ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

58ό έτος
14 Νοεμβρίου 2015


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2030 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους έμμονους οργανικούς ρύπους, όσον αφορά το παράρτημα I ( 1 )

1

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2031 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 της Επιτροπής σχετικά με το άνοιγμα και τη διαχείριση δασμολογικής ποσόστωσης για το ελαιόλαδο καταγωγής Τυνησίας

4

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2032 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1089 όσον αφορά τα δημοσιονομικά ανώτατα όρια, για το 2015, που εφαρμόζονται σε ορισμένα καθεστώτα άμεσης στήριξης για το Ηνωμένο Βασίλειο

6

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2033 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, για την ανανέωση της έγκρισης της δραστικής ουσίας 2,4-D, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, και την τροποποίηση του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής ( 1 )

8

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2034 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

12

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2035 του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με τη θέση που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης και την επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα, οι οποίες θεσπίστηκαν με τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση εσωτερικού κανονισμού της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης, την κατάρτιση του καταλόγου των εμπειρογνωμόνων της εν λόγω υποεπιτροπής για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη και την κατάρτιση του καταλόγου των διαιτητών από την επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα

14

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2015/2036 του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2015, για τον διορισμό στην Επιτροπή των Περιφερειών τεσσάρων αναπληρωματικών μελών από την Ιταλία

22

 

*

Απόφαση (EE) 2015/2037 του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 2015, για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών να κυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πρωτόκολλο του 2014 στη σύμβαση για την αναγκαστική εργασία, του 1930, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με τα θέματα που αφορούν την κοινωνική πολιτική

23

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/2038 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Δημοκρατίας της Κορέας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

25

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/2039 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Νότιας Αφρικής για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

29

 

*

Εκτελεστική απόφαση (EE) 2015/2040 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου ορισμένων επαρχιών του Καναδά για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

32

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/2041 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου του Μεξικού για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

38

 

*

Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/2042 της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Ελβετίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

42

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2030 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους έμμονους οργανικούς ρύπους, όσον αφορά το παράρτημα I

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 850/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τους έμμονους οργανικούς ρύπους και την τροποποίηση της οδηγίας 79/117/ΕΟΚ (1), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 850/2004 εφαρμόζει στο ενωσιακό δίκαιο τις δεσμεύσεις που καθορίζονται στη σύμβαση της Στοκχόλμης για τους έμμονους οργανικούς ρύπους, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 2006/507/ΕΚ του Συμβουλίου (2), και στο πρωτόκολλο του Aarhus του 1998 για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (στο εξής «το πρωτόκολλο») της σύμβασης του 1979 για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση μεγάλης απόστασης που οφείλεται στους έμμονους οργανικούς ρύπους (στο εξής «CLRTAP»), η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 2004/259/ΕΚ του Συμβουλίου (3).

(2)

Η απόφαση 2009/2 (4), που εγκρίθηκε από το εκτελεστικό όργανο της CLRTAP κατά την 27η σύνοδό του από τις 14 έως τις 18 Δεκεμβρίου 2009, προσδιόρισε τις χλωριωμένες παραφίνες μικρής αλυσίδας (στο εξής «SCCP») ως έμμονους οργανικούς ρύπους. Ως εκ τούτου, προστέθηκαν στο πρωτόκολλο για εξάλειψη, με δύο εξαιρέσεις: χρήση ως φλογοεπιβραδυντικών σε ελαστικό που χρησιμοποιείται σε ταινιόδρομους στην εξορυκτική βιομηχανία ή σε σφραγιστικά υλικά για φράγματα. Η απόφαση 2009/2 υποχρεώνει τα συμβαλλόμενα μέρη του πρωτοκόλλου να εξαλείψουν αυτές τις δύο χρήσεις μόλις καταστούν διαθέσιμες κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις. Η απόφαση 2009/2 μεταφέρθηκε στο δίκαιο της Ένωσης με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 519/2012 της Επιτροπής (5), στον οποίο απαριθμούνται οι SCCP στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004.

(3)

Η καταχώριση των SCCP στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 προβλέπει παρέκκλιση για την παραγωγή, τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση SCCP σε ταινιόδρομους στην εξορυκτική βιομηχανία και σε σφραγιστικά υλικά για φράγματα. Για να συμμορφωθεί με την απόφαση 2009/2, σύμφωνα με την εν λόγω καταχώριση, μόλις καταστούν διαθέσιμα νέα στοιχεία σχετικά με τις λεπτομέρειες των χρήσεων και ασφαλέστερες εναλλακτικές ουσίες ή τεχνολογίες, η Επιτροπή πρέπει να επανεξετάσει τις παρεκκλίσεις με σκοπό να καταργηθούν σταδιακά οι υπόλοιπες χρήσεις των SCCP. Η εν λόγω επανεξέταση, ενώ υπαγορευόταν από την απόφαση 2009/2, είναι σύμφωνη με το άρθρο 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004.

(4)

Σύμφωνα με την απόφαση 2009/2 και την καταχώριση SCCP στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004, η επανεξέταση των εξαιρέσεων θα πρέπει να επικεντρώνεται στην ύπαρξη κατάλληλων εναλλακτικών λύσεων για τις δύο εναπομένουσες χρήσεις. Μόλις προσδιοριστούν οι εν λόγω εναλλακτικές δυνατότητες, οι εξαιρέσεις θα πρέπει να διαγραφούν από την καταχώριση.

(5)

Το 2010 οι Κάτω Χώρες υπέβαλαν φάκελο για τις SCCP με τίτλο «Αξιολόγηση των πιθανών περιορισμών για τις χλωριωμένες παραφίνες μικρής αλυσίδας» (στο εξής «ο φάκελος») (6). Ο φάκελος προσδιορίζει ορισμένες εναλλακτικές λύσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν αντί των SCCP σε ταινιόδρομους στην εξορυκτική βιομηχανία και σε σφραγιστικά υλικά για φράγματα. Ο φάκελος λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα δημόσιας διαβούλευσης που διεξήχθη κατά τη διάρκεια της εκπόνησής του από τις Κάτω Χώρες.

(6)

Μεταξύ των διαφόρων εναλλακτικών επιλογών που έχουν προσδιοριστεί οι πιο γνωστές είναι οι χλωριωμένες παραφίνες μέσης και μακράς αλυσίδας (MCCP και LCCP), από τις οποίες οι MCCP φαίνεται να είναι η εναλλακτική επιλογή για τη μεγάλη πλειονότητα των χρηστών. Τόσο οι MCCP όσο και οι LCCP συνδυάζουν χαρακτηριστικά επιδόσεων παρόμοια με εκείνα των SCCP. Άλλες διαθέσιμες εναλλακτικές επιλογές περιλαμβάνουν ουσίες όπως τα οργανοφωσφορικά φλογοεπιβραδυντικά και οι φωσφορικοί πλαστικοποιητές, τα ανόργανα φλογοεπιβραδυντικά και πολλές άλλες.

(7)

Κατά τη διάρκεια της εν λόγω δημόσιας διαβούλευσης προβλήθηκε ο προβληματισμός από ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες ότι η μετάβαση σε εναλλακτικές επιλογές ενδέχεται να μην είναι κατ' ανάγκη ομαλή, ενώ η αναδιατύπωση μπορεί να απαιτήσει σημαντικό χρόνο. Ωστόσο, παραδείγματα δείχνουν ότι υπάρχουν ευρωπαϊκές εταιρείες που έχουν ξεκινήσει τη χρήση εναλλακτικών επιλογών χωρίς σημαντικές δυσκολίες. Ιδίως όσον αφορά τις δύο εφαρμογές που εξαιρούνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004, ένας μεγάλος κατασκευαστής των ταινιόδρομων δήλωσε ότι η μετάβαση σε MCCP ήταν ομαλή και είχε ως αποτέλεσμα χαμηλό μόνο κόστος. Κατά την προετοιμασία της ίδιας διαβούλευσης δύο άλλες εταιρείες επεξεργάζονταν εναλλακτικές λύσεις.

(8)

Το 2013 η Επιτροπή πραγματοποίησε διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους στην εξορυκτική βιομηχανία. Από τη διαβούλευση προέκυψε ότι ταινιόδρομοι που περιέχουν SCCP έχουν πάψει να χρησιμοποιούνται από τη βιομηχανία για σκοπούς εξόρυξης.

(9)

Όσον αφορά τα σφραγιστικά υλικά για φράγματα που περιέχουν SCCP, δεν φαίνεται να παράγονται, να διατίθενται στην αγορά ή να χρησιμοποιούνται στην Ένωση. Πράγματι, ήδη από το 2008 τα ενδιαφερόμενα μέρη επισήμαναν στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (7) ότι οι SCCP δεν φαίνεται να χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να καταργηθούν σταδιακά σε σφραγιστικά υλικά (συμπεριλαμβανομένων των σφραγιστικών υλικών για φράγματα) στην Ευρώπη.

(10)

Τον Ιούνιο του 2012 η μόνη γνωστή οντότητα που καταχώρισε παρασκευή SCCP βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) δήλωσε ότι είχε σταματήσει και ότι δεν έχει πρόθεση να αρχίσει εκ νέου παρασκευή της ουσίας.

(11)

Υπάρχουν κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις στη χρήση των SCCP σε ταινιόδρομους στην εξορυκτική βιομηχανία και σε σφραγιστικά υλικά για φράγματα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή υποχρεούται από την απόφαση 2009/2 και τη ρήτρα αναθεώρησης στην καταχώριση SCCP στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 να εξαλείψει αυτές τις δύο χρήσεις. Μολονότι η βιομηχανία φαίνεται να έχει προβεί οικειοθελώς στη σταδιακή κατάργηση των δύο αυτών χρήσεων, οι εξαιρέσεις στην καταχώριση θα πρέπει να διαγραφούν για να εξασφαλιστεί πλήρης συμμόρφωση με τον στόχο της διεθνούς συμφωνίας για την εξάλειψη της χρήσης έμμονων οργανικών ρύπων.

(12)

Είναι επίσης αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι, όσον αφορά τις SCCP, η απαγόρευση την οποία επιβάλλει το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 δεν ισχύει για ταινιόδρομους στην εξορυκτική βιομηχανία και σφραγιστικά υλικά για φράγματα που χρησιμοποιούνται ήδη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού ή πριν από αυτήν.

(13)

Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι προϊόντα που περιέχουν SCCP σε συγκεντρώσεις κάτω του 0,15 % κατά βάρος επιτρέπεται να διατεθούν στην αγορά και να χρησιμοποιηθούν, καθώς πρόκειται για την ποσότητα των SCCP που μπορεί να υπάρχει ως πρόσμειξη σε προϊόν που παράγεται με MCCP.

(14)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου (9),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 7.

(2)  Απόφαση 2006/507/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της σύμβασης της Στοκχόλμης για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (ΕΕ L 209 της 31.7.2006, σ. 1).

(3)  Απόφαση 2004/259/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Φεβρουαρίου 2004, σχετικά με τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του πρωτοκόλλου της σύμβασης του 1979 για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση μεγάλης απόστασης που οφείλεται στους έμμονους οργανικούς ρύπους (ΕΕ L 81 της 19.3.2004, σ. 35).

(4)  C.N. 556.2010.TREATIES-4.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 519/2012 της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2012, σχετικά με τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους έμμονους οργανικούς ρύπους, όσον αφορά το παράρτημα I (ΕΕ L 159 της 20.6.2012, σ. 1).

(6)  Evaluation of Possible Restrictions on Short Chain Chlorinated Paraffins (SCCPs) [Αξιολόγηση των πιθανών περιορισμών για τις χλωριωμένες παραφίνες μικρής αλυσίδας (SCCP)], που εκπονήθηκε για το Εθνικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας και Περιβάλλοντος (RIVM), Κάτω Χώρες, RPA Ιούλιος 2010.

(7)  http://echa.europa.eu/documents/10162/13640/tech_rep_alkanes_chloro_en.pdf

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).

(9)  Οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών (ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο μέρος B του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004, η καταχώριση για χλωροαλκάνια C10-C13 (χλωριωμένες παραφίνες μικρής αλυσίδας) (SCCP) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Χλωροαλκάνια C10-C13 (χλωριωμένες παραφίνες μικρής αλυσίδας) (SCCP)

85535-84-8

287-476-5

1.

Κατά παρέκκλιση, επιτρέπονται η παραγωγή, η διάθεση στην αγορά και η χρήση ουσιών ή παρασκευασμάτων που περιέχουν SCCP σε συγκεντρώσεις κάτω του 1 % κατά βάρος ή αντικειμένων που περιέχουν SCCP σε συγκεντρώσεις κάτω του 0,15 % κατά βάρος.

2.

Η χρήση επιτρέπεται για:

α)

ταινιόδρομους στην εξορυκτική βιομηχανία και σφραγιστικά υλικά για φράγματα που περιέχουν SCCP οι οποίες χρησιμοποιούνταν ήδη πριν από ή κατά την 4η Δεκεμβρίου 2015· και

β)

αντικείμενα που περιέχουν SCCP εκτός από αυτά που αναφέρονται στο στοιχείο α) και χρησιμοποιούνταν ήδη πριν από ή κατά τη 10η Ιουλίου 2012.

3.

Στα προϊόντα που αναφέρονται στο σημείο 2 ανωτέρω εφαρμόζεται το άρθρο 4 παράγραφος 2 τρίτο και τέταρτο εδάφιο.»


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/4


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2031 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 της Επιτροπής σχετικά με το άνοιγμα και τη διαχείριση δασμολογικής ποσόστωσης για το ελαιόλαδο καταγωγής Τυνησίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 187 στοιχεία α), γ) και δ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 της Επιτροπής (2) ανοίχτηκε ετήσια δασμολογική ποσόστωση για την εισαγωγή παρθένου ελαιολάδου στην Ένωση των κωδικών ΣΟ 1509 10 10 και 1509 10 90, το οποίο παράγεται εξολοκλήρου στην Τυνησία και μεταφέρεται από τη χώρα αυτή απευθείας. Το άρθρο 2 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει μηνιαία όρια για την ποσότητα ελαιολάδου για την οποία μπορούν να εκδοθούν πιστοποιητικά εισαγωγής στο πλαίσιο της συνολικής ποσότητας της ποσόστωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου. Δεδομένης της ανάγκης να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κατάστασης της Τυνησίας, είναι σκόπιμο να διευκολυνθεί το εμπόριο ελαιολάδου μεταξύ της Ένωσης και της Τυνησίας με τη μείωση του διοικητικού φόρτου για τη διαχείριση της ποσόστωσης που ανοίχτηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1918/2006. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καταργηθούν τα μηνιαία όρια που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Το ποσό της εγγύησης που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 θα πρέπει να αυξηθεί ώστε να εξασφαλιστεί η υποχρέωση εισαγωγής κατά τη διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών εισαγωγής.

