ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
20 Μαΐου 2014


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 522/2014 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2014, που συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις αρχές για την επιλογή και τη διαχείριση των καινοτόμων δράσεων στον τομέα της αειφόρου αστικής ανάπτυξης που υποστηρίζονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης

1

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 523/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον προσδιορισμό τού τι συνιστά στενή αντιστοιχία μεταξύ της αξίας των καλυμμένων ομολόγων και της αξίας των στοιχείων ενεργητικού ενός πιστωτικού ιδρύματος ( 1 )

4

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 524/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα τα οποία προσδιορίζουν τις πληροφορίες που ανταλλάσσουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής ( 1 )

6

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον ορισμό της αγοράς ( 1 )

15

 

*

Kατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 526/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό προσεγγιστικού περιθωρίου και περιορισμένου αριθμού μικρότερων χαρτοφυλακίων για τον κίνδυνο προσαρμογής πιστωτικής αποτίμησης ( 1 )

17

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 527/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) αριθ. 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που διευκρινίζουν τις κατηγορίες μέσων που αντανακλούν δεόντως την πιστωτική ικανότητα ενός ιδρύματος σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης και είναι κατάλληλα για να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών ( 1 )

21

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον κίνδυνο δικαιωμάτων προαίρεσης που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα στο πλαίσιο της τυποποιημένης προσέγγισης των κινδύνων της αγοράς ( 1 )

29

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 529/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, που συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αξιολόγηση της σπουδαιότητας των επεκτάσεων και μεταβολών στην προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων και στην εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης ( 1 )

36

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 530/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, που συμπληρώνει την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των σημαντικών εκθέσεων και των ορίων για τις εσωτερικές προσεγγίσεις του ειδικού κινδύνου στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών ( 1 )

50

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2014 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 211/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρωτοβουλία πολιτών

52

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 532/2014 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους

54

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 533/2014 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2014, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

70

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/69/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μία εξαίρεση για τον μόλυβδο σε διηλεκτρικό κεραμικό υλικό πυκνωτών για ονομαστική τάση χαμηλότερη των 125 V εναλλασσόμενου ρεύματος ή 250 V συνεχούς ρεύματος για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου ( 1 )

72

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/70/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τις πλάκες μικροδιαύλων (MCP) που περιέχουν μόλυβδο, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο ( 1 )

74

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/71/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά μια εξαίρεση για μόλυβδο σε συγκολλητικά κράματα σε μία διεπαφή στοίβας πλακιδίων στοιχείων μεγάλης επιφάνειας με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο ( 1 )

76

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/72/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μία εξαίρεση για τον μόλυβδο στα συγκολλητικά κράματα, στα φινιρίσματα επιφάνειας των ηλεκτρικών και των ηλεκτρονικών κατασκευαστικών στοιχείων και τα φινιρίσματα των πλακετών τυπωμένων κυκλωμάτων που χρησιμοποιούνται στα δομοστοιχεία ανάφλεξης και σε άλλα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου του κινητήρα ( 1 )

78

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/73/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τον μόλυβδο σε επιπλατινωμένα ηλεκτρόδια λευκόχρυσου που χρησιμοποιούνται σε μετρήσεις αγωγιμότητας, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο ( 1 )

80

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/74/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τη χρήση μολύβδου σε συστήματα άλλα πέραν των συζευκτήρων με ακίδες ενσφήνωσης τύπου C για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου ( 1 )

82

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/75/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τη χρήση υδραργύρου σε λαμπτήρες φθορισμού ψυχρής καθόδου (CCFL) για οθόνες υγρών κρυστάλλων οπίσθιου φωτισμού, σε ποσότητα που δεν υπερβαίνει τα 5 mg ανά λαμπτήρα, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου που έχουν διατεθεί στην αγορά πριν τις 22 Ιουλίου 2017 ( 1 )

84

 

*

Κατ' εξουσιοδότηση οδηγία 2014/76/ΕΕ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014, για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τη χρήση υδραργύρου σε χειροποίητους φωτεινούς σωλήνες εκκένωσης (HLDT) που χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό πινακίδων, για διακοσμητικό, αρχιτεκτονικό και ειδικό φωτισμό και για τις τέχνες που βασίζονται στο φως ( 1 )

86

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

2014/291/EE

 

*

Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Μαΐου 2014, για τη χορήγηση παρέκκλισης στις Κάτω Χώρες σύμφωνα με την οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3103]

88

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΚΔΙΔΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΦΟΡΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΣΤΑΘΕΙ ΜΕ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

 

2014/292/ΕΕ

 

*

Απόφαση αριθ. 2/2014 της μεικτής επιτροπής ΕΕ-Ελβετίας, της 13ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου αριθ. 3 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τον ορισμό της έννοιας καταγόμενα προϊόντα ή προϊόντα καταγωγής και τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας

95

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/1


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 522/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Μαρτίου 2014

που συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις αρχές για την επιλογή και τη διαχείριση των καινοτόμων δράσεων στον τομέα της αειφόρου αστικής ανάπτυξης που υποστηρίζονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1301/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικά με τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), οι πόροι των διαρθρωτικών ταμείων για τον στόχο «Επενδύσεις στην ανάπτυξη και την απασχόληση» που διατίθενται για τις καινοτόμες δράσεις στον τομέα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης (εφεξής «Καινοτόμες δράσεις») πρέπει να εφαρμόζεται από την Επιτροπή.

(2)

Το άρθρο 92 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 επιτρέπει στην Επιτροπή να διαθέτει τους πόρους που χορηγούνται υπέρ των καινοτόμων δράσεων στο πλαίσιο έμμεσης διαχείρισης, που προβλέπεται στο άρθρο 60 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(3)

Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις αρχές για τη διαχείριση των καινοτόμων δράσεων από μια οικονομική οντότητα ή φορέα στον οποίο έχουν ανατεθεί καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού δυνάμει του άρθρου 58 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 966/2012.

(4)

Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις αρχές για την επιλογή καινοτόμων δράσεων που θα υποστηριχθούν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ). Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα επιλέγονται υψηλής ποιότητας προτάσεις, οι διαδικασίες και τα κριτήρια για την επιλογή των καινοτόμων δράσεων θα πρέπει να καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη την εδαφική ποικιλομορφία των αστικών περιοχών της Ένωσης.

(5)

Η Επιτροπή θα πρέπει να προσδιορίσει τα θέματα για επιλογή καινοτόμων δράσεων ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων αφορούν αστικά ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να αποκτήσουν μεγαλύτερη σημασία για την Ένωση στο μέλλον,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Διαχείριση καινοτόμων δράσεων

1.   Η Επιτροπή ορίζει μία ή περισσότερες οντότητες ή φορείς που είναι επιφορτισμένοι με τα καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού για καινοτόμες δράσεις σε επίπεδο ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (εφεξής «εντεταλμένη οντότητα»).

Εκτός από τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, η εντεταλμένη οντότητα πρέπει να διαθέτει αποδεδειγμένη πείρα στη διαχείριση χρηματοδοτικών πόρων της Ένωσης σε διάφορα κράτη μέλη.

2.   Η Επιτροπή συνάπτει σύμβαση ανάθεσης με την εντεταλμένη οντότητα σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και η εν λόγω σύμβαση ανάθεσης θα περιέχει, επιπλέον των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 40 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 (4) της Επιτροπής, διατάξεις που διέπουν:

α)

την καθοδήγηση για αιτούντες και δικαιούχους·

β)

ένα ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που πρέπει να εγκριθεί από την Επιτροπή·

γ)

την οργάνωση προσκλήσεων υποβολής προτάσεων για την επιλογή των καινοτόμων δράσεων·

δ)

την αξιολόγηση της επιλεξιμότητας των αιτούντων·

ε)

τη συγκρότηση ομάδας εμπειρογνωμόνων, σε συμφωνία με την Επιτροπή, που θα αξιολογήσει και θα κατατάξει τις προτάσεις·

στ)

την επιλογή των καινοτόμων δράσεων με βάση τη σύσταση της ομάδας εμπειρογνωμόνων, σε συμφωνία με την Επιτροπή·

ζ)

την απαίτηση παροχής στον δικαιούχο εγγράφου που καθορίζει τους όρους για την υποστήριξη, όπως ορίζεται από την Επιτροπή·

η)

την εξέταση των εκθέσεων που υποβάλλουν οι δικαιούχοι, καθώς και των πληρωμών στους δικαιούχους·

θ)

την παρακολούθηση των επιμέρους καινοτόμων δράσεων·

ι)

τη διοργάνωση επικοινωνιακών εκδηλώσεων·

ια)

τη διάδοση των αποτελεσμάτων, σε συμφωνία με την Επιτροπή·

ιβ)

τον έλεγχο των επιμέρους καινοτόμων δράσεων ώστε να εξασφαλιστεί ότι χρησιμοποιούν την οικονομική ενίσχυση σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

ιγ)

τη χρηματοοικονομική συνεισφορά για την υποστήριξη των καθηκόντων διαχείρισης της εντεταλμένης οντότητας που θα παρέχεται με τη μορφή μιας κατ' αποκοπή συνεισφοράς στις λειτουργικές δαπάνες της εντεταλμένης οντότητας και καθορίζεται με βάση το ποσό των πόρων της Ένωσης για ενισχύσεις στήριξης που έχει διατεθεί την εν λόγω οντότητα.

3.   Η εντεταλμένη οντότητα παρέχει στην Επιτροπή τα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που απαιτούνται για την αξιολόγηση της εφαρμογής των καινοτόμων δράσεων.

Άρθρο 2

Επιλογή των καινοτόμων δράσεων

1.   Η εντεταλμένη οντότητα επιλέγει τις καινοτόμες δράσεις με βάση προσκλήσεις για την υποβολή προτάσεων, λαμβάνοντας υπόψη τα θέματα που καθορίζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής σε ετήσια βάση.

2.   Οι ακόλουθες αρχές δύνανται να υποβάλουν αίτηση για την υποστήριξη της ανάληψης καινοτόμων δράσεων:

α)

οιαδήποτε αστική αρχή τοπικής διοικητικής μονάδας οριζόμενη, ανάλογα με τον βαθμό αστικοποίησης, ως πόλη, κωμόπολη ή προάστιο και που περιλαμβάνει τουλάχιστον 50 000 κατοίκους·

β)

κάθε ένωση ή ομάδα αστικών αρχών τοπικών διοικητικών μονάδων που καθορίζονται, ανάλογα με τον βαθμό αστικοποίησης, ως πόλη, κωμόπολη ή προάστιο και που περιλαμβάνει συνολικά τουλάχιστον 50 000 κατοίκους· αυτή μπορεί να περιλαμβάνει διασυνοριακές ενώσεις ή ομάδες, ενώσεις ή ομάδες από διάφορες περιφέρειες και/ή κράτη μέλη.

3.   Η ομάδα εμπειρογνωμόνων που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ε) προβαίνει σε συστάσεις σχετικά με τις καινοτόμες δράσεις που θα επιλεγούν. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων είναι γεωγραφικά ισόρροπη και προεδρεύεται από την Επιτροπή. Κατά τη διατύπωση των συστάσεών της, η ομάδα εμπειρογνωμόνων λαμβάνει, ειδικότερα, υπόψη, τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το καινοτόμο περιεχόμενο της πρότασης και τις δυνατότητές της για τον προσδιορισμό ή τη δοκιμή νέων λύσεων·

β)

την ποιότητα της πρότασης·

γ)

τη συμμετοχή των κατάλληλων εταίρων στην κατάρτιση της πρότασης·

δ)

την ικανότητα να καταδειχθούν μετρήσιμα αποτελέσματα·

ε)

τη δυνατότητα μεταφοράς των προτεινόμενων λύσεων.

Η ομάδα εμπειρογνωμόνων εξασφαλίζει ότι η εδαφική ποικιλομορφία των αστικών περιοχών της Ένωσης λαμβάνεται υπόψη στις συστάσεις της.

4.   Η εντεταλμένη οντότητα επιλέγει τις καινοτόμες δράσεις με βάση τη σύσταση της ομάδας εμπειρογνωμόνων και σε συμφωνία με την Επιτροπή.

5.   Το ποσό που χορηγείται σε κάθε καινοτόμο δράση δεν υπερβαίνει τα 5 000 000 ευρώ.

6.   Κάθε καινοτόμος δράση θα υλοποιείται εντός μέγιστης περιόδου τριών ετών.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 289.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για τη θέσπιση των γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(4)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/4


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 523/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον προσδιορισμό τού τι συνιστά στενή αντιστοιχία μεταξύ της αξίας των καλυμμένων ομολόγων και της αξίας των στοιχείων ενεργητικού ενός πιστωτικού ιδρύματος

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κέρδη ή ζημίες από τις υποχρεώσεις ιδρύματος που προκύπτουν από αλλαγές στον ίδιο πιστωτικό κίνδυνο του ιδρύματος δεν πρέπει, καταρχήν, να συμπεριλαμβάνονται ως στοιχείο ίδιων κεφαλαίων. Ωστόσο, σε επιχειρηματικά μοντέλα που βασίζονται αυστηρά στη συμπληρωματική χρηματοδότηση ή στην αρχή της ισορροπίας, ο ανωτέρω κανόνας δεν ισχύει με βάση την παραδοχή ότι μείωση ή αύξηση της αξίας μιας υποχρέωσης αντισταθμίζεται πλήρως με αντίστοιχη μείωση ή αύξηση της αξίας του στοιχείου ενεργητικού, μεταξύ του οποίου και της εν λόγω υποχρέωσης υφίσταται πλήρης αντιστοιχία.

(2)

Είναι σημαντικό να καθοριστούν οι απαιτήσεις για τον προσδιορισμό του κατά πόσον υφίσταται στενή αντιστοιχία μεταξύ των υποχρεώσεων ενός ιδρύματος που αποτελούνται από καλυμμένο ομόλογο όπως αναφέρεται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) και της αξίας των υποκείμενων στα καλυμμένα ομόλογα στοιχείων ενεργητικού του ιδρύματος.

(3)

Η στενή αντιστοιχία θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στη λογιστική μεταχείριση των εν λόγω ομολόγων και των υποκείμενων ενυπόθηκων δανείων, χωρίς τα οποία δεν θα ήταν φρόνιμο να συμπεριλαμβάνονται κέρδη και ζημίες που προκύπτουν από αλλαγές του ίδιου πιστωτικού κινδύνου.

(4)

Το δικαίωμα παράδοσης επιτρέπει στον δανειολήπτη να επαναγοράσει το ειδικό καλυμμένο ομόλογο που χρηματοδοτεί το ενυπόθηκο δάνειο στην αγορά και να παραδώσει το καλυμμένο ομόλογο στην τράπεζα ως πρόωρη προεξόφληση του ενυπόθηκου δανείου. Ως συνέπεια της διαθεσιμότητας του εν λόγω δικαιώματος για τον δανειολήπτη, η εύλογη αξία των ενυπόθηκων δανείων θα πρέπει πάντοτε να ισούται με την εύλογη αξία των καλυμμένων ομολόγων που χρηματοδοτούν τα εν λόγω ενυπόθηκα δάνεια. Αυτό σημαίνει ότι ο υπολογισμός της εύλογης αξίας των ενυπόθηκων δανείων θα πρέπει να περιλαμβάνει την εύλογη αποτίμηση του ενσωματωμένου δικαιώματος παράδοσης σύμφωνα με τις καθιερωμένες πρακτικές της αγοράς.

(5)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στην Επιτροπή.

(6)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

Ως «καλυμμένο ομόλογο» νοείται ομόλογο όπως ορίζεται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ.

2)

Ως «δικαίωμα παράδοσης» νοείται η δυνατότητα εξόφλησης του ενυπόθηκου δανείου επαναγοράζοντας το καλυμμένο ομόλογο είτε στην αγοραία αξία του είτε στην ονομαστική του αξία σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 2

Στενή αντιστοιχία

1.   Θεωρείται ότι υφίσταται στενή αντιστοιχία μεταξύ της αξίας ενός καλυμμένου ομολόγου και της αξίας των στοιχείων ενεργητικού ενός ιδρύματος εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οποιαδήποτε αλλαγή στην εύλογη αξία των καλυμμένων ομολόγων που εκδίδονται από το ίδρυμα οδηγεί ανά πάσα στιγμή σε ανάλογες αλλαγές στην εύλογη αξία των υποκείμενων στα καλυμμένα ομόλογα στοιχείων ενεργητικού. Η εύλογη αξία καθορίζεται σύμφωνα με το ισχύον λογιστικό πλαίσιο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο 77 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

τα υποκείμενα ενυπόθηκα δάνεια, στα καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται από το ίδρυμα για τη χρηματοδότηση των δανείων μπορούν ανά πάσα στιγμή να εξοφληθούν με επαναγορά των καλυμμένων ομολόγων στην αγοραία ή στην ονομαστική τους αξία μέσω της άσκησης του δικαιώματος παράδοσης·

γ)

υφίσταται διαφανής μηχανισμός για τον προσδιορισμό της εύλογης αξίας των ενυπόθηκων δανείων και των καλυμμένων ομολόγων. Ο προσδιορισμός της αξίας των ενυπόθηκων δανείων περιλαμβάνει υπολογισμό της εύλογης αξίας του δικαιώματος παράδοσης.

2.   Δεν θεωρείται ότι υφίσταται στενή αντιστοιχία όταν, σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθαρό κέρδος ή ζημία προκύπτει από μεταβολές στην αξία των καλυμμένων ομολόγων ή των υποκείμενων ενυπόθηκων δανείων με το ενσωματωμένο δικαίωμα παράδοσης.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής, (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/6


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 524/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα τα οποία προσδιορίζουν τις πληροφορίες που ανταλλάσσουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 50 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής, η ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει να είναι αμφίδρομη, εντός των αντίστοιχων εποπτικών αρμοδιοτήτων των εν λόγω αρχών. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να προσδιορίζονται οι πληροφορίες που αφορούν τα ιδρύματα και, κατά περίπτωση, που αφορούν τη λειτουργία των υποκαταστημάτων τους, οι οποίες θα πρέπει να παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, καθώς και οι πληροφορίες που αφορούν το υποκατάστημα οι οποίες πρέπει να παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης.

(2)

Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής θα πρέπει να εξετάζεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εποπτείας των διασυνοριακών τραπεζικών ομίλων και οι σχετικές πληροφορίες θα μπορούσαν, κατά περίπτωση, να παρέχονται σε ενοποιημένη βάση. Ειδικότερα, εάν ένα ίδρυμα έχει την επικεφαλής μητρική του επιχείρηση στο κράτος μέλος όπου έχει την έδρα του και η οικεία αρμόδια αρχή είναι επίσης η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα παροχής πληροφοριών σε ενοποιημένη βάση και όχι στο επίπεδο ιδρύματος το οποίο λειτουργεί μέσω υποκαταστήματος. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής ότι οι πληροφορίες παρέχονται σε ενοποιημένο επίπεδο.

(3)

Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής δεν περιορίζεται στα είδη πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 50 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και, ως εκ τούτου, στα είδη πληροφοριών που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, τα άρθρα 35, 36, 39, 43 και 52 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ περιέχουν χωριστή πρόβλεψη για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους επιτόπιους ελέγχους των υποκαταστημάτων, τις κοινοποιήσεις άσκησης του δικαιώματος εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και τα μέτρα, περιλαμβανομένων και προληπτικών, που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές σε σχέση με τα υποκαταστήματα και τις μητρικές τους επιχειρήσεις. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει, επομένως, να προσδιορίζει τις απαιτήσεις όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών σε αυτούς τους τομείς.

(4)

Είναι αναγκαίο να καθορίζονται απαιτήσεις για τις πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής με σκοπό την εναρμόνιση των ρυθμιστικών και εποπτικών πρακτικών στο σύνολο της Ένωσης. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να καλύπτουν όλους τους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 50 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, δηλαδή τη διοίκηση και το ιδιοκτησιακό καθεστώς, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών τομέων που ορίζονται στο άρθρο 317 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), τη ρευστότητα και τις διαπιστώσεις που αφορούν την εποπτεία της ρευστότητας, τη φερεγγυότητα, την εγγύηση των καταθέσεων, τα μεγάλα ανοίγματα, τον συστημικό κίνδυνο, τις διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες και τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου. Προκειμένου να διευκολυνθεί η παρακολούθηση των ιδρυμάτων, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής θα πρέπει να ενημερώνονται αμοιβαία σχετικά με περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με την εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία, καθώς και σχετικά με τα εποπτικά μέτρα και τις κυρώσεις που επιβάλλονται στα ιδρύματα. Επιπλέον, οι πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής θα πρέπει να περιλαμβάνουν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τη μόχλευση και την προετοιμασία για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, έτσι ώστε να είναι σε θέση να παρακολουθούν τα ιδρύματα με αποτελεσματικό τρόπο.

(5)

Όταν έχει προκύψει ή αναμένεται να προκύψει κρίση ρευστότητας σε ένα ίδρυμα, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής είναι αναγκαίο να έχουν σαφή κατανόηση της κατάστασης, ώστε να είναι σε θέση να λάβουν προληπτικά μέτρα, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 43 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει σαφείς κανόνες σχετικά με τους τύπους των πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρχών σε περίπτωση κρίσης ρευστότητας. Είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται ούτως ώστε οι αρχές να είναι καλά προετοιμασμένες εκ των προτέρων για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 114 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

(6)

Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στο μέγεθος, την πολυπλοκότητα και τη σπουδαιότητα των υποκαταστημάτων που δραστηριοποιούνται στα κράτη μέλη υποδοχής, είναι σημαντικό να εφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας κατά την ανταλλαγή πληροφοριών. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να ανταλλάσσεται ευρύτερο φάσμα πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής, όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής είναι αρμόδιες για υποκαταστήματα που έχουν χαρακτηριστεί σημαντικά, σύμφωνα με το άρθρο 51 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

(7)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η εντός λογικών ορίων ανταλλαγή των κατάλληλων πληροφοριών, αποφεύγοντας καταστάσεις όπου οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης υποχρεούνται να διαβιβάσουν οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με ένα ίδρυμα, ανεξάρτητα από τη φύση και τη σημασία του, σε όλες τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, θα πρέπει να διαβιβάζονται αποκλειστικά στις αρμόδιες αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία ενός υποκαταστήματος μόνο οι πληροφορίες που αφορούν το εν λόγω υποκατάστημα. Για παρόμοιους λόγους, σε έναν αριθμό συγκεκριμένων τομέων, μόνο πληροφορίες που αποκαλύπτουν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης θα πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών προέλευσης και υποδοχής, το οποίο σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να ανταλλάσσεται καμία πληροφορία όταν το ίδρυμα είναι σύμφωνο με την εθνική και την ενωσιακή νομοθεσία.

(8)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει, επίσης, να ρυθμίζει την ανταλλαγή πληροφοριών σε σχέση με την άσκηση δραστηριοτήτων σε ένα κράτος μέλος υποδοχής μέσω της παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών. Δεδομένης της φύσης των διασυνοριακών υπηρεσιών, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής αντιμετωπίζουν ελλιπή πληροφόρηση σχετικά με δραστηριότητες που διεξάγονται εντός της δικαιοδοσίας τους και, ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να προσδιορίζονται λεπτομερώς οι πληροφορίες οι οποίες πρέπει να ανταλλάσσονται για τους σκοπούς της διασφάλισης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της παρακολούθησης της προϋποθέσεων χορήγησης αδειών λειτουργίας, ιδίως της παρακολούθησης κατά πόσον το ίδρυμα παρέχει υπηρεσίες σύμφωνα με τις παρεχόμενες κοινοποιήσεις. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ) στην Επιτροπή.

(9)

Η ΕΑΤ διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις πληροφορίες που ανταλλάσσουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής και προέλευσης σύμφωνα με το άρθρο 50 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

2.   Θεσπίζει κανόνες όσον αφορά τις πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται σε σχέση με ιδρύματα τα οποία λειτουργούν, μέσω υποκαταστήματος ή στο πλαίσιο άσκησης της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, εκτός από εκείνο στο οποίο βρίσκεται η έδρα τους.

Άρθρο 2

Πληροφόρηση σε ενοποιημένη βάση

Όταν η επικεφαλής μητρική επιχείρηση ενός ιδρύματος είναι εγκατεστημένη στο ίδιο κράτος μέλος με εκείνο στο οποίο το ίδρυμα έχει την έδρα του, και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης του ιδρύματος είναι επίσης η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, η εν λόγω αρμόδια αρχή παρέχει τις πληροφορίες σχετικά με το εν λόγω ίδρυμα σε ενοποιημένη βάση, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την οδηγία 2013/36/ΕΕ, και ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ότι οι πληροφορίες παρέχονται σε αυτό το επίπεδο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΜΕΣΩ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ

Άρθρο 3

Πληροφορίες σχετικά με τη διοίκηση και το ιδιοκτησιακό καθεστώς

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής την οργανωτική διάρθρωση ενός ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματικών τομέων και των σχέσεών του με τις οντότητες εντός του ομίλου.

2.   Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής οι οποίες εποπτεύουν ένα σημαντικό υποκατάστημα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 51 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, τις ακόλουθες πληροφορίες σε σχέση με ένα ίδρυμα:

α)

τη διάρθρωση του διοικητικού οργάνου και των ανώτερων διοικητικών στελεχών, καθώς και την κατανομή των αρμοδιοτήτων για την εποπτεία του υποκαταστήματος·

β)

τον κατάλογο των μετόχων και των μελών με ειδικές συμμετοχές με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται από το πιστωτικό ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Άρθρο 4

Πληροφορίες σχετικά με τη ρευστότητα και τις διαπιστώσεις από την εποπτεία της ρευστότητας

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

οποιεσδήποτε ουσιώδεις ελλείψεις στη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας του ιδρύματος οι οποίες είναι γνωστές στις αρμόδιες αρχές και οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τα υποκαταστήματα, οποιαδήποτε μέτρα εποπτείας που έχουν ληφθεί σε σχέση με τις ελλείψεις αυτές και τον βαθμό συμμόρφωσης του ιδρύματος με τα εν λόγω μέτρα εποπτείας·

β)

τη συνολική εκτίμηση που διεξάγουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης για το προφίλ κινδύνου ρευστότητας και τη διαχείριση κινδύνων του ιδρύματος, ιδίως σε σχέση με ένα υποκατάστημα·

γ)

τους δείκτες ρευστότητας και σταθερής χρηματοδοτικής θέσης ενός ιδρύματος σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο στο εγχώριο νόμισμα του κράτους μέλους προέλευσης του ιδρύματος και σε όλα τα άλλα νομίσματα τα οποία είναι σημαντικά για το ίδρυμα·

δ)

τη σύνθεση των αποθεμάτων ρευστότητας ενός ιδρύματος·

ε)

τον βαθμό σύστασης βαρών επί των στοιχείων ενεργητικού ενός ιδρύματος·

στ)

τον λόγο των δανείων ενός ιδρύματος προς τις καταθέσεις του·

ζ)

οποιουσδήποτε εγχώριους δείκτες ρευστότητας που ισχύουν σε ένα ίδρυμα στο πλαίσιο των μέτρων μακροπροληπτικής πολιτικής που εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές ή η εντεταλμένη αρχή είτε ως δεσμευτικές απαιτήσεις, κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις, προειδοποιήσεις είτε με άλλη μορφή, συμπεριλαμβανομένων των ορισμών των δεικτών αυτών·

η)

οποιεσδήποτε ειδικές απαιτήσεις ρευστότητας που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 105 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

θ)

οποιαδήποτε εμπόδια στη μεταφορά μετρητών και εξασφαλίσεων προς ή από τα υποκαταστήματα ενός ιδρύματος.

2.   Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές έχουν παρεκκλίνει εν όλω ή εν μέρει από την εφαρμογή του έκτου μέρους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ένα ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 8 του εν λόγω κανονισμού, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε υποενοποιημένο επίπεδο ή, σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού, σε ενοποιημένο επίπεδο.

3.   Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής, οι οποίες εποπτεύουν ένα σημαντικό υποκατάστημα, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την πολιτική ρευστότητας και χρηματοδότησης του ιδρύματος, καθώς και την περιγραφή των χρηματοδοτικών ρυθμίσεων για τα υποκαταστήματά του, τυχόν ρυθμίσεων στήριξης εντός του ομίλου και των διαδικασιών κεντρικής συγκέντρωσης ρευστών διαθεσίμων·

β)

τα σχέδια αντιμετώπισης επειγουσών καταστάσεων σε θέματα ρευστότητας και χρηματοδότησης του ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με υποθετικά σενάρια ακραίων καταστάσεων.

Άρθρο 5

Πληροφορίες σχετικά με τη φερεγγυότητα

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής αν ένα ίδρυμα είναι συμβατό με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

τις απαιτήσεις περί ιδίων κεφαλαίων που προβλέπονται στο άρθρο 92 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που εγκρίνονται ή αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 458 του εν λόγω κανονισμού και, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβατικές ρυθμίσεις που καθορίζονται στο δέκατο μέρος του εν λόγω κανονισμού·

β)

οποιεσδήποτε πρόσθετες απαιτήσεις περί ιδίων κεφαλαίων που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

γ)

τις απαιτήσεις περί κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας που ορίζονται στο κεφάλαιο 4 του τίτλου VII της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

2.   Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής, οι οποίες εποπτεύουν ένα σημαντικό υποκατάστημα ενός ιδρύματος το οποίο υπόκειται σε απαιτήσεις περί ιδίων κεφαλαίων, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 του ιδρύματος, κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

τον δείκτη κεφαλαίου της κατηγορίας 1 του ιδρύματος, κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου του ιδρύματος, κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

το συνολικό ποσό του ανοίγματος σε κίνδυνο του ιδρύματος, κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ε)

τις απαιτήσεις περί ιδίων κεφαλαίων που ισχύουν στο κράτος μέλος προέλευσης σύμφωνα με το άρθρο 92 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που εγκρίνονται ή αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 458 του εν λόγω κανονισμού και, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβατικές ρυθμίσεις που καθορίζονται στο δέκατο μέρος του εν λόγω κανονισμού·

στ)

το ύψος του αποθέματος ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου που οφείλει να τηρεί το ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 129 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

ζ)

το ύψος του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ειδικά για το συγκεκριμένο ίδρυμα που οφείλει να τηρεί το ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 130 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

η)

το ύψος του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που οφείλει να τηρεί το ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 133 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

θ)

το ύψος του αποθέματος ασφαλείας G-SII ή αποθέματος ασφαλείας O-SII που οφείλει να τηρεί το ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 131 παράγραφοι 4 και 5 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

ι)

το ύψος τυχόν πρόσθετων κεφαλαιακών απαιτήσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και τυχόν άλλων απαιτήσεων που επιβάλλονται σχετικά με τη φερεγγυότητα του ιδρύματος, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.

3.   Σε περίπτωση παρέκκλισης από την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σύμφωνα με τα άρθρα 7, 10 ή 15 του εν λόγω κανονισμού, ή από τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 10 και 12 και το άρθρο 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 21 της εν λόγω οδηγίας 2013/36/ΕΕ, ή εάν ένα ίδρυμα έχει λάβει άδεια να εφαρμόζει τη δυνατότητα που καθορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σε υποενοποιημένη βάση ή, σύμφωνα με το άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού, σε ενοποιημένη βάση.

Άρθρο 6

Πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με την ονομασία του συστήματος εγγύησης καταθέσεων στο οποίο συμμετέχει ένα ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής τις ακόλουθες πληροφορίες όσον αφορά το σύστημα εγγύησης καταθέσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

α)

τη μέγιστη κάλυψη του συστήματος εγγύησης καταθέσεων ανά επιλέξιμο καταθέτη·

β)

το πεδίο κάλυψης και τους τύπους καταθέσεων που καλύπτονται·

γ)

οποιονδήποτε αποκλεισμό από την κάλυψη, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων και των τύπων των καταθετών·

δ)

τις ρυθμίσεις χρηματοδότησης του συστήματος εγγύησης καταθέσεων, ιδίως αν το σύστημα λαμβάνει εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων χρηματοδότηση και τον όγκο του συστήματος·

ε)

τα στοιχεία επικοινωνίας του διαχειριστή του συστήματος.

3.   Οι πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 παρέχονται στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής μόνο εφόσον αφορούν το εκάστοτε σύστημα εγγύησης καταθέσεων. Σε περίπτωση αλλαγής των πληροφοριών που έχουν κοινοποιηθεί, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις επικαιροποιημένες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής.

Άρθρο 7

Πληροφορίες σχετικά με τον περιορισμό των μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά οποιαδήποτε περίπτωση στην οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης έχουν διαπιστώσει ότι ένα ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με τα ισχύοντα όρια και τις απαιτήσεις για τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα που προβλέπονται στο τέταρτο μέρος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εξηγούν την περίπτωση και τα εποπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν.

Άρθρο 8

Πληροφορίες σχετικά με τον συστημικό κίνδυνο που αντιπροσωπεύει ένα ίδρυμα

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής σε περίπτωση που ένα ίδρυμα έχει οριστεί ως παγκόσμιο συστημικά σημαντικό ίδρυμα (G-SII) ή ως άλλο συστημικά σημαντικό ίδρυμα (O-SII), σύμφωνα με το άρθρο 131 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ. Σε περίπτωση που το ίδρυμα έχει προσδιοριστεί ως G-SII, οι παρεχόμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν την υποκατηγορία στην οποία έχει καταταχθεί.

Άρθρο 9

Πληροφορίες σχετικά με τις διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά οποιαδήποτε περίπτωση στην οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης έχουν διαπιστώσει ότι ένα ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με τα ισχύοντα λογιστικά πρότυπα και τις διαδικασίες στις οποίες υπόκειται το ίδρυμα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εξηγούν την περίπτωση και τα εποπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν.

2.   Εάν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αφορούν μόνο ένα συγκεκριμένο υποκατάστημα, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις πληροφορίες μόνο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα.

Άρθρο 10

Πληροφορίες σχετικά με τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά οποιαδήποτε περίπτωση στην οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης έχουν διαπιστώσει ότι ένα ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις σχετικά με τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι ρυθμίσεις διαχείρισης του κινδύνου, ελέγχου του κινδύνου και εσωτερικού ελέγχου, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την οδηγία 2013/36/ΕΕ. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εξηγούν την περίπτωση και τα εποπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν.

2.   Εάν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αφορούν μόνο ένα συγκεκριμένο υποκατάστημα, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις πληροφορίες μόνο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα.

Άρθρο 11

Πληροφορίες σχετικά με τη μόχλευση

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά οποιαδήποτε περίπτωση στην οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης έχουν διαπιστώσει ότι ένα ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που αφορούν τους δείκτες μόχλευσης, σύμφωνα με το έβδομο μέρος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και, κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 499 του εν λόγω κανονισμού. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εξηγούν την περίπτωση και τα εποπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν στις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής όλες τις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται από ένα ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 451 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σχετικά με τον δείκτη μόχλευσής του και τις διαδικασίες που χρησιμοποιεί για τη διαχείριση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης.

Άρθρο 12

Πληροφορίες σχετικά με περιπτώσεις εν γένει μη συμμόρφωσης

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά οποιεσδήποτε περιπτώσεις στις οποίες οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης έχουν διαπιστώσει ότι ένα ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με την εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία ή με απαιτήσεις σε σχέση με την προληπτική εποπτεία ή την εποπτεία της συμπεριφοράς των ιδρυμάτων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την οδηγία 2013/36/ΕΕ, εκτός από τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 3 έως 11 του παρόντος κανονισμού. Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εξηγούν την περίπτωση και τα εποπτικά μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν.

2.   Εάν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αφορούν μόνο ένα συγκεκριμένο υποκατάστημα, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις πληροφορίες μόνο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα.

Άρθρο 13

Ανακοίνωση των εποπτικών μέτρων και κυρώσεων

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες κυρώσεις ή τα μέτρα που έχουν επιβληθεί ή εφαρμόζονται σε ένα ίδρυμα και τα οποία επηρεάζουν τις δραστηριότητες του υποκαταστήματος:

α)

διοικητικές κυρώσεις ή άλλα διοικητικά μέτρα που εφαρμόζονται σύμφωνα με τα άρθρα 64 έως 67 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

β)

εποπτικά μέτρα που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 104 ή 105 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

γ)

ποινικές κυρώσεις που επιβάλλονται και αφορούν παραβάσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

2.   Εάν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αφορούν μόνο ένα συγκεκριμένο υποκατάστημα, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης υποχρεούνται να παρέχουν τις πληροφορίες μόνο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα.

Άρθρο 14

Πληροφορίες σχετικά με την προετοιμασία για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής ανταλλάσσουν πληροφορίες σε θέματα προετοιμασίας για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Ειδικότερα, ενημερώνονται αμοιβαία σε σχέση με τα ακόλουθα:

α)

τα στοιχεία επικοινωνίας έκτακτης ανάγκης των ατόμων στις αρμόδιες αρχές που είναι αρμόδια για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης·

β)

τις διαδικασίες επικοινωνίας που εφαρμόζονται σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 15

Πληροφορίες από τις αρχές του κράτους μέλους υποδοχής

Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων ανταλλαγής πληροφοριών έπειτα από επιθεωρήσεις των υποκαταστημάτων, σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής παρέχουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

περιγραφή οποιασδήποτε περίπτωσης στην οποία οι αρμόδιες αρχές έχουν διαπιστώσει ότι ένα ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με την εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία ή με απαιτήσεις σε σχέση με την προληπτική εποπτεία ή την εποπτεία της συμπεριφοράς των ιδρυμάτων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, μαζί με επεξήγηση των εποπτικών μέτρων που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν για την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης·

β)

περιγραφή τυχόν μη συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, ασκούνται οι δραστηριότητες του υποκαταστήματος στο κράτος μέλος υποδοχής·

γ)

οποιονδήποτε συστημικό κίνδυνο έχει εντοπιστεί ότι αντιπροσωπεύει το υποκατάστημα ή οι δραστηριότητές του στο κράτος μέλος υποδοχής, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε εκτίμησης του πιθανού αντικτύπου από την αναστολή ή την παύση της λειτουργίας του υποκαταστήματος στα εξής:

i)

στη συστημική ρευστότητα·

ii)

στα συστήματα πληρωμών·

iii)

στα συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού·

δ)

το μερίδιο αγοράς του υποκαταστήματος, εφόσον υπερβαίνει το 2 % της συνολικής αγοράς στο κράτος μέλος υποδοχής, σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

i)

καταθέσεις·

ii)

δάνεια·

ε)

οποιαδήποτε εμπόδια στη μεταφορά μετρητών και εξασφαλίσεων προς ή από το υποκατάστημα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΡΟΧΟΥΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Άρθρο 16

Πληροφορίες σχετικά με τους παρόχους διασυνοριακών υπηρεσιών

Μετά την παραλαβή αιτήματος παροχής πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής σε σχέση με ένα ίδρυμα το οποίο ασκεί τις δραστηριότητές του μέσω της παροχής υπηρεσιών στο εν λόγω κράτος μέλος υποδοχής, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

οποιαδήποτε περίπτωση στην οποία οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης έχουν διαπιστώσει ότι το ίδρυμα δεν έχει συμμορφωθεί με οποιαδήποτε εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία ή με απαιτήσεις σε σχέση με την προληπτική εποπτεία ή την εποπτεία της συμπεριφοράς των ιδρυμάτων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, μαζί με επεξήγηση των εποπτικών μέτρων που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν για την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης·

β)

το ύψος των καταθέσεων που έχουν πραγματοποιήσει οι κάτοικοι του κράτους μέλους υποδοχής·

γ)

το ύψος των δανείων που έχουν χορηγηθεί στους κατοίκους του κράτους μέλους υποδοχής·

δ)

σε σχέση με τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, τις οποίες το ίδρυμα έχει γνωστοποιήσει την επιθυμία του να ασκεί στο κράτος μέλος υποδοχής μέσω της παροχής υπηρεσιών:

i)

τη μορφή με την οποία το ίδρυμα ασκεί τις δραστηριότητες·

ii)

τις δραστηριότητες που είναι οι σημαντικότερες όσον αφορά τις δραστηριότητες του ιδρύματος στο κράτος μέλος υποδοχής·

iii)

την επιβεβαίωση κατά πόσον ασκούνται από ένα ίδρυμα οι δραστηριότητες που προσδιορίζονται ως βασικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στην κοινοποίηση που παρέχεται από το ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 39 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΜΕΣΩ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΡΙΣΕΩΝ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΙΔΡΥΜΑ Ή ΤΟ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ

Άρθρο 17

Πεδίο ανταλλαγής πληροφοριών σε περίπτωση κρίσεων ρευστότητας

1.   Εάν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης θεωρούν ότι έχει προκύψει ή αναμένεται ευλόγως να προκύψει κρίση ρευστότητας σε σχέση με ένα ίδρυμα, ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής και παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

2.   Εάν οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους υποδοχής θεωρούν ότι έχει προκύψει ή αναμένεται ευλόγως να προκύψει κρίση ρευστότητας σε σχέση με ένα υποκατάστημα που είναι εγκατεστημένο στο εν λόγω κράτος μέλος, ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

3.   Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

περιγραφή της κατάστασης που έχει προκύψει, συμπεριλαμβανομένης της βασικής αιτίας στην οποία οφείλεται, τον αναμενόμενο αντίκτυπο της κρίσης ρευστότητας στο ίδρυμα και τις εξελίξεις που αφορούν τις ενδοομιλικές συναλλαγές·

β)

επεξήγηση των μέτρων που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν, είτε από τις αρμόδιες αρχές είτε από το ίδρυμα, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε απαιτήσεων που επιβάλλονται στο ίδρυμα από τις αρμόδιες αρχές για τον περιορισμό της κρίσης ρευστότητας·

γ)

τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων των συστημικών επιπτώσεων της κρίσης ρευστότητας·

δ)

τα τελευταία διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία σχετικά με τη ρευστότητα, που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως η).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(4)  Οδηγία 94/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994, περί των συστημάτων εγγυήσεως των καταθέσεων (ΕΕ L 135 της 31.5.1994, σ. 5).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/15


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 525/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον ορισμό της αγοράς

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το τρίτο εδάφιο του άρθρου 341 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο γενικός κίνδυνος αγοράς ορίζεται στο άρθρο 362 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ως ο κίνδυνος μεταβολής της τιμής ενός χρηματοπιστωτικού μέσου λόγω, στην περίπτωση διαπραγματεύσιμου χρεωστικού τίτλου ή παράγωγου μέσου χρεωστικού τίτλου, της μεταβολής του επιπέδου των επιτοκίων ή, στην περίπτωση μετοχών ή παράγωγου μέσου που βασίζεται σε μετοχές, σε ευρεία μεταβολή στην αγορά μετοχών που δεν σχετίζεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά μεμονωμένων τίτλων.

