ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

60ό έτος
26 Οκτωβρίου 2017


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1942 του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2017, για την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 747/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στο Σουδάν

1

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1943 της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τις πληροφορίες και τις απαιτήσεις για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων επενδύσεων ( 1 )

4

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1944 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2017, για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για τη διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των σχετικών αρμόδιων αρχών σε σχέση με την κοινοποίηση μιας σκοπούμενης απόκτησης ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων, σύμφωνα με τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2004/39/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ ( 1 )

12

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/1945 της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2017, για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τις κοινοποιήσεις από και προς τις αιτούσες και τις αδειοδοτημένες επιχειρήσεις επενδύσεων σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 )

22

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1946 της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2017, για τη συμπλήρωση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για έναν εξαντλητικό κατάλογο των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται από τους υποψήφιους αγοραστές στην κοινοποίηση μιας σκοπούμενης απόκτησης ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων ( 1 )

32

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2017/1947 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2017, για τον καθορισμό της θέσης που πρόκειται να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός της μεικτής επιτροπής η οποία συγκροτήθηκε στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων όσον αφορά τη θέσπιση κοινών κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας

44

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2017/1948 του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2017, για την εφαρμογή της απόφασης 2014/450/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στο Σουδάν

60

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1949 της Επιτροπής, της 25ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την κατάργηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/715/ΕΕ για τον χαρακτηρισμό της Σρι Λάνκα ως τρίτης χώρας που η Επιτροπή θεωρεί ως μη συνεργαζόμενη τρίτη χώρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας

62

 

 

III   Λοιπές πράξεις

 

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

*

Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 204/16/COL, της 23ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με την εικαζόμενη παράνομη κρατική ενίσχυση που έλαβαν η Íslandsbanki hf. και η Arion banki hf. μέσω δανειακών συμβάσεων με προτιμησιακούς όρους (Ισλανδία) [2017/1950]

64

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/583 της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2016, σχετικά με τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις απαιτήσεις διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης και τις επιχειρήσεις επενδύσεων ως προς τις ομολογίες, τα δομημένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα δικαιώματα εκπομπής και τα παράγωγα ( ΕΕ L 87 της 31.3.2017 )

78

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1942 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Οκτωβρίου 2017

για την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 747/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στο Σουδάν

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 747/2014 του Συμβουλίου, της 10ης Ιουλίου 2014 , σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στο Σουδάν και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 131/2004 και (ΕΚ) αριθ. 1184/2005 (1), και ιδίως το άρθρο 15 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη την πρόταση του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 10 Ιουλίου 2014 το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 747/2014.

(2)

Στις 17 Οκτωβρίου 2017, η Επιτροπή του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η οποία συγκροτήθηκε δυνάμει της απόφασης 1591 (2005) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, επικαιροποίησε τις πληροφορίες για ένα πρόσωπο που υπόκειται σε περιοριστικά μέτρα.

(3)

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 747/2014 θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) 747/2014 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 25 Οκτωβρίου 2017.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. MAASIKAS


(1)  ΕΕ L 203 της 11.7.2014, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η καταχώριση που αφορά τον «ALNSIEM, Musa Hilal Abdalla» αντικαθίσταται από την ακόλουθη καταχώριση:

«2.

ALNSIEM, Musa Hilal Abdalla

Γνωστός και ως: α) Sheikh Musa Hilal· β) Abd Allah· γ) Abdallah· δ) AlNasim· ε) Al Nasim· στ) AlNaseem· ζ) Al Naseem· η) AlNasseem· θ) Al Nasseem.

Χαρακτηρισμός: α) πρώην μέλος της National Assembly of Sudan από την Al-Waha district· β) πρώην ειδικός σύμβουλος του Υπουργείου Ομοσπονδιακών Υποθέσεων· γ) αρχηγός της φυλής Mahamid στο Βόρειο Darfur.

Ημερομηνία γεννήσεως: α) 1.1.1964· β) 1959.

Τόπος γεννήσεως: Kutum.

Υπηκοότητα: Sudan.

Διεύθυνση: α) Kabkabiya, Sudan· β) Kutum, Sudan (ζεί στην Kabkabiya και στην πόλη Kutum, Northern Darfur και έχει ζήσει στο Khartoum).

Διαβατήριο: α) διπλωματικό διαβατήριο D014433, εκδοθέν στις 21 Φεβρουαρίου 2013 (έληξε στις 21 Φεβρουαρίου 2015)· β) διπλωματικό διαβατήριο D009889, εκδοθέν στις 17 Φεβρουαρίου 2011 (έληξε στις 17 Φεβρουαρίου 2013).

Ταυτοποίηση: πιστοποιητικό εθνικότητος A0680623.

Ημερομηνία καταχώρισης ΗΕ: 25 Απριλίου 2006.

Λοιπά στοιχεία: Interpol-UN Security Council Special Notice web link: https://www.interpol.int/en/notice/search/un/5795065

Στοιχεία από την περιληπτική αιτιολογία καταχώρισης που έδωσε η Επιτροπή κυρώσεων:

Ο Alnsiem καταχωρήθηκε στις 25 Απριλίου 2006 με την παράγραφο 1 της απόφασης 1672 (2006) ως “Αρχηγός της φυλής Jalul στο Βόρειο Darfur”.

Μια αναφορά από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λέει ότι έχουν ένα υπόμνημα από τις 13 Φεβρουαρίου 2004 από γραφείο της τοπικής κυβέρνησης στο Βόρειο Darfur με το οποίο διατάσσονται “οι μονάδες ασφαλείας της περιοχής” να “επιτρέψουν τις δραστηριότητες των mujahideen και των εθελοντών υπό τη διοίκηση του Sheikh Musa Hilal να προχωρήσουν στις περιοχές του [Βόρειο Darfur] και να καλύψουν τις ζωτικές τους ανάγκες”. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2005, 400 άραβες άτακτοι επετέθησαν κατά των χωριών Aro Sharrow (και κατά του τοπικού στρατοπέδου IDP), Acho, και Gozmena στο Δυτικό Darfur. Πιστεύουμε επίσης ότι ο Musa Hilal ήταν παρών στην επίθεση κατά του στρατοπέδου IDP στο Aro Sharrow: ο γιός του σκοτώθηκε κατά την επίθεση του SLA κατά του Shareia, και έτσι έχει τώρα εμπλακεί σε προσωπική βεντέτα. Πιστεύεται ευλόγως ότι ως αρχηγός έχει άμεση ευθύνη για τις ενέργειες αυτές και είναι υπεύθυνος για παραβιάσεις των διεθνών ανθρωπιστικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για άλλες αγριότητες.».


26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/4


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1943 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 14ης Ιουλίου 2016

για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τις πληροφορίες και τις απαιτήσεις για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων επενδύσεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση να διενεργούν ενδελεχή αξιολόγηση στο πλαίσιο της διαδικασίας για την έγκριση και απόρριψη αιτήσεων αδειοδότησης επιχειρήσεων επενδύσεων, ο αιτών απαιτείται να υποβάλει στην αρμόδια αρχή ακριβείς πληροφορίες τη στιγμή της αρχικής αίτησης για τη χορήγηση αδειοδότησης. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να διατηρεί το δικαίωμα να ζητά συμπληρωματικές πληροφορίες από τον αιτούντα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολόγησης σύμφωνα με τα κριτήρια και τα χρονοδιαγράμματα που ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ.

(2)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η αξιολόγηση της αρμόδιας αρχής βασίζεται σε ακριβείς πληροφορίες, είναι σημαντικό ο αιτών να παρέχει αντίγραφα των εταιρικών του εγγράφων, μεταξύ άλλων ένα επικυρωμένο αντίγραφο της συστατικής πράξης, των εσωτερικών κανονισμών και του καταστατικού της εταιρείας, καθώς και αντίγραφο της καταχώρισης της εταιρείας στο εθνικό μητρώο εταιρειών.

(3)

Θα πρέπει να υποβάλλονται από τον αιτούντα πληροφορίες σχετικά με τις πηγές των διαθέσιμων κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένων των μέσων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά οικονομικών πόρων κατά τη συγκέντρωση κεφαλαίων, προκειμένου να είναι σε θέση οι αρμόδιες αρχές να εκτιμήσουν αν πληρούνται όλες οι σχετικές απαιτήσεις στο πεδίο του οικονομικού εγκλήματος.

(4)

Οι νεοσυσταθείσες οντότητες, κατά την υποβολή μιας αίτησης, μπορεί να είναι σε θέση να παράσχουν πληροφορίες μόνον σχετικά με τον τρόπο άντλησης κεφαλαίων και τα είδη και την ποσότητα των κεφαλαίων που θα αντληθούν. Ωστόσο, για τη λήψη αδειοδότησης, πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές τα στοιχεία του καταβληθέντος μετοχικού κεφαλαίου και άλλων τύπων αντληθέντων κεφαλαίων, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τις πηγές κεφαλαίων, πριν από τη χορήγηση αδειοδότησης. Στα στοιχεία αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται αντίγραφα σχετικών κεφαλαιακών μέσων και αντίστοιχων αποσπασμάτων τραπεζικών λογαριασμών.

(5)

Προκειμένου να είναι σε θέση οι αρμόδιες αρχές να εκτιμήσουν την υπόληψη οποιουδήποτε προσώπου το οποίο θα διευθύνει τις δραστηριότητες της επιχείρησης επενδύσεων, των προτεινόμενων μετόχων και των μελών με ειδικές συμμετοχές, είναι σημαντικό να απαιτείται από τον αιτούνται η παροχή πληροφοριών σχετικά με τα εν λόγω πρόσωπα.

(6)

Προκειμένου να αξιολογηθεί η πείρα ενός προσώπου το οποίο θα διευθύνει τις δραστηριότητες της επιχείρησης επενδύσεων, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λάβουν πληροφορίες από τον αιτούντα όσον αφορά τη σχετική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και την επαγγελματική πείρα των μελών του διοικητικού οργάνου και των προσώπων που διευθύνουν τις δραστηριότητες και τις σχετικές αρμοδιότητές τους καθώς και τυχόν πληρεξουσίων.

(7)

Οι οικονομικές πληροφορίες που αφορούν την επιχείρηση επενδύσεων πρέπει να υποβάλλονται από τον αιτούντα στις αρμόδιες αρχές ώστε οι τελευταίες να είναι σε θέση να αξιολογήσουν την οικονομική ευρωστία της επιχείρησης επενδύσεων.

(8)

Δεδομένου ότι, κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης, οι νεοσύστατες επιχειρήσεις μπορεί να μην είναι σε θέση να υποβάλουν πληροφορίες σχετικά με τους ελεγκτές, οι εν λόγω αιτούντες θα πρέπει να εξαιρούνται από την παροχή των εν λόγω πληροφοριών στην αρμόδια αρχή εκτός εάν έχουν ήδη οριστεί οι ελεγκτές.

(9)

Οι πληροφορίες σχετικά με την αξιολόγηση της οργανωτικής δομής της επιχείρησης επενδύσεων πρέπει να περιλαμβάνουν λεπτομέρειες σχετικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου, τα μέτρα για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων, και τις ρυθμίσεις διασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων των πελατών, προκειμένου να μπορεί η αρμόδια αρχή να αξιολογήσει εάν η εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων θα είναι σε θέση να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

(10)

Οι εθνικές αρμόδιες αρχές μπορούν να αδειοδοτήσουν ως επιχείρηση επενδύσεων ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διευθύνεται από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο. Είναι επομένως σκόπιμο να καθοριστούν οι απαιτήσεις αδειοδότησης που ισχύουν για τη διαχείριση επιχειρήσεων επενδύσεων που είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία διευθύνονται από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο.

(11)

Προκειμένου να υπάρχει ασφάλεια δικαίου, σαφήνεια και προβλεψιμότητα όσον αφορά τη διαδικασία αδειοδότησης, είναι σκόπιμο τα κριτήρια βάσει των οποίων οι αρμόδιες αρχές αποτιμούν την καταλληλότητα των μετόχων ή των μελών με ειδικές συμμετοχές, κατά την αδειοδότηση μιας επιχείρησης επενδύσεων, να είναι τα ίδια κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 13 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ για την εκτίμηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αποτιμούν την καταλληλότητα των μετόχων ή των μελών με ειδικές συμμετοχές, καθώς και την οικονομική ευρωστία της επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που σχετίζονται με την υπόληψη, την πείρα των προσώπων που διευθύνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης επενδύσεων και την οικονομική ευρωστία της επιχείρησης.

(12)

Προκειμένου να εντοπίζουν τα εμπόδια που θα μπορούσαν να παρακωλύσουν την ουσιαστική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξετάζουν την πολυπλοκότητα και τη διαφάνεια της δομής του ομίλου της επιχείρησης επενδύσεων, τη γεωγραφική θέση των οντοτήτων του ομίλου και τις δραστηριότητες που ασκούν οι οντότητες του ομίλου.

(13)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(14)

Για λόγους συνέπειας και προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, είναι αναγκαίο οι διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και οι σχετικές εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά της οδηγίας 2014/65/ΕΕ να εφαρμόζονται από την ίδια ημερομηνία.

(15)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στην Επιτροπή.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), η ΕΑΚΑΑ διενήργησε ανοιχτές δημόσιες διαβουλεύσεις, ανέλυσε το ενδεχόμενο συναφές κόστος και τα οφέλη και ζήτησε τη γνώμη της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Γενικές πληροφορίες

Ο αιτών που ζητά αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ υποβάλλει στην αρμόδια αρχή αίτηση που περιλαμβάνει τις ακόλουθες γενικές πληροφορίες:

α)

την επωνυμία του (συμπεριλαμβανομένης της νομικής επωνυμίας και τυχόν άλλης εμπορικής επωνυμίας που πρόκειται να χρησιμοποιήσει)· τη νομική δομή (συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με το αν θα είναι νομικό πρόσωπο ή, εφόσον προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, φυσικό πρόσωπο), τη διεύθυνση των κεντρικών γραφείων και, για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις, την καταστατική έδρα· στοιχεία επικοινωνίας· τον εθνικό αναγνωριστικό αριθμό του, κατά περίπτωση· καθώς και:

i)

για εγχώρια υποκαταστήματα: πληροφορίες σχετικά με το πού θα λειτουργούν τα υποκαταστήματα·

ii)

για εγχώριους συνδεδεμένους αντιπροσώπους: πληροφορίες σχετικά με την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει συνδεδεμένους αντιπροσώπους·

β)

τον κατάλογο των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, των παρεπόμενων υπηρεσιών και των χρηματοπιστωτικών μέσων που θα παρέχονται, και εάν θα διακρατούνται χρηματοπιστωτικά μέσα και κεφάλαια των πελατών (ακόμα και σε προσωρινή βάση).

γ)

αντίγραφα εταιρικών εγγράφων και στοιχεία εγγραφής στο εθνικό μητρώο επιχειρήσεων, κατά περίπτωση.

Άρθρο 2

Πληροφορίες σχετικά με τα κεφάλαια

Ο αιτών που ζητά αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ υποβάλλει στην αρμόδια αρχή πληροφορίες και, κατά περίπτωση, στοιχεία σχετικά με τις πηγές των κεφαλαίων που διαθέτει. Οι πληροφορίες περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τη χρήση ιδιωτικών χρηματοδοτικών πόρων συμπεριλαμβανομένης της προέλευσης και της διαθεσιμότητας των εν λόγω κεφαλαίων·

β)

λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την πρόσβαση σε πηγές κεφαλαίων και χρηματοπιστωτικές αγορές, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εκδοθεί ή πρόκειται να εκδοθούν·

γ)

τυχόν σχετικές συμφωνίες και συμβάσεις που αφορούν τα αντληθέντα κεφάλαια·

δ)

πληροφορίες σχετικά με τη χρήση ή την αναμενόμενη χρήση δανειακών κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένης της επωνυμίας των σχετικών δανειστών και λεπτομέρειες σχετικά με τις διευκολύνσεις που έχουν παρασχεθεί ή που αναμένεται να παρασχεθούν, συμπεριλαμβανομένων προθεσμιών λήξης, όρων, δεσμεύσεων και εγγυήσεων, μαζί με πληροφορίες σχετικά με την προέλευση των δανειακών κεφαλαίων (ή των κεφαλαίων που αναμένεται να προέλθουν από δανεισμό, στις περιπτώσεις που ο δανειστής δεν είναι εποπτευόμενο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα·

ε)

λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά οικονομικών πόρων στην επιχείρηση συμπεριλαμβανομένου του δικτύου που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά των εν λόγω κεφαλαίων.

Για τους σκοπούς του σημείου β), οι πληροφορίες σχετικά με τους τύπους των αντληθέντων κεφαλαίων αναφέρονται, κατά περίπτωση, στους τύπους των κεφαλαίων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ιδίως αν το κεφάλαιο περιλαμβάνει στοιχεία μετοχών της κατηγορίας 1, πρόσθετα στοιχεία της κατηγορίας 1 ή στοιχεία της κατηγορίας 2.

Άρθρο 3

Πληροφορίες για τους μετόχους

Ο αιτών που ζητά αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τις ακόλουθες πληροφορίες για τους μετόχους της:

α)

τον κατάλογο των προσώπων που έχουν άμεση ή έμμεση ειδική συμμετοχή στην επιχείρηση επενδύσεων, και την ποσότητα των εν λόγω συμμετοχών και, για έμμεσες συμμετοχές, το όνομα του προσώπου μέσω του οποίου ελέγχεται το πακέτο μετοχών και το όνομα του τελικού κατόχου·

β)

για πρόσωπα με ειδική συμμετοχή (άμεση ή έμμεση) στην επιχείρηση επενδύσεων, την τεκμηρίωση που απαιτείται από τους υποψήφιους αγοραστές για την απόκτηση και την αύξηση των ειδικών συμμετοχών σε επιχειρήσεις επενδύσεων σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1946 της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2017, για τη συμπλήρωση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για έναν εξαντλητικό κατάλογο των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται από τους υποψήφιους αγοραστές στην κοινοποίηση μιας σκοπούμενης απόκτησης ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων (4)·

γ)

για εταιρείες-μετόχους που είναι μέλη ενός ομίλου, το οργανόγραμμα του ομίλου στο οποίο αναφέρονται οι κύριες δραστηριότητες κάθε επιχείρησης του ομίλου, ταυτοποίηση τυχόν ρυθμιζόμενων οντοτήτων στο εσωτερικό του ομίλου και τα ονόματα των αρμόδιων εποπτικών αρχών, καθώς και τη σχέση μεταξύ των χρηματοοικονομικών οντοτήτων του ομίλου και άλλων μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων του ομίλου.

δ)

Για τους σκοπούς του σημείου β), στις περιπτώσεις που ο κάτοχος ειδικής συμμετοχής δεν είναι φυσικό πρόσωπο, η τεκμηρίωση πρέπει να αφορά επίσης όλα τα μέλη του διοικητικού οργάνου και τον γενικό διευθυντή, ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εκτελεί ανάλογα καθήκοντα.

Άρθρο 4

Πληροφορίες σχετικά με το διοικητικό όργανο και τα πρόσωπα που διευθύνουν την επιχείρηση

Ο αιτών που ζητά αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

όσον αφορά τα μέλη του διοικητικού οργάνου και τα πρόσωπα που διευθύνουν στην πράξη τις δραστηριότητες και τις σχετικές αρμοδιότητές τους καθώς και τυχόν πληρεξουσίους:

i)

προσωπικά στοιχεία, τα οποία περιλαμβάνουν το όνομα του προσώπου, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, τον προσωπικό εθνικό αναγνωριστικό αριθμό ταυτότητας, εφόσον υπάρχει, διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας·

ii)

τη θέση στην οποία διορίστηκε/πρόκειται να διοριστεί το πρόσωπο αυτό·

iii)

βιογραφικό σημείωμα, μέσα στο οποίο θα αναφέρεται σχετική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, επαγγελματική πείρα, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων όλων των οργανισμών για τους οποίους έχει εργαστεί το εν λόγω άτομο, καθώς και τη φύση και τη διάρκεια των καθηκόντων που ανέλαβε, ιδίως για δραστηριότητες που σχετίζονται με τη θέση για την οποία προορίζεται· για θέσεις που κατείχε τα προηγούμενα 10 έτη, κατά την περιγραφή των εν λόγω δραστηριοτήτων, πρέπει να περιλαμβάνονται λεπτομερή στοιχεία σχετικά με όλες τις εξουσιοδοτήσεις και εσωτερικές αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων που του είχαν ανατεθεί και τους τομείς δραστηριοτήτων υπό τον έλεγχό του·

iv)

τεκμηρίωση σχετικά με την υπόληψη και την πείρα του προσώπου, ιδίως κατάλογο συστάσεων, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων επικοινωνίας και συστατικών επιστολών·

v)

ποινικό μητρώο και πληροφορίες σχετικά με ποινικές έρευνες και διαδικασίες, σχετικές αστικές και διοικητικές υποθέσεις, και πειθαρχικές ενέργειες που έχουν ασκηθεί εναντίον του (μεταξύ άλλων απαγόρευση άσκησης δραστηριοτήτων διευθυντή επιχείρησης, πτώχευση, αφερεγγυότητα και παρόμοιες διαδικασίες), ιδίως μέσω επίσημου πιστοποιητικού (αν και εφόσον είναι διαθέσιμο από το σχετικό κράτος μέλος ή τρίτη χώρα), ή μέσω άλλου ισοδύναμου εγγράφου· για τρέχουσες έρευνες, οι πληροφορίες μπορούν να παρέχονται μέσω υπεύθυνης δήλωσης·

vi)

πληροφορίες σχετικά με άρνηση καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας άσκησης εμπορικών δραστηριοτήτων, επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή επαγγέλματος· ή την ανάκληση, άρση ή τερματισμό της εν λόγω καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας· ή απομάκρυνση από ρυθμιστικό ή κυβερνητικό φορέα, ή από επαγγελματικό φορέα ή ένωση·

vii)

πληροφορίες σχετικά με απόλυση από θέση απασχόλησης ή από θέση εμπιστοσύνης, σχέση καταπίστευσης, ή παρόμοια κατάσταση·

viii)

πληροφορίες για το κατά πόσον η αξιολόγηση της υπόληψης και της πείρας ως αγοραστή ή ως προσώπου που διοικεί την επιχείρηση διενεργήθηκε ήδη (συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας αξιολόγησης, στοιχείων ταυτοποίησης της εν λόγω αρχής, και αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το αποτέλεσμα της εν λόγω αξιολόγησης)·

ix)

περιγραφή τυχόν οικονομικών και μη οικονομικών συμφερόντων ή σχέσεων του προσώπου και των στενών συγγενών του με τα μέλη του διοικητικού οργάνου και ατόμων που κατέχουν καίριες θέσεις στο ίδιο ίδρυμα, το μητρικό ίδρυμα και τις θυγατρικές και τους μετόχους·

x)

λεπτομέρειες σχετικά με το αποτέλεσμα κάθε αξιολόγησης της καταλληλότητας των μελών του διοικητικού οργάνου η οποία πραγματοποιείται από τον ίδιο τον αιτούντα·

xi)

πληροφορίες σχετικά με τον ελάχιστο χρόνο που θα πρέπει να αφιερωθεί στην εκτέλεση των καθηκόντων του προσώπου εντός της επιχείρησης (ετήσια και μηνιαία στοιχεία)·

xii)

πληροφορίες σχετικά με ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που διατίθενται για την τοποθέτηση και την εκπαίδευση των μελών (ετήσια στοιχεία)·

xiii)

τον κατάλογο των θέσεων εκτελεστικών και μη εκτελεστικών μελών του ΔΣ που κατέχει το εν λόγω πρόσωπο.

Για τους σκοπούς του σημείου α) στοιχείο ix), τα οικονομικά συμφέροντα περιλαμβάνουν συμφέροντα όπως πιστοδοτικές πράξεις, εγγυήσεις και δεσμεύσεις, ενώ τα μη οικονομικά συμφέροντα μπορεί να περιλαμβάνουν συμφέροντα όπως οι οικογενειακές ή οι στενές σχέσεις.

β)

Το προσωπικό των οργάνων εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου.

Άρθρο 5

Χρηματοοικονομικές πληροφορίες

Ο αιτών που ζητά αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τις ακόλουθες πληροφορίες για την οικονομική της κατάσταση:

α)

προβλεπόμενες πληροφορίες σε ατομικό και, όπου υπάρχουν, σε ενοποιημένο και μη ενοποιημένο επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

i)

προβλεπόμενα λογιστικά σχέδια για τα τρία πρώτα οικονομικά έτη, μεταξύ άλλων:

προβλεπόμενους ισολογισμούς·

προβλεπόμενους λογαριασμούς κερδών και ζημιών ή τον λογαριασμό αποτελεσμάτων·

ii)

παραδοχές σχεδιασμού για τις ανωτέρω προβλέψεις καθώς και εξηγήσεις για τα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου του αναμενόμενου αριθμού και του είδους των πελατών, του αναμενόμενου όγκου συναλλαγών/εντολών, των αναμενόμενων υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων·

iii)

κατά περίπτωση, προβλεπόμενους υπολογισμούς των κεφαλαιακών απαιτήσεων και των απαιτήσεων ρευστότητας της επιχείρησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και τον προβλεπόμενο δείκτη φερεγγυότητας για το πρώτο έτος·

β)

για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ήδη, υποχρεωτικές οικονομικές καταστάσεις, σε ατομικό και, όπου υπάρχουν, σε ενοποιημένο και μη ενοποιημένο επίπεδο ομίλου για τις τρεις τελευταίες οικονομικές περιόδους, οι οποίες έχουν εγκριθεί, στις περιπτώσεις που ελέγχονται οι οικονομικές καταστάσεις, από τον εξωτερικό ελεγκτή, μεταξύ άλλων:

i)

τον ισολογισμό·

ii)

τους λογαριασμούς κερδών και ζημιών ή τους λογαριασμούς αποτελεσμάτων·

iii)

τις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων και τα οικονομικά παραρτήματα και άλλα έγγραφα που έχουν καταχωριστεί στο σχετικό μητρώο ή έχουν υποβληθεί σε κάποια αρχή στη συγκεκριμένη επικράτεια που σχετίζεται με τις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας και, κατά περίπτωση, έκθεση του ελεγκτή της εταιρείας των τριών τελευταίων ετών ή από την έναρξη της δραστηριότητας·

γ)

μια ανάλυση του πεδίου εφαρμογής της ενοποιημένης εποπτείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επί των οποίων οι οντότητες του ομίλου θα συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων ενοποιημένης εποπτείας μετά την αδειοδότηση και σε ποιο επίπεδο εντός του ομίλου θα ισχύουν οι εν λόγω απαιτήσεις σε πλήρη ή μη ενοποιημένη βάση.

Άρθρο 6

Πληροφορίες για την οργάνωση της επιχείρησης

Ο αιτών που ζητά αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τις ακόλουθες πληροφορίες για την οργάνωσή της:

α)

ένα πρόγραμμα των αρχικών λειτουργιών για τα επόμενα τρία έτη, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις σχεδιαζόμενες ρυθμιζόμενες και μη ρυθμιζόμενες δραστηριότητες, λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή και τις δραστηριότητες που θα πραγματοποιηθούν από την επιχείρηση επενδύσεων. Σχετικές πληροφορίες στο πρόγραμμα δραστηριοτήτων περιλαμβάνουν τις εξής:

i)

τον τόπο κατοικίας των υποψήφιων πελατών και των στοχευμένων επενδυτών·

ii)

τις εμπορικές και προωθητικές δραστηριότητες και ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσών των εγγράφων προσφορών και προώθησης· τον προσδιορισμό των κρατών μελών στα οποία είναι πιο ορατές και πιο συχνές οι διαφημίσεις· τον τύπο των προωθητικών εγγράφων (προκειμένου να εκτιμηθεί σε ποιες περιπτώσεις θα αναπτυχθεί περισσότερο η αποτελεσματική προώθηση στην αγορά·

iii)

τα στοιχεία των επιχειρήσεων άμεσης εμπορίας, των συμβούλων και διανομέων χρηματοοικονομικών επενδύσεων, τη γεωγραφική θέση των δραστηριοτήτων τους·

β)

λεπτομερή στοιχεία των ελεγκτών της επιχείρησης, όταν θα είναι διαθέσιμα τη στιγμή της υποβολής της αίτησης αδειοδότησης·

γ)

την οργανωτική δομή και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου της εταιρείας, που περιλαμβάνουν τα εξής:

i)

τα προσωπικά στοιχεία των επικεφαλής των εσωτερικών λειτουργιών (διαχειριστές και επόπτες), συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς βιογραφικού σημειώματος στο οποίο θα αναφέρεται η σχετική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, καθώς και η επαγγελματική πείρα·

ii)

την περιγραφή των πόρων (ιδίως ανθρώπινων και τεχνικών) που διατίθενται για τις διάφορες προγραμματισμένες δραστηριότητες·

iii)

σε σχέση με την κατοχή χρηματοπιστωτικών μέσων και κεφαλαίων πελατών, πληροφορίες, οι οποίες καθορίζουν τυχόν ρυθμίσεις διαφύλαξης των περιουσιακών στοιχείων πελατών (ειδικότερα στις περιπτώσεις που χρηματοοικονομικά μέσα φυλάσσονται από θεματοφύλακα, το όνομα του θεματοφύλακα, καθώς και σχετικές συμβάσεις)·

iv)

μια εξήγηση για το πώς η επιχείρηση θα ανταποκριθεί στις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και συμπεριφοράς.

δ)

πληροφορίες για την κατάσταση της αίτησης της επιχείρησης επενδύσεων να καταστεί μέλος του συστήματος αποζημίωσης των επενδυτών του κράτους μέλους προέλευσης ή αποδεικτικό της ιδιότητας μέλους του συστήματος αποζημίωσης των επενδυτών, εφόσον είναι διαθέσιμο·

ε)

κατάλογο όλων των λειτουργιών, υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων που ανατίθενται σε τρίτους (ή αυτών που πρόκειται να ανατεθούν σε τρίτους) και κατάλογο των συμβάσεων που έχουν συναφθεί ή προβλέπεται να συναφθούν με εξωτερικούς παρόχους και των πόρων (ειδικότερα, ανθρώπινων και τεχνικών πόρων, και το σύστημα εσωτερικού ελέγχου) που διατίθενται για τον έλεγχο των λειτουργιών, υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων που ανατίθενται σε τρίτους·

στ)

μέτρα για τον εντοπισμό και την πρόληψη ή τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της παροχής επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών και περιγραφή των ρυθμίσεων παρακολούθησης των προϊόντων·

ζ)

περιγραφή των συστημάτων για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένων των εφεδρικών συστημάτων, όπου αυτά είναι διαθέσιμα, καθώς και των συστημάτων και των ελέγχων κινδύνου όταν η επιχείρηση επιθυμεί να διενεργήσει αλγοριθμικές συναλλαγές και/ή να παράσχει άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση·

η)

πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα συμμόρφωσης, εσωτερικού ελέγχου και, διαχείρισης κινδύνων (σύστημα παρακολούθησης, εσωτερικούς ελέγχους και λειτουργίες παροχής συμβουλών και βοήθειας)·

θ)

λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα συστήματα για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

ι)

σχέδια επιχειρηματικής συνέχειας, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων και του ανθρώπινου δυναμικού (βασικό προσωπικό)·

ια)

πολιτικές διαχείρισης αρχείων, τήρησης και διατήρησης αρχείων·

ιβ)

περιγραφή του εγχειριδίου διαδικασιών της επιχείρησης.

Άρθρο 7

Γενικές απαιτήσεις

1.   Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, όπως ορίζεται στα άρθρα 1 και 6, αναφέρονται στα κεντρικά γραφεία της επιχείρησης και στα υποκαταστήματα και τους συνδεδεμένους αντιπροσώπους.

2.   Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, όπως ορίζεται στα άρθρα 2 έως 5, αναφέρονται στα κεντρικά γραφεία της επιχείρησης.

Άρθρο 8

Απαιτήσεις αδειοδότησης που ισχύουν για τη διαχείριση επιχειρήσεων επενδύσεων που είναι φυσικά πρόσωπα ή επιχειρήσεις επενδύσεων που είναι νομικά πρόσωπα τα οποία διευθύνονται από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο

1.   Οι αρμόδιες αρχές αδειοδοτούν ως επιχείρηση επενδύσεων έναν αιτούντα που είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο διευθύνεται από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο στις εξής περιπτώσεις:

α)

το φυσικό πρόσωπο είναι άμεσα και εύκολα διαθέσιμο στις αρμόδιες αρχές·

β)

το φυσικό πρόσωπο αφιερώνει επαρκή χρόνο σε αυτά τα καθήκοντα·

γ)

τα διοικητικά όργανα ή το καταστατικό της επιχείρησης επενδύσεων εξουσιοδοτούν ένα πρόσωπο να αντικαθιστά άμεσα τον διευθυντή και να εκτελεί όλα τα καθήκοντά του αν ο τελευταίος δεν είναι σε θέση να τα εκτελέσει·

δ)

το πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με το προηγούμενο σημείο πρέπει να έχει τα απαιτούμενα εχέγγυα ήθους και να διαθέτει επαρκή πείρα για να αντικαταστήσει τον διευθυντή κατά τον χρόνο της απουσίας του, ή μέχρι να διοριστεί νέος διευθυντής, ώστε να διασφαλίζεται η ορθή και συνετή διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων. Το πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί για επιχειρήσεις επενδύσεων που είναι φυσικά πρόσωπα πρέπει να είναι επίσης διαθέσιμο για την παροχή συνδρομής στους διαχειριστές διαδικασιών αφερεγγυότητας και τις αρμόδιες αρχές όσον αφορά την εκκαθάριση της επιχείρησης. Το πρόσωπο αυτό πρέπει να είναι επαρκώς διαθέσιμο για τα εν λόγω καθήκοντα.

