ISSN 1977-0669

doi:10.3000/19770669.L_2012.059.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

55ό έτος
1 Μαρτίου 2012


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 173/2012 της Επιτροπής, της 29ης Φεβρουαρίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 185/2010 όσον αφορά τη διευκρίνιση και την απλούστευση ορισμένων ειδικών μέτρων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες ( 1 )

1

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 174/2012 της Επιτροπής, της 29ης Φεβρουαρίου 2012, για καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

9

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 175/2012 της Επιτροπής, της 29ης Φεβρουαρίου 2012, για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών στον τομέα των σιτηρών οι οποίοι εφαρμόζονται από την 1η Μαρτίου 2012

11

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

2012/131/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2011, σχετικά με τις εισφορές υπέρ της Interbev [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2011) 4923]

14

 

 

2012/132/ΕΕ

 

*

Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 15ης Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με τη χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης στο πλαίσιο έκτακτων μέτρων για την καταπολέμηση της γρίπης των πτηνών στη Γερμανία, την Ιταλία και τις Κάτω Χώρες το 2011 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2012) 776]

34

 

 

2012/133/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 27ης Φεβρουαρίου 2012, για την κατάργηση της απόφασης ΕΚΤ/2010/3 σχετικά με προσωρινά μέτρα που αφορούν την καταλληλότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η ελληνική κυβέρνηση (ΕΚΤ/2012/2)

36

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

1.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 173/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Φεβρουαρίου 2012

για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 185/2010 όσον αφορά τη διευκρίνιση και την απλούστευση ορισμένων ειδικών μέτρων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η πείρα από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2010, σχετικά με τον καθορισμό λεπτομερών μέτρων εφαρμογής των κοινών βασικών προτύπων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες (2), έδειξε ότι είναι αναγκαίο να επέλθουν ελάσσονος σημασίας τροποποιήσεις στους τρόπους εφαρμογής ορισμένων κοινών βασικών προτύπων.

(2)

Πρόκειται για διευκρίνιση ή απλούστευση ορισμένων ειδικών μέτρων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες ώστε να βελτιωθεί η νομική σαφήνεια, να τυποποιηθεί η κοινή ερμηνεία της νομοθεσίας και να διασφαλισθεί περισσότερο η βέλτιστη εφαρμογή ορισμένων ειδικών μέτρων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες.

(3)

Οι τροποποιήσεις αφορούν την εφαρμογή περιορισμένου αριθμού μέτρων σχετικών με τον έλεγχο πρόσβασης, την επιτήρηση και τις περιπολίες, τον έλεγχο ασφαλείας επιβατών και χειραποσκευών, τους ελέγχους ασφαλείας φορτίου και ταχυδρομείου, των προμηθειών πτήσης και των προμηθειών αερολιμένα, την εκπαίδευση προσώπων και τον εξοπλισμό ασφάλειας.

(4)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 185/2010 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Φεβρουαρίου 2012.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 97 της 9.4.2008, σ. 72.

(2)  ΕΕ L 55 της 5.3.2010, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 185/2010 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το σημείο 1.1.3.4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.1.3.4.

Οσάκις πρόσωπα, ή επιβάτες και μέλη πληρωμάτων που φθάνουν από τρίτες χώρες μη αναφερόμενες στο προσάρτημα 4-B και δεν έχουν υποβληθεί σε έλεγχο ασφαλείας ενδέχεται να είχαν πρόσβαση σε ζωτικά τμήματα, πραγματοποιείται το ταχύτερο δυνατόν έρευνα ασφαλείας των τμημάτων εκείνων που θα μπορούσαν να έχουν προσβληθεί, ώστε να διασφαλισθεί εύλογα ότι δεν περιέχουν απαγορευμένα αντικείμενα.

Η παράγραφος 1 θεωρείται ότι πληρούται για αεροσκάφη που υποβάλλονται σε έρευνα ασφαλείας αεροσκάφους.

Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που είχαν πρόσβαση σε ζωτικά τμήματα πρόσωπα καλυπτόμενα από τα σημεία 1.3.2 και 4.1.1.7.

Όσον αφορά επιβάτες ή μέλη πληρωμάτων που φθάνουν από τρίτες χώρες άλλες από τις αναφερόμενες στο προσάρτημα 4-B, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνον για τα ζωτικά τμήματα που χρησιμοποιούνται από αναχωρούντες επιβάτες ή/και παραδιδόμενες αποσκευές που έχουν υποβληθεί σε έλεγχο ασφαλείας που δεν αναχωρούν με το ίδιο αεροσκάφος με εκείνο των επιβατών αυτών και των μελών πληρώματος.».

2.

Στο σημείο 1.2.2.2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Εναλλακτικά, η πρόσβαση επιτρέπεται μετά από θετική ταυτοποίηση με εξακρίβωση των βιομετρικών στοιχείων.».

3.

Στο σημείο 1.2.2.4 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όταν γίνεται χρήση των βιομετρικών στοιχείων αναγνώρισης, η εξακρίβωση εξασφαλίζει ότι το πρόσωπο που ζητεί άδεια πρόσβασης σε αυστηρά ελεγχόμενες περιοχές ασφάλειας διαθέτει μία από τις εξουσιοδοτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 1.2.2.2 και ότι η εν λόγω εξουσιοδότηση είναι έγκυρη και δεν έχει αρθεί η ισχύς της.».

4.

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 1.2.6.9:

«1.2.6.9.

Οχήματα τα οποία χρησιμοποιούνται μόνον στον ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα και δεν έχουν άδεια να κυκλοφορούν σε δημόσιες οδούς, επιτρέπεται να εξαιρούνται της εφαρμογής των σημείων 1.2.6.2 έως 1.2.6.8, με την προϋπόθεση ότι φέρουν ευκρινή εξωτερική σήμανση ότι είναι επιχειρησιακά οχήματα χρησιμοποιούμενα στον συγκεκριμένο αερολιμένα.».

5.

Στο τέλος του σημείου 1.2.7.1 στοιχείο γ) προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«·και

δ)

αποστάσεις μεταξύ του αεροσταθμού ή του σημείου πρόσβασης και του αεροσκάφους με το οποίο τα μέλη του πληρώματος έφθασαν ή θα αναχωρήσουν.».

6.

Το σημείο 1.5.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.5.2.

Η συχνότητα και τα μέσα επιτήρησης και περιπολιών βασίζονται σε αξιολόγηση επικινδυνότητας και εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή. Συνεκτιμώνται:

α)

το μέγεθος του αερολιμένα, καθώς και το πλήθος και η φύση των πτήσεων, και

β)

η διάταξη του αερολιμένα, και ιδίως η αλληλεξάρτηση μεταξύ των καθορισμένων περιοχών του αερολιμένα, και

γ)

οι δυνατότητες και οι περιορισμοί των μέσων επόπτευσης και περιπολίας.

Τα μέρη της αξιολόγησης επικινδυνότητας που αφορούν τη συχνότητα και τα μέσα επιτήρησης και περιπολιών, εφόσον ζητηθεί, διατίθενται γραπτώς για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης.».

7.

Το σημείο 4.1.3.4 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

έχουν αγοραστεί σε ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα, μετά το σημείο ελέγχου των καρτών επιβίβασης, από καταστήματα που υπόκεινται σε εγκεκριμένες διαδικασίες ασφάλειας ενταγμένες στο πρόγραμμα ασφάλειας του αερολιμένα, υπό τον όρο ότι το συγκεκριμένο ΥΑΠ είναι συσκευασμένο σε σφραγισμένη σακούλα ασφάλειας (STEB), η οποία φέρει εντός ικανοποιητική απόδειξη αγοράς σε ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 24 ωρών· ή»·

β)

τα στοιχεία ε) και στ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

έχουν αγοραστεί σε άλλο αερολιμένα της ΕΕ, υπό τον όρο ότι το ΥΑΠ είναι συσκευασμένο σε σφραγισμένη σακούλα ασφάλειας (STEB), η οποία φέρει εντός ικανοποιητική απόδειξη αγοράς σε ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 24 ωρών· ή

στ)

έχει αγοραστεί επί αεροσκάφους αεροπορικής εταιρείας της ΕΕ, υπό τον όρο ότι το ΥΑΠ έχει συσκευαστεί σε σφραγισμένη σακούλα ασφάλειας (STEB), η οποία φέρει ικανοποιητική απόδειξη αγοράς επί του αεροσκάφους εντός των προηγούμενων 24 ωρών· ή».

8.

Το σημείο 5.3.3.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.3.3.2

Παραδιδόμενες αποσκευές που μετατρέπονται σε ασυνόδευτες εξαιτίας παραγόντων άλλων από εκείνους που αναφέρονται στο σημείο 5.3.2 αφαιρούνται από το αεροσκάφος και υποβάλλονται σε νέο έλεγχο ασφάλειας πριν επαναφορτωθούν.».

9.

Το σημείο 6.0.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.0.2.

Τα κάτωθι αντικείμενα θεωρούνται απαγορευμένα αντικείμενα σε αποστολές φορτίου και ταχυδρομείου:

συναρμολογούμενοι εκρηκτικοί και εμπρηστικοί μηχανισμοί που δεν μεταφέρονται σύμφωνα με τους εφαρμοζόμενους κανόνες ασφάλειας πτήσεων.».

10.

Διαγράφεται το σημείο 6.0.3.

11.

Το σημείο 6.3.2.6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.3.2.6.

Τα έγγραφα είναι διαθέσιμα προς επιθεώρηση από την αρμόδια αρχή σε οποιοδήποτε σημείο πριν τη φόρτωση της αποστολής σε αεροσκάφος και κατόπιν κατά τη διάρκεια της πτήσης ή επί 24 ώρες, αναλόγως ποιο διάστημα είναι μεγαλύτερο, και περιέχουν τις εξής πληροφορίες:

α)

το μοναδικό αλφαριθμητικό αναγνωριστικό κωδικό του εγκεκριμένου μεταφορικού γραφείου, όπως αυτός χορηγήθηκε από την αρμόδια αρχή·

β)

το μοναδικό αναγνωριστικό της αποστολής, όπως ο αριθμός της αεροπορικής φορτωτικής (κυρίως ή επιμέρους φορτωτικής)·

γ)

το περιεχόμενο της αποστολής, εξαιρουμένων των αποστολών που αναφέρονται στο σημείο 6.2.3 στοιχεία δ) και ε) της απόφασης C(2010) 774 τελικό της 13ης Απριλίου 2010 (1)·

δ)

το καθεστώς ασφάλειας της αποστολής, με το οποίο δηλώνεται ως:

«SPX», ήτοι ασφαλής για αεροσκάφος μεταφοράς επιβατών, αμιγώς εμπορευματικό αεροσκάφος και αμιγώς ταχυδρομικό αεροσκάφος· ή

«SCO», ήτοι ασφαλής μόνον για αμιγώς εμπορευματικό αεροσκάφος και αμιγώς ταχυδρομικό αεροσκάφος· ή

«SHR», ήτοι ασφαλής για αεροσκάφος μεταφοράς επιβατών, αμιγώς εμπορευματικό αεροσκάφος και αμιγώς ταχυδρομικό αεροσκάφος σύμφωνα με τις απαιτήσεις υψηλού κινδύνου·

ε)

ο λόγος για τον οποίο εκδόθηκε καθεστώς ασφάλειας, όπου δηλώνεται:

«KC», ήτοι παραλαβή από γνωστό αποστολέα· ή

«AC», ήτοι παραλαβή από συμβεβλημένο αποστολέα· ή

τα μέσα ή μέθοδος ελέγχου ασφάλειας· ή

οι λόγοι εξαίρεσης τη αποστολής από τον έλεγχο ασφάλειας·

στ)

το ονοματεπώνυμο του προσώπου που εξέδωσε το καθεστώς ασφάλειας, ή ισοδύναμα στοιχεία ταυτότητας, και την ημερομηνία και την ώρα έκδοσης·

ζ)

το μοναδικό αναγνωριστικό που παρέλαβε από την αρμόδια αρχή, του εγκεκριμένου μεταφορικού γραφείου το οποίο αποδέχθηκε το καθεστώς ασφάλειας που αποδόθηκε στην αποστολή από οποιοδήποτε άλλο εγκεκριμένο μεταφορικό γραφείο.

12.

Το σημείο 6.3.2.7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.3.2.7.

Σε περίπτωση ενοποιήσεων, οι απαιτήσεις των σημείων 6.3.2.5 και 6.3.2.6 θεωρείται ότι πληρούνται εφόσον:

α)

το εγκεκριμένο μεταφορικό γραφείο που προβαίνει στην ενοποίηση διαθέτει τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του σημείου 6.3.2.6 στοιχεία α) έως ζ) για κάθε μεμονωμένη αποστολή για όλη τη διάρκεια της (των) πτήσης(-εων) ή επί 24 ώρες, ό,τι διαρκεί περισσότερο και

β)

τα συνοδευτικά έγγραφα της ενοποίησης περιέχουν τον μοναδικό αλφαριθμητικό αναγνωριστικό κωδικό του εγκεκριμένου μεταφορικού γραφείου που εκτέλεσε την ενοποίηση, μοναδικό αναγνωριστικό της ενοποιημένης αποστολής με το αντίστοιχο καθεστώς ασφάλειας.

Το στοιχείο α) δεν απαιτείται για ενοποιήσεις που υπόκεινται πάντοτε σε έλεγχο ασφαλείας ή εξαιρούνται αυτού σύμφωνα με το σημείο 6.2.3 στοιχεία δ) και ε) της απόφασης C(2010) 774, εφόσον το εγκεκριμένο μεταφορικό γραφείο αποδώσει στην ενοποιημένη αποστολή μοναδικό αναγνωριστικό και επισημάνει το καθεστώς ασφάλειας και αιτιολογήσει την έκδοση του καθεστώτος ασφάλειας.».

13.

Στο σημείο 6.6.1.1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

οι αποστολές συσκευάζονται ή σφραγίζονται από το εγκεκριμένο μεταφορικό γραφείο, τον γνωστό αποστολέα ή τον συμβεβλημένο αποστολέα, ώστε να καθίσταται εμφανής οποιαδήποτε παραβίασή τους· εφόσον αυτό δεν είναι δυνατόν λαμβάνονται εναλλακτικά μέτρα προστασίας για την ακεραιότητα της αποστολής· και».

14.

Στο τέλος του σημείου 6.8.2.3 προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Μέχρι τον Ιούλιο του 2014, οι κατά το σημείο 6.3.2.6 στοιχείο δ) δηλώσεις καθεστώτος ασφαλείας για φορτίο ή ταχυδρομείο με προορισμό την ΕΕ επιτρέπεται να εκδίδονται από την ACC3 ή αερομεταφορέα που φθάνει από τρίτη χώρα αναφερόμενη στο προσάρτημα 6ΣΤii· από τον Ιούλιο του 2014 τα εγκεκριμένα μεταφορικά γραφεία που αναφέρονται στο σημείο 6.8.3 μπορούν επίσης να παρέχουν εν προκειμένω δηλώσεις καθεστώτος ασφαλείας.».

15.

Το έβδομο εδάφιο του προσαρτήματος 6-Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

[επωνυμία της εταιρείας] εξασφαλίζει ότι όλο το εμπλεκόμενο προσωπικό εκπαιδεύεται κατάλληλα σύμφωνα με το κεφάλαιο 11 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 και γνωρίζει τις σχετικές με την ασφάλεια ευθύνες του με βάση το πρόγραμμα ασφάλειας της εταιρείας· και».

16.

Η δεύτερη πρόταση στη στήλη «Απαγορευμένα είδη» του προσαρτήματος 6-Δ απαλείφεται.

17.

Το προσάρτημα 6-Ε αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 6-Ε

ΔΗΛΩΣΗ ΜΕΤΑΦΟΡΕΑ

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008 για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και με τις πράξεις εφαρμογής του,

Κατά τη συλλογή, μεταφορά, αποθήκευση και παράδοση αεροπορικού φορτίου/ταχυδρομείου, το οποίο υποβλήθηκε σε διαδικασίες ασφάλειας που εφαρμόσθηκαν [εξ ονόματος του εγκεκριμένου μεταφορικού γραφείου/γνωστού αποστολέα/αερομεταφορέα που εφαρμόζει διαδικασίες ασφαλείας σε φορτίο ή ταχυδρομείο/συμβεβλημένου αποστολέα], βεβαιώνω ότι θα τηρηθούν οι κάτωθι διαδικασίες ασφάλειας:

όλο το προσωπικό που μεταφέρει το εν λόγω αεροπορικό φορτίο/ταχυδρομείο θα έχει λάβει γενική εκπαίδευση σχετική με την ασφάλεια σύμφωνα με το σημείο 11.2.7 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010·

θα ελέγχεται η ηθική ακεραιότητα όλων των προσλαμβανόμενων μελών του προσωπικού που έχουν πρόσβαση στο αεροπορικό φορτίο/ταχυδρομείο. Ο έλεγχος θα περιλαμβάνει τουλάχιστον εξακρίβωση της ταυτότητας (ει δυνατόν δελτίο ταυτότητας, δίπλωμα οδήγησης, διαβατήριο που φέρουν φωτογραφία) και έλεγχο του βιογραφικού σημειώματος ή/και των συστατικών επιστολών·

τα διαμερίσματα φορτίου των οχημάτων θα σφραγίζονται ή θα κλειδώνονται. Τα πλευρικά πετάσματα των οχημάτων θα ασφαλίζονται με κορδόνια TIR. Οι χώροι φόρτωσης των επίπεδων φορτηγών θα διατηρούνται υπό επιτήρηση κατά τη μεταφορά του αεροπορικού φορτίου·

αμέσως πριν από τη φόρτωση, το διαμέρισμα φορτίου θα υποβάλλεται σε έρευνα και το αποτέλεσμα της έρευνας διατηρείται μέχρι την ολοκλήρωση της φόρτωσης·

κάθε οδηγός φέρει δελτίο ταυτότητας, διαβατήριο, δίπλωμα οδήγησης ή άλλο έγγραφο, το οποίο έχει φωτογραφία του και έχει εκδοθεί ή αναγνωρίζεται από τις εθνικές αρχές·

οι οδηγοί δεν κάνουν απρογραμμάτιστες στάσεις μεταξύ συλλογής και παράδοσης. Όταν αυτό είναι αναπόφευκτο, ο οδηγός ελέγχει κατά την επιστροφή του την ασφάλεια του φορτίου και την ακεραιότητα των κλειδαριών ή/και σφραγίσεων. Εάν ο οδηγός διαπιστώσει ενδείξεις παρέμβασης, κοινοποιεί το γεγονός στον επόπτη του και το αεροπορικό φορτίο/ταχυδρομείο παραδίδεται μόνον κατόπιν σχετικής ειδοποίησης κατά την παράδοση·

η μεταφορά δεν ανατίθεται υπεργολαβικά σε τρίτο μέρος, εκτός εάν το τρίτο μέρος έχει συμφωνία μεταφοράς με [ίδια ονομασία με το ανωτέρω εγκεκριμένο μεταφορικό γραφείο/γνωστό αποστολέα/συμβεβλημένο αποστολέα, ή της αρμόδιας αρχής που έχει εγκρίνει ή πιστοποιήσει τον μεταφορέα]· και

άλλες υπηρεσίες (π.χ. αποθήκευση) δεν ανατίθενται υπεργολαβικά σε άλλο μέρος πλην εγκεκριμένου μεταφορικού γραφείου ή φορέα πιστοποιημένου ή εγκεκριμένου και περιλαμβανόμενου και καταχωρισμένου για την παροχή των υπηρεσιών αυτών από την αρμόδια αρχή.

Αποδέχομαι πλήρως την ευθύνη της παρούσας δήλωσης.

Επωνυμία:

Θέση στην εταιρεία:

Όνομα και διεύθυνση της εταιρείας:

Ημερομηνία:

Υπογραφή:».

18.

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 8.0.4:

«8.0.4.

Ο κατάλογος απαγορευμένων αντικειμένων στις προμήθειες πτήσης είναι ίδιος με αυτόν του προσαρτήματος 4-Γ.».

19.

Το σημείο 8.1.4.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.1.4.2.

Ο ενδιαφερόμενος φορέας, για να ορισθεί ως γνωστός προμηθευτής, υποβάλλει τη “δήλωση δεσμεύσεων γνωστού προμηθευτή προμηθειών πτήσης” που περιέχει το προσάρτημα 8-B σε κάθε εταιρεία στην οποία παραδίδει προμήθειες. Η δήλωση φέρει την υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου του.

Η υπογεγραμμένη δήλωση φυλάσσεται από την εταιρεία στην οποία ο γνωστός προμηθευτής παραδίδει προμήθειες εν είδει επικύρωσης.».

20.

Το σημείο 8.1.5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.1.5.   Διαδικασίες ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζουν αερομεταφορείς, εγκεκριμένοι προμηθευτές και γνωστοί προμηθευτές

8.1.5.1.

Αερομεταφορείς, εγκεκριμένοι προμηθευτές και γνωστοί προμηθευτές προμηθειών πτήσης:

α)

ορίζουν ένα πρόσωπο υπεύθυνο για την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες στην εταιρεία· και

β)

εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση σε προμήθειες πτήσης έχουν λάβει γενική εκπαίδευση ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας σύμφωνα με το σημείο 11.2.7 πριν αποκτήσουν πρόσβαση στις προμήθειες αυτές· και

γ)

αποτρέπουν τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις τους και τις προμήθειες πτήσης· και

δ)

εξασφαλίζουν εύλογα ότι δεν αποκρύπτονται απαγορευμένα αντικείμενα στις προμήθειες πτήσης· και

ε)

σφραγίζουν με σφράγιση δηλωτική παραβίασης, ή εξασφαλίζουν φυσική προστασία σε όλα τα οχήματα ή/και εμπορευματοκιβώτια τα οποία μεταφέρουν τις προμήθειες πτήσης.

Το στοιχείο ε) δεν ισχύει κατά τη μεταφορά σε ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα.

8.1.5.2.

Εάν γνωστός προμηθευτής χρησιμοποιεί άλλη εταιρεία που δεν είναι γνωστός προμηθευτής του αερομεταφορέα ή εγκεκριμένος προμηθευτής για την μεταφορά προμηθειών, ο γνωστός προμηθευτής εξασφαλίζει ότι τηρούνται όλοι οι έλεγχοι ασφαλείας που αναφέρονται στο σημείο 8.1.5.1.

8.1.5.3.

Οι διαδικασίες ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζουν αερομεταφορείς και εγκεκριμένοι προμηθευτές υπόκεινται επίσης στις πρόσθετες διατάξεις χωριστής απόφασης της Επιτροπής.».

21.

Το έβδομο εδάφιο του προσαρτήματος 8-Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

[επωνυμία της εταιρείας] εξασφαλίζει ότι όλο το ενδιαφερόμενο προσωπικό έχει λάβει κατάλληλη εκπαίδευση σύμφωνα με το κεφάλαιο 11 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 και γνωρίζει τις σχετικές με την ασφάλεια ευθύνες του με βάση το πρόγραμμα ασφάλειας της εταιρείας· και».

22.

ΤΟ ΠΡΟΣАΡΤΗΜΑ 8-Β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 8-Β

ΔΗΛΩΣΗ ΔΕΣΜΕΥΣΕΩΝ

ΓΝΩΣΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΠΤΗΣΗΣ

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008 για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της ασφάλειας πολιτικής αεροπορίας και με τις εκτελεστικές πράξεις του,

Δηλώνω ότι

α)

[επωνυμία της εταιρείας] ορίζει ένα πρόσωπο υπεύθυνο για την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες στην εταιρεία· και

β)

θα εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση σε προμήθειες πτήσης έχουν λάβει γενική εκπαίδευση ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας σύμφωνα με το σημείο 11.2.7 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 πριν αποκτήσουν πρόσβαση στις προμήθειες αυτές· και

γ)

θα αποτρέπει τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις τους και τις προμήθειες πτήσης· και

δ)

θα εξασφαλίζει εύλογα ότι δεν αποκρύπτονται απαγορευμένα αντικείμενα στις προμήθειες πτήσης· και

ε)

θα σφραγίζει με σφράγιση δηλωτική παραβίασης, ή εξασφαλίζει φυσική προστασία, σε όλα τα οχήματα ή/και εμπορευματοκιβώτια με τα οποία μεταφέρει τις προμήθειες πτήσης (αυτό το στοιχείο δεν ισχύει κατά την μεταφορά σε ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα).

Όταν χρησιμοποιείται άλλη εταιρεία που δεν είναι γνωστός προμηθευτής του αερομεταφορέα ή εγκεκριμένος προμηθευτής για μεταφορά προμηθειών, [επωνυμία της εταιρείας] διασφαλίζει ότι έχουν πραγματοποιηθεί όλοι οι έλεγχοι ασφαλείας που αναφέρονται ανωτέρω.