(3)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η ποσόστωση ανοίγεται από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους.»·

β)

η παράγραφος 3 απαλείφεται.

2)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1301/2006, οι αιτούντες δύνανται να υποβάλλουν μία αίτηση πιστοποιητικού εισαγωγής ανά εβδομάδα, τη Δευτέρα ή την Τρίτη.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα πιστοποιητικά εισαγωγής ισχύουν από την ημερομηνία της πραγματικής έκδοσής τους, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 376/2008 της Επιτροπής (3), έως την τελευταία ημέρα της περιόδου της δασμολογικής ποσόστωσης εισαγωγής.

Το ποσό της εγγύησης ανέρχεται σε 20 ευρώ ανά 100 kg καθαρού βάρους.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 376/2008 της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 2008, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εισαγωγής, εξαγωγής και προκαθορισμού για τα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 114 της 26.4.2008, σ. 3).»."

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται για τις περιόδους δασμολογικών ποσοστώσεων που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1918/2006 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για το άνοιγμα και τη διαχείριση δασμολογικής ποσόστωσης για το ελαιόλαδο καταγωγής Τυνησίας (ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 84).


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/6


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2032 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1089 όσον αφορά τα δημοσιονομικά ανώτατα όρια, για το 2015, που εφαρμόζονται σε ορισμένα καθεστώτα άμεσης στήριξης για το Ηνωμένο Βασίλειο

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφος 1, το άρθρο 42 παράγραφος 2 και το άρθρο 51 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1089 της Επιτροπής (2) καθόρισε τα ετήσια εθνικά ανώτατα όρια για τα σχετικά μέτρα άμεσων ενισχύσεων το 2015.

(2)

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η νομοθεσία για την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων σχετικά με τις άμεσες ενισχύσεις στην Ουαλία ακυρώθηκε με διαταγή εθνικού δικαστηρίου. Κατά συνέπεια, το Ηνωμένο Βασίλειο έλαβε νέες αποφάσεις για την εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων στην Ουαλία, τις οποίες κοινοποίησε στην Επιτροπή. Μολονότι εναπόκειται στο Ηνωμένο Βασίλειο να μεριμνήσει ώστε οι νέες αυτές αποφάσεις να τηρούν το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο και τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, είναι σκόπιμο να ληφθούν υπόψη οι εν λόγω νέες αποφάσεις. Πιο συγκεκριμένα, δεδομένου ότι οι νέες αυτές αποφάσεις επηρεάζουν τον υπολογισμό των ετήσιων εθνικών ανώτατων ορίων για το 2015 όσον αφορά το καθεστώς βασικής ενίσχυσης και την ενίσχυση για γεωργούς νεαρής ηλικίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι σκόπιμο να τροποποιηθούν αναλόγως τα ανώτατα όρια. Επιπλέον, βάσει των εν λόγω αποφάσεων, είναι σκόπιμο να καθοριστεί το ανώτατο όριο όσον αφορά την αναδιανεμητική ενίσχυση για το 2015 για το Ηνωμένο Βασίλειο.

(3)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1089 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Όσον αφορά το έτος 2015, η εφαρμογή των καθεστώτων άμεσης στήριξης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 άρχισε την 1η Ιανουαρίου 2015. Για λόγους συνοχής μεταξύ της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού για το έτος υποβολής αιτήσεων 2015 και της εφαρμογής των αντίστοιχων δημοσιονομικών ανώτατων ορίων, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται από την ίδια ημερομηνία.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής άμεσων ενισχύσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1089

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1089 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1089 της Επιτροπής, της 6ης Ιουλίου 2015, σχετικά με τον καθορισμό, για το 2015, των δημοσιονομικών ανώτατων ορίων για ορισμένα καθεστώτα άμεσης στήριξης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και τον καθορισμό του μεριδίου για το ειδικό αποθεματικό αποναρκοθέτησης της Κροατίας (ΕΕ L 176 της 6.7.2015, σ. 29).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1089 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο σημείο Ι, η εγγραφή για το Ηνωμένο Βασίλειο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ηνωμένο Βασίλειο

2 100 795»

2)

Στο σημείο ΙΙΙ, προστίθεται η ακόλουθη εγγραφή για το Ηνωμένο Βασίλειο:

«Ηνωμένο Βασίλειο

16 134»

3)

Στο σημείο VI, η εγγραφή για το Ηνωμένο Βασίλειο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ηνωμένο Βασίλειο

51 798»


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/8


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2033 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

για την ανανέωση της έγκρισης της δραστικής ουσίας 2,4-D, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, και την τροποποίηση του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 20 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η έγκριση της δραστικής ουσίας 2,4-D, όπως ορίζεται στο μέρος Α του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής (2), λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2015.

(2)

Αίτηση για την ανανέωση της καταχώρισης της ουσίας 2,4-D στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3) υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1141/2010 της Επιτροπής (4) εντός της χρονικής περιόδου που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο.

(3)

Ο αιτών υπέβαλε τους συμπληρωματικούς φακέλους που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1141/2010. Το κράτος μέλος — εισηγητής διαπίστωσε ότι η αίτηση ήταν πλήρης.

(4)

Το κράτος μέλος — εισηγητής εκπόνησε έκθεση εκτίμησης ανανέωσης σε συνεννόηση με το κράτος μέλος — συνεισηγητή και την υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (εφεξής «η Αρχή») και στην Επιτροπή στις 4 Μαρτίου 2013.

(5)

Η Αρχή γνωστοποίησε την έκθεση αξιολόγησης ανανέωσης στον αιτούντα και σε όλα τα κράτη μέλη για την υποβολή παρατηρήσεων και διαβίβασε τις παρατηρήσεις που έλαβε στην Επιτροπή. Η Αρχή κατέστησε επίσης τον συμπληρωματικό συνοπτικό φάκελο διαθέσιμο στο κοινό.

(6)

Στις 7 Αυγούστου 2014 και στις 11 Μαρτίου 2015 (5) η Αρχή κοινοποίησε στην Επιτροπή το συμπέρασμά της σχετικά με το αν η ουσία 2,4-D μπορεί να αναμένεται ότι πληροί τα κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009. Στις 28 Μαΐου 2015 η Επιτροπή παρουσίασε στη μόνιμη επιτροπή φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών το σχέδιο έκθεσης ανασκόπησης για την ουσία 2,4-D.

(7)

Όσον αφορά μία ή περισσότερες αντιπροσωπευτικές χρήσεις ενός τουλάχιστον φυτοπροστατευτικού προϊόντος που περιέχει τη δραστική ουσία, διαπιστώθηκε ότι πληρούνται τα κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στο άρθρο 4. Συνεπώς, θεωρείται ότι τα εν λόγω κριτήρια έγκρισης πληρούνται.

(8)

Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να ανανεωθεί η έγκριση της ουσίας 2,4-D.

(9)

Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 6 του ίδιου κανονισμού και με βάση τις τρέχουσες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, είναι εντούτοις αναγκαίο να συμπεριληφθούν ορισμένοι όροι και περιορισμοί. Είναι ιδίως σκόπιμο να ζητηθούν περαιτέρω επιβεβαιωτικές πληροφορίες.

(10)

Η εκτίμηση επικινδυνότητας για την ανανέωση της έγκρισης της ουσίας 2,4-D βασίζεται σε περιορισμένο αριθμό αντιπροσωπευτικών χρήσεων, όμως το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει τις χρήσεις για τις οποίες μπορούν να εγκριθούν φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την ουσία 2,4-D. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να μη διατηρηθεί ο περιορισμός στις χρήσεις ως ζιζανιοκτόνου.

(11)

Σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 13 παράγραφος 4 αυτού, το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(12)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοστεί από την επομένη ημέρα μετά την ημερομηνία λήξης της έγκρισης της δραστικής ουσίας 2,4-D, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 1.

(13)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ανανέωση της έγκρισης δραστικής ουσίας

Η έγκριση της δραστικής ουσίας 2,4-D, όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα I, ανανεώνεται υπό τους όρους που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2016.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής, της 25ης Μαΐου 2011, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κατάλογο των εγκεκριμένων δραστικών ουσιών (ΕΕ L 153 της 11.6.2011, σ. 1).

(3)  Οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1141/2010 της Επιτροπής, της 7ης Δεκεμβρίου 2010, για τη θέσπιση της διαδικασίας ανανέωσης της καταχώρισης μιας δεύτερης ομάδας δραστικών ουσιών στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάρτιση του καταλόγου των ουσιών αυτών (ΕΕ L 322 της 8.12.2010, σ. 10).

(5)  Δελτίο EFSA (2014)· 12(9): 3812. Διαθέσιμο ηλεκτρονικά στη διεύθυνση: www.efsa.europa.eu


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κοινή ονομασία,

αριθμοί ταυτοποίησης

Ονομασία IUPAC

Καθαρότητα (1)

Ημερομηνία έγκρισης

Λήξη της έγκρισης

Ειδικοί όροι

2,4-D

Αριθ. CAS: 94-75-7

Αριθ. CIPAC: 1

(2,4-διχλωροφαινοξυ)οξικό οξύ

≥ 960 g/kg

Προσμείξεις:

 

Ελεύθερες φαινόλες (εκφραζόμενες ως 2,4-DCP): 3 g/kg κατ' ανώτατο όριο.

 

Σύνολο διοξινών και φουρανίων (WHO-TCDD TEQ) (2): 0,01 mg/kg κατ' ανώτατο όριο.

1η Ιανουαρίου 2016

31 Δεκεμβρίου 2030

Για την εφαρμογή των ενιαίων αρχών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της έκθεσης ανασκόπησης για την ουσία 2,4-D, και ιδίως τα προσαρτήματά της I και II.

Κατά τη συνολική αυτή αξιολόγηση τα κράτη μέλη πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο για τους υδρόβιους οργανισμούς, τους χερσαίους οργανισμούς και τους καταναλωτές σε περιπτώσεις χρήσεων πάνω από 750 g/ha.

Οι όροι χρήσης πρέπει να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, μέτρα περιορισμού του κινδύνου.

Ο αιτών υποβάλλει στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη και στην Αρχή:

1)

επιβεβαιωτικές πληροφορίες με τη μορφή υποβολής ολοκληρωμένων αποτελεσμάτων της υφιστάμενης εκτεταμένης μελέτης μιας γενεάς·

2)

επιβεβαιωτικές πληροφορίες με τη μορφή υποβολής της δοκιμασίας μεταμόρφωσης αμφιβίων (AMA) [ΟΟΣΑ (2009) δοκιμή αριθ. 231] για την επαλήθευση των δυνητικών δράσεων της ουσίας στο ενδοκρινικό.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο 1 υποβάλλονται έως τις 4 Ιουνίου 2016, καθώς και τα στοιχεία που ορίζονται στο σημείο 2 έως τις 4 Δεκεμβρίου 2017.


(1)  Περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με την ταυτότητα και τις προδιαγραφές της δραστικής ουσίας παρέχονται στην έκθεση ανασκόπησης.

(2)  Διοξίνες [άθροισμα πολυχλωριωμένων διβενζο-p-διοξινών (PCDD) και πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDF), εκφρασμένο ως συγκέντρωση ισοδυνάμου τοξικότητας της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) με βάση τους συντελεστές ισοδυνάμου τοξικότητας της ΠΟΥ (WHO-TEF)].


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο μέρος Α, η καταχώριση 27 για την ουσία 2,4-D διαγράφεται.

2)

Στο μέρος Β προστίθεται η ακόλουθη καταχώριση:

«94

2,4-D

Αριθ. CAS: 94-75-7

Αριθ. CIPAC: 1

(2,4-διχλωροφαινοξυ)οξικό οξύ

≥ 960 g/kg

Προσμείξεις:

 

Ελεύθερες φαινόλες (εκφραζόμενες ως 2,4-DCP): 3 g/kg κατ' ανώτατο όριο.

 

Σύνολο διοξινών και φουρανίων (WHO-TCDD TEQ) (1): 0,01 mg/kg κατ' ανώτατο όριο.

1η Ιανουαρίου 2016

31 Δεκεμβρίου 2030

Για την εφαρμογή των ενιαίων αρχών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της έκθεσης ανασκόπησης για την ουσία 2,4-D, και ιδίως τα προσαρτήματά της I και II.

Κατά τη συνολική αυτή αξιολόγηση τα κράτη μέλη πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο για τους υδρόβιους οργανισμούς, τους χερσαίους οργανισμούς και τους καταναλωτές σε περιπτώσεις χρήσεων πάνω από 750 g/ha.

Οι όροι χρήσης πρέπει να περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, μέτρα περιορισμού του κινδύνου.

Ο κοινοποιών υποβάλλει στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη και στην Αρχή:

1)

επιβεβαιωτικές πληροφορίες με τη μορφή υποβολής ολοκληρωμένων αποτελεσμάτων της υφιστάμενης εκτεταμένης μελέτης μιας γενεάς·

2)

επιβεβαιωτικές πληροφορίες με τη μορφή υποβολής της δοκιμασίας μεταμόρφωσης αμφιβίων (AMA) [ΟΟΣΑ (2009) δοκιμή αριθ. 231] για την επαλήθευση των δυνητικών δράσεων της ουσίας στο ενδοκρινικό.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο 1 υποβάλλονται έως τις 4 Ιουνίου 2016, καθώς και τα στοιχεία που ορίζονται στο σημείο 2 έως τις 4 Δεκεμβρίου 2017.


