|
ISSN 1977-0669 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 332 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
60ό έτος |
|
|
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
|
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
II Μη νομοθετικές πράξεις
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
|
14.12.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 332/1 |
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/2115 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 27ης Ιουλίου 2017
σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων αριθ. SA.38393 (2016/C, πρώην 2015/E) που έθεσε σε εφαρμογή το Βέλγιο — Φορολόγηση λιμένων στο Βέλγιο
[Κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 5174]
(Τα κείμενα στη γαλλική και στην ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά.)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,
Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),
Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις διατάξεις των προαναφερθέντων άρθρων (1) και έλαβε υπόψη αυτές τις παρατηρήσεις,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
1.1. ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
|
(1) |
Στις 3 Ιουλίου 2013, οι υπηρεσίες της Επιτροπής απέστειλαν σε όλα τα κράτη μέλη ερωτηματολόγιο σχετικά με τη λειτουργία και τη φορολόγηση των λιμένων τους προκειμένου να σχηματίσουν συνολική εικόνα στο συγκεκριμένο θέμα και να αποσαφηνιστεί η κατάσταση των λιμένων ως προς τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προβλέπονται στο άρθρο 107 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΣΛΕΕ»). Οι βελγικές αρχές απάντησαν με επιστολές της 30ής Σεπτεμβρίου και της 9ης Οκτωβρίου 2013. Με επιστολή της 20ής Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες που αφορούν την εφαρμοστέα στους λιμένες φορολογία. Οι βελγικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 13ης Μαρτίου 2014 και ο λιμένας των Βρυξελλών απέστειλε τις παρατηρήσεις του με επιστολή η οποία παραλήφθηκε στις 18 Μαρτίου 2014. |
|
(2) |
Με επιστολή της 9ης Ιουλίου 2014, η Επιτροπή ενημέρωσε το Βέλγιο, σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου (2) (εφεξής, «κανονισμός διαδικασίας»), για την προκαταρκτική εκτίμησή της, σύμφωνα με την οποία η προβλεπόμενη για ορισμένους βελγικούς λιμένες (εφεξής, «βελγικοί λιμένες») απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών συνιστά κρατική ενίσχυση ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά και η εν λόγω ενίσχυση συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση κατά το άρθρο 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού. Στις 23 Σεπτεμβρίου 2014 πραγματοποιήθηκε συνάντηση με τις βελγικές αρχές. Η Περιφέρεια της Βαλονίας και ο λιμένας των Βρυξελλών υπέβαλαν τις αντίστοιχες παρατηρήσεις τους με επιστολές της 30ής Σεπτεμβρίου 2014, ενώ η Περιφέρεια της Φλάνδρας υπέβαλε τις δικές της με επιστολή της 1ης Οκτωβρίου 2014. Με επιστολή της 1ης Ιουνίου 2015, η Επιτροπή ενημέρωσε το Βέλγιο ότι έλαβεγνώση όλων των επιχειρημάτων που αυτό πρόβαλε και ότι εξακολουθεί να εκτιμά ότι η απαλλαγή ορισμένων λιμένων από τον φόρο εταιρειών συνιστά ενίσχυση ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά, εφόσον και στο μέτρο που οι εν λόγω λιμένες ασκούν οικονομικές δραστηριότητες. Κατά της εν λόγω επιστολής ασκήθηκε προσφυγή (3) στις 3 Αυγούστου 2015, την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτη με διάταξη της 9ης Μαρτίου 2016 (4). |
1.2. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΤΑΛΛΗΛΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΩΝ ΒΕΛΓΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
|
(3) |
Με επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2016, η Επιτροπή επανέλαβε τη θέση της, σύμφωνα με την οποία η χορηγηθείσα στους λιμένες απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών συνιστά καθεστώς κρατικών ενισχύσεων ασυμβίβαστο με τη Συνθήκη και πρότεινε ως κατάλληλα μέτρα στις βελγικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ και το άρθρο 22 του κανονισμού διαδικασίας, την κατάργηση της απαλλαγής από τον φόρο εταιρειών για τους βελγικούς λιμένες, στο μέτρο που αυτοί ασκούν οικονομικές δραστηριότητες. Η Επιτροπή κάλεσε τις βελγικές αρχές να προσαρμόσουν τη νομοθεσία εντός προθεσμίας 10 μηνών από την ημερομηνία της απόφασης, η δε τροποποίηση έπρεπε να εφαρμοστεί στα παραγόμενα από οικονομικές δραστηριότητες εισοδήματα το αργότερο από τις αρχές του φορολογικού έτους 2017. Η Επιτροπή κάλεσε τις βελγικές αρχές να την ενημερώσουν εγγράφως ότι το Βέλγιο δέχεται, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 του κανονισμού διαδικασίας, ρητά και ανεπιφύλακτα τα εν λόγω κατάλληλα μέτρα στο σύνολό τους εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω απόφασης. Κατά της εν λόγω πρότασης κατάλληλων μέτρων ασκήθηκε προσφυγή (5) στις 18 Μαρτίου 2016, την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτη με διάταξη της 27ης Οκτωβρίου 2016 (6). |
|
(4) |
Με επιστολή της 21ης Μαρτίου 2016, οι βελγικές αρχές διαβίβασαν στην Επιτροπή παρατηρήσεις σχετικά με τα προτεινόμενα κατάλληλα μέτρα. |
1.3. ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
|
(5) |
Με επιστολή της 8ης Ιουλίου 2016, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την προβλεπόμενη στο άρθρο 108 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ διαδικασία, κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 2 του κανονισμού διαδικασίας. |
|
(6) |
Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (7). Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το μέτρο. Στις 24 Αυγούστου 2016 οργανώθηκε συνάντηση με εκπροσώπους ορισμένων βελγικών λιμένων τους οποίους αφορά το μέτρο. |
|
(7) |
Το Βέλγιο υπέβαλε τις παρατηρήσεις του με επιστολές της 9ης Σεπτεμβρίου 2016 (Ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομικών) και της 16ης Σεπτεμβρίου 2016 (Περιφέρεια της Βαλονίας και λιμένες της Βαλονίας). |
|
(8) |
Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τα ακόλουθα ενδιαφερόμενα μέρη: τη Sea Invest, χρήστη των λιμένων της Αμβέρσας, της Γάνδης και του Zeebruges (14 Σεπτεμβρίου 2016), τον λιμένα του Ρότερνταμ, ενεργούντα εξ ονόματος των πέντε ολλανδικών δημόσιων θαλάσσιων λιμένων (16 Σεπτεμβρίου 2016), τον λιμένα των Βρυξελλών (16 Σεπτεμβρίου 2016), τη Φλαμανδική Επιτροπή Λιμένων (Vlaamse Havencommissie) (19 Σεπτεμβρίου 2016) και, κατόπιν παράτασης της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων, τους λιμένες της Αμβέρσας και του Zeebruges (4 Οκτωβρίου 2016). |
|
(9) |
Η Επιτροπή διαβίβασε τις εν λόγω παρατηρήσεις στο Βέλγιο παρέχοντας σε αυτό τη δυνατότητα να τις σχολιάσει. Παρέλαβε τα σχόλια του Βελγίου με επιστολή της 14ης Νοεμβρίου 2016. Στις 19 Δεκεμβρίου 2016 οργανώθηκε συνάντηση μεταξύ των βελγικών αρχών και της Επιτροπής, επ' ευκαιρία της οποίας διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή συμπληρωματικές παρατηρήσεις. Στις 10 Ιανουαρίου 2017 οργανώθηκε νέα συνάντηση μεταξύ των ομοσπονδιακών και περιφερειακών βελγικών αρχών, ορισμένων δικαιούχων του μέτρου και της Επιτροπής. |
2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΟΥ
2.1. ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΒΕΛΓΙΟ
|
(10) |
Στο Βέλγιο, η έκταση που καταλαμβάνουν οι λιμένες αποτελεί δημόσια περιουσία. Στη δεκαετία του 1990, η εκμετάλλευση των βασικών βελγικών λιμένων μεταβιβάστηκε σε αποκεντρωμένες οντότητες. Την εκμετάλλευση ορισμένων λιμένων (π.χ. αυτών της Γάνδης, της Οστάνδης και της Αμβέρσας) έχουν αναλάβει αυτόνομες δημοτικές λιμενικές αρχές· την εκμετάλλευση άλλων (π.χ. των αυτόνομων λιμένων Κεντρικού και Δυτικού Βελγίου, της Λιέγης, του Charleroi και της Namur) έχουν αναλάβει νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ανώνυμη εταιρεία δημοσίου δικαίου, όπως στην περίπτωση του λιμένα του Zeebruges. |
|
(11) |
Τους λιμένες εκμεταλλεύονται δημόσιες οντότητες, οι λιμενικές αρχές. |
2.2. ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟΙ ΣΤΟΥΣ ΛΙΜΕΝΕΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΦΟΡΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
|
(12) |
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κώδικα φορολογίας εισοδήματος του 1992 (8) (code des impôts sur les revenus, εφεξής «CIR»), οι ημεδαπές «εταιρείες» υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος ο οποίος καλείται φόρος εταιρειών (9) (impôt des sociétés, εφεξής «ISoc»). Αντιθέτως, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα, εκτός των «εταιρειών», υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος ο οποίος καλείται φόρος νομικών προσώπων (10) (impôt des personnes morales, εφεξής «IPM»). Σύμφωνα με το άρθρο 2 του CIR, ως «εταιρεία» νοείται «κάθε εταιρεία, ένωση, ίδρυμα ή οργανισμός που έχει συσταθεί νομότυπα, διαθέτει νομική προσωπικότητα και ασκεί δραστηριότητες εκμετάλλευσης ή επιχειρεί πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα». |
|
(13) |
Κατά το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR, ορισμένοι βελγικοί λιμένες δεν υπόκεινται στον φόρο εταιρειών (11). Το άρθρο 220 παράγραφος 2 του CIR προβλέπει ότι τα νομικά πρόσωπα που δεν υπόκεινται στον ISoc κατ' εφαρμογή του άρθρου 180 του CIR υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων (12). Ο φόρος νομικών προσώπων δεν εφαρμόζεται στο συνολικό ποσό των εισοδημάτων ή των κερδών, αλλά μόνο σε ορισμένα είδη εισοδήματος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 221 του CIR, τα νομικά πρόσωπα που υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων φορολογούνται μόνο βάσει του τεκμαρτού κατά το κτηματολόγιο εισοδήματος των ακινήτων τους που βρίσκονται στο Βέλγιο και των εισοδημάτων και εσόδων κεφαλαίου και κινητών περιουσιακών στοιχείων (13). Επιπλέον, οι εφαρμοστέοι συντελεστές στα διάφορα είδη εισοδήματος που υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων αντιστοιχούν συνήθως στους συντελεστές του φόρου ακίνητης περιουσίας ή κινητής περιουσίας (14) και είναι γενικά χαμηλότεροι από τους συντελεστές που εφαρμόζονται για τον φόρο εταιρειών (33,99 %). |
3. ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
|
(14) |
Στην επιστολή της 8ης Ιουλίου 2016, η Επιτροπή έκρινε ότι οι βελγικές αρχές δεν δέχθηκαν το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των κατάλληλων μέτρων που υπέδειξε η Επιτροπή στην επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2016 και ότι η βελγική κυβέρνηση δεν φαινόταν να αποδέχεται σαφώς την αρχή της υπαγωγής των λιμένων στον φόρο εταιρειών ούτε δεσμευόταν να καταργήσει την απαλλαγή από τον φόρο από την οποία επωφελούνται οι βελγικοί λιμένες. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι βελγικές αρχές δεν δέχθηκαν ρητά και ανεπιφύλακτα και στο σύνολό τους τα κατάλληλα μέτρα που αυτή πρότεινε στις 21 Ιανουαρίου 2016. |
|
(15) |
Στο μέτρο που εξακολουθούσε να εκτιμά ότι η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών από την οποία επωφελούνται οι βελγικοί λιμένες, όταν ασκούν οικονομικές δραστηριότητες, συνιστά υφιστάμενο καθεστώς κρατικής ενίσχυσης και έτρεφε αμφιβολίες σχετικά με τη συμβατότητα του εν λόγω καθεστώτος ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την προβλεπόμενη στο άρθρο 108 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ διαδικασία, κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 2 του κανονισμού διαδικασίας. |
4. ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΡΑΛΗΦΘΕΝΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
4.1. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ/ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
|
(16) |
Οι βελγικοί λιμένες και οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι οι λιμένες δεν είναι «επιχειρήσεις» κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, στο μέτρο που η αποστολή τους, και ειδικότερα η διοικητική διαχείριση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, δεν έχει οικονομικό χαρακτήρα. Τονίζουν ότι τα εν λόγω καθήκοντα είναι γενικού συμφέροντος και επιβάλλονται ή ανατίθενται στους λιμένες από τις δημόσιες αρχές, οι οποίες μπορούν να ορίζουν κατά την κρίση τους την εμβέλεια των υπηρεσιών γενικού μη οικονομικού συμφέροντος. Επισημαίνουν ότι οι λιμενικές αρχές διαθέτουν ειδικές εξουσίες για την επιτέλεση της εν λόγω αποστολής, υπόκεινται στον έλεγχο των αρχών και δεν σκοπούν στην πραγματοποίηση κέρδους, δεδομένου ότι τα πλεονάσματα επανεπενδύονται στις λιμενικές υποδομές και, για ορισμένους λιμένες, καταβάλλονται στον δήμο που είναι ο μέτοχός τους. |
|
(17) |
Οι λιμένες της Αμβέρσας και του Zeebruges και οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι η νομολογία του Δικαστηρίου στον τομέα των αερολιμένων (υπόθεση C-82/01 Aéroports de Paris (15)) δεν εφαρμόζεται στους λιμένες, οι οποίοι αποτελούν διαφορετικές υποδομές. Αναφέρουν, ειδικότερα, ότι το μονοπώλιο των λιμένων είναι αποτέλεσμα διοικητικής αποκέντρωσης προς όφελος οντότητας δημοσίου δικαίου χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό, ενώ η διαχείριση των αερολιμένων παραχωρείται σε ιδιώτες στο πλαίσιο της αποκλειστικής παραχώρησης οικονομικής δραστηριότητας με μεταβίβαση του οικονομικού χαρακτήρα επιχειρησιακού κινδύνου. Εκτιμούν επίσης ότι η διαφορά που εξέτασε το Δικαστήριο στην υπόθεση Aéroports de Paris δεν αφορούσε την παροχή «υπηρεσιών υποδομών», με αποτέλεσμα να μην είναι πρόσφορη η αναλογία με τη διάθεση των λιμένων από τις βελγικές λιμενικές αρχές. |
|
(18) |
Οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές αμφισβητούν τον οικονομικό χαρακτήρα των δραστηριοτήτων που αναφέρει η Επιτροπή στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, συγκεκριμένα τη διάθεση των λιμενικών υποδομών στα σκάφη, την εκμίσθωση εκτάσεων και υποδομών σε επιχειρήσεις, εξηγώντας ότι οι τιμές μίσθωσης εκτάσεων, παραχώρησης υποδομών και πρόσβασης σε λιμενικές υποδομές (λιμενικά τέλη) είναι δημόσιες, δεν εισάγουν διακρίσεις και καθορίζονται εκ των προτέρων και μονομερώς από τις λιμενικές αρχές και όχι βάσει της προσφοράς και της ζήτησης. Αναφέρουν ειδικότερα απόφαση του βελγικού Συνταγματικού Δικαστηρίου της 19ης Νοεμβρίου 2015 (16), στην οποία αναγνωρίζεται ότι τα λιμενικά τέλη συνιστούν «απλή αμοιβή», καταβαλλόμενη από τρίτους, για την παρέμβαση των λιμενικών αρχών. Παραπέμπουν επίσης στο φλαμανδικό διάταγμα περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999 σχετικά με την πολιτική και τη διαχείριση των θαλάσσιων λιμένων (17) (εφεξής «φλαμανδικό διάταγμα περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999»), το οποίο προβλέπει ότι τα λιμενικά τέλη πρέπει να καθορίζονται κατά «εύλογη αναλογία» προς την αξία της αντιπαροχής. Επισημαίνουν εξάλλου ότι τα τέλη παραχώρησης είναι αναλογικά χαμηλότερα για τις εκτάσεις με υψηλότερη προστιθέμενη αξία, βασίζονται σε αντικειμενικές παραμέτρους (σχετικές με τις οικείες εκτάσεις) και αντικατοπτρίζουν την εσωτερική αξία της παροχής. Ομοίως, η Περιφέρεια της Βαλονίας και οι λιμένες της Βαλονίας εκτιμούν ότι η καταβολή τελών για τη χρήση των υποδομών δεν αποτελεί κατ' ανάγκη ένδειξη του οικονομικού χαρακτήρα της δραστηριότητας των λιμένων, το δε γεγονός ότι τα εν λόγω τέλη δεν καλύπτουν την ανασύσταση του επενδυμένου κεφαλαίου αποτελεί ένδειξη του χαρακτήρα υπηρεσίας γενικού συμφέροντος της λιμενικής δραστηριότητας. |
|
(19) |
Κατ' αυτούς, οι κύριες οικονομικές δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στους λιμένες ασκούνται από τους παραχωρησιούχους οι οποίοι διασφαλίζουν τον χειρισμό (φόρτωση και εκφόρτωση) των εμπορευμάτων, οι δε λιμενικές αρχές δεν έχουν καμία ανάμειξη στις εμπορικές συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ παραχωρησιούχων εταιρειών και εφοπλιστών. Επομένως, η εμπορική εκμετάλλευση των λιμένων δεν ασκείται από τις λιμενικές αρχές, αλλά από τις εταιρείες στις οποίες παραχωρούνται οι υποδομές επί των οποίων οι εν λόγω εταιρείες πρέπει να κατασκευάσουν οι ίδιες τις αναγκαίες για τις υπηρεσίες χειρισμού υπερκατασκευές (γερανούς, υπόστεγα). |
|
(20) |
Προσθέτουν ότι οι λιμενικές αρχές υποχρεούνται ολοένα και περισσότερο να χρηματοδοτούν μη οικονομικές δραστηριότητες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των περιφερειών, συμπεριλαμβανομένων δραστηριοτήτων που δεν σχετίζονται με την εκμετάλλευση των λιμένων (18). Αναφέρουν αρκετές αποφάσεις της Επιτροπής και αποφάσεις του Δικαστηρίου από τις οποίες προκύπτει, κατ' αυτούς, ότι ούτε η διάθεση υποδομών ανοικτών σε όλους τους δυνητικούς χρήστες σε ισότιμη βάση και χωρίς διακρίσεις ούτε η διαχείριση και η εκμετάλλευση εκτάσεων δημόσιας αρχής με σκοπό την άσκηση βιομηχανικών και εμπορικών δραστηριοτήτων για τον ιδιωτικό τομέα συνιστούν οικονομικές δραστηριότητες. |
|
(21) |
Τέλος, εκτιμούν ότι οι οικονομικές δραστηριότητες των λιμένων, όπως η ανύψωση (υπηρεσίες γερανού) και η ρυμούλκηση, έχουν αμιγώς παρεπόμενο χαρακτήρα. |
4.2. ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕΣΩ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
|
(22) |
Η Φλαμανδική Επιτροπή Λιμένων εκτιμά ότι, στο μέτρο που οι λιμενικές αρχές υποχρεούνται ολοένα και περισσότερο να χρηματοδοτούν μη οικονομικές υποδομές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των περιφερειών, η απαλλαγή των λιμένων από τον φόρο εταιρειών δεν συνιστά πλεονέκτημα. |
|
(23) |
Ο λιμένας του Ρότερνταμ αναφέρει ότι ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής των λιμένων της Αμβέρσας, του Zeebruges και της Γάνδης είναι κατώτερος του 1 % του λογιστικού κέρδους. |
|
(24) |
Οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι, στο μέτρο που οι λιμένες καταβάλλουν τον IPM, η προϋπόθεση βάσει της οποίας το πλεονέκτημα πρέπει να χορηγείται από κρατικούς πόρους δεν πληρούται. |
4.3. ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ
|
(25) |
Οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι το σύστημα αναφοράς για τη φορολογία των νομικών προσώπων δεν είναι ο φόρος εταιρειών (όπως εκτιμά η Επιτροπή στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας), αλλά το άρθρο 1 του CIR, με το οποίο καθιερώνονται δύο παράλληλα συστήματα φορολόγησης για τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα (ISoc και IPM) βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στο άρθρο 2 του CIR (δραστηριότητα του νομικού προσώπου συνιστάμενη ή μη σε «εκμετάλλευση» ή σε «πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα»). Προσθέτουν ότι το άρθρο 180 του CIR, το οποίο προβλέπει ότι οι λιμένες δεν υπόκεινται στον ISoc, προσδιορίζει απλώς και εφαρμόζει το άρθρο 1 του CIR. Ορισμένοι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές εκτιμούν επίσης ότι ο IPM είναι το σύστημα αναφοράς για τους λιμένες που δεν είναι «εταιρείες» κατά την έννοια του άρθρου 2 του CIR, το δε άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR δεν παρεκκλίνει από τους γενικούς κανόνες φορολογίας των νομικών προσώπων, αλλά εφαρμόζει απλώς τους γενικούς αυτούς κανόνες. Επομένως, υποστηρίζουν ότι, ακόμη και αν καταργηθεί το άρθρο 180 παράγραφος 2, οι λιμένες δεν θα υπόκεινται κατ' ανάγκη στον ISoc, καθώς η διοίκηση θα πρέπει να εξετάσει μεμονωμένα την κατάστασή τους βάσει των γενικών κριτηρίων που τίθενται στα άρθρα 1 και 2 του CIR και, δεδομένου ότι οι λιμένες δεν είναι «εταιρείες» κατά το άρθρο 2 του CIR, αυτοί δεν θα υπόκεινται στον ISoc. |
|
(26) |
Η Περιφέρεια της Βαλονίας και οι λιμένες της Βαλονίας προσθέτουν ότι η δυαδικότητα αυτή (ύπαρξη δύο συστημάτων φορολόγησης του εισοδήματος, του ISoc και του IPM) είναι καθοριστική και εγγενής στο σύστημα φορολόγησης των εισοδημάτων, απορρέει δε από το βελγικό Σύνταγμα. Εξάλλου, το βελγικό Σύνταγμα δεν επιβάλλει στον νομοθέτη να φορολογεί ορισμένες δραστηριότητες και, για τις εκ φύσεως δημόσιες διοικητικές αρχές (κράτος, κοινότητες, περιφέρειες, επαρχίες και δήμοι), τα αγαθά της δημόσιας ή της ιδιωτικής περιουσίας που διατίθενται σε δημόσια υπηρεσία απαλλάσσονται από τον φόρο δυνάμει γενικής αρχής του δικαίου. Οι βελγικές αρχές αναφέρουν επίσης ότι, σύμφωνα με τη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων, οι δημόσιες υπηρεσίες, οι δημόσιες αποστολές και τα δημόσια αγαθά δεν φορολογούνται εάν κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται ρητώς στον νόμο. |
|
(27) |
Κατά τις λιμενικές αρχές της Αμβέρσας και του Zeebruges και τις βελγικές αρχές, οι οντότητες οι οποίες, όπως οι λιμένες, δεν διανέμουν τα κέρδη τους, αλλά τα επανεπενδύουν ή επιδιώκουν σκοπό που υπερβαίνει το συμφέρον τους υπόκεινται στον IPM, και τούτο ανταποκρίνεται στη λογική του συστήματος. |
|
(28) |
Υποστηρίζουν επίσης ότι βρίσκονται σε κατάσταση διαφορετική από εκείνη των άλλων επιχειρήσεων που υπόκεινται στον ISoc. Παρότι διαθέτουν κάποια αυτονομία και παρά την ενδεχόμενη ύπαρξη οικονομικών δραστηριοτήτων, οι λιμενικές αρχές συγκαταλέγονται στις δημόσιες αρχές και επιτελούν αποστολές γενικού συμφέροντος, χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό, όπως προκύπτει από το καταστατικό τους. Δεν χρησιμοποιούν βιομηχανικές και εμπορικές μεθόδους και οι ενέργειές τους δεν καθοδηγούνται από τη βραχυπρόθεσμη απόδοση της επένδυσης. Τα τέλη παραχώρησης και τα λιμενικά τέλη δεν καλύπτουν πάντοτε τα έξοδα που αναλαμβάνουν. Επιτελούν αποστολές δημόσιας υπηρεσίας, των οποίων το καθαρό κόστος δεν εκπίπτει από τη βάση του φόρου εταιρειών κατ' εφαρμογή του άρθρου 49 του CIR, και τούτο θα συνεπάγεται, σε περίπτωση υπαγωγής στον ISoc, διακριτική μεταχείριση σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις και μείωση των επενδυτικών δυνατοτήτων των λιμένων. |
|
(29) |
Οι βελγικές αρχές επισημαίνουν ότι, σε απόφαση της 1ης Δεκεμβρίου 2016 (19), το βελγικό Συνταγματικό Δικαστήριο επικύρωσε την επιλογή του νομοθέτη περί απαλλαγής των λιμένων από τον ISoc. |
4.4. ΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
|
(30) |
Η Φλαμανδική Επιτροπή Λιμένων υποστηρίζει ότι, σε άλλα κράτη μέλη, και ειδικότερα στις Κάτω Χώρες, οι ίδιες δραστηριότητες των λιμένων χρηματοδοτούνται από τις δημόσιες αρχές χωρίς να υφίσταται στρέβλωση των όρων ανταγωνισμού. |
|
(31) |
Παραπέμποντας στο σημείο 188 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης (20) (εφεξής «ανακοίνωση της 19ης Ιουλίου 2016»), οι λιμενικές αρχές της Αμβέρσας και του Zeebruges εκθέτουν ότι κάθε λιμένας διαθέτει νόμιμο μονοπώλιο στη λιμενική ζώνη του, το οποίο αποκλείει ταυτόχρονα «τον ανταγωνισμό στην αγορά και τον ανταγωνισμό για την αγορά». Εξ αυτού συνάγουν ότι το μέτρο δεν προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού. Αναφέρουν επίσης γνωμοδότηση της ολλανδικής αρχής ανταγωνισμού (21), σύμφωνα με την οποία ο λιμένας του Ρότερνταμ δεν ανταγωνίζεται τους φορείς εκμετάλλευσης άλλων λιμένων στο μέτρο που τα λιμενικά τέλη αντιπροσωπεύουν μόνο μικρό ποσοστό των μεταφορικών εξόδων των εφοπλιστών, με αποτέλεσμα η τροποποίηση, προς τα πάνω ή προς τα κάτω, των εν λόγω τιμών να μην έχει αντίκτυπο στην κίνηση του λιμένα. |
|
(32) |
Επισημαίνουν ότι, σύμφωνα με την ανακοίνωση της 19ης Ιουλίου 2016, σε υποδομή δικτύου, διαφορετικά στοιχεία του δικτύου αλληλοσυμπληρώνονται και δεν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ τους (σημείο 211 και υποσημείωση 311), με αποτέλεσμα να αποκλείεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού. Διευκρινίζουν ότι, στην εν λόγω ανακοίνωση, η Επιτροπή εφαρμόζει τη συγκεκριμένη αρχή στην κατασκευή σιδηροδρομικών υποδομών (σημείο 219) και στην κατασκευή οδικών υποδομών, συμπεριλαμβανομένων οδών με διόδια (σημείο 220), αλλά εκτιμούν ότι αυτή εφαρμόζεται και στους λιμένες. |
|
(33) |
Η Περιφέρεια της Βαλονίας και οι λιμένες της Βαλονίας επισημαίνουν, ιδίως, ότι οι εσωτερικοί λιμένες που απαλλάσσονται από τον ISoc δεν ανταγωνίζονται άλλους ιδιωτικούς εσωτερικούς λιμένες οι οποίοι διαθέτουν τις ίδιες υποδομές στις οποίες έχει πρόσβαση το κοινό. Οι ομοσπονδιακές αρχές προσθέτουν ότι οι εσωτερικοί λιμένες, οι οποίοι είναι μικρών διαστάσεων, συμπληρώνουν τους άλλους λιμένες και ανταγωνίζονται μόνο τις οδικές μεταφορές. |
|
(34) |
Ο λιμένας του Ρότερνταμ αναφέρει ότι οι ολλανδικοί δημόσιοι λιμένες ανταγωνίζονται ιδίως τους λιμένες της Αμβέρσας, του Zeebruges και της Γάνδης. |
4.5. ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ
|
(35) |
Η περιφέρεια της Βαλονίας και οι λιμένες της Βαλονίας εκτιμούν ότι η συμβατότητα του μέτρου μπορεί να θεμελιωθεί κατάλληλα στο άρθρο 106 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ: οι λιμένες διαθέτουν σαφή εντολή εκ του νόμου και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι οι λιμένες πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που τίθενται στο εν λόγω άρθρο. Τονίζουν ότι η συμβατότητα βάσει του άρθρου 93 ΣΛΕΕ, στις προϋποθέσεις εφαρμογής του οποίου δεν περιλαμβάνεται η απουσία επηρεασμού των συναλλαγών, πρέπει να αξιολογηθεί διασταλτικά. |
|
(36) |
Οι λιμενικές αρχές της Αμβέρσας και του Zeebruges εκτιμούν ότι τα επιχειρήματα με τα οποία η Επιτροπή αντέκρουσε τα υπέρ της συμβατότητας του μέτρου επιχειρήματα είναι ανεπαρκή. Προσθέτουν ότι η συμβατότητα του μέτρου μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρο 93 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι οι λιμένες καλούνται να χρηματοδοτήσουν υποδομές που συνεισφέρουν στα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών. |
4.6. ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
|
(37) |
Οι βελγικές αρχές ζητούν από την Επιτροπή να τους χορηγήσει μεταβατική περίοδο για την υπαγωγή των λιμένων στον ISoc. Τονίζουν ότι η προθεσμία που προβλέπεται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας της 8ης Ιουλίου 2016 (υπαγωγή των λιμένων στον φόρο εταιρειών από την 1η Ιανουαρίου 2017) είναι υπερβολικά βραχεία, ιδίως σε σύγκριση με την προθεσμία που χορηγήθηκε στις Κάτω Χώρες στο πλαίσιο της υπόθεσης SA.25338. Επισημαίνουν ότι η κατάργηση του άρθρου 180 παράγραφος 2 του CIR συνεπάγεται την κίνηση νομοθετικής διαδικασίας, η οποία διαρκεί «τουλάχιστον, κατά κανόνα, από τρεις έως έξι μήνες». Κατά τις βελγικές αρχές, απαιτούνται τροποποιήσεις του νόμου πολύ πιο πολύπλοκες από την απλή κατάργηση του άρθρου 180 παράγραφος 2 του CIR, δεδομένου ότι i) μια τέτοια κατάργηση δεν θα έχει κατ' ανάγκη ως αποτέλεσμα την υπαγωγή των λιμένων στον ISoc, ii) η επεξεργασία νέου καθεστώτος φορολογίας των λιμένων πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη συνταγματική αρχή της ισότητας και iii) η μετάβαση ενός νομικού προσώπου από τον IPM στον ISoc δεν ρυθμίζεται ρητώς από το βελγικό φορολογικό δίκαιο. Προσθέτουν ότι, σε περίπτωση λήξης καθεστώτος ενίσχυσης το οποίο θεωρείται υφιστάμενο, η Επιτροπή οφείλει να σέβεται τα θεμιτά συμφέροντα του κράτους μέλους όσον αφορά την κατοχύρωση ασφάλειας δικαίου για τους δικαιούχους. |
|
(38) |
Ο λιμένας του Ρότερνταμ ζητεί από την Επιτροπή να αναβάλει την υπαγωγή των ολλανδικών λιμένων στον φόρο εταιρειών έως ότου διενεργηθεί τομεακή έρευνα και όλοι οι θαλάσσιοι λιμένες οι οποίοι βρίσκονται στις νότιες ακτές της Βόρειας Θάλασσας υπαχθούν ταυτόχρονα στον φόρο ή, τουλάχιστον, την ταχεία και ταυτόχρονη υπαγωγή των βελγικών και γαλλικών λιμένων στον φόρο εταιρειών. |
5. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
5.1. ΎΠΑΡΞΗ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 107 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΣΛΕΕ
|
(39) |
Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των κρατών μελών συναλλαγές. |
5.1.1. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ/ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
5.1.1.1. Γενικές παρατηρήσεις
|
(40) |
Σύμφωνα με το Δικαστήριο, «κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών σε μια δεδομένη αγορά αποτελεί οικονομική δραστηριότητα» (22). Ομοίως, «η έννοια της επιχείρησης καλύπτει κάθε φορέα ο οποίος ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς που τον διέπει και τον τρόπο της χρηματοδότησής του» (23). |
|
(41) |
Επιπλέον, σύμφωνα με τη νομολογία σχετικά με τον οικονομικό χαρακτήρα της εκμετάλλευσης υποδομών (24), η Επιτροπή διαπίστωσε, σε σειρά αποφάσεων, ότι η εμπορική εκμετάλλευση και η κατασκευή λιμενικών υποδομών συνιστούν οικονομικές δραστηριότητες (25). Για παράδειγμα, η εμπορική εκμετάλλευση λιμενικού τερματικού σταθμού ο οποίος τίθεται στη διάθεση χρηστών έναντι της καταβολής τέλους συνιστά οικονομική δραστηριότητα (26). Ομοίως, το Δικαστήριο έχει ήδη αναγνωρίσει, εμμέσως πλην σαφώς, τον οικονομικό χαρακτήρα ορισμένων λιμενικών εργασιών, και ιδίως των εργασιών «φορτώσεως, εκφορτώσεως, μεταφορτώσεως, αποθηκεύσεως και εν γένει μετακινήσεως των εμπορευμάτων και παντός υλικού εντός του λιμένα» (27). Η Επιτροπή εφαρμόζει τους συγκεκριμένους κανόνες όχι μόνο στους θαλάσσιους λιμένες, αλλά και στους εσωτερικούς λιμένες (28). |
|
(42) |
Συναφώς, και εν αντιθέσει προς τα όσα υποστηρίζουν οι βελγικές αρχές και ορισμένοι ενδιαφερόμενοι, η Επιτροπή εκτιμά ότι η νομολογία του Δικαστηρίου για τους αερολιμένες πρέπει να εφαρμοστεί στους λιμένες, οι οποίοι αποτελούν απλώς ένα άλλο είδος υποδομών. Οι διαφορές μεταξύ λιμένων και αερολιμένων τις οποίες επισήμαναν ορισμένοι ενδιαφερόμενοι —ιδίως οι διαφορές που αφορούν τη νομική διάρθρωση ή το γεγονός ότι οι λιμένες είναι οντότητες δημοσίου δικαίου χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό— δεν είναι λυσιτελείς όσον αφορά το γενικό κριτήριο που σχετίζεται με την προσφορά αγαθού ή υπηρεσίας σε αγορά, στο οποίο ερείδεται η νομολογία του Δικαστηρίου. Ομοίως, η Επιτροπή παρατηρεί ότι στη σκέψη 90 της απόφασης Aéroports de Paris, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι «το Πρωτοδικείο ορθώς διαπίστωσε ότι τα εν λόγω εμπορικά τέλη αποτελούν αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες διαχειρίσεως αερολιμενικών εγκαταστάσεων»· επομένως, δεν είναι ορθός ο ισχυρισμός ότι η εν λόγω υπόθεση δεν αφορούσε την παροχή υπηρεσιών υποδομών, όπως υποστηρίζουν οι βελγικές αρχές και ορισμένοι ενδιαφερόμενοι. |
|
(43) |
Προκειμένου να καθοριστεί αν οι βελγικοί λιμένες αποτελούν επιχειρήσεις, δεν είναι απαραίτητο να αξιολογηθεί ο οικονομικός ή μη οικονομικός χαρακτήρας καθεμίας εκ των δραστηριοτήτων τους. Αρκεί να διαπιστωθεί ότι οι οντότητες τις οποίες αφορά το επίμαχο μέτρο ασκούν όντως μία ή περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες, για την άσκηση των οποίων θα θεωρούνται «επιχείρηση». Συναφώς, το γεγονός ότι μια οντότητα ασκεί μια ή περισσότερες δημόσιες ή μη οικονομικές δραστηριότητες δεν σημαίνει ότι μπορεί, γενικά, να μην χαρακτηρίζεται «επιχείρηση». |