για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, [επωνυμία της εταιρείας] θα συνεργάζεται πλήρως σε όλες τις επιθεωρήσεις, εφόσον απαιτηθεί, και θα παρέχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που θα ζητήσουν οι επιθεωρητές,

[επωνυμία της εταιρείας] θα ενημερώνει [τον αερομεταφορέα ή τον εγκεκριμένο προμηθευτή στον οποίο παραδίδει προμήθειες πτήσης] για τυχόν σοβαρές παραβιάσεις της ασφάλειας και τυχόν ύποπτες περιστάσεις, οι οποίες ενδέχεται να σχετίζονται με την ασφάλεια προμηθειών πτήσης, και ιδίως για τυχόν απόπειρα απόκρυψης απαγορευμένων αντικειμένων στις προμήθειες,

[επωνυμία της εταιρείας] θα εξασφαλίζει ότι όλο το ενδιαφερόμενο προσωπικό έχει λάβει κατάλληλη εκπαίδευση σύμφωνα με το κεφάλαιο 11 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 και γνωρίζει τις σχετικές με την ασφάλεια ευθύνες του· και

[επωνυμία της εταιρείας] θα ενημερώνει [τον αερομεταφορέα ή τον εγκεκριμένο προμηθευτή στον οποίο παραδίδει προμήθειες πτήσης] εάν:

α)

παύσει τις εμπορικές συναλλαγές· ή

β)

δεν είναι σε θέση πλέον να πληροί τις απαιτήσεις της σχετικής νομοθεσίας της ΕΕ.

Αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη της παρούσας δήλωσης.

Νόμιμος εκπρόσωπος

Όνομα:

Ημερομηνία:

Υπογραφή:».

23.

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 9.0.4:

«9.0.4.

Ο κατάλογος απαγορευμένων αντικειμένων στις προμήθειες αερολιμένα είναι ίδιος με αυτόν του προσαρτήματος 4-Γ.».

24.

Το σημείο 9.1.1.1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.1.1.1.

Οι προμήθειες αερολιμένα υποβάλλονται σε έλεγχο ασφάλειας πριν επιτραπεί η είσοδός τους σε αυστηρά ελεγχόμενη περιοχή ασφαλείας, εκτός εάν:

α)

οι προμήθειες έχουν υποβληθεί στις απαιτούμενες διαδικασίες ασφαλείας από φορέα εκμετάλλευσης αερολιμένα ο οποίος τις παραδίδει στον δικό του αερολιμένα και εφόσον οι προμήθειες ήταν προστατευμένες από μη εξουσιοδοτημένη παρέμβαση από τη στιγμή που εφαρμόσθηκαν οι εν λόγω διαδικασίες ασφαλείας έως την παράδοσή τους σε αυστηρά ελεγχόμενη περιοχή ασφάλειας· ή

β)

οι προμήθειες έχουν υποβληθεί στις απαιτούμενες διαδικασίες ασφάλειας από γνωστό προμηθευτή και εφόσον οι προμήθειες ήταν προστατευμένες από μη εξουσιοδοτημένη παρέμβαση από τη στιγμή που πραγματοποιήθηκαν οι εν λόγω διαδικασίες ασφάλειας έως την παράδοσή τους σε αυστηρά ελεγχόμενη περιοχή ασφάλειας.».

25.

Το σημείο 9.1.3.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.1.3.2.

Ο ενδιαφερόμενος φορέας, για να ορισθεί ως γνωστός προμηθευτής, υποβάλλει τη “δήλωση δεσμεύσεων – γνωστού προμηθευτή αερολιμένα” του προσαρτήματος 9-A στον φορέα εκμετάλλευσης αερολιμένα. Η δήλωση φέρει την υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου του.

Η υπογεγραμμένη δήλωση φυλάσσεται από τον φορέα εκμετάλλευσης αερολιμένα εν είδει επικύρωσης.».

26.

Το σημείο 9.1.4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.1.4.   Διαδικασίες ασφάλειας που πρέπει να εφαρμόζει γνωστός προμηθευτής ή φορέας εκμετάλλευσης αερολιμένα

Γνωστός προμηθευτής προμηθειών αερολιμένα ή φορέας εκμετάλλευσης αερολιμένα που παραδίδει προμήθειες αερολιμένα σε αυστηρά ελεγχόμενη περιοχή ασφαλείας:

α)

ορίζει ένα πρόσωπο υπεύθυνο για την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες στην εταιρεία και

β)

εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση σε προμήθειες αερολιμένα έχουν παρακολουθήσει γενική εκπαίδευση ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας σύμφωνα με το σημείο 11.2.7 πριν αποκτήσουν πρόσβαση στις προμήθειες αυτές· και

γ)

αποτρέπει τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της και τις προμήθειες αερολιμένα· και

δ)

εξασφαλίζει εύλογα ότι δεν αποκρύπτονται απαγορευμένα αντικείμενα στις προμήθειες αερολιμένα· και

ε)

σφραγίζει όλα τα οχήματα ή/και εμπορευματοκιβώτια με τα οποία μεταφέρει τις προμήθειες αερολιμένα ή εξασφαλίζει τη φυσική προστασία τους.

Το στοιχείο ε) δεν ισχύει κατά τη μεταφορά σε ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα.

Εάν γνωστός προμηθευτής χρησιμοποιεί άλλη εταιρεία που δεν είναι γνωστός προμηθευτής του φορέα εκμετάλλευσης του αερολιμένα για τη μεταφορά προμηθειών στον αερολιμένα, ο γνωστός προμηθευτής θα εξασφαλίζει ότι τηρούνται όλες οι διαδικασίες ασφαλείας που αναφέρονται στο παρόν σημείο.».

27.

Το προσάρτημα 9-Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ 9-A

ΔΗΛΩΣΗ ΔΕΣΜΕΥΣΕΩΝ

ΓΝΩΣΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΑ

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008 για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και με τις εκτελεστικές πράξεις του,

Δηλώνω ότι

[επωνυμία της εταιρείας]

α)

θα ορίζει ένα πρόσωπο υπεύθυνο για την ασφάλεια από έκνομες ενέργειες στην εταιρεία· και

β)

θα εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση σε προμήθειες αερολιμένα έχουν παρακολουθήσει γενική εκπαίδευση ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας σύμφωνα με το σημείο 11.2.7 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 πριν αποκτήσουν πρόσβαση στις προμήθειες αυτές· και

γ)

θα αποτρέπει τη μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της και τις προμήθειες αερολιμένα· και

δ)

θα εξασφαλίζει εύλογα ότι δεν αποκρύπτονται απαγορευμένα αντικείμενα στις προμήθειες αερολιμένα· και

ε)

θα σφραγίζει με σφραγίδες δηλωτική παραβίασης ασφάλειας, ή εξασφαλίζει φυσική προστασία, σε όλα τα οχήματα ή/και εμπορευματοκιβώτια τα οποία μεταφέρουν τις προμήθειες αερολιμένα (το παρόν στοιχείο δεν εφαρμόζεται για τη διάρκεια μεταφοράς στον ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα).

Όταν χρησιμοποιείται άλλη εταιρεία που δεν είναι γνωστός προμηθευτής του φορέα εκμετάλλευσης του αερολιμένα για τη μεταφορά προμηθειών, [επωνυμία της εταιρείας] θα διασφαλίζει ότι τηρούνται όλοι οι διαδικασίες ασφαλείας που αναφέρονται ανωτέρω:

για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης, [επωνυμία της εταιρείας] θα συνεργάζεται πλήρως σε όλες τις επιθεωρήσεις, εφόσον απαιτηθεί, και θα παρέχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που θα ζητήσουν οι επιθεωρητές,

[επωνυμία της εταιρείας] θα ενημερώνει [φορέα εκμετάλλευσης του αερολιμένα] για τυχόν σοβαρές παραβιάσεις της ασφάλειας και τυχόν ύποπτες περιστάσεις, οι οποίες ενδέχεται να σχετίζονται με την ασφάλεια προμηθειών αερολιμένα, και ιδίως για τυχόν απόκρυψη απαγορευμένων αντικειμένων στις προμήθειες,

[επωνυμία της εταιρείας] θα εξασφαλίζει ότι όλο το ενδιαφερόμενο προσωπικό έχει λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση σύμφωνα με το κεφάλαιο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 185/2010 και γνωρίζει τις σχετικές με την ασφάλεια ευθύνες του· και

[επωνυμία κατά εταιρείας] θα ενημερώσει [ονομασία του φορέα εκμετάλλευσης αερολιμένα] εάν:

α)

παύσει τις εμπορικές συναλλαγές· ή

β)

δεν είναι σε θέση πλέον να πληροί τις απαιτήσεις της σχετικής νομοθεσίας της ΕΕ.

Αναλαμβάνουμε πλήρως την ευθύνη της παρούσας δήλωσης.

Νόμιμος εκπρόσωπος

Όνομα:

Ημερομηνία:

Υπογραφή:».

28.

Προστίθεται το ακόλουθο σημείο 11.2.7:

«11.2.7.   Εκπαίδευση προσώπων για τα οποία απαιτείται γενική εκπαίδευση ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας

Η εκπαίδευση για τη γενική ενημέρωση όσον αφορά την ασφάλεια αποβλέπει στην απόκτηση των κάτωθι προσόντων:

α)

γνώση προηγούμενων έκνομων ενεργειών στην πολιτική αεροπορία, τρομοκρατικών επιθέσεων και των τρεχουσών απειλών·

β)

ενημέρωση επί των σχετικών νομικών απαιτήσεων·

γ)

γνώση των στόχων και της οργάνωσης της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας από έκνομες ενέργειες στο περιβάλλον εργασίας τους, καθώς και των υποχρεώσεων και ευθυνών των προσώπων που εφαρμόζουν τις διαδικασίες ασφάλειας·

δ)

γνώση των διαδικασιών αναφοράς· και

ε)

ικανότητα ορθής αντίδρασης σε περιστατικά σχετιζόμενα με την ασφάλεια.

Κάθε πρόσωπο που παρακολουθεί εκπαίδευση για τη γενική ενημέρωσή του όσον αφορά την ασφάλεια απαιτείται πριν την ανάληψη των καθηκόντων του να επιδείξει κατανόηση όλων των θεμάτων που αναφέρονται στο παρόν σημείο.».

29.

Το στοιχείο α) του σημείου 11.4.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

για προσόντα που έχουν αποκτηθεί με την αρχική βασική και ειδική εκπαίδευση και την εκπαίδευση ευαισθητοποίησης σε θέματα ασφάλειας, τουλάχιστον μία φορά ανά 5 έτη ή, σε περίπτωση που τα καθήκοντα δεν έχουν ασκηθεί επί διάστημα άνω των 6 μηνών, πριν οι ενδιαφερόμενοι επιστρέψουν στα καθήκοντα ασφάλειας· και».

30.

Το σημείο 12.7.2.2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«12.7.2.2.

Όλος ο εξοπλισμός ελέγχου ασφάλειας των ΥΑΠ πρέπει να πληροί το πρότυπο 1.

Το πρότυπο 1 λήγει στις 29 Απριλίου 2016.».


(1)  Δεν έχει δημοσιευθεί.».


1.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59/9


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 174/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Φεβρουαρίου 2012

για καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 136 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2011 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών εισαγωγής από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XVI μέρος A του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η κατ’ αποκοπή τιμή εισαγωγής υπολογίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 136 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011, λαμβανομένων υπόψη των ημερήσιων μεταβλητών στοιχείων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές εισαγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 136 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 543/2011 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Φεβρουαρίου 2012.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

José Manuel SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι κατ’ αποκοπή τιμές εισαγωγής για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(ευρώ/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτων χωρών (1)

Κατ’ αποκοπή τιμή εισαγωγής

0702 00 00

IL

60,4

JO

77,3

MA

79,1

TN

97,3

TR

127,1

ZZ

88,2

0707 00 05

JO

134,1

TR

112,5

ZZ

123,3

0709 91 00

EG

88,4

MA

82,2

ZZ

85,3

0709 93 10

MA

60,5

TR

100,2

ZZ

80,4

0805 10 20

EG

53,0

IL

73,9

MA

49,6

TN

52,0

TR

74,6

ZZ

60,6

0805 50 10

EG

42,9

TR

51,7

ZZ

47,3

0808 10 80

CA

122,9

CL

98,4

CN

86,4

MK

28,7

US

147,6

ZZ

96,8

0808 30 90

AR

84,7

CL

114,0

CN

66,8

US

99,0

ZA

106,0

ZZ

94,1


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


1.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59/11


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 175/2012 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 29ης Φεβρουαρίου 2012

για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών στον τομέα των σιτηρών οι οποίοι εφαρμόζονται από την 1η Μαρτίου 2012

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 642/2010 της Επιτροπής, της 20ής Ιουλίου 2010, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους εισαγωγικούς δασμούς στον τομέα των σιτηρών (2), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 136 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει ότι, για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1001 19 00, 1001 11 00, ex 1001 91 20 (σιτάρι μαλακό, για σπορά), ex 1001 99 00 (σιτάρι μαλακό, εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά), 1002 10 00, 1002 90 00, 1005 10 90, 1005 90 00, 1007 10 90 και 1007 90 00, ο εισαγωγικός δασμός ισούται με την τιμή παρέμβασης που ισχύει για τα προϊόντα αυτά κατά την εισαγωγή τους, προσαυξημένη κατά 55 % μείον την τιμή εισαγωγής cif που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο φορτίο. Ωστόσο, ο δασμός αυτός δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τον συντελεστή δασμού του κοινού δασμολογίου.

(2)

Το άρθρο 136 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει ότι, για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, καθορίζονται σε τακτικά διαστήματα αντιπροσωπευτικές τιμές εισαγωγής cif για τα προϊόντα αυτά.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010, η τιμή που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1001 19 00, 1001 11 00, ex 1001 91 20 (σιτάρι μαλακό, για σπορά), ex 1001 99 00 (σιτάρι μαλακό, εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά), 1002 10 00, 1002 90 00, 1005 10 90, 1005 90 00, 1007 10 90 και 1007 90 00, είναι η ημερήσια αντιπροσωπευτική τιμή εισαγωγής cif η οποία ορίζεται βάσει της μεθόδου που προβλέπεται στο άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(4)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι εισαγωγικοί δασμοί για την περίοδο από την 1η Μαρτίου 2012, οι οποίοι θα ισχύουν έως τον εκ νέου καθορισμό τους.

(5)

Λόγω της ανάγκης να διασφαλιστεί η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου το ταχύτερο δυνατόν μετά τη διάθεση των επικαιροποιημένων στοιχείων, κρίνεται σκόπιμο ο παρών κανονισμός να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Από την 1η Μαρτίου 2012, οι εισαγωγικοί δασμοί στον τομέα των σιτηρών, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 136 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, καθορίζονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού βάσει των στοιχείων του παραρτήματος II.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Φεβρουαρίου 2012.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

José Manuel SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 187 της 21.7.2010, σ. 5.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Εισαγωγικοί δασμοί για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 136 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, οι οποίοι εφαρμόζονται από την 1η Μαρτίου 2012

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή των εμπορευμάτων

Εισαγωγικός δασμός (1)

(EUR/t)

1001 19 00

1001 11 00

ΣΙΤΑΡΙ σκληρό εκλεκτής ποιότητας

0,00

μέσης ποιότητας

0,00

βασικής ποιότητας

0,00

ex 1001 91 20

ΣΙΤΑΡΙ μαλακό, για σπορά

0,00

ex 1001 99 00

ΣΙΤΑΡΙ μαλακό εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

0,00

1002 10 00

1002 90 00

ΣΙΚΑΛΗ

0,00

1005 10 90

ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ για σπορά, εκτός από το υβρίδιο

0,00

1005 90 00

ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά (2)

0,00

1007 10 90

1007 90 00

ΣΟΡΓΟ σε κόκκους, εκτός από το υδρίδιο που προορίζεται για σπορά

0,00


(1)  Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010, ο εισαγωγέας μπορεί να τύχει μείωσης των δασμών κατά:

3 ευρώ/τόνο, εάν το λιμάνι εκφόρτωσης βρίσκεται στη Μεσόγειο Θάλασσα (πέρα από τα στενά του Γιβραλτάρ) ή στον Εύξεινο Πόντο, εάν τα εμπορεύματα φθάνουν στην Ένωση από τον Ατλαντικό Ωκεανό ή μέσω της διώρυγας του Σουέζ,

2 ευρώ/τόνο, εάν το λιμάνι εκφόρτωσης βρίσκεται στη Δανία, στην Εσθονία, στην Ιρλανδία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία, στη Φινλανδία, στη Σουηδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο ή από την πλευρά του Ατλαντικού της Ιβηρικής Χερσονήσου, εάν τα εμπορεύματα φθάνουν στην Ένωση από τον Ατλαντικό Ωκεανό.

(2)  Ο εισαγωγέας μπορεί να τύχει κατ’ αποκοπή μείωσης 24 ευρώ ανά τόνο όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (EE) αριθ. 642/2010.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Στοιχεία υπολογισμού των δασμών που καθορίζονται στο παράρτημα I

15.2.2012-28.2.2012

1.

Μέσοι όροι κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010:

(EUR/t)

 

Μαλακός σίτος (1)

Καλαμπόκι

Σκληρό σιτάρι, εκλεκτής ποιότητας

Σκληρό σιτάρι, μέσης ποιότητας (2)

Σκληρό σιτάρι, χαμηλής ποιότητας (3)

Χρηματιστήριο

Minnéapolis

Chicago

Τιμή

237,97

189,88

Τιμή fob USA

302,13

292,13

272,13

Πριμοδότηση για τον Κόλπο

85,15

18,51

Πριμοδότηση για τις Μεγάλες Λίμνες

2.

Μέσοι όροι κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010:

Ναύλος/κόστος: Κόλπος του Μεξικού – Ρότερνταμ:

15,68 EUR/t

Ναύλος/κόστος: Μεγάλες Λίμνες – Ρότερνταμ:

— EUR/t


(1)  Θετική πριμοδότηση 14 ευρώ/τόνο ενσωματωμένη [άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010].

(2)  Αρνητική πριμοδότηση 10 ευρώ/τόνο [άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010].

(3)  Αρνητική πριμοδότηση 30 ευρώ/τόνο [άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 642/2010].


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

1.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59/14


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Ιουλίου 2011

σχετικά με τις εισφορές υπέρ της Interbev

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2011) 4923]

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2012/131/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο (1),

Αφού κάλεσε, σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της ΣΛΕΕ, τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ι.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Σε συνέχεια πληροφοριών που έλαβε σχετικά με το εν λόγω μέτρο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε ερώτημα στις γαλλικές αρχές σχετικά με το μέτρο αυτό με επιστολή της 2ας Οκτωβρίου 2001. Η μόνιμη αντιπροσωπεία της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση απάντησε στην Επιτροπή με επιστολή της 9ης Νοεμβρίου 2001.

(2)

Καθώς είχε τεθεί σε εφαρμογή χωρίς προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής, το μέτρο καταχωρήθηκε στο μητρώο μη κοινοποιημένων ενισχύσεων, με αριθμό NN 39/03.

(3)

Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ σχετικά την εν λόγω ενίσχυση με την επιστολή αριθ. C(2003) 2057 final της 9ης Ιουλίου 2003.

(4)

Η απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2). Η Επιτροπή κάλεσε τα άλλα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις εν λόγω ενισχύσεις. Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις εκ μέρους τρίτων μερών. Οι γαλλικές αρχές έστειλαν τις παρατηρήσεις τους με επιστολές της 8ης και της 10ης Οκτωβρίου 2003, της 13ης Σεπτεμβρίου και της 29ης Νοεμβρίου 2005.

(5)

Στις 25 Φεβρουαρίου 2011 εστάλη στη Γαλλία αίτημα συμπληρωματικών πληροφοριών στις 29 Μαρτίου 2011 πραγματοποιήθηκε συνάντηση.

(6)

Οι γαλλικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 24ης Μαΐου 2011.

ΙΙ.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΝ ΛΟΓΩ ΜΕΤΡΟΥ

1.   ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ INTERBEV

1.1.   ΟΙ ΔΙΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ («IPO») ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΑΝΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ

(7)

Οι διεπαγγελματικές ενώσεις (οι «IPO») είναι ομάδες που συγκεντρώνουν, ανά κλάδο παραγωγής, τις διάφορες επαγγελματικές οικογένειες οι οποίες είναι οι πιο αντιπροσωπευτικές της γεωργικής παραγωγής και, κατά περίπτωση, της μεταποίησης, της εμπορίας και της διανομής και έχουν αναγνωριστεί ως διεπαγγελματικοί οργανισμοί από την αρμόδια διοικητική αρχή. Η ύπαρξή τους, η αποστολή και η λειτουργία τους ρυθμίζονται από τα άρθρα L. 631-1 και ακόλουθα του αγροτικού κώδικα. Για να αναγνωριστεί μια τέτοια ομάδα, οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν ότι πληρούνται διάφορα κριτήρια, ιδίως ότι το καταστατικό της συμμορφώνεται με το νόμο (άρθρο L.632-1 του αγροτικού κώδικα) και ότι οι οργανώσεις που απαρτίζουν την εν λόγω IPO είναι αντιπροσωπευτικές.

(8)

Στόχος των IPO είναι να ενεργούν προς το συμφέρον όλων των μελών ενός κλάδου παραγωγής και μπορούν να συνάψουν συμφωνίες για τον σκοπό αυτό. Οι συμφωνίες αυτές και η είσπραξη προαιρετικών εισφορών για τη χρηματοδότηση των δράσεων που προβλέπονται στις εν λόγω συμφωνίες μπορούν στη συνέχεια να καταστούν υποχρεωτικές («να επεκτείνονται») με διυπουργική απόφαση για όλους τους φορείς που δραστηριοποιούνται στον κλάδο, ανεξαρτήτως εάν εντάσσονται ή όχι σε επαγγελματική οργάνωση μέλος της IPO, εφόσον συμμορφώνονται με τους στόχους που παραθέτει ο νόμος. Στόχος των συμφωνιών αυτών είναι να προάγουν τη γνώση της αγοράς, τις σχέσεις μεταξύ των επαγγελματιών, την ποιότητα και την προώθηση των προϊόντων. Ο αγροτικός κώδικας επιτρέπει την επέκταση των συμφωνιών μόνο όταν αποβλέπουν σε «κοινό συμφέρον» βασιζόμενο σε δράσεις «σύμφωνες με το γενικό συμφέρον και συμβατές με τους κανόνες της κοινής γεωργικής πολιτικής» (βλέπε άρθρο L.632-3 του αγροτικού κώδικα).

(9)

Οι ρυθμίσεις σχετικά με την είσπραξη και την κατανομή των προαιρετικών εισφορών που καθίστανται υποχρεωτικές ορίζονται μεμονωμένα σε κάθε συμφωνία της IPO.

1.2.   Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

(10)

Αν και οι IPO είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και η χρηματοδότησή τους εξασφαλίζεται από τις εισφορές του εμπλεκόμενου τομέα, η λειτουργία του συστήματος των προαιρετικών εισφορών που καθίστανται υποχρεωτικές απαιτεί την παρέμβαση του Κράτους, ιδίως με τους ακόλουθους τρόπους:

α)

πριν από κάθε αίτηση επέκτασης, η IPO πρέπει να έχει αναγνωριστεί από τις δημόσιες αρχές και να συμμορφώνεται με τους στόχους της εθνικής γεωργικής πολιτικής και της κοινής γεωργικής πολιτικής (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 7 και 8)·

β)

αφού αναγνωριστούν, οι IPO μπορούν να ζητήσουν από το Κράτος να καταστήσει τις συμφωνίες τους υποχρεωτικές με διυπουργική απόφαση σχετικά με την επέκταση. Έτσι, κάθε φορέας που δραστηριοποιείται στη σχετική ζώνη παραγωγής υπόκειται στην προαιρετική εισφορά που έχει καταστεί υποχρεωτική και εισπράττεται από μία αντιπροσωπευτική IPO (βλέπε αιτιολογική σκέψη 8)·

γ)

κατ’ εφαρμογή του άρθρου L.632-8-1 του αγροτικού κώδικα, οι αρμόδιες αρχές είναι παραλήπτες των εκθέσεων δραστηριότητας κάθε IPO και των απολογισμών εφαρμογής κάθε συμφωνίας που επεκτείνεται.

2.   ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(11)

Στόχος της εν λόγω ενίσχυσης είναι η προώθηση των δράσεων έρευνας και ανάπτυξης, τεχνικής βοήθειας και προώθησης (διαφήμισης) υπέρ του τομέα κτηνοτροφίας.

2.1.   ΟΙ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΠΟΥ ΘΕΣΠΙΣΤΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ INTERBEV

(12)

Αντικείμενο της παρούσας απόφασης αποτελούν δύο τύποι διεπαγγελματικών εισφορών που κατέστησαν υποχρεωτικοί από τις δημόσιες αρχές. Πρόκειται αφενός για την εισφορά επί των κρεάτων και εντοσθίων που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο βοοειδών και προβάτων καθώς και επί των ζώντων βοοειδών και προβάτων που αποστέλλονται προς τις χώρες της ΕΕ ή εξάγονται («εισφορά επί των κρεάτων») και, αφετέρου, η εισφορά υπέρ του εθνικού ταμείου κτηνοτροφίας («εισφορά FNE»).