(1)  Διοξίνες [άθροισμα πολυχλωριωμένων διβενζο-p-διοξινών (PCDD) και πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDF), εκφρασμένο ως συγκέντρωση ισοδυνάμου τοξικότητας της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) με βάση τους συντελεστές ισοδυνάμου τοξικότητας της ΠΟΥ (WHO-TEF)].»


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/12


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2034 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

AL

50,7

MA

82,7

MK

43,3

ZZ

58,9

0707 00 05

AL

78,9

TR

147,0

ZZ

113,0

0709 93 10

MA

81,2

TR

168,9

ZZ

125,1

0805 20 10

CL

185,6

MA

91,0

PE

166,7

TR

83,5

ZZ

131,7

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

TR

69,1

ZA

95,1

ZZ

82,1

0805 50 10

TR

99,6

ZZ

99,6

0806 10 10

BR

289,3

EG

231,3

PE

253,2

TR

173,2

ZZ

236,8

0808 10 80

AR

151,8

CA

163,3

CL

84,7

MK

29,8

NZ

136,8

US

150,6

ZA

214,0

ZZ

133,0

0808 30 90

BA

86,2

CN

64,9

TR

131,0

ZZ

94,0


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/14


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/2035 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Οκτωβρίου 2015

σχετικά με τη θέση που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης και την επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα, οι οποίες θεσπίστηκαν με τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου, όσον αφορά την έγκριση εσωτερικού κανονισμού της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης, την κατάρτιση του καταλόγου των εμπειρογνωμόνων της εν λόγω υποεπιτροπής για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη και την κατάρτιση του καταλόγου των διαιτητών από την επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 431 της συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου (1) («η συμφωνία»), προβλέπει την προσωρινή εφαρμογή μέρους της συμφωνίας.

(2)

Το άρθρο 3 της απόφασης 2014/494/ΕΕ του Συμβουλίου (2) καθορίζει ποια τμήματα της συμφωνίας πρόκειται να εφαρμοστούν προσωρινά, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για τη σύσταση και τη λειτουργία της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης και της επιτροπής σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα, όπως ορίζεται στο άρθρο 408 παράγραφος 4 της συμφωνίας («επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα»), τις διατάξεις σχετικά με το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη και τις διατάξεις για τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 240 παράγραφος 3 της συμφωνίας, η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 243 παράγραφος 3 της συμφωνίας, η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης, κατά την πρώτη συνεδρίασή της, καταρτίζει έναν κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων που επιθυμούν και μπορούν να εκτελέσουν χρέη εμπειρογνωμόνων στις διαδικασίες της ομάδας για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 268 παράγραφος 1 της συμφωνίας, η επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα καταρτίζει έναν κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων που επιθυμούν και μπορούν να ασκούν χρέη διαιτητών στις διαδικασίες επίλυσης διαφορών, εντός έξι μηνών από την έναρξη προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας.

(6)

Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καθοριστεί η θέση της Ένωσης όσον αφορά τον εσωτερικό κανονισμό της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης, τον κατάλογο των εμπειρογνωμόνων για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη ο οποίος θα εγκριθεί από την εν λόγω υποεπιτροπή, καθώς και όσον αφορά τον κατάλογο των διαιτητών, ο οποίος θα εγκριθεί από την επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η θέση που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης η οποία συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 240 της συμφωνίας, όσον αφορά την έγκριση του εσωτερικού κανονισμού της εν λόγω υποεπιτροπής και την κατάρτιση του καταλόγου των εμπειρογνωμόνων για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη, βασίζεται στα σχέδια αποφάσεων της εν λόγω υποεπιτροπής τα οποία επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.

2.   Οι εκπρόσωποι της Ένωσης στην υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης μπορούν να συμφωνήσουν τεχνικές διορθώσεις ήσσονος σημασίας στα σχέδια αποφάσεων χωρίς περαιτέρω απόφαση του Συμβουλίου.

Άρθρο 2

1.   Η θέση που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ένωσης στο πλαίσιο της επιτροπής σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα, όσον αφορά την κατάρτιση του καταλόγου των διαιτητών, βασίζεται στο σχέδιο απόφασης της εν λόγω επιτροπής, το οποίο επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

2.   Οι εκπρόσωποι της Ένωσης στην επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα μπορούν να συμφωνήσουν τεχνικές διορθώσεις ήσσονος σημασίας στο σχέδιο απόφασης χωρίς περαιτέρω απόφαση του Συμβουλίου.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2015.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

F. MOGHERINI


(1)  ΕΕ L 261 της 30.8.2014, σ. 4.

(2)  Απόφαση 2014/494/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2014, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου (ΕΕ L 261 της 30.8.2014, σ. 1).


ΣΧΕΔΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. 1/2015 ΤΗΣ ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΕ-ΓΕΩΡΓΙΑΣ

της …

για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού της

Η ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΕ-ΓΕΩΡΓΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου (1), («η συμφωνία»), και ιδίως το άρθρο 240,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 431 της συμφωνίας, ορισμένα μέρη της συμφωνίας εφαρμόζονται προσωρινά από την 1η Σεπτεμβρίου 2014.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 240 της συμφωνίας η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης συνεδριάζει με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής του κεφαλαίου 13 (Εμπόριο και αειφόρος ανάπτυξη) του τίτλου IV (Εμπόριο και συναφή με το εμπόριο θέματα) της συμφωνίας.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 240 παράγραφος 3 της συμφωνίας η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται ο εσωτερικός κανονισμός της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης, όπως παρατίθεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Έγινε στ …,

Για την υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ L 261 της 30.8.2014, σ. 4.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Εσωτερικός κανονισμός της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης ΕΕ-Γεωργίας

Άρθρο 1

Γενικές διατάξεις

1.   Η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης, που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 240 της συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου («η συμφωνία»), επικουρεί την επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα, («η επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεση της για τα εμπορικά θέματα») που συγκροτείται βάσει του άρθρου 408 παράγραφος 4 της συμφωνίας, κατά την άσκηση των καθηκόντων της.

2.   Η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης εκτελεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο κεφάλαιο 13 («Εμπόριο και αειφόρος ανάπτυξη») του τίτλου IV («Εμπόριο και συναφή με το εμπόριο θέματα») της συμφωνίας.

3.   Η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης απαρτίζεται από εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Γεωργίας, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για θέματα εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης.

4.   Ένας εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή της Γεωργίας που είναι αρμόδιος για θέματα εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης εκτελεί χρέη προέδρου της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης σύμφωνα με το άρθρο 2.

5.   Στον παρόντα εσωτερικό κανονισμό ο όρος «τα μέρη» νοείται όπως ορίζεται στο άρθρο 428 της συμφωνίας.

Άρθρο 2

Ειδικές διατάξεις

1.   Εφαρμόζονται τα άρθρα 2 έως 14 του εσωτερικού κανονισμού της επιτροπής σύνδεσης ΕΕ-Γεωργίας, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα εσωτερικό κανονισμό.

2.   Οι αναφορές στο Συμβούλιο Σύνδεσης νοούνται ως αναφορές στην επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα. Οι αναφορές στην επιτροπή σύνδεσης ή στην επιτροπή σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα νοούνται ως αναφορές στην υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης.

Άρθρο 3

Συνεδριάσεις

Η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης συνέρχεται όταν είναι αναγκαίο. Τα μέρη επιδιώκουν να συνεδριάζει μία φορά ετησίως.

Άρθρο 4

Τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού

Ο παρών εσωτερικός κανονισμός μπορεί να τροποποιείται με απόφαση της υποεπιτροπής εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης σύμφωνα με το άρθρο 240 της συμφωνίας.


ΣΧΕΔΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. 2/2015 ΤΗΣ ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΕ-ΓΕΩΡΓΙΑΣ

της …

για την κατάρτιση του καταλόγου εμπειρογνωμόνων σε θέματα εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης

Η ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΕ-ΓΕΩΡΓΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου (1) («η συμφωνία»), και ιδίως το άρθρο 243,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 431 της συμφωνίας, ορισμένα μέρη της συμφωνίας εφαρμόζονται προσωρινά από την 1η Σεπτεμβρίου 2014.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 243 παράγραφος 3 της συμφωνίας η υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης καταρτίζει κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων που επιθυμούν και μπορούν να εκτελέσουν χρέη εμπειρογνωμόνων στις διαδικασίες της ομάδας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ο κατάλογος των εμπειρογνωμόνων για το εμπόριο και την αειφόρο ανάπτυξη για τους σκοπούς του άρθρο 243 της συμφωνίας εγκρίνεται όπως παρατίθεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Έγινε στ …,

Για την υποεπιτροπή εμπορίου και αειφόρου ανάπτυξης

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ L 261 της 30.8.2014, σ. 4.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

I.

Εμπειρογνώμονες που προτάθηκαν από τη Γεωργία

1.

Nata Sturua

2.

David Kikodze

3.

Marina Shvangiradze

4.

Ilia Osepashvili

5.

Roin Migriauli

II.

Εμπειρογνώμονες που προτάθηκαν από την ΕΕ

1.

Eddy Laurijssen

2.

Jorge Cardona

3.

Karin Lukas

4.

Hélène Ruiz Fabri

5.

Laurence Boisson De Chazournes

6.

Geert Van Calster

III.

Πρόεδροι

1.

Jill Murray (Αυστραλία)

2.

Janice Bellace (ΗΠΑ)

3.

Ross Wilson (Νέα Ζηλανδία)

4.

Arthur Appleton (ΗΠΑ)

5.

Nathalie Bernasconi (Ελβετία)


ΣΧΕΔΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ αριθ. 3/2015 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΕΕ-ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΣΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

της …

για την κατάρτιση του καταλόγου διαιτητών που αναφέρεται στο άρθρο 268 παράγραφος 1 της συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΥΝΔΕΣΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Γεωργίας, αφετέρου (1) («η συμφωνία»), και ιδίως το άρθρο 268 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 431, ορισμένα μέρη της συμφωνίας εφαρμόζονται προσωρινά από την 1η Σεπτεμβρίου 2014.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 408 παράγραφος 3 της συμφωνίας η Επιτροπή Σύνδεσης έχει την εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις, όπως προβλέπεται στη συμφωνία.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 268 παράγραφος 1 της συμφωνίας η Επιτροπή Σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα, όπως ορίζεται στο άρθρο 408 παράγραφος 4, καταρτίζει κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων που επιθυμούν και μπορούν να ασκήσουν χρέη διαιτητών στη διαδικασία επίλυσης διαφορών εντός έξη μηνών από τη θέση σε ισχύ της προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι κατάλογοι των διαιτητών για τους σκοπούς του άρθρου 268 παράγραφος 1 της συμφωνίας παρατίθενται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Έγινε στ ….,

Για την Επιτροπή Σύνδεσης στη σύνθεσή της για τα εμπορικά θέματα

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ L 261 της 30.8.2014, σ. 4.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΙΤΗΤΩΝ

I.

Εμπειρογνώμονες που προτάθηκαν από τη Γεωργία

1.

Christian Häberli (Ελβετία)

2.

Donald McRae (Καναδάς)

3.

John Adank (Νέα Ζηλανδία)

4.

Ronald Saborio (Κόστα Ρίκα)

5.

Thomas Cottier (Ελβετία)

II.

Διαιτητές που προτάθηκαν από την ΕΕ

1.

Claus–Dieter Ehlermann

2.

Giorgio Saccerdoti

3.

Jacques Bourgeois

4.

Pieter Jan Kuijper

5.

Ramon Torrent

III.

Πρόεδροι

1.

David Unterhalter (Νότια Αφρική)

2.

Merit Janow (ΗΠΑ)

3.

Helge Seland (Νορβηγία)

4.

Leora Blumberg (Νότια Αφρική)

5.

William Davey (ΗΠΑ)


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/22


ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/2036 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Οκτωβρίου 2015

για τον διορισμό στην Επιτροπή των Περιφερειών τεσσάρων αναπληρωματικών μελών από την Ιταλία

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 305,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της ιταλικής κυβέρνησης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 26 Ιανουαρίου, στις 5 Φεβρουαρίου και στις 23 Ιουνίου 2015, το Συμβούλιο εξέδωσε τις αποφάσεις (ΕΕ) 2015/116 (1), (ΕΕ) 2015/190 (2) και (ΕΕ) 2015/994 (3) για τον διορισμό των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών για την περίοδο από 26 Ιανουαρίου 2015 έως 25 Ιανουαρίου 2020.

(2)

Τέσσερις θέσεις αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών έμειναν κενές λόγω της λήξης της θητείας της κ. Bianca Maria D'ANGELO, της κ. Paola GIORGI, της κ. Carmen MURATORE και του κ. Nicola VENDOLA,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Διορίζονται στην Επιτροπή των Περιφερειών ως αναπληρωματικά μέλη για το εναπομένον διάστημα της θητείας, ήτοι έως τις 25 Ιανουαρίου 2020:

Sig.ra Manuela BORA, Consigliere regionale e Assessore della Regione Marche,

Sig.ra Ilaria CAVO, Consigliere regionale e Assessore della Regione Liguria,

Sig. Vincenzo DE LUCA, Presidente della Regione Campania,

Sig. Michele EMILIANO, Presidente della Regione Puglia.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Λουξεμβούργο, 26 Οκτωβρίου 2015.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

C. DIESCHBOURG


(1)  ΕΕ L 20 της 27.1.2015, σ. 42.

(2)  ΕΕ L 31 της 7.2.2015, σ. 25.

(3)  ΕΕ L 159 της 25.6.2015, σ. 70.


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/23


ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2015/2037 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 10ης Νοεμβρίου 2015

για την εξουσιοδότηση των κρατών μελών να κυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το πρωτόκολλο του 2014 στη σύμβαση για την αναγκαστική εργασία, του 1930, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με τα θέματα που αφορούν την κοινωνική πολιτική

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 153 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 153 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) και το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο ν),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ένωση προωθεί την κύρωση των διεθνών συμβάσεων εργασίας οι οποίες έχουν ταξινομηθεί από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) ως επικαιροποιημένες, για τη συμβολή στις προσπάθειες της Ένωσης για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρεπούς εργασίας για όλους, καθώς και για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης. Η προστασία των θεμελιωδών αρχών και δικαιωμάτων στην εργασία αποτελεί βασική πτυχή της προώθησης αυτής.

