ISSN 1977-0669

doi:10.3000/19770669.L_2012.320.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

55ό έτος
17 Νοεμβρίου 2012


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1076/2012 της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2012, για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποιήσεων των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Carne Marinhoa (ΠΟΠ)]

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφαλείας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας ( 1 )

3

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζουν σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής για την παρακολούθηση μετά τη χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφαλείας, καθώς και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση ( 1 )

8

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1079/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, για καθορισμό των απαιτήσεων σχετικά με τη διαπόσταση φωνητικών καναλιών στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό ( 1 )

14

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1080/2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, για καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

25

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

2012/706/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2011, για την κρατική ενίσχυση SA.28903 (C 12/10) (ex N 389/09) που χορήγησε η Βουλγαρία υπέρ της Ruse Industry [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2011) 4903]  ( 1 )

27

 

 

2012/707/ΕΕ

 

*

Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με τον καθορισμό κοινής μορφής για την υποβολή πληροφοριών κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2010/63/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2012) 8064]  ( 1 )

33

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1076/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 14ης Νοεμβρίου 2012

για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποιήσεων των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Carne Marinhoa (ΠΟΠ)]

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η Επιτροπή εξέτασε την αίτηση της Πορτογαλίας για την έγκριση τροποποιήσεων των προδιαγραφών της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης «Carne Marinhoa», η οποία καταχωρίσθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/96 της Επιτροπής (2).

(2)

Δεδομένου ότι οι εν λόγω τροποποιήσεις δεν είναι ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η Επιτροπή δημοσίευσε την αίτηση τροποποιήσεων, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3). Δεδομένου ότι δεν έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή καμία δήλωση ένστασης, βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, οι εν λόγω τροποποιήσεις πρέπει να εγκριθούν,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εγκρίνονται οι τροποποιήσεις των προδιαγραφών οι οποίες έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορούν την ονομασία που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 14 Νοεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Dacian CIOLOȘ

Μέλος της Επιτροπής


(1)   ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12.

(2)   ΕΕ L 148 της 21.6.1996, σ. 1.

(3)   ΕΕ C 71 της 9.3.2012, σ. 33.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Γεωργικά προϊόντα προοριζόμενα για ανθρώπινη κατανάλωση που απαριθμούνται στο παράρτημα I της Συνθήκης:

Κλάση 1.1.   Νωπά κρέατα (και βρώσιμα παραπροϊόντα σφαγείων)

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Carne Marinhoa (ΠΟΠ)


17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1077/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 16ης Νοεμβρίου 2012

σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφαλείας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (1), και ιδίως το άρθρο 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ένας από τους σκοπούς της οδηγίας 2004/49/ΕΚ είναι να βελτιωθεί η πρόσβαση στην αγορά των υπηρεσιών σιδηροδρομικών μεταφορών με τον καθορισμό κοινών αρχών για τη διαχείριση, τη ρύθμιση και την εποπτεία της ασφάλειας των σιδηροδρόμων. Στην οδηγία 2004/49/ΕΚ προβλέπεται επίσης ίση μεταχείριση όλων των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων με την εφαρμογή σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση των ίδιων απαιτήσεων για την πιστοποίηση της ασφάλειας.

(2)

Στις 5 Οκτωβρίου 2009 η Επιτροπή εξέδωσε εντολή προς τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων («ο Οργανισμός») σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ να καταρτίσει σχέδιο κοινής μεθόδου ασφάλειας (ΚΜΑ) για την εποπτεία από τις εθνικές αρχές ασφαλείας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και διαχειριστών υποδομής. Ο Οργανισμός υπέβαλε στην Επιτροπή τη σύστασή του για την ΚΜΑ, την οποία υποστήριξε με έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων, σύμφωνα με την εντολή της Επιτροπής. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στη σύσταση του Οργανισμού.

(3)

Στον κανονισμό (ΕΕ) 1158/2010 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης πιστοποιητικών σιδηροδρομικής ασφάλειας (2), καθορίζεται μέθοδος για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις για τη χορήγηση των πιστοποιητικών ασφαλείας, τα οποία πρέπει να εκδίδονται με βάση το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ.Ο κανονισμός αυτός καθορίζει τα κριτήρια με βάση τα οποία οι εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει να διενεργούν αξιολόγησή, περιγράφει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν και θέτει τις θεμελιώδεις αρχές που πρέπει να τηρούν κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τους μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας όπως ορίζει ο κανονισμός αυτός.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 1169/2010 της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2010, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις απόκτησης έγκρισης σιδηροδρομικής ασφάλειας (3) περιέχει όλες τις εναρμονισμένες απαιτήσεις και μεθόδους αξιολόγησης με βάση τις οποίες όλες οι εθνικές αρχές ασφαλείας μπορούν να χορηγούν σε διαχειριστή υποδομής έγκριση ασφάλειας βάσει του άρθρου 11 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, η οποία να καλύπτει την καταλληλότητα του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας εν γένει και κάθε ειδική έγκριση δικτύου. Ο κανονισμός αυτός καθορίζει επίσης τα κριτήρια με βάση τα οποία οι εθνικές αρχές ασφαλείας πρέπει να διενεργούν αξιολόγησή, περιγράφει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν και θέτει τις θεμελιώδεις αρχές που πρέπει να τηρούν κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τους, μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας όπως ορίζει ο κανονισμός αυτός.

(5)

Μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας, η εθνική αρχή ασφαλείας πρέπει να προβεί σε ρυθμίσεις προκειμένου να ελέγχει εάν κατά τη λειτουργία επιτυγχάνονται τα αποτελέσματα που προδιαγράφονται στην αίτηση χορήγησης πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας και εάν τηρούνται σε συνεχή βάση όλες οι αναγκαίες απαιτήσεις, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο ε) και του άρθρου 17 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ.

(6)

Για να είναι σε θέση να επιτελεί το καθήκον της βάσει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, η εθνική αρχή ασφαλείας πρέπει επίσης να κρίνει, βασιζόμενη στις εποπτικές της δραστηριότητες, την αποτελεσματικότητα του ρυθμιστικού πλαισίου ασφαλείας. Ως «εποπτεία» νοούνται οι ρυθμίσεις που θεσπίζει η εθνική αρχή ασφαλείας για να παρακολουθεί τις επιδόσεις ασφαλείας μετά τη χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφαλείας.

(7)

Κατά την εποπτεία σιδηροδρομικής επιχείρησης, η εθνική αρχή ασφαλείας πρέπει να εφαρμόζει τις θεμελιώδεις αρχές για την άσκηση εθνικής εποπτείας της ασφάλειας —αναλογικότητα, συνοχή, στόχευση, διαφάνεια, λογοδοσία και συνεργασία— τις οποίες καθορίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2010. Ωστόσο, για τις θεμελιώδεις αρχές χρειάζεται επίσης πλαίσιο και διαδικασία για την πρακτική εφαρμογή στις καθημερινές δραστηριότητες των εθνικών αρχών ασφαλείας. Ο κείμενος κανονισμός θα εξασφαλίσει στις εθνικές αρχές ασφαλείας το αναγκαίο πλαίσιο και διαδικασία και, ταυτόχρονα, θα ενισχύσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη στην πρακτική και τη λήψη των αποφάσεων τους κατά την άσκηση των εποπτικών δραστηριοτήτων τους.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Με τον παρόντα κανονισμό καθιερώνεται κοινή μέθοδος ασφάλειας (ΚΜΑ) για την εποπτεία των επιδόσεων ασφαλείας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή έγκρισης ασφάλειας σε διαχειριστές υποδομής, που αναφέρονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2010, αντίστοιχα.

2.   Οι εθνικές αρχές ασφαλείας εφαρμόζουν την κοινή μέθοδο ασφάλειας για να επιτηρούν τη συμμόρφωση σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής προς τη νομική υποχρέωση να χρησιμοποιεί σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας, ώστε να εξασφαλίζεται ο έλεγχος όλων των κινδύνων που σχετίζονται με τις δραστηριότητές τους, καθώς και ο έλεγχος της παροχής συντήρησης και υλικού και της χρήσης εργολαβιών και, εφόσον χρειάζεται, να ελέγχουν την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1078 /2012 της Επιτροπής, της 16ης Νοεμβρίου 2012, περί κοινής μεθόδου ασφάλειας για την παρακολούθηση που πρέπει να εκτελούν, μετά την παραλαβή πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας, οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, οι διαχειριστές υποδομών και οι υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς (4).

3.   Οι εθνικές αρχές ασφαλείας χρησιμοποιούν τον παρόντα κανονισμό για να ασκούν τις εποπτικές δραστηριότητές τους με βάση το άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ και για να συμβουλεύουν τα κράτη μέλη όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του ρυθμιστικού πλαισίου ασφαλείας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η «εποπτεία» έχει την έννοια που ορίζεται στο άρθρο 2 του κανονισμού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1158/2010 και στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2010.

Άρθρο 3

Στρατηγική και σχέδιο(-α) εποπτείας

1.   Η εθνική αρχή ασφαλείας καταστρώνει και εφαρμόζει στρατηγική και σχέδιο(α) εποπτείας, όπου περιγράφονται οι στόχοι των δραστηριοτήτων της και καθορίζονται οι προτεραιότητες της εποπτείας της, όπως ορίζεται στο παράρτημα.

2.   Η εθνική αρχή ασφαλείας συλλέγει και αναλύει πληροφορίες από διάφορες πηγές. Αξιοποιεί τις συλλεγόμενες πληροφορίες και τα αποτελέσματα της εποπτείας για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 1.

3.   Η εθνική αρχή ασφαλείας επανεξετάζει τακτικά τη στρατηγική και το σχέδιο ή τα σχέδια βασιζόμενη στην πείρα, αξιοποιώντας τις συλλεγόμενες πληροφορίες και τα αποτελέσματα της εποπτείας.

Άρθρο 4

Τεχνικές διεξαγωγής της εποπτείας

1.   Η εθνική αρχή ασφαλείας υιοθετεί τεχνικές για τις εποπτικές της δραστηριότητες. Οι εν λόγω τεχνικές περιλαμβάνουν συνήθως συνεντεύξεις με άτομα σε διάφορα επίπεδα οργάνωσης, επανεξέταση εγγράφων και αρχείων σχετιζόμενων με το σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας και εξέταση των αποτελεσμάτων του συστήματος διαχείρισης στην ασφάλεια που αναδεικνύονται από επιθεωρήσεις ή ανάλογες δραστηριότητες.

2.   Η εθνική αρχή ασφαλείας εξασφαλίζει ότι στις εποπτικές της δραστηριότητες περιλαμβάνεται ο έλεγχος:

α)

της αποτελεσματικότητας του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας·

β)

της αποτελεσματικότητας ολόκληρων ή μεμονωμένων στοιχείων του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, καθώς και των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων.

Άρθρο 5

Δεσμοί μεταξύ αξιολόγησης και εποπτείας

1.   Η εθνική αρχή ασφαλείας αξιοποιεί τις πληροφορίες που συγκεντρώνει κατά την αξιολόγηση του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής, με σκοπό την εποπτεία της συνεχούς εφαρμογής του οικείου συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας.

2.   Η εθνική αρχή ασφαλείας αξιοποιεί επίσης τις πληροφορίες που συγκεντρώνει κατά την άσκηση των εποπτικών της δραστηριοτήτων, με σκοπό την εκ νέου αξιολόγηση συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής πριν την ανανέωση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφάλειας.

Άρθρο 6

Επάρκεια προσώπων που συμμετέχουν σε εποπτικές δραστηριότητες

Η εθνική αρχή ασφαλείας διαθέτει σύστημα το οποίο εξασφαλίζει ότι οι εποπτικές δραστηριότητες ασκούνται από πρόσωπα με ανάλογα προσόντα.

Άρθρο 7

Κριτήρια λήψης αποφάσεων

1.   Η εθνική αρχή ασφαλείας καθορίζει και δημοσιεύει κριτήρια λήψης αποφάσεων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο παρακολουθεί, προάγει και, κατά περίπτωση, επιβάλλει τη συμμόρφωση με το ρυθμιστικό πλαίσιο ασφαλείας. Στα κριτήρια αυτά περιλαμβάνονται περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που αφορούν τη συνεχή εφαρμογή συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας από σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστή υποδομής και το ρυθμιστικό πλαίσιο ασφαλείας.

2.   Η εθνική αρχή ασφαλείας εγκρίνει και δημοσιεύει διαδικασία, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους διαχειριστές υποδομών να υποβάλουν καταγγελία για αποφάσεις που λαμβάνονται κατά την άσκηση εποπτικών δραστηριοτήτων, με την επιφύλαξη της απαίτησης προσφυγής στη δικαιοσύνη κατά της εν λόγω απόφασης.

Άρθρο 8

Συντονισμός και συνεργασία

1.   Οι εθνικές αρχές ασφαλείας οι οποίες συμμετέχουν στην εποπτεία σιδηροδρομικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη συντονίζουν την άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων, ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας της σιδηροδρομικής επιχείρησης και να καλύπτονται όλες οι σχετικές δραστηριότητες. Οι δραστηριότητες συντονισμού προϋποθέτουν συμφωνία επί των πληροφοριών που πρέπει να γνωστοποιούνται μεταξύ εθνικών αρχών ασφαλείας ώστε να εξασφαλίζεται κοινή προσέγγιση για την εποπτεία της αντίστοιχης επιχείρησης. Οι δραστηριότητες συντονισμού περιλαμβάνουν επίσης τη διάδοση πληροφοριών για τη στρατηγική και το σχέδιο ή σχέδια εποπτείας των οικείων εθνικών αρχών ασφαλείας, καθώς και τυχόν αποτελεσμάτων τους, ώστε να καθίσταται δυνατή κοινή προσέγγιση αντιμετώπισης των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης.

2.   Οι εθνικές αρχές ασφαλείας προβαίνουν σε ρυθμίσεις συνεργασίας με εθνικούς φορείς έρευνας, πιστοποίησης, με φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση και με άλλες αρμόδιες αρχές, ώστε να διαδίδονται οι πληροφορίες και να συντονίζουν την αντίδρασή τους σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς το ρυθμιστικό πλαίσιο ασφαλείας.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 7 Ιουνίου 2013.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)   ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44.

(2)   ΕΕ L 326 της 10.12.2010, σ. 11.

(3)   ΕΕ L 327 της 11.12.2010, σ. 13.

(4)  Βλέπε σελίδα 8 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Εποπτικές δραστηριότητες

1.   Κατάστρωση στρατηγικής και σχεδίου(-ων) εποπτείας

Η εθνική αρχή ασφαλείας:

α)

προσδιορίζει πεδία στοχευμένων εποπτικών δραστηριοτήτων·

β)

καταρτίζει σχέδιο ή σχέδια εποπτείας από τα οποία προκύπτει με ποιο τρόπο θα εφαρμόσει τη στρατηγική εποπτείας κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής έγκυρου πιστοποιητικού ασφαλείας/έγκρισης ασφαλείας·

γ)

προβαίνει σε αρχική εκτίμηση των απαιτούμενων πόρων για την υλοποίηση του(των) σχεδίου(ων) εποπτείας, βάσει των στοχευμένων εποπτικών δραστηριοτήτων·

δ)

διαθέτει πόρους για την υλοποίηση του (των) σχεδίου(-ων) εποπτείας·

ε)

αξιοποιεί δεδομένα/πληροφορίες από διάφορες πηγές, ως υπόβαθρο της στρατηγικής και του (των) σχεδίου(-ων) εποπτείας. Μεταξύ αυτών είναι και πληροφορίες που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης συστημάτων διαχείρισης της ασφάλειας, αποτελέσματα προηγούμενων εποπτικών δραστηριοτήτων, πληροφορίες από εγκρίσεις για τη θέση σε λειτουργία υποσυστημάτων ή οχημάτων, από αναφορές/συστάσεις εθνικών φορέων έρευνας σχετικές με ατυχήματα, άλλες εκθέσεις ή δεδομένα ατυχημάτων/περιστατικών, οι ετήσιες εκθέσεις σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής προς την εθνική αρχή ασφαλείας, ετήσιες εκθέσεις συντήρησης από φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση, καταγγελίες πολιτών και άλλες σχετικές πηγές.

2.   Κοινοποίηση της στρατηγικής και του (των) σχεδίου(-ων) εποπτείας

Η εθνική αρχή ασφαλείας:

α)

κοινοποιεί τους γενικούς στόχους της στρατηγικής και συνολική εξήγηση του (των) σχεδίου(-ων) εποπτείας στις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή διαχειριστές υποδομής και, εάν είναι σκόπιμο, ευρύτερα σε άλλους ενδιαφερόμενους·

β)

εξηγεί σε γενικές γραμμές στις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις ή διαχειριστές υποδομής με ποιο τρόπο θα υλοποιεί(-ούν) το (τα) σχέδιο(-α) εποπτείας.

3.   Υλοποίηση της στρατηγικής και του (των) σχεδίου(-ων) εποπτείας

Η εθνική αρχή ασφαλείας:

α)

εκτελεί το (τα) σχέδιο(-α) εποπτείας, κατά τα προβλεπόμενα·

β)

προβαίνει σε κατάλληλες ενέργειες για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, στις οποίες συγκαταλέγεται και τυχόν έκδοση επείγουσας προειδοποίησης ασφαλείας, εάν είναι αναγκαίο·

γ)

αξιολογεί πόσο ορθά κατάρτισε και υλοποίησε μια σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής σχέδιο(-α) εποπτείας για την αντιμετώπιση περίπτωσης μη συμμόρφωσης που διαπίστωσε η εθνική αρχή ασφαλείας, εντός καθορισμένης χρονικής περιόδου.

4.   Αποτελέσματα σχεδίου(-ων) εποπτείας

Η εθνική αρχή ασφαλείας

α)

γνωστοποιεί τα πορίσματα στην αντίστοιχη σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστή υποδομής σχετικά με την αποτελεσματικότητα του οικείου συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας ως προς επιδόσεις ασφαλείας, καθώς και τα πεδία μη συμμόρφωσης που διαπιστώθηκαν από πλευράς της σιδηροδρομικής επιχείρησης ή του διαχειριστή υποδομής·

β)

έχει συνολική εικόνα των επιδόσεων ασφαλείας κάθε σιδηροδρομικής επιχείρησης ή διαχειριστή υποδομής που δραστηριοποιείται στο οικείο κράτος μέλος·

γ)

δημοσιεύει και κοινοποιεί στους ενδιαφερόμενους τις απόψεις της σχετικά με τις γενικές επιδόσεις ασφαλείας στο κράτος μέλος·

δ)

δημοσιεύει και κοινοποιεί στους ενδιαφερόμενους τις απόψεις της σχετικά με την αποτελεσματικότητα του ρυθμιστικού πλαισίου ασφαλείας.

5.   Επανεξέταση των εποπτικών δραστηριοτήτων

Με βάση την πείρα που αποκτά κατά την άσκηση των εποπτικών δραστηριοτήτων, η εθνική αρχή ασφαλείας σε τακτά χρονικά διαστήματα

α)

διεξάγει επανεξέταση του (των) σχεδίου(-ων) προκειμένου να ελέγξει την αρχική στοχευμένη δραστηριότητα, την αξιοποίηση δεδομένων/πληροφοριών από διάφορες πηγές, τα αποτελέσματα εποπτείας και εάν η διάθεση των πόρων ήταν η κατάλληλη, την αλλαγή των προτεραιοτήτων εφόσον είναι αναγκαίο·

β)

προβαίνει σε τυχόν αναγκαίες αλλαγές του (των) σχεδίου(-ων) όταν προβλέπεται να αναθεωρηθεί(-ούν) και εξετάζει τις επιπτώσεις των αλλαγών στη στρατηγική εποπτείας·

γ)

συνεισφέρει εφόσον χρειάζεται με τις απόψεις της και τις τυχόν προτάσεις της στο οικείο κράτος μέλος, για να αντιμετωπισθούν ενδεχόμενες ελλείψεις του ρυθμιστικού πλαισίου ασφαλείας.


17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/8


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1078/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 16ης Νοεμβρίου 2012

σχετικά με κοινή μέθοδο ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζουν σιδηροδρομική επιχείρηση ή διαχειριστής υποδομής για την παρακολούθηση μετά τη χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφαλείας, καθώς και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων και την τροποποίηση της οδηγίας 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (οδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (1), και ιδίως το άρθρο 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει τη δεύτερη σειρά κοινών μεθόδων ασφάλειας (ΚΜΑ), η οποία να καλύπτει τουλάχιστον τις μεθόδους που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ, με βάση σύσταση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων («ο Οργανισμός»).

(2)

Στις 5 Οκτωβρίου 2009 η Επιτροπή εξέδωσε εντολή προς τον Οργανισμό, σύμφωνα με την οδηγία 2004/49/ΕΚ, να καταρτίσει σχέδιο κοινής μεθόδου ασφάλειας (ΚΜΑ) για τον έλεγχο της συμμόρφωσης της λειτουργίας και συντήρησης των δομικών υποσυστημάτων με τις σχετικές βασικές απαιτήσεις. Στην εν λόγω ΚΜΑ πρέπει να προσδιορίζονται οι μέθοδοι που πρέπει να χρησιμοποιούνται, αφενός, για να ελέγχεται ότι τα δομικά υποσυστήματα (καθώς και η λειτουργία και η διαχείριση της κυκλοφορίας) λειτουργούν και συντηρούνται σύμφωνα με όλες τις βασικές απαιτήσεις που αφορούν την ασφάλεια και, αφετέρου, να παρακολουθείται εάν τα υποσυστήματα και η ενσωμάτωσή τους στα συστήματα εξακολουθούν να πληρούν τις απαιτήσεις ασφαλείας κατά τη λειτουργία και τη συντήρησή τους. Ο Οργανισμός υπέβαλε στην Επιτροπή τη σύστασή του για την ΚΜΑ, την οποία υποστήριξε με έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων ανταποκρινόμενος στην εντολή της Επιτροπής. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στη σύσταση του Οργανισμού.

(3)

Για να εξασφαλισθεί ασφαλής ενσωμάτωση, λειτουργία και συντήρηση των δομικών υποσυστημάτων του σιδηροδρομικού συστήματος και η εκπλήρωση των βασικών απαιτήσεων κατά τη λειτουργία τους, τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομών, καθώς και τα συστήματα συντήρησης που χρησιμοποιούν οι φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνουν όλες τις αναγκαίες ρυθμίσεις, καθώς και διεργασίες, διαδικασίες και τεχνικά, επιχειρησιακά και οργανωτικά μέτρα ελέγχου των κινδύνων. Συνεπώς, η παρακολούθηση της ορθής εφαρμογής και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων διαχείρισης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομών, καθώς και των συστημάτων συντήρησης που χρησιμοποιούν οι φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση, πρέπει να περιλαμβάνει τις απαιτήσεις για τα δομικά υποσυστήματα κατά τη λειτουργία τους.

(4)

Με τον παρόντα κανονισμό θα καταστεί δυνατή η αποτελεσματική διαχείριση της ασφάλειας του σιδηροδρομικού συστήματος κατά τις δραστηριότητες λειτουργίας και συντήρησης και, εφόσον είναι αναγκαίο και εύλογα εφικτό, θα βελτιωθεί το σύστημα διαχείρισης.

(5)

Με τον παρόντα κανονισμό πρέπει επίσης να καταστεί δυνατό να εντοπίζονται το ενωρίτερο δυνατόν οι περιπτώσεις μη εφαρμογής του συστήματος διαχείρισης οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε ατυχήματα, περιστατικά, αποσοβηθέντα ατυχήματα ή άλλα επικίνδυνα συμβάντα. Για την αντιμετώπιση αυτών των μορφών μη συμμόρφωσης κατά τις δραστηριότητες λειτουργίας και συντήρησης πρέπει να χρησιμοποιείται εναρμονισμένη διαδικασία των δραστηριοτήτων παρακολούθησης. Συγκεκριμένα, αυτή η εναρμονισμένη διαδικασία πρέπει να χρησιμοποιείται για να ελέγχεται εάν τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομών επιτυγχάνουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και εάν τα συστήματα συντήρησης των υπεύθυνων για τη συντήρηση φορέων επιτυγχάνουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.

(6)

Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομών πρέπει να παρακολουθούν την ορθή εφαρμογή και τα αποτελέσματα των ρυθμίσεων στις οποίες έχουν προβεί μέσω του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας για την ασφαλή λειτουργία του δικτύου και των ειδικών δικτύων.

(7)

Ο παρών κανονισμός θα διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά σιδηροδρομικών μεταφορών με την εναρμόνιση της διαδικασίας παρακολούθησης ώστε να εξασφαλισθεί συνεχής επίτευξη των επιδόσεων ασφαλείας του σιδηροδρομικού συστήματος. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός θα συμβάλλει στη δημιουργία αμοιβαίας εμπιστοσύνης και διαφάνειας μεταξύ των κρατών μελών, με την εναρμονισμένη ανταλλαγή σχετικών με την ασφάλεια πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που εμπλέκονται στον σιδηροδρομικό τομέα ώστε η διαχείριση της ασφάλειας να πραγματοποιείται μέσω των διαφόρων διεπαφών του εν λόγω τομέα και των εναρμονισμένων στοιχείων που θα προκύπτουν από την εφαρμογή της εναρμονισμένης διαδικασίας.

