ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
3 Ιουνίου 2014


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2014/63/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου για το μέλι

1

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση αριθ. 585/2014/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την ανάπτυξη διαλειτουργικού συστήματος eCall σε όλη την ΕΕ ( 1 )

6

 

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 586/2014 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2014, σχετικά με παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά την απαγόρευση της αλιείας επάνω από προστατευόμενα ενδιαιτήματα και την ελάχιστη απόσταση από την ακτή και το βάθος για τις μηχανότρατες με ζευγαρωτά σκάφη (gangui) που αλιεύουν σε ορισμένα χωρικά ύδατα της Γαλλίας (Provence — Alpes — Côte d'Azur)

10

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 587/2014 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2014, γα τη θέσπιση παρέκκλισης από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά την ελάχιστη απόσταση από την ακτή και το ελάχιστο βάθος θάλασσας που οφείλουν να τηρούν οι πεζότρατες που αλιεύουν σε ορισμένα χωρικά ύδατα της Γαλλίας (Languedoc-Roussillon και Provence — Alpes — Côte d'Azur)

13

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 588/2014 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2014, για την τροποποίηση των παραρτημάτων III και IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ανώτατα όρια καταλοίπων για το πορτοκαλέλαιο, την Phlebiopsis gigantea, το γιββερελλικό οξύ, την Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος FE 9901, τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera littoralis, τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera exigua, τον Bacillus firmus I-1582, το S-αψισικό οξύ, το L-ασκορβικό οξύ και τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Helicoverpa armigera μέσα ή πάνω σε ορισμένα προϊόντα ( 1 )

16

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 589/2014 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2014, για καθορισμό των μεθόδων δειγματοληψίας και ανάλυσης για τον έλεγχο των επιπέδων των διοξινών, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB σε ορισμένα τρόφιμα και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 252/2012 ( 1 )

18

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 590/2014 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2014, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

41

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

2014/310/ΚΕΠΠΑ

 

*

Απόφαση EUCAP Sahel/Mali/1/2014 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 26ης Μαΐου 2014, για τον διορισμό αρχηγού της αποστολής ΚΠΑΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Μάλι (EUCAP Sahel Mali)

43

 

 

2014/311/ΕΕ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2014, για τον διορισμό στην Επιτροπή των Περιφερειών δύο τακτικών και ενός αναπληρωματικού μέλους από το Βέλγιο

44

 

 

2014/312/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2014, περί καθορισμού των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε χρώματα και βερνίκια εσωτερικών και εξωτερικών χώρων [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3429]  ( 1 )

45

 

 

2014/313/EΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση των αποφάσεων 2011/263/ΕΕ, 2011/264/ΕΕ, 2011/382/ΕΕ, 2011/383/ΕΕ, 2012/720/ΕΕ και 2012/721/ΕΕ, ώστε να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στην ταξινόμηση ουσιών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3468]  ( 1 )

74

 

 

2014/314/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2014, σχετικά με τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε υδρονικούς θερμαντήρες (κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3452)  ( 1 )

83

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/1


ΟΔΗΓΊΑ 2014/63/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου για το μέλι

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου (3) ορίζει το μέλι ως τη φυσική γλυκιά ουσία που παράγουν οι μέλισσες του είδους Apis mellifera («μέλισσες»). Το μέλι αποτελείται ουσιαστικά από διάφορα σάκχαρα, κυρίως φρουκτόζη και γλυκόζη, καθώς και από άλλες ουσίες, όπως οργανικά οξέα, ένζυμα και στερεά σωματίδια που προέρχονται από τη συγκομιδή μελιού. Η οδηγία 2001/110/ΕΚ περιορίζει τις ανθρώπινες παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να τροποποιήσουν τη σύσταση του μελιού και επιτρέπει, με τον τρόπο αυτό, να διαφυλαχθεί ο φυσικός χαρακτήρας του μελιού. Συγκεκριμένα, η οδηγία 2001/110/ΕΚ απαγορεύει την προσθήκη συστατικών τροφίμων στο μέλι, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα πρόσθετα τροφίμων, καθώς και οιαδήποτε άλλη προσθήκη εκτός από μέλι. Ομοίως, η εν λόγω οδηγία απαγορεύει την αφαίρεση οιουδήποτε φυσικού χαρακτηριστικού στοιχείου της σύνθεσης του μελιού, συμπεριλαμβανομένης της γύρης, εκτός εάν η αφαίρεση αυτή είναι αναπόφευκτη κατά την αφαίρεση ξένων υλών. Οι απαιτήσεις αυτές συνάδουν με το πρότυπο του Codex Alimentarius για το μέλι (Codex Stan 12-1981).

(2)

Η γύρη είναι μέρος των κριτηρίων σύνθεσης για το μέλι που ορίζει η οδηγία 2001/110/ΕΚ. Τα διαθέσιμα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των εμπειρικών και επιστημονικών δεδομένων, επιβεβαιώνουν ότι η παρουσία γύρης στο μέλι οφείλεται στις μέλισσες. Οι κόκκοι γύρης εισέρχονται στο νέκταρ που συλλέγεται από τις μέλισσες. Στην κυψέλη, το νέκταρ που έχει συλλεχθεί και το οποίο περιέχει κόκκους γύρης μετατρέπεται από τις μέλισσες σε μέλι. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η επιπλέον γύρη στο μέλι μπορεί να προέρχεται από τη γύρη στα τριχίδια των μελισσών, από τη γύρη που βρίσκεται στον αέρα μέσα στην κυψέλη και από τη γύρη που αποθηκεύθηκε σε κελιά της κηρήθρας από τις μέλισσες και απελευθερώθηκε από το άνοιγμα των εν λόγω κελιών τυχαία κατά την εξαγωγή του μελιού από τους υπεύθυνους της επιχείρησης τροφίμων. Η γύρη, συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί ότι εισέρχεται στην κυψέλη ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας των μελισσών και ότι βρίσκεται εκ φύσεως στο μέλι ανεξάρτητα από το αν ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων εξάγει το μέλι ή όχι. Πέραν αυτού, η σκόπιμη προσθήκη γύρης στο μέλι από τους υπεύθυνους της επιχείρησης τροφίμων απαγορεύεται βάσει της οδηγίας 2001/110/ΕΚ.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) ορίζει ως «συστατικό» οιαδήποτε ουσία χρησιμοποιείται στην παρασκευή ή επεξεργασία ενός τροφίμου η οποία εξακολουθεί να υπάρχει στο τελικό προϊόν, ακόμη και σε διαφοροποιημένη μορφή. Ο ορισμός αυτός συνεπάγεται σκόπιμη χρήση μιας ουσίας στην παρασκευή ή την προετοιμασία ενός τροφίμου. Δεδομένου του φυσικού χαρακτήρα του μελιού, και ειδικότερα της φυσικής προέλευσης της παρουσίας των χαρακτηριστικών στοιχείων της σύνθεσης του μελιού, η γύρη, ως φυσικό χαρακτηριστικό στοιχείο της σύνθεσης του μελιού, δεν θα πρέπει να νοείται ως «συστατικό» του μελιού, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011.

(4)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) σχετικά με το μέλι που περιέχει γενετικώς τροποποιημένη γύρη, καθώς το μέλι αυτό συνιστά τρόφιμο που παράγεται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς, κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού. Στο πλαίσιο της υπόθεσης C-442/09 (6), Karl Heinz Bablok και λοιποί κατά Freistaat Bayern, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απεφάνθη ότι το καθοριστικό κριτήριο για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 16 του εν λόγω κανονισμού, είναι κατά πόσον στα τρόφιμα υπάρχει υλικό προερχόμενο από γενετικώς τροποποιημένες πηγές. Το μέλι που περιέχει γενετικώς τροποποιημένη γύρη θα πρέπει, επομένως, να νοείται ως «τρόφιμο που παράγεται (εν μέρει) από ΓΤΟ», κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003. Η θέσπιση προς τούτο διάταξης σύμφωνα με την οποία η γύρη δεν αποτελεί συστατικό του μελιού δεν επηρεάζει το συμπέρασμα του Δικαστηρίου στο πλαίσιο της υπόθεσης C-442/09, σύμφωνα με το οποίο το μέλι που περιέχει γενετικώς τροποποιημένη γύρη υπόκειται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003, ιδίως όσον αφορά τις απαιτήσεις του κανονισμού σχετικά με τη χορήγηση άδειας πριν από τη διάθεση στην αγορά, την εποπτεία και, κατά περίπτωση, την επισήμανση.

(5)

Όσον αφορά τις απαιτήσεις επισήμανσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003, δεν είναι υποχρεωτικό να επισημαίνεται η παρουσία γενετικώς τροποποιημένης γύρης στο μέλι εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: η περιεκτικότητα του μελιού σε αυτού του είδους τη γύρη δεν υπερβαίνει το 0,9 % και η παρουσία της γύρης είναι τυχαία ή δεν μπορεί να αποτραπεί με τεχνικά μέσα. Θα πρέπει να γίνει υπόμνηση ότι η οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) επιτρέπει στα κράτη μέλη να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποφεύγεται η ακούσια παρουσία γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο μέλι.

(6)

Σύμφωνα με την οδηγία 2001/110/ΕΚ, εάν το μέλι προέρχεται από περισσότερα από ένα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες, η υποχρεωτική ένδειξη των χωρών προέλευσης μπορεί να αντικαθίσταται από μία από τις ακόλουθες ενδείξεις, κατά περίπτωση: «μείγμα μελιών ΕΚ», «μείγμα μελιών εκτός ΕΚ», «μείγμα μελιών ΕΚ και εκτός ΕΚ». Μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντικατέστησε και διαδέχθηκε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Είναι, επομένως, σκόπιμο να διευκρινισθούν οι σχετικές απαιτήσεις επισήμανσης με την αντικατάσταση της αναφοράς στην «ΕΚ» από αναφορά στην «ΕΕ».

(7)

Η οδηγία 2001/110/ΕΚ αναθέτει στην Επιτροπή εξουσίες για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεών της. Ειδικότερα, η οδηγία 2001/110/ΕΚ αναθέτει στην Επιτροπή εξουσίες για την έγκριση των μέτρων που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της σε σχέση με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο και την ευθυγράμμιση της οδηγίας με τη γενική νομοθεσία της Ένωσης για τα τρόφιμα. Επιπλέον, η οδηγία 2001/110/ΕΚ αναθέτει στην Επιτροπή εξουσίες για την έγκριση μεθόδων που επιτρέπουν τον έλεγχο της συμμόρφωσης του μελιού προς τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας. Είναι απαραίτητη η αναθεώρηση του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω εξουσιών.

(8)

Προκειμένου να διασφαλίζονται θεμιτές εμπορικές πρακτικές, να προστατεύονται τα συμφέροντα των καταναλωτών και να καθίσταται δυνατός ο καθορισμός σχετικών μεθόδων ανάλυσης, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τον καθορισμό ποσοτικών παραμέτρων για το κριτήριο του «κυρίως» σε σχέση με την προέλευση του μελιού από άνθη ή φυτά και την ελάχιστη περιεκτικότητα γύρης σε διηθημένο μέλι μετά την αφαίρεση ξένων ανόργανων ή οργανικών ουσιών. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(9)

Μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), ο οποίος ισχύει για όλα τα στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής τροφίμων και ζωοτροφών σε επίπεδο Ένωσης, καθώς και σε εθνικό επίπεδο, οι γενικές διατάξεις της Ένωσης σχετικά με τα είδη διατροφής εφαρμόζονται άμεσα στα προϊόντα που καλύπτονται από την οδηγία 2001/110/ΕΚ. Κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται πλέον η Επιτροπή να έχει εξουσίες για την εναρμόνιση των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας προς τη γενική νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με τα είδη διατροφής. Οι διατάξεις για την ανάθεση αυτών των εξουσιών θα πρέπει, επομένως, να καταργηθούν.

(10)

Συνεπεία της έκδοσης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), είναι σκόπιμο να προσαρμοσθούν οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2001/110/ΕΚ στον εν λόγω κανονισμό.

(11)

Προκειμένου να μπορέσουν τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την οδηγία 2001/110/ΕΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να καθορισθεί μεταβατική περίοδος 12 μηνών. Κατά την εν λόγω περίοδο εξακολουθούν να ισχύουν οι απαιτήσεις της οδηγίας 2001/110/ΕΚ, χωρίς τις τροποποιήσεις που εισάγει η παρούσα οδηγία.

(12)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα των υπεύθυνων των επιχειρήσεων τροφίμων που διαθέτουν στην αγορά ή επισημαίνουν τα προϊόντα τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ίσχυαν πριν από την εφαρμογή των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της οδηγίας 2001/110/ΕΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν κατάλληλα μεταβατικά μέτρα. Επομένως, θα πρέπει να καταστεί δυνατόν τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά ή που επισημαίνονται πριν από την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων να εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

(13)

Συνεπώς, η οδηγία 2001/110/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(14)

Δεδομένου ότι οι τροποποιήσεις σχετικά με την ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή αφορούν μόνο τις εξουσίες της Επιτροπής, δεν είναι αναγκαία η μεταφορά τους στο εθνικό δίκαιο από τα κράτη μέλη.

(15)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, ήτοι ο καθορισμός διάταξης βάσει της οποίας η γύρη, ως φυσικό χαρακτηριστικό στοιχείο της σύνθεσης του μελιού, δεν θα πρέπει να θεωρείται συστατικό του μελιού, η διευκρίνιση των απαιτήσεων επισήμανσης για τις περιπτώσεις στις οποίες το μέλι προέρχεται από περισσότερα από ένα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες και η αναθεώρηση της έκτασης των υφιστάμενων εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή, δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις

Η οδηγία 2001/110/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 4, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

η χώρα ή οι χώρες προέλευσης όπου έγινε η συγκομιδή αναγράφονται στην επισήμανση.

Παρά το πρώτο εδάφιο, εάν το μέλι προέρχεται από περισσότερα από ένα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες, η ένδειξη των χωρών προέλευσης μπορεί να αντικατασταθεί από μία από τις ακόλουθες ενδείξεις, κατά περίπτωση:

“μείγμα μελιών ΕΕ”,

“μείγμα μελιών εκτός ΕΕ”,

“μείγμα μελιών ΕΕ και εκτός ΕΕ”.».

2)

Στο άρθρο 2 προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«5.

Η γύρη, ως φυσικό χαρακτηριστικό στοιχείο της σύνθεσης του μελιού, δεν νοείται ως συστατικό, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), των προϊόντων που ορίζονται στο παράρτημα I της παρούσας οδηγίας.

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18).»."

3)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 9 δεύτερο εδάφιο της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δύναται, λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνή πρότυπα και την τεχνική πρόοδο, μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), να ορίζει μεθόδους ανάλυσης για να ελέγχεται η συμμόρφωση του μελιού προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας. Μέχρις ότου θεσπισθούν οι εν λόγω μέθοδοι, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν, στο μέτρο του δυνατού, διεθνώς αναγνωρισμένες, επικυρωμένες μεθόδους ανάλυσης, όπως οι εγκεκριμένες από τον Codex Alimentarius, για να ελέγχεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Προκειμένου να διασφαλισθούν οι θεμιτές εμπορικές πρακτικές και να προστατεύονται τα συμφέροντα των καταναλωτών καθώς και προκειμένου να καταστεί δυνατός ο ορισμός σχετικών μεθόδων ανάλυσης, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 6, όσον αφορά τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον καθορισμό ποσοτικών παραμέτρων σε σχέση με τα εξής:

α)

το κριτήριο του “κυρίως” σε σχέση με την προέλευση του μελιού από άνθη ή φυτά, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο β) πρώτη περίπτωση· και

β)

την ελάχιστη περιεκτικότητα γύρης σε διηθημένο μέλι μετά την αφαίρεση ξένων ανόργανων ή οργανικών ουσιών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 2 στοιχείο β) σημείο viii).

Η Επιτροπή, στις εν λόγω κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, προβλέπει κατάλληλες μεταβατικές ρυθμίσεις για τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εν λόγω κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).»."

4)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 2 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 23 Ιουνίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους της αυτής διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να παράγει αποτελέσματα την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που είναι ήδη σε ισχύ.

4.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η εν λόγω πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

5)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων (“η επιτροπή”), η οποία συστάθηκε με το άρθρο 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Εάν η επιτροπή δεν εκδώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1)."

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

6)

Στο παράρτημα II, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του παραρτήματος I σημείο 2 στοιχείο β) σημείο viii), δεν δύναται να αφαιρείται ούτε η γύρη ούτε κανένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο της σύνθεσης του μελιού, εκτός αν αυτό είναι αναπόφευκτο κατά την αφαίρεση ξένων οργανικών ή ανόργανων υλών.».

Άρθρο 2

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 1 σημεία 1), 2) και 6) και με το άρθρο 3. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η αναφορά αυτή.

2.   Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 από τις 24 Ιουνίου 2015.

Άρθρο 3

Μεταβατικά μέτρα

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά ή επισημαίνονται πριν από τις 24 Ιουνίου 2015, σύμφωνα με την οδηγία 2001/110/ΕΚ, μπορούν να εξακολουθήσουν να διατίθενται στην αγορά μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 5

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 11 της 15.1.2013, σ. 88.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2014.

(3)  Οδηγία 2001/110/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2001, για το μέλι (ΕΕ L 10 της 12.1.2002, σ. 47).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές (ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1).

(6)  2011 ECR I-07419.

(7)  Οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/6


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 585/2014/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για την ανάπτυξη διαλειτουργικού συστήματος eCall σε όλη την ΕΕ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με βάση το άρθρο 3 στοιχείο δ) της οδηγίας 2010/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), η εναρμονισμένη παροχή διαλειτουργικού συστήματος eCall σε όλη την ΕΕ αποτελεί δράση προτεραιότητας («η δράση προτεραιότητας eCall») για την ανάπτυξη και τη χρήση προδιαγραφών και προτύπων.

(2)

Σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2010/40/ΕΕ, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σχετικά με τις προδιαγραφές που απαιτούνται για να εξασφαλισθεί η συμβατότητα, η διαλειτουργικότητα και η συνέχεια της ανάπτυξης και της λειτουργικής χρήσης των συστημάτων ευφυών μεταφορών («ITS») για τις δράσεις προτεραιότητας.

(3)

Ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 305/2013 της Επιτροπής (4), θεσπίζει τις προδιαγραφές αναβάθμισης της υποδομής των κέντρων λήψης κλήσεων έκτακτης ανάγκης (PSAP) που απαιτείται για την ορθή λήψη και διεκπεραίωση των κλήσεων eCall με τη χρήση του αριθμού 112, ώστε να εξασφαλισθεί η συμβατότητα, η διαλειτουργικότητα και η συνεχής παροχή της εναρμονισμένης υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ.

(4)

Σύμφωνα με την οδηγία 2010/40/ΕΕ, η Επιτροπή υποβάλλει το αργότερο εντός δωδεκαμήνου από την έκδοση του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2013, εφόσον απαιτείται και μετά από εκπόνηση εκτίμησης επιπτώσεων που θα περιλαμβάνει ανάλυση κόστους-οφέλους, πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 294 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την ανάπτυξη της δράσης προτεραιότητας eCall σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2013.

(5)

Προσδοκάται ότι, λόγω της μείωσης του χρόνου απόκρισης των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης, με τη διαλειτουργική υπηρεσία eCall σε όλη την ΕΕ θα μειωθεί ο αριθμός των ανθρώπινων απωλειών στην Ένωση, καθώς και η σοβαρότητα των τραυματισμών από τροχαία ατυχήματα. Με τη διαλειτουργική υπηρεσία eCall σε όλη την ΕΕ προσδοκάται επίσης ότι θα εξοικονομηθούν κοινωνικοί πόροι χάρη στη βελτιωμένη διαχείριση συμβάντων και στον περιορισμό της κυκλοφοριακής συμφόρησης και των παράπλευρων ατυχημάτων.

(6)

Για να εξασφαλισθεί η πλήρης λειτουργική δυνατότητα, συμβατότητα, διαλειτουργικότητα, συνεχής παροχή και συμμόρφωση της υπηρεσίας σε ολόκληρη την Ένωση και για να μειωθεί το κόστος εφαρμογής για την Ένωση συνολικά, όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπτύξουν τη δράση προτεραιότητας eCall σύμφωνα με τις κοινές προδιαγραφές που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2013. Αυτό δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα κάθε κράτους μέλους να αναπτύσσει πρόσθετα τεχνικά μέσα για να διεκπεραιώνει άλλες κλήσεις έκτακτης ανάγκης.

(7)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα διαβιβαζόμενα μέσω της υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ δεδομένα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την επίτευξη των στόχων της παρούσας απόφασης.

(8)

Όπως έχει αποδειχθεί από άλλα συστήματα κλήσεων έκτακτης ανάγκης, οι χειροκίνητες κλήσεις eCall ενδέχεται να περιλαμβάνουν αριθμό κλήσεων για την παροχή βοήθειας. Εάν χρειασθεί, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να θέσουν σε εφαρμογή όλα τα ενδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέσα για να φιλτράρουν αυτές τις κλήσεις για την παροχή βοήθειας, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα PSAP του eCall διεκπεραιώνουν μόνον τις πραγματικές κλήσεις έκτακτης ανάγκης.

(9)

Δεδομένου ότι δεν είναι όλοι οι πολίτες της Ένωσης εξοικειωμένοι με τη χρήση της υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ, θα πρέπει να αναληφθεί πριν από την ανάπτυξή της εκστρατεία ευαισθητοποίησης με την υποστήριξη της Επιτροπής, η οποία θα εξηγεί στους πολίτες τα οφέλη, τις λειτουργίες τις εγγυήσεις προστασίας των δεδομένων που προσφέρει το νέο σύστημα. Η εκστρατεία θα πρέπει να διεξαχθεί στα κράτη μέλη και θα πρέπει να στοχεύει στην ενημέρωση των χρηστών σχετικά με το πώς να χρησιμοποιούν το σύστημα σωστά και πώς να αποφεύγουν τις εσφαλμένες κλήσεις έκτακτης ανάγκης.

(10)

Σύμφωνα με τις συστάσεις της ομάδας εργασίας για την προστασία των προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα («η ομάδα εργασίας για την προστασία των δεδομένων του άρθρου 29»), οι οποίες περιέχονται στο «Έγγραφο εργασίας σχετικά με την προστασία των δεδομένων και τις επιπτώσεις στην προστασία της ιδιωτικής ζωής από την πρωτοβουλία eCall», που εγκρίθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2006, όταν εγκαθιστούν την υποδομή PSAP του eCall, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της διεκπεραίωσης των κλήσεων eCall συνάδει πλήρως προς τους κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που καθορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και στην οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(11)

Δεδομένου ότι οι κλήσεις eCall αποτελούν κλήσεις έκτακτης ανάγκης, όπως ορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2013, η διεκπεραίωση των κλήσεων αυτών θα πρέπει να παρέχεται δωρεάν στους χρήστες της υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ.

(12)

Ανάλογα με την οργάνωση της διεκπεραίωσης των κλήσεων έκτακτης ανάγκης σε κάθε κράτος μέλος, οι εν λόγω κλήσεις μπορούν να παραλαμβάνονται πρώτα υπό την ευθύνη δημοσίας αρχής ή ιδιωτικού οργανισμού αναγνωρισμένου από το αφορώμενο κράτος μέλος. Ειδικότερα, οι κλήσεις eCall μπορούν να αντιμετωπίζονται διαφορετικά ανάλογα με τον τύπο της ενεργοποίησης της κλήσης eCall (χειροκίνητη ή αυτόματη).

(13)

Σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες που καθορίζονται από την οικεία εθνική αρχή, τα δεδομένα μπορούν να μεταφέρονται σε εταίρους παροχής υπηρεσιών, που ορίζονται ως δημόσιοι ή ιδιωτικοί οργανισμοί αναγνωρισμένοι από εθνικές αρχές, οι οποίοι διαδραματίζουν ρόλο στον χειρισμό περιστατικών σχετικά με κλήσεις eCall (μεταξύ άλλων, επιχείρηση εκμετάλλευσης οδικών υποδομών και υπηρεσία βοήθειας) και θα πρέπει να υπόκεινται στους ίδιους κανόνες περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων που ισχύουν και για τα PSAP του eCall.

(14)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας απόφασης, ήτοι η διασφάλιση συντονισμένης και συνεκτικής ανάπτυξης διαλειτουργικής υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ και η εξασφάλιση πλήρους λειτουργικής δυνατότητας, συμβατότητας, διαλειτουργικότητας, συνεχούς παροχής και συμμόρφωσης της υπηρεσίας σε όλη την Ευρώπη, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και/ή τον ιδιωτικό τομέα, δύνανται, όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Τα κράτη μέλη αναπτύσσουν στην επικράτειά τους, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου για την ανάπτυξη του συστήματος eCall σε οχήματα και για την τροποποίηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ και, εν πάση περιπτώσει, όχι αργότερα από την 1η Οκτωβρίου 2017, την υποδομή eCall των PSAP που είναι απαραίτητη για την ορθή λήψη και διεκπεραίωση όλων των κλήσεων eCall, αφαιρουμένων των κλήσεων που δεν είναι έκτακτης ανάγκης, εφόσον χρειάζεται, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2013, ώστε να εξασφαλισθεί η πλήρης λειτουργική δυνατότητα, συμβατότητα, διαλειτουργικότητα, συνεχής παροχή και συμμόρφωση της υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ.

2.   Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα κάθε κράτους μέλους να οργανώσει τις οικείες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης κατά τον πιο οικονομικά αποδοτικό και κατάλληλο τρόπο για τις ανάγκες του, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να απορρίπτει τις κλήσεις που δεν είναι έκτακτης ανάγκης και δεν δύνανται να τις διεκπεραιώνουν τα PSAP του eCall, και ιδίως τις χειροκίνητες κλήσεις eCall.

Η παρούσα παράγραφος και η παράγραφος 1 δεν θίγουν το δικαίωμα κάθε κράτους μέλους να επιτρέπει σε αναγνωρισμένους ιδιωτικούς οργανισμούς να ασχολούνται με τη λήψη και τον χειρισμό ορισμένων ή όλων των eCalls σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2013.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που διαβιβάζονται μέσω της υπηρεσίας eCall χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την επίτευξη των στόχων της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η διεκπεραίωση των κλήσεων eCall είναι δωρεάν για τους χρήστες της υπηρεσίας eCall σε όλη την ΕΕ.

Άρθρο 3

Έως τις 24 Δεκεμβρίου 2015, τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την κατάσταση εφαρμογής της παρούσας απόφασης. Οι εκθέσεις τους περιλαμβάνουν τουλάχιστον τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των λειτουργιών των PSAP του eCall προς τις απαιτήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2013, τον κατάλογο και τη γεωγραφική κάλυψη των PSAP του eCall, την περιγραφή των δοκιμών συμμόρφωσης και την περιγραφή των πρωτοκόλλων για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κλήσεις eCall να μπορούν να προέρχονται από οποιοδήποτε μέρος της επικράτειάς τους, εφόσον υπάρχει τουλάχιστον ένα δημόσιο ασύρματο δίκτυο κινητών επικοινωνιών.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 341 της 21.11.2013, σ. 47.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2014.

(3)  Οδηγία 2010/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2010, περί πλαισίου ανάπτυξης των Συστημάτων Ευφυών Μεταφορών στον τομέα των οδικών μεταφορών και των διεπαφών με άλλους τρόπους μεταφοράς (ΕΕ L 207 της 6.8.2010, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 305/2013 της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2012, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2010/40/ΕΕ σχετικά με την εναρμονισμένη παροχή διαλειτουργικού eCall σε επίπεδο Ένωσης (ΕΕ L 91 της 3.4.2013, σ. 1).

(5)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(6)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/10


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 586/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2014

σχετικά με παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά την απαγόρευση της αλιείας επάνω από προστατευόμενα ενδιαιτήματα και την ελάχιστη απόσταση από την ακτή και το βάθος για τις μηχανότρατες με ζευγαρωτά σκάφη («gangui») που αλιεύουν σε ορισμένα χωρικά ύδατα της Γαλλίας (Provence — Alpes — Côte d'Azur)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με μέτρα διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο Θάλασσα (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 5 και το άρθρο 13 παράγραφοι 5 και 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 απαγορεύει την αλιεία με δίχτυα τράτας, δράγες, γρι γρι, γρίπους συρόμενους από σκάφος, πεζότρατες ή παρόμοια δίχτυα επάνω από βυθούς με θαλάσσια βλάστηση από, ιδίως, Posidonia oceanica ή άλλα θαλάσσια φανερόγαμα.

(2)

Η Επιτροπή δύναται να επιτρέψει παρέκκλιση από την απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5.

(3)

Το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 απαγορεύει τη χρήση συρόμενων εργαλείων εντός 3 ναυτικών μιλίων από την ακτή ή εντός αποστάσεως από την ακτή μέχρι την ισοβαθή των 50 μέτρων στην περίπτωση που το βάθος αυτό συναντάται σε μικρότερη απόσταση από την ακτή.

(4)

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, η Επιτροπή δύναται να επιτρέψει παρέκκλιση από την απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 5 και 9.

(5)

Στις 18 Μαΐου 2011, η Επιτροπή έλαβε αίτημα από τη Γαλλία για παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, από το άρθρο 13 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και από το άρθρο 13 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, για τη χρήση των μηχανότρατων με ζευγαρωτά σκάφη σε ορισμένες θαλάσσιες ζώνες που βρίσκονται στα χωρικά ύδατα της Γαλλίας, επάνω από βυθούς με θαλάσσια βλάστηση από Ποσειδωνία (Posidonia oceanica) και εντός 3 ναυτικών μιλίων από την ακτή, ανεξαρτήτως βάθους.

(6)

Η Γαλλία υπέβαλε επικαιροποιημένα επιστημονικά και τεχνικά δικαιολογητικά στοιχεία σχετικά με τις εν λόγω παρεκκλίσεις.

(7)

Η επιστημονική, τεχνική και οικονομική επιτροπή αλιείας (ΕΤΟΕΑ) αξιολόγησε το αίτημα παρέκκλισης που υπέβαλαν οι γαλλικές αρχές και το συναφές σχέδιο διαχείρισης κατά την ολομέλειά της η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 11 έως τις 15 Ιουλίου 2011.

(8)

Οι παρεκκλίσεις που ζήτησε η Γαλλία συνάδουν με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 και στο άρθρο 13 παράγραφοι 5 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(9)

Το αίτημα αφορά αλιευτικές δραστηριότητες με σκάφη μέγιστου συνολικού μήκους 12 μέτρων και μέγιστη ισχύ κινητήρα 85 kW με συρόμενα δίχτυα βυθού, που κατά παράδοση ασκείται σε εκτάσεις θαλάσσιας βλάστησης με Ποσειδωνία, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(10)

Οι σχετικές αλιευτικές δραστηριότητες επηρεάζουν περίπου το 27,5 % των εκτάσεων θαλάσσιας βλάστησης Posidonia oceanica εντός της περιοχής που περιλαμβάνει το σχέδιο διαχείρισης και το 9 % της θαλάσσιας βλάστησης στα χωρικά ύδατα της Γαλλίας, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο σημεία ii) και iii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(11)

Υπάρχουν ειδικοί γεωγραφικοί περιορισμοί λόγω του περιορισμένου μεγέθους της υφαλοκρηπίδας.

(12)

Η αλιεία δεν έχει σημαντική επίπτωση στο θαλάσσιο περιβάλλον.

(13)

Η παρέκκλιση που ζητήθηκε από τη Γαλλία αφορά περιορισμένο αριθμό σκαφών, ήτοι 36 μόνον σκάφη.

(14)

Η αλιεία με μηχανότρατες με ζευγαρωτά σκάφη («gangui») έχει ως στόχο ευρεία ποικιλία ειδών που αντιστοιχούν σε μια οικοθέση. Η σύνθεση των αλιευμάτων της αλιείας του είδους αυτού, ιδίως όσον αφορά τον αριθμό των ειδών που αλιεύονται, δεν επιτυγχάνεται με κανένα άλλο αλιευτικό εργαλείο. Συνεπώς, η αλιεία αυτού του είδους δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με άλλα εργαλεία.

(15)

Το σχέδιο διαχείρισης δεν εγγυάται καμία μελλοντική αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας, δεδομένου ότι άδειες αλιείας θα εκδοθούν μόνον για 36 συγκεκριμένα σκάφη στα οποία αντιστοιχεί συνολική προσπάθεια 1 745 kW, και τα οποία έχουν ήδη λάβει άδεια αλιείας από τη Γαλλία.

(16)

Το αίτημα αφορά σκάφη που διαθέτουν ιστορικό αλιείας για πάνω από πέντε έτη και δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο σχεδίου διαχείρισης που εγκρίθηκε από τη Γαλλία στις 15 Απριλίου 2014 (2), σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(17)

Τα εν λόγω σκάφη περιλαμβάνονται σε κατάλογο που κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 13 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(18)

Οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 4, του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο η) και του άρθρου 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(19)

Οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες πληρούν τις απαιτήσεις καταγραφής που προβλέπεται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου (3).

(20)

Οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες δεν παρεμποδίζουν τις δραστηριότητες σκαφών που χρησιμοποιούν άλλα εργαλεία εκτός των διχτυών τράτας, γρι γρι ή παρόμοιων συρόμενων διχτυών.

(21)

Η δραστηριότητα των μηχανότρατων με ζευγαρωτά σκάφη ρυθμίζεται στο γαλλικό σχέδιο διαχείρισης ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα αλιεύματα των ειδών που αναφέρονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 είναι ελάχιστα.

(22)

Οι αλιευτικές δραστηριότητες των μηχανότρατων με ζευγαρωτά σκάφη («gangui») δεν αποσκοπούν στην αλίευση κεφαλόποδων.

(23)

Το σχέδιο διαχείρισης της Γαλλίας περιλαμβάνει μέτρα για την παρακολούθηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 και στο άρθρο 13 παράγραφος 9 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(24)

Ως εκ τούτου, οι παρεκκλίσεις που ζητήθηκαν πρέπει να εγκριθούν.

(25)

Οι γαλλικές αρχές θα πρέπει να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή εγκαίρως και σύμφωνα με το σχέδιο παρακολούθησης που προβλέπεται στο σχέδιο διαχείρισης της Γαλλίας.

(26)

Θα πρέπει να θεσπιστεί περιορισμός όσον αφορά τη διάρκεια της παρέκκλισης ώστε να καταστεί δυνατή η ταχεία λήψη διορθωτικών μέτρων διαχείρισης σε περίπτωση που από την έκθεση προς την Επιτροπή προκύψει ότι η κατάσταση διατήρησης του υπό εκμετάλλευση αποθέματος είναι κακή, και παράλληλα να βελτιωθεί περαιτέρω το επιστημονικό υπόβαθρο που θα επιτρέψει την περαιτέρω βελτίωση του σχεδίου διαχείρισης.

(27)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Παρεκκλίσεις

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 δεν ισχύουν στα χωρικά ύδατα της Γαλλίας που γειτνιάζουν με τις ακτές της περιοχής της Provence — Alpes — Côte d'Azur όσον αφορά τις μηχανότρατες με ζευγαρωτά σκάφη («gangui») οι οποίες:

α)

φέρουν τον αριθμό νηολόγησης που αναφέρεται στο σχέδιο διαχείρισης της Γαλλίας,

β)

διαθέτουν ιστορικό αλιείας στο εν λόγω είδος για πάνω από πέντε έτη και για τις οποίες δεν προβλέπεται αύξηση της αλιευτικής ικανότητας στο μέλλον, και

γ)

διαθέτουν άδεια αλιείας και δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο του σχεδίου διαχείρισης που εγκρίθηκε από τη Γαλλία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

Άρθρο 2

Σχέδιο παρακολούθησης και υποβολή έκθεσης

Η Γαλλία υποβάλλει στην Επιτροπή, εντός τριών ετών μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, έκθεση η οποία πρέπει να έχει συνταχθεί σύμφωνα με το σχέδιο παρακολούθησης που ορίζεται στο σχέδιο διαχείρισης του άρθρου 1 στοιχείο γ).

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος και περίοδος εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται μέχρι τις 6 Ιουνίου 2017.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6.

(2)  Αναφορά JORF αριθ. 0101 της 30ής Απριλίου 2014, σ. 7452.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/13


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 587/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2014

γα τη θέσπιση παρέκκλισης από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά την ελάχιστη απόσταση από την ακτή και το ελάχιστο βάθος θάλασσας που οφείλουν να τηρούν οι πεζότρατες που αλιεύουν σε ορισμένα χωρικά ύδατα της Γαλλίας (Languedoc-Roussillon και Provence — Alpes — Côte d'Azur)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με μέτρα διαχείρισης για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στη Μεσόγειο Θάλασσα (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 απαγορεύει τη χρήση συρόμενων εργαλείων εντός 3 ναυτικών μιλίων από την ακτή ή εντός αποστάσεως από την ακτή μέχρι την ισοβαθή των 50 μέτρων στην περίπτωση που το βάθος αυτό συναντάται σε μικρότερη απόσταση από την ακτή.

(2)

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, η Επιτροπή δύναται να επιτρέψει παρέκκλιση από το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούται μια σειρά από όρους που προβλέπονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 5 και 9.

(3)

Την 1η Οκτωβρίου 2013, η Επιτροπή έλαβε αίτημα από τη Γαλλία για παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού για τη χρήση πεζοτρατών σε ορισμένες θαλάσσιες ζώνες που βρίσκονται στα χωρικά ύδατα της Γαλλίας, ανεξάρτητα από το βάθος.

(4)

Η Γαλλία παρείχε επικαιροποιημένα επιστημονικά και τεχνικά δικαιολογητικά στοιχεία σχετικά με την εν λόγω παρέκκλιση.

(5)

Η Επιστημονική, Τεχνική και Οικονομική Επιτροπή Αλιείας (ΕΤΟΕΑ) αξιολόγησε το αίτημα παρέκκλισης που υπέβαλαν οι αρχές της Γαλλίας και το συναφές σχέδιο διαχείρισης, κατά την ολομέλειά της, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 4 έως τις 8 Νοεμβρίου 2013.

(6)

Η παρέκκλιση που ζητούν οι γαλλικές αρχές συνάδει με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 5 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(7)

Υπάρχουν ειδικές γεωγραφικές δυσχέρειες λόγω του περιορισμένου μεγέθους της υφαλοκρηπίδας.

(8)

Η αλίευση με πεζότρατες δεν έχει σημαντικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον.

(9)

Η παρέκκλιση που ζητήθηκε από τις γαλλικές αρχές αφορά περιορισμένο αριθμό σκαφών, ήτοι 23 μόνον σκάφη.

(10)

Η αλίευση με πεζότρατες πραγματοποιείται από την ακτή σε μικρό βάθος και στοχεύει σε μια ποικιλία ειδών. Η φύση αυτού του τύπου αλιείας είναι τέτοια ώστε η αλίευση να μην μπορεί να πραγματοποιηθεί με οποιοδήποτε άλλο εργαλείο.

(11)

Το σχέδιο διαχείρισης εγγυάται ότι δεν θα υπάρξει καμία μελλοντική αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας, δεδομένου ότι οι άδειες αλιείας θα εκδοθούν μόνο για 23 συγκεκριμένα σκάφη στα οποία αντιστοιχεί συνολική προσπάθεια 1 225 kw, και τα οποία διαθέτουν ήδη άδεια αλιείας από τη Γαλλία.

(12)

Το αίτημα αφορά σκάφη με ιστορικό άνω των πέντε ετών στην αλιεία τα οποία δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο σχεδίου διαχείρισης που εγκρίθηκε από τη Γαλλία στις 15 Απριλίου 2014 (2), σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(13)

Τα εν λόγω σκάφη περιλαμβάνονται σε κατάλογο που κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 13 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(14)

Οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, δεδομένου ότι το γαλλικό σχέδιο διαχείρισης απαγορεύει ρητά την αλίευση πάνω από προστατευόμενα ενδιαιτήματα.

(15)

Οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 δεν ισχύουν, καθώς συνδέονται με μηχανότρατες.

(16)

Όσον αφορά την απαίτηση για συμμόρφωση με το άρθρο 9 παράγραφος 3 για τον καθορισμό του ελάχιστου ανοίγματος ματιών, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, επειδή οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες είναι σε μεγάλο βαθμό επιλεκτικές, έχουν αμελητέα επίπτωση στο θαλάσσιο περιβάλλον και δεν διεξάγονται πάνω από προστατευόμενα ενδιαιτήματα, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006, η Γαλλία επέτρεψε παρέκκλιση από τις διατάξεις αυτές στο πλαίσιο του γαλλικού σχεδίου διαχείρισης.

(17)

Οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες πληρούν τις απαιτήσεις καταγραφής που προβλέπονται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου (3).

(18)

Οι συναφείς αλιευτικές δραστηριότητες δεν παρεμποδίζουν τις δραστηριότητες σκαφών που χρησιμοποιούν άλλα εργαλεία εκτός των διχτυών τράτας, γρίπων ή παρόμοιων συρόμενων διχτυών.

(19)

Η δραστηριότητα των πεζοτρατών αποτελεί αντικείμενο ρύθμισης στο γαλλικό σχέδιο διαχείρισης ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα αλιεύματα των ειδών που αναφέρονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 είναι ελάχιστα.

(20)

Οι πεζότρατες δεν στοχεύουν στην αλίευση κεφαλόποδων.

(21)

Το γαλλικό σχέδιο διαχείρισης περιλαμβάνει μέτρα για την παρακολούθηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 9 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(22)

Ως εκ τούτου, η ζητούμενη παρέκκλιση πρέπει να εγκριθεί.

(23)

Οι γαλλικές αρχές θα πρέπει να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή εγκαίρως και σύμφωνα με το σχέδιο παρακολούθησης που προβλέπεται στο γαλλικό σχέδιο διαχείρισης.

(24)

Το άρθρο 15 παράγραφος 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) προβλέπει ότι, για τα είδη που αποτελούν αντικείμενο της υποχρέωσης εκφόρτωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του ίδιου κανονισμού, η χρήση των αλιευμάτων των ειδών που είναι μικρότερα από το ελάχιστο μέγεθος αναφοράς διατήρησης, περιορίζεται για σκοπούς άλλους πλην της άμεσης ανθρώπινης κατανάλωσης.

(25)

Το γαλλικό σχέδιο διαχείρισης περιλαμβάνει παρέκκλιση όσον αφορά το ελάχιστο μέγεθος των θαλάσσιων οργανισμών για νεογνά σαρδέλας που εκφορτώνονται για ανθρώπινη κατανάλωση και αποτελούν αντικείμενο των αλιευτικών δραστηριοτήτων που ρυθμίζονται με το εν λόγω σχέδιο, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

(26)

Πρέπει να εισαχθεί περιορισμός στη διάρκεια της παρέκκλισης, ώστε να αντανακλά το χρονοδιάγραμμα έναρξης ισχύος της υποχρέωσης εκφόρτωσης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013.

(27)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής αλιείας και υδατοκαλλιέργειας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Παρέκκλιση

Το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 δεν ισχύει στα χωρικά ύδατα της Γαλλίας που γειτνιάζουν με τις ακτές των περιοχών Languedoc-Roussillon και Provence — Alpes — Côte d'Azur όσον αφορά τις πεζότρατες που χρησιμοποιούνται από σκάφη τα οποία:

α)

φέρουν τον αριθμό νηολόγησης που αναφέρεται στο γαλλικό σχέδιο διαχείρισης·

β)

διαθέτουν ιστορικό αλιείας στο εν λόγω είδος για πάνω από πέντε έτη και για τα οποία δεν προβλέπεται αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας στο μέλλον· και

γ)

διαθέτουν άδεια αλιείας και δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο του σχεδίου διαχείρισης που εγκρίθηκε από τη Γαλλία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1967/2006.

Άρθρο 2

Σχέδιο παρακολούθησης και υποβολή έκθεσης

Η Γαλλία οφείλει να υποβάλει στην Επιτροπή, εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, έκθεση η οποία πρέπει να έχει συνταχθεί σύμφωνα με το σχέδιο παρακολούθησης που ορίζεται στο σχέδιο διαχείρισης του άρθρου 1 στοιχείο γ).

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος και περίοδος εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρο

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6.

(2)  JORF (Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής κυβέρνησης) αριθ. 0101 της 30.4.2014, σ. 7452.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, τροποποιήσεως των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 847/96, (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, (ΕΚ) αριθ. 811/2004, (ΕΚ) αριθ. 768/2005, (ΕΚ) αριθ. 2115/2005, (ΕΚ) αριθ. 2166/2005, (ΕΚ) αριθ. 388/2006, (ΕΚ) αριθ. 509/2007, (ΕΚ) αριθ. 676/2007, (ΕΚ) αριθ. 1098/2007, (ΕΚ) αριθ. 1300/2008, (ΕΚ) αριθ. 1342/2008 και καταργήσεως των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93, (ΕΚ) αριθ. 1627/94 και (ΕΚ) αριθ. 1966/2006 (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για την κοινή αλιευτική πολιτική, για την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης του Συμβουλίου 2004/585/ΕΚ (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22).


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 588/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2014

για την τροποποίηση των παραρτημάτων III και IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ανώτατα όρια καταλοίπων για το πορτοκαλέλαιο, την Phlebiopsis gigantea, το γιββερελλικό οξύ, την Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος FE 9901, τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera littoralis, τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera exigua, τον Bacillus firmus I-1582, το S-αψισικό οξύ, το L-ασκορβικό οξύ και τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Helicoverpa armigera μέσα ή πάνω σε ορισμένα προϊόντα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, για τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα ή πάνω στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές φυτικής και ζωικής προέλευσης και για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για το γιββερελλικό οξύ έχουν καθοριστεί ανώτατα όρια καταλοίπων (ΑΟΚ) στο μέρος A του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005. Για την Phlebiopsis gigantea, την Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος FE 9901, τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera littoralis, τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera exigua, τον Bacillus firmus I-1582, το πορτοκαλέλαιο, το S-αψισικό οξύ, το L-ασκορβικό οξύ και τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Helicoverpa armigera δεν είχαν καθοριστεί ειδικά ΑΟΚ ούτε είχαν συμπεριληφθεί οι συγκεκριμένες ουσίες στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005· επομένως, ισχύει η εξ ορισμού τιμή 0,01 mg/kg που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Όσον αφορά την Phlebiopsis gigantea  (2), την Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος FE 9901 (3), τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera littoralis  (4), τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Spodoptera exigua  (5), τον Bacillus firmus I-1582 (6) και τον πυρηνικό πολυεδρικό ιό του Helicoverpa armigera  (7), η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων («η Αρχή») κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω ουσίες δεν είναι παθογόνες για τον άνθρωπο και δεν απαιτείται ποσοτική εκτίμηση του κινδύνου για τους καταναλωτές. Με βάση αυτό το συμπέρασμα, η Επιτροπή θεωρεί ενδεδειγμένο να περιληφθούν οι εν λόγω ουσίες στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005.

(3)

Όσον αφορά το πορτοκαλέλαιο (8), η Αρχή δεν κατέληξε σε συμπέρασμα σχετικά με την εκτίμηση του διατροφικού κινδύνου για τους καταναλωτές, επειδή ορισμένες πληροφορίες δεν ήταν διαθέσιμες και ήταν αναγκαία περαιτέρω εξέταση από τους διαχειριστές κινδύνου. Το πορτοκαλέλαιο είναι φυσικό φυτικό έλαιο και χρησιμοποιείται ως αρωματική ουσία στην ιατρική και σε τρόφιμα. Γι' αυτό θεωρείται σκόπιμο να περιληφθεί η ουσία αυτή προσωρινά στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005 και όσο εκκρεμεί η υποβολή αιτιολογημένης γνώμης της EFSA σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1.

