|
ISSN 1977-0669 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 347 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
60ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
|
I Νομοθετικές πράξεις |
Σελίδα |
|
|
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ |
|
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
|
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Νομοθετικές πράξεις
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
|
28.12.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 347/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2401 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 12ης Δεκεμβρίου 2017
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Οι τιτλοποιήσεις αποτελούν σημαντικό συστατικό στοιχείο της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς συμβάλλουν στη διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης και διαφοροποίησης των κινδύνων των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επενδυτικών επιχειρήσεων («ιδρύματα») και στην απελευθέρωση εποπτικών κεφαλαίων, τα οποία μπορούν στη συνέχεια να ανακατανεμηθούν για την περαιτέρω στήριξη του δανεισμού και ιδίως τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Επιπλέον, οι τιτλοποιήσεις παρέχουν στα ιδρύματα και σε άλλους συμμετέχοντες στην αγορά πρόσθετες επενδυτικές ευκαιρίες, επιτρέποντας έτσι τη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου και τη διευκόλυνση της ροής της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες, τόσο εντός των κρατών μελών όσο και σε διασυνοριακή βάση στο σύνολο της Ένωσης. Τα οφέλη αυτά θα πρέπει, ωστόσο, να σταθμίζονται έναντι του δυνητικού κόστους τους και των πιθανών κινδύνων, περιλαμβανομένου του αντίκτυπου τους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Όπως διαφάνηκε και κατά την πρώτη φάση της οικονομικής κρίσης που άρχισε το καλοκαίρι του 2007, οι επισφαλείς πρακτικές στις αγορές τιτλοποιήσεων οδήγησαν σε σημαντικές απειλές για την ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ειδικότερα λόγω της υπερβολικής μόχλευσης, των αδιαφανών και πολύπλοκων δομών που δημιούργησαν προβλήματα στις τιμολογήσεις, της μηχανιστικής εξάρτησης από εξωτερικές διαβαθμίσεις ή της ασυμμετρίας μεταξύ των συμφερόντων των επενδυτών και των μεταβιβαζόντων ιδρυμάτων («κίνδυνοι διαμεσολάβησης»). |
|
(2) |
Τα τελευταία έτη, ο όγκος των εκδοθέντων τίτλων στην ΕΕ παρέμεινε κάτω από το υψηλότερο σημείο τους προ της κρίσης, για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και ο στιγματισμός που γενικά συνοδεύει τις εν λόγω συναλλαγές. Προκειμένου να αποτραπεί οποιαδήποτε επανεμφάνιση του συνδυασμού των συνθηκών που προκάλεσαν τη χρηματοπιστωτική κρίση, η ανάκαμψη των αγορών τιτλοποιήσεων θα πρέπει να βασίζεται σε ορθές και συνετές πρακτικές της αγοράς. Για τον σκοπό αυτό, ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) καθορίζει τα ουσιαστικά στοιχεία ενός γενικού πλαισίου τιτλοποιήσεων, με κριτήρια για τον εντοπισμό απλών, διαφανών και τυποποιημένων τιτλοποιήσεων (simple, transparent and standardised – «STS») και ενός συστήματος εποπτείας για την παρακολούθηση της ορθής εφαρμογής των κριτηρίων αυτών από τα μεταβιβάζοντα ιδρύματα, τα ανάδοχα ιδρύματα, τους εκδότες και τους θεσμικούς επενδυτές. Επιπλέον, ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει ένα σύνολο κοινών απαιτήσεων σχετικά με τη διατήρηση των κινδύνων, τη δέουσα επιμέλεια και τις γνωστοποιήσεις για όλους τους τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. |
|
(3) |
Σύμφωνα με τους στόχους του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 οι κανονιστικές κεφαλαιακές απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) για τα μεταβιβάζοντα ιδρύματα, τα ανάδοχα ιδρύματα ή τα ιδρύματα που επενδύουν σε τιτλοποιήσεις θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν επαρκώς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τιτλοποιήσεων STS, εφόσον οι εν λόγω τιτλοποιήσεις πληρούν επίσης τις επιπρόσθετες απαιτήσεις που ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, και να καλύπτουν τις ελλείψεις που προέκυψαν κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, δηλαδή τη μηχανιστική του εξάρτηση από εξωτερικές διαβαθμίσεις, τους υπερβολικά χαμηλούς συντελεστές στάθμισης κινδύνου για τμήματα τιτλοποίησης με υψηλή διαβάθμιση και, αντιστρόφως, τους υπερβολικά υψηλούς συντελεστές στάθμισης κινδύνου για τμήματα τιτλοποίησης με χαμηλή διαβάθμιση, καθώς και την ανεπαρκή ευαισθησία ως προς τον κίνδυνο. Στις 11 Δεκεμβρίου 2014, η Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία («BCBS») δημοσίευσε το έγγραφο με τίτλο «Αναθεωρήσεις στο πλαίσιο των τιτλοποιήσεων» [Revisions to the securitisation framework] («αναθεωρημένο πλαίσιο της Βασιλείας»), όπου προβλέπονταν διάφορες αλλαγές στα πρότυπα εποπτικών κεφαλαίων για τις τιτλοποιήσεις, προκειμένου να αντιμετωπιστούν συγκεκριμένα οι ελλείψεις αυτές. Στις 11 Ιουλίου 2016, η BCBS δημοσίευσε ένα επικαιροποιημένο πρότυπο για την κανονιστική κεφαλαιακή αντιμετώπιση των ανοιγμάτων τιτλοποίησης, το οποίο περιλαμβάνει την κανονιστική κεφαλαιακή αντιμετώπιση για «απλές, διαφανείς και συγκρίσιμες» τιτλοποιήσεις. Το εν λόγω πρότυπο τροποποιεί το αναθεωρημένο πλαίσιο της Βασιλείας. Οι τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις διατάξεις του αναθεωρημένου πλαισίου της Βασιλείας όπως τροποποιήθηκαν. |
|
(4) |
Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για θέσεις σε τιτλοποίηση βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να υπόκεινται στις ίδιες μεθόδους υπολογισμού για όλα τα ιδρύματα. Κατά πρώτον και προκειμένου να μειωθεί οποιαδήποτε μορφή μηχανιστικής εξάρτησης από εξωτερικές αξιολογήσεις, το ίδρυμα θα πρέπει να χρησιμοποιεί τους δικούς του υπολογισμούς για τις κανονιστικές κεφαλαιακές απαιτήσεις, εφόσον το ίδρυμα έχει άδεια να εφαρμόζει την προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων («προσέγγιση IRB») σε σχέση με τα ανοίγματα του ίδιου τύπου με τα υποκείμενα ανοίγματα της τιτλοποίησης και είναι σε θέση να υπολογίσει τις κανονιστικές κεφαλαιακές απαιτήσεις σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί αυτά («Kirb»), σε κάθε περίπτωση με την επιφύλαξη ορισμένων προκαθορισμένων δεδομένων (η προσέγγιση τιτλοποίησης IRB «SEC-IRBA»). Τα ιδρύματα που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη SEC-IRBA σε σχέση με τις θέσεις τους σε μια δεδομένη τιτλοποίηση θα πρέπει να έχουν τότε στη διάθεσή τους μια τυποποιημένη προσέγγιση τιτλοποίησης («SEC-SA»). Η SEC-SA θα πρέπει να βασίζεται σε έναν τύπο ο οποίος τροφοδοτείται με βάση τα δεδομένα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις που θα υπολογίζονταν σύμφωνα με την τυποποιημένη προσέγγιση όσον αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα, σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί («KSA»). Όταν οι δύο πρώτες προσεγγίσεις δεν είναι διαθέσιμες, τα ιδρύματα θα πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόσουν την προσέγγιση των εξωτερικών διαβαθμίσεων (SEC-ERBA). Σύμφωνα με την προσέγγιση SEC-ERBA, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις θα πρέπει να κατατάσσονται σε τμήματα τιτλοποίησης με βάση την εξωτερική τους αξιολόγηση. Ωστόσο, τα ιδρύματα θα πρέπει πάντοτε να χρησιμοποιούν τη SEC-ERBA εφεδρικά, όταν δεν είναι διαθέσιμη η SEC-IRBA για τα τμήματα με χαμηλή αξιολόγηση και ορισμένα τμήματα των τιτλοποιήσεων STS που εντοπίζονται μέσω κατάλληλων παραμέτρων. Για τις τιτλοποιήσεις μη STS η χρήση της SEC-SA μετά τη SEC-IRBA θα πρέπει να είναι ακόμη πιο περιορισμένη. Επιπλέον, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να απαγορεύουν τη χρήση της SEC-SA όταν με αυτήν δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν επαρκώς οι κίνδυνοι που συνεπάγεται η τιτλοποίηση για τη φερεγγυότητα του ιδρύματος ή τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Με κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή, τα ιδρύματα θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τη SEC-ERBA σε σχέση με όλες τις αξιολογημένες τιτλοποιήσεις που κατέχουν, εφόσον δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη SEC-IRBA. |
|
(5) |
Ο κίνδυνος διαμεσολάβησης και ο κίνδυνος του υποδείγματος είναι πιο διαδεδομένοι στις τιτλοποιήσεις σε σχέση με άλλα χρηματοοικονομικά στοιχεία ενεργητικού και ενέχουν ορισμένο βαθμό αβεβαιότητας κατά τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις τιτλοποιήσεις, ακόμη και αφού έχουν ληφθεί υπόψη όλοι οι κατάλληλοι παράγοντες κινδύνου. Για να αποτυπωθούν επαρκώς οι κίνδυνοι αυτοί, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει κατώτατο συντελεστή στάθμισης κινδύνου τουλάχιστον 15 % για όλες τις θέσεις τιτλοποίησης. Οι επανατιτλοποιήσεις, ωστόσο, παρουσιάζουν μεγαλύτερη πολυπλοκότητα και επικινδυνότητα και, κατά συνέπεια, μόνο ορισμένες μορφές επανατιτλοποιήσεων επιτρέπονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2402 . Επιπλέον, οι θέσεις σε επανατιτλοποιήσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε πιο συντηρητικό υπολογισμό του εποπτικού κεφαλαίου και σε κατώτατο συντελεστή στάθμισης κινδύνου 100 %. |
|
(6) |
Δεν θα πρέπει να απαιτείται από ένα ίδρυμα να εφαρμόζει σε μια θέση με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα συντελεστή στάθμισης κινδύνου υψηλότερο από εκείνον που θα εφάρμοζαν εάν κατείχαν απευθείας τα υποκείμενα ανοίγματα, ώστε να αντανακλάται το όφελος της πιστωτικής ενίσχυσης που λαμβάνουν οι θέσεις με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα από τα τμήματα με χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα στη διάρθρωση τιτλοποίησης. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει, συνεπώς, να προβλέπει μια «προσέγγιση διαφάνειας», σύμφωνα με την οποία σε μια θέση με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα θα πρέπει να εφαρμόζεται μέγιστος συντελεστής στάθμισης κινδύνου ίσος με τον σταθμισμένο ως προς το άνοιγμα μέσο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που εφαρμόζεται στα υποκείμενα ανοίγματα και η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να είναι διαθέσιμη ανεξάρτητα από το αν η σχετική θέση είναι διαβαθμισμένη ή μη και ανεξάρτητα από την προσέγγιση που χρησιμοποιείται για την υποκείμενη ομάδα (τυποποιημένη προσέγγιση ή προσέγγιση IRB), υπό ορισμένες προϋποθέσεις. |
|
(7) |
Στο ισχύον πλαίσιο για τα ιδρύματα διατίθεται συνολικό ανώτατο όριο όσον αφορά τα μέγιστα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, βάσει του οποίου θα μπορούν να υπολογιστούν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για τα υποκείμενα ανοίγματα σύμφωνα με την προσέγγιση IRB, σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί τα ανοίγματα αυτά (KIRB). Στον βαθμό που η διαδικασία τιτλοποίησης μειώνει τον κίνδυνο που συνδέεται με τα υποκείμενα ανοίγματα, αυτό το ανώτατο όριο θα πρέπει να διατίθεται σε όλα τα μεταβιβάζοντα και τα ανάδοχα ιδρύματα, ανεξάρτητα από την προσέγγιση που χρησιμοποιούν για τον υπολογισμό των κανονιστικών κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις θέσεις στην τιτλοποίηση. |
|
(8) |
Όπως επισημαίνεται από την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) («ΕΑΤ»), όπως καθορίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), στην έκθεσή της με τίτλο «Έκθεση για τις επιλέξιμες τιτλοποιήσεις» του Ιουλίου 2015, σύμφωνα με εμπειρικά στοιχεία σχετικά με τις αθετήσεις και τις ζημίες, προκύπτει ότι οι τιτλοποιήσεις STS παρουσίασαν καλύτερη απόδοση σε σχέση με άλλες τιτλοποιήσεις κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη χρήση απλών και διαφανών δομών και ισχυρών πρακτικών εκτέλεσης στις τιτλοποιήσεις STS, οι οποίες ενέχουν χαμηλότερο πιστωτικό κίνδυνο, λειτουργικό κίνδυνο και κίνδυνο διαμεσολάβησης. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013, προκειμένου να προβλεφθεί ένας κατάλληλα ευαίσθητος ως προς τον κίνδυνο μηχανισμός βαθμονόμησης για τις τιτλοποιήσεις STS, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές πληρούν επίσης επιπρόσθετες απαιτήσεις που ελαχιστοποιούν τον κίνδυνό τους, με τον τρόπο που προτείνει η ΕΑΤ στην εν λόγω έκθεσή, ο οποίος θα προβλέπει, μεταξύ άλλων, χαμηλότερο κατώτατο όριο για τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου 10 % για τις θέσεις με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα. |
|
(9) |
Οι χαμηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις τιτλοποιήσεις STS θα πρέπει να περιοριστούν στις τιτλοποιήσεις στις οποίες η κυριότητα των υποκείμενων ανοιγμάτων μεταβιβάζεται σε οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση ή ΟΕΣΤ («παραδοσιακές τιτλοποιήσεις»). Ωστόσο, τα ιδρύματα που διατηρούν θέσεις με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα σε σύνθετες τιτλοποιήσεις που εξασφαλίζονται από υποκείμενη ομάδα δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις («ΜΜΕ») θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν στις θέσεις αυτές τις χαμηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις που είναι διαθέσιμες για τιτλοποιήσεις STS, εφόσον οι εν λόγω συναλλαγές θεωρούνται υψηλής ποιότητας, σύμφωνα με ορισμένα αυστηρά κριτήρια, μεταξύ άλλων όσον αφορά τους επιλέξιμους επενδυτές. Ειδικότερα, το εν λόγω υποσύνολο των σύνθετων τιτλοποιήσεων θα πρέπει να καλύπτεται είτε από εγγύηση ή αντεγγύηση κεντρικής κυβέρνησης ή κεντρικής τράπεζας κράτους μέλους ή οντότητας προώθησης είτε από εγγύηση ή αντεγγύηση θεσμικού επενδυτή, με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω εγγύηση ή αντεγγύηση που παρέχεται από τον θεσμικό επενδυτή εξασφαλίζεται πλήρως με καταθέσεις μετρητών στα μεταβιβάζοντα ιδρύματα. Η προτιμησιακή μεταχείριση ως προς το εποπτικό κεφάλαιο για τιτλοποιήσεις STS που θα διατίθεται στις συναλλαγές αυτές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 τελεί υπό την επιφύλαξη της τήρησης του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων της Ένωσης, όπως ορίζεται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). |
|
(10) |
Για να εναρμονιστούν οι εποπτικές πρακτικές σε όλη την Ένωση, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή, έχοντας υπόψη την έκθεση της ΕΑΤ, όσον αφορά επιπλέον διευκρινήσεις για τις συνθήκες μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου σε τρίτους, τα τον ορισμό της ανάλογης μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου σε τρίτους και τις απαιτήσεις για την αξιολόγηση από τις αρμόδιες αρχές της μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου, αμφότερα σύμφωνα με τις παραδοσιακές και σύνθετες τιτλοποιήσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διενεργεί η Επιτροπή, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων και οι διαβουλεύσεις αυτές να διεξάγονται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (8). Πιο συγκεκριμένα, για να διασφαλιστεί η ισότιμη συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. |
|
(11) |
Τα τεχνικά πρότυπα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν την επαρκή προστασία των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένου ότι η ΕΑΤ είναι φορέας με υψηλό βαθμό εξειδικευμένης πείρας, θα ήταν συμφέρον και σκόπιμο να της ανατεθεί η εκπόνηση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που δεν ενέχουν επιλογές πολιτικής, τα οποία θα υποβάλλονται στην Επιτροπή. |
|
(12) |
Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να εγκρίνει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία εκπονεί η ΕΑΤ όσον αφορά τη σύσταση μίας κατάλληλης μεθόδου για να μετρηθεί το ποσό του μη αναληφθέντος τμήματος, των ταμειακών διευκολύνσεων στο πλαίσιο του υπολογισμού της αξίας ανοίγματος της τιτλοποίησης και όσον αφορά σε επιπλέον διευκρινίσεις σχετικά με τις συνθήκες που επιτρέπουν στα ιδρύματα να υπολογίσουν το KIRB για την υποκείμενη ομάδα των ανοιγμάτων τιτλοποίησης όπως στην περίπτωση εισπρακτέων απαιτήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 290 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. |
|
(13) |
Όσον αφορά τις υπόλοιπες κανονιστικές κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις τιτλοποιήσεις, θα πρέπει να γίνουν μόνο οι ανάλογες αλλαγές που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στον βαθμό που είναι αναγκαίες ώστε να αντικατοπτρίζουν τη νέα ιεραρχία των προσεγγίσεων και τις ειδικές διατάξεις για τις τιτλοποιήσεις STS. Ειδικότερα, οι διατάξεις σχετικά με την αναγνώριση σημαντικής μεταφοράς κινδύνου και οι απαιτήσεις σχετικά με τις εξωτερικές πιστοληπτικές αξιολογήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται με τους ίδιους γενικά όρους, όπως και σήμερα. Ωστόσο, το πέμπτο μέρος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να διαγραφεί στο σύνολό του, με εξαίρεση την απαίτηση διάθεσης πρόσθετων συντελεστών στάθμισης κινδύνου, που θα πρέπει να επιβληθεί στα ιδρύματα τα οποία έχουν παραβιάσει τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402. |
|
(14) |
Είναι σκόπιμο να εφαρμοστούν οι τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σε όλες τις τιτλοποιήσεις που κατέχει ένα ίδρυμα. Ωστόσο, προκειμένου το μεταβατικό κόστος να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο και να καταστεί δυνατή η ήπια μετάβαση στο νέο πλαίσιο, ιδρύματα θα πρέπει να εξακολουθούν να εφαρμόζουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, το προηγούμενο πλαίσιο, ήτοι τις οικείες διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, που ίσχυε αμέσως πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, για όλες τις θέσεις τιτλοποίησης που κατέχουν κατά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 575/2013
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Το άρθρο 4 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
|
|
2) |
Στο άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο ια), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
|
3) |
Το άρθρο 109 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 109 Αντιμετώπιση των θέσεων τιτλοποίησης Τα ιδρύματα υπολογίζουν το ποσό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος για θέση που κατέχουν σε τιτλοποίηση σύμφωνα με το κεφάλαιο 5.». |
|
4) |
Στο άρθρο 134, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «6. Εάν ένα ίδρυμα παρέχει πιστωτική προστασία για ορισμένο αριθμό ανοιγμάτων υπό την προϋπόθεση ότι η νιοστή (n) αθέτηση μεταξύ αυτών των ανοιγμάτων ενεργοποιεί την πληρωμή και το πιστωτικό αυτό γεγονός λύει τη σύμβαση, οι συντελεστές στάθμισης κινδύνου των ανοιγμάτων που περιλαμβάνονται στο καλάθι αθροίζονται, με την εξαίρεση ανοιγμάτων n-1, μέχρι ποσοστού 1 250 % κατ’ ανώτατο όριο και πολλαπλασιάζονται με το ονομαστικό ποσό της προστασίας που παρέχει το πιστωτικό παράγωγο ώστε να προκύψει το σταθμισμένο ποσό ανοιγμάτων. Τα ανοίγματα n-1 που εξαιρούνται από το άθροισμα προσδιορίζονται κατά τρόπο ώστε να περιλαμβάνουν κάθε άνοιγμα του οποίου το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό είναι χαμηλότερο από το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό καθενός από τα ανοίγματα που περιλαμβάνονται στο άθροισμα.». |
|
5) |
Στο άρθρο 142 παράγραφος 1, το σημείο 8) απαλείφεται. |
|
6) |
Στο άρθρο 153, οι παράγραφοι 7 και 8 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «7. Στην περίπτωση των αποκτηθεισών εισπρακτέων απαιτήσεων έναντι επιχειρήσεων, οι επιστρεπτέες εκπτώσεις επί της τιμής αγοράς και οι εξασφαλίσεις ή μερικές εγγυήσεις που παρέχουν προστασία κατά της πρωτεύουσας ζημίας από αθέτηση, κατά της ζημίας από απομείωση αξίας εισπρακτέων απαιτήσεων ή κατά αμφοτέρων μπορούν να αντιμετωπίζονται ως προστασία κατά της πρωτεύουσας ζημίας από τον αποκτώντα τις εισπρακτέες απαιτήσεις ή από τον δικαιούχο των εξασφαλίσεων ή των μερικών εγγυήσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 τμήμα 3 ενότητες 2 και 3. Ο πωλητής που παρέχει την επιστρεπτέα έκπτωση επί της τιμής αγοράς και ο πάροχος εξασφάλισης ή μερικής εγγύησης αντιμετωπίζουν τα στοιχεία αυτά ως άνοιγμα σε τμήμα πρωτεύουσας ζημίας σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 τμήμα 3 ενότητες 2 και 3. 8. Εάν ένα ίδρυμα παρέχει πιστωτική προστασία για ορισμένο αριθμό ανοιγμάτων υπό την προϋπόθεση ότι η νιοστή (n) αθέτηση μεταξύ αυτών των ανοιγμάτων ενεργοποιεί την πληρωμή και το πιστωτικό αυτό γεγονός λύει τη σύμβαση, οι συντελεστές στάθμισης κινδύνου των ανοιγμάτων που περιλαμβάνονται στο καλάθι αθροίζονται, με την εξαίρεση ανοιγμάτων n-1, εάν το άθροισμα του ποσού αναμενόμενης ζημίας πολλαπλασιασμένο επί 12,5 και του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ποσού δεν υπερβαίνει το ονομαστικό ποσό της προστασίας που παρέχει το πιστωτικό παράγωγο πολλαπλασιασμένο επί 12,5. Τα ανοίγματα n-1 που εξαιρούνται από το άθροισμα προσδιορίζονται κατά τρόπο ώστε να περιλαμβάνουν κάθε άνοιγμα του οποίου το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό είναι χαμηλότερο από το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό καθενός από τα ανοίγματα που περιλαμβάνονται στο άθροισμα. Στις θέσεις μιας κατηγορίας για τις οποίες το ίδρυμα δεν μπορεί να προσδιορίσει τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου δυνάμει της προσέγγισης ΠΕΔ εφαρμόζεται συντελεστής στάθμισης 1 250 %.». |
|
7) |
Στο άρθρο 154, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «6. Στην περίπτωση των αποκτηθεισών εισπρακτέων απαιτήσεων λιανικής τραπεζικής, οι επιστρεπτέες εκπτώσεις επί της τιμής αγοράς και οι εξασφαλίσεις ή μερικές εγγυήσεις που παρέχουν προστασία κατά της πρωτεύουσας ζημίας από αθέτηση, κατά της ζημίας από απομείωση αξίας εισπρακτέων απαιτήσεων ή κατά αμφοτέρων μπορούν να αντιμετωπίζονται ως προστασία κατά της πρωτεύουσας ζημίας από τον αποκτώντα τις εισπρακτέες απαιτήσεις ή από τον δικαιούχο των εξασφαλίσεων ή των μερικών εγγυήσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 τμήμα 3 ενότητες 2 και 3. Ο πωλητής που παρέχει την επιστρεπτέα έκπτωση επί της τιμής αγοράς και ο πάροχος εξασφαλίσεων ή μερικών εγγυήσεων αντιμετωπίζουν τα στοιχεία αυτά ως άνοιγμα σε τμήμα πρωτεύουσας ζημίας σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 τμήμα 3 ενότητες 2 και 3.». |
|
8) |
Στο άρθρο 197 παράγραφος 1, το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
|
9) |
Στο τρίτο μέρος του τίτλου II, το κεφάλαιο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: « ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Τιτλοποίηση
Άρθρο 242 Ορισμοί Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου ισχύουν οι κάτωθι ορισμοί: 1) “δικαίωμα τελικής επαναγοράς εκδοθέντων τίτλων”: το συμβατικό δικαίωμα που παρέχει στη μεταβιβάζουσα οντότητα τη δυνατότητα να επαναγοράσει τις θέσεις τιτλοποίησης πριν από την αποπληρωμή του συνόλου των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, είτε με την επαναγορά των υποκείμενων ανοιγμάτων που απομένουν στην ομάδα, στην περίπτωση παραδοσιακών τιτλοποιήσεων, είτε με τη διακοπή της πιστωτικής προστασίας, στην περίπτωση των σύνθετων τιτλοποιήσεων, και στις δύο περιπτώσεις όταν το ανεξόφλητο ποσό των υποκείμενων ανοιγμάτων μειωθεί έως ή κάτω από κάποιο προκαθορισμένο επίπεδο, 2) “τοκομερίδιο με πιστωτική ενίσχυση”: στοιχείο ενεργητικού του ισολογισμού το οποίο αντιστοιχεί σε αποτίμηση των χρηματορροών που σχετίζονται με το μελλοντικό περιθώριο εσόδων και αποτελεί τμήμα μειωμένης εξασφάλισης στην τιτλοποίηση, 3) “ταμειακή διευκόλυνση”: ταμειακή διευκόλυνση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 14) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 4) “μη διαβαθμισμένη θέση”: θέση τιτλοποίησης χωρίς αποδεκτή πιστοληπτική αξιολόγηση σύμφωνα με το τμήμα 4, 5) “διαβαθμισμένη θέση”: θέση τιτλοποίησης με αποδεκτή πιστοληπτική αξιολόγηση σύμφωνα με το τμήμα 4, 6) “θέση τιτλοποίησης με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα”: θέση που υποστηρίζεται ή εξασφαλίζεται από δυνατότητα επαναγοράς σε πρώτη ζήτηση επί του συνόλου των υποκείμενων ανοιγμάτων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς αυτούς τα ποσά που οφείλονται βάσει συμβάσεων παραγώγων επί επιτοκίων ή συναλλάγματος, οι οφειλόμενες προμήθειες ή άλλες παρόμοιες πληρωμές, και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διαφορά ληκτότητας σε σχέση με ένα ή περισσότερα άλλα τμήματα με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα με τα οποία η θέση αυτή έχει κοινές ζημίες κατ’ αναλογίαν, 7) “ομάδα IRB”: ομάδα υποκείμενων ανοιγμάτων τύπου σε σχέση με τον οποίο το ίδρυμα έχει άδεια να χρησιμοποιεί την προσέγγιση IRB και είναι σε θέση να υπολογίζει τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά των ανοιγμάτων σύμφωνα με το κεφάλαιο 3 για όλα αυτά τα ανοίγματα, 8) “μεικτή ομάδα”: ομάδα υποκείμενων ανοιγμάτων τύπου σε σχέση με τον οποίο το ίδρυμα έχει άδεια να χρησιμοποιεί την προσέγγιση IRB και είναι σε θέση να υπολογίζει τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά των ανοιγμάτων σύμφωνα με το κεφάλαιο 3 για ορισμένα, αλλά όχι για όλα τα ανοίγματα, 9) “υπερεξασφάλιση”: κάθε μορφή πιστωτικής ενίσχυσης δυνάμει της οποίας τα υποκείμενα ανοίγματα παρέχονται σε αξία η οποία είναι υψηλότερη από την αξία των θέσεων τιτλοποίησης, 10) “απλή, διαφανής και τυποποιημένη τιτλοποίηση” ή “STS”: τιτλοποίηση που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 11) “πρόγραμμα έκδοσης εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού” ή “πρόγραμμα ABCP”: πρόγραμμα έκδοσης εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού (ABCP) όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 7) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 12) “συναλλαγή εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού)” ή “συναλλαγή ABCP”: συναλλαγή εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού ή συναλλαγή ABCP όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 8) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 13) “παραδοσιακή τιτλοποίηση”: παραδοσιακή τιτλοποίηση όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 9) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 14) “σύνθετη τιτλοποίηση”: σύνθετη τιτλοποίηση όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 15) “ανακυκλούμενο άνοιγμα”: ανακυκλούμενο άνοιγμα όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 15) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 16) “ρύθμιση πρόωρης εξόφλησης των τίτλων”: ρύθμιση πρόωρης εξόφλησης των τίτλων όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 17) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 17) “τμήμα πρωτεύουσας ζημίας”: το τμήμα πρωτεύουσας ζημίας όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 18) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, 18) “ενδιάμεση θέση τιτλοποίησης”: θέση στην τιτλοποίηση η οποία έπεται των θέσεων τιτλοποίησης με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα και είναι υψηλότερης εξοφλητικής προτεραιότητας από το τμήμα πρωτεύουσας ζημίας, υπόκειται δε σε συντελεστή στάθμισης κινδύνου χαμηλότερο από 1 250 % και υψηλότερο από 25 % σύμφωνα με το τμήμα 3 ενότητες 2 και 3, 19) “οντότητα προώθησης”: επιχείρηση ή οντότητα ιδρυθείσα από κεντρική, περιφερειακή ή τοπική κυβέρνηση κράτους μέλους, η οποία χορηγεί προνομιακά δάνεια ή χορηγεί προνομιακές εγγυήσεις και της οποίας ο πρωταρχικός σκοπός δεν είναι η κερδοφορία ή η μεγιστοποίηση του μεριδίου αγοράς, αλλά η προώθηση στόχων δημόσιας πολιτικής της εν λόγω κυβέρνησης, υπό την προϋπόθεση ότι, βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, η εν λόγω κυβέρνηση έχει υποχρέωση να προστατεύει την οικονομική βάση της επιχείρησης ή της οντότητας και να διατηρεί τη βιωσιμότητά της καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής της ή ότι τουλάχιστον το 90 % του αρχικού κεφαλαίου της ή της αρχικής χρηματοδότησής της ή των προνομιακών δανείων που χορηγεί είναι άμεσα ή έμμεσα εγγυημένο από την κεντρική, περιφερειακή ή τοπική κυβέρνηση του κράτους μέλους. Άρθρο 243 Κριτήρια για τις τιτλοποιήσεις STS που πληρούν τις προϋποθέσεις για διαφοροποιημένη κεφαλαιακή αντιμετώπιση 1. Οι θέσεις σε πρόγραμμα ABCP ή συναλλαγή ABCP που θεωρούνται θέσεις σε τιτλοποίηση STS είναι αποδεκτές για την αντιμετώπιση που ορίζεται στα άρθρα 260, 262 και 264, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Στην περίπτωση των εμπορικών απαιτήσεων, το πρώτο εδάφιο του στοιχείου β) δεν εφαρμόζεται όταν ο πιστωτικός κίνδυνος αυτών των εμπορικών απαιτήσεων καλύπτεται πλήρως με αποδεκτή πιστωτική προστασία σύμφωνα με το κεφάλαιο 4, υπό την προϋπόθεση ότι, στην περίπτωση αυτή, ο πάροχος προστασίας είναι ίδρυμα, ασφαλιστική επιχείρηση ή αντασφαλιστική επιχείρηση. Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, χρησιμοποιείται μόνο το τμήμα των εμπορικών απαιτήσεων που απομένει αφού ληφθούν υπόψη η επίδραση οποιασδήποτε έκπτωσης των τιμών αγοράς και η υπερεξασφάλιση, για να καθοριστεί αν είναι πλήρως καλυμμένες και αν πληρούται το όριο συγκέντρωσης. Στην περίπτωση των τιτλοποιημένων υπολειμματικών αξιών από χρηματοδοτική μίσθωση, το πρώτο εδάφιο του στοιχείου β) δεν εφαρμόζεται όταν οι εν λόγω αξίες δεν εκτίθενται σε κίνδυνο αναχρηματοδότησης ή μεταπώλησης λόγω του ότι υπάρχει νομικά εκτελεστή δέσμευση για επαναγορά ή αναχρηματοδότηση του ανοίγματος με προκαθορισμένο ποσό από τρίτο μέρος επιλέξιμο δυνάμει του άρθρου 201 παράγραφος 1. Κατά παρέκκλιση του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου, όταν ένα ίδρυμα εφαρμόζει το άρθρο 248 παράγραφος 3 ή έχει λάβει άδεια να εφαρμόζει την προσέγγιση της εσωτερικής αξιολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 265, ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου τον οποίο το εν λόγω ίδρυμα θα απέδιδε σε ταμειακή διευκόλυνση η οποία καλύπτει εντελώς το ABCP που εκδίδεται στο πλαίσιο του προγράμματος είναι ίσος ή μικρότερος του 100 %. 2. Οι θέσεις σε μια τιτλοποίηση, εκτός προγράμματος ή συναλλαγής ABCP, που θεωρούνται θέσεις σε τιτλοποίηση STS, είναι αποδεκτές για την αντιμετώπιση που ορίζεται στα άρθρα 260, 262 και 264, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Άρθρο 244 Παραδοσιακή τιτλοποίηση 1. Το μεταβιβάζον ίδρυμα σε μια παραδοσιακή τιτλοποίηση μπορεί να εξαιρεί τα υποκείμενα ανοίγματα από τον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών και, ανάλογα με την περίπτωση, των ποσών αναμενόμενης ζημίας στον οποίο προβαίνει, κατά περίπτωση, εάν πληρούται μία από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
2. Θεωρείται ότι έχει μεταφερθεί σημαντικός πιστωτικός κίνδυνος σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:
Εάν η πιθανή μείωση των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων που θα πετύχαινε το μεταβιβάζον ίδρυμα με την τιτλοποίηση σύμφωνα με το στοιχείο α) ή β) δεν δικαιολογείται από ανάλογη μεταφορά του πιστωτικού κινδύνου σε τρίτους, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίσουν κατά περίπτωση ότι δεν θεωρείται ότι ο σημαντικός πιστωτικός κίνδυνος έχει μεταφερθεί σε τρίτους. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν στα μεταβιβάζοντα ιδρύματα να αναγνωρίζουν τη μεταφορά σημαντικού κινδύνου σε σχέση με μια τιτλοποίηση, εάν το μεταβιβάζον ίδρυμα αποδείξει σε κάθε περίπτωση ότι η μείωση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων την οποία επιτυγχάνει μέσω της τιτλοποίησης δικαιολογείται με ανάλογη μεταφορά του πιστωτικού κινδύνου σε τρίτους. Άδεια μπορεί να χορηγηθεί μόνο εφόσον το ίδρυμα πληροί και τις δύο ακόλουθες προϋποθέσεις:
4. Επιπλέον των απαιτήσεων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
5. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΤ σχετικά με τις περιπτώσεις στις οποίες έχουν αποφασίσει ότι η πιθανή μείωση των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων δεν δικαιολογείται με ανάλογη μεταφορά πιστωτικού κινδύνου σε τρίτα μέρη, σύμφωνα με την παράγραφο 2, καθώς και σχετικά με τις περιπτώσεις στις οποίες τα ιδρύματα έχουν επιλέξει να εφαρμόσουν την παράγραφο 3. 6. Η ΕΑΤ παρακολουθεί το φάσμα των εποπτικών πρακτικών σε σχέση με την αναγνώριση της μεταφοράς σημαντικού κινδύνου στις παραδοσιακές τιτλοποιήσεις, σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Ειδικότερα, η ΕΑΤ εξετάζει:
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα συμπεράσματά της στην Επιτροπή έως τις 2 Ιανουαρίου 2021. Η Επιτροπή μπορεί, αφού λάβει υπόψη της την έκθεση της ΕΑΤ, να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 462, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον περαιτέρω προσδιορισμό των στοιχείων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρούσας παραγράφου. Άρθρο 245 Σύνθετη τιτλοποίηση 1. Το μεταβιβάζον ίδρυμα σε μια σύνθετη τιτλοποίηση μπορεί να υπολογίζει τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά ανοιγμάτων και, κατά περίπτωση, τα ποσά αναμενόμενης ζημίας όσον αφορά τα υποκείμενα ανοίγματα σύμφωνα με τα άρθρα 251 και 252, εάν πληρούται μία από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
2. Θεωρείται ότι έχει μεταφερθεί σημαντικός πιστωτικός κίνδυνος σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:
Εάν η πιθανή μείωση των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων που θα πετύχαινε το μεταβιβάζον ίδρυμα με την τιτλοποίηση δεν δικαιολογείται από ανάλογη μεταφορά του πιστωτικού κινδύνου σε τρίτους, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίσουν κατά περίπτωση ότι δεν θεωρείται ότι ο σημαντικός πιστωτικός κίνδυνος έχει μεταφερθεί σε τρίτους. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν στα μεταβιβάζοντα ιδρύματα να αναγνωρίζουν τη μεταφορά σημαντικού κινδύνου σε σχέση με μια τιτλοποίηση, εάν το μεταβιβάζον ίδρυμα αποδείξει σε κάθε περίπτωση ότι η μείωση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων την οποία επιτυγχάνει μέσω της τιτλοποίησης δικαιολογείται με ανάλογη μεταφορά του πιστωτικού κινδύνου σε τρίτους. Άδεια μπορεί να χορηγηθεί μόνο εφόσον το ίδρυμα πληροί και τις δύο ακόλουθες προϋποθέσεις:
4. Επιπλέον των απαιτήσεων που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
5. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΤ σχετικά με τις περιπτώσεις στις οποίες έχουν αποφασίσει ότι η πιθανή μείωση των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων δεν δικαιολογείται με ανάλογη μεταφορά πιστωτικού κινδύνου σε τρίτα μέρη, σύμφωνα με την παράγραφο 2, καθώς και τις περιπτώσεις στις οποίες τα ιδρύματα έχουν επιλέξει να εφαρμόσουν την παράγραφο 3. 6. Η ΕΑΤ παρακολουθεί το φάσμα των εποπτικών πρακτικών σε σχέση με την αναγνώριση της μεταφοράς σημαντικού κινδύνου στις παραδοσιακές τιτλοποιήσεις, σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Ειδικότερα, η ΕΑΤ εξετάζει:
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα συμπεράσματά της στην Επιτροπή έως τις 2 Ιανουαρίου 2021. Η Επιτροπή μπορεί, αφού λάβει υπόψη της την έκθεση της ΕΑΤ, να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 462, για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον περαιτέρω προσδιορισμό των στοιχείων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρούσας παραγράφου. Άρθρο 246 Λειτουργικές απαιτήσεις για τις διατάξεις πρόωρης εξόφλησης των τίτλων Εάν η τιτλοποίηση περιλαμβάνει ανακυκλούμενα ανοίγματα και διατάξεις πρόωρης εξόφλησης των τίτλων ή παρόμοιες διατάξεις, θεωρείται ότι μεταφέρεται σημαντικός πιστωτικός κίνδυνος από το μεταβιβάζον ίδρυμα, μόνο εάν πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 244 και 245 και η διάταξη πρόωρης εξόφλησης των τίτλων, όταν ενεργοποιείται:
Άρθρο 247 Υπολογισμός των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων 1. Όταν έχει μεταβιβαστεί σημαντικός πιστωτικός κίνδυνος συνδεόμενος με τα υποκείμενα ανοίγματα της τιτλοποίησης από το μεταβιβάζον ίδρυμα σύμφωνα με το τμήμα 2, το εν λόγω ίδρυμα δύναται:
2. Εάν το μεταβιβάζον ίδρυμα έχει αποφασίσει να εφαρμόσει την παράγραφο 1, υπολογίζει τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά ανοιγμάτων που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο για τυχόν θέσεις που κατέχει στην τιτλοποίηση. Εάν το μεταβιβάζον ίδρυμα δεν έχει μεταφέρει σημαντικό πιστωτικό κίνδυνο ή έχει αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1, δεν υποχρεούται να υπολογίζει τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά ανοιγμάτων για θέση που κατέχει ενδεχομένως στην τιτλοποίηση, αλλά εξακολουθεί να συμπεριλαμβάνει τα υποκείμενα ανοίγματα στον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων και, κατά περίπτωση, τα ποσά αναμενόμενης ζημίας σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί. 3. Εάν υφίσταται άνοιγμα σε θέσεις διαφόρων τμημάτων τιτλοποίησης, το άνοιγμα σε κάθε τμήμα τιτλοποίησης λαμβάνεται ως χωριστή θέση τιτλοποίησης. Οι φορείς παροχής πιστωτικής προστασίας σε θέσεις τιτλοποίησης θεωρείται ότι κατέχουν θέσεις στην τιτλοποίηση. Οι θέσεις τιτλοποίησης περιλαμβάνουν ανοίγματα σε τιτλοποίηση οφειλόμενα σε συμβάσεις παραγώγων επί επιτοκίων ή συναλλάγματος τις οποίες εκτέλεσε το ίδρυμα κατά τη συναλλαγή. 4. Εκτός από την περίπτωση που μια θέση τιτλοποίησης αφαιρείται από στοιχεία κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο ια), το ποσό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος περιλαμβάνεται στο σύνολο των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων του ιδρύματος για τους σκοπούς του άρθρου 92 παράγραφος 3. 5. Το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό της θέσης τιτλοποίησης υπολογίζεται με πολλαπλασιασμό της αξίας ανοίγματος της θέσης, που ορίζεται όπως προβλέπεται στο άρθρο 248, με τον κατάλληλο συνολικό συντελεστή στάθμισης κινδύνου. 6. Ο συνολικός συντελεστής στάθμισης κινδύνου προσδιορίζεται ως το άθροισμα του συντελεστή στάθμισης κινδύνου που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο και τυχόν συμπληρωματικών συντελεστών στάθμισης κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 270α. Άρθρο 248 Αξία ανοίγματος 1. Η αξία ανοίγματος θέσης τιτλοποίησης υπολογίζεται ως εξής:
Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να προσδιορίσει τι ακριβώς συνιστά δεόντως συντηρητική μέθοδο για τη μέτρηση του ποσού του μη αναληφθέντος μεριδίου όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β). Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια κανονιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στα οποία αναφέρεται το τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. 2. Εάν το ίδρυμα έχει δύο ή περισσότερες επικαλυπτόμενες θέσεις σε μια τιτλοποίηση, συμπεριλαμβάνει στον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών μόνο μία από τις θέσεις. Σε περίπτωση που οι θέσεις είναι μερικώς επικαλυπτόμενες, το ίδρυμα μπορεί να χωρίσει τη θέση σε δύο μέρη και να αναγνωρίσει την επικάλυψη σε σχέση με το ένα μόνο μέρος σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Εναλλακτικά, το ίδρυμα μπορεί να αντιμετωπίσει τις θέσεις σαν να ήταν πλήρως επικαλυπτόμενες, επεκτείνοντας, για σκοπούς υπολογισμού κεφαλαίου, τη θέση που παράγει τα υψηλότερα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων. Το ίδρυμα μπορεί επίσης να αναγνωρίσει μια επικάλυψη μεταξύ των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για ειδικό κίνδυνο για θέσεις χαρτοφυλακίου συναλλαγών και των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για θέσεις εκτός χαρτοφυλακίου συναλλαγών, υπό την προϋπόθεση ότι το ίδρυμα είναι σε θέση να υπολογίσει και να συγκρίνει τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για τις σχετικές θέσεις. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, δύο θέσεις θεωρούνται επικαλυπτόμενες εφόσον είναι πλήρως συμψηφιζόμενες, κατά τρόπο ώστε το ίδρυμα να είναι σε θέση να εμποδίζει τις απώλειες που προκύπτουν από τη μία θέση εκπληρώνοντας τις υποχρεώσεις που απαιτούνται σύμφωνα με την άλλη. 3. Εάν το άρθρο 270γ στοιχείο δ) εφαρμόζεται σε θέσεις στο πρόγραμμα έκδοσης εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού (ABCP), το ίδρυμα μπορεί να χρησιμοποιεί τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου που έχει αποδοθεί σε μια ταμειακή διευκόλυνση προκειμένου να υπολογίσει το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ποσό ανοίγματος για το ABCP, εφόσον το 100 % του ABCP που εκδίδεται από το πρόγραμμα ABCP καλύπτεται από την ταμειακή διευκόλυνση και η ταμειακή διευκόλυνση έχει την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα με το ABCP, κατά τρόπο που να σχηματίζουν αλληλεπικαλυπτόμενες θέσεις. Το ίδρυμα ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές σε περίπτωση που έχει εφαρμόσει τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου. Για τους σκοπούς προσδιορισμού της κάλυψης 100 % που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, το ίδρυμα μπορεί να λάβει υπόψη άλλες ταμειακές διευκολύνσεις στο πρόγραμμα ABCP, υπό την προϋπόθεση ότι αποτελούν επικαλυπτόμενη θέση με το ABCP. Άρθρο 249 Αναγνώριση των τεχνικών μείωσης του πιστωτικού κινδύνου σε θέσεις τιτλοποίησης 1. Ένα ίδρυμα μπορεί να αναγνωρίζει χρηματοδοτούμενη ή μη χρηματοδοτούμενη πιστωτική προστασία σε σχέση με μια θέση τιτλοποίησης, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις για τις τεχνικές μείωσης του πιστωτικού κινδύνου που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο και στο κεφάλαιο 4. 2. Η αποδεκτή χρηματοδοτούμενη πιστωτική προστασία περιορίζεται σε χρηματοοικονομικές εξασφαλίσεις που είναι αποδεκτές για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων σύμφωνα με το κεφάλαιο 2, όπως ορίζεται στο κεφάλαιο 4, και οι τεχνικές μείωσης του πιστωτικού κινδύνου αναγνωρίζονται μόνο εάν ικανοποιούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται δυνάμει του κεφαλαίου 4. Η αποδεκτή μη χρηματοδοτούμενη πιστωτική προστασία και οι επιλέξιμοι πάροχοι μη χρηματοδοτούμενης πιστωτικής προστασίας περιορίζονται σε ό,τι είναι αποδεκτό σύμφωνα με το κεφάλαιο 4 και οι τεχνικές μείωσης του πιστωτικού κινδύνου αναγνωρίζονται μόνο εάν ικανοποιούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται δυνάμει του κεφαλαίου 4. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, οι επιλέξιμοι πάροχοι μη χρηματοδοτούμενης πιστωτικής προστασίας που αναφέρονται στο άρθρο 201 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως η) διαθέτουν πιστοληπτική αξιολόγηση από αναγνωρισμένο ΕΟΠΑ που αντιστοιχεί στη 2η ή υψηλότερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, κατά τη χρονική στιγμή που η πιστωτική προστασία αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά, και στην 3η ή υψηλότερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, σε μεταγενέστερο χρόνο. Η απαίτηση που προβλέπεται στο παρόν εδάφιο δεν εφαρμόζεται σε επιλέξιμους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Τα ιδρύματα που επιτρέπεται να εφαρμόζουν την προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων (IRB) σε άμεσα ανοίγματα στον πάροχο προστασίας μπορούν να αξιολογούν την επιλεξιμότητα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, βάσει της ισοδυναμίας της πιθανότητας αθέτησης (PD) του παρόχου προστασίας με την πιθανότητα αθέτησης που αντιστοιχεί στις βαθμίδες πιστωτικής ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 136. 4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, οι ΟΕΣΤ είναι επιλέξιμοι πάροχοι προστασίας εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
5. Για τους σκοπούς της παραγράφου 4, το ποσό της προστασίας προσαρμοσμένο για τυχόν αναντιστοιχίες νομισμάτων και ληκτότητας (Gα), σύμφωνα με το κεφάλαιο 4, περιορίζεται στην προσαρμοσμένη για μεταβλητότητα αγοραία αξία των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού και ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου των ανοιγμάτων έναντι του παρόχου προστασίας, όπως ορίζεται δυνάμει της τυποποιημένης προσέγγισης (g), προσδιορίζεται ως ο σταθμισμένος μέσος όρος του συντελεστή στάθμισης που θα εφαρμοζόταν σε αυτά τα στοιχεία ενεργητικού ως χρηματοοικονομική εξασφάλιση δυνάμει της τυποποιημένης προσέγγισης. 6. Σε περίπτωση που μια θέση τιτλοποίησης καλύπτεται από πλήρη πιστωτική προστασία ή μερική πιστωτική προστασία κατ’ αναλογίαν, ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις:
7. Σε όλες τις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από την παράγραφο 6, ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις:
8. Τα ιδρύματα που χρησιμοποιούν την προσέγγιση τιτλοποίησης εσωτερικών διαβαθμίσεων (SEC-IRBA) ή την τυποποιημένη προσέγγιση τιτλοποίησης (SEC-SA) σύμφωνα με την ενότητα 3, καθορίζουν το σημείο σύνδεσης (A) και το σημείο αποσύνδεσης (D) χωριστά για κάθε μία από τις θέσεις που προκύπτουν σύμφωνα με την παράγραφο 7, σαν να είχαν εκδοθεί οι θέσεις αυτές ως χωριστές θέσεις τιτλοποίησης κατά τη στιγμή δημιουργίας της συναλλαγής. Η τιμή των KIRB ή KSA, αντίστοιχα, υπολογίζεται με βάση την αρχική ομάδα των υποκείμενων ανοιγμάτων της τιτλοποίησης. 9. Τα ιδρύματα που χρησιμοποιούν την προσέγγιση τιτλοποίησης εξωτερικών διαβαθμίσεων (SEC-ERBA), σύμφωνα με την ενότητα 3, για την αρχική θέση τιτλοποίησης υπολογίζουν τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για τις θέσεις που προκύπτουν σύμφωνα με την παράγραφο 7, ως εξής:
10. Η προκύπτουσα θέση με τη χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως θέση τιτλοποίησης με χαμηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα, ακόμη και στην περίπτωση που η αρχική θέση τιτλοποίησης που προηγείται της προστασίας θεωρείται ως υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας. Άρθρο 250 Έμμεση υποστήριξη 1. Ένα ανάδοχο ίδρυμα ή ένα μεταβιβάζον ίδρυμα το οποίο, σε σχέση με τιτλοποίηση, έκανε χρήση του άρθρου 247 παράγραφοι 1 και 2 στον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων ή πώλησε χρηματοπιστωτικά μέσα από το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών του, με αποτέλεσμα να μην υποχρεούται πλέον να κατέχει ίδια κεφάλαια για τους κινδύνους των εν λόγω μέσων, δεν παρέχει άμεση ή έμμεση υποστήριξη στην τιτλοποίηση με σκοπό τη μείωση των δυνητικών ή πραγματικών ζημιών των επενδυτών, πέραν των όσων προβλέπουν οι συμβατικές του υποχρεώσεις. 2. Μια συναλλαγή δεν θεωρείται ότι παρέχει υποστήριξη για τους σκοπούς της παραγράφου 1 εφόσον έχει ληφθεί δεόντως υπόψη στην αξιολόγηση της μεταφοράς σημαντικού κινδύνου και τα δύο μέρη έχουν εκτελέσει τη συναλλαγή ενεργώντας προς το συμφέρον τους ως ελεύθερα και ανεξάρτητα μέρη (συναλλαγή υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού). Για τους σκοπούς αυτούς, το ίδρυμα προβαίνει σε πλήρη πιστωτική αξιολόγηση της συναλλαγής και λαμβάνει υπόψη όλα τουλάχιστον τα παρακάτω στοιχεία:
3. Το μεταβιβάζον ίδρυμα και το ανάδοχο ίδρυμα ενημερώνουν την αρμόδια αρχή σχετικά με κάθε συναλλαγή που εκτελείται σε σχέση με την τιτλοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. 4. Σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το τι συνιστά «συναλλαγή υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού» για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και πότε μια συναλλαγή δεν είναι δομημένη έτσι ώστε να παρέχει υποστήριξη. 5. Εάν ένα μεταβιβάζον ίδρυμα ή ένα ανάδοχο ίδρυμα δεν συμμορφωθεί με την παράγραφο 1 όσον αφορά μια τιτλοποίηση, το ίδρυμα περιλαμβάνει όλα τα υποκείμενα ανοίγματα της εν λόγω τιτλοποίησης στον υπολογισμό των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί και γνωστοποιεί:
Άρθρο 251 Υπολογισμός από τα μεταβιβάζοντα ιδρύματα των τιτλοποιημένων σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών ανοιγμάτων στις σύνθετες τιτλοποιήσεις 1. Για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών για τα υποκείμενα ανοίγματα, το μεταβιβάζον ίδρυμα σε μια σύνθετη τιτλοποίηση χρησιμοποιεί, κατά περίπτωση, τις μεθόδους υπολογισμού που ορίζονται στο παρόν τμήμα και όχι εκείνες του κεφαλαίου 2. Για τα ιδρύματα που υπολογίζουν τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά και, κατά περίπτωση, τα ποσά αναμενόμενης ζημίας για τα υποκείμενα ανοίγματα σύμφωνα με το κεφάλαιο 3, το ποσό αναμενόμενης ζημίας για τα ανοίγματα αυτά είναι μηδέν. 2. Οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για όλη την ομάδα των ανοιγμάτων που καλύπτουν την τιτλοποίηση. Με την επιφύλαξη του άρθρου 252, το μεταβιβάζον ίδρυμα υπολογίζει τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο ποσά που σχετίζονται με όλα τα τμήματα της τιτλοποίησης σύμφωνα με το παρόν τμήμα, συμπεριλαμβανομένων αυτών για τα οποία το ίδρυμα αναγνωρίζει τεχνικές μείωσης πιστωτικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 249. Ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου που εφαρμόζεται για θέσεις στις οποίες εφαρμόζονται τεχνικές μείωσης του πιστωτικού κινδύνου δύναται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το κεφάλαιο 4. Άρθρο 252 Αντιμετώπιση αναντιστοιχιών ληκτότητας σε σύνθετες τιτλοποιήσεις Για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ποσών των ανοιγμάτων σύμφωνα με το άρθρο 251, κάθε αναντιστοιχία μεταξύ της ληκτότητας της πιστωτικής προστασίας με την οποία επιτυγχάνεται η μεταβίβαση του κινδύνου και των υποκείμενων ανοιγμάτων λαμβάνεται υπόψη ως εξής:
Άρθρο 253 Μείωση των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων 1. Εάν σε μια θέση σε τιτλοποίησης εφαρμόζεται συντελεστής στάθμισης κινδύνου 1 250 % σύμφωνα με την παρούσα ενότητα, τα ιδρύματα μπορούν να αφαιρέσουν από το κεφάλαιο Κοινών Μετοχών της κατηγορίας 1 την αξία ανοίγματος της εν λόγω θέσης, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο ια), αντί να συμπεριλάβουν τη θέση αυτή στον υπολογισμό των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων. Για τον σκοπό αυτό, η χρηματοδοτούμενη πιστωτική προστασία μπορεί να λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της αξίας ανοίγματος σύμφωνα με το άρθρο 249. 2. Εάν ένα μεταβιβάζον ίδρυμα χρησιμοποιήσει την εναλλακτική δυνατότητα που προβλέπεται στην παράγραφο 1, μπορεί να αφαιρέσει το ποσό που αφαιρείται σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο ια) από το ποσό που ορίζεται στο άρθρο 268 ως μέγιστη κεφαλαιακή απαίτηση που θα υπολογιζόταν όσον αφορά τα τιτλοποιημένα ανοίγματα ως εάν να μην είχαν τιτλοποιηθεί.