(13)

Οι διεπαγγελματικές συμφωνίες που θεσπίζουν τις εισφορές υπέρ της Interbev που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης είναι οι ακόλουθες:

Εισφορές επί των κρεάτων

Εισφορές υπέρ του εθνικού ταμείου κτηνοτροφίας (FNE)

Συμφωνίες IPO

Απόφαση επέκτασης

Συμφωνία IPO

Απόφαση επέκτασης

25.7.1995

18.12.1995

15.6.1994

18.12.1995

12.6.2001

19.9.2001

19.4.2001

(14)

Η εθνική διυπηρεσιακή ένωση ζωικού κεφαλαίου και κρέατος (Interbev) αποτελεί τον γαλλικό διεπαγγελματικό οργανισμό για τον τομέα του ζωικού κεφαλαίου και των κρεάτων. Ιδρύθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1979 με πρωτοβουλία των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων του κλάδου του ζωικού κεφαλαίου και των κρεάτων του τομέα βοοειδών, προβάτων και ίππων και αναγνωρίστηκε με την απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 1980 (3). Ρόλος της είναι η προάσπιση και ανάδειξη των κοινών συμφερόντων της κτηνοτροφίας και των βιομηχανικών, βιοτεχνικών και εμπορικών δραστηριοτήτων του κλάδου. Η Interbev αναγνωρίστηκε το 1980 ως διεπαγγελματικός οργανισμός για τον τομέα του ζωικού κεφαλαίου και των κρεάτων. Αποτελείται από δεκατρείς εθνικές επαγγελματικές οργανώσεις που εκπροσωπούν τα διάφορα επαγγέλματα του οικονομικού τομέα του ζωικού κεφαλαίου και των κρεάτων: εκτροφείς, ζωέμπορους, σφαγείς, χονδρέμπορους, βιομήχανους, διανομείς.

(15)

Οι δύο κύριες αποστολές της είναι η σύναψη διεπαγγελματικών συμφωνιών και η επικοινωνία των μελών της. Σε αυτές προστίθεται η διεξαγωγή ερευνητικών προγραμμάτων στον τομέα των κρεάτων. Οι διεπαγγελματικές συμφωνίες που έχουν υπογραφεί στο πλαίσιο της ένωσης ορίζουν τους κανόνες που διέπουν τη δραστηριότητα του κλάδου. Οι συμφωνίες αυτές μπορούν να υποβάλλονται στις δημόσιες αρχές στο πλαίσιο της διαδικασίας επέκτασης. Μετά την κύρωση της επέκτασης με κοινή απόφαση των Υπουργείων Γεωργίας και Οικονομικών, τα μέτρα που προβλέπονται σε διεπαγγελματική συμφωνία αποκτούν υποχρεωτικό χαρακτήρα για το σύνολο των φορέων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.

2.2.   Η ΕΙΣΦΟΡΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΡΕΑΤΩΝ

(16)

Με διεπαγγελματική συμφωνία της 25ης Ιουλίου 1995, η οποία απετέλεσε αντικείμενο επέκτασης με απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 1995 (4), η Interbev θέσπισε εισφορά επί των κρεάτων και εντοσθίων που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο βοοειδών και προβάτων καθώς και επί των ζώντων βοοειδών και προβάτων που αποστέλλονται προς τις χώρες της ΕΕ ή εξάγονται.

(17)

Η εισφορά αφορούσε τρεις κατηγορίες κρεάτων και/ή ζώων, οι οποίες έχουν ως εξής:

α)

Εισφορά επί του κρέατος και των εντοσθίων που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ζώων που έχουν σφαγεί στη Γαλλία: ορίζεται στα 0,084 γαλλικά φράγκα (FRF) (5) ανά χιλιόγραμμο σφαγίου και καταβάλλεται από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιοκτήτη ή συνιδιοκτήτη του ζώου κατά τον χρόνο σφαγής του·

β)

Εισφορά επί των κρεάτων που εισέρχονται ή εισάγονται για να καταναλωθούν στη Γαλλία: ορίζεται στα 0,042 FRF/kg και καταβάλλεται από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πρώτο ιδιοκτήτη ή συνιδιοκτήτη των κρεάτων στην εθνική επικράτεια·

γ)

Εισφορά επί των ζώντων βοοειδών και προβάτων που αποστέλλονται προς χώρα της ΕΕ ή εξάγονται: ορίζεται στα 7 FRF/κεφάλι και καταβάλλεται από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τελευταίο ιδιοκτήτη ή συνιδιοκτήτη των ζώων στην εθνική επικράτεια.

(18)

Η διεπαγγελματική συμφωνία της 25ης Ιουλίου 1995 αντικαταστάθηκε από άλλη διεπαγγελματική συμφωνία της 12ης Ιουνίου 2001, η οποία αποτέλεσε αντικείμενο επέκτασης με απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2001 (6). Το πρώτο άρθρο της απόφασης προβλέπει ότι η συμφωνία παρατείνεται για μια περίοδο η οποία λήγει τρία έτη μετά την ημερομηνία δημοσίευσης της εν λόγω απόφασης, ήτοι την 30ή Σεπτεμβρίου 2004.

(19)

Η διεπαγγελματική συμφωνία της 12ης Ιουνίου 2001 προέβλεπε συνέχιση της προηγούμενης κατάστασης όσον αφορά την κατηγορία των προβλεπομένων κρεάτων και/ή ζώων, με αυξήσεις στο ποσό της εισφοράς: 0,1574 FRF (0,024 EUR) για το κρέας και τα εντόσθια που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ζώων που έχουν σφαγεί στη Γαλλία· 0,0656 FRF (0,010 EUR) για τα κρέατα που εισέρχονται ή εισάγονται για να καταναλωθούν στη Γαλλία· 11,15 FRF (1,7 EUR) για τα ζώντα βοοειδή και πρόβατα που αποστέλλονται προς χώρα της ΕΕ ή εξάγονται.

(20)

Η συμφωνία της 12ης Ιουνίου 2001 θέσπιζε επίσης τη δυνατότητα μερικής επιστροφής της εισφοράς επί των κρεάτων κατά την αποστολή τους προς χώρα της ΕΕ ή της εξαγωγής τους σε τρίτες χώρες. Το ύψος της επιστροφής ήταν 0,0656 FRF/kg (0,010 EUR).

(21)

Οι επεκτάσεις που πραγματοποιήθηκαν το 1995 και το 2001 απέκλεισαν από το σύστημα την εισφορά επί των κρεάτων που εισέρχονται ή εισάγονται για να καταναλωθούν στη Γαλλία. Συνεπώς, τα εν λόγω προϊόντα δεν υπόκεινται πλέον στην υποχρεωτική εισφορά επί των κρεάτων.

2.3.   Η ΕΙΣΦΟΡΑ FNE

(22)

Με διεπαγγελματική συμφωνία της 15ης Ιουνίου 1994, η οποία επεκτάθηκε με απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 1995 (7) και με απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2001 (8), η Interbev θέσπισε εισφορά υπέρ του εθνικού ταμείου κτηνοτροφίας. Η τελευταία αυτή απόφαση προβλέπει παράταση της συμφωνίας για περίοδο η οποία λήγει τρία έτη μετά την ημερομηνία δημοσίευσης της εν λόγω απόφασης, ήτοι την 30ή Σεπτεμβρίου 2004.

(23)

Το εν λόγω επαγγελματικό ταμείο, του οποίου η διαχείριση πραγματοποιείται στο πλαίσιο της εθνικής συνομοσπονδίας κτηνοτροφίας (CNE), συγκροτήθηκε με σκοπό να επιτευχθούν οι εξής δύο μείζονες στόχοι: αφενός να δοθούν κίνητρα στην αναδιάρθρωση των οργανώσεων της υπηρεσίας και να ευνοηθεί η προσαρμογή τους προς τις μελλοντικές ανάγκες των κτηνοτρόφων που καθίστανται συνεχώς ολιγότεροι και αντιμετωπίζουν τις κοινοτικές πολιτικές ελέγχου της παραγωγής· και, αφετέρου, να συμμετάσχουν στη διατήρηση των συλλογικών μέσων όσον αφορά τη συμβολή στην πρόοδο της γενετικής και της εφαρμοσμένης έρευνας που μελλοντικά θα παραμείνουν οι παράγοντες κλειδί για την ανταγωνιστικότητα της κτηνοτροφίας.

(24)

Μια εισφορά η οποία προορίζεται για τη χρηματοδότηση αυτού του ταμείου εισπράττεται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιοκτήτες ή συνιδιοκτήτες βοοειδών και προβάτων που έχουν σφαγεί στη Γαλλία. Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα που κοινοποίησαν οι γαλλικές αρχές, η εν λόγω εισφορά είχε καθοριστεί στα 0,02 FRF/kg (0,003 ευρώ) καθαρού σφαγμένου κρέατος (ή 7 FRF/κεφάλι για τα χονδρά βοοειδή, 2,40 FRF/κεφάλι για τα μοσχάρια και 0,36 FRF/κεφάλι για τα πρόβατα — 1,05, 0,36 και 0,054 EUR αντίστοιχα).

(25)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, τα έσοδα της εισφοράς αυτής χρησιμοποιούνται για τη γενετική βελτίωση, το σύστημα γενετικών πληροφοριών, τη βιοτεχνολογία και τις οικονομικές μελέτες.

2.4.   ΟΙ ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΙΣΦΟΡΕΣ

(26)

Οι πόροι της Interbev που προέρχονται από εισφορές επί των κρεάτων χρησιμοποιούνται σε τρεις τύπους δράσεων, ειδικότερα:

α)

την επικοινωνία και την προώθηση υπέρ του τομέα·

β)

την τεχνική αρωγή·

γ)

την έρευνα και τον πειραματισμό.

(27)

Όσον αφορά την επικοινωνία και την προώθηση, πρόκειται κατά κύριο λόγο για τη χρηματοδότηση εξορμήσεων με διάφορα θέματα συνδεόμενα με τα προϊόντα κρέατος ποιότητας, όπως και εκστρατειών γενικότερου χαρακτήρα στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο για το βόειο κρέας καθώς και για δράσεις δημοσίων σχέσεων. Επίσης χρηματοδοτούνται δράσεις προώθησης στις αγορές εξωτερικού, ακόμη και συμμετοχή σε επαγγελματικές εκθέσεις και προώθηση.

(28)

Οι δράσεις τεχνικής αρωγής συνδέονται, κατά κύριο λόγο, με την πιστοποίηση και την κατάταξη των κτηνοτρόφων, ιδίως όσον αφορά την άρση ορισμένων κωλυμάτων τα οποία αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στα διαβήματα αυτά. Επίσης η Interbev καταρτίζει και συλλογικές συγγραφές υποχρεώσεων για τους διάφορους κλάδους και συμμετέχει στη διάδοση και εφαρμογή του χάρτη ορθών πρακτικών κτηνοτροφίας και του κώδικα ορθών πρακτικών εργασίας στον τομέα του κρέατος, ενώ συμμετέχει, τέλος, στη διευκρίνιση συναλλαγών σε όλη την έκταση του τομέα.

(29)

Οι δράσεις έρευνας και πειραματισμού είναι οι πλέον προσαρμοσμένες στις ανάγκες του κλάδου και κατά κύριο λόγο ενδιαφέρονται για την ασφάλεια των τροφίμων, τη διαχείριση της ποιότητας και την καλή μεταχείριση των ζώων.

(30)

Οι πόροι της Interbev που προέρχονται από τις εισφορές FNE χρησιμοποιούνται για τις ακόλουθες δράσεις:

α)

συλλογικές δράσεις γενετικής βελτίωσης·

β)

μηχανογραφημένο σύστημα διαχείρισης των πληροφοριακών συστημάτων των κτηνοτρόφων·

γ)

εργασίες εφαρμοσμένης έρευνας·

δ)

οικονομικές μελέτες·

ε)

διάφορες δράσεις.

3.   ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΕΝ ΛΟΓΩ ΜΕΤΡΟΥ

(31)

Η παρούσα απόφαση αφορά μία περίοδο από το 1996 έως το 2004, έτος λήξης της τελευταίας διεπαγγελματικής συμφωνίας που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.

4.   ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΙ

(32)

Οι δικαιούχοι του εν λόγω μέτρου ενίσχυσης είναι οι εκτροφείς βοοειδών και προβάτων.

(33)

Οι κύριοι τελικοί αποδέκτες του εν λόγω μέτρου ενίσχυσης είναι οι παραγωγοί, οι μεταποιητές και οι διανομείς γεωργικών προϊόντων. Προβλέπεται ότι ορισμένες δραστηριότητες μπορούν να ασκούνται για λογαριασμό των τελευταίων από ιδιωτικές επιχειρήσεις.

(34)

Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει τη θέση της Επιτροπής όσον αφορά το συμβιβάσιμο της διαδικασίας επιλογής των φορέων παροχής υπηρεσιών στους οποίους ανατίθεται η υλοποίηση των δραστηριοτήτων της Interbev με τους κανόνες σύναψης δημόσιων συμβάσεων.

5.   ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ  (9)

(35)

Η Επιτροπή είχε σημειώσει, πρώτον όσον αφορά το χαρακτήρα των υπόψη εισφορών, ότι κατέστησαν υποχρεωτικές από τη γαλλική κυβέρνηση στο πλαίσιο διαδικασίας επέκτασης διεπαγγελματικών συμφωνιών. Η επέκταση συμφωνιών πραγματοποιήθηκε με έκδοση απόφασης που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας. Από αυτό συνάγεται ότι οι εν λόγω εισφορές απαιτούσαν πράξη δημόσιας αρχής προκειμένου να παραγάγουν όλα τους τα αποτελέσματα. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή θεώρησε, κατά το στάδιο κίνησης της διαδικασίας εξέτασης, ότι εν προκειμένω επρόκειτο για τέλη υπέρ τρίτων, δηλαδή για δημόσιους πόρους και ότι αυτές οι ενισχύσεις ήταν παράνομες διότι δεν είχαν κοινοποιηθεί.

(36)

Σύμφωνα με το σημείο 194 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας 2007-2013 (10) (εφεξής «οι γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές»), κάθε παράνομη ενίσχυση πρέπει να αξιολογείται σύμφωνα με τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν κατά τη χρονική στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης. Οι γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2007. Οι προγενέστερες κατευθυντήριες γραμμές, οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας (2000-2006) (11) εφαρμόζονταν από την 1η Ιανουαρίου 2000. Συνεπώς, κάθε ενίσχυση που χορηγήθηκε μετά την εν λόγω ημερομηνία πρέπει να κριθεί υπό το πρίσμα των κατευθυντηρίων γραμμών του 2000. Αντίστοιχα, κάθε ενίσχυση που έχει χορηγηθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία πρέπει να κριθεί υπό το πρίσμα των διατάξεων και της πρακτικής που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000. Οι εν προκειμένω ενισχύσεις έχουν χορηγηθεί από το 1996.

(37)

Δεδομένου ότι πρόκειται για κρατικές ενισχύσεις που χρηματοδοτήθηκαν μέσω τελών υπέρ τρίτων, οι δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν από τις ενισχύσεις καθώς και η χρηματοδότηση των ίδιων των ενισχύσεων πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης εκ μέρους της Επιτροπής.

5.1.   ΟΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

5.1.1.    Οι δράσεις προώθησης

(38)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2002 έπρεπε να επαληθευτεί υπό το πρίσμα του πλαισίου εθνικών ενισχύσεων για τη διαφήμιση γεωργικών προϊόντων και ορισμένων προϊόντων που δεν υπάγονται στο παράρτημα II της συνθήκης ΕΟΚ (12) και ότι το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν μετά την εν λόγω ημερομηνία, έπρεπε να επαληθευτεί υπό το πρίσμα των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών που ισχύουν για τις κρατικές ενισχύσεις για τη διαφήμιση προϊόντων υπαγόμενων στο παράρτημα I της συνθήκης ΕΚ και ορισμένων προϊόντων μη υπαγόμενων στο παράρτημα I (13). Ουσιαστικά τα δύο κείμενα ακολουθούν τις ίδιες αρχές, προβλέποντας μεταξύ άλλων αρνητικά και θετικά κριτήρια που πρέπει να τηρούνται. Όσον αφορά την οροφή των ενισχύσεων, οι εν λόγω δράσεις πρέπει να έχουν χρηματοδοτηθεί από τον τομέα μέχρι, κατά ελάχιστο όριο, 50 % των δαπανών. Εν προκειμένω τα μέτρα χρηματοδοτήθηκαν εξ ολοκλήρου από εισφορές υπέρ τρίτων και οι χρηματοδοτικές προσπάθειες των επαγγελματιών φθάνουν εξ ορισμού το επίπεδο αυτό. Έτσι, κατά το στάδιο κίνησης της διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή έκρινε ότι είχαν τηρηθεί οι ισχύοντες όροι.

5.1.2.    Οι δράσεις τεχνικής αρωγής

(39)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000 έπρεπε να επαληθευτεί υπό το πρίσμα της πρακτικής της Επιτροπής με βάση την πρόταση πρόσφορων μέτρων όσον αφορά τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν από τα κράτη μέλη στον τομέα της κτηνοτροφίας και προϊόντων κτηνοτροφίας (14) και ότι το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν μετά την εν λόγω ημερομηνία έπρεπε να επαληθευτεί υπό το πρίσμα των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών. Η πρακτική της Επιτροπής που ισχύει πριν από το έτος 2000 και οι γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές ουσιαστικά ακολουθούν τις ίδιες αρχές. Έτσι, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν έως το 100 % των αποδεκτών δαπανών επιτρέπονται για τον εν λόγω τύπο ενισχύσεων. Πέραν τούτου, στις ενισχύσεις πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι επαγγελματίες που ενδεχομένως ενδιαφέρονται. Έτσι, κατά το στάδιο κίνησης της διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή έκρινε ότι είχαν τηρηθεί οι ισχύοντες όροι.

5.1.3.    Οι δράσεις έρευνας και πειραματισμού

(40)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων αυτών έπρεπε να επαληθευτεί υπό το πρίσμα του κοινοτικού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων για έρευνα και ανάπτυξη (15) και της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την τροποποίηση του εν λόγω πλαισίου (16). Έτσι, είναι συμβιβάσιμο προς την κοινή αγορά ποσοστό ενίσχυσης που είναι δυνατόν να φθάσει στο 100 %, εφόσον πληρούνται οι τέσσερις ακόλουθοι όροι: η ενίσχυση είναι προς το γενικότερο συμφέρον του τομέα· η πληροφορία δημοσιεύεται στις ενδεδειγμένες εφημερίδες· τα αποτελέσματα των εργασιών παρέχονται σε ίση βάση, τόσο από άποψη δαπάνης όσο και χρόνου· η ενίσχυση πληροί τα διεθνή εμπορικά κριτήρια τα οποία προσυπογράφονται από την ΕΕ. Έτσι, κατά το στάδιο κίνησης της διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή έκρινε ότι είχαν τηρηθεί οι ισχύοντες όροι.

5.1.4.    Οι δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν με την εισφορά FNE

(41)

Η Επιτροπή διερωτήθηκε όσον αφορά τον ακριβή χαρακτήρα των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν από την εισφορά FNE, των οποίων το αντικείμενο ήταν να δοθούν κίνητρα για την αναδιάρθρωση των οργανώσεων υπηρεσίας και να ευνοήσουν την προσαρμογή τους στις μελλοντικές ανάγκες των κτηνοτρόφων καθώς και να συμβάλουν στη διατήρηση των συλλογικών μέσων στον τομέα της συμβολής στην πρόοδο της γενετικής και της εφαρμοσμένης έρευνας. Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, τα έσοδα της εισφοράς αυτής θα χρησιμοποιούνταν για τη γενετική βελτίωση, το σύστημα γενετικών πληροφοριών, τη βιοτεχνολογία και τις οικονομικές μελέτες. Αυτά τα στοιχεία πληροφοριών δεν ήταν επαρκή προκειμένου να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να διαπιστώσει το συμβιβάσιμο των εν λόγω δράσεων με τις τυχόν ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις. Έτσι η Επιτροπή, στο στάδιο κίνησης της διαδικασίας εξέτασης, δεν ήταν σε θέση να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν από την εισφορά FNE ήταν συμβατές προς τη συνθήκη ΕΚ (17).

5.2.   Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

5.2.1.    Η εισφορά επί των κρεάτων

(42)

Από την 1η Ιανουαρίου 1996, η εισφορά επιβαρύνει, μεταξύ άλλων, τα ζώντα βοοειδή και πρόβατα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, καθώς και τα προϊόντα κρέατος βοοειδών και προβάτων που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, αν και, για τα τελευταία, το 2001 θεσπίστηκε μερική επιστροφή της εισφοράς αυτής. Σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «το Δικαστήριο») (18), μία επιβάρυνση πρέπει να θεωρηθεί ως συνιστώσα παράβαση της απαγορεύσεως των διακρίσεων που έχει θεσπιστεί με το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ σε περίπτωση που τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται ο προορισμός των εσόδων της φορολογίας είναι επωφελή ειδικώς για όσα από τα πληττόμενα με τον φόρο εγχώρια προϊόντα μεταποιούνται ή διατίθενται στην εγχώρια αγορά, αντισταθμίζοντας μερικώς το επιβαλλόμενο σε αυτά βάρος και υποβάλλοντας έτσι σε δυσμενή μεταχείριση τα εξαγόμενα εγχώρια προϊόντα.

(43)

Η Επιτροπή θεώρησε, κατά το στάδιο της διαδικασίας εξέτασης, ότι τα έσοδα που προέρχονται από τον φόρο επί των προϊόντων και των ζώντων ζώων που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, ο οποίος προορίζεται για τη χρηματοδότηση των δράσεων προώθησης, τεχνικής αρωγής, έρευνας και πειραματισμού που διεξάγονται από την Interbev, θα ήταν δυνατόν να αποτελέσουν χρηματοδότηση ενίσχυσης ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά υπό το πρίσμα της συνθήκης και ιδίως του άρθρου 107 αυτής και, κατά συνέπεια, ότι οι κρατικές ενισχύσεις που χρηματοδοτούνται κατά τον τρόπο αυτό θα ήταν ασυμβίβαστες προς την εν λόγω συνθήκη. Όντως, ο φόρος θα ήταν δυνατόν να έχει δυσμενή αποτελέσματα για την παραγωγή των ζώων αυτών ενόψει της εξαγωγής τους προς άλλα κράτη μέλη, εφόσον η διάθεση των εσόδων, λόγω του χαρακτήρα της, θα μπορούσε να ευνοεί την εθνική παραγωγή που διατίθεται εμπορικά στη Γαλλία εις βάρος της εξαγόμενης εθνικής παραγωγής, και εφόσον το επίπεδο του φόρου δεν λάμβανε υπόψη τα διάφορα οφέλη που αντλούνται από τα εγχώρια προϊόντα λόγω της εμπορικής τους διάθεσης εντός ή εκτός της Γαλλίας.

5.2.2.    Η εισφορά FNE

(44)

Με βάση τις πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες κατά τον χρόνο κίνησης της διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή δεν διέθετε, στο στάδιο της διαδικασίας εξέτασης, στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η εν λόγω εισφορά επιβάρυνε ζώα που εισάγονταν ή αποστέλλονταν προς άλλα κράτη μέλη.

6.   ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΤΩΝ ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΑΝΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΟΙΝΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

(45)

Όσον αφορά το συμβιβάσιμο των προαιρετικών εισφορών που καθίστανται υποχρεωτικές με το σύστημα κοινής οργάνωσης των αγορών (εφεξής «ΚΟΑ») στο πλαίσιο της απόφασης της 22ας Μαΐου 2003 ΦΡΕΣΚΟΤ (19), η Επιτροπή έκρινε εν προκειμένω ότι οι προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές δεν επηρέαζαν, άμεσα ή έμμεσα, την τιμή των εν λόγω τελικών προϊόντων καθώς η είσπραξη των εισφορών δεν επηρεάζει την τιμή των προϊόντων, εφόσον αυτή καθορίζεται από την ελεύθερη αγορά. Έτσι, η επιβάρυνση επί των προϊόντων αλλαντικών και των εκτρεφόμενων ζώων αντισταθμίζεται από το πλεονέκτημα που συνιστούν οι χρηματοδοτούμενες δραστηριότητες. Συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί ότι τα αποτελέσματα της είσπραξης εισφορών στην τιμή των προϊόντων είναι πολύ περιορισμένα ή ανύπαρκτα.

III.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ

(46)

Με επιστολές της 8ης και 10ης Οκτωβρίου 2003, οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους επί της απόφασης της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ σχετικά με το εξεταζόμενο μέτρο ενίσχυσης.