(8)

Για να υποβάλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και, όταν είναι απαραίτητο, συστάσεις βελτίωσής του, ο Οργανισμός πρέπει να συλλέγει τις σχετικές πληροφορίες από τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, καθώς και από τις εθνικές αρχές ασφαλείας, τους οργανισμούς πιστοποίησης φορέων υπεύθυνων για τη συντήρηση εμπορευματικών φορταμαξών και από άλλους υπεύθυνους για τη συντήρηση φορείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 445/2011 της Επιτροπής, της 10ης Μαΐου 2011, για σύστημα πιστοποίησης φορέων υπεύθυνων για τη συντήρηση εμπορευματικών φορταμαξών (2).

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που μνημονεύεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Με τον παρόντα κανονισμό καθιερώνεται κοινή μέθοδος ασφάλειας (ΚΜΑ) παρακολούθησης, η οποία καθιστά δυνατή την αποτελεσματική διαχείριση της ασφάλειας του σιδηροδρομικού συστήματος κατά τις δραστηριότητες λειτουργίας και συντήρησης και, όπου είναι αναγκαίο, βελτιώνει το σύστημα διαχείρισης.

2.   Ο παρών κανονισμός χρησιμοποιείται:

α)

για να ελέγχεται η ορθή εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα όλων των διεργασιών και διαδικασιών του συστήματος διαχείρισης και των τεχνικών, επιχειρησιακών και οργανωτικών μέτρων ελέγχου των κινδύνων. Για σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομής θα ελέγχονται τα τεχνικά, λειτουργικά και οργανωτικά στοιχεία που είναι αναγκαία για την έκδοση του πιστοποιητικού/έγκρισης που καθορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο α) και στο άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στις διατάξεις για τη χορήγηση πιστοποίησης/έγκρισης του άρθρου 10 παράγραφος 2 στοιχείο β) και του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ·

β)

για να ελέγχεται η ορθή εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης στο σύνολό του και κατά πόσον το σύστημα διαχείρισης επιτυγχάνει τα αναμενόμενα αποτελέσματα· και

γ)

για να προσδιορίζονται και να εφαρμόζονται κατάλληλα προληπτικά, διορθωτικά μέτρα ή συνδυασμός τους, εφόσον διαπιστώνεται μη συμμόρφωση με τα στοιχεία α) και β).

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και τους διαχειριστές υποδομών, μετά τη χορήγηση πιστοποιητικού ασφαλείας ή έγκρισης ασφαλείας, καθώς και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται οι ορισμοί του άρθρου 3 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ.

Επιπλέον, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«σύστημα διαχείρισης», είτε τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων και των διαχειριστών υποδομών, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο θ) της οδηγίας 2004/49/ΕΚ και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του άρθρου 9 και του παραρτήματος III της εν λόγω οδηγίας, είτε το σύστημα διαχείρισης των φορέων στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του άρθρου 14α παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας·

β)

«παρακολούθηση», οι ρυθμίσεις στις οποίες προβαίνουν σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομών ή φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση για να ελέγχουν εάν εφαρμόζεται ορθά και αποτελεσματικά το οικείο σύστημα διαχείρισης·

γ)

«διεπαφές», οι διεπαφές όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 352/2009 της Επιτροπής (3).

Άρθρο 3

Διαδικασία παρακολούθησης

1.   Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής και φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί η συντήρηση:

α)

ευθύνεται για τη διεξαγωγή της διαδικασίας παρακολούθησης όπως καθορίζεται στο παράρτημα·

β)

εξασφαλίζει ότι τα μέτρα ελέγχου των κινδύνων που εφαρμόζουν οι εργολήπτες τους παρακολουθούνται επίσης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Προς τον σκοπό αυτό, εφαρμόζει τη διαδικασία παρακολούθησης που καθορίζεται στο παράρτημα ή με συμβατικές ρυθμίσεις απαιτεί από τους εργολήπτες την εφαρμογή της διαδικασίας αυτής.

2.   Η διαδικασία παρακολούθησης περιλαμβάνει τις κάτωθι δραστηριότητες:

α)

τον καθορισμό στρατηγικής, προτεραιοτήτων και σχεδίου(-ων) παρακολούθησης·

β)

τη συλλογή και την ανάλυση πληροφοριών·

γ)

την κατάρτιση σχεδίου δράσης σε περιπτώσεις απαράδεκτης αθέτησης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που τίθενται στο σύστημα διαχείρισης·

δ)

την υλοποίηση του σχεδίου δράσης, εφόσον έχει καταρτιστεί τέτοιο σχέδιο·

ε)

την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων του σχεδίου δράσης, εφόσον έχει καταρτιστεί τέτοιο σχέδιο.

Άρθρο 4

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εμπλεκόμενων παραγόντων

1.   Σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομών και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση εξασφαλίζουν, με συμβατικές ρυθμίσεις, ότι ανταλλάσσουν μεταξύ τους κάθε σχετική με την ασφάλεια πληροφορία που προκύπτει από την εφαρμογή της διαδικασίας παρακολούθησης που καθορίζεται στο παράρτημα, ώστε κάθε μέρος να λαμβάνει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίζεται συνεχής επίτευξη των επιδόσεων ασφαλείας του σιδηροδρομικού συστήματος.

2.   Εάν, από την εφαρμογή της διαδικασίας παρακολούθησης, σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, διαχειριστές υποδομών και φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση εντοπίσουν κίνδυνο για την ασφάλεια, λόγω ελαττωμάτων και εκ κατασκευής περιπτώσεις μη συμμόρφωσης ή δυσλειτουργιών του τεχνικού εξοπλισμού, και των δομικών υποσυστημάτων, αναφέρουν τον κίνδυνο αυτό στα λοιπά εμπλεκόμενα μέρη, ώστε να είναι σε θέση να λάβουν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλισθεί συνεχής επίτευξη των επιδόσεων ασφαλείας του σιδηροδρομικού συστήματος.

Άρθρο 5

Υποβολή έκθεσης

1.   Οι διαχειριστές υποδομών και οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις υποβάλλουν έκθεση στην εθνική αρχή ασφαλείας για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού μέσω των ετήσιων εκθέσεων ασφαλείας, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ.

2.   Η εθνική αρχή ασφαλείας υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, τους διαχειριστές υποδομών και, εφόσον είναι ενήμερη, τους φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η συντήρηση, σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2004/49/ΕΚ.

3.   Η ετήσια έκθεση σχετικά με τη συντήρηση που χρησιμοποιούν οι φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη συντήρηση εμπορευματικών φορταμαξών, όπως ορίζεται στο σημείο I.7.4 στοιχείο ια) του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 445/2011, περιέχει πληροφορίες για την πείρα που αποκτούν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού οι φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη συντήρηση. Ο Οργανισμός συλλέγει τις πληροφορίες σε συντονισμό με τους σχετικούς φορείς πιστοποίησης.

4.   Οι λοιποί υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 445/2011 γνωστοποιούν επίσης στον Οργανισμό την πείρα που αποκτούν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ο Οργανισμός συντονίζει τη γνωστοποίηση της πείρας των εν λόγω υπεύθυνων για τη συντήρηση φορέων.

5.   Ο Οργανισμός συλλέγει όλες τις πληροφορίες που είναι σχετικές με την πείρα από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και, εφόσον είναι αναγκαίο, υποβάλλει στην Επιτροπή συστάσεις για τη βελτίωσή του.

6.   Οι εθνικές αρχές ασφαλείας βοηθούν τον Οργανισμό στη συλλογή αυτών των πληροφοριών από σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομών.

7.   Ο Οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή, το αργότερο εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, έκθεση στην οποία αναλύονται η αποτελεσματικότητα της μεθόδου και η πείρα των σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, των διαχειριστών υποδομών και των υπεύθυνων για τη συντήρηση φορέων από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 7 Ιουνίου 2013.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)   ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44.

(2)   ΕΕ L 122 της 11.5.2011, σ. 22.

(3)   ΕΕ L 108 της 29.4.2009, σ. 4.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

1.   Γενικά

1.1.

Τα συστατικά στοιχεία της διαδικασίας παρακολούθησης είναι όλες οι διεργασίες και διαδικασίες του συστήματος διαχείρισης, καθώς και των τεχνικών, επιχειρησιακών και οργανωτικών μέτρων ελέγχου των κινδύνων.

1.2.

Οι δραστηριότητες της διαδικασίας παρακολούθησης που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 περιγράφονται στα τμήματα 2 έως 6.

1.3.

Η διαδικασία παρακολούθησης είναι επαναλαμβανόμενη και στερεότυπη, όπως εμφαίνεται στο διάγραμμα ροής του προσαρτήματος.

2.   Καθορισμός στρατηγικής, προτεραιοτήτων και σχεδίου(-ων) παρακολούθησης

2.1.

Ανάλογα με το οικείο σύστημα διαχείρισης, κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση, διαχειριστής υποδομής και υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας είναι αρμόδιος να καθορίζει την οικεία στρατηγική, τις προτεραιότητες και το (τα) σχέδιο(-α) παρακολούθησης.

2.2.

Στην απόφαση ιεράρχησης των προτεραιοτήτων λαμβάνονται υπόψη πληροφορίες από πεδία που δημιουργούν τους μεγαλύτερους κινδύνους και ενδέχεται να οδηγήσουν σε δυσμενείς συνέπειες για την ασφάλεια, εάν δεν παρακολουθούνται αποτελεσματικά. Καθορίζεται ιεράρχηση των δραστηριοτήτων παρακολούθησης και δηλώνονται ο χρόνος, οι προσπάθειες και οι πόροι που απαιτούνται. Στην ιεράρχηση λαμβάνονται επίσης υπόψη τα αποτελέσματα προηγούμενων εφαρμογών της διαδικασίας παρακολούθησης.

2.3.

Κατά τη διαδικασία παρακολούθησης εντοπίζονται το ενωρίτερο δυνατόν περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με το σύστημα διαχείρισης που ενδέχεται να οδηγήσουν σε ατυχήματα, περιστατικά, αποσοβηθέντα ατυχήματα ή άλλα επικίνδυνα συμβάντα. Η διαδικασία έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή διορθωτικών μέτρων για τις εν λόγω περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

2.4.

Στη στρατηγική και το (τα) σχέδιο(-α) παρακολούθησης καθορίζονται είτε ποσοτικοί είτε ποιοτικοί δείκτες ή συνδυασμός τους, οι οποίοι:

α)

επισημαίνουν έγκαιρα τυχόν απόκλιση από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα ή βεβαιώνουν ότι το προσδοκώμενο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται όπως είχε προγραμματισθεί·

β)

δίνουν πληροφορίες για ανεπιθύμητα αποτελέσματα·

γ)

υποβοηθούν τη λήψη αποφάσεων.

3.   Συλλογή και ανάλυση πληροφοριών

3.1.

Η συλλογή και η ανάλυση πληροφοριών πραγματοποιούνται σύμφωνα με τη στρατηγική, τις προτεραιότητες και το (τα) σχέδιο(-α) που έχουν καθορισθεί για την παρακολούθηση.

3.2.

Για κάθε καθορισμένο δείκτη που αναφέρεται στο 2.4, πραγματοποιούνται τα κάτωθι:

α)

συλλογή των αναγκαίων πληροφοριών·

β)

αξιολόγηση κατά πόσον εφαρμόζονται ορθά οι διεργασίες, οι διαδικασίες και τα τεχνικά, επιχειρησιακά και οργανωτικά μέτρα ελέγχου των κινδύνων·

γ)

έλεγχος κατά πόσον είναι αποτελεσματικές και επιτυγχάνουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα οι διεργασίες, οι διαδικασίες και τα τεχνικά, επιχειρησιακά και οργανωτικά μέτρα ελέγχου·

δ)

αξιολόγηση κατά πόσον το σύστημα διαχείρισης στο σύνολό του εφαρμόζεται ορθά και επιτυγχάνει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα·

ε)

ανάλυση και αξιολόγηση των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης διαπιστώθηκαν σύμφωνα με τα στοιχεία β), γ) και δ), καθώς και προσδιορισμός των αιτίων τους.

4.   Κατάρτιση σχεδίου δράσης

4.1.

Για τις διαπιστωνόμενες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που κρίνονται απαράδεκτες, καταρτίζεται σχέδιο δράσης. Το σχέδιο:

α)

έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή ορθά εφαρμοζόμενων διεργασιών, διαδικασιών και τεχνικών, επιχειρησιακών και οργανωτικών μέτρων ελέγχου των κινδύνων όπως έχουν καθορισθεί· ή

β)

βελτιώνει τις υπάρχουσες διεργασίες, διαδικασίες και τεχνικά, επιχειρησιακά και οργανωτικά μέτρα ελέγχου των κινδύνων· ή

γ)

προσδιορίζει και θέτει σε εφαρμογή πρόσθετα μέτρα ελέγχου των κινδύνων.

4.2.

Το σχέδιο δράσης περιλαμβάνει, ειδικότερα, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

στόχους και αναμενόμενα αποτελέσματα·

β)

διορθωτικά ή προληπτικά μέτρα ή μέτρα και των δύο ειδών·

γ)

πρόσωπο αρμόδιο για την υλοποίηση των δράσεων·

δ)

ημερομηνίες υλοποίησης των δράσεων·

ε)

πρόσωπο αρμόδιο για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων του σχεδίου δράσης σύμφωνα με το τμήμα 6·

στ)

επανεξέταση του σχεδίου δράσης για τη στρατηγική, τις προτεραιότητες και το (τα) σχέδιο(-α) παρακολούθησης.

4.3.

Για τη διαχείριση της ασφάλειας στις διεπαφές, η σιδηροδρομική επιχείρηση, ο διαχειριστής υποδομής ή ο υπεύθυνος για τη συντήρηση φορέας αποφασίζει, σε συμφωνία με τους εμπλεκόμενους παράγοντες, ποιος αναλαμβάνει την υλοποίηση του απαιτούμενου σχεδίου δράσης ή μέρη αυτού.

5.   Εκτέλεση του σχεδίου δράσης

5.1.

Το σχέδιο δράσης που καθορίζεται στο τμήμα 4 υλοποιείται κατά τρόπο που να επανορθώνονται οι διαπιστωμένες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

6.   Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων του σχεδίου δράσης

6.1.

Η ορθή εφαρμογή, η καταλληλότητα και η αποτελεσματικότητα των μέτρων που καθορίζονται στο σχέδιο δράσης ελέγχονται με χρήση της ίδιας διαδικασίας παρακολούθησης, που περιγράφεται στο παρόν παράρτημα.

6.2.

Η αξιολόγηση του σχεδίου δράσης περιλαμβάνει, ειδικότερα, τα εξής:

α)

εξακρίβωση κατά πόσον το σχέδιο δράσης εφαρμόζεται ορθά και ολοκληρώνεται σύμφωνα με το πρόγραμμα·

β)

εξακρίβωση κατά πόσον επιτυγχάνεται το προσδοκώμενο αποτέλεσμα·

γ)

εξακρίβωση κατά πόσον άλλαξαν εν τω μεταξύ οι αρχικές συνθήκες και εάν εξακολουθούν να αρμόζουν τα ενδεδειγμένα μέτρα ελέγχου των κινδύνων που είχαν καθορισθεί στο σχέδιο δράσης·

δ)

εξακρίβωση κατά πόσον χρειάζονται άλλα μέτρα ελέγχου των κινδύνων.

7.   Στοιχεία από την εφαρμογή της διαδικασίας παρακολούθησης

7.1.

Η διαδικασία παρακολούθησης τεκμηριώνεται ώστε να αποδεικνύεται ότι εφαρμόσθηκε ορθά. Η εν λόγω τεκμηρίωση διατίθεται πρωτίστως για τη διαδικασία εσωτερικής αξιολόγησης. Εφόσον ζητηθεί:

α)

οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και οι διαχειριστές υποδομών διαθέτουν την εν λόγω τεκμηρίωση στην εθνική αρχή ασφαλείας·

β)

οι υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς διαθέτουν την εν λόγω τεκμηρίωση στον φορέα πιστοποίησης. Εάν η διαχείριση των διεπαφών πραγματοποιείται με συμβάσεις, οι υπεύθυνοι για τη συντήρηση φορείς διαθέτουν την εν λόγω τεκμηρίωση στις αντίστοιχες σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και διαχειριστές υποδομών.

7.2.

Η τεκμηρίωση που στοιχειοθετείται βάσει του σημείου 7.1 περιλαμβάνει ιδίως:

α)

περιγραφή του οργανισμού και του προσωπικού που αναλαμβάνουν τη διεξαγωγή της διαδικασίας παρακολούθησης·

β)

τα αποτελέσματα των διαφόρων δραστηριοτήτων της διαδικασίας παρακολούθησης που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και, πιο συγκεκριμένα, τις αποφάσεις που λήφθηκαν·

γ)

σε διαπιστωνόμενες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που κρίνονται απαράδεκτες, κατάλογο όλων των αναγκαίων μέτρων που πρέπει να εφαρμοσθούν για να επιτευχθεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.

Προσάρτημα

Πλαίσιο της διαδικασίας παρακολούθησης

Image 1

Σύστημα συντήρησης του υπεύθυνου για τη συντήρηση φορέα

Σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας του διαχειριστή υποδομής

Σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας της σιδηρ. επιχείρησης

Εντοπισμός κινδύνου και διαδικασία αξιολόγησης κινδύνων

Κίνδυνοι

Ανάπτυξη σχετικών διεργασιών, διαδικασιών και λήψη τεχνικών, επιχειρησιακών και οργανωτικά μέτρα ελέγχου των κινδύνων

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ, ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΟΥ(-ΩΝ) ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ

Καθορισμός (ή επενεξέταση) στρατηγικής, προτεραιοτήτων και σχεδίου(-ων) παρακολούθησης όλων των (σχετικών) μέτρων, διεργασιών, διαδικασιών και επιχειρησιακών και οργανωτικών μέτρων ελέγχου των κινδύνων

Καθορισμός (ή επανεξέταση) σχετικών ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών ή συνδυασμού τους

ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Συλλογή αναγκαίων πληροφοριών

Ανάλυση και αξιολόγηση πληροφοριών

ΟΧΙ

Διαπίστωση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης;

ΝΑΙ

Ανάλυση και αξιολόγηση των περιπτώσεων

ΝΑΙ

Είναι αποδεκτές;

ΟΧΙ

Κατάρτιση σχεδίου δράσης

Εφαρμογή σχεδίου δράσης

Αξιολόγηση των μέτρων του σχεδίου δράσης

Βελτίωση διεργασιών, διαδικασιών και τεχνικών, επιχειρησιακών και οργανωτικών μέτρων ελέγχου των κινδύνων και του συστήματος διαχείρισης συνολικά


17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/14


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1079/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 16ης Νοεμβρίου 2012

για καθορισμό των απαιτήσεων σχετικά με τη διαπόσταση φωνητικών καναλιών στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα) (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή έδωσε εντολή στον Eurocontrol, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαρτίου 2004, να χαράξει πλαίσιο για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (κανονισμός-πλαίσιο) (2), να εκπονήσει απαιτήσεις για τη συντονισμένη υιοθέτηση αερεπιγείων φωνητικών επικοινωνιών με βάση διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στην έκθεση της 12ης Ιουλίου 2011 που ήταν αποτέλεσμα της εντολής.

(2)

Η πρώτη φάση της εντολής οδήγησε στην έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1265/2007 της Επιτροπής της 26ης Οκτωβρίου 2007, για καθορισμό των απαιτήσεων σχετικά με τη διαυλοποίηση στις αερεπίγειες επικοινωνίες φωνής για τον ενιαίο ευρωπαϊκό ουρανό (3), σκοπός του οποίου ήταν η συντονισμένη υιοθέτηση αερεπιγείων φωνητικών επικοινωνιών με βάση τη διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz στον εναέριο χώρο άνω του επιπέδου πτήσης (FL) 195.

(3)

Συγκεκριμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1265/2007, κυρίως όσες αφορούσαν διαδικασίες, ίσχυαν ήδη για τον εναέριο χώρο κάτω του FL 195.

(4)

Με προγενέστερες αναπροσαρμογές σε διαπόσταση 8,33 kHz άνω του FL 195 μειώθηκε μεν αλλά δεν εξαλείφθηκε η συμφόρηση συχνοτήτων. Πολλά κράτη μέλη δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να ικανοποιήσουν τις ανάγκες νέων εκχωρήσεων συχνοτήτων για αεροναυτική κινητή υπηρεσία διαδρομών στη ζώνη 117,975 — 137 MHz (ζώνη VHF).

(5)

Η μόνη ρεαλιστική επιλογή για να επιλυθεί το μεσοπρόθεσμο έως μακροπρόθεσμο πρόβλημα της συμφόρησης στη ζώνη VHF είναι η περαιτέρω εγκατάσταση αερεπιγείων φωνητικών επικοινωνιών βασιζόμενων στη διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz.

(6)

Η αδυναμία ικανοποίησης της μελλοντικής ζήτησης για εκχωρήσεις συχνοτήτων θα προκαλέσει καθυστέρηση ή θα καταστήσει αδύνατη τη βελτίωση του εναερίου χώρου ώστε να αυξηθεί η χωρητικότητά του και θα οδηγήσει σε αύξηση των καθυστερήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα επιφέρουν σημαντικό κόστος.

(7)

Ο διαχειριστής δικτύου, που ορίσθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2011, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εκτέλεσης λειτουργιών δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας (ΔΕΚ) και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010 (4), συντονίζει και εναρμονίζει τις διαδικασίες ώστε να καταστεί αποδοτικότερη η διαχείριση των αεροναυτικών συχνοτήτων. Συντονίζει επίσης τον έγκαιρο εντοπισμό των αναγκών και την επίλυση των προβλημάτων συχνοτήτων.

(8)

Η εναρμονισμένη χρήση των συχνοτήτων σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό εναέριο χώρο υπό την αρμοδιότητα των κρατών μελών για συγκεκριμένες εφαρμογές θα βελτιώσει περαιτέρω τη χρήση των περιορισμένων πόρων του ραδιοφάσματος. Συνεπώς, κατά την αναπροσαρμογή των συχνοτήτων στη διαπόσταση 8,33 kHz πρέπει να συνυπολογισθούν οι ενδεχόμενες δράσεις του διαχειριστή δικτύου για εναρμονισμένη χρήση των συχνοτήτων, κυρίως από τη γενική αεροπορία για σκοπούς επικοινωνίας αέρος/αέρος και ειδικές εφαρμογές που σχετίζονται με δραστηριότητες της γενικής αεροπορίας.

(9)

Με τις επενδύσεις συνεπεία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1265/2007 μειώθηκε ουσιαστικά το κόστος εγκατάστασης της διαπόστασης 8,33 kHz στον εναέριο χώρο κάτω του FL 195 το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουν οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας και οι αερομεταφορείς που εκτελούν πτήσεις άνω του FL 195.

(10)

Οι απαιτήσεις για τα αεροσκάφη της γενικής αεροπορίας που ίπτανται με κανόνες εξ όψεως να εξοπλισθούν με ραδιοσυστήματα ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz θα επιφέρουν σημαντικό κόστος με περιορισμένο επιχειρησιακό όφελος για τα αεροσκάφη αυτά.

(11)

Η προδιαγραφή ED-23B του Ευρωπαϊκού Οργανισμού περί Εξοπλισμού Πολιτικής Αεροπορίας (Eurocae) πρέπει να θεωρηθεί ως επαρκές μέσο συμμόρφωσης όσον αφορά τις ικανότητες του αερομεταφερόμενου εξοπλισμού.

(12)

Ο αερομεταφερόμενος εξοπλισμός που είναι σύμφωνος με την προδιαγραφή ED-23C του Eurocae προσφέρει βελτιωμένα χαρακτηριστικά επικοινωνιών. Συνεπώς, πρέπει να θεωρείται ως προτιμητέα επιλογή έναντι της προδιαγραφής ED-23B στις περιπτώσεις που είναι δυνατόν.

(13)

Στις ρυθμίσεις για τα κρατικά αεροσκάφη πρέπει να ληφθούν υπόψη οι σχετικοί ειδικοί περιορισμοί με ανάλογες ημερομηνίες εφαρμογής.

(14)

Ο παρών κανονισμός δεν καλύπτει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη στρατιωτική εκπαίδευση, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

(15)

Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν συνδυασμένες απαιτήσεις συχνότητας του Οργανισμού του Βορειοατλαντικού συμφώνου (NATO) πρέπει, μέχρι να εξευρεθεί κατάλληλη εναλλακτική λύση, να διατηρήσουν τη συχνότητα των 122,1 MHz στη διαπόσταση καναλιών 25 kHz για την εξυπηρέτηση των κρατικών αεροσκαφών που δεν είναι εξοπλισμένα με ραδιοσυστήματα ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

(16)

Για να διατηρηθούν ή να ενισχυθούν τα υφιστάμενα επίπεδα ασφάλειας των επιχειρήσεων, τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τα εμπλεκόμενα μέρη προβαίνουν σε αξιολόγηση της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει διαδικασίες ταυτοποίησης κινδύνων, εκτίμησης της επικινδυνότητας και μετριασμού της επικινδυνότητας. Για την εναρμονισμένη εφαρμογή των διαδικασιών αυτών στα συστήματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός χρειάζεται προσδιορισμός των ειδικών απαιτήσεων ασφάλειας για όλες τις προδιαγραφές διαλειτουργικότητας και επιδόσεων.

(17)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004, στους κανόνες εφαρμογής για τη διαλειτουργικότητα πρέπει να περιγράφονται οι ειδικές διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πρέπει να ακολουθούνται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας των συστατικών στοιχείων, καθώς και για τον έλεγχο των συστημάτων.

(18)

Ο βαθμός ωριμότητας της αγοράς για τα συστατικά στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός επιτρέπει να αξιολογείται ικανοποιητικά η συμμόρφωση ή η καταλληλότητά τους προς χρήση μέσω του εσωτερικού ελέγχου παραγωγής, με εφαρμογή διαδικασιών βασιζόμενων στην ενότητα Α του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων και για την κατάργηση της απόφασης 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου (5).

