ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

58ό έτος
16 Οκτωβρίου 2015


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1850 της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2015, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας ( 1 )

1

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1851 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2015, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 948/2014 όσον αφορά τη συμβατική περίοδο αποθεματοποίησης και το ποσό της χορηγούμενης ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη

12

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/1852 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με την έναρξη εφαρμογής προσωρινού έκτακτου καθεστώτος ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση ορισμένων τυριών και τον εκ των προτέρων καθορισμό του ποσού της ενίσχυσης

15

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2015/1853 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2015, για τη χορήγηση προσωρινής έκτακτης ενίσχυσης στους παραγωγούς στους τομείς της κτηνοτροφίας

25

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1854 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2015, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

31

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2015/1855 του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2015, για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου και του Γενικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου όσον αφορά το αίτημα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών για παράταση της μεταβατικής περιόδου βάσει του άρθρου 66 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου που αφορά ορισμένες υποχρεώσεις σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα, και για απαλλαγή από τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του άρθρου 70 παράγραφοι 8 και 9 της εν λόγω συμφωνίας

33

 

 

III   Λοιπές πράξεις

 

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

*

Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 321/14/COL, της 10ης Σεπτεμβρίου 2014, για την τροποποίηση για εκατοστή φορά των διαδικαστικών και ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων με τη θέσπιση νέων κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων [2015/1856]

35

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/1850 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 13ης Οκτωβρίου 2015

για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, περί εμπορίου προϊόντων φώκιας (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

O κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 επιτρέπει, υπό συγκεκριμένους όρους, τη διάθεση στην αγορά προϊόντων φώκιας τα οποία προέρχονται από το κυνήγι στο οποίο επιδίδονται οι Inuit και άλλες αυτόχθονες κοινότητες. Επίσης, επιτρέπει τη διάθεση στην αγορά προϊόντων φώκιας, αν η εισαγωγή προϊόντων φώκιας είναι περιστασιακού χαρακτήρα και αν τα εισαγόμενα προϊόντα αποτελούν αποκλειστικά αντικείμενα που προορίζονται για την προσωπική χρήση ταξιδιωτών ή των οικογενειών τους.

(2)

Με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 737/2010 της Επιτροπής (2) καθορίστηκαν λεπτομερείς κανόνες για τη διάθεση στην αγορά προϊόντων φώκιας βάσει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/1775 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), τροποποίησε το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 και κατήργησε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 737/2010, με ισχύ από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Είναι αναγκαίο, κατά συνέπεια, να θεσπιστούν μέτρα για την εφαρμογή του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009, όπως τροποποιήθηκε.

(4)

Κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι οργανισμοί οι οποίοι συμμορφώνονται προς ορισμένες απαιτήσεις θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε κατάλογο αναγνωρισμένων οργανισμών οι οποίοι εκδίδουν βεβαιώσεις συμμόρφωσης με τους όρους που απαιτούνται για τη διάθεση προϊόντων φώκιας στην αγορά.

(5)

Θα πρέπει να καταρτιστούν υποδείγματα για τις βεβαιώσεις και τα αντίγραφά τους, ώστε να διευκολύνεται η διαχείριση και ο έλεγχος των εν λόγω βεβαιώσεων.

(6)

Θα πρέπει να καθοριστούν διαδικασίες για τον έλεγχο των βεβαιώσεων. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο απλές και πρακτικές, χωρίς να θέτουν σε κίνδυνο την αξιοπιστία και τη συνοχή του συστήματος ελέγχου.

(7)

Θα πρέπει να επιτρέπεται η χρήση ηλεκτρονικών συστημάτων, ώστε να διευκολύνεται η ανταλλαγή στοιχείων μεταξύ των αρμόδιων αρχών, της Επιτροπής και των αναγνωρισμένων οργανισμών.

(8)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στις βεβαιώσεις, θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(9)

Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1775, που αρχίζει να εφαρμόζεται από τις 18 Οκτωβρίου 2015, επείγει η έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου (6),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει λεπτομερείς κανόνες για τη διάθεση στην αγορά προϊόντων φώκιας και για την εισαγωγή προϊόντων φώκιας για την προσωπική χρήση των ταξιδιωτών ή των οικογενειών τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009.

Άρθρο 2

Προσωπική χρήση για ταξιδιώτες ή τις οικογένειές τους

1.   Τα προϊόντα φώκιας για την προσωπική χρήση ταξιδιωτών και των οικογενειών τους εισάγονται μόνο στην περίπτωση που πληρούν έναν από τους ακόλουθους όρους:

α)

τα προϊόντα φώκιας τα φορούν, τα μεταφέρουν ή τα έχουν στις προσωπικές αποσκευές τους οι ταξιδιώτες·

β)

τα προϊόντα φώκιας περιλαμβάνονται στην προσωπική περιουσία φυσικού προσώπου που μεταφέρει τη συνήθη διαμονή του από τρίτη χώρα στην Ένωση·

γ)

τα προϊόντα φώκιας αποκτώνται επιτόπου σε τρίτη χώρα από ταξιδιώτες και εισάγονται από αυτούς τους ταξιδιώτες μεταγενέστερα, υπό τον όρο ότι, κατά την άφιξή τους στο έδαφος της Ένωσης, οι εν λόγω ταξιδιώτες θα υποβάλουν στις τελωνειακές αρχές του οικείου κράτους μέλους τα ακόλουθα έγγραφα:

i)

γραπτή δήλωση εισαγωγής·

ii)

έγγραφο που αποδεικνύει ότι τα προϊόντα αποκτήθηκαν στην εν λόγω τρίτη χώρα.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ), η γραπτή δήλωση και το δικαιολογητικό έγγραφο θεωρούνται από τις τελωνειακές αρχές και επιστρέφονται στους ταξιδιώτες. Κατά την εισαγωγή, η δήλωση και το δικαιολογητικό έγγραφο υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές μαζί με τις τελωνειακές διασαφήσεις για τα εν λόγω προϊόντα.

Άρθρο 3

Αναγνωρισμένοι οργανισμοί

1.   Στον κατάλογο αναγνωρισμένων οργανισμών περιλαμβάνονται μόνο οι οργανισμοί που αποδεδειγμένα πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν νομική προσωπικότητα·

β)

μπορούν να πιστοποιήσουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009·

γ)

έχουν τη δυνατότητα έκδοσης και διαχείρισης των βεβαιώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, καθώς και επεξεργασίας και αρχειοθέτησης φακέλων·

δ)

έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν τα καθήκοντά τους κατά τρόπο που να αποφεύγεται η σύγκρουση συμφερόντων·

ε)

έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν τη συμμόρφωση προς τους όρους που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009·

στ)

έχουν την ικανότητα να αποσύρουν τις βεβαιώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 ή να αναστείλουν την ισχύ τους σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και να λάβουν μέτρα, ώστε να ενημερώνονται οι αρμόδιες αρχές καθώς και οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών·

ζ)

υποβάλλονται σε έλεγχο ανεξάρτητων ελεγκτικών οργάνων·

η)

δραστηριοποιούνται σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

2.   Για να περιληφθούν στον κατάλογο που προβλέπεται στην παράγραφο 1, οι οργανισμοί υποβάλλουν αίτηση στην Επιτροπή συνοδευόμενη από τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1.

3.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί υποβάλλουν στην Επιτροπή την έκθεση ελέγχου που συντάσσει το ανεξάρτητο ελεγκτικό όργανο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ) στο τέλος κάθε κύκλου υποβολής αναφοράς.

Άρθρο 4

Βεβαιώσεις

1.   Κατόπιν αιτήματος, στις περιπτώσεις που πληρούνται οι απαιτήσεις για τη διάθεση στην αγορά οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009, ο αναγνωρισμένος οργανισμός εκδίδει βεβαιώσεις σύμφωνα με τα υποδείγματα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2.   Ο αναγνωρισμένος οργανισμός χορηγεί τη βεβαίωση στον αιτούντα και κρατά ένα αντίγραφο στο αρχείο του επί τρία χρόνια.

3.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παράγραφος 2, όταν ένα προϊόν φώκιας διατίθεται στην αγορά, το πρωτότυπο της βεβαίωσης χορηγείται με το προϊόν φώκιας. Ο αιτών μπορεί να κρατήσει αντίγραφο της βεβαίωσης.

4.   Σε κάθε τιμολόγιο αναγράφεται ο αριθμός της βεβαίωσης.

5.   Κάθε προϊόν φώκιας που συνοδεύεται από βεβαιώσεις οι οποίες έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 θεωρείται ότι συμμορφώνεται με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009.

6.   Η αποδοχή τελωνειακής διασάφησης για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία προϊόντος φώκιας σύμφωνα με το άρθρο 79 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου (7) υπόκειται στην προσκόμιση βεβαίωσης η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Με την επιφύλαξη του άρθρου 77 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92, οι τελωνειακές αρχές τηρούν αντίγραφο της βεβαίωσης στα αρχεία τους.

7.   Σε περίπτωση αμφιβολιών σχετικά με την αυθεντικότητα ή την ορθότητα μιας βεβαίωσης η οποία έχει εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 καθώς και στην περίπτωση που χρειάζονται περισσότερες πληροφορίες, οι τελωνειακές αρχές και τα λοιπά εκτελεστικά όργανα έρχονται σε επαφή με τις αρμόδιες αρχές που έχουν ορίσει τα οικεία κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 6. Οι αρμόδιες αρχές αποφασίζουν σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

Άρθρο 5

Μορφή των βεβαιώσεων

1.   Οι βεβαιώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 είναι σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή.

2.   Σε περίπτωση ηλεκτρονικής βεβαίωσης, εκτυπωμένο αντίγραφο της εν λόγω βεβαίωσης πρέπει να συνοδεύει το προϊόν φώκιας κατά τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.

3.   Η χρησιμοποίηση της βεβαίωσης γίνεται με την επιφύλαξη οιωνδήποτε άλλων διατυπώσεων που έχουν σχέση με τη διάθεση στην αγορά.

4.   Η αρμόδια αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 ενδέχεται να ζητήσει να μεταφραστεί η βεβαίωση στην επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στην αγορά του οποίου πρόκειται να διατεθεί το προϊόν.

Άρθρο 6

Αρμόδιες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές στις οποίες αναθέτουν τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

έλεγχο των βεβαιώσεων για τα εισαγόμενα προϊόντα φώκιας κατόπιν αιτήματος των τελωνειακών αρχών σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 7·

β)

έλεγχο της έκδοσης των βεβαιώσεων από αναγνωρισμένο οργανισμό ο οποίος είναι εγκατεστημένος και δραστηριοποιείται στο οικείο κράτος μέλος·

γ)

τήρηση αντιγράφου της βεβαίωσης που εκδίδεται για προϊόντα φώκιας τα οποία προέρχονται από το κυνήγι φώκιας στο οικείο κράτος μέλος.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές οι οποίες ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.   Η Επιτροπή αναρτά στον δικτυακό τόπο της τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Ο κατάλογος αυτός ενημερώνεται τακτικά.

Άρθρο 7

Ηλεκτρονικά συστήματα για την ανταλλαγή και την καταχώριση των στοιχείων

1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά συστήματα για την ανταλλαγή και την καταχώριση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στις βεβαιώσεις.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τη συμπληρωματικότητα, τη συμβατότητα και τη διαλειτουργικότητα των ηλεκτρονικών συστημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 8

Προστασία έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του δικαίου της Ένωσης και του εθνικού δικαίου και δεν τροποποιεί ιδίως τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που προβλέπει η οδηγία 95/46/ΕΚ και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Ειδικότερα, η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διασφαλίζεται όσον αφορά τη δημοσιοποίηση ή κοινοποίηση στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε βεβαίωση.

Άρθρο 9

Μεταβατική διάταξη

Οι βεβαιώσεις που εκδίδονται από αναγνωρισμένο οργανισμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 737/2010 πριν από την 18η Οκτωβρίου 2015 εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την ημερομηνία αυτή.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 18η Οκτωβρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Οκτωβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)   ΕΕ L 286 της 31.10.2009, σ. 36.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 737/2010 της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2010, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας (ΕΕ L 216 της 17.8.2010, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (EE) αριθ. 2015/1775 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2015, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 περί εμπορίου προϊόντων φώκιας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 737/2010 της Επιτροπής (ΕΕ L 262 της 7.10.2015, σ. 1).

(4)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους (ΕΕ L 61 της 3.3.1997, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Image 1

Κείμενο της εικόνας

Image 2

Κείμενο της εικόνας

Image 3

Κείμενο της εικόνας

Image 4

Κείμενο της εικόνας

Image 5

Κείμενο της εικόνας

Επεξηγηματικές σημειώσεις

Γενικά:

Να συμπληρωθούν με κεφαλαία γράμματα.

Πλαίσιο 1.

Οργανισμός έκδοσης

Αναγράφεται η επωνυμία και η διεύθυνση του αναγνωρισμένου οργανισμού που εκδίδει τη βεβαίωση.

Πλαίσιο 2.

Συμπληρώνεται από τη χώρα έκδοσης

Συμπληρώνεται από τη χώρα έκδοσης.

Πλαίσιο 3.

Αριθμός βεβαίωσης

Αναγράφεται ο αριθμός έκδοσης της βεβαίωσης.

Πλαίσιο 4.

Χώρα διάθεσης στην αγορά

Αναγράφεται η χώρα όπου προβλέπεται να διατεθεί πρώτα στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης το προϊόν φώκιας.

Πλαίσιο 5.

Κωδικός ISO

Αναγράφεται ο διψήφιος κωδικός της χώρας η οποία αναφέρεται στο πλαίσιο 4.

Πλαίσιο 6.

Εμπορική περιγραφή των προϊόντων φώκιας

Αναγράφεται η εμπορική περιγραφή του (των) προϊόντος(-ων) φώκιας. Η περιγραφή πρέπει να συμφωνεί με την εγγραφή στο πλαίσιο 7.

Πλαίσιο 7.

Επιστημονική ονομασία

Αναγράφονται οι επιστημονικές ονομασίες των ειδών φώκιας που χρησιμοποιούνται για το προϊόν. Στις περιπτώσεις που σε ένα σύνθετο προϊόν περιλαμβάνονται περισσότερα του ενός είδη, να χρησιμοποιείται χωριστή γραμμή για κάθε είδος.

Πλαίσιο 8.

Κλάση ΕΣ

Αναγράφεται ο τετραψήφιος ή ο εξαψήφιος κωδικός εμπορεύματος που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το εναρμονισμένο σύστημα περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων.

Πλαίσιο 9.

Χώρα αφαίρεσης από το φυσικό περιβάλλον

Αναγράφεται η χώρα όπου αφαιρέθηκαν από το φυσικό τους περιβάλλον οι φώκιες που χρησιμοποιήθηκαν για το προϊόν.

Πλαίσιο 10.

Κωδικός ISO

Αναγράφεται ο διψήφιος κωδικός της χώρας η οποία αναφέρεται στο πλαίσιο 9.

Πλαίσιο 11.

Καθαρό βάρος

Δηλώνεται το συνολικό βάρος σε κιλά. Το βάρος αυτό ορίζεται ως η καθαρή μάζα των προϊόντων φώκιας χωρίς τους άμεσους περιέκτες ή οποιαδήποτε συσκευασία, εκτός από τα τελάρα φόρτωσης, τα στεφάνια παλετών, τις ετικέτες κ.λπ.

Πλαίσιο 12.

Αριθμός τεμαχίων

Αναγράφεται ο αριθμός των τεμαχίων κατά περίπτωση.

Πλαίσιο 13.

Διακριτικά σήματα

Αναγράφονται τυχόν διακριτικά σήματα κατά περίπτωση, π.χ. αριθμός παρτίδας ή αριθμός φορτωτικής.

Πλαίσιο 14.

Ενιαίος κωδικός αναγνώρισης

Αναγράφονται οι κωδικοί αναγνώρισης που φέρουν τα ίδια τα προϊόντα.

Πλαίσιο 15.

Υπογραφή και σφραγίδα του αναγνωρισμένου οργανισμού έκδοσης

Το πλαίσιο υπογράφεται από τον εξουσιοδοτημένο υπάλληλο, με αναγραφή του τόπου και της ημερομηνίας, και σφραγίζεται με επίσημη σφραγίδα του αναγνωρισμένου οργανισμού έκδοσης.

Πλαίσιο 16.

Θεώρηση από το τελωνείο

Οι τελωνειακές αρχές αναγράφουν τον αριθμό της τελωνειακής διασάφησης και προσθέτουν υπογραφή και σφραγίδα.


16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/12


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/1851 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 15ης Οκτωβρίου 2015

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 948/2014 όσον αφορά τη συμβατική περίοδο αποθεματοποίησης και το ποσό της χορηγούμενης ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 2, το άρθρο 20 στοιχεία γ), ιβ) και ιγ) και το άρθρο 223 παράγραφος 3 στοιχείο γ),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 1370/2013 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με τον καθορισμό ορισμένων ενισχύσεων και επιστροφών που συνδέονται με την κοινή οργάνωση των αγορών γεωργικών προϊόντων (2), και ιδίως το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 948/2014 της Επιτροπής (3) ανοίχθηκε ιδιωτική αποθεματοποίηση αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη ενόψει της ιδιαιτέρως δύσκολης κατάστασης στην αγορά, που οφείλεται κυρίως στην απαγόρευση από τη Ρωσία των εισαγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων από την Ένωση στη Ρωσία.

(2)

Μετά την περαιτέρω μείωση των τιμών για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, το καθεστώς ιδιωτικής αποθεματοποίησης παρατάθηκε έως τις 28 Φεβρουαρίου 2015 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1337/2014 της Επιτροπής (4), έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2015 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/303 της Επιτροπής (5) και έως τις 29 Φεβρουαρίου 2016 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1548 της Επιτροπής (6).

(3)

Δεδομένης της συνεχιζόμενης πτωτικής τάσης των τιμών για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη λόγω σημαντικής πλεονασματικής προσφοράς γάλακτος στην εσωτερική αγορά και του συνεχιζόμενου περιορισμού της παγκόσμιας ζήτησης, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν πρόσθετα μέτρα με σκοπό να ενθαρρυνθούν οι επιχειρήσεις να αποθεματοποιήσουν μεγαλύτερες ποσότητες προκειμένου να μειωθεί η πίεση που ασκείται στην αγορά και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να χορηγούνται μεγαλύτερα ποσά ενίσχυσης όταν τα προϊόντα υπόκεινται σε μεγαλύτερη συμβατική περίοδο αποθεματοποίησης.

(4)

Ωστόσο, για να διαθέτουν οι επιχειρήσεις δυνατότητα ευελιξίας όσον αφορά την ανταπόκριση σε μελλοντικές ενδείξεις της αγοράς, θα πρέπει να επιτρέπεται η έξοδος των εν λόγω προϊόντων με μειωμένο ύψος ενίσχυσης από το απόθεμα, μετά από ελάχιστη περίοδο αποθεματοποίησης εννέα μηνών.

(5)

Λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας της αυξημένης συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης, θα πρέπει να προσαρμοστεί η προκαταβολή που αναφέρεται στο άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008 της Επιτροπής (7).

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008 και προκειμένου να παρακολουθηθεί εκ του σύνεγγυς η χρήση του μέτρου, είναι σκόπιμο να καθοριστεί η προθεσμία υποβολής των κοινοποιήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού.

(7)

Για να έχει το μέτρο που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό άμεσο αντίκτυπο στην αγορά και να συμβάλει στη σταθεροποίηση των τιμών, θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 948/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Το ποσό της ενίσχυσης για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 καθορίζεται ως εξής:

α)

εφόσον η συμβατική περίοδος αποθεματοποίησης είναι μεταξύ 90 και 210 ημερών, η ενίσχυση ανέρχεται σε:

1)

8,86 ευρώ ανά τόνο αποθεματοποίησης για την κάλυψη των παγίων εξόδων αποθεματοποίησης,

2)

0,16 ευρώ ανά τόνο ανά ημέρα συμβατικής αποθεματοποίησης.

β)

εφόσον η συμβατική περίοδος αποθεματοποίησης είναι 365 ημερών, η ενίσχυση ανέρχεται σε:

1)

8,86 ευρώ ανά τόνο αποθεματοποίησης για την κάλυψη των παγίων εξόδων αποθεματοποίησης,

2)

0,36 ευρώ ανά τόνο ανά ημέρα συμβατικής αποθεματοποίησης.

Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, όταν η συμβατική ποσότητα μπορεί να αποσυρθεί μετά από ελάχιστη περίοδο αποθεματοποίησης 270 ημερών, το ποσό της ενίσχυσης μειώνεται κατά 10 %.

2.   Οι αιτήσεις είναι έγκυρες μόνο όταν αναγράφουν τα ποσά της ενίσχυσης για τα οποία υποβάλλεται η αίτηση.

Οι συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού για περίοδο αποθεματοποίησης μεταξύ 90 και 210 ημερών δεν μπορούν να μετατραπούν σε συμβάσεις δυνάμει της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

3.   Η συμβατική αποθεματοποίηση λήγει την προηγουμένη της ημέρας εξόδου από την αποθεματοποίηση.».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 4α:

«Άρθρο 4a

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 31 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, η προκαταβολή για τις συμβάσεις δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού δεν υπερβαίνει το ποσό της ενίσχυσης που αντιστοιχεί σε περίοδο αποθεματοποίησης 270 ημερών.».

3)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ακόλουθα:

α)

το αργότερο κάθε Τρίτη για την προηγούμενη εβδομάδα, και χωριστά για τις ποσότητες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) αντιστοίχως, τις ποσότητες για τις οποίες έχουν συναφθεί συμβάσεις, καθώς και τις ποσότητες προϊόντων για τις οποίες έχουν υποβληθεί αιτήσεις για τη σύναψη συμβάσεων, σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008·

β)

το αργότερο στο τέλος κάθε μήνα για τον προηγούμενο μήνα, τις πληροφορίες για τα αποθέματα που απαιτούνται βάσει του άρθρου 35 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Οκτωβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)   ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)   ΕΕ L 346 της 20.12.2013, σ. 12.

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 948/2014 της Επιτροπής, της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, σχετικά με το άνοιγμα ιδιωτικής αποθεματοποίησης για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη και τον εκ των προτέρων καθορισμό του ποσού της ενίσχυσης (ΕΕ L 265 της 5.9.2014, σ. 18).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1337/2014 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2014, για την τροποποίηση των εκτελεστικών κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 947/2014 και (ΕΕ) αριθ. 948/2014 όσον αφορά την τελευταία ημέρα υποβολής των αιτήσεων για ενίσχυση της ιδιωτικής αποθεματοποίησης βουτύρου και αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 360 της 17.12.2014, σ. 15).

(5)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/303 της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2015, για την τροποποίηση των εκτελεστικών κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 947/2014 και (ΕΕ) αριθ. 948/2014 όσον αφορά την τελευταία ημέρα υποβολής των αιτήσεων για ενίσχυση της ιδιωτικής αποθεματοποίησης βουτύρου και αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 55 της 26.2.2015, σ. 4).

(6)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1548 της Επιτροπής, της 17ης Σεπτεμβρίου 2015, για την τροποποίηση των εκτελεστικών κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 947/2014 και (ΕΕ) αριθ. 948/2014 όσον αφορά την τελευταία ημέρα υποβολής των αιτήσεων για ενίσχυση της ιδιωτικής αποθεματοποίησης βουτύρου και αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (ΕΕ L 242 της 18.9.2015, σ. 26).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 826/2008 της Επιτροπής, της 20ής Αυγούστου 2008, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση ορισμένων γεωργικών προϊόντων (ΕΕ L 223 της 21.8.2008, σ. 3).


16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/15


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/1852 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 15ης Οκτωβρίου 2015

σχετικά με την έναρξη εφαρμογής προσωρινού έκτακτου καθεστώτος ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση ορισμένων τυριών και τον εκ των προτέρων καθορισμό του ποσού της ενίσχυσης

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (1) του Συμβουλίου, και ιδίως το άρθρο 219 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 228,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η παγκόσμια ζήτηση γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων μειώθηκε γενικά καθ' όλη τη διάρκεια του έτους 2014 και κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, κυρίως λόγω της επιβράδυνσης των εισαγωγών από την Κίνα, τον μεγαλύτερο εισαγωγέα γαλακτοκομικών προϊόντων.

(2)

Έχει καταγραφεί πτωτική πίεση επί των τιμών των γαλακτοκομικών προϊόντων λόγω της αύξησης της προσφοράς, τόσο στην Ένωση όσο και στις κυριότερες γαλακτοπαραγωγούς περιοχές παγκοσμίως.

(3)

Επιπλέον, στις 25 Ιουνίου 2015, η ρωσική κυβέρνηση ανακοίνωσε την παράταση της απαγόρευσης των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων και τροφίμων καταγωγής Ένωσης για άλλο ένα έτος, έως τις 6 Αυγούστου 2016.

(4)

Ο τομέας των γαλακτοκομικών προϊόντων αντιμετωπίζει, επομένως, κατάσταση διαταραχής της αγοράς εξαιτίας της σοβαρής ανισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.

(5)

Κατά συνέπεια, οι τιμές του μη επεξεργασμένου γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ένωση έχουν μειωθεί περαιτέρω και η πτωτική πίεση αναμένεται να συνεχιστεί, φτάνοντας σε μη βιώσιμα επίπεδα για πολλούς αγρότες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά τις ταμειακές ροές και τα ταμειακά διαθέσιμα. Οι μέσες τιμές της Ένωσης για τα βασικά τυριά μειώθηκαν κατά 17 % το 2015.

(6)

Τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 δεν φαίνεται να επαρκούν για την κατάσταση που δημιουργήθηκε πρόσφατα, δεδομένου ότι στοχεύουν άλλα προϊόντα, όπως το βούτυρο και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, ή περιορίζονται στα τυριά με γεωγραφική ένδειξη.

(7)

Η απειλή σοβαρής ανισορροπίας στην αγορά τυριών μπορεί να μετριαστεί ή να εξουδετερωθεί με την αποθεματοποίηση. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να χορηγηθεί ενίσχυση για ιδιωτική αποθεματοποίηση τυριών και να καθοριστεί το ποσό της ενίσχυσης εκ των προτέρων.

(8)

Είναι σκόπιμο να καθοριστεί ανώτατο όριο για τη μέγιστη ποσότητα που θα καλύπτεται από το καθεστώς και η κατανομή της συνολικής ποσότητας ανά κράτος μέλος βάσει της παραγωγής τυριών τους.

(9)

Το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 προβλέπει τη χορήγηση ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση μόνο των τυριών που φέρουν προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Ωστόσο, τα τυριά με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη αντιπροσωπεύουν ένα μικρό μόνο μερίδιο της συνολικής ενωσιακής παραγωγής τυριών. Για λόγους επιχειρησιακής και διοικητικής αποτελεσματικότητας, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ενιαίο καθεστώς ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση, που να καλύπτει όλα τα είδη τυριών.

(10)

Κρίνεται σκόπιμο να εξαιρεθούν τα τυριά, τα οποία δεν είναι κατάλληλα για αποθεματοποίηση.

(11)

Κατά κανόνα, προκειμένου να διευκολυνθούν η διαχείριση και ο έλεγχος, η ενίσχυση για ιδιωτική αποθεματοποίηση θα πρέπει να χορηγείται μόνο σε επιχειρήσεις οι οποίες είναι εγκατεστημένες και εγγεγραμμένες στα μητρώα ΦΠΑ στην Ένωση.

(12)

Για να διασφαλισθεί η δέουσα παρακολούθηση του καθεστώτος, θα πρέπει να καθοριστούν στον παρόντα κανονισμό οι πληροφορίες που απαιτούνται για τη σύναψη της σύμβασης αποθεματοποίησης, καθώς και οι υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών.

(13)

Για να καταστεί το καθεστώς αποτελεσματικότερο, οι συμβάσεις θα πρέπει να αφορούν ορισμένη ελάχιστη ποσότητα και να αναφέρουν τις υποχρεώσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθεί το συμβαλλόμενο μέρος, ιδίως αυτές που παρέχουν τη δυνατότητα στην αρμόδια για τον έλεγχο των εργασιών αποθεματοποίησης αρχή να επιθεωρεί αποτελεσματικά τις συνθήκες αποθεματοποίησης.

(14)

Μία από τις απαιτήσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης ιδιωτικής αποθεματοποίησης είναι η αποθεματοποίηση της συμβατικής ποσότητας κατά τη συμβατική περίοδο αποθεματοποίησης. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η εμπορική πρακτική καθώς και για πρακτικούς λόγους, θα πρέπει να επιτραπεί ένα περιθώριο ανοχής σε σχέση με την ποσότητα για την οποία χορηγείται ενίσχυση.