(2)

Η σύμβαση για την αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασίας, του 1930, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που συμπληρώνει το πρωτόκολλο του 2014, αποτελεί θεμελιώδη σύμβαση της ΔΟΕ και επηρεάζει τους κανόνες που παραπέμπουν στα βασικά εργασιακά πρότυπα.

(3)

Μέρη των κανόνων του πρωτοκόλλου του 2014 στη σύμβαση για την αναγκαστική εργασία, του 1930, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας («το πρωτόκολλο») εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Ειδικότερα, ορισμένες διατάξεις του πρωτοκόλλου καλύπτονται ήδη από το κεκτημένο της Ένωσης στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής. Ως προς τούτο, ειδικότερα το άρθρο 1 παράγραφος 1 και το άρθρο 2 στοιχεία α) και δ) του πρωτοκόλλου αφορούν θέματα που διέπονται από την οδηγία 91/533/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), την οδηγία 2008/104/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) καθώς και την οδηγία για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3), της οδηγίας 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), της οδηγίας 94/33/ΕΚ του Συμβουλίου (5) και της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6).

(4)

Το άρθρο 19 παράγραφος 4 του καταστατικού της ΔΟΕ για την έκδοση και την κύρωση των Συμβάσεων εφαρμόζεται παρόμοια στα πρωτόκολλα, που είναι δεσμευτικές διεθνείς συμφωνίες, με την επιφύλαξη της κύρωσης και συνδέονται με συμβάσεις.

(5)

Η Ένωση δεν μπορεί να κυρώσει το πρωτόκολλο, δεδομένου ότι μόνο κράτη μπορούν να είναι συμβαλλόμενα μέρη του.

(6)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει συνεπώς να εξουσιοδοτηθούν να κυρώσουν το πρωτόκολλο, ενεργώντας από κοινού προς το συμφέρον της Ένωσης, όσον αφορά τα τμήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

(7)

Οι διατάξεις του πρωτοκόλλου που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης, εκτός από τις διατάξεις που αφορούν την κοινωνική πολιτική, θα υπόκεινται σε απόφαση που εκδόθηκε παράλληλα με την παρούσα απόφαση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη, με την παρούσα απόφαση, εξουσιοδοτούνται να κυρώσουν, για τα μέρη που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, το πρωτόκολλο του 2014 στη σύμβαση για την αναγκαστική εργασία, του 1930, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για την κατάθεση των εγγράφων κύρωσης της σύμβασης στον γενικό διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας ΔΟΕ το συντομότερο δυνατόν και κατά προτίμηση πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2016.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 10 Νοεμβρίου 2015.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

P. GRAMEGNA


(1)  Οδηγία 91/533/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Οκτωβρίου 1991, σχετικά με την υποχρέωση του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας (ΕΕ L 288 της 18.10.1991, σ. 32).

(2)  Οδηγία 2008/104/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, περί της εργασίας μέσω εταιρείας προσωρινής απασχόλησης (ΕΕ L 327 της 5.12.2008, σ. 9).

(3)  Οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ L 183 της 29.6.1989, σ. 1).

(4)  Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ L 299 της 18.11.2003, σ. 9).

(5)  Οδηγία 94/33/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1994, για την προστασία των νέων κατά την εργασία (ΕΕ L 216 της 20.8.1994, σ. 12).

(6)  Οδηγία 92/85/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων (δέκατη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 348 της 28.11.1992, σ. 1).


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/25


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/2038 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Δημοκρατίας της Κορέας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα.

(2)

Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Δημοκρατίας της Κορέας (εφεξής «Νότια Κορέα») διασφαλίζουν ότι οι CCP, που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί, δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση.

(3)

Την 1η Οκτωβρίου 2013 η Επιτροπή έλαβε τις τεχνικές συμβουλές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») σχετικά με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Νότια Κορέα. Στις τεχνικές συμβουλές προσδιορίστηκαν ορισμένες διαφορές μεταξύ των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, στους CCP στη Νότια Κορέα και των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ωστόσο, η παρούσα απόφαση δεν βασίζεται μόνο σε συγκριτική ανάλυση των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP στη Νότια Κορέα, αλλά επίσης και σε αξιολόγηση του αποτελέσματος αυτών των απαιτήσεων, και της καταλληλότητάς τους για μείωση των κινδύνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, κατά τρόπο που να θεωρείται ισοδύναμος με το αποτέλεσμα των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(5)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(6)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Νότιας Κορέας για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί αποτελούνται από τον νόμο για τις χρηματοπιστωτικές επενδυτικές υπηρεσίες και τις κεφαλαιαγορές (Financial Investment Services and Capital Markets Act — «FSCMA»), του 2013, καθώς και από μια σειρά εκτελεστικών κανονισμών για την εφαρμογή του FSCMA.

(7)

Οι CCP λαμβάνουν άδεια από την Επιτροπή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (Financial Services Commission — «FSC»). Προκειμένου να χορηγήσει άδεια για εκκαθάριση, η FSC πρέπει να διαβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, ότι ο CCP έχει μετοχικό κεφάλαιο ισοδύναμο με το καθιερωμένο ελάχιστο ρυθμιστικό κεφάλαιο, ότι διαθέτει κατάλληλο και ορθό επιχειρηματικό σχέδιο, ανθρώπινους πόρους, εξοπλισμό πληροφορικής και άλλες φυσικές εγκαταστάσεις επαρκείς για την προστασία των επενδυτών και για την άσκηση δραστηριοτήτων εκκαθάρισης, ότι κανένας υπάλληλός του δεν αποκλείεται να ασκεί καθήκοντα βάσει του FSCMA, ότι έχει καθιερώσει σύστημα για την αποφυγή των συγκρούσεων συμφερόντων και οι μέτοχοί του έχουν επαρκή οικονομική επιφάνεια, είναι σε καλή χρηματοοικονομική κατάσταση και διαθέτουν κοινωνική αξιοπιστία. Η FSC μπορεί να συνοδεύει τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας από όρους που ενδέχεται να είναι αναγκαίοι για τη διασφάλιση ορθής διαχείρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και για τη διατήρηση υγιούς κατάστασης στην αγορά. Κατόπιν, οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας υπόκεινται σε συνεχή έλεγχο από την FSC, καθώς και σε εποπτεία από την Τράπεζα της Κορέας βάσει του νόμου για την Τράπεζα της Κορέας.

(8)

Η FSC έχει δηλώσει την πρόθεσή της να αξιολογήσει τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών της (Financial Market Infrastructures — «FMI») με γνώμονα τα διεθνή πρότυπα που καθορίζονται βάσει των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν, τον Απρίλιο του 2012, από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) («CPSS») και τη Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς («IOSCO»). Τον Μάρτιο του 2015 η FSC δημοσίευσε τις κατευθυντήριες γραμμές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπου προβλέπονται ειδικά πρότυπα τα οποία θα πρέπει να πληρούν οι FMI κατά την άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τον FSCMA και τους εκτελεστικούς κανονισμούς του. Στις κατευθυντήριες γραμμές έχουν αναδιοργανωθεί οι 24 βασικές αρχές των PFMI σε 14 αρχές σύμφωνα με τις συνθήκες που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο, και προβλέπονται λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή τους. Τον Δεκέμβριο του 2012 η Τράπεζα της Κορέας τροποποίησε τον σχετικό της «Κανονισμό για τη λειτουργία και τη διαχείριση των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού», ώστε να υιοθετήσει τις PFMI ως πρότυπα εποπτείας της.

(9)

Βάσει του FSCMA και των εκτελεστικών κανονισμών του απαιτείται επίσης από τους CCP να καθιερώνουν εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, που απαιτούνται για την ορθή ρύθμιση των υποδομών τους εκκαθάρισης και διακανονισμού. Επομένως, οι απαιτήσεις του FSCMA, των εκτελεστικών κανονισμών του, των κατευθυντήριων γραμμών και του κανονισμού σχετικά με τη λειτουργία και τη διαχείριση των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού τίθενται σε εφαρμογή στους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες των γραφείων εκκαθάρισης. Βάσει του FSCMA, κάθε αναθεώρηση του καταστατικού ή των εσωτερικών κανόνων και διαδικασιών των CCP πρέπει να εγκρίνεται από την FSC.

(10)

Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Νότιας Κορέας περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Με τον FSCMA και τους εκτελεστικούς κανονισμούς του καθορίζονται τα πρότυπα υψηλού επιπέδου τα οποία πρέπει να πληρούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στη Νότια Κορέα. Οι εν λόγω πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στη Νότια Κορέα. Προκειμένου να αποδειχθεί η συμμόρφωση προς τους πρωταρχικούς κανόνες, οι CCP πρέπει να υποβάλλουν τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες στην FSC για έγκριση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία απαιτήσεων στη Νότια Κορέα.

(11)

Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP στη Νότια Κορέα θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους στις οντότητες αυτές. Το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο.

(12)

Το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Νότια Κορέα είναι σημαντικά μικρότερο από εκείνο στο οποίο ασκούν τις δικές τους οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Ειδικότερα, κατά την τελευταία τριετία, η συνολική αξία των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στη Νότια Κορέα αντιπροσώπευε λιγότερο από το 1 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στην Ένωση. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Νότια Κορέα εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση.

(13)

Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Νότια Κορέα μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για τους εν λόγω CCP, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, που θέτουν σε εφαρμογή τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στη Νότια Κορέα και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(14)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Κορέας διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(15)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Κορέας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(16)

Η FSC είναι αρμόδια για την καθιέρωση και την εφαρμογή εποπτικών κανόνων, καθώς και για την επιθεώρηση και την εξέταση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η FSC, ως πρωταρχική εποπτική αρχή των CCP, έχει την πλήρη εξουσία να ελέγχει και να επιβάλλει σε αυτούς κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της εξουσίας να ακυρώνει την άδεια των CCP, της εξουσίας να αναστέλλει και να μεταβιβάζει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες των CCP, καθώς και της εξουσίας να επιβάλλει κυρώσεις στους CCP. Η καθημερινή εποπτεία διενεργείται από τη Χρηματοπιστωτική Εποπτική Υπηρεσία (Financial Supervisory Service — «FSS»), η οποία ενεργεί υπό την εποπτεία της FSC. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται σε εξαμηνιαία επιθεώρηση, εκάστη διάρκειας 4 εβδομάδων, και μη περιοδικό έλεγχο, εάν ζητηθεί από την εποπτική αρχή. Η FSS διενεργεί συνεχή παρακολούθηση της συμμόρφωσης των CCP με τις απαιτήσεις διαχείρισης κινδύνων, μέσω της επιτήρησης και των διαδικασιών εξέτασης βάσει κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας. Επιπλέον, ένας από τους κυριότερους στόχους της Τράπεζας της Κορέας όσον αφορά την εποπτεία των CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Νότια Κορέα είναι η μέριμνα για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους. Η Τράπεζα της Κορέας ασκεί εποπτεία με την αξιολόγηση των πληροφοριών για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τη διεξαγωγή αξιολογήσεών τους με γνώμονα τις PFMI ανά διετία, καθώς και ζητώντας βελτιώσεις, εάν χρειάζεται. Η Τράπεζα της Κορέας διαθέτει την εξουσία να απαιτεί να γίνουν αυτές οι βελτιώσεις, με τη συμφωνία της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής, εάν πρόκειται για σημαντική βελτίωση.

(17)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Κορέας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(18)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Κορέας πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»).

(19)

Οι CCP τρίτων χωρών που επιθυμούν να εκκαθαρίζουν εξωχρηματιστηριακά παράγωγα στη Νότια Κορέα οφείλουν να υποβάλλουν αίτηση στην FSC για έγκριση.

(20)

Προκειμένου να χορηγηθεί έγκριση, η περιοχή δικαιοδοσίας όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος πρέπει να διαθέτει επαρκώς ισχυρό κανονιστικό καθεστώς, παρόμοιο με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στη Νότια Κορέα. Απαιτείται επίσης η καθιέρωση ρυθμίσεων συνεργασίας μεταξύ της αρχής της Νότιας Κορέας και της αρμόδιας εποπτικής αρχής της τρίτης χώρας, πριν από την έγκριση της αίτησης του CCP τρίτης χώρας.

(21)

Η διαδικασία αναγνώρισης του νομοθετικού καθεστώτος της Νότιας Κορέας που ισχύει για CCP τρίτων χωρών, οι οποίοι επιθυμούν να εκκαθαρίζουν εξωχρηματιστηριακά παράγωγα εκεί, θα πρέπει, επομένως, να θεωρηθεί ότι προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών.

(22)

Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Κορέας σχετικά με CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί, σε τακτική βάση, την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στη Νότια Κορέα, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(23)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στη Νότια Κορέα για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης, σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο να αξιολογήσει εκ νέου η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης της ισοδυναμίας.

(24)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Κορέας, που αποτελούνται από τον νόμο για τις χρηματοπιστωτικές επενδυτικές υπηρεσίες και τις κεφαλαιαγορές (Financial Investment Services and Capital Markets Act — «FSCMA»), του 2013, και τους εκτελεστικούς κανονισμούς του, όπως συμπληρώθηκε από τις κατευθυντήριες γραμμές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον κανονισμό για τη λειτουργία και τη διαχείριση των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού, και ισχύουν για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών («CPMI»).


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/29


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/2039 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Νότιας Αφρικής για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα.

(2)

Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής διασφαλίζουν ότι οι CCP, που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί, δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση.

(3)

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στο αποτέλεσμα των νομικών και εποπτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στη Νότια Αφρική, και την καταλληλότητά τους για μείωση των κινδύνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, κατά τρόπο που να θεωρείται ισοδύναμος με το αποτέλεσμα των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(5)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(6)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Νότιας Αφρικής για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί αποτελούνται από τον νόμο για τις χρηματοπιστωτικές αγορές (Financial Markets Act, Act No. 19 — «FMA»), του 2012. Ο Γραμματέας Υπηρεσιών Κεφαλαιαγοράς (Registrar of Securities Services) («ο Γραμματέας») διαθέτει εκτενή σειρά εξουσιών για την εποπτεία, την παρακολούθηση και τη διερεύνηση των γραφείων εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Νότια Αφρική (licensed clearing houses — «αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης»).