(19)

Για λόγους σαφήνειας, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1265/2007 πρέπει να καταργηθεί.

(20)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ενιαίου ουρανού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει απαιτήσεις για τη συντονισμένη υιοθέτηση αερεπίγειων φωνητικών επικοινωνιών βασισμένων στη διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλες τις ραδιοσυσκευές που λειτουργούν στη ζώνη συχνοτήτων 117,975 — 137 MHz (ζώνη VHF) οι οποίες εκχωρούνται για την αεροναυτική κινητή υπηρεσία διαδρομών, καθώς και στα συστήματα, τα συστατικά τους στοιχεία και τις συναφείς διαδικασίες.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα συστήματα επεξεργασίας στοιχείων πτήσης που εξυπηρετούν μονάδες ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες στη γενική εναέρια κυκλοφορία, στα συστατικά τους στοιχεία και στις συναφείς διαδικασίες.

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλες τις πτήσεις που εκτελούνται στο πλαίσιο της γενικής εναέριας κυκλοφορίας, εντός του εναέριου χώρου της περιοχής EUR του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ΔΟΠΑ) στον οποίο τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

4.   Οι απαιτήσεις μετατροπής δεν εφαρμόζονται για τις εκχωρήσεις συχνοτήτων:

α)

στις οποίες θα παραμείνει η διαπόσταση καναλιών 25 kHz στις εξής συχνότητες:

i)

συχνότητα έκτακτης ανάγκης (121,5 MHz)·

ii)

εφεδρική συχνότητα για επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης (123,1 MHz)·

iii)

συχνότητες VHF ψηφιακής ζεύξης (VDL) (136,725 MHz, 136,775 MHz, 136,825 MHz, 136,875 MHz, 136,925 MHz και 136,975 MHz) και

iv)

συχνότητες του συστήματος διευθυνσιοδότησης και αναφοράς (ACARS) των επικοινωνιών αεροσκαφών (131,525 MHz, 131,725 MHz και 131,825 MHz)·

β)

στις οποίες χρησιμοποιείται μετατοπισμένη φέρουσα με διαπόσταση καναλιών 25 kHz.

5.   Η ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz δεν απαιτείται για ραδιοσυσκευές που προορίζονται αποκλειστικά για μία ή περισσότερες εκχωρήσεις συχνοτήτων στις οποίες θα παραμείνει η διαπόσταση καναλιών 25 kHz.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004. Επιπλέον νοείται ως:

1.   «κανάλι»: αριθμητικός προσδιοριστής ο οποίος χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του εξοπλισμού συντονισμού φωνητικών επικοινωνιών και ο οποίος καθιστά δυνατή τη μονοσήμαντη ταυτοποίηση της εφαρμοζόμενης ραδιοσυχνότητας και της αντίστοιχης διαπόστασης καναλιών·

2.   «διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz»: διαπόσταση καναλιών με την οποία οι ονομαστικές κεντρικές συχνότητες καναλιών διαχωρίζονται ανά 8,33 kHz·

3.   «ραδιοσυσκευή»: κάθε εγκατεστημένη, φορητή ή χειροκίνητη συσκευή που προορίζεται για τη μετάδοση ή/και τη λήψη μεταδόσεων στη ζώνη VHF·

4.   «κεντρικό μητρώο»: μητρώο στο οποίο ο εθνικός διαχειριστής συχνοτήτων καταγράφει για κάθε εκχώρηση συχνότητας τα αναγκαία επιχειρησιακά, τεχνικά και διοικητικά στοιχεία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 677/2011·

5.   «μετατροπή σε διαπόσταση 8,33 kHz»: η αντικατάσταση εκχώρησης συχνότητας καταχωρισμένης στο κεντρικό μητρώο με διαπόσταση καναλιών 25 kHz από εκχώρηση συχνότητας με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz·

6.   «εκχώρηση συχνότητας»: αδειοδότηση κράτους μέλους να χρησιμοποιείται ραδιοσυχνότητα ή κανάλι ραδιοσυχνότητας υπό συγκεκριμένους όρους για τη λειτουργία ραδιοεξοπλισμού·

7.   «αερομεταφορέας»: πρόσωπο, οργανισμός ή επιχείρηση που δραστηριοποιείται ή προσφέρεται να δραστηριοποιηθεί στην εκμετάλλευση αεροσκαφών·

8.   «πτήσεις εκτελούμενες με τους κανόνες πτήσης εξ όψεως»: οποιεσδήποτε πτήσεις που εκτελούνται με τους κανόνες πτήσης εξ όψεως, όπως ορίζονται στο παράρτημα 2 της σύμβασης του Σικάγου του 1944 για τη διεθνή πολιτική αεροπορία (σύμβαση του Σικάγου)·

9.   «κρατικό αεροσκάφος»: οποιοδήποτε αεροσκάφος που χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του στρατού, των τελωνείων ή της αστυνομίας·

10.   «λειτουργία με μετατοπισμένη φέρουσα»: περίπτωση κατά την οποία η καθορισμένη επιχειρησιακή κάλυψη δεν είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί με έναν και μόνο επίγειο πομπό και, για να ελαχιστοποιηθούν τα προβλήματα παρεμβολών, τα σήματα από δύο ή περισσότερους επίγειους πομπούς είναι μετατοπισμένα από την ονομαστική κεντρική συχνότητα καναλιού·

11.   «ραδιοεξοπλισμός αεροσκαφών»: μια ή περισσότερες ραδιοσυσκευές εγκατεστημένες στο αεροσκάφος, που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της πτήσης από εξουσιοδοτημένο μέλος του πληρώματος πτήσης·

12.   «αναβάθμιση ραδιοσυσκευής»: η αντικατάσταση ραδιοσυσκευής από ραδιοσυσκευή διαφορετικού μοντέλου ή αριθμού εξαρτήματος·

13.   «προσδιορισμένη επιχειρησιακή κάλυψη»: ο όγκος του εναέριου χώρου εντός του οποίου παρέχεται συγκεκριμένη υπηρεσία η οποία διασφαλίζεται με προστασία συχνότητας·

14.   «μονάδα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας»: (μονάδα ATC): το κέντρο ελέγχου περιοχής, η μονάδα ελέγχου προσέγγισης ή ο πύργος ελέγχου αεροδρομίου·

15.   «θέση εργασίας»: τα έπιπλα και ο τεχνικός εξοπλισμός με τον οποίο μέλος του προσωπικού των υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας (ATS) αναλαμβάνει να εκτελεί καθήκοντα συναφή με τις επιχειρησιακές αρμοδιότητές του·

16.   «ραδιοτηλεφωνία»: μορφή ραδιοεπικοινωνίας που προορίζεται κυρίως για την ανταλλαγή πληροφοριών υπό μορφή ομιλίας·

17.   «επιστολή συμφωνίας»: συμφωνία μεταξύ δύο παρακείμενων μονάδων ATS η οποία ορίζει τον τρόπο συντονισμού των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων ATS·

18.   «Ολοκληρωμένο Σύστημα Επεξεργασίας του Αρχικού Σχεδιασμού Πτήσεων» (IFPS): σύστημα εντός του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, μέσω του οποίου παρέχεται κεντρική υπηρεσία επεξεργασίας και διανομής του σχεδιασμού πτήσεων, η οποία συνίσταται στην παραλαβή, επικύρωση και διανομή σχεδίων πτήσεως μέσα στον εναέριο χώρο που καλύπτει ο παρών κανονισμός·

19.   «κρατικό αεροσκάφος μεταφορικού τύπου»: κρατικό αεροσκάφος με σταθερά πτερύγια που προορίζεται για τη μεταφορά προσώπων ή/και φορτίου·

20.   «φορέας εκμετάλλευσης αερολιμένα»: ο οργανισμός διαχείρισης αερολιμένα όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 95/93 (7)·

21.   «επικοινωνίες επιχειρησιακού ελέγχου»: οι επικοινωνίες που πραγματοποιούνται από φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών, οι οποίες αφορούν επίσης την ασφάλεια, την τακτικότητα και την αποτελεσματικότητας της μεταφοράς.

Άρθρο 4

Απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και επιδόσεων για τον ραδιοεξοπλισμό

1.   Οι κατασκευαστές ραδιοσυσκευών που προορίζονται να λειτουργούν στη ζώνη VHF, ή οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποί τους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, εξασφαλίζουν ότι από τις 17 Νοεμβρίου 2013 όλες οι ραδιοσυσκευές που διατίθενται στην αγορά έχουν ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι φορείς εκμετάλλευσης και άλλοι χρήστες ή ιδιοκτήτες ραδιοσυσκευών εξασφαλίζουν ότι όλος ο ραδιοεξοπλισμός που τίθεται σε λειτουργία από τις 17 Νοεμβρίου 2013 περιλαμβάνει ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αεροσκάφη, για το οποία εκδόθηκαν για πρώτη φορά στην Ένωση ατομικά πιστοποιητικά αξιοπλοΐας ή ατομικές άδειες πτήσης από τις 17 Νοεμβρίου 2013 και υπόκεινται σε απαίτηση εξοπλισμού με ραδιοσυσκευή, είναι εξοπλισμένα με ραδιοσυσκευές ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

4.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι φορείς εκμετάλλευσης και άλλοι χρήστες ή ιδιοκτήτες ραδιοσυσκευής εξασφαλίζουν ότι από τις 17 Νοεμβρίου 2013 η ραδιοσυσκευή τους, όταν υπόκειται σε αναβάθμιση, περιλαμβάνει ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2017 όλες οι ραδιοσυσκευές έχουν ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz, εξαιρουμένων των επίγειων ραδιοσυσκευών που χρησιμοποιούν οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας.

6.   Επιπλέον της ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz, ο εξοπλισμός που αναφέρεται στις παραγράφους 1 έως 5 είναι ικανός να συντονίζεται σε διαπόσταση καναλιών 25 kHz.

7.   Οι χρήστες ή οι ιδιοκτήτες επίγειων ραδιοσυσκευών με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz εξασφαλίζουν ότι οι επιδόσεις αυτών των ραδιοσυσκευών και των επίγειων συστατικών στοιχείων πομπού/δέκτη πληρούν τα πρότυπα της ΔΟΠΑ που προσδιορίζονται στο σημείο 1 του παραρτήματος II.

8.   Οι χρήστες ή οι ιδιοκτήτες ραδιοεξοπλισμού αεροσκαφών με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz εξασφαλίζουν ότι οι επιδόσεις αυτών των ραδιοσυσκευών πληρούν τα πρότυπα της ΔΟΠΑ που προσδιορίζονται στο σημείο 2 του παραρτήματος II.

Άρθρο 5

Υποχρεώσεις των φορέων εκμετάλλευσης

1.   Ο αερομεταφορέας χρησιμοποιούν αεροσκάφος σε επίπεδο πτήσης άνω του FL 195 μόνον εφόσον ο ραδιοεξοπλισμός του αεροσκάφους διαθέτει ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

2.   Από την 1η Ιανουαρίου 2014 φορέας εκμετάλλευσης χρησιμοποιεί αεροσκάφος που ίπταται με κανόνες πτήσης με όργανα σε κατηγορία εναέριου χώρου A, B ή Γ των κρατών μελών που προσδιορίζονται στο παράρτημα I, μόνον εάν ο ραδιοεξοπλισμός του αεροσκάφους διαθέτει ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

3.   Όσον αφορά τις απαιτήσεις εφοδιασμού με ραδιοεξοπλισμό διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2, φορέας εκμετάλλευσης χρησιμοποιεί αεροσκάφος που ίπταται με κανόνες πτήσης εξ όψεως σε περιοχές με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz, μόνον εάν ο ραδιοεξοπλισμός του αεροσκάφους διαθέτει ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 2 παράγραφος 5, από την 1η Ιανουαρίου 2018 φορέας εκμετάλλευσης χρησιμοποιεί αεροσκάφος σε εναέριο χώρο όπου απαιτείται ο εφοδιασμός με ραδιοεξοπλισμό, μόνον εάν ο ραδιοεξοπλισμός του αεροσκάφους διαθέτει ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

Άρθρο 6

Απαιτήσεις για τις μετατροπές σε διαπόσταση ανά 8,33 kHz

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι για τομείς με κατώτερο επίπεδο από FL 195 και άνω όλες οι εκχωρήσεις φωνητικής συχνότητας μετατρέπονται σε διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz.

2.   Εάν, υπό εξαιρετικές περιστάσεις, δεν μπορούν να συμμορφωθούν με την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τους λόγους που συντρέχουν.

3.   Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο παράρτημα I εφαρμόζουν, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014, αριθμό νέων μετατροπών σε διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz, ο οποίος ισοδυναμεί τουλάχιστον με το 25 % των συνολικών εκχωρήσεων στα 25 kHz, οι οποίες προσδιορίζονται στο κεντρικό μητρώο και εκχωρούνται σε συγκεκριμένο κέντρο ελέγχου περιοχής (ACC) σε κράτος μέλος. Οι εν λόγω μετατροπές δεν περιορίζονται στις εκχωρήσεις συχνότητας από το ACC και δεν περιλαμβάνουν εκχωρήσεις συχνότητας επικοινωνιών επιχειρησιακού ελέγχου.

4.   Στον συνολικό αριθμό κρατικών εκχωρήσεων συχνότητας στα 25 kHz από το ACC που προσδιορίζονται στην παράγραφο 3 δεν συνυπολογίζονται:

α)

εκχωρήσεις συχνότητας στις οποίες χρησιμοποιείται μετατοπισμένη φέρουσα με διαπόσταση καναλιών 25 kHz·

β)

εκχωρήσεις συχνότητας που παραμένουν σε διαπόσταση καναλιών 25 kHz συνεπεία απαίτησης για την ασφάλεια·

γ)

εκχωρήσεις συχνότητας 25 kHz για την εξυπηρέτηση κρατικών αεροσκαφών.

5.   Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο παράρτημα I κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013, τον αριθμό εφικτών μετατροπών σύμφωνα με την παράγραφο 3.

6.   Εάν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί ο στόχος του 25 % που καθορίζεται στις παραγράφους 3 και 4, το κράτος μέλος αιτιολογεί, στην κοινοποίησή του προς την Επιτροπή, γιατί δεν επέτυχε τον στόχο του 25 % και προτείνει εναλλακτική ημερομηνία μέχρι την οποία θα επιφέρει τις μετατροπές.

7.   Στην κοινοποίηση προς την Επιτροπή αναφέρονται επίσης οι εκχωρήσεις συχνότητας στις οποίες δεν είναι δυνατή η μετατροπή και αιτιολογείται το ανέφικτο της μετατροπής.

8.   Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο παράρτημα I εξασφαλίζουν ότι από την 1η Ιανουαρίου 2015 όλες οι εκχωρήσεις συχνότητας επικοινωνιών επιχειρησιακού ελέγχου του κεντρικού μητρώου είναι εκχωρήσεις συχνότητας με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz.

9.   Στις περιπτώσεις στις οποίες, για τεχνικούς λόγους, δεν είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί συμμόρφωση με την παράγραφο 8, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014, τις εκχωρήσεις συχνότητας επικοινωνιών επιχειρησιακού ελέγχου που δεν θα μετατραπούν και αιτιολογούν τη μη μετατροπή τους.

10.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2018, όλες οι εκχωρήσεις συχνότητας μετατρέπονται σε εκχωρήσεις συχνότητας με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz, εξαιρουμένων:

α)

των εκχωρήσεων συχνότητας στις οποίες η διαπόσταση καναλιών παραμένει στα 25 kHz συνεπεία απαίτησης για την ασφάλεια·

β)

των εκχωρήσεων συχνότητας ανά 25 kHz για την εξυπηρέτηση κρατικών αεροσκαφών.

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζουν ότι τα οικεία συστήματα φωνητικών επικοινωνιών με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz καθιστούν δυνατή επιχειρησιακά αποδεκτή φωνητική επικοινωνία μεταξύ ελεγκτών και χειριστών εντός της προσδιορισμένης επιχειρησιακής κάλυψης.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εφαρμόζουν στα οικεία συστήματα επεξεργασίας των στοιχείων πτήσης τις διαδικασίες κοινοποίησης και αρχικού συντονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1032/2006 της Επιτροπής (8) ως εξής:

α)

μεταξύ μονάδων ATC διαβιβάζονται οι πληροφορίες σχετικά με την ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz μιας πτήσης·

β)

καθίστανται διαθέσιμες στην κατάλληλη θέση εργασίας οι πληροφορίες σχετικά με την ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz μιας πτήσης·

γ)

ο ελεγκτής διαθέτει τα μέσα που του επιτρέπουν να τροποποιεί τις πληροφορίες σχετικά με την ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz μιας πτήσης.

Άρθρο 8

Συναφείς διαδικασίες

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι φορείς εκμετάλλευσης και άλλοι χρήστες ραδιοσυσκευών διασφαλίζουν ότι και τα έξι ψηφία του αριθμητικού προσδιορισμού χρησιμοποιούνται για την ταυτοποίηση του καναλιού εκπομπής στις επικοινωνίες ραδιοτηλεφωνίας VHF, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία τόσο το πέμπτο όσο και το έκτο ψηφίο είναι μηδέν, οπότε χρησιμοποιούνται μόνο τα πρώτα τέσσερα ψηφία.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι φορείς εκμετάλλευσης και άλλοι χρήστες ραδιοσυσκευών διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες αερεπιγείων φωνητικών επικοινωνιών που εφαρμόζουν πληρούν τις διατάξεις της ΔΟΠΑ που ορίζονται στο σημείο 3 του παραρτήματος II.

3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες, οι οποίες εφαρμόζονται σε αεροσκάφη εφοδιασμένα με ραδιοσυστήματα ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz και σε αεροσκάφη μη εφοδιασμένα με τέτοιο εξοπλισμό, ορίζονται στις επιστολές συμφωνίας μεταξύ των μονάδων ATS.

4.   Όλοι οι φορείς εκμετάλλευσης και οι αντιπρόσωποι που ενεργούν για λογαριασμό τους εξασφαλίζουν την αναγραφή του χαρακτήρα Y στο στοιχείο δεδομένων 10 του σχεδίου πτήσης αεροσκαφών που διαθέτουν ραδιοσυσκευές ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

5.   Οι φορείς εκμετάλλευσης και οι αντιπρόσωποι που ενεργούν για λογαριασμό τους εξασφαλίζουν ότι, κατά τον σχεδιασμό πτήσης σε εναέριο χώρο για τον οποίο απαιτείται εφοδιασμός με ραδιοσυσκευές ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz, περιλαμβάνεται η κατάλληλη ένδειξη στο σχέδιο πτήσης μη εξοπλισμένων αεροσκαφών, για τα οποία όμως έχει χορηγηθεί εξαίρεση από την υποχρέωση εφοδιασμού τους με τέτοιο εξοπλισμό.

6.   Σε περίπτωση αλλαγής στο καθεστώς της ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz για συγκεκριμένη πτήση, οι φορείς εκμετάλλευσης ή οι αντιπρόσωποι που ενεργούν για λογαριασμό τους στέλνουν μήνυμα τροποποίησης στο ολοκληρωμένο σύστημα επεξεργασίας αρχικού σχεδίου πτήσης (IFPS), το οποίο φέρει την κατάλληλη ένδειξη στο σχετικό στοιχείο.

7.   Ο διαχειριστής δικτύου εξασφαλίζει ότι το IFPS επεξεργάζεται και διανέμει τις πληροφορίες για την ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz που παρέλαβε στα σχέδια πτήσης.

Άρθρο 9

Ρυθμίσεις για τα κρατικά αεροσκάφη

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κρατικά αεροσκάφη μεταφορικού τύπου που ίπτανται σε επίπεδα άνω του FL 195 είναι εξοπλισμένα με ραδιοσυστήματα ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

2.   Όταν περιορισμοί που αφορούν τις συμβάσεις προμηθειών δεν επιτρέπουν τη συμμόρφωση προς την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κρατικά αεροσκάφη μεταφορικού τύπου που ίπτανται σε επίπεδα άνω του FL 195 διαθέτουν ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2012.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κρατικά αεροσκάφη μη μεταφορικού τύπου που ίπτανται σε επίπεδα άνω του FL 195 διαθέτουν ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν μη συμμόρφωση προς την παράγραφο 3 λόγω:

α)

σοβαρών τεχνικών ή δημοσιονομικών περιορισμών·

β)

περιορισμών συμβάσεων προμηθειών.

5.   Όταν περιορισμοί συμβάσεων προμηθειών καθιστούν αδύνατη τη συμμόρφωση προς την παράγραφο 3, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κρατικά αεροσκάφη μη μεταφορικού τύπου που ίπτανται σε επίπεδα άνω του FL 195 διαθέτουν, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2015, ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα νέα κρατικά αεροσκάφη που τίθενται σε λειτουργία από την 1η Ιανουαρίου 2014 διαθέτουν ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

7.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μετά την 1η Ιανουαρίου 2014, όποτε οι ραδιοσυσκευές που τοποθετούνται σε κρατικά αεροσκάφη αναβαθμίζονται, οι αναβαθμισμένες ραδιοσυσκευές έχουν ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλα τα κρατικά αεροσκάφη εξοπλίζονται το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2018 με ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

9.   Με την επιφύλαξη των εθνικών διαδικασιών περί κοινοποίησης πληροφοριών που αφορούν κρατικά αεροσκάφη, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου 2018, κατάλογο με τα κρατικά αεροσκάφη που δεν είναι δυνατόν να εξοπλισθούν με ραδιοσυσκευές ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz σύμφωνα με την παράγραφο 8, λόγω:

α)

σοβαρών τεχνικών ή δημοσιονομικών περιορισμών·

β)

περιορισμών συμβάσεων προμηθειών.

10.   Όταν περιορισμοί που αφορούν τις συμβάσεις προμηθειών καθιστούν αδύνατη τη συμμόρφωση προς την παράγραφο 8, τα κράτη μέλη κοινοποιούν επίσης στην Επιτροπή, το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου 2018, την ημερομηνία μέχρι την οποία τα οικεία αεροσκάφη θα έχουν εξοπλιστεί με ραδιοσυσκευές ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz. Η προθεσμία αυτή δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει την 31η Δεκεμβρίου 2020.

11.   Η παράγραφος 8 δεν εφαρμόζεται στα κρατικά αεροσκάφη που θα αποσυρθούν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2025.

12.   Οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας εξασφαλίζουν ότι είναι δυνατόν να εξυπηρετούνται τα κρατικά αεροσκάφη που δεν είναι εξοπλισμένα με ραδιοσυσκευές ικανότητας διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz, υπό την προϋπόθεση ότι η εξυπηρέτησή τους διεκπεραιώνεται με ασφάλεια εντός των ορίων ικανότητας του συστήματος διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας σε συχνότητες UHF ή με διαπόσταση καναλιών 25 kHz.

13.   Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν σε εθνικά έντυπα ενημέρωσης για θέματα αεροναυτιλίας τις διαδικασίες για τον χειρισμό των κρατικών αεροσκαφών που δεν είναι εξοπλισμένα με ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 KHz.

14.   Κάθε πάροχος υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας ενημερώνει σε ετήσια βάση το κράτος μέλος που τον έχει ορίσει για τα οικεία σχέδια εξυπηρέτησης των κρατικών αεροσκαφών που δεν είναι εξοπλισμένα με ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz, λαμβάνοντας υπόψη τα όρια ικανότητας που σχετίζονται με τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 13.

Άρθρο 10

Απαιτήσεις ασφάλειας

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι τυχόν αλλαγές στα αναφερόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 1 υπάρχοντα συστήματα ή η εισαγωγή νέων συστημάτων επέρχονται μόνο εφόσον έχει προηγηθεί εκ μέρους των εμπλεκόμενων μερών αξιολόγηση της ασφάλειας, η οποία περιλαμβάνει ταυτοποίηση κινδύνων, εκτίμηση της επικινδυνότητας και διαδικασίες μετριασμού της. Κατά την αξιολόγηση της ασφάλειας πτήσης, λαμβάνονται υπόψη τουλάχιστον οι απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα III.

Άρθρο 11

Συμμόρφωση ή καταλληλότητα χρήσης συστατικών στοιχείων

1.   Πριν από την έκδοση της δήλωσης ΕΚ συμμόρφωσης ή καταλληλότητας προς χρήση που αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι κατασκευαστές συστατικών στοιχείων των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού αξιολογούν τη συμμόρφωση ή την καταλληλότητα χρήσης των συγκεκριμένων συστατικών στοιχείων σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα IV μέρος A του παρόντος κανονισμού.

2.   Πιστοποιητικό για συστατικό στοιχείο που εκδίδεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) θεωρείται δήλωση ΕΚ συμμόρφωσης ή καταλληλότητας προς χρήση, εφόσον περιλαμβάνει απόδειξη της συμμόρφωσης προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 12

Έλεγχος συστημάτων

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας που μπορούν να αποδείξουν ή έχουν αποδείξει στην αρμόδια εθνική εποπτική αρχή ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα V διενεργούν έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα IV μέρος Γ.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας που δεν μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα V αναθέτουν με υπεργολαβία σε κοινοποιημένο οργανισμό τον έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1. Ο έλεγχος αυτός διενεργείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα IV μέρος Δ.

3.   Πιστοποιητικό για συστήματα που εκδίδεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 θεωρείται δήλωση ΕΚ ελέγχου, εφόσον περιλαμβάνει απόδειξη της συμμόρφωσης προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 13

Πρόσθετες απαιτήσεις

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι σχετικοί ενδιαφερόμενοι έχουν ενημερωθεί δεόντως σχετικά με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και ότι είναι επαρκώς εκπαιδευμένοι για να εκτελούν τα καθήκοντά τους.