(15)

Για να διασφαλιστεί το κύρος της αίτησης και να είναι βέβαιο ότι το μέτρο θα έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα στην αγορά, απαιτείται εγγύηση. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις για τη σύσταση, την αποδέσμευση και την κατάπτωση της εγγύησης.

(16)

Για να διασφαλιστεί η χρηστή διαχείριση της αποθεματοποίησης, κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθούν διατάξεις για τη μείωση του καταβλητέου ποσού ενίσχυσης όταν η αποθεματοποιημένη ποσότητα στη διάρκεια της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης είναι μικρότερη από τη συμβατική ποσότητα.

(17)

Το ποσό της ενίσχυσης θα πρέπει να καθοριστεί βάσει του κόστους αποθεματοποίησης και/ή άλλων σχετικών στοιχείων της αγοράς. Είναι σκόπιμο να καθοριστεί ενίσχυση για την κάλυψη των πάγιων εξόδων εισόδου των σχετικών προϊόντων στο απόθεμα και εξόδου από αυτό, καθώς και ενίσχυση ανά ημέρα αποθεματοποίησης για την κάλυψη των δαπανών αποθήκευσης υπό ψύξη και του κόστους χρηματοδότησης.

(18)

Είναι απαραίτητος ο προσδιορισμός των όρων βάσει των οποίων μπορεί να χορηγηθεί προκαταβολή, της αναπροσαρμογής της ενίσχυσης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν τηρείται στο ακέραιο η συμβατική ποσότητα, των ελέγχων συμμόρφωσης ως προς το δικαίωμα στην ενίσχυση, των ενδεχόμενων κυρώσεων και των πληροφοριών που πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη.

(19)

Δεδομένου ότι το μέτρο ενδέχεται να μη χρησιμοποιηθεί πλήρως από όλα τα κράτη μέλη, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η ανακατανομή των ποσοτήτων μετά την παρέλευση τριών μηνών από την εφαρμογή του μέτρου. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει, όταν χρειάζεται, εκτελεστικές πράξεις για την ανακατανομή στα κράτη μέλη των μη χρησιμοποιηθεισών ποσοτήτων και για τη νέα προθεσμία υποβολής των αιτήσεων.

(20)

Θα πρέπει, επίσης, να θεσπιστούν κανόνες όσον αφορά την τεκμηρίωση, την τήρηση λογιστικής, τη συχνότητα και το είδος των ελέγχων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός προβλέπει προσωρινό έκτακτο καθεστώς ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση τυριών του κωδικού ΣΟ 0406 , εκτός από τα τυριά, τα οποία δεν είναι κατάλληλα για περαιτέρω αποθεματοποίηση πέραν της περιόδου ωρίμασης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

Η μέγιστη ποσότητα προϊόντων ανά κράτος μέλος που υπάγεται στο εν λόγω προσωρινό καθεστώς καθορίζεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ορισμός

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως αρμόδιες αρχές των κρατών μελών νοούνται οι υπηρεσίες ή οι φορείς που έχουν διαπιστευτεί από τα κράτη μέλη ως οργανισμοί πληρωμών και οι οποίοι πληρούν τους όρους του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

Άρθρο 3

Επιλεξιμότητα των προϊόντων

1.   Προκειμένου να είναι επιλέξιμα για την ενίσχυση ιδιωτικής αποθεματοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 1, εφεξής «η ενίσχυση», τα τυριά πρέπει να είναι υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης προς τα συναλλακτικά ήθη ποιότητας, ενωσιακής καταγωγής και, κατά την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης αποθεματοποίησης, ελάχιστης ηλικίας αντίστοιχης με την περίοδο ωρίμασης που ορίζεται στις προδιαγραφές προϊόντος για τα τυριά που φέρουν προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 και την κανονική περίοδο ωρίμασης που ορίζεται από τα κράτη μέλη για τα άλλα τυριά.

2.   Τα τυριά πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

κάθε παρτίδα έχει ελάχιστο βάρος 0,5 τόνου·

β)

φέρουν ανεξίτηλη σήμανση με ένδειξη, ενδεχομένως σε κωδικοποιημένη μορφή, της επιχείρησης στην οποία έχουν παρασκευασθεί και την ημερομηνία παρασκευής·

γ)

φέρουν την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα·

δ)

δεν έχουν αποτελέσει αντικείμενο σύμβασης ενίσχυσης για αποθεματοποίηση κατά το παρελθόν·

ε)

είναι αποθεματοποιημένα στο κράτος μέλος στο οποίο παράγονται.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αίρουν την υποχρέωση αναγραφής στα τυριά της ημερομηνίας εισόδου στο απόθεμα, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), υπό την προϋπόθεση ότι ο υπεύθυνος της αποθήκης αποθεματοποίησης αναλαμβάνει τη δέσμευση να τηρεί μητρώο στο οποίο καταγράφονται, κατά την ημερομηνία εισόδου στο απόθεμα, τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β).

Άρθρο 4

Αιτήσεις ενίσχυσης

1.   Οι επιχειρήσεις που επιθυμούν να λάβουν ενίσχυση υποβάλλουν αίτηση στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όπου είναι αποθεματοποιημένα τα προϊόντα.

2.   Οι επιχειρήσεις που υποβάλλουν αίτηση ενίσχυσης είναι εγκατεστημένες και εγγεγραμμένες στα μητρώα ΦΠΑ στην Ένωση.

3.   Αιτήσεις ενίσχυσης μπορούν να υποβληθούν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή των αιτήσεων είναι η 15η Ιανουαρίου 2016.

4.   Οι αιτήσεις ενίσχυσης αφορούν προϊόντα τα οποία έχουν εξ ολοκλήρου αποθεματοποιηθεί.

5.   Οι αιτήσεις υποβάλλονται με χρήση της μεθόδου που παρέχει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος στις επιχειρήσεις.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να απαιτήσουν να συνοδεύονται οι ηλεκτρονικές αιτήσεις από προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 2 της οδηγίας 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), ή από ηλεκτρονική υπογραφή η οποία παρέχει ισοδύναμα εχέγγυα όσον αφορά τις λειτουργικότητες που αποδίδονται σε μια υπογραφή, εφαρμόζοντας τους κανόνες και όρους που καθορίζονται στις διατάξεις της Επιτροπής για τα ηλεκτρονικά και ψηφιοποιημένα έγγραφα, οι οποίες παρατίθενται στην απόφαση 2004/563/ΕΚ, Ευρατόμ της Επιτροπής (5) και στους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής της.

6.   Η αίτηση είναι αποδεκτή μόνον εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

περιλαμβάνει αναφορά στον παρόντα κανονισμό·

β)

αναφέρει τα στοιχεία ταυτότητας του αιτούντος, ήτοι το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό μητρώου ΦΠΑ·

γ)

αναφέρει το προϊόν με τον σχετικό εξαψήφιο κωδικό ΣΟ·

δ)

αναφέρει την ποσότητα των προϊόντων κατά την υποβολή της αίτησης·

ε)

αναφέρει την ονομασία και τη διεύθυνση του χώρου αποθήκευσης, τον αριθμό παρτίδας αποθεματοποίησης και τον αριθμό έγκρισης με τον οποίο ταυτοποιείται η βιομηχανική μονάδα·

στ)

δεν περιλαμβάνει συμπληρωματικούς όρους που εισάγονται από τον αιτούντα εκτός από εκείνους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό·

ζ)

έχει συνταχθεί στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση·

η)

ο αιτών έχει προβεί σε σύσταση εγγύησης ύψους 20 ευρώ ανά τόνο υπέρ του σχετικού οργανισμού πληρωμών σύμφωνα με το τμήμα 2 του κεφαλαίου IV του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής (6).

7.   Το περιεχόμενο των αιτήσεων δεν τροποποιείται μετά την υποβολή τους.

Άρθρο 5

Κατάπτωση και αποδέσμευση της εγγύησης

1.   Η εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο η) καταπίπτει σε περίπτωση:

α)

απόσυρσης μιας αίτησης σύμβασης·

β)

που η ποσότητα η οποία διαπιστώθηκε κατά τους ελέγχους του άρθρου 16 παράγραφος 2 είναι μικρότερη από το 95 % της ποσότητας στην αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο δ). Στην περίπτωση αυτή δεν συνάπτεται σύμβαση·

γ)

που ποσότητα μικρότερη από το 95 % της συμβατικής ποσότητας τοποθετείται και φυλάσσεται σε αποθήκες για τη συμβατική περίοδο αποθεματοποίησης, υπ' ευθύνη του συμβαλλόμενου μέρους κατά την έννοια του άρθρου 6 και σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2.   Οι εγγυήσεις αποδεσμεύονται αμέσως εάν δεν γίνουν αποδεκτές οι αιτήσεις σύμβασης.

3.   Οι εγγυήσεις αποδεσμεύονται για τις ποσότητες ως προς τις οποίες έχουν τηρηθεί οι συμβατικές υποχρεώσεις.

Άρθρο 6

Σύναψη συμβάσεων

1.   Οι συμβάσεις συνάπτονται μεταξύ της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου αποθεματοποιούνται τα προϊόντα και του αιτούντος, εφεξής καλούμενου «το συμβαλλόμενο μέρος».

2.   Οι συμβάσεις συνάπτονται εντός 30 ημερών από την ημερομηνία λήψης των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο ε), με την επιφύλαξη της επιβεβαίωσης στη συνέχεια, ανάλογα με την περίπτωση, της επιλεξιμότητας των προϊόντων όπως προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο. Εάν δεν επιβεβαιωθεί η επιλεξιμότητα, η σχετική σύμβαση θεωρείται άκυρη.

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις του συμβαλλόμενου μέρους

1.   Οι συμβάσεις ορίζουν τις ακόλουθες τουλάχιστον υποχρεώσεις για το συμβαλλόμενο μέρος:

α)

να αποθεματοποιήσει και να διατηρεί τη συμβατική ποσότητα στον χώρο αποθήκευσης, κατά τη διάρκεια της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης, υπ' ευθύνη του και με δικά του έξοδα, υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν τη διατήρηση των χαρακτηριστικών των προϊόντων, χωρίς να υποκαθιστά ή να μετακινεί από έναν χώρο αποθήκευσης σε άλλον τα αποθεματοποιημένα προϊόντα. Σε περίπτωση που το συμβαλλόμενο μέρος υποβάλει αιτιολογημένη αίτηση, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει μετακίνηση των αποθεματοποιημένων προϊόντων·

β)

να διατηρεί τα έγγραφα ζύγισης που καταρτίστηκαν κατά την είσοδο στον χώρο αποθήκευσης·

γ)

να επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να ελέγχει ανά πάσα στιγμή την τήρηση όλων των υποχρεώσεων που ορίζονται στη σύμβαση·

δ)

να παρέχει εύκολη πρόσβαση στα προϊόντα και να τα καθιστά αναγνωρίσιμα το καθένα χωριστά: κάθε μονάδα η οποία αποθηκεύεται χωριστά φέρει σήμανση με την ημερομηνία αποθεματοποίησης, τον αριθμό της σύμβασης, το προϊόν και το βάρος. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να μην απαιτούν τη σήμανση με τον αριθμό της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι ο υπεύθυνος της αποθήκης αναλαμβάνει τη δέσμευση να εγγράψει τον αριθμό της σύμβασης στο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3.

2.   Το συμβαλλόμενο μέρος καθιστά διαθέσιμο στην αρμόδια για τον έλεγχο αρχή το σύνολο της τεκμηρίωσης, για κάθε σύμβαση, μέσω της οποίας είναι δυνατόν, ειδικότερα, να επαληθευτούν οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τα ιδιωτικώς αποθεματοποιημένα προϊόντα:

α)

ο αριθμός έγκρισης που προσδιορίζει το εργοστάσιο και το κράτος μέλος παραγωγής·

β)

η καταγωγή και η ημερομηνία παρασκευής των προϊόντων·

γ)

η ημερομηνία αποθεματοποίησης·

δ)

το βάρος και ο αριθμός των συσκευασμένων τεμαχίων·

ε)

η παρουσία τους στον χώρο αποθήκευσης και η διεύθυνση του χώρου αποθήκευσης·

στ)

η αναμενόμενη ημερομηνία λήξης της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης, καθώς και η πραγματική ημερομηνία εξόδου από το απόθεμα.

3.   Το συμβαλλόμενο μέρος ή, κατά περίπτωση, ο διαχειριστής του χώρου αποθήκευσης, τηρεί λογιστική αποθήκης, διαθέσιμη στην αποθήκη, που καλύπτει ανά αριθμό σύμβασης:

α)

την ταυτοποίηση κάθε παρτίδας προϊόντων που τίθενται σε ιδιωτική αποθεματοποίηση·

β)

τις ημερομηνίες αποθεματοποίησης και εξόδου από την αποθεματοποίηση·

γ)

την ποσότητα, εγγραφόμενη ανά παρτίδα αποθεματοποίησης·

δ)

τη θέση των προϊόντων μέσα στον χώρο αποθήκευσης.

Άρθρο 8

Συμβατική περίοδος αποθεματοποίησης

1.   Η συμβατική περίοδος αποθεματοποίησης αρχίζει την επομένη της παραλαβής από τις αρμόδιες αρχές των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο ε).

2.   Η συμβατική αποθεματοποίηση λήγει την προηγουμένη της ημέρας εξόδου από την αποθεματοποίηση.

3.   Ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί μόνον εφόσον η συμβατική περίοδος αποθεματοποίησης έχει διάρκεια 60 έως 210 ημερών.

Άρθρο 9

Έξοδος από την αποθεματοποίηση

1.   Η έξοδος από την αποθεματοποίηση μπορεί να αρχίσει την επομένη της τελευταίας ημέρας της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης.

2.   Η έξοδος από τον χώρο αποθήκευσης πραγματοποιείται ανά ακέραιες παρτίδες αποθεματοποίησης ή, εφόσον το επιτρέψει η αρμόδια αρχή, σε μικρότερες ποσότητες. Ωστόσο, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 5 στοιχείο α), επιτρέπεται η έξοδος μόνο σφραγισμένων ποσοτήτων από τον χώρο αποθήκευσης.

3.   Πριν από την προβλεπόμενη έναρξη της εξόδου προϊόντων από την αποθεματοποίηση, το συμβαλλόμενο μέρος ειδοποιεί την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 6.

4.   Όταν δεν τηρείται η απαίτηση της παραγράφου 3, αλλά η αρμόδια αρχή θεωρεί ικανοποιητικές τις προσκομισθείσες, εντός 30 ημερών από την έξοδο από τον χώρο αποθήκευσης, αποδείξεις σχετικά με την ημερομηνία εξόδου από την αποθεματοποίηση και τις οικείες ποσότητες, η ενίσχυση μειώνεται κατά 15 % και καταβάλλεται μόνο για την περίοδο για την οποία το συμβαλλόμενο μέρος προσκομίζει στην αρμόδια αρχή ικανές αποδείξεις ότι το προϊόν έχει παραμείνει σε συμβατική αποθεματοποίηση.

5.   Όταν δεν τηρείται η απαίτηση της παραγράφου 3 και η αρμόδια αρχή δεν θεωρεί ικανοποιητικές τις προσκομισθείσες, εντός 30 ημερών από την έξοδο από το χώρο αποθήκευσης, αποδείξεις σχετικά με την ημερομηνία εξόδου από την αποθεματοποίηση και τις οικείες ποσότητες, δεν καταβάλλεται ενίσχυση για την οικεία σύμβαση και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, καταπίπτει το σύνολο της εγγύησης σε σχέση με την οικεία σύμβαση.

Άρθρο 10

Ποσό της ενίσχυσης

Η ενίσχυση ανέρχεται σε:

15,57 ευρώ ανά τόνο αποθεματοποίησης για την κάλυψη των παγίων εξόδων αποθεματοποίησης,

0,40 ευρώ ανά τόνο ανά ημέρα συμβατικής αποθεματοποίησης.

Άρθρο 11

Προκαταβολή της ενίσχυσης

1.   Μετά από 60 ημέρες αποθεματοποίησης και κατόπιν αιτήματος του συμβαλλόμενου μέρους, μπορεί να καταβληθεί μία μόνο προκαταβολή της ενίσχυσης, υπό την προϋπόθεση ότι το συμβαλλόμενο μέρος έχει προβεί στη σύσταση εγγύησης ίσης με το ποσό της προκαταβολής προσαυξημένο κατά 10 %.

2.   Η προκαταβολή δεν υπερβαίνει το ποσό της ενίσχυσης που αντιστοιχεί σε περίοδο αποθεματοποίησης διάρκειας 90 ημερών. Η εγγύηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αποδεσμεύεται αμέσως μετά την καταβολή του υπολοίπου της ενίσχυσης.

Άρθρο 12

Καταβολή της ενίσχυσης

1.   Η ενίσχυση ή, όταν έχει χορηγηθεί προκαταβολή δυνάμει του άρθρου 11, το υπόλοιπο της ενίσχυσης καταβάλλεται βάσει αίτησης πληρωμής που υποβάλλεται από το συμβαλλόμενο μέρος, εντός τριών μηνών από τη λήξη της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης.

2.   Όταν το συμβαλλόμενο μέρος δεν έχει προσκομίσει τα δικαιολογητικά εντός της προθεσμίας των τριών μηνών, παρά το ότι διενήργησε εγκαίρως τα δέοντα για την απόκτηση αυτών, μπορεί να του παρασχεθεί παράταση, η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες συνολικά.

3.   Η ενίσχυση ή το υπόλοιπο της ενίσχυσης καταβάλλεται εντός 120 ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης για την καταβολή της ενίσχυσης, υπό τον όρο ότι έχουν εκπληρωθεί οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση και ότι έχει διενεργηθεί ο τελικός έλεγχος. Ωστόσο, εάν βρίσκεται σε εξέλιξη διοικητική έρευνα, η πληρωμή διενεργείται μόνον μετά την αναγνώριση του δικαιώματος ενίσχυσης.

4.   Πλην των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν η ποσότητα που έχει πράγματι αποθηκευτεί κατά τη διάρκεια της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης είναι μικρότερη από την προβλεπόμενη στη σύμβαση ποσότητα αλλά όχι μικρότερη από το 95 % της ποσότητας αυτής, η ενίσχυση καταβάλλεται για την ποσότητα που πράγματι αποθεματοποιήθηκε. Εντούτοις, εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι το συμβαλλόμενο μέρος ενήργησε εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, μπορεί να αποφασίσει την περαιτέρω μείωση ή τη μη καταβολή της ενίσχυσης.

5.   Πλην των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν η ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί στη διάρκεια της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης είναι μικρότερη από το ποσοστό της παραγράφου 4, αλλά όχι μικρότερη από το 80 % της συμβατικής ποσότητας, η ενίσχυση για την ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί μειώνεται κατά το ήμισυ. Εντούτοις, εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι το συμβαλλόμενο μέρος ενήργησε εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, μπορεί να αποφασίσει την περαιτέρω μείωση ή τη μη καταβολή της ενίσχυσης.

6.   Πλην των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, εάν η ποσότητα που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί στη διάρκεια της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης είναι μικρότερη από το 80 % της συμβατικής ποσότητας, δεν καταβάλλεται ενίσχυση.

7.   Εάν αποκαλυφθούν ελαττωματικά προϊόντα στο πλαίσιο ελέγχων στη διάρκεια της αποθεματοποίησης ή κατά την έξοδο από την αποθεματοποίηση, δεν καταβάλλεται ενίσχυση για τις εν λόγω ποσότητες. Το υπόλοιπο της παρτίδας αποθεματοποίησης το οποίο παραμένει επιλέξιμο για ενίσχυση αντιστοιχεί τουλάχιστον στην ελάχιστη ποσότητα που καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2. Ο ίδιος κανόνας ισχύει σε περίπτωση που μέρος παρτίδας αποθεματοποίησης εξέρχεται για τον ίδιο λόγο πριν από την ελάχιστη περίοδο αποθεματοποίησης.

Στον υπολογισμό της αναφερόμενης στις παραγράφους 4, 5 και 6 ποσότητας που έχει πράγματι αποθεματοποιηθεί δεν περιλαμβάνονται ελαττωματικά προϊόντα.

Άρθρο 13

Κοινοποιήσεις

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, κάθε Τρίτη και για την προηγούμενη εβδομάδα, τις ποσότητες για τις οποίες έχουν συναφθεί συμβάσεις, καθώς και τις ποσότητες προϊόντων για τις οποίες έχουν υποβληθεί αιτήσεις ενίσχυσης.

2.   Το αργότερο στο τέλος κάθε μήνα και για τον προηγούμενο μήνα, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή:

α)

τις ποσότητες των προϊόντων που αποθεματοποιήθηκαν και εξήλθαν από την αποθεματοποίηση στη διάρκεια του οικείου μήνα·

β)

τις ποσότητες των προϊόντων σε αποθεματοποίηση στο τέλος του οικείου μήνα·

γ)

τις ποσότητες των προϊόντων για τις οποίες έχει λήξει η συμβατική περίοδος αποθεματοποίησης.

3.   Οι κοινοποιήσεις των κρατών μελών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής (7).

Άρθρο 14

Μέτρα για την τήρηση της μέγιστης ποσότητας

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζεται σύστημα που βασίζεται σε αντικειμενικά και μη μεροληπτικά κριτήρια, έτσι ώστε να μη σημειώνεται υπέρβαση των μέγιστων ποσοτήτων ανά κράτος μέλος που αναφέρονται στο παράρτημα.

Άρθρο 15

Μέτρα για τις μη χρησιμοποιηθείσες ποσότητες

Ανάλογα με την περίπτωση, τυχόν απομένουσες μετά τις 15 Ιανουαρίου 2016 μη χρησιμοποιηθείσες κατανεμηθείσες ποσότητες, τίθενται στη διάθεση των κρατών μελών τα οποία το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015 κοινοποιούν στην Επιτροπή την επιθυμία τους να κάνουν ευρύτερη χρήση του καθεστώτος ενισχύσεων ιδιωτικής αποθεματοποίησης. Η κατανομή ανά κράτος μέλος, που πρέπει να πραγματοποιείται λαμβάνοντας υπόψη τις ποσότητες που έχουν ζητηθεί από τα κράτη μέλη έως τις 15 Ιανουαρίου 2016, και η προθεσμία για την υποβολή των αιτήσεων αποφασίζονται με εκτελεστική πράξη που εκδίδεται χωρίς εφαρμογή της διαδικασίας εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 229 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013.

Άρθρο 16

Έλεγχοι

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό. Στα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνονται πλήρεις διοικητικοί έλεγχοι των αιτήσεων ενίσχυσης, οι οποίοι συμπληρώνονται από επιτόπιους ελέγχους, όπως προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 9.

2.   Η αρμόδια για τον έλεγχο αρχή διενεργεί ελέγχους των εισερχόμενων στο απόθεμα προϊόντων εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο ε).

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα αποθεματοποιημένα προϊόντα είναι επιλέξιμα για ενίσχυση, υποβάλλεται σε φυσικό έλεγχο αντιπροσωπευτικό δείγμα τουλάχιστον 5 % των αποθεματοποιημένων ποσοτήτων για να διασφαλιστεί ότι όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το βάρος, την ταυτοποίηση και τη φύση των προϊόντων, οι παρτίδες αποθεματοποίησης συμμορφώνονται με τα επιμέρους στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση σύναψης σύμβασης.

Το βάρος των προϊόντων, όπως προσδιορίστηκε κατά την έναρξη της συμβατικής περιόδου χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της πληρωμής της ενίσχυσης. Ωστόσο, η ενίσχυση δεν καταβάλλεται για την ποσότητα που υπερβαίνει εκείνη της αίτησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο δ).

3.   Όταν το κράτος μέλος μπορεί να παράσχει τη δέουσα αιτιολόγηση, η προθεσμία των 30 ημερών που ορίζεται στην παράγραφο 2 μπορεί να παραταθεί κατά 15 ημέρες.

4.   Εάν κατά τους ελέγχους διαπιστωθεί ότι τα αποθεματοποιημένα προϊόντα δεν αντιστοιχούν στα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στο άρθρο 3 και στα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο γ), η εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 6 στοιχείο η) καταπίπτει.

5.   Η αρμόδια για τον έλεγχο αρχή:

α)

σφραγίζει τα προϊόντα ανά σύμβαση, παρτίδα αποθεματοποίησης ή μικρότερη ποσότητα κατά τον έλεγχο που προβλέπεται στην παράγραφο 2· ή

β)

προβαίνει σε αιφνίδιο έλεγχο προκειμένου να διασφαλίσει ότι η συμβατική ποσότητα είναι παρούσα στον χώρο αποθήκευσης.

Ο έλεγχος που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου αντιστοιχεί σε ποσοστό τουλάχιστον 10 % της συνολικής συμβατικής ποσότητας και είναι αντιπροσωπευτικός. Οι εν λόγω έλεγχοι περιλαμβάνουν εξέταση των λογιστικών βιβλίων αποθήκης που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 και των δικαιολογητικών, όπως ζυγολογίων και δελτίων παράδοσης, καθώς και επαλήθευση της παρουσίας των προϊόντων στην αποθήκη, του τύπου προϊόντων και της ταυτοποίησής τους, τουλάχιστον για το 5 % της ποσότητας που αποτελεί το αντικείμενο του αιφνίδιου ελέγχου.

6.   Στο τέλος της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης, η αρμόδια για τον έλεγχο αρχή επαληθεύει με δειγματοληψία, τουλάχιστον για το ήμισυ του αριθμού των συμβάσεων, το βάρος και την ταυτοποίηση των αποθεματοποιημένων προϊόντων. Για τους σκοπούς του εν λόγω ελέγχου, το συμβαλλόμενο μέρος ενημερώνει τον αρμόδιο φορέα, αναφέροντας τις σχετικές παρτίδες, τουλάχιστον πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από:

α)

τη λήξη της μέγιστης συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης· ή

β)

την έναρξη των εργασιών εξόδου από την αποθεματοποίηση, σε περίπτωση που τα προϊόντα εξέρχονται πριν από τη λήξη της μέγιστης συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης.

Τα κράτη μέλη μπορούν να κάνουν δεκτή προθεσμία συντομότερη των πέντε εργάσιμων ημερών.

7.   Κατά τον έλεγχο του βάρους των προϊόντων κατά τη διάρκεια και στο τέλος της συμβατικής αποθεματοποίησης για λόγους ελέγχου της παρουσίας των προϊόντων στην αποθήκη, ενδεχόμενη φυσιολογική απώλεια βάρους δεν οδηγεί σε μείωση της ενίσχυσης και σε κατάπτωση της εγγύησης.

8.   Όταν ισχύει η δυνατότητα της παραγράφου 5 στοιχείο α), η παρουσία και η ακεραιότητα των σφραγίδων επαληθεύεται στο τέλος της συμβατικής περιόδου αποθεματοποίησης. Οι δαπάνες σφράγισης και διακίνησης βαρύνουν το συμβαλλόμενο μέρος.

9.   Κάθε δείγμα προοριζόμενο για επαλήθευση της ποιότητας και της σύνθεσης των προϊόντων λαμβάνεται από τους υπαλλήλους της αρμόδιας για τον έλεγχο αρχής ή παρουσία αυτών.

Οι φυσικοί έλεγχοι ή οι έλεγχοι του βάρους διενεργούνται παρουσία των εν λόγω υπαλλήλων στη διάρκεια της διαδικασίας ζύγισης.

Για τους σκοπούς της διαδρομής ελέγχου, όλα τα βιβλία αποθήκης και οικονομικά έγγραφα που ελέγχονται από τους εν λόγω υπαλλήλους σφραγίζονται ή μονογραφούνται στη διάρκεια της επίσκεψης ελέγχου. Σε περίπτωση ελέγχου αρχείων υπολογιστή, εκτυπώνεται αντίτυπο και διατηρείται στον φάκελο ελέγχου.

Άρθρο 17

Έκθεση ελέγχου

1.   Η αρμόδια για τον έλεγχο αρχή συντάσσει έκθεση ελέγχου σε κάθε επιτόπιο έλεγχο. Στην έκθεση περιγράφονται με ακρίβεια τα διάφορα αντικείμενα του ελέγχου.

Η έκθεση προσδιορίζει:

α)

την ημερομηνία και την ώρα έναρξης του ελέγχου·

β)

τα αναλυτικά στοιχεία της παρασχεθείσης προηγούμενης ειδοποίησης·

γ)

τη διάρκεια του ελέγχου·

δ)

τους υπεύθυνους που ήταν παρόντες·

ε)

τον χαρακτήρα και την έκταση των ελέγχων που διενεργήθηκαν, παρέχοντας, ιδίως, αναλυτικά στοιχεία σχετικά με τα εξετασθέντα έγγραφα και προϊόντα·

στ)

τις διαπιστώσεις και τα πορίσματα·

ζ)

εάν απαιτείται παρακολούθηση.

Η έκθεση υπογράφεται από τον αρμόδιο υπάλληλο και προσυπογράφεται από το συμβαλλόμενο μέρος ή, κατά περίπτωση, από τον διαχειριστή της αποθήκης και συμπεριλαμβάνεται στον φάκελο πληρωμής.