|
(44) |
Οι βελγικοί λιμένες μπορούν να ασκούν διάφορα είδη οικονομικών δραστηριοτήτων που αντιστοιχούν στην παροχή διάφορων υπηρεσιών σε διάφορες αγορές. Πρώτον, οι λιμένες παρέχουν γενική υπηρεσία στους χρήστες τους (κυρίως στους εφοπλιστές και γενικότερα σε κάθε φορέα εκμετάλλευσης σκάφους) παρέχοντας στα σκάφη πρόσβαση στις λιμενικές υποδομές έναντι αμοιβής, η οποία καλείται γενικώς «λιμενικά τέλη» (29). Δεύτερον, ορισμένοι λιμένες παρέχουν ειδικές υπηρεσίες στα σκάφη, όπως πλοήγηση, ανύψωση, χειρισμό φορτίων, αγκυροβόληση, επίσης έναντι αμοιβής (30). Τρίτον, οι λιμένες θέτουν, έναντι αμοιβής, ορισμένες υποδομές ή ορισμένες εκτάσεις στη διάθεση επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τους συγκεκριμένους χώρους για τις ανάγκες τους ή για την παροχή ορισμένων από τις προαναφερόμενες ειδικές υπηρεσίες στα σκάφη. |
|
(45) |
Το γεγονός ότι τρίτες επιχειρήσεις χρησιμοποιούν ορισμένες λιμενικές εκτάσεις και υποδομές για την προσφορά υπηρεσιών στους εφοπλιστές ή στα σκάφη δεν αποκλείει να έχουν επίσης οικονομικό χαρακτήρα οι δραστηριότητες διαχείρισης που ασκούν οι λιμενικές αρχές, οι οποίες συνίστανται ιδίως στην εκμίσθωση των εν λόγω εκτάσεων και υποδομών στις εν λόγω τρίτες επιχειρήσεις. |
|
(46) |
Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι το βελγικό εθνικό δίκαιο περιέχει και αυτό ενδείξεις για τον βιομηχανικό ή/και εμπορικό χαρακτήρα των λιμενικών δραστηριοτήτων (31). Ειδικότερα, από τον επίσημο σχολιασμό του CIR συνάγεται κατ' ανάγκη ότι οι λιμένες εκμεταλλεύονται «κάποιου είδους βιομηχανική, εμπορική ή γεωργική επιχείρηση» (32) ή ότι, ακόμη και χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό, ασκούν «μόνιμη επαγγελματική δραστηριότητα η οποία περιλαμβάνει […] την αρκούντως συχνή, ώστε να συνιστά» απασχόληση«, επανάληψη πράξεων βιομηχανικού, εμπορικού ή γεωργικού χαρακτήρα [και] την εφαρμογή βιομηχανικών ή εμπορικών μεθόδων» (33) (34). |
|
(47) |
Εξάλλου, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ότι ορισμένες δραστηριότητες των λιμένων μπορεί να είναι μη οικονομικού χαρακτήρα, ιδίως ορισμένες από τις υπηρεσίες που παρέχουν τα λιμεναρχεία, όπως ο έλεγχος και η ασφάλεια της θαλάσσιας κυκλοφορίας (35) ή η επιτήρηση προς αποφυγή της ρύπανσης (36). Ωστόσο, εν προκειμένω, οι δραστηριότητες που η Επιτροπή θεωρεί οικονομικές είναι διαφορετικές από τις (άλλες) δραστηριότητες που αναφέρονται στην προηγούμενη πρόταση. |
|
(48) |
Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι, μολονότι οι εθνικές αρχές διαθέτουν «ευρεία διακριτική ευχέρεια […] όταν παρέχουν, αναθέτουν και οργανώνουν υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος όσο το δυνατόν εγγύτερα στις ανάγκες των χρηστών» (37), αυτό δεν αποκλείει να έχουν οι εν λόγω δραστηριότητες οικονομικό χαρακτήρα. Ωστόσο, κατά πάγια νομολογία η ίδια η έννοια της «οικονομικής δραστηριότητας» απορρέει από πραγματικά στοιχεία, και συγκεκριμένα την ύπαρξη αγοράς για τις οικείες υπηρεσίες (38), και δεν εξαρτάται από εθνικές επιλογές ή εκτιμήσεις. Επομένως, η Επιτροπή μπορεί βάσιμα να χαρακτηρίζει οικονομικές ορισμένες δραστηριότητες των λιμένων, ακόμη και αν οι εθνικές αρχές θεωρούν ότι οι εν λόγω δραστηριότητες συνιστούν μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος. |
|
(49) |
Τέλος, οι ακόλουθοι παράγοντες δεν μπορούν, αφ' εαυτών, να θέσουν εν αμφιβάλω τον οικονομικό ή μη οικονομικό χαρακτήρα των ασκούμενων δραστηριοτήτων:
|
5.1.1.2. Επί των εφαρμοζόμενων τιμών
|
(50) |
Είναι επίσης αλυσιτελές για τον χαρακτηρισμό της «επιχείρησης» το επιχείρημα που προβάλλουν οι βελγικές αρχές και ορισμένοι ενδιαφερόμενοι, σύμφωνα με το οποίο οι τιμές των παρεχόμενων από τις λιμενικές αρχές υπηρεσιών είναι δημόσιες, δεν εισάγουν διακρίσεις, καθορίζονται εκ των προτέρων και μονομερώς από τις λιμενικές αρχές και δεν καθορίζονται άμεσα από την προσφορά και τη ζήτηση (43). |
|
(51) |
Η Επιτροπή σημειώνει, καταρχάς, ότι τα χαρακτηριστικά των εφαρμοζόμενων από τους λιμένες τιμών (δημοσιότητα, απουσία διακρίσεων κ.λπ.) είναι παρόμοια με εκείνα των τιμών που εφαρμόζονται στο πλαίσιο των ΥΓΟΣ (44), οι οποίες είναι όντως οικονομικές δραστηριότητες και υπόκεινται στο δίκαιο των κρατικών ενισχύσεων. Ομοίως, οι τιμές είναι επίσης δημόσιες, δεν εισάγουν διακρίσεις και καθορίζονται εκ των προτέρων και μονομερώς από τον πάροχο στη μεγάλη πλειονότητα των οικονομικών δραστηριοτήτων. |
|
(52) |
Μολονότι η αναλογία των σχετιζόμενων με μια δραστηριότητα εξόδων που καλύπτονται από τα έσοδα που εισπράττονται από τους χρήστες και, αντιστρόφως, η αναλογία των εξόδων που καλύπτονται από τον φόρο (φορολογούμενος) μπορούν ενίοτε να συνιστούν ένδειξη της ύπαρξης αγοράς και οικονομικής δραστηριότητας, ο τρόπος καθορισμού των τιμών δεν είναι αφ' εαυτού καθοριστικός από την άποψη αυτή. |
|
(53) |
Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι οι τιμές που καταβάλλουν οι χρήστες και οι πελάτες των λιμένων (γενικά και ειδικά λιμενικά τέλη, τέλη παραχώρησης) καλύπτουν τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος των εξόδων που αναλαμβάνουν οι λιμενικές αρχές όταν προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην αγορά (45). |
|
(54) |
Επιπλέον, μολονότι αναφέρουν ότι τα τέλη για τη χρήση των υποδομών δεν καλύπτουν την ανασύσταση του επενδυμένου κεφαλαίου, η Περιφέρεια της Βαλονίας και οι λιμένες της Βαλονίας δεν προσκομίζουν κανένα πραγματικό στοιχείο για την υποστήριξη του επιχειρήματός τους. |
|
(55) |
Εξάλλου, το συγκεκριμένο επιχείρημα προβάλλεται προς απόδειξη του χαρακτήρα γενικού συμφέροντος της λιμενικής δραστηριότητας, κάτι το οποίο δεν είναι αφ' εαυτού λυσιτελές για τον καθορισμό της οικονομικής ή μη φύσης των λιμενικών δραστηριοτήτων. Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι, εξ ορισμού, τα έξοδα των ΥΓΟΣ (που είναι οικονομικές δραστηριότητες) δεν καλύπτονται γενικά πλήρως από τα έσοδα που εισπράττονται από τους χρήστες, με αποτέλεσμα η ύπαρξη χρηματοδοτικού ελλείμματος να μην αποκλείει κατ' ανάγκη την ύπαρξη οικονομικής δραστηριότητας κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ. |
|
(56) |
Εξάλλου, το γεγονός και μόνο ότι οι τιμές καθορίζονται από τις λιμενικές αρχές δεν σημαίνει ότι η ζήτηση δεν λαμβάνεται υπόψη. Αντιθέτως, οι λιμενικές αρχές λαμβάνουν όντως υπόψη τις συνθήκες της αγοράς (προσφορά και ζήτηση, και ιδίως τις τιμές που εφαρμόζουν οι ανταγωνιστές και τις συμπεριφορές ζήτησης των χρηστών και των πελατών) κατά τον καθορισμό των τιμών τους, και ιδίως των λιμενικών τελών (46). Όσον αφορά τα τέλη παραχώρησης, οι λιμένες της Αμβέρσας και του Zeebruges αναφέρουν ότι οι τιμές καθορίζονται βάσει αντικειμενικών παραμέτρων σχετικών με τη φύση της οικείας έκτασης ή δραστηριότητας και αντικατοπτρίζουν την παραγόμενη «εσωτερική αξία» και «προστιθέμενη αξία». Επομένως, οι τιμές σχετίζονται όντως με τα χαρακτηριστικά της παρεχόμενης από τους λιμένες υπηρεσίας και τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων ή των δραστηριοτήτων που επιδιώκει να προσελκύσει ο λιμένας. Υπό την έννοια αυτή, οι τιμές αποτελούν προφανώς σημαντικό μέσο της εμπορικής πολιτικής που εφαρμόζει ο λιμένας για να παροτρύνει τους εφοπλιστές και τους φορτωτές να κάνουν χρήση των υποδομών του λιμένα και τις επιχειρήσεις να εγκατασταθούν σε αυτόν για να αναπτύξουν δραστηριότητες παραγωγής ή υπηρεσιών. |
|
(57) |
Ως εκ τούτου, τόσο η διάθεση των λιμενικών υποδομών όσο και η διάθεση εκτάσεων έναντι αμοιβής συνιστούν όντως υπηρεσίες που προσφέρονται σε αγορά και, επομένως, οικονομικές δραστηριότητες. |
5.1.1.3. Επί της διάθεσης των λιμενικών υποδομών έναντι αμοιβής στους εφοπλιστές και των ειδικών υπηρεσιών των λιμενικών αρχών έναντι αμοιβής προς τους εφοπλιστές
|
(58) |
Όσον αφορά τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι λιμένες έναντι της καταβολής λιμενικών τελών (πρόσβαση στις λιμενικές υποδομές γενικά και ενδεχόμενες ειδικές υπηρεσίες), η Επιτροπή παρατηρεί ότι η απόφαση του βελγικού Συνταγματικού Δικαστηρίου της 19ης Νοεμβρίου 2015 (υπ' αριθ. 162/2015) με την οποία αναγνωρίζεται ότι τα λιμενικά τέλη συνιστούν «απλή αμοιβή», εκ μέρους των τρίτων, για την παρέμβαση των λιμενικών αρχών, καθώς και οι αναφορές στο φλαμανδικό διάταγμα περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999, κατά τις οποίες τα λιμενικά τέλη πρέπει να καθορίζονται «κατά εύλογη αναλογία» προς την αξία της αντιπαροχής, επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι οι λιμένες προσφέρουν υπηρεσίες σε αγορά έναντι αμοιβής. Το γεγονός ότι η εν λόγω αμοιβή προορίζεται εύλογα να καλύψει την αξία της αντιπαροχής μπορεί να αποκλείσει a priori τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών που παρέχονται στους χρήστες των λιμένων ουσιαστικά από τον φόρο και όχι από την πραγματική αμοιβή της υπηρεσίας που παρέχεται στους εν λόγω χρήστες, και επιβεβαιώνει εκ νέου την οικονομική προσέγγιση που εφάρμοσε το Βέλγιο στη σχέση μεταξύ των λιμένων και των χρηστών τους, καθώς και τον οικονομικό χαρακτήρα των επίμαχων δραστηριοτήτων. |
|
(59) |
Εξάλλου, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, ενώπιον του βελγικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, η φλαμανδική κυβέρνηση υποστήριξε ότι τα γενικά λιμενικά τέλη (αντιπαροχή για την πρόσβαση στις γενικές λιμενικές υποδομές) μπορούν να συγκριθούν «με τα διόδια που πρέπει να καταβληθούν για τη χρήση οδού με διόδια ή σήραγγας» (47). Ωστόσο, από την πρακτική λήψης αποφάσεων της Επιτροπής προκύπτει ότι η εκμετάλλευση οδού ή σήραγγας με διόδια συνιστά οικονομική δραστηριότητα (48). Τέλος, η Επιτροπή σημειώνει ότι τα λιμενικά τέλη υπόκεινται καταρχήν στον ΦΠΑ στο Βέλγιο, όπως οι λοιπές παροχές υπηρεσιών (49). |
|
(60) |
Οι αποφάσεις της Επιτροπής ή του Δικαστηρίου που επικαλούνται οι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές δεν θέτουν εν αμφιβάλω το συμπέρασμα αυτό. Στην υπόθεση N110/2008 JadeWeserPort (50), η Επιτροπή δεν αποφάνθηκε επί του ζητήματος του οικονομικού ή μη χαρακτήρα των επίμαχων δραστηριοτήτων, οι δε αιτιολογικές σκέψεις που αναφέρουν οι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές προς στήριξη της συλλογιστικής τους (αιτιολογικές σκέψεις 52 έως 63 της απόφασης) ακολουθούνται από αιτιολογικές σκέψεις σύμφωνα με τις οποίες η δραστηριότητα μπορεί να θεωρηθεί οικονομικού χαρακτήρα (αιτιολογικές σκέψεις 64 έως 66 της απόφασης). Όσον αφορά τις υποθέσεις N390/2005 - κατασκευή εγκαταστάσεων μεταφόρτωσης στη σιδηροδρομική γραμμή Lanaken – Maastricht (51) και N478/2004 Coras Iompair Eireann (52), η Επιτροπή παρατηρεί ότι αφορούν τη χρηματοδότηση της κατασκευής σιδηροδρομικών υποδομών και όχι τη διάθεση λιμενικών υποδομών έναντι αμοιβής, η δε θέση της Επιτροπής στις υποθέσεις αυτές δεν αντιστοιχεί πλέον στη νομολογία του Δικαστηρίου (53) ούτε στην τρέχουσα πρακτική λήψης αποφάσεων της Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες η κατασκευή υποδομών που προορίζονται για οικονομική εκμετάλλευση συνιστά οικονομική δραστηριότητα. Τέλος, η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-18/01 Korhonen (54) δεν αφορά το δίκαιο των κρατικών ενισχύσεων, αλλά την οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου (55). |
5.1.1.4. Επί της διάθεσης εκτάσεων και υποδομών σε επιχειρήσεις έναντι αμοιβής
|
(61) |
Από την απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση SA.36346 (56), η οποία αναφέρεται στο σημείο 17 στοιχείο στ) της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016 και την οποία επικαλούνται οι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές, δεν προκύπτει ότι η διαχείριση ή η αξιοποίηση του λιμένα και, ιδίως, η εκμίσθωση ή η διάθεση ειδικών εκτάσεων και υποδομών έναντι αμοιβής είναι μη οικονομική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, η υπόθεση SA.36346 αφορούσε στήριξη για την αναζωογόνηση δημόσιων εκτάσεων και όχι τη μίσθωση εκτάσεων ή υποδομών έναντι αμοιβής. |
|
(62) |
Στην πράξη, η Επιτροπή έχει ήδη κρίνει ότι η εκμίσθωση δημόσιας περιουσίας έναντι αμοιβής συνιστά οικονομική δραστηριότητα, ιδίως όταν ο αντισυμβαλλόμενος του λιμένα παρέχει λιμενικές υπηρεσίες στους πελάτες του (57). Από τους τιμολογιακούς όρους που δημοσίευσαν οι λιμενικές αρχές (58) προκύπτει επίσης ότι τα τέλη παραχώρησης υπόκεινται στον ΦΠΑ, γεγονός που βεβαιώνει τον οικονομικό χαρακτήρα τους. Ομοίως, η εκμίσθωση εκτάσεων από τους λιμένες συνιστά οικονομική δραστηριότητα υποκείμενη στον ΦΠΑ (59). |
|
(63) |
Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι, στα σχόλιά τους, οι λιμένες της Αμβέρσας και του Zeebruges υπογραμμίζουν ότι ο παραχωρησιούχος επιλέγεται κατόπιν «πρόσκλησης υποβολής προσφορών», και τούτο επιβεβαιώνει ότι οι εν λόγω λιμένες, όταν παρέχουν πρόσβαση στις λιμενικές υποδομές, προσφέρουν αγαθά ή υπηρεσίες σε αγορά. |
5.1.1.5. Επί του παρεπόμενου ή κύριου χαρακτήρα των οικονομικών δραστηριοτήτων
|
(64) |
Το γεγονός ότι οι οικονομικές δραστηριότητες μιας οντότητας είναι λιγότερες ή έχουν δευτερεύοντα χαρακτήρα σε σχέση με τις μη οικονομικές δραστηριότητές της δεν επιτρέπει καταρχήν την εξαίρεση των εν λόγω οικονομικών δραστηριοτήτων από τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. |
|
(65) |
Επιπλέον, και χωρίς να απαιτείται αξιολόγηση ανά λιμένα της αναλογίας των διάφορων οικονομικών δραστηριοτήτων, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι πολύ σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων που οι ενδιαφερόμενοι και οι βελγικές αρχές θεωρούν μη οικονομικές (εκμίσθωση εκτάσεων, πρόσβαση στις υποδομές έναντι αμοιβής) είναι, στην πραγματικότητα, οικονομικές δραστηριότητες. Όπως επισημαίνεται ανωτέρω, δεν αμφισβητείται ότι τα λιμενικά τέλη και τα τέλη παραχώρησης αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του κύκλου εργασιών των βελγικών λιμένων, στην περίπτωση δε του λιμένα της Αμβέρσας τα συγκεκριμένα έσοδα υπερβαίνουν μάλιστα το σύνολο των τρεχόντων εξόδων. |
|
(66) |
Τέλος, μολονότι η Επιτροπή δέχεται ότι, στην περίπτωση που υποδομές χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά για μη οικονομική δραστηριότητα, το σύνολο της χρηματοδότησής τους ενδέχεται να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομική χρήση παραμένει αμιγώς επικουρική (60), το γεγονός ότι οι λιμένες ασκούν μη οικονομικές δραστηριότητες δεν σημαίνει ότι οι ίδιες οι λιμενικές υποδομές χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά για μη οικονομική δραστηριότητα. |
Συμπέρασμα
|
(67) |
Επομένως, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι δραστηριότητες που ασκούν οι βελγικοί λιμένες τους οποίους αφορά το μέτρο είναι —τουλάχιστον εν μέρει— οικονομικές δραστηριότητες. |
5.1.2. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ
|
(68) |
Κατά το Δικαστήριο, πλεονέκτημα συνιστά όχι μόνο η θετική παροχή, αλλά και κάθε παρέμβαση η οποία, υπό διάφορες μορφές, ελαφρύνει τις επιβαρύνσεις που κανονικώς βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης (61). |
|
(69) |
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, βάσει της βελγικής φορολογικής νομοθεσίας, τα κέρδη από τις οικονομικές δραστηριότητες των βελγικών λιμένων που αναφέρονται στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR δεν υπόκεινται στον φόρο εταιρειών. Ως εκ τούτου, οι συγκεκριμένοι λιμένες δεν επιβαρύνονται με τα έξοδα που αναλαμβάνουν κανονικά οι οντότητες που υπόκεινται στον φόρο εταιρειών. |
|
(70) |
Ο φόρος νομικών προσώπων δεν επιβάλλεται στο συνολικό ποσό των κερδών. Οι οντότητες που υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων φορολογούνται μόνο για μέρος των εισοδημάτων που παράγουν οι δραστηριότητες ενός λιμένα, ήτοι το τεκμαρτό κατά το κτηματολόγιο εισόδημα των ακινήτων τους που ευρίσκονται στο Βέλγιο και τα εισοδήματα και έσοδα κεφαλαίου και κινητών περιουσιακών στοιχείων (62). Ως εκ τούτου, το φορολογητέο ποσό όσον αφορά τον φόρο νομικών προσώπων δεν περιλαμβάνει το συνολικό ποσό των κερδών των λιμένων, για παράδειγμα τα λιμενικά τέλη πουκαταβάλλουν οι πελάτες ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι λιμένες ή τα τέλη και τα μισθώματα που καταβάλλονται για τη χρήση λιμενικών υποδομών. Επιπλέον, για το μέρος των εν λόγω εισοδημάτων που υπόκειται στον φόρο νομικών προσώπων, οι συντελεστές είναι γενικά κατώτεροι (63) του εφαρμοστέου συντελεστή του φόρου εταιρειών (33,99 %). Επομένως, το ποσό του καταβαλλόμενου φόρου για τις οικονομικές δραστηριότητες είναι κατώτερο του ποσού που προκύπτει από την εφαρμογή των κανόνων του φόρου εταιρειών. |
|
(71) |
Επιπλέον, το Βέλγιο δεν προσκόμισε στοιχεία που να αντικρούουν το συγκεκριμένο συμπέρασμα της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας συνεργασίας που κινήθηκε στις 9 Ιουλίου 2014 ούτε στα σχόλια που υπέβαλε μετά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας στις 8 Ιουλίου 2016. Δεν αμφισβήτησε επίσης τα σχόλια που υπέβαλαν οι ολλανδικοί λιμένες, κατά τους οποίους ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής των λιμένων της Αμβέρσας, του Zeebruges και της Γάνδης είναι πολύ κατώτερος του συντελεστή του φόρου εταιρειών στο Βέλγιο (33,99 %). |
|
(72) |
Δεν μπορεί επίσης να γίνει δεκτό το επιχείρημα της Φλαμανδικής Επιτροπής Λιμένων κατά την οποία, κατ' ουσίαν, το πλεονέκτημα που προκύπτει από την απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών στοχεύει μόνο στην αντιστάθμιση της αυξανόμενης χρηματοδότησης, από τις λιμενικές αρχές, μη οικονομικών υποδομών, η οποία δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά τους. Συγκεκριμένα, καμία διάταξη του εσωτερικού δικαίου δεν διασφαλίζει ότι το ύψος του πλεονεκτήματος περιορίζεται στο καθαρό κόστος των εν λόγω μη οικονομικών υποδομών (64). Επομένως, η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών, το ύψος του οποίου είναι ανάλογο προς τα πραγματοποιηθέντα κέρδη, συνεπάγεται πλεονέκτημα το οποίο δεν μπορεί να συγκριθεί με το ενδεχόμενο κόστος χρηματοδότησης μη οικονομικών υποδομών. |
|
(73) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι επίμαχοι λιμένες επωφελούνται πλεονεκτήματος, κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του φόρου εταιρειών που οι λιμένες έπρεπε να καταβάλουν για τις οικονομικές τους δραστηριότητες και του μέρους του φόρου νομικών προσώπων που μπορεί να καταλογιστεί στις εν λόγω οικονομικές δραστηριότητες. |
5.1.3. ΚΡΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
|
(74) |
Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, ως ενισχύσεις θεωρούνται μόνο τα μέτρα που χορηγούνται από τα κράτη μέλη ή με κρατικούς πόρους. Κατά πάγια νομολογία, η παραίτηση από πόρους οι οποίοι έπρεπε, καταρχήν, να καταβληθούν στο δημόσιο Ταμείο συνιστά μεταβίβαση κρατικών πόρων (65). |
|
(75) |
Αντίθετα προς τα όσα υποστηρίζουν οι βελγικές αρχές, εφόσον η φορολόγηση των οικονομικών δραστηριοτήτων των λιμένων βάσει του φόρου νομικών προσώπων συνεπάγεται ευνοϊκότερη για τον φορολογούμενο φορολόγηση από εκείνη βάσει του φόρου εταιρειών (βλέπε ενότητα 5.1.2 ανωτέρω σχετικά με την ύπαρξη οικονομικού πλεονεκτήματος), υπάρχει φορολογικό διαφυγόν κέρδος για το κράτος. |
|
(76) |
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή εκτιμά ότι το συγκεκριμένο μέτρο συνιστά μεταβίβαση κρατικών πόρων κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ. |
|
(77) |
Επιπλέον, δεδομένου ότι το επίμαχο φορολογικό σύστημα περιλαμβάνεται στη βελγική νομοθεσία και δεν επιβάλλεται στο Βέλγιο από τη νομοθεσία της Ένωσης, το συγκεκριμένο μέτρο καταλογίζεται στο κράτος (66). |
5.1.4. ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ
|
(78) |
Για να μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, το μέτρο πρέπει να είναι επιλεκτικό, δηλαδή να ευνοεί ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ (67). |
|
(79) |
Κατά πάγια νομολογία (68), η εκτίμηση της ουσιώδους επιλεκτικότητας ενός μέτρου, π.χ. μιας φορολογικής απαλλαγής, που ελαφρύνει τις επιβαρύνσεις που βαρύνουν κανονικά τον προϋπολογισμό της επιχείρησης, περιλαμβάνει τρία στάδια: καταρχάς, πρέπει να προσδιοριστεί το κοινό ή «κανονικό» φορολογικό σύστημα (το οποίο ονομάζεται «σύστημα αναφοράς») που ισχύει στο οικείο κράτος μέλος. Δεύτερον, πρέπει να καθοριστεί αν το επίμαχο μέτρο παρεκκλίνει από το σύστημα αναφοράς, στο μέτρο που διαφοροποιεί τους φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι βρίσκονται, από την άποψη του σκοπού του φορολογικού συστήματος αναφοράς, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση. Εάν συμβαίνει κάτι τέτοιο, το μέτρο είναι a priori επιλεκτικό. Τρίτον, πρέπει να διαπιστωθεί αν το μέτρο παρέκκλισης δικαιολογείται από τη φύση ή την εν γένει οικονομία —δηλαδή, την εγγενή λογική— του φορολογικού συστήματος αναφοράς (69). Όσον αφορά το τρίτο αυτό στάδιο, απόκειται στο κράτος μέλος να αποδείξει ότι η διαφοροποιημένη φορολογική μεταχείριση απορρέει ευθέως από τις θεμελιώδεις ή κατευθυντήριες αρχές του φορολογικού του συστήματος (70). |
|
(80) |
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι βελγικές αρχές υποστήριξαν διαδοχικά δύο απόψεις. Στις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιο που απέστειλαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής στις 3 Ιουλίου 2013, οι βελγικές αρχές ανέφεραν, αρχικά, ότι το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR αποτελεί τη νομική βάση για την απαλλαγή των λιμένων από τον ISoc. Στη συνέχεια, όμως, ανέφεραν στα σχόλιά τους της 19ης Δεκεμβρίου 2016, ότι οι λιμένες δεν υπόκεινται στον ISoc βάσει της εφαρμογής και μόνο των γενικών κανόνων του CIR που παρατίθενται στα άρθρα 1 και 2 του CIR, δεδομένου ότι οι λιμένες δεν είναι «εταιρείες» κατά την έννοια του άρθρου 2 του CIR. |
|
(81) |
Η έννοια της κρατικής ενίσχυσης είναι αντικειμενική έννοια και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνο τα αποτελέσματα του μέτρου. Δεν αμφισβητείται ότι οι βελγικοί λιμένες δεν καταβάλλουν ISoc, αλλά η βάση για τη συγκεκριμένη μη καταβολή ISoc μπορεί να είναι, κατά τις βελγικές αρχές, είτε το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR είτε τα άρθρα 1 και 2 του CIR. |
5.1.4.1. Εκτίμηση της επιλεκτικότητας εάν τα άρθρα 1 και 2 του CIR αποτελούν τη νομική βάση της μη καταβολής του ISoc από τους βελγικούς λιμένες
|
(82) |
Στα σχόλιά τους της 19ης Δεκεμβρίου 2016, οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR δεν έχει νομική ισχύ και έχει απλώς δηλωτικό χαρακτήρα. Η κατάργησή του ουδόλως θα μεταβάλει την κατάσταση των λιμένων όσον αφορά τον ISoc. Κατά τις βελγικές αρχές, οι λιμένες απαλλάσσονται από τον ISoc κατ' εφαρμογή των άρθρων 1 και 2 του CIR και των γενικών κριτηρίων του βελγικού φορολογικού συστήματος. Συγκεκριμένα, οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι οι λιμένες δεν είναι «εταιρείες» κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 του CIR. |
|
(83) |
Υπό τις περιστάσεις αυτές, το σύστημα αναφοράς αποτελείται από τα άρθρα 1 και 2 του CIR, τα οποία προβλέπουν ότι οι «εταιρείες» υπόκεινται στον ISoc, ενώ τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα, εκτός των εταιρειών, υπόκεινται στον IPM. Σύμφωνα με τις βελγικές αρχές, δεδομένου ότι οι λιμένες δεν είναι «εταιρείες», υπόκεινται κατ' ανάγκη στον IPM. Επομένως, το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR, το οποίο, κατά τις βελγικές αρχές, περιέχει απλώς τις συνέπειες των γενικών κανόνων που παρατίθενται στα άρθρα 1 και 2, δεν συνιστά παρέκκλιση από το σύστημα αναφοράς, αλλά αντιθέτως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτού. Στο μέτρο που οι λιμένες δεν είναι «εταιρείες», οι σχετικοί με τον IPM κανόνες μπορούν επίσης να θεωρηθούν πιο περιορισμένο σύστημα αναφοράς. |
|
(84) |
Επομένως, η ερμηνεία αυτή βασίζεται ουσιαστικά στην υπόθεση ότι ο χαρακτήρας των δραστηριοτήτων που ασκούν οι λιμένες αποκλείει κατ' ανάγκη το να μπορούν αυτοί να χαρακτηριστούν «εταιρείες» για τους σκοπούς του φόρου εισοδήματος (των ημεδαπών νομικών προσώπων), παρότι συνιστούν «επιχειρήσεις» κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, όπως διαπιστώθηκε ανωτέρω. Ούτε οι παρατηρήσεις του Βελγίου ούτε αυτές των τρίτων πείθουν όσον αφορά το βάσιμο της ως άνω υπόθεσης. |
|
(85) |
Η Επιτροπή εκτιμά, αντιθέτως, ότι οι λιμένες είναι καταρχήν «εταιρείες» για τους σκοπούς του φόρου εισοδήματος, λόγω των βασικών δραστηριοτήτων τους, και ότι ασκούν οικονομικές δραστηριότητες βάσει των οποίων μπορούν να χαρακτηρίζονται «επιχειρήσεις» κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ. Εξάλλου, καμία διάταξη του εθνικού δικαίου δεν θέτει εν αμφιβάλω αυτόν τον χαρακτηρισμό των λιμένων ως εταιρειών. |
|
(86) |
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή σημειώνει ότι η υπόθεση στην οποία στηρίζεται η συλλογιστική των βελγικών αρχών αντιφάσκει προς τον επίσημο σχολιασμό του CIR, προς άλλα εσωτερικά κείμενα, καθώς και προς επίσημες θέσεις που έχει λάβει η βελγική κυβέρνηση. Ειδικότερα, στον επίσημο σχολιασμό του CIR αναφέρεται ότι τα νομικά πρόσωπα που εξαιρούνται «ανεπιφύλακτα» από τον ISoc (ιδίως οι λιμένες, δυνάμει του άρθρου 180 παράγραφος 2 του CIR) θα έπρεπε «να θεωρούνται, καταρχήν, φορολογούμενοι υποκείμενοι στον ISoc» (71). Επίσης, λόγω της νομικής μορφής τους (και των χαρακτηριστικών που σχετίζονται γενικά με τη συγκεκριμένη νομική μορφή, οι περισσότεροι λιμένες που απαριθμούνται στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR —οι οποίοι είναι ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης ή αυτόνομες δημοτικές αρχές— θα έπρεπε να υπόκεινται επίσης καταρχήν στον ISoc (72). Επιπλέον, το φλαμανδικό διάταγμα περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999 περιέχει και αυτό ενδείξεις όσον αφορά τον βιομηχανικό (73) ή/και εμπορικό (74) χαρακτήρα των λιμενικών δραστηριοτήτων και, κατ' επέκταση, όσον αφορά την κατάταξή τους στις «εταιρείες» κατά την έννοια του άρθρου 2 του CIR, γεγονός το οποίο θα έπρεπε να έχει ως συνέπεια την υπαγωγή τους στον ISoc. Ομοίως, η ίδια η βελγική κυβέρνηση ανέφερε, ενώπιον του βελγικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, ότι οι λιμένες, μεταξύ άλλων εταιρειών και νομικών προσώπων που προβλέπονται στο άρθρο 180 και στο άρθρο 220 παράγραφος 2 του CIR, είναι «όντως νομικά πρόσωπα τα οποία ασκούν δραστηριότητες εκμετάλλευσης ή επιχειρούν πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 του CIR» (75). Ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων του Βελγίου, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και υπουργός Οικονομικών και Εξωτερικού Εμπορίου ανέφερε επίσης ότι οι βελγικοί λιμένες είναι δημόσιες επιχειρήσεις οι οποίες, απουσία της ανεπιφύλακτης απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 180 του CIR, θα υπέκειντο στον ISoc κατ' εφαρμογή των άρθρων 1, 2 και 179 του CIR (76). Τέλος, οι λιμένες δεν υπόκεινται αυτομάτως και ευθέως στον IPM, αλλά μόνο επειδή απαλλάσσονται ρητώς από τον ISoc βάσει του άρθρου 180 παράγραφος 2 του CIR, σύμφωνα με το γράμμα του άρθρου 220 παράγραφος 2 του CIR, και τούτο αντιφάσκει προς την ερμηνεία των βελγικών αρχών, σύμφωνα με τις οποίες οι λιμένες δεν καταβάλλουν ISoc επειδή υπόκεινται αυτομάτως στον IPM ως ημεδαπά νομικά πρόσωπα που δεν είναι «εταιρείες». |
|
(87) |
Επομένως, η Επιτροπή δεν συμμερίζεται την άποψη σύμφωνα με την οποία, ακόμη και αν καταργηθεί το άρθρο 180 παράγραφος 2, οι λιμένες δεν θα υπόκεινται στον ISoc κατ' εφαρμογή των γενικών κριτηρίων των άρθρων 1 και 2 του CIR. Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που αναφέρονται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη, η Επιτροπή εκτιμά αντιθέτως ότι, κατ' εφαρμογή των γενικών κανόνων του βελγικού εσωτερικού δικαίου, οι λιμένες, οι οποίοι είναι «εταιρείες» κατά την έννοια του άρθρου 2 του CIR, θα έπρεπε να υπόκεινται στον ISoc, εάν δεν απαλλάσσονταν επίσημα και ανεπιφύλακτα από το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR. Για τους ίδιους λόγους, η Επιτροπή αμφισβητεί ότι οι κανόνες που αφορούν τον IPM αποτελούν το σύστημα αναφοράς για τη φορολόγηση των λιμένων. |
|
(88) |
Στα σχόλιά τους, οι βελγικές αρχές και ορισμένοι ενδιαφερόμενοι υποστηρίζουν ότι η απαλλαγή των λιμένων από τον ISoc απορρέει, πέρα ακόμη και από τους γενικούς κανόνες του CIR (άρθρα 1 και 2), από άλλους γενικούς κανόνες του εγχώριου δικαίου (μια γενική αρχή του δικαίου, έναν κανόνα της νομολογίας, σύμφωνα με τον οποίο οι δημόσιες υπηρεσίες, οι δημόσιες αποστολές και τα δημόσια αγαθά δεν φορολογούνται παρά μόνο εάν ο νόμος, ή ακόμη το ίδιο το βελγικό Σύνταγμα, προβλέπει ρητώς κάτι τέτοιο). |
|
(89) |
Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, η Επιτροπή εκτιμά ότι η κανονική εφαρμογή των γενικών κανόνων του βελγικού δικαίου θα οδηγούσε στην υπαγωγή των λιμένων στον ISoc βάσει των εισοδημάτων των οικονομικών τους δραστηριοτήτων. |
|
(90) |
Πάντως, ακόμη και αν, εν αντιθέσει προς τα όσα μόλις απέδειξε η Επιτροπή, οι επίμαχοι εθνικοί κανόνες —ή η ερμηνεία τους από τη διοίκηση— μπορούν να οδηγήσουν στη μη καταβολή του ISoc από τους βελγικούς λιμένες, οι εν λόγω κανόνες θα εισάγουν διάκριση μεταξύ «επιχειρήσεων» με οικονομικές δραστηριότητες κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ (βλέπε ενότητα 5.1.1. ανωτέρω). Επομένως, όπως και το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR στην ανάλυση που εκθέτει κατωτέρω η Επιτροπή, οι εν λόγω κανόνες, ή το βελγικό σύστημα φορολόγησης των εισοδημάτων στο σύνολό του, θα αποτελούν την πηγή πλεονεκτημάτων χορηγούμενων σε ορισμένες «επιχειρήσεις», ήτοι τους λιμένες, ενώ οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις βρίσκονται, όσον αφορά τα κέρδη που αποκομίζουν από «οικονομικές δραστηριότητες», σε κατάσταση συγκρίσιμη με εκείνη των άλλων επιχειρήσεων (ημεδαπών νομικών προσώπων) που υπόκεινται στον ISoc όσον αφορά τον σκοπό του φόρου επί των εισοδημάτων των ημεδαπών νομικών προσώπων – ο οποίος είναι η φορολόγηση των κερδών. Η Επιτροπή εκτιμά ότι οι λιμένες δεν λειτουργούν «με βάση ιδιαίτερες αρχές οι οποίες [τους]διακρίνουν σαφώς από τους λοιπούς οικονομικούς φορείς» που υπόκεινται στον ISoc (77). Ειδικότερα, το γεγονός ότι οι λιμένες δεν έχουν κερδοσκοπικό σκοπό (78) δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι βρίσκονται σε κατάσταση διαφορετική από εκείνη των άλλων φορέων εκμετάλλευσης που υπόκεινται στον ISoc. Σε μια τέτοια περίπτωση, το ίδιο το βελγικό σύστημα θα είναι επιλεκτικό (79). |
|
(91) |
Επομένως, ακόμη και αν τα άρθρα 1 και 2 του CIR αποτελούσαν τη νομική βάση της μη καταβολής του ISoc από τους βελγικούς λιμένες, η συγκεκριμένη μη καταβολή θα συνιστούσε εκ πρώτης όψεως επιλεκτικό μέτρο όσον αφορά τις οικονομικές δραστηριότητες των λιμένων. |