Άρθρο 254 Ιεράρχηση μεθόδων 1. Τα ιδρύματα χρησιμοποιούν μία από τις μεθόδους που αναφέρονται στην ενότητα 3 για τον υπολογισμό των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων σύμφωνα με την ακόλουθη ιεράρχηση:
2. Για διαβαθμισμένες θέσεις ή θέσεις για τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί τεκμαιρόμενη διαβάθμιση τα ιδρύματα χρησιμοποιούν την SEC-ERBA αντί της SEC-SA σε καθεμία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
3. Στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από την παράγραφο 2 και κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 στοιχείο β), τα ιδρύματα μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόζουν την SEC-ERBA αντί της SEC-SA σε όλες τις διαβαθμισμένες θέσεις τιτλοποίησής της ή θέσεις για τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί τεκμαιρόμενη διαβάθμιση. Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, το ίδρυμα κοινοποιεί την απόφασή του στην αρμόδια αρχή το αργότερο στις 17 Νοεμβρίου 2018. Οποιαδήποτε μεταγενέστερη απόφαση να αλλάξει περαιτέρω η προσέγγιση που εφαρμόζεται σε όλες τις διαβαθμισμένες θέσεις τιτλοποίησής του κοινοποιείται από το ίδρυμα στην αρμόδια αρχή του πριν από τη 15η Νοεμβρίου που ακολουθεί αμέσως την απόφαση αυτή. Ελλείψει οποιασδήποτε αντίρρησης από την αρμόδια αρχή μέχρι τη 15η Δεκεμβρίου που ακολουθεί αμέσως την προθεσμία η οποία αναφέρεται στο δεύτερο ή το τρίτο εδάφιο, ανάλογα με την περίπτωση, η απόφαση που κοινοποιείται από το ίδρυμα τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους και εξακολουθεί να ισχύει μέχρις ότου τεθεί σε ισχύ μεταγενέστερη κοινοποιηθείσα απόφαση. Τα ιδρύματα δεν χρησιμοποιούν διαφορετικές προσεγγίσεις στη διάρκεια του ίδιου έτους. 4. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές μπορούν, κατά περίπτωση, να απαγορεύουν στα ιδρύματα την εφαρμογή της SEC-SA όταν το ποσό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος που προκύπτει από την εφαρμογή της SEC-SA δεν είναι ανάλογο προς τους κινδύνους τους οποίους διατρέχει το ίδρυμα ή η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, συμπεριλαμβανομένου αλλά όχι αποκλειστικά του πιστωτικού κινδύνου που ενέχουν τα υποκείμενα ανοίγματα της τιτλοποίησης. Στην περίπτωση ανοιγμάτων που δεν θεωρούνται ως θέσεις σε τιτλοποίηση STS, λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη οι τιτλοποιήσεις με εξαιρετικά πολύπλοκα ή επικίνδυνα χαρακτηριστικά. 5. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν την προσέγγιση της εσωτερικής αξιολόγησης για τον υπολογισμό των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων σε σχέση με μια μη διαβαθμισμένη θέση σε πρόγραμμα ABCP ή συναλλαγή ABCP, σύμφωνα με το άρθρο 266, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 265. Εάν ίδρυμα έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 265 παράγραφος 2, και ειδική θέση σε πρόγραμμα ABCP ή συναλλαγή ABCP εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω αδείας, το ίδρυμα εφαρμόζει την προσέγγιση της εσωτερικής αξιολόγησης για τον υπολογισμό του ποσού του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος για τη θέση αυτήν. 6. Όσον αφορά τις θέσεις σε επανατιτλοποίηση, τα ιδρύματα εφαρμόζουν την SEC-SA σύμφωνα με το άρθρο 261, με τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 269. 7. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, εφαρμόζεται συντελεστής στάθμισης κινδύνου 1 250 % στις θέσεις τιτλοποίησης. 8. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΤ για οποιαδήποτε κοινοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Η ΕΑΤ παρακολουθεί τον αντίκτυπο του παρόντος άρθρου στις κεφαλαιακές απαιτήσεις και το φάσμα των εποπτικών πρακτικών σε σχέση με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, υποβάλλει δε ετήσιες εκθέσεις με τα πορίσματά της στην Επιτροπή και εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Άρθρο 255 Προσδιορισμός των τιμών KIRB και KSA 1. Εφόσον ένα ίδρυμα εφαρμόζει την SEC-IRBA σύμφωνα με την ενότητα 3, το ίδρυμα υπολογίζει την τιμή KIRB σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 5. 2. Τα ιδρύματα προσδιορίζουν την τιμή KIRB πολλαπλασιάζοντας τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, όπως αυτά θα είχαν υπολογιστεί σύμφωνα με το κεφάλαιο 3 σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί κατά 8 %, διαιρώντας το ποσό αυτό με την τιμή ανοίγματος των υποκείμενων ανοιγμάτων. Η τιμή KIRB εκφράζεται σε δεκαδική μορφή από μηδέν έως ένα. 3. Για τον υπολογισμό της τιμής KIRB, τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, όπως αυτά θα είχαν υπολογιστεί σύμφωνα με το κεφάλαιο 3, σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα περιλαμβάνουν:
4. Τα ιδρύματα δύνανται να υπολογίζουν την τιμή KIRB σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα της τιτλοποίησης σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο 3 για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για τις αποκτηθείσες εισπρακτέες απαιτήσεις. Για τον σκοπό αυτό, τα ανοίγματα λιανικής τραπεζικής αντιμετωπίζονται ως αποκτηθείσες εισπρακτέες απαιτήσεις λιανικής και τα ανοίγματα εταιρικής τραπεζικής ως αποκτηθείσες εισπρακτέες απαιτήσεις έναντι επιχειρήσεων. 5. Τα ιδρύματα υπολογίζουν την τιμή KIRB χωριστά για τον κίνδυνο απομείωσης αξίας σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα της τιτλοποίησης, εφόσον ο κίνδυνος απομείωσης αξίας έχει ουσιώδη σημασία για τα εν λόγω ανοίγματα. Εάν οι ζημίες από τον κίνδυνο απομείωσης αξίας και τον πιστωτικό κίνδυνο αντιμετωπίζονται συγκεντρωτικά κατά τη διαδικασία της τιτλοποίησης, τα ιδρύματα συνδυάζουν την αντίστοιχη τιμή KIRB για τον κίνδυνο απομείωσης αξίας και τον πιστωτικό κίνδυνο σε μια ενιαία τιμή KIRB για τους σκοπούς της ενότητας 3. Η παρουσία ενός ενιαίου αποθεματικού ή ορίου υπερεξασφάλισης των κινδύνων που διατίθεται για την κάλυψη των ζημιών από τον πιστωτικό κίνδυνο ή τον κίνδυνο απομείωσης αξίας μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη ότι οι κίνδυνοι αυτοί αντιμετωπίζονται συγκεντρωτικά. Εάν ο κίνδυνος απομείωσης αξίας και ο πιστωτικός κίνδυνος δεν αντιμετωπίζονται συγκεντρωτικά κατά τη διαδικασία της τιτλοποίησης, τα ιδρύματα τροποποιούν την αντιμετώπιση που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο για να συνδυάσουν την αντίστοιχη τιμή KIRB για τον κίνδυνο απομείωσης αξίας και τον πιστωτικό κίνδυνο με συνετό τρόπο. 6. Εάν ένα ίδρυμα εφαρμόζει την SEC-SA σύμφωνα με την ενότητα 3, υπολογίζει την τιμή KSA πολλαπλασιάζοντας επί 8 % τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, όπως αυτά θα είχαν υπολογιστεί σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα σαν να μην είχαν τιτλοποιηθεί και διαιρώντας το ποσό αυτό με την τιμή των υποκείμενων ανοιγμάτων. Η τιμή KSA εκφράζεται σε δεκαδική μορφή από μηδέν έως ένα. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, τα ιδρύματα υπολογίζουν την αξία ανοίγματος των υποκείμενων ανοιγμάτων, χωρίς συμψηφισμό οποιωνδήποτε ειδικών προσαρμογών πιστωτικού κινδύνων και πρόσθετων προσαρμογών αξίας σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 110 και άλλων αφαιρέσεων στοιχείων ιδίων κεφαλαίων. 7. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 έως 6, εάν η διάρθρωση της τιτλοποίησης περιλαμβάνει τη χρήση ΟΕΣΤ, όλα τα ανοίγματα της ΟΕΣΤ που σχετίζονται με την τιτλοποίηση θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως υποκείμενα ανοίγματα. Με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, το ίδρυμα δύναται να εξαιρέσει τα ανοίγματα της ΟΕΣΤ από το σύνολο των υποκείμενων ανοιγμάτων για τον υπολογισμό της τιμής KIRB ή της τιμής KSA, εάν ο κίνδυνος από την έκθεση της ΟΕΣΤ είναι επουσιώδης ή εάν δεν επηρεάζει τη θέση τιτλοποίησης του ιδρύματος. Σε περίπτωση χρηματοδοτούμενων σύνθετων τιτλοποιήσεων, οποιαδήποτε ουσιώδη έσοδα από την έκδοση πιστωτικών παραγώγων τύπου «credit-linked notes» ή άλλες χρηματοδοτούμενες υποχρεώσεις της ΟΕΣΤ που χρησιμεύουν ως εγγύηση για την αποπληρωμή των θέσεων τιτλοποίησης περιλαμβάνονται στον υπολογισμό των τιμών KIRB ή KSA, εάν ο πιστωτικός κίνδυνος της εξασφάλισης εξαρτάται από την κατανομή της ζημίας κατά τμήματα. 8. Για τους σκοπούς της παραγράφου 5 τρίτο εδάφιο του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τις κατάλληλες μεθόδους συνδυασμού των τιμών KIRB για τον κίνδυνο απομείωσης αξίας και τον πιστωτικό κίνδυνο, εάν οι κίνδυνοι αυτοί δεν αντιμετωπίζονται συγκεντρωτικά σε μια τιτλοποίηση. 9. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να διευκρινίσει περαιτέρω τους όρους που επιτρέπουν στα ιδρύματα να υπολογίζουν την KIRB για τις ομάδες υποκείμενων ανοιγμάτων σύμφωνα με την παράγραφο 4, ιδίως όσον αφορά:
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 18 Ιανουαρίου 2019. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Άρθρο 256 Προσδιορισμός του σημείου σύνδεσης (Α) και του σημείου αποσύνδεσης (D) 1. Για τους σκοπούς της ενότητας 3, τα ιδρύματα ορίζουν ως σημείο σύνδεσης (A) το όριο στο οποίο οι ζημίες στο πλαίσιο της ομάδας των υποκείμενων ανοιγμάτων θα αρχίσουν να καταλογίζονται στη σχετική θέση τιτλοποίησης. Το σημείο σύνδεσης (A) εκφράζεται σε δεκαδική μορφή από το μηδέν έως το ένα και ισούται με τη μεγαλύτερη τιμή μεταξύ του μηδενός και του λόγου του υπολοίπου της ομάδας των υποκείμενων ανοιγμάτων τιτλοποίησης μείον το υπόλοιπο όλων των τμημάτων με υψηλότερη ή την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα στο τμήμα που περιέχει τη σχετική θέση τιτλοποίησης συμπεριλαμβανομένου του ανοίγματος αυτού καθεαυτού προς το υπόλοιπο του συνόλου των υποκείμενων ανοιγμάτων στην τιτλοποίηση. 2. Για τους σκοπούς της ενότητας 3, τα ιδρύματα ορίζουν ως σημείο αποσύνδεσης (D) το όριο στο οποίο οι ζημίες στο πλαίσιο της ομάδας των υποκείμενων ανοιγμάτων θα οδηγήσουν σε πλήρη απώλεια του κεφαλαίου για το τμήμα που περιέχει τη σχετική θέση τιτλοποίησης. Το σημείο αποσύνδεσης (D) εκφράζεται σε δεκαδική μορφή από το μηδέν έως το ένα και ισούται με τη μεγαλύτερη τιμή μεταξύ του μηδενός και του λόγου του υπολοίπου της ομάδας των υποκείμενων ανοιγμάτων τιτλοποίησης μείον το υπόλοιπο όλων των τμημάτων με υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα στο τμήμα που περιέχει τη σχετική θέση τιτλοποίησης προς το υπόλοιπο του συνόλου των υποκείμενων ανοιγμάτων στην τιτλοποίηση. 3. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, τα ιδρύματα αντιμετωπίζουν τους λογαριασμούς υπερεξασφάλισης και χρηματοδοτούμενων αποθεματικών ως τμήματα τιτλοποίησης και τα στοιχεία ενεργητικού που περιλαμβάνουν οι εν λόγω λογαριασμοί αποθεματικών ως υποκείμενα ανοίγματα. 4. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, τα ιδρύματα δεν λαμβάνουν υπόψη λογαριασμούς μη χρηματοδοτούμενων αποθεματικών και στοιχεία ενεργητικού που δεν παρέχουν πιστωτική ενίσχυση, όπως αυτά που παρέχουν μόνο ενίσχυση ρευστότητας, συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων ή επιτοκίων και λογαριασμούς εξασφαλίσεων με χρηματικά διαθέσιμα που σχετίζονται με αυτές τις θέσεις στην τιτλοποίηση. Για τους λογαριασμούς χρηματοδοτούμενων αποθεματικών και τα στοιχεία ενεργητικού που παρέχουν πιστωτική ενίσχυση, το ίδρυμα αντιμετωπίζει ως θέσεις τιτλοποίησης μόνο τα τμήματα των εν λόγω λογαριασμών ή στοιχείων ενεργητικού που μπορούν να απορροφήσουν τη ζημία. 5. Όταν δύο ή περισσότερες θέσεις της αυτής συναλλαγής έχουν διαφορετική ληκτότητα αλλά κοινή κατ’ αναλογίαν κατανομή των ζημιών, ο υπολογισμός των σημείων σύνδεσης (Α) και των σημείων αποσύνδεσης (D) βασίζεται στο συγκεντρωτικό υπόλοιπο των θέσεων αυτών και τα προκύπτοντα σημεία σύνδεσης (Α) και σημεία αποσύνδεσης (D) είναι τα ίδια. Άρθρο 257 Προσδιορισμός της ληκτότητας των τμημάτων τιτλοποίησης (MT) 1. Για τους σκοπούς της ενότητας 3 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα ιδρύματα μπορούν να μετρούν τη ληκτότητα ενός τμήματος (MT) ως εξής:
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ο προσδιορισμός της ληκτότητας ενός τμήματος (MT) υπόκειται, σε όλες τις περιπτώσεις, στο κατώτατο όριο του ενός έτους και στο ανώτατο όριο των πέντε ετών. 3. Εάν ένα ίδρυμα ενδέχεται να εκτεθεί σε πιθανές ζημίες από υποκείμενα ανοίγματα δυνάμει κάποιας σύμβασης, το ίδρυμα προσδιορίζει τη ληκτότητα της θέσης τιτλοποίησης λαμβάνοντας υπόψη τη ληκτότητα της σύμβασης συν τη μεγαλύτερη ληκτότητα των εν λόγω υποκείμενων ανοιγμάτων. Για τα ανακυκλούμενα ανοίγματα, εφαρμόζεται η μεγαλύτερη συμβατικώς δυνατή εναπομένουσα ληκτότητα της έκθεσης που μπορεί να προστεθεί κατά τη διάρκεια της ανακυκλούμενης περιόδου. 4. Η ΕΑΤ παρακολουθεί το φάσμα πρακτικών στον τομέα αυτό, με ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, και εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2019 σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Άρθρο 258 Προϋποθέσεις χρήσης της προσέγγισης των εσωτερικών διαβαθμίσεων (SEC-IRBA) 1. Τα ιδρύματα χρησιμοποιούν την SEC-IRBA για τον υπολογισμό των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων σε σχέση με μια θέση τιτλοποίησης, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
2. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, κατά περίπτωση, να απαγορεύουν τη χρήση της μεθόδου SEC-IRBA, εάν οι τιτλοποιήσεις έχουν εξαιρετικά πολύπλοκα ή επικίνδυνα χαρακτηριστικά. Για τον σκοπό αυτό, μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικά πολύπλοκα ή επικίνδυνα χαρακτηριστικά τα εξής:
Άρθρο 259 Υπολογισμός των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων δυνάμει της SEC-IRBA 1. Σύμφωνα με την SEC-IRBA, το ποσό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος για μια θέση τιτλοποίησης υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας την αξία του ανοίγματος της θέσης, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 248, με τον εφαρμοστέο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που καθορίζεται, σε κάθε περίπτωση με κατώτατο όριο το 15 %, ως εξής:
όπου
όπου
όπου
όπου
Οι παράμετροι Α, Β, Γ, Δ, και Ε καθορίζονται σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα αναφοράς:
2. Εάν η υποκείμενη ομάδα IRB περιλαμβάνει ανοίγματα τόσο λιανικής όσο και εταιρικής τραπεζικής, η ομάδα διαιρείται σε μία υποομάδα λιανικής και μία υποομάδα εταιρικής τραπεζικής και, για κάθε υποομάδα εκτιμάται χωριστή παράμετρος p (και οι αντίστοιχες παράμετροι εισόδου Ν, KIRB και LGD). Στη συνέχεια, υπολογίζεται μια σταθμισμένη μέση παράμετρος p για τη συναλλαγή με βάση τις παραμέτρους p κάθε υποομάδας και το ονομαστικό μέγεθος των ανοιγμάτων σε κάθε υποομάδα. 3. Εάν ένα ίδρυμα εφαρμόζει την SEC-IRBA σε μια μεικτή ομάδα, ο υπολογισμός της παραμέτρου p βασίζεται στα υποκείμενα ανοίγματα σύμφωνα με την προσέγγιση IRB και μόνο. Τα υποκείμενα ανοίγματα σύμφωνα με την τυποποιημένη προσέγγιση δεν λαμβάνονται υπόψη στην περίπτωση αυτή. 4. Ο πραγματικός αριθμός ανοιγμάτων (Ν) υπολογίζεται ως εξής:
όπου EADi είναι η αξία ανοίγματος που συνδέεται με το i-οστό άνοιγμα μέσα στην ομάδας. Πολλαπλά ανοίγματα έναντι του ιδίου οφειλέτη ενοποιούνται και αντιμετωπίζονται ως ένα ενιαίο άνοιγμα. 5. Η σταθμισμένη ως προς το άνοιγμα μέση τιμή LGD υπολογίζεται ως εξής:
όπου LGDi είναι η μέση τιμή LGD για το σύνολο των ανοιγμάτων έναντι του i-στού οφειλέτη. Εάν ο πιστωτικός κίνδυνος και ο κίνδυνος απομείωσης αξίας εισπρακτέων απαιτήσεων αντιμετωπίζονται συγκεντρωτικά σε μια τιτλοποίηση, η εισαγόμενη τιμή για το LGDi υπολογίζεται ως σταθμισμένος μέσος του LGD για πιστωτικό κίνδυνο και του LGD 100 % για κίνδυνο απομείωσης. Οι συντελεστές στάθμισης είναι οι μεμονωμένες κεφαλαιακές απαιτήσεις βάσει της προσέγγισης IRB για τον πιστωτικό κίνδυνο και για τον κίνδυνο απομείωσης, αντίστοιχα. Για τον σκοπό αυτό, η παρουσία ενός ενιαίου αποθεματικού ή ορίου υπερεξασφάλισης των κινδύνων που διατίθεται για την κάλυψη των ζημιών από τον πιστωτικό κίνδυνο ή τον κίνδυνο απομείωσης μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη ότι οι κίνδυνοι αυτοί αντιμετωπίζονται συγκεντρωτικά. 6. Εάν το ποσοστό του μεγαλύτερου υποκείμενου ανοίγματος στην ομάδα (C1) δεν υπερβαίνει το 3 %, τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν την ακόλουθη απλουστευμένη μέθοδο για τον υπολογισμό του αριθμού Ν και των σταθμισμένων ως προς το άνοιγμα μέσων τιμών LGD:
LGD = 0,50 όπου
Εάν μόνο η τιμή C1 είναι διαθέσιμη και το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει το 0,03, το ίδρυμα δύναται να ορίσει την τιμή LGD ως 0,50 και τον αριθμό N ως 1/C1. 7. Εάν η θέση υποστηρίζεται από μια μεικτή ομάδα και το ίδρυμα είναι σε θέση να υπολογίσει την τιμή KIRB τουλάχιστον στο 95 % των ποσών των υποκείμενων ανοιγμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 258 παράγραφος 1 στοιχείο α), το ίδρυμα υπολογίζει την κεφαλαιακή επιβάρυνση για την ομάδα υποκείμενων ανοιγμάτων ως εξής:
όπου d είναι το ποσοστό του ποσού των υποκείμενων ανοιγμάτων για τα οποία το ίδρυμα μπορεί να υπολογίσει την τιμή KIRB επί του ποσού του συνόλου των υποκείμενων ανοιγμάτων. 8. Εάν ένα ίδρυμα έχει θέση τιτλοποίησης σε μορφή παραγώγου αντιστάθμισης των κινδύνων της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων επιτοκίων ή συναλλάγματος, το ίδρυμα μπορεί να αποδώσει στην εν λόγω συναλλαγή σε παράγωγο έναν τεκμαιρόμενο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που ισοδυναμεί με τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου της θέσης αναφοράς που υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η θέση αναφοράς είναι η θέση που έχει, από κάθε άποψη, την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα με το παράγωγο ή, σε περίπτωση απουσίας θέσης της αυτής προτεραιότητας, η θέση η οποία είναι άμεσα εξαρτώμενη από το παράγωγο. Άρθρο 260 Αντιμετώπιση τιτλοποιήσεων STS σύμφωνα με την SEC-IRBA Σύμφωνα με την SEC-IRBA, ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου για μια θέση σε τιτλοποίηση STS υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 259, με την επιφύλαξη των ακόλουθων τροποποιήσεων: κατώτατος συντελεστής στάθμισης κινδύνου για τις θέσεις τιτλοποίησης με ανώτερη εξοφλητική προτεραιότητα = 10 %
Άρθρο 261 Υπολογισμός των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων δυνάμει της τυποποιημένης προσέγγισης (SEC-SA) 1. Δυνάμει της SEC-SA, το ποσό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος για μια θέση σε τιτλοποίηση υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας την αξία του ανοίγματος της θέσης σύμφωνα με το άρθρο 248, με τον εφαρμοστέο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που καθορίζεται, σε κάθε περίπτωση με κατώτατο όριο το 15 %, ως εξής:
όπου
όπου
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η τιμή KA υπολογίζεται ως εξής:
όπου KSA είναι η κεφαλαιακή επιβάρυνση της υποκείμενης ομάδας, όπως ορίζεται στο άρθρο 255 W = ο λόγος του:
Για τον σκοπό αυτό, ως άνοιγμα σε αθέτηση νοείται ένα υποκείμενο άνοιγμα το οποίο: i) είναι σε καθυστέρηση 90 ημέρες ή περισσότερο, ii) υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή αφερεγγυότητας, iii) υπόκειται σε διαδικασία κατασχέσεως ή παρόμοια διαδικασία, ή iv) βρίσκεται σε αθέτηση, σύμφωνα με την τεκμηρίωση της τιτλοποίησης. Εάν ένα ίδρυμα δεν γνωρίζει την κατάσταση καθυστερήσεων για το 5 % ή λιγότερο των υποκείμενων ανοιγμάτων στην ομάδα, το ίδρυμα μπορεί να χρησιμοποιήσει την SEC-SA, εφόσον τροποποιηθεί ο υπολογισμός της τιμής KA ως εξής:
Εάν το ίδρυμα δεν γνωρίζει την κατάσταση καθυστερήσεων για περισσότερο από 5 % των υποκείμενων ανοιγμάτων στην ομάδα, η θέση στην τιτλοποίηση πρέπει να έχει συντελεστή στάθμισης κινδύνου 1 250 %. 3. Εάν ένα ίδρυμα έχει θέση τιτλοποίησης σε μορφή παραγώγου αντιστάθμισης των κινδύνων της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων επιτοκίων ή συναλλάγματος, το ίδρυμα μπορεί να αποδώσει στην εν λόγω συναλλαγή σε παράγωγο έναν τεκμαιρόμενο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που ισοδυναμεί με τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου της θέσης αναφοράς που υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η θέση αναφοράς είναι η θέση που έχει, από κάθε άποψη, την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα με το παράγωγο ή, σε περίπτωση απουσίας θέσης της αυτής προτεραιότητας, η θέση η οποία είναι άμεσα εξαρτώμενη από το παράγωγο. Άρθρο 262 Αντιμετώπιση τιτλοποιήσεων STS σύμφωνα με την SEC-SA Σύμφωνα με την SEC-SA, ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου για μια θέση σε τιτλοποίηση STS υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 263, με την επιφύλαξη των ακόλουθων τροποποιήσεων:
Άρθρο 263 Υπολογισμός των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων δυνάμει της προσέγγισης των εξωτερικών διαβαθμίσεων (SEC-ERBA) 1. Σύμφωνα με την SEC-IRBA, το ποσό του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος για μια θέση τιτλοποίησης υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας την αξία του ανοίγματος της θέσης, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 248, με τον εφαρμοστέο συντελεστή στάθμισης κινδύνου σύμφωνα με το παρόν άρθρο. 2. Για τα ανοίγματα με βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση ή όταν μια διαβάθμιση που βασίζεται σε μια βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση μπορεί να συναχθεί σύμφωνα με την παράγραφο 7, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι συντελεστές στάθμισης κινδύνου: Πίνακας 1
3. Για τα ανοίγματα με μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση ή όταν μια διαβάθμιση που βασίζεται σε μια μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση μπορεί να συναχθεί σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται οι συντελεστές στάθμισης κινδύνου που παρατίθενται στον πίνακα 2, έχοντας προσαρμοστεί ανάλογα με τη ληκτότητα του τμήματος (MT) σύμφωνα με το άρθρο 257 και την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου και το πάχος του τμήματος για τμήματα χωρίς εξοφλητική προτεραιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου: Πίνακας 2
4. Προκειμένου να προσδιοριστεί ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου για τα τμήματα με ληκτότητα (Mt) 1 < ΜΤ < 5, τα ιδρύματα χρησιμοποιούν γραμμική παρεμβολή μεταξύ των συντελεστών στάθμισης κινδύνου που εφαρμόζεται για ληκτότητα από ένα έως πέντε έτη, αντίστοιχα, σύμφωνα με τον πίνακα 2. 5. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη το πάχος του τμήματος, τα ιδρύματα υπολογίζουν τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου για τα τμήματα χωρίς εξοφλητική προτεραιότητα ως εξής:
όπου T = πάχος τμήματος μετρούμενο ως D – A όπου
6. Οι συντελεστές στάθμισης κινδύνου για τα τμήματα χωρίς εξοφλητική προτεραιότητα, όπως προκύπτει από τις παραγράφους 3, 4 και 5, υπόκειται σε κατώτερο όριο 15 %. Επιπλέον, οι συντελεστές στάθμισης κινδύνου που προκύπτει δεν είναι χαμηλότερος από τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου που αντιστοιχεί σε ένα υποθετικό τμήμα με εξοφλητική προτεραιότητα της ίδιας τιτλοποίησης με την ίδια πιστοληπτική αξιολόγηση και ληκτότητα. 7. Για να χρησιμοποιήσουν τις τεκμαιρόμενες διαβαθμίσεις, τα ιδρύματα αποδίδουν σε μια μη διαβαθμισμένη θέση μια τεκμαιρόμενη διαβάθμιση ισοδύναμη με την πιστοληπτική αξιολόγηση μιας διαβαθμισμένης θέσης αναφοράς η οποία πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
8. Εάν ένα ίδρυμα έχει θέση τιτλοποίησης σε μορφή παραγώγου αντιστάθμισης των κινδύνων της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων επιτοκίων ή συναλλάγματος, το ίδρυμα μπορεί να αποδώσει στην εν λόγω συναλλαγή σε παράγωγο έναν τεκμαιρόμενο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που ισοδυναμεί με τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου της θέσης αναφοράς που υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η θέση αναφοράς είναι η θέση που έχει, από κάθε άποψη, την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα με το παράγωγο ή, σε περίπτωση απουσίας θέσης της αυτής προτεραιότητας, η θέση η οποία είναι άμεσα εξαρτώμενη από το παράγωγο. Άρθρο 264 Αντιμετώπιση τιτλοποιήσεων STS σύμφωνα με την SEC-ERBA 1. Σύμφωνα με την SEC-ERBA, ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου για μια θέση σε τιτλοποίηση STS υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 263, με την επιφύλαξη των τροποποιήσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. 2. Για τα ανοίγματα με βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση ή όταν μια διαβάθμιση που βασίζεται σε μια βραχυπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση μπορεί να συναχθεί σύμφωνα με το άρθρο 263 παράγραφος 7, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι συντελεστές στάθμισης κινδύνου: Πίνακας 3
3. Για τα ανοίγματα με μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση ή όταν μια διαβάθμιση που βασίζεται σε μια μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση μπορεί να συναχθεί σύμφωνα με το άρθρο 263 παράγραφος 7, οι συντελεστές στάθμισης κινδύνου καθορίζονται σύμφωνα με τον πίνακα 4, έχοντας προσαρμοστεί ανάλογα με τη ληκτότητα του τμήματος (MT), σύμφωνα με το άρθρο 257 και το άρθρο 263 παράγραφος 4, και το πάχος του τμήματος για τμήματα χωρίς εξοφλητική προτεραιότητα σύμφωνα με το άρθρο 263 παράγραφος 5: Πίνακας 4
Άρθρο 265 Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις για την προσέγγιση της εσωτερικής αξιολόγησης 1. Τα ιδρύματα δύνανται να υπολογίζουν τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για τις μη διαβαθμισμένες θέσεις σε προγράμματα ή συναλλαγές ABCP δυνάμει της προσέγγισης εσωτερικής αξιολόγησης, σύμφωνα με το άρθρο 266, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Εάν ίδρυμα έχει λάβει άδεια να εφαρμόσει την προσέγγιση εσωτερικής αξιολόγησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, και ειδική θέση σε πρόγραμμα ABCP ή συναλλαγή ABCP εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω αδείας, το ίδρυμα εφαρμόζει την προσέγγιση αυτή για τον υπολογισμό του ποσού του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ανοίγματος για τη θέση αυτήν. 2. Οι αρμόδιες αρχές χορηγούν στα ιδρύματα άδεια εφαρμογής της προσέγγισης εσωτερικής αξιολόγησης μέσα σε ένα σαφώς καθορισμένο πεδίο εφαρμογής, εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
3. Εάν η εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο ζ), πραγματοποιείται από τις λειτουργίες εσωτερικού ελέγχου, ελέγχου πίστεως ή διαχείρισης κινδύνων του ιδρύματος, οι λειτουργίες αυτές πρέπει να είναι ανεξάρτητες από τη σχετική με τα προγράμματα ABCP δραστηριότητα, καθώς και από τις υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με τις σχέσεις με την πελατεία. 4. Τα ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια να εφαρμόζουν την προσέγγιση εσωτερικής αξιολόγησης δεν επιστρέφουν στη χρήση άλλων μεθόδων για τις θέσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της προσέγγισης εσωτερικής αξιολόγησης, εκτός εάν πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Άρθρο 266 Υπολογισμός των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων δυνάμει της προσέγγισης εσωτερικης αξιολόγησης 1. Δυνάμει της προσέγγισης εσωτερικής αξιολόγησης, το ίδρυμα αντιστοιχίζει τη μη διαβαθμισμένη θέση στο πρόγραμμα ABCP ή τη συναλλαγή ABCP με μία από τις βαθμίδες διαβάθμισης που ορίζονται στο άρθρο 265 παράγραφος 2 στοιχείο ε) με βάση την εσωτερική του αξιολόγηση. Στη θέση αποδίδεται τεκμαιρόμενη διαβάθμιση που είναι ισοδύναμη με τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις που αντιστοιχούν σε αυτή τη βαθμίδα διαβάθμισης, σύμφωνα με το άρθρο 265 παράγραφος 2 στοιχείο ε). 2. Η διαβάθμιση που τεκμαίρεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι τουλάχιστον ισοδύναμη ή καλύτερη του επενδυτικού βαθμού κατά τον χρόνο που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά και αντιμετωπίζεται ως αποδεκτή πιστοληπτική αξιολόγηση από ΕΟΠΑ για τους σκοπούς του υπολογισμού των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 263 ή το άρθρο 264, ανάλογα με την περίπτωση.
Άρθρο 267 Μέγιστος συντελεστής στάθμισης κινδύνου για θέσεις τιτλοποίησης με ανώτερη εξοφλητική προτεραιότητα: Προσέγγιση διαφάνειας 1. Ένα ίδρυμα που έχει γνώση ανά πάσα στιγμή της σύνθεσης των υποκείμενων ανοιγμάτων μπορεί να εφαρμόσει στη θέση τιτλοποίησης με ανώτερη εξοφλητική προτεραιότητα μέγιστο συντελεστή στάθμισης κινδύνου ίσο με τον ως προς το άνοιγμα σταθμισμένο μέσο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που θα εφαρμοζόταν στα υποκείμενα ανοίγματα εάν αυτά δεν είχαν τιτλοποιηθεί. 2. Στην περίπτωση των ομάδων υποκείμενων ανοιγμάτων όπου το ίδρυμα χρησιμοποιεί αποκλειστικά την τυποποιημένη προσέγγιση ή την IRB, ο μέγιστος συντελεστής στάθμισης κινδύνου της θέσης τιτλοποίησης με ανώτερη εξοφλητική προτεραιότητα ισούται με τον ως προς το άνοιγμα σταθμισμένο μέσο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που θα εφαρμοζόταν στα υποκείμενα ανοίγματα σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 ή 3, αντίστοιχα, ως εάν να μην είχαν τιτλοποιηθεί. Στην περίπτωση των μεικτών ομάδων, ο μέγιστος συντελεστής στάθμισης κινδύνου υπολογίζεται ως εξής:
3. Για τον σκοπό του παρόντος άρθρου, ο συντελεστής στάθμισης κινδύνου που θα εφαρμοζόταν δυνάμει της προσέγγισης IRB, σύμφωνα με το κεφάλαιο 3, περιλαμβάνει τον λόγο:
4. Εάν από τον μέγιστο συντελεστή στάθμισης κινδύνου που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 προκύψει συντελεστής κατώτερος από τους κατώτατους συντελεστές που ορίζονται στα άρθρα 259 έως 264, ανάλογα με την περίπτωση, χρησιμοποιείται ο πρώτος. Άρθρο 268 Μέγιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις 1. Ένα μεταβιβάζον ίδρυμα, ένα ανάδοχο ίδρυμα ή άλλο ίδρυμα που χρησιμοποιεί την SEC-IRBA ή ένα ίδρυμα ή ανάδοχο ίδρυμα που χρησιμοποιεί την SEC-SA ή την SEC-ERBA μπορεί να εφαρμόσει μια μέγιστη κεφαλαιακή απαίτηση για τη θέση τιτλοποίησης που κατέχει, η οποία θα είναι ίση προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις που θα υπολογίζονταν σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 ή 3 σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα, εάν δεν είχαν τιτλοποιηθεί. Για τον σκοπό του παρόντος άρθρου, η κεφαλαιακή απαίτηση βάσει της προσέγγισης IRB περιλαμβάνει το ποσό των αναμενόμενων ζημιών που συνδέονται με τα εν λόγω ανοίγματα, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το κεφάλαιο 3, και το ποσό των μη αναμενόμενων ζημιών. 2. Στην περίπτωση των μεικτών ομάδων, η μέγιστη κεφαλαιακή απαίτηση καθορίζεται υπολογίζοντας τον σταθμισμένο ως προς το άνοιγμα μέσο όρο των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τμημάτων των υποκείμενων ανοιγμάτων βάσει της προσέγγισης IRB και της τυποποιημένης προσέγγισης, σύμφωνα με την παράγραφο 1. 3. Η μέγιστη κεφαλαιακή απαίτηση είναι το γινόμενο του ποσού που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2 επί το μέγιστο μερίδιο συμμετοχής του ιδρύματος στο σχετικό τμήμα (V), εκπεφρασμένο ως ποσοστό επί τοις εκατό και υπολογιζόμενο ως εξής:
4. Κατά τον υπολογισμό της μέγιστης κεφαλαιακής απαίτησης για μια θέση τιτλοποίησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το σύνολο του ποσού οποιουδήποτε κέρδους από την πώληση και των εισπρακτέων τοκομεριδίων με πιστωτική ενίσχυση που προκύπτουν από την πράξη τιτλοποίησης αφαιρείται από τα Κεφάλαια Κοινών Μετοχών της κατηγορίας 1, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο ια).
Άρθρο 269 Επανατιτλοποιήσεις 1. Όσον αφορά τις θέσεις σε μια επανατιτλοποίηση, τα ιδρύματα εφαρμόζουν την SEC-SA, σύμφωνα με το άρθρο 261, με τις κατωτέρω αλλαγές:
2. Η τιμή KSA για τα υποκείμενα ανοίγματα τιτλοποίησης υπολογίζεται σύμφωνα με την ενότητα 2. 3. Οι μέγιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις που ορίζονται στην ενότητα 4 δεν εφαρμόζονται στις θέσεις επανατιτλοποίησης. 4. Εάν η ομάδα των υποκείμενων ανοιγμάτων αποτελείται από ένα μείγμα τμημάτων τιτλοποίησης και άλλων ειδών στοιχείων ενεργητικού, η παράμετρος KA καθορίζεται ως ο ονομαστικός σταθμισμένος μέσος όρος της ΚΑ, υπολογιζόμενος χωριστά για κάθε υποσύνολο ανοιγμάτων. Άρθρο 270 Θέσεις με ανώτερη εξοφλητική προτεραιότητα σε τιτλοποιήσεις ΜΜΕ Ένα μεταβιβάζον ίδρυμα δύναται να υπολογίζει τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για μια θέση τιτλοποίησης σύμφωνα με τα άρθρα 260, 262 ή 264, ανάλογα με την περίπτωση, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Άρθρο 270α Πρόσθετος συντελεστής στάθμισης κινδύνου 1. Εάν ένα ίδρυμα δεν πληροί τις απαιτήσεις του κεφαλαίου 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 ως προς οιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο τους, λόγω αμελείας ή παράλειψης από πλευράς του ιδρύματος, οι αρμόδιες αρχές επιβάλλουν αναλογικό πρόσθετο συντελεστή στάθμισης κινδύνου αντίστοιχο προς τουλάχιστον 250 % του συντελεστή στάθμισης κινδύνου με ανώτατο όριο το 1 250 %, που εφαρμόζεται στις σχετικές θέσεις τιτλοποίησης με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο 247 παράγραφος 6 ή το άρθρο 337 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, αντίστοιχα. Ο πρόσθετος συντελεστής διαχείρισης κινδύνου αυξάνεται βαθμιαία με κάθε μεταγενέστερη παράβαση των διατάξεων περί οικονομικών ελέγχων. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τις εξαιρέσεις για ορισμένες τιτλοποιήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, μειώνοντας τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου, που κατά τα άλλα θα εφάρμοζαν βάσει του παρόντος άρθρου για μια τιτλοποίηση υπαγόμενη στο άρθρο 6 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 2. Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να διευκολύνει τη σύγκλιση των μεθόδων εποπτείας όσον αφορά την εφαρμογή της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνονται σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων οικονομικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνου. Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την 1η Ιανουαρίου 2014. Εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Άρθρο 270β Χρησιμοποίηση πιστοληπτικών αξιολογήσεων από ΕΟΠΑ Τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν πιστοληπτικές αξιολογήσεις για τον προσδιορισμό του συντελεστή στάθμισης κινδύνου μιας θέσης τιτλοποίησης σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, μόνο εάν η πιστοληπτική αξιολόγηση έχει εκδοθεί ή έχει προσυπογραφεί από ΕΟΠΑ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1060/2009. Άρθρο 270γ Απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις των ΕΟΠΑ Για τους σκοπούς του υπολογισμού των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων σύμφωνα με το τμήμα 3, τα ιδρύματα χρησιμοποιούν πιστοληπτική αξιολόγηση από ΕΟΠΑ, μόνο εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
Άρθρο 270δ Χρήση πιστοληπτικών αξιολογήσεων 1. Ένα ίδρυμα μπορεί να αποφασίσει να διορίσει έναν ή περισσότερους ΕΟΠΑ των οποίων θα χρησιμοποιεί τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις για τον υπολογισμό των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων του σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο («καθορισμένους ΕΟΠΑ»). 2. Ένα ίδρυμα χρησιμοποιεί τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις με συνέπεια και όχι επιλεκτικά για τις θέσεις τιτλοποίησης που κατέχει και, για τον σκοπό αυτό, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:
3. Σε περίπτωση που τα υποκείμενα ανοίγματα σε μια τιτλοποίηση τυγχάνουν πλήρους ή μερικής αποδεκτής πιστωτικής προστασίας, σύμφωνα με το κεφάλαιο 4, και η επίπτωση της προστασίας αυτής έχει αποτυπωθεί στην πιστοληπτική αξιολόγηση μιας θέσης τιτλοποίησης από διορισμένο ΕΟΠΑ, το ίδρυμα χρησιμοποιεί τον συντελεστή στάθμισης κινδύνου που σχετίζεται με την εν λόγω πιστοληπτική αξιολόγηση. Σε περίπτωση που η πιστωτική προστασία που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο δεν είναι αποδεκτή δυνάμει του κεφαλαίου 4, η πιστοληπτική αξιολόγηση δεν αναγνωρίζεται και η θέση τιτλοποίησης θεωρείται μη διαβαθμισμένη. 4. Σε περίπτωση που μια θέση τιτλοποίησης τυγχάνει αποδεκτής πιστωτικής προστασίας, σύμφωνα με το κεφάλαιο 4, και η επίπτωση της προστασίας αυτής έχει αποτυπωθεί στην πιστοληπτική της αξιολόγηση από διορισμένο ΕΟΠΑ, το ίδρυμα αντιμετωπίζει τη θέση τιτλοποίησης ως εάν να ήταν μη διαβαθμισμένη και υπολογίζει τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων σύμφωνα με το κεφάλαιο 4. Άρθρο 270ε Αντιστοίχιση τιτλοποιήσεων Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, προκειμένου να αντιστοιχίσει με αντικειμενικό και συνεπή τρόπο τις βαθμίδες πιστωτικής ποιότητας που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο σε σχέση με τις σχετικές πιστοληπτικές αξιολογήσεις όλων των ΕΟΠΑ. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ ενεργεί ιδίως ως εξής:
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την 1η Ιουλίου 2014. Εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.». |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
10) |
Το άρθρο 337 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 337 Απαίτηση ιδίων κεφαλαίων για μέσα τιτλοποίησης 1. Για μέσα στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών που είναι θέσεις τιτλοποίησης, το ίδρυμα σταθμίζει τις καθαρές θέσεις, όπως υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 327 παράγραφος 1, με 8 % του συντελεστή στάθμισης κινδύνου που θα εφάρμοζε το ίδρυμα για τη θέση στα λοιπά χαρτοφυλάκια πέραν του χαρτοφυλακίου συναλλαγών σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 5 τμήμα 3. 2. Κατά τον προσδιορισμό των συντελεστών στάθμισης κινδύνου για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι εκτιμήσεις των PD και LGD μπορούν εναλλακτικά να προσδιορίζονται βάσει εκτιμήσεων που προκύπτουν από ένα υπόδειγμα για έναντι των επιπρόσθετων κινδύνων αθέτησης υποχρεώσεων και μεταβολής της πιστοληπτικής αξιολόγησης (υπόδειγμα IRC) ενός ιδρύματος που έχει λάβει άδεια να χρησιμοποιεί εσωτερικό υπόδειγμα για τον ειδικό κίνδυνο των χρεωστικών τίτλων. Η τελευταία εναλλακτική μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο με την επιφύλαξη της άδειας των αρμόδιων αρχών, η οποία χορηγείται εάν οι ανωτέρω εκτιμήσεις πληρούν τις ποσοτικές απαιτήσεις για την προσέγγιση IRB που προβλέπονται στον τίτλο II κεφάλαιο 3. Σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη χρήση των εκτιμήσεων των PD και LGD ως στοιχείων, εφόσον οι εν λόγω εκτιμήσεις βασίζονται σε υπόδειγμα IRC. 3. Για θέσεις τιτλοποίησης που υπόκεινται σε πρόσθετο συντελεστή στάθμισης κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 247 παράγραφος 6, εφαρμόζεται ποσοστό 8 % επί του προβλεπόμενου συνολικού συντελεστή στάθμισης. 4. Το ίδρυμα αθροίζει τις σταθμισμένες θέσεις του, οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3, ανεξάρτητα από το εάν είναι θετικές ή αρνητικές, προκειμένου να υπολογίσει την κεφαλαιακή απαίτηση έναντι του ειδικού κινδύνου, εκτός από τις θέσεις τιτλοποίησης δυνάμει του άρθρου 338 παράγραφος 4. 5. Όταν ένα μεταβιβάζον ίδρυμα παραδοσιακής τιτλοποίησης δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη σημαντική μεταφορά κινδύνου που ορίζονται στο άρθρο 244, περιλαμβάνει τα υποκείμενα ανοίγματα στην τιτλοποίηση στον υπολογισμό της απαίτησης ιδίων κεφαλαίων ως εάν τα ανοίγματα αυτά να μην είχαν τιτλοποιηθεί. Όταν ένα μεταβιβάζον ίδρυμα σύνθετης τιτλοποίησης δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη σημαντική μεταφορά κινδύνου που ορίζονται στο άρθρο 245, περιλαμβάνει τα υποκείμενα ανοίγματα στην τιτλοποίηση στον υπολογισμό της απαίτησης ιδίων κεφαλαίων ως εάν τα ανοίγματα αυτά να μην είχαν τιτλοποιηθεί και δεν λαμβάνει υπόψη την επίπτωση της σύνθετης τιτλοποίησης για τους σκοπούς της πιστωτικής προστασίας.». |
|
11) |
Το πέμπτο μέρος διαγράφεται και όλες οι αναφορές στο πέμπτο μέρος ερμηνεύονται ως αναφορές στο κεφάλαιο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402. |
|
12) |
Στο άρθρο 457, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
|
13) |
Το άρθρο 462 αντικαθίσταται από το ακόλουθο: «Άρθρο 462 Άσκηση της εξουσιοδότησης 1. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου. 2. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στα άρθρα 244 παράγραφος 6 και 245 παράγραφος 6 και στα άρθρα 456 έως 460 παρέχεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από 28ης Ιουνίου 2013. 3. Η προβλεπόμενη στα άρθρα 244 παράγραφος 6 και 245 παράγραφος 6 και στα άρθρα 456 έως 460 εξουσιοδότηση δύναται να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην απόφαση αυτή. Παράγει αποτελέσματα την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. 4. Πριν την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή συμβουλεύεται τους εμπειρογνώμονες που έχουν υποδειχθεί από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχέςπου καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. 5. Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. 6. Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδόθηκε σύμφωνα με τα άρθρα 244 παράγραφος 6 και 245 παράγραφος 6 και τα άρθρα 456 έως 460 τίθεται σε ισχύ μόνο εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν εκφράσει αντιρρήσεις εντός τριών μηνών από την προς αυτό κοινοποίηση της εν λόγω πράξης, ή εάν, πριν από την εκπνοή αυτής της περιόδου, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν θα εκφράσουν αντιρρήσεις. Με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά τρεις μήνες.». |
|
14) |
Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 519α Έκθεση και αξιολόγηση Έως την 1η Ιανουαρίου 2022, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του τρίτου μέρους τίτλος II κεφάλαιο 5, στο πλαίσιο των εξελίξεων στις αγορές τιτλοποιήσεων, μεταξύ άλλων από μακροπροληπτική και οικονομική άποψη. Η έκθεση αυτή συνοδεύεται, αν είναι σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση και, ειδικότερα, αξιολογεί τα ακόλουθα σημεία:
Η έκθεση λαμβάνει επίσης υπόψη κανονιστικές εξελίξεις στα διεθνή φόρουμ, ιδίως εκείνες που αφορούν τα διεθνή πρότυπα για τις τιτλοποιήσεις.». |
Άρθρο 2
Μεταβατικές διατάξεις για τις εκκρεμείς θέσεις τιτλοποίησης
Όσον αφορά τις τιτλοποιήσεις οι τίτλοι των οποίων εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019, τα ιδρύματα συνεχίζουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις που ορίζονται στο τρίτο μέρος τίτλος II κεφάλαιο 5 και στο άρθρο 337 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, στην έκδοση που ίσχυαν την 31η Δεκεμβρίου 2018.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, στην περίπτωση τιτλοποιήσεων που δεν περιλαμβάνουν την έκδοση τίτλων, η αναφορά σε «τιτλοποιήσεις οι τίτλοι των οποίων εκδόθηκαν» θεωρείται ότι σημαίνει «τιτλοποιήσεις των οποίων οι αρχικές θέσεις τιτλοποίησης δημιουργήθηκαν.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Στρασβούργο, 12 Δεκεμβρίου 2017.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. TAJANI
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
M. MAASIKAS
(1) ΕΕ C 219 της 17.6.2016, σ. 2.
(2) ΕΕ C 82 της 3.3.2016, σ. 1.
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2017, (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2017.
(4) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τιτλοποιήσεις και τη δημιουργία ευρωπαϊκού πλαισίου για απλές, διαφανείς και τυποποιημένες τιτλοποιήσεις και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ και κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 35).
(5) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(6) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).