2.   Σε περίπτωση διαπίστωσης σημαντικών παρατυπιών που αφορούν τουλάχιστον το 5 % των ποσοτήτων προϊόντων που καλύπτονται από μία μεμονωμένη σύμβαση που υποβλήθηκε στον έλεγχο, ο έλεγχος επεκτείνεται σε μεγαλύτερο δείγμα το οποίο καθορίζει η αρμόδια για τον έλεγχο αρχή.

3.   Η αρμόδια για τον έλεγχο αρχή καταγράφει κάθε περίπτωση μη συμμόρφωσης βάσει των κριτηρίων της βαρύτητας, της έκτασης, της διάρκειας και της επανάληψης, η οποία ενδέχεται να επισύρει αποκλεισμό σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 και/ή την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθείσας ενίσχυσης, προσαυξημένης με τόκους, εφόσον συντρέχει περίπτωση, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο 18

Κυρώσεις

1.   Εάν η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους διαπιστώσει ότι έγγραφο, το οποίο υποβλήθηκε από αιτούντα με σκοπό την απονομή των δικαιωμάτων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, παρέχει εσφαλμένες πληροφορίες και οι εν λόγω εσφαλμένες πληροφορίες είναι κρίσιμης σημασίας για την απονομή του εν λόγω δικαιώματος, η αρμόδια αρχή αποκλείει τον αιτούντα από τη διαδικασία χορήγησης ενίσχυσης για το προϊόν για το οποίο παρασχέθηκαν οι εσφαλμένες πληροφορίες, για περίοδο ενός έτους από τη λήψη της τελικής διοικητικής απόφασης που βεβαιώνει την παρατυπία.

2.   Ο αποκλεισμός που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν εφαρμόζεται, εάν ο αιτών αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι η κατάσταση που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο οφείλεται σε ανωτέρα βία ή σε πρόδηλο σφάλμα.

3.   Η αχρεωστήτως καταβληθείσα ενίσχυση ανακτάται από τις αντίστοιχες επιχειρήσεις, προσαυξημένη με τόκους. Οι κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής (8) εφαρμόζονται αναλόγως.

4.   Η επιβολή διοικητικών κυρώσεων και η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, πραγματοποιούνται με την επιφύλαξη της κοινοποίησης παρατυπιών στην Επιτροπή δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1848/2006 της Επιτροπής (9).

Άρθρο 19

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Οκτωβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)   ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549).

(4)  Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές (ΕΕ L 13 της 19.1.2000, σ. 12).

(5)  Απόφαση 2004/563/ΕΚ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2004, για την τροποποίηση του εσωτερικού της κανονισμού (ΕΕ L 251 της 27.7.2004, σ. 9).

(6)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 907/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τους οργανισμούς πληρωμών και άλλους οργανισμούς, τη δημοσιονομική διαχείριση, την εκκαθάριση λογαριασμών, τις εγγυήσεις και τη χρήση του ευρώ (ΕΕ L 255 της 28.8.2014, σ. 18).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 792/2009 της Επιτροπής, της 31ης Αυγούστου 2009, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής όσον αφορά την κοινοποίηση από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή των πληροφοριών και των εγγράφων σε εφαρμογή της κοινής οργάνωσης των αγορών, του καθεστώτος των άμεσων ενισχύσεων, της προώθησης των γεωργικών προϊόντων και των καθεστώτων που εφαρμόζονται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές και στα μικρά νησιά του Αιγαίου (ΕΕ L 228 της 1.9.2009, σ. 3).

(8)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 809/2014 της Επιτροπής, της 17ης Ιουλίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά το ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και την πολλαπλή συμμόρφωση (ΕΕ L 227 της 31.7.2014, σ. 69).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1848/2006 της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις παρατυπίες και την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στα πλαίσια της χρηματοδότησης της κοινής γεωργικής πολιτικής και της οργάνωσης συστήματος πληροφόρησης στον τομέα αυτό καθώς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 του Συμβουλίου (ΕΕ L 355 της 15.12.2006, σ. 56).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κράτος μέλος

Μέγιστη ποσότητα

(σε τόνους)

Βέλγιο

1 243

Βουλγαρία

696

Τσεχική Δημοκρατία

1 421

Δανία

3 334

Γερμανία

23 626

Εσθονία

454

Ιρλανδία

1 835

Ελλάδα

1 880

Ισπανία

3 635

Γαλλία

20 830

Κροατία

348

Ιταλία

12 015

Κύπρος

199

Λετονία

348

Λιθουανία

1 163

Λουξεμβούργο

33

Ουγγαρία

827

Μάλτα

30

Κάτω Χώρες

8 156

Αυστρία

1 968

Πολωνία

7 859

Πορτογαλία

704

Ρουμανία

797

Σλοβενία

164

Σλοβακία

426

Φινλανδία

1 210

Σουηδία

945

Ηνωμένο Βασίλειο

3 854

Σύνολο

100 000


16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/25


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/1853 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 15ης Οκτωβρίου 2015

για τη χορήγηση προσωρινής έκτακτης ενίσχυσης στους παραγωγούς στους τομείς της κτηνοτροφίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 219 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 228,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων μειώθηκε γενικά καθ' όλη τη διάρκεια του έτους 2014 και κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015, κυρίως λόγω της επιβράδυνσης των εξαγωγών στην Κίνα, τον μεγαλύτερο εισαγωγέα γαλακτοκομικών προϊόντων παγκοσμίως.

(2)

Η αγορά της Ένωσης για το χοίρειο κρέας επιδεινώθηκε καθ' όλη τη διάρκεια των ετών 2014 και 2015. Η ενωσιακή εγχώρια παραγωγή αυξήθηκε και οι αποδοτικές εξαγωγές μειώθηκαν δραστικά λόγω της απώλειας της εξαγωγικής αγοράς της Ρωσίας. Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της αγοράς χοιρείου κρέατος, με σύστημα εγγενούς καθυστέρησης της προσαρμογής του τομέα εκτροφής στη μειωμένη ζήτηση για σφάγια χοίρων, η κατάσταση της αγοράς βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση υπερπροσφοράς και συνεχούς πτωτικής πίεσης επί των τιμών που υπερβαίνουν τις παρατηρούμενες στις συνήθεις κυκλικές περιόδους.

(3)

Στις 25 Ιουνίου 2015, η ρωσική κυβέρνηση ανακοίνωσε την παράταση της απαγόρευσης των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων και τροφίμων καταγωγής Ένωσης για άλλο ένα έτος, έως τις 6 Αυγούστου 2016.

(4)

Συνεπώς, οι τομείς του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων και του χοιρείου κρέατος αντιμετωπίζουν διατάραξη της αγοράς λόγω της σοβαρής ανισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.

(5)

Κατά συνέπεια, οι τιμές του μη επεξεργασμένου γάλακτος και του χοιρείου κρέατος στην Ένωση έχουν μειωθεί περαιτέρω και η πτωτική πίεση αναμένεται να συνεχιστεί, φτάνοντας σε μη βιώσιμα επίπεδα για πολλούς γεωργούς, οι οποίοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά τις ταμειακές ροές και τα ταμειακά διαθέσιμα. Τον Ιούλιο 2015, η μέση τιμή του μη επεξεργασμένου γάλακτος στην Ένωση είχε μειωθεί κατά 12 % σε σύγκριση με τη μέση τιμή τον Ιούλιο των ετών 2010 έως 2014, και κατά 20 % σε σύγκριση μόνο με τον Ιούλιο 2014. Η τιμή του χοιρινού σφαγίου τον Ιούλιο 2015 είχε μειωθεί κατά 13 % και οι τιμές των χοιριδίων κατά 23 % σε σύγκριση με τη μέση τιμή τον Ιούλιο 2014. Επιπλέον, οι τιμές έχουν φθάσει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, κάτω από τον μέσο όρο των τελευταίων πέντε ετών.

(6)

Επιπλέον, οι αποδόσεις των καλλιεργειών για την εαρινή και τη θερινή περίοδο επηρεάστηκαν αρνητικά σε πολλά κράτη μέλη λόγω των υψηλών θερμοκρασιών κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο και των πολύ περιορισμένων βροχοπτώσεων. Οι τομείς του βοείου κρέατος, του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, του χοιρείου κρέατος και του αιγοπρόβειου κρέατος επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση του κόστους παραγωγής λόγω της έλλειψης καλλιεργειών κτηνοτροφικών φυτών και βοσκοτόπων.

(7)

Οι μηχανισμοί παρέμβασης στην αγορά υπό μορφή δημόσιας παρέμβασης και ιδιωτικής αποθεματοποίησης για το βούτυρο και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη παρέμειναν διαθέσιμοι χωρίς διακοπή από τον Σεπτέμβριο 2014. Ενώ αυτοί οι μηχανισμοί έχουν μετριάσει τις αρνητικές συνέπειες της πτώσης των τιμών, δεν απέτρεψαν τη συνεχή μείωση των τιμών των γαλακτοκομικών προϊόντων και των τιμών του μη επεξεργασμένου γάλακτος. Η ιδιωτική αποθεματοποίηση χοιρείου κρέατος σταθεροποίησε τις τιμές του χοιρείου κρέατος τον Μάρτιο και Απρίλιο 2015, αλλά δεν οδήγησε σε σημαντική ανάκαμψη των τιμών. Δεδομένου του κύκλου παραγωγής χοιρείου κρέατος, η έναρξη εφαρμογής καθεστώτος ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη διατάραξη της αγοράς. Ομοίως, τα μέσα της αγοράς που προβλέπονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 για τους υπόλοιπους τομείς της κτηνοτροφίας δεν σχεδιάστηκαν για την άμβλυνση οικονομικών προβλημάτων σε περιφερειακό επίπεδο. Κάθε πρόσθετο μέτρο παρέμβασης στην αγορά που θα μπορούσε να προβλεφθεί υπό τη μορφή ενίσχυσης για ιδιωτική αποθεματοποίηση, ενώ είναι συμπληρωματικό ως προς τη στοχευμένη χρηματοδοτική στήριξη, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την άμεση ανάγκη για ρευστότητα στους τομείς της κτηνοτροφίας, δεδομένου ότι θα έχει μεσοπρόθεσμες επιπτώσεις σε επίπεδο γεωργικής εκμετάλλευσης.

(8)

Επομένως, έχει διαμορφωθεί μια κατάσταση στην οποία τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 φαίνεται ότι δεν αρκούν για να αντιμετωπιστεί η διατάραξη της αγοράς.

(9)

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ενδεχόμενη περαιτέρω μείωση των τιμών και επιδείνωση της διατάραξης της αγοράς, είναι σημαντικό να δοθεί στοχευμένη χρηματοδοτική βοήθεια στους τομείς της κτηνοτροφίας της Ένωσης που επλήγησαν ιδιαίτερα.

(10)

Συνεπώς, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η υφιστάμενη διατάραξη της αγοράς με αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο και να αποτραπεί η συνέχιση ή η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης που προέκυψε από τη διατάραξη αυτή ή των επιπτώσεών της στην αγορά, κρίνεται σκόπιμο να χορηγηθεί ενίσχυση στα κράτη μέλη υπό μορφή εφάπαξ χρηματοδοτικής βοήθειας για τη στήριξη των παραγωγών στους τομείς της κτηνοτροφίας που υφίστανται τη σοβαρότερη μείωση των τιμών, τις άμεσες επιπτώσεις από την παράταση της απαγόρευσης εισαγωγών εκ μέρους της Ρωσίας και τον αντίκτυπο της ξηρασίας στις καλλιέργειες κτηνοτροφικών φυτών.

(11)

Η χρηματοδοτική βοήθεια που διατίθεται σε κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα πρέπει να υπολογίζεται βάσει των εθνικών ποσοστώσεων γάλακτος και του εθνικού ζωικού κεφαλαίου χοίρων των ετών 2014/2015 και να είναι ανάλογη προς τη διαπιστωμένη μείωση των τιμών του γάλακτος στην έξοδο της εκμετάλλευσης και των σφαγίων χοίρων, τον βαθμό εξάρτησης από τη ρωσική αγορά και τις επιπτώσεις της ξηρασίας στις καλλιέργειες και στις τιμές κτηνοτροφικών φυτών. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η στόχευση της στήριξης στους γεωργούς που πλήττονται περισσότερο από τη διατάραξη της αγοράς, λαμβανομένων υπόψη των περιορισμένων δημοσιονομικών πόρων, τα υπόψη κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την ευελιξία να διανείμουν το εν λόγω εθνικό ποσό μέσω των πλέον αποτελεσματικών διαύλων με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, όπως η πτώση των τιμών στους σχετικούς τομείς, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι παραγωγοί στους τομείς της κτηνοτροφίας είναι οι τελικοί δικαιούχοι των στοχευμένων ενισχύσεων και αποτρέποντας τις στρεβλώσεις της αγοράς και του ανταγωνισμού.

(12)

Δεδομένου ότι η χρηματοδοτική στήριξη που διατίθεται σε κάθε κράτος μέλος θα αντισταθμίσει μόνο ένα μικρό ποσοστό της πραγματικής ζημίας που υπέστησαν οι παραγωγοί στους τομείς της κτηνοτροφίας, θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να παράσχουν πρόσθετη στήριξη στους κτηνοτρόφους αυτούς, υπό τους ίδιους όρους αντικειμενικότητας, μη διάκρισης και μη στρέβλωσης του ανταγωνισμού.

(13)

Προκειμένου να τους παρασχεθεί η ευελιξία να διανέμουν τη στοχευμένη χρηματοδοτική βοήθεια όπως απαιτείται για την αντιμετώπιση της διατάραξης της αγοράς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα σώρευσης με άλλα μέσα στήριξης που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης.

(14)

Δεδομένου ότι η χρηματοδοτική στήριξη για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος καθορίζεται σε ευρώ, είναι αναγκαίο, για την εξασφάλιση ενιαίας και ταυτόχρονης εφαρμογής, να καθοριστεί ημερομηνία για τη μετατροπή του ποσού που χορηγείται στη Βουλγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Δανία, την Κροατία, την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο στο εθνικό τους νόμισμα. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να προσδιοριστεί η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας σύμφωνα με το άρθρο 106 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκύ Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Βάσει της αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 106 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 και των κριτηρίων που ορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 5 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, η γενεσιουργός αιτία θα πρέπει να είναι η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(15)

Η ενίσχυση που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να χορηγείται ως μέτρο στήριξης των γεωργικών αγορών σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

(16)

Για δημοσιονομικούς λόγους, η Ένωση θα πρέπει να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη όσον αφορά τους παραγωγούς στους τομείς της κτηνοτροφίας μόνον εφόσον οι δαπάνες έχουν πραγματοποιηθεί εντός συγκεκριμένης προθεσμίας.

(17)

Για να εξασφαλισθεί η διαφάνεια, η παρακολούθηση και η ορθή διαχείριση του ποσού που διατίθεται σε αυτά, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη οφείλουν να ενημερώσουν την Επιτροπή σχετικά με τα αντικειμενικά κριτήρια που χρησιμοποιούν για να καθορίσουν τις μεθόδους παροχής στήριξης καθώς και σχετικά με τις διατάξεις που θεσπίζουν για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο στρέβλωσης του ανταγωνισμού.

(18)

Για να εξασφαλισθεί ότι οι παραγωγοί στους τομείς της κτηνοτροφίας θα λάβουν την ενίσχυση το ταχύτερο δυνατόν, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τον παρόντα κανονισμό χωρίς καθυστέρηση. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Ενωσιακή ενίσχυση συνολικού ύψους 420 000 000 ευρώ διατίθεται στα κράτη μέλη για την παροχή στοχευμένης στήριξης στους κτηνοτρόφους στους τομείς του βοείου κρέατος, του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, του χοιρείου κρέατος και του αιγοπρόβειου κρέατος («τομείς κτηνοτροφίας»).

Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα ποσά που τους διατίθενται, όπως προβλέπεται στο παράρτημα, για μέτρα που λαμβάνονται με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, υπό τον όρο ότι οι προκύπτουσες πληρωμές δεν προκαλούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

Τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη αποσκοπούν στην άμβλυνση των οικονομικών επιπτώσεων που προκύπτουν από τις διαταραχές της αγοράς για τους παραγωγούς στους τομείς της κτηνοτροφίας.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι παραγωγοί στους τομείς της κτηνοτροφίας δεν είναι οι άμεσοι δικαιούχοι των πληρωμών, το οικονομικό όφελος της στήριξης μετακυλίεται σε αυτούς εξ ολοκλήρου.

Οι δαπάνες των κρατών μελών σε σχέση με τις πληρωμές βάσει του παρόντος κανονισμού είναι επιλέξιμες για ενωσιακή ενίσχυση μόνον εάν η στήριξη έχει καταβληθεί από αυτά έως τις 30 Ιουνίου 2016 το αργότερο.

2.   Για τη Βουλγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Δανία, την Κροατία, την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας όσον αφορά τα ποσά που καθορίζονται στο παράρτημα είναι η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

3.   Η στήριξη που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό μπορεί να σωρευθεί με άλλα μέσα στήριξης που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν πρόσθετη στήριξη για τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 1, με ανώτατο όριο το 100 % του αντίστοιχου ποσού που καθορίζεται στο παράρτημα, και υπό τους ίδιους όρους αντικειμενικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 1.

Τα κράτη μέλη καταβάλλουν την πρόσθετη στήριξη το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2016.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ακόλουθα:

α)

δίχως καθυστέρηση και το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, τα αντικειμενικά κριτήρια που χρησιμοποιούν για τον καθορισμό των μεθόδων παροχής στοχευμένης στήριξης και τα μέτρα που λαμβάνουν για να αποφευχθεί η στρέβλωση του ανταγωνισμού·

β)

το αργότερο έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2016, τα συνολικά καταβληθέντα ποσά ενίσχυσης καθώς και τον αριθμό και το είδος των δικαιούχων.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Οκτωβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)   ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κράτος μέλος

ευρώ

Βέλγιο

13 049 568

Βουλγαρία

6 004 009

Τσεχική Δημοκρατία

11 155 561

Δανία

11 103 077

Γερμανία

69 233 789

Εσθονία

7 561 692

Ιρλανδία

13 734 230

Ελλάδα

2 258 253

Ισπανία

25 526 629

Γαλλία

62 899 543

Κροατία

1 812 383

Ιταλία

25 017 897

Κύπρος

354 997

Λετονία

8 452 333

Λιθουανία

12 631 869

Λουξεμβούργο

669 120

Ουγγαρία

9 505 286

Μάλτα

119 570

Κάτω Χώρες

29 937 209

Αυστρία

7 004 590

Πολωνία

28 946 973

Πορτογαλία

4 764 178

Ρουμανία

11 145 958

Σλοβενία

1 368 433

Σλοβακία

2 464 247

Φινλανδία

8 985 522

Σουηδία

8 220 625

Ηνωμένο Βασίλειο

36 072 462


16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/31


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/1854 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 15ης Οκτωβρίου 2015

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Οκτωβρίου 2015.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)   ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)   ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

AL

84,4

MA

132,6

MK

46,1

TR

56,6

ZZ

79,9

0707 00 05

AL

36,9

TR

116,7

ZZ

76,8

0709 93 10

TR

136,8

ZZ

136,8

0805 50 10

AR

161,3

CL

149,0

TR

110,2

UY

78,7

ZA

104,7

ZZ

120,8

0806 10 10

BR

252,3

EG

198,3

MA

56,6

MK

97,5

TR

169,2

ZZ

154,8

0808 10 80

AR

122,1

CL

86,3

MK

23,1

NZ

155,0

US

86,4

ZA

144,4

ZZ

102,9

0808 30 90

CN

65,9

TR

135,5

XS

95,1

ZA

218,5

ZZ

128,8


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1106/2012 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες, όσον αφορά την επικαιροποίηση της ονοματολογίας των χωρών και εδαφών (ΕΕ L 328 της 28.11.2012, σ. 7). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/33


ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2015/1855 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 13ης Οκτωβρίου 2015

για τον καθορισμό της θέσης που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου και του Γενικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου όσον αφορά το αίτημα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών για παράταση της μεταβατικής περιόδου βάσει του άρθρου 66 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου που αφορά ορισμένες υποχρεώσεις σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα, και για απαλλαγή από τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του άρθρου 70 παράγραφοι 8 και 9 της εν λόγω συμφωνίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 9,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 66 της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου («συμφωνία TRIPS»), το συμβούλιο για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου («συμβούλιο TRIPS») παρέχει, μετά από δεόντως αιτιολογημένη αίτηση εκ μέρους μιας λιγότερο ανεπτυγμένης χώρας μέλους, έγκριση για την παράταση της εν λόγω περιόδου.

(2)

Στις 14 Νοεμβρίου 2001 η υπουργική διάσκεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου («ΠΟΕ») στην Ντόχα υιοθέτησε τη δήλωση σχετικά με τη συμφωνία TRIPS και τη δημόσια υγεία («δήλωση Ντόχα»). Η δήλωση αυτή ορίζει ότι η παράταση της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 66 της συμφωνίας TRIPS δεν θίγει το δικαίωμα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών να επιδιώκουν άλλες παρατάσεις.

(3)

Σύμφωνα με την παράγραφο 7 της δήλωσης της Ντόχα καθώς και με την παράγραφο 1 του άρθρου 66 της συμφωνίας TRIPS, το συμβούλιο TRIPS, με απόφαση της 27ης Ιουνίου 2002, παρατείνει τη μεταβατική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη δεν υποχρεούνται να παρέχουν προστασία της ευρεσιτεχνίας για φαρμακευτικά προϊόντα έως την 1η Ιανουαρίου 2016.

(4)

Στις 8 Ιουλίου 2002 το Γενικό Συμβούλιο του ΠΟΕ ενέκρινε πολύ σχετική απόφαση που παρέχει στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη, απαλλαγή από τα αποκλειστικά δικαιώματα εμπορίας δυνάμει της παραγράφου 9 του άρθρου 70 της συμφωνίας TRIPS. Η απαλλαγή ισχύει έως την 1η Ιανουαρίου 2016.

(5)

Στις 23 Φεβρουαρίου 2015 το Μπανγκλαντές, εξ ονόματος των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών, ζήτησε επ' αόριστον παράταση της μεταβατικής περιόδου σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 66 της συμφωνίας TRIPS και απεριόριστη απαλλαγή από τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει των παραγράφων 8 και 9 του άρθρου 70 της εν λόγω συμφωνίας για όσο διάστημα οι εν λόγω χώρες παραμένουν λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.

(6)

Καθώς υφίσταται χωριστή απαλλαγή για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που συνδέονται με τα φαρμακευτικά προϊόντα από το 2002 και μετά, είναι σκόπιμο η Ένωση να συμφωνήσει με την παράταση της μεταβατικής περιόδου ώστε να μην εμποδίσει την πρόσβαση των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών μελών στα φαρμακευτικά προϊόντα.

(7)

Διάφορα μέλη του ΠΟΕ φαίνεται να είναι έτοιμα να χορηγήσουν την παράταση επ' αόριστον και τη μόνιμη απαλλαγή και, ως εκ τούτου, η Ένωση θα πρέπει να προσχωρήσει στη συναίνεση σύμφωνα με τη συνεχή της υποστήριξη προς τη δήλωση της Ντόχα. Ωστόσο, εάν τελικά η λύση στην οποία θα καταλήξουν τα μέλη του ΠΟΕ είναι μια περαιτέρω προσωρινή παράταση και προσωρινή απαλλαγή, η Ένωση θα πρέπει επίσης να συμφωνήσει σε μια τέτοια λύση.

(8)

Είναι σκόπιμο να καθοριστεί η θέση που θα ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο συμβούλιο TRIPS και το Γενικό Συμβούλιο του ΠΟΕ όσον αφορά το αίτημα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών μελών για παράταση της μεταβατικής περιόδου, βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 66 της συμφωνίας TRIPS, όσον αφορά ορισμένες υποχρεώσεις σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα, και για απαλλαγή από τις υποχρεώσεις δυνάμει των παραγράφων 8 και 9 του άρθρου 70 της εν λόγω συμφωνίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η θέση που πρέπει να ληφθεί εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του συμβουλίου για δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου και του Γενικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου («ΠΟΕ») είναι η εξής:

α)

να συμφωνήσει με:

i)

το αίτημα να χορηγηθεί στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη παράταση της μεταβατικής περιόδου σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 66 της συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (η «συμφωνία TRIPS») όσον αφορά ορισμένες υποχρεώσεις σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα· και

ii)

το αίτημα να χορηγηθεί στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες μέλη απαλλαγή από τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει των παραγράφων 8 και 9 του άρθρου 70 της συμφωνίας TRIPS· και

β)

να συμφωνήσει είτε με:

i)

το αίτημα να συνεχίσει να ισχύει η παράταση που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημείο i) του παρόντος άρθρου ή η απαλλαγή που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημείο ii) του παρόντος άρθρου ή και τα δύο για όσο χρονικό διάστημα κάθε μία από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες μέλη παραμένει λιγότερο αναπτυγμένη χώρα· ή

ii)

το αίτημα για την προσωρινή παράταση ή προσωρινή απαλλαγή ή και για τα δύο αν το αίτημα γίνει επίσης αποδεκτό από τα άλλα μέλη του ΠΟΕ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Λουξεμβούργο, 13 Οκτωβρίου 2015.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. ASSELBORN


III Λοιπές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

16.10.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 271/35


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

αριθ. 321/14/COL

της 10ης Σεπτεμβρίου 2014

για την τροποποίηση για εκατοστή φορά των διαδικαστικών και ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων με τη θέσπιση νέων κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων [2015/1856]

Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (εφεξής «η Αρχή»),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (εφεξής «η συμφωνία ΕΟΧ»), και ιδίως τα άρθρα 61 έως 63 και το πρωτόκολλο αριθ. 26,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για την ίδρυση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (εφεξής «συμφωνία περί Εποπτείας και Δικαστηρίου»), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) και το άρθρο 24, καθώς και το άρθρο 1 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Βάσει του άρθρου 24 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, η Αρχή θέτει σε εφαρμογή τις διατάξεις της συμφωνίας ΕΟΧ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις,

Βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, η Αρχή εκδίδει ανακοινώσεις ή κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με ζητήματα τα οποία αναφέρονται στη συμφωνία ΕΟΧ, εφόσον τούτο προβλέπεται ρητά από την εν λόγω συμφωνία ή από τη συμφωνία περί Εποπτείας και Δικαστηρίου ή κρίνεται αναγκαίο από την Αρχή,

Στις 9 Ιουλίου 2014 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε τις «Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων»  (1). Οι κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων μπορούν να κριθούν συμβιβάσιμες. Εφαρμόζονται από την 1η Αυγούστου 2014.

Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές παρουσιάζουν επίσης ενδιαφέρον για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,

Πρέπει να εξασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή των κανόνων του ΕΟΧ για τις κρατικές ενισχύσεις σε ολόκληρο τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο σύμφωνα με τον στόχο της ομοιογένειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 της συμφωνίας ΕΟΧ,

Σύμφωνα με το σημείο ΙΙ του τμήματος «ΓΕΝΙΚΑ» του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή εκδίδει, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πράξεις αντίστοιχες με εκείνες που εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,

ΜΕΤΑ από διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,

ΜΕΤΑ από διαβούλευση με τα κράτη της ΕΖΕΣ μέσω επιστολής με ημερομηνία 1 Αυγούστου 2014,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι ουσιαστικοί κανόνες στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων τροποποιούνται με τη θέσπιση νέων κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της.

Άρθρο 2

Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό.

Βρυξέλλες, 10 Σεπτεμβρίου 2014.

Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

Oda Helen SLETNES

Πρόεδρος

Helga JÓNSDÓTTIR

Μέλος του Σώματος


(1)   ΕΕ C 249 της 31.7.2014, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΜΕΡΟΣ III

ΟΡΙΖΟΝΤΙΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων  (1)

Πίνακας περιεχομένων

1.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 38

2.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ 41

2.1.

Τομεακό πεδίο εφαρμογής 41

2.2.

Ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής: Έννοια της “προβληματικής επιχείρησης” 41

2.3.

Ενίσχυση διάσωσης, ενίσχυση αναδιάρθρωσης και προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης 42

2.4.

Ενισχύσεις με σκοπό την κάλυψη του κοινωνικού κόστους της αναδιάρθρωσης 42

3.

ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΜΕ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΕΟΧ 43

3.1.

Συμβολή στην επίτευξη ενός στόχου κοινού ενδιαφέροντος 44

3.1.1.

Απόδειξη κοινωνικών προβλημάτων ή ανεπαρκειών της αγοράς 44

3.1.2.

Σχέδιο αναδιάρθρωσης και επάνοδος στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα 45

3.2.