(7)

Στον FMA καθορίζονται τα καθήκοντα και οι απαιτήσεις που πρέπει να εκτελούν και να τηρούν τα γραφεία εκκαθάρισης. Ειδικότερα, βάσει του FMA, ο Γραμματέας χορηγεί την άδεια λειτουργίας αδειοδοτημένου γραφείου εκκαθάρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτών πληροί τις απαιτήσεις του νόμου και συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στον FMA, μεταξύ άλλων στη μείωση του συστημικού κινδύνου και στη διασφάλιση του θεμιτού ανταγωνισμού, της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές της Νότιας Αφρικής. Προκειμένου να διασφαλίζεται η εκπλήρωση των εν λόγω απαιτήσεων, ο Γραμματέας μπορεί να επιβάλλει τους όρους που θεωρεί ενδεδειγμένους κατά τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας. Τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης πρέπει να διεξάγουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες κατά θεμιτό και διαφανή τρόπο και με τη δέουσα μέριμνα για τα δικαιώματα των εκκαθαριστικών μελών και των πελατών τους. Επιπλέον, σύμφωνα με τον FMA, τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης πρέπει να συμμορφώνονται με τα διεθνή εποπτικά πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν, τον Απρίλιο του 2012, από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) και την Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς («IOSCO»).

(8)

Βάσει του FMA, ο υπουργός Οικονομικών εξουσιοδοτείται να εκδίδει κανονισμούς για κάθε θέμα που απαιτείται ή επιτρέπεται να εξειδικεύεται από τον FMA ή κάθε άλλο θέμα αναγκαίο για την καλύτερη διαχείριση και εφαρμογή του FMA. Επιπλέον, ο Γραμματέας εξουσιοδοτείται, βάσει του FMA, να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή και ερμηνεία του FMA και να λαμβάνει κάθε μέτρο που κρίνει αναγκαίο για την ορθή εκτέλεση και άσκηση των αρμοδιοτήτων ή των καθηκόντων του ή για την εφαρμογή του FMA.

(9)

Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους σε αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης. Το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο.

(10)

Το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης είναι σημαντικά μικρότερο από εκείνο στο οποίο ασκούν τις δικές τους οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Ειδικότερα, κατά την τελευταία τριετία, η συνολική αξία των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στη Νότια Αφρική αντιπροσώπευε λιγότερο από το 1 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στην Ένωση. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση.

(11)

Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης, βάσει των οποίων απαιτείται συμμόρφωση με τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στη Νότια Αφρική και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(12)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής διασφαλίζουν ότι τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(13)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(14)

Ο Γραμματέας εποπτεύει και επιβάλλει τη συμμόρφωση προς τον FMA. Ειδικότερα, ο Γραμματέας αξιολογεί ετησίως κατά πόσον τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης συμμορφώνονται με τον FMA και τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, καθώς και με τις οδηγίες, τα αιτήματα, τους όρους ή τις απαιτήσεις του Γραμματέα, που υποβάλλονται ή επιβάλλονται σύμφωνα με τον FMA. Ο Γραμματέας διαθέτει επίσης την εξουσία να ανακαλεί ή να αναστέλλει την άδεια ενός αδειοδοτημένου γραφείου εκκαθάρισης εάν αυτό δεν συμμορφώνεται με τον FMA, τους εσωτερικούς του κανόνες και διαδικασίες ή με οδηγία, αίτημα, όρο ή απαίτηση του Γραμματέα, που υποβάλλεται ή επιβάλλεται σύμφωνα με τον FMA, μεταξύ άλλων.

(15)

Ο Γραμματέας έχει την εξουσία να ζητεί πληροφορίες ή έγγραφα από τα αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης και να διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις. Μετά την πραγματοποίηση επιτόπιας επιθεώρησης, ο Γραμματέας μπορεί, μεταξύ άλλων, να ζητεί από ένα αδειοδοτημένο γραφείο εκκαθάρισης να προβεί σε ενέργειες ή να απόσχει από κάποιες ενέργειες, με σκοπό την παύση ή την επανόρθωση μιας παρατυπίας. Μπορούν να επιβάλλονται κυρώσεις από τον Γραμματέα σε περίπτωση που ένα αδειοδοτημένο γραφείο εκκαθάρισης δεν υποβάλλει κάποιες πληροφορίες σύμφωνα με τον FMA. Επιπλέον, για να διασφαλίσει την εφαρμογή και τη διαχείριση του FMA, ο Γραμματέας μπορεί να εκδίδει γενικές οδηγίες ή οδηγίες που απευθύνονται σε συγκεκριμένη οντότητα.

(16)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(17)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»).

(18)

Οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα, στην οποία οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις είναι ισοδύναμες με εκείνες του κανονιστικού πλαισίου της Νότιας Αφρικής, η οποία διαθέτει ισοδύναμες κανονιστικές ρυθμίσεις σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και στην οποία οι CCP υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία, μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες στη Νότια Αφρική, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από τον Γραμματέα. Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, ο Γραμματέας αξιολογεί την αίτηση χορήγησης αδείας, λαμβάνοντας υπόψη το κανονιστικό πλαίσιο της τρίτης χώρας, και μπορεί να λαμβάνει υπόψη τις πληροφορίες που παρέχονται από κάθε άλλη εποπτική αρχή, συμπεριλαμβανομένων των εποπτικών αρχών τρίτων χωρών. Εξάλλου, ο Γραμματέας μπορεί να απαλλάσσει τους CCP τρίτων χωρών από ορισμένες ή όλες τις απαιτήσεις που προβλέπονται βάσει του FMA. Ο Γραμματέας μπορεί να προβαίνει σε ρυθμίσεις συνεργασίας με ρυθμιστικές ή εποπτικές αρχές τρίτων χωρών, με σκοπό τον συντονισμό της εποπτείας σε συνεχή βάση και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών οι οποίοι έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα, όπου οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις είναι ισοδύναμες με αυτές του κανονιστικού πλαισίου της Νότιας Αφρικής, και οι οποίοι υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία στην τρίτη χώρα στην οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας.

(19)

Παρότι σημειώνεται ότι η δομή της διαδικασίας αναγνώρισης που προβλέπεται στο νομοθετικό καθεστώς της Νότιας Αφρικής για CCP τρίτων χωρών διαφέρει από τη διαδικασία που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, θα πρέπει, ωστόσο, να θεωρηθεί ότι προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών.

(20)

Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής σχετικά με αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί, σε τακτική βάση, την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στη Νότια Αφρική, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(21)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στη Νότια Αφρική για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης, σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο να αξιολογήσει εκ νέου η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης της ισοδυναμίας.

(22)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Νότιας Αφρικής, που αποτελούνται από τον νόμο για τις χρηματοπιστωτικές αγορές (Financial Markets Act) και ισχύουν για αδειοδοτημένα γραφεία εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014 η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών.


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/32


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (EE) 2015/2040 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου ορισμένων επαρχιών του Καναδά για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα.

(2)

Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των επαρχιών της Αλμπέρτα, της Βρετανικής Κολομβίας, της Μανιτόμπα, του Οντάριο και του Κεμπέκ (εφεξής «οι σχετικές επαρχίες») στον Καναδά διασφαλίζουν ότι οι CCP, που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί, δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση.

(3)

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στην αξιολόγηση των νομικών και εποπτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στις σχετικές επαρχίες, και της καταλληλότητάς τους για μείωση των κινδύνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, κατά τρόπο που να θεωρείται ισοδύναμος με το αποτέλεσμα των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(5)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(6)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις του Καναδά για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες αποτελούνται από τους αντίστοιχους νόμους περί κινητών αξιών, και τους κανόνες και κανονισμούς σύμφωνα με τους εν λόγω νόμους που έχουν εκδοθεί από τις ρυθμιστικές αρχές κινητών αξιών εκάστης επαρχίας, καθώς και από κάθε απόφαση, κατεύθυνση ή διάταξη που έχει εκδοθεί από τις εν λόγω ρυθμιστικές αρχές κινητών αξιών (το καθεστώς κινητών αξιών της επαρχίας), και οι οποίες ισχύουν για τους CCP που δραστηριοποιούνται στις επαρχίες αυτές.

(7)

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι ρυθμιστικές αρχές κινητών αξιών είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Αλμπέρτα (Alberta Securities Commission — ASC) στην Αλμπέρτα· η Αρχή των Χρηματοπιστωτικών Αγορών (Autorité des marchés financiers — AMF) στο Κεμπέκ· η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Βρετανικής Κολομβίας (British Columbia Securities Commission — BCSC) στη Βρετανική Κολομβία· η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Μανιτόμπα (Manitoba Securities Commission — MSC) στη Μανιτόμπα και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς του Οντάριο (Ontario Securities Commission — OSC) στο Οντάριο. Οι ρυθμιστικές αρχές κινητών αξιών συνεργάζονται μεταξύ τους για την κατάρτιση και την εφαρμογή νόμων και κανονισμών περί κινητών αξιών και για τη διαχείριση, την παρακολούθηση και την επιβολή των υφισταμένων νόμων με συνεπή και συντονισμένο τρόπο.

(8)

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που επιθυμεί να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα σε μια συγκεκριμένη επαρχία πρέπει να λαμβάνει άδεια από τη σχετική ρυθμιστική αρχή κινητών αξιών. Η άδεια αυτή μπορεί να λαμβάνει τη μορφή είτε αναγνώρισης είτε απαλλαγής από αναγνώριση. Η αναγνώριση συνεπάγεται την πλήρη εφαρμογή του αντίστοιχου καθεστώτος κινητών αξιών της επαρχίας. Οι CCP που λειτουργούν σε διάφορες από τις σχετικές επαρχίες υποχρεούνται να λαμβάνουν άδεια αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου τουλάχιστον σε μία επαρχία, και υπόκεινται στις πλέον αυστηρές απαιτήσεις μεταξύ εκείνων που ισχύουν στις επαρχίες στις οποίες δραστηριοποιούνται. Παρέχεται εν γένει απαλλαγή από την αναγνώριση σε CCP που έχουν αναγνωριστεί σε άλλη επαρχία και, ως εκ τούτου, υπόκεινται σε άμεση εποπτεία από τη ρυθμιστική αρχή κινητών αξιών της επαρχίας όπου είναι αναγνωρισμένος ο CCP, υπό τον όρο ότι δεν θεωρούνται από τη σχετική ρυθμιστική αρχή κινητών αξιών ως συστημικώς σημαντικοί ή ότι μπορούν να δημιουργήσουν σημαντικό κίνδυνο για τις κεφαλαιαγορές. Οι ρυθμιστικές αρχές κινητών αξιών επιβάλλουν όρους στους CCP που απαλλάσσονται από την αναγνώριση, σε περίπτωση που οι εν λόγω CCP υπόκεινται, στις επαρχίες όπου έχουν αναγνωριστεί, σε λιγότερο επαχθείς απαιτήσεις από ό,τι στις επαρχίες όπου απαλλάσσονται από την αναγνώριση. Η Τράπεζα του Καναδά μπορεί επίσης να προσδιορίσει κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ως συστημικά σημαντικούς, όταν υπάρχει ενδεχόμενο να δημιουργήσουν συστημικό κίνδυνο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα του Καναδά.

(9)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αλμπέρτα αποτελούνται από τον νόμο περί κινητών αξιών (Αλμπέρτα), τους κανόνες και κανονισμούς που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο, καθώς και από κάθε απόφαση, κατεύθυνση ή διάταξη που έχει εκδοθεί από την ASC (εφεξής «οι νόμοι της Αλμπέρτα περί κινητών αξιών»). Προκειμένου να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Αλμπέρτα, ένας CCP πρέπει να έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την ASC, είτε ως αναγνωρισμένος οργανισμός εκκαθάρισης ή ως οργανισμός εκκαθάρισης που απαλλάσσεται από την αναγνώριση (απαλλασσόμενος οργανισμός εκκαθάρισης). Οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Αλμπέρτα πρέπει να συμμορφώνονται με τους νόμους της Αλμπέρτα περί κινητών αξιών. Εν γένει, η ASC χορηγεί άδεια αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης στους CCP, όταν κρίνει ότι είναι σκόπιμο να υπόκεινται στην εποπτεία της. Ωστόσο, η ASC μπορεί επίσης να βασίζεται στην εποπτεία από άλλη ρυθμιστική αρχή κινητών αξιών για ορισμένα γραφεία εκκαθάρισης που έχουν αναγνωριστεί σε άλλες επαρχίες. Η ASC μπορεί να επιβάλλει προϋποθέσεις και όρους στην άδεια ενός οργανισμού εκκαθάρισης, είτε ως αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης είτε ως απαλλασσόμενου οργανισμού εκκαθάρισης. Η ASC έχει εκδώσει διατάξεις αναγνώρισης όσον αφορά όλους τους οργανισμούς εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αυτήν ως αναγνωρισμένοι οργανισμοί εκκαθάρισης, όπου απαιτείται από αυτούς να τηρούν τις αρχές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν, τον Απρίλιο του 2012, από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) και τη Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς.