(7) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).
|
28.12.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 347/35 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2402 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 12ης Δεκεμβρίου 2017
σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με τη δημιουργία ειδικού πλαισίου για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Η τιτλοποίηση αφορά πράξεις που επιτρέπουν στον δανειοδότη ή στον πιστωτή —συνήθως ένα πιστωτικό ίδρυμα ή μία εταιρεία— να αναχρηματοδοτήσει ένα σύνολο δανείων, ανοιγμάτων ή εισπρακτέων απαιτήσεων, όπως δάνεια για την αγορά ακινήτων, χρηματοδοτικές μισθώσεις αυτοκινήτων, καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες ή εμπορικές εισπρακτέες απαιτήσεις, μετατρέποντάς τες σε διαπραγματεύσιμους τίτλους. Ο δανειοδότης συγκεντρώνει και επανασυσκευάζει το χαρτοφυλάκιο των δανείων του και τα οργανώνει σε διαφορετικές κατηγορίες κινδύνου για διαφορετικούς επενδυτές, δίνοντας έτσι στους επενδυτές πρόσβαση σε επενδύσεις σε δάνεια και άλλα χρηματοδοτικά ανοίγματα στα οποία κανονικά δεν θα είχαν άμεση πρόσβαση. Οι αποδόσεις για τους επενδυτές προκύπτουν από τις ταμειακές ροές των υποκείμενων δανείων. |
|
(2) |
Στην ανακοίνωσή της της 26ης Νοεμβρίου 2014 όσον αφορά σχέδιο επενδύσεων για την Ευρώπη, η Επιτροπή ανακοίνωσε την πρόθεσή της να θέσει σε επανεκκίνηση τις υψηλής ποιότητας αγορές τιτλοποίησης, χωρίς να επαναληφθούν τα σφάλματα που έγιναν πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Η ανάπτυξη απλής, διαφανούς και τυποποιημένης αγοράς τιτλοποίησης αποτελεί δομικό στοιχείο της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και συμβάλει στον πρωταρχικό στόχο της Επιτροπής όσον αφορά την υποστήριξη της δημιουργίας θέσεων εργασίας και την επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη. |
|
(3) |
Η Ένωση έχει ως σκοπό να ενδυναμώσει το νομοθετικό πλαίσιο που εφαρμόστηκε μετά την οικονομική κρίση με στόχο την αντιμετώπιση των κινδύνων που ενυπάρχουν σε εξαιρετικά πολύπλοκες, αδιαφανείς και επικίνδυνες τιτλοποιήσεις. Είναι σημαντικό να διασφαλίσει τη θέσπιση των κανόνων για την καλύτερη διαφοροποίηση των απλών, διαφανών και τυποποιημένων προϊόντων από τα σύνθετα, αδιαφανή και επικίνδυνα μέσα και να εφαρμόσει ένα πιο ευαίσθητο σε θέματα κινδύνων προληπτικό πλαίσιο. |
|
(4) |
Η τιτλοποίηση αποτελεί σημαντικό στοιχείο της εύρυθμης λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η καλά διαρθρωμένη τιτλοποίηση αποτελεί σημαντική μέθοδο διαφοροποίησης των πηγών χρηματοδότησης και ευρύτερης κατανομής του κινδύνου στο ενωσιακό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Επιτρέπει την ευρύτερη διασπορά των κινδύνων στον χρηματοπιστωτικό τομέα και μπορεί να συμβάλει στην αποδέσμευση των ισολογισμών των μεταβιβαζουσών οντοτήτων, προκειμένου να καταστεί εφικτή η αύξηση των δανειοδοτήσεων προς την οικονομία. Γενικά, μπορεί να βελτιώσει την αποδοτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και να προσφέρει πρόσθετες επενδυτικές ευκαιρίες. Η τιτλοποίηση μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων και των κεφαλαιαγορών, εξασφαλίζοντας έτσι έμμεσο όφελος για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες (π.χ. μειώνοντας το κόστος της δανειοδότησης και χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, των πιστώσεων για ακίνητη περιουσία και των πιστωτικών καρτών). Ωστόσο, ο παρών κανονισμός αναγνωρίζει τους κινδύνους αυξημένης διασυνδεσιμότητας και υπέρμετρης μόχλευσης που ενέχει η τιτλοποίηση, και ενισχύει τη μικροπροληπτική εποπτεία της συμμετοχής χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην αγορά τιτλοποίησης από τις αρμόδιες αρχές, καθώς και τη μακροπροληπτική επίβλεψή της από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ), όπως θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), και από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και τις ορισθείσες εθνικές αρχές για τα μακροπροληπτικά μέσα. |
|
(5) |
Η θέσπιση ενός πλαισίου προληπτικής εποπτείας με μεγαλύτερη ευαισθησία ως προς τους κινδύνους για τις απλές, διαφανείς και τυποποιημένες τιτλοποιήσεις STS («τιτλοποιήσεις STS») απαιτεί από την Ένωση να ορίσει με σαφήνεια τι ακριβώς είναι η τιτλοποίηση STS, εφόσον αλλιώς η κανονιστική αντιμετώπιση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των ασφαλιστικών εταιρειών με μεγαλύτερη ευαισθησία ως προς τους κινδύνους θα ήταν διαθέσιμη για διαφορετικούς τύπους τιτλοποιήσεων σε διάφορα κράτη μέλη. Το αποτέλεσμα θα ήταν άνισοι όροι ανταγωνισμού και καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας, τη στιγμή που είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η Ένωση λειτουργεί ως ενιαία αγορά για τιτλοποιήσεις STS και διευκολύνει τις διασυνοριακές πράξεις. |
|
(6) |
Σε συμφωνία με τους υπάρχοντες ορισμούς της ενωσιακής νομοθεσίας για τον συγκεκριμένο κλάδο, είναι απαραίτητο να διατυπωθούν ορισμοί για όλες τις βασικές έννοιες που αφορούν την τιτλοποίηση. Συγκεκριμένα, απαιτείται ένας σαφής και περιεκτικός ορισμός της τιτλοποίησης, ο οποίος θα περιλαμβάνει κάθε πράξη ή πρόγραμμα όπου ο πιστωτικός κίνδυνος που συνδέεται με ένα άνοιγμα ή ομάδα ανοιγμάτων τμηματοποιείται. Άνοιγμα από το οποίο προκύπτει υποχρέωση άμεσης πληρωμής για πράξη ή πρόγραμμα που εκτελείται για τη χρηματοδότηση ή αξιοποίηση ενσώματων στοιχείων ενεργητικού δεν θα πρέπει να θεωρείται ως άνοιγμα σε τιτλοποίηση, ακόμη και αν η πράξη ή το πρόγραμμα έχει υποχρεώσεις πληρωμής διαφορετικής εξοφλητικής προτεραιότητας. |
|
(7) |
Η ανάδοχη οντότητα θα πρέπει να είναι σε θέση να αναθέτει καθήκοντα σε έναν διαχειριστή, αλλά θα πρέπει να παραμείνει υπεύθυνη για τη διαχείριση του κινδύνου. Ειδικότερα, η ανάδοχη οντότητα δεν θα πρέπει να μεταθέτει την απαίτηση διατήρησης κινδύνου στον διαχειριστή. Ο διαχειριστής θα πρέπει να είναι ρυθμιζόμενος διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων όπως π.χ. διαχειριστής οργανισμού συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), διαχειριστής οργανισμού εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) ή μια οντότητα που αναφέρεται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) (οντότητα MiFID). |
|
(8) |
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει απαγόρευση της επανατιτλοποίησης, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων για ορισμένες περιπτώσεις επανατιτλοποιήσεων που χρησιμοποιούνται για θεμιτούς σκοπούς και των αποσαφηνίσεων σχετικά με το αν θεωρούνται επανατιτλοποιήσεις τα προγράμματα έκδοσης εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού (ABCP). Οι επανατιτλοποιήσεις θα μπορούσαν να εμποδίσουν την επίτευξη του επιπέδου διαφάνειας που ο παρών κανονισμός επιδιώκει να επιτύχει. Εντούτοις, οι επανατιτλοποιήσεις μπορούν, σε εξαιρετικές περιστάσεις, να είναι χρήσιμες για τη διαφύλαξη των συμφερόντων των επενδυτών. Ως εκ τούτου, οι επανατιτλοποιήσεις θα πρέπει να επιτρέπονται μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως ορίζεται από τον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας είναι σημαντικό να παραμείνουν εκτός του πεδίου εφαρμογής της απαγόρευσης της επανατιτλοποίησης τα πλήρως υποστηριζόμενα προγράμματα ABCP που δεν εισάγουν εκ νέου τμηματοποίηση πέραν των πράξεων που χρηματοδοτήθηκαν από το πρόγραμμα. |
|
(9) |
Οι επενδύσεις ή τα ανοίγματα σε τιτλοποιήσεις όχι μόνο εκθέτουν τον επενδυτή στους πιστωτικούς κινδύνους των υποκείμενων δανείων ή ανοιγμάτων, αλλά και η διαδικασία διάρθρωσης των τιτλοποιήσεων θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει άλλους κινδύνους, όπως κινδύνους αντιπροσώπευσης, κίνδυνο υποδείγματος, νομικό και επιχειρησιακό κίνδυνο, κίνδυνο αντισυμβαλλόμενου, κίνδυνο εξυπηρέτησης, κίνδυνο ρευστότητας και κίνδυνο συγκέντρωσης. Άρα είναι ζωτικής σημασίας το να υπόκεινται οι θεσμικοί επενδυτές σε αναλογικές απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας προκειμένου να μπορούν να αξιολογούν κατάλληλα τους κινδύνους που προκύπτουν από όλους τους τύπους τιτλοποιήσεων, προς όφελος των τελικών επενδυτών. Επομένως, η δέουσα επιμέλεια μπορεί να αυξήσει την εμπιστοσύνη στην αγορά μεταξύ των επιμέρους μεταβιβαζουσών οντοτήτων, ανάδοχων οντοτήτων και των επενδυτών. Απαιτείται επίσης από τους επενδυτές να διενεργούν ενδεδειγμένη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά τις τιτλοποιήσεις STS. Μπορούν να ενημερώνονται μέσω της πληροφόρησης που δημοσιοποιούν οι οντότητες τιτλοποίησης, ιδίως δε μέσω της κοινοποίησης STS και της σχετικής πληροφόρησης που δημοσιοποιείται στο πλαίσιο αυτό, η οποία θα πρέπει να παρέχει στους επενδυτές όλα τα συναφή στοιχεία σχετικά με τον τρόπο ικανοποίησης των κριτηρίων των STS τιτλοποιήσεων. Οι θεσμικοί επενδυτές θα πρέπει να είναι σε θέση να βασιστούν δεόντως στην κοινοποίηση τιτλοποιήσεων STS και στις πληροφορίες που δημοσιοποιεί η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση (ΟΕΣΤ) προκειμένου να κρίνουν κατά πόσον η τιτλοποίηση ικανοποιεί τις απαιτήσεις STS. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά και μηχανικά σε μια τέτοια κοινοποίηση και ενημέρωση. |
|
(10) |
Είναι ουσιώδους σημασίας να παραμένουν ευθυγραμμισμένα τα συμφέροντα των μεταβιβαζουσών οντοτήτων, των ανάδοχων οντοτήτων, των αρχικών δανειοδοτών που συμμετέχουν σε μία τιτλοποίηση και των επενδυτών. Για να επιτευχθεί αυτό, η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης θα πρέπει να διατηρούν σημαντική συμμετοχή στα υποκείμενα ανοίγματα της τιτλοποίησης. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης να διατηρούν ουσιώδη καθαρή οικονομική συμμετοχή στους εν λόγω υποκείμενους κινδύνους. Γενικότερα, οι πράξεις τιτλοποίησης δεν θα πρέπει να διαρθρώνονται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η εφαρμογή της απαίτησης διατήρησης. Η απαίτηση αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται οπουδήποτε εφαρμόζεται η οικονομική ουσία της τιτλοποίησης, ανεξαρτήτως των νομικών δομών ή μέσων που χρησιμοποιούνται. Δεν απαιτείται πολλαπλή εφαρμογή των απαιτήσεων διατήρησης. Για οποιαδήποτε συγκεκριμένη τιτλοποίηση, αρκεί να υπόκειται στην απαίτηση μόνο η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης. Ομοίως, όταν οι πράξεις τιτλοποίησης εμπεριέχουν άλλες θέσεις τιτλοποίησης ως υποκείμενα ανοίγματα, η υποχρέωση διατήρησης θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στην τιτλοποίηση που υπόκειται στην επένδυση. Η κοινοποίηση τιτλοποίησης STS θα πρέπει να καταδεικνύει στους επενδυτές ότι η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης διατηρούν ουσιώδη καθαρή οικονομική συμμετοχή στους υποκείμενους κινδύνους. Θα πρέπει να γίνονται μερικές εξαιρέσεις για τις περιπτώσεις στις οποίες οι τιτλοποιημένες συμμετοχές καλύπτονται από πλήρη, ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη εγγύηση χορηγούμενη ιδίως από δημόσιες αρχές. Σε περίπτωση που παρέχεται υποστήριξη από δημόσιους πόρους υπό τη μορφή εγγυήσεων ή με άλλα μέσα, ο παρών κανονισμός ισχύει με την επιφύλαξη των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων. |
|
(11) |
Οι μεταβιβάζουσες οντότητες ή οι ανάδοχες οντότητες δεν θα πρέπει να επωφελούνται από το ότι ενδεχομένως έχουν περισσότερες πληροφορίες από τους επενδυτές και τους δυνητικούς επενδυτές σχετικά με τα στοιχεία ενεργητικού που μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ, και δεν θα πρέπει να μεταβιβάζουν στην ΟΕΣΤ, χωρίς να το γνωρίζουν οι επενδυτές ή οι δυνητικοί επενδυτές, στοιχεία ενεργητικού των οποίων το προφίλ πιστωτικού κινδύνου είναι υψηλότερο σε σχέση με συγκρίσιμα στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται στον ισολογισμό των μεταβιβαζουσών οντοτήτων. Κάθε παράβαση της εν λόγω υποχρέωσης θα πρέπει να επισύρει κυρώσεις που θα επιβάλλονται από τις αρμόδιες αρχές, μόνον όμως όταν η εν λόγω παράβαση έγινε από πρόθεση. Μόνη η αμέλεια δεν θα πρέπει να επισύρει κυρώσεις ως προς αυτό. Εντούτοις, η εν λόγω υποχρέωση θα πρέπει να μη θίγει με κανέναν τρόπο το δικαίωμα των μεταβιβαζουσών οντοτήτων ή των ανάδοχων οντοτήτων να επιλέγουν προς μεταβίβαση στην ΟΕΣΤ στοιχεία ενεργητικού που εκ των προτέρων έχουν προφίλ πιστωτικού κινδύνου υψηλότερο του μέσου όρου, σε σύγκριση με το μέσο προφίλ πιστωτικού κινδύνου συγκρίσιμων στοιχείων ενεργητικού που παραμένουν στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας, εφόσον το υψηλότερο προφίλ πιστωτικού κινδύνου των στοιχείων ενεργητικού που μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ γνωστοποιείται με σαφήνεια στους επενδυτές ή τους δυνητικούς επενδυτές. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εποπτεύουν τη συμμόρφωση με την εν λόγω υποχρέωση συγκρίνοντας τα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού της τιτλοποίησης με συγκρίσιμα στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας. Η σύγκριση των αποδόσεων θα πρέπει να γίνεται μεταξύ στοιχείων ενεργητικού που εκ των προτέρων αναμένεται να έχουν παρόμοιες αποδόσεις, για παράδειγμα μεταξύ μη εξυπηρετούμενων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων που μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ και μη εξυπηρετούμενων ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων που διακρατούνται στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας. Δεν υπάρχει τεκμήριο ότι τα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού της τιτλοποίησης θα πρέπει να έχουν αποδόσεις αντίστοιχες με αυτές των μέσων στοιχείων ενεργητικού που διακρατούνται στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας. |
|
(12) |
Η ικανότητα των επενδυτών και των δυνητικών επενδυτών να διενεργούν δέουσα επιμέλεια με σκοπό την τεκμηριωμένη αξιολόγηση της φερεγγυότητας ενός δεδομένου μέσου τιτλοποίησης εξαρτάται από την πρόσβαση που έχουν σε πληροφορίες σχετικά με αυτά τα μέσα. Βάσει του υφιστάμενου κεκτημένου, είναι σημαντική η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος δυνάμει του οποίου οι επενδυτές και δυνητικοί επενδυτές θα έχουν πρόσβαση στο σύνολο της συναφούς πληροφόρησης καθ’ όλη τη διάρκεια των πράξεων, η μείωση της υποχρέωσης υποβολής εκθέσεων για μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες και ΟΕΣΤ και η διευκόλυνση της συνεχούς, εύκολης και ελεύθερης πρόσβασης των επενδυτών σε αξιόπιστη πληροφόρηση σχετικά με τις τιτλοποιήσεις. Προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια της αγοράς, θα πρέπει να θεσπιστεί πλαίσιο για να συγκεντρώνονται σε αρχεία καταγραφής δεδομένων τιτλοποιήσεων οι σχετικές εκθέσεις, κυρίως όσον αφορά υποκείμενα ανοίγματα σε τιτλοποιήσεις. Τα εν λόγω αρχεία καταγραφής δεδομένων τιτλοποιήσεων θα πρέπει να αδειοδοτούνται και να εποπτεύονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6). Κατά τον καθορισμό των λεπτομερειών των εν λόγω υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που απαιτείται να υποβληθούν στα εν λόγω αρχεία καταγραφής αντιστοιχούν όσο το δυνατόν περισσότερο σε υπάρχοντα υποδείγματα κοινολόγησης τέτοιων στοιχείων. |
|
(13) |
Κύριος σκοπός της γενικής υποχρέωσης, την οποία υπέχουν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ, να κοινοποιούν πληροφορίες σχετικά με τις τιτλοποιήσεις μέσω του αρχείου καταγραφής δεδομένων τιτλοποιήσεων είναι να παρέχεται στους επενδυτές μία ενιαία και εποπτευόμενη πηγή για τα δεδομένα που είναι αναγκαία για τη διενέργεια από την πλευρά τους της δέουσας επιμέλειας. Οι ιδιωτικές τιτλοποιήσεις πραγματοποιούνται συχνά επί παραγγελία. Είναι σημαντικές γιατί επιτρέπουν στα μέρη να πραγματοποιούν πράξεις τιτλοποίησης χωρίς να αποκαλύπτουν στην αγορά και τους ανταγωνιστές ευαίσθητες εμπορικές πληροφορίες σχετικά με την πράξη (για παράδειγμα, να αποκαλύπτουν ότι ορισμένη εταιρεία χρειάζεται χρηματοδότηση για να επεκτείνει την παραγωγή της ή ότι μία επιχείρηση επενδύσεων εισέρχεται σε μία νέα αγορά στο πλαίσιο της στρατηγικής της) και/ή σχετικά με τα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού (για παράδειγμα το είδος των εμπορικών απαιτήσεων που δημιουργεί μία βιομηχανική επιχείρηση). Στις περιπτώσεις αυτές, οι επενδυτές είναι σε άμεση επαφή με τη μεταβιβάζουσα οντότητα και/ή την ανάδοχη οντότητα και λαμβάνουν τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διενέργεια της δέουσας επιμέλειάς τους απευθείας από αυτές. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να εξαιρεθούν οι ιδιωτικές τιτλοποιήσεις, από την υποχρέωση να κοινοποιούν τις πληροφορίες σχετικά με την πράξη σε αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων. |
|
(14) |
Μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες και αρχικοί δανειοδότες θα πρέπει να εφαρμόζουν σε ανοίγματα που πρόκειται να τιτλοποιηθούν τα ίδια αξιόπιστα και σαφώς προσδιορισμένα κριτήρια χορήγησης πιστώσεων που εφαρμόζουν σε μη τιτλοποιημένα ανοίγματα. Ωστόσο, στο μέτρο που εισπρακτέες εμπορικές απαιτήσεις δεν μεταβιβάστηκαν με τη μορφή δανείου, δεν απαιτείται να πληρούνται τα κριτήρια χορήγησης πιστώσεων όσον αφορά εμπορικές απαιτήσεις. |
|
(15) |
Τα μέσα τιτλοποίησης δεν είναι εν γένει κατάλληλα για ιδιώτες πελάτες κατά την έννοια της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. |
|
(16) |
Οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν στην έκθεση προς τους επενδυτές όλα τα ουσιωδώς συναφή δεδομένα σχετικά με την πιστωτική ποιότητα και την απόδοση των υποκείμενων ανοιγμάτων, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων που επιτρέπουν στους επενδυτές να εντοπίζουν σαφώς τις καθυστερήσεις και τις αθετήσεις των υποκείμενων οφειλετών, την αναδιάρθρωση χρεών, τη διαγραφή χρεών, τις ρυθμίσεις δανείων, τις επαναγορές, τις διακοπές πληρωμής, τις ζημίες, τις αποσβέσεις, τις ανακτήσεις και άλλες διορθωτικές ενέργειες σχετικές με τις αποδόσεις των στοιχείων ενεργητικού που περιλαμβάνονται στην ομάδα των υποκείμενων ανοιγμάτων. Η έκθεση προς τους επενδυτές θα πρέπει να περιλαμβάνει στην περίπτωση τιτλοποίησης που δεν είναι συναλλαγή ABCP δεδομένα σχετικά με τις ταμειακές ροές που δημιουργούνται από τα υποκείμενα ανοίγματα και από τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η τιτλοποίηση, συμπεριλαμβανομένης διακριτής δημοσιοποίησης του εισοδήματος και των εκταμιεύσεων της θέσης τιτλοποίησης, ήτοι του προγραμματισμένου κεφαλαίου, των προγραμματισμένων τόκων, του προπληρωμένου κεφαλαίου, των τόκων και τελών και χρεώσεων σε καθυστέρηση, καθώς και δεδομένα σχετικά με την ενεργοποίηση κάθε γεγονότος που συνεπάγεται αλλαγές στη σειρά των πληρωμών ή αντικατάσταση τυχόν αντισυμβαλλομένων και δεδομένα σχετικά με το ποσό και τη μορφή της πιστωτικής ενίσχυσης που είναι διαθέσιμη για κάθε δόση. Μολονότι απλές, διαφανείς και τυποποιημένες τιτλοποιήσεις έχουν λειτουργήσει επιτυχώς στο παρελθόν, η ικανοποίηση των απαιτήσεων STS δεν σημαίνει αυτομάτως ότι η θέση τιτλοποίησης είναι απαλλαγμένη από κινδύνους ούτε αποδεικνύει τίποτα σχετικά με την πιστωτική ποιότητα που υπόκειται της τιτλοποίησης. Τουναντίον, θα πρέπει να θεωρείται ωσάν να καταδεικνύει ότι ο συνετός και επιμελής επενδυτής θα είναι σε θέση να αναλύσει τους κινδύνους που ενέχει η τιτλοποίηση. Προκειμένου να μπορούν να ληφθούν υπόψη τα διαφορετικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά των μακροπρόθεσμων τιτλοποιήσεων και των βραχυπρόθεσμων τιτλοποιήσεων (ήτοι προγράμματα και συναλλαγές ABCP), θα πρέπει να υπάρχουν δύο είδη απαιτήσεων STS: ένα για μακροπρόθεσμες τιτλοποιήσεις και ένα για βραχυπρόθεσμες τιτλοποιήσεις, τα οποία θα αντιστοιχούν σε αυτά τα δύο τμήματα αγοράς που λειτουργούν διαφορετικά. Τα προγράμματα ABCP βασίζονται σε αρκετές συναλλαγές ABCP οι οποίες αποτελούνται από βραχυπρόθεσμα ανοίγματα που πρέπει να αντικατασταθούν κατά τη λήξη τους. Σε μία συναλλαγή ABCP, η τιτλοποίηση μπορεί να επιτυγχάνεται, μεταξύ άλλων, μέσω συμφωνίας για κυμαινόμενη έκπτωση του τιμήματος αγοράς επί της ομάδας των υποκείμενων ανοιγμάτων, ή την έκδοση προνομιούχων ή μη προνομιούχων τίτλων («senior» ή «junior notes») από ΟΕΣΤ σε μία δομή συγχρηματοδότησης όπου οι προνομιούχοι τίτλοι μεταβιβάζονται στη συνέχεια στις αγοράστριες οντότητες ενός ή περισσότερων προγραμμάτων ABCP. Εντούτοις, οι συναλλαγές ABCP που χαρακτηρίζονται ως STS δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν επανατιτλοποιήσεις. Επιπροσθέτως, τα κριτήρια STS θα πρέπει επίσης να αντανακλούν τον ειδικό ρόλο της ανάδοχης οντότητας που παρέχει υποστήριξη ρευστότητας στο πρόγραμμα ABCP, ιδίως για πλήρως υποστηριζόμενα προγράμματα ABCP. |
|
(17) |
Τόσο σε διεθνές όσο και σε ενωσιακό επίπεδο, έχουν ήδη καταβληθεί πολλές προσπάθειες για τον προσδιορισμό των τιτλοποιήσεων STS. Στους κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς (ΕΕ) 2015/35 (7) και (ΕΕ) 2015/61 (8) της Επιτροπής έχουν ήδη καθοριστεί κριτήρια για STS τιτλοποιήσεις για ειδικούς σκοπούς που συνοδεύονται από προληπτική εποπτεία με μεγαλύτερη ευαισθησία ως προς τους κινδύνους. |
|
(18) |
Οι ΟΕΣΤ θα πρέπει να συστήνονται μόνο σε τρίτες χώρες που δεν καταχωρίζονται ως υψηλού κινδύνου και ως μη συνεργαζόμενες δικαιοδοσίες από την Ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (FATF). Αν, κατά τον χρόνο που διενεργείται επανεξέταση του παρόντος κανονισμού, έχει εγκριθεί ειδικός κατάλογος της Ένωσης για τις δικαιοδοσίες τρίτων χωρών που αρνούνται να συμμορφωθούν με τα πρότυπα χρηστής φορολογικής διακυβέρνησης, ο εν λόγω κατάλογος της Ένωσης θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και θα μπορεί να αποτελεί κατάλογο αναφοράς για τις τρίτες χώρες στις οποίες δεν επιτρέπεται η σύσταση ΟΕΣΤ. |
|
(19) |
Είναι αναγκαίο να καθιερωθεί ένας γενικός και διατομεακά εφαρμοστέος ορισμός των τιτλοποιήσεων STS βάσει των υφιστάμενων κριτηρίων, καθώς και των κριτηρίων που θεσπίσθηκαν από την Επιτροπή της Βασιλείας για την τραπεζική εποπτεία (BCBS) και τη Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Εποπτείας Χρηματιστηρίων (IOSCO) στις 23 Ιουλίου 2015 για τον προσδιορισμό των απλών, διαφανών και συγκρίσιμων τιτλοποιήσεων στο πλαίσιο της κεφαλαιακής επάρκειας για τις τιτλοποιήσεις και, ιδίως, βάσει της γνώμης σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τον προσδιορισμό των επιλέξιμων τιτλοποιήσεων που δημοσίευσε στις 7 Ιουλίου 2015 η Ευρωπαϊκή Αρχή Επιτήρησης (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ), η οποία θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). |
|
(20) |
Η εφαρμογή κριτηρίων για τις τιτλοποιήσεις STS σε ολόκληρη την Ένωση δεν θα πρέπει να οδηγεί σε αποκλίνουσες προσεγγίσεις. Οι αποκλίνουσες προσεγγίσεις θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πιθανούς φραγμούς για τους διασυνοριακούς επενδυτές, υποχρεώνοντας τους να εξοικειωθούν με τις λεπτομέρειες των πλαισίων των κρατών μελών και, ως εκ τούτου, υποσκάπτοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών στα κριτήρια STS. Η ΕΑΤ θα πρέπει επομένως να εκπονήσει κατευθυντήριες γραμμές για τη διασφάλιση κοινής και συνεκτικής κατανόησης των απαιτήσεων STS σε ολόκληρη την Ένωση και την αντιμετώπιση των πιθανών προβλημάτων ερμηνείας. Η εν λόγω ενιαία πηγή ερμηνείας θα διευκόλυνε την υιοθέτηση των κριτηρίων STS από τις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες και τους επενδυτές. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει επίσης να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στην αντιμετώπιση των ενδεχόμενων προβλημάτων ερμηνείας. |
|
(21) |
Για να αποφευχθούν αποκλίνουσες προσεγγίσεις στην εφαρμογή των κριτηρίων τιτλοποιήσεων STS, οι τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ), στο πλαίσιο της Μεικτής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, θα πρέπει να συντονίζουν το έργο τους καθώς και το έργο των αρμόδιων αρχών, με σκοπό τη διασφάλιση διατομεακής συνεκτικότητας, και να αξιολογούν τα πρακτικά ζητήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν σε σχέση με τις τιτλοποιήσεις STS. Στην προσπάθεια αυτή, θα πρέπει επίσης να ζητήσουν τις γνώμες των συμμετεχόντων στις αγορές και να τις λάβουν υπόψη τους όσο αυτό είναι δυνατόν. Τα αποτελέσματα των συζητήσεων αυτών θα πρέπει να δημοσιευτούν στους δικτυακούς τόπους των ΕΕΑ προκειμένου να βοηθούν τις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες, τις ΟΕΣΤ και τους επενδυτές να αξιολογούν τις τιτλοποιήσεις STS πριν από την έκδοση ή την επένδυση σε τέτοιες θέσεις. Ο εν λόγω μηχανισμός συντονισμού θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικός κατά την περίοδο που οδηγεί στην υλοποίηση του παρόντος κανονισμού. |
|
(22) |
Ο παρών κανονισμός επιτρέπει μόνο στις τιτλοποιήσεις μέσω «πραγματικής πώλησης» να χαρακτηριστούν ως τιτλοποιήσεις STS. Σε μια τιτλοποίηση μέσω πραγματικής πώλησης, η κυριότητα των υποκείμενων ανοιγμάτων μεταβιβάζεται ή εκχωρείται ουσιαστικά σε μια εκδίδουσα οντότητα που είναι ΟΕΣΤ. Η μεταβίβαση ή εκχώρηση των υποκείμενων ανοιγμάτων στην ΟΕΣΤ δεν θα πρέπει να υπόκειται σε διατάξεις επιστροφής αμοιβών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του πωλητή, με την επιφύλαξη των διατάξεων των εθνικών νομοθεσιών περί αφερεγγυότητας βάσει των οποίων η πώληση υποκείμενων ανοιγμάτων που έχει συναφθεί εντός ορισμένης περιόδου πριν από την κήρυξη της αφερεγγυότητας του πωλητή μπορεί, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, να ακυρωθεί. |
|
(23) |
Νομική γνώμη που παρέχεται από ειδικευμένο νομικό σύμβουλο θα μπορούσε να επιβεβαιώσει την πραγματική πώληση ή εκχώρηση ή μεταβίβαση με τις αυτές νομικές συνέπειες των υποκείμενων ανοιγμάτων και την εκτελεστότητα της εν λόγω πραγματικής πώλησης ή εκχώρησης ή μεταβίβασης με τις αυτές νομικές συνέπειες σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο. |
|
(24) |
Σε τιτλοποιήσεις που πραγματοποιούνται χωρίς «πραγματική πώληση», δεν μεταβιβάζονται τα υποκείμενα ανοίγματα σε μια εκδίδουσα οντότητα που είναι ΟΕΣΤ, αλλά μεταβιβάζεται ο πιστωτικός κίνδυνος που σχετίζεται με τα υποκείμενα ανοίγματα μέσω σύμβασης παραγώγων ή εγγυήσεων. Αυτό δημιουργεί πρόσθετο πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και πιθανή περιπλοκότητα που σχετίζεται ιδίως με το περιεχόμενο της σύμβασης παραγώγων. Για τους λόγους αυτούς, τα κριτήρια για τιτλοποιήσεις STS δεν θα πρέπει να επιτρέπουν σύνθετη τιτλοποίηση. Θα πρέπει να αναγνωρισθεί η πρόοδος που σημειώθηκε από την ΕΑΤ στην έκθεσή της του Δεκεμβρίου του 2015, στην οποία προσδιορίζεται πιθανή δέσμη κριτηρίων STS για τη σύνθετη τιτλοποίηση και ορίζεται η «σύνθετη τιτλοποίηση εντός ισολογισμού» και η «σύνθετη τιτλοποίηση αρμπιτράζ». Μόλις η ΕΑΤ ορίσει με σαφήνεια μια δέσμη κριτηρίων STS που θα εφαρμόζονται ειδικά στις σύνθετες τιτλοποιήσεις εντός ισολογισμού, και προκειμένου να προωθηθεί η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας και ειδικότερα των ΜΜΕ οι οποίες επωφελούνται περισσότερο από αυτές τις τιτλοποιήσεις, η Επιτροπή θα πρέπει να συντάξει έκθεση και, αν αρμόζει, να υιοθετήσει νομοθετική πρόταση για την επέκταση του πλαισίου STS σε αυτές τις τιτλοποιήσεις. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να προταθεί τέτοια επέκταση από την Επιτροπή όσον αφορά τις σύνθετες τιτλοποιήσεις αρμπιτράζ. |
|
(25) |
Τα υποκείμενα ανοίγματα που μεταβιβάζονται από τον πωλητή στην ΟΕΣΤ θα πρέπει να ικανοποιούν προκαθορισμένα και σαφώς προσδιορισμένα κριτήρια επιλεξιμότητας τα οποία δεν επιτρέπουν ελεύθερα την ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου για τα εν λόγω ανοίγματα. Η υποκατάσταση των ανοιγμάτων που παραβαίνουν δηλώσεις και εγγυήσεις, καταρχήν δεν θα πρέπει να θεωρείται ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου. |
|
(26) |
Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν θα πρέπει περιλαμβάνουν ανοίγματα σε αθέτηση ή σε οφειλέτες ή εγγυητές οι οποίοι, εξ όσων γνωρίζει η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης, τελούν σε συγκεκριμένες καταστάσεις απομειωμένης πιστωτικής αξίας (για παράδειγμα οφειλέτες που έχουν κηρυχθεί αφερέγγυοι). Το πρότυπο «βέλτιστης γνώσης» θα πρέπει να θεωρείται ότι πληρούται βάσει των πληροφοριών που λαμβάνονται από τους οφειλέτες σχετικά με τη δημιουργία των ανοιγμάτων, των πληροφοριών που λαμβάνονται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα κατά τη διάρκεια της εξυπηρέτησης των ανοιγμάτων ή της οικείας διαδικασίας διαχείρισης κινδύνου ή των πληροφοριών που κοινοποιούνται στη μεταβιβάζουσα οντότητα από τρίτον. Σε ανοίγματα που υπήρξαν μη εξυπηρετούμενα και στη συνέχεια αναδιαρθρώθηκαν θα πρέπει να εφαρμόζεται συνετή προσέγγιση. Εντούτοις, η προσθήκη των τελευταίων στην ομάδα υποκείμενου ανοίγματος δεν θα πρέπει να αποκλειστεί, σε περίπτωση που αυτά τα ανοίγματα δεν έχουν εμφανίσει νέες καθυστερούμενες οφειλές από την ημερομηνία της αναδιάρθρωσης η οποία θα πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί τουλάχιστον ένα έτος πριν από την ημερομηνία μεταβίβασης ή εκχώρησης των υποκείμενων ανοιγμάτων στην ΟΕΣΤ. Στις περιπτώσεις αυτές, η επαρκής δημοσιοποίηση θα πρέπει να εξασφαλίζει πλήρη διαφάνεια. |
|
(27) |
Προκειμένου να διασφαλιστεί η από μέρους των επενδυτών άρτια διενέργεια δέουσας επιμέλειας και να διευκολυνθεί η αξιολόγηση των υποκείμενων κινδύνων, είναι σημαντικό να υποστηρίζονται οι πράξεις τιτλοποίησης από ομάδες ανοιγμάτων που παρουσιάζουν ομοιογένεια ως προς το είδος των στοιχείων ενεργητικού, όπως ομάδες στεγαστικών δανείων ή ομάδες εταιρικών δανείων, δανείων για επιχειρηματικά ακίνητα, χρηματοδοτικών μισθώσεων και πιστωτικών διευκολύνσεων χορηγούμενων σε επιχειρήσεις της ίδιας κατηγορίας ή ομάδες δανείων αγοράς αυτοκινήτου και χρηματοδοτικών μισθώσεων αυτοκινήτων, ή ομάδες πιστωτικών διευκολύνσεων χορηγούμενων σε ιδιώτες για προσωπική, οικογενειακή ή οικιακή κατανάλωση. Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν κινητές αξίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 44) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Για να ληφθούν υπόψη τα κράτη μέλη, στα οποία είναι κοινή πρακτική για τα πιστωτικά ιδρύματα να χρησιμοποιούν ομόλογα αντί των δανειακών συμβάσεων για την παροχή πιστώσεων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, θα πρέπει να είναι δυνατό να συμπεριλαμβάνονται τα εν λόγω ομόλογα, εφόσον αυτά δεν έχουν εισαχθεί σε τόπο διαπραγμάτευσης. |
|
(28) |
Είναι ουσιώδης η αποτροπή επανεμφάνισης των μοντέλων «δημιουργίας και διανομής δανείων» («originate to distribute»). Στις περιπτώσεις αυτές, οι δανειοδότες χορηγούν πιστώσεις χρησιμοποιώντας κακής ποιότητας και ανεπαρκείς πολιτικές ανάληψης ασφαλιστικών κινδύνων, εφόσον γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι οι σχετικοί κίνδυνοι θα πωληθούν τελικά σε τρίτους. Επομένως, τα προς τιτλοποίηση ανοίγματα θα πρέπει να προέρχονται από τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες της μεταβιβάζουσας οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη σύμφωνα με πρότυπα αναδοχής που δεν θα πρέπει να υπολείπονται σε αυστηρότητα εκείνων που εφαρμόζει η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης κατά τον χρόνο της δημιουργίας σε παρόμοια ανοίγματα που δεν τιτλοποιούνται. Ουσιώδεις αλλαγές στα πρότυπα αναδοχής θα πρέπει να γνωστοποιούνται πλήρως στους δυνητικούς επενδυτές ή, στην περίπτωση πλήρως υποστηριζόμενων προγραμμάτων ABCP, στην ανάδοχη οντότητα και τα λοιπά μέρη που εκτίθενται άμεσα στη συναλλαγή ABCP. Η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή πείρα στη δημιουργία ανοιγμάτων παρόμοιας φύσης με εκείνα που έχουν τιτλοποιηθεί. Στην περίπτωση τιτλοποιήσεων όπου τα υποκείμενα ανοίγματα είναι στεγαστικά δάνεια, το σύνολο των δανείων δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει δάνεια που διατίθενται στην αγορά και είχαν συναφθεί με την παραδοχή ότι ο αιτών δάνειο ή, κατά περίπτωση, οποιοσδήποτε μεσάζων, έχει ενημερωθεί ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες ενδέχεται να μην έχουν επαληθευτεί από τον δανειοδότη. Η αξιολόγηση της φερεγγυότητας του δανειολήπτη θα πρέπει επίσης να ικανοποιεί, κατά περίπτωση, τις απαιτήσεις των οδηγιών 2008/48/ΕΚ (10) ή 2014/17/ΕΕ (11) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή τις αντίστοιχες απαιτήσεις τρίτων χωρών. |
|
(29) |
Ισχυρή εξάρτηση της αποπληρωμής θέσεων τιτλοποίησης από την πώληση στοιχείων του ενεργητικού που ασφαλίζουν τα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού δημιουργεί τρωτά σημεία, όπως φαίνεται από τις κακές επιδόσεις τμημάτων της αγοράς τιτλοποιημένων εμπορικών ενυπόθηκων δάνειων (CMBS) κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ως εκ τούτου, τα CMBS δεν θα πρέπει να θεωρούνται τιτλοποιήσεις STS. |
|
(30) |
Όταν είναι διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των υποκείμενων στοιχείων ενεργητικού στις τιτλοποιήσεις, η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα θα πρέπει να τα δημοσιεύουν. Ως εκ τούτου, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα υποκείμενα ανοίγματα είναι στεγαστικά δάνεια ή δάνεια για αγορά αυτοκινήτων ή μισθώσεις αυτοκινήτων, η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ μιας τιτλοποίησης STS θα πρέπει να δημοσιεύουν τις διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν την περιβαλλοντική απόδοση των στοιχείων ενεργητικού που χρηματοδοτούνται από τα εν λόγω στεγαστικά δάνεια ή δάνεια για αγορά αυτοκινήτων ή μισθώσεις αυτοκινήτων. |
|
(31) |
Όταν οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τον χαρακτηρισμό STS για τις τιτλοποιήσεις τους, θα πρέπει να ενημερώνονται οι επενδυτές, οι αρμόδιες αρχές και η ΕΑΚΑΑ ότι η συγκεκριμένη τιτλοποίηση ικανοποιεί τις απαιτήσεις STS. Η ενημέρωση θα πρέπει να περιλαμβάνει εξήγηση για το πώς τηρήθηκε κάθε ένα από τα κριτήρια των τιτλοποιήσεων STS. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει τότε να τη δημοσιεύσει σε κατάλογο κοινοποιούμενων τιτλοποιήσεων STS που αναρτώνται στον δικτυακό τόπο της για ενημερωτικούς λόγους. Η αναφορά της έκδοσης μιας τιτλοποίησης στον κατάλογο κοινοποιούμενων τιτλοποιήσεων STS της ΕΑΚΑΑ δεν συνεπάγεται πιστοποίηση από μέρους της ΕΑΚΑΑ ή άλλων αρμόδιων αρχών ότι η εν λόγω τιτλοποίηση ικανοποιεί τις απαιτήσεις των τιτλοποιήσεων STS. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις STS εξακολουθεί να τελεί υπό την αποκλειστική ευθύνη των μεταβιβαζουσών οντοτήτων, των ανάδοχων οντοτήτων και των ΟΕΣΤ. Έτσι θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ θα αναλαμβάνουν την ευθύνη για τον ισχυρισμό τους ότι η τιτλοποίηση μπορεί να χαρακτηριστεί τιτλοποίηση STS και ότι υπάρχει διαφάνεια στην αγορά. |
|
(32) |
Όταν μια τιτλοποίηση δεν ικανοποιεί πια τις απαιτήσεις των τιτλοποιήσεων STS, η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα θα πρέπει να ενημερώνουν αμέσως την ΕΑΚΑΑ και την οικεία αρμόδια αρχή. Επιπροσθέτως, όταν μια αρμόδια αρχή επιβάλει διοικητικές κυρώσεις σχετικά με τιτλοποίηση που κοινοποιείται ως τιτλοποίηση STS, η εν λόγω αρμόδια αρχή θα πρέπει να ενημερώνει αμέσως την ΕΑΚΑΑ προκειμένου η συμπερίληψή τους στον κατάλογο κοινοποιούμενων STS να επιτρέπει την ενημέρωση των επενδυτών για τις εν λόγω κυρώσεις και για την αξιοπιστία των κοινοποιήσεων STS. Επομένως είναι προς συμφέρον των μεταβιβαζουσών οντοτήτων και των ανάδοχων οντοτήτων το να εξετάζουν ενδελεχώς τις κοινοποιήσεις τους, προκειμένου να αποφευχθούν αρνητικές επιπτώσεις στη φήμη τους. |
|
(33) |
Οι επενδυτές θα πρέπει να διενεργούν οι ίδιοι τη δέουσα επιμέλεια για τις επενδύσεις τους, η οποία θα πρέπει να είναι ανάλογη των συνεπαγόμενων κινδύνων, αλλά θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να βασιστούν στις κοινοποιήσεις των τιτλοποιήσεων STS και στην πληροφόρηση που δημοσιοποιεί η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ προκειμένου να κρίνουν κατά πόσον η τιτλοποίηση ικανοποιεί τις απαιτήσεις STS. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να βασίζονται αποκλειστικά και μηχανικά σε τέτοιες κοινοποιήσεις και πληροφορίες. |
|
(34) |
Η εμπλοκή τρίτων, προκειμένου να συμβάλουν στον έλεγχο της συμμόρφωσης μιας τιτλοποίησης με τις απαιτήσεις STS, θα μπορούσε να είναι χρήσιμη για τους επενδυτές, τις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες και τις ΟΕΣΤ, και θα μπορούσε να συμβάλει στη βελτίωση της εμπιστοσύνης στην αγορά όσον αφορά τις απλές, διαφανείς και τυποποιημένες τιτλοποιήσεις STS. Μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες και ΟΕΣΤ θα μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τρίτου εγκεκριμένου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, για να εκτιμούν κατά πόσον η τιτλοποίησή τους συμμορφώνεται με τα κριτήρια των τιτλοποιήσεων STS. Οι τρίτοι αυτοί θα πρέπει να υπόκεινται σε έγκριση από αρμόδιες αρχές. Η κοινοποίηση στην ΕΑΚΑΑ και η επακόλουθη δημοσίευση στον ιστότοπο της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναφέρουν αν η συμμόρφωση της τιτλοποίησης STS επιβεβαιώθηκε από εγκεκριμένο τρίτο. Ωστόσο, είναι ουσιώδες να διενεργούν οι επενδυτές τη δική τους αξιολόγηση, να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις επενδυτικές τους αποφάσεις και να μη βασίζονται μηχανικά σε τρίτους. Η εμπλοκή τρίτου δεν θα πρέπει με κανένα τρόπο να μεταθέτει από τις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες και τους θεσμικούς επενδυτές την τελική νομική ευθύνη για την κοινοποίηση και την επεξεργασία μιας πράξης τιτλοποίησης ως τιτλοποίησης STS. |
|
(35) |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν αρμόδιες αρχές και να τους παράσχουν τις αναγκαίες αρμοδιότητες άσκησης εποπτείας, διεξαγωγής ερευνών και επιβολής κυρώσεων. Οι διοικητικές κυρώσεις θα πρέπει, καταρχήν, να δημοσιεύονται. Δεδομένου ότι οι επενδυτές, οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες, οι αρχικοί δανειοδότες και οι ΟΕΣΤ μπορούν να είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικά κράτη μέλη και να εποπτεύονται από διαφορετικές τομεακές αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να εξασφαλίζεται στενή συνεργασία μεταξύ των οικείων αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σε ό,τι αφορά τα ειδικά καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (12), καθώς και με τις ΕΕΑ, μέσω ανταλλαγής πληροφοριών και αμοιβαίας βοήθειας στις εποπτικές δραστηριότητες. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να επιβάλουν κυρώσεις μόνο σε περίπτωση εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παράβασης. Η εφαρμογή διορθωτικών μέτρων δεν θα πρέπει να εξαρτάται από την απόδειξη της πρόθεσης ή της αμέλειας. Κατά τον καθορισμό του κατάλληλου είδους και επιπέδου κυρώσεων ή διορθωτικών μέτρων, όταν συνεκτιμούν την οικονομική ισχύ του υπεύθυνου φυσικού ή νομικού προσώπου, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει, ειδικότερα, να λαμβάνουν υπόψη τον συνολικό κύκλο εργασιών του υπεύθυνου νομικού προσώπου ή το ετήσιο εισόδημα και τα καθαρά στοιχεία ενεργητικού του υπεύθυνου φυσικού προσώπου. |
|
(36) |
Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συντονίζουν στενά την εποπτεία τους και να διασφαλίζουν τη συνεκτικότητα των αποφάσεων που λαμβάνονται, ιδίως σε περίπτωση παραβιάσεων του παρόντος κανονισμού. Όταν μια τέτοια παραβίαση αφορά εσφαλμένη ή παραπλανητική κοινοποίηση, η αρμόδια αρχή που διαπιστώνει την παραβίαση θα πρέπει επίσης να ενημερώσει τις ΕΕΑ και τις σχετικές αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών, η ΕΑΚΑΑ και, κατά περίπτωση, η Μεικτή Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, θα πρέπει να ασκήσουν τις δεσμευτικές διαμεσολαβητικές τους αρμοδιότητες. |
|
(37) |
Οι απαιτήσεις για τη χρήση του χαρακτηρισμού «απλή, διαφανής και τυποποιημένη τιτλοποίηση» (STS) είναι νέες και θα εξειδικευθούν περαιτέρω με κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ και με την εποπτική πρακτική με την πάροδο του χρόνου. Προκειμένου να αποφευχθούν για τους συμμετέχοντες στην αγορά αποτελέσματα που θα τους αποτρέπουν από τη χρήση του νέου αυτού χαρακτηρισμού, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν στη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ανάδοχη οντότητα και την ΟΕΣΤ περίοδο χάριτος τριών μηνών για τη διόρθωση τυχόν εσφαλμένης χρήσης του χαρακτηρισμού που έχει γίνει καλόπιστα. Η καλή πίστη θα πρέπει να τεκμαίρεται, όταν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ δεν θα μπορούσαν να γνωρίζουν ότι η τιτλοποίηση δεν πληρούσε όλα τα κριτήρια STS ώστε να χαρακτηριστεί τιτλοποίηση STS. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χάριτος, η εν λόγω τιτλοποίηση θα πρέπει να συνεχίσει να θεωρείται συμβατή με τις απαιτήσεις STS και δεν θα πρέπει να διαγραφεί από τον κατάλογο που καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. |
|
(38) |
Ο παρών κανονισμός προάγει την εναρμόνιση αρκετών βασικών στοιχείων στην αγορά τιτλοποιήσεων, με την επιφύλαξη περαιτέρω συμπληρωματικής εναρμόνισης των διαδικασιών και των πρακτικών που εφαρμόζονται στις αγορές τιτλοποιήσεων, με πρωτοβουλία των ίδιων των αγορών. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται οπωσδήποτε η συνέχιση των προσπαθειών από μέρους των συμμετεχόντων στις αγορές και των επαγγελματικών τους ενώσεων για την περαιτέρω τυποποίηση των πρακτικών στις αγορές, ιδίως δε την τυποποίηση της τεκμηρίωσης των τιτλοποιήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί προσεκτικά τις προσπάθειες τυποποίησης που καταβάλλουν οι συμμετέχοντες στις αγορές και να υποβάλλει σχετικές εκθέσεις. |
|
(39) |
Οι οδηγίες 2009/65/ΕΚ (13), 2009/138/ΕΚ (14) και 2011/61/ΕΕ (15) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 (16) και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (17) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τροποποιούνται αντίστοιχα προκειμένου να διασφαλιστεί η εναρμόνιση του ενωσιακού νομικού πλαισίου με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τις διατάξεις που αφορούν την τιτλοποίηση, το βασικό αντικείμενο των οποίων είναι η ίδρυση και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ιδίως μέσω διασφάλισης ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά για όλους τους θεσμικούς επενδυτές. |
|
(40) |
Όσον αφορά τις τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων («OTC») που συνάπτονται από ΟΕΣΤ δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Αυτό συμβαίνει διότι οι αντισυμβαλλόμενοι συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται με ΟΕΣΤ είναι διασφαλισμένοι πιστωτές στο πλαίσιο ρυθμίσεων τιτλοποίησης και συνήθως προβλέπεται επαρκής προστασία από τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου. Όσον αφορά τα παράγωγα των οποίων η εκκαθάριση δεν γίνεται σε κεντρικό επίπεδο, τα επίπεδα των απαιτούμενων εγγυήσεων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και την ειδική διάρθρωση των ρυθμίσεων τιτλοποίησης και την προστασία που διασφαλίζεται ήδη στο πλαίσιο αυτό. |
|
(41) |
Υπάρχει ένας βαθμός δυνατότητας υποκατάστασης μεταξύ των καλυμμένων ομολόγων και των τιτλοποιήσεων. Ως εκ τούτου, προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανότητα στρέβλωσης ή αρμπιτράζ μεταξύ της χρήσης τιτλοποιήσεων και καλυμμένων ομολόγων, λόγω της διαφορετικής μεταχείρισης των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που έχουν συναφθεί από οντότητες καλυμμένων ομολόγων ή ΟΕΣΤ, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να διασφαλιστεί η συνοχή της μεταχείρισης μεταξύ των παραγώγων που συνδέονται με καλυμμένα ομόλογα και των παραγώγων που συνδέονται με τιτλοποιήσεις, σε ό,τι αφορά την υποχρέωση εκκαθάρισης και τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας επί μη κεντρικά εκκαθαριζόμενων συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. |
|
(42) |
Προκειμένου να εναρμονιστούν τα τέλη εποπτείας που πρόκειται να επιβάλλονται από την ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όσον αφορά τον περαιτέρω προσδιορισμό του είδους των τελών, των θεμάτων για τα οποία επιβάλλονται τέλη, του ύψους τους και του τρόπου καταβολής τους. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (18). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. |
|
(43) |
Προκειμένου να καθοριστεί η απαίτηση περί διατήρησης κινδύνου καθώς και να διασαφηνισθούν περαιτέρω τα κριτήρια ομοιογένειας και τα ανοίγματα να θεωρηθούν ότι είναι ομοιογενή βάσει των απαιτήσεων σχετικά με την απλότητα, διασφαλίζοντας ότι η τιτλοποίηση των δανείων προς τις ΜΜΕ δεν επηρεάζεται αρνητικά, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καταρτίζονται από την ΕΑΤ όσον αφορά τις μεθόδους διατήρησης κινδύνου, τη μέτρηση του επιπέδου διατήρησης, συγκεκριμένες απαγορεύσεις σχετικά με τον διατηρούμενο κίνδυνο, τη διατήρηση σε ενοποιημένη βάση και την εξαίρεση ορισμένων πράξεων και τον καθορισμό των κριτηρίων ομοιογένειας και του ποια υποκείμενα ανοίγματα θεωρείται ότι είναι ομοιογενή. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Η ΕΑΤ θα πρέπει να προβαίνει σε στενές διαβουλεύσεις με τις άλλες δύο ΕΕΑ. |
|
(44) |
Προκειμένου να διευκολύνεται η συνεχής, εύκολη και ελεύθερη πρόσβαση των επενδυτών σε αξιόπιστη πληροφόρηση σχετικά με τις τιτλοποιήσεις, καθώς και να προσδιοριστούν οι όροι της υποχρέωσης συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών των αρμόδιων αρχών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καταρτίζονται από την ΕΑΚΑΑ όσον αφορά συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με τα υποκείμενα ανοίγματα και την τακτική υποβολή εκθέσεων προς τους επενδυτές, τον κατάλογο των θεμιτών σκοπών για τους οποίους επιτρέπονται επανατιτλοποιήσεις, τις διαδικασίες που επιτρέπουν στα αρχεία καταγραφής τιτλοποιήσεων να εξακριβώσουν την πληρότητα και τη συνέπεια των λεπτομερών στοιχείων που τους υποβάλλονται, την αίτηση καταχώρισης και την απλουστευμένη αίτηση για επέκταση της καταχώρισης, τα λεπτομερή στοιχεία της τιτλοποίησης που πρέπει να υποβληθούν για λόγους διαφάνειας, τα λειτουργικά πρότυπα που απαιτούνται προκειμένου να γίνεται η συλλογή, η συγκέντρωση και η σύγκριση δεδομένων μεταξύ αρχείων καταγραφής τιτλοποιήσεων, τις πληροφορίες στις οποίες οι ορισθείσεις οντότητες έχουν πρόσβαση και τους όρους και τις προϋποθέσεις άμεσης πρόσβασης, τις πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται σε περίπτωση κοινοποίησης STS, τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές στην αίτηση για την εξουσιοδότηση τρίτου μέρους επαληθευτή, και τις πληροφορίες που πρόκειται να ανταλλαχθούν και το περιεχόμενο και το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων ειδοποίησης. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δυνάμει του άρθρου 290 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να προβαίνει σε στενές διαβουλεύσεις με τις άλλες δύο ΕΕΑ. |
|
(45) |
Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαδικασία για τους επενδυτές, τις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες και τις ΟΕΣΤ, θα πρέπει επίσης να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης εκτελεστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καταρτίζονται από την ΕΑΚΑΑ όσον αφορά τα πρότυπα που θα χρησιμοποιηθούν όταν καθίσταται η πληροφορία διαθέσιμη στους κατόχους θέσης τιτλοποίησης, τον τύπο της αίτησης καταχώρισης και της αίτησης επέκτασης καταχώρισης αρχείων καταγραφής τιτλοποίησης, το πρότυπο για την παροχή των πληροφοριών, τα πρότυπα που θα χρησιμοποιηθούν για την παροχή πληροφοριών στα αρχεία καταγραφής τιτλοποιήσεων, λαμβάνοντας υπόψη λύσεις τις λύσεις που έχουν επεξεργαστεί οι υπάρχοντες φορείς συλλογής δεδομένων τιτλοποίησης, και το πρότυπο των κοινοποιήσεων των τιτλοποιήσεων STS που θα παρέχει στους επενδυτές και στις αρμόδιες αρχές επαρκή πληροφόρηση προκειμένου να μπορούν να αξιολογήσουν τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των τιτλοποιήσεων STS. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 291 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να προβαίνει σε στενές διαβουλεύσεις με τις άλλες δύο ΕΕΑ. |
|
(46) |
Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι ο καθορισμός ενός γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και η δημιουργία ειδικού πλαισίου για την τιτλοποίηση STS δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, δεδομένου ότι οι αγορές τιτλοποιήσεων λειτουργούν σε παγκόσμιο επίπεδο και ότι θα πρέπει να διασφαλίζονται ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά για όλους τους θεσμικούς επενδυτές και τις οντότητες που εμπλέκονται στην τιτλοποίηση, μπορούν όμως εξαιτίας της έκτασης και των επιπτώσεων να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων. |
|
(47) |
Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδίδονται από την 1η Ιανουαρίου 2019 και μετά. |
|
(48) |
Όσον αφορά τις θέσεις τιτλοποίησης που εκκρεμούν την 1η Ιανουαρίου 2019, οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό τιτλοποιήσεις «STS», υπό την προϋπόθεση ότι η τιτλοποίηση ικανοποιεί τις απαιτήσεις των τιτλοποιήσεων STS, για ορισμένες απαιτήσεις κατά τον χρόνο της κοινοποίησης και για άλλες απαιτήσεις κατά τον χρόνο της δημιουργίας. Συνεπώς, οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ θα πρέπει να μπορούν να υποβάλουν στην ΕΑΚΑΑ κοινοποίηση της τιτλοποίησης STS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις στην τιτλοποίηση θα πρέπει να γίνονται αποδεκτές με την προϋπόθεση ότι η τιτλοποίηση εξακολουθεί να πληροί όλες τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της τιτλοποίησης STS. |
|
(49) |
Οι απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζονται σύμφωνα με το υφιστάμενο ενωσιακό δίκαιο πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται σε τιτλοποιήσεις εκδοθείσες κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2011 και σε τιτλοποιήσεις εκδοθείσες πριν την 1η Ιανουαρίου 2011 όταν έχουν προστεθεί ή αντικατασταθεί νέα υποκείμενα ανοίγματα μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2014. Οι σχετικές διατάξεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 625/2014 της Επιτροπής (19) που καθορίζουν τις απαιτήσεις για τη διατήρηση του κινδύνου για τα πιστωτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις επενδύσεων, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20), θα πρέπει να εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη στιγμή όπου θα τεθούν σε εφαρμογή τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τη διατήρηση του κινδύνου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, τα πιστωτικά ιδρύματα ή οι επενδυτικοί οίκοι, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι επιχειρήσεις αντασφάλισης και οι διαχειριστές εναλλακτικών επενδυτικών κεφαλαίων θα πρέπει, όσον αφορά θέσεις τιτλοποίησης που εκκρεμούν κατά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, να εξακολουθούν να υπόκεινται στο άρθρο 405 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στα κεφάλαια I, II και III και στο άρθρο 22 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 625/2014 της Επιτροπής, στα άρθρα 254 και 255 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/35, καθώς και στο άρθρο 51 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 231/2013 της Επιτροπής (21) αντίστοιχα. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις περί διαφάνειας, μέχρι που θα εφαρμοστούν τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που θα εγκριθούν από την Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να καθιστούν διαθέσιμες τις πληροφορίες που αναφέρονται στα παραρτήματα I έως VIII του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/3 της Επιτροπής (22), |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει γενικό πλαίσιο για την τιτλοποίηση. Ορίζει την τιτλοποίηση και καθορίζει τις απαιτήσεις σχετικά με τη δέουσα επιμέλεια, τη διατήρηση του κινδύνου και τη διαφάνεια για τα μέρη που συμμετέχουν σε τιτλοποιήσεις, τα κριτήρια για την παροχή πίστωσης, τις απαιτήσεις πώλησης τιτλοποιήσεων σε πελάτες λιανικής, την απαγόρευση επανατιτλοποίησης, τις απαιτήσεις εκ μέρους των ΟΕΣΤ καθώς και τους όρους και διαδικασίες για τα αρχεία καταγραφής τιτλοποιήσεων. Δημιουργεί επίσης ένα ειδικό πλαίσιο για την απλή, διαφανή και τυποποιημένη («STS») τιτλοποίηση.