5.1.4.2. Εκτίμηση της επιλεκτικότητας εάν το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR αποτελεί τη νομική βάση της μη καταβολής του ISoc από τους βελγικούς λιμένες
|
(92) |
Όπως προκύπτει από τα προεκτεθέντα, η Επιτροπή εκτιμά ότι το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR είναι η μόνη νομική βάση της μη καταβολής του ISoc από τους βελγικούς λιμένες και ότι, απουσία τέτοιας διάταξης, οι λιμένες θα κατέβαλλαν τον ISoc όπως κάθε εταιρεία ή επιχείρηση η οποία αποκομίζει φορολογητέα εισοδήματα από οικονομική δραστηριότητα. |
5.1.4.2.1. Σύστημα αναφοράς και παρέκκλιση από το σύστημα αναφοράς
|
(93) |
Η Επιτροπή εκτιμά ότι, εν προκειμένω, το σύστημα αναφοράς αποτελείται από τους γενικούς φορολογικούς κανόνες που απορρέουν από τα άρθρα 1 και 2 του CIR. Το άρθρο 1 του CIR καθιερώνει, για τα νομικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι Βελγίου, ένα δυαδικό σύστημα φορολόγησης των εισοδημάτων: υπάγει τις «εταιρείες» στον ISoc και τα «νομικά πρόσωπα εκτός των εταιρειών» στον IPM. Στο άρθρο 2 του CIR προβλέπονται τα κριτήρια με τα οποία καθορίζονται οι «εταιρείες» και, επομένως, τα νομικά πρόσωπα που θα υπόκεινται στον ISoc και, εξ αντιδιαστολής, εκείνα των οποίων τα εισοδήματα θα υπόκεινται στον IPM. Στο άρθρο 179 επιβεβαιώνεται ότι οι φορολογούμενοι που υπόκεινται στον ISoc είναι οι ημεδαπές εταιρείες. |
|
(94) |
Το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR συνιστά παρέκκλιση από τους ως άνω γενικούς φορολογικούς κανόνες. Συγκεκριμένα, απαλλάσσει ανεπιφύλακτα τους λιμένες από τον ISoc, χωρίς εφαρμογή των γενικών κριτηρίων κατανομής μεταξύ ISoc και IPM που καθορίζονται στα άρθρα 1 και 2, ήτοι χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ιδιότητα των εν λόγω λιμένων ως «εταιρειών» (ή μη) (80). |
|
(95) |
Στο μέτρο που, για τους λόγους που εκτίθενται στην αιτιολογική σκέψη 86, οι λιμένες είναι «εταιρείες» κατά την έννοια του άρθρου 1 του CIR, το σύστημα αναφοράς για τη φορολόγηση των εισοδημάτων των λιμένων μπορεί επίσης να οριστεί με πιο περιορισμένο τρόπο ως το σύνολο των κανόνων για τον φόρο εταιρειών (ISoc), ήτοι τα άρθρα 1 και 179 του CIR τα οποία προβλέπουν ότι οι ημεδαπές «εταιρείες» υπόκεινται στον ISoc, ο οποίος ορίζεται ως «φόρος επί του συνολικού εισοδήματος». |
|
(96) |
Σε σχέση με το εν λόγω σύστημα αναφοράς, το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR αποτελεί ρητώς παρέκκλιση (αυτός είναι ο λόγος ύπαρξής του), δεδομένου ότι εξαιρεί τους λιμένες από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 179 και από τον ISoc, ακόμη και αν αυτοί υπόκεινται εν συνεχεία στον IPM δυνάμει του άρθρου 220 παράγραφος 2 του CIR. Χωρίς την προβλεπόμενη στο άρθρο 180 παράγραφο 2 του CIR ρητή και ειδική απαλλαγή, οι βελγικοί λιμένες –όπως και οι άλλες ημεδαπές εταιρείες– θα υπέκειντο όντως αυτοδικαίως στον ISoc. |
5.1.4.2.2. Παρέκκλιση από το σύστημα αναφοράς η οποία διαφοροποιεί τους φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι βρίσκονται, υπό το πρίσμα του σκοπού του φορολογικού συστήματος αναφοράς, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση
|
(97) |
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR παρεκκλίνει από τους γενικούς κανόνες φορολογίας των εισοδημάτων των «εταιρειών» (τόσο διά παραπομπής στους γενικούς κανόνες των άρθρων 1 και 2 του CIR όσο και διά παραπομπής στους λιγότερο γενικούς κανόνες του άρθρου 179 του CIR) και διαφοροποιεί τους φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι βρίσκονται, υπό το πρίσμα του σκοπού του φορολογικού συστήματος αναφοράς, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση. Συγκεκριμένα, ανεξαρτήτως του επιλεγέντος συστήματος αναφοράς (ISoc ή φορολόγηση των εισοδημάτων των ημεδαπών νομικών προσώπων εν γένει), ο σκοπός του φόρου επί του εισοδήματος είναι η φορολόγηση του εισοδήματος, σκοπός σε σχέση με τον οποίο όλες οι επιχειρήσεις βρίσκονται, όσον αφορά τα κέρδη των οικονομικών τους δραστηριοτήτων, στην ίδια πραγματική και νομική κατάσταση. |
|
(98) |
Το γεγονός ότι οι λιμένες δεν έχουν κερδοσκοπικό σκοπό ή αποδίδουν μικρότερη σημασία στη βραχυπρόθεσμη απόδοση των επενδύσεων ουδόλως μεταβάλλει την εκτίμηση αυτή. Κατά πάγια νομολογία, η φορολογική απαλλαγή επιχειρήσεων χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες θεωρείται γενικά επιλεκτική, ακόμη και αν χορηγείται επειδή υπηρετεί τον σκοπό του εθνικού νομοθέτη να ευνοήσει οργανισμούς που θεωρείται ότι αξίζουν τέτοια ενίσχυση (81). Το γεγονός ότι τους βελγικούς λιμένες κατέχουν και ελέγχουν δημόσιες αρχές ή –ανεξαρτήτως οικονομικών δραστηριοτήτων– το γεγονός ότι αυτοί ασκούν μη οικονομικές δραστηριότητες, όπως αποστολές που εμπίπτουν στην άσκηση δημόσιας εξουσίας, δεν σημαίνει ότι βρίσκονται σε διαφορετική νομική και πραγματική κατάσταση όσον αφορά την εφαρμογή του φόρου εταιρειών στα εισοδήματα που παράγουν οι οικονομικές τους δραστηριότητες. |
|
(99) |
Επομένως, το επίμαχο μέτρο είναι εκ πρώτης όψεως επιλεκτικό όσον αφορά τις οικονομικές δραστηριότητες των λιμένων. |
5.1.4.3. Αιτιολόγηση λόγω της φύσης ή της εν γένει οικονομίας του συστήματος αναφοράς
|
(100) |
Όπως προαναφέρθηκε, απόκειται στο κράτος μέλος να αποδείξει ότι η παρέκκλιση αιτιολογείται από τη φύση ή την εν γένει οικονομία του φορολογικού συστήματος αναφοράς. Στο τελευταίο στάδιο της ανάλυσης τριών σταδίων, μόνο τα εγγενή χαρακτηριστικά του φορολογικού συστήματος αναφοράς μπορούν να αιτιολογήσουν διαφορετική μεταχείριση. |
|
(101) |
Η συμβατότητα του μέτρου με το εγχώριο δίκαιο δεν μπορεί να συνιστά, αφ' εαυτής, αιτιολόγηση λόγω της οικονομίας του συστήματος αναφοράς, εφόσον δεν αποδεικνύεται ότι η εν λόγω αιτιολόγηση απορρέει από τα εγγενή χαρακτηριστικά του φορολογικού συστήματος αναφοράς (82). |
|
(102) |
Συναφώς, εν πάση περιπτώσει, η απόφαση αριθ. 151/2016 του βελγικού Συνταγματικού Δικαστηρίου της 1ης Δεκεμβρίου 2016 δεν έχει την εμβέλεια που επιχειρούν να της αποδώσουν οι βελγικές αρχές. Συγκεκριμένα, η εν λόγω απόφαση δεν αφορά την απαλλαγή από τον ISoc από την οποία επωφελούνται οι λιμένες υπό το πρίσμα του δικαίου των κρατικών ενισχύσεων, αλλά την υπαγωγή των δήμων και κοινοτήτων, των δομών συνεργασίας και των συμπράξεων έργου στον ISoc, βάσει των αρχών της ισότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων, με αποτέλεσμα η απουσία διακριτικής μεταχείρισης στο εθνικό δίκαιο να μην προδικάζει την απουσία επιλεκτικότητας κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ. |
|
(103) |
Ομοίως, δεδομένου ότι το καθοριστικό κριτήριο για την υπαγωγή στον ISoc ή στον IPM είναι η «εκμετάλλευση» ή οι «πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα» από την οικεία οντότητα (πρβλ. άρθρο 2 του CIR), τα προβαλλόμενα επιχειρήματα σύμφωνα με τα οποία οι λιμένες απαλλάσσονται από τον ISoc επειδή δεν διανέμουν τα κέρδη τους, αλλά τα επανεπενδύουν, επιδιώκουν σκοπό ο οποίος υπερβαίνει το ατομικό τους συμφέρον, δεν έχουν ως καταστατικό σκοπό την αποκόμιση κέρδους, συγκαταλέγονται στις δημόσιες αρχές και ασκούν καθήκοντα γενικού συμφέροντος δεν επαρκούν για να αιτιολογείται φορολογική μεταχείριση ευνοϊκότερη από εκείνη των άλλων ημεδαπών εταιρειών με βάση τις κατευθυντήριες αρχές του φορολογικού συστήματος. Πράγματι, και άλλες επιχειρήσεις επανεπενδύουν τα κέρδη τους,επιδιώκουν σκοπούς ή έχουν συνέπειες για την οικονομία που υπερβαίνουν το ατομικό τους συμφέρον (83) χωρίς να απαλλάσσονται από τον ISoc για τους λόγους αυτούς. Ομοίως, οντότητες οι οποίες δεν συγκαταλέγονται στις δημόσιες αρχές (όπως οι μη κερδοσκοπικές ενώσεις) μπορεί να υπόκεινται στον IPM, εφόσον πληρούν το γενικό προβλεπόμενο στο άρθρο 2 του CIR κριτήριο, με αποτέλεσμα να μην είναι ούτε η ένταξη στη δημόσια σφαίρα λυσιτελής υπό το πρίσμα των εθνικών κανόνων. Πράγματι, παρά τον μη κερδοσκοπικό καταστατικό σκοπό τους, οι εν λόγω ενώσεις μπορούν να υπόκεινται στον ISoc κατ' εφαρμογή των γενικών κριτηρίων των άρθρων 1 και 2 του CIR εάν ασκούν δραστηριότητες «εκμετάλλευσης» ή επιχειρούν «πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα». |
|
(104) |
Το προβαλλόμενο επιχείρημα ότι οι πόροι των λιμένων δεν καλύπτουν πάντοτε τα έξοδά τους δεν μπορεί να αποτελεί αιτιολογία για την απαλλαγή τους από τον φόρο εταιρειών δεδομένου ότι, σε μια τέτοια κατάσταση απουσίας κερδών, δεν οφείλεται κανένας φόρος κατ' εφαρμογή του κανονικού συστήματος φορολόγησης των εισοδημάτων και δεδομένου ότι οι ζημίες μπορούν να μεταφερθούν και να καταλογιστούν σε μελλοντικά κέρδη που ενδεχομένως θα προκύψουν από τις οικονομικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα η απαλλαγή να είναι περιττή και να έχει συνέπειες μόνο στην περίπτωση που ο λιμένας πραγματοποιεί φορολογητέα κέρδη. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι, κατά το διάστημα 2004-2014 (ένδεκα χρήσεις), το αποτέλεσμα των λιμένων της Αμβέρσας, της Γάνδης, του Zeebruges και της Οστάνδης υπήρξε σχεδόν πάντοτε θετικό (καταγράφεται ένα αρνητικό αποτέλεσμα για την Αμβέρσα το 2011 και ένα αρνητικό αποτέλεσμα για την Οστάνδη το 2013) και, επομένως, η προβαλλόμενη αιτιολογία είναι θεωρητική και αντικρούεται, επιπλέον, από τα πραγματικά στοιχεία. Εξάλλου, καμία απαλλαγή από τον ISoc παρόμοια με εκείνη από την οποία επωφελούνται οι λιμένες δεν προβλέπεται για τις άλλες «εταιρείες» στην περίπτωση που οι πόροι τους δεν καλύπτουν τα έξοδά τους. |
|
(105) |
Στο ίδιο πνεύμα, το γεγονός ότι ορισμένα έξοδα τα οποία δεν είναι εγγενή στον σκοπό της εταιρείας δεν εκπίπτουν από τον ISoc, κατ' εφαρμογή του άρθρου 49 του CIR, δεν μπορεί επίσης να αιτιολογήσει την απαλλαγή των λιμένων από τον ISoc. Το άρθρο 49 του CIR προβλέπει ότι «εκπεστέα είναι τα έξοδα τα οποία ο φορολογούμενος πραγματοποίησε ή ανέλαβε κατά τη φορολογική περίοδο με σκοπό την απόκτηση ή τη διατήρηση των φορολογητέων εισοδημάτων». Καταρχάς, η απαλλαγή από τον ISoc από την οποία επωφελούνται οι λιμένες δεν συνδέεται με το γεγονός ότι οι λιμένες θίγονται οικονομικά από το άρθρο 49 του CIR: η απαλλαγή από τον ISoc αφορά το σύνολο των πραγματοποιηθέντων κερδών και δεν περιορίζεται στα κέρδη που προκύπτουν από την ενδεχόμενη μη έκπτωση ορισμένων εξόδων κατ' εφαρμογή του άρθρου 49 του CIR. Επομένως, η απαλλαγή των λιμένων από τον ISoc δεν αιτιολογείται από κατευθυντήριο κανόνα του βελγικού φορολογικού συστήματος, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το άρθρο 49 του CIR συνιστά τέτοιο κατευθυντήριο κανόνα. Επιπλέον, ούτε οι βελγικές αρχές ούτε οι ενδιαφερόμενοι αποδεικνύουν ότι, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού του μέτρου (84) και της διατύπωσής του, μια τέτοια διάταξη μπορεί όντως να εμποδίζει τη δυνατότητα έκπτωσης των εξόδων των μη οικονομικών δραστηριοτήτων γενικού συμφέροντος των λιμένων. Εξάλλου, οι λιμένες της Αμβέρσας και του Zeebruges προβάλλουν το συγκεκριμένο πρόβλημα ως απλό κίνδυνο και όχι ως πραγματικό γεγονός. |
|
(106) |
Ακολούθως, το επιχείρημα ότι η απαλλαγή των λιμένων από τον ISoc, όπως και η απαλλαγή από τον φόρο των αγαθών της δημόσιας περιουσίας ή της ιδιωτικής περιουσίας ορισμένων δημόσιων προσώπων τα οποία διατίθενται για δημόσια υπηρεσία, απορρέει από γενική αρχή του δικαίου, ακόμη και από το ίδιο το βελγικό Σύνταγμα, ακόμη και αν θεωρηθεί αληθές (85), δεν μπορεί να αιτιολογήσει, αφ' εαυτού, την εν λόγω απαλλαγή λόγω της φύσης ή της εν γένει οικονομίας του συστήματος, στο μέτρο που οι ενδεχόμενοι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη από τον συνταγματικό νομοθέτη ή τα εθνικά δικαστήρια μπορεί να είναι εξωγενείς στην ορθή λειτουργία του φορολογικού συστήματος ή στις κατευθυντήριες αρχές του. |
|
(107) |
Τέλος, τα επιχειρήματα των βελγικών αρχών και των ενδιαφερομένων που αφορούν τα κριτήρια που διατύπωσε η εθνική νομολογία για την εκτίμηση του κατά πόσον ένα νομικό πρόσωπο είναι «εταιρεία» κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 του CIR (ιδίως, απουσία βιομηχανικών και εμπορικών μεθόδων) είναι αλυσιτελή προκειμένου να αποδειχθεί ότι το μέτρο αιτιολογείται από την εγγενή λογική του φορολογικού συστήματος, δεδομένου ότι σκοπός τους είναι στην πραγματικότητα να αποδείξουν ότι οι λιμένες δεν είναι «εταιρείες», και στην περίπτωση αυτή η μη υπαγωγή τους στον ISoc θα είναι επιλεκτική λόγω και μόνο της επιλογής των χρησιμοποιούμενων κριτηρίων για τον καθορισμό των ορίων του συστήματος αναφοράς (πρβλ. ανωτέρω) και όχι λόγω παρέκκλισης από το εν λόγω σύστημα αναφοράς η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι αιτιολογημένη. |
5.1.5. ΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
|
(108) |
Για να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, το μέτρο πρέπει να επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών της Ένωσης και να νοθεύει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Τα δύο αυτά κριτήρια συνδέονται στενά μεταξύ τους. |
|
(109) |
Κατά τη νομολογία, νόθευση του ανταγωνισμού διαπιστώνεται γενικά όταν το κράτος παρέχει οικονομικό πλεονέκτημα σε επιχείρηση η οποία δραστηριοποιείται σε ελευθερωμένο τομέα όπου υπάρχει, ή θα μπορούσε να υπάρχει, ανταγωνισμός (86). Ωστόσο, δεν αμφισβητείται ότι υφίσταται ανταγωνισμός στον τομέα των λιμένων, ο οποίος εντείνεται από τη φύση και τα χαρακτηριστικά των μεταφορών, ιδίως των θαλάσσιων και των εσωτερικών πλωτών μεταφορών. Οι υπηρεσίες μεταφορών που προσφέρουν οι λιμένες ανταγωνίζονται, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, εκείνες που προσφέρουν άλλοι λιμένες ή που προσφέρονται σε άλλους λιμένες καθώς και από άλλους παρόχους υπηρεσιών μεταφορών στο Βέλγιο και σε άλλα κράτη μέλη. |
|
(110) |
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης των ενδιαφερομένων σχετικά με σχέδιο κανονισμού στον τομέα των λιμένων, «[ό]λοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς τόνισαν την ανάγκη ενός σταθερού περιβάλλοντος και ισότιμων όρων ανταγωνισμού […] για τις διαλιμενικές (ανταγωνισμός μεταξύ των λιμένων) […] σχέσεις στην ΕΕ» (87). Ομοίως, οι λιμένες, και ιδίως οι εσωτερικοί λιμένες και γενικότερα οι μεταφορές μέσω της πλωτής οδού στην αλυσίδα των οποίων αυτοί αποτελούν κρίκο, ανταγωνίζονται άλλες μορφές μεταφορών. Κατά τα λοιπά, ο ανταγωνισμός είναι ιδιαίτερα έντονος μεταξύ των λιμένων των βελγικών και των ολλανδικών ακτών (συναφώς, γίνεται συχνά λόγος για τη ζώνη Άμστερνταμ – Ρότερνταμ – Αμβέρσα). |
|
(111) |
Επομένως, ενισχύοντας τη θέση των δικαιούχων στις διεθνείς συναλλαγές, το μέτρο μπορεί να επηρεάσει τις συναλλαγές εντός της Ένωσης και να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. |
|
(112) |
Εξάλλου, το επιχείρημα ότι παρόμοια μέτρα κρατικών ενισχύσεων υφίστανται σε άλλα κράτη μέλη καθώς και η συμπεριφορά της Επιτροπής σε σχέση με τα ενδεχόμενα αυτά μέτρα δεν ασκούν επιρροή στον χαρακτηρισμό του οικείου μέτρου ως κρατικής ενίσχυσης, δεδομένου ότι το μέτρο από το οποίο επωφελούνται οι βελγικοί λιμένες που προβλέπονται στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR έχει όντως ως συνέπεια τη βελτίωση της ανταγωνιστικής τους θέσης σε σχέση με μια κατάσταση αναφοράς στην οποία θα φορολογούνταν υπό τις κανονικές συνθήκες του συστήματος φόρου εταιρειών (88). |
|
(113) |
Επιπλέον, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι οι λιμένες επωφελούνται νόμιμου μονοπωλίου για την προσφορά των υπηρεσιών τους εντός του λιμένα που εκμεταλλεύονται, οι υπηρεσίες μεταφορών που προσφέρουν ανταγωνίζονται, τουλάχιστον σε κάποιον βαθμό, τις υπηρεσίες που προσφέρουν άλλοι πάροχοι υπηρεσιών μεταφορών, και ιδίως οι λιμένες άλλων κρατών μελών. |
|
(114) |
Η γνωμοδότηση της ολλανδικής αρχής ανταγωνισμού την οποία ανέφεραν οι ενδιαφερόμενοι είναι αλυσιτελής στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας κρατικής ενίσχυσης. Συγκεκριμένα, δεν αφορά την αξιολόγηση ενός καθεστώτος υπό το πρίσμα του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, η οποία απαιτεί ιδιαίτερη εξέταση της προϋπόθεσης που σχετίζεται με τον ανταγωνισμό. Εξάλλου, από το άρθρο 25 του φλαμανδικού διατάγματος περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999 συνάγεται ότι οι τιμές που εφαρμόζουν οι λιμένες επιδρούν στην ανταγωνιστική θέση τους (89). Επιπλέον, η ύπαρξη ανταγωνισμού μεταξύ ευρωπαϊκών λιμένων επιβεβαιώνεται από τα σχόλια των ολλανδικών δημόσιων λιμένων. |
|
(115) |
Εξάλλου, οι παραπομπές στα σημεία 211, 219 και 220 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016 δεν είναι λυσιτελείς εν προκειμένω, καθώς δεν αφορούν τις λιμενικές υποδομές οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 215. Το σημείο αυτό υποδεικνύει ότι «η δημόσια χρηματοδότηση των λιμενικών υποδομών ευνοεί μια οικονομική δραστηριότητα και υπόκειται, ως εκ τούτου, στους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων» και ότι «οι λιμένες μπορεί να ανταγωνίζονται μεταξύ τους και η χρηματοδότηση των λιμενικών υποδομών είναι επίσης πιθανό να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών». Επιπλέον, στα σημεία 219 και 220 της ως άνω ανακοίνωσης αναφέρεται ότι οι ενισχύσεις στηνκατασκευή των οικείων υποδομών μπορούν να μην έχουν συνέπειες στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ή στον ανταγωνισμό, ενώ το επίμαχο στην παρούσα διαδικασία μέτρο δεν συνιστά ενίσχυση στην κατασκευή των υποδομών, αλλά λειτουργική ενίσχυση η οποία σχετίζεται με τα κέρδη που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της εκμετάλλευσής τους. |
5.1.6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
|
(116) |
Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω επιχειρημάτων, η προβλεπόμενη στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR φορολογική απαλλαγή για τους βελγικούς λιμένες συνιστά κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, στο μέτρο που τα απαλλασσόμενα εισοδήματα προέρχονται από τις οικονομικές δραστηριότητες που ασκούν οι λιμένες. |
5.2. ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ
|
(117) |
Απόκειται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να αποδείξει ότι τα μέτρα κρατικής ενίσχυσης μπορούν να θεωρηθούν συμβατά με την εσωτερική αγορά. Στις διάφορες απαντήσεις και σχόλια που υπέβαλαν, οι βελγικές αρχές δεν πρόβαλαν κανένα επιχείρημα όσον αφορά τη συμβατότητα του μέτρου. Η Περιφέρεια της Βαλονίας και οι λιμένες της Βαλονίας θεωρούν ότι το άρθρο 93 και το άρθρο 106 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ θα μπορούσαν να αποτελούν κατάλληλη βάση για τη θεμελίωση της συμβατότητας. Το ίδιο θεωρούν οι λιμενικές αρχές της Αμβέρσας και του Zeebruges όσον αφορά το άρθρο 93 ΣΛΕΕ. |
|
(118) |
Πρώτον, το άρθρο 106 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ προβλέπει ότι αντιστάθμιση για την επιτέλεση αποστολής δημόσιας υπηρεσίας μπορεί να χαρακτηριστεί συμβατή με την εσωτερική αγορά, εάν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις (90). Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το επίμαχο μέτρο, το οποίο συνδέει το ύψος της ενίσχυσης με τα πραγματοποιηθέντα κέρδη, δεν σχετίζεται με το καθαρό κόστος της αποστολής δημόσιας υπηρεσίας, ούτε περιορίζεται σε αυτό (91), ενώ αυτή είναι αναγκαία προϋπόθεση για την αναγνώριση της ενίσχυσης ως συμβατής βάσει του άρθρου 106 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. Ως εκ τούτου, το μέτρο δεν μπορεί να θεωρηθεί αντιστάθμιση δημόσιας υπηρεσίας συμβατή με την εσωτερική αγορά και δεν είναι συμβατό βάσει του άρθρου 106 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. |
|
(119) |
Δεύτερον, το άρθρο 93 ΣΛΕΕ προβλέπει ότι οι ενισχύσεις που ανταποκρίνονται στις ανάγκες συντονισμού των μεταφορών ή που αντιστοιχούν στην αποκατάσταση ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας μπορούν επίσης να χαρακτηριστούν συμβατές με την εσωτερική αγορά. Μολονότι οι λιμένες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των πολυτροπικών μεταφορών, δεν εμπίπτουν όλες οι επενδύσεις των λιμένων στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 93 ΣΛΕΕ, το οποίο περιορίζεται στις ενισχύσεις που ανταποκρίνονται στις ανάγκες συντονισμού των μεταφορών. Εξάλλου, η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών δεν συνιστά ενίσχυση στις επενδύσεις, αλλά λειτουργική ενίσχυση η οποία δεν στοχεύει σε συγκεκριμένες επενδύσεις. Το μέτρο ευνοεί τις επιχειρήσεις με τα υψηλότερα κέρδη, οι οποίες έχουν, επομένως, a priori μεγαλύτερη εσωτερική δυνατότητα χρηματοδότησης επενδύσεων. Επίσης, δεν στοχεύει στην αντιστάθμιση του κόστους ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας, όπως επισημαίνεται ανωτέρω. Επιπλέον, το μέτρο, μια φορολογική απαλλαγή, καταλήγει σε πλεονέκτημα χωρίς ανώτατο όριο σε σχέση με οποιαδήποτε έξοδα. Επομένως, δεν περιορίζεται στο αναγκαίο ποσό για τη διασφάλιση του συντονισμού των μεταφορών ούτε στην αποκατάσταση ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας και, ως εκ τούτου, δεν διασφαλίζει τον σεβασμό της αρχής της αναλογικότητας. Επίσης, δεν μπορεί να του αποδοθεί χαρακτήρας κινήτρου. Ως εκ τούτου, το άρθρο 93 ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται. |
|
(120) |
Τρίτον, και παρότι ούτε το Βέλγιο ούτε οι ενδιαφερόμενοι επικαλέστηκαν το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) ΣΛΕΕ, η Επιτροπή εξετάζει αν το επίμαχο μέτρο μπορεί να εξυπηρετεί την «προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών» χωρίς να αλλοιώνει τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Ωστόσο, για τους λόγους που προεκτέθηκαν (απουσία αναλογικότητας, απουσία χαρακτήρα κινήτρου και απουσία συνδέσμου με προσδιορισμένο σκοπό γενικού συμφέροντος), η Επιτροπή εκτιμά ότι το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται. |
5.3. ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ Η ΝΕΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗ
|
(121) |
Οι βελγικές αρχές εξήγησαν ότι οι λιμένες υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων από τη δεκαετία του 1960 και ότι προηγουμένως υπέκειντο στον διαφοροποιημένο φόρο, ο οποίος ήταν παρόμοιος με τον φόρο νομικών προσώπων. Η φορολογική μεταχείριση των λιμένων συνδεόταν επίσης με το νομικό καθεστώς των λιμένων, το οποίο άλλαξε με την πάροδο του χρόνου. Κατά τις βελγικές αρχές, το σύστημα φόρου νομικών προσώπων εφαρμοζόταν ήδη στους λιμένες πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Ρώμης το 1958. Επομένως, σύμφωνα με τις παραληφθείσες πληροφορίες, οι λιμένες απαλλάσσονταν πάντοτε από τον φόρο εταιρειών. |
|
(122) |
Σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού διαδικασίας, τα καθεστώτα ενισχύσεων που είχαν τεθεί σε εφαρμογή πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης συνιστούν υφιστάμενα καθεστώτα ενισχύσεων. |
|
(123) |
Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, η φορολογική απαλλαγή των λιμένων από τον φόρο εταιρειών εφαρμοζόταν πριν από το 1958 και δεν τροποποιήθηκε ουσιαστικά έκτοτε. Ως εκ τούτου, το μέτρο θεωρείται υφιστάμενο καθεστώς ενίσχυσης. |
6. ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΒΕΛΓΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΣΤΟΥΣ ΒΕΛΓΙΚΟΥΣ ΛΙΜΕΝΕΣ
|
(124) |
Όσον αφορά το αίτημα των βελγικών αρχών για τη χορήγηση μεταβατικής περιόδου, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, στο παρόν στάδιο της διαδικασίας που αφορά υφιστάμενη ενίσχυση, δεν μπορεί καταρχήν να χορηγηθεί μεταβατική περίοδος, εκτός εάν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Στην οριστική απόφαση, η Επιτροπή μπορεί μόνο να χορηγήσει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εύλογη προθεσμία εκτέλεσης, λαμβανομένων υπόψη των απαιτούμενων τροποποιήσεων. |
|
(125) |
Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι, από την έναρξη της διαδικασίας συνεργασίας στις 9 Ιουλίου 2014, οι βελγικές αρχές είχαν ήδη στη διάθεσή τους κάποιο χρόνο για να εξετάσουν τις ενδεχόμενες νομοθετικές αλλαγές. Επισημαίνει επίσης ότι, παρά τις ανησυχίες που εκφράζουν οι βελγικές αρχές, δεν τίθεται θέμα υπαγωγής των λιμένων στον φόρο εταιρειών από την 1η Ιανουαρίου 2017. |
|
(126) |
Σύμφωνα με τον επιτακτικό ρόλο που της αναθέτουν τα άρθρα 107 και 108 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή οφείλει να θέτει ταχέως τέλος στις κρατικές ενισχύσεις που κρίνονται ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά και να αποκαθιστά τους όρους θεμιτού ανταγωνισμού. Εάν, στο παρόν στάδιο της διαδικασίας, εκτιμά ότι χορηγείται σε ορισμένες επιχειρήσεις ενίσχυση ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά, η Επιτροπή δεν δύναται καταρχήν να αναστείλει την επίμαχη σχετική με την κρατική ενίσχυση διαδικασία ούτε να χορηγήσει μεταβατική περίοδο, δεδομένου ότι αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να επιτραπεί η καταβολή της ασυμβίβαστης με την εσωτερική αγορά ενίσχυσης για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, και τούτο θα είναι επίσης άδικο σε σχέση με τους ανταγωνιστές που δεν λαμβάνουν ενίσχυση ή ακόμη που λαμβάνουν ενίσχυση χαμηλότερου ύψους. Συναφώς, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι ολλανδικοί λιμένες, οι οποίοι υπόκεινται στον φόρο εταιρειών από την 1η Ιανουαρίου 2017, ζητούν την ταχεία υπαγωγή των βελγικών λιμένων στον φόρο εταιρειών. |
|
(127) |
Όπως επισημαίνεται ανωτέρω, η ενδεχόμενη ύπαρξη άλλων κρατικών ενισχύσεων σε άλλους λιμένες σε άλλα κράτη μέλη δεν δικαιολογεί την αναστολή της διαδικασίας ή την αναβολή της έναρξης ισχύος των εθνικών μέτρων εκτέλεσης της απόφασης της Επιτροπής. Μια τέτοια αναβολή θα είχε ως αποτέλεσμα την παράταση των υφιστάμενων στρεβλώσεων μεταξύ λιμένων της βόρειας Ευρώπης, και ειδικότερα μεταξύ των βελγικών λιμένων, των ήδη αναφερθέντων ολλανδικών λιμένων και των γαλλικών λιμένων, δεδομένου ότι αυτοί αποτελούν αντικείμενο παρόμοιας παράλληλης απόφασης με την οποία καταργούνται οι φορολογικές απαλλαγές από τις οποίες επωφελούνται επί του παρόντος. |
|
(128) |
Επίσης, το γεγονός ότι, κατά τους ισχυρισμούς των βελγικών αρχών, η Επιτροπή παρείχε μεγαλύτερη προθεσμία εκτέλεσης στις Κάτω Χώρες στην υπόθεση SA.25338 (92) είναι αλυσιτελές για την υποστήριξη αιτήματος χορήγησης μεταβατικής περιόδου εν προκειμένω. Η Επιτροπή μεταχειρίζεται όλα τα κράτη μέλη με τον ίδιο τρόπο και κάθε υπόθεση λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της, η δε ολλανδική υπόθεση δεν μπορεί να συγκριθεί με τη βελγική. Εξάλλου, στην οριστική απόφασή της, η Επιτροπή αρνήθηκε ρητώς να χορηγήσει μεταβατική περίοδο στις Κάτω Χώρες παρά την ύπαρξη παρόμοιων μέτρων τα οποία παραμένουν σε ισχύ σε άλλα κράτη μέλη. Επισημαίνεται επίσης ότι οι Κάτω Χώρες υποχρεώθηκαν να θέσουν τέλος στα επίμαχα φορολογικά πλεονεκτήματα πριν από το Βέλγιο, και τούτο δεν ευνοεί τους λιμένες τους. |
|
(129) |
Επιπλέον, εν προκειμένω, τα επιχειρήματα που πρόβαλαν οι βελγικές αρχές όσον αφορά τις δυσκολίες συμμόρφωσης, λαμβανομένου υπόψη του εθνικού δικαίου, δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες μπορούν να δικαιολογήσουν τη χορήγηση μεταβατικής περιόδου. Ειδικότερα, όπως επισήμανε η Επιτροπή ανωτέρω, η κατάργηση του άρθρου 180 παράγραφος 2 του CIR θα πρέπει καταρχήν να επαρκεί για την υπαγωγή των λιμένων στον ISoc. Ομοίως, το γεγονός ότι η μετάβαση ενός νομικού προσώπου από τον IPM στον ISoc δεν ρυθμίζεται ρητώς από το βελγικό φορολογικόδίκαιο δεν αποτελεί επαρκές επιχείρημα· η βελγική φορολογική διοικητική αρχή έχει τη δυνατότητα (και κάνει χρήση αυτής) να επαναχαρακτηρίσει τη δραστηριότητα οντότητας που υπόκειται στον IPM ώστε να την υπαγάγει στον ISoc, απουσία νομοθετικού μέτρου που ρυθμίζει τη μετάβαση αυτή. Τέλος, οι βελγικές αρχές δεν εξηγούν για ποιον λόγο η κατάργηση ανεπιφύλακτης απαλλαγής των λιμένων από τον ISoc θα αντιβαίνει στην αρχή της ισότητας, ακόμη και εάν υποτεθεί ότι η περίσταση αυτή, η οποία αντλείται από το εθνικό δίκαιο, ασκεί επιρροή για τη χορήγηση μεταβατικής περιόδου. Αντιθέτως, η βελγική κυβέρνηση πρόβαλε την πρόσφατη μεταρρύθμιση για την υπαγωγή των βελγικών δήμων και κοινοτήτων στον ISoc, ενώ αυτοί απαλλάσσονταν προηγουμένως από τον ISoc και υπέκειντο στον IPM (όπως συμβαίνει με τους λιμένες), ως σκοπούσα στην προώθηση της ίσης μεταχείρισης (93). |
|
(130) |
Εξάλλου, η Επιτροπή δεν ενέκρινε ποτέ το επίμαχο μέτρο το οποίο δεν κοινοποίησαν ποτέ οι βελγικές αρχές. Επομένως, οι αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, δεδομένου ιδίως ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να διατάξει την ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στο παρελθόν, καθώς το μέτρο συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση. |
7. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΟΛΛΑΝΔΙΚΩΝ ΛΙΜΕΝΩΝ
|
(131) |
Όσον αφορά το αίτημα των ολλανδικών λιμένων να αναβληθεί η υπαγωγή τους στον φόρο εταιρειών, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η παρούσα διαδικασία δεν αφορά τους ολλανδικούς λιμένες αλλά τους βελγικούς λιμένες. Εξάλλου, στην οριστική απόφασή της στην υπόθεση SA.25338 σχετικά με τους ολλανδικούς λιμένες (94), η Επιτροπή αρνήθηκε να αναβάλει την υπαγωγή των ολλανδικών λιμένων στον φόρο εταιρειών για τους ίδιους λόγους αρχής με αυτούς που εκτίθενται στην παρούσα απόφαση. Πάντως, η υπαγωγή των ολλανδικών λιμένων στον φόρο εταιρειών απορρέει από το ολλανδικό εθνικό δίκαιο και η Επιτροπή δεν μπορεί, σε κάθε περίπτωση, στο πλαίσιο του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, να επιβάλει σε ένα κράτος μέλος να τροποποιήσει τη νομοθεσία του ώστε να χορηγεί κρατικές ενισχύσεις σε ορισμένους φορείς εκμετάλλευσης. |
8. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
|
(132) |
Η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών που χορηγείται στους αναφερόμενους στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR βελγικούς λιμένες συνιστά υφιστάμενο καθεστώς κρατικής ενίσχυσης ασυμβίβαστο με την εσωτερική αγορά. |
|
(133) |
Επομένως, οι βελγικές αρχές οφείλουν να καταργήσουν την επίμαχη απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών και να υπαγάγουν τις οικείες οντότητες στον φόρο εταιρειών. Το μέτρο αυτό πρέπει να εγκριθεί πριν από τη λήξη του τρέχοντος κατά την ημερομηνία της παρούσας απόφασης ημερολογιακού έτους και να εφαρμοστεί στα εισοδήματα που παράγουν οι οικονομικές δραστηριότητες το αργότερο από την έναρξη του φορολογικού έτους που έπεται της έγκρισής του, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών που χορηγείται στους αναφερόμενους στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR βελγικούς λιμένες συνιστά υφιστάμενο καθεστώς κρατικής ενίσχυσης ασυμβίβαστο με την εσωτερική αγορά.