2.   Ο διαχειριστής δικτύου εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που χειρίζεται το IFPS για τον προγραμματισμό των πτήσεων έχει ενημερωθεί δεόντως όσον αφορά τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και ότι είναι επαρκώς εκπαιδευμένο για να εκτελεί τα καθήκοντά του.

3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας:

α)

εκπονούν και διατηρούν επιχειρησιακά εγχειρίδια, τα οποία περιέχουν τις απαραίτητες οδηγίες και πληροφορίες ώστε να καθίσταται δυνατό σε όλο το εμπλεκόμενο προσωπικό να εφαρμόζει τον παρόντα κανονισμό·

β)

μεριμνούν ώστε τα εγχειρίδια που αναφέρονται στο στοιχείο α) να είναι προσβάσιμα και να επικαιροποιούνται και η επικαιροποίηση και η διανομή τους να υπόκεινται σε κατάλληλη διαχείριση ποιότητας και τεκμηρίωσης·

γ)

διασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι εργασίας και οι επιχειρησιακές διαδικασίες είναι σύμφωνες με τον παρόντα κανονισμό.

4.   Ο διαχειριστής δικτύου εξασφαλίζει ότι η κεντρική υπηρεσία επεξεργασίας και κατανομής του προγραμματισμού πτήσεων:

α)

εκπονεί και διατηρεί επιχειρησιακά εγχειρίδια, τα οποία περιέχουν τις απαραίτητες οδηγίες και πληροφορίες ώστε να καθίσταται δυνατό σε όλο το εμπλεκόμενο προσωπικό να εφαρμόζει τον παρόντα κανονισμό·

β)

διασφαλίζει ότι τα εγχειρίδια που αναφέρονται στο στοιχείο α) παραμένουν προσβάσιμα και επικαιροποιούνται και ότι η επικαιροποίηση και η διανομή τους υπόκεινται σε κατάλληλη διαχείριση ποιότητας και τεκμηρίωσης·

γ)

διασφαλίζει ότι οι μέθοδοι εργασίας και οι διαδικασίες λειτουργίας είναι σύμφωνες με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Οι φορείς εκμετάλλευσης εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό που χειρίζεται ραδιοεξοπλισμό έχει ενημερωθεί δεόντως σχετικά με τον παρόντα κανονισμό, ότι έχει εκπαιδευθεί επαρκώς ώστε να χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο εξοπλισμό και ότι οι σχετικές οδηγίες είναι διαθέσιμες στον θάλαμο χειρισμού, όταν αυτό είναι εφικτό.

6.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων με τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών σε εθνικά έντυπα για θέματα αεροναυτιλίας.

Άρθρο 14

Εξαιρέσεις

1.   Βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 730/2006 της Επιτροπής (10), τα κράτη μέλη μπορούν να εκδίδουν προσωρινές παρεκκλίσεις από τις υποχρεώσεις περί αερομεταφερόμενου εξοπλισμού που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού για πτήσεις εκτελούμενες σύμφωνα με τους κανόνες πτήσης εξ όψεως.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν τοπικά μέτρα για τη χορήγηση εξαιρέσεων από την υποχρέωση συμμόρφωσης προς το άρθρο 4 παράγραφος 5, το άρθρο 5 παράγραφος 4 και το άρθρο 6 παράγραφος 10 σε περιπτώσεις με περιορισμένο αντίκτυπο στο δίκτυο.

3.   Τα κράτη μέλη που λαμβάνουν τοπικά μέτρα βάσει της παραγράφου 2 διαβιβάζουν στην Επιτροπή λεπτομερή στοιχεία τα οποία δικαιολογούν την ανάγκη εξαιρέσεων, το αργότερο ένα έτος πριν τις ημερομηνίες που προσδιορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5, το άρθρο 5 παράγραφος 4 και το άρθρο 6 παράγραφος 10.

4.   Εντός έξι μηνών αφότου παραλάβει τα λεπτομερή στοιχεία από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 3 και μετά από διαβούλευση με τον διαχειριστή του δικτύου, η Επιτροπή μπορεί να επανεξετάσει την εξαίρεση που χορηγήθηκε βάσει της παραγράφου 2 εφόσον ο αντίκτυπός της στο δίκτυο δεν είναι περιορισμένος.

Άρθρο 15

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1265/2007 καταργείται.

Άρθρο 16

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)   ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

(2)   ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

(3)   ΕΕ L 283 της 27.10.2007, σ. 25.

(4)   ΕΕ L 185 της 15.7.2011, σ. 1.

(5)   ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(6)   ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 10.

(7)   ΕΕ L 14 της 22.1.1993, σ. 1.

(8)   ΕΕ L 186 της 7.7.2006, σ. 27.

(9)   ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1.

(10)   ΕΕ L 128 της 16.5.2006, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κράτη μέλη που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6

Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και στο άρθρο 6 παράγραφοι 3, 5 και 8 είναι τα εξής:

Γερμανία,

Ιρλανδία,

Γαλλία,

Ιταλία,

Λουξεμβούργο,

Ουγγαρία,

Κάτω Χώρες,

Αυστρία,

Ηνωμένο Βασίλειο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Διατάξεις της ΔΟΠΑ που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 8

1.

Κεφάλαιο 2 «Κινητή Αεροναυτική Υπηρεσία», παράγραφος 2.1 «Χαρακτηριστικά συστήματος αερεπίγειων επικοινωνιών VHF» και παράγραφος 2.2 «Χαρακτηριστικά συστήματος των εγκαταστάσεων εδάφους» του παραρτήματος 10 της σύμβασης του Σικάγου, τόμος III, μέρος 2 (Δεύτερη έκδοση — Ιούλιος 2007 που περιλαμβάνει την τροποποίηση αριθ. 85).

2.

Κεφάλαιο 2 «Κινητή Αεροναυτική Υπηρεσία», παράγραφος 2.1 «Χαρακτηριστικά συστήματος αερεπιγείων επικοινωνιών VHF», παράγραφος 2.3.1 «Λειτουργία εκπομπής» και παράγραφος 2.3.2 «Λειτουργία λήψης» εξαιρουμένης της υποπαραγράφου 2.3.2.8 «VDL — Επιδόσεις ατρωσίας έναντι παρεμβολών» του παραρτήματος 10 της σύμβασης του Σικάγου, τόμος III, μέρος 2 (Δεύτερη έκδοση — Ιούλιος 2007 που περιλαμβάνει την τροποποίηση αριθ. 85).

3.

Παράγραφος 12.3.1.4 «Διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz» του εγχειριδίου 4444 PANS-ATM του ICAO (15η έκδοση — 2007 που περιλαμβάνει την τροποποίηση αριθ. 2).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Απαιτήσεις αναφερόμενες στο άρθρο 10, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση της ασφάλειας

1.

Κατά την αξιολόγηση της ασφάλειας λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και επιδόσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 6, 7 και 8 και στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2.

2.

Κατά την αξιολόγηση της ασφάλειας λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές διαδικαστικές απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 8.

3.

Κατά την αξιολόγηση της ασφάλειας λαμβάνονται υπόψη οι ρυθμίσεις για τα κρατικά αεροσκάφη που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 13 και 14.

4.

Κατά την αξιολόγηση της ασφάλειας λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις για την τεκμηρίωση της συμμόρφωσης που καθορίζονται στο άρθρο 13 παράγραφοι 1, 2, 5 και 6.

5.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν εκχώρηση συχνότητας πρόκειται να μετατραπεί σε διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz, η νέα εκχώρηση συχνότητας, προτού καταχωρηθεί στο κεντρικό μητρώο, τίθεται σε δοκιμή επί δοκιμαστική περίοδο κατάλληλης διάρκειας, κατά την οποία ελέγχεται η ασφαλής λειτουργία της.

6.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι μετατροπές των εκχωρήσεων συχνοτήτων με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz γίνονται με βάση τα κριτήρια σχεδιασμού συχνοτήτων της ΔΟΠΑ που περιγράφονται στο μέρος II — «Κριτήρια σχεδιασμού εκχώρησης συχνοτήτων αερεπίγειων επικοινωνιών VHF» του εγχειριδίου για τη διαχείριση των συχνοτήτων στην Ευρώπη (EUR Frequency Management Manual) — ICAO EUR Doc 011.

7.

Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζουν ότι δημοσιεύονται και εφαρμόζονται όπως ενδείκνυται οι διαδικασίες διεκπεραίωσης αεροσκαφών τα οποία δεν διαθέτουν ραδιοεξοπλισμό με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz και ίπτανται σε εναέριο χώρο όπου απαιτείται ο εφοδιασμός με ραδιοεξοπλισμό με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz.

8.

Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή/και οι φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων εξασφαλίζουν ότι δημοσιεύονται και εφαρμόζονται όπως ενδείκνυται οι διαδικασίες χειρισμού οχημάτων που δεν διαθέτουν ραδιοεξοπλισμό με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz στις περιοχές των αερολιμένων όπου χρησιμοποιείται διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz.

9.

Τα κράτη μέλη τα οποία σε οποιοδήποτε μέρος του εναερίου χώρου τους μετατρέπουν τις εκχωρήσεις συχνοτήτων σε διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz:

α)

διασφαλίζουν ότι ενημερώνονται οι φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών που εκτελούν πτήσεις στον εν λόγω εναέριο χώρο ότι τα αεροσκάφη τους πρέπει να εφοδιασθούν με ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz·

β)

διασφαλίζουν την παροχή κατάλληλης εκπαίδευσης στα μέλη πληρωμάτων πτήσης που χρησιμοποιούν ραδιοσυσκευές με διαπόσταση καναλιών 25 kHz σε εναέριο χώρο όπου απαιτείται ο εφοδιασμός με ραδιοσυσκευές με ικανότητα διαπόστασης καναλιών 8,33 kHz, όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5.

γ)

διενεργούν κατά τόπους αξιολόγηση της ασφάλειας πριν τη μετατροπή, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη όλη η κυκλοφορία που αναμένεται να διέλθει από τον εναέριο χώρο και τυχόν θέματα που προκύπτουν από τη λειτουργία του συστήματος φωνητικής επικοινωνίας σε όλο τον περιβάλλοντα εναέριο χώρο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΜΕΡΟΣ Α

Απαιτήσεις για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή της καταλληλότητας χρήσης των συστατικών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 11

1.

Οι δραστηριότητες ελέγχου καταδεικνύουν τη συμμόρφωση ή την καταλληλότητα χρήσης των συστατικών στοιχείων προς τις απαιτήσεις επιδόσεων του παρόντος κανονισμού, ενόσω αυτά τα συστατικά στοιχεία είναι σε λειτουργία σε περιβάλλον δοκιμής.

2.

Η εφαρμογή από τον κατασκευαστή της ενότητας που περιγράφεται στο Μέρος Β θεωρείται ως κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να διασφαλίζεται και να δηλώνεται η συμμόρφωση συστατικών στοιχείων. Επιτρέπονται επίσης ισοδύναμες ή αυστηρότερες διαδικασίες.

ΜΕΡΟΣ Β

Ενότητα εσωτερικού ελέγχου παραγωγής

1.

Στην παρούσα ενότητα περιγράφεται η διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του που είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα και εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο σημείο 2, διασφαλίζει και δηλώνει ότι τα σχετικά συστατικά στοιχεία πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Ένωση εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ή καταλληλότητας προς χρήση σύμφωνα με το σημείο 3 του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

2.

Ο κατασκευαστής συγκεντρώνει την τεχνική τεκμηρίωση που περιγράφεται στο σημείο 4. Ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του πρέπει να τηρεί την τεκμηρίωση στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών εποπτικών αρχών για την επιθεώρηση και στη διάθεση των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι ενσωματώνουν τα εν λόγω συστατικά στοιχεία στα συστήματά τους, επί περίοδο που λήγει τουλάχιστον δέκα έτη μετά την κατασκευή του τελευταίου συστατικού στοιχείου. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με το πώς και πού διατίθεται η ανωτέρω τεχνική τεκμηρίωση.

3.

Εφόσον ο κατασκευαστής δεν είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα, υποδεικνύει το πρόσωπο (ή πρόσωπα) που διαθέτει τα συστατικά στοιχεία στην αγορά της Ένωσης. Το (τα) εν λόγω πρόσωπο(-α) ενημερώνει(-ουν) τα κράτη μέλη σχετικά με το πώς και πού διατίθεται η εν λόγω τεχνική τεκμηρίωση.

4.

Η τεχνική τεκμηρίωση πρέπει να καταδεικνύει τη συμμόρφωση των συστατικών στοιχείων προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Εφόσον σχετίζονται με την αξιολόγηση, η τεχνική τεκμηρίωση καλύπτει το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία των συστατικών στοιχείων.

5.

Ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπός του πρέπει να διατηρεί αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ή καταλληλότητας προς χρήση, μαζί με την τεχνική τεκμηρίωση.

ΜΕΡΟΣ Γ

Απαιτήσεις για τον έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1

1.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 καταδεικνύει τη συμμόρφωση των συστημάτων αυτών με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον αξιολόγησης αντίστοιχο του πλαισίου λειτουργίας των συστημάτων. Συγκεκριμένα:

ο έλεγχος των συστημάτων επικοινωνιών αέρος-εδάφους καταδεικνύει ότι χρησιμοποιείται η διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz για αερεπίγειες επικοινωνίες φωνής VHF σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 και ότι οι επιδόσεις των επικοινωνιών φωνής με διαπόσταση καναλιών 8,33 kHz πληρούν το άρθρο 4 παράγραφος 7,

ο έλεγχος των συστημάτων για επεξεργασία των στοιχείων πτήσης καταδεικνύει ότι η λειτουργία που περιγράφεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 εφαρμόζεται σωστά.

2.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 διενεργείται με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμών.

3.

Τα εργαλεία δοκιμών που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των καθοριζόμενων στο άρθρο 2 παράγραφος 1 συστημάτων διαθέτουν κατάλληλες λειτουργικές δυνατότητες.

4.

Από τον έλεγχο των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 προκύπτουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου που απαιτούνται βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων στοιχείων:

περιγραφή της εφαρμογής,

έκθεση των επιθεωρήσεων και δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διαχειρίζεται τις δραστηριότητες ελέγχου, συγκεκριμένα:

καθορίζει το κατάλληλο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον,

ελέγχει εάν στο πρόγραμμα δοκιμών περιγράφεται η ενσωμάτωση των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σε επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης,

ελέγχει εάν το πρόγραμμα δοκιμών καλύπτει πλήρως τις ισχύουσες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού,

διασφαλίζει τη συνοχή και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του προγράμματος δοκιμών,

προγραμματίζει την οργάνωση των δοκιμών, του προσωπικού, της εγκατάστασης και τη διαμόρφωση της πλατφόρμας δοκιμών,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο πρόγραμμα δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και των δοκιμών.

6.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διασφαλίζει ότι τα συστήματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και λειτουργούν σε περιβάλλον αξιολόγησης ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

7.

Μετά την ικανοποιητική ολοκλήρωση του ελέγχου συμμόρφωσης, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσουν δήλωση ΕΚ ελέγχου του συστήματος, την οποία υποβάλλουν στην εθνική εποπτική αρχή μαζί με τον τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

ΜΕΡΟΣ Δ

Απαιτήσεις για τον έλεγχο των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2

1.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 καταδεικνύει τη συμμόρφωση των συστημάτων αυτών με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον αξιολόγησης αντίστοιχο του πλαισίου λειτουργίας των συστημάτων. Συγκεκριμένα:

ο έλεγχος των συστημάτων επικοινωνιών αέρος-εδάφους καταδεικνύει ότι χρησιμοποιείται η διαπόσταση διαύλων ανά 8,33 kHz για αερεπίγειες επικοινωνίες φωνής VHF σύμφωνα με το άρθρο 4 και ότι οι επιδόσεις των επικοινωνιών φωνής με διαπόσταση διαύλων ανά 8,33 kHz συμμορφώνονται με το άρθρο 4 παράγραφος 7,

ο έλεγχος των συστημάτων για επεξεργασία των στοιχείων πτήσης καταδεικνύει ότι η λειτουργικότητα που περιγράφεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 εφαρμόζεται σωστά.

2.

Ο έλεγχος των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμών.

3.

Τα εργαλεία δοκιμών που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των καθοριζόμενων στο άρθρο 2 παράγραφος 1 συστημάτων διαθέτουν κατάλληλες λειτουργικές δυνατότητες.

4.

Από τον έλεγχο των συστημάτων που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 προκύπτουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου που απαιτούνται βάσει του σημείου 3 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων στοιχείων:

περιγραφή της εφαρμογής,

έκθεση των επιθεωρήσεων και δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας καθορίζει το κατάλληλο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον, και αναθέτει την εκτέλεση των δραστηριοτήτων ελέγχου σε κοινοποιημένο οργανισμό.

6.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διευθύνει τις δραστηριότητες ελέγχου, συγκεκριμένα:

ελέγχει εάν στο πρόγραμμα δοκιμών περιγράφεται η ενσωμάτωση των συστημάτων που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σε επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον αξιολόγησης,

ελέγχει εάν το πρόγραμμα δοκιμών καλύπτει πλήρως τις ισχύουσες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού,

διασφαλίζει τη συνοχή και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του προγράμματος δοκιμών,

σχεδιάζει την οργάνωση των δοκιμών, του προσωπικού, της εγκατάστασης και τη διαμόρφωση της πλατφόρμας δοκιμών,

διενεργεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως ορίζεται στο πρόγραμμα δοκιμών,

συντάσσει την έκθεση με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και των δοκιμών.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διασφαλίζει ότι τα συστήματα που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και λειτουργούν σε περιβάλλον αξιολόγησης ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας, επιδόσεων και ασφάλειας του παρόντος κανονισμού.

8.

Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των εργασιών ελέγχου, ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει πιστοποιητικό συμμόρφωσης για τις εργασίες ελέγχου που διεξήγαγε.

9.

Στη συνέχεια, ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσει δήλωση ΕΚ ελέγχου του συστήματος και την υποβάλλει στην εθνική εποπτική αρχή, συνοδευόμενη από τον αντίστοιχο τεχνικό φάκελο, που απαιτείται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12

1.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας οφείλει να εφαρμόζει μεθόδους υποβολής εκθέσεων εντός του οργανισμού, οι οποίες εξασφαλίζουν και αποδεικνύουν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία κρίσης στις δραστηριότητες ελέγχου.

2.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας οφείλει να διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου πραγματοποιεί τους ελέγχους με τη μέγιστη δυνατή επαγγελματική ακεραιότητα και τη μέγιστη δυνατή τεχνική αρτιότητα, καθώς και ότι είναι απαλλαγμένο από οποιεσδήποτε πιέσεις ή κίνητρα, ιδίως οικονομικού χαρακτήρα, τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση ή τα αποτελέσματα των ελέγχων, ειδικά από άτομα ή ομάδες ατόμων που θίγονται από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

3.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας οφείλει να διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου έχει πρόσβαση στον εξοπλισμό που του παρέχει τη δυνατότητα να εκτελεί σωστά τους απαιτούμενους ελέγχους.

4.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας οφείλει να διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις διαδικασίες ελέγχου διαθέτει έγκυρη τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση, ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων για τους ελέγχους που πρέπει να διενεργεί, επαρκή πείρα στις σχετικές εργασίες, καθώς και την ικανότητα που απαιτείται για να συντάσσει τις δηλώσεις, τα μητρώα και τις εκθέσεις που τεκμηριώνουν τη διενέργεια των ελέγχων.

5.

Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας οφείλει να διασφαλίζει ότι το προσωπικό που συμμετέχει σε διαδικασίες ελέγχου είναι ικανό να εκτελεί τους ελέγχους με αμεροληψία. Η αμοιβή του εν λόγω προσωπικού δεν εξαρτάται από τον αριθμό των ελέγχων που διενεργεί ή από τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών.

17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/25


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 1080/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 16ης Νοεμβρίου 2012

για καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ’ αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

José Manuel SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)   ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)   ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ’ αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ’ αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

AL

40,0

MA

45,9

MK

36,9

TR

69,6

ZZ

48,1

0707 00 05

AL

57,9

EG

209,3

MK

42,0

TR

87,0

ZZ

99,1

0709 93 10

MA

129,8

TR

106,8

ZZ

118,3

0805 20 10

MA

137,9

ZA

144,8

ZZ

141,4

0805 20 30 , 0805 20 50 , 0805 20 70 , 0805 20 90

HR

62,3

TR

81,8

ZA

193,6

ZZ

112,6

0805 50 10

AR

57,4

TR

85,1

ZA

61,3

ZZ

67,9

0806 10 10

BR

287,7

LB

256,5

PE

322,4

TR

114,3

US

314,0

ZZ

259,0

0808 10 80

CA

156,2

CL

151,2

CN

79,8

MK

36,9

NZ

162,5

US

193,0

ZA

132,8

ZZ

130,3

0808 30 90

CN

47,2

TR

110,0

ZZ

78,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός « ZZ » αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/27


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 13ης Ιουλίου 2011

για την κρατική ενίσχυση SA.28903 (C 12/10) (ex N 389/09) που χορήγησε η Βουλγαρία υπέρ της Ruse Industry

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2011) 4903]

(Το κείμενο στη βουλγαρική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2012/706/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 30 Ιουνίου 2009, οι βουλγαρικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή μέτρο αναδιάρθρωσης υπέρ της Ruse Industry AD (εφεξής «Ruse Industry» ή «η εταιρεία») υπό τη μορφή αναστολής πληρωμής και αναδιάταξης χρέους συνολικού ύψους 9,85 εκατ. ευρώ προς το Δημόσιο.

(2)

Στις 28 Ιουλίου 2009, εστάλη στις βουλγαρικές αρχές λεπτομερές ερωτηματολόγιο. Στις 24 Αυγούστου 2009 η Βουλγαρία απάντησε σε ένα μέρος των ερωτήσεων και με την ίδια επιστολή ζήτησε παράταση της προθεσμίας, την οποία και έλαβε με επιστολή της 28ης Αυγούστου 2009. Η Βουλγαρία υπέβαλε περαιτέρω πληροφορίες στις 30 Σεπτεμβρίου 2009. Η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές διευκρινίσεις στις 27 Νοεμβρίου 2009, τις οποίες η Βουλγαρία υπέβαλε στις 15 Δεκεμβρίου 2009. Στις 20 Δεκεμβρίου 2009, χορηγήθηκε περαιτέρω παράταση για τη συμπλήρωση των ελλειπουσών πληροφοριών. Στις 17 Φεβρουαρίου 2010 η Βουλγαρία υπέβαλε συμπληρωματικές πληροφορίες.

(3)

Με επιστολή της 14ης Απριλίου 2010, η Επιτροπή κοινοποίησε στη Βουλγαρία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΣΛΕΕ») (2) σχετικά με την εν λόγω ενίσχυση.

(4)

Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3).

(5)

Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενα μέρη.

(6)

Η Βουλγαρία υπέβαλε παρατηρήσεις για την απόφαση κίνησης της διαδικασίας εκ μέρους της Επιτροπής με επιστολή της 10ης Μαΐου 2010, η οποία απεστάλη στην Επιτροπή και καταχωρήθηκε από αυτή στις 17 Ιουνίου 2010. Στις 7 Ιουνίου 2010, οι βουλγαρικές αρχές υπέβαλαν συμπληρωματικές πληροφορίες.

(7)

Στις 29 Οκτωβρίου 2010, η Επιτροπή απέστειλε συμπληρωματικό αίτημα για την παροχή πληροφοριών, στο οποίο οι βουλγαρικές αρχές απάντησαν, αφενός, με επιστολή της 12ης Νοεμβρίου 2010, η οποία απεστάλη στην Επιτροπή και καταχωρήθηκε από αυτή στις 23 Νοεμβρίου 2010 και, αφετέρου, με επιστολή της 3ης Δεκεμβρίου 2010, η οποία απεστάλη στην Επιτροπή και καταχωρήθηκε από αυτή στις 6 Δεκεμβρίου 2010.

(8)

Στις 11 Νοεμβρίου 2010, οι βουλγαρικές αρχές κίνησαν διαδικασία πτώχευσης έναντι της εταιρείας.

(9)

Με επιστολή της 14ης Ιουνίου 2010, την οποία απέστειλαν στην Επιτροπή στις 23 Νοεμβρίου 2010, οι βουλγαρικές αρχές απέσυραν την κοινοποίηση της 30ής Ιουνίου 2009.

II   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

1.1.   Ο δικαιούχος

(10)

Δικαιούχος του μέτρου ενίσχυσης είναι η «Ruse Industry». Η εταιρεία (η προηγούμενη ονομασία της οποίας ήταν «Rusenska korabostroitelnitsa (Ναυπηγεία Ruse)» (4)) συνεστήθη το 1991 και είναι εγκατεστημένη στο Ρούσε της Βουλγαρίας, περιοχή επιλέξιμη για χορήγηση ενίσχυσης βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ. Η εταιρεία ιδιωτικοποιήθηκε τον Απρίλιο του 1999, οπότε το 80 % των μετοχών της πωλήθηκε στη γερμανική εταιρεία Rousse Beteiligungsgesellschaft mbH.

(11)

Η Ruse Industry δραστηριοποιείται στην παραγωγή και επισκευή μεταλλικών κατασκευών και στην κατασκευή γερανών, σκαφών και εξοπλισμού για θαλάσσια σκάφη (5). Το 2009 απασχολούσε 196 εργαζομένους.

(12)

Από οικονομικής απόψεως, ο κύκλος εργασιών της εταιρείας παρουσίαζε συνεχώς πτωτική τάση με αύξηση των ζημιών επί αρκετά έτη πριν από την κοινοποίηση, όπως εμφαίνεται στον παρακάτω πίνακα. Το 2008, η εταιρεία παρουσίασε αρνητικό λειτουργικό αποτέλεσμα και αρνητική ταμειακή ροή.