2.   Στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης, η αιτούσα επιχείρηση επενδύσεων που είναι φυσικό πρόσωπο, ή νομικό πρόσωπο το οποίο διευθύνεται από ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο, παρέχει στην αρμόδια αρχή τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ), δ), ε) και στ) σε σχέση με το πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 9

Απαιτήσεις που ισχύουν για τους μετόχους και τα μέλη με ειδικές συμμετοχές

Η αρμόδια αρχή επαληθεύει ότι η αίτηση του αιτούντα αδειοδότηση ως επιχείρηση επενδύσεων, σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την ορθή και συνετή διαχείριση της οντότητας, αξιολογώντας την καταλληλότητα των προτεινόμενων μετόχων και μελών με ειδικές συμμετοχές, λαμβάνοντας υπόψη την ενδεχόμενη επιρροή στην επιχείρηση επενδύσεων κάθε προτεινόμενου μετόχου ή μέλους με ειδικές συμμετοχές, με βάση όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

την υπόληψη και την πείρα οποιουδήποτε προσώπου το οποίο θα διευθύνει τις δραστηριότητες της επιχείρησης επενδύσεων·

β)

την υπόληψη των υποψήφιων μετόχων και των μελών με ειδικές συμμετοχές·

γ)

τη χρηματοοικονομική ευρωστία των υποψήφιων μετόχων και των μελών με ειδικές συμμετοχές, ιδίως ως προς το είδος των δραστηριοτήτων που ασκούνται ή προβλέπεται ότι θα ασκούνται στην επιχείρηση επενδύσεων·

δ)

την ικανότητα της επιχείρησης επενδύσεων να συμμορφώνεται και να συνεχίσει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας όπως ορίζονται στο άρθρο 15 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και, κατά περίπτωση, των οδηγιών 2002/87/ΕΚ (6) και 2013/36/ΕΕ (7) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και ειδικότερα, το κατά πόσον ο όμιλος του οποίου θα καταστεί μέλος διαθέτει δομή που καθιστά δυνατή την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας, την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών και τον προσδιορισμό της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών·

ε)

κατά πόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι, σε σχέση με την αδειοδότηση της επιχείρησης επενδύσεων, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), ή ότι η αδειοδότηση της επιχείρησης επενδύσεων είναι δυνατόν να αυξήσει αυτόν τον κίνδυνο.

Άρθρο 10

Αποτελεσματική άσκηση εποπτικών καθηκόντων

Μια δομή ομίλου εντός της οποίας θα λειτουργήσει η επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται ότι αποτελεί εμπόδιο στην άσκηση της εποπτικής λειτουργίας της αρμόδιας αρχής για τους σκοπούς του άρθρου 10 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

είναι περίπλοκη και δεν είναι επαρκώς διαφανής·

β)

κατέχει γεωγραφική θέση των οντοτήτων του ομίλου·

γ)

περιλαμβάνει δραστηριότητες που εκτελούνται από τις οντότητες του ομίλου και οι οποίες θα μπορούσαν να εμποδίσουν την αρμόδια αρχή να αποτιμήσει με αποτελεσματικό τρόπο την καταλληλότητα των μετόχων ή των μελών με ειδικές συμμετοχές ή την επιρροή των στενών δεσμών με την επιχείρηση επενδύσεων.

Άρθρο 11

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την ημερομηνία που εμφανίζεται πρώτη στο άρθρο 93 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 14 Ιουλίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349.

(2)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ.31).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(4)  Βλέπε σελίδα 32 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ.575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ.648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ.1)

(6)  Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ, 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(8)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).


26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/12


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1944 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Ιουνίου 2017

για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για τη διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των σχετικών αρμόδιων αρχών σε σχέση με την κοινοποίηση μιας σκοπούμενης απόκτησης ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων, σύμφωνα με τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2004/39/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 10α παράγραφος 8 έκτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (2), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 9,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν κοινά τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για να διασφαλίζεται η ακριβής αξιολόγηση, από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, των κοινοποιήσεων μιας σκοπούμενης απόκτησης ή αύξησης ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων. Στις περιπτώσεις αυτές, οι σχετικές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαβουλεύονται μεταξύ τους και να ανταλλάσσουν κάθε ουσιώδη ή συναφή πληροφορία.

(2)

Για να διευκολύνεται η μεταξύ τους συνεργασία και να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα κατά την ανταλλαγή πληροφοριών, οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 48 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ θα πρέπει να ορίζουν υπευθύνους επικοινωνίας ειδικά για τον σκοπό της διαδικασίας διαβούλευσης, που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) θα πρέπει να τηρεί συγκεντρωτικό κατάλογο των εν λόγω υπευθύνων επικοινωνίας.

(3)

Θα πρέπει να καθοριστούν διαδικασίες διαβούλευσης, με σαφείς χρονικούς περιορισμούς, προκειμένου να διασφαλιστεί η έγκαιρη και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Μια σαφής διαδικασία συνεργασίας θα πρέπει να περιλαμβάνει προκαταρκτική ειδοποίηση που θα αποστέλλεται από την αιτούσα αρχή στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, ώστε να ενημερώνεται η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση για την εν εξελίξει αξιολόγηση.

(4)

Οι διαδικασίες θα πρέπει επίσης να έχουν ως στόχο να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται και καταβάλλουν προσπάθειες για τη βελτίωση της διαδικασίας, προωθώντας την ανταλλαγή ανατροφοδότησης σχετικά με την ποιότητα και τη συνάφεια των πληροφοριών που λαμβάνονται.

(5)

Οποιαδήποτε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών, άλλων αρχών, οργάνων ή προσώπων θα πρέπει να συνάδει προς τους κανόνες σχετικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτοί προβλέπονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) ισχύει για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την ΕΑΚΑΑ κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(7)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στο σχέδιο εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η ΕΑΚΑΑ στην Επιτροπή.

(8)

Η ΕΑΚΑΑ δεν διεξήγαγε δημόσια διαβούλευση ούτε ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και οφέλη της καθιέρωσης τυποποιημένων εντύπων, υποδειγμάτων και διαδικασιών για τη διαδικασία διαβούλευσης μεταξύ των σχετικών αρμόδιων αρχών, διότι αυτό θεωρήθηκε δυσανάλογο σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής και τον αντίκτυπό τους.

(9)

Η οδηγία 2014/65/ΕΕ τέθηκε σε ισχύ στις 2 Ιουλίου 2014. Το άρθρο 12 παράγραφος 9 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ αντικαθιστά το άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και περιλαμβάνει ανάθεση αρμοδιοτήτων στην ΕΑΚΑΑ για την ανάπτυξη εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, η οποία είναι πανομοιότυπη με την ανάθεση αρμοδιοτήτων που προβλέπεται στο άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ. Επιπλέον, το περιεχόμενο του άρθρου 10β παράγραφος 4 και του άρθρου 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ είναι επίσης πανομοιότυπο με το περιεχόμενο του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 94 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η οδηγία 2004/39/ΕΚ θα καταργηθεί με ισχύ από τις 3 Ιανουαρίου 2017. Η έγκριση των τεχνικών προτύπων από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι είναι σύμφωνη με το άρθρο 12 παράγραφος 8 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, με συνέπεια το τεχνικό πρότυπο να συνεχίσει να εφαρμόζεται μετά τις 3 Ιανουαρίου 2018 χωρίς να απαιτείται περαιτέρω τροποποίηση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τα τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαβούλευσης μεταξύ της αρμόδιας αρχής της οντότητας-στόχου («αιτούσα αρχή») και της αρμόδιας αρχής του υποψήφιου αποκτώντος ή μιας οντότητας με άδεια λειτουργίας που είναι είτε θυγατρική του υποψήφιου αποκτώντος είτε ελεγχόμενη από αυτόν («αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση»).

Άρθρο 2

Ορισμός υπευθύνων επικοινωνίας

1.   Οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 48 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ ορίζουν υπευθύνους επικοινωνίας για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και γνωστοποιούν στην ΕΑΚΑΑ ποια είναι τα πρόσωπα αυτά.

2.   Η ΕΑΚΑΑ τηρεί και ενημερώνει τον κατάλογο των υπευθύνων επικοινωνίας που έχουν οριστεί, προς χρήση από τις αρμόδιες αρχές, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 3

Προκαταρκτική ειδοποίηση

1.   Η αιτούσα αρχή αποστέλλει προκαταρκτική ειδοποίηση στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, εντός τριών εργάσιμων ημερών από την παραλαβή κοινοποίησης από τον υποψήφιο αποκτώντα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ.

2.   Η αιτούσα αρχή αποστέλλει την προκαταρκτική ειδοποίηση συμπληρώνοντας το υπόδειγμα του παραρτήματος I και περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 4

Ειδοποίηση διαβούλευσης

1.   Η αιτούσα αρχή αποστέλλει ειδοποίηση διαβούλευσης στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, το συντομότερο δυνατόν μετά την παραλαβή κοινοποίησης από τον υποψήφιο αποκτώντα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και το αργότερο εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της εν λόγω κοινοποίησης.

2.   Η αιτούσα αρχή αποστέλλει γραπτώς την ειδοποίηση διαβούλευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, με επιστολή, φαξ ή ασφαλή ηλεκτρονικά μέσα, και την απευθύνει στον υπεύθυνο επικοινωνίας που έχει οριστεί στην αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση στην απάντησή της στην προκαταρκτική ειδοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 3.

3.   Η αιτούσα αρχή αποστέλλει την ειδοποίηση διαβούλευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συμπληρώνοντας το υπόδειγμα του παραρτήματος II, προσδιορίζοντας, ιδίως, ζητήματα σχετικά με την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που μπορούν να ληφθούν από την αιτούσα αρχή και καθορίζοντας τις λεπτομέρειες των σχετικών πληροφοριών που ζητεί η αιτούσα αρχή από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση.

Άρθρο 5

Απόδειξη παραλαβής της ειδοποίησης διαβούλευσης

Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αποστέλλει απόδειξη παραλαβής της ειδοποίησης διαβούλευσης, εντός δύο εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της, μαζί με τυχόν πρόσθετα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου επικοινωνίας που έχει οριστεί και, εφόσον είναι δυνατόν, την εκτιμώμενη ημερομηνία απάντησης.

Άρθρο 6

Απάντηση από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση

1.   Η απάντηση σε μια ειδοποίηση διαβούλευσης υποβάλλεται γραπτώς, με επιστολή, φαξ ή ασφαλή ηλεκτρονικά μέσα. Απευθύνεται στους υπευθύνους επικοινωνίας που έχουν οριστεί, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από την αιτούσα αρχή.

2.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει στην αιτούσα αρχή τις ακόλουθες πληροφορίες, το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός 20 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της ειδοποίησης διαβούλευσης:

α)

τις σχετικές πληροφορίες που ζητούνται στην ειδοποίηση διαβούλευσης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν απόψεων ή επιφυλάξεων σε σχέση με την απόκτηση συμμετοχής από τον υποψήφιο αποκτώντα·

β)

τυχόν άλλες ουσιώδεις πληροφορίες που μπορεί να επηρεάσουν την αξιολόγηση, με δική της πρωτοβουλία.

3.   Σε περίπτωση που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν μπορέσει να τηρήσει την προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 2, ενημερώνει την αιτούσα αρχή για το γεγονός αυτό, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και την εκτιμώμενη ημερομηνία απάντησης. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει τακτική ενημέρωση σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς την παροχή των ζητούμενων πληροφοριών.

4.   Για την παροχή των πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 2, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση χρησιμοποιεί το υπόδειγμα του παραρτήματος III.

Άρθρο 7

Διαδικασίες διαβούλευσης

1.   Η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση επικοινωνούν όσον αφορά την ειδοποίηση διαβούλευσης και την απάντηση, με το πλέον πρόσφορο μέσο από αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και στο άρθρο 6 παράγραφος 1, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα ζητήματα εμπιστευτικότητας, τους χρόνους ανταπόκρισης, τον όγκο του υλικού που πρέπει να κοινοποιηθεί και την ευκολία πρόσβασης της αιτούσας αρχής στις πληροφορίες. Η αιτούσα αρχή ανταποκρίνεται αμέσως σε τυχόν αιτήματα της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση για διευκρινίσεις.

2.   Σε περίπτωση που οι ζητούμενες πληροφορίες βρίσκονται ή ενδέχεται να βρίσκονται στην κατοχή αρχής του ιδίου κράτους μέλους, άλλης από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, η εν λόγω αρχή συγκεντρώνει αμέσως τις πληροφορίες αυτές και τις διαβιβάζει στην αιτούσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 6.

3.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και η αιτούσα αρχή συνεργάζονται για την επίλυση τυχόν διαφορών που ενδέχεται να προκύψουν κατά τη διεκπεραίωση μιας αίτησης, συμπεριλαμβανομένης της επίλυσης τυχόν ζητημάτων κόστους, εάν το κόστος της παροχής της βοήθειας εκτιμάται ότι είναι υπερβολικό για την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση.

4.   Σε περίπτωση που προκύψουν νέες πληροφορίες ή ανάγκη για περαιτέρω πληροφορίες κατά τη διάρκεια της περιόδου αξιολόγησης, η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση συνεργάζονται ώστε να διασφαλίσουν ότι ανταλλάσσονται όλες οι πρόσθετες συναφείς πληροφορίες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 2 και το άρθρο 6 παράγραφος 1, όταν ανταλλάσσονται πληροφορίες κατά τις τελευταίες 15 εργάσιμες ημέρες πριν από τη λήξη της περιόδου αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 10α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, οι πληροφορίες αυτές μπορούν να παρέχονται προφορικά. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εν λόγω πληροφορίες επιβεβαιώνονται στη συνέχεια σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 και το άρθρο 6 παράγραφος 1, εκτός αν οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές συμφωνήσουν διαφορετικά.

6.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και η αιτούσα αρχή ανταλλάσσουν ανατροφοδότηση σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης σε σχέση με την οποία πραγματοποιήθηκε η διαβούλευση και, κατά περίπτωση, σχετικά με τη χρησιμότητα των πληροφοριών ή άλλης ληφθείσας συνδρομής ή τυχόν προβλήματα που ανέκυψαν κατά την παροχή της συνδρομής ή των πληροφοριών αυτών.

Άρθρο 8

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Ιουνίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349.

(3)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Υπόδειγμα προκαταρκτικής ειδοποίησης

[Άρθρο 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1944 της Επιτροπής]

Image Κείμενο της εικόνας Image Κείμενο της εικόνας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Υπόδειγμα ειδοποίησης διαβούλευσης

[Άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1944 της Επιτροπής]

Image Κείμενο της εικόνας Image Κείμενο της εικόνας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Υπόδειγμα απάντησης από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση

[Άρθρο 6 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1944 της Επιτροπής]

Image Κείμενο της εικόνας Image Κείμενο της εικόνας

26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/22


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1945 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Ιουνίου 2017

για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τις κοινοποιήσεις από και προς τις αιτούσες και τις αδειοδοτημένες επιχειρήσεις επενδύσεων σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν κοινά τυποποιημένα έντυπα, υποδείγματα και διαδικασίες, ώστε να διασφαλιστεί ενιαίος μηχανισμός με τον οποίο οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θα ασκούν αποτελεσματικά τις εξουσίες τους όσον αφορά τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε επιχειρήσεις για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, την άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων και, κατά περίπτωση, την παροχή παρεπόμενων υπηρεσιών.

(2)

Για να διευκολυνθεί η επικοινωνία μεταξύ ενός αιτούντος που ζητεί τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ως επιχείρηση επενδύσεων, σύμφωνα με τον τίτλο II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, και της αρμόδιας αρχής, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ορίζουν ένα σημείο επαφής ειδικά για τον σκοπό της διαδικασίας υποβολής αιτήσεων και θα πρέπει να δημοσιεύουν τις πληροφορίες σχετικά με το σημείο επαφής στον δικτυακό τους τόπο.

(3)

Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να έχουν τη δυνατότητα να αξιολογήσουν κατά πόσον οι αλλαγές στο διοικητικό όργανο της επιχείρησης μπορεί να αποτελέσουν απειλή για την αποτελεσματική, ορθή και συνετή διαχείριση της επιχείρησης, και να λάβουν δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των πελατών της επιχείρησης και την ακεραιότητα της αγοράς, θα πρέπει να καθορίζονται σαφείς προθεσμίες για την υποβολή πληροφοριών σχετικά με τις εν λόγω αλλαγές.

(4)

Ωστόσο, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση να υποβάλλουν πληροφορίες σχετικά με τις αλλαγές στο διοικητικό όργανο, πριν από την έναρξη ισχύος μιας τέτοιας αλλαγής, εάν η αλλαγή οφείλεται σε παράγοντες που δεν εμπίπτουν στον έλεγχο της επιχείρησης, όπως σε περίπτωση θανάτου ενός μέλος του διοικητικού οργάνου. Σε αυτές τις περιστάσεις, θα πρέπει να επιτρέπεται στις επιχειρήσεις να πραγματοποιούν την κοινοποίηση προς την αρμόδια αρχή εντός 10 εργάσιμων ημερών από την αλλαγή.

(5)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη εφαρμόζεται η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

(6)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στην Επιτροπή.

(7)

Η ΕΑΚΑΑ διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους και οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, η οποία έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμός σημείου επαφής

Οι αρμόδιες αρχές ορίζουν σημείο επαφής για τον χειρισμό όλων των πληροφοριών οι οποίες λαμβάνονται από τους αιτούντες που ζητούν τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ως επιχείρηση επενδύσεων, σύμφωνα με τον τίτλο II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Τα στοιχεία επικοινωνίας του σημείου επαφής που έχει οριστεί δημοσιοποιούνται και επικαιροποιούνται τακτικά στους δικτυακούς τόπους των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 2

Υποβολή της αίτησης

1.   Ένας αιτών που ζητεί τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ως επιχείρηση επενδύσεων, σύμφωνα με τον τίτλο II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, υποβάλλει στην αρμόδια αρχή την αίτησή του συμπληρώνοντας το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα I.

2.   Ο αιτών κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή τα στοιχεία όλων των μελών του διοικητικού του οργάνου συμπληρώνοντας το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα II.

Άρθρο 3

Παραλαβή του εντύπου της αίτησης και απόδειξη παραλαβής

Εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης, η αρμόδια αρχή αποστέλλει στον αιτούντα απόδειξη της παραλαβής, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας του σημείου επαφής που έχει οριστεί, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1.

Άρθρο 4

Αίτημα για συμπληρωματικές πληροφορίες

Σε περίπτωση που απαιτούνται συμπληρωματικές πληροφορίες για την αξιολόγηση της αίτησης, η αρμόδια αρχή απευθύνει αίτημα προς τον αιτούντα, αναφέροντας τις πληροφορίες που πρέπει να παρασχεθούν.

Άρθρο 5

Κοινοποίηση αλλαγών στη σύνθεση του διοικητικού οργάνου

1.   Η επιχείρηση επενδύσεων κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή οποιαδήποτε αλλαγή στη σύνθεση του διοικητικού της οργάνου, πριν από την έναρξη ισχύος της αλλαγής αυτής.

Σε περίπτωση που, για λόγους δεόντως αιτιολογημένους, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί η κοινοποίηση πριν από την έναρξη ισχύος της εν λόγω αλλαγής, πραγματοποιείται εντός 10 εργάσιμων ημερών από την αλλαγή.

2.   Η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει τις πληροφορίες σχετικά με την αλλαγή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 με τη μορφή που παρατίθεται στο παράρτημα III.

Άρθρο 6

Κοινοποίηση της απόφασης

Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά με την απόφασή της να χορηγήσει ή όχι την άδεια, σε έντυπη μορφή ή με ηλεκτρονικό μέσο ή και με τους δύο τρόπους, εντός της περιόδου των έξι μηνών που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 3 Ιανουαρίου 2018.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Ιουνίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349.

(2)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Έντυπο αίτησης για χορήγηση άδειας λειτουργίας ως επιχείρηση επενδύσεων

Image

Κείμενο της εικόνας

Image

Κείμενο της εικόνας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος των μελών του διοικητικού οργάνου

Image

Κείμενο της εικόνας

Image

Κείμενο της εικόνας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με αλλαγές στη σύνθεση του διοικητικού οργάνου

Image

Κείμενο της εικόνας

Image

Κείμενο της εικόνας

Image

Κείμενο της εικόνας

26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/32


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1946 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Ιουλίου 2017

για τη συμπλήρωση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για έναν εξαντλητικό κατάλογο των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται από τους υποψήφιους αγοραστές στην κοινοποίηση μιας σκοπούμενης απόκτησης ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 10α παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (2), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 8,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Θα πρέπει να απαιτείται ένας εξαντλητικός κατάλογος πληροφοριών από τον υποψήφιο αγοραστή ειδικής συμμετοχής σε επιχείρηση επενδύσεων κατά τον χρόνο της αρχικής κοινοποίησης, ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να διενεργήσουν την αξιολόγηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής. Ο υποψήφιος αγοραστής, ανεξάρτητα από το αν είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του υποψήφιου αγοραστή και των προσώπων που θα διευθύνουν την επιχείρηση, προκειμένου η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου να μπορεί να αξιολογήσει τη φήμη του εν λόγω υποψήφιου αγοραστή.

(2)

Οι πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των πραγματικών δικαιούχων, καθώς και τη φήμη και την πείρα των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά την επιχείρηση, είναι επίσης αναγκαίες και στην περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο. Ομοίως, σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι ή προορίζεται να καταστεί εταιρεία καταπιστευματικής διαχείρισης, είναι αναγκαίο να λάβει η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου πληροφορίες τόσο σχετικά με την ταυτότητα των καταπιστευματοδόχων που θα διαχειρίζονται τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας καταπιστευματικής διαχείρισης, όσο και την ταυτότητα των πραγματικών δικαιούχων των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, προκειμένου να μπορεί να αξιολογήσει τη φήμη και την πείρα των εν λόγω προσώπων.

(3)

Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι φυσικό πρόσωπο, είναι απαραίτητη η λήψη πληροφοριών τόσο σε σχέση με τον υποψήφιο αγοραστή, όσο και σε σχέση με κάθε επιχείρηση που διευθύνεται ή ελέγχεται επισήμως από τον υποψήφιο αγοραστή, προκειμένου να παρέχονται στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου όλες οι πληροφορίες σχετικά με την αξιολόγηση της φήμης. Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο, είναι απαραίτητη η λήψη των εν λόγω πληροφοριών σε σχέση με οποιοδήποτε πρόσωπο που διευθύνει πραγματικά την επιχείρηση του υποψήφιου αγοραστή, οποιαδήποτε επιχείρηση υπό τον έλεγχο του υποψήφιου αγοραστή, καθώς και κάθε μέτοχο που ασκεί σημαντική επιρροή στον υποψήφιο αγοραστή, προκειμένου να παρέχονται στην αρμόδια αρχή όλες οι πληροφορίες σχετικά με την αξιολόγηση της φήμης.

(4)

Οι πληροφορίες σχετικά με την αξιολόγηση της φήμης θα πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία σχετικά με ποινικές διώξεις, είτε έχουν ασκηθεί στο παρελθόν είτε είναι σε εξέλιξη, καθώς και αστικές ή διοικητικές υποθέσεις. Ομοίως, θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σε σχέση με όλες τις εκκρεμείς έρευνες και διαδικασίες, κυρώσεις ή άλλες εκτελεστικές αποφάσεις σε βάρος του υποψήφιου αγοραστή, καθώς και άλλες πληροφορίες, όπως η άρνηση καταχώρισης ή η απόλυση από θέση απασχόλησης ή θέση εμπιστοσύνης που θεωρούνται συναφείς με την αξιολόγηση της φήμης του υποψήφιου αγοραστή.

(5)

Ο υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες για το κατά πόσον άλλη αρμόδια αρχή ή άλλη αρχή έχει ήδη διενεργήσει αξιολόγηση της φήμης του ως αγοραστή, ή ως προσώπου που διευθύνει τις δραστηριότητες πιστωτικούιδρύματος, ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, επιχείρησης επενδύσεων ή οποιασδήποτε άλλης οντότητας και, εάν ναι, τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα αποτελέσματα των ερευνών που διεξάγουν άλλες αρχές λαμβάνονται δεόντως υπόψη από την αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου κατά την αξιολόγηση του υποψήφιου αγοραστή.

(6)

Θα πρέπει να παρέχονται οικονομικά στοιχεία σε σχέση με τον υποψήφιο αγοραστή προκειμένου να αξιολογείται η οικονομική ευρωστία του.

(7)

Θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τα οικονομικά και μη οικονομικά συμφέροντα ή σχέσεις του υποψήφιου αγοραστή με μετόχους ή διευθυντές ή ανώτερα στελέχη της οντότητας-στόχου ή με πρόσωπα που δικαιούνται να ασκούν δικαιώματα ψήφου στην οντότητα-στόχο, ή με την ίδια οντότητα-στόχο ή τον όμιλό της, προκειμένου η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου να μπορεί να εκτιμήσει κατά πόσον η ύπαρξη ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων δεν θα επηρεάσει την οικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή.

(8)

Όταν ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο, είναι απαραίτητες ορισμένες πρόσθετες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με την εταιρική συμμετοχή την οποία κατέχει ή πρόκειται να αποκτήσει πριν και μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής, προκειμένου η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου να μπορεί να ολοκληρώσει την αξιολόγηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής, καθώς, στις περιπτώσεις αυτές, οι νομικές δομές και οι δομές των ομίλων που εμπλέκονται μπορεί να είναι πολύπλοκες και να απαιτούν λεπτομερή έλεγχο σε σχέση με τη φήμη, στενούς δεσμούς, ενδεχόμενη δράση σε συνεννόηση με άλλα μέρη, και την ικανότητα της αρμόδιας αρχής της οντότητας-στόχου να συνεχίσει την αποτελεσματική εποπτεία της οντότητας-στόχου.

(9)

Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι οντότητα εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα ή αποτελεί τμήμα ομίλου εγκατεστημένου εκτός της Ένωσης, θα πρέπει να παρέχονται πρόσθετες πληροφορίες, ώστε η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου να μπορεί να εκτιμήσει αν υπάρχουν εμπόδια για την αποτελεσματική εποπτεία της οντότητας-στόχου που τίθενται από το νομικό καθεστώς της τρίτης χώρας, και να μπορεί επίσης να εξακριβώσει τη φήμη του υποψήφιου αγοραστή στην εν λόγω τρίτη χώρα.

(10)

Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι κρατικό επενδυτικό ταμείο, θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες από τον υποψήφιο αγοραστή ώστε να εξακριβωθούν οι διαχειριστές του ταμείου και η επενδυτική πολιτική του. Οι εν λόγω πληροφορίες είναι σημαντικές προκειμένου η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου να αξιολογήσει τη φήμη και να εκτιμήσει κατά πόσον υπάρχουν επιπτώσεις στην αποτελεσματική εποπτεία της οντότητας-στόχου.

(11)

Θα πρέπει να απαιτηθούν ειδικές πληροφορίες που να επιτρέπουν την αξιολόγηση του κατά πόσον η σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής θα έχει αντίκτυπο στην ικανότητα της αρμόδιας αρχής της οντότητας-στόχου να ασκεί αποτελεσματική εποπτεία στην οντότητα-στόχο. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν αξιολόγηση του κατά πόσον οι στενοί δεσμοί του υποψήφιου αγοραστή θα επηρεάσουν την ικανότητα της οντότητας-στόχου να εξακολουθήσει να παρέχει έγκαιρες και έγκυρες πληροφορίες στην εποπτική αρχή. Για τα νομικά πρόσωπα, είναι επίσης απαραίτητο να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής στην ενοποιημένη εποπτεία της οντότητας-στόχου και του ομίλου στον οποίο θα ανήκει μετά την απόκτηση συμμετοχής.

(12)

Ο υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τη χρηματοδότηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που αφορούν όλα τα μέσα και τις πηγές χρηματοδότησης, και να είναι σε θέση να παρουσιάσει στοιχεία σχετικά με την αρχική πηγή του συνόλου των κεφαλαίων και περιουσιακών στοιχείων, προκειμένου η αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου να αξιολογήσει κατά πόσον υπάρχει κίνδυνος δραστηριοτήτων νομιμοποίησης παράνομων εσόδων.

(13)

Οι υποψήφιοι αγοραστές που κατέχουν ειδική συμμετοχή μεταξύ του 20 % και του 50 % στην οντότητα-στόχο θα πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη στρατηγική στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου, προκειμένου να διασφαλίζεται ολοκληρωμένη αξιολόγηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής. Ομοίως, οι υποψήφιοι αγοραστές που κατέχουν ειδική συμμετοχή μικρότερη του 20 % στην οντότητα-στόχο, αλλά ασκούν σε αυτή ισοδύναμη επιρροή με άλλα μέσα, όπως τις σχέσεις μεταξύ του υποψήφιου αγοραστή και των υφιστάμενων μετόχων, την ύπαρξη συμφωνιών μετόχων, τη διανομή μετοχών, συμμετοχών και δικαιωμάτων ψήφου σε όλους τους μετόχους ή τη θέση του υποψήφιου αγοραστή εντός της δομής του ομίλου της οντότητας-στόχου, θα πρέπει επίσης να παρέχουν τις πληροφορίες αυτές ώστε να εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός ομοιογένειας στην αξιολόγηση των προτεινόμενων αποκτήσεων συμμετοχών.

(14)

Όταν υπάρχει προτεινόμενη αλλαγή στον έλεγχο της οντότητας-στόχου, ο υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να υποβάλει ένα πλήρες επιχειρηματικό σχέδιο. Ωστόσο, όταν δεν προτείνεται αλλαγή στον έλεγχο της οντότητας-στόχου, αρκεί να διαθέτει ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τη μελλοντική στρατηγική της οντότητας και τις προθέσεις του υποψήφιου αγοραστή για την οντότητα-στόχο, προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον αυτό δεν θα επηρεάσει την οικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή.

(15)

Αναλόγως, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο υποψήφιος αγοραστής θα πρέπει να παρέχει περιορισμένες πληροφορίες. Ειδικότερα, αν ο υποψήφιος αγοραστής έχει αξιολογηθεί από την αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου κατά τα δύο προηγούμενα έτη, ή όταν η οντότητα- στόχος είναι μια μικρή επιχείρηση επενδύσεων και ο υποψήφιος αγοραστής είναι μια οντότητα που έχει αδειοδοτηθεί και εποπτεύεται εντός της Ένωσης, θα πρέπει να απαιτείται απλώς η παροχή ορισμένων μόνο πληροφοριών στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου.

(16)

Οποιαδήποτε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων αρχών, άλλων αρχών, οργάνων ή προσώπων θα πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τους κανόνες σχετικά με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτοί ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(17)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ).

(18)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η ΕΑΚΑΑ στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(19)

Η ΕΑΚΑΑ διεξήγαγε ανοικτή δημόσια διαβούλευση σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, ανέλυσε τα ενδεχόμενα κόστη και τις ωφέλειες και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(20)

Η οδηγία 2014/65/ΕΕ τέθηκε σε ισχύ στις 2 Ιουλίου 2014. Το άρθρο 12 παράγραφος 8 της εν λόγω οδηγίας αντικαθιστά το άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και εξουσιοδοτεί την ΕΑΚΑΑ να καταρτίζει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα, τα οποία είναι ταυτόσημα με αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ. Επιπλέον, το περιεχόμενο του άρθρου 10β παράγραφος 4 και του άρθρου 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ είναι επίσης ταυτόσημο με το περιεχόμενο του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 11 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 94 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η οδηγία 2004/39/ΕΚ θα καταργηθεί με ισχύ από τις 3 Ιανουαρίου 2018. Η έγκριση των τεχνικών προτύπων από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, θα πρέπει επίσης να θεωρείται ότι είναι σύμφωνη με το άρθρο 12 παράγραφος 8 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και, συνεπώς, το τεχνικό πρότυπο θα συνεχίσει να εφαρμόζεται μετά τις 3 Ιανουαρίου 2018 χωρίς να απαιτείται περαιτέρω τροποποίηση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες τις οποίες πρέπει να συμπεριλαμβάνει ο υποψήφιος αγοραστής στην κοινοποίηση σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής, προς τις αρμόδιες αρχές της επιχείρησης επενδύσεων στην οποία ο αγοραστής επιθυμεί να αποκτήσει ή να αυξήσει ειδική συμμετοχή («οντότητα-στόχος»), με σκοπό την αξιολόγηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής.

Άρθρο 2

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχει ο υποψήφιος αγοραστής

Ο υποψήφιος αγοραστής παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις πληροφορίες που ορίζονται στα άρθρα 3 έως 12, κατά περίπτωση, ανάλογα με το αν οι πληροφορίες σχετίζονται με φυσικό πρόσωπο, νομικό πρόσωπο ή εταιρεία καταπιστευματικής διαχείρισης.

Άρθρο 3

Γενικές πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του υποψήφιου αγοραστή

1.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι φυσικό πρόσωπο, παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες πληροφορίες ταυτοποίησης:

α)

προσωπικά στοιχεία, μεταξύ άλλων το όνομα του προσώπου, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας και, εφόσον υπάρχει, τον προσωπικό εθνικό αριθμό ταυτότητας·

β)

λεπτομερές βιογραφικό σημείωμα ή ισοδύναμο έγγραφο, το οποίο αναφέρει τη σχετική εκπαίδευση και κατάρτιση, προηγούμενη επαγγελματική πείρα, και τις επαγγελματικές δραστηριότητες ή άλλα σχετικά καθήκοντα που ασκεί επί του παρόντος.

2.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο, παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

έγγραφα που πιστοποιούν την εταιρική επωνυμία και τη διεύθυνση της καταστατικής έδρας της εταιρείας, καθώς και την ταχυδρομική διεύθυνση αν είναι διαφορετική, στοιχεία επικοινωνίας και, εάν υπάρχει, τον εθνικό αναγνωριστικό αριθμό·

β)

καταχώριση της νομικής μορφής σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία·

γ)

επικαιροποιημένη επισκόπηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του νομικού προσώπου·

δ)

πλήρη κατάλογο των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά την εταιρεία, το όνομά τους, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησής τους, διεύθυνση, στοιχεία επικοινωνίας, τον εθνικό αριθμό ταυτότητας, αν υπάρχει, αναλυτικό βιογραφικό τους σημείωμα, στο οποίο αναφέρονται πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευση και την κατάρτισή τους, την προηγούμενη επαγγελματική τους πείρα, και τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες ή άλλα σχετικά καθήκοντα που ασκούν επί του παρόντος·

ε)

στοιχεία ταυτοποίησης όλων των προσώπων που μπορεί να θεωρούνται δικαιούχοι του νομικού προσώπου, το όνομά τους, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησής τους, τη διεύθυνσή τους, τα στοιχεία επικοινωνίας και, αν υπάρχει, τον εθνικό αριθμό ταυτότητάς τους.