Ανάγκη για κρατική παρέμβαση 46

3.3.

Καταλληλότητα 46

3.3.1.

Ενίσχυση διάσωσης 46

3.3.2.

Ενίσχυση αναδιάρθρωσης 47

3.4.

Χαρακτήρας κινήτρου 47

3.5.

Αναλογικότητα της ενίσχυσης/περιορισμός της ενίσχυσης στο ελάχιστο 47

3.5.1.

Ενίσχυση διάσωσης 47

3.5.2.

Ενίσχυση αναδιάρθρωσης 47

3.6.

Αρνητικές επιπτώσεις 49

3.6.1.

Αρχή της εφάπαξ ενίσχυσης (one time, last time) 49

3.6.2.

Μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού 50

3.6.3.

Αποδέκτες προγενέστερης παράνομης ενίσχυσης 52

3.6.4.

Ειδικοί όροι για την έγκριση της ενίσχυσης 52

3.7.

Διαφάνεια 52

4.

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΕ ΕΝΙΣΧΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 53

5.

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΡΟΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΟΥΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΓΕΝΙΚΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ (ΥΓΟΣ) 53

6.

ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΤΕΡΑ ΠΟΣΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥΣ 54

6.1.

Γενικοί όροι 54

6.2.

Στόχος κοινού συμφέροντος 55

6.3.

Καταλληλότητα 55

6.4.

Αναλογικότητα της ενίσχυσης/περιορισμός της ενίσχυσης στο ελάχιστο 55

6.5.

Αρνητικές επιπτώσεις 56

6.6.

Προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης 56

6.7.

Διάρκεια και αξιολόγηση 57

7.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ 57

7.1.

Ταχεία διαδικασία για ενισχύσεις διάσωσης 57

7.2.

Διαδικασίες που σχετίζονται με σχέδια αναδιάρθρωσης 58

7.2.1.

Εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης 58

7.2.2.

Τροποποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης 58

7.2.3.

Αναγκαιότητα κοινοποίησης στην Αρχή κάθε ενίσχυσης που χορηγείται στον δικαιούχο κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης 58

8.

ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ 59

9.

ΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΜΕΤΡΑ ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ I ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ 3 59

10.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ 59

1.   Εισαγωγη

(1)

Στις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ (εφεξής“η Αρχή”) καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων δύναται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (εφεξής “η συμφωνία ΕΟΧ”) βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ.

(2)

Η Αρχή εξέδωσε τις πρώτες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (2) το 1994. Τροποποιημένη εκδοχή των κατευθυντηρίων γραμμών εκδόθηκε το 1999 (3). Το 2004, η Αρχή εξέδωσε νέες κατευθυντήριες γραμμές (4), των οποίων η ισχύς παρατάθηκε για πρώτη φορά έως τις 30 Νοεμβρίου 2012 (5) και, στη συνέχεια, έως ότου αντικατασταθούν από νέους κανόνες (6).

(3)

Στην ανακοίνωση της 8ης Μαΐου 2012 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ (7), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εφεξής “η Επιτροπή”) ανακοίνωσε τρεις στόχους για τον εκσυγχρονισμό του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων:

α)

προώθηση της βιώσιμης, έξυπνης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης σε μια ανταγωνιστική εσωτερική αγορά·

β)

εστίαση του εκ των προτέρων ελέγχου της Επιτροπής στις υποθέσεις με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά και συγχρόνως ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών στην επιβολή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων·

γ)

απλούστευση των κανόνων και επιτάχυνση της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων.

(4)

Η ανακοίνωση καλούσε ειδικότερα σε υιοθέτηση κοινής προσέγγισης ως προς την αναθεώρηση των διαφόρων κατευθυντηρίων γραμμών και πλαισίων, βασισμένης στην ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς, στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών μέσω της καλύτερης συμβολής των κρατικών ενισχύσεων στους στόχους κοινού συμφέροντος, στον αυστηρότερο έλεγχο στη δημιουργία κινήτρων, στον περιορισμό της ενίσχυσης στο ελάχιστο και στην αποφυγή των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων των ενισχύσεων στον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές. Η Αρχή εφαρμόζει επίσης αυτήν την προσέγγιση.

(5)

Η Αρχή αναθεώρησε τις κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων βάσει της πείρας που αποκόμισε από την εφαρμογή των υφιστάμενων κανόνων και σύμφωνα με την ανωτέρω κοινή προσέγγιση. Η αναθεώρηση επίσης λαμβάνει υπόψη τη στρατηγική “Ευρώπη 2020” που έχει υιοθετήσει η Επιτροπή (8) και το γεγονός ότι οι αρνητικές επιπτώσεις των κρατικών ενισχύσεων ενδέχεται να επηρεάσουν την αναγκαιότητα τόνωσης της παραγωγικότητας και της μεγέθυνσης, διασφάλισης των ίσων ευκαιριών για τις επιχειρήσεις και καταπολέμησης του εθνικού προστατευτισμού.

(6)

Οι ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση επιχειρήσεων είναι από τις κρατικές ενισχύσεις με τις πλέον στρεβλωτικές επιπτώσεις. Όπως έχει σαφώς αποδειχθεί, στους επιτυχημένους κλάδους της οικονομίας η ανάπτυξη της παραγωγικότητας δεν οφείλεται σε συνολική αύξηση της παραγωγικότητας όλων των επιχειρήσεων της αγοράς, αλλά μάλλον στη μεγέθυνση των περισσότερο αποδοτικών και τεχνολογικά προηγμένων επιχειρήσεων εις βάρος των λιγότερο αποδοτικών ή αυτών που διαθέτουν παρωχημένα προϊόντα. Η αποχώρηση των λιγότερο αποδοτικών επιχειρήσεων δίνει την ευκαιρία στους αποδοτικότερους ανταγωνιστές τους να αναπτυχθούν και επαναφέρει περιουσιακά στοιχεία στην αγορά, όπου μπορούν να αξιοποιηθούν για περισσότερο παραγωγικές χρήσεις. Παρεμβαίνοντας σε αυτή τη διαδικασία, οι κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση ενδέχεται να επιβραδύνουν σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη στους οικείους κλάδους.

(7)

Όταν τμήματα μιας προβληματικής επιχείρησης διατηρούνται κατ' ουσίαν βιώσιμα, η επιχείρηση μπορεί να είναι σε θέση να εφαρμόσει μια αναδιάρθρωση που θα της επιτρέψει να εγκαταλείψει ορισμένες διαρθρωτικά ζημιογόνες δραστηριότητες και να αναδιοργανώσει τις εναπομείνασες δραστηριότητες επί μιας βάσης που θα της παρέχει εύλογες προοπτικές για μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Η εν λόγω αναδιάρθρωση πρέπει συνήθως να είναι εφικτή χωρίς κρατική ενίσχυση, μέσω συμφωνιών με τους πιστωτές ή μέσω διαδικασιών αφερεγγυότητας ή αναδιοργάνωσης. Η σύγχρονη νομοθεσία περί αφερεγγυότητας πρέπει να βοηθά τις υγιείς εταιρείες να επιβιώνουν, να συμβάλλει στην προστασία των θέσεων απασχόλησης, να βοηθά τους προμηθευτές να διατηρούν την πελατεία τους και τους ιδιοκτήτες να διατηρούν την αξία σε βιώσιμες επιχειρήσεις (9). Οι διαδικασίες αφερεγγυότητας επίσης μπορεί να βοηθήσουν μια βιώσιμη επιχείρηση να επιστρέψει στην αγορά μέσω της εξαγοράς της από τρίτους, είτε υπό τη μορφή της επιχείρησης που συνεχίζει τη λειτουργία της είτε με την εξαγορά των ποικιλόμορφων παραγωγικών της στοιχείων.

(8)

Έπεται ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι επιλέξιμες για κρατική ενίσχυση μόνο εφόσον εξαντλήσουν όλες τις δυνατότητες της αγοράς και όταν η εν λόγω ενίσχυση είναι απαραίτητη για την επίτευξη σαφώς προσδιορισμένων στόχων κοινού συμφέροντος. Θα πρέπει να επιτρέπεται στις επιχειρήσεις να λαμβάνουν ενίσχυση δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών μόνο άπαξ ανά δεκαετία (η αρχή της εφάπαξ ενίσχυσης, “one time, last time”).

(9)

Ένα ακόμη στοιχείο προβληματισμού είναι το ενδεχόμενο ηθικού κινδύνου που ενέχεται στην κρατική ενίσχυση. Οι επιχειρήσεις που αναμένουν ότι μάλλον θα τύχουν διάσωσης εάν αντιμετωπίσουν προβλήματα, ενδέχεται να αναλάβουν υπέρμετρους κινδύνους και να εφαρμόσουν μη βιώσιμες επιχειρηματικές στρατηγικές. Επιπροσθέτως, η προοπτική της ενίσχυσης για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση για μια δεδομένη επιχείρηση ενδέχεται να μειώνει τεχνητά το κόστος του κεφαλαίου της, παρέχοντάς της αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην αγορά.

(10)

Οι κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων επίσης ενέχουν το ενδεχόμενο υπονόμευσης της εσωτερικής αγοράς, μετατοπίζοντας άνισα το βάρος της διαρθρωτικής προσαρμογής και των συναφών κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων σε άλλα συμβαλλόμενα μέρη. Τούτο αποτελεί εξ ορισμού ανεπιθύμητη συνέπεια και ενδέχεται να πυροδοτήσει έναν άσκοπο ανταγωνισμό επιδοτήσεων μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Οι εν λόγω ενισχύσεις επίσης μπορεί να υψώσουν φραγμούς εισόδου στην αγορά και να υπονομεύσουν τα κίνητρα για διασυνοριακές δραστηριότητες, αντιβαίνοντας στους στόχους της εσωτερικής αγοράς.

(11)

Επομένως, είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι η παροχή ενισχύσεων επιτρέπεται μόνο υπό όρους που μετριάζουν τις πιθανές επιβλαβείς επιδράσεις τους και προάγουν την αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών. Όσον αφορά τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, οι απαιτήσεις περί αποκατάστασης της βιωσιμότητας, ιδίας συμμετοχής και λήψης μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού έχουν αποδείξει την αξία τους για τον μετριασμό των δυνητικών επιβλαβών επιπτώσεων των ενισχύσεων αυτών. Θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται και δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, με την απαραίτητη προσαρμογή ώστε να λάβουν υπόψη τις πρόσφατες εμπειρίες της Αρχής. Η έννοια του καταμερισμού των επιβαρύνσεων θεσπίστηκε, μεταξύ άλλων, για την καλύτερη αντιμετώπιση του ζητήματος του ηθικού κινδύνου. Στην περίπτωση της ενίσχυσης για τη διάσωση και της προσωρινής στήριξης αναδιάρθρωσης, οι δυνητικές επιβλαβείς επιπτώσεις αποσοβούνται μέσω περιορισμών στη διάρκεια και τη μορφή της ενίσχυσης.

(12)

Όταν η ενίσχυση λαμβάνει τη μορφή ενίσχυσης της ρευστότητας που περιορίζεται ως προς το ύψος και τη διάρκεια, μειώνονται κατά πολύ οι προβληματισμοί σχετικά με τις δυνητικές αρνητικές επιπτώσεις, με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερη η έγκριση της ενίσχυσης με λιγότερο αυστηρούς όρους. Μολονότι η εν λόγω ενίσχυση καταρχήν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη στήριξη της συνολικής διαδικασίας αναδιάρθρωσης, ο περιορισμός της χρονικής ισχύος της ενίσχυσης στους έξι μήνες σημαίνει ότι τούτο σπάνια εφαρμόζεται και ότι, αντιθέτως, της ενίσχυσης για τη διάσωση κατά κανόνα έπεται η ενίσχυση για την αναδιάρθρωση. Αντίθετα, την ενίσχυση διάσωσης συνήθως ακολουθεί η ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(13)

Προκειμένου να ενθαρρυνθεί η χρήση λιγότερο στρεβλωτικών μορφών ενίσχυσης, οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές θεσπίζουν μια νέα έννοια, την “προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης”. Όπως και η ενίσχυση για τη διάσωση, έτσι και η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης λαμβάνει μόνο τη μορφή ενίσχυσης της ρευστότητας με περιορισμούς ως προς το ύψος και τη διάρκεια. Προκειμένου, ωστόσο, να μπορέσει να στηρίξει τη συνολική διαδικασία αναδιάρθρωσης, η μέγιστη διάρκεια της προσωρινής στήριξης αναδιάρθρωσης καθορίζεται σε 18 μήνες. Η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης χορηγείται μόνο σε ΜΜΕ (10) και σε μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις (11), οι οποίες αντιμετωπίζουν δεινότερες συνθήκες από ό,τι οι μεγάλες επιχειρήσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε ρευστότητα.

(14)

Όταν η ενίσχυση προς παρόχους υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (“ΥΓΟΣ”) που αντιμετωπίζουν προβλήματα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται σύμφωνα προς τις πάγιες αρχές των κατευθυντηρίων γραμμών. Εντούτοις, η επιμέρους εφαρμογή των εν λόγω αρχών πρέπει να προσαρμόζεται όταν κρίνεται απαραίτητο, ώστε να λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη φύση των ΥΓΟΣ και, ειδικότερα, την αναγκαιότητα διασφάλισης της συνέχειας στην παροχή υπηρεσιών, σύμφωνα προς το άρθρο 59 παράγραφος 2 της συμφωνίας ΕΟΧ.

(15)

Στις σημερινές περιστάσεις σημαντικού πλεονάζοντος παραγωγικού δυναμικού σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, δεν δικαιολογείται η παροχή κρατικών ενισχύσεων για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση χαλυβουργικών επιχειρήσεων. Ο χαλυβουργικός τομέας πρέπει επομένως να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών.

(16)

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η απόφαση 2010/787/ΕΕ του Συμβουλίου (12) ορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να χορηγείται έως το 2027 ενίσχυση για την κάλυψη λειτουργικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών δαπανών σε μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις στον τομέα του άνθρακα (13). Οι ισχύοντες κανόνες αποτελούν συνέχεια προηγούμενων τομεακών κανόνων που εφαρμόστηκαν μεταξύ 2002 και 2010 (14) και μεταξύ 1993 και 2002 (15), οι οποίοι διευκόλυναν την αναδιάρθρωση μη ανταγωνιστικών επιχειρήσεων οι οποίες ασκούσαν δραστηριότητες στον τομέα του άνθρακα. Ως εκ τούτου, και δεδομένης της διαρκούς ανάγκης για στήριξη της διαρθρωτικής προσαρμογής της παραγωγής άνθρακα στην Ένωση, οι ισχύοντες κανόνες είναι αυστηρότεροι από τους προηγούμενους και απαιτούν τη μόνιμη παύση της παραγωγής και πώλησης της παραγωγής άνθρακα που έχει λάβει ενίσχυση, καθώς και το οριστικό κλείσιμο μη ανταγωνιστικών μονάδων παραγωγής έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018 το αργότερο. Κατ' εφαρμογή των εν λόγω κανόνων, ορισμένα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν σχέδια για την οριστική παύση λειτουργίας προβληματικών ανθρακωρυχείων που τα διαχειρίζονται επιχειρήσεις του κλάδου (16). Η Αρχή επισημαίνει ότι η απόφαση 2010/787/ΕΕ δεν εφαρμόζεται για τις χώρες ΕΟΧ/ΕΖΕΣ. Η Αρχή αποφάσισε να αποκλείσει τον τομέα του άνθρακα από το πεδίο εφαρμογής των παρουσών κατευθυντήριων γραμμών, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του.

(17)

Από την πείρα της Αρχής όσον αφορά τη διάσωση και αναδιάρθρωση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κατά την τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση προκύπτει ότι οι ειδικοί κανόνες που ισχύουν στον χρηματοπιστωτικό τομέα μπορούν να αποβούν ωφέλιμοι, δεδομένων των ειδικών χαρακτηριστικών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοοικονομικών αγορών. Οι επιχειρήσεις που καλύπτονται από ειδικούς κανόνες για τον χρηματοπιστωτικό τομέα εξαιρούνται επομένως από το πεδίο εφαρμογής αυτών των κατευθυντήριων γραμμών.

2.   Πεδιο εφαρμογης των κατευθυντηριων γραμμων

2.1.   Τομεακό πεδίο εφαρμογής

(18)

Η Αρχή θα εφαρμόσει τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές στις ενισχύσεις προς όλες τις προβληματικές επιχειρήσεις, εκτός αυτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα του άνθρακα (17) ή του χάλυβα (18) και αυτών που καλύπτονται από ειδικούς κανόνες για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (19), με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών κανόνων που αφορούν προβληματικές επιχειρήσεις σε κάποιο συγκεκριμένο τομέα (20).

2.2.   Ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής: Έννοια της “προβληματικής επιχείρησης”

(19)

Ένα συμβαλλόμενο μέρος, το οποίο προτίθεται να χορηγήσει ενίσχυση σε επιχείρηση δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, πρέπει να αποδεικνύει με αντικειμενικό τρόπο ότι η εν λόγω επιχείρηση είναι προβληματική κατά την έννοια του παρόντος τμήματος, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για τις ενισχύσεις διάσωσης και προσωρινής στήριξης της αναδιάρθρωσης σύμφωνα με το σημείο 29.

(20)

Για τους σκοπούς αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, μια επιχείρηση νοείται ως προβληματική όταν, εάν δεν υπάρξει παρέμβαση από το κράτος, οδηγείται προς σχεδόν βέβαιη οικονομική εξαφάνιση βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα. Κατά συνέπεια, μια επιχείρηση θεωρείται προβληματική όταν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

εάν πρόκειται για εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (21), όταν έχει απολεσθεί πάνω από το ήμισυ του εγγεγραμμένου μετοχικού της κεφαλαίου (22) λόγω συσσωρευμένων ζημιών. Αυτό ισχύει όταν από την αφαίρεση των συσσωρευμένων ζημιών από τα αποθεματικά (και όλα τα άλλα στοιχεία που θεωρούνται εν γένει ως μέρος των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας) προκύπτει αρνητικό σωρευτικό ποσό που υπερβαίνει το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου.

β)

Εάν πρόκειται για εταιρεία στην οποία τουλάχιστον ορισμένα μέλη έχουν απεριόριστη ευθύνη για τα χρέη της εταιρείας (23), εφόσον έχει απολεσθεί πάνω από το ήμισυ του κεφαλαίου της, όπως εμφαίνεται στους λογαριασμούς της εταιρείας λόγω συσσωρευμένων ζημιών.

γ)

Εάν πρόκειται για εταιρεία που υπάγεται σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία ή πληροί τις προϋποθέσεις του εθνικού δικαίου που τη διέπει όσον αφορά την υπαγωγή της σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία μετά από αίτημα των πιστωτών της.

δ)

εάν πρόκειται για άλλη επιχείρηση εκτός ΜΜΕ, εφόσον τα τελευταία δύο έτη:

i.

ο δείκτης χρέους προς ίδια κεφάλαια της επιχείρησης ήταν υψηλότερος του 7,5 και

ii.

τα κέρδη προ τόκων και φόρων της επιχείρησης (EBITDA) προς τον δείκτη κάλυψης χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων κυμαίνονταν κάτω από το 1,0.

(21)

Μια νεοσύστατη επιχείρηση δεν είναι επιλέξιμη για ενίσχυση δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών ακόμη και εάν η αρχική της χρηματοοικονομική θέση είναι επισφαλής. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, όταν μια νέα επιχείρηση προκύπτει από εκκαθάριση προϋπάρχουσας επιχείρησης ή από ανάληψη μόνο του ενεργητικού της. Μια επιχείρηση καταρχήν θεωρείται νεοσύστατη για τα πρώτα τρία έτη μετά την έναρξη λειτουργίας στον σχετικό τομέα δραστηριοτήτων. Μόνο μετά από την παρέλευση αυτής της περιόδου καθίσταται επιλέξιμη για ενισχύσεις δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, υπό τον όρο ότι:

α)

καλύπτει τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί προβληματική κατά την έννοια αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών και

β)

δεν αποτελεί μέρος ευρύτερου επιχειρηματικού ομίλου (24), εκτός εάν πληρούνται οι οριζόμενες στο σημείο 22 προϋποθέσεις.

(22)

Μια επιχείρηση που ανήκει ή έχει εξαγοραστεί από ευρύτερο επιχειρηματικό όμιλο δεν είναι καταρχήν επιλέξιμη για ενισχύσεις δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, εκτός εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι η εταιρεία έχει εγγενείς δυσχέρειες οι οποίες δεν έχουν προκύψει από την αυθαίρετη κατανομή των δαπανών στο εσωτερικό του ομίλου και ότι οι δυσχέρειες αυτές είναι τόσο σοβαρές, ώστε να μην μπορούν να αντιμετωπιστούν από τον ίδιο τον όμιλο. Όταν μια προβληματική εταιρεία συγκροτεί μια θυγατρική, η θυγατρική αυτή μαζί με την προβληματική εταιρεία που την ελέγχει θα θεωρούνται όμιλος και μπορούν να λαμβάνουν ενισχύσεις σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο παρόν σημείο.

(23)

Δεδομένου ότι απειλείται η ίδια της η ύπαρξη, μια προβληματική επιχείρηση δεν μπορεί να θεωρείται ως το ενδεδειγμένο μέσο για την προώθηση άλλων στόχων δημόσιας πολιτικής μέχρις ότου εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά της. Κατά συνέπεια, η Αρχή θεωρεί ότι οι ενισχύσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων χωρίς να επηρεάζουν τις συναλλαγές σε βαθμό που να αντίκειται προς το κοινό συμφέρον μόνον εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, ακόμη και εάν οι ενισχύσεις αυτές χορηγούνται σύμφωνα με καθεστώς που έχει ήδη εγκριθεί.

(24)

Κατά συνέπεια, σειρά κανονισμών και ανακοινώσεων στο πεδίο των κρατικών ενισχύσεων και σε άλλους τομείς απαγορεύει στις προβληματικές επιχειρήσεις τη λήψη ενισχύσεων. Για τους σκοπούς των εν λόγω κανονισμών και ανακοινώσεων, και εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε αυτούς, ισχύουν τα εξής:

α)

ως “προβληματικές επιχειρήσεις” ή “προβληματικές εταιρείες” θα πρέπει να νοούνται οι προβληματικές επιχειρήσεις κατά την έννοια του σημείου 20 αυτών των κατευθυντήριων γραμμών, και

β)

η ΜΜΕ που υφίσταται για διάστημα μικρότερο των τριών ετών δεν θα θεωρείται προβληματική, εκτός αν πληροί την προϋπόθεση που προβλέπεται στο σημείο 20 γ).

2.3.   Ενίσχυση διάσωσης, ενίσχυση αναδιάρθρωσης και προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης

(25)

Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές εξετάζουν τρία είδη ενισχύσεων: ενισχύσεις διάσωσης, ενισχύσεις αναδιάρθρωσης και προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης.

(26)

Η ενίσχυση διάσωσης έχει από τη φύση της επείγοντα και μεταβατικό χαρακτήρα. Κύριος στόχος της είναι να επιτρέπει στην προβληματική επιχείρηση να συνεχίσει τις δραστηριότητές της για το σύντομο διάστημα που απαιτείται για την επεξεργασία σχεδίου αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης. Η γενική αρχή είναι ότι η ενίσχυση διάσωσης επιτρέπει να υποστηριχτεί προσωρινά μία εταιρεία που αντιμετωπίζει σημαντική επιδείνωση της οικονομικής της κατάστασης η οποία χαρακτηρίζεται από οξεία κρίση ρευστότητας ή από τεχνική αφερεγγυότητα. Αυτή η προσωρινή στήριξη πρέπει να παρέχει χρόνο ικανό για την ανάλυση των συνθηκών που δημιούργησαν τις δυσκολίες και την ανάπτυξη κατάλληλου σχεδίου για την αντιμετώπισή τους.

(27)

Η ενίσχυση αναδιάρθρωσης περιλαμβάνει συχνά την πιο μόνιμη παροχή βοήθειας και πρέπει να αποκαθιστά τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της δικαιούχου επιχείρησης βάσει εφικτού, συγκροτημένου και μακρόπνοου σχεδίου αναδιάρθρωσης, καθιστώντας παράλληλα δυνατή την επαρκή ιδία συμμετοχή και καταμερισμό των επιβαρύνσεων και περιορίζοντας τις δυνητικές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

(28)

Η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης αποτελεί ενίσχυση της ρευστότητας που αποσκοπεί στην αναδιάρθρωση μιας επιχείρησης δημιουργώντας τις απαραίτητες συνθήκες προκειμένου η δικαιούχος επιχείρηση να σχεδιάσει και να εφαρμόσει τη δέουσα δράση για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητάς της. Η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης επιτρέπεται να χορηγηθεί μόνο στις ΜΜΕ και τις μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις.

(29)

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 19, οι ενισχύσεις διάσωσης, καθώς και, στην περίπτωση των ΜΜΕ και των μικρότερων κρατικών επιχειρήσεων, η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης ενδέχεται επίσης να χορηγηθούν σε επιχειρήσεις που δεν είναι προβληματικές κατά την έννοια του σημείου 20, αλλά αντιμετωπίζουν πιεστικές ανάγκες ρευστότητας λόγω έκτακτων και απρόβλεπτων περιστάσεων.

2.4.   Ενισχύσεις με σκοπό την κάλυψη του κοινωνικού κόστους της αναδιάρθρωσης

(30)

Μια αναδιάρθρωση συνεπάγεται κατά κανόνα μείωση ή εγκατάλειψη των προβληματικών δραστηριοτήτων. Αυτοί οι περιορισμοί είναι συχνά απαραίτητοι για λόγους εξορθολογισμού και αποτελεσματικότητας, πέραν των οποιωνδήποτε μειώσεων της παραγωγικής ικανότητας που ενδεχομένως απαιτούνται προκειμένου να χορηγηθεί ενίσχυση. Ανεξάρτητα από τα βαθύτερα αίτια, αυτά τα μέτρα οδηγούν εν γένει σε μειώσεις του προσωπικού της δικαιούχου επιχείρησης.

(31)

Η εργατική νομοθεσία των συμβαλλόμενων μερών ενδέχεται να προβλέπει γενικά καθεστώτα κοινωνικής ασφάλισης, βάσει των οποίων ορισμένες ευεργετικές παροχές καταβάλλονται απευθείας στους απολυθέντες. Αυτά τα καθεστώτα δεν πρέπει να θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ.

(32)

Εκτός από αυτές τις παροχές κοινωνικής ασφάλισης για τους εργαζόμενους, τα γενικά καθεστώτα κοινωνικής μέριμνας συχνά προβλέπουν ότι η κυβέρνηση καλύπτει το κόστος παροχών που η επιχείρηση καταβάλλει στους απολυθέντες εργαζόμενους και οι οποίες υπερβαίνουν τις καταστατικές ή συμβατικές υποχρεώσεις της. Όταν τα καθεστώτα αυτά έχουν γενική εφαρμογή, χωρίς περιορισμούς κατά κλάδο σε κάθε εργαζόμενο που πληροί προκαθορισμένους όρους, και συνεπάγονται αυτόματη παροχή αυτών των πλεονεκτημάτων, τότε δεν θεωρείται ότι συνιστούν ενίσχυση βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ για τις υπό αναδιάρθρωση επιχειρήσεις. Αντίθετα, εάν τα καθεστώτα χρησιμοποιούνται για να στηρίζουν την αναδιάρθρωση σε ειδικούς βιομηχανικούς τομείς ενδέχεται να περιέχουν στοιχείο ενίσχυσης λόγω του επιλεκτικού τρόπου χρησιμοποίησής τους (25).

(33)

Οι υποχρεώσεις που επωμίζεται η ίδια η επιχείρηση βάσει της εργατικής νομοθεσίας ή των συλλογικών συμβάσεων με τα εργατικά σωματεία για τον προσπορισμό ορισμένων ευεργετικών παροχών στους απολυόμενους εργαζομένους, όπως οι αποζημιώσεις λόγω απόλυσης ή η θέσπιση μέτρων για την αύξηση των δυνατοτήτων απασχόλησής τους, αποτελούν μέρος των συνήθων εξόδων μιας επιχείρησης τα οποία είναι υποχρεωμένη να καλύπτει από τους ίδιους πόρους της. Κατά συνέπεια, κάθε κρατική συμμετοχή στα εν λόγω έξοδα πρέπει να λογίζεται ότι συνιστά ενίσχυση. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το εάν οι πληρωμές πραγματοποιούνται άμεσα στην επιχείρηση ή εάν χορηγούνται μέσω κυβερνητικού φορέα στους εργαζόμενους.

