασφάλειας.

Άρθρο 3

Απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις

Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις καταρτίζουν τα οικεία συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Οι εν λόγω απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας ισχύουν για τα ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας που αναφέρονται στο άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, με σκοπό την αξιολόγηση των εφαρμογών και την εποπτεία.

Άρθρο 4

Απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας για τους διαχειριστές υποδομής

Οι διαχειριστές υποδομής καταρτίζουν τα οικεία συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα II.

Οι εν λόγω απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας ισχύουν για τις εγκρίσεις ασφάλειας που αναφέρονται στο άρθρο 12 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, με σκοπό την αξιολόγηση των εφαρμογών και την εποπτεία.

Άρθρο 5

Κατάργηση

Οι κανονισμοί (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 καταργούνται από τις 16 Ιουνίου 2025.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 16 Ιουνίου 2019 στα κράτη μέλη που δεν έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798. Εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη από τις 16 Ιουνίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Μαρτίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102.

(2)  Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 1ης Σεπτεμβρίου 2016, σχετικά με εντολή στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αναθεώρηση των κοινών μεθόδων ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και την κοινή μέθοδο ασφάλειας για την εποπτεία και για την κατάργηση της εκτελεστικής απόφασης C(2014) 1649 final [C(2016) 5504 final].

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης πιστοποιητικών σιδηροδρομικής ασφάλειας (ΕΕ L 326 της 10.12.2010, σ. 11).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης έγκρισης σιδηροδρομικής ασφάλειας (ΕΕ L 327 της 11.12.2010, σ. 13).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφαλείας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας (ΕΕ L 320 της 17.11.2012, σ. 3).

(6)  Οδηγίες ISO/IEC, μέρος 1, κωδικοποιημένο συμπλήρωμα 2016, παράρτημα SL προσάρτημα 2.

(7)  Οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ L 183 της 29.6.1989, σ. 1).

(8)  Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).

(9)  Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (Οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας για τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις

1.   ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

1.1.   Ο οργανισμός:

α)

περιγράφει το είδος, την έκταση και τον τόπο των σιδηροδρομικών λειτουργιών του·

β)

προσδιορίζει τους σοβαρούς κινδύνους ασφάλειας που τίθενται από τη σιδηροδρομική λειτουργία είτε εκτελείται από τον ίδιο τον οργανισμό, είτε από αναδόχους, συνεργάτες ή προμηθευτές υπό τον έλεγχό του·

γ)

προσδιορίζει τα ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. ρυθμιστικούς φορείς, αρχές, διαχειριστές υποδομής, αναδόχους, προμηθευτές, συνεργάτες), καθώς και τα μέρη εκτός σιδηροδρομικού συστήματος που είναι σημαντικά για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας·

δ)

προσδιορίζει και τηρεί νομικές και άλλες απαιτήσεις σχετιζόμενες με την ασφάλεια για τα κατά το στοιχείο γ) ενδιαφερόμενα μέρη·

ε)

εξασφαλίζει ότι οι κατά το στοιχείο δ) απαιτήσεις λαμβάνονται υπόψη κατά την ανάπτυξη, την εφαρμογή και τη συντήρηση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

στ)

περιγράφει το πεδίο εφαρμογής του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και επισημαίνει ποιο μέρος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος και λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο στοιχείο δ).

2.   ΗΓΕΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ

2.1.   Ηγετικός ρόλος και δέσμευση

2.1.1.   Η ανώτατη διοίκηση επιδεικνύει ηγετικό ρόλο και δέσμευση για την ανάπτυξη, την εφαρμογή, τη συντήρηση και τη συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας με:

α)

την ανάληψη γενικής υποχρέωσης λογοδοσίας και ευθύνης για την ασφάλεια·

β)

τη δέσμευση της διοίκησης για ασφάλεια σε διάφορα επίπεδα εντός του οργανισμού μέσω των δραστηριοτήτων της και στις σχέσεις της με το προσωπικό και τους αναδόχους·

γ)

τη διασφάλιση ότι η πολιτική ασφάλειας και οι στόχοι ασφάλειας έχουν καθορισθεί, κατανοηθεί και συμβαδίζουν με τη στρατηγική κατεύθυνση του οργανισμού·

δ)

τη διασφάλιση της ενσωμάτωσης των απαιτήσεων για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού·

ε)

τη διασφάλιση διαθεσιμότητας των απαιτούμενων πόρων για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας·

στ)

τη διασφάλιση ότι το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας είναι αποτελεσματικό για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας που δημιουργούνται από τον οργανισμό·

ζ)

την ενθάρρυνση του προσωπικού να υποστηρίζει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

η)

την προώθηση της συνεχούς βελτίωσης του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

θ)

τη διασφάλιση ότι η ασφάλεια συνεκτιμάται κατά τον προσδιορισμό και τη διαχείριση των επιχειρηματικών κινδύνων του οργανισμού και ότι εξηγείται πώς θα ταυτοποιείται και θα επιλύεται η σύγκρουση μεταξύ των στόχων ασφάλειας και άλλων επιχειρηματικών στόχων·

ι)

την προώθηση θετικής νοοτροπίας ασφάλειας.

2.2.   Πολιτική ασφάλειας

2.2.1.   Η ανώτατη διοίκηση συντάσσει έγγραφο όπου περιγράφεται η πολιτική ασφάλειας του οργανισμού, η οποία:

α)

αρμόζει στον τύπο και την έκταση των σιδηροδρομικών λειτουργιών του οργανισμού·

β)

έχει εγκριθεί από τον διευθύνοντα σύμβουλο του οργανισμού (ή τον/τους εκπρόσωπο/-ους της ανώτατης διοίκησης)·

γ)

εφαρμόζεται, έχει κοινοποιηθεί και διατίθεται σε όλο το προσωπικό.

2.2.2.   Η πολιτική ασφάλειας:

α)

περιλαμβάνει δέσμευση συμμόρφωσης με όλες τις νομικές και άλλες απαιτήσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια·

β)

παρέχει πλαίσιο καθορισμού των στόχων και αξιολόγησης των επιδόσεων ασφάλειας του οργανισμού ως προς τους στόχους αυτούς·

γ)

περιλαμβάνει δέσμευση για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας που απορρέουν από τις δραστηριότητες του οργανισμού και από αυτούς που προκαλούνται από άλλους·

δ)

περιλαμβάνει δέσμευση για συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

ε)

διατηρείται σύμφωνα με την επιχειρηματική στρατηγική και την αξιολόγηση των επιδόσεων ασφάλειας του οργανισμού.

2.3.   Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες

2.3.1.   Οι αρμοδιότητες, οι υποχρεώσεις λογοδοσίας και οι εξουσίες του προσωπικού με ρόλο σχετιζόμενο με την ασφάλεια (καθώς και του διοικητικού και άλλου προσωπικού με καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια) καθορίζονται σε όλα τα επίπεδα εντός του οργανισμού, τεκμηριώνονται, ανατίθενται και κοινοποιούνται στο προσωπικό.

2.3.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι το προσωπικό στο οποίο έχουν ανατεθεί αρμοδιότητες για καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια έχει την εξουσία, την επάρκεια και τους κατάλληλους πόρους για να επιτελεί τα καθήκοντά του χωρίς να επηρεάζεται δυσμενώς από δραστηριότητες άλλων επιχειρηματικών λειτουργιών.

2.3.3.   Η ανάθεση αρμοδιοτήτων για καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια τεκμηριώνεται και κοινοποιείται στο αρμόδιο προσωπικό, γίνεται δεκτή και κατανοείται.

2.3.4.   Ο οργανισμός περιγράφει την κατανομή των ρόλων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.3.1. στις επιχειρηματικές λειτουργίες εντός και, κατά περίπτωση, εκτός του οργανισμού (βλέπε.5.3. Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές).

2.4.   Γνωμοδότηση του προσωπικού και άλλων μερών

2.4.1.   Το προσωπικό, οι εκπρόσωποί του και εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη, όπου αρμόζει και ανάλογα με την περίπτωση, γνωμοδοτεί για την ανάπτυξη, τη συντήρηση και τη βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας στα σχετικά μέρη για τα οποία είναι υπεύθυνο, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών ασφάλειας των διαδικασιών λειτουργίας.

2.4.2.   Ο οργανισμός διευκολύνει τη γνωμοδότηση του προσωπικού, προβλέποντας τις μεθόδους και τα μέσα συμμετοχής του προσωπικού, καταγράφοντας τη γνώμη του και απαντώντας στη γνώμη του προσωπικού.

3.   ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

3.1.   Ενέργειες για την αντιμετώπιση των κινδύνων

3.1.1.   Εκτίμηση κινδύνων

3.1.1.1.   Ο οργανισμός:

α)

εντοπίζει και αναλύει όλους τους λειτουργικούς, οργανωτικούς και τεχνικούς κινδύνους που σχετίζονται με τον τύπο, την έκταση και το πεδίο λειτουργιών του οργανισμού. Στους εν λόγω κινδύνους περιλαμβάνονται εκείνοι που οφείλονται στον ανθρώπινο και τον οργανωτικό παράγοντα, όπως ο φόρτος εργασίας, ο σχεδιασμός του χώρου εργασίας, η κόπωση ή η καταλληλότητα των διαδικασιών, και οι δραστηριότητες των άλλων ενδιαφερόμενων μερών (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού)·

β)

αξιολογεί τους κινδύνους που αναφέρονται στο στοιχείο α) με την εφαρμογή κατάλληλων μεθόδων εκτίμησης κινδύνων·

γ)

αναπτύσσει και θέτει σε εφαρμογή μέτρα ασφάλειας, με προσδιορισμό των σχετικών αρμοδιοτήτων (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες)·

δ)

αναπτύσσει σύστημα παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας των μέτρων ασφάλειας (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

ε)

αναγνωρίζει την ανάγκη συνεργασίας με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη (όπως σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής, κατασκευαστές, συντηρητές, οντότητα υπεύθυνη για τη συντήρηση, κάτοχο σιδηροδρομικών οχημάτων, πάροχο υπηρεσιών και προμηθευτή), όπου απαιτείται, για κοινούς κινδύνους και τη θέση σε εφαρμογή κατάλληλων μέτρων ασφάλειας·

στ)

κοινοποιεί τους κινδύνους στο προσωπικό και εμπλεκόμενους τρίτους (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία).

3.1.1.2.   Κατά την εκτίμηση κινδύνων, ο οργανισμός λαμβάνει υπόψη την ανάγκη καθορισμού, διαμόρφωσης και διατήρησης ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος σύμφωνου με την εφαρμοστέα νομοθεσία, και ιδίως με την οδηγία 89/391/ΕΟΚ.

3.1.2.   Προγραμματισμός αλλαγών

3.1.2.1.   Ο οργανισμός εντοπίζει τους ενδεχόμενους κινδύνους ασφάλειας και προσδιορίζει κατάλληλα μέτρα ασφάλειας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) πριν επέλθει μεταβολή (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών) σύμφωνα με τη διαδικασία διαχείρισης της επικινδυνότητας που καθορίζεται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 402/2013 της Επιτροπής (1), συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των κινδύνων ασφάλειας που ενέχει η ίδια η διαδικασία μεταβολής.

3.2.   Στόχοι ασφάλειας και σχεδιασμός

3.2.1.   Ο οργανισμός καθορίζει στόχους ασφάλειας για τις σχετικές λειτουργίες σε διάφορα επίπεδα με σκοπό να διατηρεί και, εφόσον είναι εύλογα εφικτό, να βελτιώνει τις επιδόσεις του στον τομέα της ασφάλειας.

3.2.2.   Οι στόχοι ασφάλειας:

α)

συμβαδίζουν με την πολιτική ασφάλειας και του στρατηγικούς στόχους του οργανισμού (κατά περίπτωση)·

β)

συνδέονται με τους πρωτεύοντες κινδύνους που επηρεάζουν τις επιδόσεις ασφάλειας του οργανισμού·

γ)

είναι μετρήσιμοι·

δ)

λαμβάνουν υπόψη εφαρμοστέες νομικές και άλλες απαιτήσεις·

ε)

επανεξετάζονται όσον αφορά την επίτευξή τους και αναθεωρούνται, εφόσον ενδείκνυται·

στ)

κοινοποιούνται.

3.2.3.   Ο οργανισμός διαθέτει σχέδιο/-α όπου περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο θα επιτύχει τους στόχους ασφάλειας.

3.2.4.   Ο οργανισμός περιγράφει τη στρατηγική και το/τα σχέδιο/-α που χρησιμοποιεί για την παρακολούθηση της επίτευξης των στόχων ασφάλειας (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

4.   ΣΤΗΡΙΞΗ

4.1.   Πόροι

4.1.1.   Ο οργανισμός διαθέτει τους πόρους, καθώς και ικανό προσωπικό και αποτελεσματικό και εύχρηστο εξοπλισμό που απαιτείται για την κατάρτιση, την εφαρμογή, τη συντήρηση και τη συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας.

4.2.   Επάρκεια

4.2.1.   Το σύστημα διαχείρισης της επάρκειας του οργανισμού εξασφαλίζει ότι το προσωπικό με ρόλο σχετιζόμενο με την ασφάλεια είναι ικανό για τα σχετικά με την ασφάλεια καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες), το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

προσδιορισμό των ικανοτήτων (μεταξύ των οποίων γνώσεις, δεξιότητες, μη τεχνικές συμπεριφορές και στάσεις) που απαιτούνται για καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια·

β)

αρχές επιλογής (βασικό επίπεδο εκπαίδευσης, απαιτούμενη ψυχολογική και σωματική κατάσταση)·

γ)

αρχική εκπαίδευση, πείρα και προσόντα·

δ)

συνεχή εκπαίδευση και περιοδική επικαιροποίηση των υφιστάμενων ικανοτήτων·

ε)

περιοδική αξιολόγηση ικανοτήτων και έλεγχο της ψυχολογικής και της σωματικής κατάστασης, ώστε να διασφαλίζεται ότι διατηρούνται τα προσόντα και οι δεξιότητες με την πάροδο του χρόνου·

στ)

ειδική εκπαίδευση στα σημαντικά μέρη του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας για την εκτέλεση των σχετικών με την ασφάλεια καθηκόντων τους.

4.2.2.   Ο οργανισμός προβλέπει κατά την παράγραφο 4.2.1 στοιχεία γ), δ) και στ) εκπαιδευτικό πρόγραμμα του προσωπικού που εκτελεί καθήκοντα σχετιζόμενα με την ασφάλεια, το οποίο εξασφαλίζει ότι:

α)

το εκπαιδευτικό πρόγραμμα έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις προσδιορισθείσες απαιτήσεις επάρκειας και τις εξατομικευμένες ανάγκες του προσωπικού·

β)

κατά περίπτωση, η εκπαίδευση εξασφαλίζει ότι το προσωπικό μπορεί να λειτουργεί υπό όλες τις συνθήκες λειτουργίας (κανονικές, υποβαθμισμένες και έκτακτης ανάγκης)·

γ)

η διάρκεια της εκπαίδευσης και η συχνότητα της ανανεωτικής εκπαίδευσης αρμόζουν στους στόχους της εκπαίδευσης·

δ)

τηρούνται αρχεία για όλα τα μέλη του προσωπικού (βλέπε 4.5.3. Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών)·

ε)

το εκπαιδευτικό πρόγραμμα επανεξετάζεται και ελέγχεται τακτικά (βλέπε 6.2. Εσωτερικός έλεγχος) και μεταβάλλεται, όταν απαιτείται (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών).

4.2.3.   Προβλέπονται ρυθμίσεις επιστροφής μελών του προσωπικού στην εργασία μετά από ατυχήματα/περιστατικά ή μακρά απουσία τους από την εργασία, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πρόσθετης εκπαίδευσης όταν διαπιστώνεται ανάγκη.

4.3.   Επίγνωση

4.3.1.   Η ανώτατη διοίκηση διασφαλίζει ότι τα στελέχη της και τα μέλη του προσωπικού της με ρόλο σχετιζόμενο με την ασφάλεια έχουν επίγνωση της σπουδαιότητας, της σημασίας και των συνεπειών των δραστηριοτήτων τους και του τρόπου με τον οποίο συμβάλλουν στην ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, όπως και στην επίτευξη των στόχων ασφάλειας (βλέπε 3.2. Στόχοι ασφάλειας και σχεδιασμός).

4.4.   Πληροφορίες και επικοινωνία

4.4.1.   Ο οργανισμός καθορίζει κατάλληλους διαύλους επικοινωνίας για να εξασφαλίσει ότι ανταλλάσσονται οι σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες στα διάφορα επίπεδα του οργανισμού και με εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ των οποίων ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές.

4.4.2.   Για να εξασφαλιστεί ότι οι υπεύθυνοι κρίσης και λήψης αποφάσεων λαμβάνουν τις σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες, ο οργανισμός διαχειρίζεται την ταυτοποίηση, την παραλαβή, την επεξεργασία, την παραγωγή και τη διάδοση των σχετικών με την ασφάλεια πληροφοριών.

4.4.3.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι οι σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες:

α)

είναι συναφείς, πλήρεις και κατανοητές στον προβλεπόμενο χρήστη·

β)

είναι έγκυρες·

γ)

είναι ακριβείς·

δ)

είναι συνεκτικές·

ε)

ελέγχονται (βλέπε 4.5.3. Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών)·

στ)

κοινοποιούνται πριν φέρουν αποτέλεσμα·

ζ)

παραλαμβάνονται και κατανοούνται.

4.5.   Τεκμηριωμένες πληροφορίες

4.5.1.   Τεκμηρίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας

4.5.1.1.   Υφίσταται περιγραφή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει:

α)

ταυτοποίηση και περιγραφή των διαδικασιών και των δραστηριοτήτων που συνδέονται με την ασφάλεια των σιδηροδρομικών λειτουργιών, καθώς και των σχετιζόμενων με την ασφάλεια καθηκόντων και των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες)·

β)

αλληλεπίδραση αυτών των διαδικασιών·

γ)

διαδικασίες ή άλλα έγγραφα όπου περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο τίθενται σε εφαρμογή οι διαδικασίες·

δ)

προσδιορισμό αναδόχων, συνεργατών και προμηθευτών με περιγραφή του τύπου και της έκτασης των παρεχόμενων υπηρεσιών·

ε)

προσδιορισμό των συμβατικών ρυθμίσεων και άλλων επιχειρηματικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ του οργανισμού και άλλων μερών που προσδιορίζονται στο στοιχείο δ), οι οποίες είναι αναγκαίες για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας του οργανισμού και των κινδύνων που συνδέονται με την προσφυγή σε αναδόχους·

στ)

παραπομπή στις τεκμηριωμένες πληροφορίες που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό.

4.5.1.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι η ετήσια έκθεση ασφάλειας υποβάλλεται στη σχετική αρμόδια εθνική αρχή ασφάλειας (ή αρχές) σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η οποία περιλαμβάνει:

α)

σύνοψη των αποφάσεων που σχετίζονται με το επίπεδο σημασίας των σχετικών με την ασφάλεια μεταβολών, καθώς και επισκόπηση των σημαντικών μεταβολών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 402/2013·

β)

τους στόχους του οργανισμού στον τομέα της ασφάλειας για το/τα επόμενο/-α έτος/-η και τον τρόπο με τον οποίο οι σοβαροί κίνδυνοι ασφάλειας επηρεάζουν τον καθορισμό αυτών των στόχων ασφάλειας·

γ)

τα αποτελέσματα της εσωτερικής διερεύνησης ατυχήματος/περιστατικού (βλέπε 7.1. Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά) και άλλες δραστηριότητες παρακολούθησης (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση, 6.2. Εσωτερικός έλεγχος και 6.3. Επανεξέταση από τη διοίκηση), σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 της Επιτροπής (2)·

δ)

λεπτομέρειες της προόδου στην αντιμετώπιση των συστάσεων των εθνικών φορέων διερεύνησης που εκκρεμούν (βλέπε 7.1. Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά)·

ε)

τους δείκτες ασφάλειας του οργανισμού που έχουν καθορισθεί για την αξιολόγηση των επιδόσεων ασφάλειας του οργανισμού (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

στ)

κατά περίπτωση, τα συμπεράσματα της ετήσιας έκθεσης του συμβούλου ασφάλειας, όπως προβλέπεται στον RID (3), σχετικά με τις δραστηριότητες του οργανισμού που αφορούν τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων (4).

4.5.2.   Παραγωγή και επικαιροποίηση

4.5.2.1.   Ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι κατά την παραγωγή και την επικαιροποίηση τεκμηριωμένων πληροφοριών σχετικών με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας χρησιμοποιούνται κατάλληλοι μορφότυποι και μέσα.

4.5.3.   Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών

4.5.3.1.   Ο οργανισμός ελέγχει τις τεκμηριωμένες πληροφορίες που σχετίζονται με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας, και ιδίως με την αποθήκευση, τη διανομή και τον έλεγχο των μεταβολών, προκειμένου να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα, την καταλληλότητα και την προστασία τους, κατά περίπτωση.

4.6.   Ενσωμάτωση του ανθρώπινου και του οργανωτικού παράγοντα

4.6.1.   Ο φορέας επιδεικνύει συστηματική προσέγγιση όσον αφορά την ενσωμάτωση του ανθρώπινου και του οργανωτικού παράγοντα στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας. Η προσέγγιση αυτή:

α)

περιλαμβάνει την ανάπτυξη στρατηγικής και την αξιοποίηση της εμπειρογνωσίας και των αναγνωρισμένων μεθόδων στο πεδίο του ανθρώπινου και του οργανωτικού παράγοντα·

β)

έχει ως αντικείμενο τους κινδύνους που συνδέονται με τον σχεδιασμό και τη χρήση εξοπλισμού, τα καθήκοντα, τις συνθήκες εργασίας και τις οργανωτικές ρυθμίσεις, με βάση τις ικανότητες του ανθρώπου, όπως και τα όριά του και τις επιρροές στις επιδόσεις του ανθρώπου.

5.   ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

5.1.   Σχεδιασμός και έλεγχος λειτουργίας

5.1.1.   Κατά τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη, την εφαρμογή και την επανεξέταση των λειτουργικών του διαδικασιών, ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι κατά τη λειτουργία:

α)

εφαρμόζονται κριτήρια αποδοχής της επικινδυνότητας και μέτρα ασφάλειας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων)·

β)

καταρτίζεται/-ονται σχέδιο/-α με σκοπό την επίτευξη των στόχων ασφάλειας (βλέπε 3.2. Στόχοι ασφάλειας και σχεδιασμός)·

γ)

συλλέγονται πληροφορίες για τη μέτρηση του βαθμού ορθής εφαρμογής και αποτελεσματικότητας των ρυθμίσεων λειτουργίας (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

5.1.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι οι οικείες ρυθμίσεις λειτουργίας πληρούν τις σχετικές με την ασφάλεια απαιτήσεις των εφαρμοστέων τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας και τους σχετικούς εθνικούς κανόνες και οποιεσδήποτε άλλες συναφείς απαιτήσεις (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού).

5.1.3.   Για τον έλεγχο των κινδύνων όταν σχετίζονται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) λαμβάνονται υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

ο σχεδιασμός των υφιστάμενων ή νέων διαδρομών αμαξοστοιχιών και νέων σιδηροδρομικών υπηρεσιών, καθώς και η εισαγωγή νέων τύπων οχημάτων, η ανάγκη χρηματοδοτικής μίσθωσης οχημάτων και/ή η πρόσληψη προσωπικού από τρίτους και η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη συντήρηση για λόγους λειτουργίας με τους φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση·

β)

η ανάπτυξη και η εφαρμογή των πινάκων ωραρίων σιδηροδρομικών δρομολογίων·

γ)

η προετοιμασία αμαξοστοιχιών ή οχημάτων πριν τεθούν σε κίνηση, καθώς και οι έλεγχοι πριν από την αναχώρηση και η σύνθεση των αμαξοστοιχιών·

δ)

η κυκλοφορία των αμαξοστοιχιών ή η κυκλοφορία των οχημάτων υπό διαφορετικές συνθήκες λειτουργίας (κανονικές, υποβαθμισμένες και έκτακτης ανάγκης)·

ε)

η προσαρμογή της λειτουργίας σε αιτήματα για παύση λειτουργίας και η κοινοποίηση επαναφοράς σε λειτουργία που εκδίδουν οι φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση·

στ)

οι εγκρίσεις θέσης οχημάτων σε κίνηση·

ζ)

εύχρηστες διεπαφές των θαλάμων οδήγησης αμαξοστοιχιών και των κέντρων ελέγχου αμαξοστοιχιών με τον εξοπλισμό που χρησιμοποιεί το προσωπικό συντήρησης.