Πίνακας 1

Ετήσιος κύκλος εργασιών και κέρδη της Ruse Industry

σε εκατ. BGN (6)

2005

2006

2007

2008

Ετήσιος κύκλος εργασιών

76 239

65 086

17 963

7 035

Κέρδη προ φόρων

(2 091 )

1 977

(827)

(3 924 )

Οι οφειλές της Ruse Industry προς το Δημόσιο

(13)

Κατά τη στιγμή της κοινοποίησης, οι οφειλές της Ruse Industry προς το βουλγαρικό Δημόσιο ανέρχονταν σε 9,85 εκατ. ευρώ.

(14)

Οι οφειλές απορρέουν από συμβάσεις δανειοδότησης (7) που είχαν συναφθεί κατά τα έτη 1996 και 1997 μεταξύ του Κρατικού Ταμείου Αναδιάρθρωσης και Ανάπτυξης και της «Rusenska korabostroitelnitsa» (Ναυπηγεία Ρούσε) και αφορούσαν κεφάλαια τα οποία, την εποχή εκείνη, ανέρχονταν σε 8,45 εκατ. USD.

(15)

Τον Απρίλιο του 1999, συνήφθη συμφωνία (εφεξής «η αναδιάταξη του 1999») με το Υπουργείο Οικονομικών, το οποίο ανέλαβε τις απαιτήσεις του Κρατικού Ταμείου Αναδιάρθρωσης και Ανάπτυξης. Βάσει της συμφωνίας, 8 εκατ. USD των εν λόγω οφειλών, συν τους δεδουλευμένους τόκους, επαναπροσδιορίστηκαν (8) σε ευρώ, η δε Rousse Beteiligungsgesellschaft mbH ανέλαβε να εξοφλήσει αυτό το ποσό από την 1η Δεκεμβρίου 2000 έως την 30ή Ιουνίου 2006 βάσει σχεδίου περί αποδόσεως αναδιαρθρωθείσας οφειλής.

(16)

Στις 21 Μαΐου 2001, το Υπουργείο Οικονομικών και η Ruse Industry συνήψαν μία ακόμα συμφωνία, βάσει της οποίας η πλήρης εξόφληση των οφειλών της εταιρείας προς το Δημόσιο (9), συν τους δεδουλευμένους τόκους, αναβλήθηκε έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2015, με περίοδο χάριτος (η οποία προέβλεπε την εξόφληση μόνο των τόκων, αλλά όχι του κεφαλαίου) έως την 31η Μαρτίου 2006 (εφεξής «η αναδιάταξη του 2001»).

(17)

Βάσει της αναδιάταξης του 2001, η συνολική οφειλή συνίστατο σε κεφάλαιο 7,97 εκατ. ευρώ συν τους δεδουλευμένους έως την 1η Απριλίου 1999 τόκους ύψους 2 εκατ. ευρώ. Η εν λόγω συμφωνία προέβλεπε τη χρέωση ετήσιου τόκου με επιτόκιο 1 % επί του κεφαλαίου και τόκων υπερημερίας με επιτόκιο 3 % ετησίως (δηλαδή σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμών εκ μέρους της εταιρείας).

(18)

Τον Σεπτέμβριο του 2005, ακριβώς πριν τη λήξη της περιόδου χάριτος, η δικαιούχος εταιρεία ζήτησε εκ νέου αναδιαπραγμάτευση του χρέους της (πέραν των όσων προέβλεπε η συμφωνία του 2001). Τον Δεκέμβριο του 2006, η βουλγαρική Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού έκρινε μη αποδεκτό το αίτημα αυτό βάσει του βουλγαρικού νόμου περί κρατικών ενισχύσεων. Η Ruse Industry προσέφυγε κατά της αποφάσεως της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού ενώπιον του Ανωτάτου Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο απέρριψε την προσφυγή τον Ιούλιο του 2007. Νέα προσφυγή κατά της εν λόγω αποφάσεως απερρίφθη επίσης. Παρ’ όλα αυτά, το Δημόσιο δεν προέβη σε ενέργειες για την ανάκτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών όπως προέβλεπε η αναδιάταξη του 2001.

(19)

Τον Ιούλιο του 2008, ο δικαιούχος προσφέρθηκε οικειοθελώς να καταβάλει μέρος του ληξιπρόθεσμου ποσού ύψους 1 εκατ. ευρώ σε δύο ισόποσες δόσεις. Σύμφωνα με αυτήν την προσφορά, η πρώτη δόση επρόκειτο να καταβληθεί έως τον Οκτώβριο του 2008 και η δεύτερη ως τον Φεβρουάριο του 2009. Όταν η Ruse Industry δεν κατέβαλε καμία από τις δόσεις αυτές, το Δημόσιο, κατόπιν αιτήματος της εταιρείας, χορήγησε δύο φορές παράταση της προθεσμίας για την καταβολή της πρώτης δόσης, την πρώτη φορά έως τον Δεκέμβριο του 2008 και τη δεύτερη έως τον Ιανουάριο του 2009.

(20)

Δεδομένου ότι η Ruse Industry αθέτησε τις δεσμεύσεις της όσον αφορά την καταβολή των δόσεων, τον Φεβρουάριο του 2009 οι βουλγαρικές αρχές απέστειλαν επιστολή οχλήσεως. Νέα επιστολή οχλήσεως σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα ποσά απεστάλη τον Απρίλιο του 2010 και άλλες δύο τον Ιούνιο του ίδιου έτους. Παρ’ όλα αυτά, το Δημόσιο δεν επέτυχε την ικανοποίηση της απαιτήσεώς του, η οποία δεν εξοφλήθηκε σύμφωνα με την αναδιάταξη του 2001.

(21)

Με επιστολή της 4ης Ιουνίου 2009, η Ruse Industry ζήτησε εκ νέου από τις βουλγαρικές αρχές να προβούν σε αναδιάταξη του χρέους της προς το Δημόσιο έως το 2019 με περίοδο χάριτος έως το 2012. Κατόπιν του αιτήματος αυτού, και σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, η Βουλγαρία κοινοποίησε την προβλεπόμενη αναδιάταξη χρέους ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(22)

Με επιστολή της 28ης Ιουνίου 2010, η Ruse Industry πρότεινε εκ νέου στο Δημόσιο να εξοφλήσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της σύμφωνα με τους όρους εξόφλησης που προέβλεπε η αναδιάταξη του 2001. Τον Ιούλιο του 2010, η εταιρεία ανέλαβε να καταβάλει όλα τα οφειλόμενα ληξιπρόθεσμα ποσά σε δύο ισόποσες δόσεις: την πρώτη έως το τέλος του Ιουλίου 2010 και τη δεύτερη έως το τέλος του Αυγούστου 2010. Ωστόσο, η εταιρεία δεν κατόρθωσε να τηρήσει τη συμφωνία αυτή.

(23)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι βουλγαρικές αρχές, έως το τέλος του 2010, ο δικαιούχος είχε εξοφλήσει 1 εκατ. ευρώ εκ του συνολικού οφειλόμενου ποσού βάσει της αναδιάταξης του 2001. Στο τέλος του 2010, οι ληξιπρόθεσμες και μη εξοφληθείσες οφειλές ανέρχονταν σε 3,7 εκατ. ευρώ.

Μη είσπραξη της οφειλής έναντι του Δημοσίου

(24)

Από την ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της Ruse Industry και των βουλγαρικών αρχών προκύπτει ότι οι τελευταίες απέστειλαν σειρά επιστολών οχλήσεως ζητώντας την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Μολονότι ο δικαιούχος εξέφρασε την προθυμία του ή προσεφέρθη οικειοθελώς να εξοφλήσει τα χρεωστούμενα ποσά, δεν εξόφλησε ποτέ τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του βάσει της αναδιάταξης του 2001. Πέραν των επιστολών οχλήσεως, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι βουλγαρικές αρχές προέβησαν σε οιαδήποτε ενεργεία για να εξασφαλίσουν την είσπραξη των οφειλόμενων ποσών.

(25)

Όσον αφορά το κεφάλαιο, η Ruse Industry δεν κατέβαλε τα προβλεπόμενα ποσά (10) και, ως εκ τούτου, αθέτησε το εξαμηνιαίο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους της. Μάλιστα, ο συνήθης τόκος κατεβλήθη μόνον έως τον Ιούλιο του 2008.

(26)

Όσον αφορά τους τόκους υπερημερίας, οι βουλγαρικές αρχές ανέφεραν ότι το συμβατικώς προβλεπόμενο επιτόκιο του 3 % (βλέπε παράγραφο 17 ανωτέρω) χρεώθηκε επί των οφειλομένων δόσεων από το 2006, όταν η επιχείρηση όφειλε να αρχίσει την αποπληρωμή τους. Οι εν λόγω τόκοι υπερημερίας καταβλήθηκαν από την Ruse μόνο από τον Αύγουστο του 2006 έως τον Ιούλιο του 2008, οπότε η εταιρεία έπαυσε να καταβάλλει τους οφειλόμενους τόκους υπερημερίας.

(27)

Στις 3 Νοεμβρίου 2010, οι βουλγαρικές αρχές υπέβαλαν επίσημο αίτημα καταβολής των οφειλομένων. Κατά τη χρονική στιγμή της υποβολής του αιτήματος, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ανέρχονταν σε 3,7 εκατ. ευρώ συνολικά (εκ των οποίων 3,4 εκατ. ευρώ κεφάλαιο, 151 000 ευρώ τόκοι και 140 000 ευρώ τόκοι υπερημερίας).

(28)

Κατά τη χρονική στιγμή του εν λόγω αιτήματος, η δικαιούχος είχε εξοφλήσει συνολικό οφειλόμενο ποσό ύψους 1 εκατ. ευρώ βάσει της αναδιάταξης του 2001 (εκ των οποίων 245 000 ευρώ κεφάλαιο, 705 000 ευρώ τόκοι και 50 000 ευρώ τόκοι υπερημερίας). Η τελευταία πραγματική πληρωμή την οποία κατέβαλε η Ruse Industry πραγματοποιήθηκε στις 11 Ιουλίου 2008.

(29)

Μετά από την υποβολή του αιτήματος και την αθέτηση των υποχρεώσεων της εταιρείας, οι εθνικές αρχές κίνησαν διαδικασία πτώχευσης κατά του δικαιούχου στις 11 Νοεμβρίου 2010, εννέα χρόνια μετά από την αναδιάταξη του 2001, περισσότερο από τέσσερα χρόνια από τη λήξη της περιόδου χάριτος και περισσότερο από δύο χρόνια από την τελευταία εξόφληση οιουδήποτε χρέους εκ μέρους της Ruse Industry.

(30)

Στις 11 Νοεμβρίου 2010, οι βουλγαρικές αρχές κίνησαν διαδικασία πτώχευσης κατά της δικαιούχου.

III   Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(31)

Όπως αναφέρεται ανωτέρω (βλέπε παράγραφο 21), τον Ιούνιο του 2009 η δικαιούχος υπέβαλε νέο αίτημα αναδιάταξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών της βάσει της συμφωνίας του 2001. Αυτή η προγραμματισμένη αναδιάταξη ήταν το μέτρο που κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή στις 30 Ιουνίου 2009 ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης.

(32)

Σύμφωνα με την εν λόγω κοινοποίηση, το σχέδιο θα προέβλεπε την εξόφληση του χρέους ύψους 9,85 εκατ. ευρώ εντός δεκαετούς περιόδου (δηλαδή έως το 2019), με περίοδο χάριτος έως την 30ή Ιουνίου 2012.

(33)

Η Βουλγαρία θεώρησε ότι το προγραμματισμένο μέτρο ήταν συμβατό με την εσωτερική αγορά ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης βάσει της ανακοίνωσης της Επιτροπής «Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων» (11).

(34)

Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα της κοινοποιηθείσας ενίσχυσης. Ως εκ τούτου, στις 14 Απριλίου 2010 κίνησε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

(35)

Πέραν τούτου, στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας εκφράζονται αμφιβολίες για το κατά πόσον η μη είσπραξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών της εταιρείας στο παρελθόν βάσει της συμφωνίας αναδιάταξης του 2001 ενδέχεται να συνιστά περαιτέρω κρατική ενίσχυση.

(36)

Στις 23 Νοεμβρίου 2010, οι βουλγαρικές αρχές απέσυραν την εν λόγω κοινοποίηση, γεγονός που κατέστησε άνευ αντικειμένου την επίσημη διερεύνηση του κοινοποιηθέντος μέτρου.

IV   ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(37)

Όσον αφορά τη μη είσπραξη των οφειλών, η Βουλγαρία υποστηρίζει απλώς ότι το Δημόσιο ενήργησε ως ιδιώτης επενδυτής σε οικονομία αγοράς, δεδομένου ότι μεγιστοποίησε τις πιθανότητες ανάκτησης του χρέους επιτρέποντας την εθελούσια εξόφλησή του. Η Βουλγαρία δεν παρέθεσε λεπτομερή επιχειρήματα σχετικώς.

V   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Το υπό εξέταση μέτρο ενίσχυσης

(38)

Τον Νοέμβριο του 2010, η Βουλγαρία απέσυρε την κοινοποίηση της αναδιάταξης του χρέους της Ruse Industry προς το Δημόσιο. Ως εκ τούτου, η διερεύνηση του κοινοποιηθέντος μέτρου ενίσχυσης αναδιάρθρωσης κατέστη άνευ αντικειμένου βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (12).

Μη είσπραξη προηγούμενου χρέους

Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

(39)

Το υπό εξέταση μέτρο συνίσταται στη μη είσπραξη του χρέους σύμφωνα με την αναδιάταξη του 2001.

(40)

Όσον αφορά την προσχώρηση της Βουλγαρίας στην ΕΕ και, ως εκ τούτου, το ερώτημα εάν η εν λόγω μη είσπραξη του χρέους από 1ης Ιανουαρίου 2007 ενδέχεται να συνιστά νέα ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η μη καταβολή από τον δικαιούχο των ποσών που όφειλε βάσει της αναδιάταξης του 2001 και η μη ανάληψη δράσης από το Δημόσιο οδήγησαν σε αλλαγές στα συνολικά ανοίγματα του Δημοσίου βάσει της αναδιάταξης του 2001. Αυτή η αύξηση του χρέους προς το Δημόσιο (δηλαδή η μη είσπραξη) παράγει αποτελέσματα μετά από την ημερομηνία προσχώρησης και, ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρηθεί ότι το μέτρο εξακολούθησε να ισχύει μετά από την προσχώρηση, και ότι επομένως συνιστά νέα κρατική ενίσχυση.

(41)

Επισημαίνεται επίσης ότι το εν λόγω μη κοινοποιηθέν μέτρο δεν είχε περιληφθεί στο προσάρτημα του παραρτήματος V της πράξης προσχώρησης της Βουλγαρίας (13). Ειδικότερα, α) ούτε τέθηκε σε ισχύ πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1994, β) ούτε περιλήφθηκε στο προσάρτημα του παραρτήματος V, γ) ούτε καλύφθηκε από τον προσωρινό μηχανισμό που εφαρμόστηκε στο πλαίσιο της προσχώρησης.

(42)

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, η Επιτροπή αξιολογεί κατωτέρω κατά πόσον η μη είσπραξη του χρέους από 1ης Ιανουαρίου 2007 συνιστά νέα κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(43)

Το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές.

(44)

Το μέτρο χρηματοδοτείται από κρατικούς πόρους — δεδομένου ότι έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια εσόδων του Δημοσίου — οι δε αποφάσεις του Υπουργείου Οικονομικών θεωρούνται άμεσες αποφάσεις του Δημοσίου.

(45)

Επιπλέον, η μη είσπραξη του χρέους αφορά την Ruse Industry ατομικά και, ως εκ τούτου, είναι επιλεκτική.

(46)

Πέραν τούτου, η Ruse Industry είναι επιχείρηση που παράγει αγαθά τα οποία αποτελούν αντικείμενο ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών εντός της Ένωσης. Η Επιτροπή θεωρεί επομένως ότι πληρούται ο όρος του επηρεασμού του ανταγωνισμού και των συναλλαγών εντός της Ένωσης.

(47)

Η Επιτροπή χρειάζεται επίσης να αξιολογήσει εάν το μέτρο υπό τη μορφή της μη είσπραξης χρέους παρέχει στην εταιρεία πλεονέκτημα το οποίο δεν θα μπορούσε άλλως να αποκομίσει στην αγορά.

(48)

Όπως εξηγείται ανωτέρω, το χρέος ανάγεται στην περίοδο 1996-97 και έχει ήδη υποστεί αναδιάταξη δύο φορές (το 1999 και το 2001). Όσον αφορά, αφενός, τη μη είσπραξη του χρέους βάσει της αναδιάταξης του 2001 και, αφετέρου, την αθέτηση των υποχρεώσεων της εταιρείας στο παρελθόν, κανείς ιδιώτης επενδυτής δεν θα είχε συμπεριφερθεί όπως έπραξε το βουλγαρικό Δημόσιο. Μάλιστα, από τις διαθέσιμες πληροφορίες προκύπτει ότι δεν λήφθηκαν συγκεκριμένα μέτρα για να εξασφαλιστεί η είσπραξη του χρέους από την 30ή Μαρτίου 2006, όταν έληξε η περίοδος χάριτος και οι πρώτες δόσεις του κεφαλαίου κατέστησαν απαιτητές αλλά δεν καταβλήθηκαν. Πέραν τούτου, η οικονομική κατάσταση της εταιρείας ήταν ασθενής (βλέπε πίνακα 1 ανωτέρω), δεδομένου ότι παρουσίασε μείωση κύκλου εργασιών και αύξηση των ζημιών χωρίς να υπάρχει προοπτική αποκατάστασης της κερδοφορίας της. Επιπλέον, υπογραμμίζεται το γεγονός ότι, μολονότι μέρος του χρέους (1,13 εκατ. BGN (14)) είχε καλυφθεί με ασφάλειες (15), οι βουλγαρικές αρχές δεν προέβησαν σε καμία ενέργεια για να εξασφαλίσουν την είσπραξη ούτε καν αυτού του μέρους του χρέους.

(49)

Στην πραγματικότητα, οι βουλγαρικές αρχές δεν εξήγησαν γιατί δεν εφαρμόστηκε το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους, ούτε δικαιολόγησαν τον ισχυρισμό τους ότι εάν είχαν περιμένει την εθελούσια εξόφλησή του (παρά το ιστορικό αθέτησης των υποχρεώσεων εξόφλησης εκ μέρους της εταιρείας) θα είχαν μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες είσπραξης της οφειλής.

(50)

Σε παρόμοιες συνθήκες, ένας ιδιώτης πιστωτής θα είχε επιδιώξει την εφαρμογή της συμφωνίας. Ως εκ τούτου, η αθέτηση της αναδιάταξης του 2001 και η μη είσπραξη του χρέους από τη Βουλγαρία παρείχαν πλεονέκτημα στην Ruse Industry.

Συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

(51)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η μη είσπραξη των οφειλών της Ruse Industry προς το Δημόσιο συνιστά νέα ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Συμβατότητα

(52)

Επισημαίνεται ότι η Βουλγαρία δεν παρέθεσε επιχειρήματα όσον αφορά την ενδεχόμενη συμβατότητα του μέτρου.

(53)

Ακόμα και εάν η Ruse Industry μπορεί τυπικά να θεωρηθεί ως προβληματική εταιρεία κατά την έννοια της ανακοίνωσης της Επιτροπής «Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων», δεν πληρούνται τα κριτήρια συμβατότητας για τις ενισχύσεις διάσωσης ή αναδιάρθρωσης. Ειδικότερα, όσον αφορά το μέτρο ως ενίσχυση διάσωσης, δεν έχει αποδειχθεί ότι αυτό θα περιοριζόταν στο ελάχιστο απαραίτητο, θα ήταν δικαιολογημένο από σοβαρούς κοινωνικούς λόγους και ότι δεν θα είχε ανεπίτρεπτα αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα κράτη μέλη. Επιπλέον, η διάρκεια του μέτρου υπερβαίνει τους έξι μήνες. Όσον αφορά το μέτρο ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης, χωρίς ένα σχέδιο αναδιάταξης δεν αποδεικνύεται η αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας. Πέραν τούτου, δεν αποδεικνύεται ότι η ενίσχυση θα περιοριζόταν στο ελάχιστο αναγκαίο και ότι θα αποτρέπονταν αθέμιτες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

(54)

Η εταιρεία είναι εγκατεστημένη σε ενισχυόμενη περιοχή κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ και, ως τέτοια, είναι επιλέξιμη για περιφερειακές ενισχύσεις σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα 2007-2013 (16). Το μέτρο δεν είναι, ωστόσο, συμβατό ούτε και με τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές. Συγκεκριμένα, όσον αφορά ενδεχόμενη ενίσχυση λειτουργίας, η εν λόγω ενίσχυση δεν ευνοεί την ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή τομέων και δεν περιορίζεται χρονικά, ούτε είναι φθίνουσα ή αναλογική προς ό,τι είναι αναγκαίο για να αντισταθμίσει ειδικά οικονομικά μειονεκτήματα.

(55)

Δεν ισχύουν άλλοι λόγοι συμβατότητας. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση είναι παράνομη και μη συμβατή με την ΣΛΕΕ.

Ανάκτηση

(56)

Σύμφωνα με την ΣΛΕΕ και με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή είναι αρμόδια να αποφασίσει ότι το σχετικό κράτος μέλος είναι υποχρεωμένο να καταργήσει ή να τροποποιήσει ενίσχυση που διαπιστώνεται ότι είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά (17). Επίσης, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η υποχρέωση του κράτους να καταργήσει ενίσχυση την οποία η Επιτροπή έχει θεωρήσει ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά σκοπό έχει την επαναφορά της πρότερης κατάστασης (18). Σε αυτό το πλαίσιο, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται όταν ο αποδέκτης επιστρέφει την παράνομη ενίσχυση και με αυτόν τον τρόπο χάνει το πλεονέκτημα που είχε έναντι των ανταγωνιστών του και αποκαθίσταται η κατάσταση που επικρατούσε πριν τη χορήγηση της ενίσχυσης (19).

(57)

Σύμφωνα με τη νομολογία αυτή, το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 ορίζει ότι: «Σε περίπτωση αρνητικής απόφασης για υπόθεση παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφασίζει την εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την ανάκτηση της ενίσχυσης από τον δικαιούχο».

(58)

Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι το υπό εξέταση μέτρο πρέπει να θεωρηθεί παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση, πρέπει να ανακτηθεί προκειμένου να επανέλθει η κατάσταση που επικρατούσε στην αγορά πριν τη χορήγησή του. Κατά συνέπεια, η ανάκτηση πρέπει να ισχύσει από την ημερομηνία κατά την οποία ο δικαιούχος αποκόμισε το πλεονέκτημα, δηλαδή όταν η ενίσχυση κατέστη διαθέσιμη στον δικαιούχο, ο οποίος πρέπει να καταβάλει τόκο μέχρις ότου πραγματοποιηθεί η ανάκτηση.

(59)

Το στοιχείο ασυμβίβαστης ενίσχυσης των μέτρων υπολογίζεται ως το οφειλόμενο και μη καταβληθέν ποσό σύμφωνα με την αναδιάταξη του 2001 από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως την 11η Νοεμβρίου 2010, όταν η Βουλγαρία προέβη σε αναγγελία απαιτήσεως στη διαδικασία πτώχευσης. Το χρονικό εκείνο διάστημα, η ληξιπρόθεσμη οφειλή ανερχόταν σε 3,7 εκατ. ευρώ. Το ακριβές προς ανάκτηση ποσό, συμπεριλαμβανομένων των τόκων, θα πρέπει να υπολογισθεί από τη Βουλγαρία. Οι πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν πέραν των ποσών που κατεβλήθησαν βάσει της συμφωνίας μπορούν να αφαιρεθούν από το ποσό που πρέπει να ανακτηθεί ως παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση.

VI   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(60)

Πρώτον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Βουλγαρία απέσυρε την κοινοποίησή της σχετικά με την κοινοποιηθείσα αναδιάταξη χρέους ύψους 9,85 εκατ. ευρώ, γεγονός που κατέστησε άνευ αντικειμένου την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας του μέτρου αυτού.

(61)

Δεύτερον, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μη είσπραξη του χρέους προς το Δημόσιο από την 1η Ιανουαρίου 2007 συνιστά νέα κρατική ενίσχυση υπέρ της Ruse Industry κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(62)

Δεδομένου ότι η εν λόγω κρατική ενίσχυση είναι παράνομη και ασύμβατη, πρέπει να ανακτηθεί από τον δικαιούχο,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η Επιτροπή αποφάσισε να περατώσει την επίσημη διαδικασία έρευνας δυνάμει του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ έναντι της κοινοποιηθείσας αναδιάταξης χρέους ύψους 9,85 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας ότι η Βουλγαρία απέσυρε την κοινοποίησή της.

Άρθρο 2

Η κρατική ενίσχυση, την οποία η Βουλγαρία παρανόμως χορήγησε στην Ruse Industry κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ μη προβαίνοντας στην είσπραξη του χρέους προς το Δημόσιο από την 1η Ιανουαρίου 2007, είναι ασύμβατη με την εσωτερική αγορά.

Άρθρο 3

1.   Η Βουλγαρία ανακτά από τον δικαιούχο την ενίσχυση που αναφέρεται στο άρθρο 2.

2.   Τα προς ανάκτηση ποσά φέρουν τόκους από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως ότου ανακτηθούν πλήρως.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (20).