2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στους θεσμικούς επενδυτές και στις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες, τους αρχικούς δανειοδότες και τις οντότητες ειδικού σκοπού τιτλοποίησης.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
|
1) |
ως «τιτλοποίηση» νοείται η πράξη ή το πρόγραμμα μερισμού κατά τμήματα του πιστωτικού κινδύνου που συνδέεται με άνοιγμα ή με ομάδα ανοιγμάτων με όλα τα εξής χαρακτηριστικά:
|
|
2) |
ως «οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση» ή «ΟΕΣΤ» νοείται εταιρεία, καταπίστευμα ή άλλη οντότητα, πλην μεταβιβάζουσας οντότητας ή ανάδοχης οντότητας, που έχει συσταθεί με τον σκοπό να αναλάβει μία ή περισσότερες τιτλοποιήσεις, οι δραστηριότητες της οποίας περιορίζονται στις δέουσες για την επίτευξη του σκοπού αυτού, η δομή της οποίας αποσκοπεί στον διαχωρισμό των υποχρεώσεων της ΟΕΣΤ από εκείνες της μεταβιβάζουσας οντότητας· |
|
3) |
ως «μεταβιβάζουσα οντότητα» νοείται οντότητα η οποία:
|
|
4) |
ως «επανατιτλοποίηση» νοείται η τιτλοποίηση στην οποία τουλάχιστον ένα από τα υποκείμενα ανοίγματα είναι θέση τιτλοποίησης· |
|
5) |
ως «ανάδοχη οντότητα» νοείται ένα πιστωτικό ίδρυμα, είτε βρίσκεται στην Ένωση είτε όχι, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή μία επιχείρηση επενδύσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ πλην μεταβιβάζουσας οντότητας, η οποία:
|
|
6) |
ως «τμήμα τιτλοποίησης» νοείται ένα συμβατικά προσδιοριζόμενο μέρος του πιστωτικού κινδύνου που συνδέεται με άνοιγμα ή με ομάδα ανοιγμάτων, η κατοχή θέσης στο οποίο συνεπάγεται κίνδυνο πιστωτικής ζημίας μεγαλύτερο ή μικρότερο από ισόποση θέση σε άλλο ανάλογο μέρος πιστωτικού κινδύνου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πιστωτική προστασία που παρέχεται άμεσα από τρίτους σε όσους κατέχουν θέσεις στο εν λόγω ή σε άλλα μέρη πιστωτικού κινδύνου· |
|
7) |
ως «πρόγραμμα έκδοσης εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού» ή «πρόγραμμα ABCP» νοείται ένα πρόγραμμα τιτλοποίησης εκδιδόμενων τίτλων που έχουν κυρίως μορφή εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού και αρχική ληκτότητα μικρότερη ή ίση του ενός έτους· |
|
8) |
ως «συναλλαγή εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού» ή «συναλλαγή ABCP» νοείται μια τιτλοποίηση στο πλαίσιο ενός προγράμματος ABCP· |
|
9) |
ως «παραδοσιακή τιτλοποίηση» νοείται τιτλοποίηση που περιλαμβάνει τη μεταφορά του οικονομικού συμφέροντος στα τιτλοποιούμενα ανοίγματα μέσω της μεταβίβασης της κυριότητας των εν λόγω ανοιγμάτων από τη μεταβιβάζουσα οντότητα σε ΟΕΣΤ ή μέσω μερικής συμμετοχής της ΟΕΣΤ. Οι εκδιδόμενοι τίτλοι δεν αντιπροσωπεύουν υποχρεώσεις πληρωμών της μεταβιβάζουσας οντότητας· |
|
10) |
ως «σύνθετη τιτλοποίηση» νοείται μια τιτλοποίηση κατά την οποία η μεταφορά κινδύνου επιτυγχάνεται με τη χρήση πιστωτικών παράγωγων μέσων ή εγγυήσεων και τα τιτλοποιούμενα ανοίγματα εξακολουθούν να αποτελούν ανοίγματα της μεταβιβάζουσας οντότητας· |
|
11) |
ως «επενδυτής» νοείται φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει θέση τιτλοποίησης· |
|
12) |
ως «θεσμικός επενδυτής» νοείται ο επενδυτής που είναι ένα από τα ακόλουθα:
|
|
13) |
ως «διαχειριστής» νοείται η οντότητα που διαχειρίζεται σε καθημερινή βάση ομάδα αποκτηθεισών εισπρακτέων απαιτήσεων ή τα υποκείμενα πιστωτικά ανοίγματα· |
|
14) |
ως «ταμειακή διευκόλυνση» νοείται η θέση τιτλοποίησης που απορρέει από συμβατική συμφωνία χρηματοδότησης με την οποία εξασφαλίζεται η έγκαιρη πληρωμή των χρηματορροών στους επενδυτές· |
|
15) |
ως «ανακυκλούμενο άνοιγμα» νοείται ένα άνοιγμα στο οποίο τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των δανειοληπτών είναι δυνατόν να κυμαίνονται, με βάση την απόφαση του πελάτη για το ποσό που θα δανειστεί και θα εξοφλήσει, μέχρις ενός συμφωνημένου ορίου· |
|
16) |
ως «ανακυκλούμενη τιτλοποίηση» νοείται τιτλοποίηση κατά την οποία η ίδια η σύνθεση της τιτλοποίησης ανακυκλώνεται από ανοίγματα που προστίθενται ή αφαιρούνται από τη δέσμη ανοιγμάτων, ανεξάρτητα από το αν τα ανοίγματα είναι ή δεν είναι ανακυκλούμενες πιστώσεις· |
|
17) |
ως «ρύθμιση πρόωρης εξόφλησης των τίτλων» νοείται μια συμβατική ρήτρα σε τιτλοποίηση ανακυκλούμενων ανοιγμάτων ή ανακυκλούμενης τιτλοποίησης η οποία, κατά την επέλευση συγκεκριμένων γεγονότων, απαιτεί την εξόφληση των θέσεων τιτλοποίησης των επενδυτών πριν από την αρχικά προσδιορισθείσα ληκτότητα των εν λόγω θέσεων· |
|
18) |
ως «τμήμα πρωτεύουσας ζημίας» νοείται το τμήμα χαμηλότερης εξασφάλισης μιας τιτλοποίησης, που είναι το πρώτο τμήμα που επωμίζεται τις εκ των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων ζημίες και, κατά συνέπεια, παρέχει προστασία στο τμήμα δευτερεύουσας ζημίας και, εάν συντρέχει περίπτωση, σε τμήματα με υψηλότερη κατάταξη· |
|
19) |
ως «θέση τιτλοποίησης» νοείται το άνοιγμα σε τιτλοποίηση· |
|
20) |
ως «αρχικός δανειοδότης» νοείται μια οντότητα που, είτε η ίδια είτε μέσω συγγενικών οντοτήτων, άμεσα ή έμμεσα, συνήψε την αρχική συμφωνία με την οποία δημιουργήθηκαν οι υποχρεώσεις ή οι δυνητικές υποχρεώσεις του χρεώστη ή του δυνητικού χρεώστη οι οποίες οδηγούν στα υπό τιτλοποίηση ανοίγματα· |
|
21) |
ως «πλήρως υποστηριζόμενο πρόγραμμα ABCP» νοείται ένα πρόγραμμα ABCP το οποίο υποστηρίζεται άμεσα και πλήρως από την ανάδοχη οντότητά του με την παροχή στην ή στις ΟΕΣΤ μίας ή περισσότερων ταμειακών διευκολύνσεων που καλύπτουν τουλάχιστον όλα τα ακόλουθα:
|
|
22) |
ως «πλήρως υποστηριζόμενη συναλλαγή ABCP» νοείται μια συναλλαγή ABCP υποστηριζόμενη από ταμειακή διευκόλυνση, σε επίπεδο πράξης ή σε επίπεδο προγράμματος ABCP, η οποία καλύπτει τουλάχιστον όλα τα ακόλουθα:
|
|
23) |
ως «αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων» νοείται νομικό πρόσωπο το οποίο συγκεντρώνει και τηρεί κεντρικά τα αρχεία των τιτλοποιήσεων. Για τους σκοπούς του άρθρου 10 του παρόντος κανονισμού, οι αναφορές στα άρθρα 61, 64, 65, 66, 73, 78, 79 και 80 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στο «αρχείο καταγραφής συναλλαγών» νοούνται ως αναφορές στο «αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων». |
Άρθρο 3
Πώληση τιτλοποιήσεων σε ιδιώτες πελάτες
1. Ο πωλητής θέσης τιτλοποίησης δεν πωλεί τέτοια θέση σε ιδιώτη πελάτη, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 11) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, εκτός εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
α) |
ο πωλητής της θέσης τιτλοποίησης, προέβη σε έλεγχο καταλληλότητας σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ· |
|
β) |
ο πωλητής της θέσης τιτλοποίησης έχει πεισθεί, με βάση τον έλεγχο που αναφέρεται στο στοιχείο α), ότι η θέση τιτλοποίησης είναι κατάλληλη για τον εν λόγω ιδιώτη πελάτη· |
|
γ) |
ο πωλητής της θέσης τιτλοποίησης κοινοποιεί πάραυτα σε έκθεση στον ιδιώτη πελάτη το αποτέλεσμα του ελέγχου καταλληλότητας. |
2. Εφόσον πληρούνται οι όροι της παραγράφου 1 και το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων του εν λόγω ιδιώτη πελάτη δεν υπερβαίνει τις 500 000 EUR, ο πωλητής διασφαλίζει, με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται από τον ιδιώτη πελάτη σύμφωνα με την παράγραφο 3, ότι ο ιδιώτης πελάτης δεν επενδύει συνολικό ποσό που υπερβαίνει το 10 % του χαρτοφυλακίου χρηματοπιστωτικών μέσων του εν λόγω πελάτη σε θέσεις τιτλοποίησης και ότι το αρχικό ελάχιστο ποσό που επενδύεται σε μία ή περισσότερες θέσεις τιτλοποίησης είναι 10 000 EUR.
3. Ο ιδιώτης πελάτης παρέχει στον πωλητή ακριβείς πληροφορίες σχετικά με το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων του ιδιώτη πελάτη, περιλαμβανομένων τυχών επενδύσεων σε θέσεις τιτλοποίησης.
4. Για τους σκοπούς των παραγράφων 2 και 3, το χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών μέσων του ιδιώτη πελάτη περιλαμβάνει καταθέσεις μετρητών και χρηματοπιστωτικά μέσα, αποκλειομένων όμως των τυχόν χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν δοθεί ως ασφάλεια.
Άρθρο 4
Απαιτήσεις για τις ΟΕΣΤ
Οι ΟΕΣΤ δεν εγκαθίστανται σε τρίτη χώρα στην οποία ισχύει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:
|
α) |
η τρίτη χώρα καταχωρίζεται ως υψηλού κινδύνου και ως μη συνεργαζόμενη δικαιοδοσία από την FATF· |
|
β) |
η τρίτη χώρα δεν έχει υπογράψει συμφωνία με κράτος μέλος ώστε να διασφαλίζεται ότι η εν λόγω τρίτη χώρα συμμορφώνεται πλήρως με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο ή στο υπόδειγμα συμφωνίας του ΟΟΣΑ για την ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, και να εξασφαλίζεται αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πολυμερών φορολογικών συμφωνιών. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Άρθρο 5
Απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας για τους θεσμικούς επενδυτές
1. Πριν αποκτήσει θέση τιτλοποίησης, ένας θεσμικός επενδυτής, πλην της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη, επαληθεύει:
|
α) |
όταν η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ότι χορηγούν όλες τις πιστώσεις που οδηγούν στα υποκείμενα ανοίγματα με βάση αξιόπιστα και σαφώς προσδιορισμένα κριτήρια και σαφείς διαδικασίες έγκρισης, τροποποίησης, ανανέωσης και χρηματοδότησης αυτών των πιστώσεων και διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα για την εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων και διαδικασιών, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού· |
|
β) |
όταν η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα, ότι χορηγούν όλες τις πιστώσεις που οδηγούν στα υποκείμενα ανοίγματα με βάση αξιόπιστα και σαφώς προσδιορισμένα κριτήρια και σαφείς διαδικασίες έγκρισης, τροποποίησης, ανανέωσης και χρηματοδότησης αυτών των πιστώσεων και διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα για την εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων και διαδικασιών, ώστε να διασφαλίζεται ότι η χορήγηση πίστωσης βασίζεται σε ενδελεχή εκτίμηση του αξιόχρεου της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη· |
|
γ) |
αν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, ότι διατηρούν σε συνεχή βάση ουσιώδες καθαρό οικονομικό συμφέρον, σύμφωνα με το άρθρο 6 και η διατήρηση του κινδύνου γνωστοποιείται στον θεσμικό επενδυτή σύμφωνα με το άρθρο 7· |
|
δ) |
αν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα, ότι διατηρούν σε συνεχή βάση σημαντικό καθαρό οικονομικό συμφέρον, το οποίο, σε οιανδήποτε περίπτωση, δεν είναι μικρότερο από το 5 %, που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 και γνωστοποιούν τη διατήρηση κινδύνου σε θεσμικούς επενδυτές· |
|
ε) |
ότι η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ έχουν, όπου συντρέχει περίπτωση, καταστήσει διαθέσιμες τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 7 σύμφωνα με τη συχνότητα και τις λεπτομέρειες που προβλέπει το εν λόγω άρθρο. |
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όσον αφορά πλήρως υποστηριζόμενες συναλλαγές ABCP, η απαίτηση που καθορίζεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 εφαρμόζεται στην ανάδοχη οντότητα. Στις περιπτώσεις αυτές, η ανάδοχη οντότητα εξακριβώνει ότι η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης που δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων χορηγούν όλες τις πιστώσεις που οδηγούν στα υποκείμενα ανοίγματα με βάση εύλογα και σαφώς προσδιορισμένα κριτήρια και σαφείς διαδικασίες έγκρισης, τροποποίησης, ανανέωσης και χρηματοδότησης αυτών των πιστώσεων και διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα για την εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων και διαδικασιών σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.
3. Πριν αποκτήσει θέση τιτλοποίησης, ένας θεσμικός επενδυτής, πλην της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη, διενεργεί επίσης εκτίμηση δέουσας επιμέλειας η οποία του δίνει τη δυνατότητα να εκτιμήσει τους συνεπαγόμενους κινδύνους. Στην εκτίμηση αυτή εξετάζονται τουλάχιστον όλα τα εξής στοιχεία:
|
α) |
τα χαρακτηριστικά κινδύνου της επιμέρους θέσης τιτλοποίησης και των υποκείμενων ανοιγμάτων· |
|
β) |
όλα τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της τιτλοποίησης που είναι δυνατόν να επηρεάσουν σημαντικά την απόδοση της θέσης τιτλοποίησης, όπου συμπεριλαμβάνονται οι συμβατικές προτεραιότητες στην πληρωμή και η προτεραιότητα των σημείων ενεργοποίησης σε σχέση με την πληρωμή (payment-related triggers), οι πιστωτικές ενισχύσεις, η παροχή ρευστότητας, τα σημεία ενεργοποίησης αγοραίας αξίας (market value triggers) και οι ορισμοί αθέτησης που αφορούν συγκεκριμένη συναλλαγή· |
|
γ) |
όσον αφορά τις τιτλοποιήσεις που κοινοποιούνται ως τιτλοποιήσεις STS σύμφωνα με το άρθρο 27, τη συμμόρφωση αυτών με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 19 έως 22 ή στα άρθρα 23 έως 26, και στο άρθρο 27. Οι θεσμικοί επενδυτές μπορούν να βασιστούν δεόντως στην κοινοποίηση τιτλοποίησης STS, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1, και στις πληροφορίες που γνωστοποιούνται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ανάδοχη οντότητα και την ΟΕΣΤ σχετικά με τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των τιτλοποιήσεων STS, χωρίς να βασίζονται αποκλειστικά ή μηχανικά σε αυτή την κοινοποίηση ή ενημέρωση. |
Με την επιφύλαξη των στοιχείων α) και β) του πρώτου εδαφίου, στην περίπτωση πλήρως υποστηριζόμενου προγράμματος ABCP, οι θεσμικοί επενδυτές στα εμπορικά χρεόγραφα που εκδίδονται από το εν λόγω πρόγραμμα ABCP εξετάζουν τα χαρακτηριστικά του προγράμματος ABCP και την πλήρη υποστήριξη της ρευστότητας.
4. Οι θεσμικοί επενδυτές, πλην της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη, οι οποίοι κατέχουν θέση τιτλοποίησης, κάνουν τουλάχιστον τα εξής:
|
α) |
καθιερώνουν κατάλληλες γραπτές διαδικασίες που είναι αναλογικές σε σχέση με το προφίλ κινδύνου της θέσης τιτλοποίησης και, όπου απαιτείται, το χαρτοφυλάκιό των θεσμικών επενδυτών εντός και εκτός συναλλαγών προκειμένου να παρακολουθούν, σε συνεχή βάση, τη συμμόρφωση με τις παραγράφους 1 και 3 και τις επιδόσεις της θέσης τιτλοποίησης και των υποκείμενων ανοιγμάτων. Εφόσον απαιτείται σε σχέση με την τιτλοποίηση και τα υποκείμενα ανοίγματα, οι εν λόγω γραπτές διαδικασίες περιλαμβάνουν την παρακολούθηση του είδους ανοίγματος, του ποσοστού των δανείων σε καθυστέρηση άνω των 30, 60 και 90 ημερών, των ποσοστών αθέτησης, των ποσοστών πρόωρης εξόφλησης, των δανείων με αγωγή κατασχέσεως, του ποσοστού ανάκτησης, των επαναγορών, των τροποποιήσεων δανείων, των διακοπών πληρωμής, του είδους και της πληρότητας της εξασφάλισης, της κατανομής συχνότητας των βαθμών πιστοληπτικής ικανότητας ή άλλων μέτρων φερεγγυότητας στα υποκείμενα ανοίγματα, της γεωγραφικής και κλαδικής διαφοροποίησης, της κατανομής συχνότητας του λόγου «δάνειο/αξία» με εύρος που διευκολύνει την επαρκή ανάλυση ευαισθησίας. Όταν τα υποκείμενα ανοίγματα αποτελούν τα ίδια θέσεις τιτλοποίησης, όπως επιτρέπεται βάσει του άρθρου 8, οι θεσμικοί επενδυτές παρακολουθούν επίσης τα υποκείμενα ανοίγματα των εν λόγω θέσεων· |
|
β) |
στην περίπτωση τιτλοποίησης που δεν αποτελεί πλήρως υποστηριζόμενο πρόγραμμα ABCP, πραγματοποιούν τακτικά προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων στις ταμειακές ροές και τις αξίες των εξασφαλίσεων που υποστηρίζουν τα υποκείμενα ανοίγματα, ή, ελλείψει επαρκών στοιχείων για τις ταμειακές ροές και τις αξίες των εξασφαλίσεων, πραγματοποιούν προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων για τις αναλήψεις ζημιών, που αφορούν τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα του κινδύνου της θέσης τιτλοποίησης· |
|
γ) |
στην περίπτωση πλήρως υποστηριζόμενου προγράμματος ABCP πραγματοποιούν τακτικά προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων στη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα της ανάδοχης οντότητας· |
|
δ) |
διασφαλίζουν ότι γίνονται εσωτερικές αναφορές προς το διοικητικό όργανό τους, ούτως ώστε το διοικητικό όργανο να είναι ενήμερο για τους ουσιώδεις κινδύνους που προκύπτουν από τη θέση τιτλοποίησης και ότι έτσι οι εν λόγω κίνδυνοι ελέγχονται επαρκώς· |
|
ε) |
πρέπει να είναι ικανοί να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές τους, εάν τους ζητηθεί, ότι έχουν ολοκληρωμένη και σε βάθος κατανόηση της θέσης τιτλοποίησης και των υποκείμενων ανοιγμάτων της και ότι έχουν εφαρμόσει γραπτές πολιτικές και διαδικασίες για τη διαχείριση των κινδύνων της θέσης τιτλοποίησης και για την τήρηση αρχείων για τις εξακριβώσεις και τη δέουσα επιμέλεια σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, καθώς και για κάθε άλλη σχετική πληροφορία· και |
|
στ) |
στην περίπτωση ανοιγμάτων σε πλήρως υποστηριζόμενο πρόγραμμα ABCP, πρέπει να είναι ικανοί, εάν τους ζητηθεί, να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές τους, ότι έχουν ολοκληρωμένη και σε βάθος κατανόηση της πιστωτικής ποιότητας της ανάδοχης οντότητας και των όρων της παρεχόμενης ταμειακής διευκόλυνσης. |
5. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 έως 4 του παρόντος άρθρου, όταν ένας θεσμικός επενδυτής έχει δώσει σε άλλο θεσμικό επενδυτή εξουσιοδότηση να λάβει επενδυτικές αποφάσεις διαχείρισης που ίσως τον εκθέσουν σε τιτλοποίηση, ο θεσμικός επενδυτής μπορεί να δώσει εντολή στον εν λόγω φορέα διαχείρισης να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του βάσει του παρόντος άρθρου σε σχέση με κάθε άνοιγμα σε τιτλοποίηση που απορρέει από τις αποφάσεις αυτές. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν ένας θεσμικός επενδυτής καλείται δυνάμει της παρούσας παραγράφου να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις άλλου θεσμικού επενδυτή και δεν το πράττει, κάθε κύρωση στο πλαίσιο των άρθρων 32 και 33 μπορεί να επιβληθεί στο μέρος που έχει τη διαχείριση και όχι σε εκείνον που εκτίθεται στην τιτλοποίηση.
Άρθρο 6
Διατήρηση κινδύνου
1. Η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης μιας τιτλοποίησης διατηρούν σε συνεχή βάση σημαντικό καθαρό οικονομικό συμφέρον στην τιτλοποίηση όχι μικρότερο του 5 %. Το εν λόγω συμφέρον μετράται κατά τη δημιουργία και καθορίζεται από την ονομαστική αξία των εκτός ισολογισμού στοιχείων. Όταν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης δεν έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους ποιος θα διατηρήσει το σημαντικό καθαρό οικονομικό συμφέρον, η μεταβιβάζουσα οντότητα διατηρεί το σημαντικό καθαρό οικονομικό συμφέρον. Δεν επιτρέπεται η πολλαπλή εφαρμογή των απαιτήσεων διατήρησης για καμία τιτλοποίηση. Το σημαντικό οικονομικό συμφέρον δεν κατανέμεται μεταξύ διαφορετικών τύπων οντοτήτων που διατηρούν συμφέρον και δεν υπόκειται σε μείωση ή την αντιστάθμιση του πιστωτικού κινδύνου.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, μία οντότητα δεν θεωρείται ότι είναι μεταβιβάζουσα οντότητα, όταν έχει συσταθεί ή λειτουργεί με μοναδικό σκοπό την τιτλοποίηση ανοιγμάτων.
2. Οι μεταβιβάζουσες οντότητες δεν επιλέγουν στοιχεία ενεργητικού προς μεταβίβαση στην ΟΕΣΤ με σκοπό να καταστήσουν τις ζημίες στα στοιχεία ενεργητικού που μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ —μετρούμενες κατά τη διάρκεια ισχύος της πράξης, ή με ανώτατο όριο τα 4 έτη όταν η διάρκεια ισχύος της πράξης είναι μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών— υψηλότερες από τις ζημίες κατά την ίδια περίοδο για συγκρίσιμα στοιχεία ενεργητικού που διακρατούνται στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή εντοπίσει ενδείξεις παραβίασης της εν λόγω απαγόρευσης, η αρμόδια αρχή διερευνά την απόδοση των στοιχείων ενεργητικού που μεταβιβάστηκαν στην ΟΕΣΤ και την απόδοση συγκρίσιμων στοιχείων ενεργητικού που διακρατούνται στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας. Αν η απόδοση των μεταβιβασθέντων στοιχείων ενεργητικού είναι σημαντικά χαμηλότερη από εκείνη των συγκρίσιμων στοιχείων ενεργητικού που διακρατούνται στον ισολογισμό της μεταβιβάζουσας οντότητας, συνεπεία της πρόθεσης της μεταβιβάζουσας οντότητας, η αρμόδια αρχή επιβάλλει κυρώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33.
3. Ως διατήρηση σημαντικού καθαρού οικονομικού συμφέροντος που δεν υπολείπεται του 5 % θεωρούνται μόνο οι κατωτέρω περιπτώσεις, κατά την έννοια της παραγράφου 1:
|
α) |
η διατήρηση ποσοστού τουλάχιστον 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τμήματα τιτλοποίησης που έχουν πωληθεί ή μεταβιβαστεί σε επενδυτές· |
|
β) |
στην περίπτωση των ανακυκλούμενων τιτλοποιήσεων ή τιτλοποιήσεων ανακυκλούμενων ανοιγμάτων, η διατήρηση του συμφέροντος της μεταβιβάζουσας οντότητας σε ποσοστό τουλάχιστον 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα· |
|
γ) |
η διατήρηση τυχαίως επιλεγμένων ανοιγμάτων, ισοδύναμων προς ποσοστό τουλάχιστον 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, εφόσον τα εν λόγω μη τιτλοποιημένα ανοίγματα θα είχαν ειδάλλως τιτλοποιηθεί κατά τη διαδικασία τιτλοποίησης, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των ενδεχόμενων τιτλοποιημένων ανοιγμάτων δεν είναι μικρότερος των 100 κατά τη δημιουργία τους· |
|
δ) |
η διατήρηση του τμήματος πρωτεύουσας ζημίας και, όταν η εν λόγω διατήρηση δεν ανέρχεται στο 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, εφόσον απαιτείται, άλλων τμημάτων που έχουν το ίδιο ή δυσμενέστερο προφίλ κινδύνου και δεν λήγουν νωρίτερα από τα τμήματα που μεταβιβάζονται ή πωλούνται στους επενδυτές, ούτως ώστε η διατήρηση να ισούται συνολικά με τουλάχιστον 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων· ή |
|
ε) |
η διατήρηση μιας αρχικής έκθεσης ζημίας τουλάχιστον του 5 % κάθε τιτλοποιημένης ζημίας στην τιτλοποίηση. |
4. Όταν μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ένωση, κατά την έννοια της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24), μητρικό ίδρυμα ή χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένα στην Ένωση, ή θυγατρική τους, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ενεργώντας με την ιδιότητα της μεταβιβάζουσας οντότητας ή της ανάδοχης οντότητας, προβαίνει σε τιτλοποίηση ανοιγμάτων από ένα ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις επενδύσεων ή άλλα χρηματοδοτικά ιδρύματα τα οποία περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση, οι απαιτήσεις κατά την παράγραφο 1 μπορούν να τηρηθούν με βάση την ενοποιημένη κατάσταση του σχετικού μητρικού ιδρύματος, της σχετικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή της σχετικής μεικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών που είναι εγκαταστημένα στην Ένωση.
Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται μόνον στις περιπτώσεις που τα πιστωτικά ιδρύματα, οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα τα οποία δημιούργησαν τα τιτλοποιημένα ανοίγματα τηρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 79 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25) και παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού, εγκαίρως, στη μεταβιβάζουσα οντότητα ή στην ανάδοχη οντότητα και στο ενωσιακό μητρικό πιστωτικό ίδρυμα, σε χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή σε μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών που είναι εγκαταστημένα στην Ένωση.
5. Η παράγραφος 1 δεν ισχύει όταν τα τιτλοποιημένα ανοίγματα είναι ανοίγματα σε ή καλύπτονται πλήρως, άνευ όρων και αμετακλήτως με εγγύηση από:
|
α) |
κεντρικές κυβερνήσεις ή κεντρικές τράπεζες· |
|
β) |
περιφερειακές κυβερνήσεις, τοπικές αρχές και οντότητες του δημόσιου τομέα των κρατών μελών, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 8) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· |
|
γ) |
ιδρύματα στα οποία βάσει του τρίτου μέρους τίτλος II κεφάλαιο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 εφαρμόζεται συντελεστής στάθμισης κινδύνου ίσος με ή μικρότερος από 50 %· |
|
δ) |
εθνικές αναπτυξιακές τράπεζες ή ιδρύματα κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 3) του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1017 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26)· ή |
|
ε) |
πολυμερείς τράπεζες ανάπτυξης που απαριθμούνται στο άρθρο 117 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. |
6. H παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις πράξεις που βασίζονται σε σαφή, διαφανή και ευπρόσιτο δείκτη, όταν οι υποκείμενες οντότητες αναφοράς είναι πανομοιότυπες με εκείνες που συνιστούν έναν δείκτη οντοτήτων που αποτελεί αντικείμενο ευρείας διαπραγμάτευσης, ή αποτελούν άλλως πως εμπορεύσιμους τίτλους που διαφέρουν από θέσεις τιτλοποίησης.
7. Η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27), καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει λεπτομερέστερα την απαίτηση διατήρησης κινδύνου, ιδίως όσον αφορά:
|
α) |
τις λεπτομέρειες της διατήρησης του κινδύνου, σύμφωνα με την παράγραφο 3, περιλαμβανομένης της εκπλήρωσης μέσω σύνθετης ή μη μόνιμης μορφής διατήρησης· |
|
β) |
τη μέτρηση του επιπέδου διατήρησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1· |
|
γ) |
την απαγόρευση αντιστάθμισης ή πώλησης του διατηρημένου συμφέροντος· |
|
δ) |
τις προϋποθέσεις διατήρησης σε ενοποιημένη βάση, σύμφωνα με την παράγραφο 4· |
|
ε) |
τις προϋποθέσεις εξαίρεσης για συναλλαγές που βασίζονται σε σαφή, διαφανή και ευπρόσιτο δείκτη, που αναφέρεται στην παράγραφο 6. |
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό μέσω της έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Άρθρο 7
Απαιτήσεις διαφάνειας για τις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες και τις ΟΕΣΤ
1. Η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ της τιτλοποίησης διαθέτουν, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στους κατόχους μιας θέσης τιτλοποίησης, στις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 29 και, εάν τους ζητηθεί, σε δυνητικούς επενδυτές:
|
α) |
πληροφορίες σχετικά με τα υποκείμενα ανοίγματα σε τριμηνιαία βάση ή, στην περίπτωση των ABCP, πληροφορίες σχετικά με τις υποκείμενες εισπρακτέες απαιτήσεις ή δανειακές απαιτήσεις σε μηνιαία βάση· |
|
β) |
όλα τα υποκείμενα έγγραφα τεκμηρίωσης που είναι ουσιώδους σημασίας για την κατανόηση της συναλλαγής, τα οποία περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και κατά περίπτωση, τα ακόλουθα έγγραφα:
Η εν λόγω υποκείμενη τεκμηρίωση περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή της προτεραιότητας πληρωμών της τιτλοποίησης· |
|
γ) |
όταν ένα ενημερωτικό δελτίο δεν έχει συνταχθεί σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28), μια σύνοψη της συναλλαγής ή μια επισκόπηση των βασικών χαρακτηριστικών της τιτλοποίησης, που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση:
|
|
δ) |
στην περίπτωση των τιτλοποιήσεων STS, την κοινοποίηση STS που αναφέρεται στο άρθρο 27· |
|
ε) |
τριμηνιαίες εκθέσεις προς τους επενδυτές, ή, στην περίπτωση του ABCP, μηνιαίες εκθέσεις προς τους επενδυτές, οι οποίες περιέχουν τα ακόλουθα:
|
|
στ) |
τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικές με την τιτλοποίηση τις οποίες η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ υποχρεούνται να δημοσιοποιήσουν σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29) όσον αφορά τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς· |
|
ζ) |
όταν δεν ισχύει το στοιχείο στ), κάθε σημαντικό γεγονός, όπως:
|
Οι πληροφορίες που περιγράφονται στα στοιχεία β), γ) και δ) του πρώτου εδαφίου διατίθενται πριν από την τιμολόγηση.
Οι πληροφορίες που περιγράφονται στα στοιχεία α) και ε) του πρώτου εδαφίου διατίθενται κατά την ίδια στιγμή κάθε τρίμηνο, το αργότερο ένα μήνα μετά την καταληκτική ημερομηνία για την πληρωμή των τόκων ή στην περίπτωση συναλλαγών ABCP, το αργότερο ένα μήνα μετά τη λήξη της χρονικής περιόδου που καλύπτει η έκθεση.
Όσον αφορά τα ABCP, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α), στο στοιχείο γ) σημείο ii) και στο στοιχείο ε) σημείο i) του πρώτου εδαφίου παρέχονται σε συγκεντρωτική μορφή στους κατόχους θέσης τιτλοποίησης και, εφόσον ζητηθούν, σε δυνητικούς επενδυτές. Δεδομένα για το επίπεδο των δανείων τίθεται στη διάθεση της ανάδοχης οντότητας και, εφόσον ζητηθεί, στις αρμόδιες αρχές.
Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, οι πληροφορίες που περιγράφονται στα στοιχεία στ) και ζ) του πρώτου εδαφίου διατίθενται χωρίς καθυστέρηση.
Όταν συμμορφώνονται με την παρούσα παράγραφο, η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ τιτλοποίησης συμμορφώνονται με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο που διέπει την προστασία της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών και την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, προκειμένου να αποφευχθούν ενδεχόμενες παραβιάσεις του εν λόγω δικαίου, καθώς και κάθε υποχρέωση εμπιστευτικότητας που αφορά τις πληροφορίες του πελάτη, του αρχικού δανειστή ή του οφειλέτη, εκτός εάν οι εν λόγω εμπιστευτικές πληροφορίες είναι ανώνυμες ή συγκεντρωτικές.
Ειδικότερα, όσον αφορά τις πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου, η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ μπορούν να παράσχουν σύνοψη της σχετικής τεκμηρίωσης.
Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 29 πρέπει να είναι σε θέση να ζητούν την παροχή αυτών των εμπιστευτικών πληροφοριών προκειμένου να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
2. Η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ μιας τιτλοποίησης ορίζουν μεταξύ τους μία οντότητα για την εκπλήρωση των απαιτήσεων πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α), β), δ), ε), στ) και ζ) του πρώτου εδαφίου.
Η οντότητα που ορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο καθιστά διαθέσιμες τις πληροφορίες για μία πράξη τιτλοποίησης μέσω αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων.
Οι αναφερόμενες στο δεύτερο και στο τέταρτο εδάφιο υποχρεώσεις δεν εφαρμόζονται σε τιτλοποιήσεις στις οποίες δεν απαιτείται να καταρτιστεί ενημερωτικό δελτίο σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ.
Όταν δεν έχει καταχωριστεί αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων σύμφωνα με το άρθρο 10, η οντότητα που ορίζεται για να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου καθιστά διαθέσιμες τις πληροφορίες μέσω δικτυακού τόπου που:
|
α) |
περιλαμβάνει σύστημα ελέγχου της ποιότητας των δεδομένων που λειτουργεί εύρυθμα· |
|
β) |
υπόκειται σε κατάλληλα πρότυπα διακυβέρνησης και σε υποχρεώσεις συντήρησης και λειτουργίας κατάλληλης οργανωτικής δομής που διασφαλίζει τη συνέχεια και την εύρυθμη λειτουργία του δικτυακού τόπου· |
|
γ) |
υπόκειται σε κατάλληλα συστήματα, ελέγχους και διαδικασίες που εντοπίζουν όλες τις συναφείς πηγές λειτουργικού κινδύνου· |
|
δ) |
περιλαμβάνει συστήματα που διασφαλίζουν την προστασία και την ακεραιότητα των πληροφοριών που λαμβάνονται και την άμεση καταγραφή των πληροφοριών· και |
|
ε) |
επιτρέπει την τήρηση αρχείου των πληροφοριών για τουλάχιστον πέντε έτη από την ημερομηνία λήξης της τιτλοποίησης. |
Η οντότητα που είναι υπεύθυνη για την υποβολή των πληροφοριών, καθώς και το αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων στο οποίο είναι διαθέσιμες οι πληροφορίες αναφέρονται στα έγγραφα που αφορούν την τιτλοποίηση.
3. Η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει τις πληροφορίες τις οποίες παρέχουν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ ώστε να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους βάσει της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και ε), λαμβάνοντας υπόψη τη χρησιμότητα των πληροφοριών για τον κάτοχο της θέσης τιτλοποίησης, το κατά πόσον η θέση τιτλοποίησης είναι βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα και, στην περίπτωση συναλλαγής ABCP, το κατά πόσον υποστηρίζεται πλήρως από ανάδοχη οντότητα.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό μέσω της έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
4. Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής για τις πληροφορίες που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3, η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό του μορφοτύπου αυτών μέσω τυποποιημένων υποδειγμάτων.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
Άρθρο 8
Απαγόρευση επανατιτλοποίησης
1. Τα υποκείμενα ανοίγματα που χρησιμοποιούνται σε μια τιτλοποίηση δεν περιλαμβάνουν θέσεις τιτλοποιήσεων.
Κατά παρέκκλιση, το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στα ακόλουθα:
|
α) |
οποιαδήποτε τιτλοποίηση, οι κινητές αξίες της οποίας έχουν εκδοθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019· και |
|
β) |
οποιαδήποτε τιτλοποίηση που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για θεμιτούς σκοπούς όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 και της οποίας οι τίτλοι έχουν εκδοθεί την 1η Ιανουαρίου 2019 ή μετά από αυτήν την ημερομηνία. |
2. Αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2, 3 ή 4, κατά περίπτωση, μπορεί να χορηγεί άδεια σε οντότητα που τελεί υπό την εποπτεία της να περιλάβει θέσεις τιτλοποίησης ως υποκείμενα ανοίγματα σε μια τιτλοποίηση, αν η εν λόγω αρμόδια αρχή κρίνει ότι η χρήση επανατιτλοποίησης πραγματοποιείται για θεμιτούς σκοπούς, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Αν η εν λόγω εποπτευόμενη οντότητα είναι πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου διαβουλεύεται με την αρχή εξυγίανσης και οποιαδήποτε άλλη αρχή σχετική με την εν λόγω οντότητα, πριν από τη χορήγηση της άδειας για τη συμπερίληψη σε μια τιτλοποίηση θέσεων τιτλοποίησης ως υποκείμενων ανοιγμάτων. Η εν λόγω διαβούλευση δεν διαρκεί περισσότερο από 60 ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία η αρμόδια αρχή γνωστοποίησε την ανάγκη για διαβούλευση στην αρχή εξυγίανσης και σε οποιαδήποτε άλλη αρχή σχετική με την εν λόγω οντότητα.
Αν η διαβούλευση κατέληξε σε απόφαση χορήγησης άδειας για τη χρήση θέσεων τιτλοποίησης ως υποκείμενων ανοιγμάτων σε μια τιτλοποίηση, η αρμόδια αρχή ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως θεμιτοί σκοποί λογίζονται τα εξής:
|
α) |
η διευκόλυνση της εκκαθάρισης πιστωτικού ιδρύματος, επιχείρησης επενδύσεων ή χρηματοπιστωτικού ιδρύματος· |
|
β) |
διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα πιστωτικού ιδρύματος, επιχείρησης επενδύσεων ή χρηματοπιστωτικού ιδρύματος ως λειτουργούσας επιχείρησης, για να αποφευχθεί η εκκαθάρισή του· ή |
|
γ) |
η διαφύλαξη των συμφερόντων των επενδυτών, όταν τα υποκείμενα ανοίγματα είναι μη εξυπηρετούμενα. |
4. Ένα πλήρως υποστηριζόμενο πρόγραμμα ABCP δεν θεωρείται επανατιτλοποίηση για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, υπό τον όρο ότι καμία από τις συναλλαγές ABCP που υπάγονται στο εν λόγω πρόγραμμα δεν αποτελεί επανατιτλοποίηση και ότι η πιστωτική ενίσχυση δεν δημιουργεί δεύτερο στρώμα τμηματοποίησης σε επίπεδο προγράμματος.
5. Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις της αγοράς όσον αφορά άλλες επανατιτλοποιήσεις που πραγματοποιούνται για θεμιτούς σκοπούς, και λαμβάνοντας υπόψη τους πρωταρχικούς στόχους της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της διαφύλαξης των συμφερόντων των επενδυτών, η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ, μπορεί να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τη συμπλήρωση του καταλόγου των θεμιτών σκοπών που καθορίζονται στην παράγραφο 3.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
Άρθρο 9
Κριτήρια για τη χορήγηση πιστώσεων
1. Μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες και αρχικοί δανειοδότες εφαρμόζουν σε ανοίγματα που πρόκειται να τιτλοποιηθούν τα ίδια αξιόπιστα και σαφώς προσδιορισμένα κριτήρια χορήγησης πιστώσεων που εφαρμόζουν σε μη τιτλοποιημένα ανοίγματα. Προς τούτο, εφαρμόζονται οι ίδιες σαφώς καθορισμένες διαδικασίες έγκρισης και, όπου αρμόζει, τροποποίησης, ανανέωσης και αναχρηματοδότησης των πιστώσεων. Μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες και αρχικοί δανειοδότες διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα για να εφαρμόζουν αυτά τα κριτήρια και τις διαδικασίες ώστε να εξασφαλίζουν ότι η χορήγηση πίστωσης βασίζεται σε ενδελεχή αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη παράγοντες που επιτρέπουν την εξακρίβωση της προοπτικής του οφειλέτη να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης.
2. Όταν τα υποκείμενα ανοίγματα των τιτλοποιήσεων είναι στεγαστικά δάνεια που έχουν συναφθεί μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2014/17/ΕΕ, η ομάδα των δανείων αυτών δεν περιλαμβάνει δάνεια που διατίθενται στην αγορά και έχουν συναφθεί με την παραδοχή ότι ο αιτών δάνειο ή, κατά περίπτωση, οποιοσδήποτε μεσάζων, έχει ενημερωθεί ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον αιτούντα δάνειο ενδέχεται να μην έχουν επαληθευθεί από τον δανειοδότη.
3. Όταν μια μεταβιβάζουσα οντότητα αγοράζει ανοίγματα τρίτου για δικό της λογαριασμό και κατόπιν τα τιτλοποιεί, η εν λόγω μεταβιβάζουσα οντότητα επαληθεύει αν η οντότητα που συμμετείχε, άμεσα ή έμμεσα, στην αρχική συμφωνία από την οποία δημιουργήθηκαν οι υποχρεώσεις ή οι δυνητικές υποχρεώσεις που πρόκειται να τιτλοποιηθούν πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
4. Η παράγραφος 3 δεν εφαρμόζεται εάν:
|
α) |
η αρχική συμφωνία που δημιούργησε τις υποχρεώσεις ή τις δυνητικές υποχρεώσεις του οφειλέτη ή του δυνητικού οφειλέτη, τέθηκε σε ισχύ πριν την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2014/17/ΕΕ· και |
|
β) |
η μεταβιβάζουσα οντότητα που αγοράζει ανοίγματα τρίτου για ίδιον λογαριασμό και στη συνέχεια τα τιτλοποιεί, τηρεί τις υποχρεώσεις που απαιτείτο να τηρούν οι μεταβιβάζουσες οντότητες βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 625/2014 πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΕΩΝ
Άρθρο 10
Καταχώριση αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων
1. Ένα αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων καταχωρίζεται στην ΕΑΚΑΑ για τους σκοπούς του άρθρου 5, σύμφωνα με τους όρους και τη διαδικασία που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
2. Προκειμένου να είναι επιλέξιμο για καταχώριση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ένα αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων είναι νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση, εφαρμόζει διαδικασίες προκειμένου να εξακριβώνεται η πληρότητα και η συνέπεια των πληροφοριών που της καθίστανται διαθέσιμες βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, και πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 78 και 79 και του άρθρου 80 παράγραφοι 1 έως 3, 5 και 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι παραπομπές των άρθρων 78 και 80 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στο άρθρο 9 του ίδιου κανονισμού νοούνται ως παραπομπές στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού.
3. Η καταχώριση αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων ισχύει για ολόκληρο το έδαφος της Ένωσης.
4. Ένα καταχωρισμένο αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων πληροί ανά πάσα στιγμή τους όρους καταχώρισης. Ένα αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην ΕΑΚΑΑ κάθε ουσιαστική μεταβολή στους όρους καταχώρισης.
5. Ένα αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ ένα εκ των ακολούθων:
|
α) |
αίτηση καταχώρισης· |
|
β) |
αίτηση για επέκταση της καταχώρισης για τους σκοπούς του άρθρου 7 του παρόντος κανονισμού στην περίπτωση αρχείου καταγραφής συναλλαγών ήδη καταχωρισμένου βάσει του κεφαλαίου 1 τίτλος VI του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή βάσει του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (30). |
6. Η ΕΑΚΑΑ εκτιμά αν η αίτηση είναι πλήρης εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.
Εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, η ΕΑΚΑΑ ορίζει προθεσμία εντός της οποίας το αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων οφείλει να παράσχει συμπληρωματικές πληροφορίες.
Η ΕΑΚΑΑ, αφού κρίνει ότι η αίτηση είναι πλήρης, αποστέλλει σχετική κοινοποίηση στο αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων.
7. Προκειμένου να διασφαλίσει την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τη διευκρίνιση των εξής:
|
α) |
των διαδικασιών οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου τις οποίες πρέπει να εφαρμόζουν τα αρχεία καταγραφής τιτλοποιήσεων προκειμένου να εξακριβώνονται η πληρότητα και η συνέπεια των πληροφοριών που τους καθίστανται διαθέσιμες βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1· |
|
β) |
της αίτησης καταχώρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο α)· |
|
γ) |
της απλουστευμένης αίτησης για επέκταση της καταχώρισης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο β). |
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό μέσω της έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
8. Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, η ΕΑΚΑΑ εκπονεί σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό του μορφοτύπου αμφότερων των ακόλουθων:
|
α) |
της αίτησης καταχώρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο α)· |
|
β) |
της αίτησης για επέκταση της καταχώρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο β). |
Σε συνάρτηση με το πρώτο εδάφιο στοιχείο β), η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει απλουστευμένο μορφότυπο ώστε να αποφεύγεται η αλληλεπικάλυψη διαδικασιών.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
Άρθρο 11
Κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές και διαβούλευση με αυτές πριν από την καταχώριση ή την επέκταση της καταχώρισης
1. Όταν ένα αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων υποβάλλει αίτηση καταχώρισης ή επέκτασης της καταχώρισής του ως αρχείου καταγραφής συναλλαγών και αποτελεί οντότητα εγκεκριμένη ή καταχωρισμένη από αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένο, η ΕΑΚΑΑ απευθύνει κοινοποίηση, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην εν λόγω αρμόδια αρχή και διαβουλεύεται μαζί της προτού προβεί στην καταχώριση ή την επέκταση της καταχώρισης του αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων.