5.1.4.   Για τον έλεγχο της κατανομής αρμοδιοτήτων όταν σχετίζονται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας, ο οργανισμός προσδιορίζει αρμοδιότητες για τον συντονισμό και τη διαχείριση της ασφαλούς λειτουργίας των αμαξοστοιχιών και της κίνησης των οχημάτων και καθορίζει στο αρμόδιο προσωπικό εντός του οργανισμού τον τρόπο κατανομής των καθηκόντων που επηρεάζουν την ασφαλή εκτέλεση όλων των υπηρεσιών (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες) και άλλων εξωτερικών ειδικευμένων μερών, κατά περίπτωση (βλέπε 5.3. Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές).

5.1.5.   Για τον έλεγχο των πληροφοριών και της επικοινωνίας όταν σχετίζονται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία), το αρμόδιο προσωπικό (π.χ. πληρώματα αμαξοστοιχιών) ενημερώνεται για τα λεπτομερή στοιχεία τυχόν συγκεκριμένων συνθηκών μετακίνησης, καθώς και για σχετικές μεταβολές που ενδέχεται να ενέχουν κίνδυνο, προσωρινούς ή μόνιμους περιορισμούς λειτουργίας (π.χ. λόγω του ειδικού τύπου οχημάτων ή συγκεκριμένων διαδρομών) και για τους όρους εκτέλεσης εξαιρετικών αποστολών, κατά περίπτωση.

5.1.6.   Για τον έλεγχο της επάρκειας, όταν σχετίζεται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας (βλέπε 4.2. Επάρκεια), ο οργανισμός διασφαλίζει για το προσωπικό του, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού):

α)

συμμόρφωση με την εκπαίδευση και τις οδηγίες εργασίας και τη λήψη διορθωτικών μέτρων, όταν απαιτείται·

β)

ειδική εκπαίδευση σε περίπτωση αναμενόμενων μεταβολών που επηρεάζουν την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του ή την ανάθεση καθηκόντων του·

γ)

λήψη κατάλληλων μέτρων μετά από ατυχήματα και περιστατικά.

5.2.   Διαχείριση περιουσιακών στοιχείων

5.2.1.   Ο οργανισμός διαχειρίζεται τους κινδύνους ασφάλειας που συνδέονται με τα υλικά περιουσιακά στοιχεία σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής τους (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων), από τον σχεδιασμό έως την τελική διάθεση, και εκπληρώνει τις απαιτήσεις για τον ανθρώπινο παράγοντα σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής.

5.2.2.   Ο οργανισμός:

α)

διασφαλίζει ότι τα περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, ενώ παράλληλα διατηρεί ασφαλή την κατάσταση λειτουργίας τους, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, κατά περίπτωση, και το προσδοκώμενο επίπεδο επιδόσεών τους·

β)

διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία σε λειτουργία υπό κανονικές και υποβαθμισμένες συνθήκες·

γ)

εντοπίζει το συντομότερο δυνατόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις λειτουργίας πριν ή κατά τη διάρκεια λειτουργίας περιουσιακού στοιχείου, καθώς και την εφαρμογή των περιορισμών χρήσης, όταν κρίνεται σκόπιμο, ώστε να εξασφαλίζει ασφαλή κατάσταση λειτουργίας του περιουσιακού στοιχείου (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

5.2.3.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι οι ρυθμίσεις διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα με την περίπτωση, πληρούν όλες τις βασικές απαιτήσεις που καθορίζονται στις σχετικές τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές προϋποθέσεις (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού).

5.2.4.   Για τον έλεγχο των κινδύνων που σχετίζονται με τη συντήρηση (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) λαμβάνονται υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

αναγνώριση της ανάγκης συντήρησης για τη διατήρηση του περιουσιακού στοιχείου σε ασφαλή κατάσταση λειτουργίας, με βάση την προγραμματισμένη και την πραγματική χρήση του περιουσιακού στοιχείου και τα χαρακτηριστικά σχεδιασμού του·

β)

διαχείριση της απόσυρσης του περιουσιακού στοιχείου για συντήρηση, όταν έχουν εντοπισθεί ελαττώματα ή όταν η κατάσταση του περιουσιακού στοιχείου υποβαθμίζεται πέραν των ορίων ασφαλούς κατάστασης λειτουργίας κατά το στοιχείο α)·

γ)

διαχείριση της επαναφοράς του περιουσιακού στοιχείου σε λειτουργία, ενδεχομένως με περιορισμούς χρήσης, μετά την παράδοσή του από τη συντήρηση, ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι σε ασφαλή κατάσταση λειτουργίας·

δ)

διαχείριση του εξοπλισμού παρακολούθησης και μέτρησης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι αρμόζει για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται.

5.2.5.   Για τον έλεγχο των πληροφοριών και της επικοινωνίας όταν σχετίζονται με την ασφαλή διαχείριση περιουσιακών στοιχείων (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία), ο οργανισμός λαμβάνει υπόψη:

α)

την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών εντός του οργανισμού ή με εξωτερικούς φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση (βλέπε 5.3. Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές), και ιδίως των πληροφοριών για δυσλειτουργίες, ατυχήματα και περιστατικά που σχετίζονται με την ασφάλεια, καθώς και για ενδεχόμενους περιορισμούς χρήσης του περιουσιακού στοιχείου·

β)

την ιχνηλασιμότητα όλων των απαραίτητων πληροφοριών, καθώς και των πληροφοριών που σχετίζονται με το στοιχείο α) (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία και 4.5.3. Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών)·

γ)

την κατάρτιση και την τήρηση αρχείων όλων των περιουσιακών στοιχείων, καθώς και τη διαχείριση των μεταβολών που επηρεάζουν την ασφάλεια των περιουσιακών στοιχείων (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών).

5.3.   Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές

5.3.1.   Ο οργανισμός εντοπίζει και ελέγχει τους κινδύνους ασφάλειας που απορρέουν από την εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων, καθώς και από λειτουργίες ή συνεργασία με αναδόχους, συνεργάτες και προμηθευτές.

5.3.2.   Για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας κατά την παράγραφο 5.3.1, ο οργανισμός καθορίζει κριτήρια για την επιλογή αναδόχων, συνεργατών και προμηθευτών και τις συμβατικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν, μεταξύ των οποίων:

α)

τις νομικές και άλλες απαιτήσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού)·

β)

το επίπεδο επάρκειας που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων που ορίζονται στη σύμβαση (βλέπε 4.2. Επάρκεια)·

γ)

τις αρμοδιότητες για τα προς εκτέλεση καθήκοντα·

δ)

τις αναμενόμενες επιδόσεις ασφάλειας που πρέπει να τηρούνται κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης.

ε)

τις υποχρεώσεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν την ασφάλεια (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία)·

στ)

την ιχνηλασιμότητα των σχετικών με την ασφάλεια εγγράφων (βλέπε 4.5. Τεκμηριωμένες πληροφορίες)

5.3.3.   Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1078/2012, ο οργανισμός παρακολουθεί:

α)

τις επιδόσεις ασφάλειας όλων των δραστηριοτήτων και λειτουργιών αναδόχων, συνεργατών και προμηθευτών, ώστε να εξασφαλίζει τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στη σύμβαση·

β)

τη γνωστοποίηση στους αναδόχους, τους συνεργάτες και τους προμηθευτές των κινδύνων ασφάλειας που ενδέχεται να επιδρούν στις λειτουργίες του οργανισμού.

5.4.   Διαχείριση μεταβολών

5.4.1.   Ο οργανισμός εφαρμόζει και ελέγχει τις μεταβολές στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας με σκοπό να διατηρούνται ή να βελτιώνονται οι επιδόσεις ασφάλειας. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται αποφάσεις στα διάφορα στάδια διαχείρισης των μεταβολών και η συνακόλουθη επανεξέταση των κινδύνων ασφαλείας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων).

5.5.   Διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης

5.5.1.   Ο οργανισμός εντοπίζει τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και προσδιορίζει συναφή και έγκαιρα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπισή τους (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) και για την αποκατάσταση κανονικών συνθηκών λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/995 της Επιτροπής (5).

5.5.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι για κάθε εντοπισθέντα τύπο έκτακτης ανάγκης:

α)

είναι δυνατή η άμεση επαφή με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης·

β)

οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης λαμβάνουν όλες τις σχετικές πληροφορίες τόσο εκ των προτέρων για να προετοιμάσουν την επέμβασή τους όσο και κατά τον χρόνο της έκτακτης ανάγκης·

γ)

παρέχονται εσωτερικά πρώτες βοήθειες.

5.5.3.   Ο οργανισμός προσδιορίζει και τεκμηριώνει τους ρόλους και τις αρμοδιότητες όλων των μερών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/995.

5.5.4.   Ο οργανισμός διαθέτει σχέδια δράσης, προειδοποίησης και πληροφόρησης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, καθώς και ρυθμίσεις:

α)

προειδοποίησης όλου του προσωπικού που είναι αρμόδιο για τη διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης·

β)

κοινοποίησης πληροφοριών σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. τον διαχειριστή υποδομής, τους αναδόχους, τις αρχές, τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης), καθώς και οδηγιών έκτακτης ανάγκης για τους επιβάτες·

γ)

λήψης τυχόν αποφάσεων που απαιτούνται σύμφωνα με τον τύπο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης.

5.5.5.   Ο οργανισμός περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο διατίθενται οι πόροι και τα μέσα διαχείρισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης (βλέπε 4.1. Πόροι) και τον τρόπο προσδιορισμού των απαιτήσεων εκπαίδευσης (βλέπε 4.2. Επάρκεια).

5.5.6.   Τα μέτρα έκτακτης ανάγκης υποβάλλονται τακτικά σε δοκιμή σε συνεργασία με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη και επικαιροποιούνται όταν απαιτείται.

5.5.7.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι η επαφή του αρμόδιου προσωπικού, το οποίο διαθέτει επαρκείς γλωσσικές δεξιότητες, με τον διαχειριστή υποδομής είναι εύκολη και άμεση και του παρέχουν το κατάλληλο επίπεδο πληροφοριών.

5.5.8.   Ο οργανισμός διαθέτει διαδικασία επαφής με τον φορέα που έχει αναλάβει τη συντήρηση ή με τον κάτοχο σιδηροδρομικών οχημάτων σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.

6.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ

6.1.   Παρακολούθηση

6.1.1.   Ο οργανισμός διεξάγει έλεγχο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 με σκοπό:

α)

να ελέγχει την ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα όλων των διεργασιών και διαδικασιών του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και των τεχνικών, λειτουργικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας·

β)

να ελέγχει την ορθή εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας συνολικά, και αν επιτυγχάνει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα·

γ)

να διερευνά κατά πόσον το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

δ)

να διαπιστώνει, να εφαρμόζει και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των διορθωτικών μέτρων (βλέπε 7.2. Συνεχής βελτίωση), κατά περίπτωση, εφόσον διαπιστώνεται μη συμμόρφωση με τα στοιχεία α), β) και γ).

6.1.2.   Ο οργανισμός παρακολουθεί τακτικά σε όλα τα επίπεδά του την εκτέλεση σχετιζόμενων με την ασφάλεια καθηκόντων και παρεμβαίνει εάν αυτά τα καθήκοντα δεν εκτελούνται σωστά.

6.2.   Εσωτερικός έλεγχος

6.2.1.   Ο οργανισμός διενεργεί εσωτερικούς ελέγχους με ανεξάρτητο, αμερόληπτο και διαφανή τρόπο για να συγκεντρώνει και να αναλύει πληροφορίες για τις οικείες δραστηριότητες παρακολούθησης (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση), που περιλαμβάνουν:

α)

χρονοδιάγραμμα προγραμματισμένων εσωτερικών ελέγχων, το οποίο είναι δυνατόν να αναθεωρηθεί ανάλογα με τα αποτελέσματα προηγούμενων ελέγχων και την παρακολούθηση των επιδόσεων·

β)

εξεύρεση και επιλογή των αρμοδίων ελεγκτών (βλέπε 4.2. Επάρκεια)·

γ)

ανάλυση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων·

δ)

αναγνώριση της ανάγκης για διορθωτικά ή βελτιωτικά μέτρα·

ε)

επαλήθευση της ολοκλήρωσης και της αποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών·

στ)

έγγραφα σχετικά με την εκτέλεση και τα αποτελέσματα των ελέγχων·

ζ)

κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων στην ανώτατη διοίκηση.

6.3.   Επανεξέταση από τη διοίκηση

6.3.1.   Η ανώτατη διοίκηση επανεξετάζει τακτικά εάν το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας εξακολουθεί να αρμόζει και να είναι αποτελεσματικό, όπως επίσης εξετάζει τουλάχιστον τα κάτωθι:

α)

τα στοιχεία της κατάστασης προόδου στη λήψη μέτρων που εκκρεμούν από προηγούμενες επανεξετάσεις της διοίκησης·

β)

τη μεταβολή εσωτερικών και εξωτερικών συνθηκών (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού)·

γ)

τις επιδόσεις του οργανισμού στον τομέα της ασφάλειας που σχετίζονται με:

i)

την επίτευξη των στόχων ασφάλειας που έχει θέσει·

ii)

τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης, καθώς και των ευρημάτων εσωτερικού ελέγχου, και των εσωτερικών διερευνήσεων ατυχήματος/περιστατικού και την κατάσταση των αντίστοιχων μέτρων·

iii)

τη σχετική απόδοση των εποπτικών δραστηριοτήτων που διενεργεί η εθνική αρχή ασφάλειας·

δ)

τις συστάσεις βελτίωσης.

6.3.2.   Με βάση τα αποτελέσματα της επανεξέτασης της διοίκησης, η ανώτατη διοίκηση αναλαμβάνει τη γενική ευθύνη για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση των αναγκαίων μεταβολών στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας.

7.   ΒΕΛΤΙΩΣΗ

7.1.   Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά

7.1.1.   Ατυχήματα και περιστατικά σχετιζόμενα με τις σιδηροδρομικές λειτουργίες του οργανισμού:

α)

αναφέρονται, καταχωρίζονται, διερευνώνται και αναλύονται για να προσδιορισθούν οι αιτίες τους·

β)

αναφέρονται σε εθνικούς φορείς, κατά περίπτωση.

7.1.2.   Ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι:

α)

οι συστάσεις της εθνικής αρχής ασφάλειας, του εθνικού φορέα διερεύνησης και κλαδικών/εσωτερικών διερευνήσεων αξιολογούνται και εφαρμόζονται εάν ενδείκνυται ή επιβάλλεται·

β)

οι συναφείς εκθέσεις/πληροφορίες από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη όπως σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής, φορείς συντήρησης και κάτοχοι σιδηροδρομικών οχημάτων, εξετάζονται και λαμβάνονται υπόψη.

7.1.3.   Ο οργανισμός αξιοποιεί τις πληροφορίες που σχετίζονται με τη διερεύνηση για να επανεξετάσει την εκτίμηση κινδύνων (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων), να αντλήσει διδάγματα με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας και, ενδεχομένως, να λάβει διορθωτικά και/ή βελτιωτικά μέτρα (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών).

7.2.   Συνεχής βελτίωση

7.2.1.   Ο οργανισμός βελτιώνει συνεχώς την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα του οικείου συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 και, τουλάχιστον, το αποτέλεσμα των ακόλουθων δραστηριοτήτων:

α)

παρακολούθηση (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

β)

εσωτερικός έλεγχος (βλέπε 6.2. Εσωτερικός έλεγχος)·

γ)

επανεξέταση από τη διοίκηση (βλέπε 6.3. Επανεξέταση από τη διοίκηση)·

δ)

διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά (βλέπε 7.1. Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά).

7.2.2.   Ο οργανισμός διαθέτει μέσα για την παροχή κινήτρων στο προσωπικό και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό να δραστηριοποιούνται στη βελτίωση της ασφάλειας στο πλαίσιο της οργανωτικής μάθησης.

7.2.3.   Ο οργανισμός προβλέπει στρατηγική για τη συνεχή βελτίωση της οικείας νοοτροπίας ασφάλειας, η οποία στηρίζεται στην αξιοποίηση της εμπειρογνωσίας και σε αναγνωρισμένες μεθόδους για τον εντοπισμό προβλημάτων συμπεριφοράς που επηρεάζουν τις διάφορες συνιστώσες του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και για τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους.


(1)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 402/2013 της Επιτροπής, της 30ής Απριλίου 2013, σχετικά με την κοινή μέθοδο ασφάλειας (ΚΜΑ) για την αξιολόγηση και την εκτίμηση της επικινδυνότητας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 352/2009 (ΕΕ L 121 της 3.5.2013, σ. 8).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζουν σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής για την παρακολούθηση μετά τη χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφαλείας, καθώς και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση (ΕΕ L 320 της 17.11.2012, σ. 8).

(3)  Σημείο 2.1 του προσαρτήματος του παραρτήματος I της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(4)  Σημείο 2.2 του προσαρτήματος του παραρτήματος I της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/995 της Επιτροπής, της 8ης Ιουνίου 2015, για τροποποίηση της απόφασης 2012/757/ΕΕ σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας» του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 165 της 30.6.2015, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Απαιτήσεις για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας για τους διαχειριστές υποδομής

1.   ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

1.1.   Ο οργανισμός:

α)

περιγράφει τον χαρακτήρα και την έκταση των λειτουργιών του·

β)

προσδιορίζει τους σοβαρούς κινδύνους ασφάλειας που τίθενται από τη σιδηροδρομική λειτουργία είτε εκτελείται από τον ίδιο τον οργανισμό, είτε από αναδόχους, συνεργάτες ή προμηθευτές υπό τον έλεγχό του·

γ)

προσδιορίζει τα ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. ρυθμιστικούς φορείς, αρχές, σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής, αναδόχους, προμηθευτές, συνεργάτες), καθώς και τα μέρη εκτός σιδηροδρομικού συστήματος που σχετίζονται με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας·

δ)

προσδιορίζει και τηρεί νομικές και άλλες απαιτήσεις σχετιζόμενες με την ασφάλεια για τα κατά το στοιχείο γ) ενδιαφερόμενα μέρη·

ε)

εξασφαλίζει ότι οι κατά το στοιχείο δ) απαιτήσεις λαμβάνονται υπόψη κατά την ανάπτυξη, την εφαρμογή και τη συντήρηση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

στ)

περιγράφει το πεδίο εφαρμογής του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και επισημαίνει ποιο μέρος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος και λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο στοιχείο δ).

1.2.   Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, νοείται ως:

α)   «χαρακτήρας»: όσον αφορά τις σιδηροδρομικές λειτουργίες που εκτελούνται από τους διαχειριστές υποδομής, ο χαρακτηρισμός της λειτουργίας με βάση το πεδίο εφαρμογής της, καθώς και ο σχεδιασμός και η κατασκευή των υποδομών, η συντήρηση των υποδομών, ο κυκλοφοριακός σχεδιασμός, η διαχείριση και ο έλεγχος της κυκλοφορίας, και με βάση τη χρήση της σιδηροδρομικής υποδομής, συμπεριλαμβανομένων των συμβατικών γραμμών και/ή των γραμμών υψηλής ταχύτητας, της μεταφοράς επιβατών και/ή εμπορευμάτων·

β)   «έκταση»: όσον αφορά τις σιδηροδρομικές λειτουργίες που εκτελούνται από τους διαχειριστές υποδομής, η έκταση που χαρακτηρίζεται από το μήκος του σιδηροδρομικού τμήματος και το εκτιμώμενο μέγεθος του διαχειριστή υποδομής από άποψη αριθμού εργαζομένων απασχολούμενων στον σιδηροδρομικό τομέα.

2.   ΗΓΕΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ

2.1.   Ηγετικός ρόλος και δέσμευση

2.1.1.   Η ανώτατη διοίκηση επιδεικνύει ηγετικό ρόλο και δέσμευση για την ανάπτυξη, την εφαρμογή, τη συντήρηση και τη συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας με:

α)

την ανάληψη γενικής υποχρέωσης λογοδοσίας και ευθύνης για την ασφάλεια·

β)

τη δέσμευση της διοίκησης για ασφάλεια σε διάφορα επίπεδα εντός του οργανισμού μέσω των δραστηριοτήτων της και στις σχέσεις της με το προσωπικό και τους αναδόχους·

γ)

τη διασφάλιση ότι η πολιτική ασφάλειας και οι στόχοι ασφάλειας έχουν καθορισθεί, κατανοηθεί και συμβαδίζουν με τη στρατηγική κατεύθυνση του οργανισμού·

δ)

τη διασφάλιση της ενσωμάτωσης των απαιτήσεων για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του οργανισμού·

ε)

τη διασφάλιση διαθεσιμότητας των απαιτούμενων πόρων για το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας·

στ)

τη διασφάλιση ότι το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας είναι αποτελεσματικό για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας που δημιουργούνται από τον οργανισμό·

ζ)

την ενθάρρυνση του προσωπικού να υποστηρίζει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

η)

την προώθηση της συνεχούς βελτίωσης του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

θ)

τη διασφάλιση ότι η ασφάλεια συνεκτιμάται κατά τον προσδιορισμό και τη διαχείριση των επιχειρηματικών κινδύνων του οργανισμού και ότι εξηγείται πώς θα ταυτοποιείται και θα επιλύεται η σύγκρουση μεταξύ των στόχων ασφάλειας και άλλων επιχειρηματικών στόχων·

ι)

την προώθηση θετικής νοοτροπίας ασφάλειας.

2.2.   Πολιτική ασφάλειας

2.2.1.   Η ανώτατη διοίκηση συντάσσει έγγραφο όπου περιγράφεται η πολιτική ασφάλειας του οργανισμού, η οποία:

α)

αρμόζει στον χαρακτήρα του οργανισμού και στην έκταση των σιδηροδρομικών λειτουργιών·

β)

έχει εγκριθεί από τον διευθύνοντα σύμβουλο του οργανισμού (ή τον/τους εκπρόσωπο/-ους της ανώτατης διοίκησης)·

γ)

εφαρμόζεται, έχει κοινοποιηθεί και διατίθεται σε όλο το προσωπικό.

2.2.2.   Η πολιτική ασφάλειας:

α)

περιλαμβάνει δέσμευση συμμόρφωσης με όλες τις νομικές και άλλες απαιτήσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια·

β)

παρέχει πλαίσιο καθορισμού των στόχων και αξιολόγησης των επιδόσεων ασφάλειας του οργανισμού ως προς τους στόχους αυτούς·

γ)

περιλαμβάνει δέσμευση για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας που απορρέουν από τις δραστηριότητες του οργανισμού και από αυτούς που προκαλούνται από άλλους·

δ)

περιλαμβάνει δέσμευση για συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

ε)

διατηρείται σύμφωνα με την επιχειρηματική στρατηγική και την αξιολόγηση των επιδόσεων ασφάλειας του οργανισμού.

2.3.   Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες

2.3.1.   Οι αρμοδιότητες, οι υποχρεώσεις λογοδοσίας και οι εξουσίες του προσωπικού με ρόλο σχετιζόμενο με την ασφάλεια (καθώς και του διοικητικού και άλλου προσωπικού με καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια) καθορίζονται σε όλα τα επίπεδα εντός του οργανισμού, τεκμηριώνονται, ανατίθενται και κοινοποιούνται στο προσωπικό.