(10)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Βρετανική Κολομβία αποτελούνται από τον νόμο περί κινητών αξιών (Βρετανική Κολομβία), τους κανόνες και κανονισμούς που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο, καθώς και από τις διατάξεις που έχουν εκδοθεί από τη BCSC. Προκειμένου να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στη Βρετανική Κολομβία, ένας CCP πρέπει να έχει λάβει άδεια λειτουργίας από τη BCSC, είτε ως αναγνωρισμένος οργανισμός εκκαθάρισης ή ως οργανισμός εκκαθάρισης που απαλλάσσεται από την αναγνώριση (απαλλασσόμενος οργανισμός εκκαθάρισης), πράγμα το οποίο εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του αντίκτυπου των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του οργανισμού εκκαθάρισης στη Βρετανική Κολομβία. Η BCSC μπορεί να επιβάλλει προϋποθέσεις και όρους στην άδεια ενός οργανισμού εκκαθάρισης, είτε ως αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης είτε ως απαλλασσόμενου οργανισμού εκκαθάρισης. Η BCSC έχει εκδώσει διατάξεις αναγνώρισης όσον αφορά όλους τους οργανισμούς εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αυτήν ως αναγνωρισμένοι οργανισμοί εκκαθάρισης, όπου απαιτείται από αυτούς να τηρούν τις PFMI.

(11)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Μανιτόμπα αποτελούνται από τον νόμο περί συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επί βασικών εμπορευμάτων (Μανιτόμπα), τον νόμο περί κινητών αξιών (Μανιτόμπα) και τους κανόνες και διατάξεις που έχουν εκδοθεί από την MSC σύμφωνα με τους εν λόγω νόμους. Προκειμένου να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στη Μανιτόμπα, ένας CCP πρέπει να έχει λάβει άδεια από την MSC, είτε ως αναγνωρισμένο γραφείο εκκαθάρισης, όσον αφορά συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί βασικών εμπορευμάτων, είτε ως αναγνωρισμένος οργανισμός εκκαθάρισης, όσον αφορά άλλες κινητές αξίες, είτε ως γραφείο εκκαθάρισης ή οργανισμός εκκαθάρισης, αντιστοίχως, που απαλλάσσεται από την αναγνώριση (απαλλασσόμενος οργανισμός εκκαθάρισης ή απαλλασσόμενο γραφείο εκκαθάρισης). Η MSC μπορεί να επιβάλλει προϋποθέσεις και όρους στην άδεια ενός οργανισμού εκκαθάρισης ή γραφείου εκκαθάρισης, είτε ως αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης ή γραφείου εκκαθάρισης είτε ως απαλλασσόμενου οργανισμού εκκαθάρισης ή γραφείου εκκαθάρισης. Η MSC έχει εκδώσει διατάξεις αναγνώρισης όσον αφορά όλους τους οργανισμούς εκκαθάρισης και γραφεία εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αυτήν ως αναγνωρισμένοι οργανισμοί εκκαθάρισης ή αναγνωρισμένα γραφεία εκκαθάρισης, όπου απαιτείται από αυτούς/ά να τηρούν τις PFMI.

(12)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Οντάριο αποτελούνται από τον νόμο περί κινητών αξιών (Οντάριο), τους κανόνες και κανονισμούς που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον νόμο περί κινητών αξιών (Οντάριο), καθώς και τις κατευθύνσεις, αποφάσεις, διατάξεις, δικαστικές αποφάσεις ή άλλες απαιτήσεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με αυτόν. Προκειμένου να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στο Οντάριο, ένας CCP πρέπει να έχει λάβει άδεια από την OSC είτε ως αναγνωρισμένος οργανισμός εκκαθάρισης είτε ως οργανισμός εκκαθάρισης που απαλλάσσεται από την αναγνώριση (απαλλασσόμενος οργανισμός εκκαθάρισης). Η OSC μπορεί να επιβάλλει προϋποθέσεις και όρους στην άδεια ενός οργανισμού εκκαθάρισης, είτε ως αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης είτε ως απαλλασσόμενου οργανισμού εκκαθάρισης. Η OSC έχει εκδώσει διατάξεις αναγνώρισης όσον αφορά όλους τους οργανισμούς εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αυτήν ως αναγνωρισμένοι οργανισμοί εκκαθάρισης, όπου απαιτείται από αυτούς να τηρούν τις PFMI.

(13)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Κεμπέκ αποτελούνται από τον νόμο περί κινητών αξιών (Κεμπέκ), τον νόμο περί παραγώγων (Κεμπέκ) και τον νόμο σχετικά με την Αρχή των Χρηματοπιστωτικών Αγορών (Act respecting the Autorité des marchés financiers — AAMF)· τους κανονισμούς που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον νόμο περί κινητών αξιών (Κεμπέκ) και τον νόμο περί παραγώγων (Κεμπέκ), καθώς και τις αποφάσεις και τις διατάξεις που έχουν εκδοθεί από την AMF. Προκειμένου να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στο Κεμπέκ, ένας CCP πρέπει να έχει λάβει άδεια από την AMF είτε ως αναγνωρισμένο γραφείο εκκαθάρισης είτε ως γραφείο εκκαθάρισης που απαλλάσσεται από την αναγνώριση (απαλλασσόμενο γραφείο εκκαθάρισης). Η AMF μπορεί να επιβάλλει προϋποθέσεις και όρους στην άδεια ενός γραφείου εκκαθάρισης, είτε ως αναγνωρισμένου γραφείου εκκαθάρισης είτε ως απαλλασσόμενου γραφείου εκκαθάρισης. Η AMF έχει εκδώσει διατάξεις αναγνώρισης όσον αφορά όλα τα γραφεία εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από αυτήν ως αναγνωρισμένα γραφεία εκκαθάρισης, όπου απαιτείται από αυτά να τηρούν τις PFMI.

(14)

Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους στους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί. Το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο.

(15)

Το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες είναι σημαντικά μικρότερο από εκείνα στα οποία ασκούν τις δικές τους οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Ειδικότερα, κατά την τελευταία τριετία, η συνολική αξία των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στον Καναδά αντιπροσώπευε λιγότερο από το 3 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στην Ένωση. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση.

(16)

Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες, όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι κανόνες που εφαρμόζονται στους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες, στους οποίους περιλαμβάνονται οι διατάξεις αναγνώρισης που εκδίδονται από τις ρυθμιστικές αρχές κινητών αξιών, βάσει των οποίων απαιτείται συμμόρφωση με τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στις σχετικές επαρχίες και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(17)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των σχετικών επαρχιών διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(18)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στις σχετικές επαρχίες πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(19)

Η εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε διάφορες επαρχίες διενεργείται με συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών κινητών αξιών των σχετικών επαρχιών. Όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για τους οποίους η Τράπεζα του Καναδά έχει προσδιορίσει ότι είναι δυνατόν να δημιουργήσουν συστημικό κίνδυνο, η εποπτεία τους διενεργείται με συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών κινητών αξιών των σχετικών επαρχιών και της Τράπεζας του Καναδά.

(20)

Στην Αλμπέρτα, η ASC διαθέτει ευρείες εξουσίες να λαμβάνει επανορθωτικά ή αποτρεπτικά μέτρα έναντι ενός οργανισμού εκκαθάρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, είτε αναγνωρισμένου είτε απαλλασσόμενου από την αναγνώριση, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος ή σε περίπτωση που ένας οργανισμός εκκαθάρισης έχει παραβεί τους νόμους της Αλμπέρτα περί κινητών αξιών. Τόσο οι αναγνωρισμένοι όσο και οι απαλλασσόμενοι οργανισμοί εκκαθάρισης πρέπει να παρέχουν πληροφορίες, έγγραφα ή αρχεία για τους σκοπούς της διασφάλισης της συμμόρφωσης προς τους ισχύοντες κανόνες. Η ASC μπορεί, όσον αφορά τόσο τους αναγνωρισμένους όσο και τους απαλλασσόμενους οργανισμούς εκκαθάρισης, να επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις και να αναστέλλει την αναγνώριση, να τροποποιεί τους όρους αναγνώρισης ή να ανακαλεί την αναγνώριση του οργανισμού ή τη διάταξη απαλλαγής του οργανισμού εκκαθάρισης από την αναγνώριση. Η ASC μπορεί επίσης να ζητά κήρυξη μη συμμόρφωσης από τα δικαστήρια, να κινεί άλλες δικαστικές διαδικασίες και να διενεργεί έρευνες που ενδέχεται να καταλήξουν στην επιβολή μιας ποικιλίας κυρώσεων. Μπορούν επίσης να επιβάλλονται κυρώσεις σε διευθυντές και στελέχη προσώπων ή εταιρειών, ή σε άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούν, επιτρέπουν ή ανέχονται την παραβίαση των νόμων της Αλμπέρτα περί κινητών αξιών. Επιπλέον, όσον αφορά τους αναγνωρισμένους οργανισμούς εκκαθάρισης, η ASC διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις, τακτικές διαβουλεύσεις και επανεξέταση και ανάλυση των απαιτούμενων γνωστοποιήσεων, και μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τους εσωτερικούς κανόνες, διαδικασίες ή πρακτικές του κάθε αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης, εάν η ASC θεωρεί ότι οι ενέργειές της είναι προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.

(21)

Στη Βρετανική Κολομβία, η BCSC ασκεί συνεχή εποπτεία των αναγνωρισμένων οργανισμών εκκαθάρισης, μέσω περιοδικών επιτόπιων επιθεωρήσεων και τακτικής επικοινωνίας με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του οργανισμού εκκαθάρισης, καθώς και μέσω επανεξέτασης των πληροφοριών, τις οποίες αναφέρει ο οργανισμός εκκαθάρισης, και της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του οργανισμού εκκαθάρισης που αφορούν τη διαχείριση κινδύνων, μεταξύ άλλων. Η BCSC διαθέτει ευρείες εξουσίες να λαμβάνει επανορθωτικά ή αποτρεπτικά μέτρα έναντι ενός αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος ή σε περίπτωση που ένας οργανισμός εκκαθάρισης έχει παραβεί τους νόμους περί κινητών αξιών (Βρετανική Κολομβία). Οι εν λόγω ενέργειες περιλαμβάνουν τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με τους εσωτερικούς κανονισμούς, κανόνες, διαδικασίες ή πρακτικές ή τον τρόπο με τον οποίο ένας αναγνωρισμένος οργανισμός εκκαθάρισης ασκεί τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Η BCSC μπορεί να εκδίδει διατάξεις που αφορούν τον αναγνωρισμένο οργανισμό εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής ή της ανάκλησης της αναγνώρισης των οργανισμών εκκαθάρισης, καθώς και να διενεργεί έρευνες που ενδέχεται να καταλήξουν στην επιβολή κυρώσεων.

(22)

Στη Μανιτόμπα, η MSC ασκεί συνεχή εποπτεία των οργανισμών εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας, είτε είναι αναγνωρισμένοι είτε απαλλασσόμενοι από την αναγνώριση. Ωστόσο, οι απαλλασσόμενοι οργανισμοί εκκαθάρισης υπόκεινται σε πιο περιορισμένη εποπτεία από την MSC. Όσον αφορά τους αναγνωρισμένους οργανισμούς ή τα αναγνωρισμένα γραφεία εκκαθάρισης, η εποπτεία ασκείται μέσω επανεξέτασης των περιοδικών αναφορών, περιοδικών επιτόπιων επιθεωρήσεων, τακτικής επικοινωνίας με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του οργανισμού εκκαθάρισης ή του γραφείου εκκαθάρισης, καθώς και ετήσιας αξιολόγησης των κινδύνων και ελέγχων. Η MSC έχει πολλά διαθέσιμα εργαλεία για την επανόρθωση παραβιάσεων ορισμένων απαιτήσεων από οργανισμό εκκαθάρισης ή γραφείο εκκαθάρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, είτε αναγνωρισμένο είτε απαλλασσόμενο από την αναγνώριση, τα οποία περιλαμβάνουν την επιβολή όρων ή προϋποθέσεων στην άδεια ενός οργανισμού εκκαθάρισης, την αναστολή ή την ανάκληση των διατάξεων για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας του οργανισμού εκκαθάρισης ή του γραφείου εκκαθάρισης ή τη διενέργεια ερευνών που ενδέχεται να καταλήξουν στην επιβολή προστίμων και σε άλλες κυρώσεις.

(23)

Στο Οντάριο, η OSC ασκεί συνεχή εποπτεία των CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας ως αναγνωρισμένοι οργανισμοί εκκαθάρισης, μέσω περιοδικών επιτόπιων επιθεωρήσεων και τακτικής επικοινωνίας με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του οργανισμού εκκαθάρισης, τακτικής αξιολόγησης κινδύνων και ελέγχων, καθώς και μέσω επανεξέτασης των πληροφοριών, τις οποίες αναφέρει ο οργανισμός εκκαθάρισης, και της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του οργανισμού εκκαθάρισης που αφορούν τη διαχείριση κινδύνων, μεταξύ άλλων. Ωστόσο, οι απαλλασσόμενοι οργανισμοί εκκαθάρισης υπόκεινται σε πιο περιορισμένη εποπτεία από την OSC. Η OSC διαθέτει ευρείες εξουσίες για τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με τους εσωτερικούς κανονισμούς, κανόνες και διαδικασίες ενός αναγνωρισμένου οργανισμού εκκαθάρισης, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο ένας αναγνωρισμένος οργανισμός εκκαθάρισης ασκεί τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, και δύναται να λαμβάνει επανορθωτικά ή αποτρεπτικά μέτρα έναντι ενός οργανισμού εκκαθάρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, είτε αναγνωρισμένου είτε απαλλασσόμενου από την αναγνώριση, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος ή σε περίπτωση που ένας οργανισμός εκκαθάρισης έχει παραβεί τον νόμο περί κινητών αξιών (Οντάριο). Οι εν λόγω ενέργειες περιλαμβάνουν την έκδοση αποφάσεων ή διατάξεων σχετικά με τον οργανισμό εκκαθάρισης, την επιβολή όρων, προϋποθέσεων, περιορισμών ή απαιτήσεων στον οργανισμό εκκαθάρισης, την αναστολή ή την ανάκληση της άδειας λειτουργίας του οργανισμού εκκαθάρισης, καθώς και τη διενέργεια ερευνών που ενδέχεται να καταλήξουν στην επιβολή προστίμων και κυρώσεων.