(2)

Για τον υπολογισμό του γενικού κινδύνου αγοράς που προβλέπεται στο άρθρο 343 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, θα πρέπει να θεωρείται ότι διαφορετικές μετοχές είναι εισηγμένες στην ίδια αγορά όπου υπόκεινται στον ίδιο γενικό κίνδυνο αγοράς, δηλαδή όπου οι κινήσεις των τιμών του μέσου προκύπτουν από τοπικές οικονομικές συνθήκες. Συνεπώς, μια «αγορά» θα πρέπει να ορίζεται για τους σκοπούς αυτούς με αναφορά σε μια ολοκληρωμένη οικονομία η οποία συνήθως ισοδυναμεί με εθνική δικαιοδοσία.

(3)

Με την επιφύλαξη των ανωτέρω, η εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος έχει εξαλείψει σημαντικά στοιχεία κατακερματισμού μεταξύ των αγορών μετοχών στη ζώνη του ευρώ. Για παράδειγμα, έχει εξαλείψει τον συναλλαγματικό κίνδυνο μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών και επιτρέπει να δημοσιεύονται τα αποτελέσματα των εταιρειών στο ίδιο νόμισμα. Επιπλέον, η υιοθέτηση του ευρώ απαίτησε εκτεταμένη οικονομική και νομική σύγκλιση μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών, ενώ στηρίζεται σε μια ολοκληρωμένη αγορά, με κοινούς κανόνες. Τα τελευταία αυτά χαρακτηριστικά είναι κοινά σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, αλλά το ενιαίο νόμισμα έχει επιφέρει στενότερη και βαθύτερη οικονομική ολοκλήρωση μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών, πράγμα που, ως εκ τούτου, δικαιολογεί ιδιαίτερη μεταχείριση για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Κατά συνέπεια, η «αγορά» πρέπει να ορίζεται με αναφορά σε όλες τις αγορές μετοχών εντός της ζώνης του ευρώ, και σε σχέση με τις αγορές μετοχών εκτός ζώνης ευρώ στο επίπεδο της εκάστοτε εθνικής δικαιοδοσίας.

(4)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) στην Επιτροπή.

(5)

Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμός της «αγοράς» για τον υπολογισμό της συνολικής καθαρής θέσης σε μετοχικά προϊόντα που αναφέρεται στο άρθρο 341 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013

Με τον όρο «αγορά» νοείται:

α)

για τη ζώνη του ευρώ, όλες οι μετοχές που είναι εισηγμένες στα χρηματιστήρια που βρίσκονται σε κράτη μέλη τα οποία έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως νόμισμά τους·

β)

για τα κράτη μέλη εκτός ζώνης του ευρώ και τις τρίτες χώρες, όλες οι μετοχές που είναι εισηγμένες στα χρηματιστήρια που βρίσκονται εντός των ορίων μιας εθνικής δικαιοδοσίας.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφαση 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/17


KΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 526/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό προσεγγιστικού περιθωρίου και περιορισμένου αριθμού μικρότερων χαρτοφυλακίων για τον κίνδυνο προσαρμογής πιστωτικής αποτίμησης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και ιδίως το άρθρο 383 παράγραφος 7 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η εφαρμογή της προηγμένης μεθόδου για τον προσδιορισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο προσαρμογής της πιστωτικής αποτίμησης (CVA) μπορεί να συνεπάγεται τη συμμετοχή αντισυμβαλλομένων για τους οποίους δεν είναι διαθέσιμο το περιθώριο της συμφωνίας ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (CDS). Σε αυτήν την περίπτωση, τα ιδρύματα θα πρέπει να χρησιμοποιούν ένα κατάλληλο περιθώριο λαμβάνοντας υπόψη την πιστοληπτική διαβάθμιση, τον κλάδο και την περιοχή του αντισυμβαλλομένου («προσεγγιστικό περιθώριο»), σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 383 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(2)

Οι κανόνες για τον καθορισμό του προσεγγιστικού περιθωρίου για τον κίνδυνο CVA θα πρέπει να προβλέπουν τη χρήση ευρειών κατηγοριών πιστοληπτικής διαβάθμισης, κλάδου και περιοχής, και θα πρέπει να παρέχουν στα ιδρύματα την απαραίτητη ευελιξία για τον καθορισμό του καταλληλότερου προσεγγιστικού περιθωρίου με βάση την κρίση των εμπειρογνωμόνων τους.

(3)

Κατά τον λεπτομερέστερο καθορισμό του τρόπου με τον οποίο τα ιδρύματα θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα χαρακτηριστικά της πιστοληπτικής διαβάθμισης, του κλάδου και της περιοχής των μεμονωμένων εκδοτών, κατά την εκτίμηση του κατάλληλου προσεγγιστικού περιθωρίου για τον προσδιορισμό των απαιτήσεων ίδιων κεφαλαίων, όπως απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, πρέπει να θεσπιστούν κανόνες ώστε να ληφθούν υπόψη τα εν λόγω χαρακτηριστικά με αναφορά στις ελάχιστες κατηγορίες για κάθε χαρακτηριστικό, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εναρμονισμένη εφαρμογή των όρων αυτών.

(4)

Επιπλέον, στην περίπτωση των μεμονωμένων εκδοτών, όπου υπάρχει δεσμός, για παράδειγμα, μεταξύ περιφερειακής κυβέρνησης ή τοπικής αρχής και της κυβέρνησης, θα πρέπει να μπορεί να επιτραπεί η εκτίμηση του κατάλληλου προσεγγιστικού περιθωρίου με βάση το πιστωτικό περιθώριο ενός μεμονωμένου εκδότη, εφόσον αυτό οδηγεί σε καταλληλότερη εκτίμηση.

(5)

Για τον κατάλληλο υπολογισμό της επιβάρυνσης κινδύνου CVA, θα πρέπει να προσδιοριστεί ένα προσεγγιστικό περιθώριο με βάση τα δεδομένα που έχουν παρατηρηθεί σε μια αγορά ρευστότητας και οι παραδοχές σχετικά με τα δεδομένα, όπως η παρεμβολή και η παρέκταση των δεδομένων που αφορούν διαφορετικές διάρκειες, θα πρέπει να είναι εννοιολογικά άρτιες.

(6)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η σύγκλιση των πρακτικών μεταξύ των ιδρυμάτων και να αποφευχθούν ανακολουθίες, έχοντας υπόψη ότι οι άρρητες πιθανότητες αθέτησης («PDs»), τα περιθώρια των συμφωνιών ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης («CDS») και η ζημία λόγω αθέτησης («LGD») αποτελούν μία εξίσωση με δύο άγνωστες μεταβλητές και ότι η συνήθης πρακτική της αγοράς είναι η χρήση μιας σταθερής τιμής LGD, προκειμένου να προκύψουν άρρητες PDs από περιθώρια στην αγορά, τα ιδρύματα θα πρέπει να χρησιμοποιούν μια τιμή LGDMKT που να είναι σύμφωνη με τη σταθερή LGD που χρησιμοποιείται ευρέως από τους συμμετέχοντες στην αγορά για τον καθορισμό άρρητων PDs από τα ομαλά εμπορεύσιμα πιστωτικά περιθώρια που έχουν χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό του προσεγγιστικού πιστωτικού περιθωρίου για τον εν λόγω αντισυμβαλλόμενο.

(7)

Για τους σκοπούς της άδειας χρήσης της προηγμένης μεθόδου CVA για περιορισμένο αριθμό μικρότερων χαρτοφυλακίων, είναι σκόπιμο να λαμβάνεται υπόψη ένα χαρτοφυλάκιο ως συμψηφιστικό σύνολο, όπως ορίζεται στο άρθρο 272 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ο αριθμός των συναλλαγών εκτός μεθόδου εσωτερικού υποδείγματος («ΜΕΥ») που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA και το μέγεθος των συμψηφιστικών συνόλων εκτός ΜΕΥ που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA, και να περιοριστούν ως ποσοστό επί του συνολικού αριθμού όλων των συναλλαγών που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA και ως ποσοστό επί του συνολικού μεγέθους όλων των συμψηφιστικών συνόλων που υπόκεινται στον υπολογισμό της επιβάρυνσης κινδύνου CVA, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές διαστάσεις των ιδρυμάτων.

(8)

Προκειμένου να μετριαστούν πιθανές ασυνέχειες στη χρήση της προηγμένης μεθόδου CVA για περιορισμένο αριθμό μικρότερων χαρτοφυλακίων, η χρήση της προηγμένης μεθόδου CVA πρέπει να παύσει μόνο όταν τα ποσοτικά όρια παραβιαστούν για δύο συνεχόμενα τρίμηνα.

(9)

Επιπλέον, προκειμένου να καταστεί δυνατό για τις αρμόδιες αρχές να εκτελούν τα εποπτικά τους καθήκοντα με αποτελεσματικό τρόπο, θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζουν πότε δεν πληρούται πλέον η απαίτηση του περιορισμένου αριθμού μικρότερων χαρτοφυλακίων· ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, τα ιδρύματα θα πρέπει να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές.

(10)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στην Επιτροπή.

(11)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Προσδιορισμός κατάλληλου προσεγγιστικού περιθωρίου

1.   Το προσεγγιστικό περιθώριο για έναν δεδομένο αντισυμβαλλόμενο θεωρείται κατάλληλο όσον αφορά την πιστοληπτική διαβάθμιση, τον κλάδο και την περιοχή του αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με το τέταρτο εδάφιο του άρθρου 383 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το προσεγγιστικό περιθώριο έχει καθοριστεί λαμβάνοντας υπόψη όλα τα χαρακτηριστικά της πιστοληπτικής διαβάθμισης, του κλάδου και της περιοχής του αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με τα στοιχεία β), γ) και δ)·

β)

το χαρακτηριστικό της πιστοληπτικής διαβάθμισης έχει καθοριστεί με τη χρήση προκαθορισμένης ιεραρχίας πηγών εσωτερικών και εξωτερικών διαβαθμίσεων. Οι πιστοληπτικές διαβαθμίσεις αντιστοιχίζονται με βαθμίδες πιστωτικής ποιότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 384 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι διαθέσιμες πολλαπλές εξωτερικές πιστοληπτικές διαβαθμίσεις, η αντιστοίχιση τους με βαθμίδες πιστωτικής ποιότητας θα ακολουθήσει την προσέγγιση για πολλαπλές πιστοληπτικές αξιολογήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 138 του εν λόγω κανονισμού·

γ)

το χαρακτηριστικό του κλάδου έχει καθοριστεί λαμβάνοντας υπόψη τουλάχιστον τις ακόλουθες κατηγορίες:

i)

τον δημόσιο τομέα·

ii)

τον χρηματοπιστωτικό τομέα·

iii)

άλλους τομείς·

δ)

το χαρακτηριστικό της περιοχής έχει καθοριστεί λαμβάνοντας υπόψη τουλάχιστον τις ακόλουθες κατηγορίες:

i)

Ευρώπη·

ii)

Βόρεια Αμερική·

iii)

Ασία·

iv)

τον υπόλοιπο κόσμο.

ε)

το προσεγγιστικό περιθώριο αντανακλά με αντιπροσωπευτικό τρόπο τα διαθέσιμα περιθώρια συμφωνίας ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης και τα περιθώρια άλλων ομαλά εμπορεύσιμων μέσων πιστωτικών κινδύνων, που αντιστοιχούν στον σχετικό συνδυασμό των εφαρμοστέων κατηγοριών και πληρούν τα κριτήρια ποιότητας δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 3·

στ)

η καταλληλότητα του προσεγγιστικού περιθωρίου προσδιορίζεται με αναφορά στη μεταβλητότητα και όχι στο επίπεδο του περιθωρίου.

2.   Κατά τη διαδικασία της εξέτασης των χαρακτηριστικών πιστοληπτικής διαβάθμισης, κλάδου και περιοχής του αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με την παράγραφο 1, η εκτίμηση του προσεγγιστικού περιθωρίου θεωρείται κατάλληλη για την περιφερειακή κυβέρνηση ή τοπική αρχή με βάση το προσεγγιστικό περιθώριο του σχετικού κρατικού εκδότη εφόσον πληρούνται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η περιφερειακή κυβέρνηση ή η τοπική αρχή και η κυβέρνηση έχουν την ίδια πιστοληπτική διαβάθμιση·

β)

δεν υπάρχει πιστοληπτική διαβάθμιση για την περιφερειακή κυβέρνηση ή την τοπική αρχή·

3.   Όλες οι παράμετροι που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του προσεγγιστικού περιθωρίου πρέπει να βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα που παρατηρήθηκαν σε μια ρευστή αγορά διπλής κατεύθυνσης, όπως ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 338 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Για τη θέσπιση προσεγγιστικών περιθωρίων για όλες τις σχετικές διάρκειες και τις χρονικές περιόδους, σύμφωνα με το άρθρο 383 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού, πρέπει να υφίστανται επαρκή δεδομένα.

Άρθρο 2

Προσδιορισμός της LGDMKT

Για τον προσδιορισμό της ζημίας λόγω αθέτησης του αντισυμβαλλομένου (LGDMKT) για τους σκοπούς του υπολογισμού των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο CVA σύμφωνα με την προηγμένη μέθοδο για έναν αντισυμβαλλόμενο που απαιτεί τη χρήση προσεγγιστικού περιθωρίου, τα ιδρύματα χρησιμοποιούν μια τιμή LGDMKT που είναι σύμφωνη με τις σταθερές LGDs που χρησιμοποιούνται ευρέως από τους συμμετέχοντες στην αγορά για τον προσδιορισμό των άρρητων PDs από τα περιθώρια της αγοράς που έχουν χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό του προσεγγιστικού περιθωρίου για τον εν λόγω αντισυμβαλλόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 1.

Άρθρο 3

Ποσοτικά όρια για τον αριθμό και το μέγεθος των χαρτοφυλακίων που πληρούν τις προϋποθέσεις

1.   Για την εκπλήρωση του κριτηρίου του περιορισμένου αριθμού μικρότερων χαρτοφυλακίων, σύμφωνα με το άρθρο 383 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, πρέπει να πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο αριθμός του συνόλου των συναλλαγών εκτός ΜΕΥ που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA δεν πρέπει να υπερβαίνει το 15 % του συνολικού αριθμού συναλλαγών που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA·

β)

το μέγεθος κάθε συμψηφιστικού συνόλου εκτός ΜΕΥ που υπόκειται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1 % του συνολικού μεγέθους όλων των συμψηφιστικών συνόλων που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA·

γ)

το συνολικό μέγεθος όλων των συμψηφιστικών συνόλων εκτός ΜΕΥ που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA δεν πρέπει να υπερβαίνει το 10 % του συνολικού μεγέθους όλων των συμψηφιστικών συνόλων που υπόκεινται στην επιβάρυνση κινδύνου CVA.

2.   Για τους σκοπούς των στοιχείων β) και γ) της παραγράφου 1, το μέγεθος ενός συμψηφιστικού συνόλου πρέπει να αποτελεί το άνοιγμα σε κίνδυνο του συμψηφιστικού συνόλου που υπολογίζεται χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει τρεχουσών τιμών αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 274 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις του συμψηφισμού, σύμφωνα με το άρθρο 298 του εν λόγω κανονισμού, όχι όμως και τα αποτελέσματα των εξασφαλίσεων.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, το ίδρυμα υπολογίζει, για κάθε τρίμηνο, τον αριθμητικό μέσο όρο τουλάχιστον των μηνιαίων παρατηρήσεων των ακόλουθων λόγων:

α)

του αριθμού συναλλαγών εκτός ΜΕΥ προς τον συνολικό αριθμό συναλλαγών·

β)

του μεμονωμένου μεγέθους του μεγαλύτερου συμψηφιστικού συνόλου εκτός ΜΕΥ προς το συνολικό μέγεθος όλων των συμψηφιστικών συνόλων και

γ)

του συνολικού μεγέθους όλων των συμψηφιστικών συνόλων εκτός ΜΕΥ προς το συνολικό μέγεθος όλων των συμψηφιστικών συνόλων.

4.   Σε περίπτωση που το κριτήριο που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεν πληρούται για δύο διαδοχικούς υπολογισμούς, σύμφωνα με την παράγραφο 3, το ίδρυμα χρησιμοποιεί την τυποποιημένη μέθοδο βάσει του άρθρου 384 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο CVA για το σύνολο των συμψηφιστικών συνόλων εκτός ΜΕΥ και ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές.

5.   Οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να εφαρμόζονται σε μεμονωμένη, υποενοποιημένη ή ενοποιημένη βάση, ανάλογα με το πεδίο εφαρμογής της άδειας χρήσης της μεθόδου εσωτερικού υποδείγματος που αναφέρεται στο άρθρο 283 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/21


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 527/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) αριθ. 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που διευκρινίζουν τις κατηγορίες μέσων που αντανακλούν δεόντως την πιστωτική ικανότητα ενός ιδρύματος σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης και είναι κατάλληλα για να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 94 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι μεταβλητές αποδοχές που χορηγούνται σε μέσα πρέπει να προωθούν την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων και δεν πρέπει να ενθαρρύνουν την ανάληψη υπερβολικών κινδύνων εκ μέρους του ιδρύματος, Ως εκ τούτου, οι κατηγορίες μέσων που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών πρέπει να ευθυγραμμίζουν τα συμφέροντα του προσωπικού με τα συμφέροντα των μετόχων, των πιστωτών και άλλων ενδιαφερομένων φορέων, μέσω παροχής κινήτρων που θα ενθαρρύνουν το προσωπικό να ενεργεί προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον του ιδρύματος και να μην αναλαμβάνει υπερβολικούς κινδύνους.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι υπάρχει ισχυρή σύνδεση με την πιστωτική ποιότητα ενός ιδρύματος σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης, τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών πρέπει να περιέχουν τα κατάλληλα γεγονότα ενεργοποίησης για μείωση της ονομαστικής αξίας ή μετατροπή που μειώνουν την αξία των μέσων σε καταστάσεις όπου η πιστωτική ποιότητα του ιδρύματος σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης έχει επιδεινωθεί. Τα γεγονότα ενεργοποίησης που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των αποδοχών δεν πρέπει να αλλάζουν το επίπεδο εξασφάλισης των μέσων και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να οδηγούν σε αποκλεισμό των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1 ή της κατηγορίας 2 ως μέσων ιδίων κεφαλαίων.

(3)

Ενώ οι όροι που ισχύουν για τα πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 και της κατηγορίας 2 προσδιορίζονται στα άρθρα 52 και 63 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), τα άλλα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) σημείο ii) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και μπορούν να μετατραπούν πλήρως σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή να υποτιμηθούν δεν υπόκεινται σε ειδικούς όρους σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, δεδομένου ότι δεν ταξινομούνται ως μέσα ιδίων κεφαλαίων για εποπτικούς σκοπούς. Ως εκ τούτου, πρέπει να θεσπιστούν ειδικές απαιτήσεις για τις διάφορες κατηγορίες μέσων, για να διασφαλιστεί ότι είναι κατάλληλα για να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών, λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορετική φύση των μέσων. Η χρήση μέσων για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών δεν πρέπει από μόνη της να αποτρέπει το χαρακτηρισμό των μέσων ως ιδίων κεφαλαίων ενός ιδρύματος, εφόσον πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Η εν λόγω χρήση από μόνη της δεν πρέπει να νοείται ως παροχή κινήτρου για εξαγορά του μέσου, αφού μετά τις περιόδους αναβολής και διατήρησης, τα μέλη του προσωπικού είναι σε γενικές γραμμές σε θέση να λαμβάνουν ρευστά διαθέσιμα με άλλα μέσα εκτός από την εξαγορά.

(4)

Τα λοιπά μέσα περιλαμβάνουν χρεωστικούς τίτλους χωρίς μετρητά ή μέσα συνδεδεμένα με χρέος τα οποία δεν είναι αποδεκτά ως ίδια κεφάλαια. Τα λοιπά μέσα δεν περιορίζονται σε χρηματοοικονομικά μέσα, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, αλλά μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν περαιτέρω μέσα χωρίς μετρητά, τα οποία θα μπορούσαν να περιληφθούν σε συμφωνίες μεταξύ του ιδρύματος και των μελών του προσωπικού. Για να εξασφαλιστεί ότι αυτά τα μέσα αντανακλούν την πιστωτική ποιότητα ενός ιδρύματος σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης, κατάλληλες απαιτήσεις πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες υποτιμώνται ή μετατρέπονται τα εν λόγω μέσα εκτείνονται πέρα από τις καταστάσεις ανάκτησης ή ανάλυσης.

(5)

Όταν μέσα που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών ανακαλούνται, εξοφλούνται, εξαγοράζονται ή μετατρέπονται, σε γενικές γραμμές οι εν λόγω συναλλαγές δεν πρέπει να αυξάνουν την αξία των αποδοχών που χορηγούνται μέσω καταβολής ποσών που είναι υψηλότερα από την αξία του μέσου ή μέσω μετατροπής σε μέσα που έχουν μεγαλύτερη αξία από το μέσο που χορηγήθηκε αρχικά. Αυτό γίνεται για να εξασφαλιστεί ότι η αμοιβή δεν καταβάλλεται μέσω μηχανισμών ή μεθόδων που διευκολύνουν τη μη συμμόρφωση με το άρθρο 94 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

(6)

Κατά τη χορήγηση μεταβλητών αποδοχών και όταν τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τις μεταβλητές αποδοχές εξοφλούνται, ανακαλούνται, εξαγοράζονται ή μετατρέπονται, οι εν λόγω συναλλαγές πρέπει να βασίζονται σε αξίες που έχουν προσδιοριστεί σύμφωνα με το ισχύον λογιστικό πρότυπο. Συνεπώς, η αποτίμηση των μέσων πρέπει να απαιτηθεί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν καταστρατηγούνται οι απαιτήσεις της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σχετικά με τις αποδοχές, ιδίως όσον αφορά τον λόγο μεταξύ των μεταβλητών και των σταθερών συνιστωσών των αποδοχών και την ευθυγράμμιση με την ανάληψη κινδύνων.

(7)

Το άρθρο 54 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 καθορίζει τους μηχανισμούς υποτίμησης και μετατροπής των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1. Επιπλέον, το άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) σημείο ii) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ απαιτεί τα λοιπά μέσα να μπορούν να μετατρέπονται πλήρως σε μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή να υποτιμώνται. Επειδή η οικονομική έκβαση μιας μετατροπής ή υποτίμησης λοιπών μέσων είναι η ίδια όπως και για τα πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1, οι μηχανισμοί υποτίμησης ή μετατροπής για τα λοιπά μέσα θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους μηχανισμούς που εφαρμόζονται στα πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1, με προσαρμογές για να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι λοιπά μέσα δεν είναι αποδεκτά ως μέσα ιδίων κεφαλαίων από την άποψη της προληπτικής εποπτείας. Τα μέσα της κατηγορίας 2 δεν υπόκεινται σε ρυθμιστικές απαιτήσεις σχετικά με την υποτίμηση και τη μετατροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Για να εξασφαλιστεί ότι η αξία όλων αυτών των μέσων, όταν χρησιμοποιούνται για μεταβλητές αποδοχές, μειώνεται όταν επιδεινώνεται η πιστωτική ποιότητα του ιδρύματος, θα πρέπει να προσδιοριστούν οι περιπτώσεις στις οποίες είναι απαραίτητη μια υποτίμηση ή μετατροπή του μέσου. Θα πρέπει να καθοριστούν οι μηχανισμοί υποτίμησης, ανατίμησης και μετατροπής για τα μέσα της κατηγορίας 2 και τα λοιπά μέσα, για να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή.

(8)

Οι διανομές που προκύπτουν από μέσα μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές. Μπορούν να είναι μεταβλητές ή σταθερές και μπορεί να καταβάλλονται περιοδικά ή κατά την τελική λήξη ενός μέσου. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις πολιτικές και πρακτικές αποδοχών που εκδόθηκαν από την επιτροπή ευρωπαϊκών αρχών τραπεζικής εποπτείας (3), προκειμένου να προωθηθεί η ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων, δεν θα πρέπει να καταβάλλονται στο προσωπικό διανομές κατά τη διάρκεια των περιόδων αναβολής. Τα μέλη του προσωπικού θα πρέπει να λαμβάνουν τις διανομές μόνο σε σχέση με τις περιόδους που ακολουθούν την κατοχύρωση του μέσου. Ως εκ τούτου, μόνο τα μέσα με διανομές που καταβάλλονται περιοδικά στον ιδιοκτήτη του μέσου είναι κατάλληλα για χρήση ως μεταβλητές αποδοχές· τα ομόλογα μηδενικού τοκομεριδίου ή τα μέσα που διατηρούν τα κέρδη δεν θα πρέπει να υπολογίζονται για την ουσιαστική μερίδα των αποδοχών που θα πρέπει να αποτελείται από ένα ισοζύγιο των μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το προσωπικό θα επωφελείτο κατά τη διάρκεια της περιόδου αναβολής από την αύξηση των αξιών, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως ισοδύναμη με τη λήψη διανομών.

(9)

Οι πολύ υψηλές διανομές μπορεί να μειώσουν το μακροπρόθεσμο κίνητρο για τη συνετή ανάληψη κινδύνων, αφού αυξάνουν αποτελεσματικά το μεταβλητό μέρος των αποδοχών. Συγκεκριμένα, οι διανομές δεν πρέπει να καταβάλλονται σε χρονικά διαστήματα που υπερβαίνουν το ένα έτος, αφού αυτό θα οδηγούσε σε διανομές που συσσωρεύονται αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια περιόδων αναβολής και καταβάλλονται αφού κατοχυρωθούν οι μεταβλητές αποδοχές. Η συσσώρευση διανομών θα παρέκαμπτε το άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των μεταβλητών και των σταθερών συνιστωσών των αποδοχών και την αρχή του στοιχείου ιγ) του εν λόγω άρθρου που προβλέπει ότι οι πληρωτέες αποδοχές που υπάγονται στις ρυθμίσεις περί αναβολής κατοχυρώνονται το πολύ κατ' αναλογία του χρόνου. Ως εκ τούτου, οι διανομές που γίνονται μετά την κατοχύρωση του μέσου δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τις τιμές της αγοράς. Αυτό θα πρέπει να διασφαλίζεται μέσω της απαίτησης, τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τις μεταβλητές αποδοχές ή τα μέσα με τα οποία συνδέονται να εκδίδονται κυρίως σε άλλους επενδυτές, ή μέσω της απαίτησης τα εν λόγω μέσα να υπόκεινται σε ανώτατο όριο για τις διανομές.

(10)

Οι απαιτήσεις αναβολής και διατήρησης που ισχύουν για τη χορήγηση μεταβλητών αποδοχών σύμφωνα με το άρθρο 94 παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ πρέπει να πληρούνται στα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα, ακόμη και όταν τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τις μεταβλητές αποδοχές ανακαλούνται, εξοφλούνται, εξαγοράζονται ή μετατρέπονται. Ως εκ τούτου, σε τέτοιες περιπτώσεις τα μέσα θα πρέπει να ανταλλάσσονται με πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1, της κατηγορίας 2 και λοιπά μέσα τα οποία αντανακλούν την πιστωτική ποιότητα του ιδρύματος, σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης, να έχουν χαρακτηριστικά ισοδύναμα με εκείνα του μέσου που είχε χορηγηθεί αρχικά και να είναι της ίδιας αξίας, αφού ληφθούν υπόψη τα ποσά που έχουν υποτιμηθεί. Όταν άλλα μέσα εκτός των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1 έχουν σταθερή ημερομηνία λήξης, θα πρέπει να καθοριστούν ελάχιστες απαιτήσεις για την εναπομένουσα ληκτότητα των εν λόγω μέσων, όταν αυτά χορηγούνται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι συνάδουν με τις απαιτήσεις όσον αφορά τις περιόδους αναβολής και διατήρησης για τις μεταβλητές αποδοχές.

(11)

Η οδηγία 2013/36/ΕΕ δεν περιορίζει τις κατηγορίες των μέσων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις μεταβλητές αποδοχές σε ειδική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων. Θα πρέπει να είναι δυνατή η χρήση συνθετικών μέσων ή συμβάσεων μεταξύ των μελών του προσωπικού και των ιδρυμάτων που συνδέονται με πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 και της κατηγορίας 2, τα οποία μπορούν να μετατραπούν ή να υποτιμηθούν πλήρως. Αυτό επιτρέπει την εισαγωγή ειδικών προϋποθέσεων στους όρους των εν λόγω μέσων που ισχύουν μόνο για τα μέσα που χορηγούνται στο προσωπικό, χωρίς την ανάγκη να επιβληθούν οι εν λόγω όροι σε άλλους επενδυτές

(12)

Σε επίπεδο ομίλου, η διαχείριση των εκδόσεων μπορεί να γίνεται κεντρικά, εντός μιας μητρικής επιχείρησης. Ως εκ τούτου, τα ιδρύματα εντός ενός τέτοιου ομίλου δεν μπορούν πάντοτε να εκδίδουν μέσα που είναι κατάλληλα για να χρησιμοποιούνται για το σκοπό των μεταβλητών αποδοχών. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δίνει τη δυνατότητα για πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 και της κατηγορίας 2 που εκδίδονται μέσω μιας οντότητας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της ενοποίησης να αποτελούν μέρος των ιδίων κεφαλαίων ενός ιδρύματος υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου, θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται τα εν λόγω μέσα για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών, υπό την προϋπόθεση να υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ της πιστωτικής ποιότητας του ιδρύματος που χρησιμοποιεί αυτά τα μέσα για το σκοπό των μεταβλητών αποδοχών και της πιστωτικής ποιότητας του εκδότη του μέσου. Μια τέτοια σύνδεση μπορεί συνήθως να θεωρηθεί ότι υφίσταται μεταξύ μιας μητρικής επιχείρησης και μιας θυγατρικής. Τα μέσα εκτός των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1 και της κατηγορίας 2 που δεν εκδίδονται απευθείας από ένα ίδρυμα θα πρέπει επίσης να μπορούν να χρησιμοποιούνται για τις μεταβλητές αποδοχές, υπό ισοδύναμες συνθήκες. Τα μέσα που συνδέονται με τα χρηματοπιστωτικά μέσα αναφοράς που εκδίδονται από τις μητρικές επιχειρήσεις σε τρίτες χώρες και τα οποία είναι ισοδύναμα με τα πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 ή της κατηγορίας 2 θα πρέπει να είναι επιλέξιμα για να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών, εφόσον το γεγονός ενεργοποίησης αναφέρεται στο ίδρυμα που χρησιμοποιεί ένα τέτοιο συνθετικό μέσο.

(13)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(14)

Η ΕΑΤ διεξήγαγε επίσης ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και τις ωφέλειες και κάλεσε την Ομάδα Τραπεζικών Συμφεροντούχων, που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), να γνωμοδοτήσει επ' αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Κατηγορίες μέσων που αντανακλούν δεόντως την πιστωτική ικανότητα ενός ιδρύματος σε συνθήκες δρώσας οικονομικής κατάστασης και είναι κατάλληλα για να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών

1.   Οι ακόλουθες είναι οι κατηγορίες των μέσων που πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) σημείο ii) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ:

α)

κατηγορίες πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1, όπου οι εν λόγω κατηγορίες πληρούν τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και το άρθρο 2 και συμμορφώνονται με το άρθρο 5 παράγραφος 9 και το άρθρο 5 παράγραφος 13 στοιχείο γ)·

β)

κατηγορίες μέσων της κατηγορίας 2, όπου οι εν λόγω κατηγορίες πληρούν τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και το άρθρο 3 και συμμορφώνονται με το άρθρο 5·

γ)

κατηγορίες μέσων που μπορούν να μετατραπούν πλήρως σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή να υποτιμηθούν και τα οποία δεν είναι ούτε πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 ούτε μέσα της κατηγορίας 2 («λοιπά μέσα») στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4, όπου οι εν λόγω κατηγορίες πληρούν τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και συμμορφώνονται με το άρθρο 5.

2.   Οι κατηγορίες μέσων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα μέσα δεν αποτελούν αντικείμενο εξασφάλισης ούτε υπόκεινται σε εγγύηση που ενισχύει την εξοφλητική προτεραιότητα των απαιτήσεων του κατόχου·

β)

όταν οι διατάξεις που διέπουν ένα μέσο επιτρέπουν τη μετατροπή του, το εν λόγω μέσο χρησιμοποιείται μόνο για τους σκοπούς της χορήγησης μεταβλητών αποδοχών, όπου το ποσοστό ή το εύρος της μετατροπής ορίζεται σε επίπεδο που εξασφαλίζει ότι η αξία του μέσου στο οποίο μετατρέπεται το αρχικά χορηγηθέν μέσο δεν είναι υψηλότερη από την αξία του αρχικά χορηγηθέντος μέσου τη στιγμή που χορηγήθηκε ως μεταβλητή αποδοχή·

γ)

οι διατάξεις που διέπουν τα μεταβλητά μέσα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τον σκοπό των μεταβλητών αποδοχών εξασφαλίζουν ότι η αξία του μέσου στο οποίο μετατρέπεται το αρχικά χορηγηθέν μέσο δεν είναι υψηλότερη από την αξία του αρχικά χορηγηθέντος μέσου τη στιγμή της εν λόγω μετατροπής·

δ)

οι διατάξεις που διέπουν το μέσο προβλέπουν ότι τυχόν διανομές καταβάλλονται τουλάχιστον σε ετήσια βάση και καταβάλλονται στον κάτοχο του μέσου·

ε)

τα μέσα τιμολογούνται στην αξία τους κατά τη στιγμή χορήγησής τους, σύμφωνα με το ισχύον λογιστικό πρότυπο. Η αποτίμηση λαμβάνει υπόψη την πιστωτική ικανότητα του ιδρύματος και υπόκειται σε ανεξάρτητη εξέταση·

στ)

οι διατάξεις που διέπουν τα μέσα που εκδίδονται αποκλειστικά για τον σκοπό των μεταβλητών αποδοχών απαιτούν αποτίμηση που πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με το ισχύον λογιστικό πρότυπο σε περίπτωση που το μέσο εξοφληθεί, ανακληθεί, εξαγοραστεί ή μετατραπεί.

Άρθρο 2

Όροι για τις κατηγορίες των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1

Οι κατηγορίες των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1 πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι διατάξεις που διέπουν το μέσο ορίζουν ένα συμβάν ενεργοποίησης για τους σκοπούς του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο ιδ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

το γεγονός ενεργοποίησης που αναφέρεται στο στοιχείο α) συμβαίνει όταν ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 του ιδρύματος που εκδίδει το μέσο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι χαμηλότερος από οποιοδήποτε από τα εξής:

i)

7 %·

ii)

ένα επίπεδο υψηλότερο από 7 %, σε περίπτωση που προσδιορίζεται από το ίδρυμα και διευκρινίζεται στις διατάξεις που διέπουν το μέσο·

γ)

πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

τα μέσα που εκδίδονται αποκλειστικά για τον σκοπό να χορηγηθούν ως μεταβλητές αποδοχές και οι διατάξεις που διέπουν το μέσο εξασφαλίζουν ότι οι τυχόν διανομές καταβάλλονται με επιτόκιο που είναι σύμφωνο με τα επιτόκια της αγοράς για παρόμοια μέσα που εκδίδονται από το ίδρυμα ή ιδρύματα παρόμοιας φύσης, κλίμακας, πολυπλοκότητας και πιστωτικής ποιότητας και οι οποίες σε κάθε περίπτωση, κατά τη στιγμή χορήγησης των αποδοχών, δεν υπερβαίνουν τις 8 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής για την Ένωση που δημοσιεύεται από την Επιτροπή (Eurostat) στους εναρμονισμένους δείκτες τιμών καταναλωτή της που δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου (5). Όταν τα μέσα χορηγούνται σε μέλη του προσωπικού που ασκούν το μεγαλύτερο μέρος των επαγγελματικών δραστηριοτήτων τους εκτός της Ένωσης και τα μέσα εκφράζονται σε νόμισμα που εκδίδεται από τρίτη χώρα, τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν έναν παρόμοιο, ανεξάρτητα υπολογισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή που παράγεται σε σχέση με την εν λόγω τρίτη χώρα·

ii)

κατά τη στιγμή της χορήγησης των μέσων ως μεταβλητών αποδοχών, τουλάχιστον το 60 % των υπό έκδοση μέσων εκδόθηκαν με άλλον τρόπο εκτός από χορήγηση μεταβλητών αποδοχών και δεν κατέχονται από τα παρακάτω ή από οποιαδήποτε επιχείρηση που έχει στενούς δεσμούς με τα παρακάτω:

το ίδρυμα ή τις θυγατρικές του,

τη μητρική επιχείρηση του ιδρύματος ή τις θυγατρικές της,

τη μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή τις θυγατρικές της,

τη μεικτή εταιρεία συμμετοχών ή τις θυγατρικές της,

τη μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και τις θυγατρικές της.