2.3.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι το προσωπικό στο οποίο έχουν ανατεθεί αρμοδιότητες για καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια έχει την εξουσία, την επάρκεια και τους κατάλληλους πόρους για να επιτελεί τα καθήκοντά του χωρίς να επηρεάζεται δυσμενώς από δραστηριότητες άλλων επιχειρηματικών λειτουργιών.

2.3.3.   Η ανάθεση αρμοδιοτήτων για καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια τεκμηριώνεται και κοινοποιείται στο αρμόδιο προσωπικό, γίνεται δεκτή και κατανοείται.

2.3.4.   Ο οργανισμός περιγράφει την κατανομή των ρόλων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.3.1. στις επιχειρηματικές λειτουργίες εντός και, κατά περίπτωση, εκτός του οργανισμού (βλέπε 5.3. Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές).

2.4.   Γνωμοδότηση του προσωπικού και άλλων μερών

2.4.1.   Το προσωπικό, οι εκπρόσωποί του και εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη, όπου αρμόζει και ανάλογα με την περίπτωση, γνωμοδοτεί για την ανάπτυξη, τη συντήρηση και τη βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας στα σχετικά μέρη για τα οποία είναι υπεύθυνο, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών ασφάλειας των διαδικασιών λειτουργίας.

2.4.2.   Ο οργανισμός διευκολύνει τη γνωμοδότηση του προσωπικού, προβλέποντας τις μεθόδους και τα μέσα συμμετοχής του προσωπικού, καταγράφοντας τη γνώμη του και απαντώντας στη γνώμη του προσωπικού.

3.   ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

3.1.   Μέτρα για την αντιμετώπιση κινδύνων

3.1.1.   Εκτίμηση κινδύνων

3.1.1.1.   Ο οργανισμός:

α)

εντοπίζει και αναλύει όλους τους επιχειρησιακούς, οργανωτικούς και τεχνικούς κινδύνους που σχετίζονται με τον χαρακτήρα και την έκταση των λειτουργιών που εκτελεί ο οργανισμός. Στους εν λόγω κινδύνους περιλαμβάνονται εκείνοι που οφείλονται στον ανθρώπινο και τον οργανωτικό παράγοντα, όπως ο φόρτος εργασίας, ο σχεδιασμός του χώρου εργασίας, η κόπωση ή η καταλληλότητα των διαδικασιών, και οι δραστηριότητες των άλλων ενδιαφερόμενων μερών (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού)·

β)

αξιολογεί τους κινδύνους που αναφέρονται στο στοιχείο α) με την εφαρμογή κατάλληλων μεθόδων εκτίμησης κινδύνων·

γ)

αναπτύσσει και θέτει σε εφαρμογή μέτρα ασφάλειας, με προσδιορισμό των σχετικών αρμοδιοτήτων (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες)·

δ)

αναπτύσσει σύστημα παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας των μέτρων ασφάλειας (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

ε)

αναγνωρίζει την ανάγκη συνεργασίας με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη (όπως σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής, κατασκευαστές, συντηρητές, οντότητα υπεύθυνη για τη συντήρηση, κάτοχο σιδηροδρομικών οχημάτων, πάροχο υπηρεσιών και προμηθευτή), όπου απαιτείται, για κοινούς κινδύνους και τη θέση σε εφαρμογή κατάλληλων μέτρων ασφάλειας·

στ)

κοινοποιεί τους κινδύνους στο προσωπικό και εμπλεκόμενους τρίτους (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία)·

3.1.1.2.   κατά την εκτίμηση κινδύνων, ο οργανισμός λαμβάνει υπόψη την ανάγκη καθορισμού, διαμόρφωσης και διατήρησης ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος σύμφωνου με την εφαρμοστέα νομοθεσία, και ιδίως με την οδηγία 89/391/ΕΟΚ.

3.1.2.   Προγραμματισμός αλλαγών

3.1.2.1.   Ο οργανισμός εντοπίζει τους ενδεχόμενους κινδύνους ασφάλειας και προσδιορίζει κατάλληλα μέτρα ασφάλειας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) πριν επέλθει μεταβολή (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών) σύμφωνα με τη διαδικασία διαχείρισης της επικινδυνότητας που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 402/2013, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των κινδύνων ασφάλειας που ενέχει η ίδια η διαδικασία μεταβολής.

3.2.   Στόχοι ασφάλειας και σχεδιασμός

3.2.1.   Ο οργανισμός καθορίζει στόχους ασφάλειας για τις σχετικές λειτουργίες σε διάφορα επίπεδα με σκοπό να διατηρεί και, εφόσον είναι εύλογα εφικτό, να βελτιώνει τις επιδόσεις του στον τομέα της ασφάλειας.

3.2.2.   Οι στόχοι ασφάλειας:

α)

συμβαδίζουν με την πολιτική ασφάλειας και του στρατηγικούς στόχους του οργανισμού (κατά περίπτωση)·

β)

συνδέονται με τους πρωτεύοντες κινδύνους που επηρεάζουν τις επιδόσεις ασφάλειας του οργανισμού·

γ)

είναι μετρήσιμοι·

δ)

λαμβάνουν υπόψη εφαρμοστέες νομικές και άλλες απαιτήσεις·

ε)

επανεξετάζονται όσον αφορά την επίτευξή τους και αναθεωρούνται, εφόσον ενδείκνυται·

στ)

κοινοποιούνται.

3.2.3.   Ο οργανισμός διαθέτει σχέδιο/-α όπου περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο θα επιτύχει τους στόχους ασφάλειας.

3.2.4.   Ο οργανισμός περιγράφει τη στρατηγική και το/τα σχέδιο/-α που χρησιμοποιεί για την παρακολούθηση της επίτευξης των στόχων ασφάλειας (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

4.   ΣΤΗΡΙΞΗ

4.1.   Πόροι

4.1.1.   Ο οργανισμός διαθέτει τους πόρους, καθώς και ικανό προσωπικό και αποτελεσματικό και εύχρηστο εξοπλισμό που απαιτείται για την κατάρτιση, την εφαρμογή, τη συντήρηση και τη συνεχή βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας.

4.2.   Επάρκεια

4.2.1.   Το σύστημα διαχείρισης της επάρκειας του οργανισμού εξασφαλίζει ότι το προσωπικό με ρόλο σχετιζόμενο με την ασφάλεια είναι ικανό για τα σχετικά με την ασφάλεια καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες), το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

προσδιορισμό των ικανοτήτων (μεταξύ των οποίων γνώσεις, δεξιότητες, μη τεχνικές συμπεριφορές και στάσεις) που απαιτούνται για καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια·

β)

αρχές επιλογής (βασικό επίπεδο εκπαίδευσης, απαιτούμενη ψυχολογική και σωματική κατάσταση)·

γ)

αρχική εκπαίδευση, πείρα και προσόντα·

δ)

συνεχή εκπαίδευση και περιοδική επικαιροποίηση των υφιστάμενων ικανοτήτων·

ε)

περιοδική αξιολόγηση ικανοτήτων και έλεγχο της ψυχολογικής και της σωματικής κατάστασης, ώστε να διασφαλίζεται ότι διατηρούνται τα προσόντα και οι δεξιότητες με την πάροδο του χρόνου·

στ)

ειδική εκπαίδευση στα σημαντικά μέρη του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας για την εκτέλεση των σχετικών με την ασφάλεια καθηκόντων τους.

4.2.2.   Ο οργανισμός προβλέπει κατά την παράγραφο 4.2.1 στοιχεία γ), δ) και στ) εκπαιδευτικό πρόγραμμα του προσωπικού που εκτελεί καθήκοντα σχετιζόμενα με την ασφάλεια, το οποίο εξασφαλίζει ότι:

α)

το εκπαιδευτικό πρόγραμμα έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις προσδιορισθείσες απαιτήσεις επάρκειας και τις εξατομικευμένες ανάγκες του προσωπικού·

β)

κατά περίπτωση, η εκπαίδευση εξασφαλίζει ότι το προσωπικό μπορεί να λειτουργεί υπό όλες τις συνθήκες λειτουργίας (κανονικές, υποβαθμισμένες και έκτακτης ανάγκης)·

γ)

η διάρκεια της εκπαίδευσης και η συχνότητα της ανανεωτικής εκπαίδευσης αρμόζουν στους στόχους της εκπαίδευσης·

δ)

τηρούνται αρχεία για όλα τα μέλη του προσωπικού (βλέπε 4.5.3. Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών)·

ε)

το εκπαιδευτικό πρόγραμμα επανεξετάζεται και ελέγχεται τακτικά (βλέπε 6.2. Εσωτερικός έλεγχος) και μεταβάλλεται, όταν απαιτείται (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών).

4.2.3.   Προβλέπονται ρυθμίσεις επιστροφής μελών του προσωπικού στην εργασία μετά από ατυχήματα/περιστατικά ή μακρά απουσία τους από την εργασία, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πρόσθετης εκπαίδευσης όταν διαπιστώνεται ανάγκη.

4.3.   Επίγνωση

4.3.1.   Η ανώτατη διοίκηση διασφαλίζει ότι τα στελέχη της και τα μέλη του προσωπικού της με ρόλο σχετιζόμενο με την ασφάλεια έχουν επίγνωση της σπουδαιότητας, της σημασίας και των συνεπειών των δραστηριοτήτων τους και του τρόπου με τον οποίο συμβάλλουν στην ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, όπως και στην επίτευξη των στόχων ασφάλειας (βλέπε 3.2. Στόχοι ασφάλειας και σχεδιασμός).

4.4.   Πληροφορίες και επικοινωνία

4.4.1.   Ο οργανισμός καθορίζει κατάλληλους διαύλους επικοινωνίας για να εξασφαλίσει ότι ανταλλάσσονται οι σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες στα διάφορα επίπεδα του οργανισμού και με εξωτερικά ενδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ των οποίων ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές.

4.4.2.   Για να εξασφαλιστεί ότι οι υπεύθυνοι κρίσης και λήψης αποφάσεων λαμβάνουν τις σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες, ο οργανισμός διαχειρίζεται την ταυτοποίηση, την παραλαβή, την επεξεργασία, την παραγωγή και τη διάδοση των σχετικών με την ασφάλεια πληροφοριών.

4.4.3.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι οι σχετικές με την ασφάλεια πληροφορίες:

α)

είναι συναφείς, πλήρεις και κατανοητές στον προβλεπόμενο χρήστη·

β)

είναι έγκυρες·

γ)

είναι ακριβείς·

δ)

είναι συνεκτικές·

ε)

ελέγχονται (βλέπε 4.5.3. Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών)·

στ)

κοινοποιούνται πριν φέρουν αποτέλεσμα·

ζ)

παραλαμβάνονται και κατανοούνται.

4.5.   Τεκμηριωμένες πληροφορίες

4.5.1.   Τεκμηρίωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας

4.5.1.1.   Υφίσταται περιγραφή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει:

α)

ταυτοποίηση και περιγραφή των διαδικασιών και των δραστηριοτήτων που συνδέονται με την ασφάλεια των σιδηροδρομικών λειτουργιών, καθώς και των σχετιζόμενων με την ασφάλεια καθηκόντων και των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες)·

β)

αλληλεπίδραση αυτών των διαδικασιών·

γ)

διαδικασίες ή άλλα έγγραφα όπου περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο τίθενται σε εφαρμογή οι διαδικασίες·

δ)

προσδιορισμό αναδόχων, συνεργατών και προμηθευτών με περιγραφή του τύπου και της έκτασης των παρεχόμενων υπηρεσιών·

ε)

προσδιορισμό των συμβατικών ρυθμίσεων και άλλων επιχειρηματικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ του οργανισμού και άλλων μερών που προσδιορίζονται στο στοιχείο δ), οι οποίες είναι αναγκαίες για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας του οργανισμού και των κινδύνων που συνδέονται με την προσφυγή σε αναδόχους·

στ)

παραπομπή στις τεκμηριωμένες πληροφορίες που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό.

4.5.1.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι η ετήσια έκθεση ασφάλειας υποβάλλεται στη σχετική αρμόδια εθνική αρχή ασφάλειας (ή αρχές) σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η οποία περιλαμβάνει:

α)

σύνοψη των αποφάσεων που σχετίζονται με το επίπεδο σημασίας των σχετικών με την ασφάλεια μεταβολών, καθώς και επισκόπηση των σημαντικών μεταβολών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 402/2013·

β)

τους στόχους του οργανισμού στον τομέα της ασφάλειας για το/τα επόμενο/-α έτος/-η και τον τρόπο με τον οποίο οι σοβαροί κίνδυνοι ασφάλειας επηρεάζουν τον καθορισμό αυτών των στόχων ασφάλειας·

γ)

τα αποτελέσματα της εσωτερικής διερεύνησης ατυχήματος/περιστατικού (βλέπε 7.1. Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά) και άλλες δραστηριότητες παρακολούθησης (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση, 6.2. Εσωτερικός έλεγχος και 6.3. Επανεξέταση από τη διοίκηση), σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1078/2012·

δ)

λεπτομέρειες της προόδου στην αντιμετώπιση των συστάσεων των εθνικών φορέων διερεύνησης που εκκρεμούν (βλέπε 7.1. Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά)·

ε)

τους δείκτες ασφάλειας του οργανισμού που έχουν καθορισθεί για την αξιολόγηση των επιδόσεων ασφάλειας του οργανισμού (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

στ)

κατά περίπτωση, τα συμπεράσματα της ετήσιας έκθεσης του συμβούλου ασφάλειας, όπως προβλέπεται στον RID (1), σχετικά με τις δραστηριότητες του οργανισμού που αφορούν τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων (2).

4.5.2.   Παραγωγή και επικαιροποίηση

4.5.2.1.   Ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι κατά την παραγωγή και την επικαιροποίηση τεκμηριωμένων πληροφοριών σχετικών με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας χρησιμοποιούνται κατάλληλοι μορφότυποι και μέσα.

4.5.3.   Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών

4.5.3.1.   Ο οργανισμός ελέγχει τις τεκμηριωμένες πληροφορίες που σχετίζονται με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας, και ιδίως με την αποθήκευση, τη διανομή και τον έλεγχο των μεταβολών, προκειμένου να εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα, την καταλληλότητα και την προστασία τους, κατά περίπτωση.

4.6.   Ενσωμάτωση του ανθρώπινου και του οργανωτικού παράγοντα

4.6.1.   Ο φορέας επιδεικνύει συστηματική προσέγγιση όσον αφορά την ενσωμάτωση του ανθρώπινου και του οργανωτικού παράγοντα στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας. Η προσέγγιση αυτή:

α)

περιλαμβάνει την ανάπτυξη στρατηγικής και την αξιοποίηση της εμπειρογνωσίας και των αναγνωρισμένων μεθόδων στο πεδίο του ανθρώπινου και του οργανωτικού παράγοντα·

β)

έχει ως αντικείμενο τους κινδύνους που συνδέονται με τον σχεδιασμό και τη χρήση εξοπλισμού, τα καθήκοντα, τις συνθήκες εργασίας και τις οργανωτικές ρυθμίσεις, με βάση τις ικανότητες του ανθρώπου, όπως και τα όριά του και τις επιρροές στις επιδόσεις του ανθρώπου.

5.   ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

5.1.   Σχεδιασμός και έλεγχος λειτουργίας

5.1.1.   Κατά τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη, την εφαρμογή και την επανεξέταση των λειτουργικών του διαδικασιών, ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι κατά τη λειτουργία:

α)

εφαρμόζονται κριτήρια αποδοχής της επικινδυνότητας και μέτρα ασφάλειας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων)·

β)

καταρτίζεται/-ονται σχέδιο/-α με σκοπό την επίτευξη των στόχων ασφάλειας (βλέπε 3.2. Στόχοι ασφάλειας και σχεδιασμός)·

γ)

συλλέγονται πληροφορίες για τη μέτρηση του βαθμού ορθής εφαρμογής και αποτελεσματικότητας των ρυθμίσεων λειτουργίας (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση).

5.1.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι οι οικείες ρυθμίσεις λειτουργίας πληρούν τις σχετικές με την ασφάλεια απαιτήσεις των εφαρμοστέων τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας και τους σχετικούς εθνικούς κανόνες και οποιεσδήποτε άλλες συναφείς απαιτήσεις (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού).

5.1.3.   Για τον έλεγχο των κινδύνων όταν σχετίζονται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) λαμβάνονται υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

ο προσδιορισμός των ασφαλών ορίων μεταφοράς στον σχεδιασμό της κυκλοφορίας και τον έλεγχο με βάση τα χαρακτηριστικά σχεδιασμού της υποδομής·

β)

ο προγραμματισμός της κυκλοφορίας, καθώς και των πινάκων δρομολογίων και της εκχώρησης χρονοδιαδρόμων αμαξοστοιχιών·

γ)

η διαχείριση της κυκλοφορίας σε πραγματικό χρόνο σε κανονική κατάσταση και σε καταστάσεις υποβαθμισμένης λειτουργίας με την εφαρμογή κυκλοφοριακών περιορισμών στη χρήση και τη διαχείριση των διακοπών κυκλοφορίας·

δ)

ο καθορισμός των όρων για την εκτέλεση έκτακτων αποστολών.

5.1.4.   Για τον έλεγχο της κατανομής αρμοδιοτήτων εφόσον σχετίζονται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας, ο οργανισμός προσδιορίζει αρμοδιότητες για τον σχεδιασμό και τη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου και καθορίζει στο αρμόδιο προσωπικό του τον τρόπο κατανομής των αντίστοιχων καθηκόντων που επηρεάζουν την ασφαλή εκτέλεση όλων των υπηρεσιών (βλέπε 2.3. Οργανωτικοί ρόλοι, αρμοδιότητες, υποχρεώσεις λογοδοσίας και εξουσίες) και άλλων εξωτερικών ειδικευμένων μερών, κατά περίπτωση (βλέπε 5.3. Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές).

5.1.5.   Για τον έλεγχο των πληροφοριών και της επικοινωνίας όταν σχετίζονται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία), το αρμόδιο προσωπικό (π.χ. υπεύθυνοι σηματοδότησης) ενημερώνεται για τα λεπτομερή στοιχεία συγκεκριμένων απαιτήσεων διαδρομής αμαξοστοιχιών και κίνησης οχημάτων, καθώς και για σημαντικές μεταβολές που ενδέχεται να ενέχουν κίνδυνο, προσωρινούς ή μόνιμους περιορισμούς λειτουργίας (π.χ. λόγω συντήρησης των γραμμών) και τους όρους εκτέλεσης εξαιρετικών αποστολών, κατά περίπτωση.

5.1.6.   Για τον έλεγχο της επάρκειας, όταν σχετίζεται με την ασφάλεια των δραστηριοτήτων λειτουργίας (βλέπε 4.2. Επάρκεια), ο οργανισμός διασφαλίζει για το προσωπικό του, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού):

α)

συμμόρφωση με την εκπαίδευση και τις οδηγίες εργασίας και τη λήψη διορθωτικών μέτρων, όταν απαιτείται·

β)

ειδική εκπαίδευση σε περίπτωση αναμενόμενων μεταβολών που επηρεάζουν την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του ή την ανάθεση καθηκόντων του·

γ)

λήψη κατάλληλων μέτρων μετά από ατυχήματα και περιστατικά.

5.2.   Διαχείριση περιουσιακών στοιχείων

5.2.1.   Ο οργανισμός διαχειρίζεται τους κινδύνους ασφάλειας που συνδέονται με τα υλικά περιουσιακά στοιχεία σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής τους (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων), από τον σχεδιασμό έως την τελική διάθεση, και εκπληρώνει τις απαιτήσεις για τον ανθρώπινο παράγοντα σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής.

5.2.2.   Ο οργανισμός:

α)

διασφαλίζει ότι τα περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, ενώ παράλληλα διατηρεί ασφαλή την κατάσταση λειτουργίας τους και το προσδοκώμενο επίπεδο επιδόσεών τους·

β)

διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία σε λειτουργία υπό κανονικές και υποβαθμισμένες συνθήκες·

γ)

εντοπίζει το συντομότερο δυνατόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις λειτουργίας πριν ή κατά τη διάρκεια λειτουργίας περιουσιακού στοιχείου, καθώς και την εφαρμογή των περιορισμών χρήσης, όταν κρίνεται σκόπιμο, ώστε να εξασφαλίζει ασφαλή κατάσταση λειτουργίας του περιουσιακού στοιχείου (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

5.2.3.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι οι ρυθμίσεις διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα με την περίπτωση, πληρούν όλες τις βασικές απαιτήσεις που καθορίζονται στις σχετικές τεχνικές προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές προϋποθέσεις (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού).

5.2.4.   Για τον έλεγχο των κινδύνων που σχετίζονται με τη συντήρηση (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) λαμβάνονται υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

αναγνώριση της ανάγκης συντήρησης για τη διατήρηση της υποδομής σε ασφαλή κατάσταση λειτουργίας, με βάση την προγραμματισμένη και την πραγματική χρήση της υποδομής και τα χαρακτηριστικά σχεδιασμού της·

β)

διαχείριση της απόσυρσης του περιουσιακού στοιχείου για συντήρηση, όταν έχουν εντοπισθεί ελαττώματα ή όταν η κατάσταση του περιουσιακού στοιχείου υποβαθμίζεται πέραν των ορίων ασφαλούς κατάστασης λειτουργίας κατά το στοιχείο α)·

γ)

διαχείριση της επαναφοράς του περιουσιακού στοιχείου σε λειτουργία, ενδεχομένως με περιορισμούς χρήσης, μετά την παράδοσή του από τη συντήρηση, ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι σε ασφαλή κατάσταση λειτουργίας·

δ)

διαχείριση του εξοπλισμού παρακολούθησης και μέτρησης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι αρμόζει για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται.

5.2.5.   Για τον έλεγχο των πληροφοριών και της επικοινωνίας όταν σχετίζονται με την ασφαλή διαχείριση περιουσιακών στοιχείων (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία), ο οργανισμός λαμβάνει υπόψη:

α)

την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών εντός του οργανισμού ή με εξωτερικούς φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση (βλέπε 5.3. Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές), και ιδίως των πληροφοριών για δυσλειτουργίες, ατυχήματα και περιστατικά που σχετίζονται με την ασφάλεια, καθώς και για ενδεχόμενους περιορισμούς χρήσης του περιουσιακού στοιχείου·

β)

την ιχνηλασιμότητα όλων των απαραίτητων πληροφοριών, καθώς και των πληροφοριών που σχετίζονται με το στοιχείο α) (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία και 4.5.3. Έλεγχος τεκμηριωμένων πληροφοριών)·

γ)

την κατάρτιση και την τήρηση αρχείων όλων των περιουσιακών στοιχείων, καθώς και τη διαχείριση των μεταβολών που επηρεάζουν την ασφάλεια των περιουσιακών στοιχείων (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών).

5.3.   Ανάδοχοι, συνεργάτες και προμηθευτές

5.3.1.   Ο οργανισμός εντοπίζει και ελέγχει τους κινδύνους ασφάλειας που απορρέουν από την εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων, καθώς και από λειτουργίες ή συνεργασία με αναδόχους, συνεργάτες και προμηθευτές.

5.3.2.   Για τον έλεγχο των κινδύνων ασφάλειας κατά την παράγραφο 5.3.1, ο οργανισμός καθορίζει κριτήρια για την επιλογή αναδόχων, συνεργατών και προμηθευτών και τις συμβατικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν, μεταξύ των οποίων:

α)

τις νομικές και άλλες απαιτήσεις που σχετίζονται με την ασφάλεια (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού)·

β)

το επίπεδο επάρκειας που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων που ορίζονται στη σύμβαση (βλέπε 4.2. Επάρκεια)·

γ)

τις αρμοδιότητες για τα προς εκτέλεση καθήκοντα·

δ)

τις αναμενόμενες επιδόσεις ασφάλειας που πρέπει να τηρούνται κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης·

ε)

τις υποχρεώσεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν την ασφάλεια (βλέπε 4.4. Πληροφορίες και επικοινωνία)·

στ)

την ιχνηλασιμότητα των σχετικών με την ασφάλεια εγγράφων (βλέπε 4.5. Τεκμηριωμένες πληροφορίες).