3.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι ή προορίζεται να καταστεί εταιρεία καταπιστευματικής διαχείρισης, παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

στοιχεία ταυτοποίησης όλων των καταπιστευματοδόχων που διαχειρίζονται περιουσιακά στοιχεία, σύμφωνα με τους όρους του εγγράφου καταπιστεύματος·

β)

στοιχεία ταυτοποίησης όλων των προσώπων που είναι δικαιούχοι των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας καταπιστευματικής διαχείρισης και των αντίστοιχων μετοχών τους στην κατανομή του εισοδήματος·

γ)

στοιχεία ταυτοποίησης όλων των προσώπων που είναι ιδρυτές της εταιρείας καταπιστευματικής διαχείρισης.

Άρθρο 4

Πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τον υποψήφιο αγοραστή που είναι φυσικό πρόσωπο

Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι φυσικό πρόσωπο, παρέχει επίσης στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

όσον αφορά τον υποψήφιο αγοραστή και κάθε επιχείρηση που διοικείται ή ελέγχεται από τον υποψήφιο αγοραστή, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα ετών:

1)

ποινικό μητρώο, ή ποινικές έρευνες ή διαδικασίες, σχετικές αστικές και διοικητικές υποθέσεις, και πειθαρχικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων της απαγόρευσης άσκησης δραστηριοτήτων διευθυντή επιχείρησης, ή διαδικασιών πτώχευσης, αφερεγγυότητας ή παρόμοιων διαδικασιών, ιδίως μέσω επίσημου πιστοποιητικού ή μέσω άλλου ισοδύναμου εγγράφου·

2)

πληροφορίες σχετικά με ανοικτές έρευνες, διαδικασίες εκτέλεσης, κυρώσεις, ή άλλες εκτελεστικές αποφάσεις εις βάρος του υποψήφιου αγοραστή, οι οποίες μπορούν να παρέχονται μέσω υπεύθυνης δήλωσης·

3)

άρνηση καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας άσκησης εμπορικών δραστηριοτήτων, επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή επαγγέλματος· ή αφαίρεση, ανάκληση ή τερματισμό της εν λόγω καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας· ή απομάκρυνση από ρυθμιστικό ή κυβερνητικό φορέα, ή από επαγγελματικό φορέα ή ένωση·

4)

απόλυση από θέση απασχόλησης ή από θέση εμπιστοσύνης, σχέση καταπίστευσης, ή παρόμοια κατάσταση·

β)

πληροφορίες για το κατά πόσον η αξιολόγηση της φήμης του αγοραστή διενεργήθηκε ήδη από άλλη εποπτική αρχή, στοιχεία ταυτοποίησης της εν λόγω αρχής, και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης·

γ)

πληροφορίες σχετικά με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του υποψήφιου αγοραστή, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών όσον αφορά πηγές εσόδων, περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις, δεσμεύσεις και εγγυήσεις, που έχουν χορηγηθεί ή ληφθεί·

δ)

περιγραφή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του υποψήφιου αγοραστή·

ε)

χρηματοοικονομικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας και δημόσια διαθέσιμων εκθέσεων σχετικά με τις επιχειρήσεις που ελέγχονται ή διοικούνται από τον υποψήφιο αγοραστή και, κατά περίπτωση, σχετικά με τον υποψήφιο αγοραστή·

στ)

περιγραφή των οικονομικών και μη οικονομικών συμφερόντων ή σχέσεων του υποψήφιου αγοραστή με:

1)

οποιονδήποτε άλλο μέτοχο της οντότητας-στόχου·

2)

κάθε πρόσωπο που δικαιούται να ασκεί δικαιώματα ψήφου της οντότητας-στόχου σε κάθε μία ή σε περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος, με τον οποίο το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα έχει συνάψει συμφωνία που τους υποχρεώνει να υιοθετούν, μέσω συντονισμένης άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που διαθέτουν, διαρκή κοινή πολιτική ως προς τη διαχείριση της εν λόγω οντότητας-στόχου·

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος, δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, και η οποία προβλέπει την προσωρινή επ' ανταλλάγματι μεταβίβαση των εν λόγω δικαιωμάτων ψήφου·

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί ως εξασφάλιση στο προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό το πρόσωπο ή οντότητα ελέγχει τα δικαιώματα ψήφου και δηλώνει την πρόθεσή του να τα ασκήσει·

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές των οποίων ισόβιος επικαρπωτής είναι το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα·

δικαιώματα ψήφου που κατέχονται, ή μπορούν να ασκηθούν, κατά την έννοια των τεσσάρων πρώτων περιπτώσεων του στοιχείου στ) σημείο ii), από επιχείρηση που ελέγχεται από το εν λόγω πρόσωπο ή οντότητα·

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί στο προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, τα οποία το εν λόγω πρόσωπο ή οντότητα μπορεί να ασκεί κατά την κρίση του, ελλείψει συγκεκριμένων οδηγιών των μετόχων·

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτο μέρος στο όνομά του για λογαριασμό του προαναφερόμενου προσώπου ή οντότητας·

δικαιώματα ψήφου τα οποία το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα μπορεί να ασκεί ως πληρεξούσιος, εφόσον μπορεί να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου κατά την κρίση του, ελλείψει συγκεκριμένων οδηγιών των μετόχων·

3)

κάθε μέλος του διοικητικού, διαχειριστικού ή ελεγκτικού οργάνου, σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία, ή ανώτερο στέλεχος της οντότητας-στόχου·

4)

την ίδια την οντότητα-στόχο και τον όμιλο στον οποίο ανήκει·

ζ)

πληροφορίες για οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα ή δραστηριότητες του υποψήφιου αγοραστή που μπορεί να συγκρούονται με τα συμφέροντα της οντότητας-στόχου και πιθανές λύσεις για τη διαχείριση των εν λόγω συγκρούσεων συμφερόντων.

Για τους σκοπούς του στοιχείου στ), οι πιστοδοτικές πράξεις, οι εγγυήσεις και οι δεσμεύσεις θεωρούνται μέρος των οικονομικών συμφερόντων, ενώ οι οικογενειακές ή στενές σχέσεις θεωρούνται μέρος των μη οικονομικών συμφερόντων.

Άρθρο 5

Πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τον υποψήφιο αγοραστή που είναι νομικό πρόσωπο

1.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο, παρέχει επίσης στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

πληροφορίες σχετικά με τον υποψήφιο αγοραστή, κάθε πρόσωπο που διευθύνει πραγματικά την επιχείρηση του υποψήφιου αγοραστή, κάθε επιχείρηση υπό τον έλεγχο του υποψήφιου αγοραστή, καθώς και κάθε μέτοχο που ασκεί σημαντική επιρροή στον υποψήφιο αγοραστή, όπως προσδιορίζονται στο στοιχείο ε). Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

1)

ποινικό μητρώο, ποινικές έρευνες ή διαδικασίες, σχετικές αστικές και διοικητικές υποθέσεις, ή πειθαρχικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων της απαγόρευσης άσκησης δραστηριοτήτων διευθυντή επιχείρησης, ή διαδικασιών πτώχευσης, αφερεγγυότητας ή παρόμοιων διαδικασιών, μέσω επίσημου πιστοποιητικού ή άλλου ισοδύναμου εγγράφου·

2)

πληροφορίες σχετικά με ανοικτές έρευνες, διαδικασίες εκτέλεσης, κυρώσεις, ή άλλες εκτελεστικές αποφάσεις εις βάρος του υποψήφιου αγοραστή, οι οποίες μπορούν να παρέχονται μέσω υπεύθυνης δήλωσης·

3)

άρνηση καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας άσκησης εμπορικών δραστηριοτήτων, επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή επαγγέλματος· ή αφαίρεση, ανάκληση ή τερματισμό της εν λόγω καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας· ή απομάκρυνση από ρυθμιστικό ή κυβερνητικό φορέα, ή από επαγγελματικό φορέα ή ένωση·

4)

απόλυση από θέση απασχόλησης ή από θέση καταπιστευματικής διαχείρισης, σχέση καταπίστευσης, ή παρόμοια κατάσταση οποιουδήποτε προσώπου που διευθύνει πραγματικά την επιχείρηση του υποψήφιου αγοραστή και κάθε μετόχου που ασκεί σημαντική επιρροή στον υποψήφιο αγοραστή·

β)

πληροφορίες για το κατά πόσον η αξιολόγηση της φήμης του αγοραστή ή του προσώπου που διοικεί την επιχείρηση του αγοραστή διενεργήθηκε ήδη από άλλη εποπτική αρχή, στοιχεία ταυτοποίησης της εν λόγω αρχής, και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το αποτέλεσμα της εν λόγω αξιολόγησης·

γ)

περιγραφή των οικονομικών συμφερόντων, καθώς και των μη οικονομικών συμφερόντων ή σχέσεων του υποψήφιου αγοραστή, ή κατά περίπτωση, του ομίλου στον οποίο ανήκει ο υποψήφιος αγοραστής, καθώς και των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά την επιχείρησή του με:

1)

άλλους μετόχους της οντότητας-στόχου·

2)

κάθε πρόσωπο που δικαιούται να ασκεί δικαιώματα ψήφου της οντότητας-στόχου σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις ή συνδυασμό αυτών:

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος, με τον οποίο το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα έχει συνάψει συμφωνία που τους υποχρεώνει να υιοθετούν, μέσω συντονισμένης άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που διαθέτουν, διαρκή κοινή πολιτική ως προς τη διαχείριση της εν λόγω οντότητας-στόχου·

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος, δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, και η οποία προβλέπει την προσωρινή επ' ανταλλάγματι μεταβίβαση των εν λόγω δικαιωμάτων ψήφου·

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί ως εξασφάλιση στο προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό το πρόσωπο ή οντότητα ελέγχει τα δικαιώματα ψήφου και δηλώνει την πρόθεσή του να τα ασκήσει·

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές των οποίων ισόβιος επικαρπωτής είναι το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα·

δικαιώματα ψήφου που κατέχονται, ή μπορούν να ασκηθούν κατά την έννοια των τεσσάρων πρώτων περιπτώσεων του στοιχείου γ) σημείο ii), από επιχείρηση που ελέγχεται από το εν λόγω πρόσωπο ή οντότητα·

δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί στο προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα, τα οποία το εν λόγω πρόσωπο ή οντότητα μπορεί να ασκεί κατά την κρίση του, ελλείψει συγκεκριμένων οδηγιών των μετόχων·

δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτο μέρος στο όνομά του για λογαριασμό του προαναφερόμενου προσώπου ή οντότητας·

δικαιώματα ψήφου τα οποία το προαναφερόμενο πρόσωπο ή οντότητα μπορεί να ασκεί ως πληρεξούσιος, εφόσον μπορεί να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου κατά την κρίση του, ελλείψει συγκεκριμένων οδηγιών των μετόχων·

3)

κάθε μέλος του διοικητικού, διαχειριστικού ή ελεγκτικού οργάνου, ή ανώτερο στέλεχος της οντότητας-στόχου·

4)

την ίδια την οντότητα-στόχο και τον όμιλο στον οποίο ανήκει·

δ)

πληροφορίες για οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα ή δραστηριότητες του υποψήφιου αγοραστή που μπορεί να συγκρούονται με αυτά της οντότητας-στόχου και πιθανές λύσεις για τη διαχείριση των εν λόγω συγκρούσεων συμφερόντων·

ε)

τη μετοχική σύνθεση του υποψήφιου αγοραστή, με τα στοιχεία ταυτότητας όλων των μετόχων που ασκούν σημαντική επιρροή και το αντίστοιχο μερίδιο του κεφαλαίου και τα δικαιώματα ψήφου τους, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με οποιεσδήποτε συμφωνίες μετόχων·

στ)

εάν ο υποψήφιος αγοραστής αποτελεί τμήμα ομίλου, ως θυγατρική εταιρεία ή ως η μητρική επιχείρηση, αναλυτικό οργανόγραμμα του συνόλου της εταιρικής δομής, και πληροφορίες σχετικά με το μερίδιο του κεφαλαίου και τα δικαιώματα ψήφου των μετόχων με σημαντική επιρροή στις οντότητες του ομίλου και σχετικά με τις δραστηριότητες που ασκούνται τη δεδομένη στιγμή από τις οντότητες του ομίλου·

ζ)

αν ο υποψήφιος αγοραστής αποτελεί τμήμα ομίλου ως θυγατρική ή η μητρική εταιρεία, πληροφορίες σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ των χρηματοπιστωτικών και των μη χρηματοπιστωτικών οντοτήτων του ομίλου·

η)

ταυτοποίηση οποιωνδήποτε πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, επιχειρήσεων συλλογικών επενδύσεων και των διαχειριστών τους, ή επιχειρήσεων επενδύσεων εντός του ομίλου, και τα ονόματα των αρμόδιων εποπτικών αρχών·

θ)

υποχρεωτικές οικονομικές καταστάσεις, σε ατομικό, και όπου υπάρχουν, σε ενοποιημένο και μη ενοποιημένο επίπεδο ομίλου, για τις τρεις τελευταίες χρήσεις. Σε περίπτωση που οι εν λόγω οικονομικές καταστάσεις ελέγχονται εξωτερικά, ο υποψήφιος αγοραστής τις παρέχει αφού εγκριθούν από τον εξωτερικό ελεγκτή. Οι υποχρεωτικές οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν:

1)

τον ισολογισμό·

2)

τους λογαριασμούς κερδών και ζημιών ή τον λογαριασμό αποτελεσμάτων·

3)

τις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων και τα οικονομικά παραρτήματα και άλλα έγγραφα που έχουν καταχωριστεί στο σχετικό μητρώο ή αρχή στη συγκεκριμένη επικράτεια που σχετίζεται με τον υποψήφιο αγοραστή·

ι)

όπου είναι διαθέσιμες, πληροφορίες σχετικά με την πιστοληπτική ικανότητα του υποψήφιου αγοραστή και τη συνολική πιστοληπτική ικανότητα του ομίλου.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), οι πιστοδοτικές πράξεις, οι εγγυήσεις και οι δεσμεύσεις θεωρούνται μέρος των οικονομικών συμφερόντων, ενώ οι οικογενειακές ή στενές σχέσεις θεωρούνται μέρος των μη οικονομικών συμφερόντων.

Για τους σκοπούς του στοιχείου θ), στην περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νεοσύστατη οντότητα, αντί των υποχρεωτικών οικονομικών καταστάσεων, παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τους προβλεπόμενους ισολογισμούς και λογαριασμούς κερδών και ζημιών ή αποτελεσμάτων για τα τρία πρώτα οικονομικά έτη, συμπεριλαμβανομένων των παραδοχών σχεδιασμού που χρησιμοποιήθηκαν.

2.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο το οποίο έχει την καταστατική του έδρα σε τρίτη χώρα, παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες συμπληρωματικές πληροφορίες:

α)

πιστοποιητικό ενημερότητας ή ισοδύναμο έγγραφο σχετικά με τον υποψήφιο αγοραστή, από τις σχετικές αρμόδιες αρχές της αλλοδαπής·

β)

δήλωση από τις σχετικές αρμόδιες αρχές της αλλοδαπής ότι δεν υπάρχουν εμπόδια ή περιορισμοί στην παροχή των αναγκαίων πληροφοριών για την εποπτεία της οντότητας-στόχου·

γ)

γενικές πληροφορίες για το κανονιστικό καθεστώς της εν λόγω τρίτης χώρας, όπως ισχύει για τον υποψήφιο αγοραστή.

3.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι κρατικό επενδυτικό ταμείο, παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες συμπληρωματικές πληροφορίες:

α)

το όνομα του υπουργείου ή της κυβερνητικής υπηρεσίας που είναι αρμόδια για τον καθορισμό της επενδυτικής πολιτικής του ταμείου·

β)

λεπτομέρειες για την επενδυτική πολιτική και τυχόν περιορισμούς στις επενδύσεις·

γ)

το όνομα και τη θέση των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη λήψη των επενδυτικών αποφάσεων του ταμείου, καθώς και τις λεπτομέρειες σχετικά με τις ειδικές συμμετοχές ή την επιρροή που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2, την οποία ασκεί το εν λόγω υπουργείο ή κυβερνητική υπηρεσία στις καθημερινές συναλλαγές του ταμείου και της οντότητας-στόχου.

Άρθρο 6

Πληροφορίες σχετικά με τα πρόσωπα που θα διευθύνουν πραγματικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της οντότητας-στόχου

Ο υποψήφιος αγοραστής παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τη φήμη και την πείρα οποιουδήποτε προσώπου πρόκειται να διευθύνει πραγματικά την εταιρεία της οντότητας-στόχου ως αποτέλεσμα της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής:

α)

προσωπικά στοιχεία, μεταξύ άλλων το όνομα του προσώπου, την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης, διεύθυνση και στοιχεία επικοινωνίας και, εφόσον υπάρχει, τον προσωπικό εθνικό αριθμό ταυτότητας·

β)

τη θέση στην οποία διορίστηκε ή πρόκειται να διοριστεί το πρόσωπο αυτό·

γ)

αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα στο οποίο θα αναφέρεται σχετική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, επαγγελματική πείρα, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων όλων των οργανισμών για τους οποίους έχει εργαστεί το εν λόγω πρόσωπο, καθώς και τη φύση και τη διάρκεια των καθηκόντων που ανέλαβε, ιδίως για δραστηριότητες που σχετίζονται με τη θέση για την οποία προορίζεται, και τεκμηρίωση σχετικά με την πείρα του ατόμου, καθώς και κατάλογο συστάσεων που περιλαμβάνει στοιχεία επικοινωνίας και συστατικές επιστολές. Για θέσεις που κατείχε τα τελευταία 10 έτη, κατά την περιγραφή των εν λόγω δραστηριοτήτων, το πρόσωπο διευκρινίζει τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί, τις εσωτερικές αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων και τους τομείς δραστηριοτήτων υπό τον έλεγχό του. Αν το βιογραφικό σημείωμα περιλαμβάνει και άλλες σχετικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της εκπροσώπησης διοικητικού οργάνου, αυτές θα πρέπει να αναφέρονται·

δ)

πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

1)

ποινικό μητρώο, ποινικές έρευνες ή διαδικασίες, σχετικές αστικές και διοικητικές υποθέσεις ή πειθαρχικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων της απαγόρευσης άσκησης δραστηριοτήτων διευθυντή επιχείρησης, διαδικασιών πτώχευσης, αφερεγγυότητας και παρόμοιων διαδικασιών, μέσω επίσημου πιστοποιητικού ή μέσω άλλου ισοδύναμου εγγράφου·

2)

ανοικτές έρευνες, διαδικασίες εκτέλεσης, κυρώσεις, ή άλλες εκτελεστικές αποφάσεις εναντίον του προσώπου, οι οποίες μπορούν να παρέχονται μέσω υπεύθυνης δήλωσης·

3)

άρνηση καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας άσκησης εμπορικών δραστηριοτήτων, επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή επαγγέλματος. ή αφαίρεση, ανάκληση ή τερματισμό της εν λόγω καταχώρισης, έγκρισης, προσχώρησης ή άδειας· ή απομάκρυνση από ρυθμιστικό ή κυβερνητικό φορέα, ή από επαγγελματικό φορέα ή ένωση·

4)

απόλυση από θέση απασχόλησης ή από θέση εμπιστοσύνης, σχέση καταπίστευσης, ή παρόμοια κατάσταση·

ε)

πληροφορίες για το κατά πόσον έχει ήδη διενεργηθεί αξιολόγηση της φήμης του ως προσώπου που διευθύνει την επιχείρηση από άλλη εποπτική αρχή, στοιχεία ταυτοποίησης της εν λόγω αρχής, και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το αποτέλεσμα της εν λόγω αξιολόγησης·

στ)

περιγραφή των οικονομικών και μη οικονομικών συμφερόντων ή σχέσεων του προσώπου και των στενών συγγενών του εν λόγω προσώπου με τα μέλη του διοικητικού οργάνου και με άτομα που κατέχουν καίριες θέσεις στο ίδιο ίδρυμα, το μητρικό ίδρυμα και τις θυγατρικές και τους μετόχους·

ζ)

τον ελάχιστο χρόνο, με στοιχεία έτους και μήνα, που το πρόσωπο θα πρέπει να αφιερώσει στην εκτέλεση των καθηκόντων του εντός της οντότητας-στόχου·

η)

τον κατάλογο των θέσεων εκτελεστικού και μη εκτελεστικού μέλους του ΔΣ που διατηρεί το εν λόγω πρόσωπο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου στ), οι πιστοδοτικές πράξεις, οι συμμετοχές, οι εγγυήσεις, και οι δεσμεύσεις θεωρούνται μέρος των οικονομικών συμφερόντων, ενώ οι οικογενειακές ή στενές σχέσεις θεωρούνται μέρος των μη οικονομικών συμφερόντων.

Άρθρο 7

Πληροφορίες σχετικά με τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής

Ο υποψήφιος αγοραστής παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής:

α)

στοιχεία ταυτοποίησης της οντότητας-στόχου·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με τις προθέσεις του υποψήφιου αγοραστή σε σχέση με τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών επενδύσεων ή επενδύσεων χαρτοφυλακίου·

γ)

πληροφορίες σχετικά με τις μετοχές της οντότητας-στόχου τις οποίες κατέχει ή πρόκειται να αποκτήσει ο υποψήφιος αγοραστής πριν και μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής, μεταξύ άλλων:

1)

τον αριθμό και το είδος των μετοχών, και την ονομαστική αξία των μετοχών αυτών·

2)

το ποσοστό του συνολικού κεφαλαίου της οντότητας-στόχου που εκπροσωπούν οι μετοχές τις οποίες κατέχει ή πρόκειται να αποκτήσει ο υποψήφιος αγοραστής πριν και μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής·

3)

το συνολικό ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου της οντότητας-στόχου που εκπροσωπούν οι μετοχές τις οποίες κατέχει ή πρόκειται να αποκτήσει ο υποψήφιος αγοραστής πριν και μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής, αν είναι διαφορετικό από το μερίδιο του κεφαλαίου της οντότητας-στόχου·

4)

την αγοραία αξία, σε ευρώ και σε τοπικό νόμισμα, των μετοχών της οντότητας-στόχου τις οποίες κατέχει ή πρόκειται να αποκτήσει ο υποψήφιος αγοραστής πριν και μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής·

δ)

περιγραφή όλων των ενεργειών που εκτελούνται σε συνεννόηση με άλλα μέρη, συμπεριλαμβανομένων της συνεισφοράς των εν λόγω μερών στη χρηματοδότηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής, των μέσων συμμετοχής στις χρηματοοικονομικές διευθετήσεις σε σχέση με τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής και των μελλοντικών οργανωτικών ρυθμίσεων της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής·

ε)

το περιεχόμενο των προγραμματισμένων συμφωνιών των μετόχων με άλλους μετόχους σε σχέση με την οντότητα-στόχο·

στ)

τη σκοπούμενη τιμή της απόκτησης συμμετοχής και τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της εν λόγω τιμής και, σε περίπτωση που υπάρχει διαφορά μεταξύ της αγοραίας αξίας και της σκοπούμενης τιμής απόκτησης συμμετοχής, μια εξήγηση των λόγων αυτής της διαφοράς.

Άρθρο 8

Πληροφορίες σχετικά με τη νέα προτεινόμενη δομή του ομίλου και τις επιπτώσεις της στην εποπτεία

1.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο, οφείλει να υποβάλει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου μια ανάλυση του πεδίου εφαρμογής της ενοποιημένης εποπτείας του ομίλου στον οποίο θα ανήκει η οντότητα-στόχος μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής. Η εν λόγω ανάλυση θα περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το ποιες οντότητες του ομίλου θα υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων ενοποιημένης εποπτείας μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής και σε ποια επίπεδα εντός του ομίλου θα ισχύουν οι εν λόγω απαιτήσεις σε πλήρη ή σε υποενοποιημένη βάση.

2.   Ο υποψήφιος αγοραστής παρέχει επίσης στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου μια ανάλυση του αντίκτυπου της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής στην ικανότητα της οντότητας-στόχου να εξακολουθήσει να παρέχει έγκαιρες και έγκυρες πληροφορίες στην εποπτική της αρχή, μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα των στενών δεσμών του υποψήφιου αγοραστή με την οντότητα-στόχο.

Άρθρο 9

Πληροφορίες σχετικά με τη χρηματοδότηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής

Ο υποψήφιος αγοραστής υποβάλλει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου λεπτομερή εξήγηση σχετικά με τις συγκεκριμένες πηγές χρηματοδότησης για τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

α)

λεπτομέρειες σχετικά με τη χρήση ιδιωτικών χρηματοδοτικών πόρων, καθώς και την προέλευση και τη διαθεσιμότητα των πόρων, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών εγγράφων τεκμηρίωσης για την παροχή στοιχείων στην αρμόδια αρχή ότι δεν έχει επιχειρηθεί νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με τα μέσα πληρωμής της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής και σχετικά με το δίκτυο που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά κεφαλαίων·

γ)

λεπτομέρειες σχετικά με την πρόσβαση σε πηγές κεφαλαίων και χρηματοπιστωτικές αγορές, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών των χρηματοπιστωτικών μέσων που πρόκειται να εκδοθούν·

δ)

πληροφορίες σχετικά με τη χρήση δανειακών κεφαλαίων, συμπεριλαμβανομένης της επωνυμίας των σχετικών δανειστών και λεπτομερειών σχετικά με τις διευκολύνσεις που παρέχονται, μεταξύ άλλων ημερομηνιών ληκτότητας, όρων, δεσμεύσεων και εγγυήσεων, καθώς και πληροφορίες σχετικά με την πηγή εσόδων που θα χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή των εν λόγω δανείων και την προέλευση των δανειακών κεφαλαίων, στις περιπτώσεις που ο δανειστής δεν είναι εποπτευόμενο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα·

ε)

πληροφορίες σχετικά με οποιονδήποτε οικονομικό διακανονισμό με άλλους μετόχους της οντότητας-στόχου·

στ)

πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία του υποψήφιου αγοραστή ή της οντότητας-στόχου, τα οποία πρόκειται να πωληθούν προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής, καθώς και σχετικά με τις συνθήκες πώλησης, συμπεριλαμβανομένων της τιμής, της αξιολόγησης, λεπτομερειών σχετικά με τα χαρακτηριστικά των περιουσιακών στοιχείων, καθώς και πληροφορίες σχετικά με το πότε και το πώς αποκτήθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία.

Άρθρο 10

Συμπληρωματικές πληροφορίες για ειδικές συμμετοχές έως και 20 %

Σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση θα είχε ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή έως και 20 % στην οντότητα-στόχο, ο υποψήφιος αγοραστής υποβάλλει έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου, το οποίο περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την περίοδο κατά την οποία ο υποψήφιος αγοραστής σκοπεύει να διατηρήσει το ποσοστό συμμετοχής του μετά τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής και οποιαδήποτε πρόθεση του υποψήφιου αγοραστή να αυξήσει, να μειώσει ή να διατηρήσει το επίπεδο συμμετοχής στο εγγύς μέλλον·

β)

ένδειξη των προθέσεων του υποψήφιου αγοραστή ως προς την οντότητα-στόχο, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον προτίθεται ή όχι να ασκήσει έλεγχο οποιασδήποτε μορφής επί της οντότητας-στόχου, καθώς και το σκεπτικό της εν λόγω ενέργειας·

γ)

πληροφορίες σχετικά με την οικονομική κατάσταση του υποψήφιου αγοραστή και την προθυμία του να στηρίξει την οντότητα-στόχο με πρόσθετα ίδια κεφάλαια, εφόσον αυτό απαιτείται για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της ή σε περίπτωση οικονομικών δυσχερειών.

Άρθρο 11

Συμπληρωματικές πληροφορίες για ειδικές συμμετοχές μεταξύ του 20 % και του 50 %

1.   Σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής θα είχε ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή μεταξύ 20 % και 50 % στην οντότητα-στόχο, ο υποψήφιος αγοραστής υποβάλλει έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου, το οποίο περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

όλες τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 10·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με την επιρροή που ο υποψήφιος αγοραστής προτίθεται να ασκήσει στην οικονομική κατάσταση σε σχέση με την οντότητα-στόχο, συμπεριλαμβανομένης της μερισματικής πολιτικής, της στρατηγικής ανάπτυξης και της διάθεσης των πόρων της οντότητας-στόχου·

γ)

περιγραφή των προθέσεων και προσδοκιών του υποψήφιου αγοραστή σε σχέση με την οντότητα-στόχο μεσοπρόθεσμα, η οποία καλύπτει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 2 και 3.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, κάθε υποψήφιος αγοραστής που αναφέρεται στο άρθρο 10 παρέχει στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου τις πληροφορίες που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο, στην περίπτωση που η επιρροή που ασκεί η συμμετοχή του εν λόγω υποψήφιου αγοραστή, με βάση μια συνολική εκτίμηση της μετοχικής δομής της οντότητας-στόχου, θα ήταν ισοδύναμη με την επιρροή που ασκείται από εταιρικές συμμετοχές μεταξύ του 20 % και του 50 %.

Άρθρο 12

Συμπληρωματικές πληροφορίες για ειδικές συμμετοχές ίσες ή ανώτερες του 50 %

1.   Σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής θα είχε ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής είτε να κατέχει ειδική συμμετοχή ίση ή ανώτερη του 50 % είτε η οντότητα-στόχος να καταστεί θυγατρική του, ο υποψήφιος αγοραστής υποβάλλει επιχειρηματικό σχέδιο στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου, το οποίο περιλαμβάνει στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης, εκτιμώμενες οικονομικές καταστάσεις της οντότητας-στόχου, καθώς και τον αντίκτυπο της απόκτησης συμμετοχής στην εταιρική διακυβέρνηση και στη γενική οργανωτική δομή της οντότητας-στόχου.

2.   Το στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να περιλαμβάνει, σε γενικές γραμμές, τους βασικούς στόχους της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής και τους βασικούς τρόπους επίτευξής τους, καθώς και, μεταξύ άλλων, τα εξής:

α)

τον συνολικό σκοπό της σκοπούμενης απόκτησης συμμετοχής·

β)

μεσοπρόθεσμους οικονομικούς στόχους, οι οποίοι μπορεί να διατυπώνονται σε όρους απόδοσης ιδίων κεφαλαίων, σχέσης κόστους-οφέλους, κερδών ανά μετοχή, ή, κατά περίπτωση, σε άλλους όρους·

γ)

τον ενδεχόμενο αναπροσανατολισμό δραστηριοτήτων, προϊόντων, πελατών στους οποίους απευθύνεται και την πιθανή ανακατανομή των κεφαλαίων ή των πόρων που αναμένεται να επηρεάσουν την οντότητα-στόχο·

δ)

γενικές διαδικασίες για την ένταξη και την ενσωμάτωση της οντότητας-στόχου στη δομή του ομίλου του υποψήφιου αγοραστή, συμπεριλαμβανομένης μιας περιγραφής των κύριων αλληλεπιδράσεων που πρόκειται να επιδιωχθούν με άλλες εταιρείες του ομίλου, καθώς και μιας περιγραφής των πολιτικών που διέπουν τις ενδοομιλικές σχέσεις.

3.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι οντότητα που έχει αδειοδοτηθεί και εποπτεύεται στην Ένωση, οι πληροφορίες σχετικά με τα συγκεκριμένα τμήματα εντός της δομής του ομίλου τα οποία επηρεάζονται από τη σκοπούμενη απόκτηση συμμετοχής πρέπει να είναι επαρκείς για τους σκοπούς της πληροφόρησης που αναφέρεται στο στοιχείο δ).

4.   Οι εκτιμώμενες οικονομικές καταστάσεις της οντότητας-στόχου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει, τόσο σε ατομική όσο και σε ενοποιημένη βάση, για μια περίοδο τριών ετών, να περιλαμβάνουν τα εξής:

α)

προβλεπόμενο ισολογισμό και λογαριασμό αποτελεσμάτων·

β)

προβλεπόμενες προληπτικές κεφαλαιακές απαιτήσεις και δείκτη φερεγγυότητας·

γ)

πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο ανοιγμάτων σε κίνδυνο, συμπεριλαμβανομένων του πιστωτικού κινδύνου, του λειτουργικού κινδύνου και του κινδύνου αγοράς, καθώς και άλλων σχετικών κινδύνων·

δ)

προβλεπόμενες ενδοομιλικές συναλλαγές.

5.   Ο αντίκτυπος της απόκτησης συμμετοχής στην εταιρική διακυβέρνηση και στη γενική οργανωτική δομή της οντότητας-στόχου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τον αντίκτυπο:

α)

στη σύνθεση και στα καθήκοντα του διαχειριστικού, διοικητικού ή εποπτικού οργάνου και των κύριων επιτροπών που συστήνονται από τα εν λόγω όργανα λήψης αποφάσεων, μεταξύ άλλων της διαχειριστικής επιτροπής, της επιτροπής κινδύνου, της ελεγκτικής επιτροπής, της επιτροπής αποδοχών, και συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που αφορούν τα πρόσωπα που θα διοριστούν για να διευθύνουν την επιχείρηση·

β)

στις διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες και εσωτερικούς ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στις διαδικασίες και τα συστήματα που σχετίζονται με τη λογιστική, τους εσωτερικούς ελέγχους, τη συμμόρφωση με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη διαχείριση κινδύνων, και στον διορισμό σε βασικές θέσεις εσωτερικών ελεγκτών, στελεχών συμμόρφωσης και διαχειριστών κινδύνου·

γ)

στο σύνολο των συστημάτων ΤΠ και στην οργάνωση, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών που αφορούν την πολιτική εξωτερικής ανάθεσης υπηρεσιών ΤΠ, διαγραμμάτων ροής δεδομένων, του λογισμικού της εταιρείας, καθώς και του λογισμικού τρίτων και των απαραίτητων διαδικασιών ασφάλειας δεδομένων, συστημάτων και εργαλείων, όπως εφεδρικά αντίγραφα, σχέδια συνέχισης και διαδρομές ελέγχου·

δ)

στις πολιτικές που διέπουν την εξωτερική ανάθεση, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τους σχετικούς τομείς, την επιλογή των παρόχων υπηρεσιών, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών της σύμβασης εξωτερικής ανάθεσης, όπως οι ρυθμίσεις ελέγχου και η ποιότητα των υπηρεσιών που αναμένονται από τον πάροχο·

ε)

σε κάθε άλλη σχετική ενημέρωση που αφορά τον αντίκτυπο της απόκτησης συμμετοχής στην εταιρική διακυβέρνηση και τη γενική οργανωτική δομή της οντότητας-στόχου, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε τροποποίησης που αφορά τα δικαιώματα ψήφου των μετόχων.