(47)

Με επιστολές της 13ης Σεπτεμβρίου και της 29ης Νοεμβρίου 2005, οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν άλλες παρατηρήσεις σε απάντηση των αιτημάτων συμπληρωματικών πληροφοριών που απέστειλε η Επιτροπή.

(48)

Σε συνέχεια της αίτησης συμπληρωματικών πληροφοριών που απέστειλε η Επιτροπή στις 25 Φεβρουαρίου 2011 και της συνάντησης της 29ης Μαρτίου 2011, οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν νέες παρατηρήσεις με επιστολή της 24ης Μαΐου 2011.

(49)

Οι γαλλικές αρχές σημειώνουν ότι η Επιτροπή θεωρεί ότι οι πόροι που προέρχονται από τέτοιες διεπαγγελματικές εισφορές, οι οποίες κατέστησαν υποχρεωτικές, προσομοιάζουν με τέλη υπέρ τρίτων τα οποία μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Οι γαλλικές αρχές σημειώνουν επίσης ότι τα μέτρα έπρεπε να έχουν κοινοποιηθεί. Στη συνέχεια επεσήμαναν τα ακόλουθα:

1.   ΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΓΑΛΛΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

(50)

Σχετικά με τις εισφορές που εισπράχθηκαν κατ’ εφαρμογή των διεπαγγελματικών συμφωνιών της 15ης Ιουνίου 1994 υπέρ του ταμείου κτηνοτροφίας και της 18ης Δεκεμβρίου 1995 υπέρ της Interbev, οι γαλλικές αρχές θεωρούσαν ότι η Επιτροπή είχε ξεκινήσει την εξέτασή τους με τις επιστολές της 16ης Ιανουαρίου 1995 (ενίσχυση NN 34/95) και της 18ης Μαρτίου 1996 και την είχε περατώσει με την επιστολή [SG (96) D/6396] της 15ης Ιουλίου 1996 καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «τα εν λόγω μέτρα εμπίπτουν αποκλειστικά στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 του Συμβουλίου και πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης δυνάμει του εν λόγω κανονισμού. Πράγματι, το άρθρο 35 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού αποκλείει την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης».

(51)

Απαντώντας στην Επιτροπή, η οποία υποστήριζε ότι την εποχή εκείνη δεν είχε αποφανθεί σχετικά με τις άλλες δράσεις που διεξήγε η Interbev (αφού ο φάκελος NN 34/95 αφορούσε μόνο επενδύσεις για την αναδιάρθρωση της εκτροφής θηλαζουσών αγελάδων), οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι στην απάντησή τους προς την επιστολή της Επιτροπής της 18ης Μαρτίου 1996 είχαν διατυπώσει τα εξής: «το εθνικό ταμείο κτηνοτροφίας ουσιαστικά προορίζεται […] για τη βελτίωση της επιλογής στην κτηνοτροφία και για την υποστήριξη της έρευνας, ιδίως της γενετικής. […]» (επιστολή της 13ης Σεπτεμβρίου 2005).

(52)

Συνεπώς, οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι η Επιτροπή ήταν απολύτως ενήμερη σχετικά με την ύπαρξη δράσεων επικοινωνίας, προώθησης, έρευνας και πειραματισμού οι οποίες χρηματοδοτούνται από την Interbev και θα μπορούσαν, στο πλαίσιο του παρόντος φακέλου, να απευθύνουν στις γαλλικές αρχές αιτήσεις συμπληρωματικών πληροφοριών. Εφόσον η Επιτροπή δεν έδωσε καμία συνέχεια σε αυτήν την επικοινωνία, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι πληροφορίες που είχαν κοινοποιήσει ικανοποιούσαν την Επιτροπή.

(53)

Σε μεταγενέστερη απάντηση προς την Επιτροπή, η οποία επικαλείτο την αποστολή αίτησης συμπληρωματικών πληροφοριών (30 Μαΐου 1996) σε συνέχεια της προαναφερόμενης επιστολής, οι γαλλικές αρχές αφενός ανέφεραν ότι δεν είχαν λάβει ποτέ αιτήσεις συμπληρωματικών πληροφοριών και, αφετέρου, εκτιμούσαν ότι η αδράνεια της Επιτροπής μεταξύ της 30ής Μαΐου 1996 και της 2ας Οκτωβρίου 2001 αποτελούσε σιωπηρή αποδοχή του συμβιβάσιμου των δράσεων τις οποίες εκείνη γνώριζε.

(54)

Επιπλέον, οι γαλλικές αρχές ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή είχε ενημερωθεί για τις δράσεις επικοινωνίας της οποίες διεξήγαγε η Interbev στο πλαίσιο του φακέλου C 18/95, σχετικά με τις δράσεις υπέρ του κλάδου των προβατοειδών.

(55)

Συνεπώς, εφόσον η Επιτροπή έκτοτε δεν είχε συνεχίσει την εξέταση αυτών των συμφωνιών, οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι δίκαια θεώρησαν πως η Επιτροπή δεν αντιτίθετο στην εφαρμογή τους.

(56)

Υπό τις συνθήκες αυτές, οι γαλλικές αρχές θεωρούσαν ότι η παρούσα διαδικασία αφορούσε μόνο τη διεπαγγελματική συμφωνία της 12ης Ιουνίου 2001.

(57)

Στην επιστολή τους με ημερομηνία 24 Μαΐου 2011 και στο πλαίσιο της συνάντησης της 29ης Μαρτίου 2011, οι γαλλικές αρχές τελικά υπέβαλαν στην Επιτροπή στοιχεία σχετικά με όλη την εν λόγω περίοδο.

2.   ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΓΑΛΛΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

(58)

Όσον αφορά τις δράσεις που υλοποιούνται με πόρους προερχόμενους από τις εισφορές που εισπράττονται κατ’ εφαρμογή των νέων διεπαγγελματικών συμφωνιών με ημερομηνία 12 Ιουνίου 2001, υπέρ της Interbev και του FNE, οι γαλλικές αρχές δεν θεώρησαν αναγκαίο να τις κοινοποιήσουν εφόσον χρηματοδοτούνται μόνο από ιδιωτικούς πόρους που εισπράττονται από τον εν λόγω κλάδο.

3.   ΟΙ ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΕΞΗΓΑΓΕ Η INTERBEV

(59)

Όσον αφορά τις δράσεις που διεξήγαγε η Interbev, οι γαλλικές αρχές σημειώνουν ότι η Επιτροπή, μετά την ανάλυση των πληροφοριών που της υπέβαλαν με επιστολή της 9ης Νοεμβρίου 2001, τις θεωρεί συμβατές με τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας (2000-2006) και τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διαφήμιση γεωργικών προϊόντων και ορισμένων προϊόντων που δεν εμπίπτουν στο παράρτημα I. Επιβεβαιώνουν ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου την οποία αφορά η παρούσα απόφαση, η Interbev χρηματοδότησε αυτές τις δράσεις διαφήμισης, τεχνικής αρωγής, έρευνας και πειραματισμού, υπό τις ίδιες συνθήκες με εκείνες που είχαν παρουσιαστεί προγενέστερα στην επιστολή της 9ης Νοεμβρίου 2001.

4.   ΟΙ ΔΡΑΣΕΙΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΠΟΥ ΔΙΕΞΗΧΘΗΣΑΝ ΜΕΣΩ ΤΟΥ FNE

(60)

Όσον αφορά το FNE, οι γαλλικές αρχές, με επιστολή απάντησης στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας (8 και 10 Οκτωβρίου 2003), υπέβαλαν τις ακόλουθες επεξηγήσεις.

(61)

Οι δράσεις που διεξήχθησαν με πόρους του FNE είναι δράσεις τεχνικής αρωγής και εφαρμοσμένης έρευνας. Οι γαλλικές αρχές διαβεβαίωσαν ότι οι δράσεις αυτές είχαν σχεδιαστεί σύμφωνα με τα σημεία 14 και 17 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας (2000-2006).

(62)

Καταρχάς, διευκρινίζεται ότι οι πόροι που εισέπραξε το FNE χρησιμοποιήθηκαν για τις ακόλουθες δράσεις:

α)

συλλογικές δράσεις γενετικής βελτίωσης·

β)

μηχανογραφημένο σύστημα διαχείρισης και πληροφοριακό σύστημα των κτηνοτρόφων·

γ)

εργασίες εφαρμοσμένης έρευνας·

δ)

οικονομικές μελέτες·

ε)

διάφορες δράσεις.

4.1.   ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ

(63)

Στον τομέα της γενετικής, η συμμετοχή του FNE περιορίζεται αυστηρά στην υποστήριξη ορισμένων συλλογικών δράσεων που διεξάγονται στο πλαίσιο του εθνικού μηχανισμού γενετικής βελτίωσης και καθορίζονται από την εθνική επιτροπή γενετικής βελτίωσης (CNAG), η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους του Κράτους, των επαγγελματιών, της έρευνας και της εκπαίδευσης.

(64)

Οι χρηματοδοτήσεις που χορηγούνται από το FNE προορίζονται κατά κύριο λόγο για τη στήριξη δράσεων του τμήματος γενετικής του Ινστιτούτου Κτηνοτροφίας, αποστολή του οποίου είναι κυρίως: η στήριξη επιτόπιων οργανώσεων που συμβάλλουν στη γενετική πρόοδο των μηρυκαστικών· η κατάρτιση, τήρηση και εξέλιξη των συγγραφών υποχρεώσεων που καθορίζουν τις επιτόπιες διαδικασίες· ο έλεγχος των διαδικασιών αξιοποίησης και καταχώρισης στις συλλογικές πληροφοριακές αλυσίδες δεδομένων αναγκαίων για την τη γενετική αξιολόγηση των ζώων αναπαραγωγής· η προσαρμογή των διαδικασιών δεικτοδότησης σε συνεργασία με το INRA, η εφαρμογή διαδικασιών ανταλλαγής δεδομένων σε διεθνές επίπεδο και η διάδοση των επίσημων δεικτών στη Γαλλία.

4.2.   ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

(65)

Το FNE συνεισφέρει στην ανανέωση του πληροφοριακού συστήματος γενετικής (SIG) στο πλαίσιο της δράσης του για την ανανέωση και ανάπτυξη των πληροφοριακών συστημάτων για την κτηνοτροφία. Η ανανέωση αυτή, η οποία ξεκίνησε το 1995, ήταν αναγκαία για τον εκσυγχρονισμό του συλλογικού πληροφοριακού συστήματος που είχε δημιουργηθεί πριν από 20 και πλέον έτη καθώς και για την ενοποίησή του προκειμένου να εξασφαλιστεί μια πιο αποτελεσματική διαχείριση των γενετικών δεδομένων παρέχοντας παράλληλα τη δυνατότητα να ενσωματωθούν νέες λειτουργίες αναγκαίες για τη δεικτοδότησης και να μειωθεί το κόστος.

(66)

Εκτός αυτού, το FNE συμμετείχε στη μελέτη οικονομικής, τεχνικής και νομικής σκοπιμότητας ενός σχεδίου επαγγελματικού πληροφοριακού συστήματος για την κτηνοτροφία (SPIE), σκοπός του οποίου είναι να εξασφαλιστεί η επαγγελματική και διεπαγγελματική αξιοποίηση των επίσημων δεδομένων αναγνώρισης και άλλων δεδομένων τα οποία μπορούν να εξασφαλιστούν.

4.3.   ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

(67)

Πολλά προγράμματα εφαρμοσμένης έρευνας έλαβαν ενισχύσεις εκ μέρους του FNE, στόχος του οποίου είναι να εξακολουθήσει να συμμετέχει σε μελέτες σε θέματα γενικού ενδιαφέροντος για τον κλάδο της κτηνοτροφίας, όπως για παράδειγμα η ενίσχυση του προγράμματος εφαρμοσμένης έρευνας και μεταφοράς βιοτεχνολογιών αναπαραγωγής (μεταφορά γονιμοποιημένων ωαρίων, καθορισμός φύλου, γονιμοποίηση in vitro, κλωνοποίηση). Οι εργασίες αυτές αφορούν τις νέες τεχνικές που προέρχονται από την εμβρυολογία, οι οποίες είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες στην προοπτική της μελλοντικής χρήσης των μοριακών ιχνηθετών και των εργασιών επιλογής με τη βοήθεια ιχνηθετών. Το πρόγραμμα συγκεκριμενοποιήθηκε με τη σημαντική βελτίωση της απόδοσης της κλασσικής μεταφοράς γονιμοποιημένων ωαρίων, την ανάπτυξη και τη βελτιστοποίηση της γαλλικής μεθόδου καθορισμού φύλου των εμβρύων, την ανάπτυξη της μεθόδου κυτταρικής παρακέντησης με υπερηχογραφία, τη βελτίωση της τεχνικής γονιμοποίησης in vitro.

(68)

Επίσης, το FNE συμμετείχε στο πιλοτικό σχέδιο έρευνας για τον ομόλογο ανασυνδυασμό. Το σχέδιο, το οποίο διεξήγαγε το INRA, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της διαγονιδίωσης, αφορούσε την ελεγχόμενη τροποποίηση του γονιδιώματος των ζώων στοχεύοντας στην εισαγωγή ενός διαγονιδίου σε επιθυμητό σημείο του DNA. Σκοπός της στόχευσης αυτής είναι να ανοίξει ο δρόμος για την αντικατάσταση ενός γονιδίου από ένα άλλο χωρίς τη χρήση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών.

(69)

Εκτός αυτού, το FNE συμμετείχε στο πρόγραμμα IDEA σχετικά με την ηλεκτρονική αναγνώριση βοοειδών και προβάτων. Συνέβαλε επίσης στη χρηματοδότηση εθνικών σχεδίων στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος IDEA με στόχο τη βελτίωση της αξιοπιστίας της αναγνώρισης ζώων με τη βοήθεια των νέων τεχνικών της ηλεκτρονικής χρήσης.

4.4.   ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

(70)

Το FNE συμμετείχε στη χρηματοδότηση εργασιών οικονομικών μελετών απαραίτητων για τις κτηνοτροφικές οργανώσεις κυρίως με σκοπό να απαντήσει στα ζητήματα που τέθηκαν από τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ, τη διεύρυνση της Ευρώπης, τις κρίσεις των τελευταίων ετών και την εξέλιξη του διεθνούς πλαισίου.

(71)

Όλες αυτές οι μελέτες εκπονήθηκαν υπό την εποπτεία μιας ομάδας με την ονομασία «Οικονομική Ομάδα Ζωικού κεφαλαίου» (GEB) υπό την αιγίδα του Ινστιτούτου Κτηνοτροφίας, το οποίο εξασφαλίζει τη συνοχή των διάφορων εργασιών που ζητά ο επαγγελματικός κλάδος και τη συμπληρωματικότητά τους με άλλες υφιστάμενες μελέτες.

(72)

Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν αφορούσαν συγκεκριμένα τη συγκυριακή παρακολούθηση των κλάδων γάλακτος και κρέατος στη Γαλλία και στην Ευρώπη, τους μηνιαίους οικονομικούς φακέλους που αναλύουν σε βάθος πτυχές της οικονομίας της παραγωγής ζώων στη Γαλλία, στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, καθώς και συγκεκριμένες εργασίες όπως παρακολούθηση των τιμών, του κόστους παραγωγής και των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της Κοινότητας αλλά και του ΠΟΥ.

(73)

Το οικονομικό παρατηρητήριο που θεσπίστηκε στο πλαίσιο της GEB ενσωματώνει τις συγκεκριμένες γνώσεις της λειτουργίας των εκμεταλλεύσεων, τις οποίες γνωρίζουν τα δίκτυα κτηνοτροφίας και εξασφαλίζει τη συνέργεια μεταξύ της μακροοικονομικής και μικροοικονομικής προσέγγισης.

4.5.   ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ

(74)

Επιπλέον, το FNE κλήθηκε να υποστηρίξει μεμονωμένα την έναρξη νέων συλλογικών σχεδίων με στόχο να διευκολυνθεί η προσαρμογή της κτηνοτροφίας στις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, όπως η εφαρμογή του χάρτη ορθών πρακτικών της κτηνοτροφίας, που επιβάλλονται ως το σημαντικότερο συλλογικό εγχείρημα αυτού του τύπου στην Ευρώπη, και η έναρξη του σχεδίου επικοινωνίας για το επάγγελμα του κτηνοτρόφου, μετά τη δεύτερη κρίση ΣΕΒ, προκειμένου να αποκατασταθεί η κατανόηση μεταξύ των κτηνοτρόφων και των πολιτών.

4.6.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

(75)

Οι γαλλικές αρχές υπογράμμισαν ότι όλες οι χρηματοδοτούμενες δράσεις έχουν όντως χαρακτήρα γενικού συμφέροντος για το σύνολο των εκτροφέων βοοειδών ή προβάτων· δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για δράσεις το όφελος των οποίων περιορίζεται σε μεμονωμένους φορείς ή συγκεκριμένες ομάδες φορέων.

(76)

Η χρηματοδοτική συμμετοχή του FNE είναι συχνά κατώτερη του 50 % της δαπάνης των εν λόγω εργασιών και ερευνών. Μπορεί να υπερβαίνει το 50 % σε ορισμένα μεμονωμένα σχέδια, αλλά το ποσοστό ενίσχυσης δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 100 %.

4.6.1.    Τεχνική αρωγή

(77)

Οι οικονομικές μελέτες χρηματοδοτούνται με μέριμνα αφενός για την τήρηση του ορίου των 100 000 ευρώ ανά κτηνοτρόφο ανά τριετία, και αφετέρου για την τήρηση του κανόνα πρόσβασης όλων των κτηνοτρόφων στα αποτελέσματά τους.

4.6.2.    Εφαρμοσμένη έρευνα

(78)

Οι γαλλικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι τα στοιχεία κάθε οικονομικής μελέτης, καθώς και εκείνα που συλλέγονται κατά την έναρξη κάθε προγράμματος έρευνας, όταν είναι οριστικά διαδίδονται σε ευρεία κλίμακα. Εφαρμόζεται συστηματικά η δημοσίευση και διάδοση των αποτελεσμάτων όλων των εργασιών που ενισχύονται από το ταμείο, ώστε οι κτηνοτρόφοι και οι επιτόπιες οργανώσεις τους να μπορούν να επωφεληθούν και να έχουν πρόσβαση σε αυτά χωρίς διακρίσεις.

(79)

Χρησιμοποιούνται δύο μείζονες δίαυλοι διάδοσης: ο δίαυλος των επαγγελματικών κτηνοτροφικών οργανώσεων και ο δίαυλος του ινστιτούτου κτηνοτροφίας, μέσω των τεχνικών και οικονομικών δημοσιεύσεων με ευρεία διάδοση σε κτηνοτρόφους και τεχνικούς.

(80)

Λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα γενικού συμφέροντος των εργασιών, δεν προβλέπεται καμία εμπορική εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων. Οι πραγματικοί δικαιούχοι των δράσεων είναι όντως οι εκτροφείς βοοειδών και προβάτων, στους οποίους διαδίδονται τα θεωρητικά και πρακτικά αποτελέσματα των εργασιών.

(81)

Οι χρηματοδοτούμενες μελέτες δεν οδηγούν σε καμία άμεση καταβολή ενίσχυσης στους παραγωγούς ή μεταποιητές.

5.   ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΟΜΕΝΩΝ ΚΡΕΑΤΩΝ

5.1.   ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ INTERBEV

(82)

Όσον αφορά τη φορολόγηση των κρεάτων που εισέρχονται στη Γαλλία προερχόμενα από κτηνοτρόφους άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών, βάσει των πληροφοριών που διαβιβάστηκαν σε διάφορες περιστάσεις από τις γαλλικές αρχές, η Επιτροπή μπόρεσε να διαπιστώσει ότι οι διυπουργικές αποφάσεις επέκτασης των διεπαγγελματικών συμφωνιών του 1995 και του 2001 απέκλειαν πάντα από το πεδίο εφαρμογής τις εισφορές επί των εισαγόμενων κρεάτων.

5.2.   ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΥΠΕΡ ΤΟΥ FNE

(83)

Τέλος, η Επιτροπή είχε επισημάνει το γεγονός ότι η εισφορά υπέρ του FNE μπορούσε να εφαρμοστεί σε ζώα που εκτρέφονταν εκτός της εθνικής επικράτειας, αλλά εισέρχονταν στη Γαλλία για σφαγή.

(84)

Οι γαλλικές αρχές, στην επιστολή τους με ημερομηνία 6 Οκτωβρίου 2003, είχαν αναγνωρίσει τη συνάφεια της εν λόγω ένστασης με το σχέδιο αρχών του κοινοτικού δικαίου. Είχαν λοιπόν δεσμευτεί να τροποποιήσουν το κείμενο της συμφωνίας ώστε να αποκλειστεί κάθε εισφορά επί των ζώων που έχουν εκτραφεί εκτός της εθνικής επικράτειας αλλά εισέρχονται στη Γαλλία για σφαγή. Οι γαλλικές αρχές πρότειναν να αποστείλουν το νέο κείμενο στην Επιτροπή μετά την επισημοποίηση και υπογραφή της νέας συμφωνίας.

(85)

Προσέθεταν ωστόσο ότι στην πράξη οι εισαγωγές ζώντων ζώων είχαν αμελητέο χαρακτήρα και δεν δημιουργούσαν κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού. Σύμφωνα με τις τελωνειακές υπηρεσίες, τα εισαγόμενα «χονδρά βοοειδή» ήταν αντίστοιχα 24 933 κεφάλια το 2001 και 22 250 κεφάλια το 2002. Τα ζώα που οδηγούνται στο σφαγείο σε εθνικό επίπεδο είναι της τάξης των 4 εκατ. κεφαλιών, επομένως, οι εισαγωγές ζώντων ζώων αντιπροσωπεύουν μόλις το 0,58 % του συνόλου των σφαγέντων ζώων. Εξάλλου, πάνω από το 70 % των εν λόγω εισαγωγών αφορούν ζώα υψηλής διάπλασης και υψηλής τιμής, τα οποία προορίζονται για συγκεκριμένο τομέα κατανάλωσης της βόρειας Γαλλίας. Λαμβανομένων υπόψη των μέσων τιμών εισαγωγής των ζώων αυτών (σύμφωνα με τα τελωνεία: 1,50 EUR/kg ζώντος ζώου, ήτοι το αντίστοιχο των 2,5 EUR ανά κιλό καθαρού βάρους), η εισφορά υπέρ του FNE που επιβλήθηκε επί των ζώων αυτών πρέπει να ήταν της τάξεως του ενός χιλιοστού της αξίας του ζώου.

(86)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, οι εισπραχθείσες προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές ήταν αφενός ελάχιστες, διότι η μη πληρωμή για τα εισαγόμενα ζώα ήταν συχνή και στη συνέχεια έγινε συστηματική και, αφετέρου, το ποσό της εν λόγω προαιρετικής εισφοράς που κατέστη υποχρεωτική, αναφερόμενο στην αξία των ζώων, ήταν τόσο χαμηλό που δεν μπορούσε να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού. Στην επιστολή τους με ημερομηνία 24 Μαΐου 2011 οι γαλλικές αρχές έδωσαν παραδείγματα εντύπων υπολογισμού των εισφορών και δηλώσεων επιχειρήσεων τα οποία αποδείκνυαν ότι η πρακτική επιστροφής μπορούσε να εφαρμοστεί σε ορισμένες περιπτώσεις, χωρίς ωστόσο να είναι υποχρεωτική.

(87)

Με επιστολή της 13ης Σεπτεμβρίου 2005 και της 24ης Μαΐου 2011, οι γαλλικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι από το 2003, η εισφορά υπέρ του FNE αφορούσε μόνο τα ζώα που εκτρέφονταν και σφάζονταν στη Γαλλία (20).

6.   ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΡΕΑΤΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΣΤΕΛΛΟΝΤΑΙ ΠΡΟΣ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

6.1.   ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ INTERBEV

(88)

Σχετικά με την εισφορά που βαρύνει τα κρέατα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, η Επιτροπή είχε επικαλεστεί κίνδυνο διακρίσεων συνδεόμενο με την εφαρμογή ενός συστήματος εισφοράς το οποίο δεν θα λάμβανε υπόψη την αποστολή εκτός της εθνικής επικράτειας ορισμένων προϊόντων που υπόκεινται σε εισφορά και είχε εκφράσει φόβους ότι ένα τέτοιο μέτρο ευνοεί την εγχώρια παραγωγή που διατίθεται στο εμπόριο στη Γαλλία.

(89)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 16 και ακόλουθες, τα κρέατα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη υπόκειντο σε προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική, της τάξεως των 0,0126 EUR/kg και μετά τη σύναψη της διεπαγγελματικής συμφωνίας της 12ης Ιουνίου 2001, σε προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική, της τάξεως των 0,024 EUR/kg. Επιπλέον, η ανωτέρω συμφωνία προβλέπει την εφαρμογή συστήματος επιστροφής της τάξεως των 0,010 EUR/kg.