5.3.3.   Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1078/2012, ο οργανισμός παρακολουθεί:

α)

τις επιδόσεις ασφάλειας όλων των δραστηριοτήτων και λειτουργιών αναδόχων, συνεργατών και προμηθευτών, ώστε να εξασφαλίζει τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στη σύμβαση·

β)

τη γνωστοποίηση στους αναδόχους, τους συνεργάτες και τους προμηθευτές των κινδύνων ασφάλειας που ενδέχεται να επιδρούν στις λειτουργίες του οργανισμού.

5.4.   Διαχείριση μεταβολών

5.4.1.   Ο οργανισμός εφαρμόζει και ελέγχει τις μεταβολές στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας με σκοπό να διατηρούνται ή να βελτιώνονται οι επιδόσεις ασφάλειας. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται αποφάσεις στα διάφορα στάδια διαχείρισης των μεταβολών και η συνακόλουθη επανεξέταση των κινδύνων ασφαλείας (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων).

5.5.   Διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης

5.5.1.   Ο οργανισμός εντοπίζει τις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και προσδιορίζει συναφή και έγκαιρα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπισή τους (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων) και για την αποκατάσταση κανονικών συνθηκών λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2015/995.

5.5.2.   Ο οργανισμός διασφαλίζει ότι για κάθε εντοπισθέντα τύπο έκτακτης ανάγκης:

α)

είναι δυνατή η άμεση επαφή με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης·

β)

οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης λαμβάνουν όλες τις σχετικές πληροφορίες τόσο εκ των προτέρων για να προετοιμάσουν την επέμβασή τους όσο και κατά τον χρόνο της έκτακτης ανάγκης·

γ)

παρέχονται εσωτερικά πρώτες βοήθειες.

5.5.3.   Ο οργανισμός προσδιορίζει και τεκμηριώνει τους ρόλους και τις αρμοδιότητες όλων των μερών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2015/995.

5.5.4.   Ο οργανισμός διαθέτει σχέδια δράσης, προειδοποίησης και πληροφόρησης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, καθώς και ρυθμίσεις:

α)

προειδοποίησης όλου του προσωπικού που είναι αρμόδιο για τη διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης·

β)

κοινοποίησης πληροφοριών σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, αναδόχους, αρχές, υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης), καθώς και οδηγιών έκτακτης ανάγκης για τους επιβάτες·

γ)

λήψης τυχόν αποφάσεων που απαιτούνται σύμφωνα με τον τύπο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης.

5.5.5.   Ο οργανισμός περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο διατίθενται οι πόροι και τα μέσα διαχείρισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης (βλέπε 4.1. Πόροι) και τον τρόπο προσδιορισμού των απαιτήσεων εκπαίδευσης (βλέπε 4.2. Επάρκεια).

5.5.6.   Τα μέτρα έκτακτης ανάγκης υποβάλλονται τακτικά σε δοκιμή σε συνεργασία με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη και επικαιροποιούνται όταν απαιτείται.

5.5.7.   Ο οργανισμός συντονίζει τα σχέδια έκτακτης ανάγκης με όλες τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην υποδομή του, με τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, ώστε να διευκολύνεται η ταχεία παρέμβασή τους, καθώς και με οποιοδήποτε άλλο μέρος που μπορεί να εμπλέκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

5.5.8.   Ο οργανισμός προβλέπει ρυθμίσεις ταχείας διακοπής των λειτουργιών και της κυκλοφορίας αμαξοστοιχιών, εάν χρειασθεί, και ενημέρωσης όλων των ενδιαφερόμενων για τα μέτρα που έχουν ληφθεί.

5.5.9.   Όσον αφορά τις διασυνοριακές υποδομές, η συνεργασία μεταξύ των αντίστοιχων διαχειριστών υποδομής διευκολύνει τον απαραίτητο συντονισμό και την ετοιμότητα των αρμόδιων υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης εκατέρωθεν των συνόρων.

6.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ

6.1.   Παρακολούθηση

6.1.1.   Ο οργανισμός διεξάγει έλεγχο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 με σκοπό:

α)

να ελέγχει την ορθή εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα όλων των διεργασιών και διαδικασιών του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και των τεχνικών, λειτουργικών και οργανωτικών μέτρων ασφάλειας·

β)

να ελέγχει την ορθή εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας συνολικά, και αν επιτυγχάνει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα·

γ)

να διερευνά κατά πόσον το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού·

δ)

να διαπιστώνει, να εφαρμόζει και να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των διορθωτικών μέτρων (βλέπε 7.2. Συνεχής βελτίωση), κατά περίπτωση, εφόσον διαπιστώνεται μη συμμόρφωση με τα στοιχεία α), β) και γ).

6.1.2.   Ο οργανισμός παρακολουθεί τακτικά σε όλα τα επίπεδά του την εκτέλεση σχετιζόμενων με την ασφάλεια καθηκόντων και παρεμβαίνει εάν αυτά τα καθήκοντα δεν εκτελούνται σωστά.

6.2.   Εσωτερικός έλεγχος

6.2.1.   Ο οργανισμός διενεργεί εσωτερικούς ελέγχους με ανεξάρτητο, αμερόληπτο και διαφανή τρόπο για να συγκεντρώνει και να αναλύει πληροφορίες για τις οικείες δραστηριότητες παρακολούθησης (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση), που περιλαμβάνουν:

α)

χρονοδιάγραμμα προγραμματισμένων εσωτερικών ελέγχων, το οποίο είναι δυνατόν να αναθεωρηθεί ανάλογα με τα αποτελέσματα προηγούμενων ελέγχων και την παρακολούθηση των επιδόσεων·

β)

εξεύρεση και επιλογή των αρμοδίων ελεγκτών (βλέπε 4.2. Επάρκεια)·

γ)

ανάλυση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων·

δ)

αναγνώριση της ανάγκης για διορθωτικά ή βελτιωτικά μέτρα·

ε)

επαλήθευση της ολοκλήρωσης και της αποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών·

στ)

έγγραφα σχετικά με την εκτέλεση και τα αποτελέσματα των ελέγχων·

ζ)

κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των ελέγχων στην ανώτατη διοίκηση.

6.3.   Επανεξέταση από τη διοίκηση

6.3.1.   Η ανώτατη διοίκηση επανεξετάζει τακτικά εάν το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας εξακολουθεί να αρμόζει και να είναι αποτελεσματικό, όπως επίσης εξετάζει τουλάχιστον τα κάτωθι:

α)

τα στοιχεία της κατάστασης προόδου στη λήψη μέτρων που εκκρεμούν από προηγούμενες επανεξετάσεις της διοίκησης·

β)

τη μεταβολή εσωτερικών και εξωτερικών συνθηκών (βλέπε 1. Πλαίσιο του οργανισμού)·

γ)

τις επιδόσεις του οργανισμού στον τομέα της ασφάλειας που σχετίζονται με:

i)

την επίτευξη των στόχων ασφάλειας που έχει θέσει·

ii)

τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης, καθώς και των ευρημάτων εσωτερικού ελέγχου, και των εσωτερικών διερευνήσεων ατυχήματος/περιστατικού και την κατάσταση των αντίστοιχων μέτρων·

iii)

τη σχετική απόδοση των εποπτικών δραστηριοτήτων που διενεργεί η εθνική αρχή ασφάλειας·

δ)

τις συστάσεις βελτίωσης.

6.3.2.   Με βάση τα αποτελέσματα της επανεξέτασης της διοίκησης, η ανώτατη διοίκηση αναλαμβάνει τη γενική ευθύνη για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση των αναγκαίων μεταβολών στο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας.

7.   ΒΕΛΤΙΩΣΗ

7.1.   Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά

7.1.1.   Ατυχήματα και περιστατικά σχετιζόμενα με τις σιδηροδρομικές λειτουργίες του οργανισμού:

α)

αναφέρονται, καταχωρίζονται, διερευνώνται και αναλύονται για να προσδιορισθούν οι αιτίες τους·

β)

αναφέρονται σε εθνικούς φορείς, κατά περίπτωση.

7.1.2.   Ο οργανισμός εξασφαλίζει ότι:

α)

οι συστάσεις της εθνικής αρχής ασφάλειας, του εθνικού φορέα διερεύνησης και κλαδικών/εσωτερικών διερευνήσεων αξιολογούνται και εφαρμόζονται εάν ενδείκνυται ή επιβάλλεται·

β)

οι συναφείς εκθέσεις/πληροφορίες από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη όπως σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομής, φορείς συντήρησης και κάτοχοι σιδηροδρομικών οχημάτων, εξετάζονται και λαμβάνονται υπόψη.

7.1.3.   Ο οργανισμός αξιοποιεί τις πληροφορίες που σχετίζονται με τη διερεύνηση για να επανεξετάσει την εκτίμηση κινδύνων (βλέπε 3.1.1. Εκτίμηση κινδύνων), να αντλήσει διδάγματα με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας και, ενδεχομένως, να λάβει διορθωτικά και/ή βελτιωτικά μέτρα (βλέπε 5.4. Διαχείριση μεταβολών).

7.2.   Συνεχής βελτίωση

7.2.1.   Ο οργανισμός βελτιώνει συνεχώς την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα του οικείου συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 και, τουλάχιστον, το αποτέλεσμα των ακόλουθων δραστηριοτήτων:

α)

παρακολούθηση (βλέπε 6.1. Παρακολούθηση)·

β)

εσωτερικός έλεγχος (βλέπε 6.2. Εσωτερικός έλεγχος)·

γ)

επανεξέταση από τη διοίκηση (βλέπε 6.3. Επανεξέταση από τη διοίκηση)·

δ)

διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά (βλέπε 7.1. Διδάγματα από ατυχήματα και περιστατικά).

7.2.2.   Ο οργανισμός διαθέτει μέσα για την παροχή κινήτρων στο προσωπικό και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη με σκοπό να δραστηριοποιούνται στη βελτίωση της ασφάλειας στο πλαίσιο της οργανωτικής μάθησης.

7.2.3.   Ο οργανισμός προβλέπει στρατηγική για τη συνεχή βελτίωση της οικείας νοοτροπίας ασφάλειας, η οποία στηρίζεται στην αξιοποίηση της εμπειρογνωσίας και σε αναγνωρισμένες μεθόδους για τον εντοπισμό προβλημάτων συμπεριφοράς που επηρεάζουν τις διάφορες συνιστώσες του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και για τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή τους.


(1)  Σημείο 2.1 του προσαρτήματος του παραρτήματος I της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(2)  Σημείο 2.2 του προσαρτήματος του παραρτήματος I της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/49


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/763 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Απριλίου 2018

σχετικά με τον καθορισμό πρακτικών ρυθμίσεων για την έκδοση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων κατ' εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 653/2007 της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (1), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Χρειάζονται διατάξεις εναρμόνισης της προσέγγισης ως προς την πιστοποίηση ασφάλειας σε επίπεδο Ένωσης και προώθησης της συνεργασίας όλων των μερών που εμπλέκονται στη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας για να μειωθούν η πολυπλοκότητα, η διάρκεια και το κόστος της διαδικασίας πιστοποίησης.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της εμπειρίας από την προπαρασκευή των συμφωνιών συνεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, η έγκαιρη επαφή με τον αιτούντα υπό μορφή συντονισμού («προκαταρκτικές επαφές») αναγνωρίζεται ως ορθή πρακτική για να διευκολύνεται η ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των μερών που εμπλέκονται στη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας. Οι εν λόγω προκαταρκτικές επαφές θα πρέπει να προτείνονται πριν από την υποβολή αίτησης έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, με σκοπό να παρέχεται η δυνατότητα στον οργανισμό πιστοποίησης να εξοικειωθεί με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας του αιτούντος, να αποσαφηνίζεται ο τρόπος διεξαγωγής της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας και ο τρόπος λήψης αποφάσεων, και να εξακριβώνεται ότι ο αιτών έχει λάβει επαρκείς πληροφορίες ώστε να γνωρίζει τι αναμένεται από τον ίδιο. Οι διευκρινίσεις που παρέχονται κατά τις προκαταρκτικές επαφές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν την έκβαση της αξιολόγησης.

(3)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρακολουθεί τις ημερομηνίες λήξης όλων των ισχυόντων ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας που καλύπτουν τόπο παροχής υπηρεσίας σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη και να ανταλλάσσει τις πληροφορίες αυτές με τις αρμόδιες εθνικές αρχές ασφάλειας, προκειμένου να διευκολύνεται ο προγραμματισμός των αντίστοιχων οικείων δραστηριοτήτων αξιολόγησης της ασφάλειας.

(4)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να δημοσιεύσει και να επικαιροποιεί έναν δωρεάν οδηγό υποβολής αιτήσεων, στον οποίο θα περιγράφονται και, όπου κρίνεται απαραίτητο, θα επεξηγούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Για την εναρμόνιση της προσέγγισης όσον αφορά την ανταλλαγή και την καταγραφή των πληροφοριών μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης, ο οδηγός υποβολής αίτησης θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει υποδείγματα που έχει καταρτίσει ο Οργανισμός σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ασφάλειας.

(5)

Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να εφαρμόζουν εσωτερικές ρυθμίσεις ή διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της αξιολόγησης ασφάλειας.

(6)

Για να αποφευχθεί τυχόν αλληλεπικάλυψη των αξιολογήσεων και να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος και το κόστος για τον αιτούντα, ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις συμφωνίες συνεργασίας και τις πολυμερείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, εάν συντρέχει περίπτωση.

(7)

Όταν ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας περιορίζεται σε ένα κράτος μέλος και ο αιτών σκοπεύει να δραστηριοποιηθεί σε έναν ή περισσότερους σταθμούς κοντά στα σύνορα γειτονικών κρατών μελών με παρόμοια χαρακτηριστικά δικτύου και παρόμοιους κανόνες λειτουργίας, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα δραστηριοποίησής του χωρίς επέκταση του τόπου παροχής της υπηρεσίας του στα εν λόγω γειτονικά κράτη μέλη. Κατά την υποβολή αίτησης έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ο αιτών θα πρέπει να επιλέγει τον οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 5 και 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798. Όταν ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας θα πρέπει να συμβουλεύεται τις αρμόδιες εθνικές αρχές ασφάλειας και να λαμβάνει υπόψη τις σχετικές διασυνοριακές συμφωνίες.

(8)

Όταν ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, ο αιτών θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να υποβάλει τον φάκελο αίτησης στον Οργανισμό σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, χωρίς υποχρέωση μετάφρασής του. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της δυνατότητας για την εθνική αρχή ασφάλειας να καθορίζει γλωσσική πολιτική όσον αφορά το μέρος της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798. Κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης, η εθνική αρχή ασφάλειας θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να απευθύνει στον Οργανισμό έγγραφα που αφορούν την αξιολόγηση σε γλώσσα του οικείου κράτος μέλους, χωρίς υποχρέωση μετάφρασής τους.

(9)

Η πιστοποίηση θα πρέπει να βασίζεται στην ικανότητα του αιτούντος να πληροί τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας που ισχύουν για σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, καθώς και τους σχετικούς εθνικούς κανόνες και τις απαιτήσεις της εφαρμοστέας τεχνικής προδιαγραφής διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας», και να τους εφαρμόζει με συνέπεια. Μετά την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ο αιτών θα πρέπει να εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί το οικείο σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας που αναφέρεται στο άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

(10)

Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας καταχωρίζουν στην υπηρεσία μίας στάσης όλες τις σχετικές πληροφορίες και την έκβαση της αξιολόγησης, προς τεκμηρίωση και δικαιολόγηση των αποφάσεων σε κάθε στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας. Στην περίπτωση που ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας έχουν δικό τους σύστημα διαχείρισης των πληροφοριών για την αξιολόγηση της ασφάλειας, θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι όλες οι σχετικές πληροφορίες διαβιβάζονται στην υπηρεσία μίας στάσης για τους ίδιους λόγους.

(11)

Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να καθορίσουν εσωτερικές ρυθμίσεις ή διαδικασίες για τη διαχείριση της έκδοσης ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, με σκοπό τη μείωση του διοικητικού φόρτου και του κόστους για τον αιτούντα. Εν προκειμένω, ο αιτών θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αντίγραφα των εγγράφων στον φάκελο αίτησης. Τα πρωτότυπα έγγραφα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα προς επαλήθευση από τον Οργανισμό και τις εθνικές αρχές ασφάλειας μετά την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

(12)

Είναι αναγκαίο να εναρμονιστεί η κατηγοριοποίηση των θεμάτων στη διαδικασία αξιολόγησης προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι ο αιτών κατανοεί τη σοβαρότητα τυχόν θεμάτων που εγείρει ο Οργανισμός ή εθνική αρχή ασφάλειας. Η κατηγοριοποίηση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική όταν στη διαδικασία εμπλέκονται διάφορες εθνικές αρχές ασφάλειας.

(13)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αξιολογήσεις διενεργούνται αποτελεσματικά από τον Οργανισμό και τις εθνικές αρχές ασφάλειας και να ενισχυθεί η μεταξύ τους αμοιβαία εμπιστοσύνη, ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας θα πρέπει να μεριμνήσουν ώστε το προσωπικό που συμμετέχει στις αξιολογήσεις να διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα. Προς τον σκοπό αυτόν θα πρέπει να προσδιοριστούν τα εν λόγω προσόντα.

(14)

Σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, το νέο καθεστώς πιστοποίησης της ασφάλειας θα αρχίσει να εφαρμόζεται στις 16 Ιουνίου 2019. Ωστόσο, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να ενημερώσουν τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας ότι έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς και μπορούν, επομένως, να εξακολουθήσουν να εκδίδουν πιστοποιητικά σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) έως τις 16 Ιουνίου 2020. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί με ποιον τρόπο θα πρέπει να εφαρμόζεται το νέο καθεστώς επιπροσθέτως του παλαιού καθεστώτος, όταν ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω κράτη μέλη.

(15)

Όταν εθνική αρχή ασφάλειας αναγνωρίζει ότι δεν θα είναι σε θέση να εκδώσει πιστοποιητικό ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ είτε πριν από τις 16 Ιουνίου 2019, ή τις 16 Ιουνίου 2020 για τα κράτη μέλη που έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο Οργανισμός, όταν ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης από την εθνική αρχή ασφάλειας όσον αφορά την αξιολόγηση των αντίστοιχων στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν αλληλεπικάλυψη των αξιολογήσεων.

(16)

Ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας εκδοθέν από τον Οργανισμό θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως ισοδύναμο με το μέρος του πιστοποιητικού ασφάλειας που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ. Η πιστοποίηση αυτή ισχύει σε ολόκληρη την Ένωση για ισοδύναμες λειτουργίες σιδηροδρομικών μεταφορών. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη που έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 θα πρέπει να αποδέχονται ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας εκδοθέν από τον Οργανισμό ως ισοδύναμο με το μέρος που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ.

(17)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 21 της οδηγίας 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις που πρέπει να εφαρμόζουν οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις όταν υποβάλλουν αιτήσεις έκδοσης ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας ή αιτήσεις ανανέωσης ή επικαιροποίησης των εν λόγω πιστοποιητικών μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) («υπηρεσία μίας στάσης»).

Καθορίζει επίσης τις πρακτικές ρυθμίσεις που πρέπει να εφαρμόζουν οι οργανισμοί πιστοποίησης ασφάλειας κατά την αξιολόγηση αιτήσεων έκδοσης ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας ή αιτήσεων ανανέωσης ή επικαιροποίησης των εν λόγω πιστοποιητικών, καθώς και για τον συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

1)   «οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας»: ο οργανισμός που είναι αρμόδιος για την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, είτε ο Οργανισμός είτε εθνική αρχή ασφάλειας·

2)   «ημερομηνία παραλαβής της αίτησης»:

α)

όταν ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, η πρώτη εργάσιμη ημέρα που είναι κοινή για τον Οργανισμό και τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας μετά τη βεβαίωση παραλαβής του φακέλου της αίτησης·

β)

όταν εθνική αρχή ασφάλειας ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, η πρώτη εργάσιμη ημέρα στο οικείο κράτος μέλος μετά τη βεβαίωση παραλαβής του φακέλου της αίτησης·

3)   «προκαταρκτικές επαφές»: διαδικαστικό στάδιο που προηγείται της υποβολής αίτησης, κατά τη διάρκεια του οποίου ο αιτών μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα επόμενα στάδια της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας από τον οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας και τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας·

4)   «εναπομένον προβληματικό σημείο»: ελάσσονος σημασίας θέμα που διαπιστώθηκε κατά την αξιολόγηση αίτησης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, το οποίο δεν εμποδίζει την έκδοσή του και μπορεί να αναβληθεί για μεταγενέστερη εποπτεία·

5)   «σχετική ημερομηνία»: η 16η Ιουνίου 2019, με εξαίρεση όσον αφορά τα κράτη μέλη που έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 ότι έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας, περίπτωση κατά την οποία σχετική ημερομηνία είναι η 16η Ιουνίου 2020.

Άρθρο 3

Αρμοδιότητες του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφάλειας

1.   Πέραν της έκδοσης ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

τον προγραμματισμό, την εφαρμογή και την παρακολούθηση των εργασιών αξιολόγησης που εκτελεί·

β)

τον καθορισμό των ρυθμίσεων συντονισμού μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών.

2.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αποδέχονται τις προκαταρκτικές επαφές κατόπιν αιτήματος του αιτούντος και παρέχουν οποιεσδήποτε διευκρινίσεις ζητήσει ο αιτών κατά τις προκαταρκτικές επαφές.

3.   Για την έκδοση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας συγκεντρώνουν τις ακόλουθες πληροφορίες, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί:

α)

όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τα διάφορα στάδια της αξιολόγησης, καθώς και τους λόγους των αποφάσεων που λαμβάνονται κατά την αξιολόγηση και τον προσδιορισμό τυχόν περιορισμών ή όρων χρήσης που πρέπει να περιληφθούν στο ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας·

β)

την έκβαση της αξιολόγησης, καθώς και τα συνοπτικά συμπεράσματα και, κατά περίπτωση, γνώμη σχετικά με την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

4.   Όταν ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, συγκεντρώνει στην τελική έκβαση της αξιολόγησης τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β).

5.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις ημερομηνίες λήξης όλων των ισχυόντων ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας που καλύπτουν τόπο παροχής της υπηρεσίας σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη και ανταλλάσσει τις πληροφορίες αυτές με τις αρμόδιες εθνικές αρχές ασφάλειας.

6.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας ανταλλάσσουν με τον Οργανισμό και τις λοιπές εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας όλες τις σχετικές πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας.

7.   Ο Οργανισμός δημοσιεύει και επικαιροποιεί, σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, έναν δωρεάν οδηγό υποβολής αιτήσεων στον οποίο περιγράφονται και, όπου κρίνεται απαραίτητο, επεξηγούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Ο οδηγός υποβολής αίτησης περιλαμβάνει επίσης υποδείγματα τα οποία καταρτίζει ο Οργανισμός σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές ασφάλειας.

8.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας δημοσιεύουν και επικαιροποιούν έναν δωρεάν οδηγό υποβολής αίτησης, στον οποίο περιγράφονται και, όπου κρίνεται απαραίτητο, επεξηγούνται οι εθνικοί κανόνες που εφαρμόζονται στον προβλεπόμενο τόπο παροχής της υπηρεσίας και οι εφαρμοστέοι εθνικοί διαδικαστικοί κανόνες.