2. Η ΕΑΚΑΑ και η οικεία αρμόδια αρχή ανταλλάσσουν κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για την καταχώριση ή την επέκταση καταχώρισης του αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων, καθώς και για την εποπτεία της συμμόρφωσης της οντότητας με τους όρους της καταχώρισης ή αδειοδότησής της στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένη.
Άρθρο 12
Εξέταση της αίτησης
1. Η ΕΑΚΑΑ, εντός 40 εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 6, εξετάζει την αίτηση καταχώρισης, ή επέκτασης της καταχώρισης, με βάση τη συμμόρφωση του αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων προς τις απαιτήσεις του παρόντος κεφαλαίου και λαμβάνει πλήρως αιτιολογημένη απόφαση καταχώρισης ή απόφαση άρνησης της καταχώρισης ή της επέκτασης αυτής.
2. Η απόφαση που εκδίδεται από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 1 αρχίζει να ισχύει την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από την έκδοσή της.
Άρθρο 13
Κοινοποίηση των αποφάσεων της ΕΑΚΑΑ σχετικά με την καταχώριση ή την επέκταση της καταχώρισης
1. Όταν η ΕΑΚΑΑ λάβει απόφαση αναφερομένη στο άρθρο 12 ή ανακαλέσει την καταχώριση κατά το άρθρο 15 παράγραφος 1, απευθύνει σχετική κοινοποίηση στο αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων, εντός πέντε εργάσιμων ημερών, συνοδευόμενη από πλήρη αιτιολόγηση της απόφασής της.
Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την απόφασή της στην αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1.
2. Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κάθε απόφαση που έλαβε σύμφωνα με την παράγραφο 1 στην Επιτροπή.
3. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον δικτυακό τόπο της κατάλογο των αρχείων καταγραφής τιτλοποιήσεων που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο κατάλογος αυτός ενημερώνεται εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη λήψη απόφασης βάσει της παραγράφου 1.
Άρθρο 14
Εξουσίες της ΕΑΚΑΑ
1. Οι εξουσίες που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με τα άρθρα 61 έως 68, 73 και 74 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα I και ΙΙ, ασκούνται επίσης και όσον αφορά τον παρόντα κανονισμό. Οι παραπομπές στο άρθρο 81 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, στο πλαίσιο του παραρτήματος I του προαναφερθέντος κανονισμού, νοούνται ως παραπομπές στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.
2. Οι εξουσίες που ανατίθενται στην ΕΑΚΑΑ ή οποιονδήποτε υπάλληλο της ΕΑΚΑΑ ή άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτήν πρόσωπο σύμφωνα με τα άρθρα 61 έως 63 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 δεν ασκούνται για να απαιτηθεί η γνωστοποίηση πληροφοριών ή εγγράφων που υπόκεινται σε δικηγορικό απόρρητο.
Άρθρο 15
Ανάκληση καταχώρισης
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 73 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η ΕΑΚΑΑ ανακαλεί την καταχώριση αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων σε περίπτωση που το αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων:
|
α) |
παραιτείται ρητά από την καταχώριση ή δεν έχει παράσχει υπηρεσίες κατά τους προηγούμενους έξι μήνες· |
|
β) |
πέτυχε την καταχώριση με ψευδείς δηλώσεις ή με άλλο παράτυπο μέσο· ή |
|
γ) |
δεν πληροί πλέον τους όρους με βάση τους οποίους έγινε δεκτή η καταχώρισή του. |
2. Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην οικεία αρμόδια αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1, την απόφασή της για ανάκληση της καταχώρισης αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων.
3. Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους, στο οποίο παρέχει τις υπηρεσίες του και ασκεί τις δραστηριότητές του το αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων, η οποία κρίνει ότι πληρούται ένας από τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μπορεί να ζητήσει από την ΕΑΚΑΑ να εξετάσει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις ανάκλησης της καταχώρισης του σχετικού αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ αποφασίσει να μην ανακαλέσει την καταχώριση του συγκεκριμένου αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων, αιτιολογεί λεπτομερώς την απόφασή της.
4. Η αρμόδια αρχή που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου είναι η αρχή που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 29 του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 16
Τέλη εποπτείας
1. Η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει τέλη στα αρχεία καταγραφής τιτλοποιήσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και σύμφωνα με τις πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
Τα τέλη αυτά είναι ανάλογα προς τον κύκλο εργασιών του σχετικού αρχείου καταγραφής τιτλοποιήσεων και καλύπτουν πλήρως τις αναγκαίες δαπάνες της ΕΑΚΑΑ όσον αφορά την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής τιτλοποιήσεων, καθώς και την αντιστάθμιση κάθε δαπάνης στην οποία είναι δυνατόν να υποβληθούν οι αρμόδιες αρχές ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε ανάθεσης καθηκόντων σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Στο βαθμό που το άρθρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού παραπέμπει στο άρθρο 74 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι παραπομπές στο άρθρο 72 παράγραφος 3 του ανωτέρω κανονισμού νοούνται ως παραπομπές στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
Σε περίπτωση που αρχείο καταγραφής συναλλαγών έχει ήδη καταχωριστεί σύμφωνα με το κεφάλαιο 1 τίτλος VI του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή σύμφωνα με το κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2365, τα τέλη που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προσαρμόζονται μόνο για να ληφθούν υπόψη οι αναγκαίες πρόσθετες δαπάνες και τα έξοδα που αφορούν την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής τιτλοποιήσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.
2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 47, για να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό μέσω περαιτέρω προσδιορισμού του είδους των τελών, των θεμάτων για τα οποία επιβάλλονται τέλη, του ύψους τους και του τρόπου καταβολής τους.
Άρθρο 17
Διαθεσιμότητα των δεδομένων που τηρούνται σε αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 2, το αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων συλλέγει και διατηρεί λεπτομερή στοιχεία της τιτλοποίησης. Παρέχει απευθείας και άμεση δωρεάν πρόσβαση σε όλες τις ακόλουθες οντότητες, προκειμένου να τους δώσει τη δυνατότητα να εκπληρώσουν τα αντίστοιχα καθήκοντα, εντολές και υποχρεώσεις τους:
|
α) |
την ΕΑΚΑΑ· |
|
β) |
την ΕΑΤ· |
|
γ) |
την ΕΑΑΕΣ· |
|
δ) |
το ΕΣΣΚ· |
|
ε) |
τα σχετικά μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), περιλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) κατά την άσκηση των καθηκόντων της στο πλαίσιο ενιαίου εποπτικού μηχανισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013· |
|
στ) |
τις αρμόδιες αρχές των οποίων οι αντίστοιχες εποπτικές αρμοδιότητες και εντολές καλύπτουν τις συναλλαγές, τις αγορές, τους συμμετέχοντες και τα στοιχεία ενεργητικού που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού· |
|
ζ) |
τις αρχές εξυγίανσης που καθορίζονται βάσει του άρθρου 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (31)· |
|
η) |
το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (32)· |
|
θ) |
τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 29· |
|
ι) |
τους επενδυτές και δυνητικούς επενδυτές. |
2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ και λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, στα οποία εξειδικεύονται τα ακόλουθα:
|
α) |
τα λεπτομερή στοιχεία της τιτλοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία παρέχουν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ προκειμένου να συμμορφωθούν προς τις υποχρεώσεις τους βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1· |
|
β) |
τα λειτουργικά πρότυπα που απαιτούνται προκειμένου να γίνεται εγκαίρως, διαρθρωμένα και ολοκληρωμένα:
|
|
γ) |
οι λεπτομέρειες των πληροφοριών στις οποίες έχουν πρόσβαση οι οντότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 1, λαμβανομένων υπόψη των εντολών τους και των ειδικών αναγκών τους· |
|
δ) |
οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τους οποίους και υπό τις οποίες οι οντότητες της παραγράφου 1 έχουν απευθείας και άμεση πρόσβαση σε δεδομένα τηρούμενα σε αρχεία καταχώρισης τιτλοποιήσεων. |
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό μέσω της έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
3. Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής της παραγράφου 2, η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των τυποποιημένων υποδειγμάτων με τα οποία η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ παρέχουν τις πληροφορίες στο αρχείο καταγραφής τιτλοποιήσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις λύσεις που έχουν επεξεργαστεί οι υπάρχοντες φορείς συλλογής δεδομένων τιτλοποίησης·
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
ΑΠΛΗ, ΔΙΑΦΑΝΗΣ ΚΑΙ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗ
Άρθρο 18
Χρήση του χαρακτηρισμού «απλή, διαφανής και τυποποιημένη τιτλοποίηση»
Οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ μπορούν να χρησιμοποιούν για την τιτλοποίησή τους την ονομασία «STS» ή «απλή, διαφανής και τυποποιημένη» ή ονομασία που παραπέμπει άμεσα ή έμμεσα σε αυτούς τους όρους μόνο όταν:
|
α) |
η τιτλοποίηση πληροί όλες τις απαιτήσεις του τμήματος 1 ή 2 του παρόντος κεφαλαίου, και έχει γίνει η σχετική κοινοποίηση στην ΕΑΚΑΑ, σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 1· και |
|
β) |
η τιτλοποίηση περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 5. |
Η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ που συμμετέχουν σε τιτλοποίηση που θεωρείται τιτλοποίηση STS είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση.
ΤΜΗΜΑ 1
Απαιτήσεις για τις τιτλοποιήσεις STS πλην των ABCP
Άρθρο 19
Απλή, διαφανής και τυποποιημένη τιτλοποίηση
1. Οι τιτλοποιήσεις που πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 20, 21 και 22, με εξαίρεση τα προγράμματα ABCP και τις συναλλαγές ABCP, λογίζονται ως «STS».
2. Έως τις 18 Οκτωβρίου 2018 η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις για την εναρμονισμένη ερμηνεία και εφαρμογή των απαιτήσεων που προβλέπονται στα άρθρα 20, 21 και 22.
Άρθρο 20
Απαιτήσεις σχετικά με τον απλό χαρακτήρα
1. Ο τίτλος επί των υποκείμενων ανοιγμάτων αποκτάται από την ΟΕΣΤ μέσω πραγματικής πώλησης ή εκχώρησης ή μεταβίβασης που έχει τις ίδιες νομικές συνέπειες, κατά τρόπο που να είναι εκτελεστός έναντι του πωλητή ή οποιουδήποτε τρίτου. Η μεταβίβαση του τίτλου στην ΟΕΣΤ δεν υπόκειται σε αυστηρές διατάξεις επιστροφής αμοιβών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του πωλητή.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες διατάξεις συνιστούν αυστηρές διατάξεις επιστροφής αμοιβών:
|
α) |
οι διατάξεις οι οποίες επιτρέπουν στον εκκαθαριστή του πωλητή να ακυρώσει την πώληση των υποκείμενων ανοιγμάτων, αποκλειστικά και μόνο λόγω του γεγονότος ότι αυτή συνήφθη εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος πριν από την κήρυξη της αφερεγγυότητας του πωλητή· |
|
β) |
οι διατάξεις βάσει των οποίων η ΟΕΣΤ είναι σε θέση να αποτρέψει την ακύρωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) μόνον εάν μπορεί να αποδείξει ότι δεν ήταν ενήμερη για την αφερεγγυότητα του πωλητή κατά τον χρόνο της πώλησης. |
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι διατάξεις επιστροφής αμοιβών στις εθνικές νομοθεσίες περί αφερεγγυότητας, οι οποίες επιτρέπουν στον εκκαθαριστή ή σε δικαστήριο να ακυρώσει την πώληση των υποκείμενων ανοιγμάτων σε περίπτωση παράνομης μεταβίβασης, αθέμιτης βλάβης των πιστωτών ή μεταβίβασης που αποσκοπεί σε αθέμιτη εύνοια συγκεκριμένων πιστωτών έναντι άλλων, δεν συνιστούν αυστηρές διατάξεις επιστροφής αμοιβών.
4. Όταν ο πωλητής δεν είναι ο αρχικός δανειοδότης, η πραγματική πώληση ή εκχώρηση ή μεταβίβαση με τις αυτές νομικές συνέπειες των υποκείμενων ανοιγμάτων στον εν λόγω πωλητή, είτε η πραγματική αυτή πώληση ή εκχώρηση ή μεταβίβαση με τις αυτές νομικές συνέπειες είναι άμεση είτε περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα ενδιάμεσα βήματα, πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 3.
5. Σε περίπτωση που η μεταβίβαση των υποκείμενων ανοιγμάτων διενεργείται μέσω εκχώρησης και ολοκληρώνεται σε στάδιο μεταγενέστερο από το κλείσιμο της συναλλαγής, τα συμβάντα ενεργοποίησης για την πραγματοποίηση της εν λόγω ολοκλήρωσης περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
|
α) |
σοβαρή επιδείνωση του καθεστώτος της πιστωτικής ποιότητας του πωλητή· |
|
β) |
αφερεγγυότητα του πωλητή· και |
|
γ) |
μη διορθωμένες παραβάσεις των συμβατικών υποχρεώσεων από τον πωλητή, περιλαμβανομένης της αδυναμίας πληρωμής του πωλητή. |
6. Ο πωλητής δηλώνει και εγγυάται ότι, εξ όσων γνωρίζει, τα υποκείμενα ανοίγματα που περιλαμβάνονται στην τιτλοποίηση δεν βαρύνονται ούτε βρίσκονται άλλως σε κατάσταση που μπορεί να προβλεφθεί ότι θα επηρεάσει δυσμενώς την εκτελεστότητα της πραγματικής πώλησης, εκχώρησης ή μεταβίβασης με τις αυτές νομικές συνέπειες.
7. Τα υποκείμενα ανοίγματα που μεταβιβάζονται ή εκχωρούνται από τον πωλητή στην ΟΕΣΤ πληρούν προκαθορισμένα, σαφή και τεκμηριωμένα κριτήρια επιλεξιμότητας, τα οποία δεν επιτρέπουν ελεύθερα την ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου για τα εν λόγω ανοίγματα. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η υποκατάσταση των ανοιγμάτων που παραβαίνουν δηλώσεις και εγγυήσεις δεν θεωρείται ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου. Τα ανοίγματα που μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ μετά το κλείσιμο της συναλλαγής πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που εφαρμόζονται στα αρχικά υποκείμενα ανοίγματα.
8. Η τιτλοποίηση υποστηρίζεται από ένα σύνολο υποκείμενων ανοιγμάτων που είναι ομοιογενή από την άποψη του τύπου των στοιχείων ενεργητικού, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων που σχετίζονται με τις ταμειακές ροές του τύπου των στοιχείων ενεργητικού, οι οποίες περιλαμβάνουν τα χαρακτηριστικά τους όσον αφορά τη σύμβαση, τον πιστωτικό κίνδυνο και την προπληρωμή. Τα σύνολα υποκείμενων ανοιγμάτων περιλαμβάνουν μόνο ένα είδος περιουσιακού στοιχείου. Τα υποκείμενα ανοίγματα περιέχουν υποχρεώσεις που είναι συμβατικά δεσμευτικές και εκτελεστές, με πλήρη δικαιώματα προσφυγής για τους οφειλέτες και, όπου συντρέχει περίπτωση, τους εγγυητές.
Τα υποκείμενα ανοίγματα έχουν καθορισμένη ροή περιοδικών πληρωμών, οι οποίες μπορεί να διαφέρουν ως προς το ύψος των δόσεων, σε σχέση με πληρωμές μισθωμάτων, κεφαλαίου ή τόκων ή με οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα απόκτησης εισοδήματος από στοιχεία ενεργητικού που υποστηρίζουν τις εν λόγω πληρωμές. Τα υποκείμενα ανοίγματα μπορούν επίσης να αποφέρουν έσοδα από την πώληση οποιωνδήποτε στοιχείων ενεργητικού τα οποία χρηματοδοτούνται ή τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση.
Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν περιλαμβάνουν κινητές αξίες, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 44) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, πλην των εταιρικών ομολόγων που δεν έχουν εισαχθεί σε τόπο διαπραγμάτευσης.
9. Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν περιλαμβάνουν καμία θέση τιτλοποίησης.
10. Τα υποκείμενα ανοίγματα προέρχονται από τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες της μεταβιβάζουσας οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη, σύμφωνα με πρότυπα αναδοχής που δεν υπολείπονται σε αυστηρότητα εκείνων τα οποία η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης εφάρμοζε κατά τον χρόνο δημιουργίας σε παρόμοια ανοίγματα που δεν τιτλοποιούνται. Τα πρότυπα αναδοχής σύμφωνα με τα οποία δημιουργούνται τα υποκείμενα ανοίγματα καθώς και οποιεσδήποτε ουσιώδεις αλλαγές σε σχέση με προηγούμενα πρότυπα αναδοχής γνωστοποιούνται εξολοκλήρου στους δυνάμει επενδυτές χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
Στην περίπτωση τιτλοποιήσεων όπου τα υποκείμενα ανοίγματα είναι στεγαστικά δάνεια, το σύνολο των δανείων δεν περιλαμβάνει δάνεια που διατίθενται στην αγορά και είχαν συναφθεί με την παραδοχή ότι ο αιτών δάνειο ή, κατά περίπτωση, οποιοσδήποτε μεσάζων, έχει ενημερωθεί ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες ενδέχεται να μην έχουν επαληθευθεί από τον δανειοδότη.
Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/48/ΕΚ ή στις παραγράφους 1 έως 4, στην παράγραφο 5 στοιχείο α) και στην παράγραφο 6 του άρθρου 18 της οδηγίας 2014/17/ΕΕ ή, κατά περίπτωση, ισοδύναμες απαιτήσεις τρίτων χωρών.
Η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης διαθέτει πραγματογνωσία στη δημιουργία ανοιγμάτων παρόμοιων με εκείνα που τιτλοποιούνται.
11. Τα υποκείμενα ανοίγματα μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ μετά την επιλογή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και δεν περιλαμβάνουν, κατά τον χρόνο της επιλογής, ανοίγματα σε αθέτηση, κατά την έννοια του άρθρου 178 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή ανοίγματα σε οφειλέτη ή εγγυητή με μειωμένη πιστοληπτική ικανότητα, ο οποίος, εξ όσων γνωρίζει η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης:
|
α) |
έχει κηρυχθεί αφερέγγυος ή αποτελεί το αντικείμενο δικαστικής απόφασης που παρέχει στους πιστωτές του οριστικό και τελεσίδικο δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης ή αποζημίωση για υλικές ζημίες λόγω καθυστέρησης μιας πληρωμής εντός της τριετίας πριν από την ημερομηνία δημιουργίας ή έχει υποβληθεί σε διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά του εντός της τριετίας πριν από την ημερομηνία μεταβίβασης ή εκχώρησης των υποκείμενων ανοιγμάτων στην ΟΕΣΤ, εκτός εάν:
|
|
β) |
περιλαμβανόταν, κατά τον χρόνο δημιουργίας και εφόσον συντρέχει περίπτωση, σε δημόσιο μητρώο πιστώσεων για άτομα με δυσμενές πιστωτικό ιστορικό ή, εφόσον δεν υπάρχει δημόσιο μητρώο πιστώσεων του είδους αυτού, άλλο μητρώο πιστώσεων που είναι στη διάθεση της μεταβιβάζουσας οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη· ή |
|
γ) |
έχει πιστοληπτική αξιολόγηση ή κατάταξη πιστοληπτικής ικανότητας βάσει της οποίας προκύπτει ότι ο κίνδυνος αθέτησης συμβατικά συμφωνημένων οικονομικών υποχρεώσεων είναι σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με παρόμοια ανοίγματα που κατέχει η μεταβιβάζουσα οντότητα και τα οποία δεν έχουν τιτλοποιηθεί. |
12. Οι οφειλέτες, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης των ανοιγμάτων, έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον μία πληρωμή, με εξαίρεση την περίπτωση των ανακυκλούμενων τιτλοποιήσεων που υποστηρίζονται από ανοίγματα καταβαλλόμενα σε μία δόση ή με ληκτότητα μικρότερη του ενός έτους, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των μηνιαίων πληρωμών σε ανακυκλούμενες πιστώσεις.
13. Η αποπληρωμή των κατόχων των θέσεων τιτλοποίησης δεν έχει διαρθρωθεί κατά τρόπο ώστε να εξαρτάται κατά κύριο λόγο από την πώληση των στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα υποκείμενα ανοίγματα. Αυτό δεν εμποδίζει τη μεταγενέστερη ανανέωση ή αναχρηματοδότηση των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού.
Η αποπληρωμή των κατόχων των θέσεων τιτλοποίησης, των οποίων τα υποκείμενα ανοίγματα εξασφαλίζονται με στοιχεία ενεργητικού με αξία που διασφαλίζεται ή αντισταθμίζεται πλήρως από υποχρέωση του πωλητή των στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα υποκείμενα ανοίγματα ή άλλου τρίτου μέρους για επαναγορά, δεν θεωρείται ότι εξαρτάται από την πώληση των στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα εν λόγω υποκείμενα ανοίγματα.
14. Η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καθορίζουν περαιτέρω ποια από τα υποκείμενα ανοίγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 8 θεωρείται ότι είναι ομοιογενή.
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Άρθρο 21
Απαιτήσεις σχετικά με την τυποποίηση
1. Η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης πληρούν την απαίτηση περί διατήρησης κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 6.
2. Οι κίνδυνοι επιτοκίου και συναλλαγματικοί κίνδυνοι που προκύπτουν από την τιτλοποίηση μετριάζονται καταλλήλως και οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται για τον σκοπό αυτό γνωστοποιούνται. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία επιδιώκεται η αντιστάθμιση του κινδύνου επιτοκίου ή του συναλλαγματικού κινδύνου, η ΟΕΣΤ δεν συμμετέχει σε συμβάσεις παραγώγων και εξασφαλίζει ότι το σύνολο υποκείμενων ανοιγμάτων δεν περιλαμβάνει παράγωγα. Η αναδοχή και η τεκμηρίωση των παραγώγων αυτών γίνονται σύμφωνα με τα συνήθη διεθνή χρηματοοικονομικά πρότυπα.
3. Οποιεσδήποτε αναφερόμενες πληρωμές τόκων βάσει των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της τιτλοποίησης βασίζονται σε γενικά χρησιμοποιούμενα επιτόκια της αγοράς ή σε γενικά χρησιμοποιούμενα τομεακά επιτόκια που αντικατοπτρίζουν το κόστος των κεφαλαίων και δεν παραπέμπουν σε σύνθετους τύπους ή παράγωγα.
4. Εφόσον έχει επιδοθεί ειδοποίηση αναγκαστικής εκτέλεσης ή επίσπευσης:
|
α) |
δεν πραγματοποιείται δέσμευση σημαντικών ποσών από την ΟΕΣΤ πέραν του αναγκαίου για να διασφαλισθεί η επιχειρησιακή λειτουργία της ΟΕΣΤ ή η εύρυθμη εξόφληση των επενδυτών σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους της τιτλοποίησης, εκτός εάν εξαιρετικές περιστάσεις απαιτούν να δεσμευθούν αυτά τα ποσά προκειμένου να χρησιμοποιηθούν, προς το συμφέρον των επενδυτών, για δαπάνες προκειμένου να αποτραπεί η επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας των υποκείμενων ανοιγμάτων· |
|
β) |
τα κεφάλαια που εισπράττονται από τα υποκείμενα ανοίγματα μεταβιβάζονται στους επενδυτές μέσω διαδοχικών εξοφλήσεων των θέσεων τιτλοποίησης, σύμφωνα με την εξοφλητική τους προτεραιότητα· |
|
γ) |
η αποπληρωμή των θέσεων τιτλοποίησης δεν αντιστρέφεται όσον αφορά την προτεραιότητά τους· και |
|
δ) |
σε καμία διάταξη δεν προβλέπεται απαίτηση αυτόματης εκκαθάρισης των υποκείμενων ανοιγμάτων βάσει της αγοραίας αξίας τους. |
5. Οι συναλλαγές που διαθέτουν μη διαδοχική προτεραιότητα πληρωμών περιλαμβάνουν συμβάντα ενεργοποίησης βάσει της απόδοσης των υποκείμενων ανοιγμάτων, με αποτέλεσμα την αντιστροφή της προτεραιότητας των πληρωμών σε διαδοχικές πληρωμές σύμφωνα με την εξοφλητική τους προτεραιότητα. Τα εν λόγω συμβάντα ενεργοποίησης βάσει απόδοσης περιλαμβάνουν τουλάχιστον την επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας των υποκείμενων ανοιγμάτων κάτω από ένα προκαθορισμένο όριο.
6. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής περιέχουν κατάλληλες διατάξεις πρόωρης εξόφλησης ή συμβάντα που ενεργοποιούν τη λήξη της περιόδου ανακύκλωσης, εφόσον η τιτλοποίηση είναι ανακυκλούμενη τιτλοποίηση, που περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:
|
α) |
επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας των υποκείμενων ανοιγμάτων, ίση με ή κατώτερη από το προκαθορισμένο όριο· |
|
β) |
εμφάνιση συμβάντος αφερεγγυότητας σε σχέση με τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή τον διαχειριστή· |
|
γ) |
υποχώρηση της αξίας των υποκείμενων ανοιγμάτων που διατηρεί η ΟΕΣΤ κάτω από ένα προκαθορισμένο όριο (συμβάν πρόωρης εξόφλησης)· και |
|
δ) |
αδυναμία δημιουργίας επαρκών νέων υποκείμενων ανοιγμάτων που ανταποκρίνονται στην προκαθορισμένη πιστωτική ποιότητα (συμβάν ενεργοποίησης για τη λήξη της ανανεούμενης περιόδου). |
7. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής καθορίζουν σαφώς:
|
α) |
τις συμβατικές υποχρεώσεις, τα καθήκοντα και τις ευθύνες του διαχειριστή και του καταπιστευματικού διαχειριστή, εφόσον υπάρχει, και άλλων παρόχων βοηθητικών υπηρεσιών· |
|
β) |
τις διαδικασίες και τις ευθύνες που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η αθέτηση ή η αφερεγγυότητα εκ μέρους του διαχειριστή δεν θα επιφέρει τη λήξη της διαχείρισης, όπως συμβατική διάταξη αντικατάστασης η οποία επιτρέπει την αντικατάσταση του διαχειριστή στις περιπτώσεις αυτές· και |
|
γ) |
διατάξεις που διασφαλίζουν την αντικατάσταση των αντισυμβαλλομένων παραγώγων, των παρόχων ταμειακής διευκόλυνσης και της τράπεζας τήρησης λογαριασμού σε περίπτωση αθέτησης, αφερεγγυότητας και άλλων συγκεκριμένων συμβάντων από μέρους τους, κατά περίπτωση. |
8. Ο διαχειριστής διαθέτει πραγματογνωσία στη διαχείριση ανοιγμάτων παρόμοιας φύσης με αυτά που είναι τιτλοποιημένα και διαθέτει καλώς τεκμηριωμένες και κατάλληλες πολιτικές, διαδικασίες και ελέγχους διαχείρισης κινδύνου σχετικά με τη διαχείριση ανοιγμάτων.
9. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής προβλέπουν, με σαφείς και συνεπείς όρους, ορισμούς, επανορθωτικά μέτρα και ενέργειες που αφορούν τις καθυστερήσεις και τις αθετήσεις των οφειλετών, την αναδιάρθρωση χρεών, τη διαγραφή χρεών, τη χορήγηση περιόδου χάριτος, τις επαναγορές, τις διακοπές πληρωμής, τις αποσβέσεις, τις ανακτήσεις και άλλες επανορθωτικές ενέργειες σχετικές με τις αποδόσεις των στοιχείων ενεργητικού. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής καθορίζουν με σαφήνεια τις προτεραιότητες πληρωμής, τα συμβάντα ενεργοποίησης των αλλαγών σε αυτές τις προτεραιότητες πληρωμής καθώς και την υποχρέωση αναφοράς των εν λόγω συμβάντων. Κάθε αλλαγή στις προτεραιότητες πληρωμών που θα επηρεάσει σημαντικά κατά δυσμενή τρόπο την αποπληρωμή της θέσης τιτλοποίησης αναφέρεται στους επενδυτές χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
10. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής περιλαμβάνουν σαφείς διατάξεις που διευκολύνουν την έγκαιρη επίλυση των συγκρούσεων μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών των επενδυτών, τα δικαιώματα ψήφου προσδιορίζονται σαφώς και κατανέμονται σε ομολογιούχους και οι αρμοδιότητες του καταπιστευματικού διαχειριστή και άλλων οντοτήτων με καθήκοντα καταπιστευματοδόχου προς επενδυτές προσδιορίζονται σαφώς.
Άρθρο 22
Απαιτήσεις σχετικά με τη διαφάνεια
1. Η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα διαθέτουν στους εν δυνάμει επενδυτές, πριν από την τιμολόγηση, δεδομένα σχετικά με τις στατικές και δυναμικές ιστορικές επιδόσεις ως προς την αθέτηση και τις ζημίες, όπως δεδομένα για τις καθυστερήσεις και την αθέτηση, για ανοίγματα ουσιαστικά παρόμοια με εκείνα που τιτλοποιήθηκαν, και τις πηγές των δεδομένων αυτών καθώς και τη βάση για τον ισχυρισμό της ομοιότητας. Τα δεδομένα αυτά καλύπτουν ιστορική περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών.
2. Ένα δείγμα των υποκείμενων ανοιγμάτων ενεργητικού υποβάλλεται σε εξωτερική επαλήθευση, πριν από την έκδοση των τίτλων που προκύπτουν από την τιτλοποίηση, από κατάλληλο και ανεξάρτητο φορέα, και επαληθεύεται, μεταξύ άλλων, ότι τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σε σχέση με τα υποκείμενα ανοίγματα είναι ακριβή.
3. Η μεταβιβάζουσα οντότητα ή η ανάδοχη οντότητα διαθέτει στους εν δυνάμει επενδυτές, πριν από την τιμολόγηση της τιτλοποίησης, ένα σαφώς τεκμηριωμένο μοντέλο ταμειακών ροών στοιχείων παθητικού το οποίο απεικονίζει επακριβώς τη συμβατική σχέση ανάμεσα στα υποκείμενα ανοίγματα και τις ροές πληρωμών μεταξύ της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας, των επενδυτών, άλλων τρίτων μερών και της ΟΕΣΤ και, μετά την τιμολόγηση, διαθέτει το μοντέλο αυτό στους επενδυτές σε συνεχή βάση και στους εν δυνάμει επενδυτές κατόπιν αιτήματός τους.
4. Στην περίπτωση τιτλοποιήσεων όπου τα υποκείμενα ανοίγματα είναι στεγαστικά δάνεια ή δάνεια αγοράς αυτοκινήτου ή χρηματοδοτικές μισθώσεις, η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα δημοσιοποιούν τις διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν την περιβαλλοντική απόδοση των στοιχείων ενεργητικού που χρηματοδοτούνται από τα εν λόγω στεγαστικά δάνεια ή δάνεια αγοράς αυτοκινήτου ή χρηματοδοτικές μισθώσεις, ως μέρος των πληροφοριών που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α).
5. Η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα έχουν από κοινού την ευθύνη της συμμόρφωσης προς το άρθρο 7. Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) διατίθενται στους εν δυνάμει επενδυτές, πριν από την τιμολόγηση, κατόπιν αιτήματος. Οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία β) έως δ) διατίθενται, πριν από την τιμολόγηση, τουλάχιστον υπό μορφή σχεδίου ή στην αρχική τους μορφή. Τα τελικά έγγραφα τεκμηρίωσης διατίθενται στους επενδυτές το αργότερο εντός 15 ημερών από το κλείσιμο της συναλλαγής.
ΤΜΗΜΑ 2
Απαιτήσεις για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση ABCP
Άρθρο 23
Απλή, διαφανής και τυποποιημένη τιτλοποίηση ABCP
1. Μία συναλλαγή ABCP χαρακτηρίζεται ως STS εφόσον συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις σε επίπεδο συναλλαγών του άρθρου 24.
2. Ένα πρόγραμμα ABCP χαρακτηρίζεται ως STS εφόσον συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 26 και η ανάδοχη οντότητα του προγράμματος ABCP συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 25.
Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, ως «πωλητής» νοείται η «μεταβιβάζουσα οντότητα» ή ο «αρχικός δανειοδότης».
3. Έως τις 18 Οκτωβρίου 2018 η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΕΣ, εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις για την εναρμονισμένη ερμηνεία και εφαρμογή των απαιτήσεων που προβλέπονται στα άρθρα 24 και 26 του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 24
Απαιτήσεις σε επίπεδο συναλλαγών
1. Ο τίτλος επί των υποκείμενων ανοιγμάτων αποκτάται από την ΟΕΣΤ μέσω πραγματικής πώλησης ή εκχώρησης ή μεταβίβασης με τις αυτές νομικές συνέπειες, κατά τρόπο που να είναι εκτελεστός έναντι του πωλητή ή οποιουδήποτε τρίτου. Η μεταβίβαση του τίτλου στην ΟΕΣΤ δεν υπόκειται σε αυστηρές διατάξεις επιστροφής αμοιβών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του πωλητή.
2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες διατάξεις συνιστούν αυστηρές διατάξεις επιστροφής αμοιβών:
|
α) |
οι διατάξεις που επιτρέπουν στον εκκαθαριστή του πωλητή να ακυρώσει την πώληση των υποκείμενων ανοιγμάτων, αποκλειστικά και μόνον λόγω του γεγονότος ότι αυτή συνήφθη εντός ορισμένης περιόδου πριν από την κήρυξη της αφερεγγυότητας του πωλητή· |
|
β) |
οι διατάξεις βάσει των οποίων η ΟΕΣΤ είναι σε θέση να αποτρέψει την ακύρωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) μόνον εάν μπορεί να αποδείξει ότι δεν ήταν ενήμερη για την αφερεγγυότητα του πωλητή κατά τον χρόνο της πώλησης. |
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι διατάξεις επιστροφής αμοιβών στις εθνικές νομοθεσίες περί αφερεγγυότητας, που επιτρέπουν στον εκκαθαριστή ή σε δικαστήριο να ακυρώσει την πώληση των υποκείμενων ανοιγμάτων σε περίπτωση παράνομης μεταβίβασης, αθέμιτης βλάβης των πιστωτών ή μεταβιβάσεων που αποσκοπούν σε αθέμιτη εύνοια συγκεκριμένων πιστωτών έναντι άλλων, δεν συνιστούν αυστηρές διατάξεις επιστροφής αμοιβών.
4. Όταν ο πωλητής δεν είναι ο αρχικός δανειοδότης, η πραγματική πώληση ή εκχώρηση ή μεταβίβαση με τις ίδιες νομικές συνέπειες των υποκείμενων ανοιγμάτων στον πωλητή, είτε η πραγματική αυτή πώληση ή εκχώρηση ή μεταβίβαση με τις αυτές νομικές συνέπειες είναι άμεση είτε περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα ενδιάμεσα βήματα, πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 3.
5. Σε περίπτωση που η μεταβίβαση των υποκείμενων ανοιγμάτων διενεργείται μέσω εκχώρησης και ολοκληρώνεται σε στάδιο μεταγενέστερο από το κλείσιμο της συναλλαγής, τα συμβάντα ενεργοποίησης για την πραγματοποίηση της εν λόγω ολοκλήρωσης περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα συμβάντα:
|
α) |
σοβαρή επιδείνωση του καθεστώτος της πιστοληπτικής ικανότητας του πωλητή· |
|
β) |
αφερεγγυότητα του πωλητή· και |
|
γ) |
μη αποκατασταθείσες παραβάσεις των συμβατικών υποχρεώσεων του πωλητή, περιλαμβανομένης της αδυναμίας πληρωμής του πωλητή. |
6. Ο πωλητής δηλώνει και εγγυάται ότι, εξ όσων γνωρίζει, τα υποκείμενα ανοίγματα που περιλαμβάνονται στην τιτλοποίηση δεν βαρύνονται ούτε βρίσκονται σε κατάσταση που μπορεί να προβλεφθεί ότι θα επηρεάσει δυσμενώς την εκτελεστότητα της πραγματικής πώλησης ή της μεταβίβασης με τις ίδιες νομικές συνέπειες.
7. Τα υποκείμενα ανοίγματα που μεταβιβάζονται ή εκχωρούνται από τον πωλητή στην ΟΕΣΤ πληρούν προκαθορισμένα, σαφή και τεκμηριωμένα κριτήρια επιλεξιμότητας, τα οποία δεν επιτρέπουν ελεύθερα την ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου για τα εν λόγω ανοίγματα. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η υποκατάσταση των ανοιγμάτων που παραβαίνουν δηλώσεις και εγγυήσεις δεν θεωρείται ενεργή διαχείριση χαρτοφυλακίου. Τα ανοίγματα που μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ μετά το κλείσιμο της συναλλαγής πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που εφαρμόζονται στα αρχικά υποκείμενα ανοίγματα.
8. Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν περιλαμβάνουν θέση τιτλοποίησης.
9. Τα υποκείμενα ανοίγματα μεταβιβάζονται στην ΟΕΣΤ μετά την επιλογή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και δεν περιλαμβάνουν, κατά τον χρόνο επιλογής, ανοίγματα σε αθέτηση, κατά την έννοια του άρθρου 178 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή ανοίγματα σε οφειλέτη ή εγγυητή με μειωμένη πιστοληπτική ικανότητα, ο οποίος, εξ όσων γνωρίζει η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης:
|
α) |
έχει κηρυχθεί αφερέγγυος ή αποτελεί το αντικείμενο δικαστικής απόφασης που παρέχει στους πιστωτές του οριστικό και τελεσίδικο δικαίωμα αναγκαστικής εκτέλεσης ή αποζημίωσης για υλικές ζημίες λόγω καθυστέρησης μιας πληρωμής εντός της τριετίας πριν από την ημερομηνία δημιουργίας ή έχει υποβληθεί σε διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά του εντός της τριετίας πριν από την ημερομηνία μεταβίβασης ή εκχώρησης των υποκείμενων ανοιγμάτων στην ΟΕΣΤ, εκτός εάν:
|
|
β) |
περιλαμβανόταν, κατά τον χρόνο δημιουργίας και εφόσον συντρέχει περίπτωση, σε δημόσιο μητρώο πιστώσεων για άτομα με δυσμενές πιστωτικό ιστορικό ή, εφόσον δεν υπάρχει δημόσιο μητρώο πιστώσεων του είδους αυτού, άλλο μητρώο πιστώσεων που είναι στη διάθεση της μεταβιβάζουσας οντότητας ή του αρχικού δανειοδότη· ή |
|
γ) |
έχει πιστοληπτική αξιολόγηση ή κατάταξη πιστοληπτικής ικανότητας βάσει της οποίας προκύπτει ότι ο κίνδυνος αθέτησης συμβατικά συμφωνημένων οικονομικών υποχρεώσεων είναι σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με συγκρίσιμα ανοίγματα που κατέχει η μεταβιβάζουσα οντότητα και τα οποία δεν έχουν τιτλοποιηθεί. |
10. Κατά τον χρόνο της μεταβίβασης των ανοιγμάτων, οι οφειλέτες έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον μία πληρωμή, εκτός από την περίπτωση των ανακυκλούμενων τιτλοποιήσεων που υποστηρίζονται από ανοίγματα καταβαλλόμενα σε μία δόση ή με ληκτότητα μικρότερη του ενός έτους, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των μηνιαίων πληρωμών σε ανακυκλούμενες πιστώσεις.
11. Η αποπληρωμή των κατόχων των θέσεων τιτλοποίησης δεν έχει διαρθρωθεί κατά τρόπο ώστε να εξαρτάται κατά κύριο λόγο από την πώληση των στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα υποκείμενα ανοίγματα. Αυτό δεν εμποδίζει τη μεταγενέστερη ανανέωση ή αναχρηματοδότηση των εν λόγω στοιχείων ενεργητικού.
Η αποπληρωμή των κατόχων των θέσεων τιτλοποίησης, των οποίων τα υποκείμενα ανοίγματα εξασφαλίζονται με στοιχεία ενεργητικού με αξία που διασφαλίζεται ή αντισταθμίζεται πλήρως από υποχρέωση του πωλητή των στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα υποκείμενα ανοίγματα ή άλλου τρίτου μέρους για επαναγορά, δεν θεωρείται ότι εξαρτάται από την πώληση των στοιχείων ενεργητικού που εξασφαλίζουν τα εν λόγω υποκείμενα ανοίγματα.
12. Οι κίνδυνοι επιτοκίου και συναλλαγματικός κίνδυνος που προκύπτουν από την τιτλοποίηση μετριάζονται καταλλήλως και οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται για τον σκοπό αυτό γνωστοποιούνται. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία επιδιώκεται η αντιστάθμιση του κινδύνου επιτοκίου ή του συναλλαγματικού κινδύνου, η ΟΕΣΤ δεν συμμετέχει σε συμβάσεις παραγώγων και εξασφαλίζει ότι το σύνολο υποκείμενων ανοιγμάτων δεν περιλαμβάνει παράγωγα. Η ανάληψη κινδύνου και η τεκμηρίωση των παραγώγων αυτών γίνεται σύμφωνα με τα συνήθη διεθνή χρηματοοικονομικά πρότυπα.
13. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής προβλέπουν, με σαφείς και συνεπείς όρους, ορισμούς, επανορθωτικά μέτρα και ενέργειες που αφορούν τις καθυστερήσεις και τις αθετήσεις των οφειλετών, την αναδιάρθρωση χρεών, τη διαγραφή χρεών, τις ρυθμίσεις, τις επαναγορές, τις διακοπές πληρωμής, τις ζημιές, τις χρεώσεις, τις ανακτήσεις και άλλες επανορθωτικές ενέργειες σχετικές με τις αποδόσεις των στοιχείων ενεργητικού. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής καθορίζουν με σαφήνεια τις προτεραιότητες πληρωμής, τα συμβάντα ενεργοποίησης των αλλαγών σε αυτές τις προτεραιότητες πληρωμής καθώς και την υποχρέωση αναφοράς των εν λόγω συμβάντων. Κάθε αλλαγή στις προτεραιότητες πληρωμών που θα επηρεάσει σημαντικά κατά δυσμενή τρόπο την αποπληρωμή της θέσης τιτλοποίησης αναφέρεται στους επενδυτές χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
14. Η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα διαθέτουν στους δυνάμει επενδυτές, πριν από την τιμολόγηση, δεδομένα σχετικά με τις στατικές και δυναμικές ιστορικές επιδόσεις ως προς την αθέτηση και τις ζημίες, όπως δεδομένα για τις καθυστερήσεις και την αθέτηση, για ανοίγματα ουσιαστικά παρόμοια με εκείνα που τιτλοποιήθηκαν, και τις πηγές των δεδομένων αυτών καθώς και τη βάση για τον ισχυρισμό της ομοιότητας. Εάν η ανάδοχη οντότητα δεν έχει πρόσβαση στα δεδομένα αυτά, λαμβάνει από τον πωλητή στατική ή δυναμική πρόσβαση στα δεδομένα, στο ιστορικό απόδοσης, όπως δεδομένα για τις καθυστερήσεις και την αθέτηση, για ανοίγματα ουσιαστικά παρόμοια με εκείνα που τιτλοποιήθηκαν. Όλα τα δεδομένα αυτά καλύπτουν ιστορική περίοδο όχι μικρότερη των πέντε ετών, εκτός από την περίπτωση δεδομένων σχετικά με εμπορικές απαιτήσεις και άλλες βραχυπρόθεσμες εισπρακτέες απαιτήσεις για τις οποίες η ιστορική περίοδος δεν είναι μικρότερη των τριών ετών.
15. Οι συναλλαγές ABCP εξασφαλίζονται από σύνολο υποκειμένων ανοιγμάτων που είναι ομοιογενή από την άποψη του τύπου των στοιχείων ενεργητικού, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων που σχετίζονται με τις ταμειακές ροές των διάφορων τύπων στοιχείων ενεργητικού, περιλαμβανομένων των χαρακτηριστικών τους όσον αφορά τη σύμβαση, τον πιστωτικό κίνδυνο και την προπληρωμή. Τα σύνολα υποκείμενων ανοιγμάτων περιλαμβάνουν μόνο ένα είδος περιουσιακού στοιχείου.
Η ομάδα υποκείμενων ανοιγμάτων έχει εναπομένουσα σταθμισμένη μέση διάρκεια ζωής όχι άνω του ενός έτους, ενώ κανένα υποκείμενο άνοιγμα δεν έχει εναπομένουσα διάρκεια άνω των τριών ετών.
Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο, οι ομάδες δανείων αγοράς αυτοκινήτου, οι χρηματοδοτικές μισθώσεις αυτοκινήτων και οι συναλλαγές χρηματοδοτικής μίσθωσης εξοπλισμού έχουν εναπομένουσα σταθμισμένη μέση διάρκεια ζωής όχι άνω των τριάμισι ετών, ενώ καμία από αυτές δεν έχει εναπομένουσα διάρκεια άνω των έξι ετών.
Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν περιλαμβάνουν ενυπόθηκα στεγαστικά ή εμπορικά δάνεια ή πλήρως εξασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια, όπως αναφέρεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Τα υποκείμενα ανοίγματα περιέχουν υποχρεώσεις που είναι συμβατικά δεσμευτικές και εκτελεστές, με δικαίωμα πλήρους προσφυγής σε οφειλέτες με καθορισμένη ροή πληρωμών που αφορούν πληρωμές μισθωμάτων, κεφαλαίου, τόκων ή σχετίζονται με οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα απόκτησης εισοδήματος από στοιχεία ενεργητικού που εγγυώνται τις εν λόγω πληρωμές. Τα υποκείμενα ανοίγματα μπορούν επίσης να αποφέρουν έσοδα από την πώληση οποιωνδήποτε στοιχείων ενεργητικού τα οποία χρηματοδοτούνται ή τελούν υπό χρηματοδοτική μίσθωση. Τα υποκείμενα ανοίγματα δεν περιλαμβάνουν κινητές αξίες, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 44) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, πλην των εταιρικών ομολόγων που δεν έχουν εισαχθεί σε τόπο διαπραγμάτευσης.
16. Οποιεσδήποτε αναφερόμενες πληρωμές τόκων βάσει των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της συναλλαγής ABCP βασίζονται σε γενικά χρησιμοποιούμενα επιτόκια της αγοράς ή σε γενικά χρησιμοποιούμενα τομεακά επιτόκια που αντικατοπτρίζουν το κόστος των κεφαλαίων, αλλά δεν παραπέμπουν σε σύνθετους τύπους ή παράγωγα. Αναφερόμενες πληρωμές τόκων βάσει των στοιχείων παθητικού της συναλλαγής ABCP είναι δυνατόν να βασίζονται σε επιτόκια που αντικατοπτρίζουν το κόστος κεφαλαίων ενός προγράμματος ABCP.
17. Σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής του πωλητή ή επίσπευσης:
|
α) |
δεν πραγματοποιείται δέσμευση ποσών από την ΟΕΣΤ πέραν του αναγκαίου για να εξασφαλισθεί η επιχειρησιακή λειτουργία της ΟΕΣΤ ή η ομαλή εξόφληση των επενδυτών σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους της τιτλοποίησης, εκτός εάν εξαιρετικές περιστάσεις απαιτούν τη δέσμευση ενός ποσού, προς το συμφέρον των επενδυτών, για δαπάνες προκειμένου να αποτρέπουν την επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας των υποκείμενων ανοιγμάτων· |
|
β) |
τα κεφάλαια που εισπράττονται από τα υποκείμενα ανοίγματα μεταβιβάζονται στους επενδυτές μέσω διαδοχικών εξοφλήσεων των θέσεων τιτλοποίησης, σύμφωνα με την εξοφλητική τους προτεραιότητα· και |
|
γ) |
σε καμία διάταξη δεν προβλέπεται απαίτηση αυτόματης εκκαθάρισης των υποκείμενων ανοιγμάτων βάσει της αγοραίας αξίας τους. |
18. Τα υποκείμενα ανοίγματα προκύπτουν από τη συνήθη ροή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του πωλητή, σύμφωνα με τα πρότυπα αναδοχής, τα οποία δεν υπολείπονται σε αυστηρότητα εκείνων που εφαρμόζει ο πωλητής κατά τον χρόνο δημιουργίας σε παρόμοια ανοίγματα που δεν τιτλοποιούνται. Τα πρότυπα αναδοχής σύμφωνα με τα οποία δημιουργούνται τα υποκείμενα ανοίγματα καθώς και οποιεσδήποτε ουσιώδεις αλλαγές σε σχέση με προηγούμενα πρότυπα αναδοχής γνωστοποιούνται εξολοκλήρου στην ανάδοχη οντότητα και τα άλλα μέρη που εκτίθενται άμεσα στη συναλλαγή ABCP χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Ο πωλητής διαθέτει εξειδίκευση στη δημιουργία ανοιγμάτων παρόμοιων με εκείνα που τιτλοποιούνται.
19. Σε περίπτωση που μια συναλλαγή ABCP είναι ανακυκλούμενη τιτλοποίηση, τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής περιέχουν συμβάντα που ενεργοποιούν τη λήξη της ανανεούμενης περιόδου, στα οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα εξής:
|
α) |
επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας των υποκείμενων ανοιγμάτων, ίση με ή κατώτερη από το προκαθορισμένο όριο· και |
|
β) |
εμφάνιση συμβάντος αφερεγγυότητας σε σχέση με τον πωλητή ή τον διαχειριστή. |
20. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης της συναλλαγής καθορίζουν σαφώς:
|
α) |
τις συμβατικές υποχρεώσεις, τα καθήκοντα και τις ευθύνες της ανάδοχης οντότητας, του διαχειριστή και του καταπιστευματικού διαχειριστή, εφόσον υπάρχει, και άλλων παρόχων βοηθητικών υπηρεσιών· |
|
β) |
τις διαδικασίες και τις ευθύνες που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η αθέτηση ή η αφερεγγυότητα από μέρους του διαχειριστή δεν θα επιφέρει τη λήξη της διαχείρισης· |
|
γ) |
διατάξεις που διασφαλίζουν την αντικατάσταση των αντισυμβαλλομένων παραγώγων και της τράπεζας τήρησης λογαριασμού σε περίπτωση αθέτησης, αφερεγγυότητας και άλλων συγκεκριμένων συμβάντων από μέρους τους, κατά περίπτωση· και |
|
δ) |
τον τρόπο με τον οποίο η ανάδοχη οντότητα πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 25 παράγραφος 3. |
21. Η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία καθορίζουν περαιτέρω ποια υποκείμενα ανοίγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 15 θεωρείται ότι είναι ομοιογενή.
Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.
Άρθρο 25
Ανάδοχη οντότητα ενός προγράμματος ABCP
1. Η ανάδοχη οντότητα του προγράμματος ABCP είναι πιστωτικό ίδρυμα το οποίο υπόκειται σε εποπτεία σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ.
2. Η ανάδοχη οντότητα ενός προγράμματος ABCP είναι πάροχος ταμειακής διευκόλυνσης και υποστηρίζει όλες τις θέσεις τιτλοποίησης σε επίπεδο του προγράμματος ABCP, καλύπτοντας όλους τους κινδύνους ρευστότητας, τους πιστωτικούς κινδύνους και οποιονδήποτε ουσιαστικό κίνδυνο απομείωσης της αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, καθώς και οποιαδήποτε άλλα έξοδα συναλλαγής και τα γενικότερα έξοδα του προγράμματος εάν είναι αναγκαία για την εγγύηση, έναντι του επενδυτή, της εξολοκλήρου πληρωμής οποιουδήποτε ποσού δυνάμει του ABCP με αυτήν την υποστήριξη. Η ανάδοχη οντότητα γνωστοποιεί περιγραφή της υποστήριξης που παρέχεται σε επίπεδο συναλλαγών στους επενδυτές καθώς και περιγραφή των παρεχομένων ταμειακών διευκολύνσεων.
3. Προκειμένου να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει ένα πρόγραμμα ABCP STS, το πιστωτικό ίδρυμα αποδεικνύει στην αρμόδια αρχή του ότι ο ρόλος του σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν θέτει σε κίνδυνο τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητά του, ούτε καν όταν υφίσταται ακραία κατάσταση στην αγορά.