(90)

Όσον αφορά τις προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές και οι οποίες βαρύνουν τα ζώα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, στην επιστολή τους με ημερομηνία 24 Μαΐου 2011, οι γαλλικές αρχές έδωσαν επεξηγήσεις ώστε να καταδείξουν ότι οι εν λόγω προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές ήταν ανάλογες με τα οφέλη που αποκομίζονται από τις δράσεις που χρηματοδοτούνται από τέτοιες εισφορές.

(91)

Οι γαλλικές αρχές εξήγησαν ότι οι αποστολές ζώντων ζώων αφορούσαν τα βοοειδή προς πάχυνση. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 17 και ακόλουθες, τα ζώα αυτά υπόκειντο σε προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική, η οποία υπολογιζόταν ανά κεφάλι και όχι ανά χιλιόγραμμο κρέατος.

(92)

Οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν έναν υπολογισμό με τον οποίο μπορεί να εκτιμηθεί η αντιστοιχία μεταξύ του βάρους ανά κεφάλι και ανά χιλιόγραμμο. Πράγματι, η διεπαγγελματική συμφωνία της 25ης Ιουλίου 1995 ανέφερε ότι η προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική και αφορούσε τη σφαγή ανερχόταν σε 0,084 FRF/kg σφαγίου και ότι η προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική και αφορούσε την αποστολή ζώντων ζώων ανερχόταν σε 7 FRF ανά κεφάλι χονδρού βοοειδούς (άρθρο 4). Ωστόσο, ένα μοσχάρι προς πάχυνση ζυγίζει ζωντανό 250 έως 280 kg, τα οποία μετατρέπονται σε μέσο βάρος κρέατος (αναλογία 65 %) 163 kg. Ως εκ τούτου, η εισφορά των 7 FRF ανά κεφάλι ισοδυναμούσε σε εισφορά 0,042 FRF/kg, η οποία συγκριτικά ανέρχεται στο ήμισυ της εισφοράς επί των κρεάτων.

(93)

Η διεπαγγελματική συμφωνία της 12ης Ιουνίου 2001 είχε παρατείνει αυτή τη διάταξη τηρώντας την ίδια αντιστοιχία. Τα ποσά (σε ευρώ) ήταν τα ακόλουθα: μια προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική για τη σφαγή της τάξεως των 0,024 EUR/kg σφαγίου (άρθρο 2) και μία προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική για την αποστολή ζώντων ζώων της τάξεως του 1,7 EUR/κεφάλι χονδρού βοοειδούς (άρθρο 4). Η εισφορά του 1,7 EUR/κεφάλι χονδρού βοοειδούς ισοδυναμούσε σε εισφορά 0,0104 EUR/kg, η οποία συγκριτικά ανέρχεται στο ήμισυ της εισφοράς επί των κρεάτων.

(94)

Οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι το σύνολο των εσόδων (38 136 670 ευρώ) από την προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική για τα προϊόντα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη (ζώντα ζώα και κρέατα) αντιστοιχούσε στο 15 % του συνολικού ποσού των εσόδων από όλες τις προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές και εισπράχθηκαν από την Interbev μεταξύ 1995 και 2004 (ήτοι 252 855 282 ευρώ). Υιοθετώντας μια συνολική προσέγγιση για τα έτη 1995-2004, οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι τα εν λόγω έσοδα καθορίστηκαν πράγματι σε αναλογία με τις δράσεις από τις οποίες θα μπορούσαν να επωφεληθούν τα προϊόντα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη.

(95)

Επιπλέον, οι γαλλικές αρχές σημειώνουν ότι τα ζώα και τα κρέατα που απεστάλησαν εκτός Γαλλίας επωφελήθηκαν αφενός από δράσεις που διεξήχθησαν εκτός της εθνικής επικράτειας, και οι οποίες αντιστοιχούν σε 21 490 848 ευρώ, και αφετέρου από δράσεις χρήσιμες για το σύνολο των ζώων και προϊόντων ανεξάρτητα από τον προορισμό τους. Οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι, επί του συνολικού ποσού των δράσεων που είναι χρήσιμες για το σύνολο των ζώων και των προϊόντων, το οποίο ανέρχεται σε 91 231 075 ευρώ, είναι βάσιμο να εκτιμηθεί ότι μόνο 28 280 000 ευρώ διατέθηκα διατέθηκαν για τη χρηματοδότηση δράσεων που πραγματοποιήθηκαν εκτός της εθνικής επικράτειας.

(96)

Οι δράσεις που αφορούσαν συγκεκριμένα τα ζώα και τα εξαγόμενα προϊόντα ήταν κυρίως ενέργειες προώθησης (για παράδειγμα: διεθνείς εκθέσεις, δράσεις επαγγελματικής ενημέρωσης και δημοσίων σχέσεων, πράσινη εβδομάδα στο Βερολίνο, μαθήματα κατάρτισης στην κοπή κρέατος στο εξωτερικό). Οι δράσεις που αφορούσαν όλα τα ζώα και προϊόντα, όποια κι αν είναι η αγορά τους, στη Γαλλία ή εκτός Γαλλίας ήταν κυρίως οι δράσεις διαφήμισης όπως οι εκστρατείες για «το ευρωπαϊκό μοσχάρι ποιότητας», τα σφαγεία, για «τις φυλές κρεατοπαραγωγής», και ορισμένες δράσεις έρευνας για την ασφάλεια των τροφίμων, για την καλή μεταχείριση των ζώων, για τη διαχείριση της ποιότητας, για τον χαρακτηρισμό του προϊόντος, για τις ενέργειες που αφορούν την πιστοποίηση ή τη δυνατότητα εντοπισμού της προέλευσης βοοειδών, τα αποτελέσματα των οποίων διαδόθηκαν ευρέως τόσο στη Γαλλία όσο και εκτός Γαλλίας.

(97)

Συνολικά, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι τα προϊόντα που αποστέλλονται εκτός Γαλλίας επωφελήθηκαν από διεπαγγελματικές δράσεις της τάξεως των 49 770 000 ευρώ. Το ποσό αυτό πρέπει να συγκριθεί με τις προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές και τις οποίες έπρεπε να καταβάλουν, ήτοι 38 136 670 ευρώ. Το μέρος των προαιρετικών εισφορών που κατέστησαν υποχρεωτικές το οποίο καταβλήθηκε από την εξαγόμενη γαλλική παραγωγή κατά την περίοδο 1995-2004 ήταν ισορροπημένο σε σχέση με τα οφέλη που αποκόμισε από τις δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν από την Interbev.

6.2.   ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΥΠΕΡ ΤΟΥ FNE

(98)

Στην επιστολή τους με ημερομηνία 13 Σεπτεμβρίου 2005, οι γαλλικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι τα προϊόντα που αποστέλλονταν εκτός Γαλλίας δεν υπόκειντο ως τέτοια σε εισφορά υπέρ του FNE.

IV.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(99)

Τα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ εφαρμόζονται σε όλα τα γεωργικά προϊόντα του παραρτήματος I της συνθήκης που υπάγονται σε κοινή οργάνωση αγοράς (όλα τα γεωργικά προϊόντα εκτός από το κρέας αλόγου, το μέλι, τον καφέ, το οινόπνευμα γεωργικής προέλευσης, το ξίδι που προέρχεται από οινόπνευμα και τον φελλό) σύμφωνα με τους διάφορους κανονισμούς που ρυθμίζουν τις αντίστοιχες κοινές οργανώσεις αγοράς.

1.   ΥΠΑΡΞΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 107 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΛΕΕ

(100)

Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός εάν η εν λόγω συνθήκη ορίζει άλλως.

(101)

Τα άρθρα 107 έως 109 της ΣΛΕΕ, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ήταν εφαρμοστέα στον τομέα του βοείου κρέατος δυνάμει του άρθρου 40 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/99 του Συμβουλίου (21) περί κοινής οργανώσεως αγοράς για τα προϊόντα αυτά. Πριν από τη θέσπιση του εν λόγω κανονισμού, ήταν εφαρμοστέα στον ίδιο τομέα δυνάμει του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 805/68 του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1968, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (22). Ήταν εφαρμοστέα στους τομείς του προβείου και αιγείου κρέατος δυνάμει του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2001, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος (23). Πριν από τη θέσπιση του τελευταίου, ήταν εφαρμοστέα στον ίδιο τομέα δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2467/98 του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 για την κοινή οργάνωση αγορών στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος (24) και, πριν από τη θέσπιση του τελευταίου, δυνάμει του άρθρου 27 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3013/89 του Συμβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 1989 για την κοινή οργάνωση αγορών στον τομέα του προβείου και αιγείου κρέατος (25).

(102)

Τα άρθρα 107 έως 109 της ΣΛΕΕ είναι σήμερα εφαρμοστέα, για τους δύο τομείς που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 32 και ακόλουθες της παρούσας απόφασης, δυνάμει του άρθρου 180 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (26)  (27).

1.1.   ΥΠΑΡΞΗ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΥ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΟΣ

(103)

Σύμφωνα με το Δικαστήριο, θεωρούνται ενισχύσεις οι παρεμβάσεις εκείνες οι οποίες, υπό οποιαδήποτε μορφή, ενδέχεται να ευνοήσουν επιχειρήσεις, άμεσα ή έμμεσα, ή οι οποίες πρέπει να θεωρηθούν ως οικονομικό όφελος το οποίο δεν θα είχε αποκομίσει η δικαιούχος επιχείρηση υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς (28). Εν προκειμένω, η στήριξη που χορηγήθηκε ωφέλησε ορισμένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εκτροφής βοοειδών ή προβάτων με την υλοποίηση δράσεων οι οποίες μπορούν να ωφελήσουν τους παραγωγούς ή τους τομείς των κλάδων παραγωγής που εκπροσωπεί η Interbev.

(104)

Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, θεωρούνται ως ενισχύσεις οι παρεμβάσεις οι οποίες, ανεξαρτήτως μορφής, ελαφρύνουν τις επιβαρύνσεις που κανονικώς βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχειρήσεως και οι οποίες κατά συνέπεια, χωρίς να είναι επιδοτήσεις υπό τη στενή έννοια του όρου, είναι της ιδίας φύσεως ή έχουν τα ίδια αποτελέσματα (29).

(105)

Όσον αφορά την ύπαρξη πλεονεκτήματος, αυτή πρέπει να καθορίζεται στο επίπεδο των δυνητικών δικαιούχων των δράσεων υπέρ του κλάδου του κρέατος καθώς και των εξεταζόμενων διεπαγγελματικών εισφορών και της χρηματοδότησής τους. Εν προκειμένω, η στήριξη που χορηγήθηκε ωφέλησε ορισμένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εκτροφής βοοειδών ή προβάτων με την υλοποίηση δράσεων οι οποίες μπορούν να ωφελήσουν τους παραγωγούς του κλάδου.

1.2.   ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ Ή ΜΕ ΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ

(106)

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, για να μπορεί ένα πλεονέκτημα να χαρακτηριστεί κρατική ενίσχυση, πρέπει πρώτον να χορηγείται άμεσα ή έμμεσα από κρατικούς πόρους και, δεύτερον, να μπορεί να καταλογισθεί στο Δημόσιο (30).

(107)

Όσον αφορά τη φύση των εξεταζόμενων εν προκειμένω εισφορών (προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές), η Επιτροπή θεωρεί ότι πρόκειται για τέλη υπέρ τρίτων, δηλαδή για δημόσιους πόρους. Η Επιτροπή στήριξε την εκτίμησή στις ακόλουθες παρατηρήσεις.

(108)

Καταρχάς, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία, και ειδικότερα τη σκέψη 139 της απόφασης Salvat  (31), η διάκριση μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίων οργανισμών δεν αποτελεί «καθοριστικό στοιχείο για την εφαρμογή της συνθήκης περί κρατικών ενισχύσεων». Επιπλέον, η απόφαση Ladbroke  (32) επιβεβαιώνει με σαφή τρόπο ότι το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ «περιλαμβάνει όλα τα χρηματικά μέσα τα οποία ο δημόσιος τομέας μπορεί όντως να χρησιμοποιεί προς υποστήριξη επιχειρήσεων, χωρίς να ασκεί επιρροή το ότι τα μέσα αυτά ανήκουν ή όχι διαρκώς στην περιουσία του εν λόγω τομέα. Κατά συνέπεια, έστω και αν τα ποσά […] δεν είναι διαρκώς στην κατοχή του δημόσιου Ταμείου, το γεγονός ότι παραμένουν διαρκώς υπό δημόσιο έλεγχο και συνεπώς στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών αρκεί για να χαρακτηρισθούν ως κρατικοί πόροι και για να εμπίπτει το εν λόγω μέτρο στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης».

(109)

Καταρχάς, υπό το φως της εν λόγω νομολογίας η Επιτροπή θεωρεί πως το γεγονός ότι οι εν λόγω προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές συνίστανται σε εισφορές του ιδιωτικού τομέα και ότι δεν βρίσκονται διαρκώς στη διάθεση του Κράτους, δεν είναι αρκετό για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή πρέπει επίσης να εξετάσει το επίπεδο ελέγχου που ασκείται από το Κράτος σε σχέση με τα έσοδα που προέρχονται από τις εν λόγω προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές και την ικανότητα του Κράτους να προσανατολίσει τη χρήση των πόρων στη χρηματοδότηση των μέτρων ενίσχυσης.

(110)

Στην υπό εξέταση περίπτωση, η Επιτροπή σημειώνει ότι η έγκριση της κυβέρνησης, μέσω της αναγνώρισης της Interbev, αποτελεί προϋπόθεση για τη θέσπιση προαιρετικών εισφορών που καθίστανται υποχρεωτικές. Επομένως, ακόμη κι αν η Interbev αποτελεί φορέα ιδιωτικού δικαίου, η ικανότητά της να θεσπίζει προαιρετικές εισφορές που καθίστανται υποχρεωτικές στον τομέα δραστηριοτήτων της υπόκειται στην έγκριση από το Κράτος της λειτουργίας και των στόχων της (βλέπε αιτιολογική σκέψη 14 της παρούσας απόφασης).

(111)

Ο αγροτικός κώδικας προβλέπει επίσης ότι οι εισφορές καθίστανται υποχρεωτικές για όλα τα μέλη του ενδιαφερόμενου επαγγέλματος αφότου επεκταθούν με διυπουργική απόφαση (βλέπε αιτιολογική σκέψη 10 της παρούσας απόφασης). Από αυτό συνάγεται ότι ο εν λόγω τύπος εισφορών απαιτεί πράξη δημόσιας αρχής προκειμένου να παραγάγει όλα του τα αποτελέσματα (33).

(112)

Βάση αυτών των δεδομένων, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι οι εξεταζόμενες προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές μπορεί να θεωρηθεί ότι τελούν υπό τον έλεγχο του κράτους και ότι αποτελούν κρατικούς πόρους.

(113)

Δεύτερον, η χρήση εσόδων από προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές καθορίζεται από τους στόχους και το πλαίσιο λειτουργίας της διεπαγγελματικής οργάνωσης όπως ορίζονται στον αγροτικό κώδικα (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 7 έως 10). Έτσι, το κράτος έχει τη δυνατότητα να προσανατολίσει τη χρήση των εσόδων που προέρχονται από προαιρετικές εισφορές που καθίστανται υποχρεωτικές για να χρηματοδοτήσει τα μέτρα ενισχύσεων που υλοποιούνται από την Interbev. Τα πλεονεκτήματα που χορηγούνται από την Interbev μπορεί επομένως να θεωρηθεί ότι καταλογίζονται στο Δημόσιο.

(114)

Επίσης, θα πρέπει να υπενθυμισθεί ότι στην απόφαση C-345/02 Pearle  (34) το Δικαστήριο προσδιόρισε ορισμένους δείκτες οι οποίοι επιτρέπουν να καθοριστεί ή όχι αν τα τέλη υπέρ τρίτων πρέπει ή δεν πρέπει να θεωρούνται κρατικοί πόροι που καταλογίζονται στο Δημόσιο όταν εισπράττονται κυρίως από διεπαγγελματική οργάνωση προς όφελος των μελών της.

(115)

Σύμφωνα με τη δοκιμή που πρότεινε το Δικαστήριο σε αυτήν την υπόθεση, οι υποχρεωτικές εισφορές που συγκεντρώνονται από ενδιάμεσο οργανισμό ο οποίος εκπροσωπεί επιχειρήσεις ορισμένων οικονομικών τομέων δεν θεωρούνται κρατικοί πόροι αν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το εν λόγω μέτρο καθορίζεται από τον επαγγελματικό φορέα που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους του τομέα και δεν χρησιμοποιείται ως μέσο για την εφαρμογή κρατικών πολιτικών·

β)

οι στόχοι του εν λόγω μέτρου χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από τις εισφορές των επιχειρήσεων του τομέα·

γ)

ο τρόπος χρηματοδότησης και το ποσοστό/ποσότητα των εισφορών καθορίζονται στο πλαίσιο του επαγγελματικού φορέα από τους εκπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζομένων, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση·

δ)

οι εισφορές χρησιμοποιούνται υποχρεωτικά για τη χρηματοδότηση του μέτρου, χωρίς τη δυνατότητα κρατικής παρέμβασης.

(116)

Όμως, φαίνεται σαφώς ότι το υφιστάμενο μέτρο δεν πληροί όλες τις προϋποθέσεις της απόφασης Pearle. Καταρχάς, η ύπαρξη, η αποστολή και η λειτουργία της Interbev ρυθμίζονται από την εθνική νομοθεσία (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 10 και 14) και η χρηματοδότησή της από την προαιρετική εισφορά που καθίσταται υποχρεωτική απαιτεί την παρέμβαση του Κράτους (αιτιολογική σκέψη 10). Επιπλέον, το άρθρο 632-2-1 του αγροτικού κώδικα ορίζει ότι οι διεπαγγελματικές οργανώσεις συμβάλλουν στην εφαρμογή εθνικών και κοινοτικών οικονομικών πολιτικών και μπορούν να έχουν προτεραιότητα στη διάθεση των δημοσίων ενισχύσεων. Η Interbev μπορεί συνεπώς να θεωρείται ως ένα μέσο για την εφαρμογή πολιτικής που στηρίζεται από το Κράτος που διεξάγει δραστηριότητες για το γενικό συμφέρον της διεπαγγελματικής οργάνωσης (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 40 και 61 και ακόλουθες). Επιπροσθέτως, όπως ορίζεται στο καταστατικό της Interbev, οι προϋπολογισμοί των διεπαγγελματικών οργανώσεων μπορούν να τροφοδοτούνται μέσω μιας άμεσης κρατικής επιχορήγησης. Τέλος, λαμβανομένου υπόψη του γενικού συμφέροντος των χρηματοδοτούμενων δραστηριοτήτων έρευνας (βλέπε αιτιολογική σκέψη 10), δεν μπορεί να καθοριστεί με βεβαιότητα ότι, στην προκειμένη περίπτωση, οι δικαιούχοι των ενισχύσεων είναι πάντα οι υπόχρεοι των φόρων.

(117)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, η Επιτροπή συμπέρανε ότι τα εν λόγω μέτρα καταλογίζονται στο Δημόσιο και χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους.

1.3.   Η ΕΠΙΡΡΟΗ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

(118)

Για να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, οι ενισχύσεις πρέπει επιπλέον να επηρεάζουν τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό το κριτήριο προϋποθέτει οι δικαιούχοι των ενισχύσεων ασκούν οικονομική δραστηριότητα.

(119)

Προκειμένου να καθοριστεί εάν η εν λόγω ενίσχυση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, πρέπει τελικώς να καθοριστεί εάν η ενίσχυση αυτή μπορεί να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και να δημιουργήσει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

(120)

Το Δικαστήριο διαπίστωσε πως όταν ένα πλεονέκτημα που χορηγήθηκε από κράτος μέλος ενδυναμώνει τη θέση μιας κατηγορίας επιχειρήσεων σε σχέση με άλλες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, τότε οι τελευταίες θεωρείται ότι επηρεάζονται από το πλεονέκτημα αυτό (35), γεγονός που αρκεί για να αποδειχτεί η ύπαρξη στρεβλώσεων ανταγωνισμού.

(121)

Το γεγονός ότι υπήρχαν συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών στον τομέα του κρέατος αποδεικνύεται επαρκώς από την ύπαρξη μιας κοινής οργάνωσης αγορών στον τομέα (36). Για παράδειγμα, οι ενδοκοινοτικές εμπορικές συναλλαγές προϊόντων κρέατος στη Γαλλία αντιπροσώπευαν περίπου 15 % των συνολικών συναλλαγών της Ένωσης για τα εν λόγω προϊόντα (37).

(122)

Συνεπώς, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών κατά το μέτρο που ευνοούν την εγχώρια παραγωγή εις βάρος της παραγωγής άλλων κρατών μελών. Πράγματι, την εποχή των γεγονότων στα οποία αναφέρεται η παρούσα απόφαση, ο τομέας του κρέατος ήταν υπερβολικά ανοιχτός στον ανταγωνισμό σε κοινοτικό επίπεδο και, ως εκ τούτου, πολύ ευαίσθητος σε κάθε μέτρο υπέρ της παραγωγής στο ένα ή το άλλο κράτος μέλος.

1.4.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ «ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ» ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 107 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΛΕΕ

(123)

Υπό το φως των ανωτέρω αιτιολογικών σκέψεων, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα μέτρα που θεσπίστηκαν εν προκειμένω υπέρ των δικαιούχων τους παρέχουν ένα πλεονέκτημα του οποίου άλλοι φορείς δεν μπορούν να επωφεληθούν και νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, επομένως μπορούν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.

(124)

Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το εν λόγω μέτρο εμπίπτει στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ και συνιστά κρατική ενίσχυση.

2.   ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟΥ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

2.1.   ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

(125)

Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι η εν λόγω απόφαση πρέπει να αφορά μόνο τη διεπαγγελματική συμφωνία της 12ης Ιουνίου 2001, όπως εξηγείται ανωτέρω (βλέπε αιτιολογική σκέψη 56).

(126)

Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της ενίσχυσης NN 34/95, δεν διέθετε πληροφορίες σχετικά με τις εισφορές FNE ή το σύστημα χρηματοδότησης των ενισχύσεων που αναφέρονται στον παρόντα φάκελο (38). Επιπλέον, η θέση της αφορούσε μόνο ενισχύσεις επενδύσεων υπέρ ορισμένων κτηνοτρόφων, ιδίως με σκοπό την πρώτη αγορά ζώων. Η Επιτροπή δεν είχε επίσης λάβει θέση σχετικά με το σύστημα προαιρετικής εισφοράς που καθίσταται υποχρεωτική, ή τις ενισχύσεις για τη γενετική βελτίωση, το σύστημα γενετικών πληροφοριών, τη βιοτεχνολογία ή τις οικονομικές μελέτες, ή ακόμη για τις δράσεις προώθησης, τεχνικής αρωγή, έρευνας και, πειραματισμού οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν από τις εισφορές της Interbev και οι οποίες δεν αποτέλεσαν αντικείμενο κοινοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

(127)

Αυτές τις δράσεις ανέφερε η Γαλλία στην επιστολή της με ημερομηνία 29 Απριλίου 1996 στο πλαίσιο του φακέλου NN 49/96, αλλά μόνο σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητες που υπάγονται στο FNE.

(128)

Ωστόσο, απαντώντας στην επιστολή αυτή, η Επιτροπή είχε ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολή της 30ής Μαΐου 1996 (VI/021559), προκειμένου να κατανοήσει τη φύση και την έκταση των χρηματοδοτικών μέσων τα οποία διευκολύνουν την αναδιάρθρωση των κτηνοτροφικών οργανισμών που εμπλέκονται στην ταυτοποίηση και επιλογή ζώων καθώς και στις δράσεις ανάπτυξης. Η Επιτροπή είχε επίσης ζητήσει τη συμπλήρωση ενός ενημερωτικού δελτίου. Ωστόσο, οι γαλλικές αρχές δεν έδωσαν συνέχεια σε αυτήν την επιστολή και η Επιτροπή δεν αποφάνθηκε ποτέ σχετικά με το συμβιβάσιμο των εν λόγω δραστηριοτήτων με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ σχετικά την εν λόγω ενίσχυση με επιστολή της 9ης Ιουλίου 2003 (39).

(129)

Οι διεπαγγελματικές συμφωνίες της 15ης Ιουνίου 1994 υπέρ του ταμείου κτηνοτροφίας και της 18ης Δεκεμβρίου 1995 υπέρ της Interbev, καθώς και οι κρατικές ενισχύσεις που χρηματοδοτήθηκαν από τις εν λόγω συμφωνίες θα έπρεπε επομένως να εξετάζονται πάντα υπό το φως των κανόνων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, εφόσον δεν αποτελούν αντικείμενο έγκρισης από την Επιτροπή.