9.   Ο Οργανισμός και η εθνική αρχή ασφάλειας προβλέπουν εσωτερικές ρυθμίσεις ή διαδικασίες διαχείρισης της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας. Στις εν λόγω ρυθμίσεις ή διαδικασίες λαμβάνονται υπόψη οι συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 11 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

10.   Κάθε ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας λαμβάνει μοναδικό ευρωπαϊκό αναγνωριστικό αριθμό (European Identification Number – EIN). Ο Οργανισμός καθορίζει τη δομή και το περιεχόμενο των EIN και τους δημοσιοποιεί στον ιστότοπό του.

11.   Εφόσον ο αιτών αναφέρει στην αίτησή του ότι σκοπεύει να δραστηριοποιηθεί σε σταθμούς γειτονικών κρατών μελών με παρόμοια χαρακτηριστικά δικτύου και παρόμοιους κανόνες λειτουργίας, όταν οι εν λόγω σταθμοί είναι κοντά στα σύνορα, το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας θα πρέπει να ισχύει επίσης στους εν λόγω σταθμούς χωρίς αίτημα επέκτασης του τόπου παροχής της υπηρεσίας, μετά από διαβούλευση με τις εθνικές αρχές ασφάλειας των γειτονικών κρατών μελών από τον οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας των ενδιαφερόμενων κρατών μελών επιβεβαιώνουν στον οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας, πριν εκδώσει το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας, ότι πληρούνται οι σχετικοί κοινοποιηθέντες εθνικοί κανόνες και οι υποχρεώσεις που αφορούν τις σχετικές διασυνοριακές συμφωνίες.

12.   Για την αξιολόγηση των αιτήσεων, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας αποδέχεται τις εγκρίσεις, τις αναγνωρίσεις ή τα πιστοποιητικά προϊόντων ή υπηρεσιών που υποβάλλουν σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή εργολήπτες, εταίροι ή προμηθευτές τους, τα οποία χορηγήθηκαν σύμφωνα με το συναφές ενωσιακό δίκαιο, ως αποδεικτικό στοιχείο της ικανότητας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων να πληρούν τις αντίστοιχες απαιτήσεις που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2018/762 της Επιτροπής (5).

Άρθρο 4

Ευθύνες των αιτούντων

1.   Με την επιφύλαξη του χρονοδιαγράμματος αξιολόγησης που ορίζεται στο άρθρο 6, ο αιτών υποβάλλει την αίτηση έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ή επικαιροποίησης ή ανανέωσης του εν λόγω πιστοποιητικού, μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης πριν από τις ακόλουθες ημερομηνίες, ανάλογα με την περίπτωση:

α)

την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξης οποιασδήποτε νέας λειτουργίας σιδηροδρομικής μεταφοράς·

β)

την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξης νέας λειτουργίας σιδηροδρομικής μεταφοράς υπό όρους διαφορετικούς από εκείνους που προβλέπονται στο ισχύον ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας, έπειτα από ουσιαστική μεταβολή του είδους, της έκτασης ή του τόπου παροχής της υπηρεσίας·

γ)

την ημερομηνία λήξης του ισχύοντος ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

2.   Κατά την υποβολή αίτησης έκδοσης νέου ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ο αιτών παρέχει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I.

3.   Κατά την υποβολή αίτησης επικαιροποίησης ή ανανέωσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ο αιτών παρέχει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I και περιγράφει τις αλλαγές που επήλθαν μετά την έκδοση του ισχύοντος πιστοποιητικού.

Εάν κατά τις δραστηριότητες εποπτείας που έπονται της προηγούμενης αξιολόγησης διαπιστωθούν σημαντικές περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν τις επιδόσεις ασφάλειας ή να προκαλέσουν σοβαρή διακινδύνευση της ασφάλειας, ή οποιαδήποτε άλλα προβληματικά σημεία, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αποφασίζουν κατά πόσον χρειάζεται να επαναξιολογηθεί ολόκληρος ο φάκελος αίτησης.

4.   Η επιλογή του οργανισμού πιστοποίησης της ασφάλειας από τον αιτούντα είναι δεσμευτική έως ότου η εξέταση της αίτησης ολοκληρωθεί ή τερματιστεί.

5.   Όταν ο αιτών ζητεί προκαταρκτικές επαφές, υποβάλλει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στα σημεία 1 έως 6 του παραρτήματος I μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης.

6.   Εφόσον ο φάκελος που υποβάλλεται περιλαμβάνει αντίγραφα εγγράφων εκδοθέντων από οντότητες πλην του οργανισμού πιστοποίησης της ασφάλειας, ο αιτών φυλάσσει τα πρωτότυπα επί 5 τουλάχιστον έτη μετά τη λήξη της περιόδου ισχύος του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας. Σε περίπτωση ανανέωσης ή επικαιροποίησης, ο αιτών φυλάσσει τα πρωτότυπα των εγγράφων που υπέβαλε για την εν λόγω αίτηση και εκδόθηκαν από οντότητες πλην του οργανισμού πιστοποίησης της ασφάλειας επί 5 τουλάχιστον έτη μετά τη λήξη της περιόδου ισχύος του ανανεωμένου ή επικαιροποιημένου ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας. Ο αιτών θέτει τα εν λόγω πρωτότυπα έγγραφα στη διάθεση του Οργανισμού ή των εθνικών αρχών ασφάλειας κατόπιν αιτήματός τους.

Άρθρο 5

Γλώσσα

1.   Εφόσον ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, η γλώσσα που πρέπει να χρησιμοποιείται για την αίτηση είναι η εξής:

α)

για το μέρος του φακέλου αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης κατ' επιλογή του αιτούντος·

β)

για τα μέρη του φακέλου αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο β) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, καθώς και για τα μέρη του φακέλου αίτησης που αναφέρονται στο σημείο 8.1 του παραρτήματος I, η γλώσσα που καθορίζεται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και μνημονεύεται στον οδηγό υποβολής αίτησης κατά το άρθρο 3 παράγραφος 8 του παρόντος κανονισμού.

2.   Κάθε απόφαση που λαμβάνει ο Οργανισμός σχετικά με την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, καθώς και για την αιτιολόγηση της απόφασης στην τελική έκβαση της αξιολόγησης και, κατά περίπτωση, στο ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας, συντάσσεται στη γλώσσα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α).

Άρθρο 6

Στάδια της διαδικασίας και προθεσμίες

1.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας εφαρμόζουν τη διαδικασία που ορίζεται στο παράρτημα II.

2.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αξιολογούν, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί, αν ο φάκελος της αίτησης περιλαμβάνει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο παράρτημα I. Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας ενημερώνει τον αιτούντα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, αν η αίτηση είναι πλήρης.

3.   Η απόφαση έκδοσης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας λαμβάνεται το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία ενημέρωσης του αιτούντος ότι η αίτηση είναι πλήρης, με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 έως 7.

4.   Εάν ο αιτών ενημερωθεί ότι ο φάκελος δεν είναι πλήρης, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας, σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας, ζητεί άμεσα τις αναγκαίες συμπληρωματικές πληροφορίες, αιτιολογώντας το αίτημα και διευκρινίζοντας την προθεσμία απάντησης του αιτούντος.

Η προθεσμία παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών είναι εύλογη, αναλογική προς τη δυσκολία παροχής των ζητούμενων πληροφοριών και συμφωνείται με τον αιτούντα μόλις αυτός ενημερωθεί ότι ο φάκελός του δεν είναι πλήρης. Εάν ο αιτών δεν υποβάλει τις ζητούμενες πληροφορίες εντός της συμφωνηθείσας προθεσμίας, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφαλείας μπορεί να αποφασίσει να παρατείνει την προθεσμία απάντησης του αιτούντος ή να ενημερώσει τον αιτούντα ότι απορρίπτεται η αίτησή του.

Η απόφαση έκδοσης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας λαμβάνεται το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία υποβολής των ζητούμενων πληροφοριών από τον αιτούντα.

5.   Ακόμη και αν ο φάκελος της αίτησης είναι πλήρης, ο Οργανισμός ή οποιαδήποτε εθνική αρχή ασφάλειας στην αρμοδιότητα της οποίας εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας μπορεί να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες ανά πάσα στιγμή προτού λάβει απόφαση και ορίζει εύλογη προθεσμία για την παροχή τους. Το εν λόγω αίτημα παρατείνει την προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου υπό τους όρους που προβλέπονται στο παράρτημα II.

6.   Η προθεσμία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου μπορεί να παραταθεί από τον Οργανισμό για τις ακόλουθες περιόδους που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798:

α)

την περίοδο συνεργασίας με σκοπό να συμφωνηθεί αμοιβαία αποδεκτή αξιολόγηση·

β)

την περίοδο κατά την οποία το θέμα παραπέμπεται προς διαιτησία στην Επιτροπή Προσφυγών.

7.   Η προθεσμία μπορεί επίσης να παραταθεί για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να διοργανώσει ο αιτών επίσκεψη ή επιθεώρηση στις εγκαταστάσεις του ή τη διενέργεια ελέγχου στον οργανισμό του.

8.   Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλεια περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα III.

Άρθρο 7

Επικοινωνία

1.   Ο οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας, οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας και ο αιτών επικοινωνούν μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης για οποιοδήποτε θέμα που αναφέρεται στο άρθρο 12.

2.   Η κατάσταση προόδου σε όλα τα στάδια της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας, η έκβαση της αξιολόγησης και η απόφαση σχετικά με την αίτηση κοινοποιούνται στον αιτούντα μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης.

3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οι οδηγοί υποβολής αίτησης του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφάλειας προβλέπουν ρυθμίσεις όσον αφορά την επικοινωνία μεταξύ τους και με τον αιτούντα.

4.   Η υπηρεσία μίας στάσης βεβαιώνει την παραλαβή της αίτησης έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

Άρθρο 8

Περίοδος ισχύος των ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας

Τα ενιαία πιστοποιητικά ασφάλειας ισχύουν για περίοδο πέντε ετών.

Ωστόσο, εάν απαιτείται συντομότερη περίοδος για να εξασφαλιστεί ο αποτελεσματικός έλεγχος της επικινδυνότητας που επηρεάζει την ασφαλή λειτουργία των σιδηροδρόμων, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας μπορεί να αποφασίσει, σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας, να χορηγήσει το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας για περίοδο μικρότερη των πέντε ετών. Στην περίπτωση αυτή, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας αναφέρει τους λόγους της απόφασής του στην έκβαση της αξιολόγησης, η οποία καταχωρίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9.

Άρθρο 9

Διαχείριση πληροφοριών

Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας καταχωρίζουν στην υπηρεσία μίας στάσης όλες τις σχετικές πληροφορίες και την έκβαση της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3. Ο Οργανισμός καταχωρίζει επίσης στην υπηρεσία μίας στάσης την τελική έκβαση της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4.

Εφόσον οι εθνικές αρχές ασφάλειας χρησιμοποιούν σύστημα διαχείρισης των πληροφοριών για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων που τους υποβάλλονται, διαβιβάζουν όλες τις σχετικές πληροφορίες στην υπηρεσία μίας στάσης.

Άρθρο 10

Ρυθμίσεις σχετικά με επισκέψεις και επιθεωρήσεις των εγκαταστάσεων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και τη διενέργεια ελέγχων

1.   Όταν διενεργούν επισκέψεις και επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις των αιτούντων και ελέγχους, που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας συντονίζουν μεταξύ τους τους στόχους και το πεδίο των επισκέψεων, των επιθεωρήσεων στις εγκαταστάσεις των αιτούντων και των ελέγχων, καθώς και το πεδίο που ανατίθεται σε εκάστη αρχή.

2.   Όταν διενεργεί επισκέψεις και επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις των αιτούντων και ελέγχους, που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 5 και 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο οργανισμός που έχει αναλάβει τη διεξαγωγή της επίσκεψης, της επιθεώρησης ή του ελέγχου συντάσσει έκθεση, στην οποία προσδιορίζει τα θέματα που εντοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης και διευκρινίζει κατά πόσον τα εν λόγω θέματα έκλεισαν με αποδεικτικά στοιχεία που παρασχέθηκαν κατά την επίσκεψη, την επιθεώρηση ή τον έλεγχο και, στην περίπτωση αυτή, με ποιον τρόπο. Η εν λόγω έκθεση μπορεί να περιλαμβάνει και πρόσθετα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 12, τα οποία πρέπει να επιλύσει ο αιτών εντός συμφωνηθέντος χρονοδιαγράμματος.

3.   Στην περίπτωση επισκέψεων, επιθεωρήσεων στις εγκαταστάσεις των αιτούντων ή ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 5 και 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο αιτών παρέχει αναλυτικά στοιχεία σχετικά με το πρόσωπο που θα τον εκπροσωπήσει και με τους κανόνες και τις διαδικασίες ασφάλειας που πρέπει να τηρήσει στις εγκαταστάσεις ο οργανισμός που έχει αναλάβει τη διεξαγωγή της επίσκεψης, της επιθεώρησης ή του ελέγχου. Το χρονοδιάγραμμα των επισκέψεων, των επιθεωρήσεων και των ελέγχων, καθώς και της παροχής πληροφοριών που αναφέρονται ανωτέρω, συμφωνούνται μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρχών και του αιτούντος.

Άρθρο 11

Συντονισμός μεταξύ του Οργανισμού και των εθνικών αρχών ασφάλειας

1.   Ο Οργανισμός, όταν ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης, συντονίζεται με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας στα διάφορα στάδια της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας. Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας συζητούν τυχόν θέματα που αφορούν τη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας, καθώς και τυχόν ανεπάρκειες και τυχόν αιτήματα συμπληρωματικών πληροφοριών που επηρεάζουν το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης ή θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις εργασίες των λοιπών εθνικών αρχών ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο τόπος παροχής της υπηρεσίας.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, κάθε οργανισμός που εμπλέκεται στη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας μπορεί να επικοινωνήσει απευθείας με τον αιτούντα όσον αφορά θέματα σχετικά με το δικό του μέρος της αξιολόγησης.

3.   Πριν από τη λήψη απόφασης έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας προβαίνουν στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

συζητούν την έκβαση των αξιολογήσεων που διενέργησαν·

β)

συμφωνούν σχετικά με τυχόν εναπομένοντα προβληματικά σημεία που πρέπει να αναβληθούν προς εξέταση κατά τη μεταγενέστερη εποπτεία·

γ)

συμφωνούν σχετικά με τυχόν περιορισμούς ή όρους χρήσης που πρέπει να περιληφθούν στο ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας.

4.   Εφόσον ο αιτών καταρτίσει σχέδιο δράσης για να αντιμετωπίσει τα εναπομένοντα προβληματικά σημεία που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), οι εθνικές αρχές ασφάλειας συμφωνούν ποια εξ αυτών θα παρακολουθήσει την υλοποίηση του σχεδίου. Προς τον σκοπό αυτόν, οι εθνικές αρχές ασφάλειας συντονίζονται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/761 (6), και ενημερώνουν τον Οργανισμό σχετικά με τη συμφωνία τους και την έκβαση των αντίστοιχων δραστηριοτήτων εποπτείας τους.

Ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες σχετικά με την έκβαση των δραστηριοτήτων εποπτείας που διεξάγονται από τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας όσον αφορά τη συνέχεια που δίδεται στα εναπομένοντα προβληματικά σημεία, προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσον τα εν λόγω σημεία μπορούν να κλείσουν κατά την αξιολόγηση της αίτησης επικαιροποίησης ή ανανέωσης.

5.   Ο Οργανισμός τηρεί αρχεία των δραστηριοτήτων συντονισμού και τις καταχωρίζει στην υπηρεσία μίας στάσης σύμφωνα με το άρθρο 9.

Άρθρο 12

Κατηγοριοποίηση των θεμάτων

1.   Ο οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας κατηγοριοποιούν τα θέματα που εντοπίζονται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης του φακέλου αίτησης ως εξής:

α)

«τύπου 1»: θέματα που χρήζουν απάντησης από τον αιτούντα για την κατανόηση του φακέλου αίτησης·

β)

«τύπου 2»: θέματα που ενδέχεται να οδηγήσουν σε τροποποίηση του φακέλου αίτησης ή στη λήψη μέτρων ήσσονος σημασίας από τον αιτούντα· τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν επαφίενται στην κρίση του αιτούντος και δεν εμποδίζουν την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας·

γ)

«τύπου 3»: θέματα που απαιτούν τη λήψη ειδικών μέτρων από τον αιτούντα, των οποίων η ολοκλήρωση είναι δυνατόν να αναβληθεί για μετά τη χορήγηση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας· ο αιτών προτείνει μέτρα για την επίλυση του θέματος, τα οποία συμφωνούνται με το μέρος που εντόπισε το θέμα·

δ)

«τύπου 4»: θέματα που απαιτούν τροποποίηση του φακέλου αίτησης ή λήψη ειδικών μέτρων από τον αιτούντα· το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας δεν χορηγείται εκτός αν διευθετηθεί το θέμα ή περιληφθούν στο πιστοποιητικό περιορισμοί ή όροι χρήσης για την αντιμετώπιση του θέματος· ο αιτών προτείνει μέτρα για την επίλυση του θέματος, τα οποία συμφωνούνται με το μέρος που εντόπισε το θέμα.

2.   Σε συνέχεια της απάντησης ή των μέτρων που λαμβάνει ο αιτών ανάλογα με το θέμα, ο οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας ή η αρμόδια εθνική αρχή ασφάλειας επαναξιολογεί τα θέματα που είχε εντοπίσει, τα χαρακτηρίζει εκ νέου, εάν συντρέχει περίπτωση, και αποδίδει έναν από τους ακόλουθους χαρακτηρισμούς σε έκαστο από τα θέματα που έχουν εντοπιστεί:

α)

«εκκρεμές θέμα», εάν τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο αιτών δεν είναι ικανοποιητικά και απαιτούνται ακόμη πρόσθετες πληροφορίες·

β)

«εναπομένον προβληματικό σημείο προς εποπτεία», εάν εξακολουθεί να υφίσταται εναπομένον προβληματικό σημείο·

γ)

«περατωθέν θέμα», εάν το αντιμετώπισε κατάλληλα ο αιτών και δεν υπάρχει εναπομένον προβληματικό σημείο.

Άρθρο 13

Επάρκεια του προσωπικού που συμμετέχει στις αξιολογήσεις

1.   Ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας μεριμνούν ώστε το προσωπικό που συμμετέχει στις αξιολογήσεις να διαθέτει τα ακόλουθα προσόντα:

α)

γνώση του συναφούς κανονιστικού πλαισίου που ισχύει για την αξιολόγηση·

β)

γνώση της λειτουργίας του σιδηροδρομικού συστήματος·

γ)

κατάλληλο επίπεδο κριτικής ανάλυσης·

δ)

εμπειρία στην αξιολόγηση συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας ή παρόμοιου συστήματος στον σιδηροδρομικό τομέα ή συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σε τομέα με ισοδύναμες επιχειρησιακές και τεχνικές προκλήσεις·

ε)

επίλυση προβλημάτων, επικοινωνία και ομαδική εργασία·

στ)

οποιοδήποτε άλλο προσόν που απαιτείται για συγκεκριμένη αξιολόγηση.

Σε περίπτωση ομαδικής εργασίας, τα προσόντα είναι δυνατόν να κατανέμονται μεταξύ των μελών της ομάδας.

Το προσωπικό που διενεργεί τις επισκέψεις, τις επιθεωρήσεις και τους ελέγχους που αναφέρονται στο άρθρο 10 αποδεικνύει γνώσεις και εμπειρία στη λήψη συνεντεύξεων.

2.   Για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της παραγράφου 1, ο Οργανισμός και οι εθνικές αρχές ασφάλειας καθιερώνουν σύστημα διαχείρισης της επάρκειας το οποίο περιλαμβάνει:

α)

τον καθορισμό των χαρακτηριστικών δεξιοτήτων για κάθε θέση εργασίας ή ρόλο·

β)

την πρόσληψη προσωπικού σύμφωνα με τις χαρακτηριστικές δεξιότητες που έχουν καθοριστεί·

γ)

τη διατήρηση, την ανάπτυξη και την αξιολόγηση της επάρκειας του προσωπικού σύμφωνα με τις χαρακτηριστικές δεξιότητες που έχουν καθοριστεί.

Άρθρο 14

Επανεξέταση βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 12 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798

1.   Εφόσον ο οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας εκδίδει απορριπτική απόφαση, η οποία περιλαμβάνει την άρνηση έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, την εξαίρεση τμήματος του δικτύου που έλαβε αρνητική αξιολόγηση κατά το άρθρο 10 παράγραφος 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 και τον προσδιορισμό τυχόν περιορισμών ή όρων χρήσης πλην εκείνων που ζητούνται στην αίτηση, ο αιτών μπορεί να ζητήσει επανεξέταση της απόφασης.

2.   Το αίτημα επανεξέτασης υποβάλλεται από τον αιτούντα μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης και περιλαμβάνει κατάλογο με όλα τα θέματα τα οποία, κατά την άποψη του αιτούντος, δεν λήφθηκαν δεόντως υπόψη κατά τη διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας.

3.   Οποιεσδήποτε συμπληρωματικές πληροφορίες που παρέχονται μετά την έκδοση της απόφασης για έκδοση ή άρνηση έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας δεν γίνονται δεκτές ως αποδεικτικά στοιχεία.

4.   Ο οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας διασφαλίζει την αμεροληψία της διαδικασίας επανεξέτασης.

5.   Η διαδικασία επανεξέτασης επικεντρώνεται στα θέματα που δικαιολογούν την απόκλιση της απόφασης του οργανισμού πιστοποίησης ασφάλειας από το αίτημα του αιτούντος.

6.   Εφόσον ο Οργανισμός ενεργεί ως οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας, η επανεξέταση διενεργείται σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας.

7.   Ο οργανισμός πιστοποίησης ασφάλειας κοινοποιεί την απόφασή του περί επιβεβαίωσης ή αναπροσαρμογής της αρχικής απόφασης σε όλα τα μέρη που εμπλέκονται στην αξιολόγηση, συμπεριλαμβανομένου του αιτούντος, μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης.

Άρθρο 15

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Εφόσον εθνική αρχή ασφάλειας αναγνωρίζει ότι δεν θα είναι σε θέση να εκδώσει πιστοποιητικό ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ πριν από τη σχετική ημερομηνία στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, ενημερώνει αμέσως τον αιτούντα και τον Οργανισμό.

2.   Στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο αιτών αποφασίζει κατά πόσον η αξιολόγηση της αίτησης θα πρέπει να συνεχιστεί από την εθνική αρχή ασφάλειας ή να μεταβιβαστεί στον Οργανισμό. Ο αιτών ενημερώνει την εν λόγω αρχή και τον Οργανισμό και ισχύουν τα ακόλουθα:

α)

στις περιπτώσεις που ο αιτών αποφασίσει να χρησιμοποιήσει τον Οργανισμό ως οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας, η εθνική αρχή ασφάλειας διαβιβάζει στον Οργανισμό τον φάκελο της αίτησης και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ. Ο Οργανισμός και η εθνική αρχή ασφάλειας συνεργάζονται και βοηθούν τον αιτούντα να συμπληρώσει την αίτησή του ώστε να πληροί τις πρόσθετες απαιτήσεις του άρθρου 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798·

β)

στις περιπτώσεις που ο αιτών αποφασίσει να χρησιμοποιήσει την εθνική αρχή ασφάλειας ως οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας, η εθνική αρχή ασφάλειας συνεχίζει την αξιολόγηση της αίτησης και αποφασίζει σχετικά με την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 και τον παρόντα κανονισμό. Η εν λόγω αρχή βοηθά τον αιτούντα να συμπληρώσει την αίτησή του ώστε να πληροί τις πρόσθετες απαιτήσεις του άρθρου 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

3.   Στην περίπτωση αιτούντος που σκοπεύει να δραστηριοποιηθεί σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, ο Οργανισμός είναι ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

4.   Σε όλες τις περιπτώσεις, ο αιτών υποβάλλει την αναθεωρημένη αίτηση στο οικείο κράτος μέλος μετά τη σχετική ημερομηνία μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης. Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας βοηθά τον αιτούντα προς τούτο.