(34)

Η Αρχή δεν αντιτίθεται εκ προοιμίου στις ενισχύσεις αυτού του είδους όταν χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις, επειδή αποφέρουν οικονομικά οφέλη τα οποία υπερβαίνουν τα συμφέροντα της οικείας επιχείρησης, διευκολύνουν τις διαρθρωτικές αλλαγές και περιορίζουν τα κοινωνικά προβλήματα.

(35)

Εκτός από την παροχή άμεσης οικονομικής στήριξης, οι ενισχύσεις αυτού του είδους παρέχονται συχνά σε συνδυασμό με ειδικά καθεστώτα αναδιάρθρωσης, για επιμόρφωση, παροχή συμβουλών και πρακτική βοήθεια για την εξεύρεση εναλλακτικής απασχόλησης, καθώς επίσης για την επανεγκατάσταση, την επαγγελματική κατάρτιση και την παροχή βοήθειας σε εργαζόμενους που επιθυμούν να δημιουργήσουν νέες επιχειρήσεις. Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα, τα οποία αυξάνουν τις δυνατότητες απασχόλησης των απολυμένων εργαζομένων, επεκτείνουν το εύρος του στόχου της μείωσης των κοινωνικών δυσχερειών, η Αρχή λαμβάνει συστηματικά ευνοϊκή θέση όσον αφορά αυτές τις ενισχύσεις όταν χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις.

3.   Συμβιβασιμο με τη λειτουργια της συμφωνιας ΕΟΧ

(36)

Οι συνθήκες υπό τις οποίες οι κρατικές ενισχύσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις μπορούν να εγκρίνονται ως συμβιβάσιμες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ καθορίζονται στο άρθρο 61 παράγραφοι 2 και 3 της συμφωνίας ΕΟΧ. Βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ), η Αρχή έχει τη δυνατότητα να εγκρίνει “ενισχύσεις για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων […] εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον”. Ιδιαίτερα αυτό μπορεί να συμβαίνει στην περίπτωση που η ενίσχυση είναι απαραίτητη για την επανόρθωση διαφορών που προκαλούνται από αδυναμίες της αγοράς ή για να διασφαλισθεί η οικονομική και κοινωνική συνοχή.

(37)

Τα μέτρα ενίσχυσης υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων πρέπει να κοινοποιούνται μεμονωμένα στην Αρχή. Υπό ορισμένους όρους, η Αρχή μπορεί να εγκρίνει καθεστώτα ενισχύσεων μικρότερου ύψους προς ΜΜΕ και μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις: οι προϋποθέσεις για την έγκριση τέτοιων καθεστώτων περιλαμβάνονται κατωτέρω στο κεφάλαιο 6 (26).

(38)

Κατά την αξιολόγηση του εάν οι κοινοποιηθείσες ενισχύσεις μπορούν να κηρυχθούν συμβιβάσιμες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή εξετάζει κατά πόσον πληρούται καθένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

συμβολή στην επίτευξη ενός σαφώς καθορισμένου στόχου κοινού συμφέροντος: ένα μέτρο κρατικής ενίσχυσης πρέπει να εξυπηρετεί σκοπό κοινού συμφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3 της συμφωνίας ΕΟΧ (ενότητα 3.1)·

β)

ανάγκη κρατικής παρέμβασης: ένα μέτρο κρατικής ενίσχυσης πρέπει να στοχεύει σε καταστάσεις όπου η ενίσχυση μπορεί να επιφέρει ουσιαστική βελτίωση την οποία δεν δύναται να επιτύχει η ίδια η αγορά, για παράδειγμα επανορθώνοντας μια ανεπάρκεια της αγοράς ή αντιμετωπίζοντας κάποιο πρόβλημα σχετικά με τα ίδια κεφάλαια ή τη συνοχή (ενότητα 3.2)·

γ)

καταλληλότητα του μέτρου ενίσχυσης: ένα μέτρο ενίσχυσης δεν θεωρείται συμβιβάσιμο εάν η επίτευξη του ίδιου στόχου καθίσταται δυνατή με άλλα, λιγότερο στρεβλωτικά μέτρα (ενότητα 3.3)·

δ)

χαρακτήρας κινήτρου: πρέπει να αποδεικνύεται ότι χωρίς την παροχή της ενίσχυσης η δικαιούχος επιχείρηση θα είχε τύχει αναδιάρθρωσης, πώλησης ή εκκαθάρισης κατά τρόπο που δεν θα εξυπηρετούσε τον στόχο κοινού συμφέροντος (ικανότητα της ενίσχυσης να λειτουργήσει ως κίνητρο) (ενότητα 3.4)·

ε)

αναλογικότητα της ενίσχυσης (περιορισμός της ενίσχυσης στο ελάχιστο): η ενίσχυση δεν πρέπει να υπερβαίνει το ελάχιστο απαιτούμενο ύψος για την επίτευξη του στόχου κοινού συμφέροντος (ενότητα 3.5)·

στ)

αποφυγή αδικαιολόγητων αρνητικών επιπτώσεων στον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών: οι αρνητικές επιπτώσεις της ενίσχυσης πρέπει να περιορίζονται επαρκώς, έτσι ώστε η συνολική ισορροπία του μέτρου να είναι θετική (ενότητα 3.6)·

ζ)

διαφάνεια της ενίσχυσης: τα συμβαλλόμενα μέρη, η Αρχή, οι οικονομικοί παράγοντες και το κοινό πρέπει να διαθέτουν απρόσκοπτη πρόσβαση σε όλες τις ισχύουσες πράξεις και συναφείς πληροφορίες σχετικά με τη χορηγούμενη ενίσχυση (ενότητα 3.7).

(39)

Εάν δεν πληρούται οποιοδήποτε από τα ανωτέρω κριτήρια, η ενίσχυση δεν θα θεωρείται συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

(40)

Η συνολική στάθμιση ορισμένων κατηγοριών καθεστώτων μπορεί επίσης να υπόκειται σε απαίτηση εκ των υστέρων αξιολόγησης, όπως περιγράφεται στα σημεία 118, 119 και 120 αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών.

(41)

Επιπλέον, εάν ένα μέτρο κρατικής ενίσχυσης ή οι όροι που το συνοδεύουν (συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου χρηματοδότησής του όταν αυτή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του μέτρου ενίσχυσης) επιφέρουν μη διαχωρίσιμη παραβίαση της νομοθεσίας του ΕΟΧ, η ενίσχυση δεν μπορεί να κηρυχθεί συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ (27).

(42)

Στο παρόν κεφάλαιο, η Αρχή παραθέτει τις συνθήκες υπό τις οποίες θα αξιολογεί κάθε επιμέρους κριτήριο που αναφέρεται στο σημείο 38.

3.1.   Συμβολή στην επίτευξη ενός στόχου κοινού ενδιαφέροντος

(43)

Δεδομένης της σημασίας της εξόδου από την αγορά για τη διαδικασία της αύξησης της παραγωγικότητας, απλώς και μόνο η αποτροπή της εξόδου μιας επιχείρησης από την αγορά δεν συνιστά επαρκή αιτιολόγηση για την παροχή ενίσχυσης. Πρέπει να προσκομίζονται σαφείς αποδείξεις ότι η ενίσχυση επιδιώκει στόχο κοινού συμφέροντος, όπως η πρόληψη κοινωνικών προβλημάτων ή η αντιμετώπιση ανεπαρκειών της αγοράς (ενότητα 3.1.1) αποκαθιστώντας τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης (ενότητα 3.1.2).

3.1.1.   Απόδειξη κοινωνικών προβλημάτων ή ανεπαρκειών της αγοράς

(44)

Τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να καταδείξουν ότι η κατάρρευση του δικαιούχου ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρά κοινωνικά προβλήματα ή μείζονες ανεπάρκειες στην αγορά, δείχνοντας ιδίως ότι:

α)

το ποσοστό ανεργίας στην (στις) οικεία(-ες) περιφέρεια(-ες) (σε επίπεδο NUTS II) είναι είτε:

i.

υψηλότερο από τον μέσο όρο του ΕΟΧ, επίμονο και συνοδεύεται από δυσκολία για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στην (στις) οικεία(-ες) περιφέρεια(-ες), ή

ii.

υψηλότερο από τον μέσο εθνικό όρο, μόνιμο και συνοδεύεται από δυσκολία για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στην(στις) οικεία(-ες) περιφέρεια(-ες)·

β)

διαγράφεται κίνδυνος διαταραχής στην παροχή σημαντικής υπηρεσίας που δύσκολα μπορεί να αντικατασταθεί και σε τομέα στον οποίο δύσκολα θα μπορούσε να εισέλθει κάποιος ανταγωνιστής (π.χ. ο εθνικός πάροχος υποδομής)·

γ)

η έξοδος μιας επιχείρησης με σημαντικό συστημικό ρόλο σε συγκεκριμένη περιφέρεια ή τομέα (π.χ. υπό την ιδιότητα του προμηθευτή σημαντικών πρώτων υλών) θα είχε δυνητικές αρνητικές συνέπειες·

δ)

υπάρχει ο κίνδυνος διακοπής της συνέχειας στην παροχή ΥΓΟΣ·

ε)

η αποτυχία ή τα αντικίνητρα των πιστωτικών αγορών θα εξωθήσουν μια κατά τα άλλα βιώσιμη επιχείρηση σε χρεοκοπία·

στ)

η έξοδος της ενδιαφερόμενης επιχείρησης από την αγορά θα οδηγούσε στην ανεπανόρθωτη απώλεια σημαντικών τεχνικών γνώσεων ή εμπειρογνωμοσύνης· ή

ζ)

θα ανέκυπταν παρεμφερείς καταστάσεις έντονης δυσπραγίας δεόντως τεκμηριωμένες από το θιγόμενο συμβαλλόμενο μέρος.

3.1.2.   Σχέδιο αναδιάρθρωσης και επάνοδος στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα

(45)

Η αναδιάρθρωση, κατά την έννοια αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, δεν περιορίζεται μόνο σε μια χρηματοοικονομική ενίσχυση για την αποκατάσταση των προηγούμενων ζημιών, χωρίς παρέμβαση στις αιτίες αυτών των ζημιών. Στην περίπτωση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης, η Αρχή ζητεί από το οικείο συμβαλλόμενο μέρος να υποβάλει ένα εφικτό, συγκροτημένο και μακρόπνοο σχέδιο αναδιάρθρωσης για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της δικαιούχου επιχείρησης (28). Η αναδιάρθρωση μπορεί να περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία: την αναδιοργάνωση και τον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων του δικαιούχου σε αποτελεσματικότερη βάση, μέτρο που κατά κανόνα συνεπάγεται την εγκατάλειψη ζημιογόνων δραστηριοτήτων, την αναδιάρθρωση των υφιστάμενων δραστηριοτήτων που μπορούν να καταστούν εκ νέου ανταγωνιστικές και, ενδεχομένως, τη διαφοροποίηση του αντικειμένου προς την κατεύθυνση της ανάπτυξης νέων βιώσιμων δραστηριοτήτων. Περιλαμβάνει επίσης κατά κανόνα τη χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση με τη μορφή εισφορών κεφαλαίου από νέους ή υφιστάμενους μετόχους και μείωση του χρέους από τους υφιστάμενους πιστωτές.

(46)

Η χορήγηση της ενίσχυσης προϋποθέτει ως εκ τούτου την εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης το οποίο, για κάθε περίπτωση ενίσχυσης ad hoc, πρέπει να επικυρώνεται από την Αρχή.

(47)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να επιτρέπει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα και να βασίζεται σε ρεαλιστικές υποθέσεις όσον αφορά τις μελλοντικές συνθήκες λειτουργίας, οι οποίες πρέπει να αποκλείουν το ενδεχόμενο περαιτέρω κρατικής ενίσχυσης που δεν περιλαμβάνεται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η περίοδος αναδιάρθρωσης πρέπει να είναι όσο το δυνατόν βραχύτερη. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να υποβάλλεται με όλες τις αναγκαίες διευκρινίσεις στην Αρχή και πρέπει, συγκεκριμένα, να περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παρούσα ενότητα 3.1.2.

(48)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να προσδιορίζει τα αίτια των προβλημάτων του δικαιούχου καθώς και τις αδυναμίες του και να περιγράφει συνοπτικά πώς τα προτεινόμενα μέτρα αναδιάρθρωσης πρόκειται να επανορθώσουν τα βασικά προβλήματα του δικαιούχου.

(49)

Στο σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να παρέχονται πληροφορίες για το επιχειρηματικό μοντέλο του δικαιούχου, αποδεικνύοντας πώς το σχέδιο θα τονώσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του. Πρέπει να περιλαμβάνονται, ειδικότερα, πληροφορίες σχετικά με την οργανωτική δομή του δικαιούχου, τη χρηματοδότηση, την εταιρική διακυβέρνηση και άλλες σημαντικές πτυχές. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να εξετάζει εάν τα προβλήματα του δικαιούχου θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με την κατάλληλη και έγκαιρη διαχειριστική δράση και, εάν ισχύει αυτό, πρέπει να αποδεικνύει ότι έχουν εφαρμοστεί οι δέουσες αλλαγές της διοίκησης. Όταν τα προβλήματα του δικαιούχου οφείλονται σε ατέλειες του επιχειρηματικού του μοντέλου ή του συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης, επιβάλλεται να γίνονται οι δέουσες αλλαγές.

(50)

Τα προσδοκώμενα αποτελέσματα της σχεδιαζόμενης αναδιάρθρωσης πρέπει να αποδεικνύονται σύμφωνα με το βασικό σενάριο, αλλά και με βάση το απαισιόδοξο σενάριο (δυσμενέστερη δυνατή έκβαση). Για τον σκοπό αυτό, το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει μεταξύ άλλων να λαμβάνει υπόψη την παρούσα κατάσταση και τις μελλοντικές προοπτικές της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά του οικείου προϊόντος και τους βασικούς συντελεστές κόστους στον κλάδο, απηχώντας υποθέσεις σεναρίου αναφοράς και σεναρίου δυσμενούς εξέλιξης, καθώς και τα ιδιαίτερα δυνατά και αδύνατα σημεία του δικαιούχου. Οι παραδοχές πρέπει να συγκρίνονται με τα κατάλληλα κριτήρια αναφοράς για το σύνολο του κλάδου και, κατά περίπτωση, να είναι κατάλληλα προσαρμοσμένες ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις επιμέρους συνθήκες ανά κράτος και ανά τομέα. Ο δικαιούχος πρέπει να παρέχει έρευνα της αγοράς και ανάλυση ευαισθησίας στις οποίες θα εντοπίζονται οι κύριες παράμετροι των επιδόσεων του δικαιούχου και οι βασικοί παράγοντες μελλοντικού κινδύνου.

(51)

Η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του δικαιούχου πρέπει κυρίως να αποτελεί απόρροια εσωτερικών μέτρων, καταλήγοντας ειδικότερα στην παύση δραστηριοτήτων οι οποίες θα παρέμεναν διαρθρωτικά ζημιογόνες σε μεσοπρόθεσμη βάση. Η αποκατάσταση της βιωσιμότητας δεν πρέπει να εξαρτάται από αισιόδοξες παραδοχές σχετικά με εξωτερικούς παράγοντες όπως οι αυξομειώσεις των τιμών, η ζήτηση και η προσφορά δυσεύρετων πρώτων υλών, ούτε μπορεί να συνδέεται με καλύτερες αποδόσεις του δικαιούχου έναντι της αγοράς και των ανταγωνιστών του, ούτε με την είσοδο και επέκταση των δραστηριοτήτων του σε νέους τομείς όπου δεν διαθέτει πείρα και ιστορικό επιδόσεων (εκτός εάν αιτιολογείται δεόντως και είναι απαραίτητο για λόγους διαφοροποίησης και βιωσιμότητας).

(52)

Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα επιτυγχάνεται όταν μια επιχείρηση είναι σε θέση να παρέχει τη δέουσα προβλεπόμενη απόδοση επί του κεφαλαίου εφόσον έχει καλύψει όλες τις δαπάνες της, συμπεριλαμβανομένης της απόσβεσης και των χρηματοοικονομικών επιβαρύνσεων. Η αναδιαρθρωμένη επιχείρηση πρέπει να είναι σε θέση να σταθεί ανταγωνιστικά στην αγορά με τις δικές της δυνάμεις.

3.2.   Ανάγκη για κρατική παρέμβαση

(53)

Τα συμβαλλόμενα μέρη που προτίθενται να χορηγήσουν ενίσχυση αναδιάρθρωσης πρέπει να υποβάλουν συγκριτική παρουσίαση με μια αξιόπιστη εναλλακτική εκδοχή που δεν θα συνεπάγεται κρατική ενίσχυση, αποδεικνύοντας πώς ο συναφής στόχος ή στόχοι της ενότητας 3.1.1 δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν, ή θα επιτυγχάνονταν σε μικρότερο βαθμό, στην περίπτωση της εναλλακτικής εκδοχής. Μεταξύ αυτών των εναλλακτικών εκδοχών μπορεί να περιλαμβάνεται αναδιοργάνωση του χρέους, εκποίηση στοιχείων ενεργητικού, άντληση ιδιωτικού κεφαλαίου, πώληση σε ανταγωνιστή ή διάλυση, τα οποία θα υλοποιούνται σε κάθε περίπτωση είτε μέσω υπαγωγής σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή αναδιοργάνωσης ή με άλλον τρόπο.

3.3.   Καταλληλότητα

(54)

Τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να μεριμνούν ότι η ενίσχυση χορηγείται με τη μορφή που επιτρέπει να επιτευχθεί ο στόχος με τον λιγότερο στρεβλωτικό τρόπο. Σε περίπτωση προβληματικών επιχειρήσεων, τούτο μπορεί να επιτευχθεί εάν διασφαλίζεται ότι η ενίσχυση έχει την κατάλληλη μορφή ώστε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του δικαιούχου και ότι η ανταμοιβή που καταβάλλεται είναι η προσήκουσα. Στην παρούσα ενότητα παρατίθενται οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να αποδεικνύεται η καταλληλότητα του μέτρου ενίσχυσης.

3.3.1.   Ενίσχυση διάσωσης

(55)

Για να εγκριθούν από την Αρχή, οι ενισχύσεις διάσωσης πρέπει να πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)

να αποτελούν προσωρινή στήριξη ρευστότητας υπό μορφή δανείων ή εγγυήσεων δανείου·

β)

το χρηματοοικονομικό κόστος του δανείου ή, στην περίπτωση των εγγυήσεων δανείου, το συνολικό χρηματοοικονομικό κόστος του εγγυημένου δανείου, περιλαμβανομένου του επιτοκίου του δανείου και της προμήθειας της εγγύησης, πρέπει να συνάδει με το σημείο 56·

γ)

εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο στοιχείο δ) κατωτέρω, κάθε δάνειο πρέπει να έχει αποπληρωθεί και κάθε εγγύηση πρέπει να έχει λήξει εντός διαστήματος όχι μεγαλύτερου των έξι μηνών από την εκταμίευση της πρώτης δόσης προς τη δικαιούχο επιχείρηση·

δ)

τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να κοινοποιήσουν στην Αρχή, το αργότερο έξι μήνες μετά από την έγκριση του μέτρου ενίσχυσης διάσωσης ή, στην περίπτωση μη κοινοποιημένης ενίσχυσης, το αργότερο έξι μήνες μετά την εκταμίευση της πρώτης δόσης προς τον δικαιούχο,

i.

αποδείξεις ότι το δάνειο έχει αποπληρωθεί ολοσχερώς και/ή ότι έχει αποσβεσθεί η εγγύηση, ή

ii.

υπό την προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος πληροί τις προϋποθέσεις της προβληματικής επιχείρησης (και δεν αντιμετωπίζει μόνο πιεστικές ανάγκες ρευστότητας στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο ανωτέρω σημείο 29), σχέδιο αναδιάρθρωσης, όπως ορίζεται στην ενότητα 3.1.2· κατά την υποβολή σχεδίου αναδιάρθρωσης, η έγκριση της ενίσχυσης διάσωσης παρατείνεται αυτόματα μέχρις ότου η Αρχή εκδώσει την τελική της απόφαση σχετικά με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, εκτός εάν η Αρχή αποφασίσει ότι αυτή η παράταση δεν είναι δικαιολογημένη ή ότι πρέπει να περιοριστεί ως προς τον χρόνο και το πεδίο εφαρμογής· άπαξ και θεσπισθεί και εφαρμόζεται σχέδιο αναδιάρθρωσης για το οποίο έχει αιτηθεί η χορήγηση ενίσχυσης, κάθε περαιτέρω ενίσχυση θεωρείται ενίσχυση αναδιάρθρωσης, ή

iii.

ένα σχέδιο ρευστοποίησης που θα παρουσιάζει με τεκμηριωμένο τρόπο τα στάδια προς τη ρευστοποίηση του δικαιούχου εντός εύλογου χρονικού πλαισίου χωρίς τη λήψη περαιτέρω ενίσχυσης·

ε)

οι ενισχύσεις διάσωσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση διαρθρωτικών μέτρων, όπως η εξαγορά σημαντικών επιχειρήσεων ή στοιχείων ενεργητικού, εκτός εάν είναι αναγκαίες κατά τη διάρκεια της περιόδου διάσωσης για την επιβίωση του δικαιούχου.

(56)

Το ύψος της αμοιβής που ο δικαιούχος είναι υποχρεωμένος να καταβάλει για την ενίσχυση διάσωσης πρέπει να αντανακλά την υποκείμενη πιστοληπτική ικανότητα του δικαιούχου, προεξοφλώντας τις προσωρινές επιπτώσεις τόσο από τα προβλήματα ρευστότητας, όσο και από την κρατική στήριξη, και θα πρέπει να προσφέρει κίνητρα για τον δικαιούχο να αποπληρώσει την ενίσχυση, το συντομότερο δυνατό. Η Αρχή θα ζητήσει ως εκ τούτου η αμοιβή να καθορίζεται σε ποσοστό όχι μικρότερο από το επιτόκιο αναφοράς που ορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τα επιτόκια αναφοράς (29) για τις αδύναμες επιχειρήσεις που προσφέρουν κανονικά επίπεδα εξασφάλισης (επί του παρόντος IBOR ενός έτους συν 400 μονάδες βάσης) (30) και να αυξηθεί κατά τουλάχιστον 50 μονάδες βάσης για τις ενισχύσεις διάσωσης των οποίων η άδεια έχει παραταθεί σύμφωνα με το σημείο 55 δ) ii.

(57)

Όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι το επιτόκιο που προσδιορίζεται στο σημείο 56 δεν αποτελεί κατάλληλο σημείο αναφοράς, για παράδειγμα όταν διαφέρει ουσιαστικά από την αγοραία τιμολόγηση των παρόμοιων μέσων που έχουν πρόσφατα εκδοθεί από τον δικαιούχο, η Αρχή μπορεί να προσαρμόζει το απαιτούμενο επίπεδο της αμοιβής αναλόγως.

3.3.2.   Ενίσχυση αναδιάρθρωσης

(58)

Τα συμβαλλόμενα μέρη είναι ελεύθερα να επιλέξουν τη μορφή της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης. Εντούτοις, ενεργώντας με τον τρόπο αυτό, πρέπει να μεριμνούν ότι το μέσο που επιλέγουν είναι κατάλληλο για το πρόβλημα το οποίο επιδιώκει να αντιμετωπίσει. Ειδικότερα, τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να αξιολογούν εάν τα προβλήματα των δικαιούχων αφορούν τη ρευστότητα ή τη φερεγγυότητα και να επιλέγουν τα κατάλληλα μέσα για την αντιμετώπιση των διαπιστωμένων προβλημάτων. Για παράδειγμα, στην περίπτωση προβλημάτων φερεγγυότητας, κατάλληλο μέτρο μπορεί να είναι η αύξηση των στοιχείων ενεργητικού μέσω ανακεφαλαιοποίησης, ενώ σε μια κατάσταση όπου τα προβλήματα σχετίζονται κυρίως με τη ρευστότητα, μπορεί να αποβεί επαρκής η ενίσχυση μέσω δανείων ή εγγυήσεων δανείου.

3.4.   Χαρακτήρας κινήτρου

(59)

Τα συμβαλλόμενα μέρη που προτίθενται να χορηγήσουν ενισχύσεις αναδιάρθρωσης πρέπει να αποδείξουν ότι χωρίς την παροχή της ενίσχυσης η δικαιούχος επιχείρηση θα είχε αναδιαρθρωθεί, πωληθεί ή εκκαθαριστεί κατά τρόπο που δεν θα εξυπηρετούσε τον στόχο κοινού συμφέροντος που προσδιορίζεται στην ενότητα 3.1.1. Η απόδειξη αυτή μπορεί να αποτελέσει μέρος της ανάλυσης που υποβάλλεται σύμφωνα με το σημείο 53.

3.5.   Αναλογικότητα της ενίσχυσης/περιορισμός της ενίσχυσης στο ελάχιστο

3.5.1.   Ενίσχυση διάσωσης

(60)

Η ενίσχυση διάσωσης πρέπει να περιορίζεται στο ποσό που απαιτείται για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του δικαιούχου για έξι μήνες. Για τον καθορισμό αυτού του ποσού θα λαμβάνεται υπόψη το αποτέλεσμα της εφαρμογής του τύπου που ορίζεται στο παράρτημα I. Οποιαδήποτε ενίσχυση διάσωσης υπερβαίνει το αποτέλεσμα αυτού του υπολογισμού εγκρίνεται μόνο εάν είναι δεόντως αιτιολογημένη και συνοδεύεται από σχέδιο ρευστότητας που παραθέτει τις ανάγκες ρευστότητας του δικαιούχου για τους επόμενους έξι μήνες.

3.5.2.   Ενίσχυση αναδιάρθρωσης

(61)

Το ύψος και η ένταση της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο απαραίτητο που θα επιτρέψει την αναδιάρθρωση με βάση τους διαθέσιμους χρηματοοικονομικούς πόρους του δικαιούχου, των μετόχων του ή του εμπορικού ομίλου στον οποίο ανήκει. Ειδικότερα πρέπει να εξασφαλίζεται επαρκές επίπεδο ιδίας συμμετοχής στο κόστος της αναδιάρθρωσης και του καταμερισμού των επιβαρύνσεων, όπως παρατίθεται αναλυτικά στην παρούσα ενότητα (3.5.2). Αυτή η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε προηγουμένως χορηγηθείσα ενίσχυση διάσωσης.

3.5.2.1.   Ιδία συμμετοχή

(62)

Σημαντική συμμετοχή (31) στο κόστος της αναδιάρθρωσης απαιτείται από τους ίδιους πόρους του δικαιούχου της ενίσχυσης, τους μετόχους ή τους πιστωτές του ή τον επιχειρηματικό όμιλο στον οποίο ανήκει, ή από νέους επενδυτές. Η ίδια συμμετοχή αυτού του είδους θα έπρεπε κανονικά να είναι συγκρίσιμη με την ενίσχυση που χορηγείται από την άποψη των συνεπειών για τη φερεγγυότητα ή τη θέση ρευστότητας του δικαιούχου. Για παράδειγμα, εάν η ενίσχυση που θα χορηγηθεί ενισχύει την καθαρή κεφαλαιουχική θέση του δικαιούχου, η ιδία συμμετοχή πρέπει ομοίως να περιλαμβάνει μέτρα τα οποία ενισχύουν την κεφαλαιουχική θέση, όπως η άντληση νέου μετοχικού κεφαλαίου από υπάρχοντες μετόχους, η απομείωση του υφιστάμενου χρέους και των γραμματίων κεφαλαίου ή η μετατροπή των υφιστάμενων χρεών σε μετοχικό κεφάλαιο, ή η άντληση νέων εξωτερικών ιδίων κεφαλαίων με βάση τους όρους της αγοράς. Η Αρχή λαμβάνει υπόψη της τον βαθμό στον οποίο η ιδία συμμετοχή έχει συγκρίσιμο αποτέλεσμα με τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν κατά την αξιολόγηση της αναγκαίας έκτασης των μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, σύμφωνα με το σημείο 90.

(63)

Οι συμμετοχές πρέπει να είναι πραγματικές, με άλλα λόγια δηλαδή ουσιαστικές, αποκλείοντας τυχόν μελλοντικά προσδοκώμενα κέρδη όπως οι ταμειακές εισροές και να είναι όσο το δυνατόν υψηλότερες. Η συμμετοχή του κράτους ή κάποιας δημόσιας επιχείρησης μπορεί να λαμβάνεται υπόψη μόνον υπό την προϋπόθεση ότι είναι απαλλαγμένη ενίσχυσης. Αυτό θα μπορούσε ιδίως να συμβεί όταν η συμμετοχή γίνεται από φορέα ο οποίος είναι ανεξάρτητος από την αρχή χορήγησης των ενισχύσεων (όπως μια κρατική τράπεζα ή δημόσια εταιρεία χαρτοφυλακίου) και ο οποίος παίρνει την απόφαση να επενδύσει βασιζόμενος στα δικά του εμπορικά συμφέροντα (32).