Η απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου θεωρείται ότι πληρούται όταν η αρμόδια αρχή διαπιστώνει, βάσει της εξέτασης και της αξιολόγησης που αναφέρονται στο άρθρο 97 παράγραφος 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, ότι οι ρυθμίσεις, οι στρατηγικές, οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί που εφαρμόζει το πιστωτικό ίδρυμα, καθώς και τα ίδια κεφάλαιά τους και η ρευστότητά τους εξασφαλίζουν την υγιή διαχείριση και την κάλυψη των κινδύνων του.
4. Η ανάδοχη οντότητα εκτελεί η ίδια δραστηριότητες δέουσας επιμέλειας και επαληθεύει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 3 του παρόντος κανονισμού, ανάλογα με την περίπτωση. Επαληθεύει επίσης ότι ο πωλητής διαθέτει δυνατότητα διαχείρισης και διαδικασίες είσπραξης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 265 παράγραφος 2 στοιχεία η) έως ιστ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή ισοδύναμες απαιτήσεις τρίτων χωρών.
5. Ο πωλητής, στο επίπεδο μιας συναλλαγής, ή η ανάδοχη οντότητα, στο επίπεδο του προγράμματος ABCP, πληρούν την απαίτηση διατήρησης κινδύνου που αναφέρεται στο άρθρο 6.
6. Η ανάδοχη οντότητα έχει την ευθύνη της συμμόρφωσης με το άρθρο 7 σε επίπεδο προγράμματος ABCP και της διάθεσης προς τους εν δυνάμει επενδυτές, πριν από την τιμολόγηση, κατόπιν αιτήματός τους:
|
α) |
των συγκεντρωτικών πληροφοριών που απαιτούνται από το άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)· και |
|
β) |
των πληροφοριών που απαιτούνται από το άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία β) έως ε), τουλάχιστον υπό μορφή σχεδίου ή στην αρχική τους μορφή. |
7. Εάν η ανάδοχη οντότητα δεν ανανεώσει τη χρηματοδοτική δέσμευση της ταμειακής διευκόλυνσης πριν από τη λήξη της, η ταμειακή διευκόλυνση αίρεται και οι λήγοντες τίτλοι αποπληρώνονται.
Άρθρο 26
Απαιτήσεις σε επίπεδο προγράμματος
1. Όλες οι συναλλαγές στο πλαίσιο προγράμματος ABCP πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 24 παράγραφοι 1 έως 8 και 12 έως 20.
Κατ’ ανώτατο όριο το 5 % του συγκεντρωτικού ποσού των υποκείμενων ανοιγμάτων των συναλλαγών ABCP που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα ABCP μπορούν προσωρινά να μη συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του άρθρου 24 παράγραφοι 9, 10 και 11, χωρίς να επηρεάζεται το καθεστώς STS του προγράμματος ABCP.
Για τους σκοπούς του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, δείγμα των υποκείμενων ανοιγμάτων υποβάλλεται τακτικά σε εξωτερική επαλήθευση συμμόρφωσης από κατάλληλο και ανεξάρτητο φορέα.
2. Η εναπομένουσα σταθμισμένη μέση διάρκεια ζωής των υποκείμενων ανοιγμάτων προγράμματος ABCP δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.
3. Το πρόγραμμα ABCP υποστηρίζεται πλήρως από την ανάδοχη οντότητα σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2.
4. Το πρόγραμμα ABCP δεν περιέχει καμία επανατιτλοποίηση και η πιστωτική ενίσχυση δεν δημιουργεί δεύτερο στρώμα τμηματοποίησης σε επίπεδο προγράμματος.
5. Οι τίτλοι που έχουν εκδοθεί από πρόγραμμα ABCP δεν περιλαμβάνουν δικαιώματα προαίρεσης, ρήτρες παράτασης ή άλλες ρήτρες που επηρεάζουν την οριστική λήξη τους, εφόσον οι εν λόγω επιλογές ή ρήτρες μπορούν να ασκηθούν κατά τη διακριτική ευχέρεια του πωλητή, της ανάδοχης οντότητας ή της ΟΕΣΤ.
6. Οι κίνδυνοι επιτοκίου και συναλλαγματικοί κίνδυνοι που προκύπτουν σε επίπεδο προγράμματος ABCP μετριάζονται κατάλληλα και οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται για τον σκοπό αυτό γνωστοποιούνται. Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία επιδιώκεται η αντιστάθμιση του κινδύνου επιτοκίου ή του συναλλαγματικού κινδύνου, η ΟΕΣΤ δεν συμμετέχει σε συμβάσεις παραγώγων και εξασφαλίζει ότι το σύνολο των υποκείμενων ανοιγμάτων δεν περιλαμβάνει παράγωγα. Η αναδοχή και η τεκμηρίωση των παραγώγων αυτών γίνονται σύμφωνα με τα συνήθη διεθνή χρηματοοικονομικά πρότυπα.
7. Η τεκμηρίωση που σχετίζεται με το πρόγραμμα ABCP καθορίζει σαφώς:
|
α) |
τις ευθύνες του καταπιστευματικού διαχειριστή και άλλων οντοτήτων με καθήκοντα καταπιστευματοδόχου, εφόσον υπάρχουν, προς επενδυτές· |
|
β) |
τις συμβατικές υποχρεώσεις, τα καθήκοντα και τις ευθύνες της ανάδοχης οντότητας, που πρέπει να διαθέτει πραγματογνωσία για την αναδοχή πιστώσεων, του καταπιστευματικού διαχειριστή, εφόσον υπάρχει, και άλλων παρόχων βοηθητικών υπηρεσιών· |
|
γ) |
τις διαδικασίες και τις ευθύνες που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η αθέτηση ή η αφερεγγυότητα από μέρους του διαχειριστή δεν θα επιφέρει τη λήξη της διαχείρισης· |
|
δ) |
τις διατάξεις για την αντικατάσταση των αντισυμβαλλομένων παραγώγων και της τράπεζας τήρησης λογαριασμού σε επίπεδο προγράμματος ABCP, σε περίπτωση αθέτησης, αφερεγγυότητας και άλλων συγκεκριμένων συμβάντων, εφόσον η ταμειακή διευκόλυνση δεν καλύπτει τέτοια συμβάντα· |
|
ε) |
ότι, σε περίπτωση συγκεκριμένων γεγονότων, αδυναμίας πληρωμής ή αφερεγγυότητας της ανάδοχης οντότητας, προβλέπονται διορθωτικά μέτρα που επιτυγχάνουν, κατά περίπτωση, δημιουργία εγγυήσεων για τη χρηματοδοτική δέσμευση ή αντικατάσταση του παρόχου ταμειακής διευκόλυνσης· και |
|
στ) |
ότι η ταμειακή διευκόλυνση αίρεται και οι λήγοντες τίτλοι αποπληρώνονται εάν η ανάδοχη οντότητα δεν ανανεώσει τη χρηματοδοτική δέσμευση της ταμειακής διευκόλυνσης πριν από τη λήξη της. |
8. Ο διαχειριστής διαθέτει εξειδίκευση στη διαχείριση ανοιγμάτων παρόμοιας φύσης με αυτά που είναι τιτλοποιημένα και διαθέτει καλώς τεκμηριωμένες πολιτικές, διαδικασίες και ελέγχους διαχείρισης κινδύνου σχετικά με τη διαχείριση ανοιγμάτων.
ΤΜΗΜΑ 3
Κοινοποίηση STS
Άρθρο 27
Απαιτήσεις κοινοποίησης STS
1. Οι μεταβιβάζουσες οντότητες και οι ανάδοχες οντότητες ενημερώνουν την ΕΑΚΑΑ από κοινού, μέσω του υποδείγματος που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, όταν μια τιτλοποίηση πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 19 έως 22 ή των άρθρων 23 έως 26 («κοινοποίηση STS»). Στην περίπτωση προγράμματος ABCP, μόνον η ανάδοχη οντότητα έχει την ευθύνη κοινοποίησης για το εν λόγω πρόγραμμα και, στο πλαίσιο του προγράμματος, για τις συναλλαγές ABCP που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 24.
Η κοινοποίηση STS περιλαμβάνει εξήγηση από τη μεταβιβάζουσα οντότητα και την ανάδοχη οντότητα σχετικά με τον τρόπο συμμόρφωσης με καθένα από τα κριτήρια STS που ορίζονται στα άρθρα 20 έως 22 ή στα άρθρα 24 έως 26.
Η ΕΑΚΑΑ δημοσιοποιεί την κοινοποίηση STS στον επίσημο ιστότοπό της σύμφωνα με την παράγραφο 5. Οι μεταβιβάζουσες οντότητες και οι ανάδοχες οντότητες μιας τιτλοποίησης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές τους για την κοινοποίηση STS και ορίζουν μεταξύ τους μια οντότητα που θα αποτελεί το πρώτο σημείο επαφής για επενδυτές και αρμόδιες αρχές.
2. Η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ μπορούν να χρησιμοποιούν την υπηρεσία τρίτου μέρους εξουσιοδοτημένου δυνάμει του άρθρου 28 να ελέγχει κατά πόσον μια τιτλοποίηση συμμορφώνεται με τα άρθρα 19 έως 22 ή τα άρθρα 23 έως 26. Ωστόσο, η χρήση της υπηρεσίας αυτής δεν επηρεάζει, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, την ευθύνη της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας ή της ΟΕΣΤ όσον αφορά τις νομικές υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Η χρήση της εν λόγω υπηρεσίας δεν θίγει τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους θεσμικούς επενδυτές, όπως ορίζεται στο άρθρο 5.
Σε περίπτωση που η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ χρησιμοποιούν την υπηρεσία τρίτου μέρους εξουσιοδοτημένου δυνάμει του άρθρου 28 να αξιολογεί κατά πόσον μια τιτλοποίηση συμμορφώνεται με τα άρθρα 19 έως 22 ή τα άρθρα 23 έως 26, η κοινοποίηση STS περιλαμβάνει δήλωση ότι η συμμόρφωση με τα κριτήρια STS επιβεβαιώθηκε από το εν λόγω εξουσιοδοτημένο τρίτο μέρος. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει την ονομασία του εξουσιοδοτημένου τρίτου μέρους, την έδρα του και την ονομασία της αρμόδιας αρχής που το εξουσιοδότησε.
3. Σε περίπτωση που η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα ή επιχείρηση επενδύσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με έδρα εντός της Ένωσης, η κοινοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συνοδεύεται από τα ακόλουθα:
|
α) |
βεβαίωση από τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή τον αρχικό δανειοδότη ότι η χορήγηση πίστωσης βασίζεται σε ορθά και σαφώς καθορισμένα κριτήρια και σαφείς διαδικασίες έγκρισης, τροποποίησης, ανανέωσης και χρηματοδότησης των πιστώσεων και ότι η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης διαθέτει αποτελεσματικά συστήματα για την εφαρμογή των διαδικασιών αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού· και |
|
β) |
βεβαίωση από τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή τον αρχικό δανειοδότη περί του αν τα στοιχεία που προβλέπονται στο στοιχείο α) υπόκεινται σε εποπτεία. |
4. Η μεταβιβάζουσα οντότητα και η ανάδοχη οντότητα ειδοποιούν πάραυτα την ΕΑΚΑΑ και ενημερώνουν την αρμόδια αρχή τους όταν μια τιτλοποίηση παύει να πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 19 έως 22 ή των άρθρων 23 έως 26.
5. Η ΕΑΚΑΑ τηρεί στον επίσημο δικτυακό τόπο της κατάλογο όλων των τιτλοποιήσεων τις οποίες της κοινοποιούν οι μεταβιβάζουσες οντότητες και οι ανάδοχες οντότητες ως πληρούσες τις απαιτήσεις των άρθρων 19 έως 22 ή των άρθρων 23 έως 26. Η ΕΑΚΑΑ προσθέτει στον κατάλογο κάθε τιτλοποίηση που κοινοποιείται κατά τον τρόπο αυτό πάραυτα και επικαιροποιεί τον κατάλογο σε περίπτωση που οι τιτλοποιήσεις δεν χαρακτηρίζονται πλέον ως STS κατόπιν αποφάσεως των αρμόδιων αρχών ή κοινοποιήσεως από τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή την ανάδοχη οντότητα. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έχει επιβάλει διοικητικές κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 32, τις κοινοποιεί πάραυτα στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ αναφέρει πάραυτα στον κατάλογο ότι μια αρμόδια αρχή έχει επιβάλει διοικητικές κυρώσεις στη σχετική τιτλοποίηση.
6. Η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προσδιορίζουν τις πληροφορίες τις οποίες υποχρεούνται να παρέχουν η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ ώστε να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
7. Προκειμένου να εξασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τα υποδείγματα που πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 6.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
Άρθρο 28
Τρίτο μέρος που επαληθεύει τη συμμόρφωση STS
1. Το τρίτο μέρος που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2 λαμβάνει άδεια από την αρμόδια αρχή να αξιολογήσει τη συμμόρφωση των τιτλοποιήσεων με τα κριτήρια STS που προβλέπονται στα άρθρα 19 έως 22 ή τα άρθρα 23 έως 26. Η αρμόδια αρχή χορηγεί την άδεια της εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
|
α) |
το τρίτο μέρος επιβάλλει αποκλειστικά τέλη χωρίς διακρίσεις και βάσει του κόστους στις μεταβιβάζουσες οντότητες, τις ανάδοχες οντότητες ή τις ΟΕΣΤ που συμμετέχουν στις τιτλοποιήσεις τις οποίες αξιολογεί το τρίτο μέρος, χωρίς διαφοροποίηση των τελών ανάλογα με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης ή σε σχέση με αυτά· |
|
β) |
το τρίτο μέρος δεν είναι ούτε ρυθμιζόμενη οντότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας 2002/87/ΕΚ ούτε οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και η άσκηση των υπόλοιπων δραστηριοτήτων του τρίτου μέρους δεν θίγει την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της αξιολόγησής του· |
|
γ) |
το τρίτο μέρος δεν παρέχει καμία υπηρεσία παροχής συμβουλών ή λογιστικού ελέγχου ή ισοδύναμη στη μεταβιβάζουσα οντότητα ή την ανάδοχη οντότητα ή την ΟΕΣΤ που συμμετέχει στις τιτλοποιήσεις τις οποίες αξιολογεί το τρίτο μέρος· |
|
δ) |
τα μέλη του διοικητικού οργάνου του τρίτου μέρους έχουν επαγγελματικά προσόντα, γνώσεις και εμπειρία κατάλληλα για το έργο του τρίτου μέρους, χαίρουν υπόληψης και χαρακτηρίζονται από ακεραιότητα· |
|
ε) |
το διοικητικό όργανο του τρίτου μέρους περιλαμβάνει ως επί το πλείστον τουλάχιστον έναν τρίτο και όχι λιγότερους από δύο ανεξάρτητους διευθυντές· |
|
στ) |
το τρίτο μέρος λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλιστεί ότι η επαλήθευση της συμμόρφωσης STS δεν επηρεάζεται από υπάρχουσες ή ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων ή επαγγελματικές σχέσεις ανάμεσα στο τρίτο μέρος, τους μετόχους ή τα μέλη, τους προϊσταμένους, τους εργαζομένους του ή οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο οι υπηρεσίες του οποίου τίθενται στη διάθεση του εν λόγω τρίτου μέρους ή υπό τον έλεγχό του. Για τον σκοπό αυτό, το τρίτο μέρος δημιουργεί, συντηρεί, επιβάλλει την εφαρμογή και τεκμηριώνει ένα σύστημα αποτελεσματικού εσωτερικού ελέγχου που διέπει την εφαρμογή πολιτικών και διαδικασιών για τον εντοπισμό και την πρόληψη ενδεχομένων συγκρούσεων συμφερόντων. Ενδεχόμενες ή υφιστάμενες συγκρούσεις συμφερόντων που έχουν εντοπιστεί εξαλείφονται ή μετριάζονται, γνωστοποιούνται δε χωρίς καθυστέρηση. Το τρίτο μέρος δημιουργεί, διατηρεί, επιβάλλει την εφαρμογή και τεκμηριώνει κατάλληλες διαδικασίες και μηχανισμούς προκειμένου να κατοχυρώνεται η ανεξαρτησία των αξιολογήσεων της συμμόρφωσης STS. Το τρίτο μέρος παρακολουθεί και επανεξετάζει σε περιοδικά διαστήματα τις εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες προκειμένου να αξιολογείται η αποτελεσματικότητά τους και να εκτιμάται αν είναι απαραίτητο να επικαιροποιηθούν· και |
|
ζ) |
το τρίτο μέρος είναι σε θέση να αποδείξει ότι διαθέτει κατάλληλες επιχειρησιακές εγγυήσεις και εσωτερικές διαδικασίες που την καθιστούν ικανή να αξιολογεί τη συμμόρφωση STS. |
Η αρμόδια αρχή ανακαλεί την άδεια όταν θεωρεί ότι το τρίτο μέρος δεν συμμορφώνεται ουσιωδώς με το πρώτο εδάφιο.
2. Το τρίτο μέρος που εξουσιοδοτήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1 κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στην αρμόδια αρχή της τις ουσιαστικές αλλαγές στις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο ή άλλες αλλαγές που θα μπορούσαν ευλόγως να θεωρηθούν ότι επηρεάζουν την αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής του.
3. Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλλει τέλη βάσει του κόστους στο τρίτο μέρος που προβλέπεται στην παράγραφο 1, ώστε να καλυφθούν οι αναγκαίες δαπάνες για την αξιολόγηση των αιτήσεων για την άδεια και για τον επακόλουθο έλεγχο της συμμόρφωσης με τους όρους που καθορίζονται στην παράγραφο 1.
4. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων διευκρινίζοντας τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται προς τις αρμόδιες αρχές στην αίτηση για την άδεια τρίτου μέρους σύμφωνα με την παράγραφο 1.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
ΕΠΟΠΤΕΙΑ
Άρθρο 29
Ορισμός των αρμόδιων αρχών
1. Η συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού εποπτεύεται από τις ακόλουθες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις εξουσίες που τους απονέμονται από τις σχετικές νομικές πράξεις:
|
α) |
για ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, την αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 σημείο 10) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ· |
|
β) |
για διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων, την υπεύθυνη αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 44 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
|
γ) |
για ΟΣΕΚΑ και εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, την αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 97 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ· |
|
δ) |
για ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, την αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (33)· |
|
ε) |
για πιστωτικά ιδρύματα ή επιχειρήσεις επενδύσεων, την αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ σε ό,τι αφορά τα συγκεκριμένα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. |
2. Οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των ανάδοχων οντοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ σε ό,τι αφορά τα συγκεκριμένα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, εποπτεύουν τη συμμόρφωση των ανάδοχων οντοτήτων ως προς τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος κανονισμού.
3. Όταν οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι αρχικοί δανειοδότες και οι ΟΕΣΤ είναι εποπτευόμενοι φορείς σύμφωνα με τις οδηγίες 2003/41/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, οι οικείες αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με τις ανωτέρω πράξεις, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ σε ό,τι αφορά τα συγκεκριμένα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, εποπτεύουν τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος κανονισμού.
4. Για μεταβιβάζουσες οντότητες, αρχικούς δανειοδότες και ΟΕΣΤ που έχουν την έδρα τους στην Ένωση και δεν καλύπτονται από τις ενωσιακές νομοθετικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές προκειμένου να εποπτεύουν τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 6, 7, 8 και 9. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ για τον καθορισμό των αρμόδιων αρχών, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, έως την 1η Ιανουαρίου 2019. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τις οντότητες που πωλούν απλώς ανοίγματα στο πλαίσιο προγράμματος ABCP ή άλλης πράξης ή προγράμματος τιτλοποίησης και δεν ασχολούνται ενεργά με τη δημιουργία ανοιγμάτων για τον πρωταρχικό σκοπό της τιτλοποίησής τους σε τακτική βάση.
5. Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές προκειμένου να εποπτεύουν τη συμμόρφωση των μεταβιβαζουσών οντοτήτων, των ανάδοχων οντοτήτων και των ΟΕΣΤ με τα άρθρα 18 έως 27, καθώς και τη συμμόρφωση των τρίτων μερών με το άρθρο 28. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ για τον καθορισμό των αρμόδιων αρχών, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
6. Η παράγραφος 5 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για τις οντότητες που πωλούν απλώς ανοίγματα στο πλαίσιο προγράμματος ABCP ή άλλης πράξης ή προγράμματος τιτλοποίησης και δεν ασχολούνται ενεργά με τη δημιουργία ανοιγμάτων για τον πρωταρχικό σκοπό της τιτλοποίησής τους σε τακτική βάση. Στην περίπτωση αυτή, η μεταβιβάζουσα οντότητα ή η ανάδοχη οντότητα επαληθεύουν ότι οι εν λόγω οντότητες εκπληρώνουν τις σχετικές υποχρεώσεις που ορίζονται στα άρθρα 18 έως 27.
7. Η ΕΑΚΑΑ διασφαλίζει τη συνεπή εφαρμογή και επιβολή των υποχρεώσεων που ορίζονται στα άρθρα 18 έως 27 του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τα καθήκοντα και τις εξουσίες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την αγορά τιτλοποιήσεων της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34) και εφαρμόζει, κατά περίπτωση, τις εξουσίες προσωρινής παρέμβασης που διαθέτει σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.
8. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και τηρεί ενημερωμένο στον δικτυακό της τόπο κατάλογο με όλες τις αρμόδιες αρχές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
Άρθρο 30
Εξουσίες των αρμόδιων αρχών
1. Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η αρμόδια αρχή που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφοι 1 έως 5 διαθέτει τις αναγκαίες εξουσίες εποπτείας, έρευνας και επιβολής κυρώσεων για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
2. Η αρμόδια αρχή επανεξετάζει τακτικά τις ρυθμίσεις, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που εφαρμόζουν οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες, οι ΟΕΣΤ και οι αρχικοί δανειοδότες προκειμένου να συμμορφωθούν με τον παρόντα κανονισμό.
Η επανεξέταση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνει:
|
α) |
τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς για την ορθή μέτρηση και διατήρηση του σημαντικού καθαρού οικονομικού συμφέροντος σε συνεχή βάση, τη συγκέντρωση και την έγκαιρη γνωστοποίηση όλων των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 7 και τα κριτήρια χορήγησης πιστώσεων σύμφωνα με το άρθρο 9· |
|
β) |
σχετικά με τιτλοποιήσεις STS που δεν αποτελούν τιτλοποιήσεις στο πλαίσιο προγράμματος ABCP, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με το άρθρο 20 παράγραφοι 7 έως 12, το άρθρο 21 παράγραφος 7 και το άρθρο 22· και |
|
γ) |
σχετικά με τιτλοποιήσεις STS που αποτελούν τιτλοποιήσεις στο πλαίσιο προγράμματος ABCP, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που διασφαλίζουν, όσον αφορά τις συναλλαγές ABCP, τη συμμόρφωση με το άρθρο 24 και, όσον αφορά τα προγράμματα ABCP, τη συμμόρφωση με το άρθρο 26 παράγραφοι 7 και 8. |
3. Οι αρμόδιες αρχές απαιτούν να αξιολογούνται οι κίνδυνοι που προκύπτουν από συναλλαγές τιτλοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων φήμης, και να αντιμετωπίζονται με κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες τις οποίες εφαρμόζουν οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες, οι ΟΕΣΤ και οι αρχικοί δανειοδότες.
4. Η αρμόδια αρχή παρακολουθεί, κατά περίπτωση, στο πλαίσιο της προληπτικής εποπτείας της στον τομέα της τιτλοποίησης, ποιες συγκεκριμένες επιπτώσεις έχει η συμμετοχή στην αγορά τιτλοποιήσεων στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί ως αρχικός δανειοδότης, μεταβιβάζουσα οντότητα, ανάδοχη οντότητα ή επενδυτής, λαμβανομένων υπόψη των κατωτέρω, με την επιφύλαξη αυστηρότερων τομεακών ρυθμίσεων:
|
α) |
το μέγεθος των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας· |
|
β) |
το μέγεθος των αποθεμάτων ρευστότητας· και |
|
γ) |
τον κίνδυνο ρευστότητας για τους επενδυτές λόγω αναντιστοιχίας ληκτοτήτων μεταξύ της χρηματοδότησης και των επενδύσεών τους. |
Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώνει ουσιαστικό κίνδυνο για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος ή του χρηματοπιστωτικού συστήματος συνολικά, ανεξάρτητα από τις υποχρεώσεις της δυνάμει του άρθρου 36, λαμβάνει μέτρα για τον μετριασμό των κινδύνων αυτών και αναφέρει τα ευρήματά της στην ορισθείσα αρμόδια αρχή για τα μέσα μακροπροληπτικής εποπτείας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο ΕΣΣΚ.
5. Η αρμόδια αρχή παρακολουθεί κάθε πιθανή καταστρατήγηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και διασφαλίζει ότι επιβάλλονται κυρώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33.
Άρθρο 31
Μακροπροληπτική εποπτεία της αγοράς τιτλοποιήσεων
1. Εντός των ορίων της εντολής του, το ΕΣΣΚ είναι υπεύθυνο για τη μακροπροληπτική εποπτεία της αγοράς τιτλοποιήσεων της Ένωσης.
2. Το ΕΣΣΚ, προκειμένου να συμβάλλει στην πρόληψη ή στον μετριασμό των συστημικών κινδύνων που απειλούν τη χρηματοοικονομική σταθερότητα στην Ένωση και προκύπτουν από εξελίξεις εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και λαμβάνοντας υπόψη του τις μακροοικονομικές εξελίξεις, ώστε να αποτρέπει περιόδους χρηματοοικονομικού κινδύνου ευρείας κλίμακας, παρακολουθεί συνεχώς τις εξελίξεις στις αγορές τιτλοποίησης. Το ΕΣΣΚ, όταν εκτιμά ότι είναι αναγκαίο ή τουλάχιστον κάθε 3 έτη, προκειμένου να επισημάνει τους κινδύνους για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, δημοσιεύει σε συνεργασία με την ΕΑΤ έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της αγοράς τιτλοποίησης στη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Εάν παρατηρούνται ουσιαστικοί κίνδυνοι, το ΕΣΣΚ αποστέλλει προειδοποιήσεις και, κατά περίπτωση, εκδίδει συστάσεις για διορθωτικά μέτρα προς αντιμετώπιση των εν λόγω κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη σκοπιμότητα τροποποίησης των επιπέδων διατήρησης του κινδύνου, ή για τη λήψη άλλων μέτρων μακροπροληπτικού χαρακτήρα, με αποδέκτες την Επιτροπή, τις ΕΕΑ, καθώς και τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή, οι ΕΕΑ και τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010, γνωστοποιούν στο ΕΣΣΚ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τις ενέργειες που αναλαμβάνουν σε ανταπόκριση κάθε σύστασης και παρέχουν επαρκή αιτιολόγηση για την ενδεχόμενη αδράνειά τους εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της διαβίβασης της σύστασης προς τους αποδέκτες.
Άρθρο 32
Διοικητικές κυρώσεις και λοιπά μέτρα
1. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να προβλέπουν και να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις βάσει του άρθρου 34, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για την επιβολή κατάλληλων διοικητικών κυρώσεων, σε περίπτωση εξ αμελείας ή εκ προθέσεως παράβασης, και διορθωτικών μέτρων, που εφαρμόζονται τουλάχιστον στις ακόλουθες περιπτώσεις:
|
α) |
η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης δεν έχει ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του άρθρου 6· |
|
β) |
η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ δεν έχει ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του άρθρου 7· |
|
γ) |
η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης δεν πληροί τα κριτήρια του άρθρου 9· |
|
δ) |
η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή ο ΟΕΣΤ δεν έχει ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του άρθρου 18· |
|
ε) |
μια τιτλοποίηση είναι χαρακτηρισμένη ως STS και η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα ή η ΟΕΣΤ της τιτλοποίησης αυτής δεν έχει ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των άρθρων 19 έως 22 ή των άρθρων 23 έως 26· |
|
στ) |
μια μεταβιβάζουσα οντότητα ή ανάδοχη οντότητα προβαίνει σε παραπλανητική κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού· |
|
ζ) |
μια μεταβιβάζουσα οντότητα ή ανάδοχη οντότητα δεν έχει ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του άρθρου 27 παράγραφος 4· ή |
|
η) |
το τρίτο μέρος που εξουσιοδοτήθηκε δυνάμει του άρθρου 28 παρέλειψε να κοινοποιήσει τις ουσιαστικές αλλαγές των πληροφοριών που παρέχονται βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 1 ή άλλες αλλαγές που θα μπορούσαν ευλόγως να θεωρηθούν ότι επηρεάζουν την αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής του. |
Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης την αποτελεσματική επιβολή των διοικητικών κυρώσεων και/ή διορθωτικών μέτρων.
Οι εν λόγω κυρώσεις και μέτρα είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.
2. Τα κράτη μέλη παρέχουν στις αρμόδιες αρχές την εξουσία να επιβάλλουν τουλάχιστον τις εξής κυρώσεις και μέτρα στην περίπτωση των παραβάσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1:
|
α) |
δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει την ταυτότητα του φυσικού ή του νομικού προσώπου και τη φύση της παράβασης σύμφωνα με το άρθρο 37· |
|
β) |
έκδοση διαταγής προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της επίμαχης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της· |
|
γ) |
προσωρινή απαγόρευση σε βάρος οποιουδήποτε μέλους του διοικητικού οργάνου της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας ή της ΟΕΣΤ ή κάθε άλλου υπαίτιου για την παράβαση φυσικού προσώπου να ασκεί διοικητικά καθήκοντα σε αυτές τις επιχειρήσεις· |
|
δ) |
στην περίπτωση παράβασης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) ή στ) του παρόντος άρθρου, προσωρινή απαγόρευση σε βάρος της μεταβιβάζουσας οντότητας και της ανάδοχης οντότητας να κοινοποιούν βάσει του άρθρου 27 παράγραφος 1 ότι η τιτλοποίηση ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των άρθρων 19 έως 22 ή των άρθρων 23 έως 26· |
|
ε) |
στην περίπτωση φυσικού προσώπου, τις ανώτατες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις ύψους τουλάχιστον 5 000 000 EUR ή, για τα κράτη μέλη των οποίων το εθνικό νόμισμα δεν είναι το ευρώ, αντίστοιχης αξίας στο εθνικό νόμισμα, βάσει της ισοτιμίας στις 17 Ιανουαρίου 2018· |
|
στ) |
στην περίπτωση νομικού προσώπου, ανώτατες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις τουλάχιστον 5 000 000 EUR ή, στα κράτη μέλη των οποίων το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ, αντίστοιχης αξίας στο τοπικό νόμισμα, βάσει της ισοτιμίας στις 17 Ιανουαρίου 2018 ή έως 10 % του συνολικού ετήσιου καθαρού κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό όργανο· σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική της μητρικής επιχείρησης με υποχρέωση κατάρτισης ενοποιημένων οικονομικών λογαριασμών, σύμφωνα με την οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (35), ο σχετικός συνολικός καθαρός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός καθαρός ετήσιος κύκλος εργασιών ή το αντίστοιχο είδος εισοδήματος σύμφωνα με τις σχετικές λογιστικές νομοθετικές πράξεις, με βάση τους τελευταίους διαθέσιμους ενοποιημένους λογαριασμούς που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό όργανο της τελικής μητρικής επιχείρησης· |
|
ζ) |
ανώτατες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις τουλάχιστον διπλάσιες του οφέλους που αποκομίσθηκε από την παράβαση, εφόσον το όφελος αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, ακόμη και στην περίπτωση που υπερβαίνει τα ανώτατα ποσά που προβλέπονται στα στοιχεία ε) και στ)· |
|
η) |
στην περίπτωση της παράβασης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο η) του παρόντος άρθρου, προσωρινή αναστολή της εξουσιοδότησης του άρθρου 28, βάσει της οποίας το τρίτο μέρος εξουσιοδοτείται να αξιολογήσει τη συμμόρφωση μιας τιτλοποίησης με τα άρθρα 19 έως 22 ή με τα άρθρα 23 έως 26. |
3. Σε περίπτωση που οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται σε νομικά πρόσωπα, τα κράτη μέλη αναθέτουν στις αρμόδιες αρχές την εξουσία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων και των διορθωτικών μέτρων που ορίζονται στην παράγραφο 2, με την επιφύλαξη των διατάξεων που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, σε βάρος μελών του διοικητικού οργάνου και σε βάρος οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου που θεωρείται δυνάμει του εθνικού δικαίου υπαίτιο για την παράβαση.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε απόφαση επιβολής διοικητικών κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων που προβλέπεται από την παράγραφο 2 αιτιολογείται δεόντως και υπόκειται σε δικαίωμα προσφυγής.
Άρθρο 33
Άσκηση της εξουσίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων
1. Οι αρμόδιες αρχές ασκούν την εξουσία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων και των διορθωτικών μέτρων του άρθρου 32 σύμφωνα με το εκάστοτε εθνικό νομικό πλαίσιο, ανάλογα με την περίπτωση:
|
α) |
άμεσα· |
|
β) |
σε συνεργασία με άλλες αρχές· |
|
γ) |
υπό την ευθύνη τους με ανάθεση καθηκόντων σε άλλες αρχές· |
|
δ) |
μέσω αίτησης προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές. |
2. Οι αρμόδιες αρχές, όταν καθορίζουν το είδος και το επίπεδο διοικητικών κυρώσεων ή διορθωτικών μέτρων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 32, λαμβάνουν υπόψη κατά πόσον η παράβαση τελέσθηκε εκ προθέσεως ή εξ αμελείας και όλες τις άλλες σχετικές περιστάσεις, μεταξύ των οποίων, ανάλογα με την περίπτωση:
|
α) |
τη σημασία, βαρύτητα και διάρκεια της παράβασης· |
|
β) |
τον βαθμό ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου που ευθύνεται για την παράβαση· |
|
γ) |
την οικονομική ισχύ του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου· |
|
δ) |
τη σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν· |
|
ε) |
τις ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν· |
|
στ) |
τον βαθμό συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή, με την επιφύλαξη της ανάγκης να εξασφαλιστεί η επιστροφή των κερδών που απέκτησε ή των ζημιών που απέφυγε το πρόσωπο αυτό· |
|
ζ) |
προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου. |
Άρθρο 34
Ποινικές κυρώσεις
1. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν να μην θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις ή τα διορθωτικά μέτρα για τις παραβάσεις που υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις βάσει του εθνικού τους δικαίου.
2. Σε περίπτωση που κράτη μέλη έχουν επιλέξει, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, να θεσπίσουν ποινικές κυρώσεις για τις παραβάσεις του άρθρου 32 παράγραφος 1, διασφαλίζουν ότι έχουν τεθεί σε εφαρμογή κατάλληλα μέτρα ώστε οι αρμόδιες αρχές να έχουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για να έρχονται σε επαφή με τις δικαστικές, τις διωκτικές αρχές και τις αρχές ποινικής δικαιοσύνης εντός του πεδίου της δικαιοδοσίας τους, προκειμένου να λαμβάνουν συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με ποινικές έρευνες ή διαδικασίες που κινήθηκαν για τις παραβάσεις του άρθρου 32 παράγραφος 1 και να παρέχουν τις ίδιες πληροφορίες σε άλλες αρμόδιες αρχές, καθώς και στην ΕΑΚΑΑ, την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, ώστε να ανταποκρίνονται στην υποχρέωση συνεργασίας τους για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 35
Απαιτήσεις κοινοποίησης
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους νόμους, τους κανονισμούς και τις διοικητικές διατάξεις εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων σχετικών ποινικών διατάξεων, στην Επιτροπή, την ΕΑΚΑΑ, την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, έως τις 18 Ιανουαρίου 2019. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, την ΕΑΚΚΑ, την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, οποιεσδήποτε μεταγενέστερες τροποποιήσεις τους.
Άρθρο 36
Συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών και των ΕΕΑ
1. Οι αρμόδιες αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 29, καθώς και η ΕΑΚΑΑ, η ΕΑΤ και η ΕΑΑΕΣ, συνεργάζονται στενά μεταξύ τους και ανταλλάσσουν πληροφορίες στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τα άρθρα 30 έως 34.
2. Οι αρμόδιες αρχές συντονίζουν στενά την εποπτεία τους προκειμένου να εντοπίζουν και να διορθώνουν παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, να αναπτύσσουν και να προωθούν βέλτιστες πρακτικές, να διευκολύνουν τη συνεργασία, να προωθούν τη συνεπή ερμηνεία και να παρέχουν αξιολογήσεις για περισσότερα πεδία δικαιοδοσίας σε περίπτωση διαφωνίας.
3. Στο πλαίσιο της Μεικτής Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών συγκροτείται ειδική επιτροπή τιτλοποιήσεων στην οποία οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά προκειμένου να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τα άρθρα 30 έως 34.
4. Όταν μια αρμόδια αρχή διαπιστώσει ή έχει λόγους να πιστεύει ότι μία ή περισσότερες απαιτήσεις προβλεπόμενες στα άρθρα 6 έως 27 έχουν παραβιαστεί, κοινοποιεί με επαρκώς λεπτομερή τρόπο τα πορίσματά της στην αρμόδια αρχή της οντότητας ή των οντοτήτων που είναι ύποπτες για την παράβαση αυτή. Οι οικείες αρμόδιες αρχές συντονίζουν από κοινού την εποπτεία τους ώστε να διασφαλιστεί η συνεκτικότητα των αποφάσεων.
5. Σε περίπτωση που η παράβαση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου αφορά, ειδικότερα, εσφαλμένη ή παραπλανητική κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1, η αρμόδια αρχή που διαπιστώνει την εν λόγω παράβαση κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση τα πορίσματά της στην αρμόδια αρχή της οντότητας που έχει οριστεί ως το πρώτο σημείο επαφής βάσει του άρθρου 27 παράγραφος 1. Η αρμόδια αρχή της οντότητας που έχει οριστεί ως το πρώτο σημείο επαφής βάσει του άρθρου 27 παράγραφος 1 ενημερώνει με τη σειρά της την ΕΑΚΚΑ, την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ και ακολουθεί τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.
6. Μόλις λάβει τις πληροφορίες της παραγράφου 4, η αρμόδια αρχή της οντότητας που είναι ύποπτη για την παράβαση λαμβάνει εντός 15 εργάσιμων ημερών όλα τα αναγκαία μέτρα για να αντιμετωπίσει τη διαπιστωθείσα παράβαση και ενημερώνει τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές και ειδικότερα αυτές της μεταβιβάζουσας οντότητας, της ανάδοχης οντότητας και της ΟΕΣΤ, καθώς και τις αρμόδιες αρχές του κατόχου της θέσης τιτλοποίησης, εάν είναι γνωστές. Όταν μια αρμόδια αρχή διαφωνεί με άλλη αρμόδια αρχή όσον αφορά τη διαδικασία ή το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψής της, κοινοποιεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε όλες τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές τη διαφωνία αυτή. Σε περίπτωση που δεν επιλυθεί η διαφωνία εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έχει κοινοποιηθεί σε όλες τις ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές, το θέμα παραπέμπεται στην ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 19 και, κατά περίπτωση, το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Η περίοδος συνδιαλλαγής που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 ορίζεται σε ένα μήνα.
Εάν οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές δεν καταλήξουν σε συμφωνία κατά τη διάρκεια του σταδίου συνδιαλλαγής που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 εντός ενός μηνός. Κατά τη διαδικασία που ορίζεται στο παρόν άρθρο, μια τιτλοποίηση η οποία περιλαμβάνεται στον κατάλογο που τηρεί η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος κανονισμού εξακολουθεί να θεωρείται ως STS σύμφωνα με το κεφάλαιο 4 του παρόντος κανονισμού και παραμένει στον κατάλογο αυτόν.
Σε περίπτωση που οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές συμφωνούν ότι η παράβαση αφορά μη συμμόρφωση με το άρθρο 18 καλή την πίστει, μπορούν να αποφασίσουν να χορηγήσουν στη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ανάδοχη οντότητα και την ΟΕΣΤ περίοδο έως τρεις μήνες προς επανόρθωση της διαπιστωμένης παράβασης, η οποία αρχίζει από την ημέρα κατά την οποία η μεταβιβάζουσα οντότητα, η ανάδοχη οντότητα και η ΟΕΣΤ ενημερώθηκαν για την παράβαση από την αρμόδια αρχή. Κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, μια τιτλοποίηση που περιλαμβάνεται στον κατάλογο ο οποίος τηρείται από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 27 εξακολουθεί να θεωρείται STS σύμφωνα με το κεφάλαιο 4 και παραμένει σε αυτόν τον κατάλογο.
Σε περίπτωση που μία ή περισσότερες από τις ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές είναι της γνώμης ότι η επανόρθωση της παράβασης δεν έγινε με ικανοποιητικό τρόπο εντός της περιόδου που ορίζεται στο τρίτο εδάφιο, εφαρμόζεται το πρώτο εδάφιο.
7. Τρία έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ διενεργεί επανεξέταση από ομολόγους σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 για την εφαρμογή των κριτηρίων που προβλέπονται στα άρθρα 19 έως 26 του παρόντος κανονισμού.
8. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, που διευκρινίζουν τη γενική υποχρέωση συνεργασίας και τις πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται βάσει της παραγράφου 1 καθώς και τις υποχρεώσεις κοινοποίησης, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5.
Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΤ και την ΕΑΑΕΣ, τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων έως τις 18 Ιανουαρίου 2019.
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
Άρθρο 37
Δημοσιοποίηση των διοικητικών κυρώσεων
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στους επίσημους δικτυακούς τους τόπους τουλάχιστον κάθε απόφαση που επιβάλλει διοικητική κύρωση κατά της οποίας δεν χωρεί προσφυγή και η οποία επιβάλλεται για παράβαση του άρθρου 6, 7, 9 ή του άρθρου 27 παράγραφος 1, μόλις η απόφαση αυτή κοινοποιηθεί στο πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε η κύρωση.
2. Η δημοσίευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το είδος και τον χαρακτήρα της παράβασης, την ταυτότητα των υπαίτιων προσώπων και τις επιβληθείσες κυρώσεις.
3. Όταν η δημοσίευση της ταυτότητας, στην περίπτωση νομικών προσώπων ή της ταυτότητας και προσωπικών δεδομένων, στην περίπτωση φυσικών προσώπων, κρίνεται από την αρμόδια αρχή δυσανάλογη κατόπιν κατά περίπτωση αξιολόγησης ή σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η δημοσίευση θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή μια διεξαγόμενη ποινική έρευνα, ή όταν η δημοσίευση θα προξενούσε, στο βαθμό που μπορεί να προσδιοριστεί αυτό, δυσανάλογη ζημία στο συγκεκριμένο πρόσωπο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές είτε:
|
α) |
να καθυστερήσουν τη δημοσίευση της απόφασης που επιβάλλει τη διοικητική κύρωση έως τη στιγμή που παύουν να συντρέχουν οι λόγοι για τη μη δημοσίευση· |
|
β) |
να δημοσιεύσουν την απόφαση επιβολής της διοικητικής κύρωσης ανωνύμως, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο· ή |
|
γ) |
να μη δημοσιεύσουν καν την απόφαση επιβολής της διοικητικής κύρωσης, σε περίπτωση που κρίνεται ότι οι επιλογές που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί:
|
4. Εφόσον αποφασιστεί να δημοσιευθεί μια κύρωση ανωνύμως, η δημοσίευση των σχετικών δεδομένων μπορεί να αναβληθεί. Όταν αρμόδια αρχή δημοσιεύει απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης κατά της οποίας ασκήθηκε προσφυγή ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών αρχών, οι αρμόδιες αρχές προσθέτουν επίσης πάραυτα στον επίσημο δικτυακό τους τόπο τα στοιχεία αυτά και τυχόν επακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την έκβαση της προσφυγής. Επίσης, δημοσιεύεται κάθε δικαστική απόφαση που ακυρώνει απόφαση περί επιβολής διοικητικής κύρωσης.
5. Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι τυχόν δημοσίευση σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 παραμένει στον επίσημο δικτυακό τόπο τους τουλάχιστον για διάστημα πέντε ετών από τη δημοσίευση. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνει η δημοσίευση διατηρούνται στον επίσημο δικτυακό τόπο της αρμόδιας αρχής μόνο για το απαραίτητο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες περί προστασίας των δεδομένων.
6. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΚΑΑ για κάθε διοικητική κύρωση που επιβάλλεται, καθώς και για τις τυχόν προσφυγές, εάν συντρέχει περίπτωση, και για την έκβασή τους.
7. Η ΕΑΚΑΑ τηρεί κεντρική βάση δεδομένων με τις διοικητικές κυρώσεις που της κοινοποιούνται. Αυτή η βάση δεδομένων είναι προσβάσιμη μόνο στην ΕΑΚΑΑ, την ΕΑΤ, ΕΑΑΕΣ και τις αρμόδιες αρχές και επικαιροποιείται βάσει των πληροφοριών που παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την παράγραφο 6.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Άρθρο 38
Τροποποίηση της οδηγίας 2009/65/ΕΚ
Το άρθρο 50α της οδηγίας 2009/65/ΕΚ αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
«Άρθρο 50α
Σε περίπτωση που οι εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή οι ΟΣΕΚΑ που υπόκεινται σε εσωτερική διαχείριση εκτίθενται σε τιτλοποίηση η οποία δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1), ενεργούν προς το συμφέρον των επενδυτών του σχετικού ΟΣΕΚΑ και λαμβάνουν διορθωτικά μέτρα, εφόσον απαιτείται.
Άρθρο 39
Τροποποίηση της οδηγίας 2009/138/ΕΚ
Η οδηγία 2009/138/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Στο άρθρο 135, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 301α της παρούσας οδηγίας, για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον προσδιορισμό των περιστάσεων κατά τις οποίες δύναται να επιβληθεί αναλογική πρόσθετη κεφαλαιακή επιβάρυνση, σε περίπτωση παράβασης των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 5 ή 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), με την επιφύλαξη του άρθρου 101 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας. 3. Για να εξασφαλιστεί συνεπής εναρμόνιση σε σχέση με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει, με την επιφύλαξη του άρθρου 301β, σχέδιο ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των μεθόδων υπολογισμού της αναλογικής πρόσθετης κεφαλαιακής επιβάρυνσης που αναφέρεται σε αυτήν. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010. (*2) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με τη δημιουργία ειδικού πλαισίου για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 35).»." |
|
2) |
Το άρθρο 308β παράγραφος 11 διαγράφεται. |
Άρθρο 40
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Στις αιτιολογικές σκέψεις 22 και 41, στο άρθρο 8γ και στο παράρτημα I ενότητα Δ μέρος II σημείο 1, ο όρος «διαρθρωμένο χρηματοπιστωτικό μέσο» αντικαθίσταται από τον όρο «μέσο τιτλοποίησης». |
|
2) |
Στις αιτιολογικές σκέψεις 34 και 40, στο άρθρο 8 παράγραφος 4, στο άρθρο 8γ, στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και το άρθρο 39 παράγραφος 4, καθώς και στο παράρτημα I ενότητα Α σημείο 2 πέμπτο εδάφιο, στο παράρτημα I ενότητα Β σημείο 5, στο παράρτημα I ενότητα Δ μέρος II τίτλος και σημείο 2, στο παράρτημα III μέρος I σημεία 8, 24 και 45 και στο παράρτημα III μέρος III σημείο 8, ο όρος «διαρθρωμένα χρηματοπιστωτικά μέσα» αντικαθίσταται από τον όρο «μέσα τιτλοποίησης». |
|
3) |
Στο άρθρο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο: «Ο παρών κανονισμός θεσπίζει επίσης τις υποχρεώσεις για τους εκδότες και σχετιζόμενους με αυτούς τρίτους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση σχετικά με τα μέσα τιτλοποίησης.». |
|
4) |
Στο άρθρο 3 παράγραφος 1 το στοιχείο ιβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
|
5) |
Το άρθρο 8β διαγράφεται. |
|
6) |
Στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο β), στο άρθρο 5 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) και στο άρθρο 25α η παραπομπή στο άρθρο 8β διαγράφεται. |
Άρθρο 41
Τροποποίηση της οδηγίας 2011/61/ΕΕ
Το άρθρο 17 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:
«Άρθρο 17
Οι ΔΟΕΕ που εκτίθενται σε τιτλοποίηση η οποία δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), ενεργούν και λαμβάνουν διορθωτικά μέτρα προς το συμφέρον των επενδυτών του σχετικού ΟΕΕ, εάν χρειαστεί.
Άρθρο 42
Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012
Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
Στο άρθρο 2, προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:
|
|
2) |
Στο άρθρο 4, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: «5. Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται όσον αφορά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται από οντότητες καλυμμένων ομολόγων σε σχέση με καλυμμένο ομόλογο ή από οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση σε σχέση με τιτλοποίηση, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4), υπό την προϋπόθεση ότι:
6. Οι ΕΕΑ, με σκοπό τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη αποτροπής του ρυθμιστικού αρμπιτράζ, καταρτίζουν σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία περιέχουν κριτήρια για τον προσδιορισμό των ρυθμίσεων, στο πλαίσιο καλυμμένων ομολόγων ή τιτλοποιήσεων, οι οποίες μειώνουν επαρκώς τον πιστωτικό κίνδυνο του αντισυμβαλλομένου, κατά την έννοια της παραγράφου 5. Οι ΕΕΑ υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει τον παρόντα κανονισμό εγκρίνοντας τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 ή (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. (*4) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με τη δημιουργία ειδικού πλαισίου για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 347 της 28.12.2017, σ. 35).»." |
|
3) |
Στο άρθρο 11, η παράγραφος 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «15. Για την εξασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, οι ΕΕΑ καταρτίζουν κοινά σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που διευκρινίζουν τα εξής:
Όσον αφορά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων οι οποίες συνάπτονται από οντότητες καλυμμένων ομολόγων σε σχέση με καλυμμένο ομόλογο ή από οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση σε σχέση με τιτλοποίηση κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού και οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού και τις απαιτήσεις του άρθρου 18, και των άρθρων 19 έως 22 ή 23 έως 26 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402 [κανονισμός περί τιτλοποιήσεων], για να καθοριστεί το απαιτούμενο επίπεδο και είδος της πρόσθετης ασφάλειας λαμβάνονται υπόψη οποιαδήποτε εμπόδια προκύπτουν κατά την ανταλλαγή πρόσθετης ασφάλειας όσον αφορά τις υφιστάμενες συμβάσεις εξασφάλισης στο πλαίσιο του καλυμμένου ομολόγου ή της τιτλοποίησης. Οι ΕΕΑ υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 18 Ιουλίου 2018. Ανάλογα με τη νομική φύση του αντισυμβαλλομένου, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 ή (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.». |
Άρθρο 43
Μεταβατικές διατάξεις
1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδίδονται κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2019, σύμφωνα με τις παραγράφους 7 και 8.
2. Όσον αφορά τις τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019, οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ μπορούν να χρησιμοποιούν τον χαρακτηρισμό «STS» ή «απλή, διαφανής και τυποποιημένη» ή χαρακτηρισμό που παραπέμπει άμεσα ή έμμεσα στους εν λόγω όρους, μόνον εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 18 και οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
3. Οι τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019, εκτός από τις θέσεις τιτλοποίησης σε σχέση με συναλλαγή ABCP ή πρόγραμμα ABCP, θεωρούνται ως «STS», υπό την προϋπόθεση ότι:
|
α) |
πληρούν, κατά τον χρόνο της έκδοσης των εν λόγω τίτλων, τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 5, 7 έως 9 και 11 έως 13 και στο άρθρο 21 παράγραφοι 1 και 3· και |
|
β) |
πληρούν, κατά τον χρόνο της κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1, τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 20 παράγραφοι 6 και 10, στο άρθρο 21 παράγραφοι 2 και 4 έως 10 και στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 έως 5. |
4. Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 στοιχείο β) ισχύουν τα ακόλουθα:
|
α) |
στο άρθρο 22 παράγραφος 2 η φράση «πριν από την έκδοση» θεωρείται ότι σημαίνει «πριν από την κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1»· |
|
β) |
στο άρθρο 22 παράγραφος 3 η φράση «πριν από την τιμολόγηση της τιτλοποίησης» θεωρείται ότι σημαίνει «πριν από την κοινοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1»· |
|
γ) |
στο άρθρο 22 παράγραφος 5:
|
5. Όσον αφορά τις τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδόθηκαν κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2011 αλλά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019 και όσον αφορά τις τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2011, στην περίπτωση που έχουν προστεθεί ή υποκατασταθεί νέα υποκείμενα ανοίγματα μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2014, οι απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2015/35 και στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 231/2013 αντιστοίχως, εξακολουθούν να ισχύουν όπως έχουν κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.
6. Όσον αφορά τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019, τα πιστωτικά ιδρύματα ή οι επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 13 σημείο 1) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, οι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 13 σημείο 4) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, και οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ), όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, εξακολουθούν να υπόκεινται στο άρθρο 405 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στα κεφάλαια I, II και III και στο άρθρο 22 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 625/2014, στα άρθρα 254 και 255 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/35 και στο άρθρο 51 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 231/2013, αντιστοίχως, όπως ισχύουν κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.