Άρθρο 13

Μειωμένες απαιτήσεις πληροφόρησης

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2, σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής είναι οντότητα που έχει αδειοδοτηθεί και εποπτεύεται εντός της Ένωσης και η οντότητα-στόχος πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 2, ο υποψήφιος αγοραστής υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου:

α)

Εάν ο υποψήφιος αγοραστής είναι φυσικό πρόσωπο:

1)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1·

2)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 4 στοιχεία γ) έως ζ)·

3)

τις πληροφορίες που ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 9·

4)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1·

5)

σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση έχει ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή έως και 20 % στην οντότητα-στόχο, ένα έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική, όπως ορίζεται στο άρθρο 10·

6)

σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση έχει ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή μεταξύ του 20 % και του 50 % στην οντότητα-στόχο, ένα έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική, όπως ορίζεται στο άρθρο 11.

β)

Εάν ο υποψήφιος αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο:

1)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2·

2)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως ι) και, κατά περίπτωση, τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3·

3)

τις πληροφορίες που ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 9·

4)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1·

5)

σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση έχει ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή έως και 20 % στην οντότητα-στόχο, ένα έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική, όπως ορίζεται στο άρθρο 10·

6)

σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση έχει ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή μεταξύ του 20 % και του 50 % στην οντότητα-στόχο, ένα έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική, όπως ορίζεται στο άρθρο 11.

γ)

Εάν ο υποψήφιος αγοραστής είναι εταιρεία καταπιστευματικής διαχείρισης:

1)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3·

2)

κατά περίπτωση, τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3·

3)

τις πληροφορίες που ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 9·

4)

τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1·

5)

σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση έχει ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή έως και 20 % στην οντότητα-στόχο, ένα έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική, όπως ορίζεται στο άρθρο 10·

6)

σε περίπτωση που η σκοπούμενη απόκτηση έχει ως αποτέλεσμα ο υποψήφιος αγοραστής να κατέχει ειδική συμμετοχή μεταξύ του 20 % και του 50 % στην οντότητα-στόχο, ένα έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική, όπως ορίζεται στο άρθρο 11.

2.   Η οντότητα-στόχος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να πληροί τα εξής κριτήρια:

α)

δεν κατέχει περιουσιακά στοιχεία των πελατών της·

β)

δεν έχει λάβει άδεια να παρέχει τις επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες «Διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό» ή «Αναδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων και/ή τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης», που αναφέρονται στο παράρτημα I τμήμα Α σημεία 3 και 6 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

γ)

σε περίπτωση που έχει λάβει άδεια να παρέχει την επενδυτική υπηρεσία «Διαχείριση χαρτοφυλακίων» που αναφέρεται στο παράρτημα I τμήμα Α σημείο 4 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, τα περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζεται η εταιρεία είναι κάτω από 500 εκατ. ευρώ.

3.   Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει αξιολογηθεί από την αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου κατά τα δύο τελευταία έτη όσον αφορά τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 5, ο εν λόγω υποψήφιος αγοραστής παρέχει μόνο εκείνες τις πληροφορίες που έχουν αλλάξει από την προηγούμενη αξιολόγηση.

Σε περίπτωση που ο υποψήφιος αγοραστής παρέχει μόνο εκείνες τις πληροφορίες που έχουν αλλάξει από την προηγούμενη αξιολόγηση, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ο υποψήφιος αγοραστής υπογράφει δήλωση με την οποία ενημερώνει την αρμόδια αρχή της οντότητας-στόχου ότι δεν υπάρχει ανάγκη επικαιροποίησης των υπολοίπων πληροφοριών.

Άρθρο 14

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Ιουλίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349.

(3)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/44


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/1947 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 23ης Οκτωβρίου 2017

για τον καθορισμό της θέσης που πρόκειται να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός της μεικτής επιτροπής η οποία συγκροτήθηκε στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων όσον αφορά τη θέσπιση κοινών κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχείο α), σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 12 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Αρμενίας για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων (1) (εφεξής «η συμφωνία») συστήνει μεικτή επιτροπή (η «μεικτή επιτροπή»). Προβλέπει ότι η μεικτή επιτροπή πρέπει ιδίως να παρακολουθεί την εφαρμογή της συμφωνίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) προβλέπει τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις έκδοσης θεωρήσεων για διέλευση από την επικράτεια των κρατών μελών, ή με πρόθεση διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών.

(3)

Οι κοινές κατευθυντήριες γραμμές είναι απαραίτητες για να εξασφαλιστεί η πλήρως εναρμονισμένη εφαρμογή της συμφωνίας από τις διπλωματικές αποστολές και τις προξενικές αρχές των κρατών μελών, καθώς και για να διευκρινιστεί η σχέση μεταξύ των διατάξεων της συμφωνίας και των διατάξεων της νομοθεσίας των μερών της συμφωνίας που εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε ζητήματα θεωρήσεων που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία.

(4)

Είναι σκόπιμο να θεσπιστεί η θέση που πρόκειται να ληφθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής όσον αφορά τη θέσπιση κοινών κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή της συμφωνίας.

(5)

Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου (3). Ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(6)

Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου (4). Ως εκ τούτου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(7)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που πρόκειται να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής η οποία συγκροτήθηκε δυνάμει του άρθρου 12 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων, όσον αφορά τη θέσπιση κοινών κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας βασίζεται στο σχέδιο απόφασης της μεικτής επιτροπής που επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Λουξεμβούργο, 23 Οκτωβρίου 2017.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

K. IVA


(1)  ΕΕ L 289 της 31.10.2013, σ. 2.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).

(3)  Απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43).

(4)  Απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20).


ΣΧΕΔΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. …/… ΤΗΣ ΜΙΚΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΘΕΩΡΗΣΕΩΝ

της …

όσον αφορά τη θέσπιση κοινών κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή της εν λόγω συμφωνίας

Η ΜΙΚΤΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων (1) («η συμφωνία»), και ιδίως το άρθρο 12,

Εκτιμώντας το γεγονός ότι η συμφωνία άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2014,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι κοινές κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων ορίζονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

…,

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Για τη Δημοκρατία της Αρμενίας


(1)  ΕΕ L 289 της 31.10.2013, σ. 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΟΙΝΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΘΕΩΡΗΣΕΩΝ

Σκοπός της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αρμενίας σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων (η «συμφωνία»), η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2014, είναι να διευκολύνει, με βάση την αμοιβαιότητα, τις διαδικασίες έκδοσης θεωρήσεων για προβλεπόμενη διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών για τους πολίτες της Αρμενίας.

Η συμφωνία θεσπίζει, με βάση την αμοιβαιότητα, δεσμευτικά από νομική άποψη δικαιώματα και υποχρεώσεις με σκοπό την απλούστευση των διαδικασιών έκδοσης θεωρήσεων για τους πολίτες της Αρμενίας.

Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές, οι οποίες εγκρίθηκαν από τη μικτή επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 12 της συμφωνίας (η «μικτή επιτροπή»), αποσκοπούν στη διασφάλιση της εναρμονισμένης εφαρμογής της συμφωνίας από τις διπλωματικές αποστολές και τις προξενικές αρχές των κρατών μελών της Ένωσης (τα «κράτη μέλη»). Οι κατευθυντήριες γραμμές δεν αποτελούν μέρος της συμφωνίας και, ως εκ τούτου, δεν είναι νομικά δεσμευτικές. Ωστόσο, συνιστάται ιδιαίτερα στο διπλωματικό και προξενικό προσωπικό να τις ακολουθεί με συνέπεια κατά την εφαρμογή της συμφωνίας.

Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές θα επικαιροποιούνται βάσει της πείρας που αποκτάται από την εφαρμογή της συμφωνίας υπό την ευθύνη της μικτής επιτροπής.

Για να εξασφαλιστεί η συνεχής και εναρμονισμένη εφαρμογή της συμφωνίας σύμφωνα και με τον εσωτερικό κανονισμό της μικτής επιτροπής, τα μέρη συμφώνησαν να πραγματοποιούν άτυπες επαφές μεταξύ των επίσημων συνεδριάσεων της μικτής επιτροπής για να εξετάζουν επείγοντα ζητήματα. Λεπτομερείς εκθέσεις σχετικά με αυτά τα ζητήματα και τις άτυπες επαφές θα υποβληθούν κατά την επόμενη συνεδρίαση της μικτής επιτροπής.

I.   ΓΕΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ.

1.1.   Σκοπός και πεδίο εφαρμογής.

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Η παρούσα συμφωνία έχει ως στόχο την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων για προβλεπόμενη διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών για τους πολίτες της Αρμενίας.».

Η συμφωνία ισχύει για όλους τους πολίτες της Αρμενίας που υποβάλλουν αίτηση θεώρησης βραχείας διαμονής, ανεξαρτήτως της χώρας στην οποία διαμένουν.

Η συμφωνία δεν ισχύει για τους απάτριδες οι οποίοι είναι κάτοχοι άδειας διαμονής που έχει εκδοθεί από την Αρμενία. Οι κανόνες του κεκτημένου της Ένωσης στον τομέα των θεωρήσεων εφαρμόζονται στην εν λόγω κατηγορία προσώπων.

Από τις 10 Ιανουαρίου 2013, όλοι οι πολίτες της Ένωσης και οι πολίτες των συνδεδεμένων χωρών Σένγκεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης όταν ταξιδεύουν στην Αρμενία για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες. ή διέρχονται μέσω του εδάφους της Αρμενίας.

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«2.   Εάν η Αρμενία θεσπίσει εκ νέου υποχρεώσεις θεώρησης για τους πολίτες της Ένωσης ή για ορισμένες κατηγορίες από αυτούς, βάσει της αρχής της αμοιβαιότητας, τα ίδια μέτρα απλούστευσης που παρέχονται δυνάμει της παρούσας συμφωνίας στους πολίτες της Αρμενίας, θα ισχύουν αυτομάτως για τους πολίτες της Ένωσης.».

1.2.   Πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας.

Το άρθρο 2 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Τα μέτρα απλούστευσης για την έκδοση θεωρήσεων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία εφαρμόζονται στους πολίτες της Αρμενίας, μόνο εφόσον δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης με βάση τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις της Ένωσης ή των κρατών μελών, την παρούσα συμφωνία ή άλλες διεθνείς συμφωνίες.

2.   Το εθνικό δίκαιο της Αρμενίας ή των κρατών μελών ή το δίκαιο της Ένωσης εφαρμόζονται σε θέματα που δεν καλύπτονται από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, όπως η άρνηση έκδοσης θεώρησης, η αναγνώριση των ταξιδιωτικών εγγράφων, η απόδειξη της επάρκειας των μέσων διαβίωσης, η άρνηση εισόδου και τα μέτρα απέλασης.»,

Η συμφωνία, με την επιφύλαξη του άρθρου 10 αυτής, δεν επηρεάζει τους ισχύοντες κανόνες για τις υποχρεώσεις θεώρησης και τις απαλλαγές από την υποχρέωση θεώρησης. Για παράδειγμα, το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001 (1) του Συμβουλίου επιτρέπει στα κράτη μέλη να απαλλάσσουν από την υποχρέωση θεώρησης, μεταξύ άλλων κατηγοριών προσώπων, τα πληρώματα της πολιτικής αεροπορίας και του εμπορικού ναυτικού.

Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να προστεθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 21 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα, (2) όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της Σένγκεν πρέπει να αναγνωρίζουν τις θεωρήσεις μακράς διαρκείας και τις άδειες διαμονής που εκδίδονται από τα άλλα μέρη ως έγκυρες για βραχεία διαμονή στην επικράτειά τους. Όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της Σένγκεν αποδέχονται τις άδειες διαμονής, τις θεωρήσεις τύπου Δ και τις θεωρήσεις βραχείας διαμονής των συνδεδεμένων χωρών της ζώνης Σένγκεν για είσοδο και βραχεία διαμονή και αντίστροφα.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) («κώδικας θεωρήσεων») εφαρμόζεται σε όλα τα θέματα που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία, όπως ο προσδιορισμός του συμβαλλόμενου μέρους της Σένγκεν που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης θεώρησης, η αιτιολόγηση της απόρριψης χορήγησης θεώρησης, το δικαίωμα προσφυγής κατά απορριπτικής απόφασης και ο γενικός κανόνας για προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα και παροχή όλων των σχετικών πληροφοριών σε σχέση με την αίτηση θεώρησης. Επιπλέον, οι κανόνες του Σένγκεν (δηλ. η απαγόρευση εισόδου στην επικράτεια, η απόδειξη επαρκών μέσων διαβίωσης κ.λπ.) και το εθνικό δίκαιο (ήτοι η αναγνώριση των ταξιδιωτικών εγγράφων, τα μέτρα απέλασης κ.λπ.) συνεχίζουν επίσης να εφαρμόζονται για τα θέματα τα οποία δεν καλύπτονται από τη συμφωνία.

Ακόμη και αν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στη συμφωνία, αν για παράδειγμα παρέχονται από τον αιτούντα δικαιολογητικά έγγραφα σχετικά με τον σκοπό του ταξιδιού για τις κατηγορίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 της συμφωνίας, εξακολουθεί να είναι δυνατή η άρνηση χορήγησης της θεώρησης εφόσον δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) («κώδικας συνόρων του Σένγκεν»), δηλαδή εάν το πρόσωπο δεν έχει στην κατοχή του έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο, έχει εκδοθεί ειδοποίηση στο SIS, το πρόσωπο θεωρείται απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια κ.λπ.

Άλλες δυνατότητες ευελιξίας κατά την έκδοση θεωρήσεων οι οποίες προβλέπονται από τον κώδικα θεωρήσεων εξακολουθούν να ισχύουν. Για παράδειγμα, θεωρήσεις πολλαπλών εισόδων για μακρά περίοδο ισχύος — έως πέντε έτη — μπορούν να εκδοθούν σε κατηγορίες προσώπων, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 5 της συμφωνίας, εφόσον πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 24 του κώδικα θεωρήσεων. Κατά τον ίδιο τρόπο, θα εξακολουθήσουν να ισχύουν οι διατάξεις που περιέχονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 5 και 6 του κώδικα θεωρήσεων και επιτρέπουν απαλλαγή ή μείωση του τέλους θεώρησης (άρθρο 16 παράγραφοι 5 και 6 του κώδικα θεωρήσεων).

1.3.   Είδη θεωρήσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας.

Το άρθρο 3 στοιχείο δ) της συμφωνίας ορίζει ότι ως «θεώρηση» νοείται «η άδεια που εκδίδεται από κράτος μέλος με σκοπό διέλευση ή προβλεπόμενη διαμονή για διάρκεια που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών στην επικράτεια των κρατών μελών.».

Οι διευκολύνσεις που προβλέπονται από τη συμφωνία ισχύουν τόσο για τις θεωρήσεις ενιαίου τύπου όσο και για τις θεωρήσεις περιορισμένης εδαφικής ισχύος.

1.4.   Υπολογισμός της διάρκειας διαμονής που επιτρέπεται βάσει της θεώρησης

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 610/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) έχει τροποποιήσει τον κώδικα συνόρων του Σένγκεν και έχει επαναπροσδιορίσει την έννοια της βραχείας διαμονής. Ο τρέχων ορισμός της βραχείας διαμονής έχει ως εξής: «όχι περισσότερες από 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών, το οποίο συνεπάγεται ότι λαμβάνεται υπόψη η περίοδος των 180 ημερών που προηγείται κάθε ημέρας διαμονής». Ο εν λόγω ορισμός ετέθη σε ισχύ στις 18 Οκτωβρίου 2013 και περιλαμβάνεται στον κώδικα συνόρων του Σένγκεν.

Ως ημέρα εισόδου θα λογίζεται η πρώτη ημέρα διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών και ως ημερομηνία εξόδου θα λογίζεται η τελευταία ημέρα διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών. Η έννοια «ανά περίοδο» συνεπάγεται την εφαρμογή «κινητής» περιόδου αναφοράς 180 ημερών, με αναδρομή στο παρελθόν και υπολογισμό κάθε ημέρας διαμονής που καλύπτεται από την τελευταία περίοδο 180 ημερών, προκειμένου να εξακριβωθεί αν εξακολουθεί να πληρούται η απαίτηση των 90/180 ημερών. Αυτό σημαίνει ότι η απουσία από την επικράτεια των κρατών μελών επί συνεχή περίοδο 90 ημερών επιτρέπει νέα διαμονή έως 90 ημέρες.

Η διάρκεια της επιτρεπόμενης διαμονής σύμφωνα με τους νέους κανόνες μπορεί να υπολογιστεί με την «αριθμομηχανή για βραχεία διαμονή» που βρίσκεται στον ακόλουθο ιστότοπο: http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/what-we-do/policies/borders-and-visas/border-crossing/index_en.htm.

Παράδειγμα υπολογισμού της διαμονής βάσει του τρέχοντος ορισμού

Ένα πρόσωπο που έχει θεώρηση πολλαπλών εισόδων για 1 έτος (18 Απριλίου 2014–18 Απριλίου 2015) εισέρχεται για πρώτη φορά στις 19 Απριλίου 2014 και παραμένει επί τρεις ημέρες. Στη συνέχεια, το ίδιο πρόσωπο εισέρχεται εκ νέου στις 18 Ιουνίου 2014 και παραμένει επί 86 ημέρες. Ποια είναι η κατάσταση κατά τις συγκεκριμένες ημερομηνίες; Πότε θα επιτραπεί και πάλι η είσοδος του εν λόγω προσώπου;

Στις 11 Σεπτεμβρίου 2014: Κατά τις τελευταίες 180 ημέρες (16 Μαρτίου 2014 — 11 Σεπτεμβρίου 2014) το πρόσωπο είχε παραμείνει επί τρεις ημέρες (19-21 Απριλίου 2014) συν 86 ημέρες (18 Ιουνίου 2014 — 11 Σεπτεμβρίου 2014) = 89 ημέρες = δεν υπάρχει υπέρβαση της επιτρεπόμενης διάρκειας διαμονής. Το πρόσωπο μπορεί να παραμείνει έως μία ακόμη ημέρα.

Στις 16 Οκτωβρίου 2014: Το πρόσωπο θα μπορούσε να εισέλθει για διαμονή τριών επιπλέον ημερών. Στις 16 Οκτωβρίου 2014, η διαμονή της 19ης Απριλίου 2014 παύει να λαμβάνεται υπόψη (εκτός της περιόδου 180 ημερών)· στις 17 Οκτωβρίου 2014, η διαμονή της 20ής Απριλίου 2014 παύει να λαμβάνεται υπόψη (εκτός της περιόδου 180 ημερών· κ.λπ.).

Στις 15 Δεκεμβρίου 2014: Το πρόσωπο θα μπορούσε να εισέλθει για διαμονή 86 επιπλέον ημερών (Στις 15 Δεκεμβρίου 2014, η διαμονή της 18ης Ιουνίου 2014 παύει να λαμβάνεται υπόψη (εκτός της περιόδου 180 ημερών)· στις 16 Δεκεμβρίου 2014, η διαμονή της 19ης Ιουνίου 2014 παύει να λαμβάνεται υπόψη, κ.λπ.).

1.5.   Κατάσταση όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην κοινή πολιτική θεωρήσεων της Ένωσης και τις συνδεδεμένες χώρες.

Τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Ένωση το 2004 (Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Κύπρος, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Μάλτα, Πολωνία, Σλοβενία και Σλοβακία), το 2007 (Βουλγαρία και Ρουμανία) και το 2013 (Κροατία) δεσμεύονται από τη συμφωνία από την έναρξη ισχύος της.

Η Βουλγαρία, η Κροατία, η Κύπρος και η Ρουμανία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν. Οι χώρες αυτές θα συνεχίσουν να εκδίδουν εθνικές θεωρήσεις με ισχύ που περιορίζεται στη δική τους εθνική επικράτεια. Μόλις τα εν λόγω κράτη μέλη εφαρμόσουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, θα συνεχίσουν να εφαρμόζουν πλήρως τη συμφωνία.

Το εθνικό δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει για όλα τα ζητήματα που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία μέχρι την ημερομηνία της πλήρους εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν από τα εν λόγω κράτη μέλη. Από την ημερομηνία αυτή, οι κανόνες του Σένγκεν και/ή το εθνικό δίκαιο εφαρμόζονται σε ζητήματα που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία.

Επιτρέπεται στη Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο και τη Ρουμανία να αναγνωρίζουν άδειες διαμονής, θεωρήσεις τύπου Δ και θεωρήσεις βραχείας διαμονής που εκδίδουν όλα τα συμβαλλόμενα μέρη της Σένγκεν και οι συνδεδεμένες χώρες για σύντομες διαμονές στο έδαφός τους (6).

Η συμφωνία δεν εφαρμόζεται στη Δανία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά περιλαμβάνει κοινές δηλώσεις σχετικά με την επιθυμία των εν λόγω κρατών μελών να συνάψουν διμερείς συμφωνίες για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων με την Αρμενία.

Παρόλο που συνδέονται με το Σένγκεν, η Ισλανδία, το Λιχτενστάιν, η Νορβηγία και η Ελβετία δεν καλύπτονται από τη συμφωνία. Ωστόσο, η συμφωνία περιλαμβάνει κοινή δήλωση σχετικά με την επιθυμία των εν λόγω συνδεδεμένων χωρών Σένγκεν να συνάψουν, χωρίς καθυστέρηση, διμερείς συμφωνίες για την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων βραχείας διαμονής με την Αρμενία.

1.6.   Η συμφωνία και οι διμερείς συμφωνίες.

Το άρθρο 13 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«Η παρούσα συμφωνία, από την έναρξη ισχύος της, υπερισχύει έναντι των διατάξεων οποιασδήποτε διμερούς ή πολυμερούς συμφωνίας ή ρύθμισης που έχει συναφθεί μεταξύ μεμονωμένων κρατών μελών και της Αρμενίας, στον βαθμό που οι διατάξεις αυτών των συμφωνιών ή ρυθμίσεων καλύπτουν ζητήματα που διέπονται από την παρούσα συμφωνία.».

Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας, παύουν να ισχύουν οι διατάξεις των διμερών συμφωνιών που ίσχυαν μεταξύ των κρατών μελών και της Αρμενίας σχετικά με θέματα που καλύπτει η συμφωνία. Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την εξάλειψη των ασύμβατων διατάξεων μεταξύ των διμερών συμφωνιών τους και της συμφωνίας.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει συνάψει διμερή συμφωνία ή ρύθμιση με την Αρμενία σχετικά με θέματα που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία, η εν λόγω συμφωνία ή ρύθμιση θα συνεχίσει να ισχύει μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας.

II.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

2.1.   Κανόνες που ισχύουν για όλους τους αιτούντες θεώρηση

Υπενθυμίζεται ότι οι διευκολύνσεις που αναφέρονται παρακάτω σχετικά με το τέλος διεκπεραίωσης των θεωρήσεων, τη διάρκεια των διαδικασιών διεκπεραίωσης των αιτήσεων θεώρησης, την αναχώρηση σε περίπτωση απώλειας ή κλοπής των εγγράφων και την παράταση της θεώρησης σε εξαιρετικές περιστάσεις, ισχύουν για όλους τους Αρμένιους αιτούντες θεώρηση και κατόχους θεώρησης, μεταξύ των οποίων και οι τουρίστες.

2.1.1.   Τέλος διεκπεραίωσης των αιτήσεων θεώρησης

Το άρθρο 6 παράγραφος 1 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Το τέλος για την επεξεργασία των αιτήσεων θεώρησης ανέρχεται σε 35 EUR.»

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 της συμφωνίας, το τέλος για τη διεκπεραίωση αίτησης θεώρησης είναι 35 EUR. Το εν λόγω τέλος ισχύει για όλους τους Αρμένιους αιτούντες θεώρηση (συμπεριλαμβανομένων των τουριστών) και αφορά τις θεωρήσεις βραχείας διαμονής, ανεξάρτητα από τον αριθμό των εισόδων.

Το άρθρο 6 παράγραφος 2 της συμφωνίας προβλέπει ότι (Σημείωση: τυχόν ρυθμίσεις εφαρμογής ακολουθούν την κατηγορία):

«2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, απαλλάσσονται από το τέλος επεξεργασίας της αίτησης θεώρησης οι ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:

α)

συνταξιούχοι».

Για να τύχουν απαλλαγής από το τέλος για αυτήν την κατηγορία, οι αιτούντες θεώρηση πρέπει να προσκομίσουν στοιχεία που να αποδεικνύουν το καθεστώς του συνταξιούχου, δηλ. βιβλιάριο σύνταξης ή πιστοποιητικό για τη λήψη σύνταξης. Η απαλλαγή από το τέλος δεν δικαιολογείται σε περιπτώσεις όπου ο σκοπός του ταξιδιού είναι αμειβόμενη δραστηριότητα.

«β)

παιδιά κάτω των 12 ετών·».

Για να τύχουν απαλλαγής από το τέλος για αυτήν την κατηγορία, οι αιτούντες θεώρηση πρέπει να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την ηλικία τους.

«γ)

μέλη των εθνικών και περιφερειακών κυβερνήσεων, συνταγματικού δικαστηρίου και ανώτατου δικαστηρίου, εάν δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης βάσει της παρούσας συμφωνίας·».

Ως μέλη περιφερειακών κυβερνήσεων νοούνται τα μέλη της τοπικής διοίκησης, δηλ. οι περιφερειάρχες (marzpet) και οι αναπληρωτές τους, καθώς και ο Δήμαρχος του Ερεβάν και ο αναπληρωτής του. Για να τύχουν απαλλαγής από το τέλος για αυτήν την κατηγορία, οι αιτούντες θεώρηση πρέπει να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία από τις αρμενικές αρχές που να αποδεικνύουν τη θέση τους.

«δ)

άτομα με αναπηρία και οι συνοδοί τους, εάν είναι αναγκαίο·».

Για να τύχουν απαλλαγής από το τέλος, απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων ότι αμφότεροι οι αιτούντες θεώρηση εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία. Σε περίπτωση αναπηρίας, οι αιτούντες θεώρηση πρέπει να προσκομίσουν απόσπασμα από το ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει την αναπηρία. Σε περίπτωση που η αναπηρία των αιτούντων θεώρηση είναι προφανής (τυφλοί, χωλοί) η οπτική αναγνώριση στην προξενική αρχή είναι αποδεκτή.

Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, η αίτηση θεώρησης μπορεί να υποβληθεί από αντιπρόσωπο ή από τον κηδεμόνα του ατόμου με αναπηρία.

«ε)

στενοί συγγενείς — σύζυγος, τέκνα (συμπεριλαμβανομένων των υιοθετημένων), γονείς (συμπεριλαμβανομένων των κηδεμόνων), παππούδες ή εγγονοί — πολιτών της Αρμενίας οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια των κρατών μελών ή πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατοικούν στην επικράτεια του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοοι,

στ)

μέλη επίσημων αντιπροσωπειών, συμπεριλαμβανομένων των μονίμων μελών επίσημων αντιπροσωπειών τα οποία, μετά από επίσημη πρόσκληση που απευθύνεται στην Αρμενία, συμμετέχουν σε συνεδριάσεις, διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις ή προγράμματα ανταλλαγών, καθώς και σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται στην επικράτεια ενός από τα κράτη μέλη από διακυβερνητικές οργανώσεις,

ζ)

μαθητές, σπουδαστές, μεταπτυχιακοί φοιτητές και καθηγητές-συνοδοί που πραγματοποιούν πάσης φύσεως εκπαιδευτικά ή επιμορφωτικά ταξίδια, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγών καθώς και άλλων σχολικών δραστηριοτήτων,

η)

δημοσιογράφοι και μέλη της τεχνικής ομάδας που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα»

Για να τύχουν απαλλαγής από το τέλος για αυτήν την κατηγορία, οι αιτούντες θεώρηση πρέπει να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ότι είναι μέλη των επαγγελματικών δημοσιογραφικών οργανώσεων ή των οργανώσεων μέσων ενημέρωσης.

«θ)

συμμετέχοντες σε διεθνείς αθλητικές εκδηλώσεις και τα πρόσωπα που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα»

Οι υποστηρικτές δεν θεωρούνται συνοδοί.

«ι)

εκπρόσωποι οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άτομα προσκεκλημένα από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις της αρμενικής κοινότητας που είναι καταχωρισμένες στα κράτη μέλη όταν πραγματοποιούν ταξίδια για λόγους επαγγελματικής κατάρτισης, σεμινάρια, διασκέψεις, καθώς και στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγής ή παναρμενικών προγραμμάτων και προγραμμάτων στήριξης της αρμενικής κοινότητας».

Για να τύχουν απαλλαγής από το τέλος για αυτήν την κατηγορία, οι αιτούντες θεώρηση πρέπει να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ότι είναι μέλη οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών ή μη κερδοσκοπικών οργανώσεων — σε σχέση με το άρθρο 4 της συμφωνίας.

«ια)

συμμετέχοντες σε επιστημονικές, ακαδημαϊκές, πολιτιστικές ή καλλιτεχνικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων πανεπιστημιακών και άλλων προγραμμάτων ανταλλαγών,

ιβ)

πρόσωπα που έχουν προσκομίσει έγγραφα τα οποία αποδεικνύουν την ανάγκη να ταξιδέψουν για ανθρωπιστικούς λόγους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που χρήζουν επείγουσας ιατρικής θεραπείας και συνοδών των προσώπων αυτών, ή πρόσωπα που πρέπει να παρευρεθούν σε κηδεία στενού συγγενή τους ή να επισκεφθούν στενό συγγενή τους πάσχοντα από σοβαρή ασθένεια.».

Οι προαναφερθείσες κατηγορίες προσώπων απαλλάσσονται από το τέλος. Επιπλέον, απαλλαγή από το τέλος σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 4 του κώδικα θεωρήσεων προβλέπεται επίσης για τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:

ερευνητές από τρίτες χώρες που μετακινούνται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό τη διενέργεια επιστημονικής έρευνας όπως ορίζεται στη σύσταση αριθ. 2005/761/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7)·

εκπρόσωποι μη κερδοσκοπικών οργανισμών έως είκοσι πέντε ετών οι οποίοι συμμετέχουν σε σεμινάρια, διασκέψεις, αθλητικές, πολιτιστικές ή εκπαιδευτικές εκδηλώσεις που διοργανώνουν μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί.

Το άρθρο 16 παράγραφος 6 του κώδικα θεωρήσεων προβλέπει ότι:

«6.   Σε μεμονωμένες περιπτώσεις, το ποσό του τέλους θεώρησης προς χρέωση μπορεί να μην εισπραχθεί ή να μειωθεί όταν αυτό το μέτρο εξυπηρετεί την προώθηση πολιτιστικών ή αθλητικών συμφερόντων, καθώς και συμφερόντων στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, της αναπτυξιακής πολιτικής και σε άλλους τομείς ζωτικού δημόσιου συμφέροντος ή για ανθρωπιστικούς λόγους.».

Το άρθρο 16 παράγραφος 7 του κώδικα θεωρήσεων προβλέπει ότι το τέλος θεώρησης χρεώνεται σε ευρώ, στο εθνικό νόμισμα της τρίτης χώρας ή στο νόμισμα που χρησιμοποιείται συνήθως στην τρίτη χώρα στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση και δεν επιστρέφεται, εκτός εάν η αίτηση είναι απαράδεκτη ή το προξενείο δεν είναι αρμόδιο.

Προκειμένου να αποφευχθούν αποκλίσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε άγρα θεωρήσεων, οι διπλωματικές αποστολές και οι προξενικές αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να εξασφαλίζουν παρόμοια τέλη θεώρησης για όλους τους Αρμένιους που υποβάλλουν αίτηση θεώρησης, όταν η χρέωση γίνεται σε ξένα νομίσματα.

Στους Αρμένιους αιτούντες θεώρησης θα χορηγείται απόδειξη για το καταβληθέν τέλος θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 8 του κώδικα θεωρήσεων.

Το άρθρο 6 παράγραφος 3 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«3.   Εάν ένα κράτος μέλος συνεργάζεται με εξωτερικό πάροχο υπηρεσιών με σκοπό την έκδοση θεώρησης, ο εξωτερικός πάροχος υπηρεσιών μπορεί να επιβάλει τέλος εξυπηρέτησης. Το εν λόγω τέλος είναι ανάλογο με τα έξοδα που πραγματοποιεί ο εξωτερικός πάροχος υπηρεσιών για τη διεκπεραίωση αυτής της υπηρεσίας και δεν υπερβαίνει τα 30 EUR. Τα κράτη μέλη διατηρούν τη δυνατότητα να υποβάλλουν όλοι οι αιτούντες τις αιτήσεις τους απευθείας στα προξενεία τους.».

Όσον αφορά τις λεπτομέρειες της συνεργασίας με εξωτερικούς παρόχους υπηρεσιών, το άρθρο 43 του κώδικα θεωρήσεων παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα καθήκοντά τους.