(64)

Η ιδία συμμετοχή θα πρέπει κατά κανόνα να θεωρείται επαρκής εάν ισοδυναμεί τουλάχιστον με το 50 % του κόστους αναδιάρθρωσης. Σε εξαιρετικές περιστάσεις και σε περιπτώσεις ιδιαίτερης δυσκολίας, οι οποίες πρέπει να στοιχειοθετούνται από το συμβαλλόμενο μέρος, η Αρχή μπορεί να δέχεται συμμετοχή που δεν φθάνει το 50 % του κόστους αναδιάρθρωσης, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό της εν λόγω συμμετοχής παραμένει σημαντικό.

3.5.2.2.   Επιμερισμός των βαρών

(65)

Όταν η κρατική στήριξη χορηγείται με μορφή που ενισχύει την καθαρή κεφαλαιακή θέση του δικαιούχου, για παράδειγμα όταν το κράτος δίνει επιχορηγήσεις, εισφορές κεφαλαίου ή μειώνει το χρέος, αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την προστασία των μετόχων και των πιστωτών μειωμένης εξασφάλισης από τις συνέπειες της επιλογής τους να επενδύσουν στον δικαιούχο. Αυτό ενέχει το ενδεχόμενο ηθικού κινδύνου και μπορεί να υπονομεύσει την πειθαρχία της αγοράς. Κατά συνέπεια, οι ενισχύσεις για την κάλυψη των ζημιών πρέπει να χορηγούνται μόνο υπό όρους που συνεπάγονται τον επαρκή καταμερισμό των επιβαρύνσεων μεταξύ των υπαρκτών επενδυτών.

(66)

Ο κατάλληλος καταμερισμός των επιβαρύνσεων συνεπάγεται κατά κανόνα την πλήρη ανάληψη των ζημιών από τους υφιστάμενους μετόχους και, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, από τους κατόχους οφειλών μειωμένης εξασφάλισης. Οι κάτοχοι οφειλών μειωμένης εξασφάλισης πρέπει να συμβάλλουν στην απορρόφηση των ζημιών, είτε μέσω μετατροπής σε μετοχικό κεφάλαιο είτε μέσω μείωσης της αξίας του κεφαλαίου των συναφών μέσων. Επομένως, η κρατική παρέμβαση πρέπει να συντελείται μόνο μετά την ολοσχερή καταμέτρηση των απωλειών και τον καταλογισμό τους στους υφιστάμενους μετόχους και τους κατόχους οφειλών μειωμένης εξασφάλισης (33). Εν πάση περιπτώσει, οι ταμειακές εκροές από τον δικαιούχο προς τους κατόχους κεφαλαίου ή τους κατόχους οφειλών μειωμένης εξασφάλισης αυτών πρέπει να αποτρέπονται κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης, στον βαθμό που επιτρέπεται από νομική άποψη, εκτός εάν αυτό θα επηρεάσει δυσανάλογα εκείνους που έχουν προβεί σε εισφορά νέου κεφαλαίου.

(67)

Ο κατάλληλος καταμερισμός των επιβαρύνσεων θα συνεπαγόταν επίσης ότι κάθε κρατική ενίσχυση που ενισχύει τη θέση του δικαιούχου στο μετοχικό κεφάλαιο θα πρέπει να χορηγείται με όρους που παρέχουν στο κράτος εύλογο μερίδιο από τα μελλοντικά κέρδη της αξίας του δικαιούχου, ενόψει του ύψους του καταβεβλημένου από το κράτος μετοχικού κεφαλαίου σε σύγκριση με το υπόλοιπο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας, μετά από συνυπολογισμό των απωλειών.

(68)

Η Αρχή μπορεί να επιτρέπει εξαιρέσεις στην πλήρη εφαρμογή των μέτρων που ορίζονται στο σημείο 66 εάν τα μέτρα αυτά θα είχαν δυσανάλογα αποτελέσματα. Μεταξύ τέτοιων καταστάσεων θα μπορούσε να είναι η περίπτωση κατά την οποία το ύψος της ενίσχυσης είναι μικρό σε σχέση με την ιδία συμμετοχή, ή εάν το οικείο συμβαλλόμενο μέρος αποδείξει ότι οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης θα εισέπρατταν λιγότερα από ό,τι θα εισέπρατταν στο πλαίσιο συνήθους διαδικασίας αφερεγγυότητας και εάν δεν είχε χορηγηθεί κρατική ενίσχυση.

(69)

Η Αρχή δεν θα απαιτεί συστηματικά τη συμμετοχή των κατόχων χρεωστικών τίτλων αυξημένης εξασφάλισης για την αποκατάσταση της θέσης του δικαιούχου στο μετοχικό κεφάλαιο. Ωστόσο, μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε τέτοια συμμετοχή ως αίτιο για τη μείωση της αναγκαίας έκτασης των μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού σύμφωνα με το σημείο 90.

3.6.   Αρνητικές επιπτώσεις

3.6.1.   Αρχή της εφάπαξ ενίσχυσης (one time, last time)

(70)

Προκειμένου να μειωθεί ο ηθικός κίνδυνος, τα κίνητρα υπέρ της ανάληψης υπέρμετρων κινδύνων και οι πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, οι ενισχύσεις πρέπει να χορηγούνται στις προβληματικές επιχειρήσεις για μια μόνο πράξη αναδιάρθρωσης. Αυτή είναι η αρχή της “εφάπαξ ενίσχυσης”. Η ανάγκη μιας επιχείρησης, που ήδη έχει λάβει ενίσχυση σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, να εξακολουθήσει να λαμβάνει περαιτέρω τις ενισχύσεις αυτές, αποδεικνύει ότι τα προβλήματα της εταιρείας είτε είναι επαναλαμβανόμενα, είτε δεν αντιμετωπίστηκαν επαρκώς με την προηγούμενη ενίσχυση. Οι επαναλαμβανόμενες κρατικές παρεμβάσεις είναι πιθανό να επιφέρουν προβλήματα ηθικού κινδύνου και στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που αντιβαίνουν στο κοινό συμφέρον.

(71)

Εφόσον κοινοποιείται στην Αρχή πρόγραμμα ενισχύσεων διάσωσης ή αναδιάρθρωσης, το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να διευκρινίζει εάν η ενδιαφερόμενη επιχείρηση έχει ήδη λάβει κατά το παρελθόν κρατική ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης, συμπεριλαμβανομένων και των ενισχύσεων που ενδεχομένως χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη εφαρμογής αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, καθώς και οποιασδήποτε μη κοινοποιηθείσας ενίσχυσης (34). Εάν ισχύει αυτό και έχουν παρέλθει λιγότερα από 10 έτη από τη χορήγηση της ενίσχυσης ή από τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης ή από τη διακοπή της εφαρμογής του σχεδίου αναδιάρθρωσης (όποιο είναι πιο πρόσφατο), η Αρχή δεν θα επιτρέψει τη χορήγηση περαιτέρω ενισχύσεων σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές.

(72)

Εξαιρέσεις στον εν λόγω κανόνα επιτρέπονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν μία ενίσχυση αναδιάρθρωσης ακολουθεί τη χορήγηση ενίσχυσης διάσωσης ως μέρος μιας ενιαίας επιχείρησης αναδιάρθρωσης·

β)

οι ενισχύσεις διάσωσης ή η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης χορηγήθηκαν σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και η εν λόγω ενίσχυση δεν ακολουθήθηκε από ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, εάν:

i.

μπορούσε ευλόγως να γίνει πιστευτό ότι ο δικαιούχος ήταν μακροπρόθεσμα βιώσιμος, τη στιγμή που χορηγήθηκε η ενίσχυση σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, και

ii.

απαιτείται νέα ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης μετά από την παρέλευση τουλάχιστον μιας πενταετίας λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων (35) για τις οποίες δεν ευθύνεται η επιχείρηση·

γ)

σε εξαιρετικές και απρόβλεπτες περιστάσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται η δικαιούχος επιχείρηση.

(73)

Η εφαρμογή της αρχής της “εφάπαξ ενίσχυσης” ουδόλως επηρεάζεται από τυχόν μεταβολές του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της δικαιούχου επιχείρησης μετά τη χορήγηση της ενίσχυσης, ούτε από οποιαδήποτε δικαστική ή διοικητική διαδικασία που έχει ως αποτέλεσμα την εξυγίανση του ισολογισμού της επιχείρησης, τη μείωση του παθητικού της ή τη διαγραφή παλαιότερων χρεών της, υπό την προϋπόθεση ότι η δραστηριότητα συνεχίζεται από την ίδια επιχείρηση.

(74)

Όταν ένας επιχειρηματικός όμιλος έχει λάβει ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης, η Αρχή δεν επιτρέπει υπό κανονικές συνθήκες να χορηγηθεί άλλη ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης στον ίδιο τον όμιλο ή σε οποιαδήποτε από τις επιχειρήσεις του ομίλου, εκτός εάν έχουν παρέλθει 10 έτη από τη χορήγηση της ενίσχυσης ή έχει λήξει η περίοδος αναδιάρθρωσης ή έχει διακοπεί η εφαρμογή του σχεδίου, όποιο είναι το πλέον πρόσφατο. Όταν επιχείρηση που ανήκει σε επιχειρηματικό όμιλο έχει λάβει ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης, ο όμιλος στο σύνολό του καθώς και οι άλλες επιχειρήσεις του ομίλου παραμένουν επιλέξιμες για τη χορήγηση ενίσχυσης διάσωσης ή αναδιάρθρωσης (υπό την επιφύλαξη τήρησης των λοιπών διατάξεων αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών), εξαιρουμένου του δικαιούχου της προηγούμενης ενίσχυσης. Τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να αποδεικνύουν ότι δεν μεταβιβάζεται ενίσχυση από τον όμιλο ή άλλη επιχείρηση του ομίλου στον προηγούμενο δικαιούχο της ενίσχυσης.

(75)

Στην περίπτωση κατά την οποία μία επιχείρηση εξαγοράζει τα στοιχεία του ενεργητικού μιας άλλης επιχείρησης, ιδίως κάποιας που είχε υπαχθεί σε μία από τις διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο 73 ή σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία βάσει του εθνικού δικαίου και είχε ήδη λάβει η ίδια ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης, ο αγοραστής δεν δεσμεύεται πλέον από την αρχή της εφάπαξ ενίσχυσης, εφόσον δεν υπάρχει οικονομική συνέχεια μεταξύ της παλαιάς επιχείρησης και του αγοραστή (36).

3.6.2.   Μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

(76)

Όταν χορηγείται ενίσχυση αναδιάρθρωσης, πρέπει να ληφθούν μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι δυσμενείς επιπτώσεις στους όρους των συναλλαγών κατά τρόπον και οι θετικές επιπτώσεις να υπερισχύουν των αρνητικών. Η Αρχή θα εξετάζει την καταλληλότητα της μορφής και του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω μέτρων σύμφωνα προς την παρούσα ενότητα (3.6.2).

3.6.2.1.   Φύση και μορφή των μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

(77)

Με την επιφύλαξη του σημείου 84, τα μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού λαμβάνουν συνήθως τη μορφή διαρθρωτικών μέτρων. Όταν απαιτείται, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε συγκεκριμένες υποθέσεις, η Αρχή μπορεί να αποδέχεται μέτρα συμπεριφοράς διαφορετικά από αυτά που ορίζονται στο σημείο 84 ή μέτρα για το άνοιγμα της αγοράς αντί για ορισμένα ή όλα τα διαρθρωτικά μέτρα που θα απαιτούνταν σε διαφορετική περίπτωση.

Διαρθρωτικά μέτρα — εκποίηση και περιορισμός επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

(78)

Βάσει της αξιολόγησης που γίνεται με τα κριτήρια για τη βαθμονόμηση των μέτρων που αποσκοπούν σε περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού (τα οποία καθορίζονται στην ενότητα 3.6.2.2), μπορεί να απαιτηθεί από τις επιχειρήσεις που επωφελούνται από τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης να εκποιήσουν περιουσιακά στοιχεία ή να περιορίσουν την παραγωγική ικανότητα ή την παρουσία στην αγορά. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εφαρμόζονται ειδικότερα στην αγορά ή τις αγορές όπου η επιχείρηση θα έχει σημαντική θέση μετά την αναδιάρθρωση, ιδιαίτερα όταν έχει αξιόλογη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Οι εκποιήσεις για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού πρέπει να διενεργούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, λαμβανομένων υπόψη του είδους του στοιχείου του ενεργητικού που εκποιείται και τυχόν εμποδίων για τη διάθεσή του (37), και σε κάθε περίπτωση εντός χρονοδιαγράμματος του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Οι εκποιήσεις, οι διαγραφές χρεών και το κλείσιμο ζημιογόνων δραστηριοτήτων, που θα ήταν σε κάθε περίπτωση αναγκαίες για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας, δεν θεωρούνται κατά κανόνα επαρκείς για την αντιμετώπιση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, υπό το πρίσμα των αρχών που διατυπώνονται στην ενότητα 3.6.2.2.

(79)

Προκειμένου τέτοια μέτρα να ενισχύσουν τον ανταγωνισμό και να συνεισφέρουν στην εσωτερική αγορά, πρέπει να ευνοούν την είσοδο νέων ανταγωνιστών στην αγορά, την επέκταση των δραστηριοτήτων ελασσόνων ανταγωνιστών ή την ανάληψη διασυνοριακών δραστηριοτήτων. Πρέπει να αποφεύγεται η περιχαράκωση εντός των εθνικών συνόρων και ο κατακερματισμός της εσωτερικής αγοράς.

(80)

Τα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού δεν πρέπει να επιφέρουν επιδείνωση της διάρθρωσης της αγοράς. Ως εκ τούτου, τα διαρθρωτικά μέτρα πρέπει κατά κανόνα να λαμβάνουν τη μορφή εκποιήσεων εν λειτουργία των βιώσιμων μεμονωμένων επιχειρήσεων οι οποίες, εάν τύχουν διαχείρισης από τον κατάλληλο αγοραστή, μπορούν μακροπρόθεσμα να αποβούν ουσιαστικά ανταγωνιστικές. Εάν δεν υφίσταται τέτοιου είδους οντότητα, ο δικαιούχος θα μπορούσε να αποσπάσει και στη συνέχεια να εκποιήσει υφιστάμενη και δεόντως χρηματοδοτούμενη δραστηριότητα, συστήνοντας μια νέα και βιώσιμη οντότητα που θα μπορεί να είναι σε θέση να σταθεί ανταγωνιστικά στην αγορά. Τα διαρθρωτικά μέτρα που λαμβάνουν μόνο τη μορφή εκποίησης στοιχείων του ενεργητικού και δεν περιλαμβάνουν τη σύσταση βιώσιμης οντότητας που μπορεί να σταθεί ανταγωνιστικά στην αγορά είναι λιγότερο αποτελεσματικά για τη διατήρηση του ανταγωνισμού και επομένως γίνονται αποδεκτά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν τα οικεία συμβαλλόμενα μέρη αποδεικνύουν ότι καμία άλλη μορφή διαρθρωτικών μέτρων δεν θα ήταν εφικτή ή ότι άλλα διαρθρωτικά μέτρα θα διακύβευαν σημαντικά την οικονομική βιωσιμότητα της επιχείρησης.

(81)

Ο δικαιούχος πρέπει να διευκολύνει τις εκποιήσεις, για παράδειγμα προστατεύοντας τις δραστηριότητες και αναλαμβάνοντας τη δέσμευση ότι δεν θα αποσπάσει πελατεία από την εκποιημένη επιχείρηση.

(82)

Όταν κατά τα φαινόμενα ενδέχεται να είναι δύσκολο να βρεθεί αγοραστής για τα στοιχεία του ενεργητικού τα οποία προτίθεται να εκποιήσει ο δικαιούχος, επιβάλλεται, αμέσως μόλις λάβει γνώση αυτών των δυσκολιών, να υποδείξει εναλλακτικές εκποιήσεις ή μέτρα για την εκάστοτε αγορά ή αγορές, εάν δεν ευοδωθεί η πρώτη εκποίηση.

Μέτρα συμπεριφοράς

(83)

Σκοπός των μέτρων συμπεριφοράς είναι να διασφαλιστεί ότι η ενίσχυση χρησιμοποιείται μόνο για τη χρηματοδότηση της αποκατάστασης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας και ότι δεν χρησιμοποιείται καταχρηστικά για την παράταση σοβαρών και επίμονων διαρθρωτικών στρεβλώσεων της αγοράς ή για την προστασία του δικαιούχου από τον υγιή ανταγωνισμό.

(84)

Τα ακόλουθα μέτρα συμπεριφοράς πρέπει να εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις, ώστε να αποτρέπεται η υπονόμευση των επιπτώσεων των διαρθρωτικών μέτρων, και θα πρέπει καταρχήν να επιβάλλονται κατά τη διάρκεια ισχύος του σχεδίου αναδιάρθρωσης:

α)

πρέπει να απαιτείται από τους δικαιούχους να μην προβαίνουν σε αγορά μετοχών καμίας επιχείρησης κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης, εκτός εάν είναι απολύτως απαραίτητο για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του δικαιούχου. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ότι η ενίσχυση χρησιμοποιείται για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας και όχι για τη χρηματοδότηση επενδύσεων ή για την επέκταση της παρουσίας του δικαιούχου σε υφιστάμενες ή νέες αγορές. Τυχόν αγορές μετοχών μπορούν να εγκρίνονται από την Αρχή, κατόπιν κοινοποίησης, ως μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης·

β)

πρέπει να απαιτείται από τους δικαιούχους να μη διαφημίζουν την κρατική ενίσχυση ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα κατά τη θέση σε εμπορία των προϊόντων και των υπηρεσιών τους.

(85)

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί να απαιτηθεί από τους δικαιούχους να απόσχουν από την ανάληψη δράσεων προώθησης υπέρ της ταχείας εξάπλωσης του μεριδίου τους στην αγορά για συγκεκριμένα προϊόντα ή γεωγραφικές αγορές, προσφέροντας όρους (για παράδειγμα τιμές ή άλλους όρους εμπορίας) που δεν μπορούν να προσφέρουν εξίσου οι ανταγωνιστές τους που δεν λαμβάνουν κρατική ενίσχυση. Οι περιορισμοί αυτοί εφαρμόζονται μόνο εάν δεν υπάρχει άλλο μέσο, διαρθρωτικό ή συμπεριφοράς, που να μπορεί επαρκώς να αντιμετωπίσει τις διαπιστωθείσες στρεβλώσεις της αγοράς και όταν τέτοιο μέτρο δεν μπορεί από μόνο του να περιορίσει τον ανταγωνισμό στην οικεία αγορά. Για τους σκοπούς της εφαρμογής τέτοιας απαίτησης, η Αρχή συγκρίνει τους όρους που παρέχονται από τον δικαιούχο με τους όρους που παρέχονται από αξιόπιστους ανταγωνιστές που ελέγχουν σημαντικό μερίδιο της αγοράς.

Μέτρα για το άνοιγμα της αγοράς

(86)

Στη συνολική αξιολόγησή της, η Αρχή εξετάζει τις πιθανές δεσμεύσεις του συμβαλλόμενου μέρους σχετικά με τη θέσπιση μέτρων, είτε από το ίδιο το συμβαλλόμενο μέρος είτε από τον δικαιούχο, που θα προωθούσαν πιο ανοικτές, υγιείς και ανταγωνιστικές αγορές, παραδείγματος χάρη με τη διευκόλυνση της εισόδου και της εξόδου. Θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για το άνοιγμα ορισμένων αγορών που άμεσα ή έμμεσα συνδέονται με τις δραστηριότητες του δικαιούχου σε άλλες επιχειρήσεις στον ΕΟΧ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του ΕΟΧ. Οι εν λόγω πρωτοβουλίες μπορούν να αντικαθιστούν άλλα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού που θα επιβάλλονταν υπό κανονικές συνθήκες στον δικαιούχο.

3.6.2.2.   Βαθμονόμηση των μέτρων περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

(87)

Τα μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων της αγοράς πρέπει να καλύπτουν τόσο τους προβληματισμούς περί ηθικού κινδύνου όσο και τις πιθανές στρεβλώσεις στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται ο δικαιούχος. Η έκταση των μέτρων αυτών θα εξαρτηθεί από πολυάριθμους παράγοντες, στους οποίους συγκαταλέγονται ιδίως: το ύψος και η φύση της ενίσχυσης και οι όροι και συνθήκες υπό τις οποίες χορηγήθηκαν· το μέγεθος (38) και η σχετική σημασία του δικαιούχου στην αγορά και τα χαρακτηριστικά της οικείας αγοράς· και ο βαθμός στον οποίο οι προβληματισμοί περί ηθικού κινδύνου εξακολουθούν να υφίστανται μετά την εφαρμογή των μέτρων περί ιδίας συμμετοχής και καταμερισμού των επιβαρύνσεων.

(88)

Η Αρχή θα εξετάσει ειδικότερα το μέγεθος, κατά περίπτωση μέσω προσεγγίσεων, καθώς και τη φύση της ενίσχυσης, τόσο σε απόλυτους όρους όσο και σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία του δικαιούχου και με το μέγεθος της αγοράς συνολικά.

(89)

Όσον αφορά το μέγεθος και τη σχετική σπουδαιότητα του δικαιούχου στην αγορά ή στις αγορές τόσο πριν όσο και μετά την αναδιάρθρωση, η Αρχή θα τα εξετάσει προκειμένου να αξιολογήσει τα πιθανά αποτελέσματα της ενίσχυσης στις αγορές αυτές σε σύγκριση με την πιθανή εξέλιξη στην περίπτωση που δεν θα είχε χορηγηθεί η κρατική ενίσχυση. Ο σχεδιασμός των μέτρων θα προσαρμόζεται στα χαρακτηριστικά της αγοράς (39) έτσι ώστε να διασφαλίζεται η διατήρηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού.

(90)

Όσον αφορά τις ανησυχίες για τον ηθικό κίνδυνο, η Αρχή θα αξιολογήσει επίσης το βαθμό ιδίας συμμετοχής και καταμερισμού των επιβαρύνσεων. Ο ευρύτερος βαθμός ιδίας συμμετοχής και καταμερισμού των επιβαρύνσεων από εκείνους που απαιτούνται δυνάμει του τμήματος 3.5.2, με περιορισμό του ποσού της ενίσχυσης και του ηθικού κινδύνου, μπορεί να μειώσει το αναγκαίο εύρος των μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

(91)

Εφόσον οι δραστηριότητες αναδιάρθρωσης ενδέχεται να απειλούν να υπονομεύσουν την εσωτερική αγορά, αντιμετωπίζονται θετικά τα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού που συμβάλλουν ώστε οι εθνικές αγορές να παραμένουν ανοικτές και διεκδικήσιμες.

(92)

Τα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού δεν πρέπει να διακυβεύουν τις προοπτικές αποκατάστασης της βιωσιμότητας του δικαιούχου, επειδή είναι για παράδειγμα υπέρμετρα δαπανηρές ως προς την εκτέλεσή τους ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις δεόντως τεκμηριωμένες από το οικείο συμβαλλόμενο μέρος, περικόπτοντας τη δραστηριότητα του δικαιούχου σε τέτοιο βαθμό που θα απειλούταν η αποκατάσταση της βιωσιμότητάς του, ούτε πρέπει να εφαρμόζονται εις βάρος των καταναλωτών και του ανταγωνισμού.

(93)

Οι ενισχύσεις για την κάλυψη του κοινωνικού κόστους της αναδιάρθρωσης του είδους που περιγράφεται στα σημεία 32 έως 35 πρέπει να επισημαίνονται σαφώς στο σχέδιο αναδιάρθρωσης, δεδομένου ότι οι ενισχύσεις για κοινωνικά μέτρα αποκλειστικά προς όφελος των εργαζομένων που απολύονται δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό της έκτασης των μέτρων περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Προς το κοινό συμφέρον, η Αρχή θα μεριμνά για τον περιορισμό στο ελάχιστο δυνατό, στο πλαίσιο του σχεδίου αναδιάρθρωσης, των κοινωνικών επιπτώσεων της αναδιάρθρωσης στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη εκτός εκείνου που χορηγεί την ενίσχυση.

3.6.3.   Αποδέκτες προγενέστερης παράνομης ενίσχυσης

(94)

Όταν έχει χορηγηθεί προγενέστερα παράνομη ενίσχυση στην προβληματική επιχείρηση, σε σχέση με την οποία η Αρχή έχει εκδώσει αρνητική απόφαση με εντολή ανάκτησης, και δεν έχει λάβει χώρα αυτή η ανάκτηση κατά παράβαση του άρθρου 14 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 (40), η αξιολόγηση κάθε ενίσχυσης που θα χορηγηθεί στην ίδια επιχείρηση σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να συνεκτιμά, πρώτον, το σωρευτικό αποτέλεσμα των παλαιών ενισχύσεων και των νέων ενισχύσεων και δεύτερον, το γεγονός ότι οι παλαιές ενισχύσεις δεν έχουν ανακτηθεί (41).

3.6.4.   Ειδικοί όροι για την έγκριση της ενίσχυσης

(95)

Η Αρχή μπορεί να επιβάλει τους όρους και τις υποχρεώσεις που θεωρεί αναγκαίες ώστε να μην προκληθεί στρέβλωση του ανταγωνισμού σε βαθμό αντίθετο προς το κοινό συμφέρον, σε περίπτωση που το συγκεκριμένο συμβαλλόμενο μέρος δεν έχει αναλάβει δέσμευση ότι θα θεσπίσει τέτοιες διατάξεις. Για παράδειγμα, μπορεί να υποχρεώσει το συμβαλλόμενο μέρος να λάβει το ίδιο μέτρα, να επιβάλει ορισμένες υποχρεώσεις στη δικαιούχο επιχείρηση ή να μη χορηγεί στη δικαιούχο επιχείρηση άλλα είδη ενισχύσεων κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης.

3.7.   Διαφάνεια

(96)

Τα συμβαλλόμενα μέρη μεριμνούν για τη δημοσίευση των ακόλουθων πληροφοριών στην ιστοσελίδα ολοκληρωμένης πληροφόρησης για τις κρατικές ενισχύσεις, σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο:

του πλήρους κειμένου του εγκεκριμένου καθεστώτος ενίσχυσης ή της μεμονωμένης απόφασης για τη χορήγηση της ενίσχυσης και των διατάξεων εφαρμογής του, ή συνδέσμου με αυτό,

της ταυτότητας της χορηγούσας αρχής/των χορηγουσών αρχών,

της ταυτότητας των μεμονωμένων δικαιούχων, της μορφής και του ποσού της ενίσχυσης που χορηγείται σε κάθε δικαιούχο, της ημερομηνίας χορήγησης, του είδους της επιχείρησης (ΜΜΕ/μεγάλη επιχείρηση), της περιφέρειας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο δικαιούχος (σε επίπεδο NUTS II) και του κύριου οικονομικού τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται ο δικαιούχος (σε επίπεδο ομάδας της NACE) (42).

Υπάρχει δυνατότητα απαλλαγής από αυτή την απαίτηση όσον αφορά τις μεμονωμένες ενισχύσεις κάτω των 500 000 ευρώ. Όσον αφορά τα καθεστώτα υπό μορφή φορολογικών πλεονεκτημάτων, οι πληροφορίες για τα ποσά των μεμονωμένων ενισχύσεων (43) μπορούν να παρέχονται εντός των ακόλουθων κλιμακίων (σε εκατ. ευρώ): [0,5-1]· [1-2]· [2-5]· [5-10]· [10-30]· [30 και άνω].

Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται μετά τη λήψη της απόφασης για χορήγηση της ενίσχυσης, να τηρούνται επί τουλάχιστον 10 έτη και να διατίθενται στο ευρύ κοινό χωρίς περιορισμούς (44). Τα συμβαλλόμενα μέρη δεν θα υποχρεούνται να δημοσιεύουν τις προαναφερόμενες πληροφορίες πριν από την 1η Ιουλίου 2016  (45).