7. Έως την εφαρμογή των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που θα εγκριθούν από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 7 του παρόντος κανονισμού, οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες ή ο αρχικός δανειοδότης εφαρμόζουν, για τους σκοπούς των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού, τα κεφάλαια I, II και III και του άρθρου 22 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 625/2014 της Επιτροπής, όσον αφορά τιτλοποιήσεις που εκδίδονται κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2019.
8. Έως την έγκριση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι ΟΕΣΤ δημοσιοποιούν, για τους σκοπούς των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και ε) του παρόντος κανονισμού, τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στα παραρτήματα I έως VIII του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/3, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.
9. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, στην περίπτωση τιτλοποιήσεων που δεν εμπεριέχουν την έκδοση τίτλων, κάθε αναφορά σε «τιτλοποιήσεις των οποίων οι τίτλοι εκδόθηκαν» θεωρείται ότι σημαίνει «τιτλοποιήσεις των οποίων οι αρχικές θέσεις τιτλοποίησης δημιουργούνται», υπό την προϋπόθεση ότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε τιτλοποιήσεις που δημιουργούν νέες θέσεις τιτλοποίησης κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2019.
Άρθρο 44
Εκθέσεις
Έως την 1η Ιανουαρίου 2021 και ανά τριετία στη συνέχεια, η Μεικτή Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών δημοσιεύει έκθεση σχετικά με:
|
α) |
την εφαρμογή των απαιτήσεων STS, όπως προβλέπεται στα άρθρα 18 έως 27· |
|
β) |
αξιολόγηση των δράσεων που έχουν αναλάβει οι αρμόδιες αρχές, σχετικά με ουσιαστικούς κινδύνους και νέα τρωτά σημεία που ενδέχεται να έχουν προκύψει και σχετικά με τις δράσεις των συμμετεχόντων στις αγορές, με σκοπό την περαιτέρω τυποποίηση των εγγράφων τεκμηρίωσης των τιτλοποιήσεων· |
|
γ) |
τη λειτουργία των απαιτήσεων δέουσας επιμέλειας του άρθρου 5 και των απαιτήσεων διαφάνειας του άρθρου 7 και τον βαθμό διαφάνειας της αγοράς τιτλοποιήσεων στην Ένωση, μεταξύ άλλων ως προς το κατά πόσον οι απαιτήσεις διαφάνειας του άρθρου 7 επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να έχουν επαρκή εικόνα της αγοράς για την εκπλήρωση των αντίστοιχων εντολών τους· |
|
δ) |
τις απαιτήσεις του άρθρου 6, καθώς και την τήρησή τους από τους συμμετέχοντες στην αγορά και τις λεπτομέρειες της διατήρησης του κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3. |
Άρθρο 45
Σύνθετες τιτλοποιήσεις
1. Έως τις 2 Ιουλίου 2019 η ΕΑΤ, σε στενή συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΕΣ, δημοσιεύει έκθεση σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για την απλή, διαφανή και τυποποιημένη συνθετική τιτλοποίηση, που θα περιορίζεται στην τιτλοποίηση εντός ισολογισμού.
2. Έως τις 2 Ιανουαρίου 2020 η Επιτροπή, με βάση την έκθεση της ΕΑΤ που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη θέσπιση ειδικού πλαισίου για την απλή, διαφανή και τυποποιημένη σύνθετη τιτλοποίηση, που θα περιορίζεται στη σύνθετη τιτλοποίηση εντός ισολογισμού, μαζί με νομοθετική πρόταση, εάν είναι σκόπιμο.
Άρθρο 46
Επανεξέταση
Έως την 1η Ιανουαρίου 2022, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού, συνοδευόμενη, εάν είναι σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.
Η εν λόγω έκθεση εξετάζει ειδικότερα τα συμπεράσματα των εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 44 και αξιολογεί:
|
α) |
τα αποτελέσματα της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της καθιέρωσης του σήματος «τιτλοποίηση STS», για τη λειτουργία της αγοράς τιτλοποιήσεων στην Ένωση, τη συμβολή της τιτλοποίησης στην πραγματική οικονομία, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση σε πιστώσεις για τις ΜΜΕ και τις επενδύσεις, και τη διασυνδεσιμότητα μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα· |
|
β) |
τις διαφορές στη χρήση των λεπτομερειών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, με βάση τα δεδομένα που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) σημείο iii). Εάν από τα αποτελέσματα προκύπτει αύξηση των προληπτικών κινδύνων λόγω της χρήσης των λεπτομερειών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχεία α), β), γ) και ε), τότε εξετάζεται κατάλληλη αποκατάσταση· |
|
γ) |
κατά πόσον έχει προκύψει δυσανάλογη αύξηση του αριθμού των συναλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο μετά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και κατά πόσον οι συμμετέχοντες στην αγορά έχουν διαρθρώσει τις συναλλαγές κατά τρόπο ώστε να καταστρατηγήσουν την υποχρέωσή τους δυνάμει του άρθρου 7 για την κοινοποίηση πληροφοριών μέσω αρχείων καταγραφής τιτλοποιήσεων· |
|
δ) |
κατά πόσον υπάρχει ανάγκη επέκτασης των απαιτήσεων δημοσιοποίησης δυνάμει του άρθρου 7 στις συναλλαγές που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο και στις θέσεις των επενδυτών· |
|
ε) |
κατά πόσον στον τομέα των τιτλοποιήσεων STS θα μπορούσε να θεσπιστεί καθεστώς ισοδυναμίας για μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες και ΟΕΣΤ τρίτων χωρών, λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων στον τομέα της τιτλοποίησης και, ιδίως, των πρωτοβουλιών για απλές, διαφανείς και συγκρίσιμες τιτλοποιήσεις· |
|
στ) |
την εφαρμογή των απαιτήσεων του άρθρου 22 παράγραφος 4 και το κατά πόσον χρειάζεται να επεκταθούν στις τιτλοποιήσεις των οποίων τα υποκείμενα ανοίγματα δεν είναι στεγαστικά δάνεια ούτε δάνεια για αγορά αυτοκινήτων ή χρηματοδοτικές μισθώσεις αυτοκινήτων, με στόχο την ενσωμάτωση της δημοσιοποίησης πληροφοριών για θέματα περιβάλλοντος, κοινωνικά θέματα και θέματα διακυβέρνησης· |
|
ζ) |
την καταλληλότητα του καθεστώτος εξακρίβωσης του τρίτου μέρους, όπως προβλέπεται στα άρθρα 27 και 28, και το κατά πόσον δυνάμει του καθεστώτος εξουσιοδότησης για τρίτα μέρη του άρθρου 28 κατοχυρώνεται επαρκώς ο ανταγωνισμός μεταξύ τρίτων μερών και αν θα πρέπει να γίνουν αλλαγές στο εποπτικό πλαίσιο προς διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας· και |
|
η) |
εάν υπάρχει ανάγκη συμπλήρωσης του πλαισίου σχετικά με την τιτλοποίηση που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό με την καθιέρωση ενός συστήματος τραπεζών με περιορισμένη αδειοδότηση που θα επιτελούν τα καθήκοντα των ΟΕΣΚ και θα έχουν αποκλειστικό δικαίωμα να αγοράζουν ανοίγματα από μεταβιβάζουσες οντότητες και να πωλούν σε επενδυτές απαιτήσεις εξασφαλισμένες με τα αγορασθέντα ανοίγματα. |
Άρθρο 47
Άσκηση της ανάθεσης εξουσιών
1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2. Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 16 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από τις 17 Ιανουαρίου 2018.
3. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.
4. Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
5. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
6. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 τίθενται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 48
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Στρασβούργο, 12 Δεκεμβρίου 2017.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. TAJANI
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
M. MAASIKAS
(1) ΕΕ C 219 της 17.6.2016, σ. 2.
(2) ΕΕ C 82 της 3.3.2016, σ. 1.
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2017.
(4) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1).
(5) Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).
(6) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).
(7) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/35 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 12 της 17.1.2015, σ. 1).
(8) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/61 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα (ΕΕ L 11 της 17.1.2015, σ. 1).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).
(10) Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66).
(11) Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 34).
(12) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).
(13) Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).
(14) Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).
(15) Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).
(16) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 1).
(17) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).
(18) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
(19) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 625/2014 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου μέσω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τις απαιτήσεις για επενδυτές, ανάδοχες οντότητες, αρχικούς δανειοδότες και μεταβιβάζοντα ιδρύματα σε σχέση με ανοίγματα σε μεταφερόμενο πιστωτικό κίνδυνο (ΕΕ L 174 της 13.6.2014, σ. 16).
(20) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(21) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 231/2013 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012, προς συμπλήρωση της οδηγίας 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις εξαιρέσεις, τους γενικούς όρους λειτουργίας, τους θεματοφύλακες, τη μόχλευση, τη διαφάνεια και την εποπτεία (ΕΕ L 83 της 22.3.2013, σ. 1).
(22) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/3 της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 2014, με τον οποίο συμπληρώνεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά κανονιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τις απαιτήσεις κοινοποίησης για τα δομημένα χρηματοπιστωτικά μέσα (ΕΕ L 2 της 6.1.2015, σ. 57).
(23) Οδηγία (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΙΕΣΠ) (ΕΕ L 354 της 23.12.2016, σ. 37).
(24) Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).
(25) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(26) Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1017 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2015, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων, τον Ευρωπαϊκό Κόμβο Επενδυτικών Συμβουλών και την Ευρωπαϊκή Πύλη Επενδυτικών Έργων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1291/2013 και (ΕΕ) αριθ. 1316/2013 — το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΕ L 169 της 1.7.2015, σ. 1).
(27) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).
(28) Οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 64).
(29) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1).
(30) Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2365 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, περί διαφάνειας των συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων και επαναχρησιμοποίησης, και περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 1).
(31) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).
(32) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).
(33) Οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΕΕ L 235 της 23.9.2003, σ. 10).
(34) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).
(35) Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).
|
28.12.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 347/81 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2403 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 12ης Δεκεμβρίου 2017
σχετικά με τη βιώσιμη διαχείριση των εξωτερικών αλιευτικών στόλων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2,
Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου (3) («ΚΑΑ») καθιερώθηκε σύστημα σχετικά με τις άδειες αλιείας ενωσιακών αλιευτικών σκαφών εκτός των ενωσιακών υδάτων και την πρόσβαση σκαφών τρίτων χωρών στα ενωσιακά ύδατα. |
|
(2) |
Η Ένωση αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982 (4), (UNCLOS) και έχει κυρώσει τη συμφωνία των Ηνωμένων Εθνών της 4ης Αυγούστου 1995 για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας όσον αφορά τη διατήρηση και διαχείριση των αλληλοεπικαλυπτόμενων και των άκρως μεταναστευτικών αποθεμάτων ιχθύων (5). Με τις εν λόγω διεθνείς διατάξεις καθορίζεται η αρχή της υποχρέωσης όλων των κρατών να θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η βιώσιμη διαχείριση και διατήρηση των θαλάσσιων πόρων και να συνεργάζονται μεταξύ τους προς τον σκοπό αυτό. |
|
(3) |
Η Ένωση έχει αποδεχθεί τη συμφωνία του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) της 24ης Νοεμβρίου 1993 για την προώθηση της συμμόρφωσης με τα διεθνή μέτρα για τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλιευτικών σκαφών στις ανοιχτές θάλασσες (6). Η εν λόγω συμφωνία ορίζει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να μη χορηγούν άδεια χρήσης σκάφους για αλιεία στην ανοιχτή θάλασσα εάν δεν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, καθώς και να επιβάλλουν κυρώσεις εάν δεν τηρούνται ορισμένες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων. |
|
(4) |
Η Ένωση έχει υιοθετήσει το διεθνές σχέδιο δράσης του FAO για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας («ΔΣΔ-ΠΛΑ»), το οποίο εγκρίθηκε το 2001. Στο ΔΣΔ-ΠΛΑ και στις προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές του FAO σχετικά με τις επιδόσεις του κράτους σημαίας που υιοθετήθηκαν το 2014 βασίζεται η ευθύνη του κράτους σημαίας να εξασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των έμβιων θαλάσσιων πόρων και των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Το ΔΣΔ-ΠΛΑ ορίζει ότι τα κράτη σημαίας θα πρέπει να εκδίδουν άδειες αλιείας σε ύδατα που δεν υπάγονται στην κυριαρχία ή στη δικαιοδοσία τους για σκάφη που φέρουν τη σημαία τους. Με τις εν λόγω προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές προτείνεται επίσης η χορήγηση άδειας από το κράτος σημαίας και το παράκτιο κράτος όταν οι αλιευτικές δραστηριότητες ασκούνται βάσει συμφωνίας για πρόσβαση στην αλιεία ή ακόμη και εκτός τέτοιας συμφωνίας. Αμφότερα δε θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω δραστηριότητες δεν θα υπονομεύουν τη βιωσιμότητα των αποθεμάτων στα ύδατα του παράκτιου κράτους. |
|
(5) |
Το 2014 όλα τα μέλη του FAO, μεταξύ των οποίων η Ένωση και οι αναπτυσσόμενες χώρες εταίροι της, ενέκριναν ομόφωνα τις προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διασφάλιση της βιώσιμης αλιείας μικρής κλίμακας στο πλαίσιο της επισιτιστικής ασφάλειας και της εξάλειψης της φτώχειας. Στο σημείο 5.7 των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών υπογραμμίζεται ότι θα πρέπει να δίδεται η δέουσα προσοχή στην αλιεία μικρής κλίμακας πριν από τη σύναψη συμφωνιών με τρίτες χώρες και τρίτα μέρη για την πρόσβαση στους πόρους. Στις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές ζητείται η λήψη μέτρων για τη μακροπρόθεσμη διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση των αλιευτικών πόρων και για τη διασφάλιση της οικολογικής βάσης της παραγωγής τροφίμων, ενώ υπογραμμίζεται η σημασία των περιβαλλοντικών προτύπων για τις εκτός των ενωσιακών υδάτων αλιευτικές δραστηριότητες τα οποία περιλαμβάνουν οικοσυστημική προσέγγιση της διαχείρισης της αλιείας σε συνδυασμό με την προληπτική προσέγγιση. |
|
(6) |
Εάν υπάρχουν στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων εκδόθηκε άδεια αλιείας δεν πληρούνται πλέον, το κράτος μέλος σημαίας οφείλει να λάβει κατάλληλα μέτρα, όπως μεταξύ άλλων η τροποποίηση ή ανάκληση της άδειας, επιβάλλοντας αν είναι αναγκαίο αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Κατά την αλιεία στο πλαίσιο περιφερειακής οργάνωσης διαχείρισης της αλιείας («ΠΟΔΑ») ή συμφωνίας σύμπραξης βιώσιμης αλιείας («ΣΣΒΑ»), εάν ενωσιακό αλιευτικό σκάφος δεν πληροί τους όρους για τη χορήγηση άδειας αλιείας και το κράτος μέλος δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα για τη διόρθωση της κατάστασης, ακόμη και αφού του το ζητήσει η Επιτροπή, η Επιτροπή θα πρέπει να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν έχουν ληφθεί τα ενδεδειγμένα μέτρα. Συνεπώς, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει πρόσθετα μέτρα προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι το συγκεκριμένο σκάφος δεν πρόκειται πλέον να αλιεύει καθ’ όσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις. |
|
(7) |
Στη σύνοδο κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη στις 25 Σεπτεμβρίου 2015 η Ένωση δεσμεύτηκε για την εφαρμογή του ψηφίσματος που περιέχει το έγγραφο αποτελεσμάτων με τίτλο «Να αλλάξουμε τον κόσμο μας: η ατζέντα του 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη», συμπεριλαμβανομένου του στόχου βιώσιμης ανάπτυξης 14, ο οποίος είναι «η διατήρηση και αειφόρος χρήση των ωκεανών, των θαλασσών και των θαλάσσιων πόρων για βιώσιμη ανάπτυξη», καθώς και του στόχου βιώσιμης ανάπτυξης 12, ο οποίος είναι «η διασφάλιση μεθόδων βιώσιμης κατανάλωσης και παραγωγής» και των στόχων τους. |
|
(8) |
Ο στόχος της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΚΑλΠ) όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) («βασικός κανονισμός») είναι να διασφαλίζεται ότι οι αλιευτικές δραστηριότητες είναι περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμες και ότι η διαχείρισή τους συνάδει με τους στόχους της επίτευξης οικονομικών και κοινωνικών οφελών και οφελών για την απασχόληση και της αποκατάστασης και διατήρησης των αλιευτικών αποθεμάτων πάνω από επίπεδα τα οποία μπορούν να παράγουν τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση, καθώς και ότι συμβάλλουν στη διαθεσιμότητα του επισιτιστικού εφοδιασμού. Κατά την εφαρμογή αυτής της πολιτικής είναι επίσης απαραίτητο να λαμβάνονται υπόψη οι στόχοι της συνεργασίας για την ανάπτυξη όπως ορίζεται στο άρθρο 208 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). |
|
(9) |
Ο βασικός κανονισμός ορίζει επίσης ότι οι ΣΣΒΑ πρέπει να περιορίζονται στο πλεόνασμα αλιευμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 62 παράγραφοι 2 και 3 της σύμβασης UNCLOS. |
|
(10) |
Στον βασικό κανονισμό τονίζεται η ανάγκη να προάγονται διεθνώς οι σκοποί της ΚΑλΠ και να διασφαλίζεται ότι οι ενωσιακές αλιευτικές δραστηριότητες εκτός των ενωσιακών υδάτων βασίζονται στις ίδιες αρχές και στα ίδια πρότυπα που ισχύουν βάσει του ενωσιακού δικαίου, με παράλληλη προαγωγή ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις ενωσιακές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών. |
|
(11) |
Ο ΚΑΑ αποσκοπούσε στην καθιέρωση κοινής πρακτικής για την αδειοδότηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων που ασκούνται από ενωσιακά σκάφη εκτός των ενωσιακών υδάτων, με στόχο τη στήριξη της καταπολέμησης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης («ΠΛΑ») αλιείας και τη βελτίωση του ελέγχου και της παρακολούθησης του στόλου της Ένωσης σε όλο τον κόσμο, καθώς και στη θέσπιση όρων για την αδειοδότηση σκαφών τρίτων χωρών που αλιεύουν σε ενωσιακά ύδατα. |
|
(12) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου (8) («κανονισμός ΠΛΑ») εκδόθηκε παράλληλα με τον ΚΑΑ, ενώ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου (9) («κανονισμός ελέγχου») εκδόθηκε έπειτα από ένα έτος. Οι εν λόγω κανονισμοί αποτελούν τους τρεις πυλώνες εφαρμογής των διατάξεων ελέγχου και εφαρμογής της ΚΑλΠ. |
|
(13) |
Ωστόσο η εφαρμογή του κανονισμού ΠΛΑ, του ΚΑΑ και του κανονισμού ελέγχου δεν χαρακτηρίστηκε από συνοχή· συγκεκριμένα, υπήρξαν ζητήματα συνοχής μεταξύ του ΚΑΑ και του κανονισμού ελέγχου. Επίσης, κατά την εφαρμογή του ΚΑΑ αποκαλύφθηκαν διάφορα νομικά κενά, δεδομένου ότι δεν καλύφθηκαν ορισμένα θέματα όσον αφορά τον έλεγχο, όπως η ναύλωση, η μετανηολόγηση και η έκδοση αδειών αλιείας από αρμόδια αρχή τρίτης χώρας για αλιευτικό σκάφος της Ένωσης εκτός του πλαισίου ΣΣΒΑ (εφεξής «απευθείας άδειες»). Εξάλλου, ορισμένες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων αποδείχθηκαν δύσκολες, όπως και η κατανομή διοικητικών καθηκόντων μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής. |
|
(14) |
Η βασική αρχή που διέπει τον παρόντα κανονισμό είναι ότι κάθε ενωσιακό σκάφος που αλιεύει εκτός των ενωσιακών υδάτων θα πρέπει να αδειοδοτείται από το οικείο κράτος μέλος σημαίας και να παρακολουθείται αναλόγως, ανεξαρτήτως του τόπου και του πλαισίου εντός του οποίου δραστηριοποιείται. Η έκδοση άδειας θα πρέπει να εξαρτάται από την πλήρωση μιας βασικής δέσμης κοινών κριτηρίων επιλεξιμότητας. Οι πληροφορίες που συλλέγονται από τα κράτη μέλη και διαβιβάζονται στην Επιτροπή θα πρέπει να δίνουν στην Επιτροπή τη δυνατότητα να παρεμβαίνει στην παρακολούθηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων όλων των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών σε οποιαδήποτε περιοχή εκτός των ενωσιακών υδάτων ανά πάσα στιγμή. |
|
(15) |
Τα τελευταία έτη σημειώθηκαν σημαντικές βελτιώσεις στην εξωτερική αλιευτική πολιτική της Ένωσης όσον αφορά τις προϋποθέσεις και τους όρους των ΣΣΒΑ και την επιμέλεια που επιδεικνύεται στην εφαρμογή των διατάξεων. H διαφύλαξη των συμφερόντων της Ένωσης όσον αφορά τα δικαιώματα πρόσβασης και τις προϋποθέσεις εντός του πλαισίου των ΣΣΒΑ θα πρέπει, συνεπώς, να αποτελεί στόχο προτεραιότητας για την εξωτερική αλιευτική πολιτική της Ένωσης και παρόμοιοι όροι θα πρέπει να εφαρμόζονται στις δραστηριότητες της Ένωσης εκτός του πεδίου εφαρμογής των ΣΣΒΑ. |
|
(16) |
Τα σκάφη υποστήριξης έχουν ενδεχομένως σημαντικό αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο τα αλιευτικά σκάφη μπορούν να ασκούν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες και στην ποσότητα ιχθύων που μπορούν να λαμβάνουν. Είναι επομένως απαραίτητο να ληφθούν και αυτά υπόψη στις διαδικασίες αδειοδότησης και υποβολής εκθέσεων που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. |
|
(17) |
Οι μετανηολογήσεις αποτελούν ζήτημα όταν αποσκοπούν στην παράκαμψη των κανόνων της ΚΑλΠ ή των ισχυόντων μέτρων διατήρησης και διαχείρισης. Συνεπώς, η Ένωση θα πρέπει να είναι σε θέση να προσδιορίζει, να εντοπίζει και να παρεμποδίζει τέτοιου είδους ενέργειες. Η ιχνηλασιμότητα και η κατάλληλη παρακολούθηση του ιστορικού συμμόρφωσης θα πρέπει να διασφαλίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής ενός σκάφους που ανήκει σε επιχείρηση της Ένωσης, ανεξάρτητα από τη σημαία ή τις σημαίες που φέρει. Στην επίτευξη του εν λόγω στόχου θα πρέπει επίσης να συμβάλει η απαίτηση χορήγησης μοναδικού αριθμού σκάφους από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΔΝΟ) εφόσον απαιτείται από την ενωσιακή νομοθεσία. |
|
(18) |
Σε ύδατα τρίτων χωρών τα ενωσιακά σκάφη μπορούν να δραστηριοποιούνται είτε βάσει των διατάξεων ΣΣΒΑ που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών είτε με τη λήψη απευθείας αδειών αλιείας από τρίτες χώρες, εάν δεν ισχύει ΣΣΒΑ. Και στις δύο περιπτώσεις οι εν λόγω δραστηριότητες θα πρέπει να ασκούνται με τρόπο διαφανή και βιώσιμο. Τα κράτη μέλη σημαίας μπορούν να επιτρέπουν στα σκάφη που φέρουν τη σημαία τους να ζητούν και να λαμβάνουν απευθείας άδειες από τρίτα κράτη τα οποία είναι παράκτια, βάσει καθορισμένης δέσμης κριτηρίων και υπό την αίρεση της παρακολούθησης. Η αλιευτική δραστηριότητα θα πρέπει να επιτρέπεται μόλις το κράτος μέλος σημαίας διασφαλίσει ότι δεν θα υπονομεύσει τη βιωσιμότητα και εφόσον η Επιτροπή δεν έχει δεόντως αιτιολογημένη ένσταση. Θα πρέπει δε να επιτρέπεται στην επιχείρηση να αρχίσει την αλιευτική της δραστηριότητα μόνον αφού λάβει την άδεια τόσο από το κράτος μέλος σημαίας όσο και από το παράκτιο κράτος. |
|
(19) |
Στα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη δεν επιτρέπεται να αλιεύουν σε ύδατα υπό τη δικαιοδοσία ή την κυριαρχία τρίτων χωρών με τα οποία η Ένωση έχει συμφωνία αλλά όχι πρωτόκολλο σε ισχύ. Στην περίπτωση τέτοιας συμφωνίας, όπου δεν υπήρχε ισχύον πρωτόκολλο επί τουλάχιστον τριετία, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει τους λόγους για την κατάσταση αυτήν και να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα, μεταξύ των οποίων μπορεί να περιλαμβάνεται και η διαπραγμάτευση νέου πρωτοκόλλου. |
|
(20) |
Ειδικό θέμα που σχετίζεται με τις ΣΣΒΑ αποτελεί η ανακατανομή των υποχρησιμοποιημένων αλιευτικών δυνατοτήτων οι οποίες προκύπτουν όταν οι αλιευτικές δυνατότητες που κατανέμονται στα κράτη μέλη με τους σχετικούς κανονισμούς του Συμβουλίου δεν χρησιμοποιούνται πλήρως. Δεδομένου ότι το κόστος πρόσβασης που καθορίζεται στις ΣΣΒΑ χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, είναι σημαντική η ύπαρξη συστήματος προσωρινής ανακατανομής και περαιτέρω κατανομής για να διαφυλάσσονται τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και να διασφαλίζεται ότι δεν σπαταλιέται καμία αλιευτική δυνατότητα για την οποία έχει καταβληθεί το αντίτιμο. Κατά συνέπεια, είναι ανάγκη να αποσαφηνισθούν και να βελτιωθούν τα εν λόγω συστήματα κατανομής, τα οποία θα πρέπει να αποτελούν μηχανισμό έσχατης ανάγκης. Η εφαρμογή του θα πρέπει να είναι προσωρινή και δεν θα πρέπει να επηρεάζει την αρχική κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με τις ισχύουσες αρχές της σχετικής σταθερότητας. Η ανακατανομή θα πρέπει να πραγματοποιείται μόνον αφού τα οικεία κράτη μέλη έχουν παραιτηθεί των δικαιωμάτων τους για ανταλλαγή αλιευτικών δυνατοτήτων μεταξύ τους και θα πρέπει κατά κύριο λόγο να αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο ΣΣΒΑ που παρέχουν πρόσβαση σε μεικτούς τύπους αλιείας. |
|
(21) |
Όταν μια τρίτη χώρα δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος μιας ΠΟΔΑ, η Ένωση μπορεί να επιδιώξει να προβλέψει, από κοινού με την τρίτη χώρα με την οποία εξετάζεται το ενδεχόμενο ΣΣΒΑ, να διαθέσει ποσοστό της χρηματοδότησης από την τομεακή στήριξη προκειμένου να διευκολυνθεί η προσχώρηση της οικείας τρίτης χώρας στην εν λόγω ΠΟΔΑ. |
|
(22) |
Οι αλιευτικές δραστηριότητες υπό την αιγίδα ΠΟΔΑ και στην ανοιχτή θάλασσα θα πρέπει επίσης να εγκρίνονται από το κράτος μέλος σημαίας και να συμμορφώνονται με τους ειδικούς κανόνες της ΠΟΔΑ ή το ενωσιακό δίκαιο που διέπει τις αλιευτικές δραστηριότητες στην ανοιχτή θάλασσα. |
|
(23) |
Προκειμένου να εφαρμοστούν οι διεθνείς δεσμεύσεις της Ένωσης στο πλαίσιο των ΠΟΔΑ και σύμφωνα με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 28 του βασικού κανονισμού, η Ένωση θα πρέπει να ενθαρρύνει τις περιοδικές αξιολογήσεις των επιδόσεων από ανεξάρτητα όργανα και να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στη δημιουργία και στην ενίσχυση των εν λόγω επιτροπών εφαρμογής σε όλες τις ΠΟΔΑ στις οποίες είναι συμβαλλόμενο μέρος. Θα πρέπει να διασφαλίζει ιδίως ότι οι εν λόγω επιτροπές εφαρμογής έχουν τη γενική εποπτεία για την εφαρμογή της εξωτερικής αλιευτικής πολιτικής και των μέτρων που αποφασίζονται στο πλαίσιο της ΠΟΔΑ. |
|
(24) |
Η αποτελεσματική διαχείριση των συμφωνιών ναύλωσης είναι σημαντική προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι δεν υπονομεύεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων διατήρησης και διαχείρισης, καθώς και για να εξασφαλίζεται η βιώσιμη εκμετάλλευση των έμβιων θαλάσσιων πόρων. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καθοριστεί νομικό πλαίσιο που θα βοηθά την Ένωση στη βελτίωση της παρακολούθησης των δραστηριοτήτων των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών που έχουν ναυλωθεί από επιχειρήσεις τρίτων χωρών ή της Ένωσης βάσει των όσων έχουν εγκριθεί από την αντίστοιχη ΠΟΔΑ. |
|
(25) |
Οι μεταφορτώσεις εν πλω διαφεύγουν τον κανονικό έλεγχο από το κράτος σημαίας ή από το παράκτιο κράτος και, συνεπώς, αποτελούν ενδεχομένως τρόπο για τις επιχειρήσεις να επιδίδονται σε παράνομες αλιευτικές δραστηριότητες. Οι μεταφορτώσεις από σκάφη της Ένωσης στην ανοικτή θάλασσα και στο πλαίσιο απευθείας αδειών θα πρέπει να γίνονται με προηγούμενη γνωστοποίηση όταν διενεργούνται εκτός λιμένος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με όλες τις μεταφορτώσεις που πραγματοποιούνται από τα σκάφη τους, άπαξ ετησίως. |
|
(26) |
Οι διαδικασίες θα πρέπει να είναι διαφανείς και προβλέψιμες για τις ενωσιακές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών, καθώς και για τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. |
|
(27) |
Θα πρέπει να διασφαλίζεται η ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό ελέγχου. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συλλέγουν όλα τα ζητούμενα δεδομένα σχετικά με τους στόλους και τις αλιευτικές τους δραστηριότητες, να διαχειρίζονται τα εν λόγω δεδομένα και να τα διαθέτουν στην Επιτροπή. Επιπλέον, θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους, με την Επιτροπή και με τρίτες χώρες, κατά περίπτωση, προκειμένου να συντονίζονται οι εν λόγω δραστηριότητες συλλογής δεδομένων. |
|
(28) |
Με σκοπό τη βελτίωση της διαφάνειας και της προσβασιμότητας των πληροφοριών σχετικά με τις ενωσιακές άδειες αλιείας, η Επιτροπή θα πρέπει να δημιουργήσει ηλεκτρονική βάση δεδομένων για τις άδειες αλιείας η οποία να περιλαμβάνει αφενός τμήμα προσβάσιμο από το κοινό και αφετέρου τμήμα με ασφαλή πρόσβαση. Στις πληροφορίες της ενωσιακής βάσης δεδομένων για τις άδειες αλιείας περιέχονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) και την ισχύουσα εθνική νομοθεσία. |
|
(29) |
Με σκοπό την κατάλληλη αντιμετώπιση της πρόσβασης των αλιευτικών σκαφών που φέρουν σημαία τρίτης χώρας στα ενωσιακά ύδατα, οι σχετικοί κανόνες θα πρέπει να συνάδουν με εκείνους που ισχύουν για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη σύμφωνα με τον κανονισμό ελέγχου. Συγκεκριμένα, το άρθρο 33 του εν λόγω κανονισμού, σχετικά με την αναφορά των αλιευμάτων και των συναφών με τα αλιεύματα δεδομένων, θα πρέπει επίσης να ισχύει για τα σκάφη τρίτων χωρών που αλιεύουν στα ενωσιακά ύδατα. |
|
(30) |
Τα αλιευτικά σκάφη από τρίτες χώρες χωρίς άδεια δυνάμει του παρόντος κανονισμού, όταν πλέουν σε ενωσιακά ύδατα, θα πρέπει να υποχρεούνται να διασφαλίζουν ότι τα αλιευτικά εργαλεία τους είναι τοποθετημένα με τρόπο ώστε να μην είναι δυνατή η άμεση χρησιμοποίησή τους για αλιευτικές δραστηριότητες. |
|
(31) |
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων από σκάφη τρίτων χωρών στα ενωσιακά ύδατα και, στην περίπτωση παραβάσεων, για την καταχώρισή τους στο εθνικό μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 93 του κανονισμού ελέγχου. |
|
(32) |
Τα σκάφη τρίτων χωρών που αλιεύουν στο πλαίσιο συμφωνιών περί ανταλλαγής ή κοινής διαχείρισης θα πρέπει να τηρούν τις ποσοστώσεις που τους έχουν κατανεμηθεί από τα οικεία τους κράτη σημαίας στα ύδατα της Ένωσης. Όταν σκάφη τρίτων χωρών υπερβαίνουν τις αλιευτικές ποσοστώσεις που τους έχουν κατανεμηθεί για αποθέματα στα ύδατα της Ένωσης, η Επιτροπή θα πρέπει να προβαίνει σε μειώσεις των ποσοστώσεων που έχουν κατανεμηθεί στις εν λόγω τρίτες χώρες κατά τα επόμενα έτη. Στην περίπτωση αλιευτικών σκαφών τρίτων χωρών στο πλαίσιο συμφωνιών περί ανταλλαγής ή κοινής διαχείρισης, τα σκάφη αυτά αλιεύουν τις ποσοστώσεις που τους έχουν κατανεμηθεί από τα οικεία τους κράτη σημαίας στα ύδατα της Ένωσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις η μείωση των ποσοστώσεων στην οποία θα πρέπει να προβεί η Επιτροπή σε περίπτωση υπεραλίευσης πρέπει να νοείται ως η συμβολή που παρέχει η Επιτροπή στο πλαίσιο της διαβούλευσης με τα παράκτια κράτη. |
|
(33) |
Προκειμένου να απλουστευθούν οι διαδικασίες αδειοδότησης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται κοινό σύστημα ανταλλαγής και αποθήκευσης δεδομένων από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, ώστε να παρέχονται οι αναγκαίες πληροφορίες και επικαιροποιήσεις με ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση του διοικητικού φόρτου. |
|
(34) |
Προκειμένου να ληφθούν υπόψη η τεχνολογική πρόοδος και οι επακόλουθες πιθανές νέες απαιτήσεις του διεθνούς δικαίου, θα πρέπει να εκχωρηθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά την έγκριση τροποποιήσεων του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, το οποίο καθορίζει τον κατάλογο των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται από τις επιχειρήσεις προκειμένου να λαμβάνουν άδεια αλιείας, καθώς και όσον αφορά τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση αδειών αλιείας του άρθρου 10, καθ’ όσον είναι αναγκαίο προκειμένου να αποτυπώνεται στην ενωσιακή νομοθεσία το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών με τις οποίες η Ένωση έχει συνάψει συμφωνία ή των διακανονισμών με παράκτια κράτη με τα οποία τα ιχθυαποθέματα είναι κοινά. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της και οι διαβουλεύσεις αυτές να διεξάγονται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (12). Ειδικότερα, προκειμένου να εξασφαλισθεί ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον αυτόν χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματική πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. |
|
(35) |
Προκειμένου να εξασφαλίζονται ενιαίοι όροι εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή όσον αφορά την καταγραφή, τον μορφότυπο και τη διαβίβαση των δεδομένων που σχετίζονται με τις άδειες αλιείας από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή και στην ενωσιακή βάση δεδομένων για τις άδειες αλιείας, καθώς και να αποφασιστεί η προσωρινή ανακατανομή των αχρησιμοποίητων αλιευτικών δυνατοτήτων σύμφωνα με τα υπάρχοντα πρωτόκολλα των ΣΣΒΑ ως μεταβατικό μέτρο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ΚΑΑ. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). |
|
(36) |
Για να καταστεί λειτουργική η βάση δεδομένων για τις άδειες αλιείας της Ένωσης και να είναι σε θέση τα κράτη μέλη να τηρούν τις τεχνικές απαιτήσεις διαβίβασης, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει τεχνική βοήθεια στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη για να μπορούν να διαβιβάζουν ηλεκτρονικώς τα δεδομένα. Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να αντλούν χρηματοδοτική ενίσχυση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας δυνάμει του άρθρου 76 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 508/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14). |
|
(37) |
Λόγω του πλήθους και της σπουδαιότητας των τροποποιήσεων που πρέπει να πραγματοποιηθούν, ο ΚΑΑ θα πρέπει να καταργηθεί, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΤΙΤΛΟΣ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για την έκδοση και τη διαχείριση αδειών αλιείας για:
|
α) |
ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που εκτελούν αλιευτικές δραστηριότητες σε ύδατα υπό την κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία τρίτης χώρας, υπό την αιγίδα ΠΟΔΑ στην οποία η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, εντός ή εκτός των ενωσιακών υδάτων ή στην ανοιχτή θάλασσα· και |
|
β) |
αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών που εκτελούν αλιευτικές δραστηριότητες στα ενωσιακά ύδατα. |
Άρθρο 2
Σχέση με το διεθνές και το ενωσιακό δίκαιο
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων:
|
α) |
που περιέχονται σε ΣΣΒΑ και άλλες αλιευτικές συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών· |
|
β) |
που έχουν εγκριθεί από ΠΟΔΑ στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος· |
|
γ) |
που περιέχονται στο ενωσιακό δίκαιο για την εφαρμογή ή για τη μεταφορά διατάξεων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β). |
Άρθρο 3
Ορισμοί
1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ορισμοί που περιέχονται στο άρθρο 4 του βασικού κανονισμού και στα σημεία 1) έως 4), 15), 16) και 22) του άρθρου 2 του κανονισμού ΠΛΑ, εκτός αν άλλως ορίζει ο παρών κανονισμός.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:
α)
β)
|
— |
κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 10 του κανονισμού ελέγχου, |
|
— |
που εκδίδεται από τρίτη χώρα η οποία δίνει το δικαίωμα σε ενωσιακό αλιευτικό σκάφος να ασκεί συγκεκριμένες αλιευτικές δραστηριότητες στα ύδατα υπό την κυριαρχία ή δικαιοδοσία της εν λόγω τρίτης χώρας κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, σε δεδομένη περιοχή ή για δεδομένο τύπο αλιείας υπό ειδικές προϋποθέσεις, |
και, αναφορικά με αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας, η άδεια που του δίνει το δικαίωμα να ασκεί στα ενωσιακά ύδατα συγκεκριμένες αλιευτικές δραστηριότητες για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σε δεδομένη περιοχή ή για δεδομένο τύπο αλιείας υπό ειδικές προϋποθέσεις·
γ)
δ)
ε)
στ)
ζ)
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ
ΑΛΙΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΣΚΑΦΩΝ ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΥΔΑΤΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
Κοινές διατάξεις
Άρθρο 4
Γενική αρχή
Με την επιφύλαξη της απαίτησης για λήψη άδειας από τον αρμόδιο οργανισμό ή την τρίτη χώρα, τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη δεν ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες εκτός των ενωσιακών υδάτων, εκτός εάν έχουν λάβει άδεια από το οικείο κράτος μέλος σημαίας και οι αλιευτικές δραστηριότητες περιέχονται σε έγκυρη άδεια αλιείας που εκδίδεται σύμφωνα με τα κεφάλαια II ως V, ανάλογα με την περίπτωση.
Άρθρο 5
Κριτήρια επιλεξιμότητας
1. Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει άδεια αλιείας για αλιευτικές δραστηριότητες εκτός των ενωσιακών υδάτων μόνον εάν:
|
α) |
έχει λάβει πλήρεις και ακριβείς πληροφορίες, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παραρτήματος ή τη σχετική ΣΣΒΑ ή τη σχετική ΠΟΔΑ, σχετικά με το αλιευτικό σκάφος και το (τα) σχετικό(-ά) σκάφος(-η) υποστήριξης, συμπεριλαμβανομένων των μη ενωσιακών σκαφών υποστήριξης· |
|
β) |
το αλιευτικό σκάφος διαθέτει έγκυρη αλιευτική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού ελέγχου· |
|
γ) |
το αλιευτικό σκάφος και κάθε σχετικό σκάφος υποστήριξης εφαρμόζουν το σχετικό σύστημα αριθμού αναγνώρισης πλοίου του ΔΝΟ εφόσον είναι απαραίτητο βάσει του ενωσιακού δικαίου· |
|
δ) |
το αλιευτικό σκάφος δεν περιλαμβάνεται σε κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας εγκεκριμένο από ΠΟΔΑ και/ή από την Ένωση δυνάμει του κανονισμού ΠΛΑ· |
|
ε) |
κατά περίπτωση, διατίθενται στο κράτος μέλος σημαίας αλιευτικές δυνατότητες στο πλαίσιο της εκάστοτε αλιευτικής συμφωνίας ή των σχετικών διατάξεων της ΠΟΔΑ· και |
|
στ) |
κατά περίπτωση, το αλιευτικό σκάφος συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 6. |
2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 44 για την τροποποίηση του παραρτήματος, με στόχο να διασφαλιστεί η κατάλληλη παρακολούθηση των δραστηριοτήτων των αλιευτικών σκαφών που εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό, ιδίως μέσω νέων απαιτήσεων δεδομένων που προκύπτουν από συμφωνίες αλιείας ή την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών της πληροφορίας.
Άρθρο 6
Μετανηολογήσεις
1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε σκάφη τα οποία κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης για άδεια αλιείας:
|
α) |
αποχώρησαν από το μητρώο αλιευτικών σκαφών της Ένωσης και μετανηολογήθηκαν σε τρίτη χώρα· και |
|
β) |
στη συνέχεια επέστρεψαν στο μητρώο αλιευτικών σκαφών της Ένωσης. |
2. Το κράτος μέλος σημαίας δύναται να εκδώσει άδεια αλιείας μόνον εάν εξακριβώσει ότι κατά την περίοδο που το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 σκάφος δραστηριοποιείτο υπό σημαία τρίτης χώρας:
|
α) |
δεν επιδιδόταν σε ΠΛΑ αλιεία· |
|
β) |
δεν δραστηριοποιούνταν σε ύδατα τρίτης χώρας η οποία χαρακτηρίστηκε ως χώρα που επιτρέπει τη διεξαγωγή μη βιώσιμης αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1026/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), |
|
γ) |
δεν δραστηριοποιούνταν σε ύδατα τρίτης χώρας που συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο μη συνεργαζόμενων χωρών σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού ΠΛΑ· και |
|
δ) |
δεν δραστηριοποιούνταν σε ύδατα τρίτης χώρας που έχει χαρακτηριστεί ως μη συνεργαζόμενη για την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού ΠΛΑ ύστερα από περίοδο έξι εβδομάδων μετά την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής που χαρακτηρίζει τη χώρα ως μη συνεργαζόμενη, εξαιρουμένων δραστηριοτήτων που ασκούνται σε περίπτωση που το Συμβούλιο απέρριψε πρόταση να χαρακτηριστεί η εν λόγω τρίτη χώρα ως μη συνεργαζόμενη σύμφωνα με το άρθρο 33 του εν λόγω κανονισμού. |
3. Προς τον σκοπό αυτό, η επιχείρηση παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες όσον αφορά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το σκάφος αλίευε υπό σημαία τρίτης χώρας οι οποίες απαιτούνται από το κράτος μέλος σημαίας:
|
α) |
δήλωση αλιευμάτων και αλιευτικών προσπαθειών κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου όπως απαιτείται από το τρίτο κράτος σημαίας· |
|
β) |
αντίγραφο τυχόν αδειών αλιείας που επιτρέπουν αλιευτικές δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου· |
|
γ) |
επίσημη δήλωση από την τρίτη χώρα όπου μετανηολογήθηκε το σκάφος στην οποία να αναφέρονται οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στο σκάφος ή στην επιχείρηση κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου· |
|
δ) |
πλήρες ιστορικό όσον αφορά τη σημαία για την περίοδο κατά την οποία το σκάφος είχε εγκαταλείψει το μητρώο αλιευτικών σκαφών της Ένωσης. |
4. Το κράτος μέλος σημαίας δεν εκδίδει άδεια αλιείας για σκάφος που έχει μετανηολογηθεί σε τρίτη χώρα η οποία:
|
α) |
συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο μη συνεργαζόμενων χωρών για την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού ΠΛΑ· |
|
β) |
χαρακτηρίστηκε μη συνεργαζόμενη για την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού ΠΛΑ ύστερα από περίοδο έξι εβδομάδων μετά την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής που χαρακτηρίζει τη χώρα ως μη συνεργαζόμενη, εξαιρουμένων δραστηριοτήτων που ασκούνται σε περίπτωση που το Συμβούλιο απέρριψε πρόταση να χαρακτηριστεί η εν λόγω τρίτη χώρα ως μη συνεργαζόμενη σύμφωνα με το άρθρο 33 του εν λόγω κανονισμού· ή |
|
γ) |
χαρακτηρίστηκε ως χώρα που επιτρέπει τη διεξαγωγή μη βιώσιμης αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1026/2012. |
5. Η παράγραφος 4 δεν εφαρμόζεται εάν το κράτος μέλος σημαίας έχει τη βεβαιότητα ότι αμέσως μόλις άρχισαν να ισχύουν οι προϋποθέσεις που περιγράφονται στην παράγραφο 2 στοιχεία β) έως δ) ή στην παράγραφο 4 στοιχεία α) έως γ) η επιχείρηση:
|
α) |
έπαυσε τις αλιευτικές δραστηριότητες· και |
|
β) |
κίνησε αμέσως τις σχετικές διοικητικές διαδικασίες για τη διαγραφή του σκάφους από το μητρώο αλιευτικών σκαφών της τρίτης χώρας. |
Άρθρο 7
Διαχείριση αδειών αλιείας
1. Όταν υποβάλλει αίτηση για άδεια αλιείας, η επιχείρηση παρέχει πλήρη και ακριβή δεδομένα στο κράτος μέλος σημαίας.
2. Η επιχείρηση ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος σημαίας για οποιαδήποτε μεταβολή των σχετικών δεδομένων.
3. Το κράτος μέλος σημαίας παρακολουθεί σε τακτική βάση κατά πόσον οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων εκδόθηκε άδεια αλιείας εξακολουθούν να πληρούνται στη διάρκεια της περιόδου ισχύος της εν λόγω άδειας.
4. Εάν με βάση το τελικό αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων επιθεώρησης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 υπάρχουν στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων εκδόθηκε άδεια αλιείας δεν πληρούνται πλέον, το κράτος μέλος σημαίας λαμβάνει κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της τροποποίησης ή της ανάκλησης της άδειας και, αν κριθεί απαραίτητο, επιβάλλει κυρώσεις. Οι κυρώσεις που επιβάλλει το κράτος μέλος σημαίας για παραβάσεις είναι επαρκώς αυστηρές ώστε να εξασφαλίζουν την ουσιαστική συμμόρφωση με τους κανόνες, να προλαμβάνουν τις παραβάσεις και να στερούν από τους παραβάτες τα οφέλη που προκύπτουν από παραβάσεις. Το κράτος μέλος σημαίας ενημερώνει αμέσως την επιχείρηση και την Επιτροπή. Όπου κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή ενημερώνει αναλόγως τη Γραμματεία της σχετικής ΠΟΔΑ ή τρίτης χώρας.
5. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της Επιτροπής, το κράτος μέλος σημαίας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 σε περιπτώσεις παραβίασης μέτρων διατήρησης και διαχείρισης των θαλάσσιων βιολογικών πόρων που έχει εγκρίνει ΠΟΔΑ της οποίας η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος ή έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο ΣΣΒΑ.
6. Όταν η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος σε ΠΟΔΑ και ένα αλιευτικό σκάφος της Ένωσης δεν πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο στοιχείο β) του άρθρου 21 όπως σημειώνεται στην τελική έκθεση επιθεώρησης που αναγνωρίζει η ΠΟΔΑ και όταν το κράτος μέλος σημαίας δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί με απόφαση να ζητήσει από το σχετικό κράτος μέλος σημαίας να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση του σχετικού αλιευτικού σκάφους που φέρει τη σημαία της Ένωσης με τις προϋποθέσεις αυτές.
Όταν το σχετικό κράτος μέλος σημαίας δεν έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση της Επιτροπής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μέσα σε διάστημα 15 ημερών, η Επιτροπή αποστέλλει τα ενημερωμένα στοιχεία των αλιευτικών σκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 22 στη Γραμματεία της ΠΟΔΑ ώστε να ληφθούν μέτρα για το σχετικό σκάφος. Η Επιτροπή πληροφορεί το κράτος μέλος σημαίας σχετικά με τις ενέργειές της. Το κράτος μέλος σημαίας ενημερώνει την επιχείρηση σχετικά με τις ενέργειες της Επιτροπής.
7. Όταν η Ένωση έχει συνάψει ΣΣΒΑ με τρίτη χώρα και το αλιευτικό σκάφος της Ένωσης δεν πληροί τις προϋποθέσεις του στοιχείου β) του άρθρου 10 όπως σημειώνεται στην τελική έκθεση επιθεώρησης που αναγνωρίζουν οι αρμόδιες αρχές και όταν το κράτος μέλος σημαίας δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί με απόφαση να ζητήσει από το σχετικό κράτος μέλος σημαίας να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση του σχετικού αλιευτικού σκάφους που φέρει τη σημαία της Ένωσης με τις προϋποθέσεις αυτές.
Όταν το σχετικό κράτος μέλος σημαίας δεν έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση της Επιτροπής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μέσα σε διάστημα 15 ημερών, η Επιτροπή αποστέλλει τα ενημερωμένα στοιχεία των αλιευτικών σκαφών στην τρίτη χώρα ώστε να ληφθούν μέτρα για το σχετικό ενωσιακό αλιευτικό σκάφος. Η Επιτροπή πληροφορεί το κράτος μέλος σημαίας σχετικά με τις ενέργειές της. Το κράτος μέλος σημαίας ενημερώνει την επιχείρηση σχετικά με τις ενέργειες της Επιτροπής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
Αλιευτικές δραστηριότητες ενωσιακών αλιευτικών σκαφών εντός των υδάτων τρίτης χώρας
Άρθρο 8
Πεδίο εφαρμογής
Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται από ενωσιακά αλιευτικά σκάφη σε ύδατα τρίτης χώρας στο πλαίσιο ΣΣΒΑ.
Άρθρο 9
Ιδιότητα μέλους ΠΟΔΑ
Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη μπορούν να ασκούν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες στα ύδατα τρίτης χώρας για αποθέματα υπό τη διαχείριση ΠΟΔΑ μόνον εφόσον η εν λόγω τρίτη χώρα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στην εν λόγω ΠΟΔΑ.
Άρθρο 10
Προϋποθέσεις για τις άδειες αλιείας από το κράτος μέλος σημαίας
Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει άδεια αλιείας για αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται στα ύδατα τρίτης χώρας στο πλαίσιο ΣΣΒΑ μόνον εάν:
|
α) |
πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 5· |
|
β) |
τηρούνται οι όροι που καθορίζονται στη σχετική ΣΣΒΑ· |
|
γ) |
η επιχείρηση έχει καταβάλει όλα τα τέλη που οφείλονται βάσει των σχετικών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, σχετικών οικονομικών κυρώσεων οι οποίες καθορίζονται με δικαστική ή διοικητική απόφαση με οριστική και δεσμευτική ισχύ· και |
|
δ) |
το αλιευτικό σκάφος έχει έγκυρη άδεια αλιείας η οποία έχει εκδοθεί από την τρίτη χώρα με κυριαρχία ή δικαιοδοσία στα ύδατα όπου λαμβάνουν χώρα οι αλιευτικές δραστηριότητες. |
Άρθρο 11
Διαδικασία για την απόκτηση της άδειας αλιείας τρίτης χώρας
1. Για τους σκοπούς του άρθρου 10 στοιχείο δ), ένα κράτος μέλος σημαίας που έχει εξακριβώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 10 στοιχεία α) ως γ) αποστέλλει στην Επιτροπή την αντίστοιχη αίτηση για την άδεια τρίτης χώρας.
2. Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της ΣΣΒΑ.
3. Το κράτος μέλος σημαίας διαβιβάζει την αίτηση στην Επιτροπή τουλάχιστον 10 ημερολογιακές ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας διαβίβασης των αιτήσεων η οποία προβλέπεται στη ΣΣΒΑ. Η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει δεόντως αιτιολογημένο αίτημα στο κράτος μέλος σημαίας για οποιαδήποτε συμπληρωματική πληροφορία για την επαλήθευση των προϋποθέσεων.