Άρθρο 2
1. Το Βέλγιο οφείλει να καταργήσει την αναφερόμενη στο άρθρο 1 απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών και να υπαγάγει στον φόρο εταιρειών τις οντότητες στις οποίες χορηγείται η εν λόγω απαλλαγή.
2. Το μέτρο με το οποίο το Βέλγιο εκτελεί τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την παράγραφο 1 πρέπει να εγκριθεί πριν από τη λήξη του τρέχοντος κατά την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης ημερολογιακού έτους. Το μέτρο πρέπει να εφαρμοστεί στα εισοδήματα που παράγουν οι οικονομικές δραστηριότητες το αργότερο από την έναρξη του φορολογικού έτους που έπεται της έγκρισής του.
Άρθρο 3
Το Βέλγιο ενημερώνει την Επιτροπή, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, σχετικά με τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί προς αυτήν.
Άρθρο 4
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου.
Βρυξέλλες, 27 Ιουλίου 2017.
Για την Επιτροπή
Margrethe VESTAGER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ C 302 της 19.8.2016, σ. 5.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 9).
(3) ΕΕ C 156 της 2.5.2016, σ. 46.
(4) Διάταξη της 9ης Μαρτίου 2016, Port Autonome du Centre et de l'Ouest SCRL κ.λπ. κατά Επιτροπής, T-438/15, ECLI:EU:T:2016:142.
(5) ΕΕ C 175 της 17.5.2016, σ. 23.
(6) Διάταξη της 27ης Οκτωβρίου 2016, Port Autonome du Centre et de l'Ouest SCRL κ.λπ. κατά Επιτροπής, T-116/16, ECLI:EU:T:2016:656.
(7) ΕΕ C 302 της 19.8.2016, σ. 5.
(8) Άρθρο 1 παράγραφος 1 του CIR:«Επιβάλλονται οι ακόλουθοι φόροι εισοδήματος:
|
1. |
φόρος επί του συνολικού εισοδήματος των κατοίκων του Βασιλείου, ο οποίος καλείται φόρος φυσικών προσώπων· |
|
2. |
φόρος επί του συνολικού εισοδήματος των ημεδαπών εταιρειών, ο οποίος καλείται φόρος εταιρειών· |
|
3. |
φόρος επί του εισοδήματος των βελγικών νομικών προσώπων, εκτός των εταιρειών, ο οποίος καλείται φόρος νομικών προσώπων· |
|
4. |
φόρος επί του εισοδήματος κατοίκων αλλοδαπής, ο οποίος καλείται φόρος κατοίκων αλλοδαπής.». |
(9) Στο άρθρο 179 του CIR επαναλαμβάνεται ο συγκεκριμένος κανόνας, ο οποίος παρατίθεται στο άρθρο 1. Οι κανόνες για τον ISoc προβλέπονται στον τίτλο III, άρθρα 179 έως 219 bis του CIR.
(10) Οι κανόνες για τον IPM προβλέπονται στον τίτλο IV, άρθρα 220 έως 226 του CIR.
(11) Στο άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR γίνεται παραπομπή στις ακόλουθες οντότητες: SCRL Port autonome du Centre et de l'Ouest (συνεταιριστική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης), Compagnie des installations maritimes de Bruges, Λιμένας Βρυξελλών, αυτόνομες δημοτικές λιμενικές αρχές Αμβέρσας, Οστάνδης και Γάνδης, αυτόνομοι λιμένες Λιέγης, Charleroi και Namur, ανώνυμες εταιρείες «Waterwegen en Zeekanaal» και «De Scheepvaart». Το άρθρο 110 του νόμου της 18ης Δεκεμβρίου 2016 περί οργάνωσης και ρύθμισης της πληθοχρηματοδότησης και διάφορων χρηματοοικονομικών διατάξεων (M. B. της 20ής Δεκεμβρίου 2016· Numac: 2016003460) ορίζει σχετικά με το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR ότι: «[…] η φράση “οι αυτόνομες δημοτικές λιμενικές αρχές της Αμβέρσας και της Οστάνδης, η ανώνυμη εταιρεία δημοσίου δικαίου Havenbedrijf Gent” αντικαθίσταται από τη φράση “η αυτόνομη δημοτική λιμενική αρχή της Οστάνδης, οι ανώνυμες εταιρείες δημοσίου δικαίου Havenbedrijf Antwerpen en Havenbedrijf Gent” ».
(12) Άρθρο 220 του CIR: «Υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων: […] 2. τα νομικά πρόσωπα τα οποία, δυνάμει του άρθρου 180, δεν υπόκεινται στον φόρο εταιρειών· […]».
(13) Άρθρο 221 του CIR:«Τα νομικά πρόσωπα που υπόκεινται στον φόρο νομικών προσώπων φορολογούνται μόνο βάσει:
|
1. |
του τεκμαρτού κατά το κτηματολόγιο εισοδήματος των ακινήτων τους που ευρίσκονται στο Βέλγιο, […]· |
|
2. |
των εισοδημάτων και εσόδων κεφαλαίου και κινητών περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων κλιμάκων εισοδήματος που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφοι 5, 6 και 10 και των τόκων που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφος 13 καθώς και των διάφορων εισοδημάτων που προβλέπονται στο άρθρο 90 παράγραφοι 5 έως 7 και 11.». |
(14) Άρθρο 225 του CIR: «Ο φόρος που αφορά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 221 εισοδήματα ισούται με τον φόρο ακίνητης και κινητής περιουσίας. […]».
(15) Απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 2002, Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, C-82/01, ECLI:EU:C:2006:617.
(16) C.C., της 19ης Νοεμβρίου 2015, αριθ. 162/2015· M. B της 5ης Φεβρουαρίου 2016· Numac: 2015205632.
(17) M. B. της 8ης Απριλίου 1999· Numac: 1999035415. Πρβλ. άρθρο 13 παράγραφος 3: «Τα λιμενικά τέλη καθορίζονται αυτοτελώς από τις λιμενικές αρχές, κατά εύλογη αναλογία προς την αξία της αντιπαροχής […]».
(18) Το ίδιο επισημαίνει και η Φλαμανδική Επιτροπή Λιμένων. Διευκρινίζει ότι η κρατική χρηματοδότηση για τις θαλάσσιες υποδομές πρόσβασης (και ειδικότερα η λειτουργία των δεξαμενών ανύψωσης και η βυθοκόρηση των οδών ναυσιπλοΐας που διασχίζουν ορισμένους λιμένες), τις βασικές λιμενικές υποδομές και τις υπηρεσίες λιμενάρχη μειώθηκε τα τελευταία χρόνια.
(19) C.C., της 1ης Δεκεμβρίου 2016, αριθ. 151/2016· M. B. της 12ης Ιανουαρίου 2017· Numac: 2016206080.
(20) ΕΕ C 262 της 19.7.2016, σ. 1.
(21) Έκθεση της ολλανδικής αρχής ανταγωνισμού σχετικά με τη λιμενική αρχή του Ρότερνταμ, 2005, P_600019/255.R261, σ. 2.
(22) Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Ιουνίου 1987, Επιτροπή κατά Ιταλίας, 118/85, ECLI:EU:C:1987:283, σκέψη 7· απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Ιουνίου 1998, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-35/96, ECLI:EU:C:1998:303, σκέψη 36.
(23) Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, Pavlov κ.λπ., συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-180/98 έως C-184/98, ECLI:EU:C:2000:428, σκέψη 74.
(24) Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2011, Freistaat Sachsen και Land Sachsen-Anhalt κ.λπ. κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-443/08 και T-455/08, ECLI:EU:T:2011:117, ιδίως σκέψεις 93 και 94, η οποία επικυρώθηκε κατόπιν αναιρέσεως με την απόφαση του Δικαστηρίου της 19ης Δεκεμβρίου 2012, Mitteldeutsche Flughafen και Flughafen Leipzig-Halle GmbH κατά Επιτροπής, C-288/11 P, ECLI:EU:C:2012:821, ιδίως σκέψεις 40 έως 43 και 47. Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Δεκεμβρίου 2000, Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, T-128/98, ECLI:EU:T:2000:290, σκέψη 125, η οποία επικυρώθηκε κατόπιν αναιρέσεως με την απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 2002, Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, C-82/01 P, ECLI:EU:C:2002:617.
(25) Βλέπε, για παράδειγμα, απόφαση της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με την κρατική ενίσχυση N 385/09 – Δημόσια χρηματοδότηση λιμενικών υποδομών στον λιμένα Ventspils (ΕΕ C 62 της 13.3.2010, σ. 7)· απόφαση της Επιτροπής της 15ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την κρατική ενίσχυση 44/2010 – Δημοκρατία της Λετονίας — Δημόσια χρηματοδότηση λιμενικών υποδομών στο Krievu salā (ΕΕ C 215 της 21.7.2011, σ. 21)· απόφαση της Επιτροπής της 22ας Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.30742 (N/2010) – Λιθουανία – Κατασκευή υποδομών για τον τερματικό σταθμό επιβατικών και φορτηγών σκαφών στο Klaipeda (ΕΕ C 121 της 26.4.2012, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.35418 (2012/N) – Ελλάδα – Επέκταση του λιμένα του Πειραιά (ΕΕ C 256 της 5.9.2013, σ. 2)· απόφαση της Επιτροπής της 18ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.36953 (2013/N) – Ισπανία – Λιμενική αρχή Bahía de Cádiz (ΕΕ C 335 της 16.11.2013, σ. 1).
(26) Βλέπε, για παράδειγμα, απόφαση της Επιτροπής της 18ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.36953 (2013/N) — Ισπανία — Λιμενική αρχή Bahía de Cádiz (ΕΕ C 335 της 16.11.2013, σ. 1).
(27) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1991, Merci Convenzionali Porto di Genova, C-179/90, ECLI:EU:C:1991:464, σκέψεις 3 και 27· απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Ιουλίου 1997 στην υπόθεση C-242/95 GT-Link A/S κατά de Danske Statsbaner, ECLI:EU:C:1997:376, σκέψη 52: «[π]άντως, εκ τούτου δεν προκύπτει ότι η εκμετάλλευση οποιουδήποτε εμπορικού λιμένα εμπίπτει στη διαχείριση υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος ούτε ότι, ειδικότερα, το σύνολο των παρεχομένων υπηρεσιών εντός ενός τέτοιου λιμένα αφορά μια τέτοια αποστολή.».
(28) Βλέπε, για παράδειγμα, απόφαση της Επιτροπής της 18ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.37402 - Ελεύθερος λιμένας Βουδαπέστης (ΕΕ C 141 της 9.5.2014, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 17ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.34501 — Εσωτερικός λιμένας Königs Wusterhausen / Wildau (ΕΕ C 176 της 21.6.2013, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 1ης Οκτωβρίου 2014 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.38478 — Λιμένας Györ-Gönyü (ΕΕ C 418 της 21.11.2014, σ. 1).
(29) Πρβλ. άρθρο 15 παράγραφος 1 (σχετικά με τα «γενικά λιμενικά τέλη») του φλαμανδικού διατάγματος περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999.
(30) Πρβλ. άρθρο 15 παράγραφος 2 (σχετικά με τα «ειδικά λιμενικά τέλη») του φλαμανδικού διατάγματος περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999.
(31) Πρβλ. άρθρο 25 παράγραφος 2 («Η φλαμανδική κυβέρνηση εξουσιοδοτείται να συστήσει επιτροπή από κοινού διαβούλευσης. Καταρτίζεται πενταετές σχέδιο προώθησης, βασισμένο σε πρότυπο βιομηχανικής οικονομίας») και άρθρο 26 παράγραφος 1 («Οι διαφωνίες μεταξύ των λιμενικών αρχών σε θέματα εκμετάλλευσης, ιδίως όσον αφορά τις εμπορικές δραστηριότητες των λιμενικών αρχών […] επιλύονται από τη λιμενική επιτροπή διαφορών […]») του φλαμανδικού διατάγματος περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999. Πρβλ. επίσης άρθρο 3 του διατάγματος της 1ης Απριλίου 1999 περί ίδρυσης του αυτόνομου λιμένα κεντρικού και δυτικού Βελγίου («Ως λιμενικές δραστηριότητες νοούνται οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τη λειτουργία της εταιρείας, ήτοι η φόρτωση, η εκφόρτωση, η αποθήκευση και η μεταφορά εμπορευμάτων καθώς και οι βιομηχανικές και εμπορικές δραστηριότητες και οι δραστηριότητες υπηρεσιών.»).
(32) Πρβλ. σχόλιο αριθ. 179/10 του CIR (βλέπε κατωτέρω).
(33) Πρβλ. σχόλιο αριθ. 179/11 του CIR (βλέπε κατωτέρω).
(34) Πρβλ. σχόλια αριθ. 2/4, αριθ. 179/10 και αριθ. 179/11 του CIR.
|
— |
Αριθ. 2/4: «Ως “εταιρεία” νοείται κάθε εταιρεία, ένωση, ίδρυμα ή οργανισμός που:
Για περισσότερες διευκρινίσεις όσον αφορά τις έννοιες που αναφέρονται υπό α), β) και γ), βλέπε σχόλιο 179/6 έως 20.». |
|
— |
Αριθ. 179/10: «Με την έκφραση “ασκεί δραστηριότητες εκμετάλλευσης” νοείται “η εκμετάλλευση κάποιου είδους βιομηχανικής, εμπορικής ή γεωργικής επιχείρησης”, της οποίας τα κέρδη θα συνιστούν επαγγελματικό εισόδημα υποκείμενο στον IPP για τον συγκεκριμένο λόγο, εάν οι εν λόγω δραστηριότητες εκμετάλλευσης ασκούνται από φυσικό πρόσωπο ή εταιρεία κ.λπ. που δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα (άρθρο 23 παράγραφος 1 σημείο 1 και άρθρο 24 του CIR 92).». |
|
— |
Αριθ. 179/11: «Η φράση “επιχειρεί πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα” καλύπτει ταυτόχρονα:
Επομένως, στην περίπτωση υπό 2. πρόκειται για απασχόληση η οποία ουσιαστικά και κανονικά παράγει κέρδος, ακόμη και αν το νομικό πρόσωπο που την ασκεί δεν επιδιώκει, βάσει του καταστατικού του ή εκ των πραγμάτων, κανέναν κερδοσκοπικό σκοπό.». |
(35) Απόφαση της Επιτροπής της 16ης Οκτωβρίου 2002 σχετικά με την κρατική ενίσχυση N 438/02 — Βέλγιο — Ενίσχυση στις λιμενικές αρχές (ΕΕ C 284 της 21.11.2002, σ. 2).
(36) Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Μαρτίου 1997, Calì & Figli, C-343/95, ECLI:EU:C:1997:160, σκέψη 22.
(37) Πρωτόκολλο (αριθ. 26) σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος (προσαρτημένο στη ΣΛΕΕ).
(38) Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Νοεμβρίου 1995, FFSA κ.λπ., C-244/94, ECLI:EU:C:1995:392, σκέψη 21· απόφαση του Δικαστηρίου της 1ης Ιουλίου 2008, MOTOE, C-49/07, ECLI:EU:C:2008:376, σκέψεις 27 και 28.
(39) Πρβλ. σημείο 14 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016.
(40) Απόφαση του Δικαστηρίου της 1ης Ιουλίου 2008, MOTOE, C-49/07, ECLI:EU:C:2008:376, σκέψη 25· απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 2002, Aéroports de Paris, C-82/01 P, σκέψεις 74 και 77.
(41) Η Επιτροπή επισημαίνει, ιδίως, ότι, σύμφωνα με τις βελγικές αρχές, ορισμένοι βελγικοί λιμένες μεταβιβάζουν μέρος των κερδών τους στον μέτοχό τους.
(42) Απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Οκτωβρίου 1980, Van Landewyck, συνεκδικασθείσες υποθέσεις 209/78 έως 215/78 και 218/78, ECLI:EU:C:1980:248, σκέψη 88· απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Νοεμβρίου 1995, FFSA κ.λπ., C-244/94, ECLI:EU:C:1995:392, σκέψη 21· απόφαση του Δικαστηρίου της 1ης Ιουλίου 2008, MOTOE, C-49/07, ECLI:EU:C:2008:376, σκέψεις 27 και 28· απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze κ.λπ., C-222/04, ECLI:EU:C:2006:8, σκέψεις 122 και 123.
(43) Απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 2002, Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, C-82/01 P, ECLI:EU:C:2002:617, σκέψη 78.
(44) Συνιστά ΥΓΟΣ η «παροχή υπηρεσιών τις οποίες δεν θα αναλάμβανε ένας φορέας που μεριμνά περί των ιδίων εμπορικών συμφερόντων ή τουλάχιστον δεν θα τις αναλάμβανε στην ίδια έκταση ή υπό τις αυτές προϋποθέσεις», ιδίως όσον αφορά την τιμή και την ποιότητα (πρβλ. σημεία 47 και 48 της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις στην αντιστάθμιση για παροχή δημόσιας υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος, ΕΕ C 8 της 11.1.2012, σ. 4).
(45) Για τον λιμένα της Αμβέρσας το 2015, τα διάφορα λιμενικά και άλλα τέλη αντιπροσώπευαν 290,3 εκατ. EUR, ήτοι περίπου 84 % των τρεχόντων εσόδων (τα οποία περιλαμβάνουν επίσης τις επιδοτήσεις λειτουργίας που κατέβαλε η φλαμανδική κυβέρνηση) και 113 % των τρεχόντων εξόδων (πρβλ. Annual Report 2015, σ. 61-62).
(46) Το άρθρο 25 παράγραφος 3 του φλαμανδικού διατάγματος περί λιμένων της 2ας Μαρτίου 1999 ορίζει ότι «[η] φλαμανδική κυβέρνηση και οι λιμενικές αρχές αναπτύσσουν πρωτοβουλίες για την εφαρμογή […] αρμονικών τιμολογίων στους φλαμανδικούς θαλάσσιους λιμένες προκειμένου να διασφαλίζεται με θεμιτό τρόπο η ανταγωνιστικότητα των φλαμανδικών θαλάσσιων λιμένων». Από τα έγγραφα που προσαρτώνται στα σχόλια που διαβίβασε ο λιμένας των Βρυξελλών (σ. 102) προκύπτει επίσης ότι οι τιμές (και οι εκπτώσεις) θεωρούνται μέσο για τον επηρεασμό των συμπεριφορών ζήτησης: «Ο λιμένας επιδιώκει ενεργά να αναπτύξει τις μεταφορές μέσω της πλωτής οδού και να ενισχύσει την αλλαγή του τρόπου εκτέλεσης των μεταφορών και τη μετάβαση στην πλωτή οδό με τα ακόλουθα μέτρα: Ο λιμένας συνεχίζει την πολιτική παροχής τιμολογιακών κινήτρων, ήτοι τελών ναυσιπλοΐας ύψους 0,00025 ευρώ/χιλιομετρικό τόνο και απαλλαγής από τα τέλη προσέγγισης για τις θαλάσσιες μεταφορές, τις νέες μεταφορές και τις μεταφορές που καταγράφουν αύξηση. Η Περιφέρεια θα αντισταθμίσει τις απώλειες εσόδων του λιμένα που σχετίζονται με το συγκεκριμένο μέτρο. […] Στο πλαίσιο αυτό, ο λιμένας εφαρμόζει επιστροφές επί των τελών παραχώρησης των εκτάσεών του στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν περισσότερο την πλωτή οδό. […]».
(47) Απόφαση αριθ. 162/2015 της 19ης Νοεμβρίου 2015 του Συνταγματικού Δικαστηρίου, σκέψη A.2.2.
(48) Πρβλ. σημείο 220 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016.
(49) Τα λιμενικά τέλη της εσωτερικής ναυσιπλοΐας υπόκεινται στον ΦΠΑ. Πρβλ. άρθρο 5 των τιμολογίων του λιμένα της Αμβέρσας για την εσωτερική ναυσιπλοΐα (Tariff regulations for inland shipping, σ. 11). Αντιθέτως, λόγω ειδικής απαλλαγής που προβλέπει το άρθρο 139 της οδηγίας ΦΠΑ (οδηγία 2006/112/ΕΚ, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1), η οποία επαναλαμβάνεται στο άρθρο 42 παράγραφος 1 σημείο 5 του βελγικού κώδικα περί ΦΠΑ, τα λιμενικά τέλη που αφορούν τις διεθνείς μεταφορές απαλλάσσονται ειδικώς από τον ΦΠΑ (καμία αναφορά στον ΦΠΑ στα τιμολόγια του λιμένα της Αμβέρσας για τη θαλάσσια ναυσιπλοΐα). Η αναγκαιότητα ειδικής απαλλαγής δείχνει ότι οι εν λόγω παροχές θα ενέπιπταν κανονικά στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ ως παροχές υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας ΦΠΑ.
(50) Απόφαση της 10ης Δεκεμβρίου 2008 (ΕΕ C 137 της 17.6.2009).
(51) Απόφαση της 4ης Ιουλίου 2006 (ΕΕ C 276 της 14.11.2006).
(52) Απόφαση της 7ης Ιουνίου 2006 (ΕΕ C 207 της 31.8.2006).
(53) Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2011 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-443/08 και T-455/08 Freistaat Sachsen κ.λπ. κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα.
(54) Απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Μαΐου 2003, Korhonen, C-18/01, ECLI:EU:C:2003:300.
(55) Οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών (ΕΕ L 209 της 24.7.1992, σ. 1).
(56) Απόφαση της 27ης Μαρτίου 2014 GRW land development scheme for industrial and commercial use (ΕΕ C 141 της 9.5.2014, σ. 1).
(57) Πρβλ. απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.36953 (2013/N) Λιμένας Bahía de Cádiz, αιτιολογική σκέψη 29 (ΕΕ C 335 της 16.11.2013, σ. 1), απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.30742 (N/2010) Klaipėda, αιτιολογικές σκέψεις 8 και 9 (ΕΕ C 121 της 26.4.2012, σ. 1), απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση N 44/2010 Λιμένας Krievu Sala, αιτιολογική σκέψη 67 (ΕΕ C 215 της 21.7.2011, σ. 21), απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. C 39/09 (πρώην N 385/09) Λιμένας Ventspils, αιτιολογικές σκέψεις 30, 57 και 58 (ΕΕ C 62 της 13.3.2010, σ. 7).
(58) Βλέπε, για παράδειγμα, σημείο 2.7 του εγγράφου General terms and conditions for concessions in the Antwerp port area. Βλέπε επίσης τιμολογιακούς όρους του λιμένα Λιέγης.
(59) Απάντηση στην κοινοβουλευτική ερώτηση αριθ. 397 του κ. Willem-Frederik Schiltz της 7ης Μαΐου 2013 (Chambre, Questions et Réponses, 2012-2013, QRVA 53/128 της 9ης Σεπτεμβρίου 2013, σ. 86)· απάντηση στην προφορική κοινοβουλευτική ερώτηση αριθ. 4288 του κ. Servais Verherstraeten της 11ης Μαΐου 2011 (Compte rendu analytique 53, Commission des Finances et du Budget 229 της 11ης Μαΐου 2011, σ. 22.). Το Δικαστήριο εκτιμά επίσης ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια της οδηγίας ΦΠΑ (πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 25ης Οκτωβρίου 2007, Ministero delle Finanze – Ufficio IVA di Milano κατά CO.GE.P. Srl, C-174/06, ECLI:EU:C:2007:634, σκέψεις 31-35).
(60) Βλέπε σημείο 207 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016.
(61) Απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Νοεμβρίου 2001, Adria-Wien Pipeline, C-143/99, ECLI:EU:C:2001:598.
(62) Βλέπε άρθρο 221 του CIR.
(63) Βλέπε άρθρο 225 του CIR.
(64) Πρβλ. σημείο 206 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016 και, στον τομέα των ΥΓΟΣ, απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Ιουλίου 2003, Altmark Trans, C-280/00, ECLI:EU:C:2003:415, σκέψεις 87 έως 95.
(65) Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Μαΐου 2000, Γαλλία κατά Ladbroke Racing και Επιτροπής, C-83/98 P, ECLI:EU:C:2000:248, σκέψεις 48 έως 51.
(66) Απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 2006, Βέλγιο και Forum 187 κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-182/03 και C-217/03, ECLI:EU:C:2006:416, σκέψη 128.
(67) Απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Δεκεμβρίου 2005, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-66/02, EU:C:2005:768, σκέψη 94.
(68) Απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, Πορτογαλία κατά Επιτροπής, C-88/03, ECLI:EU:C:2006:511, σκέψη 56· απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Paint Graphos κ.λπ., συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψη 49.
(69) Αυτό συμβαίνει όταν ένα μέτρο απορρέει ευθέως από τις θεμελιώδεις ή κατευθυντήριες γραμμές του συστήματος αναφοράς που είναι εγγενείς στο φορολογικό σύστημα αναφοράς ή όταν προκύπτει από μηχανισμούς που είναι συμφυείς με το σύστημα και είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά του, πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Paint Graphos κ.λπ., συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψη 69.
(70) Απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, Πορτογαλία κατά Επιτροπής, C-88/03, ECLI:EU:C:2006:511, σκέψη 81· απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Paint Graphos κ.λπ., συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψη 65.
(71) Πρβλ. σχόλιο 179/2: «Εφιστάται ήδη η προσοχή στο γεγονός ότι, παρότι μπορούν να θεωρηθούν, καταρχήν, φορολογούμενοι υποκείμενοι στον ISoc, απαλλάσσονται από τον ISoc, βάσει των άρθρων 180 έως 182 του CIR 92: 1. τα νομικά πρόσωπα που εξαιρούνται “ανεπιφύλακτα” από τον ISoc (βλέπε σχόλιο του άρθρου 180 του CIR 92)· […]».
(72) Βλέπε σχόλιο αριθ. 179/16: «Οι βελγικές εμπορικές εταιρείες (SA, SCA, SNC, SCS, SPRL, SC και SCRIS) συστήνονται, καταρχήν, για την άσκηση κερδοσκοπικής δραστηριότητας. Επομένως, κατά κανόνα, είτε εκμεταλλεύονται όντως κάποιου είδους βιομηχανική, εμπορική ή γεωργική επιχείρηση είτε ασκούν κερδοσκοπική απασχόληση, είτε και τα δύο ταυτόχρονα, και κάθε κέρδος που πραγματοποιούν πρέπει γενικά να θεωρείται ότι προκύπτει από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα». Πρβλ. επίσης σκέψεις A.2.1 και B.3.1. της απόφασης αριθ. 148/2012 του Συνταγματικού Δικαστηρίου της 6ης Δεκεμβρίου 2012 (M.B., 29 Ιανουαρίου 2013). Απαντώντας σε κοινοβουλευτική ερώτηση, ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι, όσον αφορά τις αυτόνομες δημοτικές αρχές, πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση εάν υπόκεινται στον ISoc ή στον IPM, ανάλογα με τη φύση των οικείων δραστηριοτήτων. Δεδομένου ότι, δυνάμει του βασιλικού διατάγματος της 10ης Απριλίου 1995, οι εν λόγω δραστηριότητες πρέπει να είναι βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα, μπορεί, κατά τον υπουργό, να θεωρηθεί ότι οι αυτόνομες δημοτικές αρχές υπόκεινται καταρχήν στον ISoc (QRVA, Chambre, 1996-1997, αριθ. 86, 16 Ιουνίου 1997, σ. 11749-11750· QRVA, Chambre, 2001-2002, 26 Μαρτίου 2002, CRIV 50 COM 702, σ. 8-9).
(73) Πρβλ. άρθρο 25 παράγραφος 2: « (Η φλαμανδική κυβέρνηση εξουσιοδοτείται να συστήσει επιτροπή από κοινού διαβούλευσης. Καταρτίζεται πενταετές σχέδιο προώθησης, βασισμένο σε πρότυπο βιομηχανικής οικονομίας. »
(74) Πρβλ. άρθρο 26 παράγραφος 1: « Οι διαφωνίες μεταξύ των λιμενικών αρχών σε θέματα εκμετάλλευσης, ιδίως όσον αφορά τις εμπορικές δραστηριότητες των λιμενικών αρχών […] επιλύονται από τη λιμενική επιτροπή διαφορών […]. »
(75) Πρβλ. απόφαση αριθ. 136/98 της 16ης Δεκεμβρίου 1998 (M. B. της 6ης Ιανουαρίου 1999, σ. 261), σκέψη A.7.1: «Σύμφωνα με το υπουργικό συμβούλιο, οι εταιρείες και τα νομικά πρόσωπα που προβλέπονται στο άρθρο 220 παράγραφος 2 του CIR ευρίσκονται πράγματι σε συγκρίσιμη κατάσταση. Παρότι το άρθρο 180 του CIR εξαιρεί τα προαναφερθέντα νομικά πρόσωπα από τον φόρο εταιρειών, πρόκειται όντως για νομικά πρόσωπα τα οποία ασκούν δραστηριότητες εκμετάλλευση ή επιχειρούν πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 σημεία 1 και 2 του CIR». Πρβλ. επίσης σκέψη A.7.2: «Μεταξύ των νομικών προσώπων που προβλέπονται στο άρθρο 220 παράγραφοι 1 και 3, αφενός, και των νομικών προσώπων που προβλέπονται στο άρθρο 220 παράγραφος 2, [δηλαδή των λιμένων] αφετέρου, υφίσταται ένα αντικειμενικό κριτήριο διάκρισης, σύμφωνα με το οποίο μόνο η δεύτερη κατηγορία επιχειρεί πράξεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα […]».