(4)

Όσον αφορά το γιββερελλικό οξύ (9), η Αρχή δεν μπόρεσε να καταλήξει σε συμπέρασμα σχετικά με την εκτίμηση του διατροφικού κινδύνου για τους καταναλωτές, επειδή ορισμένες πληροφορίες δεν ήταν διαθέσιμες και ήταν αναγκαία περαιτέρω εξέταση από τους διαχειριστές κινδύνου. Το γιββερελλικό οξύ είναι ουσία που υπάρχει σε ευρύ φάσμα φυτών. Η Αρχή δεν πρότεινε ΑΟΚ για τα σταφύλια, επειδή φάνηκε ότι τα υπολείμματα ήταν κάτω από το όριο ποσοτικού προσδιορισμού (LOQ) στα κατεργασμένα δείγματα και στα δείγματα ελέγχου και επειδή δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει διάκριση μεταξύ εξωγενούς και φυσικού γιββερελλικού οξέος. Για τους λόγους αυτούς, θεωρείται σκόπιμο να περιληφθεί η ουσία αυτή προσωρινά στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005 και όσο εκκρεμεί η υποβολή αιτιολογημένης γνώμης της EFSA σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1.

(5)

Όσον αφορά το S-αψισικό οξύ (10), η Αρχή δεν μπόρεσε να καταλήξει σε συμπέρασμα για την εκτίμηση του διατροφικού κινδύνου για τους καταναλωτές, επειδή ορισμένες πληροφορίες δεν ήταν διαθέσιμες και ήταν αναγκαία περαιτέρω εξέταση από τους διαχειριστές κινδύνου. Το S-αψισικό οξύ είναι ουσία που υπάρχει στα φυτά. Γι' αυτό, θεωρείται σκόπιμο να περιληφθεί η ουσία αυτή προσωρινά στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005 και όσο εκκρεμεί η υποβολή αιτιολογημένης γνώμης της EFSA σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1.

(6)

Όσον αφορά το L-ασκορβικό οξύ, η Αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα (11) ότι είναι σκόπιμο να περιληφθεί η εν λόγω ουσία στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005.

(7)

Με βάση την επιστημονική γνώμη και τα συμπεράσματα της Αρχής, και λαμβανομένων υπόψη των συναφών με το υπό εξέταση θέμα παραγόντων, οι ενδεικνυόμενες τροποποιήσεις των ΑΟΚ πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005.

(8)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 396/2005 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005, η στήλη για το γιββερελλικό οξύ διαγράφεται.

2.   Στο παράρτημα IV προστίθενται κατ' αλφαβητική σειρά οι ακόλουθες εγγραφές: «πορτοκαλέλαιο (12)», «Phlebiopsis gigantea», «γιββερελλικό οξύ (12)», «Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος FE 9901», «πυρηνικός πολυεδρικός ιός του Spodoptera littoralis», «πυρηνικός πολυεδρικός ιός του Spodoptera exigua», «Bacillus firmus I-1582», «S-αψισικό οξύ (12)», «L-ασκορβικό οξύ» και «πυρηνικός πολυεδρικός ιός του Helicoverpa armigera».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 70 της 16.3.2005, σ. 1.

(2)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης της επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία Phlebiopsis gigantea. EFSA Journal 2013·11(1):3033. [σ. 31] doi:10.2903/j.efsa.2013.3033.

(3)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος FE 9901. EFSA Journal 2012·10(9):2869. [σ. 26] doi:10.2903/j.efsa.2012.2869.

(4)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία Spodoptera littoralis nucleopolyhedrovirus. EFSA Journal 2012·10(9):2864. [σ. 33] doi:10.2903/j.efsa.2012.2864.

(5)  EFSA ομάδα BIOHAZ (ομάδα της EFSA για τις βιολογικές πηγές κινδύνου), 2013. Επιστημονική γνώμη για τη διατήρηση του καταλόγου των βιολογικών παραγόντων QPS που προστίθενται σκοπίμως σε τρόφιμα και ζωοτροφές (επικαιροποίηση 2013). EFSA Journal 2013·11(11):3449, σ. 108 doi:10.2903/j.efsa.2013.3449.

(6)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκτων όσον αφορά τη δραστική ουσία Bacillus firmus I-1582. EFSA Journal 2012·10(10):2868. [σ. 33] doi:10.2903/j.efsa.2012.2868.

(7)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία Helicoverpa armigera nucleopolyhedrovirus. EFSA Journal 2012·10(9):2865. [σ. 31] doi:10.2903/j.efsa.2012.2865.

(8)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία πορτοκαλέλαιο. EFSA Journal 2013·11(2):3090. [σ. 55] doi:10.2903/j.efsa.2013.3090.

(9)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκωων όσον αφορά τη δραστική ουσία γιββερελλικό οξύ. EFSA Journal 2012·10(1):2507. [σ. 45] doi:10.2903/j.efsa.2012.2507.

(10)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, 2013. Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία S-abscisic acid. EFSA Journal 2013·11(8):3341, σ. 78 doi:10.2903/j.efsa.2013.3341.

(11)  Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων· Συμπεράσματα σχετικά με την επιστημονική εξέταση της εκτίμησης επικινδυνότητας φυτοφαρμάκων όσον αφορά τη δραστική ουσία L-ασκορβικό οξύ. EFSA Journal 2013·11(4):3197. [σ. 54] doi:10.2903/j.efsa.2013.3197.

(12)  Ουσίες που περιλαμβάνονται προσωρινά στο παράρτημα IV όσο εκκρεμεί η τελική αξιολόγησή τους βάσει της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ και όσο εκκρεμεί η υποβολή αιτιολογημένης γνώμης της EFSA σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1.


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/18


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 589/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2014

για καθορισμό των μεθόδων δειγματοληψίας και ανάλυσης για τον έλεγχο των επιπέδων των διοξινών, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB σε ορισμένα τρόφιμα και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 252/2012

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της Επιτροπής (2) προβλέπει μέγιστα επίπεδα για τα μη παρόμοια με διοξίνες PCB, για τις διοξίνες και τα φουράνια και για το άθροισμα των διοξινών, των φουρανίων και των παρόμοιων με διοξίνες PCB σε ορισμένα τρόφιμα.

(2)

Η σύσταση 2013/711/ΕΕ της Επιτροπής (3) ορίζει τα επίπεδα ανάληψης δράσης για να ενθαρρυνθεί μια προορατική προσέγγιση για τη μείωση της παρουσίας των πολυχλωριωμένων διβενζο-παρα-διοξινών και των πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDD/F) και των παρόμοιων με διοξίνες PCB στα τρόφιμα. Τα εν λόγω επίπεδα ανάληψης δράσης αποτελούν εργαλείο για τις αρμόδιες αρχές και τις επιχειρήσεις τροφίμων και ζωοτροφών, για την επισήμανση των περιπτώσεων εκείνων στις οποίες είναι σκόπιμο να προσδιοριστεί η πηγή μόλυνσης και να ληφθούν μέτρα για τη μείωση ή την εξάλειψή της.

(3)

Ο κανονισμός (ΕE) αριθ. 252/2012 της Επιτροπής, της 21ης Μαρτίου 2012 (4), ορίζει συγκεκριμένες διατάξεις όσον αφορά τη διαδικασία δειγματοληψίας και τις μεθόδους ανάλυσης που θα εφαρμόζονται για τον επίσημο έλεγχο.

(4)

Οι διατάξεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό αφορούν μόνο τη δειγματοληψία και την ανάλυση των διοξινών, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 και της σύστασης 2013/711/ΕΕ. Δεν επηρεάζουν τη στρατηγική δειγματοληψίας, τα επίπεδα και τη συχνότητα δειγματοληψίας όπως καθορίζονται στα παραρτήματα III και IV στην οδηγία 96/23/EΚ του Συμβουλίου (5). Δεν επηρεάζουν τα κριτήρια στοχοθέτησης της δειγματοληψίας όπως καθορίζονται στην απόφαση 98/179/ΕΚ της Επιτροπής (6).

(5)

Μια αναλυτική μέθοδος διαλογής με ευρέως αποδεκτή επικύρωση και υψηλή απόδοση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ταυτοποίηση των δειγμάτων με σημαντικά επίπεδα PCDD/F και παρόμοιων με διοξίνες PCB (με επιλογή, κατά προτίμηση, δειγμάτων τα οποία υπερβαίνουν τα επίπεδα ανάληψης δράσης και με εξασφάλιση της επιλογής δειγμάτων που υπερβαίνουν τα μέγιστα επίπεδα). Τα επίπεδα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB πρέπει να προσδιορίζονται με επιβεβαιωτική μέθοδο ανάλυσης. Για τον λόγο αυτό είναι σκόπιμο να καθοριστούν, αφενός, κατάλληλες απαιτήσεις για τη μέθοδο διαλογής, που θα διασφαλίζουν ότι το ψευδώς συμμορφούμενο ποσοστό όσον αφορά τα μέγιστα επίπεδα είναι λιγότερο από 5 %, και, αφετέρου, αυστηρές απαιτήσεις για τις επιβεβαιωτικές μεθόδους ανάλυσης. Επιπλέον, οι επιβεβαιωτικές μέθοδοι με επαρκή ευαισθησία επιτρέπουν τον προσδιορισμό των επιπέδων και στην περιοχή χαμηλών επιπέδων υποβάθρου. Αυτό είναι σημαντικό για την παρακολούθηση των χρονικών τάσεων, την αξιολόγηση της έκθεσης και για την εκ νέου αξιολόγηση των μέγιστων επιπέδων και των επιπέδων ανάληψης δράσης.

(6)

Για τη δειγματοληψία των πολύ μεγάλων ψαριών, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί η δειγματοληπτική μέθοδος, ώστε να εξασφαλιστεί εναρμονισμένη προσέγγιση σε όλη την Ένωση.

(7)

Στα ψάρια που ανήκουν στο ίδιο είδος και τα οποία προέρχονται από την ίδια περιοχή, το επίπεδο των διοξινών, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB μπορεί να είναι διαφορετικό, ανάλογα με το μέγεθος και/ή την ηλικία των ψαριών. Επιπλέον, το επίπεδο των διοξινών, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB δεν είναι οπωσδήποτε το ίδιο σε όλα τα μέρη του ψαριού. Επομένως, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν η δειγματοληψία και η προετοιμασία των δειγμάτων έτσι ώστε να εξασφαλιστεί εναρμονισμένη προσέγγιση σε όλη την Ένωση.

(8)

Έχει σημασία η ομοιόμορφη καταγραφή και ερμηνεία των αποτελεσμάτων των αναλύσεων, για να εξασφαλιστεί η εναρμονισμένη εφαρμογή των μέτρων σε όλη την Ένωση.

(9)

Επιπλέον της αεριοχρωματογραφίας/φασματομετρίας μαζών υψηλής διακριτικής ικανότητας (GC-HRMS), η τεχνική πρόοδος και οι εξελίξεις απέδειξαν ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η αεριοχρωματογραφία/δίδυμη φασματομετρία μαζών (GC-MS/MS) ως επιβεβαιωτική μέθοδος για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με το μέγιστο επίπεδο (ML). Επομένως, ο κανονισμός (EΕ) αριθ. 252/2012 του Συμβουλίου πρέπει να αντικατασταθεί από νέο κανονισμό που προβλέπει τη χρήση της αεριοχρωματογραφίας/δίδυμης φασματομετρίας μαζών (GC-MS/MS) ως κατάλληλης επιβεβαιωτικής μεθόδου για έλεγχο της συμμόρφωσης με το μέγιστο επίπεδο.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί και οι συντομογραφίες του παραρτήματος Ι.

Άρθρο 2

Η δειγματοληψία για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων των διοξινών, των φουρανίων, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB στα τρόφιμα που παρατίθενται στο τμήμα 5 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 διεξάγεται σύμφωνα με τις μεθόδους που καθορίζονται στο παράρτημα ΙI του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Η προετοιμασία των δειγμάτων και οι αναλύσεις για τον έλεγχο των επιπέδων των διοξινών, των φουρανίων και των παρόμοιων με διοξίνες PCB στα τρόφιμα που παρατίθενται στο τμήμα 5 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 διεξάγονται σύμφωνα με τις μεθόδους που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Οι αναλύσεις για τον έλεγχο των επιπέδων των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB στα τρόφιμα που παρατίθενται στο τμήμα 5 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 διεξάγονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις για τις μεθόδους ανάλυσης που καθορίζονται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 252/2012 καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό θεωρούνται παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 6

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2006, για καθορισμό μέγιστων επιτρεπτών επιπέδων για ορισμένες ουσίες οι οποίες επιμολύνουν τα τρόφιμα (ΕΕ L 364 της 20.12.2006, σ. 5).

(3)  Σύσταση 2013/711/EΕ της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2013, για τη μείωση της παρουσίας διοξινών, φουρανίων και PCB στις ζωοτροφές και τα τρόφιμα (ΕΕ L 323 της 4.12.2013, σ. 37).

(4)  Κανονισμός (ΕE) αριθ. 252/2012 της Επιτροπής, της 21ης Μαρτίου 2012, για καθορισμό των μεθόδων δειγματοληψίας και ανάλυσης για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων των διοξινών, των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με τις διοξίνες PCB σε ορισμένα τρόφιμα και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1883/2006 (ΕΕ L 84 της 23.3.2012, σ. 1).

(5)  Οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους και κατάργησης των οδηγιών 85/358/ΕΟΚ και 86/469/ΕΟΚ και των αποφάσεων 89/187/ΕΟΚ και 91/664/ΕΟΚ (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10).

(6)  Απόφαση 98/179/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Φεβρουαρίου 1998, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων όσον αφορά την επίσημη δειγματοληψία για τον έλεγχο της ανίχνευσης ορισμένων ουσιών και των καταλοίπων τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους (ΕΕ L 65 της 5.3.1998, σ. 31).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

I.   ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί του παραρτήματος I της απόφασης 2002/657/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Αυγούστου 2002, για εφαρμογή της οδηγίας 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την επίδοση των αναλυτικών μεθόδων και την ερμηνεία των αποτελεσμάτων (1).

Εκτός από τους εν λόγω ορισμούς, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.1.   «Επίπεδο ανάληψης δράσης»: το επίπεδο μιας δεδομένης ουσίας, όπως καθορίζεται στο παράρτημα της σύστασης 2013/711/ΕΕ, το οποίο επιβάλλει τη διεξαγωγή ερευνών για τον προσδιορισμό της πηγής της εν λόγω ουσίας σε περιπτώσεις όπου ανιχνεύονται αυξημένα επίπεδα της ουσίας.

1.2.   «Μέθοδοι διαλογής»: οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την επιλογή των δειγμάτων με επίπεδα PCDD/F και παρόμοιων με διοξίνες PCB που υπερβαίνουν τα μέγιστα επίπεδα ή τα επίπεδα ανάληψης δράσης. Επιτρέπουν την οικονομικά αποδοτική διεκπεραίωση μεγάλων αριθμών δειγμάτων, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες εντοπισμού νέων περιστατικών με υψηλή έκθεση και κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών. Οι μέθοδοι διαλογής βασίζονται σε βιοαναλυτικές μεθόδους ή μεθόδους GC-MS. Τα αποτελέσματα των δειγμάτων που υπερβαίνουν την τιμή αποκοπής για έλεγχο της συμμόρφωσης με το μέγιστο επίπεδο επαληθεύονται με πλήρη εκ νέου ανάλυση από το αρχικό δείγμα με μια επιβεβαιωτική μέθοδο.

1.3.   «Επιβεβαιωτικές μέθοδοι»: μέθοδοι που παρέχουν πλήρεις ή συμπληρωματικές πληροφορίες οι οποίες επιτρέπουν τη σαφή ταυτοποίηση και ποσοτικοποίηση των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB στο μέγιστο επίπεδο ή, σε περίπτωση ανάγκης, στο επίπεδο ανάληψης δράσης. Οι μέθοδοι αυτές χρησιμοποιούν αεριοχρωματογραφία/φασματομετρία μαζών υψηλής διακριτικής ικανότητας (GC-HRMS) ή αεριοχρωματογραφία/δίδυμη φασματομετρία μαζών (GC-MS/MS).

1.4.   «Βιοαναλυτικές μέθοδοι»: μέθοδοι που βασίζονται στη χρήση βιολογικών αρχών όπως οι κυτταρικές δοκιμασίες, οι δοκιμασίες με υποδοχείς ή οι ανοσολογικές δοκιμασίες. Δεν παρέχουν αποτελέσματα στο επίπεδο ομοειδών ουσιών αλλά αποτελούν απλώς μια ένδειξη (2) του επιπέδου TEQ, εκφρασμένου σε βιοαναλυτικά ισοδύναμα (BEQ), για να ληφθεί υπόψη ότι όλες οι ενώσεις που βρίσκονται σε ένα δείγμα εκχυλίσματος και οι οποίες παράγουν απόκριση στη δοκιμασία μπορεί να μην ικανοποιούν όλες τις απαιτήσεις της αρχής TEQ.

1.5.   «Φαινόμενη ανάκτηση βιολογικής δοκιμασίας»: το επίπεδο BEQ υπολογισμένο από την καμπύλη βαθμονόμησης της TCDD ή του PCB 126 με διόρθωση ως προς το τυφλό και κατόπιν διαίρεση διά του επιπέδου TEQ που καθορίζεται με την επιβεβαιωτική μέθοδο. Αποσκοπεί στη διόρθωση παραγόντων όπως η απώλεια PCDD/PCDF και παρόμοιων με διοξίνες ενώσεων κατά τα στάδια της εκχύλισης και του καθαρισμού, οι συνεκχυλιζόμενες ενώσεις που αυξάνουν ή μειώνουν την απόκριση (αγωνιστική και ανταγωνιστική δράση), η ποιότητα της προσαρμογής της καμπύλης ή οι διαφορές μεταξύ των τιμών TEF και REP. Η φαινόμενη ανάκτηση της βιολογικής δοκιμασίας υπολογίζεται από κατάλληλα δείγματα αναφοράς με αντιπροσωπευτικά προφίλ ομοειδών ουσιών κοντά στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης.

1.6.   «Ημιποσοτικές μέθοδοι»: μέθοδοι που παρέχουν κατά προσέγγιση ένδειξη της συγκέντρωσης της προσδιοριζόμενης ουσίας, ενώ το αριθμητικό αποτέλεσμα δεν πληροί τις απαιτήσεις για ποσοτικές μεθόδους.

1.7.   «Αποδεκτό ειδικό όριο ποσοτικού προσδιορισμού μεμονωμένης ομοειδούς ουσίας σε δείγμα»: η χαμηλότερη περιεκτικότητα της προσδιοριζόμενης ουσίας που μπορεί να μετρηθεί με ικανοποιητική στατιστική βεβαιότητα και η οποία πληροί τα κριτήρια ταυτοποίησης που περιγράφονται σε διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα, για παράδειγμα στο πρότυπο EN 16215:2012 (Ζωοτροφές — Προσδιορισμός των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB με την τεχνική GC/HRMS και των δεικτών PCB με την τεχνική GC/HRMS) και/ή στις μεθόδους του Οργανισμού Προστασίας Περιβάλλοντος (EPA) 1613 και 1668 όπως αναθεωρήθηκαν.

Το όριο ποσοτικού προσδιορισμού μιας μεμονωμένης ομοειδούς ουσίας είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ως:

α)

η συγκέντρωση μιας προσδιοριζόμενης ουσίας στο εκχύλισμα δείγματος η οποία παράγει απόκριση των οργάνων σε δύο διαφορετικά ιόντα που πρόκειται να ελεγχθούν με λόγο σήματος προς θόρυβο (S/N) 3:1 για το λιγότερο εντατικό σήμα ανεπεξέργαστων δεδομένων·

ή, εάν, για τεχνικούς λόγους, ο υπολογισμός του λόγου σήματος προς θόρυβο δεν παρέχει αξιόπιστα αποτελέσματα,

β)

το κατώτερο σημείο συγκέντρωσης σε μια καμπύλη βαθμονόμησης που δίνει μια αποδεκτή (≤ 30 %) και συνεπή (μετρημένη τουλάχιστον στην αρχή και στο τέλος μιας αναλυτικής σειράς δειγμάτων) απόκλιση από τον μέσο σχετικό συντελεστή απόκρισης, υπολογισμένη για όλα τα σημεία στην καμπύλη βαθμονόμησης σε κάθε σειρά δειγμάτων (3).

1.8.   «Ανώτερο όριο»: έννοια για την οποία απαιτείται η χρήση του ορίου ποσοτικού προσδιορισμού για τη συμβολή κάθε ομοειδούς ουσίας που δεν προσδιορίζεται ποσοτικά.

1.9.   «Κατώτερο όριο»: έννοια για την οποία απαιτείται η χρήση του μηδενός για τη συμβολή κάθε ομοειδούς ουσίας που δεν προσδιορίζεται ποσοτικά.

1.10.   «Ενδιάμεσο όριο»: έννοια για την οποία απαιτείται η χρήση του μισού ορίου ποσοτικού προσδιορισμού για τη συμβολή κάθε ομοειδούς ουσίας που δεν προσδιορίζεται ποσοτικά.

1.11.   «Παρτίδα»: η ταυτοποιήσιμη ποσότητα τροφίμου που παραδίδεται άπαξ και για την οποία έχει διευκρινιστεί από τον αρμόδιο ότι παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά, όπως είναι η προέλευση, η ποικιλία, το είδος συσκευασίας, ο συσκευαστής, ο αποστολέας ή η σήμανση. Στην περίπτωση ψαριών και αλιευτικών προϊόντων, πρέπει και το μέγεθός τους να είναι συγκρίσιμο. Στην περίπτωση που το μέγεθος και/ή το βάρος του ψαριού δεν είναι συγκρίσιμο σε μια αποστολή, η αποστολή αυτή μπορεί να θεωρηθεί παρτίδα αλλά πρέπει να εφαρμοστεί ειδική διαδικασία δειγματοληψίας.

1.12.   «Υποπαρτίδα»: τμήμα μεγάλης παρτίδας που έχει οριστεί για την εφαρμογή της μεθόδου δειγματοληψίας στο εν λόγω καθορισμένο τμήμα. Κάθε υποπαρτίδα πρέπει να υφίσταται φυσικό διαχωρισμό και να είναι ταυτοποιήσιμη.

1.13.   «Τμήμα δείγματος»: ποσότητα υλικού που λαμβάνεται από ένα μόνο σημείο της παρτίδας ή της υποπαρτίδας.

1.14.   «Συνολικό δείγμα»: το συνδυασμένο σύνολο όλων των τμημάτων δείγματος που έχουν ληφθεί από την παρτίδα ή την υποπαρτίδα.

1.15.   «Εργαστηριακό δείγμα»: αντιπροσωπευτικό τμήμα/ποσότητα του συνολικού δείγματος που προορίζεται για το εργαστήριο.

II.   ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ

BEQ

Βιοαναλυτικά ισοδύναμα

GC

Αεριοχρωματογραφία

HRMS

Φασματομετρία μαζών υψηλής διακριτικής ικανότητας

LRMS

Φασματομετρία μαζών χαμηλής διακριτικής ικανότητας

MS/MS

Δίδυμη φασματομετρία μαζών

PCB

Πολυχλωριωμένα διφαινύλια

PCDD

Πολυχλωριωμένες διβενζο-παρα-διοξίνες

PCDF

Πολυχλωριωμένα διβενζοφουράνια

ΠΕ

Ποιοτικός έλεγχος

REP

Σχετική ισχύς

TEF

Συντελεστής τοξικής ισοδυναμίας

TEQ

Τοξικά ισοδύναμα

TCDD

Τετραχλωροδιβενζοδιοξίνη

U

Διευρυμένη αβεβαιότητα μέτρησης


(1)  Απόφαση 2002/657/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Αυγούστου 2002, για εφαρμογή της οδηγίας 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την επίδοση των αναλυτικών μεθόδων και την ερμηνεία των αποτελεσμάτων (ΕΕ L 221 της 17.8.2002, σ. 8).

(2)  Οι βιοαναλυτικές μέθοδοι δεν είναι ειδικές για τις ομοειδείς ουσίες που περιλαμβάνονται στο σύστημα των TEF (συντελεστών τοξικής ισοδυναμίας). Άλλες ανάλογης δομής ενώσεις με δράση στους AhR (υποδοχείς αρυλικών υδρογονανθράκων) μπορεί να υπάρχουν στο εκχύλισμα δείγματος και να συμβάλλουν στη συνολική απόκριση. Επομένως, τα βιοαναλυτικά αποτελέσματα δεν μπορούν να αποτελούν εκτίμηση αλλά μάλλον ένδειξη του επιπέδου TEQ στο δείγμα.

(3)  Το όριο ποσοτικού προσδιορισμού (LOQ) υπολογίζεται από το κατώτερο σημείο συγκέντρωσης λαμβάνοντας υπόψη την ανάκτηση των εσωτερικών προτύπων και τη φόρτωση δείγματος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΣΗΜΟ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΩΝ ΔΙΟΞΙΝΩΝ (PCDD/PCDF), ΤΩΝ ΠΑΡΟΜΟΙΩΝ ΜΕ ΔΙΟΞΙΝΕΣ PCB ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΗ ΠΑΡΟΜΟΙΩΝ ΜΕ ΔΙΟΞΙΝΕΣ PCB ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΤΡΟΦΙΜΑ

I.   ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Στα τρόφιμα, η λήψη δειγμάτων που προορίζονται για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων των διοξινών (PCDD/PCDF), των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB, που εφεξής αναφέρονται ως διοξίνες και PCB, γίνεται σύμφωνα με τις μεθόδους που περιγράφονται στο παρόν παράρτημα. Τα συνολικά δείγματα που λαμβάνονται με αυτόν τον τρόπο θεωρούνται αντιπροσωπευτικά των παρτίδων ή των υποπαρτίδων από τις οποίες λαμβάνονται. Η συμμόρφωση με τα μέγιστα επίπεδα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 της Επιτροπής για τον ορισμό μέγιστων επιπέδων για ορισμένους επιμολυντές στα τρόφιμα προσδιορίζεται με βάση τα επίπεδα που καθορίζονται στα εργαστηριακά δείγματα.

II.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1.   Προσωπικό

Η δειγματοληψία πραγματοποιείται από εξουσιοδοτημένο προσωπικό όπως ορίζεται από το κράτος μέλος.

2.   Υλικό που υπόκειται σε δειγματοληψία

Κάθε παρτίδα ή υποπαρτίδα που πρόκειται να εξεταστεί αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστής δειγματοληψίας.

3.   Απαραίτητες προφυλάξεις

Κατά τη διάρκεια της δειγματοληψίας και της προετοιμασίας των δειγμάτων λαμβάνονται προφυλάξεις προκειμένου να αποφευχθεί οποιαδήποτε αλλοίωση η οποία μπορεί να τροποποιήσει την περιεκτικότητα σε διοξίνες και PCB, να επηρεάσει αρνητικά τον αναλυτικό προσδιορισμό ή να καταστήσει μη αντιπροσωπευτικά τα συνολικά δείγματα.

4.   Τμήματα δείγματος

Τα τμήματα δείγματος συλλέγονται σε διάφορα σημεία όσο το δυνατόν πιο διεσπαρμένα σε όλη την παρτίδα ή την υποπαρτίδα. Τυχόν παρέκκλιση από τη διαδικασία αυτήν καταγράφεται στο αρχείο που προβλέπεται στο σημείο ΙΙ.8 του παρόντος παραρτήματος.

5.   Προετοιμασία του συνολικού δείγματος

Το συνολικό δείγμα λαμβάνεται με τον συνδυασμό τμημάτων του δείγματος. Το βάρος του συνολικού δείγματος είναι τουλάχιστον 1 kg, εκτός εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, π.χ. στην περίπτωση που έχει ληφθεί για δειγματοληψία μία μόνο συσκευασία ή στην περίπτωση που το προϊόν έχει πολύ μεγάλη εμπορική αξία.

6.   Επαναληπτικά δείγματα

Τα επαναληπτικά δείγματα λαμβάνονται από το ομογενοποιημένο συνολικό δείγμα για λόγους επιβολής, υπεράσπισης και προσφυγής, εκτός εάν η διαδικασία αυτή αντίκειται στους κανόνες των κρατών μελών σχετικά με τα δικαιώματα του υπευθύνου επιχείρησης τροφίμων. Το μέγεθος των εργαστηριακών δειγμάτων που προορίζονται για επιβολή είναι επαρκές ώστε να μπορούν να γίνουν τουλάχιστον δύο αναλύσεις.

7.   Συσκευασία και διαβίβαση των δειγμάτων

Κάθε δείγμα τοποθετείται σε έναν καθαρό περιέκτη από αδρανή ύλη, ο οποίος παρέχει επαρκή προστασία από μόλυνση, από απώλεια των προσδιοριζόμενων ουσιών λόγω απορρόφησης από τα εσωτερικά τοιχώματα του περιέκτη και από οποιαδήποτε φθορά μπορεί να προκύψει κατά τη διάρκεια της μεταφοράς. Λαμβάνονται όλες οι αναγκαίες προφυλάξεις για να αποτραπεί κάθε αλλοίωση της σύνθεσης του δείγματος η οποία μπορεί να επέλθει κατά τη διάρκεια της μεταφοράς ή της αποθήκευσης.

8.   Σφράγιση και σήμανση των δειγμάτων

Κάθε δείγμα που λαμβάνεται για επίσημη χρήση σφραγίζεται στον τόπο της δειγματοληψίας και ταυτοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στα κράτη μέλη.

Για κάθε δειγματοληψία τηρείται αρχείο, το οποίο επιτρέπει τη σαφή ταυτοποίηση κάθε παρτίδας και στο οποίο αναγράφονται η ημερομηνία και ο τόπος δειγματοληψίας, καθώς και κάθε άλλη συμπληρωματική πληροφορία που ενδέχεται να είναι χρήσιμη για τον αναλυτή.

III.   ΣΧΕΔΙΟ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ

Η μέθοδος δειγματοληψίας που εφαρμόζεται εξασφαλίζει ότι το συνολικό δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό της (υπο)παρτίδας που πρόκειται να ελεγχθεί.

1.   Διαίρεση παρτίδων σε υποπαρτίδες

Οι μεγάλες παρτίδες διαιρούνται σε υποπαρτίδες, υπό την προϋπόθεση ότι είναι δυνατός ο φυσικός διαχωρισμός της υποπαρτίδας. Ο πίνακας 1 ισχύει για τα προϊόντα που διατίθενται στο εμπόριο χύμα σε μεγάλα φορτία (π.χ. φυτικά έλαια). Για τα άλλα προϊόντα ισχύει ο πίνακας 2. Δεδομένου ότι το βάρος της παρτίδας δεν αποτελεί πάντα ακριβές πολλαπλάσιο του βάρους των υποπαρτίδων, το βάρος των υποπαρτίδων ενδέχεται να υπερβαίνει το αναφερόμενο βάρος κατά ποσοστό έως 20 %.

Πίνακας 1

Υποδιαίρεση των παρτίδων σε υποπαρτίδες για προϊόντα που διατίθενται στο εμπόριο χύμα

Βάρος παρτίδας (σε τόνους)

Βάρος ή αριθμός υποπαρτίδων

≥ 1 500

500 τόνοι

> 300 και < 1 500

3 υποπαρτίδες

≥ 50 και ≤ 300

100 τόνοι

< 50


Πίνακας 2

Υποδιαίρεση παρτίδων σε υποπαρτίδες για άλλα προϊόντα

Βάρος παρτίδας (σε τόνους)

Βάρος ή αριθμός υποπαρτίδων

≥ 15

15-30 τόνοι

< 15

2.   Αριθμός τμημάτων δείγματος

Το συνολικό δείγμα που απαρτίζεται απ' όλα τα τμήματα του δείγματος είναι τουλάχιστον 1 kg (βλ. σημείο ΙΙ.5 του παρόντος παραρτήματος).

Ο ελάχιστος αριθμός τμημάτων δείγματος που πρέπει να λαμβάνονται από την παρτίδα ή την υποπαρτίδα είναι αυτός που αναφέρεται στους πίνακες 3 και 4.

Στην περίπτωση χύμα υγρών προϊόντων, η παρτίδα ή η υποπαρτίδα αναμειγνύεται όσο το δυνατόν επιμελέστερα και στον βαθμό που αυτό δεν επηρεάζει την ποιότητα του προϊόντος, είτε με χειρωνακτικά είτε με μηχανικά μέσα, αμέσως πριν από τη δειγματοληψία. Στην περίπτωση αυτή, θεωρείται ότι η κατανομή των επιμολυντών σε μια δεδομένη παρτίδα ή υποπαρτίδα είναι ομοιογενής. Επομένως, για τη διαμόρφωση του συνολικού δείγματος αρκεί να ληφθούν τρία τμήματα δείγματος από μία παρτίδα ή υποπαρτίδα.

Τα τμήματα δείγματος έχουν παρόμοιο βάρος. Το βάρος ενός τμήματος δείγματος είναι τουλάχιστον 100 γραμμάρια.

Τυχόν παρέκκλιση από τη διαδικασία αυτή πρέπει να καταγράφεται στο αρχείο που προβλέπεται στο σημείο ΙΙ.8 του παρόντος παραρτήματος. Σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 97/747/ΕΚ για τον καθορισμό των επιπέδων και των συχνοτήτων δειγματοληψίας που προβλέπονται στην οδηγία 96/23/ΕΚ με σκοπό την ανίχνευση ορισμένων ουσιών και καταλοίπων τους που απαντώνται σε ορισμένα ζωικά προϊόντα, το μέγεθος του συνολικού δείγματος για τα αυγά κότας είναι τουλάχιστον 12 αυγά (για χύμα παρτίδες και για παρτίδες που αποτελούνται από μεμονωμένες συσκευασίες, ισχύουν οι πίνακες 3 και 4).

Πίνακας 3

Ελάχιστος αριθμός τμημάτων δείγματος που πρέπει να λαμβάνονται από την παρτίδα ή υποπαρτίδα

Βάρος ή όγκος της παρτίδας/υποπαρτίδας (σε kg ή λίτρα)

Ελάχιστος αριθμός τμημάτων δείγματος που πρέπει να λαμβάνονται

< 50

3

50 έως 500

5

> 500

10

Εάν η παρτίδα ή υποπαρτίδα αποτελείται από μεμονωμένες συσκευασίες ή μονάδες, ο αριθμός των συσκευασιών ή μονάδων που πρέπει να λαμβάνονται για να διαμορφώσουν το συνολικό δείγμα αναφέρεται στον πίνακα 4.

Πίνακας 4

Αριθμός συσκευασιών ή μονάδων (τμημάτων δείγματος) που πρέπει να λαμβάνονται για να διαμορφώσουν το συνολικό δείγμα εάν η παρτίδα ή η υποπαρτίδα αποτελείται από μεμονωμένες συσκευασίες ή μονάδες

Αριθμός συσκευασιών ή μονάδων στην παρτίδα/υποπαρτίδα

Αριθμός συσκευασιών ή μονάδων που πρέπει να λαμβάνονται

1 έως 25

τουλάχιστον 1 συσκευασία ή μονάδα

26 έως 100

περίπου 5 %, τουλάχιστον 2 συσκευασίες ή μονάδες

> 100

περίπου 5 %, το μέγιστο 10 συσκευασίες ή μονάδες

3.   Ειδικές διατάξεις για τη δειγματοληψία παρτίδων που περιέχουν ολόκληρα ψάρια συγκρίσιμου μεγέθους και βάρους

Τα ψάρια θεωρείται ότι έχουν συγκρίσιμο μέγεθος και βάρος στην περίπτωση που η διαφορά μεγέθους και βάρους δεν υπερβαίνει το 50 % περίπου.

Ο αριθμός των τμημάτων δείγματος που πρέπει να λαμβάνονται από την παρτίδα ορίζεται στον πίνακα 3. Το συνολικό δείγμα που απαρτίζεται απ' όλα τα τμήματα δείγματος πρέπει να είναι τουλάχιστον 1 kg (βλ. σημείο ΙΙ.5).

Στην περίπτωση κατά την οποία γίνεται δειγματοληψία σε παρτίδα που περιέχει μικρά ψάρια (ψάρια βάρους < 1 kg περίπου ανά τεμάχιο), ως τμήμα δείγματος για τη διαμόρφωση του συνολικού δείγματος λαμβάνεται ολόκληρο το ψάρι. Στην περίπτωση κατά την οποία το συνολικό δείγμα που προκύπτει ζυγίζει πάνω από 3 kg, τα τμήματα δείγματος μπορούν να αποτελούνται από το μεσαίο τμήμα, βάρους τουλάχιστον 100 gr έκαστο, των ψαριών που αποτελούν το συνολικό δείγμα. Για την ομογενοποίηση του δείγματος χρησιμοποιείται ολόκληρο το τμήμα για το οποίο ισχύει το μέγιστο επίπεδο.

Το μεσαίο τμήμα του ψαριού είναι εκείνο στο οποίο βρίσκεται το κέντρο βάρους. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό βρίσκεται στο ραχιαίο πτερύγιο (στην περίπτωση που το ψάρι έχει ραχιαίο πτερύγιο) ή στο ήμισυ της απόστασης μεταξύ του ανοίγματος των βραγχίων και της κλοάκης.

Στην περίπτωση κατά την οποία γίνεται δειγματοληψία σε παρτίδα που περιέχει μεγαλύτερα ψάρια (βάρους μεγαλύτερου του 1 kg περίπου ανά τεμάχιο), το τμήμα δείγματος αποτελείται από το μεσαίο τμήμα του ψαριού. Κάθε τμήμα δείγματος ζυγίζει τουλάχιστον 100 gr.

Στην περίπτωση ψαριών ενδιάμεσου μεγέθους (περίπου 1-6 kg), το τμήμα δείγματος είναι τεμάχιο που λαμβάνεται από το μεσαίο τμήμα του ψαριού ανάμεσα στο ραχιαίο ψαροκόκαλο και στην κοιλιακή χώρα.

Στην περίπτωση πολύ μεγάλων ψαριών (π.χ. > 6 kg περίπου), το τμήμα δείγματος λαμβάνεται από τη μυώδη σάρκα του ραχιαίου πλευρικού μυός στη δεξιά πλευρά (πρόσθια όψη) στο μεσαίο τμήμα του ψαριού. Σε περίπτωση που προκύπτει σημαντική οικονομική ζημία από τη λήψη αυτού του τεμαχίου από το μεσαίο τμήμα του ψαριού, μπορεί να θεωρηθεί επαρκής η λήψη τριών τμημάτων δείγματος ατομικού βάρους τουλάχιστον 350 gr, ανεξάρτητα από το μέγεθος της παρτίδας ή, εναλλακτικά, μπορεί να ληφθεί ένα ίσο τμήμα από τη μυώδη σάρκα κοντά στην ουρά και ένα από τη μυώδη σάρκα κοντά στο κεφάλι για να διαμορφωθεί το αντιπροσωπευτικό τμήμα δείγματος για το επίπεδο διοξινών σε ολόκληρο το ψάρι.

4.   Δειγματοληψία παρτίδων που περιέχουν ολόκληρα ψάρια διαφορετικού μεγέθους και/ή βάρους

Όσον αφορά τη σύσταση του δείγματος, ισχύουν οι διατάξεις του σημείου III.3.

Στην περίπτωση που υπερέχει μια τάξη/κατηγορία μεγέθους ή βάρους (ποσοστό της παρτίδας περίπου 80 % ή μεγαλύτερο), το δείγμα λαμβάνεται από ψάρια με το επικρατέστερο μέγεθος ή βάρος. Το δείγμα αυτό πρέπει να θεωρείται ότι είναι αντιπροσωπευτικό όλης της παρτίδας.

Στην περίπτωση που δεν υπερέχει καμία τάξη/κατηγορία μεγέθους ή βάρους, πρέπει να εξασφαλιστεί ότι τα ψάρια που επιλέχθηκαν για το δείγμα είναι αντιπροσωπευτικά για την παρτίδα. Το «Guidance document on sampling of whole fishes of different size and/or weight» (Έγγραφο καθοδήγησης για τη δειγματοληψία σε ολόκληρα ψάρια διαφορετικού μεγέθους και/ή βάρους) (1) περιέχει ειδικές κατευθυντήριες γραμμές για τις περιπτώσεις αυτές.

5.   Δειγματοληψία στο στάδιο της λιανικής πώλησης

Η δειγματοληψία τροφίμων στο στάδιο της λιανικής πώλησης γίνεται, εφόσον είναι δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις δειγματοληψίας που ορίζονται στο σημείο ΙΙΙ.2 του παρόντος παραρτήματος.

Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτική μέθοδος δειγματοληψίας στο στάδιο της λιανικής πώλησης, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται επαρκώς η αντιπροσωπευτικότητα της παρτίδας ή της υποπαρτίδας στην οποία εκτελείται η δειγματοληψία.

IV.   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΤΙΔΑΣ Ή ΤΗΣ ΥΠΟΠΑΡΤΙΔΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

1.   Όσον αφορά τα μη παρόμοια με διοξίνες PCB

Η παρτίδα είναι αποδεκτή εάν το αποτέλεσμα της ανάλυσης δεν υπερβαίνει το μέγιστο επίπεδο των μη παρόμοιων με διοξίνες PCB που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης.

Η παρτίδα δεν συμμορφώνεται με το μέγιστο επίπεδο που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 εάν το αποτέλεσμα της ανάλυσης για το ανώτερο όριο που επιβεβαιώνεται από δεύτερη ανάλυση (2) υπερβαίνει το μέγιστο επίπεδο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης. Για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης χρησιμοποιείται ο μέσος όρος των δύο προσδιορισμών, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης.

Η αβεβαιότητα μέτρησης μπορεί να ληφθεί υπόψη σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

με υπολογισμό της διευρυμένης αβεβαιότητας, χρησιμοποιώντας συντελεστή κάλυψης 2, που δίνει επίπεδο εμπιστοσύνης περίπου 95 %. Μια παρτίδα ή υποπαρτίδα δεν συμμορφώνεται με τις προδιαγραφές εάν η τιμή που μετρήθηκε μείον U είναι μεγαλύτερη του καθορισμένου επιτρεπόμενου επιπέδου,

με θέσπιση του ορίου απόφασης (CCα) σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2002/657/ΕΚ της Επιτροπής (σημείο 3.1.2.5 του παραρτήματος Ι της εν λόγω απόφασης —στην περίπτωση ουσιών για τις οποίες έχει καθοριστεί επιτρεπόμενο επίπεδο). Μια παρτίδα ή υποπαρτίδα θεωρείται μη συμμορφούμενη εάν η μετρούμενη τιμή ισούται ή υπερβαίνει το CCα.

Οι προαναφερθέντες κανόνες ισχύουν για τα αποτελέσματα των αναλύσεων που προκύπτουν από το δείγμα που λαμβάνεται για επίσημο έλεγχο. Στην περίπτωση αναλύσεων για σκοπούς υπεράσπισης ή προσφυγής, εφαρμόζεται η εθνική νομοθεσία.

2.   Όσον αφορά τις διοξίνες (PCDD/PCDF) και τα παρόμοια με διοξίνες PCB

Η παρτίδα γίνεται δεκτή εάν το αποτέλεσμα μίας μόνο ανάλυσης

που γίνεται με μέθοδο διαλογής με ποσοστό ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων χαμηλότερο από 5 % δείχνει ότι το επίπεδο δεν υπερβαίνει το αντίστοιχο μέγιστο επίπεδο των PCDD/F και το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB, όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006,

που γίνεται με επιβεβαιωτική μέθοδο δεν υπερβαίνει το αντίστοιχο μέγιστο επίπεδο των PCDD/F και το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB, όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης.

Για δοκιμασίες διαλογής καθορίζεται μια τιμή αποκοπής για την απόφαση σχετικά με τη συμμόρφωση με τα αντίστοιχα μέγιστα επίπεδα τα οποία ορίζονται είτε για τις PCDD/F είτε για το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB.

Η παρτίδα δεν συμμορφώνεται με το μέγιστο επίπεδο που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006 εάν το αποτέλεσμα της ανάλυσης για το ανώτερο όριο, που προκύπτει με επιβεβαιωτική μέθοδο και επιβεβαιώνεται από δεύτερη ανάλυση (3), υπερβαίνει το μέγιστο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης. Για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης χρησιμοποιείται ο μέσος όρος των δύο προσδιορισμών, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης.

Η αβεβαιότητα μέτρησης μπορεί να ληφθεί υπόψη σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

με υπολογισμό της διευρυμένης αβεβαιότητας, χρησιμοποιώντας συντελεστή κάλυψης 2, που δίνει επίπεδο εμπιστοσύνης περίπου 95 %. Μια παρτίδα ή υποπαρτίδα δεν συμμορφώνεται με τις προδιαγραφές εάν η τιμή που μετρήθηκε μείον U είναι μεγαλύτερη του καθορισμένου επιτρεπόμενου επιπέδου. Σε περίπτωση ξεχωριστού προσδιορισμού των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB, πρέπει να χρησιμοποιηθεί το άθροισμα των εκτιμήσεων της διευρυμένης αβεβαιότητας των ξεχωριστών αναλυτικών αποτελεσμάτων των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB για τις εκτιμήσεις της διευρυμένης αβεβαιότητας του αθροίσματος των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB,

με θέσπιση του ορίου απόφασης (CCα) σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2002/657/ΕΚ της Επιτροπής (σημείο 3.1.2.5 του παραρτήματος Ι της εν λόγω απόφασης —στην περίπτωση ουσιών για τις οποίες έχει καθοριστεί επιτρεπόμενο επίπεδο). Μια παρτίδα ή υποπαρτίδα θεωρείται μη συμμορφούμενη εάν η τιμή που μετρήθηκε είναι ίση ή μεγαλύτερη του CCα.

Οι προαναφερθέντες κανόνες ισχύουν για τα αποτελέσματα των αναλύσεων που προκύπτουν από το δείγμα που λαμβάνεται για επίσημο έλεγχο. Στην περίπτωση αναλύσεων για σκοπούς υπεράσπισης ή προσφυγής, εφαρμόζεται η εθνική νομοθεσία.

V.   ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

Τα επίπεδα ανάληψης δράσης αποτελούν εργαλείο για την επιλογή δειγμάτων στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες είναι σκόπιμο να προσδιοριστεί μια πηγή μόλυνσης και να ληφθούν μέτρα για τη μείωση ή την εξάλειψή της. Με τις μεθόδους διαλογής ορίζονται κατάλληλες τιμές αποκοπής για την επιλογή αυτών των δειγμάτων. Στην περίπτωση που απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες για τον προσδιορισμό μιας πηγής και τη μείωση ή την εξάλειψη της μόλυνσης, μπορεί να ενδείκνυται να επιβεβαιωθεί η υπέρβαση του επιπέδου ανάληψης δράσης μέσω δεύτερης ανάλυσης δείγματος χρησιμοποιώντας μια επιβεβαιωτική μέθοδο και λαμβάνοντας υπόψη την αβεβαιότητα μέτρησης (3).


(1)  http://ec.europa.eu/food/food/chemicalsafety/contaminants/dioxins_en.htm

(2)  Η δεύτερη ανάλυση είναι απαραίτητη αν δεν είναι συμμορφούμενο το αποτέλεσμα του πρώτου προσδιορισμού που εφαρμόζει επιβεβαιωτικές μεθόδους με τη χρήση εσωτερικού προτύπου με ισοτοπική επισήμανση 13C για τις σχετικές προσδιοριζόμενες ουσίες. Η δεύτερη ανάλυση είναι απαραίτητη για να αποκλειστεί η πιθανότητα εσωτερικής διασταυρούμενης μόλυνσης ή τυχαίας ανάμειξης των δειγμάτων. Στην περίπτωση που η ανάλυση εκτελείται στο πλαίσιο ενός περιστατικού μόλυνσης, η επιβεβαίωση με δεύτερη ανάλυση μπορεί να παραλειφθεί εάν τα δείγματα που επιλέγονται για ανάλυση μπορούν να συνδεθούν με το περιστατικό μόλυνσης μέσω ιχνηλασιμότητας και το επίπεδο που βρέθηκε υπερβαίνει σημαντικά το μέγιστο επίπεδο.

(3)  Οι εξηγήσεις και οι απαιτήσεις για τη δεύτερη ανάλυση για τον έλεγχο των επιπέδων ανάληψης δράσης είναι ίδιες με εκείνες της υποσημείωσης 2 για τα μέγιστα επίπεδα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΩΝ ΔΙΟΞΙΝΩΝ (PCDD/PCDF) ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΟΜΟΙΩΝ ΜΕ ΔΙΟΞΙΝΕΣ PCB ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΤΡΟΦΙΜΑ

1.   ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα πρέπει να εφαρμόζονται στις αναλύσεις τροφίμων για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων των υποκατεστημένων στις θέσεις 2,3,7,8-πολυχλωριωμένων διβενζο-παρα-διοξινών και των πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDD/F) και των παρόμοιων με τις διοξίνες πολυχλωριωμένων διφαινυλίων (παρόμοιων με διοξίνες PCB) και για άλλους κανονιστικούς σκοπούς.