(24)

Στο Κεμπέκ, η AMF διαθέτει διεξοδική εποπτική εξουσία για όλες τις δραστηριότητες των γραφείων εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύει τη συμμόρφωση των CCP με τον νόμο περί κινητών αξιών (Κεμπέκ), τον νόμο περί παραγώγων (Κεμπέκ) και τον νόμο AAMF. Στους εν λόγω νόμους καθορίζεται το γενικό νομικό πλαίσιο που ισχύει για τον έλεγχο που ασκείται από την AMF στις οικονομικές οντότητες τις οποίες εποπτεύει ή επιβλέπει, όπως τα γραφεία εκκαθάρισης που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας. Η AMF έχει την εξουσία, για κάθε γραφείο εκκαθάρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, να ζητά πληροφορίες, να απαιτεί την υποβολή σε εξέταση ενόρκως, να διενεργεί έρευνα και να διεξάγει επιτόπιες επιθεωρήσεις. Η AMF έχει πολλά διαθέσιμα εργαλεία για την επανόρθωση παραβιάσεων των απαιτήσεων από τα γραφεία εκκαθάρισης Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται η εξουσία να αναστέλλει την εφαρμογή των εσωτερικών κανόνων και διαδικασιών του αναγνωρισμένου γραφείου εκκαθάρισης, να διατάσσει την τροποποίηση σε διάταξη ή πρακτική αναγνωρισμένου γραφείου εκκαθάρισης, προκειμένου να καταστεί σύμφωνη με τις εφαρμοστέες νομοθετικές διατάξεις, να λαμβάνει μέτρα έναντι ενός γραφείου εκκαθάρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί έναντι της AMF, ή προς τις εφαρμοστέες νομικές απαιτήσεις, να επιβάλλει πρόστιμα σε γραφείο εκκαθάρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, καθώς και να τροποποιεί, να αναστέλλει ή να ανακαλεί το σύνολο ή μέρος της άδειας λειτουργίας ή της απαλλαγής που έχει χορηγηθεί σε γραφείο εκκαθάρισης.

(25)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των σχετικών επαρχιών, όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(26)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των σχετικών επαρχιών πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»).

(27)

Οι CCP τρίτων χωρών που επιθυμούν να ασκήσουν δραστηριότητα οργανισμού εκκαθάρισης ή γραφείου εκκαθάρισης στη Βρετανική Κολομβία και στη Μανιτόμπα μπορούν —και στην Αλμπέρτα, στο Οντάριο και στο Κεμπέκ πρέπει— να υποβάλουν αίτηση για αναγνώριση ή απαλλαγή από την αναγνώριση στη σχετική επαρχία, προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες εκκαθάρισης στον Καναδά όπως εκείνες που έχουν την άδεια να παρέχουν στην τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση της τήρησης των κατάλληλων όρων και προϋποθέσεων της διάταξης για την αναγνώριση ή την απαλλαγή από την αναγνώριση. Η απαλλαγή μπορεί να είναι διαθέσιμη σε περίπτωση που ο CCP τρίτης χώρας δεν είναι συστημικώς σημαντικός για την αγορά της συγκεκριμένης επαρχίας ή σε περίπτωση που, κατά τα άλλα, δεν δημιουργεί σημαντικό κίνδυνο για τις κεφαλαιαγορές, υπό τον όρο ότι υπόκειται σε συγκρίσιμο ρυθμιστικό καθεστώς. Ωστόσο, ακόμη και στην περίπτωση που ο CCP τρίτης χώρας απαιτείται να εξασφαλίσει αναγνώριση, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να βασίζονται στην εποπτεία από τις ρυθμιστικές αρχές τρίτων χωρών, όταν οι κανονιστικές ρυθμίσεις που ισχύουν για τον CCP τρίτης χώρας είναι συγκρίσιμες με τις κανονιστικές ρυθμίσεις που ισχύουν στο πλαίσιο του καθεστώτος της σχετικής επαρχίας.

(28)

Παρότι σημειώνεται ότι η δομή της διαδικασίας αναγνώρισης που προβλέπεται στο νομοθετικό καθεστώς των σχετικών επαρχιών του Καναδά για CCP τρίτων χωρών διαφέρει από τη διαδικασία που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, θα πρέπει, ωστόσο, να θεωρηθεί ότι προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών.

(29)

Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των σχετικών επαρχιών του Καναδά, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί, σε τακτική βάση, την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στις σχετικές επαρχίες, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(30)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στον Καναδά για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης, σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο να αξιολογήσει εκ νέου η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης της ισοδυναμίας.

(31)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των καναδικών επαρχιών της Αλμπέρτα, της Βρετανικής Κολομβίας, της Μανιτόμπα, του Οντάριο και του Κεμπέκ, που αποτελούνται από τον νόμο περί κινητών αξιών (Αλμπέρτα), τον νόμο περί κινητών αξιών (Βρετανική Κολομβία), τον νόμο περί συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επί βασικών εμπορευμάτων (Μανιτόμπα), τον νόμο περί κινητών αξιών (Μανιτόμπα), τον νόμο περί κινητών αξιών (Οντάριο), τον νόμο περί κινητών αξιών (Κεμπέκ), τον νόμο περί παραγώγων (Κεμπέκ) και τον νόμο σχετικά με την Αρχή των Χρηματοπιστωτικών Αγορών (Act respecting the Autorité des marchés financiers), καθώς και τους κανόνες, κανονισμούς, αποφάσεις, κατευθύνσεις και διατάξεις που έχουν εκδοθεί βάσει αυτών, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων αναγνώρισης, και ισχύουν για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1

(2)  Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών («CPMI»).


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/38


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/2041 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου του Μεξικού για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και οι αποφάσεις ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα.

(2)

Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού διασφαλίζουν ότι οι CCP, που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί, δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση.

(3)

Η παρούσα απόφαση δεν βασίζεται μόνον σε συγκριτική ανάλυση των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP στο Μεξικό, αλλά επίσης και σε αξιολόγηση του αποτελέσματος αυτών των απαιτήσεων, και της καταλληλότητάς τους για μείωση των κινδύνων στους οποίους μπορεί να εκτεθούν τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, κατά τρόπο που να θεωρείται ισοδύναμος με το αποτέλεσμα των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(5)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(6)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις του Μεξικού για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, αποτελούνται από τους κανόνες που εφαρμόζονται σε συμμετέχοντες στην αγορά συμβάσεων παραγώγων, οι οποίοι έχουν εκδοθεί από την Τράπεζα του Μεξικού, την Comisión Nacional Bancaria y de Valores (CNBV) και τη Secretaría de Hacienda y Crédito Público (SHCP), και τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που εφαρμόζονται σε συμμετέχοντες στην αγορά καταγεγραμμένων συμβάσεων παραγώγων, οι οποίες έχουν εκδοθεί από τη CNBV (εφεξής από κοινού «οι πρωταρχικοί κανόνες»). Οι πρωταρχικοί κανόνες καθορίζουν τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε συνεχή βάση, προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στο Μεξικό. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι στο Μεξικό πρέπει να λάβουν άδεια λειτουργίας από τη SHCP, βάσει της γνώμης της CNBV και της Τράπεζας του Μεξικού.

(7)

Τόσο η CNBV όσο και η Τράπεζα του Μεξικού έχουν εκδώσει δηλώσεις πολιτικής, όπου εξηγείται ότι οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Μεξικό απαιτείται να τηρούν τις αρχές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν, τον Απρίλιο του 2012, από την Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού (2) και τη Διεθνή Οργάνωση Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς.

(8)

Σύμφωνα με τους πρωταρχικούς κανόνες, οι CCP πρέπει να εγκρίνουν εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, που να περιέχουν όλες τις σχετικές πτυχές που άπτονται της λειτουργίας τους, συμπεριλαμβανομένων των διασφαλίσεων για τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, του κινδύνου ρευστότητας και του λειτουργικού κινδύνου. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες χρειάζεται να εγκρίνονται από τη SHCP, βάσει της γνώμης της CNBV και της Τράπεζας του Μεξικού. Εξάλλου, οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες δεν μπορούν να τροποποιηθούν, εάν η SHCP, η CNBV ή η Τράπεζα του Μεξικού διατυπώσουν αντιρρήσεις. Οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των CCP ή οι τροποποιήσεις τους μπορεί επίσης να εγκρίνονται κατόπιν ορισμένων τροποποιήσεων. Η ίδια διαδικασία ισχύει και για την έγκριση και την τροποποίηση των εταιρικών εγγράφων. Επιπλέον, οι μεθοδολογίες για τον υπολογισμό των χρηματοδοτικών πόρων και το σχέδιο ρευστότητας του CCP υπόκεινται στην έγκριση της Τράπεζας του Μεξικού και στη γνωμοδότηση της CNBV.

(9)

Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις του Μεξικού περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Οι βασικές αρχές για τους CCP, που προβλέπονται στους πρωταρχικούς κανόνες, καθιερώνουν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι CCP, προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στο Μεξικό. Οι πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στο Μεξικό. Προκειμένου να αποδειχθεί η συμμόρφωση προς τους πρωταρχικούς κανόνες, οι CCP πρέπει να υποβάλλουν τους εσωτερικούς τους κανόνες και διαδικασίες, τα εταιρικά τους έγγραφα, τις μεθοδολογίες τους για τον υπολογισμό των χρηματοδοτικών πόρων και το σχέδιο ρευστότητας του CCP προς έγκριση από τις αρμόδιες αρχές. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες, τα εταιρικά έγγραφα, το σχέδιο ρευστότητας και οι μεθοδολογίες για τον υπολογισμό των χρηματοδοτικών πόρων του CCP αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στο Μεξικό, όπου πρέπει να προβλέπονται περιοριστικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο CCP θα πληροί τα εν λόγω πρότυπα. Η CNBV και η Τράπεζα του Μεξικού αξιολογούν τη συμμόρφωση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου προς τα πρότυπα αυτά και προς τις PFMI. Μετά την έγκρισή τους από τις αρμόδιες αρχές, οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες, τα εταιρικά έγγραφα, το σχέδιο ρευστότητας και οι μεθοδολογίες για τον υπολογισμό των χρηματοδοτικών πόρων του CCP καθίστανται νομικά δεσμευτικά στοιχεία για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

(10)

Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP που είναι εγκατεστημένοι στο Μεξικό θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους σε CCP που είναι εγκατεστημένοι στο Μεξικό. Το αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο.

(11)

Το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Μεξικό είναι σημαντικά μικρότερο από εκείνο στο οποίο ασκούν τις δικές τους οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Ειδικότερα, κατά την τελευταία τριετία, η συνολική αξία των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στο Μεξικό αντιπροσώπευε λιγότερο από το 1 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στην Ένωση. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε CCP που είναι εγκατεστημένοι στο Μεξικό εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση.

(12)

Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για CCP που είναι εγκατεστημένοι στο Μεξικό μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες, όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Μεξικό, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, τα εταιρικά έγγραφα, το σχέδιο ρευστότητας και τις μεθοδολογίες για τον υπολογισμό των χρηματοδοτικών πόρων του CCP, που θέτουν σε εφαρμογή τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στο Μεξικό και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(13)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(14)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(15)

Η εποπτεία των CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στο Μεξικό διενεργείται από τη CNBV και την Τράπεζα του Μεξικού στο πλαίσιο του πεδίου αρμοδιοτήτων εκάστης αρχής. Η CNBV και η Τράπεζα του Μεξικού έχουν την εξουσία να διενεργούν συνεχή παρακολούθηση της συμμόρφωσης των CCP προς τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν γι' αυτούς. Για τον σκοπό αυτόν, η CNBV και η Τράπεζα του Μεξικού δύνανται να ζητούν πληροφορίες από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, να διενεργούν επιτόπιες επιθεωρήσεις, να εκδίδουν οδηγίες για την επανόρθωση παραβάσεων ή δυνητικών παραβάσεων των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας ή πρακτικών οι οποίες αντίκεινται στην εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών και να δίδουν εντολή στους CCP να λαμβάνουν μέτρα εσωτερικού ελέγχου και ελέγχου των κινδύνων. Η CNBV μπορεί επίσης να απομακρύνει τη διοίκηση, ορισμένα μέλη ειδικών επιτροπών και λοιπό προσωπικό του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Περαιτέρω, η SHCP, βάσει της γνώμης της CNBV και της Τράπεζας του Μεξικού, διαθέτει την εξουσία να ανακαλεί την άδεια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Η CNBV και η Τράπεζα του Μεξικού μπορούν επίσης να επιβάλλουν στους CCP πειθαρχικά μέτρα, καθώς και τα πρόστιμα, λόγω μη συμμόρφωσης με τις ισχύουσες διατάξεις.

(16)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(17)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»).

(18)

Η Τράπεζα του Μεξικού δύνανται να αναγνωρίζει CCP τρίτων χωρών που εκκαθαρίζουν παράγωγα, οι οποίοι έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες όπου οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί διασφαλίζουν παρόμοια αποτελέσματα με εκείνα που διασφαλίζονται με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν στο Μεξικό και οι οποίοι τηρούν τις PFMI. Συν τοις άλλοις, οι CCP τρίτων χωρών πρέπει να υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία, που να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις ισχύουσες νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις. Προκειμένου να χορηγηθεί αναγνώριση, απαιτείται επίσης η σύναψη μνημονίου συνεννόησης μεταξύ της Τράπεζας του Μεξικού ή της CNBV και της αρμόδιας εποπτικής αρχής της τρίτης χώρας του αιτούντος κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(19)

Η διαδικασία αναγνώρισης του νομοθετικού καθεστώτος του Μεξικού που ισχύει για CCP τρίτων χωρών θα πρέπει, επομένως, να θεωρηθεί ότι προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών.

(20)

Συνεπώς, θεωρείται ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού σχετικά με CCP που είναι εγκατεστημένοι εκεί, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί, σε τακτική βάση, την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στο Μεξικό, και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(21)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στο Μεξικό για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης, σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο να αξιολογήσει εκ νέου η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης της ισοδυναμίας.

(22)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις του Μεξικού, οι οποίες αποτελούνται από τους κανόνες που εφαρμόζονται σε συμμετέχοντες στην αγορά συμβάσεων παραγώγων και τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που εφαρμόζονται σε συμμετέχοντες στην αγορά καταγεγραμμένων συμβάσεων παραγώγων, όπως συμπληρώνονται με τις δηλώσεις πολιτικής, που έχουν εκδοθεί από τη CNBV και την Τράπεζα του Μεξικού σχετικά με την εφαρμογή των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών, και οι οποίες εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η Επιτροπή Συστημάτων Πληρωμών και Διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών.