Άρθρο 3

Όροι για τις κατηγορίες των μέσων της κατηγορίας 2

Οι κατηγορίες των μέσων της κατηγορίας 2 πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

κατά τη στιγμή της χορήγησης των μέσων ως μεταβλητών αποδοχών, η υπολειπόμενη περίοδος πριν από τη λήξη των μέσων είναι ίση ή υπερβαίνει το άθροισμα των περιόδων αναβολής και των περιόδων διατήρησης που ισχύουν για τις μεταβλητές αποδοχές σε σχέση με τη χορήγηση των εν λόγω μέσων·

β)

οι διατάξεις που διέπουν το μέσο προβλέπουν, σε περίπτωση γεγονότος ενεργοποίησης, τη μείωση της ονομαστικής αξίας του βασικού κεφαλαίου των μέσων σε μόνιμη ή προσωρινή βάση ή τη μετατροπή τους σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1·

γ)

το γεγονός ενεργοποίησης που αναφέρεται στο στοιχείο β) συμβαίνει όταν ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 του ιδρύματος που εκδίδει το μέσο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι χαμηλότερος από οποιοδήποτε από τα εξής:

i)

7 %·

ii)

ένα επίπεδο υψηλότερο από 7 %, σε περίπτωση που προσδιορίζεται από το ίδρυμα και διευκρινίζεται στις διατάξεις που διέπουν το μέσο·

δ)

πληρούται μία από τις απαιτήσεις του άρθρου 2 στοιχείο γ).

Άρθρο 4

Όροι για τις κατηγορίες των λοιπών μέσων

1.   Σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ), τα λοιπά μέσα πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) σημείο ii) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σε κάθε μία από τις εξής περιπτώσεις:

α)

τα λοιπά μέσα πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2·

β)

τα λοιπά μέσα συνδέονται με ένα πρόσθετο μέσο της κατηγορίας 1 ή μέσο της κατηγορίας 2 και πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3·

γ)

τα λοιπά μέσα συνδέονται με ένα μέσο το οποίο θα ήταν πρόσθετο μέσο της κατηγορίας 1 ή μέσο της κατηγορίας 2, εκτός από το γεγονός ότι εκδίδεται από μητρική επιχείρηση του ιδρύματος που είναι έξω από το πεδίο εφαρμογής της ενοποίησης σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 του τίτλου II του πρώτου μέρους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και τα λοιπά μέσα πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4.

2.   Τα μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) είναι τα εξής:

α)

τα λοιπά μέσα εκδίδονται άμεσα ή μέσω οντότητας που περιλαμβάνεται στην ενοποίηση ομίλου σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 του τίτλου II του πρώτου μέρους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, υπό την προϋπόθεση ότι μια αλλαγή της πιστωτικής ποιότητας του εκδότη του μέσου μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα οδηγήσει σε μια παρόμοια αλλαγή της πιστωτικής ποιότητας του ιδρύματος που χρησιμοποιεί τα λοιπά μέσα για τον σκοπό των μεταβλητών αποδοχών·

β)

οι διατάξεις που διέπουν τα λοιπά μέσα δεν παρέχουν στον κάτοχο το δικαίωμα να επιταχύνει τις προγραμματισμένες πληρωμές διανομών ή κεφαλαίου, με εξαίρεση την περίπτωση αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης του ιδρύματος·

γ)

κατά τη στιγμή της χορήγησης των λοιπών μέσων ως μεταβλητών αποδοχών, η υπολειπόμενη περίοδος πριν από τη λήξη των λοιπών μέσων είναι ίση ή υπερβαίνει το άθροισμα των περιόδων αναβολής και των περιόδων διατήρησης που ισχύουν σε σχέση με τη χορήγηση των εν λόγω μέσων·

δ)

οι διατάξεις που διέπουν το μέσο προβλέπουν, σε περίπτωση γεγονότος ενεργοποίησης, τη μείωση της ονομαστικής αξίας του βασικού κεφαλαίου των μέσων σε μόνιμη ή προσωρινή βάση ή τη μετατροπή τους σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1·

ε)

το γεγονός ενεργοποίησης που αναφέρεται στο στοιχείο δ) συμβαίνει όταν ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 του ιδρύματος που εκδίδει το μέσο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι χαμηλότερος από οποιοδήποτε από τα εξής:

i)

7 %·

ii)

ένα επίπεδο υψηλότερο από 7 %, σε περίπτωση που προσδιορίζεται από το ίδρυμα και διευκρινίζεται στις διατάξεις που διέπουν το μέσο·

στ)

πληρούται μία από τις απαιτήσεις του άρθρου 2 στοιχείο γ).

3.   Τα μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) είναι τα εξής:

α)

τα λοιπά μέσα πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 στοιχεία α) έως ε)·

β)

τα λοιπά μέσα συνδέονται με ένα πρόσθετο μέσο της κατηγορίας 1 ή μέσο της κατηγορίας 2 που εκδίδεται μέσω μιας οντότητας που περιλαμβάνεται στην ενοποίηση ομίλου σύμφωνα με το κεφάλαιο 2 του τίτλου II του πρώτου μέρους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 («χρηματοπιστωτικό μέσο αναφοράς»)·

γ)

το χρηματοπιστωτικό μέσο αναφοράς πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 στοιχεία γ) και στ) κατά τον χρόνο που χορηγείται το μέσο ως μεταβλητές αποδοχές·

δ)

η αξία ενός λοιπού μέσου συνδέεται με το χρηματοπιστωτικό μέσο αναφοράς, ούτως ώστε να μην είναι σε καμία περίπτωση μεγαλύτερη από την αξία του χρηματοπιστωτικού μέσου αναφοράς·

ε)

η αξία οποιωνδήποτε διανομών που καταβάλλονται μετά την κατοχύρωση του λοιπού μέσου συνδέεται με το μέσο αναφοράς, ούτως ώστε οι διανομές που καταβάλλονται να μην είναι σε καμία περίπτωση μεγαλύτερες από την αξία οποιωνδήποτε διανομών καταβάλλονται στο πλαίσιο του χρηματοπιστωτικού μέσου αναφοράς·

στ)

οι διατάξεις που διέπουν τα λοιπά μέσα προβλέπουν ότι, αν το χρηματοπιστωτικό μέσο αναφοράς ανακληθεί, μετατραπεί, εξαγοραστεί ή εξοφληθεί εντός της περιόδου αναβολής ή κατακράτησης τα λοιπά μέσα συνδέονται με ένα ισοδύναμο χρηματοπιστωτικό μέσο αναφοράς που πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου, ούτως ώστε η συνολική αξία των λοιπών μέσων να μην αυξάνεται.

4.   Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) είναι οι εξής:

α)

οι αρμόδιες αρχές έχουν διαπιστώσει για τους σκοπούς του άρθρου 127 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ότι το ίδρυμα που εκδίδει το μέσο με το οποίο συνδέονται τα άλλα μέσα υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία από εποπτική αρχή τρίτης χώρας, η οποία είναι ισοδύναμη με εκείνη που διέπεται από τις αρχές που καθορίζονται στην εν λόγω οδηγία και τις απαιτήσεις του κεφαλαίου 2 του τίτλου II του πρώτου μέρους του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

τα λοιπά μέσα πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και γ) έως στ).

Άρθρο 5

Διαδικασίες υποτίμησης, ανατίμησης και μετατροπής

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 3 στοιχείο β) και του άρθρου 4 παράγραφος 2 στοιχείο δ), οι διατάξεις που διέπουν τα μέσα της κατηγορίας 2 και τα λοιπά μέσα συμμορφώνονται με τις διαδικασίες και το χρονοδιάγραμμα που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 14 για τον υπολογισμό του δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 και των ποσών που πρέπει να υποτιμηθούν, να ανατιμηθούν ή να μετατραπούν. Οι διατάξεις που διέπουν τα πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 συμμορφώνονται με τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 9 και στην παράγραφο 13 στοιχείο γ) όσον αφορά τα ποσά που πρέπει να υποτιμηθούν, να ανατιμηθούν ή να μετατραπούν.

2.   Σε περίπτωση που οι διατάξεις που διέπουν την κατηγορία 2 και λοιπά μέσα απαιτούν τη μετατροπή των μέσων σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 όταν συμβεί ένα γεγονός ενεργοποίησης, οι εν λόγω διατάξεις διευκρινίζουν ένα από τα κατωτέρω:

α)

τον συντελεστή της εν λόγω μετατροπής και ένα όριο του επιτρεπόμενου ποσού της μετατροπής·

β)

ένα εύρος εντός του οποίου τα μέσα θα μετατραπούν σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1.

3.   Σε περίπτωση που οι διατάξεις που διέπουν τα μέσα προβλέπουν να μειωθεί η ονομαστική αξία του βασικού κεφαλαίου τους όταν επέλθει γεγονός ενεργοποίησης, η μείωση της ονομαστικής αξίας θα μειώσει μόνιμα ή προσωρινά όλα τα κατωτέρω:

α)

την απαίτηση του κατόχου του μέσου κατά την αφερεγγυότητα ή εκκαθάριση του ιδρύματος·

β)

το προς καταβολή ποσό σε περίπτωση ανάκλησης ή εξόφλησης του μέσου·

γ)

τις διανομές που πραγματοποιούνται επί του μέσου.

4.   Τυχόν διανομές που είναι καταβλητέες ύστερα από υποτίμηση βασίζονται στο μειωμένο ποσό του βασικού κεφαλαίου.

5.   Η μείωση της ονομαστικής αξίας ή η μετατροπή των μέσων δημιουργούν, στο πλαίσιο του εφαρμοστέου λογιστικού πλαισίου, στοιχεία που είναι αποδεκτά ως στοιχεία κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1.

6.   Σε περίπτωση που το ίδρυμα έχει διαπιστώσει ότι ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 έχει πέσει κάτω από το επίπεδο που ενεργοποιεί τη μετατροπή ή την υποτίμηση του μέσου, το διαχειριστικό σώμα ή οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο σώμα του ιδρύματος οφείλει να καθορίσει χωρίς καθυστέρηση ότι επήλθε γεγονός ενεργοποίησης και υπάρχει αμετάκλητη υποχρέωση να υποτιμηθεί ή να μετατραπεί το μέσο.

7.   Το αθροιστικό ποσό των πρόσθετων μέσων που πρέπει να υποτιμηθεί ή να μετατραπεί κατά την επέλευση γεγονότος ενεργοποίησης δεν υπολείπεται του χαμηλότερου από τα κατωτέρω ποσά:

α)

το ποσό που απαιτείται για να αποκατασταθεί πλήρως ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 του ιδρύματος προς το ποσοστό που έχει καθοριστεί ως γεγονός ενεργοποίησης στις διατάξεις που διέπουν το μέσο·

β)

ολόκληρο το βασικό κεφάλαιο του μέσου.

8.   Όταν επέρχεται γεγονός ενεργοποίησης, τα ιδρύματα απαιτείται να ενεργούν ως εξής:

α)

ενημερώνουν τα μέλη του προσωπικού στο οποίο έχουν χορηγηθεί τα μέσα ως μεταβλητές αποδοχές και τα πρόσωπα που εξακολουθούν να κατέχουν τέτοια μέσα·

β)

υποτιμούν το βασικό κεφάλαιο των μέσων ή μετατρέπουν τα μέσα σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 το συντομότερο δυνατόν και εντός μέγιστης προθεσμίας ενός μηνός, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

9.   Όταν τα πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1, τα μέσα της κατηγορίας 2 και τα λοιπά μέσα περιλαμβάνουν το ίδιο επίπεδο ενεργοποίησης, το βασικό κεφάλαιο υποτιμάται ή μετατρέπεται σε αναλογική βάση σε όλους τους κατόχους τέτοιων μέσων τα οποία χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς των μεταβλητών αποδοχών.

10.   Το ποσό του μέσου που πρέπει να υποτιμηθεί ή να μετατραπεί υπόκειται σε ανεξάρτητη εξέταση. Η εν λόγω εξέταση ολοκληρώνεται το συντομότερο δυνατό και δεν δημιουργεί εμπόδια στην υποτίμηση ή μετατροπή του μέσου από το ίδρυμα.

11.   Το ίδρυμα που εκδίδει πρόσθετα μέσα που μετατρέπονται σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 κατά την επέλευση γεγονότος ενεργοποίησης απαιτείται να διασφαλίζει ότι το εγγεγραμμένο μετοχικό κεφάλαιό του επαρκεί ανά πάσα στιγμή για τη μετατροπή σε μετοχές όλων αυτών των μετατρέψιμων μέσων εφόσον επέλθει γεγονός ενεργοποίησης. Το ίδρυμα απαιτείται να διατηρεί ανά πάσα στιγμή την απαραίτητη πρότερη εξουσιοδότηση να εκδίδει τα μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 στα οποία θα μετατραπούν τα εν λόγω μέσα μόλις επέλθει ένα γεγονός ενεργοποίησης.

12.   Το ίδρυμα που εκδίδει μέσα που μετατρέπονται σε μέσα κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 κατά την επέλευση γεγονότος ενεργοποίησης απαιτείται να διασφαλίζει ότι δεν υπάρχουν διαδικαστικά εμπόδια για τη μετατροπή αυτή λόγω της σύστασης ή του καταστατικού ή των συμβατικών διευθετήσεών του.

13.   Προκειμένου η υποτίμηση ενός μέσου να θεωρηθεί προσωρινή, πρέπει να πληρούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:

α)

οι ανατιμήσεις βασίζονται σε κέρδη μετά τη λήψη από τον εκδότη του μέσου επίσημης απόφασης που επιβεβαιώνει τα τελικά κέρδη·

β)

κάθε ανατίμηση του μέσου ή πληρωμή τοκομεριδίων στο μειωμένο ποσό του βασικού κεφαλαίου πραγματοποιείται με πλήρη διακριτική ευχέρεια του ιδρύματος, λαμβανομένων υπόψη των περιορισμών που προκύπτουν από τα στοιχεία γ), δ) και ε), και το ίδρυμα δεν είναι υποχρεωμένο να πραγματοποιήσει ή να επιταχύνει μια ανατίμηση κάτω από ειδικές συνθήκες·

γ)

μια ανατίμηση πραγματοποιείται σε αναλογική βάση μεταξύ των πρόσθετων μέσων της κατηγορίας 1, των μέσων της κατηγορίας 2 και των λοιπών μέσων που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό των μεταβλητών αποδοχών και έχουν υποβληθεί σε υποτίμηση·

δ)

το μέγιστο ποσό που πρέπει να αποδοθεί στο άθροισμα της ανατίμησης των μέσων της κατηγορίας 2 και των λοιπών μέσων, μαζί με την καταβολή τοκομεριδίων στο μειωμένο ποσό του βασικού κεφαλαίου είναι ίσο με το κέρδος του ιδρύματος πολλαπλασιασμένο επί το ποσό που προκύπτει με διαίρεση του ποσού που καθορίζεται στο σημείο i) διά του ποσού που καθορίζεται στο σημείο ii):

i)

το άθροισμα του ονομαστικού ποσού όλων των μέσων της κατηγορίας 2 και των λοιπών μέσων του ιδρύματος πριν από την υποτίμηση που έχουν υποβληθεί σε υποτίμηση·

ii)

το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων και του ονομαστικού ποσού των λοιπών μέσων που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό των μεταβλητών αποδοχών του ιδρύματος·

ε)

το άθροισμα των τυχόν ποσών ανατίμησης και των πληρωμών τοκομεριδίων επί του μειωμένου ποσού του βασικού κεφαλαίου αντιμετωπίζεται ως πληρωμή που οδηγεί σε μείωση των κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 και υπόκειται, από κοινού με άλλες διανομές σε μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, στους περιορισμούς σχετικά με το μέγιστο διανεμητέο ποσό, όπως ορίζεται στο άρθρο 141 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

14.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 13 στοιχείο δ), ο υπολογισμός γίνεται κατά τη στιγμή όπου πραγματοποιείται η ανατίμηση.

Άρθρο 6

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(3)  Επιτροπή ευρωπαϊκών αρχών τραπεζικής εποπτείας: Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις πολιτικές και πρακτικές αποδοχών της 10ης Δεκεμβρίου 2010.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής, (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 1995 για τη θέσπιση εναρμονισμένων δεικτών τιμών καταναλωτή (ΕΕ L 257 της 27.10.1995, σ. 1).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/29


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 528/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον κίνδυνο δικαιωμάτων προαίρεσης που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα στο πλαίσιο της τυποποιημένης προσέγγισης των κινδύνων της αγοράς

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το τρίτο εδάφιο του άρθρου 329 παράγραφος 3, το τρίτο εδάφιο του άρθρου 352 παράγραφος 6 και το τρίτο εδάφιο του άρθρου 358 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει της εντολής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για την ανάπτυξη ενός φάσματος μεθόδων για την αποτύπωση άλλων κινδύνων εκτός του κινδύνου συντελεστή δέλτα στον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων των ιδρυμάτων, «κατά τρόπο αναλογικό της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων των ιδρυμάτων στα δικαιώματα προαίρεσης και τους τίτλους επιλογής», θα πρέπει να σχεδιαστούν προσεγγίσεις με διαφορετικά επίπεδα πολυπλοκότητας και ευαισθησίας στον κίνδυνο, που δύναται να είναι κατάλληλες για διαφορετικά προφίλ ιδρυμάτων. Επομένως, θα πρέπει να προβλεφθούν οι ακόλουθες τρεις προσεγγίσεις κατά σειρά αυξανόμενης πολυπλοκότητας για τη μέτρηση των κινδύνων σε σχέση με δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα: i) η απλουστευμένη προσέγγιση, ii) η προσέγγιση δέλτα-συν και iii) η προσέγγιση σεναρίου. Αυτό το, βασιζόμενο σε τρεις προσεγγίσεις, πλαίσιο εφαρμόζει σε μεγάλο βαθμό το πλαίσιο για τους κινδύνους που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα το οποίο προβλέπεται από την Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία (BCBS), με κατάλληλες προσαρμογές ώστε να λαμβάνεται υπόψη ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Παρέχεται έτσι το πρόσθετο όφελος της εξασφάλισης της συνέπειας μεταξύ των ενωσιακών κανόνων και των διεθνώς συμφωνηθέντων ελάχιστων προτύπων.

(2)

Δεδομένης της αναγκαιότητας να παρασχεθεί στα ιδρύματα που εφαρμόζουν την προσέγγιση δέλτα-συν η δυνατότητα αντιμετώπισης των μη συνεχών δικαιωμάτων προαίρεσης με προσέγγιση μεγαλύτερης ευαισθησίας ως προς τους κινδύνους, τα ιδρύματα θα πρέπει να είναι σε θέση να συνδυάζουν τις προσεγγίσεις που προβλέπονται για τη μέτρηση του κινδύνου των δικαιωμάτων προαίρεσης και των τίτλων επιλογής υπό ορισμένες συνθήκες, όχι μόνον εντός των ομίλων, αλλά και εντός μεμονωμένων νομικών οντοτήτων. Παρ' όλα αυτά, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο επιλεκτικής εφαρμογής των προσεγγίσεων από τα ιδρύματα με σκοπό την ελαχιστοποίηση των κεφαλαιακών απαιτήσεών τους, ο συνδυασμός των προσεγγίσεων σε μεμονωμένη βάση θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τα ιδρύματα θα προσδιορίζουν το πεδίο εφαρμογής κάθε προσέγγισης πριν να ξεκινήσουν τη χρήση της, για τη συνεπή εφαρμογή της διαχρονικά.

(3)

Οι κίνδυνοι που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα και που σχετίζονται με δικαιώματα προαίρεσης και τίτλους επιλογής δύναται να περιλαμβάνουν, ενδεικτικά, κινδύνους που ανακύπτουν από μεταβολές στον συντελεστή γάμα του υποκείμενου μέσου, αναφερόμενους ως κίνδυνος δευτέρου βαθμού συσχέτισης «κίνδυνος γάμα» ή «κίνδυνος κυρτότητας», όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, κινδύνους που ανακύπτουν από μεταβολές στον συντελεστή βέγκα, αναφερόμενους ως κίνδυνος μεταβολής της υπονοούμενης διακύμανσης «κίνδυνος βέγκα» ή «κίνδυνος αστάθειας», όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, κινδύνους που ανακύπτουν από μεταβολές στα επιτόκια, αναφερόμενους ως «κίνδυνος επιτοκίου» ή «κίνδυνος ρο», μη γραμμικότητα που δεν μπορεί να ενσωματωθεί από τον κίνδυνο γάμα και τον κίνδυνο τεκμαρτής συσχέτισης για σύνολο δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής. Από αυτούς τους κινδύνους, μόνο οι κίνδυνοι δεύτερου βαθμού συσχέτισης και μεταβολής της υπονοούμενης διακύμανσης είναι τέτοιας σπουδαιότητας ώστε να δικαιολογείται η επιβολή των κεφαλαιακών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, ακόμη και για τα περισσότερο πολύπλοκα ιδρύματα και, ως εκ τούτου, μόνο αυτοί οι τύποι κινδύνων θα πρέπει να καλύπτονται κατά τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα ιδρύματα πρέπει να λάβουν άδεια από την αρμόδια αρχή πριν να χρησιμοποιήσουν κάποιο εσωτερικό μοντέλο για τον υπολογισμό του συντελεστή δέλτα. Ωστόσο, η χρήση προσεγγίσεων κινδύνου που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα παρακολουθείται και αξιολογείται στο πλαίσιο της διαδικασίας εποπτικής εξέτασης και αξιολόγησης των ιδρυμάτων που προβλέπεται από τις διατάξεις της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Επιπροσθέτως, η μεγαλύτερη πολυπλοκότητα της προσέγγισης σεναρίου απαιτεί στενότερη παρακολούθηση από τις αρμόδιες αρχές και, επομένως, η χρήση της από τα ιδρύματα πρέπει να βασίζεται σε προσδιορισμένες προϋποθέσεις εφαρμογής, τόσο πριν από την πρώτη χρήση της όσο και σε συνεχή βάση.

(4)

Δεδομένου ότι το άρθρο 330 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά την αντιμετώπιση συμφωνιών ανταλλαγής σταθερού σε κυμαινόμενου επιτοκίου ισχύει μόνον «όσον αφορά τον κίνδυνο επιτοκίου», δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για ορισμένα χρηματοοικονομικά μέσα, όπως δικαιώματα προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής.

(5)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού συνδέονται στενά μεταξύ τους, καθώς αφορούν στο σύνολό τους τη μέτρηση των κινδύνων δικαιωμάτων προαίρεσης και τίτλων επιλογής που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα και που σχετίζονται με διαφορετικά υποκείμενα μέσα. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των διατάξεων αυτών, οι οποίες θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα, και να διευκολυνθούν τα πρόσωπα που υπόκεινται στις εξ αυτών υποχρεώσεις να έχουν πλήρη εικόνα και συνεκτική πρόσβαση στο κείμενο των διατάξεων αυτών, κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθούν όλα τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για το θέμα αυτό σε έναν ενιαίο κανονισμό.

(6)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στην Επιτροπή.

(7)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Προσδιορισμός των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο δικαιωμάτων προαίρεσης και τίτλων επιλογής που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα

1.   Τα ιδρύματα υπολογίζουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις τους για τον κίνδυνο αγοράς σε σχέση με τον κίνδυνο δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα, όπως απαιτείται από τα άρθρα 329 παράγραφος 3, 352 παράγραφος 6 και 358 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

α)

την απλουστευμένη προσέγγιση, όπως ορίζεται στα άρθρα 2 και 3 του παρόντος κανονισμού·

β)

την προσέγγιση δέλτα-συν, όπως ορίζεται στα άρθρα 4, 5 και 6 του παρόντος κανονισμού·

γ)

την προσέγγιση σεναρίου, όπως ορίζεται στα άρθρα 7, 8 και 9 του παρόντος κανονισμού.

2.   Κατά τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ενοποιημένη βάση, τα ιδρύματα δύναται να χρησιμοποιούν συνδυαστικά διαφορετικές προσεγγίσεις. Σε ατομική βάση, τα ιδρύματα δύναται να συνδυάζουν μόνο την προσέγγιση σεναρίου και την προσέγγιση δέλτα-συν υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 4 έως 9.

3.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα ιδρύματα πράττουν τα εξής:

α)

αναλύουν τα καλάθια δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής στα θεμελιώδη συστατικά τους·

β)

αναλύουν ανώτατα και κατώτατα όρια ή άλλα δικαιώματα προαίρεσης που αφορούν επιτόκια σε διάφορες ημερομηνίες, σε μια αλυσίδα ανεξάρτητων δικαιωμάτων προαίρεσης που αφορούν διαφορετικές χρονικές περιόδους (caplets ή floorlets)·

γ)

αντιμετωπίζουν τα δικαιώματα προαίρεσης ή τους τίτλους επιλογής επί συμφωνιών ανταλλαγής σταθερών σε κυμαινόμενων επιτοκίων ως δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί του σκέλους σταθερού επιτοκίου της συμφωνίας ανταλλαγής·

δ)

αντιμετωπίζουν τα δικαιώματα προαίρεσης ή τους τίτλους επιλογής που αφορούν περισσότερα από ένα υποκείμενα μέσα από αυτά που περιγράφονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 ως καλάθι δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής, όπου κάθε δικαίωμα προαίρεσης έχει ένα μόνο διακριτό υποκείμενο μέσο.

Άρθρο 2

Προϋποθέσεις για την εφαρμογή της απλουστευμένης προσέγγισης

Τα ιδρύματα που αγοράζουν μόνο δικαιώματα προαίρεσης και τίτλους επιλογής μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο την απλουστευμένη προσέγγιση.

Άρθρο 3

Προσδιορισμός των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με την απλουστευμένη προσέγγιση

1.   Τα ιδρύματα που εφαρμόζουν την απλουστευμένη προσέγγιση υπολογίζουν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με τους κινδύνους δικαιωμάτων αγοράς και πώλησης ή τίτλων επιλογής που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα ως το μέγιστο ποσό μεταξύ του μηδενός και της διαφοράς μεταξύ των ακόλουθων τιμών:

α)

του ακαθάριστου ποσού, όπως περιγράφεται στις παραγράφους 2 έως 5·

β)

του σταθμισμένου με τον συντελεστή δέλτα ισοδύναμου ποσού, το οποίο υπολογίζεται ως η αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου, πολλαπλασιασμένο με τον συντελεστή δέλτα και κατόπιν πολλαπλασιασμένο με έναν από τους ακόλουθους σχετικούς συντελεστές στάθμισης:

i)

για τον ειδικό και γενικό κίνδυνο μετοχικών τίτλων ή κίνδυνο επιτοκίου, σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

για τον κίνδυνο βασικού εμπορεύματος, σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

iii)

για τον κίνδυνο συναλλάγματος σύμφωνα με το τρίτο μέρος τίτλος IV κεφάλαιο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

2.   Για δικαιώματα προαίρεσης και τίτλους επιλογής που εμπίπτουν σε μία από τις ακόλουθες δύο κατηγορίες, το ακαθάριστο ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσδιορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 3 έως 4:

α)

στις περιπτώσεις που ο αγοραστής έχει το άνευ όρων δικαίωμα να αγοράσει το υποκείμενο στοιχείο ενεργητικού σε προκαθορισμένη τιμή κατά την ημερομηνία λήξης ή ανά πάσα στιγμή πριν από την ημερομηνία λήξης, και στις περιπτώσεις που ο πωλητής έχει την υποχρέωση να ικανοποιήσει την απαίτηση του αγοραστή («απλά δικαιώματα αγοράς ή τίτλοι επιλογής»)·

β)

στις περιπτώσεις που ο αγοραστής έχει το άνευ όρων δικαίωμα να πωλήσει το υποκείμενο στοιχείο ενεργητικού κατά τον ίδιο τρόπο που περιγράφεται στο στοιχείο α) («απλά δικαιώματα πώλησης ή τίτλοι επιλογής»).

3.   Το ακαθάριστο ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπολογίζεται ως το μέγιστο ποσό μεταξύ του μηδενός και της αγοραίας αξίας του υποκείμενου τίτλου πολλαπλασιασμένο με το άθροισμα των ειδικών και γενικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων έναντι κινδύνων της αγοράς για το υποκείμενο μέσο μείον το ποσό του κέρδους, εάν υπάρχει, που προκύπτει από την άμεση εκτέλεση του δικαιώματος προαίρεσης («δικαίωμα με θετική εσωτερική αξία»), εφόσον πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το δικαίωμα προαίρεσης ή ο τίτλος επιλογής ενσωματώνει το δικαίωμα πώλησης του υποκείμενου στοιχείου ενεργητικού («long put») και συνδυάζεται με συμμετοχές στο υποκείμενο στοιχείο ενεργητικού («θετική θέση στο υποκείμενο μέσο»)·

β)

το δικαίωμα προαίρεσης ή ο τίτλος επιλογής ενσωματώνει το δικαίωμα αγοράς του υποκείμενου στοιχείου ενεργητικού («long call») και συνδυάζεται με την υπόσχεση πώλησης συμμετοχών στο υποκείμενο μέσο («αρνητική θέση στο υποκείμενο στοιχείο ενεργητικού»).

4.   Στην περίπτωση που το δικαίωμα προαίρεσης ή ο τίτλος επιλογής ενσωματώνει δικαίωμα αγοράς του υποκείμενου στοιχείου ενεργητικού («long call») ή δικαίωμα πώλησης του υποκείμενου στοιχείου ενεργητικού («long put»), το ακαθάριστο ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να είναι το μικρότερο από τα ακόλουθα δύο ποσά:

α)

την αγοραία αξία του υποκείμενου τίτλου πολλαπλασιασμένη με το άθροισμα των ειδικών και γενικών απαιτήσεων κινδύνου αγοράς για το υποκείμενο στοιχείο ενεργητικού·

β)

την αξία της θέσης που προσδιορίζεται με τη μέθοδο αποτίμησης βάσει τρεχουσών τιμών αγοράς ή τη μέθοδο αποτίμησης βάσει υποδείγματος θεωρητικών τιμών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 104 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 («αγοραία αξία του δικαιώματος προαίρεσης ή του τίτλου επιλογής»).

5.   Για όλους τους τύπους δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής που δεν έχουν τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το ακαθάριστο ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι η αγοραία αξία του δικαιώματος προαίρεσης ή του τίτλου επιλογής.

Άρθρο 4

Επισκόπηση του προσδιορισμού των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με την προσέγγιση δέλτα-συν

1.   Στις περιπτώσεις που τα ιδρύματα επιλέγουν την εφαρμογή της προσέγγισης δέλτα-συν, για δικαιώματα προαίρεσης και τίτλους επιλογής των οποίων ο συντελεστής γάμα είναι μια συνεχής συνάρτηση της τιμής του υποκείμενου μέσου και ο συντελεστής μεταβολής της υπονοούμενης διακύμανσης είναι μια συνεχής συνάρτηση της τεκμαρτής μεταβλητότητας («συνεχή δικαιώματα προαίρεσης και τίτλοι επιλογής»), οι απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για κινδύνους σε σχέση με δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα υπολογίζονται ως το άθροισμα των ακόλουθων απαιτήσεων:

α)

των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αφορούν το μερικό παράγωγο του συντελεστή δέλτα σε σχέση με την τιμή του υποκείμενου μέσου, το οποίο, για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί ομολόγων, είναι το μερικό παράγωγο του συντελεστή δέλτα σε σχέση με την απόδοση μέχρι τη λήξη του υποκείμενου ομολόγου, και για δικαιώματα προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής είναι το μερικό παράγωγο του συντελεστή δέλτα σε σχέση με το επιτόκιο ανταλλαγής·

β)

της απαίτησης σχετικά με το πρώτο μερικό παράγωγο της αξίας ενός δικαιώματος προαίρεσης ή τίτλου επιλογής, σε σχέση με την τεκμαρτή μεταβλητότητα.

2.   Ως τεκμαρτή μεταβλητότητα λαμβάνεται η αξία της μεταβλητότητας στον τύπο τιμολόγησης του δικαιώματος προαίρεσης ή του τίτλου επιλογής για την οποία, δεδομένου ενός συγκεκριμένου μοντέλου τιμολόγησης και δεδομένου του επιπέδου όλων των άλλων παρατηρήσιμων παραμέτρων τιμολόγησης, η θεωρητική τιμή του δικαιώματος προαίρεσης ή του τίτλου επιλογής ισούται με την αγοραία αξία του, όπου η «αγοραία αξία» έχει την έννοια που της αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4.

3.   Οι απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για κινδύνους που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα και που σχετίζονται με μη συνεχή δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής προσδιορίζονται ως εξής:

α)

στις περιπτώσεις που τα δικαιώματα προαίρεσης ή οι τίτλοι επιλογής έχουν αγοραστεί, ως το μέγιστο ποσό μεταξύ του μηδενός και της διαφοράς μεταξύ των ακόλουθων τιμών:

i)

της αγοραίας αξίας του δικαιώματος προαίρεσης ή του τίτλου επιλογής, με την έννοια που της αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4·

ii)

του σταθμισμένου με τον συντελεστή δέλτα ισοδύναμου ποσού, με την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)·

β)

στις περιπτώσεις που τα δικαιώματα προαίρεσης ή οι τίτλοι επιλογής έχουν πωληθεί, ως το μέγιστο ποσό μεταξύ του μηδενός και της διαφοράς μεταξύ των ακόλουθων ποσών:

i)

της σχετικής αγοραίας αξίας του υποκείμενου στοιχείου ενεργητικού, η οποία θεωρείται ότι είναι είτε η μέγιστη δυνατή πληρωμή κατά την ημερομηνία λήξης, εάν έχει καθοριστεί συμβατικά, είτε η αγοραία αξία του υποκείμενου στοιχείου ενεργητικού είτε η πραγματική ονομαστική αξία εάν δεν έχει καθοριστεί συμβατικά μέγιστη δυνατή πληρωμή·

ii)

του σταθμισμένου με τον συντελεστή δέλτα ισοδύναμου ποσού, με την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β).

4.   Η τιμή για τους συντελεστές γάμα και βέγκα που χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων υπολογίζεται με τη χρήση κατάλληλου μοντέλου τιμολόγησης, όπως αναφέρεται στα άρθρα 329 παράγραφος 1, 352 παράγραφος 1 και 358 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατός ο υπολογισμός ούτε του συντελεστή γάμα ούτε του συντελεστή βέγκα σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η κεφαλαιακή απαίτηση για κινδύνους που δεν υπάγονται στον συντελεστή δέλτα υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 5

Προσδιορισμός των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο γάμα σύμφωνα με την προσέγγιση δέλτα-συν

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α), οι απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο γάμα υπολογίζονται με μια διαδικασία που αποτελείται από την ακόλουθη σειρά βημάτων:

α)

για κάθε μεμονωμένο δικαίωμα προαίρεσης ή τίτλο επιλογής υπολογίζεται ο αντίκτυπος συντελεστή γάμα·

β)

οι επιπτώσεις του συντελεστή γάμα μεμονωμένων δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής που αναφέρονται στον ίδιο διακριτό υποκείμενο τύπο προστίθενται·

γ)

η απόλυτη τιμή του αθροίσματος όλων των αρνητικών τιμών που προκύπτουν από το βήμα (β) δίνει τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο γάμα. Οι θετικές τιμές που προκύπτουν από το βήμα (β) δεν λαμβάνονται υπόψη.

2.   Για τους σκοπούς του βήματος του σημείου (α) της παραγράφου 1, οι επιπτώσεις του συντελεστή γάμα υπολογίζονται σύμφωνα με τον τύπο που περιγράφεται στο παράρτημα 1.

3.   Για τους σκοπούς του βήματος του σημείου (β) της παραγράφου 1, ως διακριτός υποκείμενος τύπος λαμβάνεται:

α)

για επιτόκια στο ίδιο νόμισμα: κάθε διάστημα ληκτότητας όπως ορίζεται στον πίνακα 2 του άρθρου 339 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

για μετοχές και χρηματιστηριακούς δείκτες: κάθε αγορά όπως ορίζεται στους κανόνες που πρόκειται να αναπτυχθούν σύμφωνα με το άρθρο 341 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

για ξένα νομίσματα και χρυσό: κάθε ζεύγος νομισμάτων και χρυσός·

δ)

για βασικά εμπορεύματα: βασικά εμπορεύματα που θεωρούνται ίδια όπως ορίζεται στο άρθρο 357 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 6

Προσδιορισμός των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο βέγκα σύμφωνα με την προσέγγιση δέλτα-συν

Για τους σκοπούς του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), η απαίτηση ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο μεταβολής της υπονοούμενης διακύμανσης υπολογίζεται με μια διαδικασία που αποτελείται από την ακόλουθη σειρά βημάτων:

α)

η τιμή του συντελεστή βέγκα προσδιορίζεται για κάθε μεμονωμένο δικαίωμα προαίρεσης·

β)

για κάθε μεμονωμένο δικαίωμα προαίρεσης υπολογίζεται υποτιθέμενη μεταβολή συν/πλην 25 % της τεκμαρτής μεταβλητότητας, όπου η τεκμαρτή μεταβλητότητα έχει την έννοια που της αποδίδεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2·

γ)

για κάθε μεμονωμένο δικαίωμα προαίρεσης η τιμή του συντελεστή βέγκα που προκύπτει από το βήμα του σημείου (α) πολλαπλασιάζεται με την υποτιθέμενη μεταβολή της τεκμαρτής μεταβλητότητας που προκύπτει από το βήμα του σημείου (β)·

δ)

για κάθε διακριτό υποκείμενο τύπο, με την έννοια που του αποδίδεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, προστίθενται οι τιμές που προκύπτουν από το βήμα του σημείου (γ)·

ε)

το άθροισμα των απόλυτων τιμών που προκύπτουν από το βήμα του σημείου (δ) δίνει τη συνολική απαίτηση ιδίων κεφαλαίων για τον κίνδυνο βέγκα.

Άρθρο 7

Προϋποθέσεις εφαρμογής της προσέγγισης σεναρίου

Τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν την προσέγγιση σεναρίου εφόσον πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν συστήσει μια μονάδα ελέγχου κινδύνων που παρακολουθεί τον κίνδυνο του χαρτοφυλακίου δικαιωμάτων προαίρεσης των ιδρυμάτων και αναφέρει τα αποτελέσματα στη διοίκηση·

β)

ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές, με τρόπο διαχρονικά συνεπή, για το προκαθορισμένο πεδίο εφαρμογής των ανοιγμάτων που πρόκειται να καλυφθούν από αυτή την προσέγγιση·

γ)

ενσωματώνουν τα αποτελέσματα της προσέγγισης σεναρίου στις εσωτερικές αναφορές προς τη διοίκηση του ιδρύματος.

Για τους σκοπούς του βήματος του σημείου (γ), τα ιδρύματα καθορίζουν τις ακριβείς θέσεις που υπόκεινται στην προσέγγιση σεναρίου, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του προϊόντος ή της προσδιορισμένης μονάδας διαπραγμάτευσης και του χαρτοφυλακίου, της χαρακτηριστικής προσέγγισης διαχείρισης κινδύνου που εφαρμόζεται στις θέσεις αυτές, της ειδικής εφαρμογής πληροφορικής που χρησιμοποιείται σε αυτές τις θέσεις και της αιτιολογίας για την κατανομή των θέσεων αυτών στην προσέγγιση σεναρίου, όσον αφορά τις θέσεις που κατανέμονται σε άλλες προσεγγίσεις.

Άρθρο 8

Προσδιορισμός του προτύπου σεναρίου σύμφωνα με την προσέγγιση σεναρίου

1.   Για κάθε διακριτό υποκείμενο τύπο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, το ίδρυμα πρέπει να καθορίζει ένα πρότυπο σεναρίου το οποίο περιλαμβάνει μια σειρά από σενάρια.

2.   Η πρώτη διάσταση του προτύπου σεναρίου είναι οι μεταβολές των τιμών στο υποκείμενο μέσο πάνω και κάτω από την τρέχουσα αξία του. Αυτό το εύρος μεταβολών απαρτίζεται από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επιτοκίου, συν/πλην την υποτιθέμενη μεταβολή των επιτοκίων που ορίζεται στη στήλη 5 του πίνακα 2 του άρθρου 339 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί μετοχικού κεφαλαίου ή δεικτών μετοχών, συν/πλην τον συντελεστή στάθμισης που προβλέπεται στο άρθρο 343 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί συναλλάγματος και χρυσού, συν/πλην τον συντελεστή στάθμισης που αναφέρεται στο άρθρο 351 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή, κατά περίπτωση, συν/πλην τον συντελεστή στάθμισης που αναφέρεται στο άρθρο 354 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

για δικαιώματα προαίρεσης (τίτλους επιλογής) επί βασικών εμπορευμάτων, συν/πλην τον συντελεστή στάθμισης που αναφέρεται στο άρθρο 360 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.   Τα σενάρια μεταβολής τιμών στο υποκείμενο μέσο καθορίζονται από ένα πλέγμα τουλάχιστον επτά σημείων, το οποίο περιλαμβάνει την τρέχουσα παρατήρηση και χωρίζει το εύρος που αναφέρεται στην παράγραφο 2 σε ισαπέχοντα διαστήματα.