Ο έλεγχος για την παρουσία PCDD/F και παρόμοιων με διοξίνες PCB στα τρόφιμα μπορεί να διεξαχθεί με δύο διαφορετικούς τύπους αναλυτικών μεθόδων:

α)

Μέθοδοι διαλογής

Ο στόχος των μεθόδων διαλογής είναι η επιλογή των δειγμάτων με επίπεδα PCDD/F και παρόμοιων με διοξίνες PCB που υπερβαίνουν τα μέγιστα επίπεδα ή τα επίπεδα ανάληψης δράσης. Οι μέθοδοι διαλογής επιτρέπουν την οικονομικά αποδοτική διεκπεραίωση μεγάλων αριθμών δειγμάτων, αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες εντοπισμού νέων περιστατικών με υψηλή έκθεση και κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών. Η εφαρμογή τους αποσκοπεί στην αποφυγή ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων. Μπορούν να περιλαμβάνουν βιοαναλυτικές μεθόδους και μεθόδους GC/MS.

Οι μέθοδοι διαλογής συγκρίνουν το αναλυτικό αποτέλεσμα με μια τιμή αποκοπής, παρέχοντας θετική/αρνητική απόφαση για πιθανή υπέρβαση του μέγιστου επιπέδου ή του επιπέδου ανάληψης δράσης. Στα δείγματα όπου υπάρχει υποψία ότι δεν συμμορφώνονται με το μέγιστο επίπεδο, πρέπει να προσδιορίζονται/επιβεβαιώνονται με επιβεβαιωτική μέθοδο η συγκέντρωση PCDD/F και το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB.

Επιπλέον, οι μέθοδοι διαλογής μπορούν να παράσχουν ένδειξη των επιπέδων PCDD/F και παρόμοιων με διοξίνες PCB που περιέχονται στο δείγμα. Σε περίπτωση εφαρμογής βιοαναλυτικών μεθόδων διαλογής, το αποτέλεσμα εκφράζεται σε βιοαναλυτικά ισοδύναμα (BEQ), ενώ σε περίπτωση εφαρμογής φυσικοχημικών μεθόδων GC-MS εκφράζεται σε τοξικά ισοδύναμα (TEQ). Τα αριθμητικά υποδεικνυόμενα αποτελέσματα των μεθόδων διαλογής είναι κατάλληλα για να δείξουν τη συμμόρφωση ή την υπόνοια μη συμμόρφωσης ή την υπέρβαση των επιπέδων ανάληψης δράσης και να παράσχουν μια ένδειξη για το φάσμα των επιπέδων σε περίπτωση παρακολούθησης με επιβεβαιωτικές μεθόδους. Δεν είναι κατάλληλα για σκοπούς όπως η εκτίμηση των ιστορικών επιπέδων, η εκτίμηση της πρόσληψης, η παρακολούθηση της χρονικής εξέλιξης των επιπέδων ή η εκ νέου αξιολόγηση των επιπέδων ανάληψης δράσης και των μέγιστων επιπέδων.

β)

Επιβεβαιωτικές μέθοδοι

Οι επιβεβαιωτικές μέθοδοι επιτρέπουν την αναμφισβήτητη ταυτοποίηση και ποσοτικοποίηση των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB που υπάρχουν σε ένα δείγμα και την παροχή πλήρων στοιχείων σε βάση ομοειδών ουσιών. Ως εκ τούτου, οι μέθοδοι αυτές επιτρέπουν τον έλεγχο των μέγιστων επιπέδων και των επιπέδων ανάληψης δράσης, καθώς και την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων που λαμβάνονται από μεθόδους διαλογής. Επιπλέον, τα αποτελέσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς, όπως ο προσδιορισμός των χαμηλών ιστορικών επιπέδων στον έλεγχο των τροφίμων, η παρακολούθηση της χρονικής εξέλιξης, η αξιολόγηση της έκθεσης του πληθυσμού και η δημιουργία βάσης δεδομένων για πιθανή εκ νέου αξιολόγηση των επιπέδων ανάληψης δράσης και των μέγιστων επιπέδων. Οι μέθοδοι αυτές είναι σημαντικές και για τον καθορισμό προφίλ ομοειδών ουσιών για τον προσδιορισμό της πηγής πιθανής μόλυνσης. Οι μέθοδοι αυτές χρησιμοποιούν GC-HRMS. Για την επιβεβαίωση της συμμόρφωσης ή της μη συμμόρφωσης με το μέγιστο επίπεδο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και GC-MS/MS.

2.   ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Για τον υπολογισμό των τοξικών ισοδυνάμων (TEQ), οι συγκεντρώσεις των μεμονωμένων ουσιών σε ένα δεδομένο δείγμα πολλαπλασιάζονται με τον αντίστοιχο συντελεστή τοξικής ισοδυναμίας τους (TEF), όπως καθορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και αναφέρεται στο προσάρτημα του παρόντος παραρτήματος, και στη συνέχεια αθροίζονται για να εξαχθεί η συνολική συγκέντρωση των παρόμοιων με διοξίνες ενώσεων εκφρασμένη σε τοξικά ισοδύναμα (TEQ).

Οι μέθοδοι διαλογής και οι επιβεβαιωτικές μέθοδοι μπορούν να εφαρμοστούν μόνο για τον έλεγχο συγκεκριμένης μήτρας εάν οι μέθοδοι είναι αρκετά ευαίσθητες ώστε να ανιχνεύουν με αξιόπιστο τρόπο τα επίπεδα στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης.

3.   ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για την αποφυγή της διασταυρούμενης μόλυνσης σε κάθε στάδιο της διαδικασίας δειγματοληψίας και ανάλυσης.

Τα δείγματα πρέπει να αποθηκεύονται και να μεταφέρονται σε κατάλληλους για αποθήκευση περιέκτες από γυαλί, αλουμίνιο, πολυπροπυλένιο ή πολυαιθυλένιο, έτσι ώστε να μην επηρεάζεται η περιεκτικότητα των δειγμάτων σε PCDD/F και σε παρόμοια με διοξίνες PCB. Πρέπει να αφαιρούνται τα ίχνη σκόνης χαρτιού από τον περιέκτη του δείγματος.

Η αποθήκευση και η μεταφορά των δειγμάτων πρέπει να διεξάγονται κατά τρόπο ώστε να διατηρείται η ακεραιότητα του δείγματος του τροφίμου.

Εφόσον ενδείκνυται, λεπτή άλεση και ενδελεχής ανάμειξη κάθε εργαστηριακού δείγματος με τη χρήση μιας διαδικασίας που έχει αποδειχθεί ότι επιτυγχάνει πλήρη ομογενοποίηση (π.χ. ώστε να διέρχεται από κόσκινο με διάμετρο οπών 1 mm)· τα δείγματα πρέπει να αποξηραίνονται πριν από την άλεση, αν η περιεκτικότητα σε υγρασία είναι πολύ υψηλή.

Γενικά είναι σημαντικός ο έλεγχος των αντιδραστηρίων, των αντικειμένων από γυαλί και του εξοπλισμού που ενδέχεται να επηρεάσουν τα αποτελέσματα βάσει των TEQ ή BEQ.

Πραγματοποιείται τυφλός προσδιορισμός εκτελώντας ολόκληρη την αναλυτική διαδικασία και παραλείποντας μόνο το δείγμα.

Για τις βιοαναλυτικές μεθόδους, είναι πολύ σημαντικό να εξετάζεται αν όλα τα αντικείμενα από γυαλί και οι διαλύτες που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση είναι απαλλαγμένα από ενώσεις που επηρεάζουν την ανίχνευση των ενώσεων-στόχων στο πεδίο τιμών εργασίας. Τα αντικείμενα από γυαλί πλένονται με διαλύτες και/ή θερμαίνονται σε θερμοκρασίες κατάλληλες για να αφαιρεθούν από την επιφάνειά τους τα ίχνη των PCDD/F, των παρόμοιων με διοξίνες ενώσεων και των παρεμποδιζουσών ουσιών.

Η ποσότητα των δειγμάτων που χρησιμοποιούνται για την εκχύλιση πρέπει να είναι αρκετή ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις όσον αφορά ένα επαρκώς χαμηλό πεδίο τιμών εργασίας συμπεριλαμβανομένων των συγκεντρώσεων μέγιστου επιπέδου ή επιπέδου ανάληψης δράσης.

Κατά τις ειδικές διαδικασίες προετοιμασίας των δειγμάτων που χρησιμοποιούνται για τα υπό εξέταση προϊόντα τηρούνται οι διεθνώς αποδεκτές κατευθυντήριες γραμμές.

Στην περίπτωση των ψαριών, πρέπει να αφαιρείται το δέρμα επειδή το μέγιστο επίπεδο ισχύει για τη μυώδη σάρκα χωρίς το δέρμα. Ωστόσο, είναι αναγκαίο όλα τα υπολείμματα μυώδους σάρκας και λιπώδους ιστού που βρίσκονται στην εσωτερική πλευρά του δέρματος να αφαιρούνται προσεκτικά και πλήρως από το δέρμα και να προστίθενται στο δείγμα που θα αναλυθεί.

4.   ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), η διαπίστευση των εργαστηρίων γίνεται από αναγνωρισμένο οργανισμό που λειτουργεί σύμφωνα με τον οδηγό ISO 58, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα εργαστήρια εφαρμόζουν μεθόδους διασφάλισης της αναλυτικής ποιότητας. Η διαπίστευση των εργαστηρίων πραγματοποιείται σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO/IEC 17025.

Η επάρκεια των εργαστηρίων αποδεικνύεται με συνεχή επιτυχή συμμετοχή σε διεργαστηριακές μελέτες για τον προσδιορισμό των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB σε σχετικές μήτρες τροφίμων και εύρη συγκέντρωσης.

Τα εργαστήρια που εφαρμόζουν μεθόδους διαλογής για έλεγχο ρουτίνας των δειγμάτων συνεργάζονται στενά με τα εργαστήρια που εφαρμόζουν την επιβεβαιωτική μέθοδο, τόσο για τον έλεγχο ποιότητας όσο και για την επιβεβαίωση του αναλυτικού αποτελέσματος ύποπτων δειγμάτων.

5.   ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΡΕΙ ΜΙΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΟΞΙΝΕΣ (PCDD/F) ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΜΕ ΔΙΟΞΙΝΕΣ PCB.

5.1.   Χαμηλό πεδίο τιμών εργασίας και όρια ποσοτικού προσδιορισμού

Όσον αφορά τις PCDD/F, οι ανιχνεύσιμες ποσότητες πρέπει να είναι στο ανώτερο φάσμα των femtogram (10-15 g) εξαιτίας της εξαιρετικής τοξικότητας ορισμένων από τις ενώσεις αυτές. Για τις περισσότερες ομοειδείς ουσίες PCB, το όριο του ποσοτικού προσδιορισμού στην κλίμακα των νανογραμμαρίων (10-9 g) είναι ήδη επαρκές. Ωστόσο, για τη μέτρηση των πιο τοξικών παρόμοιων με διοξίνες ομοειδών ουσιών PCB (ιδίως των μη-ορθο-υποκατεστημένων ομοειδών ουσιών), η κατώτατη τιμή του πεδίου τιμών εργασίας πρέπει να φτάνει τα χαμηλά επίπεδα των πικογραμμαρίων (10-12 g).

5.2.   Υψηλή εκλεκτικότητα (ειδικότητα)

Οι PCDD/F και τα παρόμοια με διοξίνες PCB πρέπει να διακρίνονται από πολλές άλλες ενώσεις που συνεκχυλίζονται και πιθανώς παρεμποδίζουν τις ενώσεις που είναι παρούσες σε συγκεντρώσεις έως και ορισμένες τάξεις μεγέθους υψηλότερες από εκείνες των προσδιοριζόμενων ουσιών που ενδιαφέρουν. Για τις μεθόδους αεριοχρωματογραφίας/φασματομετρίας μαζών (GC-MS) είναι αναγκαία η διαφοροποίηση μεταξύ των διαφόρων ομοειδών ουσιών, όπως μεταξύ των τοξικών (π.χ. των δεκαεπτά 2,3,7,8-υποκατεστημένων PCDD/F και των δώδεκα παρόμοιων με διοξίνες PCB) και των άλλων ομοειδών ουσιών.

Οι βιοαναλυτικές μέθοδοι μπορούν να ανιχνεύσουν τις ενώσεις-στόχους, όπως το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB. Ο καθαρισμός των δειγμάτων αποσκοπεί στην απομάκρυνση των ενώσεων που οδηγούν σε ψευδώς μη συμμορφούμενα αποτελέσματα ή που μπορούν να μειώσουν την απόκριση οδηγώντας σε ψευδώς συμμορφούμενα αποτελέσματα.

5.3.   Υψηλή ορθότητα (αληθότητα και ακρίβεια, φαινόμενη ανάκτηση βιολογικής δοκιμασίας)

Για τις μεθόδους GC-MS, ο προσδιορισμός παρέχει έγκυρη εκτίμηση της αληθούς συγκέντρωσης σε ένα δείγμα. Η υψηλή ορθότητα (ορθότητα της μέτρησης: η εγγύτητα της συμφωνίας μεταξύ του αποτελέσματος της μέτρησης με την αληθή ή αποδοθείσα τιμή του μετρούμενου μεγέθους) είναι αναγκαία για να αποφευχθεί η απόρριψη του αποτελέσματος της ανάλυσης του δείγματος με βάση την κακή αξιοπιστία της εκτίμησης του επιπέδου TEQ. Η ορθότητα εκφράζεται ως αληθότητα (διαφορά μεταξύ της μέσης τιμής που μετρήθηκε για μια προσδιοριζόμενη ουσία σε ένα πιστοποιημένο υλικό και της πιστοποιημένης τιμής της, που εκφράζεται ως ποσοστό της τιμής αυτής) και ως ακρίβεια (RSDR, σχετική τυπική απόκλιση που υπολογίζεται από τα αποτελέσματα τα οποία προκύπτουν υπό συνθήκες αναπαραγωγιμότητας).

Για τις βιοαναλυτικές μεθόδους, προσδιορίζεται η φαινόμενη ανάκτηση βιολογικής δοκιμασίας.

5.4.   Επικύρωση στην περιοχή του μέγιστου επιπέδου και γενικά μέτρα ποιοτικού ελέγχου

Τα εργαστήρια αποδεικνύουν την επίδοση μιας μεθόδου στο εύρος του μέγιστου επιπέδου, π.χ. 0,5 ×, 1 × και 2 × φορές το μέγιστο επίπεδο με έναν αποδεκτό συντελεστή μεταβλητότητας για επαναλαμβανόμενες αναλύσεις, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επικύρωσης και/ή κατά τη διάρκεια ανάλυσης ρουτίνας.

Διενεργούνται τακτικά μάρτυρες αναφοράς και πειράματα εμβολιασμού δειγμάτων ή αναλύσεις δειγμάτων-μαρτύρων (κατά προτίμηση, εφόσον είναι διαθέσιμο, πιστοποιημένου υλικού αναφοράς) ως μέτρα εσωτερικού ποιοτικού ελέγχου. Τα διαγράμματα ποιοτικού ελέγχου (ΠΕ) για μάρτυρες αναφορές, τα πειράματα εμβολιασμού ή η ανάλυση δειγμάτων-μαρτύρων καταγράφονται και ελέγχονται ώστε να εξασφαλίζεται ότι η αναλυτική επίδοση είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις.

5.5.   Όριο ποσοτικού προσδιορισμού

Για μια βιοαναλυτική μέθοδο διαλογής, ο καθορισμός του LOQ δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά η μέθοδος αποδεικνύει ότι μπορεί να κάνει διάκριση μεταξύ της τυφλής τιμής και της τιμής αποκοπής. Κατά την αναφορά του επιπέδου BEQ καθορίζεται ένα επίπεδο αναφοράς για τη διεκπεραίωση δειγμάτων που εμφανίζουν απόκριση κάτω από αυτό το επίπεδο. Το επίπεδο αναφοράς πρέπει αποδεδειγμένα να είναι τουλάχιστον τριπλάσιο εκείνου των τυφλών δειγμάτων διαδικασίας, με απόκριση χαμηλότερη από το πεδίο τιμών εργασίας. Επομένως, υπολογίζεται με βάση δείγματα που περιέχουν περίπου το απαιτούμενο ελάχιστο επίπεδο των ενώσεων-στόχων και όχι με βάση έναν λόγο σήματος προς θόρυβο (S/N) ή μια τυφλή δοκιμασία.

Το όριο ποσοτικού προσδιορισμού (LOQ) για μια επιβεβαιωτική μέθοδο πρέπει να είναι περίπου το ένα πέμπτο του μέγιστου επιπέδου.

5.6.   Κριτήρια ανάλυσης

Για να προκύψουν αξιόπιστα αποτελέσματα από τις επιβεβαιωτικές μεθόδους ή τις μεθόδους διαλογής, πρέπει να ικανοποιούνται τα ακόλουθα κριτήρια στο εύρος του μέγιστου επιπέδου ή του επιπέδου ανάληψης δράσης για την τιμή TEQ ή την τιμή BEQ, είτε ως συνολική τιμή TEQ (άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB) είτε χωριστά για τις PCDD/F και τα παρόμοια με διοξίνες PCB.

 

Διαλογή με βιοαναλυτικές ή φυσικοχημικές μεθόδους

Επιβεβαιωτικές μέθοδοι

Ποσοστό ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων (2)

< 5 %

 

Αληθότητα

 

– 20 % έως + 20 %

Επαναληψιμότητα (RSDr)

< 20 %

 

Ενδοεργαστηριακή αναπαραγωγιμότητα (RSDR)

< 25 %

< 15 %

5.7.   Ειδικές απαιτήσεις για μεθόδους διαλογής

Για τη διαλογή μπορούν να χρησιμοποιούνται τόσο οι μέθοδοι GC-MS όσο και βιοαναλυτικές μέθοδοι. Για τις μεθόδους GC-MS πρέπει να χρησιμοποιούνται οι απαιτήσεις όπως ορίζονται στο σημείο 6 του παρόντος παραρτήματος. Για τις κυτταρικές βιοαναλυτικές μεθόδους καθορίζονται ειδικές απαιτήσεις στο σημείο 7 του παρόντος παραρτήματος.

Τα εργαστήρια που εφαρμόζουν μεθόδους διαλογής για τον έλεγχο ρουτίνας των δειγμάτων συνεργάζονται στενά με τα εργαστήρια που εφαρμόζουν την επιβεβαιωτική μέθοδο.

Απαιτείται επαλήθευση της επίδοσης της μεθόδου διαλογής κατά τη διάρκεια της ανάλυσης ρουτίνας, μέσω αναλυτικού ποιοτικού ελέγχου και διαρκούς επικύρωσης μεθόδου. Πρέπει να υπάρχει πρόγραμμα συνεχούς ελέγχου των συμμορφούμενων αποτελεσμάτων.

Έλεγχος για πιθανή καταστολή της κυτταρικής απόκρισης και για κυτταροτοξικότητα

Το 20 % των εκχυλισμάτων δείγματος υποβάλλονται σε μέτρηση με διαλογή ρουτίνας τόσο χωρίς όσο και με την προσθήκη 2,3,7,8-TCDD σε ποσότητα που αντιστοιχεί στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης, για να ελεγχθεί αν η απόκριση καταστέλλεται ενδεχομένως από παρεμποδίζουσες ουσίες που περιέχονται στο εκχύλισμα δείγματος. Η μετρούμενη συγκέντρωση του εμβολιασμένου δείγματος συγκρίνεται με το άθροισμα της συγκέντρωσης του μη εμβολιασμένου εκχυλίσματος με τη συγκέντρωση εμβολιασμού. Αν αυτή η μετρούμενη συγκέντρωση είναι χαμηλότερη της υπολογισμένης (άθροισμα) συγκέντρωσης κατά περισσότερο από 25 %, αυτό αποτελεί ένδειξη πιθανής καταστολής του σήματος και το αντίστοιχο δείγμα πρέπει να υποβληθεί σε ανάλυση επιβεβαίωσης. Τα αποτελέσματα παρακολουθούνται σε διαγράμματα ποιοτικού ελέγχου.

Ποιοτικός έλεγχος σε συμμορφούμενα δείγματα

Περίπου το 2 % έως 10 % των συμμορφούμενων δειγμάτων, ανάλογα με τη μήτρα δείγματος και την εργαστηριακή πείρα, επιβεβαιώνονται.

Καθορισμός των ποσοστών των ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων από τα δεδομένα του ποιοτικού ελέγχου

Καθορίζεται το ποσοστό των ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων από τη διαλογή των δειγμάτων κάτω και άνω από το μέγιστο επίπεδο ή το επίπεδο ανάληψης δράσης. Τα πραγματικά ποσοστά ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων πρέπει να είναι μικρότερα από 5 %.

Όταν από τον ποιοτικό έλεγχο σε συμμορφούμενα δείγματα προκύπτουν τουλάχιστον 20 επιβεβαιωμένα αποτελέσματα ανά μήτρα/ομάδα μητρών, τα συμπεράσματα για το ποσοστό των ψευδώς συμμορφούμενων προκύπτουν από αυτήν τη βάση δεδομένων. Τα αποτελέσματα από τα δείγματα που αναλύονται με τις δοκιμές δακτυλίου ή κατά τα συμβάντα μόλυνσης και τα οποία καλύπτουν εύρος συγκέντρωσης έως π.χ. 2 × φορές το μέγιστο επίπεδο (ΜΕ) μπορούν να περιληφθούν επίσης στον ελάχιστο αριθμό των 20 αποτελεσμάτων για την αξιολόγηση του ποσοστού των ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων. Τα δείγματα καλύπτουν τα προφίλ ομοειδών ουσιών με τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης και αντιπροσωπεύουν διάφορες πηγές.

Παρότι οι δοκιμασίες διαλογής αποσκοπούν κατά προτίμηση στην ανίχνευση δειγμάτων που υπερβαίνουν το επίπεδο ανάληψης δράσης, το κριτήριο προσδιορισμού των ποσοστών των ψευδώς συμμορφούμενων είναι το μέγιστο επίπεδο, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης της επιβεβαιωτικής μεθόδου.

Ενδεχομένως μη συμμορφούμενα αποτελέσματα από τη διαλογή πρέπει πάντα να επαληθεύονται με πλήρη εκ νέου ανάλυση του αρχικού δείγματος με επιβεβαιωτική μέθοδο. Τα εν λόγω δείγματα μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση του ποσοστού των ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων. Για τις μεθόδους διαλογής, το ποσοστό των «ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων» είναι το μέρος των αποτελεσμάτων των οποίων η συμμόρφωση επιβεβαιώνεται μέσω της ανάλυσης επιβεβαίωσης, ενώ στην προηγούμενη διαλογή είχε δηλωθεί ότι υπήρχαν υπόνοιες ότι το δείγμα ήταν μη συμμορφούμενο. Ωστόσο, η αξιολόγηση των πλεονεκτημάτων της μεθόδου διαλογής βασίζεται στη σύγκριση των ψευδώς μη συμμορφούμενων δειγμάτων με τον συνολικό αριθμό των δειγμάτων που υποβάλλονται σε έλεγχο. Αυτό το ποσοστό πρέπει να είναι αρκετά χαμηλό για να θεωρείται πλεονεκτική η χρήση της μεθόδου διαλογής.

Τουλάχιστον υπό συνθήκες επικύρωσης, οι βιοαναλυτικές μέθοδοι παρέχουν έγκυρη ένδειξη του επιπέδου TEQ, υπολογισμένου και εκφρασμένου σε BEQ.

Επίσης, για τις βιοαναλυτικές μεθόδους που εφαρμόζονται υπό συνθήκες επαναληψιμότητας, η ενδοεργαστηριακή RSDr είναι κατά κανόνα μικρότερη από την RSDr αναπαραγωγιμότητας.

6.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΕΘΟΔΟΥΣ GC-MS ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΔΙΑΛΟΓΗΣ Ή ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗΣ

6.1.   Αποδεκτές διαφορές μεταξύ επιπέδων WHO-TEQ ανώτερου και κατώτερου ορίου

Η διαφορά μεταξύ ανώτερου και κατώτερου ορίου δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 20 % για την επαλήθευση της υπέρβασης του μέγιστου επιπέδου ή, σε περίπτωση ανάγκης, του επιπέδου ανάληψης δράσης.

6.2.   Έλεγχος ανακτήσεων

Η προσθήκη των εσωτερικών προτύπων PCDD/F υποκατεστημένων από χλώριο στις θέσεις 2,3,7,8 με ισοτοπική επισήμανση 13C και των εσωτερικών προτύπων των παρόμοιων με διοξίνες PCB με ισοτοπική επισήμανση 13C πρέπει να πραγματοποιηθεί πολύ νωρίς, στην αρχή της αναλυτικής μεθόδου, δηλαδή πριν από την εκχύλιση, προκειμένου να επικυρωθεί η αναλυτική διαδικασία. Πρέπει να προστεθεί τουλάχιστον μία ομοειδής ουσία για καθεμία από τις ομόλογες ομάδες των τετρα- έως οκτα-χλωριωμένων ομόλογων ομάδων PCDD/F και τουλάχιστον μία ομοειδής ουσία για καθεμία από τις ομόλογες ομάδες των παρόμοιων με διοξίνες PCB (εναλλακτικά, τουλάχιστον μία ομοειδής ουσία για κάθε φασματομετρικά επιλεγμένη συνάρτηση καταγραφής ιόντων που χρησιμοποιείται για τον έλεγχο των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB). Στην περίπτωση των επιβεβαιωτικών μεθόδων, χρησιμοποιούνται και τα 17 εσωτερικά πρότυπα PCDD/F υποκατεστημένα στις θέσεις 2,3,7,8 με ισοτοπική επισήμανση 13C και τα 12 εσωτερικά πρότυπα των παρόμοιων με διοξίνες PCB με ισοτοπική επισήμανση 13C.

Πρέπει επίσης να προσδιοριστούν οι σχετικοί συντελεστές απόκρισης για τις ομοειδείς ουσίες για τις οποίες δεν προστίθεται κανένα ανάλογο με ισοτοπική επισήμανση 13C με τη χρήση των κατάλληλων διαλυμάτων βαθμονόμησης.

Για τα τρόφιμα φυτικής προέλευσης και τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που περιέχουν λιγότερο από 10 % λίπος, η προσθήκη των εσωτερικών προτύπων είναι υποχρεωτική πριν από την εκχύλιση. Για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που περιέχουν περισσότερο από 10 % λίπος, τα εσωτερικά πρότυπα μπορούν να προστεθούν είτε πριν από την εκχύλιση είτε μετά την εκχύλιση του λίπους. Πραγματοποιείται κατάλληλη επικύρωση της απόδοσης της εκχύλισης, ανάλογα με το στάδιο στο οποίο εισάγονται τα εσωτερικά πρότυπα και με το αν τα αποτελέσματα αναφέρονται με βάση το προϊόν ή το λίπος.

Πριν από την ανάλυση GC-MS, πρέπει να προστεθούν 1 ή 2 πρότυπο(-α) ανάκτησης (υποκατάστατο).

Ο έλεγχος της ανάκτησης είναι αναγκαίος. Για τις επιβεβαιωτικές μεθόδους, οι ανακτήσεις των μεμονωμένων εσωτερικών προτύπων κυμαίνονται από 60 % έως 120 %. Χαμηλότερες ή υψηλότερες ανακτήσεις για μεμονωμένες ομοειδείς ουσίες, ιδίως ορισμένες επτα- και οκτα-χλωριωμένες διβενζο-παρα-διοξίνες και διβενζοφουράνια, είναι αποδεκτές υπό τον όρο ότι η συμβολή τους στην τιμή TEQ δεν υπερβαίνει το 10 % της συνολικής τιμής TEQ (με βάση το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB). Για τις μεθόδους διαλογής GC-MS, οι ανακτήσεις πρέπει να κυμαίνονται από 30 % έως 140 %.

6.3.   Απομάκρυνση παρεμποδιζουσών ουσιών

Πραγματοποιείται διαχωρισμός των PCDD/F από τις παρεμποδίζουσες χλωριωμένες ενώσεις, όπως τα μη παρόμοια με διοξίνες PCB και οι χλωριωμένοι διφαινυλικοί αιθέρες, μέσω κατάλληλων χρωματογραφικών τεχνικών (κατά προτίμηση με στήλη florisil, αλουμίνας και/ή άνθρακα).

Ο διαχωρισμός των ισομερών με αεριοχρωματογραφία είναι επαρκής (< 25 % διακορυφοτιμή από κορυφή σε κορυφή μεταξύ 1,2,3,4,7,8-HxCDF και 1,2,3,6,7,8-HxCDF).

6.4.   Βαθμονόμηση με πρότυπη καμπύλη

Το πεδίο τιμών της καμπύλης βαθμονόμησης καλύπτει το σχετικό πεδίο τιμών των μέγιστων επιπέδων ή των επιπέδων ανάληψης δράσης.

6.5.   Ειδικά κριτήρια για τις επιβεβαιωτικές μεθόδους

Για GC-HRMS:

Στη μέθοδο HRMS, η διακριτική ικανότητα πρέπει τυπικά να είναι ίση ή μεγαλύτερη των 10 000 για ολόκληρο το πεδίο τιμών μάζας σε κοιλάδα 10 %.

Εκπλήρωση περαιτέρω κριτηρίων ταυτοποίησης και επιβεβαίωσης όπως περιγράφεται σε διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα, για παράδειγμα στο πρότυπο EN 16215:2012 (Ζωοτροφές — Προσδιορισμός των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB με την τεχνική GC/HRMS και των δεικτών PCB με την τεχνική GC/HRMS) και/ή στις μεθόδους EPA 1613 και 1668 όπως αναθεωρήθηκαν.

Για GC-MS/MS:

Έλεγχος τουλάχιστον 2 ειδικών μητρικών ιόντων, καθένα με ένα συγκεκριμένο αντίστοιχο θυγατρικό ιόν μετάβασης, για όλες τις επισημασμένες και μη επισημασμένες προσδιοριζόμενες ουσίες στο πεδίο εφαρμογής της ανάλυσης.

Μέγιστη επιτρεπόμενη τιμή ανοχής των σχετικών εντάσεων ιόντων ± 15 % για επιλεγμένα θυγατρικά ιόντα μετάβασης σε σύγκριση με υπολογισμένες ή μετρημένες τιμές (μέσος όρος από πρότυπα βαθμονόμησης), με την εφαρμογή ίδιων συνθηκών MS/MS, ιδίως την ενέργεια σύγκρουσης και την πίεση αερίου σύγκρουσης, για κάθε μετάβαση μιας προσδιοριζόμενης ουσίας.

Η διακριτική ικανότητα για κάθε τετράπολο θα οριστεί ως ίση ή ανώτερη της διακριτικής ικανότητας μάζας μονάδας (διακριτική ικανότητα μάζας μονάδας: επαρκής διακριτική ικανότητα για τον διαχωρισμό δύο κορυφών ανά μία μονάδα μάζας) για την ελαχιστοποίηση πιθανών παρεμβολών στις προσδιοριζόμενες ουσίες που ενδιαφέρουν.

Εκπλήρωση περαιτέρω κριτηρίων όπως περιγράφονται σε διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα, για παράδειγμα στο πρότυπο EN 16215:2012 (Ζωοτροφές — Προσδιορισμός των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB με την τεχνική GC/HRMS και των δεικτών PCB με την τεχνική GC/HRMS) και/ή στις μεθόδους EPA 1613 και 1668 όπως αναθεωρήθηκαν, με εξαίρεση την υποχρέωση για χρήση GC-HRMS.

7.   ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΙΟΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ

Οι βιοαναλυτικές μέθοδοι είναι μέθοδοι που βασίζονται στη χρήση βιολογικών αρχών, όπως οι κυτταρικές δοκιμασίες, οι δοκιμασίες με υποδοχείς ή οι ανοσολογικές δοκιμασίες. Το παρόν σημείο 7 καθορίζει τις απαιτήσεις για τις βιοαναλυτικές μεθόδους γενικά.

Κατ' αρχήν, μια μέθοδος διαλογής ταξινομεί ένα δείγμα ως συμμορφούμενο ή πιθανώς μη συμμορφούμενο. Για τον σκοπό αυτό, το υπολογιζόμενο επίπεδο BEQ συγκρίνεται με την τιμή αποκοπής (βλ. σημείο 7.3). Τα δείγματα κάτω από την τιμή αποκοπής δηλώνονται ως συμμορφούμενα, ενώ τα δείγματα που βρίσκονται στην τιμή αποκοπής ή πάνω από αυτήν υπάρχουν υπόνοιες ότι είναι μη συμμορφούμενα, συνεπώς χρειάζονται ανάλυση με επιβεβαιωτική μέθοδο. Στην πράξη, ένα επίπεδο BEQ που αντιστοιχεί στα 2/3 του μέγιστου επιπέδου μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τιμή αποκοπής υπό τον όρο ότι εξασφαλίζονται ποσοστό ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων κάτω από 5 % και αποδεκτό ποσοστό ψευδώς μη συμμορφούμενων αποτελεσμάτων. Με χωριστά μέγιστα επίπεδα για τις PCDD/F και για το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB, ο έλεγχος της συμμόρφωσης των δειγμάτων χωρίς κλασμάτωση απαιτεί κατάλληλες τιμές αποκοπής της βιολογικής δοκιμασίας για τις PCDD/F. Για τον έλεγχο των δειγμάτων που υπερβαίνουν τα επίπεδα ανάληψης δράσης, η τιμή αποκοπής μπορεί να είναι ένα κατάλληλο ποσοστό του αντίστοιχου επιπέδου ανάληψης δράσης.

Επίσης, στην περίπτωση ορισμένων βιοαναλυτικών μεθόδων, μπορεί να αναφέρεται ένα ενδεικτικό επίπεδο, εκφρασμένο σε BEQ, για τα δείγματα εντός του ορίου λειτουργίας τα οποία υπερβαίνουν το όριο δήλωσης (βλ. σημεία 7.1.1 και 7.1.6).

7.1.   Αξιολόγηση της απόκρισης στη δοκιμή

7.1.1.   Γενικές απαιτήσεις

Κατά τον υπολογισμό των συγκεντρώσεων από μια καμπύλη βαθμονόμησης TCDD, οι τιμές στο χαμηλότερο και υψηλότερο άκρο της καμπύλης θα δείχνουν σημαντική διαφορά [υψηλός συντελεστής μεταβλητότητας (CV)]. Το πεδίο τιμών εργασίας είναι η περιοχή στην οποία αυτός ο CV είναι μικρότερος από 15 %. Το χαμηλότερο άκρο του πεδίου τιμών εργασίας (όριο αναφοράς) πρέπει επίσης να είναι σημαντικά πάνω (τουλάχιστον τρεις φορές) από τα τυφλά δείγματα της διαδικασίας. Το υψηλότερο άκρο του πεδίου τιμών εργασίας αντιπροσωπεύεται συνήθως από την τιμή EC70 (70 % της μέγιστης αποτελεσματικής συγκέντρωσης), αλλά είναι χαμηλότερο αν ο CV είναι μεγαλύτερος από 15 % σε αυτήν την περιοχή. Το πεδίο τιμών εργασίας καθορίζεται κατά την επικύρωση. Οι τιμές αποκοπής (7.3) πρέπει να βρίσκονται εντός του πεδίου τιμών εργασίας.

Τα πρότυπα διαλύματα και τα εκχυλίσματα δειγμάτων υποβάλλονται τουλάχιστον σε δύο δοκιμασίες. Κατά τη διπλή δοκιμή, ένα πρότυπο διάλυμα ή ένα εκχύλισμα-μάρτυρας σε 4 έως 6 φρεάτια κατανεμημένα σε όλη την πλάκα, προκαλεί απόκριση ή συγκέντρωση (δυνατό μόνο στο πεδίο τιμών εργασίας) με βάση CV < 15 %.

7.1.2.   Βαθμονόμηση

7.1.2.1.   Βαθμονόμηση με πρότυπη καμπύλη

Τα επίπεδα στα δείγματα μπορούν να εκτιμηθούν συγκρίνοντας την απόκριση της δοκιμής με μια καμπύλη βαθμονόμησης της TCDD (ή του PCB 126 ή ενός τυποποιημένου μείγματος PCDD/F/παρόμοιου με διοξίνες PCB) για τον υπολογισμό του επιπέδου BEQ στο εκχύλισμα και κατόπιν στο δείγμα.

Οι καμπύλες βαθμονόμησης περιέχουν 8 έως 12 συγκεντρώσεις (τουλάχιστον εις διπλούν), με επαρκή αριθμό συγκεντρώσεων στο χαμηλότερο τμήμα της καμπύλης (πεδίο τιμών εργασίας). Αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα της προσαρμογής της καμπύλης στο πεδίο τιμών εργασίας. Οι τιμές R2 ως τέτοιες έχουν μικρή ή καμία αξία για την εκτίμηση της καταλληλότητας της προσαρμογής σε μη γραμμική παλινδρόμηση. Καλύτερη προσαρμογή επιτυγχάνεται με την ελαχιστοποίηση της διαφοράς μεταξύ των υπολογιζόμενων και των παρατηρούμενων επιπέδων στο πεδίο τιμών εργασίας της καμπύλης (π.χ. με την ελαχιστοποίηση του αθροίσματος των τετραγώνων των καταλοίπων).

Στη συνέχεια, το επίπεδο που υπολογίστηκε στο εκχύλισμα δείγματος διορθώνεται για το επίπεδο BEQ που προκύπτει από ένα τυφλό δείγμα μήτρας/διαλύτη (για να ληφθούν υπόψη οι προσμείξεις από διαλύτες και χημικά που χρησιμοποιήθηκαν) και για τη φαινόμενη ανάκτηση (που υπολογίζεται από το επίπεδο BEQ κατάλληλων δειγμάτων αναφοράς με αντιπροσωπευτικά δείγματα ομοειδών ουσιών περίπου στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης). Για να γίνει μια διόρθωση ανάκτησης, η φαινόμενη ανάκτηση πρέπει να είναι πάντα εντός του απαιτούμενου πεδίου τιμών (βλ. σημείο 7.1.4.). Τα δείγματα αναφοράς που χρησιμοποιούνται για τη διόρθωση ανάκτησης πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του σημείου 7.2.

7.1.2.2.   Βαθμονόμηση με δείγματα αναφοράς

Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια καμπύλη βαθμονόμησης προετοιμασμένη από τουλάχιστον 4 δείγματα αναφοράς (βλ. σημείο 7.2): ένα τυφλό δείγμα μήτρας, συν τρία δείγματα αναφοράς σε 0,5 ×, 1,0 × και 2,0 × φορές το μέγιστο επίπεδο ή το επίπεδο ανάληψης δράσης, εξαλείφοντας την ανάγκη για διόρθωση ως προς το τυφλό και την ανάκτηση. Στην περίπτωση αυτή, η απόκριση της δοκιμής που αντιστοιχεί στα 2/3 του μέγιστου επιπέδου (βλ. 7.3) μπορεί να υπολογιστεί άμεσα από τα δείγματα αυτά και να χρησιμοποιηθεί ως τιμή αποκοπής. Για τον έλεγχο των δειγμάτων που υπερβαίνουν τα επίπεδα ανάληψης δράσης, η τιμή αποκοπής μπορεί να είναι ένα κατάλληλο ποσοστό αυτών των επιπέδων ανάληψης δράσης.

7.1.3.   Ξεχωριστός προσδιορισμός των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB

Τα εκχυλίσματα μπορούν να διαχωριστούν σε κλάσματα που περιέχουν PCDD/F και παρόμοια με διοξίνες PCB, έτσι ώστε να αναφέρονται χωριστά τα επίπεδα TEQ των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB (σε BEQ). Η πρότυπη καμπύλη βαθμονόμησης του PCB 126 χρησιμοποιείται κατά προτίμηση για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων για το κλάσμα που περιέχει τα παρόμοια με διοξίνες PCB.

7.1.4.   Φαινόμενες ανακτήσεις βιολογικής δοκιμασίας

Η «φαινόμενη ανάκτηση βιολογικής δοκιμασίας» υπολογίζεται από κατάλληλα δείγματα αναφοράς με αντιπροσωπευτικά προφίλ ισομερών περίπου στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης και εκφράζεται ως ποσοστό του επιπέδου BEQ σε σύγκριση με το επίπεδο TEQ. Ανάλογα με τον τύπο της δοκιμασίας και των TEF (3) που χρησιμοποιείται, οι διαφορές μεταξύ των συντελεστών TEF και REP για τα παρόμοια με διοξίνες PCB μπορούν να προκαλέσουν χαμηλές φαινόμενες ανακτήσεις για τα παρόμοια με διοξίνες PCB σε σύγκριση με τις PCDD/F. Επομένως, σε περίπτωση ξεχωριστού προσδιορισμού των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB, οι ανακτήσεις βιολογικής δοκιμασίας είναι: για τα παρόμοια με διοξίνες PCB 20 % έως 60 %, για τις PCDD/F 50 % έως 130 % (τα πεδία τιμών ισχύουν για την καμπύλη βαθμονόμησης της TCDD). Επειδή η συμβολή των παρόμοιων με διοξίνες PCB στο άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB μπορεί να είναι διαφορετική μεταξύ διαφορετικών μητρών και δειγμάτων, οι φαινόμενες ανακτήσεις βιολογικής δοκιμασίας πρέπει να είναι από 30 % έως 130 %.

7.1.5.   Έλεγχος ανακτήσεων για καθαρισμό

Κατά την επικύρωση ελέγχεται η απώλεια ενώσεων κατά τη διάρκεια του καθαρισμού. Ένα τυφλό δείγμα εμβολιασμένο με μείγμα των διαφόρων ομοειδών ουσιών υποβάλλεται σε καθαρισμό (n = 3 τουλάχιστον) και η ανάκτηση και η μεταβλητότητα ελέγχονται με επιβεβαιωτική μέθοδο. Η ανάκτηση είναι από 60 % έως 120 %, ιδίως για ομοειδείς ουσίες που συμβάλλουν πάνω από 10 % στο επίπεδο TEQ σε διάφορα μείγματα.

7.1.6.   Όριο αναφοράς

Κατά την αναφορά επιπέδων BEQ, καθορίζεται ένα όριο αναφοράς από σχετικά δείγματα μήτρας που περιέχουν τυπικά προφίλ ομοειδών ουσιών, αλλά όχι από την καμπύλη βαθμονόμησης των προτύπων, εξαιτίας της χαμηλής ακρίβειας στο κατώτερο πεδίο τιμών της καμπύλης. Οι επιδράσεις από την εκχύλιση και τον καθαρισμό πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Το όριο αναφοράς πρέπει να οριστεί σημαντικά (τουλάχιστον 3 φορές) πάνω από το τυφλό δείγμα της διαδικασίας.

7.2.   Χρήση δειγμάτων αναφοράς

Τα δείγματα αναφοράς αντιπροσωπεύουν τη μήτρα του δείγματος, τα προφίλ ομοειδών ουσιών και τα εύρη συγκέντρωσης για τις PCDD/F και τα παρόμοια με διοξίνες PCB περίπου στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης.

Μια τυφλή διαδικασία, ή κατά προτίμηση μια τυφλή μήτρα, και ένα δείγμα αναφοράς στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης πρέπει να περιλαμβάνονται σε κάθε σειρά δοκιμών. Αυτά τα δείγματα πρέπει να υποβάλλονται σε εκχύλιση και σε δοκιμασία ταυτόχρονα υπό τις ίδιες συνθήκες. Το δείγμα αναφοράς πρέπει να παρουσιάζει σαφώς υψηλότερη απόκριση σε σύγκριση με το τυφλό δείγμα, εξασφαλίζοντας έτσι την καταλληλότητα της δοκιμής. Αυτά τα δείγματα μπορούν να χρησιμοποιούνται για διόρθωση ως προς το τυφλό και την ανάκτηση.

Τα δείγματα αναφοράς που επιλέγονται για να γίνει μια διόρθωση ανάκτησης είναι αντιπροσωπευτικά για τα δείγματα της δοκιμής, δηλαδή τα προφίλ των ομοειδών ουσιών δεν οδηγούν σε υποτίμηση των επιπέδων.

Μπορούν να συμπεριλαμβάνονται επιπλέον δείγματα αναφοράς με συγκέντρωση π.χ. 0,5 × και 2 × φορές το μέγιστο επίπεδο ή το επίπεδο ανάληψης δράσης, ώστε να αποδεικνύεται η κατάλληλη επίδοση της δοκιμής στο πεδίο τιμών που ενδιαφέρει για τον έλεγχο του μέγιστου επιπέδου ή του επιπέδου ανάληψης δράσης. Αυτά τα δείγματα, συνδυασμένα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των επιπέδων BEQ στα δείγματα των δοκιμών (7.1.2.2).

7.3.   Καθορισμός των τιμών αποκοπής

Η σχέση μεταξύ των βιοαναλυτικών αποτελεσμάτων σε BEQ και των αποτελεσμάτων από τις επιβεβαιωτικές μεθόδους σε TEQ καθορίζεται [π.χ. με πειράματα βαθμονόμησης συμβατής για τη μήτρα, περιλαμβάνοντας δείγματα αναφοράς εμβολιασμένα με 0, 0,5 ×, 1 × και 2 × φορές το μέγιστο επίπεδο (ΜΕ), με 6 επαναλήψεις για κάθε επίπεδο (n = 24)]. Οι διορθωτικοί συντελεστές (ως προς το τυφλό και την ανάκτηση) μπορούν να εκτιμηθούν από αυτήν τη σχέση αλλά ελέγχονται σε κάθε σειρά δοκιμών συμπεριλαμβάνοντας τυφλές διαδικασίες/μήτρες και δείγματα ανάκτησης (7.2).

Οι τιμές αποκοπής καθορίζονται για να αποφασιστεί αν ένα δείγμα ανταποκρίνεται στα μέγιστα επίπεδα ή για τον έλεγχο των επιπέδων ανάληψης δράσης, αν ενδιαφέρουν, με τα αντίστοιχα μέγιστα επίπεδα ή επίπεδα ανάληψης δράσης που έχουν οριστεί είτε μόνο για τις PCDD/F και τα παρόμοια με διοξίνες PCB, είτε για το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB. Αντιπροσωπεύονται από το κατώτερο άκρο της κατανομής των βιοαναλυτικών αποτελεσμάτων (διορθωμένων ως προς το τυφλό και την ανάκτηση) το οποίο αντιστοιχεί στο όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου με επίπεδο εμπιστοσύνης 95 %, δηλαδή με ποσοστό ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων < 5 % και RSDR < 25 %. Το όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου είναι το μέγιστο επίπεδο, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας μέτρησης.

Στην πράξη, η τιμή αποκοπής (σε BEQ) μπορεί να υπολογιστεί με τις ακόλουθες προσεγγίσεις (βλ. σχήμα 1):

7.3.1.   Χρήση της χαμηλότερης περιοχής του διαστήματος πρόβλεψης 95 % στο όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου

Formula

όπου:

BEQDL

το BEQ αντιστοιχεί στο όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου και είναι το ΜE συμπεριλαμβανομένης της αβεβαιότητας μέτρησης

sy,x

τυπική απόκλιση καταλοίπων

t α,f=m-2

συντελεστής Student (α = 5 %, f = βαθμοί ελευθερίας, μονόπλευρος έλεγχος)

m

συνολικός αριθμός σημείων βαθμονόμησης (δείκτης j)

n

αριθμός επαναλήψεων σε κάθε επίπεδο

xi

συγκέντρωση δείγματος (σε TEQ) του σημείου βαθμονόμησης i όπως καθορίζεται από μια επιβεβαιωτική μέθοδο

Formula

μέση τιμή συγκεντρώσεων (σε TEQ) όλων των δειγμάτων βαθμονόμησης

Qxx

=

Formula

i

=

δείκτης του σημείου βαθμονόμησης i

7.3.2.   Υπολογισμός από βιοαναλυτικά αποτελέσματα (διορθωμένα ως προς το τυφλό και την ανάκτηση) πολλαπλών (n > 6) αναλύσεων δειγμάτων επιμολυσμένων στο όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου, ως το κατώτερο άκρο της κατανομής των δεδομένων στην αντίστοιχη μέση τιμή BEQ:

Formula

όπου:

SDR

τυπική απόκλιση των αποτελεσμάτων βιολογικής δοκιμασίας στο BEQDL, μετρούμενη υπό συνθήκες ενδοεργαστηριακής αναπαραγωγιμότητας

7.3.3.   Υπολογισμός ως μέση τιμή των βιοαναλυτικών αποτελεσμάτων (σε BEQ, που διορθώνονται ως προς το τυφλό και την ανάκτηση) πολλαπλών (n > 6) αναλύσεων δειγμάτων επιμολυσμένων στα 2/3 του μέγιστου επιπέδου ή του επιπέδου ανάληψης δράσης. Αυτή η διαδικασία βασίζεται στην παρατήρηση ότι αυτό το επίπεδο θα είναι περίπου η τιμή αποκοπής που καθορίζεται στο σημείο 7.3.1 ή 7.3.2.