(76) Δημόσια συνεδρίαση της Τετάρτης 29 Ιανουαρίου 1997, Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού, Ερώτηση του κ. Jacques Simonet στον αναπληρωτή πρωθυπουργό και υπουργό Οικονομικών και Εξωτερικού Εμπορίου σχετικά με την υπαγωγή των βελγικών λιμένων στον φόρο νομικών προσώπων (αριθ. 1017). Πρβλ. http://www3.dekamer.be/digidocanha/K0112/K01120466/K01120466.PDF σ. 5.
(77) Στην απόφαση που εξέδωσε στις 8 Σεπτεμβρίου 2011 (απόφαση Paint Graphos κ.λπ., συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψεις 55 κ. επ.), το Δικαστήριο επισημαίνει ότι ιδιαίτερες αρχές λειτουργίας αποτελούν η αρχή της υπεροχής του ατόμου, ο κανόνας «της μίας ψήφου κατ' άτομο» ή ακόμη η διαχείριση προς όφελος των μελών της επίμαχης οντότητας, χαρακτηριστικά τα οποία απουσιάζουν στην περίπτωση των λιμένων.
(78) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze κ.λπ., C-222/04, ECLI:EU:C:2006:8, σκέψεις 136 και 137.
(79) Πρβλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Νοεμβρίου 2011, Επιτροπή και Ισπανία κατά Government of Gibraltar και Ηνωμένου Βασιλείου, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-106/09 P και C-107/09 P, ECLI:EU:C:2011:732., σκέψεις 101 κ. επ.
(80) Η ερμηνεία σύμφωνα με την οποία το άρθρο 180 παράγραφος 2 του CIR εφαρμόζει απλώς τους γενικούς κανόνες στους λιμένες, θεωρώντας ότι δεν είναι «εταιρείες» εξετάζεται κατωτέρω.
(81) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze κ.λπ., C-222/04, ECLI:EU:C:2006:8, σκέψεις 136 και 137.
(82) Το εθνικό δίκαιο μπορεί να αξιολογεί τη συμβατότητα ενός μέτρου με κανόνες υπέρτερης ισχύος λαμβάνοντας υπόψη άλλα κριτήρια εκτός της ορθής λειτουργίας του φορολογικού συστήματος.
(83) Ορισμένες οντότητες, ιδίως οι δήμοι και οι κοινότητες που υπάχθηκαν πρόσφατα στον ISoc στο Βέλγιο, επιτελούν επίσης αποστολές γενικού συμφέροντος. Πρβλ. σκέψη 19.1 της απόφασης αριθ. 151/2016 της 1ης Δεκεμβρίου 2016 του βελγικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, στην οποία υπενθυμίζεται ότι οι δήμοι και οι κοινότητες «συστάθηκαν με σκοπό δημόσιου συμφέροντος» και «αναλαμβάνουν το καθήκον εκτέλεσης δημοτικής υποχρέωσης».
(84) Κατά το σημείο 11 του επίσημου σχολιασμού του άρθρου 49, η μη δυνατότητα έκπτωσης αφορά «αμιγώς ιδιωτικές πράξεις», ενώ στην παρούσα διαδικασία υποστηρίζεται ότι δεν υπάρχει δυνατότητα έκπτωσης των εξόδων που πραγματοποιούνται για το γενικό συμφέρον.
(85) Τα σχόλια που έλαβε η Επιτροπή αφορούν τα αγαθά των «εκ φύσεως» δημόσιων διοικητικών αρχών που προβλέπονται στο άρθρο 220 παράγραφος 1 του CIR, ήτοι «του κράτους, των κοινοτήτων, των περιφερειών, των επαρχιών, των οικισμών, των ομοσπονδιών κοινοτήτων, των δημόσιων διακοινοτικών κέντρων κοινωνικής δράσης, των δημόσιων πολιτιστικών ιδρυμάτων, καθώς και των αποστραγγιστικών οργανισμών», και όχι τα αγαθά των λιμένων: το συγκεκριμένο άρθρο δεν αφορά ούτε τις αυτόνομες δημοτικές λιμενικές αρχές ούτε τα άλλα είδη βελγικών λιμένων που προβλέπονται στην αιτιολογική σκέψη 13 και στην υποσημείωση 12.
(86) Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Ιουλίου 2003, Altmark Trans, C-280/00, ECLI:EU:C:2003:415.
(87) Πρβλ. πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά λιμενικών υπηρεσιών και τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων, COM/2013/296 final, σημείο 2.1 (ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 111). Πρβλ. επίσης ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με Ευρωπαϊκή Λιμενική Πολιτική COM/2007/616 τελικό, σημείο II.4.2.
(88) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1969, Επιτροπή κατά Γαλλίας, συνεκδικασθείσες υποθέσεις 6/69 και 11/69, ECLI:EU:C:1969:68, σκέψη 21· απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Μαρτίου 1977, Steinike & Weinlig, 78/76, ECLI:EU:C:1977:52, σκέψη 24· απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Απριλίου 1998, Vlaamse Gewest κατά Επιτροπής, T-214/95, ECLI:EU:T:1998:77, σκέψη 54, και απόφαση του Δικαστηρίου της 19ης Μαΐου 1999, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-6/97, ECLI:EU:C:1999:251, σκέψη 21.
(89) Άρθρο 25 παράγραφος 3: «Η φλαμανδική κυβέρνηση και οι λιμενικές αρχές αναπτύσσουν πρωτοβουλίες για την εφαρμογή […] εναρμονισμένης τιμολογιακής διάρθρωσης στους φλαμανδικούς θαλάσσιους λιμένες προκειμένου να διασφαλίζεται με θεμιτό τρόπο η ανταγωνιστικότητα των φλαμανδικών θαλάσσιων λιμένων.» Άρθρο 25 παράγραφος 4: «Όταν οι τιμές […] είναι προδήλως αντίθετες προς το γενικό συμφέρον ή αντιβαίνουν στον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των λιμενικών αρχών, ο περιφερειακός επιθεωρητής λιμένων οφείλει να παρουσιάζει τις αποφάσεις αυτές στην επιτροπή διαβούλευσης. […]».
(90) Πρβλ. ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις στην αντιστάθμιση για παροχή δημόσιας υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος (2012/C 8/02) (ΕΕ C 8 της 11.1.2012, σ. 4). Πρβλ. επίσης απόφαση 2012/21/ΕΕ της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2011, για την εφαρμογή του άρθρου 106 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας που χορηγούνται σε ορισμένες επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΕΕ L 7 της 11.1.2012, σ. 3).
(91) Πρβλ. προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott στην υπόθεση C-74/16, Congregación de Escuelas Pías Provincia Betania κατά Ayuntamiento de Getafe, ECLI:EU:C:2017:135, σκέψη 75.
(92) Βλ. απόφαση (ΕΕ) 2016/634 της Επιτροπής, της 21ης Ιανουαρίου 2016, σχετικά με το μέτρο ενίσχυσης αριθ. SA.25338 (2014/C) (πρώην E 3/2008 και πρώην CP 115/2004) το οποίο έθεσαν σε εφαρμογή οι Κάτω Χώρες — Απαλλαγή δημόσιων επιχειρήσεων από τον εταιρικό φόρο (ΕΕ L 113 της 27.4.2016, σ. 148).
(93) Πρβλ. κοινοβουλευτικό έγγραφο, Chambre αριθ. 54 0672/001, σ. 8-9.
(94) Βλέπε υποσημείωση 92.
|
14.12.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 332/24 |
ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/2116 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 27ης Ιουλίου 2017
σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων SA.38398 (2016/C, πρώην 2015/E) που τέθηκε σε εφαρμογή στη Γαλλία — Φορολόγηση λιμένων στη Γαλλία
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2017) 5176]
(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,
Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),
Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις διατάξεις των προαναφερθέντων άρθρων (1) και έλαβε υπόψη αυτές τις παρατηρήσεις,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
(1) |
Την 3η Ιουλίου 2013, οι υπηρεσίες της Επιτροπής απέστειλαν σε όλα τα κράτη μέλη ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τη λειτουργία και τη φορολόγηση των λιμένων τους, με σκοπό να αποκτήσουν μια γενική εικόνα του ζητήματος και να διασαφηνίσουν την κατάσταση των λιμένων ως προς τη νομοθεσία της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις. Οι γαλλικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 25ης Οκτωβρίου 2013. Με επιστολή της 3ης Φεβρουαρίου 2014, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν συμπληρωματικές πληροφορίες για τη νομοθεσία της Γαλλίας περί φόρου εταιρειών («impôt sur les sociétés») που εφαρμόζεται στους λιμένες. Οι γαλλικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 1ης Απριλίου 2014. |
|
(2) |
Με επιστολή της 9ης Ιουλίου 2014, η Επιτροπή ενημέρωσε τις γαλλικές αρχές, δυνάμει του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου (2), (εφεξής «κανονισμός διαδικασίας»), για την προκαταρκτική αξιολόγηση της γαλλικής νομοθεσίας περί φορολόγησης των λιμένων. Η εν λόγω επιστολή ανέφερε ότι η Επιτροπή χαρακτήριζε τους εν λόγω νόμους ως υφιστάμενες κρατικές ενισχύσεις και διασαφήνιζε τους λόγους για τους οποίους θεωρούσε τις ενισχύσεις μη συμβατές με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή έδωσε στις γαλλικές αρχές τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με αυτή την προκαταρκτική αξιολόγηση. Οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους με επιστολή της 7ης Νοεμβρίου 2014. Στις 12 Δεκεμβρίου 2014 πραγματοποιήθηκε σύσκεψη μεταξύ των υπηρεσιών της Επιτροπής και των γαλλικών αρχών. Στις 15 Ιανουαρίου 2015, οι γαλλικές αρχές απέστειλαν στην Επιτροπή συμπληρωματικές παρατηρήσεις. Με επιστολή της 1ης Ιουνίου 2015, οι υπηρεσίες της Επιτροπής πληροφόρησαν τις γαλλικές αρχές ότι σε εκείνο το στάδιο διατηρούσαν την προκαταρκτική άποψη που εξέφρασαν στην επιστολή της 9ης Ιουλίου 2014. |
|
(3) |
Με επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2016, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τη θέση της και πρότεινε στις γαλλικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΣΛΕΕ») και το άρθρο 22 του κανονισμού διαδικασίας, την κατάργηση, με τα κατάλληλα μέτρα, της απαλλαγής από τον φόρο για τις εταιρείες (εφεξής «ΦΕ) από την οποία επωφελούνται οι λιμένες όσον αφορά τα έσοδά τους από οικονομικές δραστηριότητες, από την αρχή του οικονομικού έτους 2017. Οι γαλλικές αρχές κλήθηκαν να αποφασίσουν ρητά και ανεπιφύλακτα επί της πρότασης της Επιτροπής, εντός δύο μηνών, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 του κανονισμού διαδικασίας. |
|
(4) |
Οι γαλλικές αρχές με επιστολή τους της 11ης Απριλίου 2016 διαβίβασαν τις παρατηρήσεις τους στην Επιτροπή. Στις 27 Ιουνίου 2016 οργανώθηκε σύσκεψη μεταξύ των γαλλικών αρχών και των υπηρεσιών της Επιτροπής. |
|
(5) |
Λόγω του ότι η απάντηση των γαλλικών αρχών δεν συνίστατο σε ρητή και ανεπιφύλακτη αποδοχή της πρότασης για λήψη κατάλληλων μέτρων, η Επιτροπή αποφάσισε, με επιστολή της 8ης Ιουλίου 2016, να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 2 του κανονισμού διαδικασίας. Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3). Η Επιτροπή κάλεσε τη Γαλλία να υποβάλει τις παρατηρήσεις της επί του περιεχομένου της απόφασης. Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το εν λόγω μέτρο. |
|
(6) |
Η Γαλλία διαβίβασε τις παρατηρήσεις της στην Επιτροπή με επιστολή της 19ης Σεπτεμβρίου 2016. |
|
(7) |
Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τα εξής ενδιαφερόμενα μέρη: τους μεγάλους θαλάσσιους λιμένες της μητρόπολης (Χάβρη, Ρουέν, Δουνκέρκη) και των υπερπόντιων εδαφών (Γαλλική Γουιάνα, Γουαδελούπη), τα εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια (εφεξής «ΕΒΕ») που αποτελούν τους διαχειριστικούς φορείς των λιμένων (ΕΒΕ Βρέστης, ΕΒΕ Μπαγιόν Χώρα των Βάσκων), τις επαγγελματικές ενώσεις ή τις ενώσεις που εκπροσωπούν τους λιμένες και τον κόσμο της θάλασσας εν γένει [γαλλική ένωση εσωτερικών λιμένων ή «Association française des ports intérieurs» (εφεξής «AFPI»)], την επιτροπή σύνδεσης για την προώθηση των πλωτών οδών/Provoideau, την ένωση γαλλικών λιμένων ή «Union des ports de France» (εφεξής «UPF»), το γαλλικό ινστιτούτο της θάλασσας, τις περιφερειακές αρχές (διοικητικό διαμέρισμα Γουαδελούπης, περιφέρεια Γουαδελούπης, περιφέρεια Βρετάνης) και τον λιμένα του Ρότερνταμ, ο οποίος ενεργεί εκ μέρους των πέντε δημόσιων θαλάσσιων λιμένων της Ολλανδίας. |
|
(8) |
Η Επιτροπή διαβίβασε τις εν λόγω παρατηρήσεις στη Γαλλία παρέχοντάς της τη δυνατότητα να τις σχολιάσει. Έλαβε τα σχόλια της Γαλλίας με επιστολή της 3ης Νοεμβρίου 2016. Στις 16 Νοεμβρίου 2016, οργανώθηκε σύσκεψη μεταξύ των γαλλικών αρχών και των υπηρεσιών της Επιτροπής. |
2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΟΥ
2.1. Ιδιοκτησία και εκμετάλλευση των λιμένων στη Γαλλία
|
(9) |
Το γαλλικό λιμενικό σύστημα (αλιευτικοί λιμένες, εμπορικοί λιμένες και λιμένες αναψυχής) αποτελείται από κρατικούς λιμένες (αφενός από τους μεγάλους θαλάσσιους λιμένες (grands ports maritimes), εφεξής «GPM», που προγενέστερα ονομαζόταν «αυτόνομοι λιμένες», και αφετέρου από μεγάλους ποτάμιους λιμένες, ιδιαίτερα τους αυτόνομους λιμένες του Παρισιού και του Στρασβούργου) και από λιμένες που ανήκουν σε περιφερειακές αρχές. Αν και η Γαλλία αναφέρει ότι το επίμαχο μέτρο επικεντρώνεται στους αλιευτικούς λιμένες και τους εμπορικούς λιμένες, οι λιμένες αναψυχής μπορούν να αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης από οντότητες που καλύπτονται από την απαλλαγή από τον ΦΕ (όπως τα ΕΒΕ) και έτσι η διαδικασία τούς αφορά εξίσου. |
|
(10) |
Οι GPM που ονομαζόταν «αυτόνομοι λιμένες» μέχρι τη μεταρρύθμιση του 2008 (4), αποτελούν δημόσιους οργανισμούς του κράτους. Διαχειρίζονται περισσότερο από το 80 % της θαλάσσιας κίνησης εμπορευμάτων της Γαλλίας. Σύμφωνα με τη Γαλλία, οι GPM εκτελούν τα παρακάτω καθήκοντα: ρύθμιση και αστυνόμευση της θαλάσσιας κίνησης εντός των λιμενικών ζωνών και των προσβάσεων σε αυτές μέσω των λιμεναρχείων, διαμόρφωση και συντήρηση των λιμενικών υποδομών, διαχείριση και αξιοποίηση του λιμενικού χώρου, γενική προώθηση του λιμένα, ανάπτυξη της προσφοράς λιμενικών υπηρεσιών και χερσαίων, σιδηροδρομικών και ποτάμιων διασυνδέσεων. Τους έχει δοθεί οικονομική αυτονομία. |
|
(11) |
Η εκμετάλλευση των GPM ανήκει στο κράτος. Ένα όργανο είσπραξης δημοσίων εσόδων έχει συνδεθεί με αυτούς και ελέγχονται από εκπροσώπους του δημοσίου. Η Γαλλία αναφέρει ότι μετά τη μεταρρύθμιση του 2008 κατά την οποία οι δραστηριότητες της διακίνησης φορτίων μεταβιβάστηκαν στον ιδιωτικό τομέα, τα καθήκοντα των GPM επικεντρώθηκαν αφενός στις δραστηριότητες της ασφάλειας, της προστασίας και της αστυνόμευσης των λιμένων και αφετέρου στις λειτουργίες διαμόρφωσης του λιμενικού χώρου. Εφεξής οι λιμενικοί χώροι αποτελούν ιδιοκτησία των αντίστοιχων λιμένων. |
|
(12) |
Οι αυτόνομοι ποτάμιοι λιμένες, συγκεκριμένα ο αυτόνομος λιμένας του Παρισιού και ο αυτόνομος λιμένας του Στρασβούργου αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης δημόσιων οργανισμών του κράτους. Η διαχείριση των λοιπών ποτάμιων λιμένων γίνεται από παραχωρησιούχους (ΕΒΕ κατά κανόνα). |
|
(13) |
Οι λιμένες που ανήκουν σε περιφερειακές αρχές και ονομάζονται αποκεντρωμένοι λιμένες ελέγχονται από τις αρχές και η εκμετάλλευσή τους ανατίθεται κατά κανόνα σε ΕΒΕ ή σε επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου (5). Σύμφωνα με τη Γαλλία, οι εν λόγω λιμένες είναι κατά κανόνα μικροί και παρουσιάζουν προκλήσεις σε τοπικό επίπεδο. |
2.2. Νομοθεσία περί φόρου εταιρειών που εφαρμόζεται στους λιμένες
|
(14) |
Κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 205, 206 παράγραφος 1 και 1654 του γενικού φορολογικού κώδικα (code général des impôts) (εφεξής «CGI»), τα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που επιδίδονται σε εκμετάλλευση ή δραστηριότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα υπάγονται σε φόρο εταιρειών. Ακολούθως, κατ' εφαρμογή του άρθρου 165 του παραρτήματος 4 του CGI, οι δημόσιοι οργανισμοί βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα υπάγονται σε όλους τους άμεσους και τους εξομοιούμενους φόρους που επιβάλλονται στις ιδιωτικές επιχειρήσεις παρόμοιου χαρακτήρα. Το άρθρο 167 του παραρτήματος 4 του ιδίου κώδικα ορίζει ότι οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται ιδιαίτερα στα «εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια» και στους «αυτόνομους λιμένες» (οι οποίοι το 2008 μετονομάστηκαν σε μεγάλους θαλάσσιους λιμένες, πλην ορισμένων λιμένων όπως οι αυτόνομοι ποτάμιοι λιμένες του Παρισιού και του Στρασβούργου). |
|
(15) |
Οι υπουργικές αποφάσεις της 11ης Αυγούστου 1942 και της 27ης Απριλίου 1943 (6) απάλλαξαν ωστόσο από τον φόρο εταιρειών «τους αυτόνομους λιμένες, τα επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου, τα εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια που διαχειρίζονται λιμενικές εγκαταστάσεις, τους δήμους που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού ο οποίος ανήκει στο κράτος εντός των λιμένων καθώς και τις επιχειρήσεις τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού». Η εν λόγω απαλλαγή αφορά, κατά γενικό τρόπο, όλα τα «ακίνητα και τις υπηρεσίες που απαιτούνται για την εκμετάλλευση των λιμένων ή που εξαρτώνται άμεσα από την εν λόγω εκμετάλλευση». Η φορολογική τεκμηρίωση ορίζει «ότι πρέπει να εφαρμοστεί με ευρύτητα η ανωτέρω απόφαση [απόφαση της 11ης Αυγούστου 1942] και να διατηρηθεί η απαλλαγή από τον φόρο όχι μόνο σε ό,τι αφορά τις υπηρεσίες των οποίων ο θαλάσσιος χαρακτήρας είναι αδιαμφισβήτητος, αλλά ακόμα και για τις εγκαταστάσεις των επιμελητηρίων θαλάσσιου εμπορίου οι οποίες, χωρίς να είναι καθ' εαυτό λιμενικές εγκαταστάσεις, συνδέονται με την εκμετάλλευση ενός λιμένα χωρίς τον οποίο δεν έχουν λόγο ύπαρξης» και ότι «τα χρηματοοικονομικά έσοδα που εισπράττονται από τους αυτόνομους λιμένες και τα επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου και βιομηχανίας από την επένδυση των ποσών που προέρχονται από την εκμετάλλευση των θαλάσσιων βιομηχανικών και εμπορικών εγκαταστάσεων» απαλλάσσονται εξίσου από τον φόρο εταιρειών. |
3. ΛΟΓΟΙ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
|
(16) |
Στην επιστολή της 8ης Ιουλίου 2016 η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι γαλλικές αρχές δεν είχαν αποδεχτεί το χρονοδιάγραμμα λήψης των κατάλληλων μέτρων που αναφέρθηκαν στην επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2016 και ότι, μολονότι αναφέρουν στο προοίμιο ότι δεν αμφισβητούν, καταρχήν, τα μέτρα που προτείνονται από την Επιτροπή, φαίνονται να αμφισβητούν τον χαρακτηρισμό της κρατικής ενίσχυσης που υιοθετεί η Επιτροπή σε ό,τι αφορά τους μικρούς λιμένες. Η Επιτροπή θεώρησε ότι οι γαλλικές αρχές δεν είχαν αποδεχτεί ρητά, ανεπιφύλακτα και στο σύνολό τους τα κατάλληλα μέτρα που είχαν προταθεί από την Επιτροπή την 21η Ιανουαρίου 2016. |
|
(17) |
Στο μέτρο που η Επιτροπή συνέχισε να θεωρεί ότι η απαλλαγή από τον ΦΕ από την οποία επωφελούνται οι λιμένες, λόγω των οικονομικών τους δραστηριοτήτων, αποτελούσε υφιστάμενη κρατική ενίσχυση και είχε αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα της εν λόγω ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, κατ' εφαρμογή του άρθρου 23 παράγραφος 2 του κανονισμού διαδικασίας. |
4. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ
4.1. Επιχειρήσεις/Οικονομικές δραστηριότητες
|
(18) |
Ορισμένοι φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών θαλάσσιων λιμένων και εκπρόσωποι των διαχειριστών των λιμένων, κυρίως ο GPM της Χάβρης, το ΕΒΕ της Βρέστης και η UPF, θεωρούν ότι οι λιμένες δεν αποτελούν «επιχειρήσεις» κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Οι γαλλικές αρχές συμφωνούν με αυτή τη συλλογιστική και προσθέτουν ότι οι λιμένες «δεν συνιστούν επιχειρήσεις όμοιες με τις άλλες», αλλά «φορείς στην υπηρεσία άλλων επιχειρήσεων» και ότι «το γεγονός ότι η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προέβλεψε ένα ad hoc άρθρο (άρθρο 93) για την αντιμετώπιση των κρατικών ενισχύσεων στις μεταφορές, δείχνει ότι ο Ευρωπαίος νομοθέτης επιθυμούσε να λάβει υπόψη αυτή την ιδιαιτερότητα». |
4.1.1. Δραστηριότητες γενικού συμφέροντος ή σχετικές με βασικές λειτουργίες του κράτους
|
(19) |
Σύμφωνα με το ΕΒΕ της Βρέστης, οι λιμένες έχουν μια δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών γενικού συμφέροντος (ΥΓΣ) μη οικονομικής φύσης και η δημόσια αρχή είναι η μόνη αρμόδια να καθορίσει τα όρια των δραστηριοτήτων γενικού συμφέροντος. Το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται εάν το κράτος ενεργεί «ασκώντας δημόσια εξουσία», όπως συμβαίνει στην περίπτωση των λιμένων που έχουν εκτελεστικά καθήκοντα, νόμιμα ανατεθειμένα σε αυτούς από το κράτος. Σύμφωνα με το ΕΒΕ της Βρέστης, οι υπουργικές αποφάσεις της 11ης Αυγούστου 1942 και της 27ης Απριλίου 1943 εφαρμόζουν το άρθρο 165 του παραρτήματος 4 του CGI και αναγνωρίζουν ότι οι δραστηριότητες των λιμένων δεν είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα. |
|
(20) |
Η UPF και ο GPM της Χάβρης προσθέτουν ότι ορισμένοι γαλλικοί λιμένες αποτελούν εγκαταστάσεις ζωτικής σημασίας «των οποίων η μη διαθεσιμότητα θα μπορούσε να εξασθενίσει σημαντικά το πολεμικό ή οικονομικό δυναμικό της χώρας, την ασφάλεια ή την ικανότητα του έθνους να επιβιώσει» («dont l'indisponibilité risquerait de diminuer d'une façon importante le potentiel de guerre ou économique, la sécurité ou la capacité de survie de la nation») σύμφωνα με το άρθρο L. 1332-1 του Αμυντικού Κώδικα και κατά συνέπεια αποτελούν υποδομές που προορίζονται για δραστηριότητες σχετικές με τις βασικές λειτουργίες του κράτους. |
|
(21) |
Αναφέροντας την υπόθεση C-276/97, ο GPM της Χάβρης υπογραμμίζει ότι οι GPM είναι οργανισμοί δημοσίου δικαίου που ασκούν τη δραστηριότητά τους στο πλαίσιο ενός ειδικού για αυτούς καθεστώτος ως προς τη δημιουργία, τον έλεγχο, τη διοίκηση και τα έσοδα. Αναφορικά με «τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου» που ασκούν τις δραστηριότητές τους «ως δημόσια αρχή», οι GPM πληρούν τις προϋποθέσεις για να επωφελούνται από την απαλλαγή από τον ΦΠΑ που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 της έκτης οδηγίας ΦΠΑ. |
|
(22) |
Τέλος, οι γαλλικές αρχές και πολλοί φορείς διαχείρισης των λιμένων θεωρούν ότι οι λειτουργίες βυθοκόρησης που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό των λιμένων δεν είναι οικονομικής φύσης και ότι η Επιτροπή το επισήμανε στην απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2004 στον φάκελο N520/200[3] (***) (7) (εφεξής «η απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2004»). Εξηγούν ότι αυτή η δραστηριότητα επιτρέπει την εξυπηρέτηση των τερματικών σταθμών στο σύνολό τους και είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση πρόσβασης για κάθε χειριστή που την έχει ανάγκη, με πλήρη ασφάλεια, στις πλωτές οδούς και στα υδάτινα τμήματα του λιμένα, επιτρέποντας κατ' αυτόν τον τρόπο την ελεύθερη κυκλοφορία όλων των πλοίων. Η βυθοκόρηση εξυπηρετεί χωρίς διάκριση όλους τους φορείς της εξυπηρετούμενης ζώνης και κατά συνέπεια τη θαλάσσια κοινότητα στο σύνολό της. |
4.1.2. Δραστηριότητες που δεν είναι οικονομικής φύσης
|
(23) |
Ο GPM της Χάβρης επισημαίνει ότι η δομή των λιμενικών επιβαρύνσεων καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο και ότι το Δικαστήριο της ΕΕ στην υπόθεση C-343/95, αποδίδει σημασία στο γεγονός ότι τα τέλη έχουν εγκριθεί από τη δημόσια αρχή. Θεωρεί ότι όλα τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στους GPM δυνάμει του άρθρου L. 5312-2 του κώδικα μεταφορών δεν είναι οικονομικής φύσης σύμφωνα με την πρακτική λήψης αποφάσεων της Επιτροπής, ιδιαίτερα σύμφωνα με την απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2004 και τις αποφάσεις που αναφέρονται στο σημείο 17 στοιχεία α) και στ) της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 19ης Ιουλίου 2016 σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης (8) (εφεξής «η ανακοίνωση της 19ης Ιουλίου 2016). Εκτιμά ότι, μετά τη μεταρρύθμιση του 2008, οι GPM δε μπορούν να εκμεταλλεύονται δημόσιο εξοπλισμό παρά μόνο κατ' εξαίρεση και αυτή η δραστηριότητα είναι η μόνη που θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί οικονομική. |
|
(24) |
Ο GPM της Χάβρης και το ΕΒΕ της Βρέστης θεωρούν ότι οποιαδήποτε άλλη εναπομένουσα οικονομική δραστηριότητα των λιμένων θα έπρεπε σε κάθε περίπτωση να χαρακτηριστεί παρεπόμενη, και συνεπώς μια τέτοια δραστηριότητα δεν θα έπρεπε να θεωρείται οικονομική κατ' εφαρμογή των σημείων 18 και 207 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016. |
|
(25) |
Η AFPI αναφέρει ότι για τους λιμένες, η διασφάλιση της απόδοσης μιας επένδυσης, που αποτελεί καθοριστικό σκοπό στις επιλογές επένδυσης μιας κανονικής εταιρείας, περνά σε δεύτερη θέση, μετά το γενικό συμφέρον. Η AFPI θεωρεί ότι η ίδια η Επιτροπή αναγνώρισε στην απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2004, ότι τα έργα υποδομής των λιμένων «δεν υλοποιήθηκαν ποτέ σε καθαρά εμπορική βάση». Προσθέτει ότι το δίκαιο του ανταγωνισμού δεν πρέπει να εφαρμόζεται παρά μόνο σε εταιρείες με κερδοσκοπικό ή εμπορικό σκοπό και πως τα κέρδη από τους εσωτερικούς λιμένες (ποτάμιους λιμένες), οι οποίοι δεν έχουν μετόχους, επανεπενδύονται συστηματικά. |
4.2. Οικονομικό πλεονέκτημα
|
(26) |
Πολλοί φορείς εκμετάλλευσης των θαλάσσιων λιμένων της Γαλλίας και οι εκπρόσωποι των φορέων εκμετάλλευσης των εσωτερικών λιμένων θεωρούν ότι με το εν λόγω μέτρο παρέχεται αντιστάθμιση για τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στους λιμένες από τη δημόσια εξουσία. Ο GPM της Δουνκέρκης υποστηρίζει ότι το κόστος των καθηκόντων υπερβαίνει συστηματικά τις θεωρητικές χρεώσεις του ΦΕ. Η απαλλαγή από τον φόρο δεν παρέχει, κατά συνέπεια, οικονομικό πλεονέκτημα στους λιμένες. |
4.3. Επιλεκτικότητα
|
(27) |
Οι γαλλικές αρχές και πολλοί φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών θαλάσσιων λιμένων εκτιμούν ότι το μέτρο δεν είναι επιλεκτικό καθώς εφαρμόζεται στο σύνολο των γαλλικών λιμένων και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του γαλλικού φορολογικού συστήματος εδώ και περισσότερα από 70 χρόνια. |
|
(28) |
Προσθέτουν ότι η Επιτροπή δεν έχει αποδείξει ως προς τι οι λιμένες βρίσκονται σε καθεστώς πραγματικά και νομικά συγκρίσιμο με αυτό των λοιπών εταιρειών και αναφέρουν ότι οι λιμένες, κατ' εφαρμογή του εθνικού δικαίου, εξασφαλίζουν τις απαραίτητες συνθήκες στους φορείς του τομέα των μεταφορών για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, χωρίς να ανταγωνίζονται ή να υποκαθιστούν τους τελευταίους και πρέπει να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους που αφορούν την παροχή κοινωφελών υπηρεσιών ή την άσκηση αρμοδιοτήτων δημόσιας εξουσίας. Ο GPM της Χάβρης διευκρινίζει ότι το υψηλό ποσοστό των λιμενικών επιβαρύνσεων στον προϋπολογισμό των λιμένων, η έκταση του κρατικού ελέγχου στους GPM και το γεγονός ότι δεν υπάρχουν «φορείς που λειτουργούν υπό κανονικές οικονομικές συνθήκες […] λαμβάνοντας υπόψη το νόμιμο μονοπώλιο των GPM στη διαχείριση των λιμένων» τους διαφοροποιεί από άλλους φορείς. Για την περιφέρεια της Βρετάνης, το γεγονός ότι η διαχείριση ορισμένων μικρών λιμένων πραγματοποιείται από ΕΒΕ δείχνει ότι βρίσκονται σε διαφορετική κατάσταση. |
|
(29) |
Το ΕΒΕ της Βρέστης, που είναι διαχειριστής του λιμένα της Βρέστης, και ο GPM της Χάβρης αναφέρουν ότι η απαλλαγή από τον ΦΕ για τους λιμένες θεμελιώνεται στο άρθρο 165 του παραρτήματος 4 του CGI, στο μέτρο που οι λιμένες δεν επιδίδονται σε δραστηριότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα που μπορεί να εμπίπτουν σε ΦΕ. Έτσι, οι υπουργικές αποφάσεις της 11ης Αυγούστου 1942 και 27ης Απριλίου 1943 δεν αποτελούν παρά επιβεβαίωση της εφαρμογής των γενικών διατάξεων του άρθρου 165 του παραρτήματος 4 και των άρθρων 205 και 206 του CGI στους λιμένες. |
|
(30) |
Κάνοντας αναφορά στο γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο (Conseil constitutionnel), το οποίο εκτιμά ότι θα ήταν δυνατή παρέκκλιση από την αρχή της ισότητας απέναντι στον φόρο, υπό την προϋπόθεση ότι ο νομοθέτης βασίζει τη διαφορετική αντιμετώπιση σε αντικειμενικά και εύλογα κριτήρια για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών από το μέτρο και υπό την προϋπόθεση ότι το μέτρο δεν προκαλεί κατάφωρη παραβίαση της ισότητας απέναντι στα δημόσια βάρη [απόφαση αριθ. 2012-238 QPC της 20ής Απριλίου 2012 (9)], πολλοί φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών θαλάσσιων λιμένων υποστηρίζουν επίσης ότι το εν λόγω μέτρο δεν προκαλεί κατάφωρη παραβίαση της ισότητας απέναντι στα δημόσια βάρη. |
4.4. Νόθευση του ανταγωνισμού και επιπτώσεις στις συναλλαγές
|
(31) |
Οι γαλλικές αρχές και πολλοί φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών θαλάσσιων λιμένων αναφέρουν ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι θίγεται ο ανταγωνισμός, ενώ η κίνηση για την οποία υπάρχει ανταγωνισμός είναι χαμηλή και η ελκυστικότητα ενός λιμένα υπολογίζεται βάσει σημαντικού αριθμού παραμέτρων (απόδοση των λοιπών κρίκων της εφοδιαστικής αλυσίδας) στους οποίους η υπαγωγή των λιμένων σε ΦΕ δε θα έχει καμία επίπτωση. Η AFPI θεωρεί ότι, αντίθετα με τους θαλάσσιους λιμένες, οι εσωτερικοί λιμένες δεν βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους καθώς οι ενδοχώρες τους είναι κατά πολύ πιο περιορισμένες και πιο διακριτές. |
|
(32) |
Οι γαλλικές αρχές και πολλοί φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών θαλάσσιων λιμένων εκτιμούν ότι η δραστηριότητα των μικρών λιμένων (λιμένων που δεν συμμετέχουν στα πανευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών) δεν επηρεάζει τον ανταγωνισμό λόγω του όγκου των δραστηριοτήτων τους και κυρίως του τοπικού χαρακτήρα της επιρροής τους, ιδιαίτερα στον βαθμό που η συνολική δραστηριότητα των μικρών γαλλικών λιμένων αντιπροσωπεύει μόνο το 1 % της συνολικής κίνησης της Ένωσης. Η ίδια η Επιτροπή θα αναγνώριζε ότι «σύμφωνα με μια καθιερωμένη πρακτική, οι ενισχύσεις στις υποδομές των λιμένων των οποίων το μερίδιο αγοράς είναι χαμηλότερο του 5 % της κίνησης επιβατών ή εμπορευμάτων δεν έχουν αρνητική επίπτωση στον ανταγωνισμό και το εμπόριο ανάμεσα στα κράτη μέλη» [απόφαση της 11ης Απριλίου 2016 στην υπόθεση αριθ. SA.43975 για τον λιμένα του Funchal (10)]. |
|
(33) |
Πολλά ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι οι λιμένες των υπερπόντιων εδαφών δεν έχουν την ικανότητα να ανταγωνίζονται τους λιμένες των λοιπών κρατών μελών. |
|
(34) |
Για τις γαλλικές αρχές και πολλά ενδιαφερόμενα μέρη, η υπαγωγή των γαλλικών λιμένων σε ΦΕ σήμερα θα προκαλούσε μάλιστα στρέβλωση του ανταγωνισμού ανάμεσα στους λιμένες της Ένωσης καθώς όλα τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαφορετικούς συντελεστές. Προσθέτουν ότι πολλά κράτη υποστηρίζουν οικονομικά τους λιμένες τους μέσω διαφορετικών ρυθμίσεων, φορολογικών ή μη. |
|
(35) |
Ο λιμένας του Ρότερνταμ θεωρεί ότι το 2017 ο ΦΕ θα αντιπροσωπεύει για τους ολλανδικούς λιμένες σημαντικό έξοδο το οποίο δεν χρειάζεται να επωμισθούν οι ανταγωνιστές του, ιδιαίτερα οι λιμένες της Δουνκέρκης και της Χάβρης. |
4.5. Συμβατότητα
|
(36) |
Για τις γαλλικές αρχές και πολλούς φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών λιμένων, η εν λόγω απαλλαγή ήταν σε κάθε περίπτωση συμβατή με την εσωτερική αγορά καθώς επέτρεπε την παροχή αντιστάθμισης για ορισμένα καθήκοντα τα οποία χρηματοδοτούνται από τους λιμένες και συνδέονται με αρμοδιότητες της δημόσιας εξουσίας (καθήκοντα που συνδέονται με τα λιμεναρχεία, τη βυθοκόρηση των λιμενικών προσβάσεων, τη συντήρηση των έργων προστασίας, τις χερσαίες προσβάσεις, την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και την ασφάλεια και την προστασία). Δεδομένου ότι το ύψος του ΦΕ από τον οποίο απαλλάσσεται κάθε λιμάνι δεν ξεπερνά τα βάρη που σχετίζονται με αρμοδιότητες της δημόσιας εξουσίας, και μπορεί να είναι ακόμα και πολύ χαμηλότερο από αυτά, η εν λόγω απαλλαγή είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά. |
|
(37) |
Οι εκπρόσωποι των φορέων διαχείρισης των εσωτερικών λιμένων υπογραμμίζουν ότι οι εσωτερικοί λιμένες παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των πολυτροπικών μεταφορών, ότι οι επενδύσεις των λιμένων εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 93 της ΣΛΕΕ (συντονισμός των μεταφορών) και ότι η απαλλαγή από τον ΦΕ εμπίπτει επίσης στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 107 παράγραφος 3 σημείο β) της ΣΛΕΕ σχετικά με τα σημαντικά σχέδια κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος όπως το κανάλι Seine Nord Europe και οι διευρωπαϊκοί διάδρομοι μεταφορών. Η AFPI διευκρινίζει ότι το άρθρο 93 της ΣΛΕΕ θα μπορούσε να εφαρμοστεί στο μέτρο που προβλέπει την «αποζημίωση ορισμένων συμφυών με την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας υπηρεσιών». |
|
(38) |
Για τις γαλλικές αρχές και πολλά ενδιαφερόμενα μέρη των υπερπόντιων εδαφών, η συμβατότητα του μέτρου για τους λιμένες που βρίσκονται στα υπερπόντια εδάφη πρέπει να εξεταστεί ειδικά σε σχέση με το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ. Λόγω του μικρού μεγέθους των αγορών, του νησιωτικού και απομονωμένου χαρακτήρα αυτών των εδαφών και της μεγάλης απόστασης από κάθε άλλο ευρωπαϊκό λιμάνι, το εν λόγω μέτρο φαίνεται να μην προκαλεί πρόβλημα στον ανταγωνισμό. Ο GPM της Γουαδελούπης αναφέρει την πρόταση να ενταχθούν οι ενισχύσεις στις λειτουργίες των μεταφορών των υπερπόντιων εδαφών στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής (11) (εφεξής «ΓΚΑΚ»). Ο GPM της Γαλλικής Γουϊάνας θεωρεί ότι εκπληρώνει αποστολή γενικού συμφέροντος (δημόσια ασφάλεια, εθνική άμυνα, εφοδιασμός) χωρίς να μεταβάλλονται οι συνθήκες των συναλλαγών στο μέτρο που ο λιμένας είναι το αποκλειστικό μέσο εφοδιασμού. Πράγματι, λόγω του κόστους, η κίνηση εμπορευμάτων μέσω αέρος με προορισμό αυτά τα εδάφη αντιπροσωπεύει μόνο το 1 % της συνολικής κίνησης εμπορευμάτων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι η κατάργηση της απαλλαγής από τον ΦΕ θα είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους εφοδιασμού των εδαφών – που θα μετακυλιόταν στον τελικό πελάτη μέσω των τιμών των εμπορευμάτων – και τη μείωση της επενδυτικής ικανότητας. Υπογραμμίζουν ότι μια τέτοια κατάργηση θα ήταν αντίθετη σε άλλες φορολογικές διατάξεις παρέκκλισης που είναι αποδεκτές από την Επιτροπή, όπως τα μέτρα φορολογικής ενίσχυσης επενδύσεων ή ο μηδενικός συντελεστής ΦΠΑ που επιτρέπει τη μείωση του κόστους των ροών κατανάλωσης. |
4.6. Χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας
|
(39) |
Πολλοί φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών θαλάσσιων λιμένων ζητούν από την Επιτροπή την αναστολή της εν λόγω διαδικασίας μέχρι την οριστικοποίηση της τρέχουσας ενωσιακής ατζέντας για τους λιμένες, ιδιαίτερα την αναθεώρηση του ΓΚΑΚ και την πρόταση κανονισμού που θα θεσπίζει πλαίσιο για την πρόσβαση στην αγορά των λιμενικών υπηρεσιών και την οικονομική διαφάνεια των λιμένων (εφεξής «η πρόταση κανονισμού για τις λιμενικές υπηρεσίες») (12). Εκπλήσσονται από την ταχύτητα της διαδικασίας που κινείται κατά της Γαλλίας ενώ η Επιτροπή διαλεγόταν επί μία εικοσαετία με τις Κάτω Χώρες πριν καταλήξει σε τελική απόφαση. |
|
(40) |
Ο λιμένας του Ρότερνταμ ζητά από την Επιτροπή να μεταθέσει την υπαγωγή των ολλανδικών λιμένων σε ΦΕ μέχρι να ολοκληρωθεί μια τομεακή έρευνα και όλοι οι λιμένες που βρίσκονται στο βορειοευρωπαϊκό τμήμα (λιμένες των νότιων διαμερισμάτων της Βόρειας θάλασσας) να υπαχθούν ταυτόχρονα σε φόρο εταιρειών ή, τουλάχιστον, να υπαχθούν σύντομα και ταυτόχρονα σε εταιρικό φόρο οι βελγικοί και γαλλικοί λιμένες. |
5. ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
5.1. Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ
|
(41) |
Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές. |
5.1.1. Επιχειρήσεις/Οικονομικές δραστηριότητες
5.1.1.1.