4.   Η δεύτερη διάσταση του προτύπου σεναρίου προσδιορίζεται από τις μεταβολές της αστάθειας. Το εύρος των μεταβολών της αστάθειας κυμαίνεται μεταξύ συν/πλην 25 % της τεκμαρτής μεταβλητότητας, όπου η τεκμαρτή μεταβλητότητα έχει την έννοια που της αποδίδεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2. Το εύρος αυτό χωρίζεται σε ένα πλέγμα τουλάχιστον τριών σημείων τα οποία περιλαμβάνουν μεταβολή 0 % και χωρίζουν το εύρος σε ισαπέχοντα διαστήματα.

5.   Το πρότυπο σεναρίου προσδιορίζεται από όλους τους πιθανούς συνδυασμούς σημείων, όπως ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4. Κάθε συνδυασμός αποτελεί ένα μόνο σενάριο.

Άρθρο 9

Προσδιορισμός των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με την προσέγγιση σεναρίου

Σύμφωνα με την προσέγγιση σεναρίου, η απαίτηση ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με τον κίνδυνο δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα υπολογίζεται μέσω μιας διαδικασίας που αποτελείται από την ακόλουθη σειρά βημάτων:

α)

για κάθε μεμονωμένο δικαίωμα προαίρεσης ή τίτλο επιλογής, όλα τα σενάρια που αναφέρονται στο άρθρο 8 εφαρμόζονται για τον υπολογισμό της προσομοιωθείσας καθαρής ζημίας ή κέρδους που αντιστοιχεί σε κάθε σενάριο. Η προσομοίωση αυτή πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας μεθόδους πλήρους αναπροσαρμογής, προσομοιώνοντας τις μεταβολές τιμών με τη χρήση μοντέλων τιμολόγησης και χωρίς να βασίζεται στις τοπικές προσεγγίσεις αυτών των μοντέλων·

β)

για κάθε διακριτό υποκείμενο τύπο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, οι τιμές που λαμβάνονται μέσω του υπολογισμού στο σημείο (α) και αφορούν τα επιμέρους σενάρια αθροίζονται·

γ)

για κάθε διακριτό υποκείμενο τύπο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, το «σχετικό σενάριο» υπολογίζεται ως το σενάριο για το οποίο οι τιμές που έχουν προσδιοριστεί στο βήμα β) έχουν ως αποτέλεσμα τη μέγιστη ζημία ή το χαμηλότερο κέρδος εάν δεν υπάρχουν ζημίες·

δ)

για κάθε διακριτό υποκείμενο τύπο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, οι απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων υπολογίζονται σύμφωνα με τον τύπο που περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙ·

ε)

η συνολική απαίτηση ιδίων κεφαλαίων στην περίπτωση κινδύνου δικαιωμάτων προαίρεσης ή τίτλων επιλογής που δεν υπάγεται στον συντελεστή δέλτα είναι το άθροισμα των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που λαμβάνονται από τον υπολογισμό που αναφέρεται στο βήμα δ) για όλους τους διακριτούς υποκείμενους τύπους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (EE L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Τύπος που πρέπει να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του άρθρου 5 παράγραφος 2

Τύπος που πρέπει να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του άρθρου 5 παράγραφος 2:

αντίκτυπος συντελεστή γάμα = ^ × γάμμα × VU2

όπου VU:

α)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί επιτοκίων ή ομολόγων, ισούται με την τεκμαιρόμενη μεταβολή της απόδοσης που αναγράφεται στη στήλη 5 του πίνακα 2 του άρθρου 339 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί μετοχών και δείκτες μετοχών, η αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου πολλαπλασιαζόμενη επί τη στάθμιση που αναφέρεται στο άρθρο 343 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί συναλλάγματος και χρυσού, ισούται με την αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου υπολογιζόμενη στο νόμισμα αναφοράς και πολλαπλασιαζόμενη επί τη στάθμιση που αναφέρεται στο άρθρο 351 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή —εφόσον είναι σκόπιμο— τη στάθμιση που αναφέρεται στο άρθρο 354 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

για δικαιώματα προαίρεσης ή τίτλους επιλογής επί βασικών εμπορευμάτων, ισούται με την αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου πολλαπλασιαζόμενη επί τη στάθμιση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του άρθρου 360 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Τύπος που πρέπει να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του άρθρου 9 στοιχείο δ)

Τύπος που πρέπει να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του άρθρου 9 στοιχείο δ)

Απαίτηση ιδίων κεφαλαίων = – min (0,PC-DE)

όπου

α)

PC («μεταβολή τιμής») είναι το άθροισμα των μεταβολών των τιμών των δικαιωμάτων προαίρεσης με το ίδιο διακριτό υποκείμενο μέσο νοούμενο κατά τον τρόπο που περιγράφεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 (αρνητικό πρόσημο για τις ζημίες και θετικό πρόσημο για τα κέρδη) και αντιστοιχεί στο σχετικό σενάριο που προσδιορίζεται στο στοιχείο γ) του άρθρου 8.2·

β)

DE είναι το «αποτέλεσμα δέλτα» υπολογιζόμενο ως εξής:

DE = ADEV × PPCU

όπου

(i)

ADEV («συγκεντρωτική αξία ισοδύναμου δέλτα») είναι το άθροισμα των αρνητικών ή θετικών συντελεστών δέλτα, πολλαπλασιαζόμενο επί την αγοραία αξία των υποκείμενων μέσων της σύμβασης, των δικαιωμάτων προαίρεσης που έχουν το ίδιο διακριτό υποκείμενο μέσο νοούμενο κατά τον τρόπο που περιγράφεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3·

(ii)

PPCU («εκατοστιαία μεταβολή της τιμής του υποκείμενου μέσου») είναι η εκατοστιαία μεταβολή της τιμής του υποκείμενου μέσου νοούμενη κατά τον τρόπο που περιγράφεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 που αντιστοιχεί στο σχετικό σενάριο που προσδιορίζεται στο στοιχείο γ) του άρθρου 8.2.


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/36


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 529/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

που συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αξιολόγηση της σπουδαιότητας των επεκτάσεων και μεταβολών στην προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων και στην εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το τρίτο εδάφιο του άρθρου 143 παράγραφος 5 και το τρίτο εδάφιο του άρθρου 312 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, το εύρος εφαρμογής συστήματος διαβάθμισης αφορά το είδος των ανοιγμάτων που είναι δυνατόν να διαβαθμιστούν με το συγκεκριμένο σύστημα διαβάθμισης.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 διακρίνει τις ουσιώδεις επεκτάσεις ή μεταβολές στην προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων (προσέγγιση IRB) και στην εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης (ΑΜΑ) που υπόκεινται σε έγκριση, από όλες τις άλλες μεταβολές που υπόκεινται σε κοινοποίηση. Όσον αφορά τις δεύτερες, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν ορίζει τη χρονική στιγμή της κοινοποίησης της επέκτασης ή της μεταβολής, το κατά πόσον δηλαδή η επέκταση ή η μεταβολή θα πρέπει να κοινοποιείται πριν ή μετά την εφαρμογή της. Πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι για τις επεκτάσεις ή τις μεταβολές ήσσονος σημασίας δεν απαιτείται η εκ των προτέρων κοινοποίησή τους στις αρμόδιες αρχές. Επιπλέον, θα απέβαινε επίσης αποδοτικότερο και λιγότερο επιβαρυντικό για τα ιδρύματα να συγκεντρώνουν τις μεταβολές ήσσονος σημασίας και να τις κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές σε τακτά χρονικά διαστήματα. Πράγματι, αυτό αποτελεί ήδη την εποπτική πρακτική που ακολουθούν πολλά κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, οι επεκτάσεις και οι μεταβολές για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση θα πρέπει να διαιρούνται περαιτέρω σε επεκτάσεις και μεταβολές που απαιτούν κοινοποίηση πριν από την εφαρμογή τους και σε επεκτάσεις και μεταβολές που απαιτούν κοινοποίηση μόνον μετά την εφαρμογή τους. Η περαιτέρω αυτή διάκριση θα διασφάλιζε επιπλέον ότι οι αρμόδιες αρχές εστιάζουν την προσοχή τους, στο πλαίσιο των καθημερινών εργασιών τους, σε επεκτάσεις και μεταβολές που έχουν τη δυνατότητα να επιφέρουν ουσιώδεις αλλαγές στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων ή στην απόδοση των υποδειγμάτων ή των συστημάτων διαβάθμισης. Θα διασφάλιζε επίσης ότι τα ιδρύματα προβαίνουν σε διάκριση μεταξύ των επεκτάσεων και μεταβολών εξαιρετικής σημασίας και των επεκτάσεων και μεταβολών ήσσονος σημασίας βάσει μιας εποπτικής προσέγγισης προσανατολισμένης στον κίνδυνο. Μια τέτοια διάκριση μεταξύ των επεκτάσεων και μεταβολών που υπόκεινται σε κοινοποίηση πριν από την εφαρμογή και των επεκτάσεων και μεταβολών που υπόκεινται σε κοινοποίηση μετά την εφαρμογή θα ήταν σκόπιμη δεδομένου ότι η κοινοποίηση πριν από την εφαρμογή θα παρείχε στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να επανεξετάζουν την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Κάτι τέτοιο θα μείωνε επακολούθως τον εποπτικό φόρτο από την πλευρά των ιδρυμάτων.

(3)

Η σπουδαιότητα των επεκτάσεων ή των μεταβολών στα υποδείγματα εξαρτάται συνήθως από τον τύπο και την κατηγορία της προτεινόμενης επέκτασης ή μεταβολής (η οποία θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στα ποιοτικά κριτήρια), καθώς και από τη δυνατότητά τους να επιφέρουν αλλαγές στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων ή, κατά περίπτωση, στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων (η οποία θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στα ποσοτικά κριτήρια). Ως εκ τούτου, κάθε ποσοτικό κριτήριο που εφαρμόζεται για την αξιολόγηση της σπουδαιότητας των επεκτάσεων ή μεταβολών θα πρέπει να λαμβάνει τη μορφή ενός ορίου το οποίο θα βασίζεται στην ποσοστιαία μεταβολή των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων ή, κατά περίπτωση, των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων πριν και μετά τη μεταβολή.

(4)

Ενώ για τις επεκτάσεις και τις μεταβολές στις εξελιγμένες προσεγγίσεις μέτρησης (ΑΜΑ), το ποσοτικό όριο θα πρέπει να υπολογίζεται, χάριν απλούστευσης, με βάση τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, για τις μεταβολές στις προσεγγίσεις IRB το όριο θα πρέπει να υπολογίζεται με βάση τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, προκειμένου να αποφεύγεται τυχόν άσκηση αδικαιολόγητης επίδρασης στα όρια από διαφορές στα ποσά των προσαρμογών πιστωτικής αποτίμησης που πραγματοποιούνται, οι οποίες επηρεάζουν μεν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων όχι όμως και τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων. Επιπλέον, τα ποσοτικά κατώτατα όρια θα πρέπει να ορίζονται κατά τρόπο ώστε να λαμβάνουν υπόψη τον συνολικό αντίκτυπο των επεκτάσεων ή μεταβολών επί του κεφαλαίου που απαιτείται βάσει των εσωτερικών προσεγγίσεων, καθώς και των τυποποιημένων προσεγγίσεων, ώστε να αντικατοπτρίζεται ο βαθμός στον οποίο οι εσωτερικές προσεγγίσεις χρησιμοποιούνται για το σύνολο των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων ή των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων. Αυτό ισχύει για όλα τα κατώτατα όρια που τίθενται για αμφότερες τις προσεγγίσεις, εκτός από το δεύτερο όριο του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο ii) για την προσέγγιση IRB και το όριο της εκ των προτέρων κοινοποίησης για την προσέγγιση IRB, τα οποία ορίζονται σε σχέση με τον αντίκτυπο των μεταβολών στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων που καλύπτονται από το εύρος της εφαρμογής ενός συγκεκριμένου υποδείγματος. Τόσο για την προσέγγιση IRB όσο και για την ΑΜΑ, οι υπολογισμοί για τη μέτρηση του αντίκτυπου μιας δεδομένης επέκτασης ή μεταβολής πρέπει να πραγματοποιούνται με αναφορά στην ίδια χρονική στιγμή, δεδομένου ότι το σύνολο των ανοιγμάτων (στην περίπτωση της προσέγγισης IRB) και το προφίλ κινδύνου (στην περίπτωση της ΑΜΑ) είναι σχετικά σταθερά στον χρόνο.

(5)

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται, ανά πάσα στιγμή, να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα εποπτείας σε σχέση με τις επεκτάσεις και τις μεταβολές των υποδειγμάτων που έχουν κοινοποιηθεί, με βάση τη διαρκή εξέταση της άδειας χρήσης εσωτερικών προσεγγίσεων που προβλέπεται στο άρθρο 101 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2). Αφενός, αυτό έχει ως στόχο να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι απαιτήσεις που ορίζονται στο τρίτο μέρος, τίτλος II, κεφάλαιο 3, τμήμα 6, ή στο τρίτο μέρος, τίτλος III, κεφάλαιο 4 ή στο τρίτο μέρος, τίτλος IV, κεφάλαιο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Αφετέρου, επιβάλλεται η θέσπιση κανόνων για τον καθορισμό των σημείων ενεργοποίησης για νέες εγκρίσεις και κοινοποιήσεις επεκτάσεων και μεταβολών στις εσωτερικές προσεγγίσεις. Οι κανόνες αυτοί δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τις εποπτικές προσεγγίσεις επανεξέτασης των εσωτερικών υποδειγμάτων ή τις διοικητικές διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 20 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(6)

Οι μεταβολές στη μόνιμη μερική χρήση εσωτερικών προσεγγίσεων ή, κατά περίπτωση, στη διαδοχική εφαρμογή εσωτερικών προσεγγίσεων καλύπτονται από τα άρθρα 148 και 150 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για την προσέγγιση IRB και από το άρθρο 314 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για την ΑΜΑ. Ως εκ τούτου, οι συγκεκριμένοι τύποι μεταβολών δεν θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

(7)

Η άδεια των αρμόδιων αρχών αφορά τις μεθόδους, τις διαδικασίες, τους ελέγχους, τη συλλογή δεδομένων και τα συστήματα ΤΠ των προσεγγίσεων και, ως εκ τούτου, η διαρκής ευθυγράμμιση των υποδειγμάτων με το σύνολο των δεδομένων υπολογισμού που χρησιμοποιείται, βάσει των εγκεκριμένων μεθόδων, διαδικασιών, ελέγχων, συλλογών δεδομένων και συστημάτων ΤΠ δεν θα πρέπει να καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό.

(8)

Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση να αξιολογούν κατά πόσον τα ιδρύματα έχουν εφαρμόσει ορθώς τους κανόνες για την αξιολόγηση της σπουδαιότητας των επεκτάσεων και μεταβολών, θα πρέπει τα ιδρύματα να υποβάλλουν τα κατάλληλα δικαιολογητικά στις αρμόδιες αρχές. Προκειμένου να μειωθεί ο εποπτικός φόρτος που επωμίζονται τα ιδρύματα και να αυξηθούν η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των σχετικών διαδικασιών που εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες που να καθορίζουν τις απαιτήσεις όσον αφορά την τεκμηρίωση που θα πρέπει να συνοδεύει τις αιτήσεις για έγκριση ή τις κοινοποιήσεις των επεκτάσεων και των μεταβολών.

(9)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στην Επιτροπή.

(10)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού συνδέονται στενά μεταξύ τους, διότι, αφενός, αναφέρονται σε επεκτάσεις και/ή μεταβολές στις προσεγγίσεις ΑΜΑ και IRB όσον αφορά τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για πιστωτικό και λειτουργικό κίνδυνο και, αφετέρου, τα συναφή ζητήματα και διαδικασίες εποπτείας είναι παρόμοια για τους εν λόγω δύο τύπους εσωτερικών προσεγγίσεων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνοχή μεταξύ των διατάξεων αυτών και να διευκολυνθούν τα πρόσωπα που υπόκεινται στις εξ αυτών υποχρεώσεις να έχουν πλήρη εικόνα και συντονισμένη πρόσβαση στο κείμενο των διατάξεων αυτών, κρίνεται σκόπιμο να τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα και να συμπεριληφθούν όλα τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε σχέση με τις επεκτάσεις και τις μεταβολές των εσωτερικών υποδειγμάτων για πιστωτικό και λειτουργικό κίνδυνο, σε έναν ενιαίο κανονισμό. Ωστόσο, δεδομένου ότι το αντικείμενο του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 312 παράγραφος 4 είναι διαφορετικό, ο παρών κανονισμός πραγματεύεται μόνο τα στοιχεία β) και γ).

(11)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους για την αξιολόγηση της σπουδαιότητας των επεκτάσεων και των μεταβολών στις προσεγγίσεις των εσωτερικών διαβαθμίσεων και στις εξελιγμένες προσεγγίσεις μέτρησης που επιτρέπονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 575/2013, συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερειών κοινοποίησης των εν λόγω μεταβολών και επεκτάσεων.

Άρθρο 2

Κατηγορίες επεκτάσεων και μεταβολών

1.   Η σπουδαιότητα των μεταβολών στο εύρος εφαρμογής ενός συστήματος διαβάθμισης ή μιας προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές, ή των μεταβολών στα συστήματα διαβάθμισης ή στην προσέγγιση εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές, για την προσέγγιση των εσωτερικών διαβαθμίσεων («μεταβολές στην προσέγγιση IRB»)· ή των επεκτάσεων και των μεταβολών στην εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης («επεκτάσεις και μεταβολές στην ΑΜΑ») θα πρέπει να ταξινομείται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

ουσιώδεις επεκτάσεις και μεταβολές, για τις οποίες, σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 3 και το άρθρο 312 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, απαιτείται άδεια από τις αρμόδιες αρχές·

β)

άλλες επεκτάσεις και μεταβολές, για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές.

2.   Οι επεκτάσεις και μεταβολές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) ταξινομούνται περαιτέρω σε:

α)

επεκτάσεις και μεταβολές για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση πριν από την εφαρμογή τους·

β)

επεκτάσεις και μεταβολές για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση μετά την εφαρμογή τους.

Άρθρο 3

Αρχές της ταξινόμησης των επεκτάσεων και των μεταβολών

1.   Η ταξινόμηση των μεταβολών στην προσέγγιση IRB πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τα άρθρα 4 και 5.

Η ταξινόμηση των επεκτάσεων και των μεταβολών στην ΑΜΑ πραγματοποιείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τα άρθρα 6 και 7.

2.   Όταν τα ιδρύματα υποχρεούνται να υπολογίζουν τον ποσοτικό αντίκτυπο τυχόν επέκτασης ή μεταβολής στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων ή, κατά περίπτωση, στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων, εφαρμόζουν την ακόλουθη μεθοδολογία:

α)

για τον σκοπό της αξιολόγησης του ποσοτικού αντίκτυπου τα ιδρύματα πρέπει να χρησιμοποιούν τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία·

β)

όταν δεν είναι εφικτή η ακριβής εκτίμηση του ποσοτικού αντίκτυπου, τα ιδρύματα διεξάγουν αντ' αυτού αξιολόγηση του αντίκτυπου με βάση αντιπροσωπευτικό δείγμα ή άλλες αξιόπιστες μεθοδολογίες άντλησης συμπερασμάτων·

γ)

για τις μεταβολές που δεν έχουν άμεσο ποσοτικό αντίκτυπο, δεν υπολογίζεται ποσοτικός αντίκτυπος κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ) για την προσέγγιση IRB ή στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) για την AMA.

3.   Μία ουσιώδης επέκταση ή μεταβολή δεν δύναται να διαιρείται σε περισσότερες μεταβολές ή επεκτάσεις χαμηλότερης σπουδαιότητας.

4.   Σε περίπτωση αμφιβολίας, τα ιδρύματα κατατάσσουν τις επεκτάσεις και τις μεταβολές στην κατηγορία με τη μεγαλύτερη δυνητική σπουδαιότητα.

5.   Εάν οι αρμόδιες αρχές έχουν χορηγήσει άδεια για μια συγκεκριμένη ουσιώδη επέκταση ή μεταβολή, τα ιδρύματα υπολογίζουν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων με βάση την εγκεκριμένη επέκταση ή μεταβολή από την ημερομηνία που ορίζεται στη νέα άδεια η οποία αντικαθιστά την προηγούμενη. Σε περίπτωση που επέκταση ή μεταβολή για την οποία έχει χορηγηθεί άδεια από τις αρμόδιες αρχές δεν εφαρμόζεται την ημερομηνία που ορίζεται στη νέα άδεια, απαιτείται η χορήγηση νέας άδειας από τις αρμόδιες αρχές για την οποία υποβάλλεται αίτηση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

6.   Σε περίπτωση καθυστέρησης της εφαρμογής της επέκτασης ή της μεταβολής για την οποία έχει χορηγηθεί άδεια από την αρμόδια αρχή, το ίδρυμα ενημερώνει την αρμόδια αρχή και υποβάλλει σε αυτήν πρόγραμμα έγκαιρης εφαρμογής της εγκεκριμένης επέκτασης ή μεταβολής, το οποίο πρέπει να υλοποιήσει εντός προθεσμίας που συμφωνείται με την αρμόδια αρχή.

7.   Σε περίπτωση που επέκταση ή μεταβολή έχει ταξινομηθεί στην κατηγορία εκείνων για τις οποίες απαιτείται εκ των προτέρων κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές, και σε περίπτωση που, μετά την κοινοποίηση, τα ιδρύματα αποφασίζουν να μην εφαρμόσουν την επέκταση ή τη μεταβολή, τα ιδρύματα κοινοποιούν την απόφαση αυτή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 4

Ουσιώδεις μεταβολές στην προσέγγιση IRB

1.   Οι μεταβολές στην προσέγγιση IRB θεωρούνται ουσιώδεις εάν πληρούν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

εμπίπτουν σε μία από τις μεταβολές στο εύρος εφαρμογής συστημάτων διαβάθμισης ή προσεγγίσεων εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές που αναφέρονται στο παράρτημα I, μέρος I, τμήμα 1·

β)

εμπίπτουν σε μία από τις μεταβολές στα συστήματα διαβάθμισης ή τις προσεγγίσεις εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές που αναφέρονται στο παράρτημα I, μέρος II, τμήμα 1·

γ)

έχουν ως αποτέλεσμα ένα από τα ακόλουθα:

i)

μείωση της τάξης του 1,5 % του συνόλου:

είτε των ενοποιημένων ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων του μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ,

είτε των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων στην περίπτωση ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό·

ii)

μείωση κατά τουλάχιστον 15 % των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος εσωτερικής διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ) σημείο i) του παρόντος άρθρου, και σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, ο αντίκτυπος της μεταβολής εκτιμάται ως λόγος, ο οποίος υπολογίζεται ως εξής:

α)

στον αριθμητή, η διαφορά των ποσών των σταθμισμένων ως προς των κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος εσωτερικής διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές πριν και μετά τη μεταβολή στο ενοποιημένο επίπεδο του μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ ή σε επίπεδο ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό·

β)

στον παρονομαστή, τα συνολικά ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων πριν από τη μεταβολή στο ενοποιημένο επίπεδο του μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ ή, αντίστοιχα, σε επίπεδο ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό.

Ο υπολογισμός πρέπει να αναφέρεται στην ίδια χρονική στιγμή.

Ο προσδιορισμός του αντίκτυπου στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων αφορά μόνον τον αντίκτυπο της μεταβολής στην προσέγγιση IRB, και θεωρείται ότι το σύνολο των ανοιγμάτων παραμένει σταθερό.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ) σημείο ii) του παρόντος άρθρου, και σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, ο αντίκτυπος της μεταβολής εκτιμάται ως λόγος, ο οποίος υπολογίζεται ως εξής:

α)

στον αριθμητή, η διαφορά των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος εσωτερικής διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές πριν και μετά τη μεταβολή·

β)

στον παρονομαστή, τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων πριν από τη μεταβολή που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές.

Ο υπολογισμός πρέπει να αναφέρεται στην ίδια χρονική στιγμή.

Ο προσδιορισμός του αντίκτυπου στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων αφορά μόνον τον αντίκτυπο της μεταβολής στην προσέγγιση IRB, και θεωρείται ότι το σύνολο των ανοιγμάτων παραμένει σταθερό.

Άρθρο 5

Μεταβολές στην προσέγγιση IRB που δεν θεωρούνται ουσιώδεις

1.   Οι μεταβολές στην προσέγγιση IRB που δεν θεωρούνται μεν ουσιώδεις, αλλά για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, κοινοποιούνται ως εξής:

α)

οι μεταβολές που πληρούν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις πρέπει να κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την εφαρμογή τους:

i)

μεταβολές που περιγράφονται στο παράρτημα I, μέρος I, τμήμα 2·

ii)

μεταβολές που περιγράφονται στο παράρτημα I, μέρος II, τμήμα 2·

iii)

μεταβολές που οδηγούν σε μείωση κατά τουλάχιστον 5 % των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος εσωτερικής διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές·

β)

όλες οι άλλες μεταβολές κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές μετά την εφαρμογή τους, τουλάχιστον ετησίως.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο α) σημείο iii) του παρόντος άρθρου, και σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, ο αντίκτυπος της μεταβολής εκτιμάται ως λόγος, ο οποίος υπολογίζεται ως εξής:

α)

στον αριθμητή, η διαφορά των ποσών των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος εσωτερικής διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές πριν και μετά τη μεταβολή·

β)

στον παρονομαστή, τα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων για πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο απομείωσης της αξίας εισπρακτέων πριν από τη μεταβολή που συνδέονται με το εύρος της εφαρμογής του συστήματος διαβάθμισης ή της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές.

Ο υπολογισμός πρέπει να αναφέρεται στην ίδια χρονική στιγμή.

Ο προσδιορισμός του αντίκτυπου στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων αφορά μόνον τον αντίκτυπο της μεταβολής στην προσέγγιση IRB, και θεωρείται ότι το σύνολο των ανοιγμάτων παραμένει σταθερό.

Άρθρο 6

Ουσιώδεις επεκτάσεις και μεταβολές στην ΑΜΑ

1.   Οι μεταβολές στην ΑΜΑ θεωρούνται ουσιώδεις εάν πληρούν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

εμπίπτουν σε μία από τις επεκτάσεις που περιγράφονται στο παράρτημα II, μέρος I, τμήμα 1·

β)

εμπίπτουν σε μία από τις μεταβολές που περιγράφονται στο παράρτημα II, μέρος II, τμήμα 1·

γ)

έχουν ως αποτέλεσμα ένα από τα ακόλουθα:

i)

μείωση κατά τουλάχιστον 10 % του συνόλου:

είτε των ενοποιημένων ποσών των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων του μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ για λειτουργικό κίνδυνο,

είτε των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο στην περίπτωση ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό·

ii)

μείωση κατά τουλάχιστον 10 % του συνόλου:

είτε των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο σε ενοποιημένο επίπεδο μητρικού ιδρύματος το οποίο δεν είναι μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ,

είτε των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο μιας θυγατρικής όταν το μητρικό ίδρυμα δεν έχει λάβει την άδεια να χρησιμοποιεί την AMA.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ) σημείο i), και σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, ο αντίκτυπος κάθε επέκτασης ή μεταβολής εκτιμάται ως λόγος, ο οποίος υπολογίζεται ως εξής:

α)

στον αριθμητή, η διαφορά στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο που συνδέεται με το πεδίο εφαρμογής του υποδείγματος AMA πριν και μετά την επέκταση ή μεταβολή σε ενοποιημένο επίπεδο μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ ή σε επίπεδο ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό·

β)

στον παρονομαστή, το σύνολο των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο πριν από την επέκταση ή μεταβολή σε ενοποιημένο επίπεδο του μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ ή, αντίστοιχα, σε επίπεδο ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό.

Ο υπολογισμός πρέπει να αναφέρεται στην ίδια χρονική στιγμή.

Ο προσδιορισμός του αντίκτυπου στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων αφορά μόνον τον αντίκτυπο της επέκτασης και της μεταβολής στην προσέγγιση AMA, και ως εκ τούτου το προφίλ του λειτουργικού κινδύνου θεωρείται ότι παραμένει σταθερό.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ) σημείο ii), και σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2, ο αντίκτυπος κάθε επέκτασης ή μεταβολής εκτιμάται ως λόγος, ο οποίος υπολογίζεται ως εξής:

α)

στον αριθμητή, η διαφορά στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο που συνδέεται με το πεδίο εφαρμογής του υποδείγματος πριν και μετά την επέκταση ή μεταβολή στο ενοποιημένο επίπεδο μητρικού ιδρύματος που δεν είναι μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ ή σε επίπεδο θυγατρικού ιδρύματος όπου το μητρικό ίδρυμα δεν έχει λάβει την άδεια να χρησιμοποιεί την προσέγγιση ΑΜΑ·

β)

στον παρονομαστή, το σύνολο των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο πριν την επέκταση ή μεταβολή σε ενοποιημένο επίπεδο μητρικού ιδρύματος που δεν είναι μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ ή, αντίστοιχα, σε επίπεδο θυγατρικού ιδρύματος όπου το μητρικό ίδρυμα δεν έχει λάβει την άδεια να χρησιμοποιεί την προσέγγιση ΑΜΑ.

Ο υπολογισμός πρέπει να αναφέρεται στην ίδια χρονική στιγμή.

Ο προσδιορισμός του αντίκτυπου στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων αφορά μόνον τον αντίκτυπο της επέκτασης και της μεταβολής στην προσέγγιση AMA, και ως εκ τούτου το προφίλ του λειτουργικού κινδύνου θεωρείται ότι παραμένει σταθερό.

Άρθρο 7

Επεκτάσεις και μεταβολές στην ΑΜΑ που δεν θεωρούνται ουσιώδεις

Οι επεκτάσεις και οι μεταβολές στην ΑΜΑ που δεν θεωρούνται μεν ουσιώδεις, αλλά για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 312 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, κοινοποιούνται ως εξής:

α)

επεκτάσεις και μεταβολές που εμπίπτουν στο παράρτημα II, μέρος I, τμήμα 2 και μέρος II, τμήμα 2, κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την εφαρμογή τους·

β)

όλες οι άλλες επεκτάσεις και μεταβολές κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές μετά την εφαρμογή τους, τουλάχιστον ετησίως.

Άρθρο 8

Τεκμηρίωση επεκτάσεων και μεταβολών

1.   Για τις επεκτάσεις και τις μεταβολές στην προσέγγιση IRB ή στην ΑΜΑ, οι οποίες ταξινομούνται στην κατηγορία εκείνων για τις οποίες απαιτείται άδεια των αρμόδιων αρχών, τα ιδρύματα υποβάλλουν, μαζί με την αίτηση, την ακόλουθη τεκμηρίωση:

α)

περιγραφή της επέκτασης ή της μεταβολής, την αιτιολογία και τον στόχο της·

β)

ημερομηνία εφαρμογής·

γ)

πεδίο εφαρμογής που επηρεάζεται από την επέκταση ή τη μεταβολή του υποδείγματος, με χαρακτηριστικά του όγκου·

δ)

τεχνικά και διαδικαστικά έγγραφα·

ε)

εκθέσεις της ανεξάρτητης αξιολόγησης ή επικύρωσης των ιδρυμάτων·

στ)

επιβεβαίωση ότι η επέκταση ή η μεταβολή έχει εγκριθεί από τους αρμόδιους φορείς μέσω των διαδικασιών έγκρισης του ιδρύματος, και ημερομηνία έγκρισης·

ζ)

κατά περίπτωση, ποσοτικός αντίκτυπος της μεταβολής ή της επέκτασης στα ποσά των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων ή στις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων·

η)

στοιχεία καταχώρισης του αριθμού της τρέχουσας έκδοσης και προηγούμενων εκδόσεων των εσωτερικών υποδειγμάτων που υπόκεινται σε έγκριση.

2.   Για επεκτάσεις και μεταβολές που ταξινομούνται στην κατηγορία εκείνων για τις οποίες απαιτείται κοινοποίηση, είτε πριν είτε μετά την εφαρμογή, τα ιδρύματα υποβάλλουν, μαζί με την κοινοποίηση, την τεκμηρίωση που αναφέρεται στα στοιχεία α), β), γ), στ) και ζ) της παραγράφου 1.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ IRB

ΜΕΡΟΣ I

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΟ ΕΥΡΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗΣ Ή ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΑΝΟΙΓΜΑΤΑ ΣΕ ΜΕΤΟΧΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Μεταβολές για τις οποίες απαιτείται έγκριση των αρμόδιων αρχών («ουσιώδεις»)

1.

Επέκταση του εύρους εφαρμογής ενός συστήματος διαβάθμισης σε:

α)

ανοίγματα σε πρόσθετη επιχειρηματική μονάδα, τα οποία αφορούν τον ίδιο τύπο προϊόντος ή πιστούχου·

β)

ανοίγματα πρόσθετου τύπου προϊόντος ή πιστούχου, εκτός εάν ο πρόσθετος τύπος του προϊόντος ή του πιστούχου εμπίπτει στο εύρος της εφαρμογής του εγκεκριμένου συστήματος διαβάθμισης με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στο στοιχείο γ) σημεία i) και ii)·

γ)

πρόσθετα ανοίγματα που σχετίζονται με τη δανειοδοτική απόφαση τρίτου προς την ομάδα, εκτός εάν το ίδρυμα μπορεί να αποδείξει ότι τα πρόσθετα ανοίγματα εμπίπτουν στο εύρος εφαρμογής του εγκεκριμένου συστήματος διαβάθμισης, με βάση όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

i)

την «αντιπροσωπευτικότητα» των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για τον σχεδιασμό του υποδείγματος για την ταξινόμηση των ανοιγμάτων σε βαθμίδες ή ομάδες σε σχέση με τα βασικά χαρακτηριστικά των πρόσθετων ανοιγμάτων του ιδρύματος, όταν η δανειοδοτική απόφαση έχει ληφθεί από τρίτο, σύμφωνα με το άρθρο 174 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

τη «συγκρισιμότητα» του πληθυσμού των ανοιγμάτων που αντιπροσωπεύονται στα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τις εκτιμήσεις, τα πιστοδοτικά πρότυπα που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή των δεδομένων και άλλα χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με τα χαρακτηριστικά των πρόσθετων ανοιγμάτων, όταν η δανειοδοτική απόφαση έχει ληφθεί από τρίτο, σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Για να διαπιστωθούν η «αντιπροσωπευτικότητα» και η «συγκρισιμότητα», όπως προβλέπονται στα σημεία i) και ii) της πρώτης παραγράφου, τα ιδρύματα παρέχουν πλήρη περιγραφή των κριτηρίων και των μέτρων που έχουν χρησιμοποιηθεί.

2.

Επέκταση του εύρους της εφαρμογής μιας προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές, σε έναν από τους ακόλουθους τύπους ανοιγμάτων:

α)

στην προσέγγιση απλής στάθμισης κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

στην προσέγγιση PD/LGD, σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

στην πρόβλεψη για προσωρινή μερική χρήση, σύμφωνα με το άρθρο 495 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

στον ίδιο τύπο προϊόντος σε πρόσθετη επιχειρηματική μονάδα·

ε)

σε πρόσθετο τύπο προϊόντος, εκτός εάν το ίδρυμα μπορεί να αποδείξει ότι εμπίπτει στο εύρος εφαρμογής υφιστάμενης προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές.

ΤΜΗΜΑ 2

Μεταβολές για τις οποίες απαιτείται εκ των προτέρων κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές

1.

Μείωση του εύρους εφαρμογής ενός συστήματος ή της έκτασης χρήσης ενός συστήματος διαβάθμισης.

2.

Μείωση του εύρους εφαρμογής μιας προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές.

3.

Επέκταση του εύρους εφαρμογής ενός συστήματος διαβάθμισης για το οποίο μπορεί να αποδειχθεί ότι δεν εμπίπτει στο μέρος I, τμήμα 1 σημείο 1 του παρόντος παραρτήματος.

4.

Επέκταση του εύρους εφαρμογής μιας προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές, όταν μια τέτοια επέκταση δεν εμπίπτει στο μέρος I, τμήμα 1, σημείο 2 του παρόντος παραρτήματος.

ΜΕΡΟΣ II

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗΣ Ή ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΑΝΟΙΓΜΑΤΑ ΣΕ ΜΕΤΟΧΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Μεταβολές για τις οποίες απαιτείται έγκριση των αρμόδιων αρχών («ουσιώδεις»)

1.

Μεταβολές στη μεθοδολογία που ακολουθείται για την υπαγωγή των ανοιγμάτων σε κλάσεις ανοιγμάτων και συστήματα διαβάθμισης. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι εξής:

α)

μεταβολές στη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την υπαγωγή των ανοιγμάτων στις διάφορες κλάσεις ανοιγμάτων σύμφωνα με το άρθρο 147 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβολές στη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την υπαγωγή ενός πιστούχου ή μιας συναλλαγής σε σύστημα διαβάθμισης σύμφωνα με το άρθρο 169 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

2.

Οι ακόλουθες μεταβολές στους αλγορίθμους και τις διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για: την υπαγωγή πιστούχων σε βαθμίδες ή ομάδες πιστούχων· για την ταξινόμηση των ανοιγμάτων σε βαθμίδες ή ομάδες· ή για την ποσοτικοποίηση του κινδύνου αθέτησης του πιστούχου ή επακόλουθης απώλειας («μεταβολές στη μεθοδολογία διαβάθμισης για συστήματα IRB»):

α)

μεταβολές στην προσέγγιση ανάπτυξης υποδειγμάτων για την ταξινόμηση ενός πιστούχου σε βαθμίδες ή ομάδες και/ή ανοιγμάτων σε βαθμίδες ή ομάδες πιστοδοτήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 171 παράγραφος 1 και το άρθρο 172 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβολές στην προσέγγιση του ιδρύματος ως προς την «αρχή της μιας διαβάθμισης για κάθε πιστούχο» σύμφωνα με το άρθρο 172 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

μεταβολές στις παραδοχές του συστήματος διαβάθμισης στις οποίες στηρίζονται οι αξιολογήσεις, οι οποίες σχετίζονται με τον βαθμό στον οποίο αναμένεται να οδηγήσει μια μεταβολή των οικονομικών συνθηκών σε καθαρή μεταβολή μεγάλου αριθμού ανοιγμάτων, οφειλετών ή πιστωτικών διευκολύνσεων σε βαθμίδες ή ομάδες του υποδείγματος, σε αντίθεση με τη μεταβολή ορισμένων μόνο ανοιγμάτων, πιστούχων ή πιστοδοτήσεων, η οποία οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, η μέτρηση και το επίπεδο σπουδαιότητας των οποίων καθορίζονται από το ίδρυμα·

δ)

μεταβολές στα κριτήρια διαβάθμισης που αναφέρονται στο άρθρο 170 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και ε) και στο άρθρο 170 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και/ή στους συντελεστές στάθμισής τους, την ακολουθία ή την ιεραρχία τους, εάν πληρούται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

μεταβάλλουν τη σειρά κατάταξης που αναφέρεται στο άρθρο 170 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε σημαντικό βαθμό, η έκταση και το επίπεδο του οποίου θα έχουν καθοριστεί από το ίδρυμα·

ii)

μεταβάλλουν την κατανομή των πιστούχων, των πιστωτικών διευκολύνσεων ή των ανοιγμάτων σε βαθμίδες ή ομάδες, σύμφωνα με το άρθρο 170 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και στ) και το άρθρο 170 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε σημαντικό βαθμό, η έκταση και το επίπεδο του οποίου θα έχουν καθοριστεί από το ίδρυμα.