4.   Ενισχυση αναδιαρθρωσης σε ενισχυομενες περιοχες

(97)

Βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο α) και του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή μπορεί να θεωρήσει τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης ορισμένων μειονεκτικών περιοχών εντός του ΕΟΧ συμβατές με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ. Όταν καλείται να εκτιμήσει μία ενίσχυση αναδιάρθρωσης σε ενισχυόμενες περιοχές η Αρχή λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες της περιφερειακής ανάπτυξης. Ωστόσο, το γεγονός ότι μία προβληματική επιχείρηση εδρεύει σε ενισχυόμενη περιοχή δε δικαιολογεί την ανεκτική αντιμετώπιση των ενισχύσεων αναδιάρθρωσης, διότι η τεχνητή υποστήριξη επιχειρήσεων δεν ωφελεί μια περιφέρεια, ούτε μεσοπρόθεσμα ούτε μακροπρόθεσμα. Εξάλλου, για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης, είναι προς το συμφέρον των ίδιων των περιφερειών να αξιοποιούν τους πόρους τους κατά τρόπο που θα επιτρέψει την ανάπτυξη το ταχύτερο δυνατό εναλλακτικών δραστηριοτήτων οι οποίες να είναι βιώσιμες και ανθεκτικές στο χρόνο. Τέλος, οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού πρέπει να ελαχιστοποιούνται ακόμη και σε περιπτώσεις ενίσχυσης επιχειρήσεων που εδρεύουν σε ενισχυόμενες περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τα επιζήμια συνεπακόλουθα αποτελέσματα που θα μπορούσαν ενδεχομένως να προκύψουν για τη συγκεκριμένη περιοχή και για άλλες ενισχυόμενες περιοχές

(98)

Συνεπώς, τα κριτήρια που παρατίθενται στο κεφάλαιο 3 ισχύουν εξίσου και στις ενισχυόμενες περιοχές, ακόμη και όταν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της περιφερειακής ανάπτυξης. Ωστόσο, στις ενισχυόμενες περιοχές, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις σε κάποιον συγκεκριμένο τομέα, η Αρχή εφαρμόζει τις διατάξεις της ενότητας 3.6.2 σχετικά με τα μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού κατά τρόπο που θα περιορίζει τον αρνητικό συστημικό αντίκτυπο για την περιφέρεια. Τούτο θα μπορούσε, ειδικότερα, να σημαίνει λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις όσον αφορά τις μειώσεις παραγωγικού δυναμικού ή της παρουσίας στην αγορά. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα γίνεται διάκριση μεταξύ των περιοχών που είναι επιλέξιμες για χορήγηση περιφερειακής ενίσχυσης δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συμφωνίας ΕΟΧ και των περιοχών που είναι επιλέξιμες δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ), προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η μεγαλύτερη σοβαρότητα των περιφερειακών προβλημάτων στις πρώτες από αυτές. Όταν επιβάλλεται από τις ειδικές περιστάσεις των ενισχυόμενων περιοχών, για παράδειγμα όταν ένας δικαιούχος αντιμετωπίζει ιδιαίτερες δυσκολίες να αντλήσει νέα χρηματοδότηση από την αγορά λόγω της εγκατάστασής του σε ενισχυόμενη περιοχή, η Αρχή δύναται να αποδεχθεί συμμετοχή μικρότερη από 50 % του κόστους αναδιάρθρωσης για τους σκοπούς του σημείου 64.

5.   Ενισχυση προς προβληματικες επιχειρησεις παροχους υπηρεσιων γενικου οικονομικου συμφεροντος (ΥΓΟΣ)

(99)

Κατά την αξιολόγηση της κρατικής ενίσχυσης προς παρόχους ΥΓΟΣ, η Αρχή λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη φύση των ΥΓΟΣ και, ειδικότερα, την αναγκαιότητα διασφάλισης συνέχειας της παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα προς το άρθρο 59 παράγραφος 2 της συμφωνίας ΕΟΧ.

(100)

Οι πάροχοι ΥΓΟΣ μπορούν να αιτηθούν τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης προκειμένου να εξακολουθήσουν να παρέχουν ΥΓΟΣ με όρους που θα επιτρέπουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους. Για τους σκοπούς του σημείου 47, επομένως, η αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας μπορεί να βασίζεται στην παραδοχή, ειδικότερα, ότι κάθε κρατική ενίσχυση που ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις συμβιβάσιμου του πλαισίου ΥΓΟΣ (46), της απόφασης ΥΓΟΣ (47), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (48), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (49) και των κατευθυντήριων γραμμών για τις εναέριες μεταφορές (50) ή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3577/92 του Συμβουλίου (51) και των κατευθυντήριων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές (52), θα εξακολουθεί να είναι διαθέσιμη για τη διάρκεια της ανάθεσης που συνομολογήθηκε πριν ή κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης.

(101)

Όταν η Αρχή αξιολογεί ενίσχυση προς προβληματικές επιχειρήσεις παρόχους ΥΓΟΣ δυνάμει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, λαμβάνει υπόψη τις συνολικές κρατικές ενισχύσεις που λαμβάνει ο εν λόγω πάροχος, περιλαμβανομένης τυχόν αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Εντούτοις, εφόσον οι πάροχοι ΥΓΟΣ μπορούν να αντλήσουν μεγάλο ποσοστό των κανονικών τους εσόδων από την αντιστάθμιση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, το συνολικό ύψος της ενίσχυσης που προσδιορίζεται με αυτόν τον τρόπο ενδέχεται να είναι υπέρμετρα υψηλό σε σύγκριση με το μέγεθος του δικαιούχου και ενδέχεται να υπερβάλει την επιβάρυνση στο κράτος σε σχέση προς την αναδιάρθρωση του δικαιούχου. Επομένως, κατά τον προσδιορισμό της ιδίας συμμετοχής που απαιτείται δυνάμει της ενότητας 3.5.2.1, η Αρχή αγνοεί την τυχόν αντιστάθμιση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας η οποία πληροί τις προϋποθέσεις συμβατότητας του πλαισίου ΥΓΟΣ, της απόφασης ΥΓΟΣ ή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 ή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 και των κατευθυντηρίων γραμμών για τις εναέριες μεταφορές ή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3577/92 του Συμβουλίου και των κατευθυντηρίων γραμμών για τις θαλάσσιες μεταφορές.

(102)

Στον βαθμό που απαιτούνται στοιχεία ενεργητικού για την παροχή ΥΓΟΣ, ενδέχεται να μην είναι εφαρμοστέα η απαίτηση εκποίησης αυτών των στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων στον ανταγωνισμό για τους σκοπούς της ενότητας 3.6.2. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η Αρχή δύναται να ζητήσει τη λήψη εναλλακτικών μέτρων ώστε να διασφαλίζεται ότι ο ανταγωνισμός δεν στρεβλώνεται σε βαθμό που θα αντίβαινε στο κοινό συμφέρον, ειδικότερα με τη θέσπιση συνθηκών θεμιτού ανταγωνισμού όσον αφορά τις εν λόγω ΥΓΟΣ το ταχύτερο δυνατόν.

(103)

Εάν ένας πάροχος ΥΓΟΣ δεν είναι σε θέση να συμμορφωθεί προς τις προϋποθέσεις αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, η εν λόγω ενίσχυση δεν μπορεί να κριθεί συμβιβάσιμη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εντούτοις, η Αρχή δύναται να εγκρίνει την καταβολή αυτής της ενίσχυσης εφόσον αυτό απαιτείται για την εξασφάλιση της συνέχειας της ΥΓΟΣ, έως ότου επιφορτισθεί ένας νέος πάροχος με την παροχή της υπηρεσίας. Η Αρχή εγκρίνει την ενίσχυση μόνο όταν το οικείο συμβαλλόμενο μέρος αποδεικνύει με αντικειμενικά στοιχεία ότι η ενίσχυση περιορίζεται αυστηρά στο ποσό και τη διάρκεια που είναι άκρως απαραίτητα έως ότου ανατεθεί η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας σε άλλον πάροχο.

6.   Καθεστωτα ενισχυσης για μικροτερα ποσα ενισχυσης και δικαιουχους

6.1.   Γενικοί όροι

(104)

Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη επιθυμούν να χορηγήσουν ενισχύσεις σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές σε ΜΜΕ ή σε μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις, οι ενισχύσεις αυτές θα πρέπει κανονικά να παραχωρούνται βάσει καθεστώτων. Η χρήση των καθεστώτων συμβάλλει στον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού που συνδέονται με τον ηθικό κίνδυνο, επιτρέποντας στο συμβαλλόμενο μέρος να προβεί εκ των προτέρων σε σαφή δήλωση σχετικά με τους όρους υπό τους οποίους ενδέχεται να αποφασίσει να χορηγήσει ενισχύσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις.

(105)

Τα καθεστώτα πρέπει να προσδιορίζουν το ανώτατο ποσό ενίσχυσης που επιτρέπεται να χορηγηθεί στην ίδια επιχείρηση στο πλαίσιο της χορήγησης ενίσχυσης διάσωσης, ενίσχυσης αναδιάρθρωσης ή προσωρινής στήριξης αναδιάρθρωσης, ακόμα και όταν πρόκειται για την τροποποίηση του σχετικού σχεδίου. Το ανώτατο ποσό της χορηγούμενης ενίσχυσης σε επιμέρους επιχείρηση δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 10 εκατ. ευρώ, περιλαμβανομένων και τυχόν άλλων ενισχύσεων από άλλες πηγές ή άλλα καθεστώτα.

(106)

Ενώ ο συμβιβάσιμος χαρακτήρας των εν λόγω καθεστώτων αξιολογείται σε γενικές γραμμές υπό το πρίσμα των προϋποθέσεων που ορίζονται στα κεφάλαια 3, 4 και 5, κρίνεται σκόπιμο να προβλεφθούν απλουστευμένες συνθήκες σε ορισμένα σημεία, ούτως ώστε να επιτρέπεται στα συμβαλλόμενα μέρη να εφαρμόζουν τις εν λόγω προϋποθέσεις, χωρίς περαιτέρω παραπομπή στην Αρχή και να μειωθεί η επιβάρυνση για τις ΜΜΕ και τις μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις να χορηγούν τις απαιτούμενες πληροφορίες. Λόγω του μικρού μεγέθους των ποσών για τις επίμαχες ενισχύσεις και δικαιούχους, η Αρχή θεωρεί ότι οι δυνατότητες για σημαντικές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού είναι πιο περιορισμένες στις περιπτώσεις αυτές. Επομένως, για τα καθεστώτα αυτά εφαρμόζονται οι διατάξεις των κεφαλαίων 3, 4 και 5, τηρουμένων των αναλογιών, εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στα τμήματα 6.2, 6.3, 6.4 και 6.5. Το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνει επίσης διατάξεις για την προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης και για τη διάρκεια και την αξιολόγηση των προγραμμάτων.

6.2.   Στόχος κοινού συμφέροντος

(107)

Ενώ η αδυναμία μιας μεμονωμένης ΜΜΕ (53) είναι απίθανο να συνεπάγεται το βαθμό κοινωνικής δυσπραγίας ή ανεπάρκειας της αγοράς που απαιτείται για τους σκοπούς της παραγράφου 44, επικρατεί μεγαλύτερη ανησυχία σε σχέση με τις ΜΜΕ, επειδή διαγράφεται το ενδεχόμενο να αφανισθεί η εν λόγω αξία όταν από τις ΜΜΕ που έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε αναδιάρθρωση ώστε να ανακτήσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους στερείται η δυνατότητα να το πράξουν λόγω προβλημάτων ρευστότητας. Όσον αφορά τη χορήγηση ενίσχυσης στο πλαίσιο των καθεστώτων, ως εκ τούτου, αρκεί ένα συμβαλλόμενο μέρος να καθορίσει ότι η αποτυχία του δικαιούχου θα οδηγήσει ενδεχομένως σε κοινωνική δυσπραγία ή σε αδυναμία στην αγορά, και ιδίως ότι:

α)

η έξοδος των καινοτόμων ΜΜΕ ή των ΜΜΕ με υψηλό δυναμικό ανάπτυξης θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει αρνητικές συνέπειες·

β)

η έξοδος μιας επιχείρησης με εκτεταμένες διασυνδέσεις με άλλες τοπικές ή περιφερειακές επιχειρήσεις, και ιδίως με άλλες ΜΜΕ, θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει αρνητικές συνέπειες·

γ)

η αποτυχία ή τα αντικίνητρα των πιστωτικών αγορών θα εξωθήσουν μια κατά τα άλλα βιώσιμη επιχείρηση σε χρεοκοπία· ή

δ)

θα κάνουν την εμφάνισή τους παρόμοιες καταστάσεις δυσπραγίας δεόντως στοιχειοθετημένες από τον δικαιούχο.

(108)

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 50, οι δικαιούχοι βάσει των καθεστώτων δεν υποχρεούνται να υποβάλουν έρευνα αγοράς.

6.3.   Καταλληλότητα

(109)

Η απαίτηση που καθορίζεται στο σημείο 55 δ) λογίζεται ότι πληρούται υπό την προϋπόθεση ότι οι ενισχύσεις διάσωσης χορηγούνται για περίοδο όχι μεγαλύτερη των έξι μηνών, κατά τη διάρκεια της οποίας πρέπει να γίνει ανάλυση της θέσεως του δικαιούχου. Πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου:

α)

το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να εγκρίνει σχέδιο αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης, ή

β)

ο δικαιούχος πρέπει να υποβάλει απλουστευμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με το σημείο 115, ή

γ)

το δάνειο πρέπει να αποπληρωθεί ή η εγγύηση να λήξει.

(110)

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 57, τα συμβαλλόμενα μέρη δεν είναι υποχρεωμένα να αξιολογήσουν κατά πόσον η αμοιβή που προσδιορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο 56 αποτελεί το κατάλληλο σημείο αναφοράς.

6.4.   Αναλογικότητα της ενίσχυσης/περιορισμός της ενίσχυσης στο ελάχιστο

(111)

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 64, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να θεωρήσουν ότι η ιδία συμμετοχή τους είναι επαρκής, εφόσον ανέρχεται τουλάχιστον σε 40 % του κόστους αναδιάρθρωσης, στην περίπτωση των επιχειρήσεων μεσαίου μεγέθους, ή σε 25 % του κόστους αναδιάρθρωσης, στην περίπτωση των μικρών επιχειρήσεων.

6.5.   Αρνητικές επιπτώσεις

(112)

Ένα συμβαλλόμενο μέρος που προτίθεται να χορηγήσει ενισχύσεις διάσωσης, ενισχύσεις αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης πρέπει να επαληθεύει κατά πόσον τηρείται η αρχή της “εφάπαξ ενίσχυσης” που προβλέπεται στην ενότητα 3.6.1. Για το σκοπό αυτό, το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να προσδιορίσει εάν η ενδιαφερόμενη επιχείρηση έχει ήδη λάβει ενίσχυση διάσωσης, ενίσχυση αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης στο παρελθόν, συμπεριλαμβανομένων και των ενισχύσεων που ενδεχομένως χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος αυτών των κατευθυντήριων γραμμών και οποιασδήποτε μη κοινοποιηθείσας ενίσχυσης. Στην περίπτωση αυτή, και όταν έχουν παρέλθει λιγότερα από 10 έτη από την εποχή που χορηγήθηκε η ενίσχυση διάσωσης ή η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης ή από τη λήξη της περιόδου αναδιάρθρωσης ή από τη διακοπή της εκτέλεσης του σχεδίου αναδιάρθρωσης (οποιαδήποτε είναι πιο πρόσφατη), δεν επιτρέπεται να χορηγηθούν περαιτέρω ενισχύσεις διάσωσης, ενισχύσεις αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης, εκτός από τις περιπτώσεις που:

α)

η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης ακολουθεί τη χορήγηση των ενισχύσεων διάσωσης, συναποτελώντας μέρος ενιαίας πράξης αναδιάρθρωσης·

β)

η ενίσχυση αναδιάρθρωσης ακολουθεί τη χορήγηση των ενισχύσεων διάσωσης ή την προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης, συναποτελώντας μέρος ενιαίας πράξης αναδιάρθρωσης·

γ)

οι ενισχύσεις διάσωσης ή η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης χορηγήθηκαν σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και η εν λόγω ενίσχυση δεν ακολουθήθηκε από ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, εάν:

i.

μπορούσε ευλόγως να γίνει πιστευτό ότι ο δικαιούχος ήταν μακροπρόθεσμα βιώσιμος, τη στιγμή που χορηγήθηκε η ενίσχυση σύμφωνα με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, και

ii.

απαιτείται νέα ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης ή προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης μετά τουλάχιστον πέντε έτη λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων για τις οποίες δεν ευθύνεται η επιχείρηση·

δ)

σε εξαιρετικές και απρόβλεπτες περιστάσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται η δικαιούχος επιχείρηση.

(113)

Τα μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού είναι πιθανό να έχουν δυσανάλογο αντίκτυπο στις μικρές επιχειρήσεις, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της επιβάρυνσης από την υλοποίηση των μέτρων αυτών. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 76, ως εκ τούτου, τα συμβαλλόμενα μέρη δεν είναι υποχρεωμένα να απαιτούν την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων από τις μικρές επιχειρήσεις, εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό από τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις σε ένα συγκεκριμένο τομέα. Ωστόσο, οι μικρές επιχειρήσεις δεν επιτρέπεται κανονικά να αυξήσουν την παραγωγική τους ικανότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης.

6.6.   Προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης

(114)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι δυνατό για μια επιχείρηση να ολοκληρώσει την αναδιάρθρωση χωρίς την ανάγκη για ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, υπό την προϋπόθεση ότι είναι σε θέση να λάβει υποστήριξη ρευστότητας μεγαλύτερης διάρκειας από τη διαθέσιμη βάσει των όρων της ενίσχυσης διάσωσης. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να θεσπίσουν καθεστώτα που επιτρέπουν την ενίσχυση ρευστότητας για περίοδο άνω των έξι μηνών (η οποία καλείται “προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης”), υπό τους όρους που καθορίζονται στη συνέχεια.

(115)

Η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης πρέπει να πληροί τους ακόλουθους όρους:

α)

να συνίσταται σε ενίσχυση υπό τη μορφή δανείων ή εγγυήσεων δανείου·

β)

το χρηματοοικονομικό κόστος του δανείου ή, στην περίπτωση των εγγυήσεων δανείου, το συνολικό χρηματοοικονομικό κόστος του εγγυημένου δανείου, περιλαμβανομένου του επιτοκίου του δανείου και της προμήθειας της εγγύησης, πρέπει να συνάδει με το σημείο 116·

γ)

η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης πρέπει να συμμορφώνεται με τις διατάξεις του κεφαλαίου 3 αυτών των κατευθυντήριων γραμμών, όπως τροποποιούνται από το παρόν κεφάλαιο.

δ)

η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης μπορεί να χορηγείται για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες, με αφαίρεση της τυχόν αμέσως προηγούμενης περιόδου των ενισχύσεων διάσωσης. Πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου:

i.

Το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να εγκρίνει σχέδιο αναδιάρθρωσης, όπως προβλέπεται στο παραπάνω σημείο 55 δ) (ii), ή σχέδιο εκκαθάρισης, ή

ii.

το δάνειο πρέπει να αποπληρωθεί ή η εγγύηση να λήξει.

ε)

το αργότερο έξι μήνες μετά την εκταμίευση της πρώτης δόσης προς τον δικαιούχο, με αφαίρεση της τυχόν αμέσως προηγούμενης περιόδου των ενισχύσεων διάσωσης, το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να εγκρίνει απλουστευμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης. Το εν λόγω σχέδιο δεν χρειάζεται να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που παρατίθενται στα σημεία 47 έως 52, αλλά τουλάχιστον πρέπει να αναφέρει τις δράσεις που πρέπει να αναλάβει ο δικαιούχος προκειμένου να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του χωρίς κρατική στήριξη.

(116)

Η αμοιβή για την προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης πρέπει να καθορίζεται σε ύψος όχι κατώτερο από το επιτόκιο αναφοράς που καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τα επιτόκια αναφοράς για αδύναμες επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρουν κανονικά επίπεδα εξασφάλισης (επί του παρόντος με το διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού (IBOR) για 1 έτος συν 400 μονάδες βάσης) (54). Για να δοθούν κίνητρα εξόδου, το επιτόκιο θα πρέπει να αυξηθεί κατά τουλάχιστον 50 μονάδες βάσης μετά την παρέλευση 12 μηνών από τον χρόνο της εκταμίευσης της πρώτης δόσης προς τον δικαιούχο (με αφαίρεση της τυχόν αμέσως προηγούμενης περιόδου των ενισχύσεων διάσωσης).

(117)

Η προσωρινή στήριξη αναδιάρθρωσης πρέπει να περιορίζεται στο ποσό που απαιτείται για να εξακολουθήσει ο δικαιούχος να ασκεί τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες για 18 μήνες· για τον προσδιορισμό του εν λόγω ποσού θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το αποτέλεσμα του τύπου που παρατίθεται στο παράρτημα I· οι ενισχύσεις που υπερβαίνουν το αποτέλεσμα του υπολογισμού αυτού επιτρέπεται να χορηγούνται μόνο εφόσον δικαιολογούνται προσηκόντως από το καταρτιζόμενο σχέδιο ρευστότητας, στο οποίο καθορίζονται οι ανάγκες ρευστότητας του δικαιούχου για τους επόμενους 18 μήνες.

6.7.   Διάρκεια και αξιολόγηση

(118)

Η Αρχή δύναται να ζητήσει από τα συμβαλλόμενα μέρη να περιορίσουν τη διάρκεια ορισμένων καθεστώτων (συνήθως σε τέσσερα έτη ή λιγότερο) και να διενεργήσουν εκ των υστέρων αξιολόγηση αυτών των καθεστώτων.

(119)

Οι αξιολογήσεις θα απαιτούνται για καθεστώτα με ιδιαίτερα ισχυρές δυνητικές στρεβλώσεις, δηλαδή που ενδέχεται να οδηγήσουν σε σημαντικό περιορισμό του ανταγωνισμού, εάν η εφαρμογή τους δεν αναθεωρηθεί σε εύθετο χρόνο.

(120)

Δεδομένων των στόχων και για να αποφευχθεί η δυσανάλογη επιβάρυνση των συμβαλλόμενων μερών στο πλαίσιο μικρότερων ενισχυόμενων έργων, αυτό ισχύει μόνο για καθεστώτα ενίσχυσης με μεγάλους προϋπολογισμούς ενίσχυσης, που περιλαμβάνουν καινοτόμα χαρακτηριστικά ή όταν προβλέπονται σημαντικές αγοραίες, τεχνολογικές ή κανονιστικές αλλαγές. Η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται από εμπειρογνώμονα που είναι ανεξάρτητος από την αρχή χορήγησης της ενίσχυσης στη βάση κοινής μεθοδολογίας (55), και να δημοσιοποιείται. Η αξιολόγηση πρέπει να υποβάλλεται στην Αρχή εγκαίρως προκειμένου να επιτραπεί η αξιολόγηση της πιθανής επέκτασης του καθεστώτος ενισχύσεων και, σε κάθε περίπτωση, μετά τη λήξη του καθεστώτος. Το ακριβές πεδίο εφαρμογής της αξιολόγησης και ο τρόπος με τον οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η εν λόγω αξιολόγηση καθορίζονται στην απόφαση έγκρισης του καθεστώτος ενίσχυσης. Κάθε μεταγενέστερο μέτρο ενίσχυσης με παρεμφερή στόχο πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης.

7.   Διαδικασιες

7.1.   Ταχεία διαδικασία για ενισχύσεις διάσωσης

(121)

Η Αρχή θα προσπαθήσει, στο μέτρο του δυνατού, να αποφασίσει εντός μηνός σε σχέση με τις ενισχύσεις διάσωσης που συμμορφώνονται προς όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο 3 και τις ακόλουθες σωρευτικές απαιτήσεις:

α)

η ενίσχυση διάσωσης περιορίζεται στο ποσό που απορρέει από την εφαρμογή του τύπου που καθορίζεται στο παράρτημα I και δεν υπερβαίνει τα 10 εκατ. ευρώ·

β)

η ενίσχυση δεν χορηγείται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο σημείο 72 β) ή γ).

7.2.   Διαδικασίες που σχετίζονται με σχέδια αναδιάρθρωσης

7.2.1.   Εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης

(122)

Ο δικαιούχος πρέπει να εφαρμόσει πλήρως το σχέδιο αναδιάρθρωσης και να εκτελέσει όλες τις άλλες υποχρεώσεις που ορίζονται στην απόφαση της Αρχής που εγκρίνει την ενίσχυση. Η Αρχή θα θεωρήσει οποιαδήποτε παράλειψη εφαρμογής του σχεδίου ή εκπλήρωσης των άλλων υποχρεώσεων καταχρηστική εφαρμογή της ενίσχυσης, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 23 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 και του ενδεχόμενου προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΖΕΣ σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3.

(123)

Για τις αναδιαρθρώσεις που διαρκούν περισσότερα χρόνια και συνεπάγονται τη χορήγηση σημαντικών ενισχύσεων, η Αρχή μπορεί να απαιτήσει την καταβολή της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης σε δόσεις και να επιβάλει τους ακόλουθους όρους για την καταβολή των δόσεων:

α)

επιβεβαίωση, πριν από κάθε πληρωμή, της ικανοποιητικής υλοποίησης κάθε σταδίου του σχεδίου αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με το προγραμματισμένο χρονοδιάγραμμα· ή

β)

πριν από κάθε καταβολή, έγκριση εκ μέρους της, αφού διαπιστώσει την προσήκουσα εκτέλεση του σχεδίου.

7.2.2.   Τροποποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης

(124)

Εάν εγκριθεί μια ενίσχυση αναδιάρθρωσης, το οικείο συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, στη διάρκεια της αναδιάρθρωσης, να ζητήσει από την Αρχή να δεχθεί τροποποιήσεις του σχεδίου αναδιάρθρωσης και του ποσού της ενίσχυσης. Η Αρχή μπορεί να επιτρέψει αυτού του είδους τις τροποποιήσεις, εφόσον πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)

το αναθεωρημένο σχέδιο πρέπει και αυτό να οδηγεί σε αποκατάσταση της βιωσιμότητας μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα·

β)

εάν αυξάνεται το κόστος της αναδιάρθρωσης, η ιδία συμμετοχή πρέπει να αυξάνεται αντίστοιχα·

γ)

εάν αυξάνεται το ποσό της ενίσχυσης, τα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού πρέπει να είναι πιο εκτεταμένα από εκείνα που είχαν επιβληθεί αρχικά·

δ)

εάν τα προτεινόμενα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων της αγοράς είναι μικρότερης κλίμακας από αυτά που είχαν επιβληθεί αρχικά, πρέπει να μειώνεται αντίστοιχα το ποσό της ενίσχυσης·

ε)

το νέο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των μέτρων για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού θα μπορεί να συνεπάγεται καθυστέρηση σε σχέση με το αρχικό μόνο για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται δικαιούχος ή το συμβαλλόμενο μέρος: αν δεν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε το ποσό της ενίσχυσης πρέπει να μειώνεται αναλόγως.

(125)

Εάν οι προϋποθέσεις που επιβάλλονται από την Αρχή ή οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται από το συμβαλλόμενο μέρος εφαρμοστούν με λιγότερο αυστηρό τρόπο, το ποσό της ενίσχυσης πρέπει να μειωθεί αντίστοιχα ή να επιβληθούν άλλες προϋποθέσεις.

(126)

Εάν τα οικεία συμβαλλόμενα μέρη επιφέρουν αλλαγές σε εγκεκριμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης χωρίς να ενημερώσουν δεόντως την Αρχή ή εάν ο δικαιούχος αποκλίνει από το εγκεκριμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, η Αρχή κινεί τη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3, όπως προβλέπεται από το άρθρο 16 στο μέρος II του πρωτοκόλλου 3 (καταχρηστική εφαρμογή ενίσχυσης), υπό την επιφύλαξη του άρθρου 23 στο μέρος II του πρωτοκόλλου 3 και της πιθανής προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΖΕΣ σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 στο μέρος I του πρωτοκόλλου 3.

7.2.3.   Αναγκαιότητα κοινοποίησης στην Αρχή κάθε ενίσχυσης που χορηγείται στον δικαιούχο κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης

(127)

Όταν μια ενίσχυση αναδιάρθρωσης εξετάζεται με βάση τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές, η χορήγηση κάθε άλλης ενίσχυσης κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης, ακόμη και στο πλαίσιο ήδη εγκεκριμένου καθεστώτος, ενδέχεται να επηρεάσει την αξιολόγηση από την πλευρά της Αρχής της αναγκαίας εμβέλειας για τα μέτρα περιορισμού των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

(128)

Συνεπώς, στις κοινοποιήσεις για τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης πρέπει να αναφέρεται κάθε άλλη ενίσχυση οποιασδήποτε μορφής που προβλέπεται να χορηγηθεί στη δικαιούχο επιχείρηση κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης, εκτός εάν καλύπτεται από τον κανόνα de minimis ή από κανονισμούς περί απαλλαγής. Η Αρχή λαμβάνει υπόψη αυτές τις ενισχύσεις κατά την αξιολόγηση της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης.

(129)

Κάθε πραγματικά χορηγούμενη ενίσχυση κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης, συμπεριλαμβανομένων των ενισχύσεων που χορηγούνται σύμφωνα με εγκεκριμένο καθεστώς, πρέπει να κοινοποιείται μεμονωμένα στην Αρχή στο μέτρο που η τελευταία δεν είχε ενημερωθεί σχετικά τη στιγμή έγκρισης της απόφασής της για την ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(130)

Η Αρχή εξασφαλίζει ότι η χορήγηση ενισχύσεων στο πλαίσιο εγκεκριμένων καθεστώτων δε μπορεί να οδηγήσει σε καταστρατήγηση των αξιώσεων που προβλέπουν οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές.