4. Με την παραλαβή της αίτησης ή τυχόν συμπληρωματικών πληροφοριών που ζητούνται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή διενεργεί προκαταρκτική εξέταση για να διαπιστώσει κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 10 στοιχεία α) ως γ). Στη συνέχεια η Επιτροπή:
|
α) |
στέλνει την αίτηση στην τρίτη χώρα αμελλητί και σε κάθε περίπτωση πριν από τη λήξη της προθεσμίας διαβίβασης των αιτήσεων που προβλέπεται στη ΣΣΒΑ, υπό την προϋπόθεση ότι έχει τηρηθεί η προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου· ή |
|
β) |
ενημερώνει το κράτος μέλος ότι η αίτηση απορρίπτεται. |
5. Εάν τρίτη χώρα πληροφορήσει την Επιτροπή ότι αποφάσισε να εκδώσει, να απορρίψει, να αναστείλει ή να ανακαλέσει άδεια αλιείας για ενωσιακό αλιευτικό σκάφος βάσει της συμφωνίας, η Επιτροπή ενημερώνει αναλόγως αμέσως το κράτος μέλος σημαίας, αν είναι δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα.
Άρθρο 12
Προσωρινή ανακατανομή αχρησιμοποίητων αλιευτικών δυνατοτήτων στο πλαίσιο ΣΣΒΑ
1. Κατά τη διάρκεια ορισμένου έτους ή άλλης αντίστοιχης περιόδου εφαρμογής του πρωτοκόλλου ΣΣΒΑ, έχοντας συνυπολογίσει τις περιόδους ισχύος των αδειών αλιείας και των αλιευτικών περιόδων, η Επιτροπή μπορεί να χαρακτηρίζει αλιευτικές δυνατότητες ως αχρησιμοποίητες και ενημερώνει σχετικώς τα κράτη μέλη δικαιούχους των αντίστοιχων μεριδίων της κατανομής.
2. Εντός 10 ημερολογιακών ημερών από τη λήψη της ενημέρωσης αυτής από την Επιτροπή τα κράτη μέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν:
|
α) |
να ενημερώσουν την Επιτροπή ότι θα χρησιμοποιήσουν τις αλιευτικές τους δυνατότητες αργότερα εντός της αντίστοιχης περιόδου εφαρμογής, υποβάλλοντας σχέδιο αλιείας με λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των αιτούμενων αδειών αλιείας, τα εκτιμώμενα αλιεύματα, τη ζώνη και την περίοδο αλιείας· ή |
|
β) |
να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τη χρήση των αλιευτικών δυνατοτήτων τους μέσω ανταλλαγών αλιευτικών δυνατοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού. |
3. Εάν ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ενημερώσει την Επιτροπή σχετικά με μία από τις ενέργειες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ή την έχουν ενημερώσει σχετικά με μερική χρήση μόνο των αλιευτικών δυνατοτήτων τους και εάν, ως αποτέλεσμα, παραμένουν αχρησιμοποίητες αλιευτικές δυνατότητες, η Επιτροπή μπορεί να προκηρύξει πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τις διαθέσιμες αχρησιμοποίητες αλιευτικές δυνατότητες μεταξύ των λοιπών κρατών μελών δικαιούχων μεριδίου της κατανομής. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή ενημερώνει όλα τα κράτη μέλη για τη δρομολόγηση της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος.
4. Εντός 10 ημερολογιακών ημερών από τη λήψη της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος που αναφέρεται στην παράγραφο 3 τα κράτη μέλη δικαιούχοι μεριδίου της κατανομής δύνανται να γνωστοποιούν το ενδιαφέρον τους για τις διαθέσιμες αχρησιμοποίητες αλιευτικές δυνατότητες στην Επιτροπή. Προς υποστήριξη του αιτήματός τους, υποβάλλουν σχέδιο αλιείας με λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των αιτούμενων αδειών αλιείας, τα εκτιμώμενα αλιεύματα, τη ζώνη και την περίοδο αλιείας.
5. Εάν κριθεί απαραίτητο για την αξιολόγηση του αιτήματος, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει επιπλέον πληροφορίες από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.
6. Ελλείψει ενδιαφέροντος για το σύνολο των διαθέσιμων αχρησιμοποίητων αλιευτικών δυνατοτήτων από τα κράτη μέλη δικαιούχους μεριδίου της κατανομής στο τέλος της περιόδου των 10 ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή δύναται να επεκτείνει την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σε όλα τα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη μπορούν να γνωστοποιούν το ενδιαφέρον τους για τις αχρησιμοποίητες αλιευτικές δυνατότητες υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.
7. Βάσει των πληροφοριών που παρέχονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις παραγράφους 4 ή 6 του παρόντος άρθρου, οι αχρησιμοποίητες αλιευτικές δυνατότητες ανακατανέμονται από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ αποκλειστικά σε προσωρινή βάση για τη σχετική χρονική περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με το κράτος μέλος στο οποίο έγινε η ανακατανομή και με τις ανακατανεμηθείσες ποσότητες.
8. Η προσωρινή κατανομή αλιευτικών δυνατοτήτων βασίζεται σε διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια που περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, κριτήρια περιβαλλοντικής, κοινωνικής και οικονομικής φύσης. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν:
|
α) |
τις αλιευτικές δυνατότητες που διατίθενται προς ανακατανομή· |
|
β) |
τον αριθμό των αιτούντων κρατών μελών· |
|
γ) |
το μερίδιο που αντιστοιχεί σε κάθε αιτούν κράτος μέλος κατά την αρχική κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων· |
|
δ) |
τα ιστορικά επίπεδα αλιευμάτων και αλιευτικής προσπάθειας του κάθε αιτούντος κράτους μέλους, κατά περίπτωση· |
|
ε) |
τη βιωσιμότητα των αλιευτικών σχεδίων που υπέβαλαν τα αιτούντα κράτη μέλη, βάσει του αριθμού, του είδους και των χαρακτηριστικών των χρησιμοποιούμενων σκαφών και εργαλείων. |
Άρθρο 13
Περαιτέρω κατανομή ετήσιας ποσόστωσης επιμερισμένης σε περισσότερα διαδοχικά όρια αλιευμάτων
1. Όταν πρωτόκολλο σε ΣΣΒΑ θέτει μηνιαία ή τριμηνιαία όρια αλιευμάτων ή άλλες υποδιαιρέσεις των διαθέσιμων αλιευτικών δυνατοτήτων για το αντίστοιχο έτος και όταν οι αλιευτικές δυνατότητες που έχουν κατανεμηθεί δεν χρησιμοποιούνται στο σύνολό τους κατά την ίδια μηνιαία, τριμηνιαία ή άλλως προσδιορισθείσα χρονική περίοδο, οι αντίστοιχες διαθέσιμες αλιευτικές δυνατότητες θα κατανέμονται περαιτέρω από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ μεταξύ των οικείων κρατών μελών για τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους.
2. Η περαιτέρω κατανομή των διαθέσιμων αλιευτικών δυνατοτήτων διενεργείται βάσει διαφανών και αντικειμενικών κριτηρίων. Η κατανομή αυτή συνάδει με τις ετήσιες αλιευτικές δυνατότητες που κατανέμονται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τον σχετικό κανονισμό του Συμβουλίου.
Άρθρο 14
Εφαρμοστέες διατάξεις
1. Τα άρθρα 8 έως 11 εφαρμόζονται αναλογικά στα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που αλιεύουν σε ύδατα τρίτων χωρών στο πλαίσιο συμφωνίας για την ανταλλαγή αλιευτικών δυνατοτήτων ή την κοινή διαχείριση ιχθυαποθεμάτων κοινού ενδιαφέροντος.
2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 11, ένα κράτος μέλος σημαίας δύναται να παράσχει στην Επιτροπή τα στοιχεία των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών που είναι επιλέξιμα για άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων σε ύδατα τρίτων χωρών βάσει της σχετικής συμφωνίας. Εφόσον διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 10 στοιχεία α) έως γ), η Επιτροπή διαβιβάζει αμελλητί στην τρίτη χώρα τα στοιχεία των σχετικών ενωσιακών αλιευτικών σκαφών. Μόλις η τρίτη χώρα ενημερώσει την Επιτροπή για την έγκριση των στοιχείων των ενωσιακών αλιευτικών σκαφών, η Επιτροπή ενημερώνει αναλόγως το κράτος μέλος σημαίας. Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη για τα οποία έχουν παρασχεθεί τα απαιτούμενα στοιχεία θεωρείται ότι διαθέτουν έγκυρη άδεια αλιείας για τον σκοπό του άρθρου 10 στοιχείο δ). Η Επιτροπή ενημερώνει επίσης αμελλητί το κράτος μέλος σημαίας με ηλεκτρονικά μέσα για κάθε γνωστοποίηση από την τρίτη χώρα σχετικά με ενωσιακό αλιευτικό σκάφος που δεν είναι επιλέξιμο να ασκεί αλιευτική δραστηριότητα στα ύδατά της.
Άρθρο 15
Διαβουλεύσεις με τρίτες χώρες για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη
Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 44, για τη συμπλήρωση του άρθρου 10 εφαρμόζοντας στην ενωσιακή νομοθεσία το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών με τις οποίες η Ένωση έχει συνάψει συμφωνία ή των διακανονισμών με παράκτια κράτη με τα οποία τα ιχθυαποθέματα είναι κοινά, σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις για άδειες αλιείας.
Άρθρο 16
Πεδίο εφαρμογής
Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται από ενωσιακά αλιευτικά σκάφη σε ύδατα τρίτης χώρας εκτός του πλαισίου συμφωνίας που αναφέρεται στο τμήμα 1 ή 2.
Άρθρο 17
Προϋποθέσεις για τις άδειες αλιείας από το κράτος μέλος σημαίας
1. Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει άδεια αλιείας για αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται στα ύδατα τρίτης χώρας εκτός του πλαισίου συμφωνίας που αναφέρεται στο τμήμα 1 ή 2 εάν:
|
α) |
πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 5· |
|
β) |
δεν ισχύει ή δεν εφαρμόζεται προσωρινά καμία ΣΣΒΑ ή συμφωνία για την ανταλλαγή αλιευτικών δυνατοτήτων ή την κοινή διαχείριση με την οικεία τρίτη χώρα· |
|
γ) |
η επιχείρηση έχει υποβάλει καθένα από τα ακόλουθα:
|
|
δ) |
στην περίπτωση που οι αλιευτικές δραστηριότητες πρόκειται να πραγματοποιηθούν για είδη υπό τη διαχείριση ΠΟΔΑ, η τρίτη χώρα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στην εν λόγω οργάνωση· και |
|
ε) |
η επιχείρηση έχει υποβάλει είτε
|
2. Σε κάθε περίπτωση οι αλιευτικές δραστηριότητες δεν ξεκινούν προτού η τρίτη χώρα εκδώσει την έγκυρη άδεια αλιείας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε). Το κράτος μέλος σημαίας αναστέλλει την άδειά του αν η άδεια της τρίτης χώρας δεν έχει εκδοθεί μέχρι την έναρξη των σχεδιαζόμενων αλιευτικών δραστηριοτήτων.
3. Η επιστημονική αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) δεύτερη περίπτωση πραγματοποιείται από ΠΟΔΑ ή από περιφερειακό φορέα αλιείας με επιστημονικές αρμοδιότητες ή πραγματοποιείται από την τρίτη χώρα ή σε συνεργασία μαζί της. Η επιστημονική αξιολόγηση την οποία πραγματοποιεί η τρίτη χώρα επανεξετάζεται από επιστημονικό ινστιτούτο ή φορέα κράτους μέλους ή της Ένωσης.
Άρθρο 18
Διαδικασία για την απόκτηση των αδειών αλιείας τρίτης χώρας
1. Το κράτος μέλος σημαίας που έχει εξακριβώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) διαβιβάζει στην Επιτροπή τις σχετικές πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα και τις πληροφορίες σχετικά με την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο γ).
2. Εάν η Επιτροπή θεωρήσει ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν επαρκούν για να αξιολογηθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 17, ζητά περαιτέρω πληροφορίες ή αιτιολόγηση εντός 10 εργάσιμων ημερών από τη λήψη αυτών των πληροφοριών.
3. Εάν, κατόπιν του αιτήματος για περαιτέρω πληροφορίες ή αιτιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και κατόπιν συζητήσεων με το οικείο κράτος μέλος, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17, μπορεί να προβάλει αντιρρήσεις για τη χορήγηση της άδειας αλιείας εντός 30 ημερολογιακών ημερών από τη λήψη όλων των απαιτούμενων πληροφοριών ή της αιτιολόγησης. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι εν λόγω προϋποθέσεις πληρούνται, ενημερώνει αμελλητί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σχετικά με την πρόθεσή της να μην προβάλει αντιρρήσεις.
4. Το κράτος μέλος της σημαίας δύναται να εκδώσει άδεια αλιείας με τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο, το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει άδεια αλιείας εφόσον δεν έχουν προβληθεί αντιρρήσεις από την Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 3 ή και πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας υπό τον όρο ότι η Επιτροπή έχει ενημερώσει το κράτος μέλος για την πρόθεσή της να μην προβάλει αντιρρήσεις.
5. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, σε περίπτωση ανανέωσης άδειας αλιείας με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και εντός δύο ετών από τη χορήγηση της αρχικής άδειας αλιείας, το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει την άδεια αλιείας αφού εξακριβώσει τις πληροφορίες που έχει λάβει σε σχέση με τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), δ) και ε), και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή αμελλητί.
6. Εάν τρίτη χώρα πληροφορήσει την Επιτροπή ότι αποφάσισε να εκδώσει, να απορρίψει, να αναστείλει ή να ανακαλέσει απευθείας άδεια για ενωσιακό αλιευτικό σκάφος, η Επιτροπή ενημερώνει αναλόγως αμέσως το κράτος μέλος σημαίας.
7. Εάν τρίτη χώρα πληροφορήσει το κράτος μέλος σημαίας ότι αποφάσισε να εκδώσει, να απορρίψει, να αναστείλει ή να ανακαλέσει απευθείας άδεια για ενωσιακό αλιευτικό σκάφος, το κράτος μέλος σημαίας ενημερώνει αναλόγως αμέσως την Επιτροπή.
8. Η επιχείρηση παρέχει στο κράτος μέλος σημαίας αντίγραφο των συμφωνηθέντων τελικών όρων μεταξύ αυτής και της τρίτης χώρας, καθώς και αντίγραφο της απευθείας άδειας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
Αλιευτικεσ δραστηριοτητεσ απο ενωσιακα αλιευτικα σκαφη υπο την αιγιδα ποδα
Άρθρο 19
Πεδίο εφαρμογής
Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται στις αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται από ενωσιακά αλιευτικά σκάφη τα οποία αλιεύουν αποθέματα υπό την αιγίδα ΠΟΔΑ, εντός ή εκτός των ενωσιακών υδάτων, εφόσον οι δραστηριότητές τους υπάγονται σε καθεστώς αδειοδότησης που θεσπίζεται από την ΠΟΔΑ.
Άρθρο 20
Άδειες αλιείας
1. Ενωσιακό αλιευτικό σκάφος οι αλιευτικές δραστηριότητες του οποίου υπάγονται σε καθεστώς αδειοδότησης που έχει εγκριθεί από την ΠΟΔΑ δεν ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες υπό την αιγίδα της ΠΟΔΑ, εκτός εάν:
|
α) |
η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος της ΠΟΔΑ· |
|
β) |
του έχει χορηγηθεί άδεια αλιείας από το οικείο κράτος μέλος σημαίας· |
|
γ) |
έχει συμπεριληφθεί στο σχετικό μητρώο ή στον σχετικό κατάλογο σκαφών που διαθέτουν άδεια της ΠΟΔΑ· και |
|
δ) |
στην περίπτωση που οι αλιευτικές δραστηριότητες ασκούνται στα ύδατα τρίτης χώρας, του έχει χορηγηθεί άδεια αλιείας από την εκάστοτε τρίτη χώρα σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου II. |
2. Το στοιχείο α) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη που αλιεύουν αποκλειστικά στα ύδατα της Ένωσης στα οποία έχει ήδη χορηγηθεί άδεια αλιείας σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού ελέγχου.
Άρθρο 21
Προϋποθέσεις για τις άδειες αλιείας από το κράτος μέλος σημαίας
Το κράτος μέλος σημαίας δύναται να εκδώσει άδεια αλιείας μόνον εάν:
|
α) |
πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 5· |
|
β) |
τηρούνται οι κανόνες που καθορίζονται από την ΠΟΔΑ ή το ενωσιακό δίκαιο για τη μεταφορά τους· και |
|
γ) |
στην περίπτωση που οι αλιευτικές δραστηριότητες ασκούνται στα ύδατα τρίτης χώρας, πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 10 ή στο άρθρο 17. |
Άρθρο 22
Νηολόγηση από ΠΟΔΑ
1. Το κράτος μέλος σημαίας διαβιβάζει στην Επιτροπή τα στοιχεία των σκαφών στα οποία έχει επιτρέψει τις αλιευτικές δραστηριότητες σύμφωνα με το άρθρο 20 του παρόντος κανονισμού ή, στην περίπτωση του άρθρου 20 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού ελέγχου.
2. Τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συγκεντρώνονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζει η ΠΟΔΑ και συνοδεύονται από τις πληροφορίες που απαιτεί η εν λόγω οργάνωση.
3. Η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από το κράτος μέλος σημαίας οποιαδήποτε συμπληρωματική πληροφορία κρίνει αναγκαία εντός 10 ημερών από την παραλαβή των στοιχείων της παραγράφου 1. Αιτιολογεί κάθε σχετικό αίτημα.
4. Εφόσον διασφαλίζει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 21, και εντός 15 ημερών από την παραλαβή των στοιχείων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή διαβιβάζει στην ΠΟΔΑ τα στοιχεία των σκαφών που διαθέτουν άδεια.
5. Εάν το μητρώο ή ο κατάλογος της ΠΟΔΑ δεν είναι διαθέσιμα στο κοινό, η Επιτροπή μεριμνά για τη διανομή των στοιχείων των σκαφών που διαθέτουν άδεια στα κράτη μέλη τα οποία δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τύπο αλιείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Αλιευτικεσ δραστηριοτητεσ ενωσιακων αλιευτικων σκαφων στην ανοιχτη θαλασσα
Άρθρο 23
Πεδίο εφαρμογής
Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται σε αλιευτικές δραστηριότητες που ασκούνται στην ανοιχτή θάλασσα και δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου III από ενωσιακά αλιευτικά σκάφη ολικού μήκους άνω των 24 μέτρων.
Άρθρο 24
Προϋποθέσεις για τις άδειες αλιείας από το κράτος μέλος σημαίας
Το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει άδεια αλιείας για αλιευτικές δραστηριότητες στην ανοιχτή θάλασσα μόνον εάν:
|
α) |
πληρούνται τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 5· |
|
β) |
οι σχεδιαζόμενες αλιευτικές δραστηριότητες:
|
Άρθρο 25
Διαδικασία για τη χορήγηση άδειας αλιείας
1. Το κράτος μέλος σημαίας που έχει εξακριβώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 24 διαβιβάζει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα και τις πληροφορίες σχετικά με την τήρηση των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 5.
2. Εάν η Επιτροπή θεωρήσει ότι οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν επαρκούν για να αξιολογηθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 24, ζητεί περαιτέρω πληροφορίες ή αιτιολόγηση εντός 10 ημερολογιακών ημερών από τη λήψη των εν λόγω πληροφοριών.
3. Εάν, αφού λάβει τις περαιτέρω πληροφορίες ή την αιτιολόγηση που ζήτησε σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 24, μπορεί να προβάλει αντιρρήσεις για τη χορήγηση της άδειας αλιείας εντός πέντε ημερολογιακών ημερών από τη λήψη των πρόσθετων πληροφοριών ή της αιτιολόγησης. Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι προϋποθέσεις πληρούνται, ενημερώνει αμελλητί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σχετικά με την πρόθεσή της να μην προβάλει αντιρρήσεις.
4. Το κράτος μέλος σημαίας δύναται να εκδώσει άδεια αλιείας με τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο, το κράτος μέλος σημαίας μπορεί να εκδώσει άδεια αλιείας εφόσον δεν έχουν προβληθεί αντιρρήσεις από την Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 3 ή και πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας υπό τον όρο ότι η Επιτροπή έχει ενημερώσει το κράτος μέλος για την πρόθεσή της να μην προβάλει αντιρρήσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
Ναυλωση ενωσιακων αλιευτικων σκαφων
Άρθρο 26
Αρχές
1. Ενωσιακό αλιευτικό σκάφος δεν ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες βάσει συμφωνιών ναύλωσης σε ύδατα στα οποία ισχύει ή εφαρμόζεται προσωρινά ΣΣΒΑ.
2. Ενωσιακό αλιευτικό σκάφος δεν ασκεί αλιευτικές δραστηριότητες βάσει περισσότερων της μίας συμφωνιών ναύλωσης ταυτόχρονα ή δεν συμμετέχει σε συμφωνίες υποναύλωσης.
3. Τα ενωσιακά αλιευτικά σκάφη δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο συμφωνιών ναύλωσης σε ύδατα υπό την αιγίδα μιας ΠΟΔΑ μόνον εάν το κράτος στο οποίο έχει ναυλωθεί το σκάφος είναι συμβαλλόμενο μέρος στην εν λόγω οργάνωση.
4. Ναυλωμένο ενωσιακό αλιευτικό σκάφος δεν χρησιμοποιεί τις αλιευτικές δυνατότητες του οικείου κράτους μέλους σημαίας στη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής της ναύλωσης. Τα αλιεύματα ναυλωμένου ενωσιακού αλιευτικού σκάφους καταλογίζονται στις αλιευτικές δυνατότητες του κράτους ναύλωσης.
5. Καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν περιορίζει τις αρμοδιότητες του κράτους μέλους σημαίας όσον αφορά τις υποχρεώσεις του βάσει του διεθνούς δικαίου, του κανονισμού ελέγχου, του κανονισμού ΠΛΑ ή άλλων διατάξεων της ΚΑλΠ, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων.
6. Ο κάτοχος της αλιευτικής άδειας ενωσιακού αλιευτικού σκάφους που πρόκειται να ναυλωθεί ενημερώνει το κράτος μέλος σημαίας σχετικά με τη συμφωνία ναύλωσης πριν από την έναρξή της. Το εν λόγω κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση.
Άρθρο 27
Διαχείριση αδειών αλιείας βάσει συμφωνίας ναύλωσης
Κατά την έκδοση άδειας αλιείας για σκάφος σύμφωνα με το άρθρο 17, 21 ή 24, και εφόσον οι σχετικές αλιευτικές δραστηριότητες ασκούνται βάσει συμφωνίας ναύλωσης, το κράτος μέλος σημαίας επαληθεύει ότι:
|
α) |
η αρμόδια αρχή του κράτους ναύλωσης επιβεβαίωσε επισήμως ότι η συμφωνία συνάδει με το οικείο εθνικό δίκαιο· και |
|
β) |
οι λεπτομέρειες της συμφωνίας ναύλωσης, συμπεριλαμβανομένων της χρονικής περιόδου, των αλιευτικών δυνατοτήτων και της αλιευτικής ζώνης, προσδιορίζονται στην άδεια αλιείας. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
Μεταφορτωσεισ
Άρθρο 28
Μεταφορτώσεις
1. Όλες οι μεταφορτώσεις που πραγματοποιούνται από ενωσιακό αλιευτικό σκάφος στην ανοιχτή θάλασσα ή βάσει απευθείας αδειών εκτελούνται σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 22 του κανονισμού ελέγχου. Το κράτος μέλος σημαίας παρέχει στην Επιτροπή μέχρι το τέλος Μαρτίου κάθε έτους για μεταφορτώσεις που έλαβαν χώρα το προηγούμενο έτος τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στη δήλωση μεταφόρτωσης, την ημερομηνία μεταφόρτωσης, τη γεωγραφική θέση και τη ζώνη όπου πραγματοποιήθηκε η μεταφόρτωση.
2. Οι πλοίαρχοι ενωσιακών αλιευτικών σκαφών που αλιεύουν βάσει απευθείας αδειών ή στην ανοιχτή θάλασσα γνωστοποιούν πριν από τη μεταφόρτωση στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους σημαίας τις ακόλουθες πληροφορίες:
|
α) |
το όνομα και τον εξωτερικό αριθμό αναγνώρισης του παραλαμβάνοντος σκάφους· |
|
β) |
την ώρα και τη γεωγραφική θέση της σχεδιαζόμενης μεταφόρτωσης· και |
|
γ) |
τις εκτιμώμενες ποσότητες των ειδών που θα μεταφορτωθούν. |
3. Το παρόν άρθρο δεν ισχύει για μεταφορτώσεις που πραγματοποιούνται σε λιμένες από ενωσιακά αλιευτικά σκάφη.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
Υποχρεωσεισ ελεγχου και υποβολησ εκθεσεων
Άρθρο 29
Δεδομένα προγράμματος παρατηρητών
Εάν συλλέγονται δεδομένα επί ενωσιακού αλιευτικού σκάφους στο πλαίσιο προγράμματος παρατηρητών, αποστέλλονται αμελλητί σχετικές εκθέσεις, σύμφωνα με τους κανόνες διαβίβασης που καθορίζονται στο πρόγραμμα παρατηρητών, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας.
Άρθρο 30
Πληροφορίες προς τρίτες χώρες
1. Κατά την άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων δυνάμει του παρόντος τίτλου ο πλοίαρχος ενωσιακού αλιευτικού σκάφους ή εκπρόσωπος του πλοιάρχου θέτει τις σχετικές δηλώσεις αλιευμάτων και δηλώσεις εκφόρτωσης στη διάθεση της τρίτης χώρας και, επιπλέον, αποστέλλει στο οικείο κράτος μέλος σημαίας ηλεκτρονικό αντίγραφο των εν λόγω δεδομένων.
2. Το κράτος μέλος σημαίας αξιολογεί, μέσω διασταυρούμενων ελέγχων σύμφωνα με το άρθρο 109 του κανονισμού ελέγχου, τη συνοχή των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου με τα δεδομένα που έχει λάβει το ίδιο σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό και, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της ΣΣΒΑ.
3. Η μη διαβίβαση των δηλώσεων αλιευμάτων ή των δηλώσεων εκφόρτωσης στην τρίτη χώρα, που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, θεωρείται επίσης σοβαρή παράβαση για τους σκοπούς του άρθρου 90 του κανονισμού ελέγχου ανάλογα με τη βαρύτητα της συγκεκριμένης παράβασης που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σημαίας, με βάση κριτήρια όπως η φύση της ζημίας, η αξία της, η οικονομική κατάσταση του παραβάτη και η έκταση της παράβασης ή η επανάληψή της.
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ
ΑΛΙΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΣΚΑΦΩΝ ΤΡΙΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΣΤΑ ΕΝΩΣΙΑΚΑ ΥΔΑΤΑ
Άρθρο 31
Προϋποθέσεις συμμετοχής σε ΠΟΔΑ
Τα αλιευτικά σκάφη τρίτης χώρας μπορούν να ασκούν τις αλιευτικές τους δραστηριότητες στα ενωσιακά ύδατα για αποθέματα υπό τη διαχείριση ΠΟΔΑ μόνον εφόσον η εν λόγω χώρα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στην εν λόγω ΠΟΔΑ.
Άρθρο 32
Γενικές αρχές
1. Αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας δεν επιδίδεται σε αλιευτικές δραστηριότητες στα ενωσιακά ύδατα εκτός εάν του έχει χορηγηθεί άδεια αλιείας από την Επιτροπή. Σχετική άδεια εκδίδεται μόνον εφόσον το σκάφος πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 5.
2. Σκάφος τρίτης χώρας που διαθέτει άδεια για αλιεία σε ενωσιακά ύδατα συμμορφώνεται με τους κανόνες που διέπουν τις αλιευτικές δραστηριότητες των ενωσιακών σκαφών στην αλιευτική ζώνη στην οποία δραστηριοποιείται. Σε περίπτωση που διαφέρουν οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στη σχετική αλιευτική συμφωνία, αυτές αναφέρονται ρητά είτε στην εν λόγω συμφωνία είτε σε κανόνες που συμφωνούνται με την τρίτη χώρα η οποία εφαρμόζει τη συμφωνία.
3. Εάν αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας διαπλέει ενωσιακά ύδατα χωρίς άδεια εκδοθείσα δυνάμει του παρόντος κανονισμού, τα αλιευτικά εργαλεία του προσδένονται και στοιβάζονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 47 του κανονισμού ελέγχου έτσι ώστε να μην είναι εύκολη η άμεση χρησιμοποίησή τους για αλιευτικές δραστηριότητες.
Άρθρο 33
Προϋποθέσεις για τις άδειες αλιείας
1. Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει άδεια για αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας όσον αφορά αλιευτικές δραστηριότητες σε ενωσιακά ύδατα μόνον εάν:
|
α) |
υπάρχει πλεόνασμα των επιτρεπόμενων αλιευμάτων που καλύπτει τις προτεινόμενες αλιευτικές δυνατότητες όπως απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφοι 2 και 3 της σύμβασης UNCLOS· |
|
β) |
πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στη σχετική αλιευτική συμφωνία και το αλιευτικό σκάφος είναι επιλέξιμο βάσει της αλιευτικής συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα και, ανάλογα με την περίπτωση, περιλαμβάνεται στον κατάλογο των σκαφών στο πλαίσιο της εν λόγω συμφωνίας· |
|
γ) |
οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της συμφωνίας σχετικά με το αλιευτικό σκάφος και το (τα) σχετικό(-ά) σκάφος(-η) υποστήριξης είναι πλήρεις και ακριβείς και το σκάφος και κάθε σχετικό(-ά) σκάφος(-η) υποστήριξης διαθέτει(-ουν) αριθμό ΔΝΟ όταν κάτι τέτοιο απαιτείται δυνάμει του ενωσιακού δικαίου· |
|
δ) |
το αλιευτικό σκάφος δεν περιλαμβάνεται σε κατάλογο σκαφών ΠΛΑ αλιείας εγκεκριμένο από ΠΟΔΑ και/ή από την Ένωση δυνάμει του κανονισμού ΠΛΑ· |
|
ε) |
η τρίτη χώρα δεν συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο μη συνεργαζόμενων χωρών δυνάμει του κανονισμού ΠΛΑ ούτε χαρακτηρίστηκε ως χώρα που επιτρέπει τη διεξαγωγή μη βιώσιμης αλιείας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1026/2012. |
2. Το στοιχείο α) της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται σε σκάφη τρίτων χωρών που ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες στο πλαίσιο συμφωνίας για την ανταλλαγή αλιευτικών δυνατοτήτων ή την κοινή διαχείριση ιχθυαποθεμάτων κοινού ενδιαφέροντος.
Άρθρο 34
Διαδικασία για τη χορήγηση αδειών αλιείας
1. Η οικεία τρίτη χώρα διαβιβάζει στην Επιτροπή τις αιτήσεις για τα αλιευτικά σκάφη της πριν από τη λήξη της προθεσμίας που ορίζεται στη σχετική συμφωνία ή την προθεσμία που ορίζει η Επιτροπή.
2. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την τρίτη χώρα τις συμπληρωματικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να επαληθεύσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο 33.
3. Εφόσον διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή εκδίδει άδεια αλιείας και ενημερώνει σχετικά την τρίτη χώρα και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη αμελλητί.
Άρθρο 35
Διαχείριση αδειών αλιείας
1. Εάν δεν πληρούται πλέον κάποια προϋπόθεση του άρθρου 33, η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, μεταξύ άλλων τροποποιεί ή ανακαλεί την άδεια, και ενημερώνει σχετικά την τρίτη χώρα και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.
2. Η Επιτροπή δύναται να απορρίψει, να αναστείλει ή να ανακαλέσει την άδεια που έχει χορηγηθεί στο αλιευτικό σκάφος τρίτης χώρας σε περιπτώσεις όπου επήλθε θεμελιώδης αλλαγή των περιστάσεων ή σε περιπτώσεις σοβαρής απειλής για τη βιώσιμη εκμετάλλευση, διαχείριση και διαφύλαξη των θαλάσσιων βιολογικών πόρων ή σε περιπτώσεις όπου αυτό είναι απαραίτητο για την πρόληψη ή την καταστολή της ΠΛΑ αλιείας ή σε περιπτώσεις όπου η Ένωση αποφάσισε να αναστείλει ή να διακόψει τις σχέσεις με την εκάστοτε τρίτη χώρα.
H Επιτροπή, σε περίπτωση άρνησης, αναστολής ή ανάκλησης της άδειας, ενημερώνει αμέσως την οικεία τρίτη χώρα σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 36
Απαγόρευση αλιευτικών δραστηριοτήτων
1. Όταν θεωρείται ότι έχουν εξαντληθεί οι αλιευτικές δυνατότητες που έχουν παραχωρηθεί σε τρίτη χώρα, η Επιτροπή ειδοποιεί αμελλητί σχετικά την τρίτη χώρα και τις αρμόδιες αρχές επιθεώρησης των κρατών μελών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχιση των αλιευτικών δραστηριοτήτων σε μη εξαντλημένες αλιευτικές δυνατότητες, οι οποίες ενδέχεται επίσης να επηρεάζουν και τις εξαντλημένες αλιευτικές δυνατότητες, η τρίτη χώρα υποβάλλει στην Επιτροπή τεχνικά μέσα τα οποία αποτρέπουν τυχόν αρνητικές επιπτώσεις για τις εξαντλημένες αλιευτικές δυνατότητες.
2. Από την ημερομηνία ειδοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οι άδειες αλιείας που έχουν εκδοθεί για σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία της εν λόγω ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας θεωρείται ότι έχουν ανασταλεί για τις σχετικές αλιευτικές δραστηριότητες και απαγορεύεται στα εν λόγω σκάφη να επιδίδονται σε αυτές τις αλιευτικές δραστηριότητες.
3. Οι άδειες αλιείας θεωρείται ότι έχουν ανακληθεί όταν η αναστολή των αλιευτικών αδειών σύμφωνα με την παράγραφο 2 αφορά όλες τις δραστηριότητες για τις οποίες χορηγήθηκαν οι άδειες αλιείας.
4. Η τρίτη χώρα εξασφαλίζει ότι τα ενδιαφερόμενα αλιευτικά σκάφη ενημερώνονται αμελλητί σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και διακόπτουν όλες τις σχετικές αλιευτικές δραστηριότητες. Η τρίτη χώρα ενημερώνει επίσης αμελλητί την Επιτροπή σε περίπτωση που αλιευτικά σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία της έχουν διακόψει τις αλιευτικές τους δραστηριότητες.
Άρθρο 37
Υπεραλίευση ποσοστώσεων στα ενωσιακά ύδατα
1. Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι τρίτη χώρα υπερέβη τις ποσοστώσεις που της έχουν κατανεμηθεί για απόθεμα ή ομάδα αποθεμάτων, επιβάλλει αφαιρέσεις στις ποσοστώσεις που κατανεμήθηκαν στην εν λόγω χώρα για αυτό το απόθεμα ή αυτή την ομάδα αποθεμάτων κατά τα επόμενα έτη. Η Επιτροπή επιδιώκει να διασφαλίσει ότι το ύψος της μείωσης είναι ανάλογο με τις μειώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη σε παρόμοιες περιστάσεις.
2. Εάν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αφαίρεση σύμφωνα με την παράγραφο 1 επί της ποσόστωσης αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων που υπεραλιεύθηκαν διότι η εν λόγω ποσόστωση αποθέματος ή ομάδας αποθεμάτων δεν διατίθεται επαρκώς στην ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα, η Επιτροπή δύναται, έπειτα από διαβούλευση με την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα, να χρησιμοποιήσει ποσοστώσεις κατά τα επόμενα έτη για άλλα αποθέματα ή ομάδες αποθεμάτων διαθέσιμων στην εν λόγω τρίτη χώρα στην ίδια γεωγραφική περιοχή ή με την αντίστοιχη εμπορική αξία.
Άρθρο 38
Έλεγχος και επιβολή
1. Σκάφος τρίτης χώρας που διαθέτει άδεια για αλιεία σε ενωσιακά ύδατα συμμορφώνεται με τους κανόνες ελέγχου που διέπουν τις αλιευτικές δραστηριότητες των ενωσιακών σκαφών στην αλιευτική ζώνη στην οποία δραστηριοποιείται.
2. Σκάφος τρίτης χώρας που διαθέτει άδεια για αλιεία σε ενωσιακά ύδατα παρέχει στην Επιτροπή ή στον φορέα που αυτή ορίζει και, κατά περίπτωση, στο παράκτιο κράτος μέλος τα δεδομένα που απαιτείται να διαβιβάζουν τα ενωσιακά σκάφη στο κράτος μέλος σημαίας σύμφωνα με τον κανονισμό ελέγχου.
3. Η Επιτροπή ή ο φορέας που αυτή ορίζει διαβιβάζει στο παράκτιο κράτος μέλος τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 2.
4. Σκάφος τρίτης χώρας που διαθέτει άδεια για αλιεία σε ενωσιακά ύδατα παρέχει κατόπιν αιτήματος στην Επιτροπή ή στον φορέα που αυτή ορίζει τις εκθέσεις των παρατηρητών που εκπονούνται στο πλαίσιο τρεχόντων προγραμμάτων παρατηρητών.
5. Το παράκτιο κράτος μέλος καταχωρίζει όλες τις παραβάσεις που διαπράττονται από αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών, καθώς και τις σχετικές κυρώσεις, στο εθνικό μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 93 του κανονισμού ελέγχου.
ΤΙΤΛΟΣ IV
ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Άρθρο 39
Βάση δεδομένων της Ένωσης για τις άδειες αλιείας που εκδίδονται βάσει του παρόντος κανονισμού
1. Η Επιτροπή καταρτίζει και διατηρεί ενωσιακή ηλεκτρονική βάση δεδομένων για τις άδειες αλιείας η οποία περιέχει όλες τις άδειες αλιείας που έχουν χορηγηθεί δυνάμει των τίτλων ΙΙ και ΙΙΙ και αποτελείται από τμήμα προσβάσιμο από το κοινό και τμήμα με ασφαλή πρόσβαση. Η εν λόγω βάση δεδομένων:
|
α) |
καταγράφει όλες τις πληροφορίες που υποβάλλονται δυνάμει του παραρτήματος και τις λοιπές πληροφορίες που υποβάλλονται στην Επιτροπή για την έκδοση αδειών αλιείας δυνάμει των τίτλων ΙΙ και ΙΙΙ, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος, της πόλης, της χώρας διαμονής του ιδιοκτήτη και μέχρι πέντε κύριων πραγματικών δικαιούχων, απεικονίζει δε την κατάσταση κάθε άδειας όσο το δυνατόν συντομότερα· |
|
β) |
χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους· και |
|
γ) |
χρησιμοποιείται μόνο για τους σκοπούς της βιώσιμης διαχείρισης των αλιευτικών στόλων, καθώς και για σκοπούς ελέγχου. |
2. Ο κατάλογος όλων των αδειών αλιείας που εκδίδονται δυνάμει των τίτλων ΙΙ και ΙΙΙ στη βάση δεδομένων είναι προσβάσιμος από το κοινό και περιέχει όλες τις ακόλουθες πληροφορίες:
|
α) |
το όνομα και τη σημαία του σκάφους και τους αριθμούς ΚΑΜ και ΔΝΟ εφόσον απαιτείται από το ενωσιακό δίκαιο· |
|
β) |
το είδος άδειας, συμπεριλαμβανομένων των στοχευόμενων ειδών ή ομάδας(-ων) ειδών· και |
|
γ) |
τον επιτρεπόμενο χρόνο και την επιτρεπόμενη ζώνη αλιευτικής δραστηριότητας (ημερομηνίες έναρξης και λήξης· αλιευτική ζώνη). |
3. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τη βάση δεδομένων για να υποβάλλουν αιτήσεις για άδειες αλιείας στην Επιτροπή και για να διατηρούν επικαιροποιημένες τις λεπτομέρειές της, όπως απαιτείται βάσει των άρθρων 11, 18, 22 και 26, και οι τρίτες χώρες χρησιμοποιούν τη βάση δεδομένων για να υποβάλλουν αιτήσεις για άδειες αλιείας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 34.
Άρθρο 40
Τεχνικές απαιτήσεις
1. Η ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρεται στους τίτλους ΙΙ και III και στον παρόντα τίτλο πραγματοποιείται σε ηλεκτρονική μορφή.
2. Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16), για τον καθορισμό τεχνικών λειτουργικών απαιτήσεων για την καταγραφή, τη μορφοποίηση και τη διαβίβαση των πληροφοριών που αναφέρονται στους τίτλους ΙΙ και ΙΙΙ και στον παρόντα τίτλο. Οι τεχνικές λειτουργικές απαιτήσεις εφαρμόζονται το νωρίτερο έξι μήνες και το αργότερο 18 μήνες μετά τη θέσπισή τους. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 45 παράγραφος 2.
Άρθρο 41
Πρόσβαση στα δεδομένα
Με την επιφύλαξη του άρθρου 110 του κανονισμού ελέγχου, τα κράτη μέλη ή η Επιτροπή χορηγούν πρόσβαση στο ασφαλές τμήμα της ενωσιακής βάσης δεδομένων για τις άδειες αλιείας των εξωτερικών αλιευτικών στόλων που αναφέρεται στο άρθρο 39 του παρόντος κανονισμού στις σχετικές αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες που εμπλέκονται στη διαχείριση των αλιευτικών στόλων.
Άρθρο 42
Διαχείριση δεδομένων, προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και εμπιστευτικότητα
Ο χειρισμός των δεδομένων που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού είναι σύμφωνος με τα άρθρα 112 και 113 του κανονισμού ελέγχου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της οδηγίας 95/46/ΕΚ και των σχετικών εθνικών κανόνων εφαρμογής.
Άρθρο 43
Σχέσεις με τρίτες χώρες και με ΠΟΔΑ
1. Όταν κράτος μέλος λαμβάνει πληροφορίες σχετικές με την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού από τρίτη χώρα ή από ΠΟΔΑ, κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στην Επιτροπή ή στον φορέα που αυτή ορίζει και, κατά περίπτωση, σε άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη εφόσον του επιτρέπεται να το πράξει βάσει διμερών συμφωνιών με την εν λόγω τρίτη χώρα ή βάσει των κανόνων της εκάστοτε ΠΟΔΑ.
2. Η Επιτροπή ή ο φορέας που αυτή ορίζει δύναται να κοινοποιεί, στο πλαίσιο αλιευτικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών υπό την αιγίδα περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης της αλιείας στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, σχετικές πληροφορίες που αφορούν τη μη συμμόρφωση με τους κανόνες του παρόντος κανονισμού ή σοβαρές παραβάσεις σε άλλα συμβαλλόμενα μέρη στις εν λόγω συμφωνίες ή οργανώσεις, με την προϋπόθεση της συγκατάθεσης του κράτους μέλους το οποίο παρείχε τις πληροφορίες και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.
ΤΙΤΛΟΣ V
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ, ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Άρθρο 44
Άσκηση της εξουσιοδότησης
1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2. Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 15 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 17 Ιανουαρίου 2018. Η Επιτροπή υποβάλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της εν λόγω πενταετούς περιόδου. Η ανάθεση εξουσιών παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιταχθούν στην εν λόγω παράταση το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου.
3. Η ανάθεση εξουσιών που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 15 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης τερματίζει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της εν λόγω απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν θίγει το κύρος τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.
4. Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες τους οποίους ορίζει κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
5. Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
6. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2 και του άρθρου 15 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η εν λόγω πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η προθεσμία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
Άρθρο 45
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που ιδρύθηκε με το άρθρο 47 του βασικού κανονισμού. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.
3. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του ίδιου κανονισμού.
ΤΙΤΛΟΣ VI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 46
Κατάργηση
1. Ο ΚΑΑ καταργείται.
2. Οι παραπομπές στις διατάξεις του καταργούμενου κανονισμού νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.
Άρθρο 47
Μεταβατικές διατάξεις σχετικά με την προσωρινή ανακατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων σύμφωνα με τα υπάρχοντα πρωτόκολλα
1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12, για τα εν λόγω πρωτόκολλα των ΣΣΒΑ που βρίσκονται σε ισχύ ή εφαρμόζονται προσωρινά στις 17 Ιανουαρίου 2018, η διαδικασία για την προσωρινή ανακατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων που ορίζεται στο παρόν άρθρο χρησιμοποιείται έως τη λήξη του εν λόγω πρωτόκολλου.
2. Στο πλαίσιο ΣΣΒΑ, εάν βάσει των αιτημάτων για διαβίβαση των αιτήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 11 διαπιστωθεί ότι ο αριθμός των αδειών αλιείας ή η ποσότητα των αλιευτικών δυνατοτήτων που χορηγούνται στην Ένωση δυνάμει κάποιου πρωτοκόλλου δεν χρησιμοποιούνται πλήρως, η Επιτροπή πληροφορεί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και τους ζητά να επιβεβαιώσουν ότι δεν θα χρησιμοποιήσουν πλήρως τις εν λόγω αλιευτικές δυνατότητες. Η μη λήψη απάντησης εντός των προθεσμιών, οι οποίες αποφασίζονται από το Συμβούλιο κατά τη σύναψη της ΣΣΒΑ, θεωρείται ως επιβεβαίωση του γεγονότος ότι τα σκάφη του οικείου κράτους μέλους δεν θα χρησιμοποιήσουν πλήρως τις αλιευτικές τους δυνατότητες τη δεδομένη περίοδο.
3. Μετά την επιβεβαίωση του οικείου κράτους μέλους η Επιτροπή εκτιμά το σύνολο των μη χρησιμοποιούμενων αλιευτικών δυνατοτήτων και κοινοποιεί την εν λόγω εκτίμηση στα κράτη μέλη.
4. Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τις μη χρησιμοποιηθείσες αλιευτικές δυνατότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 υποβάλλουν στην Επιτροπή κατάλογο όλων των σκαφών για τα οποία προτίθενται να ζητήσουν άδεια αλιείας, καθώς και το αίτημα διαβίβασης των αιτήσεων για καθένα από τα εν λόγω σκάφη σύμφωνα με το άρθρο 11.
5. Η Επιτροπή αποφασίζει για την ανακατανομή σε στενή συνεργασία με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.
Εάν ένα ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει αντιρρήσεις για την ανακατανομή αυτήν, η Επιτροπή αποφασίζει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, για την ανακατανομή λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια όπως ορίζονται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου και ενημερώνει σχετικά τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης όπως αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 2.
6. Η διαβίβαση των αιτήσεων σύμφωνα με το παρόν άρθρο ουδόλως επηρεάζει την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων ή την ανταλλαγή αυτών των δυνατοτήτων μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 16 του βασικού κανονισμού.
7. Μέχρις ότου καθοριστούν οι προθεσμίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 η Επιτροπή δεν εμποδίζεται να εφαρμόζει τον μηχανισμό που αναφέρεται στις παραγράφους 2 έως 5.
8. Για την ανακατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη κυρίως τα ακόλουθα κριτήρια:
|
α) |
την ημερομηνία κάθε αίτησης που παραλαμβάνει· |
|
β) |
τις αλιευτικές δυνατότητες που διατίθενται προς ανακατανομή· |
|
γ) |
τον αριθμό των αιτήσεων που παραλαμβάνει· |
|
δ) |
τον αριθμό των αιτούντων κρατών μελών· και |
|
ε) |
όταν οι αλιευτικές δυνατότητες στηρίζονται πλήρως ή μερικώς στον όγκο της αλιευτικής προσπάθειας ή των αλιευμάτων, την αλιευτική προσπάθεια που αναμένεται να καταβληθεί ή τα αλιεύματα που αναμένεται να αλιευθούν από κάθε ενδιαφερόμενο σκάφος. |
Άρθρο 48
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στρασβούργο, 12 Δεκεμβρίου 2017.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. TAJANI
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
M. MAASIKAS
(1) ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 116.
(2) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Φεβρουαρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 17ης Οκτωβρίου 2017 (ΕΕ C 390 της 17.11.2017, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
(3) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις άδειες αλιείας κοινοτικών αλιευτικών σκαφών εκτός των υδάτων της Κοινότητας και για την πρόσβαση σκαφών τρίτων χωρών στα ύδατα της Κοινότητας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 και (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3317/94 (ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 33).
(4) Απόφαση 98/392/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1998, για τη σύναψη από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, της 10ης Δεκεμβρίου 1982, για το δίκαιο της θάλασσας και της συμφωνίας, της 28ης Ιουλίου 1994, σχετικά με την εφαρμογή του μέρους XI της εν λόγω σύμβασης (ΕΕ L 179 της 23.6.1998, σ. 1).
(5) Απόφαση 98/414/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 1998, για την επικύρωση από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα της συμφωνίας για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982, οι οποίες αφορούν τη διατήρηση και τη διαχείριση των αλληλοεπικαλυπτομένων αποθεμάτων ιχθύων (ιχθείς που απαντώνται τόσο εντός όσο και εκτός των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών) (αλληλοεπικαλυπτόμενα αποθέματα) και των αποθεμάτων άκρως μεταναστευτικών ιχθύων (ΕΕ L 189 της 3.7.1998, σ. 14).
(6) Απόφαση 96/428/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, για την εκ μέρους της Κοινότητας αποδοχή της συμφωνίας για την προώθηση της τήρησης των διεθνών μέτρων διατήρησης και διαχείρισης από τα αλιευτικά σκάφη στην ανοικτή θάλασσα (ΕΕ L 177 της 16.7.1996, σ. 24).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22).
(8) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, τροποποίησης των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 και (ΕΚ) αριθ. 601/2004 και κατάργησης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1093/94 και (ΕΚ) αριθ. 1447/1999 (ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1).
(9) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως ενωσιακού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).
(10) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).
(11) Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).
(12) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
(13) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(14) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 508/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2328/2003, (ΕΚ) αριθ. 861/2006, (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 και (ΕΚ) αριθ. 791/2007 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1255/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 149 της 20.5.2014, σ. 1).
(15) Κανονισμός (EE) αριθ. 1026/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη λήψη ορισμένων μέτρων με στόχο τη διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων, κατά των χωρών οι οποίες επιτρέπουν τη διεξαγωγή μη βιώσιμης αλιείας (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 34).
(16) Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Inspire) (ΕΕ L 108 της 25.4.2007, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Κατάλογος δεδομένων προς υποβολή
|
I |
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΙΤΟΥΝΤΑ |
|
1 |
Ονομασία του οικονομικού φορέα |
|
2 |
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου |
|
3 |
Διεύθυνση |
|
4 |
Φαξ |
|
5 |
Τηλέφωνο |
|
6 |
Όνομα του πλοιοκτήτη |
|
7 |
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου |
|
8 |
Διεύθυνση |
|
9 |
Φαξ |
|
10 |
Τηλέφωνο |
|
11 |
Ονομασία της ένωσης ή του πράκτορα που εκπροσωπεί τον οικονομικό φορέα |
|
12 |
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου |
|
13 |
Διεύθυνση |
|
14 |
Φαξ |
|
15 |
Τηλέφωνο |
|
16 |
Ονοματεπώνυμο(-α) του (των) πλοιάρχου(-ων) |
|
17 |
Διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου |
|
18 |
Διεύθυνση |
|
19 |
Φαξ |
|
20 |
Τηλέφωνο |
|
II |
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΛΙΕΥΤΙΚΟ ΣΚΑΦΟΣ |
|
21 |
Όνομα σκάφους |
|
22 |
Στοιχεία αναγνώρισης σκάφους (αριθμός ΔΝΟ, αριθμός ΚΑΜ κ.λπ.) |
|
23 |
Μέθοδος συντήρησης ιχθύων στο σκάφος |
|
24 |
Κωδικός τύπου σκάφους FAO |
|
25 |
Κωδικός τύπου εργαλείων FAO |
|
III |
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΑΛΙΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΑΔΕΙΑ |
|
26 |
Είδος άδειας (απευθείας άδεια· ανοικτή θάλασσα· υποστήριξη) |
|
27 |
Ζώνη αλιείας [ζώνη(-ες), υποπεριοχή(-ές), διαίρεση(-εις), υποδιαίρεση(-εις) FAO ανάλογα με την περίπτωση] |
|
28 |
Περιοχή εκμετάλλευσης (ανοιχτή θάλασσα· τρίτη χώρα — διευκρινίστε) |
|
29 |
Λιμένες εκφόρτωσης |
|
30 |
Κωδικός(-οί) FAO στοχευόμενου είδους (ή κατηγορία αλιείας για ΣΣΒΑ) |
|
31 |
Διάρκεια της άδειας για την οποία υποβάλλεται αίτηση (ημερομηνίες έναρξης και λήξης) |
|
32 |
Κατάλογος σκαφών υποστήριξης (όνομα σκάφους· αριθμός ΔΝΟ· αριθμός ΚΑΜ) |
|
IV |
ΝΑΥΛΩΣΗ |
|
33 |
Σκάφος που δραστηριοποιείται βάσει συμφωνίας ναύλωσης (Ν/Ο) |
|
34 |
Είδος συμφωνίας ναύλωσης |
|
35 |
Χρονικό διάστημα ναύλωσης (ημερομηνίες έναρξης και λήξης) |
|
36 |
Αλιευτικές δυνατότητες (σε τόνους) που κατανεμήθηκαν στο υπό ναύλωση σκάφος |
|
37 |
Τρίτη χώρα που κατανέμει αλιευτικές δυνατότητες στο υπό ναύλωση σκάφος |