ε)

εισαγωγή ή απόσυρση εξωτερικής διαβάθμισης που χρησιμοποιείται ως ο κυριότερος παράγοντας προσδιορισμού εσωτερικής διαβάθμισης, σύμφωνα με το άρθρο 171 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

στ)

μεταβολή στη βασική μεθοδολογία για την εκτίμηση των PD/LGD, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης εκτίμησης της αναμενόμενης ζημίας, και στους συντελεστές μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 180, 181 και 182 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθώς και στη μεθοδολογία για την εξαγωγή περιθωρίου ασφαλείας που συναρτάται με το αναμενόμενο περιθώριο σφάλματος της εκτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Για τις LGD και τους συντελεστές μετατροπής περιλαμβάνονται επίσης μεταβολές στη μεθοδολογία που λαμβάνει υπόψη περιόδους οικονομικής ύφεσης σύμφωνα με το άρθρο 181 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 182 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ζ)

συμπερίληψη πρόσθετων ειδών εξασφαλίσεων στην εκτίμηση της LGD σύμφωνα με το άρθρο 181 παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον η αντιμετώπισή τους διαφέρει από τις διαδικασίες που έχουν ήδη εγκριθεί.

3.

Μεταβολές στον ορισμό της αθέτησης σύμφωνα με το άρθρο 178 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

4.

Οι μεταβολές στη μεθοδολογία επικύρωσης και/ή στις διαδικασίες επικύρωσης που επιφέρουν αλλαγές στην κρίση του ιδρύματος επί της ακρίβειας και της συνέπειας της εκτίμησης των κατάλληλων παραμέτρων κινδύνου, των διαδικασιών διαβάθμισης ή της αποτελεσματικότητας των συστημάτων διαβάθμισης του σύμφωνα με το άρθρο 185 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

5.

Μεταβολές στην προσέγγιση εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι εξής:

α)

Μεταβολές στην προσέγγιση υποδείγματος «δυνητικής ζημίας» για την εκτίμηση των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ποσών για ανοίγματα σε μετοχές, σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβολές στη μεθοδολογία για την προσαρμογή των εκτιμήσεων της δυνητικής ζημίας για την επίτευξη επαρκούς ρεαλιστικής και/ή συντηρητικής αντιμετώπισης, ή μεταβολές στην αναλυτική μέθοδο για τη μετατροπή δεδομένων μικρότερου χρονικού ορίζοντα σε τριμηνιαία δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 186 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

μεταβολές στη δυνατότητα του υποδείγματος να αποτυπώνει σημαντικούς παράγοντες κινδύνου λαμβάνοντας υπόψη το ιδιαίτερο προφίλ κινδύνου και την πολυπλοκότητα, καθώς και τη μη γραμμικότητα του χαρτοφυλακίου μετοχών του ιδρύματος, σύμφωνα με το άρθρο 186 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

μεταβολές στη βασική μεθοδολογία για την αντιστοίχιση των μεμονωμένων θέσεων με προσεγγιστικές τιμές, δείκτες αγοράς και παράγοντες κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 186 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

ΤΜΗΜΑ 2

Μεταβολές για τις οποίες απαιτείται εκ των προτέρων κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές

1.

Μεταβολές στην αντιμετώπιση των αποκτηθεισών εισπρακτέων απαιτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 154 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

2.

Οι ακόλουθες μεταβολές στη μεθοδολογία διαβάθμισης για συστήματα IRB:

α)

μεταβολές στις εσωτερικές διαδικασίες και τα κριτήρια για τον καθορισμό συντελεστών στάθμισης για ανοίγματα ειδικού δανεισμού, σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφος 5 και το άρθρο 170 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβολές από τη χρήση άμεσων εκτιμήσεων των παραμέτρων κινδύνου για μεμονωμένους οφειλέτες ή ανοίγματα στη χρήση μιας διακριτής κλίμακας διαβάθμισης ή αντιστρόφως, σύμφωνα με το άρθρο 169 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος·

γ)

μεταβολές στην κλίμακα διαβάθμισης ως προς τον αριθμό ή τη δομή των βαθμίδων διαβάθμισης, σύμφωνα με το άρθρο 170 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 2 του παρόντος παραρτήματος·

δ)

μεταβολές στα κριτήρια διαβάθμισης και/ή στους συντελεστές στάθμισης ή στην ιεραρχία, σύμφωνα με το άρθρο 170 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και ε) και το άρθρο 170 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος·

ε)

μεταβολές στους ορισμούς των βαθμίδων και ομάδων ή στα κριτήρια, σύμφωνα με το άρθρο 171 παράγραφος 1 και το άρθρο 172 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος·

στ)

μεταβολές στην έκταση των πληροφοριών που χρησιμοποιούνται για την ταξινόμηση των οφειλετών σε βαθμίδες ή ομάδες, σύμφωνα με το άρθρο 171 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή συμπερίληψη νέων ή πρόσθετων πληροφοριών σε ένα υπόδειγμα για την εκτίμηση των παραμέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ζ)

μεταβολές στους κανόνες και τις διαδικασίες για τη χρήση παρεκκλίσεων, σύμφωνα με το άρθρο 172 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος·

η)

μεταβολές στη μεθοδολογία για την εκτίμηση των PD/LGD, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης εκτίμησης της αναμενόμενης ζημίας, καθώς και των συντελεστών μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 180, 181 και 182 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθώς και στη μεθοδολογία για την εξαγωγή ενός περιθωρίου ασφαλείας που συναρτάται με το αναμενόμενο περιθώριο σφάλματος της εκτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος. Για τις LGD και τους συντελεστές μετατροπής περιλαμβάνονται επίσης μεταβολές στη μεθοδολογία που λαμβάνει υπόψη περιόδους οικονομικής ύφεσης σύμφωνα με το άρθρο 181 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 182 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

θ)

μεταβολές στον τρόπο ή τον βαθμό στον οποίο υπό αίρεση εγγυήσεις λαμβάνονται υπόψη στην εκτίμηση της LGD σύμφωνα με το άρθρο 183 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ι)

συμπερίληψη πρόσθετων ειδών εξασφαλίσεων στην εκτίμηση της LGD σύμφωνα με το άρθρο 181 παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II τίτλος I του παρόντος παραρτήματος·

ια)

σε περίπτωση που ίδρυμα αντιστοιχίζει τις εσωτερικές του βαθμίδες με την κλίμακα ενός ΕΟΠΑ και τους αποδίδει στη συνέχεια το ποσοστό αθέτησης των βαθμίδων της κλίμακας του εξωτερικού οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 180 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, μεταβολές στην κατάταξη που εφαρμόζεται για τον σκοπό αυτό, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος.

3.

Μεταβολές στη μεθοδολογία και/ή διαδικασία επικύρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 185 και το άρθρο 188 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος·

4.

Μεταβολές στις διαδικασίες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι εξής:

α)

μεταβολές στη μονάδα ελέγχου πιστωτικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 190 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όσον αφορά τη θέση της εντός του οργανισμού, και στις ευθύνες της·

β)

μεταβολές στη θέση της μονάδας επικύρωσης σύμφωνα με το άρθρο 190 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 εντός του οργανισμού και στις ευθύνες της·

γ)

μεταβολές στις εσωτερικές οργανωτικές συνθήκες ή συνθήκες ελέγχου ή σε βασικές διαδικασίες που ασκούν σημαντική επιρροή σε ένα σύστημα διαβάθμισης.

5.

Μεταβολές στα δεδομένα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι εξής:

α)

εάν ένα ίδρυμα αρχίζει ή παύει να χρησιμοποιεί δεδομένα που συγκεντρώνονται από κοινού από ομάδα ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβολή των πηγών δεδομένων που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία ταξινόμησης των ανοιγμάτων σε βαθμίδες ή ομάδες ή για την εκτίμηση των παραμέτρων σύμφωνα με το άρθρο 176 παράγραφος 5 στοιχείο α) και το άρθρο 175 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

μεταβολές στην έκταση και τη σύνθεση των χρονικών σειρών που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση των παραμέτρων σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι οποίες δεν περιορίζονται στην ετήσια συμπερίληψη των πλέον πρόσφατων παρατηρήσεων, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος.

6.

Μεταβολές στη χρήση των υποδειγμάτων, σε περίπτωση που ένα ίδρυμα αρχίζει να χρησιμοποιεί εκτιμήσεις των παραμέτρων κινδύνου για εσωτερικούς σκοπούς της επιχείρησης διαφορετικές από αυτές που χρησιμοποιούνται για ρυθμιστικούς σκοπούς και, όπου αυτό δεν ίσχυε μέχρι πρότινος, εντός των ορίων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 179 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

7.

Μεταβολές στην προσέγγιση εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι εξής:

α)

μεταβολές των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την απεικόνιση της κατανομής των αποδόσεων για ανοίγματα σε μετοχές βάσει της προσέγγισης εσωτερικών υποδειγμάτων σύμφωνα με το άρθρο 186 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβολές στις εσωτερικές οργανωτικές συνθήκες ή συνθήκες ελέγχου ή σε βασικές διαδικασίες που ασκούν σημαντική επιρροή στην προσέγγιση εσωτερικών υποδειγμάτων για ανοίγματα σε μετοχές.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΠΕΚΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΓΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕΤΡΗΣΗΣ (ΑΜΑ)

ΜΕΡΟΣ I

ΤΜΗΜΑ 1

Επεκτάσεις για τις οποίες απαιτείται έγκριση των αρμόδιων αρχών («ουσιώδεις»)

1.

Λήψη για πρώτη φορά μέτρων για την αποτύπωση αναμενόμενων ζημιών στις επιχειρηματικές πρακτικές των ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

2.

Καθιέρωση για πρώτη φορά τεχνικών μείωσης του λειτουργικού κινδύνου, όπως η ασφάλιση ή άλλοι μηχανισμοί μεταφοράς κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 323 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.

Αναγνώριση για πρώτη φορά των συσχετίσεων μεταξύ εκτιμήσεων ζημίας από λειτουργικό κίνδυνο σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

4.

Καθιέρωση για πρώτη φορά της μεθόδου για την κατανομή των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι λειτουργικού κινδύνου μεταξύ των διαφόρων οντοτήτων του ομίλου, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

5.

Η καθιέρωση της εξελιγμένης προσέγγισης μέτρησης σε τμήματα του ιδρύματος ή της ομάδας ιδρυμάτων που δεν καλύπτονται ακόμη από έγκριση ή το εγκεκριμένο σχέδιο επέκτασης, σύμφωνα με το άρθρο 314 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όταν οι εν λόγω πρόσθετοι τομείς αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 5 % του μητρικού ιδρύματος της ΕΕ σε ενοποιημένο επίπεδο ή ιδρύματος που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό.

Ο ανωτέρω υπολογισμός πραγματοποιείται κατά το τέλος του προηγούμενου οικονομικού έτους, χρησιμοποιώντας τον σχετικό δείκτη που αποδίδεται στους τομείς στους οποίους πρόκειται να επεκταθεί η εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 316 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

ΤΜΗΜΑ 2

Επεκτάσεις για τις οποίες απαιτείται εκ των προτέρων κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές

Η καθιέρωση της εξελιγμένης προσέγγισης μέτρησης σε τμήματα του ιδρύματος ή της ομάδας ιδρυμάτων που δεν καλύπτονται ακόμη από την έγκριση ή το εγκεκριμένο σχέδιο επέκτασης, σύμφωνα με το άρθρο 314 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όταν οι εν λόγω πρόσθετοι τομείς αντιπροσωπεύουν, σε σχέση με το μητρικό ίδρυμα της ΕΕ σε ενοποιημένο επίπεδο ή με ίδρυμα που δεν είναι ούτε μητρικό ούτε θυγατρικό, σωρευτικά τα εξής ποσοστά:

α)

άνω του 1 %·

β)

μικρότερο ή ίσο με 5 %.

Ο ανωτέρω υπολογισμός πραγματοποιείται κατά το τέλος του προηγούμενου οικονομικού έτους, χρησιμοποιώντας τον σχετικό δείκτη που αποδίδεται στους τομείς στους οποίους πρόκειται να επεκταθεί η εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 316 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

ΜΕΡΟΣ II

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΕΞΕΛΙΓΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕΤΡΗΣΗΣ (AMA)

ΤΜΗΜΑ 1

Μεταβολές για τις οποίες απαιτείται έγκριση των αρμόδιων αρχών («ουσιώδεις»)

1.

Μεταβολές στην οργανωτική και λειτουργική δομή του ανεξάρτητου τμήματος που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 321 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι οποίες μειώνουν την ικανότητα του ανεξάρτητου τμήματος που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου να επιβλέπει και να ενημερώνει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της επιχείρησης και τις μονάδες υποστήριξης που ελέγχουν.

2.

Μεταβολές στο σύστημα μέτρησης του λειτουργικού κινδύνου, εφόσον πληρούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

μεταβάλλουν την αρχιτεκτονική του συστήματος μέτρησης σε σχέση με τον συνδυασμό των τεσσάρων στοιχείων δεδομένων, ήτοι των εσωτερικών και εξωτερικών δεδομένων για τις απώλειες, των αναλύσεων σεναρίων, των παραγόντων του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και του εσωτερικού ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβάλλουν τη λογική και τους κινητήριους μοχλούς της μεθόδου για την κατανομή των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι λειτουργικού κινδύνου μεταξύ των διαφόρων οντοτήτων του ομίλου, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.

Μεταβολές στις διαδικασίες που αφορούν τα εσωτερικά και εξωτερικά δεδομένα, τις αναλύσεις σεναρίων και τους παράγοντες επιχειρηματικού περιβάλλοντος και εσωτερικού ελέγχου, όταν:

α)

μειώνουν το επίπεδο των ελέγχων όσον αφορά την πληρότητα και την ποιότητα των δεδομένων που σχετίζονται με τον λειτουργικό κίνδυνο, τα οποία συλλέγονται σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

μεταβάλλουν τις πηγές των εξωτερικών δεδομένων που θα χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του συστήματος μέτρησης σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφοι 4 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν τα δεδομένα είναι συγκρίσιμα και αντιπροσωπευτικά για το προφίλ του λειτουργικού κινδύνου.

4.

Οι μεταβολές στη συνολική μέθοδο με την οποία αναγνωρίζονται ασφαλιστικά συμβόλαια και/ή άλλοι μηχανισμοί μεταφοράς κινδύνου στο πλαίσιο του υπολογισμού της κεφαλαιακής επιβάρυνσης AMA σύμφωνα με το άρθρο 323 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

5.

Μείωση του μέρους του λειτουργικού κινδύνου που αποτυπώνεται από την εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης εντός του ιδρύματος ή της ομάδας ιδρυμάτων που χρησιμοποιούν την AMA, σύμφωνα με το άρθρο 314 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όταν πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι τομείς στους οποίους η εξελιγμένη προσέγγιση μέτρησης δεν θα εφαρμόζεται πλέον αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 5 % των συνολικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για λειτουργικό κίνδυνο του μητρικού ιδρύματος της ΕΕ σε ενοποιημένο επίπεδο ή του ιδρύματος όταν δεν πρόκειται ούτε για μητρικό ούτε για θυγατρικό·

β)

η μείωση των τομέων που καλύπτονται από την εξελιγμένη μέθοδο προσέγγισης έχει ως αποτέλεσμα η ΑΜΑ να χρησιμοποιείται σε τμήμα του ιδρύματος που αντιπροσωπεύει μικρότερο ποσοστό, όπως απαιτείται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 314 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Ο υπολογισμός αυτός πραγματοποιείται όταν το ίδρυμα αιτεί τη μεταβολή και βασίζεται στην κεφαλαιακή απαίτηση όπως υπολογίζεται στο τέλος του προηγούμενου οικονομικού έτους.

ΤΜΗΜΑ 2

Μεταβολές για τις οποίες απαιτείται εκ των προτέρων κοινοποίηση προς τις αρμόδιες αρχές

1.

Μεταβολές στον τρόπο με τον οποίο το σύστημα μέτρησης του λειτουργικού κινδύνου είναι ενταγμένο στη διαδικασία καθημερινής διαχείρισης μέσω διαδικασιών και πολιτικών διαχείρισης του λειτουργικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 321 στοιχεία α) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όταν οι μεταβολές έχουν ένα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

μεταβάλλουν τον βαθμό στον οποίο το σύστημα μέτρησης του λειτουργικού κινδύνου συνεισφέρει σχετικές πληροφορίες όσον αφορά τη διαχείριση του κινδύνου των ιδρυμάτων και τις σχετικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης νέων προϊόντων, συστημάτων και διαδικασιών και του ορισμού των επιπέδων ανοχής λειτουργικού κινδύνου·

β)

μειώνουν το πεδίο εφαρμογής, τις ομάδες των δικαιούχων και τη συχνότητα του συστήματος υποβολής εκθέσεων για την ενημέρωση όλων των σχετικών τμημάτων του ιδρύματος σχετικά με τα αποτελέσματα του συστήματος μέτρησης λειτουργικού κινδύνου και τις αποφάσεις που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση σημαντικών συμβάντων λειτουργικού κινδύνου.

2.

Μεταβολές στην οργανωτική και λειτουργική δομή του ανεξάρτητου τμήματος που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου, σύμφωνα με το άρθρο 321 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον πληρούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

μειώνουν το ιεραρχικό επίπεδο του ανεξάρτητου τμήματος που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου ή του επικεφαλής του·

β)

οδηγούν σε σχετική μείωση των καθηκόντων και των ευθυνών του ανεξάρτητου τμήματος που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου·

γ)

επεκτείνουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του ανεξάρτητου τμήματος που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου, εκτός εάν δεν υπάρχουν συγκρούσεις συμφερόντων και παρέχονται οι κατάλληλοι πρόσθετοι πόροι στο ανεξάρτητο τμήμα που είναι επιφορτισμένο με τη διαχείριση του λειτουργικού κινδύνου·

δ)

οδηγούν σε μείωση άνω του 10 % των διαθέσιμων πόρων από πλευράς προϋπολογισμού και προσωπικού του ιδρύματος ή του ομίλου, από τότε που χορηγήθηκε η τελευταία άδεια σύμφωνα με το άρθρο 312 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν οι διαθέσιμοι πόροι όσον αφορά τον προϋπολογισμό και το προσωπικό σε επίπεδο ιδρύματος ή ομάδας έχουν μειωθεί με την ίδια αναλογία.

3.

Μεταβολές στις διαδικασίες επικύρωσης και στην εσωτερική επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 321 στοιχεία ε) και στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον μεταβάλλουν τη λογική και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την εσωτερική επικύρωση ή επανεξέταση του πλαισίου της εξελιγμένης προσέγγισης μέτρησης.

4.

Μεταβολές στον υπολογισμό της κεφαλαιακής επιβάρυνσης για λειτουργικό κίνδυνο, οι οποίες μεταβάλλουν ένα από τα ακόλουθα:

α)

τη δομή και τα χαρακτηριστικά του συνόλου δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης για λειτουργικό κίνδυνο («σύνολο δεδομένων υπολογισμού»), στα οποία περιλαμβάνονται οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i)

ο ορισμός του ακαθάριστου ποσού ζημιάς που θα χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων υπολογισμού σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

η ημερομηνία αναφοράς των ζημιογόνων γεγονότων που θα χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων υπολογισμού σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

iii)

η μέθοδος που θα χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της έκτασης των χρονικών σειρών των δεδομένων ζημιών στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων υπολογισμού σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

iv)

τα κριτήρια για τις απώλειες της ομάδας που προκλήθηκαν από ένα κοινό ζημιογόνο γεγονός, το οποίο οφείλεται σε λειτουργικό κίνδυνο ή από γεγονότα που συνδέονται μεταξύ τους διαχρονικά σε μια κεντρική λειτουργία, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 3 στοιχεία β) και ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

v)

ο αριθμός ή το είδος των κατηγοριών κινδύνου, ή ισοδύναμο, επί του οποίου υπολογίζεται η κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψη λειτουργικού κινδύνου·

vi)

η μέθοδος για τον καθορισμό ορίου για το επίπεδο των ζημιών, πάνω από το οποίο το υπόδειγμα προσαρμόζεται στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

vii)

κατά περίπτωση, η μέθοδος για τον καθορισμό του ορίου για τη διαφοροποίηση του κυρίως σώματος των δεδομένων από τα παρελκόμενα, όταν προσαρμόζεται με διαφορετικές μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

viii)

οι διαδικασίες και τα κριτήρια για την αξιολόγηση της καταλληλότητας, για την κλιμακοποίηση ή για άλλες προσαρμογές στα δεδομένα που σχετίζονται με τον λειτουργικό κίνδυνο, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 3 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(ix)

μεταβάλλουν τις πηγές των εξωτερικών δεδομένων που θα χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του συστήματος μέτρησης σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφοι 4 και 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός εάν έχουν ήδη ταξινομηθεί ως ουσιώδεις μεταβολές σύμφωνα με το μέρος II, τμήμα 1 του παρόντος παραρτήματος·

β)

τα κριτήρια για την επιλογή, την επικαιροποίηση και την επανεξέταση των κατανομών και μεθόδων που έχουν χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση των παραμέτρων τους, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

γ)

κριτήρια και διαδικασίες για τον προσδιορισμό των κατανομών των συνολικών ζημιών και για τον υπολογισμό του σχετικού μέτρου του λειτουργικού κινδύνου σε κανονιστικό επίπεδο εμπιστοσύνης, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

μέθοδος για τον προσδιορισμό των αναμενόμενων ζημιών και την αποτύπωσή τους στις εσωτερικές επιχειρηματικές πρακτικές, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ε)

μέθοδος για τον τρόπο με τον οποίο οι συσχετίσεις μεταξύ μεμονωμένων εκτιμήσεων ζημίας από λειτουργικό κίνδυνο αναγνωρίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

5.

Μεταβολές στα πρότυπα που αφορούν τα εσωτερικά δεδομένα, τις αναλύσεις σεναρίων και τους παράγοντες επιχειρηματικού περιβάλλοντος και εσωτερικού ελέγχου, εάν:

α)

μεταβάλλουν τις εσωτερικές διαδικασίες και τα κριτήρια για τη συλλογή των εσωτερικών δεδομένων ζημίας σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στις οποίες περιλαμβάνεται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες:

i)

αύξηση του ορίου για τη συλλογή των εσωτερικών δεδομένων ζημίας σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

μέθοδοι ή κριτήρια για τον αποκλεισμό δραστηριοτήτων ή ανοιγμάτων από το πεδίο εφαρμογής της συλλογής των εσωτερικών δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

β)

μεταβάλλουν τις εσωτερικές διαδικασίες και τα κριτήρια για ένα από τα εξής:

i)

τη διεξαγωγή ανάλυσης σεναρίων σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ii)

τον καθορισμό των παραγόντων επιχειρηματικού περιβάλλοντος και εσωτερικού ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 322 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

6.

Μεταβολές στα πρότυπα σχετικά με την ασφάλιση και άλλους μηχανισμούς μεταφοράς κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 323 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εφόσον πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

προκαλούν σχετική τροποποίηση του προβλεπόμενου επιπέδου κάλυψης·

β)

τροποποιούν τις διαδικασίες και τα κριτήρια για τον υπολογισμό των ποσοστών περικοπής του αναγνωριζόμενου ποσού ασφάλισης, που καθιερώνονται για να αποτυπώσουν την αβεβαιότητα των πληρωμών, τις αναντιστοιχίες κάλυψης και την εναπομένουσα διάρκεια και τους όρους καταγγελίας του ασφαλιστήριου συμβολαίου, εάν είναι μικρότερη του ενός έτους, σύμφωνα με το άρθρο 323 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

7.

Σχετικές μεταβολές στα συστήματα πληροφορικής που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία της εξελιγμένης προσέγγισης μέτρησης, συμπεριλαμβανομένων της συλλογής των δεδομένων και της διαχείρισής τους, των διαδικασιών υποβολής εκθέσεων και του συστήματος μέτρησης του λειτουργικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 312 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στα γενικά πρότυπα διαχείρισης κινδύνου που προβλέπονται στο άρθρο 74 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, οι οποίες μειώνουν την ακεραιότητα και τη διαθεσιμότητα των δεδομένων ή των πληροφοριακών συστημάτων.


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/50


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 530/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

που συμπληρώνει την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των σημαντικών εκθέσεων και των ορίων για τις εσωτερικές προσεγγίσεις του ειδικού κινδύνου στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 77 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 77 παράγραφος 3 της οδηγία 2013/36/ΕΕ αναφέρεται αποκλειστικά σε «χρεωστικούς τίτλους»· επομένως, τα μέσα μετοχικού κεφαλαίου στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην εκτίμηση της σημαντικότητας του ειδικού κινδύνου.

(2)

Η σημαντικότητα, σε απόλυτες τιμές, των εκθέσεων σε ειδικό κίνδυνο θα πρέπει να μετράται με την εφαρμογή των τυποποιημένων κανόνων για τον υπολογισμό των καθαρών θέσεων των χρεωστικών τίτλων. Στην εκτίμηση αυτή θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές καθαρές θέσεις, υπολογιζόμενες σύμφωνα με το άρθρο 327 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), αφού δοθεί αναγνώριση αντισταθμίσεων που παρέχονται από πιστωτικά παράγωγα, σύμφωνα με τα άρθρα 346 και 347 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

(3)

Το άρθρο 77 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, που καλύπτει τον ειδικό κίνδυνο στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, αναφέρεται σε «μεγάλο αριθμό σημαντικών θέσεων σε χρεόγραφα διαφορετικών εκδοτών». Επομένως, με τους παρόντες κανόνες καθορίζεται όριο σημαντικότητας των μεγάλων αριθμών σημαντικών θέσεων σε χρεόγραφα διαφορετικών εκδοτών, σύμφωνα με το άρθρο 77 παράγραφος 4 της εν λόγω οδηγίας.

(4)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υποβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών στην Επιτροπή.

(5)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών διενήργησε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και τις ωφέλειες και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμός των «εκθέσεων σε ειδικό κίνδυνο που είναι σημαντικές σε απόλυτες τιμές», σύμφωνα με το άρθρο 77 παράγραφος 4 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ

Η έκθεση ενός ιδρύματος σε ειδικό κίνδυνο χρεωστικών τίτλων θεωρείται σημαντική σε απόλυτες τιμές, όταν το άθροισμα όλων των καθαρών θετικών και των καθαρών αρνητικών θέσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 327 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι μεγαλύτερο από 1 000 000 000 ευρώ.

Άρθρο 2

Ορισμός των «μεγάλων αριθμών σημαντικών θέσεων σε χρεόγραφα διαφορετικών εκδοτών», σύμφωνα με το άρθρο 77 παράγραφος 4 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ

Το χαρτοφυλάκιο ειδικού κινδύνου ενός ιδρύματος θεωρείται ότι περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό σημαντικών θέσεων σε χρεόγραφα διαφορετικών εκδοτών, όταν το χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει περισσότερες από 100 θέσεις, εκάστη των οποίων είναι μεγαλύτερη από 2 500 000 ευρώ, είτε οι εν λόγω θέσεις είναι καθαρές θετικές ή καθαρές αρνητικές, όπως ορίζεται στο άρθρο 327 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/52


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 531/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 211/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρωτοβουλία πολιτών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 211/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με την πρωτοβουλία πολιτών (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 211/2011 προβλέπει ότι, στο ένα τέταρτο τουλάχιστον των κρατών μελών, οι υπογράφοντες πρωτοβουλία πολιτών πρέπει να αντιστοιχούν στον αριθμό των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εκλέγονται σε κάθε κράτος μέλος επί 750. Οι ελάχιστοι αυτοί αριθμοί θεσπίζονται στο παράρτημα I του κανονισμού.

(2)

Στις 28 Ιουνίου 2013, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θέσπισε την απόφαση 2013/312/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τον καθορισμό της σύνθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2). Η εν λόγω απόφαση, που τέθηκε σε ισχύ στις 30 Ιουνίου 2013, ορίζει τον αριθμό των εκλεγόμενων σε κάθε κράτος μέλος αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την κοινοβουλευτική περίοδο 2014-2019. Η κοινοβουλευτική περίοδος 2014-2019 αρχίζει την 1η Ιουλίου 2014.

(3)

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 211/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 211/2011 αντικαθίσταται από το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2014.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 65 της 11.3.2011, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 181 της 29.6.2013, σ. 57.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ελαχιστος αριθμος υπογραφοντων ανα Κρατος Μελος

Βέλγιο

15 750

Βουλγαρία

12 750

Τσεχική Δημοκρατία

15 750

Δανία

9 750

Γερμανία

72 000

Εσθονία

4 500

Ιρλανδία

8 250

Ελλάδα

15 750

Ισπανία

40 500

Γαλλία

55 500

Κροατία

8 250

Ιταλία

54 750

Κύπρος

4 500

Λετονία

6 000

Λιθουανία

8 250

Λουξεμβούργο

4 500

Ουγγαρία

15 750

Μάλτα

4 500

Κάτω Χώρες

19 500

Αυστρία

13 500

Πολωνία

38 250

Πορτογαλία

15 750

Ρουμανία

24 000

Σλοβενία

6 000

Σλοβακία

9 750

Φινλανδία

9 750

Σουηδία

15 000

Ηνωμένο Βασίλειο

54 750


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/54


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 532/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 223/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2014, για το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους (1), και ιδίως το άρθρο 32 παράγραφος 8, το άρθρο 32 παράγραφος 9, το άρθρο 34 παράγραφος 7, το άρθρο 34 παράγραφος 8, το άρθρο 55 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 223/2014 επιτρέπει στην Επιτροπή να θεσπίζει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις για τη συμπλήρωση μη ουσιωδών στοιχείων του, όσον αφορά το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους (TEBA)

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 223/2014 επιβάλλει στη διαχειριστική αρχή την υποχρέωση να θεσπίσει σύστημα καταχώρισης και αποθήκευσης δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή για κάθε πράξη, τα οποία είναι αναγκαία για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη δημοσιονομική διαχείριση, την επαλήθευση και τον λογιστικό έλεγχο συμπεριλαμβανομένων, όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα (ΕΠ II) που αφορούν την κοινωνική ενσωμάτωση των απόρων ατόμων, δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να οριστεί κατάλογος των δεδομένων που θα καταχωρίζονται και θα αποθηκεύονται στο σύστημα αυτό.

(3)

Ορισμένα δεδομένα είναι κατάλληλα μόνο για συγκεκριμένους τύπους πράξεων ή μόνο για έναν από τους τύπους επιχειρησιακού προγράμματος και συνεπώς, θα πρέπει να διευκρινίζεται αν ισχύουν οι απαιτήσεις για δεδομένα. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 223/2014 ορίζει συγκεκριμένες απαιτήσεις για την καταχώριση και αποθήκευση δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες σε πράξεις που υποστηρίζονται από το ΕΠ ΙΙ, απαιτήσεις οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

(4)

Ο κατάλογος δεδομένων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις υποβολής δεδομένων που καθορίζονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα που είναι αναγκαία για τη δημοσιονομική διαχείριση και παρακολούθηση, περιλαμβανομένων και των δεδομένων που είναι αναγκαία για την προετοιμασία των αιτήσεων πληρωμών, των λογαριασμών και των ετήσιων εκθέσεων, υπάρχουν για κάθε πράξη, σε μορφή που παρέχει τη δυνατότητα να αθροίζονται εύκολα και να ελέγχεται η συμφωνία τους. Ο κατάλογος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι χρειάζονται ορισμένα βασικά δεδομένα σε ηλεκτρονική μορφή σχετικά με τις πράξεις για την αποτελεσματική δημοσιονομική διαχείριση των πράξεων και για να ικανοποιηθεί η απαίτηση δημοσίευσης των βασικών πληροφοριών σχετικά με τις πράξεις. Επιπλέον, χρειάζονται και ορισμένα άλλα δεδομένα για τον αποτελεσματικό προγραμματισμό και τη διενέργεια επαληθεύσεων και λογιστικών ελέγχων.

(5)

Ο κατάλογος δεδομένων που πρέπει να καταχωρίζονται και να αποθηκεύονται δεν θα πρέπει να προδικάζει τα τεχνικά χαρακτηριστικά ή τη δομή των μηχανογραφικών συστημάτων που καθορίζονται από τις διαχειριστικές αρχές ούτε θα πρέπει να προκαθορίζει τον μορφότυπο των καταχωριζόμενων και αποθηκευόμενων δεδομένων, εκτός αν αυτά ορίζονται ρητά στον παρόντα κανονισμό. Επίσης, δεν θα πρέπει να προδικάζει τα μέσα εισαγωγής ή παραγωγής των δεδομένων εντός του συστήματος· σε ορισμένες περιπτώσεις, τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ενδέχεται να απαιτούν την καταχώριση πολλαπλών τιμών. Ωστόσο, είναι αναγκαίο να καθοριστούν ορισμένοι κανόνες ως προς τη φύση των εν λόγω δεδομένων, ώστε να διασφαλιστεί ότι η διαχειριστική αρχή θα είναι σε θέση να ασκεί τις αρμοδιότητές της όσον αφορά την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη δημοσιονομική διαχείριση, την επαλήθευση και τον λογιστικό έλεγχο, ακόμη και στις περιπτώσεις που αυτό απαιτεί την επεξεργασία δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες.

(6)

Για να εξασφαλιστεί η δυνατότητα εξακρίβωσης και λογιστικού ελέγχου των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των επιχειρησιακών προγραμμάτων, είναι αναγκαίο να καθοριστούν τα κριτήρια που πρέπει να πληροί μια διαδρομή ελέγχου προκειμένου να θεωρείται επαρκής.

(7)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί, σε σχέση με το ελεγκτικό έργο κατ' εφαρμογήν του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποτρέπουν κάθε μη επιτρεπόμενη αποκάλυψη ή πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και να προσδιοριστούν οι σκοποί για τους οποίους η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα.

(8)

Αρμόδια για τους λογιστικούς ελέγχους των πράξεων είναι η αρχή ελέγχου. Για να εξασφαλιστούν η επάρκεια του πεδίου και η αποτελεσματικότητα των εν λόγω λογιστικών ελέγχων καθώς και η διενέργειά τους με βάση τα ίδια πρότυπα σε όλα τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν οι όροι τους οποίους θα πρέπει να πληρούν.

(9)

Είναι αναγκαίο να καθοριστεί λεπτομερώς η βάση για τη δειγματοληψία των πράξεων που πρόκειται να ελεγχθούν, την οποία θα πρέπει να τηρεί η αρχή ελέγχου κατά τον καθορισμό ή την έγκριση της μεθόδου δειγματοληψίας, περιλαμβανομένου του καθορισμού της μονάδας δειγματοληψίας, ορισμένων τεχνικών κριτηρίων που πρέπει να εφαρμόζονται για το δείγμα και των παραγόντων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη λήψη συμπληρωματικών δειγμάτων, όταν αυτό είναι αναγκαίο.

(10)

Η αρχή ελέγχου θα πρέπει να συντάσσει γνωμοδότηση λογιστικού ελέγχου για τους λογαριασμούς που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 223/2014. Για να εξασφαλιστεί ότι οι εν λόγω λογιστικοί έλεγχοι είναι επαρκείς ως προς το πεδίο και το περιεχόμενό τους, καθώς και ότι διενεργούνται με βάση τα ίδια πρότυπα σε όλα τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητο να καθοριστούν οι όροι τους οποίους θα πρέπει να πληρούν.

(11)

Για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου και η ισότιμη μεταχείριση όλων των κρατών μελών κατά την εφαρμογή των δημοσιονομικών διορθώσεων, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, είναι αναγκαίο να καθοριστούν τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, να οριστούν τα κύρια είδη των ελλείψεων αυτών και να καθοριστούν τα κριτήρια για τον καθορισμό του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμοστεί και τα κριτήρια για την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών ή κατά παρέκταση δημοσιονομικών διορθώσεων.

(12)

Για να καταστεί δυνατή η ταχεία εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις ακόλουθες διατάξεις που συμπληρώνουν τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 223/2014:

α)

κανόνες που προσδιορίζουν τις πληροφορίες για τα δεδομένα που πρέπει να καταχωρίζονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή στο σύστημα παρακολούθησης που έχει θεσπίσει η διαχειριστική αρχή·

β)

λεπτομερείς ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδρομή ελέγχου σε σχέση με τις λογιστικές εγγραφές που πρέπει να τηρούνται και τα δικαιολογητικά έγγραφα που πρέπει να φυλάσσονται σε επίπεδο αρχής πιστοποίησης, διαχειριστικής αρχής, ενδιάμεσων φορέων και δικαιούχων·

γ)

το πεδίο και το περιεχόμενο των λογιστικών ελέγχων των πράξεων και των λογιστικών ελέγχων των λογαριασμών και τη μεθοδολογία για την επιλογή του δείγματος πράξεων·

δ)

λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που συλλέγονται κατά τους λογιστικούς ελέγχους που διενεργούνται από υπαλλήλους της Επιτροπής ή από εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους της Επιτροπής·

ε)

λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων των κύριων ειδών σοβαρών ελλείψεων σχετικά με τα κριτήρια για τον καθορισμό του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης που πρέπει να εφαρμοστεί και τα κριτήρια για την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών ή κατά παρέκταση δημοσιονομικών διορθώσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ

Άρθρο 2

Δεδομένα που πρέπει να καταγράφονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή

[Άρθρο 32 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Οι πληροφορίες για τα δεδομένα που πρέπει να καταγράφονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή για κάθε πράξη στο σύστημα παρακολούθησης που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 καθορίζονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

2.   Για κάθε πράξη καταγράφονται και αποθηκεύονται δεδομένα, περιλαμβανομένων, όταν πρόκειται για πράξεις που στηρίζονται από ΕΠ II, δεδομένων για μεμονωμένους συμμετέχοντες ταξινομημένων κατά φύλο όταν αυτό είναι δυνατόν, ώστε να καθίσταται δυνατή η ομαδοποίηση των δεδομένων όταν αυτό είναι αναγκαίο για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, τη δημοσιονομική διαχείριση, την επαλήθευση και τον λογιστικό έλεγχο. Πρέπει επίσης να είναι δυνατή η ομαδοποίηση των δεδομένων αυτών αθροιστικά για το σύνολο της περιόδου προγραμματισμού.

Άρθρο 3

Ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδρομή ελέγχου

[Άρθρο 32 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Οι λεπτομερείς ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδρομή ελέγχου σε σχέση με τις λογιστικές εγγραφές που πρέπει να τηρούνται και τα δικαιολογητικά έγγραφα που πρέπει να φυλάσσονται είναι οι εξής:

α)

η διαδρομή ελέγχου παρέχει τη δυνατότητα εφαρμογής των κριτηρίων επιλογής που καθορίζονται από την επιτροπή παρακολούθησης είτε βάσει του επιχειρησιακού προγράμματος επισιτιστικής και/ή βασικής υλικής συνδρομής (ΕΠ Ι) είτε για το ΕΠ ΙΙ που πρόκειται να υποβληθεί σε επαλήθευση·

β)

όσον αφορά τις επιχορηγήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει τον έλεγχο της συμφωνίας των συνολικών ποσών που πιστοποιούνται στην Επιτροπή με τις λεπτομερείς λογιστικές εγγραφές και τα παραστατικά που τηρούν η αρχή πιστοποίησης, η διαχειριστική αρχή, οι ενδιάμεσοι φορείς και οι δικαιούχοι για τις πράξεις που συγχρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος·

γ)

σε ό, τι αφορά τις επιδοτήσεις, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει τον έλεγχο της συμφωνίας των συνολικών ποσών που πιστοποιούνται στην Επιτροπή με τα αναλυτικά στοιχεία για τις εκροές ή τα αποτελέσματα και τα παραστατικά έγγραφα που τηρούν η αρχή πιστοποίησης, η διαχειριστική αρχή, οι ενδιάμεσοι φορείς και οι δικαιούχοι καθώς και, κατά περίπτωση, με τα έγγραφα τα σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των τυποποιημένων κλιμάκων μοναδιαίου κόστους και των κατ' αποκοπή ποσών, όσον αφορά πράξεις που συγχρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος·

δ)

όσον αφορά τις δαπάνες που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, η διαδρομή ελέγχου παρουσιάζει και αιτιολογεί τη μέθοδο υπολογισμού, κατά περίπτωση, και τη βάση με την οποία καθορίστηκαν τα κατ' αποκοπή ποσοστά και οι επιλέξιμες άμεσες δαπάνες ή οι δαπάνες που δηλώνονται στο πλαίσιο άλλων επιλεγμένων κατηγοριών στις οποίες εφαρμόζεται το κατ' αποκοπή ποσοστό·

ε)

όσον αφορά τις δαπάνες που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 στοιχεία β), γ), ε) και το άρθρο 26 παράγραφος 3, δεύτερο μέρος, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει την τεκμηρίωση των επιλέξιμων άμεσων δαπανών ή δαπανών που δηλώνονται στο πλαίσιο άλλων κατηγοριών δαπανών, στις οποίες εφαρμόζεται το κατ' αποκοπή ποσοστό·

στ)

η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει την επαλήθευση της καταβολής της δημόσιας συνεισφοράς στον δικαιούχο·

ζ)

για κάθε πράξη, κατά περίπτωση, η διαδρομή ελέγχου περιλαμβάνει τις τεχνικές προδιαγραφές και το σχέδιο χρηματοδότησης, έγγραφα σχετικά με την έγκριση της επιχορήγησης, έγγραφα για τις διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, εκθέσεις από τον δικαιούχο και εκθέσεις για τις επαληθεύσεις και τους διενεργηθέντες ελέγχους·

η)

η διαδρομή ελέγχου περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις διαχειριστικές επαληθεύσεις και τους ελέγχους που έχουν διενεργηθεί για την πράξη·

θ)

η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει τον έλεγχο της συμφωνίας των δεδομένων που συνδέονται με δείκτες εκροών για την πράξη με τα αναφερόμενα δεδομένα και με το αποτέλεσμα και, κατά περίπτωση, με τους στόχους του προγράμματος.