Σχήμα 1

Image

Υπολογισμός των τιμών αποκοπής με επίπεδο εμπιστοσύνης 95 %, δηλαδή με ποσοστό ψευδώς συμμορφούμενων αποτελεσμάτων < 5 % και RSDR < 25 %:

1.

από τη χαμηλότερη περιοχή του διαστήματος πρόβλεψης 95 % στο όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου,

2.

από πολλαπλές (n>6) αναλύσεις δειγμάτων επιμολυσμένων στο όριο απόφασης της επιβεβαιωτικής μεθόδου ως του κατώτερου άκρου της κατανομής δεδομένων (που παριστάνεται στο σχήμα με κωδωνοειδή καμπύλη) στην αντίστοιχη μέση τιμή BEQ.

7.3.4.   Περιορισμοί στις τιμές αποκοπής:

Οι τιμές αποκοπής βάσει των BEQ που υπολογίζονται από την RSDR η οποία επιτυγχάνεται κατά την επικύρωση με τη χρήση περιορισμένου αριθμού δειγμάτων με διαφορετικά προφίλ μήτρας/ομοειδών ουσιών μπορεί να είναι υψηλότερες από τα μέγιστα επίπεδα ή τα επίπεδα ανάληψης δράσης βάσει των TEQ, λόγω μεγαλύτερης ακρίβειας από εκείνη που επιτυγχάνεται στις αναλύσεις ρουτίνας όταν πρέπει να ελεγχθεί ένα άγνωστο φάσμα πιθανών προφίλ ομοειδών ουσιών. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι τιμές αποκοπής υπολογίζονται από μια RSDR = 25 % ή προτιμώνται τα δύο τρίτα του μέγιστου επιπέδου ή του επιπέδου ανάληψης δράσης.

7.4.   Χαρακτηριστικά επίδοσης

Καθώς δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εσωτερικά πρότυπα σε βιοαναλυτικές μεθόδους, πραγματοποιούνται δοκιμές επαναληψιμότητας προκειμένου να αντληθούν πληροφορίες σχετικά με την τυπική απόκλιση στα πλαίσια μιας σειράς δοκιμών και μεταξύ σειρών δοκιμών. Η επαναληψιμότητα είναι κάτω από 20 % και η διεργαστηριακή αναπαραγωγιμότητα κάτω από 25 %. Αυτό βασίζεται στα υπολογιζόμενα επίπεδα σε BEQ μετά τη διόρθωση ως προς το τυφλό και την ανάκτηση.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας επικύρωσης, η δοκιμή πρέπει να αποδεικνύει ότι μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ ενός τυφλού δείγματος και ενός επιπέδου στην τιμή αποκοπής, επιτρέποντας έτσι την ταυτοποίηση δειγμάτων πάνω από την αντίστοιχη τιμή αποκοπής (βλ. 7.1.2).

Καθορίζονται οι στοχευόμενες ενώσεις, οι πιθανές παρεμποδίσεις και τα μέγιστα ανεκτά επίπεδα τυφλού.

Η ποσοστιαία τυπική απόκλιση στην απόκριση ή τη συγκέντρωση που υπολογίζεται με βάση την απόκριση (είναι δυνατή μόνο στο πεδίο τιμών εργασίας) σε έναν τριπλό προσδιορισμό ενός εκχυλίσματος δείγματος δεν πρέπει να είναι άνω του 15 %.

Τα μη διορθωμένα αποτελέσματα των δειγμάτων αναφοράς εκφρασμένα σε BEQ (τυφλό και στο μέγιστο επίπεδο ή στο επίπεδο ανάληψης δράσης) χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της επίδοσης της βιοαναλυτικής μεθόδου για μια σταθερή χρονική περίοδο.

Τα διαγράμματα ποιοτικού ελέγχου (ΠΕ) για τις τυφλές διαδικασίες και κάθε είδος δείγματος αναφοράς καταγράφονται και ελέγχονται ώστε να εξασφαλιστεί ότι η επίδοση της ανάλυσης είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις, ιδίως για τις τυφλές διαδικασίες ως προς την απαιτούμενη ελάχιστη διαφορά με το χαμηλότερο άκρο του πεδίου τιμών εργασίας και για τα δείγματα αναφοράς ως προς την ενδοεργαστηριακή αναπαραγωγιμότητα. Οι τυφλές διαδικασίες πρέπει να ελέγχονται καλά προκειμένου να αποφεύγονται τα ψευδώς συμμορφούμενα αποτελέσματα σε περίπτωση αφαίρεσής τους.

Τα αποτελέσματα των επιβεβαιωτικών μεθόδων των δειγμάτων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι δεν συμμορφώνονται και 2 % έως 10 % των συμμορφούμενων δειγμάτων (τουλάχιστον 20 δείγματα ανά μήτρα) διορθώνονται και χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της επίδοσης της μεθόδου διαλογής και της σχέσης μεταξύ BEQ και TEQ. Αυτή η βάση δεδομένων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκ νέου αξιολόγηση των τιμών αποκοπής που ισχύουν για τα δείγματα ρουτίνας για τις επικυρωμένες μήτρες.

Η επιτυχής επίδοση μιας μεθόδου μπορεί επίσης να αποδειχθεί με συμμετοχή σε δοκιμές δακτυλίου. Τα αποτελέσματα από τα δείγματα που αναλύονται σε δοκιμές δακτυλίου και καλύπτουν εύρος συγκέντρωσης πάνω από, π.χ., 2 × φορές το ΜΕ μπορούν να περιληφθούν επίσης στην αξιολόγηση του ποσοστού των ψευδώς συμμορφούμενων, εφόσον ένα εργαστήριο είναι σε θέση να αποδείξει επιτυχή επίδοση. Τα δείγματα καλύπτουν τα προφίλ ομοειδών ουσιών με τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης και αντιπροσωπεύουν διάφορες πηγές.

Κατά τη διάρκεια περιστατικών μπορούν να επαναξιολογούνται οι τιμές αποκοπής, ώστε να αντιπροσωπεύουν καλύτερα τα συγκεκριμένα προφίλ μήτρας και ομοειδών ουσιών του μεμονωμένου περιστατικού.

8.   ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ

Επιβεβαιωτικές μέθοδοι

Εφόσον η χρησιμοποιούμενη διαδικασία ανάλυσης το επιτρέπει, τα αποτελέσματα της ανάλυσης περιέχουν τα επίπεδα των μεμονωμένων ομοειδών ουσιών των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB και αναφέρονται ως κατώτατο όριο, ανώτατο όριο και ενδιάμεσο όριο, προκειμένου να περιλαμβάνουν τον μέγιστο αριθμό πληροφοριών στην αναφορά των αποτελεσμάτων και να διευκολύνεται έτσι η ερμηνεία των αποτελεσμάτων σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις.

Η αναφορά περιλαμβάνει επίσης τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για την εκχύλιση των PCDD/F, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των λιπιδίων. Για τα δείγματα τροφίμων, η περιεκτικότητα του δείγματος σε λιπίδια καθορίζεται και αναφέρεται με μέγιστα επίπεδα που εκφράζονται με βάση το λίπος και την αναμενόμενη συγκέντρωση λίπους στο πεδίο τιμών 0-2 % (σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία). Για άλλα δείγματα, ο καθορισμός της περιεκτικότητας σε λιπίδια είναι προαιρετικός.

Οι ανακτήσεις των μεμονωμένων εσωτερικών προτύπων πρέπει να γνωστοποιούνται στην περίπτωση που οι ανακτήσεις αυτές είναι εκτός του πεδίου τιμών που αναφέρεται στο σημείο 6.2, στην περίπτωση που υπερβαίνουν το μέγιστο επίπεδο (σε αυτήν την περίπτωση, οι ανακτήσεις για μία από τις δύο δεύτερες αναλύσεις) και σε άλλες περιπτώσεις κατόπιν αίτησης.

Καθώς η αβεβαιότητα μέτρησης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν κρίνεται η συμμόρφωση ενός δείγματος, αυτή η παράμετρος πρέπει επίσης να γνωστοποιείται. Επομένως, τα αποτελέσματα της ανάλυσης αναφέρονται ως «x +/– U», όπου x είναι το αποτέλεσμα της ανάλυσης και U είναι η διευρυμένη αβεβαιότητα μέτρησης, χρησιμοποιώντας συντελεστή κάλυψης 2 ο οποίος δίνει επίπεδο εμπιστοσύνης περίπου 95 %. Σε περίπτωση ξεχωριστού προσδιορισμού των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB, το άθροισμα της εκτίμησης της διευρυμένης αβεβαιότητας των ξεχωριστών αναλυτικών αποτελεσμάτων των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB πρέπει να χρησιμοποιείται για το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB.

Εάν λαμβάνεται υπόψη η αβεβαιότητα μέτρησης στην εφαρμογή του CCα (όπως περιγράφεται στο παράρτημα II, σημείο IV. 2), η παράμετρος αυτή αναφέρεται.

Τα αποτελέσματα εκφράζονται στις ίδιες μονάδες και με τον ίδιο (τουλάχιστον) αριθμό σημαντικών ψηφίων ως τα μέγιστα επίπεδα που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006.

Βιοαναλυτικές μέθοδοι διαλογής

Το αποτέλεσμα της διαλογής εκφράζεται ως συμμορφούμενο ή πιθανώς μη συμμορφούμενο («ύποπτο»).

Επιπλέον, μπορεί να δοθεί ένα αποτέλεσμα για τις PCDD/F και/ή τα παρόμοια με διοξίνες PCB εκφρασμένο σε βιοαναλυτικά ισοδύναμα (BEQ) (όχι TEQ) (βλ. παράρτημα III, σημείο 1). Τα δείγματα με απόκριση κάτω από το όριο αναφοράς εκφράζονται με αυτήν την ένδειξη.

Για κάθε είδος μήτρας δείγματος η αναφορά αναφέρει το μέγιστο επίπεδο ή το επίπεδο ανάληψης δράσης στο οποίο βασίζεται η αξιολόγηση.

Η αναφορά αναφέρει το είδος της εφαρμοζόμενης δοκιμής, τη βασική αρχή της δοκιμής και το είδος της βαθμονόμησης.

Η αναφορά περιλαμβάνει επίσης τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για την εκχύλιση των PCDD/F, των παρόμοιων με διοξίνες PCB και των λιπιδίων. Για τα δείγματα τροφίμων η περιεκτικότητα του δείγματος σε λιπίδια πρέπει να καθορίζεται και να αναφέρεται με μέγιστα επίπεδα ή επίπεδα ανάληψης δράσης που εκφράζονται με βάση το λίπος και την αναμενόμενη συγκέντρωση λιπαρών ουσιών στο πεδίο τιμών 0-2 % (σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία). Για άλλα δείγματα ο καθορισμός της περιεκτικότητας σε λιπίδια είναι προαιρετικός.

Στην περίπτωση δειγμάτων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι είναι μη συμμορφούμενα, η αναφορά πρέπει να περιλαμβάνει ένα σημείωμα σχετικά με τη δράση που πρέπει να αναληφθεί. Στα δείγματα που παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα, πρέπει να προσδιορίζεται/επιβεβαιώνεται με επιβεβαιωτική μέθοδο η συγκέντρωση PCDD/F και το άθροισμα των PCDD/F και των παρόμοιων με διοξίνες PCB.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).

(2)  όσον αφορά τα μέγιστα επίπεδα

(3)  Οι τρέχουσες απαιτήσεις βασίζονται στους TEF που δημοσιεύτηκαν στο: M. Van den Berg et al, Toxicol Sci 93 (2), 223–241 (2006).

Προσάρτημα στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Οι WHO-TEF για την αξιολόγηση της επικινδυνότητας για τον άνθρωπο βασίζονται στα συμπεράσματα της συνεδρίασης εμπειρογνωμόνων του Διεθνούς Προγράμματος για την ασφάλεια των χημικών ουσιών (IPCS) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), που διεξήχθη στη Γενεύη τον Ιούνιο του 2005 (Martin van den Berg et al., The 2005 World Health Organization Re-evaluation of Human and Mammalian Toxic Equivalency Factors for Dioxins and Dioxin-like Compounds. Toxicological Sciences 93(2), 223–241 (2006))

Ομοειδής ουσία

Τιμή TEF

Ομοειδής ουσία

Τιμή TEF

Διβενζο-παρα-διοξίνες (PCDD)

«Παρόμοια με διοξίνες» PCB

Μη-ορθο PCB + Μονο-ορθο PCB

2,3,7,8-TCDD

1

Μη-oρθο PCB

1,2,3,7,8-PeCDD

1

1,2,3,4,7,8-HxCDD

0,1

PCB 77

0,0001

1,2,3,6,7,8-HxCDD

0,1

PCB 81

0,0003

1,2,3,7,8,9-HxCDD

0,1

PCB 126

0,1

1,2,3,4,6,7,8-HpCDD

0,01

PCB 169

0,03

OCDD

0,0003

 

 

Διβενζοφουράνια («PCDF»)

Μονο-oρθο-PCB

2,3,7,8-TCDF

0,1

PCB 105

0,00003

1,2,3,7,8-PeCDF

0,03

PCB 114

0,00003

2,3,4,7,8-PeCDF

0,3

PCB 118

0,00003

1,2,3,4,7,8-HxCDF

0,1

PCB 123

0,00003

1,2,3,6,7,8-HxCDF

0,1

PCB 156

0,00003

1,2,3,7,8,9-HxCDF

0,1

PCB 157

0,00003

2,3,4,6,7,8-HxCDF

0,1

PCB 167

0,00003

1,2,3,4,6,7,8-HpCDF

0,01

PCB 189

0,00003

1,2,3,4,7,8,9-HpCDF

0,01

 

 

OCDF

0,0003

 

 

Συντομογραφίες που χρησιμοποιήθηκαν: «T» = τετρα· «Pe» = πεντα «Hx» = εξα· «Hp» = επτα· «O» = οκτα· «CDD» = χλωροδιβενζοδιοξίνη «CDF» = χλωροδιβενζοφουράνιο· «CB» = χλωροδιφαινύλιο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΘΟΔΟΥΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΣΗΜΟ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΩΝ ΜΗ ΠΑΡΟΜΟΙΩΝ ΜΕ ΔΙΟΞΙΝΕΣ PCB (PCB # 28, 52, 101, 138, 153, 180) ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΤΡΟΦΙΜΑ

Οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα εφαρμόζονται στις αναλύσεις τροφίμων για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων των μη παρόμοιων με διοξίνες πολυχλωριωμένων διφαινυλίων (μη παρόμοιων με διοξίνες PCB) και για άλλους κανονιστικούς σκοπούς.

1.   Ισχύουσες μέθοδοι ανίχνευσης:

Αεριοχρωματογραφία/Ανίχνευση σύλληψης ηλεκτρονίων (GC-ECD), GC-LRMS, GC-MS/MS, GC-HRMS ή ισοδύναμες μέθοδοι.

2.   Ταυτοποίηση και επιβεβαίωση των προσδιοριζόμενων ουσιών που ενδιαφέρουν:

Σχετικός χρόνος κατακράτησης σε σχέση με τα εσωτερικά πρότυπα ή πρότυπα αναφοράς (αποδεκτή απόκλιση +/– 0,25 %).

Διαχωρισμός με αεριοχρωματογραφία και των έξι δεικτών PCB (PCB 28, PCB 52, PCB 101, PCB 138, PCB 153 και PCB 180) από παρεμποδίζουσες ουσίες, κυρίως συνεκλουόμενα PCB, ιδίως αν τα επίπεδα των δειγμάτων είναι στο πεδίο τιμών των νόμιμων ορίων και πρέπει να επιβεβαιωθεί η μη συμμόρφωση.

(Ομοειδείς ουσίες που διαπιστώνεται συχνά ότι είναι συνεκλουόμενες είναι, π.χ., τα PCB 28/31, PCB 52/69 και PCB 138/163/164. Για τη μέθοδο GC-MS πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη πιθανές παρεμποδίσεις από θραύσματα ομοειδών ουσιών ανώτερου βαθμού χλωριώσεως.)

Για τεχνικές GC-MS:

Έλεγχος τουλάχιστον:

δύο συγκεκριμένων ιόντων για την HRMS,

δύο συγκεκριμένων ιόντων με m/z > 200 ή τριών συγκεκριμένων ιόντων με m/z > 100 για την LRMS,

1 μητρικού ιόντος και 2 θυγατρικών ιόντων για την MS-MS.

Μέγιστες επιτρεπόμενες τιμές ανοχής για τις σχέσεις ισοτοπικών αναλογιών των επιλεγμένων θραυσμάτων μαζών:

Σχετική απόκλιση της σχέσης ισοτοπικών αναλογιών των επιλεγμένων θραυσμάτων μαζών από τη θεωρητική ισοτοπική σύσταση ή το πρότυπο βαθμονόμησης για το στοχευόμενο ιόν (το πιο άφθονο ιόν που παρακολουθείται) και τα προσδιοριστικά ιόντα:

Σχετική ένταση των προσδιοριστικών ιόντων σε σύγκριση με το στοχευόμενο ιόν

GC-EI-MS

(σχετική απόκλιση)

GC-CI-MS, GC-MSn

(σχετική απόκλιση)

> 50 %

± 10 %

± 20 %

> 20 % έως 50 %

± 15 %

± 25 %

> 10 % έως 20 %

± 20 %

± 30 %

≤ 10 %

± 50 % (1)

± 50 % (1)

Για GC-ECD:

Επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων που υπερβαίνουν την τιμή ανοχής με δύο στήλες GC με στατικές φάσεις διαφορετικής πολικότητας.

3.   Απόδειξη της επίδοσης της μεθόδου:

Επικύρωση στο εύρος του μέγιστου επιπέδου (0,5 έως 2 φορές το μέγιστο επίπεδο) με αποδεκτό συντελεστή μεταβλητότητας για επαναλαμβανόμενες αναλύσεις (βλ. απαιτήσεις για ενδιάμεση ακρίβεια στο σημείο 8).

4.   Όριο ποσοτικού προσδιορισμού:

Οι τυφλές τιμές δεν είναι μεγαλύτερες από το 30 % του επιπέδου μόλυνσης που αντιστοιχεί στο μέγιστο επίπεδο (2).

5.   Ποιοτικός έλεγχος:

Τακτικοί μάρτυρες αναφοράς, αναλύσεις εμβολιασμένων δειγμάτων, δείγματα ποιοτικού ελέγχου, συμμετοχή σε διεργαστηριακές μελέτες για σχετικές μήτρες.

6.   Έλεγχος ανακτήσεων:

Χρήση κατάλληλων εσωτερικών προτύπων με φυσικοχημικές ιδιότητες συγκρίσιμες με τις αντίστοιχες των προσδιοριζόμενων ουσιών που ενδιαφέρουν.

Προσθήκη εσωτερικών προτύπων:

Προσθήκη στα προϊόντα (πριν από τη διαδικασία εκχύλισης και καθαρισμού)·

Επίσης δυνατότητα προσθήκης στο λίπος που έχει εκχυλιστεί (πριν από τη διαδικασία καθαρισμού), εάν το μέγιστο επίπεδο εκφράζεται με βάση το λίπος.

Απαιτήσεις για τις μεθόδους που χρησιμοποιούν και τις έξι ομοειδείς ουσίες δεικτών PCB με ισοτοπική επισήμανση:

Διόρθωση των αποτελεσμάτων για ανακτήσεις εσωτερικών προτύπων·

Γενικώς αποδεκτές ανακτήσεις εσωτερικών προτύπων με ισοτοπική επισήμανση είναι από 50 % έως 120 %·

Είναι αποδεκτές χαμηλότερες ή υψηλότερες ανακτήσεις για μεμονωμένες ομοειδείς ουσίες με συμμετοχή στο σύνολο των έξι δεικτών PCB κάτω από 10 %.

Απαιτήσεις για τις μεθόδους που δεν χρησιμοποιούν και τα έξι εσωτερικά πρότυπα με ισοτοπική επισήμανση ή χρησιμοποιούν άλλα εσωτερικά πρότυπα:

Έλεγχος ανάκτησης εσωτερικών προτύπων για κάθε δείγμα·

Αποδεκτές ανακτήσεις εσωτερικών προτύπων μεταξύ 60 % και 120 %·

Διόρθωση των αποτελεσμάτων για ανακτήσεις εσωτερικών προτύπων.

Οι ανακτήσεις συγγενών ουσιών χωρίς ισοτοπική επισήμανση ελέγχονται με εμβολιασμένα δείγματα ή δείγματα ποιοτικού ελέγχου με συγκεντρώσεις στο εύρος του μέγιστου επιπέδου. Οι αποδεκτές ανακτήσεις για αυτές τις ομοειδείς ουσίες είναι από 70 % έως 120 %.

7.   Απαιτήσεις για τα εργαστήρια:

Σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004, η διαπίστευση των εργαστηρίων γίνεται από αναγνωρισμένο φορέα που λειτουργεί σύμφωνα με τον οδηγό ISO 58, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα εργαστήρια εφαρμόζουν μεθόδους διασφάλισης της ποιότητας της ανάλυσης. Η διαπίστευση των εργαστηρίων πραγματοποιείται σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO/IEC 17025.

8.   Χαρακτηριστικά επίδοσης: Κριτήρια για το άθροισμα των έξι δεικτών PCB στο μέγιστο επίπεδο:

Αληθότητα

– 30 έως + 30 %

Ενδιάμεση ακρίβεια (RSD%)

≤ 20 %

Διαφορά μεταξύ των υπολογισμών του ανώτερου και του κατώτερου ορίου

≤ 20 %

9.   Αναφορά των αποτελεσμάτων

Εφόσον η χρησιμοποιούμενη διαδικασία ανάλυσης το επιτρέπει, τα αποτελέσματα της ανάλυσης περιέχουν τα επίπεδα των μεμονωμένων ομοειδών ουσιών PCB και αναφέρονται ως κατώτερο όριο, ανώτερο όριο και ενδιάμεσο όριο, προκειμένου να περιλαμβάνουν τον μέγιστο αριθμό πληροφοριών στην αναφορά των αποτελεσμάτων, διευκολύνοντας έτσι την ερμηνεία των αποτελεσμάτων σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις.

Η αναφορά περιλαμβάνει επίσης τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για την εκχύλιση των PCB και των λιπιδίων. Για τα δείγματα τροφίμων, η περιεκτικότητα του δείγματος σε λιπίδια καθορίζεται και αναφέρεται με μέγιστα επίπεδα που εκφράζονται με βάση το λίπος και την αναμενόμενη συγκέντρωση λίπους στο πεδίο τιμών 0-2 % (σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία). Για άλλα δείγματα, ο καθορισμός της περιεκτικότητας σε λιπίδια είναι προαιρετικός.

Οι ανακτήσεις των μεμονωμένων εσωτερικών προτύπων πρέπει να γνωστοποιούνται στην περίπτωση που οι ανακτήσεις αυτές είναι εκτός του εύρους που αναφέρεται στο σημείο 6, στην περίπτωση που υπερβαίνουν το μέγιστο επίπεδο και σε άλλες περιπτώσεις κατόπιν αίτησης.

Καθώς η αβεβαιότητα μέτρησης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν κρίνεται η συμμόρφωση ενός δείγματος, αυτή η παράμετρος πρέπει επίσης να γνωστοποιείται. Επομένως, τα αποτελέσματα της ανάλυσης αναφέρονται ως «x +/– U», όπου x είναι το αποτέλεσμα της ανάλυσης και U είναι η διευρυμένη αβεβαιότητα μέτρησης, χρησιμοποιώντας συντελεστή κάλυψης 2 ο οποίος δίνει επίπεδο εμπιστοσύνης περίπου 95 %.

Εάν ληφθεί υπόψη η αβεβαιότητα μέτρησης εφαρμόζοντας το CCα (όπως περιγράφεται στο παράρτημα II, σημείο IV.1), η παράμετρος αυτή πρέπει να αναφέρεται.

Τα αποτελέσματα εκφράζονται στις ίδιες μονάδες και με τον ίδιο (τουλάχιστον) αριθμό σημαντικών ψηφίων όπως τα μέγιστα επίπεδα που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1881/2006.


(1)  Είναι διαθέσιμος επαρκής αριθμός θραυσμάτων μαζών με σχετική ένταση > 10 % και για τον λόγο αυτόν δεν συνιστάται η χρήση προσδιοριστικών ιόντων με σχετική ένταση χαμηλότερη από 10 % σε σύγκριση με το στοχευόμενο ιόν.

(2)  Συνιστάται ιδιαιτέρως η συμμετοχή του σήματος του τυφλού αντιδραστηρίου να είναι όσο το δυνατό χαμηλότερη σε σχέση με το επίπεδο ενός επιμολυντή σε ένα δείγμα. Ο έλεγχος της μεταβλητότητας των επιπέδων των τυφλών δειγμάτων, ιδίως αν αυτά αφαιρούνται, αποτελεί αρμοδιότητα του εργαστηρίου.


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/41


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 590/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2014

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2014.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

MK

64,8

TR

64,5

ZZ

64,7

0707 00 05

AL

25,2

MK

40,7

TR

121,6

ZZ

62,5

0709 93 10

TR

114,5

ZZ

114,5

0805 50 10

TR

121,8

ZA

129,3

ZZ

125,6

0808 10 80

AR

104,3

BR

77,8

CL

99,5

CN

127,0

NZ

137,5

US

161,6

UY

70,3

ZA

120,5

ZZ

112,3

0809 29 00

TR

444,9

ZZ

444,9


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/43


ΑΠΌΦΑΣΗ EUCAP SAHEL/MALI/1/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΚΑΙ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ

της 26ης Μαΐου 2014

για τον διορισμό αρχηγού της αποστολής ΚΠΑΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Μάλι (EUCAP Sahel Mali)

(2014/310/ΚΕΠΠΑ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 38 τρίτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την απόφαση 2014/219/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 2014, σχετικά με την αποστολή ΚΠΑΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Μάλι (EUCAP Sahel Mali) (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει της απόφασης 2014/219/ΚΕΠΠΑ, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας, σύμφωνα με το άρθρο 38 της Συνθήκης, να λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις, προκειμένου να ασκεί τον πολιτικό έλεγχο και τη στρατηγική διεύθυνση της αποστολής EUCAP Sahel Mali, και, μεταξύ άλλων την απόφαση για τον διορισμό αρχηγού αποστολής.

(2)

Η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας πρότεινε τον διορισμό του κ. Albrecht CONZE ως αρχηγού της αποστολής EUCAP Sahel Mali από 26 Μαΐου 2014 έως 14 Ιανουαρίου 2015,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ο κ. Albrecht CONZE διορίζεται αρχηγός της αποστολής ΚΠΑΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Μάλι (EUCAP Sahel Mali) από 26 Μαΐου 2014 έως 14 Ιανουαρίου 2015.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 26 Μαΐου 2014.

Για την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας

Ο Πρόεδρος

W. STEVENS


(1)  ΕΕ L 113 της 16.4.2014, σ. 21.


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/44


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Μαΐου 2014

για τον διορισμό στην Επιτροπή των Περιφερειών δύο τακτικών και ενός αναπληρωματικού μέλους από το Βέλγιο

(2014/311/ΕΕ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 305,

Έχοντας υπόψη την πρόταση που υπέβαλε η κυβέρνηση του Βελγίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 22 Δεκεμβρίου 2009 και στις 18 Ιανουαρίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε τις αποφάσεις 2009/1014/ΕΕ (1) και 2010/29/ΕΕ (2) για τον διορισμό των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών, για την περίοδο από 26 Ιανουαρίου 2010 έως 25 Ιανουαρίου 2015. Στις 26 Νοεμβρίου 2012, με την απόφαση 2012/736/ΕΕ του Συμβουλίου (3), ο κ. Alain HUTCHINSON διορίσθηκε τακτικό μέλος έως τις 25 Ιανουαρίου 2015 μετά τη λήξη της θητείας του κ. Charles PICQUÉ και ο κ. Charles PICQUÉ διορίσθηκε αναπληρωματικό μέλος. Στις 28 Ιανουαρίου 2013, με την απόφαση 2013/68/ΕΕ του Συμβουλίου (4), ο κ. Jean-Luc VANRAES διορίσθηκε τακτικό μέλος έως τις 25 Ιανουαρίου 2015 μετά τη λήξη της θητείας του κ. Jos CHABERT.

(2)

Δύο θέσεις τακτικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών είναι κενές μετά τη λήξη των αιρετών εντολών βάσει των οποίων διορίσθηκαν οι κ. Jean-Luc VANRAES και Alain HUTCHINSON. Μία θέση αναπληρωματικού μέλους είναι κενή μετά τη λήξη της αιρετής εντολής βάσει της οποίας διορίσθηκε ο κ. Charles PICQUÉ.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Διορίζονται στην Επιτροπή των Περιφερειών από την 26η Μαΐου 2014 για το εναπομένον διάστημα της θητείας, ήτοι έως τις 25 Ιανουαρίου 2015:

α)

ως τακτικά μέλη:

ο κ. Jean-Luc VANRAES, Gemeenteraadslid in Ukkel

ο κ. Alain HUTCHINSON, Conseiller communal à Saint-Gilles

και

β)

ως αναπληρωματικό μέλος:

ο κ. Charles PICQUÉ, Bourgmestre de la commune de Saint-Gilles.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 26 Μαΐου 2014.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

X. ΒΑΣΙΛΑΚΟΣ


(1)  ΕΕ L 348 της 29.12.2009, σ. 22.

(2)  ΕΕ L 12 της 19.1.2010, σ. 11.

(3)  ΕΕ L 329 της 29.11.2012, σ. 18.

(4)  ΕΕ L 32 της 1.2.2013, σ. 16.


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/45


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Μαΐου 2014

περί καθορισμού των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε χρώματα και βερνίκια εσωτερικών και εξωτερικών χώρων

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3429]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2014/312/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με το οικολογικό σήμα της ΕΕ (EU Ecolabel) (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Έπειτα από διαβουλεύσεις με το Συμβούλιο Οικολογικής Σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, το οικολογικό σήμα της ΕΕ επιτρέπεται να απονέμεται σε προϊόντα που έχουν μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 66/2010 προβλέπει ότι καθορίζονται εξειδικευμένα κριτήρια για το οικολογικό σήμα της ΕΕ ανά κατηγορία προϊόντων.

(3)

Προκειμένου να αντανακλάται καλύτερα η εξέλιξη της αγοράς για τη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων και να λαμβάνεται υπόψη η καινοτομία των τελευταίων ετών, θεωρείται σκόπιμο να τροποποιηθεί το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω κατηγορίας προϊόντων και να καταρτιστεί αναθεωρημένη σειρά οικολογικών κριτηρίων.

(4)

Η απόφαση 2009/543/ΕΚ της Επιτροπής (2) και η απόφαση 2009/544/ΕΚ της Επιτροπής (3) καλύπτουν χωριστά τα χρώματα εσωτερικών χώρων και τα χρώματα εξωτερικών χώρων. Τα δύο αυτά νομοθετικά κείμενα συγχωνεύθηκαν σε ένα έγγραφο κριτηρίων προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τις αρμόδιες αρχές και τους αιτούντες. Επιπλέον, τα αναθεωρημένα κριτήρια αντικατοπτρίζουν τις νέες απαιτήσεις για τις επικίνδυνες ουσίες που εισήχθησαν μετά την έκδοση των προηγουμένων αποφάσεων, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010.

(5)

Τα κριτήρια αποβλέπουν, ειδικότερα, στην προώθηση προϊόντων τα οποία έχουν μικρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, είναι υψηλής ποιότητας, έχουν καλές επιδόσεις και μακρόχρονη διατηρησιμότητα και περιέχουν μικρή ποσότητα επικίνδυνων ουσιών (4) και μικρή ποσότητα πτητικών οργανικών ενώσεων. Θα πρέπει να προωθούνται μέσω του οικολογικού σήματος προϊόντα με βελτιωμένες επιδόσεις ως προς τα θέματα αυτά. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να καθοριστούν κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για την κατηγορία προϊόντων «χρώματα και βερνίκια».

(6)

Τα αναθεωρημένα κριτήρια, καθώς και οι σχετικές απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, θα πρέπει να ισχύουν επί τέσσερα έτη από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, λαμβάνοντας υπόψη τον κύκλο καινοτομίας για τη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων.

(7)

Η απόφαση 2009/543/ΕΚ και η απόφαση 2009/544/ΕΚ πρέπει συνεπώς να αντικατασταθούν από την παρούσα απόφαση.

(8)

Πρέπει να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος στους παραγωγούς των οποίων τα προϊόντα έχουν λάβει το οικολογικό σήμα της ΕΕ για χρώματα και βερνίκια εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, με βάση τα κριτήρια που περιλαμβάνονται στις αποφάσεις 2009/543/ΕΚ και 2009/544/ΕΚ, ώστε να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους στα αναθεωρημένα κριτήρια και απαιτήσεις.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η κατηγορία προϊόντων «χρώματα και βερνίκια εσωτερικών και εξωτερικών χώρων» περιλαμβάνει τα διακοσμητικά χρώματα και βερνίκια, τα βερνίκια εμποτισμού και τα συναφή προϊόντα εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, τα οποία προορίζονται για χρήση από καταναλωτές και επαγγελματίες χρήστες και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

2.   Η κατηγορία προϊόντων «χρώματα και βερνίκια εσωτερικών και εξωτερικών χώρων» περιλαμβάνει: επιχρίσματα δαπέδων και χρώματα δαπέδων· χρώματα στα οποία οι διανομείς προσδίδουν απόχρωση σύμφωνα με τις απαιτήσεις των ερασιτεχνών ή επαγγελματιών διακοσμητών, συστήματα χρωματισμού, διακοσμητικά χρώματα υπό μορφή υγρού ή πάστας τα οποία έχουν ενδεχομένως προσυσκευαστεί, χρωματιστεί ή ετοιμαστεί από τον παραγωγό ώστε να ικανοποιούν τις ανάγκες των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων των χρωμάτων ξύλου, των βερνικιών εμποτισμού ξύλου, των βερνικιών ξύλινων δαπέδων, των επιχρισμάτων τοιχοποιίας και των τελειωμάτων μετάλλου· αστάρια και υποστρώματα των εν λόγω προϊόντων όπως ορίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2004/42/ΕΚ.

3.   Η κατηγορία προϊόντων δεν περιλαμβάνει τα ακόλουθα προϊόντα:

α)

αντιρρυπαντικά επιχρίσματα (υφαλοχρώματα)·

β)

προϊόντα συντήρησης για εμποτισμό ξύλου·

γ)

επιχρίσματα για ειδικές βιομηχανικές και επαγγελματικές χρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιχρισμάτων υψηλής αντοχής·

δ)

κονιοεπιστρώσεις·

ε)

συστήματα βαφής σκληρυνόμενα με υπεριώδη ακτινοβολία·

στ)

χρώματα που προορίζονται κυρίως για οχήματα·

ζ)

προϊόντα που δεν έχουν ως πρωταρχική λειτουργία τον σχηματισμό υμενίου πάνω στην επιφάνεια προς βαφή, π.χ. έλαια και κηροί·

η)

πληρωτικά υλικά, όπως ορίζονται στο πρότυπο EN ISO 4618·

θ)

χρώματα διαγράμμισης οδοστρωμάτων.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«χρώμα»: έγχρωμο υλικό επίχρισης, παρεχόμενο υπό μορφή υγρού ή πάστας ή σκόνης, το οποίο, όταν εφαρμόζεται σε μια προς βαφή επιφάνεια, σχηματίζει αδιαφανές υμένιο με προστατευτικές, διακοσμητικές ή ειδικές τεχνικές ιδιότητες και, μετά από την εφαρμογή, στεγνώνει σχηματίζοντας μια στερεή προστατευτική επίχριση που προσκολλάται·

2)

«βερνίκι»: διαφανές υλικό επίχρισης το οποίο, όταν εφαρμόζεται σε μια προς βαφή επιφάνεια, σχηματίζει στερεό διαφανές υμένιο με προστατευτικές, διακοσμητικές ή ειδικές τεχνικές ιδιότητες και, μετά από την εφαρμογή, στεγνώνει σχηματίζοντας μια στερεή προστατευτική επίχριση που προσκολλάται·

3)

«διακοσμητικά χρώματα και βερνίκια»: χρώματα και βερνίκια που εφαρμόζονται επιτόπου, για διακοσμητικούς και προστατευτικούς σκοπούς, σε κτίρια, στα διακοσμητικά τους στοιχεία και στα προσαρτήματά τους·

4)

«χρώματα προστασίας ξύλου»: επιχρίσματα που σχηματίζουν διαφανές ή ημιδιαφανές υμένιο με σκοπό τη διακόσμηση και την προστασία του ξύλου από τις καιρικές συνθήκες, το οποίο διευκολύνει τη συντήρησή του·

5)

«σύστημα χρωματισμού»: μέθοδος παραγωγής αποχρώσεων με την ανάμειξη μιας «βάσης» με αποχρώσεις·

6)

«επίχρισμα τοιχοποιίας»: επίχρισμα που σχηματίζει διακοσμητικό και προστατευτικό υμένιο και χρησιμοποιείται πάνω σε σκυρόδεμα, σε πλινθοδομή επιδεχόμενη βαφή, σε τσιμεντόλιθους, σε επιχρίσματα με κονίαμα και σε σανίδες πυριτικού ασβεστίου ή οπλισμένα με ίνες κονιάματα·

7)

«συνδετικά αστάρια»: επίχρισμα που σχηματίζει διακοσμητικό και προστατευτικό υμένιο και χρησιμοποιείται πάνω σε σκυρόδεμα, σε πλινθοδομή επιδεχόμενη βαφή, σε τσιμεντόλιθους·

8)

«σύστημα βαφής σκληρυνόμενο με υπεριώδη ακτινοβολία»: η σκλήρυνση υλικών επίχρισης με έκθεση σε τεχνητή υπεριώδη ακτινοβολία·

9)

«κονιοεπίχρισμα»: προστατευτικό ή διακοσμητικό επίχρισμα που σχηματίζεται με εφαρμογή σκόνης επίχρισης σε μια προς βαφή επιφάνεια και σύντηξη ώστε να σχηματιστεί συνεχές υμένιο·

10)

«συντηρητικά συσκευασίας»: προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση των παραγόμενων προϊόντων κατά την αποθήκευση μέσω του ελέγχου της μικροβιακής φθοράς ώστε να εξασφαλίζεται ο χρόνος διατήρησής τους·

11)

«συντηρητικά ξηρού υμενίου»: προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση υμενίων ή επιχρισμάτων μέσω του ελέγχου της μικροβιακής φθοράς ή της ανάπτυξης φυκών, ώστε να προστατεύονται οι αρχικές ιδιότητες της επιφάνειας των υλικών ή αντικειμένων·

12)

«ουσίες κατά του σχηματισμού κρούστας»: πρόσθετα που προστίθενται στα υλικά επίχρισης για να αποφεύγεται ο σχηματισμός κρούστας κατά την παραγωγή ή την αποθήκευση των υλικών επίχρισης·

13)

«πτητικές οργανικές ενώσεις» (VOC/ΠΟΕ): οι οργανικές ενώσεις που έχουν αρχικό σημείο βρασμού τουλάχιστον 250 °C, μετρούμενο σε κανονική πίεση 101,3 kPa, όπως αυτές ορίζονται στην οδηγία 2004/42/ΕΚ, και οι οποίες εκλούονται σε τριχοειδή στήλη έως και το δεκατετράνιο (C14H30), για μη πολικά συστήματα, ή το αδιπικό διαιθύλιο (C10H18O4), για πολικά συστήματα·

14)

«ημιπτητικές οργανικές ενώσεις» (SVOC/ΗΠΟΕ): οι οργανικές ενώσεις που έχουν αρχικό σημείο βρασμού μεγαλύτερο των 250 °C και οι οποίες εκλούονται σε τριχοειδή στήλη (6) με εύρος χρόνων κατακράτησης μεταξύ του n-δεκατετράνιου (C14H30) και του n-εικοσιδυάνιου (C22H46), για μη πολικά συστήματα, και μεταξύ του αδιπικού διαιθύλιου (C10H18O4) και του παλμιτικού μεθύλιου (C17H34O2), για πολικά συστήματα.

15)

«Λευκά και ελαφρά χρωματισμένα» χρώματα είναι εκείνα που έχουν τριχρωματική τιμή (τιμή Y) > 70 %.

16)

«Στιλπνά χρώματα» είναι εκείνα τα οποία υπό γωνία πρόσπτωσης 60° παρουσιάζουν ανάκλαση ≥ 60.

17)

«Χρώματα μέτριας στιλπνότητας» (τα οποία επίσης αναφέρονται ως ημίστιλπνα, σατινέ, ημιμάτ) είναι εκείνα τα οποία υπό γωνία πρόσπτωσης 60° ή 85° παρουσιάζουν ανάκλαση < 60 και ≥ 10.

18)

«Ματ χρώματα» είναι εκείνα τα οποία υπό γωνία πρόσπτωσης 85° παρουσιάζουν ανάκλαση < 10.

19)

«Θαμπά ματ χρώματα» είναι εκείνα τα οποία υπό γωνία πρόσπτωσης 85° παρουσιάζουν ανάκλαση < 5.

20)

Ως «διαφανές» και «ημιδιαφανές» υμένιο νοείται υμένιο με λόγο αντίθεσης < 98 % σε πάχος υγρού υμενίου 120 μ.

21)

Ως «αδιαφανές» υμένιο νοείται υμένιο με λόγο αντίθεσης > 98 % σε πάχος υγρού υμενίου 120 μ.

Άρθρο 3

Τα κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, για προϊόν που ανήκει στην κατηγορία προϊόντων «χρώματα και βερνίκια», η οποία ορίζεται στο άρθρο 1 της παρούσας απόφασης, καθώς και οι συναφείς απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, παρατίθενται στο παράρτημα.

Άρθρο 4

Τα κριτήρια και οι σχετικές απαιτήσεις εκτίμησης, που παρατίθενται στο παράρτημα, ισχύουν επί τέσσερα έτη από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

Για διοικητικούς σκοπούς, η κατηγορία προϊόντων «χρώματα και βερνίκια εσωτερικών και εξωτερικών χώρων» λαμβάνει τον κωδικό αριθμό «044».

Άρθρο 6

Οι αποφάσεις 2009/543/ΕΚ και 2009/544/ΕΚ καταργούνται.

Άρθρο 7

1.   Οι αιτήσεις απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για προϊόντα υπαγόμενα στην κατηγορία προϊόντων «χρώματα και βερνίκια», οι οποίες έχουν υποβληθεί εντός δύο μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, επιτρέπεται να βασίζονται είτε στα κριτήρια που προβλέπονται στην απόφαση 2009/543/ΕΚ ή 2009/544/ΕΚ, είτε στα κριτήρια που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση. Οι αιτήσεις αυτές αξιολογούνται σύμφωνα με τα κριτήρια στα οποία βασίζονται.

2.   Τα οικολογικά σήματα που απονέμονται σύμφωνα με τα κριτήρια της απόφασης 2009/543/ΕΚ ή 2009/544/ΕΚ επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν επί 12 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 8

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2014.

Για την Επιτροπή

Janez POTOČNIK

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 27 της 30.1.2010, σ. 1.

(2)  Απόφαση 2009/543/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Αυγούστου 2008, περί καθορισμού των οικολογικών κριτηρίων απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε χρώματα και βερνίκια εξωτερικών χώρων (ΕΕ L 181 της 14.7.2009, σ. 27).

(3)  Απόφαση 2009/544/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Αυγούστου 2008, περί καθορισμού των οικολογικών κριτηρίων απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε χρώματα και βερνίκια εσωτερικών χώρων (ΕΕ L 181 της 14.7.2009, σ. 39).

(4)  Ουσίες με ταξινομήσεις επικινδυνότητας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κανονισμός CLP) (ΕΕ L 353 της 31.12.2008, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2004/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε χρώματα διακόσμησης και βερνίκια και σε προϊόντα φανοποιΐας αυτοκινήτων και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/13/ΕΚ (ΕΕ L 143 της 30.4.2004, σ. 87).

(6)  Όπως διευκρινίζεται στο σημείο 8.2.2 του FprCEN/TS 16516.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗΣ

Κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για χρώματα και βερνίκια:

1.

Λευκές χρωστικές και αντοχή στην υγρή τριβή

2.

Διοξείδιο του τιτανίου

3.

Αποδοτικότητα κατά τη χρήση

α)

Απόδοση

β)

Αντοχή στο νερό

γ)

Πρόσφυση

δ)

Αντοχή στην τριβή

ε)

Αντοχή στη γήρανση

στ)

Υδρατμοπερατότητα

ζ)

Υδροπερατότητα

η)

Αντοχή στους μύκητες

θ)

Γεφύρωση ρωγμών

ι)

Αντοχή στα αλκάλια

κ)

Αντοχή στη διάβρωση

4.

Πτητικές και ημιπτητικές οργανικές ενώσεις (ΠΟΕ, ΗΠΟΕ)

5.

Περιορισμός των επικίνδυνων ουσιών και μειγμάτων

α)

Συνολικοί περιορισμοί που ισχύουν για τις ταξινομήσεις επικινδυνότητας και τις φράσεις κινδύνου

β)

Περιορισμοί που ισχύουν για τις ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία

γ)

Περιορισμοί που ισχύουν για συγκεκριμένες επικίνδυνες ουσίες

6.

Ενημέρωση του καταναλωτή

7.

Πληροφορίες που αναγράφονται στο οικολογικό σήμα της ΕΕ

Τα κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος αντικατοπτρίζουν τα προϊόντα με τις καλύτερες περιβαλλοντικές επιδόσεις στην αγορά των χρωμάτων και βερνικιών. Τα πρότυπα υψηλής ποιότητας και επιδόσεων για τα χρώματα απαιτούνται για να εξασφαλίζουν τη μακρά διάρκεια ζωής των προϊόντων και να συμβάλλουν με αυτόν τον τρόπο στη σημαντική μείωση των συνολικών επιπτώσεων του κύκλου ζωής των χρωμάτων. Επιπλέον, τα κριτήρια αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση της χρήσης πτητικών και ημιπτητικών οργανικών ουσιών στη σύνθεση των χρωμάτων.

Μολονότι η χρήση χημικών προϊόντων και η ελευθέρωση ρύπων αποτελούν μέρος της διεργασίας παραγωγής, τα προϊόντα που φέρουν το οικολογικό σήμα της ΕΕ εγγυώνται στον καταναλωτή ότι η χρήση των ουσιών αυτών έχει περιοριστεί στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό από τεχνική άποψη, χωρίς να επηρεάζεται η καταλληλότητα των προϊόντων προς χρήση. Επιπλέον, το τελικό χρώμα ή βερνίκι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως τοξίνη οξείας τοξικότητας ούτε ως επικίνδυνο για το περιβάλλον βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σχετικά με την επισήμανση των προϊόντων.

Τα κριτήρια αποκλείουν όποτε είναι δυνατόν ή περιορίζουν στο ελάχιστο τη συγκέντρωση (που απαιτείται για την εξασφάλιση συγκεκριμένων λειτουργιών και ιδιοτήτων) ορισμένων ουσιών που χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον και οι οποίες ενδέχεται να χρησιμοποιούνται στη σύνθεση των χρωμάτων και των βερνικιών. Μόνο στην περίπτωση που μια ουσία απαιτείται προκειμένου να ικανοποιηθούν οι προσδοκίες των καταναλωτών ως προς τις επιδόσεις του προϊόντος ή υποχρεωτικές απαιτήσεις για το προϊόν (για παράδειγμα, διατήρηση βαφής), και εφόσον δεν υπάρχουν εφαρμοσμένες και δοκιμασμένες εναλλακτικές λύσεις, εγκρίνεται παρέκκλιση ώστε να χρησιμοποιούνται τέτοιες ουσίες σε προϊόντα με το οικολογικό σήμα.