14.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 298/42


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/2042 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Νοεμβρίου 2015

σχετικά με την ισοδυναμία του κανονιστικού πλαισίου της Ελβετίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων («CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και η απόφαση ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα.

(2)

Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας διασφαλίζουν ότι οι CCP που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα(-οι) στην Ένωση σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση.

(3)

Την 1η Σεπτεμβρίου 2013 η Επιτροπή έλαβε τις τεχνικές συμβουλές της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») σχετικά με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία. Οι τεχνικές συμβουλές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις μιας τρίτης χώρας σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(5)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(6)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Ελβετίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί αποτελούνται από το διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας της 18ης Μαρτίου 2004 και από τους κανονισμούς που έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτού από την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας (Swiss National Bank — «SNB»), μαζί με τον ομοσπονδιακό νόμο περί τραπεζών και ταμιευτηρίων («ο νόμος περί τραπεζών») και τα διατάγματα και τις εγκυκλίους που έχουν εκδοθεί από την Ελβετική Αρχή Εποπτείας των Χρηματοπιστωτικών Αγορών (Swiss Financial Market Supervisory Authority — «FINMA»). Το διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας τροποποιήθηκε προσφάτως με σκοπό την εφαρμογή των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν από τις CPSS-IOSCO, και την επίτευξη ισοδυναμίας με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Με το αναθεωρημένο ρυθμιστικό πλαίσιο επέρχονται ορισμένες διαφορές μεταξύ των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται, σε δικαιοδοτικό επίπεδο, στους CCP στην Ελβετία και των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων που εφαρμόζονται στους CCP βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η SNB εξέδωσε ωστόσο μια επεξηγηματική έκθεση σχετικά με τη μερική αναθεώρηση του διατάγματος της Εθνικής Τράπεζας, όπου παρέχονται ερμηνευτικές οδηγίες όσον αφορά το διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας και επεξηγείται, ιδίως, ότι με το αναθεωρημένο διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας τίθενται σε εφαρμογή οι PFMI και ότι το διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας θα πρέπει να ερμηνεύεται λαμβανομένων υπόψη των PFMI και των τίτλων IV και V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(7)

Επιπλέον, οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία πρέπει να εγκρίνουν καταστατικό, οργανωτικούς κανονισμούς και κανονισμό των αρμοδιοτήτων, καθώς και ορισμένες οργανωτικές πολιτικές (οι οργανωτικοί κανονισμοί και πολιτικές), όπου πρέπει να προβλέπονται περιοριστικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εν λόγω CCP θα πληρούν τα εν λόγω πρότυπα, σύμφωνα με τις PFMI και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όπως εξηγείται στην επεξηγηματική έκθεση σχετικά με τη μερική αναθεώρηση του διατάγματος της Εθνικής Τράπεζας.

(8)

Η SNB και η FINMA μοιράζονται τα ρυθμιστικά και εποπτικά καθήκοντα όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και συνεργάζονται κατά την άσκηση των καθηκόντων αυτών. Οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ελβετία λαμβάνουν άδεια λειτουργίας ως τράπεζες από τη FINMA. Η FINMA μπορεί να απαλλάσσει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους από την υποχρέωση συμμόρφωσης προς ορισμένες διατάξεις του νόμου περί τραπεζών και να προσαρμόζει τις διατάξεις του, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι δραστηριότητες εκκαθάρισης και το προφίλ κινδύνου των CCP. Οι εγκύκλιοι της FINMA αφορούν, μεταξύ άλλων, τη φερεγγυότητα, τη διακυβέρνηση, τη διαχείριση κινδύνων, τους λογιστικούς ελέγχους και την υποβολή αναφορών.

(9)

Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις της Ελβετίας περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Οι βασικές αρχές για τους CCP, οι οποίες καθορίζονται στον νόμο περί τραπεζών και στο διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας, καθώς και στους κανονισμούς, τα διατάγματα και τις εγκυκλίους που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο αυτών (οι «πρωταρχικοί κανόνες»), συνιστούν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι CCP προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στην Ελβετία. Οι εν λόγω πρωταρχικοί κανόνες αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στην Ελβετία. Για να τεκμηριώνεται η συμμόρφωση προς τους πρωταρχικούς κανόνες, ο CCP που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία πρέπει να υποβάλλει τους οργανωτικούς κανονισμούς και τις πολιτικές του στην FINMA προς έγκριση. Οι εν λόγω οργανωτικοί κανονισμοί και πολιτικές αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στην Ελβετία. Άπαξ και εγκριθούν από τη FINMA, οι εν λόγω οργανωτικοί κανονισμοί και πολιτικές καθίστανται νομικά δεσμευτικοί για τον CCP. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω κανονισμοί και πολιτικές αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνεται ο CCP που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του CCP με τους πρωταρχικούς κανόνες ή με τους οργανωτικούς κανονισμούς και τις πολιτικές του, η FINMA έχει την εξουσία να προβαίνει σε ενέργειες διοικητικού χαρακτήρα κατά του CCP, μεταξύ άλλων και στην ανάκληση της τραπεζικής άδειας του σχετικού CCP.

(10)

Οι πρωταρχικοί κανόνες που ισχύουν για τους CCP, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους οργανωτικούς κανονισμούς και τις πολιτικές τους, αποφέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα ισοδύναμα με τα αποτελέσματα των κανόνων που περιέχονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Ειδικότερα, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν επί του παρόντος λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία, όσον αφορά τον αριθμό αθετήσεων που πρέπει να καλύπτονται από το σύνολο των χρηματοοικονομικών πόρων, τον κίνδυνο ρευστότητας, τη συνέχεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τις απαιτήσεις παροχής εξασφαλίσεων, την επενδυτική πολιτική, τον κίνδυνο διακανονισμού, τον διαχωρισμό και τη φορητότητα, τον υπολογισμό των αρχικών περιθωρίων και τη διακυβέρνηση —που περιλαμβάνει τις οργανωτικές απαιτήσεις, τις απαιτήσεις σχετικά με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη, την επιτροπή κινδύνου, την τήρηση αρχείων, τις ειδικές συμμετοχές, τις πληροφορίες που διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή, τη σύγκρουση συμφερόντων, την εξωτερική ανάθεση και την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας— παράγουν ουσιαστικά αποτελέσματα ισοδύναμα με εκείνα των απαιτήσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες.

(11)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας διασφαλίζουν ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(12)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(13)

Οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία υπόκεινται σε συνεχή έλεγχο από τη FINMA, καθώς και σε συνεχή εποπτεία από την SNB, με σκοπό την παρακολούθηση της συνεχούς συμμόρφωσης προς τους όρους της άδειας και τις λοιπές εφαρμοστέες κανονιστικές απαιτήσεις. Οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελβετία υπόκεινται σε ετήσιο λογιστικό έλεγχο. Οι CCP πρέπει να παρέχουν στην ελεγκτική οντότητα τις πληροφορίες που ζητούνται για τη διεξαγωγή του λογιστικού ελέγχου. Εάν η ελεγκτική οντότητα διαπιστώσει παραβίαση των εποπτικών διατάξεων ή άλλες παρατυπίες, θα παραχωρήσει στον σχετικό CCP ένα χρονικό διάστημα για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης και, εάν δεν αποκατασταθεί η συμμόρφωση, ενημερώνει τη FINMA. Σε περίπτωση σοβαρών παραβιάσεων των εποπτικών διατάξεων ή σοβαρών παρατυπιών, η ελεγκτική οντότητα ειδοποιεί απευθείας τη FINMA. Συν τοις άλλοις, τόσο οι CCP όσο και οι ελεγκτικές οντότητες οφείλουν να παρέχουν στη FINMA όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της και πρέπει να της αναφέρουν αμέσως κάθε περιστατικό που είναι ουσιαστικής σημασίας για την εποπτεία. Επιπλέον, η FINMA διενεργεί επίσης στοχευμένες επιτόπιες επιθεωρήσεις, εξετάζει τις περιοδικές αναφορές και προβαίνει σε τακτικές συναντήσεις με τη διοίκηση και το προσωπικό του CCP.

(14)

Η FINMA μπορεί να λαμβάνει ειδικά μέτρα όταν καταλήγει στη διαπίστωση παραβίασης των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων. Συγκεκριμένα, η FINMA μπορεί να επιβάλει απαγόρευση σε κάποιο πρόσωπο να ενεργεί σε διευθυντική θέση ή μπορεί να προβεί σε κατάσχεση των κερδών που αποκομίστηκαν ως αποτέλεσμα της παράβασης. Η FINMA μπορεί επίσης να ορίσει έναν πράκτορα έρευνας για τη διερεύνηση ειδικών περιστάσεων που αφορούν την παραβίαση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων ή να εφαρμόσει εποπτικά μέτρα για τα οποία έχει δώσει εντολή η FINMA. Ο CCP που υπόκειται σε έρευνα υποχρεούται να επιτρέψει την πρόσβαση του πράκτορα έρευνας στις εγκαταστάσεις του και να παράσχει όλες τις πληροφορίες και τα έγγραφα που ζητά ο πράκτορας έρευνας για τη διενέργεια της έρευνας. Τέλος, η FINMA δύναται επίσης να ανακαλέσει την τραπεζική άδεια ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή να ακυρώσει την καταχώρισή του, σε περίπτωση που δεν συμμορφώνεται πλέον με τις ισχύουσες νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις, και δύναται να εκδίδει οδηγίες προς τα διοικητικά όργανα του CCP.

(15)

Η SNB εποπτεύει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε συνεργασία με τη FINMA. Ειδικότερα, η SNB είναι αρμόδια για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των CCP προς τις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στο διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας. Οι CCP πρέπει να παρέχουν στην SNB τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να αξιολογεί τη συμμόρφωση με αυτές τις ελάχιστες απαιτήσεις, υποβάλλονται δε σε επιτόπιες επιθεωρήσεις. Συγκεκριμένα, οι CCP οφείλουν να υποβάλλουν περιοδικές και ad hoc εκθέσεις στην SNB και να την ενημερώνουν εκ των προτέρων για ειδικά θέματα ή αλλαγές. Η SNB μπορεί επίσης να επιβάλλει ποινές και άλλες κυρώσεις, σε περίπτωση που δεν έχουν παρασχεθεί πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία που ζητήθηκαν από την SNB ή δεν έχουν τηρηθεί οι τυπικές απαιτήσεις ή τα στοιχεία είναι ελλιπή ή ανακριβή. Για τη διενέργεια των αξιολογήσεων η SNB βασίζεται σε ένα ευρύ φάσμα πληροφοριών, όπου περιλαμβάνονται η αυτοαξιολόγηση και εσωτερικά έγγραφα του CCP, εκθέσεις λογιστικού ελέγχου, καθώς και τακτικές αναφορές και συναντήσεις με τη διοίκηση και το προσωπικό του CCP. Η SNB εκδίδει συστάσεις προς τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι δεν συμμορφώνονται προς τις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται στο διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας. Εάν ο σχετικός CCP δεν συμμορφωθεί με τη σύσταση, η SNB θα εκδώσει σχετική εντολή. Εάν ο CCP δεν συμμορφωθεί με την εντολή, η SNB μπορεί να ενημερώσει τη FINMA για τα πορίσματά της, η οποία δύναται να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες εποπτείας και επιβολής κατά του CCP.

(16)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των CCP και επιβολή των απαιτήσεων σε συνεχή βάση.

(17)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»).

(18)

Οι CCP τρίτων χωρών μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στη FINMA για αναγνώριση, βάσει της οποίας τους επιτρέπεται να παρέχουν υπηρεσίες στην Ελβετία. Η αναγνώριση των CCP τρίτων χωρών στην Ελβετία βασίζεται στην ύπαρξη, στη σχετική τρίτη χώρα, ενός αποτελεσματικού ισοδύναμου συστήματος για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών. Η SNB μπορεί επίσης να προσδιορίζει έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας ως συστημικά σημαντικό για τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών της Ελβετίας και μπορεί να τον απαλλάσσει από τη συμμόρφωση προς τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζονται στο διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας, υπό την προϋπόθεση ότι το νομοθετικό και εποπτικό καθεστώς της τρίτης χώρας θεωρείται ισοδύναμο και ότι έχουν καθιερωθεί ρυθμίσεις συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας για την εποπτεία των CCP. Οι αναγνωρισμένοι CCP επίσης πρέπει να υποβάλλουν αναφορές στη FINMA και να την ενημερώνουν για ειδικά ζητήματα. Παρά ταύτα, οι απαιτήσεις υποβολής αναφορών και πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται από αναγνωρισμένους CCP στη FINMA, δεν επηρεάζουν τις εποπτικές λειτουργίες για τις οποίες είναι υπεύθυνες οι αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας.

(19)

Κατά συνέπεια, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας προβλέπουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση CCP τρίτων χωρών.

(20)

Μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 από τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας σχετικά με CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, και αυτές οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί, σε τακτική βάση, την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στην Ελβετία και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(21)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στην Ελβετία για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο να αξιολογήσει εκ νέου η Επιτροπή την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάκληση της αναγνώρισης της ισοδυναμίας.

(22)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της ευρωπαϊκής επιτροπής κινητών αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις της Ελβετίας που αποτελούνται από το διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας και τους κανονισμούς που έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτού, τον ομοσπονδιακό νόμο περί τραπεζών και ταμιευτηρίων, καθώς και τα διατάγματα και τις εγκυκλίους που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με αυτόν, όπως συμπληρώθηκαν από την επεξηγηματική έκθεση σχετικά με τη μερική αναθεώρηση του διατάγματος της Εθνικής Τράπεζας, όπου παρέχονται ερμηνευτικές οδηγίες όσον αφορά το διάταγμα της Εθνικής Τράπεζας, και ισχύουν για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.