|
(42) |
Κατά πάγια νομολογία, «η έννοια της επιχείρησης περιλαμβάνει κάθε οντότητα που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος στο οποίο υπάγεται και του τρόπου χρηματοδότησής της» (13). Σύμφωνα με το Δικαστήριο της ΕΕ, «κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών σε μια δεδομένη αγορά αποτελεί οικονομική δραστηριότητα» (14). |
|
(43) |
Σύμφωνα με τη νομολογία (15), η Επιτροπή διαπίστωσε σε σειρά αποφάσεων ότι η εμπορική εκμετάλλευση και η κατασκευή λιμενικών υποδομών αποτελούν εμπορικές δραστηριότητες (16). Για παράδειγμα, η εμπορική εκμετάλλευση ενός λιμενικού τερματικού σταθμού που τίθεται στη διάθεση των χρηστών έναντι καταβολής τέλους συνιστά οικονομική δραστηριότητα (17). Ομοίως, το Δικαστήριο έχει ήδη αναγνωρίσει σιωπηρά αλλά με βέβαιο τρόπο τον οικονομικό χαρακτήρα ορισμένων λιμενικών λειτουργιών, ιδιαίτερα των «λειτουργιών επιβίβασης και αποβίβασης, μεταφόρτωσης, αποθήκευσης και γενικά της κίνησης των εμπορευμάτων ή κάθε υλικού στον λιμένα» (18). Οι εν λόγω αρχές εφαρμόζονται όχι μόνο στους θαλάσσιους λιμένες αλλά και στους εσωτερικούς λιμένες (19). |
|
(44) |
Η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ότι μπορεί να ανατεθεί στους λιμένες η άσκηση ορισμένων καθηκόντων δημόσιας εξουσίας ή μη οικονομικής φύσης, όπως ο έλεγχος και η ασφάλεια της θαλάσσιας κίνησης (20) ή η εποπτεία κατά της μόλυνσης (21), ούτε ότι, κατά την άσκηση αυτών των καθηκόντων, οι λιμένες δεν συνιστούν επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή διασαφηνίζει εν προκειμένω ότι η απαλλαγή από τον ΦΕ που εξετάζεται από την παρούσα διαδικασία δεν μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση παρά μόνο αν αφορά εισοδήματα που προήλθαν από οικονομικές δραστηριότητες. Αντίθετα, το γεγονός ότι ένα νομικό πρόσωπο ασκεί μία ή περισσότερες δραστηριότητες της δημόσιας αρχής ή μη οικονομικής φύσης δεν αρκεί για να μη χαρακτηριστεί γενικά ως «επιχείρηση». Ένας λιμένας θα θεωρείται επομένως «επιχείρηση» αν – και στο μέτρο που – ασκεί ουσιαστικά μία ή περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες. |
|
(45) |
Οι γαλλικοί λιμένες μπορούν να ασκήσουν πολλά είδη οικονομικών δραστηριοτήτων που ανταποκρίνονται στην παροχή διαφορετικών υπηρεσιών σε πολλές αγορές (22). Πρώτον, οι λιμένες παρέχουν μια γενική υπηρεσία στα πλοία, παρέχοντάς τους πρόσβαση στη λιμενική υποδομή έναντι αντιτίμου. Δεύτερον, ορισμένοι λιμένες παρέχουν πιο ειδικές υπηρεσίες στα πλοία, κυρίως πλοήγηση, ανύψωση, διακίνηση φορτίων, αγκυροβόληση, επίσης έναντι αντιτίμου. Σε αυτές τις δύο πρώτες περιπτώσεις, το καταβληθέν αντίτιμο ονομάζεται εν γένει «λιμενικές επιβαρύνσεις» (23). Τρίτον, οι λιμένες θέτουν έναντι αντιτίμου ορισμένες υποδομές ή εκτάσεις στη διάθεση των εταιρειών που χρησιμοποιούν τους εν λόγω χώρους για ίδιες ανάγκες ή για να παρέχουν στα πλοία ορισμένες από τις λιμενικές υπηρεσίες που αναφέρονται ανωτέρω (24). |
|
(46) |
Δεν ασκούν απαραίτητα όλοι οι γαλλικοί λιμένες όλες τις ανωτέρω δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρουν ορισμένοι από αυτούς, οι GPM δε μπορούν, καταρχήν, να εκμεταλλεύονται πλέον «τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τις λειτουργίες της φόρτωσης, της εκφόρτωσης, της διακίνησης φορτίων και της αποθήκευσης που συνδέονται με τα πλοία» (άρθρο L. 5312-4 του γαλλικού κώδικα μεταφορών). Παρ' όλα αυτά, φαίνεται ότι ορισμένοι GPM συνεχίζουν να εκμεταλλεύονται τον εν λόγω εξοπλισμό και να παρέχουν αντίστοιχες υπηρεσίες (25). |
|
(47) |
Το γεγονός ότι η δημόσια αρχή διαθέτει μεγάλο περιθώριο εκτίμησης για να καθορίσει, στο πλαίσιο των οικονομικών δραστηριοτήτων, αυτές που θα μπορούσαν να αποτελέσουν υπηρεσίες με γενικό οικονομικό συμφέρον (εφεξής «ΥΓΟΣ»), δε σημαίνει ότι αποκλείεται οι εν λόγω δραστηριότητες να έχουν οικονομικό χαρακτήρα. Ωστόσο, κατά πάγια νομολογία, η ίδια η έννοια της «οικονομικής δραστηριότητας» προκύπτει από τα πραγματικά στοιχεία, κυρίως από την ύπαρξη μιας αγοράς για τις σχετικές υπηρεσίες, και δεν εξαρτάται από τις εθνικές επιλογές ή εκτιμήσεις. Συνεπώς, το γεγονός ότι οι δραστηριότητες των λιμένων δεν είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα κατά την έννοια των διατάξεων του CGI, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι τούτο ισχύει, δεν επαρκεί για να απαλλαγούν οι εν λόγω δραστηριότητες από τον οικονομικό τους χαρακτήρα κατά την έννοια της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων. Ομοίως, το γεγονός και μόνο ότι τα καθήκοντα που ασκούνται από τους λιμένες τούς έχουν ανατεθεί από το κράτος δεν επαρκεί για να χαρακτηριστούν οι εν λόγω δραστηριότητες ως μη οικονομικής φύσης. Μάλιστα, όλες οι ΥΓΟΣ αποτελούν καθήκοντα που έχουν ανατεθεί από το κράτος σε επιχειρήσεις. Ωστόσο, οι ΥΓΟΣ συνεπάγονται ασφαλώς την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων. |
|
(48) |
Επιπλέον, το γεγονός ότι ορισμένοι λιμένες ενδέχεται να έχουν χαρακτηριστεί εγκαταστάσεις ζωτικής σημασίας κατά την έννοια του άρθρου L. 1332-1 του γαλλικού αμυντικού κώδικα δεν επαρκεί για να θεωρηθεί ότι οι λιμενικές δραστηριότητες εμπίπτουν στις ουσιαστικές λειτουργίες του κράτους κατά την έννοια της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων. Πολλές οικονομικές δραστηριότητες στο πεδίο της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών και των μεταφορών μπορούν επίσης να είναι ζωτικής σημασίας για τη ζωή του κράτους, χωρίς αυτό να αίρει τον οικονομικό τους χαρακτήρα. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι ο αμυντικός κώδικας (βλέπε άρθρα L. 1332-4, L. 1332-5 και L. 1332-6) αναφέρει ρητά τον χαρακτηρισμό της «επιχείρησης» τουλάχιστον για κάποιους από τους ανωτέρω φορείς. |
|
(49) |
Εν συνεχεία, το επιχείρημα ότι οι GPM πληρούν τα κριτήρια που θέτει το άρθρο 4 παράγραφος 5 της τρίτης οδηγίας ΦΠΑ (26) και εξετάστηκαν από το Δικαστήριο στην υπόθεση C-276/97 είναι άνευ σημασίας εν προκειμένω. Το εν λόγω άρθρο της οδηγίας ΦΠΑ προβλέπει ότι «Τα κράτη, οι περιφέρειες, οι νομοί, οι δήμοι και οι κοινότητες και οι λοιποί οργανισμοί δημοσίου δικαίου δεν θεωρούνται υποκείμενοι στον φόρο για τις δραστηριότητες ή πράξεις τις οποίες πραγματοποιούν ως δημόσια εξουσία, έστω και αν, για τις δραστηριότητες ή πράξεις αυτές, εισπράττουν δικαιώματα, τέλη, εισφορές ή άλλες επιβαρύνσεις» και το Δικαστήριο εκτιμά ότι «οι δραστηριότητες που πραγματοποιούν ως δημόσια εξουσία κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο της έκτης οδηγίας, είναι αυτές που πραγματοποιούνται από οργανισμούς δημοσίου δικαίου στο πλαίσιο του ιδιαίτερου νομικού καθεστώτος που ισχύει γι' αυτούς» (27). Αν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι λιμένες δρουν στο πλαίσιο του ιδιαίτερου νομικού καθεστώτος τους, το χαρακτηριστικό αυτό από μόνο του δεν συνεπάγεται ότι θα απολέσουν τον χαρακτηρισμό του υποκείμενου σε ΦΠΑ (28). Εκτός από το ότι σε καμία περίπτωση δεν αντικρούει τον οικονομικό χαρακτήρα των δραστηριοτήτων που ασκούνται, η επίκληση της απαλλαγής επιβεβαιώνει ότι οι εν λόγω δραστηριότητες είναι οικονομικές καθώς η απαλλαγή (η οποία επηρεάζει άμεσα το χαρακτηρισμό του υποκείμενου στον φόρο) έχει νόημα μόνο αν οι δραστηριότητες που πραγματοποιούνται είναι οικονομικές (29). Κυρίως, αυτό το κριτήριο (άσκηση δραστηριοτήτων στο πλαίσιο του ιδιαίτερου νομικού καθεστώτος για δημόσιους οργανισμούς) αναπτύχθηκε από το δικαστήριο σε σύνδεση με το άρθρο 4 παράγραφος 5 της οδηγίας ΦΠΑ και δεν διαθέτει αντιστοιχία στη νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων. Αντίθετα μάλιστα, σύμφωνα με τη νομολογία στην οποία γίνεται επίκληση στην αιτιολογική σκέψη 43, το νομικό καθεστώς στο οποίο υπόκεινται οι φορείς δεν αρκεί για να αποκλειστεί η ύπαρξη οικονομικής δραστηριότητας κατά την έννοια του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ. |
|
(50) |
Προσθέτει επίσης ότι το κατά πόσον οι λιμένες δρουν σε καθαρά εμπορική βάση μεγιστοποίησης κερδών ή όχι, βάζουν ή δεν βάζουν το γενικό συμφέρον πριν από την απόδοση της επένδυσης, έχουν ή δεν έχουν κερδοσκοπικό σκοπό και επανεπενδύουν ή όχι συστηματικά τα κέρδη τους, δεν επαρκεί πλέον για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μια δραστηριότητα παροχής αγαθών ή υπηρεσιών στην αγορά να έχει οικονομικό χαρακτήρα (30). Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι ορισμένοι γαλλικοί λιμένες αποκομίζουν κέρδη, αποδίδουν μερίσματα στο κράτος (31) και δεν επανεπενδύουν συστηματικά τα κέρδη τους στην υποδομή. |
|
(51) |
Τέλος, το επιχείρημα των γαλλικών αρχών σύμφωνα με το οποίο η ΣΛΕΕ περιέχει ειδικό άρθρο (άρθρο 93) για την αντιμετώπιση των κρατικών ενισχύσεων στις μεταφορές, επιβεβαιώνει απλώς ότι οι δραστηριότητες των μεταφορών είναι οικονομικές (στην αντίθετη περίπτωση δεν θα επρόκειτο για κρατικές ενισχύσεις). |
5.1.1.2.
|
(52) |
Σε ό,τι αφορά πιο συγκεκριμένα τις υπηρεσίες που προσφέρονται από τους λιμένες έναντι καταβολής λιμενικών επιβαρύνσεων, το γεγονός ότι η δομή των λιμενικών επιβαρύνσεων ορίζεται σε εθνικό επίπεδο και τα τέλη εγκρίνονται από τη δημόσια αρχή δεν επαρκεί για να απαλλάξει τις υπηρεσίες από τον οικονομικό τους χαρακτήρα (32). Ειδικότερα, στην υπόθεση C-343/95 που αναφέρεται από το GPM της Χάβρης, το Δικαστήριο βασίζεται κυρίως στη φύση των δραστηριοτήτων που ασκούνται για να εκτιμήσει τον οικονομικό τους χαρακτήρα (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 18 και 23) και επικουρικά στην έγκριση των τιμών σε εθνικό επίπεδο. Άλλωστε, κατ' εφαρμογή του γαλλικού κώδικα μεταφορών (33), οι ίδιοι οι λιμένες έχουν την ευθύνη καθορισμού των τιμών. |
|
(53) |
Σχετικά την αναφορά που γίνεται από τον GPM της Χάβρης στην απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2004 της Επιτροπής στην υπόθεση Ν 520/200[3] (***), η Επιτροπή αναφέρει ότι αυτή η πρακτική λήψης αποφάσεων έχει εξελιχθεί από το 2004 σε συνάρτηση με την εξέλιξη της νομολογίας του Δικαστηρίου. Η κατασκευή και η συντήρηση των υποδομών πρόσβασης στους λιμένες, όταν οι υποδομές αυτές δύνανται να χρησιμοποιηθούν από όλους τους χρήστες χωρίς διακρίσεις και χωρίς αντάλλαγμα, θεωρούνται υπό κανονικές συνθήκες ως γενικά μέτρα που λαμβάνονται από το κράτος στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του για την ανάπτυξη των θαλάσσιων μεταφορών. Εκτός αν ορισμένες ιδιαιτερότητες της υπόθεσης επιβάλλουν αντίθετο συμπέρασμα, η Επιτροπή θεωρεί καταρχήν ότι οι υποδομές πρόσβασης που βρίσκονται στο εξωτερικό του λιμένα εξυπηρετούν τη θαλάσσια κοινότητα στο σύνολό της και η δημόσια χρηματοδότησή τους δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση. Αντίθετα, η δημόσια χρηματοδότηση των προσβάσεων στο εσωτερικό των λιμένων θεωρείται κατ αρχήν ότι ωφελεί συγκεκριμένα την εκμετάλλευση του ίδιου του λιμένα και αποτελεί κρατική ενίσχυση (34). |
5.1.1.3.
|
(54) |
Δεν μπορεί να συναχθεί από την απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση SA.36346 (35), η οποία αναφέρεται στο σημείο στ) της σκέψης 17 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016, ότι η διαχείριση ή η αξιοποίηση του λιμενικού χώρου και, ειδικότερα, η ενοικίαση ή διάθεση συγκεκριμένων εκτάσεων και υποδομών έναντι αντιτίμου δεν αποτελεί οικονομική δραστηριότητα. Η υπόθεση SA.36346 αφορούσε στην πράξη στήριξη για την ανανέωση των δημόσιων εκτάσεων και όχι ενοικίαση των εκτάσεων έναντι αντιτίμου. |
|
(55) |
Γενικά, η ενοικίαση δημόσιου χώρου έναντι αντιτίμου συνιστά οικονομική δραστηριότητα, ειδικότερα όταν ο ανάδοχος του λιμένα παρέχει λιμενικές υπηρεσίες στους πελάτες του (36). Άλλωστε, η ίδια η γαλλική διοίκηση έχει ήδη θεωρήσει ότι τα έσοδα από την ενοικίαση εκτάσεων (τέλη χρήσης ακινήτων) πρέπει να υποβάλλονται σε ΦΕ κατ' εφαρμογή του ίδιου του εθνικού δικαίου (37). Καταφεύγει επίσης σε σχολιασμό της φορολογικής νομοθεσίας που έχει δημοσιευτεί από τη γενική διεύθυνση δημόσιων οικονομικών (επίσημη θεωρία της γαλλικής φορολογικής διοίκησης), (38) αναφέροντας ότι τα τέλη παραχώρησης του συνόλου ή μέρους ενός λιμένα (για παράδειγμα της παραχώρησης δημόσιου εξοπλισμού) υπόκεινται σε ΦΠΑ, κάτι που αποτελεί ακόμα μία ένδειξη της οικονομικής τους φύσης. |
5.1.1.4.
|
(56) |
Η κατασκευή και η συντήρηση των υποδομών πρόσβασης στους λιμένες, κυρίως η βυθοκόρηση των ποταμών, οι οδοί πρόσβασης και τα κανάλια, όταν οι υποδομές αυτές δύνανται να χρησιμοποιηθούν από όλους τους χρήστες χωρίς διακρίσεις και χωρίς αντάλλαγμα, θεωρούνται υπό κανονικές συνθήκες ως γενικά μέτρα που λαμβάνονται από το κράτος στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του για την ανάπτυξη των θαλάσσιων μεταφορών. Κατά γενικό κανόνα, η Επιτροπή εφαρμόζει διάκριση ανάλογα με το αν η υποδομή πρόσβασης βρίσκεται στο εσωτερικό ή το εξωτερικό του λιμένα και είναι προσβάσιμη στο ευρύ κοινό. Εκτός αν ορισμένες ιδιαιτερότητες της υπόθεσης επιβάλλουν αντίθετο συμπέρασμα, η Επιτροπή θεωρεί καταρχήν ότι οι υποδομές πρόσβασης που βρίσκονται στο εξωτερικό του λιμένα εξυπηρετούν τη θαλάσσια κοινότητα στο σύνολό της και η δημόσια χρηματοδότησή τους δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση. Αντίθετα, η δημόσια χρηματοδότηση των προσβάσεων στο εσωτερικό των λιμένων θεωρείται κατ αρχήν ότι ωφελεί συγκεκριμένα την εκμετάλλευση του ίδιου του λιμένα και αποτελεί κρατική ενίσχυση (39). |
|
(57) |
Για παράδειγμα, η Επιτροπή δήλωσε ότι η βυθοκόρηση στην εκβολή που βελτιώνει την πρόσβαση στον ποταμό και ωφελεί αδιακρίτως όλους τους φορείς που βρίσκονται στην εκβολή και το μήκος των εσωτερικών οδών πλοήγησης, αποτελεί γενικό μέτρο που ωφελεί τη θαλάσσια κοινότητα στο σύνολό της. Συνεπώς, η Επιτροπή θεώρησε ότι σε αυτή την υπόθεση η βυθοκόρηση δεν συνιστά οικονομική δραστηριότητα (40). |
5.1.1.5.
|
(58) |
Το γεγονός ότι οι οικονομικές δραστηριότητες μιας οντότητας είναι λιγότερες ή έχουν δευτερεύοντα χαρακτήρα σε σχέση τις μη οικονομικές δραστηριότητές της δεν επιτρέπει, καταρχήν, να εξαιρεθούν οι εν λόγω οικονομικές δραστηριότητες από τη νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων. |
|
(59) |
Επιπλέον, και χωρίς να είναι απαραίτητη μια αξιολόγηση της αναλογίας των διαφορετικών οικονομικών δραστηριοτήτων ανά λιμένα, συνάγεται από τις παραπάνω αναλύσεις ότι ένα πολύ σημαντικό τμήμα των δραστηριοτήτων που θεωρούνται μη οικονομικές από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη και τις γαλλικές αρχές είναι οικονομικής φύσης. Επιπλέον, οι λιμενικές επιβαρύνσεις και τα τέλη παραχώρησης αντιπροσωπεύουν τη μεγάλη πλειονότητα των εσόδων των μεγάλων θαλάσσιων λιμένων (41) και συμβάλλουν σημαντικά στη δημιουργία θετικής φορολογικής βάσης για επιβολή ΦΕ στους λιμένες. |
|
(60) |
Τέλος, η Επιτροπή αποδέχεται ότι το σύνολο της χρηματοδότησης μιας υποδομής θα μπορούσε να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων εφόσον η εν λόγω υποδομή χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για σκοπούς μη οικονομικής δραστηριότητας και η οικονομική χρήση παραμένει καθαρά επικουρική (42). Ωστόσο, το γεγονός ότι οι λιμένες εκτελούν δραστηριότητες μη οικονομικής φύσης στα εδάφη που καταλαμβάνουν δεν σημαίνει ότι η ίδια η λιμενική υποδομή χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για τους σκοπούς μη οικονομικής δραστηριότητας ούτε ότι οι οικονομικές δραστηριότητες είναι επικουρικές των μη οικονομικών δραστηριοτήτων. |
5.1.1.6.