Για τις δαπάνες που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ), η διαδρομή ελέγχου επιτρέπει να επαληθεύεται η συμμόρφωση της μεθόδου υπολογισμού που χρησιμοποιείται από τη διαχειριστική αρχή με το άρθρο 25 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014.

2.   Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει ότι υπάρχει διαθέσιμο μητρώο με τα στοιχεία ταυτότητας και τον τόπο εγκατάστασης των φορέων οι οποίοι τηρούν όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται για την εξασφάλιση επαρκούς διαδρομής ελέγχου που πληροί όλες τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 4

Χρήση των δεδομένων που συλλέγονται κατά τους λογιστικούς ελέγχους που διενεργούνται από υπαλλήλους της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους της Επιτροπής

[Άρθρο 34 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψει οποιαδήποτε μη επιτρεπόμενη κοινοποίηση ή πρόσβαση στα στοιχεία που συλλέγει κατά τη διάρκεια των λογιστικών ελέγχων της.

2.   Η Επιτροπή χρησιμοποιεί τα δεδομένα που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των λογιστικών ελέγχων της με μοναδικό σκοπό να ασκεί τις αρμοδιότητες που έχει δυνάμει του άρθρου 36 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης έχουν πρόσβαση στα συλλεγόμενα δεδομένα.

3.   Τα δεδομένα που συλλέγονται δεν αποστέλλονται σε άλλα πρόσωπα στα κράτη μέλη ή στα όργανα της Ένωσης εκτός από τα πρόσωπα που πρέπει να έχουν πρόσβαση σ' αυτά για την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες και χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του κράτους μέλους που παρέχει τα δεδομένα.

Άρθρο 5

Λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων

[Άρθρο 34 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Σε κάθε λογιστική χρήση εκτελούνται λογιστικοί έλεγχοι πράξεων σε δείγμα πράξεων που επιλέγεται με μέθοδο η οποία καθορίζεται ή εγκρίνεται από την αρχή ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων διενεργούνται βάσει δικαιολογητικών εγγράφων που συνιστούν τη διαδρομή ελέγχου. Ελέγχεται η νομιμότητα και η κανονικότητα των δαπανών που δηλώνονται στην Επιτροπή, περιλαμβανομένων των ακόλουθων πτυχών:

α)

ότι η πράξη έχει επιλεγεί σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής για το επιχειρησιακό πρόγραμμα, δεν έχει περατωθεί από υλικής απόψεως ούτε έχει εκτελεστεί πλήρως πριν υποβάλει ο δικαιούχος την αίτηση χρηματοδότησης βάσει του επιχειρησιακού προγράμματος, υλοποιήθηκε σύμφωνα με την απόφαση έγκρισης και πληρούσε όλους τους όρους που ίσχυαν κατά τον χρόνο διενέργειας του λογιστικού ελέγχου όσον αφορά τη λειτουργικότητά της, τη χρήση της και τους προς επίτευξη στόχους·

β)

ότι οι δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή αντιστοιχούν στα λογιστικά στοιχεία και ότι τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα αποδεικνύουν την επάρκεια της διαδρομής ελέγχου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού·

γ)

ότι για τις δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), οι εκροές και τα αποτελέσματα στα οποία βασίζονται οι πληρωμές στον δικαιούχο έχουν παραχθεί, τα στοιχεία για τους συμμετέχοντες ή τα άλλα έγγραφα που σχετίζονται με τις εκροές και τα αποτελέσματα συνάδουν με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή και ότι τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα αποδεικνύουν την επάρκεια της διαδρομής ελέγχου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

Οι λογιστικοί έλεγχοι επαληθεύουν επίσης ότι η δημόσια συνεισφορά έχει καταβληθεί στον δικαιούχο σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014.

3.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, επιτόπια εξακρίβωση της φυσικής υλοποίησης της πράξης.

4.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων επαληθεύουν την ακρίβεια και την πληρότητα των αντίστοιχων δαπανών τις οποίες καταχωρίζει η αρχή πιστοποίησης στο λογιστικό της σύστημα και τη συμφωνία της διαδρομής ελέγχου σε όλα τα επίπεδα.

5.   Όταν τα εντοπιζόμενα προβλήματα φαίνεται να έχουν συστημικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο άλλες πράξεις του επιχειρησιακού προγράμματος, η αρχή ελέγχου εξασφαλίζει τη διενέργεια διεξοδικότερης εξέτασης, με τη διενέργεια πρόσθετων λογιστικών ελέγχων, αν είναι απαραίτητο, για να διαπιστωθεί η κλίμακα των εν λόγω προβλημάτων, και υποδεικνύει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα.

6.   Μόνο οι δαπάνες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του λογιστικού ελέγχου που διενεργείται βάσει της παραγράφου 1 υπολογίζονται στο ποσό των δαπανών που έχουν ελεγχθεί, για τους σκοπούς της υποβολής στοιχείων στην Επιτροπή σχετικά με την ετήσια κάλυψη. Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιείται το υπόδειγμα έκθεσης ελέγχου που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014.

Άρθρο 6

Μεθοδολογία για την επιλογή του δείγματος πράξεων

[Άρθρο 34 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Η αρχή ελέγχου καθορίζει τη μέθοδο επιλογής του δείγματος («μέθοδος δειγματοληψίας») σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, λαμβάνοντας υπόψη τα διεθνώς αποδεκτά ελεγκτικά πρότυπα INTOSAI, IFAC ή IIA.

2.   Εκτός από τις εξηγήσεις που παρέχονται στη στρατηγική λογιστικού ελέγχου, η αρχή ελέγχου τηρεί μητρώο των εγγράφων και των επαγγελματικών κρίσεων που χρησιμοποιούνται για να καθοριστούν οι μέθοδοι δειγματοληψίας σχετικά με τα στάδια σχεδιασμού, επιλογής, δοκιμών και αξιολόγησης, ώστε να αποδείξει την καταλληλότητα της καθορισθείσας μεθόδου.

3.   Το δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού από τον οποίο έχει επιλεγεί και επιτρέπει στην αρχή ελέγχου να συντάσσει έγκυρη γνώμη λογιστικού ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 5 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014. Ο εν λόγω πληθυσμός περιλαμβάνει τις δαπάνες ενός επιχειρησιακού προγράμματος που καλύπτονται από ένα κοινό σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, οι οποίες περιλαμβάνονται σε αιτήσεις πληρωμών που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 για μια συγκεκριμένη λογιστική χρήση. Το δείγμα μπορεί να επιλεγεί κατά τη διάρκεια ή μετά το πέρας της λογιστικής χρήσης.

4.   Για τον σκοπό της εφαρμογής του άρθρου 34 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, μια μέθοδος δειγματοληψίας θεωρείται στατιστική όταν εξασφαλίζει:

i)

την τυχαία επιλογή των στοιχείων του δείγματος·

ii)

τη χρήση της θεωρίας των πιθανοτήτων για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων του δείγματος, συμπεριλαμβανομένης της μέτρησης και του ελέγχου του κινδύνου δειγματοληψίας και της σχεδιασθείσας και επιτευχθείσας ακρίβειας.

5.   Η μέθοδος δειγματοληψίας εξασφαλίζει τυχαία επιλογή κάθε μονάδας δείγματος στον πληθυσμό με χρήση τυχαίων αριθμών που παράγονται για κάθε μονάδα πληθυσμού για την επιλογή των μονάδων που αποτελούν το δείγμα ή μέσω συστηματικής επιλογής με χρήση ενός τυχαίου σημείου εκκίνησης και, στη συνέχεια, με την εφαρμογή ενός συστηματικού κανόνα για την επιλογή των πρόσθετων στοιχείων.

6.   Η μονάδα δειγματοληψίας καθορίζεται από την αρχή ελέγχου βάσει επαγγελματικής κρίσης. Η μονάδα δειγματοληψίας μπορεί να είναι είτε μια πράξη είτε ένα έργο στο πλαίσιο μιας πράξης είτε μια αίτηση πληρωμής από έναν δικαιούχο. Στην έκθεση ελέγχου περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με την καθορισθείσα μονάδα δειγματοληψίας και την επαγγελματική κρίση που χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό αυτόν.

7.   Όταν το συνολικό κόστος που σχετίζεται με μια μονάδα δειγματοληψίας για τη λογιστική χρήση είναι αρνητικό ποσό, εξαιρείται από τον πληθυσμό που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ανωτέρω και ελέγχεται χωριστά. Η αρχή ελέγχου μπορεί να λαμβάνει επίσης δείγμα αυτού του χωριστού πληθυσμού.

8.   Όταν πληρούνται οι όροι για τον αναλογικό έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 η αρχή ελέγχου μπορεί να αποκλείει από τον πληθυσμό από τον οποίο θα ληφθεί δείγμα τα στοιχεία που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο. Αν η σχετική πράξη έχει ήδη επιλεγεί στο δείγμα, η αρχή ελέγχου την αντικαθιστά με χρήση κατάλληλης τυχαίας επιλογής.

9.   Όλες οι δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή για το δείγμα υπόκεινται σε έλεγχο.

Όταν οι επιλεγμένες μονάδες δειγματοληψίας περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό σχετικών αιτήσεων πληρωμής ή τιμολογίων, η αρχή ελέγχου μπορεί να τις ελέγχει μέσω επιμέρους δειγματοληψίας, επιλέγοντας τις σχετικές αιτήσεις πληρωμής ή τα σχετικά τιμολόγια με τη χρησιμοποίηση των ίδιων παραμέτρων δειγματοληψίας που χρησιμοποιήθηκαν για την επιλογή των μονάδων δειγματοληψίας του κύριου δείγματος.

Στην περίπτωση αυτή, υπολογίζονται εντός κάθε μονάδας δείγματος προς έλεγχο τα κατάλληλα μεγέθη δείγματος, τα οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι μικρότερα από 30 αιτήσεις πληρωμής ή τιμολόγια για κάθε μονάδα δειγματοληψίας.

10.   Η αρχή ελέγχου μπορεί να προβαίνει σε διαστρωμάτωση με διαίρεση ενός πληθυσμού σε υποπληθυσμούς, καθένας από τους οποίους αποτελεί ομάδα μονάδων δειγματοληψίας με παρόμοια χαρακτηριστικά, ιδίως όσον αφορά τον κίνδυνο ή το προβλεπόμενο ποσοστό σφάλματος ή όταν ο πληθυσμός περιλαμβάνει πράξεις που συνίστανται σε χρηματοδοτικές συνεισφορές ενός επιχειρησιακού προγράμματος σε μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής ή άλλα στοιχεία μεγάλης αξίας.

11.   Η αρχή ελέγχου αξιολογεί την αξιοπιστία του συστήματος ως υψηλή, μεσαία ή χαμηλή, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των ελέγχων του συστήματος για να καθορίσει τις τεχνικές παραμέτρους της δειγματοληψίας, έτσι ώστε το συνδυασμένο επίπεδο βεβαιότητας που λαμβάνεται από τους ελέγχους συστημάτων και τους ελέγχους των πράξεων να είναι υψηλό. Για ένα σύστημα που αξιολογήθηκε ότι έχει υψηλή αξιοπιστία, το επίπεδο εμπιστοσύνης που χρησιμοποιείται για πράξεις δειγματοληψίας είναι τουλάχιστον 60 %. Για ένα σύστημα που αξιολογήθηκε ότι έχει χαμηλή αξιοπιστία, το επίπεδο εμπιστοσύνης που χρησιμοποιείται για πράξεις δειγματοληψίας είναι τουλάχιστον 90 %. Το ανώτατο επίπεδο σχετικής σημασίας είναι 2 % των δαπανών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

12.   Αν διαπιστωθούν παρατυπίες ή κίνδυνος παρατυπιών, η αρχή ελέγχου αποφασίζει, βάσει επαγγελματικής κρίσης, κατά πόσον είναι αναγκαίος ο έλεγχος συμπληρωματικού δείγματος επιπλέον πράξεων ή μερών πράξεων που δεν ελέγχθηκαν στο τυχαίο δείγμα, ώστε να ληφθούν υπόψη οι εντοπιζόμενοι ειδικοί παράγοντες κινδύνου.

13.   Η αρχή ελέγχου αναλύει χωριστά τα αποτελέσματα των λογιστικών ελέγχων του συμπληρωματικού δείγματος, συνάγει συμπεράσματα με βάση τα αποτελέσματα αυτά και τα κοινοποιεί στην Επιτροπή στην ετήσια έκθεση ελέγχου. Οι παρατυπίες που διαπιστώνονται στο συμπληρωματικό δείγμα δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του προβλεπόμενου τυχαίου σφάλματος του τυχαίου δείγματος.

14.   Με βάση τα αποτελέσματα των λογιστικών ελέγχων των πράξεων για τη γνωμοδότηση λογιστικού ελέγχου και την έκθεση ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 5 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, η αρχή ελέγχου υπολογίζει ένα συνολικό ποσοστό σφάλματος, το οποίο αντιστοιχεί στο άθροισμα των προβλεπόμενων τυχαίων σφαλμάτων και, κατά περίπτωση, των συστημικών σφαλμάτων και των μη διορθωμένων ανωμαλιών, διαιρούμενων διά του πληθυσμού.

Άρθρο 7

Λογιστικοί έλεγχοι λογαριασμών

[Άρθρο 34 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Οι λογιστικοί έλεγχοι των λογαριασμών που αναφέρονται στο άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 διενεργούνται από την αρχή ελέγχου για κάθε λογιστική χρήση.

2.   Ο λογιστικός έλεγχος των λογαριασμών παρέχει εύλογη βεβαιότητα όσον αφορά την πληρότητα, την ακρίβεια και την αξιοπιστία των ποσών που δηλώνονται στους λογαριασμούς.

3.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, η αρχή ελέγχου λαμβάνει ιδίως υπόψη τα αποτελέσματα των ελέγχων συστημάτων που διενεργούνται στην αρχή πιστοποίησης και των λογιστικών ελέγχων των πράξεων.

4.   Ο λογιστικός έλεγχος συστημάτων περιλαμβάνει την επαλήθευση της αξιοπιστίας του λογιστικού συστήματος της αρχής πιστοποίησης και, βάσει δείγματος, της ακρίβειας των δαπανών, των ποσών που ανακλήθηκαν και των ποσών που ανακτήθηκαν και έχουν καταχωριστεί στο λογιστικό σύστημα της αρχής πιστοποίησης.

5.   Για τους σκοπούς της γνωμοδότησης λογιστικού ελέγχου, προκειμένου να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι λογαριασμοί παρέχουν πιστή και πραγματική εικόνα, η αρχή ελέγχου επαληθεύει ότι όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 49 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 περιλαμβάνονται σωστά στους λογαριασμούς και αντιστοιχούν στα σχετικά λογιστικά αρχεία που τηρούνται από όλες τις αρμόδιες αρχές ή φορείς και τους δικαιούχους κατά τη διάρκεια των εργασιών του λογιστικού ελέγχου που διενεργείται από την αρχή ελέγχου. Η αρχή ελέγχου επαληθεύει ιδίως, βάσει των λογαριασμών που της παρέχει η αρχή πιστοποίησης, ότι:

α)

το συνολικό ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών που δηλώνεται σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 είναι σύμφωνο με τις δαπάνες και την αντίστοιχη δημόσια συνεισφορά που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις πληρωμών οι οποίες υποβάλλονται στην Επιτροπή για τη συγκεκριμένη λογιστική χρήση και, αν υπάρχουν διαφορές, ότι παρέχονται στους λογαριασμούς επαρκείς εξηγήσεις για τα σχετικά ποσά·

β)

τα ποσά που ανακλήθηκαν και ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης, τα προς ανάκτηση ποσά μέχρι το τέλος της λογιστικής χρήσης και τα μη ανακτήσιμα ποσά που εμφανίζονται στους λογαριασμούς αντιστοιχούν στα ποσά που εγγράφονται στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και βασίζονται σε αποφάσεις της αρμόδιας διαχειριστικής αρχής ή αρχής πιστοποίησης·

γ)

οι δαπάνες έχουν εξαιρεθεί από τους λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, κατά περίπτωση, και ότι όλες οι απαιτούμενες διορθώσεις αντικατοπτρίζονται στους λογαριασμούς της σχετικής λογιστικής χρήσης.

Οι επαληθεύσεις που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ) μπορούν να διενεργούνται σε δειγματοληπτική βάση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Άρθρο 8

Κριτήρια προσδιορισμού σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου

[Άρθρο 55 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Η Επιτροπή βασίζει την αξιολόγηση της αποτελεσματικής λειτουργίας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου στα αποτελέσματα όλων των διαθέσιμων λογιστικών ελέγχων συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών των ελέγχων, και των λογιστικών ελέγχων των πράξεων.

Η αξιολόγηση καλύπτει το περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου του προγράμματος, τις διαχειριστικές και ελεγκτικές δραστηριότητες των διαχειριστικών αρχών και των αρχών πιστοποίησης, την παρακολούθηση από τη διαχειριστική αρχή και την αρχή πιστοποίησης, καθώς και τις ελεγκτικές δραστηριότητες της αρχής ελέγχου, και βασίζεται στην επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις βασικές απαιτήσεις που προβλέπονται στον πίνακα 1 του παραρτήματος II.

Η εκπλήρωση αυτών των βασικών απαιτήσεων αξιολογείται βάσει των κατηγοριών που ορίζονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος II.

2.   Τα κυριότερα είδη σοβαρών ελλείψεων στην αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου είναι οι περιπτώσεις στις οποίες οποιαδήποτε από τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στα σημεία 2, 4, 5, 13, 15, 16 και 18 του πίνακα 1 του παραρτήματος II, ή δύο ή περισσότερες από τις άλλες βασικές απαιτήσεις του πίνακα 1 του παραρτήματος II έχουν κριθεί ότι εμπίπτουν στις κατηγορίες 3 ή 4, όπως ορίζονται στον πίνακα 2 του παραρτήματος II.

Άρθρο 9

Κριτήρια για την εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστών ή κατά παρέκταση δημοσιονομικών διορθώσεων και κριτήρια καθορισμού του επιπέδου της δημοσιονομικής διόρθωσης

[Άρθρο 55 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014]

1.   Αν η Επιτροπή εντοπίσει μία ή περισσότερες σοβαρές ελλείψεις στη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου, εφαρμόζονται δημοσιονομικές διορθώσεις για το σύνολο ή μέρος του επιχειρησιακού προγράμματος.

Ανεξαρτήτως των διατάξεων του πρώτου εδαφίου, εφαρμόζονται δημοσιονομικές διορθώσεις κατά παρέκταση, για το σύνολο ή μέρος του επιχειρησιακού προγράμματος, αν η Επιτροπή διαπιστώσει συστημικές παρατυπίες σε αντιπροσωπευτικό δείγμα πράξεων, διορθώσεις που επιτρέπουν την ακριβέστερη ποσοτικοποίηση του κινδύνου για τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Στην περίπτωση αυτή, γίνεται παρέκταση των αποτελεσμάτων της εξέτασης του αντιπροσωπευτικού δείγματος στον υπόλοιπο πληθυσμό από τον οποίο ελήφθη το δείγμα, με σκοπό να καθοριστεί η δημοσιονομική διόρθωση.

2.   Κατά τον καθορισμό του επιπέδου της κατ' αποκοπή διόρθωσης λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

η σχετική σημασία της σοβαρής έλλειψης ή των σοβαρών ελλείψεων στο πλαίσιο του συνολικού συστήματος διαχείρισης και ελέγχου·

β)

η συχνότητα και η έκταση της σοβαρής έλλειψης ή των σοβαρών ελλείψεων·

γ)

ο βαθμός του κινδύνου ζημίας για τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

3.   Λαμβανομένων υπόψη αυτών των στοιχείων, το επίπεδο της δημοσιονομικής διόρθωσης, καθορίζεται ως εξής:

α)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου είναι τόσο θεμελιώδεις, συχνές ή εκτεταμένες, ώστε να συνιστούν πλήρη αστοχία του συστήματος, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα του συνόλου των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 100 %·

β)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου είναι τόσο συχνές και εκτεταμένες, ώστε να συνιστούν εξαιρετικά σοβαρή αστοχία του συστήματος, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα ενός πολύ υψηλού ποσοστού των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 25 %·

γ)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου οφείλονται στο γεγονός ότι το σύστημα δεν λειτουργεί πλήρως ή λειτουργεί με τόση ανεπάρκεια ή με τόσο χαμηλή συχνότητα, ώστε να θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα ενός υψηλού ποσοστού των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 10 %·

δ)

αν η σοβαρή έλλειψη ή οι σοβαρές ελλείψεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου οφείλονται στο γεγονός ότι το σύστημα δεν λειτουργεί με συνέπεια, με αποτέλεσμα να θέτει σε κίνδυνο τη νομιμότητα και την κανονικότητα σημαντικού μέρους των σχετικών δαπανών, εφαρμόζεται κατ' αποκοπή διόρθωση 5 %.

4.   Αν η εφαρμογή κατ' αποκοπή ποσοστού που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 θα ήταν δυσανάλογη, το επίπεδο της διόρθωσης μειώνεται.

5.   Όταν, εξαιτίας της αδυναμίας των αρμόδιων αρχών να λάβουν κατάλληλα διορθωτικά μέτρα μετά την εφαρμογή δημοσιονομικής διόρθωσης σε μια λογιστική χρήση, εντοπίζεται η ίδια σοβαρή έλλειψη ή οι ίδιες σοβαρές ελλείψεις σε επόμενη λογιστική χρήση, το ποσοστό της διόρθωσης μπορεί, λόγω της διατήρησης της σοβαρής έλλειψης ή των σοβαρών ελλείψεων, να αυξηθεί σε επίπεδο που δεν υπερβαίνει το επίπεδο της αμέσως υψηλότερης κατηγορίας.

Άρθρο 10

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 3 εφαρμόζεται από την 1η Δεκεμβρίου 2014, όσον αφορά τα καταχωριζόμενα και αποθηκευόμενα δεδομένα που αναφέρονται στο παράρτημα I.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 72 της 12.3.2014, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κατάλογος δεδομένων που πρέπει να καταχωρίζονται και να αποθηκεύονται σε ηλεκτρονική μορφή στο σύστημα παρακολούθησης (που αναφέρεται στο άρθρο 2)

Απαιτούνται δεδομένα για τις πράξεις που χρηματοδοτούνται από ΕΠ I και ΕΠ II (1) εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη δεύτερη στήλη.

Πεδία δεδομένων

Αναφορά του τύπου ΕΠ για τον οποίο δεν απαιτούνται δεδομένα

Δεδομένα για τον δικαιούχο (2)

1.

Όνομα ή μοναδικό αναγνωριστικό κάθε δικαιούχου

 

2.

Ένδειξη για το αν ο δικαιούχος είναι δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας

 

3.

Ένδειξη για το αν ο ΦΠΑ επί των δαπανών που έχει πραγματοποιήσει ο δικαιούχος είναι μη ανακτήσιμος σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για τον ΦΠΑ

 

4.

Στοιχεία επικοινωνίας του δικαιούχου

 

Δεδομένα για την πράξη

5.

Ονομασία ή μοναδικό αναγνωριστικό της πράξης

 

6.

Σύντομη περιγραφή της πράξης

 

7.

Ημερομηνία υποβολής της αίτησης για την πράξη

 

8.

Ημερομηνία έναρξης, όπως αναφέρεται στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους στήριξης

 

9.

Ημερομηνία λήξης, όπως αναφέρεται στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους στήριξης

 

10.

Πραγματική ημερομηνία φυσικής περάτωσης ή πλήρους εκτέλεσης της πράξης

 

11.

Φορέας που εκδίδει το έγγραφο που καθορίζει τους όρους στήριξης

 

12.

Ημερομηνία του εγγράφου που καθορίζει τους όρους στήριξης

 

13.

Νόμισμα της πράξης

 

14.

ΚΚΑ του (των) προγράμματος (προγραμμάτων) από το (τα) οποίο(-α) χρηματοδοτείται η πράξη

 

15.

Τύπος(-οι) υλικής βοήθειας που εξετάζονται

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

16.

Τύπος(-οι) δράσεων που επωφελούνται στήριξης

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

17.

Κωδικός(-οί) για τη μορφή χρηματοδότησης

 

18.

Κωδικός(-οί) για τη γεωγραφική θέση

 

19.

Ποσότητα τροφίμων που αγοράζονται από δημόσιο φορέα ή από οργάνωση-εταίρο, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

20.

Ποσότητα τροφίμων που λαμβάνονται από δημόσιο φορέα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, κατά περίπτωση.

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

21.

Ποσότητα τροφίμων που παρέχεται στις οργανώσεις-εταίρους, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

22.

Ποσότητα τροφίμων που παρέχεται στους τελικούς δικαιούχους, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το OP II

23.

Ποσότητα βασικών ειδών υλικής βοήθειας που αγοράζονται από δημόσιο φορέα ή οργάνωση-εταίρο, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

24.

Ποσότητα βασικών ειδών υλικής βοήθειας που παρέχονται σε οργανώσεις-εταίρους, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

25.

Ποσότητα βασικών ειδών υλικής βοήθειας που παρέχονται στους τελικούς δικαιούχους, κατά περίπτωση

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ II

Δεδομένα σχετικά με τους δείκτες

26.

Τίτλος των κοινών δεικτών που είναι συναφείς με την πράξη

 

27.

Αναγνωριστικό των κοινών δεικτών που είναι συναφείς με την πράξη

 

28.

Επίπεδο επίτευξης των κοινών δεικτών για κάθε έτος εφαρμογής ή κατά το τέλος της πράξης

 

29.

Τίτλος ειδικών ανά πρόγραμμα δεικτών που είναι συναφείς με την πράξη

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

30.

Αναγνωριστικό για τους ειδικούς ανά πρόγραμμα δείκτες που είναι συναφείς με την πράξη

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

31.

Ειδικοί στόχοι για ειδικούς ανά πρόγραμμα δείκτες εκροών

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

32.

Επίπεδο επίτευξης για τους ειδικούς ανά πρόγραμμα δείκτες εκροών για κάθε έτος εφαρμογής ή κατά το τέλος της πράξης

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

33.

Μονάδα μέτρησης για κάθε στόχο εκροών

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

34.

Τιμή βάσης για δείκτες αποτελεσμάτων

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

35.

Επίπεδο-στόχος για δείκτες αποτελεσμάτων

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

36.

Μονάδα μέτρησης για κάθε στόχο όσον αφορά το αποτέλεσμα και την τιμή βάσης

Άνευ αντικειμένου για το ΕΠ I

37.

Μονάδα μέτρησης για κάθε δείκτη

 

Χρηματοοικονομικά δεδομένα για κάθε πράξη (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

38.

Ποσό του συνολικού επιλέξιμου κόστους της πράξης που εγκρίθηκε στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους στήριξης

 

39.

Ποσό των συνολικών επιλέξιμων δαπανών που αποτελούν δημόσια δαπάνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014

 

40.

Ποσό της δημόσιας στήριξης, όπως ορίζεται στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους στήριξης

 

Δεδομένα για τις αιτήσεις πληρωμών του δικαιούχου (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

41.

Ημερομηνία παραλαβής κάθε αίτησης πληρωμής από τον δικαιούχο

 

42.

Ημερομηνία κάθε πληρωμής στον δικαιούχο βάσει αίτησης πληρωμής

 

43.

Ποσό των επιλέξιμων δαπανών στην αίτηση πληρωμής που αποτελεί τη βάση για κάθε πληρωμή στον δικαιούχο

 

44.

Ποσό της δημόσιας δαπάνης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014, που αντιστοιχεί στην επιλέξιμη δαπάνη που αποτελεί τη βάση για κάθε πληρωμή

 

45.

Ποσό κάθε πληρωμής που καταβάλλεται στον δικαιούχο βάσει αίτησης πληρωμής

 

46.

Ημερομηνία έναρξης των επαληθεύσεων που έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 5 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014

 

47.

Ημερομηνία των λογιστικών ελέγχων που έγιναν επιτόπου σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 και με το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού

 

48.

Φορέας που πραγματοποίησε τον λογιστικό έλεγχο ή την επαλήθευση

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση το πραγματικό κόστος (στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

49.

Επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και υπολογίστηκαν με βάση τις δαπάνες που όντως πραγματοποιήθηκαν και πληρώθηκαν

 

50.

Δημόσια δαπάνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και υπολογίστηκαν με βάση τις δαπάνες που όντως επιστράφηκαν και πληρώθηκαν

 

51.

Είδος σύμβασης αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (3) (παροχής υπηρεσιών/προμήθειας αγαθών) ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4)

 

52.

Ποσό της σύμβασης, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

53.

Επιλέξιμες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν και καταβλήθηκαν βάσει της σύμβασης, αν η σύμβαση υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

54.

Διαδικασία ανάθεσης που χρησιμοποιήθηκε, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

55.

Όνομα ή μοναδικό αναγνωριστικό του αναδόχου, αν η ανάθεση της σύμβασης υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 2014/23/ΕΕ

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση τυποποιημένες κλίμακες μοναδιαίου κόστους (ποσά στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

56.

Ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση τυποποιημένες κλίμακες μοναδιαίου κόστους

 

57.

Δημόσια δαπάνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση τυποποιημένες κλίμακες μοναδιαίου κόστους

 

58.

Ορισμός της μονάδας που προορίζεται να χρησιμοποιείται για την τυποποιημένη κλίμακα μοναδιαίου κόστους

 

59.

Αριθμός μονάδων που παραδόθηκαν, όπως αναφέρεται στην αίτηση πληρωμής για κάθε είδος μονάδας

 

60.

Μοναδιαίο κόστος για μία μονάδα για κάθε είδος μονάδας

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση κατ' αποκοπή ποσά (ποσά στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

61.

Ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπήν ποσά

 

62.

Δημόσια δαπάνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπήν ποσά

 

63.

Για κάθε κατ' αποκοπή ποσό, παραδοτέα (εκροές ή αποτελέσματα) που συμφωνήθηκαν στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους στήριξης ως βάση για την εκταμίευση των πληρωτέων κατ' αποκοπήν ποσών

 

64.

Για κάθε κατ' αποκοπή ποσό, ποσό που συμφωνήθηκε στο έγγραφο που καθορίζει τους όρους υποστήριξης

 

Δεδομένα για τις δαπάνες στην αίτηση πληρωμής του δικαιούχου με βάση κατ' αποκοπή ποσοστά (ποσά στο νόμισμα που χρησιμοποιείται για την πράξη)

65.

Ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπήν ποσοστό

 

66.

Δημόσια δαπάνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 που αντιστοιχεί στις επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες που δηλώθηκαν στην Επιτροπή και καθορίστηκαν με βάση κατ' αποκοπήν ποσοστό

 

Δεδομένα για τις ανακτήσεις από τον δικαιούχο

67.

Ημερομηνία κάθε απόφασης ανάκτησης

 

68.

Ποσό δημόσιας στήριξης το οποίο επηρεάζεται από κάθε απόφαση ανάκτησης

 

69.

Συνολική επιλέξιμη δαπάνη η οποία επηρεάζεται κάθε απόφαση ανάκτησης

 

70.

Ημερομηνία παραλαβής κάθε ποσού που επιστράφηκε από τον δικαιούχο έπειτα από απόφαση ανάκτησης

 

71.

Ποσό δημόσιας στήριξης που επιστράφηκε από τον δικαιούχο έπειτα από απόφαση ανάκτησης (χωρίς τόκους ή πρόστιμα)

 

72.

Συνολική επιλέξιμη δαπάνη που αντιστοιχεί στη δημόσια στήριξη που επιστράφηκε από τον δικαιούχο

 

73.

Ποσό δημόσιας στήριξης που δεν μπορεί να ανακτηθεί έπειτα από απόφαση ανάκτησης

 

74.

Συνολική επιλέξιμη δαπάνη που αντιστοιχεί σε μη ανακτήσιμη δημόσια στήριξη

 

Δεδομένα για τις αιτήσεις πληρωμών στην Επιτροπή (ποσά σε ευρώ)

75.

Ημερομηνία υποβολής κάθε αίτησης πληρωμής που περιλαμβάνει επιλέξιμες δαπάνες της πράξης

 

76.

Συνολικό ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τον δικαιούχο και καταβλήθηκαν για την υλοποίηση της πράξης που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής,

 

77.

Συνολικό ποσό της δημόσιας δαπάνης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 της πράξης που περιλαμβάνεται σε κάθε αίτηση πληρωμής

 

Δεδομένα για τους λογαριασμούς που υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 (σε ευρώ)

78.

Ημερομηνία υποβολής κάθε συνόλου λογαριασμών που περιλαμβάνουν δαπάνες της πράξης

 

79.

Ημερομηνία υποβολής των λογαριασμών στους οποίους περιλαμβάνονται οι τελικές δαπάνες της πράξης μετά την ολοκλήρωση της πράξης [όταν οι συνολικές επιλέξιμες δαπάνες είναι τουλάχιστον 1 000 000 ευρώ (άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014)].

 

80.

Συνολικό ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών της πράξης που έχουν καταχωριστεί στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και έχουν συμπεριληφθεί στους λογαριασμούς

 

81.

Συνολικό ποσό δημόσιας δαπάνης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 που πραγματοποιήθηκε κατά την υλοποίηση της πράξης και που αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των επιλέξιμων δαπανών της πράξης οι οποίες έχουν καταχωριστεί στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και έχουν συμπεριληφθεί στους λογαριασμούς

 

82.

Συνολικό ποσό των πληρωμών που καταβλήθηκαν στον δικαιούχο βάσει του άρθρου 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 και που αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών της πράξης οι οποίες έχουν καταχωριστεί στα λογιστικά συστήματα της αρχής πιστοποίησης και έχουν συμπεριληφθεί στους λογαριασμούς

 

83.

Συνολικές επιλέξιμες δαπάνες της πράξης που ανακλήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

84.

Συνολική δημόσια δαπάνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 223/2014 που αντιστοιχεί στις συνολικές επιλέξιμες δαπάνες της πράξης που ανακλήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

85.

Συνολικές επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες της πράξης που ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

86.

Συνολική δημόσια δαπάνη που αντιστοιχεί στις συνολικές επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες της πράξης που ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια της λογιστικής χρήσης και που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

87.

Συνολικές επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες προς ανάκτηση στο τέλος της λογιστικής χρήσης, που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

88.

Συνολική δημόσια δαπάνη της πράξης που αντιστοιχεί στις συνολικές επιλέξιμες δημόσιες δαπάνες προς ανάκτηση στο τέλος της λογιστικής χρήσης που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς

 

89.

Συνολικό επιλέξιμο ποσό των μη ανακτήσιμων δημόσιων δαπανών της πράξης κατά το τέλος της λογιστικής χρήσης, που περιλαμβάνεται στους λογαριασμούς

 

90.

Συνολική δημόσια δαπάνη της πράξης που αντιστοιχεί στο συνολικό επιλέξιμο ποσό των μη ανακτήσιμων δημόσιων δαπανών κατά το τέλος της λογιστικής χρήσης, που περιλαμβάνεται στους λογαριασμούς

 


(1)  Το ΕΠ Ι παραπέμπει στα επιχειρησιακά προγράμματα για την επισιτιστική και/ή υλική βοήθεια και το ΕΠ ΙΙ αναφέρεται στα επιχειρησιακά προγράμματα για την κοινωνική ένταξη των απόρων.

(2)  Στους δικαιούχους περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, και άλλοι φορείς που πραγματοποιούν στο πλαίσιο της πράξης δαπάνες που αντιμετωπίζονται ως δαπάνες που πραγματοποιούνται από τον δικαιούχο.

(3)  Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

(4)  Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Βασικές απαιτήσεις για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου και την ταξινόμηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου σε σχέση με την αποτελεσματική λειτουργία τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9

Πίνακας 1

Βασικές απαιτήσεις

Βασικές απαιτήσεις του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου

Αρμόδιοι οργανισμοί/αρχές

Πεδίο

1

Επαρκής διαχωρισμός καθηκόντων και επαρκή συστήματα για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση, όταν ο αρμόδιος φορέας αναθέτει την εκτέλεση καθηκόντων σε άλλο φορέα.

Διαχειριστική αρχή

Περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου

2

Κατάλληλες διαδικασίες για την επιλογή των πράξεων.

Διαχειριστική αρχή

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

3

Επαρκείς πληροφορίες στους δικαιούχους σχετικά με τους εφαρμοστέους όρους για τις επιλεγείσες πράξεις.

Διαχειριστική αρχή

4

Επαρκείς επαληθεύσεις διαχείρισης.

Διαχειριστική αρχή

5

Ύπαρξη αποτελεσματικού συστήματος για τη διασφάλιση της φύλαξης όλων των εγγράφων σχετικά με τις δαπάνες και τους λογιστικούς ελέγχους, ώστε να εξασφαλίζεται κατάλληλη διαδρομή ελέγχου.

Διαχειριστική αρχή

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου/παρακολούθηση

6

Αξιόπιστο σύστημα συλλογής, καταγραφής και αποθήκευσης δεδομένων για σκοπούς παρακολούθησης, αξιολόγησης, δημοσιονομικής διαχείρισης, επαλήθευσης και λογιστικού ελέγχου.

Διαχειριστική αρχή

7

Αποτελεσματική εφαρμογή αναλογικών μέτρων για την καταπολέμηση της απάτης.

Διαχειριστική αρχή

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

8

Κατάλληλες διαδικασίες για τη σύνταξη της δήλωσης διαχείρισης και της ετήσιας συνοπτικής έκθεσης των τελικών εκθέσεων λογιστικού ελέγχου και των ελέγχων που διενεργήθηκαν.

Διαχειριστική αρχή

9

Επαρκής διαχωρισμός καθηκόντων και επαρκή συστήματα για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση, όταν ο αρμόδιος φορέας αναθέτει την εκτέλεση καθηκόντων σε άλλο φορέα.

Αρχή πιστοποίησης

Περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου

10

Κατάλληλες διαδικασίες για τη σύνταξη και την υποβολή των αιτήσεων πληρωμής.

Αρχή πιστοποίησης

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

11

Τήρηση κατάλληλων ηλεκτρονικών αρχείων για τις δαπάνες που δηλώνονται και την αντίστοιχη δημόσια συνεισφορά.

Αρχή πιστοποίησης

Δραστηριότητες διαχείρισης και ελέγχου

12

Κατάλληλος και πλήρης λογαριασμός για ανακτηθέντα και ανακληθέντα ποσά.

Αρχή πιστοποίησης

13

Κατάλληλες διαδικασίες για την κατάρτιση και την πιστοποίηση της πληρότητας, της ακρίβειας και της ειλικρίνειας των ετήσιων λογαριασμών.