Οι παρεκκλίσεις αξιολογούνται βάσει της αρχής της προφύλαξης και βάσει επιστημονικών και τεχνικών στοιχείων, ιδίως εάν διατίθενται στην αγορά ασφαλέστερα προϊόντα.

Μπορεί να ζητηθεί η δοκιμή του τελικού προϊόντος για να διαπιστωθεί η παρουσία επικίνδυνων ουσιών που υπόκεινται σε περιορισμούς, προκειμένου να παρέχεται υψηλό επίπεδο βεβαιότητας στους καταναλωτές.

Όπου κρίνεται σκόπιμο, επιβάλλονται επίσης αυστηροί όροι στον χειρισμό των ουσιών στις διεργασίες παρασκευής χρωμάτων και βερνικιών, ώστε να αποφεύγεται η έκθεση των εργαζομένων. Η εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια έχει διατυπωθεί κατά τρόπο που παρέχει υψηλό επίπεδο βεβαιότητας στους καταναλωτές, αντικατοπτρίζει την πρακτική δυνατότητα των αιτούντων να συγκεντρώνουν πληροφορίες από την αλυσίδα εφοδιασμού και αποκλείει τη δυνατότητα παρασιτισμού μεταξύ των αιτούντων.

Εκτίμηση και εξακρίβωση

α)

Απαιτήσεις

Οι ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά την εκτίμηση και την εξακρίβωση αναφέρονται σε κάθε κριτήριο.

Όταν ο αιτών οφείλει να υποβάλει δηλώσεις, τεκμηρίωση, αναλύσεις, εκθέσεις δοκιμών ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η συμμόρφωση προς τα κριτήρια, αυτά επιτρέπεται να προέρχονται από τον αιτούντα και/ή από τον ή τους προμηθευτές του και/ή από τον ή τους προμηθευτές των τελευταίων, κατά περίπτωση.

Σε περίπτωση μεταβολής, όπως η αλλαγή προμηθευτή, η αλλαγή σύνθεσης του χρώματος ή η επέκταση μιας σειράς προϊόντων, που συνεπάγεται αλλαγή του τρόπου με τον οποίο το χρώμα ή το βερνίκι πληροί ένα ή περισσότερα κριτήρια (κατά περίπτωση), ο κάτοχος της άδειας χρήσης οφείλει να υποβάλλει στον σχετικό αρμόδιο φορέα, πριν από οποιαδήποτε αλλαγή, στοιχεία που να αποδεικνύουν τη διαρκή συμμόρφωση των προϊόντων, όπως ορίζεται στα αντίστοιχα κριτήρια.

Όπου κρίνεται σκόπιμο, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μέθοδοι δοκιμών διαφορετικές από τις αναφερόμενες σε κάθε κριτήριο, εφόσον περιγράφονται στο εγχειρίδιο χρήστη για την υποβολή αιτήσεων απονομής του οικολογικού σήματος και είναι αποδεκτές ως ισοδύναμες από τον αρμόδιο φορέα που αξιολογεί την αίτηση.

Οι αρμόδιοι φορείς αναγνωρίζουν κατά προτίμηση τις δοκιμές που έχουν διαπιστευθεί κατά ISO 17025 και τις εξακριβώσεις που διενεργούνται από φορείς διαπιστευμένους σύμφωνα με το πρότυπο EN 45011 ή ισοδύναμο διεθνές πρότυπο.

Κατά περίπτωση, οι αρμόδιοι φορείς μπορούν να απαιτούν την υποβολή δικαιολογητικών και να διεξάγουν ανεξάρτητες εξακριβώσεις.

β)

Τιμές κατωφλίου για τις μετρήσεις

Εκτός αντίθετων διατάξεων, απαιτείται η συμμόρφωση με τα κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος για τις ουσίες και τα μείγματα που προστίθενται σκόπιμα, καθώς και για τα υποπροϊόντα και τις προσμίξεις πρώτων υλών, η συγκέντρωση των οποίων είναι ίση με 0,010 % κατά βάρος του τελικού σκευάσματος ή μεγαλύτερη.

γ)

Στον αρμόδιο φορέα υποβάλλονται η ακριβής σύνθεση του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων της λειτουργίας και της φυσικής μορφής όλων των συστατικών που προσδιορίζονται στα κριτήρια, καθώς και τυχόν πρόσθετων λειτουργικών συστατικών, και η προστιθέμενη συγκέντρωσή τους. Για κάθε συστατικό υποβάλλονται η χημική ονομασία, ο αριθμός CAS και η ταξινόμηση βάσει των κανόνων ταξινόμησης, επισήμανσης και συσκευασίας, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008. Αναφέρονται όλα τα συστατικά που προσδιορίζονται στα κριτήρια, καθώς και τυχόν πρόσθετα λειτουργικά συστατικά και γνωστές προσμίξεις, τα οποία περιέχονται στο προϊόν σε συγκέντρωση μεγαλύτερη από 0,010 %, εκτός εάν απαιτείται χαμηλότερη συγκέντρωση για λόγους συμμόρφωσης με απαίτηση παρέκκλισης.

Εφόσον στα κριτήρια αναφέρονται συστατικά, αυτά περιλαμβάνουν τις ουσίες και τα παρασκευάσματα ή μείγματα. Οι έννοιες «ουσίες» και «μείγματα» ορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) («κανονισμός REACH»).

Στον αρμόδιο φορέα υποβάλλονται τα δελτία δεδομένων ασφαλείας και/ή οι αριθμοί CAS και οι ταξινομήσεις CLP για κάθε συστατικό σύμφωνα με τον κανονισμό REACH.

δ)

Για όλα τα κριτήρια εκτός από το κριτήριο 4, που αφορά τις πτητικές και ημιπτητικές οργανικές ενώσεις (ΠΟΕ, ΗΠΟΕ), οι οριακές τιμές ισχύουν για τα χρώματα ή τα βερνίκια όπως είναι συσκευασμένα. Σύμφωνα με την οδηγία 2004/42/ΕΚ, οι οριακές τιμές ΠΟΕ αφορούν τα έτοιμα προς χρήση προϊόντα και, συνεπώς, η μέγιστη περιεκτικότητα σε ΠΟΕ μετράται ή υπολογίζεται λαμβανομένων υπόψη τυχόν συνιστώμενων προσθηκών, όπως οι χρωστικές και/ή τα αραιωτικά. Για τον υπολογισμό ή τη μέτρηση αυτή απαιτούνται δεδομένα σχετικά με την περιεκτικότητα σε στερεό υπόλειμμα και σε ΠΟΕ και την πυκνότητα του προϊόντος, τα οποία παρέχονται από τους προμηθευτές των πρώτων υλών. Τα ανωτέρω ισχύουν επίσης για τη μέτρηση ή τον υπολογισμό των ημιπτητικών οργανικών ενώσεων. Οι αρμόδιοι φορείς μπορούν να ζητούν τη διεξαγωγή δοκιμών για ημιπτητικές οργανικές ενώσεις προκειμένου να επικυρώσουν τους υπολογισμούς.

Κριτήριο 1. Λευκές χρωστικές και αντοχή στην υγρή τριβή

1 α)   Ελάχιστη απαίτηση για την περιεκτικότητα σε λευκές χρωστικές

Τα χρώματα εσωτερικών χώρων για τοίχους και οροφές, για τα οποία διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι έχουν αντοχή στην υγρή τριβή κλάσης 1 και 2, έχουν μέγιστη περιεκτικότητα σε λευκές χρωστικές (λευκές ανόργανες χρωστικές με δείκτη διάθλασης άνω του 1,8) ανά m2 ξηρού υμενίου ίση με εκείνη που εμφαίνεται στον πίνακα 1, με καλυπτικότητα 98 %. Η απαίτηση αυτή ισχύει μόνο για τις βάσεις συστημάτων χρωματισμού (βασικά χρώματα). Για συστήματα χρωματισμού, η απαίτηση αυτή ισχύει μόνο για βάσεις χρωματισμού.

Πίνακας 1

Σχέση μεταξύ αντοχής στην υγρή τριβή και περιεκτικότητας σε TiO2 για χρώματα εσωτερικών χώρων

Αντοχή στην υγρή τριβή

Όριο για εσωτερικούς χώρους (g/m2)

Κλάση 1

40

Κλάση 2

36

Για όλα τα άλλα χρώματα, όπως χρώματα ασβέστου, χρώματα πυριτίου, αστάρια, αντισκωριακά χρώματα και χρώματα προσόψεων, η περιεκτικότητα σε λευκές χρωστικές (λευκές ανόργανες χρωστικές με δείκτη διάθλασης άνω του 1,8) δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 36 g/m2 για προϊόντα εσωτερικών χώρων και τα 38 g/m2 για προϊόντα εξωτερικών χώρων. Στην περίπτωση των χρωμάτων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους, ισχύει το πιο αυστηρό όριο.

Σε περίπτωση που τα ανωτέρω προϊόντα εμπίπτουν στην εξαίρεση που αναφέρεται στο στοιχείο β), η περιεκτικότητα σε λευκές χρωστικές (λευκές ανόργανες χρωστικές με δείκτη διάθλασης άνω του 1,8) δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 25 g/m2 ξηρού υμενίου με καλυπτικότητα 98 %.

1 β)   Ελάχιστη απαίτηση για την αντοχή στην υγρή τριβή (μόνο για χρώματα εσωτερικών χώρων)

Όλα τα χρώματα εσωτερικών χώρων για τοίχους και οροφές (τελειώματα) διαθέτουν αντοχή στην υγρή τριβή κλάσης 1 ή 2, σύμφωνα με τα πρότυπα EN 13300 και EN ISO 11998. Η απαίτηση αυτή ισχύει μόνο για τις βάσεις συστημάτων χρωματισμού (βασικά χρώματα).

Εξαιρούνται από την απαίτηση αυτή τα χρώματα εσωτερικών χώρων για τοίχους και οροφές που έχουν μέγιστη περιεκτικότητα σε λευκές χρωστικές (λευκές ανόργανες χρωστικές με δείκτη διάθλασης άνω του 1,8) ίση με 25 g/m2 ξηρού υμενίου με καλυπτικότητα 98 %.

Μόνο για τα χρώματα με οικολογικό σήμα τα οποία διαθέτουν αντοχή στην υγρή τριβή κλάσης 1 και 2 επιτρέπεται να διατυπώνεται, στην ετικέτα τους ή σε άλλα εμπορικά έγγραφα, ο ισχυρισμός ότι είναι ανθεκτικά στην υγρή τριβή.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Πληρούνται οι απαιτήσεις, τόσο του στοιχείου 1 α) όσο και του στοιχείου 1 β). Ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση η οποία καταδεικνύει ότι η περιεκτικότητα σε λευκές χρωστικές είναι σύμφωνη με το παρόν κριτήριο.

Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών σύμφωνα με το πρότυπο EN 13300, οι οποίες έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο EN ISO 11998 (Δοκιμή δυνατότητας καθαρισμού και αντοχής στην υγρή τριβή). Στην περίπτωση των χρωμάτων για οροφές και των χρωμάτων για εσωτερικούς τοίχους, η ετικέτα της συσκευασίας, συμπεριλαμβανομένου του συνοδευτικού κειμένου, προσκομίζεται ως απόδειξη για τους ισχυρισμούς σχετικά με την αντοχή στην υγρή τριβή.

Κριτήριο 2. Χρωστικές διοξειδίου του τιτανίου

Εάν το προϊόν περιέχει διοξείδιο του τιτανίου σε ποσοστό άνω του 3,0 % κατά βάρος (w/w), οι εκπομπές και οι απορρίψεις αποβλήτων από την παραγωγή χρωστικών διοξειδίου του τιτανίου δεν υπερβαίνουν τις ακόλουθες τιμές (2):

Στην περίπτωση της διεργασίας θειικού άλατος:

SOx, υπολογιζόμενα ως SO2: 7,0 kg/τόνο χρωστικής TiO2

θειικά απόβλητα: 500 Kg/τόνο χρωστικής TiO2

Στην περίπτωση της διεργασίας χλωριούχου άλατος:

εάν χρησιμοποιείται ως μετάλλευμα φυσικό ρουτίλιο, 103 kg χλωριούχων αποβλήτων/τόνο χρωστικής TiO2

εάν χρησιμοποιείται ως μετάλλευμα συνθετικό ρουτίλιο, 179 kg χλωριούχων αποβλήτων/τόνο χρωστικής TiO2

εάν χρησιμοποιούνται ως μετάλλευμα μεταλλουργικές σκωρίες: 329 kg χλωριούχων αποβλήτων/τόνο χρωστικής TiO2

Στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται περισσότεροι του ενός τύποι μεταλλευμάτων, οι τιμές αυτές εφαρμόζονται ανάλογα με τις χρησιμοποιούμενες ποσότητες κάθε τύπου μεταλλευμάτων.

Σημείωση:

Οι εκπομπές SOx ισχύουν μόνο για τη διεργασία θειικού άλατος.

Για τα απόβλητα ισχύει ο ορισμός που διατυπώνεται στο άρθρο 3 της οδηγίας-πλαισίου 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) για τα απόβλητα. Εάν ο παραγωγός TiO2 συμμορφώνεται, όσον αφορά τα στερεά του απόβλητα, με το άρθρο 5 (παραγωγή υποπροϊόντων) της οδηγίας-πλαισίου για τα απόβλητα, αυτά εξαιρούνται.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση του παραγωγού διοξειδίου του τιτανίου που παρασκευάζει την πρώτη ύλη για το προϊόν βαφής είτε με τη μορφή δήλωσης περί μη χρήσης ή με τη μορφή δήλωσης βασιζόμενης σε στοιχεία που καταδεικνύουν ότι τηρούνται τα αντίστοιχα επίπεδα εκπομπών διεργασίας και απορρίψεων αποβλήτων.

Κριτήριο 3. Αποδοτικότητα κατά τη χρήση

Προκειμένου να καταδειχθεί η αποδοτικότητα των χρωμάτων και βερνικιών κατά τη χρήση τους, διεξάγονται οι ακόλουθες δοκιμές ανά είδος χρωμάτων και/ή βερνικιών, όπως υποδεικνύεται στον πίνακα 2:

Πίνακας 2

Απαιτήσεις επιδόσεων για διάφορα είδη χρωμάτων και βερνικιών

Κριτήρια

Χρώματα εσωτερικών χώρων

α), β)

Χρώματα εξωτερικών χώρων

γ)

Χρώματα για τελειώματα και επενδύσεις

δ)

Παχύρρευστα διακοσμητικά επιχρίσματα εσωτερικών και εξωτερικών χώρων ιβ)

Βερνίκια και βερνίκια εμποτισμού

ε), στ)

Ειδικά επιχρίσματα ενός συστατικού και χρώματα δαπέδων

θ)

Αστάρια

ζ)

Υποστρώματα και αστάρια

η)

3 α)

Απόδοση (μόνο για λευκά και ανοιχτά χρώματα, συμπεριλαμβανομένων των λευκών βάσεων που χρησιμοποιούνται σε συστήματα χρωματισμού) – ISO 6504/1

8 m2/L

4 m2/L (ελαστομερή χρώματα)

6 m2/L (χρώματα τοιχοποιίας)

Προϊόντα εξωτερικών χώρων 6 m2/L

Προϊόντα εσωτερικών χώρων 8 m2/L

1 m2/L

Προϊόντα εξωτερικών χώρων 6 m2/L

Προϊόντα εσωτερικών χώρων 8 m2/L

6 ή 8 m2/L (ανάλογα με την καλυπτικότητα)

6 ή 8 m2/L (ανάλογα με την καλυπτικότητα)

3 β)

Αντοχή στο νερό – ISO 2812-3

Ανθεκτικά στο νερό

Ανθεκτικά στο νερό

3 γ)

Πρόσφυση – EN 24624

 

Βαθμολογία 2

1,5MPa (χρώματα τοιχοποιίας)

1,5MPa (χρώματα τοιχοποιίας)

3 δ)

Αντοχή στην τριβή – EN ISO 7784-2

Απώλεια βάρους 70 mg

3 ε)

Αντοχή στη γήρανση – EN 11507/EN 927-6

1 000 h

1 000 h (εξωτερικής χρήσης)

1 000 h (εξωτερικής χρήσης)

1 000 h (εξωτερικών χρήσης)

1 000 h (εξωτερικής χρήσης)

3 στ)

Υδρατμοπερατότητα (4) – EN ISO 7783-2

Κλάση ΙΙ ή ανώτερη

Κλάση ΙΙ ή ανώτερη (εξωτερική χρήση)

3 ζ)

Υδροπερατότητα (4)

Όταν διατυπώνεται ισχυρισμός κλάση ΙΙΙ

Κλάση ΙΙ ή ανώτερη (εξωτερική χρήση)

– EN 1062-3

Όλα τα άλλα προϊόντα κλάση ΙΙ ή ανώτερη

3 η)

Αντοχή στους μύκητες (4) – EN 15457

Κλάση 1 ή κατώτερη

(τοιχοποιία ή ξύλο)

Κλάση 0 (προϊόντα ξύλου εξωτερικού χώρου)

Κλάση 1 ή κατώτερη (εξωτερική χρήση)

3 η)

Αντοχή στα φύκη

– EN 15458 (4)

Κλάση 1 ή κατώτερη

(τοιχοποιία ή ξύλο)

Κλάση 0 (προϊόντα ξύλου εξωτερικού χώρου)

Κλάση 1 ή κατώτερη (εξωτερική χρήση)

3 θ)

Γεφύρωση ρωγμών (4) – EN 1062-7

A1 (μόνο ελαστομερή χρώματα)

3 ι)

Αντοχή στα αλκάλια

ISO 2812-4

Χρώματα τοιχοποιίας

Για εξωτερικές τοιχοποιίες

Για εξωτερικές τοιχοποιίες

3 κ)

Αντοχή στη διάβρωση (4)

Αντισκωριακά χρώματα

Αντισκωριακά χρώματα

Αντισκωριακά χρώματα

Αντισκωριακά χρώματα

Αντισκωριακά χρώματα

EN ISO 12944-2 και 12944-6, ISO 9227, ISO 4628-2 και 4628-3

 

Σχηματισμός φλυκταινών (φουσκάλες): μέγεθος ≥ 3/πυκνότητα 3

Σκωρίωση: ≥ Ri2

Σχηματισμός φλυκταινών (φουσκάλες): μέγεθος ≥ 3/πυκνότητα 3

Σκωρίωση: ≥ Ri2

 

 

Σχηματισμός φλυκταινών (φουσκάλες): μέγεθος ≥ 3/πυκνότητα 3

Σκωρίωση: ≥ Ri2

Σχηματισμός φλυκταινών (φουσκάλες): μέγεθος ≥ 3/πυκνότητα 3

Σκωρίωση: ≥ Ri2

Σχηματισμός φλυκταινών (φουσκάλες): μέγεθος ≥ 3/πυκνότητα 3

Σκωρίωση: ≥ Ri2

3 α)   Απόδοση

Η απαίτηση σχετικά με την απόδοση ισχύει για τα λευκά και ανοιχτόχρωμα προϊόντα βαφής. Για τα χρώματα που είναι διαθέσιμα σε περισσότερους χρωματισμούς, η απαίτηση για την απόδοση ισχύει για τον πιο ανοιχτό χρωματισμό.

Το λευκό και τα ανοικτά χρώματα (συμπεριλαμβάνονται τα τελειώματα και οι ενδιάμεσες στρώσεις) έχουν απόδοση (με καλυπτικότητα 98 %) τουλάχιστον 8 m2 ανά λίτρο προϊόντος για τα χρώματα εσωτερικών χώρων και 6 m2 για τα χρώματα εξωτερικών χώρων. Τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά τόσο για εσωτερικούς όσο και για εξωτερικούς χώρους έχουν απόδοση (με καλυπτικότητα 98 %) τουλάχιστον 8 m2 ανά λίτρο.

Στην περίπτωση των συστημάτων χρωματισμού, το παρόν κριτήριο ισχύει μόνο για τη λευκή βάση (η βάση που περιέχει τη μεγαλύτερη ποσότητα TiO2). Εάν είναι αδύνατον να επιτευχθεί με τη λευκή βάση η απαιτούμενη αυτή απόδοση, το κριτήριο πληρούται μετά τον χρωματισμό της λευκής βάσης για τον σχηματισμό του πρότυπου χρώματος RAL 9010.

Στην περίπτωση των χρωμάτων που αποτελούν τμήμα συστήματος χρωματισμού, ο αιτών οφείλει να υποδεικνύει στον τελικό χρήστη, με ένδειξη στη συσκευασία του προϊόντος και στο σημείο πώλησης, ποια απόχρωση ή ποιο αστάρι/υπόστρωμα (με το κοινοτικό οικολογικό σήμα, εάν είναι δυνατόν) πρέπει να χρησιμοποιείται ως βασική στρώση πριν από την εφαρμογή της σκουρότερης απόχρωσης.

Τα διαφανή και ημιδιαφανή αστάρια και τα υποστρώματα έχουν απόδοση τουλάχιστον 6 m2 και αυτά με απαιτήσεις όσον αφορά την καλυπτικότητα τουλάχιστον 8 m2. Τα αδιαφανή αστάρια με ειδικές ιδιότητες σφράγισης/στεγανοποίησης ή διείσδυσης/σύνδεσης, καθώς και τα αστάρια με ειδικές ιδιότητες πρόσφυσης, έχουν απόδοση τουλάχιστον 6 m2 ανά λίτρο προϊόντος.

Εναλλακτικά, τα παχύρρευστα διακοσμητικά επιχρίσματα (χρώματα τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα για να επιτυγχάνουν τρισδιάστατο διακοσμητικό αποτέλεσμα και, συνεπώς, χαρακτηρίζονται από στρώση μεγάλου πάχους) έχουν απόδοση 1 m2 ανά kg προϊόντος.

Τα αδιαφανή ελαστομερή χρώματα έχουν απόδοση τουλάχιστον 4 m2 ανά λίτρο προϊόντος.

Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει για τα βερνίκια, τα βερνίκια εμποτισμού, τα διαφανή αστάρια πρόσφυσης και κάθε άλλο διαφανές επίχρισμα.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο ISO 6504/1 (Χρώματα και βερνίκια — Προσδιορισμός της καλυπτικότητας — Μέρος 1: Μέθοδος Kubelka-Munk για λευκά και ανοιχτόχρωμα χρώματα) ή 6504/3 [Μέρος 3: προσδιορισμός του λόγου αντίθεσης (καλυπτικής ικανότητας) ανοιχτών χρωμάτων σε καθορισμένη επιφανειακή απόδοση] ή, προκειμένου για χρώματα ειδικά σχεδιασμένα ώστε να επιτυγχάνουν τρισδιάστατο διακοσμητικό αποτέλεσμα και χαρακτηριζόμενα από στρώση μεγάλου πάχους, με τη μέθοδο NF T 30 073. Στην περίπτωση των βάσεων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή χρωματισμένων προϊόντων και δεν έχουν αξιολογηθεί σύμφωνα με τις ανωτέρω απαιτήσεις, ο αιτών προσκομίζει στοιχεία που καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο υποδεικνύεται στον τελικό χρήστη να χρησιμοποιήσει αστάρι και/ή γκρι (ή άλλου ανάλογου χρώματος) υπόστρωμα πριν από την εφαρμογή του προϊόντος.

3 β)   Αντοχή στο νερό

Όλα τα βερνίκια, τα επιχρίσματα δαπέδων και τα χρώματα δαπέδων έχουν αντοχή στο νερό, προσδιοριζόμενη με τη μέθοδο ISO 2812-3, τόση ώστε μετά από 24ωρη έκθεση και 16ωρη αποκατάσταση να μην παρατηρείται αλλαγή στιλπνότητας ή χρώματος.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο ISO 2812-3.

3 γ)   Πρόσφυση

Τα εξωτερικής χρήσης έγχρωμα αστάρια τοιχοποιίας πρέπει να λαμβάνουν τη βάση της βαθμολογίας στη δοκιμή αποκόλλησης EN 24624 (ISO 4624), όταν η αντοχή συνάφειας της προς βαφή επιφάνειας είναι χαμηλότερη από την αντοχή πρόσφυσης του χρώματος. Σε αντίθετη περίπτωση, η πρόσφυση του χρώματος πρέπει να υπερβαίνει τη βαθμολογική βάση 1,5 MPa.

Τα επιχρίσματα δαπέδων, τα χρώματα δαπέδων, τα υποστρώματα δαπέδων, τα αστάρια εσωτερικής τοιχοποιίας, τα υποστρώματα μετάλλου και ξύλου πρέπει να βαθμολογούνται τουλάχιστον με 2 στη δοκιμή πρόσφυσης EN 2409.

Από την απαίτηση αυτή εξαιρούνται τα διαφανή αστάρια.

Ο αιτών αξιολογεί το αστάρι και/ή το τελείωμα χωριστά ή εφαρμοσμένα μαζί. Σε περίπτωση δοκιμής του τελειώματος χωριστά, αυτό θεωρείται ως η χείριστη πιθανή κατάσταση όσον αφορά την πρόσφυση.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο EN ISO 2409 ή EN 24624 (ISO 4624), ανάλογα με την περίπτωση.

3 δ)   Αντοχή στην τριβή

Τα επιχρίσματα και χρώματα δαπέδων έχουν αντοχή στην τριβή που δεν υπερβαίνει τα 70 mg απώλειας βάρους μετά από 1000 κύκλους δοκιμής, με φορτίο 1000 g και λειαντικό τροχό CS10, σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO 7784-2.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που αποδεικνύει τη συμμόρφωση με το παρόν κριτήριο με χρήση της μεθόδου EN ISO 7784-2.

3 ε)   Αντοχή στη γήρανση (για εξωτερικής χρήσης χρώματα και βερνίκια)

Τα χρώματα για τελειώματα τοιχοποιίας και τα τελειώματα ξύλου και μετάλλου, συμπεριλαμβανομένων των βερνικιών, εκτίθενται σε τεχνητή γήρανση σε συσκευή που περιλαμβάνει λυχνίες φθορισμού υπεριώδους (UV) και συμπύκνωση υδρατμών ή ψεκασμό με νερό σύμφωνα με το πρότυπο ISO 11507. Εκτίθενται στις συνθήκες δοκιμής επί 1000 ώρες. Οι συνθήκες δοκιμής είναι: ακτινοβολία UVA 4h/60 °C + υγρασία 4h/50 °C.

Εναλλακτικά, τα εξωτερικής χρήσης τελειώματα και βερνίκια ξύλου εκτίθενται σε γήρανση επί 1000 ώρες στη συσκευή επιταχυνόμενης γήρανσης QUV, με κυκλική έκθεση σε ακτινοβολία UV(A) και ψεκασμό σύμφωνα με το πρότυπο EN 927-6.

Σύμφωνα με το ISO 7724 3, η αλλαγή χρώματος των δοκιμίων που εκτίθενται σε γήρανση δεν υπερβαίνει την τιμή ΔΕ* = 4. Δεν ισχύει για τα βερνίκια και βάσεις.

Η μείωση της στιλπνότητας στα στιλπνά χρώματα και βερνίκια που εκτίθενται σε γήρανση δεν είναι μεγαλύτερη από το 30 % της αρχικής τιμής και μετράται με την εφαρμογή του προτύπου ISO 2813. Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει για τα μεσαίας στιλπνότητας και τα ματ τελειώματα (5) τα οποία έχουν αρχική τιμή στιλπνότητας μικρότερη από 60 % υπό γωνία πρόσπτωσης 60°.

Η κιμωλίαση ελέγχεται με τη μέθοδο δοκιμών EN ISO 4628-6 σε τελικές στρώσεις τοιχοποιίας και σε τελειώματα ξύλου και μετάλλου (κατά περίπτωση) μετά την έκθεση των δοκιμίων σε γήρανση. Στη δοκιμή αυτή τα επιχρίσματα πρέπει να επιτυγχάνουν βαθμολογία 1,5 ή καλύτερη (0,5 ή 1,0). Το πρότυπο περιλαμβάνει εικονογραφημένες αναφορές.

Στις τελικές στρώσεις τοιχοποιίας και στα τελειώματα ξύλου και μετάλλου, πρέπει επίσης να αξιολογούνται οι ακόλουθες παράμετροι, μετά την έκθεση των δοκιμίων σε γήρανση:

 

αποφολίδωση (απολέπιση) σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4628-5, πυκνότητα φολίδων 2 ή μικρότερη, μέγεθος φολίδων 2 ή μικρότερο·

 

ρηγμάτωση σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4628-4, ποσότητα ρωγμών 2 ή μικρότερη, μέγεθος ρωγμών 3 ή μικρότερο·

 

σχηματισμός φλυκταινών (φουσκάλες) σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4628-2, πυκνότητα φλυκταινών 3 ή μικρότερη, μέγεθος φλυκταινών 3 ή μικρότερο.

Οι δοκιμές θα πρέπει να διεξάγονται στη βάση του συστήματος χρωματισμού.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με την εφαρμογή είτε του προτύπου ISO 11507 ανάλογα με τις καθορισμένες παραμέτρους ή του προτύπου EN 927-6 ή και των δύο. Ο αιτών υποβάλλει εκθέσεις δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με την εφαρμογή του προτύπου EN ISO 4628-2, -4, -5, -6, καθώς και έκθεση δοκιμών σύμφωνα με το πρότυπο ISO 7724-3, ανάλογα με την περίπτωση.

3 στ)   Υδρατμοπερατότητα

Τα χρώματα εξωτερικής τοιχοποιίας και σκυροδέματος, για τα οποία διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι «αναπνέουν», πρέπει να κατατάσσονται σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1062-1 στην κλάση ΙΙ (μεσαίας υδρατμοπερατότητας) ή ανώτερη σύμφωνα με τη μέθοδο δοκιμών EN ISO 7783.

Λόγω της πληθώρας πιθανών αποχρώσεων, το παρόν κριτήριο περιορίζεται στη δοκιμή του βασικού χρώματος.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO 7783-2 και ταξινόμηση σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1062-1.

3 ζ)   Υδροπερατότητα

Όταν διατυπώνεται για χρώματα εξωτερικής τοιχοποιίας και σκυροδέματος ο ισχυρισμός ότι είναι υδροαπωθητικά ή ελαστομερή, το επίχρισμα πρέπει να κατατάσσεται σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1062-1 στην κλάση ΙΙΙ (χαμηλής υδροπερατότητας) σύμφωνα με τη μέθοδο δοκιμών EN 1062-3.

Λόγω της πληθώρας πιθανών αποχρώσεων, το κριτήριο αυτό περιορίζεται στη δοκιμή του βασικού χρώματος.

Όλα τα άλλα χρώματα τοιχοποιίας πρέπει να κατατάσσονται σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1062-1 στην κλάση ΙΙ (μεσαίας υδροπερατότητας) ή ανώτερη σύμφωνα με τη μέθοδο δοκιμών EN 1062-3.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο EN 1062-3 και ταξινόμηση σύμφωνα με το πρότυπο ΕΝ 1062-1.

3 η)   Αντοχή στους μύκητες και στα φύκη

Στα τελειώματα εξωτερικής τοιχοποιίας και τα χρώματα ξύλου, για τα οποία διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι έχουν αντιμυκητικές και αντιφυκικές ιδιότητες, και σύμφωνα με τον τύπο προϊόντων 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) για τα βιοκτόνα, προσδιορίζονται οι ακόλουθες απαιτούμενες επιδόσεις με τη χρήση των προτύπων EN 15457 και EN 15458.

Τα χρώματα τοιχοποιίας επιτυγχάνουν βαθμολογία κλάσης 1 ή χαμηλότερη (1 ή 0) για την αντοχή στους μύκητες, (δηλαδή λιγότερο από 10 % κάλυψης από μύκητες) και βαθμολογία κλάσης 1 ή χαμηλότερη για την αντοχή στα φύκη.

Τα χρώματα ξύλου επιτυγχάνουν βαθμολογία 0 για την αντοχή στους μύκητες και 0 για την αντοχή στα φύκη.

Λόγω της πληθώρας πιθανών αποχρώσεων, το κριτήριο αυτό περιορίζεται στη δοκιμή του βασικού χρώματος.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο των προτύπων EN 15457 και EN 15458.

3 θ)   Γεφύρωση ρωγμών

Τα χρώματα τοιχοποιίας (ή σκυροδέματος), για τα οποία διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι έχουν ελαστομερείς ιδιότητες, πρέπει να κατατάσσονται τουλάχιστον στην κλάση Α1 στους 23 °C σύμφωνα με το πρότυπο EN 1062.

Λόγω της πληθώρας πιθανών αποχρώσεων, το κριτήριο αυτό περιορίζεται στη δοκιμή του βασικού χρώματος.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο DIN EN 1062-7.

3 ι)   Αντοχή στα αλκάλια

Τα χρώματα και αστάρια τοιχοποιίας δεν εμφανίζουν αισθητή βλάβη όταν στην επίχριση εκτινάσσεται επί 24 ώρες διάλυμα NaOH 10 % σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 2812-4. Η αξιολόγηση πραγματοποιείται 24 ώρες μετά την ξήρανση-αποκατάσταση.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει έκθεση δοκιμών που έχουν διεξαχθεί με τη μέθοδο EN 2812-4.

3 ια)   Αντοχή στη διάβρωση

Εφαρμόζεται προσομοιωμένη διαβρωτική τάση σε επιφάνεια προς βαφή, με σκοπό την κατάταξη στην κατάλληλη κατηγορία ή κατηγορίες ατμοσφαιρικής διαβρωτικότητας του προτύπου EN ISO 12944-2 και σύμφωνα με τις συνοδευτικές διαδικασίες δοκιμών που καθορίζονται στο πρότυπο EN ISO 12944-6. Τα αντισκωριακά χρώματα για χαλύβδινες επιφάνειες προς βαφή υποβάλλονται σε δοκιμή έπειτα από 240 ώρες έκθεσης σε αλατούχο αερόλυμα σύμφωνα με το πρότυπο ISO 9227. Τα αποτελέσματα βαθμολογούνται με χρήση του προτύπου ISO 4628-2, όσον αφορά τον σχηματισμό φλυκταινών, και του ISO 4628-3 όσον αφορά τη σκωρίωση. Το χρώμα επιτυγχάνει αποτέλεσμα όχι χαμηλότερο από μέγεθος 3 και πυκνότητα 3 στη δοκιμή σχηματισμού φλυκταινών και όχι χαμηλότερο από Ri2 στη δοκιμή σκωρίωσης.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει εκθέσεις δοκιμών και βαθμολόγησης που επιβεβαιώνουν τη συμμόρφωση με το παρόν κριτήριο.

Κριτήριο 4. Περιεκτικότητα σε πτητικές και ημιπτητικές οργανικές ενώσεις (ΠΟΕ, ΗΠΟΕ)

Η μέγιστη περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις (ΠΟΕ) και ημιπτητικές οργανικές ενώσεις (ΗΠΟΕ) δεν υπερβαίνει τα όρια που αναφέρονται στον πίνακα 3.

Η περιεκτικότητα σε ΠΟΕ και ΗΠΟΕ προσδιορίζεται στο έτοιμο προς χρήση προϊόν και περιλαμβάνει τυχόν συνιστώμενες προσθήκες πριν από την εφαρμογή, όπως χρωστικές και/ή αραιωτικά.

Στα προϊόντα των οποίων η περιεκτικότητα σε ΠΟΕ είναι σύμφωνη με τα όρια του πίνακα 3 επιτρέπεται να εμφανίζονται, δίπλα στο οικολογικό σήμα, η ένδειξη «μειωμένη περιεκτικότητα σε ΠΟΕ» και η περιεκτικότητα σε ΠΟΕ, σε g/l.

Πίνακας 3

Όρια περιεκτικότητας σε ΠΟΕ και ΗΠΟΕ

Περιγραφή προϊόντος (με ένδειξη της υποκατηγορίας σύμφωνα με την οδηγία 2004/42/ΕΚ)

Οριακές τιμές ΠΟΕ

(g/l συμπεριλαμβανομένου του νερού)

Οριακές τιμές ΗΠΟΕ

(g/l συμπεριλαμβανομένου του νερού)

α.

Εσωτερικής χρήσης ματ για τοίχους και οροφές (στιλπνότητα < 25 στους 60°)

10

30 (7)/40 (8)

β.

Εσωτερικής χρήσης στιλπνά για τοίχους και οροφές (στιλπνότητα > 25 στους 60°)

40

30 (7)/40 (8)

γ.

Για εξωτερικούς τοίχους ορυκτού υποστρώματος

25

40

δ.

Εσωτερικής/εξωτερικής χρήσης χρώματα για τελειώματα και επενδύσεις από ξύλο και μέταλλο

80

50 (7)/60 (8)

ε.

Εσωτερικής χρήσης βερνίκια και βερνίκια εμποτισμού για διακοσμητικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των αδιαφανών βερνικιών εμποτισμού

65

30

ε.

Εξωτερικής χρήσης βερνίκια και βερνίκια εμποτισμού για διακοσμητικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των αδιαφανών βερνικιών εμποτισμού

75

60

στ.

Εσωτερικής/εξωτερικής χρήσης προϊόντα χρώσης ξύλου χωρίς σχηματισμό υμενίου

50

30 (7)/40 (8)

ζ.

Αστάρια

15

30 (7)/40 (8)

η.

Συνδετικά αστάρια

15

30 (7)/40 (8)

θ.

Ειδικά επιχρίσματα ενός συστατικού

80

50 (7)/60 (8)

ι.

Ειδικά δραστικά επιχρίσματα δύο συστατικών για συγκεκριμένες τελικές χρήσεις, όπως για δάπεδα

80

50 (7)/60 (8)

ιβ.

Διακοσμητικά επιχρίσματα

80

50 (7)/60 (8)

Αντισκωριακά χρώματα

80

60

Η περιεκτικότητα σε ΠΟΕ προσδιορίζεται είτε με υπολογισμό με βάση τα συστατικά και τις πρώτες ύλες ή με τη χρήση των μεθόδων του προτύπου ISO 11890-2 ή, εναλλακτικά, για τα προϊόντα με περιεκτικότητα σε ΠΟΕ μικρότερη από 1,0 g/l, των μεθόδων του προτύπου ISO 17895. Η περιεκτικότητα σε ΗΠΟΕ προσδιορίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο που αναφέρεται στο πρότυπο ISO 11890-2. Οι δείκτες που παρατίθενται στον πίνακα 4 χρησιμοποιούνται ως βάση για την οριοθέτηση των αποτελεσμάτων της αεριοχρωματογραφίας για τις ΗΠΟΕ. Στην περίπτωση των προϊόντων που χρησιμοποιούνται τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς χώρους, υπερισχύει η αυστηρότερη οριακή τιμή ΗΠΟΕ που ισχύει για τα χρώματα εσωτερικών χώρων.

Πίνακας 4

Ενώσεις προς χρήση ως δείκτες κατά τον προσδιορισμό της περιεκτικότητας σε ΗΠΟΕ

 

Πολικά συστήματα

(επιχρίσματα σε υδατική φάση)

Μη πολικά συστήματα

(επιχρίσματα με διαλύτη)

ΗΠΟΕ

Αδιπικό διαιθύλιο (C10Η18O4) έως παλμιτικό μεθύλιο (C17Η34O2)

Δεκατετράνιο (C14Η30) έως κανονικό εικοσιδυάνιο (C22Η46)

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει για την περιεκτικότητα του έτοιμου προς χρήση προϊόντος σε ΠΟΕ είτε έκθεση δοκιμών σύμφωνα με τις μεθόδους που περιγράφονται στο πρότυπο ISO 11890-2 ή ISO 17895, η οποία αποδεικνύει τη συμμόρφωση, είτε δήλωση συμμόρφωσης υποστηριζόμενη από υπολογισμούς με βάση τα συστατικά και τις πρώτες ύλες του χρώματος.

Ο αιτών υποβάλλει για την περιεκτικότητα του έτοιμου προς χρήση προϊόντος σε ΗΠΟΕ είτε έκθεση δοκιμών σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στο πρότυπο ISO 11890-2, είτε δήλωση συμμόρφωσης υποστηριζόμενη από υπολογισμούς με βάση τα συστατικά και τις πρώτες ύλες του χρώματος. Η δοκιμή θα πρέπει να διεξάγεται με αναφορά στους δείκτες που ορίζονται στον πίνακα 4 και στο εγχειρίδιο χρήσης των κριτηρίων. Κατόπιν αιτήματος του αρμόδιου φορέα, οι αιτούντες μπορεί να υποχρεωθούν να επικυρώσουν τους υπολογισμούς με βάση τη συγκεκριμένη μέθοδο δοκιμών.

Κριτήριο 5. Περιορισμός των επικίνδυνων ουσιών και μειγμάτων

Το τελικό προϊόν δεν περιέχει επικίνδυνες ουσίες και μείγματα σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στα ακόλουθα επιμέρους κριτήρια τα οποία ισχύουν για:

τις ταξινομήσεις επικινδυνότητας και τις φράσεις κινδύνου

τις ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία

άλλες συγκεκριμένες ουσίες καταλόγου

Οι αιτούντες υποχρεούνται να αποδεικνύουν ότι η σύνθεση του τελικού προϊόντος πληροί τις γενικές απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, καθώς και κάθε πρόσθετη απαίτηση που περιέχεται στο προσάρτημα.

5 α)   Γενικοί περιορισμοί που ισχύουν για ταξινομήσεις επικινδυνότητας και φράσεις κινδύνου

Εκτός ρητής παρέκκλισης στο προσάρτημα, η σύνθεση του τελικού προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων όλων των συστατικών που προστίθενται σκόπιμα και περιέχονται σε συγκέντρωση μεγαλύτερη από 0,010 %, δεν περιέχει ουσίες ή μείγματα που έχουν χαρακτηριστεί τοξικά, επικίνδυνα για το περιβάλλον, ευαισθητοποιητικά του αναπνευστικού συστήματος ή του δέρματος ή καρκινογόνα, μεταλλαξιογόνα ή τοξικά για την αναπαραγωγή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 ή την οδηγία 67/548/ΕΚ του Συμβουλίου (9) και με την ερμηνεία βάσει των δηλώσεων επικινδυνότητας και των φράσεων κινδύνου που παρατίθενται στον πίνακα 5 των παρόντων κριτηρίων.

Πίνακας 5

Ταξινομήσεις επικινδυνότητας που υπόκεινται σε περιορισμό και κατηγοριοποίησή τους

Οξεία τοξικότητα

Κατηγορίες 1 και 2

Κατηγορία 3

H300 Θανατηφόρο σε περίπτωση κατάποσης (R28)

H301 Τοξικό σε περίπτωση κατάποσης (R25)

310 Θανατηφόρο σε επαφή με το δέρμα (R27)

H311 Τοξικό σε επαφή με το δέρμα (R24)

H330 Θανατηφόρο σε περίπτωση εισπνοής (R23/26)

H331 Τοξικό σε περίπτωση εισπνοής (R23)

H304 Μπορεί να προκαλέσει θάνατο σε περίπτωση κατάποσης και διείσδυσης στις αναπνευστικές οδούς (R65)

EUH070 Τοξικό σε επαφή με τα μάτια (R39/41)

 

Ειδική τοξικότητα για τα όργανα-στόχους

Κατηγορία 1

Κατηγορία 2

H370 Προκαλεί βλάβες στα όργανα (R39/23, R39/24, R39/25, R39/26, R39/27, R39/28)

H371 Μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα (R68/20, R68/21, R68/22)

H372 Προκαλεί βλάβες στα όργανα (R48/25, R48/24, R48/23)

H373 Μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα (R48/20, R48/21, R48/22)

 

Ευαισθητοποίηση του αναπνευστικού συστήματος ή του δέρματος

Κατηγορία 1A

Κατηγορία 1B

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση (R43)

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση (R43)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής (R42)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής (R42)

 

Καρκινογόνα, μεταλλαξιογόνα ή τοξικά για την αναπαραγωγή

Κατηγορία 1A και 1Β

Κατηγορία 2

H340 Μπορεί να προκαλέσει γενετικά ελαττώματα (R46)

H341 Ύποπτο για πρόκληση γενετικών ελαττωμάτων (R68)

H350 Μπορεί να προκαλέσει καρκίνο (R45)

H351 Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου (R40)

H350i Μπορεί να προκαλέσει καρκίνο μέσω της εισπνοής (R49)

 

H360F Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα (R60)

H361f Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στη γονιμότητα (R62)

H360D Μπορεί να βλάψει το έμβρυο (R61)

H361d Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στο έμβρυο (R63)

H360FD Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα. Μπορεί να βλάψει το έμβρυο (R60, R60/61)

H361fd Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στη γονιμότητα. Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στο έμβρυο (R62/63)

H360Fd Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα. Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στο έμβρυο (R60/63)

H362 Μπορεί να βλάψει τα βρέφη που τρέφονται με μητρικό γάλα (R64)

H360Df Μπορεί να βλάψει το έμβρυο. Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στη γονιμότητα (R61/62)

 

 

Επικίνδυνα για το υδάτινο περιβάλλον

Κατηγορίες 1 και 2

Κατηγορίες 3 και 4

H400 Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς (R50)

H412 Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις (R52/53)

H410 Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις (R50/53)

H413 Μπορεί να έχει μακροχρόνιες επιβλαβείς επιπτώσεις στους υδρόβιους οργανισμούς (R53)

H411 Τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις (R51/53)

 

 

Επικίνδυνα για τη στιβάδα του όζοντος

EUH059 Επικίνδυνο για τη στιβάδα του όζοντος (R59)

 

Οι πιο πρόσφατοι κανόνες ταξινόμησης που έχει θεσπίσει η Ένωση υπερισχύουν των απαριθμούμενων ταξινομήσεων επικινδυνότητας και φράσεων κινδύνου. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008, οι αιτούντες διασφαλίζουν ότι οι ταξινομήσεις βασίζονται στους πιο πρόσφατους κανόνες για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων.

Οι αιτούντες υποχρεούνται να υπολογίζουν την ταξινόμηση επικινδυνότητας του τελικού προϊόντος βαφής, προκειμένου να αποδείξουν τη συμμόρφωση, εφαρμόζοντας τις μεθόδους ταξινόμησης των μειγμάτων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 και σε όλες τις τροποποιήσεις του. Η ισοδυναμία μεταξύ των ταξινομήσεων των μειγμάτων σύμφωνα με την οδηγία 67/548/ΕΟΚ για τις επικίνδυνες ουσίες (οδηγία DSD) και των ταξινομήσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 (κανονισμός CLP) παρέχεται στον πίνακα 6.

Το τελικό προϊόν δεν ταξινομείται και δεν επισημαίνεται ως προϊόν με οξεία τοξική δράση, ειδική τοξική δράση στα όργανα-στόχους, ως ευαισθητοποιητικό του αναπνευστικού συστήματος ή του δέρματος, ως καρκινογόνο, μεταλλαξιογόνο ή τοξικό για την αναπαραγωγή ούτε ως επικίνδυνο για το περιβάλλον, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 ή την οδηγία 67/548/ΕΚ.

Πίνακας 6

Ταξινόμηση των τελικών προϊόντων: Ισοδυναμία μεταξύ του κανονισμού CLP και της οδηγίας DSD

Ταξινόμηση των μειγμάτων βάσει του κανονισμού CLP

Ισοδύναμο βάσει της οδηγίας DSD

Οξεία τοξικότητα

Τ ή T+

Ειδική τοξικότητα για τα όργανα-στόχους

T, T + ή Xn

Ευαισθητοποιητικό του αναπνευστικού συστήματος ή του δέρματος

-

Καρκινογόνο, μεταλλαξιογόνο ή τοξικό για την αναπαραγωγή

Καρκινογόνο, μεταλλαξιογόνο ή τοξικό για την αναπαραγωγή κατηγορίας 1-3

Επικίνδυνο για το περιβάλλον

N (εκτός από τις φράσεις κινδύνου R53 και R52/53)

5 α) i)   Παρεκκλίσεις που ισχύουν για ομάδες ουσιών

Για τους σκοπούς της παρούσας κατηγορίας προϊόντων, έχουν εγκριθεί παρεκκλίσεις για συγκεκριμένες ομάδες ουσιών που μπορεί να περιέχονται στο τελικό προϊόν. Οι παρεκκλίσεις αυτές ορίζουν τις ταξινομήσεις επικινδυνότητας για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση για κάθε συγκεκριμένη ομάδα ουσιών, καθώς και τους σχετικούς όρους παρέκκλισης και τα ισχύοντα όρια συγκέντρωσης. Οι παρεκκλίσεις παρατίθενται στο προσάρτημα και ισχύουν για τις ακόλουθες ομάδες ουσιών:

1.