|
(61) |
Οι αυτόνομοι λιμένες (που στην πλειοψηφία τους μετατράπηκαν σε GPM, με εξαίρεση κυρίως τους αυτόνομους ποτάμιους λιμένες του Παρισιού και του Στρασβούργου), τα επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου, τα εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια που διαχειρίζονται λιμενικές εγκαταστάσεις, οι δήμοι που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου κρατικού εξοπλισμού στους θαλάσσιους λιμένες, όπως και οι επιχειρήσεις τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού, που εκμεταλλεύονται απευθείας τις υποδομές ή παρέχουν υπηρεσίες σε έναν λιμένα, είναι, όσο αναφορά τις δικές τους οικονομικές δραστηριότητες – ιδίως αυτές που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη (45) – «επιχειρήσεις» κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
5.1.2. Κρατικοί πόροι και δυνατότητα καταλογισμού
|
(62) |
Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, μόνο οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους μπορούν να αποτελούν κρατικές ενισχύσεις. Κατά πάγια νομολογία η παραίτηση από πόρους που, καταρχήν, θα έπρεπε να καταβληθούν στο δημόσιο Ταμείο συνιστά μεταβίβαση κρατικών πόρων κατά την έννοια αυτής της διάταξης (43). |
|
(63) |
Μέσω της φορολογικής απαλλαγής την οποία απολαμβάνουν οι φορείς εκμετάλλευσης των γαλλικών λιμένων, το γαλλικό κράτος παραιτείται των φορολογικών εσόδων και αυτό συνεπάγεται μεταφορά κρατικών πόρων κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Δεδομένου ότι η εν λόγω φορολογική απαλλαγή βασίζεται σε σειρά αποφάσεων, αποδίδεται επίσης στο γαλλικό κράτος. |
5.1.3. Οικονομικό πλεονέκτημα
|
(64) |
Το εν λόγω μέτρο, για να συνιστά κρατική ενίσχυση πρέπει να παρέχει οικονομικό πλεονέκτημα στον ωφελούμενο. Ως πλεονέκτημα δεν νοούνται μόνο οι θετικές παροχές, αλλά και οι επεμβάσεις οι οποίες, υπό διάφορες μορφές, ελαφρύνουν τις επιβαρύνσεις που συνήθως βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης (44). |
|
(65) |
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, βάσει της γαλλικής φορολογικής νομοθεσίας, «οι αυτόνομοι λιμένες, τα επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου, τα εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια που διαχειρίζονται λιμενικές εγκαταστάσεις, οι δήμοι που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού ο οποίος ανήκει στο κράτος εντός των λιμένων, καθώς και οι εταιρείες τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού» (45) πρέπει να υπάγονται σε ΦΕ λόγω των οικονομικών τους δραστηριοτήτων αλλά απαλλάσσονται από αυτόν. Κατά συνέπεια, αυτές οι οντότητες δεν επιβαρύνονται με τις δαπάνες του ΦΕ που κανονικά βαρύνουν τις γαλλικές επιχειρήσεις για τις οικονομικές τους δραστηριότητες. Επωφελούνται από ένα οικονομικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
|
(66) |
Ωστόσο, το επιχείρημα ότι η απαλλαγή από τον ΦΕ αντισταθμίζει το πρόσθετο κόστος που προκύπτει από τα καθήκοντα γενικού συμφέροντος που έχουν ανατεθεί στους λιμένες από την κρατική εξουσία δεν μπορεί να προκαλέσει αμφισβήτηση για τον χαρακτηρισμό του πλεονεκτήματος εκτός αν, αφενός, το ποσό του πλεονεκτήματος που προέκυψε από την απαλλαγή από τον φόρο είχε πραγματικό στόχο την αντιστάθμιση του πρόσθετου κόστους που προκύπτει από καθήκοντα γενικού συμφέροντος και αφετέρου, το ποσό αυτό περιοριζόταν στα καθαρά πρόσθετα έξοδα που συνδέονται με την άσκηση αυτών των καθηκόντων (μη-υπεραντιστάθμιση) (46). Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ισχύει αυτό. Μάλιστα, καμία διάταξη εθνικού δικαίου δεν καθιερώνει οποιαδήποτε σύνδεση ανάμεσα στην απαλλαγή από τον ΦΕ και τα ενδεχόμενα καθήκοντα παροχής δημόσιας υπηρεσίας που ανατίθενται στους λιμένες (47). Το εθνικό δίκαιο δενεγγυάται ότι το ποσό της αντιστάθμισης (δηλαδή το μη καταβληθέν ποσό του ΦΕ) θα περιορίζεται πάντοτε στο απαραίτητο για την κάλυψη του συνόλου ή μέρους του κόστους που προκύπτει από την εκτέλεση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Η απαλλαγή από τον ΦΕ, της οποίας το ύψος είναι ανάλογο των κερδών που πραγματοποιήθηκαν, δεν έχει όριο και μπορεί κατά συνέπεια να καταλήξει σε πλεονέκτημα δυσανάλογο με τα επιπρόσθετα έξοδα που προκύπτουν από τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Τέλος, η διαβεβαίωση του GPM της Δουνκέρκης ότι το κόστος των καθηκόντων παροχής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνει συστηματικά τη θεωρητική φορολογική υποχρέωση δεν αποδεικνύεται από κανέναν αριθμό και κανένα ιστορικό δεδομένο. Λόγω έλλειψης νομοθετικής εγγύησης (με μελλοντική επίσης ισχύ), η απουσία υπεραντιστάθμισης, ακόμα και αν η διαβεβαίωση επαληθευόταν για το παρελθόν, δεν θα επαρκούσε για την πλήρωση της προϋπόθεσης μη-υπεραντιστάθμισης. |
5.1.4. Επιλεκτικότητα
|
(67) |
Το μέτρο, για να μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, πρέπει να είναι επιλεκτικό, δηλαδή να ευνοεί ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (48). |
|
(68) |
Κατά πάγια νομολογία (49), η αξιολόγηση της ουσιαστικής επιλεκτικότητας ενός φορολογικού μέτρου που ελαφρύνει από τα συνήθη βάρη στον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης, περιλαμβάνει τρία στάδια. Σε πρώτη φάση είναι απαραίτητο να εντοπιστεί το κοινό ή «κανονικό» φορολογικό καθεστώς (που ονομάζεται «σύστημα αναφοράς») που βρίσκεται σε ισχύ στο αντίστοιχο κράτος μέλος. Σε δεύτερη φάση πρέπει να αποφασιστεί αν το εν λόγω μέτρο παρεκκλίνει από το σύστημα αναφοράς στο μέτρο που εισάγει διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε φορείς που βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό από το εν λόγω καθεστώς. Αν ισχύει αυτό, το μέτρο είναι a priori επιλεκτικό. Σε τρίτη φάση είναι σημαντικό να θεμελιωθεί κατά πόσον το μέτρο που παρεκκλίνει δικαιολογείται από τη φύση ή τη γενική οικονομία του συστήματος αναφοράς. Αναφορικά με αυτή την τρίτη φάση, επαφίεται στο κράτος μέλος να αποδείξει ότι η διαφορετική φορολογική διαχείριση προκύπτει απευθείας από τις θεμελιώδεις ή κατευθυντήριες αρχές του φορολογικού καθεστώτος (50) που αναγνωρίζεται ως σύστημα αναφοράς. |
Σύστημα αναφοράς
|
(69) |
Το σύστημα αναφοράς είναι ο γαλλικός φόρος εταιρειών, που επιβάλλεται καταρχήν επί του συνόλου των κερδών ή των εσόδων που αποκομίζουν οι εταιρείες και λοιπά νομικά πρόσωπα (άρθρο 205 του CGI). Κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 206 παράγραφος 1 και 1654 του CGI, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που επιδίδονται σε εκμετάλλευση ή δραστηριότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα υπάγονται σε φόρο εταιρειών. Κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 165 του παραρτήματος 4 του CGI, οι δημόσιοι οργανισμοί βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα υπάγονται σε όλους τους άμεσους και τους εξομοιούμενους φόρους που επιβάλλονται στις ιδιωτικές εταιρείες παρόμοιου χαρακτήρα. Το άρθρο 167 του παραρτήματος 4 του ίδιου κώδικα ορίζει ότι οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται κυρίως στα εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια και στους αυτόνομους λιμένες. Ούτε οι γαλλικές αρχές ούτε οι τρίτοι ενδιαφερόμενοι διατύπωσαν σχόλια επί αυτού του σημείου μετά την απόφαση κίνησης της διαδικασίας. |
Παρέκκλιση από το σύστημα αναφοράς
|
(70) |
Βάσει των υπουργικών αποφάσεων του 1942 και 1943 που αναφέρθηκαν ήδη, «οι αυτόνομοι λιμένες, τα επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου, τα εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια που διαχειρίζονται λιμενικές εγκαταστάσεις, οι δήμοι που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού ο οποίος ανήκει στο κράτος εντός των λιμένων, καθώς και οι επιχειρήσεις τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού» απαλλάσσονται από ΦΕ. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς ορισμένων γαλλικών λιμένων, η απαλλαγή από τον ΦΕ που απολαμβάνουν οι λιμένες δεν προκύπτει από τις γενικές διατάξεις του CGI (ιδίως το άρθρο 165 του παραρτήματος 4 του CGI) ούτε από τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα της δραστηριότητας των λιμένων αλλά από τις υπουργικές αποφάσεις του 1942 και 1943 που παρεκκλίνουν ρητά από τις παραπάνω γενικές διατάξεις (51). Αυτό επιβεβαιώνεται από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που παραθέτουν τα ενδιαφερόμενα μέρη (52). |
|
(71) |
Ωστόσο, για την εξυπηρέτηση του σκοπού του συστήματος αναφοράς, που είναι η φορολόγηση των κερδών που αποκομίζουν οι εταιρείες και νομικά πρόσωπα, οι οντότητες που προβλέπονται στις υπουργικές αποφάσεις του 1942 και 1943 καθίστανται πραγματικά και νομικά συγκρίσιμες με άλλες εταιρείες ή νομικά πρόσωπα που υπάγονται στον εν λόγω φόρο, στο μέτρο που όλες αυτές οι επιχειρήσεις αποκομίζουν κέρδη. Η εν λόγω απαλλαγή συνιστά συνεπώς παρέκκλιση από τους θεσπισμένους νόμους για το φορολογικό σύστημα αναφοράς. |
|
(72) |
Η Επιτροπή θεωρεί λοιπόν ότι η φορολογική απαλλαγή υπέρ των προαναφερθέντων οντοτήτων είναι prima facie επιλεκτική. |
|
(73) |
Η εφαρμογή του μέτρου στο σύνολο των γαλλικών λιμένων, αν υποτεθεί ότι αποδεικνύεται (53), δεν θέτει υπό αμφισβήτηση αυτό το συμπέρασμα. Το εν λόγω μέτρο δεν είναι όντως γενικό ως προς το σύστημα αναφοράς καθώς εφαρμόζεται μόνο σε ορισμένες επιχειρήσεις (φορείς εκμετάλλευσης των λιμένων) που βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση με εκείνη άλλων εταιρειών και νομικών προσώπων που υπάγονται σε αυτόν τον φόρο, δηλαδή όλες τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν κέρδη. Το μέτρο θα ήταν γενικό μόνο λαμβάνοντας υπόψη ένα σύστημα αναφοράς το οποίο θα περιοριζόταν στους ίδιους τους λιμένες (σύστημα αναφοράς που διαμορφώθηκε από τις υπουργικές αποφάσεις του 1942 και 1943), ενώ έχει αποδειχθεί παραπάνω ότι το σύστημα αναφοράς ήταν οι γενικές διατάξεις του ΦΕ, στο πεδίο των οποίων εμπίπτουν οι επιχειρήσεις όλων των κλάδων. |
|
(74) |
Ωστόσο, ως προς τον σκοπό του συστήματος αναφοράς, που είναι η υπαγωγή των κερδών κάθε νομικού προσώπου σε φόρο εισοδήματος, χαρακτηριστικά όπως αυτά που αναφέρθηκαν από τις γαλλικές αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη (καθήκοντα που επιβάλλονται στους λιμένες προς εξυπηρέτηση άλλων επιχειρήσεων, ειδικές υπηρεσίες, εκμετάλλευση από τα ΕΒΕ, απουσία ανταγωνισμού, χρηματοδότηση από τα λιμενικές επιβαρύνσεις και χρήση των αρμοδιοτήτων της δημόσιας εξουσίας) δεν είναι λυσιτελή, άρα δεν μπορούν να θεμελιώσουν την ύπαρξή διαφορετικής πραγματικής και νομικής κατάστασης. Αν και αυτές οι συνθήκες δύνανται να εξηγήσουν, κατά περίπτωση, γιατί οι φορείς εκμετάλλευσης των λιμένων στους οποίους έχουν ανατεθεί καθήκοντα γενικού συμφέροντος έχουν χαμηλή κερδοφορία και κατά συνέπεια χαμηλότερα φορολογητέα κέρδη, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την απαλλαγή των κερδών –παρά τα βάρη που συνδέονται με αυτά τα καθήκοντα γενικού συμφέροντος– από τον ΦΕ. |
|
(75) |
Κατά τα λοιπά, η γαλλική διοίκηση ήδη αναγνώρισε, με την ευκαιρία αιτήματος δημιουργίας φορολογικού καθεστώτος παρέκκλισης υπέρ των αυτόνομων τοπικών φορέων των λιμένων αναψυχής, ότι «οι ενωσιακές ρυθμίσεις των κανόνων ανταγωνισμού δεν επιτρέπουν εφαρμογή φορολογικών μέτρων παρέκκλισης υπέρ ορισμένων δραστηριοτήτων» (54). |
Δικαιολόγηση βάσει της φύσης ή της οικονομίας του συστήματος
|
(76) |
Οι γαλλικές αρχές αναφέρουν ότι το μέτρο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το γαλλικό φορολογικό σύστημα εδώ και περισσότερα από 70 χρόνια, αλλά η χρονική διάρκεια του μέτρου δεν επαρκεί ώστε να θεωρηθεί ότι η φύση και η οικονομία του συστήματος δικαιολογεί την παρέκκλιση από τους συνήθεις κανόνες του εν λόγω συστήματος. Αντίθετα, η χρονική διάρκεια του μέτρου μπορεί να δικαιολογήσει την εφαρμογή της διαδικασίας για τις υπάρχουσες ενισχύσεις (βλέπε παρακάτω). Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εγγενής λογική του συστήματος αναφοράς εν προκειμένω είναι η φορολόγηση των κερδών. Επομένως, η απαλλαγή από τον φόρο που βασίζεται αποκλειστικά στην υπαγωγή σε συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων ή που αναγνωρίζεται μόνο για ορισμένες οντότητες που αναφέρονται στον νόμο δεν εμπίπτει σε αυτή τη λογική. |
|
(77) |
Τέλος, αναφορικά με τη διαβεβαίωση ορισμένων ενδιαφερόμενων μερών σύμφωνα με την οποία το εξεταζόμενο μέτρο δεν συνεπάγεται «σαφή παραβίαση της αρχής της ισότητας», η Επιτροπή επισημαίνει ότι το γεγονός ότι ένα μέτρο δεν συνεπάγεται «σαφή παραβίαση της αρχής της ισότητας» στο γαλλικό δίκαιο δεν σημαίνει ότι «πηγάζει απευθείας από τις εγγενείς θεμελιώδεις ή κατευθυντήριες αρχές του συστήματος αναφοράς ή […] ότι πηγάζει από εγγενείς μηχανισμούς του συστήματος που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά του» (***) (55) κατά την έννοια της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων. Επομένως, όπως συνάγεται από την απόφαση του Συνταγματικού Συμβουλίου της Γαλλίας (Conseil constitutionnel) (56), η αξιολόγηση της αρχής της ισότητας στο γαλλικό δίκαιο λαμβάνει υπόψη τους επιδιωκόμενους σκοπούς του κατά παρέκκλιση μέτρου, δηλαδή τους σκοπούς γενικού συμφέροντος που είναι εξωγενείςπρος το φορολογικό σύστημα και δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο στάδιο δικαιολόγησης βάσει της φύσης και της οικονομίας του φορολογικού συστήματος. Ακόμα και αν οι εξωγενείς προς το σύστημα στόχοι μπορούν ενδεχομένως να ληφθούν υπόψη στο στάδιο της αξιολόγησης της συμβατότητας μίας ενίσχυσης, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την επιλεκτικότητας μίας παρέκκλισης ούτε, επομένως, να αποδείξουν την απουσία της κρατικής ενίσχυσης. Επιπλέον, η απόφαση του Συνταγματικού Συμβουλίου της Γαλλίας που αναφέρεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν αφορά τις υπουργικές αποφάσεις που απαλλάσσουν τους λιμένες από τον ΦΕ αλλά ένα νομοθετικό κείμενο που απαλλάσσει ορισμένες αθλητικές ενώσεις από φόρο του οποίου η εγγενής λογική διαφέρει από αυτή του ΦΕ. |
|
(78) |
Η Επιτροπή θεωρεί, κατά συνέπεια, ότι η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών δεν δικαιολογείται από τη φύση και την οικονομία του γαλλικού φορολογικού συστήματος. |
5.1.5. Νόθευση του ανταγωνισμού και επιπτώσεις στις συναλλαγές
|
(79) |
Προκειμένου να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, το μέτρο πρέπει να επηρεάζει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και να νοθεύει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Αυτά τα δύο κριτήρια συνδέονται στενά. |
|
(80) |
Όπως το Δικαστήριο επικαλείται ιδιαιτέρως στην απόφαση Eventech (57),
|
|
(81) |
Στην απόφαση Wam (58) υπογράμμισε ιδιαίτερα τα εξής:
|
|
(82) |
Ωστόσο, εν προκειμένω, το φορολογικό πλεονέκτημα από το οποίο επωφελούνται οι εν λόγω λιμένες, τους ελαφρύνει από ένα τρέχον βάρος το οποίο θα έπρεπε να επωμισθούν υπό κανονικές συνθήκες. Εκ φύσεως τούς ευνοεί σε σύγκριση με τους γαλλικούς λιμένες και τους λιμένες άλλων χωρών της ΕΕ που δεν επωφελούνται. Κατά συνέπεια, μπορεί να επηρεάσει το ενδοκοινοτικό εμπόριο και να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. |
|
(83) |
Συγκεκριμένα, ο ανταγωνισμός υφίσταται στον τομέα των λιμένων και εντείνεται από τη φύση και τα χαρακτηριστικά των μεταφορών, ιδιαίτερα των θαλάσσιων και εκείνων μέσω εσωτερικών οδών. Ακόμα κι αν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι λιμένες απολαμβάνουν νόμιμο μονοπώλιο προσφοράς λιμενικών υπηρεσιών στο εσωτερικό του λιμένα που εκμεταλλεύονται, οι υπηρεσίες μεταφορών που προσφέρουν, τουλάχιστον σε έναν βαθμό, ανταγωνίζονται τις εν λόγω υπηρεσίες που προσφέρουν άλλοι λιμένες καθώς και άλλοι πάροχοι μεταφορών στη Γαλλία (59) και στα λοιπά κράτη μέλη. |
|
(84) |
Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης των ενδιαφερόμενων μερών επί ενός σχεδίου κανονισμού για τον λιμενικό τομέα, «όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη υπογράμμισαν την ανάγκη ενός σταθερού περιβάλλοντος και ισότιμων όρων[…] ως προς τον “διαλιμενικό” ανταγωνισμό εντός της ΕΕ (ανταγωνισμό μεταξύ των λιμένων) […]» (60). Ομοίως, οι λιμένες, ειδικά οι εσωτερικοί, και εν γένει οι υδάτινες μεταφορές των οποίων αποτελούν κρίκο, ανταγωνίζονται τα άλλα είδη μεταφορών. Στο μέτρο που υφίστανται ή μπορούν να υφίστανται άλλες λύσεις για τη μεταφορά των αγαθών στα υπερπόντια εδάφη, το μέτρο μπορεί, εξίσου για τους λιμένες που βρίσκονται μακριά από τη μητρόπολη ή άλλους ευρωπαϊκούς λιμένες, να οδηγήσει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού και να έχει επίπτωση στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. |
|
(85) |
Ακόμα και αν αληθεύει ότι η ελκυστικότητα ενός λιμένα μετράται βάσει πολλών παραμέτρων, κυρίως των συνδέσεων με την ενδοχώρα (61), η τιμή των παρεχόμενων υπηρεσιών από τους λιμένες (λιμενικές επιβαρύνσεις και λοιπά καταβαλλόμενα τέλη από τους πλοιοκτήτες) συνιστά σίγουρα ένα στοιχείο ανταγωνιστικότητας μεταξύ των λιμένων (62). Αντίθετα με τους ισχυρισμούς των γαλλικών αρχών και ορισμένων ενδιαφερόμενων μερών, το γεγονός ότι το εν λόγω στοιχείο είναι περισσότερο ή λιγότερο σημαντικό σε σχέση με τα λοιπά στοιχεία ανταγωνιστικότητας των λιμένων δεν επιτρέπει το συμπέρασμα ότι το εξεταζόμενο μέτρο επηρεάζει τον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι δύναται να επηρεάσει τις τιμές που χρεώνουν οι λιμένες και, εφόσον όλες οι υπόλοιπες συνθήκες παραμένουν σταθερές, αυτές οι τιμές θα είναι καθοριστικές στο να προτιμήσουν οι πλοιοκτήτες έναν λιμένα και όχι έναν άλλο για τη διαδρομή ή την υλικοτεχνική υποστήριξη. |
|
(86) |
Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι οι ευρωπαϊκοί λιμένες βρίσκονται επίσης σε ανταγωνισμό προσέλκυσης φορέων (ή παραχωρησιούχων) που παρέχουν στους πλοιοκτήτες ορισμένες λιμενικές υπηρεσίες όταν η λιμενική αρχή δεν διασφαλίζει άμεσα αυτές τις υπηρεσίες. Το ύψος των απαιτούμενων τελών από τους λιμένες με αντάλλαγμα τη διάθεση εκτάσεων και υποδομών (λιμενικός εξοπλισμός) στους παραχωρησιούχους παίζει επίσης ρόλο στην προτίμηση των τελευταίων να εγκατασταθούν σε έναν λιμένα και όχι σε έναν άλλο, καθώς και στην επιλογή των μέσων που χρησιμοποιούνται εκεί. Γενικότερα, οι λιμένες βρίσκονται σε ανταγωνισμό με άλλους οικονομικούς φορείς στην αγορά χρηματοδοτήσεων και επενδύσεων. Εφόσον όλες οι υπόλοιπες συνθήκες παραμένουν σταθερές, το μέτρο προσδίδει στους λιμένες ένα πλεονέκτημα για τους επενδυτές, σε σύγκριση με άλλους φορείς που δεν επωφελούνται από το μέτρο (αντιπροσωπεύουν μια πιο συμφέρουσα επένδυση). |
|
(87) |
Ωστόσο, επειδή το εξεταζόμενο μέτρο αποτελεί ενίσχυση που εφαρμόζεται σε πολύ διαφορετικούς λιμένες ως προς το μέγεθός τους, τη γεωγραφική τους θέση, τον τύπο τους (εσωτερικός λιμένας, θαλάσσιος λιμένας) ή τη δραστηριότητά τους, δεν είναι απαραίτητο, προκειμένου διαπιστωθεί ότι το υπό εξέταση μέτρο αποτελεί κρατική ενίσχυση, να αποδειχθεί μεμονωμένα ότι το εν λόγω μέτρο προκαλεί για τον κάθε λιμένα στρέβλωση του ανταγωνισμού και επηρεάζει το εμπόριο. |
|
(88) |
Αρκεί εν προκειμένω να αναφερθεί ότι οι γαλλικές αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη παραδέχονται ότι ορισμένοι μεγάλοι λιμένες, όπως αυτοί της Χάβρης, της Ρουέν ή της Μασσαλίας, βρίσκονται σε ανταγωνισμό με άλλους λιμένες της ΕΕ, καθώς και ότι το μέτρο επηρεάζει το εμπόριο και τις συναλλαγές. Τα σχόλια του λιμένα του Ρότερνταμ είναι επίσης στο ίδιο πνεύμα. |
|
(89) |
Εξάλλου, ως προς το επιχείρημα ότι παρόμοιες κρατικές ενισχύσεις υφίστανται σε άλλα κράτη μέλη και ότι η συμπεριφορά της Επιτροπής προς αυτές τις ενδεχόμενες ενισχύσεις δεν επηρεάζει τον χαρακτηρισμό του εξεταζόμενου μέτρου ως κρατικής ενίσχυσης (63), η απαλλαγή των γαλλικών λιμένων από τον φόρο εταιρειών όντως βελτιώνει την ανταγωνιστική θέση τους έναντι μίας κατάστασης αναφοράς στην οποία θα φορολογούνταν υπό τις κανονικές συνθήκες του συστήματος του ΦΕ (64). Ομοίως, η ύπαρξη διαφορετικών συντελεστών ΦΕ στα κράτη μέλη είναι μόνο μία από τις συνέπειες της απουσίας εναρμόνισης της άμεσης φορολογίας μεταξύ των κρατών μελών και αντικατοπτρίζει τις κυριαρχικές επιλογές των κρατών μελών να χρηματοδοτήσουν μέσω φόρων ορισμένες υπηρεσίες – ή ένα ορισμένο επίπεδο υπηρεσιών – προς τους φορολογούμενους. |
|
(90) |
Κατά τα λοιπά, δεν απαιτείται η νόθευση του ανταγωνισμού ή η επίπτωση στις συναλλαγές να είναι σημαντική ή ουσιώδης. Συνεπώς, το επιχείρημα ότι η κίνηση για την οποία υπάρχει ανταγωνισμός είναι χαμηλή, όχι μόνο δεν αποδεικνύει απουσία στρέβλωσης του ανταγωνισμού, αλλά τείνει να αποδείξει ότι υπάρχει όντως μία σχέση ανταγωνισμού, περισσότερο ή λιγότερο έντονη, ανάμεσα στους γαλλικούς λιμένες και άλλους λιμένες της ΕΕ. Ομοίως, το ότι η συνολική δραστηριότητα των μικρών γαλλικών λιμένων αντιπροσωπεύει μόνο το 1 % της συνολικής κίνησης της ΕΕ δεν σημαίνει ότι το δικό τους μερίδιο αγοράς, σε μία ή περισσότερες σχετικές αγορές για σκοπούς ανάλυσης των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, είναι της ίδιας τάξης. Επιπλέον, η απόφαση της 11ης Απριλίου 2016 που αναφέρεται από τις γαλλικές αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη αφορά τη συμβατότητα μίας επενδυτικής ενίσχυσης, κάτι που υπονοεί ότι το εν λόγω μέτρο αναγνωρίζεται ως κρατική ενίσχυση που επηρεάζει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές ανάμεσα στα κράτη μέλη. |
|
(91) |
Επίσης, ακόμη και αν οι «μικροί λιμένες», όπως ορίζονται από τη Γαλλία (65), αντιπροσωπεύουν μόνο ένα μικρό μέρος της κίνησης στην ΕΕ, από μόνο του το γεγονός ότι η αποδέκτρια επιχείρηση είναι μικρού μεγέθους δεν αποκλείει τη στρέβλωση ή την απειλή στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, κυρίως όταν η δραστηριότητα των αποδεκτών βρίσκεται κοντά στις συνοριακές ζώνες. Οι παρατηρήσεις του ΕΒΕ της Μπαγιόν-Χώρα των Βάσκων, παραχωρησιούχου του εμπορικού λιμένα της Μπαγιόν και του αλιευτικού λιμένα του Saint-Jean-de-Luz/Ciboure, που είναι «μικροί λιμένες» σύμφωνα με τον προτεινόμενο ορισμό της Γαλλίας, καταδεικνύουν την αντίληψη ότι οι λιμένες κοντά σε σύνορα βρίσκονται σε πραγματικό διασυνοριακό ανταγωνισμό (66). Αν η Επιτροπή αναγνωρίσει, σε ορισμένες περιπτώσεις (67), ότι ένα ευνοϊκό μέσο ενδέχεται να μην έχει επίδραση στο εμπόριο ανάμεσα στα κράτη μέλη, δεν βασίζεται αποκλειστικά στο μέγεθος της αποδέκτριας επιχείρησης αλλά σε ατομική αξιολόγηση βάσει πολλών κριτηρίων (68). |
|
(92) |
Η Επιτροπή δεν αποκλείει, σε ιδιαίτερες περιπτώσεις ορισμένων λιμένων - ιδίως εκείνων που πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις στο πλαίσιο της πρακτικής λήψης αποφάσεων της Επιτροπής - να μπορεί το οικείο μέτρο να θεωρηθεί ότι δεν επηρεάζει τις συναλλαγές. |
|
(93) |
Ωστόσο, για πιο συστηματικούς λόγους που παρατίθενται παραπάνω, το εξεταζόμενο μέτρο, ως γενικό καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εταιρειών για όλους τους αποδέκτες που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις του 1942 και 1943, επηρεάζει το εμπόριο στο εσωτερικό της Ένωσης και νοθεύει ή δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. |
5.1.6. Συμπέρασμα
|
(94) |
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η φορολογική απαλλαγή υπέρ των αυτόνομων λιμένων (που έγιναν εν μέρει grands ports maritimes), των επιμελητηρίων θαλάσσιου εμπορίου, των εμπορικών και βιομηχανικών επιμελητηρίων που διαχειρίζονται λιμενικές εγκαταστάσεις, των δήμων που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού ο οποίος ανήκει στο κράτος εντός των λιμένων, καθώς και των επιχειρήσεων τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού, συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
5.2. Συμβατότητα του μέτρου με την εσωτερική αγορά
|
(95) |
Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος φέρει το βάρος της απόδειξης για το ότι τα μέτρα κρατικής ενίσχυσης μπορούν να θεωρηθούν συμβατά με την εσωτερική αγορά. Αν και οι γαλλικές αρχές αναφέρουν ως βάση της συμβατότητας του μέτρου, μόνο αφενός την αντιστάθμιση ορισμένων καθηκόντων που διασφαλίζονται από τους λιμένες, η οποία παραπέμπει στο άρθρο 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ και αφετέρου το άρθρο 107 παράγραφος 3 σημείο α) της ΣΛΕΕ, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη επικαλούνται επίσης το άρθρο 93 (συντονισμός των μεταφορών) και το άρθρο 107 παράγραφος 3 σημείο β) της ΣΛΕΕ (σημαντικά έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος). |
|
(96) |
Πρώτον, το άρθρο 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι μια αντιστάθμιση για την άσκηση καθηκόντων δημόσιας υπηρεσίας δύναται να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά αν πληροί ορισμένες προϋποθέσεις (69). Εν προκειμένω, οι γαλλικές αρχές και ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι το εξεταζόμενο μέτρο είναι συμβατό με την εσωτερική αγορά καθώς επιτρέπει να χορηγηθεί αντιστάθμιση για ορισμένα καθήκοντα τα οποία χρηματοδοτούνται από τους λιμένες και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της δημόσιας εξουσίας. Εντούτοις, η Επιτροπή σημειώνει ότι το εξεταζόμενο μέτρο που συνδέει το ποσό της ενίσχυσης με τα κέρδη που πραγματοποιούνται δεν συνδέεται με το καθαρό κόστος των καθηκόντων παροχής δημόσιας υπηρεσίας ούτε περιορίζεται σε αυτό (70). Ούτε προκύπτει από σαφή εντολή στους δικαιούχους του μέτρου για τη διασφάλιση αυτών των καθηκόντων (71). Συνεπώς, το μέτρο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντιστάθμιση για παροχή δημόσιας υπηρεσίας συμβατής με την εσωτερική αγορά και δεν είναι συμβατό βάσει του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. |
|
(97) |
Επιπλέον, το άρθρο 93 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι οι ενισχύσεις που ανταποκρίνονται στις ανάγκες συντονισμού των μεταφορών ή που αντιστοιχούν στην αποκατάσταση ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημοσίας υπηρεσίας δύνανται να κηρυχθούν επίσης συμβατές με την κοινή αγορά. Αν, όπως υπογραμμίζουν οι εκπρόσωποι των διαχειριστών των εσωτερικών γαλλικών λιμένων, οι εσωτερικοί λιμένες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των πολυτροπικών μεταφορών, δεν εμπίπτουν όλες οι επενδύσεις των λιμένων στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 93 της ΣΛΕΕ, που περιορίζεται στις ενισχύσεις που καλύπτουν τις ανάγκες συντονισμού των μεταφορών. Εξάλλου, η απαλλαγή από τον ΦΕ δεν συνιστά επενδυτική ενίσχυση αλλά ενίσχυση λειτουργίας που δεν έχει επενδυτικό στόχο. Το μέτρο ευνοεί τις επιχειρήσεις με μεγαλύτερα κέρδη και κατά συνέπεια μεγαλύτερη ικανότητα συγκέντρωσης κερδών και χρηματοδότησης επενδύσεων. Το μέτρο δεν στοχεύει στην αποζημίωση ορισμένων υπηρεσιών συνυφασμένων με την έννοια της δημόσιας υπηρεσίας όπως αναφέρεται ανωτέρω. Επιπλέον, το πλεονέκτημα που προέρχεται από μία απλή και καθαρή απαλλαγή φόρου δεν περιορίζεται στο απαραίτητο ύψος για τη διασφάλιση του συντονισμού των μεταφορών, ούτε στην αποζημίωση ορισμένων υπηρεσιών εγγενών στην έννοια της δημόσιας υπηρεσίας και έτσι δεν εγγυάται την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας. Επίσης, δεν διαθέτει σαφώς προσδιορισμένο χαρακτήρα κινήτρου, ιδίως επειδή η απαλλαγή ευνοεί περισσότερο τους πιο αποδοτικούς λιμένες που έχουν κατά συνέπεια τα περισσότερα μέσα αλλά και τη μικρότερη ανάγκη για κίνητρα. Κατά συνέπεια, το άρθρο 93 της ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται. |
|
(98) |
Τρίτον, σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΣΛΕΕ, οι ενισχύσεις για την προώθηση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος δύνανται να κηρυχθούν συμβατές με την κοινή αγορά. Εν προκειμένω, οι εκπρόσωποι των φορέων διαχείρισης γαλλικών εσωτερικών λιμένων, θεωρούν γενικά ότι η απαλλαγή από τον ΦΕ εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω άρθρου. Για τους λόγους που αναλύθηκαν και πιο πάνω, δεν μπορεί να υιοθετηθεί αυτό το σκεπτικό. Το μέτρο δεν στοχεύει στην υλοποίηση σημαντικού σχεδίου ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και δεν είναι ανάλογο του κόστους ενός τέτοιου έργου. Πρόκειται για πλεονέκτημα που ωφελεί τους λιμένες για τον απλό λόγο ότι πραγματοποιούν κέρδη, ενώ το ότι συμβάλλουν σε σημαντικό σχέδιο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος είναι εν προκειμένω αδιάφορο. |
|
(99) |
Τέταρτον, σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, δύνανται να θεωρηθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά οι ενισχύσεις που προορίζονται να ευνοήσουν την «οικονομική ανάπτυξη […] των περιοχών που προβλέπονται στο άρθρο 349 της ΣΛΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη τη δομική, οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση». Οι γαλλικές αρχές και πολλά ενδιαφερόμενα μέρη των υπερπόντιων εδαφών επικαλούνται την εν λόγω διάταξη για τους λιμένες που βρίσκονται σε υπερπόντια εδάφη. Ωστόσο, το εν λόγω μέτρο δεν στοχεύει σε αυτές τις περιοχές. |
|
(100) |
Ακόμα και αν το μέτρο ευνοεί μόνο τους λιμένες εντός των περιοχών που προβλέπει το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ, δεν έχει στόχο την οικονομική ανάπτυξη των εν λόγω περιοχών ούτε την αντιστάθμιση της δομικά μη ευνοϊκής τους θέσης, καθώς απλώς παρέχει ένα τομεακό πλεονέκτημα σε συγκεκριμένο τύπο επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως των δραστηριοτήτων αυτών των επιχειρήσεων. Η Γαλλία δεν αποδεικνύει ότι το μέτρο θα είχε επίπτωση στο κόστος των εισαγόμενων εμπορευμάτων και εδώ μπορεί να σημειωθεί ότι ορισμένοι λιμένες των υπερπόντιων εδαφών έχουν κέρδη, αποδίδουν μερίσματα στο κράτος (72) και κατά συνέπεια διαθέτουν a priori περιθώρια να μειώσουν το ύψος των λιμενικών επιβαρύνσεων αν αυτές θεωρηθούν εμπόδιο για την οικονομική ανάπτυξη των αντίστοιχων περιοχών. Έτσι, η απαλλαγή από τον ΦΕ μπορεί να έχει επιπτώσεις σε διαφορετικές χρηματοοικονομικές ροές (κυρίως στα μερίσματα) και όχι απαραίτητα στο κόστος των εισαγόμενων προϊόντων. Η Γαλλία δεν υποστηρίζει, εν προκειμένω, ότι οι λιμένες βρίσκονται σε ιδιαίτερα δυσμενή κατάσταση σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις που βρίσκονται στις περιοχές που αναφέρει το άρθρο 349. Η ίδια η φύση του μέτρου και η λειτουργία του (πλεονέκτημα μόνο προς ορισμένες επιχειρήσεις, χωρίς να ληφθεί υπόψη η δραστηριότητά τους, αναλογικό με τα κέρδη που πραγματοποιούν και όχι με τις ανάγκες και όχι περιορισμένο σε καθορισμένο σκοπό του οποίου η επίτευξη θα χρειαζόταν χρηματοδοτικό κίνητρο) έρχονται σε αντίθεση με τα φορολογικά μέτρα ενισχύσεων λειτουργίας που αναφέρθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη και είναι αποδεκτά από την Επιτροπή. Τα μέτρα φορολογικών ενισχύσεων για επενδύσεις ή ο μηδενικός συντελεστής ΦΠΑ είναι γενικά μέτρα των οποίων το πεδίο εφαρμογής καλύπτει χωρίς διακρίσεις τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στις περιοχές που προβλέπει το άρθρο 349 της ΣΛΕΕ. |
|
(101) |
Επιπλέον, αντίθετα σε ό,τι προβάλλει ο GPM της Γουαδελούπης, ο αναθεωρημένος γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία (73), ο οποίος καλύπτει σε κάποιο βαθμό τις λειτουργικές ενισχύσεις για τις μεταφορές σε υπερπόντια εδάφη, δεν εφαρμόζεται στο εξεταζόμενο μέτρο. Μάλιστα, το άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού εφαρμόζεται μόνο σε μέτρα των οποίων το ύψος περιορίζεται σύμφωνα με ορισμένους δείκτες (ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, κόστος εργασίας, κύκλος εργασιών), ενώ αυτό δεν ισχύει στην απαλλαγή από τον ΦΕ. |
|
(102) |
Κατά συνέπεια, το εξεταζόμενο μέτρο δεν μπορεί να κηρυχθεί συμβατό με την εσωτερική αγορά βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 σημείο α) της ΣΛΕΕ. |
|
(103) |
Πέμπτον, αν και ούτε η Γαλλία ούτε τα ενδιαφερόμενα μέρη επικαλέστηκαν το άρθρο 107 παράγραφος 3 σημείο γ) της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή εξετάζει αν το εν λόγω μέτρο έχει χαρακτήρα «διευκόλυνσης της ανάπτυξης ορισμένων δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών» χωρίς να μεταβάλλει τις συνθήκες των συναλλαγών αντίθετα προς το κοινό συμφέρον. Για τους λόγους που ήδη αναλύθηκαν παραπάνω (απουσία αναλογικότητας, δημιουργίας κινήτρου και συνδέσμου με στόχο προσδιορισμένου γενικού συμφέροντος), η Επιτροπή εκτιμά ότι το άρθρο 107 παράγραφος 3 σημείο γ) της ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται. |
|
(104) |
Τέλος, αν ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρούν ότι η κατάργηση του μέτρου θα είχε επίπτωση στην επενδυτική ικανότητα των λιμένων, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι το εν λόγω μέτρο δεν στοχεύει σε επενδύσεις (74). |
5.3. Νέα ή υφιστάμενη ενίσχυση
|
(105) |
Σύμφωνα με το άρθρο 1 σημεία β) και θ) του κανονισμού διαδικασίας, οι κρατικές ενισχύσεις που τέθηκαν σε εφαρμογή πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης, συνιστούν υφιστάμενες κρατικές ενισχύσεις. |
|
(106) |
Δεδομένου ότι η εν λόγω φορολογική απαλλαγή τέθηκε σε ισχύ το 1942 και από τότε δεν έχει τροποποιηθεί ως προς την ουσία της, η Επιτροπή θεωρεί ότι το εν λόγω μέτρο συνιστά υφιστάμενη κρατική ενίσχυση. |
6. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
|
(107) |
Σύμφωνα με τον επιτακτικό ρόλο που της αναθέτουν τα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή οφείλει να θέτει ταχέως τέλος στις κρατικές ενισχύσεις που κρίνονται μη συμβατές με την εσωτερική αγορά και να αποκαθιστά τις συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού. |
|
(108) |
Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6 του κανονισμού διαδικασίας, η Επιτροπή πρέπει να λάβει τελική απόφαση μόλις αρθούν οι αμφιβολίες που διατυπώθηκαν στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας. Σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, αν η Επιτροπή εκτιμά ότι χορηγείται μη συμβατή ενίσχυση σε ορισμένες επιχειρήσεις, δεν μπορεί καταρχήν να αναστείλει την επίμαχη σχετική με την κρατική ενίσχυση διαδικασία ούτε να χορηγήσει μεταβατική περίοδο. Επιπλέον, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να χορηγείται η μη συμβατή με την εσωτερική αγορά ενίσχυση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, κάτι εξίσου άδικο προς τους ανταγωνιστές που δεν λαμβάνουν ενίσχυση ή λαμβάνουν μικρότερη ενίσχυση. Η Επιτροπή σημειώνει εν προκειμένω ότι οι ολλανδικοί λιμένες, που υπόκεινται σε φόρο εταιρειών από την 1η Ιανουαρίου 2017, ζητούν την ταχεία υπαγωγή των γαλλικών λιμένων στον φόρο εταιρειών. |
|
(109) |
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η πιθανή ύπαρξη άλλων κρατικών ενισχύσεων σε άλλους λιμένες σε άλλα κράτη μέλη δεν δικαιολογεί την αναστολή της διαδικασίας κατά τη διάρκεια της οποίας η μη συμβατή ενίσχυση θα συνεχίσει να παρέχεται. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι «οι διάφορες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού αναφορικά με τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών δεν αλληλοεξουδετερώνονται, αλλά απεναντίας έχουν σωρευτικό χαρακτήρα και αυτό έχει ως συνέπεια να αυξάνουν τις επιβλαβείς συνέπειες για την κοινή αγορά» (75). Εξάλλου, η αναστολή της διαδικασίας που καταργεί τις φορολογικές εξαιρέσεις για τους γαλλικούς λιμένες θα οδηγούσε σε παράταση των τρεχουσών στρεβλώσεων μεταξύ των λιμένων του ευρωπαϊκού Βορρά καθώς οι ολλανδικοί λιμένες έχουν καταργήσει αυτά τα φορολογικά πλεονεκτήματα από την 1η Ιανουαρίου 2017. |
|
(110) |
Επιπλέον, το γεγονός ότι η διαδικασία που ακολούθησε η Επιτροπή στην περίπτωση του φορολογικού καθεστώτος των ολλανδικών λιμένων (76) διήρκεσε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τη διαδικασία στην περίπτωση των γαλλικών λιμένων δεν είναι συναφές για την υποστήριξη ενός αιτήματος μεταβατικής περιόδου σε αυτή την υπόθεση. Η Επιτροπή χειρίζεται όλες τις υποθέσεις με δίκαιο τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε υπόθεσης. Έτσι, η Επιτροπή προσπαθεί να καθορίσει την προθεσμία εφαρμογής των αποφάσεών της ώστε να επιτρέψει στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν την απόφαση μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, στο πλαίσιο των συνθηκών, και όχι για να επιτρέψει στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις να επωφελούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ενισχύσεις που έχουν κηρυχθεί μη συμβατές. |
|
(111) |
Τέλος, η Γαλλία δεν προσδιορίζει σε τι η αναθεώρηση του ΓΚΑΚ και η πρόταση κανονισμού για τις λιμενικές υπηρεσίες θα επέβαλλαν αναστολή της διαδικασίας. Εν πάση περιπτώσει, η αναθεωρημένη έκδοση του ΓΚΑΚ – η οποία δεν καλύπτει μέτρα απλής απαλλαγής από τον ΦΕ – εγκρίθηκε στις 17 Μαΐου 2017. Ο δε κανονισμός για τις λιμενικές υπηρεσίες που εκδόθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2017 (77) δεν έχει ως σκοπό ούτε ως αποτέλεσμα να επηρεάσει τη δράση της Επιτροπής βάσει των άρθρων 107 και 108 της ΣΛΕΕ. |
|
(112) |
Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει λόγος αναστολής της διαδικασίας. |
7. ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΟΛΛΑΝΔΙΚΩΝ ΛΙΜΕΝΩΝ
|
(113) |
Αναφορικά με το αίτημα των ολλανδικών λιμένων να μετατεθεί η δική τους υπαγωγή στον φόρο εταιρειών, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η παρούσα διαδικασία δεν αφορά τους ολλανδικούς αλλά τους [γαλλικούς] λιμένες (***). Στην τελική της απόφαση στην υπόθεση SA 25338 σχετικά με τους ολλανδικούς λιμένες (78), η Επιτροπή είχε αρνηθεί την αναβολή της υπαγωγής των ολλανδικών λιμένων στον φόρο εταιρειών για τους ίδιους λόγους αρχής που παρατέθηκαν σε αυτή την απόφαση. Η υπαγωγή των ολλανδικών λιμένων σε φόρο εταιρειών προκύπτει κατά τα λοιπά από το εθνικό ολλανδικό δίκαιο και, σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή δεν είναι, στο πλαίσιο του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ, σε θέση να επιβάλει σε ένα κράτος μέλος να αλλάξει τη νομοθεσία του προκειμένου να χορηγήσει κρατικές ενισχύσεις σε ορισμένους φορείς. |
8. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
|
(114) |
Η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών υπέρ των οντοτήτων που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις της 11ης Αυγούστου 1942 και της 27ης Απριλίου 1943 (αυτόνομοι λιμένες οι οποίοι εν μέρει έγιναν grands ports maritimes, επιμελητήρια θαλάσσιου εμπορίου, εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια που διαχειρίζονται λιμενικές εγκαταστάσεις, δήμοι που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού ο οποίος ανήκει στο κράτος εντός των λιμένων και επιχειρήσεις τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού), αποτελούν υφιστάμενη κρατική ενίσχυση, μη συμβατή με την εσωτερική αγορά. |
|
(115) |
Επομένως, οι γαλλικές αρχές πρέπει να καταργήσουν την επίμαχη απαλλαγή από τον ΦΕ και να υπαγάγουν τις εν λόγω οντότητες σε ΦΕ. Το εν λόγω μέτρο πρέπει να εγκριθεί πριν από το τέλος του τρέχοντος κατά την ημερομηνία της παρούσας απόφασης ημερολογιακού έτους και να εφαρμοστεί στα έσοδα που προέρχονται από οικονομικές δραστηριότητες το αργότερο από το φορολογικό έτος που ακολουθεί την έγκρισή του. |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών υπέρ των αυτόνομων λιμένων (οι οποίοι εν μέρει έγιναν grands ports maritimes), των επιμελητηρίων θαλάσσιου εμπορίου, των εμπορικών και βιομηχανικών επιμελητηρίων που εκμεταλλεύονται λιμενικές εγκαταστάσεις, των δήμων που είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού ο οποίος ανήκει στο κράτος εντός των λιμένων και των επιχειρήσεων τις οποίες υποκατέστησαν στην εκμετάλλευση του εν λόγω εξοπλισμού, αποτελούν υφιστάμενη κρατική ενίσχυση, μη συμβατή με την εσωτερική αγορά.