5.   Μετά τη σχετική ημερομηνία, κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση εγκατεστημένη στο οικείο κράτος μέλος, της οποίας πιστοποιητικό ασφάλειας που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ χρειάζεται ανανέωση ή επικαιροποίηση λόγω μεταβολών του είδους, της έκτασης ή του τόπου παροχής της υπηρεσίας, υποβάλλει νέα αίτηση έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

6.   Εφόσον ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας δεν περιορίζεται σε ένα κράτος μέλος, ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας που έχει εκδοθεί από τον Οργανισμό μεταξύ της 16ης Ιουνίου 2019 και της 16ης Ιουνίου 2020 εξαιρεί το δίκτυο ή τα δίκτυα οποιουδήποτε κράτους μέλους που έχει ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 και δεν έχει μεταφέρει ακόμη την εν λόγω οδηγία στο εθνικό δίκαιο ούτε έχει θέσει σε ισχύ τα οικεία εθνικά μέτρα μεταφοράς. Οι εθνικές αρχές ασφάλειας των κρατών μελών που έχουν προβεί στην κοινοποίηση αυτή:

α)

θεωρούν ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας εκδοθέν από τον Οργανισμό ως ισοδύναμο με το μέρος του πιστοποιητικού ασφάλειας που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ·

β)

εκδίδουν πιστοποιητικά ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ από τις 16 Ιουνίου 2019 με περίοδο ισχύος που δεν υπερβαίνει εκείνη του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

7.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) και στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου, η εθνική αρχή ασφάλειας συνεργάζεται και συντονίζεται με τον Οργανισμό για να προβεί στην αξιολόγηση των στοιχείων που παρατίθενται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798. Στην περίπτωση αυτή, ο Οργανισμός αποδέχεται την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ την οποία διενήργησε η εθνική αρχή ασφάλειας.

Άρθρο 16

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 653/2007 καταργείται από τις 16 Ιουνίου 2019. Ωστόσο, εξακολουθεί να εφαρμόζεται έως τις 15 Ιουνίου 2020 στα κράτη μέλη που έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 ότι έχουν παρατείνει την περίοδο μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 16 Ιουνίου 2019 στα κράτη μέλη που δεν έχουν ενημερώσει τον Οργανισμό και την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798. Εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη από τις 16 Ιουνίου 2020. Ωστόσο, το άρθρο 15 παράγραφοι 1, 2, 3 και 7 εφαρμόζεται από τις 16 Φεβρουαρίου 2019 και το άρθρο 15 παράγραφος 6 εφαρμόζεται από τις 16 Ιουνίου 2019 σε όλα τα κράτη μέλη.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Απριλίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102.

(2)  Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).

(3)  Οδηγία 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας (ΕΕ L 235 της 17.9.1996, σ. 6).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/796 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2004 (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 1).

(5)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/762 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας για τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1169/2010 της Επιτροπής (βλέπε σελίδα 26 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(6)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/761 της Επιτροπής, της 16ης Φεβρουαρίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό κοινών μεθόδων ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφάλειας μετά την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή έγκρισης ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής (βλέπε σελίδα 16 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Περιεχόμενο της αίτησης έκδοσης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας

Σημείωση: όλες οι πληροφορίες είναι υποχρεωτικές, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων που επισυνάπτονται στην αίτηση, εκτός από τις περιπτώσεις που συνοδεύονται από το γράμμα «Π» (προαιρετικό). Εφόσον η σιδηροδρομική επιχείρηση πρέπει να καταρτίσει σχέδιο διορθωτικών μέτρων κατά το άρθρο 9, οι σχετικές πληροφορίες είναι υποχρεωτικές.

1.   Τύπος αίτησης

1.1.   Νέα

1.2.   Ανανέωση

1.3.   Επικαιροποίηση

1.4.   EIN του προηγούμενου πιστοποιητικού (μόνο σε περίπτωση αίτησης ανανέωσης ή επικαιροποίησης)

2.   Αιτούμενο είδος υπηρεσίας (επιλογή ενός ή περισσότερων ειδών) (1) :

2.1.   Μεταφορά επιβατών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών υψηλής ταχύτητας

2.2.   Μεταφορά επιβατών, εξαιρουμένων των υπηρεσιών υψηλής ταχύτητας

2.3.   Μεταφορά φορτίου, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών επικίνδυνων εμπορευμάτων (2)

2.4.   Μεταφορά φορτίου, εξαιρουμένων των υπηρεσιών επικίνδυνων εμπορευμάτων

2.5.   Μόνον ελιγμοί

2.6.   Λοιπά (προσδιορίστε)

3.   Λειτουργίες σιδηροδρομικών μεταφορών:

3.1.   Προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης των υπηρεσιών/δραστηριοτήτων (Π)

3.2.   Κράτος/-η μέλος/-η στην αρμοδιότητα του/των οποίου/-ων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας

3.3.   Καθορισμός του προβλεπόμενου τόπου παροχής της υπηρεσίας (για τα σχετικά δίκτυα) (3)

3.4.   Σταθμός/-οί σε γειτονικό/-ά κράτος/-η μέλος/-η [στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 11 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/763 και στο άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798) ]

4.   Οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας:

4.1.   Ο Οργανισμός

4.2.   Η εθνική αρχή ασφάλειας [στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798]

5.   Στοιχεία αιτούντος:

5.1.   Επωνυμία

5.2.   Ακρωνύμιο (Π)

5.3.   Πλήρης ταχυδρομική διεύθυνση

5.4.   Τηλέφωνο

5.5.   Τηλεομοιοτυπικό (Π)

5.6.   Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο

5.7.   Ιστότοπος (Π)

5.8.   Εθνικός αριθμός καταχώρισης

5.9.   Αριθμός ΦΠΑ (Π)

5.10.   Άλλες συναφείς πληροφορίες (Π)

6.   Στοιχεία υπεύθυνου επικοινωνίας:

6.1.   Όνομα

6.2.   Επώνυμο

6.3.   Τίτλος ή ιδιότητα

6.4.   Πλήρης ταχυδρομική διεύθυνση

6.5.   Τηλέφωνο

6.6.   Τηλεομοιοτυπικό (Π)

6.7.   Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο

6.8.   Ομιλούμενη/-ες γλώσσα/-ες

Έγγραφα επισυναπτόμενα στην αίτηση

7.   Έγγραφα υποβληθέντα για το μέρος της αξιολόγησης που αφορά το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας:

7.1.   Περιγραφή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και λοιπά έγγραφα που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 και τον τρόπο με τον οποίο πληρούνται οι εν λόγω απαιτήσεις.

7.2.   Πληροφορίες για τη διασταύρωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας (βλέπε σημείο 7.1) με το παράρτημα I του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/762, καθώς και αναφορά του σημείου στα έγγραφα τεκμηρίωσης του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται οι σχετικές απαιτήσεις της τεχνικής προδιαγραφής διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα «διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας».

8.   Έγγραφα υποβληθέντα για το εθνικό μέρος (για κάθε κράτος μέλος το οποίο καλύπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας) της αξιολόγησης:

8.1.   Περιγραφή ή κατ' άλλον τρόπο απόδειξη του τρόπου με τον οποίο οι ρυθμίσεις διαχείρισης της ασφάλειας ανταποκρίνονται στους σχετικούς κοινοποιηθέντες εθνικούς κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798.

8.2.   Πληροφορίες για τη διασταύρωση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας (βλέπε σημείο 7.1) με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στους σχετικούς εθνικούς κανόνες (βλέπε σημείο 8.1).

9.   Σχέδιο/-α διορθωτικών μέτρων

9.1.   Τρέχουσα κατάσταση του σχεδίου ή των σχεδίων δράσης που έχει καταρτίσει η σιδηροδρομική επιχείρηση για να επιλύσει τυχόν σοβαρή περίπτωση μη συμμόρφωσης και οποιοδήποτε άλλο προβληματικό σημείο που εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων εποπτείας μετά την προηγούμενη αξιολόγηση.

9.2.   Τρέχουσα κατάσταση του σχεδίου ή των σχεδίων δράσης που έχει καταρτίσει η σιδηροδρομική επιχείρηση για να επιλύσει εναπομένοντα προβληματικά σημεία από την προηγούμενη αξιολόγηση.


(1)  Για κάθε κράτος μέλος στην αρμοδιότητα του οποίου εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας.

(2)  Ως «επικίνδυνα εμπορεύματα» νοούνται ουσίες και είδη των οποίων η μεταφορά επιτρέπεται μόνον υπό τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).

(3)  Για κάθε κράτος μέλος στην αρμοδιότητα του οποίου εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας

1.   ΓΕΝΙΚΑ

1.1.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αναπτύσσουν διαρθωμένη και ελέγξιμη διαδικασία για ολόκληρη τη δραστηριότητα, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία που προβλέπονται στο παρόν παράρτημα. Η διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας είναι επαναληπτική, όπως φαίνεται στο ακόλουθο διάγραμμα (βλέπε σχήμα 1 στο προσάρτημα), το οποίο σημαίνει ότι ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας δικαιούνται να ζητήσουν εύλογη περαιτέρω πληροφόρηση ή εκ νέου υποβολή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   ΠΑΡΑΛΑΒΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

2.1.   Μετά την παραλαβή της αίτησης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας βεβαιώνει επισήμως και αμέσως την παραλαβή της αίτησης.

2.2.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας διαθέτουν ικανούς πόρους για την εκτέλεση της διαδικασίας αξιολόγησης.

3.   ΑΡΧΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

3.1.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας προβαίνουν, αμέσως μόλις παραληφθεί η αίτηση, σε καταρχήν έλεγχο των ακόλουθων στοιχείων:

α)

ο αιτών έχει παράσχει τις βασικές πληροφορίες που είτε απαιτούνται από τη νομοθεσία είτε είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική διεκπεραίωση της αίτησης·

β)

ο φάκελος της αίτησης περιλαμβάνει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, είναι δομημένος και περιέχει στοιχεία εσωτερικής διασταύρωσης ώστε να είναι δυνατή η δέουσα αξιολόγηση με βάση τις απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και τους σχετικούς κοινοποιηθέντες εθνικούς κανόνες. Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας προβαίνουν σε αρχική εξέταση του πραγματικού περιεχομένου των αποδεικτικών στοιχείων που περιλαμβάνονται στην αίτηση, ώστε να διαμορφώσουν μια πρώτη κρίση σχετικά με την ποιότητα, την επάρκεια και την καταλληλότητα του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

γ)

κατά περίπτωση, περιλαμβάνεται η τρέχουσα κατάσταση του σχεδίου (ή των σχεδίων) δράσης που έχει καταρτίσει η σιδηροδρομική επιχείρηση για να επιλύσει τυχόν σοβαρή περίπτωση μη συμμόρφωσης και οποιοδήποτε άλλο προβληματικό σημείο που εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων εποπτείας μετά την προηγούμενη αξιολόγηση·

δ)

κατά περίπτωση, περιλαμβάνεται η τρέχουσα κατάσταση του σχεδίου (ή των σχεδίων) δράσης που έχει καταρτίσει η σιδηροδρομική επιχείρηση για να επιλύσει εναπομένοντα προβληματικά σημεία από προηγούμενη αξιολόγηση.

3.2.   Οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας ελέγχουν επίσης ότι προσδιορίζονται με σαφήνεια τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το είδος, την έκταση και τον προβλεπόμενο τόπο παροχής της υπηρεσίας.

3.3.   Μετά τους αναφερόμενους στα σημεία 3.1 και 3.2 ελέγχους, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αποφασίζουν αν υπάρχουν ως προς το τμήμα που τους αναλογεί τυχόν πεδία στα οποία είναι αναγκαίες περαιτέρω πληροφορίες. Εφόσον είναι αναγκαίες περαιτέρω πληροφορίες, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας μπορούν να ζητήσουν τις πληροφορίες αυτές, στον βαθμό που κρίνουν ευλόγως αναγκαίο για τη στήριξη της αξιολόγησής τους.

3.4.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας εξετάζουν επαρκές μέρος της αίτησης, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί, ώστε να ελέγξουν ότι το περιεχόμενό της είναι κατανοητό. Εάν σαφώς δεν είναι κατανοητό, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αποφασίζουν, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί, κατά πόσον πρέπει να επιστραφεί η αίτηση με το αίτημα να βελτιωθεί η σύνταξή της.

4.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

4.1.   Μετά την ολοκλήρωση του σταδίου του αρχικού ελέγχου, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας προβαίνουν, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί, στη λεπτομερή αξιολόγηση του φακέλου της αίτησης (βλέπε σχήμα 2 στο προσάρτημα), με χρήση των απαιτήσεων του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και των σχετικών κοινοποιηθέντων εθνικών κανόνων.

4.2.   Κατά τη διενέργεια της αναφερόμενης στο σημείο 4.1 λεπτομερούς αξιολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας κρίνουν με επαγγελματικό τρόπο, με αμεροληψία και αναλογικότητα, και αιτιολογούν τεκμηριωμένα τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν.

4.3.   Στην αξιολόγηση καθορίζεται κατά πόσον πληρούνται οι απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και οι σχετικοί κοινοποιηθέντες εθνικοί κανόνες ή κατά πόσον πρέπει να ζητηθούν περαιτέρω πληροφορίες. Κατά την αξιολόγηση, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας αναζητούν επίσης στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και οι σχετικοί κοινοποιηθέντες εθνικοί κανόνες με βάση τα αποτελέσματα των διαδικασιών του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, με χρήση ενδεχομένως μεθόδων δειγματοληψίας, για να διασφαλίσουν ότι ο αιτών κατανοεί τις απαιτήσεις και είναι σε θέση να τις πληροί, ανάλογα με το είδος και την έκταση των σιδηροδρομικών μεταφορών και τον προβλεπόμενο τόπο παροχής της υπηρεσίας, ώστε να εξασφαλιστεί η ασφαλής λειτουργία του σιδηροδρόμου.

4.4.   Κάθε θέμα τύπου 4 επιλύεται προς ικανοποίηση του οργανισμού πιστοποίησης της ασφάλειας και οδηγεί στην επικαιροποίηση του φακέλου της αίτησης, εφόσον ενδείκνυται, πριν από την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

4.5.   Τα εναπομένοντα προβληματικά σημεία μπορούν να αναβληθούν προς εξέταση κατά την εποπτεία ή είναι δυνατόν να συμφωνηθούν με τον αιτούντα μέτρα, με βάση την οικεία πρόταση επικαιροποίησης του φακέλου της αίτησης, ή και τα δύο. Στην περίπτωση αυτή, η επίσημη επίλυση του θέματος επέρχεται μετά την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

4.6.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας επιδεικνύουν διαφάνεια ως προς τον τρόπο με την οποίο κρίνουν τη βαρύτητα κάθε διαπιστωθέντος θέματος που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1.

4.7.   Κατά τον προσδιορισμό θέματος που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας ενεργούν με ακρίβεια και βοηθούν τον αιτούντα να κατανοήσει το επίπεδο λεπτομέρειας που αναμένεται στην απάντησή του. Προς τον σκοπό αυτόν, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας προβαίνουν στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

παραπέμπουν επακριβώς στις σχετικές απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και στους κοινοποιηθέντες εθνικούς κανόνες και βοηθούν τον αιτούντα να κατανοήσει τα διαπιστωθέντα θέματα·

β)

προσδιορίζουν το σχετικό τμήμα των συναφών κανονιστικών διατάξεων και κανόνων·

γ)

αναφέρουν τον λόγο για τον οποίο δεν πληρούται η επιμέρους απαίτηση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας ή ο κοινοποιηθείς εθνικός κανόνας, καθώς και τυχόν συναφής νομοθεσία·

δ)

συμφωνούν με τον αιτούντα στις περαιτέρω δεσμεύσεις, έγγραφα και τυχόν δικαιολογητικά στοιχεία που πρέπει να παρασχεθούν, όπως απαιτείται από το επίπεδο λεπτομέρειας της απαίτησης του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας ή του κοινοποιηθέντος εθνικού κανόνα·

ε)

καθορίζουν, σε συμφωνία με τον αιτούντα, την προθεσμία συμμόρφωσης, η οποία είναι εύλογη και αναλογική προς τη δυσκολία της παροχής των ζητούμενων πληροφοριών.

4.8.   Εάν ο αιτών καθυστερήσει σημαντικά την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας μπορεί να αποφασίσει να παρατείνει την προθεσμία απάντησης του αιτούντος ή να απορρίψει την αίτηση κατόπιν ειδοποίησης.

4.9.   Η προθεσμία λήψης απόφασης σχετικά με την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας μπορεί να παραταθεί, έως ότου υποβληθούν οι ζητούμενες πληροφορίες, μόνον με απόφαση του οργανισμού πιστοποίησης της ασφάλειας σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας και σε συμφωνία με τον αιτούντα, σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

θέματα τύπου 1 που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 τα οποία, εξεταζόμενα είτε μεμονωμένα είτε συλλογικά, εμποδίζουν τη συνέχιση της αξιολόγησης ή τμημάτων αυτής·

β)

θέματα τύπου 4 ή πολλά θέματα τύπου 3 που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 τα οποία, εξεταζόμενα συλλογικά, ενδέχεται να αναβαθμίσουν την κατηγορία σε θέμα τύπου 4, που εμποδίζει την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

4.10.   Προκειμένου να είναι ικανοποιητικές, οι γραπτές απαντήσεις του αιτούντος πρέπει να επαρκούν ώστε να διασκεδασθούν όλοι οι προβληματισμοί που εκφράστηκαν και να αποδεικνύουν ότι οι προτεινόμενες από τον αιτούντα ρυθμίσεις θα πληρούν τα σχετικά κριτήρια ή τους κοινοποιηθέντες εθνικούς κανόνες.

4.11.   Όταν απάντηση θεωρείται μη ικανοποιητική, εξηγείται για ποιον ακριβώς λόγο και προσδιορίζονται οι περαιτέρω πληροφορίες ή η απόδειξη που ζητούνται από τον αιτούντα για να καταστεί ικανοποιητική η απάντησή του.

4.12.   Εάν ανακύψουν προβληματισμοί ως προς την ενδεχόμενη απόρριψη της αίτησης ή την παρέλευση χρονικού διαστήματος μεγαλύτερου από την καθορισμένη προθεσμία λήψης απόφασης, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο λήψης μέτρων έκτακτης ανάγκης.

4.13.   Όταν κρίνεται είτε ότι η αίτηση πληροί όλες τις απαιτήσεις είτε ότι είναι απίθανο να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος ως προς τη διασφάλιση ικανοποιητικών απαντήσεων σε εκκρεμή θέματα, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας ολοκληρώνουν την αξιολόγηση, ο καθένας στο τμήμα που του αναλογεί, προβαίνοντας στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

αναφέρουν κατά πόσον πληρούνται όλα τα κριτήρια ή κατά πόσον εξακολουθούν να υφίστανται εκκρεμή θέματα·

β)

προσδιορίζουν τυχόν εναπομένοντα προβληματικά σημεία·

γ)

προσδιορίζουν τυχόν περιορισμούς ή όρους χρήσης που πρέπει να περιληφθούν στο ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας·

δ)

υποβάλλουν έκθεση σχετικά με τη συνέχεια που δίνεται σε σημαντικές περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που εντοπίζονται κατά την εποπτεία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/761, κατά περίπτωση·

ε)

διασφαλίζουν ότι η διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας εφαρμόστηκε ορθά·

στ)

συντάσσουν τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, καθώς και περίληψη των συμπερασμάτων και, κατά περίπτωση, γνώμη σχετικά με την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

4.14.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας καταγράφουν και αιτιολογούν γραπτώς όλα τα πορίσματα και τις αποφάσεις, ώστε να διευκολύνεται τόσο η διαδικασία διασφάλισης όσο και η διαδικασία λήψης αποφάσεων, καθώς και για την παροχή συνδρομής σε περίπτωση ένστασης κατά της απόφασης έκδοσης ή μη έκδοσης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

5.   ΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

5.1.   Με βάση τα συμπεράσματα της ολοκληρωθείσας αξιολόγησης, λαμβάνεται απόφαση σχετικά με την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή την απόρριψη της αίτησης. Κατά την έκδοση ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, ενδέχεται να προσδιοριστούν ορισμένα εναπομένοντα προβληματικά σημεία. Δεν εκδίδεται ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας σε περίπτωση που εντοπιστεί θέμα τύπου 4 που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, το οποίο δεν επιλύθηκε κατά την αξιολόγηση.

5.2.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας μπορεί να αποφασίσει να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας, με τον προσδιορισμό περιορισμών ή όρων χρήσης, εάν συναχθεί το συμπέρασμα, σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας, ότι με τους εν λόγω περιορισμούς ή όρους χρήσης επιλύεται θέμα τύπου 4 το οποίο θα εμπόδιζε την έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας. Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας επικαιροποιείται κατόπιν αιτήματος του αιτούντος αφού επιλυθούν όλα τα επαπομένοντα προβληματικά σημεία στον φάκελο της αίτησής του.

5.3.   Ο αιτών ενημερώνεται για την απόφαση του οργανισμού πιστοποίησης της ασφάλειας, καθώς και για το αποτέλεσμα της αξιολόγησης, και εκδίδεται ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας κατά περίπτωση.

5.4.   Εάν απορριφθεί η έκδοση του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ή εάν το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας περιλαμβάνει περιορισμούς ή όρους χρήσης εκτός από εκείνους που καθορίζονται στην αίτηση, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας ενημερώνει τον αιτούντα, αιτιολογώντας την απόφασή του, και του γνωστοποιεί τη διαδικασία υποβολής αιτήματος επανεξέτασης ή ένστασης κατά της απόφασης.

6.   ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

6.1.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας ολοκληρώνει το διοικητικό κλείσιμο, μεριμνώντας για την εξέταση, την οργάνωση και την αρχειοθέτηση όλων των εγγράφων και αρχείων. Με σκοπό τη συνεχή βελτίωση της οικείας διαδικασίας, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας προσδιορίζει τα ιστορικά στοιχεία και τα διδάγματα που αποκομίστηκαν προς αξιοποίησή τους σε μελλοντικές αξιολόγησεις.

7.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΕΝΙΑΙΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

7.1.   Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας μπορεί να ανανεωθεί κατόπιν αιτήματος του αιτούντος πριν από τη λήξη της ισχύος του προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια της πιστοποίησης.

7.2.   Στην περίπτωση αίτησης ανανέωσης, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας ελέγχουν τις λεπτομέρειες των τροποποιήσεων των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν στην προηγούμενη αίτηση και λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα των προηγούμενων δραστηριοτήτων εποπτείας που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/761 για την ιεράρχηση ή τη στόχευση των σχετικών απαιτήσεων του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και των κοινοποιηθέντων εθνικών κανόνων βάσει των οποίων αξιολογείται η αίτηση ανανέωσης.

7.3.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας υιοθετούν αναλογική προσέγγιση όσον αφορά την επαναξιολόγηση, με βάση τον βαθμό των προτεινόμενων τροποποιήσεων.

8.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΕΝΙΑΙΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

8.1.   Το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας επικαιροποιείται όποτε προτείνεται ουσιαστική μεταβολή του είδους ή της έκτασης της υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, ή σε περίπτωση επέκτασης του τόπου παροχής της υπηρεσίας σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 14 της εν λόγω οδηγίας.

8.2.   Όταν σκοπεύει να προβεί σε οποιαδήποτε μεταβολή αναφερόμενη στο σημείο 8.1, η σιδηροδρομική επιχείρηση κάτοχος του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας ενημερώνει πάραυτα τον οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας.

8.3.   Μετά την ενημέρωση από τη σιδηροδρομική επιχείρηση κατά το σημείο 8.2, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας:

α)

ελέγχει ότι η μεταβολή σχετικά με κάθε ενδεχόμενη αίτηση περιγράφεται σαφώς και ότι αξιολογείται η δυνητική διακινδύνευση της ασφάλειας·

β)

εξετάζει με τη σιδηροδρομική επιχείρηση και τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας την ανάγκη επικαιροποίησης του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας.