Αρχή πιστοποίησης

14

Κατάλληλος διαχωρισμός καθηκόντων και κατάλληλα συστήματα, ώστε να διασφαλίζεται ότι κάθε άλλος φορέας που διενεργεί ελέγχους σύμφωνα με τη στρατηγική ελέγχου του προγράμματος διαθέτει την αναγκαία λειτουργική ανεξαρτησία και λαμβάνει υπόψη τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα λογιστικού ελέγχου.

Αρχή ελέγχου

Περιβάλλον εσωτερικού ελέγχου

15

Επαρκείς έλεγχοι συστημάτων.

Αρχή ελέγχου

Δραστηριότητες διαχείρισης

16

Επαρκείς λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων.

Αρχή ελέγχου

17

Επαρκείς λογιστικοί έλεγχοι των λογαριασμών.

Αρχή ελέγχου

18

Επαρκείς διαδικασίες για την παροχή αξιόπιστης λογιστικής γνωμοδότησης και για την προετοιμασία της ετήσιας έκθεσης ελέγχου.

Αρχή ελέγχου


Πίνακας 2

Ταξινόμηση των βασικών απαιτήσεων για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου όσον αφορά τη λειτουργία τους

Κατηγορία 1

Λειτουργεί καλά. Δεν απαιτούνται βελτιώσεις ή απαιτούνται μικρές μόνο βελτιώσεις.

Κατηγορία 2

Λειτουργεί. Απαιτούνται ορισμένες βελτιώσεις.

Κατηγορία 3

Λειτουργεί μερικώς. Απαιτούνται ουσιαστικές βελτιώσεις.

Κατηγορία 4

Ουσιαστικά δεν λειτουργεί.


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/70


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 533/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2014

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ' εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2014.

Για την Επιτροπή,

εξ ονόματος του Προέδρου,

Jerzy PLEWA

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ' αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

MA

41,3

MK

75,3

TR

67,1

ZZ

61,2

0707 00 05

AL

41,5

MK

38,2

TR

124,7

ZZ

68,1

0709 93 10

TR

110,3

ZZ

110,3

0805 10 20

EG

42,2

IL

74,1

MA

45,8

TR

52,6

ZA

53,8

ZZ

53,7

0805 50 10

TR

94,4

ZZ

94,4

0808 10 80

AR

97,8

BR

90,6

CL

96,2

CN

98,6

MK

32,3

NZ

138,8

US

200,7

UY

70,3

ZA

98,0

ZZ

102,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΟΔΗΓΙΕΣ

20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/72


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/69/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μία εξαίρεση για τον μόλυβδο σε διηλεκτρικό κεραμικό υλικό πυκνωτών για ονομαστική τάση χαμηλότερη των 125 V εναλλασσόμενου ρεύματος ή 250 V συνεχούς ρεύματος για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση μολύβδου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Τόσο η υποκατάσταση του μολύβδου σε διηλεκτρικό κεραμικό υλικό πυκνωτών για ονομαστική τάση χαμηλότερη των 125 V εναλλασσόμενου ρεύματος ή 250 V συνεχούς ρεύματος που χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου (IMCI) όσο και η αντικατάσταση των εν λόγω κατασκευαστικών στοιχείων σε IMCI είναι ακόμη τεχνικά ανέφικτες.

(3)

Αν και η υποκατάσταση του μολύβδου σε χαμηλής τάσης κεραμικούς πυκνωτές είναι δυνατή για άλλες εφαρμογές, η χρήση αυτών των ελεύθερων μολύβδου συστατικών στοιχείων IMCI απαιτεί από τους κατασκευαστές να επανασχεδιάσουν τα IMCI τους ή μέρη αυτών και να υποβάλουν σε νέα έγκριση τα νέα σχέδια, προκειμένου να τα καταστήσουν τεχνικώς εφικτά και να αποδείξουν την αξιοπιστία τους. Η χρήση μολύβδου σε χαμηλής τάσης κεραμικούς πυκνωτές σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου θα πρέπει, συνεπώς, να εξαιρεθεί από την απαγόρευση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Λαμβανομένων υπόψη των κύκλων καινοτομίας για IMCI πρόκειται για μια σχετικά σύντομη μεταβατική περίοδο, η οποία είναι απίθανο να έχει δυσμενή αντίκτυπο στην καινοτομία.

(4)

Σύμφωνα με την αρχή περί επισκευής κατά την παραγωγή της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, η οποία αποσκοπεί στην επέκταση της διάρκειας ζωής των συμμορφούμενων προϊόντων αφού διατεθούν στην αγορά, τα ανταλλακτικά θα επωφεληθούν της εν λόγω εξαίρεσης αφού παρέλθει η ημερομηνία λήξης τους χωρίς χρονικούς περιορισμούς.

(5)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από την έναρξη ισχύος. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, προστίθεται το ακόλουθο σημείο 40:

«40.

Μόλυβδος σε διηλεκτρικό κεραμικό υλικό πυκνωτών για ονομαστική τάση χαμηλότερη των 125 V εναλλασσόμενου ρεύματος ή 250 V συνεχούς ρεύματος που προορίζονται για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου.

Λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2020. Μετά την ημερομηνία αυτή επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται σε ανταλλακτικά βιομηχανικών οργάνων παρακολούθησης και ελέγχου που έχουν διατεθεί στην αγορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2021.»


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/74


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/70/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τις πλάκες μικροδιαύλων (MCP) που περιέχουν μόλυβδο, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση μολύβδου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Οι πλάκες μικροδιαύλων (MCP) χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση και την ενίσχυση ιόντων και ηλεκτρονίων σε ιατροτεχνολογικά προϊόντα και όργανα παρακολούθησης και ελέγχου. Η υποκατάσταση του μολύβδου στις πλάκες μικροδιαύλων είναι αδύνατη από επιστημονικής ή τεχνικής πλευράς.

(3)

Η υποκατάσταση των πλακών μικροδιαύλων ως κατασκευαστικών στοιχείων από εναλλακτικούς ανιχνευτές δεν είναι βιώσιμη σε συνθήκες στις οποίες απαιτούνται μικρογράφηση πολύ μεγάλης κλίμακας, πολύ μικροί χρόνοι απόκρισης ή πολύ υψηλού σήματος συντελεστές πολλαπλασιασμού. Η χρήση του μολύβδου στις περιπτώσεις στις οποίες οι πλάκες μικροδιαύλων ξεπερνούν σε επιδόσεις και ειδικά χαρακτηριστικά τους εναλλακτικούς ανιχνευτές θα πρέπει, επομένως να εξαιρεθεί από την απαγόρευση. Επειδή προς το παρόν δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις που να αποκλείουν τη χρήση του μολύβδου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, η περίοδος ισχύος της εξαίρεσης θα πρέπει να είναι 7 έτη από τις σχετικές ημερομηνίες εφαρμογής για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, τα όργανα παρακολούθησης και ελέγχου, τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα για διάγνωση in vitro και τα βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου, που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/65/ΕΕ. Λαμβάνοντας υπόψη τους κύκλους καινοτομίας για όλα τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και τα όργανα παρακολούθησης και ελέγχου, τα 7 έτη είναι σχετικά σύντομη μεταβατική περίοδος η οποία δεν είναι πιθανό να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην καινοτομία.

(4)

Συνεπώς, η οδηγία 2011/65/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα μετά την έναρξη ισχύος της. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ προστίθεται το ακόλουθο σημείο 39:

«39.

Μόλυβδος σε πλάκες μικροδιαύλων (MCP) που χρησιμοποιούνται σε εξοπλισμό, όταν υφίσταται μία τουλάχιστον από τις ακόλουθες ιδιότητες:

α)

μικρό μέγεθος του ανιχνευτή ηλεκτρονίων ή ιόντων, όταν ο χώρος για τον ανιχνευτή περιορίζεται σε 3 mm/MCP κατ' ανώτατο όριο (πάχος ανιχνευτή + χώρος τοποθέτησης της MCP), 6 mm κατ' ανώτατο όριο συνολικά και από επιστημονικής και τεχνικής πλευράς ο εναλλακτικός σχεδιασμός του ανιχνευτή που θα απέδιδε περισσότερο χώρο είναι αδύνατος·

β)

η δισδιάστατη χωρική ευκρίνεια για την ανίχνευση ηλεκτρονίων ή ιόντων, όταν ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες συνθήκες:

i)

χρόνος απόκρισης μικρότερος από 25 ns,

ii)

περιοχή ανίχνευσης δείγματος μεγαλύτερη από 149 mm2,

iii)

συντελεστής πολλαπλασιασμού μεγαλύτερος από 1,3 × 103·

γ)

χρόνος απόκρισης μικρότερος από 5 ns για την ανίχνευση ηλεκτρονίων ή ιόντων·

δ)

περιοχή ανίχνευσης δείγματος μεγαλύτερη από 314 mm2 για την ανίχνευση ηλεκτρονίων ή ιόντων·

ε)

συντελεστής πολλαπλασιασμού μεγαλύτερος από 4,0 × 107.

Η περίοδος ισχύος της εξαίρεσης εκπνέει στις ακόλουθες ημερομηνίες:

α)

21 Ιουλίου 2021 για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και τα όργανα παρακολούθησης και ελέγχου·

β)

21 Ιουλίου 2023 για ιατροτεχνολογικά προϊόντα για διάγνωση in vitro·

γ)

21 Ιουλίου 2024 για τα βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου.»


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/76


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/71/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά μια εξαίρεση για μόλυβδο σε συγκολλητικά κράματα σε μία διεπαφή στοίβας πλακιδίων στοιχείων μεγάλης επιφάνειας με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση μολύβδου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Η τεχνολογία ανιχνευτών SDE (stacked die elements — στοίβα πλακιδίων στοιχείων) χρησιμοποιείται σε ανιχνευτές ακτίνων X σε συστήματα υπολογιστικής τομογραφίας (CT) και ακτίνων Χ. Προσφέρει πλεονεκτήματα για τους ασθενείς, καθώς μειώνει την αναγκαία έκθεση σε δόση ακτίνων Χ. Οι ανιχνευτές SDE μεγάλης επιφάνειας δεν μπορούν ακόμα να παράγονται με συγκολλητικά κράματα χωρίς μόλυβδο. Η υποκατάσταση και η εξάλειψη του μολύβδου είναι, συνεπώς, επιστημονικά και τεχνικά ανέφικτες για τις προαναφερόμενες εφαρμογές.

(3)

Η χρήση μολύβδου σε στοίβα πλακιδίων στοιχείων μεγάλης επιφάνειας με περισσότερες από 500 διασυνδέσεις ανά διεπαφή που χρησιμοποιούνται σε ανιχνευτές ακτίνων X σε συστήματα υπολογιστικής τομογραφίας (CT) και ακτίνων Χ θα πρέπει, συνεπώς, να εξαιρεθεί από την απαγόρευση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019. Στο πλαίσιο των κύκλων καινοτομίας των ιατροτεχνολογικών προϊόντων και των τομέων των οργάνων παρακολούθησης και ελέγχου, πρόκειται για μια σχετικά σύντομη μεταβατική περίοδο, η οποία είναι απίθανο να έχει δυσμενή αντίκτυπο στην καινοτομία.

(4)

Σύμφωνα με την αρχή «επισκευή κατά την παραγωγή» της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, η οποία αποσκοπεί στην επέκταση της διάρκειας ζωής των συμμορφούμενων προϊόντων, αφού διατεθούν στην αγορά, τα ανταλλακτικά επωφελούνται από την εξαίρεση αυτή μετά την παρέλευση της ημερομηνίας λήξης της, χωρίς χρονικούς περιορισμούς.

(5)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία, το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από την έναρξη ισχύος της. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel ΒΑRROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ προστίθεται το ακόλουθο σημείο 38:

«38.

Μόλυβδος σε συγκολλητικά κράματα χρησιμοποιούμενα σε μία διεπαφή στοίβας πλακιδίων στοιχείων μεγάλης επιφάνειας με περισσότερες από 500 διασυνδέσεις ανά διεπαφή που χρησιμοποιούνται σε ανιχνευτές ακτίνων X συστημάτων υπολογιστικής τομογραφίας και ακτίνων Χ.

Λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2019. Μετά την ημερομηνία αυτή επιτρέπεται να χρησιμοποιείται σε ανταλλακτικά για συστήματα υπολογιστικής τομογραφίας (CT) και ακτίνων Χ που διατίθενται στην αγορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2020.».


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/78


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/72/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μία εξαίρεση για τον μόλυβδο στα συγκολλητικά κράματα, στα φινιρίσματα επιφάνειας των ηλεκτρικών και των ηλεκτρονικών κατασκευαστικών στοιχείων και τα φινιρίσματα των πλακετών τυπωμένων κυκλωμάτων που χρησιμοποιούνται στα δομοστοιχεία ανάφλεξης και σε άλλα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου του κινητήρα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό, (1) και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση μολύβδου στον ηλεκτρικό και στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Τα δομοστοιχεία ανάφλεξης και άλλα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου κινητήρων εσωτερικής καύσης, τα οποία πρέπει να συναρμολογούνται κοντά στα κινούμενα μέρη εργαλείων χειρός και τα οποία είναι απαραίτητα για τη λειτουργία του κινητήρα, εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα κραδασμών και έντονη θερμική καταπόνηση. Αυτές οι αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες απαιτούν τη χρήση μολύβδου. Ούτε η αντικατάσταση ούτε η εξάλειψη του μολύβδου σε αυτά τα κατασκευαστικά στοιχεία είναι τεχνικά εφικτή.

(3)

Οι κατασκευαστές χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να επινοήσουν εναλλακτικές λύσεις χωρίς μόλυβδο που να είναι τεχνικά εφικτές και να αποδείξουν την αξιοπιστία τους. Η χρήση μολύβδου σε συγκολλητικά κράματα και σε φινιρίσματα επιφάνειας των ηλεκτρικών και των ηλεκτρονικών κατασκευαστικών στοιχειών και σε φινιρίσματα των πλακετών τυπωμένων κυκλωμάτων που χρησιμοποιούνται στα δομοστοιχεία ανάφλεξης και σε άλλα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου του κινητήρα θα πρέπει συνεπώς να εξαιρεθεί από την απαγόρευση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Πρόκειται για μια σχετικά σύντομη μεταβατική περίοδο, η οποία είναι απίθανο να έχει δυσμενή αντίκτυπο στην καινοτομία.

(4)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα μετά την έναρξη ισχύος της. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel ΒΑRROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ προστίθεται το ακόλουθο σημείο 41:

«41

Ο μόλυβδος στα συγκολλητικά κράματα, στα φινιρίσματα επιφανείας των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών κατασκευαστικών στοιχειών και τα φινιρίσματα των πλακετών τυπωμένων κυκλωμάτων που χρησιμοποιούνται στα δομοστοιχεία ανάφλεξης και σε άλλα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου του κινητήρα, τα οποία για τεχνικούς λόγους πρέπει να τοποθετούνται απευθείας επάνω ή μέσα στον στροφαλοθάλαμο ή τον κύλινδρο των φορητών κινητήρων εσωτερικής καύσης (κατηγορίες SH:1, SH:2, SH:3 της οδηγίας 97/68/EC του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)

Λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2018


(1)  Οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1997, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα (ΕΕ L 59 της 27.2.1998, σ. 1).»


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/80


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/73/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τον μόλυβδο σε επιπλατινωμένα ηλεκτρόδια λευκόχρυσου που χρησιμοποιούνται σε μετρήσεις αγωγιμότητας, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση μολύβδου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Τα επιπλατινωμένα ηλεκτρόδια λευκόχρυσου (ΕΗΛ) είναι ηλεκτρόδια λευκόχρυσου που καλύπτονται με λεπτό στρώμα μαύρου λευκόχρυσου. Αυτά τα ηλεκτρόδια χρησιμοποιούνται όταν απαιτούνται μετρήσεις αγωγιμότητας ευρείας κλίμακας ή για τη μέτρηση της αγωγιμότητας υπό έντονα όξινες ή αλκαλικές συνθήκες. Τόσο η υποκατάσταση ή απομάκρυνση του μολύβδου σε ΕΗΛ όσο και η υποκατάσταση των ΕΗΛ με άλλους τύπους ηλεκτροδίων είναι επιστημονικά και τεχνικά ανέφικτες υπό αυτές τις συνθήκες.

(3)

Επομένως, η χρήση μολύβδου σε ΕΗΛ για μετρήσεις αγωγιμότητας ευρείας κλίμακας ή για τη μέτρηση της αγωγιμότητας υπό έντονα όξινες ή αλκαλικές συνθήκες θα πρέπει να εξαιρεθεί από την απαγόρευση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Αυτή η μεταβατική περίοδος είναι αναγκαία για την έρευνα και δεν είναι πιθανό να έχει δυσμενή αντίκτυπο στην καινοτομία.

(4)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα μετά την έναρξη ισχύος της. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, παραπέμπουν στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ προστίθεται το ακόλουθο σημείο 37:

«37.

Μόλυβδος σε επιπλατινωμένα ηλεκτρόδια λευκόχρυσου που χρησιμοποιούνται για μετρήσεις αγωγιμότητας, όταν ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

μετρήσεις αγωγιμότητας ευρείας κλίμακας με εύρος αγωγιμότητας άνω της 1 τάξης μεγέθους (π.χ. μεταξύ 0,1 mS/m και 5 mS/m) σε εργαστηριακές εφαρμογές για άγνωστες συγκεντρώσεις·

β)

μετρήσεις διαλυμάτων όταν απαιτούνται ακρίβεια ± 1 % επί των δειγμάτων και υψηλή αντοχή στη διάβρωση του ηλεκτροδίου, για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i)

διαλύματα με οξύτητα < pH 1·

ii)

διαλύματα με αλκαλικότητα > pH 13·

iii)

διαβρωτικά διαλύματα που περιέχουν αέριο αλογόνου·

γ)

μετρήσεις αγωγιμότητας άνω των 100 mS/m που πρέπει να πραγματοποιούνται με φορητά όργανα.

Λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2018.».


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/82


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/74/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τη χρήση μολύβδου σε συστήματα άλλα πέραν των συζευκτήρων με ακίδες ενσφήνωσης τύπου C για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση μολύβδου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Συμβατά συστήματα συζευκτήρα ακροδεκτών χρησιμοποιούνται σε συσκευές ψηφιοποίησης υψηλής ταχύτητας, πηγές ραδιοσυχνότητας και πηγές σήματος σε μορφή κύματος και σε ασύρματο εξοπλισμό δοκιμών. Συμβατά συστήματα συζευκτήρα ακροδεκτών που δεν περιέχουν μόλυβδο δεν χρησιμοποιούνται ακόμα σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου (IMCI). Η απόδοση και οι απαιτήσεις αξιοπιστίας των οργάνων IMCI είναι υψηλότερες από εκείνες άλλου ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού και η αξιοπιστία υποκατάστατων που δεν περιέχουν μόλυβδο δεν είναι εξασφαλισμένη υπό αυτές τις συνθήκες.

(3)

Προκειμένου οι κατασκευαστές να διασφαλίσουν την τεχνική εφαρμογή τεχνικών στοιχείων που δεν περιέχουν μόλυβδο και να αποδείξουν επαρκώς την αξιοπιστία τους όταν χρησιμοποιούνται σε όργανα IMCI, η χρήση μολύβδου σε συστήματα άλλα πέραν των συζευκτήρων με ακίδες ενσφήνωσης τύπου C για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου θα πρέπει, συνεπώς, να εξαιρείται από την απαγόρευση έως την 31η Δεκεμβρίου 2020. Λόγω των κύκλων καινοτομίας των οργάνων IMCI, η μεταβατική αυτή περίοδος είναι σχετικά σύντομη και θεωρείται μάλλον απίθανο να επηρεάσει αρνητικά την καινοτομία.

(4)

Σύμφωνα με την αρχή της διασφάλισης της δυνατότητας επισκευής του προϊόντος με τον ίδιο τρόπο όπως έχει παραχθεί (repair-as-produced) που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, το οποίο αποσκοπεί στην επιμήκυνση της διάρκειας ζωής συμμορφούμενων προϊόντων από τη στιγμή που διατίθενται στην αγορά, τα ανταλλακτικά θα υπόκεινται χωρίς περιορισμούς στην εν λόγω εξαίρεση ακόμα και μετά την ημερομηνία λήξης της.

(5)

Επομένως, η οδηγία 2011/65/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από την έναρξη ισχύος. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ προστίθεται το ακόλουθο σημείο 36:

«36.

Μόλυβδος που χρησιμοποιείται σε συστήματα άλλα πέραν των συζευκτήρων με ακίδες ενσφήνωσης τύπου C για βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου.

Λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2020. Δύναται να χρησιμοποιηθεί και μετά την εν λόγω ημερομηνία για ανταλλακτικά βιομηχανικών οργάνων παρακολούθησης και ελέγχου που έχουν διατεθεί στην αγορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2021.».


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/84


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/75/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τη χρήση υδραργύρου σε λαμπτήρες φθορισμού ψυχρής καθόδου (CCFL) για οθόνες υγρών κρυστάλλων οπίσθιου φωτισμού, σε ποσότητα που δεν υπερβαίνει τα 5 mg ανά λαμπτήρα, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου που έχουν διατεθεί στην αγορά πριν τις 22 Ιουλίου 2017

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση υδραργύρου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Πολλά βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου (IMCI) διαθέτουν οθόνες υγρών κρυστάλλων οπίσθιου φωτισμού (LCD) οι οποίες απαιτούν τη χρήση λαμπτήρων φθορισμού ψυχρής καθόδου (CCFL) με 5 mg υδραργύρου. Οι συνολικές αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον, την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών που οφείλονται στην υποκατάσταση των λαμπτήρων CCFL που περιέχουν υδράργυρο σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου είναι πιθανόν να αντισταθμίζονται από τα συνολικά οφέλη της για το περιβάλλον, την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών.

(3)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η δυνατότητα επισκευής και η παράταση της διάρκειας ωφέλιμης ζωής των προϊόντων, θα πρέπει να χορηγηθεί εξαίρεση από τον περιορισμό της χρήσης υδραργύρου σε λαμπτήρες CCFL για τον οπίσθιο φωτισμό οθονών υγρών κρυστάλλων σε όργανα IMCI. Σύμφωνα με την αρχή της διασφάλισης της δυνατότητας επισκευής με τον ίδιο τρόπο όπως έχει παραχθεί ένα προϊόν (repair-as-produced), η εξαίρεση θα πρέπει να ισχύει για όλα τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά πριν από τις 22 Ιουλίου 2017 —δηλαδή την ημερομηνία συμμόρφωσης για τα όργανα IMCI— και η περίοδος ισχύος της εξαίρεσης θα πρέπει να είναι τα 7 έτη από την εν λόγω ημερομηνία. Είναι μάλλον απίθανο η εξαίρεση να επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην καινοτομία.

(4)

Επομένως, η οδηγία 2011/65/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από την έναρξη ισχύος. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, προστίθεται το ακόλουθο σημείο 35:

«35:

Υδράργυρος σε λαμπτήρες φθορισμού ψυχρής καθόδου, σε ποσότητα που δεν υπερβαίνει τα 5 mg ανά λαμπτήρα, για οθόνες υγρών κρυστάλλων οπίσθιου φωτισμού, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικά όργανα παρακολούθησης και ελέγχου που διατίθενται στην αγορά πριν από τις 22 Ιουλίου 2017

Λήγει την 21η Ιουλίου 2024.»


20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/86


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΟΔΗΓΊΑ 2014/76/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για την τροποποίηση, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, του παραρτήματος III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά εξαίρεση για τη χρήση υδραργύρου σε χειροποίητους φωτεινούς σωλήνες εκκένωσης (HLDT) που χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό πινακίδων, για διακοσμητικό, αρχιτεκτονικό και ειδικό φωτισμό και για τις τέχνες που βασίζονται στο φως

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/65/ΕΕ απαγορεύει τη χρήση υδραργύρου στον ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διατίθεται στην αγορά.

(2)

Οι χειροποίητοι φωτεινοί σωλήνες εκκένωσης (HLDT) είναι χειροποίητοι λαμπτήρες ειδικού σκοπού, οι οποίοι διατίθενται σε μεγάλη ποικιλία. Παραδείγματα περιλαμβάνουν τις φωτεινές πινακίδες νέον, τον ανεξάρτητο αρχιτεκτονικό φωτισμό και ειδικές πηγές εκπομπής φωτός στη χημική αναλυτική έρευνα. Καθώς οι σωλήνες HLDT χρησιμοποιούνται για εφαρμογές εσωτερικού και εξωτερικού χώρου και με ξεχωριστή σύνθεση χρωματικού φάσματος, θα πρέπει να λειτουργούν αξιόπιστα υπό ευαίσθητες συνθήκες και σε χαμηλές θερμοκρασίες, και να έχουν πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής, επειδή η πρόσβαση σε αυτούς είναι συχνά δύσκολη. Για να λειτουργήσουν σωστά υπό αυτές τις συνθήκες, οι σωλήνες HLDT απαιτούν τη χρήση μιας ελάχιστης ποσότητας υδραργύρου.

(3)

Η εξάλειψη ή υποκατάσταση του υδραργύρου στους σωλήνες HLDT και η πλήρης υποκατάσταση των σωλήνων HLDT με άλλες τεχνολογίες, όπως είναι οι λαμπτήρες LED, είναι επιστημονικώς και τεχνικώς αδύνατη. Η χρήση υδραργύρου σε σωλήνες HLDT, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό πινακίδων, για διακοσμητικό, αρχιτεκτονικό και ειδικό φωτισμό και για τις τέχνες που βασίζονται στο φως θα πρέπει συνεπώς να εξαιρεθεί από την απαγόρευση. Η χρήση υδραργύρου θα πρέπει να περιορίζεται στην απαραίτητη ελάχιστη ποσότητα και η περίοδος ισχύος θα πρέπει να λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2018, ώστε να αποφευχθούν οι αρνητικές συνέπειες για την καινοτομία.

(4)

Επομένως, η οδηγία 2011/65/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από την έναρξη ισχύος. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 88.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα III της οδηγίας 2011/65/ΕΕ, εισάγεται το ακόλουθο σημείο 4(ζ):

«4(ζ)

Υδράργυρος σε χειροποίητους φωτεινούς σωλήνες εκκένωσης, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό πινακίδων, για διακοσμητικό, αρχιτεκτονικό και ειδικό φωτισμό και για τις τέχνες που βασίζονται στο φως, όπου η περιεκτικότητα σε υδράργυρο θα πρέπει να περιοριστεί ως εξής:

α)

20 mg ανά ζεύγος ηλεκτροδίων + 0,3 mg ανά μήκος σωλήνα σε εκατοστά (cm), αλλά όχι περισσότερο από 80 mg, για εφαρμογές εξωτερικού και εσωτερικού χώρου που εκτίθενται σε θερμοκρασίες κάτω των 20 °C·

β)

15 mg ανά ζεύγος ηλεκτροδίων + 0,24 mg ανά μήκος σωλήνα σε εκατοστά (cm), αλλά όχι περισσότερο από 80 mg για όλες τις υπόλοιπες εφαρμογές εσωτερικού χώρου.

Λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2018»


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/88


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Μαΐου 2014

για τη χορήγηση παρέκκλισης στις Κάτω Χώρες σύμφωνα με την οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2014) 3103]

(Το κείμενο στην ολλανδική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2014/291/EE)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης (1), και ιδίως το παράρτημα III σημείο 2 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Εάν η ποσότητα κοπριάς που προτίθεται να επιτρέψει κράτος μέλος ανά εκτάριο ετησίως διαφέρει από την καθοριζόμενη στο παράρτημα III σημείο 2 δεύτερο εδάφιο πρώτη περίοδος και στοιχείο α) της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, η εν λόγω ποσότητα πρέπει να καθορίζεται κατά τρόπο ώστε να μη διακυβεύεται η επίτευξη των στόχων του άρθρου 1 της ίδιας οδηγίας και να αιτιολογείται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση οι παρατεταμένες καλλιεργητικές περίοδοι και οι καλλιέργειες με υψηλή πρόσληψη αζώτου.

(2)

Στις 8 Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2005/880/ΕΚ (2), με την οποία επιτρέπεται, υπό ορισμένες συνθήκες, η χρήση ζωικής κοπριάς σε ποσότητα έως 250 χιλιογράμμων αζώτου ανά εκτάριο ανά έτος, σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον το 70 % της έκτασης είναι λειμώνες.

(3)

Στις 5 Φεβρουαρίου 2010, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2010/65/ΕΕ (3), για την τροποποίηση της απόφασης 2005/880/ΕΚ και την παράταση της παρέκκλισης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

(4)

Η παρέκκλιση που χορηγήθηκε αφορούσε 21 752 εκμεταλλεύσεις το 2012, που αντιστοιχούν στο 46 % της συνολικής καθαρής γεωργικής γης.

(5)

Στις 22 Ιανουαρίου 2014, οι Κάτω Χώρες υπέβαλαν στην Επιτροπή αίτηση ανανέωσης της παρέκκλισης βάσει του παραρτήματος III παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ.

(6)

Οι Κάτω Χώρες εφαρμόζουν πρόγραμμα δράσης στο σύνολο της επικράτειάς τους σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ.

(7)

Η ολλανδική νομοθεσία για την εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ περιλαμβάνει πρότυπα εφαρμογής για το άζωτο και τις φωσφορικές ενώσεις.

(8)

Τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τις Κάτω Χώρες για την περίοδο 2008-2011 δείχνουν αύξηση του αριθμού των χοίρων κατά 7 % και του αριθμού των πουλερικών κατά 8 % σε σύγκριση με την περίοδο 2004-2007. Ο αριθμός των βοοειδών, των προβατοειδών και των αιγοειδών παρέμεινε σταθερός. Οι αρμόδιες αρχές των Κάτω Χωρών έχουν θέσει περιορισμούς στον αριθμό των χοίρων και των πουλερικών σε συνδυασμό με τη δέσμευση ότι η παραγωγή κοπριάς τόσο ως προς το άζωτο όσο και ως προς τον φώσφορο δεν θα υπερβεί τα επίπεδα του 2002. Επιπλέον, από τον Ιανουάριο του 2015, οι αρμόδιες αρχές των Κάτω Χωρών θα εξασφαλίζουν την επεξεργασία ενός επαρκούς μέρους της πλεονάζουσας κόπρου από τον γαλακτοκομικό τομέα. Τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για να εξασφαλιστεί ότι η εφαρμογή της τρέχουσας παρέκκλισης δεν θα οδηγήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση.

(9)

Η χρήση αζώτου από ζωική κοπριά κατά την περίοδο 2008-2011 ανερχόταν σε 344 χιλιάδες τόνους, με ελαφρά μείωση σε σύγκριση με την περίοδο 2004-2007. Η χρήση χημικών αζωτούχων λιπασμάτων μειώθηκε κατά 18 % την περίοδο 2008-2011, σε σύγκριση με την περίοδο 2004-2007. Κατά την περίοδο 2008-2011 το πλεόνασμα φωσφόρου ανερχόταν σε 16 χιλιάδες τόνους, με μείωση κατά 51 % σε σύγκριση με την περίοδο 2004-2007.

(10)

Το κλίμα στις Κάτω Χώρες, που χαρακτηρίζεται από ομαλές βροχοπτώσεις καθ' όλη τη διάρκεια του έτους και σχετικά περιορισμένες διακυμάνσεις των θερμοκρασιών ετησίως, ευνοεί αυξητικές περιόδους χόρτου μεγάλης διάρκειας, οι οποίες κυμαίνονται σε 250 ημέρες ανά έτος.

(11)

Οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τις ολλανδικές αρχές στο πλαίσιο της παρέκκλισης που χορηγήθηκε με την απόφαση 2010/65/ΕΕ αναφέρουν ότι η παρέκκλιση δεν οδήγησε σε επιδείνωση της ποιότητας των υδάτων. Η έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης, η οποία βασίζεται στις εκθέσεις που υπέβαλαν τα κράτη μέλη για την περίοδο 2008-2011, δείχνει ότι στις Κάτω Χώρες, περίπου στο 88 % των σταθμών παρακολούθησης των υπόγειων υδάτων, οι μέσες συγκεντρώσεις νιτρικών αλάτων είναι χαμηλότερες από 50 mg/l, ενώ στο 79 % των σταθμών παρακολούθησης οι μέσες συγκεντρώσεις νιτρικών αλάτων είναι χαμηλότερες από 25 mg/l. Τα στοιχεία από την παρακολούθηση δείχνουν πτωτική τάση όσον αφορά τη συγκέντρωση νιτρικών αλάτων σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς (2004-2007). Για τα επιφανειακά ύδατα, το 98 % των σταθμών παρακολούθησης παρουσιάζουν μέσες συγκεντρώσεις νιτρικών αλάτων χαμηλότερες από 50 mg/l, ενώ το 92 % των σταθμών παρακολούθησης παρουσιάζουν μέσες συγκεντρώσεις νιτρικών αλάτων χαμηλότερες από 25 mg/l. Η πλειονότητα των σταθμών παρακολούθησης για τα επιφανειακά ύδατα παρουσιάζει σταθερή ή πτωτική τάση όσον αφορά τις συγκεντρώσεις νιτρικών αλάτων. Το ετήσιο πλεόνασμα αζώτου και φωσφόρου στο έδαφος έχει μειωθεί, κυρίως μέσω της μείωσης της κοπριάς και της χρήσης ανόργανων λιπασμάτων, λόγω της συνεχούς μείωσης των προδιαγραφών χρήσης αζώτου και φωσφόρου στα ολλανδικά προγράμματα δράσης. Για την περίοδο αναφοράς 2008-2011, όλα τα γλυκά και τα μεταβατικά ύδατα χαρακτηρίστηκαν ως ευτροφικά ή υπερτροφικά.

(12)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση παρέκκλισης πρέπει να αλλάξουν με βάση την εξέταση της αίτησης που υποβλήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2014 από τις Κάτω Χώρες και την εξέταση του προγράμματος δράσης, τις πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα των υδάτων και την πείρα που αποκτήθηκε από την παρέκκλιση η οποία χορηγήθηκε με την απόφαση 2010/65/ΕΕ και από τις ισχύουσες παρεκκλίσεις σε άλλα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορεί να επιτρέπεται ποσότητα ζωικής κοπριάς που να αντιστοιχεί σε 230 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον 80 % της έκτασης είναι λειμώνας σε νότια και κεντρικά αμμώδη εδάφη και σε εδάφη ασβεστικού πηλού (loess), όπως ορίζονται στο πρόγραμμα δράσης, ενώ 250 kg αζώτου ανά εκτάριο και ανά έτος μπορεί να επιτρέπεται μόνο σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον 80 % της έκτασης είναι λειμώνας σε άλλου είδους εδάφη. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτό δεν θα θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, εφόσον τηρηθούν ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις.

(13)

Οι προϋποθέσεις αυτές περιλαμβάνουν την κατάρτιση προγραμμάτων λίπανσης σε επίπεδο εκμετάλλευσης, την καταχώριση των πρακτικών λίπανσης σε λογαριασμούς λιπασμάτων, την περιοδική ανάλυση των εδαφών, τη φυτική κάλυψη κατά τη χειμερινή περίοδο μετά τον αραβόσιτο, ειδικές διατάξεις για το όργωμα των λειμώνων, τη μη προσθήκη κοπριάς πριν από το όργωμα των λειμώνων και την προσαρμογή της λίπανσης ώστε να λαμβάνεται υπόψη η συμβολή των ψυχανθών, η μη χρήση φωσφόρου από χημικά λιπάσματα και η πραγματοποίηση ενισχυμένων ελέγχων. Οι εν λόγω διατάξεις έχουν ως στόχο να εξασφαλιστούν η λίπανση που βασίζεται στις ανάγκες των καλλιεργειών και η μείωση και πρόληψη διαφυγής αζώτου και φωσφόρου στο νερό.

(14)

Οι πληροφορίες που υπέβαλαν οι Κάτω Χώρες δείχνουν ότι η ποσότητα των 230 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον 80 % της έκτασης είναι λειμώνας σε νότια και κεντρικά αμμώδη εδάφη και σε εδάφη ασβεστικού πηλού, όπως ορίζονται στο πρόγραμμα δράσης, και η ποσότητα των 250 kg αζώτου ανά εκτάριο και ανά έτος σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον 80 % της έκτασης είναι λειμώνας σε άλλου είδους εδάφη, είναι αιτιολογημένες με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως η υψηλή βροχόπτωση, οι παρατεταμένες καλλιεργητικές περίοδοι και οι υψηλής απόδοσης χορτοκαλλιέργειες με μεγάλες ανάγκες αζώτου.

(15)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τη νιτρορρύπανση, η οποία συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 9 της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ.

(16)

Η οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (4) προβλέπει μια ολοκληρωμένη, διασυνοριακή προσέγγιση της προστασίας των υδάτων, οργανωμένη γύρω από περιοχές λεκανών απορροής ποταμών (ΠΛΑΠ), με σκοπό την επίτευξη καλής κατάστασης των συστημάτων υδάτων της Ευρώπης το αργότερο μέχρι το 2015. Η μείωση των θρεπτικών ουσιών αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτού του στόχου. Η παρέκκλιση βάσει της παρούσας απόφασης χορηγείται με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και δεν αποκλείει ότι, ενδεχομένως, θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα για να εκπληρωθούν οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από αυτήν.

(17)

Η οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (INSPIRE) (5) καθορίζει γενικούς κανόνες που αποσκοπούν στη δημιουργία της υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, για τους σκοπούς των περιβαλλοντικών πολιτικών της Κοινότητας και των πολιτικών ή δραστηριοτήτων που ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στο περιβάλλον. Κατά περίπτωση, οι χωρικές πληροφορίες που συλλέγονται στο πλαίσιο της παρούσας παρέκκλισης θα πρέπει να συνάδουν με τις διατάξεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Με σκοπό να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος και να αυξηθεί η συνοχή των στοιχείων, οι Κάτω Χώρες, κατά τη συλλογή των αναγκαίων δεδομένων στα πλαίσια της παρούσας παρέκκλισης, θα πρέπει, όπου ενδείκνυται, να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που συλλέγονται στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου που θεσπίστηκε σύμφωνα με το κεφάλαιο II του τίτλου V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 (6),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται, υπό τους όρους της παρούσας απόφασης, η παρέκκλιση που ζήτησαν οι Κάτω Χώρες με την επιστολή της 22ας Ιανουαρίου 2014, για να επιτραπεί η χρήση υψηλότερης ποσότητας ζωικής κοπριάς από την προβλεπόμενη στο παράρτημα III σημείο 2 στοιχείο α) της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης νοούνται ως:

1)   «εκμετάλλευση λειμώνων»: κάθε εκμετάλλευση στην οποία τουλάχιστον 80 % από τις διαθέσιμες εκτάσεις που διατίθενται για την προσθήκη κοπριάς είναι λειμώνες·

2)   «ζώα βοσκής»: βοοειδή (εξαιρουμένων των μόσχων), αιγοπρόβατα, άλογα, γαϊδούρια, ελάφια και βουβάλια·

3)   «έδαφος της εκμετάλλευσης»: η έκταση που τελεί υπό καθεστώς ιδιοκτησίας, ενοικίασης ή διαχείρισης εκ μέρους του γεωργοκτηνοτρόφου βάσει γραπτού χωριστού συμβολαίου, για την οποία ο γεωργοκτηνοτρόφος φέρει την άμεση διαχειριστική ευθύνη·

4)   «χορτονομή»: μόνιμοι λειμώνες ή προσωρινοί λειμώνες που διατηρούνται για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται μεμονωμένα σε εκμεταλλεύσεις λειμώνων υπό τους όρους των άρθρων 4, 5 και 6.

Άρθρο 4

Ετήσια αίτηση και ανάληψη δέσμευσης

1.   Οι γεωργοκτηνοτρόφοι που επιθυμούν να επωφεληθούν από παρέκκλιση δυνάμει της παρούσας απόφασης υποβάλλουν ετησίως αίτηση στις αρμόδιες αρχές.

2.   Ταυτόχρονα με την υποβολή της ετήσιας αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δεσμεύονται εγγράφως να τηρούν τους όρους των άρθρων 5 και 6.