Συντηρητικά που προστίθενται στις χρωστικές, στα συνδετικά υλικά και στο τελικό προϊόν

α)

Συντηρητικά συσκευασμένων ειδών

β)

Συντηρητικά μηχανών ανάμειξης χρωμάτων

γ)

Συντηρητικά ξηρού υμενίου

δ)

Σταθεροποιητές συντηρητικών

2.

Ξηραντικά και μέσα κατά της δημιουργίας κρούστας

α)

Ξηραντικά

β)

Μέσα κατά της δημιουργίας κρούστας

3.

Αναστολείς διάβρωσης

α)

Αναστολείς διάβρωσης

β)

Πρόληψη της χαλκοπράσινης οξείδωσης

4.

Επιφανειοδραστικές ουσίες

α)

Επιφανειοδραστικές ουσίες γενικής χρήσης

β)

Αιθοξυαλκυλοφαινόλες (ΑΡΕΟ)

γ)

Υπερφθοριωμένες επιφανειοδραστικές ουσίες

5.

Διάφορες λειτουργικές ουσίες γενικής εφαρμογής

α)

Γαλακτώματα ρητίνης σιλικόνης σε λευκά χρώματα, χρωστικές και βάσεις συστημάτων χρωματισμού

β)

Μέταλλα και ενώσεις τους

γ)

Ορυκτές πρώτες ύλες και πληρωτικά υλικά

δ)

Εξουδετερωτικές ουσίες

ε)

Οπτικά λευκαντικά

στ)

Χρωστικές

6.

Διάφορες λειτουργικές ουσίες με εξειδικευμένες εφαρμογές

α)

Προστατευτικά υπεριώδους ακτινοβολίας και σταθεροποιητές

β)

Πλαστικοποιητές

7.

Υπολειμματικές ουσίες που μπορεί να περιέχονται στο τελικό προϊόν

α)

Φορμαλδεΰδη

β)

Διαλύτες

γ)

Μη αντιδρώντα μονομερή

δ)

Πτητικές αρωματικές ενώσεις και αλογονωμένες ενώσεις

5 α) ii)   Όροι παρέκκλισης που ισχύουν για τις εγκαταστάσεις παραγωγής

Στην περίπτωση των παρεκκλίσεων για την οξεία τοξικότητα ή την ειδική τοξικότητα για τα όργανα-στόχους, ισχύουν πρόσθετοι όροι σχετικά με την παραγωγή χρωμάτων και βερνικιών. Στην περίπτωση αυτή, οι αιτούντες υποβάλλουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

για τις ουσίες οι οποίες έχουν ταξινομηθεί ως ουσίες που προκαλούν οξεία τοξικότητα ή ειδική τοξικότητα για τα όργανα-στόχους, πρέπει να αποδεικνύεται η συμμόρφωση με τις σχετικές ευρωπαϊκές ενδεικτικές οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης (OELV) ή τις OELV του κράτους μέλους για την ουσία(-ες), αναλόγως του ποιες είναι οι αυστηρότερες·

εάν δεν υπάρχει OELV αναφοράς, ο αιτών αποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο ελαχιστοποιούν την έκθεση οι διαδικασίες υγείας και ασφάλειας για το χειρισμό της(των) εισερχόμενης(-ων) ουσίας(-ών) στις μονάδες παραγωγής για το τελικό προϊόν βαφής με οικολογικό σήμα·

για τις ουσίες των οποίων η ταξινόμηση ισχύει για τη μορφή αερολύματος ή ατμών, πρέπει να αποδεικνύεται ότι οι εργαζόμενοι δεν εκτίθενται σε αυτή τη μορφή·

για τις ουσίες των οποίων η ταξινόμηση ισχύει για την ξηρή μορφή, πρέπει να αποδεικνύεται ότι οι εργαζόμενοι δεν είναι δυνατόν να έρθουν σε επαφή με αυτή τη μορφή της ουσίας κατά την παραγωγή.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών αποδεικνύει τη συμμόρφωση με το παρόν κριτήριο υποβάλλοντας δήλωση ταξινόμησης και/ή μη ταξινόμησης για:

το τελικό χρώμα ή βερνίκι με βάση τις μεθόδους ταξινόμησης των μειγμάτων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 και σε όλες τις τροποποιήσεις του·

τα συστατικά της σύνθεσης του χρώματος ή βερνικιού που ανήκουν στις ομάδες ουσιών του σημείου 5 στοιχείο α) i) και περιέχονται σε συγκεντρώσεις άνω του 0,010 %

Η δήλωση αυτή βασίζεται σε στοιχεία που έχουν συλλεχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του προσαρτήματος.

Πρέπει επίσης να προσδιορίζονται τα δραστικά συστατικά για τα οποία ενδέχεται να ισχύουν ειδικά όρια συγκέντρωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 και τα οποία ενδέχεται να υπολείπονται της τιμής αποκοπής 0,010 %.

Προς υποστήριξη της δήλωσης ταξινόμησης ή μη ταξινόμησης των συστατικών, υποβάλλονται τα ακόλουθα τεχνικά στοιχεία:

i)

για τις ουσίες που δεν έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό REACH ή δεν έχουν υπαχθεί ακόμη σε εναρμονισμένη ταξινόμηση βάσει του κανονισμού CLP: στοιχεία που πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος VII του κανονισμού REACΗ·

ii)

για τις ουσίες που έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό REACH και δεν πληρούν τις απαιτήσεις για ταξινόμηση βάσει του κανονισμού CLP: στοιχεία από τον φάκελο καταχώρισης REACH, τα οποία επιβεβαιώνουν τη μη ταξινόμηση της ουσίας·

iii)

για τις ουσίες που έχουν υπαχθεί σε εναρμονισμένη ταξινόμηση ή έχουν ταξινομηθεί από τους προμηθευτές τους: δελτία δεδομένων ασφαλείας, εφόσον είναι διαθέσιμα. Εάν αυτά δεν είναι διαθέσιμα ή η ουσία έχει ταξινομηθεί από τον προμηθευτή της, υποβάλλονται στοιχεία σχετικά με την ταξινόμηση επικινδυνότητας των ουσιών σύμφωνα με το παράρτημα II του κανονισμού REACΗ·

iv)

στην περίπτωση των μειγμάτων: δελτία δεδομένων ασφαλείας, εάν είναι διαθέσιμα. Εάν αυτά δεν είναι διαθέσιμα, υποβάλλεται υπολογισμός της ταξινόμησης του μείγματος σύμφωνα με τους κανόνες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008, συνοδευόμενος από στοιχεία σχετικά με την ταξινόμηση επικινδυνότητας των μειγμάτων σύμφωνα με το παράρτημα II του κανονισμού REACH.

Οι ουσίες και τα μείγματα χαρακτηρίζονται σύμφωνα με τα σημεία 10, 11 και 12 του παραρτήματος II του κανονισμού REACH (Απαιτήσεις για τη σύνταξη των δελτίων δεδομένων ασφαλείας). Ο χαρακτηρισμός περιλαμβάνει πληροφορίες που αφορούν τη φυσική μορφή και κατάσταση των συστατικών, καθώς και τον προσδιορισμό των μεταποιημένων συστατικών που είναι νανοϋλικά, το 50 % και άνω των σωματιδίων των οποίων στην κατανομή αριθμητικών μεγεθών έχει μία ή περισσότερες εξωτερικές διαστάσεις εντός της κλίμακας μεγέθους 1 nm-100 nm.

Ο αιτών προσδιορίζει επίσης τις ουσίες και τα μείγματα που χρησιμοποιούνται στη σύνθεση του χρώματος και εμπίπτουν στις ειδικές απαιτήσεις παρέκκλισης οι οποίες καθορίζονται στο προσάρτημα. Για κάθε ουσία ή μείγμα για το οποίο ισχύει παρέκκλιση υποβάλλονται δικαιολογητικά που καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο πληρούνται οι απαιτήσεις της παρέκκλισης.

5 β)   Περιορισμοί που ισχύουν για ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, το τελικό προϊόν και τα συστατικά ή οι πρώτες ύλες του δεν περιέχουν, εκτός εάν προβλέπεται ειδική παρέκκλιση, ουσίες οι οποίες:

πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 57 του κανονισμού REACΗ·

έχουν χαρακτηριστεί σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 του κανονισμού REACH, το οποίο προβλέπει την κατάρτιση καταλόγου υποψήφιων ουσιών που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία.

Δεν εγκρίνεται παρέκκλιση για ουσίες που πληρούν μία από αυτές τις προϋποθέσεις, ή και τις δύο, και περιέχονται σε χρώμα ή βερνίκι σε συγκεντρώσεις υψηλότερες από 0,10 % (κατά βάρος).

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών υποβάλλει δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υποστηριζόμενη από υπογεγραμμένες δηλώσεις συμμόρφωσης των προμηθευτών του. Οι αιτούντες αποδεικνύουν ότι έχουν αντιπαραβάλει τις εισερχόμενες στην παραγωγή ουσίες με τον ισχύοντα κατάλογο υποψήφιων ουσιών που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία και με τα κριτήρια του άρθρου 57 του κανονισμού REACH.

5 γ)   Περιορισμοί που ισχύουν για συγκεκριμένες επικίνδυνες ουσίες

Το τελικό προϊόν δεν περιέχει τις επικίνδυνες ουσίες που αναφέρονται ρητά στο προσάρτημα σε τιμές που υπερβαίνουν ή ισούνται με τα καθορισμένα όρια συγκέντρωσης. Οι περιορισμοί για τις ουσίες του προσαρτήματος ισχύουν για τα ακόλουθα συστατικά και υπολείμματα χρωμάτων και βερνικιών:

i)

συντηρητικά ξηρού υμενίου

ii)

συντηρητικά μηχανών ανάμειξης χρωμάτων

iii)

συντηρητικά συσκευασμένων ειδών

iv)

σταθεροποιητές συντηρητικών

v)

επιφανειοδραστικές ουσίες με αιθοξυαλκυλοφαινόλες (ΑΡΕΟ)

vi)

υπερφθοριωμένες επιφανειοδραστικές ουσίες

vii)

μέταλλα και ενώσεις τους

viii)

χρωστικές

ix)

πλαστικοποιητές

x)

ελεύθερη φορμαλδεΰδη

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Οι απαιτήσεις εξακρίβωσης και δοκιμών καθορίζονται στο προσάρτημα 1 για κάθε ουσία και για συγκεκριμένες μορφές χρωμάτων και βερνικιών.

Κριτήριο 6. Ενημέρωση του καταναλωτή

6 α)

Οι ακόλουθες ενδείξεις αναγράφονται στη συσκευασία ή προσαρτώνται σε αυτή:

«Να ελαχιστοποιείτε τη σπατάλη χρώματος υπολογίζοντας την ποσότητα χρώματος που θα χρειαστείτε.»

«Να ανακτάτε τα περισσεύματα χρώματος για να τα επαναχρησιμοποιήσετε.»

«Η επαναχρησιμοποίηση των χρωμάτων μπορεί να ελαχιστοποιήσει πραγματικά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις κύκλου ζωής των προϊόντων.»

6 β)

Οι ακόλουθες γενικές πληροφορίες και συμβουλές αναγράφονται στη συσκευασία ή προσαρτώνται σε αυτή:

Τρόπος εκτίμησης της ποσότητας χρώματος που χρειάζεται πριν από την αγορά, προκειμένου να ελαχιστοποιείται η σπατάλη χρώματος, και μια συνιστώμενη ποσότητα ως οδηγός (π.χ. για 1 m2 τοίχου χρειάζονται x λίτρα χρώματος).

Τρόπος μεταχείρισης των «περισσευμάτων χρώματος», καθώς και, εφόσον υπάρχουν, διαδικτυακός σύνδεσμος ή στοιχεία επικοινωνίας όπου ο καταναλωτής μπορεί να βρει περισσότερες πληροφορίες.

6 γ)

Οι ακόλουθες συμβουλές και συστάσεις σχετικά με τον τρόπο μεταχείρισης του χρώματος αναγράφονται στη συσκευασία ή προσαρτώνται σε αυτή:

Μέτρα ασφαλείας για τους χρήστες. Περιλαμβάνουν βασικές συστάσεις για τα μέσα ατομικής προστασίας που πρέπει να φορούν, καθώς και πρόσθετα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται κατά τη χρήση εξοπλισμού ψεκασμού.

Χρήση εξοπλισμού καθαρισμού και κατάλληλη διαχείριση των αποβλήτων (ώστε να περιοριστεί η ρύπανση του εδάφους και των υδάτων). Για παράδειγμα, ένα κείμενο που υποδεικνύει ότι για την ασφαλή ως προς το περιβάλλον διάθεση των περισσευμάτων των χρωμάτων απαιτείται χειρισμός από ειδικούς και ότι, συνεπώς, δεν θα πρέπει να απορρίπτονται μαζί με τα οικιακά απορρίμματα (π.χ. «Μην πετάτε τα υπολείμματα χρώματος στον νεροχύτη, στην τουαλέτα ή στον κάδο απορριμμάτων»).

Αποθήκευση του χρώματος σε κατάλληλες συνθήκες (πριν και μετά το άνοιγμα), συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, συμβουλών ασφάλειας.

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών δηλώνει ότι το προϊόν πληροί την απαίτηση και συνυποβάλλει στον αρμόδιο φορέα με την αίτηση τα γραφικά ή δείγματα των πληροφοριών προς τον χρήστη και/ή σύνδεσμο με τον ιστότοπο του κατασκευαστή που περιέχει τις συγκεκριμένες πληροφορίες. Αναφέρεται η συνιστώμενη ποσότητα χρώματος που παρέχεται ως οδηγός.

Κριτήριο 7. Πληροφορίες που αναγράφονται στο οικολογικό σήμα της ΕΕ

Το προαιρετικό σήμα με πλαίσιο κειμένου περιέχει, κατά περίπτωση, το ακόλουθο κείμενο:

Ελαχιστοποιημένη περιεκτικότητα σε επικίνδυνες ουσίες

Μειωμένη περιεκτικότητα σε πτητικές οργανικές ενώσεις (ΠΟΕ): x g/l

Καλές επιδόσεις για εσωτερική χρήση (εφόσον πληρούνται τα κριτήρια για εσωτερική χρήση) ή

Καλές επιδόσεις για εξωτερική χρήση (εφόσον πληρούνται τα κριτήρια για εξωτερική χρήση) ή

Καλές επιδόσεις για εσωτερική και εξωτερική χρήση (εφόσον πληρούνται τα κριτήρια, τόσο για εσωτερική όσο και για εξωτερική χρήση)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση του προαιρετικού σήματος με κείμενο εντός πλαισίου παρατίθενται στο έγγραφο «Guidelines for use of the Ecolabel logo» που είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο:

http://ec.europa.eu/environment/ecolabel/documents/logo_guidelines.pdf

Εκτίμηση και εξακρίβωση: Ο αιτών καταθέτει δείγμα της ετικέτας του προϊόντος ή τα γραφικά της συσκευασίας, όπου τοποθετείται το οικολογικό σήμα της ΕΕ, καθώς και δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).

(2)  Όπως προκύπτει από το έγγραφο αναφοράς για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (BREF) που αφορά την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων ανόργανων χημικών ουσιών, Αύγουστος 2007.

(3)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3)

(4)  Απαιτείται μόνον όταν διατυπώνονται ισχυρισμοί σχετικά με τα χρώματα κατά τη διάθεσή τους στην αγορά.

(5)  EN ISO 2813.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1).

(7)  Λευκά χρώματα και βερνίκια εσωτερικών χώρων

(8)  Χρωματιστά χρώματα εσωτερικών χώρων/Χρώματα και βερνίκια εσωτερικών χώρων

(9)  Οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 196 της 16.8.1967, σ. 1).

ΠΡΟΣΆΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

Ομάδα ουσιών

Πεδίο εφαρμογής του περιορισμού και/ή της παρέκκλισης

Όρια συγκέντρωσης (κατά περίπτωση)

Εκτίμηση και εξακρίβωση

1.   Συντηρητικά που προστίθενται στις χρωστικές, στα συνδετικά υλικά και στο τελικό προϊόν

i)

Κανόνες σχετικά με την αδειοδότηση των βιοκτόνων

Στη σύνθεση των χρωμάτων υπεισέρχονται μόνο συντηρητικά που πληρούν τις απαιτήσεις των σημείων 1 α), 1 β) και 1 γ) (κατά περίπτωση) και έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με την οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 528/2012 και για τα οποία η έκθεση αξιολόγησης περιλαμβάνει εκτίμηση κινδύνου για επαγγελματική και/ή καταναλωτική (μη επαγγελματική) χρήση. Οι αιτούντες θα πρέπει να ανατρέχουν στον πιο πρόσφατο κατάλογο αδειοδοτήσεων.

Τα συντηρητικά για τα οποία έχει υποβληθεί φάκελος προς αξιολόγηση και εκκρεμεί απόφαση για τη χορήγηση άδειας ή τη μη καταχώριση μπορούν να χρησιμοποιούνται κατά τη μεταβατική περίοδο έως την έκδοση της απόφασης.

ii)

Επιτρεπόμενες συνολικές συγκεντρώσεις συντηρητικών συσκευασμένων ειδών και ξηρού υμενίου στο έτοιμο προς χρήση προϊόν

Τα συντηρητικά συσκευασμένων ειδών και ξηρού υμενίου μπορούν να χρησιμοποιούνται σε προϊόντα για εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους σύμφωνα με τις συνολικές συγκεντρώσεις που παρατίθενται στον ακόλουθο πίνακα.

Επιτρεπόμενες συνολικές συγκεντρώσεις συντηρητικών στα χρώματα και τα βερνίκια

Τύπος διατήρησης

Προϊόντα για εσωτερικούς χώρους

Προϊόντα για εξωτερικούς χώρους

Συντηρητικά συσκευασμένων ειδών

0,060 %

0,060 %

Συντηρητικά ξηρού υμενίου

Δεν επιτρέπονται

0,30 %

Εξαιρέσεις κατά παρέκκλιση:

 

 

i)

Χρώματα για χρήση σε χώρους με υψηλή υγρασία

0,10 %

άνευ αντικειμένου

ii)

Συνδυασμοί του βουτυλοκαρβαμιδικού ιωδοπροπινυλίου (IPBC) για προστασία σε εξωτερικούς χώρους

άνευ αντικειμένου

0,65 %

Συνολικό άθροισμα συντηρητικών

0,060 %

0,360 %

Με την κατά παρέκκλιση εξαίρεση i) ή ii) για τη διατήρηση του ξηρού υμενίου

0,160 %

0,710 %

iii)

Επιτρεπόμενες συνολικές συγκεντρώσεις ουσιών και ενώσεων ισοθειαζολινόνης στο έτοιμο προς χρήση προϊόν

Το συνολικό άθροισμα των ενώσεων ισοθειαζολινόνης σε οποιοδήποτε χρώμα ή βερνίκι δεν υπερβαίνει το 0,050 % (500 ppm), με εξαίρεση τα χρώματα και βερνίκια ξύλου εξωτερικών χώρων, όπου δεν υπερβαίνει το 0,20 %. Η χρήση των ακόλουθων συντηρητικών υπόκειται σε παρέκκλιση, με την επιφύλαξη ειδικών ορίων όσον αφορά τη συμμετοχή τους στο συνολικό άθροισμα των ενώσεων ισοθειαζολινόνης στο τελικό έτοιμο προς χρήση προϊόν.

 

2-μεθυλ-2H-ισοθειαζολόνη-3: 0,0200 %

 

1,2-βενζισοθειαζολόνη-2(2H): 0,0500 %

 

2-οκτυλ-2H-ισοθειαζολόνη-3: 0,0500 %, με εξαίρεση τα χρώματα και βερνίκια ξύλου εξωτερικών χώρων, στα οποία μπορεί να χρησιμοποιείται σε υψηλότερες συγκεντρώσεις

 

5-χλωρο-2-μεθυλ-4-ισοθειαζολινόνη-3/2-μεθυλ-4-ισοθειαζολινόνη-3: 0,0015 %

α)

Συντηρητικά συσκευασμένων ειδών

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα, πλην αντιθέτων ειδικών διατάξεων

Επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στα προϊόντα με οικολογικό σήμα συντηρητικά συσκευασμένων ειδών με τις ακόλουθες ταξινομήσεις επικινδυνότητας για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση:

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H331 (R23), H400 (R50), H410 (R50/53), H411 (R51/53), H412 (R52/53), H317 (R43)

Τα συντηρητικά συσκευασμένων ειδών με τις εν λόγω ταξινομήσεις επικινδυνότητας για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση πρέπει επίσης να πληρούν τους ακόλουθους όρους παρέκκλισης:

Η συνολική συγκέντρωση δεν υπερβαίνει το 0,060 % w/w.

Οι ουσίες που έχουν ταξινομηθεί ως H400 (R50) και/ή H410 (R50/53) δεν είναι βιοσυσσωρεύσιμες. Οι μη βιοσυσσωρεύσιμες ουσίες έχουν Log Kow ≤ 3,2 ή συντελεστή βιοσυγκέντρωσης (BCF) ≤ 100.

Υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τηρούνται για το προϊόν οι όροι χορήγησης άδειας βάσει της οδηγίας 98/8/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

Όταν χρησιμοποιούνται συντηρητικά που είναι δότες φορμαλδεΰδης, η περιεκτικότητα σε φορμαλδεΰδη και οι εκπομπές από το τελικό προϊόν πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του περιορισμού 7 α) που αφορά την ουσία αυτή.

Ισχύουν ειδικά όρια συγκέντρωσης για τα ακόλουθα συντηρητικά:

i)

ψευδαργυρούχο πυριθειόνη

ii)

Ν-(3-αμινοπροπυλο)-N-δωδεκυλοπροπανο-1,3-διαμίνη

Συντηρητικά συσκευασμένων ειδών

Συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν: 0,060 % w/w

Όριο συγκέντρωσης

0,050 %

0,050 %

Εξακρίβωση:

Δήλωση του αιτούντος και του προμηθευτή του συνδετικού υλικού, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις των δραστικών συστατικών του τελικού προϊόντος και του συνδετικού υλικού του.

Τα ανωτέρω να περιλαμβάνουν υπολογισμό από τον αιτούντα της συγκέντρωσης του δραστικού συστατικού στο τελικό προϊόν.

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 58 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 για τα βιοκτόνα, πρέπει να προσδιορίζονται όλα τα μεταποιημένα δραστικά συστατικά, το 50 % και άνω των σωματιδίων των οποίων στην κατανομή αριθμητικών μεγεθών έχει μία ή περισσότερες εξωτερικές διαστάσεις εντός της κλίμακας μεγέθους 1 nm-100 nm.

β)

Συντηρητικά μηχανών ανάμειξης χρωμάτων

Οι ταξινομήσεις επικινδυνότητας για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση και οι όροι παρέκκλισης, που αναφέρονται στο σημείο 1 α), εφαρμόζονται επίσης στα συντηρητικά που χρησιμοποιούνται για την προστασία των αποχρώσεων ενόσω φυλάσσονται στις μηχανές, πριν αναμιχθούν με τα βασικά χρώματα.

Η συνολική συγκέντρωση των συντηρητικών που προστίθενται για την προστασία των αποχρώσεων τις οποίες διανέμουν οι μηχανές δεν υπερβαίνει το 0,20 % w/w.

Τα ακόλουθα συντηρητικά υπόκεινται σε ειδικά ανώτατα όρια συγκέντρωσης τα οποία συνυπολογίζονται στη συνολική συγκέντρωση των συντηρητικών στη χρωστική:

Συνολική συγκέντρωση συντηρητικών στη χρωστική:

0,20 % w/w

Εξακρίβωση:

Δήλωση του αιτούντος και/ή του προμηθευτή της απόχρωσης, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις των δραστικών συστατικών του τελικού προϊόντος και του συνδετικού υλικού του.

Τα ανωτέρω περιλαμβάνουν υπολογισμό της συγκέντρωσης του δραστικού συστατικού στην τελική απόχρωση.

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 58 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 για τα βιοκτόνα, πρέπει να προσδιορίζονται όλα τα μεταποιημένα δραστικά συστατικά, το 50 % και άνω των σωματιδίων των οποίων στην κατανομή αριθμητικών μεγεθών έχει μία ή περισσότερες εξωτερικές διαστάσεις εντός της κλίμακας μεγέθους 1 nm-100 nm.

i)

βουτυλοκαρβαμιδικό 3-ιωδο-2-προπινύλιο (IPBC)

0,10 %

ii)

ψευδαργυρούχος πυριθειόνη

0,050 %

iii)

Ν-(3-αμινοπροπυλο)-N-δωδεκυλοπροπανο-1,3-διαμίνη

0,050 %

γ)

Συντηρητικά ξηρού υμενίου

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Χρώματα εξωτερικών χώρων, χρώματα εσωτερικών χώρων για ειδικές εφαρμογές

Τα συντηρητικά ξηρού υμενίου και οι σταθεροποιητές τους με τις ακόλουθες ταξινομήσεις επικινδυνότητας για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται σε όλα τα προϊόντα εξωτερικών χώρων και μόνο σε συγκεκριμένα προϊόντα εσωτερικών χώρων:

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H400 (R50), H410 (R50/53), H411 (R51/53), H412 (R52/53), H317 (R43)

Τα συντηρητικά ξηρού υμενίου με τις εν λόγω ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση πρέπει επίσης να πληρούν τους ακόλουθους όρους παρέκκλισης:

Η συνολική συγκέντρωση δεν υπερβαίνει το 0,10 % w/w ή το 0,30 % w/w (κατά περίπτωση).

Οι ουσίες που έχουν ταξινομηθεί ως H400 (R50) και/ή H410 (R50/53) δεν είναι βιοσυσσωρεύσιμες. Οι μη βιοσυσσωρεύσιμες ουσίες έχουν Log Kow ≤ 3,2 ή συντελεστή βιοσυγκέντρωσης (BCF) ≤ 100.

Υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τηρούνται οι όροι χορήγησης άδειας για συντηρητικά βάσει της οδηγίας 98/8/ΕΚ για τα βιοκτόνα και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 για τα βιοκτόνα.

Ισχύει υψηλότερη συνολική συγκέντρωση των ακόλουθων συντηρητικών ξηρού υμενίου μόνο για τις καθοριζόμενες εφαρμογές:

συνδυασμοί βουτυλοκαρβαμιδικού 3-ιωδο-2-προπινυλίου (IPBC)

Χρώματα και βερνίκια εξωτερικών χώρων

Ισχύουν ειδικά όρια συγκέντρωσης για τα ακόλουθα συντηρητικά:

ψευδαργυρούχος πυριθειόνη

Συντηρητικά ξηρού υμενίου

Συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν:

Χρώματα εσωτερικών χώρων που προορίζονται για χρήση σε χώρους με υψηλά επίπεδα υγρασίας, όπως κουζίνες και λουτρά

0,10 % w/w

Όλες οι εφαρμογές χρωμάτων εξωτερικών χώρων

0,30 % w/w

Συνολικό άθροισμα των συνδυασμών IPBC σε χρώματα εξωτερικών χώρων:

0,650 %

0,050 %

Εξακρίβωση:

Δήλωση του αιτούντος και του προμηθευτή του συνδετικού υλικού, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις των δραστικών συστατικών του τελικού προϊόντος και του συνδετικού υλικού του.

Τα ανωτέρω περιλαμβάνουν υπολογισμό από τον αιτούντα της συγκέντρωσης του δραστικού συστατικού στο τελικό προϊόν.

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 58 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012 για τα βιοκτόνα, πρέπει να προσδιορίζονται όλα τα μεταποιημένα δραστικά συστατικά, το 50 % και άνω των σωματιδίων των οποίων στην κατανομή αριθμητικών μεγεθών έχει μία ή περισσότερες εξωτερικές διαστάσεις εντός της κλίμακας μεγέθους 1 nm-100 nm.

δ)

Σταθεροποιητές συντηρητικών

Ισχύει παρέκκλιση για τη χρήση οξειδίου του ψευδαργύρου ως σταθεροποιητή σε συνδυασμούς συντηρητικών ξηρού υμενίου που απαιτούν ψευδαργυρούχο πυριθειόνη ή 1,2-βενζισοθειαζολόνη-3(2H) (ΒΙΤ).

0,050 %

Εξακρίβωση:

Δήλωση του αιτούντος και των οικείων προμηθευτών πρώτων υλών

2.   Ξηραντικά και μέσα κατά της δημιουργίας κρούστας

α)

Ξηραντικά

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα βαφής, πλην αντιθέτων ειδικών διατάξεων

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H301 (R24), H317 (R43), H373 (H48/20-22), H412 (R52/53), H413 (R53)

Για τα ξηραντικά κοβαλτίου σε αλκυδικά χρώματα, τα οποία έχουν ταξινομηθεί επιπλέον ως H400 (R50) και H410, ισχύει παρέκκλιση ως προς τα λευκά και ανοιχτά χρώματα μόνο μέχρι το ακόλουθο όριο συγκέντρωσης:

Συνολική περιεκτικότητα σε ξηραντικά

0,10 % w/w

Όριο περιεκτικότητας σε ξηραντικά κοβαλτίου

0,050 %

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

β)

Μέσα κατά της δημιουργίας κρούστας

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα βαφής

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H412 (R52/53), H413 (R53), H317 (R43)

0,40 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

3.   Αναστολείς διάβρωσης

α)

Αντιδιαβρωτικές χρωστικές

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όπου απαιτείται

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H410 (R50/53), H411 (R51/53), H412 (R52/53), H413 (R53)

Όρια συγκέντρωσης που ισχύουν:

i)

Κατηγορίες δ), θ), ι) της οδηγίας 2004/42/ΕΚ για τα χρώματα

8,0 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από δελτία δεδομένων ασφαλείας

ii)

Όλα τα άλλα προϊόντα

2,0 % w/w

β)

Πρόληψη της χαλκοπράσινης οξείδωσης

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όπου απαιτείται

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H412 (R52/53), H413 (R53)

0,50 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

4.   Επιφανειοδραστικές ουσίες

α)

Επιφανειοδραστικές ουσίες γενικής χρήσης

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Επιφανειοδραστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε όλα τα προϊόντα.

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H411 (R51/53), H412 (R52/53), H413 (R53)

Οι ακόλουθες συνολικές τιμές ισχύουν για το έτοιμο προς χρήση τελικό προϊόν:

Λευκά και ανοιχτόχρωμα προϊόντα

Όλα τα άλλα χρώματα

Η παρέκκλιση ισχύει για το σκεύασμα επιφανειοδραστικής ουσίας που παρέχεται στον κατασκευαστή χρωμάτων. Ισχύουν ειδικοί περιορισμοί για τις αιθοξυαλκυλοφαινόλες (ΑΡΕΟ) και τις υπερφθοριωμένες επιφανειοδραστικές ουσίες.

Συνολική συγκέντρωση επιφανειοδραστικών ουσιών στο έτοιμο προς χρήση προϊόν:

1,0 % w/w

3,0 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα, τους προμηθευτές των πρώτων υλών και/ή τον προμηθευτή της επιφανειοδραστικής ουσίας, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις των χρησιμοποιούμενων επιφανειοδραστικών ουσιών.

β)

Αιθοξυαλκυλοφαινόλες (ΑΡΕΟ)

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Επιφανειοδραστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε όλα τα προϊόντα.

Δεν χρησιμοποιούνται αιθοξυαλκυλοφαινόλες (ΑΡΕΟ) και τα παράγωγά τους σε παρασκευάσματα ή συνθέσεις χρωμάτων ή βερνικιών.

άνευ αντικειμένου

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση περί μη χρήσης από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις των χρησιμοποιούμενων επιφανειοδραστικών ουσιών.

γ)

Υπερφθοριωμένες επιφανειοδραστικές ουσίες

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Επιφανειοδραστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε συγκεκριμένα προϊόντα.

Δεν χρησιμοποιούνται υπερφθοριωμένες επιφανειοδραστικές ουσίες μακράς αλυσίδας, σύμφωνα με τον κατωτέρω ορισμό του ΟΟΣΑ:

i)

υπερφθοροκαρβοξυλικά οξέα με μήκη ανθρακικής αλυσίδας ≥ C8, συμπεριλαμβανομένου του υπερφθοροκτανοϊκού οξέος (PFOA)·

ii)

υπερφθοροαλκυλοσουλφονικά οξέα με μήκη ανθρακικής αλυσίδας ≥ C6, συμπεριλαμβανομένων του υπερφθοροεξανοσουλφονικού οξέος (PFHxS) και του υπερφθοροκτανοσουλφονικού οξέος (PFOS), και

iii)

συγγενείς ενώσεις που ενδέχεται να διασπαστούν προς τις ουσίες που προσδιορίζονται στο σημείο i) ή ii) δεν πρέπει να περιέχονται στην επιφανειοδραστική ουσία ή ως υπόλειμμα στο χρώμα ή στο βερνίκι.

Υπερφθοριωμένες επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν πληρούν το σημείο i), ii) ή iii) επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνο σε χρώματα που απαιτείται να είναι ανθεκτικά στο νερό ή υδροαπωθητικά (βλέπε κριτήρια 3 β) και 3 ζ), αντίστοιχα, για την αποδοτικότητα κατά τη χρήση) και να έχουν απόδοση μεγαλύτερη από 8 m2/l (βλέπε κριτήριο 3 α) για την αποδοτικότητα κατά τη χρήση).

άνευ αντικειμένου

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση περί μη χρήσης από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και από προσδιορισμό του μήκους της αλυσίδας των επιφανειοδραστικών ουσιών που χρησιμοποιούνται.

5.   Διάφορες λειτουργικές ουσίες γενικής εφαρμογής

α)

Γαλακτώματα ρητίνης σιλικόνης σε λευκά χρώματα, χρωστικές και βάσεις συστημάτων χρωματισμού

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα βαφής

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H412 (R52/53), H413 (R53)

2,0 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

β)

Μέταλλα και ενώσεις τους

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα

Τα ακόλουθα μέταλλα ή οι ενώσεις τους δεν περιέχονται στο προϊόν ούτε στα συστατικά που χρησιμοποιούνται στο προϊόν σε ποσοστό άνω του καθορισμένου ορίου αποκοπής:

κάδμιο, μόλυβδος, χρώμιο (VI), υδράργυρος, αρσενικό, βάριο, σελήνιο, αντιμόνιο και κοβάλτιο.

Ισχύουν οι ακόλουθες παρεκκλίσεις:

βάριο, αντιμόνιο και κοβάλτιο που περιέχεται σε χρωστικές [βλέπε περιορισμό 5 στ)]

κοβάλτιο που περιέχεται σε ξηραντικά [βλέπε περιορισμό 2 α)]

Όριο αποκοπής 0,010 % ανά αναφερόμενο μέταλλο

Εξακρίβωση:

Δήλωση του αιτούντος και των οικείων προμηθευτών πρώτων υλών.

γ)

Ορυκτές πρώτες ύλες και πληρωτικά υλικά

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα βαφής

Για τις ορυκτές πρώτες ύλες, συμπεριλαμβανομένων του κρυσταλλικού διοξειδίου του πυριτίου και των ορυκτών λευκοφυλλίτη που περιέχουν κρυσταλλικό πυρίτιο, ισχύει παρέκκλιση όσον αφορά την ταξινόμηση H373 (R48/20).

Επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ορυκτές πρώτες ύλες οι οποίες περιέχουν τα μέταλλα που αναφέρονται στον περιορισμό 5 β), εάν προκύπτει από εργαστηριακές δοκιμές ότι το μέταλλο είναι δεσμευμένο μέσα σε κρυσταλλικό πλέγμα και αδιάλυτο (βλέπε εφαρμοστέα μέθοδο δοκιμών).

Με βάση τα ανωτέρω ισχύει παρέκκλιση για τα ακόλουθα πληρωτικά μέσα:

νεφελοσυενίτης που περιέχει βάριο

 

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

Οι αιτούντες που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν συνδετικά υλικά τα οποία περιέχουν μέταλλα υπό περιορισμό υποβάλλουν εκθέσεις δοκιμών που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με το αναφερόμενο πρότυπο.

Μέθοδος δοκιμών:

DIN 53770-1 ή ισοδύναμη

δ)

Εξουδετερωτικές ουσίες

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα βαφής, πλην αντιθέτων ειδικών διατάξεων

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H311 (R24), H331 (R23), H400 (R50), H410 (R50/53), H411 (R51/53), H412 (R52/53), H413 (R53)

Ισχύουν τα ακόλουθα όρια συγκέντρωσης:

 

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

Βερνίκια και χρώματα δαπέδων

1,0 % w/w

Όλα τα άλλα προϊόντα

0,50 % w/w

ε)

Οπτικά λευκαντικά

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα βαφής

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H413 (R53)

0,10 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

στ)

Χρωστικές

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα

Χρωστικές που περιέχουν μέταλλα χρησιμοποιούνται μόνο εάν προκύπτει από εργαστηριακές δοκιμές της χρωστικής ότι η μεταλλική χρωμοφόρος ομάδα είναι δεσμευμένη μέσα σε κρυσταλλικό πλέγμα και αδιάλυτη.

Ισχύει παρέκκλιση για τη χρήση των ακόλουθων χρωστικών που περιέχουν μέταλλα:

θειικό βάριο

αντιμόνιο-νικέλιο μέσα σε αδιάλυτο πλέγμα TiO2

γαλάζιος σπινέλιος αργιλικού κοβαλτίου

γαλαζοπράσινος σπινέλιος χρωμιώδους κοβαλτίου

άνευ αντικειμένου

Εξακρίβωση:

Αποτελέσματα δοκιμών που καταδεικνύουν ότι η χρωμοφόρος ομάδα της χρωστικής είναι δεσμευμένη μέσα σε κρυσταλλικό πλέγμα και αδιάλυτη.

Μέθοδος δοκιμών:

DIN 53770-1 ή ισοδύναμη

6.   Διάφορες λειτουργικές ουσίες με εξειδικευμένες εφαρμογές

α)

Προστατευτικά υπεριώδους ακτινοβολίας και σταθεροποιητές για χρώματα εξωτερικών χώρων

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Χρώματα εξωτερικών χώρων

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H317 (R43), H411 (R51/53), H412 (R52/53), H413 (R53),

0,60 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

β)

Πλαστικοποιητές σε χρώματα και βερνίκια

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όταν περιλαμβάνονται στη σύνθεση

Οι ακόλουθες ενώσεις του φθαλικού οξέος δεν προστίθενται σκόπιμα ως πλαστικοποιητές:

 

DEHP (φθαλικό δις(2-αιθυλεξύλιο))

 

BBP (φθαλικό βουτυλοβενζύλιο)

 

DBP (φθαλικό διβουτύλιο)

 

DMEP (φθαλικό δις(2-μεθοξυαιθύλιο))

 

DIBP (φθαλικό διισοβουτύλιο)

 

DIHP (φθαλικό δι-C6-8-διακλαδισμένο αλκύλιο)

 

DHNUP (φθαλικό δι-C7-11-διακλαδισμένο αλκύλιο)

 

DHP (φθαλικό δι-n-εξύλιο)

Όριο συγκέντρωσης για κάθε επιμέρους ένωση του φθαλικού οξέος:

0,010 %

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τον προμηθευτή των πρώτων υλών του υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

7.   Υπολειμματικές ουσίες που μπορεί να περιέχονται στο τελικό προϊόν

α)

Φορμαλδεΰδη

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα.

Δεν προστίθεται σκόπιμα ελεύθερη φορμαλδεΰδη στο τελικό προϊόν. Το τελικό προϊόν υποβάλλεται σε δοκιμή προκειμένου να προσδιοριστεί η περιεκτικότητά του σε ελεύθερη φορμαλδεΰδη. Οι απαιτήσεις δειγματοληψίας για τη δοκιμή αντανακλούν ολόκληρο το φάσμα των προϊόντων.

Ισχύει η ακόλουθη συνολική οριακή τιμή:

 

Εξακρίβωση:

Η περιεκτικότητα σε ελεύθερη φορμαλδεΰδη προσδιορίζεται για τη λευκή βάση ή τη διαφανή βάση συστήματος χρωματισμού η οποία προβλέπεται ότι περιέχει την υψηλότερη θεωρητική ποσότητα φορμαλδεΰδης. Προσδιορίζεται επίσης η περιεκτικότητα της απόχρωσης που προβλέπεται ότι περιέχει την υψηλότερη θεωρητική ποσότητα φορμαλδεΰδης.

Μέθοδος δοκιμών:

Οριακή τιμή 0,0010 %:

Προσδιορισμός της συγκέντρωσης στο συσκευασμένο είδος με τη μέθοδο Merckoquant. Εάν το αποτέλεσμα δεν είναι οριστικό σύμφωνα με αυτή τη μέθοδο, χρησιμοποιείται υγρή χρωματογραφία υψηλής απόδοσης (HPLC) για την επιβεβαίωση της συγκέντρωσης στο συσκευασμένο είδος.

Οριακή τιμή 0,010 %:

1.

Όλα τα χρώματα: Προσδιορισμός της συγκέντρωσης φορμαλδεΰδης στο συσκευασμένο είδος μέσω ανάλυσης με τη μέθοδο VdL-RL 03 ή με υγροχρωματογραφία υψηλής απόδοσης (HPLC).

και

2.

Χρώματα και βερνίκια εσωτερικών χώρων: Προσδιορισμός μέσω ανάλυσης, σύμφωνα με το πρότυπο ISO 16000-3. Οι εκπομπές πρέπει να μην υπερβαίνουν τα 0,25 ppm κατά την πρώτη εφαρμογή και να είναι κατώτερες από 0,05 ppm 24 ώρες μετά την πρώτη εφαρμογή.

Ισχύουν οι ακόλουθες παρεκκλίσεις από την απαίτηση αυτή:

i)

Σε περίπτωση που απαιτούνται συντηρητικά που είναι δότες φορμαλδεΰδης ως συντηρητικά συσκευασμένων ειδών για την προστασία ενός συγκεκριμένου τύπου χρώματος ή βερνικιού και ο δότης φορμαλδεΰδης χρησιμοποιείται αντί συντηρητικών ισοθειαζολινόνης.

0,0010 %

ii)

Σε περίπτωση που εναιωρήματα πολυμερών (συνδετικά υλικά) επιτελούν, μέσω των υπολειμματικών επιπέδων φορμαλδεΰδης, τη λειτουργία των δοτών φορμαλδεΰδης αντί των συντηρητικών συσκευασμένων ειδών.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, η συνολική συγκέντρωση δεν υπερβαίνει την ακόλουθη οριακή τιμή:

0,010 %

β)

Διαλύτες

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα.

Ταξινομήσεις για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση: H304 (R65)

2,0 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

γ)

Μη αντιδρώντα μονομερή

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Συστήματα πολυμερών συνδετικών υλικών

Επιτρέπεται να περιέχονται στο τελικό προϊόν, έως μια συνολική οριακή τιμή, μη αντιδρώντα μονομερή που προέρχονται από τα συνδετικά υλικά, συμπεριλαμβανομένου του ακρυλικού οξέος.

0,050 % w/w

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.

δ)

Πτητικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες και αλογονωμένοι διαλύτες

Περιπτώσεις εφαρμογής:

Όλα τα προϊόντα.

Δεν περιέχονται στο τελικό προϊόν πτητικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες και αλογονωμένοι διαλύτες.

Οριακή τιμή υπολειμμάτων 0,01 %

Εξακρίβωση:

Υποβάλλεται δήλωση περί μη χρήσης από τον αιτούντα και τους οικείους προμηθευτές πρώτων υλών, υποστηριζόμενη από τους αριθμούς CAS και τις ταξινομήσεις.


(1)  Οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1).


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/74


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση των αποφάσεων 2011/263/ΕΕ, 2011/264/ΕΕ, 2011/382/ΕΕ, 2011/383/ΕΕ, 2012/720/ΕΕ και 2012/721/ΕΕ, ώστε να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στην ταξινόμηση ουσιών

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3468]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2014/313/EΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με το οικολογικό σήμα της ΕΕ (EU Ecolabel) (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Έπειτα από διαβούλευση με το Συμβούλιο Οικολογικής Σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, το οικολογικό σήμα της ΕΕ δεν απονέμεται σε προϊόντα που περιέχουν ουσίες, παρασκευάσματα ή μείγματα τα οποία πληρούν τα κριτήρια για να ταξινομηθούν ως τοξικά, επικίνδυνα για το περιβάλλον, καρκινογόνα, μεταλλαξιογόνα ή τοξικά για την αναπαραγωγή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) ούτε σε προϊόντα που περιέχουν ουσίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 57 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3). Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, για συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων που περιέχουν τις εν λόγω ουσίες, όταν είναι τεχνικώς αδύνατη η υποκατάσταση των εν λόγω προϊόντων, είτε αυτών καθαυτά είτε μέσω της χρήσης διαφορετικών υλικών ή σχεδιαστικών τροποποιήσεων, ή στην περίπτωση προϊόντων που έχουν σημαντικά υψηλότερη συνολική περιβαλλοντική επίδοση σε σύγκριση με άλλα προϊόντα της ίδιας κατηγορίας, η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει μέτρα για την έγκριση παρεκκλίσεων από το άρθρο 6 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Με τις αποφάσεις της Επιτροπής 2011/263/ΕΕ (4), 2011/264/ΕΕ (5), 2011/382/ΕΕ (6), 2011/383/ΕΕ (7), 2012/720/ΕΕ (8) και 2012/721/ΕΕ (9) καθορίστηκαν τα οικολογικά κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για απορρυπαντικά πλυντηρίων πιάτων, απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων, απορρυπαντικά πιάτων, καθαριστικά προϊόντα γενικής χρήσης και προϊόντα καθαρισμού χώρων υγιεινής, απορρυπαντικά αυτόματων πλυντηρίων πιάτων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση και απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση. Μετά την έκδοση των εν λόγω αποφάσεων, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 286/2011 της Επιτροπής (10). Οι τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 άρχισαν να ισχύουν, όσον αφορά τις ουσίες, την 1η Δεκεμβρίου 2012 και θα αρχίσουν να ισχύουν, όσον αφορά τα μείγματα, την 1η Ιουνίου 2015. Με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 286/2011 προστέθηκαν νέα κριτήρια ταξινόμησης για τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο για το υδάτινο περιβάλλον βάσει δεδομένων που αφορούν τη χρόνια τοξικότητα για το υδάτινο περιβάλλον και τη βιοαποδομησιμότητα. Βάσει των νέων κριτηρίων, η πλειονότητα των εύκολα αποδομήσιμων επιφανειοδραστικών ουσιών που χρησιμοποιούνται σήμερα στα απορρυπαντικά και στα καθαριστικά προϊόντα έχουν ταξινομηθεί στην κατηγορία 3 χρόνιας τοξικότητας (H412) και, σε ορισμένες περιπτώσεις που σχετίζονται ειδικά με τα απορρυπαντικά πιάτων, στην κατηγορία 2 χρόνιας τοξικότητας (H411) και, ως εκ τούτου, απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται σε προϊόντα που φέρουν το οικολογικό σήμα της ΕΕ. Το γεγονός αυτό θα καθιστούσε δύσκολο για τα ισχύοντα οικολογικά κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για απορρυπαντικά πλυντηρίων πιάτων, απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων, απορρυπαντικά πιάτων, καθαριστικά προϊόντα γενικής χρήσης και προϊόντα καθαρισμού χώρων υγιεινής, απορρυπαντικά αυτόματων πλυντηρίων πιάτων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση και απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση να αντιστοιχούν ενδεικτικά στο ανώτερο 10-20 % των απορρυπαντικών και των καθαριστικών προϊόντων που είναι διαθέσιμα στην αγορά της Ένωσης από άποψη περιβαλλοντικών επιδόσεων σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους, δεδομένου ότι δεν έχει αποδειχθεί η ύπαρξη διαθέσιμων εναλλακτικών επιφανειοδραστικών ουσιών. Το κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση» επικαιροποιείται, ώστε να παρέχει καθοδήγηση στους αιτούντες διευκολύνοντας την απόδειξη της συμμόρφωσης με τη νέα απαίτηση.