Άρθρο 4

1.   Οι ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 πρέπει να ανακτηθούν άμεσα και πραγματικά.

2.   Η Βουλγαρία διασφαλίζει την εκτέλεση της παρούσας απόφασης εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 5

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Βουλγαρία υποβάλλει στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το συνολικό ποσό (κεφάλαιο και τόκοι ανάκτησης) που πρέπει να ανακτηθεί από τον δικαιούχο,

β)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει ήδη λάβει και προγραμματίσει για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση,

γ)

έγγραφα που αποδεικνύουν ότι έχει δοθεί εντολή στον δικαιούχο να επιστρέψει την ενίσχυση.

2.   Η Βουλγαρία τηρεί ενήμερη την Επιτροπή σχετικά με την πρόοδο των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης μέχρις ότου ολοκληρωθεί η ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν βάσει του καθεστώτος που αναφέρεται στο άρθρο 2. Υποβάλλει αμέσως, με απλό αίτημα της Επιτροπής, πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχει ήδη λάβει και προγραμματίσει για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση. Παρέχει επίσης λεπτομερείς πληροφορίες για τα ποσά των ενισχύσεων και των τόκων που έχουν ήδη ανακτηθεί από τον δικαιούχο.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας.

Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2011.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Αντιπρόεδρος


(1)   ΕΕ C 187 της 10.7.2010, σ. 7.

(2)  Με ισχύ από την 1η Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ έχουν γίνει, αντιστοίχως, άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ. Οι δύο ομάδες των σχετικών διατάξεων είναι κατ’ ουσίαν ταυτόσημες. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι παραπομπές στα άρθρα 101 και 102 της ΣΛΕΕ νοούνται ως παραπομπές στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης ΕΚ, όταν ενδείκνυται.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 2.

(4)  Στις 4 Απριλίου 2009, στο εμπορικό μητρώο της Βουλγαρίας έγινε η καταχώρηση της αλλαγής ονομασίας από «Rusenska korabostroitelnitsa» σε «Ruse Industry».

(5)  Σύμφωνα με τις πληροφορίες που περιλαμβάνει η κοινοποίηση. Σημειωτέον ότι σε μεταγενέστερο στάδιο η Βουλγαρία υποστήριξε ότι η εταιρεία δεν κατασκεύαζε σκάφη αλλά μόνο μεταλλικά μέρη.

(6)  Η ισοτιμία ευρώ-BGN έχει καθοριστεί σε 1,9558 από τις 5 Ιουλίου 1999 λόγω του καθεστώτος νομισματικού συμβουλίου που ισχύει στη Βουλγαρία.

(7)  Συμφωνία της 15ης Νοεμβρίου 1996 για δάνειο σε συνάλλαγμα ύψους 1 402 341,08 USD· συμφωνία της 22ας Νοεμβρίου 1996 για ποσό ύψους 450 131,17 USD· και συμφωνία της 27ης Ιανουαρίου 1997 για την εξόφληση προηγούμενης οφειλής της εταιρείας ύψους 6 597 658,92 USD (κεφάλαιο) και 365 575,86 USD (τόκοι καταβλητέοι την 1η Νοεμβρίου 1996). Όλες οι εν λόγω οφειλές μεταβιβάστηκαν στο Κρατικό Ταμείο Αναδιάρθρωσης και Ανάπτυξης από την Stopanksa Banka (κρατική τράπεζα η οποία κήρυξε πτώχευση).

(8)  Οι βουλγαρικές αρχές δεν ανέφεραν τη συναλλαγματική ισοτιμία με την οποία πραγματοποιήθηκε αυτή η συναλλαγή.

(9)  Πρόκειται δηλαδή για ολόκληρο το χρέος, συνολικού ύψους 8 450 131,17 USD, εκ των οποίων 8 εκατ. USD είχαν ήδη επαναπροσδιορισθεί/υποστεί αναδιάταξη στις 8 Απριλίου 1999.

(10)  Το 2008 η Ruse Industry κατάβαλε μέρος μόνον της πρώτης δόσης που όφειλε το 2006 (245 000 ευρώ). Οι υπόλοιπες δόσεις δεν κατεβλήθησαν ποτέ.

(11)   ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(12)   ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(13)   ΕΕ L 157 της 21.6.2005, σ. 93.

(14)  Περί τα 565 000 ευρώ.

(15)  Το 2001 η αξία των ενεχυριασμένων στοιχείων ενεργητικού ανερχόταν σε 1,18 εκατ. BGN (περί τα 590 000 ευρώ).

(16)   ΕΕ C 54 της 4.3.2006, σ. 13.

(17)  Υπόθεση C-70/72 Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 1973, σ. 813, σκέψη 13.

(18)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92, C-279/92 και C-280/92 Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. I-4103, σκέψη 75.

(19)  Case C-75/97 Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. I-3671, σκέψεις 64-65.

(20)   ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.


17.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/33


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 14ης Νοεμβρίου 2012

σχετικά με τον καθορισμό κοινής μορφής για την υποβολή πληροφοριών κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2010/63/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2012) 8064]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2012/707/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/63/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2010, περί προστασίας των ζώων που χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς (1), και ιδίως το άρθρο 54 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2010/63/ΕΕ προβλέπει την εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων που απαιτούνται για να βελτιωθεί η μεταχείριση των ζώων τα οποία χρησιμοποιούνται για επιστημονικούς σκοπούς και έχει ως στόχο την αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση της χρήσης ζώων για τους σκοπούς αυτούς.

(2)

Το άρθρο 54 παράγραφος 1 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ επιβάλλει στα κράτη μέλη να διαβιβάζουν στην Επιτροπή, το αργότερο στις 10 Νοεμβρίου 2018 και στη συνέχεια ανά πενταετία, πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας.

(3)

Το άρθρο 54 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ επιβάλλει στα κράτη μέλη να συλλέγουν και να δημοσιοποιούν, σε ετήσια βάση, στατιστικές πληροφορίες σχετικά με τη χρήση ζώων σε διαδικασίες. Τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλλουν αυτές τις στατιστικές πληροφορίες στην Επιτροπή το αργότερο στις 10 Νοεμβρίου 2015 και, στη συνέχεια, κατ’ έτος.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 3 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ, τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλλουν ετησίως στην Επιτροπή αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις εξαιρέσεις που εγκρίνονται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 4 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας.

(5)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή της οδηγίας 2010/63/ΕΕ με συνέπεια θα πρέπει να καθοριστεί κοινή μορφή για την υποβολή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 54 παράγραφοι 1, 2 και 3 της εν λόγω οδηγίας.

(6)

Για να συγκεντρώνονται συγκρίσιμες πληροφορίες όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 2010/63/ΕΕ και να είναι η Επιτροπή σε θέση να κρίνει την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας σε ενωσιακό επίπεδο, τα στοιχεία που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή, τις ετήσιες στατιστικές χρήσης ζώων σε διαδικασίες και τις εξαιρέσεις που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 4 στοιχείο α) θα πρέπει να είναι ακριβή και συνεπή. Συνεπώς, οι απαιτήσεις που αφορούν την υποβολή στοιχείων θα πρέπει να εναρμονιστούν μεταξύ των κρατών μελών με τον καθορισμό κοινής μορφής για την υποβολή των εν λόγω πληροφοριών.

(7)

Σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνοπτική έκθεση σχετικά με τις στατιστικές πληροφορίες που υποβάλλουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 54 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας. Για να είναι τα στοιχεία ουσιαστικά, ακριβή και συγκρίσιμα, ο καθορισμός κοινής μορφής είναι θεμελιώδους σημασίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη υποβολή τους από όλα τα κράτη μέλη.

(8)

Για να είναι δυνατή η επικαιροποίηση του καταλόγου των μεθόδων θανάτωσης των ζώων, ο οποίος περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2010/63/ΕΚ, ανάλογα με τις πλέον πρόσφατες επιστημονικές εξελίξεις, είναι αναγκαίο να λαμβάνονται αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις μεθόδους για τις οποίες εγκρίνονται εξαιρέσεις βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 4 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 3 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για την υποβολή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν την κοινή μορφή υποβολής στοιχείων που παρατίθεται στο παράρτημα Ι της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Για την υποβολή των στατιστικών πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 54 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν την κοινή μορφή υποβολής στοιχείων και ακολουθούν τις λεπτομερείς οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Για την υποβολή των αναφερόμενων στο άρθρο 54 παράγραφος 3 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ πληροφοριών, οι οποίες αφορούν τις εξαιρέσεις που εγκρίνονται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 4 στοιχείο α) της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν την κοινή μορφή υποβολής στοιχείων που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 14 Νοεμβρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Janez POTOČNIK

Μέλος της Επιτροπής


(1)   ΕΕ L 276 της 20.10.2010, σ. 33


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΜΟΡΦΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 54 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2010/63/ΕΕ

Τα λεπτομερή στοιχεία για συγκεκριμένα συμβάντα (όπως αριθμοί) πρέπει να συλλέγονται είτε σαν αποτύπωση του τελευταίου έτους του πενταετούς κύκλου ή, κατ’ εξαίρεση, για το σύνολο της πενταετίας, με ανάλυση ανά έτος.

Α.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Μεταβολές των εθνικών μέτρων που αφορούν την εφαρμογή της οδηγίας μετά την προηγούμενη έκθεση.

Β.   ΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΠΛΑΙΣΙΟ

1.   Αρμόδιες αρχές (άρθρο 59 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Πληροφορίες για το πλαίσιο στο οποίο έχουν ενταχθεί οι αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένων του πλήθους και των τύπων τους.

2.   Εθνική επιτροπή (άρθρο 49 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Πληροφορίες για τη δομή και τη λειτουργία της εθνικής επιτροπής.

3.   Εκπαίδευση και κατάρτιση του προσωπικού (άρθρο 23 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Πληροφορίες για τις ελάχιστες απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 3 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ και τις ενδεχόμενες πρόσθετες απαιτήσεις εκπαίδευσης και κατάρτισης για το προσωπικό που προέρχεται από άλλα κράτη μέλη.

4.   Αξιολόγηση και αδειοδότηση των έργων (άρθρα 38 και 40 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Περιγραφή των διαδικασιών αξιολόγησης και αδειοδότησης των έργων, καθώς και του τρόπου με τον οποίο πληρούνται οι απαιτήσεις των άρθρων 38 και 40 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ.

Γ.   ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

1.   Έργα

i.

Χορήγηση άδειας έργου (άρθρα 40 και 41 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

 

πληροφορίες για τον ετήσιο αριθμό εγκριθέντων έργων, καθώς και για τον αριθμό και το είδος των έργων που εγκρίθηκαν με «ομαδική αδειοδότηση γενικών έργων»·

 

πληροφορίες για τις περιστάσεις υπό τις οποίες παρατάθηκε η προθεσμία των 40 ημερών, όπως επιτρέπει το άρθρο 41 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ, καθώς και για το ποσοστό του συνόλου των αδειοδοτήσεων που αφορούσε η εν λόγω παράταση.

ii.

Αναδρομική αξιολόγηση (άρθρα 38, 39 και 43 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

 

πληροφορίες για τη λειτουργία των μη τεχνικών περιλήψεων έργων – πώς διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 43 παράγραφος 1 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ και κατά πόσον προσδιορίζονται στις μη τεχνικές περιλήψεις έργων τα έργα που έχουν επιλεγεί για να υποβληθούν σε αναδρομική αξιολόγηση (άρθρο 43 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)·

 

πληροφορίες για το ποσοστό και τους τύπους των έργων που υποβάλλονται σε αναδρομική αξιολόγηση βάσει του άρθρου 38 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2010/63/ΕΕ, πέραν εκείνων για τα οποία η αξιολόγηση αυτή είναι υποχρεωτική δυνάμει του άρθρου 39 παράγραφος 2 της η εν λόγω οδηγίας.

2.   Ζώα που εκτρέφονται για χρήση σε διαδικασίες (άρθρα 10, 28 και 30 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

i.

Ζώα που εκτράφηκαν, θανατώθηκαν και δεν χρησιμοποιήθηκαν σε διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των γενετικώς τροποποιημένων ζώων τα οποία δεν καλύπτονται από τα ετήσια στατιστικά στοιχεία, για το προηγούμενο του έτους υποβολής της έκθεσης πενταετίας ημερολογιακό έτος· στον συνολικό αριθμό πρέπει να διακρίνονται τα ζώα που μετείχαν στη δημιουργία γενετικώς τροποποιημένων σειρών και στη διατήρηση εδραιωμένων γενετικώς τροποποιημένων σειρών (συμπεριλαμβανομένων των απογόνων με χαρακτηριστικά του άγριου είδους).

ii.

Προέλευση των πρωτευόντων πλην του ανθρώπου και τρόπος συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των άρθρων 10 και 28 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ.

3.   Εξαιρέσεις

Πληροφορίες για τις περιστάσεις υπό τις οποίες εγκρίθηκαν εξαιρέσεις σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3, το άρθρο 12 παράγραφος 1 και το άρθρο 33 παράγραφος 3 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ και, ειδικότερα, για τις έκτακτες περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας, στις οποίες επιτράπηκε, κατά την περίοδο αναφοράς, η επαναχρησιμοποίηση ζώου μετά από διαδικασία που κρίθηκε ότι του προκάλεσε μεγάλη πραγματική ταλαιπωρία.

4.   Όργανο για την καλή διαβίωση των ζώων (άρθρα 26 και 27 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Πληροφορίες σχετικά με τη δομή και τη λειτουργία των οργάνων για την καλή διαβίωση των ζώων.

Δ.   ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ, ΜΕΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ

1.   Αρχή της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης (άρθρα 4 και 13 και παράρτημα VI της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Γενικά μέτρα που έχουν ληφθεί για να διασφαλίζεται η ικανοποιητική τήρηση της αρχής της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης στο πλαίσιο των εγκρινόμενων έργων, καθώς και κατά τη στέγαση και τη φροντίδα των ζώων στις μονάδες εκτροφής και προμήθειας.

2.   Αποφυγή της επανάληψης διαδικασιών (άρθρο 46 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Γενική περιγραφή των μέτρων που έχουν ληφθεί ώστε να μην επαναλαμβάνονται οι διαδικασίες.

3.   Δειγματοληψία ιστών γενετικώς τροποποιημένων ζώων (άρθρα 4, 30 και 38 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Αντιπροσωπευτικές πληροφορίες σχετικά με τους κατά προσέγγιση αριθμούς, τα ζωικά είδη και τους τύπους και τη δριμύτητα των μεθόδων δειγματοληψίας ιστών που χρησιμοποιήθηκαν για γενετικό χαρακτηρισμό με και χωρίς άδεια έργου, για το προηγούμενο του έτους υποβολής της έκθεσης πενταετίας ημερολογιακό έτος, καθώς και σχετικά με τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για τη βελτίωση των μεθόδων αυτών.

Ε.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ

1.   Αδειοδότηση των εκτροφέων, προμηθευτών και χρηστών (άρθρα 20 και 21 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Αριθμός ενεργών εκτροφέων, προμηθευτών και χρηστών που διαθέτουν άδεια· πληροφορίες για τις αναστολές ή ανακλήσεις αδειών εκτροφέων, προμηθευτών και χρηστών και τους λόγους που τις υπαγόρευσαν.

2.   Επιθεωρήσεις (άρθρο 34 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Ποσοτικές και ποιοτικές επιχειρησιακές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων που εφαρμόζονται κατά το άρθρο 34 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ και του ποσοστού των αιφνιδιαστικών επιθεωρήσεων, με ανάλυση ανά έτος.

3.   Ανακλήσεις άδειών έργων (άρθρο 44 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Πληροφορίες για τις ανακλήσεις αδειών έργων κατά την περίοδο αναφοράς και για τους λόγους που τις υπαγόρευσαν.

4.   Κυρώσεις (άρθρο 60 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ)

Πληροφορίες για το είδος των παραβάσεων, καθώς και για τις έννομες και τις διοικητικές ενέργειες που είχαν ως συνέπεια, κατά την περίοδο αναφοράς.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Image 2

Είδος ζώου

Ποντικοί (Mus musculus)

Επίμυες (Rattus norvegicus)

Ινδικά χοιρίδια (Cavia porcellus)

Κρικητοί (Συρίας) (Mesocricetus auratus)

Κρικητοί (Κίνας) (Cricetulus griseus)

Γερβίλοι (Meriones unguiculatus)

Άλλα τρωκτικά (άλλα Rodentia)

Κουνέλια (Oryctolagus cuniculus)

Γάτες (Felis catus)

Σκύλοι (Canis familiaris)

Κουνάβια (Mustela putorius furo)

Άλλα σαρκοφάγα (άλλα Carnivora)

Άλογα, όνοι και διασταυρώσεις (Equidae)

Χοίροι (Sus scrofa domesticus)

Αίγες (Capra aegagrus hircus)

Πρόβατα (Ovis aries)

Βοοειδή (Bos primigenius)

Προπίθηκοι (Prosimia)

Καλλίτριχες (μαρμοζέτες) και ταμαρίνοι (π.χ. Callithrix jacchus)

Μακάκοι καβουροφάγοι (Macaca fascicularis)

Μακάκοι «ρέζους» (Macaca mulatta)

Κερκοπίθηκοι/Χλωρόκηβοι (είδη του γένους Chlorocebus, συνήθως pygerythrus ή sabaeus)

Μπαμπουίνοι (είδη του γένους Papio)

Σαϊμίρια (π.χ. Saimiri sciureus)

Άλλα είδη πρωτευόντων πλην του ανθρώπου (άλλα είδη Ceboidea και Cercopithecoidea)

Ανθρωποειδή (Hominoidea)

Άλλα θηλαστικά (άλλα Mammalia)

Όρνιθες (Gallus gallus domesticus)

Άλλα πτηνά (άλλα Aves)

Ερπετά (Reptilia)

Βάτραχοι (Rana temporaria και Rana pipiens)

Ξενόποδες (Xenopus laevis και Xenopus tropicalis)

Άλλα αμφίβια (άλλα Amphibia)

Ζεβρόψαρα (Danio rerio)

Άλλα ψάρια (άλλα Pisces)

Κεφαλόποδα (Cephalopoda)

Μελέτες βασικής έρευνας

Ογκολογία

Καρδιαγγειακό, κυκλοφοριακό και λεμφικό σύστημα

Νευρικό σύστημα

Αναπνευστικό σύστημα

Γαστρεντερικό σύστημα και ήπαρ

Μυοσκελετικό σύστημα

Ανοσοποιητικό σύστημα

Ουρογεννητικό/Αναπαραγωγικό σύστημα

Αισθητήρια όργανα (δέρμα, οφθαλμοί και ώτα)

Ενδοκρινικό σύστημα/Μεταβολισμός

Πολυσυστημικές μελέτες (προσδιορίζεται ο όρος «πολυσυστημικές», όταν απαιτείται)

Ηθολογία/Ζωική συμπεριφορά/Ζωική βιολογία

Άλλο

ΤΕΛΟΣ

Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα

Καρκίνος του ανθρώπου

Λοιμώδεις διαταραχές του ανθρώπου

Καρδιαγγειακές διαταραχές του ανθρώπου

Νευρολογικές και ψυχικές διαταραχές του ανθρώπου

Αναπνευστικές διαταραχές του ανθρώπου

Γαστρεντερικές διαταραχές του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των ηπατικών

Μυοσκελετικές διαταραχές του ανθρώπου

Ανοσοποιητικές διαταραχές του ανθρώπου

Ουρογεννητικές/Αναπαραγωγικές διαταραχές του ανθρώπου

Διαταραχές των αισθητήριων οργάνων (δέρμα, οφθαλμοί και ώτα) του ανθρώπου

Ενδοκρινικές/Μεταβολικές διαταραχές του ανθρώπου

Άλλες διαταραχές του ανθρώπου

Ασθένειες και διαταραχές των ζώων

Καλή διαβίωση των ζώων

Διάγνωση ασθενειών

Ασθένειες των φυτών

Τοξικολογία και οικοτοξικολογία εκτός κανονιστικών ρυθμίσεων

ΤΕΛΟΣ

Οικοτοξικότητα

Οξεία τοξικότητα

Χρόνια τοξικότητα

Τοξικότητα για την αναπαραγωγή

Ενδοκρινική δραστικότητα

Βιοσυσσώρευση

Άλλο

ΤΕΛΟΣ

Image 3

Επαναχρησιμοποίηση

Επαναχρησιμοποίηση

Τόπος γέννησης

Ζώα που γεννήθηκαν στην ΕΕ, σε καταχωρισμένο εκτροφέα

Ζώα που γεννήθηκαν στην ΕΕ, όχι όμως σε καταχωρισμένο εκτροφέα

Ζώα που γεννήθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη

Ζώα που γεννήθηκαν εκτός Ευρώπης

Πρωτεύοντα πλην ανθρώπου (εξαιρούνται τα ανθρωποειδή);

ΝΑΙ

Πρωτεύοντα πλην ανθρώπου – προέλευση

Ζώα που γεννήθηκαν σε καταχωρισμένο εκτροφέα εντός της ΕΕ

Ζώα που γεννήθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη

Ζώα που γεννήθηκαν στην Ασία

Ζώα που γεννήθηκαν στην Αμερική

Ζώα που γεννήθηκαν στην Αφρική

Ζώα που γεννήθηκαν σε άλλον τόπο

Πρωτεύοντα πλην ανθρώπου – γενεά

F0

F1

F2 και επόμενες

Αυτοδύναμος εκτρεφόμενος πληθυσμός

ΟΧΙ

Γενετική κατάσταση

Χωρίς γενετική τροποποίηση

Γενετικώς τροποποιημένα χωρίς επιβλαβή φαινότυπο

Γενετικώς τροποποιημένα με επιβλαβή φαινότυπο

Δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς

Ζώα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς/φυλής

Δριμύτητα

Καταληκτική

Ήπια (έως και)

Μέτρια

Βαριά

Σκοποί

Βασική έρευνα

Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα

Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή

Προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με γνώμονα την υγεία ή την καλή διαβίωση ανθρώπων και ζώων

Διατήρηση ζωικών ειδών

Ανώτερη εκπαίδευση ή κατάρτιση για την απόκτηση, διατήρηση ή βελτίωση επαγγελματικών δεξιοτήτων

Ιατροδικαστικές έρευνες

Διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών εδραιωμένων, γενετικώς τροποποιημένων ζώων που δεν χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή ανά τύπο

Ποιοτικός έλεγχος (συμπεριλ/νων των δοκιμών ασφάλειας και ισχύος παρτίδων)

Άλλες δοκιμές αποτελεσματικότητας και ανοχής

Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακολογικών

Συνήθης παραγωγή

ΤΕΛΟΣ

Χρήση ζώων για κανονιστικά ρυθμιζόμενη παραγωγή ανά τύπο προϊόντων

Προϊόντα με βάση αίμα

Μονοκλωνικά αντισώματα

Άλλα

ΤΕΛΟΣ

Ποιοτικός έλεγχος (συμπεριλ/νων των δοκιμών ασφάλειας και ισχύος παρτίδων)

Δοκιμές ασφάλειας παρτίδων

Δοκιμές πυρετογένεσης

Δοκιμές ισχύος παρτίδων

Άλλοι ποιοτικοί έλεγχοι

ΤΕΛΟΣ

Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας απαιτούμενες από τη νομοθεσία

Νομοθεσία για τα φαρμακευτικά προϊόντα ιατρικής χρήσης

Νομοθεσία για τα φαρμακευτικά προϊόντα κτηνιατρικής χρήσης και τα κατάλοιπά τους

Νομοθεσία για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα

Νομοθεσία για τα βιομηχανικά χημικά προϊόντα

Νομοθεσία για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα

Νομοθεσία για τα βιοκτόνα

Νομοθεσία για τα τρόφιμα και για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα

Νομοθεσία για τις ζωοτροφές και για την ασφάλεια των στοχευόμενων ζώων, των εργαζομένων και του περιβάλλοντος

Νομοθεσία για τα καλλυντικά

Άλλη

Νομοθετικές απαιτήσεις

Νομοθεσία ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις της ΕΕ

Νομοθεσία ανταποκρινόμενη μόνο σε εθνικές απαιτήσεις (χωρών της ΕΕ)

Νομοθεσία ανταποκρινόμενη μόνο σε απαιτήσεις που δεν είναι της ΕΕ

Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας ανά τύπο δοκιμών

Μέθοδοι δοκιμών οξείας (εφάπαξ δόση) τοξικότητας (συμπεριλαμβανομένης της οριακής δοκιμής)

Ερεθισμός/Διάβρωση του δέρματος

Δερματική ευαισθητοποίηση

Ερεθισμός/Διάβρωση των οφθαλμών

Τοξικότητα επαναλαμβανόμενης δόσης

Καρκινογένεση

Γονιδιοτοξικότητα

Τοξικότητα για την αναπαραγωγή

Τοξικότητα για την ανάπτυξη του εμβρύου

Νευροτοξικότητα

Κινητική (φαρμακοκινητική, τοξικοκινητική, απομάκρυνση καταλοίπων)

Φαρμακοδυναμική (συμπεριλαμβανομένης της φαρμακολογίας ασφάλειας)

Φωτοτοξικότητα

Οικοτοξικότητα

Δοκιμές ασφάλειας στον τομέα των τροφίμων και ζωοτροφών

Ασφάλεια των στοχευόμενων ζώων

Άλλη

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ

Μέθοδοι δοκιμών οξείας και υποξείας τοξικότητας

LD50, LC50

Άλλες θανατηφόρες μέθοδοι

Μη θανατηφόρες μέθοδοι

ΤΕΛΟΣ

Τοξικότητα επαναλαμβανόμενης δόσης

έως 28 ημέρες

29-90 ημέρες

> 90 ημέρες

ΤΕΛΟΣ

ΜΟΡΦΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 54 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2010/63/ΕΕ

1.