(130)

Συνεπώς, η παρούσα απόφαση αφορά επίσης στις συμφωνίες της 15ης Ιουνίου 1994 υπέρ του FNE και της 18ης Δεκεμβρίου 1995 υπέρ της Interbev. Κατά την ανάλυση των εν λόγω συμφωνιών, η Επιτροπή δεν αποφάνθηκε σχετικά με τις δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν από τις εν λόγω διεπαγγελματικές εισφορές.

(131)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 57, οι γαλλικές αρχές αποδέχτηκαν σιωπηρά αυτή την ερμηνεία.

2.2.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 107 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΤΗΣ ΣΛΕΕ

(132)

Το άρθρο 107 της ΣΛΕΕ αναγνωρίζει εξαιρέσεις στη γενική αρχή του ασυμβίβαστου των κρατικών ενισχύσεων με την ΣΛΕΕ, παρότι ορισμένες από αυτές προφανώς δεν ισχύουν, ιδίως εκείνες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 της συνθήκης. Εξάλλου, ούτε οι γαλλικές αρχές τις επικαλέστηκαν.

(133)

Όσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται από το άρθρο 107 παράγραφος 3, πρέπει να ερμηνεύονται υπό στενή έννοια κατά την εξέταση κάθε προγράμματος ενίσχυσης περιφερειακού ή τομεακού χαρακτήρα ή οποιασδήποτε μεμονωμένης περίπτωσης εφαρμογής γενικών καθεστώτων ενισχύσεων. Μπορούν ειδικότερα μπορούν να παραχωρούνται μόνο στην περίπτωση που η Επιτροπή μπορεί να διαπιστώσει ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία για την υλοποίηση ενός από επιδιωκόμενους στόχους. Η παροχή του ευεργετήματος των εν λόγω παρεκκλίσεων σε ενισχύσεις που δεν συνεπάγονται τέτοιο αντάλλαγμα θα επέτρεπε πλήγματα στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών και στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στερούμενες αιτιολόγησης βάσει του κοινοτικού συμφέροντος και, συνακόλουθα, αδικαιολόγητα πλεονεκτήματα για τους επιχειρηματίες ορισμένων κρατών μελών.

(134)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι επίμαχες ενισχύσεις δεν αποσκοπούν στην προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης μιας περιοχής στην οποία το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στην οποία επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α). Δεν αποσκοπούν επίσης στην προώθηση σημαντικού σχεδίου κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή στην άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο β). Οι ενισχύσεις αυτές επίσης δεν προορίζονται ούτε για την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ).

(135)

Το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) προβλέπει ωστόσο ότι δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά οι ενισχύσεις για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Για να μπορούν να επωφεληθούν από την παρέκκλιση που αναφέρεται στο ανωτέρω άρθρο, οι ενισχύσεις πρέπει να συμβάλλουν στην ανάπτυξη του συγκεκριμένου τομέα.

2.3.   ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ

(136)

Σύμφωνα με το σημείο 194 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας και την ανακοίνωση της Επιτροπής για τον καθορισμό των εφαρμοστέων κανόνων για την αξιολόγηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης (40) κάθε παράνομη ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου (41) πρέπει να αξιολογείται σύμφωνα με τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές που ίσχυαν κατά τον χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης (42).

(137)

Από την 1η Ιανουαρίου 2000 εφαρμόζονται ειδικές κατευθυντήριες γραμμές για τον τομέα της γεωργίας. Ως εκ τούτου, κάθε ενίσχυση που χορηγείται μετά την εν λόγω ημερομηνία θα πρέπει να αξιολογείται υπό το φως των κατευθυντήριων γραμμών που ίσχυαν κατά την εν λόγω περίοδο. Μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2000 και της 31ης Δεκεμβρίου 2006 ίσχυαν οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας. Από την 1η Ιανουαρίου 2007, ισχύουν οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας 2007-2013.

(138)

Αντίστοιχα, κάθε ενίσχυση που έχει χορηγηθεί πριν από την εν λόγω ημερομηνία πρέπει, κατά περίπτωση, να κριθεί υπό το φως των διατάξεων και της πρακτικής που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000.

2.4.   ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΤΩΝ ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΑΝΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ KOA

(139)

Όσον αφορά το συμβιβάσιμο των προαιρετικών εισφορών που καθίστανται υποχρεωτικές με το σύστημα ΚΟΑ στο πλαίσιο της απόφασης ΦΡΕΣΚΟΤ της 22ας Μαΐου 2003 (43), η Επιτροπή θεωρεί εν προκειμένω ότι οι προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές δεν επηρεάζουν, άμεσα ή έμμεσα, την τιμή των εν λόγω τελικών προϊόντων καθώς η είσπραξη των εισφορών δεν επηρεάζει την τιμή των προϊόντων, εφόσον αυτή καθορίζεται από την ελεύθερη αγορά. Έτσι, η επιβάρυνση επί των προϊόντων αλλαντικών και των εκτρεφόμενων ζώων αντισταθμίζεται από το πλεονέκτημα που συνιστούν οι χρηματοδοτούμενες δραστηριότητες. Συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί ότι τα αποτελέσματα της είσπραξης εισφορών στην τιμή των προϊόντων είναι πολύ περιορισμένα.

(140)

Υπό το φως των πληροφοριών που παρασχέθηκαν, η χρηματοδότηση αυτού του καθεστώτος δεν εγείρει ενστάσεις.

2.5.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΩΝ ΙΣΧΥΟΥΣΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ

2.5.1.    Δράσεις που υλοποιούνται μέσω των εισφορών επί των κρεάτων

2.5.1.1.   Προώθηση

(141)

Όσον αφορά στις δράσεις προώθησης, το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2002 πρέπει να επαληθευτεί υπό το πρίσμα του πλαισίου εθνικών ενισχύσεων για τη διαφήμιση γεωργικών προϊόντων και ορισμένων προϊόντων που δεν υπάγονται στο παράρτημα II της συνθήκης ΕΟΚ (44) και, όσον αφορά τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά την εν λόγω ημερομηνία, υπό το πρίσμα των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών που ισχύουν για τις κρατικές ενισχύσεις στη διαφήμιση προϊόντων υπαγόμενων στο παράρτημα I της συνθήκης ΕΚ και ορισμένων προϊόντων μη υπαγόμενων στο παράρτημα I (45).

(142)

Το πλαίσιο του 1987 καθώς και οι κατευθυντήριες γραμμές του 2002 ουσιαστικά ακολουθούν τις ίδιες αρχές. Προβλέπουν αρνητικά και θετικά κριτήρια τα οποία πρέπει να τηρούνται από όλα τα καθεστώτα εθνικών ενισχύσεων. Έτσι, δεν πρόκειται για δράσεις διαφήμισης αντίθετες στο άρθρο 34 της ΣΛΕΕ ή στο παράγωγο κοινοτικό δίκαιο ούτε για δράσεις που προσανατολίζονται ανάλογα με καθορισμένες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που απέστειλαν οι γαλλικές αρχές, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα εν λόγω μέτρα θα έχουν στόχους σύμφωνους με πολλά θετικά κριτήρια που αναφέρονται στο πλαίσιο και τις κατευθυντήριες γραμμές που προαναφέρθηκαν, καθώς θα εγγραφούν για ορισμένους στον στόχο απορρόφησης των πλεοναζουσών γεωργικών παραγωγών, και για άλλους στον στόχο ανάπτυξης προϊόντων υψηλής ποιότητας και υγιεινής διατροφής.

(143)

Οι γαλλικές αρχές εξήγησαν επίσης ότι τα μηνύματα που μεταδίδονται από τις δράσεις διαφήμισης δεν θα έχουν ως στόχο να αποτρέψουν τους καταναλωτές από το να αγοράσουν τα προϊόντα άλλων κρατών μελών ή να δυσφημίσουν τα εν λόγω προϊόντα και δεν θα ωφελούν κάποιο εμπορικό σήμα συγκεκριμένης επιχείρησης ή μεμονωμένου παραγωγού.

(144)

Όσον αφορά το ανώτατο όριο των ενισχύσεων, οι δράσεις διαφήμισης μπορούν να χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους σε ποσοστό έως 50 %, ενώ το υπόλοιπο πρέπει να προέρχεται από τις επαγγελματικές οργανώσεις και τους δικαιούχους διεπαγγελματικών οργανώσεων ή από προαιρετικές εισφορές, ήτοι από την είσπραξη τελών υπέρ τρίτων ή από υποχρεωτικών εισφορών. Εν προκειμένω, τα μέτρα χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου από τέλη υπέρ τρίτων και οι χρηματοδοτικές προσπάθειες των επαγγελματιών σε αυτές τις εκστρατείες φθάνουν εξ ορισμού το επίπεδο του 50 % των δαπανών τους.

(145)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι κρατικές ενισχύσεις που καταβλήθηκαν για τη χρηματοδότηση των δράσεων προώθησης στην προκειμένη περίπτωση πληρούσαν τα κριτήρια που ορίζονται στη σχετική ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία.

2.5.1.2.   Τεχνική αρωγή

(146)

Το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων για την τεχνική αρωγή που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000 πρέπει να αναλυθεί υπό το πρίσμα της πρακτικής της Επιτροπής με βάση την πρόταση πρόσφορων μέτρων όσον αφορά τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν από τα κράτη μέλη στον τομέα της κτηνοτροφίας και προϊόντων κτηνοτροφίας (46) και για τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά την εν λόγω ημερομηνία, υπό το πρίσμα των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών (47).

(147)

Η πρακτική της Επιτροπής που ισχύει πριν από το έτος 2000 και οι γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές για τη γεωργία που θεσπίστηκαν το 2000, ουσιαστικά, ακολουθούν τις ίδιες αρχές. Έτσι, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν έως το 100 % των αποδεκτών δαπανών επιτρέπονται ιδίως όσον αφορά τις δράσεις τεχνικής αρωγής μέσω της πληροφόρησης και της λογιστικής αρωγής, τις δράσεις σχετικά τις γεωργικές εφαρμογές νέων τεχνικών, καθώς και εκείνες σχετικά με την κατάρτιση εργαζομένων στον τομέα της γεωργίας.

(148)

Με τη θέσπιση των κατευθυντήριων γραμμών το 2000, μια νέα προϋπόθεση προστέθηκε κατά την έννοια ότι οι ενισχύσεις πρέπει να είναι διαθέσιμες σε όλους όσοι είναι επιλέξιμοι στη συγκεκριμένη περιοχή με βάση αντικειμενικά οριζόμενα κριτήρια, και ότι το συνολικό ποσό της στήριξης που παρέχεται δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 100 000 EUR ανά δικαιούχο σε διάστημα τριών ετών ή, στην περίπτωση για ΜΜΕ, το 50 % του επιλέξιμου κόστους, εάν το ποσό αυτό είναι υψηλότερο. Οι γαλλικές αρχές εξήγησαν ότι το κριτήριο πρόσβασης στις εργασίες που διεξάγονται από όλους τους δυνητικά ενδιαφερόμενους επαγγελματίες πληρείται απόλυτα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, βάσει των πληροφοριών που υπέβαλαν οι γαλλικές αρχές ιδίως σχετικά με τον πολύ υψηλό αριθμό δικαιούχων, πληρείται το κριτήριο σχετικά με ανώτατο όριο της ενίσχυσης.

(149)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι κρατικές ενισχύσεις που καταβλήθηκαν για τη χρηματοδότηση των δράσεων τεχνικής αρωγής εν προκειμένω τήρησαν τα κριτήρια που ορίζονται από τους σχετικούς ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες.

2.5.1.3.   Έρευνα και πειραματισμός

(150)

Όσον αφορά τις δράσεις έρευνας και πειραματισμού, το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου έτους 2000 πρέπει να επαληθευτεί υπό το πρίσμα του κοινοτικού πλαισίου των κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα και την ανάπτυξη και της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την τροποποίηση του εν λόγω πλαισίου, και για τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά από την ημερομηνία αυτή, υπό το πρίσμα των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες, στο σημείο 17 αυτών, παραπέμπουν στο εν λόγω πλαίσιο.

(151)

Το κοινοτικό πλαίσιο ορίζει ότι ποσοστό ενίσχυσης μέχρι 100 % συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά, ακόμη και στην περίπτωση που η έρευνα και η ανάπτυξη διενεργούνται από επιχειρήσεις, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες τέσσερις προϋποθέσεις:

α)

η ενίσχυση εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον του οικείου τομέα χωρίς να προκαλεί αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού σε άλλους τομείς·

β)

οι πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται σε κατάλληλες εφημερίδες με κυκλοφορία τουλάχιστον σε εθνική κλίμακα και η οποία δεν περιορίζεται στα μέλη ενός συγκεκριμένου οργανισμού, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι κάθε φορέας που ενδέχεται να ενδιαφέρεται γι’ αυτή τη δραστηριότητα να μπορεί εύκολα να ενημερωθεί ότι εφαρμόζεται ή έχει ήδη εφαρμοστεί και ότι τα αποτελέσματα διατίθενται ή ότι θα διατεθούν, κατόπιν αιτήσεως, σε κάθε ενδιαφερόμενο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να δημοσιεύονται μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα δοθεί οποιαδήποτε πληροφορία στα μέλη ενός συγκεκριμένου οργανισμού·

γ)

τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας διατίθενται για αξιοποίηση σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη περιλαμβανομένων και των δικαιούχων της ενίσχυσης υπό τους ίδιους όρους όσον αφορά το κόστος και τον χρόνο·

δ)

η ενίσχυση πληροί τους όρους του παραρτήματος 2 — «Εσωτερική ενίσχυση: βάση για την απαλλαγή από την υποχρέωση μείωσης» βάσει της συμφωνίας σχετικά με τη γεωργία η οποία συνήφθη κατά τη διάρκεια των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του κύκλου της Ουρουγουάης (48).

(152)

Οι γαλλικές αρχές εξήγησαν σχετικά με το θέμα αυτό ότι οι δράσεις έρευνας και τεχνικού πειραματισμού της Interbev πραγματοποιούνται υπέρ του συνόλου των φορέων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο παραγωγής. Επιπλέον, η ένωση διαδίδει τις γνώσεις που απέκτησε και τις τεχνικές συστάσεις ενθαρρύνοντας την κατάρτιση και διανέμοντας έγγραφα, οδηγίες, περιλήψεις, ενημερωτικά φυλλάδια και με ηλεκτρονικά μέσα. Κάθε κτηνοτρόφος, σφαγέας, κρεοπώλης, μεταποιητής ή πωλητής στον κλάδο βοοειδών και προβάτων μπορεί να ενημερώνεται για τα αποτελέσματα και να έχει πρόσβαση στη σύνθεση των ερευνών χωρίς διακρίσεις την ίδια στιγμή με οποιονδήποτε άλλο και με απλή αίτηση. Τέλος, οι γαλλικές αρχές διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω δράσεις δεν δίνουν αφορμή για καμία άμεση καταβολή στους παραγωγούς ούτε στους μεταποιητές και ότι πληροί τα διεθνή εμπορικά κριτήρια που προσυπογράφονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(153)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι κρατικές ενισχύσεις που καταβλήθηκαν για τη χρηματοδότηση των δράσεων έρευνας και πειραματισμού εν προκειμένω τήρησαν τα κριτήρια που ορίζονται από τους σχετικούς ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες.

2.5.2.    Δράσεις που πραγματοποιήθηκαν από το FNE

2.5.2.1.   Τεχνική αρωγή

(154)

Το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων για την τεχνική αρωγή που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000 πρέπει να αναλυθεί υπό το πρίσμα της πρακτικής της Επιτροπής με βάση την πρόταση πρόσφορων μέτρων όσον αφορά τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν από τα κράτη μέλη στον τομέα της κτηνοτροφίας και προϊόντων κτηνοτροφίας (49) και για τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά την εν λόγω ημερομηνία, υπό το πρίσμα των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών (50).

(155)

Η πρακτική της Επιτροπής που ισχύει πριν από το έτος 2000 και οι γεωργικές κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίστηκαν το 2000, ουσιαστικά, ακολουθούν τις ίδιες αρχές. Έτσι, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν έως το 100 % των αποδεκτών δαπανών επιτρέπονται ιδίως όσον αφορά δράσεις τεχνικής αρωγής μέσω της πληροφόρησης και της λογιστικής αρωγής, δράσεις σχετικά με τις γεωργικές εφαρμογές νέων τεχνικών, καθώς και εκείνες σχετικά με την κατάρτιση εργαζομένων στον τομέα της γεωργίας.

(156)

Με τη θέσπιση των κατευθυντήριων γραμμών το 2000, μια νέα προϋπόθεση προστέθηκε κατά την έννοια ότι οι ενισχύσεις πρέπει να είναι διαθέσιμες σε όλους όσοι είναι επιλέξιμοι στη συγκεκριμένη περιοχή με βάση αντικειμενικά οριζόμενα κριτήρια, και ότι το συνολικό ποσό της στήριξης που παρέχεται δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 100 000 EUR ανά δικαιούχο σε διάστημα τριών ετών ή, στην περίπτωση για ΜΜΕ, το 50 % του επιλέξιμου κόστους, εάν το ποσό αυτό είναι υψηλότερο.

(157)

Οι γαλλικές αρχές υπογράμμισαν ότι όλες οι χρηματοδοτούμενες δράσεις έχουν όντως χαρακτήρα γενικού συμφέροντος για το σύνολο των εκτροφέων βοοειδών ή προβάτων· δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για δράσεις το όφελος των οποίων περιορίζεται σε μεμονωμένους φορείς ή συγκεκριμένες ομάδες φορέων.

(158)

Η χρηματοδοτική συμμετοχή του FNE είναι συχνά κατώτερη του 50 % της δαπάνης των εν λόγω εργασιών και ερευνών. Μπορεί να υπερβαίνει το 50 % σε ορισμένα μεμονωμένα σχέδια, αλλά το ποσοστό ενίσχυσης δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 100 %.

(159)

Οι οικονομικές μελέτες χρηματοδοτούνται με μέριμνα αφενός για την τήρηση του ορίου των 100 000 EUR ανά κτηνοτρόφο ανά τριετία, και αφετέρου για την τήρηση του κανόνα πρόσβασης όλων των κτηνοτρόφων στα αποτελέσματά τους.

(160)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι κρατικές ενισχύσεις που καταβλήθηκαν για τη χρηματοδότηση των δράσεων τεχνικής αρωγής εν προκειμένω τήρησαν τα κριτήρια που ορίζονται από τους σχετικούς ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες.

2.5.2.2.   Έρευνα και πειραματισμός

(161)

Όσον αφορά τις δράσεις έρευνας και πειραματισμού, το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000 πρέπει να επαληθευτεί υπό το πρίσμα του κοινοτικού πλαισίου των κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα και την ανάπτυξη και της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με την τροποποίηση του εν λόγω πλαισίου, και για τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά από την ημερομηνία αυτή, υπό το πρίσμα των γεωργικών κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες, στο σημείο 17 αυτών, παραπέμπουν στο εν λόγω πλαίσιο.

(162)

Το κοινοτικό πλαίσιο ορίζει ότι ποσοστό ενίσχυσης μέχρι 100 % συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά, ακόμη και στην περίπτωση που η έρευνα και η ανάπτυξη διενεργούνται από επιχειρήσεις, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες τέσσερις προϋποθέσεις:

α)

η ενίσχυση εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον του οικείου τομέα χωρίς να προκαλεί αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού σε άλλους τομείς·

β)

οι πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται σε κατάλληλες εφημερίδες με κυκλοφορία τουλάχιστον σε εθνική κλίμακα και η οποία δεν περιορίζεται στα μέλη ενός συγκεκριμένου οργανισμού, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι κάθε φορέας που ενδέχεται να ενδιαφέρεται γι’ αυτή τη δραστηριότητα να μπορεί εύκολα να ενημερωθεί ότι εφαρμόζεται ή έχει ήδη εφαρμοστεί και ότι τα αποτελέσματα διατίθενται ή ότι θα διατεθούν, κατόπιν αιτήσεως, σε κάθε ενδιαφερόμενο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να δημοσιεύονται μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα δοθεί οποιαδήποτε πληροφορία στα μέλη ενός συγκεκριμένου οργανισμού·

γ)

τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας διατίθενται για αξιοποίηση σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη περιλαμβανομένων και των δικαιούχων της ενίσχυσης υπό τους ίδιους όρους όσον αφορά το κόστος και τον χρόνο·

δ)

η ενίσχυση πληροί τους όρους του παραρτήματος 2 «Εσωτερική ενίσχυση: βάση για την απαλλαγή από την υποχρέωση μείωσης» βάσει της συμφωνίας σχετικά με τη γεωργία η οποία συνήφθη κατά τη διάρκεια των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του κύκλου της Ουρουγουάης.

(163)

Εν προκειμένω, τα στοιχεία κάθε οικονομικής μελέτης, καθώς και εκείνα που συλλέγονται κατά την έναρξη κάθε προγράμματος έρευνας, όταν είναι οριστικά διαδίδονται σε ευρεία κλίμακα. Πράγματι, εφαρμόζεται συστηματικά η δημοσίευση και διάδοση των αποτελεσμάτων όλων των εργασιών που ενισχύονται από το ταμείο, ώστε οι κτηνοτρόφοι και οι επιτόπιες οργανώσεις τους να μπορούν να επωφεληθούν και να έχουν πρόσβαση σε αυτά χωρίς διακρίσεις.

(164)

Χρησιμοποιούνται δύο μείζονες δίαυλοι διάδοσης: ο δίαυλος των επαγγελματικών κτηνοτροφικών οργανώσεων και ο δίαυλος του ινστιτούτου κτηνοτροφίας, μέσω των τεχνικών και οικονομικών δημοσιεύσεων με ευρεία διάδοση σε κτηνοτρόφους και τεχνικούς.

(165)

Λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα γενικού συμφέροντος των εργασιών, δεν προβλέπεται καμία εμπορική εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων. Κατά συνέπεια δεν τίθεται θέμα σχετικά με το κόστος παραχώρησης δικαιωμάτων εκμετάλλευσης ή τους όρους πρόσβασης σε δικαιώματα εκμετάλλευσης. Οι πραγματικοί δικαιούχοι των δράσεων είναι όντως οι εκτροφείς βοοειδών και προβάτων, στους οποίους διαδίδονται τα θεωρητικά και πρακτικά αποτελέσματα των εργασιών.

(166)

Οι χρηματοδοτούμενες μελέτες δεν οδηγούν σε καμία άμεση καταβολή ενίσχυσης στους παραγωγούς ή μεταποιητές. Πληρούν τα γενικά και ειδικά κριτήρια που αναφέρονται στο παράρτημα 2 «εσωτερική ενίσχυση: βάση για την απαλλαγή από την υποχρέωση μείωσης» βάσει της συμφωνίας σχετικά με τη γεωργία η οποία συνήφθη στο Μαρακές κατά τη διάρκεια των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του κύκλου της Ουρουγουάης.

(167)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι κρατικές ενισχύσεις που καταβλήθηκαν για τη χρηματοδότηση των δράσεων έρευνας και πειραματισμού εν προκειμένω τήρησαν τα κριτήρια που ορίζονται από τους σχετικούς ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες.

2.6.   Η ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(168)

Καθώς η κρατική ενίσχυση χρηματοδοτείται από τέλη υπέρ τρίτων (προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές), η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει συγχρόνως τα χρηματοδοτούμενα μέτρα, δηλαδή την ενίσχυση, και τον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτούνται. Σύμφωνα με το Δικαστήριο (51), στην περίπτωση που ο τρόπος χρηματοδοτήσεως της ενισχύσεως, ιδίως μέσω υποχρεωτικών εισφορών, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του μέτρου ενίσχυσης, η Επιτροπή, όταν εξετάζει το μέτρο ενισχύσεως, οφείλει να λαμβάνει υπόψη αυτόν τον εν λόγω τρόπο χρηματοδοτήσεως.

(169)

Πολλά στοιχεία παίζουν ρόλο για τον καθορισμό του αν ο τρόπος χρηματοδότησης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του μέτρου ενίσχυσης: το προϊόν του φόρου πρέπει να προορίζεται για τη χρηματοδότηση της ενίσχυσης και πρέπει υποχρεωτικά να εκχωρείται για τη χρηματοδότηση της ενίσχυσης (52), ο φόρος πρέπει να διατίθεται στο μέτρο ενίσχυσης τηρουμένης της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας (53) και το ποσό του φόρου πρέπει να έχει άμεσο αποτέλεσμα στο ποσό της κρατικής ενίσχυσης (54).