Άρθρο 5

Διασπορά κοπριάς και άλλων λιπασμάτων

1.   Η ποσότητα της ζωικής κοπριάς που προστίθεται στο έδαφος κάθε χρόνο στις εκμεταλλεύσεις λειμώνων, καθώς και από τα ίδια τα ζώα, δεν υπερβαίνει την ποσότητα κοπριάς που περιέχει 230 χιλιόγραμμα αζώτου ανά εκτάριο ετησίως σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον 80 % της έκτασης είναι λειμώνας σε νότια και κεντρικά αμμώδη εδάφη και σε εδάφη ασβεστικού πηλού (loess), όπως ορίζονται στο πρόγραμμα δράσης, και 250 χιλιόγραμμα αζώτου ανά εκτάριο ετησίως σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον 80 % της έκτασης είναι λειμώνας σε άλλα εδάφη, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 9.

2.   Οι συνολικές εισροές αζώτου και φωσφορικών ενώσεων ανταποκρίνονται στη ζήτηση θρεπτικών ουσιών από την εκάστοτε καλλιέργεια και στην προσφορά από το έδαφος. Οι συνολικές εισροές αζώτου και φωσφορικών ενώσεων δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα πρότυπα μέγιστης διασποράς που προβλέπεται στο πρόγραμμα δράσης.

3.   Η χρήση φωσφορούχων ενώσεων από χημικά λιπάσματα δεν επιτρέπεται στις εκμεταλλεύσεις που επωφελούνται από παρέκκλιση δυνάμει της παρούσας απόφασης.

4.   Για κάθε εκμετάλλευση καταρτίζεται σχέδιο λίπανσης, στο οποίο περιγράφονται η αμειψισπορά στην καλλιεργούμενη έκταση και η προγραμματισμένη διασπορά κοπριάς, καθώς και αζωτούχων και φωσφορικών λιπασμάτων. Το σχέδιο αυτό είναι διαθέσιμο στην εκμετάλλευση για κάθε ημερολογιακό έτος το αργότερο έως τον Ιούνιο για το πρώτο έτος και έως τον Φεβρουάριο για τα επόμενα έτη.

5.   Το σχέδιο λίπανσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

τον αριθμό των ζώων, την περιγραφή του συστήματος στέγασης και αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένου του διαθέσιμου αποθηκευτικού όγκου για την κοπριά·

β)

τον υπολογισμό του αζώτου από την κοπριά (μείον τις απώλειες κατά τη στέγαση και την αποθήκευση) και του φωσφόρου που παράγεται στην εκμετάλλευση·

γ)

το σχέδιο αμειψισποράς, το οποίο πρέπει να προσδιορίζει την καλλιεργούμενη επιφάνεια κάθε αγροτεμαχίου με χορτονομή και άλλες καλλιέργειες, καθώς και σκαρίφημα χάρτη στο οποίο εμφαίνεται η θέση των επιμέρους αγροτεμαχίων·

δ)

τις προβλεπόμενες ανάγκες των καλλιεργειών σε άζωτο και φωσφόρο·

ε)

το ποσό και το είδος της κοπριάς που παραδίδεται σε συμβαλλομένους και δεν χρησιμοποιείται στο έδαφος του αγροκτήματος·

στ)

την ποσότητα εισαγόμενης κόπρου που χρησιμοποιείται στο έδαφος του αγροκτήματος·

ζ)

τον υπολογισμό της συμβολής από την ανοργανοποίηση (αποδόμηση) της οργανικής ύλης, τις καλλιέργειες ψυχανθών και τις ατμοσφαιρικές εναποθέσεις καθώς και των ποσοτήτων του αζώτου που είναι ήδη διαθέσιμες στο έδαφος όταν αρχίζει να χρησιμοποιείται από τις καλλιέργειες σε σημαντικό βαθμό·

η)

την προσθήκη αζώτου και φωσφόρου από κοπριά σε έκαστο πεδίο (αγροτεμάχια ομοιογενή ως προς τις καλλιέργειες και τον εδαφικό τύπο)·

θ)

την προσθήκη αζώτου με χημικά και άλλα λιπάσματα σε κάθε αγροτεμάχιο·

ι)

υπολογισμούς για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα επίπεδα προσθήκης αζώτου και φωσφόρου.

Για να διασφαλιστεί η συνέπεια των σχεδίων λίπανσης προς τις πραγματικές γεωργικές πρακτικές, τα σχέδια αναθεωρούνται, το αργότερο, επτά ημέρες μετά από κάθε μεταβολή της γεωργικής πρακτικής.

6.   Τηρούνται λογαριασμοί λιπασμάτων για κάθε αγρόκτημα. Οι λογαριασμοί υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή για κάθε ημερολογιακό έτος.

7.   Ο λογαριασμός λίπανσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

τις καλλιεργούμενες εκτάσεις·

β)

τον αριθμό και τα είδη του ζωικού κεφαλαίου·

γ)

την παραγωγή κοπριάς ανά ζώο·

δ)

την ποσότητα των λιπασμάτων που εισάγει η εκμετάλλευση·

ε)

την ποσότητα της κοπριάς που εξέρχεται από την εκμετάλλευση και τον παραλήπτη της.

8.   Για κάθε εκμετάλλευση λειμώνων που επωφελείται από επιμέρους παρέκκλιση, ο αγρότης αποδέχεται ότι η προσθήκη λιπασμάτων και οι αντίστοιχοι λογαριασμοί μπορεί να ελεγχθούν.

9.   Πραγματοποιούνται περιοδικές αναλύσεις της περιεκτικότητας του εδάφους σε άζωτο και φώσφορο για κάθε εκμετάλλευση στην οποία έχει χορηγηθεί επιμέρους παρέκκλιση, τουλάχιστον ανά τετραετία, για κάθε ομοιογενή περιοχή της εκμετάλλευσης, όσον αφορά την αμειψισπορά και τα χαρακτηριστικά του εδάφους.

Η ανάλυση του αζώτου όσον αφορά το ανόργανο άζωτο και οι παράμετροι που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της προσθήκης αζώτου λόγω ανοργανοποίησης του οργανικού υλικού, εκτελούνται μετά το όργωμα των λειμώνων για κάθε ομοιογενή περιοχή της εκμετάλλευσης.

Όσον αφορά τις αναλύσεις που αναφέρονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, απαιτείται να εκτελείται, τουλάχιστον, μία ανάλυση ανά πέντε εκτάρια των χρησιμοποιούμενων εκτάσεων.

10.   Δεν διασπείρεται κοπριά το φθινόπωρο, πριν από την καλλιέργεια χόρτου.

Άρθρο 6

Κάλυψη του εδάφους

1.   Οι αγρότες που επωφελούνται από παρέκκλιση δυνάμει της παρούσας απόφασης καλλιεργούν με χόρτο το 80 % ή περισσότερο της καλλιεργήσιμης έκτασης που διατίθεται για τη διασπορά κοπριάς στις εκμεταλλεύσεις τους.

2.   Οι αγρότες που επωφελούνται από παρέκκλιση δυνάμει της παρούσας απόφασης επιτρέπεται, επιπλέον, να εφαρμόζουν τα ακόλουθα μέτρα:

α)

σε αμμώδη εδάφη και σε εδάφη ασβεστικού πηλού, καλλιεργείται χόρτο ή άλλες καλλιέργειες που εξασφαλίζουν την κάλυψη του εδάφους κατά τη χειμερινή περίοδο μετά τον αραβόσιτο, ώστε να μειώνεται ουσιαστικά το δυναμικό έκπλυσης·

β)

οι εμβόλιμες (ενδιάμεσες) καλλιέργειες δεν υφίστανται όργωμα πριν από την 1η Φεβρουαρίου ώστε να εξασφαλίζεται μόνιμη φυτική κάλυψη των καλλιεργήσιμων εδαφών για την ανάκτηση των φθινοπωρινών απωλειών νιτρικών ουσιών από το υπέδαφος και για να περιοριστούν οι χειμερινές απώλειες·

γ)

το όργωμα αμμωδών εδαφών και εδαφών ασβεστικού πηλού που καλύπτονται με χόρτο πραγματοποιείται την άνοιξη·

δ)

μετά το όργωμα εκτάσεων κάθε εδαφικού τύπου που καλύπτονταν με χόρτο ακολουθεί αμέσως καλλιέργεια υψηλών απαιτήσεων ως προς το άζωτο και η λίπανση βασίζεται στην ανάλυση του εδάφους για το ανόργανο άζωτο και άλλες παραμέτρους που επιτρέπουν να υπολογιστεί η ελευθέρωση αζώτου λόγω της αποδόμησης της οργανικής ύλης στο έδαφος· και

ε)

εάν στις εναλλασσόμενες καλλιέργειες συμπεριλαμβάνονται ψυχανθή ή άλλα φυτά που επιτρέπουν τη δέσμευση του ατμοσφαιρικού αζώτου, η προσθήκη λιπασμάτων μειώνεται αναλόγως.

3.   Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του στοιχείου γ), επιτρέπεται το όργωμα των εκτάσεων που καλύπτονται με χόρτο το φθινόπωρο όταν πρόκειται για τη φύτευση βολβών λουλουδιών.

Άρθρο 7

Μέτρα για την προστασία της κοπριάς

Οι εθνικές αρχές των Κάτω Χωρών εξασφαλίζουν ότι η παραγωγή κοπριάς σε εθνικό επίπεδο, τόσο ως προς το άζωτο όσο και ως προς τον φώσφορο, δεν υπερβαίνει τα επίπεδα του 2002. Αυτό συνεπάγεται ότι τα δικαιώματα παραγωγής για τους χοίρους και τα πουλερικά διατηρούνται για τη διάρκεια της παρέκκλισης που χορηγείται με την παρούσα απόφαση.

Επιπλέον, οι αρμόδιες αρχές των Κάτω Χωρών εξασφαλίζουν ότι, από τον Ιανουάριο του 2015, επαρκές μέρος της πλεονάζουσας κοπριάς από τον γαλακτοκομικό τομέα υποβάλλεται σε επεξεργασία.

Άρθρο 8

Παρακολούθηση

1.   Οι αρμόδιες αρχές σχεδιάζουν και ενημερώνουν κάθε χρόνο χάρτες στους οποίους αναφέρονται το ποσοστό των εκμεταλλεύσεων λειμώνων, το ποσοστό του ζωικού κεφαλαίου και το ποσοστό των γεωργικών εκτάσεων που καλύπτονται από επιμέρους παρεκκλίσεις σε έκαστη διοικητική κοινότητα.

2.   Για την παρακολούθηση των τοποθεσιών στις οποίες έχει χορηγηθεί παρέκκλιση συγκροτείται και συντηρείται ειδικό δίκτυο παρακολούθησης με δειγματοληψία των εδαφικών υδάτων, των ρυακιών και των υπόγειων υδάτων μικρού βάθους.

3.   Το δίκτυο παρακολούθησης, το οποίο πρέπει να αφορά τουλάχιστον 300 εκμεταλλεύσεις στις οποίες έχουν χορηγηθεί επιμέρους παρεκκλίσεις, είναι αντιπροσωπευτικό κάθε κατηγορίας εδάφους (αργιλώδη, τυρφώδη, αμμώδη και αμμώδη εδάφη ασβεστικού πηλού), των πρακτικών λίπανσης και της αμειψισποράς. Η σύνθεση του δικτύου παρακολούθησης δεν τροποποιείται κατά τη διάρκεια εφαρμογής της παρούσας απόφασης.

4.   Η επισκόπηση και η συνεχής ανάλυση των θρεπτικών στοιχείων εξασφαλίζει δεδομένα για την τοπική χρήση γης, τις αμειψισπορές και τις γεωργικές πρακτικές στις εκμεταλλεύσεις στις οποίες έχει χορηγηθεί επιμέρους παρέκκλιση. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον βάσει μοντέλων υπολογισμό της κλίμακας της απόπλυσης νιτρικών ενώσεων και των απωλειών φωσφόρου από τους αγρούς όπου διασπείρονται έως 230 με 250 χιλιόγραμμα αζώτου από ζωική κοπριά ανά εκτάριο ετησίως.

5.   Τα υπόγεια ύδατα μικρού βάθους, το εδαφικό ύδωρ, τα ύδατα αποστράγγισης και τα υδάτινα ρεύματα σε εκμεταλλεύσεις που μετέχουν στο δίκτυο παρακολούθησης παρέχουν στοιχεία σχετικά με τη συγκέντρωση νιτρικών ουσιών και φωσφόρου στο νερό που εξέρχεται από το ριζικό σύστημα και καταλήγει στο σύστημα των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων.

6.   Με την ενισχυμένη παρακολούθηση των υδάτων θα αντιμετωπιστεί το θέμα των γεωργικών λεκανών απορροής στα αμμώδη εδάφη.

Άρθρο 9

Έλεγχοι

1.   Η αρμόδια εθνική αρχή εκτελεί διοικητικούς ελέγχους σε όλες τις εκμεταλλεύσεις στις οποίες έχει χορηγηθεί επιμέρους παρέκκλιση ώστε να αξιολογείται η συμμόρφωση με τη μέγιστη ποσότητα των 230 ή 250 χιλιογράμμων αζώτου από ζωική κοπριά ανά εκτάριο ετησίως, σε εκμεταλλεύσεις των οποίων τουλάχιστον το 80 % της έκτασης είναι λειμώνες, με τα πρότυπα για τη συνολική προσθήκη αζώτου και φωσφορικών ενώσεων καθώς και με τις αντίστοιχες προϋποθέσεις για τη χρήση γης. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί, κατά τον έλεγχο που πραγματοποιούν οι εθνικές αρχές, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 6, ενημερώνεται σχετικά ο αιτών. Στην περίπτωση αυτή, η αίτηση θεωρείται απορριπτέα.

2.   Καταρτίζεται πρόγραμμα επιθεωρήσεων βάσει των κινδύνων και με την κατάλληλη συχνότητα, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των ελέγχων των προηγούμενων ετών και τα αποτελέσματα γενικών τυχαίων ελέγχων της νομοθεσίας για την εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, καθώς και κάθε πληροφορία για τυχόν μη συμμόρφωση.

Οι διοικητικές επιθεωρήσεις καλύπτουν τουλάχιστον 5 % των εκμεταλλεύσεων στις οποίες έχει χορηγηθεί επιμέρους παρέκκλιση για τη χρήση γης, τον αριθμό των εκτρεφόμενων ζώων και την παραγωγή κοπριάς.

Επιτόπιες επιθεωρήσεις πραγματοποιούνται τουλάχιστον στο 7 % των εκμεταλλεύσεων που επωφελούνται από επιμέρους παρέκκλιση δυνάμει της παρούσας απόφασης, όσον αφορά τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6 της παρούσας απόφασης.

3.   Παρέχονται στις αρμόδιες αρχές οι αρμοδιότητες και τα μέσα που είναι αναγκαία για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με την παρέκκλιση που εγκρίνεται δυνάμει της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 10

Υποβολή εκθέσεων

1.   Οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν στην Επιτροπή, μέχρι τον Μάρτιο κάθε έτους, έκθεση με πληροφορίες για τα ακόλουθα:

α)

τα στοιχεία σχετικά με τη λίπανση σε όλες τις εκμεταλλεύσεις που επωφελούνται από επιμέρους παρέκκλιση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για τις αποδόσεις και τα είδη εδάφους·

β)

τις τάσεις ως προς τον αριθμό των εκτρεφόμενων ζώων για κάθε κατηγορία ζωικού κεφαλαίου στις Κάτω Χώρες και στις εκμεταλλεύσεις στις οποίες έχει χορηγηθεί παρέκκλιση·

γ)

τις τάσεις της εθνικής παραγωγής κόπρου όσον αφορά τη συγκέντρωση αζώτου και φωσφορικών ενώσεων στην κοπριά·

δ)

τη σύνοψη των αποτελεσμάτων των ελέγχων που σχετίζονται με τους συντελεστές εκκρίσεων για την κοπριά από χοίρους και πουλερικά σε εθνικό επίπεδο·

ε)

τους χάρτες που απεικονίζουν το ποσοστό εκμεταλλεύσεων, το ποσοστό ζωικού κεφαλαίου και το ποσοστό γεωργικών εκτάσεων που καλύπτονται από επιμέρους παρέκκλιση για κάθε διοικητική κοινότητα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1·

στ)

τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των υδάτων, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων για την εξέλιξη της ποιότητας των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων, καθώς και για τις επιπτώσεις της παρέκκλισης στην ποιότητα των υδάτων·

ζ)

τις πληροφορίες σχετικά με τη συγκέντρωση νιτρικών ενώσεων και φωσφόρου στο νερό που εξέρχεται από το ριζικό σύστημα και καταλήγει στο σύστημα των υπόγειων και επιφανειακών υδάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5, καθώς και τα αποτελέσματα από την ενισχυμένη παρακολούθηση των υδάτων σε γεωργικές λεκάνες απορροής σε αμμώδη εδάφη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 6·

η)

τα αποτελέσματα των ερευνών για την τοπική χρήση της γης, την αμειψισπορά και τις γεωργικές πρακτικές, και τα αποτελέσματα των υπολογισμών, βάσει μοντέλου, του μεγέθους των απωλειών αζώτου και φωσφόρου από τις εκμεταλλεύσεις που επωφελούνται από επιμέρους παρέκκλιση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4·

θ)

την αξιολόγηση της τήρησης των όρων της παρέκκλισης, βάσει των ελέγχων σε επίπεδο εκμετάλλευσης, και πληροφορίες σχετικά με τις μη συμμορφούμενες εκμεταλλεύσεις, βάσει των αποτελεσμάτων των διοικητικών ελέγχων και των καλλιεργητικών ελέγχων, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 9.

2.   Τα χωρικά δεδομένα που περιέχονται στην έκθεση, κατά περίπτωση, πρέπει να ικανοποιούν τις διατάξεις της οδηγίας 2007/2/ΕΚ. Κατά τη συλλογή των αναγκαίων στοιχείων, οι Κάτω Χώρες χρησιμοποιούν, κατά περίπτωση, τις πληροφορίες που συλλέγονται στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου που θεσπίστηκε σύμφωνα με το κεφάλαιο II του τίτλου V του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 11

Ισχύς

Η παρούσα απόφαση λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2017.

Άρθρο 12

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών.

Βρυξέλλες, 16 Μαΐου 2014.

Για την Επιτροπή

Janez POTOČNIK

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 324 της 10.12.2005, σ. 89.

(3)  ΕΕ L 35 της 6.2.2010, σ. 18.

(4)  ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 108 της 25.4.2007, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549.


ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΚΔΙΔΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΦΟΡΕΙΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΣΤΑΘΕΙ ΜΕ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

20.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 148/95


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 2/2014 ΤΗΣ ΜΕΙΚΤΉΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΕΕ-ΕΛΒΕΤΊΑΣ

της 13ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου αριθ. 3 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας

(2014/292/ΕΕ)

Η ΜΕΙΚΤΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες, στις 22 Ιουλίου 1972, στο εξής αναφερόμενη ως «η συμφωνία», και ιδίως το άρθρο 11,

Έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο αριθ. 3 της συμφωνίας σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής» και τις μεθόδους διοικητικής συνεργασίας, εφεξής αναφερόμενο ως «πρωτόκολλο αριθ. 3», και ιδίως το άρθρο 39,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Δημοκρατία της Κροατίας, στο εξής αναφερόμενη ως «η Κροατία», προσεχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Ιουλίου 2013.

(2)

Κατόπιν της προσχώρησης της Κροατίας, οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ της Κροατίας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας («η Ελβετία»), καλύπτονται από τη συμφωνία και η εφαρμογή των εμπορικών συμφωνιών που είχαν συναφθεί μεταξύ της Ελβετίας και της Κροατίας διακόπτεται από την ημερομηνία αυτή.

(3)

Με ισχύ από την προσχώρηση της Κροατίας, τα εμπορεύματα, καταγωγής, Κροατίας, που εισάγονται στην Ελβετία στο πλαίσιο της συμφωνίας πρέπει να αντιμετωπίζονται ως καταγόμενα από την Ένωση.

(4)

Συνεπώς, οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ της Κροατίας και της Ελβετίας θα πρέπει να υπόκεινται, από την 1η Ιουλίου 2013, στη συμφωνία, όπως τροποποιείται από την παρούσα πράξη.

(5)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ομαλή μεταβατική διαδικασία και να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου, είναι απαραίτητες ορισμένες τεχνικές τροποποιήσεις του πρωτοκόλλου αριθ. 3, καθώς και η λήψη μεταβατικών μέτρων.

(6)

Παρόμοια μεταβατικά μέτρα και διαδικασίες προβλέπονται στο παράρτημα IV σημείο 5 στην πράξη προσχώρησης του 2012.

(7)

Το πρωτόκολλο αριθ. 3 που υπόκειται στις ακόλουθες μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει, επομένως, να εφαρμοσθεί από την 1η Ιουλίου 2013,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΤΜΗΜΑ I

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

Άρθρο 1

Κανόνες καταγωγής

Το πρωτόκολλο αριθ. 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

το παράρτημα IVα αντικαθίσταται από το κείμενο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I της παρούσας απόφασης·

β)

το παράρτημα IVβ αντικαθίσταται από το κείμενο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα II της παρούσας απόφασης.

ΤΜΗΜΑ II

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 2

Πιστοποιητικό καταγωγής και διοικητική συνεργασία

1.   Τα πιστοποιητικά καταγωγής δεόντως εκδοθέντα είτε από την Κροατία είτε από την Ελβετία ή εκδοθέντα στο πλαίσιο προτιμησιακής συμφωνίας που εφαρμόζονται μεταξύ τους γίνονται δεκτά στις αντίστοιχες χώρες, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η απόκτηση αυτής της καταγωγής συνεπάγεται προτιμησιακή δασμολογική μεταχείριση βάσει των προτιμησιακών δασμολογικών μέτρων που περιλαμβάνονται στη συμφωνία·

β)

το πιστοποιητικό καταγωγής και τα έγγραφα μεταφοράς έχουν εκδοθεί ή συνταχθεί το αργότερο την προηγούμενη της ημερομηνίας προσχώρησης· και

γ)

το πιστοποιητικό καταγωγής υποβάλλεται στις τελωνειακές αρχές εντός τετράμηνης προθεσμίας από την ημερομηνία προσχώρησης.

Στην περίπτωση εμπορευμάτων που διασαφίστηκαν για να εισαχθούν είτε στην Κροατία είτε στην Ελβετία, πριν από την ημερομηνία προσχώρησης, στο πλαίσιο προτιμησιακής συμφωνίας, που εφαρμόζετο μεταξύ της Κροατίας και της Ελβετίας τη δεδομένη στιγμή, το πιστοποιητικό καταγωγής που εκδόθηκε αναδρομικά στο πλαίσιο της εν λόγω συμφωνίας μπορεί να γίνεται επίσης αποδεκτό, υπό την προϋπόθεση ότι προσκομίζεται στις τελωνειακές αρχές εντός της τετράμηνης προθεσμίας από την ημερομηνία προσχώρησης.

2.   Η Κροατία εξουσιοδοτείται να φυλάσσει τις άδειες με τις οποίες παρέχεται η ιδιότητα των «εγκεκριμένων εξαγωγέων» στο πλαίσιο προτιμησιακής συμφωνίας που εφαρμόζετο μεταξύ της Κροατίας και της Ελβετίας πριν από την ημερομηνία προσχώρησης, υπό τον όρο ότι:

α)

τέτοια διάταξη προβλέπεται επίσης στη συμφωνία που είχε συναφθεί πριν από την ημερομηνία προσχώρησης μεταξύ της Ελβετίας και της Κοινότητας, και

β)

οι εγκεκριμένοι εξαγωγείς εφαρμόζουν τους κανόνες καταγωγής που ισχύουν στο πλαίσιο της εν λόγω συμφωνίας.

Οι άδειες αυτές αντικαθίστανται το αργότερο ένα έτος μετά την ημερομηνία προσχώρησης από νέες άδειες που εκδίδονται υπό τους όρους της συμφωνίας.

3.   Οι αιτήσεις για μεταγενέστερο έλεγχο του πιστοποιητικού καταγωγής, που εκδόθηκε βάσει της αναφερόμενης στις παραγράφους 1 και 2 προτιμησιακής συμφωνίας, γίνονται αποδεκτές από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές της Ελβετίας ή της Κροατίας για χρονική περίοδο τριών ετών από την έκδοση του σχετικού πιστοποιητικού καταγωγής και είναι δυνατόν να υποβάλλονται από τις εν λόγω αρχές για διάστημα τριών ετών μετά την αποδοχή του πιστοποιητικού καταγωγής που υποβλήθηκε στις αρχές αυτές προς στήριξη της διασάφησης εισαγωγής.

Άρθρο 3

Εμπορεύματα υπό διαμετακόμιση

1.   Οι διατάξεις της συμφωνίας δύνανται να εφαρμόζονται σε εμπορεύματα που εξάγονται είτε από την Κροατία στην Ελβετία είτε από την Ελβετία στην Κροατία, τα οποία είναι σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου αριθ. 3 της συμφωνίας και τα οποία, την ημερομηνία προσχώρησης της Κροατίας, βρίσκονται είτε καθ' οδόν είτε σε προσωρινή αποθήκευση σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης ή σε ελεύθερη ζώνη στην Κροατία ή την Ελβετία.

2.   Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορεί να παρέχεται προτιμησιακή μεταχείριση, υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλεται στις τελωνειακές αρχές της χώρας εισαγωγής, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία προσχώρησης, πιστοποιητικό καταγωγής εκδοθέν εκ των υστέρων από τις τελωνειακές αρχές της χώρας εξαγωγής.

Άρθρο 4

Θέση σε ισχύ

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2013.

Βρυξέλλες, 13 Μαΐου 2014.

Για τη Μεικτή Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Christian ETTER


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IVα

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ

Η δήλωση τιμολογίου, το κείμενο της οποίας παρατίθεται κατωτέρω, πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με τις υποσημειώσεις. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνονται οι εν λόγω υποσημειώσεις.

Βουλγαρικό κείμενο

Износителят на продуктите, обхванати от този документ — митническо разрешение № … (1), декларира, че освен където ясно е отбелязано друго, тези продукти са с … преференциален произход (2).

Ισπανικό κείμενο

El exportador de los productos incluidos en el presente documento [autorización aduanera no (1)] declara que, salvo indicación en sentido contrario, estos productos gozan de un origen preferencial … (2).

Τσεχικό κείμενο

Vývozce výrobků uvedených v tomto dokumentu (číslo povolení… (1)) prohlašuje, že kromě zřetelně označených mají tyto výrobky preferenční původ v … (2).

Δανικό κείμενο

Eksportøren af varer, der er omfattet af nærværende dokument, (toldmyndighedernes tilladelse nr. … (1)), erklærer, at varerne, medmindre andet tydeligt er angivet, har præferenceoprindelse i … (2).

Γερμανικό κείμενο

Der Ausführer (Ermächtigter Ausführer; Bewilligungs-Nr. … (1)) der Waren, auf die sich dieses Handelspapier bezieht, erklärt, dass diese Waren, soweit nicht anders angegeben, präferenzbegünstigte … (2) Ursprungswaren sind.

Εσθονικό κείμενο

Käesoleva dokumendiga hõlmatud toodete eksportija (tolliameti kinnitus nr. … (1)) deklareerib, et need tooted on … (2) sooduspäritoluga, välja arvatud juhul, kui on selgelt näidatud teisiti.

Ελληνικό κείμενο

Ο εξαγωγέας των προϊόντων που καλύπτονται από το παρόν έγγραφο [άδεια τελωνείου υπ' αριθ. … (1)] δηλώνει ότι, εκτός εάν δηλώνεται σαφώς άλλως, τα προϊόντα αυτά είναι προτιμησιακής καταγωγής … (2).

Αγγλικό κείμενο

The exporter of the products covered by this document (customs authorization No … (1)) declares that, except where otherwise clearly indicated, these products are of … (2) preferential origin.

Γαλλικό κείμενο

L'exportateur des produits couverts par le présent document [autorisation douanière no (1)] déclare que, sauf indication claire du contraire, ces produits ont l'origine préférentielle … (2).

Κροατικό κείμενο

Izvoznik proizvoda obuhvaćenih ovom ispravom (carinsko ovlaštenje br … (1)) izjavljuje da su, osim ako je drukčije izričito navedeno, ovi proizvodi… (2) preferencijalnog podrijetla.

Ιταλικό κείμενο

L'esportatore delle merci contemplate nel presente documento [autorizzazione doganale n. … (1)] dichiara che, salvo indicazione contraria, le merci sono di origine preferenziale … (2).

Λετονικό κείμενο

To produktu eksportētājs, kuri ietverti šajā dokumentā (muitas atļauja Nr. … (1)), deklarē, ka, izņemot tur, kur ir citādi skaidri noteikts, šiem produktiem ir preferenciāla izcelsme … (2).

Λιθουανικό κείμενο

Šiame dokumente išvardytų prekių eksportuotojas (muitinės liudi- jimo Nr. … (1)) deklaruoja, kad, jeigu kitaip nenurodyta, tai yra … (2) preferencinės kilmės prekės.

Ουγγρικό κείμενο

A jelen okmányban szereplő áruk exportőre (vámfelhatalmazási szám: … (1)) kijelentem, hogy eltérő jelzés hianyában az áruk kedvezményes … (2) származásúak.

Μαλτέζικο κείμενο

L-esportatur tal-prodotti koperti b'dan id-dokument (awtorizzazzjoni tad-dwana nru. … (1)) jiddikjara li, ħlief fejn indikat b'mod ċar li mhux hekk, dawn il-prodotti huma ta' oriġini preferenzjali … (2).

Ολλανδικό κείμενο

De exporteur van de goederen waarop dit document van toepassing is (douanevergunning nr. … (1)), verklaart dat, behoudens uitdrukkelijke andersluidende vermelding, deze goederen van preferentiële … oorsprong zijn (2).

Πολωνικό κείμενο

Eksporter produktów objętych tym dokumentem (upoważnienie władz celnych nr … (1)) oświadcza, że — jeśli wyraźnie nie określono inaczej — produkty te mają … (2) pochodzenie preferencyjne.

Πορτογαλικό κείμενο

O exportador dos produtos cobertos pelo presente documento [autorização aduaneira n.o (1)], declara que, salvo expressamente indicado em contrário, estes produtos são de origem preferencial … (2).

Ρουμανικό κείμενο

Exportatorul produselor ce fac obiectul acestui document [autorizația vamală nr. … (1)] declară că, exceptând cazul în care în mod expres este indicat altfel, aceste produse sunt de origine preferențială … (2).

Σλοβακικό κείμενο

Vývozca výrobkov uvedených v tomto dokumente (číslo povolenia… (1)) vyhlasuje, že okrem zreteľne označených majú tieto výrobky preferenčný pôvod v … (2)

Σλοβενικό κείμενο

Izvoznik blaga, zajetega s tem dokumentom (pooblastilo carinskih organov št. … (1)) izjavlja, da, razen če ni drugače jasno navedeno, ima to blago preferencialno … (2) poreklo.

Φινλανδικό κείμενο

Tässä asiakirjassa mainittujen tuotteiden viejä (tullin lupa n:o … (1)) ilmoittaa, että nämä tuotteet ovat, ellei toisin ole selvästi merkitty, etuuskohteluun oikeutettuja … alkuperätuotteita (2)

Σουηδικό κείμενο

Exportören av de varor som omfattas av detta dokument (tullmyn- dighetens tillstånd nr … (1)) försäkrar att dessa varor, om inte annat tydligt markerats, har förmånsberättigande … ursprung (2)

 (3)

(Τόπος και ημερομηνία)

 (4)

(Υπογραφή του εξαγωγέα καθώς και ευκρινής αναγραφή του ονόματος του υπογράφοντος τη δήλωση)


(1)  Όταν η δήλωση τιμολογίου συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα, ο αριθμός αδείας του εγκεκριμένου εξαγωγέα πρέπει να αναγράφεται σ' αυτή τη θέση. Όταν η δήλωση τιμολογίου δεν συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα, είναι δυνατό να παραλείπονται οι λέξεις που περιέχονται στις παρενθέσεις ή να παραμένει κενός ο χώρος.

(2)  Αναγράφεται η καταγωγή των προϊόντων. Όταν η δήλωση αφορά, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, προϊόντα καταγόμενα από τη Θέουτα και τη Μελίλια, ο εξαγωγέας πρέπει να το αναφέρει σαφώς στο έγγραφο επί του οποίου συντάσσεται η δήλωση με το σύμβολο “CM”.

(3)  Τα στοιχεία αυτά είναι δυνατόν να παραλείπονται, αν η πληροφορία αυτή περιέχεται στο ίδιο το έγγραφο.

(4)  Στις περιπτώσεις που ο εξαγωγέας δεν υποχρεούται να υπογράψει, η απαλλαγή από την υποχρέωση υπογραφής συνεπάγεται και την απαλλαγή από την υποχρέωση αναγραφής του ονόματος του υπογράφοντος.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IVβ

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟΥ EUR-MED

Η δήλωση τιμολογίου, το κείμενο της οποίας παρατίθεται στη συνέχεια, πρέπει να συντάσσεται σύμφωνα με τις υποσημειώσεις. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνονται οι εν λόγω υποσημειώσεις.

Βουλγαρικό κείμενο

Износителят на продуктите, обхванати от този документ — митническо разрешение № … (1) декларира, че освен където ясно е отбелязано друго, тези продукти са с … преференциален произход (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Ισπανικό κείμενο

El exportador de los productos incluidos en el presente documento [autorización aduanera n o (1)] declara que, salvo indicación en sentido contrario, estos productos gozan de un origen preferencial … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Τσεχικό κείμενο

Vývozce výrobků uvedených v tomto dokumentu (číslo povolení … (1)) prohlašuje, že kromě zřetelně označených mají tyto výrobky preferenční původ v … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Δανικό κείμενο

Eksportøren af varer, der er omfattet af nærværende dokument, (toldmyndighedernes tilladelse nr. … (1)), erklærer, at varerne, medmindre andet tydeligt er angivet, har præferenceoprindelse i … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Γερμανικό κείμενο

Der Ausführer (Ermächtigter Ausführer; Bewilligungs-Nr. … (1)) der Waren, auf die sich dieses Handelspapier bezieht, erklärt, dass diese Waren, soweit nicht anders angegeben, präferenzbegünstigte … (2) Ursprungswaren sind.

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Εσθονικό κείμενο

Käesoleva dokumendiga hõlmatud toodete eksportija (tolliameti kinnitus nr … (1)) deklareerib, et need tooted on … (2) sooduspäritoluga, välja arvatud juhul, kui on selgelt näidatud teisiti

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Ελληνικό κείμενο

Ο εξαγωγέας των προϊόντων που καλύπτονται από το παρόν έγγραφο [άδεια τελωνείου υπ' αριθ. … (1)] δηλώνει ότι, εκτός εάν δηλώνεται σαφώς άλλως, τα προϊόντα αυτά είναι προτιμησιακής καταγωγής … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Αγγλικό κείμενο

The exporter of the products covered by this document (customs authorisation No … (1)) declares that, except where otherwise clearly indicated, these products are of … (2) preferential origin.

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Γαλλικό κείμενο

L'exportateur des produits couverts par le présent document [autorisation douanière n o (1)] déclare que, sauf indication claire du contraire, ces produits ont l'origine préférentielle … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Κροατικό κείμενο

Izvoznik proizvoda obuhvaćenih ovom ispravom (carinsko ovlaštenje br … (1) izjavljuje da su, osim ako je drukčije izričito navedeno, ovi proizvodi… (2) preferencijalnog podrijetla;

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Ιταλικό κείμενο

L'esportatore delle merci contemplate nel presente documento [autorizzazione doganale n. … (1)] dichiara che, salvo indicazione contraria, le merci sono di origine preferenziale … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Λετονικό κείμενο

To produktu eksportētājs, kuri ietverti šajā dokumentā (muitas atļauja Nr. … (1)), deklarē, ka, izņemot tur, kur ir citādi skaidri noteikts, šiem produktiem ir preferenciāla izcelsme … (2):

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Λιθουανικό κείμενο

Šiame dokumente išvardytų prekių eksportuotojas (muitinės liudijimo Nr. … (1)) deklaruoja, kad, jeigu kitaip nenurodyta, tai yra … (2) preferencinės kilmės prekės.

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Ουγγρικό κείμενο

A jelen okmányban szereplő áruk exportőre (vámfelhatalmazási szám: … (1)) kijelentem, hogy eltérő jelzés hiányában az áruk kedvezményes … (2) származásúak.

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Μαλτέζικο κείμενο

L-esportatur tal-prodotti koperti b'dan id-dokument (awtorizzazzjoni tad-dwana Nru … (1)) jiddikjara li, ħlief fejn indikat b'mod ċar li mhux hekk, dawn il-prodotti huma ta' oriġini preferenzjali … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Ολλανδικό κείμενο

De exporteur van de goederen waarop dit document van toepassing is (douanevergunning nr. … (1)), verklaart dat, behoudens uitdrukkelijke andersluidende vermelding, deze goederen van preferentiële … oorsprong zijn (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Πολωνικό κείμενο

Eksporter produktów objętych tym dokumentem (upoważnienie władz celnych nr … (1)) deklaruje, że z wyjątkiem gdzie jest to wyraźnie określone, produkty te mają … (2) preferencyjne pochodzenie.

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Πορτογαλικό κείμενο

O abaixo-assinado, exportador dos produtos abrangidos pelo presente documento [autorização aduaneira n. o (1)], declara que, salvo indicação expressa em contrário, estes produtos são de origem preferencial … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Ρουμανικό κείμενο

Exportatorul produselor ce fac obiectul acestui document [autorizația vamală nr. … (1)] declară că, exceptând cazul în care în mod expres este indicat altfel, aceste produse sunt de origine preferențială … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Σλοβακικό κείμενο

Vývozca výrobkov uvedených v tomto dokumente [číslo povolenia … (1)] vyhlasuje, že okrem zreteľne označených, tieto výrobky majú preferenčný pôvod v … (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Σλοβενικό κείμενο

Izvoznik blaga, zajetega s tem dokumentom (pooblastilo carinskih organov št. … (1)) izjavlja, da, razen če ni drugače jasno navedeno, ima to blago preferencialno … (2) poreklo.

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Φινλανδικό κείμενο

Tässä asiakirjassa mainittujen tuotteiden viejä (tullin lupa n:o … (1)) ilmoittaa, että nämä tuotteet ovat, ellei toisin ole selvästi merkitty, etuuskohteluun oikeutettuja … alkuperätuotteita (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

Σουηδικό κείμενο

Exportören av de varor som omfattas av detta dokument (tullmyndighetens tillstånd nr … (1)) försäkrar att dessa varor, om inte annat tydligt markerats, har förmånsberättigande … ursprung (2).

cumulation applied with (name of the country/countries)

no cumulation applied (3)

 (4)

(Τόπος και ημερομηνία)

 (5)

(Υπογραφή του εξαγωγέα καθώς και ευκρινής αναγραφή του ονόματος του υπογράφοντος τη δήλωση)


(1)  Όταν η δήλωση τιμολογίου γίνεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα, ο αριθμός αδείας του εγκεκριμένου εξαγωγέα πρέπει να αναγράφεται σε αυτό το σημείο. Όταν η δήλωση τιμολογίου δεν συντάσσεται από εγκεκριμένο εξαγωγέα, είναι δυνατό να παραλείπονται οι λέξεις που περιέχονται στις παρενθέσεις ή να παραμένει κενός ο χώρος.

(2)  Αναγράφεται η καταγωγή των προϊόντων. Όταν η δήλωση αφορά, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, προϊόντα καταγόμενα από τη Θέουτα και τη Μελίλια, ο εξαγωγέας πρέπει να το αναφέρει σαφώς στο έγγραφο επί του οποίου συντάσσεται η δήλωση με το σύμβολο “CM”.

(3)  Συμπληρώστε και διαγράψτε, όπου χρειάζεται.

(4)  Τα στοιχεία αυτά είναι δυνατόν να παραλείπονται, αν η πληροφορία αυτή περιέχεται στο ίδιο το έγγραφο.

(5)  Στις περιπτώσεις που ο εξαγωγέας δεν υποχρεούται να υπογράψει, η απαλλαγή από την υποχρέωση υπογραφής συνεπάγεται και την απαλλαγή από την υποχρέωση αναγραφής του ονόματος του υπογράφοντος…»