Τα στοιχεία θα πρέπει να εισάγονται για κάθε χρήση του ζώου.

2.

Κατά την εισαγωγή στοιχείων για ζώο, είναι δυνατή μόνο μια επιλογή εντός κατηγορίας.

3.

Τα ζώα που θανατώνονται για τη λήψη οργάνων και ιστών, καθώς και τα ζώα-φρουροί (sentinels) εξαιρούνται από την παροχή στατιστικών στοιχείων, εκτός εάν πρόκειται για θανάτωση βάσει άδειας για έργο, με μέθοδο που δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV, ή εάν το ζώο υπέστη, πριν θανατωθεί, επέμβαση κατά την οποία σημειώθηκε υπέρβαση του ορίου ελάχιστου πόνου, ταλαιπωρίας, αγωνίας και μόνιμης βλάβης.

4.

Τα πλεονάζοντα ζώα που θανατώνονται δεν συνυπολογίζονται στα στατιστικά στοιχεία, με εξαίρεση τα γενετικώς τροποποιημένα ζώα με επιβλαβή φαινότυπο που είναι εσκεμμένος και εκδηλώνεται.

5.

Οι προνύμφες ζώων προσμετρώνται όταν έχουν αποκτήσει την ικανότητα να τρέφονται αυτόνομα.

6.

Οι εμβρυϊκές μορφές ειδών θηλαστικών δεν προσμετρώνται· πρέπει να προσμετρώνται μόνο τα ζώα που γεννιούνται – και με καισαρική τομή – και είναι ζωντανά.

7.

Σε κάθε περίπτωση υπέρβασης του ορίου κατάταξης «βαριά», ανεξαρτήτως του εάν είχε εκ των προτέρων επιτραπεί ή όχι, τα αντίστοιχα ζώα και η χρήση τους πρέπει να δηλώνονται κανονικά όπως και για τις λοιπές χρήσεις, στην κατηγορία «Βαριά». Στο τμήμα «Επεξηγήσεις του κράτους μέλους» θα πρέπει να προστίθενται σχόλια για τα ζωικά είδη, τους αριθμούς ζώων, το κατά πόσον είχε εκ των προτέρων εγκριθεί εξαίρεση ή όχι, τις λεπτομέρειες της χρήσης και τα αίτια της υπέρβασης του ορίου κατάταξης «βαριά».

8.

Τα δεδομένα πρέπει να δηλώνονται για το έτος περάτωσης της διαδικασίας. Στην περίπτωση των μελετών που διαρκούν δύο ημερολογιακά έτη, επιτρέπεται να προσμετρώνται όλα τα ζώα μαζί στο έτος περάτωσης της τελευταίας διαδικασίας, εάν η αρμόδια αρχή εγκρίνει αυτή την εξαίρεση από την ετήσια υποβολή στοιχείων. Προκειμένου για έργα διάρκειας άνω των δύο ημερολογιακών ετών, τα ζώα δηλώνονται στο έτος θανάτου ή θανάτωσής τους.

9.

Η χρήση της κατηγορίας «Άλλο» συνεπάγεται την υποχρεωτική καταχώριση περισσότερων λεπτομερειών στις επεξηγήσεις.

Α.   ΓΕΝΕΤΙΚΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΖΩΑ

1.

Για τους σκοπούς της υποβολής στατιστικών στοιχείων, η έννοια «γενετικώς τροποποιημένα ζώα» περιλαμβάνει τα ζώα που έχουν υποστεί γενετική τροποποίηση (διαγονιδιακά ζώα, απενεργοποίηση γονιδίων (knock-out) και άλλες μορφές γενετικής τροποποίησης), καθώς και τα μεταλλαγμένα ζώα που απαντούν στη φύση ή φέρουν επαγόμενη μετάλλαξη.

2.

Γενετικώς τροποποιημένα ζώα δηλώνονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέας σειράς,

β)

όταν χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση εδραιωμένης σειράς με επιβλαβή φαινότυπο που είναι εσκεμμένος και εκδηλώνεται ή

γ)

όταν χρησιμοποιούνται σε άλλες (επιστημονικές) διαδικασίες (δηλ. όχι για τη δημιουργία ή συντήρηση σειρών).

3.

Θα πρέπει να δηλώνονται όλα τα ζώα που φέρουν τη γενετική τροποποίηση κατά τη δημιουργία νέας σειράς. Επιπλέον, θα πρέπει να δηλώνονται και τα ζώα που χρησιμοποιούνται για υπερωορρηξία, εκτομή σπερματικού πόρου ή εμφύτευση εμβρύου (ανεξαρτήτως του εάν τα ίδια είναι γενετικώς τροποποιημένα). Τα φυσιολογικά από γενετικής πλευράς ζώα (απόγονοι με χαρακτηριστικά του άγριου είδους) που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της δημιουργίας νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς δεν θα πρέπει να δηλώνονται.

4.

Στο πεδίο «Σκοποί», τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς θα πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Βασική έρευνα» ή «Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα», αναλόγως του για ποια από τις δύο δημιουργείται η σειρά.

5.

Μια νέα φυλή ή σειρά γενετικώς τροποποιημένων ζώων θεωρείται «εδραιωμένη» όταν η μεταβίβαση της γενετικής τροποποίησης είναι σταθερή, το οποίο σημαίνει τουλάχιστον δύο γενεές, και έχει ολοκληρωθεί αξιολόγηση καλής διαβίωσης.

6.

Κατά την αξιολόγηση καλής διαβίωσης κρίνεται αν η νεοδημιουργηθείσα σειρά αναμένεται να έχει εσκεμμένο επιβλαβή φαινότυπο· εάν αυτό ισχύει, τα ζώα θα πρέπει στο εξής να δηλώνονται στην κατηγορία «Διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών εδραιωμένων, γενετικώς τροποποιημένων ζώων που δεν χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες» ή, κατά περίπτωση, στις άλλες διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιούνται. Εάν η αξιολόγηση καλής διαβίωσης καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν αναμένεται να έχει η σειρά επιβλαβή φαινότυπο, η αναπαραγωγή της δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διαδικασιών και δεν χρειάζεται πλέον να δηλώνεται.

7.

Η κατηγορία «Διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών εδραιωμένων, γενετικώς τροποποιημένων ζώων που δεν χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες» περιλαμβάνει τα ζώα που απαιτούνται για τη διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών γενετικώς τροποποιημένων ζώων εδραιωμένων σειρών με εσκεμμένο επιβλαβή φαινότυπο, τα οποία έχουν εκδηλώσει πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη εξαιτίας του επιβλαβούς γονότυπου. Ο σκοπός που επιδιώκεται με τη διατήρηση της σειράς δεν καταγράφεται.

8.

Όλα τα γενετικώς τροποποιημένα ζώα που χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες (όχι για τη δημιουργία ή συντήρηση γενετικώς τροποποιημένων σειρών) θα πρέπει να δηλώνονται στον αντίστοιχο σκοπό (όπως κάθε ζώο που δεν είναι γενετικώς τροποποιημένο). Δεν λαμβάνεται υπόψη αν τα ζώα αυτά εκδηλώνουν ή όχι επιβλαβή φαινότυπο.

9.

Τα γενετικώς τροποποιημένα ζώα που εκφράζουν επιβλαβή φαινότυπο και θανατώνονται για τη λήψη των οργάνων και των ιστών τους θα πρέπει να δηλώνονται στους πρωταρχικούς σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν τα όργανα/ιστοί.

Β.   ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Στα κατωτέρω τμήματα τηρείται η σειρά των κατηγοριών και των αντίστοιχων επικεφαλίδων του διαγράμματος ροής.

1.   Είδος ζώου

i.

Όλα τα είδη κεφαλόποδων πρέπει να δηλώνονται κάτω από την επικεφαλίδα Κεφαλόποδα από το στάδιο κατά το οποίο το ζώο αποκτά την ικανότητα να τρέφεται αυτόνομα, δηλ. αμέσως μετά την εκκόλαψη, προκειμένου για το χταπόδι και το καλαμάρι, και περίπου επτά ημέρες μετά την εκκόλαψη στην περίπτωση της σουπιάς.

ii.

Τα ψάρια θα πρέπει να προσμετρώνται από το στάδιο κατά το οποίο αποκτούν την ικανότητα να τρέφονται αυτόνομα και έπειτα. Τα ζεβρόψαρα που διατηρούνται σε βέλτιστες συνθήκες αναπαραγωγής (περίπου + 28 °C) θα πρέπει να προσμετρώνται πέντε ημέρες μετά τη γονιμοποίηση.

iii.

Λόγω του μικρού μεγέθους ορισμένων ειδών ψαριών και κεφαλόποδων, ο αριθμός τους επιτρέπεται να υπολογίζεται κατ’ εκτίμηση.

2.   Επαναχρησιμοποίηση

i.

Κάθε χρήση του ζώου θα πρέπει να δηλώνεται στο τέλος κάθε διαδικασίας.

ii.

Στις στατιστικές θα παρουσιάζεται ο αριθμός των πρωτοχρησιμοποιηθέντων ζώων μόνο σε συνάρτηση με το είδος τους και τον τόπο γέννησής τους. Συνεπώς, δεν καταγράφεται ο «τόπος γέννησης» των επαναχρησιμοποιηθέντων ζώων.

iii.

Στις επόμενες κατηγορίες θα εμφαίνεται ο αριθμός των χρήσεων ζώων σε διαδικασίες. Δεν υπάρχει επομένως δυνατότητα παραπομπής από τους αριθμούς αυτούς στους συνολικούς αριθμούς πρωτοχρησιμοποιηθέντων ζώων.

iv.

Ο αριθμός επαναχρησιμοποιηθέντων ζώων δεν είναι δυνατόν να αφαιρείται από τα στοιχεία λόγω του ότι ορισμένα ζώα ενδεχομένως επαναχρησιμοποιήθηκαν περισσότερο από μια φορά.

v.

Θα πρέπει να δηλώνεται η πραγματική ταλαιπωρία του ζώου κατά τη διαδικασία, η οποία είναι δυνατόν να επηρεαστεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, από προγενέστερες χρήσεις. Ωστόσο, η δριμύτητα δεν αυξάνεται πάντοτε κατά την επόμενη χρήση, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις μπορεί και να μειωθεί ως επακόλουθο της χρήσης (εξοικείωση). Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να επιχειρείται αυτόματη άθροιση των βαθμών δριμύτητας που προκύπτουν από τις προγενέστερες χρήσεις του ζώου. Η δριμύτητα θα πρέπει να κρίνεται κατά περίπτωση.

Επαναχρησιμοποίηση σε αντιδιαστολή με τη συνεχή χρήση

Ως διαδικασία νοείται η χρήση ενός ζώου για έναν και μόνο εκπαιδευτικό/πειραματικό/εκπαιδευτικό/επιμορφωτικό σκοπό. Η εφάπαξ χρήση εκτείνεται από τη χρονική στιγμή της εφαρμογής της πρώτης τεχνικής στο ζώο μέχρι την ολοκλήρωση της συλλογής δεδομένων και των παρατηρήσεων ή την επίτευξη του εκπαιδευτικού στόχου. Πρόκειται συνήθως για μεμονωμένο πείραμα ή δοκιμή με μια τεχνική ή κατάρτιση σε αυτή.

Η μεμονωμένη διαδικασία ενδέχεται να περιλαμβάνει περισσότερα του ενός στάδια (τεχνικές), τα οποία είναι κατ’ ανάγκη συνδεδεμένα για την επίτευξη ενός και μόνο αποτελέσματος και απαιτούν τη χρήση του ίδιου ζώου.

Ο τελικός χρήστης δηλώνει ολόκληρη τη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης τυχόν προετοιμασίας (ανεξαρτήτως του τόπου της), και λαμβάνει υπόψη τη δριμύτητα που σχετίζεται με την προετοιμασία.

Παραδείγματα προετοιμασίας είναι, μεταξύ άλλων, χειρουργικές επεμβάσεις (όπως καθετηριασμός, εμφύτευση τηλεμετρικών συσκευών, οωθηκεκτομή, ορχεκτομή, υποφυσεκτομή κ.λπ.) και άλλες επεμβάσεις πλην των χειρουργικών (όπως χορήγηση τροποποιημένου σιτηρεσίου, πρόκληση διαβήτη κ.λπ.) Το ίδιο ισχύει για την εκτροφή γενετικώς τροποποιημένων ζώων, δηλ. όταν το ζώο χρησιμοποιείται στην επιδιωκόμενη γι’ αυτό διαδικασία, ο τελικός χρήστης δηλώνει ολόκληρη τη διαδικασία, λαμβάνοντας υπόψη τη δριμύτητα που σχετίζεται με τον φαινότυπο. Περισσότερες λεπτομέρειες παρέχονται στο τμήμα για τα γενετικώς τροποποιημένα ζώα.

Στην εξαιρετική περίπτωση που ένα ζώο το οποίο είχε υποβληθεί σε προετοιμασία δεν χρησιμοποιήθηκε για επιστημονικό σκοπό, η μονάδα που προετοίμασε το ζώο θα πρέπει να δηλώσει στις στατιστικές τις λεπτομέρειες της προετοιμασίας ως ανεξάρτητη διαδικασία ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό, υπό την προϋπόθεση ότι κατά την προετοιμασία του ζώου σημειώθηκε υπέρβαση του ορίου ελάχιστου πόνου, ταλαιπωρίας, αγωνίας και μόνιμης βλάβης.

3.   Τόπος γέννησης

Ζώα που γεννήθηκαν στην ΕΕ, σε καταχωρισμένο εκτροφέα
Ζώα που γεννήθηκαν στην ΕΕ, όχι όμως σε καταχωρισμένο εκτροφέα
Ζώα που γεννήθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη
Ζώα που γεννήθηκαν εκτός Ευρώπης

i.

Η καταγωγή βασίζεται στον τόπο γέννησης, δηλ. «γεννήθηκε στ …», και όχι στον τόπο προμήθειας του ζώου.

ii.

Η επιλογή «Ζώα που γεννήθηκαν στην ΕΕ, σε καταχωρισμένο εκτροφέα» καλύπτει τα ζώα που γεννιούνται σε εκτροφείς οι οποίοι έχουν αδειοδοτηθεί και καταχωριστεί βάσει του άρθρου 20 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ.

iii.

Η επιλογή «Ζώα που γεννήθηκαν στην ΕΕ, όχι όμως σε καταχωρισμένο εκτροφέα» καλύπτει τα ζώα που δεν γεννιούνται σε καταχωρισμένους εκτροφείς, όπως άγρια ζώα, κτηνοτροφικά ζώα (εκτός εάν ο κτηνοτρόφος έχει αδειοδοτηθεί και καταχωριστεί), καθώς και τις εξαιρέσεις που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 3 της οδηγίας 2010/63/ΕΕ.

iv.

Οι επιλογές «Ζώα που γεννήθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη» και «Ζώα που γεννήθηκαν εκτός Ευρώπης» συγκεντρώνουν όλα τα ζώα, ανεξαρτήτως του αν έχουν αναπαραχθεί σε καταχωρισμένες ή άλλες μονάδες εκτροφής, και περιλαμβάνει τα ζώα που αιχμαλωτίζονται από το φυσικό τους περιβάλλον.

4.   Πρωτεύοντα πλην ανθρώπου – προέλευση

Ζώα που γεννήθηκαν σε καταχωρισμένο εκτροφέα εντός της ΕΕ
Ζώα που γεννήθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη
Ζώα που γεννήθηκαν στην Ασία
Ζώα που γεννήθηκαν στην Αμερική
Ζώα που γεννήθηκαν στην Αφρική
Ζώα που γεννήθηκαν σε άλλον τόπο

Για τους σκοπούς της παρούσας υποβολής στοιχείων:

i.

στα ζώα που γεννήθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη περιλαμβάνονται τα ζώα που έχουν γεννηθεί στην Τουρκία, τη Ρωσία και το Ισραήλ·

ii.

στα ζώα που γεννήθηκαν στην Ασία περιλαμβάνονται τα ζώα που έχουν γεννηθεί στην Κίνα·

iii.

στα ζώα που γεννήθηκαν στην Αμερική περιλαμβάνονται τα ζώα που έχουν γεννηθεί στη Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική·

iv.

στα ζώα που γεννήθηκαν στην Αφρική περιλαμβάνονται τα ζώα που έχουν γεννηθεί στον Μαυρίκιο·

v.

στα ζώα που γεννήθηκαν σε άλλον τόπο περιλαμβάνονται τα ζώα που έχουν γεννηθεί στην Αυστραλασία.

Η καταγωγή των ζώων που καταγράφονται στην επιλογή «Ζώα που γεννήθηκαν σε άλλον τόπο» πρέπει να προσδιορίζεται λεπτομερώς με τα υποβαλλόμενα στην αρμόδια αρχή στοιχεία.

5.   Πρωτεύοντα πλην ανθρώπου – γενεά

F0
F1
F2 και επόμενες
Αυτοδύναμος εκτρεφόμενος πληθυσμός

i.

Για όσο διάστημα ο εκτρεφόμενος πληθυσμός δεν είναι αυτοδύναμος, τα ζώα που έχουν γεννηθεί στον συγκεκριμένο πληθυσμό θα πρέπει να δηλώνονται υπό F0, F1, F2 και επόμενες, ανάλογα με τη γενεά τους που προέκυψε από τη μητρική σειρά.

ii.

Αφότου το σύνολο του εκτρεφόμενου πληθυσμού έχει καταστεί αυτοδύναμο, όλα τα ζώα που έχουν γεννηθεί στον συγκεκριμένο πληθυσμό θα πρέπει να δηλώνονται υπό «Αυτοδύναμος εκτρεφόμενος πληθυσμός», ανεξαρτήτως της γενεάς τους που προέκυψε από τη μητρική σειρά.

6.   Γενετική κατάσταση

Χωρίς γενετική τροποποίηση
Γενετικώς τροποποιημένα χωρίς επιβλαβή φαινότυπο
Γενετικώς τροποποιημένα με επιβλαβή φαινότυπο

i.

Η επιλογή «Χωρίς γενετική τροποποίηση» καλύπτει όλα τα ζώα που δεν είναι γενετικώς τροποποιημένα και περιλαμβάνει τους φυσιολογικούς από γενετικής πλευράς γονείς που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς/φυλής ζώων.

ii.

Η επιλογή «Γενετικώς τροποποιημένα χωρίς επιβλαβή φαινότυπο» περικλείει τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων σειρών, φέρουν τη γενετική τροποποίηση αλλά δεν εκδηλώνουν επιβλαβή φαινότυπο, καθώς και τα γενετικώς τροποποιημένα ζώα που χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες (όχι για δημιουργία ή συντήρηση) αλλά δεν εκδηλώνουν επιβλαβή φαινότυπο.

iii.

Η επιλογή «Γενετικώς τροποποιημένα με επιβλαβή φαινότυπο» περικλείει:

α)

τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων σειρών και εκδηλώνουν επιβλαβή φαινότυπο,

β)

τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση εδραιωμένης σειράς με εσκεμμένο επιβλαβή φαινότυπο και εκδηλώνουν επιβλαβή φαινότυπο και

γ)

τα γενετικώς τροποποιημένα ζώα που χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες (όχι για δημιουργία ή συντήρηση) και εκδηλώνουν επιβλαβή φαινότυπο.

7.   Δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς

Ζώα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς/φυλής

Στην επιλογή «Ζώα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς/φυλής» προσδιορίζονται τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων, γενετικώς τροποποιημένων σειρών, διαχωριζόμενα από τα λοιπά ζώα που χρησιμοποιούνται για «βασική έρευνα» ή «μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα».

8.   Δριμύτητα

i.

Καταληκτική (χωρίς ανάνηψη) – Τα ζώα που υποβάλλονται σε διαδικασία η οποία διεξάγεται εξ ολοκλήρου με γενική αναισθησία και μετά την οποία δεν ανακτούν τις αισθήσεις τους πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Καταληκτική».

ii.

Ήπια (έως και) – Τα ζώα που υποβάλλονται σε διαδικασία η οποία έχει ως συνέπεια βραχυχρόνιο ήπιο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία γι’ αυτά (των εν λόγω συνεπειών συμπεριλαμβανομένων), καθώς όταν η διαδικασία δεν συνεπάγεται ουσιαστική βλάβη της ευεξίας ή της γενικής κατάστασης των ζώων, πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Ήπια». ΣΗΜ.: Στην κατηγορία αυτή θα πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνεται κάθε ζώο που χρησιμοποιήθηκε σε εγκεκριμένο έργο, χωρίς όμως να παρατηρηθεί τελικά βαθμός πόνου, ταλαιπωρίας, αγωνίας ή μόνιμης βλάβης ισοδύναμος με εκείνον που προκαλεί η εισαγωγή βελόνας σύμφωνα με την ορθή κτηνιατρική πρακτική, εξαιρουμένων των ζώων που απαιτούνται για τη διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών γενετικώς τροποποιημένων ζώων εδραιωμένων σειρών με εσκεμμένο επιβλαβή φαινότυπο, τα οποία δεν έχουν εκδηλώσει πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη εξαιτίας του επιβλαβούς γονότυπου.

iii.

Μέτρια – Τα ζώα που υποβάλλονται σε διαδικασία η οποία συνεπάγεται γι’ αυτά βραχυχρόνιο μέτριο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία ή μακροχρόνιο ήπιο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία, καθώς και σε διαδικασίες οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν μέτρια βλάβη της ευεξίας ή της γενικής κατάστασης των ζώων, πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Μέτρια».

iv.

Βαριά – Τα ζώα που υποβάλλονται σε διαδικασία η οποία συνεπάγεται γι’ αυτά έντονο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία ή μακροχρόνιο μέτριο πόνο, ταλαιπωρία ή αγωνία, καθώς και σε διαδικασίες οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρή βλάβη της ευεξίας ή της γενικής κατάστασης των ζώων, πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Βαριά».

v.

Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου κατάταξης «βαριά», ανεξαρτήτως του εάν είχε εκ των προτέρων επιτραπεί ή όχι, τα αντίστοιχα ζώα και η χρήση τους πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Βαριά». Στο τμήμα «Επεξηγήσεις του κράτους μέλους» θα πρέπει να προστίθενται σχόλια για τα ζωικά είδη, τους αριθμούς ζώων, το κατά πόσον είχε εκ των προτέρων εγκριθεί εξαίρεση ή όχι, τις λεπτομέρειες της χρήσης και τα αίτια της υπέρβασης του ορίου κατάταξης «βαριά».

9.   Σκοποί

Βασική έρευνα
Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα
Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή
Προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με γνώμονα την υγεία ή την καλή διαβίωση ανθρώπων και ζώων
Διατήρηση ζωικών ειδών
Ανώτερη εκπαίδευση ή κατάρτιση για την απόκτηση, διατήρηση ή βελτίωση επαγγελματικών δεξιοτήτων
Ιατροδικαστικές έρευνες
Διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών εδραιωμένων, γενετικώς τροποποιημένων ζώων που δεν χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες

i.   Βασική έρευνα

Η βασική έρευνα περιλαμβάνει μελέτες θεμελιώδους χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων όσων έχουν ως αντικείμενο τη φυσιολογία· μελέτες που έχουν σχεδιαστεί με στόχο τον εμπλουτισμό των γνώσεων σχετικά με τη φυσιολογική και την ανώμαλη δομή, λειτουργία και συμπεριφορά των ζωντανών οργανισμών και του περιβάλλοντός τους και στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι θεμελιώδεις τοξικολογικές μελέτες· διερεύνηση και ανάλυση με επίκεντρο τη βαθύτερη ή πληρέστερη κατανόηση ενός θέματος, φαινομένου ή βασικού νόμου της φύσης και όχι μια συγκεκριμένη πρακτική εφαρμογή των αποτελεσμάτων.

Τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων, γενετικώς τροποποιημένων ζωικών σειρών (συμπεριλαμβανομένης της διασταύρωσης δύο σειρών), προοριζόμενων να χρησιμοποιηθούν σε βασική έρευνα (π.χ. αναπτυξιακή βιολογία, ανοσολογία), θα πρέπει να καταγράφονται ανάλογα με τον σκοπό της δημιουργίας τους. Επιπλέον, θα πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Δημιουργία νέας γενετικής σειράς – Ζώα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς/φυλής».

Θα πρέπει να δηλώνονται όλα τα ζώα που φέρουν τη γενετική τροποποίηση κατά τη δημιουργία νέας σειράς. Στην κατηγορία αυτή δηλώνονται επίσης τα ζώα που χρησιμοποιούνται στη δημιουργία, όπως για υπερωορρηξία, εκτομή σπερματικού πόρου και εμφύτευση εμβρύου. Από την υποβολή στοιχείων θα πρέπει να εξαιρούνται οι απόγονοι που δεν είναι γενετικώς τροποποιημένοι (απόγονοι με χαρακτηριστικά του άγριου είδους).

Μια νέα φυλή ή σειρά γενετικώς τροποποιημένων ζώων θεωρείται «εδραιωμένη» όταν η μεταβίβαση της γενετικής τροποποίησης είναι σταθερή, το οποίο σημαίνει τουλάχιστον δύο γενεές, και έχει ολοκληρωθεί αξιολόγηση καλής διαβίωσης.

ii.   Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα

Η κατηγορία «μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα» περικλείει τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς οι οποίοι περιγράφονται στο άρθρο 5 στοιχεία β) και γ) της οδηγίας, εξαιρουμένης της χρήσης ζώων στο πλαίσιο ρυθμίσεων.

Συμπεριλαμβάνονται επίσης η τοξικολογία φαρμακευτικών ανακαλύψεων και οι έρευνες για την προετοιμασία της υποβολής αιτήσεων έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων, καθώς και η ανάπτυξη μεθόδων, ενώ δεν συμπεριλαμβάνονται οι μελέτες που απαιτούνται για την υποβολή αιτήσεων έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων.