2.1.2.   Διάρκεια των διαδικασιών επεξεργασίας των αιτήσεων θεώρησης

Το άρθρο 7 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Οι διπλωματικές και προξενικές αρχές των κρατών μελών λαμβάνουν απόφαση όσον αφορά το αίτημα έκδοσης θεώρησης εντός 10 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης και των εγγράφων που απαιτούνται για την έκδοση της θεώρησης.

2.   Η χρονική περίοδος λήψης της απόφασης σχετικά με αίτηση θεώρησης μπορεί να παραταθεί έως 30 ημερολογιακές ημέρες σε μεμονωμένες περιπτώσεις, ιδίως όταν χρειάζεται περαιτέρω ενδελεχής εξέταση της αίτησης.

3.   Η χρονική περίοδος λήψης της απόφασης σχετικά με αίτηση θεώρησης μπορεί να μειωθεί σε 2 εργάσιμες ημέρες ή και λιγότερο σε επείγουσες περιπτώσεις.».

Η απόφαση σχετικά με την αίτηση θεώρησης θα λαμβάνεται, κατ' αρχήν, εντός 10 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία υποβολής παραδεκτής αίτησης θεώρησης.

Η εν λόγω περίοδος μπορεί να παραταθεί σε 30 ημερολογιακές ημέρες σε μεμονωμένες περιπτώσεις, ιδίως όταν απαιτείται περαιτέρω ενδελεχής εξέταση της αίτησης ή σε περίπτωση εκπροσώπησης, όταν διενεργείται διαβούλευση με τις αρχές του εκπροσωπούμενου κράτους μέλους.

Όλες οι εν λόγω προθεσμίες αρχίζουν να μετρούν μόνον όταν είναι πλήρης ο φάκελος της αίτησης θεώρησης, δηλαδή από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης θεώρησης και των δικαιολογητικών εγγράφων.

Κατ' αρχήν, για τις διπλωματικές αποστολές και τις προξενικές αρχές των κρατών μελών που έχουν σύστημα προκαθορισμένης συνάντησης, ο χρόνος αναμονής για τον καθορισμό προκαθορισμένης συνάντησης δεν περιλαμβάνεται στον χρόνο διεκπεραίωσης. Οι γενικοί κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 9 του κώδικα θεωρήσεων εφαρμόζονται στο ζήτημα αυτό, καθώς και σε άλλες πρακτικές ρυθμίσεις που αφορούν την υποβολή αίτησης θεώρησης.

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 της συμφωνίας, όταν απαιτείται προκαθορισμένη συνάντηση για την υποβολή της αίτησης, η συνάντηση αυτή, κατά κανόνα, πραγματοποιείται εντός περιόδου δύο εβδομάδων από την ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκε η προκαθορισμένη συνάντηση.»

«Σε αιτιολογημένες επείγουσες περιπτώσεις (εάν η αίτηση θεώρησης δεν μπορούσε να υποβληθεί νωρίτερα για λόγους που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από τον αιτούντα), «το προξενείο μπορεί να επιτρέπει στους αιτούντες να υποβάλουν την αίτησή τους χωρίς προηγούμενη προκαθορισμένη συνάντηση ή ορίζεται αμέσως συνάντηση.».

Κατά τον καθορισμό της συνάντησης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ενδεχόμενος επείγων χαρακτήρας τον οποίο επικαλείται ο αιτών θεώρηση. Η απόφαση για τη μείωση του χρόνου λήψης απόφασης σχετικά με αίτηση θεώρησης όπως προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της συμφωνίας λαμβάνεται από τον προξενικό υπάλληλο.

2.1.3.   Παράταση της θεώρησης σε εξαιρετικές περιστάσεις

Το άρθρο 9 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«Για τους πολίτες της Αρμενίας οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να εξέλθουν από την επικράτεια των κρατών μελών εντός του χρόνου που αναφέρεται στις θεωρήσεις τους για λόγους ανωτέρας βίας ή για ανθρωπιστικούς λόγους, παρατείνεται η διάρκεια των θεωρήσεών τους δωρεάν σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το κράτος υποδοχής για το διάστημα που απαιτείται για την επιστροφή τους στο κράτος διαμονής τους».

Όσον αφορά την παράταση της ισχύος της θεώρησης σε περιπτώσεις δικαιολογημένων προσωπικών λόγων, εάν ο κάτοχος της θεώρησης δεν είναι σε θέση να εγκαταλείψει την επικράτεια του κράτους μέλους έως την ημερομηνία που αναφέρεται στην αυτοκόλλητη θεώρηση, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 33 του κώδικα θεωρήσεων εφόσον συμβιβάζονται με τη συμφωνία. Ωστόσο, δυνάμει της συμφωνίας η παράταση της θεώρησης πραγματοποιείται δωρεάν σε περίπτωση ανωτέρας βίας ή για ανθρωπιστικούς λόγους.

2.2.   Κανόνες που ισχύουν για ορισμένες κατηγορίες αιτούντων θεώρηση

2.2.1.   Δικαιολογητικά έγγραφα που αποδεικνύουν το σκοπό του ταξιδίου

Για τις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της συμφωνίας, θα απαιτούνται μόνο τα αναφερόμενα δικαιολογητικά έγγραφα που αποδεικνύουν το σκοπό του ταξιδιού. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της συμφωνίας, δεν θα απαιτείται καμία άλλη αιτιολόγηση, πρόσκληση ή επικύρωση σχετικά με το σκοπό του ταξιδιού. Ωστόσο, αυτό δεν συνεπάγεται εξαίρεση από την απαίτηση να εμφανίζονται οι ενδιαφερόμενοι αυτοπροσώπως προκειμένου να υποβάλουν την αίτηση θεώρησης ή να προσκομίσουν δικαιολογητικά έγγραφα όσον αφορά, για παράδειγμα, τα μέσα διαβίωσης.

Αν σε μεμονωμένες περιπτώσεις εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητα του εγγράφου που αποδεικνύει το σκοπό του ταξιδιού, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 8 του κώδικα θεωρήσεων ο αιτών θεώρηση μπορεί να κληθεί για συμπληρωματική σε βάθος συνέντευξη στην πρεσβεία και/ή στο προξενείο, όπου εν λόγω αιτών μπορεί να ερωτηθεί για τον πραγματικό σκοπός της επίσκεψης ή για την πρόθεση του αιτούντος να επιστρέψει. Σε τέτοιες μεμονωμένες περιπτώσεις, συμπληρωματικά έγγραφα μπορούν να παρέχονται από τον αιτούντα θεώρηση ή να ζητούνται κατ' εξαίρεση από τον προξενικό υπάλληλο. Η μικτή επιτροπή θα παρακολουθεί στενά το θέμα αυτό.

Για τις κατηγορίες προσώπων που δεν αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της συμφωνίας (π.χ. τουρίστες), οι γενικοί κανόνες όσον αφορά τα έγγραφα που αποδεικνύουν το σκοπό του ταξιδιού συνεχίζουν να εφαρμόζονται. Το ίδιο ισχύει για τα έγγραφα που αφορούν τη συγκατάθεση των γονέων για ταξίδι τέκνων ηλικίας κάτω των 18 ετών.

Οι κανόνες του Σένγκεν και το εθνικό δίκαιο εφαρμόζονται σε θέματα που δεν καλύπτονται από τη συμφωνία, όπως η αναγνώριση των ταξιδιωτικών εγγράφων, οι εγγυήσεις σχετικά με την επιστροφή και τα επαρκή μέσα διαβίωσης.

Κατ' αρχήν, το πρωτότυπο του εγγράφου που ορίζει το άρθρο 4 παράγραφος 1 της συμφωνίας θα συνυποβάλλεται με την αίτηση θεώρησης. Ωστόσο, το προξενείο μπορεί να αρχίσει τη διεκπεραίωση της αίτησης θεώρησης χρησιμοποιώντας φαξ ή αντίγραφα του εγγράφου. Παρά ταύτα, το προξενείο μπορεί να ζητήσει το πρωτότυπο έγγραφο στην περίπτωση της πρώτης υποβολής αίτησης θεώρησης και θα το ζητεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις όταν υπάρχουν αμφιβολίες.

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Για τις ακόλουθες κατηγορίες πολιτών της Αρμενίας, τα ακόλουθα έγγραφα επαρκούν για την αιτιολόγηση του σκοπού του ταξιδιού στο άλλο μέρος:

α)

για στενούς συγγενείς — συζύγους, τέκνα (συμπεριλαμβανομένων των υιοθετημένων), γονείς (συμπεριλαμβανομένων των κηδεμόνων), παππούδες και εγγονούς που επισκέπτονται πολίτες της Αρμενίας οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στα κράτη μέλη ή πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν στην επικράτεια του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοοι:

γραπτή πρόσκληση από τον φιλοξενούντα·»

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) ρυθμίζει την κατάσταση των Αρμένιων στενών συγγενών που ταξιδεύουν στα κράτη μέλη για να επισκεφθούν πολίτες της Αρμενίας οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στην επικράτειας των κρατών μελών ή πολίτες της Ένωσης που διαμένουν στην επικράτεια του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοοι.

Η γνησιότητα της υπογραφής του προσκαλούντος πρέπει να επιβεβαιωθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία της χώρας κατοικίας. Η πρόσκληση θα πρέπει να επικυρωθεί από τις αρμόδιες αρχές. Όταν πρόκειται για διπλωμάτες, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό και άλλους υπαλλήλους αποσπασμένους από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Αρμενίας στα κράτη μέλη, η γνησιότητα της υπογραφής πρέπει να επιβεβαιώνεται με επιστολή ή ρηματική διακοίνωση που εκδίδεται από τον επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής ή προξενικής αρχής.

«β)

για μέλη επίσημων αντιπροσωπειών, συμπεριλαμβανομένων των μονίμων μελών αυτών των αντιπροσωπειών τα οποία, μετά από επίσημη πρόσκληση που απευθύνεται στην Αρμενία, συμμετέχουν σε συνεδριάσεις, διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις ή προγράμματα ανταλλαγών, καθώς και σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται στην επικράτεια ενός από τα κράτη μέλη από διακυβερνητικές οργανώσεις:

επιστολή που εκδίδεται από αρμόδια αρχή της Αρμενίας, η οποία βεβαιώνει ότι ο αιτών είναι μέλος της αντιπροσωπείας της και, αντίστοιχα, μόνιμο μέλος της αντιπροσωπείας της, το οποίο ταξιδεύει στην επικράτεια του άλλου μέρους για να συμμετάσχει στις προαναφερθείσες εκδηλώσεις, συνοδευόμενη από αντίγραφο της επίσημης πρόσκλησης·».

Το ονοματεπώνυμο του αιτούντος θεώρηση πρέπει να αναγράφεται στην επιστολή που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή και βεβαιώνει ότι το πρόσωπο αποτελεί μέρος της αντιπροσωπείας και ταξιδεύει στην επικράτεια του άλλου μέρους για να συμμετάσχει στην επίσημη συνεδρίαση. Το ονοματεπώνυμο του αιτούντος θεώρηση δεν χρειάζεται απαραιτήτως να αναγράφεται στην επίσημη πρόσκληση συμμετοχής στη συνεδρίαση, αν και αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει όταν η επίσημη πρόσκληση απευθύνεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο.

Η εν λόγω διάταξη ισχύει για τα μέλη επίσημων αντιπροσωπειών, ανεξάρτητα από το είδος διαβατηρίου που κατέχουν.

«γ)

για μαθητές, σπουδαστές, μεταπτυχιακούς φοιτητές και καθηγητές συνοδούς που πραγματοποιούν πάσης φύσεως εκπαιδευτικά ή επιμορφωτικά ταξίδια, ιδίως στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγών, καθώς και άλλων σχολικών δραστηριοτήτων:

γραπτή πρόσκληση ή πιστοποιητικό εγγραφής από το πανεπιστήμιο, κολέγιο ή σχολείο υποδοχής ή ταυτότητα σπουδαστή ή πιστοποιητικά των μαθημάτων που πρέπει να παρακολουθήσουν·».

Φοιτητική ταυτότητα γίνεται αποδεκτή για λόγους αιτιολόγησης του σκοπού του ταξιδιού μόνον εάν έχει εκδοθεί από το πανεπιστήμιο, κολέγιο ή σχολείο υποδοχής, όπου πρόκειται να πραγματοποιηθούν τα μαθήματα ή η εκπαιδευτική κατάρτιση.

«δ)

για άτομα που ταξιδεύουν για ιατρικούς λόγους και τους απαραίτητους συνοδούς τους:

επίσημο έγγραφο του νοσηλευτικού ιδρύματος που βεβαιώνει την ανάγκη ιατρικής περίθαλψης σε αυτό και την ανάγκη συνοδείας, καθώς και απόδειξη της επάρκειας των οικονομικών μέσων για την πληρωμή της θεραπείας.».

Το έγγραφο από το νοσηλευτικό ίδρυμα που βεβαιώνει τα τρία στοιχεία (την ανάγκη ιατρικής περίθαλψης στο εν λόγω ίδρυμα, την ανάγκη συνοδείας και την απόδειξη της επάρκειας των οικονομικών μέσων για την πληρωμή της θεραπευτικής αγωγής, π.χ. απόδειξη προπληρωμής) πρέπει να υποβληθεί.

«ε)

για δημοσιογράφους και μέλη της τεχνικής ομάδας που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα:

πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο που έχει εκδοθεί από επαγγελματική οργάνωση ή τον εργοδότη του αιτούντος και βεβαιώνει ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι επαγγελματίας δημοσιογράφος και αναφέρει ότι ο σκοπός του ταξιδιού είναι η άσκηση δημοσιογραφικών καθηκόντων ή αποδεικνύει ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι μέλος της τεχνικής ομάδας που συνοδεύει τον δημοσιογράφο με την επαγγελματική του ιδιότητα,».

Αυτή η κατηγορία δεν καλύπτει τους δημοσιογράφους που εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες και τους βοηθούς τους.

Το πιστοποιητικό ή έγγραφο που βεβαιώνει ότι ο αιτών θεώρηση είναι επαγγελματίας δημοσιογράφος ή συνοδός που έχει επαγγελματική ιδιότητα και το πρωτότυπο έγγραφο που έχει εκδοθεί από τον εργοδότη του εν λόγω προσώπου και στο οποίο αναφέρεται ότι σκοπός του ταξιδιού είναι η άσκηση δημοσιογραφικών καθηκόντων ή η παροχή βοήθειας για την άσκηση των καθηκόντων αυτών πρέπει να υποβληθεί.

Στην Αρμενία υπάρχουν ορισμένες επαγγελματικές οργανώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των δημοσιογράφων ή των προσώπων που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα, οι οποίες θα μπορούσαν να εκδώσουν πιστοποιητικά που να αποδεικνύουν ότι το πρόσωπο είναι επαγγελματίας δημοσιογράφος ή συνοδός με επαγγελματική ιδιότητα στον συγκεκριμένο τομέα. Προκειμένου να αξιολογηθεί το επαγγελματικό καθεστώς των εν λόγω οργανώσεων, τα προξενεία μπορούν να συμβουλεύονται τον δικτυακό τόπο www.e-register.am. Τα προξενεία μπορούν επίσης να δεχθούν πιστοποιητικό από τον εργοδότη του αιτούντος.

«στ)

για συμμετέχοντες σε διεθνείς αθλητικές εκδηλώσεις και τα πρόσωπα που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα:

γραπτή πρόσκληση από την οργάνωση υποδοχής, τις αρμόδιες αρχές, τις εθνικές αθλητικές ομοσπονδίες ή τις εθνικές ολυμπιακές επιτροπές του κράτους μέλους·».

Ο κατάλογος των συνοδών στην περίπτωση διεθνών αθλητικών εκδηλώσεων θα περιορίζεται στα πρόσωπα που παρίστανται με την επαγγελματική τους ιδιότητα: προπονητές, μασέρ, μάνατζερ, ιατρικό προσωπικό και επικεφαλής του αθλητικού συλλόγου. Ως εκ τούτου, οι υποστηρικτές δεν θα θεωρούνται συνοδοί.

«ζ)

για επιχειρηματίες και εκπροσώπους επιχειρηματικών οργανώσεων:

γραπτή πρόσκληση από νομικό πρόσωπο ή εταιρεία υποδοχής, από οργάνωση ή γραφείο ή παράρτημά τους, από τις κρατικές ή τοπικές αρχές των κρατών μελών ή από οργανωτικές επιτροπές εμπορικών και βιομηχανικών εκθέσεων, συνεδρίων και συμποσίων που πραγματοποιούνται στην επικράτεια ενός εκ των κρατών μελών, η οποία έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.».

Για να επαληθεύσουν την ύπαρξη της επιχειρηματικής οργάνωσης, τα προξενεία μπορούν να συμβουλεύονται τον δικτυακό τόπο www.e-register.am.

«η)

για επαγγελματίες που συμμετέχουν σε διεθνείς εκθέσεις, συνέδρια, συμπόσια, σεμινάρια ή άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις:

γραπτή πρόσκληση από τον οργανισμό υποδοχής που να επιβεβαιώνει τη συμμετοχή του εν λόγω προσώπου στην εκδήλωση·.

θ)

για εκπροσώπους οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άτομα προσκεκλημένα από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις της αρμενικής κοινότητας που είναι καταχωρισμένες στα κράτη μέλη όταν πραγματοποιούν ταξίδια για λόγους επαγγελματικής κατάρτισης, σεμινάρια, διασκέψεις, καθώς και στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγής ή παναρμενικών προγραμμάτων και προγραμμάτων στήριξης της αρμενικής κοινότητας:

γραπτή πρόσκληση από τον οργανισμό υποδοχής, επιβεβαίωση ότι το εν λόγω πρόσωπο εκπροσωπεί την οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών ή συμμετέχει σε παναρμενικές δραστηριότητες ή σε δραστηριότητες στήριξης της αρμενικής κοινότητας και το πιστοποιητικό ίδρυσης της οργάνωσης αυτής από το σχετικό μητρώο, το οποίο εκδίδεται από κρατική αρχή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·».

Η οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να υποβάλει έγγραφο, το οποίο να βεβαιώνει ότι ο αιτών θεώρηση εκπροσωπεί την εν λόγω οργάνωση.

Η αρμόδια κρατική αρχή της Αρμενίας που εκδίδει το πιστοποιητικό ίδρυσης οργάνωσης της κοινωνίας των πολιτών είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης.

Το μητρώο στο οποίο καταχωρίζονται τα πιστοποιητικά ίδρυσης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, είναι το κρατικό μητρώο νομικών προσώπων. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης διαχειρίζεται την ηλεκτρονική βάση δεδομένων των ΜΚΟ, η οποία είναι διαθέσιμη μέσω του δικτυακού τόπου /https://www.e-register.am/ του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Τα μεμονωμένα μέλη των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών δεν καλύπτονται από τη συμφωνία.

«ι)

για πρόσωπα που συμμετέχουν σε επιστημονικές, ακαδημαϊκές, πολιτιστικές ή καλλιτεχνικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων πανεπιστημιακών και άλλων προγραμμάτων ανταλλαγών:

γραπτή πρόσκληση για συμμετοχή σε αυτές τις δραστηριότητες από τον οργανισμό υποδοχής·»

«ια)

για οδηγούς που παρέχουν διεθνείς υπηρεσίες μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών στην επικράτεια των κρατών μελών με οχήματα καταχωρισμένα στην Αρμενία:

γραπτή πρόσκληση από την εθνική ένωση μεταφορέων της Αρμενίας που παρέχουν υπηρεσίες διεθνών οδικών μεταφορών, στην οποία δηλώνεται ο σκοπός, το δρομολόγιο, η διάρκεια και η συχνότητα των ταξιδιών·».

Η εθνική ένωση μεταφορέων της Αρμενίας που είναι αρμόδια για την παροχή της γραπτής αίτησης σε επαγγελματίες οδηγούς είναι η Ένωση Διεθνών Οδικών Μεταφορέων της Αρμενίας (AIRCA).

«ιβ)

για συμμετέχοντες στα επίσημα προγράμματα ανταλλαγών που διοργανώνονται από αδελφοποιημένες πόλεις και άλλους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης:

γραπτή πρόσκληση από τον προϊστάμενο των διοικητικών υπηρεσιών/δήμαρχο των εν λόγω πόλεων ή τις δημοτικές αρχές·».

Ο προϊστάμενος των διοικητικών υπηρεσιών/δήμαρχος της πόλης ή άλλων δήμων και κοινοτήτων που είναι αρμόδιος για την έκδοση γραπτής αίτησης είναι ο προϊστάμενος των διοικητικών υπηρεσιών/δήμαρχος της πόλης ή άλλου δήμου και κοινότητας υποδοχής όπου πρόκειται να λάβουν χώρα οι δραστηριότητες αδελφοποίησης. Η εν λόγω κατηγορία καλύπτει μόνο τις επίσημες αδελφοποιήσεις.

«ιγ)

για την επίσκεψη στρατιωτικών και πολιτικών νεκροταφείων:

επίσημο έγγραφο που βεβαιώνει την ύπαρξη και διατήρηση του τάφου καθώς και την οικογενειακή ή άλλη σχέση μεταξύ του αιτούντος και του θανόντος.».

Η συμφωνία δεν προσδιορίζει κατά πόσον το προαναφερόμενο επίσημο έγγραφο θα πρέπει να εκδοθεί από τις αρχές της χώρας όπου βρίσκεται το νεκροταφείο ή τις αρχές της χώρας όπου κατοικεί το πρόσωπο που επιθυμεί να επισκεφθεί το νεκροταφείο. Θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι αρμόδιες αρχές των χωρών μιας από τις δύο χώρες μπορούν να εκδώσουν αυτό το επίσημο έγγραφο.

Πρέπει να προσκομιστεί το ανωτέρω επίσημο έγγραφο που βεβαιώνει την ύπαρξη και διατήρηση του τάφου, καθώς και την οικογενειακή ή άλλη σχέση μεταξύ του αιτούντος θεώρηση και του θανόντος.

Η συμφωνία δεν δημιουργεί νέους κανόνες ευθύνης για τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εκδίδουν τις γραπτές αιτήσεις. Το αντίστοιχο δίκαιο της Ένωσης και/ή εθνικό δίκαιο εφαρμόζεται σε περίπτωση ψευδούς έκδοσης των εν λόγω αιτήσεων.

2.2.2.   Έκδοση θεωρήσεων πολλαπλής εισόδου.

Σε περιπτώσεις που ο αιτών θεώρηση πρέπει να ταξιδεύει συχνά στην επικράτεια των κρατών μελών, θα εκδίδονται θεωρήσεις βραχείας διαμονής για πολλές επισκέψεις, υπό την προϋπόθεση ότι η συνολική διάρκεια των εν λόγω επισκέψεων δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών.

Το άρθρο 5 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Οι διπλωματικές και προξενικές αρχές των κρατών μελών εκδίδουν θεωρήσεις πολλαπλής εισόδου με διάρκεια ισχύος έως 5 έτη για τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:

α)

σύζυγοι, τέκνα (συμπεριλαμβανομένων των υιοθετημένων) κάτω των 21 ετών ή συντηρούμενα, και γονείς (περιλαμβανομένων των κηδεμόνων). που επισκέπτονται πολίτες της Αρμενίας οι οποίοι διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια των κρατών μελών, ή πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαμένουν στην επικράτεια του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοοι·

β)

μέλη εθνικών και περιφερειακών κυβερνήσεων και συνταγματικών και ανώτατων δικαστηρίων, εάν δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης βάσει της παρούσας συμφωνίας, για την άσκηση των καθηκόντων τους·

γ)

μόνιμα μέλη επίσημων αντιπροσωπειών τα οποία, μετά από επίσημη πρόσκληση που απευθύνεται στην Αρμενία, συμμετέχουν τακτικά σε συνεδριάσεις, διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις ή προγράμματα ανταλλαγών, καθώς και σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται στην επικράτεια των κρατών μελών από διακυβερνητικές οργανώσεις.

Κατά παρέκκλιση, όταν η ανάγκη ή η πρόθεση να ταξιδεύουν συχνά ή τακτικά περιορίζεται προφανώς σε μικρότερο χρονικό διάστημα, η διάρκεια ισχύος της θεώρησης πολλαπλής εισόδου περιορίζεται σε εκείνη τη χρονική περίοδο, και συγκεκριμένα όταν:

στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο α), η διάρκεια ισχύος της άδειας νόμιμης διαμονής πολιτών της Αρμενίας που διαμένουν νόμιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο β), η διάρκεια της θητείας,

στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο γ), η διάρκεια ισχύος του καθεστώτος μόνιμου μέλους επίσημης αντιπροσωπείας,

είναι μικρότερη από πέντε έτη.».

Λαμβανομένης υπόψη της επαγγελματικής κατάστασης των εν λόγω κατηγοριών προσώπων ή της οικογενειακής σχέσης τους με πολίτη της Αρμενίας ο οποίος διαμένει νομίμως στην επικράτεια των κρατών μελών ή με πολίτη της Ένωσης ο οποίος διαμένει σε κράτος μέλος του οποίου το εν λόγω πρόσωπο κατέχει την ιθαγένεια, δικαιολογείται να τους χορηγηθεί θεώρηση πολλαπλών εισόδων με διάρκεια ισχύος έως πέντε έτη ή μόνο για το χρονικό διάστημα της θητείας ή της νόμιμης διαμονής τους, εφόσον αυτές είναι κάτω των πέντε ετών.

Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) της συμφωνίας πρέπει να προσκομίσουν απόδειξη της νόμιμης διαμονής του φιλοξενούντος προσώπου.

Όσον αφορά τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συμφωνίας, θα πρέπει να δοθεί επιβεβαίωση σχετικά με την επαγγελματική τους κατάσταση και τη διάρκεια της θητείας τους.

Η εν λόγω διάταξη δεν ισχύει για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) της συμφωνίας, εφόσον απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης βάσει της συμφωνίας, δηλαδή εφόσον είναι κάτοχοι διπλωματικού διαβατηρίου.

Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της συμφωνίας πρέπει να προσκομίσουν απόδειξη σχετικά με το μόνιμο καθεστώς τους ως μελών της επίσημης αντιπροσωπείας και την ανάγκη να συμμετέχουν τακτικά σε συνεδριάσεις, διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις ή προγράμματα ανταλλαγών.

Στις περιπτώσεις στις οποίες η ανάγκη ή η πρόθεση να ταξιδεύουν συχνά ή τακτικά περιορίζεται προδήλως σε μικρότερο χρονικό διάστημα, η διάρκεια ισχύος της θεώρησης πολλαπλών εισόδων περιορίζεται σε αυτό το χρονικό διάστημα.

«2.   Οι διπλωματικές αποστολές και προξενικές αρχές των κρατών μελών εκδίδουν θεωρήσεις πολλαπλής εισόδου με διάρκεια ισχύος ενός έτους για τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων, υπό τον όρο ότι κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους έλαβαν τουλάχιστον μία θεώρηση και έχουν κάνει χρήση αυτής σύμφωνα με τη νομοθεσία περί εισόδου και παραμονής του κράτους υποδοχής:

α)

μέλη επίσημων αντιπροσωπειών, τα οποία μετά από επίσημη πρόσκληση που απευθύνεται στην Αρμενία, συμμετέχουν τακτικά σε συνεδριάσεις, διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις ή προγράμματα ανταλλαγών, καθώς και σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται στην επικράτεια ενός από τα κράτη μέλη από διακυβερνητικές οργανώσεις,

β)

εκπρόσωποι οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και άτομα προσκεκλημένα από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις της αρμενικής κοινότητας που είναι καταχωρισμένες στα κράτη μέλη όταν πραγματοποιούν ταξίδια στα κράτη μέλη για λόγους επαγγελματικής κατάρτισης, σεμινάρια, διασκέψεις, καθώς και στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγής ή παναρμενικών προγραμμάτων ή προγραμμάτων στήριξης της αρμενικής κοινότητας,

γ)

επαγγελματίες που συμμετέχουν σε διεθνείς εκθέσεις, συνέδρια, συμπόσια, σεμινάρια ή άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις και οι οποίοι ταξιδεύουν τακτικά στα κράτη μέλη,

δ)

πρόσωπα που συμμετέχουν σε επιστημονικές, πολιτιστικές ή καλλιτεχνικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων πανεπιστημιακών και άλλων προγραμμάτων ανταλλαγών, που ταξιδεύουν τακτικά στα κράτη μέλη,

ε)

σπουδαστές και μεταπτυχιακοί φοιτητές που πραγματοποιούν τακτικά πάσης φύσεως εκπαιδευτικά ή επιμορφωτικά ταξίδια, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο προγραμμάτων ανταλλαγών,

στ)

συμμετέχοντες στα επίσημα προγράμματα ανταλλαγών που διοργανώνονται από αδελφοποιημένες πόλεις και άλλους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης,

ζ)

πρόσωπα που πραγματοποιούν τακτικές επισκέψεις για ιατρικούς λόγους και οι απαραίτητοι συνοδοί τους,

η)

δημοσιογράφοι και μέλη της τεχνικής ομάδας που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα,

θ)

επιχειρηματίες και αντιπρόσωποι επιχειρηματικών οργανώσεων που ταξιδεύουν τακτικά στα κράτη μέλη,

ι)

συμμετέχοντες σε διεθνείς αθλητικές εκδηλώσεις και τα πρόσωπα που τους συνοδεύουν με την επαγγελματική τους ιδιότητα,

ια)

οδηγοί που παρέχουν διεθνείς υπηρεσίες μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών προς το έδαφος των κρατών μελών με οχήματα καταχωρισμένα στην Αρμενία.

Κατά παρέκκλιση της πρώτης περιόδου, όταν η ανάγκη ή η πρόθεση να ταξιδεύουν συχνά ή τακτικά περιορίζεται προδήλως σε μικρότερο χρονικό διάστημα, η διάρκεια ισχύος της θεώρησης πολλαπλής εισόδου περιορίζεται σε εκείνη τη χρονική περίοδο.».

Καταρχήν, θεωρήσεις πολλαπλών εισόδων με διάρκεια ισχύος ένα έτος θα εκδίδονται για τις προαναφερόμενες κατηγορίες αιτούντων θεώρηση, εφόσον κατά το προηγούμενο έτος (12 μήνες) ο αιτών θεώρηση έχει λάβει τουλάχιστον μία θεώρηση και έχει κάνει χρήση αυτής σύμφωνα με τη νομοθεσία περί εισόδου και διαμονής στην επικράτεια του κράτους ή των κρατών υποδοχής (για παράδειγμα, το πρόσωπο δεν έχει υπερβεί την επιτρεπόμενη διάρκεια διαμονής) και αν υπάρχουν λόγοι για την υποβολή αίτησης θεώρησης πολλαπλών εισόδων.

Σε περιπτώσεις που δεν δικαιολογείται η έκδοση θεώρησης για ένα έτος, για παράδειγμα, αν η διάρκεια του προγράμματος ανταλλαγής είναι μικρότερη του ενός έτους ή το πρόσωπο δεν χρειάζεται να ταξιδεύει για ένα πλήρες έτος, η διάρκεια ισχύος της θεώρησης θα είναι μικρότερη από ένα έτος, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι άλλες απαιτήσεις για την έκδοση της θεώρησης.

«3.   Οι διπλωματικές αποστολές και προξενικές αρχές των κρατών μελών εκδίδουν θεωρήσεις πολλαπλής εισόδου με ελάχιστη διάρκεια ισχύος 2 ετών και μέγιστη διάρκεια 5 ετών για τις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, υπό τον όρο ότι κατά τα προηγούμενα 2 έτη έχουν κάνει χρήση των θεωρήσεων διάρκειας ενός έτους πολλαπλής εισόδου, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί εισόδου και παραμονής του κράτους υποδοχής, εκτός εάν η ανάγκη ή η πρόθεση να ταξιδεύουν συχνά ή τακτικά περιορίζεται προφανώς σε μικρότερο χρονικό διάστημα, οπότε η διάρκεια ισχύος της θεώρησης πολλαπλής εισόδου περιορίζεται σε εκείνη τη χρονική περίοδο.

4.   Η συνολική διάρκεια διαμονής στην επικράτεια των κρατών μελών για τα άτομα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 3 του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών.».

Θεωρήσεις πολλαπλών εισόδων με διάρκεια ισχύος από δύο έως πέντε έτη θα εκδίδονται για τις κατηγορίες αιτούντων θεώρηση που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων ετών (24 μήνες) έχουν κάνει χρήση των δύο θεωρήσεων πολλαπλών εισόδων ενός έτους, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί εισόδου και διαμονής στην επικράτεια του/των κράτους μέλους/κρατών μελών υποδοχής και ότι οι λόγοι για την υποβολή της αίτησης θεώρησης πολλαπλών εισόδων εξακολουθούν να ισχύουν. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι θεώρηση με διάρκεια ισχύος δύο έως πέντε έτη θα χορηγείται μόνον εφόσον στον αιτούντα θεώρηση έχουν χορηγηθεί δύο θεωρήσεις που ισχύουν τουλάχιστον για ένα έτος -και όχι λιγότερο- κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων ετών (24 μηνών) και αν το εν λόγω πρόσωπο έχει κάνει χρήση των εν λόγω θεωρήσεων σύμφωνα με τη νομοθεσία περί εισόδου και διαμονής στην επικράτεια του κράτους ή των κρατών υποδοχής. Οι διπλωματικές και προξενικές αρχές θα αποφασίζουν, με βάση την αξιολόγηση της κάθε αίτησης θεώρησης, τη διάρκεια ισχύος των εν λόγω θεωρήσεων, δηλαδή από δύο έως πέντε έτη.

Δεν υπάρχει υποχρέωση έκδοσης θεώρησης πολλαπλών εισόδων αν ο αιτών δεν έκανε χρήση θεώρησης που είχε εκδοθεί προηγουμένως.

2.2.3.   Κάτοχοι διπλωματικών διαβατηρίων.

Το άρθρο 10 της συμφωνίας προβλέπει ότι:

«1.   Οι πολίτες της Αρμενίας που είναι κάτοχοι εγκύρων διπλωματικών διαβατηρίων μπορούν να εισέλθουν, να εξέλθουν και να διέλθουν από την επικράτεια των κρατών μελών χωρίς θεωρήσεις.