(3)

Οι συνέπειες της εισαγωγής νέων κριτηρίων ταξινόμησης δεν ήταν γνωστές κατά την επανεξέταση των κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για απορρυπαντικά πλυντηρίων πιάτων, απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων, απορρυπαντικά πιάτων, καθαριστικά προϊόντα γενικής χρήσης και προϊόντα καθαρισμού χώρων υγιεινής, που καθορίζονται στις αποφάσεις 2011/263/ΕΕ, 2011/264/ΕΕ, 2011/382/ΕΕ και 2011/383/ΕΕ, και κατά την εκπόνηση των κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της EE για απορρυπαντικά αυτόματων πλυντηρίων πιάτων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση και απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση, καθώς και τη μελέτη των παρεκκλίσεων για τις επιφανειοδραστικές ουσίες, που καθορίζονται στις αποφάσεις 2012/720/ΕΕ και 2012/721/ΕΕ.

(4)

Η παρούσα τροποποίηση εφαρμόζεται αναδρομικά από την 1η Δεκεμβρίου 2012, ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια της εγκυρότητας των κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για απορρυπαντικά πλυντηρίων πιάτων, απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων, απορρυπαντικά πιάτων, καθαριστικά προϊόντα γενικής χρήσης και προϊόντα καθαρισμού χώρων υγιεινής, απορρυπαντικά αυτόματων πλυντηρίων πιάτων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση και απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση.

(5)

Οι αποφάσεις 2011/263/ΕΕ, 2011/264/ΕΕ, 2011/382/ΕΕ, 2011/383/ΕΕ, 2012/720/ΕΕ και 2012/721/ΕΕ θα πρέπει, ως εκ τούτου, να τροποποιηθούν αναλόγως.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 2011/263/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα I της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Το παράρτημα της απόφασης 2011/264/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα II της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Το παράρτημα της απόφασης 2011/382/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα III της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Το παράρτημα της απόφασης 2011/383/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα IV της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

Το παράρτημα της απόφασης 2012/720/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα V της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 6

Το παράρτημα της απόφασης 2012/721/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα VI της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται, όσον αφορά τις ουσίες, από την 1η Δεκεμβρίου 2012.

Άρθρο 8

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2014.

Για την Επιτροπή

Janez POTOČNIK

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 27 της 30.1.2010, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/ΕΟΚ και 1999/45/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 (ΕΕ L 353 της 31.12.2008, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).

(4)  Απόφαση 2011/263/ΕΕ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2011, για τον καθορισμό των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε απορρυπαντικά πλυντηρίων πιάτων (ΕΕ L 111 της 30.4.2011, σ. 22).

(5)  Απόφαση 2011/264/ΕΕ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2011, περί καθορισμού οικολογικών κριτηρίων για την απονομή του οικολογικού σήματος της EE σε απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων (ΕΕ L 111 της 30.4.2011, σ. 34).

(6)  Απόφαση 2011/382/ΕΕ της Επιτροπής, της 24ης Ιουνίου 2011, για καθορισμό των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε απορρυπαντικά πιάτων (ΕΕ L 169 της 29.6.2011, σ. 40).

(7)  Απόφαση 2011/383/ΕΕ της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 2011, για τον καθορισμό των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε καθαριστικά προϊόντα γενικής χρήσης και προϊόντα καθαρισμού χώρων υγιεινής (ΕΕ L 169 της 29.6.2011, σ. 52).

(8)  Απόφαση 2012/720/ΕΕ της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2012, για τον καθορισμό των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε απορρυπαντικά αυτόματων πλυντηρίων πιάτων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση (ΕΕ L 326 της 24.11.2012, σ. 25).

(9)  Απόφαση 2012/721/ΕΕ της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2012, για τον καθορισμό των οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε απορρυπαντικά πλυντηρίων ρούχων για βιομηχανική ή ιδρυματική χρήση (ΕΕ L 326 της 24.11.2012, σ. 38).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 286/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2011, για τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική και επιστημονική πρόοδο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων (ΕΕ L 83 της 30.3.2011, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Το παράρτημα της απόφασης 2011/263/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο κριτήριο 2 στοιχείο β) πέμπτο εδάφιο, ο πίνακας των παρεκκλίσεων αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (1)

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Βιοκτόνα που χρησιμοποιούνται για σκοπούς συντήρησης (2)

H410: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R50-53

H411: Τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R51-53

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Αρωματικές ουσίες

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Ένζυμα (3)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

Νιτριλοτριοξικό οξύ (NTA) ως πρόσμειξη των οξέων MGDA και GLDA (4)

H351: Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

2.

Στο κριτήριο 2 στοιχείο β) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση»:

«Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση και οι οποίες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης στην τάξη κινδύνου H412, ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση για τη βιοαποδομησιμότητά τους με παραπομπή στον κατάλογο DID. Για επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο DID, πρέπει να γίνεται αναφορά στις σχετικές πληροφορίες από τη βιβλιογραφία ή από άλλες πηγές ή στα αποτελέσματα κατάλληλων δοκιμών, όπως περιγράφεται στο προσάρτημα I.».


(1)  Η παρέκκλιση αυτή ισχύει υπό τον όρο ότι είναι εύκολα αποδομήσιμες, και αποδομήσιμες σε αναερόβιες συνθήκες.

(2)  Αναφέρεται στο κριτήριο 2 ε). Η παρέκκλιση αυτή ισχύει εφόσον η δυνητική βιοσυσσώρευση των βιοκτόνων χαρακτηρίζεται από λογάριθμο του συντελεστή κατανομής σε οκτανόλη/νερό (log Pow) < 3,0 ή από πειραματικά προσδιοριζόμενο συντελεστή βιοσυγκέντρωσης (BCF) ≤ 100.

(3)  Συμπεριλαμβανομένων των σταθεροποιητών και άλλων βοηθητικών ουσιών που περιέχονται στα παρασκευάσματα.

(4)  Σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 1,0 % στην πρώτη ύλη, εφόσον η συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν είναι μικρότερη από 0,10 %».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Το παράρτημα της απόφασης 2011/264/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο κριτήριο 4 στοιχείο β) πέμπτο εδάφιο, ο πίνακας των παρεκκλίσεων αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (1)

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Βιοκτόνα που χρησιμοποιούνται για σκοπούς συντήρησης (2)

H410: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R50-53

H411: Τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R51-53

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Αρωματικές ουσίες

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Ένζυμα (3)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

Καταλύτες λεύκανσης (2)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

Νιτριλοτριοξικό οξύ (NTA) ως πρόσμειξη των οξέων MGDA και GLDA (4)

H351: Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

Οπτικά λευκαντικά (μόνο για απορρυπαντικά πλυντηρίου για λευκά)

H413: Μπορεί να έχει μακροχρόνιες επιβλαβείς επιπτώσεις στους υδρόβιους οργανισμούς

R53

2.

Στο κριτήριο 4 στοιχείο β), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση»:

«Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση και οι οποίες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης στην τάξη κινδύνου H412, ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση για τη βιοαποδομησιμότητά τους με παραπομπή στον κατάλογο DID. Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο DID, πρέπει να γίνεται αναφορά στις σχετικές πληροφορίες από τη βιβλιογραφία ή από άλλες πηγές ή στα αποτελέσματα κατάλληλων δοκιμών, όπως περιγράφεται στο προσάρτημα I.».


(1)  Η παρέκκλιση αυτή ισχύει υπό τον όρο ότι είναι εύκολα αποδομήσιμες, και αποδομήσιμες σε αναερόβιες συνθήκες.

(2)  Αναφέρεται στο κριτήριο 4 ε). Η παρέκκλιση αυτή ισχύει εφόσον η δυνητική βιοσυσσώρευση των βιοκτόνων χαρακτηρίζεται από λογάριθμο του συντελεστή κατανομής σε οκτανόλη/νερό (log Pow) < 3,0 ή από πειραματικά προσδιοριζόμενο συντελεστή βιοσυγκέντρωσης (BCF) ≤ 100.

(3)  Συμπεριλαμβανομένων των σταθεροποιητών και άλλων βοηθητικών ουσιών που περιέχονται στα παρασκευάσματα.

(4)  Σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 1,0 % στην πρώτη ύλη, εφόσον η συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν είναι μικρότερη από 0,10 %.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Το παράρτημα της απόφασης 2011/382/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο κριτήριο 3 στοιχείο γ) τέταρτο εδάφιο, ο πίνακας των παρεκκλίσεων αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (1)

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (2)

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 2,5 % στο τελικό προϊόν (2)

H411: Τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R51-53

Αρωματικές ουσίες

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Ένζυμα (3)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

Νιτριλοτριοξικό οξύ (NTA) ως πρόσμειξη των οξέων MGDA και GLDA (4)

H351: Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

2.

Στο κριτήριο 3 στοιχείο γ), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση»:

«Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση και οι οποίες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης στις τάξεις κινδύνου H412 και/ή Η411, ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση για τη βιοαποδομησιμότητά τους με παραπομπή στον κατάλογο DID. Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο DID, πρέπει να γίνεται αναφορά στις σχετικές πληροφορίες από τη βιβλιογραφία ή από άλλες πηγές ή στα αποτελέσματα κατάλληλων δοκιμών, όπως περιγράφεται στο προσάρτημα I.».


(1)  Η εκατοστιαία αναλογία πρέπει να διαιρείται διά του παράγοντα M που προσδιορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008.

(2)  Η παρέκκλιση αυτή ισχύει υπό τον όρο ότι είναι εύκολα αποδομήσιμες, και αποδομήσιμες σε αναερόβιες συνθήκες.

(3)  Συμπεριλαμβανομένων των σταθεροποιητών και άλλων βοηθητικών ουσιών που περιέχονται στα παρασκευάσματα.

(4)  Σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 1,0 % στην πρώτη ύλη, εφόσον η συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν είναι μικρότερη από 0,10 %.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Το παράρτημα της απόφασης 2011/383/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο κριτήριο 3 στοιχείο γ) τέταρτο εδάφιο, ο πίνακας των παρεκκλίσεων αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (1)

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (2)

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Αρωματικές ουσίες

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Ένζυμα (3)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

Νιτριλοτριοξικό οξύ (NTA) ως πρόσμειξη των οξέων MGDA και GLDA (4)

H351: Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

2.

Στο κριτήριο 3 στοιχείο γ), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση»:

«Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση και οι οποίες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης στην τάξη κινδύνου H412, ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση για την αποδομησιμότητά τους με παραπομπή στον κατάλογο DID. Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο DID, πρέπει να γίνεται αναφορά στις σχετικές πληροφορίες από τη βιβλιογραφία ή από άλλες πηγές ή στα αποτελέσματα κατάλληλων δοκιμών, όπως περιγράφεται στο προσάρτημα I.».


(1)  Η εκατοστιαία αναλογία πρέπει να διαιρείται διά του παράγοντα M που προσδιορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008.

(2)  Η παρέκκλιση αυτή ισχύει υπό τον όρο ότι είναι εύκολα αποδομήσιμες, και αποδομήσιμες σε αναερόβιες συνθήκες.

(3)  Συμπεριλαμβανομένων των σταθεροποιητών και άλλων βοηθητικών ουσιών που περιέχονται στα παρασκευάσματα.

(4)  Σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 1,0 % στην πρώτη ύλη, εφόσον η συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν είναι μικρότερη από 0,10 %.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Το παράρτημα της απόφασης 2012/720/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο κριτήριο 3 στοιχείο β) έκτο εδάφιο, ο πίνακας των παρεκκλίσεων αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 15 % στο τελικό προϊόν

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Βιοκτόνα για σκοπούς συντήρησης (1)

(μόνο για υγρά με pH μεταξύ 2 και 12 και μέγιστη αναλογία δραστικής ύλης 0,10 % κατά βάρος)

H331: Τοξικό σε περίπτωση εισπνοής

R23

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Ένζυμα (2)

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Νιτριλοτριοξικό οξύ (NTA) ως πρόσμειξη των οξέων MGDA και GLDA (3)

H351: Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

2.

Στο κριτήριο 3 στοιχείο β), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση»:

«Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες για τις οποίες ισχύει και οι οποίες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης στην τάξη κινδύνου H412, ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση για την αποδομησιμότητά τους με παραπομπή στον κατάλογο DID. Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο DID, πρέπει να γίνεται αναφορά στις σχετικές πληροφορίες από τη βιβλιογραφία ή από άλλες πηγές ή στα αποτελέσματα κατάλληλων δοκιμών, όπως περιγράφεται στο προσάρτημα I.».


(1)  Η παρέκκλιση ισχύει μόνο για το κριτήριο 3 β). Τα βιοκτόνα πληρούν το κριτήριο 3 δ).

(2)  Συμπεριλαμβανομένων των σταθεροποιητών και άλλων βοηθητικών ουσιών που περιέχονται στα παρασκευάσματα.

(3)  Σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 1,0 % στην πρώτη ύλη, εφόσον η συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν είναι μικρότερη από 0,10 %.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Το παράρτημα της απόφασης 2012/721/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο κριτήριο 4 στοιχείο β) έκτο εδάφιο, ο πίνακας των παρεκκλίσεων αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

«Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 20 % στο τελικό προϊόν

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Επιφανειοδραστικές ουσίες σε συνολικές συγκεντρώσεις < 25 % στο τελικό προϊόν (1)

H412: Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

Βιοκτόνα για σκοπούς συντήρησης (2)

(μόνο για υγρά με pH μεταξύ 2 και 12 και μέγιστη αναλογία δραστικής ύλης 0,10 % κατά βάρος)

H331: Τοξικό σε περίπτωση εισπνοής

R23

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

Ένζυμα (3)

H400: Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50

H334: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργία ή συμπτώματα άσθματος ή δύσπνοια σε περίπτωση εισπνοής

R42

H317: Μπορεί να προκαλέσει αλλεργική δερματική αντίδραση

R43

Καταλύτες λεύκανσης (3)

H400: Πολύ τοξικό για την υδρόβια ζωή

R50

Νιτριλοτριοξικό οξύ (NTA) ως πρόσμειξη των οξέων MGDA και GLDA (4)

H351: Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

2.

Στο κριτήριο 4 στοιχείο β), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο κείμενο με την επικεφαλίδα «Εκτίμηση και εξακρίβωση»:

«Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες για τις οποίες ισχύει παρέκκλιση και οι οποίες πληρούν τα κριτήρια ταξινόμησης στην τάξη κινδύνου H412, ο αιτών υποβάλλει τεκμηρίωση για την αποδομησιμότητά τους με παραπομπή στον κατάλογο DID. Για τις επιφανειοδραστικές ουσίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο DID, πρέπει να γίνεται αναφορά στις σχετικές πληροφορίες από τη βιβλιογραφία ή από άλλες πηγές ή στα αποτελέσματα κατάλληλων δοκιμών, όπως περιγράφεται στο προσάρτημα I.».


(1)  Η παρέκκλιση αυτή ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι οι επιφανειοδραστικές ουσίες πληρούν το κριτήριο 3 α) και ότι είναι αποδομήσιμες σε αναερόβιες συνθήκες.

(2)  Η παρέκκλιση ισχύει μόνο για το κριτήριο 4 β). Τα βιοκτόνα πληρούν το κριτήριο 4 ε).

(3)  Συμπεριλαμβανομένων των σταθεροποιητών και άλλων βοηθητικών ουσιών που περιέχονται στα παρασκευάσματα.

(4)  Σε συγκεντρώσεις μικρότερες από 1,0 % στην πρώτη ύλη, εφόσον η συνολική συγκέντρωση στο τελικό προϊόν είναι μικρότερη από 0,10 %.».


3.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 164/83


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Μαΐου 2014

σχετικά με τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε υδρονικούς θερμαντήρες

(κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3452)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2014/314/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με το οικολογικό σήμα της ΕΕ (EU Ecolabel) (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Κατόπιν διαβούλευσης με το Συμβούλιο Οικολογικής Σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, το οικολογικό σήμα της ΕΕ επιτρέπεται να απονέμεται σε προϊόντα που έχουν μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 66/2010 προβλέπει ότι καθορίζονται ειδικά κριτήρια απονομής οικολογικού σήματος της ΕΕ για κάθε κατηγορία προϊόντων.

(3)

Η Επιτροπή κατάρτισε προκαταρκτική έκθεση σχετικά με τις τεχνικές, περιβαλλοντικές, οικονομικές και νομικές πτυχές της κατηγορίας προϊόντων «υδρονικοί θερμαντήρες» που χρησιμοποιούνται συνήθως στην Ένωση και τη δημοσιοποίησε με σκοπό τη διατύπωση παρατηρήσεων. Η μελέτη στην οποία βασίζεται η έκθεση αυτή (εφεξής «η μελέτη») εκπονήθηκε σε συνεργασία με ενδιαφερόμενους φορείς και ενδιαφερόμενα μέρη από την Ένωση και τρίτες χώρες.

(4)

Από τα αποτελέσματα της μελέτης, τα οποία παρουσιάζονται στην προκαταρκτική έκθεση, προκύπτει ότι οι συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των υδρονικών θερμαντήρων οφείλονται κατά κύριο λόγο στην κατανάλωση ενέργειας κατά τη φάση χρήσης. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμη η προώθηση της χρήσης ενεργειακά αποδοτικών υδρονικών θερμαντήρων και χαμηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και, επιπλέον, ενδείκνυται η στήριξη αντίστοιχων θερμαντήρων που λειτουργούν με τη χρήση τεχνολογιών οι οποίες είναι φιλικότερες προς το περιβάλλον και αποδεδειγμένα ασφαλείς για τους καταναλωτές.

(5)

Είναι σκόπιμο να θεσπιστούν κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για την κατηγορία προϊόντων «υδρονικοί θερμαντήρες».

(6)

Τα κριτήρια, καθώς και οι σχετικές απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, πρέπει να ισχύουν επί τέσσερα έτη από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η κατηγορία προϊόντων «υδρονικοί θερμαντήρες» περιλαμβάνει προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή θερμότητας ως μέρη κεντρικού συστήματος θέρμανσης με νερό, στο οποίο το θερμαινόμενο νερό διανέμεται μέσω κυκλοφορητών και θερμαντικών σωμάτων ώστε να επιτυγχάνεται και να διατηρείται στο επιθυμητό επίπεδο η εσωτερική θερμοκρασία κλειστού χώρου, όπως σε κτίριο, κατοικία ή δωμάτιο. Η μονάδα παραγωγής θερμότητας παράγει θερμότητα χρησιμοποιώντας μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες διαδικασίες και τεχνολογίες:

α)

καύση αέριων, υγρών ή στερεών ορυκτών καυσίμων·

β)

καύση αέριας, υγρής ή στερεάς βιομάζας·

γ)

αξιοποίηση με ηλεκτρικές αντιστάσεις του φαινομένου Joule σε θερμαντικά στοιχεία·

δ)

δέσμευση της θερμότητας του περιβάλλοντος από πηγή στον αέρα, το νερό ή το έδαφος και/ή της απορριπτόμενης θερμότητας·

ε)

συμπαραγωγή (η ταυτόχρονη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας σε ενιαία διεργασία)·

στ)

ηλιακή ενέργεια (βοηθητική).

2.   Η μέγιστη ισχύς εξόδου των υδρονικών θερμαντήρων ισούται με 400 kW.

3.   Στο πεδίο εφαρμογής αυτής της κατηγορίας προϊόντων εμπίπτουν οι θερμαντήρες συνδυασμένης λειτουργίας, υπό την προϋπόθεση ότι η κύρια λειτουργία τους είναι η παραγωγή θερμότητας χώρου.

4.   Από το πεδίο εφαρμογής αυτής της ομάδας προϊόντων εξαιρούνται τα ακόλουθα προϊόντα:

α)

θερμαντήρες με κύρια λειτουργία την παροχή ζεστού πόσιμου νερού ή νερού οικιακής χρήσης·

β)

θερμαντήρες για τη θέρμανση και διανομή αέριων μέσων μεταφοράς θερμότητας, όπως ατμού ή αέρα·

γ)

θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή με μέγιστη ηλεκτρική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη των 50 kW·

δ)

θερμαντήρες χώρου οι οποίοι συνδυάζουν έμμεση θέρμανση, με τη χρήση κεντρικού συστήματος θέρμανσης με νερό, και άμεση θέρμανση, με την απευθείας έκλυση θερμότητας στο δωμάτιο ή στον χώρο όπου είναι εγκατεστημένη η συσκευή.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «θερμαντήρας»: θερμαντήρας χώρου ή θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας·

2)   «θερμαντήρας χώρου»: συσκευή η οποία

α)

θερμαίνει σύστημα κεντρικής θέρμανσης με νερό ώστε να επιτυγχάνεται και να διατηρείται στο επιθυμητό επίπεδο η εσωτερική θερμοκρασία κλειστού χώρου, όπως σε κτίριο, κατοικία ή δωμάτιο, και

β)

είναι εξοπλισμένη με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας·

3)   «θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας»: υδρονικός θερμαντήρας χώρου, ο οποίος έχει σχεδιαστεί για να παρέχει επίσης θερμότητα για ζεστό πόσιμο νερό ή νερό οικιακής χρήσης σε συγκεκριμένα επίπεδα θερμοκρασίας, ποσότητες και παροχές σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και ο οποίος συνδέεται σε εξωτερική παροχή πόσιμου νερού ή νερού οικιακής χρήσης·

4)   «συγκρότημα θερμαντήρα χώρου, ρυθμιστή θερμοκρασίας και ηλιακής συσκευής»: συγκρότημα προσφερόμενο στον τελικό χρήστη, το οποίο περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους θερμαντήρες χώρου συνδυαζόμενους με έναν ή περισσότερους ρυθμιστές θερμοκρασίας και/ή μία ή περισσότερες ηλιακές συσκευές·

5)   «συγκρότημα θερμαντήρα συνδυασμένης λειτουργίας, ρυθμιστή θερμοκρασίας και ηλιακής συσκευής»: συγκρότημα προσφερόμενο στον τελικό χρήστη, το οποίο περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους θερμαντήρες συνδυασμένης λειτουργίας συνδυαζόμενους με έναν ή περισσότερους ρυθμιστές θερμοκρασίας και/ή μία ή περισσότερες ηλιακές συσκευές·

6)   «ηλιακή συσκευή»: σύστημα αποκλειστικά ηλιακής ενέργειας, ηλιακός συλλέκτης, ηλιακή δεξαμενή αποθήκευσης ζεστού νερού ή αντλία στο κύκλωμα του συλλέκτη, που διατίθενται στην αγορά αυτοτελώς·

7)   «υδρονικό σύστημα κεντρικής θέρμανσης»: σύστημα που χρησιμοποιεί νερό ως μέσο μεταφοράς θερμότητας, για τη διανομή της κεντρικά παραγόμενης θερμότητας σε θερμαντικά σώματα προς θέρμανση ολόκληρων ή τμημάτων κτιρίων·

8)   «μονάδα παραγωγής θερμότητας»: μέρος θερμαντήρα που παράγει θερμότητα χρησιμοποιώντας μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες διαδικασίες:

α)

καύση ορυκτών καυσίμων και/ή καύσιμης βιομάζας,

β)

αξιοποίηση με ηλεκτρικές αντιστάσεις του φαινομένου Joule σε θερμαντικά στοιχεία,

γ)

δέσμευση της θερμότητας του περιβάλλοντος από πηγή στον αέρα, το νερό ή το έδαφος και/ή της απορριπτόμενης θερμότητας·

9)   «θερμαντήρας αερίου»: θερμαντήρας χώρου ή θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, οι οποίες τροφοδοτούνται με αέρια καύσιμα ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενα από βιομάζα·

10)   «θερμαντήρας υγρού καυσίμου»: θερμαντήρας χώρου ή θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, οι οποίες τροφοδοτούνται με υγρά καύσιμα ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενα από βιομάζα·

11)   «θερμαντήρας στερεού καυσίμου»: θερμαντήρας χώρου ή θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, οι οποίες τροφοδοτούνται με στερεά καύσιμα ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενα από βιομάζα·

12)   «θερμαντήρας χώρου με λέβητα»: θερμαντήρας χώρου που παράγει θερμότητα με την καύση ορυκτών καυσίμων και/ή καύσιμης βιομάζας και/ή την αξιοποίηση του φαινομένου Joule σε θερμαντικά στοιχεία με ηλεκτρικές αντιστάσεις·

13)   «θερμαντήρας χώρου με λέβητα αερίου»: θερμαντήρας χώρου με λέβητα που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, στις οποίες χρησιμοποιείται η καύση αέριων καυσίμων ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενων από βιομάζα·

14)   «θερμαντήρας χώρου με λέβητα υγρού καυσίμου»: θερμαντήρας χώρου με λέβητα που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, στις οποίες χρησιμοποιείται η καύση υγρών καυσίμων ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενων από βιομάζα·

15)   «θερμαντήρας χώρου με λέβητα στερεού καυσίμου»: θερμαντήρας χώρου με λέβητα που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, στις οποίες χρησιμοποιείται η καύση στερεών καυσίμων ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενων από βιομάζα·

16)   «θερμαντήρας χώρου με λέβητα στερεάς βιομάζας»: θερμαντήρας χώρου με λέβητα που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, στις οποίες χρησιμοποιείται η καύση στερεών καυσίμων που παράγονται από βιομάζα·

17)   «θερμαντήρας χώρου με ηλεκτρικό λέβητα»: θερμαντήρας χώρου με λέβητα που παράγει θερμότητα χρησιμοποιώντας μόνο το φαινόμενο Joule σε θερμαντικά στοιχεία με ηλεκτρικές αντιστάσεις·

18)   «θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας με ηλεκτρικό λέβητα»: θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας με λέβητα που παράγει θερμότητα χρησιμοποιώντας μόνο το φαινόμενο Joule σε θερμαντικά στοιχεία με ηλεκτρικές αντιστάσεις·

19)   «θερμαντήρας χώρου με αντλία θερμότητας»: θερμαντήρας χώρου ο οποίος για την παραγωγή θερμότητας αξιοποιεί τη θερμότητα του περιβάλλοντος από πηγή στον αέρα, το νερό ή το έδαφος και/ή απορριπτόμενη θερμότητα· η αντλία θερμότητας ενδέχεται να είναι εξοπλισμένη με έναν ή περισσότερους συμπληρωματικούς θερμαντήρες που χρησιμοποιούν το φαινόμενο Joule σε θερμαντικά στοιχεία με ηλεκτρικές αντιστάσεις ή την καύση ορυκτών καυσίμων και/ή καύσιμης βιομάζας·

20)   «θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας με αντλία θερμότητας»: θερμαντήρας χώρου με αντλία θερμότητας, ο οποίος έχει σχεδιαστεί για να παρέχει επίσης θερμότητα για ζεστό πόσιμο νερό ή νερό οικιακής χρήσης σε συγκεκριμένα επίπεδα θερμοκρασίας, ποσότητες και παροχές σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και ο οποίος συνδέεται σε εξωτερική παροχή πόσιμου νερού ή νερού οικιακής χρήσης·

21)   «θερμαντήρας με αντλία θερμότητας που λειτουργεί με καύσιμο»: θερμαντήρας με αντλία θερμότητας που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας, οι οποίες τροφοδοτούνται με αέρια ή υγρά καύσιμα ορυκτής προέλευσης ή παραγόμενα από βιομάζα·

22)   «θερμαντήρας με ηλεκτροκίνητη αντλία θερμότητας»: θερμαντήρας με αντλία θερμότητας που είναι εξοπλισμένος με μία ή περισσότερες μονάδες παραγωγής θερμότητας στις οποίες χρησιμοποιείται ως καύσιμο η ηλεκτρική ενέργεια·

23)   «θερμαντήρας χώρου με συμπαραγωγή»: θερμαντήρας χώρου που παράγει ταυτόχρονα θερμότητα και ηλεκτρική ενέργεια σε ενιαία διεργασία·

24)   «ρυθμιστής θερμοκρασίας»: εξοπλισμός διεπαφής με τον τελικό χρήστη για τη ρύθμιση των τιμών και του χρονοδιαγράμματος της επιθυμητής θερμοκρασίας εσωτερικών χώρων, ο οποίος διαβιβάζει τα σχετικά δεδομένα, π.χ. τις πραγματικές θερμοκρασίες εσωτερικών και/ή εξωτερικών χώρων, σε διεπαφή με τον θερμαντήρα, π.χ. κεντρική μονάδα επεξεργασίας, συμβάλλοντας έτσι στη ρύθμιση των θερμοκρασιών εσωτερικών χώρων·

25)   «ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου» (ηs): ο λόγος της ζητούμενης θέρμανσης χώρου για συγκεκριμένη εποχή θέρμανσης, η οποία παρέχεται από θερμαντήρα, προς την ετήσια κατανάλωση ενέργειας που απαιτείται για να καλυφθεί η εν λόγω ζήτηση, εκφρασμένη σε ποσοστό επί τοις εκατό ( %)·

26)   «ενεργειακή απόδοση θέρμανσης νερού» (ηwh): ο λόγος της ωφέλιμης ενέργειας, την οποία παρέχει στο πόσιμο νερό ή στο νερό οικιακής χρήσης θερμαντήρας συνδυασμένης λειτουργίας, προς την ενέργεια που απαιτείται για την παραγωγή της, εκφρασμένος σε ποσοστό επί τοις εκατό ( %)·

27)   «ονομαστική θερμική ισχύς»: η δηλωμένη αποδιδόμενη θερμότητα από θερμαντήρα κατά τη θέρμανση χώρου και, ανάλογα με την περίπτωση, νερού υπό πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης, εκφρασμένη σε kW· για θερμαντήρες χώρου με αντλία θερμότητας και θερμαντήρες συνδυασμένης λειτουργίας με αντλία θερμότητας, οι πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης για τον καθορισμό της ονομαστικής θερμικής ισχύος είναι οι συνθήκες αναφοράς για τον οικολογικό σχεδιασμό, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 813/2013 της Επιτροπής (2)·

28)   «πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης»: οι συνθήκες λειτουργίας των θερμαντήρων υπό μέσες κλιματικές συνθήκες για τον καθορισμό της ονομαστικής θερμικής ισχύος, της ενεργειακής απόδοσης της εποχιακής θέρμανσης χώρου, της ενεργειακής απόδοσης θέρμανσης νερού, της στάθμης ηχητικής ισχύος, των εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx), των εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO), των εκπομπών αέριων οργανικών ενώσεων (OGC) και σωματιδίων·

29)   «μέσες κλιματικές συνθήκες»: οι συνθήκες θερμοκρασίας που είναι χαρακτηριστικές για την πόλη του Στρασβούργου·

30)   «εκπομπές της εποχιακής θέρμανσης χώρου»:

για λέβητες στερεού καυσίμου αυτόματης τροφοδοσίας, ο σταθμισμένος μέσος όρος των εκπομπών στην ονομαστική θερμική ισχύ και των εκπομπών στο 30 % της ονομαστικής θερμικής ισχύος, εκφρασμένος σε mg/m3·

για λέβητες στερεού καυσίμου χειροκίνητης τροφοδοσίας με δυνατότητα λειτουργίας στο 50 % της ονομαστικής θερμικής ισχύος σε συνεχή λειτουργία, ο σταθμισμένος μέσος όρος των εκπομπών στην ονομαστική θερμική ισχύ και των εκπομπών στο 50 % της ονομαστικής θερμικής ισχύος, εκφρασμένος σε mg/m3·

για λέβητες στερεού καυσίμου χειροκίνητης τροφοδοσίας χωρίς δυνατότητα λειτουργίας σε ποσοστό 50 % ή μικρότερο της ονομαστικής θερμικής ισχύος σε συνεχή λειτουργία, οι εκπομπές στην ονομαστική θερμική ισχύ, εκφρασμένες σε mg/m3·

για θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή από στερεό καύσιμο, οι εκπομπές στην ονομαστική τιμή θερμικής ισχύος, εκφρασμένες σε mg/m3·

31)   «δυναμικό θέρμανσης του πλανήτη»: το δυναμικό θέρμανσης του πλανήτη σύμφωνα με τον ορισμό που παρέχεται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3)·

32)   «Nm3»: κανονικό κυβικό μέτρο (στις τιμές 101,325 kPa, 273,15 K).

Άρθρο 3

Τα κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ για προϊόν που ανήκει στην κατηγορία προϊόντων «υδρονικοί θερμαντήρες», η οποία ορίζεται στο άρθρο 1 της παρούσας απόφασης, καθώς και οι συναφείς απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, καθορίζονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Τα κριτήρια για την κατηγορία προϊόντων «υδρονικοί θερμαντήρες» και οι συναφείς απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης που παρατίθενται στο παράρτημα ισχύουν για τέσσερα έτη από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

Για διοικητικούς σκοπούς, η κατηγορία προϊόντων «υδρονικοί θερμαντήρες ύδατος» λαμβάνει τον κωδικό αριθμό «045».

Άρθρο 6

1.   Οι αιτήσεις για το οικολογικό σήμα της ΕΕ για αντλίες θερμότητας που παρέχουν θερμότητα σε σύστημα κεντρικής θέρμανσης με νερό που εμπίπτει στην ομάδα προϊόντων «ηλεκτροκίνητες, αεριοκίνητες ή λειτουργούσες με απορρόφηση αντλίες» οι οποίες υποβλήθηκαν εντός δύο μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης μπορούν να βασίζονται είτε στα κριτήρια που απαριθμούνται στην απόφαση 2007/742/ΕΚ της Επιτροπής (4) είτε στα κριτήρια που παρατίθενται στην παρούσα απόφαση. Οι αιτήσεις αξιολογούνται σύμφωνα με τα κριτήρια στα οποία βασίζονται.

2.   Οι άδειες οικολογικού σήματος της ΕΕ που χορηγήθηκαν σε αντλίες θερμότητας που παρέχουν θερμότητα σε σύστημα κεντρικής θέρμανσης με νερό σύμφωνα με τα κριτήρια που παρατίθενται στην απόφαση 2007/742/ΕΚ μπορούν να χρησιμοποιηθούν για 12 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2014.

Για την Επιτροπή

Janez POTOČNIK

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 27 της 30.1.2010, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 813/2013 της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2013, για την εφαρμογή της οδηγίας 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού των θερμαντήρων χώρου και των θερμαντήρων συνδυασμένης λειτουργίας (ΕΕ L 239 της 6.9.2013, σ. 136).

(3)  Κανονισμός (EΚ) αριθ. 842/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για ορισμένα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου (ΕΕ L 161 της 14.6.2006, σ. 1).

(4)  Απόφαση της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2007, περί καθορισμού οικολογικών κριτηρίων για την απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε ηλεκτροκίνητες, αεριοκίνητες ή λειτουργούσες με απορρόφηση αντλίες θερμότητας (ΕΕ L 301 της 20.11.2007, σ. 14).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ

Καθορίζονται κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ σε υδρονικούς θερμαντήρες για καθένα από τα ακόλουθα πεδία:

1.

Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση

α)

Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου

β)

Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση θέρμανσης νερού

2.

Όρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

3.

Ψυκτικό μέσο και δευτερεύον ψυκτικό μέσο

4.

Όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx)

5.

Όρια εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO)

6.

Όρια εκπομπών αέριων οργανικών ενώσεων (OGC)

7.

Όρια εκπομπών σωματιδίων (PM)

8.

Όρια εκπομπών θορύβου

9.

Επικίνδυνες ουσίες και μείγματα

10.

Ουσίες που εγγράφονται σε κατάλογο δυνάμει του άρθρου 59 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)

11.

Μέρη από πλαστικές ύλες

12.

Σχεδιασμός προϊόντων με προοπτική αειφορίας

13.

Οδηγίες εγκατάστασης και πληροφορίες προς τους χρήστες

14.

Πληροφορίες που αναγράφονται στο οικολογικό σήμα της ΕΕ

Στον Πίνακα 1 παρουσιάζεται η εφαρμογή των διαφόρων κριτήριων για καθεμία από τις τεχνολογίες μονάδων παραγωγής θερμότητας. Στην περίπτωση συγκροτήματος θερμαντήρα χώρου, το συγκρότημα πληροί όλα τα κριτήρια που εφαρμόζονται σε καθεμία από τις τεχνολογίες μονάδων παραγωγής θερμότητας από τις οποίες απαρτίζεται. Τα εν λόγω κριτήρια, τα οποία αφορούν συγκεκριμένη μεθοδολογία ειδικά για τα συγκροτήματα θερμαντήρων χώρου, εφαρμόζονται σε ολόκληρο το συγκρότημα θερμαντήρων χώρου.

Οι ιδιαίτερες απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης παρατίθενται στην περιγραφή κάθε κριτηρίου.

Όταν ο αιτών οφείλει να υποβάλει δηλώσεις, τεκμηρίωση, αναλύσεις, εκθέσεις δοκιμών ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η συμμόρφωση προς τα κριτήρια αυτά, τα εν λόγω έγγραφα επιτρέπεται να προέρχονται από τον αιτούντα ή από τον προμηθευτή ή και από τους δύο.

Όπου είναι εφικτό, οι δοκιμές διεξάγονται από εργαστήρια που πληρούν τις γενικές απαιτήσεις του ευρωπαϊκού προτύπου EN ISO 17025 ή ισοδύναμου.

Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, για κάθε κριτήριο χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι δοκιμών που περιγράφονται στα αντίστοιχα πρότυπα τα οποία αναγράφονται στον Πίνακα 2 και στον Πίνακα 3 (κατά περίπτωση). Όπου κρίνεται σκόπιμο, επιτρέπεται να εφαρμόζονται διαφορετικές μέθοδοι δοκιμών από αυτές που αναφέρονται σε κάθε κριτήριο, εφόσον είναι αποδεκτές ως ισοδύναμες από τον αρμόδιο φορέα που αξιολογεί την αίτηση. Η μεθοδολογία για τον υπολογισμό των εκπομπών της εποχιακής θέρμανσης χώρου παρατίθεται στον Πίνακα 4.

Όπου ενδείκνυται, οι αρμόδιοι φορείς μπορούν να απαιτούν την υποβολή δικαιολογητικών και να διενεργούν ανεξάρτητες εξακριβώσεις.

Πίνακας 1

Εφαρμογή των διαφόρων κριτήριων σε καθεμία από τις τεχνολογίες μονάδων παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Κριτήρια

Θερμαντήρες με λέβητα αερίου

Θερμαντήρες με λέβητα υγρού καυσίμου

Θερμαντήρες με λέβητα στερεού καυσίμου

Θερμαντήρες με ηλεκτρικό λέβητα

Θερμαντήρες με αντλία θερμότητας που λειτουργεί με καύσιμο

Θερμαντήρες με ηλεκτροκίνητη αντλία θερμότητας

Θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή

1 α)

— Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου

x

x

x

x

x

x

x

1 β)

— Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση θέρμανσης νερού (εφαρμόζεται μόνο σε θερμαντήρες συνδυασμένης λειτουργίας)

x

x

 

x

x

x

x

2

— Όρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

x

x

x

x

x

x

x

3

— Ψυκτικό μέσο και δευτερεύον ψυκτικό μέσο

 

 

 

 

x

x

 

4

— Όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx)

x

x

x

 

x

 

x

5

— Όρια εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO)

x

x

x

 

x

 

x

6

— Όρια εκπομπών αέριων οργανικών ενώσεων (OGC)

 

 

x

 

 

 

 

7

— Όρια εκπομπών σωματιδίων (PM)

 

x

x

 

 

 

x

8

— Όρια εκπομπών θορύβου

 

 

 

 

x

x

x

9

— Επικίνδυνες ουσίες και υλικά

x

x

x

x

x

x

x

10

— Ουσίες που εγγράφονται σε κατάλογο δυνάμει του άρθρου 59 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006

x

x

x

x

x

x

x

11

— Μέρη από πλαστικές ύλες

x

x

x

x

x

x

x

12

— Σχεδιασμός προϊόντων με προοπτική αειφορίας

x

x

x

x

x

x

x

13

— Οδηγίες εγκατάστασης και πληροφορίες προς τους χρήστες

x

x

x

x

x

x

x

14

— Πληροφορίες που αναγράφονται στο οικολογικό σήμα της ΕΕ

x

x

x

x

x

x

x


Πίνακας 2

Συναφή πρότυπα για τις μεθόδους δοκιμών

Αριθμός

Τίτλος

Θερμαντήρες με λέβητα αερίου

EN 676

Αυτόματοι καυστήρες βεβιασμένης κυκλοφορίας για αέρια καύσιμα

EN 15502-1

Λέβητες θέρμανσης που τροφοδοτούνται με φυσικό αέριο — Μέρος 1: Γενικές απαιτήσεις και δοκιμές

Θερμαντήρες με λέβητα υγρού καυσίμου

EN 267

Καυστήρες διασκορπισμού ελαίου τύπου μονομπλόκ

EN 303-1

Λέβητες θέρμανσης — Μέρος 1: Λέβητες θέρμανσης με καυστήρες τεχνητού ελκυσμού — Ορολογία, γενικές απαιτήσεις, δοκιμές και σήμανση

EN 303-2

Λέβητες θέρμανσης — Μέρος 2: Λέβητες θέρμανσης με καυστήρες τεχνητού ελκυσμού — Ειδικές απαιτήσεις για λέβητες με καυστήρες πετρελαίου με μηχανικό διασκορπισμό του καυσίμου

EN 303-4

Λέβητες θέρμανσης — Μέρος 4: Λέβητες θέρμανσης με καυστήρες τεχνητού ελκυσμού — Ειδικές απαιτήσεις για λέβητες με καυστήρες πετρελαίου τεχνητού ελκυσμού με ωφέλιμη ισχύ έως και 70 kW και μέγιστη πίεση λειτουργίας 3 bar — Ορολογία, ειδικές απαιτήσεις, δοκιμές και σήμανση

EN 304

Λέβητες θέρμανσης — Κώδικας δοκιμής για λέβητες θέρμανσης με καυστήρες πετρελαίου με μηχανικό διασκορπισμό του καυσίμου

Θερμαντήρες με λέβητα στερεού καυσίμου

EN 303-5

Λέβητες θέρμανσης — Μέρος 5: Λέβητες θέρμανσης για στερεά καύσιμα, που τροφοδοτούνται χειροκίνητα ή αυτόματα, με μέγιστη ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου έως 500 kW — Ορολογία, απαιτήσεις, δοκιμές και σήμανση

EN 14918

Στερεά βιοκαύσιμα — Προσδιορισμός της θερμιδικής αξίας

Θερμαντήρες με ηλεκτρικό λέβητα

EN 60335-2-35

Ηλεκτρικές συσκευές οικιακής και παρόμοιας χρήσης — Ασφάλεια — Μέρος 2-35: Ειδικές απαιτήσεις για θερμαντήρες νερού στιγμιαίας θέρμανσης

Θερμαντήρες με αντλία θερμότητας που λειτουργεί με καύσιμο

Σειρά EN 12309

Κλιματιστικές συσκευές και/ή αντλίες θερμότητας αερίου, με απορρόφηση και προσρόφηση, με θερμική ισχύ εισόδου μη υπερβαίνουσα τα 70 kW

DIN 4702, μέρος 8

Λέβητας κεντρικής θέρμανσης — Προσδιορισμός πρότυπης απόδοσης και πρότυπης ικανότητας εκπομπής

Θερμαντήρες με ηλεκτροκίνητη αντλία θερμότητας

Σειρά EN 14511

Κλιματιστικά, μονάδες ψύξης με υγρό και αντλίες θερμότητας με ηλεκτροκίνητους συμπιεστές για θέρμανση και ψύξη χώρων

EN 14825

Κλιματιστικά, μονάδες ψύξης με υγρό και αντλίες θερμότητας με ηλεκτροκίνητους συμπιεστές για θέρμανση και ψύξη χώρων — Δοκιμές και διαβάθμιση σε συνθήκες μερικού φορτίου και υπολογισμός της εποχιακής απόδοσης

Θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή

EN 50465

Συσκευές αερίου — Συσκευές θέρμανσης με αέριο καύσιμο — Συσκευή θέρμανσης με αέριο καύσιμο ονομαστικής θερμικής ισχύος εισόδου μη υπερβαίνουσας τα 70 kW (2)

ISO 3046-1

Παλινδρομικές μηχανές εσωτερικής καύσης — Επιδόσεις — Μέρος 1: Δηλώσεις κατανάλωσης ισχύος, καυσίμου και λιπαντικού ελαίου, και μέθοδοι δοκιμών — Πρόσθετες απαιτήσεις για κινητήρες γενικής χρήσης


Πίνακας 3

Πρόσθετα συναφή πρότυπα για μεθόδους δοκιμών ατμοσφαιρικών εκπομπών

Αριθμός

Τίτλος

Εκπομπές οξειδίων του αζώτου

EN 14792

Εκπομπές από σταθερές πηγές — Προσδιορισμός συγκέντρωσης μάζας οξειδίων του αζώτου (NOx) — Μέθοδος αναφοράς: Χημειοφωταύγεια

Εκπομπές μονοξειδίου του άνθρακα

EN 15058

Εκπομπές από σταθερές πηγές — Προσδιορισμός συγκέντρωσης μάζας μονοξειδίου του άνθρακα (CO) — Μέθοδος αναφοράς: Μη διαχεόμενη υπέρυθρη φασματομετρία

Εκπομπές αέριου οργανικού άνθρακα

EN 12619

Εκπομπές από σταθερές πηγές — Προσδιορισμός συγκέντρωσης μάζας ολικών αέριων οργανικών ενώσεων χαμηλών συγκεντρώσεων καυσαερίων — Μέθοδος για τη συνεχή παρακολούθηση με ανιχνευτή ιοντισμού φλόγας

Εκπομπές σωματιδίων

EN 13284-1

Εκπομπές από σταθερές πηγές — Προσδιορισμός σκόνης σε περιοχές χαμηλών συγκεντρώσεων κατά μάζα — Μέρος 1: Χειροκίνητη σταθμική μέθοδος

Εκπομπές θορύβου

EN ISO 3744

Ακουστική — Προσδιορισμός της στάθμης ηχητικής ισχύος πηγών θορύβου με χρησιμοποίηση της ηχητικής πίεσης — Τεχνικές μέθοδοι για συνθήκες ελεύθερου ηχητικού πεδίου πάνω από ηχοανακλαστικό επίπεδο (ISO 3744:2010)

EN ISO 3746

Ακουστική — Προσδιορισμός της στάθμης ηχητικής ισχύος πηγών θορύβου με χρησιμοποίηση ηχητικής πίεσης — Συνοπτική μέθοδος με τη χρησιμοποίηση περιβάλλοντος μετρητικής επιφάνειας πάνω από ηχοανακλαστικό επίπεδο (ISO 3746:2010)

EN 12102

Κλιματιστικά, μονάδες ψύξης με υγρό και αντλίες θερμότητας και συσκευές αφύγρανσης με ηλεκτροκίνητους συμπιεστές για θέρμανση και ψύξη χώρων — Μέτρηση του αερομεταφερόμενου θορύβου — Προσδιορισμός της ηχητικής ισχύος


Πίνακας 4

Μεθοδολογία υπολογισμού των εκπομπών της εποχιακής θέρμανσης χώρου

Είδος λέβητα στερεού καυσίμου

Μαθηματικός τύπος

Λέβητες στερεού καυσίμου χειροκίνητης τροφοδοσίας με δυνατότητα λειτουργίας στο 50 % της ονομαστικής θερμικής ισχύος εξόδου σε κατάσταση συνεχούς λειτουργίας και λέβητες στερεού καυσίμου αυτόματης τροφοδοσίας

Formula

Λέβητες στερεού καυσίμου χειροκίνητης τροφοδοσίας χωρίς δυνατότητα λειτουργίας σε ποσοστό 50 % ή μικρότερο της ονομαστικής θερμικής ισχύος εξόδου σε κατάσταση συνεχούς λειτουργίας και θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή από στερεό καύσιμο

Formula

Όπου:

 

E s, οι εκπομπές της εποχιακής θέρμανσης χώρου,

 

E s,p, οι εκπομπές αντίστοιχα σωματιδίων, αέριων οργανικών ενώσεων, μονοξειδίου του άνθρακα και οξειδίων του αζώτου που μετρώνται στο 30 % ή 50 % της ονομαστικής θερμικής ισχύος εξόδου, κατά περίπτωση,

 

E s,r, οι εκπομπές αντίστοιχα σωματιδίων, αέριων οργανικών ενώσεων, μονοξειδίου του άνθρακα και οξειδίων του αζώτου που μετρώνται στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου.