Τα ζώα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία νέων, γενετικώς τροποποιημένων ζωικών σειρών (συμπεριλαμβανομένης της διασταύρωσης δύο σειρών), προοριζόμενων να χρησιμοποιηθούν σε μεταγραφική ή εφαρμοσμένη έρευνα (π.χ. αντικαρκινική έρευνα, ανάπτυξη εμβολίων), θα πρέπει να καταγράφονται ανάλογα με τον σκοπό της δημιουργίας τους. Επιπλέον, θα πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Δημιουργία νέας γενετικής σειράς – Ζώα που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία νέας, γενετικώς τροποποιημένης σειράς/φυλής».

Θα πρέπει να δηλώνονται όλα τα ζώα που φέρουν τη γενετική τροποποίηση κατά τη δημιουργία νέας σειράς. Στην κατηγορία αυτή δηλώνονται επίσης τα ζώα που χρησιμοποιούνται στη δημιουργία, όπως για υπερωορρηξία, εκτομή σπερματικού πόρου και εμφύτευση εμβρύου. Από την υποβολή στοιχείων θα πρέπει να εξαιρούνται οι απόγονοι που δεν είναι γενετικώς τροποποιημένοι (απόγονοι με χαρακτηριστικά του άγριου είδους).

Μια νέα φυλή ή σειρά γενετικώς τροποποιημένων ζώων θεωρείται «εδραιωμένη» όταν η μεταβίβαση της γενετικής τροποποίησης είναι σταθερή, το οποίο σημαίνει τουλάχιστον δύο γενεές, και έχει ολοκληρωθεί αξιολόγηση καλής διαβίωσης.

iii.   Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή ανά τύπο

Χρήση ζώων σε διαδικασίες που αποσκοπούν στην ικανοποίηση απαιτήσεων της νομοθεσίας όσον αφορά την παραγωγή προϊόντων/ουσιών και τη διάθεση και διατήρησή τους στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των εκτιμήσεων ασφάλειας και κινδύνου για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές. Συμπεριλαμβάνονται οι δοκιμές που διεξάγονται σε προϊόντα/ουσίες για τα οποία τελικά δεν υποβάλλονται αιτήσεις έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων, εφόσον οι δοκιμές αυτές θα είχαν περιληφθεί στην αίτηση, εάν είχε υποβληθεί στο πλαίσιο ρυθμίσεων (δηλ. δοκιμές στα προϊόντα/ουσίες, η διαδικασία ανάπτυξης των οποίων δεν ολοκληρώνεται).

Συμπεριλαμβάνονται επίσης τα ζώα που χρησιμοποιούνται στη διεργασία παραγωγής προϊόντων, εάν απαιτείται έγκριση της εν λόγω διεργασίας βάσει των ρυθμίσεων (π.χ. τα ζώα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων με βάση ορό θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην παρούσα κατηγορία).

Εξαιρείται η διεξαγωγή δοκιμών αποτελεσματικότητας κατά την ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών προϊόντων, η οποία θα πρέπει να δηλώνεται στην κατηγορία «Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα».

iv.   Προστασία του φυσικού περιβάλλοντος με γνώμονα την υγεία ή την καλή διαβίωση ανθρώπων και ζώων

Περιλαμβάνονται οι μελέτες που αποσκοπούν στη διερεύνηση και κατανόηση φαινομένων όπως η ρύπανση του περιβάλλοντος ή η απώλεια βιοποικιλότητας, καθώς και οι επιδημιολογικές μελέτες σε άγρια ζώα.

Εξαιρείται η χρήση ζώων για οικοτοξικολογικούς σκοπούς στο πλαίσιο ρυθμίσεων.

v.   Ανώτερη εκπαίδευση ή κατάρτιση για την απόκτηση, διατήρηση ή βελτίωση επαγγελματικών δεξιοτήτων

Περιλαμβάνεται η κατάρτιση για την απόκτηση και τη διατήρηση πρακτικής επάρκειας σε τεχνικές, όπως επιβάλλει το άρθρο 23 παράγραφος 2 της οδηγίας.

vi.   Διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών εδραιωμένων, γενετικώς τροποποιημένων ζώων που δεν χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες

Η κατηγορία αυτή περικλείει τον αριθμό ζώων που απαιτείται για τη διατήρηση εκτρεφόμενων πληθυσμών γενετικώς τροποποιημένων ζώων εδραιωμένων σειρών με εσκεμμένο επιβλαβή φαινότυπο, τα οποία έχουν εκδηλώσει πόνο, ταλαιπωρία, αγωνία ή μόνιμη βλάβη εξαιτίας του επιβλαβούς γονότυπου. Ο σκοπός που επιδιώκεται με την αναπαραγωγή της σειράς δεν καταγράφεται.

Εξαιρούνται όλα τα ζώα που χρειάζονται για τη δημιουργία νέων γενετικώς τροποποιημένων σειρών και όσα χρησιμοποιούνται σε άλλες διαδικασίες (πλην της δημιουργίας/αναπαραγωγής).

10.   Μελέτες βασικής έρευνας

Ογκολογία
Καρδιαγγειακό, κυκλοφοριακό και λεμφικό σύστημα
Νευρικό σύστημα
Αναπνευστικό σύστημα
Γαστρεντερικό σύστημα και ήπαρ
Μυοσκελετικό σύστημα
Ανοσοποιητικό σύστημα
Ουρογεννητικό/Αναπαραγωγικό σύστημα
Αισθητήρια όργανα (δέρμα, οφθαλμοί και ώτα)
Ενδοκρινικό σύστημα/Μεταβολισμός
Πολυσυστημικές μελέτες
Ηθολογία/Ζωική συμπεριφορά/Ζωική βιολογία
Άλλο

i.   Ογκολογία

Στην κατηγορία αυτή θα πρέπει να υπάγεται κάθε ερευνητική μελέτη με ογκολογικό αντικείμενο, ανεξαρτήτως του στοχευόμενου συστήματος.

ii.   Νευρικό σύστημα

Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τις νευροεπιστήμες, το κεντρικό και το περιφερειακό νευρικό σύστημα, καθώς και την ψυχολογία.

iii.   Αισθητήρια όργανα (δέρμα, οφθαλμοί και ώτα)

Οι μελέτες με θέμα τη ρίνα θα πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Αναπνευστικό σύστημα» και εκείνες που αφορούν τη γλώσσα στην κατηγορία «Γαστρεντερικό σύστημα και ήπαρ».

iv.   Πολυσυστημικές μελέτες

Στην κατηγορία αυτή θα πρέπει να υπάγεται μόνο η έρευνα για την οποία έχουν πρωταρχικό ενδιαφέρον περισσότερα του ενός συστήματα, όπως στην περίπτωση ορισμένων λοιμώξεων, εξαιρουμένης της ογκολογίας.

v.   Η κατηγορία «Ηθολογία/Ζωική συμπεριφορά/Ζωική βιολογία» καλύπτει τόσο τα άγρια ζώα όσο και τα ζώα που διατηρούνται σε αιχμαλωσία, όταν πρωταρχικός στόχος είναι ο εμπλουτισμός των γνώσεων σχετικά με το συγκεκριμένο ζωικό είδος.

vi.   Άλλο

Έρευνα που δεν σχετίζεται με κάποιο από τα ανωτέρω όργανα/συστήματα ούτε είναι ειδική για όργανο/σύστημα.

vii.   Παρατηρήσεις

Τα ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή και διατήρηση μολυσματικών παραγόντων, φορέων και νεοπλασμάτων, ζώα που χρησιμοποιούνται για άλλο βιολογικό υλικό και ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πολυκλωνικών αντισωμάτων με σκοπό τη διεξαγωγή μεταγραφικής/εφαρμοσμένης έρευνας, με εξαίρεση όμως την παραγωγή μονοκλωνικών αντισωμάτων με μέθοδο ασκίτη (η οποία καλύπτεται από την κατηγορία «Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή ανά τύπο»), πρέπει να δηλώνονται στα αντίστοιχα πεδία της κατηγορίας «Μελέτες βασικής έρευνας» ή «Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα». Χρειάζεται προσοχή κατά τον καθορισμό του σκοπού των μελετών, επειδή θα μπορούσε να ισχύει οποιαδήποτε από τις καταχωρίσεις που περιλαμβάνουν οι δύο κατηγορίες, ενώ πρέπει να δηλώνεται μόνο ο κύριος σκοπός.

11.   Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα

Καρκίνος του ανθρώπου
Λοιμώδεις διαταραχές του ανθρώπου
Καρδιαγγειακές διαταραχές του ανθρώπου
Νευρολογικές και ψυχικές διαταραχές του ανθρώπου
Αναπνευστικές διαταραχές του ανθρώπου
Γαστρεντερικές διαταραχές του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των ηπατικών
Μυοσκελετικές διαταραχές του ανθρώπου
Ανοσοποιητικές διαταραχές του ανθρώπου
Ουρογεννητικές/Αναπαραγωγικές διαταραχές του ανθρώπου
Διαταραχές των αισθητήριων οργάνων (δέρμα, οφθαλμοί και ώτα) του ανθρώπου
Ενδοκρινικές/Μεταβολικές διαταραχές του ανθρώπου
Άλλες διαταραχές του ανθρώπου
Ασθένειες και διαταραχές των ζώων
Καλή διαβίωση των ζώων
Διάγνωση ασθενειών
Ασθένειες των φυτών
Τοξικολογία και οικοτοξικολογία εκτός κανονιστικών ρυθμίσεων

i.   Θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται κάθε είδους έρευνα με αντικείμενο των καρκίνο του ανθρώπου και τις λοιμώδεις διαταραχές του ανθρώπου, ανεξαρτήτως του στοχευόμενου συστήματος.

ii.   Πρέπει να εξαιρείται κάθε χρήση ζώων στο πλαίσιο ρυθμίσεων, όπως οι μελέτες καρκινογένεσης που επιβάλλονται από ρυθμίσεις.

iii.   Οι μελέτες με θέμα ρινικές διαταραχές θα πρέπει να δηλώνονται στην κατηγορία «Αναπνευστικές διαταραχές του ανθρώπου» και εκείνες που αφορούν διαταραχές της γλώσσας στην κατηγορία «Γαστρεντερικές διαταραχές του ανθρώπου, συμπεριλαμβανομένων των ηπατικών».

iv.   Η διάγνωση ασθενειών περικλείει τα ζώα που χρησιμοποιούνται στην άμεση διάγνωση ασθενειών όπως η λύσσα και η αλλαντίαση, εξαιρουμένων όμως όσων καλύπτονται από τη χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων.

v.   Η τοξικολογία εκτός κανονιστικών ρυθμίσεων καλύπτει την τοξικολογία φαρμακευτικών ανακαλύψεων και τις έρευνες για την προετοιμασία της υποβολής αιτήσεων έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων, καθώς και την ανάπτυξη μεθόδων. Στην κατηγορία αυτή δεν συμπεριλαμβάνονται οι μελέτες που απαιτούνται για την υποβολή αιτήσεων έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων (προκαταρτικές μελέτες, μελέτες μέγιστης ανεκτής δόσης (MTD)).

vi.   Στην κατηγορία «Καλή διαβίωση των ζώων» θα πρέπει να υπάγονται οι μελέτες που προβλέπονται στο άρθρο 5 στοιχείο β) σημείο (iii) της οδηγίας 2010/63/ΕΕ.

vii.   Παρατηρήσεις

Τα ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή και διατήρηση μολυσματικών παραγόντων, φορέων και νεοπλασμάτων, ζώα που χρησιμοποιούνται για άλλο βιολογικό υλικό και ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πολυκλωνικών αντισωμάτων με σκοπό τη διεξαγωγή μεταγραφικής/εφαρμοσμένης έρευνας, με εξαίρεση όμως την παραγωγή μονοκλωνικών αντισωμάτων με μέθοδο ασκίτη (η οποία καλύπτεται από την κατηγορία «Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή ανά τύπο»), πρέπει να δηλώνονται στα αντίστοιχα πεδία της κατηγορίας «Μελέτες βασικής έρευνας» ή «Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα». Χρειάζεται προσοχή κατά τον καθορισμό του σκοπού των μελετών, επειδή θα μπορούσε να ισχύει οποιαδήποτε από τις καταχωρίσεις που περιλαμβάνουν οι δύο κατηγορίες, ενώ πρέπει να δηλώνεται μόνο ο κύριος σκοπός.

12.   Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή

i.

Χρήση ζώων σε διαδικασίες που αποσκοπούν στην ικανοποίηση απαιτήσεων της νομοθεσίας όσον αφορά την παραγωγή προϊόντων/ουσιών και τη διάθεση και διατήρησή τους στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων των εκτιμήσεων ασφάλειας και κινδύνου για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές.

ii.

Συμπεριλαμβάνονται οι δοκιμές που διεξάγονται σε προϊόντα/ουσίες για τα οποία δεν υποβάλλονται αιτήσεις έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων (δηλ. δοκιμές σε προϊόντα/ουσίες για τα οποία είχε προβλεφθεί η υποβολή αίτησης έγκρισης στο πλαίσιο ρυθμίσεων, αλλά τελικά ο φορέας ανάπτυξής τους τα έκρινε ακατάλληλα για την αγορά, με αποτέλεσμα να μην ολοκληρωθεί η διαδικασία ανάπτυξής τους).

iii.

Η κατηγορία αυτή περικλείει επίσης τα ζώα που χρησιμοποιούνται στη διεργασία παραγωγής προϊόντων, εάν απαιτείται έγκριση της εν λόγω διεργασίας βάσει των ρυθμίσεων (π.χ. τα ζώα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων με βάση ορό θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην παρούσα κατηγορία).

13.   Χρήση στο πλαίσιο ρυθμίσεων και συνήθης παραγωγή ανά τύπο

Ποιοτικός έλεγχος (συμπεριλ/νων των δοκιμών ασφάλειας και ισχύος παρτίδων)
Άλλες δοκιμές αποτελεσματικότητας και ανοχής
Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακολογικών
Συνήθης παραγωγή

i.

Εξαιρείται η διεξαγωγή δοκιμών αποτελεσματικότητας κατά την ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών προϊόντων, η οποία θα πρέπει να δηλώνεται στην κατηγορία «Μεταγραφική και εφαρμοσμένη έρευνα».

ii.

Ο ποιοτικός έλεγχος περικλείει τα ζώα που χρησιμοποιούνται στις δοκιμές καθαρότητας, σταθερότητας, αποτελεσματικότητας, ισχύος και άλλων παραμέτρων ποιοτικού ελέγχου στο τελικό προϊόν και στα συστατικά του, καθώς και στους ελέγχους που διεξάγονται κατά τη διεργασία παραγωγής με σκοπό την καταχώριση του προϊόντος, την ικανοποίηση τυχόν άλλων εθνικών ή διεθνών κανονιστικών απαιτήσεων ή την εφαρμογή της εσωτερικής πολιτικής του παραγωγού, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών πυρετογένεσης.

iii.

Άλλες δοκιμές αποτελεσματικότητας και ανοχής: η κατηγορία αυτή καλύπτει τις δοκιμές αποτελεσματικότητας βιοκτόνων και φυτοφαρμάκων, καθώς και τις δοκιμές ανοχής σε πρόσθετα ζωοτροφών.

iv.

Η κατηγορία «Συνήθης παραγωγή» καλύπτει την παραγωγή μονοκλωνικών αντισωμάτων (με μέθοδο ασκίτη) και προϊόντων αίματος, συμπεριλαμβανομένων των πολυκλωνικών αντιορών, με καθιερωμένες μεθόδους. Εξαιρείται η ανοσοποίηση ζώων για την παραγωγή υβριδωμάτων, η οποία θα πρέπει να καταγράφεται στο κατάλληλο πεδίο της κατηγορίας «Βασική έρευνα» ή «Εφαρμοσμένη έρευνα».

v.

Η κατηγορία «Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας» (όπου συμπεριλαμβάνεται η αξιολόγηση της ασφάλειας προϊόντων και συσκευών για την ιατρική, την οδοντιατρική και την κτηνιατρική) καλύπτει τις μελέτες που διεξάγονται σε οποιοδήποτε προϊόν ή ουσία με σκοπό να διαπιστωθεί το δυναμικό επικίνδυνων ή ανεπιθύμητων επιδράσεών του στον άνθρωπο ή στα ζώα εξαιτίας της σκοπούμενης ή αντικανονικής χρήσης του, της παραγωγής του ή της παρουσίας του στο περιβάλλον ως δυνητικού ή πραγματικού μολυσματικού παράγοντα.

14.   Ποιοτικός έλεγχος (συμπεριλ/νων των δοκιμών ασφάλειας και ισχύος παρτίδων)

Δοκιμές ασφάλειας παρτίδων
Δοκιμές πυρετογένεσης
Δοκιμές ισχύος παρτίδων
Άλλοι ποιοτικοί έλεγχοι

Από τις δοκιμές ασφάλειας παρτίδων εξαιρούνται οι δοκιμές πυρετογένεσης, οι οποίες δηλώνονται στη χωριστή κατηγορία «Δοκιμές πυρετογένεσης».

15.   Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας απαιτούμενες από τη νομοθεσία

Νομοθεσία για τα φαρμακευτικά προϊόντα ιατρικής χρήσης
Νομοθεσία για τα φαρμακευτικά προϊόντα κτηνιατρικής χρήσης και τα κατάλοιπά τους
Νομοθεσία για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα
Νομοθεσία για τα βιομηχανικά χημικά προϊόντα
Νομοθεσία για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα
Νομοθεσία για τα βιοκτόνα
Νομοθεσία για τα τρόφιμα και για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα
Νομοθεσία για τις ζωοτροφές και για την ασφάλεια των στοχευόμενων ζώων, των εργαζομένων και του περιβάλλοντος
Νομοθεσία για τα καλλυντικά
Άλλο

i.

Η νομοθετική απαίτηση θα πρέπει να καταχωρίζεται ανάλογα με τη σκοπούμενη πρωταρχική χρήση.

ii.

Ποιότητα του νερού· εάν πρόκειται, π.χ., για πόσιμο νερό, θα πρέπει να δηλώνεται στην κατηγορία «Νομοθεσία για τα τρόφιμα».

16.   Νομοθετικές απαιτήσεις

Νομοθεσία ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις της ΕΕ
Νομοθεσία ανταποκρινόμενη μόνο σε εθνικές απαιτήσεις (χωρών της ΕΕ)
Νομοθεσία ανταποκρινόμενη μόνο σε απαιτήσεις που δεν είναι της ΕΕ

i.

Η κατηγορία αυτή επιτρέπει να διαπιστώνεται ο βαθμός εναρμόνισης μεταξύ των διαφόρων νομοθετικών απαιτήσεων. Ο καθοριστικός παράγοντας δεν είναι το ποιος ζητεί τη διεξαγωγή της εκάστοτε δοκιμής, αλλά το ποια νομοθεσία τηρείται, με προτεραιότητα στην ευρύτερη δυνατή εναρμόνιση.

ii.

Σε περίπτωση που η εθνική νομοθεσία απορρέει από την ενωσιακή, πρέπει να επιλέγεται μόνο η κατηγορία «Νομοθεσία ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις της ΕΕ».

iii.

Η ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις της ΕΕ νομοθεσία περιλαμβάνει επίσης τις διεθνείς υποχρεώσεις, με την εκπλήρωση των οποίων πληρούνται ταυτόχρονα απαιτήσεις της ΕΕ (όπως η διεξαγωγή δοκιμών σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές των διεθνών διασκέψεων για την εναρμόνιση των τεχνικών απαιτήσεων καταχώρισης φαρμάκων ιατρικής και κτηνιατρικής χρήσης (ICH και VICH, αντίστοιχα) και του ΟΟΣΑ ή με τις μονογραφίες της Ευρωπαϊκής Φαρμακοποιίας).

iv.

Η κατηγορία «Νομοθεσία ανταποκρινόμενη μόνο σε εθνικές απαιτήσεις (χωρών της ΕΕ)» πρέπει να επιλέγεται μόνον όταν η δοκιμή διεξάγεται για την ικανοποίηση των απαιτήσεων ενός ή περισσότερων κρατών μελών, που δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκη με εκείνο στο οποίο εκτελείται η εργασία, ενώ δεν έχει επιβληθεί ισοδύναμη υποχρέωση στην ΕΕ.

v.

Η κατηγορία «Νομοθεσία ανταποκρινόμενη μόνο σε απαιτήσεις που δεν είναι της ΕΕ» πρέπει να επιλέγεται όταν δεν υπάρχει ισοδύναμη υποχρέωση διεξαγωγής της δοκιμής για την ικανοποίηση ενωσιακών απαιτήσεων.

17.   Δοκιμές τοξικότητας και άλλες δοκιμές ασφάλειας ανά τύπο δοκιμών

Μέθοδοι δοκιμών οξείας (εφάπαξ δόση) τοξικότητας (συμπεριλαμβανομένης της οριακής δοκιμής)
Ερεθισμός/Διάβρωση του δέρματος
Δερματική ευαισθητοποίηση
Ερεθισμός/Διάβρωση των οφθαλμών
Τοξικότητα επαναλαμβανόμενης δόσης
Καρκινογένεση
Γονιδιοτοξικότητα
Τοξικότητα για την αναπαραγωγή
Τοξικότητα για την ανάπτυξη του εμβρύου
Νευροτοξικότητα
Κινητική (φαρμακοκινητική, τοξικοκινητική, απομάκρυνση καταλοίπων)
Φαρμακοδυναμική (συμπεριλαμβανομένης της φαρμακολογίας ασφάλειας)
Φωτοτοξικότητα
Οικοτοξικότητα
Δοκιμές ασφάλειας στον τομέα των τροφίμων και ζωοτροφών
Ασφάλεια των στοχευόμενων ζώων
Άλλο

i.

Οι ανοσοτοξικολογικές μελέτες θα πρέπει να υπάγονται στην κατηγορία «Τοξικότητα επαναλαμβανόμενης δόσης»

ii.

Κινητική (φαρμακοκινητική, τοξικοκινητική, απομάκρυνση καταλοίπων): εάν η διεξαγόμενη στο πλαίσιο ρυθμίσεων μελέτη τοξικότητας επαναλαμβανόμενης δόσης περιλαμβάνει τοξικοκινητική, αυτή θα πρέπει να δηλώνεται στην κατηγορία «Τοξικότητα επαναλαμβανόμενης δόσης».

iii.

Οι δοκιμές ασφάλειας στον τομέα των τροφίμων και ζωοτροφών περικλείουν τις δοκιμές σε πόσιμο νερό (συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών ασφάλειας των στοχευόμενων ζώων).

iv.

Ασφάλεια των στοχευόμενων ζώων: πρόκειται για τη διεξαγωγή δοκιμών με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι ένα προϊόν που προορίζεται για συγκεκριμένο ζώο μπορεί να χρησιμοποιείται με ασφάλεια στο οικείο ζωικό είδος (εξαιρουμένων των δοκιμών ασφάλειας παρτίδων, οι οποίες καλύπτονται από τον «ποιοτικό έλεγχο»).

18.   Μέθοδοι δοκιμών οξείας και υποξείας τοξικότητας

LD50, LC50
Άλλες θανατηφόρες μέθοδοι
Μη θανατηφόρες μέθοδοι

19.   Τοξικότητα επαναλαμβανόμενης δόσης

έως 28 ημέρες
29-90 ημέρες
> 90 ημέρες

20.   Χρήση ζώων για παραγωγή υποκείμενη σε ρυθμίσεις ανά τύπο προϊόντων

Προϊόντα με βάση αίμα
Μονοκλωνικά αντισώματα
Άλλο

21.   Οικοτοξικότητα

Οξεία τοξικότητα
Χρόνια τοξικότητα
Τοξικότητα για την αναπαραγωγή
Ενδοκρινική δραστικότητα
Βιοσυσσώρευση
Άλλο

Γ.   ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

1.

Γενικές πληροφορίες σχετικά με τις μεταβολές τάσεων που ενδεχομένως παρατηρήθηκαν μετά την προηγούμενη περίοδο αναφοράς.

2.

Πληροφορίες για σημαντική αύξηση ή μείωση της χρήσης ζώων σε οποιοδήποτε από τα συγκεκριμένα πεδία, με λεπτομερή αιτιολόγηση.

3.

Πληροφορίες για μεταβολές των τάσεων των πραγματικών βαθμών δριμύτητας, με λεπτομερή αιτιολόγηση.

4.

Ιδιαίτερες προσπάθειες για την προώθηση της αρχής της αντικατάστασης, μείωσης και βελτίωσης και ο αντίκτυπός τους στις στατιστικές, εφόσον έχει διαπιστωθεί.

5.

Περαιτέρω ανάλυση της χρήσης της κατηγορίας «Άλλο», εάν έχει δηλωθεί στην κατηγορία αυτή σημαντικό ποσοστό των χρησιμοποιηθέντων ζώων.

6.

Λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις περιπτώσεις υπέρβασης του ορίου κατάταξης «βαριά», ανεξαρτήτως του εάν είχε εκ των προτέρων επιτραπεί ή όχι. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να καλύπτουν τα ζωικά είδη, τους αριθμούς ζώων, το κατά πόσον είχε εκ των προτέρων εγκριθεί εξαίρεση ή όχι, τις λεπτομέρειες της χρήσης και τα αίτια της υπέρβασης του ορίου κατάταξης «βαριά».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΜΟΡΦΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 54 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2010/63/ΕΕ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΙΣ ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4 ΣΤΟΙΧΕΙΟ Α) ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΟΔΗΓΙΑΣ

Είδος μεθόδου

Ζωικά είδη

Αιτιολόγηση