8.4.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας σε συντονισμό με τις εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας μπορεί να διατυπώσει περαιτέρω ερωτήσεις στον αιτούντα. Εφόσον ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας συμφωνήσει ότι η προτεινόμενη μεταβολή δεν είναι ουσιαστική, ενημερώνει γραπτώς τον αιτούντα ότι δεν απαιτείται επικαιροποίηση και αρχειοθετεί την απόφαση στον καταχωρισθέντα φάκελο.

8.5.   Στην περίπτωση αίτησης επικαιροποίησης, ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας:

α)

ελέγχουν τις λεπτομέρειες των τροποποιήσεων των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν στην προηγούμενη αίτηση βάσει της οποίας εκδόθηκε το τρέχον πιστοποιητικό·

β)

λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα των προηγούμενων δραστηριοτήτων εποπτείας που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/761, και ιδίως τα θέματα που αφορούν την ικανότητα του αιτούντος να εφαρμόζει αποτελεσματικά και να παρακολουθεί την οικεία διαδικασία διαχείρισης μεταβολών·

γ)

ιεραρχούν ή στοχοθετούν τις σχετικές απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας και τους κοινοποιηθέντες εθνικούς κανόνες, με σκοπό την αξιολόγηση της αίτησης επικαιροποίησης.

8.6.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και οι εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας υιοθετούν αναλογική προσέγγιση όσον αφορά την επαναξιολόγηση, με βάση τον βαθμό των προτεινόμενων τροποποιήσεων.

8.7.   Η υποβολή στον οργανισμό πιστοποίησης της ασφάλειας αίτησης επικαιροποίησης ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας δεν συνεπάγεται παράταση της περιόδου ισχύος του.

8.8.   Ο οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας αποφασίζει, κατόπιν αιτήματος του αιτούντος, κατά πόσον χρειάζεται να επικαιροποιηθεί το ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας εφόσον οι συνθήκες υπό τις οποίες εκδόθηκε το εν λόγω πιστοποιητικό πρόκειται να μεταβληθούν χωρίς αυτό να έχει επίπτωση στο είδος, την έκταση ή τον τόπο παροχής της υπηρεσίας.

Προσάρτημα

Διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας

Σχήμα 1: Διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας.

Image

Οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας

Αρχικός έλεγχσς

Ενημέρωοη ενδιαφερόμενων μερών

Κλείσιμο της αξιολόγησης

Καταχώριση/Βάση δεδομένων

Λήψη απόφασης

Τέλος της αξιολόγησης

Αίτημα επανεξέτασης/ένσταση (κατά περίπτωση)

Σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας

Ναι

Πλήρης; Συναφής; Συνεπής;

Απόρριψη της αίτησης;

Αίτημα συμπλη-

ρωματικών πληροφοριών

Παροχή συμπλη-

ρωματικών πληροφοριών

Βεβαίωση παραλαβής της αίτησης

Καταχώριση του φακέλου αίτησης

Παραλαβή της αίτησης

Υποβολή του φακέλου αίτησης

Aιτών

Όχι

Όχι

Ναι

Παραλαβή της απόφασης

Λεπτομερής αξιολόγηση

Γνωστοποίηση της πληρότητας

Διαδικασία λεπτομερούς αξιολόγησης

Σχήμα 2: Διαδικασία λεπτομερούς αξιολόγησης

Image

Εναπομένοντα προβληματικά σημεία κατά περίπτωση

Ολοκλήρωση της αξιολόγησης

Παραλαβή και διαχείριση γραπτής/-ών απάντησης/-εων του αιτούντος

Αποστολή απάντησης και επικαιροποίηση του φακέλου αίτησης κατά περίπτωση

Συμφωνία για το/τα σχέδιο/-α δράσης και την προθεσμία συμμόρφωσης κατά περίπτωση

Κατάρτιση σχεδίου/

-ωνδράσης κάτα περίπτωση

Εντοπισμός και κατηιοριοποίηση θεμάτων

Σχετικές πληροφορίες από εποπτεία κατά το παρελθόν

Θέματα;

Διενέργεια της αξιολόγησης

Οργανισμός πιστοποίησης της ασφάλειας και εθνικές αρχές ασφάλειας στην αρμοδιότητα των οποίων εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας

Aιτών

Όχι

Ναι


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Περιεχόμενο του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας

Στο ενιαίο πιστοποιητικό ασφάλειας με το οποίο βεβαιώνεται η αποδοχή του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης, καθώς και των μέτρων που έλαβε η σιδηροδρομική επιχείρηση προκειμένου να πληροί τις ειδικές απαιτήσεις που επιβάλλει η ασφαλής λειτουργία του σχετικού δικτύου σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/798 και με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

1.   Ευρωπαϊκός αναγνωριστικός αριθμός (European Identification Number – EIN) του ενιαίου πιστοποιητικού ασφάλειας

2.   Ταυτοποίηση της σιδηροδρομικής επιχείρησης:

2.1.   Επωνυμία

2.2.   Εθνικός αριθμός καταχώρισης

2.3.   Αριθμός ΦΠΑ

3.   Ταυτοποίηση του οργανισμού πιστοποίησης ασφάλειας:

3.1.   Οργανισμός

3.2.   Κράτος μέλος (κατά περίπτωση)

4.   Στοιχεία πιστοποιητικού:

4.1.   Νέο

4.2.   Ανανέωση

4.3.   Επικαιροποίηση

4.4.   EIN του προηγούμενου πιστοποιητικού (μόνο σε περίπτωση ανανέωσης ή επικαιροποίησης)

4.5.   Ημερομηνίες έναρξης και λήξης ισχύος

4.6.   Είδος υπηρεσίας (1)

4.6.1.   Μεταφορά επιβατών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών υψηλής ταχύτητας

4.6.2.   Μεταφορά επιβατών, εξαιρουμένων των υπηρεσιών υψηλής ταχύτητας

4.6.3.   Μεταφορά φορτίου, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών επικίνδυνων εμπορευμάτων

4.6.4.   Μεταφορά φορτίου, εξαιρουμένων των υπηρεσιών επικίνδυνων εμπορευμάτων

4.6.5.   Μόνον ελιγμοί

4.6.6.   Λοιπές υπηρεσίες (1)

5.   Εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία (1)

6.   Τόπος παροχής της υπηρεσίας (1)

7.   Περιορισμοί και όροι χρήσης

8.   Πρόσθετες πληροφορίες

9.   Ημερομηνία έκδοσης και εξουσιοδοτημένος υπογράφων/σφραγίδα της αρχής


(1)  Για κάθε κράτος μέλος στην αρμοδιότητα του οποίου εμπίπτει ο προβλεπόμενος τόπος παροχής της υπηρεσίας.


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/68


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/764 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Μαΐου 2018

σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους όρους πληρωμής τους

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/796 (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2004, και ιδίως το άρθρο 80,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα έσοδα του Οργανισμού Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Οργανισμός») συνίστανται στη συνεισφορά της Ένωσης και στα τέλη και τις επιβαρύνσεις που καταβάλλουν οι αιτούντες για τη διεκπεραίωση αιτήσεων για την έκδοση πιστοποιητικών, εγκρίσεων και αποφάσεων έγκρισης, για τις διαδικασίες προσφυγής και άλλες υπηρεσίες που παρέχει ο Οργανισμός σύμφωνα με το άρθρο 64 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796.

(2)

Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Οργανισμό θα πρέπει να καθορίζονται με διαφανή, δίκαιο και ομοιόμορφο τρόπο, με σκοπό ιδίως την απλούστευση. Δεν θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την επιβολή περιττών οικονομικών επιβαρύνσεων στις επιχειρήσεις και δεν θα πρέπει να διακυβεύουν την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού τομέα.

(3)

Κατά τον υπολογισμό των τελών και των επιβαρύνσεων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το κόστος του προσωπικού και το κόστος των εξωτερικών εμπειρογνωμόνων που συμμετέχουν στη διεκπεραίωση των αιτήσεων, κατά περίπτωση. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη το κόστος των βοηθητικών υπηρεσιών και των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη διεκπεραίωση των αιτήσεων, καθώς και οποιοδήποτε άλλο λειτουργικό κόστος για την παροχή αυτών των υπηρεσιών. Το εν λόγω κόστος θα πρέπει να σχετίζεται με τις συναφείς δραστηριότητες και να είναι αναλογικό προς αυτές, καθώς και να μην εισάγει διακρίσεις.

(4)

Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις που εισπράττει ο Οργανισμός θα πρέπει να καλύπτουν το πλήρες κόστος των υπηρεσιών που παρέχει ο Οργανισμός.

(5)

Ο χρόνος που αφιερώνει ο Οργανισμός για την παροχή των υπηρεσιών αυτών θα πρέπει να τιμολογείται σε ωριαία βάση, μέχρις ότου το σύστημα φθάσει σε στάδιο ωριμότητας που επιτρέπει την καθιέρωση ενός καθεστώτος πάγιας τιμολόγησης. Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις του Οργανισμού θα πρέπει να καθορίζονται σε τέτοιο επίπεδο ώστε να αποφεύγονται ελλείμματα ή η σημαντική συσσώρευση πλεονασμάτων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/796.

(6)

Τα καταβλητέα ποσά δεν θα πρέπει να εξαρτώνται από τον τόπο εγκατάστασης του αιτούντα ή τη γλώσσα που χρησιμοποιείται για την αίτηση. Ως εκ τούτου, τα έξοδα ταξιδίου και τα έξοδα μετάφρασης που αφορούν το μέρος της αίτησης που διεκπεραιώνεται από τον Οργανισμό θα πρέπει να αθροίζονται και να κατανέμονται μεταξύ όλων των αιτήσεων.

(7)

Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις θα πρέπει να καθορίζονται κατά τρόπον ώστε να καλύπτουν τις ειδικές ανάγκες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, αν χρειαστεί, να καταβάλλουν την πληρωμή σε περισσότερες δόσεις.

(8)

Οι αιτούντες έχουν εξασφαλίσει το δικαίωμα να προσφεύγουν στο πλαίσιο του κανονισμού 2016/796 και θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητούν διορθωτικά μέτρα και να ασκούν το δικαίωμα αυτό κατά αποφάσεων του Οργανισμού. Συνεπώς, η καταβολή των τελών και των επιβαρύνσεων για την άσκηση προσφυγής κατά αποφάσεων του Οργανισμού δεν πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για το παραδεκτό της προσφυγής. Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις πρέπει να εισπράττονται μόνο για την εκδίκαση προσφυγών σε περιπτώσεις απόρριψης της προσφυγής.

(9)

Σύμφωνα με την ορθή διαχείριση έργων, ο αιτών θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητεί εκτίμηση. Ο αιτών θα πρέπει να πληροφορείται, κατά το δυνατόν, το πιθανό καταβλητέο ποσό, καθώς και τον τρόπο πληρωμής του. Θα πρέπει να καθορίζονται προθεσμίες για την καταβολή των τελών και των επιβαρύνσεων.

(10)

Οι πληροφορίες για τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να δημοσιοποιούνται. Οιεσδήποτε μελλοντικές αναθεωρήσεις των τελών που εισπράττει ο Οργανισμός θα πρέπει να βασίζονται σε διαφανή εκτίμηση των εξόδων του Οργανισμού και των σχετικών εξόδων που προκύπτουν από τα καθήκοντα που ασκούν οι ΕΑΑ.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής δυνάμει του άρθρου 81 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Οργανισμός») για τη διεκπεραίωση αιτήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 14, 20, 21 και 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796, καθώς και για την παροχή άλλων υπηρεσιών σύμφωνα με τους στόχους για τους οποίους ιδρύθηκε ο Οργανισμός. Επίσης, διευκρινίζει τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό των εν λόγω τελών και επιβαρύνσεων, καθώς και τους όρους πληρωμής.

2.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει επίσης διαδικασίες για τη διασφάλιση της διαφάνειας, της μη εισαγωγής διακρίσεων και άλλων βασικών αρχών του ευρωπαϊκού δικαίου σε σχέση με τις χρεώσεις που επιβάλλουν οι εθνικές αρχές ασφάλειας («ΕΑΑ»), για τη διεκπεραίωση του εθνικού μέρους των αιτήσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Οργανισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 14, 20 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται για τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που εισπράττονται για τις ακόλουθες δραστηριότητες των ΕΑΑ:

α)

τη διεκπεραίωση αιτήσεων έκδοσης ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 (2) και τη σχετική διαδικασία προκαταρκτικής επαφής που προβλέπεται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/763 της Επιτροπής (3),

β)

τη διεκπεραίωση αιτήσεων για τις έγκρισεις οχήματος για διάθεση στην αγορά ή τις έγκρισεις τύπου οχήματος σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 8 και το άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797 (4) και τη σχετική διαδικασία προκαταρκτικής επαφής που προβλέπεται στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/545 της Επιτροπής (5),

γ)

τη γνωμοδότηση σχετικά με αίτηση έγκρισης παρατρόχιου εξοπλισμού ERTMS σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 τελευταίο εδάφιο της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797.

δ)

την έκδοση προσωρινών εγκρίσεων για επιτόπιες δοκιμές σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφοι 3 και 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797.

Άρθρο 2

Είδη τελών και επιβαρύνσεων

1.   Ο Οργανισμός εισπράττει τέλη για τη διεκπεραίωση αιτήσεων, μεταξύ άλλων για την έκδοση εκτιμήσεων, καθώς και σε περιπτώσεις απόσυρσης αίτησης από τον αιτούντα ή τροποποίησης απόφασης από τον Οργανισμό. Ο Οργανισμός μπορεί επίσης να επιβάλλει τέλη για την ανάκληση προηγούμενης απόφασης λόγω μη συμμόρφωσης του κατόχου της έγκρισης ή της πιστοποίησης.

2.   Οι αιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καλύπτουν:

α)

τις εγκρίσεις οχήματος για διάθεση στην αγορά ή τις εγκρίσεις τύπου οχήματος σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796·

β)

την έκδοση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796·

γ)

τις αποφάσεις έγκρισης της συμμόρφωσης ως προς τη διαλειτουργικότητα των τεχνικών λύσεων σχετικά με παρατρόχιο υλικό ERTMS με τις σχετικές ΤΠΔ σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796·

δ)

τις προσφυγές που αναφέρονται στο άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796, σύμφωνα με το άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού.

3.   Ο Οργανισμός εισπράττει επιβαρύνσεις για την παροχή υπηρεσιών πέραν αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου. Ειδικότερα, ο Οργανισμός εισπράττει επιβαρύνσεις για τη διαδικασία προκαταρκτικής επαφής που προβλέπεται στον (ΕΕ) 2018/545 και στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/763.

4.   Ο Οργανισμός δημοσιεύει κατάλογο των υπηρεσιών στον δικτυακό του τόπο.

Άρθρο 3

Υπολογισμός των τελών και των επιβαρύνσεων

1.   Το ποσό των τελών και των επιβαρύνσεων αποτελείται από το σύνολο των εξής:

α)

του αριθμού ωρών που αφιερώνουν οι υπάλληλοι του Οργανισμού και οι εξωτερικοί εμπειρογνώμονες για τη διεκπεραίωση της αίτησης, πολλαπλασιαζόμενου επί του ωριαίου συντελεστή του Οργανισμού· και

β)

των σχετικών εξόδων των ΕΑΑ που προκύπτουν από τη διεκπεραίωση του εθνικού μέρους της αίτησης.

2.   Ο Οργανισμός εφαρμόζει ωριαίο συντελεστή ύψους 130 ευρώ για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο α).

Άρθρο 4

Εκτιμήσεις των τελών και των επιβαρύνσεων

1.   Ο Οργανισμός, κατόπιν αιτήματος του αιτούντος, εκδίδει μη δεσμευτική εκτίμηση του ποσού των τελών και των επιβαρύνσεων που αφορούν την αίτηση ή αίτημα παροχής υπηρεσιών και παρέχει πληροφορίες σχετικά με τον χρόνο έκδοσης των τιμολογίων.

Οι ΕΑΑ που συμμετέχουν στη διεκπεραίωση της αίτησης παρέχουν στον Οργανισμό τη δική τους μη δεσμευτική εκτίμηση κόστους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β), η οποία συνυπολογίζεται στην εκτίμηση του Οργανισμού.

2.   Κατά τη διεκπεραίωση μιας αίτησης, ο Οργανισμός και οι ΕΕΑ παρακολουθούν τα έξοδά τους. Κατόπιν αιτήματος του αιτούντος, όταν υπάρχει κίνδυνος το κόστος να υπερβεί τις εκτιμήσεις περισσότερο από 15 %, ο Οργανισμός ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα.

3.   Εφόσον η διεκπεραίωση μιας αίτησης ή μιας υπηρεσίας διαρκέσει περισσότερο από ένα έτος, ο αιτών δύναται να ζητήσει νέα εκτίμηση.

4.   Στις περιπτώσεις που ζητείται η έκδοση εκτιμήσεων, καθώς και τυχόν επανεξέτασή τους, οι προθεσμίες που καθορίζονται στο άρθρο 19 παράγραφος 4 και στο άρθρο 21 παράγραφος 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/797, καθώς και στο άρθρο 10 παράγραφος 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798, επιτρέπεται να ανασταλούν για μέγιστο χρονικό διάστημα δέκα εργάσιμων ημερών.

Άρθρο 5

Όροι πληρωμής

1.   Ο Οργανισμός εκδίδει τιμολόγιο για τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που οφείλονται εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία

α)

έκδοσης της απόφασης του Οργανισμού ή του τμήματος προσφυγών· ή

β)

ολοκλήρωσης της παρεχόμενης υπηρεσίας· ή

γ)

απόσυρσης της αίτησης· ή

δ)

οποιουδήποτε άλλου συμβάντος που είχε ως αποτέλεσμα την παύση της διεκπεραίωσης της αίτησης.

2.   Το τιμολόγιο αναφέρει λεπτομερώς:

α)

τον αριθμό ωρών που αφιέρωσε ο Οργανισμός· και

β)

κατά περίπτωση, τις χρεώσεις ανά αρμόδια ΕΑΑ. Οι χρεώσεις καθορίζονται με βάση τα καθήκοντα και τον χρόνο που αφιερώθηκε ή με τη μορφή πάγιων συντελεστών που εφαρμόζονται για τη διεκπεραίωση του εθνικού μέρους της αίτησης.

3.   Οι ΕΑΑ παρέχουν στον Οργανισμό κατάσταση εξόδων για τη συνεισφορά τους, η οποία πρέπει να περιλαμβάνεται στο τιμολόγιο που εκδίδει ο Οργανισμός, το αργότερο όταν το ζητήσει ο Οργανισμός. Η κατάσταση εξόδων αναφέρει λεπτομερώς τον τρόπο υπολογισμού των εν λόγω εξόδων.

4.   Τα τέλη και τα επιβαρύνσεις εκδίδονται και καταβάλλονται σε ευρώ.

5.   Ο Οργανισμός ενημερώνει τους αιτούντες για την απόφαση και εκδίδει το τιμολόγιο μέσω της υπηρεσίας μίας στάσης που αναφέρεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796.

6.   Ο Οργανισμός μπορεί να χρεώνει ενδιάμεσα ποσά κάθε έξι μήνες.

7.   Η καταβολή των τελών και των επιβαρύνσεων πραγματοποιείται μέσω εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό του Οργανισμού που αναγράφεται για τον σκοπό αυτό.

8.   Οι αιτούντες διασφαλίζουν ότι ο Οργανισμός λαμβάνει την πληρωμή των οφειλόμενων ποσών, καθώς και τυχόν τραπεζικών επιβαρύνσεων σχετικών με την εν λόγω πληρωμή, εντός 60 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης του τιμολογίου.

9.   Εάν ο αιτών είναι μικρή ή μεσαία επιχείρηση, ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη αιτήματα για εύλογη παράταση της προθεσμίας πληρωμής και για την πληρωμή σε δόσεις.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις νοούνται οι επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους και των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. EUR ή το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 43 εκατ. EUR.

10.   Οι ΕΑΑ λαμβάνουν επιστροφή των εξόδων για τη διεκπεραίωση του εθνικού μέρους των αιτήσεων εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στις παραγράφους 8 και 9.

Άρθρο 6

Μη καταβολή

1.   Εάν ο Οργανισμός δεν λάβει την πληρωμή εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 8 και 9, δύναται να χρεώσει τόκο για κάθε επιπλέον ημερολογιακή ημέρα έως ότου λάβει την πληρωμή και εφαρμόζει τους κανόνες περί είσπραξης που προβλέπονται στο άρθρο 80 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

2.   Το επιτόκιο είναι εκείνο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σειρά C, το οποίο ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα λήξης της προθεσμίας, προσαυξημένο κατά οκτώ ποσοστιαίες μονάδες.

3.   Εφόσον ο Οργανισμός έχει αποδεικτικά στοιχεία ότι η δημοσιονομική επιφάνεια του αιτούντος είναι επισφαλής, δύναται να απορρίψει την αίτησή του, εκτός εάν ο αιτών προσκομίσει τραπεζική εγγύηση ή εμπράγματη κατάθεση.

4.   Ο Οργανισμός δύναται να απορρίψει μια νέα αίτηση εφόσον ο αιτών δεν έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις πληρωμής των ποσών που απορρέουν από προηγούμενη εκτέλεση καθηκόντων ή παροχή υπηρεσιών έγκρισης και πιστοποίησης εκ μέρους του Οργανισμού, εκτός εάν ο αιτών καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά για την εκτέλεση των εν λόγω καθηκόντων ή την παροχή των υπηρεσιών έγκρισης και πιστοποίησης.

5.   Ο Οργανισμός λαμβάνει τα δέοντα νομικά μέτρα για να εξασφαλίσει ότι τα εκδοθέντα τιμολόγια εξοφλούνται πλήρως. Προς τον σκοπό αυτό, οι ΕΑΑ που έχουν υποβάλει κατάσταση εξόδων προς απόδοση στηρίζουν τον Οργανισμό στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας.

Άρθρο 7

Προσφυγές και τέλη για προσφυγές

1.   Ο Οργανισμός επιβάλλει τέλος για κάθε προσφυγή που έχει απορριφθεί ή αποσυρθεί.

2.   Τα τέλη προσφυγής ανέρχονται στο ποσό των 10 000 EUR ή ισούνται με το ποσό του τέλους που χρεώθηκε για την προσβαλλόμενη απόφαση, όποιο από τα δύο είναι χαμηλότερο.

3.   Ο Γραμματέας του τμήματος προσφυγών ενημερώνει τον προσφεύγοντα σχετικά με τους όρους πληρωμής. Ο προσφεύγων έχει στη διάθεσή του 30 ημερολογιακές ημέρες για να πραγματοποιήσει την πληρωμή, αρχής γενομένης από την ημερομηνία κοινοποίησης του τιμολογίου.

4.   Ο αιτών δύναται να ασκήσει προσφυγή στο τμήμα προσφυγών κατά των τελών και επιβαρύνσεων για τα οποία εκδίδεται τιμολόγιο.

Άρθρο 8

Δημοσίευση και αναθεώρηση των συντελεστών

1.   Ο Οργανισμός δημοσιεύει στον δικτυακό του τόπο τον ωριαίο συντελεστή που αναφέρεται στο άρθρο 3.

2.   Οι ΕΑΑ δημοσιεύουν τους συντελεστές που αφορούν τον καθορισμό των εξόδων που χρεώνονται στον Οργανισμό όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β). Όταν η ΕΑΑ εφαρμόζει πάγιο συντελεστή, καθορίζει σε ποιες περιπτώσεις έγκρισης και πιστοποίησης ισχύει ο πάγιος συντελεστής.

3.   Ο δικτυακός τόπος του Οργανισμού περιέχει σύνδεσμο με αυτές τις πληροφορίες.

4.   Ο Οργανισμός, στην ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/796, περιλαμβάνει πληροφορίες για τα στοιχεία που αποτελούν τη βάση του ωριαίου συντελεστή, τα οικονομικά αποτελέσματα και τις προβλέψεις.