Κριτήριο 1 — Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση

α)   — Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου

Η ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου (η s) του υδρονικού θερμαντήρα δεν είναι μικρότερη από τις οριακές τιμές που καθορίζονται στον Πίνακα 5.

Πίνακας 5

Ελάχιστες απαιτήσεις για την ενεργειακή απόδοση εποχιακής θέρμανσης χώρου σε σχέση με την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου

Όλοι οι θερμαντήρες εκτός από τους θερμαντήρες με λέβητα στερεάς βιομάζας

η s ≥ 98 %

Θερμαντήρες με λέβητα στερεάς βιομάζας

η s ≥ 79 %

i)

Η ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου υπολογίζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 813/2013, καθώς και στο παράρτημα VII του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 811/2013 της Επιτροπής (3), συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των εναρμονισμένων προτύπων των οποίων οι αριθμοί αναφοράς έχουν δημοσιευθεί για τον σκοπό αυτό στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή άλλων αξιόπιστων, επακριβών και αναπαραγώγιμων μεθόδων στις οποίες λαμβάνονται υπόψη οι γενικώς αποδεκτές σύγχρονες μέθοδοι και οι οποίες πληρούν τους όρους και τις τεχνικές παραμέτρους που καθορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 813/2013.

ii)

Για τους θερμαντήρες με λέβητα στερεού καυσίμου, η η s υπολογίζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο i), λαμβανομένων υπόψη των ακόλουθων πρόσθετων απαιτήσεων:

α)

ο υπολογισμός της η s βασίζεται στην (ενδεικνυόμενη) ακαθάριστη θερμογόνο δύναμη του υγρού καυσίμου (GCVar), η οποία διαμορφώνεται σε συνάρτηση με το ποσοστό υγρασίας του καυσίμου, αλλά περιλαμβάνει στο ενεργειακό περιεχόμενο τη λανθάνουσα θερμική ενέργεια που αποθηκεύεται στο υδρογόνο το οποίο οξειδώνεται σε νερό κατά τη διαδικασία της καύσης. Για την εκτίμηση της η s εφαρμόζονται οι αρχές που καθορίζονται στο πρότυπο EN 303-5, ενώ για τον υπολογισμό της η s χρησιμοποιείται η τιμή GCVar και όχι η (ενδεικνυόμενη) καθαρή θερμογόνος δύναμη του υγρού καυσίμου (NCVar

β)

για τον προσδιορισμό της θερμογόνου δύναμης της στερεάς βιομάζας, εφαρμόζονται οι αρχές που καθορίζονται στο πρότυπο EN 14918·

γ)

η ακαθάριστη θερμογόνος δύναμη του υγρού καυσίμου υπό σταθερό όγκο (GCVar,V) μπορεί να προκύψει ως εξής:

GCVar,V = GCVdry,V × (100 – m)/100 [MJ/kg]

όπου:

 

m, το ποσοστό υγρασίας του υγρού καυσίμου (συγκέντρωση κατά βάρος),

 

GCVdry,V, η ακαθάριστη θερμογόνος δύναμη του ξηρού καυσίμου (χωρίς υγρασία) υπό σταθερό όγκο·

δ)

η ακαθάριστη θερμογόνος δύναμη του ξηρού καυσίμου υπό σταθερό όγκο (GCVdry,V) μπορεί να προκύψει ως εξής:

GCVdry,V = NCVdry,P + 0,2122 × Hdry + 0,0008 × (Odry + Ndry) [MJ/kg]

όπου:

 

NCVdry,P, η καθαρή θερμογόνος δύναμη του ξηρού καυσίμου (συμπεριλαμβανομένης της τέφρας) υπό σταθερή πίεση,

 

Hdry, η περιεκτικότητα του ξηρού καυσίμου σε υδρογόνο (συγκέντρωση κατά βάρος),

 

Odry, η περιεκτικότητα του ξηρού καυσίμου σε οξυγόνο (συγκέντρωση κατά βάρος),

 

Ndry, η περιεκτικότητα του ξηρού καυσίμου σε άζωτο (συγκέντρωση κατά βάρος)·

ε)

η καθαρή θερμογόνος δύναμη του ξηρού καυσίμου υπό σταθερή πίεση (NCVdry,P) μπορεί να προκύψει ως εξής:

NCVdry,P = NCVar,P × 100/(100 – m) + 2,443 × m/(100 – m) [MJ/kg]

όπου:

NCVar,P, η καθαρή θερμογόνος δύναμη του υγρού καυσίμου υπό σταθερή πίεση·

στ)

σημειώνεται ότι, από τον συνδυασμό των στοιχείων γ), δ) και ε), η τιμή GCVar,V μπορεί να προκύψει από την τιμή NCVar,P ως εξής:

GCVar,V = NCVar,P + [0,2122 × Hdry + 0,0008 × (Odry + Ndry)] × (100 – m)/100 + 0,02443 × m [MJ/kg]

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών βεβαιώνει τη συμμόρφωση του προϊόντος με το παρόν κριτήριο και υποβάλλει τα αποτελέσματα των δοκιμών που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με τη διαδικασία δοκιμών η οποία αναφέρεται στα πρότυπα EN (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των μεταβατικών μεθόδων) που εφαρμόζονται για το συγκεκριμένο είδος προϊόντος (βλέπε Πίνακα 2). Οι μετρήσεις και οι υπολογισμοί της ενεργειακής απόδοσης της εποχιακής θέρμανσης χώρου πραγματοποιούνται με τη χρήση της μεθόδου ενεργειακής απόδοσης της εποχιακής θέρμανσης χώρου των συγκροτημάτων και σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο i). Για τους λέβητες στερεού καυσίμου, η ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου υπολογίζεται σύμφωνα με το σημείο ii).

β)   — Ελάχιστη ενεργειακή απόδοση θέρμανσης νερού

i)

Η ενεργειακή απόδοση θέρμανσης νερού (η wh) των θερμαντήρων συνδυασμένης λειτουργίας ή των συγκροτημάτων θερμαντήρων χώρου που περιλαμβάνουν έναν ή περισσότερους θερμαντήρες συνδυασμένης λειτουργίας δεν είναι μικρότερη από 65 %. Το κριτήριο αυτό δεν εφαρμόζεται στους θερμαντήρες με λέβητα στερεού καυσίμου.

ii)

Η ενεργειακή απόδοση της θέρμανσης νερού υπολογίζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 813/2013 και στο παράρτημα VII του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 811/2013.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών βεβαιώνει τη συμμόρφωση του προϊόντος με το παρόν κριτήριο και υποβάλλει τα αποτελέσματα των δοκιμών που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με τη διαδικασία δοκιμών η οποία αναφέρεται στα πρότυπα EN (συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των μεταβατικών μεθόδων) που εφαρμόζονται για το συγκεκριμένο είδος προϊόντος (βλέπε Πίνακα 2). Οι μετρήσεις και οι υπολογισμοί πραγματοποιούνται με τη χρήση της μεθόδου ενεργειακής απόδοσης θέρμανσης νερού των συγκροτημάτων σύμφωνα με τις διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο ii).

Κριτήριο 2 — Όρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τον υδρονικό θερμαντήρα, εκφρασμένες σε γραμμάρια ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ανά kWh αποδιδόμενης θερμότητας, η οποία υπολογίζεται με τη χρήση των μαθηματικών τύπων του ολικού ισοδύναμου θερμαντικών επιπτώσεων (TEWI) που καθορίζονται στον πίνακα 7, δεν υπερβαίνουν τις αναγραφόμενες τιμές στον Πίνακα 6.

Πίνακας 6

Όρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Όρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

Όλοι οι θερμαντήρες, εκτός από τους θερμαντήρες με αντλία θερμότητας

200 g ισοδύναμου CO2/kWh αποδιδόμενης θερμότητας

Θερμαντήρες με αντλία θερμότητας

150 g ισοδύναμου CO2/kWh αποδιδόμενης θερμότητας

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου υπολογίζονται σύμφωνα με τους τύπους TEWI που καθορίζονται στον Πίνακα 7 (ο τύπος εξαρτάται από την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας). Κάθε τύπος TEWI μπορεί να απαρτίζεται από δύο μέρη, εκ των οποίων το πρώτο εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από την απόδοση του θερμαντήρα (εκφραζόμενη ως ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου, η s) και από την ένταση διοξειδίου του άνθρακα του καυσίμου (την οποία παριστά η παράμετρος β), ενώ το δεύτερο μέρος (το οποίο εφαρμόζεται μόνο σε θερμαντήρες με αντλία θερμότητας) εξαρτάται από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που οφείλονται σε διαρροές ψυκτικού μέσου. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από διαρροές ψυκτικού μέσου εξαρτώνται από το δυναμικό θέρμανσης του πλανήτη (GWP100) του ψυκτικού μέσου και των διαρροών ψυκτικού μέσου κατά τη φάση χρήσης (εκφραζόμενες ως ετήσιος ρυθμός διαρροής, ER, σε επί τοις εκατό ποσοστό της συνολικής μάζας του ψυκτικού μέσου ετησίως) και στο τέλος του κύκλου ζωής (εκφραζόμενες ως επί τοις εκατό ποσοστό της συνολικής μάζας του ψυκτικού μέσου, α).

Πίνακας 7

Τύποι TEWI της τεχνολογίας της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τύπος TEWI (g ισοδύναμου CO2/kWh αποδιδόμενης θερμότητας)

Θερμαντήρες με λέβητα

Formula

Θερμαντήρες με αντλία θερμότητας

Formula

Θερμαντήρες συμπαραγωγής

Formula

Συγκρότημα θερμαντήρων χώρου

Formula

Οι βασικές παράμετροι των τύπων TEWI που καθορίζονται στον πίνακα 6 περιγράφονται στον Πίνακα 8.

Πίνακας 8

Βασικές παράμετροι για τον υπολογισμό των τύπων TEWI

Παράμετρος

Περιγραφή παραμέτρου

Μονάδες

Σταθερή τιμή ή δοκιμή προς εκτέλεση για τον προσδιορισμό της παραμέτρου

βelec

Ένταση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της ηλεκτρικής ενέργειας

[g ισοδύναμου CO2/kWhelec]

384

βfuel

Ένταση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου του χρησιμοποιούμενου καυσίμου στον θερμαντήρα

[g ισοδύναμου CO2/kWh]

Βλέπε Πίνακα 9

ηs

Ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου

[-]

Διενεργείται δοκιμή και δηλώνεται από τον αιτούντα (κριτήριο 1).

ηs,B

Ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου του μέρους του θερμαντήρα με λέβητα για μέσες κλιματικές συνθήκες

[-]

Διενεργείται δοκιμή και δηλώνεται από τον αιτούντα· παριστά την ενεργειακή απόδοση εποχιακής θέρμανσης χώρου του συγκροτήματος, εξαιρουμένης της συμπληρωματικής αντλίας θερμότητας, όπως δηλώνεται στο δελτίο προϊόντος των συγκροτημάτων.

ηs,HP

Ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου του μέρους του θερμαντήρα με αντλία θερμότητας για μέσες κλιματικές συνθήκες

[-]

Διενεργείται δοκιμή και δηλώνεται από τον αιτούντα· παριστά την ενεργειακή απόδοση εποχιακής θέρμανσης χώρου της συμπληρωματικής αντλίας θερμότητας, όπως δηλώνεται στο δελτίο προϊόντος των συγκροτημάτων.

ηthermal

Θερμική απόδοση

[-]

Βλέπε Πίνακα 10

ηel

Ηλεκτρική απόδοση

[-]

Βλέπε Πίνακα 10

δ

Υποκατάστατη μεταβλητή

[-]

= 0, στην περίπτωση θερμαντήρα με ηλεκτροκίνητη αντλία θερμότητας.

= 1, στην περίπτωση θερμαντήρα με αντλία θερμότητας που λειτουργεί με καύσιμο

GWP100

Δυναμικό θέρμανσης του πλανήτη (με επιπτώσεις για διάστημα 100 ετών)

[g ισοδύναμου CO2/g ψυκτικού μέσου, για διάστημα 100 ετών]

Τιμή που δηλώνεται από τον αιτούντα σύμφωνα με το κριτήριο 3

m

Μάζα ψυκτικού μέσου

[g]

Δηλώνεται από τον αιτούντα.

ER

Ετήσιες απώλειες ψυκτικού μέσου

[%/έτος]

Χρησιμοποιείται η τιμή ER = 3,5 %/έτος.

n

Διάρκεια ζωής

[έτη]

Χρησιμοποιείται η τιμή n = 5.

α

Απώλειες ψυκτικού μέσου στο τέλος του κύκλου ζωής (απώλειες διάθεσης)

[%]

Χρησιμοποιείται η τιμή α = 35 %.

P

Φορτίο σχεδιασμού

[kW]

Δηλώνεται από τον αιτούντα.

h

Ώρες λειτουργίας υπό πλήρες φορτίο

[ώρες/έτος]

2000

sHP

Ποσοστό της θερμικής ισχύος εξόδου από το μέρος του θερμαντήρα με αντλία θερμότητας επί της συνολικής θερμικής ισχύος εξόδου

[-]

= (16 – T HP)/26

όπου T HP, η θερμοκρασία (ΊC) στην οποία η απόδοση (πρωτογενούς) ενέργειας της αντλίας θερμότητας ισούται με την απόδοση πρωτογενούς ενέργειας του λέβητα. Θεωρείται ότι κάτω από αυτή τη θερμοκρασία, η ζήτηση θερμότητας καλύπτεται από τον λέβητα, ενώ πάνω από αυτή θερμοκρασία, η ζήτηση θερμότητας καλύπτεται από την αντλία θερμότητας.

Στον Πίνακα 9 περιγράφεται ο τρόπος υπολογισμού της παραμέτρου βfuel στους τύπους TEWI, σε συνάρτηση με το καύσιμο που χρησιμοποιείται στον θερμαντήρα. Σε περίπτωση που ο λέβητας είναι σχεδιασμένος για καύσιμο το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα, επιλέγεται η βέλτιστη αντιστοίχιση καυσίμου, με βάση την προέλευση (ορυκτή προέλευση ή βιομάζα) και τη μορφή (αέρια, υγρή ή στερεά) του χρησιμοποιούμενου καυσίμου.

Πίνακας 9

Παράμετρος βfuel (ένταση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου) για τον υπολογισμό των τύπων TEWI

Χρησιμοποιούμενο καύσιμο στον θερμαντήρα

Ένταση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

Τιμή (g ισοδύναμου CO2/kWh)

Αέρια καύσιμα ορυκτής προέλευσης

βfuel = βgas

202

Υγρά καύσιμα ορυκτής προέλευσης

βfuel = βοil

292

Στερεά καύσιμα ορυκτής προέλευσης

βfuel = βcoal

392

Στερεά βιομάζα

βfuel = βbio-gas

98

Υγρή βιομάζα

βfuel = βbio-oil

149

Κορμοί ξύλου

βfuel = βbio-log

19

Τεμαχίδια ξύλου

βfuel = βbio-chip

16

Συσσωματώματα ξύλου (πέλετ)

βfuel = βbio-pellet

39

Μείγματα ορυκτών καυσίμων και βιομάζας

βfuel = σταθμισμένος μέσος όρος που προκύπτει από το άθροισμα των γινομένων των κατά βάρος κλασμάτων των επιμέρους καυσίμων επί την αντίστοιχη παράμετρο εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου

Σ (Καύσιμο X % Χ βfuel X) + (Καύσιμο Y % Χ βfuel Y) + … (Καύσιμο N % Χ βfuel N)

Στον Πίνακα 10 περιγράφεται ο τρόπος υπολογισμού των παραμέτρων η thermal και η el στον τύπο TEWI για τους θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή.

Πίνακας 10

Παράμετροι ηthermal και ηel για τον υπολογισμό του τύπου TEWI σε θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή

Παράμετρος

Τύπος

ηthermal

Formula

ηel

Για θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή που δεν είναι εξοπλισμένοι με συμπληρωματικούς θερμαντήρες

Formula

Για θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή που είναι εξοπλισμένοι με συμπληρωματικούς θερμαντήρες

Formula

Όπου:

ηs , η ενεργειακή απόδοση της εποχιακής θέρμανσης χώρου, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 813/2013,

ηel , η ηλεκτρική απόδοση, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 813/2013,

ηel,CHP100+Sup0 , η ηλεκτρική απόδοση στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου του θερμαντήρα χώρου με συμπαραγωγή, με απενεργοποιημένο τον συμπληρωματικό θερμαντήρα, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 813/2013,

ηel,CHP100+Sup100 , η ηλεκτρική απόδοση στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου του θερμαντήρα χώρου με συμπαραγωγή, με ενεργοποιημένο τον συμπληρωματικό θερμαντήρα, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 813/2013

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα απονομής του σήματος πιστοποιητικό δήλωσης συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υπογεγραμμένο από τον κατασκευαστή και συνοδευόμενο από τη σχετική τεκμηρίωση. Ο αιτών υποβάλλει τις τιμές των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που υπολογίστηκαν σύμφωνα με τους προτεινόμενους τύπους TEWI και αναλύει καταλεπτώς όλες τις παραμέτρους που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Κριτήριο 3 — Ψυκτικό μέσο και δευτερεύον ψυκτικό μέσο

Ψυκτικό μέσο

Το δυναμικό θέρμανσης του πλανήτη του ψυκτικού μέσου για διάστημα 100 ετών (GWP100) δεν υπερβαίνει την τιμή 2000. Οι τιμές GWP100 είναι εκείνες που καθορίζονται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006. Οι πηγές της βιβλιογραφίας για τις τιμές του GWP100 πρέπει να είναι εκείνες που ορίζονται στο παράρτημα Ι.1 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 206/2012 της Επιτροπής (4).

Δευτερεύον ψυκτικό μέσο

Στην περίπτωση των θερμαντήρων χώρου στους οποίους χρησιμοποιείται δευτερεύον ψυκτικό μέσο, ο σχεδιασμός των θερμαντήρων δεν βασίζεται σε δευτερεύον ψυκτικό μέσο, άλμη ή πρόσθετα που ταξινομούνται ως επικίνδυνες ουσίες για το περιβάλλον ή συνιστούν κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6), και στις οδηγίες εγκατάστασης αναφέρεται ρητά ότι δεν χρησιμοποιούνται ως δευτερεύον ψυκτικό μέσο ουσίες που ταξινομούνται ως επικίνδυνες ουσίες για το περιβάλλον ή συνιστούν κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ψυκτικό μέσο

Οι ονομασίες του (των) ψυκτικού(-ών) μέσου(-ων) που χρησιμοποιείται(-ούνται) στο προϊόν κοινοποιούνται μαζί με την αίτηση, καθώς και οι τιμές GWP100, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 842/2006. Οι τιμές GWP100 των ψυκτικών μέσων υπολογίζονται ως το δυναμικό θέρμανσης, εντός 100 ετών, ενός χιλιογράμμου αερίου σε σχέση προς ένα χιλιόγραμμο CO2. Οι πηγές αναφοράς για τις τιμές GWP100 είναι εκείνες που προσδιορίζονται στο παράρτημα I.1(7) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 206/2012.

Μόνο για το δευτερεύον ψυκτικό μέσο

Η (Οι) ονομασία(-ες) του δευτερεύοντος ψυκτικού μέσου που χρησιμοποιείται(ούνται) κοινοποιείται(-ούνται) μαζί με την αίτηση.

Κριτήριο 4 — Όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx)

Η περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξείδια του αζώτου (NOx) δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που αναγράφονται στον Πίνακα 11 (δεν εφαρμόζονται στους ηλεκτρικούς θερμαντήρες). Οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου (NOx) μετρώνται ως το άθροισμα του μονοξειδίου και του διοξειδίου του αζώτου και υπό τις ακόλουθες συνθήκες λειτουργίας:

για θερμαντήρες αερίου και υγρού καυσίμου, σε πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης και στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου·

για θερμαντήρες στερεού καυσίμου, ως εκπομπές της εποχιακής θέρμανσης χώρου σύμφωνα με τον Πίνακα 4.

Η μονάδα μέτρησης εκφράζεται σε mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας ή σε mg/Nm3, κατά περίπτωση.

Πίνακας 11

Όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx) ανάλογα με την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Όριο εκπομπών οξειδίων του αζώτου (NOx)

Θερμαντήρες αερίου

Εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης: 170 mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας

Εξοπλισμένοι με μηχανή εξωτερικής καύσης: 36 mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας

Θερμαντήρες υγρού καυσίμου

Εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης: 380 mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας

Εξοπλισμένοι με μηχανή εξωτερικής καύσης: 100 mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας

Θερμαντήρες στερεού καυσίμου

150 mg/Nm3 σε 10 % O2

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα απονομής του σήματος πιστοποιητικό δήλωσης συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υπογεγραμμένο από τον κατασκευαστή και συνοδευόμενο από τη σχετική τεκμηρίωση.

Οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου (NOx) από τα καυσαέρια προσδιορίζονται ως πρότυποι συντελεστές εκπομπών σύμφωνα με τα συναφή πρότυπα που παρατίθενται στον Πίνακα 2 και στον Πίνακα 3 (κατά περίπτωση).

Κριτήριο 5 — Όρια εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO)

Η περιεκτικότητα των καυσαερίων σε μονοξείδιο του άνθρακα (CO) δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές που αναγράφονται στον Πίνακα 12 (δεν εφαρμόζονται στους ηλεκτρικές θερμαντήρες). Οι εκπομπές μονοξειδίου του άνθρακα (CO) μετρώνται υπό τις ακόλουθες συνθήκες λειτουργίας:

για θερμαντήρες αερίου και υγρού καυσίμου, σε πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης και στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου,

για θερμαντήρες στερεού καυσίμου, ως εκπομπές της εποχιακής θέρμανσης χώρου σύμφωνα με τον Πίνακα 4.

Η μονάδα μέτρησης εκφράζεται σε mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας ή σε mg/Nm3, κατά περίπτωση.

Πίνακας 12

Όρια εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO) από την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Όριο εκπομπών CO

Θερμαντήρες αερίου

Εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης: 150 mg/Nm3 σε 5 % O2

Εξοπλισμένοι με μηχανή εξωτερικής καύσης: 25 mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας

Θερμαντήρες υγρού καυσίμου

Εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης: 200 mg/Nm3 σε 5 % O2

Εξοπλισμένοι με μηχανή εξωτερικής καύσης: 50 mg/kWh GCV εισερχόμενης ενέργειας

Θερμαντήρες στερεού καυσίμου

Αυτόματης τροφοδοσίας: 175 mg/Nm3 σε 10 % O2

Χειροκίνητης τροφοδοσίας: 250 mg/Nm3 σε 10 % O2

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα απονομής του σήματος πιστοποιητικό δήλωσης συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υπογεγραμμένο από τον κατασκευαστή και συνοδευόμενο από τη σχετική τεκμηρίωση.

Οι εκπομπές μονοξειδίου του άνθρακα (CO) από τα καυσαέρια προσδιορίζονται ως πρότυποι συντελεστές εκπομπών σύμφωνα με τα συναφή πρότυπα που παρατίθενται στον Πίνακα 2 και στον Πίνακα 3 (κατά περίπτωση).

Κριτήριο 6 — Όρια εκπομπών αέριων οργανικών ενώσεων (OGC)

Οι αέριες οργανικές ενώσεις (OGC) των καυσαερίων, που εκφράζονται επίσης ως ποσοστό των οργανικών ενώσεων του άνθρακα, δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που αναγράφονται στον Πίνακα 13 (εφαρμόζονται μόνο σε θερμαντήρες στερεού καυσίμου). Οι εκπομπές αέριων οργανικών ενώσεων (OGC) μετρώνται ως εκπομπές της εποχιακής θέρμανσης χώρου σύμφωνα με τον Πίνακα 4. Η μονάδα μέτρησης εκφράζεται σε mg/Nm3.

Πίνακας 13

Όρια εκπομπών αέριων οργανικών ενώσεων (OGC) από την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Όριο εκπομπών αέριων οργανικών ενώσεων (OGC)

Θερμαντήρες με λέβητα στερεού καυσίμου

7 mg/Nm3 σε 10 % O2

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα απονομής του σήματος πιστοποιητικό δήλωσης συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υπογεγραμμένο από τον κατασκευαστή και συνοδευόμενο από τη σχετική τεκμηρίωση.

Οι εκπομπές αέριων οργανικών ενώσεων (OGC) από τα καυσαέρια προσδιορίζονται ως πρότυποι συντελεστές εκπομπών σύμφωνα με τα συναφή πρότυπα που παρατίθενται στον Πίνακα 2 και στον Πίνακα 3 (κατά περίπτωση).

Κριτήριο 7 — Όρια εκπομπών σωματιδίων (PM)

Η περιεκτικότητα των καυσαερίων σε σωματίδια (PM) δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές που αναγράφονται στον Πίνακα 14. Οι εκπομπές σωματιδίων (PM) μετρώνται υπό τις ακόλουθες συνθήκες λειτουργίας:

για θερμαντήρες υγρού καυσίμου, σε πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης και στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου,

για θερμαντήρες στερεού καυσίμου, ως εκπομπές της εποχιακής θέρμανσης χώρου σύμφωνα με τον Πίνακα 4.

Η μονάδα μέτρησης εκφράζεται σε mg/Nm3.

Πίνακας 14

Όρια εκπομπών σωματιδίων (PM) από την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Όριο εκπομπών σωματιδίων (PM)

Θερμαντήρες υγρού καυσίμου

Εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης: 1 mg/Nm3 σε 5 % O2

Εξοπλισμένοι με μηχανή εξωτερικής καύσης: άνευ οριακής τιμής

Θερμαντήρες στερεού καυσίμου

20 mg/Nm3 σε 10 % O2

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα απονομής του σήματος πιστοποιητικό δήλωσης συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υπογεγραμμένο από τον κατασκευαστή και συνοδευόμενο από τη σχετική τεκμηρίωση.

Οι εκπομπές σωματιδίων από τα καυσαέρια προσδιορίζονται ως πρότυποι συντελεστές εκπομπών σύμφωνα με τα συναφή πρότυπα που παρατίθενται στον Πίνακα 2 και στον Πίνακα 3 (κατά περίπτωση).

Κριτήριο 8 — Όρια εκπομπών θορύβου

Οι εκπομπές θορύβου δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές που αναγράφονται στον Πίνακα 15. Οι εκπομπές θορύβου μετρώνται σε πρότυπες συνθήκες διαβάθμισης και στην ονομαστική θερμική ισχύ εξόδου. Η μονάδα μέτρησης εκφράζεται, κατά περίπτωση, σε dB(A) ή dB(C).

Πίνακας 15

Όρια εκπομπών θορύβου από την τεχνολογία της μονάδας παραγωγής θερμότητας

Τεχνολογία μονάδας παραγωγής θερμότητας

Μέτρηση

Όριο εκπομπών θορύβου

Θερμαντήρες με αντλία θερμότητας εξοπλισμένοι με μηχανική εξωτερικής καύσης και ηλεκτροκίνητες αντλίες θερμότητας

Οριακή τιμή σταθμισμένης στάθμης ηχητικής ισχύος A (LWAd, lim)

17 + 36 × log (PN + 10) dB(A)

Θερμαντήρες με αντλία θερμότητας εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης

Οριακή τιμή σταθμισμένης στάθμης ηχητικής πίεσης A (LPad, lim)

30 + 20 × log (0,4 × PN + 15) dB(A)

Οριακή τιμή σταθμισμένης στάθμης ηχητικής πίεσης C (LPCd, lim)

LPAd, lim + 20 dB(C)

Θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή εξοπλισμένοι με μηχανή εσωτερικής καύσης

Οριακή τιμή σταθμισμένης στάθμης ηχητικής πίεσης A (LPAd, lim)

30 + 20 × log (PE + 15) dB(A)

Οριακή τιμή σταθμισμένης στάθμης ηχητικής πίεσης C (LPCd, lim)

LPAd, lim + 20 dB(C)

Σημείωση: PN: η ονομαστική (υπό πλήρες φορτίο) ή δηλωμένη αποδιδόμενη θερμότητα· PE: η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα απονομής του σήματος πιστοποιητικό δήλωσης συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, υπογεγραμμένο από τον κατασκευαστή και συνοδευόμενο από τη σχετική τεκμηρίωση.

Διενεργείται δοκιμή σύμφωνα με το πρότυπο EN 12102 για τους θερμαντήρες με αντλία θερμότητας εξοπλισμένους με μηχανή εξωτερικής καύσης και ηλεκτροκίνητες αντλίες θερμότητας, και σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO 3744 ή EN ISO 3746 για τους θερμαντήρες με αντλία θερμότητας και τους θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή εξοπλισμένους με μηχανή εσωτερικής καύσης, αντίστοιχα. Η έκθεση δοκιμής υποβάλλεται μαζί με την αίτηση.

Κριτήριο 9 — Επικίνδυνες ουσίες και μείγματα

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010, το προϊόν ή οιοδήποτε αντικείμενό του δεν πρέπει να περιέχει τις ουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 57 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, ούτε ουσίες ή μείγματα που πληρούν τα αναφερόμενα στον Πίνακα 16 κριτήρια καταχώρισης στις τάξεις ή κατηγορίες κινδύνου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 ή την οδηγία 67/548/ΕΟΚ.

Πίνακας 16

Κατάλογος δηλώσεων επικινδυνότητας και φράσεων κινδύνου

Δηλώσεις επικινδυνότητας (7)

Φράσεις κινδύνου (8)

H300 Θανατηφόρο σε περίπτωση κατάποσης

R28

H301 Τοξικό σε περίπτωση κατάποσης

R25

H304 Μπορεί να προκαλέσει θάνατο σε περίπτωση κατάποσης και διείσδυσης στις αναπνευστικές οδούς

R65

H310 Θανατηφόρο σε επαφή με το δέρμα

R27

H311 Τοξικό σε επαφή με το δέρμα

R24

H330 Θανατηφόρο σε περίπτωση εισπνοής

R23/26

H331 Τοξικό σε περίπτωση εισπνοής

R23

H340 Μπορεί να προκαλέσει γενετικά ελαττώματα

R46

H341 Ύποπτο για πρόκληση γενετικών ελαττωμάτων

R68

H350 Μπορεί να προκαλέσει καρκίνο

R45

H350i Μπορεί να προκαλέσει καρκίνο μέσω της εισπνοής

R49

H351 Ύποπτο για πρόκληση καρκίνου

R40

H360F Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα

R60

H360D Μπορεί να βλάψει το έμβρυο

R61

H360FD Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα. Μπορεί να βλάψει το έμβρυο

R60/61/60-61

H360Fd Μπορεί να βλάψει τη γονιμότητα. Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στο έμβρυο

R60/63

H360Df Μπορεί να βλάψει το έμβρυο. Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στη γονιμότητα

R61/62

H361f Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στη γονιμότητα

R62

H361d Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στο έμβρυο

R63

H361fd Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στη γονιμότητα. Ύποπτο για πρόκληση βλάβης στο έμβρυο.

R62-63

H362 Μπορεί να βλάψει τα βρέφη που τρέφονται με μητρικό γάλα

R64

H370 Προκαλεί βλάβες στα όργανα

R39/23/24/25/26/27/28

H371 Μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα

R68/20/21/22

H372 Προκαλεί βλάβες στα όργανα ύστερα από παρατεταμένη ή επανειλημμένη έκθεση

R48/25/24/23

H373 Μπορεί να προκαλέσει βλάβες στα όργανα ύστερα από παρατεταμένη ή επανειλημμένη έκθεση

R48/20/21/22

H400 Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς

R50/50-53

H410 Πολύ τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R50-53

H411 Τοξικό για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R51-53

H412 Επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις

R52-53

H413 Μπορεί να έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις στους υδρόβιους οργανισμούς

R53

EUH059 Επικίνδυνο για τη στιβάδα του όζοντος

R59

EUH029 Σε επαφή με το νερό ελευθερώνονται τοξικά αέρια

R29

EUH031 Σε επαφή με οξέα ελευθερώνονται τοξικά αέρια

R31

EUH032 Σε επαφή με οξέα ελευθερώνονται πολύ τοξικά αέρια

R32

EUH070 Τοξικό σε επαφή με τα μάτια

R39-41

Εξαιρείται από την ανωτέρω απαίτηση η χρήση στο τελικό προϊόν ουσιών ή μειγμάτων των οποίων οι ιδιότητες μεταβάλλονται με την επεξεργασία, με αποτέλεσμα να εκλείπει ο προσδιορισθείς κίνδυνος.

Τα όρια συγκέντρωσης για ουσίες ή μείγματα που πληρούν το κριτήριο καταχώρισης στις τάξεις ή κατηγορίες κινδύνου οι οποίες αναφέρονται στον πίνακα 16, καθώς και για ουσίες ή μείγματα που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 57 στοιχεία α), β) ή γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, δεν υπερβαίνουν τα γενικά ή τα ειδικά όρια συγκέντρωσης που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008. Όπου καθορίζονται ειδικά όρια συγκέντρωσης, αυτά υπερισχύουν των γενικών ορίων συγκέντρωσης.

Τα όρια συγκέντρωσης για ουσίες που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 57 στοιχεία δ), ε) ή στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 δεν υπερβαίνουν το 0,1 % κατά βάρος.

Εξαιρούνται ρητά από την απαγόρευση του άρθρου 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010 οι ουσίες ή τα μείγματα που απαριθμούνται στον Πίνακα 17.

Πίνακας 17

Παρεκκλίσεις από την απαγόρευση του άρθρου 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010

Ουσίες, μέρη ή αντικείμενα που υπόκεινται σε παρέκκλιση

Παρεκκλίσεις

Αντικείμενα βάρους κάτω των 25 g

Όλες οι δηλώσεις επικινδυνότητας και φράσεις κινδύνου

Ομοιογενή μέρη σύνθετων αντικειμένων βάρους κάτω των 25 g

Όλες οι δηλώσεις επικινδυνότητας και φράσεις κινδύνου

Νικέλιο εντός ανοξείδωτου χάλυβα

H351/372 και R40/48/23

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Για κάθε αντικείμενο και/ή ομοιογενές μέρος σύνθετων αντικειμένων βάρους άνω των 25 g, ο αιτών υποβάλλει δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, μαζί με τη συναφή τεκμηρίωση, όπως δηλώσεις συμμόρφωσης υπογεγραμμένες από τους προμηθευτές των ουσιών και αντίγραφα των συναφών δελτίων δεδομένων ασφαλείας σύμφωνα με το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 για ουσίες και μείγματα. Τα όρια συγκέντρωσης για τις ουσίες και τα μείγματα προσδιορίζονται στα δελτία δεδομένων ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.

Κριτήριο 10 — Ουσίες που εγγράφονται σε κατάλογο δυνάμει του άρθρου 59 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006

Δεν προβλέπεται παρέκκλιση από την απαγόρευση του άρθρου 6 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 66/2010 για ουσίες χαρακτηρισμένες ως ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία και περιλαμβανόμενες στον κατάλογο που προβλέπεται στο άρθρο 59 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, οι οποίες περιλαμβάνονται σε μείγματα, σε αντικείμενα ή σε οιοδήποτε ομοιογενές τμήμα σύνθετου αντικειμένου σε συγκεντρώσεις υψηλότερες από 0,1 % κ.β. Σε περίπτωση που οι συγκεντρώσεις είναι μικρότερες από 0,1 % κ.β., εφαρμόζονται τα ειδικά όρια συγκέντρωσης που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1272/2008.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο κατάλογος των ουσιών που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία και περιλαμβάνονται στον κατάλογο υποψήφιων ουσιών σύμφωνα με το άρθρο 59 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, διατίθεται στην ακόλουθη διεύθυνση:

http://echa.europa.eu/el/candidate-list-table

Γίνεται παραπομπή στον κατάλογο που ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

Ο αιτών υποβάλλει δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, μαζί με τη σχετική τεκμηρίωση, όπως δηλώσεις συμμόρφωσης υπογεγραμμένες από τους προμηθευτές των ουσιών και αντίγραφα των σχετικών δελτίων δεδομένων ασφαλείας σύμφωνα με το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 για ουσίες και μείγματα. Τα όρια συγκέντρωσης για τις ουσίες και τα μείγματα προσδιορίζονται στα δελτία δεδομένων ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.

Κριτήριο 11 — Μέρη από πλαστικές ύλες

Εάν η διεργασία παραγωγής περιλαμβάνει τη χρήση πλαστικοποιητών, αυτοί πληρούν τις απαιτήσεις για τις επικίνδυνες ουσίες που καθορίζονται στα κριτήρια 9 και 10.

Τα πλαστικά μέρη αντικειμένων ή τα ομοιογενή μέρη σύνθετων αντικειμένων βάρους 25 g και άνω δεν περιέχουν χλώριο σε ποσοστό μεγαλύτερο από 50 % κατά βάρος.

Η σήμανση των πλαστικών μερών βάρους 50 g και άνω γίνεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ευρωπαϊκού προτύπου EN ISO 11469, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή ανακύκλωση, ανάκτηση ή διάθεσή τους κατά το τέλος του κύκλου ζωής τους.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, μαζί με τη συναφή τεκμηρίωση, όπως δηλώσεις συμμόρφωσης υπογεγραμμένες από τους προμηθευτές των ουσιών και αντίγραφα των συναφών δελτίων δεδομένων ασφαλείας. Ο αιτών παρέχει πληροφορίες σχετικά με τους πλαστικοποιητές που χρησιμοποιούνται στο προϊόν. Ο αιτών παρέχει πληροφορίες σχετικά με το μέγιστο ποσοστό περιεκτικότητας των πλαστικών μερών σε χλώριο. Υποβάλλεται επίσης στον αρμόδιο φορέα απονομής του οικολογικού σήματος δήλωση συμμόρφωσης, υπογεγραμμένη από τους προμηθευτές τμημάτων από πλαστικές ύλες, καθώς και αντίγραφα των συναφών δελτίων δεδομένων ασφαλείας σχετικά με τα υλικά και τις ουσίες. Ο αιτών παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις σκοπίμως προστιθέμενες ουσίες που χρησιμοποιούνται ως επιβραδυντικά φλόγας.

Κριτήριο 12 — Σχεδιασμός προϊόντων με προοπτική αειφορίας

Το προϊόν σχεδιάζεται κατά τρόπο ώστε τα ανταλλάξιμα στοιχεία του να αντικαθίστανται εύκολα από το προσωπικό συντήρησης. Πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία που μπορούν να αντικατασταθούν αναγράφονται με σαφήνεια στο δελτίο πληροφοριών που συνοδεύει το προϊόν. Ο αιτών εξασφαλίζει επιπλέον ότι τα γνήσια ή ισοδύναμα ανταλλακτικά είναι διαθέσιμα επί δέκα τουλάχιστον έτη από την ημερομηνία αγοράς.

Η επισκευή ή η αντικατάσταση του προϊόντος καλύπτεται από τους όρους εγγύησης επί πέντε τουλάχιστον έτη.

Ο αιτών αναλαμβάνει δωρεάν την επιστροφή του προϊόντος στο τέλος του κύκλου ζωής του και εξασφαλίζει την ορθή ανακύκλωση ή ανάκτηση υλικών του προϊόντος, ενώ η διάθεση των μη ανακυκλώσιμων μερών του προϊόντος πραγματοποιείται με περιβαλλοντικά αποδεκτά τρόπο. Στις πληροφορίες για το προϊόν παρέχονται αναλυτικά στοιχεία σχετικά με το σύστημα επιστροφής που εφαρμόζεται.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο, συνοδευόμενη από σχετική τεκμηρίωση, συμπεριλαμβανομένου δείγματος ή δειγμάτων του δελτίου πληροφοριών για το προϊόν και των όρων της εγγύησης.

Κριτήριο 13 — Οδηγίες εγκατάστασης και πληροφορίες προς τους χρήστες

Το προϊόν συνοδεύεται από κατάλληλες οδηγίες εγκατάστασης και πληροφορίες προς τον χρήστη, οι οποίες περιλαμβάνουν, αντίστοιχα, όλες τις απαραίτητες τεχνικές λεπτομέρειες για την ορθή εγκατάσταση και συμβουλές σχετικά με την ορθή και φιλική προς το περιβάλλον χρήση του προϊόντος, καθώς και με τη συντήρησή του. Φέρει σε έντυπη μορφή (στη συσκευασία ή στην τεκμηρίωση που συνοδεύει το προϊόν) ή σε ηλεκτρονική μορφή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

δήλωση στην οποία αναφέρεται ότι στο προϊόν έχει απονεμηθεί το οικολογικό σήμα της ΕΕ, μαζί με συνοπτική επεξήγηση της σημασίας του για το συγκεκριμένο προϊόν, επιπλέον των γενικών πληροφοριών που πλαισιώνουν το λογότυπο του οικολογικού σήματος της ΕΕ·

β)

γενικές πληροφορίες σχετικά με τις ενδεδειγμένες διαστάσεις των θερμαντήρων για κτίρια διαφορετικών χαρακτηριστικών/διαφορετικού μεγέθους·

γ)

πληροφορίες σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας του θερμαντήρα·

δ)

οδηγίες ορθής εγκατάστασης, μεταξύ των οποίων οι ακόλουθες:

(i)

οδηγίες στις οποίες διευκρινίζεται ότι η εγκατάσταση του θερμαντήρα πραγματοποιείται από πλήρως εκπαιδευμένους εγκαταστάτες,

(ii)

τυχόν ειδικές προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά τη συναρμολόγηση ή την εγκατάσταση του θερμαντήρα,

(iii)

οδηγίες στις οποίες διευκρινίζεται ότι οι ρυθμίσεις ελέγχου του θερμαντήρα («καμπύλη θέρμανσης») προσαρμόζονται κατάλληλα μετά την εγκατάσταση,

(iv)

κατά περίπτωση, αναλυτικά στοιχεία για τις τιμές εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων που πρέπει να παρουσιάζουν τα καυσαέρια κατά τη φάση λειτουργίας, καθώς και για τις ενδεδειγμένες ρυθμίσεις ώστε να επιτευχθούν οι εν λόγω τιμές. Ειδικότερα, στις οδηγίες αναφέρονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

η ρύθμιση του θερμαντήρα πραγματοποιείται με τη βοήθεια πρότυπων μετρητών για τη μέτρηση των τιμών CO, O2 ή CO2, NOx, της θερμοκρασίας και της αιθάλης, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν υπερβαίνουν καμία από τις τιμές κατωφλίου που προβλέπονται στα κριτήρια 2, 4, 5, 6 και 7,

δημιουργούνται οπές για τους πρότυπους μετρητές στο ίδιο σημείο όπως και στις εργαστηριακές δοκιμές,

τα αποτελέσματα των μετρήσεων καταγράφονται σε ειδικό έντυπο ή διάγραμμα, αντίγραφο του οποίου φυλάσσεται από τον τελικό χρήστη·

(v)

για τις τεχνολογίες καυσαερίων χαμηλής θερμοκρασίας, οδηγίες στις οποίες διευκρινίζεται ότι το σύστημα είναι εξοπλισμένο με τεχνολογία επιβράδυνσης της διάβρωσης,

(vi)

για την τεχνολογία λέβητα συμπύκνωσης, οδηγίες στις οποίες διευκρινίζεται ότι η καπνοδόχος προστατεύεται από τη δημιουργία συμπυκνωμάτων με χαμηλό pH,

(vii)

πληροφορίες σχετικά με τα πρόσωπα στα οποία μπορεί να απευθυνθεί ο εγκαταστάτης για την παροχή καθοδήγησης κατά την εγκατάσταση·

ε)

οδηγίες χρήσης για το προσωπικό συντήρησης·

στ)

πληροφορίες προς τους χρήστες, μεταξύ των οποίων οι ακόλουθες:

(i)

παραπομπές στους αρμόδιους εγκαταστάτες και στο αρμόδιο προσωπικό συντήρησης,

ii)

συστάσεις σχετικά με την ορθή χρήση και συντήρηση του θερμαντήρα, συμπεριλαμβανομένων των σωστών καυσίμων που πρέπει να χρησιμοποιούνται και της ενδεδειγμένης αποθήκευσής τους για την εξασφάλιση βέλτιστης καύσης, καθώς και του χρονοδιαγράμματος τακτικής συντήρησης που πρέπει να τηρείται,

iii)

συμβουλές σχετικά με τη δυνατότητα ελαχιστοποίησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του θερμαντήρα χάρη στην ορθολογική χρήση του, και ειδικότερα πληροφορίες σχετικά με την ορθή χρήση του προϊόντος για την ελαχιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας,

iv)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τον ενδεδειγμένο τρόπο ερμηνείας και πιθανής βελτίωσης των αποτελεσμάτων των μετρήσεων,

v)

πληροφορίες σχετικά με τα τμήματα που μπορούν να αντικατασταθούν με ανταλλακτικά·

ζ)

συστάσεις σχετικά με την κατάλληλη διάθεση του προϊόντος στο τέλος του κύκλου ζωής του.

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών δηλώνει ότι το προϊόν πληροί το παρόν κριτήριο και υποβάλλει στον αρμόδιο φορέα ως τμήμα της αίτησης δείγμα ή δείγματα των πληροφοριών προς τον χρήστη ή σύνδεσμο με τον δικτυακό τόπο του κατασκευαστή που περιέχει τις συγκεκριμένες πληροφορίες.

Κριτήριο 14 — Πληροφορίες που αναγράφονται στο οικολογικό σήμα της ΕΕ

Το προαιρετικό σήμα με κείμενο εντός πλαισίου περιέχει το ακόλουθο κείμενο:

Αύξηση ενεργειακής απόδοσης

Περιορισμός εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου

Περιορισμός ατμοσφαιρικών εκπομπών

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση του προαιρετικού σήματος με κείμενο εντός πλαισίου παρατίθενται στο έγγραφο «Guidelines for the use of the EU Ecolabel logo» που είναι διαθέσιμο στον ακόλουθο ιστότοπο:

http://ec.europa.eu/environment/ecolabel/promo/pdf/logo%20guidelines.pdf

Εκτίμηση και εξακρίβωση:

Ο αιτών υποβάλλει δείγμα του εκτυπωμένου χαρτιού όπου εμφαίνεται το σήμα καθώς και δήλωση συμμόρφωσης με το παρόν κριτήριο.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1).

(2)  Επικαιροποιημένη έκδοση του προτύπου αναμένεται να καλύπτει εξίσου και τους θερμαντήρες χώρου με συμπαραγωγή (βλέπει σχέδιο προτύπου prEN 50465:2011 Συσκευές αερίου — Συσκευή συμπαραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας με ονομαστική θερμική ισχύ εισόδου μη υπερβαίνουσα τα 70 kW).

(3)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 811/2013 της Επιτροπής, της 18ης Φεβρουαρίου 2013, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2010/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ενεργειακή επισήμανση των θερμαντήρων χώρου, των θερμαντήρων συνδυασμένης λειτουργίας, των συγκροτημάτων θερμαντήρα χώρου, ρυθμιστή θερμοκρασίας και ηλιακής συσκευής, καθώς και των συγκροτημάτων θερμαντήρα συνδυασμένης λειτουργίας, ρυθμιστή θερμοκρασίας και ηλιακής συσκευής (ΕΕ L 239 της 6.9.2013, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 206/2012 της Επιτροπής, της 6ης Μαρτίου 2012, για την εφαρμογή της οδηγίας 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού κλιματιστικών και ανεμιστήρων δροσισμού (ΕΕ L 72 της 10.3.2012, σ. 7).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/ΕΟΚ και 1999/45/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 (ΕΕ L 353 της 31.12.2008, σ. 1).

(6)  Οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών (ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1).

(7)  Όπως προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008.

(8)  Όπως προβλέπονται στην οδηγία 67/548/ΕΟΚ.