8.   Υποβολη εκθεσεων και παρακολουθηση

(131)

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο 3, τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις στην Αρχή. Αυτές οι ετήσιες εκθέσεις δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Αρχής.

(132)

Κατά την έκδοση απόφασης βάσει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, η Αρχή δύναται να επιβάλει πρόσθετες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για τις χορηγηθείσες ενισχύσεις προκειμένου να είναι σε θέση να ελέγξει αν τηρήθηκε η απόφαση με την οποία εγκρίθηκε το μέτρο ενίσχυσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η Αρχή μπορεί να ζητήσει τον διορισμό εντολοδόχου παρακολούθησης, εντολοδόχου εκποίησης ή και των δύο, για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς τους όρους και τις υποχρεώσεις που ετέθησαν προκειμένου να εγκριθεί η ενίσχυση.

9.   Καταλληλα μετρα οπως αναφερεται στο aρθρο 1 παραγραφος 1 του μερους i του πρωτοκολλου 3

(133)

Σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ και το άρθρο 1 παράγραφος 1 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3, η Αρχή καλεί τα συμβαλλόμενα μέρη να τροποποιήσουν, όπου απαιτείται, τα υφιστάμενα σε αυτά καθεστώτα ενισχύσεων, ώστε να τα ευθυγραμμίσουν με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές το αργότερο έως την 1η Φεβρουαρίου 2015. Η Αρχή προτίθεται να εξαρτά στο μέλλον την έγκριση κάθε καθεστώτος από την τήρηση των κατωτέρω διατάξεων.

(134)

Τα συμβαλλόμενα μέρη καλούνται να διατυπώσουν τη ρητή και άνευ όρων συγκατάθεσή τους όσον αφορά τα προτεινόμενα στο σημείο 133 ενδεδειγμένα μέτρα εντός δύο μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης αυτών των κατευθυντήριων γραμμών στην ιστοσελίδα της Αρχής. Εάν ένα συμβαλλόμενο μέρος δεν απαντήσει, η Αρχή θα θεωρήσει ότι το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος δεν συμφωνεί με τα προταθέντα μέτρα.

10.   Ημερομηνια εφαρμογης και διαρκεια

(135)

Η Αρχή θα εφαρμόζει τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές από την ημερομηνία έγκρισης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

(136)

Οι κοινοποιήσεις που έχουν καταγραφεί από την Αρχή πριν από την ημερομηνία αυτή θα εξεταστούν σύμφωνα με τα κριτήρια που ίσχυαν κατά τον χρόνο της κοινοποίησης.

(137)

Η Αρχή θα εξετάζει κατά πόσον συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ κάθε ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης η οποία χορηγείται χωρίς την άδεια της και, επομένως, κατά παράβαση του άρθρου 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 βάσει αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, εάν όλη η ενίσχυση ή μέρος αυτής χορηγείται μετά τη δημοσίευσή τους στην ιστοσελίδα της Αρχής.

(138)

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, θα διενεργεί την εξέταση με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που εφαρμόζονταν κατά τη χρονική στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης.

(139)

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των σημείων 136, 137 και 138, η Αρχή εφαρμόζει τις διατάξεις του κεφαλαίου 5 από την ημερομηνία έγκρισης όταν εξετάζει ενισχύσεις προς προβληματικές επιχειρήσεις παρόχους ΥΓΟΣ, ανεξάρτητα από το πότε κοινοποιήθηκε ή χορηγήθηκε η εκάστοτε ενίσχυση.

(140)

Όταν, σύμφωνα με την παράγραφο 9 του πλαισίου ΥΓΟΣ, η Αρχή εξετάζει βάσει αυτών των κατευθυντήριων γραμμών κάθε ενίσχυση που χορηγήθηκε πριν από τις 31 Ιανουαρίου 2012 σε προβληματικό πάροχο ΥΓΟΣ, θα κρίνει ότι η ενίσχυση αυτή είναι συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον συμβαδίζει με τις διατάξεις του πλαισίου για τις ΥΓΟΣ, εξαιρέσει των παραγράφων 9, 14, 19, 20, 24, 39 και 60.

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΤΥΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ  (56) ΤΟΥ ΜΕΓΙΣΤΟΥ ΥΨΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΔΙΑΣΩΣΗΣ Η ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΑΝΑ ΕΞΑΜΗΝΟ

Formula

Ο τύπος υπολογισμού θεμελιώνεται στα αποτελέσματα εκμετάλλευσης του δικαιούχου (EBIT: κέρδη προ τόκων και φόρων) κατά το έτος (t) που προηγείται της χορήγησης ή της κοινοποίησης της ενίσχυσης. Σε αυτό το ποσό προστίθεται εκ νέου η απόσβεση. Στη συνέχεια πρέπει να αφαιρεθούν από το σύνολο οι μεταβολές του κεφαλαίου κίνησης. Οι μεταβολές του κεφαλαίου κίνησης υπολογίζονται ως η διαφορά μεταξύ του κυκλοφορούντος ενεργητικού και των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων (57) για τις πλέον πρόσφατες περαιωμένες λογιστικές περιόδους. Παρομοίως, τυχόν προβλέψεις στα αποτελέσματα εκμετάλλευσης πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς και το αποτέλεσμα δεν πρέπει να περιλαμβάνει τέτοιες προβλέψεις.

Ο τύπος υπολογισμού στοχεύει στην εκτίμηση των αρνητικών λειτουργικών ταμειακών ροών του δικαιούχου κατά το έτος που προηγείται της αίτησης ενίσχυσης (ή πριν τη χορήγηση ενίσχυσης στις περιπτώσεις μη κοινοποιηθεισών ενισχύσεων). Το ήμισυ αυτού του ποσού πρέπει να επιτρέπει τη διατήρηση του δικαιούχου σε λειτουργία για περίοδο έξι μηνών. Το αποτέλεσμα του τύπου υπολογισμού πρέπει κατά συνέπεια να διαιρείται διά 2, για τους σκοπούς του σημείου 60. Για τους σκοπούς του σημείου 117, το αποτέλεσμα του τύπου πρέπει να πολλαπλασιάζεται επί 1,5.

Αυτός ο τύπος υπολογισμού μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο εφόσον το αποτέλεσμα είναι αρνητικό ποσό. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος, πρέπει να υποβληθεί λεπτομερής εξήγηση που να αποδεικνύει ότι η δικαιούχος επιχείρηση είναι προβληματική κατά την έννοια του σημείου 20.

Παράδειγμα:

Κέρδη προ τόκων και φόρων (σε εκατ. ευρώ)

(12)

Απόσβεση (σε εκατ. ευρώ)

2

Ισολογισμός (σε εκατ. ευρώ)

31 Δεκεμβρίου, t

31 Δεκεμβρίου, t – 1

Κυκλοφορούν ενεργητικό

Μετρητά ή ισοδύναμα

10

5

Εισπρακτέοι λογαριασμοί

30

20

Αποθεματικό

50

45

Προπληρωθέντα έξοδα

20

10

Άλλα στοιχεία του κυκλοφορούντος ενεργητικού

20

20

Σύνολο κυκλοφορούντος ενεργητικού

130

100

Τρέχουσες υποχρεώσεις

Πληρωτέοι λογαριασμοί

20

25

Έξοδα χρήσεως δεδουλευμένα

15

10

Έσοδα επόμενων χρήσεων

5

5

Σύνολο βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων

40

40

Κεφάλαιο κίνησης

90

60

Μεταβολές κεφαλαίου κίνησης

30

[– 12 + 2 – 30]/2 = – 20 εκατ. ευρώ.

Εφόσον το αποτέλεσμα του τύπου είναι μεγαλύτερο από 10 εκατ. ευρώ, η ταχεία διαδικασία που περιγράφεται στο σημείο 121 δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Επιπλέον, στο παράδειγμα αυτό, εάν το ύψος της ενίσχυσης διάσωσης υπερβαίνει τα 20 εκατ. ευρώ ή το ύψος της προσωρινής στήριξης αναδιάρθρωσης υπερβαίνει τα 60 εκατ. ευρώ, το ποσό της ενίσχυσης πρέπει να δικαιολογείται δεόντως με τη χορήγηση σχεδίου ρευστότητας στο οποίο θα καθορίζονται οι ανάγκες ρευστότητας του δικαιούχου.

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Ενδεικτικό πρότυπο σχεδίου αναδιάρθρωσης

Στο παρόν παράρτημα παρατίθεται το ενδεικτικό περιεχόμενο ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης, προκειμένου τα συμβαλλόμενα μέρη και η Αρχή να είναι σε θέση να καταρτίζουν και να επιθεωρούν σχέδια αναδιάρθρωσης με όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερο τρόπο.

Οι κάτωθι πληροφορίες ισχύουν με την επιφύλαξη των αναλυτικότερων απαιτήσεων που παρατίθενται στις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το περιεχόμενο σχεδίου αναδιάρθρωσης και άλλα ζητήματα που θα υποδειχθούν από τα οικεία συμβαλλόμενα μέρη.

1.

Περιγραφή του δικαιούχου.

2.

Περιγραφή της αγοράς ή των αγορών στις οποίες δραστηριοποιείται ο δικαιούχος.

3.

Απόδειξη των κοινωνικών δυσχερειών που η ενίσχυση έχει ως στόχο να αποτρέψει ή της αποτυχίας της αγοράς που έχει ως στόχο να αντιμετωπίσει, σε σύγκριση με πιθανά εναλλακτικά σενάρια απουσία κρατικής ενίσχυσης, αποδεικνύοντας πώς δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος ή στόχοι ή ότι θα επιτευχθούν σε μικρότερο βαθμό, στην περίπτωση του εναλλακτικού σεναρίου.

4.

Περιγραφή των αιτίων στα οποία οφείλονται τα προβλήματα του δικαιούχου (περιλαμβανομένης αξιολόγησης του ρόλου τυχόν ανεπαρκειών στο επιχειρηματικό μοντέλο ή το σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης του δικαιούχου λόγω των οποίων προκλήθηκαν τα προβλήματα και τον βαθμό στον οποίο θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί μέσω κατάλληλων και έγκαιρων δράσεων διαχείρισης) και ανάλυση SWOT.

5.

Περιγραφή πιθανών σχεδίων για την αποκατάσταση των προβλημάτων του δικαιούχου και σύγκριση των εν λόγω σχεδίων ως προς το ύψος των απαιτούμενων κρατικών ενισχύσεων και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα των σχεδίων.

6.

Περιγραφή της κρατικής παρέμβασης, αναλυτική περιγραφή έκαστου κρατικού μέτρου (περιλαμβανομένης της μορφής, του ύψους και της ανταπόδοσης κάθε μέτρου) και απόδειξη ότι τα επιλεγέντα μέσα κρατικής ενίσχυσης είναι τα δέοντα για την αντιμετώπιση των εν λόγω ζητημάτων.

7.

Συνοπτική περιγραφή της διαδικασίας υλοποίησης του προτιμώμενου σχεδίου για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του δικαιούχου εντός εύλογου χρονικού ορίζοντα (που καταρχήν δεν υπερβαίνει τα τρία έτη), περιλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος δράσεων και υπολογισμού του κόστους κάθε δράσης.

8.

Επιχειρηματικό σχέδιο που περιέχει τις χρηματοοικονομικές προβλέψεις για την επόμενη πενταετία και αποδεικνύει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας.

9.

Απόδειξη της αποκατάστασης της βιωσιμότητας βάσει τόσο σεναρίου βάσης όσο και απαισιόδοξου σεναρίου, παρουσίαση και αιτιολόγηση βάσει έρευνας της αγοράς των εικασιών και της ανάλυσης ευαισθησίας που εφαρμόστηκαν.

10.

Προτεινόμενα μέτρα ιδίας συμμετοχής και καταμερισμού των επιβαρύνσεων.

11.

Προτεινόμενα μέτρα για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

»

(1)  Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές αντιστοιχούν στις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση μη χρηματοπιστωτικών προβληματικών επιχειρήσεων που εκδόθηκαν στις 9 Ιουλίου 2014 (ΕΕ C 249 της 31.7.2014, σ. 1).

(2)  Απόφαση αριθ. 4/94/COL (ΕΕ L 231 της 3.9.1994, σ. 1 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 32 της 3.9.1994, σ. 1). Η ισχύς των κατευθυντήριων αυτών γραμμών παρατάθηκε για πρώτη φορά έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998 και στη συνέχεια έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999.

(3)  Απόφαση αριθ. 329/99/COL (ΕΕ L 274 της 26.10.2000, σ. 1 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 48 της 26.10.2000, σ. 14).

(4)  Απόφαση αριθ. 305/04/COL (ΕΕ L 107 της 28.4.2005, σ. 28 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 21 της 28.4.2005, σ. 1).

(5)  Απόφαση αριθ. 433/09/COL (ΕΕ L 48 της 25.2.2010, σ. 27 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 9 της 25.2.2010, σ. 12).

(6)  Απόφαση αριθ. 438/12/COL (ΕΕ L 190 της 11.7.2013, σ. 91 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 40 της 11.7.2013, σ. 15).

(7)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις, COM(2012) 209 final.

(8)  Ανακοίνωση της Επιτροπής: ΕΥΡΩΠΗ 2020 — Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, COM(2010) 2020 τελικό.

(9)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή και Κοινωνική Επιτροπή: Μια νέα ευρωπαϊκή προσέγγιση για την επιχειρηματική αποτυχία και την αφερεγγυότητα, COM(2012) 742 final. Βλέπε επίσης τη σύσταση της Επιτροπής της 12.3.2014 όσον αφορά τη νέα ευρωπαϊκή προσέγγιση για την επιχειρηματική αποτυχία και την αφερεγγυότητα C(2014) 1500 final και ιδίως την αιτιολογική σκέψη 12.

(10)  Για τους σκοπούς αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών, οι όροι “ΜΜΕ”, “μικρή επιχείρηση” και “μεσαία επιχείρηση” έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36). Οι κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις σε πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), που εκδόθηκαν με την απόφαση 94/06/COL (ΕΕ L 36 της 5.2.2009, σ. 62) περιλαμβάνουν τον ορισμό που καθορίζεται στη σύσταση της Επιτροπής. Ως “μεγάλες επιχειρήσεις” νοούνται οι επιχειρήσεις που δεν είναι ΜΜΕ.

(11)  Για τους σκοπούς των παρουσών κατευθυντηρίων γραμμών, για να αποφεύγονται οι διακρίσεις ανάμεσα στο δημόσιο ή ιδιωτικό ιδιοκτησιακό καθεστώς των επιχειρήσεων, ως “μικρότερες επιχειρήσεις κρατικής ιδιοκτησίας” νοούνται οι οικονομικές μονάδες με αυτόνομη εξουσία λήψης αποφάσεων που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις σύμφωνα με τη σύσταση 2003/361/ΕΚ, εάν δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι το 25 % ή μεγαλύτερο μερίδιο του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου τους ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα, από κοινού ή μεμονωμένα, από έναν ή περισσότερους δημόσιους οργανισμούς.

(12)  Απόφαση 2010/787/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με τις Κρατικές Ενισχύσεις που διευκολύνουν την παύση λειτουργίας μη ανταγωνιστικών ανθρακωρυχείων (ΕΕ L 336 της 21.12.2010, σ. 24).

(13)   ΕΕ L 336 της 21.12.2010, σ. 24.

(14)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1407/2002 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2002, σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς τη βιομηχανία άνθρακα (ΕΕ L 205 της 2.8.2002, σ. 1).

(15)  Απόφαση αριθ. 3632/93/ΕΚΑΧ της Επιτροπής, της 28ης Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό καθεστώς παρεμβάσεων των κρατών μελών υπέρ της βιομηχανίας άνθρακα (ΕΕ L 329 της 30.12.1993, σ. 12).

(16)  Βλέπε τις αποφάσεις της Επιτροπής στις υποθέσεις N 175/10 — Σλοβενία, SA 33013 — Πολωνία, N 708/07 — Γερμανία, SA 33033 — Ρουμανία και SA 33861 — Ουγγαρία.

(17)  Όπως ορίζεται στην απόφαση 2010/787/ΕΕ.

(18)  Όπως ορίζεται στο παράρτημα II των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα για την περίοδο 2014-2020, απόφαση αριθ. 407/13/COL (ΕΕ L 166 της 5.6.2014, σ. 44 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 33 της 5.6.2014, σ. 1).

(19)  Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή, από την 1η Δεκεμβρίου 2013, των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα στήριξης των τραπεζών στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής κρίσης (“Κατευθυντήριες γραμμές στον τραπεζικό τομέα 2013”), απόφαση αριθ. 464/13/COL (ΕΕ L 264 της 4.9.2014, σ. 6).

(20)  Ειδικοί κανόνες αυτού του χαρακτήρα υπάρχουν για τις σιδηροδρομικές μεταφορές φορτίου —βλέπε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, απόφαση αριθ. 788/08/COL (ΕΕ L 105 της 21.4.2011, σ. 32, και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 23 της 21.4.2011, σ. 1).

(21)  Αυτό αφορά ειδικότερα τα είδη εταιρειών που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).

(22)  Κατά περίπτωση το “μετοχικό κεφάλαιο” περιλαμβάνει τυχόν διαφορά από έκδοση μετοχών “υπέρ το άρτιο”.

(23)  Αυτό αναφέρεται ειδικότερα στα είδη εταιρειών που αναφέρονται στο παράρτημα II της οδηγίας 2013/34/ΕΕ.

(24)  Για να καθοριστεί εάν μια επιχείρηση είναι ανεξάρτητη ή αποτελεί μέρος ομίλου, λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια του παραρτήματος I της σύστασης 2003/361/ΕΚ.

(25)  Στην απόφασή του στην υπόθεση Γαλλία κατά Επιτροπής C-241/94, ΕΕ: C:1996:353 (Kimberly Clark Sopalin), το Δικαστήριο δέχτηκε ότι η χρηματοδότηση από τις γαλλικές αρχές μέσω του εθνικού ταμείου απασχόλησης και σε επιλεκτική βάση μπορούσε να ευνοήσει ορισμένες επιχειρήσεις έναντι άλλων, καλύπτοντας έτσι τις προϋποθέσεις κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην απόφαση του Δικαστηρίου δεν αναιρούν τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι η ενίσχυση ήταν συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά.

(26)  Προς αποφυγή αμφιβολιών, αυτό δεν εμποδίζει τα συμβαλλόμενα μέρη να κοινοποιούν μεμονωμένα τις ενισχύσεις στις ΜΜΕ και τις μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, η Αρχή θα αξιολογεί την ενίσχυση βάσει των αρχών που καθορίζονται στις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές.

(27)  Βλέπε για παράδειγμα υπόθεση Γερμανία κατά Επιτροπής, C-156/98, ΕΕ:C:2000:467, σκέψη 78 και υπόθεση Régie Networks κατά Rhone Alpes Bourgogne, C-333/07, ΕΕ:C:2008:764, σκέψεις 94-116.

(28)  Ενδεικτικό πρότυπο σχεδίου αναδιάρθρωσης παρατίθεται στο παράρτημα II.

(29)  Κανόνες όσον αφορά τα εφαρμοστέα επιτόκια: επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης (“κατευθυντήριες γραμμές για τα επιτόκια αναφοράς”), απόφαση αριθ. 788/08/COL.

(30)  Για την αποφυγή αμφιβολιών, το σημείωμα σχετικά με τις αμοιβές των ενισχύσεων διάσωσης στον πίνακα των δανειακών περιθωρίων, που περιέχεται στην ανακοίνωση αυτή, δεν εφαρμόζεται σε ενισχύσεις οι οποίες αξιολογούνται βάσει αυτών των κατευθυντήριων γραμμών.

(31)  Αυτή η συμμετοχή δεν πρέπει να περιλαμβάνει ενίσχυση. Αυτό δεν ισχύει για παράδειγμα στην περίπτωση που πρόκειται για δάνειο με επιδότηση επιτοκίου ή καλυπτόμενο από εγγύηση του δημοσίου που περικλείει στοιχεία ενίσχυσης.

(32)  Βλέπε, για παράδειγμα, την απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση SA.32698 Air Åland.

(33)  Για το σκοπό αυτό, η κατάσταση του ισολογισμού της επιχείρησης θα πρέπει να καθορίζεται κατά τη χρονική στιγμή της χορήγησης της ενίσχυσης.

(34)  Όσον αφορά τις μη κοινοποιηθείσες ενισχύσεις, η Αρχή λαμβάνει υπόψη στην ανάλυσή της το ενδεχόμενο η ενίσχυση να έχει κηρυχθεί συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ με άλλη μορφή και όχι ως ενίσχυση διάσωσης ή αναδιάρθρωσης.

(35)  Απρόβλεπτη θεωρείται η περίσταση που δεν μπορούσε επ' ουδενί να προβλεφθεί από τη διαχείριση του δικαιούχου κατά την κατάρτιση του σχεδίου αναδιάρθρωσης και η οποία δεν οφείλεται σε αμέλεια ή σφάλματα της διαχείρισης του δικαιούχου ούτε σε αποφάσεις του ομίλου στον οποίο ανήκει η εν λόγω εταιρεία.

(36)  Βλέπε συνεκδικασθείσες υποθέσεις Ιταλία και SIM 2 Multimedia κατά Επιτροπής, C-328/99 και C-399/00, ΕΕ:C:2003:252· συνεκδικασθείσες υποθέσεις Ελλάδα και λοιποί κατά Επιτροπής, T-415/05, T-416/05 και T-423/05, ΕΕ:T:2010:386· υπόθεση Ryanair κατά Επιτροπής, T-123/09, ΕΕ:T:2012:164 (επιβεβαιώθηκε σε δευτεροβάθμιο επίπεδο από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-287/12 P, ΕΕ:C:2013:395).

(37)  Για παράδειγμα, πωλήσεις χαρτοφυλακίου ή επιμέρους στοιχείων του ενεργητικού μπορεί να είναι δυνατές, και επομένως πρέπει να πραγματοποιηθούν πολύ ταχύτερα από ό,τι η πώληση επιχείρησης εν λειτουργία, ειδικότερα όταν η εν λόγω επιχείρηση πρέπει πρώτα να αποσπαστεί από μεγαλύτερη οντότητα.

(38)  Σε αυτή την περίπτωση η Αρχή μπορεί να λάβει επίσης υπόψη της το εάν ο δικαιούχος είναι μεσαία ή μεγάλη επιχείρηση.

(39)  Ειδικότερα, θα λαμβάνονται υπόψη τα επίπεδα συγκέντρωσης, οι περιορισμοί σε επίπεδο παραγωγικής ικανότητας, το επίπεδο της κερδοφορίας, καθώς και οι φραγμοί εισόδου και επέκτασης.

(40)  Πρωτόκολλο 3 της συμφωνίας μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (“Πρωτόκολλο 3”).

(41)  Υπόθεση Textilwerke Deggendorf κατά Επιτροπής και λοιπών, C-355/95 P, ΕΕ:C:1997:241.

(42)  Με εξαίρεση τα επιχειρηματικά απόρρητα και άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και με την επιφύλαξη της συμφωνίας της Αρχής [Κεφάλαιο σχετικά με το επαγγελματικό απόρρητο στις αποφάσεις για τις κρατικές ενισχύσεις αριθ. 15/04/COL (ΕΕ L 154 της 8.6.2006, σ. 27, και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 29 της 8.6.2006, σ. 1].

(43)  Το ποσό που πρέπει να δημοσιεύεται είναι το μέγιστο επιτρεπόμενο φορολογικό πλεονέκτημα και όχι το ποσό που αφαιρείται κατ' έτος (π.χ. στο πλαίσιο πίστωσης φόρου, δημοσιεύεται η μέγιστη επιτρεπόμενη πίστωση φόρου και όχι το πραγματικό ποσό, το οποίο θα μπορούσε να εξαρτάται από τα φορολογητέα έσοδα και ποικίλλει κάθε έτος).

(44)  Οι πληροφορίες αυτές δημοσιεύονται εντός έξι μηνών από την ημερομηνία χορήγησης (ή, για τις ενισχύσεις με τη μορφή φορολογικών πλεονεκτημάτων, εντός ενός έτους από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής φορολογικής δήλωσης). Σε περίπτωση παράνομης ενίσχυσης, τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να διασφαλίσουν τη δημοσίευση αυτών των πληροφοριών εκ των υστέρων, τουλάχιστον εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της απόφασης της Αρχής. Οι πληροφορίες θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μορφότυπο ο οποίος θα επιτρέπει την αναζήτηση, τη λήψη και την απρόσκοπτη δημοσίευση στο Διαδίκτυο, επί παραδείγματι σε μορφότυπο CSV ή XML.

(45)  Δεν θα απαιτείται η δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 2016 και, για τις φορολογικές ενισχύσεις, η δημοσίευση για τις ενισχύσεις που ζητήθηκαν ή χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιουλίου 2016.

(46)  Πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντιστάθμισης για παροχή δημόσιας υπηρεσίας (“πλαίσιο ΥΓΟΣ”), απόφαση αριθ. 12/12/COL (ΕΕ L 161 της 13.6.2013, σ. 12 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 34 της 13.6.2013, σ. 1).

(47)  Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων υπό μορφή αντιστάθμισης για παροχή δημόσιας υπηρεσίας (“πλαίσιο ΥΓΟΣ”), απόφαση αριθ. 12/12/COL.

(48)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1), που ενσωματώθηκε στο σημείο 4α του παραρτήματος XIII της συμφωνίας ΕΟΧ με την απόφαση της Μεικτής Επιτροπής αριθ. 85/2008 (ΕΕ L 280 της 23.10.2008, σ. 20 και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 64 της 23.10.2008, σ. 13).

(49)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3), άρθρα 16, 17 και 18, που ενσωματώθηκε στο σημείο 64α του παραρτήματος XIII της συμφωνίας ΕΟΧ με την απόφαση της Μεικτής Επιτροπής αριθ. 90/2011 (ΕΕ L 262 της 6.10.2011, σ. 62 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 54 της 6.10.2011, σ. 78).

(50)  Κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις σε αερολιμένες και αεροπορικές εταιρείες, απόφαση 216/14/COL.

(51)  Κανονισμός (ΕOΚ) αριθ. 3577/92 του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, για την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές στο εσωτερικό των κρατών μελών (ΕΕ L 364 της 12.12.1992, σ. 7), που έχει ενσωματωθεί στο σημείο 53α του παραρτήματος XIII της συμφωνίας ΕΟΧ με την απόφαση της Μεικτής Επιτροπής αριθ. 70/1997 (ΕΕ L 30 της 5.2.1998, σ. 42 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 5 της 5.2.1998, σ. 175).

(52)  Κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα των θαλασσίων μεταφορών, απόφαση αριθ. 62/04/COL (ΕΕ L 240 της 13.9.2007, σ. 9 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 43 της 13.9.2007, σ. 1).

(53)  Για τους σκοπούς του κεφαλαίου 6, οι “ΜΜΕ” περιλαμβάνουν τις μικρότερες κρατικές επιχειρήσεις.

(54)  Για την αποφυγή αμφιβολιών, το σημείωμα σχετικά με τις αμοιβές των ενισχύσεων διάσωσης στον πίνακα των δανειακών περιθωρίων, που περιέχεται στην ανακοίνωση αυτή, δεν εφαρμόζεται σε ενισχύσεις οι οποίες αξιολογούνται βάσει αυτών των κατευθυντήριων γραμμών.

(55)  Η Αρχή μπορεί να παράσχει μια τέτοια κοινή μέθοδο.

(56)  Στα κέρδη προ τόκων και φόρων (ΕΒΙΤ) πρέπει να επαναπροστεθεί η απόσβεση κατά την ίδια χρονική περίοδο συν οι αλλαγές στο κεφάλαιο κίνησης σε διάστημα δύο ετών (έτος πριν την εφαρμογή και προηγούμενο έτος), και να διαιρεθούν διά δύο ώστε να προσδιοριστεί το ποσό για περίοδο έξι μηνών

(57)  Κυκλοφορούν ενεργητικό: ρευστά διαθέσιμα, εισπρακτέοι λογαριασμοί (λογαριασμοί πελατών και χρεωστών), άλλα στοιχεία κυκλοφορούντος ενεργητικού και προπληρωθέντα έξοδα, αποθεματικό. Βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις: χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις, πληρωτέοι λογαριασμοί (λογαριασμοί προμηθευτών και πιστωτών) και άλλες βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, έσοδα επόμενων χρήσεων, άλλες δεδουλευμένες υποχρεώσεις, υποχρεώσεις από φόρους.