(170)

Η εφαρμογή των κριτηρίων αυτών στα εν λόγω μέτρα οδηγεί την Επιτροπή να σημειώσει τα ακόλουθα. Πρώτον, η νομική βάση των εν λόγω μέτρων, δηλαδή οι διεπαγγελματικές συμφωνίες, που επεκτείνονται με απόφαση, ορίζουν τις υποχρεωτικές εισφορές. Αυτό σημαίνει ότι κάθε κράτηση εισφοράς πραγματοποιείται αποκλειστικά υπέρ του οικείου ταμείου, χωρίς να διατίθεται στον γενικό προϋπολογισμό της Interbev ή του Δημοσίου. Η εισφορά πρέπει λοιπόν να θεωρείται ότι προορίζεται για τη χρηματοδότηση της ενίσχυσης και να εκχωρείται για τη χρηματοδότηση της ενίσχυσης, βάση της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας. Δεύτερον, τα μέτρα ενίσχυσης χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από τις τομεακές εισφορές. Η Interbev δεν προσφεύγει σε καμία περίπτωση στις άλλες πηγές χρηματοδότησης που διαθέτει για να συμπληρώσει τη χρηματοδότηση των προβλεπομένων δράσεων. Συνεπώς, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το ποσό του φόρου έχει άμεσο αποτέλεσμα στο ποσό της κρατικής ενίσχυσης.

(171)

Βάσει αυτών των στοιχείων, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο τρόπος χρηματοδότησης της ενίσχυσης, εν προκειμένω οι προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του μέτρου ενίσχυσης και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση του συμβιβάσιμου της ενίσχυσης. Ενώ ο τρόπος αυτός χρηματοδότησης μπορεί να είναι αντίθετος με το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το καθεστώς ενίσχυσης είναι συμβιβάσιμο εάν εισάγει διακρίσεις μεταξύ των εισαγόμενων και των εγχώριων προϊόντων (55) ή μεταξύ των εξαγόμενων και των εθνικών προϊόντων (56).

(172)

Εν προκειμένω, η εισφορά επιβλήθηκε επί της εθνικής παραγωγής και επίσης επί των κρεάτων ή των εξαγομένων ζώων (στο πλαίσιο των προαιρετικών εισφορών που κατέστησαν υποχρεωτικές επί των κρεάτων) των εισαγομένων ζώων (στο πλαίσιο των προαιρετικών εισφορών που κατέστησαν υποχρεωτικές και που εισπράττονται από το FNE).

(173)

Η εξέταση της Επιτροπής αφορά σε ορισμένες πτυχές που συνδέονται με τις εισφορές επί των κρεάτων και την εισφορά FNE, στο μέτρο που το ενδοκοινοτικό εμπόριο θα μπορούσε να επηρεαστεί από τις εν λόγω εισφορές.

2.6.1.    Οι εισφορές επί των κρεάτων (εισφορές Interbev)

2.6.1.1.   Εισαγόμενα κρέατα

(174)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 82, μεταξύ του 1996 και του 2004 η εισφορά επί των εισαγόμενων κρεάτων δεν ήταν υποχρεωτική από τη γαλλική νομοθεσία. Συνεπώς εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, εφόσον δεν συνιστά καθεαυτή κρατική ενίσχυση. Πράγματι, λείπει ένα από τα καθοριστικά στοιχεία που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 10, δηλαδή η υποχρεωτική ισχύς. Συνεπώς, και βάσει των ανωτέρω, τα μέτρα που χρηματοδοτούνται από τον φόρο που επιβάλλεται στα εισαγόμενα προϊόντα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση και συνεπώς δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας απόφασης.

2.6.1.2.   Εξαγόμενα προϊόντα

(175)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16 και ακόλουθες (57), από την 1η Ιανουαρίου 1996, η εισφορά βαρύνει τα προϊόντα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, αν και το 2001 θεσπίστηκε μερική επιστροφή της εν λόγω εισφοράς. Η εισφορά αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, σε διάκριση έναντι των εξαγωγέων εφόσον οι δράσεις που χρηματοδοτούνται από την εισφορά δεν προορίζονται γι’ αυτούς και δεν αντισταθμίζουν την επιβάρυνση που τους επιβάλλεται. (58). Θα πρέπει λοιπόν να αποδειχτεί ότι η διάθεση των εσόδων της εισφοράς αυτής δεν ωφέλησε την εγχώρια παραγωγή που διατίθεται εμπορικά στη Γαλλία εις βάρος της εξαγόμενης εγχώριας παραγωγής.

(176)

Οι δράσεις που αφορούσαν ειδικά τα ζώα και τα εξαγόμενα προϊόντα ήταν κυρίως ενέργειες προώθησης (για παράδειγμα: διεθνείς εκθέσεις, δράσεις επαγγελματικής ενημέρωσης και δημοσίων σχέσεων, πράσινη εβδομάδα στο Βερολίνο, μαθήματα κατάρτισης στην κοπή κρέατος στο εξωτερικό).

(177)

Οι δράσεις που αφορούσαν όλα τα ζώα και προϊόντα, όποια κι αν είναι η αγορά τους, στη Γαλλία ή εκτός Γαλλίας ήταν κυρίως οι δράσεις διαφήμισης όπως οι εκστρατείες για «το ευρωπαϊκό μοσχάρι ποιότητας», τα σφαγεία, για «τις φυλές κρεατοπαραγωγής», και ορισμένες δράσεις έρευνας για την ασφάλεια των τροφίμων, για την καλή μεταχείριση των ζώων, για τη διαχείριση της ποιότητας, για τον χαρακτηρισμό του προϊόντος, για τις ενέργειες που αφορούν την πιστοποίηση ή τη δυνατότητα εντοπισμού της προέλευσης βοοειδών, τα αποτελέσματα των οποίων διαδόθηκαν ευρέως τόσο στη Γαλλία όσο και εκτός Γαλλίας.

i)   Κρέατα και ζώα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη

(178)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, οι δράσεις που ωφέλησαν τα προϊόντα και τα ζώα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη, αποκλειστικά ή σε συνδυασμό με τα εγχώρια προϊόντα, δεν αντιπροσώπευαν το σύνολο των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν από τις προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές.

(179)

Πρέπει να καθοριστεί σε ετήσια βάση και συνολικά αν τα προϊόντα που αποστέλλονται προς άλλα κράτη μέλη ωφελήθηκαν από τις διεπαγγελματικές δράσεις.

(180)

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει την κατανομή των εσόδων σε ευρώ, τα οποία προέρχονται από προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές, μεταξύ των διάφορων δράσεων της Interbev σε ετήσια βάση, καθώς και το ποσοστό των δράσεων που προορίζονται αποκλειστικά για κρέατα και ζώα εξαγόμενα ή σε συνδυασμό με τα προϊόντα και τα εθνικά ζώα.

Έτη

Δράσεις υπέρ όλων των προϊόντων

Δράσεις μόνο υπέρ των προϊόντων στη Γαλλία

Δράσεις μόνο υπέρ των εξαγόμενων προϊόντων

Σύνολο των δράσεων ετησίως

Σε % του συνόλου των χρηματοδοτούμενων δράσεων

(στρογγυλοποιημένο)

1996

5 517 088,95

13 308 769,70

2 101 111,35

20 926 970,00

36

1997

9 244 861,43

8 723 278,25

2 104 379,32

20 072 518,99

56

1998

8 995 703,14

11 214 605,23

927 146,63

21 137 455,00

46

1999

9 780 064,41

10 308 559,00

1 058 778,36

21 447 401,76

50

2000

8 245 970,18

10 126 453,50

991 754,32

19 264 178,00

47

2001

9 447 359,23

15 115 169,26

1 720 267,50

26 282 796,00

42

2002

10 553 240,96

24 553 282,92

4 326 569,12

39 433 093,00

37

2003

12 626 096,22

21 010 195,68

3 761 566,70

37 398 458,60

43

2004

11 288 281,00

20 527 149,24

4 045 129,24

35 860 559,48

42

(181)

Από τον πίνακα αυτό προκύπτει ότι, για το σύνολο της εν λόγω περιόδου, τα εξαγόμενα προϊόντα ωφελήθηκαν κατά μέσο όρο από το 44 % του συνόλου των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν από τις προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι, για την ίδια περίοδο, το σύνολο των εσόδων τα οποία προήλθαν από εισφορές που εισπράχθηκαν από τα εξαγόμενα προϊόντα ήταν 15 % (59). Επίσης, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι το ποσοστό του 15 % αντιπροσώπευε ένα μέσο όρο, και κοινοποίησαν τους αριθμούς για κάθε έτος, από τους οποίους προκύπτει ότι ο όγκος εισφορών που εισπράχθηκαν από τα εξαγόμενα προϊόντα δεν υπερέβαινε ποτέ το 18 %.

ii)   Συμβιβάσιμο με το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ

(182)

Λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών της απόφασης Nygard  (60) του Δικαστηρίου, καθώς και του γεγονότος ότι τα μέτρα που χρηματοδοτούνται από τον φόρο αποτελούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ και ότι ο φόρος δεν παρουσιάζει χαρακτήρα που δημιουργεί διακρίσεις αντίθετα με το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ εφόσον εφαρμόστηκε εξίσου στα προϊόντα και στα εξαγόμενα ζώα που ωφελήθηκαν ποσοστιαία από τα πλεονεκτήματα που πηγάζουν από αυτόν, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα έσοδα που προέρχονται από τον φόρο επί των εξαγόμενων προϊόντων, ο οποίος προορίζεται για τη χρηματοδότηση των δράσεων της Interbev, αποτελούν χρηματοδότηση της ενίσχυσης συμβατή προς τους κανόνες της ΣΛΕΕ και ιδίως του άρθρου 107 αυτής και, συνεπώς, ότι οι κρατικές ενισχύσεις που χρηματοδοτούνται κατά τον τρόπο αυτό είναι συμβατές με την εν λόγω συνθήκη.

2.6.2.    Οι εισφορές FNE

2.6.2.1.   Εισαγόμενα ζώα

(183)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, έως το 2003, οι εισφορές που εισπράττονταν υπέρ του FNE μπορούσαν επίσης να εφαρμοστούν σε ζώα που εκτρέφονταν εκτός της εθνικής επικράτειας της Γαλλίας αλλά εισάγονταν στη Γαλλία για να σφαχτούν.

(184)

Σε συνέχεια των ενδοιασμών που εξέφρασε η Επιτροπή, οι γαλλικές αρχές διαβεβαίωσαν ότι τροποποίησαν το κείμενο της διεπαγγελματικής συμφωνίας με σκοπό τον αποκλεισμό κάθε εισφοράς επί των ζώων που εισάγονται ή εισέρχονται στη Γαλλία. Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, οι εισφορές αυτές εφαρμόζονται μόνο στα ζώα που εκτρέφονται και σφάζονται στη Γαλλία.

(185)

Οι τροποποιήσεις της εν λόγω διεπαγγελματικής συμφωνίας δεν διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή. Μόνο η οδηγία της 2ας Φεβρουαρίου 2005 (βλέπε αιτιολογική σκέψη 87) διαβιβάστηκε και διευκρινίζει ότι οι εισφορές υπέρ του FNE εφαρμόζονται μόνο στο σύνολο των κρεάτων που προέρχονται από τις εργασίες σφαγής στη μητροπολιτική επικράτεια των ζώων που εκτρέφονται στη Γαλλία.

(186)

Συνεπώς, μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 1996 και της 30ής Σεπτεμβρίου 2004, η εισφορά επί των κρεάτων βάρυνε επίσης τα κρέατα ζώων που σφάζονταν στη Γαλλία αλλά εκτρέφονταν εκτός της εθνικής επικράτειας.

(187)

Οι γαλλικές αρχές δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι οι κτηνοτρόφοι που ασκούσαν τη δραστηριότητά τους εκτός της εθνικής επικράτειας επωφελήθηκαν από τις δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν από τις εν λόγω εισφορές. Πράγματι οι υπόχρεοι της προαιρετικής εισφοράς που κατέστη υποχρεωτική, οι οποίοι εξήγαγαν τα προϊόντα τους δεν τύγχαναν καμίας επιστροφής ή μείωσης, ενώ δεν λάμβαναν καν το σύνολο του πλεονεκτήματος των εν λόγω δράσεων. Όσον αφορά τις δράσεις έρευνας και ανάπτυξης και τεχνικής αρωγής, οι δράσεις αυτές μπορούν να ωφελήσουν καταρχήν μόνο τα εγχώρια προϊόντα (κρέατα βοοειδών που εκτρέφονται και σφάζονται στη Γαλλία).

(188)

Το γεγονός ότι οι εισαγωγές ζώντων ζώων είχαν, την εποχή εκείνη, αμελητέο χαρακτήρα (61) και ότι, κατά τη μόνη πρακτική, οι εισαγωγείς ζώντων ζώων είχαν τη δυνατότητα, αν το επιθυμούσαν, να δηλώσουν το βάρος των εισαγόμενων ζώων για να το αφαιρέσουν από τη βάση υπολογισμού της εισφοράς και να ζητήσουν επιστροφή, δεν έχει άμεσες επιπτώσεις στην επί της ουσίας εκτίμηση της Επιτροπής. Επιπλέον, κάθε διάκριση, ακόμα και ελάχιστη, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 110 της ΣΛΕΕ.

(189)

Λαμβανομένων υπόψη των συνεπειών της απόφασης Nygard  (62) του Δικαστηρίου, καθώς και του γεγονότος ότι τα μέτρα που χρηματοδοτούνται από τον φόρο αποτελούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ και ότι ο φόρος έχει διακριτικό χαρακτήρα αντίθετο προς το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ εφόσον εφαρμόστηκε εξίσου στα προϊόντα που προήλθαν από άλλα κράτη μέλη, τα οποία ωστόσο δεν ωφελήθηκαν πλήρως από τα πλεονεκτήματα του φόρου αυτού, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα έσοδα που προέρχονται από τον φόρο επί των ζώων που εισάγονται από άλλα κράτη μέλη, ο οποίος προορίζεται για τη χρηματοδότηση των δράσεων του FNE, αποτελούν χρηματοδότηση της ενίσχυσης ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά υπό το πρίσμα της συνθήκης και ιδίως του άρθρου 107 αυτής και, συνεπώς, ότι οι κρατικές ενισχύσεις που χρηματοδοτούνται κατά τον τρόπο αυτό είναι ασυμβίβαστες με την εν λόγω συνθήκη.

2.6.2.2.   Εξαγόμενα ζώα

(190)

Καθώς οι εισφορές FNE εφαρμόζονται στα ζώα που εκτρέφονται ή σφάζονται στη Γαλλία, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα εξαγόμενα προϊόντα δεν αποτελούν ως τέτοια αντικείμενο εισφοράς υπέρ του FNE και συνεπώς εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης.

3.   ΠΑΡΑΝΟΜΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(191)

Η Επιτροπή, όπως έχει ήδη αναφερθεί στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, υπογραμμίζει ότι η Γαλλία δεν την ενημέρωσε, σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, σχετικά με τις αποφάσεις επέκτασης που καθιστούν υποχρεωτικές τις προαιρετικές εισφορές και σχετικά με τις δράσεις που χρηματοδοτούν πριν τις θέσει σε εφαρμογή (βλέπε αιτιολογική σκέψη 2 της παρούσας απόφασης).

(192)

Το άρθρο 1 στοιχείο στ), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 ορίζει με ακρίβεια την παράνομη ενίσχυση ως νέα ενίσχυση η οποία εφαρμόζεται κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ. Η υποχρέωση κοινοποίησης μιας κρατικής ενίσχυσης ορίζεται στο άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού.

(193)

Καταρχάς, όσον αφορά τη φύση των εισφορών εν προκειμένω, η Επιτροπή σημειώνει ότι αυτές απαιτούν πράξη δημόσιας αρχής για να παραγάγουν όλα τους τα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρόκειται εν προκειμένω για τέλη υπέρ τρίτων, δηλαδή για δημόσιους πόρους.

(194)

Κατά το μέτρο που οι προαιρετικές εισφορές που καθίστανται υποχρεωτικές αποτελούν δημόσιους πόρους (όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 106 και ακόλουθες) οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός καθεστώτος ενίσχυσης (αιτιολογικές σκέψεις 171 και ακόλουθες) και στο μέτρο που χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση πλεονεκτημάτων υπέρ των επιχειρήσεων του τομέα κρεάτων, η κοινοποίησή τους προς την Επιτροπή αποτελεί υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 108 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(195)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 123 και 124, δεδομένου ότι τα μέτρα που θεσπίζονται από τη Γαλλία περιέχουν στοιχεία κρατικής ενίσχυσης, πρόκειται για νέες ενισχύσεις, μη κοινοποιημένες προς την Επιτροπή, και ως εκ τούτου παράνομες κατά την έννοια της συνθήκης.

(196)

Σύμφωνα την ανακοίνωση της Επιτροπής για τον καθορισμό των εφαρμοστέων κανόνων για την αξιολόγηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης (63), κάθε παράνομη ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 πρέπει να αξιολογείται σύμφωνα με τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν κατά τη χρονική στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης.

V.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(197)

Υπό το φως των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν υπάρχουν επιφυλάξεις ως προς τη χρηματοδότηση του υπόψη καθεστώτος από τις προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές, εφόσον αυτές εφαρμόζονταν στα εγχώρια προϊόντα και στα εξαγόμενα προϊόντα και ζώα (εν προκειμένω «εισφορές επί των κρεάτων» μεταξύ 1996 και 2004).

(198)

Εφόσον έχουν επίσης εισπραχθεί εισφορές επί των εισαγόμενων ζώων (εν προκειμένω οι εισφορές επί των ζώων υπέρ του FNE μεταξύ 1996 και 2004), από τις ανωτέρω εκτιμήσεις προκύπτει ότι το σύστημα προαιρετικών εισφορών που καθίστανται υποχρεωτικές είναι ασυμβίβαστο με την εσωτερική αγορά λόγω της παραβίασης του άρθρου 110 της ΣΛΕΕ, επειδή η Γαλλία δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι τα εισαγόμενα προϊόντα έλαβαν, και αυτά, ενισχύσεις στον ίδιο βαθμό με τα εγχώρια προϊόντα.

(199)

Εξάλλου, οι εν λόγω ενισχύσεις δεν κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή κατά την έννοια του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ και αποτελούν εφεξής παράνομες ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ.

(200)

Η Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η Γαλλική Δημοκρατία εφάρμοσε τις εν λόγω ενισχύσεις κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

(201)

Εφόσον πρόκειται για ενισχύσεις που τίθενται σε εφαρμογή χωρίς την τελική απόφαση της Επιτροπής, πρέπει να υπενθυμισθεί ότι, δεδομένου του επιτακτικού χαρακτήρα των διαδικαστικών κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, κανόνες των οποίων το άμεσο αποτέλεσμα έχει αναγνωριστεί από το Δικαστήριο σε πολλές αποφάσεις (64) δεν είναι δυνατή η εκ των υστέρων άρση του παράνομου χαρακτήρα της εξεταζόμενης ενίσχυσης (65).

(202)

Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι εφόσον ένα μέτρο ενίσχυσης, με τρόπο χρηματοδότησης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της, εφαρμόστηκε κατά παράβαση της υποχρέωσης κοινοποίησης, τα εθνικά δικαστήρια υποχρεούνται, καταρχήν, να διατάξουν την επιστροφή των φόρων ή εισφορών που εισπράχθηκαν ειδικά για τη χρηματοδότηση της ενίσχυσης αυτής. Υπενθυμίζει επίσης ότι εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια η διασφάλιση των δικαιωμάτων των πολιτών έναντι τυχόν παραβιάσεως, εκ μέρους εθνικών αρχών, της απαγόρευσης χορήγησης ενισχύσεων που αναφέρεται στο άρθρο 108 παράγραφος 3 τελευταία πρόταση της ΣΛΕΕ και ότι έχει άμεσο αποτέλεσμα. Εφόσον μια τέτοια παραβίαση, την οποία επικαλούνται οι δικαιούμενοι προς τούτο αιτούντες έννομη προστασία, διαπιστωθεί από τα εθνικά δικαστήρια, τα τελευταία πρέπει να αντλήσουν όλες τις συνέπειες, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, όσον αφορά τόσο την ισχύ των πράξεων που συνεπάγονται τη θέση σε εφαρμογή των οικείων μέτρων ενίσχυσης, όσο και την ανάκτηση των χορηγηθεισών οικονομικών ενισχύσεων (66).

(203)

Η Επιτροπή κρίνει ενδεδειγμένο στη συγκεκριμένη περίπτωση να εκδώσει μια υπό όρους απόφαση χρησιμοποιώντας τη δυνατότητα που της προσφέρει το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, σύμφωνα με το οποίο η Επιτροπή μπορεί να συνοδεύει τη θετική της απόφασή με όρους υπό τους οποίους μπορεί να θεωρηθεί μια ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά και με υποχρεώσεις που να της επιτρέπουν να ελέγχει την τήρηση της απόφασής της.

(204)

Προς επανόρθωση της παραβιάσεως του άρθρου 110 της ΣΛΕΕ και για να καταργηθεί έτσι αναδρομικά η διακριτική μεταχείριση, η Γαλλία οφείλει να επιστρέψει το μέρος εκείνο του φόρου με το οποίο επιβαρύνθηκαν τα εισαγόμενα προϊόντα (εισφορές επί των ζώων υπέρ του FNE μεταξύ 1996 και 2004), αναλογικά ως προς τα πλεονεκτήματα των ενισχύσεων τα οποία δεν έλαβαν. Με την επανόρθωση της παραβίασης αυτής οι σχετικές ενισχύσεις θα καταστούν συμβιβάσιμες με το άρθρο 107 της ΣΛΕΕ.

(205)

Η Επιτροπή καθορίζει τους όρους που πρέπει να τηρηθούν για τη διενέργεια της εν λόγω επιστροφής. Έτσι, η Γαλλία οφείλει να επιστρέψει στους υπόχρεους φόρου το μέρος εκείνο του φόρου με το οποίο επιβαρύνθηκαν τα προαναφερόμενα εισαγόμενα προϊόντα μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης εφαρμογής του φόρου και της 30ής Σεπτεμβρίου 2004, τηρώντας πλήρως τους παρακάτω όρους:

α)

αν μπορούν να αποδείξουν ότι οι προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές επιβλήθηκαν στα εισαγόμενα προϊόντα, οι υπόχρεοι που είναι υπεύθυνοι για την καταβολή του φόρου μπορούν να ζητήσουν την επιστροφή του αναλογικού μέρους του προϊόντος του φόρου που προορίζεται για τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών που ωφελούν αποκλειστικά τα εγχώρια προϊόντα, εντός προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και σε καμία περίπτωση μικρότερης των έξι μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης,·

β)

η Γαλλία θα προσδιορίσει την έκταση της τυχόν διάκρισης σε βάρος των εισαγόμενων προϊόντων. Για τον σκοπό αυτό, η Γαλλία θα ελέγξει, στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, τη χρηματική αντιστοιχία μεταξύ των ποσών της εν λόγω εισφοράς που εισπράττονται συνολικώς επί των εγχώριων προϊόντων και των πλεονεκτημάτων από τα οποία ωφελούνται αποκλειστικά τα προϊόντα αυτά·

γ)

η επιστροφή πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός μέγιστης προθεσμίας έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης·

δ)

τα επιστρεφόμενα ποσά πρέπει να είναι επικαιροποιημένα, λαμβανομένων υπόψη των τόκων από την ημερομηνία της είσπραξής τους μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής επιστροφής τους. Οι τόκοι αυτοί υπολογίζονται με βάση το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής, που προβλέπεται από τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης·

ε)

οι γαλλικές αρχές κάνουν δεκτή κάθε εύλογη απόδειξη εκ μέρους των υπόχρεων ώστε να καταδειχθούν τα ποσά που κατέβαλαν για τον φόρο με τον οποίο επιβαρύνθηκαν τα προϊόντα προέλευσης άλλων κρατών μελών·

στ)

το δικαίωμα στην επιστροφή ποσών δεν μπορεί να υπόκειται σε άλλους όρους, ιδίως στον όρο να μην έχει μετακυλισθεί ο φόρος·

ζ)

στην περίπτωση που κάποιος φορολογούμενος δεν έχει ακόμη καταβάλει τον φόρο, οι γαλλικές αρχές παραιτούνται επισήμως από την πληρωμή του αναλογικού μέρους του φόρου αυτού που βαρύνει τα εισαγόμενα προϊόντα από άλλα κράτη μέλη, για το οποίο καταδεικνύεται ότι προορίζεται για τη χρηματοδότηση του μέρους της ενίσχυσης με την οποία ωφελούνται αποκλειστικά τα εγχώρια προϊόντα. Παραιτούνται επίσης από τους ενδεχόμενους σχετικούς τόκους υπερημερίας·

η)

εφόσον ζητηθεί από την Επιτροπή, η Γαλλία δεσμεύεται να υποβάλει πλήρη έκθεση που να αποδεικνύει την ορθή εκτέλεση του μέτρου επιστροφής των ποσών·

θ)

εάν άλλο κράτος επέβαλε παρόμοιο φόρο στα ίδια προϊόντα τα οποία επιβαρύνθηκαν με τον φόρο στη Γαλλία, οι γαλλικές αρχές δεσμεύονται να επιστρέψουν στους υπόχρεους το μέρος του φόρου με το οποίο επιβαρύνθηκαν τα προϊόντα με προέλευση το εν λόγω άλλο κράτος μέλος·

ι)

η Γαλλία δεσμεύεται να γνωστοποιήσει την παρούσα απόφαση σε όλους τους δυνητικούς υπόχρεους του φόρου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Οι κρατικές ενισχύσεις για την προώθηση, διαφήμιση, τεχνική αρωγή, έρευνα και ανάπτυξη, οι οποίες τέθηκαν σε εφαρμογή παράνομα από τη Γαλλία κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ χρηματοδοτούμενες μέσω τέλους υπέρ τρίτων (προαιρετική εισφορά που κατέστη υποχρεωτική επί των κρεάτων και ζώντων ζώων που απεστάλησαν σε άλλα κράτη μέλη μεταξύ 1996 και 2004, και επί των ζώντων ζώων που εισήχθησαν μεταξύ 1996 και 2004), είναι κρατικές ενισχύσεις συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ όσον αφορά την περίοδο από την έναρξη ισχύος του φόρου έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2004, εφόσον η Γαλλία τηρεί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 της παρόντος άρθρου.