2.   Οι πολίτες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να διαμείνουν χωρίς θεώρηση στην επικράτεια των κρατών μελών για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες ανά περίοδο 180 ημερών.».

Οι διαδικασίες σχετικά με την απόσπαση διπλωματών στα κράτη μέλη δεν καλύπτονται από τη συμφωνία. Ισχύει η συνήθης διαδικασία διαπίστευσης.

ΙΙΙ.   ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ

Σε κοινή δήλωση που προσαρτάται στη συμφωνία, τα μέρη συμφωνούν ότι, κατά την παρακολούθηση της εφαρμογής της συμφωνίας, η μικτή επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο του επιπέδου ασφάλειας των αντίστοιχων ταξιδιωτικών εγγράφων στη λειτουργία της συμφωνίας. Προς τούτο, τα μέρη συμφώνησαν να ενημερώνονται εκατέρωθεν τακτικά για τα μέτρα που ελήφθησαν για την αποφυγή του πολλαπλασιασμού των ταξιδιωτικών εγγράφων και να αναπτύξουν τις τεχνικές πτυχές της ασφάλειας των ταξιδιωτικών εγγράφων, καθώς και σχετικά με τη διαδικασία προσωποποίησης της έκδοσης ταξιδιωτικών εγγράφων.

IV.   ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ

Προκειμένου να δοθεί στη μικτή επιτροπή η δυνατότητα να παρακολουθεί αποτελεσματικά την εφαρμογή της συμφωνίας, οι διπλωματικές αποστολές και οι προξενικές αρχές των κρατών μελών υποβάλλουν κάθε έξι μήνες στην Επιτροπή στατιστικά στοιχεία. Όταν είναι δυνατόν, τα εν λόγω στοιχεία θα πρέπει να περιλαμβάνουν, σε μηνιαία ανάλυση:

τον αριθμό κάθε είδους θεωρήσεων που έχουν εκδοθεί στις διάφορες κατηγορίες που καλύπτονται από τη συμφωνία·

τον αριθμό των θεωρήσεων που έχουν απορριφθεί για τις διάφορες κατηγορίες που καλύπτονται από τη συμφωνία·

τον αριθμό των θεωρήσεων πολλαπλών εισόδων που έχουν εκδοθεί·

τη διάρκεια ισχύος των θεωρήσεων πολλαπλών εισόδων που έχουν εκδοθεί·

τον αριθμό θεωρήσεων που έχουν εκδοθεί ατελώς στις διάφορες κατηγορίες που καλύπτονται από τη συμφωνία.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή, (ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1)

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν), ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 610/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν), της Σύμβασης για την εφαρμογή της Συμφωνίας του Σένγκεν, των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1683/95 και (ΕΚ) 539/2001 του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΚ) 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 1).

(6)  Απόφαση αριθ. 565/2014/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την εισαγωγή απλουστευμένου καθεστώτος για τον έλεγχο των προσώπων στα εξωτερικά σύνορα, βασιζόμενου στη μονομερή αναγνώριση από τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο και τη Ρουμανία ορισμένων εγγράφων ως ισοδύναμων με τις εθνικές τους θεωρήσεις για διέλευση ή για πρόθεση παραμονής στην επικράτειά τους η οποία δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών και για την κατάργηση των αποφάσεων αριθ. 895/2006/EΚ και αριθ. 582/2008/EΚ (ΕΕ L 157 της 27.5.2014, σ. 23).

(7)  Σύσταση 2005/761/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για τη διευκόλυνση της χορήγησης θεωρήσεων σύντομης διαμονής στους ερευνητές υπηκόους τρίτων χωρών που μετακινούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας στην Κοινότητα (ΕΕ L 289 της 3.11.2005, σ. 23)


26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/60


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΚΕΠΠΑ) 2017/1948 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Οκτωβρίου 2017

για την εφαρμογή της απόφασης 2014/450/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στο Σουδάν

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 31 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την απόφαση 2014/450/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στο Σουδάν και την κατάργηση της απόφασης 2011/423/ΚΕΠΠΑ (1), και ιδίως το άρθρο 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 10 Ιουλίου 2014 το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2014/450/ΚΕΠΠΑ.

(2)

Στις 17 Οκτωβρίου 2017 η Επιτροπή του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών η οποία συγκροτήθηκε δυνάμει της απόφασης 1591 (2005) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ επικαιροποίησε τις πληροφορίες για ένα πρόσωπο που υπόκειται σε περιοριστικά μέτρα.

(3)

Το παράρτημα της απόφασης 2014/450/ΚΕΠΠΑ θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 2014/450/ΚΕΠΠΑ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 25 Οκτωβρίου 2017.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. MAASIKAS


(1)  ΕΕ L 203 της 11.7.2014, σ. 106.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η καταχώριση που αφορά τον «ALNSIEM, Musa Hilal Abdalla» αντικαθίσταται από την ακόλουθη καταχώριση:

«2.

ALNSIEM, Musa Hilal Abdalla

Γνωστός και ως: α) Sheikh Musa Hilal· β) Abd Allah· γ) Abdallah· δ) AlNasim· ε) Al Nasim· στ) AlNaseem· ζ) Al Naseem· η) AlNasseem· θ) Al Nasseem

Χαρακτηρισμός: α) πρώην μέλος της National Assembly of Sudan από την Al-Waha district· β) πρώην ειδικός σύμβουλος του υπουργείου ομοσπονδιακών υποθέσεων· γ) αρχηγός της φυλής Mahamid στο Βόρειο Darfur

Ημερομηνία γεννήσεως: α) 1.1.1964· β) 1959

Τόπος γεννήσεως: Kutum

Υποκοότης: Sudan

Διεύθυνση: α) Kabkabiya, Sudan· β) Kutum, Sudan (ζει στην Kabkabiya και στην πόλη Kutum, Northern Darfur και έχει ζήσει στο Khartoum).

Διαβατήριο: α) Διπλωματικό διαβατήριο D014433, εκδοθέν στις 21 Φεβρουαρίου 2013 (έληξε στις 21 Φεβρουαρίου 2015)· β) Διπλωματικό διαβατήριο D009889, εκδοθέν στις 17 Φεβρουαρίου 2011 (έληξε στις 17 Φεβρουαρίου 2013).

Ταυτοποίηση: Πιστοποιητικό εθνικότητος A0680623.

Ημερομηνία καταχώρισης ΗΕ: 25 Απριλίου 2006.

Λοιπά στοιχεία: Interpol-UN Security Council Special Notice web link: https://www.interpol.int/en/notice/search/un/5795065

Στοιχεία από την περιληπτική αιτιολογία καταχώρισης που έδωσε η Επιτροπή κυρώσεων:

Ο Alnsiem καταχωρίσθηκε στις 25 Απριλίου 2006 με την παράγραφο 1 της απόφασης 1672 (2006) ως “αρχηγός της φυλής Jalul στο Βόρειο Darfur”.

Μια αναφορά από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λέει ότι έχουν ένα υπόμνημα από τις 13 Φεβρουαρίου 2004 από γραφείο της τοπικής κυβέρνησης στο Βόρειο Darfur με το οποίο διατάσσονται “οι μονάδες ασφαλείας της περιοχής” να “επιτρέψουν τις δραστηριότητες των mujahideen και των εθελοντών υπό τη διοίκηση του Sheikh Musa Hilal να προχωρήσουν στις περιοχές του [Βόρειο Darfur] και να καλύψουν τις ζωτικές τους ανάγκες”. Στις 28 Σεπτεμβρίου 2005 400 άραβες άτακτοι επετέθησαν κατά των χωριών Aro Sharrow (και κατά του τοπικού στρατοπέδου IDP), Acho, και Gozmena στο Δυτικό Darfur. Πιστεύουμε επίσης ότι ο Musa Hilal ήταν παρών στην επίθεση κατά του στρατοπέδου IDP στο Aro Sharrow: ο γιος του σκοτώθηκε κατά την επίθεση του SLA κατά του Shareia και, έτσι, έχει τώρα εμπλακεί σε προσωπική βεντέτα. Πιστεύεται ευλόγως ότι ως αρχηγός έχει άμεση ευθύνη για τις ενέργειες αυτές και είναι υπεύθυνος για παραβιάσεις των διεθνών ανθρωπιστικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για άλλες αγριότητες.»


26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/62


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2017/1949 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Οκτωβρίου 2017

σχετικά με την κατάργηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/715/ΕΕ για τον χαρακτηρισμό της Σρι Λάνκα ως τρίτης χώρας που η Επιτροπή θεωρεί ως μη συνεργαζόμενη τρίτη χώρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, τροποποίησης των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1936/2001 και (ΕΚ) αριθ. 601/2004 και κατάργησης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1093/94 και (ΕΚ) αριθ. 1447/1999 (1), και ιδίως το άρθρο 31,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την εκτελεστική απόφαση 2014/715/ΕΕ (2), η Επιτροπή χαρακτήρισε τη Σρι Λάνκα ως χώρα την οποία θεωρεί ως μη συνεργαζόμενη τρίτη χώρα στην καταπολέμηση της παράνομης, λαθραίας και άναρχης («ΠΛΑ») αλιείας, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008. Στην εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή ανέφερε τους λόγους για τους οποίους θεώρησε ότι η εν λόγω χώρα δεν εκπλήρωσε τα καθήκοντα που υπέχει δυνάμει του διεθνούς δικαίου ως κράτος σημαίας, κράτος λιμένος, παράκτιο κράτος ή κράτος αγοράς, για τη λήψη μέτρων πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της ΠΛΑ αλιείας.

(2)

Με την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/200 του Συμβουλίου (3), το Συμβούλιο συμπεριέλαβε τη Σρι Λάνκα στον κατάλογο των μη συνεργαζόμενων χωρών που καταρτίσθηκε με την εκτελεστική απόφαση 2014/170/ΕΕ του Συμβουλίου (4).

(3)

Το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 απαγορεύει την εισαγωγή στην Ένωση αλιευτικών προϊόντων που συνοδεύονται από πιστοποιητικό αλιευμάτων το οποίο έχει επικυρωθεί από τις αρχές κράτους σημαίας χαρακτηρισμένου ως μη συνεργαζόμενης τρίτης χώρας στην καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας.

(4)

Μετά τον χαρακτηρισμό ως μη συνεργαζόμενης τρίτης χώρας, η Σρι Λάνκα προσπάθησε να λάβει συγκεκριμένα μέτρα προκειμένου να διορθώσει τις εντοπισθείσες αδυναμίες.

(5)

Βάσει των πληροφοριών που συνέλεξε η Επιτροπή, φαίνεται ότι η Σρι Λάνκα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της δυνάμει του διεθνούς δικαίου και έχει εγκρίνει κατάλληλο νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας. Έχει θεσπίσει κατάλληλο και αποτελεσματικό καθεστώς παρακολούθησης, ελέγχου και επιθεώρησης, καθιερώνοντας ημερολόγια για την καταγραφή των στοιχείων που αφορούν τα αλιεύματα, καθώς και διακριτικό κλήσεως ασυρμάτου των αλιευτικών σκαφών και εξοπλισμό για το σύνολο του στόλου ανοικτής θαλάσσης με σύστημα παρακολούθησης σκαφών (VMS). Επίσης, δημιούργησε αποτρεπτικό σύστημα κυρώσεων, αναθεώρησε το νομικό πλαίσιο όσον αφορά την αλιεία και διασφάλισε την ορθή εφαρμογή του συστήματος πιστοποίησης αλιευμάτων. Η Σρι Λάνκα έχει επίσης βελτιώσει σταθερά τη συμμόρφωσή της με τις συστάσεις και τα ψηφίσματα περιφερειακών οργανώσεων διαχείρισης της αλιείας (ΠΟΔΑ), όπως τα μέτρα ελέγχου από το κράτος λιμένος. Έχει μεταφέρει τους κανόνες των ΠΟΔΑ στη νομοθεσία της Σρι Λάνκα και έχει εκδώσει εθνικό σχέδιο δράσης για την πάταξη της ΠΛΑ, σύμφωνα με το διεθνές σχέδιο δράσης των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας.

(6)

Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι η Σρι Λάνκα έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της δυνάμει του διεθνούς δικαίου και ότι τα μέτρα που έλαβε η Σρι Λάνκα ως κράτος σημαίας αρκούν για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τις διατάξεις των άρθρων 94, 117 και 118 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και των άρθρων 18, 19, 20 και 23 της συμφωνίας των Ηνωμένων Εθνών για τα ιχθυαποθέματα.

(7)

Μπορεί επομένως να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η κατάσταση που δικαιολόγησε τον χαρακτηρισμό της Σρι Λάνκα ως μη συνεργαζόμενης τρίτης χώρας έχει διορθωθεί και ότι η Σρι Λάνκα έχει λάβει συγκεκριμένα μέτρα ικανά να εξασφαλίσουν μόνιμη βελτίωση της κατάστασης.

(8)

Κατά συνέπεια, το Συμβούλιο εξέδωσε την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/992 (5) με την οποία διαγράφεται η Σρι Λάνκα από τον κατάλογο των μη συνεργαζόμενων χωρών.

(9)

Με βάση τα προαναφερόμενα, η εκτελεστική απόφαση 2014/715/ΕΕ θα πρέπει να καταργηθεί από την έναρξη ισχύος της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2016/992.

(10)

Η παρούσα απόφαση δεν αποκλείει τυχόν μεταγενέστερες ενέργειες από την πλευρά της Ένωσης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008, σε περίπτωση που η Σρι Λάνκα δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του διεθνούς δικαίου ως κράτος σημαίας, κράτος λιμένος, παράκτιο κράτος ή κράτος αγοράς, για την ανάληψη δράσης για την πρόληψη, την αποτροπή και την εξάλειψη της ΠΛΑ αλιείας,

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας της 28ης Φεβρουαρίου 2017,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η εκτελεστική απόφαση 2014/715/ΕΕ καταργείται.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 22 Ιουνίου 2016.

Βρυξέλλες, 25 Οκτωβρίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1.

(2)  Εκτελεστική απόφαση 2014/715/ΕΕ της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 2014, για τον χαρακτηρισμό των τρίτων χωρών που η Επιτροπή θεωρεί μη συνεργαζόμενες τρίτες χώρες δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας (ΕΕ L 297 της 15.10.2014, σ. 13).

(3)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/200 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 2015, για την τροποποίηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/170/ΕΕ με την οποία καταρτίζεται κατάλογος μη συνεργαζόμενων τρίτων χωρών στην καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας όσον αφορά τη Σρι-Λάνκα (ΕΕ L 33 της 10.2.2015, σ. 15).

(4)  Εκτελεστική απόφαση 2014/170/ΕΕ του Συμβουλίου, της 24ης Μαρτίου 2014, για την κατάρτιση καταλόγου μη συνεργαζόμενων τρίτων χωρών στην καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας (ΕΕ L 91 της 27.3.2014, σ. 43).

(5)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2016/992 του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2016, για την τροποποίηση της εκτελεστικής απόφασης 2014/170/ΕΕ για την κατάρτιση του καταλόγου μη συνεργαζόμενων τρίτων χωρών στην καταπολέμηση της ΠΛΑ αλιείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας όσον αφορά τη Σρι Λάνκα (ΕΕ L 162 της 21.6.2016, σ. 15).


III Λοιπές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/64


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΫΟΥΣΑΣ ΑΡΧΉΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

αριθ. 204/16/COL

της 23ης Νοεμβρίου 2016

σχετικά με την εικαζόμενη παράνομη κρατική ενίσχυση που έλαβαν η Íslandsbanki hf. και η Arion banki hf. μέσω δανειακών συμβάσεων με προτιμησιακούς όρους (Ισλανδία) [2017/1950]

Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (εφεξής «η Αρχή»),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (εφεξής «συμφωνία για τον ΕΟΧ»), και ιδίως το άρθρο 61 και το πρωτόκολλο αριθ. 26,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (εφεξής «η συμφωνία περί Εποπτείας και Δικαστηρίου»), και ιδίως το άρθρο 24,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το πρωτόκολλο 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου («Πρωτόκολλο 3»), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 13 του μέρους II,

ΑΦΟΥ κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους και αφού έλαβε υπόψη της τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2013 η Αρχή έλαβε καταγγελία για εικαζόμενη παράνομη κρατική ενίσχυση των Íslandsbanki hf. (εφεξής «ISB») και Arion banki hf. (εφεξής «Arion») μέσω μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης με ευνοϊκό επιτόκιο από την Κεντρική Τράπεζα της Ισλανδίας (εφεξής «CBI») (1).

(2)

Με επιστολή της 23ης Οκτωβρίου 2013, η Αρχή έστειλε αίτημα για παροχή πληροφοριών στις ισλανδικές αρχές, (2) από τις οποίες έλαβε σχετική απάντηση στις 17 Ιανουαρίου 2014 (3). Στη συνέχεια, η υπόθεση συζητήθηκε σε συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων της Αρχής και των ισλανδικών αρχών στο Ρέικιαβικ τον Μάιο του 2014. Οι συζητήσεις συνεχίστηκαν με επιστολή της 5ης Ιουνίου 2014 (4). Η υπόθεση συζητήθηκε εκ νέου σε συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων της Αρχής και των ισλανδικών αρχών, και ενός εκπροσώπου της CBI, στο Ρέικιαβικ τον Φεβρουάριο του 2015. Αυτές οι συζητήσεις συνεχίστηκαν με επιστολή της 24ης Φεβρουαρίου 2015, (5) στην οποία οι ισλανδικές αρχές απάντησαν την 1η Απριλίου 2015 (6).

(3)

Με την απόφαση αριθ. 208/15/COL της 20ής Μαΐου 2015, η Αρχή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας για την εικαζόμενη παράνομη κρατική ενίσχυση που έλαβαν η ISB και η Arion μέσω συμβάσεων μετατροπής δανείου με προτιμησιακούς όρους. Με επιστολή της 28ης Αυγούστου 2015 (7), οι ισλανδικές αρχές έστειλαν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση της Αρχής. Την ίδια ημερομηνία η Αρχή έλαβε επίσης παρατηρήσεις από έναν από τους δύο εικαζόμενους δικαιούχους, την Arion (8).

(4)

Στις 24 Σεπτεμβρίου 2015, η απόφαση για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο συμπλήρωμά της ΕΟΧ (9). Με επιστολή της 5ης Οκτωβρίου 2015, η CBI υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με την απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας (10).

(5)

Με επιστολή της 14ης Ιουνίου 2016, η Αρχή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες από την CBI, την ISB και την Arion (11). Οι ισλανδικές αρχές έδωσαν τις πληροφορίες που ζητήθηκαν με επιστολή της 20ής Σεπτεμβρίου 2016 (12).

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

2.1.   ΙΣΤΟΡΙΚΟ

(6)

Τα υπό εξέταση μέτρα συνδέονται με τον δανεισμό έναντι ενεχύρου και τον δανεισμό τίτλων της CBI. H CBI, ως κεντρική τράπεζα και ύστατος δανειστής και σύμφωνα με τη νομισματική πολιτική άλλων κεντρικών τραπεζών, παρέχει βραχυπρόθεσμες πιστωτικές διευκολύνσεις σε χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις υπό τη μορφή δανείων έναντι ενεχύρου, σύμφωνα με τις διατάξεις των σχετικών κανόνων της CBI. Οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί έχουν την επιλογή να ζητήσουν δάνεια μιας ημέρας ή επτά ημερών έναντι ενεχύρου που θεωρείται επιλέξιμο από την CBI.

(7)

Το 2007 και το 2008 ο δανεισμός έναντι ενεχύρου αυξήθηκε σταθερά και η CBI έγινε σημαντική πηγή ρευστότητας για χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Τα δάνεια έναντι ενεχύρου έφτασαν στα υψηλότερα επίπεδα την 1η Οκτωβρίου 2008, ακριβώς πριν από την κατάρρευση των τραπεζών, όταν η CBI είχε δανείσει 520 δισεκατ. ISK σε χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Κατά συνέπεια, τη στιγμή της κατάρρευσης των τριών εμπορικών τραπεζών (Landsbankinn, Glitnir και Kaupthing), τον Οκτώβριο του 2008, η CBI είχε αποκτήσει σημαντικές απαιτήσεις έναντι αυτών των εγχώριων χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, οι οποίες καλύπτονταν με διάφορα είδη εγγυήσεων. Εκείνη την περίοδο, σχεδόν το 42 % των εγγυήσεων για τις δανειακές διευκολύνσεις της CBI πήραν τη μορφή τίτλων με εγγύηση από το Δημόσιο Ταμείο ή τίτλων εξασφαλισμένων με περιουσιακά στοιχεία, ενώ περίπου το 58 % των υποκείμενων εγγυήσεων αποτελούνταν από ομόλογα που είχαν εκδώσει η Glitnir, η Kaupthing και η Landsbankinn (13).

2.2.   ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ISB

(8)

Με την κατάρρευση της Glitnir το 2008, οι απαιτήσεις της CBI κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και πληρωτέες, και ως εκ τούτου, η CBI έγινε πιστωτής της χρεωκοπημένης τράπεζας. Με απόφαση της Αρχής Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας (εφεξής «ΑΧΕ») τον Οκτώβριο του 2008, όλα τα εγχώρια περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις (εκτός από μερικά εξαιρεθέντα περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις) της Glitnir μεταβιβάστηκαν καταρχήν στην ISB, συμπεριλαμβανομένων των εκκρεμών υποχρεώσεων της Glitnir προς την CBI, που ανέρχονταν περίπου σε 55,6 δισεκατ. ISK, ενώ έμμεσα μεταβιβάστηκε και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των υποκείμενων εγγυήσεων (του χαρτοφυλακίου ενυπόθηκων δανείων) (14).

(9)

Το γεγονός ότι το χρέος προς την CBI αποτελούνταν από βραχυπρόθεσμα εξασφαλισμένα δάνεια σήμαινε ότι η άμεση αποπληρωμή θα είχε σοβαρό αντίκτυπο στη ρευστότητα της ISB και θα μπορούσε να έχει θέσει σε κίνδυνο την αναδιάρθρωση της τράπεζας. Σύμφωνα με την CBI, η εναλλακτική θα ήταν να εισπράξει η CBI το χρέος, με αποτέλεσμα να μείνει η CBI με το χαρτοφυλάκιο ενυπόθηκων δανείων. Αυτό θα ήταν δύσκολο να το διαχειριστεί μια κεντρική τράπεζα. Η πώληση του χαρτοφυλακίου ενυπόθηκων δανείων εκείνη τη στιγμή επίσης δεν θεωρήθηκε κατάλληλη επιλογή, λαμβανομένων υπόψη της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των πολύ λίγων δυνητικών αγοραστών στην αγορά.

(10)

Ως εκ τούτου, η ISB επιδίωξε την αναδιαπραγμάτευση του χρέους της προς την CBI προκειμένου να το μετατρέψει σε μακροπρόθεσμο χρέος με προφίλ εύλογης εξόφλησης για να αποφύγει περαιτέρω αρνητικό αντίκτυπο στη ρευστότητα της ISB. Μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ της ISB και της CBI, επετεύχθη συμφωνία στις 11 Σεπτεμβρίου 2009, που οδήγησε στην έκδοση από την ISB μεμονωμένου ομολόγου για την CBI στο ποσό των 55,6 δισεκατ. ISK. Το ομόλογο ήταν εξασφαλισμένο με το ίδιο, ή παρόμοιο, χαρτοφυλάκιο ενυπόθηκων δανείων, όπως τα καλυμμένα ομόλογα που εκδόθηκαν από την Glitnir κατά το παρελθόν. Το ομόλογο υπερκαλύπτεται από ασφάλειες με δείκτη δανείου-αξίας («LTV») 70 % (15). Η ημερομηνία λήξης του ομολόγου ορίζεται στα δέκα έτη, με επιτόκιο 4,5 %, συνδεδεμένο με τον ΔΤΚ (δείκτη τιμών καταναλωτή).

2.3.   ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ARION

(11)

Τον Οκτώβριο του 2008 ήταν σαφές ότι η Kaupthing δεν μπορούσε πλέον να σωθεί και, ως εκ τούτου, η ΑΧΕ ανέλαβε τις εργασίες της τράπεζας. Σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 125/2008 περί της Αρχής για τις εκταμιεύσεις του Δημόσιου Ταμείου λόγω εκτάκτων περιστάσεων στη χρηματοπιστωτική αγορά κ.λπ. (εφεξής «νόμος περί εκτάκτων περιστάσεων») που ψηφίστηκε στις 6 Οκτωβρίου 2008, η ΑΧΕ αποφάσισε να χωρίσει την Kaupthing σε παλαιά και νέα τράπεζα. Η νέα τράπεζα, η οποία, στη συνέχεια, μετονομάστηκε σε Arion, ανέλαβε καταρχήν τα περισσότερα εγχώρια περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις. Παρ' όλα αυτά, δεν μεταβιβάστηκαν οι εξασφαλισμένες υποχρεώσεις προς την CBI και οι αντίστοιχες εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένου του χαρτοφυλακίου στεγαστικών δανείων (16). Η παλαιά τράπεζα τέθηκε υπό την εποπτεία μιας επιτροπής εξυγίανσης και, στη συνέχεια, τέθηκε σε διαδικασίες εκκαθάρισης με στόχο να κλείσει τελικά όλες τις εργασίες.

(12)

Η Kaupthing, η κυβέρνηση και η Arion κατέληξαν σε συμφωνία στις 3 Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με την κεφαλαιοποίηση της Arion και τη βάση αποζημίωσης της Arion από την Kaupthing (εφεξής η «σύμβαση κεφαλαιοποίησης της Kaupthing»). Σύμφωνα με αυτή τη σύμβαση, η Kaupthing είχε την επιλογή να αποκτήσει τον έλεγχο της Arion με εγγραφή στο νέο μετοχικό κεφάλαιο και θα πλήρωνε για το νέο μετοχικό κεφάλαιο με τα ίδια περιουσιακά στοιχεία της παλαιάς τράπεζας (δηλαδή τα περιουσιακά στοιχεία που δεν είχαν μεταβιβαστεί δυνάμει της απόφασης της ΑΧΕ όπως περιγράφεται ανωτέρω).

(13)

Πριν αποφασίσει η Kaupthing αν θα αποκτούσε μερίδιο πλειοψηφίας στην Arion, έπρεπε να συναφθεί συμφωνία με την CBI για τη ρύθμιση των εκκρεμών απαιτήσεων καθώς κάποια από τα περιουσιακά στοιχεία που θα έπρεπε να πληρώσει για το νέο μετοχικό κεφάλαιο είχαν τεθεί ως εγγύηση έναντι δανείων που χορήγησε η CBI στην Kaupthing, συμπεριλαμβανομένου του χαρτοφυλακίου στεγαστικών δανείων. Ως εκ τούτου, στις 30 Νοεμβρίου 2009 το υπουργείο Οικονομικών, η CBI και η επιτροπή εξυγίανσης της Kaupthing σύναψαν συμφωνία για τη ρύθμιση των απαιτήσεων της CBI έναντι της Kaupthing (εφεξής «συμφωνία διακανονισμού»). Η ρύθμιση δανείων μιας ημέρας ήταν αντικείμενο του άρθρου 3 της συμφωνίας διακανονισμού και τα μέρη συμφώνησαν εκεί ότι η Arion Bank θα αναλάμβανε το χρέος της Kaupthing προς την CBI με την έκδοση ομολόγου στο ποσό των […] (*1) δισεκατ. ISK περίπου, σε συγκεκριμένο έντυπο που επισυνάπτεται στη σύμβαση ως προσάρτημα II, ενώ η CBI με τη σειρά της θα εκχωρούσε το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων στην Arion.

(14)

Στις 22 Ιανουαρίου 2010 η Arion και η CBI σύναψαν δανειακή σύμβαση, με την οποία, σύμφωνα με την CBI και την Arion, εκπληρώθηκε επισήμως το άρθρο 3 της συμφωνίας διακανονισμού και της σύμβασης κεφαλαιοποίησης, δηλαδή όταν οι πιστωτές της Kaupthing απέκτησαν την Arion. Η δανειακή σύμβαση αντικατέστησε το προαναφερθέν ομόλογο. Η δανειακή σύμβαση αντανακλά ουσιαστικά τους όρους του ομολόγου, εκτός από το γεγονός ότι το κεφάλαιο της δανειακής σύμβασης είναι εκφρασμένο σε EUR, USD και CHF αντί για ISK. Αυτή η αλλαγή στην έκφραση του νομίσματος είναι σύμφωνη με τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού που προέβλεπε ότι, παρά το νόμισμα του κεφαλαίου, η Arion θα έπρεπε να πληρώνει τον τόκο και τις δόσεις σε ξένα νομίσματα στον βαθμό που μπορούσε. Η συμφωνία διακανονισμού ορίζει επίσης ότι, αν η Arion δεν είναι σε θέση να πληρώσει σε ξένα νομίσματα και επιθυμεί αντ' αυτού να πληρώσει σε ISK, πρέπει να υποβάλει γραπτή αιτιολογημένη αίτηση στην CBI.

(15)

Η δανειακή σύμβαση προβλέπει επταετές δάνειο, με δυνατότητα παράτασης κατά δύο έως τρία έτη, για ποσό ύψους […] εκατ. EUR, […] εκατ. USD και […] εκατ. CHF. Στην Arion επετράπη η αλλαγή του συνδυασμού των νομισμάτων στα οποία έπρεπε να εξοφληθεί το δάνειο. Οι πληρωτέοι τόκοι ήταν Euribor/LIBOR + 300 μονάδες βάσης. Το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων της Arion χορηγήθηκε ως εγγύηση στην CBI.

3.   Η ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ

(16)

Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, οι δανειακές συμβάσεις μεταξύ της ISB, της Arion και της CBI δεν είχαν αξιολογηθεί στις αποφάσεις της Αρχής που ενέκριναν την ενίσχυση αναδιάρθρωσης προς την ISB και την Arion (17). Εφόσον τα μέτρα δεν εκτιμήθηκαν σε αυτές τις περιπτώσεις, ο καταγγέλλων θεωρεί σημαντικό να λάβει τη γνώμη της Αρχής για i) τη συμβατότητα αυτών των πρόσθετων εικαζόμενων μέτρων ενίσχυσης με τη συμφωνία για τον ΕΟΧ και για ii) τις συνέπειες της μη γνωστοποίησης των μέτρων αυτών εκ μέρους των ισλανδικών αρχών.

(17)

Ο καταγγέλλων ισχυρίζεται ότι, την περίοδο κατά την οποία η CBI σύναψε δανειακές συμβάσεις με τις Arion και ISB, σε άλλες τράπεζες στην Ισλανδία δεν δόθηκε η ευκαιρία να λάβουν τέτοια χρηματοδότηση από την CBI ή άλλους δημόσιους οργανισμούς. Ως εκ τούτου, ο καταγγέλλων υποστηρίζει ότι η ενίσχυση ήταν επιλεκτική δεδομένου ότι χορηγήθηκε αποκλειστικά σε ορισμένους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της ισλανδικής τραπεζικής αγοράς. Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, το δάνειο χορηγήθηκε στην ISB ως ενίσχυση για να αποφύγει τη διαδικασία εκτέλεσης από την CBI σχετικά με το πρόβλημα των καλυμμένων ομολόγων, ενώ στην περίπτωση της Arion, το δάνειο χορηγήθηκε για να εξασφαλιστεί κατάλληλη ισορροπία στον συναλλαγματικό κίνδυνο της τράπεζας. Ο καταγγέλλων υποστηρίζει ότι άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, που δεν έλαβαν τέτοια ενίσχυση, αναγκάστηκαν να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία σε αγορές που ευνοούσαν τους αγοραστές.

(18)

Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, οι δανειακές συμβάσεις έδωσαν στην ISB και την Arion σαφές πλεονέκτημα με τη μορφή μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης με ευνοϊκά επιτόκια, χαμηλότερα από τα επιτόκια της αγοράς και τα οποία δεν ήταν διαθέσιμα σε άλλους συμμετέχοντες στην αγορά. Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα σύναπτε τέτοιες συμβάσεις εν μέσω της ταραχώδους περιόδου που διανύουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του ότι τα επιτόκια ήταν χαμηλότερα από τα επιτόκια της αγοράς εκείνη την περίοδο, ο καταγγέλλων υπέβαλε τα περιθώρια των συμφωνιών ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης («CDS») της ισλανδικής κυβέρνησης το 2009 και τα επιτόκια του 2009 για τις εκδόσεις ομολόγων HFF150224 και HFF150434 από το ισλανδικό ταμείο στεγαστικής χρηματοδότησης (Housing Financing Fund —εφεξής «HFF»). Ο καταγγέλλων υποστηρίζει ότι τα μέτρα ενίσχυσαν την ISB και την Arion στην τραπεζική αγορά και, ως εκ τούτου, επηρέασαν τη θέση άλλων συμμετεχόντων στην αγορά.

(19)

Τέλος, ο καταγγέλλων υποστηρίζει ότι τα σχέδια αναδιάρθρωσης της ISB και της Arion, τα οποία εφαρμόστηκαν από την ισλανδική κυβέρνηση και τα οποία η Αρχή έκρινε ότι αποτελούσαν συμβατή ενίσχυση δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, επαρκούσαν για την άρση της διαταραχής στην ισλανδική οικονομία. Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, τα πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης που εφαρμόστηκαν με τις προαναφερθείσες συμβάσεις δεν ήταν απαραίτητα, κατάλληλα ή αναλογικά για την αποκατάσταση του ισλανδικού τραπεζικού συστήματος και, ως εκ τούτου, συνεπάγονται ασύμβατη κρατική ενίσχυση.

4.   ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

(20)

Στην απόφαση αριθ. 208/15/COL, η Αρχή εκτίμησε αρχικά κατά πόσον οι βραχυπρόθεσμες πιστωτικές διευκολύνσεις που χορήγησε η CBI στις Glitnir και Kaupthing, καθώς και οι δανειακές συμβάσεις που σύναψε η CBI με την Arion και την ISB, συνιστούν ενδεχομένως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ· και, αν ναι, κατά πόσον η κρατική ενίσχυση θα μπορούσε να θεωρηθεί συμβατή με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

(21)

Σχετικά με τον βραχυπρόθεσμο δανεισμό έναντι ενεχύρου της CBI προς τράπεζες και άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, η Αρχή διαπίστωσε ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα (18) σχετικά με τη στήριξη της ρευστότητας και τις διευκολύνσεις κεντρικών τραπεζών. Ομοίως, η Αρχή συνήγαγε ότι οι βραχυπρόθεσμες πιστωτικές διευκολύνσεις που χορήγησε η CBI στην Glitnir και την Kaupthing δεν περιλάμβαναν κρατική ενίσχυση.