Άρθρο 9

Διαδικασίες του Οργανισμού

1.   Για να διαχωρίσει τα έσοδα και τις δαπάνες από τις δραστηριότητες που υπόκεινται στην καταβολή τελών και επιβαρύνσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, ο Οργανισμός:

α)

εισπράττει και διατηρεί έσοδα που προέρχονται από τα τέλη και τις επιβαρύνσεις σε χωριστό τραπεζικό λογαριασμό·

β)

υποβάλλει έκθεση σε ετήσια βάση για το σύνολο των εσόδων και των δαπανών που καταλογίζονται στις δραστηριότητες που υπόκεινται στην καταβολή τελών και επιβαρύνσεων, καθώς και για τη διάρθρωση του κόστους και τις επιδόσεις ως προς το κόστος.

2.   Εάν, κατά το κλείσιμο ενός οικονομικού έτους, τα συνολικά έσοδα από τέλη και επιβαρύνσεις υπερβαίνουν το συνολικό κόστος των δραστηριοτήτων που υπόκεινται στην καταβολή τελών και επιβαρύνσεων, το πλεονάζον ποσό διατηρείται σε δημοσιονομικό αποθεματικό και χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση πλεονασμάτων ή ελλειμμάτων σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό του Οργανισμού.

3.   Διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των εσόδων από δραστηριότητες που υπόκεινται σε τέλη και επιβαρύνσεις.

Άρθρο 10

Αξιολόγηση και Αναθεώρηση

1.   Το καθεστώς τελών και επιβαρύνσεων αποτελεί αντικείμενο αξιολόγησης σε κάθε οικονομικό έτος. Η εν λόγω αξιολόγηση βασίζεται στα προηγούμενα οικονομικά αποτελέσματα του Οργανισμού και στις εκτιμήσεις του σχετικά με τις δαπάνες και τα έσοδα. Επίσης, συνδέεται με το Ενιαίο Έγγραφο Προγραμματισμού του Οργανισμού.

2.   Η Επιτροπή, με βάση την αξιολόγηση των οικονομικών αποτελεσμάτων και των προβλέψεων του Οργανισμού, αναθεωρεί τα τέλη και τις επιβαρύνσεις, εάν είναι απαραίτητο.

3.   Με βάση τις πληροφορίες που παρέχει ο Οργανισμός στην ετήσια έκθεσή του που αναφέρεται στο άρθρο 8, ο παρών κανονισμός επανεξετάζεται το αργότερο στις 16 Ιουνίου 2022 για τη σταδιακή εισαγωγή πάγιων τελών.

Άρθρο 11

Μεταβατικές διατάξεις

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 55 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/763 οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν πριν από την υποβολή της αίτησης στον Οργανισμό δεν καλύπτονται από τέλη και επιβαρύνσεις στον παρόντα κανονισμό και διέπονται από την εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 12

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τίθεται σε εφαρμογή στις 16 Φεβρουαρίου 2019.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Μαΐου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 1.

(2)  Οδηγία (EE) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 102).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/763 της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό πρακτικών ρυθμίσεων για την έκδοση ενιαίων πιστοποιητικών ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων κατ' εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 653/2007 της Επιτροπής (βλ. σελίδα 49 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(4)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 44).

(5)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/545 της Επιτροπής, της 4ης Απριλίου 2018, σχετικά με τον καθορισμό πρακτικών ρυθμίσεων για την έγκριση σιδηροδρομικών οχημάτων και διαδικασίας έγκρισης τύπου οχημάτων σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 90 της 6.4.2018, σ. 66).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/73


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/765 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Μαΐου 2018

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/2080 όσον αφορά την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που πωλείται μέσω διαγωνισμού

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1240 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2016, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη δημόσια παρέμβαση και την ενίσχυση για ιδιωτική αποθεματοποίηση (2), και ιδίως το άρθρο 28,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να καθοριστούν οι ποσότητες του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που καλύπτονται από τον διαγωνισμό ο οποίος προκηρύχθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/2080 της Επιτροπής (3), το άρθρο 1 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει προθεσμία για τη δημόσια αποθεματοποίηση αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας κατάστασης στην αγορά γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, όσον αφορά την ανάκαμψη των τιμών και του υψηλού επιπέδου των αποθεμάτων παρέμβασης, είναι σκόπιμο να διατεθεί προς πώληση πρόσθετη ποσότητα αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη, με αλλαγή της ημερομηνίας εισόδου στο απόθεμα.

(3)

Συνεπώς, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2080 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Για να καταστεί το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη διαθέσιμο προς πώληση χωρίς καθυστέρηση, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/2080, η ημερομηνία «1η Μαΐου 2016» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Ιουνίου 2016».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Μαΐου 2018.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 206 της 30.7.2016, σ. 71.

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/2080 της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 2016, για την προκήρυξη διαγωνισμού πώλησης αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 321 της 29.11.2016, σ. 45).


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/74


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/766 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Μαΐου 2018

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95 όσον αφορά τον καθορισμό των αντιπροσωπευτικών τιμών στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 183 στοιχείο β),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 510/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τον καθορισμό του καθεστώτος συναλλαγών που εφαρμόζεται σε ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1216/2009 και (ΕΚ) αριθ. 614/2009 (2), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 6 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1484/95 της Επιτροπής (3) καθόρισε θέσπισε τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος συμπληρωματικών εισαγωγικών δασμών και τις αντιπροσωπευτικές τιμές στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης.

(2)

Από τον τακτικό έλεγχο των στοιχείων στα οποία βασίζεται ο καθορισμός των αντιπροσωπευτικών τιμών για τα προϊόντα των τομέων του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης, προκύπτει ότι επιβάλλεται να τροποποιηθούν οι αντιπροσωπευτικές τιμές για τις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων, λαμβανομένων υπόψη των διακυμάνσεων των τιμών ανάλογα με την καταγωγή.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1484/95 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Λόγω της ανάγκης να εξασφαλιστεί η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου το ταχύτερο δυνατόν μετά τη διάθεση των επικαιροποιημένων στοιχείων, κρίνεται σκόπιμο ο παρών κανονισμός να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95 αντικαθίσταται από το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Μαΐου 2018.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής

Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 150 της 20.5.2014, σ. 1.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1484/95 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1995, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του συστήματος συμπληρωματικών δασμών κατά την εισαγωγή και με τον καθορισμό αντιπροσωπευτικών τιμών στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών και της αυγοαλβουμίνης καθώς και με την κατάργηση του κανονισμού αριθ. 163/67/ΕΟΚ (ΕΕ L 145 της 29.6.1995, σ. 47).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή των εμπορευμάτων

Αντιπροσωπευτική τιμή

(σε EUR/100 kg)

Εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 3

(σε EUR/100 kg)

Καταγωγή (1)

0207 12 10

Πετεινοί και κότες του είδους Gallus domesticus, μη τεμαχισμένα, που ονομάζονται “κοτόπουλα 70 %”, κατεψυγμένα

105,7

0

AR

0207 12 90

Πετεινοί και κότες του είδους Gallus domesticus, μη τεμαχισμένα, που ονομάζονται “κοτόπουλα 65 %”, κατεψυγμένα

127,4

0

AR

126,2

0

BR

0207 14 10

Πετεινοί και κότες του είδους Gallus domesticus, που παρουσιάζονται σε τεμάχια χωρίς κόκαλα, κατεψυγμένα

247,1

16

AR

242,0

17

BR

328,9

0

CL

239,5

18

TH

0207 27 10

Γάλοι και γαλοπούλες, που παρουσιάζονται σε τεμάχια χωρίς κόκαλα, κατεψυγμένα

325,2

0

BR

310,1

0

CL

0408 91 80

Αυγά χωρίς το τσόφλι τους, αποξεραμένα

475,7

0

AR

1602 32 11

Παρασκευάσματα από πετεινούς και κότες του είδους Gallus domesticus, άψητα

243,7

13

BR

»

(1)  Ονοματολογία των χωρών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7).


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/76


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/767 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Μαΐου 2018

σχετικά με τον καθορισμό της χρονικής περιόδου των ένατων εκλογών των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη την Πράξη της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία (1) και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 78/639/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ (3), το Συμβούλιο καθόρισε, για τις πρώτες εκλογές των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία, τη χρονική περίοδο από 7 έως 10 Ιουνίου 1979.

(2)

Αποδεικνύεται αδύνατον να πραγματοποιηθούν οι ένατες εκλογές κατά την αντιστοιχούσα περίοδο του 2019.

(3)

Θα πρέπει συνεπώς να καθορισθεί άλλη εκλογική περίοδος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η χρονική περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία καθορίζεται, για τις ένατες εκλογές, από τις 23 έως τις 26 Μαΐου 2019.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2018.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

K. VALCHEV


(1)  ΕΕ L 278 της 8.10.1976, σ. 5.

(2)  Γνώμη της 18ης Απριλίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Απόφαση 78/639/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, σχετικά με τον καθορισμό της χρονικής περιόδου των πρώτων εκλογών των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία (ΕΕ L 205 της 29.7.1978, σ. 75).


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/77


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/768 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Μαΐου 2018

για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην 55η σύνοδο της επιτροπής εμπειρογνωμόνων σε θέματα μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων του Διακυβερνητικού Οργανισμού για τις Διεθνείς Σιδηροδρομικές Μεταφορές όσον αφορά ορισμένες τροποποιήσεις του προσαρτήματος Γ της σύμβασης για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ένωση προσχώρησε στη σύμβαση για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές της 9ης Μαΐου 1980, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του Βίλνιους στις 3 Ιουνίου 1999 («σύμβαση COTIF»), με την απόφαση 2013/103/ΕΕ του Συμβουλίου (1).

(2)

Όλα τα κράτη μέλη, πλην της Κύπρου και της Μάλτας, είναι συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης COTIF και την εφαρμόζουν.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και το άρθρο 33 παράγραφος 5 της σύμβασης COTIF, η επιτροπή εμπειρογνωμόνων σε θέματα μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων («επιτροπή εμπειρογνωμόνων RID») του Διακυβερνητικού Οργανισμού Διεθνών Σιδηροδρομικών Μεταφορών («OTIF») μπορεί να τροποποιήσει το παράρτημα του προσαρτήματος Γ της σύμβασης COTIF, ιδίως τους κανονισμούς για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων («RID»).

(4)

Η οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) καθορίζει απαιτήσεις για τις οδικές, σιδηροδρομικές και εσωτερικές πλωτές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων εντός ή μεταξύ των κρατών μελών, παραπέμποντας στους RID.

(5)

Για την προσαρμογή του παραρτήματος των RID στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο, είναι ουσιώδους σημασίας η επιτροπή εμπειρογνωμόνων RID να εγκρίνει τροποποιήσεις σχετικά με τεχνικά πρότυπα ή ενιαίες τεχνικές προδιαγραφές. Ο σκοπός των εν λόγω τροποποιήσεων είναι η εξασφάλιση ασφαλών και αποτελεσματικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνονται υπόψη η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος στον συγκεκριμένο τομέα και η ανάπτυξη νέων ουσιών και ειδών που ενέχουν κίνδυνο κατά τη μεταφορά τους.

(6)

Η επιτροπή για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων που έχει συσταθεί βάσει της οδηγίας 2008/68/ΕΚ διεξήγαγε προκαταρκτικές συζητήσεις σχετικά με τις προταθείσες τροποποιήσεις.

(7)

Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων RID πρόκειται να εκδώσει απόφαση σχετικά με τις τροποποιήσεις των RID, στην 55η σύνοδό της που θα πραγματοποιηθεί στις 30 Μαΐου 2018.

(8)

Είναι σκόπιμο να καθοριστεί η θέση που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της επιτροπής εμπειρογνωμόνων RID, δεδομένου ότι η απόφαση που θα εκδώσει η εν λόγω επιτροπή θα είναι δεσμευτική για την Ένωση.

(9)

Η θέση της Ένωσης στο πλαίσιο της 55ης συνόδου της επιτροπής εμπειρογνωμόνων RID θα πρέπει, επομένως, να βασίζεται στο επισυναπτόμενο της παρούσας απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της 55ης συνόδου της επιτροπής εμπειρογνωμόνων RID στο πλαίσιο της σύμβασης σχετικά με τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές της 9ης Μαΐου 1980, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του Βίλνιους στις 3 Ιουνίου 1999, παρατίθεται στο προσάρτημα της παρούσας απόφασης.

Οι εκπρόσωποι της Ένωσης στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων RID μπορούν να συμφωνήσουν ως προς ελάσσονες αλλαγές στα έγγραφα που αναφέρονται στο προσάρτημα της παρούσας απόφασης χωρίς περαιτέρω απόφαση του Συμβουλίου.

Άρθρο 2

Οι αποφάσεις της επιτροπής εμπειρογνωμόνων RID, μόλις ληφθούν, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναφέρουν την ημερομηνία έναρξης ισχύος τους.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2018.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

K. VALCHEV


(1)  Απόφαση 2013/103/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2011, για την υπογραφή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Διακυβερνητικής Οργάνωσης περί των διεθνών σιδηροδρομικών μεταφορών σχετικά με την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη σύμβαση περί των διεθνών σιδηροδρομικών μεταφορών (COTIF), της 9ης Μαΐου 1980, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του Βίλνιους στις 3 Ιουνίου 1999 (ΕΕ L 51 της 23.2.2013, σ. 1).

(2)  Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).


ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ

Πρόταση

Έγγραφο αναφοράς

Θέμα

Παρατηρήσεις

Θέση της Ένωσης

1

OTIF/RID/CE/GTP/2017/1

Αναγνωριστικός αριθμός επικινδυνότητας για τους αριθμούς UN 3166 και 3171

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις

2

OTIF/RID/CE/GTP/2017/3

Η μεταφορά επικινδύνων εμπορευμάτων που μεταφέρονται σιδηροδρομικώς ως χειραποσκευές ή αποσκευές

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται την τροποποίηση

3

OTIF/RID/CE/GTP/2017/5

102η σύνοδος της ομάδας WP.15 (Γενεύη, 8 – 12 Μαΐου 2017)

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

4

OTIF/RID/CE/GTP/2017/7/Rev.1

Σχέδιο καταλόγου διορθώσεων 2 στην έκδοση του RID του 2017

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

5

OTIF/RID/CE/GTP/2017/8

Άτυπη ομάδα εργασίας για τους καταλόγους ελέγχου σχετικά με την πλήρωση και εκκένωση βυτιοφόρων σιδηροδρομικών οχημάτων υγροποιημένου αερίου (Φλωρεντία 11 – 13 Ιουλίου 2017)

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

6

OTIF/RID/CE/GTP/2017/15

Ενοποιημένα κείμενα που εγκρίθηκαν κατά την κοινή συνεδρίαση το 2016 και το 2017 και από τη μόνιμη ομάδα εργασίας της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του RID τον Νοέμβριο του 2016

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

7

Ομοίως

Τροποποιήσεις που θα αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω εξέτασης από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

8

Ομοίως

Σημεία για τα οποία απαιτείται κοινή άποψη στην κοινή συνεδρίαση ΟΕΕ/ΗΕ – OTIF

Ανάγκη για διευκόλυνση αποδοτικών πολυτροπικών μεταφορών

Αποδέχεται την τροποποίηση που προτείνεται από την κοινή συνεδρίαση

9

OTIF/RID/CE/GTP/2017/INF.8

Επαναλαμβανόμενες περιπτώσεις στο σημείο 4.3.3.5.

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

10

OTIF/RID/CE/GTP/2017/INF.10

Μεταβατικές διατάξεις

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

11

OTIF/RID/CE/GTP/2017/INF.12

Πρόταση τροποποίησης του σημείου 2.1.3.5.5 του εγγράφου OTIF/RID/CE/GTP/2017/15

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας

12

OTIF/RID/CE/GTP/2017/INF.16

103η σύνοδος της ομάδας WP.15 (Γενεύη, 6 – 10 Νοεμβρίου 2017)

Τεχνική συναίνεση στο πλαίσιο της μόνιμης ομάδας εργασίας του OTIF για την έγκριση του κειμένου όπως τροποποιήθηκε

Αποδέχεται τις τροποποιήσεις όπως αναθεωρήθηκαν από τη μόνιμη ομάδα εργασίας


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/80


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/769 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Μαΐου 2018

για τον διορισμό τριών τακτικών μελών, έπειτα από πρόταση του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 302,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας και ιδίως το άρθρο 106α,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της κυβέρνησης των Κάτω Χωρών,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 18 Σεπτεμβρίου 2015 και την 1η Οκτωβρίου 2015 το Συμβούλιο εξέδωσε τις αποφάσεις (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/1600 (1) και (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/1790 (2) για τον διορισμό των μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την περίοδο από 21 Σεπτεμβρίου 2015 έως 20 Σεπτεμβρίου 2020.

(2)

Τρεις θέσεις μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής έχουν μείνει κενές λόγω της λήξης της θητείας των κυρίων Dirk WESTENDORP, Jan SIMONS και Joost VAN IERSEL,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Διορίζονται στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή για το εναπομένον διάστημα της τρέχουσας θητείας, ήτοι έως τις 20 Σεπτεμβρίου 2020 ως τακτικά μέλη:

κ. A.P. August MESKER, Member Supervisory Council and Member Financial Audit Committee at Hivos,

κ. R.A.C. René BLIJLEVENS, Secretary of the Foundation for Sustainable (Micro) Pensions in Developing Countries,

κ. T.J.M. Thom VAN MIERLO, former senior consumer affairs officer and secretary self-regulation dialogue at the Social Economic Council.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2018.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

K. VALCHEV


(1)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/1600 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2015, για τον διορισμό των μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την περίοδο από 21 Σεπτεμβρίου 2015 έως 20 Σεπτεμβρίου 2020 (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 53).

(2)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/1790 του Συμβουλίου, της 1ης Οκτωβρίου 2015, για τον διορισμό των μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την περίοδο από 21 Σεπτεμβρίου 2015 έως 20 Σεπτεμβρίου 2020 (ΕΕ L 260 της 7.10.2015, σ. 23).


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/81


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/770 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Μαΐου 2018

για τον διορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους, έπειτα από πρόταση του Βασιλείου της Ισπανίας, στην Επιτροπή των Περιφερειών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 305,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της ισπανικής κυβέρνησης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 26 Ιανουαρίου 2015, στις 5 Φεβρουαρίου 2015 και στις 23 Ιουνίου 2015 το Συμβούλιο εξέδωσε τις αποφάσεις (ΕΕ) 2015/116 (1), (ΕΕ) 2015/190 (2) και (ΕΕ) 2015/994 (3) για τον διορισμό τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών για την περίοδο από τις 26 Ιανουαρίου 2015 έως τις 25 Ιανουαρίου 2020. Στις 9 Οκτωβρίου 2015, με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1915 του Συμβουλίου (4), ο κ. Esteban MAS PORTELL αντικαταστάθηκε από τον κ. Marc PONS i PONS ως αναπληρωματικό μέλος. Στις 9 Ιουνίου 2016, με την απόφαση (ΕΕ) 2016/991 του Συμβουλίου (5), ο κ. Marc PONS i PONS αντικαταστάθηκε από την κα Pilar COSTA i SERRA ως αναπληρωματικό μέλος.

(2)

Μία θέση αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών έμεινε κενή λόγω της λήξης της θητείας της κας Pilar COSTA i SERRA ως αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Διορίζεται ως αναπληρωματικό μέλος στην Επιτροπή των Περιφερειών, για το εναπομένον διάστημα της τρέχουσας θητείας, ήτοι έως τις 25 Ιανουαρίου 2020:

ο κ. Josep Enric CLAVEROL i Florit, Director General de Relaciones Institucionales y Acción Exterior del Gobierno de las Illes Balears.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2018.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

K. VALCHEV


(1)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/116 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 2015, για τον διορισμό των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών για την περίοδο από 26 Ιανουαρίου 2015 έως 25 Ιανουαρίου 2020 (ΕΕ L 20 της 27.1.2015, σ. 42).

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/190 του Συμβουλίου, της 5ης Φεβρουαρίου 2015, για τον διορισμό τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών για την περίοδο από την 26η Ιανουαρίου 2015 έως την 25η Ιανουαρίου 2020 (ΕΕ L 31 της 7.2.2015, σ. 25).

(3)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/994 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2015, για τον διορισμό μελών και αναπληρωτών της Επιτροπής των Περιφερειών για την περίοδο από τις 26 Ιανουαρίου 2015 έως τις 25 Ιανουαρίου 2020 (ΕΕ L 159 της 25.6.2015, σ. 70).

(4)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1915 του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2015, για τον διορισμό δύο τακτικών και τριών αναπληρωματικών μελών από την Ισπανία στην Επιτροπή των Περιφερειών (ΕΕ L 280 της 24.10.2015, σ. 26)

(5)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/991 του Συμβουλίου, της 9ης Ιουνίου 2016, για τον διορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους, έπειτα από πρόταση του Βασιλείου της Ισπανίας, στην Επιτροπή των Περιφερειών (ΕΕ L 162 της 21.6.2016, σ. 14).


25.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 129/82


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/771 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Ιανουαρίου 2018

σχετικά με το εφαρμοστέο σύστημα αξιολόγησης και επαλήθευσης της σταθερότητας της επίδοσης των διατάξεων αγκύρωσης που χρησιμοποιούνται σε δομικά έργα και προορίζονται να αποτρέπουν την πτώση προσώπων από ύψος ή να ανακόπτουν πτώσεις από ύψος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚH ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας δομικών προϊόντων και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 28 και το άρθρο 60 στοιχείο η),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δεν υπάρχει κατάλληλη απόφαση σχετικά με την αξιολόγηση και την επαλήθευση της σταθερότητας της επίδοσης για διατάξεις αγκύρωσης που χρησιμοποιούνται σε κατασκευαστικά έργα και προορίζονται να αποτρέπουν την πτώση προσώπων από ύψος ή να ανακόπτουν τις πτώσεις από ύψος («διατάξεις αγκύρωσης»). Είναι, επομένως, αναγκαίο να καθοριστεί ποιο σύστημα αξιολόγησης και επαλήθευσης της σταθερότητας της επίδοσης είναι εφαρμοστέο για τις διατάξεις αγκύρωσης.

(2)

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι οι διατάξεις αγκύρωσης προορίζονται να αποτρέπουν την πτώση προσώπων από ύψος ή να ανακόπτουν τις πτώσεις από ύψος, είναι σκόπιμο να επιλεγεί ένα σύστημα αξιολόγησης και επαλήθευσης της σταθερότητας της επίδοσης το οποίο να περιλαμβάνει συνεχή εποπτεία, εξέταση και αξιολόγηση του ελέγχου της παραγωγής στο εργοστάσιο του κατασκευαστή και του ελέγχου/της δοκιμής δειγμάτων που λαμβάνονται από τους κοινοποιημένους οργανισμούς πιστοποίησης προϊόντων στη μονάδα παραγωγής ή στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης του κατασκευαστή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται σε διατάξεις αγκύρωσης που χρησιμοποιούνται σε κατασκευαστικά έργα και προορίζονται να αποτρέπουν την πτώση προσώπων από ύψος ή να ανακόπτουν τις πτώσεις από ύψος.

Άρθρο 2

Η σταθερότητα της επίδοσης των διατάξεων αγκύρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 1 σε σχέση με τα ουσιώδη χαρακτηριστικά τους αξιολογείται και επαληθεύεται σύμφωνα με το σύστημα που καθορίζεται στο παράρτημα.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 25 Ιανουαρίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 88 της 4.4.2011, σ. 5.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ

Προϊόντα και χρήση για την οποία προορίζονται

Ουσιώδη χαρακτηριστικά

Εφαρμοστέο σύστημα

Διατάξεις αγκύρωσης που χρησιμοποιούνται σε κατασκευαστικά έργα και προορίζονται να αποτρέπουν την πτώση από ύψος ή να ανακόπτουν τις πτώσεις από ύψος

Για όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά

1+