Άρθρο 2
1. Η Γαλλία υποχρεούται να καταργήσει την απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών που αναφέρεται στο πρώτο άρθρο και να υπαγάγει σε φόρο εταιρειών τις οντότητες υπέρ των οποίων εφαρμόζεται αυτή η απαλλαγή.
2. Το μέτρο με το οποίο η Γαλλία εκτελεί τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από την παράγραφο 1 πρέπει να εγκριθεί πριν από τη λήξη του τρέχοντος κατά την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης ημερολογιακού έτους. Το μέτρο πρέπει να εφαρμοστεί στα έσοδα από οικονομικές δραστηριότητες το αργότερο από την έναρξη του φορολογικού έτους που έπεται της έγκρισής του.
Άρθρο 3
Η Γαλλία ενημερώνει την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, σχετικά με τα μέτρα που έλαβε προκειμένου να συμμορφωθεί με αυτήν.
Άρθρο 4
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλική Δημοκρατία.
Βρυξέλλες, 27 Ιουλίου 2017.
Για την Επιτροπή
Margrethe VESTAGER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ C 302 της 19.8.2016, σ. 23.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 9).
(3) ΕΕ C 302 της 19.8.2016, σ. 23.
(4) Βλέπε απόφαση της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2011, σχετικά με το μέτρο SA.27106 (C 13/09 — πρώην N 614/08) που σχεδιάζει να εφαρμόσει η Γαλλία υπέρ του γαλλικού λιμενικού κλάδου (ΕΕ L 221 της 27.8.2011, σ. 8).
(5) Εμπορικά επιμελητήρια των οποίων η έδρα βρίσκεται σε παραθαλάσσια πόλη και εμπορικά επιμελητήρια τα οποία, ανεξαρτήτως της γεωγραφικής τους θέσης, είναι παραχωρησιούχοι δημόσιου εξοπλισμού σε θαλάσσιο λιμένα.
(6) Βλέπε φορολογική τεκμηρίωση της Γαλλίας BOI-IS-CHAMP-30-60, παράγραφοι 230 επ.
(***) Διόρθωση σφάλματος εκ παραδρομής.
(7) Απόφαση της Επιτροπής, της 20ής Οκτωβρίου 2004, στην υπόθεση κρατικής ενίσχυσης N 520/2003 – Βέλγιο – Χρηματοδοτική ενίσχυση για έργα υποδομής σε λιμένες της Φλάνδρας, αιτιολογική σκέψη 35 (ΕΕ C 176 της 16.7.2005, σ. 11).
(8) ΕΕ C 262 της 19.7.2016, σ. 1.
(9) Επίσημη εφημερίδα της 21ης Απριλίου 2012, σ. 7198.
(10) Απόφαση της Επιτροπής, της 11ης Απριλίου 2016, σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.43975 (2016/NN) – Πορτογαλία – Επενδυτική ενίσχυση για το λιμάνι του Funchal (ΕΕ C 183 της 11.5.2016, σ. 1).
(11) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 651/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2014, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την εσωτερική αγορά κατ' εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης (ΕΕ L 187 της 26.6.2014, σ. 1).
(12) COM(2013) 296 final — 2013/0157 (COD), ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 111. Εν τω μεταξύ, έχει θεσπιστεί η εξής πράξη: κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2017, για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και κοινών κανόνων για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων (ΕΕ L 57 της 3.3.2017, σ. 1).
(13) Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, Pavlov και λοιποί, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-180/98 έως C-184/98, ECLI:EU:C:2000:428, σκέψη 74.
(14) Βλέπε αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ της 16ης Ιουνίου 1987, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-118/85, ECLI:EU:C:1987:283, σκέψη 7 και της 18ης Ιουνίου 1998, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-35/96, ECLI:EU:C:1998:303, σημείο 36.
(15) Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Δεκεμβρίου 2000, Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, T-128/98, ECLI:EU:[T] (***):2000:290, σκέψη 125, η οποία επικυρώθηκε κατόπιν αναιρέσεως με την απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 2002, Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, C-82/01 P, ECLI:EU:C:2002:617. Βλέπε επίσης την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 17ης Δεκεμβρίου 2008, Ryanair κατά Επιτροπής, T-196/04, ECLI:EU:T:2008:585, σκέψη 88. Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2011, Freistaat Sachsen και Land Sachsen-Anhalt και λοιποί κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-443/08 και T-455/08, ECLI:EU:T:2011:117, ιδίως σκέψεις 93 και 94, η οποία επικυρώθηκε κατόπιν αναιρέσεως με την απόφαση του Δικαστηρίου της 19ης Δεκεμβρίου Justice 2012, Mitteldeutsche Flughafen και Flughafen Leipzig-Halle κατά Επιτροπής, C-288/11 P, ECLI:EU:C:2012:821, ιδίως σκέψεις 40-43 και 47.
(16) Βλέπε, για παράδειγμα, την απόφαση της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. N 385/2009 – Δημόσια χρηματοδότηση λιμενικής υποδομής στον λιμένα Ventspils (ΕΕ C 62 της 13.3.2010, σ. 7)· απόφαση της Επιτροπής της 15ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. 44/2010 – Δημοκρατία της Λετονίας – Δημόσια χρηματοδότηση των λιμενικών υποδομών στο Krievu salā (ΕΕ C 215 της 21.7.2011, σ. 21)· απόφαση της Επιτροπής της 22ας Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με την υπόθεση κρατικής ενίσχυσης αριθ. SA.30742 (N/2010) – Λιθουανία – Κατασκευή υποδομών για τον τερματικό σταθμό επιβατικών και φορτηγών σκαφών στο Klaipeda (ΕΕ C 121 της 26.4.2012, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2013 σχετικά με την υπόθεση κρατικής ενίσχυσης SA.35418 (2012/N) – Ελλάδα – Επέκταση του λιμένα του Πειραιά (ΕΕ C 256 της 5.9.2013, σ. 2)· απόφαση της Επιτροπής της 18ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.36953 (2013/N) – Ισπανία – Λιμενική αρχή της Bahía de Cádiz (ΕΕ C 335 της 16.11.2013, σ. 1).
(17) Βλέπε, επί παραδείγματι, την απόφαση της Επιτροπής της 18ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.36953 (2013/N) – Ισπανία – Λιμενική αρχή της Bahía de Cádiz (ΕΕ C 335 της 16.11.2013, σ. 1).
(18) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1991, Merci Convenzionali Porto di Genova, C-179/90, ECLI:EU:C:1991:464, σκέψεις 3 και 27· απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Ιουλίου 1997, GT-Link A/S κατά de Danske Statsbaner, C-242/95, ECLI:EU:C:1997:376, σκέψη 52 «Πάντως, εκ τούτου δεν προκύπτει ότι η εκμετάλλευση οποιουδήποτε εμπορικού λιμένα εμπίπτει στη διαχείριση υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος ούτε ότι, ειδικότερα, το σύνολο των παρεχομένων υπηρεσιών εντός ενός τέτοιου λιμένα αφορά μια τέτοια αποστολή.»
(19) Βλέπε, για παράδειγμα, την απόφαση της Επιτροπής της 18ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.37402 – Ελεύθερος Λιμένας της Βουδαπέστης (ΕΕ C 141 της 9.5.2014, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 17ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.34501 - Εσωτερικός λιμένας Königs Wusterhausen/Wildau (ΕΕ C 176 της 21.6.2013, σ. 1)· απόφαση της Επιτροπής της 1ης Οκτωβρίου 2014 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.38478 – Λιμένας Györ-Gönyü (ΕΕ C 418 της 21.11.2014, σ. 1).
(20) Απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2002, σχετικά με την κρατική ενίσχυση N 438/02 — Βέλγιο — Ενίσχυση στις λιμενικές αρχές για την εκτέλεση καθηκόντων σχετικών με τη δημόσια εξουσία (ΕΕ C 284 της 21.11.2002, σ. 2).
(21) Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Μαρτίου 1997, Calì & Figli, C-343/95, ECLI:EU:C:1997:160, σκέψη 22.
(22) Οι εν λόγω δραστηριότητες σχετίζονται με ακίνητα και υπηρεσίες που είναι απαραίτητα για την εκμετάλλευση των λιμένων και κατά συνέπεια απαλλάσσονται από τον φόρο εταιρειών.
(23) Το άρθρο L. 5321-1 του γαλλικού κώδικα μεταφορών αναφέρει ότι «οι λιμενικές επιβαρύνσεις δύνανται να εισπραχθούν σε θαλάσσιους λιμένες που ανήκουν στο κράτος, σε περιφερειακές αρχές ή σε ενώσεις τους, για εμπορικές δραστηριότητες ή παραμονή πλοίων στους εν λόγω λιμένες» και ότι οι εν λόγω επιβαρύνσεις «μπορεί να περιλαμβάνουν πολλά στοιχεία» ή «τέλη» (σύμφωνα με το άρθρο L. 5321-3 του ιδίου κώδικα). Οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόζονται επίσης στους ποτάμιους λιμένες σύμφωνα με το άρθρο L. 4323-1 του κώδικα. Στην απόφαση αριθ. 76-92 L της 6ης Οκτωβρίου 1976, το γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο (Conseil constitutionnel) εκτίμησε ότι οι εν λόγω διατάξεις «συνεπάγονται την επιβολή επιβαρύνσεων που συνδέονται με παραμονή των πλοίων στους λιμένες και τις λειτουργίες που πραγματοποιούνται εκεί, των οποίων το ύψος χρηματοδοτεί πλήρως τα έξοδα του λιμένα […], ως αντάλλαγμα για τη χρήση δημόσιου εξοπλισμού και τις παρεχόμενες υπηρεσίες σε αυτό το πλαίσιο [και ότι οι εν λόγω επιβαρύνσεις] έχουν τον χαρακτήρα τελών για παρεχόμενη υπηρεσία».
(24) Σύμφωνα με το άρθρο L. 5312-2 του κώδικα μεταφορών, ο GPM επιφορτίζεται ιδιαίτερα με «τη διαχείριση και την αξιοποίηση του χώρου του οποίου έχει την ιδιοκτησία ή τη χρήση». Βλέπε επίσης το άρθρο L. 5313-2 για τους αυτόνομους λιμένες και το άρθρο L. 4322-1 για τον αυτόνομο λιμένα του Παρισιού.
(25) Βλέπε Γαλλικό Ελεγκτικό Συνέδριο, Ο ισολογισμός της μεταρρύθμισης των μεγάλων θαλάσσιων λιμένων, Ετήσια δημόσια έκθεση 2017 – Φεβρουάριος 2017, Το γαλλικό έγγραφο: «Η διατήρηση των δραστηριοτήτων διακίνησης φορτίου σε ορισμένους λιμένες» (Le maintien d'activités de manutention dans certains ports).
(26) «Τα κράτη, οι περιφέρειες, οι νομοί, οι δήμοι και κοινότητες και οι λοιποί οργανισμοί δημοσίου δικαίου δεν θεωρούνται ως υποκείμενοι στον φόρο για τις δραστηριότητες ή πράξεις, τις οποίες πραγματοποιούν ως δημόσια εξουσία, έστω και αν, για τις δραστηριότητες ή πράξεις αυτές, εισπράττουν δικαιώματα, τέλη, εισφορές ή άλλες επιβαρύνσεις.» Διάταξη που επαναλαμβάνεται σήμερα επί της ουσίας στο άρθρο 13 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006 σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).
(27) Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, C-276/97, ECLI:EU:C:2000:424, σκέψη 40.
(28) Πέραν μιας προϋπόθεσης που συνδέεται με την απουσία «σημαντικών στρεβλώσεων του ανταγωνισμού», το άρθρο 4 παράγραφος 5 ορίζει ότι «σε κάθε περίπτωση, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου θεωρούνται υποκείμενοι στον φόρο για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα I και εφόσον οι πράξεις αυτές δεν είναι αμελητέες». Όμως η παροχή λιμενικών υπηρεσιών αναφέρεται στο παράρτημα I.
(29) Στην υπόθεση C-276/97, το Δικαστήριο χαρακτήρισε σαφώς την εν λόγω δραστηριότητα (διάθεση μιας οδικής υποδομής στους χρήστες έναντι αντιτίμου) ως οικονομική (σκέψη 32), πριν εξετάσει αν εφαρμόζεται η προβλεπόμενη απαλλαγή του άρθρου 4 παράγραφος 5 (σκέψη 37).
(30) Βλέπε την απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze και λοιποί, C-222/04, ECLI:EU:C:2006:8, σκέψεις 122 και 123.
(31) Ο αυτόνομος λιμένας του Παρισιού κατέβαλε κατ' αυτόν τον τρόπο 8 εκατ. EUR το 2014 και 11 εκατ. EUR το 2016. Ο GMP της Δουνκέρκης κατέβαλε με τη σειρά του κατ' αυτόν τον τρόπο 5 εκατ. EUR το 2014 και 4 εκατ. EUR το 2016. Βλέπε αποφάσεις της 18ης Φεβρουαρίου 2016 και της 23ης Φεβρουαρίου 2017 που καθορίζουν το ύψος των μερισμάτων που οφείλονται στο κράτος από τον αυτόνομο λιμένα του Παρισιού και τους μεγάλους θαλάσσιους λιμένες, JORF αριθ. 0048 της 26ης Φεβρουαρίου 2016 και JORF αριθ. 53 της 3ης Μαρτίου 2017. Τα μερίσματα που καταβάλλονται διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό στον χρόνο ανάλογα με το καθαρό αποτέλεσμα (μεταξύ 14 % και 33 % για τους GPM της Χάβρης κατά την περίοδο 2008-2013, μεταξύ 22 % και 35 % για τον GPM της Μασσαλίας κατά την περίοδο 2009-2014).
(32) Βλέπε, για παράδειγμα, την απόφαση της Επιτροπής της 22ας Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.30742 (N/2010) – Λιθουανία – Λιμένας Klaipėda, αιτιολογική σκέψη 9 (ΕΕ C 121 της 26.4.2012, σ. 1).
(33) Βλέπε ιδιαιτέρως τα άρθρα R. 5321-2 και R. 5321-11.
(34) Βλέπε σκέψεις 5 και 7 της ανάλυσης για τις λιμενικές υποδομές (http://ec.europa.eu/competition/state_aid/modernisation/grid_ports_en.pdf) και την απόφαση της επιτροπής της 30ής Απριλίου 2015 σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.39608, επέκταση του λιμένα του Βίζμαρ, αιτιολογική σκέψη 31 (ΕΕ C 203 της 19.6.2015, σ. 3).
(35) Απόφαση της Επιτροπής της 27ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το μέτρο SA.36346 (2013/N) Πρόγραμμα ανάπτυξης γης στο πλαίσιο GRW για βιομηχανική και εμπορική χρήση. (ΕΕ C 141 της 9.5.2014, σ. 1).
(36) Βλέπε απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.36953 (2013/N), Λιμένας Bahía de Cádiz, αιτιολογική σκέψη 29 (ΕΕ C 335 της 16.11.2013, σ. 1), απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. SA.30742 (N/2010) Klaipėda, αιτιολογική σκέψη 8 et 9 (ΕΕ C 121 της 26.4.2012, σ. 1), απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. N 44/2010 Λιμένας Krievu Sala, αιτιολογική σκέψη 67 (ΕΕ C 215 της 21.7.2011, σ. 21), απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. C 39/2009 (πρώην N 385/2009) Λιμένας Ventspils, αιτιολογικές σκέψεις 30, 57 και 58 (ΕΕ C 62 της 13.3.2010, σ. 7).
(37) Βλέπε την αναφορά της γενικής επιθεώρησης οικονομικών (αριθ. 2007-M-031-01) και του γενικού συμβουλίου οδών και γεφυρών (αριθ. 005126-01) για τον εκσυγχρονισμό των αυτόνομων λιμένων, Ιούλιος 2008, σελίδα 53 («Τα τέλη χρήσης που εισπράττονται εμπίπτουν στις φορολογητέες κερδοσκοπικές δραστηριότητες αλλά πρόκειται να εξαφανιστούν μεσοπρόθεσμα, ως πόροι των λιμένων, με την προτεινόμενη αναθεώρηση. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα τέλη χρήσης ακινήτων αποτελούν, μεσοπρόθεσμα, τη βασική και μόνιμη πηγή της φορολογητέας δραστηριότητας»). (http://www.ladocumentationfrancaise.fr/var/storage/rapports-publics/084000035.pdf).
(38) Βλέπε BOI-TVA-BASE-10-20-40-10 §§230 έως 270 (http://bofip.impots.gouv.fr/bofip/1474-PGP.html). Βλέπε επίσης την απάντηση στη γραπτή ερώτηση αριθ. 17487 του κ. Jean Arthuis που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Γερουσίας (JO Sénat) της 10ης Μαρτίου 2011, σ. 573·http://www.senat.fr/questions/base/2011/qSEQ110317487.html.
(39) Βλέπε σκέψεις 5 και 7 της ανάλυσης για τις λιμενικές υποδομές (http://ec.europa.eu/competition/state_aid/modernisation/grid_ports_en.pdf).
(40) Βλέπε απόφαση της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA. 35720 (2014/NN) – Ηνωμένο Βασίλειο– Liverpool City Council Cruise Liner Terminal, αιτιολογικές σκέψεις 64-69 (ΕΕ C 120 της 23.4.2014, σ. 4).
(41) Ως ποσοστό του κύκλου εργασιών, οι λιμενικές επιβαρύνσεις και τα έσοδα από τη χρήση ακινήτων αντιπροσωπεύουν για παράδειγμα το 42 % και το 34 % αντίστοιχα (και συνολικά το 55 % των χρεώσεων εκμετάλλευσης) για τον GPM του Μπορντώ (το 2013, βλέπε Ελεγκτικό Συνέδριο, ειδική έκθεση που δημοσιεύτηκε στις 8 Μαρτίου 2016, σσ. 60-64) και το 62 % και 18 % αντίστοιχα (και συνολικά το 76 % των χρεώσεων εκμετάλλευσης) για τον GPM της Χάβρης (το 2013, βλέπε Ελεγκτικό Συνέδριο, ειδική έκδοση που δημοσιεύτηκε στις 30 Μαρτίου 2016, σσ. 112 και 113).
(42) Βλέπε σημείο 207 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016.
(43) Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Μαΐου 2000, Γαλλία κατά Ladbroke Racing και Επιτροπής, C-83/98 [P] (***), ECLI:EU:C:2000:248, σκέψεις 48 έως 51.
(44) Βλέπε την απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Νοεμβρίου 2001, Adria-Wien Pipeline, C-143/99, ECLI:EU:C:2001:598, σκέψη 38.
(45) Η φορολογική διοίκηση θεωρεί τους διαδόχους τους (κυρίως τους GPM) απαλλαγέντες από τον ΦΕ στην ίδια βάση.
(46) Βλέπε σκέψη 206 της ανακοίνωσης της 19ης Ιουλίου 2016 και στο πεδίο εφαρμογής των ΥΓΟΣ την απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Ιουλίου 2003, Altmark Trans, C-280/00, ECLI:EU:C:2003:415, σημεία 87 έως 95.
(47) Ιστορικά, η απαλλαγή από τον φόρο που συμφωνήθηκε το 1942 είχε ως στόχο να επιταχύνει την ανακατασκευή των κατεστραμμένων από τον πόλεμο λιμένων και όχι την οποιαδήποτε αντιστάθμιση καθηκόντων παροχής δημόσιας υπηρεσίας.
(48) Βλέπε την απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Δεκεμβρίου 2005, Ιταλία κατά Επιτροπής,C-66/02, EU:C:2005:768, σκέψη 94.
(49) Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Paint Graphos και λοιποί, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψη 49· απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, Πορτογαλία κατά Επιτροπής, C-88/03, ECLI:EU:C:2006:511, σκέψη 56.
(50) Βλέπε την απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Paint Graphos και λοιποί, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψη 65· απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, Πορτογαλία κατά Επιτροπής, C-88/03, ECLI:EU:C:2006:511, σκέψη 81.
(51) Βλέπε Επίσημη εφημερίδα δημόσιων οικονομικών – Φόροι – BOI-IS-CHAMP-30-60, II (παράγραφος 240): «[…] διαδοχικές υπουργικές αποφάσεις απάλλαξαν τους λιμένες από άμεσους φόρους […]».
(52) Συμβούλιο της Επικρατείας, 2 Ιουλίου 2014, υπουργός αρμόδιος για τον προϋπολογισμό, αριθ. 374807, ECLI:FR:CESSR:2014:374807.20140702.
(53) Ορισμένοι λιμένες είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης από νομικά πρόσωπα που δεν προβλέπονται στις αποφάσεις του 1942 και 1943, για παράδειγμα ο εμπορικός και αλιευτικός λιμένας της Sète (τον οποίο εκμεταλλεύεται δημόσιος τοπικός οργανισμός – βλέπε απόφαση του διοικητικού εφετείου της Μασσαλίας της 19ης Ιανουαρίου 2016 αριθ. 13MA03445), ο λιμένας της Lorient (που τον διαχειρίζεται εταιρεία μεικτής οικονομίας, βλέπε κοινοβουλευτικό ερώτημα αριθ. 23815 που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας της 9ης Απριλίου 2013, σ. 3694) ή ο λιμένας αναψυχής του Saint-Cyprien, (τον οποίο εκμεταλλεύεται ο δημόσιος οργανισμός του λιμένα του Saint-Cyprien, ένας δημοτικός φορέας με νομική προσωπικότητα – βλέπε απόφαση του διοικητικού εφετείου της Μασσαλίας της 27ης Νοεμβρίου 2012, αριθ. 12MA01312).
(54) Απάντηση στην κοινοβουλευτική ερώτηση αριθ. 18664, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας της 3ης Μαρτίου 2009, σ. 2040.
(55) Απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Σεπτεμβρίου 2011, Paint Graphos και λοιποί, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-78/08 έως C-80/08, ECLI:EU:C:2011:550, σκέψη 69.
(56) Απόφαση αριθ. 2012-238 QPC της 20ής Απριλίου 2012, Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας της 21ης Απριλίου 2012, σ. 7198.
(57) Απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Ιανουαρίου 2015, Eventech, C-518/13, ECLI:EU:C:2015:9, σκέψεις 65 έως 69.
(58) Απόφαση του Δικαστηρίου της 30ής Απριλίου 2009, Επιτροπή κατά Ιταλίας και Wam, C-494/06, ECLI:EU:C:2009:272, σκέψεις 53 και 54.
(59) Κυρίως οι γαλλικοί λιμένες που δεν επωφελούνται από απαλλαγή από τον φόρο εταιρειών. Βλέπε ως άνω, υποσημείωση 48 της παρούσας απόφασης.
(60) Βλέπε σκέψη 2.1 της πρότασης κανονισμού περί λιμενικών υπηρεσιών. Βλέπε επίσης την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την Ευρωπαϊκή Λιμενική Πολιτική, COM/2007/0616 final, σκέψη II.4.2.
(61) Βλέπε επίσης την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την Ευρωπαϊκή Λιμενική Πολιτική, COM/2007/0616 final, σκέψη II.1.
(62) Η τιμή των υπηρεσιών μεταφοράς που παρέχουν οι λιμένες αντιπροσωπεύει συχνά σημαντικό μέρος του συνολικού κόστους της μεταφοράς. Βλέπε Ευρωπαϊκοί θαλάσσιοι λιμένες 2030: οι προκλήσεις που έρχονται, υπόμνημα της Επιτροπής της 23ης Μαΐου 2013 (Ports maritimes européens à l'horizon 2030: les défis à venir, Mémo de la Commission européenne du 23 mai 2013):«…τα κόστη και η ποιότητα των λιμενικών υπηρεσιών αποτελούν σημαντικό παράγοντα για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Τα λιμενικά κόστη μπορεί να αντιπροσωπεύουν σημαντικό τμήμα του συνολικού κόστους στην εφοδιαστική αλυσίδα. Η διακίνηση εμπορευμάτων, τα λιμενικά τέλη και οι λιμενικές υπηρεσίες μπορεί να αποτελούν από το 40 % έως το 60 % του συνόλου του μεταφορικού κόστους από πόρτα σε πόρτα για τις επιχειρήσεις που αποστέλλουν τα εμπορεύματά τους μέσω θαλάσσιων μεταφορών μικρών αποστάσεων».
(63) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1969, Επιτροπή κατά Γαλλίας, συνεκδικασθείσες υποθέσεις 6/69 και 11/69, ECLI:EU:C:1969:68, σκέψη 21. Απόφαση του Δικαστηρίου της 19ης Μαΐου 1999, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-6/97, ECLI:EU:C:1999:251, σκέψη 21.
(64) Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Ιουλίου 1974, 173/73, Ιταλία κατά Επιτροπής, ECLI:EU:C:1974:71, σκέψη 36.
(65) Λιμένες των οποίων η κίνηση είναι χαμηλότερη από το επίπεδο που ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 σημείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1315/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2013 περί των προσανατολισμών της Ένωσης για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 661/2010, ΕΕ L 348 της 20.12.2013, σ. 1 (0,1 % του συνολικού ετήσιου όγκου εμπορευμάτων που μεταφέρονται από τους θαλάσσιους λιμένες της ΕΕ).
(66) Το ΕΒΕ αναφέρει ότι η υπαγωγή του στον ΦΕ θα θέσει σε κίνδυνο τους λιμένες που διαχειρίζεται δεδομένης της γεωγραφικής τους θέσης, που συνορεύει με την Ισπανία, και της εγγύτητας με τους ισπανικούς λιμένες.
(67) Βλέπε κυρίως τις αποφάσεις της Επιτροπής της 29ης Απριλίου 2015 στις υποθέσεις αριθ. SA. 37432 Τσεχική Δημοκρατία – Δημόσια νοσοκομεία του Hradec Králové, (ΕΕ C 203 της 19.6.2015, σ. 1), SA.37904 Γερμανία – Ιατρικό κέντρο του Durmersheim, (ΕΕ C 188 της 26.6.2015, σ. 1), SA.33149 Γερμανία – Städtische Projektgesellschaft «Wirtschaftsbüro Gaarden – Kiel», (ΕΕ C 188 της 5.6.2015, σ. 1).
(68) Θα πρέπει αφενός η δραστηριότητα του λιμένα που επωφελείται από την επένδυση να έχει αμιγώς τοπική διάσταση, για παράδειγμα όταν ο λιμένας παρέχει αγαθά ή υπηρεσίες σε περιορισμένο έδαφος στο πλαίσιο της εθνικής επικράτειας, και να μη δύναται να προσελκύσει πελάτες από άλλα κράτη μέλη. Πρέπει αφετέρου το μέτρο να μην έχει κανένα προβλέψιμο αποτέλεσμα – ή να έχει μόνο αμελητέα αποτελέσματα – στις διακρατικές επενδύσεις στον αντίστοιχο τομέα ή στην ίδρυση επιχειρήσεων εντός της ενιαίας αγοράς.
(69) Βλέπε ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα κρατικών ενισχύσεων στις αντισταθμίσεις για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος – 2012/C 8/02 (ΕΕ C 8 της 11.1.2012, σ. 4). Βλέπε επίσης απόφαση 2012/21/EΕ της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 106 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας που χορηγούνται σε ορισμένες επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΕΕ L 7 της 11.1.2012, σ. 3).
(70) Βλέπε συμπεράσματα του εισαγγελέα Kokott στην υπόθεση C-74/16, Congregación de Escuelas Pías Provincia Betania κατά Ayuntamiento de Getafe, ECLI:EU:C:2017:135, σκέψη 75.
(71) Το άρθρο L.5312-2 του κώδικα μεταφορών, το οποίο αναφέρει τον κατάλογο καθηκόντων με τα οποία είναι επιφορτισμένοι οι λιμένες, αφορά μόνο τους μεγάλους θαλάσσιους λιμένες. Δεν ορίζει παραμέτρους υπολογισμού της αντιστάθμισης ούτε μέτρα διασφάλισης για την αποφυγή της υπεραντιστάθμισης.
(72) 1,196 εκατομμύρια ευρώ προς καταβολή το 2016 από τον GPM της Γουαδελούπης (βλέπε απόφαση της 18ης Φεβρουαρίου 2016 που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας αριθ. 0048 της 26ης Φεβρουαρίου 2016).
(73) Η αναθεώρηση του κανονισμού δημοσιεύθηκε στις 20 Ιουνίου 2017, βλέπε κανονισμό (ΕΕ) 2017/1084 της Επιτροπής της 14ης Ιουνίου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014 αναφορικά με τις ενισχύσεις για τις λιμενικές και αερολιμενικές υποδομές, τα όρια κοινοποίησης για τις ενισχύσεις για τον πολιτισμό και τη διατήρηση της κληρονομιάς και για τις ενισχύσεις για αθλητικές υποδομές και πολυλειτουργικές ψυχαγωγικές υποδομές, καθώς και τα καθεστώτα περιφερειακών ενισχύσεων λειτουργίας για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 702/2014 αναφορικά με τον υπολογισμό των επιλέξιμων δαπανών (ΕΕ L 156 της 20.6.2017, σ. 1).
(74) Αντίθετα, άλλα μέτρα που στοχεύουν σε επενδύσεις και πληρούν τις προϋποθέσεις συμβατότητας (κυρίως η ύπαρξη γενικού συμφέροντος, η καταλληλότητα και η αναλογικότητα του μέτρου) θα μπορούσαν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να κηρυχθούν συμβατά με την εσωτερική αγορά.
(75) Απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Μαρτίου 1977, Steinike & Weinlig κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, 78/76, ECLI:EU:C:1977:52, σκέψη 24.
(76) Βλέπε τελική απόφαση στην υπόθεση κρατικής ενίσχυσης αριθ. SA.25338 (ΕΕ L 113 της 27.4.2016, σ. 148).
(77) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/352 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου 2017 για τη θέσπιση πλαισίου όσον αφορά την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και κοινών κανόνων για τη χρηματοοικονομική διαφάνεια των λιμένων (ΕΕ L 57 της 3.3.2017, σ. 1).
(78) Απόφαση της Επιτροπής της 21ης Ιανουαρίου 2016 σχετικά με το μέτρο ενίσχυσης αριθ. SA.25338 (2014/C) (πρώην E 3/2008 και πρώην CP 115/2004) το οποίο έθεσαν σε εφαρμογή οι Κάτω Χώρες — Απαλλαγή δημόσιων επιχειρήσεων από τον εταιρικό φόρο (ΕΕ L 113 της 27.4.2016, σ. 148).