(22)

Παρ' όλα αυτά, σχετικά με τις δανειακές συμβάσεις μεταξύ της CBI και της Arion και της ISB για τους εικαζόμενους ευνοϊκούς όρους, η Αρχή κατέληξε στο αρχικό συμπέρασμα ότι δεν μπορούσε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι εν λόγω συμβάσεις να συνιστούσαν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Στην απόφαση αριθ. 208/15/COL προσδιορίστηκαν οι εξής πτυχές:

i)

Η Αρχή επισήμανε ότι η δημόσια στήριξη που χορηγείται από κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να θεωρηθεί καταλογιστέα στο κράτος και άρα συνιστά μεταφορά κρατικών πόρων.

ii)

Η Αρχή εξέφρασε αμφιβολίες για το κατά πόσον τα μέτρα συμβιβάζονταν με τη συμπεριφορά υποθετικού ιδιώτη πιστωτή σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση. Ως εκ τούτου, η αρχική εκτίμηση της Αρχής έδειξε ότι δεν μπορούσε να αποκλειστεί οικονομικό πλεονέκτημα υπέρ της ISB και της Arion.

iii)

Καθώς δεν είχαν δοθεί στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι εικαζόμενες ευνοϊκές δανειακές συμβάσεις διατέθηκαν σε όλες τις επιχειρήσεις σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση με την ISB και την Arion, η Αρχή διατύπωσε την προκαταρκτική εκτίμηση ότι τα μέτρα φαίνονταν να είναι επιλεκτικά.

iv)

Τέλος, η Αρχή επισήμανε ότι παρόλο που η ISB και η Arion λειτουργούν σήμερα κυρίως στην ισλανδική αγορά, δραστηριοποιούνται, ωστόσο, στην παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών οι οποίες, στο πλαίσιο του ΕΟΧ, είναι εντελώς ανοικτές στον ανταγωνισμό και το εμπόριο. Ως εκ τούτου, στην προκαταρκτική ανάλυση της Αρχής, το μέτρο ήταν πιθανό να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις συναλλαγές εντός του ΕΟΧ.

(23)

Σύμφωνα με την Αρχή, χρειάζονταν περαιτέρω στοιχεία για να είναι δυνατό να καθοριστεί κατά πόσον οι όροι δανεισμού θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατοί με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

(24)

Συνεπώς, σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμησή της, η Αρχή είχε αμφιβολίες για το κατά πόσον τα υπό εξέταση μέτρα και συγκεκριμένα οι όροι πληρωμής συνιστούσαν κρατική ενίσχυση και, αν ναι, για το κατά πόσον θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατά με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

5.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ CBI

5.1.   ΓΕΝΙΚΑ

(25)

Η CBI επισημαίνει ότι η Αρχή έχει εξετάσει την αναδιάρθρωση του ισλανδικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, τη νομική της βάση και την εκτέλεσή της από την κυβέρνηση, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις για την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της ISB και της Arion. Σύμφωνα με την CBI, σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι λογικό τα υπό διερεύνηση μέτρα να εκληφθούν εκτός του πλαισίου τους και να εκτιμηθούν ως μεμονωμένα μέσα.

(26)

Σύμφωνα με την CBI, η εκτέλεση από μια κεντρική τράπεζα εγγυήσεων όπως οι εν λόγω στην περίπτωση της Kaupthing (Arion) και της ISB είναι μη ρεαλιστική. Αποκτώντας τέτοιες εγγυήσεις, η CBI θα αναλάμβανε ρόλο εμπορικής τράπεζας με ένα από τα μεγαλύτερα χαρτοφυλάκια στεγαστικών δανείων στην Ισλανδία. Αυτό θα ήταν ασύμβατο με το ρόλο της ως κεντρικής τράπεζας. Θα υπήρχε επίσης σημαντικός κίνδυνος αποσταθεροποίησης των εργασιών της Arion και της ISB, που θα έθετε σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η Αρχή πρέπει να έχει υπόψη της ότι η CBI έχει νομική υποχρέωση να προάγει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Αν η CBI είχε εισπράξει την απαίτηση από την ISB, η ISB θα είχε πολύ χαμηλή ρευστότητα για να λειτουργήσει ως υγιής τράπεζα και, συνεπώς, η CBI δεν θα ήταν σε θέση να εισπράξει όλες τις απαιτήσεις της.

(27)

Η CBI σημειώνει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα δεν εξετάζουν τι συμβαίνει όταν απαιτήσεις που προέρχονται από πράξεις της νομισματικής πολιτικής αθετούνται και η κεντρική τράπεζα αναγκάζεται να λάβει μέτρα για να εισπράξει απαιτήσεις και τα κατάλληλα περιουσιακά στοιχεία ως ασφάλεια. Η CBI υποστηρίζει ότι η μετατροπή των απαιτήσεων της CBI σε δανειακές συμβάσεις θα πρέπει να θεωρηθεί κανονική συνέχιση των μέτρων των πιστωτών με στόχο τη μεγιστοποίηση της είσπραξης των απαιτήσεων που προέρχονται από βραχυπρόθεσμες πιστωτικές διευκολύνσεις και όχι χορήγηση νέας χρηματοδότησης προς τις Arion και ISB.

5.2.   Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(28)

Σχετικά με το αν οι δανειακές συμβάσεις χορήγησαν πλεονέκτημα στις τράπεζες, η CBI υποστηρίζει πρώτον ότι η αρχική καθυστέρηση πληρωμών δεν περιλάμβανε κρατική ενίσχυση, δεδομένων των εξαιρετικών συνθηκών που επικρατούσαν στην Ισλανδία μετά την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος τον Οκτώβριο του 2008. Η ρύθμιση πληρωμών της ISB τον Σεπτέμβριο του 2009 και της Kaupthing τον Νοέμβριο του 2009 δεν μπορεί να θεωρηθεί καθυστέρηση, σύμφωνα με την CBI, καθώς η Ισλανδία βρισκόταν υπό ολική τραπεζική αναδιάρθρωση με τη βοήθεια του ΔΝΤ και υπήρχε μεγάλη αβεβαιότητα για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών.

(29)

Η CBI επισημαίνει ότι έχει τη νομική υποχρέωση να διατηρεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να επιβλέπει τα ισοζύγια ξένου συναλλάγματος των πιστωτικών οργανισμών. Ως εκ τούτου, η CBI είχε νομική υποχρέωση να αντιμετωπίσει τη σοβαρή κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την περίοδο. Η σύναψη των δανειακών συμβάσεων ήταν η καλύτερη ορθολογική οικονομική απόφαση υπό αυτές τις περιστάσεις. Η CBI επισημαίνει ότι η απόκτηση των εγγυήσεων, όχι μόνο θα ήταν ασυμβίβαστη με τον ρόλο της ως κεντρικής τράπεζας, αλλά τελικά θα είχε ως αποτέλεσμα να εισπράξει λιγότερα από το βραχυπρόθεσμο χρέος.

(30)

Επιπλέον, σύμφωνα με την CBI, οι όροι των δανειακών συμβάσεων, δηλαδή τα επιτόκια και οι εγγυήσεις, ήταν ευνοϊκά για την CBI. Η CBI παραπέμπει στις διαθέσιμες πληροφορίες για εκδοθέντα μέσα παγκοσμίως και επίσης στους όρους συμβάσεων για άλλα μέσα που συνάφθηκαν μεταξύ των μερών εκείνη την περίοδο (Arion, ISB, CBI, άλλοι εγχώριοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και το κράτος) (19). Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την CBI, οι όροι των δανειακών συμβάσεων ήταν, και στις δύο περιπτώσεις, απολύτως συμβατοί με τους κανονικούς όρους της αγοράς εκείνη την περίοδο και, συνεπώς, απολύτως σύμφωνοι με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή σε οικονομία αγοράς.

(31)

Σχετικά με το κατά πόσον αυτές οι δανειακές συμβάσεις ήταν επιλεκτικές, η CBI υποστηρίζει ότι όλες οι επιχειρήσεις σε συγκρίσιμη νομική και πραγματική κατάσταση έτυχαν ίσης μεταχείρισης. Εν προκειμένω, η CBI επισημαίνει ότι η Straumur, ιδιωτική επενδυτική τράπεζα της Ισλανδίας, επίσης σύναψε σύμβαση με την CBI για τη ρύθμιση του βραχυπρόθεσμου χρέους της (20). Επιπλέον, σύμφωνα με την CBI, η MP Bank δεν ήταν σε παρόμοια πραγματική ή νομική κατάσταση γιατί τα βραχυπρόθεσμα χρέη της δεν ήταν εξασφαλισμένα με περιουσιακά στοιχεία συγκρίσιμα με το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων, αλλά με δημόσιους τίτλους όπως μέσα του Δημόσιου Ταμείου και παρόμοια ασφαλή μέσα, δηλαδή εύκολα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία με καθορισμένη τιμή και χωρίς κόστος ή σύνδεση με κυριότητα. Ως εκ τούτου, η CBI απορρίπτει τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε σε άλλες τράπεζες στην Ισλανδία η ευκαιρία να λάβουν τέτοια χρηματοδότηση από την CBI ή άλλους δημόσιους οργανισμούς.

(32)

Τέλος, η CBI σημειώνει ότι η Αρχή πρέπει να λάβει υπόψη ότι την περίοδο κατά την οποία συνάφθηκαν οι δανειακές συμβάσεις δεν υπήρχε εκ των πραγμάτων ανταγωνισμός μεταξύ ισλανδικών χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και άλλων χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων στον ΕΟΧ. Τον Νοέμβριο του 2008, το ισλανδικό κοινοβούλιο ενέκρινε τον νόμο αριθ. 134/2008, για την τροποποίηση του νόμου αριθ. 87/1992 περί ξένου συναλλάγματος, ο οποίος επέβαλε περιορισμούς στις διασυνοριακές κινήσεις κεφαλαίων και τις σχετικές με αυτές συναλλαγές ξένου συναλλάγματος, με αποτέλεσμα να μην μπορούν οι ξένες χρηματοπιστωτικές εταιρείες να είναι ανταγωνιστικές στην ισλανδική αγορά (21). Ως εκ τούτου, η CBI υποστηρίζει ότι τα μέτρα δεν ήταν πιθανό να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών στη συμφωνία για τον ΕΟΧ.

(33)

Βάσει των ανωτέρω, η CBI υποστηρίζει ότι η σύναψη των δανειακών συμβάσεων δεν μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

5.3.   ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ

(34)

Αν, παρ' όλα αυτά, η Αρχή θεωρήσει ότι τα μέτρα αποτελούν κρατική ενίσχυση, η CBI υποστηρίζει ότι τα μέτρα πρέπει να θεωρηθούν συμβατά με τη συμφωνία για τον ΕΟΧ βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β), καθώς αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος των μέτρων που ήταν απαραίτητα, αναλογικά και κατάλληλα για την άρση σοβαρής διαταραχής στην ισλανδική οικονομία και, συνεπώς, ήταν άμεσα συνδεδεμένα με τα μέτρα ενίσχυσης αναδιάρθρωσης που ενέκρινε η Αρχή στις αποφάσεις της για ενίσχυση αναδιάρθρωσης των Arion και ISB.

6.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ARION

6.1.   ΓΕΝΙΚΑ

(35)

Η Arion υποστηρίζει επίσης ότι τα υπό εξέταση μέτρα σε αυτή την περίπτωση δεν μπορούν να διαχωριστούν από το πλαίσιό τους και να εκτιμηθούν ως μεμονωμένα μέσα. Η Arion θεωρεί ότι η Αρχή έχει ήδη ερευνήσει και εγκρίνει την αναδιάρθρωση και την κεφαλαιοποίηση της Arion στην απόφασή της για ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion.

(36)

Η Arion επισημαίνει ότι η έκφραση του δανείου σε ξένα νομίσματα αντί για ISK ήταν σύμφωνη με τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού που προέβλεπε ότι η Arion θα έπρεπε να πληρώνει τον τόκο και τις δόσεις σε ξένα νομίσματα στον βαθμό που η τράπεζα μπορούσε και ότι επιτρεπόταν να πληρώνει σε ISK μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Η Arion επισημαίνει επίσης ότι το άρθρο 4 της συμφωνίας διακανονισμού προέβλεπε ότι ο δανειζόμενος μπορεί, με την άδειατου δανειστή, να αλλάξει το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται το χρέος εν μέρει ή εν όλω. Ως εκ τούτου, οι όροι της δανειακής σύμβασης είναι απολύτως σύμφωνοι με τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού. Η Arion επισημαίνει ότι η Αρχή έχει ήδη εξετάσει και εγκρίνει τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού στην απόφασή της για ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion (22).

(37)

Σύμφωνα με την Arion, η περιγραφή της Αρχής στην απόφαση αριθ. 208/15/COL ότι, χωρίς το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων, η θέση της Arion θα ήταν «αδύναμη», είναι εσφαλμένη. Σύμφωνα με την Arion, το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων ήταν πράγματι πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο καθώς περιλάμβανε δάνεια από ορισμένους από τους βασικούς πελάτες της Arion και είχε επίσης εξυπηρετηθεί από την Arion. Δυνάμει της συμφωνίας διακανονισμού (και όχι της απόφασης της ΑΧΕ), η Kaupthing μπορούσε να μεταβιβάσει το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων στην Arion στο πλαίσιο κεφαλαιοποίησης της τελευταίας. Αν δεν ήταν σε ισχύ το άρθρο 3 της συμφωνίας διακανονισμού (και, ως εκ τούτου, δεν είχε γίνει μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου στεγαστικών δανείων), παρ' όλα αυτά, άλλα περιουσιακά στοιχεία θα είχαν αντικαταστήσει το χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων για να εκπληρωθούν οι απαιτήσεις κεφαλαιοποίησης και αναδιάρθρωσης της Arion.

6.2.   Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(38)

Σύμφωνα με την Arion, η θέση της CBI θα μπορούσε να χαρακτηριστεί θέση ιδιώτη πιστωτή που εκτελεί απαιτήσεις έναντι της Kaupthing, όπως αναφέρεται λεπτομερώς στη συμφωνία διακανονισμού, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες που διέπουν τις διαδικασίες εκκαθάρισης (23). Η εκχώρηση του χαρτοφυλακίου στεγαστικών δανείων δυνάμει της συμφωνίας διακανονισμού και η σύναψη της δανειακής σύμβασης πραγματοποιήθηκαν με όρους πλήρως σύμφωνους με τους κανονικούς όρους της αγοράς εκείνη την περίοδο. Κατά συνέπεια, η συμπεριφορά της CBI πληροί τις απαιτήσεις του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή. Ως εκ τούτου, η CBI δεν χορήγησε στην Arion κανένα πλεονέκτημα που θα μπορούσε με οποιονδήποτε τρόπο να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση.

(39)

Σύμφωνα με την Arion, τα κύρια σημεία που θα πρέπει να εξεταστούν κατά την εκτίμηση του κατά πόσον ένας υποθετικός ιδιώτης πιστωτής θα σύναπτε τη συμφωνία διακανονισμού και τη δανειακή σύμβαση μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:

i)

Ήταν η μόνη λογική επιλογή για την CBI από οικονομική και λειτουργική άποψη. Η απόκτηση του χαρτοφυλακίου στεγαστικών δανείων θα είχε ως αποτέλεσμα η CBI να εισπράξει στο τέλος μικρότερο ποσό από το βραχυπρόθεσμο χρέος.

ii)

Η CBI, ως πιστωτής με ενέχυρο, είχε εξαντλήσει όλες τις άλλες διαθέσιμες επιλογές εκείνη την περίοδο.

iii)

Ο οφειλέτης, η Kaupthing, είχε τεθεί σε διαδικασίες εκκαθάρισης και, ως εκ τούτου, το βραχυπρόθεσμο χρέος έπρεπε να διευθετηθεί σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 21/1991 περί διαδικασιών πτώχευσης.

iv)

Τα μέτρα ήταν σύμφωνα με τον στόχο της κυβέρνησης να μεταφέρει το εγχώριο μέρος των παλαιών τραπεζών στις νέες τράπεζες.

v)

Η αναδιάρθρωση και η κεφαλαιοποίηση της Arion ήταν μέρος της συνολικής αναδιάρθρωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα.

vi)

Οι όροι της δανειακής σύμβασης, δηλαδή τα επιτόκια και η εγγύηση, ήταν ευνοϊκά για την CBI. Αυτό είναι εμφανές στις διαθέσιμες πληροφορίες για εκδοθέντα μέσα παγκοσμίως, αλλά επίσης και στους όρους συμβάσεων για άλλα μέσα που συνάφθηκαν μεταξύ των μερών εκείνη την περίοδο (Arion, CBI και άλλοι εγχώριοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και το κράτος).

(40)

Εφόσον η Αρχή, στην απόφαση αριθ. 208/15/COL, θεώρησε δύσκολο να καθοριστούν τα κατάλληλα επιτόκια αναφοράς κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Arion έδωσε πληροφορίες για καλυμμένα ομόλογα και εκδόσεις μη εξασφαλισμένων με εξοφλητική προτεραιότητα ομολόγων από τράπεζες της Ευρώπης κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Εφόσον το δάνειο που χορήγησε η CBI είναι κυρίως εξασφαλισμένο με υποθήκες, η Arion υποστηρίζει ότι είναι συγκρίσιμο με καλυμμένα ομόλογα που εκδόθηκαν από ευρωπαϊκές τράπεζες κατά το 2009 χρησιμοποιώντας ως ασφάλεια ενυπόθηκα δάνεια επί κατοικιών. Σύμφωνα με την Arion, το σύνολο των δεδομένων που έδωσε (24) αποδεικνύει ότι τα χρηματοδοτικά περιθώρια που πλήρωναν οι ευρωπαϊκές τράπεζες κυμαίνονταν μεταξύ 0,1 % και 1,90 % πάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια, με διάμεσο περιθώριο 0,72 %. Τα υψηλότερα επιτόκια για καλυμμένα ομόλογα καταβλήθηκαν από την Τράπεζα της Ιρλανδίας τον Σεπτέμβριο του 2009 (1,9 % πάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια) και την ιρλανδική EBS Mortgage Finance (1,75 % πάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια) τον Νοέμβριο του 2009.Σύμφωνα με την Arion, είναι δύσκολο να κατανοηθεί πώς ένα χρεωστικό μέσο που είναι εξασφαλισμένο με υποθήκες και άλλα υψηλής ποιότητας περιουσιακά στοιχεία και που έχει επιτόκιο LIBOR + 3,00 % θα μπορούσε να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, ενώ την ίδια περίοδο τα υψηλότερα κόστη χρηματοδότησης μιας ευρωπαϊκής τράπεζας με εξασφαλίσεις ενυπόθηκων δανείων ήταν τα διατραπεζικά επιτόκια της τάξης του + 1,9 %.

(41)

Σύμφωνα με την Arion, η αλλαγή που έγινε στη δανειακή σύμβαση από τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού σχετικά με την έκφραση του κεφαλαίου σε EUR, USD και CHF, αντί για ISK, ευνοούσε την CBI. Η Arion επισημαίνει ότι στην Ισλανδία επιβλήθηκαν αυστηροί περιορισμοί στη διασυνοριακή κίνηση κεφαλαίου και τις σχετικές συναλλαγές ξένου συναλλάγματος μετά την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος το φθινόπωρο του 2008. Η εφαρμογή του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή σε αυτές τις περιστάσεις μπορεί να οδηγήσει μόνο στο συμπέρασμα ότι ένας ιδιώτης πιστωτής θα προτιμούσε ξένα νομίσματα από τις ISK. Μια τέτοια αλλαγή στην έκφραση του νομίσματος θα ήταν, ως εκ τούτου, υπέρ του πιστωτή, όχι του οφειλέτη.

(42)

Η Arion επίσης επιχειρεί σύγκριση με τη συμφωνία διακανονισμού (εφεξής «η συμφωνία LBI») που σύναψαν η «νέα» Landsbankinn (εφεξής «NBI») και η «παλαιά» Landsbankinn (εφεξής «LBI») τον Δεκέμβριο του 2009. Η συμφωνία LBI περιείχε το ζήτημα του εξασφαλισμένου με εξοφλητική προτεραιότητα ομολόγου, σε EUR, GBP και USD, για το ποσό των 247 δισεκατ. ISK σε ξένο νόμισμα για διάρκεια δέκα ετών από την NBI στην LBI. Επιπλέον, στις αρχές του 2013 εκδόθηκε ένα έκτακτο ομόλογο 92 δισεκατ. ISK σε ξένο νόμισμα. Αυτά τα εξασφαλισμένα με εξοφλητική προτεραιότητα ομόλογα λήφθηκαν υπόψη για τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις που μεταβιβάστηκαν από την LBI στις 9 Οκτωβρίου 2008 με την απόφαση της ΑΧΕ για τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων από την LBI στην NBI. Αυτά τα εξασφαλισμένα με εξοφλητική προτεραιότητα ομόλογα λήγουν τον Οκτώβριο του 2018 και δεν έχουν πληρωμές δόσεων τα πρώτα πέντε έτη. Τα επιτόκια είναι Euribor/LIBOR + 175 μονάδες βάσης για τα πρώτα πέντε έτη και Euribor/LIBOR + 290 μονάδες βάσης για τα υπόλοιπα πέντε. Εξασφαλίζονται με ομάδες δανείων προς τους πελάτες της Landsbankinn (25).

(43)

Σύμφωνα με την Arion, οι όροι της συμφωνίας LBI μπορούν να θεωρηθούν ευθέως συγκρίσιμοι με τους όρους της δανειακής σύμβασης. Οι διαφορές μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως:

i)

Περιθώριο 175 μονάδων βάσης/290 μονάδες βάσης από ιδιώτη δανειστή έναντι 300 μονάδων βάσης από την CBI με τη δανειακή σύμβαση.

ii)

Κεφάλαιο κοντά στα 350 δισεκατ. ISK από ιδιώτη δανειστή έναντι […] δισεκατ. ISK από την CBI σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση.

iii)

Μια ομάδα δανείων έναντι ενεχύρου για πελάτες σε ιδιώτη δανειστή έναντι διαφοροποιημένης ομάδας εγχώριων ανοιγμάτων σε κρατικά, δημοτικά και στεγαστικά ενυπόθηκα δάνεια στην CBI σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση.

(44)

Οι ανωτέρω διαφορές μεταξύ των δύο αυτών περιπτώσεων είναι, σύμφωνα με την Arion, όλες ευνοϊκές προς τη δανειακή σύμβαση και την CBI, δηλαδή υψηλότερο επιτόκιο, χαμηλότερο κεφάλαιο και ισχυρότερη ομάδα δανείων έναντι ενεχύρου, παρά το γεγονός ότι ο δανειστής σε αυτή την περίπτωση είναι ιδιώτης. Αυτό υποδεικνύει ότι οι όροι της χρηματοδότησης που έλαβε η Arion με τη δανειακή σύμβαση είναι σύμφωνοι με τους κυρίαρχους όρους της αγοράς εκείνη την περίοδο.

(45)

Συνοπτικά, η Arion υποστηρίζει, συνεπώς, ότι η σύναψη της δανειακής σύμβασης μεταξύ της CBI και της Arion δεν μπορεί να συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

6.3.   ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ

(46)

Αν η Αρχή, παρά τους ισχυρισμούς που αναφέρονται ανωτέρω, θεωρήσει ότι τα μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση, η Arion υποστηρίζει ότι αυτά τα μέτρα είναι συμβατά με τη συμφωνία για τον ΕΟΧ βάσει του άρθρου της 61 παράγραφος 3 στοιχείο β).

(47)

Καθώς τα υπό εξέταση μέτρα ήταν αναπόσπαστο μέρος της τελικής κεφαλαιοποίησης της Arion και του σχεδίου αναδιάρθρωσης της Arion που υποβλήθηκε στην Αρχή, η Arion υποστηρίζει ότι αυτά τα μέτρα δεν μπορούν να διαχωριστούν από τη συνολική εκτίμηση της Αρχής γι' αυτή την περίπτωση. Καλύπτονται, ως εκ τούτου, από την απόφαση της Αρχής για την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion.

(48)

Η Arion είναι επίσης της γνώμης ότι, αν η Αρχή θεωρεί πιθανή την επανεξέταση συγκεκριμένου μέρους της συναλλαγής που έχει ήδη εξεταστεί και εγκριθεί από την Αρχή στην απόφασή της για την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion, τότε η Αρχή θα πρέπει να λάβει υπόψη την πλήρη πραγματική και νομική κατάσταση. Η εκτίμηση της Αρχής για τη συμβατότητα των υπό εξέταση μέτρων θα πρέπει, ως εκ τούτου, να είναι σύμφωνη με την εκτίμηση στην απόφαση για την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion και συγκεκριμένα η Αρχή πρέπει να εκτιμήσει κατά πόσον εκπληρώθηκαν τα κριτήρια των ισχυουσών κατευθυντήριων γραμμών για την κρατική ενίσχυση.

7.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ISB

(49)

Η ISB έδωσε πληροφορίες σχετικά με τις προϋποθέσεις παρόμοιων ομολόγων εξασφαλισμένων με περιουσιακά στοιχεία στην Ευρώπη κατά την περίοδο σύναψης της σύμβασης με την CBI. Σύμφωνα με την ISB, παρόμοια ομόλογα εξασφαλισμένα με περιουσιακά στοιχεία στην Ευρώπη πωλούνταν με ασφάλιστρο 40–80 μονάδων βάσης σε κρατικούς εγγυημένους τίτλους εκείνη την περίοδο. Η ISB υπέβαλε ένα γράφημα το οποίο απεικονίζει στοιχεία από το 2009 για τρεις χώρες, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ισπανία, σχετικά με τη διαφορά μεταξύ περιθωρίων καλυμμένων ομολόγων και περιθωρίων κρατικών ομολόγων. Τα καλυμμένα περιθώρια iBoxx (26) είναι ένας σταθμισμένος μέσος όρος όλων των εκκρεμών καλυμμένων ομολόγων από τις αντίστοιχες αυτές χώρες με μέση διάρκεια των δεικτών πέντε έως επτά έτη.

Image

(50)

Όπως μπορεί να φανεί από το γράφημα, το περιθώριο διακυμάνθηκε αρκετά κατά την περίοδο αυτή και είναι, για παράδειγμα, αρνητικό αυτή τη στιγμή στην περίπτωση της Ισπανίας. Το 2009, η διαφορά περιθωρίων γι' αυτές τις τρεις χώρες ήταν 40 έως160 μονάδες βάσης.

II.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ

1.   Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(51)

Στα παρακάτω κεφάλαια, η Αρχή θα εκτιμήσει αν οι δανειακές συμβάσεις μεταξύ της CBI και της ISB και της Arion περιλαμβάνουν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

(52)

Ένα μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: το μέτρο i) χρηματοδοτείται από το κράτος ή με κρατικούς πόρους· ii) παρέχει οικονομικό πλεονέκτημα σε επιχείρηση· iii) είναι επιλεκτικό· και iv) ενδέχεται να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συναλλαγές.

(53)

Ως πρώτο σημείο, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι δεν υπάρχει γενική εξαίρεση της νομισματικής πολιτικής από την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις (27). Πράγματι, ο αποκλεισμός της στήριξης ρευστότητας από την εφαρμογή του νόμου περί κρατικής ενίσχυσης, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω παράγραφο 21, περιορίζεται σε μέτρα που πληρούν τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 51 των κατευθυντήριων γραμμών της Αρχής στον τραπεζικό τομέα 2008 και την παράγραφο 62 των κατευθυντήριων γραμμών της Αρχής στον τραπεζικό τομέα 2013 (28). Αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείονται από την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις όλες οι ενέργειες των κεντρικών τραπεζών. Στην παρούσα υπόθεση, η Αρχή θεωρεί ότι η χορήγηση μακροπρόθεσμων δανείων από την CBI δενσυμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις προαναφερθείσες παραγράφους των κατευθυντήριων γραμμών στον τραπεζικό τομέα του 2008 και του 2013, καθώς τα μέτρα συνδέονταν με τα μέτρα αναδιάρθρωσης που λήφθηκαν για τις δύο τράπεζες. Ως εκ τούτου, η Αρχή πρέπει να εκτιμήσει τα μέτρα βάσει των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

1.1.   ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

(54)

Σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, για να συνιστά κάποιο μέτρο κρατική ενίσχυση, πρέπει να χρηματοδοτείται από το κράτος ή με κρατικούς πόρους.

(55)

Για τον σκοπό του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, το κράτος καλύπτει όλους τους φορείς της δημόσιας διοίκησης, από την κεντρική κυβέρνηση μέχρι το επίπεδο του δήμου ή την κατώτατη διοικητική βαθμίδα, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών (29).

(56)

Τα υπό εξέταση μέτρα παίρνουν τη μορφή δανειακών συμβάσεων μεταξύ της CBI και της Arion και της ISB με εικαζόμενους ευνοϊκούς όρους.

(57)

Για να καθοριστεί αν η χορήγηση μακροπρόθεσμων δανείων από την CBI περιλαμβάνει κρατικούς πόρους, πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον τα μέτρα που λήφθηκαν από μια κεντρική τράπεζα μπορούν να θεωρηθούν καταλογιστέα στο κράτος. Οι κεντρικές τράπεζες είναι γενικά ανεξάρτητες από την κεντρική κυβέρνηση. Παρ' όλα αυτά, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν ένας οργανισμός εντός του δημόσιου τομέα είναι αυτόνομος ή όχι (30). Επιπλέον, είναι γενικά αποδεκτό ότι οι κεντρικές τράπεζες εκπληρώνουν δημόσια αποστολή. Η Αρχή σημειώνει ότι υπάρχει πάγια νομολογία ότι η χρηματοοικονομική στήριξη που χορηγείται από έναν οργανισμό που υπηρετεί δημόσιο σκοπό μπορεί να οδηγήσει στη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης (31). Η δημόσια στήριξη που χορηγείται από μια κεντρική τράπεζα μπορεί κατά συνέπεια να θεωρηθεί καταλογιστέα στο κράτος και, ως εκ τούτου, να χαρακτηριστεί κρατική ενίσχυση (32). Πράγματι, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα 2013, οι πόροι που χορηγούνται από μια κεντρική τράπεζα σε συγκεκριμένους πιστωτικούς οργανισμούς γενικά συνεπάγονται μεταφορά κρατικών πόρων (33).

(58)

Παρ' όλα αυτά, πέρα από αυτές τις παρατηρήσεις, το ζήτημα του κατά πόσον οι υπό εξέταση δανειακές συμβάσεις χορηγήθηκαν από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων μπορεί να μείνει ανοιχτό, δεδομένου του συμπεράσματος της επόμενης ενότητας ότι τα μέτρα δεν χορήγησαν οικονομικό πλεονέκτημα στις τράπεζες.

1.2.   ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ

(59)

Για να συνιστά ένα μέτρο κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, πρέπει να παρέχει σε μια επιχείρηση οικονομικό πλεονέκτημα.

(60)

Πλεονέκτημα, κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, είναι οποιοδήποτε οικονομικό όφελος το οποίο δεν θα είχε αποκομίσει η επιχείρηση υπό κανονικές συνθήκες αγοράς, με αποτέλεσμα να περιέρχεται σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των ανταγωνιστών της. Μόνο η επιρροή του μέτρου στην επιχείρηση είναι συναφής, και όχι η αιτία ή ο στόχος της κρατικής παρέμβασης (34). Για να αποτελεί ενίσχυση, το μέτρο μπορεί να λάβει τη μορφή θετικού οικονομικού πλεονεκτήματος, καθώς και ελάφρυνσης από οικονομικά βάρη. Το τελευταίο είναι μια μεγάλη κατηγορία που περιλαμβάνει οποιοδήποτε μέτρο μετριάζει τις επιβαρύνσεις που υπό κανονικές συνθήκες θα περνούσαν στον προϋπολογισμό της επιχείρησης. Το ζήτημα του κατά πόσον η σύναψη των δανειακών συμβάσεων θα μπορούσε να θεωρηθεί χορήγηση πλεονεκτήματος στην ISB και την Arion θα εξαρτηθεί τελικά από το αν ένας ιδιώτης πιστωτής συγκρίσιμου μεγέθους με τον δημόσιο φορέα, που λειτουργεί στις ίδιες συνθήκες αγοράς, θα είχε χορηγήσει παρόμοιο δάνειο σε παρόμοιες συνθήκες.

(61)

Για να καθοριστεί αν ένας δημόσιος φορέας ενήργησε όπως οποιοσδήποτε ιδιώτης επενδυτής στην οικονομία της αγοράς σε παρόμοια κατάσταση, πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνο τα οφέλη και οι υποχρεώσεις που συνδέονται με τον ρόλο τουκράτους ή του δημόσιου φορέα ως επενδυτή —με εξαίρεση αυτά που συνδέονται με τον ρόλο του ως δημόσιας αρχής (35). Επιπλέον, για να καθοριστεί αν μια κρατική παρέμβαση είναι σύμφωνη με τις συνθήκες της αγοράς, πρέπει να εξεταστεί εκ των προτέρων και να ληφθούν υπόψη μόνο οι πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες τη στιγμή κατά την οποία αποφασίστηκε η παρέμβαση. Επιπρόσθετα, ελλείψει συγκεκριμένων πληροφοριών της αγοράς για συγκεκριμένη συναλλαγή σχετικά με ένα χρέος, η συμμόρφωση του χρεωστικού μέσου με τις συνθήκες της αγοράς μπορεί να διαπιστωθεί μετά από σύγκριση με παρεμφερείς συναλλαγές στην αγορά, δηλαδή με συγκριτική αξιολόγηση.