2.   Η Γαλλία οφείλει να επιστρέψει στους υπόχρεους φόρου το μέρος εκείνο του φόρου με το οποίο επιβαρύνθηκαν τα εισαγόμενα προϊόντα μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης εφαρμογής του φόρου και της 30ής Σεπτεμβρίου 2004, τηρώντας πλήρως τους παρακάτω όρους:

α)

αν μπορούν να αποδείξουν ότι οι προαιρετικές εισφορές που κατέστησαν υποχρεωτικές επιβλήθηκαν στα εισαγόμενα προϊόντα, οι υπόχρεοι που είναι υπεύθυνοι για την καταβολή του φόρου μπορούν να ζητήσουν την επιστροφή του αναλογικού μέρους του προϊόντος του φόρου που προορίζεται για τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών που ωφελούν αποκλειστικά τα εγχώρια προϊόντα, εντός προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και σε καμία περίπτωση μικρότερης των έξι μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης·

β)

η Γαλλία θα προσδιορίσει την έκταση της τυχόν διάκρισης σε βάρος των εισαγόμενων προϊόντων. Για τον σκοπό αυτό, η Γαλλία θα ελέγξει, στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, τη χρηματική αντιστοιχία μεταξύ των ποσών της εν λόγω εισφοράς που εισπράττονται συνολικώς επί των εγχώριων προϊόντων και των πλεονεκτημάτων από τα οποία ωφελούνται αποκλειστικά τα προϊόντα αυτά·

γ)

η επιστροφή πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός μέγιστης προθεσμίας έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης·

δ)

τα επιστρεφόμενα ποσά πρέπει να είναι επικαιροποιημένα, λαμβανομένων υπόψη των τόκων από την ημερομηνία της είσπραξής τους μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής επιστροφής τους. Οι τόκοι αυτοί υπολογίζονται με βάση το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής, που προβλέπεται από τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης·

ε)

οι γαλλικές αρχές κάνουν δεκτή κάθε εύλογη απόδειξη εκ μέρους των υπόχρεων ώστε να καταδειχθούν τα ποσά που κατέβαλαν για τον φόρο με τον οποίο επιβαρύνθηκαν τα προϊόντα προέλευσης άλλων κρατών μελών·

στ)

το δικαίωμα στην επιστροφή ποσών δεν μπορεί να υπόκειται σε άλλους όρους, ιδίως στον όρο να μην έχει μετακυλισθεί ο φόρος·

ζ)

στην περίπτωση που κάποιος φορολογούμενος δεν έχει ακόμη καταβάλει τον φόρο, οι γαλλικές αρχές παραιτούνται επισήμως από την πληρωμή του αναλογικού μέρους του φόρου αυτού που βαρύνει τα εισαγόμενα προϊόντα από άλλα κράτη μέλη, για το οποίο καταδεικνύεται ότι προορίζεται για τη χρηματοδότηση του μέρους της ενίσχυσης με την οποία ωφελούνται αποκλειστικά τα εγχώρια προϊόντα. Παραιτούνται επίσης από τους ενδεχόμενους σχετικούς τόκους υπερημερίας·

η)

εφόσον ζητηθεί από την Επιτροπή, η Γαλλία δεσμεύεται να υποβάλει πλήρη έκθεση που να αποδεικνύει την ορθή εκτέλεση του μέτρου επιστροφής των ποσών·

θ)

εάν άλλο κράτος επέβαλε παρόμοιο φόρο στα ίδια προϊόντα τα οποία επιβαρύνθηκαν με τον φόρο στη Γαλλία, οι γαλλικές αρχές δεσμεύονται να επιστρέψουν στους υπόχρεους το μέρος του φόρου με το οποίο επιβαρύνθηκαν τα προϊόντα με προέλευση το εν λόγω άλλο κράτος μέλος·

ι)

η Γαλλία δεσμεύεται να γνωστοποιήσει την παρούσα απόφαση σε όλους τους δυνητικούς υπόχρεους του φόρου.

Άρθρο 2

Η Γαλλία ενημερώνει την Επιτροπή, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, σχετικά με τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί με αυτή.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2011.

Για την Επιτροπή

Dacian CIOLOȘ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  Από την 1η Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 87 και 88 της Συνθήκης ΕΚ έγιναν τα άρθρα 107 και 108 αντίστοιχα της ΣΛΕΕ. Και στις δύο περιπτώσεις, οι διατάξεις είναι κατ’ ουσία ταυτόσημες. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι παραπομπές στα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ θεωρούνται, όπου ενδείκνυται, ως παραπομπές στα άρθρα 87 και 88 αντιστοίχως της συνθήκης ΕΚ.

(2)  Απόφαση C(2003) 2057 final της Επιτροπής της 9ης Ιουλίου 2003 (ΕΕ C 189 της 9.8.2003, σ. 21).

(3)  Πληροφορίες από τον ιστότοπο www.interbev.asso.fr.

(4)  Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας αριθ. 299 της 27ης Δεκεμβρίου 1995.

(5)  1 FRF = 0,15 EUR.

(6)  Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας αριθ. 227 της 30ής Σεπτεμβρίου 2001.

(7)  Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας αριθ. 299 της 24ης Δεκεμβρίου 1995.

(8)  Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας αριθ. 227 της 30ής Σεπτεμβρίου 2001.

(9)  Για μία πλήρη εικόνα της απόφασης, βλέπε την απόφαση C(2003) 2057 final της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2003, η οποία αναφέρεται ανωτέρω στην υποσημείωση 2.

(10)  ΕΕ C 319 της 27.12.2006, σ. 1.

(11)  ΕΕ C 28 της 1.2.2000, σ. 2.

(12)  ΕΕ C 302 της 12.11.1987, σ. 6.

(13)  ΕΕ C 252 της 12.9.2001, σ. 5.

(14)  Επιστολή της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη αριθ. S/75/29416 της 19ης Σεπτεμβρίου 1975.

(15)  ΕΕ C 45 της 17.2.1996, σ. 5.

(16)  ΕΕ C 48 της 13.2.1998, σ. 2.

(17)  Η Γαλλία απέστειλε πληροφορίες μετά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, όπως αναφέρεται στην ενότητα ΙΙΙ («Παρατηρήσεις της Γαλλίας»).

(18)  Υπόθεση C-234/99, Nygård, Συλλογή 2002 σ. I-3657.

(19)  Συλλογή 2003, σ. I-5263.

(20)  Εγκύκλιος της 2ας Φεβρουαρίου 2005. «Υπενθυμίζεται κυρίως ότι η είσπραξη εισφορών υπέρ της Interbev και του ταμείου κτηνοτροφίας αφορούν τις δραστηριότητες σφαγής ζώων που εκτρέφονται και σφάζονται στη Γαλλία. Ως εκ τούτου, τα ζώα που γεννιούνται και εκτρέφονται στο εξωτερικό εξαιρούνται κατά τη σφαγή τους στη Γαλλία […]».

(21)  ΕΕ C 160 της 26.6.1999, σ. 21.

(22)  ΕΕ C 148 της 28.6.1968, σ. 24.

(23)  ΕΕ C 341 της 22.12.2001, σ. 3.

(24)  ΕΕ C 312 της 20.11.1998, σ. 1.

(25)  ΕΕ C 289 της 7.10.1989, σ. 1.

(26)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(27)  Παρέκκλιση (χωρίς συνέπειες για την παρούσα απόφαση) στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης για τους γεωργούς στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1290/2005, (ΕΚ) αριθ. 247/2006, και (ΕΚ) αριθ. 378/2007 και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (ΕΕ L 30 της 31.1.2009, σ. 16).

(28)  Υπόθεση C-280/00, Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg, Συλλογή 2003 σ. I-7747 και απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2003, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-34/01, C-35/01, C-36/01, C-37/01 και C-38/01, Enirisorse, Συλλογή 2003, σ. I-14243.

(29)  Υπόθεση C-355/00, ΦΡΕΣΚΟΤ, Συλλογή 2003 σ. I-5263).

(30)  Υπόθεση C-303/88, Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1991, σ. I-1433, αιτιολογική σκέψη αριθ. 11, υπόθεση C-482/99 Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. I 4397, αιτιολογική σκέψη αριθ. 24 καθώς και υπόθεση C-126/01 GEMO, Συλλογή 2003, σ. I-13769, αιτιολογική σκέψη αριθ. 24.

(31)  Υπόθεση T-136/05, Salvat κ.ά. κατά Επιτροπής (T-136/05, Συλλογή 2007 σ. II-4063).

(32)  Υπόθεση C-83/98 P, Γαλλία κατά Ladbroke Racing Ltd και Επιτροπής, Συλλογή σ. I-3271, σκέψη 50.

(33)  Salvat κ.ά. κατά Επιτροπής, που προαναφέρθηκε στην υποσημείωση της σελίδας 31.

(34)  Υπόθεση C-345/02, Pearle κ.ά,, Συλλογή 2004 σ. I-7139.

(35)  Υπόθεση C-730/79, Philip Morris κατά Επιτροπής, Συλλογή 1980 σ. 2671.

(36)  Agriculture in the European Union, Statistical and economic information 2002. Γενική Διεύθυνση Γεωργίας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(37)  Πηγή Eurostat.

(38)  Απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2003, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-261/01 και C-262/01, Van Calster και Cleeren, Συλλογή 2003, σ. I-12249, σκέψεις 51 και 52. «51. […], το κράτος μέλος οφείλει […] να κοινοποιήσει όχι μόνο το σχέδιο της κατά κυριολεξία ενίσχυσης, αλλά και τον τρόπο χρηματοδότησης εφόσον αυτός αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του μελετώμενου μέτρου. 52. Δεδομένου ότι η υποχρέωση κοινοποιήσεως καλύπτει και τον τρόπο χρηματοδοτήσεως της ενίσχυσης, οι συνέπειες που απορρέουν από την εκ μέρους των εθνικών αρχών παράβαση του άρθρου 93 παράγραφος 3 τελευταία περίοδος της συνθήκης πρέπει να ισχύουν και γι’ αυτή την πτυχή του μέτρου ενίσχυσης».

(39)  ΕΕ C 149 της 9ης Αυγούστου 2003, σ. 21.

(40)  Ανακοίνωση της Επιτροπής C(2002) 458 της 25ης Φεβρουαρίου 2002.

(41)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(42)  Απόσπασμα της ανακοίνωσης της Επιτροπής: «[η Επιτροπή] θα αξιολογεί πάντα το συμβιβάσιμο μιας παράνομης κρατικής ενίσχυσης με την κοινή αγορά σύμφωνα με τα ουσιαστικά κριτήρια που ορίζονται σε οποιοδήποτε νομικό μέσο που ισχύει κατά τη στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης».

(43)  Συλλογή 2003, σ. I-5263.

(44)  Βλέπε υποσημείωση 12.

(45)  Βλέπε υποσημείωση 13.

(46)  Βλέπε υποσημείωση 14.

(47)  Βλέπε υποσημείωση 11.

(48)  ΕΕ C 336 της 23.12.1994, σ. 1.

(49)  Επιστολή της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη αριθ. S/75/29416 της 19ης Σεπτεμβρίου 1975.

(50)  Βλέπε υποσημείωση 11.

(51)  Υποθέσεις C-261/01 και C-262/01, Συλλογή 2003, σ. I-12249, παράγραφος 49.

(52)  Υπόθεση C-174/02, Συλλογή 2005, σ. I-85, σκέψη 26, υπόθεση C-526/04, Συλλογή 2006, σ. I-7529, σκέψη 44.

(53)  Υπόθεση C-174/02, Συλλογή 2005, σ. I-85, σκέψη 26, υποθέσεις C-266/04 έως C-270/04, C-276/04 και C-321/04 έως C-325/04, Συλλογή 2006, σ. I-9481, σκέψεις 46-49.

(54)  Υπόθεση C-174/02, Συλλογή 2005, σ. I-85, σκέψη 28· 15 Ιουνίου 2006, Air Liquide, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-393/04 και C 41/05, Συλλογή 2006, σ. I-5293, σκέψη 46.

(55)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-261/01 και C-262/01, Συλλογή 2003, σ. I-12249, σκέψη 48.

(56)  Υπόθεση C-234/99, Συλλογή 2002 σ. I-3657.

(57)  Βλέπε επίσης τις αιτιολογικές σκέψεις 88 και ακόλουθες.

(58)  Υπόθεση C-234/99, που προαναφέρθηκε στην υποσημείωση 56.

(59)  Βλέπε επίσης τις αιτιολογικές σκέψεις 94 και ακόλουθες.

(60)  Υπόθεση C-234/99, που προαναφέρθηκε στην υποσημείωση 56.

(61)  Σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησαν οι γαλλικές αρχές (τελωνειακές υπηρεσίες), τα εισαγόμενα «χονδρά βοοειδή» ανέρχονταν σε 24 933 κεφάλια το 2001 και 22 250 κεφάλια το 2002. Τα ζώα που οδηγούνται στο σφαγείο σε εθνικό επίπεδο είναι της τάξης των 4 εκατ. κεφαλιών, επομένως, οι εισαγωγές ζώντων ζώων αντιπροσωπεύουν μόλις το 0,58 % του συνόλου των σφαγέντων ζώων.

(62)  Υπόθεση C-234/99, που προαναφέρθηκε στην υποσημείωση 56.

(63)  ΕΕ C 119 της 22.5.2002, σ. 22.

(64)  Υπόθεση 77/72, Capolongo, Συλλογή 1973, σ. 611· την 11η Δεκεμβρίου 1973 στην υπόθεση 120/73, Lorenz, Συλλογή 1973, σ. 1471· στις 22 Μαρτίου 1977 στην υπόθεση 78/76, Steinicke και Weinlig, Συλλογή 1977, σ. 595. 595.

(65)  Υπόθεση C-354/90, Fédération nationale du commerce extérieur des produits alimentaires και άλλοι κατά της Γαλλίας, Συλλογή 1991, σ I-5505· και της 21ης Οκτωβρίου 2003, Van Calster, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-261/01 και C-262/01, Συλλογή 2003, σ. I-12249.

(66)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-261/01 και C-262/01, Van Calster κ.ά., Συλλογή 2003, σ. I-12249.


1.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59/34


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 15ης Φεβρουαρίου 2012

σχετικά με τη χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης στο πλαίσιο έκτακτων μέτρων για την καταπολέμηση της γρίπης των πτηνών στη Γερμανία, την Ιταλία και τις Κάτω Χώρες το 2011

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2012) 776]

(Τα κείμενα στη γερμανική, ιταλική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2012/132/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την απόφαση 2009/470/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (1), και ιδίως το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η γρίπη των πτηνών είναι λοιμώδης ιογενής νόσος των πουλερικών και άλλων πτηνών σε αιχμαλωσία, η οποία μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην κερδοφορία της πτηνοτροφίας και να διαταράξει το εμπόριο εντός της Ένωσης και τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες.

(2)

Σε περίπτωση επιδημικής έξαρσης της γρίπης των πτηνών, υπάρχει κίνδυνος να διαδοθεί ο νοσογόνος παράγοντας σε άλλες εκμεταλλεύσεις εκτροφής πουλερικών εντός του συγκεκριμένου κράτους μέλους, αλλά επίσης και σε άλλα κράτη μέλη και σε τρίτες χώρες μέσω του εμπορίου ζώντων πουλερικών ή προϊόντων πουλερικών.

(3)

Η οδηγία 2005/94/ΕΚ του Συμβουλίου (2), σχετικά με κοινοτικά μέτρα για την καταπολέμηση της γρίπης των πτηνών εισάγει μέτρα τα οποία, σε περίπτωση επιδημικής έξαρσης, πρέπει να εφαρμόζονται επειγόντως από τα κράτη μέλη, ώστε να προλαμβάνεται η περαιτέρω εξάπλωση του ιού.

(4)

Η απόφαση 2009/470/ΕΚ ορίζει τις διαδικασίες που διέπουν τη χρηματοδοτική συμμετοχή της Ένωσης για συγκεκριμένα κτηνιατρικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των έκτακτων μέτρων. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 της εν λόγω απόφασης, τα κράτη μέλη λαμβάνουν χρηματοδοτική συνδρομή για την κάλυψη του κόστους ορισμένων μέτρων με σκοπό την εξάλειψη της γρίπης των πτηνών.

(5)

Στο άρθρο 4 παράγραφος 3 πρώτη και δεύτερη περίπτωση της απόφασης 2009/470/ΕΚ καθορίζονται κανόνες για το ποσοστό των δαπανών των κρατών μελών οι οποίες μπορούν να καλυφθούν από τη χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης.

(6)

Η καταβολή χρηματοδοτικής συνδρομής από την Ένωση για τη λήψη έκτακτων μέτρων με σκοπό την εξάλειψη της γρίπης των πτηνών υπόκειται στους κανόνες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 349/2005 της Επιτροπής, της 28ης Φεβρουαρίου 2005, για τους κανόνες σχετικά με την κοινοτική χρηματοδότηση των επειγουσών παρεμβάσεων και της καταπολέμησης ορισμένων νόσων των ζώων που αναφέρονται στην απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3).

(7)

Το 2011 εξάρσεις της γρίπης των πτηνών σημειώθηκαν στη Γερμανία, την Ιταλία και τις Κάτω Χώρες. Η Γερμανία, η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες έλαβαν μέτρα σύμφωνα με την οδηγία 2005/94/ΕΚ για να καταπολεμήσουν αυτές τις επιδημικές εξάρσεις.

(8)

Οι αρχές της Γερμανίας, της Ιταλίας και των Κάτω Χωρών μπόρεσαν να καταδείξουν, μέσω εκθέσεων που υπέβαλαν στη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και με τη συνεχή διαβίβαση πληροφοριών σχετικά με την εξέλιξη της κατάστασης της νόσου, ότι εφάρμοσαν αποτελεσματικά τα μέτρα ελέγχου τα οποία προβλέπονται στην οδηγία 2005/94/ΕΚ.

(9)

Συνεπώς, οι αρχές της Γερμανίας, της Ιταλίας και των Κάτω Χωρών έχουν εκπληρώσει τις τεχνικές και διοικητικές υποχρεώσεις τους όσον αφορά τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της απόφασης 2009/470/ΕΚ και στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 349/2005.

(10)

Στο παρόν στάδιο, δεν μπορεί να καθοριστεί το ακριβές ποσό της χρηματοδοτικής συνδρομής από την Ένωση, καθώς τα στοιχεία που παρασχέθηκαν σχετικά με το κόστος αποζημίωσης και τις λειτουργικές δαπάνες αποτελούν εκτιμήσεις.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Χρηματοδοτική συνδρομή της Ένωσης στη Γερμανία, στην Ιταλία και στις Κάτω Χώρες

1.   Η Ένωση χορηγεί χρηματοδοτική συνδρομή στη Γερμανία, στην Ιταλία και στις Κάτω Χώρες για τις δαπάνες που πραγματοποίησαν τα εν λόγω κράτη μέλη στο πλαίσιο της λήψης μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 της απόφασης 2009/470/ΕΚ, για την καταπολέμηση της γρίπης των πτηνών στη Γερμανία, στην Ιταλία και στις Κάτω Χώρες το 2011.

2.   Το ύψος της χρηματοδοτικής συνδρομής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 καθορίζεται σε μεταγενέστερη απόφαση η οποία θα εκδοθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 40 παράγραφος 2 της απόφασης 2009/470/ΕΚ.

Άρθρο 2

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στην Ιταλική Δημοκρατία και στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών.

Βρυξέλλες, 15 Φεβρουαρίου 2012.

Για την Επιτροπή

John DALLI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 155 της 18.6.2009, σ. 30.

(2)  ΕΕ L 10 της 14.1.2006, σ. 16.

(3)  ΕΕ L 55 της 1.3.2005, σ. 12.


1.3.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 59/36


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 27ης Φεβρουαρίου 2012

για την κατάργηση της απόφασης ΕΚΤ/2010/3 σχετικά με προσωρινά μέτρα που αφορούν την καταλληλότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η ελληνική κυβέρνηση

(ΕΚΤ/2012/2)

(2012/133/ΕΕ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση,

Έχοντας υπόψη το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»), και ιδίως το άρθρο 12.1 και το άρθρο 34.1 δεύτερη περίπτωση, σε συνδυασμό με το άρθρο 3.1 πρώτη περίπτωση και το άρθρο 18.2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 18.1 του καταστατικού του ΕΣΚΤ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ μπορούν να διενεργούν πιστοδοτικές και πιστοληπτικές πράξεις με πιστωτικά ιδρύματα και άλλους φορείς της αγοράς, με επαρκή ασφάλεια προκειμένου για δάνεια. Τα κριτήρια καθορισμού της καταλληλότητας των ασφαλειών για τους σκοπούς των πράξεων νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος προβλέπονται στο παράρτημα Ι της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2011/14, της 20ής Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (1) (εφεξής αναφερόμενης ως «γενική τεκμηρίωση»).

(2)

Σύμφωνα με την ενότητα 1.6 της γενικής τεκμηρίωσης, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ μπορεί οποτεδήποτε να τροποποιεί τα μέσα, τους όρους, τα κριτήρια και τις διαδικασίες διενέργειας των πράξεων νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Σύμφωνα με την ενότητα 6.3.1 της γενικής τεκμηρίωσης, το Ευρωσύστημα διατηρεί το δικαίωμα να αποφαίνεται, με βάση οποιεσδήποτε συναφείς κατά την κρίση του πληροφορίες, αν ορισμένη έκδοση, ορισμένος εκδότης, οφειλέτης ή εγγυητής πληροί τα κριτήρια υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης που το ίδιο απαιτεί.

(3)

Η απόφαση ΕΚΤ/2010/3, της 6ης Μαΐου 2010, σχετικά με προσωρινά μέτρα που αφορούν την καταλληλότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων που εκδίδει ή εγγυάται η ελληνική κυβέρνηση (2) ανέστειλε προσωρινά, ως εξαιρετικό μέτρο, τις ελάχιστες απαιτήσεις του Ευρωσυστήματος για τα όρια πιστοληπτικής διαβάθμισης που εφαρμόζονται στα εμπορεύσιμα χρεόγραφα τα οποία εκδίδονται από την ελληνική κυβέρνηση ή από οντότητες εγκατεστημένες στην Ελλάδα και τα οποία εγγυάται πλήρως η ελληνική κυβέρνηση.

(4)

Η Ελληνική Δημοκρατία αποφάσισε να κινήσει διαδικασία προσφοράς για την ανταλλαγή χρέους, στο πλαίσιο της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα, απευθυνόμενη σε κατόχους εμπορεύσιμων χρεογράφων έκδοσης της ελληνικής κυβέρνησης.

(5)

Η ως άνω απόφαση της Ελληνικής Δημοκρατίας επηρέασε περαιτέρω, και δη αρνητικά, την καταλληλότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων τα οποία εκδίδονται από την ελληνική κυβέρνηση ή από οντότητες εγκατεστημένες στην Ελλάδα και τα οποία εγγυάται πλήρως η ελληνική κυβέρνηση, όσον αφορά τη χρήση τους ως ασφαλειών για τις πράξεις του Ευρωσυστήματος.

(6)

Η απόφαση ΕΚΤ/2010/3 θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Κατάργηση της απόφασης ΕΚΤ/2010/3

Η απόφαση ΕΚΤ/2010/3 καταργείται.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει στις 28 Φεβρουαρίου 2012.

Φρανκφούρτη, 27 Φεβρουαρίου 2012.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  ΕΕ L 331 της 14.12.2011, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 117 της 11.5.2010, σ. 102.