(62)

Το κριτήριο του ιδιώτη πιστωτή, που αναπτύχθηκε και τελειοποιήθηκε από τα δικαστήρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (36), χρησιμεύει για να καθορίσει κατά πόσον οι συνθήκες υπό τις οποίες πρόκειται να αποπληρωθεί η απαίτηση ενός δημόσιου πιστωτή, πιθανόν με αναδιάρθρωση πληρωμών, συνιστούν κρατική ενίσχυση. Όταν το κράτος είναι σε θέση, όχι επενδυτή ή διαχειριστή ενός έργου, αλλά πιστωτή που προσπαθεί να μεγιστοποιήσει την είσπραξη ενός εκκρεμούς χρέους, η επιεικής μεταχείριση μόνο, με τη μορφή της αναβολής πληρωμής, ενδεχομένως να μην επαρκεί για να θεωρηθεί ευνοϊκή μεταχείριση με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης. Σε τέτοιες περιστάσεις η συμπεριφορά του δημόσιου πιστωτή συγκρίνεται με αυτή του υποθετικού ιδιώτη πιστωτή σε μια συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν ένας ιδιώτης πιστωτής θα είχε μεταχειριστεί με παρόμοιο τρόπο έναν οφειλέτη σε παρόμοιες περιστάσεις.

(63)

Πριν από την εκτίμηση των δανειακών συμβάσεων, προκύπτει το ζήτημα του κατά πόσον η αρχική καθυστέρηση στη ρύθμιση των πληρωμών, που νοείται ότι διήρκησε από τον Οκτώβριο του 2008 περίπου μέχρι το τέλος του 2009, μπορεί να περιλαμβάνει κρατική ενίσχυση. Γενικά, οι αποφάσεις των δημόσιων φορέων να επιτρέπουν καθυστερημένες πληρωμές δανείου μπορεί να εμπεριέχουν πλεονέκτημα για τον οφειλέτη και να συνιστούν κρατική ενίσχυση. Ενώ μια προσωρινή αναβολή πληρωμής θα αντιστοιχούσε πιθανόν στη συμπεριφορά ενός ιδιώτη πιστωτή και, ως εκ τούτου, δεν θα συνιστούσε κρατική ενίσχυση, μια τέτοια συμπεριφορά, αρχικά σύμφωνη με τις συνθήκες της αγοράς, θα μπορούσε να μετατραπεί σε κρατική ενίσχυση σε περιπτώσεις παρατεινόμενων καθυστερήσεων πληρωμής (37).

(64)

Από την πλευρά ενός ιδιώτη πιστωτή, η εκτέλεση μιας απαίτησης που κατέστη ληξιπρόθεσμη είναι ο αυτονόητος κανόνας. Αυτό ισχύει επίσης αν η υπόχρεη επιχείρηση έχει οικονομικές δυσκολίες, καθώς και σε περίπτωση πτώχευσης. Υπό κανονικές συνθήκες, οι ιδιώτες πιστωτές δεν θα ήταν πρόθυμοι να δεχτούν σε τέτοιες περιστάσεις περαιτέρω αναβολή πληρωμής αν αυτό δεν συνεπαγόταν κανένα σαφές πλεονέκτημα. Αντίθετα, εφόσον ένας οφειλέτης έχει οικονομικές δυσκολίες, περαιτέρω δάνεια θα χορηγούνταν στον οφειλέτη μόνο υπό αυστηρότερους όρους, π.χ. με υψηλότερο επιτόκιο ή με πιο ευρείες εγγυήσεις, καθώς η αποπληρωμή είναι αβέβαιη. Εξαιρέσεις μπορούν να δικαιολογηθούν σε μεμονωμένες περιπτώσεις όπου η μη εκτέλεση φαίνεται να είναι η πιο λογική εναλλακτική από οικονομική άποψη. Αυτό θα ίσχυε όταν η μη εκτέλεση προσφέρει σαφώς βελτιωμένες προοπτικές είσπραξης σημαντικά υψηλότερου ποσοστού απαιτήσεων συγκριτικά με άλλες πιθανές εναλλακτικές ή αν με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαν να προληφθούν ακόμα μεγαλύτερες έμμεσες ζημιές. Μπορεί να συμφέρει τον ιδιώτη πιστωτή να συνεχίσει η υπόχρεη εταιρεία να ασκεί τις δραστηριότητές της αντί να ρευστοποιήσει τα περιουσιακά της στοιχεία και, ως εκ τούτου, υπό ορισμένες περιστάσεις, να εισπράξει ένα μέρος μόνο του χρέους. Όταν ένας ιδιώτης πιστωτής δέχεται να μην εκτελέσει την απαίτησή του πλήρως, θα απαιτήσει, υπό κανονικές συνθήκες, από τον οφειλέτη να παράσχει πρόσθετες εγγυήσεις. Όταν αυτό δεν είναι δυνατό, για παράδειγμα σε περιπτώσεις που οι οφειλέτες έχουν οικονομικές δυσκολίες, ο ιδιώτης πιστωτής θα αναζητήσει εξασφαλίσεις μέγιστης αποζημίωσης σε περίπτωση που η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη βελτιωθεί αργότερα. Αν ο οφειλέτης δώσει ανεπαρκείς εγγυήσεις ή δεσμεύσεις, ένας ιδιώτης πιστωτής γενικά δεν θα δεχτεί να συνάψει συμφωνίες αναδιάρθρωσης οφειλών ή να χορηγήσει στον οφειλέτη πρόσθετα δάνεια.

(65)

Σχετικά με την αρχική καθυστέρηση στη ρύθμιση πληρωμών, η CBI υποστηρίζει ότι η ρύθμιση πληρωμών με την ISB τον Σεπτέμβριο του 2009 και την Kaupthing τον Νοέμβριο του 2009 δεν μπορεί να θεωρηθεί καθυστέρηση, δεδομένων των εξαιρετικών περιστάσεων που επικρατούσαν στην Ισλανδία μετά την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος τον Οκτώβριο του 2008. Κατά την περίοδο από την κατάρρευση μέχρι τη ρύθμιση των απαιτήσεων, οι τράπεζες της Ισλανδίας βρίσκονταν υπό συνολική αναδιάρθρωση με τη βοήθεια του ΔΝΤ και υπήρχε σημαντική αβεβαιότητα για τηδίκαιη αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών. Ως εκ τούτου, η CBI, ως πιστωτής των τραπεζών, χρειαζόταν χρόνο για να αποτιμήσει σωστά τα περιουσιακά στοιχεία που χρησίμευαν ως ενέχυρο. Η Αρχή έχει εκτιμήσει αυτούς τους ισχυρισμούς και θεωρεί ότι η CBI ενήργησε σύμφωνα με το κριτήριο του ιδιώτη πιστωτή αναφορικά με την αρχική καθυστέρηση.

(66)

Επίσης, η Αρχή πρέπει να εκτιμήσει κατά πόσον ένας ιδιώτης πιστωτής με παρόμοιες βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις από τις προβληματικές τράπεζες θα συμφωνούσε με τη μεταβίβαση των χαρτοφυλακίων στεγαστικών δανείων υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται ανωτέρω και με τη συνακόλουθη σύναψη δανειακών συμβάσεων με τις νέες τράπεζες σύμφωνα με τις ίδιες προϋποθέσεις.

(67)

Η Αρχή σημειώνει ότι στην αρχή της κατάρρευσης της Glitnir και της Kaupthing το φθινόπωρο του 2008, η CBI βρέθηκε σε θέση που ήταν μη ρεαλιστικό να περιμένει να εκτελεστούν εγγυήσεις σαν αυτές που είναι υπό εξέταση στην περίπτωση της Arion και της ISB. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα χαρτοφυλάκια των δανείων αποτελούσαν μεγάλο ποσοστό της πελατειακής βάσης της Arion και της ISB, η απόκτηση αυτών των εγγυήσεων θα είχε θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Arion και της ISB και θα είχε οδηγήσει τις χρηματοπιστωτικές αυτές επιχειρήσεις σε πτώχευση. Η εκτέλεση της εγγύησης θα συνεπαγόταν επίσης πρόσθετα διοικητικά έξοδα για την CBI. Επιπλέον, αν τα χαρτοφυλάκια των δανείων είχαν τεθεί προς πώληση, η CBI δεν θα είχε επίσης καμία εξασφάλιση αποδεκτής είσπραξης και ήταν αρκετά απίθανο οι επενδυτές με επαρκή κεφαλαιακή δύναμη να ήταν διατεθειμένοι να αγοράσουν τα χαρτοφυλάκια, δεδομένης της κατάστασης στην αγορά της Ισλανδίας εκείνη την περίοδο. Ως εκ τούτου, η απόκτηση των χαρτοφυλακίων στεγαστικών δανείων —είτε με εκτέλεση των εγγυήσεων είτε κατόπιν πτώχευσης— θα είχε ως αποτέλεσμα η CBI να εισπράξει μικρότερο ποσό από το βραχυπρόθεσμο χρέος στο τέλος.

(68)

Αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση, η CBI επέλεξε ως εκ τούτου να συνάψει τις δανειακές συμβάσεις για να εξασφαλίσει πλήρη πληρωμή των απαιτήσεών της, με τόκο και χωρίς να χρειάζεται να επιβαρυνθεί με διοικητικά έξοδα. Ως εκ τούτου, οι δανειακές συμβάσεις συνάφθηκαν για να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή είσπραξη εκείνη την περίοδο.

(69)

Βάσει αυτών των στοιχείων, η Αρχή θεωρεί ότι η CBI προσπάθησε να μεγιστοποιήσει την είσπραξη των απαιτήσεών της με τη σύναψη των δανειακών συμβάσεων.

(70)

Η Αρχή πρέπει επίσης να εκτιμήσει κατά πόσον οι προϋποθέσεις που συνδέονται με τις δανειακές συμβάσεις, και συγκεκριμένα τα ισχύοντα επιτόκια, θα ήταν αρκετά σημαντικές σε έναν ιδιώτη πιστωτή ώστε να εκπληρωθεί η απαίτηση του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή.

(71)

Στην απόφαση αριθ. 208/15/COL, η Αρχή επισήμανε ότι ήταν δύσκολο να καθοριστούν τα κατάλληλα επιτόκια αναφοράς κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση. Σε απάντηση, η ISB, η Arion και η CBI υπέβαλαν πρόσθετες πληροφορίες και παρατηρήσεις.

(72)

Η ISB υποστηρίζει ότι τα επιτόκια είναι σύμφωνα με τα επιτόκια παρόμοιων ομολόγων εκείνης της περιόδου που ήταν εξασφαλισμένα με περιουσιακά στοιχεία. Η ημερομηνία λήξης του ομολόγου της ISB είναι στα δέκα έτη, με επιτόκιο 4,5 %, συνδεδεμένο με τον ΔΤΚ (δείκτη τιμών καταναλωτή) και υπερκαλύπτεται από ασφάλειες με δείκτη δανείου-αξίας 70 %. Το επιτόκιο ορίστηκε περίπου στις 50 μονάδες βάσης επιπλέον των εξασφαλισμένων από το κράτος ομολόγων του ισλανδικού ταμείου HFF κατά την ημερομηνία της έκδοσης. Συγκριτικά, τα συνήθη επιτόκια εξασφαλισμένων με περιουσιακά στοιχεία τίτλων στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο ήταν στις 40–80 μονάδες βάσης πάνω από τους κρατικούς εγγυημένους τίτλους. Η ISB υπέβαλε επίσης γράφημα το οποίο δείχνει ότι οι διαφορές περιθωρίων για τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ισπανία ήταν 40 έως 160 μονάδες βάσης το 2009.

(73)

Ομοίως, η Arion υποστηρίζει ότι η δανειακή της σύμβαση με την CBI συνάφθηκε σύμφωνα με τους όρους της αγοράς. Η Arion τη συγκρίνει, μεταξύ άλλων, με μια συγκρίσιμη σύμβαση μεταξύ των NBI και LBI. Και οι δύο συμβάσεις συνάφθηκαν περίπου την ίδια περίοδο, δηλαδή τέλος του 2009 και αρχές του 2010, και περιλάμβαναν παρόμοιες ρυθμίσεις απαιτήσεων. Η σύγκριση δείχνει ότι οι όροι της δανειακής σύμβασης της Arion ήταν πιο αυστηροί από αυτούς στη σύμβαση της LBI, που περιλάμβανε ιδιώτη δανειστή. Πράγματι, φαίνεται ότι η σύμβαση της LBI απαιτούσε χαμηλότερα επιτόκια, περιλάμβανε μεγαλύτερο κεφάλαιο και είχε πιο αδύναμες και λιγότερο διαφοροποιημένες εγγυήσεις από τη δανειακή σύμβαση της Arion.

(74)

Σε επιστολή της στις 31 Μαρτίου 2015, (38) η Arion έδωσε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις εκδόσεις καλυμμένων ομολόγων και μη εξασφαλισμένων με εξοφλητική προτεραιότητα ομολόγων από τράπεζες στην Ευρώπη κατά την περίοδο από 1η Ιανουαρίου 2009 έως 31η Δεκεμβρίου 2010. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το δάνειο που χορήγησε η CBI είναι κυρίως εξασφαλισμένο με υποθήκες, η Arion υποστηρίζει ότι είναι συγκρίσιμο με καλυμμένα ομόλογα που εκδόθηκαν από ευρωπαϊκές τράπεζες κατά το 2009 χρησιμοποιώντας ως ασφάλεια ενυπόθηκα δάνεια επί κατοικιών. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, σύμφωνα με το σύνολο δεδομένων που έδωσε η Arion, τα χρηματοδοτικάπεριθώρια που πλήρωναν οι ευρωπαϊκές τράπεζες κυμαίνονταν μεταξύ 0,1 % και 1,90 % πάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια, με διάμεσο περιθώριο 0,72 %. Τα υψηλότερα επιτόκια για καλυμμένα ομόλογα καταβλήθηκαν από την Τράπεζα της Ιρλανδίας τον Σεπτέμβριο του 2009 (1,9 % πάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια) και την ιρλανδική EBS Mortgage (1,75 % πάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια) τον Νοέμβριο του 2009.

(75)

Η CBI υποστηρίζει επίσης ότι οι όροι των δανειακών συμβάσεων, δηλαδή τα επιτόκια και οι εγγυήσεις, ήταν ευνοϊκά για την CBI. Σύμφωνα με την CBI, αυτό φαίνεται από τις διαθέσιμες πληροφορίες και τα εκδοθέντα μέσα παγκοσμίως (όπως τεκμηριώνει η Arion, βλέπε ανωτέρω) και επίσης από τους όρους άλλων μέσων που συνάφθηκαν εκείνη την περίοδο, συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης LBI.

(76)

Η Αρχή επισημαίνει ότι οι δανειακές συμβάσεις που συνάφθηκαν μεταξύ της CBI και των τραπεζών έχουν επιτόκιο LIBOR + 3,00 % και είναι εξασφαλισμένες με υποθήκες και άλλα περιουσιακά στοιχεία. Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία που υπέβαλαν η ISB και η Arion, αυτό το επιτόκιο είναι αρκετά πάνω από τα μέσα επιτόκια συγκρίσιμων χρεωστικών μέσων που συνάφθηκαν εκείνη την περίοδο, ενώ ξεπερνούν το ανώτερο χρηματοδοτικό κόστος οποιωνδήποτε άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών εκείνη την περίοδο που είχαν υποθήκες ως εγγυήσεις (π.χ., Τράπεζα της Ιρλανδίας, διατραπεζικά επιτόκια + 1,9 %). Η Αρχή θεωρεί ότι οι πληροφορίες σχετικά με συγκρίσιμα χρεωστικά μέσα που έδωσαν οι τράπεζες είναι αξιόπιστες και ότι παρουσιάζουν μια ακριβή εικόνα των συνθηκών αγοράς κατά την περίοδο σύναψης των δανειακών συμβάσεων. Επιπλέον, εφόσον αυτά τα επιτόκια συμφωνήθηκαν από ιδιώτες, η Αρχή θεωρεί ότι αντιπροσωπεύουν ένα πιο κατάλληλο πλαίσιο αναφοράς για τον καθορισμό των επιτοκίων της αγοράς την περίοδο εκείνη από ό,τι τα περιθώρια CDS και τα επιτόκια επί των ομολόγων του ισλανδικού ταμείου HFF που αναφέρει ο καταγγέλλων.

(77)

Σχετικά με τη δανειακή σύμβαση που συνάφθηκε με την Arion, η Αρχή επισημαίνει ότι το δάνειο ήταν εκφρασμένο σε ξένα νομίσματα αντί για ISK. Παρ' όλα αυτά, όπως σημείωσε η Arion, αυτή η αλλαγή στην έκφραση του νομίσματος ήταν σύμφωνη με τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού, οι οποίοι προέβλεπαν ότι η Arion θα έπρεπε να πληρώνει τον τόκο και τις δόσεις σε ξένα νομίσματα στον βαθμό που η τράπεζα μπορούσε και ότι η Arion μπορούσε, με την άδεια του δανειστή, να αλλάξει το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται το χρέος εν μέρει ή εν όλω. Όπως επισημάνθηκε προηγουμένως, η Αρχή έχει ήδη εξετάσει και εγκρίνει τους όρους της συμφωνίας διακανονισμού στην απόφαση για την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion. Επιπρόσθετα, όπως επεσήμανε η Arion, λόγω των αυστηρών περιορισμών της Ισλανδίας επί της διασυνοριακής κίνησης κεφαλαίου και των σχετικών συναλλαγών ξένου συναλλάγματος, ένας ιδιώτης πιστωτής θα ήταν πολύ πιθανό να έχει προτιμήσει ξένα νομίσματα από τις ISK. Μια τέτοια αλλαγή στην έκφραση του νομίσματος θα ήταν, ως εκ τούτου, υπέρ του πιστωτή, όχι του οφειλέτη.

(78)

Εξετάζοντας τις παραμέτρους της αγοράς εκείνη την εποχή και τα στοιχεία που προσκομίστηκαν, η Αρχή συνάγει ότι οι όροι δανεισμού των δανειακών συμβάσεων γενικά, και τα επιτόκια αυτών ειδικά, θα ήταν εξίσου αποδεκτά για έναν ιδιώτη πιστωτή ο οποίος θα βρισκόταν σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση.

(79)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Αρχή συνάγει ότι οι δανειακές συμβάσεις μεταξύ της CBI και της ISB και της Arion, αντίστοιχα, δεν χορήγησαν οικονομικό πλεονέκτημα στην ISB και την Arion.

1.3.   ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΝΟΘΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΜΕΤΑΞΎ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

(80)

Για να χαρακτηριστεί κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, το μέτρο πρέπει να είναι επιλεκτικό καθώς και να ενδέχεται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συναλλαγές. Ωστόσο, δεδομένου ότι η Αρχή συνάγει ότι στην παρούσα υπόθεση δεν χορηγήθηκε οικονομικό πλεονέκτημα και, συνεπώς, δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, η Αρχή δεν χρειάζεται να προβεί σε καμία περαιτέρω εκτίμηση του μέτρου.

2.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(81)

Βάσει της ανωτέρω εκτίμησης, η Αρχή θεωρεί ότι οι δανειακές συμβάσεις που σύναψε η CBI με την ISB και την Arion δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι δανειακές συμβάσεις που συνάφθηκαν μεταξύ της CBI και της Íslandsbanki hf. και της Arion banki hf., αντίστοιχα, δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Η επίσημη εξέταση τερματίζεται.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ισλανδία.

Άρθρο 3

Το κείμενο της παρούσας απόφασης στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό.

Βρυξέλλες, 23 Νοεμβρίου 2016.

Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

Sven Erik SVEDMAN

Πρόεδρος

Helga JÓNSDÓTTIR

Μέλος του Σώματος


(1)  Έγγραφο αριθ. 684053.

(2)  Έγγραφο αριθ. 685741.

(3)  Η απάντηση των ισλανδικών αρχών περιείχε επιστολές από την CBI (έγγραφο αριθ. 696093), την ISB (έγγραφο αριθ. 696092) και την Arion (έγγραφο αριθ. 696089).

(4)  Έγγραφο αριθ. 709261.

(5)  Έγγραφο αριθ. 745267.

(6)  Η απάντηση των ισλανδικών αρχών περιείχε επιστολές από την CBI (έγγραφο αριθ. 753104) και την Arion (έγγραφο αριθ. 753101).

(7)  Έγγραφο αριθ. 771173.

(8)  Έγγραφο αριθ. 771174.

(9)  Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 208/15/COL, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την εικαζόμενη παράνομη κρατική ενίσχυση που έλαβαν η Íslandsbanki hf. και η Arion banki hf. μέσω συμβάσεων μετατροπής δανείου με προτιμησιακούς όρους («Απόφαση αριθ. 208/15/COL») (ΕΕ C 316 της 24.9.2015, σ. 6, και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 57 της 24.9.2015, σ. 1). Διατίθεται στον ιστότοπο: http://www.eftasurv.int/media/esa-docs/physical/208-15-COL.pdf.

(10)  Έγγραφο αριθ. 775870.

(11)  Έγγραφο αριθ. 808042.

(12)  Έγγραφα αριθ. 819287, 819289, 819291, 819293 και 819295.

(13)  Για μια επισκόπηση των εξελίξεων στα δάνεια έναντι ενεχύρου, βλέπε την Ετήσια Έκθεση της CBI για το 2008, σ. 9-11 που διατίθεται στον ιστότοπο http://www.sedlabanki.is/lisalib/getfile.aspx?itemid=7076

(14)  Η Glitnir είχε καταρτίσει ένα πρόγραμμα καλυμμένων ομολόγων, σύμφωνα με το οποίο ένα χαρτοφυλάκιο ενυπόθηκων δανείων πωλήθηκε στον οργανισμό Glitni banka (GLB) Fund, που με τη σειρά του εγγυήθηκε τα τραπεζογραμμάτια (τις υποχρεώσεις της Glitnir) που εκδόθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος καλυμμένων ομολόγων. Τα καλυμμένα ομόλογα δεν πωλήθηκαν σε επενδυτές, αλλά χρησιμοποιήθηκαν ως εγγύηση σε συναλλαγές επαναγοράς με την CBI. Με απόφαση της ΑΧΕ της 14ης Οκτωβρίου 2008, μεταξύ άλλων, όλα τα μερίδια στο Fund μεταβιβάστηκαν στην ISB. Η CBI κράτησε τα εκκρεμή καλυμμένα ομόλογα ως εγγύηση για το εκκρεμές χρέος της Glitnir προς αυτή. Τα ομόλογα αυτά έχουν πιστωθεί τώρα στην ISB και ανέρχονταν σε περίπου 55 δισεκατ. ISK τη στιγμή της απόφασης της ΑΧΕ. Η ISB έπρεπε να λειτουργήσει το Fund και να πραγματοποιήσει όλες τις πληρωμές του αρχικού χρέους για να προστατεύσει τα περιουσιακά στοιχεία (το χαρτοφυλάκιο ενυπόθηκων δανείων) και να πληρώσει όλα τα μέρη που σχετίζονταν με το πρόγραμμα του αρχικού χρέους. Καθώς η λειτουργία του Fund και η εξυπηρέτηση των δανείων μέσω αυτού περιλάμβανε προβλέψιμο κόστος και δυσκολίες, η ISB προσπάθησε να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος με την CBI για να επιτύχει, μεταξύ άλλων, παράταση στη διάρκεια του χρέους.

(15)  Ο δείκτης δανείου-αξίας είναι ένας χρηματοοικονομικός όρος που χρησιμοποιείται από τους δανειστές για να εκφράσει τον λόγο ενός δανείου προς την αξία ενός αγορασθέντος περιουσιακού στοιχείου.

(16)  Βλέπε την Έκθεση του υπουργού Οικονομικών σχετικά με την αναδιάρθρωση των εμπορικών τραπεζών, σ. 13-17. Διατίθεται στο διαδίκτυο, στη διεύθυνση: http://www.althingi.is/altext/pdf/139/s/1213.pdf.

(*1)  Οι πληροφορίες εντός των αγκυλών διέπονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

(17)  Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 244/12/COL, της 27ης Ιουνίου 2012, σχετικά με την ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της Íslandsbanki (εφεξής «απόφαση σχετικά με την ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της ISB») (ΕΕ L 144 της 15.5.2014, σ. 70 και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 28 της 15.5.2014, σ. 1)· και απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 291/12/COL, της 11ης Ιουλίου 2012, σχετικά με την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion Bank (εφεξής «απόφαση σχετικά με την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion») (ΕΕ L 144 της 15.5.2014, σ. 169 και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 28 της 15.5.2014, σ. 89), αιτιολογικές σκέψεις 86, 149, 168 και 238.

(18)  Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή, από 1η Δεκεμβρίου 2013, των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα στήριξης των τραπεζών στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής κρίσης («Κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα 2013») (ΕΕ L 264 της 4.9.2014, σ. 6 και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 50 της 4.9.2014, σ. 1), παράγραφος 62, που αντικατέστησαν τις κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν σχετικά με τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς («Κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα 2008») (ΕΕ L 17 της 20.1.2011, σ. 1 και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 3 της 20.1.2011, σ. 1), παράγραφος 51.

(19)  Έγγραφο αριθ. 819287.

(20)  Βλέπε: http://www.almchf.com/new-and-events/nr/121.

(21)  Υπόθεση E-03/11, Pálmi Sigmarsson κατά Seðlabanki Íslands, Συλλογή αποφάσεων του Δικαστηρίου της ΕΖΕΣ 2011, σκέψη 430.

(22)  Απόφαση σχετικά με την ενίσχυση αναδιάρθρωσης της Arion, αιτιολογικές σκέψεις 86, 149, 168 και 238.

(23)  Ότι η οικονομική εξυγίανση και πτώχευση πιστωτικών οργανισμών, όπως της Kaupthing, διέπεται από τις διατάξεις του νόμου αριθ. 161/2002 για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις ο οποίος περιέχει συγκεκριμένο σύνολο κανόνων περί πτώχευσης που συμπληρώνονται από τις γενικές διατάξεις του ισλανδικού νόμου περί πτωχεύσεων αριθ. 21/1991 ο οποίος ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις πτώχευσης στην Ισλανδία. Οι διαδικασίες εκκαθάρισης είναι από πολλές απόψεις παρόμοιες με τις διαδικασίες πτώχευσης και, πράγματι, πολλές διατάξεις του νόμου περί πτωχεύσεων ενσωματώνονται στον ανωτέρω νόμο μέσω παραπομπής, όπως η διεκπεραίωση απαιτήσεων, καθώς και άλλες διατάξεις που διασφαλίζουν ίση μεταχείριση των πιστωτών.

(24)  Βλέπε πίνακες 1 έως 3, συνημμένους στην επιστολή της Arion της 31ης Μαρτίου 2015 (έγγραφο αριθ. 753101).

(25)  Έγγραφο αριθ. 696088.

(26)  Οι δείκτες της αγοράς ομολόγων iBoxx λειτουργούν ως δείκτες αναφοράς για επαγγελματική χρήση και περιλαμβάνουν εκδόσεις ομολόγων ρευστοποιήσιμων επενδύσεων.

(27)  Απόφαση στην υπόθεση Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, C-57/86, EU:C:1988:284, σκέψη 9.

(28)  Παρόλο που οι κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα 2008 δεν είναι πλέον σε ισχύ, ήταν σε ισχύ όταν εγκρίθηκαν τα επίμαχα μέτρα και, ως εκ τούτου, η Αρχή πρέπει να τις εφαρμόσει σε αυτή την περίπτωση.

(29)  Απόφαση στην υπόθεση Γερμανία κατά Επιτροπής, C-248/84, EU:C:1987:437, σκέψη 17.

(30)  Απόφαση στην υπόθεση Air France κατά Επιτροπής, T-358/94, EU:T:1996:194, σκέψεις 58-62.

(31)  Αποφάσεις στις υποθέσεις Ιταλία κατά Επιτροπής, C-173/73, EU:C:1974:71, σκέψη 16· Steinicke και Weinling κατά Γερμανίας, C-78/76, EU:C:1977:52.

(32)  Βλέπε απόφαση της Επιτροπής αριθ. 2000/600/ΕΚ, της 10ης Νοεμβρίου 1999, για την κρατική ενίσχυση υπό όρους που σχεδιάζει να εφαρμόσει η Ιταλία υπέρ των κρατικών σικελικών τραπεζών Banco di Sicilia και Sicilcassa (ΕΕ L 256 της 10.10.2000, σ. 21) στις σκέψεις 48 και 49, όπου γίνεται αποδεκτό χωρίς περαιτέρω συζήτηση ότι τα πλεονεκτήματα που χορήγησε η Banca d'Italia σε προβληματικές τράπεζες συνιστούν χρηματοδοτική ενίσχυση από το κράτος.

(33)  Κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα 2013, παράγραφος 62.

(34)  Απόφαση στην υπόθεση Ιταλία κατά Επιτροπής, C-173/73, EU:C:1974:71, σκέψη 13.

(35)  Αποφάσεις στις υποθέσεις Επιτροπή κατά ΕΤΑ, C-124/10 P, EU:C:2012:318, σκέψεις 79-81· Βέλγιο κατά Επιτροπής, C-234/84, EU:C:1986:302, σκέψη 14· Βέλγιο κατά Επιτροπής, C-40/85, EU:C:1986:305, σκέψη 13· Ισπανία κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92 έως C-280/92, EU:C:1994:325, σκέψη 22· και Γερμανία κατά Επιτροπής, C-334/99, EU:C:2003:55, σκέψη 134.

(36)  Βλέπε αποφάσεις στις υποθέσεις Ισπανία κατά Επιτροπής, C-342/96, EU:C:1999:210, σκέψεις 46 επ.· SIC κατά Επιτροπής, T-46/97, EU:C:2000:123, σκέψεις 98 επ.· DM Transport, C-256/97, EU:C:1999:332, σκέψεις 19 επ.· Ισπανία κατά Επιτροπής, C-480/98, EU:C:2000:559, σκέψεις 19 επ.· HAMSA κατά Επιτροπής, T-152/99, EU:T:2002:188, σκέψη 167· Ισπανία κατά Επιτροπής, C-276/02, EU:C:2004:521, σκέψεις 31 επ.· Lenzig κατά Επιτροπής, T-36/99, EU:T:2004:312, σκέψεις 134 επ.· Technische Glaswerke Ilmenau κατά Επιτροπής, T-198/01, EU:T:2004:222, σκέψεις 97 επ.· Ισπανία κατά Επιτροπής, C-525/04P, EU:C:2007:698, σκέψεις 43 επ.· Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες κατά Επιτροπής, T-68/03, EU:T:2007:253· και Buzek Automotive κατά Επιτροπής, T-1/08, EU:T:2011:216, σκέψεις 65 επ.

(37)  Βλέπε προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jacobs στην υπόθεση DM Transport, C-256/97, EU:C:1998:436, σημείο 38.

(38)  Έγγραφο αριθ. 753101.


Διορθωτικά

26.10.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 276/78


Διορθωτικό στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/583 της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2016, σχετικά με τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις απαιτήσεις διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης και τις επιχειρήσεις επενδύσεων ως προς τις ομολογίες, τα δομημένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα δικαιώματα εκπομπής και τα παράγωγα

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 87 της 31ης Μαρτίου 2017 )

Στη σελίδα 230, στην αιτιολογική σκέψη 10 πρώτη περίοδος:

αντί:

«Πληροφορίες που απαιτείται να δημοσιοποιούνται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο πρέπει να διατίθενται στιγμιαία στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό από τεχνική άποψη· αυτό προϋποθέτει έναν εύλογο βαθμό αποτελεσματικότητας και δαπανών για τα συστήματα εκ μέρους του διαχειριστή της αγοράς, του εγκεκριμένου μηχανισμού δημοσίευσης συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.) ή της ενδιαφερόμενης επιχείρησης επενδύσεων.»

διάβαζε:

«Πληροφορίες που απαιτείται να δημοσιοποιούνται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο πρέπει να διατίθενται στιγμιαία στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό από τεχνική άποψη· αυτό προϋποθέτει έναν εύλογο βαθμό αποτελεσματικότητας και δαπανών για τα συστήματα εκ μέρους του διαχειριστή της αγοράς, του εγκεκριμένου μηχανισμού δημοσίευσης συναλλαγών (ΕΜΔ) ή της ενδιαφερόμενης επιχείρησης επενδύσεων.».

Στη σελίδα 230, στην αιτιολογική σκέψη 11:

αντί:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να δημοσιοποιούν τα λεπτομερή στοιχεία των συναλλαγών που εκτελούνται εκτός τόπου διαπραγμάτευσης μέσω ενός Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις επενδύσεων αναφέρουν τις συναλλαγές τους στους Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/571 (1).»

διάβαζε:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να δημοσιοποιούν τα λεπτομερή στοιχεία των συναλλαγών που εκτελούνται εκτός τόπου διαπραγμάτευσης μέσω ενός ΕΜΔ. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις επενδύσεων αναφέρουν τις συναλλαγές τους στους ΕΜΔ και θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με τον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/571 (1).».

Στη σελίδα 237, στο άρθρο 8 παράγραφος 3:

αντί:

«Στην περίπτωση που μια συναλλαγή μεταξύ δύο επιχειρήσεων επενδύσεων, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε εκ μέρους πελατών, εκτελείται εκτός του πλαισίου κανόνων ενός τόπου διαπραγμάτευσης, η σχετική αρμόδια αρχή για σκοπούς καθορισμού του εφαρμοζόμενου καθεστώτος αναβολής θεωρείται η αρμόδια αρχή της επιχείρησης επενδύσεων που είναι υπεύθυνη για τη δημοσιοποίηση μέσω ενός Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. σύμφωνα με τις παραγράφους 5, 6 και 7 του άρθρου 7.»

διάβαζε:

«Στην περίπτωση που μια συναλλαγή μεταξύ δύο επιχειρήσεων επενδύσεων, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε εκ μέρους πελατών, εκτελείται εκτός του πλαισίου κανόνων ενός τόπου διαπραγμάτευσης, η σχετική αρμόδια αρχή για σκοπούς καθορισμού του εφαρμοζόμενου καθεστώτος αναβολής θεωρείται η αρμόδια αρχή της επιχείρησης επενδύσεων που είναι υπεύθυνη για τη δημοσιοποίηση μέσω ενός ΕΜΔ, σύμφωνα με τις παραγράφους 5, 6 και 7 του άρθρου 7.».